ο Άνταμ Σμιθ γεννήθηκε το 1723 στην πόλη Κερκώλντυ της Σκοτίας. Το 1751 εκλέχθηκε καθηγητής Ηθικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Γλασκόβης. Το 1759 εξέδωσε την πραγματεία The Theory of Moral Sentiments (Η Θεωρία των Ηθικών Συναισθημάτων), η οποία του απέφερε μεγάλη φήμη. Ωστόσο, η γρήγορη ανάπτυξη των καπιταλιστικών (προβιομηχανικών) οικονομικών σχέσεων στην Αγγλία και τη Σκοτία έστρεψε το ενδιαφέρον του, από τις αρχές της δεκαετίας του 1760, στη μελέτη των οικονομικών προβλημάτων και της Πολιτικής Οικονομίας. Για να αφοσιωθεί μάλιστα στη μελέτη των ζητημάτων αυτών, παραιτήθηκε το 1764 από την έδρα του καθηγητή. Τα επόμενα χρόνια ταξίδεψε στη Γαλλία, ενώ το 1766 επέστρεψε στη γενέτειρά του και εκεί, απομονωμένος από τον έξω κόσμο, συνέγραψε το μεγάλο έργο του Έρευνα για τη Φύση και τΐ3 Αιτίε5 του Πλούτου των Εθνών, το οποίο εκδόθηκε το 1776. Από εκείνη τη στιγμή η Πολιτική Οικονομία έπαψε να είναι μια σύνθεση ξεχωριστών πραγμάτων ή ένα παράρτημα της Φιλοσοφίας και του Φυσικού Δικαίου και προέβαλε ως συστηματικός και συνεκτικά ανεπτυγμένος ανεξάρτητος θεωρητικός τομέας. Τα δύο πρώτα βιβλία, μάλιστα, του πεντάτομου έργου επρόκειτο να αποτελέσουν τη βάση για την περαιτέρω ανάπτυξη της οικονομικής θεωρίας. Μετά την έκδοση του Πλούτου των Εθνών, ο Σμιθ προσανατόλισε τις έρευνές του στο Δίκαιο και την Ιστορία της Αογοτεχνίας, αλλά έκαψε, δυστυχώς, τα χειρόγραφά του λίγο πριν από το θάνατό του, το 1790.
ΙΓΐ,'νιΙ ylCi »
w Μ 'Λ 9 ΊΛ mw m Β » ' • • ' ,ξν I'
ivCii ^ης (ϊΐ,ιιες τίΑ}\"· εθνών
Ειδική έκδοση για την εφημερίδα
ΤΟ ΒΗΜΑ Διεύθυνση σχεδιασμού: Γιάννης Καρλόπουλος / Τ Ο Β Η Μ Α Σχεδιασμός εξωφύλλου: Βασίλης Γεωργίου / Τ Ο Β Η Μ Α Μετάφραση: Χρήστος Βαλλιάνος Επιμέλεια σειράς: Αννα Αστρινάκη Σελιδοποίηση: ΑΡΧΕΤΥΠΟ - Γραφικές Τέχνες Εκτύπακιη, βιβλιοδεσία: G. CANALE & S.p.A.
ISBN: 978-960-469-739-7 © Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα / all rights reserved © 2010 για αυτή την έκδοση Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη Α.Ε. Η πνευματική ιδιοκτησία αποκτάται χωρίς καμία διατύπωση και χωρίς την ανάγκη ρήτρας, απαγορευτικής των προσβολών της. Επισημαίνεται, πάντως, ότι κατά τον Ν. 2387/20 (όπως έχει τροποποιηθεί με τον Ν. 2121/93 και ισχύει σήμερα) και κατά τη Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης (που έχει κυρωθεί με τον Ν. 100/1975) απαγορεύεται η αναδημοσίευση, η αποθήκευση σε κάποιο σύστημα διάσοκπις, και γενικά η αναπαραγωγή του παρόντος έργου, με οποιονδήποτε τρόπο ή μορφή, τμηματικά ή περιληπτικά στο πρωτότυπο ή σε μετάφραση ή άλλη διασκευή, χωρίς γραπτή άδεια του εκδότη.
Άνταμ Σμιθ ϊ"
"
'·! ; y • ί-··'^'
..-γ;'·';;"·"'·. iJ. I I j j :
i f 1ρ
'i •• "J ;;
i j J l J k J I
'i I I
»} ''ί i
I
if i ^ » δ
ί4\IIV'
i
% '
·•[
'λ'/"
ν ''i
Πρόλογος στην έκδοση από «Το Βήμα» Εισαγωγή και γενικό σχέδιο του έργου
11 25
Ι. Σχετικά με τα αίτια της βελτίοασης των παραγωγικών δυνατοτήτων της εργασίας και τους κανόνες σύμφωνα με τους οποίους το προϊόν της κατανέμεται φυσικά μεταξύ των διαφόρων τάξεων του λαού Li Ι.ϋ Liii Ι.ίν Ι.ν
Lvi Ι.νϋ Ι.νϋί I.ix Ι.Χ I.x.a I.x.b I.X.C
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ: Σχετικά με τον καταμερισμό της εργασίας 31 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ: Σχετικά με την αρχή που προκαλεί τον καταμερισμό της εργασίας 41 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ: Σχετικά με το ότι ο καταμερισμός της εργασίας περιορίζεται από την έκταση της αγοράς 45 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ: Σχετικά με την προέλευση και τη χρήση του χρήματος 51 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ: Σχετικά με την πραγματική και την ονομαστική τιμή των εμπορευμάτων ή την τιμή τους σε εργασία και την τιμή τους σε χρήμα 59 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ: Σχετικά με τα σιχπατικά μέρη της τιμής των εμπορευμάτων 77 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ: Σχετικά με τη φυσική και την αγοραία τιμή των εμπορευμάτων 85 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΟΓΔΟΟ: Σχετικά με τους μισθούς της εργασίας .... 95 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΑΤΟ: Σχετικά με τα κέρδη του κεφαλαίου 121 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ: Σχετικά με τους μισθούς και το κέρδος στις διάφορες απασχολήσεις της εργασίας και του κεφαλαίου 133 Μέρος I: Ανισότητες που προκύπτουν από τη φύση των ίδιων των απασχολήσεων 135 Μέρος II: Ανισότητες που προκαλούνται από την πολιτική της Ευρώπης 157
Lxi ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΔΕΚΑΤΟ: I.xi.a Σχετικά με την πρόσοδο της γης I.xi.b Μέρος I: Σχετικά με τα προϊόντα της γης που επιτρέπουν πάντα τπν καταβολή προσόδου Lxi.c Μέρος II: Σχετικά με τα προϊόντα της γης που άλλοτε επιτρέπουν και άλλοτε δεν επιτρέπουν την πληρωμή προσόδου Ι.χί.ά Μέρος III: Μεταβολές της αναλογίας μεταξύ των αντίστοιχων αξιών των προϊόντων που επιτρέπουν πάντα την καταβολή προσόδου και εκείνων που άλλοτε επιτρέπουν και άλλοτε δεν επιτρέπουν τπν καταβολή προσόδου
185 189
207
223
Παρέκβαση σχετικά με m μεταβολέε ms a§ias του αργύρου στη διάρκεια των τεσσάρων τελευταίων αιώνων Lxi.e Lxi.f Lxi.g Lxi.h
Πρώτη περίοδθ8 Δεύτερη περίοδοΞ Τρίτη περίοδοε Μεταβολές της αναλογίας μεταξύ των αντίστοιχων τιμών χρυσού και αργύρου Lxi.i Η βάση της υποψίας ότι η αξία του αργύρου συνεχίζει να μειώνεται Lxi.j Οι διαφορετικές συνέπειες της οικονομικής προόδου επί της πραγματικής τιμής τριών διαφορετικών ειδών ακατέργαστων προϊόντων Lxi.k Πρώτο είδθ8 LxiJ Δεύτερο εΐδθ8 Lxi.m Τρίτο είδθ5 Lxi.n Συμπεράσματα της παρέκβασης σχετικά με τις μεταβολές της αξίας του αργύρου Lxi.o Οι επιπτώσεις της οικονομικής προόδου επί των πραγματικών τιμών των μανιφακτουρικών προϊόντων I.xi.p Συμπεράσματα του κεφαλαίου
227 243 245 265 271
273 274 276 286 299 305 311
Π. Σχετικά με τπ φύση, τη συσσώρευση και την απασχόληση του αποθέματος Εισαγωγή ILi ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ: Σχετικά με τους κλάδους στους οποίους κατανέμεται το απόθεμα ILii ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ: Το χρήμα ως ιδιαίτερος κλάδος
329 333
ILiii ILiv ΙΙ.ν
του γενικού αποθέματος της κοινωνίας ή περί των δαπανών συντήρησης του εθνικού κεφαλαίου 343 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ: Σχετικά με τη συσσώρευση κεφαλαίου ή την παραγωγική και μη παραγωγική εργασία 393 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ: Σχετικά με το εντόκως δανειζόμενο απόθεμα 415 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ: Σχετικά με τη διαφορετική απασχόληση των κεφαλαίων 425
r
i
Ιΐ;
ϊ\Ν,
\ t
f
I I I f
1
•€€
I
f
1
f
>
f II
I f
I
»
Ξαναδιαβάζονταε τον Πλούτο των Εθνών Κατά κοινή παραδοχή, ο Άνταμ Σμιθ είναι ιδρυτής της κλασικής Πολιτικής Οικονομίας, η οποία αποτελεί τη βάση της σύγχρονης οικονομικής επιστήμης. Ο Πλούτοε των Εθνών, το magnum opus του Σκοτσέζου διανοητή, είναι το βιβλίο με τη μεγαλύτερη απήχηση σε θέματα οικονομικής θεωρίας και πολιτικής από οΐτοιοδήποτε άλλο οικονομικό σύγγραμμα. Συγκαταλέγεται δε στα μεγάλα βιβλία που συγκλόνισαν ή άλλαξαν τον κόσμο, όχι επειδή έκανε κάποια σπουδαία επιστημονική ανακάλυψη ή επειδή ήταν ιδιαίτερα πρωτότυπο. Στην πραγματικότητα, όλες οι βασικές έννοιες που χρησιμοποιεί ο Σμιθ είναι δάνειες και υπάρχουν διάσπαρτες στα κείμενα προγενέστερων ή σύγχρονων φιλοσόφων και οικονομολόγων του 17ου και του 18ου αιώνα, στους οποίους μάλιστα παραπέμπει. Είναι, όμως, πρωτότυπος και αριστοτεχνικός ο τρόπος με τον οποίο χειρίζεται τις έννοιες αυτές. Δεν τις χρησιμοποιεί αποσπασματικά, αλλά συγκροτεί ένα ενιαίο και συνεκτικό θεωρητικό πλαίσιο για να περιγράψει και να ερμηνεύσει στην ολότητά του τον συγκλονιστικό και συναρπαστικό καινούριο κόσμο που παρατηρεί να αναδύεται γύρω του. Τον θαυμαστό καινούργιο κόσμο της επερχόμενης κοινωνικής και βιομηχανικής επανάστασης. Π' αυτόν ακριβώςτο λόγο, ησυμβολήτου Σμιθ στην οικονομική και κοινωνική θεωρία είναι τεράστια, επαναστατική.
Θεωpmικόs του ελεύθερου εμπορίου Για λόγους ακριβείας, βέβαια, πρέπει να επισημάνουμε ότι ο Σμιθ δεν είναι θεωρητικός του βιομηχανικού καπιταλισμού. Είναι πρωτίστως
12
Άνταμ Σμιθ
θεωρητικός του ελεύθερου εμπορίου και των αυτορρυθμιζόμενων αγορών της προ-βιομηχανικήε εποχής. Ο ίδιος μάλισυα δεν χρησιμοποίησε ποτέ τη λέξη «Καπιταλισμός». Από τη στιγμή όμως που το καπιταλιστικό σύστημα προϋποθέτει την ύπαρξη ενός εκτεταμένου συστήματος αγορών το οποίο καλύπτει όλους σχεδόν τους τομείς της οικονομικής ζωής, νομιμοποιείται κανείς να υποστηρίξει ότι οΆνταμΣμιθ είναι ο πρώτος μεγάλος θεωρητικός του Καπιταλισμού. Πουθενά, ωστόσο, στις σελίδεςτου βιβλίου δεν υπερασπίζεται άμεσα και ρητά τα συμφέροντα της αστικήςτάξηςή οποιασδήποτε άλλης κοινωνικής τάξης, με εξαίρεση τα συμφέροντα των καταναλωτών. Το μόνο που τον ενδιαφέρει, είναι να εντοπίσει τους παράγοντες που συμβάλλουν στην αύξηση του πλούτου της κοινωνίας ως σύνολο, πιστεύοντας ακράδαντα ότι με τον τρόπο αυτό βελτιώνεται η οικονομική κατάσταση όλων των κοινωνικών τάξεων. Σε κάποια σημεία, μάλιστα, επικρίνει δριμύτατα, ακόμη και με ακραίους χαρακτηρισμούς («απάνθρωπη αρπακτικότητα») την ακόρεστη απληστία πολλών επιχειρηματιών, που συχνά συνωμοτούν εναντίον των μισθωτών ή εκμεταλλεύονται την πολιτική επιρροή τους για να διαμορφώσουν υπερβολικά υψηλές τιμές εις βάρος των καταναλωτών. Οι επικρίσεις, όμως, αυτές δεν εμπόδισαν τπ δυναμικά ανερχόμενη αστική τάξη να κάνει «σημαία» τηςτον Πλούτο των£θνών, για τον απλούστατο λόγο ότι το βιβλίο αυτό τεκμηριώνει θεωρηΉκά και επιστημονικά το βασικό οικονομικό αίτημα των επιχειρηματιών, που δεν ήταν άλλο από την ανεμπόδιστη διενέργεια του εσοπερικού και εξοπερικού εμπορίου, μέσα από την ελεύθερη επιδίωξη του προσωπικού συμφέροντος (laissez-faire, laissez-passer). Στους προ-νεωτερικούς χρόνους, από την ελληνική αρχαιότητα μέχρι τον ευρωπαϊκό μεσαίωνα και από τον Αριστοτέλη μέχρι τον Άγιο Θωμά τον Ακινάτη, ο προσωπικός πλουτισμός εθεο)ρείτο ηθικά και KOIVCOνικά επιλήψιμος. Με τον Πλούτο των Εθνών, ο Άνταμ Σμιθ έρχεται να εξαγνίσει το κέρδος και να άρει το στίγμα. Η επιδίωξη του προσωπικού συμφέροντος στις οικονομικές συναλλαγές όχι μόνο δεν οδηγεί σε οικονομικό χάος, αλλά, αντίθετα, προάγει το γενικό συμφέρον και την κοινωνική ευημερία. Δεν αποτελεί ηθικό μειονέκτημα, αλλά κοινωνική αρετή! Πρόκειται για μεγαλειώδη θεωρητική σύλληψη, που προσδίδει τεράστιο ηθικό και κοινωνικό κύρος στους επιχειρηματίες της εποχής του, οι οποίοι από περιφρονημένοι παρίες μετατρέπονται σε βασικούς στυλοβάτες της κοινωνίας. Η κοινωνική αυτή αναβάθμιση νομιμοποιεί και το επαναστατικό εγχείρημα της ανατροπής του παλαιού καθεστώτος. Παράλληλα, στοιχειοθετεί και τον ιστορικά προοδευτικό χαρακτήρα της αναδυόμενης νέας τάξης πραγμάτων, αφού η υποτιθέμενη αρμονική σύνθεση των αντιτιθέμενων ατομικών συμφερόντων κατά την άσκηση της οικονομικής δραστηριότητας είναι ο ασφαλέστερος
Έρευνα για τη Φύση και τ/s Αιτΐεε του Πλούτου των Εθνών
13
και ταχιττερος δρόμος για κοινωνική πρόοδο. Δικαιολογημένα, λοιπόν, ο Πλούτοε των Εθνών αποτελεί τη Βίβλο του παλαιού και του σύγχρονου καπιταλισμού. Και αυτό αντικειμενικά, πέρα από τα καλά ή κακά αισθήματα που έτρεφε ο συγγραφέας για τους επιχειρηματίες της εποχής του.
Η ακαδημαϊκή και κοινωνική καταξίωση Ο Άνταμ Σμιθ γεννήθπκε στο Κερκώλντυ, μια μικρή επαρχιακή πόλη της Σκοτίας, το 1723. Από μικρός έδειξε ότι είχε έφεση στα γράμματα και γενικά διέθετε όλες τις απαραίτπτες προδιαγραφές για να γίνει ένας σπουδαίος καθηγητής. Η μειονεκτική φυσική διάπλαση και η ασθενική του κράση δεν του επέτρεπαν να ασχοληθεί με αθλητικές ή άλλου είδους δυναμικές δραστηριότητες, όπως κάνουν συνήθως τα περισσότερα παιδιά νεαρής ηλικίας. Η μόνη διέξοδος για τον νεαρό Σμιθ ήταν τα βιβλία, που πολύ γρήγορα έγιναν το πάθος του («Είμαι εραστής των βιβλίων», εξομολογήθηκε αργότερα σε κάποιον φίλο του). Γεννήθηκε ορφανός από πατέρα και σε ηλικία τεσσάρων ετών είχε μια ασυνήθιστη περιπέτεια, με αίσιο, ευτυχώς, τέλος: είχε πέσει θύμα απαγωγής πλανόδιων τσιγγάνων! Σε πολύ νεαρή ηλικία έγινε δεκτός στο Πανεπιστήμιο της Γλασκόβης, γνωστής τότε κοιτίδας του σκοτσέζικου Διαφαπισμού. Σε ηλικία δεκαεπτά ετών είχε ολοκληρώσει τις σπουδές του στη Γλασκόβη και μεταπήδησε στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, arf όπου δεν φαίνεται να απεκόμισε ιδιαίτερα καλές εντυπώσεις για τις συνθήκες σπουδών. Έπειτα από έξι χρόνια τελείωσε τις σπουδές στην Οξφόρδη και επέστρεψε στη γενέθλια πόλη. Σε ηλικία είκοσι οκτώ ετών εξελέγη καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Γλασκόβης, καταλαμβάνοντας την έδρα Λογικής και Ηθικής Φιλοσοφίας, ενώ αργότερα έγινε και κοσμήτορας της σχολής. Πολύ γρήγορα, έγινε γνοκπός για τις διδακτικές ικανότητές του, την ιδιορρυθμία του, αλλά και για την απίστευτη αφηρημάδα του. Καρπός της πολύχρονης καριέρας του στη Γλασκόβη ήταν το πρώτο από τα δύο μεγάλα έργα που δημοσίευσε εν ζωή, η Θεωρία των Ηθικών Συναισθημάτων (1759). Το βιβλίο αυτό τον έκανε γνοκπό και αξιοσέβαστο στους φιλοσοφικούς κύκλους της εποχής του. Αργότερα, δέχτπκε πρόταση να αναλάβει την πνευματική καθοδήγηση ενός νεαρού ευγενούς, με αντάλλαγμα έναν ικανοποιητικό μισθό και μια εφ' όρου ζωής σύνταξη. Στο πλαίσιο των καθηκόντων του, συνόδευσε τον νεαρό δούκα σε μια περιοδεία στη Γαλλία και στην Ελβετία, για να τον μυήσει στους κύκλους των διανοουμένων της ηπειρωτικής Ευρώπης. Στους δεκαοκτώ μήνεςπου διήρκεσε αυτότοταξίδι,είχετην ευκαιρία να συναντήσει γν(ΰστούς φιλοσόφους και οικονομολόγους της εποχής εκείνης, όπως τον
14
Άνταμ Σμιθ
Nf Αλαμπέρ (D' Alembert), τον Τυργκό (Turgot), τον Βολταίρ (Voltaire) και τον Φρανσουά Κενέ (Frangois Quesnay). Η περιοδεία διεκόπη αιφνιδίως για λόγους ανωτέρας βίας και ο Σμιθ επέστρεψε στην πατρίδα του το 1766. Η σύνταξη που πήρε, του εξασφάλισε άπειρο ελεύθερο χρόνο, τον οποίο διέθεσε εξ ολοκλήρου για τπ συγγραφή του δεύτερου μεγάλου βιβλίου του, που τον έκανε παγκοσμίοος γνοκπό, του Έρευνα για τη Φύση και τΐ8 Aniss τον Πλούτου των Εθνών (1776). Κατά περίεργη ειρωνεία της τύχης, ύστερα από δύο χρόνια, ο θεμελιωτής τπς ελεύθερης οικονομίας της αγοράς διορίστηκε διευθυντής του τελωνείου του Εδιμβούργου! Ο Σμιθ ήταν ανύπαντρος και ζούσε με τη μητέρα του. Είχε την τύχη να γνωρίσει την ακαδημαϊκή και κοινωνική καταξίωση όσο ακόμα ζούσε, καθώς ο Πλούτοs των Εθνών είχε ήδη μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες. Βέβαια, χρειάστπκε να περάσει ένας τουλάχιστον αιώνας για να αποκτήσει την τεράστια απήχπσπ και επιρροή που είχε στπν οικονομική επιστήμπ. Πέθανε το 1790, σε ηλικία 67 ετών. Στην επιτύμβια στήλη του αναγράφεται ότι εκεί κείται η σορός του συγγραφέα του Πλούτου των Εθνών...
Η πηγή του πραγματικού πλούτου Πα τον Άνταμ Σμιθ, ο πλούτος ενός έθνους δεν πρέπει να ταυτίζεται με το χρήμα και τα πολύτιμα μέταλλα που υπάρχουν στα κρατικά θησαυροφυλάκια (κάτι που πίστευαν οι μερκαντιλιστές αντίπαλοί του). Ο πραγματικός πλούτος αποτελείται από το σύνολο των αγαθών και υπηρεσιών που παράγει ετησίως η κοινωνία, αυτό που σήμερα οι οικονομολόγοι ονομάζουν «Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν» (ΑΕΠ). Πηγή αυτού του πλούτου είναι π ανθρώπινπ εργασία και όχι η γεωργία, όποος υποστήριζε ο φυσιοκράτης φίλος του, Φρανσουά Κενέ (Frangois Quesnay). Κατά συνέπεια, ο πλούτος και η ευημερία μιας κοινωνίας εξαρτώνται από την παραγωγικότπτα τπς εργασίας. Για να αυξηθεί ο πλούτος, πρέπει να αυξηθεί η παραγωγικότητα. Για να αυξηθεί η παραγωγικότητα, πρέπει να αυξηθούν ο καταμερισμός εργασίας και η εξειδίκευση. Όσο μεγαλύτερος είναι ο καταμερισμός και λεπτομερέστερηηεξειδίκευσητόσο απλούστερη και ευκολότερη γίνεται η εργασία, και άρα τόσο περισσότερο βελτιώνεται η παραγωγικότητα των εργαζομένων. Για του λόγου το αληθές, αναφέρει το παράδειγμα μιας παραγωγικής μονάδας που κατασκευάζει καρφίτσες και εφαρμόζει τον καταμερισμό εργασίας και την εξειδίκευση, και, ως εκ τούτου, επιτυγχάνει εντυπωσιακά υψηλότερη παραγωγικότητα. Η άποψη ότι η αύξηση της παραγωγικότητας και του κοινωνικού
Έρευνα για τη Φύση και τ/s Αιτΐεε του Πλούτου των Εθνών
15
πλούτου μέσα από την επιδίοοξπ του προσωπικού συμφέροντος δεν βελτιώνει μόνο το βιοτικό επίπεδο των πλουσίων, αλλά και των φτωχών τάξεων, είναι ρπξικέλευθπ για τα δεδομένα τπς εποχιίς του. Θεμελιώνει τπν ιδέα αυτού που θα αποκαλούσαμε σήμερα «οικονομική δυναμική» ή «οικονομική ανάπτυξπ», τπν οποία μάλιστα αντιλαμβάνεται οος παίγνιο θετικού αθροίσματος, μια διαδικασία δπλαδή από τπν οποία όλοι μπορούν να βγουν κερδισμένοι. Για να αντιλπφθούμε πόσο ανατρεπτική ήταν π ιδέα αυτή, αρκεί να τονίσουμε ότι το πρόβλπμα που απασχολούσε τις κυρίαρχες τάξεις τπς εποχής του ήταν πώς θα διατπρήσουν τους μισθούς καθπλωμένους σε αρκούντως χαμπλά επίπεδα, ώστε να είναι υποχρεωμένοι οι μισθωτοί να εργάζονται. Η διατήρπσπ τπς φτώχειας των πολλών εθεούρείτο απαραίτπτπ προϋπόθεσπ για τπ διαιώνισπ του πλούτου των ολίγων. Εξίσου επαναστατική ήταν και π ιδέα τπς ελεύθερπς επιλογής επαγγέλματος, στο βαθμό που π εργασία άρχισε να μετατρέπεται σε συντελεστή παραγωγής και αποτελούσε αντικείμενο προσφοράς και ζήτπσπς στπ νεοσύστατπ αγορά εργασίας. Στις προβιομπχανικές κοινωνίες, το επάγγελμα ήταν οικογενειακή υπόθεσπ, αφού τα παιδιά ακολουθούσαν υποχρεοπικά το επάγγελμα του πατέρα.
Εν αρχή ήσαν ο καταμερισμόε epyaoias και η αγορά Ο καταμερισμός εργασίας κατέχει περίοπτπ θέσπ στο θεοορπτικό οικοδόμπμα του Σμιθ. Τον χρπσιμοποιεί, μάλιστα, και οος εφαλτήρκ) για το βασικό θεωρπτικό του εγχείρπμα: τπ διατύπωσπ μιας οικονομικής ερμπνείας τπς κοινωνικής ζωής. Θεωρεί ότι ο καταμερισμός εργασίας είναι αποτέλεσμα τπς φυσικής ροπής που έχει ο άνθρωπος να διαπραγματεύεται, να εμπορεύεται και να ανταλλάσσα διάφορα πράγματα. 'Οταν κάποια στιγμή ο καταμερισμός αυτός επεκταθεί στο σύνολο τπς οικονομίας, τότε κάθε άνθρωπος -επειδή εξαδικεύεται και δεν μπορεί πια να παράγει μόνος του όλπ τπν γκάμα των αγαθών που χρειάζεται- «ζει μέσω τπς ανταλλαγής ή, κατά κάποιο τρόπο, γίνεται έμπορος, και π ίδια π κοινωνία εξελίσσεται σε μια εμπορική κοινωνία». Οι εμπορικές συναλλαγές διεξάγονται στο πλαίσιο τπς ελεύθερπς αγοράς. Η αγορά συνιστά το μεγάλο «όραμα» του Σμιθ γιατπν κοινωνία Είναιο μπχανισμόςπου μεγιστοποιεί τονπλούτοτων εθνών και τπν κοινωνική ευπμερία, με τπν προϋπόθεσπ ότι οι συναλλασσόμενοι αφήνονται ελεύθεροι να επιδιώξουν το προσωπικό τους συμφέρον. Έχει διπλή αναλυτική υπόστασπ. Αφενός είνα μια πραγματικότπτα που πιστοποιείται μέσα από τπν προσεκτική εμπειρική παρατήρπσπ και αφετέρου ένα ιδανικό πρότυπο προς το οποίο πρέπει να ωθείται π κοινωνία μέσω τπς οικονομικής πολιτικής. Από αυτή τπν άποψπ, π ανάλυσπ τπς αγοράς είναι ταυτόχρονα οντολογική και δεοντολογική.
16
Άνταμ Σμιθ
'Οπως και κάθε άλλο φιλόσοφο της εποχής του, τον απασχολεί η συγκρότηση της κοινωνίας, δεδομένου ότι θεωρεί τον άνθρωπο κοινωνικό ον. Στο ερώτημα, όμως, ποάς προκύπτει η ιεραρχικά δομημένη πολιτική κοινωνία, απαντά με εντελώς διαφορετικό τρόπο. Ενώ οι άλλοι θεωρούν ότι είναι αποτέλεσμα θεϊκής βούλησης ή συνειδητής ανθρώπινης βούλησης («κοινωνικό συμβόλαιο»), αυτός υποστπρίζει πως προκύπτει από την αυθόρμητη φυσική διαδικασία του καταμερισμού εργασίας και των αγορών. Δεν μπαίνει όμως στον κόπο να μας εξηγήσει για ποιο λόγο η διαδικασία αυτή είναι φυσική και αυθόρμητη. Θέτει το ζήτημα με εντελώς αξιωματικό τρόπο: εν αρχή ήσαν ο καταμερισμός εργασίας και η αγορά... Και όμως, θα αρκούσε μια πιο διεισδυτική ματιά στο «κίνημα των απαλλοτριώσεων» και των «περιφράξεων» της εποχής του, που μετέτρεπε την κοινόχρηστη γη σε ατομική ιδιοκτησία, για να αντιληφθεί ότι ο καταμερισμός εργασίας και η αγορά είναι αποτέλεσμα κοινωνικών και πολιτικών διεργασιών. Χωρίς γη, οι αγρότες ήταν υποχρεωμένοι να αναζητήσουν αλλού δουλειά και έτσι γη και εργασία μετατράπηκαν σε συντελεστές παραγωγής με τη σημερινή έννοια του όρου. 'Αρχισαν, δηλαδή, σιγά σιγά να πωλούνται και να αγοράζονται στις νεοσύστατες αγορές γης και εργασίας. Επομένοος, η αγορά ως σύστημα εμπορικών συναλλαγών είναι «κοινωνική κατασκευή», κοινωνικός θεσμός. Δεν έχει τίποτα το φυσικό και το αυθόρμητο. Η ιστορία του Καπιταλισμού δείχνει ότι η οικονομία της ελεύθερης αγοράς δεν αποτελεί αυθόρμητη φυσική εξέλιξη, αλλά προϊόν πολιτικού σχεδίου που υλοποιείται μέσα από συνειδητές και συστηματικές κρατικές παρεμβάσεις. Άρα, το βασικό θεο> ρητικό εγχείρημα του Σμιθ, να διατυπώσει μια οικονομική ερμηνεία της κοινωνίας, μένει μετέοορο. Η ανθρώπινη ιστορία δείχνει ότι η οικονομία εντάσσεται πάντοτε σε ένα ευρύτερο κοινωνικό, πολιτικό και πολιτισμικό πλαίσιο, από το οποίο και εξαρτάται - όχι το αντίστροίρο.
Το «αόρατο χέρι», θρύλοε στην οικονομική βιβλιογραφία Ο μηχανισμός που αλληλοεξουδετερώνει τα αντικρουόμενα ατομικά συμφέροντα των συναλλασσομένων στο πλαίσιο της αγοράς είναι ο ανταγωνισμός. Ο ανταγωνισμός είναι εκείνος που εξασςκΛίζει ότι η αγορά θα εφοδιάσει την κοινωνία με τα αγαθά που επιθυμεί, στις ποσότητες που τα επιθυμεί, με το χαμηλότερο δυνατό κόστος. Με άλλα λόγια, ο ανταγωνισμός απαλλάσσει τους καταναλωτές και το κοινωνικό σύνολο από υπερβολικά κόστη και περιττές προσόδους. Για να επιτευχθούν όλα αυτά, δεν χρειάζεται κρατική παρέμβαση. Η ελεύθερη αγορά αυτορρυθμίζεται διά μέσου του μηχανισμού των τιμών. Μοιάζει να καθοδηγείται από ένα «αόρατο χέρι», που εναρμονίζει τα αντιτιθέμενα συμφέροντα,
Έρευνα για τη Φύση και τ/s Αιτΐεε του Πλούτου των Εθνών
17
αποτρέπει το οικονομικό χάος και μεγιστοποιεί τον πλούτο της κοινωνίας. Το «αόρατο χέρι» έγινε θρύλος στην οικονομική βιβλιογραφία και οι παραπομπές σε αυτό είναι άπειρες. Για τους υπέρμαχους του οικονομικού φιλελευθερισμού, το «αόρατο χέρι» είναι π πεμπτουσία της θεωρίας του Σμιθ και χρησιμοποιείται οος «αιχμή του δόρατος» στη μάχη κατά του κρατικού παρεμβατισμού. Το περίεργο όμοχ; είναι ότι στον Πλούτο των ^θνών υπάρχει μία και μοναδική αναφορά στο «αόρατο χέρι», και μάλιστα όχι στο σημείο όπου ο συγγραφέας αναλύει διεξοδικά τη λειτουργία της αγοράς και του ανταγωνισμού. Σημειωτέον δε ότι η λεκτική αυτή παρομοίωση δεν είναι καν πατέντα του Σμιθ, αφού χρησιμοποιείται κατά κόρον ιδίως σε λογοτεχνικά κείμενα της εποχής του. Διατυπώθηκε, μάλιστα, η άποψη ότι η αναφορά του στο «αόρατο χέρι» γίνεται με καθαρά σκωπτική διάθεση. Ένα, πάντως, είναι βέβαιο: ο ίδιος ο Σμιθ δεν φαίνεται να προσδίδει στον όρο αυτό την κομβική αναλυτική υπόσταση και τη σημασία που του προσδίδουν οι πολύ μεταγενέστεροι ερμηνευτές του. Διότι, αν όντως ήθελε να το κάνει, θα φρόντιζε τουλάχιστον να το εντάξει οργανικά στον φυσικό του χώρο, δηλαδή στην ανάλυση της αγοράς και του ανταγωνισμού, ώστε να καταδείξει άμεσα τον καθοριστικό ρόλο που υποτίθεται ότι διαδραματίζει.
Πρώτα φιλόσο(ρο8 και μετά οικονομολόγοε Αυτό που δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε, είναι ότι ο Σμιθ είναι πρώτα απ' όλα φιλόσοφος και μετά οικονομολόγος. Όπως και οι άλλοι μεγάλοι φιλελεύθεροι τπς κλασικής εποχής, αναλύει τα οικονομικά φαινόμενα υπό το πρίσμα μιας πολύ ευρύτερης οπτικής, χρησιμοποιώντας έννοιες που συχνά προέρχονται από το χώρο της ηθικής και πολιτικής φιλοσοφίας. Αυτό ουσιαστικά σημαίνει ότι η Πολιτική Οικονομία είναι παρακλάδι της ηθικής φιλοσοφίας του σκότικού Διαφωτισμού που διακονεί ο Σμιθ. Αν θέλουμε να κατανοήσουμε τον Πλούτο των Εθνών, πρέπει να δούμε με ποιον ακριβώς τρόπο συνδέεται με το άλλο μεγάλο (φιλοσοφικό) βιβλίο του συγγραφέα, τη Θεωρία των Ηθικών Συναισθημάτων. Το ερώτημα που θέτει σε αυτό -γνωστό στους φιλοσοφικούς κύκλους της εποχής του και οχ; «Πρόβλημα του Άνταμ Σμιθ»-, είναι για ποιο λόγο ο άνθρωπος, ένα κατά βάση ιδιοτελές ον, αναπτύσσει μια σειρά από ηθικά συναισθήματα και κοινωνικές αρετές, όπως ηεντιμότητα, η καλοσύνη, η (ριλία, η φιλανθρωπία, π συμπόνια, η ευσπλαχνία, η γενναιοδωρία και, πάνω arf όλα, η δικαιοσύνη, τα οποία κωδικοποιεί με τον όρο «συμπάθεια». Τα συναισθήματα αυτά αποδεικνύουν ότι ο άνθρωπος είναι ένα κοινωνικό ον, που υπερβαίνει κατά πολύ τα στενά όρια μιας άκρατης ατομιστικής ιδιοτέλειας και νοιάζεται πραγματικά για τον συνάνθρωπό του.
18
Άνταμ Σμιθ
Εκπρώτηςόψεοος, ηαλ^φαση είναι έκδηλη: ο μεν Πλ0ύΐ05των Εθνών εκθειάζει το προσωπικό συμφέρον (self-interest), δηλαδή την αγάπη για τον εαυτό μας, η δε Θεωρία των Ηθικών Συναισθημάτωνυμνεί τη «συμπάθεια» (sympathy), δηλαδή την αγάπη για τον πλησίον. Για να λυθεί ο γρίφος, πρέπει να διευκρινιστεί η σχέση μεταξύ των δύο βιβλίων. Κατά τη γνώμη μου, η ορθή προσέγγιση είναι να εντάξουμε τον Πλούτο των Εθνών στο ευρύτερο πλαίσιο της Θεωρίαε των Ηθικών Συναισθημάτων. Ο Σμιθ πιστεύει ακράδαντα ότι ο άνθρωπος οφείλει να επιδιώκει το προσωπικό συμφέρον, στη βάση όμοος των ηθικών αξιών, των εθίμων, των συνηθειών και των κανόνων συμπεριφοράς που επικρατούν στην κοινωνία όπου ζει και εργάζεται. Οι ηθικές και πολιτισμικές αυτές αξίες αποτελούν τον συνεκτικό ιστό των εμπορικών συναλλαγών και διαμορφώνουν το κλίμα εμπιστοσύνης που χρειάζεται για την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς. Με το σεβασμό, μάλιστα, αυτών των αρχών στις καθημερινές εμπορικές συναλλαγές, οι αγορές συμβάλλουν έμπρακτα στην παγίοχπι και στην περαιτέρω διάχυσή τους στην κοινωνία. Αν η ιδιοτέλεια υπερβεί τα καθιερωμένα όρια και αρχίσει να παραβιάζει αυτές τις αρχές, τότε εκλείπει η εμπιστοσύνη και οι αγορές καταρρέουν. Άρα, η επιδίωξη του προσωπικού συμφέροντος υπόκειται σε σαφείς ηθικούς και πολιτισμικούς περιορισμούς. Η αχαλίνωτη ιδιοτέλεια δεν είναι κοινωνική αρετή, αλλά παράγοντας αποσταθεροποίησης της οικονομίας και της κοινωνίας. Γι* αυτό απαιτούνται έλεγχος και ρύθμιση των αγορών, ώστε να διασφαλίζεται το αναγκαίο κλίμα εμπιστοσύνης, χωρίς το οποίο οι αγορές αδυνατούν να λειτουργήσουν.
Από τον μετριοπαθή οικονομικό άνθρωπο στον σκληροπυρηνικό homo economicus Η κυρίαρχη οικονομική επιστήμη του 20ού αιώνα υποβάθμισε ή αγνόησε πλήροχ; τη Θεωρία των Ηθικών Συναισθημάτων. Με τον τρόπο όμως αυτό, εκρίζωσε την οικονομία της αγοράς από το συγκεκριμένο ιστορικό, πολιτικό, κοινωνικό και πολιτισμικό πλαίσιο εντός του οποίου λειτουργεί, με αποτέλεσμα να καταλήξει σε μια ακραία εκδοχή οικονομικού φιλελευθερισμού, που είναι άδικο να αποδίδεται στον Άνταμ Σμιθ. Δεν είναι τυχαίο ότι από τις αρχές του 20ού αιώνα η Πολιτική Οικονομία άλλαξε όνομα και συρρικνώθηκε. Έγινε απλώς «Οικονομική» (Economics). Η διολίσθηση από τον μετριοπαθή οικονομικό άνθρωπο του Σμιθ στον σκληροπυρηνικό homo economicus της σημερινής οικονομικής επιστήμης είναι εντυπωσιακή. Από την επιδίωξη ενός γενικού και αόριστου προσωπικού συμφέροντος, περάσαμε σταδιακά στη μεγιστοποίηση του κέρδους, για να φθάσουμε εν τέλει σε ένα μεταμοντέρνο μανιφέ-
Έρευνα για τη Φύση καιτ/sΑιτΐεετου Πλούτου των Εθνών
19
στο πλεονεξίας και αχαλίνωτης ιδιοτέλειας («Greed is good!» - «Η απληστία είναι καλή!»). Μερικοί «φιλελεύθεροι» έχουν φθάσει στο σημείο να αναρωτιούνται ευθέοας τι το κακό έχουν η ασύστολη κερδοσκοπία και η μανία τού υπερβολικού κέρδους. Βέβαια, η στάση αυτή είναι συνεπής προς την ιδεολογία τους, αφού στο αναλυτικό πλαίσιο που υιοθετούν, η έννοια της κερδοσκοπίας και του υπερβολικού κέρδους είναι ανύπαρκτη και ανυπόστατη. Διατείνονται εν γένει ότι μια κοινωνία, για να είναι υγιής και ισχυρή, πρέπει να αφήνεται εντελώς ελεύθερπ να λειτουργεί και να εξελίσσεται μέσα από διαδικασίες φυσικής επιλογής, που εξασφαλίζουν την επιβίοοση των πιο ισχυρών, των πιο ανταγωνιστικών. Ο κοινωνικός δαρβινισμός, όμως, δεν είναι φιλελευθερισμός. Μπορεί να στηριχθεί στον Μάντεβιλ (Mandeville) ή στον Σπένσερ (Spencer), όχι όμως στον Σμιθ. Αλλά, αφού στρεφόμαστε στπ φύσπ και στο ζωικό βασίλειο για να ανακαλύψουμε πρότυπα συμπεριφοράς κατάλληλα να εξασφαλίσουν την επιζητούμενη οικονομική και κοινωνική τάξη, τουλάχιστον ας μπούμε στον κόπο να ρίξουμε μια ματιά στα πορίσματα της σύγχρονης βιολογίας, που είναι ιδιαιτέροας ενδιαφέροντα και διαφωτιστικά. θα διαπιστώσουμε τότε ότι π επιβίωση των ειδών (ιδίως των ανώτερων θηλαστικών, στα οποία ανήκει και ο άνθρωπος) μέσα από εξελικτικές διαδικασίες φυσικής επιλογής δεν εξαρτάται μόνο από την ανταγωνιστική ικανότητα των μεμονωμένων ατόμων, αλλά και από το ομαδικό πνεύμα που επιδεικνύουν, την ικανότητα αρμονικής συνεργασίας και συντονισμού των ενεργειών τους και την ικανότητα αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας για την αντιμετώπιση των κινδύνων. Όλα τα ζωικά είδη είναι κοινωνικά όντα και επιβιώνουν μόνο στο πλαίσιο της αγέλης - ποτέ ατομικά. Ο υπερβολικός ατομισμός και η άκρατη ιδιοτέλεια είναι παράγοντες που διαρρηγνύουν την κοινωνική συνοχή και θέτουν σε κίνδυνο την επιβίωση. Η άποψη ότι η οικονομική και κοινωνική ζωή δεν είναι τίποτε άλλο από μια αδυσώπητη μάχη ανταγωνισμού και αλληλοεξόντωσης είναι καθαρός παραλογισμός. Στην πραγματικότητα, συμβαίνει εντελώςτοαντίθετο.Ηοικονομική ευημερία καιηεπιβίοχιημιαςκοινωνίας εξαρτώνται απότηνικανότητάτηςναχαλιναγωγεί και νατιθασεύει ή, ακόμη καλύτερα, να υπερβαίνει την ολέθρια αυτή μορφή ανταγωνισμού, ενισχύοντας τους μηχανισμούς συνεργασίας και συλλογικής δράσης. Ένα άλλο χαρακτηριστικό του μονοδιάστατου οικονομικού φιλελευθερισμού της εποχής μας είναι η πλήρης απόρριψπ του κράτους. Αλλά για τους φιλοσόφους του κλασικού φιλελευθερισμού δεν νοούνται κοινωνία χωρίς κράτος, ελευθερία χωρίς κράτος. Το κράτος είναι ο εγγυητής των ατομικών ελευθεριών. Παρεμβαίνει για να εναρμονίσει τα αντιτιθέμενα προσωπικά συμφέροντα, διαμορφώνοντας ένα πλαίσιο κανόνων και ρυθμίσεων που επιτρέπει στους πολίτες να απολαμβάνουν έμπρακτα τις ατομικές ελευθερίες τους. Ο Φιλελευθερισμός είναι κατά
20
Άνταμ Σμιθ
βάση μια πολιτική φιλοσοφία, που αντιλαμβάνεται την οικονομική ελευθερία (ος απαραίτητο συστατικό της ευρύτερης ανθρώπινης ελευθερίας στο πλαίσιο μιας ιεραρχικά δομημένης πολιτικής κοινωνίας. Ωστόσο, ο Μίλτον Φρίντμαν (Milton Friedman) και ο Φρίντριχ Χάγιεκ (Friedrich Hayek) επεχείρησαν την ανασύσταση του κλασικού Φιλελευθερισμού, χρησιμοποιώντας οχ; βάση τον Σμιθ και δίνοντας απόλυτη προτεραιότητα στην οικονομική έναντι της πολιτικής ελευθερίας. Οδήγησαν στα έσχατα όρια τη λογική της οικονομικής κοινωνίας, της κοινωνίας της αγοράς, όπου οι οικονομικές προτεραιότητες είναι αυτές που Kaf αποκλειστικότητα υπαγορεύουν τους κανόνες του κοινωνικού παιχνιδιού. Ο Φρίντμαν θεωρεί ότι οι πολιτικοί θεσμοί τπς αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, η οποία στπρίςεται στον κανόνα της πλειοψηφίας, δεν μπορούν εξ ορισμού να διασφαλίσουν τις ατομικές ελευθερίες, τουλάχιστον μιας μερίδας πολιτών (της μειοψηφίας). Μόνο η αγορά είναι σε θέση να εναρμονίσει τα αντικρουόμενα ατομικά συμφέροντα, με τρόπο που να διασφαλίζει στο έπακρο τις ατομικές ελευθερίες όλων ανεξαιρέτως των πολιτών. Στην κοινωνία της απόλυτης ελευθερίας που οραματίζεται, η αγορά έχει υποκαταστήσει όλους τους πολιτικούς θεσμούς σε κάθε τομέα ανθρώπινης δραστηριότητας. Σε μια τέτοια προοπτική, το κράτος αντιμετωπίζεται ως κατάλοιπο της Ιστορίας που πρέπει να εκλείψει το γρηγορότερο δυνατόν, επειδή παντού και πάντοτε οι παρεμβάσεις του περιορίζουν την ανθρώπινη ελευθερία. Αντίθετα, ο Χάγιεκ (Hayek) δεν αποδέχεται μια αγορά πανταχού παρούσα και τα πάντα πληρούσα, αλλά περιορίζει το ρόλο της στην οικονομική oqjdpa. Παρ' όλα αυτά, η «παράδοση» , στην οποία επιφυλάσσει το ρόλο του διαμορφωτή των KOIVCOνικών σχέσεων (ήθη, έθιμα, πρότυπα συμπεριφοράς και λοιποί προσδιοριστικοί παράγοντες πολιτισμικής προέλευσης), έχει χαρακτηριστικά οιονεί αγοράς. Είναι μια εντελώς «αυθόρμητη» διαδικασία, υπό την έννοια ότι δεν προκύπτει από κάποιο συνειδητό ανθρώπινο σχέδιο που θέτει συγκεκριμένους προς επίτευξη στόχους, κάτι δηλαδή σαν κοινωνικό alter ego του «αόρατου χεριού» της αγοράς. Παρά τις επιμέρους διαφορές, οι στυλοβάτες του σύγχρονου (οικονομικού) φιλελευθερισμού εμφορούνται από δύο κοινές και στενά αλληλένδετες αντιλήψεις. Πρώτον, νιώθουν απέχθεια για κάθε είδους «κοινωνική κατασκευή» (ο όρος υποδηλώνει θεσμούς που προκύπτουν μέσα από διαδικασίες κοινωνικού και πολιτικού σχεδιασμού, με συνειδητή έλλογη δράση των ανθρώπων). Δεύτερον, έχουν μια χαρακτηριστική αντικρατιστική ιδεολογία, που αγγίζει τα όρια του παροξυσμού. Αυτός ακριβώς ο φιλελευθερισμός ήταν που ενέπνευσε τους σοροδρούς πολέμιους του κρατικού παρεμβατισμού τα τελευταία τριάντα χρόνια, πυροδοτώντας ένα έξαλλο κίνημα κατασυκοφάντησης της πολιτικής και των πολιτικών, ιδιαίτερα στις αγγλοσαξονικές χώρες.
Έρευνα για τη Φύση καιτ/sΑιτΐεε του Πλούτου των Εθνών
21
Ο Σμιθ, όμως, δεν ήταν ποτέ υπέρμαχος ενός τόσο ακραίου οικονομικού Φιλελευθερισμού. Παραβλέποντας το φιλοσοφικό έργο του, όχι απλώς τον συρρικνώνουμε, αλλά τον ακρωτηριάζουμε. Αντίθετα, αν εντάξουμε τον Πλούτο των Εθνών στο ευρύτερο πλαίσιο της Θεωρίαε των Ηθικών Συναισθημάτων, εύκολα θα αντιληφθούμε ότι ποτέ δεν αντιμετώπισε το κράτος ως αντίπαλο που πρέπει πάσπ θυσία να εξολοθρεύσει. Δεν τον απασχολούσε μόνο η αποτελεσματικότητα της οικονομίας (αυτό που σήμερα ονομάζουμε «ανταγωνιστικότητα»). Καταλάβαινε πολύ καλά ότι π αγορά από τη φύση της δεν είναι σε θέση να λύσει ορισμένα σοβαρά κοινωνικά προβλήματα. Γι' αυτό τασσόταν αναφανδόν υπέρ της πλήρους κρατικής χρηματοδότησης του στρατού, της αστυνομίας, της Δικαιοσύνης και της Παιδείας, σε όλο της το φάσμα. Ήταν, επίσης, υπέρμαχος της προοδευτικής φορολογίας, της θέσπισης κανονισμών εργασίας προς όφελος των μισθωτών και όχι των εργοδοτών, ενώ ενδιαφερόταν και για την καταπολέμηση της φτώχειας ή την αξιοπρεπή και δίκαιη αμοιβή των μισθωτών, με το σκεπτικό ότι αυτοί παράγουν τον κοινωνικό πλούτο. Γενικά, ο Σμιθ αντιλαμβανόταν πολύ καλά ότι υπάρχει ένα ευρύ φάσμα αγαθών, τα οποία από τη φύση τους είναι δημόσια και πρέπει να τα παρέχει το κράτος. Με σημερινούς όρους, σε έναν τέτοιο κατάλογο δημόσιων αγαθών θα μπορούσαμε εύκολα να συμπεριλάβουμε όλα τα δημόσια έργα και τις υποδομές που χρηματοδοτούνται από τα προγράμματα δημοσίων επενδύσεων (δρόμοι, γέφυρες, λιμάνια, σιδηρόδρομοι, αεροδρόμια, συγκοινωνίες, προστασία του περιβάλλοντος, επιστημονική έρευνα κ.λπ.). Ο λόγος για τον οποίο δεν κάνει οποιαδήποτε ευθεία αναφορά στο κοινωνικό κράτος είναι ότι στην εποχή του δεν υπήρχε κοινωνικό κράτος. Η θεωρία της «συμπάθεια9>, ακηόσο, εμπεριέχει όλα τα στοιχεία που συνοψίζει ο όρος «κοινωνικό κράτος».
Ιδανική στιγμή για να ξαναδιαβάσουμε τον Πλούτο των Εθνών Πολλοί θεωρούν ότι η πρόσφατη διεθνής πιστωτική κρίση είναι προπίστως κρίση των ανεξέλεγκτων χρηματοοικονομικών αγορών. Το ερώτημα που τίθεται εν προκειμένω είναι αν η σημερινή «κρίση του αιώνα» οδηγεί σε θεωρητική και ιδεολογική υποστολή του Άνταμ Σμιθ και του Πλούτου των Εθνών. Είδαμε ότι η απάντηση είναι σε μεγάλο βαθμό συνάρτηση του πώς αντιμετωπίζει κανείς τους «δίδυμους πύργους» της θεωρίας του Σμιθ. Η σωστή, όπως τονίσαμε, προσέγγιση είναι να ενταχθεί ο Πλοιποί των £θνών στο ευρύτερο φόντο της Θεωρίαε των Ηθικών Συναισθημάτων. Άλλακπε, ο ίδιος ο συγγραφέας ήταν περήφανος για το φιλοσοφικό κυρίως έργο του. Πολλές φορές, όμως, δεν μετράει
22
Άνταμ Σμιθ
τόσο η γνώμη του συγγραφέα όσο η υποδοχή και η μεταχείριση του έργου του από τους αναγνώστες. Η κρατούσα άποψη, που προέκυψε μέσα από μια μακροχρόνια διαδικασία.., φυσικής επιλογήςΟ), προέκρινε την ουσιαστική αποσύνδεση των δύο έργων και την αποκλειστική ενασχόληση με τη μελέτη του Πλούτου των Εθνών, Η επιλογή αυτή οδήγησε στις στρεβλώσεις της νεοκλασικής οικονομικής θεωρίας και του σημερινού (οικονομικού) φιλελευθερισμού των Φρίντμαν (Friedman) και Χάγιεκ (Hayek). Δεν είναι όμως η πρώτη φορά στην ιστορία των ιδεών που ένα βιβλίο αυτονομείται από τον δημιουργό του, αποκτά δική του ζωή και ακολουθεί μια εντελώς ανεξάρτητη πορεία, πέρα και πάνω από τις προθέσεις του. Βέβαια, στη συγκεκριμένη περίπτοοση, δεν είναι άμοιρος ευθυνών και ο ίδιος ο συγγραφέας, που δεν φρόντισε να άρει την (υπαρκτή) Μεγάλη Αντίφαση, αλλά την άφησε να αιωρείται ανενόχλητη πάνω από το έργο του. Σε κάθε περίπτωση, το εγχείρημα μιας οικονομικήε ερμηνείας του τρόπου συγκρότησης των κοινωνιών είναι εν πρώτοις «έργο Σμιθ» και συνιστά απάντηση στις θεωρίες του «κοινωνικού συμβολαίου». Ο Φρίντμαν και ο Χάγιεκ δεν έκαναν τίποτε άλλο από το να πάρουν την ιδέα αυτή και να την επεκτείνουν αυθαίρετα στα έσχατα όριάτης. Ούτοος ή άλλως, όμως, η παγκόσμια οικονομική κρίση, με τη θεαματική επιστροφή του κράτους και την ενεργό ανάμιξή του στην οικονομία, δημιουργεί ρωγμές σε ολόκληρο το οικοδόμημα του φιλελευθερισμού (οικονομικού και πολίΉκού). Το βασικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο οικονομικός φιλελευθερισμός είναι ότι εδράζεται σε μια πολύ στενή αντίληψη της ανθρώπινης ελευθερίας, την οποία μάλιστα ορίζει με αρνητικό τρόπο ως αρχή τής «μη-παρέμβασης» (non-intervention). Από την αρχή αυτή πηγάζει και η πλήρης άρνηση του παρεμβατικού ρόλου του κράτους στην οικονομία. Οι μόνες θεμιτές κρατικές παρεμβάσεις για τους νεοφιλελεύθερους είναι αυτές που στην ουσία επεκτείνουν την αγορά, συρρικνώνουν το κράτος και περιορίζουν τη δυνατότητά του να παρεμβαίνει (χαρακτηριστικό παράδειγμα, η πολιτική των «μεταρρυθμίσεων» των τελευταίων δεκαετιών, που έχει μοναδικό στόχο την απελευθέρωση των αγορών, τις ιδιωτικοποιήσεις και τη συρρίκνωση του κράτους πρόνοιας). Αλλά και στον πολιτικό Φιλελευθερισμό η έννοια τής ελευθερίας παραμένει ιδιαιτέροος στενή και προβληματική. Ο ρυθμιστικός ρόλος του κράτους περιορίζεται κυρίως στη θέσπιση κανόνων δικαίου, που εξασφαλίζουν την τυπική ισότητα όλων των πολιτών έναντι του νόμου (κράτος δικαίου). Έτσι, όμως, δεν επιτυγχάνεται και ουσιαστική ισότπτα, δεδομένου ότι ο καταμερισμός εργασίας και η ατομική ιδιοκτησία των επιχειρήσεων δημιουργούν σχέσεις κυριαρχίας που οδηγούν ντε φάκτο σε σοβαρές κοινωνικές ανισότητες (ανισότητα ευκαιριών και ανισότητα αποτελεσμάτων), περιορίζοντας έτσι σε μεγάλο βαθμό την
Έρευνα για τη Φύση και τ/s Αιτΐεε του Πλούτου των Εθνών
23
ελευθερία της πλειονότητας των πολιτών. Η φιλελεύθερη αντίληψη για την ελευθερία είναι πολύ φτωχή και μονοδιάστατη. Δεν εμπεριέχει το στοιχείο της κοινωνικής δικαιοσύνης, υπό την έννοια της ουσιαστικής ισότητας. Αλλά η ουσιαστική ισότητα στις κοινωνικές σχέσεις είναι βασικό συστατικό της ανθρώπινης ελευθερίας. Η κοινωνική δικαιοσύνη και ισότητα (όχι μόνο με την τυπική, αλλά και με την ουσιαστική έννοια του όρου) δεν είναι απλώς οργανικό και αναπόσπαστο τμήμα της ανθρώπινης ελευθερίας. Είναι το κυριότερο συστατικό της. Με τον τρόπο, όμως, αυτό αλλάζει εντελώς η αντίληψή μας για το περιεχόμενο της ελευθερίας. Η ελευθερία δεν εξασφαλίζεται με τον περιορισμό των παρεμβάσεων στις ανθρώπινες σχέσεις. Η ελευθερία εξασφαλίζεται με την εξάλειψη της κυριαρχίας των δυνατών επί των αδυνάτων. Η ελευθερία γίνεται αντιληπτή οος «μη-επικυριαρχία» (non-domination). Η επίτευξή της προϋποθέτει τη συστηματική παρέμβαση του κράτους σε όλα τα πεδία όπου μπορούν να εμφανιστούν κοινωνικές ανισότητες. Η ελευθερία δεν επιτυγχάνεται με μείωση, αλλά με αύξηση των κρατικών παρεμβάσεων, που επιπροσθέτοος αλλάζουν περιεχόμενο και στόχευση. Οι παρεμβάσεις δεν αποβλέπουν στην εξυπηρέτηση ειδικών συμφερόντων, αλλά γίνονται με γνώμονα το γενικό συμφέρον της κοινωνίας. 'Οπως αντιλαμβάνεσθε, πρόκειται για μια ελευθερία που υπερβαίνει τα στενά όρια του κλασικού φιλελευθερισμού. Πηγάζει από τη ρωμαϊκή παράδοσπ του ρεπουμπλικανισμού (res publica) και είναι ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα υπό το πρίσμα των σημερινών εξελίξεων. Η κρίση είναι πάντα περίοδος περισυλλογής. Πολλώ δε μάλλον η σημερινή, που δεν είχε μόνο οδυνηρές επιπτώσεις στην οικονομική πραγματικότητα της καθημερινής μας ζωής, αλλά ανέτρεψε εκ βάθρων και τις καθιερα)μένες αντιλήψεις σε θέματα μακροοικονομικής θεωρίας και πολιτικής. Η στιγμή είναι ιδανική για να ξαναδιαβάσουμε την Έρευνα για τη Φύση και τΐ5 Αιτίε5 του Πλούτου των Εθνών και όλους τους κλασικούς της οικονομικής επιστήμης, χοορίς τους ηαραμορφοατικούς φακούς και τις ιδεολογικές παρωπίδες της νεοκλασικής οικονομικής θεωρίας και του νέου οικονομικού φιλελευθερισμού. Η προσφορά στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό των μεγάλων βιβλίων που άλλαξαν την εικόνα και την πορεία του κόσμου είναι πραγματικά αξιέπαινη. Γ. Δουράκης Επίκουρος καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
if''·
r ^^ ν /
||
1. Η ετήσια εργασία ενός έθνους αποτελεί την πρωταρχική πηγή εσόδων του, από την οποία προέρχονται όλα τα αναγκαία μέσα διαβίοχτης και ©ι ανέσεις της ζωής που το έθνος αυτό καταναλώνει κάθε χρόνο, και οι οποίες αποτελούν πάντα είτε το άμεσο προϊόν αυτής της εργασίας είτε αυτό που αγοράζεται από άλλα έθνπ με αυτό το προϊόν. 2. Ανάλογα, επομένοχ;, με το εάν αυτό το προϊόν ή αυτό που αγοράζεται με αυτό ευρίσκεται σε μια μεγαλύτερη ή μικρότερη αναλογία με τον αριθμό εκείνων που πρόκειται να το καταναλώσουν, το έθνος θα αποκτά τα αναγκαία μέσα διαβίωσης και τις ανέσεις της ζωής που χρειάζεται σε μια μεγαλύτερη ή μικρότερη ποσότητα. 3. Όμως, σε κάθε έθνος η αναλογία αυτή πρέπει να ρυθμίζεται από δύο διαφορετικούς παράγοντες: πρώτον, από την ικανότητα, την επιδεξιότητα και την ευφυΐα με την οποία εφαρμόζεται γενικά η εργασία του και, δεύτερον, από την αναλογία μεταξύ του αριθμού αυτών που απασχολούνται σε χρήσιμη εργασία και του αριθμού αυτών που δεν απασχολούνται κατ* αυτόν τον τρόπο. Ανεξάρτητα από το πώς είναι το έδαφος, το κλίμα ή η έκταση ενός συγκεκριμένου έθνους, η αφθονία ή η στενότητα των ετήσιων προμηθειών του θα εξαρτάται υποχρεοοτικά από αυτούς τους δύο παράγοντες. 4. Η αφθονία ή η ανεπάρκεια αυτών των προμηθειών φαίνεται ότι εξαρτάται περισσότερο από τον πρώτο εκ των δύο παραγόντων και λιγότερο από τον δεύτερο. Στους πρωτόγονους λαούς που ζουν από το κυνήγι και το ψάρεμα, κάθε άτομο που είναι σε θέση να εργαστεί, λίγο ώς πολύ απασχολείται σε μια χρήσιμη εργασία και πασχίζει να προσφέρει τααναγκαίαμέσαδιαβίοκτηςκαιτιςανέσειςτηςζωήςγιατονεαυτότου και εκείνα τα μέλη της οικογένειάς του ή της φυλής του τα οποία, λόγω είτε της μικρής ηλικίας τους είτε της μεγάλης ηλικίας τους είτε της
26
Άνταμ Σμιθ
ΙΐΒσθενημένης υγείας τους, αδυνατούν να ασχοληθούν με το κυνήγι ή το ψάρεμα. Ωστόσο, αυτά τα έθνη ζουν σε τέτοια φτώχεια και εξαθλίωση, ώστε συχνά να αναγκάζονται ή, τουλάχιστον, να νομίζουν ότι βρίσκονται στην ανάγκη να εξολοθρεύουν και, μερικές φορές, να εγκαταλείπουν τα παιδιά τους, τους γέρους και όσους αρρώστους υποφέρουν από χρόνιες ασθένειες, έρμαια της πείνας ή των άγριων ζώων. Αντίθετα, στα πολιτισμένα και ευημερούντα έθνη, παρότι ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων δεν εργάζεται καθόλου και μάλιστα πολλοί απ* αυτούς καταναλώνουν το προϊόν δέκα ή ακόμα και εκατό φορές περισσότερης εργασίας απ' ό,τι η πλειονότητα όσων εργάζονται, εντούτοις το προϊόν της συνολικής εργασίας της κοινωνίας είναι τόσο μεγάλο, ώστε συχνά τροφοδοτούνται όλοι επαρκώς, και ένας εργάτης της πιο χαμηλής βαθμίδας, εάν είναι ολιγαρκής και φιλόπονος, είναι σε θέση να απολαύσει πολύ μεγαλύτερο μερίδιο μέσων διαβίωσης και ανέσεων arf αυτό που θα ήταν δυνατόν να αποκτήσει οποιοσδήποτε πρωτόγονος. 5. Τα αίτια αυτής της βελτίωσης της παραγωγικής δύναμης της εργασίας και οι κανόνες σύμφωνα με τους οποίους το προϊόν της κατανέμ^||| μεταξύ των διαφόρων τάξεων από τις οποίες απαρτίζεται η κοινωνία αποτελούν το αντικείμενο της έρευνας. 6. Ανεξάρτητα από το ποια είναι σε ένα έθνος η πραγματική κατάσταση της ικανότητας, της επιδεξιότητας και της ευφυΐας με την οποία εφαρμόζεται η εργασία, η επάρκεια ή η ανεπάρκεια της ετήσιας κάλυψης των αναγκών του, εφόσον η κατάσταση αυτή παραμένει αμετάβλητη, θα εξαρτάται από την αναλογία μεταξύ του αριθμού αυτών που απασχολούνται ετησίως σε χρήσιμη εργασία και αυτών που δεν απασχολούνται κατ* αυτόν τον τρόπο. Όπως θα δείξουμε στη συνέχεια, ο αριθμός των χρήσιμων και παραγωγικών εργατών είναι πάντα ανάλογος της ποσότητας του κεφαλαιακού αποθέματος που απασχολείται στο να τους θέσει σε εργασία και του συγκεκριμένου τρόπου με τον οποίο απασχολείται αυτό το απόθεμα (stock). Επομένως, το έργο αυτό θα πραγματευθεί τη φύση του κεφαλαιακού αποθέματος, τον τρόπο με τον οποίο αυτό συσσωρεύεται βαθμιαία, καθώς και τις διαφορετικές ποσότητες εργασίας που αυτό θέτει σε κίνηση, ανάλογα με τους διάφορους τρόπους απασχόλησής του. 7. Τα έθνη, με μια ανεκτή ανάπτυξη όσον αφορά την ικανότητα, την επιδεξιότητα και την ευφυΐα με τις οποίες εφαρμόζεται η εργασία, έχουν ακολουθήσει πολύ διαφορετικές μεθόδους γενικής διαχείρισης και διεύθυνσής της, οι οποίες δεν ευνόησαν εξίσου τη μεγέθυνση του προϊόντος της. Η πολιτική ορισμένων εθνών υπήρξε εξαιρετικά ενθαρρυντική για την οικονομική δραστηριότητα της υπαίθρου, ενώ η πολιτική κάποιων άλλων ευνόησε τη δραστηριότητα των πόλεων. Δεν υπάρχει σχεδόν κανένα έθνος που να ασχολήθηκε εξίσου και χωρίς
Έρευνα για τη Φύση και τ/s Αιτΐεε του Πλούτου των Εθνών 27
μεροληψίες με όλα τα είδη οικονομικής δραστηριότητας. Από την πτο> ση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η πολιτική της Ευρώπης ευνόησε περισσότερο τις τέχνες, τις μανιφακτούρες και το εμπόριο, τις δραστηριότητες δηλαδή των πόλεων, και λιγότερο την αγροτική οικονομία, που αποτελεί την οικονομική δραστηριότητα της υπαίθρου. 8. Παρότι οι διάφορες αυτές μέθοδοι εισήχθησαν ίσως για πρώτη φορά από τα ιδιωτικά συμφέροντα και τις προκαταλήψεις συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων, χωρίς καθόλου να εξεταστούν ή να προβλεφθούν οι συνέπειές τους στο γενικό συμφέρον της κοινωνίας, προκάλεσαν πολύ διαφορετικές θεωρίες Πολιτικής Οικονομίας. Κάποιες arf αυτές μεγιστοποιούν τη σημασία της οικονομικής δραστηριότητας των πόλεων και κάποιες άλλες μεγιστοποιούν αυτήν της δραστηριότητας της υπαίθρου. Οι θεωρίες αυτές έχουν σημαντική επίδραση όχι μόνο στη γνώμη των μορίρωμένων ανθρώπων, αλλά και στη δημόσια συμπεριφορά των αρχόντων και των κρατών. Προσπάθησα να εξηγήσω, με όση πληρότητα και σαφήνεια μου ήταν δυνατόν, τις διάφορες αυτές θεωρίες και τις κυριότερες συνέπειες που προκάλεσαν στους διάφορους λαούς ανά τους αιώνες.
6·.
i
/i,
ι.,
s \ %Ji, i '"Τ" "ί
LI I V
Ίχύν
f l ;; • 'ti;^
^ ^ , V.:^' .y V ' • I •Μ2 /.'5 h-
riaLiCiVi>:wiis:(AiV I,i,i
I
iLia
V
i
ΛΛΛ. ί Τ Ι
IJ
IP
i
T'tir^^ L I
Ί'ϊιΊ vFi IPl'Tii f f l i
li'lil'VI
iu}v 6ιαφο^3ίΛ)ν A J L X M J V #
i i ' H J
J.· "t
;
J,
Σχετικά με τον καταμερισμό rns εργασίαε ι. Η μεγαλύτερη βελτίοκιη των παραγωγικών δυνάμεων (productive powers) της εργασίας και το μεγαλύτερο μέρος της ικανότητας, της επιδεξιότηταςκαι της ευφυΐας με τιςοποίεςαιτπίκατευθύνεταιήεφ^ μόζεται οπουδήποτε φαίνεται ότι υπήρξαν αποτέλεσμα του καταμερισμού της εργασίας. 2. Τα αποτελέσματα του καταμερισμού της εργασίας στη γενικότερη οικονομική ζωή της κοινωνίας γίνονται ευκολότερα αντιληπτά, αν εξετάσουμε με ποιο τρόπο λειτουργεί ο καταμερισμός αυτός σε ορισμένους κλάδους. Είναι κοινή πεποίθηση ότι έχει προωθηθεί περισσότερο σε ορισμένους κλάδους μηδαμινής αξίας. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι στους κλάδους αυτούς ο καταμερισμός έχει πράγματι προωθηθεί περισσότερο arf ό,τι σε άλλους, μεγαλύτερης σημασίας. Ωστόσο, σε αυτούς τους μικρής σημασίας κλάδους, οι οποίοι στοχεύουν στην ικανοποίηση των μικρών αναγκών ενός μικρού αριθμού ανθρώπων, ο συνολικός αριθμός εργατών πρέπει κατ' ανάγκη να είναι μικρός, και όλοι όσοι απασχολούνται σε κάθε μεμονωμένη εργασιακή διαδικασία μπορούν συχνά να συγκεντρώνονται στο ίδιο εργαστήριο και να τοποθετούνται υπό την άμεση επίβλεψη του επιστάτη. Στους μεγάλους κλάδους, αντίθετα, που στοχεύουν στην ικανοποίηση των μεγάλων αναγκών της πλειονότητας των ανθρώπων, κάθε επιμέρους εργασιακή διαδικασία απασχολεί έναν τόσο μεγάλο αριθμό εργατών, ώστε είναι αδύνατον να συγκεντρωθούν όλοι στο ίδιο εργαστήριο. Σπανίως μπορούμε να συναντήσουμε περισσότερους απ' όσους απασχολούνται σε μια μεμονο)μένη διαδικασία. Παρότι, επομένοχ;, σε αυτούς τους κλάδους, ενδέχεται η εργασία να είναι πραγματικά καταμερισμένη σε έναν πολύ μεγαλύτερο αριθμό τμημάτων απ' ό,τι αυτή των μικρότερης σημασίας κλάδων, ο καταμερισμός αυτός δεν είναι τόσο εμφανής και κατά συνέπεια έχει προσεχθεί πολύ λιγότερο.
32
Άνταμ Σμιθ
3. Ας πάρουμε, λοιπόν, ένα παράδειγμα ενός κλάδου πολύ μικρής σημασίας, Ίπς κατασκευής καρφιτσών - ενός κλάδου όπου ο καταμερισμός εργασίας έχει επισημανθεί πολύ συχνά. Ένας εργάτης που δεν είναι εκπαιδευμένος σε αυτή τη δουλειά (την οποία ο καταμερισμός εργασίας έχει καταστήσει διαφορετικό επάγγελμα), ούτε έχει εξοικειωθεί με τη χρήση του εξοπλισμού που χρησιμοποιείται σε αυτήν (την εφεύρεση του οποίου έχει πιθανώς προκαλέσει ο ίδιος αυτός ο καταμερισμός εργασίας), θα μπορούσε να παράγει, μετά βίας ίσως, καταβάλλοντος εξαιρετική προσπάθεια, μία καρφίτσα την ημέρα, και ασφαλώς δεν θα μπορούσε να παράγει είκοσι. Ωστόσο, με τον τρόπο που εκτελείται σήμερα αυτή η εργασία, όχι μόνο ως σύνολο αποτελεί ένα ιδιαίτερο επάγγελμα, αλλά υποδιαιρείται η ίδια σε επιμέρους παρακλάδια, η πλειονότητα των οποίων συνιστά ιδιαίτερα επαγγέλματα. Ένας άνθρωπος τραβάει το σύρμα, ένας άλλος το ισιώνει, ένας τρίτος το κόβει, ένας τέταρτος το κάνει αιχμηρό, ένας άλλος το τροχίζει στην κορυφή για να διαμορφώσει την κεφαλή. Η κατασκευή της κεφαλής απαιτεί δύο ή τρεις διακριτές κατεργασίες. Η τοποθέτησή της είναι μια ιδιαίτερη εργασία, η επιμετάλλακιη της καρφίτσας είναι μια διαφορετική. Ακόμα και η τοποθέτησή της σε χαρτί αποτελεί μια ξεχωριστή εργασία και, κατ' αυτόν τον τρόπο, η σημαντική εργασία της κατασκευής μιας καρφίτσας υποδιαιρείται σε περίπου δεκαοκτώ διακριτές διεργασίες, οι οποίες σε ορισμένα εργαστήρια εκτελούνται όλες από διακριτά χέρια, ενώ σε κάποια άλλα το ίδιο άτομο επιτελεί δύο ή περισσότερες διεργασίες. Έχω συναντήσει ένα μικρό εργαστήριο αυτού του είδους, όπου απασχολούνταν μόνο δέκα άνθρωποι και όπου, κατά συνέπεια, μερικοί arf αυτούς εκτελούσαν δύο ή τρεις διακριτές εργασίες. Παρόλο, όμως, που ήταν πολύ φτωχοί και, κατά συνέπεια, δεν διέθεταν τον αναγκαίο εξοπλισμό, ήταν σε θέση, όταν κατέβαλλαν προσπάθεια, να παράγουν περί τις δώδεκα λίβρες καρφίτσες την ημέρα. Σε μία λίβρα περιέχονται περισσότερες από τέσσερις χιλιάδες καρφίτσες μεσαίου μεγέθους. Επομένως, τα δέκα αυτά άτομα μπορούσαν να παράγουν περισσότερες από σαράντα οκτώ χιλιάδες καρφίτσες την ημέρα. Μπορούμε επομένως να θεωρήσουμε ότι κάθε άτομο παράγει το δέκατο των σαράντα οκτώ χιλιάδων καρφιτσών, ότι δηλαδή παράγει τέσσερις χιλιάδες οκτακόσιες καρφίτσες την ημέρα. Αν όμως είχαν όλοι εργαστεί ξεχωριστά και ανεξάρτητα, χωρίς κανείς απ' αυτούς να έχει εκπαιδευτεί σε αυτή την ιδιαίτερη εργασία, ασφαλώς κανείς απ' αυτούς δεν θα είχε παραγάγει είκοσι, ίσοας μάλιστα ούτε και μία καρφίτσα την ημέρα, δηλαδή ασφαλώς όχι μόνο το ένα διακοσιοστό τεσσαρακοστό, αλλά ίσως ούτε και το ένα τετρακοσιοστό ογδοηκοστό αυτού που είναι σήμερα σε θέση να εκτελέσουν οχ; συνέπεια
Έρευνα για τη Φύση και τ/s Αιτΐεε του Πλούτου των Εθνών
33
ενός σοκπού καταμερισμού της εργασίας και συνδυασμού των διαφορετικών τους λειτουργιών. 4. Σε κάθε άλλη τέχνη και κλάδο, τα αποτελέσματα του καταμερισμού της εργασίας είναι παρόμοια με αυτά αυτού του μικρής σημασίας κλάδου, παρότι σε πολλούς κλάδους η εργασία δεν μπορεί ούτε να υποδιαιρεθεί τόσο πολύ, ούτε να αναχθεί σε τόσο απλούς χειρισμούς. Παρ' όλα αυτά, ο καταμερισμός της εργασίας, όσο είναι δυνατόν να εισαχθεί, προκαλεί σε κάθε τέχνη μια ανάλογη αύξηση της παραγωγικής δυνατότητας της εργασίας. Ο διαχωρισμός των διαφόρων επαγγελμάτων και εργασιών του ενός από το άλλο φαίνεται ότι πραγματοποιείται ως συνέπεια αυτού του πλεονεκτήματος. Ακόμα, ο διαχωρισμός αυτός γενικά προωθείται σε εκείνες τις χώρες που απολαμβάνουν τη μέγιστη ανάπτυξη της φιλοπονίας και της τεχνικής. Αυτό που σε μια πρωτόγονη κοινωνία αποτελεί γενικά εργασία ενός ανθρώπου, σε μια προοδευμένη κοινωνία γίνεται εργασία περισσότερων ανθρώπων. Σε κάθε προοδευμένη κοινωνία, ο αγρότης (farmer) δεν είναι τίποτα περισσότερο από αγρότη, και ο χειροτέχνης (manufacturer: εργαζόμενος μανιφακτούρας) τίποτα περισσότερο από χειροτέχνη. Ακόμα, η εργασία που είναι απαραίτητη για την παραγωγή οποιασδήποτε πλήρους μαvιq)ακτoύpας σχεδόν πάντα μοιράζεται σε έναν μεγάλο αριθμό χεριών. Πόσα διαφορετικά επαγγέλματα απασχολούνται σε κάθε κλάδο της μανιφακτούρας του λινού και του μαλλιού, από τους καλλιεργητές του λιναριού και τους εκτροφείς των ζώων, μέχρις αυτούς που λευκαίνουν και ξαίνουν το λινάρι ή τους βαφείς και τους υφαντές! Βέβαια, η φύση της αγροτικής οικονομίας δεν αποδέχεται τόσο πολλές υποδιαιρέσειςτης εργασίας, ούτε έναντόσο πλήρη διαχοορισμότης μιας εργασίας από την άλλη, όποος στις μανκρακτούρες. Είναι αδύνατον να διαχοορίσουμε σε τέτοιο απόλυτο βαθμό την εργασία του εκτροφέα ζώων από αυτήν του καλλιεργητή δημητριακών, όποος διαχωρίζεται συνήθως το επάγγελμα του ξυλουργού από αυτό του σιδηρουργού. Αυτός που γνέθει, είναι σχεδόν πάντα διαφορετικό άτομο από αυτόν που υφαίνει, αλλά αυτός που οργώνει, που σβαρνίζει, που σπέρνει, και αυτός που θερίζει τα σπαρτά είναι συχνά ο ίδιος. Καθώς η κατάλληλη χρονική στιγμή για τις διάορορες αυτές εργασίες εμφανίζεται σε διαφορετικές εποχές του χρόνου, είναι αδύνατον ένας άνθρωπος να απασχολείται συνεχώς σε μια συγκεκριμένη εργασία. Αυτή η αδυναμία του πλήρους και ολοκληρωτικού διαχωρισμού των διαφόρων κατηγοριών εργασίας που απασχολούνται στην αγροτική οικονομία είναι ίσως ο λόγος για τον οποίο η βελτίωση της παραγωγικότητας της εργασίας σε αυτόν τον τομέα δεν συμβαδίζει πάντα με την αντίστοιχη βελτίωση στη μανιφακτούρα. Βέβαια, τα πιο εύπορα έθνη γενικά ξεπερνούν όλους τους γείτονέςτους, τόσο στην αγροτική οικονομία όσο
34
Άνταμ Σμιθ
και στη μανιφακτούρα. Συνήθοος όμως διακρίνονται περισσότερο για την ανωτερότητά τους στη μανιφακτούρα παρά στην αγροτική οικονομία. Τα εδάφη τους γενικά καλλιεργούνται καλύτερα και, καθώς αφιερώνονται σε αυτά περισσότερη εργασία και χρήμα, αναλογικά με την έκταση και τη φυσική γονιμότητα της γης, αποδίδουν περισσότερο. Ωστόσο, αυτή η υπεροχή του αγροτικού προϊόντος, αναλογικά, σπανίως υπερβαίνει την αντίστοιχη υπεροχή σε εργασία και δαπάνες. Στην αγροτική οικονομία, η εργασία της πλούσιας χώρας δεν είναι πάντοτε πολύ παραγωγικότερη ατί ό,τι αυτή της φτωχής χώρας ή, τουλάχιστον, δεν είναι ποτέ τόσο πολύ παραγωγικότερη όσο είναι στη μανιφακτούρα. Επομένως, τα δημητριακά της πλούσιας χώρας, για το ίδιο επίπεδο ποιότητας, δεν θα έρχονται στην αγορά πάντα φθηνότερα από τα δημητριακά της φτωχής χώρας. Τα δημητριακά της Πολωνίας, για το ίδιο επίπεδο ποιότητας, είναι εξίσου φτηνά με αυτά της Γαλλίας, παρά τον ανώτερο πλούτο και την ευημερία της τελευταίας. Τα δημητριακά της Γαλλίας είναι στις αγροτικές επαρχίες εξίσου καλά και τις πφίσσότερες χρονιές βρίσκονται στα ίδια επίπεδα τιμών με τα δημητριακά της Αγγλίας, παρότι από άποψη πλούτου και ευημερίας η Γαλλία είναι ίσως υποδεέστερη της Αγγλίας. Παρ' όλα αυτά, τα εδάφη της Αγγλίας καλλιεργούνται καλύτερα απ' ό,τι αυτά της Γαλλίας, και τα εδάφη της Γαλλίας λέγεται ότι καλλιεργούνται πολύ καλύτερα arf ό,τι αυτά της Πολωνίας. Ωστόσο, παρόλο που η φτωχή χώρα είναι σε θέση, παρά την κατωτερότητα της καλλιέργειάς της, να ανταγωνίζεται σε ένα βαθμό την πλούσια χώρα ως προς τις τιμές και την ποιότητα των δημητριακών της, δεν είναι σε θέση να προσβλέπει σε έναν αντίστοιχο ανταγωνισμό στη μανιφακτουρική οικονομία, τουλάχιστον όταν οι μανιφακτούρες αυτές ταιριάζουν με το έδαφος, το κλίμα και τη θέση της πλούσιας χώρας. Τα μετάξια της Γαλλίας είναι καλύτερα και φτηνότερα από αυτά της Αγγλίας επειδή η μανιφακτούρα του μεταξιού, τουλάχιστον με τους σημερινούς υψηλούς δασμούς που επιβάλλονται στην εισαγωγή του ακατέργαστου μεταξιού, δεν ταιριάζει τόσο καλά με το κλίμα της Αγγλίας όσο με αυτό της Γαλλίας. Ωστόσο, τα εργαλεία και τα χοντρά μάλλινα της Αγγλίας είναι ασυγκρίτως ανα> τερα από αυτά της Γαλλίας, και πολύ φθηνότερα, για το ίδιο επίπεδο ποιότητας. Στην Πολωνία αναφέρεται ότι σπανίζουν μανιφακτούρες αυτού του είδους, με την εξαίρεση κάποιων χαμηλού επιπέδου οικοτεχνιών, χωρίς τις οποίες καμιά χώρα δεν θα μπορούσε να επιβιώσει. 5. Η πιο πάνω μεγάλη αύξηση της ποσότητας της δουλειάς που είναι σε θέση να αποδώσει ο ίδιος αριθμός ανθρώπων ως συνέπεια του καταμερισμού της εργασίας, οφείλεται σε τρεις διαφορετικούς παράγοντες: πρώτον, στην αύξηση της επιδεξιότητας κάθε ξεχωριστού εργάτη, δεύτερον, στην εξοικονόμηση χρόνου που συνήθως χάνεται
Έρευνα για τη Φύση και τ/s Αιτΐεε του Πλούτου των Εθνών
35
κατά τη μετάβαση από ένα είδος εργασίας σε ένα άλλο και, τέλος, στην εφεύρεση ενός μεγάλου αριθμού μηχανών που διευκολύνουν και συντέμνουν την εργασία, και επιτρέπουν σε έναν άνθρωπο να κάνει την εργασία πολλών. 6. Kaf αρχάς, η βελτίωση της επιδεξιότητας του εργαζομένου αυξάνει υποχρεωτικά την ποσότητα της δουλειάς που είναι σε θέση να εκτελέσει και, καθώς ο καταμερισμός εργασίας ανάγει την οικονομική δραστηριότητα του κάθε ανθρώπου σε έναν απλό χειρισμό και καθιστά αυτόν το χειρισμό τη μοναδική απασχόληση της ζωής του, υποχρεωτικά αυξάνει κατά πολύ την επιδεξιότητα του εργαζομένου. Ένας κοινός σιδηρουργός, που ακόμα και αν είναι εξοικειωμένος με τη χρήση του σφυριού δεν είναι καθόλου συνηθισμένος στην κατασκευή καρφιών, εάν υποχρεωθεί να επιχειρήσει κάτι τέτοιο σε μια ειδική περίσταση, είμαι βέβαιος ότι θα του ήταν σχεδόν αδύνατον να κατασκευάζει περισσότερα από διακόσια ή τριακόσια καρφιά την ημέρα - και αυτά πολύ κακής ποιότητας. Ένας σιδηρουργός που είναι εξοικειωμένος με την κατασκευή καρφιών, του οποίου όμοος η μοναδική ή η κύρια απασχόληση δεν ήταν ποτέ αυτή τού κατασκευαστή καρφιών, δύσκολα θα μπορεί, καταβάλλοντας όλες του τις δυνάμεις, να κατασκευάσει περισσότερα από οκτακόσια ή χίλια καρφιά την ημέρα. Έχω συναντήσει πολλά αγόρια ηλικίας κάτω των είκοσι ετών που δεν είχαν ασκήσει κανένα άλλο επάγγελμα από αυτό της κατασκευής καρφιών, και τα οποία, αφού εξασκήθηκαν, ήταν σε θέση να κατασκευάσουν, το καθένα μόνο του, περισσότερα από δύο χιλιάδες τριακόσια καρφιά την ημέρα. Ωστόσο, η κατασκευή καρφιών δεν είναι καθόλου απλή διαδικασία. Το ίδιο άτομο δουλεύει το φυσητήρα, αναδεύει ή τροφοδοτεί τη φωτιά ανάλογα με την περίσταση, θερμαίνει το σίδηρο και σφυρηλατεί κάθε μέρος του καρφιού: κατά τη σφυρηλάτηση του κεφαλιού είναι υποχρεωμένος να αλλάξει εργαλεία Q διαφορετικοί χειρισμοί στους οποίους υποδιαιρείται η κατασκευή μιας καρφίτσας ή ενός μεταλλικού κουμπιού είναι πολύ πιο απλοί και η επιδεξιότητα του ατόμου, του οποίου η μοναδική απασχόληση ολόκληρης της ζωής του ήτανηεκτέλεσήτους, είναι πολύ μεγαλύτερη. Η ταχύτητα με την οποία εκτελούνται ορισμένοι χειρισμοί σε αυτές τις μανιφακτούρες υπερβαίνει αυτό που κάποιος, που δεν τους έχει δει ποτέ του, θα θεωρούσε ως δυνατότητες του ανθρώπινου χεριού. 7. Κατά δεύτερον, το πλεονέκτπμα που αποκτάται με την εξοικονόμηση χρόνου κατά το πέρασμα από το ένα είδος εργασίας στο άλλο, είναι πολύ μεγαλύτερο απ' ό,τι θα μπορούσαμε από πρώτη άποψη να <ρανταστούμε. Είναι αδύνατον να περάσουμε από το ένα είδος εργασίας σε ένα άλλο, που εκτελείται σε διαφορετικό μέρος και με τελείως διαφορετικά εργαλεία. Ένας υφαντής της επαρχίας που καλλιεργεί μια
36
Άνταμ
Σμιθ
μικρή (ράρμα, πρέπει να δαπανά ένα μεγάλο χρονικό διάστημα στη μετάβαση από τον αργαλειό στον αγρό και από τον αγρό στον αργαλειό. 'Οταν αυτές οι δύο εργασίες μπορούν να εκτελεστούν στο ίδιο εργαστήριο, οι απώλειες χρόνου είναι σίγουρα πολύ μικρότερες. Ωστόσο, ακόμα και σε αυτή την περίπτωση, είναι πολύ σημαντικές. Όταν κάποιος περνά από μια εργασία σε μια άλλη, συνήθοος χαλαρώνει κάποχ;. Όταν προοτοξεκινά τη νέατου εργασία, σπανίως είναι ενθουσιώδης και προσηλωμένος σε αυτήν. Το μυαλό του, όπως λέγεται, δεν είναι σε αυτήν και για κάποιο χρονικό διάστημα μάλλον παίζει παρά εργάζεται για τον συγκεκριμένο σκοπό του. Η συνήθεια να χαζεύει και να δουλεύει με νοΛρότητα, που αποκτάται φυσιολογικά ή, μάλλον, αναγκαστικά από κάθε εργάτη που είναι αναγκασμένος να αλλάζει εργασία και εργαλεία κάθε μισή ώρα και να χρησιμοποιεί τα χέρια του με είκοσι διαφορετικούς τρόπους κάθε ημέρα της ζωής του, τον καθιστά σχεδόν πάντα άτονο, οκνηρό και ανίκανο για οποιαδήποτε σοβαρή εργασία, ακόμα και υπό τις πιο πιεστικές συνθήκες. Επομένοχ;, αυτή η αιτία, ανεξάρτητα απότηναδυναμίατουαπόάποψηεπιδεξιότητας, μειώνει ασφαλώς πάντα σε σημαντικό βαθμό την ποσότητα της δουλειάς που είναι ικανός να επιτελέσει. 8. Κατά τρίτον, και τελευταίο, κάθε άνθρωπος μπορεί να κατανοήσει πόσο πολύ απλοποιείται και συντομεύεται η εργασία με την εφαρμογή των κατάλληλων μηχανών. Δεν χρειάζεται να αναφέρουμε κάποιο παράδειγμα, θα σημειώσουμε μόνο, επομένοχ;, ότι η εφεύρεση όλων αυτών των μηχανών με τις οποίες τόσο πολύ απλοποιείται και συντομεύεται η εργασία φαίνεται ότι έλκει την καταγωγή της στον καταμερισμό της εργασίας. Οι άνθρωποι είναι πολύ περισσότερο σε θέση να ανακαλύπτουν ευκολότερες και αμεσότερες μεθόδους επίτευξης ενός στόχου, όταν όλη η προσοχή του νου τους κατευθύνεται προς αυτόν τον μοναδικό στόχο, ατί ό,τι εάν αυτή διασκορπίζεται σε μια μεγάλη ποικιλία πραγμάτων. Ως συνέπεια όμως του καταμερισμού εργασίας, το σύνολο της προσοχής ενός ανθρώπου κατευθύνεται φυσιολογικά προς κάποιο πολύ απλό αντικείμενο. Είναι επομένως φυσικό να αναμένουμε ότι κάποιος απ* αυτούς που απασχολούνται σε έναν από τους επιμέρους τομείς της εργασίας, όταν η φύση αυτής της εργασίας επιδέχεται τέτοιες βελτιώσεις, θα ανακαλύψει απλούστερες και αμεσότερες μεθόδους εκτέλεσής της. Ένα μεγάλο μέρος των μηχανών που χρησιμοποιούνται στις μανιφακτούρες εκείνες όπου ο καταμερισμός εργασίας έχει προχωρήσει στον μεγαλύτερο βαθμό, αποτελούσαν αρχικά εφευρέσεις κοινών εργατών, οι οποία, καθώς απασχολούνταν σε κάποια πολύ απλή διαδικασία, έστρεψαν όπως ήταν φυσικό τη σκέψη τους προς την εξεύρεση ευκολότερων και αμεσότερων τρόπων εκτέλεσής της. Σε όσους συνηθίζουν να
Έρευνα για τη Φύση και τ/s Αιτΐεε του Πλούτου των Εθνών
37
επισκέπτονται τέτοιες μανιφακτούρες, επιδεικνύονται συχνά μικρές μπχανές που αποτελούν εφευρέσεις αυτών των εργατών προκειμένου να διευκολύνουν και να επιταχύνουν το δικό τους, συγκεκριμένο μέρος τπς εργασίας. Στις πρώτες πυροσβεστικές αντλίες έπρεπε να απασχολείται ένα παιδί συνεχώς στο εναλλασσόμενο άνοιγμα και κλείσιμο τπς επικοινωνίας μεταξύ λέβπτα και κυλίνδρου, ανάλογα με το εάν το πιστόνι ανέβαινε π κατέβαινε. Ένα από αυτά τα παιδιά, στο οποίο άρεσε να παίζει με τπν παρέα του, παρατπρπσε ότι, αν συνέδεε με ένα νιίμα το χερούλι τπς βαλβίδας που άνοιγε αυτπ τπν επικοινωνία με ένα άλλο μέρος τπς μπχανής, π βαλβίδα θα άνοιγε και θα έκλεινε χωρίς τπ βοπθειά του, αφπνοντάς το έτσι ελεύθερο να διασκεδάζει με τους φίλους του. Έτσι, λοιπόν, μία από τις μεγαλύτερες βελτιώσειςπου επήλθαν σε αυπί τπ μπχανιί μετάτπν αρχική τπς εφεύρεσπ, ήταν π ανακάλυψπ ενός αγοριού που ήθελε να εξοικονομήσει χρόνο από τπν εργασία του. 9. Ωστόσο, όλες οι βελτιώσεις του μπχανικού εξοπλισμού δεν απετέλεσαν βέβαια εφευρέσεις αυτών που είχαν τπν ευκαιρία να χρπσιμοποιούν τις μπχανές. Πολλές βελτιώσεις προήλθαν από τπν ευφυΐα των κατασκευαστών των μπχανών, όταν π κατασκευή τους έγινε αντικείμενο ενός ιδιαίτερου επαγγέλματος. Και μερικές προήλθαν από αυτούς που αποκαλούνται «φιλόσο(ροι» ή «στοχαστές», το επάγγελμα των οποίων είναι όχι να κάνουν κάτι, αλλά να παρατπρούν το καθετί, και οι οποίοι, για το λόγο αυτόν, είναι συχνά σε θέσπ να συνδυάζουν τις δυνάμεις των πιο μακρινών και ανόμοιων πραγμάτων. Με τπν πρόοδο τπς κοινωνίας, π φιλοσοφία ή ο στοχασμός, όπως και κάθε άλλπ απασχόλπσπ, γίνονται π κύρια ή π μοναδική ενασχόλπσπ μιας ιδιαίτερπς κατπγορίας πολιτών. Όπως και κάθε άλλπ απασχόλπσπ, και αυτή υποδιαιρείται σε έναν μεγάλο αριθμό διαφορετικών κλάδων, καθένας από τους οποίους προσφέρει ενασχόλπσπ σε μια ιδιαίτερπ ομάδα ή κατπγορία φιλοσό(ρων. Και αυτή π υποδιαίρεσπ τπς ενασχόλπσπς με τπ φιλοσοφία, όπως και με κάθε άλλπ εργασία, βελτιώνει τπν επιδεξιότπτα και εξοικονομεί χρόνο. Κάθε άτομο γίνεται περισσότερο ειδικό στον ιδιαίτερό του τομέα, συνολικά εκτελείται περισσότερο έργο και π ποσότπτα τπς επιστπμονικής γνώσπς αυξάνεται σπμαντικά. 10. Η καθολική ευπμερία, που επεκτείνεται και στις χαμπλότερες βαθμίδες του λαού, ππγάζει ακριβώς από τον μεγάλο πολλαπλασιασμό τπςπαραγωγήςόλωντων διαφορετικών τεχνών, που ήταν συνέπεια του καταμερισμού εργασίας. Κάθε εργαζόμενος μπορεί να διαθέτει μια μεγάλπ ποσότπτα εργασίας, πέραν αυτής που χρειάζεται. Και, είρόσον κάθε άλλος εργαζόμενος βρίσκεται στπν ίδια κατάστασπ, έχει τπ δυνατότπτα να ανταλλάξει μια μεγάλπ ποσότπτα των δικών
38
Άνταμ Σμιθ
του αγαθών έναντι μιας μεγάλης ποσότητας των αγαθών των άλλων ή έναντι της τιμής των αγαθών αυτών, που τελικά σημαίνει το ίδιο πράγμα. Τους προσφέρει σε αφθονία αυτά που χρειάζονται, αυτοί τον προμηθεύουν στην ίδια αφθονία με αυτά που αυτός χρειάζεται, και έτσι μια γενική επάρκεια διαχέεται σε όλες τις βαθμίδες τπς κοινωνίας. 11. Παρατηρήστε τις ανέσεις του πιο κοινού τεχνίτη ή εργάτη μιας πολιτισμένης και πλούσιας χώρας, και θα αντιληφθείτε ότι ο αριθμός των ανθρώπων των οποίων ο κόπος έχει χρησιμοποιηθεί έστω και κατά ένα μικρό μέρος, προκειμένου να προμηθευτεί αυτός τις ανέσεις του, υπερβαίνει κάθε υπολογισμό. Το μάλλινο σακάκι, για παράδειγμα, που φορά ο εργάτης, όσο χοντροκομμένο και αν φαίνεται, αποτελεί το προϊόν της συνδυασμένης εργασίας μιας πλειάδας εργατών. Ο βοσκός, ο διαλογέαςτου μαλλιού, ο λαναράς, ο βαφέας, ο εργάτης που ξαίνει, ο κλώστης, ο υ(ραντής, ο λευκαντής, ά ράφτης και πολλοί άλλοι πρέπει να συνδυάσουν τις διαφορετικές τους τέχνες προκειμένου να ολοκληρώσουν ακόμα και αυτή την οικοτεχνική παραγωγή. Πέραν αυτού, πόσοι έμποροι και μεταφορείς χρησιμοποιήθηκαν για τη μεταφορά αυτών των υλικών από κάποιους εξ αυτών των εργαζομένων σε κάποιους άλλους, που συχνά ζουν σε πολύ απομακρυσμένα μέρη της χώρας! Πόσο εμπόριο και ναυτιλία ιδιαίτερα, πόσοι ναυπηγοί, ναύτες, κατασκευαστές ιστίων, σχοινιών, χρησιμοποιήθηκαν για να συγκεντρώσουν τα διάφορα χημικά που χρησιμοποιούνται από τον βαφέα, τα οποία συχνά έρχονται από τις πιο απομακρυσμένες YCOνιές του κόσμου! Πόσο μεγάλη ποικιλία εργασίας χρειάζεται επίσης για να παραχθούν τα εργαλεία και του τελευταίου από αυτούς τους εργάτες! Ας αφήσουμε κατά μέρος κάποιες πολύπλοκες μηχανές, όπως η μηχανή του πλοίου, η μηχανή του λευκαντή ή ακόμα και ο αργαλειός του υφαντή, και ας εξετάσουμε μόνο την ποικιλία της εργασίας που απαιτείται για να φτιαχτεί μια πολύ απλή μηχανή - το ψαλίδι με το οποίο ο βοσκός κόβει το μαλλί. Ο μεταλλωρύχος, ο κτίστης του φούρνου για την τήξη του μεταλλεύματος, ο υλοτόμος του ξύλου, ο τροφοδότης του κάρβουνου που χρησιμοποιείται στα χυτήρια, ο κατασκευαστής των τούβλων, ο κτίστης, ο εργάτης που προσέχει το φούρνο, ο κατασκευαστής του αμονιού, ο σιδηρουργός, ο μεταλλουργός, πρέπει όλοι τους να συνδυάσουν τις διαφορετικές τέχνες τους για να παραχθεί το ψαλίδι. Εάν εξετάζαμε κατά τον ίδιο τρόπο όλα τα δια(ρορετικά μέρη της ενδυμασίας του και της επίπλωσης του σπιτικού του, το λινό πουκάμισο που (ρορά πάνω από το δέρμα του, τα παπούτσια που καλύπτουν τα πόδια του, το κρεβάτι όπου κοιμάται και όλα τα μέρη που το συνθέτουν, τον πάγκο της κουζίνας όπου ετοιμάζει τα φαγώσιμά του, τα κάρβουνα που χρησιμοποιεί για το
Έρευνα για τη Φύση και τ/S Αιτΐεε του Πλούτου των Εθνών
39
σκοπό αυτόν, τα οποία έχουν εξορυχθεί από τα βάθπ τπς γης και έχουν φτάσει σε αυτόν, ίσως έπειτα από ένα μακρύ ταξίδι από ξπρά και θάλασσα, όλα τα άλλα εργαλεία τπς κουζίνας του, όλο τον εξοπλισμό του τραπεζιού του, τα μαχαίρια και τα πιρούνια, τα πιάτα από ππλό π κασσίτερο πάνω στα οποία σερβίρει τα φαγώσιμά του, τα διάφορα χέρια που χρπσιμοποιούνται στπν ετοιμασία του ψωμιού και τπς μπίρας του, το παράθυρο που αφπνει να διέρχονται ελεύθερα π θερμότπτα και το (ροχ;, αφήνοντας απέξω τον αέρα και τπ βροχή, με όλες τις γνώσεις και τπν τεχνική που απαιτούνται για τπν ετοιμασία αυτής τπς όμορφπς και σωτήριας εφεύρεσπς, χωρίς τπν οποία οι βόρειες περιοχές του κόσμου πολύ δύσκολα θα αποκτούσαν τπ δυνατότπτα μιας πολύ άνετπς διαβίωσπς, σε συνδυασμό με τα εργαλεία όλων των διαφορετικών εργαζομένων που απασχολούνται στπν παραγωγή των διαορόρων αυτών ανέσεων, αν εξετάσουμε λοιπόν όλα αυτά τα πράγματα και θεωρήσουμε τπν ποικιλία τπς εργασίας που χρπσιμοποιείται σε καθένα arf αυτά, θα αντιλπφθούμε ότι, χοαρίς τπ βοήθεια και τπ συνεργασία πολλών χιλιάδων ανθρώπων, και ο τελευταίος άνθρωπος μιας πολιτισμένπς χώρας δεν θα μπορούσε να προμπθευτεί ούτε αυτά που απαρτίζουν ό,τι λανθασμένα θεωρούμε ως τον εύκολο και απλό τρόπο με τον οποίο συνήθως διαβιώνει. Πραγματικά, σε σύγκρισπ με τπν τόσο πολυδάπανπ πολυτέλεια των μεγαλόσχπμων, οι δικές του ανέσεις φαίνονται, χοαρίς καμία αμφιβολία, εξαιρετικά απλές και κοινές. Και όμως, οι ανέσεις ενός Ευρωπαίου πρίγκιπα ίσως να μπν υπερβαίνουν τόσο πολύ αυτές ενός εργατικού και λιτοδίαιτου αγρότπ, όσο υπερβαίνουν οι ανέσεις αυτού του τελευταίου τις ανέσεις ενός Αφρικανού βασιλιά, που είναι ο απόλυτος κύριος τπς ζωής και των ελευθεριών δέκα χιλιάδων γυμνών αγρίων.
ι
Μ t. Ψ' ^ C/'f
Σχετικά με την αρχή που προκαλεί τον καταμερισμό τηε εργασίαε 1. Αυτός λοιπόν ο καταμερισμός εργασίας, από τον οποίο προέρχονται τόσα πολλά πλεονεκτήματα, δεν προκύπτει ως αποτέλεσμα κάποιας ανθρώπινης σοφίας, που δήθεν προβλέπει και σκοπεύει στον γενικό πλούτο τον οποίο και επιτυγχάνει. Αποτελεί την αναγκαία, αν και βραδεία και βαθμιαία, συνέπεια μιας ορισμένης φυσικής ροπής της ανθρώπινης φύσης, που δεν στοχεύει σε ένα τέτοιο γενικευμένο όφελος, της ροπής δηλαδή προς το να διαπραγματεύεται, να εμπορεύεται και να ανταλλάσσει ένα πράγμα με ένα άλλο. 2. Το κατά πόσο η τάση αυτή αποτελεί μια από τις προοταρχικές αρχές της ανθρώπινης φύσης για την οποία δεν μπορεί να δοθεί καμιά περαιτέρω εξήγηση ή, πράγμα που φαίνεται πιθανότερο, συνιστά μια αναγκαία συνέπεια των χαρισμάτων της λογικής και της ομιλίας, δεν είναι αντικείμενο της παρούσας έρευνας. Είναι κοινή σε όλους τους ανθρώπους και δεν τη συναντάμε σε κανένα άλλο είδος ζώων, τα οποία δεν φαίνεται να γνωρίζουν ούτε αυτό, ούτε κάποιο άλλο είδος σύμβασης. Δύο λαγωνικά που κυνηγούν τον ίδιο λαγό φαίνεται μερικές (ρορές ότι ενεργούν με κάποιο είδος συνεργασίας. Το καθένα στρέφει το λαγό προς το ταίρι του ή προσπαθεί να πέσει πάνω του, όταν το ταίρι του στρέφει το λαγό προς αυτό. Ωστόσο, αυτό δεν είναι αποτέλεσμα κάποιας συνεννόησης, αλλά της τυχαίας σύμπτωσης των παθών τους στο ίδιο αντικείμενο, σε μια συγκεκριμένη στιγμή. Κανείς δεν έχει δει ένα σκύλο να ανταλλάσσει κάποιο κόκαλο με έναν άλλο σκύλο με τη θέλησή του. Κανείς ποτέ δεν είδε ένα ζώο να δηλώνει σε ένα άλλο με νοήματα και φυσικές κραυγές «αυτό είναι δικό μου, αυτό δικό σου, προτίθεμαι να ανταλλάξω αυτό με εκείνο». Όταν το ζώο θέλει να αποκτήσει κάτι από έναν άνθρωπο ή από ένα άλλο ζώο, δεν έχει άλλα μέσα πειθούς εκτός από το να αποκτήσει την εύνοια αυτών από τους οποίους ζητά την εξυπηρέτηση. Ένα κουτάβι κουνάει την ουρά του
42
Άνταμ Σμιθ
σιην κυρία του και ένα σπάνιελ, που θέλει να το ταΐσει ο κύριος του ο οποίος γευματίζει, προσπαθεί με χίλια παιχνίδια να προσελκύσει τπν προσοχή του. Ο άνθρωπος χρπσιμοποιεί συχνά τπν ίδια τεχνική απέναντι στους συνανθρώπους του και, όταν δεν έχει άλλο τρόπο να τους ωθήσει να ενεργήσουν σύμφωνα με τις επιθυμίες του, προσπαθεί με κάθε ταπεινή και δουλοπρεπή κίνπσπ να αποσπάσει τπν εύνοιά τους. Ωστόσο, δεν έχει σε όλες τις περιπτώσεις το χρόνο να συμπεριφερθεί έτσι. Στις πολιτισμένες κοινωνίες, βρίσκεται πάντα στπν ανάγκπ τπς υποστήριξπς και τπς συνεργασίας με μια πλειάδα ανθρώπων, ενώ όλπ του π ζωή μετά βίας επαρκεί για τπν απόκτπσπ λίγων φίλων. Σε όλα σχεδόν τα άλλα είδπ των ζώων, όταν ένα άτομο ενπλικιοοθεί, είναι τελείους ανεξάρτπτο και, εφόσον παραμένει στπ φυσική του κατάσταση, δεν έχει την ανάγκη της βοήθειας κανενός άλλου ζωντανού πλάσματος. Ο άνθρωπος όμως έχει σχεδόν σταθερά τπν ευκαιρία τπς συνδρομής εκ μέρους των συνανθρώπων του, την οποία είναι μάταιο να αναμένει κανείς μόνο από την καλή τους διάθεση. Οι πιθανότητες να τους πείσει είναι μεγαλύτερες αν κινητοποιήσει την ιδιοτέλειά τους στην αιτούμενη χάρη και τους δείξει ότι είναι προς το δικό τους συμφέρον να κάνουν αυτό που τους ζητά. Αυτό δηλώνει ότι προτίθεται να κάνει όποιος προτείνει στον άλλο μια διαπραγμάτευση οποιουδήποτε είδους. Το νόημα της πρότασής του είναι: «Δώσε μου αυτό που θέλω και θα έχεις αυτό που θέλεις». Και με αυτόν ακριβώς τον τρόπο αποκτάμε τη συντριπτική πλειονότητα των αγαθών που χρειαζόμαστε. Την απόκτηση του δείπνου μας δεν τη στηρίζουμε στην καλή προαίρεση του χασάπη, του ζυθοποιού ή του αρτοποιού, αλλά στην ιδιοτέλειά τους, και δεν τους μιλάμε ποτέ για τις ανάγκες μας, αλλά για το δικό τους συμφέρον. Μόνο ένας επαίτης εξαρτάται κυρίως από την καλή προαίρεση των συνανθρώπων του. Ακόμα όμως και αυτός δεν εξαρτάται τελείως arf αυτήν. Βέβαια, ηελεημοσύνητωνπλουσίωντούπροσφέρει το σύνολο των δαπανών της επιβίωσής του. Παρότι, όμως, η αρχή αυτή τού προσφέρει, σε τελευταία ανάλυση, τα μέσα για την κάλυψη των αναγκών της ζωής του, δεν του προσφέρει, ούτε μπορεί να του προσ(ϊ>έρει άμεσα όλα όσα μπορεί να αποκτήσει. Το μεγαλύτερο μέρος των περιστασιακών του αναγκών καλύπτεται κατά τον ίδιο τρόπο, όπως και οι ανάγκες των άλλων ανθρώπων, με συναλλαγή και αγορά. Με τα χρήματα που του δίνει ένας άνθρωπος αγοράζει τρόφιμα. Τα παλιά ρούχα που του παραχωρεί κάποιος άλλος, τα ανταλλάσσει με άλλα παλιά ρούχα που του ταιριάζουν καλύτερα ή με κάποιο προσωρινό κατάλυμα ή με τροφή ή με χρήματα, με τα οποία μπορεί να αγοράσει είτε τροφή είτε ρούχα είτε κατάλυμα, ανάλογα με τις ανάγκες του. 3. Καθώς λοιπόν αποκτάμε ο ένας από τον άλλο το μεγαλύτερο μέ(!κ)ς των αμοιβαίων καλών υπηρεσιών που χρειαζόμαστε μέσω συμφωνιών
Έρευνα για τη Φύση καιτ/sΑιτΐεε του Πλούτου των Εθνών
43
ανταλλαγής του ενός είδους με το άλλο και εγχρήματων αγορών, αυτή ακριβώς η ίδια δοσοληψία δημιουργεί τον καταμερισμό εργασίας. Σε μια ομάδα κυνηγών ή βοσκών, για παράδειγμα, ένα συγκεκριμένο άτομο κατασκευάζει τα τόξα και τα βέλη με μεγαλύτερη ετοιμότητα και επιδεξιότητα από οποιονδήποτε άλλο. Το άτομο αυτό συχνά ανταλλάσσει με τους συντρόφους του βέλη και τόξα με ζωντανά ή κυνήγι, και διαπιστώνει τελικά ότι με αυτόν τον τρόπο μπορεί να αποκτήσει περισσότερα ζωντανά και κυνήγι απ* ό,τι εάν πήγαινε να τα κυνηγήσει ο ίδιος. Επομένως, από μια θεώρηση του προσωπικού του συμφέροντος, η κατασκευή τόξων και βελών αναπτύσσεται ως κύρια απασχόλησή του και ο ίδιος γίνεται ένα είδος οπλοποιού. Ένας άλλος διακρίνεται στην κατασκευή σκελετών και καλυμμάτων για τα μικρά τους καταφύγια ή τα κινητά τους σπίτια. Εξοικειώνεται στο να είναι χρήσιμος με αυτόν τον τρόπο στους γείτονές του, οι οποίοι τον αμείβουν επίσης με ζώα και κυνήγι, μέχριςότου διαπιστώσει ο ίδιος ότι είναι προς το συμφέρον του να αφοσιοαθεί ολοκληρωτικά σε αυτή την ασχολία και να γίνει ένα είδος οικοδόμου-ξυλουργού. Με τον ίδιο τρόπο, ένας τρίτος γίνεται σιδηρουργός ή μεταλλουργός, ένας τέταρτος βυρσοδέψης ή ράφτης προβιών και δερμάτων, της κύριας μορφής ένδυσης των αγρίων. Και με αυτόν τον τρόπο, η βεβαιότητα ότι είναι κανείς ικανός να ανταλλάξει όλη την πλεονάζουσα ποσότητα του προϊόντος της εργασίας του που υπερβαίνει τη δική του κατανάλοχιη, έναντι μέρους του προϊόντος της εργασίας άλλων ανθρώπων, ανάλογα με τις ανάγκες του, ενθαρρύνει κάθε άνθρωπο να ασχολείται με μια συγκεκριμένη εργασία και να καλλιεργεί και τελειοποιεί το οποιοδήποτε ταλέντο ή ευφυΐα είναι δυνατόν να διαθέτει για το συγκεκριμένο αυτό είδος εργασίας. 4. Η διαφορά των φυσικών κλίσεων μεταξύ των διαφόρων ανθρώπων είναι στην πραγματικότητα πολύ μικρότερη arf όσο υποθέτουμε. Και οι κατά πολύ διαφορετικές ευφυίες, που φαίνεται να διακρίνουν τους ανθρώπους διαφορετικών επαγγελμάτων, στις περισσότερες περιπτώσεις δεν αποτελούν την αιτία, αλλά μάλλον το αποτέλεσμα του καταμερισμού εργασίας. Η διαφορά που υφίσταται μεταξύ των πλέον ανόμοιων χαρακτήρων, μεταξύ ενός φιλοσόφου και ενός κοινού φύλακα, για παράδειγμα, φαίνεται να προκύπτει όχι τόσο από τη φύση, όσο από τη συνήθεια, το έθιμο και την παιδεία. Όταν γεννήθηκαν, και για τα πρώτα έξι ή οκτώ χρόνια της ζωής τους, ίσο)ς να έμοιαζαν κατά πολύ και ούτε οι γονείς τους, ούτε οι συνομήλικοί τους μπορούσαν να αντιληφθούν κάποια αξιοσημείωτη διαφορά. Σε αυτή περίπου την ηλικία ή αμέσως μετά, απασχολήθηκαν σε πολύ διαφορετικές εργασίες. Τότε παρατηρείται η διαφορά στη φυσική κλίση, διευρύνεται σημαντικά, μέχρις ότου η αλαζονεία του φιλοσόφου δεν είναι πρόθυμη να
44
Άνταμ Σμιθ
αναγνωρίσει καμιά ομοιότητα. Χωρίς όμως την τάση να διαπραγματεύονται, να εμπορεύονται και να ανταλλάσσουν, οι άνθρωποι θα έπρεπε να προμηθεύονται από μόνοι τους κάθε αναγκαίο αγαθό που θα επιθυμούσαν. Όλοι θα είχαν να εκτελέσουν τα ίδια καθήκοντα και δεν θα υπήρχε τόσο μεγάλη διαφορά στην απασχόληση, η οποία κατά βάση θα προκαλούσε τη μεγάλη διαφοροποίηση στις φυσικές κλίσεις. 5. 'Οπως ο σχηματισμός αυτής της τόσο αξιοσημείωτης διαφοράς στη φυσική κλίση μεταξύ ανθρώπων διαφορετικών επαγγελμάτων ανάγεται σε αυτή ακριβώς τηντάση της συναλλαγής, η ίδια αυτή τάση καθιστά τη διαφορά χρήσιμη. Πολλές ράτσες ζώων, που γίνεται αποδεκτό ότι ανήκουν στο ίδιο είδος, αποκτούν από τη φύση μια πολύ πιο αξιοσημείωτη διαφοροποίηση ως προς την ευφυΐα arf αυτήν που φαίνεται να παρατηρείται μεταξύ των ανθρώπων ως αποτέλεσμα των συνηθειών και της εκπαίδευσης. Για παράδειγμα, από τη φύση του, ένας φιλόσο(ρος δεν διαφέρει από έναν φύλακα, ούτε κατά το ήμισυ arf όσο διαφέρουν ένα μάστιφ από ένα λαγωνικό, ένα λαγωνικό από ένα σπάνιελ ή αυτό το τελευταίο από ένα τσοπανόσκυλο. Ωστόσο, οι διαφορετικές αυτές ράτσες ζώων, παρόλο που ανήκουν στο ίδιο είδος, δεν είναι ποτέ χρήσιμες η μία στην άλλη. Ή, τουλάχιστον, η δύναμη του μάστιφ δεν μπορεί να υποστηριχθεί ούτε από την ταχύτητα του λαγωνικού, ούτε από την ευστροφία του σπάνιελ, ούτε από την ευπείθεια του τσοπανόσκυλου. Λόγω της έλλειψης της δυνατότητας ή της τάσης προς το εμπόριο και την ανταλλαγή, τα αποτελέσματα αυτών των διαφορών στην ευφυία και σταφυσικά προσόντα δεν μπορούν να αποτελέσουν κοινό απόθεμα και δεν συμβάλλουν ούτε στο ελάχιστο στην καλύτερη διαβίοχχη και άνεση του είδους. Το κάθε ζώο εξακολουθεί να είναι αναγκασμένο να συντηρεί και να υπερασπίζεται τον εαυτότου ξεχωριστά και ανεξάρτητα, και δεν αντλεί κανένα είδος πλεονεκτήματος από την ποικιλία φυσικών κλίσεων με την οποία έχει διαφοροποιήσει η φύση τους αδελφούς του. Μεταξύ των ανθρώπων, αντίθετα, οι πιο ανόμοιες ευφυΐες είναι χρήσιμες για τους άλλους. Τα διαφορετικά προϊόντα των διαφορετικών τους κλίσεων, μέσω της γενικής τάσης να διαπραγματεύονται, να εμπορεύονται και να ανταλλάσσουν, οδηγούνται σε ένα κοινό απόθεμα, όπου κάθε άνθρωπος, ανάλογα με τις ανάγκες του, μπορεί να αγοράσει οποιοδήποτε μέρος του προϊόντος της φυσικής κλίσης ενός άλλου ανθρώπου έχει την ευκαιρία.
κε(|)άλ,αιο τρίτο Σχετικά με το ότι ο καταμερισμόε τηε εργασίαε περιορίζεται από την έκταση τηε ayopds 1. Δεδομένου ότι ο καταμερισμός εργασίας προκαλείται από τπ δυνατότπτα της ανταλλαγής, η έκταση αυτού του καταμερισμού πρέπει πάντα να περιορίζεται από την έκταση αυτής της δυνατότητας ή, με άλλα λόγια, από την έκταση της αγοράς. Όταν η αγορά είναι πολύ μικρή, κανείς δεν έχει κάποιο κίνητρο να αφιερωθεί ολοκληραπικά σε μια απασχόληση, εφόσον δεν θα έχει τη δυνατότητα να ανταλλάξει ολόκληρο το πλεόνασμα του προϊόντος της εργασίας του που υπερβαίνει την προσωπική του κατανάλωση έναντι αντίστοιχων μερών του πρόίόντος της εργασίας των άλλων, που θα μπορούσε να προμπθευτεί. 2 . Υπάρχουν κάποια είδη οικονομικής δραστηριότητας, ακόμα και του υποδεέστερου τύπου, που δεν είναι δυνατόν να εκτελεστούν, παρά μόνο σε μια μεγάλη πόλη. Ένας αχθοφόρος, για παράδειγμα, δεν μπορεί να βρει απασχόλπση και μέσα διαβίωσης σε κανένα άλλο μέρος. Το χωριό αποτελεί γι' αυτόν μια υπερβολικά στενή σφαίρα. Ακόμα και μια συνηθισμένη αγορά πόλης σπανίοος επαρκεί για να του εξασφαλίσει μια σταθερή απασχόληση. Στα απομονίομένα σπίτια και στα πολύ μικρά χωριά, που είναι διάσπαρτα σε μια τόσο έρημη χώρα, όπως τα Υψίπεδα (Highlands) τπς Σκοτίας, ο κάθε αγρότης πρέπει να είναι χασάππς, φούρναρης και ζυθοποιός για την οικογένειά του. Σε τέτοιες καταστάσεις, δεν μπορούμε να περιμένουμε να συναντήσουμε δύο σιδεράδες, δύο ξυλουργούς ή δύο χτίστες που να βρίσκονται σε απόσταση μικρότερη από είκοσι μίλια ο ένας από τον άλλο. Q διάσπαρτες οικογένειες που ζουν σε απόσταση οκτώ ή δέκα μιλίων από την πλησιέστερη προς αυτές, πρέπει να μάθουν να εκτελούν οι ίδιες έναν μεγάλο αριθμό μικροεργασιών, για τις οποίες, σε πιο πολυπληθείς κοινότητες, θα προσέτρεχαν στη βοήθεια αυτών των τεχνιτών. Οι εργαζόμενοι της υπαίθρου είναι σχεδόν παντού υποχρεωμένοι να αναλαμβάνουν όλες τις εργασίες που συγγενεύουν μεταξύ τους μέσω της χρήσης του ίδιου τύπου υλικών. Ένας επαρχιακός ξυλουργός ασχολείται με κάθε είδος δουλειάς που γίνεται από ξύλο και ένας
46
Άνταμ Σμιθ
επαρχιακός σιδεράς με κάθε είδος δουλειάς που γίνεται από σίδερο. Ο πρώτος δεν είναι μόνο ξυλουργός, αλλά και κουφωματάς, επιπλοποιός, ακόμα και τεχνίτπς ξυλογλυπτικής, όποος επίσπς τροχοποιός, τεχνίτης αρότρων και κατασκευαστής κάρων και αμαξών. Η απασχόλησπ των σιδηρουργών είναι ακόμα πιο ποικιλόμορφη. Στην απομακρυσμένπ ενδοχώρα των Υψιπέδων της Σκοτίας είναι αδύνατον να συναντήσει κανείς επαγγέλματα όπως αυτό του κατασκευαστή καρφιών. Ένας τέτοιος εργαζόμενος, με το ρυθμό των χιλίων καρφιών την ημέρα και των τριακοσίων εργάσιμων ημερών το χρόνο, θα παράγει τριακόσιες χιλιάδες καρφιά το χρόνο. Αλλά, σε ένα τέτοιο μέρος, θα ήταν αδύνατον να διαθέσει ακόμα και χίλια καρφιά, δηλαδή το προϊόν μιας εργάσιμης ημέρας του χρόνου. 3. 'Οποος ακριβώς με τις θαλάσσιες μεταφορές ανοίχτηκε για κάθε είδος οικονομικής δραστηριότητας μια πιο εκτεταμένη αγορά απ* όσο θα επέτρεπαν οι αποκλειστικά χερσαίες μεταφορές, έτσι και οι κάθε είδους οικονομικές δραστηριότητες αρχίζουν να υποδιαιρούνται και να βελτιώνονται κατά μήκος της θαλάσσιας ακτής και στις όχθες των πλωτών ποταμών, και συχνά οι βελτιώσεις αυτές επεκτείνονται στα ενδότερα μιας χώρας, αφού προηγουμένοχ; παρέλθει ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Μια άμαξα με μεγάλες ρόδες, που οδηγείται από δύο άνδρες και σύρεται από οκτώ άλογα, μεταφέρει από το Λονδίνο στο Εδιμβούργο -και αντιστρόφοος- περίπου τέσσερις τόνους εμπορευμάτων σε διάστημα έξι εβδομάδων. Στο ίδιο περίπου διάστημα, ένα πλοίο επανδρωμένο με έξι ή οκτώ ανθρώπους, που ταξιδεύει μεταξύ των λιμανιών του Λονδίνου και του Λέιθ, στέλνει και φέρνει πίσω συχνά διακόσιους τόνους εμπορευμάτων. Επομένως, με τπ βοήθεια των θαλάσσιων μεταφορών, έξι ή οκτώ άνδρες μπορούν να μεταφέρουν μεταξύ Λονδίνου και Εδιμβούργου στον ίδιο χρόνο την ίδια ποσότητα εμπορευμάτων που θα μετέφεραν πενήντα άμαξες με μεγάλους τροχούς, τις οποίες θα οδηγούσαν εκατό άνδρες και θα έσερναν τετρακόσια άλογα. Επομένοος, αυτοί οι διακόσιοι τόνοι εμπορευμάτων, όταν μεταφέρονται με το φθηνότερο χερσαίο μέσο μεταφοράς από το Λονδίνο στο Εδιμβούργο, θα πρέπει να επιβαρύνονται με τη συντήρηση διακοσίων ανθρώπων επί τρεις εβδομάδες, όπως επίσης με τη συντήρηση και τη συνήθη φθορά -που είναι σχεδόν ταυτόσημη με τη συντήρηση- τετρακοσίων αλόγων και πενήντα μεγάλων αμαξών. Ενώ, αντιθέτως, η ίδια ποσότητα εμπορευμάτων, που μεταφέρονται διά θαλάσσης, θα πρέπει να επιβαρύνεται με τη συντήρηση έξι ή οκτώ ανδρών και τη συνήθη φθορά ενός πλοίου (ρορτίου διακοσίων τόνων, σε συνδυασμό με την αξία ενός αυξημένου κινδύνου ή τη διαφορά της ασφάλισης μεταξύ χερσαίας και θαλάσσιας μεταφοράς. Εάν επομένως δεν υπήρχε καμιά άλλη επικοινωνία μεταξύ των
Έρευνα για τη Φύση και τ/S Αιτΐεε του Πλούτου των Εθνών
47
δύο αυτών τόπων, παρά μόνο μέσω χερσαίας μεταφοράς, καθώς δεν θα ήταν δυνατόν να μεταφερθούν από το ένα μέρος στο άλλο παρά μόνο εκείνα τα εμπορεύματα με πολύ σπμαντικπ αξία σε σχέσπ με το βάρος τους, θα μπορούσαν να εκτελέσουν μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό του εμπορίου που υφίσταται σήμερα μεταξύ αυτών και, κατά συνέπεια, θα ενεθάρρυναν σε έναν πολύ μικρότερο βαθμό απ' όσο αμοιβαία ενθαρρύνουν σήμερα π μία τπν οικονομία τπς άλλης. Μεταξύ των απομακρυσμένων τόπων δεν θα υπήρχε καθόλου ή θα υπήρχε ελάχιστο εμπόριο. Ποια εμπορεύματα θα μπορούσαν να αντέξουν τις δαπάνες μιας χερσαίας μεταφοράς μεταξύ Λονδίνου και Καλκούτας; Ή, αν υπήρχαν κάποια τόσο πολύτιμα ώστε να αντέχουν το βάρος αυτής της δαπάνης, με ποια ασφάλεια θα μπορούσαν να μεταφερθούν διά μέσου περιοχών τόσων βάρβαρων εθνών; Ωστόσο, αυτές οι δύο πόλεις διατηρούν σήμερα μεταξύ τους ένα πολύ σημαντικό εμπόριο, και με την αμοιβαία υποστήριξη των αγορών τους ενθαρρύνουν σημαντικά η μία την οικονομία της άλλης. 4. Εφόσον λοιπόν αυτά είναι τα πλεονεκτήματα των θαλάσσιων μεταφορών, είναι φυσικό οι πρώτες βελτιώσεις στα επαγγέλματα και στην οικονομία να παρατηρούνται εκεί όπου αυτή η ευκολία ανοίγει ολόκληρο τον κόσμο ως αγορά στα προϊόντα κάθε είδους εργασίας και η εηέκτασή της στα ενδότερα μιας χώρας να καθυστερεί πάντα κατά πολύ. Η ενδοχώρα ενός τόπου είναι δυνατόν να μη διαθέτει επί ένα μακρύ χρονικό διάστημα καμία άλλη αγορά για το μεγαλύτερο μέρος των εμπορευμάτων της, εκτός από την περιοχή που την περιβάλλει και τη χωρίζει από τις θαλάσσιες ακτές και τους μεγάλους πλωτούς ποταμούς. Ηέκταση των αγορών της πρέπει επομένοχ; να βρίσκεται επί ένα μεγάλο χρονικό διάστημα σε αναλογία με τον πλούτο και την πυκνότητα πληθυσμού αυτής της περιοχής και, κατά συνέπεια, η πρόοδός της θα είναι κατ* ανάγκην μεταγενέστερη της προόδου αυτής της χώρας. Στις αποικίες μας στη Βόρειο Αμερική, οι φυτείες και ο εποικισμός ακολουθούσαν σταθερά είτε τπν παράκτια γραμμή είτε τις όχθες των πλωτών ποταμών και σπανίοος επεκτείνονταν σε κάποια σημαντική απόσταση και από τη μεν και από τις δε. 5. Σύμφωνα με την πλέον αυθεντική ιστοριογραφία, τα έθνη που εμφάνισαν πολιτισμό πριν από τα άλλα, ήταν αυτά που κατοικούσαν γύρω από τις ακτές της Μεσογείου. Η θάλασσα αυτή, που αποτελεί την κατά πολύ μεγαλύτερη κλειστή λεκάνη στον κόσμο, καθώς δεν έχει παλίρροιεςκαι, κατά συνέπεια, ούτε άλλα κύματα πέραν αυτώνπου προκαλεί ο άνεμος και μόνο, ευνόησε, λόγω της ήρεμης επιφάνειάς της, όπως και της πλειάδας των νήσων της και της εγγύτητας των γειτονικών ακτών, σε εξαιρετικό βαθμό τη νηπιακή ναυσιπλοΐα της ανθρωπότητας, όταν οι άνθρωποι, λόγω της άγνοιας της πυξίδας, φοβούνταν
48
Άνταμ Σμιθ
να εγκαταλείψουν την οπτική επαφή με την ακτή και, λόγω της μη τελειοποίησης της ναυπηγικής τέχνης, οροβούνταν να αφεθούν στα ταραγμένα κύματα του ωκεανού. Η έξοδος από τις Ηράκλειες Στήλες, η πλεύση δηλαδή πέρα από τα στενά του Γιβραλτάρ, εθεωρείτο στον αρχαίο κόσμο ως το πλέον θαυμάσιο και επικίνδυνο εγχείρημα ναυσιπλοΐας. Ακόμα και οι Φοίνικες και οι Καρχηδόνιοι, οι πλέον επιδέξιοι ναυτικοί και ναυπηγοί των παλαιών εκείνων χρόνων, επιχείρησαν κάτι τέτοιο πολύ αργότερα - και επί ένα πολύ μεγάλο διάστημα ήταν οι μόνοι λαοί που το επιχείρησαν. 6. Μεταξύ όλων των χωρών των μεσογειακών ακτών, φαίνεται ότι η Αίγυπτος ήταν η πρώτπ όπου τόσο η αγροτική οικονομία όσο και η χειροτεχνίακαλλιεργήθηκαν και προόδευσαν σε σημαντικό βαθμό. Στην Άνω Αίγυπτο, κανένα σημείο δεν απέχει περισσότερο από μερικά μίλια από τον Νείλο, ενώ στην Κάτω Αίγυπτο ο μεγάλος αυτός ποταμός διακλαδίζεται σε έναν μεγάλο αριθμό καναλιών, τα οποία, με τη βοήθεια κάποιας τεχνικής, φαίνεται ότι υποστήριξαν την ποτάμια επικοινωνία όχι μόνο μεταξύ των μεγάλων πόλεων, αλλά και μεταξύ όλων των σημαντικών χωριών, ακόμα και με πολλές αγροικίες της ενδοχώρας, με τον ίδιο σχεδόν τρόπο που αξιοποιούνται σήμερα στην Ολλανδία οι ποταμοί Ρήνος και Μόςελ. Η έκταση και η ευκολία αυτής της ναυσιπλοΐας στην ενδοχώρα ήταν πιθανώς δύο από τις κύριες αιτίες τπς πρώιμπς ανάπτυξης της Αιγύπτου. 7. Οι βελτιώσεις στην αγροτική οικονομία και στη χειροτεχνία των επαρχιών της Βεγγάλης και των Ανατολικών Ινδιών, όπως και μερικών ανατολικών επαρχιών της Κίνας, φαίνεται επίσης ότι ανάγονται στη μακρινή αρχαιότητα, παρόλο που το μεγαλύτερο μέρος αυτής της όψης της αρχαιότητας δεν τεκμηριώνεται από την ιστοριογρα(ρία εκείνη που διαθέτει σε αυτό το μέρος του κόσμου ένα βεβαιωμένο κύρος. Στη Βεγγάλη, ο Γάγγης και ορισμένοι άλλοι μεγάλοι ποταμοί σχηματίζουν έναν μεγάλο αριθμό πλωτών καναλιών, όπως ακριβώς και ο Νείλος στην Αίγυπτο. Στις ανατολικές επαρχίες της Κίνας, επίσης, αρκετοί μεγάλοι ποταμοί σχηματίζουν, με τους διάφορους κλάδους τους, μια πλειάδα καναλιών και με τη μεταξύ τους επικοινωνία καθιστούν δυνατή μια ναυσιπλοΐα εντός της ενδοχώρας πολύ πιο εκτεταμένη απ* ό,τι αυτή του Νείλου ή του Γάγγη ή ίσοος ακόμα και των δύο μαζί. Είναι αξιοσημείωτο ότι ούτε οι αρχαίοι Αιγύπτιοι, ούτε οι Ινδοί, ούτε οι Κινέζοι ενεθάρρυναν το εξωτερικό εμπόριο, αλλά φαίνεται ότι απεκόμισαν τα μεγάλα πλούτη τους από αυτή τη ναυσιπλοΐα της ενδοχώρας. 8. Ολόκληρηηενδοχώρα της Αφρικής και εκείναταμέρη της Ασίας που βρίσκονται σε μια σημαντική απόσταση βορείως του Ευξείνου και της Κασπίας θάλασσας, παρχαίαΣκυθία, ησύγχρονη χώρα των Τατάρων και η Σιβηρία φαίνεται ότι σε όλες τις εποχές τπς Ιστορίας βρίσκονταν
Έρευνα για τη Φύση και τ/S Αιτΐεε του Πλούτου των Εθνών
49
στην ίδια βάρβαρη και απολίτιστη κατάσταση στην οποία τις συναντάμε και σήμερα. Η θάλασσα των Τατάρων είναι ο παγωμένος ωκεανός που δεν επιδέχεται καμιά ναικιιπλοια και, παρότι τη χώρα αυτή σχίζουν μερικοί απότουςμεγαλύτερουςποταμούςτουκόσμου, επειδή βρίσκονται σε μια υπερβολικά μεγάλπ απόσταση ο ένας από τον άλλο, δεν διευκολύνουν το εμπόριο και τις επικοινωνίες στο μεγαλύτερο μέρος της. Στην Αφρική δεν υπάρχει καμιά από αυτές τις μεγάλες λεκάνες, όπως της Βαλτικής και της Αδριατικής θάλασσας στην Ευρώπη, της Μεσογείου και του Ευξείνου που μοιράζονται Ευρώπη και Ασία, και των Κόλπων Αραβικού, Περσικού, της Ινδίας, της Βεγγάλης και του Σιάμ στην Ασία, οι οποίες θα μπορούσαν να μεταφέρουν το θαλάσσιο εμπόριο στην ενδοχώρα αυτής της μεγάλης ηπείρου. Οι δε μεγάλοι ποταμοί της Αφρικής βρίσκοΑτται σε σημαντική απόσταση ο ένας από τον άλλο και δεν ευνοούν μια αξιόλογη ναυσιπλοΓα στην ενδοχώρα. Το εμπόριο που μπορεί να διεξαγάγει ένα έθνος μέσω ενός ποταμού ο οποίος δεν διασπάται σε έναν μεγάλο αριθμό παραποτάμων ή καναλιών και ο οποίος διασχίζει μια άλλη επικράτεια πριν φτάσει στπ θάλασσα, δεν μπορεί ποτέ να είναι αξιόλογο. Και αυτό, διότι τα έθνπ που κατέχουν αυτή την άλλη επικράτεια είνακιε θέση να εμποδίσουν την επικοινωνία μεταξύ της άνω χώρας και της θάλασσας. Η ναυσιπλοΐα μέσω του Δούναβη έχει πολύ μικρή αξία για τα διαφορετικά κράτη της Βαυαρίας, της Αυστρίας και της Ουγγαρίας, σε σχέση με αυτήν που θα είχε εάν κάποιο απ'αυτά κατείχε το σύνολο της διαδρομής του μέχρι τις εκβολές του στη Μαύρη θάλασσα.
"ν, -'few-
i,
-ϊ. '-w/'i'•./'. «ί.·,
Ην,,,φ'·
Σχετικά με την προέλευση και τη χρήση τον χρήματοε 1. Από τη στιγμή που θα επικρατήσει επαρκώς ο καταμερισμός εργασίας, το προϊόν της εργασίας ενός ανθρώπου μπορεί να εξυπηρετήσει μόνο ένα μικρό μέρος των αναγκών του. Ένα πολύ μεγαλύτερο μέρος τους εξυπηρετείται μόνο μέσω τπς ανταλλαγής του τμήματος εκείνου του προϊόντος της εργασίας του που υπερβαίνει την προσωπική του κατανάλακτη, έναντι εκείνου του μέρους του προϊόντος της εργασίας άλλων ανθρώπων που αυτός έχει ανάγκη. Με αυτόν τον τρόπο, κάθε άνθρωπος ζει μέσω της ανταλλαγής ή, κατά κάποιο τρόπο, γίνεται έμπορος, και η ίδια η κοινωνία εξελίσσεται σε μια εμπορική κοινο)νία με την κυριολεξία του όρου. 2. Όταν όμως άρχισε να λαμβάνει χώρα για πρώτη φορά ο καταμερισμός της εργασίας, αυτή η δυνατότητα ανταλλαγής αντιμετώπισε στην πράξη σημαντικά εμπόδια και δυσχέρειες. Ας υποθέσουμε ότι ένας άνθρωπος κατέχει μεγαλύτερπ ποσότητα από ένα εμπόρευμα arf αυτήν που έχει ο ίδιος ανάγκπ, ενώ ένας άλλος κατέχει μια μικρότερη ποσότητα. Κατά συνέπεια, ο πρώτος θα ήταν ευτυχής να απαλλαγεί και ο δεύτερος να αγοράσει ένα μέρος αυτού του πλεονάσματος. Αν όμως ο δεύτερος δεν συνέβαινε να κατέχει τίποτα από αυτά που έχει ανάγκη ο πρώτος, δεν θα γινόταν μεταξύ τους καμιά ανταλλαγή. Ο κρεοπώλης έχει στο κατάστημά του περισσότερο κρέας ατί όσο μπορεί ο ίδιος να καταναλώσει και ο ζυθοποιός και ο αρτοποιός θα ήταν πρόθυμοι να αγοράσουν ένα μέρος του. Αλλά δεν έχουν τίποτα να του προσφέρουν ως αντάλλαγμα, εκτός από τα προϊόντα του αντίστοιχου επαγγέλματός τους, και ο κρεοπώλης έχει ήδη προμηθευτεί όλο το ψοομί και την μπίρα που έχει άμεσα ανάγκη. Σε αυτή την περίπτωσπ, δεν μπορεί να γίνει μεταξύ τους καμιά ανταλλαγή. Ούτε αυτός μπορεί να είναι ο έμπορός τους, ούτε αυτοί πελάτες του. Και με αυτόν τον τρόπο, είναι όλοι αμοιβαία λιγότερο ωφέλιμοι ο ένας στον άλλο. Προκειμένου
52
Άνταμ
Σμιθ
να αποφύγει τη δυσχέρεια τέτοιων καταστάσεων, κάθε φρόνιμος άνθρωπος, σε κάθε περίοδο της κοινωνίας μετά την καθιέρωση του καταμερισμού της εργασίας, θα πρέπει να προσπάθησε να διευθύνει τις υποθέσεις του κατά τέτοιο τρόπο ώστε να διαθέτει πάντα, πέραν του ιδιαίτερου προϊόντος της δραστηριότητάς του, μια ορισμένη ποσότητα κάποιου άλλου εμπορεύματος το οποίο θα θεωρούσε ότι λίγοι άνθρωποι θα αρνούνταν ως αντάλλαγματουπροϊόντος της δικής τους δραστηριότητας. 3. Είναι πιθανόν ότι για το σκοπό αυτόν επινοήθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν διαδοχικά πολλά διαφορετικά εμπορεύματα. Στις πρωτόγονες εποχές της κοινωνίας, λέγεται ότι το κοινό εργαλείο του εμπορίου ήταν τα βοοειδή. Και, παρότι πρέπει να ήταν ένα από τα πλέον δύσχρηστα, στιςπαλαιότερες εποχές συναντάμε πράγματα που αξιολογούνταν συχνά σύμφωνα μετοναριθμότωνβοοειδώντα οποία δίδονταναχ;αντάλλαγμα γι' αυτά. Η πανοπλία του Διομήδη, λέει ο Όμηρος, κόστιζε μόνο εννιά βόδια, ενώ αυτή του Γλαύκου κόστιζε εκατό βόδια. Λέγεται ότι στην Αβησσυνία το κοινό όργανο του εμπορίου και των ανταλλαγών ήταν το αλάτι, σε κάποιες ακτές των Ινδιών ήταν ένα είδος κοχυλιών, στη Νέα Γη ήταν ο αποξηραμένος βακαλάος, στη Βιρτζίνια ο καπνός, σε μερικές αποικίες μας των ΔυΉκών Ινδιών η ζάχαρη, σε κάποιες άλλεςχώρεςτατομάριαζώωνήταδφμάτινα ρούχα, και σήμερα υπάρχει ένα χωριό στη Σκοτία όπου μπορεί κανείς να συναντήσω, όπως μου λένε, έναν εργάτη ο οποίος έρχεται στο (ρούρνο ή στην ταβέρνα φέρνοντας καρφιά αντί για χρήματα. 4. Φαίνεται, οκπόσο, ότι σε όλες τις χώρες, κάποιες ακαταμάχητες αιτίες οδήγησαν τους ανθρώπους στο να προτιμήσουν για το σκοπό αυτόν, πέρα από κάθε άλλο εμπόρευμα, τα μέταλλα. Τα μέταλλα όχι μόνο μπορούν να διατηρηθούν με τις μικρότερες απώλειες από οποιοδήποτε άλλο εμπόρευμα, αφού πολύ δύσκολα μπορούμε να συναντήσουμε κάτι λιγότερο αλλοιώσιμο arf αυτά, αλλά μπορούν επίσης να υποδιαιρεθούν σε οποιονδήποτε αριθμό κομματιών, όπως επίσης τα κομμάτια αυτά μπορούν να επανενωθούν με τη σύντηξη. Η ιδιότητα αυτή, που δεν την κατέχει κανένα άλλο από τα εξίσου ανθεκτικά εμπορεύματα, είναι αυτή που περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη τα καθιστά κατάλληλα για να αποτελέσουν τα όργανα του εμπορίου και της κυκλοφορίας. Ο άνθρωπος που ήθελε, για παράδειγμα, να αγοράσει αλάτι και δεν μπορούσε να προσφέρει (ος αντάλλαγμα τίποτα άλλο από ζωντανά, θα ήταν υποχρεωμένος να αγοράζει κάθε φορά αλάτι αξίας ενός ολόκληρου βοδιού πενός ολόκληρου προβάτου. Σπανίοος θα μπορούσε να αγοράσει λιγότερο αλάτι, γιατί αυτό που θα έπρεπε να δώσει ως αντάλλαγμα σπανίοος θα μπορούσε να μοιραστεί χωρίς ζημιά. Και, εάν σκόπευε να αγοράσει περισσότερο αλάτι, θα ήταν για τους
Έρευνα για τη Φύση και τ/s Αιτΐεε του Πλούτου των Εθνών
53
ίδιους λόγους αναγκασμένος να αγοράσει διπλάσια ή τριπλάσια ποσότητα, δηλαδή ίση με την αξία δύο ή τριών βοδιών ή δύο ή τριών προβάτων. Αν, αντίθετα, μπορούσε να δώσει, ως αντάλλαγμα για το αλάτι, μέταλλα και όχι βόδια ή πρόβατα, θα μπορούσε εύκολα να απομονώσει μια ποσότητα μετάλλου ανάλογη με την ακριβή ποσότητα του εμπορεύματος που είχε άμεση ανάγκη. 5. Για το σκοπό αυτόν, χρησιμοποιήθηκαν από τους διάφορους λαούς διάφορα μέταλλα. Οι αρχαίοι Σπαρτιάτες είχαν ως κοινό όργανο εμπορίου το σίδηρο, οι αρχαίοι Ρωμαίοι το χαλκό και οι πλούσιοι και εμπορικοί λαοί τον άργυρο και το χρυσό. 6. Φαίνεται ότι τα μέταλλα αυτά χρησιμοποιήθηκαν στην αρχή υπό τη μορφή ακατέργαστων ράβδων,χωρίςκαμιάσφραγίδαήνομισματική μονάδα. Έτσι, λοιπόν, πληροφορούμαστε από τον Πλίνιο^ ότι, σύμφωνα με μαρτυρία ενός αρχαίου ιστορικού, του Τιμαίου, μέχρι την εποχή του Σέρβιου Τύλιου οι Ρωμαίοι δεν διέθεταν νόμισμα υπό μορφήν κέρματος, αλλά, προκειμένου να αγοράσουν οτιδήποτε είχαν ανάγκη, χρησιμοποιούσαν ασφράγιστες ράβδους χαλκού. Επομένοος, εκείνη την εποχή, αυτές οι ακατέργαστες ράβδοι επιτελούσαν τη λειτουργία του χρήματος. 7. Η χρήση μετάλλων σε αυτή την ακατέργαστη κατάσταση συνοδευόταν από δύο σημαντικές αδυναμίες: πρώτον, το πρόβλημα της ζύγισης και, δεύτερον, αυτό της καθαρότητάς τους. Στην περίπτοκτη των πολύτιμων μετάλλων, όπου μια μικρή διαφορά στο βάρος μεταφράζεται σε μια μεγάλη διαφορά στην αξία, ακόμα και η εργασία της ζύγισης με την απαιτούμενη ακρίβεια προϋποθέτει τουλάχιστον σταθμά και ζυγούς μεγάλης ακριβείας. Ιδίωςηζύγισητουχρυσού είναι μιασχετικά λεπτολόγος εργασία Στην περίπτωση των μη ευγενών μετάλλων, αντίθετα, όπου ένα μικρό λάθος θα έχει μικρή σημασία, η απαιτούμενη ακρίβεια αναμφίβολα θα είναι μικρότερη. Ωστόσο, όταν ο κάθε φτωχούλης, που χρειάζεται να αγοράσειήνα πωλήσει πράγματααξίας ίσης με ένα φαρδίνι, είναι υποχρεοαμένος να ζυγίζει αυτό το φαρδίνι, αυτό είναι υπέρμετρα κουραστικό. Η εργασία εκτίμησης της καθαρότητας είναι ακόμα πιο δύσκολη, ακόμα πιο επίπονη, και, αν εξαιρέσουμε την περίπτοκπι της διάλυσης ενός μέρους του μετάλλου στο χωνευτήριο, με τη βοήθεια κατάλληλων διαλυτικών μέσων, τα συμπεράσματα που εξάγονται ατί αυτήν είναι εξαιρετικά αβέβαια. Από την άλλη πλευρά, πριν από τη θεσμοθέτηση της κοπής νομίσματος, οι άνθρωποι ήταν πάντα εκτεθειμένοι στην πιο χονδροειδή απάτη και αδικία, και υπήρχε πάντα ο κίνδυνος οχ; αντάλλαγμα για τα αγαθά τους, αντί μίας λίβρας καθαρού αργύρου ή χαλκού, να εισπράξουν μια νοθευμένη σύνθεση των mo ευτελών υλικών που στην εξωτερική τους εμφάνιση δεν διέφεραν από αυτά τα μέταλλα Για την αποτροπή αυτών
54
Άνταμ Σμιθ
των ατιμιών, τη διευκόλυνση των συναλλαγών και, κατά συνέπεια, την ενθάρρυνση κάθε μορφής παραγωγικής και εμπορικής δραστηριότητας, σε όλες τις χώρες που είχαν πραγματοποιήσει κάποιες σημαντικές προόδους κρίθηκε αναγκαίο να προσθέσουν μια δημόσια σφραγίδα σε συγκεκριμένα βάρη των ιδιαίτερων εκείνων μετάλλων που χρησιμοποιούνταν ευρέως για την αγορά αγαθών. Εξ ου η απαρχή της κερματικής μορφής νομίσματος και εκείνων των δημόσιων γραφείων που ονομάστηκαν «νομισματοκοπεία», θεσμοί ακριβώς της ίδιας φύσης με αυτούς των δημόσιων πιστοποιητών του μάλλινου και του λινού υφάσματος. Όλοι αυτοί οι θεσμοί στοχεύουν στο να πιστοποιήσουν, μέσω μιας δημόσιας σφραγίδας, την ποσότητα και την ομοιόμορφη ποιότητα των διαφόρων εμπορευμάτων που φέρονται στπν αγορά. 8. Οι πρώτες δημόσιες σφραγίδες αυτού του είδους που προστέθηκαν στα τρέχοντα μέταλλα, φαίνεται ότι σε πολλές περιπτώσεις στόχευαν στο να πιστοποιήσουν αυτό του οποίου η εξασφάλιση ήταν ταυτόχρονα η πιο δύσκολη και η πιο σημαντική, δηλαδή την ποιότητα ή την καθαρότητα του μετάλλου. Φαίνεται ακόμα ότι έμοιαζαν με το σημάδι γνησιότητας που αποτυπώνεται σήμερα στα φύλλα ή στις ράβδους αργύρου ή με το ισπανικό σημάδι, που αποτυπώνεται συχνά στις χελώνες χρυσού και το οποίο, καθώς χτυπιέται στη μία μόνο πλευρά του κομματιού και δεν καλύπτει ολόκληρη την επιφάνεια, πιστοποιεί την καθαρότητα και όχι το βάρος του μετάλλου. Ο Αβραάμ ζύγισε στον Έφρωνα τα τετρακόσια σέκελ^ αργύρου, τα οποία είχαν συμφωνήσει να πληρώσει για τον αγρό του Μαχπελά. Παρόλο, όμοος, που αναφέρονται ως το τρέχον νόμισμα του εμπόρου, εισπράττονται ως βάρος και όχι οχ; αριθμητική ποσότητα, κατά τον ίδιο τρόπο που γίνονται σήμερα δεκτές οι χελώνες χρυσού ή οι ράβδοι αργύρου. Λέγεται ότι τα εισοδήματα των αρχαίων Σαξόνων βασιλιάδων της Αγγλίας πληρώνονταν όχι σε χρήμα, αλλά σε είδος, δηλαδή σε τρόφιμα και σε μέσα συντήρησης κάθε είδους. Το έθιμο της πληρωμής τους σε χρήμα το εισήγαγε ο Γουλιέλμος ο Κατακτητής. Ωστόσο, τα χρήματα αυτά επί ένα μεγάλο διάστημα εισπράττονταν στο θησαυροφυλάκιο ως βάρος και όχι ως αριθμητική ποσότητα. 9. Η μη πρακτικότητα και η δυσκολία ζύγισης αυτών των μετάλλων με ακρίβεια προκάλεσαν τη θεσμοθέτηση των κερμάτων, η σφραγίδα των οποίων, καθώς κάλυπτε τελείως και τις δύο όψεις του κέρματος και μερικές φορές και τις ακμέςτου, υποτίθεται ότι πιστοποιούσε όχι μόνο την καθαρότητα, αλλά και το βάρος του μετάλλου. Αυτά τα κέρματα εισπράττονταν συνεπώς ως αριθμητική ποσότητα, όποος και σήμερα, απαλλαγμένα από το πρόβλημα της ζύγισης. 10. Η ονομασία αυτών των κερμάτων φαίνεται ότι αρχικά εξέφραζε το
Έρευνα για τη Φύση και τ/s Αιτΐεε του Πλούτου των Εθνών
55
βάρος ή την ποσότητα του περιεχόμενου μετάλλου. Στην εποχή του Σέρβιου Τύλιου, που ήταν ο προάτος ο οποίος έκοψε κέρματα στη Ρώμη, το ρωμαϊκό Ας ή Πόντο περιείχε μια ρωμαϊκή λίβρα καλού χαλκού. 'Οπως και η δική μας λίβρα Troy^, υποδιαιρείτο σε δώδεκα ουγκιές, καθεμιά από τις οποίες περιείχε μια πραγματική ουγκιά καλού χαλκού. Την εποχή του Εδουάρδου του I, η αγγλική λίρα στερλίνα περιείχε μία λίβρα (βάρος Tower) αργύρου γνοκπής καθαρότητας. Η λίβρα Tower φαίνεται ότι ήταν κάτι περισσότερο από τη ρωμαϊκή λίβρα και κάτι λιγότερο από τη λίβρα Troy, η οποία εισήχθπ στο νομισματοκοπείο της Αγγλίας μόλιςτο 18ο χρόνο της βασιλείαςτου Ερρίκου του VIII (1745, Σ.τ.Μ.). Η γαλλική λίβρα περιείχε κατά την εποχή του Καρλομάγνου μία λίβρα Troy γνοκπής καθαρότητας αργύρου. Την αγορά της Troyes στην Καμπανία επισκέπτονταν την εποχή εκείνη όλα τα έθνη της Ευρώπης, και τα βάρη και οι μονάδες μέτρησης μιας τόσο φημισμένης αγοράς ήταν ευρέως γνωστά και σεβαστά. Η σκοτική λίρα περιείχε από την εποχή του Αλεξάνδρου του Α' μέχρι αυτήν του Ρόμπερτ Μπρους (Robert Bruce) μία λίβρα αργύρου του ιδίου βάρους και καθαρότητας με την αγγλική στερλίνα. Επίσης, οι αγγλικές, οι γαλλικές και οι σκοτικές πένες περιείχαν αρχικά το βάρος μίας πένας αργύρου, το ένα εικοστό μιας ουγκιάς και τα δύο εκατοστά τεσσαρακοστά μιας λίβρας. Το σελίνι επίσης φαίνεται ότι αρχικά προσδιοριζόταν οος βάρος. Ένα παλαιό διάταγμα του Ερρίκου του VIII ανέφερε ότι, όταν το σιτάρι κοστίζει δώδεκα σελίνια το κουάρτο, τότε το ψωμί αξίας ενός φάρθιγκ (φαρδινιού) θα ζυγίζει έντεκα σελίνια και τέσσερις πένες. Ωστόσο, η αναλογία μεταξύ σελινιού και πένας, είτε μεταξύ σελινιού και λίβρας, φαίνεται ότι δεν ήταν τόσο σταθερή και ομοιόμορφη όσο αυτή μεταξύ πένας και λίβρας. Στην εποχή του πρώτου βασιλικού οίκου της Γαλλίας, το γαλλικό Sou ή σελίνι εμφανίζεται σε διάφορες περιπτώσεις να περιέχει πέντε, δώδεκα, είκοσι ή σαράντα πένες. Στους αρχαίους Σάξονες το σελίνι εμφανίζεται κάποια στιγμή να περιέχει μόνο πέντε πένες και είναι πολύ πιθανό να είχε την ίδια διακύμανση για τους Σάξονες όπως και για τους γείτονές τους, τους Φράγκους. Από την εποχή του Καρλομάγνου για τους Γάλλους και του Γουλιέλμου του Κατακτητή για τους Αγγλους, η αναλογία μεταξύ λίβρας, σελινιού και πέναςφαίνεται ότι σταθεροποιήθηκε στα επίπεδα όπου βρίσκεται και σήμερα, παρότι η αξία καθενός από τα τρία αυτά είναι πολύ διαφορετική. Γιατί, όπως πιστεύω, σε όλες τις χώρες του κόσμου η απληστία και η αδικία των πριγκίπων και των ανώτατων αρχόντων που καταχρώνται την εμπιστοσύνη των υπηκόων τους, έχουν μειώσει σε σημαντικό βαθμό την ποσότητα του μετάλλου που περιείχαν αρχικά τα νομίσματά τους. Το ρωμαϊκό Ας, την τελευταία περίοδο της
56
Άνταμ Σμιθ
Αυτοκρατορίας, είχε μειωθεί στο ένα εικοστό τέταρτο της αρχικής του αξίας και, αντί να ζυγίζει μία λίβρα, ζύγιζε μόνο μισή ουγκιά. Η αγγλική λίρα και η πένα περιέχουν σήμερα περίπου μόνο το ένα τρίτο, η σκοτική λίρα και πένα περιέχουν περίπου το ένα τριακοστό έκτο, και η γαλλική λίρα και uiya περίπου το ένα εξηκοστό έκτο της αρχικής τους αξίας. Με τις ενέργειές τους αυτές, οι μονάρχες και τα κράτη ήταν σε θέση, φαινομενικά, να αποπληρώνουν τα δάνειά τους και να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους με μια μικρότερη ποσότητα αργύρου από αυτήν που θα απαιτείτο διαφορετικά. Στην πραγματικότπτα, αυτό ήταν μόνο φαινομενικό, γιατί από τους πιστοατές τους υπεξαιρείτο μόνο ένα μέρος από αυτά που τους οφείλονταν. Όλοι οι άλλοι οφειλέτες της χώρας αποκτούσαν το ίδιο προνόμιο και μπορούσαν να πληρώνουν με το ίδιο ονομαστικό άθροισμα του νέου και υποτιμημένου νομίσματος οτιδήποτε είχαν δανειστεί με το παλαιό. Επομένως, αυτές οι ενέργειες αποδεικνύονταν πάντα ευνοϊκές προς τον οφειλέτη και καταστροφικές για τον πιστωτή, και μερικές φορές προκάλεσαντον αφανισμό ιδιωτικών περιουσιών σε μεγαλύτερη και καθολικότερη έκταση από αυτήν που θα μπορούσε να προκληθεί από μια πολύ μεγάλη εθνική συμφορά. 11. Μ αυτό λοιπόν τον τρόπο, το χρήμα έγινε σε όλες σχεδόν τις πολιτισμένες χώρες το καθολικό όργανο του εμπορίου, με την παρεμβολή του οποίου πωλούνται, αγοράζονται ή ανταλλάσσονται όλων των ειδών τα αγαθά. 12.θαπροχωρήσουμετώρα στην εξέταση των νόμων,τους οποίουςπαρατηρούν αυθόρμητα οι άνθρωποι κατά την ανταλλαγή των αγαθών, είτε έναντι χρήματος είτε του ενός έναντι του άλλου. Οι νόμοι αυτοί καθορίζουν αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «σχετική» ή «ανταλλάξιμη (exchangeable) αξία των αγαθών». 13. θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι η λέξη ΑΞΙΑ έχει δύο διαφορετικές σημασίες και μερικές φορές εκφράζει τη χρησιμότητα (utility) κάποιου συγκεκριμένου αντικειμένου, ενώ κάποιες άλλες τη δυνατότητα αγοράς άλλων αγαθών, την οποία επιτρέπει η κατοχή αυτού του αντικειμένου. Η πρώτη θα μπορούσε να ονομαστεί «αξία χρήσης», η δεύτερη «αξία ανταλλαγής». Πράγματα που έχουν τη μεγαλύτερη αξία χρήσης, έχουν συχνά μικρή ή καμιά αξία ανταλλαγής και, αντιθέτους, αυτά που έχουν τη μεγαλύτερη αξία ανταλλαγής, έχουν συχνά μικρή ή καμιά αξία χρήσης. Τίποτα δεν είναι πιο χρήσιμο απ* ό,τι το νερό: αλλά με αυτό ελάχιστα πράγματα μπορούμε να αγοράσουμε, με ελάχιστα πράγματα μπορούμε να το ανταλλάξουμε. Από την άλλη μεριά, ένα διαμάντι έχει ελάχιστη αξία χρήσης, οκττόσο μπορούμε άνετα να το ανταλλάξουμε με μια μεγάλη ποσότητα άλλων αγαθών.
Έρευνα για τη Φύση και τ/s Αιτΐεε του Πλούτου των Εθνών
57
14. Προκειμένου να διερευνήσουμε τις αρχές που ρυθμίζουν την ανταλλάξιμη αξία των εμπορευμάτων, θα προσπαθήσουμε να δείξουμε: 15. Π(^ον, ποιο είναι το πραγματικό μέτρο αυτής της ανταλλάξιμης αξίας ή από τι αποτελείται η πραγματική τιμή όλων των εμπορευμάτων. 16. Δεύτερον, ποια είναι τα διάφορα μέρη που συνθέτουν αυτή την πραγματική τιμή. 17. Και, τέλος, ποιες είναι οι πραγματικές περιστάσεις που μερικές φορές αυξάνουν ορισμένα τμήματα ή το σύνολο των ανωτέρω τμημάτων της τιμής, και συχνά τα συμπιέζουν κάτω από το φυσικό ή κανονικό τους επίπεδο. Ή ποιες είναι οι αιτίες που μερικές φορές εμποδίζουν τη σύμπτωση της αγοραίας τιμής, δηλαδή της πραγματικήςτιμήςτων εμπορευμάτων, με αυτό που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε «φυσική τους τιμή». 18. Στα τρία επόμενα κεφάλαια, όπου ειλικρινά κάνουμε έκκληση τόσο στην υπομονή όσο και στην προσοχή του αναγνώστη, θα προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε τα τρία αυτά ζητήματα με τη μεγαλύτερη δυνατή πληρότητα και ευκρίνεια. Κάνουμε έκκληση στην υπομονή, προκειμένου να εξετάσουμε μιαλεπτομέρεια που ίσως σε κάποια σημεία φανεί αναιτιολόγητα κουραστική, και ζητάμε την προσοχή του προκειμένου να αντιληφθεί κάτι που, ακόμα και έπειτα από την πιο πλήρη ερμηνεία την οποία είμαι σε θέση να προσφέρω, ίσως συνεχίσει να φαίνεται σε κάποιο βαθμό σκοτεινό. Είμαι πάντα πρόθυμος να διακινδυνεύσω να γίνω κουραστικός, προκειμένου να είμαι σίγουρος ότι γίνομαι διαυγής. Ωστόσο, παρ' όλες τις επώδυνες προσπάθειες να γίνω διαυγής, λόγω της εξαιρετικά αφηρημένης φύσης του θέματος, δεν μπορώ να είμαι σίγουρος ότι θα εκλείψουν όλα τα σκοτεινά του σημεία.
Σημειώσειε 1. Pliny, Naturalis Historia, τόμος XXXIII, κεφ. III. 2. Σέκελ ή σίκλος: αρχαίο εβραϊκό νόμισμα (Σ.τ,Ε.). 3. Troy: Μονάδα βάρους που αντιστοιχεί σε 12 ουγκιές. Η λέξη «Troy» προέρχεται από το πρότυπο βάρους που χρησιμοποιείτο στην αγορά της Troyes, στη Γαλλία (Σ.τ.Ε.).
%(
c i i ^ t
η
1
f'\
m 9
Σχετικά με την πραγματική και την ονομαστική τιμή των εμπορευμάτων ή την τιμή τονε σε εργασία και την τιμή τονε σε χρήμα L Κάθε άνθρωπος είναι φτωχός ή πλούσιος, ανάλογα με το βαθμό στον οποίο είναι σε θέσπ να απολαμβάνει τα αναγκαία αγαθά, τις ανέσεις και τις χαρές τπς ανθρώπινης ζωής. Ωστόσο, μετά την ολοκληροπική εμπέδακιη του καταμερισμού εργασίας, ο άνθρωπος μπορεί με την προσωπική του εργασία να προσφέρει στον εαυτό του μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό από τα παραπάνω. Το μεγαλύτερο μέρος τους θα πρέπει να το αντλήσει από την εργασία άλλων ανθρώπων, οπότε θα είναι πλούσιος ή φτωχός ανάλογα με την ποσότητα αυτής της εργασίας που μπορεί να ελέγχει (to command) ή που είναι σε θέση να αγοράσει. Η αξία οποιουδήποτε εμπορεύματος, επομένως, για τον άνθρωπο που το κατέχει και που δεν σκοπεύει να το χρπσιμοποιήσει ή να το καταναλώσει ο ίδιος, αλλά να το ανταλλάξει με άλλα εμπορεύματα, είναι ίση με την ποσότητα της εργασίας την οποία αυτό τού επιτρέπει να αγοράσει ή να ελέγχει. Επομένως, π εργασία είναι το πραγματικό μέτρο τπς ανταλλάξιμπς αξίας όλων των εμπορευμάτων. 2. Η πραγματική τιμή ενός πράγματος, αυτό που πραγματικά κοστίζει στον άνθρωπο ο οποίος θέλει να το αποκτήσει, είναι ο μόχθος και ο κόπος της απόκτπσής του. Αυτό που ένα πράγμα αξίζει για κάποιον που το έχει αποκτήσει και θέλει να το διαθέσει ή να το ανταλλάξει με κάτι άλλο, είναι ο μόχθος και ο κόπος που μπορεί να εξοικονομήσει για τον εαυτό του και που μπορεί να επιβαρύνει άλλους ανθρώπους. Αυτό που αγοράζουμε με χρήματα ή με αγαθά, το προμηθευόμαστε με τόση εργασία, όση (θα χρειαζόταν) για να το αποκτήσουμε από το μόχθο του σώματός μας. Τα χρήματα ή αυτά τα αγαθά μάς απαλλάσσουν arf αυτόν το μόχθο. Περιέχουν την αξία μιας ορισμένης ποσότητας εργασίας, την οποία ανταλλάσσουμε με αυτό που υποτίθεται ότι
60
Άνταμ Σμιθ
εκείνη τη στιγμή περιέχει αξία ίσης ποσότητας. Η εργασία ήταν η πρώτη τιμή, τα αρχικά χρήματα για αγορά που πληρώνονταν για κάθε πράγμα. Όλος ο πλούτοςτου κόσμου αρχικά αγοράστηκε όχι με χρυσό και άργυρο, αλλά με την εργασία, και η αξία του γι' αυτούς που τον κατέχουν και θέλουν να τον ανταλλάξουν με κάποια νέα προϊόντα είναι ακριβώς ίση με την ποσότητα εργασίας την οποία ο πλούτος αυτός τούς επιτρέπει να αγοράσουν ή να ελέγχουν. 3.0 πλούτος, όπως λέει ο κ. Χομπς (Hobbes), είναι εξουσία Αλλά το άτομο που είτε αποκτά είτε κληρονομεί μια μεγάλη περιουσία, δεν αποκτά Kaf ανάγκην ή δεν κληρονομεί κάποια πολιτική εξουσία, αστική (dvil) ή στρατιωτική. Η περιουσία του ενδέχεται να του προσφέρει τα μέσα της απόκτησης και των δύο, αλλά η απλή κατοχή αυτής της περιουσίας δεν του αποφέρει υποχρεωτικά καμιά από τις δύο. Η εξουσία την οποία τού αποφέρει άμεσα και ευθέως αυτή η κατοχή, είναι η εξουσία τού αγοράζειν: ο συγκεκριμένος έλεγχος που μπορεί να αποκτήσει εφ' όλης της εργασίας ή όλου του προϊόντος της εργασίας που βρίσκεται εκείνη τη στιγμή στην αγορά. Η περιουσία του είναι μεγαλύτερη ή μικρότερη, ανάλογα με την έκταση αυτής της εξουσίας ή με την ποσότητα είτε της εργασίας των άλλων ανθρώπων είτε (που είναι τελικά το ίδιο πράγμα) του προϊόντος της εργασίας των άλλων ανθρώπων, το οποίο η εξουσία αυτή τού επιτρέπει να αγοράσει ή να ελέγξει. Η ανταλλάξιμη αξία κάθε πράγματος πρέπει πάντα να είναι ακριβώς ίση με την έκταση αυτής της εξουσίας που αποφέρει στον ιδιοκτήτη της. 4. Παρότι όμως η εργασία αποτελεί το πραγματικό μέτρο της ανταλλάξιμης αξίας κάθε εμπορεύματος, η αξία του δεν εκτιμάται συνήθως μέσω αυτής. Συχνά είναι δύσκολο να βεβαιώσουμε την αναλογία μεταξύ δύο διαφορετικών ποσοτήτων εργασίας. Η αναλογία αυτή δεν προσδιορίζεται μόνο από το χρόνο που αναλώθηκε σε δύο διαφορετικά είδη εργασίας. Πρέπει επίσης να συνυπολογιστούν οι διαφορετικοί βαθμοί καταπόνησης που προκλήθηκε και ευστροφίας που ασκήθηκε. Μια σκληρή δραστηριότητα διάρκειας μίας ώρας είναι πιθανό να περιέχει περισσότερη εργασία απ* ό,τι μια εύκολη δραστηριότητα διάρκειας δύο ωρών. Ή, ακόμα, μια δραστηριότητα μίας ώρας ενός επαγγέλματος, η εκμάθηση του οποίου απαιτεί δέκα χρόνια, ίσως περιέχει περισσότερη εργασία από τη μηνιαία προσπάθεια μιας συνηθισμένης και ανειδίκευτης απασχόλησης. Δεν είναι όμως εύκολο να ορίσουμε κάποιο ακριβές μέτρο είτε της δυσκολίας είτε της ευστροφίας. Στην πραγματικότητα, κατά την ανταλλαγή διαφορετικών προϊόντων που προέρχονται από διαφορετικά είδη εργασίας, συνήθως γίνεται και για τα δύο μια αξιολόγηση. Ωστόσο, η ρύθμιση αυτή γίνεται όχι μέσω κάποιου ακριβούς μέτρου, αλλά μέσω της διαπραγμάτευσης και της
Έρευνα για τη Φύση και τ/s Αιτΐεε του Πλούτου των Εθνών
61
συνδιαλλαγής της αγοράς, σύμφωνα με εκείνο το είδος χονδρικής ισότητας το οποίο, παρόλο που δεν είναι ακριβές, είναι αρκετό για τη διεκπεραίοκτη των καθημερινών δραστηριοτήτων. 5. 'Αλλοοστε, κάθε εμπόρευμα ανταλλάσσεται, και επομένως συγκρίνεται, πιο συχνά με άλλα εμπορεύματα, παρά με εργασία. Είναι επομένως πιο φυσικό να εκτιμήσουμε την ανταλλάξιμη αξία του μέσω της ποσότητας κάποιου άλλου εμπορεύματος, παρά μέσω της εργασίας την οποία μπορεί αυτό να αγοράσει. Εξάλλου, ο περισσότερος κόσμος αντιλαμβάνεται καλύτερα τι σημαίνει «ποσότηταενός συγκεκριμένου εμπορεύματος», παρά «ποσότπτα εργασίας». Το πρώτο είναι ένα πλήροος απτό αντικείμενο, ενώτοδεύτερο συνιστά μια αφηρημένη έννοια, που, αν και μπορούμε να την κατανοήσουμε επαρκώς, συνολικά δεν είναι τόσο φυσική και προφανής. 6. Όταν όμως σταματά ο αντιπραγματισμός (π ανταλλαγή αγαθών με αγαθά - Σ.τ.Μ.) και το χρήμα γίνεται το καθολικό όργανο του εμπορίου, το κάθε συγκεκριμένο εμπόρευμα ανταλλάσσεται συχνότερα με χρήμα arf ό,τι με ένα άλλο εμπόρευμα. Ο κρεοπώλης σπάνια κουβαλά το βοδινό ή το πρόβιο κρέας του στον φούρναρπ ή στον ζυθοποιό, προκειμένου να τα ανταλλάξει με ψωμί ή μπίρα, αλλά τα κουβαλά στην αγορά, όπου τα ανταλλάσσει με χρήματα και στη συνέχεια ανταλλάσσει αυτά τα χρήματα με ψωμί και μπίρα. Η ποσότητα χρήματος ποι) εισπράττει από τα προϊόντα του ρυθμίζει επίσης την ποσότητα ψωμιού και μπίρας που μπορεί να αγοράσει στπ συνέχεια. Γι' αυτόν επομένως είναι πιο φυσικό και προφανές να εκτιμήσει την αξία τους μέσω της ποσότητας του χρήματος, του εμπορεύματος με το οποίο τα ανταλλάσσει άμεσα, απ* ό,τι μέσω της ποσότπτας ψωμιού και μπίρας, των εμπορευμάτων με τα οποία μπορεί να ανταλλάξει τα προϊόντα του μόνο με την παρέμβαση ενός άλλου εμπορεύματος. Και είναι μάλλον πιο φυσικό να πούμε ότι το κρέας του αξίζει τρεις ή τέσσερις πένες ανά λίβρα, απ* ό,τι να πούμε ότι αξίζει τρεις ή τέσσερις λίβρες ψο)μί ή τρία ή τέσσερα κουάρτα άψητης μπίρας. Καταλήγουμε επομένως ότι η ανταλλάξιμη αξία κάθε εμπορεύματος εκτιμάται συνηθέστερα από την ποσότητα του χρήματος arf ό,τι από την ποσότητα της εργασίας ή οποιουδήποτε άλλου εμπορεύματος θα μπορούσε να ανταλλαγεί με αυτήν. 7. Ωστόσο, ο χρυσός και ο άργυρος, όπως και οποιοδήποτε άλλο εμπόρευμα, είναι μεταβαλλόμενης αξίας, δηλαδή μερικές φορές είναι φθηνότεροι και μερικές ακριβότεροι, μερικές (ρορές αγοράζονται ευκολότερα και μερικέςδυσκολότερα Ηποσότητατηςεργασίαςπου μπορεί να αγοράσει ή να ελέγξει μια συγκεκριμένη ποσότητα από αυτά ή η ποσότητα άλλων αγαθών με την οποία θα ανταλλαγούν, εξαρτάται πάντα από την υψηλή ή χαμηλή απόδοση των ορυχείων, που είναι
62
Άνταμ Σμιθ
γνοκτϋά τη στιγμή που γίνεται μια τέτοια ανταλλαγή. Ηανακάλυψη των εκτεταμένων ορυχείων της Αμερικής κατά τον 16ο αιώνα μείωσε την αξία του χρυσού και του αργύρου στην Ευρώπη περίπου στο ένα τρίτο της τιμής τους. Καθώς κόστιζε λιγότερη εργασία για να προσκομιστούν τα μέταλλα αυτά στην αγορά, έτσι λοιπόν, όταν έρχονταν εκεί, μπορούσαν να αγοράσουν ή να ελέγξουν λιγότερη εργασία. Και αυτή η επανάσταση στην αξία τους, παρά το ότι είναι ίσοος η μεγαλύτερη, ασφαλώς δεν είναι και η μοναδική που περιγράφεται στην Ιστορία. 'Οταν όμως ένα μέτρο της ποσότπτας, όπως το φυσικό πόδι, η οργιά ή η χούφτα, μεταβάλλεται συνεχώς ως προς τη δική του ποσότητα, δεν μπορεί ποτέ να είναι ακριβές μέτρο της ποσότητας άλλων πραγμάτων. Ένα εμπόρευμα του οποίου η αξία μεταβάλλεται συνεχώς, δεν μπορεί ποτέ να αποτελεί ακριβές μέτρο της αξίας άλλων εμπορευμάτων. Μπορούμε να πούμε ότι, σε κάθε χρονική στιγμή και σε κάθε τόπο, ίσες ποσότητες εργασίας έχουν ίση αξία για τον εργάτη. Εφόσον βρίσκεται στη συνήθη γι' αυτόν κατάσταση υγείας, δύναμης και διάθεσης, και κατέχει τον συνήθη βαθμό εμπειρίας και επιδεξιότητας, αυτός πρέπει να αφιερώνει πάντα το ίδιο μερίδιο από την άνεσή του, την ελευθερία και την ευτυχία του. Το τίμημα που πλπρώνει, πρέπει πάντα να είναι το ίδιο, ανεξάρτητα από την ποσότητα των αγαθών που εισπράττει ως ανταπόδοση. Πράγματι, μερικές φορές ενδέχεται να αγοράζει μεγαλύτερη ποσότητα και μερικές φορές μικρότερη ποσότπτα απ' αυτά, αλλά αυτό που μεταβάλλεται είναι η αξία τους, όχι η τιμή της εργασίας που τα αγοράζει. Σε όλες τις εποχές και τους τόπους, το ακριβό είναι αυτό που είναι δύσκολο να το φτάσουμε ή αυτό που η απόκτησή του κοστίζει πολλή εργασία. Και φτηνό είναι αυτό που μπορούμε να το έχουμε εύκολα ή με λίγη εργασία. Επομένοος, η εργασία από μόνη της δεν είναι μεταβαλλόμενης αξίας - είναι απλά το τελικό και πραγματικό πρότυπο (standard) μέσω του οποίου μπορούν να εκτιμηθούν και να συγκριθούν οι αξίες όλων των εμπορευμάτων, σε οποιαδήποτε εποχή και τόπο. Η εργασία είναι η πραγματική τους τιμή - το χρήμα είναι μόνο η ονομαστική τους τιμή. 8. Παρότι όμως ίσες ποσότητες εργασίας είναι ίσης αξίας για τον εργάτη, για τον άνθρωπο που τον απασχολεί εμφανίζονται μερικές φορές να είναι μεγαλύτερης και μερικές φορές μικρότερης αξίας. Μερικές φορές τις αγοράζει με μια μεγαλύτερη και μερικές φορές με μια μικρότερη ποσότητα αγαθών, και η τιμή της εργασίας εμφανίζεται σε αυτόν να μεταβάλλεται όποχ; η τιμή όλων των άλλων πραγμάτων. Σε μια περίπτωση εμφανίζεται να είναι ακριβή, σε μια άλλη εμφανίζεται φτηνή. Ωστόσο, στην πραγματικότητα, αυτά που είναι φτηνά στη μία περίπτωση και ακριβά στην άλλη είναι τα ίδια τα αγαθά.
Έρευνα για τη Φύση και TIs Allies του Πλούτου των Εθνών
63
9. Kaf αυτήν, επομένοκ;, τη διαδεδομένη έννοια, μπορούμε ναπαΟμε ότιηεργασία, όπωςτα εμπορεύματα, έχει μία πραγματική και μία ονομαστική τιμή. Η πραγματική της τιμή μπορούμε να πούμε ότι απαρτίζεται από την ποσότητα των αναγκαίων μέσων διαβίωσης και των ανέσεων με τις οποίες αυτή ανταλλάσσεται. Η ονομαστική της τιμή δίνεται από μια χρηματική ποσότητα. Ο εργάτης είναι φτωχός ή πλούσιος, αμείβεται καλά ή άσχημα, ανάλογα με την πραγματική -και όχι την ονομαστική- τιμή της εργασίας του. 10. Η διάκριση μεταξύ της πραγματικής και της ονομαστικής τιμής των εμπορευμάτων και της εργασίας δεν είναι ένα απλά θεωρητικό ζήτημα, αλλά ενδέχεται να έχει κάποτε σημαντική πρακτική χρήση. Δύο ίδιεςπραγματικέςτιμές είναι πάνταίδιας αξίας. Εξαιτίας όμωςτωνμεταβολών της αξίας του χρυσού και του αργύρου, η ίδια ονομαστική τιμή αναφέρεται μερικές φορές σε πολύ διαφορετικές αξίες. Όταν επομένοχ; μια έγγεια ιδιοκτησία πωλείται με τη διατήρηση του δικαιώματος μιας συνεχιζόμενης προσόδου, εάν κανείς θέλει να έχει η πρόσοδος αυτή πάντοτε την ίδια αξία, είναι σημαντικό για την οικογένεια υπέρ της οποίας διατηρείται το δικαίωμα της προσόδου αυτή να μην αποτελείται από ένα συγκεκριμένο χρηματικό ποσό. Η αξία της, στην πεpίmcΰσn αυτή, θα υπόκειται σε μεταβολές δύο ειδών: πρώτον, σε μεταβολές που προκύπτουν από τις διαφορετικές ποσότητες χρυσού και αργύρου οι οποίες περιέχονται σε νομίσματα ίδιας ονομαστικής αξίας δύο διαφορετικών εποχών, και, δεύτερον, σε μεταβολές που προκύπτουν από τις διαφορετικές αξίες ίσων ποσοτήτων χρυσού και αργύρου σε διαφορετικές εποχές. 11. Οι ηγεμόνες και οι κυβερνήσεις υποθέτουν συχνά ότι σε μια δεδομένη στιγμή τούς συμφέρει να μειώσουν την ποσότητα του καθαρού μετάλλου που περιέχεται στο νόμισμά τους. Σπανίως όμως υποθέτουν ότι έχουν κάποιο συμφέρον να την αυξήσουν. Εχω την εντύπωση ότι η ποσότητα του μετάλλου που περιέχεται σε αυτά τα κέρματα μειώνεται σχεδόν συνεχώς σε όλες τις χώρες, και σχεδόν ποτέ δεν αυξάνεται. Επομένως, τέτοιου τύπου μεταβολές τείνουν σχεδόν πάντα να μειώνουν την αξία μιας χρηματικής προσόδου. 12. Η ανακάλυψη των ορυχείων της Αμερικής μείωσε την αξία του χρυσού και του αργύρου στην Ευρώπη. Ωστόσο, η μείωση αυτή γενικά θεωρείται, χωρίς καμιά ασφαλή απόδειξη, ότι συνεχίζεται προοδευτικά, και ότι είναι πιθανό να συνεχιστεί επί ένα μεγάλο διάστημα. Επομένως, σύμφωνα με αυτή την υπόθεση, οι μεταβολές αυτές είναι πιθανότερο να μειώνουν παρά να αυξάνουν την αξία μιας χρηματικής προσόδου, ακόμα και αν συμφωνείται ρητώς ότι αυτή θα πληρώνεται όχι σε μια συγκεκριμένη ποσότητα νομισμάτων δεδομένης ονομαστικής αξίας (για παράδειγμα, σε τόσες στερλίνες).
64
Άνταμ
Σμιθ
αλλά σε τόσες ουγκιές είτε καθαρού αργύρου είτε αργύρου ενός ορισμένου προτύπου. 13. Οι πρόσοδοι που καταβάλλονταν σε σιτηρά διατήρπσαντηναξίατους πολύ καλύτερα από αυτές που καταβάλλονταν σε χρήμα, ακόμα και όταν δεν μεταβαλλόταν η ονομαστική αξία του νομίσματος. Από το 18ο έτος της βασιλείας της Ελισάβετ (1575) είχε εκδοθεί νόμος, σύμ(ρωνα με τον οποίο το ένα τρίτο της προσόδου όλων των μισθώσεων εκκλησιαστικών κτιρίων θα πρέπει να καταβάλλεται σε σιτηρά, που πρέπει να πληρώνονται είτε σε είδος είτε σύμφωνα με τις τρέχουσες τιμές της πλησιέστερης δημόσιας αγοράς. Τα χρήματα που προέρχονται από αυτή την ηρόσοδο σε σιτηρά, παρότι αρχικά αποτελούσαν μόνο το ένα τρίτο του συνόλου, σήμερα, σύμφωνα με τον Δρα Μπλάκστοουν (Dr Blackstone), αποτελούν γενικά περίπου το διπλάσιο αυτών που προκύπτουν από τα άλλα δύο τρίτα. Σύμφωνα με αυτόν τον υπολογισμό, οι παλαιές χρηματικές πρόσοδοι των εκκλησιαστικών κτιρίων κατρακύλησαν σχεδόν στο ένα τέταρτο της παλαιάς τους τιμής ή αξίζουν κάτι περισσότερο από το ένα τέταρτο των σιτηρών που άξιζαν αρχικά. Ωστόσο, από την εποχή της βασιλείας του Φιλίππου και της Μαρίας, η ονομαστική αξία του βρετανικού νομίσματος υπέστη μια μικρή έως ουδεμία μεταβολή, και ένας δεδομένος αριθμός στερλινών, σελινιών και πενών περιείχε σχεδόν την ίδια ποσότητα καθαρού αργύρου. Επομένως, η υποβάθμιση της αξίας της χρηματικής προσόδου των εκκλησιαστικών κτιρίων προέρχεται αποκλειστικά από την υποβάθμιση της αξίας του αργύρου. 14. Όταν η υποβάθμιση της αξίας του αργύρου συνδυάζεται με τη μείωση της ποσότητας του αργύρου που περιέχεται στο κέρμα της ίδιας ονομαστικής αξίας, η απώλεια είναι συνήθως ακόμα μεγαλύτερη. Στη Σκοτία, όπου η ονομαστική αξία του νομίσματος υπέστη πολύ μεγαλύτερες μεταβολές arf ό,τι στην Αγγλία, αλλά και στη Γαλλία, όπου υπέστη ακόμα μεγαλύτερες μεταβολές arf όσες παρατηρήθηκαν ποτέ στη Σκοτία, κάποιες παλαιές πρόσοδοι, που αρχικά είχαν μια σημαντική αξία, έχουν με τον τρόπο αυτό μειοοθεί περίπου στο μηδέν. 15. Δύο ίσες ποσότητες εργασίας που αναφέρονται σε δύο διαφορετικές εποχές θα αγοράζονται από ποσότητες σιτηρών, των μέσων διαβίωσης του εργάτη, που θα διαφέρουν πολύ λιγότερο ατί ό,τι θα διαφέρουν αντίστοιχες ποσότητες χρυσού και αργύρου ή οποιουδήποτε άλλου ίσως εμπορεύματος. Επομένως, δύο ίσες ποσότητες σιτηρών που αναφέρονται σε διαφορετικές περιόδους θα διαφέρουν πολύ λιγότερο ως προς την πραγματική τους αξία ή θα επιτρέπουν στον κάτοχό τους να αγοράζει ή να ελέγχει ποσότητες εργασίας άλλων ανθρώπων οι οποίες θα διαφέρουν λιγότερο. Λέω ότι θα διαφέρουν λιγότερο arf ό,τι ίσες ποσότητες σχεδόν οποιουδήποτε
Έρευνα για τη Φύση και TIS Allies του Πλούτου των Εθνών
65
άλλου εμπορεύματος, διότι ακόμα και ίσες ποσότητες σιτηρών δεν θα έχουν ταυτόσημη αξία. Τα μέσα διαβίωσης του εργάτη ή η πραγματική τιμή της εργασίας, όπως θα προσπαθήσω να δείξω στη συνέχεια, διαφέρουν πολύ ανάλογα με τις συνθήκες. Είναι πιο πλουσιοπάροχα σε μια κοινωνία αυξανόμενης ευημερίας απ' ό,τι σε μια κοινωνία που παραμένει στάσιμη και, ακόμα, είναι πιο πλουσιοπάροχα σε μια στάσιμη κοινωνία απ* ό,τι σε μια κοινωνία που οπισθοδρομεί. Ωστόσο, κάθε άλλο εμπόρευμα, σε μια δεδομένη χρονική στιγμή, θα αγοράζει μια μεγαλύτερη ή μικρότερη ποσότητα εργασίας, ανάλογα με την ποσότητα των μέσων διαβίωσης που μπορεί αυτό να αγοράσει τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Επομένοχ;, μια πρόσοδος που καταβάλλεται σε σιτηρά υπόκειται μόνο στις μεταβολές της ποσότητας εργασίας που μπορεί να αγοράσει μια δεδομένη ποσότητα σιτηρών. Μια πρόσοδος όμως που καταβάλλεται σε οποιοδήποτε άλλο εμπόρευμα υπόκειται όχι μόνο στις μεταβολές της ποσότητας εργασίας την οποία μπορεί να αγοράσει μια δεδομένη ποσότητα σιτηρών, αλλά και στις μεταβολές της ποσότητας σιτηρών που μπορεί να αγοραστεί από οποιαδήποτε ποσότητα αυτού του εμπορεύματος. 16. θα πρέπει να παρατηρήσουμε, οχπόσο, ότι, παρόλο που η πραγματική αξία μιας προσόδου σε σιτηρά μεταβάλλεται από αιώνα σε αιώνα πολύ λιγότερο arf ό,τι αυτή μιας προσόδου σε χρήμα, μεταβάλλεται πολύ περισσότερο από χρόνο σε χρόνο. Η χρηματική τιμή της εργασίας, όποχ; θα προσπαθήσω να δείξω στη συνέχεια, δεν διακυμαίνεται από χρόνο σε χρόνο με τη χρηματική τιμή των σιτηρών, φαίνεται όμως ότι προσαρμόζεται πάντα όχι στις παροδικές ή ευκαιριακές τιμές των αναγκαίων μέσων διαβίωσης, αλλά στις μέσες ή κανονικές τιμές τους. Η μέση ή κανονική τιμή των σιτηρών ρυθμίζεται και πάλι, όπως επίσης θα προσπαθήσω να δείξω στη συνέχεια, από την αξία του αργύρου, τον πλούτο ή τη φτώχεια των ορυχείων που τροφοδοτούν την αγορά με αυτό το μέταλλο ή την ποσότητα της εργασίας που πρέπει να απασχοληθεί και, κατά συνέπεια, των σιτηρών που πρέπει να καταναλωθούν, προκειμένου να μεταφερθεί μια δεδομένη ποσότητα αργύρου από το ορυχείο στην αγορά. Αλλά η αξία του αργύρου, παρότι μερικές φορές μεταβάλλεται σε μεγαλύτερο βαθμό από αιώνα σε αιώνα, σπανίοος μεταβάλλεται σημαντικά από χρόνο σε χρόνο και συχνά συνεχίζει να μένει η ίδια ή περίπου η ίδια επί μισό ή και έναν ολόκληρο αιώνα. Η κανονική ή μέση τιμή των σιτηρών, επομένως, ενδέχεται στη διάρκεια μιας τόσο μακράς περιόδου να μένει επίσης η ίδια ή σχεδόν η ίδια, και μαζί με αυτήν η χρημαΉκή τιμή της εργασίας, υπό την προϋπόθεση ότι η κοινωνία από τις άλλες απόψεις παραμένει στην ίδια ή σχεδόν στην ίδια κατάσταση.
66
Άνταμ Σμιθ
Ταυτόχρονα, είναι δυνατόν η παροδική και ευκαιριακή τιμή των σιτηρών να είναι για μια χρονιά διπλάσια της τιμής της προηγούμενης χρονιάς ή να κυμαίνεται, για παράδειγμα, από τα είκοσι πέντε στα πενήντα σελίνια το κουάρτο. 'Οταν όμοος τα σιτηρά βρίσκονται σε αυτή την ανώτερη τιμή, τότε όχι μόνο η ονομαστική, αλλά και η πραγματική τιμή μιας προσόδου σε σιτηρά θα είναι διπλάσια της αντίστοιχης τιμής της προσόδου όταν τα σιτηρά βρίσκονται στην κατώτερη τιμή τους ή θα ελέγχουν διπλάσια ποσότητα είτε εργασίας είτε της πλειονότητας άλλων εμπορευμάτων, εφόσον η χρηματική τιμή της εργασίας και, μαζί με αυτήν, των περισσότερων άλλων πραγμάτων, θα συνεχίσει να είναι η ίδια καθ' όλη τη διάρκεια αυτών των διακυμάνσεων. 17. Επομένοχ;, γίνεται προ(ρανές ότι η εργασία εμφανίζεται ως το μόνο καθολικό, όποχ; επίσης και ως το μόνο ακριβές μέτρο της αξίας ή το μόνο πρότυπο (standard) μέσω του οποίου μπορούμε να συγκρίνουμε τις αξίες διαφορετικών εμπορευμάτων σε όλες τις εποχές και σε όλους τους τόπους. Εννοείται ότι δεν μπορούμε να εκτιμήσουμε την πραγματική αξία των εμπορευμάτων από αιώνα σε αιώνα μέσω των ποσοτήτων αργύρου που δόθηκαν έναντι αυτών. Δεν μπορούμε να την εκτιμήσουμε από χρόνο σε χρόνο, μέσω των ποσοτήτων σιτηρών. Μπορούμε να την εκτιμήσουμε με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια από τις ποσότητες εργασίας, τόσο από αιώνα σε αιώνα όσο και από χρόνο σε χρόνο. Από αιώνα σε αιώνα τα σιτηρά είναι καλύτερο μέτρο από τον άργυρο, διότι από αιώνα σε αιώνα οι ποσότητες εργασίας που ελέγχονται από δύο ίσες ποσότητες σιτηρών διαφέρουν λιγότερο arf ό,τι αυτές που ελέγχονται από δύο ίσες ποσότητες αργύρου. Αντίθετα, από χρόνο σε χρόνο, ο άργυρος είναι καλύτερο μέτρο arf ό,τι τα σιτηρά, διότι ίσες ποσότητες αργύρου θα ελέγχουν ποσότητες εργασίας που θα πλησιάζουν περισσότερο στο να είναι ίσες. 18. Ενώ όμως η διάκριση μεταξύ πραγματικής και ονομαστικής τιμής είναι χρήσιμη όταν έχουμε να καθορίσουμε μόνιμες προσόδους ή ακόμα και μακροχρόνιες εκμισθώσεις, δεν έχει καμιά αξία στην περίπτοχιη των αγορών και πωλήσεων, των πιο κοινών και συνηθισμένων συναλλαγών της ανθρώπινης ζωής. 19. Σε κάθε χρονική στιγμή και σε κάθε τόπο, η πραγματική και η ονομαστική τιμή όλων των εμπορευμάτων είναι η μία ανάλογη της άλλης. Οσο περισσότερα ή λιγότερα χρήματα αποκτάτε για κάποιο εμπόρευμα στην αγορά του Αονδίνου, για παράδειγμα, τόσο περισσότερη ή λιγότερη εργασία θα σας επιτρέψουν αυτά να αγοράσετε ή να ελέγξετε εκείνη τη στιγμή και σε εκείνο τον τόπο. Επομένοκ;, στην ίδια χρονική στιγμή και στον ίδιο τόπο, το χρήμα είναι το ακριβές μέτρο της πραγματικής ανταλλάξιμης αξίας όλων των εμπορευμάτων. Ωστόσο, αυτό ισχύει μόνο για τον ίδιο τόπο και την ίδια χρονική στιγμή.
Έρευνα για τη Φύση και TIs Allies του Πλούτου των Εθνών
67
20. Παρότι σε δύο διαφορετικούς τόπους δεν υπάρχει κάποια κανονική αναλογίαμεταξύτπςπραγματικήςκαιτηςχρπματικήςΉμπςτωνεμπορευμάτων, οκπόσο ο έμπορος που μεταφέρει αγαθά από ένα μέρος σε ένα άλλο δεν έχει τίποτα άλλο να εξετάσει εκτός από τπ χρηματική τους τιμή ή τη διαφορά μεταξύ της ποσότητας αργύρου με την οποία τα αγοράζει και αυτής στην οποία υποθέτει ότι θα τα πωλήσει. Μισή ουγκιά αργύρου στην Καντόνα της Κίνας είναι δυνατόν να ελέγξει μια μεγαλύτερη ποσότητα τόσο εργασίας όσο και μέσων διαβίο)σης και ανέσεων στην Κίνα ατί ό,τι μία ουγκιά στο Λονδίνο. Επομένο)ς, ένα εμπόρευμα που πωλείται αντί μισής ουγκιάς αργύρου στην Καντόνα, είναι πιθανόν εκεί να είναι στην πραγματικότητα πολυτιμότερο, μεγαλύτερης πραγματικής σημασίας για τον άνθρωπο που το κατέχει, απ* όσο είναι ένα εμπόρευμα που πωλείται στο Λονδίνο αντί μίας ουγκιάς αργύρου, για τον άνθρωπο που το κατέχει στο Λονδίνο. Αν, ωστόσο, ένας έμπορος του Λονδίνου μπορεί να αγοράσει στην Καντόνα αντί μισής ουγκιάς αργύρου ένα εμπόρευμα που μπορεί στη συνέχεια να το πωλήσει στο Λονδίνο αντί μίας ουγκιάς, έχει ένα κέρδος εκατό τοις εκατό από αυτή τη συναλλαγή, ως εάν μία ουγκιά αργύρου είχε στο Λονδίνο ακριβώς την ίδια αξία όποος και στην Καντόνα. Δεν έχει καμιά σημασία γι' αυτόν το ότι μισή ουγκιά αργύρου στην Καντόνα τού έδινε τη δυνατότητα να ελέγξει μεγαλύτερη ποσότητα εργασίας και μεγαλύτερη ποσότητα μέσων διαβίοοσης και ανέσεων απ* ό,τι μία ουγκιά αργύρου στο Λονδίνο. Μία ουγκιά στο Λονδίνο τού δίνει τη δυνατότητα να ελέγξει τη διπλάσια ποσότητα οποιουδήποτε αγαθού σε σχέση με αυτήν που θα μπορούσε να ελέγξει εκεί μισή ουγκιά, και αυτό ακριβώς θέλει και εκείνος. 21. Καθώς λοιπόν αυτό που καθορίζει τελικά τηφρονιμότηταήτην αφροσύνη όλων των αγοραπωλησιών, και επομένως ρυθμίζει το σύνολο σχεδόν των δραστηριοτήτων της καθημερινής ζωής όπου εμπλέκονται οι τιμές, είναι η ονομαστική ή χρηματική τιμή των αγαθών, δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το ότι της δόθηκε τόσο μεγάλη προσοχή σε σχέση με την πραγματική τιμή. 22. Ωστόσο, σε μια εργασία όπως η παρούσα, είναι συχνά χρήσιμο να συγκρίνουμε τις διαφορετικές πραγματικές (real) αξίες ενός συγκεκριμένου εμπορεύματος σε διάφορες εποχές και τόπους ή τους διάφορους βαθμούς εξουσίας επί της εργασίας των άλλων ανθρώπων που ενδεχόμενα προσέφερε το εμπόρευμα αυτό σε διάφορες περιστάσεις στους κατόχους του. Στην περίπτοχχη αυτή, πρέπει να συγκρίνουμε όχι τόσο πολύ τις διάφορες ποσότητες αργύρου έναντι των οποίων πωλείται το εμπόρευμα, αλλά τις διάίρορες ποσότητες εργασίας τις οποίες θα μπορούσαν να είχαν αγοράσει οι διάφορες αυτές ποσότητες αργύρου. 'Ομοχ;, οι τρέχουσες τιμές εργασίας σε
68
Άνταμ Σμιθ
διαφορετικές εποχές και τόπους σπανίως είναι γνακιτές με κάποιο βαθμό ακριβείας. Οι τιμές των σιτηρών, παρότι καταγράφονται κανονικά σε λίγους μόνο τόπους, γενικά είναι πιο γνοκπές και σημειώνονται συχνότερα από τους ιστορικούς και άλλους συγγραφείς. Πρέπει επομένοχ; γενικά να αρκεστούμε σε αυτές, θεωρώντας τις όχι ακριβώς ανάλογες με τις τρέχουσες τιμές της εργασίας, αλλά ως την καλύτερη προσέγγιση αυτής της αναλογίας που μπορεί να γίνει γενικά. Στη συνέχεια, θα έχουμε την ευκαιρία να κάνουμε αρκετές συγκρίσεις αυτού του είδους. 23. Με την πρόοδο της οικονομικής δραστηριότητας, οι εμπορικές χώρες θεώρησαν πρακτικό να κόψουν νομίσματα από διαφορετικά μέταλλα: χρυσά για τις μεγάλες πληρωμές, αργυρά για τις αγορές μέτριας αξίας και χάλκινα ή από κάποιο άλλο, μη ευγενές μέταλλο, για τις λιγότερο σημαντικές αγορές. Ωστόσο, πάντα, ένα από τα μέταλλα αυτά το θεοαρούσαν οος ένα ειδικότερο μέτρο της αξίας απ* ό,τι τα άλλα δύο. Η προτίμηση αυτή φαίνεται γενικά ότι δόθηκε στο μέταλλο που χρησιμοποιήθηκε πρώτο ως εργαλείο του εμπορίου. Αφού είχαν ήδη ξεκινήσει να το χρησιμοποιούν ως πρότυπό τους, όταν δεν είχαν άλλο νόμισμα, συνέχισαν γενικά νατοέχουνοος πρότυπο, ακόμα και όταν η αναγκαιότητα αυτή δεν ήταν πλέον η ίδια. 24. Αναφέρεται ότι οι Ρωμαίοι είχαν μόνο χάλκινα νομίσματα, και πέντε μόλις χρόνια πριν απότονΑ'ΚαρχηδονιακόΠόλεμοάρχισαν για πρώτη φορά να κόβουν αργυρά νομίσματα^. Εμφανίζεται λοιπόν ο χαλκός να συνεχίζει να αποτελεί μέτρο της αξίας σε αυτή τη χώρα. Στη Ρώμη, όλοι οι λογαριασμοί και η αξία όλων των ιδιοκτησιών φέρονται να υπολογίζονται είτε σε Ας, είτε σε σεστέρσια. Το Ας ήταν πάνταηονομαστικήαξίαενόςχάλκινουκέρματος.Ηλέξη«σεστέρσιο» (sestertius) σημαίνει δυόμισι Ας. Παρότι δηλαδή το σεστέρσιο ήταν αρχικά ασημένιο νόμισμα, η αξία του υπολογιζόταν σε χαλκό. Στη Ρώμη, για κάποιον που όφειλε πολλά χρήματα λεγόταν ότι κατείχε μεγάλες ποσότητες του χαλκού των άλλων. 25. Οι βόρειες χώρες, που ιδρύθηκαν πάνω στα ερείπια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, φαίνεται ότι είχαν αργυρό νόμισμα από τις απαρχές της ίδρυσής τους και ότι επί αρκετούς αιώνες μετά δεν διέθεταν ούτε χρυσά, ούτεχάλκινανομίσματαΣτην Αγγλία υπήρχαν αργυρά νομίσματα από την εποχή των Σαξόνων, μέχρι όμοος την εποχή του Εδουάρδου του III δεν υπήρχαν παρά πολύ λίγα χρυσά νομίσματα, και καθόλου χάλκινα μέχρι την εποχή του Ιακώβου (James) του I της Μεγάλης Βρετανίας. Επομένως, στην Αγγλία, και πιστεύω για τον ίδιο λόγο σε όλες τις άλλες σύγχρονες χώρες της Ευρώπης, όλοι οι λογαριασμοί τηρούνται και η αξία όλων των αγαθών και όλων των περιουσιών υπολογιζόταν γενικά σε άργυρο. Και, όταν θέλουμε να
Έρευνα για τη Φύση και TIs Allies του Πλούτου των Εθνών
69
εκφράσουμε το ύψος της περιουσίας ενός ανθρώπου, σπανίοος αναφερόμαστε σε γκινέες, αλλά στις στερλίνες που υποθέτουμε ότι θα μπορούσαν να δοθούν οος αντάλλαγμα. 26. Αρχικά, ^στεύωότιμιανόμιμηπληρούμήσεόλεςτιςχώρες μπορούσε να γίνει μόνο στο νόμισμα εκείνου του μετάλλου που εθεοορείτο ως το κατ' εξοχήν πρότυπο ή μέτρο της αξίας. Στην Αγγλία, ο χρυσός δεν εθεωρείτο οος νόμιμη πλπρωμή ακόμα και επί ένα μεγάλο διάστημα μετά την κοπή χρυσών νομισμάτων. Η αναλογία μεταξύ των αξιών χρυσών και αργυρών νομισμάτων δεν είχε παγιωθεί με κάπαον κρατικό νόμο ή διάταγμα, και ο ορισμός της είχε αφεθεί στην αγορά. Εάν ένας οφειλέτης προσέφερε πληρωμή σε χρυσό, ο πιστωτής θα μπορούσε είτε να απορρίψει μια τέτοια πληρωμή συνολικά ή να την αποδεχτεί σε μια αποτίμηση της αξίας του χρυσού στην οποία θα συμφωνούσαν αυτός και ο οφειλέτης του. Ο χαλκός δεν αποτελεί σήμερα νόμιμο μέσο πληρα)μής, παρά μόνο κατά το «σπάσιμο» των μικρότερων αργυρών κερμάτων. Σε αυτή την κατάσταση, η διάκριση μεταξύ του μετάλλου που ήταν πρότυπο και αυτού που δεν ήταν πρότυπο ήταν κάτι περισσότερο από μια ονομαστική διάκριση. 27. Με την πάροδο του χρόνου, καθώς οι άνθρωποι εξοικειώνονταν περισσότερο με τη χρήση κερμάτων από διαφορετικά μέταλλα και, κατά συνέπεια, γνώριζαν καλύτερα την αναλογία μεταξύ των διαφορεΉκών αξιών τους, πιστεύω ότι στις περισσότερες χώρες αποδείχτηκε βολικό να παγιωθεί αυτή η αναλογία και να αποφασιστεί μέσω κρατικού νόμου ότι, για παράδειγμα, μια γκινέα τόσου βάρους και καθαρότητας θα πρέπει να ανταλλάσσεται μόνο με είκοσι ένα σελίνια ή ότι αποτελεί μια νόμιμη πληρωμή για ένα δάνειο αυτού του ύψους. Σε αυτές τις συνθήκες, και εφόσον συνέχιζε να ισχύει η όποια ρυθμισμένη αναλογία αυτού του είδους, η διάκριση μεταξύ του μετάλλου που αποτελεί πρότυπο και αυτού που δεν αποτελεί πρότυπο είναι κάτι ελάχιστα περισσότερο από μια ονομαστική διάκριση. 28. Ως συνέπεια, ωστόσο, των μεταβολών αυτής της ρυθμισμένης αναλογίας,ηδιάκριση αυτή γίνεται-ή, τουλάχιστον,φαίνεται να γίνεταικαι πάλι κάτι περισσότερο από ονομαστική. Αν, για παράδειγμα, η ρυθμισμένη αξία μιας γκινέας μειωνόταν στα είκοσι ή αυξανόταν στα είκοσι δύο σελίνια, όλοι οι λογαριασμοί και σχεδόν όλες οι δανειακές υποχρεώσεις που ήταν εκφρασμένες σε νόμισμα αργύρου, όπως και το μεγαλύτερο μέρος των πληρωμών, θα μπορούσαν και στη μια και στην άλλη περίπτωση να γίνουν με την ίδια ποσότητα αργυρού νομίσματος, όπως και προηγουμένακ;. θα απαιτούσαν όμοχ; πολύδιαφορετικέςποσότητεςχρυσού νομίσματος: μεγαλύτερη στη μία περίπτούοη και μικρότερη στην άλλη. Η αξία του αργύρου θα φαίνεται περισσότερο αμετάβλητη απ* ό,τι του χρυσού. Ο άργυρος θα
70
Άνταμ Σμιθ
εμφανίζεται να αποτελεί μέτρο της αξίας του χρυσού, ενώ ο χρυσός να μην αποτελεί μέτρο της αξίας του αργύρου. Η αξία του χρυσού θα εμφανίζεται να εξαρτάται από την ποσότητα του αργύρου με την οποία ανταλλάσσεται. Και η αξία του αργύρου δεν θα εμ(ρανίζεται να εξαρτάται από την ποσότητα του χρυσού με την οποία ανταλλάσσεται. Ωστόσο, αυτή η διαφορά θα οφείλεται συνολικά στη συνήθεια της ρύθμισης των λογαριασμών και της έκφρασης του συνόλου των μικρών και μεγάλων ποσών σε αργυρό και όχι σε χρυσό νόμισμα. Ένα τραπεζογραμμάτιο του κ. Drummond (Ντράμοντ) αξίας είκοσι πέντε ή πενήντα γκινεών, έπειτα από μια μεταβολή αυτού του είδους, θα συνεχίζει να εξοφλείται με είκοσι πέντε ή πενήντα γκινέες, όποος ακριβώς και προηγουμένο)ς.θαεξοφλείται με τηνίδιαποσότηταχρυσού, αλλά με πολύ διαφορετικές ποσότητες αργύρου. Κατά την πληρωμή ενός τέτοιου τραπεζογραμματίου, η αξία του χρυσού θα εμφανίζεται περισσότερο αμετάβλητη απ' ό,τι αυτή του αργύρου. Ο χρυσός θα εμφανίζεται να αποτελεί μέτρο της αξίας του αργύρου, ενώ ο άργυρος να μην αποτελεί μέτρο της αξίας του χρυσού. Αν κάποτε γενικευόταν η συνήθεια της τήρησης λογαριασμών και της έκφρασης υποσχετικών τραπεζογραμματίων και άλλων χρηματικών υποχρεώσεων με αυτόν τον τρόπο, το μέταλλο που θα αποτελούσε το ιδιαίτερο πρότυπο (standard) ή μέτρο (measure) της αξίας θα ήταν ο χρυσός και όχι ο άργυρος. 29. Στην πραγματικότητα, όσο διαρκεί η ρυθμισμένη αναλογία μεταξύ των αντίστοιχων αξιών των νομισμάτων από διαφορετικά μέταλλα, η αξία των πιο πολύτιμων μετάλλων ρυθμίζει την αξία του συνόλου των νομισμάτων. Δώδεκα χάλκινες πένες περιέχουν βάρος μισής λίβρας χαλκού όχι της καλύτερης ποιότητας, η οποία, πριν κοπεί σε νόμισμα, δεν αξίζει περισσότερο από εφτά αργυρές πένες. Όταν όμως, μέσω ρύθμισης, δώδεκατέτοιεςπένες οφείλουν να ανταλλάσσονται με ένα σελίνι, θεοορούνται στην αγορά ότι αξίζουν ένα σελίνι και οποιαδήποτε στιγμή μπορούν να ανταλλαγούν με ένα σελίνι. Ακόμα και πριν από την τελευταία αναπροσαρμογή της αξίας του χρυσού νομίσματος στη Μεγάλη Βρετανία, ο χρυσός, τουλάχιστον αυτός που κυκλοφορούσε στο Λονδίνο και στην περιοχή γύρω ατί αυτό, ήταν γενικά λιγότερο υποτιμημένος από το πρότυπο βάρος του arf ό,τι το μεγαλύτερο μέρος του αργύρου. Ωστόσο, είκοσι φθαρμένα και κατεστραμμένα σελίνια θεωρούνταν ισοδύναμα με μία γκινέα, που ίσοος να ήταν επίσης φθαρμένη και κατεστραμμένη, αλλά σε μικρότερο βαθμό. Οι τελευταίες ρυθμίσεις έφεραν το χρυσό νόμισμα ίσοος τόσο κοντά στο πρότυπο βάρος του, όσο κοντά είναι δυνατόν να έλθει το τρέχον νόμισμα οποιασδήποτε χώρας. Και η εντολή προς τις κρατικές υπηρεσίες, να δέχονται χρυσό μόνο σε βάρος, είναι πιθανόν να
Έρευνα για τη Φύση και TIS Allies του Πλούτου των Εθνών
71
τον διατηρήσουν εκεί επί όσο διάστημα ισχύει αυτή η εντολή. Το αργυρό νόμισμα παραμένει ακόμα στην ίδια ευτελισμένη και υποτιμημένη κατάσταση στην οποία βρισκόταν πριν από την αναπροσαρμογή του χρυσού νομίσματος. Ωστόσο, στην αγορά, είκοσι ένα σελίνια αυτού του υποβαθμισμένου αργυρού νομίσματος συνεχίζουν να θεωρούνται ότι αξίζουν μία γκινέααυτούτου θαυμάσιου χρυσού κέρματος. 30. Προίρανώς, η αναπροσαρμογή του χρυσού νομίσματος αύξησε την αξία του αργυρού νομίσματος με το οποίο αυτό μπορεί να ανταλλαγεί. 31. Στο αγγλικό νομισματοκοπείο, χρυσός βάρους μίας λίβρας κόβεται σε 44,5 γκινέες, οι οποίες, προς 21 σελίνια η γκινέα, είναι ίσες προς 46 στερλίνες, 24 σελίνια και 6 πένες. Επομένως, μια ουγκιά ενός τέτοιου χρυσού νομίσματος αξίζει 3 στερλίνες, 17 σελίνια, 10,5 πένες αργύρου. Στην Αγγλία, για την κοπή νομίσματος δεν καταβάλλονται δασμοί ή χηροδεσποτικά δικαιώματα (seignorage), και αυτός που προσκομίζει πρότυπο χρυσό σε ράβδους βάρους μίας λίβρας ή μίας ουγκιάς παραλαμβάνει μία λίβρα ή μία ουγκιά χρυσού νομίσματος χωρίς καμιά περικοπή. Επομένως, ητιμήνομισματοκοπείουτου χρυσού στην Αγγλία ή η ποσότητα χρυσού νομίσματος με την οποία το νομισματοκοπείο ανταλλάσσει πρότυπο μεταλλικό χρυσό (gold bullion: χρυσός σε ράβδους) είναι 3 στερλίνες, 17 σελίνια και 10,5 πένες ανά ουγκιά. 32. Πριν από την αναπροσαρμογή του χρυσού νομίσματος, η τιμή του πρότυπου μεταλλικού χρυσού στην αγορά είχε μείνει επί πολλά χρόνια πάνω από 3 στερλίνες και 18 πένες, μερικές φορές πάνω από τις 3 στερλίνες και τις 19 πένες και πολύ συχνά πάνω από τις 4 στερλίνες η ουγκιά. Είναι πιθανό το ποσό αυτό του ευτελισμένου και υποτιμημένου χρυσού νομίσματος σπανίοος να περιείχε περισσότερο από μία ουγκιά πρότυπου χρυσού. Μετά την αναπροσαρμογή του χρυσού νομίσματος, η αγοραία τιμή του μεταλλικού χρυσού σπανίως υπερβαίνει τις 3 στερλίνες, 17 σελίνια και 7 πένες η ουγκιά. Πριν από την αναπροσαρμογή του χρυσού νομίσματος, η αγοραία τιμή ήταν πάντα λίγο ώς πολύ ανώτερη της τιμής νομισματοκοπείου. Έπειτα από αυτή την αναπροσαρμογή, η αγοραία τιμή έμενε σταθερά κάτω από την τιμή νομισματοκοπείου. Αλλά η αγοραία τιμή είναι η ίδια, είτε πληρώνεται σε χρυσό είτε σε αργυρό νόμισμα. Επομένοχ;, η τελευταία αναπροσαρμογή του χρυσού νομίσματος αύξησε όχι μόνο την αξία του χρυσού νομίσματος, αλλά επίσης αυτήν του αργυρού νομίσματος σε σχέση με το χρυσό, και πιθανώς επίσης σε σχέση με όλα τα άλλα εμπορεύματα Με δεδομένο ότι η τιμή της πλειονότητας των άλλων εμπορευμάτων επηρεάζεται από πολυάριθμες άλλες αιτίες, η άνοδος της αξίας είτε του χρυσού είτε του αργυρού νομίσματος σε σχέση με αυτά ενδέχεται να μην είναι τόσο διακριτή και αισθητή.
72
Άνταμ Σμιθ
33. Στο αγγλικό νομισματοκοπείο, μια nporurm ράβδος αργύρου βάρους μίας λίβρας κόβεται σε 62 σελίνια, που περιέχουν, κατά τον ίδιο τρόπο, βάρος μίας λίβρας πρότυπου αργύρου. Επομένοχ;, η τιμή νομισματοκοπείου του αργύρου στπν Αγγλία π π ποσότπτα αργυρού νομίσματος τπν οποία ανταλλάσσει το νομισματοκοπείο με πρότυπο μεταλλικό άργυρο είναι 5 σελίνια και 2 πένες π ουγκιά. Πριν από τπν αναπροσαρμογή του χρυσού νομίσματος, π αγοραία τιμπ του πρότυπου μεταλλικού αργύρου πταν, ανάλογα με τπν περίστασπ, 5 σελίνια και 4 πένες, 5 σελίνια και 5 πένες, 5 σελίνια και 6 πένες, 5 σελίνια και 7πένες, και πολύ συχνά 5 σελίνια και 8 πένεςπουγκιά. Ωστόσο, ως συχνότερπ τιμπ εμφανίζονται τα 5 σελίνια και 7 πένες. Μετά τπν αναπροσαρμογή του χρυσού νομίσματος, π αγοραία τιμή του πρότυπου μεταλλικού αργύρου έπεσε περιστασιακά σε 5 σελίνια και 3 πένες, 5 σελίνια και 4 πένες, και 5 σελίνια και 5 πένες π ουγκιά, τιμή τπν οποία σπανίως ξεπέρασε. Παρότι π αγοραία τιμή του αργύρου έπεσε σπμαντικά μετά τπν αναπροσαρμογή του χρυσού νομίσματος, δεν έπεσε τόσο χαμπλά όσο π τιμή νομισματοκοπείου. 34. Σε σχέσπ με τα διά(ρορα μέταλλα στο αγγλικό νόμισμα, ενώ ο χαλκός βρίσκεται πολύ πάνω από τπν πραγματική του αξία, ο άργυρος βρίσκεται λίγο πιο κάτω απ' αυτήν. Στπν αγορά τπς Ευρώππς, στο γαλλικό και στο ολλανδικό νόμισμα, μία ουγκιά καθαρού χρυσού ανταλλάσσεται με 14 περίπου ουγκιές καθαρού αργύρου. Στο αγγλικό νόμισμα ανταλλάσσεται με 15 περίπου ουγκιές, δπλαδή με περισσότερο άργυρο απ' όσο αξίζει σύμφωνα με τπν κοινή εκτίμπσπ τπς Ευρώππς. Όμως, καθώς π τιμή του χαλκού σε ράβδους δεν έχει αυξπθεί ούτε και στπν Αγγλία, παρά τπν υψπλή τιμή του χαλκού σε αγγλικό νόμισμα, έτσι και π τιμή του μεταλλικού αργύρου δεν συμπαρασύρεται από τπ χαμπλή τιμή του αργύρου σε αγγλικό νόμισμα Ο μεταλλικός άργυρος διατπρεί τπ δική του αναλογία με τον χρυσό, για τον ίδιο λόγο για τον οποίο ο χαλκός σε ράβδους διατπρεί τπ δική του αναλογία με τον άργυρο. 35. Με τπν αναπροσαρμογή του αργυρού νομίσματος κατά τπ διάρκεια τπς βασιλείας του Γουλιέλμου του ΠΙ, π τιμή του μεταλλικού αργύρου σε ράβδους εξακολούθπσε να είναι κάπως ανώτερπ τπς τιμής νομισματοκοπείου. Ο Λοκ (Locke) απέδωσε τπν υψπλή αυτή τιμή στπν άδεια εξαγωγής αργύρου σε ράβδους και στπν απαγόρευσπ εξαγωγής αργυρού νομίσματος. Αυτή π άδεια εξαγωγής, ισχυρίζεται, καθιστά τπ ζήτπσπ μεταλλικού αργύρου μεγαλύτερπ από τπ ζήτπσπ αργυρού νομίσματος. Αλλά ο αριθμός των ανθρώπων που θέλουν αργυρό νόμισμα για τις καθπμερινές χρήσεις αγοράς και πώλπσπς είναι ασφαλώς πολύ μεγαλύτερος από αυτόν των ανθρώπων που θέλουν μεταλλικό άργυρο, είτε με σκοπό τπν εξαγωγή του είτε
Έρευνα για τη Φύση και TIS Allies του Πλούτου των Εθνών
73
με οποιονδήποτε άλλο σκοπό. Υπάρχει σήμερα μια αντίστοιχπ άδεια εξαγωγής μεταλλικού χρυσού και μια αντίστοιχπ απαγόρευσπ εξαγωγής χρυσού νομίσματος. Ωστόσο, π τιμή του μεταλλικού χρυσού έχει πέσει κάτω από τπν τιμή του νομισματοκοπείου. Αλλά στο αγγλικό νόμισμα, τπν εποχή εκείνπ όπως ακριβώς και σήμερα, ο άργυρος ήταν υποτιμπμένος σε σχέσπ με τον χρυσό, και το χρυσό νόμισμα (που επίσπς τπν εποχή εκείνπ εθεο)ρείτο ότι δεν απαιτούσε κάποια αναπροσαρμογή) ρύθμιζε τότε, όποος και τώρα, τπν πραγματική αξία του συνολικού νομίσματος. Όπως π αναπροσαρμογή του αργυρού νομίσματος δεν μείοοσε τότε τπν τιμή του μεταλλικού αργύρου στα επίπεδατπς τιμής νομισματοκοπείου, δεν φαίνεται πιθανό ότι μιαπαρόμοια αναπροσαρμογή θα τπ μειώσει σήμερα. 36. Αν το αργυρό νόμισμα πλπσίαζε το πρότυπο βάρος του όπαχ; ο χρυσός, τότε είναι πιθανόν μια γκινέα, σύμφωνα με τπν παρούσα αναλογία, να ανταλλασσόταν με περισσότερο άργυρο σε νόμισμα απ* όσο σε μέταλλο. Καθώς το αργυρό νόμισμα θα περιείχε το πλήρες πρότυπο βάρος του, θα υπήρχε στπν περίπτωσπ αυτή ένα κέρδος από τπν τήξπ του, προκειμένου, Kaf αρχάς, να πωλπθεί το μέταλλο έναντι χρυσού νομίσματος, και στπ συνέχεια να ανταλλαγεί αυτό το χρυσό νόμισμα με αντίστοιχο αργυρό νόμισμα που θα τακεί με τον ίδιο τρόπο. Μια μεταβολή τπς παρούσας αναλογίας φαίνεται να είναι π μόνπ μέθοδος που θα εμποδίσει αυτή τπν άβολπ κατάστασπ. 37. Τα προβλήματα ίσοχ; να ήταν μικρότερα, αν π ισοδυναμία του αργυρού νομίσματος ήταν τόσο υψπλότερπ σε σχέσπ με τπν ισοδυναμία αργύρου-χρυσού σε ράβδους, στον ίδιο βαθμό που είναι σήμερα χαμπλότερπ, υπό τπν προϋπόθεσπ ότι συγχρόνοχ; θα οριζόταν πως ο άργυρος δεν θα αποτελούσε νόμιμπ πλπρωμή για τπν αγορά ποσότπτας μεγαλύτερπς από το αντίτιμο μίας γκινέας, κατά τον ίδιο τρόπο που ο χαλκός δεν αποτελεί νόμιμπ πλπρα)μή για τπν αγορά ποσότπτας μεγαλύτερπς από το αντίτιμο ενός σελινιού. Σε αυτή τπν περίπτωσπ, κανένας πιστωτής δεν θα μπορούσε να εξαπατπθεί από τπν υψπλή ισοδυναμία του αργυρού νομίσματος, όπως κανένας πιστωτής δεν μπορεί να εξαπατπθεί σήμερα από τπν υψπλή ισοδυναμία του χαλκού. Από τπ ρύθμισπ αυτή θα θίγονταν μόνο οι τραπεζίτες. Όταν αυτοί συναντούν μεγάλπζήτπσπ, προσπαθούν μερικές φορές να κερδίσουν χρόνο πλπρώνοντας σε κέρματα των έξι πενών, και αυτή π ρύθμισπ θα τους απέκλειε αυτή τπν αθέμιτπ μέθοδο αποφυγής τπς άμεσπς πλπρωμής. Κατά συνέπεια, θα ήταν υποχρεωμένοι να διατπρούν ανά πάσα στιγμή στα χρπματοκιβώτιά τους μεγαλύτερες ποσότπτες ρευστού απ* όσες έχουν σήμερα και, παρότι αναμφίβολα αυτό θα αποτελούσε γι' αυτούς μια σπμαντική ενόχλπσπ, θα ήταν ταυτόχρονα μια σπμαντική εξασφάλισπ για τους πιστωτές τους.
74
Άνταμ Σμιθ
38. Ασφαλώς, 3 λίρες, 17 σελίνια και 10,5 πένες (η τιμή νομισματοκοπείου του χρυσού) δεν περιέχουν, ούτε και στην περίπτοχτη του σημερινού εξαιρετικού χρυσού νομίσματος, περισσότερο από μία ουγκιά πρότυπου χρυσού, και επομένοχ; μπορεί κανείς να σκεφτεί ότι δεν θα αγοράσουν περισσότερο πρότυπο μεταλλικό χρυσό. Ωστόσο, ο χρυσός σε νόμισμα είναι πιο εύχρηστος arf ό,τι ο μεταλλικός χρυσός και, παρότι στην Αγγλία η κοπή νομίσματος είναι ελεύθερη, ο χρυσός που μεταφέρεται σε μεταλλική μορφή στο νομισματοκοπείο επιστρέφεται γενικά στον ιδιοκτήτη του οχ; νόμισμα μόνο έπειτα από καθυστέρηση αρκετών εβδομάδων. Μάλιστα, με τον σημερινό φόρτο του νομισματοκοπείου, θα μπορούσε να επιστραφεί με καθυστέρηση αρκετών μηνών. Η καθυστέρηση αυτή είναι ισοδύναμη με ένα μικρό δάνειο και καθιστά τον χρυσό σε νόμισμα κάπως πιο πολύτιμο από τον μεταλλικό χρυσό. Αν το αγγλικό αργυρό νόμισμα υπολογιζόταν σύμφωνα με την ισοδυναμία αργύρου-χρυσού, η τιμή του μεταλλικού αργύρου θα έπεφτε μάλλον κάτω από την τιμή νομισματοκοπείου ακόμα και χωρίς καμία αναπροσαρμογή, εφόσον η αξία ακόμα και του σημερινού φθαρμένου και υποτιμημένου αργυρού νομίσματος θα ρυθμίζεται από την αξία του εξαίρετου χρυσού νομίσματος με το οποίο μπορεί να ανταλλαγεί. 39. Η επιβολή μικρών χηροδεσποτικών δικαιωμάτων (seignorage) στην κοπή νομισμάτων τόσο του αργύρου όσο και του χρυσού θα αύξανε πιθανώς ακόμα περισσότερο την υπεροχή αυτών των νομισμάτων υπό μορφήν νομίσματος σε σχέση με μια ίση ποσότητα υπό μορφήν μετάλλου. Στην περίπτωση αυτή, η κοπή νομίσματος θα αύξανε την αξία του μετάλλου που κόπηκε ως νόμισμα ανάλογα με το ύψος αυτού του μικρού δασμού, για τον ίδιο λόγο για τον οποίο ο κομψός σχεδιασμός αυξάνει την αξία των προϊόντων της χρυσοχοΐας ανάλογα με την τιμή αυτού του σχεδιασμού. Η υπεροχή του νομίσματος σε σχέση με το μέταλλο θα εμπόδιζε την τήξη νομίσματος και θα αποθάρρυνε την εξαγωγή του. Αν η εξαγωγή νομίσματος γινόταν αναγκαία λόγω κάποιας δημόσιας απαίτησης, το μεγαλύτερο μέρος του θα επέστρεφε και πάλι αυθόρμητα. Στο εξωτερικό θα μπορούσε να πωληθεί για το βάρος του σε μέταλλο, ενώ στην εγχώρια αγορά θα είχε αγοραστική αξία μεγαλύτερη arf ό,τι αυτό το βάρος. Επομένως, η επανεισαγωγή του θα απέφερε κάποιο κέρδος. Στη Γαλλία έχει επιβληθεί ένα χηροδεσποτικό δικαίωμα επί της κοπής νομίσματος, ίσο με οκτώ τοις εκατό περίπου, και το γαλλικό νόμισμα μετά την εξαγωγή του αναφέρεται ότι επιστρέφει στη χώρα αυθόρμητα. 40. Οι ευκαιριακές διακυμάνσεις της αγοραίας τιμής του χρυσού και του αργύρου σε ράβδους προκύπτουν από τις ίδιες αιτίες, όπως και οι αντίστοιχες διακυμάνσειςτης τιμής όλωντων άλλων εμπορευμάτων.
Έρευνα για τη Φύση και TIs Allies του Πλούτου των Εθνών
75
Η συχνή απώλεια αυτών των μετάλλων λόγω θαλάσσιων και χερσαίων ατυχημάτων, η συνεχής ανάλωσή τους σε επιχρυσώσεις και επιμεταλλώσεις, σε χρυσά σιρίτια και κεντήματα, στη φθορά και στην καταστροφή των κερμάτων και στην αντίστοιχη των προϊόντων χρυσοχοΐας δημιουργούν, σε όλες τις χώρες που δεν διαθέτουν δικά τους ορυχεία, την ανάγκη συνεχούς εισαγωγής για την κάλυψη αυτής Ιης απώλειας και της ανάλωσης. Οι έμποροι-εισαγωγείς, όποχ; όλοι οι άλλοι έμποροι, προσπαθούν να ταιριάξουν τις ευκαιριακές εισαγωγές με αυτό που κατά τπν εκτίμησή τους είναι η άμεση ζήτηση. Ωστόσο, παρόλη την προσοχή τους, άλλοτε την υπερεκτιμούν και άλλοτε την υποτιμούν. Όταν εισάγουν περισσότερο μέταλλο απ' όσο ζητείται, προκειμένου να αποφύγουν τον κίνδυνο και τον κόπο της επανεξαγωγής του, είναι συχνά πρόθυμοι να πωλήσουν ένα μέρος του σε μια τιμή κατά τι μικρότερη της μέσης ή κανονικής τιμής. 'Οταν, από την άλλη πλευρά, εισάγουν λιγότερο arf όσο ζητείται, μπορούν νατο πωλούν σε μια κατά τι υψηλότερη τιμή. Όταν, όμως, στις συνθήκες όλων αυτών των ευκαιριακών διακυμάνσεων, η αγοραία τιμή είτε του μεταλλικού χρυσού είτε του μεταλλικού αργύρου παραμένει επί αρκετά χρόνια είτε λίγο ώς πολύ υψηλότερη είτε λίγο ώς πολύ χαμηλότερη από την τιμή του νομισματοκοπείου, μπορούμε να είμαστε βέβαοι ότι αυτή η σταθερή και συνεχής θετική ή αρνητική διαφορά τιμής είναι αποτέλεσμα μιας κατάστασης που σχετίζεται με το νόμισμα, π οποία εκείνη τη στιγμή καθιστά μια ορισμένη ποσότητα νομίσματος πολυτιμότερη ή λιγότερο πολύτιμη απ* ό,τι η ακριβής ποσότητα μετάλλου που θα πρέπει να περιέχεται σε αυτήν. Η σταθερότηία και η συνέχεια του αποτελέσματος προϋποθέτουν μια ανάλογη σταθερότητα και συνέχεια της αιτίας. 41. Το χρήμα μιας δεδομένης χώρας, σε δεδομένη στιγμή και τόπο, αποτελεί ένα λίγο ώς πολύ ασ(ραλές μέτρο της αξίας, στο βαθμό που το τρέχον νόμισμα συμφωνεί με μικρότερη ή μεγαλύτερη ακρίβεια με το πρότυπό του ή περιέχει λίγο ώς πολύ ακριβώς την ίδια ποσότητα καθαρού χρυσού ή καθαρού αργύρου που οφείλει να περιέχει. Αν, για παράδειγμα, στην Αγγλία 44,5 γκινέες περιείχαν ακριβώς το βάρος μίας λίβρας πρότυπου χρυσού ή 11 ουγκιές καθαρού χρυσού και μία ουγκιά κράματος, τότε το χρυσό νόμισμα της Αγγλίας θα αποτελούσε, εκ της φύσεώς του, ένα ακριβές μέτρο της πραγματικής αξίας των αγαθών σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή και τόπο. Όταν, όμως, λόγω τριβήςκαι φθοράς, 44,5 γκινέεςπεριέχουν γενικάλιγότερο από το βάρος μίας λίβρας πρότυπου χρυσού και η μείωση αυτή είναι μεγαλύτερη σε κάποια κέρματα arf ό,τι σε κάποια άλλα, το μέτρο της αξίας υπόκειται στον ίδιο τύπο αβεβαιότητας στον οποίο υπόκεινται συνήθως όλα τα άλλα βάρη και μέτρα. Καθώς σπανίως αυτά συμφωνούν
76
Άνταμ Σμιθ
ακριβώς με το πρότυπο τους, ο έμπορος προσαρμόζει την τιμή των αγαθών του, όσο καλύτερα μπορεί, όχι σε αυτό που θα έπρεπε να είναι αυτά τα βάρη και μέτρα, αλλά σε αυτό που κατά μέσον όρο διαπιστώνει από την εμπειρία του ότι πραγματικά είναι. Λόγω μιας τέτοιας αταξίας στο νόμισμα, οι τιμές των αγαθών καταλήγουν, αντίσταχα, να προσαρμόζονται όχι στην ποσότητα του καθαρού χρυσού ή αργύρου που οφείλει να περιέχει το νόμισμα, αλλά στην ποσότητα που διαπιστώνεται από την εμπειρία ότι κατά μέσον όρο πραγματικά περιέχει. 42. θα πρέπει να σημειωθεί ότι ως χρηματική τιμή των αγαθών αντιλαμβάνομαι πάντα την ποσότητα του καθαρού χρυσού ή αργύρου έναντι της οποίας πωλούνται, ανεξάρτητα από την ονομαστική αξία του νομίσματος. Τα 6 σελίνια και 8 πένες, για παράδειγμα, της εποχής του Εδουάρδου του I, τα θεωρώ ίσης χρηματικής αξίας με μία σημερινή στερλίνα, εφόσον περιείχαν, με όση ακρίβεια μπορώ να κρίνω, την ίδια ποσότητα καθαρού αργύρου.
Σημείωση 1. Hiny, Naturalis Historia, τόμος ΧΧΧΙΠ, κεφ. ΠΙ.
κεφάλαιο LK'i ο Σχετικά με τα συστατικά μέρη τηε τιμήε των εμπορευμάτων 1. Σ' εκείνη την πρώιμη και πραπόγονη εποχή της κοινωνίας που προηγήθηκε τόσο της συσσώρευσης αποθέματος όσο και της ιδιοποίησης της γης, φαίνεται ότι η αναλογία μεταξύ των ποσοτήτων εργασίας που ήταν απαραίτητες για την απόκτηση των δια(ρόρων αντικειμένων ήταν η μοναδική κατάσταση που θα μπορούσε να προσφέρει έναν κανόνα για τη μεταξύ τους ανταλλαγή. Αν, για παράδειγμα, στο πλαίσιο μιας φυλής κυνηγών, το κυνήγι ενός κάστορα κοστίζει γενικά διπλάσια εργασία από το κυνήγι ενός ελαφιού, τότε ο κάστορας θα ανταλλάσσεται γενικά ή θα αξίζει όσο δύο ελάφια Αυτό που συνήθως αποτελεί προϊόν εργασίας δύο ημερών ή δύο ωρών, είναι φυσικό να αξίζει διπλάσια από αυτό που συνήθως αποτελεί προϊόν εργασίας μίας ημέρας ή μίας ώρας. 2. Αν ένα είδος εργασίας είναι πιο σκληρό από ένα άλλο, θα πρέπει φυσικά να συνυπολογιστεί αυτή η αυξημένη δυσκολία, και το προϊόν εργασίας μίας ώρας με τον έναν τρόπο ενδέχεται να ανταλλάσσεται συχνά με το προϊόν εργασίας δύο ωρών με τον άλλο τρόπο. 3. Ή, αν ένα είδος εργασίας απαιτεί έναν ασυνήθιστο βαθμό επιδεξιότητας και ευφυΐας, η εκτίμηση που τρέφουν οι άνθρωποι γι' αυτά τα χαρίσματα θα αποδίδει γενικά μια αξία στο προϊόν τους, ανώτερη απ* αυτήν που θα οφειλόταν στο χρόνο ο οποίος απαιτήθηκε γι' αυτό. Τέτοια χαρίσματα αποκτώνται σπάνια και πάντως ως συνέπεια μιας μακρόχρονης προσπάθειας, και η ανώτερη αξία του προϊόντος τους μπορεί συχνά να μην είναι τίποτα περισσότερο από μια απλή αποζημίοκτη του χρόνου και της εργασίας που πρέπει να δαπανηθούν για την απόκτησή τους. Στο ανεπτυγμένο στάδιο της κοινωνίας, οι συνεκτιμήσεις αυτού του είδους, που αφορούν ανώτερη δυσκολία και ανώτερες επιδεξιότητες, είναι πολύ συνήθεις στους μισθούς της εργασίας. Είναι πιθανόν ότι κάτι ανάλογο συνέβαινε και κατά την πρώιμη και πλέον πρωτόγονη περίοδο. 4. Σ' αυτές τις συνθήκες, το σύνολο του προϊόντος της εργασίας ανήκει στον εργαζόμενο και η ποσότητα της εργασίας που απασχολείται
78
Άνταμ Σμιθ
γενικά στην απόκτηση ή στην παραγωγή ενός εμπορεύματος είναι η μοναδική συνθήκη η οποία μπορεί να ρυθμίζει την ποσότητα της εργασίας που γενικά απαιτείται για την αγορά, τον έλεγχο ή την ανταλλαγή του. 5. Από τη στιγμή που συσσωρεύτηκε απόθεμα στα χέρια συγκεκριμένων ατόμων, κάποια απ' αυτούς είναι φυσικό να το χρησιμοποιήσουν βάζοντας εργατικούς ανθρώπους να δουλέψουν, παρέχοντάς τους υλικά και μέσα διαβίωσης, προκειμένου να πραγματοποιήσουν κέρδος από την πώληση της εργασίας τους ή απ' αυτό που προσθέτει η εργασία τους στην αξία των υλικών. Όταν ανταλλάσσεται το σύνολο του προϊόντος, είτε με χρήματα είτε με εργασία είτε με άλλα αγαθά, σε μιατιμήανώτερηαυτήςπου είναι αρκετή γιατηνπληρωμήτωνυλικών και των μισθών των εργατών, ένα ποσό πρέπει να δοθεί για τα κέρδπ του επιχειρηματία που διακινδυνεύει το απόθεμά του σε αυτή την περιπέτεια. Η αξία, επομένιΰς, που προσθέτουν οι εργάτες στα υλικά αναλύεται στην περίπτωση αυτή σε δύο μέρη, εκ των οποίων το πρώτο πληρώνει τους μισθούς τους και το δεύτερο τα κέρδη του εργοδότη τους για το συνολικό απόθεμα των υλικών και των μισθών που προκατέβαλε. Αν αυτός δεν προσδοκούσε από την πώληση του προϊόντος τους κάτι περισσότερο από αυτό που απαιτείτο για την αντικατάσταση του αποθέματός του, δεν θα είχε κανένα συμφέρον να τους απασχολήσει. Και αν τα κέρδη του δεν ευρίσκονταν σε κάποια αναλογία με το μέγεθος του αποθέματός του, δεν θα είχε κανένα ιδιαίτερο συμφέρον να απασχολήσει ένα μεγάλο και όχι ένα μικρό απόθεμα. 6. Ίσοος να νομίζει κανείς ότι τα κέρδη του αποθέματος είναι απλά ένα δια(ρορετικό όνομα για τους μισθούς ενός ιδιαίτερου είδους εργασίας, της εργασίας επίβλεψης και διεύθυνσης. Είναι ωστόσο κάτι απολύτους διαφορετικό, διέπονται από τελείως διαφορετικές αρχές και δεν διατηρούν καμιά αναλογία με το μέγεθος, τη δυσκολία ή την ευφυία της υποτιθέμενης αυτής εργασίας επίβλεψης και διεύθυνσης. Τα κέρδη ρυθμίζονται συνολικά από την αξία του απασχολούμενου αποθέματος και είναι μεγαλύτερα ή μικρότερα, ανάλογα με το μέγεθος αυτού του αποθέματος. Ας υποθέσουμε, για παράδειγμα, ότι σε έναν συγκεκριμένο τόπο, όπου τα συνήθη κέρδη του αποθέματος στη μανιφακτούρα είναι δέκα τοις εκατό, υπάρχουν δύο διαφορετικές μανιφακτούρες, καθεμιά από τις οποίες απασχολεί είκοσι εργάτες με αμοιβή 15 στερλίνες το χρόνο ανά εργάτη ή, διαφορετικά, με δαπάνη 300στερλινών το χρόνο ανά μανκρακτούρα. Ας υποθέσουμε επίσης ότι οι ακατέργαστες ύλες που αναλώνονται ετησίοος στη μία μανιφακτούρα κοστίζουν 700 στερλίνες, ενώ στη δεύτερη, όπου χρησιμοποιούνται πιο εξευγενισμένες, κοστίζουν 7.000. Το απασχολούμενο σε ετήσια βάση κεφάλαιο στη μια περίπτοοση θα είναι μόνο 1.000 στερλίνες, ενώ
Έρευνα για τη Φύση και TIS Allies του Πλούτου των Εθνών
79
το απασχολούμενο στη δεύτερη περίπτίοση θα ανέρχεται σε 7.300 στερλίνες. Επομένως, με το ποσοστό του 10%, ο πρώτος επιχειρηματίας θα προσδοκά ένα ετήσιο κέρδος περί τις 100 μόνο στερλίνες, ενώ οδεύτερος επιχειρηματίας θα προσδοκά ένα κέρδοςπερί τις 730στερλίνες. Παρότι όμως τα κέρδη τους θα έχουν μια τόσο μεγάλη διαφορά, η εργασία επίβλεψης και διεύθυνσης δεν αποκλείεται να είναι τελείως ή περίπου ίδια. Σε πολύ μεγάλα έργα, το σύνολο της εργασίας αυτού του είδους ανατίθεται σε κάποιον ειδικό υπάλληλο, του οποίου ο μισθός εκφράζει απολύτως την αξία της εργασίας επίβλεψης και διεύθυνσης που εκτελεί. Αν και κατά τον καθορισμό αυτού του μισθού λαμβάνονται γενικά υπόψη όχι μόνο η εργασία και η επιδεξιότητα του ανθρώπου αυτού, αλλά και π εμπιστοσύνη που αυτός απολαμβάνει, εντούτοις αυτός δεν βρίσκεται σε κάποια προκαθορισμένη αναλογία προς το κεφάλαιο, τπ διεύθυνση του οποίου έχει στην επίβλεψη του. Και ο ιδιοκτήτης αυτού του κεφαλαίου, παρόλο που με τον τρόπο αυτό απαλλάσσεται σχεδόν από κάθε εργασία, συνεχίζει να προσδοκά ότι τα κέρδη του θα βρίσκονται σε προκαθορισμένη αναλογία προς το κείράλαιό του. Τα κέρδη, επομένως, του αποθέματος συνιστούν ένα συστατικό μέρος της τιμής των εμπορευμάτων ολότελα διαφορετικό από τους μισθούς της εργασίας, που διέπονται από τελείως διαφορετικές αρχές. 7. Σ* αυτές τις συνθήκες, το σύνολο του προϊόντος της εργασίας δεν ανήκει πάντα στον εργάτη. Στις περισσότερες περιπτώσεις, αυτός πρέπει να το μοιραστεί με τον ιδιοκτήτη του αποθέματος που τον απασχολεί. Και η ποσότητα της εργασίας που απασχολείται συνήθοχ; στην απόκτηση ή στην παραγωγή ενός εμπορεύματος δεν αποτελεί τη μοναδική κατάσταση που μπορεί να ρυθμίσει την ποσότητα την οποία αυτό μπορεί συνήθως να αγοράζει, να ελέγχει ή να ανταλλάσσει. Είναι προφανές ότι πρέπει να υπάρχει μια πρόσθετη ποσότητα (ος κέρδος του αποθέματος που προκατέβαλε τους μισθούς και προμήθευσε τα υλικά αυτής της εργασίας. 8. Από τη στιγμή που η γη μιας χώρας έγινε ατομική ιδιοκτησία, οι γαιοκτήμονες, όπως όλοι οι άνθρωποι, που πολύ θα ήθελαν να θερίσουν εκεί όπου ποτέ δεν έσπειραν, απαιτούν μια πρόσοδο ακόμα και για το φυσικό της προϊόν. Τα ξύλα του δάσους, το γρασίδι των αγρών και όλοι οι φυσικοί καρποί της γης, τα οποία, όταν η γη αποτελούσε κοινό κτήμα όλων, κόστιζαν στον εργάτη μόνο τον κόπο της συλλογής τους, επιβαρύνονται τελικά, ακόμα και γΓ αυτόν, με μια επιπρόσθετη τιμή, την οποία πρέπει να πληρώσει για την άδεια της συλλογής τους. Πρέπει λοιπόν να παραχωρήσει στον γαιοκτήμονα ένα μερίδιο αυτού που η εργασία του είτε συλλέγει είτε παράγει. Το μερίδιο αυτό ή η τιμή αυτού του μεριδίου, που τελικά είναι το ίδιο πράγμα, συνιστά την
80
Ανταμ Σμιθ
πρόσοδο της γης, και για τη μεγάλη πλειονότητα των εμπορευμάτων είναι το τρίτο συστατικό της τιμής. 9. Πρέπει να παρατηρήσουμε ότι η πραγματική αξία των διαφόρων συστατικών της τιμής μετράται με την ποσότητα της εργασίας που μπορεί να αγοράσει ή να ελέγξει το καθένα arf αυτά. Η εργασία αποτελεί το μέτρο τπς τιμής όχι μόνο εκείνου του μέρους που αναλύεται στην εργασία, αλλά και αυτού που αναλύεται στην πρόσοδο, και αυτού που αναλύεται στο κέρδος. 10. Σε κάθε κοινωνία, η τιμή ενός εμπορεύματος αναλύεται τελικά σε κάποια ή σε όλα τα τρία αυτά μέρη. Και σε κάθε προοδευμένπ κοινωνία, και τα τρία αυτά μέρη υπεισέρχονται λίγο ώς πολύ ως συνιστώσες στην τιμή της πλειονότητας των εμπορευμάτων. 11. Από την τιμή των σιτηρών, για παράδειγμα, ένα μέρος πληρώνει την πρόσοδο του γαιοκτήμονα, ένα άλλο πληρώνει το μισθό ή τη συντήρηση των εργατών και των υποζυγίων που απασχολούνται στην παραγωγή τους, και ένα τρίτο μέρος πληρώνει το κέρδος του αγρότηεπιχειρηματία (farmer). Τα τρία αυτά μέρη εμφανίζονται να συνθέτουν, άμεσα ή σε τελική ανάλυση, τη συνολική τιμή των σιτηρών, θα μπορούσε ίσως να θεωρηθεί ότι ένα τέταρτο μέρος είναι απαραίτητο για την αντικατάσταση του αποθέματος του αγρότη-επιχειρηματία ή για την αποζημίωση τπς συνήθους φθοράς των υποζυγίων του ή των άλλων αγροτικών εργαλείων του. θα πρέπει όμως να σκεφτούμε ότι η ίδια η τιμή κάθε εργαλείου εργασίας, όπως είναι το άλογο των γεωργικών εργασιών, συντίθεται από τα ίδια τρία αυτά μέρη: την πρόσοδο της γης επί της οποίας αυτό εκτρέφεται, την εργασία της φροντίδας και τηςεκτροφήςτου και τακέρδητου αγρότη-επιχειρηματία που προκαταβάλλει τόσο την πρόσοδο αυτής της γης όσο και τους μισθούς αυτής της εργασίας. Παρότι, επομένο)ς, η τιμή των σιτηρών περιλαμβάνει τόσο την τιμή όσο και τη συντήρηση του αλόγου, η συνολική τιμή δεν παύει να αναλύεται, είτε άμεσα είτε σε τελευταία ανάλυση, στα ίδια τρία μέρη της προσόδου, της εργασίας και του κέρδους, 12. Στην τιμή της φαρίνας ή του χονδράλευρου, θα πρέπει να προσθέσουμε στην τιμή των σιτηρών τα κέρδη του μυλωνά και τους μισθούς του προσωπικού του. Στην τιμή του ψωμιού, τα κέρδη του (ρούρναρη και τους μισθούς του προσωπικού του, και στην τιμή και των δύο, την εργασία της μεταφοράς των σιτηρών από τη (ράρμα του αγρότηεπιχειρηματία στο εργαστήρι του μυλωνά και από εκεί σε αυτό του φούρναρη, μαζί με τα κέρδη αυτών που προκαταβάλλουν τους μισθούς αυτής της εργασίας. 13. Η τιμή του λιναριού αναλύεται στα ίδια πιο πάνω μέρη, όπως και τα σιτηρά. Στην περίπτωση του λιναριού, στην τιμή αυτή πρέπει να προσθέσουμε την εργασία αυτού που το ξαίνει, αυτού που το γνέθει, αυτού
Έρευνα yia τη Φύση και τιε Allies του Πλούτου των Εθνών
81
που το υφαίνει, αυτού που το λευκαίνει κ,ο.κ., μαζί με τα κέρδπ των αντίστοιχων εργοδοτών τους. 14. Καθώς ένα συγκεκριμένο εμπόρευμα υφίσταται περαιτέρω επεξεργασίες, το μέρος τπς τιμής που αναλύεται σε μισθούς και κέρδος γίνεται μεγαλύτερο σε σχέσπ με αυτό που αναλύεται σε πρόσοδο. Με τπν πρόοδο τπς μανιφακτούρας, όχι μόνο αυξάνεται ο αριθμός των κερδών, αλλά και κάθε διαδοχικό κέρδος είναι μεγαλύτερο του προηγουμένου, καθώς το κεφάλαιο από το οποίο προκύπτει πρέπει να είναι πάντοτε μεγαλύτερο. Το κε(ράλαιο που απασχολεί τους υφαντές, για παράδειγμα, πρέπει να είναι μεγαλύτερο απ* αυτό που απασχολεί τους εργάτες που γνέθουν, καθώς δεν αντικαθιστά μόνο αυτό το κεφάλαιο με τα κέρδη του, αλλά, πέραν αυτού, πληρώνει το μισθό των υφαντών, και τα κέρδη πρέπει να βρίσκονται σε μια ορισμένη αναλογία προς το κεφάλαιο. 15. Ωστόσο, στις πιο ανεπτυγμένες κοινωνίες, υπάρχουν πάντα μερικά εμπορεύματα, η τιμή των οποίων αναλύεται μόνο σε δύο μέρη, στους μισθούς της εργασίας και στα κέρδη του αποθέματος, και ένας ακόμα μικρότερος αριθμός τους, η τιμή των οποίων αποτελείται συνολικά από το μισθό της εργασίας και μόνο. Στην τιμή των ψαριών της θάλασσας, γιαπαράδειγμα, ένα μέρος της πληρώνει την εργασίατου ψαρά και το άλλο πληρώνει τα κέρδη του κεφαλαίου που χρησιμοποιείται στην αλιεία. Η πρόσοδος πολύ σπάνια αποτελεί μέρος της τιμής τους, αν και μερικές φορές συμβαίνει και αυτό, όπως θα δείξω στα επόμενα. Αυτό ισχύει στπν παραποτάμια αλιεία, τουλάχιστον στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώππς. Η αλιεία του σολομού πληρώνει πρόσοδο, και η πρόσοδος αυτή, αν και δεν μπορούμε να τπν αποκαλέσουμε «γαιοπρόσοδο» με την κυριολεξία του όρου, αποτελεί μέρος της τιμής του σολομού, όπως οι μισθοί και το κέρδος. Σε μερικά μέρη της Σκοτίας, κάποιοι φτωχοί ασχολούνται με το να συλλέγουν, κατά μήκος της ακρογιαλιάς, ποικιλόχρωμες πέτρες που είναι γνωστές ως «σκοτσέζικα βότσαλα». Η τιμή που πληρώνεται γι' αυτές από τοντεχνίτηοοποίοςτιςκόβει, αποτελείται αποκλειστικά από τους μισθούς της εργασίας τους. Σε αυτή δεν περιλαμβάνονται ούτε κέρδος, ούτε πρόσοδος. 16. Ωστόσο, το σύνολο της τιμής οποιουδήποτε εμπορεύματος θα πρέπει πάντα να αναλύεται σε κάποια ή σε όλα αυτά τα τρία μέρη, καθώς ό,τι απομένει μετάτηνπληρωμήτης γαιοπροσόδουκαιτηςτιμήςτου συνόλου της εργασίας που απασχολήθπκε στην καλλιέργεια, στην κατασκευή και στη μεταφορά του στην αγορά, πρέπει υποχρεωτικά να αποτελεί κέρδος για κάποιον. 17. Όπως π τιμή ή π ανταλλάξιμπ αξία κάθε συγκεκριμένου εμπορεύματος αναλύεται σε κάποια ή σε όλα τα τρία αυτά μέρη, αντίστοιχα, η
82
Ανταμ Σμιθ
τιμή όλων των εμπορευμάτων που συνθέτουν το ετήσιο προϊόν της εργασίας κάθε χώρας, αν τα θεωρήσουμε ως ένα σύνολο, θα πρέπει να αναλύεται στα ίδια τρία μέρπ και να επιμερίζεται στους διάφορους κατοίκους τπς χώρας, είτε οχ; μισθός τπς εργασίας τους είτε ως κέρδπ του αποθέματός τους είτε ως πρόσοδος τπς γπς τους. Kaf αυτόν τον τρόπο, το σύνολο είτε τπς ετήσιας σοδειάς είτε τπς ετήσιας παραγωγής που προκύπτει από τπν εργασία κάθε χώρας ή το σύνολο τπς τιμής αυτής τπς σοδειάς ή τπς παραγωγής, που τελικά είναι το ίδιο πράγμα, κατανέμεται αρχικά μεταξύ των διαφόρων μελών τπς χώρας. Μισθοί, κέρδπ και πρόσοδος αποτελούν τις τρεις πρωτογενείς ππγές όλων των εισοδπμάτων, όπως και κάθε ανταλλάξιμπς αξίας. Όλα τα άλλα εισοδήματα, σε τελική ανάλυσπ, προκύπτουν από κάποια απ* αυτές τις τρεις ππγές. 18. Όταν κάποιος αντλεί το εισόδπμά του από μια ππγή εσόδων που του ανήκει, θα αντλεί αυτό το εισόδπμά είτε από τπν εργασία του είτε από το απόθεμά του είτε από τπ γπ του. Το εισόδπμά που αντλεί από τπν εργασία του αποκαλείται «μισθός». Αυτό που αντλεί από ένα απόθεμα, το οποίο είτε διευθύνει είτε απασχολεί, αποκαλείται «κέρδος». Αυτό που αντλεί ένας άνθρωπος ο οποίος δεν απασχολεί ο ίδιος το απόθεμά του, αλλά το δανείζει σε κάποιον άλλο, αποκαλείται «τόκος» ή «χρήσπ χρήματος». Είναι π αποζπμίωσπ που πλπρώνει ο δανειζόμενος στον δανειστή για το κέρδος που έχει τπν ευκαιρία να πραγματοποιήσει μέσω τπς χρήσπς του χρήματος. Ένα μέρος αυτού του κέρδους ανήκει φυσικά στον δανειζόμενο, που αναλαμβάνει τον κίνδυνο και επωμίζεται τον κόπο τπς απασχόλπσής του, και ένα μέρος ανήκει στον δανειστή, που του παρέχει τπν ευκαιρία να πραγματοποιήσει αυτό το κέρδος. Ο τόκος του χρήματος είναι πάντα ένα παράγωγο εισόδπμά, το οποίο, όταν δεν πληρώνεται από το κέρδος που πραγματοποιείται από τπ χρήσπ του χρήματος, θα πρέπει να πλπρώνεται από κάποια άλλη πηγή εισοδήματος, εκτός και αν ο δανειζόμενος είναι κάποιος σπάταλοςπουσυνάπτει ένα δεύτερο δάνειο προκειμένου να πληρώσει τους τόκους του πρώτου. Το συνολικό εισόδημα που προέρχεται αποκλειστικά από τη γη καλείται «πρόσοδος» και ανήκει στον γαιοκτήμονα. Το εισόδημα του αγρότη προέρχεται εν μέρει από την εργασία του και εν μέρει από το απόθεμά του. Π' αυτόν, η γη είναι το μόνο εργαλείο που του επιτρέπει να κερδίζει το μισθό αυτής της εργασίας και να πραγματοποιεί τα κέρδη αυτού του αποθέματος. Όλοι οι (ρόροι και τα εισοδήματα που στηρίζονται σε αυτόν, όλοι οι μισθοί, τα επιδόματα, οι κάθε είδους πληρωμέςετήσιας βάσης, προκύπτουν σε τελική ανάλυσπ από κάποια ή κάποιες από αυτές τις τρεις πηγές εισοδήματος και πληρώνονται είτε άμεσα είτε διαμεσολαβημένα, από τους μισθούς της εργασίας, τα κέρδη του αποθέματος ή τη γαιοπρόσοδο.
Έρευνα για τη Φύση και TIs Allies του Πλούτου των Εθνών
83
19. Όταν τα τρία αυτά διαφορετικά είδη εισοδήματος ανήκουν σε δια(ρορετικά άτομα, είναι άμεσα διακριτά. 'Οταν όμως ανήκουν στο ίδιο άτομο, μερικές φορές συγχέονται το ένα με το άλλο, τουλάχιστον στην κοινή γλώσσα. 20. Ένας ευγενής που καλλιεργεί ο ίδιος ένα μέρος της ιδιοκτησίας του, μετά την πληρωμή των δαπανών της καλλιέργειας θα πρέπει να καρπούται τόσο την πρόσοδο της γαιοκτησίας όσο και το κέρδος του κτηματία. Έχει όμοχ; την τάση ό,τι καρπούται, να το ονοματίζει «κέρδος» και, με αυτόν τον τρόπο, συγχέει την πρόσοδο με το κέρδος, τουλάχιστον στην κοινή γλώσσα. Οι περισσότεροι ιδιοκτήτες φυτειών στη Βόρειο Αμερική και στις Δυτικές Ινδίες βρίσκονται σε αυτή την κατάσταση. Στην πλειονότητά τους, καλλιεργούν τις εκτάσεις τους και, κατά συνέπεια, σπανίως γίνεται λόγος για την πρόσοδο της φυτείας, αλλά μόνο για τα κέρδη της. 21. Οι κοινοί αγρότες σπανίοχ; απασχολούν επόπτες για τη διεύθυνση των γενικών εργασιών στις φάρμες. Γενικά, εργάζονται και οι ίδιοι προσωπικά στο όργϋ)μα, στο σβάρνισμα κ.λπ. Το υπόλοιπο επομένοχ; της σοδειάς, μετά τηνπληρωμή της προσόδου, θα πρέπει όχι μόνο να αντικαταστήσει το απόθεμα που απασχολήθηκε στην καλλιέργεια, μαζί με τα κανονικά κέρδη, αλλά και να τους πληρώσει τους οφειλόμενους μισθούς για την εργασία που κατέβαλαν ως εργάτες και ως επιστάτες. Ωστόσο, αυτό που απομένει μετά την πληρωμή της προσόδου και την αναπλήροκτη του αποθέματος, ονομάζεται «κέρδος» . Παρ' όλα αυτά, είναι φανερό ότι ένα μέρος του αποτελείται από μισθούς, τους οποίους πρέπει να καρποοθεί αναγκαστικά ο αγρότης, αφού κατορθώνει να τους εξοικονομήσει. Σε αυτήν επομένως την περίπτοκιη, οι μισθοί συγχέονται με το κέρδος. 22. Ένας ανεξάρτητοςτεχνίτης, που διαθέτει απόθεμα το οποίο επαρκεί τόσο για να αγοράσει υλικά όσο και για να συντηρηθεί μέχρις ότου προσκομίσει το προϊόν του στην αγορά, θα πρέπει να καρπωθεί τόσο τους μισθούς ενός έμμισθου τεχνίτη (journeyman) που εργάζεται υπό τις εντολές ενός «μάστορα» όσο και το κέρδος που πραγματοποιεί αυτός ο «μάστορας» από την πώληση του προϊόντος του έμμισθου τεχνίτη. Ωστόσο, αυτό που καρπούται συνολικά, αποκαλείται γενικά «κέρδος», και στην περίπτωση επίσης αυτή οι μισθοί συγχέονται με το κέρδος. 2 3. Ένας κηπουρός που καλλιεργεί ο ίδιος το περιβόλι του, συγκεντρώνει στο άτομό του τους τρεις διαφορετικούς χαρακτήρες τού γαιοκτήμονα, του αγρότη-επιχειρηματία και του εργάτη. Επομένως, το προϊόν του θα πρέπει να του αποφέρει την πρόσοδο του πρώτου, το κέρδοςτου δευτέρου και τους μισθούςτουτρίτου. Εντούτοις, συνήθως το σύνολο θεωρείται ως η αμοιβή της εργασίας του. Τόσο η πρόσο-
84
Άνταμ Σμιθ
δος όσο και το κέρδος στην περίπτωση αυτή συγχέονται με τους μισθούς. 24. Δεδομένου ότι σε μια πολιτισμένη χώρα υπάρχουν πολύ λίγα εμπορεύματα των οποίων η ανταλλάξιμη αξία προκύπτει μόνο από την εργασία και η πρόσοδος και το κέρδος συμβάλλουν στην τιμή της μεγάλης πλειονότητας των εμπορευμάτων, το ετήσιο προϊόν της εργασίας της θα είναι πάντα αρκετό για να αγοράσει ή να ελέγξει μια πολύ μεγαλύτερη ποσότητα εργασίας από αυτήν που απασχολήθηκε στην καλλιέργεια, στην επεξεργασία και στη μεταφορά αυτού του προϊόντος στην αγορά. Αν η κοινωνία απασχολούσε σε ετήσια βάση όλη την εργασία που μπορούσε να αγοράσει, καθώς η ποσότητα της εργασίας θα αυξανόταν σημαντικά κάθε χρόνο, το προϊόν τής κάθε χρονιάς θα ήταν πολύ μεγαλύτερης αξίας arf ό,τι αυτό της προηγούμενης. Ωστόσο, σε καμιά χώρα δεν χρησιμοποιείται το συνολικό ετήσιο προϊόν για τη συντήρηση των φιλόπονων. Παντού, ένα μεγάλο μέρος του το καταναλώνουν οι φυγόπονοι. Και, ανάλογα με τα διαφορετικά ποσοστά στα οποία αυτό μοιράζεται κάθε χρόνο μεταξύ των δύο αυτών διαφορετικών κατηγοριών ανθρώπων, η κανονική ή η μέση τιμή του θα πρέπει είτε να αυξάνεται από χρόνο σε χρόνο είτε να μειώνεται είτε να παραμένει αμετάβλητη.
κεφάλαιο ε
Σχετικά με τη φυσική και την αγοραία τιμή των εμπορευμάτων 1. Σε κάθε Κ(χνω\άα ή τόπο ^φχει ένα καχΌληκό ή μέσο ετπΓΕ το μισθό όσο και για το κέρδος, για κάθε δια(ρορετική απασχόληση εργασίας και αποθέματος. Το επίπεδο αυτό ρυθμίζεται φυσικά, όποχ; θα δείξω στη συνέχεια, εν μέρει από τις γενικές συνθήκες της κοινωνίας, ταπλούτηήτη(ρτώχειατης, την πρόοδο,τηστασιμότηταήτηνπαρακμή της, και εν μέρει από την ιδιαίτερη φύση τής κάθε απασχόλησης. 2. Αντίστοιχα, σε κάθε κοινωνία ή σε κάθε τόπο υπάρχει ένα κανονικό ή μέσο επίπεδο προσόδου, το οποίο επίσης ρυθμίζεται, όπως θα δείξω στη συνέχεια, εν μέρει από τις γενικές συνθήκες της κοινωνίας ή του τόπου όπου ευρίσκεται η δεδομένη γη, και εν μέρει από τη φυσική ή βελτιωμένη γονιμότητα της γης. 3. Αυτά τα κανονικά ή μέσα επίπεδα μπορούμε να τα ονομάσουμε «φυσικό επίπεδο μισθού, κέρδους και προσόδου», για τη χρονική στιγμή και τον τόπο όπου γενικά επικρατούν. 4. Όταν η τιμή ενός εμπορεύματος δεν είναι ούτε μεγαλύτερη ούτε μικρότερη από αυτό που είναι αρκετό για να πληροοθούν η γαιοπρόσοδος, οι μισθοί της εργασίας και τα κέρδη του αποθέματος που απασχολήθηκε στην καλλιέργεια, στην επεξεργασία και στη μεταφορά του στην αγορά, σύμφωνα με τα φυσικά τους επίπεδα, τότε το εμπόρευμα αυτό πωλείται σε μια τιμή που μπορούμε να την ονομάσουμε «φυσική». 5. Στις συνθήκες αυτές, το εμπόρευμα πωλείται ακριβώς όσο αξίζει ή όσο κοστίζει στο άτομο που το προσκομίζει στην αγορά. Και αυτό διότι, παρόλο που αυτό το οποίο στην κοινή γλώσσα αποκαλείται «αρχικό κόστος ενός εμπορεύματος» δεν περιλαμβάνει το κέρδος του ανθρώπου που το προσκομίζει στην αγορά, εντούτοις, αν αυτός το πω-
86
Άνταμ Σμιθ
λήσει σε μια τιμή που δεν συμπεριλαμβάνει ΊΟ κανονικό περιθώριο κέρδους για τον δεδομένο τόπο, κατά τπ συναλλαγή αυτή είναι προφανώς ζημιωμένος, ε(ρόσον εάν χρησιμοποιούσε το απόθεμά του με κάποιο άλλο τρόπο, θα μπορούσε να είχε πραγματοποιήσει αυτό το κέρδος. Πέραν αυτού, το κέρδος του εμπόρου είναι το εισόδημά του ή η ιδιαίτερη πηγή των μέσων διαβίωσής του. Όποχ; προκαταβάλλει στους εργάτες του τους μισθούς τους ή τα μέσα διαβίοκτής τους, ενώ παρασκευάζει και μεταφέρει τα αγαθά στην αγορά, με τον ίδιο τρόπο προκαταβάλλει στον εαυτό του τα μέσα διαβίωσής του, που γενικά αντιστοιχούν στο κέρδος το οποίο λογικά μπορεί να προσδοκά από την πώληση των αγαθών του. Επομένοχ;, αν αυτά δεν του αποφέρουν αυτό το κέρδος, μπορούμε να πούμε ότι δεν τον αποζημιώνουν γι' αυτά που πραγματικά τού κόστισαν. 6. Παρότι, επομένως, η τιμή που του αποφέρει αυτό το κέρδος δεν είναι πάντα η χαμηλότερη στην οποία μπορεί ένας έμπορος να πωλήσει τα αγαθά του, είναι οκπόσο η χαμηλότερη τιμή στην οποία είναι αναμενόμενο να τα πωλεί επί ένα σημαντικό χρονικό διάστημα, τουλάχιστον εκεί όπου υπάρχει απόλυτη ελευθερία ή εκεί όπου μπορεί να αλλάζει το επάγγελμά του όσο συχνά τον ευαρεστεί. 7. Η πραγματική τιμή στην οποία πωλείται συνήθως ένα εμπόρευμα ονομάζεται «αγοραία τιμή» του. Η τιμή αυτή μπορεί να είναι μεγαλύτερη, μικρότερη ή ακριβώς ίδια με τη φυσική του τιμή. 8. Η αγοραία τιμή κάθε συγκεκριμένου εμπορεύματος ρυθμίζεται από την αναλογία μεταξύ της ποσότητας που προσκομίζεται πραγματικά στην αγορά και της ζήτησης αυτών που είναι πρόθυμοι να πληρώσουν τη φυσική τιμή του εμπορεύματος ή το σύνολο της αξίας της προσόδου, τπς εργασίας και του κέρδους, τα οποία πρέπει να πληρωθούν ώστε να μεταφερθεί αυτό εκεί. Τους ανθρώπους αυτούς μπορούμε να τους ονομάσουμε «λειτουργούντες (effectual) ζητητές», και τη ζήτησή τους «λειτουργούσα (effectual) ζήτηση». Ένας πολύ φτωχός άνθρωπος θα μπορούσαμε να πούμε ότι, υπό κάποια έννοια, έχει μια ζήτηση για μια μεγάλη άμαξα, ότι θα μπορούσε να θέλει μια τέτοια άμαξα. Ωστόσο, η ζήτησή του δεν αποτελεί μια λειτουργούσα ζήτηση, ικανή να προκαλέσει τη μεταφορά του εμπορεύματος στην αγορά προκειμένου να ικανοποιηθεί. 9. Όταν η ποσότητα ενός εμπορεύματος που προσκομίζεται στην αγορά υπολείπεται της λειτουργούσας ζήτησης, δεν είναι δυνατόν να προμηθευτούν την ποσότητα που επιθυμούν όλοι όσοι είναι πρόθυμοι να πληρώσουν το σύνολο της αξίας της προσόδου, των μισθών και του κέρδους που πρέπει να καταβληθεί προκειμένου να προσκομιστεί αυτό στπν αγορά. Μερικοί θα είναι πρόθυμοι να πληρώσουν κάτι παραπάνω, παρά να μείνει η επιθυμία τους ανικανοποίητη. Αμέσως θα αρ-
Έρευνα για τη Φύση και TIs Allies του Πλούτου των Εθνών
87
χίσει ένας ανταγωνισμός μεταξύ τους και η αγοραία τιμή θα αυξηθεί λίγο ώς πολύ πάνω από τη φυσική τιμή, ανάλογα με το πόσο το πάθος του ανταγωνισμού ενθαρρύνεται από το μέγεθος της έλλειψης ή ανάλογα με τον πλούτο και την αλόγιστη πολυτέλεια των ανταγωνιστών. Μεταξύ ανταγωνιστών ίσου πλούτου και πολυτέλειας, η ίδια έλλειψη θα προκαλεί γενικά έναν μεγαλύτερο ή μικρότερο ανταγωνισμό, ανάλογα με το εάν η απόκτηση του εμπορεύματος συμβαίνει να έχει μεγαλύτερη ή μικρότερη σημασία γι' αυτούς. Εξ ου και η εξωφρενική τιμή των αναγκαίων μέσων διαβίωσης κατά τη διάρκεια του αποκλεισμού μιας πόλης ή ενός λιμού. 10. Όταν η ποσότητα που προσκομίζεται στην αγορά υπερβαίνει τη λειτουργούσα ζήτηση, δεν μπορεί να πωληθεί ολόκληρη σε όσους είναι πρόθυμοι να πληρώσουν το σύνολο της αξίας της προσόδου, των μισθών και του κέρδους που πρέπει να καταβληθεί προκειμένου αυτό να προσκομισθεί στην αγορά. Ένα μέρος της πρέπει να πωληθεί σε αυτούς που είναι πρόθυμοι να πληρώσουν λιγότερο και η χαμηλή τιμή που δίνουν αυτοί θα μειώσει την τιμή του συνόλου. Η αγοραία τιμή θα υποχωρήσει λιγότερο ή περισσότερο, ανάλογα με το αν το μέγεθος του πλεονάσματος θα αυξάνει λιγότερο ή περισσότερο τον ανταγωνισμό των πωλητών ή ανάλογα με το πόσο σημαντικό συμβαίνει να είναι γι' αυτούς το να απαλλαγούν άμεσα απ* αυτό το εμπόρευμα Το ίδιο πλεόνασμα, στην περίπτωση της εισαγωγής ενός αλλοιώσιμου εμπορεύματος, θα προκαλέσει πολύ μεγαλύτερο ανταγωνισμό ατί ό,τι στην περίπτωσπ ενός ανθεκτικού στο χρόνο* για παράδειγμα, στην περίπτωση της εισαγωγής πορτοκαλιών, ο ανταγοανισμός θα είναι μεγαλύτερος ατί ό,τι στην περίπτωση της εισαγωγής παλαιού σιδήρου. 11. Όταν η ποσότητα που προσκομίζεται στην αγορά επαρκεί ακριβώς ώστε να καλύψει τη λειτουργούσα ζήτηση και τίποτε περισσότερο, η αγοραία τιμή καταλήγει φυσικά να είναι είτε απολύτως ταυτόσημη είτε να προσεγγίζει, όσο αυτό είναι δυνατόν, τη φυσική τιμή. Η συνολικά διαθέσιμη ποσότητα είναι δυνατόν να διατεθεί σε αυτή την τιμή και σε καμιά άλλη υψηλότερη. Ο ανταγωνισμός των δια(|>όρων εμπόρων τούς αναγκάζει να αποδεχτούν αυτή την τιμή, αλλά δεν τους υποχρεώνει να δεχτούν μια μικρότερη. 12. Η ποσότητα ενός εμπορεύματος που προσκομίζεται στην αγορά, προσαρμόζεται φυσικά στπ λειτουργούσα ζήτηση. Το συμφέρον όλων όσοι απασχολούν τη γη, τηνεργασίαήτοκεφάλαιότουςγιατην προσκόμιση ενός εμπορεύματος στην αγορά, επιβάλλει η ποσότητά του να μην υπερβαίνει τη λειτουργούσα ζήτηση. Και το συμφέρον όλων των άλλων ανθρώπων είναι η ποσότητα αυτή να μην υπολείπεται της λειτουργούσας ζήτησης.
88
Ανταμ Σμιθ
13. Ανκάποια(πιγμήι^ερβεί ^λειτουργούσαζήτηση, θαπ^ απότασικπατικά μέρη πιςτιμήςτου να πληρωθούν κάτω από τις φυσικές τους τιμές. Αν αυτό είναι η πρόσοδος, το συμφέρον των γαιοκτημόνων θα τους ωθήσει αμέσως να αποσύρουν ένα μέρος της γης τους. Και αν αυτό είναι οι μισθοί ή το κέρδος, το συμφέρον των εργατών στη μια περίπτωση και των εργοδοτών τους στην άλλη θα τους ωθήσει να αποσύρουν ένα μέ ρος της εργασίας ή του αποθέματός τους από αυτή την απασχόληση. Σύντομα, η ποσότητα που θα προσκομίζεται στην αγορά δεν θα είναι μεγαλύτερη arf όση απλά επαρκεί προκειμένου να ικανοποιήσει τη λειτουργούσα ζήτηση. Τα διάορορα μέρη της τιμής του θα φτάσουν το ύψος της φυσικής τους τιμής και η συνολική τιμή θα φτάσει τη φυσική του τιμή. 14. Αν, αντιθέτως, η ποσότητα που προσκομίζεται στην αγορά κάποια στιγμή υπολείπεται της λειτουργούσας ζήτησης, κάποιο από τα συστατικά μέρη της τιμής της θα πρέπει να αυξηθεί πάνω από τη φυσική του τιμή. Αν αυτό είναι η πρόσοδος, το συμφέρον όλων των άλλων γαιοκτημόνων θα τους ωθήσει φυσικά να ετοιμάσουν περισσότερες γαίες για την καλλιέργεια αυτού του εμπορεύματος. Αν είναι οι μισθοί ή το κέρδος, το συμφέρον όλων των άλλων εργατών και επιχειρηματιών θα τους ωθήσει σύντομα να απασχολήσουν περισσότερη εργασία και απόθεμα στην παραγωγή και προσκόμισή του στην αγορά. Η ποσότητα που θα προσκομισθεί εκεί, σύντομα θα επαρκεί για να ικανοποιήσει τη λειτουργούσα ζήτηση. Όλα τα συστατικά μέρη της τιμής του σύντομα θα υποχοορήσουν στη φυσική τους τιμή και η συνολική του τιμή θα υποχωρήσει στη φυσική του Ήμή. 15. Η φυσική τιμή, επομένως, είναι κάτι σαν την κεντρική τιμή, προς την οποία έλκονται συνεχώς οι τιμές όλων των εμπορευμάτων. Διά(ρορες περιστάσεις είναι δυνατόν να τις κρατήσουν μετέωρες πολύ πάνω από τη φυσική τιμή, και μερικές φορές να τις εξαναγκάσουν να κινηθούν κατά τι κάτω από αυτήν. 'Οποια όμοας και αν είναι τα εμπόδια που δυσχεραίνουν τη σταθεροποίησή τους σε αυτό το κέντρο ηρεμίας και συνέχειας, δεν παύουν να τείνουν συνεχώς προς αυτό. 16. Kaf αυτόν τον τρόπο, η συνολική ποσότητα της παραγωγικής προσπάθειας που καταβάλλεται σε ετήσια βάση προκειμένου να προσκομισθεί ένα προϊόν στην αγορά, προσαρμόζεται αυθόρμητα στη λειτουργούσα ζήτηση. Αυθόρμητα στοχεύει στο να προσκομίζει πάντα στην αγορά την ακριβή ποσότητα που θα επαρκεί για να ικανοποιήσει αυτή τη ζήτηση και δεν θα την υπερβαίνει. 17. Ωστόσο, σε κάποιες δραστηριότητες, το ίδιο μέγεθος παραγωγικής προσπάθειας σε διαφορετικές χρονιές θα παράγει πολύ διαφορετικές ποσότητες εμπορευμάτων, ενώ σε κάποιες άλλες θα παράγει πάντα τις ίδιες ή σχεδόν τις ίδιες. Ο ίδιος αριθμός εργαζομένων στη γεο)ργία θα
Έρευνα για τη Φύση και TIS Allies του Πλούτου των Εθνών
89
παράγει σε διαορορετικές χρονιές πολύ διαφορεΉκές ποσότητες σιτηρών, κρασιού, λαδιού, λυκίσκου κ.λπ. Από την άλλη, ο ίδιος αριθμός εργατών αργαλειού και υ(ραντών θα παράγει κάθε χρονιά την ίδια ή σχεδόν την ίδια ποσότητα λινού και μάλλινου υφάσματος. Μόνο ο μέσος όρος της παραγωγής τού ενός είδους δραστηριότητας μπορεί από κάποια άποψη να προσαρμοστεί στη λειτουργούσα ζήτηση. Και, καθώς η πραγματική παραγωγή είναι συχνά πολύ μεγαλύτερη ή πολύ μικρότερη απότον μέσον όρο της,ηποσότητα των εμπορευμάτωνπου προσκομίζονται στην αγορά μερικές φορές θα υπερβαίνει κατά πολύ και μερικές φορές θα υπολείπεται κατά πολύ της λειτουργούσας ζήτησης. Επομένως, ακόμα KQ αν αυτή η ζήτηση συνεχίζει να είναι πάντα η ίδια, η αγοραία τιμή θα υπόκειται σε μεγάλες διακυμάνσεις και μερικές φορές θα υποχοαρεί πολύ κάτω από τη φυσική τιμή, ενώ μερικές φορές θα ανεβαίνει πολύ πάνω arf αυτήν. Στο άλλο είδος δραστηριότητας, καθοος το προϊόν ίσων ποσοτήτων εργασίας είναι το ίδιο ή σχεδόν το ίδιο, θα μπορεί να προσαρμόζεται στη λειτουργούσα ζήτηση με μεγαλύτερη ακρίβεια Ενώ λαπόν η ζήτηση συνεχίζει να είναι η ίδια, ησγοραία τιμή των εμπορευμάτων είναι πιθανόν ναείναι επίσηςηίδιακαι ναπαραμένει ακριβώςήκατά προσέγγιση ταυτόσημη με τη φυσική τιμή. Όλοι γνο)ρίζουν από την εμπειρίατουςότιπτιμή του λινού και του μάλλινου υφάσματος δεν υπόκειται ούτε σε τόσο συχνές, ούτε σε τόσο μεγάλες μεταβολές, όπο)ς η τιμή των σιτηρών. Η τιμή του ενός είδους εμπορευμάτων μεταβάλλετα μόνο με τις μεταβολές της ζήτησης: η τιμή του άλλου είδους μεταβάλλεται όχι μόνο με τις μεταβολές της ζήτησης, αλλά με τις κατά πολύ μεγαλύτερες και συχνότερες μεταβολέςτης ποσότητας που προσκομίζεται στην αγορά προκομένου να ικανοποιήσα αυτή τη ζήτηση. 18. Οι ευκαιριακές και παροδικές διακυμάνσεις της αγοραίας τιμής ενός εμπορεύματος βαρύνουν κυρίως εκείνα τα μέρη της τιμής του που αναλύονται σε μισθούς και κέρδη. Το μέρος εκείνο που αναλύεται σε πρόσοδο επηρεάζεται λιγότερο από αυτέςτις διακυμάνσεις. Μια πρόσοδος που είναι ορισμένη σε σταθερό χρημαΉκό ποσό δεν επηρεάζεται ούτε στο ελάχιστο απ* αυτές, ούτε ως προς το περιθώριο μεταβολής, ούτε 0)ς προς την αξία της. Μια πρόσοδος που αποτελείται είτε από ένα δεδομένο μερίδιο είτε από μια δεδομένη ποσότητα της ακαθάριστης σοδειάς, αναμφίβολα επηρεάζεται απ* όλες τις ευκαιριακές και παροδικές διακυμάνσεις της αγοραίας τιμής αυτής της ακαθάριστης σοδειάς, όσον αφορά την ετήσια αξία της, όχι όμως και όσον αφορά το ετήσιο ύψος της. Κατά τον καθορισμό των όρων της μίσθωσης, ο γαιοκτήμονας και ο αγρότης-επιχειρηματίας προσπαθούν, ο καθένας κατά την κρίση του, να προσαρμόσουν αυτό το επίπεδο όχι στις ευκαιριακές και παροδικές, αλλά στη μέση και στην κανονική τιμή της σοδειάς.
90
Ανταμ Σμιθ
19. Οι διακυμάνσεις αυτές επηρεάζουν τόσο την αξία όσο και το περιθώριο μεταβολής των μισθών αλλά και του κέρδους, ανάλογα με το αν η αγορά συμβαίνει να βρίσκεται σε υπερεπάρκεια ή σε έλλειψη εμπορευμάτων ή εργασίας, ανάλογα δηλαδή με τη δουλειά που έχει γίνει ή με αυτήν που θα πρέπει να γίνει. Ένα δημόσιο πένθος ανεβάζει την τιμή του μαύρου υφάσματος (το οποίο σε τέτοιες περιπτώσεις βρίσκεται σχεδόν πάντα σε έλλειψη στην αγορά) και αυξάνει τα κέρδη των εμπόρων που διαθέτουν σημαντικές ποσότητες απ* αυτό. Δεν έχει όμως καμιά επίπτωση στο μισθό των υίραντών. Η αγορά παρουσιάζει έλλειμμα εμπορευμάτων και όχι εργασίας, έλλειμμα δουλειάς που έχει γίνει, όχι δουλειάς που πρέπει να γίνει. Αυξάνονται οι μισθοί των ραφτών που προσφέρουν εξαρτημένη εργασία Εδώ η αγορά παρουσιάζει έλλειμμα εργασίας. Υπάρχει μια λειτουργούσα ζήτηση για περισσότερη εργασία, για περισσότερο προϊόν που πρέπει να γίνει πέρα από αυτό που υπήρχε. Υποχωρούν οι τιμές των έγχρωμων μεταξωτών και ενδυμάτων, και μειώνονται τα κέρδη των εμπόρων που έχουν στα χέρια τους σημαντικές ποσότητες απ* αυτά. Υποχωρούν επίσης οι μισθοί των εργατών που απασχολούνται στην ετοιμασία αυτών των εμπορευμάτων, η ζήτηση των οποίων παύει για ένα εξάμηνο, ίσοας και για ένα δωδεκάμηνο. Στην περίπτοκτη αυτή, η αγορά παρουσιάζει υπερεπάρκεια τόσο εμπορευμάτων όσο και εργασίας. 20. Παρότι η αγοραία τιμή κάθε συγκεκριμένου εμπορεύματος έλκεται Kaf αυτόν τον τρόπο, αν μπορούμε να πούμε κάτι τέτοιο, προς τη φυσικήτιμήτου, κάποιες συμπτώσεις, φυσικές αιτίεςκαι μερικές φορές συγκεκριμένες αστυνομικές ρυθμίσεις είναι δυνατόν να συγκρατήσουν την αγοραία τιμή πολλών εμπορευμάτων, επί ένα μεγάλο διάστημα, πολύ πάνω από τη φυσική τους τιμή. 21. Όταν, λόγω μιας αύξησης της λειτουργούσας ζήτησης, η αγοραία τιμή ενός δεδομένου εμπορεύματος τυχαίνει να αυξηθεί πολύ πάνω από τη φυσική του τιμή, όσοι απασχολούν τα κεφάλαιά τους στην τροφοδοσία της αγοράς επιδιώκουν να αποκρύψουν αυτή την αλλαγή. Αν αυτή γινόταν γνοκπή σε όλους, θα ήταν τόσοι πολλοί οι νέοι ανταγωνιστές που θα παρασύρονταν στο να απασχολήσουν τα κε(ράλαιά τους με τον ίδιο τρόπο, ώστε με την πλήρη ικανοποίηση της λειτουργούσας ζήτησης η αγοραία τιμή θα υποχωρούσε στη φυσική τιμή και ίσως επί κάποιο διάστημα ακόμα πιο κάτω ατί αυτήν. Αν η αγορά βρίσκεται σε μεγάλη απόσταση από την έδρα εκείνων που την τροφοδοτούν, είναι δυνατόν οι τελευταίοι να είναι σε θέση να κρατήσουν το μυστικό επί πολλά χρόνια και να απολαμβάνουν επί όλο αυτό το διάστημα τα εξαιρετικά υψηλά τους κέρδη χωρίς νέους ανταγωνιστές, θα πρέπει όμως να αναγνωρίσουμε ότι μυστικά αυτού του είδους σπανίως μπορούν να κρατηθούν επί μακρόν, και τα
Έρευνα για τη Φύση και TIs Allies του Πλούτου των Εθνών
91
ασυνήθιστα υψηλά κέρδη δεν μπορούν να διαρκέσουν πολύ περισσότερο arf όσο πράγματι κρατιούνται τέτοια μυστικά. 2 2. Στη μανιφακτούρα, τα μυστικά είναι σε θέση να διατηρούνται επί μακρότερο διάστημα arf ό,τι στο εμπόριο. Ένας βαφέας που έχει ανακαλύψει τα μέσα για την παραγωγή ενός συγκεκριμένου χρώματος με υλικά τα οποία κοστίζουν μόνο το μισό της τιμής αυτών που χρησιμοποιούνται συνήθως, είναι δυνατόν, αν διαχειριστεί σωστά το θέμα, να απολαμβάνει το πλεονέκτημα της ανακάλυψής του εφ' όρου ζωής, και μάλιστα να την αφήσει ως κληρονομιά στον διάδοχό του. Τα ασυνήθιστα υψηλά κέρδη του προκύπτουν από την υψηλή τιμή που πληρώνεται για την προσωπική του εργασία και συνιστούν ακριβώς την υψηλή αμοιβή αυτής της εργασίας. Επειδή όμοος επαναλαμβάνονται σε κάθε μέρος του αποθέματός του και καθώς το συνολικό ύψος αυτών των κερδών βρίσκεται σε ευθεία αναλογία προς το απόθεμά του, θεο)ρούνται συνήθως ως εξαιρετικά υψηλά κέρδη. 23. Τέτοιες αυξήσεις της αγοραίας τιμής αποτελούν προφανώς αποτελέσματα ιδιαίτερων συμπτώσεων, η επενέργεια των οποίων είναι δυνατόν να διαρκεί μερικές φορές επί πολλά χρόνια. 24. Μερικές φυσικές παραγωγές απαιτούν τέτοια μοναδικότητα εδάφους και συνθηκών, ώστε το έδαφος μιας μεγάλης χώρας που είναι κατάλληλο για την παραγωγή τους να μην επαρκεί για την ικανοποίηση της λειτουργούσας ζήτησης. Το σύνολο της ποσότητας που προσκομίζεται, επομένοχ;, στην αγορά είναι δυνατόν να διατίθεται σε εκείνους που θα είναι πρόθυμοι να δώσουν κάτι περισσότερο απ' όσο είναι αρκετό για να πληρα)θούν, στα φυσικά τους επίπεδα, η πρόσοδος της γης που τα παρήγαγε σε συνδυασμό με τους μισθούς της εργασίας και τα κέρδη του αποθέματος που απασχολήθηκαν στην παρασκευή και στην προσκόμιση αυτών των αγαθών στην αγορά. Αυτά τα εμπορεύματα είναι δυνατόν να συνεχίσουν να πωλούνται σε υψηλές τιμές επί ολόκληρους αιώνες, και αυτό το μέρος της τιμής τους που αναλύεται στην πρόσοδο της γης είναι σε αυτή την περίπτοοση εκείνο το μέρος της τιμής το οποίο πληρώνεται πάνω από το φυσικό του επίπεδο. Η πρόσοδος αυτής της γης που προσφέρει μια τόσο μοναδική και υψηλής εκτίμησης παραγωγή, όπως είναι η πρόσοδος μερικών αμπελώνων στη Γαλλία οι οποίοι διαθέτουν ένα εξαιρετικά ευνοϊκό έδαφος και συνθήκες, δεν βρίσκεται σε καμιά κανονική αναλογία με την πρόσοδο άλλων, εξίσου γόνιμων και εξίσου καλά καλλιεργούμενων γειτονικών γαιών. Ωστόσο, οι μισθοί της εργασίας και τα κέρδη του αποθέματος που απασχολούνται στην προσκόμιση αυτών των εμπορευμάτων στην αγορά σπανίως βρίσκονται σε δυσαναλογία με αυτά των άλλων γειτονικών απασχολήσεων εργασίας και αποθέματος.
92
Άνταμ Σμιθ
25. Αυτές οι αυξήσεις της αγοραίας τιμής είναι προφανώς αποτέλεσμα φυσικών αιτίων, που ενδέχεται να αποτρέπουν σε μόνιμη βάση την ικανοποίηση της λειτουργούσας ζήτησης και οι οποίεςενδέχεταιεπομένοχ; να συνεχίσουν να λειτουργούν διά παντός. 26. Το μονοπώλιο που παραχοορείται είτε σε ένα άτομο είτε σε μια εμπορική επιχείρηση, έχει το ίδιο αποτέλεσμα όποχ; και ένα μυστικό στο εμπόριο ή στις μανιφακτούρες. Ο κάτοχος του μονοπωλίου, με το να διατηρεί την αγορά συνεχώς σε ανεπάρκεια, με το να μην ικανοποιεί ποτέ πλήρως τη λειτουργούσα ζήτηση, πωλεί τα εμπορεύματά του πολύ πάνω από τη φυσική τους τιμή και αυξάνει τις απολαβές του, είτε αυτές συνίστανται σε μισθούς είτε σε κέρδη, πολύ πάνω από το φυσικό τους επίπεδο. 27. Η μονοπωλιακή τιμή είναι η υψηλότερη που μπορεί να επιβληθεί σε μια δεδομένη στιγμή. Αντίθετα, η φυσική τιμή ή «τιμή του ελεύθερου ανταγωνισμού» είναι η χαμηλότερη που μπορεί να επιτευχθεί, όχι βέβαια σε οποιαδήποτε στιγμή, αλλά επί ένα σημαντικό χρονικό διάστημα. Η πρώτη είναι σε κάθε περίσταση η υψηλότερη που μπορεί να αποσπαστεί από τους αγοραστές ή αυτή στην οποία υποτίθεται ότι αυτοί συγκατατίθενται: η δεύτερη είναι η χαμηλότφη την οποία γενικά μπορούν να ανεχτούν οι πωλητές, ώστε να συνεχίσουν ταυτόχρονα τη δραστηριότητά τους. 28. Τα αποκλειστικά προνόμιατωνσυντεχνιών, τα καθεστώταμαθητείας και όλοι εκείνοι οι νόμοι που περιορίζουν τον ανταγωνισμό στο εσο> τερικό ορισμένων επαγγελμάτων σε έναν μικρότερο αριθμό απ* αυτόν που θα υπήρχε σε διαφορετική περίπτωση, έχουν την ίδια τάση, αν και σε μικρότερο βαθμό. Είναι ένα είδος διευρυμένων μονοπωλίων και συχνά είναι δυνατόν για ολόκληρες κατηγορίες επαγγελμάτων να διατηρήσουν την τιμή συγκεκριμένων εμπορευμάτων πάνω από τη φυσική τιμή τους και να διατηρήσουν τόσο τους μισθούς της εργασίας όσο και τα κέρδη του απασχολούμενου σε αυτά αποθέματος σε ένα επίπεδο κάπως υψηλότερο του φυσικού. 29. Οι πιο πάνω αυξήσεις της αγοραίας τιμής είναι δυνατόν να διαρκέσουν όσο διαρκούν και οι αστυνομικές ρυθμίσειςπου τις επιτρέπουν. 30. Η αγοραία τιμή ενός οποιουδήποτε εμπορεύματος, ενώ είναι δυνατόν να βρίσκεται επί μακρόν πάνω από τη φυσική της τιμή, πολύ σπάνια μπορεί να βρίσκεται επί μακρόν κάτω από αυτήν. Τα άτομα των οποίων τα συμφέροντα θίγονται από το ότι κάποιο μέρος της φυσικής του τιμής πληρώνεται κάτω από το φυσικό του επίπεδο, θα αισθανθούν αμέσως τη ζημία και θα αποσύρουν άμεσα είτε τόση γη είτε τόση εργασία είτε τόσο απόθεμα από την απασχόληση με το εν λόγω εμπόρευμα, ώστε η προσκομιζόμενη στην αγορά ποσότητα να είναι πλέον όχι περισσότερη από αυτήν που μόλις επαρκεί για να
Έρευνα για τη Φύση και TIs Allies του Πλούτου των Εθνών
93
καλύψει τη λειτουργούσα ζήτηση. Η αγοραία του τιμή, επομένως, θα αυξηθεί σύντομα στα επίπεδα της φυσικής τιμής. Αυτό τουλάχιστον θα συμβεί εκεί όπου έχουμε τέλεια ελευθερία. 31, Τα ίδια καθεστώτα μαθητείας και οι άλλοι νόμοι που αφορούν τις συντεχνίες, οι οποίοι στην εποχή τπς ακμής μιας μανιφακτούρας επιτρέπουν στον τεχνίτη να αυξήσει το μισθό του σε σημαντικό βαθμό πάνω από το φυσικό του επίπεδο, μερικές φορές, όταν η μανιφακτούρα αυτή παρακμάζει, τον υποχρεώνουν να ανεχτεί μια μείωσή του πολύ κάτω από αυτό. Αν στη μία περίπτοχτπ αποκλείουν πολλούς ανθρώπους από το επάγγελμά του, στην άλλη τον αποκλείουν από πολλά επαγγέλματα. Το αποτέλεσμα, ωστόσο, τέτοιου είδους ρυθμίσεων στη μείωση των μισθών των τεχνιτών δεν είναι τόσο ισχυρό όσο είναι στην αύξησή τους πάνω από το φυσικό τους επίπεδο. Η λειτουργία τους κατά τπ μία κατεύθυνση είναι δυνατόν να διαρκεί επί πολλούς αιώνες, αλλά στην άλλη κατεύθυνση δεν μπορεί να διαρκέσει περισσότερο από τη ζωή μερικών τεχνιτών που προσελκύστηκαν στο επάγγελμα την εποχή της άνθησής του. Όταν εκλείψουν αυτοί, ο αριθμός αυτών που εκπαιδεύονται στο επάγγελμα θα προσαρμοστεί αυθόρμητα στη λειτουργούσα ζήτηση. Προκειμένου να υποχο ρήσουν οι αμοιβέςτπςεργασίαςήτακέρδη του αποθέματος ενός συγκεκριμένου επαγγέλματος κάτω από το φυσικό τους επίπεδο επί αρκετές συνεχόμενες γενεές, θα έπρεπε η αστυνομία να είναι τόσο αυστηρή όσο αυτή του Ινδοστάν^ ή της αρχαίας Αιγύπτου (όπου κάθε άνθρωπος ήταν υποχρεωμένος, βάσει των θρησκευτικών κανόνων, να ακολουθεί το επάγγελμα του πατέρα του και υπετίθετο ότι διέπραττε την πλέον φρικτή ιεροσυλία αν το άλλαζε με κάποιο άλλο). 32. Αυτά είναι όσα προς το παρόν θεωρώ απαραίτητο να σημειώσω σχετικά με τις αποκλίσεις, είτε ευκαιριακές είτε μόνιμες, της αγοραίας τιμής των εμπορευμάτων από τη φυσική τους τιμή. 3 3. Η ίδια η φυσική τιμή μεταβάλλεται με το φυσικό επίπεδο καθενός συστατικού μέρους, μισθού, κέρδους και προσόδου. Και σε κάθε κοινωνία, το επίπεδο αυτό μεταβάλλεται ανάλογα με τις περιστάσεις, ανάλογα με τον πλούτο ή τπ φτώχεια της, τις συνθήκες προόδου, στασιμότητας ή παρακμής της. Στα επόμενα τέσσερα κεφάλαια, θα προσπαθήσω να εξηγήσω, με τη μεγαλύτερη δυνατή σαφήνεια, τις αιτίες αυτών των διαφορετικών μεταβολών. 34. Πρώτον, θα προσπαθήσω να εξηγήσω ποιες είναι οι περιστάσειςπου καθορίζουν αυθόρμητα το επίπεδο των μισθών και με ποιο τρόπο οι περιστάσεις αυτές επηρεάζονται από τον πλούτο ή τη φτώχεια, από την κατάσταση προόδου, στασιμότητας ή παρακμής της κοινωνίας. 35. Δεύτερον, θα προσπαθήσω να δείξω ποιες είναι οι περιστάσεις που καθορίζουν αυθόρμητα το περιθώριο του κέρδους και με ποιο τρόπο
94
Ανταμ Σμιθ
επίσης οι περιστάσεις αυτές επηρεάζονται από αντίστοιχες μεταβολές της κατάστασης της κοινωνίας. 36. Παρότι χρηματικοί μισθοί και κέρδος παρουσιάζουν μεγάλες διαφορές μεταξύ των διαφόρων απασχολήσεων εργασίας και αποθέματος, φαίνεται ότι μεταξύ τόσο του χρηματικού μισθού στις διάφορες απασχολήσεις της εργασίας όσο και των χρηματικών κερδών στις διά(ρορες απασχολήσεις του αποθέματος υπάρχει γενικά μια ορισμένη αναλογία Η αναλογία αυτή, όπως θα φανεί στη συνέχεια, εξαρτάται εν μέρει από τη φύση των διαφόρων απασχολήσεων και εν μέρει από τους διάφορους νόμους και την πολιτική της κοινωνίας στην οποία αυτές υλοποιούνται. Ενώ όμοχ; εξαρτάται, από πολλές απόψεις, από τους νόμους και την πολιτική, η αναλογία αυτή φαίνεται ότι επηρεάζεται λίγο από τον πλούτο και τη φτώχεια αυτής της κοινο)νίας και τηνκατάσταση προόδου, στασιμότηταςήπαρακμήςτης, και παραμένει η ίδια ή σχεδόν η ίδια σε όλες αυτές τις καταστάσεις. Κατά τρίτον, θα προσπαθήσω να εξηγήσω όλες τις διαφορετικές περιστάσεις που ρυθμίζουν αυτή την αναλογία. 37. Κατά τέταρτον και τελευταίο, θα προσπαθήσω να δείξω ποιες είναι οι περιστάσεις που ρυθμίζουν τη γαιοπρόσοδο και ποιες απ' αυτές αυξάνουν ή μειώνουν την πραγματική τιμή των διαφόρων προϊόντων που αυτή παράγει.
Σημείωση 1. Με τον όρο «Ινδοατάν», ο Σμιθ, σύμφωνα με τα ισχύοντα στην εποχή του, εννοεί την ΙνδικήΧερσόνησο. Χρησιμοποιείτον όρο «Ινδία» ή «Ανατολικές Ινδίες» ως συνώνυμο της ευρύτερης Ασίας, δηλαδή της Ινδικής Χερσονήσου και της Άπω Ανατολής, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας (Σ.τ.Ε).
κεφαΛ,αιο
Σχετικά με wus μισθούε ms εργασίαε 1. Η απόδοση της εργασίας αποτελεί τη φυσική αμοιβή ή το μισθό της εργασίας. 2. Κατάτην αρχαϊκή περίοδο, που προηγήθηκε τόσο της ιδιοποίησηςτης γης όσο και της συσσώρευσης αποθέματος, το συνολικό προϊόν της εργασίας ανήκε στον εργάτη, αφού δεν υπήρχε ούτε γαιοκτήμονας, ούτε εργοδότης να τη μοιραστεί μαζί του. 3. Αν αυτή η κατάσταση είχε συνεχιστεί, οι μισθοί της εργασίας θα είχαν αυξηθεί παράλληλα με όλες εκείνες τις βελτιώσεις της παραγωγικότητάς της τις οποίες προκαλεί ο καταμερισμός εργασίας. Όλα τα πράγματα προοδευτικά θα καθίσταντο όλο και φθηνότερα θα παράγονταν από μια μικρότερη ποσότητα εργασίας. Και, καθώς σε αυτή την κατάσταση πραγμάτων τα εμπορεύματα που παράγονται από ίσες ποσότητες εργασίας θα ανταλλάσσονταν φυσικά μεταξύ τους, θα αγοράζονταν επίσης με το προϊόν μιας μικρότερης ποσότητας. 4. Παρότι όμως όλα τα αγαθά στηνπραγματικότητα θα καθίσταντοφθηνότερα, φαινομενικά πολλά είναι ενδεχόμενο να είχαν καταστεί ακριβότερα arf ό,τι προηγουμένως ή να ανταλλάσσονταν με μια μεγαλύτερη ποσότπτα άλλων αγαθών. Ας υποθέσουμε, για παράδειγμα, ότι στην πλειονότητα των επαγγελμάτων, η παραγωγικότητα της εργασίας δεκαπλασιάστηκε ή ότι μια εργασία μίας ημέρας μπορεί να παράγει δεκαπλάσια ποσότητα έργου απ* αυτήν που παρήγαγε αρχικά. Ας υποθέσουμε ακόμα ότι σε ένα συγκεκριμένο επάγγελμα βελτιώθηκε μόνο στο διπλάσιο ή ότι η εργασία μίας ημέρας μπορεί να παράγει διπλάσιο μόνο έργο απ* αυτό που παρήγαγε προηγουμένως. Κατά την ανταλλαγή του προϊόντος μιας εργάσιμης ημέρας της πλειονότητας των επαγγελμάτων με αυτή μιας εργάσιμης ημέρας του συγκεκριμένου επαγγέλματος, το δεκαπλάσιο της αρχικής ποσότητας έργου σε αυτά θα αγοράζει μόνο τη διπλάσια της αρχικής ποσότητας
96
Ανταμ Σμιθ
έργου του δεδομένου επαγγέλματος. Επομένως, μια συγκεκριμένπ ποσότπτα έργου του επαγγέλματος αυτού -για παράδειγμα, βάρους μίας λίβρας- θα εμφανίζεται να είναι πέντε φορές ακριβότερη απ* ό,τι προηγουμένίΰς. Ωστόσο, στην πραγματικότητα θα είναι δύο φορές φθηνότερη. Παρότι για την αγορά της ποσότητας αυτής θα απαιτείται πενταπλάσια ποσότητα άλλων αγαθών, θα απαιτείται μόνο η μισή ποσότητα εργασίας είτε για την αγορά της είτε για την παραγωγή της. Η απόκτησή της εηο\χένως θα είναι δύο φορές πιο εύκολη απ' ό,τι προηγουμένως. 5. Ωστόσο, αυτή η αρχαϊκή κατάσταση πραγμάτων, κατά την οποία ο εργάτης καρπωνόταν το σύνολο του προϊόντος της εργασίας του, δεν μπορούσε να διαρκέσει πέρα από την πρώτη εισαγωγή της ιδιοποίησης της γης και της συσσώρευσης αποθέματος. Βρισκόταν επομένως στο τέλος της, πολύ πριν επέλθουν οι σημαντικότερες βελτιώσεις στην παραγωγικότητα της εργασίας, και δεν υπάρχει κανένας λόγος να ανιχνεύσουμε περαιτέρω ποιες θα μπορούσαν να είναι οι συνέπειές της στην αμοιβή ή στους μισθούς της εργασίας. 6. Από τη στιγμή που η γη καθίσταται ατομική ιδιοκτησία, ο γαιοκτήμονας απαιτεί ένα μερίδιο σχεδόν από όλο το προϊόν το οποίο ο εργάτης μπορεί να παραγάγει, είτε μέσω της καλλιέργειάς της είτε μέσω της συλλογής των καρπών της. Η πρόσοδός του αποτελεί την πρώτη παρακράτηση από το προϊόν της εργασίας που απασχολήθηκε στη γη. 7.0 άνθρωπος που οργώνει τη γη, σπανίοχ; διαθέτει τα απαραίτητα μέχρις ότου δρέψει τη σοδειά του. Γενικά, τα μέσα συντήρησής του προκαταβάλλονται σε αυτόν από το απόθεμα ενός εργοδότη, του αγρότη-επιχειρηματία που τον απασχολεί, και ο οποίος δεν θα είχε κανένα συμφέρον να τον απασχολεί αν δεν μοιραζόταν μαζί του το προϊόν της εργασίας του ή αν το απόθεμά του δεν επέστρεφε σε αυτόν με κάποιο κέρδος. Το κέρδος αυτό αποτελεί μια δεύτερη παρακράτηση από το προϊόν της εργασίας που απασχολήθηκε στη γη. 8. Το προϊόν σχεδόν κάθε είδους εργασίας υπόκειται σε ανάλογη παρακράτηση ενός κέρδους. Σε όλες τις τέχνες και τις μανιφακτούρες, η πλειονότητα των εργατών έχουν την ανάγκη ενός εργοδότη που θα τους προκαταβάλει τα υλικά της εργασίας τους, τους μισθούς και τα μέσα συντήρησής τους μέχρι την ολοκλήρωση της. Αυτός μοιράζεται μαζί τους το προϊόν της εργασίας τους ή την αξία που αυτή προσθέτει στα υλικά πάνω στα οποία σωρεύεται, και το μερίδιό του αυτό συνιστά το κέρδος του. 9. Συμβαίνει βέβαια, μερικές φορές, ένας μεμονωμένος ανεξάρτητος εργαζόμενος να διαθέτει ένα απόθεμα που να είναι αρκετό τόσο για να αγοράσει τα υλικά της εργασίας του όσο και για να συντηρηθεί ο ίδιος μέχρι την ολοκλήρωση αυτής της εργασίας. Είναι ταυτόχρονα
Έρευνα για τη Φύση και TIS Allies του Πλούτου των Εθνών
97
εργοδότης και εργάτης, και καρπούται το σύνολο του προϊόντος της εργασίας του ή το σύνολο της αξίας που αυτή προσθέτει στα υλικά πάνω στα οποία σωρεύεται. Το προϊόν αυτό περικλείει αυτό που συνήθως αποτελεί δύο διακριτά εισοδήματα, τα οποία ανήκουν σε δύο διακριτά άτομα, τα κέρδη του αποθέματος και τους μισθούς της εργασίας. 10. Οι περιπτώσεις αυτές, ωστόσο, δεν είναι πολύ συχνές, και σε ολόκληρη την Ευρώπη αναλογούν είκοσι εργαζόμενοι που απασχολούνται από κάποιον εργοδότη και ένας μόνο ανεξάρτητος. Και παντού ως μισθοί της εργασίας θεωρούνται αυτό που συνήθοος είναι, όταν ο εργάτης είναι ένα άτομο και ο ιδιοκτήτης του αποθέματος που τον απασχολεί είναι ένα άλλο άτομο. 11. Το ποιος είναι ο συνήθης μισθός της εργασίας εξαρτάται παντού από το συμβόλαιο που συνάπτεται συνήθως μεταξύ των δύο αυτών μερών, τα συμφέροντα των οποίων δεν είναι καθόλου τα ίδια. Οι εργάτες επιθυμούν να λάβουν όσο το δυνατόν περισσότερα, οι εργοδότες επιθυμούν να δώσουν όσο το δυνατόν λιγότερα. Οι πρώτοι επιδιώκουν να ενωθούν προκειμένου να επιτύχουν μια αύξηση των μισθών, οι δεύτεροι προκειμένου να επιτύχουν μια μείωσή τους. 12. Δεν είναι δύσκολο, οκπόσο, να διαβλέψουμε ποιο από τα δύο μέρη θα έχει, υπό φυσιολογικές συνθήκες, το πλεονέκτημα στη διαμάχη και θα εξαναγκάσει το άλλο μέρος σε μια συμμόρφ(ικιη με τους όρους του. Οι εργοδότες, λόγω του μικρότερου αριθμού τους, είναι σε θέση να ενώνονται πολύ ευκολότερα. Και, πέραν αυτού, ο νόμος επικυρώνει ή, τουλάχιστον, δεν απαγορεύει τις ενώσεις τους, ενώ απαγορεύει τις ενώσεις των εργατών. Δεν υπάρχουν νομοθετικές πράξεις εναντίον της ένοοσης για τη μείωση της τιμής της εργασίας, υπάρχουν όμοος πολλές τέτοιες πράξεις εναντίον της ένοκτης για την αύξησή της. Σε όλες αυτές τις διαμάχες, οι εργοδότες είναι σε θέση να αντέξουν επί ένα πολύ μακρύτερο διάστημα. Ένας γαιοκτήμονας, ένας αγρότης-επιχειρηματίας, ένας ιδιοκτήτης μανιφακτούρας, ένας έμπορος, ακόμα και αν δεν απασχολούν κανέναν εργάτη, θα μπορούσαν γενικά να ζήσουν με τα αποθέματα που έχουν ήδη αποκτήσει επί ένα ή και δύο χρόνια. Από τους εργάτες, πολλοί δεν θα μπορούσαν να επιζήσουν ούτε επί μία εβδομάδα, ορισμένοι θα μπορούσαν να επιζήσουν επί ένα μήνα, ενώ ελάχιστοι είναι αυτοί που θα μπορούσαν να επιζήσουν επί ένα χρόνο χωρίς απασχόληση. Μακροπρόθεσμα, ο εργάτης ίσως να είναι τόσο αναγκαίος στον εργοδότη όσο είναι ο εργοδότης σε αυτόν. Ωστόσο, η αναγκαιότητα αυτή δεν είναι τόσο άμεση. 13. Λέγεται ότι σπανίως γίνεται λόγος για ενώσεις εργοδοτών, ενώ για ενώσεις εργατών γίνεται λόγος συχνά. Αν όμα)ς φαντάζεται κανείς
98
Άνταμ Σμιθ
ότι αυτό σημαίνει πως οι εργοδότες σπανίοος συνενώνονται, ασφαλαχ; έχει άγνοια τόσο του κόσμου όσο και του θέματος. Οι εργοδότες βρίσκονται πάντα και παντού σε ένα είδος σιωπηρής, αλλά σταθερής και ομοιόμορφης έναχτης, προκειμένου να μην αυξηθούν οι μισθοί της εργασίας πάνω από το πραγματικό (actual: ισχύον, υπαρκτό) τους επίπεδο. Η αθέτηση αυτού του κανόνα συνιστά μια από τις πιο αντιδημοφιλείς ενέργειες και επισύρει ένα είδος ανυποληψίας προς έναν εργοδότη από τους γείτονες και όμοιούς του. Βέβαια, σπανίοας ακούμε να γίνεται λόγος γι' αυτή την ένοκπτ, επειδή συνιστά τη συνήθη και, θα μπορούσαμε να πούμε, φυσική κατάσταση των πραγμάτων, για την οποία σπανίως ακούμε κάτι. Μάλιστα, οι εργοδότες προχωρούν μερικές φορές σε ειδικές ενώσεις, με σκοπό να μειώσουν τους μισθούς της εργασίας ακόμα και κάτω από αυτό το επίπεδο. Οι ενώσεις αυτές συνομολογούνται πάντα με τη μεγαλύτερη σιωπή και μυστικότητα μέχρι τη στιγμή της εκτέλεσης και, όταν οι εργάτες υποχωρούν, όπως γίνεται μερικές φορές, χωρίς καμιά αντίσταση, παρότι το φέρουν βαρέως, ο υπόλοιπος κόσμος σπανίους μαθαίνει κάτι γι' αυτές. Ωστόσο, με τις ενώσεις αυτές έρχεται αντιμέτωπη μια αντίθετη αμυντική ένακτη των εργατών, οι οποίοι, επίσης χωρίς καμιά ανάλογη πρόκληση, συνενώνονται με μεταξύ τους συμφωνίες προκειμένου να αυξήσουν την τιμή της εργασίας τους. Οι συνήθεις τους προφάσεις είναι άλλοτε η υψηλή τιμή των μέσων διαβίοοσης και άλλοτε το μεγάλο κέρδος που αποκομίζουν οι εργοδότες τους από την εργασία τους. Είτε όμως οι ενώσεις τους είναι αμυντικές είτε είναι επιθετικές, πάντα γίνεται ευρύταταλόγος γι' αυτές. Προκειμένου να προκαλέσουν μια γρήγορη απόφαση, είναι αναγκασμένοι να καταφεύγουν πάντα σε τυμπανοκρουσίες και μερικές φορές στην πιο συνταρακτική βία και επιθετικότητα. Είναι απελπισμένοι και ενεργούν με την αφροσύνη και την υπερβολή των απελπισμένων ανθρώπων οι οποίοι πρέπει είτε να λιμοκτονήσουν είτε να εκφοβίσουν τους εργοδότες τους, ώστε να τους ωθήσουν στην άμεση συμμόρφωση με τα αιτήματά τους. Αυτοί, σε τέτοιες περιπτώσεις, είναι εξίσου θορυβώδεις όηως και η άλλη πλευρά, και δεν παύουν ποτέ να καλούν προςβοήθειατααστικάδικαστήριακαιναςητούντηναυστηρήεφαρμογή των νόμων εκείνων που ψηφίστηκαν με τόση αυστηρότητα εναντίον των ενώσεων όσων παρέχουν υπηρεσίες, των εργατών και των έμμισθων τεχνιτών. Συνακόλουθα, οι εργάτες σπανίως αντλούν κάποιο όφελος από τη βιαιότητα αυτών των ταραχοποιών ενώσεων, οι οποίες, εν μέρει λόγω της παρέμβασης των αστικών δικαστηρίων, εν μέρει λόγω της ανώτερης επιμονής των εργοδοτών και εν μέρει λόγω της αναγκαστικής υποχωρητικότητας των περισσότερων εργατών χάριν της εξασφάλισης των άμεσων μέσων διαβίωσης, γενικά
Έρευνα για τη Φύση και TIs Allies του Πλούτου των Εθνών
99
δεν καταλήγουν σε τίποτα άλλο πέραν της τιμωρίας ή της καταστροφής των πρωτεργατών. 14. Παρόλο όμως που στις διαμάχες με τους εργάτες τους οι εργοδότες γενικά έχουν το πλεονέκτπμα, υπάρχει οχττόσο ένα ορισμένο όριο, κάτω από το οποίο (ραίνεται να είναι αδύνατπ π μείωσπ του μισθού ακόμα και του ταπεινότερου είδους εργασίας επί ένα σπμαντικό διά στπμα. 15. Ένας άνθρωπος θα πρέπει να ςει πάντα από τπν εργασία του και ο μι σθός του πρέπει να είναι τουλάχιστον επαρκής για τπ συντήρπσή του. Στις περισσότερες περιπτώσεις, θα πρέπει να είναι κατά τι μεγαλύτερος. Σε διαφορετική περίπτοασπ, θα του είναι αδύνατον να ανα θρέψει μια οικογένεια και π φυλή αυτών των εργατών δεν θα μπορεί να επιβιώσα πέρα από τπν πρώτπ γενιά. Για το λόγο αυτό, ο κ. Cantillon (Καντιγιόν) (ραίνεται να θεωρεί ότι π κατώτερπ κατπγορία κοινών εργατών πρέπει να κερδίζει παντού τουλάχιστον διπλάσια από τα μέσα διαβίωσής τους, προκειμένου να είναι σε θέση, ο ένας με την άλλη, να αναθρέψουν δύο παιδιά. Η εργασία της συζύγου, λόγω της υποχρεωτικής φροντίδας των παιδιών, θεωρείται ότι μόλις που επαρκεί για τα δικά της μέσα διαβίωσης. Ωστόσο, έχει υπολογιστεί ότι από τα παιδιά που γεννιούνται, τα μισά πεθαίνουν προ της ενηλικίακηίς τους. Επομένοος, οι φτωχότεροι εργάτες, σύμςκονα με αυτόν τον υπολογισμό, πρέπει να προσπαθήσουν να αναθρέφουν τέσσερα παιδιά, προκειμένου δύο arf αυτά να έχουν πιθανότητες ενηλικίοοσης. Αλλά τα αναγκαία μέσα διαβίωσης τεσσάρων παιδιών θεωρείται ότι είναι ίσα με αυτά της διαβίοκιης ενός ενήλικα. Σύμςκονα με τον ίδιο συγγραφέα, η εργασία ενός αρτιμελούς σκλάβου υπολογίζεται ότι αξίζει το διπλάσιο των μέσων διαβίοχϊής του. Και αυτή του ταπεινότερου εργάτη δεν μπορεί να αξίζει λιγότερο arf ό,τι αυτή ενός αρτιμελούς σκλάβου. Έτσι λοιπόν είναι τουλάχιστον βέβαιο ότι, προκειμένου να είναι ο σύζυγος και η σύζυγος σε θέση να αναθρέψουν μια οικογένεια, θα πρέπει, ακόμα και για το ταπεινότερο είδος κοινής εργασίας, να κερδίζουν κάτι περισσότερο από αυτό που είναι ακριβώς αναγκαίο για τα προσωπικά τους μέσα διαβίαχτης. Σε ποιο όμως επίπεδο, εάν δηλαδή θα πρέπει αυτό να είναι το προαναφερόμενο ή κάποιο άλλο, δεν είμαι εγώ αυτός που πρόκειται να το προσδιορίσει. 16. Υπάρχουν, ωστόσο, ορισμένες περιστάσεις που μερικές φορές προσφέρουν στους εργάτες ένα πλεονέκτημα και τους επιτρέπουν να αυξήσουν το μισθό τους σε σημαντικό βαθμό πάνω από αυτό το επίπεδο, το χαμηλότερο που είναι συμβατό με την ανθρώπινη ύπαρξη. 17. 'Οταν σε μια χώρα αυξάνεται συνεχώς η ζήτηση αυτών που ζουν από το μισθό τους, η ζήτηση εργατών, έμμισθων τεχνιτών, κάθε είδους παρεχόντων υπηρεσίες, όταν κάθε χρόνο προσφέρεται απασχόληση
100
Άνταμ Σμιθ
σε έναν μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων απ* αυτόν που απασχολείτο τον προπγούμενο χρόνο, οι εργάτες δεν έχουν λόγο να εν(οθούν προκειμένου να αυξήσουν το μισθό τους. Η έλλειψη χεριών προκαλεί έναν ανταγωνισμό μεταξύ των εργοδοτών, που, προκειμένου να προσλάβουν εργαζομένους, πλειοδοτούν ο ένας εναντίον του άλλου και με αυτόν τον τρόπο παραβαίνουν με τη θέλπσή τους την αυθόρμητη ένοοση των εργοδοτών για τη μη αύξηση των μισθών. 18. Είναι προφανές ότι π ζήτηση ανθρώπων που ζουν από το μισθό τους δεν μπορεί παρά να αυξάνεται ανάλογα με την αύξηση των πόρων που προορίζονται για την πληρωμή των μισθών. Οι πόροι αυτοί είναι δύο ειδών: πρώτον, το εισόδημα που υπερβαίνει τα αναγκαία μέσα διαβίοκιης και, δεύτερον, το απόθεμα που υπερβαίνει ό,τι είναι αναγκαίο για την απασχόληση των εργοδοτών. 19. Όταν ένας γαιοκτήμονας, ένας εισοδηματίας ή ένας κάτοχος χρήματος έχει μεγαλύτερο εισόδημα από αυτό που κρίνει επαρκές για τη συντήρηση της οικογένειάς του, τότε το σύνολο ή ένα μέρος του πλεονάσματος το απασχολεί για τη διατήρηση ενός ή περισσότερων υπηρετών. Όταν αυξάνεται αυτό το πλεόνασμα, θα αυξάνεται φυσικά και ο αριθμός των υπηρετών. 20. Όταν ένας ανεξάρτητος εργαζόμενος, όπως ένας υοραντής ή ένας υποδηματοποιός, διαθέτει μεγαλύτερο απόθεμα από αυτό που του είναι αρκετό για να αγοράσει τα υλικά της προσωπικής του εργασίας και να συντηρήσει τον εαυτό του μέχρι τη διάθεση του προϊόντος του, φυσιολογικά, με το πλεόνασμά του θα απασχολήσει έναν ή περισσότερους έμμισθους τεχνίτες, προκειμένου να αποκομίσει ένα κέρδος από την εργασία τους. Όταν αυξάνεται αυτό το απόθεμα, θα αυξάνεται φυσικά και ο αριθμός των έμμισθων τεχνιτών του. 21. Η ζήτηση επομένοχ; αυτών που ζουν από το μισθό τους αυξάνεται υποχρεοπικά με τπν αύξηση του εισοδήματος και του αποθέματος κάθε χώρας, και δεν είναι δυνατόν να αυξηθεί χωρίς αυτήν. Η αύξηση του εισοδήματος και του αποθέματος είναι π αύξηση του εθνικού πλούτου. Επομένοχ;, η ζήτηση αυτών που ζουν από το μισθό τους αυξάνεται με την αύξηση του εθνικού πλούτου, και δεν είναι δυνατόν να αυξηθεί χωρίς αυτήν. 2 2. Αυτό που προκαλεί την αύξηση του μισθού της εργασίας δεν είναι το πραγματικό μέγεθος του εθνικού πλούτου, αλλά η συνεχής του αύξηση. Κατά συνέπεια, οι υψηλότεροι μισθοί της εργασίας παρατηρούνται όχι στις πιο πλούσιες χώρες, αλλά στις πιο γρήγορα αναπτυσσόμενες, σε αυτές που γίνονται εύπορες με τους ταχύτερους ρυθμούς. Σήμερα, η Αγγλία είναι ασφαλώς μια πολύ πλουσιότερη χώρα arf οποιοδήποτε μέρος της Βόρειας Αμερικής. Ωστόσο, ο μισθός της εργασίας είναι πολύ υψηλότερος στη Βόρεια Αμερική από
Έρευνα για τη Φύση και TIs Allies του Πλούτου των Εθνών
101
οποιοδήποτε μέρος τπς Αγγλίας. Στην Πολιτεία της Νέας Υόρκης οι κοινοί εργάτες κερδίζουν^ 3 σελίνια και 6 πένες την ημέρα, που ισοδυναμούν με 2 σελίνια στερλίνας, οι ξυλουργοί πλοίων 10 σελίνια και 6 πένες στερλίνας, μαζί με μισό λίτρο ρούμι αξίας ίσης με 6 πένες, που συνολικά ισοδυναμούν με 6 σελίνια και 6 πένες, οι ξυλουργοί οικιών και οι χτίστες 8 σελίνια, που ισοδυναμούν με 4 σελίνια και 6 πένες στερλίνας, οι έμμισθοι τεχνίτες ραφείου 5 σελίνια, που ισοδυναμούν περίπου με 2 σελίνια και 10 πένες στερλίνας. Όλες αυτές οι τιμές είναι ανώτερες της τιμής του Λονδίνου και οι μισθοί στις άλλες αποικίες λέγεται ότι είναι εξίσου υψηλοί με αυτούς της Νέας Υόρκης. Η τιμή των μέσων διαβίωσης είναι σε ολόκληρη τη Βόρεια Αμερική πολύ χαμηλότερη απ* ό,τι στην Αγγλία. Επιπλέον, δεν έχει παρατηρηθεί ποτέ λιμός και, ακόμα και στις χειρότερες εποχές, υπήρχε επάρκεια γιατους ίδιουςκαι απλώς λιγόστευαν οι εξαγωγές. Αν επομένως η χρηματική τιμή της εργασίας είναι υψηλότερη απ* οπουδήποτε αλλού στη μητρόπολη, η πραγματική της τιμή, τα μέσα διαβίωσης και οι ανέσεις της ζωής που πραγματικά ελέγχει και τα οποία αποδίδει στον εργαζόμενο θα πρέπει να είναι επαυξπμένα σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό. 23. Παρότι η Βόρεια Αμερική δεν είναι ακόμα τόσο πλούσια όσο π Αγγλία, είναι πολύ γρηγορότερα αναπτυσσόμενη και προχωρεί με ταχύτερους ρυθμούς στην περαιτέρω απόκτηση πλούτου. Η απο(ρασιστικότερη ένδειξη ευημερίας μιας χώρας είναι η αύξηση του αριθμού των κατοίκων της. Στη Μεγάλη Βρετανία και στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες δεν αναμένεται ότι ο πληθυσμός θα διπλασιαστεί σε λιγότερο από πεντακόσια χρόνια. Αντίθετα, στις βρετανικές αποικίες της Βόρειας Αμερικής έχει βρεθεί ότι ο πληθυσμός διπλασιάζεται κάθε είκοσι ή είκοσι πέντε χρόνια. Η αύξηση αυτή σήμερα δεν οφείλειαιτόσοστη συνεχιζόμενη εισαγωγή νέων εποίκων, αλλά στον γοργό πολλαπλασιασμό του είδους. Λέγεται ότι οι ηλικιωμένοι που ζουν εκεί, βλέπουν συχνά να έχουν πενήντα έως εκατό απογόνους και μερικές φορές ακόμα περισσότερους. Η εργασία αμείβεται τόσο καλά, ώστε μια οικογένεια με πολλά παιδιά δεν αποτελεί βάρος, αλλά πηγή πλούτου και ευημερίας για τους γονείς. Υπολογίζεται ότι η εργασία κάθε παιδιού πριν αυτό εγκαταλείψει το σπίτι αποφέρει καθαρή απολαβή στους γονείς ίση με εκατό στερλίνες. Μια νεαρή χήρα με τέσσερα ή πέντε παιδιά, η οποία στις κατώτερες ή μεσαίες τάξεις της Ευρώπης θα είχε ελάχιστες ελπίδες για έναν δεύτερο γάμο, εδώ συχνάπολιορκείτακος ένα είδος περιουσίας.Ηαξίατωνπαιδιών είναι το μεγαλύτερο arf όλα τα κίνητρα του γάμου. Δεν πρέπει επομένως να μας εκπλήσσει το ότι στη Βόρεια Αμερική οι άνθρωποι παντρεύονται πολύ νέοι. Παρά τη μεγάλη αύξηση που προκαλείται από
102
Ανταμ Σμιθ
αυτούς τους πρόωρους γάμους, υπάρχει μόνιμπ γκρίνια για τπν έλλειψη χεριών στη Βόρεια Αμερική. Φαίνεται ότι π ζήτηση εργατών, οι πόροι που προορίζονται για τη συντήρησή τους, αυξάνονται πολύ γρηγορότερα από τον αριθμό των προς απασχόληση εργατών. 24. Στην περίπτωση μιας χώρας της οποίας ο πλούτος είναι πολύ μεγάλος, πλην όμως στάσιμος επί ένα μεγάλο διάστημα, δεν θα πρέπει να αναμένουμε πολύ υψηλούς μισθούς εργασίας. Οι πόροι που προορίζονται για την πλπρωμή των μισθών, δηλαδή το εισόδημα και το απόθεμα των κατοίκων της, θα μπορούσαν να είναι ιδιαίτερα υψηλοί, αν όμως παρέμεναν επί πολλούς αιώνες στο ίδιο ή περίπου στο ίδιο επίπεδο, ο αριθμός των απασχολούμενων κάθε χρόνο εργατών θα μπορούσε άνετα να προσφέρει, και μάλιστα να υπερκαλύψει, τον αριθμό των εργατών που θα ζητηθούν την επόμενη χρονιά. Πολύ δύσκολα θα μπορούσε να παρατηρηθεί έλλειψη χεριών και τα αφεντικά δεν θα υποχρεώνονταν να ανταγωνίζονται μεταξύ τους προκειμένου να εξασφαλίσουν εργατικά χέρια. Από την άλλη μεριά, αυτά τα εργατικά χέρια θα πολλαπλασιάζονταν πέρα από την απασχόλησή τους. θα υπήρχε συνεχής έλλειψη απασχόλησης και οι εργάτες θα υποχρεώνονταν να ανταγωνιστούν μεταξύ τους προκειμένου να εξασφαλίσουν απασχόληση. Σε μια τέτοια χώρα, αν ποτέ ο μισθός της εργασίας αποτελούσε κάτι περισσότερο απ' ό,τι ήταν επαρκές για να συντηρήσει τον εργάτη και να του επιτρέψει να αναθρέψει την οικογένειά του, πολύ σύντομα ο ανταγωνισμός των εργατών και τα συμφέροντα των εργοδοτών θα τον μείωναν στο χαμηλότερο επίπεδο που είναι συμβατό με την ανθρώπινη ύπαρξη. Η Κίνα υπήρξε επί ένα μεγάλο διάστημα μια από τις πλουσιότερες, δηλαδή τις πιο εύφορες, τις καλύτερα καλλιεργούμενες, τις πιο εργατικές και πιο πολυπληθείς χώρες του κόσμου. Φαίνεται όμως ότι έμεινε στάσιμη επί μακρόν. Ο Μάρκο Πόλο, που την επισκέφτηκε πριν από περισσότερα από πεντακόσια χρόνια, περιγράφει τον τρόπο καλλιέργειας, τη μανιφακτούρα και το μέγεθος του πληθυσμού της σχεδόν με τους ίδιους όρους με τους οποίους τα περιγρά(ρουν οι σύγχρονοι ταξιδιώτες. Ίσως να κατέκτησε ακόμα και πολύ πριν από την εποχή του Μάρκο Πόλο εκείνο το επίπεδο πλούτου που η φύση των νόμων και των θεσμών τής επιτρέπει να κατακτήσει. Οι περιγραφές όλων των ταξιδιωτών, αν και αποκλίνουσες από πολλές άλλες απόψεις, συμ(ρωνούν στο χαμηλό μισθό της εργασίας και στη δυσκολία με την οποία ο Κινέζος εργάτης αναθρέφει την οικογένειά του. Αν σκάβοντας τη γη επί μία ολόκληρη ημέρα μπορεί να κερδίσει χρήματα για να αγοράσει το βράδυ μια μικρή ποσότητα ρυζιού, είναι ευτυχής. Η κατάσταση των χειροτεχνών είναι -αν είναι δυνατόν- ακόμα χειρότερη. Αντί να περιμένουν νωχελικά στα εργαστήριά τους
Έρευνα για τη Φύση και TIs Allies του Πλούτου των Εθνών
103
να τους καλέσουν οι πελάτες τους, όποος στην Ευρώπη, τρέχουν συνεχώς στους δρόμους με τα εργαλεία της δουλειάς τους, προσφέροντας τις υπηρεσίες τους, σαν να εκλιπαρούν για απασχόληση. Η φτώχεια των χαμηλότερων τάξεων της Κίνας ξεπερνά κατά πολύ τους πιο αξιοθρήνητους λαούς της Ευρώπης. Στα περίχωρα της Καντόνας, πολλές εκατοντάδες -λέγεται, μάλιστα, πολλές χιλιάδες- οικογένειες δεν έχουν σταθερή κατοικία στη στεριά, αλλά ζουν μονίμοκ; σε μικρές ψαρόβαρκες στα ποτάμια και στα κανάλια. Τα μέσα διατροφής που μπορούν να βρουν είναι τόσο λιγοστά, ώστε πρόθυμα ψαρεύουν τα πιο βρόμικα σκουπίδια που πετιούνται από το κατάστρωμα των ευρωπαϊκών πλοίων. Ένα ψοφίμι, για παράδειγμα το κουφάρι ενός ψόφιου σκύλου ή μιας γάτας, ακόμα και αν βρίσκεται σε αποσύνθεση και βρομάει, γίνεται δεκτό όπως υποδέχονται κάποιοι άλλοι λαοί την πιο υγιεινή τροφή. Ο γάμος ενθαρρύνεται στην Κίνα όχι από το επικερδές των παιδιών, αλλά από την ελευθερία του αφανισμού τους. Σε όλες τις μεγάλες πόλεις, πολλά παιδιά εγκαταλείπονται κάθε νύχτα στο δρόμο ή πνίγονται σαν κουτάβια στο νερό. Λέγεται μάλιστα ότι η εκτέλεση τέτοιων φρικτών πράξεων αποτελεί την ομολογημένη δραστηριότητα από την οποία κάποιοι άνθρωποι κερδίζουν τα προς το ζην. 25. Ωστόσο, η Κίνα, παρότι μένει ίσως στάσιμη, δεν φαίνεται να οπισθοδρομεί. Πουθενά οι πόλεις της δεν εγκαταλείπονται από τους κατοίκους τους. Τα εδάφη που καλλιεργούνταν στο παρελθόν δεν παραμελούνται. Επομένως, πρέπει να συνεχίσει να εκτελείται η ίδια ή περίπου η ίδια ετήσια εργασία και, κατά συνέπεια, τα κονδύλια που προορίζονται για τη συντήρησή της δεν θα πρέπει να μειώνονται αισθητά. Επομένως, οι χαμηλότερες τάξεις των εργατών, παρά τα πενιχρά μέσα διαβίωσής τους, πρέπει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο να κατορθώνουν να διαιωνίσουν τη γενιά τους, έτσι ώστε να διατηρούν τον συνήθη τους αριθμό. 26. Σε μια χώρα, όμως, όπου οι πόροι οι οποίοι προορίζονται για τη συντήρηση της εργασίας φθίνουν συνεχώς, η κατάσταση θα ήταν διαφορετική. Η ζήτηση υπηρετών και εργατών για τις διά(ρορες κατηγορίες απασχόλησης θα ήταν κάθε χρόνο μικρότερη απ' αυτήν του προηγούμενου χρόνου. Πολλοί απ* αυτούς που ανατράφηκαν στους κόλπους των ανώτερων τάξεων, καθώς δεν θα βρίσκουν απασχόληση στην ειδικότητά τους, ευχαρίστως θα την αναζητούσαν στους κόλπους των κατώτερων τάξεων. Στις κατώτερες τάξεις, που θα γνωρίζουν όχι μόνο την υπερπληθώρα των δικών τους εργαζομένων αλλά και την εισροή όλων των άλλων τάξεων, ο ανταγωνισμός για απασχόληση θα είναι τόσο μεγάλος, ώστε θα μειώσει το μισθό της εργασίας στα πιο άθλια και πενιχρά μέσα διαβίωσης του εργάτη.
104
Άνταμ Σμιθ
Πολλοί δεν θα είναι σε θέση να βρουν απασχόληση ακόμα και κάτω από αυτούς τους σκληρούς όρους, και είτε θα λιμοκτονήσουν είτε θα οδηγηθούν στην αναζήτηση των αναγκαίων μέσω της επαιτείας ή της διάπραξης των μεγαλύτερων εγκλημάτων. Η φτώχεια, η πείνα και η θνησιμότητα θα κυριαρχήσουν άμεσα σε αυτή την τάξη και απ' αυτή θα επεκταθούν σε όλεςτις ανώτερεςτάξεις, μέχρις ότου ο αριθμός των κατοίκων αυτής της χώρας μειωθεί στα επίπεδα αυτών οι οποίοι θα μπορούσαν άνετα να συντηρηθούν από το εισόδημα και το απόθεμα που παρέμειναν, και οι οποίοι θα έχουν διαφύγει από την τυραννία ή τη συμφορά που κατέστρεψαν τους υπόλοιπους. Αυτή ίσως είναι η παρούσα κατάσταση στη Βεγγάλη και σε μερικές άλλες αγγλικές αποικίες στις Ανατολικές Ινδίες. Όταν σε μια εύφορπ χώρα τριακόσιες ήτετρακόσιες χιλιάδες άνθρωποι πεθαίνουν από την πείνα κάθε χρόνο, παρότι ο πληθυσμός της συρρικνώθηκε κατά το παρελθόν σημαντικά και επομένως π επιβίωση δεν θα πρέπει να είναι πολύ δύσκολη, μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι οι πόροι που προορίζονται για τη συντήρηση των εργαζόμενων φτωχών φθίνουν με ταχείς ρυθμούς. Η διαφορά στην ευφυΐα ανάμεσα στο βρετανικό σύνταγμα, το οποίο προστατεύει και κυβερνά τη Βόρεια Αμερική, και στην εμπορική εταιρεία που καταπιέζει και κυριαρχεί στις Ανατολικές Ινδίες δεν μπορεί μάλλον να εικονογραφηθεί καλύτερα, παρά από τη διαφορετική κατάσταση αυτών των χωρών. 27. Επομένως, η γενναιόδωρη αμοιβή της εργασίας δεν είναι μόνο το αναγκαίο αποτέλεσμα, αλλά και το φυσικό σύμπτωμα της αύξησης του εθνικού πλούτου. Από την άλλη πλευρά, τα πενιχρά μέσα διαβίωσης των εργαζόμενων φτωχών είναι το φυσικό σύμπτωμα της στασιμότηταςτου πλούτου καιηκατάστασηλιμοκτονίαςτουςτοσύμπτωμα του ότι ο πλούτος αυτός βρίσκεται σε μια γοργή οπισθοδρόμηση. 28. Στη Μεγάλη Βρετανία φαίνεται ποος ο σημερινός μισθός είναι προφανώς μεγαλύτερος από αυτά που είναι ακριβώς απαραίτητα ώστε να επιτρέπουν στον εργάτη να αναθρέψει μια οικογένεια. Δεν χρειάζεται να υπεισέλθουμε σε έναν επίπονο και αμφίβολο υπολογισμό τού ποιο είναι το μικρότερο ποσό με το οποίο μπορεί ο εργάτης να αναθρέψει την οικογένειά του. Υπάρχουν άφθονες ενδείξεις ότι σε κανένα σημείο της χώρας ο μισθός δεν ρυθμίζεται από το ελάχιστο όριο που είναι συμβατό με την ανθρώπινη ύπαρξη. 29. Kaf αρχάς, σχεδόν σε κάθε μέρος της Μεγάλης Βρετανίας γίνεται διάκριση, ακόμα και για το ευτελέστερο είδος εργασίας, μεταξύ θερινού και χειμερινού μισθού. Ο θερινός μισθός είναι πάντα υψηλότερος. Όμως, λόγω της ασυνήθιστα υψηλής δαπάνης καυσίμων, η συντήρηση της οικογένειας είναι δαπανηρότερη το χειμώνα. Γίνεται
Έρευνα yia τη Φύση και TIS Anies τον Πλούτου των Εθνών
105
λοιπόν προφανές ότι ο μισθός, εφόσον αυξάνεται όταν ακριβώς οι οικογενειακές δαπάνες μειώνονται, δεν ρυθμίζεται από ό,τι είναι αναγκαίο γι' αυτές τις δαπάνες, αλλά από τπν ποσότπτα και τπν υποτιθέμενπ αξία του προϊόντος. Θα μπορούσαμε βέβαια να πούμε ότι ένας εργάτπς οφείλει να αποταμιεύσει ένα μέρος του θερινού του μισθού προκειμένου να καλύψει τις χειμερινές του δαπάνες και ότι, σε ετπσια βάσπ, ο μισθός του δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για τπ συντπρπσπ τπς οικογένειάς του επί ένα έτος. Ωστόσο, ένας δούλος π κάποιος του οποίου π συντπρπσπ είναι απολύτως εξαρτπμένπ από μας δεν θα ετύγχανε μιας τέτοιας μεταχείρισης. Οι καθημερινές του απολαβές θα ήταν ανάλογες με τις καθημερινές του ανάγκες. 30. Κατά δεύτερον, στη Βρετανία ο μισθός της εργασίας δεν αυξομειώνεται ανάλογα με τις τιμές των μέσων διαβίωσης, οι οποίες μεταβάλλονται από χρόνο σε χρόνο και συχνά από μήνα σε μήνα. Αντίθετα, σε πολλά μέρπ, η χρηματική τιμή της εργασίας παραμένει σταθερά ίδια, μερικές φορές επί πενήντα συνεχή χρόνια. Αν, επομένως, σε αυτά τα μέρη, οι εργαζόμενοι φτωχοί μπορούν να συντηρήσουν την οικογένειά τους την περίοδο της ακρίβειας, θα πρέπει να διαβιούν άνετα την εποχή της σχετικής αφθονίας και σε ευμάρεια την εποχή της υπερβολικής φθήνιας. Η υψπλή τιμή των μέσων διαβίωσης στη διάρκεια των δέκα τελευταίων χρόνων σε πολλά μέρη του Βασιλείου δεν συνοδεύεται από κάποια αισθητή αύξηση της χρηματικής τιμής της εργασίας. Βέβαια, σε κάποια μέρη αυξήθηκε, πιθανώς περισσότερο λόγω της αύξησης της ζήτησης εργασίας και λιγότερο λόγω της αύξησης της τιμής των μέσων διαβίωσης. 31. Κατά τρίτον, όπως η τιμή των μέσων διαβίοχτης μεταβάλλεται πολύ περισσότερο από χρόνο σε χρόνο arf ό,τι ο μισθός της εργασίας, έτσι, από τπν πλευρά του, ο μισθός της εργασίας μεταβάλλεται περισσότερο από τόπο σε τόπο απ' ό,τι η τιμή των μέσων διαβίοοσης. Η τιμή του ψωμιού και του κρέατος είναι γενικά ίδια ή σχεδόν ίδια στο μεγαλύτερο μέρος της έκτασης του Ηνωμένου Βασιλείου. Για λόγους τους οποίους θα προσπαθήσω να εξηγήσω στη συνέχεια, τα αγαθά αυτά, όπως και τα περισσότερα πράγματα που πωλούνται λιανικώς, δηλαδή με τον τρόπο που οι εργαζόμενοι φτωχοί αγοράζουν όλα τα πράγματα, είναι γενικά εξίσου φθηνά ή και φθηνότερα στις μεγάλες πόλεις arf ό,τι στα πιο απομακρυσμένα σημεία της χώρας. Αλλά ο μισθός της εργασίας σε μια μεγάλη πόλη και στα περίχωρά της είναι συχνά μεγαλύτερος κατάτοέναπέμπτοήτοένα τέταρτο, 20%ή25% υψηλότερος arf ό,τι είναι σε μια απόσταση μερικών μιλίων. Η συνήθης τιμή της εργασίας στο Λονδίνο και στα περίχωρά του ανέρχεται σε 18 πένες τπν ημέρα. Σε μια απόσταση μερικών μιλίων, η τιμή αυτή πέφτει στις 14 και 15 πένες. Δέκα πένες την ημέρα μπορεί
106
Ανταμ Σμιθ
να υπολογίζεται ότι είναι η τιμή της στο Εδιμβούργο και στα περίχωρά του. Σε λίγα μίλια απόσταση πέφτει στις 8 πένες, που είναι η συνήθης τιμή της κοινής εργασίας στο μεγαλύτερο μέρος της πεδινής Σκοτίας, όπου μεταβάλλεται πολύ λιγότερο ατί ό,τι στην Αγγλία. Τέτοιες διαφορές τιμών, που φαίνεται ότι δεν είναι πάντα αρκετές για να μετακινήσουν έναν άνθρωπο από μια ενορία σε μια άλλη, θα προκαλούσαν αναγκαστικά μια τόσο μεγάλη μετακίνηση των πιο ογκωδών εμπορευμάτων όχι μόνο από μια ενορία σε μια άλλη, αλλά από το ένα άκρο του Βασιλείου, σχεδόν από το ένα άκρο του κόσμου στο άλλο, ώστε πολύ σύντομα θα τις μείωναν στο ίδιο επίπεδο. Ύστερα arf όλα όσα έχουν λεχθεί για την επιπολαιότητα και ασυνέπεια της ανθρώπινης φύσης, γίνεται προφανές από την εμπειρία ότι τίποτα δεν είναι τόσο δύσκολο να μεταφερθεί όσο ο άνθρωπος. Αν, επομένως, οι εργαζόμενοι φτωχοί μπορούν να συντηρήσουν τις οικογένειές τους σε εκείνα τα μέρη του Βασιλείου όπου η τιμή της εργασίας είναι η χαμηλότερη, θα πρέπει να ζουν σε ευμάρεια εκεί όπου η τιμή αυτή είναι η υψηλότερη. 32. Κατά τέταρτον, οι μεταβολές στην τιμή της εργασίας δεν αντιστοιχούν ούτε κατά τον τόπο ούτε κατά το χρόνο στις μεταβολές στην τιμή των μέσων διαβίωσης, αλλά συχνά είναι και τελείως αντίθετες. 33. Τα σιτηρά, ητροφήτων απλών ανθρώπων, είναι ακριβότερα στηΣκοτία απ' ό,τι στην Αγγλία, απ' όπου η Σκοτία πραγματοποιεί πολύ μεγάλες εισαγωγές. Αλλά τα αγγλικά σιτηρά πρέπει να πωλούνται ακριβότερα στη Σκοτία, στη χώρα όπου εισάγονται, απ' ό,τι στην Αγγλία, στη χώρα από την οποία προέρχονται. Και, σε σχέση με την ποιότητα, δεν μπορούν να πωληθούν ακριβότερα στη Σκοτία από τα σκοτσέζικα σιτηρά, τα οποία προο)θούνται στην ίδια αγορά για να τα ανταγωνιστούν. Η ποιότητα των σιτηρών εξαρτάται κυρίως από την ποσότητα των αλεύρων ή του χονδράλευρου που αποδίδεται κατά την άλεση, και από την άποψη αυτή τα αγγλικά σιτηρά είναι τόσο ανώτερα από τα σκοτικά, ώστε, παρότι από άποψη εμφάνισης ή με μέτρο σύγκρισης τον όγκο τους μοιάζουν ακριβότερα, στην πραγματικότητα είναι φθηνότερα, αν έχουμε ως μέτρο σύγκρισης την ποιότητα ή ακόμα και το βάρος τους. Η τιμή της εργασίας, αντιθέτως, είναι ακριβότερη στην Αγγλία απ' ό,τι στη Σκοτία. Αν επομένοος οι εργαζόμενοι φτωχοί μπορούν να συντηρήσουν τις οικογένειέςτους στο ένα μέρος του Ηνωμένου Βασιλείου, πρέπει να ζουν πλουσιοπάροχα στο άλλο. Βέβαια, το μεγαλύτερο και καλύτερο μέρος της διατροφής των κοινών ανθρώπων στη Σκοτία προέρχεται από το αλεύρι βρόμης, το οποίο γενικά είναι πολύ κατώτερο απ' ό,τι αυτό των κοινωνικά ομοιόβαθμων γειτόνων τους στην Αγγλία. Ωστόσο, η δια(ρορά αυτή στον τρόπο διατροφής τους δεν είναι η αιτία, αλλά το
Έρευνα για τη Φύση και TIs Allies του Πλούτου των Εθνών
107
αποτέλεσμα της διαφοράς των μισθών τους, αν και, εξαιτίας μιας περίεργης παρεξήγησης, ακούω συχνά να παρουσιάζεται ως η αιτία. Το ότι ένας είναι πλούσιος και ο γείτονάς του φτωχός δεν οφείλεται στο ότι ο ένας συντηρεί μια άμαξα και ο άλλος πηγαίνει με τα πόδια, αλλά το ότι συντηρεί μια άμαξα οφείλεται στο ότι είναι πλούσιος και το ότι πηγαίνει με τα πόδια οφείλεται στο ότι είναι φτωχός. 34. Στη διάρκεια του περασμένου αιώνα, χρόνο με το χρόνο, τα σιτηρά και στα δύο τμήματα του Ηνωμένου Βασιλείου ήταν ακριβότερα απ* ό,τι είναι σήμερα. Είναι ένα γεγονός που δεν επιδέχεται καμιά λογική αμφισβήτηση. Και η απόδειξή του είναι πολύ πιο αποφασιστική σε σχέση με τη Σκοτία ατί ό,τι σε σχέση με την Αγγλία. Τεκμηριώνεται στη Σκοτία από τα αποδεικτικά στοιχεία των δημόσιων αγορών, τις ετήσιες αποτιμήσεις που γίνονταν ενόρκως, αναφορικά με την πραγματική κατάσταση των αγορών, για όλα τα είδη δημητριακών, σε όλες τις κομητείες της Σκοτίας. Αν η επιβεβαίωση μιας τέτοιας άμεσης απόδειξης απαιτεί κάποια συμπληρωματικά αποδεικτικά στοιχεία, θα παρατηρούσα ότι κάτι αντίστοιχο συνέβη και στη Γαλλία, και πιθανώς στα περισσότερα μέρη της Ευρώπης. Τη σαφέστερη απόδειξη προσφέρει η περίπτοκτπ τπς Γαλλίας. Παρότι όμως είναι βέβαιο ότι και στα δύο μέρη του Ηνωμένου Βασιλείου τα σιτηρά ήταν κατά τι ακριβότερα τον περασμένο αιώνα arf ό,τι είναι σήμερα, είναι εξίσου βέβαιο ότι η εργασία ήταν πολύ φθηνότερη. Αν επομένοχ; οι εργαζόμενοι φτωχοί μπορούσαν τότε να αναθρέψουν τις οικογένειές τους, σήμερα θα πρέπει να ζουν με πολύ μεγαλύτερη άνεση. Κατά τον περασμένο αιώνα, το πιο διαδεδομένο ημερομίσθιο μιας απλής εργασίας στο μεγαλύτερο μέρος της Σκοτίας ήταν 6 πένες το καλοκαίρι και 5 πένες το χειμώνα. Σε ορισμένα μέρη των Υψιπέδων και των δυτικών νησιών συνεχίζει να ισχύει η ίδια περίπου τιμή των 3 σελινιών την εβδομάδα. Στο μεγαλύτερο μέρος της πεδινής χώρας, το πιο διαδεδομένο ημερομίσθιο για την απλή εργασία είναι σήμερα 8 πένες, στο Εδιμβούργο, στις κομητείες που συνορεύουν με την Αγγλία, ίσως εξαιτίας αυτής της γειτνίασης, και σε λίγα ακόμα μέρη όπου υπήρξε πρόσίρατα μια σημαντική αύξηση στη ζήτηση εργασίας -γύρω από τη Γλασκόβη, στο Καρόν, στο Ε'ίίρσάιρ κ.λπ.- είναι 10 πένες, μερικές φορές ένα σελίνι. Στην Αγγλία, οι βελτιώσεις στην αγροτική οικονομία, στη μανκρακτούρα και στο εμπόριο άρχισαν πολύ νωρίτερα arf ό,τι στη Σκοτία. Η ζήτηση εργασίας και συνεπώς και η τιμή της θα πρέπει κατ" ανάγκη να αυξήθηκαν με αυτέςτις βελτιώσεις. Αντίστοιχα, ο μισθός της εργασίας ήταν υψηλότερος στην Αγγλία απ* ό,τι στη Σκοτία. Από την εποχή αυτή αυξήθηκε επίσης σημαντικά, όμως, λόγω της μεγαλύτερης ποικιλίας μισθών που πληρώνονταν στα διάφορα μέρη της Αγγλίας, είναι δύσκολο να εκτιμήσουμε σε ποιο
108
Άνταμ Σμιθ
βαθμό. Το 1614 η αμοιβή ενός πεζού στρατιώτη ήταν η ίδια όπως και σήμερα -8 πένες την ημέρα- και, κατά φυσικό τρόπο, όταν καθορίστηκε για πρώτη φορά, θα ρυθμίστηκε από τον συνήθη μισθό των απλών εργατών, την τάξη των ανθρώπων από την οποία στρατολογούνται συνήθοος οι πεζοί στρατιώτες. Ο πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου, λόρδος Χέιλς (Hales), την εποχή του Καρόλου II, υπολογίζει τις αναγκαίες δαπάνες μιας εξαμελούς εργατικής οικογένειας η οποία αποτελείται από τον πατέρα, τη μητέρα, δύο παιδιά που είναι σε θέση να κάνουν κάτι και δύο που δεν είναι, σε 10 σελίνια την εβδομάδα ή 2 6 στερλίνες το χρόνο. Αν δεν είναι εφικτό να κερδίσουν αυτά τα χρήματα με την εργασία τους, ο λόρδος Χέιλς (Hales) θεωρεί ότι θα πρέπει να τα συγκεντρώσουν είτε επαιτώντας είτε κλέβοντας. Φαίνεται ότι έχει ερευνήσει πολύ προσεκτικά αυτό το ζήτημα^. Το 1688, ο Γκρέγκορι Κινγκ (Gregory King), τις ικανότητεςτου οποίου στην πολιτική αριθμπτική εξύμνησε τόσο πολύ ο δόκτωρ Ντέιβναντ (Davenant), υπολόγισε ότι το κανονικό εισόδπμα των εργατών και τουυπηρετικούπροσωπικούτηςυπαίθρουείναι 15 στερλίνεςτο χρόνο για μια οικογένεια η οποία θεώρπσε ότι απαρτίζεται η μια με την άλλη από τριάμισι άτομα. Επομένως, ο υπολογισμός του, παρότι είναι φαινομενικά διαίρορετικός, κατά βάθος βρίσκεται πολύ κοντά με αυτόν του δικαστή Χέιλς (Hales). Και οι δύο θεοορούν ότι οι αναγκαίες δαπάνες των οικογενειών αυτών κυμαίνονται περί τις 20 πένες κατά κε(ραλή. Στο μεγαλύτερο μέρος του Βασιλείου, τόσο το πενιχρό εισόδημα όσο και οι δαπάνες των οικογενειών αυτών έχουν αυξηθεί σημαντικά από την εποχή αυτή, αλλού περισσότερο και αλλού λιγότερο, αν και ίσως πουθενά τόσο πολύ όσο τους παρουσιάζουν στην κοινή γνώμη κάποιοι πρόσφατοι υπερβολικοί υπολογισμοί των σημερινών μισθών της εργασίας, θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι η τιμή της εργασίας σε οποιοδήποτε μέρος δεν είναι δυνατόν να εξακριβωθεί με μεγάλη ακρίβεια, καθώς στον ίδιο τόπο και για τον ίδιο τύπο εργασίας καταβάλλονται διαφορετικές τιμές, όχι μόνο ανάλογα με τις διαφορετικές ικανότητες του εργάτη, αλλά ανάλογα με τη χαλαρότητα ή τη σκληρότητα των εργοδοτών. Εκεί όπου ο μισθός δεν ρυθμίζεται διά νόμου, αυτό που θα μπορούσαμε να προσδιορίσουμε είναι απλά ο πιο συνήθης μισθός. Και η εμπειρία φαίνεται να δείχνει ότι ο νόμος δεν μπορεί ποτέ να ρυθμίσει σωστά το μισθό, παρότι συχνά ισχυρίστηκε ότι όντως τον ρύθμισε σωστά. 35. Η πραγματική αποζημίοοση της εργασίας, η πραγματική ποσότητα των αναγκαίων μέσων διαβίωσης και ανέσεων τα οποία μπορεί αυτή να προμηθεύσει τον εργάτη, έχει αυξηθεί στη διάρκεια του αιώνα που διανύουμε ίσοος σε ακόμα μεγαλύτερη αναλογία απ* ό,τι η χρηματική της τιμή. 'Οχι μόνο τα σιτηρά έχουν καταστεί κατά τι
Έρευνα για τη Φύση και TIs Allies του Πλούτου των Εθνών
109
φθηνότερα, αλλά και πολλά άλλα πράγματα, από τα οποία οι εργαζόμενοι φτωχοί αντλούν μια ευχάριστη και υγιεινή ποικιλία διατροφής, έχουν καταστεί πολύ φθηνότερα. Οι πατάτες, για παράδειγμα, στο μεγαλύτερο τμήματουΒασιλείου,έχουν σήμερα τη μισή τιμήσε σχέση με την προ τριάντα ετών τιμή τους. Το ίδιο μπορεί να λεχθεί για τα γογγύλια, τα καρότα, τα λάχανα, είδη που κανονικά καλλιεργούνταν μόνο με το φτυάρι και που σήμερα γενικά καλλιεργούνται με το άροτρο. Όλα τα κηπευτικά έχουν επίσης καταστεί φθηνότερα. Η μεγαλύτερη ποσότητα μήλων, ακόμα και των κρεμμυδιών που καταναλώνονται στη Μεγάλη Βρετανία, κατά τον προηγούμενο αιώνα εισάγονταν από τη Φλάνδρα. Οι μεγάλες βελτιώσεις στις μανιφακτούρες του πιο κοινού λινού αλλά και μάλλινου υφάσματος προσέφεραν στους εργάτες φθηνότερα και καλύτερα είδη ένδυσης, και οι αντίστοιχες βελτιώσεις στην κατασκευή των μη ευγενών μετάλλων τούς προσέφεραν φθηνότερα και καλύτερα εργαλεία, όπως και πολλά ευχάριστα και άνετα είδη οικιακής επίπλωσης. Το σαπούνι, το αλάτι, το κερί, το δέρμα και τα ηδύποτα από αλκοολική ζύμωση είναι βέβαια κατά πολύ ακριβότερα, κυρίως λόγω των φόρων που τους επιβλήθπκαν. Ωστόσο, π ποσότητα αυτών των πραγμάτων, την οποία χρειάζεται να καταναλώσουν οι φιλόπονοι φτωχοί, είναι τόσο μικρή, ώστε η αύξηση της τιμής τους δεν αντισταθμίζει τη μείωση της τιμής τόσων άλλων πραγμάτων. Το σύνηθες παράπονο, ότι η πολυτέλεια εξαπλώνεται ακόμα και στις χαμηλότερες τάξεις του πληθυσμού και ότι οι εργαζόμενοι φτωχοί δεν θα είναι πλέον ευχαριστημένοι με την ίδια τροφή, ένδυση και στέγαση με τις οποίες ικανοποιούνταν σε παλαιότερες εποχές, μπορεί να μας πείσει ότι αυτό που αυξήθηκε δεν είναι μόνο η χρηματική τιμή της εργασίας, αλλά και η πραγματική της αμοιβή. 36. Η βελτίοοση αυτή των συνθηκών των κατώτερων τάξεων του πληθυσμού θα πρέπει να θεωρείται πλεονέκτημα ή δυσχέρεια της κοινωνίας; Η απάντηση από πρώτη άποψη φαίνεται απόλυτα καθαρή: οι υπηρέτες, οι εργάτες και οι κάθε λογής τεχνίτες απαρτίζουν τη μεγάλη πλειονότητα κάθε μεγάλης πολιτικής κοινωνίας. Αυτό όμως που βελτιώνει τις σύνθήκες της μεγάλης πλειονότπτας δεν μπορεί ποτέ να θεωρηθεί δυσχέρεια για το σύνολο. Καμία κοινωνία, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας ζει στη φτώχεια και στη δυστυχία, δεν μπορεί να προκόψει και να ευτυχήσει με βεβαιότητα. Πέραν αυτού, το δίκαιο απαιτεί αυτοί που προσφέρουν την τροφή, την ένδυση και τη στέγαση ολόκληρου του πληθυσμού, να καρπούνται από την εργασία τους ένα τέτοιο μερίδιο του προϊόντος της ίδιας τους της εργασίας, ώστε να τρέφονται, να ενδύονται και να στεγάζονται σε ένα ανεκτό επίπεδο.
110
Άνταμ Σμιθ
37. Η φτώχεια, παρότι αναμφίβολα αποθαρρύνει το γάμο, δεν τον αποτρέπει πάντα. Φαίνεται μάλιστα ότι ευνοεί τπν τεκνοποιία. Μια γυναίκα των Υψιπέδων τπς Σκοτίας που σχεδόν λιμοκτονεί, αναθρέφει συχνά περισσότερα από είκοσι παιδιά, ενώ μια χαϊδεμένπ ευγενής κυρία είναι συχνά ανίκανπ να αναθρέψει παιδιά και γενικά εξαντλείται από δύο π τρία. Η στειρότπτα, που είναι τόσο συχνπ μεταξύ των γυναικών τπς υψπλπς κοινωνίας, είναι πολύ σπάνια μεταξύ αυτών των χαμπλότερων τάξεων. Για το ωραίο φύλο φαίνεται ότι π πολυτέλεια, ενώ αναθερμαίνει το πάθος για απολαύσεις, εξασθενίζει και συχνά καταστρέφει συνολικά τις δυνάμεις τεκνοποιίας. 38. Ωστόσο, π φτώχεια, παρόλο που δεν αποτρέπει τπν τεκνοποιία, είναι εξαιρετικά δυσμενής απέναντι στπν ανατροφή των παιδιών. Ο τρυφερός βλαστός έρχεται στπ ζωή, αλλά σε ένα τόσο ψυχρό έδαφος και δριμύ κλίμα πολύ σύντομα εξασθενίζει και πεθαίνει. Μου λένε συχνά ότι στα Υψίπεδα τπς Σκοτίας δεν είναι σπάνιο, από τα είκοσι παιδιά που έχει γεννήσει μια μπτέρα, να μπ βρίσκονται ούτε δύο στπ ζωή. Αρκετοί αξιωματικοί με μεγάλπ εμπειρία με έχουν διαβεβαιώσει ότι κατά τπ μέχρι τώρα στρατολόγπσπ του συντάγματός τους ήταν αδύνατον να στρατολογήσουν ακόμα και τα παιδιά για τα τύμπανα και τις φλογέρες από τα παιδιά των στρατιωτών που γεννιόνταν εκεί. Και όμως, μεγαλιπερο αριθμό ωραίων παιδιών πολύ δύσκολα θα συναντήσουμε κάπου αλλού εκτός από τα στρατόπεδα. Φαίνεται ότι πολύ λίγα απ' αυτά τα παιδιά φτάνουν στπν πλικία των δεκατριών ή δεκατεσσάρων. Σε μερικά μέρπ, τα μισά από τα παιδιά που γεννιούνται, πεθαίνουν πριν από τπν πλικία των τεσσάρων ετών, σε πολλά μέρπ πριν από τπν πλικία των επτά και σχεδόν παντού πριν από τπν πλικία των εννέα ή δέκα. Ωστόσο, αυτή π μεγάλπ θνπσιμότπτα εντοπίζεται παντού μεταξύ των παιδιών των απλών ανθρώπων, που δεν έχουν τα μέσα να τα αναθρέψουν με τπν ίδια φροντίδα όπως αυτά των ανώτερων κοινωνικών βαθμίδων. Παρότι οι γάμοι τους γενικά είναι πιο γόνιμοι απ' ό,τι αυτοί των ανθρώπων τπς καλής κοινωνίας, το ποσοστό των παιδιών τους που φτάνουν στπν ωριμότπτα είναι μικρότερο. Στα βρεφοκομεία, και μεταξύ των παιδιών που αναθρέφονται από τπν ενοριακή φιλανθρωπία, π θνπσιμότπτα είναι ακόμα μεγαλύτερπ απ' ό,τι μεταξύ των παιδιών των απλών ανθρώπων. 39. Κάθε είδος ζώου πολλαπλασιάζεται αυθόρμπτα, ανάλογα με τα μέσα επιβίωσής του, και κανένα είδος δεν είναι δυνατόν να πολλαπλασιαστεί πέραν αυτού του ορίου. Ωστόσο, στπν πολιτισμένπ κοινωνία, π σπανιότπτα των μέσων επιβίωσπς είναι δυνατόν να θέτει όρια στπν περαιτέρω αύξπσπ του ανθρώπινου είδους μόνο μεταξύ των κατώτερα)ν τάξεων των ανθρώπων. Και αυτό μπορεί να γίνεται μόνο
Εβευνα yia τη Φύση και lis Anies του Πλούτου των Εθνών
111
με τον αφανισμό ενός μεγάλου μέρους των παιδιών που παράγουν οι γόνιμοι γάμοι τους. 40. Η γενναιόδωρπ αμοιβή τπς εργασίας, καθώς τους επιτρέπει να συντηρήσουν καλύτερα τα παιδιά τους και, κατά συνέπεια, να αναθρέψουν μεγαλύτερο αριθμό παιδιών, τείνει αυθόρμητα να διευρύνει και να επεκτείνει αυτά τα όρια. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι αναγκαστικά αυτό γίνεται, κατά προσέγγιση, στο βαθμό που το απαιτεί η ζήτηση εργασίας. Αν αυτή η ζήτηση αυξάνεται συνεχώς, η αμοιβή της εργασίας πρέπει κατ' ανάγκη να ενθαρρύνει κατά τέτοιο τρόπο το γάμο και τον πολλαπλασιασμό των εργατών, ώστε να τους επιτρέπει να ικανοποιούν τη συνεχώς αυξανόμενη ζήτηση μέσω ενός συνεχώς αυξανόμενου πληθυσμού. Αν η αμοιβή αυτή καταστεί κάποια στιγμή μικρότερη απ* ό,τι απαιτείται για το σκοπό αυτόν, πολύ σύντομα η έλλειψη χεριών θα την ανυψώσει. Και αν κάποια στιγμή καταστεί μεγαλύτερη, η υπερβάλλουσα αύξηση (χεριών) θα τη μειώσει σύντομα σε αυτό το αναγκαίο επίπεδο. Στη μία περίπτωσπ η αγορά θα γνωρίσει τόσο μεγάλο έλλειμμα εργασίας και στην άλλη τόσο μεγάλο πλεόνασμα, ώστε σύντομα θα εξαναγκάσει την τιμή της να κινηθεί και πάλι σε αυτό το αναγκαίο επίπεδο που απαιτούσαν οι συνθήκες της κοινωνίας. Μ" αυτό ακριβώς τον τρόπο, η ζήτηση ανθρώπων, όποος η ζήτηση οποιουδήποτε άλλου εμπορεύματος, ρυθμίζει υποχρεςατικά την παραγωγή ανθρώπων. Την επιταχύνει όταν αυτή βαδίζει υπερβολικά αργά και τη σταματά όταν βαδίζει υπερβολικά γρήγορα. Αυτή ακριβώς η ζήτηση ρυθμίζει και προσδιορίζει το καθεστώς της αναπαραγωγής στις διάφορες χώρες του κόσμου, στη Βόρεια Αμερική, στην Ευρώππ και στην Κίνα. Αυτή ακριβώς την καθιστά ταχύρρυθμα αυξητική στην πρώτη, αργή και βαθμιαία στη δεύτερη και συνολικά στάσιμη στην τελευταία. 41. Λέγεται ότι η συνήθης φθορά ενός σκλάβου βαρύνει τον αφέντη του. Η συνήθης φθορά όμως ενός ελεύθερου υπηρέτη βαρύνει αυτόν τον ίδιο. Ωστόσο, στην πραγματικότητα, αυτό το είδος συνήθους φθοράς του τελευταίου βαρύνει τον αφέντη του στον ίδιο βαθμό nw βαρύνει και τον αφέντη του πρώτου. Ο μισθός που πληρώνεται στους έμμισθους τεχνίτες και στους κάθε λογής υπηρέτες πρέπει να είναι τέτοιος, ώστε να τους επιτρέπει, σε έναν προς έναν, να διαιωνίσουν το είδος των έμμισθων τεχνιτών και υπηρετών, ανάλογα με το τι απαιτεί η αυξανόμενη, μειούμενη ή στάσιμη κοινωνική ζήτηση. Παρόλο όμοος που η συνήθης φθορά ενός ελεύθερου υπηρέτη βαρύνει εξίσου τον αφέντη του, γενικά κοστίζει σε αυτόν πολύ λιγότερο απ' ό,τι η συνήθης φθορά ενός σκλάβου. Οι πόροι που προορίζονται για την αντικατάσταση ή την επισκευή, αν μου επιτρέπεται αυτή η έκφραση, της συνήθους φθοράς του σκλάβου γενικά διατίθενται από έναν
112
Άνταμ Σμιθ
αμελή αφέντη ή έναν απρόσεκτο επιστάτη. Αυτά που προορίζονται για την εκτέλεση της ίδιας εργασίας στην περίπτωση του ελεύθερου ανθρώπου, τα διαχειρίζεται ο ίδιος ο ελεύθερος άνθρωπος. Οι αταξίες που παρατηρούνται γενικά στις υποθέσεις των πλουσίων αυθόρμητα εισάγονται στη διαχείριση των σκλάβων: στη διαχείριση των ελεύθερων υπηρετών, όποος είναι φυσικό, επιβάλλονται η αυστηρή λιτότητα καιηφειδωλήπροσοχήτουφτωχού.Στιςσυνθήκεςμιαςτόσο διαφορετικής διαχείρισης, για την εκτέλεση του ίδιου σκοπού απαιτούνται πολύ διαφορετικά ύψη δαπάνης. Πιστεύω ότι η εμπειρία όλων των εποχών και των εθνών δείχνει πως το έργο που επιτελεί ο ελεύθερος άνθρωπος καταλήγει τελικά να είναι φθηνότερο από αυτό που επιτελείται από τους σκλάβους. Αποδεικνύεται ότι αυτό ισχύει ακόμα και στη Βοστόνη, στη Νέα Υόρκη και στη Φιλαδέλφεια, όπου ο μισθός της απλής εργασίας είναι τόσο υψηλός. 42. Επομένως, η γενναιόδωρη αμοιβή της εργασίας, όπως είναι το αποτέλεσμα της αύξησης του πλούτου, έτσι είναι και αιτία της αύξησης του πληθυσμού. Το να παραπονείται κανείς γι' αυτό, σημαίνει ότι θρηνεί για το αναγκαίο αποτέλεσμα και την αιτία της μεγαλύτερης δημόσιας ευημερίας. 43. Αξίζει ίσως να αναφερθεί ότι η κατάσταση των εργαζόμενων φτωχών, της μεγάλης πλειονότητας του πληθυσμού, φαίνεται να είναι η ευτυχέστερη και η πλέον άνετη κατά τη φάση της μεγέθυνσης, καθώς η κοινωνία προχωρεί προς περαιτέρω κατακτήσεις, και όχι όταν ηκοινωνίαέχει κατακτήσει τηνπλήρηανάπτυξητου πλούτου της. Η κατάστασή τους είναι σκληρή κατά τη στάσιμη φάση και δυστυχής κατά τη φάση της παρακμής. Η φάση της μεγέθυνσης είναι, στην πραγματικότητα, η φάση της ευθυμίας και της εγκαρδιότητας για όλες τις τάξεις της κοινωνίας. Η στασιμότητα είναι ανιαρή και η παρακμή μελαγχολική. 44. Όπο)ς η γενναιόδωρη αμοιβή της εργασίας ενθαρρύνει την αναπαραγωγή, κατά τον ίδιο τρόπο αυξάνει την εργατικότητα των απλών ανθρώπων. Ο μισθός της εργασίας είναι η ενθάρρυνση της εργατικότητας, η οποία, όπως και κάθε άλλη ανθρώπινη αρετή, αυξάνεται ανάλογα με την ενθάρρυνση που δέχεται. Μια πλήρης ποσότητα μέσων διατροφής βελτιώνει τη σωματική δύναμη του εργάτη και η ευχάριστη προσδοκία της βελτίοοσηςτηςκατάστασήςτου και της ολοκλήρωσης της ζωής του, ενδεχομένο)ς σε άνεση και αφθονία, τον παρακινεί να ασκήσει αυτή τη δύναμη στον μέγιστο βαθμό. 'Οπου ο μισθός είναι υψηλός, εκεί οι εργάτες είναι πάντα πιο ενεργοί, φίλεργοι και ταχείς, απ' ό,τι εκεί όπου ο μισθός είναι χαμηλός. Για παράδειγμα, περισσότερο στην Αγγλία arf ό,τι στη Σκοτία, στην περιοχή των μεγάλων πόλεων περισσότερο απ* ό,τι στα απομακρυσμένα επαρχιακά μέρη.
Έρευνα για τη Φύση και TIs Allies του Πλούτου των Εθνών
113
Βέβαια, κάποιοι εργάτες, όταν είναι σε θέση να κερδίσουν σε τέσσερις ημέρες αυτά που θα τους επιτρέψουν να συντηρηθούν ολόκληρη την εβδομάδα, τις άλλες τρεις ημέρες θα μείνουν άεργοι. Ωστόσο, αυτό με κανέναν τρόπο δεν θα ισχύει για τη μεγάλη πλειονότητα. Αντίθετα, όταν οι εργάτες πληρώνονται γενναιόδοορα με το κομμάτι, είναι πολύ επιρρεπείς στο να εργάζονται πέρα από τις δυνάμεις τους και να καταστρέφουν την υγεία και τη φυσική τους κατάσταση μέσα σε λίγα χρόνια. Στο Λονδίνο και σε μερικά άλλα μέρη, ένας ξυλουργός θεωρείται ότι δεν μπορεί να διατηρήσει την καλή φυσική του κατάσταση περισσότερο από οκτώ χρόνια. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και σε πολλά άλλα επαγγέλματα, όπου ο εργάτης πληρώνεται με το κομμάτι, όπως συμβαίνει γενικά στις μανιφακτούρες και στην αγροτική εργασία, όπου οι αμοιβές είναι υψπλότερες από το κανονικό. Όλες σχεδόν οι κατηγορίες χειροτεχνών υπόκεινται σε κάποια χαρακτηριστική αναπηρία, που προκαλείται από τηνυπερβολική τους προσήλοκτη στον χαρακτηριστικό τύπο της εργασίας τους. Ο Ραμουτζίνι (Ramuzzini), επκρανής Ιταλός γιατρός, έχει συγγράψει ένα ειδικό βιβλίο που αφορά αυτές τις ασθένειες. Οι στρατιώτες μας δεν θεωρούνται ως η πιο επιμελής ομάδα μεταξύ όλων των άλλων. Ωστόσο, όταν χρησιμοποιούνται σε κάποια χαρακτηριστικά είδη εργασίας και αμείβονται γενναιόδωρα με το κομμάτι, οι αξιωματικοί τους συχνά αναγκάζονται να συμςκονήσουν ρητώς με τον εργολάβο ότι δεν θα πρέπει να τους επιτρέπεται να κερδίζουν πάνω από ένα συγκεκριμένο ποσό την ημέρα, ανάλογα με το ύψος της αμοιβής με την οποία πληρώνονται. Μέχρις ότου συναφθούν αυτές οι συμφωνίες, η αμοιβαία άμιλλα και η επιθυμία του μεγαλύτερου κέρδους συχνά τους ωθούσαν στο να εργάζονται οι ίδιοι πέρα από τις δυνάμεις τους και να βλάπτουν την υγεία τους λόγω υπερβολικής εργασίας. Η υπερβολική προσήλωσπ επί τέσσερις ημέρες την εβδομάδα είναι συχνά η πραγματική αιτία της ραθυμίας των άλλων τριών, για την οποία ακούγονται τόσα παράπονα. Η σκληρή εργασία, πνευματική ή σο> ματική, όταν συνεχίζεται επί πολλά χρόνια, ακολουθείται στους περισσότερους ανθρώπους από μια φυσιολογική επιθυμία χαλάροχτης, η οποία, όταν δεν περιορίζεται βίαια ή από κάποια ισχυρή αναγκαιότητα, είναι σχεδόν ακαταμάχητη. Dvai το κάλεσμα της φύσης, που ζητεί να ανακουφιστεί μέσω της ικανοποίησης, άλλοτε απλά της ανάπαυσης, άλλοτε της ασωτίας και της διαστροφής. Σε αντίθετη περίπτωση, οι συνέπειες είναι συχνά επικίνδυνες και μερικές φορές μοιραίες- και (οςτέταες, αργάή γρήγορα, προκαλούντη χαρακτηριστική αναπηρία στο επάγγελμα. Αν οι εργοδότες ήταν πάντα ευήκοοι στις επιταγές της λογικής και του ανθρωπισμού, θα έπρεπε μάλλον να μετριάζουν και όχι να ενθαρρύνουν τπν προσήλοκτη πολλών εργατών
114
Ανταμ Σμιθ
τους. Πιστεύω ότι θα αποδειχθεί πως σε κάθε επάγγελμα, αυτός που εργάζεται με μέτριους ρυθμούς έτσι ώστε να είναι σε θέσπ να εργάζεται συνεχώς, όχι μόνο διατπρεί τπν υγεία του επί μεγαλύτερο διάστπμα, αλλά και στπ διάρκεια του έτους εκτελεί τπ μέγιστπ ποσότπτα έργου. 45. Ακούγεται η πρόφασπ ότι, κατά τις χρονιές τπς φθήνιας, οι εργάτες είναι γενικά πιο ράθυμοι, ενώ σε εκείνες τπς ακρίβειας είναι πιο επιμελείς από το σύνπθες. Από εδώ επομένως προκύπτει ότι μια αφθονία μέσων διαβίωσπς χαλαρώνει τπν επιμέλειά τους, ενώ π αντίστοιχπ έλλειψπ τπν εντείνει. Το ότι μια αμοιβπ λίγο μεγαλύτερπ από το κανονικό ενδέχεται να καταστήσει μερικούς εργάτες ράθυμους, δεν μπορεί να αμφισβπτπθεί. Το ότι όμως αυτή θα είναι π συνέπεια για τπ μεγάλπ πλειονότπτα ή ότι οι άνθρωποι θα εργάζονται καλύτερα όταν τρέφονται ελλιπώς απ' ό,τι όταν τρέφονται καλά, όταν είναι αποθαρρυμένοι arf ό,τι όταν είναι σε καλή διάθεσπ, όταν είναι συχνά άρροκποι απ' ό,τι όταν γενικά είναι σε καλή υγεία, δεν φαίνεται πολύ πιθανό. θα πρέπει να παρατπρήσουμε ότι οι χρονιές τπς λιτότπτας είναι γενικά για τους απλούς ανθρώπους χρονιές ασθένειας και θνπσιμότπτας, που δεν αποτρέπουν τπ μείοοσπ του προϊόντος τπς εργατικότπτάςτους. 46. Κατά τις περιόδους αφθονίας, οι υππρέτες συχνά εγκαταλείπουν τα αφεντικά τους και εμπιστεύονται τπν επιβίακτή τους σε ό,τι μπορούν να παράγουν με τπν προσωπική τους εργασία. Αλλά π ίδια π φθήνια των μέσων διαβίωσπς, μέσω τπς αύξπσπς των πόρων που προορίζονται για τπ συντήρπσπ των υππρετών, ενθαρρύνει τους εργοδότες, ιδίως τους αγρότες-επιχειρπματίες, νά απασχολήσουν μεγαλύτερο αριθμό υππρετών. Στις περιστάσεις αυτές, οι αγρότες-επιχειρπματίες προσδοκούν μεγαλύτερα κέρδπ από τα σιτπρά τους μέσω τπς απασχόλπσπς λίγο περισσότερων εργατών και όχι μέσω τπς πώλπσπς των προϊόντων τους στπν αγορά σε χαμπλή τιμή. Η ζήτπσπ για υππρετικό προσωπικό αυξάνεται, ενώ ο αριθμός αυτών που προσφέρονται για να ικανοποιήσουν τπ ζήτπσπ μειώνεται. Επομένως, π τιμή τπς εργασίας σε αυτές τις χρονιές φθήνιας συχνά αυξάνεται. 47. Κατά τις περιόδους ανεπάρκειας, π δυσκολία και π αβεβαιότπτα τπς επιβίωσπς κάνουν όλους αυτούς τους ανθρώπους να επιθυμούν να επιστρέψουν στπν εξαρτπμένπ εργασία. Αλλά π υψπλή τιμή των μέσων διαβίωσπς, μέσω τπς μείωσπς των πόρων που προορίζονται για τπ συντήρπσπ των παρεχόντων υππρεσίες, προδιαθέτει τους εργοδότες μάλλον στπ μείωσπ και όχι στπν αύξπσπ του αριθμού αυτών που απασχολούν. Ακόμα, κατά τις χρονιές τπς ακρίβειας, οι φτωχοί ανεξάρτπτοι εργαζόμενοι συχνά καταναλώνουν το μικρό
Έρευνα για τη Φύση και TIs Allies του Πλούτου των Εθνών
115
τους απόθεμα που χρπσιμοποιούσαν προκειμένου να προμηθεύονται τα υλικά της εργασίας τους και είναι υποχρεωμένοι να εργάζονται πλέον ως ημερομίσθιοι εργάτες. Ζητούν απασχόληση περισσότεροι άνθρωποι απ' όσους μπορούν εύκολα να αποκτήσουν. Πολλοί είναι πρόθυμοι να απασχοληθούν υπό δυσμενέστερους όρους από τους συνήθεις και ο μισθός τόσο των υπηρετών όσο και των ημερομισθίων εργατών κατά τις περιόδους της ακρίβειας συχνά μειώνεται. 48. Επομένως, οι κάθε λογής εργοδότες συχνά διαπραγματεύονται καλύτερα με τους υπαλλήλους τους κατά τις χρονιές της ακρίβειας, όπου και τους βρίσκουν περισσότερο ταπεινούς και εξαρτημένους, απ' ό,τι κατά τιςχρονιέςτης φθήνιας. Επομένως, αυθόρμητα, αξιολογούν τις χρονιές της ακρίβειας 03ς ευνοϊκότερες για την οικονομία. Πέραν αυτού, οι γαιοκτήμονες και οι αγρότες-επιχειρηματίες, δύο από τις μεγαλύτερες τάξεις εργοδοτών, έχουν έναν επιπλέον λόγο να είναι ευχαριστημένοι με τις χρονιές της ακρίβειας. Οι πρόσοδοι των μεν και τα κέρδη των δε εξαρτώνται πάρα πολύ από την τιμή των μέσων διαβίωσης. Ασφαλοός, δεν θα μπορούσε να υπάρξει μεγαλύτερη αυθαιρεσία από το να φανταστούμε πως οι άνθρωποι εργάζονται λιγότερο όταν εργάζονται για λογαριασμό τους arf ό,τι όταν εργάζονται για λογαριασμό άλλων ανθρώπων. Ένας φτωχός ανεξάρτητος τεχνίτης γενικά θα είναι πιο επιμελής ακόμα και από έναν εργάτη που εργάζεται με το κομμάτι. Ο πρώτος απολαμβάνει το συνολικό πρόιον της εργασίας του, ενώ ο δεύτερος το μοιράζεται με το αφεντικό του. Ο πρώτος, στπν απομονωμένη ανεξάρτητη κατάστασή του, είναι λιγότερο επιρρεπής στους πειρασμούς των κακών συναναστροφών, που τόσο συχνά στις μεγάλες μανιφακτούρες καταστρέφουν τα ήθη του δευτέρου. Η ανωτερότητα του ανεξάρτητου εργαζομένου σε σχέση με τους υπαλλήλους αυτούς που μισθώνονται με το μήνα ή με το χρόνο, και των οποίων ο μισθός και η συντήρηση είναι δεδομένα, ανεξάρτητα από το αν παράγουν λίγο ή πολύ, είναι πιθανόν να είναι ακόμα μεγαλύτερη. Οι χρονιές της φθήνιας τείνουν να αυξήσουν την αναλογία των ανεξάρτητων εργατών σε σχέση με τους κάθε λογής έμμισθους εργάτες και υπηρέτες, ενώ οι χρονιές της ακρίβειας τείνουν να τη μειώσουν. 49.0 κ. Μεσάνς (Messance), Γάλλος συγγραφέας με βαθιές γνώσεις και κρίση, επίτροπος διαχείρισης των φόρων της περιοχής του Σεντ ΕΉέν, προσπαθεί να αποδείξει ότι οι φτωχοί εργάζονται περισσότερο κατά τις χρονιές της φθήνιας arf ό ,τι κατά τις χρονιές της ακρίβειας, συγκρίνοντας την ποσότητα και την αξία των αγαθών που παράγονται στις δύο αυτές διαφορετικές συνθήκες οε τρεις διαφορετικές μανιφακτούρες: του χοντρού μάλλινου που βρίσκεται στο Ελμπέφ (Obeuf) και εκείνες του λινού και του μεταξιού που εκτείνονται σε ολόκληρη
116
Ανταμ Σμιθ
την περιοχή της Ρουέν (Rouen). Από την έκθεση του, που έχει αντιγραφεί από τα αρχεία των δημόσιων υπηρεσιών, φαίνεται ότι η ποσότητα και η αξία των αγαθών που παράγονται και στις τρεις αυτές μανιφακτούρες γενικά ήταν μεγαλύτερες κατά τις χρονιές της φθήνιας απ* ό,τι κατά τις χρονιές της ακρίβειας, και ότι πάντα ήταν μέγιστες τις χρονιές της μέγιστης φθήνιας και ελάχιστες τις χρονιές της μέγιστης ακρίβειας. Και οι τρεις αυτές μανιφακτούρες φαίνονται να είναι σε στασιμότητα ή, συνολικά, δεν κινούνται ούτε ανοδικά ούτε καθοδικά, παρότι το προϊόν τους ενδέχεται να μεταβάλλεται ελαφρώς από χρόνο σε χρόνο. 50. Οι μανιφακτούρες του λινού στη Σκοτία και αυτές του χοντρού μάλλινου στις δυτικές πλαγιές του Γιόρκσαϊρ (Yorkshire) είναι μανιφακτούρες σε ανοδική πορεία, το προϊόν των οποίων, γενικά, αν και με κάποιες διακυμάνσεις, αυξάνεται τόσο (ος προς την ποσότητα όσο και ως προς την αξία. 'Οταν όμως εξέτασα τις εκθέσεις που δημοσιεύτηκαν σχετικά με την ετήσια παραγωγή τους, δεν μπόρεσα να παρατηρήσω ότι οι μεταβολές αυτές είχαν κάποια αισθητή συσχέτιση με την ακρίβεια ή τη φθήνια των εποχών. Μάλιστα, το 1740, μια χρονιά μεγάλων ελλείψεων, και οι δύο μανιφακτούρες φαίνεται ότι παρουσίασαν πολύ σημαντική ύφεση. Αλλά το 1756, μια άλλη χρονιά μεγάλων ελλείψεων, η σκοτική μανιφακτούρα σημείοοσε καλύτερες επιδόσεις οχί ό,τι συνήθως. Αντίθετα, η μανκρακτούρα του Γιόρκσαϊρ (Υorkshire) παρουσίασε ύφεση και το προϊόν της υπολειπόταν συνεχώςτουπροϊόντοςτου 1755 μέχρι το 1766, μετά την ανάκλησητης αμερικανικής Σταμπ Ακτ (Stamp Act). Τη χρονιά αυτή, όποχ; και την επόμενη, η επίδοσή της ξεπέρασε κάθε προηγούμενο, και από τότε συνέχισε να σημειώνει επιτυχίες. 51. Το προϊόν κάθε μεγάλης μανιφακτούρας, που προορίζεται για πωλήσεις σε μακρινές αποστάσεις, πρέπει Kaf ανάγκη να εξαρτάται όχι τόσο πολύ από την εποχιακή ακρίβεια ή φθήνια στις χώρες όπου εδρεύουν οι μανιφακτούρες, όσο από τις περιστάσεις που επηρεάζουν τη ζήτηση στις χώρες όπου θα καταναλωθεί το προϊόν τους: από την ειρήνη ή τον πόλεμο, από την ευημερία ή την παρακμή των ανταγωνιστών τους και από την καλή ή άσχημη διάθεση των βασικών καταναλωτών. Πέραν αυτού, ένα μεγάλο μέρος του τεράστιου έργου που παράγουν οι μανιφακτούρες κατά τις χρονιές της φθήνιας πιθανόν δεν καταγράφεται ποτέ στα δημόσια αρχεία τους. Οι άνδρες μισθωτοί που εγκαταλείπουν τους εργοδότες τους γίνονται ανεξάρτητοι εργαζόμενοι. Οι γυναίκες επιστρέφουν στους γονείς τους και συνήθίος δουλεύουν στον αργαλειό για να υφάνουν ρούχα για τον εαυτό τους και την οικογένειά τους. Ακόμα και οι ανεξάρτητοι εργαζόμενοι δεν εργάζονται πάντα για να πωλήσουν το προϊόν τους
Έρευνα yia τη Φύση και us Arciss του Πλούτου των Εθνών
117
δημοσίαχ;, αλλά anacocoAoOvrai από κάποιους από τους\€ίτονέςτοικ^ στην παραγωγή προϊόντων οικογενειακής χρήσπς. Επομένως, το προϊόν της εργασίας τους συχνά δεν καταγράφεται στα δημόσια αρχεία, τα στοιχεία των οποίων συχνά δημοσιοποιούνται με τόσες φανφάρες, και από τα οποία οι έμποροι και οι επιχειρηματίες μας συχνά σπεύδουν επί ματαίω να αναγγείλουν την ευημερία ή την παρακμή των μεγαλύτερων αυτοκρατοριών. 52. Παρότι οι μεταβολές στην τιμή της εργασίας όχι μόνο δεν αντιστοιχούν πάντα με αυτές στπν τιμή των μέσων διαβίωσης, αλλά συχνά είναι τελείως αντίθετες, δεν θα πρέπει, για το λόγο αυτόν, να φανταστούμε ότι η τιμή των μέσων διαβίωσης δεν επηρεάζει καθόλου την τιμή της εργασίας. Η χρηματική τιμή της εργασίας ρυθμίζεται υποχρεωτικά από δύο συνθήκες: τη ζήτηση εργασίας και την τιμή των αναγκαίων αγαθών και των ανέσεων της ζωής. Η ζήτηση εργασίας, ανάλογα με το αν είναι αύξουσα, στάσιμη ή φθίνουσα ή με το αν απαιτεί έναν αυξανόμενο, στάσιμο ή φθίνοντα πληθυσμό, προσδιορίζει την ποσότητα των αναγκαίων αγαθών και ανέσεων της ζωής που θα πρέπει να δοθούν στον εργάτη. Και η χρηματική τιμή της εργασίας προσδιορίζεται από αυτό που απαιτείται για την προμήθεια αυτής της ποσότπτας. Παρότι, επομένως, η χρηματική τιμή της εργασίας είναι μερικές φορές υψηλή, ενώ η τιμή των μέσων διαβίωσης είναι χαμηλή, θα ήταν ακόμα υψηλότερη αν η τιμή των μέσων διαβίωσης ήταν υψηλή, υπό τον όρο ότι η ζήτηση θα παρέμενε η ίδια. 53. Επειδή στις χρονιές της αιφνίδιας και ασυνήθιστης αφθονίας η ζήτηση εργασίας αυξάνεται, ενώ μειώνεται στις χρονιές της αιφνίδιας και ασυνήθιστης έλλειψης, γι' αυτό και η χρηματική τιμή της εργασίας ορισμένες φορές αυξάνεται στην πρώτη περίπτοκτη, ενώ μειώνεται στη δεύτερη. 54. Σε μια χρονιά αιφνίδιας και ασυνήθιστης α(ρθονίας υπάρχουν πόροι στα χέρια πολλών εργοδοτών που επαρκούν για να συντηρήσουν και να απασχολήσουν έναν μεγαλύτερο αριθμό εργατικών ανθρώπων arf αυτόν που είχε απασχοληθεί την προηγούμενη χρονιά. Και αυτός ο εξαιρετικά μεγάλος αριθμός δεν μπορεί να υπάρχει πάντα. Επομένοχ;, εκείνοι οι εργοδότες που θέλουν περισσότερους εργάτες, ανταγωνίζονται μεταξύ τους προκειμένου να τους εξασφαλίσουν, και αυτό μερικές (ρορές αυξάνει τόσο την πραγματική όσο και τη χρηματική τιμή της εργασίας τους. 55. Το αντίθετο συμβαίνει στη διάρκεια της χρονιάς μιας αιφνίδιας και ασυνήθιστης έλλειψης. Οι πόροι που προορίζονται για την απασχόληση εργατικού δυναμικού είναι μικρότεροι από αυτούς της προηγούμενης χρονιάς. Ένας σημαντικός αριθμός ανθρώπων διώχνονται από την απασχόληση και ανταγωνίζονται μεταξύ τους προκειμένου
118
Ανταμ Σμιθ
να επανενταχθούν σε αυτήν, γεγονός το οποίο μερικές φορές μειώνει τόσο τπν πραγματική όσο και τπ χρπματική τιμή της εργασίας. Το 1740, μια χρονιά ασυνήθιστης έλλειψης αγαθών, πολλοί άνθρωποι ήταν πρόθυμοι να εργαστούν με αντάλλαγμα τα μέσα που μόλις επαρκούσαν για την επιβίωσή τους. Κατά τις χρονιές της αφθονίας που επακολούθησαν, η εξεύρεση εργατών και υπηρετών ήταν πιο δύσκολη. 56. Ηέλλειψη αγαθών στη διάρκειαμιας ακριβής χρονιάςτείνει, μέσω της μείωσης της ζήτησης εργασίας, να μειώσει την τιμή της, όποος η υψηλή τιμή των μέσων διαβίοκτης τείνει να την αυξήσει. Αντίθετα, η αφθονία μιας φθηνής χρονιάς τείνει, μέσω της αύξησης της ζήτησης, να αυξήσει την τιμή της εργασίας, όποος η φθήνια των μέσων διαβίοκιης τείνει να τη μειώσει. Στις συνήθεις μεταβολές των τιμών των μέσων διαβίωσης, οι δύο αυτές αντίθετες αιτίες φαίνεται ότι αλληλοεξουδετερώνονται. Αυτή είναι μάλλον εν μέρει η αιτία για την οποία ο μισθός της εργασίας είναι παντού σε τόσο μεγαλύτερο βαθμό σταθερότερος και μονιμότερος σε σύγκριση με την τιμή των μέσων διαβίωσης. 57.Ηαύξηση τουμισθού της εργασίας αυξάνει Kaf ανάγκη τηντιμήπολλών εμπορευμάτων, αυξάνοντας εκείνο το μέρος της τιμής τους που αναλύεται σε μισθό, και στο βαθμό αυτό τείνει να μειώσει την κατανάλωσή τους τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό της χώρας. Ωστόσο, η ίδια αιτία που αυξάνει το μισθό της εργασίας, η αύξηση του αποθέματος, τείνει να αυξήσει και την παραγωγική της δύναμη, και να καταστήσει μια μικρότερη ποσότητα εργασίας ικανή να παράγει μεγαλύτερη ποσότητα δουλειάς. Ο ιδιοκτήτης του αποθέματος που απασχολεί έναν μεγάλο αριθμό εργατών προσπαθεί υποχρεοατικά, για το δικό του συμφέρον, να διαμορφώσει έναν τέτοιο ορθό καταμερισμό και μια τέτοια κατανομή της απασχόλησης που θα του επιτρέψουν να παραγάγει τη μεγαλύτερη δυνατή ποσότητα δουλειάς. Για τον ίδιο λόγο, προσπαθεί να τους προμηθεύσει τον καλύτερο εξοπλισμό που είτε αυτός είτε και εκείνοι μπορούν να διανοηθούν. Αυτό που συμβαίνει μεταξύ των εργατών ενός δεδομένου εργαστηρίου, συμβαίνει για τον ίδιο λόγο μεταξύ αυτών μιας μεγάλης κοινωνίας. Όσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμός τους, τόσο περισσότερο μοιράζονται αυθόρμητα σε διαφορετικές κατηγορίες και υποκατηγορίες απασχόλησης. Απασχολούνται περισσότερα μυαλά στην εφεύρεση των καταλληλότερων μηχανών για την εκτέλεση της κάθε εργασίας, και με αυτόν τον τρόπο η εφεύρεση των μηχανών αυτών γίνεται πιθανότερη. Υπάρχουν επομένοος πολλά εμπορεύματα, τα οποία, λόγω των βελτιοοσεων αυτών, καταλήγουν να παράγονται από τόσο πολύ λιγότερη εργασία απ* ό,τι προηγουμένοος, ώστε η αύξηση της τιμής της εργασίας να υπερκαλύπτεται από τη μείωση της ποσότητάς της.
Έρευνα για τη Φύση και TIS Allies του Πλούτου των Εθνών
119
Σημειώσειε 1. Αυτά γράφτηκαν το 1773, πριν από το ξέσπασμα των τελευταίων ταραχών. 2. Βλ. την πρόταση του για τη συντήρηση των φτωχών στο R. Bum, History of
the Poor Laws, Λονδίνο 1764.
A i l l ΓΙ
ΡΙίΓΠ'ΪΙ
Σχετικά με τα κέρδη του κεφαλαίου 1. Η αυξομείωση των κερδών του αποθέματος εξαρτάται από τις ίδιες αιτίες όπως και η αυξομείωση του μισθού της εργασίας, δηλαδή από την κατάσταση αυξανόμενου ή μειούμενου πλούτου της κοινωνίας. Ωστόσο, οι δύο αυτές αιτίες επηρεάζουν το μισθό και τα κέρδη κατά πολύ διαφορετικό τρόπο. 2. Η μεγέθυνση του αποθέματος, η οποία αυξάνει τους μισθούς, τείνει να μειώσει τα κέρδη. 'Οταν τα αποθέματα πολλών πλούσιων εμπόρων στρέφονται προς την ίδια απασχόληση, ο αμοιβαίος τους ανταγωνισμός τείνει φυσιολογικά στη μείωση των κερδών τους. Και όταν υπάρχει αντίστοιχη μεγέθυνση του αποθέματος σε όλα τα διαφορετικά επιτηδεύματα μιας κοινωνίας, ο ίδιος ανταγωνισμός θα προκαλέσει σε αυτά το ίδιο αποτέλεσμα. 3. 'Οπως έχουμε ήδη σημειώσει, δεν είναι εύκολο να εξακριβώσουμε ποιος είναι ο μέσος μισθός της εργασίας, ακόμα και σε έναν ιδιαίτερο τόπο και σε μια δεδομένη χρονική στιγμή. Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση, αυτό που μπορούμε να προσδιορίσουμε, είναι ο πιο συνήθης μισθός. Αλλά ακόμα και αυτό είναι πολύ δύσκολο να γίνει, προκειμένου για τα κέρδη του αποθέματος. Τα κέρδη παρουσιάζουν τόσο μεγάλες διακυμάνσεις, ώστε ένα άτομο που ασκεί μια συγκεκριμένη δραστηριότητα δεν είναι πάντα σε θέση να σας πει ποιος είναι ο μέσος όρος των ετήσιων κερδών του. Αυτά επηρεάζονται όχι μόνο από κάθε μεταβολή της τιμής των εμπορευμάτων τα οποία αγοράζει και πωλεί, αλλά και από την καλή ή κακή τύχη τόσο των ανταγωνιστών του όσο και των πελατών του, και από χίλια άλλα ατυχήματα από τα οποία κινδυνεύουν τα αγαθά όταν μεταφέρονται είτε διά θαλάσσης είτε διά ξηράς είτε ακόμα και όταν είναι αποθηκευμένα. Μεταβάλλονται επομένως όχι μόνο από χρόνο σε χρόνο, αλλά και από μέρα σε μέρα, και σχεδόν από ώρα σε ώρα. Η εξακρίβωσπ του μέσου κέρδους του συνόλου των διαφόρων επιτπδευμάτων που ασκούνται σε ένα μεγάλο βασίλειο πρέπει να είναι πολύ δυσκολότερη, και η εκτίμηση, με οποιοδήποτε βαθμό ακρίβειας, του ποιο ήταν ίσοκ; αυτό
122
Άνταμ Σμιθ
στο παρελθόν ή σε μακρινές χρονικές περιόδους, πρέπει να είναι συνολικά αδύνατπ. 4. Παρότι όμοος είναι αδύνατον να προσδιορίσουμε, με οποιοδήποτε βαθμό ακριβείας, ποια είναι π ήταν τα μέσα κέρδπ του αποθέματος, είτε στο παρόν είτε σε προγενέστερες περιόδους, μπορούμε να σχπματίσουμε μια ιδέα νι' αυτά από τον τόκο του χρήματος. Μπορούμε να θέσουμε (ος αξίωμα ότι, όταν από τη χρήση του χρήματος είναι δυνατόν να προκύψουν μεγάλα κέρδη, τότε γενικά για τη χρήση του αποθέματος θα καταβάλλεται ένα μεγάλο χρηματικό ποσό. Κατά συνέπεια, καθώς μεταβάλλεται το επιτόκιο της αγοράς μιας χώρας, αυτό μας αποδεικνύει ότι το γενικό κέρδος του αποθέματος πρέπει να μεταβάλλεται μαςί του, δηλαδή να μειώνεται όταν αυτό μειώνεται και να αυξάνεται όταν αυτό αυξάνεται. Επομένοος, π εξέλιξη του επιτοκίου μπορεί να μας οδηγήσει στο να σχηματίσουμε μια ιδέα της εξέλιξης του κέρδους. 5. Απότο37οέτος της βασιλείαςτουΕρρίκουτου VIII (1545,Σ.τ.Μ.), κάθε επιτόκιο πάνω από το 10% εθεωρείτο παράνομο. Πριν από αυτό cpaiνεται ότι είχανληφθεί αυστηρότερα μέτρα Κατάτη βασιλείατουΕδουάρδου του VI (το 1551), ο θρησκευτικός ζήλος απαγόρευε κάθε τόκο. Ωστόσο, η απαγόρευση αυτή, όπως και όλες οι άλλες του είδους, λέγεται ότι δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα και πιθανώς μάλλον ενίσχυσαν παρά περιόρισαν το κακό της τοκογλυφίας. Το διάταγμα του Ερρίκου του VIII ανεβίωσε κατά το 13ο έτος της βασιλείας της Ελισάβετ (1571) και το 10% συνέχισε να αποτελεί το νόμιμο επιτόκιο μέχρι το 2 Ιο έτος της βασιλείας του Ιακώβου του Iil623X όταν και περιορίστηκε στο 8%. Αμέσοος μετά την αποκατάσταση τπς μοναρχίας (1660), μειώθηκε στο 6% και από το 12ο έτος της βασιλείας τηςΆννας (1713) στο 5%. Όλες αυτές οι νομοθετικές ρυθμίσεις φαίνεται ότι έγιναν με μεγάλη περίσκεψη. Φαίνεται ότι ακολούθησαν και ότι δεν προηγήθηκαν του επιτοκίου της αγοράς ή του επιτοκίου με το οποίο συνήθως δανείζονταν οι άνθρωποι καλής πίστης. Φαίνεται ακόμα ότι από τπν εποχή της Βασίλισσας Άννας το 5% ήταν μάλλον ανώτερο παρά κατώτερο του επιτοκίου της αγοράς. Πριν από τον τελευταίο πόλεμο, η κυβέρνηση δανειζόταν με 3%, και στην προπεύουσα και σε πολλά άλλα μέρη του Βασιλείου οι άνθρωποι καλήςπίστηςδανείζονταν με 3,5%, 4%και4,5%. 6. Από την εποχή του Ερρίκου του VIII, ο πλούτος και το εισόδημα της χώρας αυξάνονταν συνεχώς και, σε αυτή την ανοδική τους πορεία, φαίνεται ότι αυξάνονταν με ρυθμούς που προοδευτικά μάλλον επιταχύνονταν παρά επιβραδύνονταν. Φαίνεται δηλαδή ότι όχι μόνο αυξάνονταν, αλλά και ότι αυξάνονταν όλο και πιο γρήγορα. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο μισθός της εργασίας αυξανόταν συνεχώς, και στο μεγαλύτερο μέρος των διαφορετικών κλάδων των επιτηδευμάτων και της μανιφακτούρας τα κέρδη του αποθέματος μειώνονταν.
Έρευνα για τη Φύση και TIS Allies του Πλούτου των Εθνών
123
7. Γενικά, η άσκηση ενός επιτηδεύματος σε μια μεγάλη πόλη απαιτεί μεγαλύτερο απόθεμα απ' ό,τι η άσκηση του επιτηδεύματος αυτού σε ένα επαρχιακό χωριό. Τα μεγάλα αποθέματα που απασχολούνται σε κάθε επιτηδευματικό κλάδο και ο αριθμός εύπορων ανταγωνιστών γενικά μειώνουν το περιθώριο κέρδους στη μεγάλη πόλη, σε επίπεδα χαμηλότερα του περιθωρίου κέρδους στο επαρχιακό χωριό. Αλλά ο μισθός της εργασίας γενικά σιη μεγάλη πόλη είναι υψηλότερος από αυτόν στο επαρχιακό χωριό. Σε μια ευημερούσα πόλη, οι άνθρωποι που διαθέτουν μεγάλα αποθέματα προς απασχόληση συχνά δεν μπορούν να έχουν τον αριθμό των εργατών που επιθυμούν και επομένως ανταγωνίζονται μεταξύ τους προκειμένου να έχουν όσους περισσότερους μπορούν, γεγονός που αυξάνει το μισθό της εργασίας και μειώνει το κέρδος του αποθέματος. Στα απομακρυσμένα μέρη της χώρας συχνά δεν υπάρχει αρκετό απόθεμα για την απασχόλπση όλων των ανθρώπων, οι οποίοι επομένως ανταγωνίζονται μεταξύ τους προκειμένου να βρουν απασχόληση, γεγονός που μειώνει το μισθό της εργασίας και αυξάνει τα κέρδη του αποθέματος. 8. Στη Σκοτία, παρότι το νόμιμο επιτόκιο είναι το ίδιο όπως και στην Αγγλία, το επιτόκιο τπς αγοράς είναι μάλλον υψηλότερο. Εκεί οι άνθρωποι που διαθέτουν άριστη πίστη σπανίως δανείζονται με επιτόκιο κάτωτου 5%. Ακόμα και οι ιδιώτεςτραπεζίτεςτουΕδιμβούργου δίνουν 4% στα υποσχετικά γραμμάτιά τους, η πληρωμή των οποίων μπορεί να ζητηθεί κατά το δοκούν, είτε στο σύνολο είτε εν μέρει. Οι ιδιώτες τραπεζίτες του Λονδίνου δεν δίνουν κανέναν τόκο για τα χρήματα που κατατίθενται σε αυτούς. Οι δραστηριότητες που δεν μπορούν να ασκηθούν στη Σκοτία με απόθεμα μικρότερο arf ό,τι στην Αγγλία είναι πολύ λίγες. Επομένίος, το κοινό περιθώριο κέρδους πρέπει να είναι κάπως μεγαλύτερο. Έχουμε ήδη σημειώσει ότι ο μισθός της εργασίας είναι μικρότερος στη Σκοτία arf ό,τι στπν Αγγλία. Επίσπς, η χώρα δεν είναι μόνο πολύ φτωχότερη, αλλά και τα βήματα προόδου που πραγματοποιεί -γιατί είναι προφανές ότι πραγματοποιεί κάποια βήματα προόδου- φαίνεται να είναι πολύ αργόσυρτα και καθυστερημένα. 9. Στη Γαλλία, το νόμιμο επιτόκιο, στη διάρκεια του παρόντος αιώνος, ρυθμιζόταν πάντα από αυτό της αγοράς^. Το 1720, το επιτόκιο μειώθηκε από το ένα εικοσω στο ένα πεντπκοστό τπς πένας, δηλαδή από 5% σε 2%. Το 1724 αυξήθπκε στο ένα τριακοστό της πένας, δηλαδή στο 3%. Το 1725 αυξήθηκε και πάλι στο ένα εικοστό της πένας ή στο 5%. Το 1766, στη διάρκεια της διακυβέρνησης του κ. Αάβερντι (Laverdy), μειό)θηκε στο ένα εικοστό πέμπτο της πένας ή στο 4%. Στη συνέχεια, ο αβάς Τέρεϊ (Terray) το αύξησε και πάλι στο παλιό επιτόκιο του 5%. Ο υποτιθέμενος στόχος πολλών απ* αυτές τις βίαιες μειώσεις του επιτοκίου ήταν η προετοιμασία του δρόμου για τη μείωση του
124
Άνταμ Σμιθ
επιτοκίου των δημόσιων δανείων, ένας στόχος που μερικές φορές επιτεύχθηκε. Σήμερα, η Γαλλία ίσως δεν είναι τόσο πλούσια χώρα όσο η Αγγλία και, παρότι το νόμιμο επιτόκιο ήταν συχνά στη Γαλλία μικρότερο απ' ό,τι στην Αγγλία, το επιτόκιο της αγοράς γενικά ήταν υψηλότερο, διότι εκεί, όπως και σε άλλες χώρες, διαθέτουν αρκετές ασφαλείς και εύκολες μεθόδους παράκαμψης του νόμου. Τα κέρδη του εμπορίου, όπως με διαβεβαίωσαν Αγγλοι έμποροι που εμπορεύονταν και στις δύο χώρες, είναι υψηλότερα στη Γαλλία απ' ό,Ή στην Αγγλία, και χωρίς καμιά αμφιβολία αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο πολλοί Βρετανοί υπήκοοι προτιμούν να απασχολήσουν τα κεφάλαιά τους σε μια χώρα όπου το εμπόριο είναι σε ανυποληψία και όχι σε μια άλλη, όπου χαίρει υψηλής εκτίμησης. Ο μισθός της εργασίας στη Γαλλία είναι χαμηλότερος art ό,τι στην Αγγλία. Η διαφορά που θα παρατηρήσετε μεταξύ του ντυσίματος και της έκφρασης των κοινών ανθρώπων καθώς μεταβαίνετε από τη Σκοτία στην Αγγλία, υποδηλώνει επαρκώς τη διαφορά της κατάστασής τους. Η αντίθεση είναι ακόμα μεγαλύτερη όταν επιστρέφετε από τη Γαλλία. Η Γαλλία, παρότι πλουσιότερη χώρα από τη Σκοτία, φαίνεται να μην προοδεύει τόσο γρήγορα. Μια κοινή και μάλιστα ευρέως αποδεκτή άποψη που επικρατεί στη χώρα είναι ότι η Γαλλία βρίσκεται σε οπισθοδρόμηση. Είναι μια γνώμη που -φοβάμαι- ακόμα και για τη Γαλλία είναι απλώς αβάσιμπ, αλλά την οποία δεν θα μπορούσε να υποστπρίξει σε σχέση με τη Σκοτία κάποιος που βλέπει την τελευταία σήμερα και την είχε δει επίσης πριν από είκοσι ή τριάντα χρόνια. 10. Από την άλλη πλευρά, η επαρχία της Ολλανδίας, σε σύγκριση με την έκταση και τον πληθυσμό της, είναι πλουσιότερη χώρα από την Αγγλία. Εκεί η κυβέρνηση δανείζεται με 2% και οι ιδιώτες καλής πίστης με 3%. Λέγεται ότι ο μισθός της εργασίας είναι υψηλότερος στην Ολλανδία arf ό,τι στην Αγγλία, και είναι πολύ γνωστό ότι οι Ολλανδοί εμπορεύονται με χαμηλότερα κέρδη arf ό,τι οι άλλοι λαοί της Ευρώπης. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι το εμπόριο της Ολλανδίας παρακμάζει, και είναι ίσως πιθανό σε κάποιους συγκεκριμένους κλάδους αυτό όντως να ισχύει. Ωστόσο, αυτά τα συμπτώματα (ραίνεται ότι υποδηλώνουν σαφώς ποος δεν υπάρχει κάποια γενική παρακμή. Όταν μειώνονται τα κέρδη, οι έμποροι έχουν την τάση να παραπονούνται ότι παρακμάζει το εμπόριο, παρότι η μείωση του κέρδους είναι το φυσικό αποτέλεσμα της ευημερίας του ή του γεγονότος ότι απασχολείται ένα μεγαλύτερο απόθεμα arf ό,τι προηγουμένως. Στη διάρκεια του τελευταίου πολέμου, οι Ολλανδοί κέρδισαν το σύνολο του μεταφορικού εμπορίου της Γαλλίας, από το οποίο διατηρούν ακόμα ένα πολύ μεγάλο μερίδιο. Η μεγάλη περιουσία που κατέχουν τόσο σε γαλλικά όσο και σε αγγλικά ομολογιακά δάνεια -τα τελευταία λέγεται ότι
Έρευνα για τη Φύση και tis Allies του Πλούτου των Εθνών
125
ανέρχονται σε σαράντα εκατομμύρια (αν και το στοιχείο αυτό υποmεύoμα ότι είναι ι^ερβολικά διογκούμένοΚ τα μεγάλα ποσά τα οποία δανείζουν σε ιδιώτες -σε χώρες όπου το επιτόκιο είναι υψπλότερο arf ό,τιστπχώρατους-αποτελούνπεριστατικάπουαναμφίβολααποδεικνυουντο πλεόνασμα του αποθέματόςτουςπτο ότι αυτό έχει αυξηθεί πέραν αυτού το οποίο είναι σε θέση να απασχολήσουν με ένα ανεκτό κέρδος στις καθαυτό δραστηριότητες της χώρας τους: δεν αποδεικνύουν όμοος ότι αυτές οι οικονομικές δραστηριότητες μειώθηκαν. 'Οποος είναι εξίσου δυνατόν να αυξηθεί το κεφάλαιο ενός ιδιώτη, που, καίτοι αποκτήθηκε σε μια συγκεκριμένη δραστηριότητα, υπερβαίνει αυτό που εκείνος είναι σε θέση να απασχολήσει στη δεδομένη δραστηριότητα, και οχπόσο αυτή συνεχίζει να μεγεθύνεται. Το ίδιο είναι δυνατόν να συμβαίνει αντίστοιχα με το κεοράλαιο μιας μεγάλης χώρας. 11. Στις αποικίες μας της Βόρειας Αμερικής και των Δυτικών Ινδιών, όχι μόνο ο μισθός της εργασίας, αλλά και ο τόκος του χρήματος και, κατά συνέπεια, τα κέρδη του αποθέματος είναι υψηλότερα arf ό,τι στην Αγγλία. Στις διάφορες αποικίες, τόσο το νόμιμο όσο και το επιτόκιο της αγοράς κυμαίνονται από 6% έοχ; 8%. Ωστόσο, ο υψηλός μισθός της εργασίας και τα υψηλά κέρδη του αποθέματος είναι πράγματα που ίοως δύσκολα συμβαδίζουν, εκτός από τις ιδιόμορφες συνθήκες το>ν νέων αποικιών. Μια νέα αποικία πρέπει πάντα να παρουσιάζει επί κάποιο διάστημα μια μεγαλύτερη έλλειψη αποθέματος σε σχέση με την έκτασή της και μια μεγαλύτερη έλλειψη πληθυσμού σε σχέση με την έκταση του αποθέματός της arf ό,τι οι περισσότερες άλλες χώρες. Διαθέτουν μεγαλύτερες εκτάσεις γης από αυτές που μπορούν να καλλιεργήσουν σύμφωνα με το κε(ράλαιό τους. Επομένο)ς, αυτό που διαθέτουν, χρησιμοποιείται στην καλλιέργεια μόνο των πιο εύφορων και των πιο ευνοϊκών ως προς τη θέση γαιών, των γαιών δίπλα στις ακτές και κατά μήκος της όχθης των πλοπών ποταμών. Αυτού του είδους οι εκτάσεις συχνά αγοράζονται σε τιμή χαμπλότερη της αξίας ακόμα και της φυσικής τους σοδειάς. Το απόθεμα που απασχολείται στην αγορά και στη βελτίωση αυτών των γαιών πρέπει να αποφέρει ένα πολύ μεγάλο κέρδος και, κατά συνέπεια, είναι σε θέση να καταβάλει έναν πολύ μεγάλο τόκο. Η ταχύρρυθμη συσσώρευσή του σε μια τόσο κερδοφόρα απασχόληση επιτρέπει στον καλλιεργητή να αυξήσει τον αριθμό των εργατικών χεριών του γρηγορότερα arf όσο μπορεί να βρει αυτά τα χέρια σε μια νέα περιοχή εγκατάστασης εποίκων. Επομένως, αυτοί που μπορεί να βρει, αμείβονται πολύ γενναιόδωρα. Καθώς μεγεθύνεται η αποικία, τα κέρδη του αποθέματος σταδιακά μειώνονται. 'Οταν θα έχουν καταληφθεί οι πιο εύφορες και οι καλύτερες από άποψη θέσης γαίες, το κέρδος
126
Ανταμ Σμιθ
που μπορεί να προκύψει από την καλλιέργεια των γαιών οι οποίες είναι υποδεέστερες -τόσο από την άποψη του εδάφους όσο και από την άποψη της θέσης- είναι μικρότερο και ο τόκος που μπορεί να καταβληθεί για το απόθεμα το οποίο απασχολείται με αυτόν τον τρόπο θα είναι επίσης μικρότερος. Στο μεγαλύτερο μέρος των αποικιών μας, κατά συνέπεια, τόσο το νόμιμο όσο και το επιτόκιο της αγοράς μειώθηκαν σημαντικά στη διάρκεια του παρόντος αιώνος. Με την αύξηση του πλούτου, των βελτιώσεων και του πληθυσμού, το επιτόκιο μειώθηκε. Ο μισθός της εργασίας δεν συρρικνώθηκε με τα κέρδη του αποθέματος. Η ζήτηση εργασίας αυξάνεται με την αύξηση του αποθέματος, όποια και αν είναι τα κέρδη του τελευταίου. Και μετά τη μείωση των κερδών, το απόθεμα είναι δυνατόν όχι μόνο να συνεχίσει να αυξάνεται, αλλά και να αυξάνεται πολύ ταχύτερα arf ό,τι προηγουμένως. Αυτό ισχύει για τους λαούς που διακρίνονται για τη φιλοπονία τους και προοδεύουν στην απόκτηση του πλούτου, όποος και για τα άτομα που διακρίνονται για τη φιλοπονία τους. Ένα μεγάλο απόθεμα, ακόμα και με μικρά κέρδη, γενικά αυξάνεται γρηγορότερα απ* ό,τι ένα μικρό απόθεμα με μεγάλα κέρδη. Το χρήμα, λέει το γνωμικό, δημιουργεί χρήμα. Όταν έχετε λίγα, είναι μάλλον εύκολο να αποκτήσετε περισσότερα. Η μεγάλη δυσκολία είναι να αποκτήσετε αυτά τα λίγα. Η συσχέτιση μεταξύ της αύξησης του αποθέματος και της αύξησης της εργατικότητας ή της ζήτησης για χρήσιμη εργασία έχει εν μέρει εξηγηθεί ήδη, αλλά θα εξηγηθεί πληρέστερα στη συνέχεια, κατά την πραγμάτευση της συσσώρευσης του αποθέματος. 12. Η κατάκτηση μιας νέας επικράτειας ή νέων κλάδων εμπορίου είναι δυνατόν μερικές φορές να αυξήσειτακέρδη του αποθέματος και,μαζί με αυτά, τον τόκο του χρήματος, ακόμα και σε μια χώρα που παρουσιάζει ταχύρρυθμη πρόοδο στην απόκτηση του πλούτου. Καθώς το απόθεμα της χώρας δεν επαρκεί για τον όγκο των οικονομικών δραστηριοτήτων που προσφέρουν στους ιδιοκτήτες του αποθέματος αυτές οι νέες κατακτήσεις, αυτό κατευθύνεται μόνο σε εκείνους τους κλάδους οι οποίοι μπορούν να αποφέρουν το μεγαλύτερο κέρδος. Ένα μέρος αυτού, το οποίο στο παρελθόν απασχολήθηκε σε άλλες δραστηριότητες, αποσύρεται απ* αυτές και κατευθύνεται σε κάποιες από τις νέες και περισσότερο κερδοφόρες. Επομένως, σε όλες αυτές τις παλιές δραστηριότητες, ο ανταγωνισμός είναι λιγότερο έντονος arf ό,τι προηγουμένους. Η αγορά καταλήγει να εφοδιάζεται με τα διαφορετικά είδη αγαθών σε μικρότερη αφθονία. Η τιμή τους κατ' ανάγκη αυξάνεται στον έναν ή στον άλλο βαθμό και αποφέρουν μεγαλύτερο κέρδος σε αυτούς που απασχολούνται με αυτά και οι οποίοι μπορούν επομένως να αντέξουν το δανεισμό με ένα μεγαλύτερο επιτόκιο. Επί κάποιο διάστημα μετά τον τερματισμό του τελευταίου
Έρευνα για τη Φύση και Tis Allies του Πλούτου των Εθνών
127
πολέμου, όχι μόνο οι ιδιώτες της καλύτερης πίστης, αλλά και κάποιες από τις μεγαλύτερες εταιρείεςτου Λονδίνου δανείζονταν συνήθως με 5%, ενώ στο παρελθόν δεν συνήθιζαν να πληρώνουν περισσότερο από 4% ή 4,5%. Η μεγάλη πρόοδος, τόσο σε γαίες όσο και στο εμπόριο, που προήλθε από τις κατακτήσεις μας στη Βόρεια Αμερική και στις Δυτικές Ινδίες, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε αυτό, χωρίς να χρειάζεται ναυποθέσουμε κάποια μείωσητου κεοραλαιακού αποθέματοςτης κοινωνίας. Προκειμένου να καλυφθεί μια τόσο μεγάλη αύξηση νέων δραστηριοτήτων από το παλαιό απόθεμα, πρέπει Kaf ανάγκη να έχει μειωθεί η ποσότητα που απασχολείται σε έναν μεγάλο αριθμό συγκεκριμένων κλάδων, όπου, καθώς ο ανταγωνισμός είναι μικρότερος, τα κέρδη πρέπει να είναι μεγαλύτερα θα έχουμε στη συνέχεια την ευκαιρία να σημειώσουμε τους λόγους που μας κάνουν να πιστεύουμε ότι το κεφαλαιακό απόθεμα της Μεγάλης Βρετανίας δεν μειώθηκε ούτε και από αυτές τις τεράστιες δαπάνες του τελευταίου πολέμου. 13. Ωστόσο, η μείωση του κεφαλαιακού αποθέματος της κοινωνίας ή των κονδυλίων που προορίζονται για τη συντήρηση της φιλόπονης δραστηριότητας, καθώς μειώνει το μισθό της εργασίας, αυξάνει τα κέρδη του αποθέματος και κατά συνέπεια τον τόκο του χρήματος. Με τη μείωση του μισθού της εργασίας, οι κάτοχοι του αποθέματος που παραμένει στην κοινωνία είναι σε θέση να φέρουν τα αγαθά τους στην αγορά με μικρότερες δαπάνες arf ό,τι προηγουμένοος και, καθώς χρησιμοποιείται μικρότερο απόθεμα στην τροφοδοσία της αγοράς, μπορούν να τα πωλούν ακριβότερα. Επομένοχ;, τα κέρδη τους, καθώς αυξάνονται και από τις δύο πλευρές, είναι σε θέση να καταβάλουν έναν μεγαλύτερο τόκο. Οι μεγάλες περιουσίες που αποκτήθηκαν τόσο αιφνιδιαστικά και τόσο εύκολα στη Βεγγάλη και στις άλλες βρετανικές κτήσεις στις Ανατολικές Ινδίες μπορούν να μας πείσουν ότι, όταν ο μισθός της εργασίας είναι πολύ χαμηλός, τα κέρδη του αποθέματος σε αυτές τις κατεστραμμένες χώρες είναι πολύ υψηλά. Ο τόκος του χρήματος είναι αντίστοιχα υψηλός. Στη Βεγγάλη, οι αγρότες-επιχειρηματίες συχνά δανείζονται χρήματα με 40%, 50% και 60%, και για την αποπληρωμή των δανείων υποθηκεύεται η επόμενη σοδειά. Όπως τα κέρδη που μπορούν να επωμιστούν έναν τέτοιο τόκο πρέπει να κατατρώγουν σχεδόν το σύνολο της προσόδου του γαιοκτήμονα, έτσι και μια τέτοια τεράστια τοκογλυφία πρέπει με τη σειρά πίς να κατατρώει το μεγαλύτερο μέρος αυτών των κερδών. Πριν από την πτώση του ρωμαϊκού κράτους, φαίνεται ότι μια τοκογλυφία του ιδίου τύπου ήταν συνήθης στις επαρχίες, σε συνθήκες κατάρρευσης της διοίκησης των ανθυπάτων. Όπως μαθαίνουμε από τις επιστολές του Κικέρωνα, ο ενάρετος Βρούτος είχε δανείσει χρήματα στην Κύπρο με επιτόκιο 48%.
128
Ανταμ
Σμιθ
14. Σε μια χώρα που έχει επιτύχει εκείνο το ολοκληρωμένο επίπεδο ευημερίας το οποίο της επιτρέπουν να αποκτήσει η φύση του εδάφους και του κλίματός της και η κατάσταση της σε σχέση με τις άλλες χώρες, η οποία επομένως δεν θα μπορούσε να προοδεύσει περισσότερο και η οποία δεν κάνει βήματα προς τα πίσω, τόσο ο μισθός της εργασίας όσο και τα κέρδη του αποθέματος θα είναι πιθανότατα πολύ χαμηλά. Σε μια χώρα που έχει τον μέγιστο πληθυσμό σε σύγκριση με αυτόν που είτε μπορεί να συντηρήσει η έκτασή της είτε να απασχολήσει το απόθεμά της, ο ανταγωνισμός για απασχόληση θα είναι υποχρεαπικά τόσο μεγάλος, ώστε να μειώσει το μισθό της εργασίας σε αυτό που μόλις επαρκεί για τη συντήρηση του υπάρχοντος αριθμού των εργατών - και, καθώς η χώρα έχει ήδη τον μέγιστο δυνατό πληθυσμό της, ο αριθμός αυτός δεν θα μπορούσε ποτέ να αυξηθεί. Σε μια χώρα που διαθέτει το μέγιστο δυνατό απόθεμα σε σύγκριση με όλες τις δραστηριότητες που έχει να διεκπεραιώσει, η ποσότητα του αποθέματος που θα απασχολείται σε κάθε συγκεκριμένο κλάδο θα είναι τόσο μεγάλη όσο απαιτούν η φύση και η έκταση αυτής της δραστηριότητας. Επομένως, ο ανταγωνισμός θα είναι παντού όσο το δυνατόν μεγαλύτερος και, κατά συνέπεια, το κανονικό κέρδος όσο το δυνατόν χαμηλότερο. 15. Ίσως όμως καμιά χώρα δεν έχει (ρθάσει ποτέ σε αυτόν το βαθμό ευημερίας. Η Κίνα (ραίνεται ότι είναι στάσιμη επί ένα μεγάλο διάστημα, και πιθανότατα έχει κατακτήσει εδώ και πολύ καιρό εκείνο το επίπεδο του πλούτου που είναι συμβατό με τη φύση των νόμων και των θεσμών της. Ωστόσο, αυτό το επίπεδο ίσως να είναι πολύ υποδεέστερο του επιπέδου που θα επέτρεπε η φύση του εδάφους, του κλίματος και της κατάστασής της με άλλους νόμους και θεσμούς. Μια χώρα που αγνοεί ή περιφρονεί το εξοπερικό εμπόριο, και που δέχεται τα πλοία των ξένων χωρών μόνο σε ένα ή δύο λιμάνια της, δεν μπορεί να διεκπεραιώσει τον ίδιο όγκο οικονομικών δραστηριοτήτων με αυτόν που θα μπορούσε να διεκπεραιώσει με διαφορετικούς νόμους και θεσμούς. Ακόμα, σε μια χώρα όπου οι πλούσιοι ή οι κάτοχοι μεγάλων κεφαλαίων απολαμβάνουν μεγάλη ασφάλεια, ενώ οι φτωχοί ή οι κάτοχοι μικρών κεφαλαίων έχουν ελάχιστη ασφάλεια και ανά πάσα στιγμή διατρέχουν τον κίνδυνο, υπό το πρόσχημα της απονομής δικαιοσύνης, να λεηλατηθούν και να λαφυραγωγηθούν από τους κατώτερους μανδαρίνους, ο όγκος του αποθέματος που απασχολείται στους διάφορους κλάδους δραστηριοτήτων οι οποίοι διεκπεραιώνονται εκεί δεν μπορεί ποτέ να είναι ίσος με αυτόν που θα μπορούσαν να επιτρέψουν η φύση και η έκταση αυτής της δραστηριότητας. Σε κάθε διαορορετικό κλάδο, η καταπίεση το)ν (ρτωχών θα παγιώνει το μονοπώλιο των πλουσίων, οι οποίοι, απορροφώντας πάνω τους
Έρευνα για τη Φύση και Tis Allies του Πλούτου των Εθνών
129
ΊΟ σύνολο της δραστηριότητας, θα είναι σε θέση να πραγματοηοιούν πολύ μεγάλα κέρδη. Λέγεται ότι ο συνήθηςτόκοςτου χρήματος στην Κίνα είναι 12% και τα κανονικά κέρδη του αποθέματος πρέπει να είναι αρκετά, ώστε να σηκώνουν το βάρος αυτού του μεγάλου τόκου. 16. Μερικές φορές, μια αδυναμία του νόμου είναι δυνατόν να αυξήσει το επιτόκιο πολύ πάνω από αυτό που θα απαιτούσε π κατάσταση της χώρας, όσον αφορά τον πλούτο ή τη φτώχεια της. Όταν ο νόμος δεν επιβάλλει τπν εκτέλεση των συμβάσεων, θέτει όλους τους δανειζόμενους σχεδόν στην ίδια κατάσταση μετουςχρεοκοπημένουςή μετους ανθρώπους αμφίβολπς πίστης των περισσότερο ευνομούμενων χωρών. Η αβεβαιότητα της ανάκτησης των χρημάτων υποχρεώνει τον δανειστή να απαιτεί τα ίδια τοκογλυφικά επιτόκια που συνήθως απαιτούνται από τους χρεοκοπημένους. Στους βάρβαρους λαούς που επέδραμαν στις δυτικές επαρχίες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η εκτέλεση των συμβάσεων αφηνόταν επί πολλούς αιώνες στην πίστη των συμβαλλόμενων μερών. Τα βασιλικά τους δικαστήρια σπανίοος αναμιγνύονταν σε αυτές. Tαυιjmλάεmτόκιαπoυ παρατηρούνταν στις αρχαίες αυτές εποχές ίσως εν μέρει να οφείλονταν σε αυτή την αιτία. 17. Όταν ο νόμος απαγορεύει τον τόκο συνολικά, δεν τον αποτρέπει. Πολλοί άνθρωποι είναι υποχρεωμένοι να δανείζονται και κανείς δεν θα τους δανείσει χωρίς μια τέτοια ανταμοιβή για τη χρήση των χρημάτων τους, όπως αρμόζει όχι μόνο σε αυτό που μπορεί να επιτευχθεί με τη χρήση τους, αλλά και στη δυσκολία και στον κίνδυνο στον οποίο εκτίθενται με την παράβαση του νόμου. Τα υψηλά επιτόκια μεταξύ των μωαμεθανικών λαών αποδίδονται από τον κ. Μοντεσκιέ (Montesquieu) όχι στη φτώχεια τους, αλλά εν μέρει σε αυτήν και εν μέρει στη δυσκολία ανάκτησης των χρημάτων. 18. Το χαμηλότερο κανονικό περιθώριο κέρδους πρέπει πάντα να είναι κατά τι μεγαλύτερο αυτού που επαρκεί για την αντιστάθμιση τοαν περιστασιακών ζημιών στις οποίες είναι εκτεθειμένη κάθε απασχόληση αποθέματος. Αυτό ακριβώς το επιπλέον ποσό αποτελεί το καθαρό κέρδος. Αυτό που αποκαλείται «μικτό κέρδος» περιλαμβάνβ συχνά όχι μόνο αυτό το επιπλέον ποσό, αλλά αυτό που κατακρατείται για τπν αντιστάθμιση τέτοιων έκτακτων ζημιών. Ο τόκος τον οποίο είναι σε θέση να πληρώνει ο δανειζόμενος, είναι ανάλογος μόνο με αυτό το καθαρό κέρδος. 19. Κατά τον ίδιο τρόπο, το χαμηλότερο κανονικό επιτόκιο πρέπει να είναι κατά τι μεγαλύτερο από αυτό που επαρκεί για την αντιστάθμιση των περιστασιακών ζημιών στις οποίες είναι εκτεθειμένος ο δανεισμός, ακόμα και αυτός που γίνεται με τη μεγαλύτερη φρόνηση. Εάν δεν ήταν μεγαλύτερο, το μοναδικό κίνητρο του δανεισμού θα ήταν η φιλανθρωπία ή η φιλία
130
Ανταμ
Σμιθ
20. Σε μια χώρα που έχει τον μέγιστο βαθμό ευημερίας και πλούτου, όπου σε κάθε συγκεκριμένο κλάδο δραστηριότητας υπάρχει η μέγιστη ποσότητα αποθέματος που θα μπορούσε να απασχοληθεί, καθώς το κανονικό περιθώριο καθαρού κέρδους θα είναι πολύ μικρό, το σύνηθες επιτόκιο της αγοράς που θα μπορούσε να πλπροοθεί απ' αυτό θα ήταν τόσο μικρό, ώστε να καθιστά αδύνατον το να ζει κάποιος από τον τόκο των χρημάτων του, με εξαίρεση τους πάρα πολύ πλούσιους. Όλοι οι άνθρωποι με μικρές και μεσαίες περιουσίες θα ήταν υποχρεωμένοι να εποπτεύουν οι ίδιοι την απασχόληση των αποθεμάτων τους. Σχεδόν όλοι οι άνθρωποι θα ασκούν μια δραστηριότητα ή θα έχουν ένα επάγγελμα. Φαίνεται ότι η επαρχία τπς Ολλανδίας προσεγγίζει αυτή τπν κατάσταση. Εκεί, το να είναι κάποιος άεργος είναι εκτός συρμού. Η ανάγκη υποχρεώνει όλους τους ανθρώπους να λειτουργούν έτσι και παντού η συνήθεια ρυθμίζει το συρμό. Όπως είναι γελοίο να μην είναι κανείς ντυμένος, έτσι, κατά κάποιο τρόπο, είναι γελοίο το να μην απασχολείται όπως οι άλλοι άνθρωποι. Όπως ένας πολίτης φαίνεται ξένο σώμα σε ένα στρατόπεδο ή μια φρουρά, και διατρέχει τον κίνδυνο της περιφρόνησης, το ίδιο συμβαίνει και με έναν αργόσχολο μεταξύ ανθρώπων που έχουν μια απασχόληση. 21. Το υψηλότερο κανονικό περιθώριο κέρδους μπορεί να είναι τέτοιο, ώστε στην τιμή της πλειονότητας των εμπορευμάτων να απορροφά το σύνολο αυτού που θα έπρεπε να καταβληθεί ως γαιοπρόσοδος και να αφήνει μόνο αυτό που είναι αρκετό για την πληρωμή της εργασίας η οποία αναλίσκεται στην παρασκευή και στη μετα(ρορά τους στην αγορά, σύμφωνα με τη χαμηλότερη αμοιβή που θα μπορούσε ποτέ να δοθεί στην εργασία - τα απλά μέσα επιβίωσης του εργάτη. Ο εργάτης θα πρέπει πάντα με τον έναν ή τον άλλο τρόπο να έχει τραφεί, εφόσον πρόκειται να εργαστεί, όμως ο γαιοκτήμονας ίσως να μην έχει πληρωθεί πάντα. Τα κέρδη από το εμπόριο που πραγματοποιούν οι υπάλληλοι της εταιρείας των Ανατολικών Ινδιών στη Βεγγάλη ίοως να μην απέχουν πολύ από αυτή την κατάσταση. 22. Η αναλογία στην οποία θα πρέπει να βρίσκεται το σύνηθες επιτόκιο της αγοράς με το κανονικό περιθώριο καθαρού κέρδους μεταβάλλεται αναγκαστικά, καθώς αυξάνεται ή μειώνεται το κέρδος. Στη Μεγάλη Βρετανία θεωρείται ότι ένα κέρδος ίσο με το διπλάσιο του τόκου αποτελεί αυτό που οι έμποροι αποκαλούν «καλό», «μέτριο», «λογικό κέρδος». Υποθέτω ότι οι όροι αυτοί δεν σημαίνουν τίποτα περισσότερο από το κοινό και σύνηθες κέρδος. Σε μια χώρα όπου το κανονικό περιθώριο καθαρού κέρδους είναι 8% ή 10%, είναι ίσως λογικό, όταν η δραστηριότητα ασκείται με δανεικά χρήματα, το μισό από αυτό να καταβάλλεται ως τόκος. Το απόθεμα βρίσκεται υπό
Έρευνα για τη Φύση και Tis Allies του Πλούτου των Εθνών
131
επιχειρηματική διακινδύνευση στη διάθεση του δανειζομένου, ο οποίος το ασφαλίζει ως έχει στον δανειστή. Και στην πλειονότητα των δραστηριοτήτων, το 4% ή 5% ίσως είναι και ένα επαρκές κέρδος για τον κίνδυνο αυτής της ασφάλισης, αλλά και μια επαρκής αποζημίοοση για τον κόπο της απασχόλησης του αποθέματος. Αλλά η αναλογία μεταξύ τόκου και καθαρού κέρδους ίσως να μην είναι η ίδια σε χώρες όπου το κανονικό περιθώριο κέρδους ήταν είτε πολύ χαμηλότερο είτε πολύ υψηλότερο. Εάν ήταν πολύ χαμηλότερο, ίσως να μην ήταν εφικτό να καταβληθεί το μισό arf αυτό ως τόκος, ενώ αν ήταν υψηλότερο, θα ήταν δυνατόν να καταβληθεί ως τόκος ένα πολύ μεγαλύτερο μέρος. 23. Στις χώρες που προοδεύουν με ταχείς ρυθμούς προς την ευημερία, είναι δυνατόν το χαμηλό περιθώριο κέρδους στην τιμή πολλών εμπορευμάτων να αντισταθμίζει την υψηλή τιμή της εργασίας και να επιτρέπει σε εκείνες τις χώρες να πωλούν το ίδιο φθηνά με τις λιγότερο ανεπτυγμένες γειτονικές τους χώρες, όπου ο μισθός της εργασίας μπορεί να είναι χαμηλότερος. 21. Στην πραγματικότητα, τα υψηλά κέρδη τείνουν να ανυψώσουν την τιμή της εργασίας πολύ περισσότερο απ* ό,τι οι υψηλοί μισθοί. Ας υποθέσουμε, για παράδειγμα, ότι σε μια μανιφακτούρα λινού ο μισθός των διαφόρων εργατών, των λαναριστών, των κλωστών, των υ(ραντών κ.λπ. αυξάνεται για όλους κατά δύο πένες την ημέρα, θα χρειαστεί λοιπόν να ανυψωθεί η τιμή ενός λινού ενδύματος μόνο κατά δύο πένες επί τον αριθμό των ανθρώπων που απασχολήθηκαν γΓ αυτό, και επί τον αριθμό των ημερών απασχόλησής τους. Αυτό το μέρος της τιμής του εμπορεύματος που αναλύεται σε μισθό στα διάφορα στάδια της μανιφακτούρας, θα αυξάνεται μόνο σε αριθμητική αναλογία με την αύξηση του μισθού. Αν όμοχ; αυξηθούν κατά 5% τα κέρδη των διαφόρων εργοδοτών αυτών των εργατών, τότε το μέρος της τιμής του εμπορεύματος που αναλύεται σε κέρδος θα αυξανόταν, σε όλα τα στάδια της μανκρακτούρας, σε γεωμετρική αναλογία με αυτή την άνοδο του κέρδους. Ο εργοδότης των λαναράδων κατά την πώληση της ίνας του λιναριού θα απαιτεί ένα πρόσθετο 5% επί της συνολικής αξίας των υλικών και των μισθών που προκατέβαλε στους εργάτες του. Ο εργοδότης των κλωστών θα απαιτεί ένα πρόσθετο 5% τόσο επί της προκαταβεβλημένης αξίας της ίνας του λιναριού όσο και επί των μισθών των εργατών του. Και ο εργοδότης των υφαντών θα απαιτεί ένα αντίστοιχο 5% τόσο επί της προκαταβεβλημένης αξίας του λινού νήματος όσο και επί των μισθών των υφαντών. Κατάτην αύξηση τηςτιμήςτωνεμπορευμάτων,ηαύξησητου μισθού λειτουργεί κατά τον ίδιο τρόπο όποος ένας απλός τόκος στη σιχτσώρευση ενός δανείου. Η αύξηση του κέρδους λειτουργεί όποος ένας
132
Ανταμ
Σμιθ
σύνθετος τόκος. Οι έμποροι και οι διευθυντές στις μανιφακτούρες παραπονούνται πολύ για τις άσχπμες επιπτώσεις των υψπλών μισθών στπν αύξησπ των τιμών και, κατά συνέπεια, τη μείακτη των πωλήσεων των αγαθών τους τόσο στην εγχώρια αγορά όσο και στο εξωτερικό. Δεν λένε όμως τίποτα σχετικά με τις άσχπμες συνέπειες των υψηλών κερδών. Σιωπούν σε σχέση με τις ολέθριες συνέπειες των δικών τους απολαβών. Παραπονούνται μόνο γι* αυτές των άλλων ανθρώπων.
Σημείωση 1. Βλ Χ-Β. Denisart, ArtideTauxdeTerres, τόμοςϋί, α. 18. (Collection de decisions
nouvelles et de notions relatives ά la Jurisppudence actuelle, Παρίσι, 1771).
kM^'ifir"! Λ f11 η
ί % ^ 1 < Ύ Τ Τ ι Ί
Σχετικά με wus μισθούε και το κέρδοε mis διάφορεε απασχολήσεΐ3 τη5 εργασίαε και του κε(ραλαΐου 1. Το σύνολο των πλεονεκτημάτων και των μειονεκτημάτων των διαφόρων απασχολήσεων εργασίας και αποθέματος θα πρέπει, στην ίδια γεωγραφική περιοχή, είτε να είναι απολύτως ίσα είτε να τείνουν σε μια εξίσοοση. Εάνυπήρχεστην ίδια περιοχή μια απασχόληση η οποία ήταν προφανώς περισσότερο ή λιγότερο συμφέρουσα από τις υπόλοιπες, στη μεν πρώτη περίπτωση θα έσπευδαν τόσοι πολλοί άνθρωποι σε αυτήν, ενώ στην άλλη θα την εγκατέλειπαν τόσοι, ώστε τα πλεονεκτήματά της θα επέστρεφαν σύντομα στο επίπεδο των άλλων απασχολήσεων. Αυτό τουλάχιστον θα συνέβαινε σε μια κοινωνία όπου τα πράγματα θα αφήνονταν να ακολουθήσουν τπ φυσική τους πορεία, όπου.θα υπήρχε απόλυτη ελευθερία και όπου ο κάθε άνθρωπος θα ήταν απόλυτα ελεύθερος να επιλέξει την απασχόληση που κρίνει καταλληλότερη, αλλά και να την αλλάζει όσο συχνά το κρίνει σκόπιμο. Το συμφέρον του κάθε ανθρώπου θα τον οοθούσε στην αναζήτηση της συμφέρουσας και στην αποφυγή της ζημιογόνου απασχόλησης. 2. Στην πραγματικότητα, χρηματικός μισθός και κέρδος στα διάφορα μέρη της Ευρώπης παρουσιάζουν εξαιρετικά μεγάλες διαφορές, ανάλογα με τους διαφορετικούς κλάδους απασχόλησης της εργασίας και του αποθέματος. Αλλά αυτή η διαφορά προκύπτει εν μέρει από ορισμένες συνθήκες που αφορούν τις ίδιες τις απασχολήσεις -οι οποίες, είτε πραγματικά είτε τουλάχιστον στη φαντασία των ανθρώπων, αναπληρώνουν ένα μικρό χρηματικό όφελος σε ορισμένες και αντισταθμίζουν ένα μεγαλύτερο σε κάποιες άλλες- και εν μέρει από την πολιτική της Ευρώπης, η οποία πουθενά δεν αφήνει τα πράγματα σε απόλυτη ελευθερία. 3. Η ιδιαίτερη εξέταση αυτώντων συνθηκών και αυτήςτηςπολιτικήςχωρίζει το παρόν κεφάλαιο σε δύο μέρη.
i }Ff)f\C t Μ
^
Ανισότητεε που ηροκύτηουν από τη φύση των ίδιων των απασχολήσεων 1. Οι κύριοι παράγοντες που, σύμορωνα με όσα μπόρεσα να παρατηριίσω, αναπληρώνουν ένα μικρό χρηματικό όφελος σε κάποιες δραστηριότητες και αντισταθμίζουν ένα μεγαλύτερο σε κάποιες άλλες, είναι οι εξής πέντε: πρώτον, το ευχάριστο ή το δυσάρεστο των ίδιων των απασχολήσεων, δεύτερον, η ευκολία και το μικρό κόστος ή η δυσκολία και το υψηλό κόστος της εκμάθησής τους, τρίτον, το συνεχές ή μη συνεχές της απασχόλησης σε αυτές, τέταρτον, η μικρή ή μεγάλη εμπιστοσύνη της οποίας πρέπει να χαίρουν όσοι τις ασκούν και, πέμπτον, η πιθανότητα ή μη πιθανότητα της επιτυχίας σε αυτές. 2. Πρώτον, ο μισθός της εργασίας μεταβάλλεται με την ευκολία ή τη δυσκολία, την καθαριότητα ή τη βρομιά, το αξιότιμο ή την ανυποληψία της απασχόλησης. Έτσι λοιπόν ένας έμμισθος ράφτης κερδίζει λιγότερα από έναν έμμισθο υφαντή, καθότι η εργασία του είναι πολύ ευκολότερη. Ένας έμμισθος υφαντής κερδίζει λιγότερα από έναν έμμισθο σιδερά, καθότι η εργασία του, χοορίς να είναι πάντοτε ευκολότερη, είναι σαφώς καθαρότερη. Ένας έμμισθος σιδεράς, αν και τεχνίτης, σπανίοος κερδίζει σε δώδεκα ώρες όσα κερδίζει ένας ανθρακωρύχος σε οκτώ, αν και αυτός είναι ένας απλός εργάτης. Η εργασία του σιδερά δεν είναι τόσο βρόμικη, είναι λιγότερο επικίνδυνη και ασκείται στο φως της ημέρας και στην επιφάνεια της γης. Η υπόληψη αποτελεί ένα μεγάλο μέρος της αμοιβής ενός αξιότιμου επαγγέλματος. Αν συνυπολογίσουμε τα πάντα από άποψη χρηματικού κέρδους, τα επαγγέλματα αυτά έχουν μειωμένες αμοιβές, όποος θα προσπαθήσω να δείξω στη συνέχεια. Η απαξία έχει το αντίθετο αποτέλεσμα. Το επάγγελμα του χασάπη είναι μια ζοχοδης και απωθητική δραστηριότητα, όμως στα περισσότερα μέρη είναι πιο κερδοφόρο από τα περισσότερα άλλα επαγγέλματα. Η απεχθέστερη arf όλες τις εργασίες, αυτή του δημόσιου εκτελεστή, συγκριτικά με τον όγκο της επιτελούμενης δουλειάς, αμείβεται καλύτερα arf οποιοδήποτε άλλο κοινό επάγγελμα. 3. Οι σημαντικότερες απασχολήσεις του ανθρώπου κατά το πρωτόγονο
136
Ανταμ
Σμιθ
στάδιο της κοινωνίας, το κυνήγι και το ψάρεμα, έγιναν κατά το ανεπτυγμένο της στάδιο οι πιο ευχάριστες διασκεδάσεις και οι άνθρωποι διώκουν χάριν αναψυχής αυτό που κάποτε κατεδίωκαν λόγω ανάγκης. Έτσι λοιπόν στο ανεπτυγμένο στάδιο της κοινωνίας, κυνηγοί και ψαράδες είναι πολύ φτωχοί άνθρωποι, που κυνηγούν κατ' επάγγελμα αυτά που άλλοι άνθρωποι κυνηγούν για τη διασκέδασή τους. Οι ψαράδες βρίσκονται σε αυτή τη θέση από την εποχή του θεοκρίτου^. Οι λαθροκυνηγοί σε όλα τα μέρη της Μεγάλης Βρετανίας είναι πολύ φτοαχοί. Στις χώρες όπου η αυστηρότητα του νόμου δεν ανέχεται τους λαθροκυνηγούς, ο αδειούχος κυνηγός δεν βρίσκεται σε πολύ καλύτερη κατάσταση. Η αυθόρμητη άποψη γΓ αυτές τις ενασχολήσεις κάνει να τις ακολουθούν περισσότεροι άνθρωποι απ' όσους θα μπορούσαν να ζήσουν άνετα απ' αυτές και το προϊόν της εργασίας τους εμφανίζεται στην αγορά τόσο φτηνό, ώστε να μην μπορεί να εξασφαλίσει στους εργαζομένους αυτούς παρά μόνο τα πιο πενιχρά μέσα διαβίωσης. 4. Η δυσαρέσκεια και η ανυποληψία επηρεάζουν τα κέρδη του αποθέματος κατά τον ίδιο τρόπο όπως και το μισθό της εργασίας. Ο ιδιοκτήτης ενός πανδοχείου ή μιας ταβέρνας, που δεν είναι ποτέ κύριος του ίδιου του του οίκου και που είναι εκτεθειμένος στην κτηνωδία του κάθε μέθυσου, δεν ασκεί ποτέ μια ιδιαίτερα ευχάριστη και τιμητική δραστηριότητα Όμοος, ελάχιστα είναι τα κοινά επαγγέλματα όπου ένα μικρό απόθεμα αποφέρει τόσο μεγάλο κέρδος. 5. Δεύτερον, ο μισθός της εργασίας μεταβάλλεται με την ευκολία και το χαμηλό κόστος ή με τη δυσκολία και το υψηλό κόστος της εκμάθησης του επαγγέλματος. 6. 'Οταν κατασκευάζεται μια δαπανηρή μηχανή, θα πρέπει να αναμένουμε ότι το τεράστιο έργο που αυτή θα επιτελέσει μέχρις ότου (ρθαρεί τελείως θα αντικαταστήσει το κε(ράλαιο που επενδύθηκε σε αυτή με ένα κέρδος τουλάχιστον ίσο με το κανονικό. Αυτές οι δαπανηρές μηχανές μπορούν να συγκριθούν με έναν άνθρωπο ο οποίος, έπειτα από πολλή εργασία και χρόνο, έχει εκπαιδευτεί σε εκείνες τις δραστηριότητες που απαιτούν ιδιαίτερη επιδεξιότητα και ικανότητες, θα πρέπει να αναμένεται ότι η εργασία την οποία μαθαίνει αυτός να εκτελεί, θα αντικαταστήσει, πέρα από τον συνήθη μισθό της κοινής εργασίας, το σύνολο των δαπανών της εκπαίδευσής του με ένα κέρδος που θα είναι τουλάχιστον ίσο με το κανονικό κέρδος ενός αποθέματος ίσης αξίας. Αυτό θα πρέπει να γίνει επίσης σε ένα λογικό διάστημα, με δεδομένη τη μεγάλη ανασφάλεια της διάρκειας της ανθρώπινης ζωής, σε σχέση με την πιο σίγουρη διάρκεια της μηχανής. 7. Η διαφορά μεταξύ του μισθού της ειδικευμένης εργασίας και αυτού της κοινής εργασίας θεμελιώνεται σε αυτή την αρχή. 8. Η πολιτική της Ευρώπης θεωρεί την εργασία όλων των μηχανεργατών,
Έρευνα για τη Φύση και Tis Allies του Πλούτου των Εθνών
137
χειροτεχνών και τεχνιτών μανκρακτούρας ως ειδικευμένη εργασία, και την εργασία όλων των εργατών υπαίθρου ως κοινή εργασία. Φαίνεται ότι η πρώτη εργασία θεωρείται ποχ; είναι ανώτερης και λεπτότερης φύσης απ* ό,τι η δεύτερη. Ισοχ; αυτό να ισχύει σε ορισμένες περιπτώσεις, όμως στη μεγάλη πλειονότητα των περιπτώσεων ισχύει το αντίθετο, όπαχ; θα προσπαθήσω να αποδείξω στη συνέχεια. Οι νόμοι, λοιπόν, και τα έθιμα της Ευρώπης, προκειμένου να αξιολογήσουν ένα άτομο για την άσκηση ενός είδους εργασίας, επιβάλλουν την αναγκαιότητα μιας μαθητείας, αν και με διαφορετικούς βαθμούς αυστηρότητας στους διάφορους τόπους. Τα άλλα είδη εργασίας, τα αφήνουν ελεύθερα και ανοιχτά στον καθέναν. Καθ' όλη τη διάρκεια της μαθητείας, το σύνολο της εργασίας του μαθητευόμενου ανήκει στον «μάστορά» του. Στο διάστημα αυτό, αυτός θα πρέπει να τρέφεται από τους γονείς ή τους συγγενείς του και, σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις, να ντύνεται απ* αυτούς. Ακόμα, δίνονται συνήθοας κάποια χρήματα στον «μάστορα» για τη διδασκαλία της τέχνηςτου.'Οσοι δεν μπορούν να δώσουν χρήματα, δίνουν χρόνο ή προσδένονται επί περισσότερα χρόνια απ* ό,τι συνηθίζεται, ρύθμιση που, χωρίς να είναι πάντα ευνοϊκή για τον «μάστορα», λόγω της συνήθους ραθυμίας των μαθητευομένων, είναι δυσμενής για τον μαθητευόμενο. Αντίθετα, στις εργασίες της υπαίθρου, ο εργάτης, ενώ απασχολείται με τα ευκολότερα, μαθαίνει σιγά σιγά τα δυσκολότερα καθήκοντα της δουλειάς του και σε όλες τις φάσεις της απασχόλησής του συντηρείται από την εργασία του. Είναι λογικό λοιπόν στην Ευρώπη ο μισθός των μηχανεργατών, τωνχειροτεχνών και των τεχνιτώνμανιφακτούρας να είναι κάπως υψηλότερος art αυτόν των κοινών εργατών. Αυτό συμβαίνει πράγματι, και οι ανώτερες απολαβές τους τούς κάνουν να θεο)ρούνται ανώτερη τάξη ανθρώπων. Ωστόσο, αυτή η ανωτερότητα είναι πολύ μικρή. Οι καθημερινές ή εβδομαδιαίες απολαβές ενός τεχνίτη στις πιο συνηθισμένες κατηγορίες μανιφακτούρας, όπως αυτές των μονόχρωμων λινών και μάλλινων ρούχων, υπολογισμένες ως μέσος όρος, στα περισσότερα μέρη είναι λίγο μεγαλύτερες arf ό,τι το ημερομίσθιο των κοινών εργατών. Βέβαια, η απασχόλησή τους είναι πιο σταθερή και ομοιόμορφη, και ηυπεροχήτων απολαβώντους, θεωρούμενη σε ετήσια βάση, ίσοος να είναι κάπως μεγαλύτερη. Είναι όμοχ; προφανές ότι δεν είναι αίνώτερη από αυτό που απαιτείται για την αποζημίωση της ανώτερης δαπάνης για την εκπαίδευσή τους. 9. Η εκπαίδευση στις καλές τέχνες και στα ελεύθερα επαγγέλματα είναι ακόμα περισσότερο επίπονη και δαπανηρή. Επομένως, η χρηματική αποζημίωση των ζωγράφων και των γλυπτών, των δικηγόρων και των γιατρών, θα έπρεπε να είναι πολύ πιο γενναιόδωρη. Και έτσι ακριβώς είναι.
138
Ανταμ
Σμιθ
10. Τα κέρδη του αποθέματος φαίνεται να επηρεάζονται πολύ λίγο από την ευκολία ή τη δυσκολία της εκμάθησης του επαγγέλματος στο οποίο απασχολείται αυτό. Στπν πραγματικότητα, οι διάφοροι τρόποι με τους οποίους απασχολείται συνήθως ένα απόθεμα στις μεγάλες πόλεις φαίνεται να είναι σχεδόν εξίσου εύκολοι ή δύσκολοι στην εκμάθηση τους. Ένας οποιοσδήποτε κλάδος δραστηριότητας δεν μπορεί να είναι πολύ πολυπλοκότερος από έναν άλλο, είτε πρόκειται για εξωτερικό είτε για εγχώριο εμπόριο. 11. Τρίτον, ο μισθός της εργασίας στις διάφορες απασχολήσεις μεταβάλλεται ανάλογα με τη σταθερότητα ή την αστάθεια της απασχόλησης. 12. Η απασχόληση σε κάποια επαγγέλματα είναι πιο σταθερή απ* ό,τι σε κάποια άλλα. Στις μανιφακτούρες, ως επί το πλείστον, ένας τεχνίτης μπορεί να είναι σίγουρος ότι θα απασχολείται σχεδόν κάθε μέρα του χρόνου, εφόσον είναι σε θέση να εργαστεί. Αντίθετα, ένας κτίστης δεν μπορεί να εργαστεί ούτε με το δριμύ ψύχος, ούτε με τον άσχημο καιρό, και η εργασία του σε όλους τους άλλους καιρούς εξαρτάται από τις ευκαιριακές προσκλήσεις των πελατών του. Κατά συνέπεια, διατρέχει συχνά τον κίνδυνο να βρίσκεται χωρίς απασχόληση. Επομένως, ό,τι κερδίζει από την απασχόλησή του πρέπει όχι μόνο να τον συντηρεί κατά το διάστημα που είναι άνεργος, αλλά και να του αποδίδει μια μικρή αποζημίωση για τις στιγμές αγωνίας και μελαγχολίας, τις οποίες πρέπει καμιά φορά να προκαλεί η σκέψη της εύθραυστης κατάστασής του. Ενώ οι υπολογισμένες απολαβές του μεγαλύτερου μέρους των τεχνιτών μανιφακτούρας βρίσκονται στο ίδιο περίπου επίπεδο με τα ημερομίσθια των κοινών εργατών, οι απολαβές των οικοδόμων και των κτιστών είναι γενικά ανώτερες από αυτές κατά 50% έως και 100%. Εκεί που οι κοινοί εργάτες κερδίζουν 4 και 5 σελίνια την εβδομάδα, οικοδόμοι και χτίστες κερδίζουν συχνά 7 και 8. Εκεί που οι πρώτοι κερδίζουν 6, οι άλλοι κερδίζουν συχνά 9 και 10. Και εκεί που οι πρώτοι κερδίζουν 9 και 10, όπως στο Λονδίνο, οι άλλοι κερδίζουν συνήθούς 15 και 18. Ωστόσο, κανένα είδος ειδικευμένης εργασίας δεν (ραίνεται τόσο εύκολο να μαθευτεί, όσο αυτό των οικοδόμων και των κτιστών. Λέγεται μερικές φορές ότι οι δημοτικοί σύμβουλοι του Λονδίνου απασχολούνται στη διάρκεια του καλοκαιριού οος κτίστες. Επομένοος, ο υψηλός μισθός αυτών των εργατών δεν αποτελεί τόσο την ανταμοιβή των ικανοτήτων τους όσο την αποζημίωση για την ασυνέχεια της απασχόλησής τους. 13. Ένας ξυλουργός φαίνεται να ασκεί ένα μάλλον καλύτερο και ευγενέστερο επάγγελμα από αυτό του οικοδόμου. Ωστόσο, στα περισσότερα μέρη -γιατί δεν ισχύει παντού- το ημερομίσθιό του είναι κάηως χαμηλότερο. Η απασχόλησή του, παρότι εξαρτάται πολύ από
Έρευνα για τη Φύση και TIS Allies του Πλούτου των Εθνών
139
τις ευκαιριακές προσκλήσεις των πελατών του, δεν είναι απόλυτα εξαρτημένη ατί αυτές και δεν διατρέχει τον κίνδυνο να διακοπεί λόγω του καιρού. 14. Όταν τα επαγγέλματα που γενικά εξασφαλίζουν μια σταθερή απασχόληση τύχει να μην την εξασφαλίζουν σε έναν συγκεκριμένο τόπο, οι μισθοί των εργατών αυξάνονται πάντα πολύ πάνω από τπν κανονική τους αναλογίαπροςτο μισθό της κοινής εργασίας.Στο Λονδίνο σχεδόν όλοι οι έμμισθοι τεχνίτες διατρέχουν από μέρα σε μέρα και από εβδομάδα σε εβδομάδα τον κίνδυνο να κληθούν και να απολυθούν από τα αφεντικά τους, όπως και οι ημερομίσθιοι εργάτες σε άλλα μέρη. Η κατ;ώτερη κατηγορία τεχνιτών, οι έμμισθοι ράφτες, κερδίζουν μισή κορόνα την ημέρα, παρότι ως μισθός της κοινής εργασίας θεωρούνται οι 18 πένες. Στις μικρές πόλεις και στα αγροτικά χωριά, ο μισθός ενός έμμισθου ράφτη συχνά βρίσκεται στα επίπεδα αυτού της κοινής εργασίας. Αλλά στο Λονδίνο ο έμμισθος ράφτης βρίσκεται συχνά χωρίς απασχόληση επί πολλές εβδομάδες, ιδίως στη διάρκεια του καλοκαιριού. 15. 'Οταν η ασυνέχεια της απασχόλπσης συνδυάζεται με τη δυσκολία, το δυσάρεστο και τηβρομιάτηςεργασίας, μερικές φορές αυξάνει το μισθό τής πιο κοινής εργασίας πάνω από αυτόν των πιο επιδέξιων τεχνιτών. Ένας ανθρακωρύχος που δουλεύει με το κομμάτι στο Νιούκαστλ, υποτίθεται ότι κερδίζει περίπου τα διπλάσια, και σε μερικά μέρη της Σκοτίας τα τριπλάσια του μισθού ενός κοινού εργάτη. Ο υψηλός του μισθός προκύπτει εξ ολοκλήρου από τη δυσκολία, το δυσάρεστο και τη ρυπαρότητα της εργασίας του. Η απασχόλησή του είναι πιθανόν στις περισσότερες περιπτώσεις να είναι όσο σταθερή επιθυμεί ο ίδιος. Οι χαμάληδες του κάρβουνου στο Λονδίνο ασκούν ένα επάγγελμα το οποίο, από την άποψη της δυσκολίας, της βρομιάς και του δυσάρεστου, σχεδόν εξισώνεται με αυτό του ανθρακωρύχου. Και λόγω της αναπόφευκτης μη κανονικότητας των αφίξεων των πλοίων με ορορτίο κάρβουνου, η απασχόληση της πλειονότητάς τους είναι κατ* ανάγκη πολύ ασυνεχής. Αν επομένοχ; οι ανθρακίορύχοι κερδίζουν συνήθως το διπλάσιο και το τριπλάσιο του μισθού τπς κοινής εργασίας, δεν θα πρέπει να φαίνεται παράλογο ότι οι χαμάληδες του κάρβουνου μερικές φορές κερδίζουν το τετραπλάσιο και πενταπλάσιο αυτού του μισθού. Σε μια έρευνα που έγινε για την κατάστασή τους πριν από μερικά χρόνια, βρέθπκε ότι με το επίπεδο των αμοιβών τους θα μπορούσαν να κερδίζουν από 6 έως 10 σελίνια την ημέρα. Έξι σελίνια είναι περίπου το τετραπλάσιο του μισθού του κοινού εργάτη στο Λονδίνο και σε κάθε επάγγελμα οι χαμηλότερες συνήθεις αποδοχές μπορούν πάντα να θεωρούνται ως οι αποδοχές της μεγάλης πλειονότητας. Όσο υπερβολικές και αν (ραίνονται αυτές οι
140
Ανταμ Σμιθ
αμοιβές, αν ήταν περισσότερο από αρκετές για να αντισταθμίσουν όλες τις δυσάρεστες συνθήκες αυτής της δραστηριότητας, σύντομα θα υπήρχε ένας τόσο μεγάλος αριθμός ανταγωνιστών, ώστε σε ένα επάγγελμαχωρίςκανέναπρονόμιοαποκλειστικότητας οι αμοιβές αυτές θα μειώνονταν τελικά σε μια χαμηλότερη στάθμη. 16. Η σταθερότητα ή η αστάθεια της απασχόλησης δεν μπορεί να επηρεάσει τα συνήθη κέρδη του αποθέματος σε ένα δεδομένο επάγγελμα. Το εάν το απόθεμα απασχολείται συνεχώς, εξαρτάται όχι από το επάγγελμα, αλλά από τον επαγγελματία. 17. Τέταρτον, ο μισθός της εργασίας μεταβάλλεται ανάλογα με τη μικρή ή τη μεγάλη εμπιστοσύνη που πρέπει να επιδειχθεί στους εργαζομένους. 18. Οι μισθοί των χρυσοχόων και των κοσμηματοποιών είναι πάντοτε ανώτεροι από αυτούς των άλλων εργαζομένων, όχι μόνο ίσης αλλά και πολύ ανώτερης ευφυΐας, λόγω των πολύτιμων υλικών τα οποία τούς εμπιστεύονται. 19. Σ' έναν γιατρό εμπιστευόμαστε την υγεία μας, σε έναν δικηγόρο ή σε έναν συνήγορο εμπιστευόμαστε την περιουσία μας, και μερικές φορές τπ ζωή μας και την υπόληψή μας. Μια τέτοια εμπιστοσύνη δεν θα μπορούσαμε να τπν επιδείξουμε με σιγουριά σε ανθρώπους πολύ μέτριας ή χαμηλής οικονομικής κατάστασης. Επομένως, ηαμοιβή τους πρέπει να είναι τέτοια, ώστε να τους κατατάσσει σε εκείνη την κοινωνική θέση που απαιτείται για μια τέτοια σημαντική εμπιστοσύνη. Η μακροχρόνια και πολυδάπανη εκπαίδευσή τους, όταν συνδυαστεί με αυτές τις συνθήκες, ενισχύει ακόμα περισσότερο την τιμή της εργασίας τους. 20. Όταν ένα άτομο απασχολεί μόνο το δικό του απόθεμα στη δραστηριότητά του, δεν υπάρχει θέμα εμπιστοσύνης. Η πίστη που μπορεί να του δοθεί από άλλους ανθρώπους εξαρτάται όχι από τη φύση του επαγγέλματός του, αλλά από τη γνώμη τους για την περιουσία του, τπν εντιμότητα και τη (ρρόνησή του. Επομένοχ;, τα διαφορετικά περιθώρια κέρδους των διαφόρων επαγγελμάτων δεν μπορούν να προκύψουν από τους διαφορετικούς βαθμούς εμπιστοσύνπς με τους οποίους περιβάλλονται οι επαγγελματίες. 21. Πέμπτον, ο μισθός της εργασίας στις διάφορες απασχολήσεις μεταβάλλεται ανάλογα με τις μεγάλεςήμικρές πιθανότητες επιτυχίαςτους. 22. Η πιθανότητα ενός ανθρώπου να επιτύχει στην απασχόληση για την οποία εκπαιδεύτηκε διαφέρει πολύ από απασχόληση σε απασχόληση. Στην πλειονότητα των τεχνικών επαγγελμάτων, η επιτυχία είναι σχεδόν σίγουρη, είναι όμως πολύ αβέβαιη στα ελεύθερα επαγγέλματα. Βάλτε τον γιο σας μαθητευόμενο σε έναν υποδηματοποιό - είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα μάθει πώς φτιάχνεται ένα ζευγάρι παπούτσια.
Έρευνα για τη Φύση και Tis Allies του Πλούτου των Εθνών
141
Αν όμοχ; τον στείλετε να σπουδάσει νομικά, οι πιθανότητες να δημιουργήσει τέτοιες επιδόσεις που θα του επιτρέψουν να ζει από αυτό το επάγγελμα είναι λιγότερες από μία στις είκοσι» Σε έναν απόλυτα δίκαιο λαχνό, αυτοί στους οποίους κληρώνονται τα βραβεία θα πρέπει να κερδίζουν τόσα, όσα χάνουν αυτοί στους οποίους δεν κληρώνεται τίποτα. Σε ένα επάγγελμα όπου, για κάθε έναν που πετυχαίνει, αποτυγχάνουν είκοσι, αυτός θα πρέπει να κερδίζει όλα όσα θα έπρεπε να έχουν κερδίσει οι μη επιτυχημένοι είκοσι. Ο δικηγόρος που αρχίζει ίσως να κερδίζει κάτι από το επάγγελμά του στην ηλικία των σαράντα χρόνων, θα πρέπει να εισπράττει την ανταμοιβή όχι μόνο της δικής του επίπονης και δαπανηρής εκπαίδευσης, αλλά και αυτής των άλλων είκοσι και πλέον, που δεν πρόκειται ποτέ να κερδίσουν κάτι ατί αυτήν. Όσουπερβολικέςκαι αν φαίνονται μερικέςφορές οι αμοιβές των δικηγόρων, η πραγματική τους αμοιβή δεν είναι ποτέ αυτή. Υπολογίστε, για έναν δεδομένο τόπο, τι αναμένεται να κερδίσει και τι αναμένεται να δαπανήσει σε ετήσια βάση ο εργαζόμενος ενός κοινού επαγγέλματος, όπως αυτό του υποδηματοποιού ή του υφαντή, και θα διαπιστώσετε ότι γενικά το πρώτο ποσό είναι μεγαλύτερο από το δεύτερο. Όταν όμως κάνετε τον ίδιο υπολογισμό με όλους τους δικηγόρους και σπουδαστές νομικών, στα διάφορα δικαστήρια, θα διαπιστώσετε ότι τα ετήσια κέρδη τους είναι ένα πολύ μικρό ποσοστό των ετήσιων δαπανών τους, ακόμα και αν θεωρήσετε τα πρώτα στην υψηλότερη δυνατή και τα δεύτερα στη χαμηλότερη δυνατή τιμή τους. Επομένως, ο λαχνός των νομικών απέχει πολύ από το να είναι ένα απόλυτα δίκαιο τυχερό παιχνίδι, και το επάγγελμα αυτό, όπως και πολλά άλλα ελεύθερα και ευυπόληπτα επαγγέλματα, είναι από την άποψη του χρηματικού κέρδους καταφανώς υποαμειβόμενο. 23. Ωστόσο, τα επαγγέλματα αυτά ανταγωνίζονται πολλές άλλες δραστηριότητες και, παρά τις αποθαρρύνσεις αυτές, τα πιο ευγενικά και φιλελεύθερα πνεύματα επιθυμούν διακαώς να εισέλθουν σε αυτά. Στην προβολή τους συμβάλλουν δύο διαφορετικοί λόγοι: πρώτον, η επιθυμία να αποκτήσουν την υπόληψη που ακολουθεί την ιδιαίτερη διάκριση σε αυτά και, δεύτερον, η φυσική εμπιστοσύνη που λίγο ώς πολύ έχει κάθε άνθρωπος όχι μόνο στις ικανότητες του, αλλά και στην καλή του τύχη. 24. Η διάκριση σε ένα επάγγελμα όπου, εκτός από ελάχιστους, όλοι οι άλλοι κινούνται στη μετριότητα, είναι το πιο σημαντικό σημάδι αυτού που ονομάζουμε «ευφυΐα» ή «ανώτερο ταλέντο». Ο δημόσιος θαυμασμός που συνοδεύει αυτές τις εξέχουσες ικανότητες είναι πάντα ένα μέρος της αμοιβής τους, που αναλογικά είναι τόσο μεγαλύτερο ή μικρότερο, όσο μεγαλύτερος ή μικρότερος είναι ο βαθμός
142
Ανταμ Σμιθ
αυτού του θαυμασμού. Αποτελεί ένα σημαντικό μέρος της αμοιβής για το επάγγελμα του γιατρού, είναι ίσοος ακόμα μεγαλύτερο για το επάγγελμα των νομικών και, στην περίπτωση της ποίησης και της φιλοσοφίας, είναι σχεδόν το σύνολο της αμοιβής. 25. Υπάρχουν κάποια πολύ ευχάριστα και όμορφα χαρίσματα, η κατοχή των οποίων επισύρει ένα ορισμένο είδος θαυμασμού. Αλλά, για κάποιο λόγο ή κάποια προκατάληψη, η χρησιμοποίησή τους για τον προσπορισμό χρηματικού κέρδους θεωρείται ένα είδος δημόσιας πορνείας. Επομένοος, η χρηματική αποζημίωση αυτών που τα χρησιμοποιούν με αυτόν τον τρόπο πρέπει να επαρκεί όχι μόνο για την πληρωμή του χρόνου, της εργασίας και των δαπανών για την απόκτηση αυτών των χαρισμάτων, αλλά και της ανυποληψίας που συνοδεύει τη χρήση τους ως μέσων επιβίωσης. Οι υπερβολικές αμοιβές των ηθοποιών, των τραγουδιστών της όπερας, των χορευτών της όπερας θεμελιώνονται σε αυτές τις δύο αρχές, της σπανιότητας και της ομορφιάς των χαρισμάτων, και της χρησιμοποίησής τους με αυτόν τον τρόπο. Από μια πρώτη άποψη, φαίνεται παράλογο το ότι θα πρέπει να περιφρονούμε αυτάταάτομακαι ωστόσο να αμείβουμετα χαρίσματά τους με την πιο πλούσια γενναιοδωρία. Ωστόσο, όταν κάνουμε το ένα, πρέπει υποχρεωτικά να κάνουμε και το άλλο. Αν ποτέ μεταβαλλόταν η κοινή γνώμη ή η προκατάληψη σε σχέση με αυτές τις ενασχολήσεις, οι χρηματικές τους αμοιβές θα μειώνονταν γρήγορα. Θα επιδίδονταν σε αυτές περισσότεροι άνθρωποι και πολύ γρήγορα ο ανταγωνισμός θα μείωνε την τιμή της εργασίας τους. Τα χαρίσματα αυτά, αν και απέχουν πολύ από το να είναι συνηθισμένα, δεν είναι καθόλου τόσο σπάνια όσο πιστεύεται. Πολλοί άνθρωποι τα διαθέτουν σε υψηλό βαθμό, αλλά ντρέπονται να τα χρησιμοποιήσουν. Και πολλοί περισσότεροι θα ήταν σε θέση να τα αποκτήσουν, αν θα έχαιραν μεγαλύτερης υπόληψης. 26. Η υπέρμετρη έπαρση που έχει η πλειονότητα των ανθρώπων σχετικά με τις ικανότητές τους είναι ένα πανάρχαιο ελάττωμα, που είχαν επισημάνει οι φιλόσοφοι και οι ηθικοδιδάσκαλοι όλων των εποχών. Η αυθαίρετη παραδοχή του δεδομένου της καλής τους τύχης έχει προσεχθεί λιγότερο. Ωστόσο, η παραδοχή αυτή είναι, αν αυτό είναι δυνατόν, ακόμα καθολικότερη. Δεν υπάρχει άνθρωπος, σε περίοδο ανεκτής υγείας και διάθεσης, που να μην τη συμμερίζεται σε κάποιο βαθμό. Όλοι οι άνθρωποι, λίγο ώς πολύ, υπερεκτιμούν τις πιθανότητες επιτυχίας τους, ενώ οι περισσότεροι υποτιμούν τις πιθανότητες αποτυχίας και σχεδόν κανείς απ* όσους έχουν μια ανεκτή υγεία και διάθεση δεν τις αξιολογεί πάνω από το πραγματικό τους μέγεθος. 27. Το ότι υπερεκτιμούνται οι πιθανότητες κέρδους μπορούμε να το συμπεράνουμε από τπν παγκόσμια επιτυχία των λαχνών. Ο κόσμος δεν
Έρευνα για τη Φύση καιTisAlliesτ ο υ
Πλούτου των Εθνών
143
γνώρισε ποτέ, ούτε πρόκειται να γνωρίσει έναν απόλυτα δίκαιο λαχνό, ένα λαχνό όπου τα συνολικά κέρδπ αντισταθμίζονται από τις συνολικές ζπμιές, διότι ο ανάδοχός του δεν θα κέρδιζε τίποτα απ* αυτόν. Τα δελτία των κρατικών λαχνών στπν πραγματικότπτα δεν αξίζουν τπν τιμπ που πλπρώνεται γΓ αυτά από τους αρχικά εγγεγραμμένους, ωστόσο πωλούνται συνπθοος στπν αγορά σε τιμές αυξπμένες κατά 20%, 30%, μερικές φορές ακόμα και 40%, Μοναδική αιτία αυτιίς τπς ζΐίτπσπς είναι π απατπλπ ελπίδα τπς απόκτπσπς κάποιου από τα μεγάλα βραβεία. Ακόμα και οι πιο νπφάλιοι άνθρωποι σπανίως αντιμετωπίζουν ως παραλογισμό τπν ιδέα τού να πλπρώνει κάποιος ένα μικρό ποσό για τπν πιθανότπτα να κερδίσει δέκα π είκοσι χιλιάδες λίρες, παρότι γνωρίζουν ότι ακόμα και αυτό το μικρό ποσό είναι ίσοος 20% π 30% μεγαλύτερο από το μέγεθος αυτής τπς πιθανότπτας. Για ένα λαχνό, του οποίου κανένα βραβείο δεν θα ξεπερνούσε τις 20 λίρες, ακόμα και αν από άλλες απόψεις προσέγγιζε πολύ περισσότερο το απόλυτα δίκαιο ατί ό,τι οι κοινοί κρατικοί λαχνοί, δεν θα υπήρχε π ίδια ζήτπσπ δελτίων. Προκειμένου να έχουν μεγαλύτερπ πιθανότπτα να κερδίσουν κάποια από τα μεγάλα βραβεία, μερικοί άνθρωποι αγοράζουν πολλά δελτία, ενώ κάποιοι άλλοι αγοράζουν μικρά μερίδια από έναν ακόμα μεγαλύτερο αριθμό δελτίων. Ωστόσο, στα μαθπματικά δεν υπάρχει τίποτα πιο βέβαιο από το ότι όσο περισσότερα δελτία παίζει κανείς, τόσο πιθανότερο είναι να βγει χαμένος. Αποτολμήστε να αγοράσετε όλα τα δελτία ενός λαχνού και θα είστε σίγουρα χαμένος. Όσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμός των δελτίων σας, τόσο περισσότερο προσεγγίζετε αυτή τπ βεβαιότπτα. 28. Το ότι π πιθανότπτα ζπμιάς συχνά υποτιμάται και σπανίως εκτιμάται πάνω από το πραγματικό τπς μέγεθος, μπορούμε να το συμπεράνουμε και από το πολύ μέτριο κέρδος των ασφαλιστών. Προκειμένου να αποτελεί επαγγελματική δραστπριότπτα π ασφάλισπ, είτε για (ρωτιά είτε για κινδύνους τπς θάλασσας, θα πρέπει το σύνπθες ασφάλιστρο να επαρκεί ώστε να αντισταθμίζει τις συνήθεις ζπμιές, τις δαπάνες διαχείρισπς, και να επιτρέπει ένα κέρδος ίσο με αυτό που θα πραγματοποιούσε μια ίσπ ποσότπτα αποθέματος απασχολπμένπ σε ένα σύνπθες επάγγελμα. Ένα άτομο που δεν πλπρώνει περισσότερο από αυτό το ασφάλιστρο, προφανώς δεν πλπρώνει περισσότερο από τπν πραγματική αξία του κινδύνου ή τπ χαμπλότερπ τιμή στπν οποία μπορεί βάσιμα να προσδοκά ότι θα ασςκιλιστεί από αυτόν τον κίνδυνο. Αν και πολλοί άνθρωποι έχουν κερδίσει κάποια χρήματα από τις ασφάλειες, αυτοί που έχουν δπμιουργήσει μεγάλες περιουσίες είναι λίγοι. Από αυτή και μόνο τπν παρατήρπσπ γίνεται αρκετά προ(ρανές ότι το κανονικό ισοζύγιο κέρδους και ζπμιάς δεν είναι ευνοϊκότερο στις ασοράλειες arf ό,τι στα άλλα συνήθπ
144
Ανταμ
Σμιθ
επαγγέλματα όπου έχουν δπμιουργπθεί τόσες πολλές περιουσίες. Καθώς όμο)ς το ασφάλιστρο είναι συνήθως σε μέτριο ύψος, πολλοί άνθρωποι περιφρονούν τον κίνδυνο, σε σπμείο που να μπ φροντίζουν να το πλπρώσουν. Σε επίπεδο μέσου όρου σε ολόκλπρο το Βασίλειο, δεκαεννιά σπίτια στα είκοσι π, μάλλον, ίσως ενενήντα εννιά στα εκατό δεν είναι ασφαλισμένα κατά τπς φωτιάς. Ο κίνδυνος από τπ θάλασσα είναι περισσότερο ανπσυχπτικός για την πλειονότητα των ανθρώπων και π αναλογία των ασφαλισμένων πλοίων προς τα μπ ασφαλισμένα είναι πολύ μεγαλύτερη. Ωστόσο, πολλά είναι αυτά που ταξιδεύουν ανασφάλιστα σε όλες τις εποχές, ακόμα και σε περιόδους πολέμου. Αυτό ίσως μερικές φορές να γίνεται χωρίς καμιά φρόνηση. Όταν μια μεγάλη εταιρεία, ακόμα και ένας μεγάλος έμπορος, έχει είκοσι ή τριάντα πλοία στη θάλασσα, τότε είναι δυνατόν το ένα να ασφαλίζει το άλλο. Είναι πιθανόν το ασφάλιστρο που εξοικονομείται απ' όλα αυτά να είναι μεγαλύτερο από τις ζημιές οι οποίες μπορούν να συμβούν σύμφωνα με τις πιθανότητες. Ωστόσο, η αποφυγή ασφάλισης των πλοίων, με τον ίδιο τρόπο όπως και η αποφυγή ασφάλισης των σπιτιών, στις περισσότερες περιπτώσεις δεν είναι αποτέλεσμα ενός τέτοιου καλού υπολογισμού, αλλά μιας απλής απερισκεψίας και μιας αλαζονικής περιφρόνησης του κινδύνου. 2 9. Η περιφρόνηση του κινδύνου και η αλαζονική ελπίδα της επιτυχίας σε καμιά περίοδο της ζωής δεν είναι τόσο ζωηρές όσο στην εποχή κατά την οποία επιλέγουν οι νέοι άνθρωποι το επάγγελμά τους. Το πόσο λίγο μπορεί ο φόβος της κακοτυχίας να αντισταθμίσει την ελπίδα της καλής τύχης γίνεται πιο προφανές στην ετοιμότητα με την οποία οι νέοι άνθρωποι κατατάσσονται ως στρατιώτες ή επιλέγουν το ναυτικό, πα(^ στον διακαή πόθο κάποιων άλλων, μιας ανώτερης κοινωνικής θέσης, να εισέλθουν στα αποκαλούμενα «ελεύθερα επαγγέλματα». 30. Το τι μπορεί να χάσει ένας κοινός στρατιώτης είναι αρκετά προφανές. Ωστόσο, ποτέ δεν κατατάσσονται τόσο πρόθυμα στον στρατό οι νέοι εθελοντές, όσο στην αρχή ενός νέου πολέμου» Και, παρότι έχουν ελάχιστες πιθανότητες προαγωγής, πλάθουν στη σκέψη τους, με τη νεανική τους φαντασία, χιλιάδες ευκαιρίες κατάκτησης τιμής και δόξας, που δεν έρχονται ποτέ. Αυτές οι ρομαντικές ελπίδες αποτελούν τη συνολική τιμή του αίματός τους. Η αμοιβή τους είναι μικρότερη από αυτήν των κοινών εργατών και σε πραγματική υπηρεσία ο μόχθος τους είναι πολύ μεγαλύτερος. 31. Ολαχνόςτηςθάλασσαςσυνολικάδενείναιτόσο ασύμφορος όσο αυτός του στρατού. Ο γιος ενός ευυπόληπτου εργάτη ή τεχνίτη ππγαίνει συχνά στο ναυτικό με τη συγκατάθεση τουπατέρα του, ότανόμοος
Έρευνα για τη Φύση και Tis Allies του Πλούτου των Εθνών
145
κατατάσσεται στον στρατό, αυτό γίνεται πάντα χωρίς τη συγκατάθεση του. Στο μεν ένα επάγγελμα, οι άλλοι άνθρωποι διαβλέπουν κάποιες πιθανότητες να επιτύχει κάτι. Στο άλλο, εκτός από τον ίδιο, κανείς άλλος δεν βλέπει τέτοιες πιθανότητες. Ο μεγάλος ναύαρχος αποτελεί αντικείμενο δημόσιου θαυμασμού σε μικρότερο βαθμό ατί ό,τι ο μεγάλος στρατηγός, και η λαμπρή επιτυχία στο ναυτικό υπόσχεται μια λιγότερο θαυμαστή περιουσία και υπόληψη απ* ό,τι μια αντίστοιχη επιτυχία στην ξηρά. Η ίδια διαφορά ισχύει σε όλους τους κατώτερους βαθμούς προαγωγής και στα δύο επαγγέλματα. Σύμφωνα με τους κανόνες προαγωγής, ένας πλοίαρχος του ναυτικού ισοβαθμεί με έναν συνταγματάρχη του στρατού, δεν ισοβαθμεί όμοος μαζί του στην κοινή εκτίμηση. Καθώς τα μεγάλα βραβεία του λαχνού είναι λιγότερα, τα μικρότερα πρέπει να είναι πολυπληθέστερα. Επομένϋ)ς, οι κοινοί ναύτες αποκτούν συχνότερα μια περιουσία και μια προαγωγή από τους κοινούς στρατιώτες, και η ελπίδα αυτών των βραβείων είναι αυτό που κατά κύριο λόγο προτρέπει στο επάγγελμα. Παρότι οι ικανότητες και η επιδεξιότητά τους είναι κατά πολύ ανώτερες από αυτές σχεδόν οποιασδήποτε άλλη τέχνης και παρόλο που ολόκληρη η ζωή τους είναι μια συνεχής διαδοχή κακουχιών και κινδύνων, ωστόσο για όλες αυτές τις δυσκολίες και τους κινδύνους, και για όσο διάστημα παραμένουν στη θέση του κοινού ναύτη, σπανίως έχουν κάποια άλλη αποζημίοοση, πέρα από την ευχαρίστηση που προσφέρουν η άσκηση στις κακουχίες και η υπερνίκηση των κινδύνων. Ο μισθός τους δεν είναι μεγαλύτερος απ* αυτόν του κοινού εργάτη στο λιμάνι εκείνο το οποίο ρυθμίζει τιςαμοιβέςτων ναυτικών. Και, καθώς πλέουν συνεχώς από λιμάνι σε λιμάνι, οι μηνιαίες απολαβές αυτών που πλέουν από τα διάφορα λιμάνια της Μεγάλης Βρετανίας είναι πιο ομοιόμορφες από αυτές οποιωνδήποτε άλλων εργατών στα διάίρορα αυτά μέρη. Και η αμοιβή όλων των υπολοίπων ρυθμίζεται από τον ισχύοντα μισθό στο λιμάνι στο οποίο φθάνει και από το οποίο αναχωρεί η πλειονότητά τους, δηλαδή του Λονδίνου. Ο μισθός του μεγαλύτερου μέρους των διαφόρων κλάσεων εργατών είναι περίπου διπλάσιος αυτού της ίδιας κλάσης στο Εδιμβούργο. Αλλά οι ναύτες που αναχοορούν από το Λονδίνο σπανίως κερδίζουν 3 ή 4 σελίνια το μήνα περισσότερα ατί όσα κερδίζουν αυτοί που αναχωρούν από το λιμάνι του Λέιθ, και η διαφορά συχνά δεν είναι τόσο μεγάλη. Σε καιρούς ειρήνης, και στον εμπορικό στόλο, η τιμή του Λονδίνου κυμαίνεται από μία γκινέα έαχ; 2 7 σελίνια περίπου τον ημερολογιακό μήνα. Ένας κοινός εργάτης στο Λονδίνο, αμειβόμενος με 9 ή 10 σελίνια την εβδομάδα, είναι δυνατόν να κερδίζει από 40 έως 45 σελίνια τον πμερολογιακό μήνα. Στον ναύτη, βέβαια, πέρα από το μισθό του, προσφέρονται και προμήθειες. Η αξία τους, ωστόσο, ίσως να μην
146
Ανταμ
Σμιθ
υπερβαίνει πάντα τη διαφορά μεταξύ της αμοιβής του και της αμοιβής του κοινού εργάτη. Και, αν αυτό συμβαίνει κάποιες φορές, αυτό το πλεόνασμα δεν θα αποτελεί ένα καθαρό όφελος για τον ναύτη, καθώς δεν μπορεί να το μοιραστεί με τη γυναίκα του και την οικογένειά του, που θα πρέπει να συντηρούνται στο σπίτι από το μισθό του. 32. Οι κίνδυνοι και οι ως εκ θαύματος διασώσεις μιας περιπετειώδους ζωής φαίνεται συχνά ότι, αντί να αποθαρρύνουν τους νέους ανθρώπους από ένα επάγγελμα, τους παροτρύνουν σε αυτό. Μια τρυφερή μητέρα που προέρχεται από τις κατώτερες τάξεις του πληθυσμού, διστάζει συχνά να στείλει τον γιο της στο σχολείο μιας πόλης-λιμάνι, από φόβο μήπως π θέα των πλοίων και οι κουβέντες και οι περιπέτειες των ναυτών τον παρασύρουν στο ναυτικό. Η μακρινή προοπτική των κινδύνων από τους οποίους μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα σώσουμε τον εαυτό μας με το θάρρος και την πανουργία μας δεν μας είναι δυσάρεστη και δεν ανυψώνει το μισθό μιας απασχόλησης. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο για τα επαγγέλματα εκείνα στα οποία το θάρρος και η πανουργία δεν μπορούν να προσφέρουν κανένα όφελος. Σε επαγγέλματα που είναι γνοχπό πως είναι πολύ ανθυγιεινά, ο μισθός της εργασίας είναι πάντα αξιοσημείωτα υψηλός. Το ανθυγιεινό είναι ένα είδος δυσαρέσκειας και οι επιπτώσεις του στο μισθό θα πρέπει να ταξινομηθούν σε αυτή τη γενική κατηγορία. 33. Στις διάφορες απασχολήσεις αποθέματος, το κανονικό περιθώριο κέρδους μεταβάλλεται στον ένα ή στον άλλο βαθμό, με τη βεβαιότητα ή την αβεβαιότητα της απόδοσης. Η απόδοση αυτή γενικά είναι λιγότερο αβέβαιη στο εσωτερικό arf ό,τι στο εξωτερικό εμπόριο, όπως επίσης είναι λιγότερο αβέβαιη σε ορισμένους κλάδους του εξωτερικού εμπορίου arf ό,τι σε κάποιους άλλους. Για παράδειγμα, είναι λιγότερο αβέβαιπ στο εμπόριο με τη Βόρεια Αμερική απ' ό,τι είναι στο εμπόριο με την Τζαμάικα. Το κανονικό περιθώριο κέρδους αυξάνεται πάντα, στον ένα ή ^ ^ ά λ λ ο βαθμό, με τον κίνδυνο. Ωστόσο, δεν (ραίνεται να αυξάνεται αναλογικά με αυτόν ή με τρόπο που να τον αντισταθμίζει απόλυτα. Οι πτωχεύσεις είναι ιδιαίτερα συχνές στα επαγγέλματα υψηλού επιχειρηματικού κινδύνου. Το πλέον επικίνδυνο επάγγελμα, αυτό του λαθρεμπόρου, παρότι στην περίπτοκπι που η επιχείρηση στεφθεί με επιτυχία γίνεται αντίστοιχα το πιο κερδθ(ρόρο, αποτελεί τον πιο σίγουρο δρόμο για τη χρεοκοπία. Φαίνεται ότι και εδώ, όπως και σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, ενεργεί η αλαζονική ελπίδα της επιτυχίας και παρασύρει αυτά τα επικίνδυνα επαγγέλματα σε τόσες περιπέτειες, ώστε ο ανταγωνισμός τους μειώνει το κέρδος κάτω από αυτό που αρκεί γιατην αντιστάθμιση του επιχειρηματικού κινδύνου. Προκειμένου να τον αντισταθμίσουν πλήρως, οι συνήθεις αποδόσεις θα έπρεπε, πέρα από τα κανονικά κέρδη
Έρευνα για τη Φύση και Tis Allies του Πλούτου των Εθνών
147
του αποθέματος, όχι μόνο να καλύπτουν όλες τις απρόβλεπτες ζπμιές, αλλά και να επιτρέπουν στους τυχοδιώκτες τπν πραγματοποίπσπ ενός επιπλέον κέρδους που θα είναι τπς ίδιας φύσπς με αυτό των ασφαλιστών. Αν όμως οι συνήθεις αποδόσεις επαρκούσαν για όλα αυτά, οι πτωχεύσεις σε αυτά τα επαγγέλματα δεν θα ιίταν συχνότερες από αυτές σε κάποια άλλα. 34. Από τις πέντε, επομένοχ;, συνθήκες που εππρεάζουν το μισθό τπς εργασίας, δύο μόνο εππρεάζουν τα κέρδπ του αποθέματος: το ευχάριστο ή δυσάρεστο τπς επιχείρπσπς και ο κίνδυνος ή π ασφάλεια από τπν οποία συνοδεύεται. Από τπν άποψπ του ευχάριστου ή δυσάρεστου, για τπ μεγάλπ πλειονότπτα των διαφόρων απασχολήσεων του αποθέματος π διαφορά είναι μικρή ή ακόμα και μπδενική. Υπάρχει όμως μεγάλπ διαφορά στις απασχολήσεις τπς εργασίας. Και το κανονικό περιθώριο κέρδους, αν και αυξάνεται με τον επιχειρπματικό κίνδυνο, δεν φαίνεται πάντα να αυξάνεται αναλογικά με αυτόν. Arf όλα αυτά προκύπτει ότι στπν ίδια κοινωνία ή στπν ίδια περιοχή, το μέσο και το κανονικό περιθώριο κέρδους στις διά(ρορες απασχολήσεις αποθέματος θα πρέπει να είναι περισσότερο ομοιόμορφα απ* ό,τι ο χρπματικός μισθός των διαφόρων ειδών εργασίας. Πράγματι, έτσι είναι. Η διαφορά μεταξύ των απολαβών ενός κοινού εργάτπ και ενός καλά αμειβόμενου δικπγόρου ή γιατρού είναι προφανώς πολύ μεγαλύτερπ από τπ διαφορά μεταξύ των κερδών δύο διαφορετικών κλάδων επιχειρπματικής δραστπριότπτας. Πέραν αυτού, π φαινομενική διαφορά στα κέρδπ των διαφόρων επαγγελμάτων είναι γενικά μια απάτπ, που προκύπτει από το ότι δεν μπορούμε πάντα να διακρίνουμε αυτό που θα έπρεπε να θεωρείται μισθός από αυτό που θα έπρεπε να θεωρείται κέρδος. 35.0 όρος «κέρδπ φαρμακοποιού» έχει καταστεί ένα σύνθπμα που υποδπλώνει κάτι το ασυνήθιστα υπερβολικό. Ωστόσο, αυτό το φαινομενικά μεγάλο κέρδος συχνά δεν είναι περισσότερο από έναν λογικό μισθό εργασίας. Η ικανότπτα ενός φαρμακοποιού είναι πολύ ανώτερπς και λεπτότερπς φύσπς από αυτήν οποιουδήποτε τεχνίτπ και π εμπιστοσύνπ που εναποτίθεται σε αυτόν είναι πολύ μεγαλύτερπς σπμασίας. Είναι ο γιατρός των φτωχών για κάθε περίπτωσπ, και ο γιατρός των πλουσίων όταν π ενόχλπσπ και ο κίνδυνος δεν είναι πολύ μεγάλα. Επομένοχ;, π αμοιβή του θα πρέπει να αρμόζει στις ικανότπτές του και στπν εμπιστοσύνπ προς αυτόν, και προκύπτει γενικά από τπν τιμή στπν οποία πωλεί τα φάρμακά του. Αλλά το σύνολο των φαρμάκων που θα πωλήσει ο καλύτερα αμειβόμενος φαρμακοποιός στπν αγορά μιας μεγάλπς πόλπς ίσως να του κοστίζει τριάντα ή σαράντα λίρες. Επομένως, ακόμα και αν τα πωλήσει με ένα κέρδος 300%ή400%ή 1.000%, αυτό συχνά δεν θα είναι μεγαλύτερο από έναν
148
Ανταμ Σμιθ
λογικό μισθό για την εργασία του, που χρεώθηκε με τον μόνο τρόπο που ήταν δυνατόν να χρεούθεί, πάνω στην τιμή των φαρμάκων. Το μεγαλύτερο μέρος του φαινομενικού κέρδους είναι πραγματικός μισθός μεταμφιεσμένος με το ένδυμα του κέρδους. 36. Σε μια μικρή πόλη-λιμάνι, ο μικρός παντοπώλης θα έχει ένα κέρδος 40% ή 50% για ένα απόθεμα ίσο με μόλις εκατό λίρες, ενώ το κέρδος ενός σημαντικού χονδρεμπόρου στο ίδιο μέρος πολύ δύσκολα ξεπερνά το 8% ή 10% για ένα απόθεμα που ανέρχεται σε δέκα χιλιάδες λίρες. Το επάγγελμα του παντοπώλη ίσοχ; είναι απαραίτητο για τη διευκόλυνση των κατοίκων, και η στενότητα της αγοράς ίσως να μην επιτρέπει την απασχόληση ενός μεγαλύτερου κεφαλαίου σε αυτή τη δραστηριότητα. Ωστόσο, ο άνθρωπος αυτός πρέπει όχι μόνο να ζήσει από το επάγγελμά του, αλλά να ζήσει ανάλογα με τις ικανότητες που αυτό απαιτεί. Πέραν του ότι πρέπει να κατέχει ένα μικρό κεφάλαιο, πρέπει να είναι σε θέση να διαβάζει, να γράφει και να λογαριάζει, όπως επίσης και να εκφέρει μια ανεκτή κρίση σχετικά με πενήντα, ίσως και εξήντα διαφορετικά είδη αγαθών, τις τιμές τους, τις ποιότητές τους και τις αγορές όπου θα πρέπει να είναι φθηνότερα. Με δύο λόγια, πρέπει να κατέχει όλες τις γνώσεις που είναι απαραίτητες στον μεγαλέμπορο, ενώ το μόνο που τον εμποδίζει να γίνει κι αυτός ένας τέτοιος είναι η έλλειψη επαρκούς κεφαλαίου. Οι τριάντα ή σαράντα λίρες το χρόνο δεν μπορούν να θεωρηθούν ως μια υπερβολική αμοιβή ενός προσώπου με αυτά τα προσόντα. Αν αφαιρέσετε αυτό το ποσό από τα φαινομενικά μεγάλα κέρδη του κεφαλαίου του, θα μείνει ίσοος κάτι περισσότερο από τα κανονικά κέρδη του αποθέματος. Και στην περίπτοοση αυτή, το μεγαλύτερο μέρος του φαινομενικού κέρδους είναι πραγματικοί μισθοί. 37. J^αφopά μεταξύ του φαινομενικού κέρδους του λιανικού εμπορίου Icai αυτού του χονδρεμπορίου είναι πολύ μικρότερη στην πρωτεύουσα arf ό,τι στις μικρές πόλεις και στα χωριά της υπαίθρου. Οταν είναι δυνατόν να απασχοληθούν δέκα χιλιάδες λίρες στο επάγγελμα τουπαντοπώλη,ομισθός της εργασίαςτου παντοπώλη αποτελεί ένα πολύ ευτελές πρόσθετο στα πραγματικά κέρδη ενός τόσο μεγάλου αποθέματος. Επομένως, τα φαινομενικά κέρδη του πλούσιου εμπόρου λιανικής στην επαρχία είναι πιο κοντά σε αυτά του χονδρεμπόρου. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τα λιανικώς πωλούμενα αγαθά έχουν ίδιες τιμές και συχνά είναι πολύ φθηνότερα στην πρωτεύουσα arf ό,τι είναι στις μικρές πόλεις και στα χωριά της υπαίθρου. Τα προϊόντα μπακαλικής, για παράδειγμα, είναι γενικά πολύ φθηνότερα Το ψωμί και το κρέας είναι συχνά το ίδιο φθηνά. Η μεταφορά των ειδών μπακαλικής στη μεγάλη πόλη δεν κοστίζει περισσότερο απ* ό,τι στο χωριό της υπαίθρου. Κοστίζει όμως πολύ περισσότερο η μεταφορά
Έρευνα για τη Φύση και TIS Allies του Πλούτου των Εθνών
149
των σιτηρών και των ζώων, δεδομένου ότι το μεγαλύτερο μέρος τους πρέπει να μεταφερθεί από πολύ μεγαλύτερες αποστάσεις. Επομέν(ύς, καθώς το κύριο κόστος των ειδών μπακαλικής είναι το ίδιο και για τα δύο μέρη, αυτά είναι φθηνότερα εκεί όπου επιβαρύνονται με το ελάχιστο κέρδος. Το κύριο κόστος του ψωμιού και του κρέατος είναι μεγαλύτερο στη μεγάλη πόλη arf ό,τι στο χωριό της υπαίθρου. Και παρότι, επομένοος, το κέρδος είναι μικρότερο, αυτά δεν είναι φθηνότερα, αλλά συχνά έχουν ίδιες τιμές. Στην περίπτοκτη αγαθών όποος το ψωμί και το κρέας, η ίδια αιτία που μειώνει το φαινομενικό κέρδος, αυξάνει το κύριο κόστος. Η έκταση της αγοράς, καθώς προσφέρει απασχόληση σε μεγάλα κεφάλαια, μειώνει το φαινομενικό κέρδος. Επειδή όμως απαιτεί προμήθειες από μια μεγαλύτερη απόσταση, αυξάνει το κύριο κόστος. Φαίνεται ότι στις περισσότερες περιπτώσεις, η μείοοση του ενός και η αύξηση του άλλου αλληλοαναιρούνται. Αυτός είναι πιθανώς ο λόγος για τον οποίο, παρότι οι τιμές των σιτηρών και των ζώων παρουσιάζουν γενικά μεγάλες διαφορές στα διά(ρορα μέρη του Βασιλείου, στο μεγαλύτερο μέρος της έκτασής του οι τιμές του ψωμιού και του κρέατος είναι γενικά παρεμφερείς. 38. Παρόλο που τα κέρδη του αποθέματος τόσο του λιανικού εμπορίου όσο και του χονδρεμπορίου είναι γενικά μικρότερα στην πραπεύουσα απ* ό,τι στις μικρές πόλεις και στα χωριά της υπαίθρου, ωστόσο οι μεγάλες περιουσίες που δημιουργούνται από το μηδέν είναι πολύ συνήθεις στην πρωτεύουσα και σπάνιες στα χωριά της υπαίθρου. Εκεί, λόγω της στενότητας της αγοράς, το εμπόριο δεν είναι δυνατόν να επεκτείνεται πάντα καθώς επεκτείνεται το απόθεμα. Επομένως, σε αυτά τα μέρη, παρότι το περιθώριο κέρδους ενός συγκεκριμένου ατόμου είναι δυνατόν να είναι πολύ υψηλό, το συνολικό του ποσό και, κατά συνέπεια, η ετήσια συσσώρευσή του δεν μπορούν ποτέ να είναι μεγάλα. Αντίθετα, στις μεγάλες πόλεις, το εμπόριο είναι δυνατόν να επεκτείνεται καθώς αυξάνεται το απόθεμα, και η πίστη ενός ολιγαρκούς και αποδοτικού ατόμου αυξάνεται πολύ ταχύτερα απ* ό,τι το κεφάλαιό του. Το επάγγελμά του επεκτείνεται σε άμεση αναλογία και προς τα δύο, και το συνολικό ποσό των κερδών του είναι ευθέως ανάλογο προς την έκταση του επαγγέλματός του, ενώ η ετήσια συσσώρευσή του είναι ευθέως ανάλογη προς το σύνολο των κερδών του. Ωστόσο, ακόμα και στις μεγάλες πόλεις, σε έναν κανονικό, καθιερωμένο και γνοκπό κλάδο επιχειρηματικής δραστηριότητας, σπανίως δημιουργούνται μεγάλες περιουσίες που δεν αποτελούν συνέπεια μιας ολόκληρης ζωής προσπαθειών, οικονομίας και προσοχής. Βέβαια, μερικές <ρορές δημιουργούνται σε αυτά τα μέρη ξαφνικές περιουσίες από αυτό που
150
Ανταμ Σμιθ
αποκαλείται «κερδοσκοπία». Ο κερδοσκόπος έμπορος δεν ασκεί έναν κανονικό, καθιερωμένο, γνοχπό κλάδο δραστπριότπΊας. Αυτόν το χρόνο είναι έμπορος σιτπρών, τον επόμενο έμπορος κρασιού και τον μεθεπόμενο έμπορος ζάχαρης, καπνού ή τσαγιού. Εισέρχεται στον κάθε κλάδο όταν προβλέπει ότι είναι πιθανόν να είναι κερδοφόρος περισσότερο από το συνηθισμένο, και τον εγκαταλείπει όταν προβλέπει ότι είναι πιθανόν τα κέρδη του να επιστρέψουν στο επίπεδο των άλλων κλάδων. Επομένως, τα κέρδη και οι ζημιές του δεν μπορούν να έχουν καμιά κανονική αναλογία με αυτά ενός καθιερωμένου και γνωστού κλάδου δραστηριότητας. Ένας τολμηρός τυχοδιώκτης είναι μερικές φορές πιθανόν να αποκτήσει σημαντική περιουσία με δύο ή τρεις επιτυχπμένες κερδοσκοπίες. Είναι όμως το ίδιο πιθανόν να τη χάσει έπειτα από δύο ή τρεις αποτυχημένες απόπειρες. Η δραστηριότητα αυτή δεν μπορεί να ασκηθεί παρά μόνο σε μεγάλες πόλεις. Η ευστροφία που απαιτεί, μπορεί να απαντηθεί μόνο σε μέρη με το πλέον εκτεταμένο εμπόριο και τις πλέον εκτεταμένες διασυνδέσεις πληροφοριών. 39. Οι πέντε συνθήκες που αναφέρθηκαν προηγουμένοχ;, παρότι προκαλούν σημαντικές ανισότητες στο μισθό της εργασίας και στα κέρδη του αποθέματος, δεν επηρεάζουν καθόλουτοσύνολο των-πραγματικών ή φανταστικών- πλεονεκτημάτων και μειονεκτημάτων των διαφόρων απασχολήσεων της μιας και του άλλου. Η φύση των συνθηκών αυτών είναι τέτοια, ώστε να αναπληρώνουν ένα μικρό χρηματικό όφελος σε κάποιες δραστηριότητες και να αντισταθμίζουν ένα μεγαλύτερο σε κάποιες άλλες. 40. Ωστόσο, προκειμένου να μπορεί να πραγματοποιηθεί αυτή η ισότητα στο σύνολο των πλεονεκτημάτων ή μειονεκτημάτων, απαιτούνται τρία πράγματα, ακόμα και εκεί όπου υπάρχει η τελειότερη ελευθερία. Πρώτον, οι απασχολήσεις πρέπει να είναι πολύ γνωστές και να έχουν καθιερωθεί επί μακρόν στην περιοχή. Δεύτερον, πρέπει να βρίσκονται στην κανονική ή σε αυτό που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε «φυσική τους κατάσταση». Και τρίτον, πρέπει να είναι οι μοναδικές ή κύριες απασχολήσεις των κατόχων τους. 41. Πρώτον, η ισότητα μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο σε εκείνες τις απασχολήσεις που είναι πολύ γνωστές και έχουν καθιερωθεί επί μακρόν στην περιοχή. 42. Όταν όλες οι άλλες συνθήκες είναι ίδιες, ο μισθός γενικά είναι υψηλότερος στα νέα επαγγέλματα ατί ό,τι στα παλαιά. Όταν ένας επιχειρηματίας επιχειρεί να ιδρύσει μια νέα μανιφακτούρα, πρέπει Kaf αρχάς να προσελκύσει τους εργάτες του από άλλες απασχολήσεις, προσφέροντας υψηλότερους μισθούς arf αυτούς που θα μπορούσαν να αποκομίσουν από το έως τότε επάγγελμά τους, αλλά και από
Έρευνα για τη Φύση και TIS Allies του Πλούτου των Εθνών
151
αυτούς που, υπό άλλες συνθήκες, θα τους εξασφάλιζε π φύση της εργασίας τους - και μέχρις ότου αποτολμήσει να τους μειώσει στο σύνηθες επίπεδο, θα πρέπει να περάσει ένα σημαντικό χρονικό διάστημα. Οι μανιφακτούρες, η ζήτηση των οποίων προκύπτει εξ ολοκλήρου από τη μόδα και το γούστο, μεταβάλλονται συνεχώς και σπανίως διαρκούν επί μακρύ διάστπμα, ώστε να θεωρηθούν παλαιές, καθιερωμένες μανιφακτούρες. Αντίθετα, αυτές για τις οποίες η ζήτηση προκύπτει κυρίως από τη χρήση ή την αναγκαιότητα, υπόκεινται λιγότερο σε μεταβολές, και η ίδια μορφή ενός υφάσματος είναι δυνατόν να έχει ζήτηση επί αιώνες ολόκληρους. Εηομέναχ;, ο μισθός της εργασίας είναι πιθανότερο να είναι υψηλότερος στις μανιφακτούρες του πρώτου είδους απ* ό,τι θα είναι στις μανιφακτούρες του δεύτερου είδους. Το Μπέρμιγχαμ δραστπριοποιείται κυρίως σε μανιφακτούρες του πρώτου είδους και το Σέφιλντ σε μανιφακτούρες του δεύτερου. Ο μισθός της εργασίας στα δύο αυτά διαφορετικά μέρη αντιστοιχεί, όποος λέγεται, σε αυτή τη διαφορά της φύσηςτων μανιφακτούρων τους. 43. Η ίδρυση μιας νέας μανιφακτούρας, ενός νέου εμπορικού κλάδου ή μιας νέας αγροτικής καλλιέργειας αποτελεί πάντα μια κερδοσκοπία από τπν οποία ο επενδυτής προσδοκά υπέρογκα κέρδη. Τα κέρδη αυτά μερικές φορές είναι πολύ μεγάλα και άλλες φορές, συχνότερα ίσως, είναι το τελείως αντίθετο. Όμως, γενικά δεν διατηρούν κάποια κανονική αναλογία με αυτά των παλαιών επαγγελμάτων της περιοχής. Αν το σχέδιο είναι επιτυχές, είναι γενικά από την αρχή πολύ υψηλά. Όταν η δραστηριότητα ή η καλλιέργεια καθιερωθούν τελείως και γίνουν ευρέοχ; γνοκττές, ο ανταγωνισμός μειώνει τα κέρδη τους στα επίπεδα των άλλων επαγγελμάτων. 44. Δεύτερον, αυτή η ισότητα του συνόλου των πλεονεκτημάτων και μειονεκτημάτων των διαφόρων απασχολήσεων εργασίας και αποθέματος μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο στπν κανονική ή σε αυτήν που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «φυσική κατάσταση» αυτών των απασχολήσεων. 45. Η ζήτηση σχεδόν κάθε διαφορετικού είδους εργασίας είναι άλλοτε μεγαλύτερη και άλλοτε μικρότερη από τη συνήθη. Στη μία περίπτωση, τα οφέλη της απασχόλπσπς ανέρχονται πάνω από τη συνήθη στάθμη, ενώ στην άλλη βρίσκονται κάτω απ' αυτήν. Η ζήτηση εργασίας στην ύπαιθρο είναι μεγαλύτερη στις περιόδους κοπής του άχυρου και του θερισμού arf ό,τι στη διάρκεια του μεγαλύτερου μέρους του χρόνου, και ο μισθός αυξάνεται με τη ζήτηση. Σε περιόδους πολέμου, όταν σαράντα ή πενήντα χιλιάδες ναύτες μετακινούνται υποχρεωτικά από την υπηρεσία του εμπόρου στην υπηρεσία του βασιλιά, η ζήτηση ναυτών για τα εμπορικά πλοία αυξάνεται κατ* ανάγκη
152
Ανταμ
Σμιθ
μαζί με τη σπανιότητά τους, και ο μισθός τους στις περιπτώσεις αυτές αυξάνεται συνήθως από τη μία γκινέα και 27 σελίνια το μήνα σε 3 λίρες και 40 σελίνια Από την άλλη πλευρά, σε μια φθίνουσα μανιφακτούρα, πολλοί εργάτες, προκειμένου να μην εγκαταλείψουν την παλαιά τους εργασία, αρκούνται σε μικρότερους μισθούς από αυτούς που θα άρμοζαν, υπό διαφορετικές συνθήκες, στη φύση της απασχόλησήςτους. 46. Τα κέρδη του αποθέματος μεταβάλλονται με την τιμή των εμπορευμάτων στα οποία απασχολείται το απόθεμα. Όταν η τιμή ενός εμπορεύματος αυξάνεται πάνω από την κανονική ή μέση τιμή του, τα κέρδη τουλάχιστον κάποιων μερών του αποθέματος που απασχολείται στην προσκόμισή του στην αγορά αυξάνονται πάνω από το κανονικό τους επίπεδο, και όταν η τιμή του μειώνεται, τα κέρδη αυτά θα συρρικνώνονται κάτω από το εν λόγω επίπεδο. Όλα τα εμπορεύματα υπόκεινται λίγο ώς πολύ σε μεταβολές της τιμής, όμως μερικά είναι περισσότερο εκτεθειμένα σε μεταβολές απ* ό,τι τα άλλα. Για όλα τα εμπορεύματα που παράγονται από την ανθρώπινη προσπάθεια, η ετήσια απασχολούμενη ποσότητα μόχθου ρυθμίζεται υποχρεωτικά από τπν ετήσια ζήτπση, κατά τρόπο ώστε η μέση ετήσια παραγωγή να πλπσιάζει όσο το δυνατόν περισσότερο τη μέση ετήσια κατανάλοχπι. Σε ορισμένες απασχολήσεις, όπως έχουμε ήδη παρατηρήσει, η ίδια ποσότητα μόχθου θα παράγει πάντα την ίδια ή σχεδόν την ίδια ποσότητα εμπορευμάτων. Για παράδειγμα, στη μανιφακτούρα του λινού ή του μαλλιού, ο ίδιος αριθμός χεριών θα παράγει κάθε χρόνο την ίδια σχεδόν ποσότητα λινού και μάλλινου υφάσματος. Επομένως, οι μεταβολές στην αγοραία τιμή αυτών των εμπορευμάτων μπορούν να προκύψουν μόνο από κάποια τυχαία μεταβολή της ζήτησης. Ένα δημόσιο πένθος αυξάνει την τιμή του μαύρου υφάσματος. Καθώς όμως η ζήτηση για τα περισσότερα είδη καθαρού λινού και μάλλινου υφάσματος είναι σχετικά ομοιόμορφη, το ίδιο συμβαίνει και με την τιμή τους. Υπάρχουν όμως άλλες απασχολήσεις, στις οποίες η ίδια ποσότητα μόχθου δεν παράγει πάντα την ίδια ποσότητα εμπορευμάτων. Για παράδειγμα, η ίδια ποσότητα μόχθου σε διαφορετικές χρονιές, θα παράγει πολύ διαφορετικές ποσότητες σιτηρών, κρασιού, ζάχαρης, λυκίσκου, καπνού κ.λπ. Επομένως, η τιμή αυτών των εμπορευμάτων μεταβάλλεται όχι μόνο με τις μεταβολές της ζήτησης, αλλά και με τις πολύ μεγαλύτερες και πολύ συχνότερες μεταβολές της ποσότητας, και κατά συνέπεια παρουσιάζ» εξαιρετικές διακυμάνοΒς. Αλλά το κέρδος ορισμένων εμπόρων πρέπει Kaf ανάγκη να παρουσιάζει διακυμάνσεις ανάλογα με την τιμή των εμπορευμάτων. Οι δραστηριότητες του κερδοσκόπου εμπόρου κατευθύνονται κυρίως σε τέτοιου είδους εμπορεύματα. Ο
Έρευνα για τη Φύση και Tis Allies του Πλούτου των Εθνών
153
κερδ(κ?κόπος έμπορος προσπαθεί να τα αγοράσει, όταν προβλέπει ότι π τιμιί τους είναι πιθανόν να αυξηθεί, και να τα πωλήσει όταν αυτή είναι πιθανόν να μειωθεί. 47. Τρίτον, αυτή η ισότητα στο σύνολο των πλεονεκτημάτων και μειονεκττιμάτων των διαφόρων απασχολήσεων της εργασίας κατου αποθέματος μπορεί να λάβει χώρα μόνο μεταξύ αυτών που αποτελούν τη μοναδική ή κύρια απασχόλπση όσων τις ασκούν. 48. Όταν ένα άτομο αντλεί τα μέσα διαβίωσής του από μια απασχόληση ηοποία δεν καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου του, κατά τα διαστήματα της σχόληςτου είναι συχνά πρόθυμος να εργαστεί σε μια άλλη απασχόληση με μισθό μικρότερο από αυτόν που θα άρμοζε, υπό διαφορετικές συνθήκες, στη φύση της. 49. Σε πολλά μέρη της Σκοτίας συναντάμε ακόμα ένα σύνολο ανθρώπων που ονομάζονται «εργάτες φάρμας» ή «οικοτέχνε9>, αν και πριν από μερικά χρόνια ήταν πολυπληθέστεροι απ* ό,τι είναι σήμερα. Είνα ένα είδος εξ(ιπερικώνυπηρετώντωνγαιοκτημόνο)ν και των αγροτών-επιχειρηματιών. Ησυνήθης αμοιβή που ασπράττουναπότα αφεντικά τους είναι ένα σπίτι, έναςμικρόςκήπος γιαλαχανικά, το χορτάρι πουχρειάζεταιμιααγελάδακαι ίσως μιαέκταση καλλιεργήσιμης γης κακής ποιότητας, ίσης με ένα ή δύο ακρ^. Οταν το αφεντικό τους χρειάζεται την εργασία τους, τους προσφέρει πέραν αυτών και δύο χούφτες πλιγούρι την εβδομάδα, αξίας περί τις δεκαέξι πένες. Στη διάρκεια του μεγαλύτερου μέρους του χρόνου, αυτός έχει μικρή ή καθόλου ανάγκη την εργασία τους και η καλλιέργεια της μικρής τους ιδιοκτησίας δεν επαρκεί για να απορροφήσει όλο το χρόνο που απομένει στη διάθεσή τους. Λέγεται ότι, όταν οι εργάτες φάρμας αυτοί ήταν πιο πολυπληθείς arf ό,τι σήμερα, ήταν πρόθυμοι να προσφέρουν τον ελεύθερο χρόνο τους στον οποιονδήποτε, έναντι μιας πολύ μικρής αμοιβής, και ότι εργάζονταν με μισθό μικρότερο από αυτόν άλλων εργατών. Σε παλαιότερες εποχές φαίνεται ότι αυτό ήταν σύνηθες σε ολόκληρη την Ευρώπη. Στις χώρες που καλλιεργούνταν ανεπαρκώς και που είχαν ακόμα λιγότερο πληθυσμό, το μεγαλύτερο μέρος των γαιοκτημόνων και των αγροτών-επιχειρηματιών δεν θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν διαφορετικά τον υπερβολικά μεγάλο αριθμό χεριών που απαιτεί η εργασία στην ύπαιθρο σε ορισμένες εποχές. Η ημερήσια ή εβδομαδιαία αποζημίοχπι που προσέφεραν οι εργοδότες αυτοί στους εργάτες τους προφανώς δεν αποτελούσε το σύνολο της τιμής της εργασίας τους. Ένα σημαντικό μέρος της ήταν και το μικρό τους σπίτι. Ωστόσο, πολλοί συγγραφείς πουκατέγραψαντιςτιμέςτηςεργασίαςκαιτων μέσων διαβίωσηςπαλαιότερων καιρών, φαίνεται ότι θεωρούν πως αυτή η ημερήσια ή εβδομαδιαία αποζημίοχπι ήταν το σύνολο της τιμής της εργασίας
154
Ανταμ
Σμιθ
τους, και με ευχαρίστηση παρουσιάζουν και τις δύο ως εξαιρετικά χαμηλές. 50. Τα προϊόντα αυτής της εργασίας συνήθοος καταλήγουν στην αγορά με χαμηλότερη τιμή arf ό,τι θα άρμοζε στη φύση τους υπό διαφορετικές συνθήκες. Οι κάλτσες σε πολλά μέρη της Σκοτίας πλέκονται πολύ φθηνότερα απ* ό,τι αν παράγονταν στον αργαλειό. Αποτελούν έργο υπηρετών και εργατών, που αντλούν το κύριο μέρος των μέσων διαβίοοσής τους από μια άλλη απασχόληση. Κάθε χρόνο εισάγονται στο Λέιθ περισσότερα από χίλια ζευγάρια κάλτσες, η τιμή των οποίων κυμαίνεται από 5 έοος 7 πένες το ζευγάρι. Στο Λίαρβικ, στη μικρή πρωτεύουσα των Νησιών Σέτλαντ, με διαβεβαίωσαν ότι η τιμή της κοινής εργασίας είναι 10 πένες την ημέρα. Στα ίδια αυτά νησιά πλέκουν και μάλλινες κάλτσες πενιέ, στην τιμή τής μίας γκινέας και πλέον το ζευγάρι. 51. Στη Σκοτία, το γνέσιμο του λινού νήματος γίνεται σχεδόν κατά τον ίδιο τρόπο όπ(ΰς και το πλέξιμο των καλτσών, από υπηρέτες που μισθώνονται κυρίως για άλλους σκοπούς. Οι υπηρέτες αυτοί κερδίζουν κάποιες πενιχρές αμοιβές προσπαθώντας να εξοικονομήσουν τα προς το ζην με μία από αυτές τις δύο ασχολίες. Στα περισσότερα μέρη της Σκοτίας, η εργάτρια που κερδίζει 20 πένες την εβδομάδα θεωρείται μια καλή κλώστρια. 52. Στις εύπορες χώρες, η αγορά είναι γενικά τόσο εκτεταμένη, ώστε σε οποιοδήποτε επάγγελμα μπορεί κανείς να απασχολήσει το σύνολο της εργασίας και του αποθέματός του. Περιπτώσεις ανθρώπων που ζουν από μια ασχολία και ταυτόχρονα αντλούν ένα μικρό όφελος από κάποια άλλη παρατηρούνται κυρίως σε φτωχές χώρες. Ωστόσο, την ακόλουθη περίπτωση, που μοιάζει να είναι του ιδίου τύπου, είναι δυνατόν να τη συναντήσουμε στην πρωτεύουσα μιας πολύ πλούσιας χώρας. Πιστεύω ότι δεν υπάρχει καμιά πόλη της Ευρώπης όπου το ενοίκιο της κατοικίας να είναι ακριβότερο arf ό,τι στο Λονδίνο, και ωστόσο δεν γνωρίζω καμιά πρωτεύουσα όπου να μπορεί κανείς να ενοικιάσει ένα επιπλωμένο διαμέρισμα τόσο φτηνά. Η στέγαση στο Λονδίνο δεν είναι μόνο φθηνότερη απ* ό,τι στο Παρίσι - είναι πολύ φθηνότερη απ* ό,τι στο Εδιμβούργο γιατον ίδιο βαθμό ποιότηταςκαι, πράγμα που ίσως φανεί παράδοξο, η ακρίβεια του ενοικίου είναι η αιτία της (ρθήνιας της στέγασης. Η ακρίβεια του ενοικίου στο Λονδίνο προκύπτει όχι μόνο από τις ίδιες αιτίες που το καθιστούν ακριβό σε όλες τις μεγάλες πρωτεύουσες, την ακρίβεια της εργασίας, την ακρίβεια όλων των οικοδομικών υλικών, που γενικά θα πρέπει να μεταφερθούν από μια μεγάλη απόσταση και, πάνω απ' όλα, την ακρίβεια της ενοικίασης της γης -καθώς κάθε γαιοκτήμονας ενεργεί ως μονοπωλητής και συχνά ζητεί για ένα ακρ κακής γης σε μια
Έρευνα για τη Φύση και Tis Allies του Πλούτου των Εθνών
155
πόλη περισσότερα από όσα θα μπορούσε να έχει για εκατό από τα καλύτερα ακρ της υπαίθρου-, αλλά προκύπτει εν μέρει και από τους ιδιαίτερουςτρόπουςκαιτιςσυνήθειεςτωνανθρώπων,πουυποχρεώνουν τον κάθε οικογενειάρχη να ενοικιάζει ένα ολόκληρο σπίτι, από πάνω μέχρι κάτω. Μια κατοικία στην Αγγλία σημαίνει το καθετί που περικλείεται κάτω από την ίδια στέγη. Στη Γαλλία, στη Σκοτία και σε πολλά άλλα μέρη της Ευρώπης, μια κατοικία σημαίνει ένα απλό διαμέρισμα. Ένας επαγγελματίας στο Λονδίνο είναι υποχρεωμένος να ενοικιάζει ένα ολόκληρο σπίτι σε εκείνο το μέρος της πόλης όπου ζουν οι πελάτες του. Το κατάστημά του βρίσκεται στο ισόγειο και η οικογένειά του κοιμάται στη σοφίτα. Αυτός προσπαθεί να πληρώσει ένα μέρος του ενοικίου του υπενοικιάζοντας σε τρίτους τα δύο μεσαία διαμερίσματα. Την οικογένειά του προσπαθεί να τη συντηρήσει από το επάγγελμά του, όχι από τους υπενοικιαστές. Ενώ στο Παρίσι και στο Εδιμβούργο οι άνθρωποι που ενοικιάζουν διαμερίσματα γενικά δεν διαθέτουν άλλους πόρους και η τιμή της ενοικίασης θα πρέπει να τους προσ(ρέρει όχι μόνο το ενοίκιο του σπιτιού, αλλά και το σύνολο των δαπανών της οικογένειας.
Σημειώσειε 1. Δες Ειδύλλιο xxi. (Σε νεότερη έκδοση. The Idylls of Theocritus, Cambridge 1947,Σ.τ.Μ.). 2. Μονάδα επιφανείας που ισοδυναμεί με 4.047 τετραγωνικά μέτρα (Σ.Τ.Μ.).
Aviadimes που προκαλούνται από την πολιτική TnsEvp0nns 1. Τέτοιες είναι οι ανισότητες στο σύνολο των πλεονεκτημάτων και μειονεκτημάτων των διαφορετικών απασχολήσεων της εργασίας και του αποθέματος, που αναγκαστικά θα προκαλεί η απουσία μίας από τις τρεις προαναφερόμενες προϋποθέσεις, ακόμα και εκεί όπου υπάρχει η τελειότερη ελευθερία Ωστόσο, η πολιτική της Ευρώπης, με το να μην αφήνει τα πράγματα σε απόλυτη ελευθερία, προκαλεί άλλες ανισότητες, πολύ μεγαλύτερης σημασίας. 2. Αυτό γίνεται με κάποιον από τους ακόλουθους τρεις τρόπους: πρώτον, με τον περιορισμό του ανταγωνισμού σε ορισμένα επαγγέλματα σε έναν μικρότερο αριθμό ατόμων από αυτόν που θα ήταν, υπό διαφορετικές συνθήκες, διατεθειμένοι να εισέλθουν σε αυτά. Δεύτερον, με την αύξηση του αριθμού αυτού, σε άλλα επαγγέλματα, πέραν αυτού που θα ήταν ο φυσιολογικός. Και τρίτον, με την παρεμπόδιση της ελεύθερης κυκλοφορίας της εργασίας και του αποθέματος από απασχόληση σε απασχόληση και από τόπο σε τόπο. 3. Πρώτον, η πολιτική της Ευρώπης προκαλεί μια πολύ σημαντική ανισότητα στο σύνολο των πλεονεκτημάτων και μειονεκτημάτων των διαορόρων απασχολήσεων εργασίας και αποθέματος, με τον περιορισμό του ανταγωνισμού σε κάποια επαγγέλματα σε έναν μικρότερο αριθμό ατόμων από αυτόν που θα ήταν, υπό διαφορετικές προϋποθέσεις, διατεθειμένος να εισέλθει σε αυτά. 4. Τα κύρια μέσα που χρησιμοποιεί για το σκοπό αυτόν είναι τα αποκλειστικά προνόμια των συντεχνιών (επαγγελματικών ενώσεων). 5. Τα αποκλειστικά προνόμια ενός συντεχνιακού επαγγέλματος υποχρεωτικά περιορίζουν τον ανταγωνισμό, στην πόλη της εγκαθίδρυσής του, σε αυτούς που έχουν το δικαίωμα ασκήσεοος του επαγγέλματος. Συνήθοχ;, αναγκαία προϋπόθεση για την απόκτηση αυτού του δικαιώματος είναι το να έχει υπηρετήσει κάποιος στην πόλη ως μαθητευόμενος υπό τις διαταγές ενός τεχνίτη-μάστορα που διαθέτει τα απαραίτητα προσόντα. Ο εσοπερικόςκανονισμόςτης συντεχνίας ρυθμίζει μερικές φορές τον αριθμό των μαθητευομένων που δικαιούται
158
Ανταμ
Σμιθ
να έχει ένας τεχνίτης και σχεδόν πάντα τον αριθμό των ετών που είναι υποχρεοομένος να υπηρετήσει κάθε μαθητευόμενος. Η πρόθεση και των δύο ρυθμίσεων είναι να περιορίσουν τον ανταγωνισμό σε έναν πολύ μικρότερο αριθμό από αυτόν των ατόμων που θα ήταν, υπό διαφορετικές συνθήκες, διατεθειμένοι να εισέλθουν στο επάγγελμα. Ο περιορισμός του αριθμού των μαθητευομένων τον περιορίζει άμεσα. Η μακροχρόνια μαθητεία τονπεριορίζει πιο έμμεσα, αλλά το ίδιο δραστικά, μέσω της αύξησης των δαπανών της εκπαίδευσης. 6. Στο Σέφιλντ, σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό της συντεχνίας, ένας τεχνίτης μαχαιροποιός δεν δικαιούται να έχει περισσότερους από έναν μαθητευόμενους τη φορά. Στο Νόρφολκ και στο Νόργουιτς, ένας τεχνίτης υφαντής δεν μπορεί να έχει περισσότερους από δύο μαθητευόμενους, επί ποινή προστίμου πέντε λιρών υπέρ του βασιλιά. Σε ολόκληρη την Αγγλία και στις αγγλικές κτήσεις, ένας τεχνίτης ^καπελοποιός δεν μπορεί να έχει περισσότερους από δύο μαθητευόμενους, επί ποινή πέντε λιρών, οι μισές από τις οποίες είναι υπέρ του βασιλιά και οι άλλες μισές υπέρ του ενάγοντος σε οποιοδήποτε δικαστήριο. Και οι δύο αυτές ρυθμίσεις, παρότι επικυρώθηκαν από ένα νόμο του βασιλείου, υπαγορεύονται προφανώς από το ίδιο συντεχνιακό πνεύμα που θέσπισε τον τοπικό κανονισμό του Σέφιλντ. Οι υφαντές μεταξιού του Λονδίνου ήταν οργανωμένοι σε συντεχνία επί ένα μόλις χρόνο, όταν θέσπισαν έναν εσωτερικό κανονισμό που απαγόρευε στον κάθε μάστορα να έχει περισσότερους από δύο μαθητευόμενους τη φορά. Χρειάστηκε μια ιδιαίτερη νομοθετική πράξη για την ανάκληση αυτού του εσωτερικού κανονισμού. 7. Σε παλαιότερες εποχές, φαίνεται ότι σε ολόκληρη την Ευρώπη η συνήθης διάρκεια που είχε καθιεροοθεί για την περίοδο της μαθητείας στην πλειονότητα των συντεχνιακών επαγγελμάτων ήταν τα επτά χρόνια. Όλες αυτές οι συντεχνίες κατά το παρελθόν αποκαλούνταν «πανεπιστήμια>>(υ^ν6βί1ί68), που πράγματι είνωοσοοστός λατινικός όρος για μια οποιαδήποτε συντεχνία. Το πανεπιστήμιο των σιδηρουργών, το πανεπιστήμιο των ραφτών κ.λπ. είναι εκφράσεις που συναντιόνταν στους καταστατικούς χάρτες παλαιών πόλεων. 'Οταν εγκαθιδρύθηκαν για πρώτη φορά αυτές οι ιδιόρρυθμες συντεχνίες, που σήμερα παραδόξως αποκαλούνται «πανεπιστήμια», ο όρος των ετών επί τα οποία ήταν απαραίτητο να μελετήσει κανείς προκειμένου να αποκτήσει το πτυχίο του ειδήμονοςτωντεχνών (master of arts) προφανώς φαίνεται ότι αντιγράφηκε από τον όρο της μαθητείας στα κοινά επαγγέλματα, οι συντεχνίες των οποίων ήταν πολύ αρχαιότερες. Όπως ήταν απαραίτητο το να είχε εργαστεί κάποιος επί επτά χρόνια υπό τις διαταγές ενός κατάλληλα καταρτισμένου μάστορα (master) ενός κοινού επαγγέλματος, προκειμένου να φέρει τον τίτλο του μάστορα και να έχει ο
Έρευνα για τη Φύση και Tis Allies του Πλούτου των Εθνών
159
ίδιος μαθητευόμενους, έτσι ήταν απαραίτητο το να είχε μελετήσει κάποιος επί επτά χρόνια υπό την καθοδήγηση ενός κατάλληλα καταρτισμένου ειδήμονος (master), προκειμένου να φέρει τον τίτλο του ειδήμονος (master), δασκάλου ή δόκτορα (λέξεις που στο παρελθόν ήταν συνώνυμες) στα ελεύθερα επαγγέλματα, και να έχει ο ίδιος υπό την επίβλεψήτου μαθητές ή μαθητευόμενους (λέξεις που, αντίστοιχα, ήταν αρχικά συνώνυμες). 8. Από το 5ο έτος της βασιλείας της Ελισάβετ (1562) θεσπίστηκε αυτό που έμεινε με το κοινό όνομα «ψήφισμα τπς μαθπτείας», σύμφωνα με το οποίο κανένα άτομο δεν θα μπορούσε στο μέλλον να ασκήσει ένα οποιοδήποτε επάγγελμα ή τέχνη απ* αυτά που ασκούνταν εκείνη την εποχή στην Αγγλία, αν δεν είχε μια προϋπηρεσία τουλάχιστον επταετούς μαθητείας σε αυτό. Και αυτό που προηγουμένως ήταν ο εσωτερικός κανονισμός πολλών ιδιαίτερων συντεχνιών, έγινε στην Αγγλία ο γενικός και δημόσιος νόμος όλων των επαγγελμάτων που ασκούνται στις εμπορικές πόλεις. Γιατί, παρότι οι διατυπώσεις του ψηφίσματος είναι πολύ γενικές και φαίνεται καθαρά ότι περιλαμβάνουν ολόκληρο το Βασίλειο, διά της ερμηνείας η εφαρμογή του περιορίστπκε στις εμπορικές πόλεις, θεωρώντας ότι στα χωριά της υπαίθρου ένα άτομο είναι δυνατόν να ασκεί διάφορα επαγγέλματα, παρόλο που δεν έχει μια επταετή προϋπηρεσία μαθητείας στο καθένα arf αυτά, καθώς αυτοί ήταν απαραίτητοι για την εξυπηρέτηση των κατοίκων και ο αριθμός των ανθρώπων συχνά δεν επαρκούσε για να τους προσφέρει έναν συγκεκριμένο αριθμό χεριών. 9. Ακόμα, μέσω μιας αυστηρής ερμηνείας των λέξεων, η εφαρμογή αυτού του ψηφίσματος περιορίστηκε στα επαγγέλματα εκείνα που είχαν εγκαθιδρυθεί στην Αγγλία πριν από το 5ο έτος της βασιλείας της Ελισάβετ (1567) και δεν επεκτάθηκε ποτέ σε εκείνα που εισήχθησαν έκτοτε. Ο περιορισμός αυτός προκάλεσε αρκετές διακρίσεις, οι οποίες, θεωρούμενες οχ; αστυνομικοί κανόνες, φαίνονται τόσο ανόητες όσο δεν μπορεί κανείς να φανταστεί. Ρυθμίστηκε, για παράδειγμα, το ότι ένας αμαξοποιός δεν δικαιούται ούτε να φτιάξει ο ίδιος, ούτε να απασχολήσει τεχνίτες που θα φτιάξουν τις ρόδες της άμαξάς του, αλλά θα πρέπει να τις αγοράσει από έναν τεχνίτη κατασκευαστή τροχών, καθώς αυτό το τελευταίο επάγγελμα ασκείτο στην Αγγλία πριν από το 5ο έτος της βασιλείας της Ελισάβετ. Όμως, ένας τεχνίτης κατασκευαστής τροχών, παρότι δεν έχει υπηρετήσει ποτέ ως μαθητευόμενος σε έναν αμαξοποιό, έχει το δικαίωμα είτε να κατασκευάζει ο ίδιος είτε να απασχολεί τεχνίτες στην κατασκευή αμαξών, καθώς το επάγγελμα του αμαξοποιού δεν περιλαμβάνεται στο ψήφισμα, επειδή δεν ασκείτο στην Αγγλία την εποχή της θέσπισής του. Για το λόγο αυτόν, πολλές από τις μανιφακτούρες του Μάντσεστερ,
160
Ανταμ
Σμιθ
του Μπέρμιγχαμ και του Γουλβερχάμτττον δεν περιλαμβάνονται στο ψήφισμα, εφόσον δεν υπήρχαν στην Αγγλία πριν από το 5ο έτος της βασιλείας της Ελισάβετ. 10. Στη Γαλλία, η διάρκεια της μαθητείας διαφέρει από πόλη σε πόλη και από επάγγελμα σε επάγγελμα. Στο Παρίσι, στις περισσότερες περιπτώσεις απαιτείται μια μαθητεία πέντε ετών, πριν όμως αποκτήσει κάποιος τα τυπικά προσόντα που απαιτούνται για να ασκήσει το επάγγελμα ως τεχνίτης, πρέπει σε πολλές απ' αυτές να εργαστεί επί άλλα πέντε έτη ως μισθωτός τεχνίτης. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου αποκαλείται «σύντροφος» (compagnon) του τεχνίτη του και η ίδια η περίοδος υπηρεσίας του αποκαλείται «θητεία συντρόφου» (compagnonnage). 11. Στη Σκοτία, δεν υπάρχει κάποιος γενικός νόμος που να ρυθμίζει με καθολικό τρόπο τη διάρκεια της μαθητείας. Η διάρκειά της διαφέρει από συντεχνία σε συντεχνία. Εκεί όπου είναι πολύ μεγάλπ, υπάρχει η δυνατότητα εξαγοράς ενός μέρους της με την καταβολή ενός μικρού τέλους. Ακόμα, στις περισσότερες πόλεις, με ένα μικρό τέλος μπορεί κανείς να εξαγοράσει την πρόσβασπ σε μια συντεχνία. Οι υφαντές λινών και κανναβένιων υφασμάτων, που αποτελούν τις κυριότερες μανιφακτούρες της χώρας, όπως και όλοι οι άλλοι τεχνίτες που τις υποβοηθούν -κατασκευαστές αργαλειών, κατασκευαστές καρουλιών κ.λπ.-, έχουν τη δυνατότητα να ασκήσουν το επάγγελμά τους στη συντεχνία οποιασδήποτε πόλης χωρίς να πληρώσουν κανένα τέλος. Στις συντεχνίες όλων των πόλεων, όλοι οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι να πωλούν κρέας οποιαδήποτε νόμιμη ημέρα της εβδομάδας. Η συνήθης περίοδος μαθητείας στη Σκοτία είναι τρία χρόνια, ακόμα και σε μερικά πολύ καλά επαγγέλματα. Και, γενικά, δεν γνωρίζω καμιά χώρα στην Ευρώπη όπου οι συντεχνιακοί νόμοι είναι τόσο λίγο καταπιεστικοί. 12. Η ιδιοκτησία της ίδιας της εργασίας που έχει κάθε άνθρωπος είναι η πιο ιερή και απαραβίαστη, αφού είναι το πρωταρχικό θεμέλιο κάθε άλλης ιδιοκτησίας. Η προίκα ενός φτωχού ανθρώπου είναι η δύναμη καιηεπιδεξιότητατωνχεριώντου.Τονα τον εμποδίζει κανείς να χρησιμοποιεί τη δύναμη και την επιδεξιότητά του με τον τρόπο που αυτός θεωρεί κατάλληλο,χωρίς ναβλάπτειτονγείτονά του, αποτελεί μια καθαρή παραβίαση αυτής της ιερότατης ιδιοκτησίας. Είναι μια πασιφανής καταπάτηση της δίκαιης ελευθερίας τόσο του εργάτη όσο και αυτώνπου θα ήταν διατεθειμένοι να τον απασχολήσουν.'Οποος εμποδίζει τον έναν να εργάζεται στο επάγγελμα που θεωρεί κατάλληλο, έτσι εμποδίζει και τους άλλους να απασχολούν αυτούς που θεωρούν κατάλληλους. Την κρίση τού κατά πόσον αυτός είναι ικανός να απασχοληθεί, μπορούμε να την εμπιστευτούμε στη διακριτική ευχέρεια
Έρευνα για τη Φύση και Tis Allies του Πλούτου των Εθνών
161
των εργοδοτών, το συμφέρον των οποίων θίγεται άμεσα. Η προσποιητή αγωνία του νομοθέτη μήποος και απασχολήσουν ένα μη ικανό άτομο, είναι προφανώς τόσο προκλητική όσο και καταπιεστική. 13. Η θέσπιση μιας μακρόχρονης μαθητείας δεν παρέχει καμιά ασφάλεια για το ότι δεν θα δοθεί ποτέ προς πώληση προϊόν μη ικανοποιητικής τέχνης. Όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο, πρόκειται γενικά για προϊόν απάτης, και όχι ανικανότητας. Αλλά και η πιο μακροχρόνια μαθπτεία δεν προσφέρει καμιά ασφάλεια κατά της απάτης. Για την αποτροπή αυτήςτηςκατάχρησης, απαιτούνται τελείως διαφορετικές ρυθμίσεις. Το σήμα της στερλίνας πάνω στα πολύτιμα επιτραπέζια σκεύπ και οι σφραγίδες πάνω στα λινά και μάλλινα υφάσματα προσφέρουν στον αγοραστή πολύ μεγαλύτερη ασφάλεια απ* ό,τι ο θεσμός της μαθητείας. Αυτά είναι που προσέχει γενικά και ποτέ δεν κρίνει σκόπιμο να ερευνήσει κατά πόσον ο τεχνίτης υπηρέτησε μια επταετή μαθητεία. 14.0 θεσμός της μακροχρόνιας μαθητείας δεν έχει κανένα αποτέλεσμα εκπαίδευσης των νέων ανθρώπων στη φιλοπονία. Ένας τεχνίτης που εργάζεται με το κομμάτι είναι πιθανόν να είναι φιλόπονος, γιατί αντλεί ένα όφελος από την άσκηση της φιλοπονίας του. Ένας μαθητευόμενος είναι πιθανόν να είναι φυγόπονος, και σχεδόν πάντα είναι τέτοιος, γιατί δεν έχει κανένα άμεσο συμφέρον να είναι κάτι άλλο. Στις υποδεέστερες ασχολίες, η ανταμοιβή της εργασίας συνίσταται αποκλειστικά στην αποζημίοοσή της. 'Οσοι βρεθούν σύντομα στη θέση να απολαύσουν την ανταμοιβή της, είναι πιθανόν να αντιληίρθούν γρήγορα και την ευχαρίστησή της, και να αποκτήσουν τπν παλιά συνήθεια της φιλοπονίας. Ένας νέος άνθρωπος που επί ένα μακρύ διάστημα δεν εισπράττει κανένα όφελος από την εργασία, είναι φυσικό να αναπτύσσει μια αποστροφή προς αυτήν. Τα αγόρια που τοποθετούνται σε μαθητείες από τα δημόσια φιλανθρωπικά ιδρύματα, συνδέονται γενικά με αυτές επί περισσότερα χρόνια απ' ό,τι συνηθίζεται και γενικά αποδεικνύονται πολύ φυγόπονα και άχρηστα. 15. CH μαθητείες ήταν τελείως άγνοχπες σε παλαιότερες εποχές. Τα αμοιβαία καθήκοντα τεχνίτη και μαθητευόμενου αποτελούν ένα σημαντικό άρθρο κάθε σύγχρονου μόνο κώδικα. Το ρωμαϊκό δίκαιο σιο> ηά πλήρως σε σχέση με αυτά. Δεν γνωρίζω καμία ελληνική ή λατινική λέξη (πιστεύω ότι θα μπορούσα να διακινδυνεύσω τον ισχυρισμό ότι δεν υπάρχει τέτοια λέξη) που να εκφράζει την ιδέα την οποία αποδίδουμε σήμερα στον όρο «μαθητεία», ενός υπηρέτη που είναι υποχρεο)μένος να εργάζεται σε ένα συγκεκριμένο επάγγελμα για το συμφέρον ενός μάστορα επί μια σειρά ετών, υπό την προϋπόθεση ότι ο μάστορας θα του διδάξει αυτό το επάγγελμα. 16. Οι μακροχρόνιες μαθητείες είναι συνολικά περιττές. Οι τέχνες, που είναι κατά πολύ ανώτερες των κοινών επαγγελμάτων, όποχ; αυτή της
162
Ανταμ
Σμιθ
κατασκευής χρονομέτρων και ρολογιών, δεν περικλείουν τέτοια μυστικά ώστε να απαιτούν κάποια μακροχρόνια εκπαίδευση. Βέβαια, η πρώτη εφεύρεση αυτών των όμορ(ρων μηχανών, ακόμα και μερικών από τα εργαλεία που χρησιμοποιούνται στην κατασκευή τους, υπήρξε αναμφίβολα προϊόν μιας πολύ βαθιάς και μακροχρόνιας σκέψπς και είναι πιθανόν να θεωρήθπκε δικαιολογημένα ως μια από τις ευτυχέστερες προσπάθειες τπς ανθρώπινης ευφυΐας. Από τη στιγμή όμως που ολοκληρώθηκε η εφεύρεση αυτών των δύο και αυτά έγιναν επαρκώς κατανοητά, το να εξηγήσει κανείς σε έναν νέο άνθρωπο με τον πληρέστερο τρόπο πώς να χρησιμοποιεί τα εργαλεία του και να συναρμολογεί αυτές τις μηχανές δεν μπορεί να απαιτεί κάτι περισσότερο από τα μαθήματα μερικών εβδομάδων. Ίσοος μάλιστα τα μαθήματα κάποιων ημερών να είναι ήδη αρκετά. Στα συνήθη επαγγέλματα χειροτεχνίας, σίγουρα τα μαθήματα μερικών ημερών είναι αρκετά. Βέβαια, ηεπιδεξιότητατουχεριού, ακόμα και στα κοινά επαγγέλματα, δεν μπορεί να αποκτηθεί χωρίς μια σημαντική πρακτική και εμπειρία. 'Ομοχ;, ένας νέος άνθρωπος θα εξασκείτο με πολύ μεγαλύτερη επιμέλεια και προσοχή αν εργαζόταν εξαρχής οος μισθοπός τεχνίτης, αμειβόμενος ανάλογα με το μικρό έργο που θα μπορούσε να επιτελέσει και πληρώνοντας με τη σειρά του τα υλικά που ενδεχομένως θα χαλούσε λόγω αδεξιότητας και έλλειψης εμπειρίας. Η εκπαίδευσή του με τον τρόπο αυτό θα ήταν γενικά πιο αποδοτική και οπωσδήποτε λιγότερο κουραστική και δαπανηρή. Βέβαια, ο μάστορας θα ήταν ζημιο>μένος. θα έχανε όλους τους μισθούς της μαθητείας, τους οποίους τώρα εξοικονομεί, επί επτά συνεχόμενα έτη. Ίσως στο τέλος ο μαθητευόμενος να ήταν επίσης ζημιωμένος. Σε ένα επάγγελμα που μαθαίνεται τόσο εύκολα, θα είχε περισσότερους ανταγωνιστές, και ο μισθόςτου, όταν θα γινόταν ένας ολοκληρωμένοςτεχνίτης, θα ήταν πολύ μικρότερος απ* ό,τι σήμερα. Η ίδια η αύξηση του ανταγωνισμού θα μείωνε τα κέρδη των μαστόρων, όπως και το μισθό των εργατών. Τα επαγγέλματα, οι τέχνες, οι μυήσεις, θα ήταν οι χαμένοι. Όμως, το κοινό θα ήταν κερδισμένο, καθώς η εργασία όλων των τεχνιτών θα έφθανε φθηνότερη στην αγορά. 17. Όλες οι συντεχνίες και το μεγαλύτερο μέρος των συντεχνιακών νόμων θεσπίστηκαν ακριβώς προκομένου να εμποδίσουν αυτή τη μείωση των τιμών και, κατά συνέπεια, των μισθών και του κέρδους, μέσω της μείωσης του ελεύθερου ανταγωνισμού, ο οποίος ασφαλώς θα την προκαλούσε. Σε παλαιότερους καιρούς, σε πολλά μέρη της Ευρώπης, προκειμένου να ιδρυθεί μια συντεχνία δεν απαιτείτο καμιά άλλπ εξουσία πέραν αυτής του συμβουλίου της πόλπς όπου ιδρυόταν αυτή. Βέβαια, στην Αγγλία απαιτείτο, εκτός αυτού, και ένας κανονισμός από τον βασιλιά. Ωστόσο, αυτό το προνόμιο του στέμματος (ραίνεται
Έρευνα για τη Φύση και Tis Allies του Πλούτου των Εθνών
163
ότι διετηρείτο μάλλον με σκοπό την απόσπαση χρημάτων από τους υπηκόοιχ^καιόχιτην^εράσπισητηςκοινήςελευθερίαςαπέναντισε τέτοια καταπιεστικά μονοπώλια. Με τηνκαταβολή ενός τέλους υπέρ του βασιλιά, φαίνεται ότι γενικά εξασφαλιζόταν ο κανονισμός. Και όταν μια συγκεκριμένη τάξη τεχνιτών ή επαγγελματιών θεωρούσε ορθό να ενεργεί οος συντεχνία χωρίς κανονισμό, αυτές οι «νόθες συντεχνίες», όπως αποκαλούνταν, δεν στερούνταν για το λόγο αυτόν τα δικαιώματά τους, αλλά υποχρεώνονταν να καταβάλουν ένα ετήσιο τέλος υπέρ του βασιλιά για την άδεια εκμετάλλευσης των προνομίων που σφετερίστηκαν^ Η άμεση επιθεώρηση όλων των συντεχνιών και των εσωτερικών κανονισμών που ενδεχομένως να θεωρούσανορθό να θεσπίσουν για τη δική τους διακυβέρνηση, ανήκε στο συμβούλιο της πόλης στην οποία ιδρύονταν. Οποιαδήποτε πειθαρχική ποινή τούς επιβαλλόταν, προερχόταν συνήθως όχι από τον βασιλιά, αλλά από αυτή τη μεγαλύτερη συντεχνία, στην οποία αυτές υπάγονταν οχ; απλά μέρη ή μέλη της. 18. Η διακυβέρνηση του συμβουλίου των πόλεων βρισκόταν συνολικά στα χέρια των επαγγελματιών και των τεχνιτών. Και το προφανές συμφέρον τής κάθε ιδιαίτερης τάξης τους ήταν η αποτροπή του υπερκορεσμού της αγοράς, όπως τον αποκαλούσαν συνήθοχ;, με τα ιδιαίτερα αντικείμενα της δραστηριότητάςτους.Αυτόστην πραγματικότητα σήμαινε ότι η αγορά θα κρατιόταν συνεχώς σε υπο-προσφορά. Η κάθε τάξη πάσχιζε να καθιερώσει ρυθμίσεις με αυτόν τον αντικειμενικό στόχο και, υπό την προϋπόθεση ότι της επιτρεπόταν να θεσπίσει τέτοιες ρυθμίσεις, ήταν πρόθυμπ να συναινέσει στο να κάνει το ίδιο και κάθε άλλη τόξα. Ως συνέπεια βέβαια αυτών των ρυθμίσεων, κάθε τάξη ήταν αναγκασμένη να αγοράζει τα αγαθά που χρειαζόταν από οποιονδήποτε άλλο μέσα στην πόλη κατά τι ακριβότερα arf ό,τι θα ήταν υπό άλλες συνθήκες. Αλλά, ως αντιστάθμισμα, είχαν τη δυνατότητα να πωλούν τα δικά τους προϊόντα εξίσου ακριβότερα Έτσι, λαπόν, μέχρι στιγμής, ήταν «ίσα βάρκα, ίσα νερά», όπως λένε. Στις συναλλαγές μεταξύ των διαφόρων τάξεων στο εσωτερικό της πόλης, με τις ρυθμίσεις αυτές, καμιά τάξη δεν έβγαινε χαμένη. Ωστόσο, στις συναλλαγές τους με την ύπαιθρο, ήταν οι μεγάλοι κερδισμένοι. Και ακριβώς σε αυτές τις τελευταίες συναλλαγές συνίσταται το σύνολο του εμπορίου που στπρίζει και πλουτίζει μια πόλη. 19. Κάθε πόλη αντλεί το σύνολο των μέσων διατροφής της και τα υλικά της εργασίας της από την ύπαιθρο. Τα αγαθά αυτά τα πληρώνει με δύο κυρίως τρόπους: πρώτον, με την επαναποστολή στην ύπαιθρο ενός μέρους των υλικών που υπέστησαν κατεργασία και μεταποιήθηκαν. Στην περίπτοκτη αυτή, η τιμή τους αυξάνεται κατά το μισθό των εργατών και τα κέρδη των μαστόρων ή των άμεσων εργοδοτών.
164
Ανταμ
Σμιθ
Δεύτερον, με την απ(χπολή(πηνύπαθρο ενός μέρουςτόσοτου ακατέργαστου όσο και του κατεργασμένου προϊόντος άλλων χωρών ή μακρινών τόπων της ίδιας χώρας, που εισάγονται στην πόλη. Στην περίπτωσπ αυτή, η αρχική τιμή αυτών των αγαθών αυξάνεται κατά τους μισθούς των μεταφορέων ή των ναυτών και τα κέρδη των εμπόρων που τους απασχολούν. Q απολαβές του πρώτου από αυτούς τους δύο κλάδους εμπορίου συνιστά τα οφέλη που προκύπτουν για την πόλη από τις μανιφακτούρεςτης. Οι απολαβέςτου δεύτερου κλάδου απαρτίζουν το όφελος από το εσωτερικό και το εξωτερικό της εμπόριο. Οι μισθοί των εργατών και τα κέρδη των διαφόρων εργοδοτών συνθέτουν το σύνολο των απολαβών και των δύο. Επομένοχ;, οποιεσδήποτε ρυθμίσεις τείνουν να αυξήσουν αυτούς τους μισθούς και τα κέρδη πέραν τηςτιμήςπου θα είχαν υπόδιαφορετικές συνθήκες,τείνουν να καταστήσουν την πόλη ικανή να αγοράζει, με μια μικρότερπ ποσότητα εργασίας, το προϊόν μιας μεγαλύτερης ποσότητας εργασίας της υπαίθρου. Προσδίδουν στους επαγγελματίες και στους τεχνίτες της πόλης ένα πλεονέκτημα απέναντι στους γαιοκτήμονες, τους αγρότες-επιχειρηματίες και τουςεργάτεςτηςυπαίθρου και διαρρηγνύουν τη φυσική ισότητα που, υπό διαφορετικές συνθήκες, θα επικρατούσε στο εμπόριο που εκτελείται μεταξύ αυτών. Το συνολικό ετήσιο προϊόν της εργασίας της κοινωνίας επιμερίζεται μεταξύ των δύο αυτών διαφορετικών ομάδων ανθρώπων. Μέσω των ρυθμίσεων αυτών, οι κάτοικοι της πόλης αποκτούν ένα μεγαλύτερο μερίδιο αυτού του προϊόντος από αυτό που θα τους αντιστοιχούσε υπό διαφορετικές συνθήκες. Και οι κάτοικοι της υπαίθρου αποκτούν ένα μικρότερο μερίδιο. 20. Η τιμή την οποία πληρώνει στην πραγματικότητα η πόλη για τις προμήθειες και τα υλικά που εισάγονται ετησίως σε αυτήν, είναι η ποσότητα των προϊόντων της μανιφακτούρας και των άλλων αγαθών που εξάγονται ετησίως από αυτήν. Όσο ακριβότερα πωλούνται τα τελευταία, τόσο φθηνότερα αγοράζονται τα πρώτα. Η εργασία της πόλης γίνεται πιο πλεονεκτική, ενώ αυτή της υπαίθρου λιγότερο πλεονεκτική. 21. Το ότι σε όλα τα μέρη της Ευρώπης π εργασία που εκτελείται στις πόλεις είναι περισσότερο πλεονεκτική arf ό,τι αυτή που εκτελείται στην επαρχία, μπορούμε, χωρίς ναυπεισέλθουμε σε λεπτούςυπολογισμούς, να το αντιληφθούμε μόνοι μας από μια πολύ απλή και προφανή παρατήρηση. Σε κάθε χώρα της Ευρώπης, συναντάμε τουλάχιστον εκατό ανθρώπους που, ξεκινώντας από πολύ χαμηλά, έχουν αποκτήσει μεγάλες περιουσίες μέσω του εμπορίου και τπς μανκρακτούρας, του είδους της δραστηριότητας που κατ* εξοχήν ανήκει στις πόλεις, έναντι ενός ο οποίος έχει κάνει το ίδιο μέσω μιας δραστηριότητας που
Έρευνα yia τη Φύση και τιε Anies του Πλούτου των Εθνών
165
ανήκει στην ύπαιθρο, της συγκέντρωσης των πρωτογενών καρπών της γης με την καλλιέργεια και τη βελτίωση του εδάφους. Επομένοχ;, ημανιφακτούρακαιτο εμπόριο πρέπει να αμείβονται καλύτερα, ο μισθός της εργασίας και τα κέρδη του αποθέματος πρέπει προφανώς να είναι μεγαλύτερα στη μία περίπτωση ατί ό,τι στην άλλη. Αλλά το απόθεμα και η εργασία αναζητούν αυθόρμητα την πιο συμφέρουσα απασχόληση. Επομένως, καταφεύγουν, όσο περισσότερο μπορούν, στην πόλη και εγκαταλείπουν την ύπαιθρο. 22. Καθώς οι κάτοικοι μιας πόλπς είναι συγκεντρωμένοι σε ένα χώρο, μπορούν εύκολα να συμπράξουν. Κατά συνέπεια, τα σημαντικότερα επαγγέλματα που ασκούνται στις πόλεις, εδώ ή εκεί, έχουν οργανωθεί σε συντεχνίες. Αλλά ακόμα και εκεί όπου δεν έχουν οργανωθεί ποτέ σε συντεχνίες, το πνεύμα της συντεχνίας, ο (ρθόνος των ξένων, η άρνηση τους να δεχτούν μαθητευόμενους ή να καταστήσουν γνοχπά τα μυστικά του επαγγέλματος γενικά κυριαρχούν και συχνά τους επιτρέπουν τελικά, μέσω της δημιουργίας εθελοντικών ενώσεων και συμφωνιών, να εμποδίζουν τον ελεύθερο ανταγωνισμό που δεν είναι σε θέση να τον απαγορεύσουν με εσοπερικούς κανονισμούς. Τα επαγγέλματα που απασχολούν έναν πολύ μικρό αριθμό χεριών προσχωρούν πολύ εύκολα σε αυτές τις ενώσεις. Για να εξασφαλιστεί η συνέχεια της εργασίας χιλίων κλωστών και υφαντών απαιτούνται ίσως έξι λαναράδες. Εάν αυτοί συνεταιριστούν με στόχο να μπ δέχονται μαθητευόμενους, είναι σε θέση όχι μόνο να μεγεθύνουν την απασχόλησή τους, αλλά και να υποβιβάσουν τον συνολικό κλάδο σε ένα είδος υποδουλωμένης σε αυτούς εργασίας, και να ανυψώσουν την τιμή της εργασίας τους πολύ πάνω από εκείνη που συναρτάται με τη φύση της απασχόλησής τους. 23. Οι κάτοικοι της υπαίθρου, λόγω του ότι είναι διάσπαρτοι σε απομακρυσμένα μέρη, δεν μπορούν να συνεταιριστούν εύκολα. Όχι μόνο δεν έχουν ποτέ οργανωθεί σε συντεχνίες, αλλά ούτε το συντεχνιακό πνεύμα κυριάρχησε ποτέ μεταξύ τους. Κανενός είδους μαθητεία δεν θεωρήθηκεποτέ απαραίτητη προκειμένου να αποκτήσει κάποιοςτα προσόντα του αγρότη, που είναι το μεγάλο επάγγελμα της χώρας. Ωστόσο, αν εξαιρέσουμε αυτά που αποκαλούνται «καλές τέχνες» και τα ελεύθερα επαγγέλματα, ίσως δεν υπάρχει άλλο επάγγελμα που να απαιτεί τόσο μεγάλη ποικιλία γνώσεων και εμπειρίας. Οι αναρίθμπτοι τόμοι που έχουν γραφτεί σχετικά με το θέμα αυτό σε όλες τις γλώσσες, μπορούν να μας πείσουν ότι τα σοφότερα και πιο μορφωμένα έθνη δεν το θεώρησαν ποτέ ένα ζήτημα εύκολα κατανοητό. Και απ* όλους αυτούς τους τόμους, μάταια θα επιχειρήσουμε να συλλέξουμε τη γνώση των ποικίλων και περίπλοκων λειτουργιών του, τις οποίες συνήθοος κατέχει ακόμα και ο κοινός αγρότης. Και
166
Ανταμ
Σμιθ
όμως, πόσο περιφρονητικά αρέσκονται να μιλούν γι' αυτό κάποιοι αστόχαστοι από τους συγγραφείς των τόμων αυτών. Από τπν άλλπ πλευρά,είναι αμφίβολο αν υπάρχει κάποιοεπάγγελματηςκοινπςχειροτεχνίας, οι λειτουργίες του οποίου να μπν μπορούν να εξπγπθούν με τπ μέγιστπ δυνατή πλπρότπτα και ακρίβεια σε κάποιο φυλλάδιο λίγων σελίδων, με λόγια αλλά και με σχήματα. Στπν ιστορία των τεχνών που εκδόθπκε από τπ Γαλλική Ακαδπμία Επιστπμών, πολλά από τα επαγγέλματα αυτά εξπγούνται με αυτόν τον τρόπο. Πέραν αυτού, π οργάνωσπ των γεωργικών εργασιών, που πρέπει να προσαρμόζονται σε κάθε μεταβολή του καιρού όηως και σε πολλές άλλες συγκυρίες, απαιτεί πολύ μεγαλύτερη κρίση και περίσκεψη, απ* ό,τι στην περίπτωση των εργασιών που μένουν πάντα οι ίδιες ή σχεδόν οι ίδιες. 21. Δεν είναι μόνο η τέχνη του αγρότη-επιχειρηματία, η γενική διεύθυνση των εργασιών της αγροτικής οικονομίας που απαιτεί πολύ περισσότερη επιδεξιότητα και εμπειρία απ* ό,τι η πλειονότητα των επαγγελμάτων της χειροτεχνίας, αλλά και πολλοί κατώτεροι κλάδοι της εργασίας της υπαίθρου. Αυτός που κατεργάζεται τον μπρούτζο και το σίδηρο, εργάζεται με εργαλεία και υλικά των οποίων η σκληρότητα είναι η ίδια ή σχεδόν η ίδια. Αλλά αυτός που οργώνει τη γη με μια ομάδα αλόγων ή βοδιών, εργάζεται με «εργαλεία» των οποίων η υγεία, η δύναμηκαιοχαρακτήρας είναι πολύ διαφορετικά, ανάλογα με τις συνθήκες. Η κατάσταση των υλικών που κατεργάζεται είναι τόσο μεταβλητή όσο και αυτή των εργαλείων με τα οποία εργάζεται, και γι' αυτό θα πρέπει να διαχειρίζεται και τα δύο με πολλή κρίση και περίσκεψη. Ο κοινός γεωργός, παρότι γενικά αντιμετωπίζεται ως το πρότυπο βλακείας και άγνοιας, σπανίως σφάλλει στπν κρίση και στην επιλογή του. Βέβαια, είναι λιγότερο μαθημένος στις κοινωνικές συναλλαγές από τον τεχνίτη που ζει στην πόλη. Η φωνή και η γλώσσα του είναι περισσότερο αδέξιες και γίνονται πιο δύσκολα αντιληπτές απ* αυτούς που δεν είναι συνηθισμένοι στουςτρόπουςτου. Ωστόσο, η αντίληψήτου, συνηθισμένη στην εξέταση μιας μεγαλύτφπς ποικιλίας αντικειμένων, είναι γενικά πολύ ανώτερη της αντίληψης των άλλων, των οποίων το σύνολο της προσοχής από το πρωί ώς το βράδυ απασχολείται στην εκτέλεση μίας ή δύο πολύ απλών ενεργειών. Το πόσο πολύ ανώτερες είναι στηνπραγματικότητα οι κατώτερεςτάξεις της υπαίθρου απόαυτές της πόλης είναι πολύ γνοχΓτό σε όσους, είτε για επαγγελματικούς λόγους είτε από περιέργεια, έχουν συνδιαλλαγεί και με τις δύο. Γι* αυτόν το λόγο, στην Κίνα και στο Ινδοστάν τόσο η κοινωνική θέση όσο και ο μισθός των εργατών της υπαίθρου λέγεται ότι είναι ανώτερα αυτών της πλειονότητας των τεχνιτών και των εργαζομένων στη μανιφακτούρα. Το ίδιο μάλλον θα συνέβαινε παντού, εάν δεν το εμπόδιζαν οι συντεχνιακοί νόμοι και το συντεχνιακό πνεύμα.
Έρευνα yia τη Φύση και τιε Anies του Πλούτου των Εθνών
167
2 5. Η ανωτερότητα της οικονομικής δραστηριότητας των πόλεων απέναντι σε αυτήν της υπαίθρου, σε ολόκληρη την Ευρώπη, δεν οφείλεται αποκλειστικά στις συντεχνίες και τους συντεχνιακούς νόμους. Υποστηρίζεται και από πολλές άλλες ρυθμίσεις. Οι υψηλοί δασμοί που βαρύνουν τις ξένες μανιφακτούρες και όλα τα αγαθά που εισάγονται από αλλοδαπούς εμπόρους κατατείνουν στον ίδιο σκοπό. Q συντεχνιακοί νόμοι επιτρέπουν στους κατοίκους των πόλεων να αυξάνουν τις τιμές τους χωρίς το φόβο να πωλήσουν μικρότερες ποσότητες, λόγω του ελεύθερου ανταγωνισμού, από τους συμπατριώτες τους. Αυτές οι άλλες ρυθμίσεις τούς εξασφαλίζουν επίσης από τον ανταγωνισμό των ξένων. Η αύξηση των τιμών που προκαλείται και από τα δύο είδη ρυθμίσεων πληρώνεται τελικά παντού από τους γαιοκτήμονες, τους αγρότες-επιχειρηματίες και τους εργάτες της υπαίθρου, οι οποίοι σπανίως αντιτίθενται στην καθιέρωση αυτού του είδους των μονοπωλίων. Αυτοί συνήθως δεν έχουν ούτε την τάση, ούτε την ικανότητα να συνεταιριστούν. Και οι κραυγές και η σοφιστεία των εμπόρων και των ιδιοκτητών μανιφακτούρας τούς πείθουν εύκολα ότι το ιδιωτικό συμφέρον ενός μέρους, και μάλιστα τουυποδεέστερουμέρουςτηςκοινωνίας,είναιτο γενικό συμφέρον του συνόλου. 26. Στη Μεγάλη Βρετανία, φαίνεται ότι η ανωτερότητα της οικονομικής δραστηριότητας των πόλεων απέναντι σε αυτήν της υπαίθρου υπήρξε εντονότερη στο παρελθόν απ* ό,τι είναι σήμερα Ο μισθόςτης εργασίας στηνύπαιθρο πλησιάζει περισσότερο αυτόντης εργασίας στις μανιφακτούρεςκαι τα κέρδη του αποθέματοςπου απασχολείται στις αγροτικές καλλιέργειες πλησιάζουν περισσότερο αυτά του εμπορικού και μανιφακτουρικού αποθέματος, σε σχέση με το τι συνέβαινε στον προηγούμενο αιώνα ή στις αρχές του τρέχοντος αιώνα. Η μεταβολή αυτή μπορεί να θεωρηθεί ως η απαραίτητη, παρότι αποτελεί καθυστερημένη συνέπεια της ασυνήθιστης ενθάρρυνσης που δόθηκε στην οικονομική δραστηριότητα των πόλεων. Το συσσοαρευμένο σε αυτές απόθεμα καταλήγει να είναι τόσο μεγάλο, ώστε να μην μπορεί πλέον να απασχοληθεί με το παλαιό κέρδος σε εκείνα τα είδη δραστηριότητας που χαρακτηρίζουν τις πόλεις. Η οικονομική αυτή δραστηριότητα, όπως και κάθε άλλη, έχει τα όριά της. Και η αύξηση του αποθέματος, μέσω της αύξησης του ανταγωνισμού, μειώνει υποχρεοατικά το κέρδος. Η μείοχπι του κέρδους εξαναγκάζει το απόθεμα να εξέλθει προς την ύπαιθρο, όπου, με τη δημιουργία νέας ζήτησης για εργασία εκεί, αυξάνει υποχρεωτικά το μισθό της. Στη συνέχεια, απλώνεται -αν μπορώ να το πω έτσι- στην επιφάνεια της γης και με την απασχόλησή του στις αγροτικές καλλιέργειες αποκαθίσταται εν μέρει στην ύπαιθρο, εις βάρος της οποίας,σε
168
Ανταμ
Σμιθ
έναν μενάλο βαθμό, είχε αρχικά συσσωρευτεί στην πόλη. Το ότι οι μεγαλύτερες βελτιώσεις της υπαίθρου σε όλη την Ευρώπη οφείλονται σε τέτοιες υπερχειλίσεις αποθέματος που αρχικά είχε συσσωρευτεί στις πόλεις, θα προσπαθήσω να το αποδείξω στη συνέχεια. Και ταυτόχρονα θα αποδείξω ότι, παρόλο που μερικές χώρες κατέκτησαν σε αυτή την πορεία έναν σημαντικό βαθμό αφθονίας, αυτή καθεαυτή είναι υποχρεωτικά βραδεία στην εξέλιξή της, αβέβαιη, και διατρέχει τον κίνδυνο να διαταραχθεί και να διακοπεί από αναρίθμητα ατυχήματα, και από κάθε άποψη είναι αντίθετη στη φυσική και λογική τάξη. 27. Άνθρωπατου ιδίου επαγγέλματοςσπανίοοςσυναντώνται μεταξύτους, ακόμα και για το κέφι και την ψυχαγωγία τους, όμοος η συνομιλία μεταξύ τους καταλήγει σε μια συνοομοσία κατά του κοινού ή σε κάποιο τέχνασμα για την άνοδο των τιμών. Βέβαια, είναι αδύνατον να αποτρέψει κανείς αυτού του είδους τις συναντήσεις με κάποιο νόμο που θα μπορούσε να εςκιρμοστεί, αλλά και θα ήταν συμβατός με τη δικαιοσύνη και την ελευθερία. Παρότι όμως ο νόμος δεν μπορεί να εμποδίσει τους ανθρώπους του ιδίου επαγγέλματος να συναθροίζονται, δεν θα έπρεπε να κάνει τίποτα που να διευκολύνει αυτές τις συναθροίσεις, πολύ περισσότερο κάτι που να τις καθιστά απαραίτητες. 28. Μια ρύθμιση που υποχρεώνει όσους έχουν το ίδιο επάγγελμα σε μια συγκεκριμένη πόλη να δηλώνουν το όνομα και τον τόπο κατοικίας τουςσε δημόσιους καταλόγους, διευκολύνει αυτέςτιςσυναθροίσεις. Η ρύθμιση αυτή φέρνει σε επαφή άτομα που πιθανώς, υπό διαφορετικές συνθήκες, δεν θα γνωρίζονταν ποτέ μεταξύ τους, και προσφέρει σε κάθε άτομο του επαγγέλματος μια κατεύθυνση για την αναζήτηση των ομοίων του. 29. Μιαρύθμιση που επιτρέπει σταάτοματου ιδίου επαγγέλματος να αυτοφορολογούνται, προκειμένου να συνδράμουν τους φτωχούς, τους αρρώστους, τις χήρες και τα ορφανά τους, προσφέροντάς τους ένα κοινό ταμείο που θα μπορούν να το διαχειρίζονται, καθιστά αυτές τις συναθροίσεις αναγκαίες. 30. Μια συντεχνία όχι μόνο τις καθιστά απαραίτητες, αλλά και επιτρέπει στην πλειονότητα να δεσμεύει το σύνολο. Ένας αποτελεσματικός συνεταιρισμός σε ένα ελεύθερο επάγγελμα μπορεί να εγκαθιδρυθεί μόνο με την ομόφωνη συγκατάθεση κάθε απλού επαγγελματία και μπορεί να διαρκέσει μόνο για όσο διάστημα το κάθε απλό μέλος συνεχίζει να έχει την ίδια γνώμη. Η πλειονότητα μιας συντεχνίας έχει τη δυνατότητα να θεσπίσει έναν εσωτερικό κανονισμό με τις ανάλογες ποινές, που θα περιορίζει τον ανταγωνισμό mo αποτελεσματικά και σίγουρα arf ό,τι ο οποιοσδήποτε εθελοντικός συνεταιρισμός. 31. Η πρόφαση ότι οι συντεχνίες είναι απαραίτητες για την καλύτερη
Έρευνα yia τη Φύση και τιε Anies του Πλούτου των Εθνών
169
διεύθυνση του εμπορίου είναι παντελώς ατεκμηρίωτη. Η πραγματική και αποτελεσματική πειθαρχία που επιβάλλεται σε έναν τεχνίτη δεν είναι η πειθαρχία της συντεχνίας του, αλλά αυτή των πελατών του. Αυτό που περιορίζει τις απάτες και επανορθώνει την αδιαφορία του είναι ο φόβος της απώλειας της απασχόλησής του. Μια αποκλειστική συντεχνία κατ' ανάγκη μειώνει τη δύναμη αυτής της πειθαρχίας, καθώς, στην περίπτωση αυτή, θα πρέπει να απασχολείται ένα δεδομένο σύνολο τεχνιτών, είτε αυτοί συμπεριφέρονται σοκπά είτε όχι. Γι' αυτόν ακριβώς το λόγο, σε πολλές μεγάλες πόλεις οργανωμένες σε συντεχνίες, δεν συναντάμε κανέναν τεχνίτη ανεκτής στάθμης, ακόμα και σε κάποια από τα πλέον απαραίτητα επαγγέλματα. Αν θέλετε να γίνει η δουλειά σας στην εντέλεια, θα πρέπει να την κάνετε στα προάστια, όπου οι τεχνίτες, επειδή δεν έχουν κανένα αποκλειστικό προνόμιο, εξαρτώνται μόνο από το χαρακτήρα τους, και να την εισαγάγετε λαθραία στην πόλη όσο καλύτερα μπορείτε. 32. Μ* αυτόακριβώςτοντρόπο, ηπολιτική της Ευρώπης, περιορίζοντας τον ανταγωνισμό μερικών επαγγελμάτων σε έναν μικρότερο αριθμό ατόμων απ* αυτόν όσων θα ήταν διατεθειμένοι, υπό διαφορετικές συνθήκες, να εισέλθουν σε αυτά, προκαλεί μια πολύ σημαντική ανισότητα στο σύνολο των πλεονεκτημάτων και μειονεκτημάτων των διαφόρων απασχολήσεων εργασίας και αποθέματος. 33. Δεύτερον, η πολιτική της Ευρώπης, μέσω της αύξησης του ανταγωνισμού σε ορισμένα επαγγέλματα, πέραν αυτού που θα υπήρχε φυσιολογικά, προκαλεί μια άλλη, αντίθετου είδους, ανισότητα στο σύνολο των πλεονεκτημάτων και μειονεκτημάτων των διαφόρων απασχολήσεων εργασίας και αποθέματος. 34. Η εκπαίδευση ενός κατάλληλου αριθμού νέων ανθρώπων σε ορισμένα επαγγέλματα θεωρήθηκε τόσο μεγάλης σημασίας, ώστε μερικές φορές το κοινό και η αφοσίωση των ιδιωτών ιδρυτών καθιέρωσαν για το σκοπό αυτόν πολλά επιδόματα, υποτροφίες, εκθέσεις, δωρεές κ.λπ., που προσέλκυσαν σε αυτά τα επαγγέλματα πολύ περισσότερους ανθρώπους arf όσους θα ενδιαφέρονταν, υπό διαφορετικές συνθήκες, να τα ακολουθήσουν. Πιστεύω ότι σε όλες τις χριστιανικές χώρες η εκπαίδευση της πλειονότητας των κληρικών πληρώνεται με αυτόν τον τρόπο. Πολύ λίγοι είναι αυτοί που εκπαιδεύονται αποκλειστικά με δικά τους έξοδα. Επομένως, η μακροχρόνια, κοπιαστική και δαπανηρή εκπαίδευση δεν θα τους προσφέρει πάντα μια ανάλογη αμοιβή, καθώς η εκκλησία κατακλύζεται από ανθρώπους οι οποίοι, προκειμένου να βρουν μια απασχόληση, είναι πρόθυμοι να δεχτούν πολύ μικρότερη αποζημίωση από αυτήν που υπό διαφορετικές συνθήκες θα δικαιούνταν λόγω της εκπαίδευσής τους. Και κατ* αυτόν τον τρόπο, ο ανταγωνισμός των φτωχών μειώνει την
170
Ανταμ Σμιθ
αμοΜβή των πλουσίων. Θα ήταν βέβαια απρέπεια να συγκρίνουμε έναν ιερέα ή έναν πρεσβύτερο με τον έμμισθο τεχνίτη ενός οποιουδήποτε επαγγέλματος. Ωστόσο, είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι η πληρωμή ενός ιερέα ή ενός πρεσβύτερου είναι της ίδιας φύσης με την αμοιβή ενός έμμισθου τεχνίτη. Και οι τρεις πληρώνονται για την εργασία τους, σύμφωνα με ένα συμβόλαιο που έτυχε να έχουν υπογράψει με τους αντίστοιχους ανοπέρουςτους. Ακόμα και μετά τα μέσατου 14ου αιώνα, η συνήθης αμοιβή ενός εφημέριου ή ενός έμμισθου ιερέα ενορίας στην Αγγλία, όπως ρυθμίστηκε αηό τα διατάγματα διαφόρων εθνικών συμβουλίων, ήταν 5 μάρκα, τα οποία περιείχαν τόσο άργυρο όσο περίπου και 10 σημερινές στερλίνες. Την ίδια περίοδο, η άμοιβή ενός επαγγελματία κτίστη ήταν 4 πένες την ημέρα, που περιείχαν την ίδια ποσότητα αργύρου με ένα σημερινό σελίνι,καιηαμοιβή ενός έμμισθου κτίστη ήταν 3 πένες την ημέρα, ίσες με 9 σημερινές πένες^. Επομένοχ;, ο μισθόςκαι των δύο αυτών εργαζομένων, αν υποθέσουμε ότι αυτοί απασχολούνται συνεχώς, ήταν πολύ ανώτερος του μισθού ενός εφημέριου. Αν υποθέσουμε ότι ο επαγγελματίας κτίστης δεν είχε σταθερή απασχόληση επί το ένα τρίτο του χρόνου, η αμοιβή του θα εξισωνόταν με αυτήν του εφημέριου. Από ένα διάταγμα του 12ου έτους της βασιλείας της Άννας (1713), κεφ. 12, ορίζεται ότι «επειδή, λόγω ελλείψεως επαρκών μέσων συντήρησης και ενθάρρυνσης των εφημερίων, σε πολλά μέρη οι ιερείς εφοδιάζονται με πενιχρά μέσα, ο αρχιεπίσκοπος έχει την εξουσιοδότηση να υποδείξει εγγράφως με την υπογραφή και τη σφραγίδα του έναν ορισμένο επαρκή μισθό ή επίδομα, που δεν θα υπερβαίνει τις 50 στερλίνες και δεν θα είναι μικρότερος από 20 στερλίνες το χρόνο». Οι 40 στερλίνες το χρόνο θεωρούνται σήμερα ο)ς μια πολύ καλή αμοιβή για έναν εφημέριο, όμοος, παρά τη νομοθετική αυτή πράξη, υπάρχουν πολλοί εφημέριοι που αμείβονται με λιγότερες από 20 στερλίνες το χρόνο. Στο Λονδίνο υπάρχουν έμμισθοι υποδηματοποιοί που κερδίζουν 40 στερλίνες το χρόνο και δύσκολα θα βρούμε σε αυτή τη μητρόπολη κάποιον επιμελή εργάτη οποιουδήποτε είδους που να αμείβεται με λιγότερες από 20 στερλίνες το χρόνο. Βέβαια, το ποσό αυτό δεν υπερβαίνει αυτά που κερδίζουν συνήθως οι κοινοί εργάτες πολλών επαρχιακών ενοριών. Οποτεδήποτε ο νόμος προσπάθησε να ρυθμίσει το μισθό των φγατών, αυτό γινόταν πάντα με σκοπό τη μείωση και όχι την αύξησή του. Ωστόσο, ο νόμος σε πολλές περιστάσεις προσπάθησε να αυξήσει το μισθό των εφημερίων και να υποχρεώσει τους επικεφαλής των ενοριών να τους δώσουν κάτι περισσότερο από τα άθλια μέσα συντήρπσης τα οποία θα ήταν πρόθυμοι να δεχτούν οι ίδιοι. Και στις δύο περιπτώσεις, φαίνεται ότι ο νόμος υπήρξε εξίσου αναποτελεσματικός και δεν μπόρεσε ποτέ ούτε να
Έρευνα yia τη Φύση και τιε Anies του Πλούτου των Εθνών
171
αυξήσει το μισθό των εφημερίων, ούτε να μειώσει το μισθό των εργατών στον επιθυμητό βαθμό. Και αυτό επειδή δεν μπόρεσε ποτέ να εμποδίσει ούτε τους μεν να είναι πρόθυμοι να δεχθούν μια αμοιβή μικρότερη από τπ νόμιμη, λόγω της φτωχής τους θέσης και της πλειάδας των ανταγωνιστών τους, ούτε τους δε να εισπράττουν περισσότερα εξαιτίας του αντίθετου ανταγωνισμού αυτών που προσδοκούσαν να αντλήσουν κέρδη ή ευχαρίστηση από την απασχόλησή τους. 35. Q μεγάλες δωρεές και άλλα εκκλησιαστικά αξιώματα στηρίζουν την υπόληψη της εκκλησίας, παρά τις δυσχερείς οικονομικές συνθήκες ορισμένων από τα κατώτερα μέλη της. Ο σεβασμός που επιδεικνύεται στο επάγγελμα συνιστά μια αντιστάθμιση ακόμα και γι' αυτούς, παρά την πενιχρότητα της χρηματικής τους αποζημίοχιης. Στην Αγγλία, και σε όλεςτις ρωμαιοκαθολικέςχώρες, ο λαχνός της εκκλησίας στηνπραγματικότηταείναι πολύ περισσότερο συμφέρων arf0,τι είναι απαραίτητο. Τοπαράδειγματων εκκλησιών τηςΣκοτίας,τηςΓένοβας και πολλών άλλων προτεσταντικών εκκλησιών μπορεί να μας πείσει ότι σε ένα τόσο σεβαστό επάγγελμα, όπου π εκπαίδευση προσφέρεται τόσο εύκολα, οι ελπίδες πολύ μετριοπαθέστερων απολαβών θα προσελκύσουν στις τάξεις των ιερωμένων έναν σημαντικό αριθμό μορ(ρωμένων, κόσμιων και ευυπόληπτων ανθρώπων. 36. Σε επαγγέλματα όπου δεν υπάρχουν δωρεές, όπως είναι τα νομικά και π Ιατρική, εάν εκπαιδευόταν ένα ίσο ποσοστό ανθρώπων με δπμόσια δαπάνη, ο ανταγωνισμός θα ήταν τόσο μεγάλος, ώστε η χρηματική τους αμοιβή θα μειωνόταν σημαντικά, θα ήταν τότε πιθανό να μην άξιζε τον κόπο για κανένα απ* αυτά τα επαγγέλματα να εκπαιδεύσει ένας άνθρωπος το παιδί του με δικά του έξοδα. Τα επαγγέλματα αυτά θα αφήνονταν αποκλειστικά σε όσους εκπαιδεύονταν σε δπμόσια φιλανθρωπικά ιδρύματα, ο αριθμός και τα μέσα των οποίων θα τους ανάγκαζαν γενικά να αρκεστούν σε μια πολύ μίζερη αποζπμίωση, με αποτέλεσμα την πλήρη υποβάθμιση των ευυπόλππτων σήμερα επαγγελμάτων των νομικών και της Ιατρικής. 37. Αυτή η δυστυχισμένη ανθρώπινη φυλή, που συνήθως αποκαλείται «άνθρωποι των γραμμάτων», βρίσκεται πολύ κοντά στην κατάσταση που θα χαρακτήριζε πιθανότατα τους δικηγόρους και τους γιατρούς, σύμφωνα με την προπγούμενη υπόθεση. Σε όλα τα μέρη της Ευρώπης, στηνπλειονότητάτους, οι άνθρωποι αυτοί έχουν εκπαιδευτεί για την εκκλησία, αλλά διάφοροι λόγοι τούς εμπόδισαν να εισχωρήσουν στις τάξεις των ιερωμένων. Επομένως, γενικά έχουν εκπαιδευτεί με δημόσιες δαπάνες, και ο αριθμός τους είναι παντού τόσο μεγάλος ώστε μαώνει την τιμή της εργασίαςτους σε μια πενιχρή αποζημίωση. 38. Πριν από τπν ανακάλυψπ της τέχνης της τυπογραφίας, η μόνη απασχόληση με την οποία θα μπορούσε ένας άνθρωπος των γραμμάτων
172
Ανταμ
Σμιθ
να κερδίζει κάτι με τα προσόντα του, ήταν αυτή ενός δημόσιου ή ιδιο)τικού δασκάλου ή αυτή της κοινοποίησης στους άλλους ανθρώπους των παράξενων και χρήσιμων γνώσεων που είχε αποκτήσει ο ίδιος: και αυτή εξακολουθεί αοφαΚώς να είναι μια πιο χρήσιμη και, γενικά, ακόμα πιο επικερδής απασχόληση από αυτήν της συγγραφής ενός βιβλίου προς έκδοση, η οποία ξεπήδησε από την τέχνη της τυπογραφίας. Ο χρόνος, π μελέτη, η ευφυΐα, οι γνώσεις και η απαιτούμενη προσπάθεια προκειμένου να χαρακτηριστεί κάποιος «διαπρεπής δάσκαλος των επιστημών» είναι τουλάχιστον ίσα με αυτά που απαιτούνται για τους μεγαλύτερους επαγγελματίες των νομικών και της Ιατρικής. Ωστόσο, η συνήθης αμοιβή του επιφανούς δασκάλου απέχει πολύ από αυτήν του νομικού και του γιατρού. Και αυτό γιατί το επάγγελμα του ενός είναι κορεσμένο με φτωχούς οι οποίοι εκπαιδεύτηκαν σε αυτό με δημόσιες δαπάνες, ενώ τα επαγγέλματα των άλλων δύο επιβαρύνονται με πολύ λίγους επαγγελματίες που δεν εκπαιδεύτηκαν με δικές τους δαπάνες. Ωστόσο, όσο μικρή και αν φαίνεται η συνήθης αποζημίωση των δημόσιων και ιδιωτικών δασκάλων, θα ήταν ασφαλώς πολύ μικρότερη αν δεν απομακρυνόταν από την αγορά ο ανταγωνισμός αυτών των ακόμα περισσότερο φτωχών ανθρώπων των γραμμάτων που γράφουν για ένα κομμάτι ψωμί. Πριν από την ανακάλυψη της τυπογραφικής τέχνης, «σπουδαστής» και «επαίτης» φαίνεται ότι ήταν όροι που έτειναν να είναι συνώνυμοι. Φαίνεται μάλιστα ότι, πριν από την εποχή εκείνη, οι διάφοροι διευθυντές των πανεπιστπμίων συχνά παραχωρούσαν στους σπουδαστές το δικαίωμα να επαιτούν. 39. Κατά τους αρχαίους χρόνους, πριν ακόμα καθιερωθούν αυτού του είδους οι φιλανθρωπίες για την εκπαίδευση των άπορων ανθρώπων στα επαγγέλματα ανώτερης μόρφοχτης, (ραίνεται ότι οι αμοιβές των επιφανών δασκάλων ήταν πολύ σημαντικότερες. Ο Ισοκράτης, στο Λόγοε κατά των Σοφιστών» μέμφεται τους δασκάλους της εποχής του για ασυνέπεια. «Υπόσχονται τα πιο θαυμάσια πράγματα στους μαθητές τους», λέει, «και αναλαμβάνουν να τους διδάξουν να γίνουν σοφοί, ευτυχείς και δίκαιοι, και για μια τόσο σημαντική υπηρεσία αποδέχονται τη μίζερη ανταμοιβή των τεσσάρων ή πέντε μνων». «Αυτοί που διδάσκουν τη σοφία», συνεχίζει ο Ισοκράτης, «θα όφειλαν να είναι σο<ροί οι ίδιοι, αν όμως ένας άνθρωπος πωλούσε μια τέτοια υπηρεσία σε μια τέτοια τιμή, θα καταδικαζόταν για την πιο προςκινή τρέλα». Εδώ ο Ισοκράτης δεν έχει λόγο να μεγαλοποιήσει την αμοιβή, και μπορούμε να είμαστε βέβαιοι όη αυτή δεν ήταν μικρότερη απ* όσο παρουσιάζεται. Q 4 μνεςήταν ίσες με 13 στερλίνες, 6 σελίνια και 8 πένες, και οι 5 μνες με 16 στερλίνες, 13 σελίνια και 4 πένες. Επομένοχ;, ο διαπρεπέστερος απότουςδασκάλουςτηςΑθήναςτηςεποχήςεκείνης
Έρευνα yia τη Φύση και τιε Anies του Πλούτου των Εθνών
173
θα πρέπει να αμειβόταν με ένα ποσό όχι μικρότερο από το μεγαλύτερο από τα δύο αυτά ποσά. Ο ίδιος ο Ισοκράτπς ζπτούσε από κάθε μαθπτή του 10 μνες π 33 στερλίνες, 6 σελίνια και 8 πένες. Λέγεται ότι σιαν δίδασκε στπν Αθιίνα, είχε εκατό μαθπτές. θεωρώ ότι αυτός πταν ο αριθμός αυτών που δίδασκε μια δεδομένπ στιγμπ ιί αυτών που παρακολουθούσαν αυτό που θα ονομάζαμε «μια σειρά παραδόσεων», αριθμός που δεν (ραίνεται υπερβολικός για μια τόσο μεγάλπ πόλπ και έναν τόσο περίφπμο δάσκαλο, ο οποίος επιπλέον τπν εποχή εκείνπ δίδασκε τπν πιο μοντέρνα arf όλες τις επιστήμες, τπ ρπτορική. θα πρέπει επομένως να κέρδιζε, στο τέλος μιας σειράς παραδόσεων, 1.000 μνες ή 3.333 στερλίνες, 6 πένες, 8 σελίνια. Αντίστοιχα, αναφέρεται από τον Πλούταρχο σε ένα άλλο σπμείο ότι 1.000 μνες ήταν το Δίδακτρόν του ή π συνήθπς αμοιβή τπς διδασκαλίας του. Πολλοί άλλοι επκρανείς δάσκαλοι τπς εποχής εκείνης φαίνεται ότι απέκτησαν μεγάλες περιουσίες. Ο Γοργίας δώρισε στο ιερό των Δελφών το άγαλμά του σε συμπαγή χρυσό. Υποθέτω ότι δεν θα πρέπει να θεωρήσουμε πως το άγαλμα ήταν σε φυσικό μέγεθος. Ο τρόπος ζωής του, όπως και αυτός του Ιππία και του Πρωταγόρα, δύο άλλων επιφανών δασκάλων της εποχής εκείνης, παρουσιάζεται από τον Πλάτωνα ως υπέροχος ακόμα και για επίδειξη. Λέγεται ότι ο ίδιος ο Πλάτων έζησε με μεγαλοπρέπεια. Ο Αριστοτέλης, αφού υπήρξε δάσκαλος του Αλεξάνδρου και αμείφθηκε γενναιόδωρα γι' αυτό, όπαχ; όλοι ξέρουν, τόσο από τον ίδιο όσο και από τον πατέρα του, τον Φίλιππο, θεώρησε ότι άξιζε τον κόπο να επιστρέψει στην Αθήνα και να αναλάβει και πάλι τη διδασκαλία στη σχολή του. Οι δάσκαλοι των επιστημών ήταν την εποχή εκείνη λιγότερο συνήθεις απ* ό,τι κατά τους επόμενους αιώνες, όταν ο ανταγωνισμός είχε μειώσει κάπως τόσο την τιμή της εργασίας τους όσο και το θαυμασμό προς το πρόσωπό τους. Φαίνεται, ωστόσο, ότι οι επιφανέστεροι μεταξύ αυτών απολάμβαναν μια εκτίμηση κατά πολύ ανώτερη αυτής που απολαμβάνουν οι σημερινοί συνάδελφοί τους. Οι Αθηναίοι έστειλαν τον Καρνεάδη της Ακαδημίας και τον στωικό Διογένη σε μια επίσημη πρεσβεία στη Ρώμη. Και, παρότι η πόλη τους είχε παρακμάσει σε σχέση με τα μεγαλεία του παρελθόντος, εξακολουθούσε να αποτελεί ένα ανεξάρτητο και σημαντικό κράτος. Ο Καρνεάδης ήταν γεννημένος Βαβυλώνιος και, δεδομένου ότι κανένας άλλος λαός δεν υπήρξε πιο δύσπιστος στο να επιτρέπει την κατάληψη δημόσιων θέσεων από ξένους όσο οι Αθηναίοι, ο θαυμασμός τους γι' αυτόν θα πρέπει να υπήρξε πολύ μεγάλος. 40. Η ανισότητα αυτή, συνολικά, ίσως είναι περισσότερο επωφελής και λιγότερο επιζήμια για το κοινωνικό σύνολο. Ενδεχομένως να υποβαθμίζει κάπως το επάγγελμα του δημόσιου δασκάλου. Ωστόσο, η
174
Ανταμ
Σμιθ
χαμηλή τιμή της φιλολογικής εκπαίδευσης είναι ασφαλώς ένα πλεονέκτημα που αντισταθμίζει με το παραπάνω αυτή την ασήμαντη ενόχληση. Ακόμα, το κοινωνικό σύνολο θα ήταν δυνατόν να αντλήσει ένα ακόμα μεγαλύτερο όφελος arf αυτήν, αν η συγκρότηση αυτών των σχολείων και των κολεγίων στα οποία παρέχεται η εκπαίδευση ήταν περισσότερο ορθολογική απ* ό,τι είναι σήμερα στο μεγαλύτερο τμήμα της Ευρώπης. 41. Τρίτον, η πολιτική της Ευρώπης, παρεμποδίζοντας την ελεύθερη κυκλοφορία εργασίας και αποθέματος τόσο από απασχόληση σε απασχόληση όσο και από τόπο σε τόπο, προκαλεί σε ορισμένες περιπτώσεις μια πολύ ενοχλητική ανισότητα στο σύνολο των πλεονεκτημάτων και μειονεκτημάτοαν των απασχολήσεών τους. 42.0 θεσμός της μαθητείας εμποδίζει την ελεύθερη κυκλοφορία εργασίας από τη μια απασχόληση στην άλλη, ακόμα και στον ίδιο τόπο. Τα αποκλειστικά προνόμια των συντεχνιών την εμποδίζουν να μετακινηθεί από τον έναν τόπο στον άλλο, ακόμα και στην ίδια απασχόληση. 43. Συχνά, οι εργάτες μιας μανιφακτούρας έχουν υψηλούς μισθούς, ενώ οι εργάτες μιας άλλης αρκούνται σε αμοιβές απλής επιβίωσης. Η πρώτη βρίσκεται σε φάοη ακμής και έχει επομένοος συνεχή ζήτηση για νέα χέρια. Η δεύτερη βρίσκεται σε φάση παρακμής και π υπερεπάρκεια χεριών συνεχώς αυξάνεται. Οι δύο αυτές μανιφακτούρες ενδέχεται μερικές φορές να βρίσκονται στην ίδια πόλη, και μερικές στην ίδια περιοχή, χωρίς να είναι η μία σε θέση να προσφέρει στην άλλη την παραμικρή βοήθεια. Στη μία περίπτωση ενδέχεται να αντιτίθεται ο θεσμός της μαθητείας και στην άλλη ο θεσμός αυτός μαζί με μια αποκλειστική συντεχνία. Ωστόσο, σε διάφορες μανιφακτούρες, οι διεργασίες είναι τόσο παρεμφερείς, ώστε οι εργάτες θα μπορούσαν εύκολα να αλλάξουν επάγγελμα ο ένας με τον άλλο, αν δεν τους εμπόδιζε αυτή η παράλογη νομοθεσία. Οι τέχνες της ύ(ρανσης λινού και μεταξιού είναι, για παράδειγμα, σχεδόν τελείως ίδιες. Η τέχνη της ύφανσης μάλλινου είναι κάπως διαφορετική. Όμ€ι)ς, η διαφορά είναι τόσο μικρής σημασίας, ώστε ένας υφαντής λινού ή μεταξιού θα μπορούσε να εξελιχθεί σε ανεκτό υφαντή του μαλλιού σε πολύ λίγες ημέρες. Αν, επομένως, μία από τις τρεις αυτές σημαντικές μανιφακτούρες γνώριζε την παρακμή, οι εργάτες θα μπορούσαν να βρουν απασχόληση σε μία από τις άλλες δύο, που θα γνώριζαν μια περισσότερο ακμάζουσα κατάσταση, και ο μισθός τους ούτε θα αυξανόταν υπερβολικά στην ανθηρή μανκρακτούρά ούτε θα συρρικνωνόταν υπερβολικά στην παρακμάζουσα. Βέβαια, με ειδικό ψήφισμα, η μανκρακτούρατου λινού στην Αγγλία είναι ανοικτή στον οποιονδήποτε, αλλά, καθώς το λινάρι δεν καλλιεργείται πολύ στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας, δεν
Έρευνα yia τη Φύση και τιε Anies του Πλούτου των Εθνών
175
έχει τη δυνατότητα της γενικευμένης υποδοχής των εργαζομένων από τις παρακμάζουσες μανιφακτούρες, οι οποίοι, όπου υφίσταται ο θεσμός της μαθητείας, δεν έχουν άλλη επιλογή από το να ζουν από την πρόνοια της ενορίας είτε να εργαστούν ως κοινοί εργάτες, σε θέσεις όπου, λόγω των συνηθειών τους, έχουν πολύ λιγότερα προσόντα απ' ό,τι σε οποιονδήποτε τύπο μανιφακτούρας σχετικό με τη δική τους. Επομένως, γενικά προτιμούν να ζήσουν από την πρόνοια της ενορίας. 44. Οτιδήποτε εμποδίζει την ελεύθερη κυκλοφορία εργασίας από μια απασχόληση σε μια άλλη, εμποδίζει αντίστοιχα και αυτήν του αποθέματος, καθώς η ποσότητα του αποθέματος που μπορεί να απασχοληθεί σε οποιονδήποτε κλάδο οικονομικής δραστηριότητας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ποσότητα εργασίας η οποία μπορεί να απασχοληθεί σε αυτόν. Ωστόσο, οι συντεχνιακοί νόμοι προβάλλουν λιγότερα εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία αποθέματος από το ένα μέρος στο άλλο απ' ό,τι στην κυκλοφορία φγασίας. Παντού είναι πολύ ευκολότερο για έναν έμπορο να αποκτήσει από το συμβούλιο μιας πόλης το προνόμιο να εμπορεύεται, απ* ό,τι είναι για έναν φτωχό χειροτέχνη να αποκτήσει το δικαίωμα να εργαστεί εκεί. 45. Τα εμπόδια που παρεμβάλλουν οι συντεχνιακοί νόμοι στην ελεύθερη κυκλοφορία της εργασίας είναι, π ι σ τ ^ , κοινά σε ολόκληρη την Ευρώπη. Αυτά που προκύπτουν από τους νόμους για τους φτωχούς είναι, εξ όσων γνωρίζω, χαρακτηριστικά της Αγγλίας. Συνίστανται στη δυσκολία που συναντά ένας φτωχός άνθρωπος να εγκατασταθεί σε ένα μέρος ή ακόμα στο να του επιτραπεί να ασκήσει το επάγγελμά του σε οποιαδήποτε άλλη ενορία, εκτός αυτής στην οποία ανήκει. Αυτό που εμποδίζεται από τους συντεχνιακούς νόμους είναι μόνο η εργασία των χειροτεχνών και των εργατών μιας μανκρακτούρας. Η δυσκολία απόκτησης της άδειας εγκατάστασης σε ένα μέρος εμποδίζει ακόμα και την εργασία ενός κοινού εργάτη. Ίσως αξίζει τον κόπο να παρουσιάσουμε μια εικόνα της ανάδυσης, της εξέλιξης και της παρούσας κατάστασης αυτής της αναστάταχπις, ίσως της μεγαλύτερης στα αστυνομικά χρονικά της Αγγλίας. 46. Όταν, με την καταστροφή των μοναστηριών, οι φτωχοί στερήθηκαν τη φιλανθρωπία των θρησκευτικών αυτών ιδρυμάτων, έπειτα από κάποιες άλλες, ανεπιτυχείς προσπάθειες ανακούφισής τους, στο 43ο έτος της βασιλείας της Ελισάβετ (1601, θεσπίστηκε διάταγμα, σύμφωνα με το οποίο -κεφ. 2- κάθε ενορία ήταν υποχρεωμένη να φροντίζει τους φτωχούς της. Οριζόταν ακόμα ότι κάθε χρόνο θα έπρεπε να υποδεικνύονται επόπτεςτων φτωχών, οι οποίοι, σε συνεργασία με τους εκκλησιαστικούς επιτρόπους, θα συνέλεγαν.
176
Ανταμ
Σμιθ
μέσω της επιβολής ενός ενοριακού φόρου, τα χρηματικά ποσά που θα εξυπηρετούσαν αυτόν το στόχο. 47. Με το διάταγμα αυτό, κάθε ενορία επο)μΐζόταν απαραιτήτως το καθήκον της φροντίδας των φτωχών της. Κατά συνέπεια, το ερώτημα ποιοι θα έπρεπε να θεωρούνται οι φτωχοί τής κάθε ενορίας απέκτησε ιδιαίτερη σημασία. Ύστερα από κάποιες μεταβολές, το ερώτημα αυτό απαντήθηκε κατά το 13ο και 14ο έτος της βασιλείας του Καρόλου Π (1662), όταν θεσπίστηκε ότι ένα άτομο αποκτούσε το δικαίωμα εγκατάστασης σε μια ενορία έπειτα από σαράντα ημέρες αδιατάρακτης διαμονής του σε αυτήν. Ωστόσο, στο διάστημα αυτό, ύστερα από καταγγελία των εκκλησιαστικών επιτρόπων ή των εποπτών των φτωχών, δύο ειρηνοδίκες είχαν το νόμιμο δικαίωμα να απομακρύνουν έναν νέο κάτοικο στην ενορία της προπγούμενης νόμιμης εγκατάστασής του. Εκτός και αν αυτός είτε ενοικίαζε μια κατοικία προς δέκα στερλίνες το χρόνο είτε μπορούσε να προσφέρει μια εγγύηση που θα απήλλασσε την ενορία από το βάρος τπς φροντίδας του, και την οποία θα έκριναν ως ικανοποιητική οι εν λόγω δικαστές. 48. Λέγεται ότι, ως συνέπεια αυτού του διατάγματος, διαπράχθηκαν κάποιες απάτες, καθώς πολλές φορές οι αξιωματούχοι της ενορίας δωροδοκούσαν τους φτωχούς τους να μεταβούν παράνομα σε άλλες ενορίες, όπου κρυβόμενοι επί σαράντα ημέρες αποκτούσαν το δικαίωμα της εγκατάστασής τους εκεί, απαλλάσσοντας από το βάρος τους την ενορία στην οποία ανήκαν κανονικά. Για το λόγο αυτόν, θεσπίστηκε, στο Ιο έτος της βασιλείας του Ιακώβου II (1685), διάταγμα σύμφωνα με το οποίο οι σαράντα πμέρες αδιατάρακτης διαμονής που απαιτούνται γιατπν απόκτηση της άδειας εγκατάστασης θα υπολογίζονται μόνο από τη στιγμή πουοενδιαφερόμενος υποβάλει γραπτήδήλωσητουτόπου της διαμονήςτου και του αριθμού των μελών της οικογένειάς του σε έναν από τους εκκλησιαστικούς επιτρόπους ή επόπτες της ενορίας όπου έρχεται να κατοικήσει. 49. Φαίνεται όμως ότι οι αξιωματούχοι της ενορίας δεν ήταν πάντοτε περισσότερο τίμιοι σε σχέση με την ενορία τους απ' ό,τι ήταν σε σχέση με τις άλλες ενορίες, και μερικές φορές συνωμοτούσαν σε παρανομίες, καθώς παρελάμβαναν τις δηλώσεις και δεν προέβαιναν στις απαραίτητες ενέργειες που συνεπάγονταν αυτές. Καθώς λοιπόν κάθε άτομο της ενορίας εθεωρείτο ότι είχε συμφέρον να εμποδίζει όσο το δυνατόν περισσότερο την επιβάρυνσή της μέσω τέτοιων παρανομιών, θεσπίστηκε στη συνέχεια, κατά το 3ο έτος της βασιλείας του Γουλιέλμου III (1691), το ότι η διαμονή των σαράντα ημερών θα υπολογίζεται μόνο από τη στιγμή της γραπτής δημοσιοποίησης αυτής της δήλοκιης στην εκκλησία, αμέσως μετά τη θεία Λειτουργία.
Έρευνα yia τη Φύση και τιε Anies του Πλούτου των Εθνών
177
50. «Στο τέλος», λέει ο δόκτωρ Μπερν (Bum), «αυτό το είδος εγκατάστασης, με τις σαράντα συναπτές ημέρες μετά τη δημόσιοποίηση της γραπτής δήλωσης, πολύ σπάνια το αποκτούσε κανείς, και ο στόχος αυτών των ενεργειών ήταν μάλλον η αποφυγή απόκτησης της άδειας εγκατάστασης από τα άτομα που έρχονταν λάθρα σε μια ενορία, παρά η απόκτησή της: και αυτό γιατί η υποβολή της δήλοκτης είναι μια πίεση προς τη μεριά της ενορίας να τους διώξει. Αν όμως η κατάσταση ενός ατόμου είναι τέτοια, ώστε να είναι αμφίβολο το εάν είναι πραγματικά σε θέση να μετοικήσει, με την υποβολή της δήλωσής του θα αναγκάσει την ενορία είτε να του επιτρέψει αδιαμαρτύρητα την εγκατάσταση, ανεχόμενη τη συνέχισή της επί σαράντα ημέρες, είτε να αποφασίσει την απομάκρυνσή του, γεγονός που θα οδηγήσει την υπόθεση στα δικαστήρια». 51. Επομένοος, το διάταγμα αυτό καθιστούσε σχεδόν ανέφικτη την απόκτηση άδειας νέας εγκατάστασης από έναν φτωχό άνθρωπο, με τον παλιό τρόπο της εγκατάστασης επί σαράντα ημέρες. Ωστόσο, προκειμένου να μη (ραίνεται ότι απαγορεύει τελείως στους κοινούς ανθρώπους μιας ενορίας να εγκατασταθούν κάποτε με ασφάλεια σε μια άλλη ενορία, υπεδείκνυε τέσσερις άλλους τρόπους με τους οποίους θα ήταν δυνατόν να αποκτηθεί άδεια εγκατάστασης χωρίς την υποβολή ή δημοσιοποίηση μιας δήλωσης, Ο πρώτος συνίστατο στη φορολόγηση του ενδιαφερομένου μετους φόρους της ενορίας και στην καταβολή αυτών των φόρων. Ο δεύτερος, στην εκλογή σε ένα ενοριακό γραφείο ετήσιας υπηρεσίας και στη θητεία του εκεί επί ένα έτος. Ο τρίτος, στη θητεία του ως μαθητευόμενου της ενορίας. Ο τέταρτος, στην πρόσληψή του ως υπηρέτη και στην χωρίς διακοπή εργασία του σε αυτή τη θέση επί ένα έτος. 52. Είναι αδύνατον να αποκτήσει κανείς άδεια εγκατάστασης με έναν από τους δύο πρώτους τρόπους, εκτός και αν υπάρξει δημόσια απόφαση του συνόλου της ενορίας. Στην πραγματικότητα, καθώς η ενορία είναι απόλυτα ενήμερη των συνεπειών της υιοθέτησης ενός νεοφερμένου, ο οποίος δεν διαθέτει κανένα άλλο στήριγμα πέρα από την εργασία του, δύσκολα θα συγκατατεθεί στην έκδοση άδειας παραμονής, είτε με τπφορολόγησήτου μετους φόρους της ενορίας είτε με την εκλογή του σε ένα ενοριακό γραφείο. 53. Για έναν παντρεμένο είναι αδύνατον να αποκτήσει άδεια εγκατάστασης με κάποιον από τους δύο τελευταίους τρόπους. Ένας μαθητευόμενος σπανίως είναι παντρεμένος και, ως εκ τούτου, θεσπίστηκε ότι ένας παντρεμένος δεν μπορεί να αποκτήσει άδεια εγκατάστασης με το να εργάζεται ως υπηρέτης επί ένα χρόνο. Το κύριο αποτέλεσμα της εισαγωγής της άδειας εγκατάστασης μέσω της εξαρτημένης εργασίας ήταν να εγκαταλειφθεί σε μεγάλο βαθμό η παρωχημένη συ-
178
Ανταμ
Σμιθ
νήθεια της πρόσληψης ενός μισθωτού επί ένα έτος, η οποία κατά το παρελθόν υπήρξε τόσο συνήθης στπν Αγγλία, ώστε ακόμα και σήμερα, όταν δεν συνομολογείται διαφορετικά, ο νόμος υπονοεί ποος ένας υπηρέτης προσλαμβάνεται για ένα χρόνο. Αλλά ούτε οι μάστορες είναι πάντα πρόθυμοι να προσφέρουν στους υπηρέτες τους μια άδεια εγκατάστασης με το να τους προσλαμβάνουν για ένα χρόνο, ούτε και οι υπηρέτες είναι πάντα πρόθυμοι να προσληφθούν με αυτούς τους όρους, γιατί, καθώς η εκάστοτε τελευταία άδεια εγκατάστασης καταργεί όλες τις προηγούμενες, κινδυνεύουν με αυτόν τον τρόπο να χάσουν την αρχική τους άδεια εγκατάστασης στον τόπο της καταγωγής τους, στον τόπο κατοικίας των γονιών και των συγγενών τους. 54. Είναι προφανές ότι κανένας ανεξάρτπτος εργαζόμενος, εργάτης ή τεχνίτης δεν είναι δυνατόν να αποκτήσει άδεια εγκατάστασης, είτε μέσω μαθητείας είτε μέσω μισθωτών υπηρεσιών. Ωστόσο, αν ένας τέτοιος εργαζόμενος μετέφερε τις δραστηριότητές του σε μια νέα ενορία, θα διέτρεχε τον κίνδυνο να απομακρυνθεί, όσο υγιής και φιλόπονος και αν ήταν, από μια ιδιοτροπία ενός επόπτη ή ενός εκκλησιαστικού επιτρόπου, εκτός και αν ενοικίαζε μια κατοικία αντί δέκα στερλινών το χρόνο, πράγμα αδύνατον για κάποιον που δεν έχει τίποτα άλλο για να ζήσει παρά μόνο την εργασία του, ή αν προσέφερε μια εγγύηση για την απαλλαγή της ενορίας από το βάρος του, που θα εθεωρείτο ικανοποιητική από δύο ειρπνοδίκες. Βέβαια, το ύψος τπς εγγύησης που θα απαιτήσουν αυτοί επαφίεται στη διακριτική τους ευχέρεια, όμοος δεν μπορούν να απαιτήσουν λιγότερες από τριάντα στερλίνες, καθώς είχε θεσπιστεί ότι η αγορά ακόμα και ενός ακινήτου με πλήρη κυριότητα, αξίας μικρότερης των τριάντα στερλινών, δεν απέφερε στον αγοραστή την άδεια της εγκατάστασης, εφόσον δεν εθεωρείτο επαρκής για την απαλλαγή τπς ενορίας. Αυτή όμοος είναι μια εγγύηση που σπανίως είναι σε θέση να πληρώσει ένα άτομο το οποίο ζει από την εργασία του. Και συχνά εζπτείτο μια πολύ μεγαλύτερη εγγύηση. 55. Προκειμένου να αποκατασταθεί σε κάποιο βαθμό αυτή η ελεύθερη κυκλοφορία εργασίας, την οποία είχαν αναιρέσει σχεδόν τελείως τα διάφορα αυτά διατάγματα, επινοήθηκε η εφεύρεση των πιστοποιπτικών. Από το 8ο και 9ο έτος της βασιλείας του Γουλιέλμου (1662), θεσπίστηκε ότι, εάν ένα άτομο προσκομίσει ένα πιστοποιητικό από την ενορία όπου έχει νόμιμα εγκατασταθεί, υπογεγραμμένο από τους εκκλησιαστικούς επιτρόπους και τους επόπτες των (ρτωχών και αναγνωρισμένο από δύο ειρηνοδίκες, τότε κάθε άλλη ενορία θα είναι υποχρεωμένη να τον υποδεχτεί. Ακόμα, η απόφαση για τη μετοίκηση αυτού του ατόμου δεν θα λαμβάνεται στη βάση του ενδεχομένου
Έρευνα yia τη Φύση και τιε Anies του Πλούτου των Εθνών
179
να ανατεθεί στη φροντίδα τρίτων, αλλά μόνο όταν πράγματι επωμίζεται τη φροντίδα του η κοινότητα και η ενορία που εκδίδει το πιστοποιητικό θα επιβαρύνεται με τις δαπάνες τόσο της συντήρησης του όσο και της μετοίκησης του. Προκειμένου να δοθούν οι πληρέστερες εγγυήσεις στην ενορία στην οποία έρχεται να κατοικήσει το άτομο με το πιστοποιητικό, θεσπίστηκε ακόμα από το ίδιο διάταγμα ότι δεν θα αποκτούσε εκεί άδεια εγκατάστασης παρά μόνο με την ενοικίαση μιας κατοικίας με δέκα στερλίνες το χρόνο ή με την εργασία του με δική του επιβάρυνση σε ενοριακό γραφείο επί ένα έτος, επομένοχ; ούτε με δήλωση στις Αρχές, ούτε με εξαρτημένη υπηρεσία, ούτε με μαθητεία, ούτε με την καταβολή ενοριακών φόρων. Από το 12ο έτος της βασιλείας της Άννας (1712) -θέσπ. I, κεφ. 18-, θεσπίστηκε περαιτέρω ότι ούτε οι υπηρέτες, ούτε οι μαθητευόμενοι των κατόχων αυτών των πιστοποιητικών μπορούσαν να αποκτήσουν άδεια εγκατάστασης στην ενορία όπου διέμενε αυτός με βάση το πιστοποιητικό του. 56. Το πόσο πολύ αποκατέστησε αυτή η εφεύρεση εκείνη την ελεύθερη κυκλοφορία της εργασίας, την οποία είχαν αναιρέσει σχεδόν ολοσχερώς τα προηγούμενα διατάγματα, μπορούμε να το πληροφορηθούμε από την ακόλουθη, πολύ ευφυή παρατήρηση του δροςΜηερν (Bum). «Είναι προ(ρανές», λέει ο Μπερν (Bum), «ότι υπάρχουν ποικίλοι καλοί λόγοι για να ζπτεί κανείς πιστοποιητικά από τα άτομα που έρχονται να εγκατασταθούν σε ένα οποιοδήποτε μέρος. Kaf αρχάς, προκειμένου τα άτομα που ζουν οος προστατευόμενα απ* αυτούς να μην μπορούν να αποκτήσουν άδεια εγκατάστασης ούτε μέσω μαθητείας, ούτε μέσω εξαρτημένης υπηρεσίας, ούτε με την υποβολή δηλώσεως, ούτε με την καταβολή ενοριακών φόρων. Να μην μπορούν να εγκαταστήσουν ούτε μαθητευόμενούς τους, ούτε μισθωτούς τους. Σε περίπτωση που τη φροντίδα τους επωμιστεί η κοινότητα, να είναι ασφαλώς γνοκπό προς τα πού να μετοικήσουν και η ενορία να πληροοθεί για τη μετοίκηση και τη συντήρησή τους στο εν τω μεταξύ διάστημα. Και, αν αρρωστήσουν και δεν είναι σε θέση να μετοικήσουν, η ενορία που εξέδωσε το πιστοποιητικό να πρέπει να τους συντηρήσει. Όλα αυτά τα πράγματα δεν θα μπορούσαν να κατοχυρωθούν χίορίς τις διατυπώσεις των πιστοποιητικών. Οι λόγοι αυτοί, κατ' αναλογία, θα είναι εξίσου ισχυροί ώστε να αποτρέπουν την έκδοση πιστοποιητικών στις συνήθεις περιπτώσεις. Και αυτό γιατί είναι πολύ πιθανό τα άτομα με τα πιστοποιητικά να επανέλθουν και πάλι στην ενορία τους, αλλά σε χειρότερη κατάσταση». Arf ό,τι φαίνεται, το δίδαγμα αυτής της παρατήρησης είναι ότι τα πιστοποιητικά θα πρέπει να απαιτούνται πάντα από την ενορία στην οποία έρχεται να κατοικήσει ένας φτωχός και ότι θα πρέπει πολύ σπάνια να
180
Ανταμ
Σμιθ
εκδίδονται από αυτήν την οποία προτίθεται να εγκαταλείψει. «Στο ζητημάτων πιοτοποιητικώνυπάρχει μιαταλαιπωρία», δηλώνει ο ίδιος ευφυής συγγραφέας στην Ιστορία των Νόμων για τονε Φιωχούε: «Εναποθέτοντάς το στην αρμοδιότητα ενός αξιωματούχου της ενορίας, φυλακίζουμε έναν άνθρωπο διά βίου, ανεξάρτητα από το πόσο δυσχερές είναι το να συνεχίζει να ζει στο μέρος όπου είχε την ατυχία να αποκτήσει αυτό που αποκαλείται ''άδεια εγκατάστασης" ή το πόσο μεγάλα είναι τα οφέλη στα οποία ελπίζει με τη μετοίκησή του σε ένα άλλο μέρος». 57. Παρότι ένα πιστοποιητικό δεν εμπεριέχει κάποιο αποδεικτικό καλής συμπεριφοράς και δεν πιστοποιεί τίποτα άλλο από το ότι το συγκεκριμένο άτομο ανήκει στην ενορία στην οποία πράγματι ανήκει, η έκδοση ή η άρνησή του βρίσκεται στην απόλυτη διακριτική ευχέρεια των αξιωματούχων της ενορίας. 'Οπως λέει ο δρ Μπερν (Bum), χρειάστηκε κάποτε να εκδοθεί δικαστική εντολή ώστε να υποχρεωθούν οι εκκλησιαστικοί επίτροποι και οι επόπτες να υπογράψουν κάποιο πιστοποιητικό. Ωστόσο, η κίνηση αυτή απορρίφθηκε από το Ανώτατο Βασιλικό Δικαστήριο ως ύποπτη. 58. Η πολύ άνιση τιμή της εργασίας που συναντάμε συχνά στην Αγγλία, σε μέρη που δεν απέχουν πολύ το ένα από το άλλο, οφείλεται πιθανώς σταεμπόδιαπουορθώνειονόμοςπερί εγκατάστασης στους φτο> χούς εργάτες, οι οποίοι θα ήθελαν να μεταφέρουντηδραστηριότητά τους από μια ενορία σε μιαάλληχωρίςπιστοπαητικό. Βέβαια, για έναν νεαρό ανύπαντρο εργάτη που έχει την υγεία του και είναι φιλόπονος, θα μπορούσε να επιδειχθεί μια ανοχή στην εγκατάστασή του χωρίς πιστοποιητικό. Αν όμως επιχειρούσε κάτι τέτοιο ένας εργάτης με οικογένεια, είναι βέβαο ότι θα απομακρυνόταν από Ής περισσότερες ενορίες, όποος θα απομακρυνόταν και ο ανύπαντρος εργάτης που θα παντρευόταν στη συνέχεια Επομένοχ;, η έλλειψη χεριών σε μια ενορία δεν μπορεί πάνταναανακουίρίζεται από τηνυπερεπάρκεια χεριών σε μια άλλη, όπως συμβαίνει πάντα στη Σκοτία, και πιστεύω σε όλες τις άλλες χώρες όπου δεν υπάρχει καμιά δυσκολία στην απόκτηση άδειαςκατοικίας, Στιςχώρεςαυτές, ενώ οι μισθοί είναι μερικές φορές κάπως υψηλότεροι στην περιοχή των μεγάλων πόλεων και παντού όπου υπάρχει μια ασυνήθης ζήτηση εργασίας, στη συνέχεια βαθμηδόν μειώνονται καθώς αυξάνεται η απόσταση από τα αστικά κέντρα, μέχρις ότου φτάσουν στα επίπεδα των κανονικών ωρομισθίων της υπαίθρου. Δεν θα συναντήσουμε όμως ποτέ αυτές τις απότομες και ανεξήγητες διαφορές που συναντάμε μερικές φορές μεταξύ των μισθών δύο γειτονικών μερών της Αγγλίας, όπου είναι πολύ πιο δύσκολο να διασχίσει ένας φτωχός εργάτης τα τεχνητά σύνορα δύο ενοριών από το να διασχίσειταφυσικά σύνορα μιας θάλασσαςήμιας
Έρευνα yia τη Φύση και τιε Anies του Πλούτου των Εθνών
181
οροσειράς, τα οποία σε άλλες χώρες διαχωρίζουν πολύ έντονα τα διαφορετικά επίπεδα των μισθών. 59. Η αποπομπή ενός ανθρώπου, που δεν έχει διαπράξει κανένα αδίκπμα, από τπν ενορία όπου έχει επιλέξει να ςιίσει, αποτελεί προφανή παραβίασπ τπς φυσικής ελευθερίας και τπς δικαιοσύνπς. Ωστόσο, ο λαός τπς Αγγλίας, που είναι τόσο υπερήφανος για τπν ελευθερία του, αλλά, όπως και οι λαοί των περισσότερων άλλων χωρών, δεν αντιλαμβάνεται καλά σε τι συνίσταται αυτή, εδώ και έναν αιώνα και πλέον παραμένει υποταγμένος σε αυτή τπν καταπίεσπ χωρίς να αναζπτεί κάποια θεραπεία. Ενώ άνθρωποι του πνεύματος μερικές φορές έχουν κατπγορήσει το νόμο περί εγκατάστασπς οος μια δπμόσια αδικία, αυτός δεν αποτέλεσε ακόμα αντικείμενο ενός καθολικού λαϊκού αιτήματος, όπως αυτό που προκλήθπκε εναντίον των γενικών εγγυήσεων, μιας αναμφίβολα καταχρπστικής πρακτικής, π οποία ωστόσο δεν θα μπορούσε να οδπγήσει σε μια γενική καταπίεσπ. Ενώ, από τπν άλλπ πλευρά, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι στπν Αγγλία δεν υπάρχει ούτε ένας φτωχός άνθρωπος πλικίας σαράντα ετών που να μπ γνώρισε σε κάποια στιγμή τπς ζωής του τις ιδιαίτερα σκλπρές συνέπειες αυτού του καταπιεστικού και παράλογου νόμου περί εγκατάστασπς. 60. θα ολοκλπρώσουμε αυτό το μακροσκελές κεφάλαιο με τπν παρατήρπσπ ότι, αν και κατά το παρελθόν εφαρμοζόταν π ρύθμισπ του ύψους των μισθών κατ' αρχάς μέσω γενικών νόμων που επεκτείνονταν σε ολόκλπρο το Βασίλειο και στπ συνέχεια μέσω των ιδιαίτερων διαταγμάτωνπου εξέδιδαντα δικαστήρια για κάθε συγκεκριμένπκομπτεία, σήμερα οι δύο αυτές πρακτικές έχουν περιπέσει σε αχρπστία. «Έπειτα από μια εμπειρία τετρακοσίων και πλέον ετών», γράφει ο δρ Μπερν, «φαίνεται ότι είναι π στιγμή να αφήσουμε κατά μέρος κάθε προσπάθεια να υποβάλουμε σε αυστπρή ρύθμισπ αυτό που φαίνεται από τπ φύσπ του να μπν επιδέχεται τον ελάχιστο περιορισμό: γιατί, αν θα έπρεπε όλοι οι άνθρωποι του ιδίου είδους εργασίας να εισπράττουν τον ίδιο μισθό, δεν θα υπήρχε πλέον καμιά άμιλλα, και αυτό θα έκλεινε το δρόμο στπ φιλοπονία και στο ταλέντο». 61. Ωστόσο, κάποιες μεμονωμένες νομοθετικές πράξεις συνεχίζουν μερικές φορές να ρυθμίζουν τους μισθούς συγκεκριμένων επαγγελμάτων σε συγκεκριμένες περιοχές. Έτσι, λοιπόν, το διάταγμα του 8ου έτους τπς βασιλείας του Γεωργίου του ΠΙ (1768) απαγορεύει, με τπν απειλή επιβολής αυστπρότατων ποινών, σε όλους τους ανεξάρτπτους ράφτες του Λονδίνου και τπς περιοχής πέντε μίλια πέριξ αυτού να πλπρώσουν τους εργάτες τους, αλλά και στους εργάτες τους να δεχτούν οχ; αμοιβή περισσότερα από 5 σελίνια και 7,5 πένεςτπνπμέρα, με εξαίρεσπ τις περιπτώσεις γενικού πένθους. Κάθε φορά που π
182
Ανταμ
Σμιθ
νομοθεσία επιχειρεί να ρυθμίσει τις δια(ρορές μεταξύ των εργοδοτών και των εργατών τους, αυτοί τους οποίους συμβουλεύεται είναι πάντα οι εργοδότες. Επομένως, όταν η νομοθεσία είναι υπέρ των εργατών, είναι πάντα δίκαιπ και λογική. Δεν συμβαίνει όμως πάντα το ίδιο όταν αυτπ είναι υπέρ των εργοδοτών. Έτσι, λοιπόν, ο νόμος που υποχρεώνει τους εργοδότες διαφόρων επαγγελμάτων να πληρώνουν τους εργάτες τους σε χρήμα και όχι σε είδος είναι πολύ δίκαιος και λογικός, δεν τους δπμιουργεί κάποια πραγματική δυσκολία και απλά τους υποχρεώνει μόνο να πληρώνουν σε χρήμα εκείνη την αξία που υποτίθεται ότι πλήρωναν σε είδος, χο)ρίς όμως να την πληρώνουν πάντα. Ο νόμος αυτός είναι υπέρ των εργατών, όμοος ο νόμος του 8ου έτους της βασιλείας του Γεωργίου του ΠΙ (1768) είναι υπέρ των εργοδοτών. Όταν οι εργοδότες συνεταιρίζονται προκειμένου να μειώσουν τους μισθούς των εργατών τους, συνήθως συνάπτουν μια ιδιωτική ή μυστική συμφωνία να μην προσφέρουν περισσότερα από ένα συγκεκριμένο ύψος μισθού, υπό την απειλή μιας ορισμένης ποινής. 'Οταν συνάπτουν οι εργάτες μια αντίθετη συμςκονία του ιδίου τύπου, να μην αποδεχτούν έναν συγκεκριμένο μισθό, με την απειλή μιας ορισμένης ποινής, ο νόμος τούς τιμωρεί πολύ αυστηρά. Αν όμως ενεργούσε με αμεροληψία, θα αντιμετώπιζε τους φγοδότες με τον ίδιο τρόπο. Αλλά το διάταγμα του 8ου έτους της βασιλείας του Γεωργίου του III δίνει ισχύ νόμου στην ίδια τη ρύθμιση που προσπαθούν να επιβάλουν μερικές φορές οι εργοδότες με αυτές τις συμφωνίες. Οι αιτιάσεις των εργατών, ότι αυτό το καθεστώς θέτει τον ικανό και φιλόπονο εργάτη στην ίδια μοίρα με έναν συνηθισμένο εργάτη, είναι απόλυτα τεκμηριωμένες. 62. Κατά την αρχαιότητα, επίσης, γίνονταν συχνά προσπάθειες ρύθμισης των κερδών των εμπόρων και των άλλων επιχειρηματιών μέσω της διατίμησης των ειδών διατροφής και κάποιων άλλων εμπορευμάτων. Εξ όσων γνωρίζω, το μοναδικό σημερινό υπόλειμμα αυτής της αρχαίας συνήθειας είναι η διατίμηση του ψωμιού. Εκεί όπου υπάρχει μία αποκλειστική συντεχνία, θα μπορούσε ίσως η τιμή των ειδών πρώτης ανάγκης να υπόκειται σε ρύθμιση. Εκεί όμως όπου δεν υπάρχει τέτοια συντεχνία, ο ανταγωνισμός θα ρυθμίζει τις τιμές αυτές πολύ καλύτερα από οποιαδήποτε διατίμηση. Η μέθοδος της διατίμησης του ψωμιού, που καθιερώθηκε στο 31ο έτος της βασιλείας του Γεωργίου του Π (1757), δεν μπορούσε να εφαρμοστεί στη Σκοτία λόγω μιας αδυναμίαςτου νόμου, καθώςηεφαρμογήτης εξαρτάται απότηνυπηρεσίατου γραμματέατης αγοράς, που δεν υπάρχει στηΣκοτία. Ηαδυναμία αυτή δεν διορθώθηκε παρά μόνο στο 3ο έτος της βασιλείας του Γεωργίου του III (1762). Η έλλειψη της διατίμησης δεν προκάλεσε κάποιο εμφανές πρόβλημα και η καθιέρωσή της, στα λίγα μέρη
Έρευνα yia τη Φύση και τιε Anies του Πλούτου των Εθνών
183
όπου εφαρμόστηκε, δεν παρήγαγε κάποιο αισθητό πλεονέκτημα. Ωστόσο, στηνπλειονότητατωνπόλεωντηςΣκοτίας υπάρχει μια συντεχνία αρτοποιών που διεκδικεί αποκλειστικά προνόμια, αν και αυτά δεν προστατεύονται με αυστηρότητα. 63. Έχουμε ήδη σημειώσει ότι η αναλογία μεταξύ των δια(ρόρων επιπέδων τόσο των μισθών όσο και των κερδών στις διάφορες απασχολήσεις εργασίας και αποθέματος δεν φαίνεται να επηρεάζεται τόσο πολύ από τον πλούτο και τπ φτώχεια ή την κατάσταση ακμής, στασιμότητας ή παρακμής της κοινωνίας. Αυτές οι καμπές στη δημόσια ευημερία, παρότι επηρεάζουν το γενικό ύψος των μισθών και του κέρδους, τελικά το επηρεάζουν εξίσου στις διάφορες απασχολήσεις. Επομένως, η μεταξύ τους αναλογία θα πρέπει να παραμένει η ίδια και καμιά από τις καμπές αυτές δεν τη μεταβάλλει, τουλάχιστον επί ένα σημαντικό χρονικό διάστημα.
Σημειώσειε
1. Βλ. Τ. Madox, Firma Burgu σ. 26 κ.ε. 2. Βλ. Το Θέσπισμα περί των εργατών, 25ο iios xns βασιλείαε του Εδουάρδ ///(1350).
κεφάλαιο
ενδέκατο Σχετικά με την πρόσοδο τηε yns
1. Ηπρόσοδος, θεωρούμεΝΠΐ ωςτο καταβαλλόμενο τίμημα για τη xpncm της γης, είναι φυσιολογικά το υψηλότερο τίμημα που είναι σε θέση να πληρώσει ο αγρότης-επιχειρηματίας για τη δεδομένη κατάσταση της γης. Ο γαιοκτήμονας, κατά τη διαπραγμάτευση των όρων της μίσθωσης, προσπαθεί να του αφήσει ένα μερίδιο όχι μεγαλύτερο από αυτό που μόλις επαρκεί για την αντικατάσταση του αποθέματος το οποίο χρησιμοποιείται για την αγορά του σπόρου, την πληρωμή της εργασίας και την αγορά και συντήρηση των ζώων και των άλλων εργαλείων πις αγροτικής καλλιέργειας, μαςί με τα κανονικά κέρδη του αγροτικού αποθέματος της περιοχής. Προφανώς, αυτό είναι το μικρότερο μερίδιο στο οποίο θα μπορούσε να αρκεστεί ο αγρότης-επιχειρηματίας χωρίς να ζημιώνει, και ο γαιοκτήμονας σπανίως συναινεί στο να του παραχωρήσει κάτι περισσότερο. Το υπερβάλλον τμήμα του προϊόντος του -ή της τιμής του, που είναι το ίδιο πράγμα- πέρα από αυτό το μερίδιο, προσπαθεί φυσικά να το καρπωθεί ο ίδιος, ως πρόσοδο της γης του, η οποία προφανώς είναι η υψηλότερη που είναι σε θέση να πληρώσει ο αγρότης-επιχειρηματίας για τις δεδομένες συνθήκες της γης. Βέβαια, ο γαιοκτήμονας, μερικές φορές από γενναιοδωρία και συχνότερα από άγνοια, συναινεί σε μια πρόσοδο μικρότερη απ* αυτό το πλεόνασμα και μερικές φορές επίσης, αν και πιο σπάνια, η άγνοια του αγρότη-επιχειρηματία τον οδηγεί στο να δεχτεί να πληρώσει κάτι περισσότερο ή να αρκεστεί σε κέρδη που είναι κατά τι μικρότερα από τα κανονικά κέρδη του αγροτικού αποθέματος της περιοχής. Ωστόσο, ακόμα και έτσι, μπορούμε να θεωρήσουμε το μερίδιο αυτό οχ; τη φυσιολογική γαιοπρόσοδο ή την πρόσοδο με την οποία πρέπει φυσιολογικά να μισθώνεται η πλειονότητα των γαιών. 2. θα μπορούσε πιθανώς κανείς να σκεφτεί ότι συνήθωςηπρόσοδος δεν
186
Άλπαμ Σμιθ
είναι τίποτα περισσότερο από ένα λογικό κέρδος ή ένας τόκος για το απόθεμα που χρπσιμοποίπσε ο γαιοκτήμονας στπ βελτίωσπ τπς γπς του. Αναμφίβολα, αυτό εν μέρει ισχύει σε ορισμένες περιπτώσεις, αλλά δεν είναι ποτέ δυνατόν να ισχύει για το σύνολο των περιπτώσεων. Ο γαιοκτήμονας απαιτεί κάποια πρόσοδο ακόμα και για μη βελτιωμένη γη, και ο υποτιθέμενος τόκος ή το κέρδος για τις δαπάνες βελτίωσης της αποτελεί γενικά μόνο μια επαύξηση της αρχικής προσόδου. Εκτός αυτού, οι βελτιώσεις δεν γίνονται πάντα από το απόθεμα του γαιοκτήμονα, αλλά μερικές φορές και από αυτό του αγρότπ-επιχειρηματία. Οταν όμως πλησιάζει η ανανέωση της μίσθοοσης, γενικά ο γαιοκτήμονας διεκδικεί μια αύξηση της προσόδου, οχ; εάν η βελτίωση είχε γίνει απ" αυτόν. 3. Μερικές φορές, ο γαιοκτήμονας διεκδικεί κάποια πρόσοδο ακόμα και για τις γαίες που δεν επιδέχονται καμιά ανθρώπινη βελτίοκτη. Ο φαιόφυκος είναι ένα είδος θαλασσινού αγριόχορτου που, καιόμενο, αποδίδει ένα αλκαλικό αλάτι χρήσιμο για την παραγωγή γυαλιού, σαπουνιού, και για διάφορους άλλους σκοπούς. Φύεται σε πολλά μέρη της Μεγάλης Βρετανίας, ιδίως στηΣκοτία, και μόνο πάνω σε βράχουςπου βρίσκονται κάτω από τη στάθμη της παλίρροιας, οι οποίοι καλύπτονται δύο φορές την ημέρα από τη θάλασσα. Επομένως, το προϊόν του δεν αυξάνεται καθόλου από την ανθρώπινη εργασία. Ωστόσο, οι γαιοκτήμονες, των οποίων η περιουσία ορίζεται από ακτές όπου αναπτύσσεται αυτός ο φαιόφυκος, απαιτούν μια πρόσοδο παρόμοια με αυτήν που απαιτούν για τις γαίες των σιτηρών. 4. Η θάλασσα που περιβάλλει τα νησιά της Σκοτίας χαρακτηρίζεται από ασυνήθιστη υπεραφθονία ψαριών, που αποτελούν ένα μεγάλο μέρος των μέσων διατροφής των κατοίκων της. Προκειμένου όμως να καρπωθεί κανείς το προϊόν της θάλασσας, πρέπει να υπάρχει κάποιος πληθυσμός στις γειτονικές ακτές. Η πρόσοδος του γαιοκτήμονα είναι ανάλογη όχι αυτού το οποίο είναι σε θέση να επιτύχει ο αγρότηςεπιχειρηματίας με τη γη, αλλά αυτού το οποίο είναι δυνατόν να επιτύχει τόσο με τη γη όσο και με τη θάλασσα. Πληρώνεται λοιπόν εν μέρει σε ψάρια, και η γη αυτή μάς προσφέρει ένα από τα λιγότερο γνωστά παραδείγματα όπου η πρόσοδος αποτελεί μέρος της τιμής αυτού του εμπορεύματος. 5. Επομένως, η γαιοπρόσοδος, θεωρούμενη (ος το καταβαλλόμενο τίμημα για τη χρήση της γης, είναι μια μονοπωλιακή τιμή. Δεν διατηρεί καμιά αναλογία προς τις δαπάνες του γαιοκτήμονα για τπ βελτίωση της γης ή προς αυτό που θα ήταν αρκετό να κερδίσει αυτός προκειμένου να μη ζημιώσει, αλλά μόνο προς αυτό που είναι σε θέση να πληρώσει ο αγρότης-επιχειρηματίας. 6. Γενικά, μπορούμε να προσκομίσουμε στην αγορά μόνο εκείνα τα
Έρευνα για τη Φύση και iis ArTies του Πλούτου των Εθνών
187
προϊόντα της γης η κανονική τιμή των οποίων επαρκεί για να αντικαταστήσει το απόθεμα που απασχολήθηκε, προκειμένου να φτάσουν στην αγορά, μαζί με τα κανονικά κέρδη του αποθέματος. Αν η κανονική τιμή ενός προϊόντος είναι μεγαλύτερη, το πλεόνασμα φυσιολογικά θα κατευθυνθεί στη γαιοπρόσοδο. Αν αυτή είναι μικρότερη, ακόμα και αν το προϊόν φθάνει στπν αγορά, δεν επιτρέπει την καταβολή γαιοπροσόδου στον γαιοκτήμονα. Το αν π τιμή είναι μικρότερη ή μεγαλύτερη της τιμής που επαρκεί για την αντικατάσταση του αποθέματος και των κανονικών κερδών του, εξαρτάται από τη ζήτηση. 7. Υπάρχουν ορισμένα προϊόντα της γης, η ζήτηση των οποίων πρέπει να είναι πάντα τέτοια ώστε να επιτρέπει να πωλούνται σε μια τιμή μεγαλύτερη απ' αυτήν που μόλις επαρκεί για να προσκομιστούν στην αγορά. Αντίστοιχα, υπάρχουν κάποια άλλα προϊόντα, η ζήτηση των οποίων ενδέχεται να επιτρέπει ή να μην επιτρέπει να πωληθούν σε αυτή τη μεγαλύτερη τιμή. Τα προϊόντα της πρώτης κατηγορίας θα επιτρέπουν πάντα την καταβολή μιας γαιοπροσόδου στον γαιοκτήμονα. Τα προϊόντα της δεύτερης κατηγορίας άλλοτε θα επιτρέπουν και άλλοτε δεν θα επιτρέπουν την καταβολή γαιοπροσόδου, αναλόγοχ; των περιστάσεων. 8. Θα πρέπει επομένοος να παρατηρήσουμε ότι η πρόσοδος υπεισέρχεται στη σύνθεση της τιμής των εμπορευμάτων κατά έναν διαφορετικό τρόπο arf αυτόν με τον οποίο υπεισέρχονται οι μισθοί και τα κέρδη. Οι υψηλοί ή χαμηλοί μισθοί και τα αντίστοιχα κέρδη είναι οι αιτίες μιας υψηλής ή χαμηλής τιμής. Η υψηλή ή χαμηλή πρόσοδος είναι η συνέπεια της υψηλής ή χαμηλής τιμής. Η τιμή ενός δεδομένου εμπορεύματος είναι υψηλή ή χαμηλή, επειδή για την προσκόμισή του στην αγορά πρέπει να καταβληθούν υψηλοί ή χαμηλοί μισθοί και κέρδη. Αλλά μια συγκεκριμένη σοδειά επιτρέπει την καταβολή μιας υψηλής ή μιας χαμηλής ή μιας μηδενικής προσόδου, ακριβώς επειδή η τιμή της είναι κατά πολύ ανώτερη ή λίγο ανώτερη ή καθόλου ανώτερη από την τιμή που μόλις επαρκεί για την πληρωμή αυτών των μισθών και αυτών των κερδών. 9. Στο παρόν κεφάλαιο θα εξετάσουμε ιδιαίτερα: πρώτον, τα μέρη εκείνα του προϊόντος της γης που επιτρέπουν πάντα την καταβολή κάποιας προσόδου, δεύτερον, τα μέρη εκείνα τα οποία άλλοτε επιτρέπουν και άλλοτε δεν επιτρέπουν την καταβολή προσόδου και, τρίτον, τις αυθόρμητα πραγματοποιούμενες μεταβολές της σχετικής αξίας αυτών των δύο διαφορετικών τύπων προϊόντων, κατά τις διάφορες φάσεις ανάιπυξης των κοινωνιών, όταν τις συγκρίνουμε είτε μεταξύ τους είτε με τα παραγόμενα προϊόντα. Τα τρία αυτά αντικείμενα χωρίζουν το παρόν κεφάλαιο σε τρία μέρη.
rir^' I Σχετικά με τα προϊόνια τηε yns που εππρέπουν πάντα την καταβολή προσόδου 1. Καθώς οι άνθρωποι, όποος όλα τα άλλα είδη ζώων, πληθύνονται, αυθόρμητα, ανάλογα με τα διαθέσιμα μέσα επιβίοοσής τους, τα τρόφιμα θα γνωρίζουν μια μεγαλύτερη ή μικρότερη ζήτηση. Ανά πάσα στιγμή τα τρόφιμα θα είναι σε θέση να αγοράσουν ή να ελέγξουν μια μεγαλύτερη ή μικρότερη ποσότητα εργασίας και θα υπάρχουν πάντα άνθρωποι πρόθυμοι να κάνουν κάτι προκειμένου να τα αποκτήσουν. Βέβαια, η ποσότητα εργασίας την οποία είναι σε θέση να αγοράσουν δεν είναι πάντα ίση με αυτήν την οποία θα μπορούσαν να συντηρήσουν αν τη διαχειρίζονταν με τον πλέον οικονομικό τρόπο, λόγω των υψηλών μισθών που παραχωρούνται μερικές φορές στην εργασία. Είναι όμως πάντα σε θέση να αγοράσουν τόση ποσότητα εργασίας όση μπορούν νά συντηρήσουν, ανάλογα με το γενικό επίπεδο διαβίοοσης αυτού του είδους της εργασίας στην περιοχή. 2. Ωστόσο, η γη, σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις, παράγει μεγαλύτερη ποσότητα τροφίμων arf αυτήν που μόλις επαρκεί για τη συντήρηση όλης της εργασίας η οποία απαιτείται για την προσκόμισή τους στην αγορά, και μάλισταμετονπιο γενναιόδωρο τρόπο που υπήρξεποτέ για τη δεδομένη εργασία. Το πλεόνασμα αυτών των τροφίμων είναι μεγαλύτερο από εκείνο που θα επαρκούσε για την αντικατάσταση του αποθέματοςτοοποίοαπασχόλησε αυτήτην εργασία, μαζί μετακέρδητου. Επομένοχ;, μένει πάντα κάτι ως πρόσοδος για τον γαιοκτήμονα. 3. Ακόμα και οι πιο έρημοι χερσότοποι της Νορβηγίας και της Σκοτίας παράγουν κάποια ποσότητα ζωοτροφής για βοοειδή, των οποίων το γάλα και το κρέας είναι περισσότερο από αυτό που απαιτείται, όχι μόνο για τπ συντήρηση όλης της εργασίας που είναι απαραίτητη για την εκτροφή τους και την πληρωμή του κανονικού κέρδους του αγρότηεπιχειρηματία ή του ιδιοκτήτη της αγέλης ή του κοπαδιού, αλλά και για την καταβολή μιας μικρής προσόδου στον γαιοκτήμονα. Η πρόσοδος αυξάνεται ανάλογα με τη βελτίωση της ζωοτροφής. 'Οχι μόνο συντηρείται ένας μεγαλύτερος αριθμός βοοειδών στην ίδια έκταση
190
Άνταμ Σμιθ
γης, αλλά, καθώς αυτά ζουν σε μια μικρότερη ακτίνα, για την εκτροφή και τη συλλογή του προϊόντος τους απαιτείται λιγότερη εργασία. Ο γαιοκτήμονας κερδίζει κατά δύο τρόπους: με την αύξηση του παραγόμενου προϊόντος και με τη μείοκτη της εργασίας που πρέπει να συντηρηθεί απ' αυτό. 4. Η γαιοπρόσοδος όχι μόνο μεταβάλλεται με τη γονιμότητα της γης, όποιο και αν είναι το προϊόν της, αλλά και με την κατάστασή της, όποια και αν είναι η γονιμότητά της. Η γη που γειτνιάζει με μια πόλη αποφέρει μεγαλύτερη πρόσοδο από μια εξίσου εύ(ρορη γη που βρίσκεται σε ένα απομακρυσμένο σημείο της χώρας. Παρότι ενδεχομένοχ; δεν απαιτείται περισσότερη εργασία για την καλλιέργεια της δεύτερης γης arf ό,τι για την καλλιέργεια της πρώτης, η μεταφορά του προϊόντος της γης στην αγορά από μια μακρινή απόσταση κοστίζει περισσότερο, θα πρέπει λοιπόν αυτό το τελευταίο προϊόν να συντηρεί μια μεγαλύτερη ποσότητα εργασίας και, κατά συνέπεια, το πλεόνασμα του προϊόντος από το οποίο αντλούνται το κέρδος του αγρότη-επιχειρηματία αλλά και η πρόσοδος του γαιοκτήμονα θα είναι μειωμένο ανάλογα. Αλλά, όποος έχουμε ήδη δείξει, στα απομακρυσμένα μέρη της χώρας το περιθώριο κέρδους είναι γενικά υψηλότερο απ* ό,τι στην περιοχή γύρω από μια μεγάλη πόλη. Επομένως, στον γαιοκτήμονα θα ανήκα ένα ακόμα μικρότερο μερίδιο από το ήδη μειωμένο πλεόνασμα προϊόντος. 5. Οι φαρδείς δρόμοι, τα κανάλια και οι πλωτοί ποταμοί, λόγω του ότι μειώνουν τις δαπάνες μεταφοράς, συμβάλλουν στην προσέγγιση των απομακρυσμένων περιοχών της χώρας με τα αντίστοιχης γονιμό^ας μέρη που γειτνιάζουν στις πόλεις. Για το λόγο αυτόν, αποτελούν τις σημαντικότερες των βελτιώσεων, καθώς ενθαρρύνουν την καλλιέργεια των πιο απομακρυσμένων γαιών, που αποτελούν κατ' ανάγκη το πιο εκτεταμένο τμήμα της επιφάνειας μιας χώρας. Είναι επωφελείς για την πόλη, διότι καταργούν το μονοπώλιο της υπαίθρου χώρας που την περιβάλλει. Είναι επωφελείς ακόμα και για ένα μέρος της υπαίθρου. Παρότι εισάγουν στην παλαιά αγορά κάποια ανταγωνιστικά προϊόντα, ανοίγουν πολλές νέες αγορές σε αυτά. Πέραν αυτού, το μονοπώλιο είναι ένας μεγάλος εχθρός της καλής διαχείρισης, που δεν είναι δυνατόν να καθιερωθεί σε μια χώρα, παρά μόνο μέσω του ελεύθερου και γενικού ανταγωνισμού, ο οποίος αναγκάζει κάθε άτομο να καταφύγει σε αυτόν για την υπεράσπιση των συμφερόντων του. Δεν έχουν περάσει περισσότερα από πενήντα χρόνια από την εποχή όπου κάποιες κομητείες στην περιφέρεια του Λονδίνου παρουσίασαν στο Κοινοβούλιο μια αίτηση κατά της επέκτασης των συντηρούμενων δρόμων στις πιο απομακρυσμένες κομητείες της πρωτεύουσας. Οι κομητείες αυτές υποστήριζαν πως οι απομακρυσμένες κομητείες, λόγω της χαμηλής τιμής της εργασίας, θα ήταν
Έρευνα για τη Φύση και iis Arties του Πλούτου των Εθνών
191
σε θέση να πωλούν το χόρτο και τα σιτηρά στην αγορά του Λονδίνου φτηνότερα απ' ό,τι οι ίδιες, και με αυτόν τον τρόπο θα μείωναν τις προσόδους τους και θα κατέστρε(ραν τις καλλιέργειες τους. Ωστόσο, από την εποχή εκείνη και μετά, και οι πρόσοδοί τους αυξήθηκαν αλλά και οι καλλιέργειές τους βελτιώθηκαν. 6. Ένας αγρός σιτηρών μεσαίας γονιμότητας παράγει μια πολύ μεγαλύτερη ποσότητα τροφίμων για τον άνθρωπο απ* ό,τι ο καλύτερος βοσκότοπος ίσης έκτασης. Παρότι η καλλιέργειά του απαιτεί πολύ περισσότερη εργασία, το πλεόνασμα που παραμένει μετά την αντικατάσταση του σπόρου και τη συντήρηση όλης αυτής της εργασίας είναι αντίστοιχα πολύ μεγαλύτερο. Αν επομένως θεωρήσουμε ότι μία λίβρα κρέας δεν άξιζε ποτέ περισσότερο απ* ό,τι μία λίβρα ψωμί, αυτό το μεγαλύτερο πλεόνασμα θα ήταν παντού μεγαλύτερης αξίας και θα συνιστούσε μεγαλύτερη πηγή εσόδων, τόσο για το κέρδος του αγρότη-επιχειρηματίαόσοκαγιατηνπρόσοδο του γαιοκτήμονα. Φαίνεται ότι αυτό συνέβη γενικά κατά τις απαρχές της αγροτικής εκμετάλλευσης της γης. 7. Ωστόσο, οι σχετικές αξίες των δύο αυτών διαφορετικών ειδών τροφίμων, του ψωμιού και του κρέατος, παρουσιάζουν μεγάλες διαφορές κατά Ής διάφορες περιόδους ανάπτυξης της αγροτικής οικονομίας. Κατά τηνπρωταρχικήτηςφάση, οιχωρίςκανέναεγγειοβελτιωτικόφγοαγροί, που την εποχή εκείνη αποτελούσαν το μεγαλύτερο μέρος της χώρας, παραδίδονταν εξ ολοκλήρου στη βοσκή των ζώων. Υπήρχελοιπόνπερισσότερο κρέας απ* ό,τι ψωμί και επομένως η τροφή η οποία συγκέντρ^ϊνε τον μεγαλύτερο ανταγωνισμό και, κατά συνέπεια, πωλείτο στην υψηλότερητιμή, ήταντο ψωμί. Όπως μαςπληροφορεί ο Ουλόα(υΐ1θ3), στο Μπουένος Άιρες, πριν από σαράντα ή πενήντα χρόνια, η κανονική τιμή ενός βοδιού, που μπορούσε κανείς να διαλέξει από ένα κοπάδι διακοσίων ή τριακοσίων ζώων, ήταν 4 ριάλια, που ισοδυναμούν με μία στερλίνα και 20,5 πένες. Ο Ουλόα (UBoa) δεν μας λέει τίποτα σχετικά με την τιμή του ψωμιού, ίσο)ς γιατί δεν βρήκε τίποτα το αξιοσημείωτο σχετικά με αυτήν. Σχετικά με το βόδι, μας λέει ότι κοστίζει ελάχιστα παραπάνω από τον κόπο να πάει κανείς να το συλλάβει. Ωστόσο, τα σιτηρά δεν μπορούν πουθενά να αναπτυχθούν χο)ρίς την ανάλωση μιας σημαντικήςποσότητας ανθρώπινης εργασίας, και σε μιαχώρα που διασχίζεται από τον ποταμό Λα Πλάτα, ο οποίος αποτελούσε την εποχή εκείνη την κύρια οδό από την Ευρώπη στα ορυχεία αργύρου του Ποτόσι, η χρηματική τιμή της εργασίας δεν θα μπορούσε να είναι ιδιαίτερα φθηνή. Τα πράγματα άλλαξαν όταν η αγροτική καλλιέργεια επεκτάθηκε στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας, οπότε υπήρχε περισσότερο ψωμί arf ό,τι κρέας. Ο ανταγωνισμός πφνει μια άλλη κατεύθυνση και η τιμή του κρέατος γίνεται υψηλότφπ arf αυτήν του ψωμιού.
192
Άνταμ Σμιθ
8. Εξάλλου, καθώς επεκτείνονται οι καλλιέργειες, οι χέρσοι αγροί δεν επαρκούν ώστε να ανταποκριθούν στπ ζπτησπ του κρέατος. Κατ' ανάγκη, ένα μεγάλο μέρος των καλλιεργούμενων γαιών πρέπει να χρησιμοποιηθεί στην εκτροφή και πάχυνση των ζώων, η τιμή των οποίων πρέπει επομένοχ; να επαρκεί για να πληρώσει όχι μόνο την αναγκαία εργασία για τη συντήρησή τους, αλλά και την πρόσοδο που θα είχε καρπωθεί ο γαιοκτήμονας και τα κέρδη που θα είχε αποκομίσει ο αγρότης-επιχειρηματίας αν η γη είχε παραδοθεί σε καλλιέργειες. Εφόσον τα ζώα οδηγούνται στην ίδια αγορά, τηρουμένων των αναλογιών βάρους και ποιότητας, αυτά που προέρχονται από τα πιο χέρσα βοσκοτόπια θα πρέπει να πωλούνται στην ίδια τιμή με αυτά που εξετράφησαν στα πιο βελτιωμένα αγροκτήματα Οι ιδιοκτήτες αυτών των βοσκοτόπων έχουν από εδώ ένα πρόσθετο κέρδος και αυξάνουν την πρόσοδο της γης τους ανάλογα με την τιμή των ζώων τους. Δεν έχουν περάσει περισσότερα από εκατό χρόνια από τότε που σε πολλά μέρη των Υψιπέδων της Σκοτίας το κρέας ήταν εξίσου φθηνό με το ψωμί από αλεύρι βρόμης ή και ακόμα φθηνότερο. Με την ένοχιη των δύο βασιλείων, άνοιξε η αγορά της Αγγλίας για τα ζώα των σκοτικών Υψιπέδων. Η κανονική τους τιμή σήμερα είναι περίπου τρεις φορές μεγαλύτερη arf αυτήν των αρχών του αιώνα και στο ίδιο αυτό διάστημα η πρόσοδος πολλών κτηματικών περιουσιών αυτών των Υψιπέδων έχει τριπλασιαστεί ή και τετραπλασιαστεί. Σήμερα, σχεδόν παντού σε όλη τη Μεγάλη Βρετανία, μία λίβρα της καλύτερης ποιότητας κρέατος κοστίζει γενικά περισσότερο απ* ό,τι δύο λίβρες του καλύτερου λευκού ψωμιού, και κατά τις χρονιές της (κρθονίας μερικές φορές κοστίζει όσο τρεις ή τέσσερις λίβρες. 9. Kaf αυτόντον τρόπο, με την πρόοδο των βελτιώσεωντης γης, ηπρόσοδος και τα κέρδη των χέρσων βοσκοτόπων ρυθμίζονταν κατά κάποιο τρόπο από την πρόσοδο και τα κέρδη των καλλιεργούμενων εκτάσεων, και αυτά με τη σειρά τους από την πρόσοδο και τα κέρδη των σιτηρών. Τα σιτηρά είναι προϊόν ετήσιας συγκομιδής, ενώ το κρέας απαιτεί έναν κύκλο τεσσάρων ή πέντε χρόνων. Επομένως, δεδομένου ότι ένα ακρ γης θα παράγει μια πολύ μικρότερη ποσότπτα από το ένα είδος τροφής απ* ό,τι από το άλλο, θα πρέπει αυτή η μειωμένη ποσότητα να αντισταθμιστεί από μια ανώτερη τιμή. Αν είχαμε μια υπέρμετρη αντιστάθμιση, κάποιες εκτάσεις καλλιέργειας σιτηρών θα μετατρέπονταν σε βοσκοτόπους, ενώ αν δεν είχαμε μια πλήρη αντιστάθμιση, ένα μέρος των εκτάσεων που αποτελούσαν βοσκοτόπους θα στρέ(ρονταν και πάλι στην καλλιέργεια σιτηρών. 10. Ωστόσο, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι αυτή η ισότητα μεταξύ προσόδου και κέρδους, που προκύπτει από τους βοσκοτόπους από τη μία μεριά, και των αντίστοιχων μεγεθών που προκύπτουν από την
Έρευνα για τη Φύση και IiS ArTies του Πλούτου των Εθνών
193
καλλιέργεια σιτηρών, μεταξύ δηλαδή της γης το άμεσο προϊόν της οποίας είναι η τροφή για τα ζώα και της γης το άμεσο προϊόν της οποίας είναι η τροφή για τους ανθρώπους, εκτείνεται μόνο στο μεγαλύτερο μέρος των καλλιεργημένων γαιών μιας μεγάλης χώρας. Σε κάποιες ιδιαίτερεςτοπικές συνθήκες, τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά και η πρόσοδος και το κέρδος των βοσκοτόπων είναι πολύ ανώτερα αυτών που πηγάζουν από την καλλιέργεια σιτηρών. 11, Έτσι λοιπόν στην περιοχή μιας μεγάλης πόλης η ζήτηση γάλακτος και ιπποφορβής συχνά, σε συνδυασμό και με την υψηλή τιμή του κρέατος, συμβάλλει στην αύξηση της τιμής της χλόης πάνω και από την τιμή εκείνη που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε «φυσική αναλογία προς την τιμή των σιτηρών». Είναι προφανές ότι αυτό το τοπικό πλεονέκτημα δεν είναι δυνατόν να επεκταθεί στις γαίες που βρίσκονται σε μεγαλύτερη απόσταση. 12. Μερικές φορές, κάποιες ειδικές συνθήκες καθιστούν τόσο μεγάλο τονπληθυσμό μιαςχώρας, ώστε ακόμακαι ολόκληρηηπεριοχή, όπως οι γαίες πέριξ μιας πόλης, δεν επαρκεί για να παράγει τη χλόη αλλά και τα σιτηρά που είναι απαραίτητα για τη διαβίωση των κατοίκων της. Χρησιμοποιούν λοιπόν τις γαίες τους κυρίως για την παραγωγή χλόης, του πιο ογκώδους δηλαδή εμπορεύματος, το οποίο δεν μπορεί να μεταφερθεί εύκολα σε μεγάλες αποστάσεις, και τα σιτηρά, η τροφή της πλειονότητας του πληθυσμού, προέρχονται κυρίοος από εισαγωγές από ξένες χώρες. Σε αυτή την κατάσταση βρίσκεται σήμερα η Ολλανδία, όπως βρέθηκε κατά την αρχαιότητα και ένα μεγάλο μέρος της Ιταλίας, κατά τη διάρκεια της ρωμαϊκής ακμής. Ο Κάτων, όπως μαθαίνουμε από τον Κικέρωνα, έλεγε ότι η πιο επικερδής απασχόληση σε μια ιδιωτική αγροτική εκμετάλλευση ήταν η παραγωγή εξαιρετικών ζςοοτροφών, η δεύτερη πιο επικερδής απασχόληση ήταν η παραγωγή μέτριων ζωοτροφών και η τρίτη κατά σειρά απασχόληση ήταν η παραγωγή κακών ζωοτροφών. Το όργωμα κατείχε μόλιςτηντέταρτηθέσηαπόάποψηκέρδουςκαισυμφέροντος.Στην πραγματικότητα, οι γεωργικές εργασίες σε εκείνη την περιοχή της Ιταλίας που γειτονεύει με τη Ρώμη είχαν αποθαρρυνθεί σε μεγάλο βαθμό από τις συχνές διανομές σιτηρών που γίνονταν στους κατοίκους, είτε δωρεάν είτε σεπολύχαμηλέςτιμές.Τασιτηράαυτάπροέρχονταν από τις κατακτημένες επαρχίες, πολλές από τις οποίες υποχρεώνονταν να προσφέρουν στην Αυτοκρατορία, εν είδει φόρου, το δέκατο της παραγωγής τους σε μια τιμή περί τις 6 πένες το πεκ^ Η χαμηλή τιμή στην οποία διανέμονταν τα σιτηρά στους κατοίκους αναγκαστικά συμπίεζε την τιμή αυτών που θα μπορούσαν να μεταφερθούν στην αγορά της Ρώμης από το Λάτιο ή την αρχαία περιοχή της Ρώμης, και θα πρέπει να αποθάρρυνε την καλλιέργεια σιτηρών στη χώρα.
194
Άνταμ Σμιθ
13. Ακόμα, σε μια ανοιχτή επαρχία της οποίας το κύριο προϊόν είναι τα σιτπρά, ένα καλά περιφραγμένο λιβάδι θα αποφέρει συχνά μεγαλύτερη πρόσοδο απ' ό,τι οποιαδήποτε έκταση σιτηρών της περιοχής. Ένα τέτοιο λιβάδι είναι χρήσιμο για τη σίΑπήρηση των ζώων που απασχολούνται στην καλλιέργεια των σιτηρών και η υψηλή του πρόσοδος δεν πλπρώνεται από την αξία της παραγωγής του, αλλά μάλλον από την αξία των εκτάσεων σιτηρών που καλλιεργούνται μέσω αυτού. Αν κάποια στιγμή οι γειτονικές του εκτάσεις περιφράσσονταν τελείοας, είναι πιθανόν η πρόσοδός του να μειωνόταν. Η σημερινή, υψηλήηρόσοδοςτων περιφραγμένων εκτάσεωντηςΣκοτίας φαίνεται ότι οφείλεται στη στενότητα των περιφράξεων και το πιθανότερο είναι πως δεν θα διαρκέσει περισσότερο απ' όσο υφίσταται αυτή η στενότητα. Το πλεονέκτημα της περίφραξης είναι μεγαλύτερο για τη βοσκή arf ό,τι για τα σιτηρά. Εξοικονομεί την εργασία της φύλαξης των ζώων, τα οποία, εκτός αυτού, τρέφονται καλύτερα όταν δεν παρενοχλούνται από τον βοσκό ή τον σκύλο του. 14. 'Οταν όμως δεν υπάρχει κάποιο τοπικό πλεονέκτημα αυτού του είδους, η πρόσοδος και το κέρδος των σιτηρών ή η οποιαδήποτε άλλη φυτικής προέλευσης βασική τροφή του ανθρώπου θα πρέπει να ρυθμίζουν αυθόρμητα την πρόσοδο και το κέρδος της γης που είναι κατάλληλη για μια τέτοια παραγωγή και που χρησιμοποιείται (ος βοσκότοπος. 15. Η χρήση χλόης που προέρχεται από καλλιέργειες γογγυλιών, καρότων, λάχανων και τα άλλα τεχνάσματα που επινοούνται προκειμένου να είναι σε θέση ένα λιβάδι να εκθρέψει μεγαλύτερο αριθμό ζώων arf ό,τι η αυτοφυής χλόη, ίσοχ; να μειώνει κατά τι, όπως θα αναμενόταν, την υψηλότερη φυσική τιμή του κρέατος σε σχέση με την τιμή του ψωμιού. Και πράγματι φαίνεται ότι αυτό συνέβη, και έχουμε κάποιους λόγους να πιστεύουμε πως τουλάχιστον στην αγορά του Λονδίνου η τιμή του κρέατος σε σχέση με την τιμή του ψωμιού είναι σήμερα κατά πολύ χαμηλότερη απ* ό,τι στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. 16.0 δρ Μπιρτς (Birch), στο παράρτημα της Ζωπ5 τον πρίγκιπα Ερρίκου, παραθέτει έναν κατάλογο των τιμών του κρέατος που συνήθως αγόραζε ο πρίγκιπας. Αναφέρει λοιπόν ότι τα τέσσερα κουάρτα ενός βοδινού που ζύγιζε 600 λίβρες τού κόστιζαν 9 στερλίνες και 10 σελίνια ή κάτι τέτοιο, δηλαδή 3 3 σελίνια και 8 πένες ανά 100 λίβρες κρέατος. Οπρίγκιπας Ερρίκος πέθανε στις 6 Νοεμβρίου 1612, στο 19ο έτος της ηλικίας του. 17. Τον Μάρτιο του 1764, οργανώθηκε μια κοινοβουλευτική έρευνα σχετικά με τα αίτια της υψηλής τιμής των τροφίμων εκείνη την εποχή. Μεταξύ των διαφόρων αποδεικτικών στοιχείων της έρευνας, ένας
Έρευνα για τη Φύση και iis ArTies του Πλούτου των Εθνών
195
έμπορος της Βιρτζίνια δήλοκτε ότι τον Μάρτιο του 1763 είχε προμηθεύσει τα πληρώματα των πλοίων του με βοδινό κρέας στην τιμή των 24 ή 25 σελινιών για τις 100 λίβρες, τιμή που τη θεωρούσε φυσιολογική, ενώ εκείνη τη χρονιά της ακρίβειας πλήρωσε 27 σελίνια για την ίδια ποσότητα και είδος. Ωστόσο, αυτή η υψηλή τιμή του 1764 είναι κατά4σελίνιακαι8πένες φθηνότερη από τηνκανονική τιμή που πλήρωνε ο πρίγκιπας Ερρίκος. Και θα πρέπει να σημειώσουμε ότι μόνο το καλύτερης ποιότητας κρέας είναι κατάλληλο να παστωθεί γι' αυτά τα μακρινά ταξίδια. 18. Η τιμή που πλήρωνε ο πρίγκιπας Ερρίκος ανέρχεται σε 3,8 πένες ανά λίβρα βάρους ολόκληρου του ζώου, συμπεριλαμβανομένων των φτηνών κομματιών και αυτών της πρώτης ποιότητας. Αυτά τα κομμάτια πρώτης ποιότητας δεν θα μπορούσαν να πωληθούν σε τιμή χαμηλότερη από τις 4,5 ή και τις 5 πένες ανά λίβρα. 19. Κατά την κοινοβουλευτική έρευνα του 1764, οι μάρτυρες δήλωναν ότι η τιμή του καλύτερου βοδινού πρώτης ποιότητας ανερχόταν για τον καταναλωτή στις 4 ή και στις 4,25 πένες ανά λίβρα, ενώ οι τιμές του φτηνού κρέατος κυμαίνονταν από 7 φαρδίνια έως 2,5 ή και 2,75 πένες. Έλεγαν ακόμα ότι οι τιμές αυτές ήταν κατά μισή πένα ακριβότερες από το ίδιο είδος κρέατος που είχε πωληθεί κατά το μήνα Μάρτιο. Ωστόσο, ακόμα και αυτή η υψηλή τιμή είναι και πάλι πολύ φθηνότερη από αυτήν που μπορούμε να θεωρήσουμε ως κανονική τιμή της εποχής του πρίγκιπα Ερρίκου. 20. Στη διάρκεια των 12 πρώτων ετών του τελευταίου αιώνα, η μέση τιμή των καλύτερων αλεύρων της αγοράς του Γουίντσορ (Windsor) ήταν 1 στερλίνα, 18 σελίνια και 31/6 πένες ανά κουάρτο των 9 μπούσελΟυίντσεστερ. 21. Αλλά στα δώδεκα έτη που προηγήθηκαν του 1764, συμπεριλαμβανομένουτου έτους αυτού, η μέσητιμήτης ίδιας αυτής ποσότηταςτων καλύτερων αλεύρων της ίδιας αγοράς ήταν 2 στερλίνες, 1 σελίνι και 9,5 πένες. 22. Επομένως, φαίνεται ότι τα άλευρα κατά τα 12 πρώτα χρόνιατου προηγούμενου αιώνα υπήρξαν πολύ φθηνότερα και το κρέας πολύ ακριβότερο απ* ό,τι κατά τα 12 χρόνια που προηγήθηκαν του 1764, συμπεριλαμβανομένου και του έτους αυτού. 23. Σε όλες τις μεγάλες χώρες, το μεγαλύτερο μέρος των καλλιεργούμενων γαιών χρησιμοποιείται στην παραγωγή τροφής είτε για τους ανθρώπους είτε για τα ζώα. Η πρόσοδος και το κέρδος των γαιών αυτών ρυθμίζουν την πρόσοδο και το κέρδος όλων των άλλων καλλιεργούμενων γαιών. Αν κάποιο προϊόν προσέφερε μικρότερη πρόσοδο ή μικρότερο κέρδος, πολύ γρήγορα η γη του θα στρεφόταν στα σιτηρά ή στα βοσκοτόπια. Και αν επέτρεπε την εξαγωγή
196
Άνταμ
Σμιθ
μεγαλύτερης προσόδου ή κέρδους, ένα μέρος των γαιών που σήμερα έχουν παραδοθεί στα σιτηρά ή τα βοσκοτόπια θα επέστρεφε πολύ σύντομα σε αυτό το προϊόν. 24. Βέβαια, τα καλλιεργούμενα είδπ που είτε απαιτούν μεγαλύτερη αρχική επένδυση για τη βελτίοοση ή μεγαλύτερη ετήσια δαπάνη για την καλλιέργεια, ώστε να προσαρμόσουν τη γη στις απαιτήσειςτους,φαίνεται γενικά να επιτρέπουν τα μεν μεγαλύτερη πρόσοδο, τα δε μεγαλύτερο κέρδος arf ό,τι τα σιτηρά ή οι βοσκότοποι. Ωστόσο, αυτή η επιπλέον διαφορά σπανίως υπερβαίνει έναν λογικό τόκο ή μια λογική αποζημίωση για τις επιπλέον δαπάνες. 25. Σε μια φυτεία λυκίσκου, ένα περιβόλι με φρούτα, ένα λαχανόκηπο, τόσο η πρόσοδος του γαιοκτήμονα όσο και το κέρδος του αγρότπεπιχειρηματίαείναι μεγαλύτερα από τα αντίστοιχαμεγέθη ενός αγρού σιτηρών ή ενός βοσκοτόπου. Ωστόσο, η προεργασία που απαιτείται στην περίπτωση αυτή είναι πιο πολυδάπανη, και για το λόγο αυτόν οφείλεται στον γαιοκτήμονα μεγαλύτερη πρόσοδος. Εκτός αυτού, οι καλλιέργειες αυτές απαιτούν μεγαλύτερη φροντίδα, προσοχή και επιδεξιότητα, εξ ου και η απαίτηση μεγαλύτερου κέρδους για τον αγρότη-επιχειρηματία. Ακόμα, η συγκομιδή είναι πιο αβέβαιη, τουλάχιστον για το λυκίσκο και τα φρούτα, θα πρέπει λοιπόν η τιμή αυτής της συγκομιδής, εκτός από μια αποζημίωση των συμπτωματικών απωλειών, να προσφέρει ακόμα ένα ποσό, εν είδει ασφαλίστρου. Η κατάσταση των κηπουρών, γενικά στενόχωρη και πάντοτε μέτρια, μας αποδεικνύει ότι ένα τόσο δύσκολο επάγγελμα συνήθως δεν αμείβεται ιδιαίτερα καλά. Υπάρχουν τόσα πολλοί εύποροι που επιδίδονται σε αυτή την ευχάριστη απασχόληση, ώστε το κέρδος που μπορούν να πραγματοποιήσουν όσοι την εξασκούν βιοποριστικά είναι πολύ μικρό. Οι άνθρωποι που φυσιολογικά θα έπρεπε να είναι οι καλύτεροι πελάτες τους, προμηθεύονται τα πιο πολύτιμα προϊόντα αυτού του είδους εργασίας από τους δικούς τους κήπους. 26. Το πλεονέκτημα που αντλεί ο γαιοκτήμονας από αυτού του είδους τις βελτιώσεις δεν φαίνεται να υπήρξε ποτέ μεγαλύτερο από αυτό που μόλις ήταν αρκετό για την αποζημίωση των δαπανών πραγματοποίησήςτους. Κατά την αρχαιότητα, αμέσως μετά τον αμπελώνα, το μέρος του αγροκτήματος που εθεωρείτο ότι απέδιδε το πολυτιμότερο προϊόν ήταν ένας καλά ποτιζόμενος λαχανόκηπος. Ωστόσο, ο Δημόκριτος, που έγραψε για την αγροτική οικονομία πριν από δύο χιλιάδες χρόνια και εθεωρείτο από τους αρχαίους (ος ένας από τους πατέρες αυτής της τέχνης, πίστευε ότι δεν ήταν σοφή η περίφραξη ενός λαχανόκηπου. Έλεγε δηλαδή ότι το κέρδος δεν θα αντιστάθμιζε τις δαπάνες ενός μαντρότοιχου. Από την άλλη μεριά, τα τούβλα (υποθέτω ότι εννοούσε τούβλα ψημένα στον ήλιο) διαλύονται από
Έρευνα για τη Φύση και iis ArTies του Πλούτου των Εθνών
197
τη βροχή και τις χειμωνιάτικες καταιγίδες και απαιτούν συνεχείς επισκευές. Ο Κολουμέλα (Columella), που παραθέτει αυτή την άποψη του Δημόκριτου, δεν την αντικρούει, αλλά προτείνει μια πολύ οικονομική μέθοδο περίφραξης, με ένα φράκτη από βάτους και ρείκια, ο οποίος, όπως λέει, έχει αποδειχθεί ανθεκτικός και αδιαπέραστος, αλλά, απ' ό,τι φαίνεται, ήταν άγνωστος στπν εποχή του Δημόκριτου. Ο Παλάντιους (Palladius) υιοθετεί την άποψη του Κολουμέλα (Columella), την οποία προηγουμένως είχε ασπαστεί ο Βάρο (Varro). Όλοι αυτοί οι αρχαίοι καλλιεργητές θεωρούσαν ότι η παραγωγή ενός λαχανόκηπου μόλις που επαρκούσε για να αποζημιώσει το μόχθο της καλλιέργειας και τις δαπάνες του ποτίσματος, καθώς σε αυτές τις μεσημβρινές χώρες εθεωρείτο τότε, όηως και σήμερα, ποος θα έπρεπε να διαθέτει κανείς ένα ρυάκι νερού το οποίο θα οδηγείται σε κάθε παρτέρι του κήπου. Σήμερα, σε ολόκληρη την Ευρώπη, κανείς δεν θεωρεί ότι ένας λαχανόκηπος αξίζει καλύτερη περίφραξη από αυτήν που μνημονεύει ο Κολουμέλα (Columella). Στη Μεγάλη Βρετανία και σε μερικές άλλες βόρειες χώρες, τα καλά φρούτα μπορούν να ωριμάσουν μόνο με την προστασία που τους παρέχει ένας τοίχος. Επομένως, η τιμή τους στις χώρες αυτές θα πρέπει να είναι επαρκής ώστε να αποζημιώσει τις δαπάνεςκατασκευήςκαι συντήρησηςαυτούτουτοίχου,χωρίςτον οποίο δε θα μπορούσαν να παραχθούν. Συχνά, ο τοίχος ενός περιβολιού με φρούτα περιβάλλει ένα λαχανόκηπο, που με τον τρόπο αυτό απολαμβάνει τα ευεργετήματα μιας περίφραξης, το κόστος της οποίας δεν θα μπορούσαν να επωμιστούν τα προϊόντα του. 27. Το ότι ένας αμπελώνας, που είχε φυτευτεί και καλλιεργηθεί σοκπά, αποτελούσε το πολυτιμότερο μέρος ενός αγροκτήματος, φαίνεται ότι ήταν ένα αναμφισβήτητο απόφθεγμα για τις αγροτικές καλλιέργειες της αρχαιότητας, όπως είναι και σήμερα σε όλες τις οινοπαραγωγές χώρες. Το κατά πόσον όμως ήταν συμφέρουσα η δημιουργία εvόςvέoυαμπελώvα,όπωςμαςπλnpoφopείoKoλoυμέλα(Cdumella), αποτελούσε θέμα διχογνωμίας μεταξύ των αρχαίων Ιταλών αγροτών. Ως γνήσιος εραστήςκάθε εξεζητημένης καλλιέργειας,οΚολουμέλα (Columella) τάσσεται υπέρ του αμπελώνα και στη συνέχεια πασχίζει να αποδείξει, συγκρίνοντας κέρδη και δαπάνες, ότι είναι η πιο συμφέρουσα καλλιέργεια. Ωστόσο, οι συγκρίσεις αυτές μεταξύ κερδών και δαπανών δύο νέων επιχειρηματικών σχεδίων είναι συχνά πολύ απατηλές, και αυτό ισχύει κατά μείζονα λόγο στην αγροτική οικονομία. Αν τα κέρδη που θα απέφερε η δημιουργία αυτών των φυτειών ήταν τόσο μεγάλα όσο το υπέθετε ο Κολουμέλα (Columella), δεν θα υπήρχε αντικείμενο αμφισβήτησης. Το ίδιο θέμα είναι συχνά ακόμα και σήμερα σημείο αντιπαράθεσης στις οινοπαραγωγές χώρες.
198
Άνταμ Σμιθ
Βέβαια, οι συγγραφείς που ασχολούνται με την αγροτική οικονομία, οι εραστές και οι οπαδοί της μεγάλης καλλιέργειας, φαίνονται γενικά να τάσσονται, όποχ; και ο Κολουμέλα (Columella), υπέρ του αμπελώνα Στη Γαλλία, το άγχος των ιδιοκτητών των παλαιών αμπελώνων να αποτρέψουν τη δημιουργία νέων φαίνεται ότι ενισχύει αυτή την άποψη και υποδηλώνει, γΓ αυτούς που διαθέτουν την απαιτούμενη εμπειρία, την πεποίθηση πως αυτό το είδος καλλιέργειας είναι σήμερα το πιο επικερδές απ* οποιοδήποτε άλλο στη χώρα. Ταυτόχρονα όμως φαίνεται ότι υποδηλώνει μια άλλη άποψη, ότι δηλαδή αυτό το υψηλότερο κέρδος δεν είναι δυνατόν να διαρκέσει περισσότερο από τους νόμους εκείνους που περιορίζουν σήμερα την ελεύθερη καλλιέργεια του αμπελιού. Οι ιδιοκτήτες αυτοί απέσπασαν ένα διάταγμα που απαγόρευε τόσο τη δημιουργία νέων αμπελώνων όσο και την ανανέωση των παλαιών, η καλλιέργεια των οποίων είχε διακοπεί επί δύο έτη, μόνο έπειτα από ειδική βασιλική άδεια η οποία εκδιδόταν ύστερα από έκθεση του επάρχου που βεβαίωνε ότι είχε εξετάσει τη συγκεκριμένη έκταση και ποχ; αυτή ήταν ακατάλληλη για οποιαδήποτε άλλη καλλιέργεια. Ως αιτιολογία αυτού του διατάγματος προβάλλονταν η στενότητα των σιτηρών και των βοσκοτόπων και η υπεραφθονία του οίνου. Αν όμοχ; αυτή η υπεραφθονία ήταν πραγματική, θα απέτρεπε πραγματικά, χοαρίς την παρεμβολή διαταγμάτων, τη δημιουργία νέων αμπελώνων, μέσωτηςμείωσηςτωνκερδώναυτούτου είδους της καλλιέργειας κάτω από τη φυσική τους αναλογία προς τα κέρδη των σιτηρών και των βοσκοτόπων. Και, ως προς την υποτιθέμενη στενότητα σιτηρών που προκάλεσε ο πολλαπλασιασμός των αμπελώνων, είναι γεγονός ότι τα σιτηρά σε κανένα άλλο μέρος της Γαλλίαςδεν καλλιεργούνται τόσο πολύ όσο στις οινοπαραγωγές επαρχίες οι οποίες διαθέτουν γαίες κατάλληλες για την καλλιέργεια και τωνσιτηρών,όπο)ςείναιηΒουργουνδία,ηΓκυαίνκαιτο(7Λανγκντόκ. Τα πολυάριθμα χέρια που απασχολούνται στο ένα είδος καλλιέργειας υποχρεοπικά ενθαρρύνουν το άλλο, προσφέροντας μια έτοιμη αγορά για το προϊόν της. Η μείωση του αριθμού αυτών που είναι σε θέση να πληρώσουν για να αγοράσουν σιτηρά είναι ασφαλώς το λιγότερο κατάλληλο τέχνασμα γιατην ενθάρρυνση της καλλιέργειάςτους. θυμίζει την πολιτική που θα προα)θούσε τις αγροτικές καλλιέργειες με την αποθάρρυνση της μανιφακτούρας. 28. Επομένιος, η πρόσοδος και το κέρδος αυτών των καλλιεργειών, που απαιτούν είτε μεγαλύτερη αρχική δαπάνη προκειμένου να καταστήσουν τη γη κατάλληλη για το συγκεκριμένο είδος είτε μεγαλύτερες ετήσιες δαπάνες καλλιέργειας, παρότι συχνά είναι μεγαλύτερα απ' ό,τι αυτά των σιτηρών και των βοσκοτόπων, όταν δεν κατορθώνουν τίποτα καλύτερο από το να αποζημιώσουν αυτές τις
Έρευνα για τη Φύση και iis ArTies του Πλούτου των Εθνών
199
αυξημένες δαπάνες, ρυθμίζονται από την πρόσοδο και τοκέρδος αυτών των δύο κοινών ειδών συγκομιδής. 29. Βέβαια, μερικές φορές, η έκταση της γης που μπορεί να προσαρμοστεί σε κάποιο συγκεκριμένο προϊόν είναι πολύ μικρή και δεν είναι σε θέση να ικανοποιήσει τη λειτουργούσα ζήτηση. Το σύνολο της συγκομιδής είναι δυνατόν να διατεθεί σε αυτούς που είναι πρόθυμοι να προσφέρουν κάτι παραπάνω απ* αυτό που είναι μόλις επαρκές για ναπληρωθούντοσύνολοτηςπροσόδου,οι μισθοί και το κέρδοςπου είναι απαραίτητα για την καλλιέργεια και την προσκόμισή της στην αγορά, στις κανονικές τους τιμές ή στις τιμές που καταβάλλονται στην πλειονότητα των άλλων καλλιεργούμενων γαιών. Το πλεόνασμα της τιμής που παραμένει μετά την αφαίρεση των δαπαν(ί)ν βελτίωσης και καλλιέργειας της γης στην περίπτωση αυτή, και μόνο σε αυτήν, δεν βρίσκεται σε κάποια κανονική αναλογία προς το αντίστοιχο πλεόνασμα σε σιτηρά ή σε ζοΰοτροφή - μάλιστα, είναι δυνατόν να το υπερβαίνει σε βαθμό σχεδόν απεριόριστο. Το μεγαλύτερο μέρος αυτού του πλεονάσματος φυσιολογικά διοχετεύεται στην πρόσοδο του γαιοκτήμονα. 30. Για παράδειγμα, θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι η συνήθης και φυσική αναλογία μεταξύ της προσόδου και του κέρδους που απος>έρει ο οίνος και των αντίστοιχων μεγεθών που αποφέρουν τα σιτηρά και οι ζοΰοτροφές υλοποιείται μόνο σε σχέση με τους αμπελώνες που δεν παράγουν τίποτα άλλο από ανεκτής ποιότητας οίνο, σαν κι αυτόν που είναι δυνατόν να παραχθεί σχεδόν παντού όπου υπάρχει ένα ελα(ρρύ, χαλικώδες ή αμμώδες έδαφος το οποίο δεν διαθέτει κάτι ξεχωριστό, πέρα από τη δύναμη και τα θρεπτικά του συστατικά. Μόνο με αυτούς τους αμπελώνες μπορούν να ανταγωνιστούν οι συνήθεις αγροτικές εκτάσεις της χώρας. Είναι προφανές ότι με τους αμπελώνες που παράγουν έναν ιδιαίτερης ποιότητας οίνο δεν μπορεί να υπάρξει ανταγωνισμός. 31. Μεταξύ όλων των φυτών, εκείνο του οποίου η ποιότητα του καρπού επηρεάζεται περισσότερο από τη δια(ρορά των εδαφών είναι το αμπέλι. Ορισμένα εδάφη χαρίζουν στον οίνο ένα άρωμα που με καμία καλλιέργεια και φροντίδα δεν θα μπορούσε να αποκτηθεί σε ένα άλλο έδαφος. Το άρωμα αυτό, πραγματικό ή (ρανταστικό, μερικές φορές χαρακτηρίζει τη συγκομιδή ενός μικρού αριθμού αμπελώνων, άλλες φορές επεκτείνεται στο μεγαλύτερο μέρος μιας μικρής περιοχής και κάποιες άλλες σε ένα σημαντικό μέρος μιας μεγάλης επαρχίας. Η συνολική ποσότητα των οίνων αυτών που (ρτάνουν στην αγορά, υπολείπεται της λειτουργούσας ζήτησης ή της ζήτησης αυτών που είναι πρόθυμοι να πληρώσουν, στις κανονικές τους τιμές ή στις τιμές για τους συνήθεις αμπελώνες, το σύνολο της προσόδου, του κέρδους
200
Άνταμ
Σμιθ
και των μισθών που είναι αναγκαίοι για την παρασκευή και την προσκόμιση τους στην αγορά. Επομένως, το σύνολο της ποσότητας είναι δυνατόν να διατεθεί σε εκείνους που είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν περισσότερο, γεγονός που κατ' ανάγκη αυξάνει την τιμή πάνω απ* αυτήν του κοινού οίνου. Η διαφορά αυτή είναι μεγαλύτερη ή μικρότερη, ανάλογα με το βαθμό στον οποίο η μόδα και η σπανιότητα του οίνου εντείνουν τον ανταγωνισμό των αγοραστών. 'Οποια όμως και αν είναι η διαφορά αυτή, το μεγαλύτερο μέρος της διοχετεύεται στην πρόσοδο του γαιοκτήμονα. Γιατί, παρότι οι αμπελώνες αυτούτου τύπου γενικά καλλιεργούνται με μεγαλύτερη προσοχή απ* ό,τι οι υπόλοιποι, η υψηλή τιμή του οίνου φαίνεται ότι αποτελεί μάλλον την αιτία και όχι τη συνέπεια αυτής της προσεκτικής καλλιέργειας. Στην ηερίπτοχτη ενός τόσο πολύτιμου προϊόντος, η απώλεια λόγω απροσεξίας είναι τόσο σημαντική, ώστε να αναγκάζει και τους πλέον αμελείς να είναι πιο προσεκτικοί. Επομένως, ένα μικρό μέρος της υψηλής αυτής τιμής είναι ήδη αρκετό για να πληρώσει τους μισθούς της ιδιαίτερης ποιότητας εργασίας που αφιερώνεται στην καλλιέργειά τους, αλλά και τα κέρδη της ιδιαίτερης ποιότητας αποθέματος που κινητοποιεί αυτή την εργασία. 32. Τους πολύτιμους αυτούς αμπελώνες μπορούμε να τους συγκρίνουμε με τις αποικίες παραγωγής ζάχαρης που κατέχουν στις Δυτικές Ινδίες οι ευρωπαϊκές χώρες. Η συνολική τους παραγωγή υπολείπεται της λειτουργούσας ζήτησης της Ευρώπης και είναι δυνατόν να διατεθεί μόνο σε εκείνους που είναι πρόθυμοι να πληρώσουν περισσότερο απ* αυτό το οποίο είναι αρκετό για την πληρωμή της προσόδου, του κέρδους και των μισθών που απαιτούνται για την παραγο)γή και προσκόμισή της στην αγορά, και στις τιμές που συνήθως καταβάλλονται για οποιοδήποτε άλλο προϊόν. Οπως μας πληροφορεί ο κ. Πουάβρ (PoivreF»ένας πολύ προσεκτικός παρατηρητής της αγροτικής οικονομίας της Ινδοκίνας, η καλύτερης ποιότητας λευκή ζάχαρη πωλείται στη χώρα αυτή προς 3 πιάστρα το καντάρι, που αντιστοιχούν σε 13 σημερινά σελίνια και 6 πένες. Αυτό που ονομάζουν καντάρι ζυγίζει από 150 έως200παρισινές λίβρες ή, κατά μέσον όρο, 175 παρισινές λίβρες, γεγονός το οποίο μειώνει την τιμή των 100 αγγλικών μονάδων βάρους στα 8 σελίνια περίπου, που δεν είναι ούτε το τέταρτο αυτού το οποίο συνήθως πληρώνεται για τις σκούρες ή ακατέργαστες ποιότητες που εισάγονται από τις αποικίες μας, και ούτε το ένα έκτο της τιμής της καλύτερης ποιότητας λευκής ζάχαρης. Τομεγαλύτερομέροςτων καλλιεργούμενων εκτάσεων της Ινδοκίνας χρησιμοποιούνται για την παραγωγή σιτηρών και ρυζιού, που αποτελούν την τροφή της πλειονότητας του πληθυσμού. Οι αντίστοιχες τιμές των σιτηρών, του ρυζιού και της ζάχαρης βρίσκονται
Έρευνα για τη Φύση και iis ArTies του Πλούτου των Εθνών
201
μάλλον στη φυσική τους αναλογία, σε αυτή δηλαδή που διαμορφώνεται αυθόρμητα μεταξύ των διαφόρων προϊόντων του μεγαλύτερου μέρους της καλλιεργούμενης γης και οι οποίες είναι τέτοιες, ώστε να αποζημιώνουν τον γαιοκτήμονα και τον αγρότη-επιχειρηματίαγιατιςσυνήθεις αρχικές δαπάνες βελτίοοσης της γηςκαιτιςετήσιες δαπάνες καλλιέργειας, με όση ακρίβεια είναι δυνατόν να υπολογιστούν αυτές. Ωστόσο, στις αποικίες μας που παράγουν ζάχαρη, η τιμή της ζάχαρης δεν βρίσκεται σε αυτή την αναλογία προς την τιμή της συγκομιδής ενός αγρού σιτηρών ή ρυζιού της Ευρώπης ή της Αμερικής. Λέγεται συχνά ότι ο ιδιοκτήτης μιας φυτείας ζάχαρης προσδοκά ότι το ρούμι και η μελάσα θα τον αποζημιώσουν για το σύνολο των δαπανών της καλλιέργειάς του, και ότι η ζάχαρη θα είναι γι' αυτόν καθαρό κέρδος. Αν αυτό αληθεύει, γιατί δεν είμαι σε θέση να το επιβεβαιώσω, θα είναι σαν να προσδοκά ένας αγρότης-καλλιεργητής σιτηρών να αποζημιωθεί για τις δαπάνες τπς καλλιέργειάς του απότοάχυρο και να έχει όλοτονκαρπό ως καθαρό κέρδος. Βλέπουμε συχνά στο Λονδίνο και σε άλλες πόλεις, εμπορικές εταιρείες να αγοράζουν ακαλλιέργητες εκτάσος στις ζαχαροπαραγωγικές αποικίες μας, τις οποίες προτίθενται να αξιοποιήσουν και να καλλιεργήσουν αποκομίζοντας κέρδη, με τη βοήθεια διαχειριστών ή αντιπροσώπων, παρά τη μεγάλη απόσταση και την αβεβαιότητα της απόδοσης, που οφείλεται στην ανίσχυρη Δικαιοσύνη αυτών των χωρών. Από την άλλη πλευρά, κανείς δεν πρόκειται να αξιοποιήσει και να καλλιεργήσει με τον ίδιο τρόπο ακόμα και τις πιο εύφορες εκτάσεις της Σκοτίας, της Ιρλανδίας ή των σιτοβολώνων της Βόρειας Αμερικής, παρότι η πιο άρτια άσκηση της δικαιοσύνης σε αυτές τις χώρες υπόσχεται κανονικότερες αποδόσεις. 33. Στη ΒιρτζίνιακαιστοΜέριλαντ,προτιμάταιηκαλλιέργειατου καπνού ως πιο κερδοφόρα από αυτήν των σιτηρών. Η καλλιέργεια του καπνού θα ήταν συμφέρουσα και στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης. Ωστόσο, σχεδόν σε όλα τα μέρη της Ευρώπης έχει καταστεί πρωτεύον αντικείμενο φορολογίας και θεωρήθηκε ότι η συλλογή ενός φόρου από κάθε ένα αγρόκτημα της χώρας θα ήταν πιο δύσκολη από την επιβολή ενός φόρου στον εισαγόμενο καπνό μέσω των τελωνείων. Γι' αυτόν ακριβώς το λόγο, στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώππς, π πιο παράλογη απαγόρευση εμποδίζει τπν καλλιέργεια του καπνού, γεγονός το οποίο προσφέρει ένα είδος μονοπωλίου στις χώρες όπου επιτρέπεται π καλλιέργεια. Και, καθώς η Βιρτζίνια και το Μέριλαντ παράγουν τη μεγαλύτερη ποσότητα καπνών, καρπούνται, μαζί βέβαια με κάποιους ανταγωνιστές τους, ένα σπμαντικό μέρος των πλεονεκτημάτων του μονοπωλίου. Ωστόσο, η καλλιέργεια του καπνού δεν φαίνεται να προσφέρει τόσα πλεονεκτήματα όσα αυτή της
202
Άνταμ Σμιθ
ζάχαρης. Ποτέ δεν άκουσα για κάποια φυτεία καπνού που βελτιώθηκε και καλλιεργήθηκε με το κεφάλαιο εμπόρων οι οποίοι διέμεναν στη Μεγάλη Βρετανία και από τις αποικίες παραγωγής καπνού δεν γύρισαν ποτέ στην πατρίδα πλούσιοι ιδιοκτήτες φυτειών, σαν και αυτούς που βλέπουμε να επιστρέφουν από τις αποικίες παραγωγής ζάχαρης. Παρότι, από την προτίμηση που αποδίδεται στις αποικίες αυτές στην καλλιέργεια καπνού σε σχέση με την καλλιέργεια σιτηρών, θα πίστευε κανείς ότι η λειτουργούσα ζήτηση καπνών στην Ευρώπη δεν ικανοποιείται πλήρως, (ραίνεται ότι αυτή πλπσιάζει περισσότερο την ικανοποίησή της απ* ό,τι π ζήτηση της ζάχαρης. Και, παρόλο που η σημερινή τιμή του καπνού είναι μάλλον μεγαλύτερη από αυτήν που επαρκεί για να πληρώσει το σύνολο της προσόδου, των μισθών και του κέρδους, η οποία είναι αναγκαία προκειμένου να παραχθεί και να προσκομιστεί ο καπνός στην αγορά, σε σύγκριση με τις τιμές των μεγεθών αυτών που πληρώνονται συνήθως στις καλλιέργειες σιτηρών, δεν φαίνεται ότι υπερβαίνει αυτή την τιμή στον ίδιο βαθμό που την υπερβαίνει αντίστοιχα η σημερινή τιμή της ζάχαρης. Ακόμα, οι ιδιοκτήτες μας φυτειών καπνού επέδειξαν τον ίδιο φόβο για μια πιθανήυπερ-αφθονίακαπνού που επέδειξαν οι ιδιοκτήτεςτωνπαλαιών αμπελώνων της Γαλλίας για μια πιθανή υπερ-α(ρθονία οίνου. Με ένα ψήφισμα της συνέλευσής τους, περιόρισαν την καλλιέργεια σε έξι χιλιάδες φυτά, τα οποία υποτίθεται ότι αποφέρουν χίλια βάρη καπνού για κάθε νέγρο ηλικίας από δεκαέξι έως εξήντα ετών. Εκτός ατί αυτή τπν ποσότητα καπνού, κάθε νέγρος, σύμφωνα με το ψήφισμα, μπορεί να διαχειρίζεται τέσσερα ακρ ινδικών σιτηρών. 'Οποος μας πληροφορεί ο δρ Ντάγκλας (Dougias) -ο οποίος φοβάμαι ότι είχε μια λανθασμένη πληροφόρηση-^, οι ανωτέρω ιδιοκτήτες φυτειών καπνού, προκειμένου να αποτρέψουν τον κορεσμό της αγοράς, μερικές φορές, κατά τις περιόδους αφθονίας, έκαιγαν μια ορισμένη ποσότητα καπνού για κάθε νέγρο, όπως λέγεται ότι έκαναν οι Ολλανδοί με τα μπαχαρικά. Αν χρειάζεται να χρησιμοποιούνται τέτοιες μέθοδοι προκειμένου να διατηρείται σε υψηλό επίπεδο η σημερινή τιμή του καπνού, είναι πιθανόν το όποιο πλεονέκτημα της καλλιέργειας καπνού σε σχέση με την καλλιέργεια σιτηρών, αν και εφόσον υφίσταται ακόμα σήμερα, να μη διαρκέσει επί πολύ. 34. Με αυτόν τον τρόπο, π πρόσοδος των εκτάσεων που καλλιεργούνται για τπν παραγωγή της τροφής των ανθρώπων ρυθμίζει την πρόσοδο του μεγαλύτερου μέρους των άλλων καλλιεργούμενων εκτάσεων. Κανένα προϊόν δεν μπορεί να αντέξει επί μακρόν μια χαμηλότερη τιμή, καθόσον η γη θα στρεφόταν άμεσα σε άλλη χρήση. Και, αν ένα δεδομένο προϊόν επιτρέπει προσωρινά μια υψηλότερη τιμή, αυτό οφείλεταιστο ότιηέκταση της γηςπου μπορεί να διαμορφωθεί ώστε
Έρευνα για τη Φύση καιiisArTIeSτ ο υ
Πλούτου των Εθνών
203
να είναι κατάλληλη γι' αυτό το προϊόν, είναι υπερβολικά μικρή για να καλύψει τη λειτουργούσα ζήτηση. 35. Στην Ευρώπη, το κύριο προϊόν της γης είναι τα σιτηρά που χρησιμοποιούνται άμεσα ως τροφή των ανθρώπων. Επομένως, αν εξαιρέσουμε κάποιες ειδικές περιπτώσεις, στην Ευρώπη, η πρόσοδος των σιτηρών ρυθμίζει την πρόσοδο όλων των άλλων καλλιεργούμενων γαιών. Η Βρετανία δεν έχει κανένα λόγο να ζηλεύει ούτε τους αμπελώνες της Γαλλίας, ούτε τους ελαιώνες της Ιταλίας. Εκτός από ειδικές περιπτώσεις, η αξία των καλλιεργειών αυτών ρυθμίζεται από αυτήν των εκτάσεων καλλιέργειας σιτηρών, των οποίων η γονιμότητα στη Βρετανία δεν είναι κατώτερη της αντίστοιχης των δύο αυτών χωρών. 36. Αν σε μια οποιαδήποτε χώρα, η γενική και προσφιλής φυτική τροφή των κατοίκων προερχόταν από κάποιο φυτό του οποίου οι πιο συνήθεις καλλιεργούμενες εκτάσεις με την ίδια ή σχεδόν την ίδια μέθοδο καλλιέργειας μπορούσαν να παράγουν μια πολύ μεγαλύτερη ποσότητα από αυτήν που παράγουν οι πιο γόνιμες εκτάσεις σιτηρών, η πρόσοδος του γαιοκτήμονα ή το πλεόνασμα τροφής που θα του απέμενε μετά την πληρωμήτης εργασίας και την αντικατάσταση του αποθέματος του αγρότη-επιχειρηματία, σε συνδυασμό με τα κανονικά του κέρδη, θα ήταν κατ' ανάγκη πολύ μεγαλύτερα. Ανεξάρτητα από το ποιο είναι στη χώρα αυτή το επίπεδο κανονικής διαβίωσης της εργασίας, το μεγαλύτερο αυτό πλεόνασμα θα είναι πάντα σε θέση να συντηρεί μεγαλύτερη ποσότητα εργασίας και, κατά συνέπεια, θα επιτρέπει στον γαιοκτήμονα να αγοράζει ή να ελέγχει μια αντίστοιχα μεγαλύτερη ποσότητα. Η πραγματική αξία αυτής της προσόδου, η δύναμη και η δικαιοδοσία της, όπως και η ικανότητά της να ελέγχει τα αναγκαία μέσα διαβίωσης και τις ανέσεις που μπορεί η εργασία των άλλων ανθρώπων να της παράσχει, θα είναι Kaf ανάγκη μεγαλύτερες. 37. Ένας ορυζώνας παράγει πολύ μεγαλύτερη ποσότητα τροφής απ* ό,τι ο πιο εύφορος αγρός σιτηρών. Λέγεται ότι το σύνηθες ετήσιο προϊόν ενός ορυζώνα είναι δύο συγκομιδές το χρόνο, από τριάντα έως εξήντα μπούσελ ανά ακρ. Παρότι λοιπόν η καλλιέργειά του απαιτεί περισσότερη εργασία, μετά τη συντήρηση όλης αυτής της εργασίας απομένει ένα πολύ μεγαλύτερο πλεόνασμα. Επομένως, στις ορυζοπαραγωγές χώρες, όπου η κύρια και προσφιλής φυτική τροφή των κατοίκων είναι το ρύζι, το οποίο αποτελεί επίσης την κύρια τροφή των ανθρώπων που το καλλιεργούν, οι γαιοκτήμονες θα καρπούνται μεγαλύτερο μερίδιο αυτού του μεγαλύτερου πλεονάσματος απ* ό,τι οι γαιοκτήμονες των σιτοπαραγωγών χωρών. Στην Καρολίνα, όπου οι καλλιεργητές, όπως και σε άλλες βρετανικές αποικίες, είναι γενικά ταυτόχρονα αγρότες-επιχειρηματίες και γαιοκτήμονες, και
204
Άνταμ Σμιθ
όπου, κατά συνέπεια, π πρόσοδος συγχέεται με το κέρδος, π καλλιέργεια του ρυζιού αποδεικνύεται πιο κερδοφόρα απ* αυτήν των σιτπρών, παρότι οι αγροί αυτοί παράγουν μόνο μία συγκομιδή το χρόνο και παρά το ότι, λόγω της κυριαρχίας των ευρωπαϊκών συνηθειών, η συνήθης και δημοφιλής φυτική τροφή εκεί δεν είναι το ρύζι. 38. Ένας καλός ορυζώνας είναι όλες τις εποχές ελώδης και για μια εποχή αποτελεί έλος παντελώς καλυμμένο από τα νερά. Είναι ακατάλληλος και για σιτηρά και για βοσκότοπος και για αμπελώνας, αλλά και για οποιοδήποτε άλλο φυτό χρήσιμο στον άνθρωπο. Αλλά και οι εκτάσεις που είναι κατάλληλες γι' αυτά τα φυτά δεν είναι κατάλληλες για ορυζώνες. Επομένως, ακόμα και στις ορυζοπαραγωγές χώρες, η πρόσοδος των ορυζώνων δεν είναι δυνατόν να ρυθμίσει την πρόσοδο των άλλων καλλιεργούμενων εκτάσεων που δεν είναι σε θέση να στραφούν σε αυτό το προϊόν. 39. Η τροφή που παράγεται από τους αγρούς πατάτας δεν είναι κατώτερης ποιότητας απ* αυτήν που παράγεται σε έναν ορυζώνα, και είναι πολύ ανώτερη αυτής που παράγεται από έναν αγρό σίτου. Δώδεκα χιλιάδες μονάδες βάρους πατάτας από ένα ακρ γης ως προϊόν δεν είναι μεγαλύτερη σοδειά από δύο χιλιάδες μονάδες βάρους σίτου. Βέβαια, λόγω της υδατώδους φύσης της πατάτας, η πραγματική τροφή που είναι δυνατόν να προκύψει απ' αυτά τα δύο φυτά δεν είναι συνολικά ανάλογη προς το βάρος τους. Αν όμοας θεωρήσουμε ότι το μισό της ρίζας τους χάνεται ως νερό, ποσοστό που ήδη είναι μεγάλο, ένα ακρ πατάτας θα παράγει και πάλι έξι χιλιάδες μονάδες βάρους στερεάς τροφής, δηλαδή μια ποσότητα τρεις φορές μεγαλύτερη αυτής που θα παράγει ένας αγρός σίτου. Οι δαπάνες καλλιέργειας ενός ακρ πατάτας είναι μικρότερες από τις αντίστοιχες δαπάνες ενός ακρ σίτου, καθώς η αγρανάπαυση που γενικά προηγείται της σποράς του σίτου υπερκαλύπτει κατά πολύ το τσάπισμα και τις άλλες επίπονες εργασίες που συνοδεύουν πάντα την καλλιέργεια της πατάτας. Αν αυτή η ρίζα γίνει ποτέ η συνήθης και προσφιλής τροφή των ανθρώπων, όπως έχει γίνει το ρύζι σε μερικές ορυζοπαραγωγές χώρες, έτσι ώστε να καταλαμβάνει το ίδιο ποσοστό καλλιεργήσιμων γαιών που καταλαμβάνουν το σιτάρι και άλλα σιτηρά τα οποία χρησιμοποιούνται σήμερα ως τροφή των ανθρώπων, τότε η ίδια έκταση καλλιεργούμενης γης θα μπορούσε να θρέψει πολύ μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων και, καθώς οι εργάτες θα θρέφονται γενικά με πατάτες, μετά την αντικατάσταση του αποθέματος και τη συντήρηση ολόκληρης της εργασίας που απασχολήθηκε στην καλλιέργεια, θα απομένει μεγαλύτερο πλεόνασμα. Από το πλεόνασμα αυτό, στον γαιοκτήμονα θα ανήκει μεγαλύτερο μερίδιο. Ο πληθυσμός θα αυξάνεται και οι
Έρευνα για τη Φύση και iis ArTies του Πλούτου των Εθνών
205
πρόσοδοι θα βρεθούν σε πολύ μεγαλύτερα ύφη από αυτά στα οποία ευρίσκονται σήμερα. 40. Η γπ που είναι κατάλληλπ για πατάτες, είναι ι^ατάλλπλη σχεδόν και για κάθε άλλο χρήσιμο λαχανικό. Αν οι γαίες αυτές κατείχαν το ίδιο ποσοστό καλλιεργήσιμπς γπς που κατέχουν σήμερα τα σιτηρά, θα ρύθμιζαν με τον ίδιο τρόπο την πρόσοδο της πλειονότητας των καλλιεργούμενων γαιών. 41. Σε ορισμένα μέρη του Λανκασάιρ θεωρείται, όποχ; έχω ακούσει, ότι το ψωμί από άλευρα βρόμης είναι πιο θρεπτικό για τους εργάτες απ* ό,τι το σταρένιο ψωμί, και συχνά ακούω ότι η ίδια άποψη ισχύει και στη Σκοτία. Διατηρώ ωστόσο κάποιες αμφιβολίες σχετικά με την αλήθεια αυτής της θεωρίας. Οι απλοί άνθρωποι της Σκοτίας που τρέφονται με βρόμη δεν είναι ούτε τόσο γεροί, ούτε τόσο όμορφοι όσο οι αντίστοιχοί τους στην Αγγλία που τρέφονται με σταρένιο ψωμί. Εργάζονται λιγότερο καλά και υστερούν σε εμφάνιση. Και, καθώς μεταξύ των ανθρώπων των ανώτερων τάξεων των δύο αυτών χωρών δεν παρατηρείται αντίστοιχη διαφορά, η εμπειρία μάς δείχνει ότι η τροφή των απλών ανθρώπων της Σκοτίας δεν είναι τόσο κατάλληλη για την ανθρώπινη ανάπτυξη όσο αυτή των γειτόνων τους των ιδίων τάξεων της Αγγλίας. Φαίνεται όμως ότι δεν συμβαίνει το ίδιο και με τις πατάτες. Λέγεται ότι οι αχθοφόροι, οι χαμάληδες και οι μεταφορείς κάρβουνου του Λονδίνου, και εκείνες οι άτυχες γυναίκες που ζουν από την πορνεία, ίσως δηλαδή οι πιο δυνατοί άνδρες και οι πιο όμορφες γυναίκες του βρετανικού βασιλείου προέρχονται στηνπλειονότητάτουςαπόχαμηλότερεςκοινωνικέςτάξειςτηςίρλανδίας, που συνήθοος τρέφονται με αυτές τις ρίζες. Καμιά άλλη τροφή δεν μπορεί να προσφέρει μια τόσο σαφή απόδειξη της θρεπτικής της ποιότητας ή της ιδιαίτερης καταλληλότητάς της για την ανθρώπινη υγεία και ευροκπία. 42. Είναιδύσκολο ναδιατηρήσουμετιςπατάτεςκαθ' όλητηδιάρκειατου έτους και είναι αδύνατον να τις αποθηκεύσουμε επί δύο και τρία έτη, όπως τα σιτηρά. Ο φόβος ότι δεν θα πωληθούν πριν αρχίσουν να χαλούν αποθαρρύνει τηνκαλλιέργειάτουςκαι είναι ίσωςτοκύριοεμπόδιο που ορθώνεται στην ανάδειξή τους στην κύρια φυτική τροφή όλων των κοινωνικών τάξεων μιας μεγάλης χώρας, όπως το ψωμί.
Σημειώσειε 1. Peck: μονάδα όγκου 0,009 κυβικών μέτρων (Σ.τ.Μ.).
2. Ρ. Poivre, Voyages dun Philosophe, ou observations sur les moaurs e arts des peuples de lAfrique, de lAsie, de TAmerique, 1768 (Tlepmyn
206
Άνταμ Σμιθ
ενό5 φχΚοοόφου π παρατηρήσειε επί των ηθών και ms τέχνηε των λαών τ Αφρικήε, τηεΑσίαε, τηε Αμερικήε). 3. W. Douglas, Α Summary, Historical and Political of the First Planting, Progressive Improvement and Present State of the British Settlements North America (Ιστορική και ποληική σύνοψη γπ5 πpώτns εnoiκnσns» τω προοδευτικών βελτιώσεων και τns σnμεριvήs κατάσταση5 των βρετανικώ κτήσεων τns Βορείου Aμεpικήs, Λονδίνο 1760, τόμ. II, σο. 372-73).
If
Σχετικά με τα προϊόντα τηε yns που άλλοτε επιτρέπουν και άλλοτε δεν επιτρέπουν την πληρωμή προσόδου 1. Η ανθρώπινη τροφή cpdverai ότι αποτελεί το μοναδικό προϊόν της γης το οποίο επιτρέπει πάντα και υποχρεωτικά την πληρωμή μιας προσόδου στον γαιοκτήμονα Τα άλλα είδη προϊόντων, ανάλογα με τις περιστάσεις, είναι δυνατόν άλλοτε να επιτρέπουν και άλλοτε να μην επιτρέπουν την πληρωμή προσόδου. 2. Μετά την τροφή, οι δύο μεγαλύτερες ανάγκες του ανθρώπου είναι η ένδυση και η στέγαση. 3. Η γη, στην αρχική, ακαλλιέργητη κατάστασή της, είναι σε θέση να επιτρέψει την άντληση των υλικών ένδυσης και στέγασης ενός πολύ μεγαλύτερου αριθμού ανθρώπων από αυτούς που είναι σε θέση να θρέψει. Αντίθετα, στη βελτιωμένη της κατάσταση, μερικές φορές είναι σε θέση να θρέψει μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων απ' αυτούς στους οποίους είναι σε θέση να προσφέρει ένδυση και στέγαση ή τουλάχιστον την ένδυση και τη στέγαση που επιθυμούν και είναι πρόθυμοι να πληρώσουν για να αποκτήσουν. Επομένοχ;, στη μια κατάσταση υπάρχει υπεραφθονία αυτών των υλικών, τα οποία για το λόγο αυτόν έχουν πολύ μικρή ή και καμιά αξία. Στην άλλη κατάσταση, υπάρχει συχνά μια στενότητα, που κατ* ανάγκη αυξάνει την αξία τους. Στη μια κατάσταση, ένα μεγάλο μέρος τους απορρίπτεται ο)ς άχρηστο, και η τιμή του μέρους που χρησιμοποιείται, θεωρείται ίση μόνο με την εργασία και τις δαπάνες που τα θέτουν σε χρήση, και, κατά συνέπεια, δεν επιτρέπει την πληρωμή προσόδου στον γαιοκτήμονα. Στην άλλη, χρησιμοποιούνται τα πάντα, και συχνά υπάρχει ζήτηση για περισσότερα από αυτά που μπορούν να αποκτηθούν. Κάποιοι είναι πάντα πρόθυμοι να δώσουν περισσότερα, για κάθε μέρος αυτών των προϊόντων, από αυτά που επαρκούν για να προσκομιστούν τα προϊόντα στην αγορά, Η τιμή τους επομένοχ; επιτρέπει πάντα την πληρωμή κάποιας προσόδου στον γαιοκτήμονα. 4. Τα πρωταρχικά υλικά ένδυσης ήταν τα δέρματα των μεγαλύτερων ζώων. Επομένοος, στην περίπτωση των εθνών που αποτελούνταν από
208
Άνταμ Σμιθ
κυνηγούς και βοσκούς, ητροφήτων οποίων συνίσταται επομένοχ; στη σάρκα αυτών των ζώων, κάθε άνθρωπος που προμηθεύεται την τροφή του θα προμηθεύεται ταυτόχρονα και περισσότερα υλικά ένδυσης arf όσα χρειάζεται. Αν δεν υπήρχε καθόλου εξωτερικό εμπόριο, το μεγαλύτερο μέρος αυτών των υλικών θα απορριπτόταν ως υλικό χωρίς αξία. Αυτή ήταν ίσοος η περίπτοοση των -αποτελούμενων από κυνηγούς- λαών της Βόρειας Αμερικής, πριν από την ανακάλυψή της από τους Ευρωπαίους, με τους οποίους σήμερα ανταλλάσσουν το πλεόνασμα των γουναρικών τους με κουβέρτες, όπλα και μπράντι, γεγονός που δίνει κάποια αξία σε αυτό το πλεόνασμα. Στη σημερινή κατάσταση του εμπορίου μεταξύ του γνοκπού κόσμου, έχω την εντύποοση ότι ακόμα και οι πιο βάρβαροι μεταξύ των λαών εκείνων που έχουν καθιερώσει την ιδιοκτησία της γης, διατηρούν κάποιο εξωτερικό εμπόριο αυτού του είδους και βρίσκουν στους πλουσιότερους γείτονέςτους μια ζήτηση για όλα τα υλικά που παράγει η γη τους και τα οποία δεν είναι σε θέση είτε να επεξεργαστούν είτε να καταναλώσουν στη χώρα τους. Η ζήτηση αυτή αυξάνει την τιμή των υλικών αυτών πάνω από το κόστοςτού να σταλούν στους πλούσιους αυτούς γείτονες. Επομένως, με τον τρόπο αυτό καθίσταται δυνατή η απόδοση μιας προσόδου στον γαιοκτήμονα. Όταν οι ορεσίβιοι κατανάλωναν οι ίδιοι το μεγαλύτερο μέρος των ζώων που ζούσαν στα υψίπεδά τους, η εξαγωγή των δερμάτων αυτών των ζώων αποτελούσε το αντικείμενο της πιο σημαντικής εμπορικής απασχόλησης αυτής της χώρας, και αυτό που εισέπρατταν ως αντάλλαγμα προσέθετε μια επιπλέον αξία στην πρόσοδο των κτηματικών περιουσιών αυτών των υψιπέδων. Το αγγλικό μαλλί, που κατά το μακρινό παρελθόν δεν μπορούσε ούτε να καταναλο)θεί, ούτε να υποστεί τπν κατάλληλη κατεργασία στην ίδια τη χώρα, βρήκε μια αγορά στηντότε πλουσιότερη και πιοανεπτυγμένηχώρατηςΦλάνδρας, και η τιμή του συνέβαλε σε μια μικρή αύξηση της προσόδου της γης που το παρήγαγε. Στις χώρες που δεν καλλιεργούνταν καλύτερα απ'ό,τιηΑγγλίατην εποχή εκείνηήηΣκοτίασήμερα, και οι οποίες δεν διατηρούσαν κανένα εξωτερικό εμπόριο, τα υλικά της ένδυσης προφανώς θα βρίσκονταν σε μια τέτοια υπερ-επάρκεια, ώστε ένα μεγάλο μέρος τους θα απορριπτόταν οχ; άχρηστο, το δε υπόλοιπο επίσης δεν θα επέτρεπε την απόδοση κάποιας προσόδου στον γαιοκτήμονα. 5. Τα υλικά της στέγασης δεν είναι δυνατόν να μεταφέρονται πάντα σε μια τόσο μεγάλη απόσταση όση αυτά της ένδυσης, και δεν γίνονται τόσο εύκολα αντικείμενο εξωτερικού εμπορίου. Όταν τα υλικά αυτά βρίσκονται σε μια υπερ-αφθονία στη χώρα που τα παράγει, συχνά, ακόμα και στη σημερινή κατάσταση του παγκόσμιου εμπορίου, δεν έχουν καμία αξία για τον γαιοκτήμονα. Ένα καλό λατομείο πέτρας στα περίχωρα του Λονδίνου θα επέτρεπε την πληρωμή μιας σημαντικής
Έρευνα για τη Φύση και iis ArTies του Πλούτου των Εθνών
209
προσόδου. Σε πολλά μέρπ της Σκοτίας και της Ουαλίας ένα λατομείο δεν επιτρέπει την πληρωμή καμιάς προσόδου. Η οικοδομική ξυλεία είναι πολύτιμη σε πυκνοκατοικημένες και καλά καλλιεργούμενες χώρες, και η γη που την παράγει επιτρέπει την παραγωγή μιας σημαντικής προσόδου. Αλλά σε πολλά μέρη της Βόρειας Αμερικής, ο γαιοκτήμονας θα έμενε υπόχρεος σε όποιον δεχόταν να απομακρύνει το μεγαλύτερο μέρος των μεγάλων του δέντρων. Σε ορισμένα μέρη των Υψιπέδων της Σκοτίας, λόγω τηςέλλειψης δρόμων και θαλάσσιων μεταφορών, το μόνο μέρος του δέντρου που είναι δυνατόν να μεταφερθεί στην αγορά είναι η φλούδα, ενώ το ξύλο αφήνεται να σαπίζει πάνω στο χώμα. Όταν τα υλικά της στέγασης βρίσκονται σε μια τέτοια υηερ-αφθονία, εκείνο το τμήμα τους που τελικά χρησιμοποιείται, αξίζει όσο η εργασία και οι δαπάνες προσαρμογής της σε αυτή ακριβώς τη χρήση. Δεν επιτρέπει την καταβολή καμιάς προσόδου στον γαιοκτήμονα, ο οποίος συνήθως παραχωρεί το δικαίωμα της χρήσης αυτών των υλικών σε αυτόν που θα κάνει τον κόπο να το ζητήσει. Ωστόσο, η ζήτηση των πλουσιότερων χωρών τού επιτρέπει μερικές φορές να καρπωθεί κάποια πρόσοδο γι' αυτά. Η πλακόστρωση των δρόμων του Λονδίνου επέτρεψε στους ιδιοκτήτες ορισμένων άγονων βράχων των σκοτικών ακτών να κερδίσουν μια πρόσοδο από μια ιδιοκτησία η οποία δεν είχε αποφέρει πρόσοδο ποτέ άλλοτε. Τα δάση της Νορβηγίας και των ακτών της Βαλτικής βρίσκουν σε πολλά μέρη της Μεγάλης Βρετανίας μια αγορά που δεν θα μπορούσαν να βρουν επιτόπου, και με τον τρόπο αυτό προσφέρουν μια πρόσοδο στους ιδιοκτήτες τους. 6.0 πληθυσμός μιας χώρας δεν αναλογεί προς τον αριθμό των ανθρώπων που είναι δυνατόν να ντυθούν και να στεγαστούν με το συνολικό προϊόν της, αλλά προς τον αριθμό αυτών που είναι δυνατόν να τραφούν. Όταν υπάρχει επάρκεια τροφίμων, η εξεύρεση ένδυσης και στέγασης δεν αποτελεί πρόβλημα. Όμως, είναι ενδεχόμενο η μεν ένδυση και στέγαση να υπάρχουν σε αφθονία και η εξεύρεση τροφής να συναντά μεγάλες δυσκολίες. Ακόμα και σε ορισμένες βρετανικές κτήσεις, αυτό που αποκαλούμε «σπίτι» είναι δυνατόν να κτιστεί μέσα σε μία ημέρα με την εργασία ενός ανθρώπου και μόνο. Τα δέρματα των ζώων, που αποτελούν το απλούστερο είδος ένδυσης, απαιτούν κάπως περισσότερη εργασία, προκειμένου να καταστούν κατάλληλα για χρήση. Δεν απαιτούν όμως υπερβολική εργασία. Στην ηερίπτοκιη των άγριων και βάρβαρων λαών, για την ικανοποιητική ένδυση και στέγαση της πλειονότητας των ανθρώπων είναι ίσως αρκετό το ένα εκατοστό της συνολικής ετήσιας εργασίας ή κάτι περισσότερο. Τα υπόλοιπα ενενήντα εννέα μέρη συχνά μόλις που επαρκούν για την προμήθεια της τροφής τους.
210
Άνταμ Σμιθ
7. Από τη στιγμή όμως που η εργασία μιας οικογένειας, με τη βελτίωση και την καλλιέργεια της γης, είναι σε θέση να θρέψει δύο οικογένειες, για την παροχή τροφίμων για το σύνολο της κοινωνίας αρκεί πλέον η εργασία της μισής κοινωνίας. Επομένως, το άλλο μισό ή, τουλάχιστον, το μεγαλύτερο μέρος της είναι δυνατόν να απασχοληθεί στην παραγωγή άλλων πραγμάτων ή στην ικανοποίηση των άλλων αναγκών και προτιμήσεων του ανθρώπινου είδους. Τα κύρια αντικείμενα της πλειονότητας αυτών των άλλων αναγκών και προτιμήσεων είναι η ένδυση, η στέγαση, η επίπλοκιη και αυτό που αποκαλείται «μεταφορικός εξοπλισμός» (άμαξες, άλογα κ.λπ. - Σ.τ.Μ.). Ένας πλούσιος δεν καταναλώνει μεγαλύτερες ποσότητες τροφίμων ατί όσες ο φτωχός γείτονάς του. Η τροφή του διαφέρει ίσως σε ποιότητα και η απόκτηση και η ετοιμασία της ίσως να απαιτούν περισσότερη εργασία και τέχνη, όμοος ως ποσότητα είναι σχεδόν η ίδια. Αν όμοος συγκρίνετε το τεράστιο ανάκτορο και τις πολυάριθμες ενδυμασίες του πρώτου, με το καλύβι και τα λιγοστά κουρέλια του δευτέρου, θα αντιληφθείτε ότι η διαφορά της ένδυσης, της στέγασης και της οικιακής επίπλαχιης είναι μεγάλη και από ποσοτική και από ποιοτική άποψη. Η όρεξη του ανθρώπου για φαγητό περιορίζεται από τη δεδομένη χωρητικότητα του στομάχου του, αλλά η επιθυμία για ανέσεις και διακόσμηση των κτιρίων, των ενδυμάτων, του μεταφορικού εξοπλισμού και της οικιακής επίπλίοσης δεν (ραίνεται να έχουν κάποιο συγκεκριμένο όριο. Επομένοος, όσοι έχουν στον έλεγχό τους περισσότερα τρόφιμα arf όσα είναι σε θέση να καταναλώσουν οι ίδιοι, είναι πάντοτε πρόθυμοι να ανταλλάξουν το πλεόνασμαήτηντιμήτους, που είναι το ίδιο πράγμα, με κάποιες ικανοποιήσεις αυτού του είδους. Αυτό που απομένει μετά την ικανοποίηση της περιορισμένης επιθυμίας, δίνεται για τη διασκέδαση εκείνων των επιθυμιών που δεν μπορούν να ικανοποιηθούν και φαίνονται να είναι ατελείωτες. 'Οταν οι φτωχοί θέλουν να αποκτήσουν τροφή, προσπαθούν να ικανοποιήσουν αυτές τις επιθυμίες των πλουσίων και, προκειμένου να είναι βέβαιοι ότι θα την αποκτήσουν, ανταγωνίζονται ο ένας με τον άλλο γιανα καταστήσουν φθηνότερη και τελειότερη την εργασίατους. Ο αριθμός των εργατών αυξάνεται με την ποσότητα της τροφής ή με την προοδευτική βελτίωση και την καλλιέργεια της γης. Και, στο βαθμό που η φύση της απασχόλησής τους επιδέχεται τον πιο προχωρημένο καταμερισμό εργασίας, η ποσότητα των υλικών που μπορούν να κατεργαστούν αυξάνεται με πολύ μεγαλύτερους ρυθμούς απ' ό,τι ο αριθμός τους. Από το γεγονός αυτό προκύπτει η ζήτηση για κάθε είδος υλικού που μπορεί να κατεργαστεί η ανθρώπινη εφευρετικότητα, είτε για τη χρησιμότητά του είτε για την ικανότητά του να διακοσμεί τα κτίρια, τα ενδύματα, τον εξοπλισμό ή την οικιακή επίπλίοση. Από εδώ προκύπτουν η ζήτηση για τα ορυκτά και τα μέταλλα που βρίσκονται στα
Έρευνα για τη Φύση και iis ArTies του Πλούτου των Εθνών
211
έγκατα της γης, αλλά και η ζήτηση για τα πολύτιμα μέταλλα και τους πολύτιμους λίθους. 8. Με τον τρόπο αυτό, η τροφή όχι μόνο αποτελεί την προαταρχική πηγή προσόδου, αλλά και κάθε άλλο προϊόν της γης που στη συνέχεια επιτρέπει την καταβολή προσόδου αντλεί αυτό το μέρος της αξίας του αηό τη βελτίωση της παραγωγικής δυνατότητας της εργασίας, η οποία απασχολείται στην παραγωγή τροφίμων μέσω της βελτίοκτης και της καλλιέργειας της γης. 9. Ωστόσο, αυτά τα άλλα προϊόντα της γης, που στη συνέχεια επιτρέπουν την καταβολή προσόδου, δεν την επιτρέπουν πάντα. Ακόμα και στις χώρες που διαθέτουν βελτιωμένες και καλλιεργημένες γαίες, η ζήτηση γΓ αυτά δεν είναι πάντα τέτοια ώστε να επιτρέπει την πώλησή τους σε μια τιμή μεγαλύτερη αυτής που μόλις επαρκεί για να πληρωθεί η εργασία και να αντικατασταθεί, μαζί με τα κανονικά του κέρδη, το απόθεμα που πρέπει να απασχοληθεί, προκειμένου να φτάσουν στην αγορά. Το κατά πόσο συμβαίνει το ένα ή το άλλο εξαρτάται από διάφορες περιστάσεις. 10. Το εάν, για παράδειγμα, μπορεί ένα ανθρακοαρυχείο να επιτρέψει την πληρωμή προσόδου, εξαρτάται εν μέρει από τη γονιμότητά του και εν μέρει από την κατάστασή του. 11. Ένα οποιοδήποτε ορυχείο μπορεί να χαρακτηριστεί γόνιμο ή άγονο, ανάλογα με το αν η ποσότητα ορυκτού που είναι δυνατόν να εξορυχτεί arf αυτό με μια δεδομένη ποσότητα εργασίας είναι μεγαλύτερη ή μικρότερη από εκείνη που μπορεί να εξορυχτεί από την πλειονότητα τωνορυχείωντουιδίουείδους,μετηχρήσηίσηςποσότηταςεργασίας. 12. Μερικά ανθρακωρυχεία που ευρίσκονται σε ευνοϊκή θέση δεν είναι δυνατόν να αξιοποιηθούν λόγω της μη γονιμότητάς τους. Το προϊόν τους δεν αποπληρώνει τις δαπάνες. Τα ορυχεία αυτά δεν επιτρέπουν την πληρωμή ούτε κέρδους, ούτε προσόδου. 13. Υπάρχουν μερικά ορυχεία το προϊόν των οποίων μόλις που επαρκεί για την πληρωμή της εργασίας και την αντικατάσταση του αποθέματος που απασχολήθηκε σε αυτήν, μαζί με τα κανονικά του κέρδη. Τα ορυχεία αυτά επιτρέπουν την πληρωμή κάποιου κέρδους στον εργολήπτη, όχι όμοος και την πληρωμή προσόδου στον γαιοκτήμονα. Δεν είναι δυνατόν να αξιοποιηθούν με κέρδος παρά μόνο από τον γαιοκτήμονα, ο οποίος, καθώς είναι εργολήπτης ο ίδιος, εισπράττει το κανονικό κέρδος του κεφαλαίου που απασχολεί στο ορυχείο. Πολλά ανθρακωρυχεία της Σκοτίας αξιοποιούνται με αυτόν τον τρόπο, που είναι ο μόνος δυνατός. Ο γαιοκτήμονας δεν θα επιτρέψει σε κανέναν άλλο να τα εκμεταλλευτεί χωρίς να του πληρώσει κάποια πρόσοδο, αλλά και κανείς δεν έχει τα περιθώρια να πληρώνει πρόσοδο.
212
Άνταμ Σμιθ
14.ΚάποιαάΜαανθρακοφυχείατηςίδιαςχώρας,παρότι εί^^^ νιμα, δεν είναι δυνατόν να αξιοποιηθούν λόγω της θέσης τους. Η ποσότητα του ορυκτού που μπορεί να εξαχθεί από μια κανονική ή ακόμα και από μια μικρότερη της κανονικής ποσότητα εργασίας είναι επαρκής για την αποζημίωση των δαπανών της δουλειάς: αλλά σε μια ηπειρωτική και αραιοκατοικημένη χώρα, χωρίς καλούς δρόμους και υδάτινες μεταφορές, η ποσότητα αυτή δεν θα μπορούσε να πωληθεί. 15.0 άνθρακας είναι ένα λιγότερο ευχάριστο καύσιμο arf ό,τι το ξύλο. Λέγεται ότι είναι λιγότερο υγιεινός. Επομένοχ;, η δαπάνη αγοράς του άνθρακα στον τόπο της κατανάλωσής του θα πρέπει γενικά να είναι κάποος μικρότερη αυτής του ξύλου. 16. Η τιμή του ξύλου πάλι κυμαίνεται ανάλογα με την κατάσταση της αγροτικής οικονομίας: σχεδόν με τον ίδιο τρόπο, και ακριβώς για τον ίδιο λόγο όπως και π τιμή των βοοειδών. Κατά την πρωτόγονη φάση ανάπτυξης της αγροτικής οικονομίας, το μεγαλύτερο μέρος κάθε χώρας καλυπτόταν από δάση, τα οποία αποτελούσαν ένα βάρος χωρίς καμία αξία για τον γαιοκτήμονα. Αυτός λοιπόν παραχωρούσε ευχαρίστως το δικαίωμα της κοπής ξυλείας στον οποιονδήποτε. Καθώς αναπτύσσεται η αγροτική οικονομία, τα δάση καθαρίζονται εν μέρει από την πρόοδο της καλλιέργειας και εν μέρει παρακμάζουν, εξαιτίας του αυξανόμενου αριθμού των οικόσιτων ζώων. Αυτά, παρότι δεν αυξάνονται με τους ίδιους ρυθμούς όπως και τα σιτηρά, που αποτελούν μια καθαρή κατάκτηση της ανθρώπινης φιλοπονίας, δεν παύουν να πολλαπλασιάζονται με την ανθρώπινη φροντίδα και προστασία. Ο άνθρωπος είναι αυτός που κατά τις εποχές της α(ρθονίας αποθηκεύει το πλεόνασμα ζ(οοτροφών το οποίο θα θρέψει τα ζώα κατά τιςπεριόδουςτης ένδειας, είναι αυτόςπουκαθ' όλη τη διάρκεια του έτους τούς προσφέρει μεγαλύτερπ ποσότητα arf αυτήν που τους προσφέρει η ακαλλιέργητη γη, και αυτός ο οποίος τους εξασφαλίζει τπν ελεύθερη απόλαυση όλων αυτών που τους προσφέρει η φύση, με την καταστροφή και την εξόντοχπι των εχθρών τους. Τα αναρίθμητα κοπάδια ζώων που εγκαταλείπονται να περιπλανώνται μέσα στα δάσηδενκαταστρέ(ρουνβέβαιαταμεγάλα δέντρα, εμποδίζουν όμως τη βλάστηση των νεαρών φυτών, και με αυτόν τον τρόπο, σε μια περίοδο ενός ή δύο αιώνων, το δάσος θα ερημώσει. Τότε, η στενότητα του ξύλου αυξάνει την τιμή του. Επιτρέπει την πληροαμή μιας καλής προσόδου και ο γαιοκτήμονας ανακαλύπτει μερικές φορές ότι πολύ δύσκολα θα μπορούσε να αξιοποιήσει τη γη του με μεγαλύτερο κέρδος απ* αυτό που του προσφέρει η καλλιέργεια οικοδομικής ξυλείας, της οποίαςτο κέρδος είναι τόσο υψηλόώστε να αποζημιώνει τηνκαθυστέρηση της απόδοσης. Σήμερα, φαίνεται ότι αυτή είναι η κατάσταση των πραγμάτων σε πολλά μέρη της Μεγάλης Βρετανίας, όπου
Έρευνα για τη Φύση και iisArTiesτου Πλούτου των Εθνών
213
το κέρδος της παραγωγής ξυλείας αποδεικνύεται ίσο με αυτό τπς καλλιέργειας σιτηρών ή της βοσκής ζώων. Το πλεονέκτημα που αντλεί ο γαιοκτήμονας από την παραγωγή ξυλείας δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να υπερβαίνει, τουλάχιστον επί ένα σημαντικό χρονικό διάστημα, την πρόσοδο την οποία θα του απέφεραν οι δύο αυτοί τρόποι αξιοποίησης της γης. Σε μια μεσογειακή χώρα, η οποία καλλιεργείται εντατικά, τις περισσότερες φορές το πλεονέκτημα αυτό δεν θα απέχει πολύ ατί αυτή την πρόσοδο. Βέβαια, στα παράκτια μέρη μιας ευημερούσας χώρας, αν υπάρχει δυνατότητα εύκολης προμήθειας άνθρακα για θέρμανση, ενδέχεται μερικές φορές να συμφέρει περισσότερο η μεταφορά οικοδομικής ξυλείας από τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες απ* ό,τι η παραγωγή ξυλείας επιτόπου. Στη νέα πόλη του Εδιμβούργου, που χτίστηκε πριν από λίγα χρόνια, ίσο)ς να μην υπάρχει ούτε ένα δοκάρι σκοτικής ξυλείας. 17. Όποια και αν είναι η τιμή της ξυλείας, αν η τιμή του άνθρακα είναι τέτοια ώστε η δαπάνη της θέρμανσης με άνθρακα να είναι σχεδόν ίση με αυτήν της θέρμανσης με ξύλα, μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι στο μέρος αυτό και σε αυτές τις συνθήκες η τιμή του άνθρακα είναι η υψηλότερη δυνατή. Φαίνεται ότι αυτό συμβαίνει στα μεσογειακά μέρη της Αγγλίας, ιδίως του Οξφορντσάιρ, όπου ακόμα και οι απλοί άνθρωποι συνηθίζουν να ανάβουν φωτιά με μίγμα ξύλων και άνθρακα, και όπου, επομένως, η διαφορά της δαπάνης αυτών των δύο ειδών καυσίμων υλών δεν μπορεί να είναι πολύ μεγάλη. 18. Στις χώρες όπου υπάρχουν ανθρακωρυχεία, η τιμή του άνθρακα είναι παντού πολύ χαμηλότερη αυτής της υψηλότερης δυνατής τιμής. Αν δεν συνέβαινε αυτό, δεν θα καθίστατο δυνατή η δαπάνη μιας μακρινής μεταφοράς, χερσαίας ή θαλάσσιας. Η ποσότητα που θα ήταν δυνατόν να πωληθεί, θα ήταν πολύ μικρή, και τόσο για τους εργοδότες όσο και για τους ιδιοκτήτες των ανθρακωρυχείων είναι πιο συμφέρουσα η πώληση μιας μεγάλης ποσότητας σε τιμή λίγο πάνω από τη χαμηλότερη απ* ό,τι η πώληση μιας μικρής ποσότητας στην υψηλότερη τιμή. Εξάλλου, το πιο γόνιμο ανθρακωρυχείο ρυθμίζει την τιμή του άνθρακα όλων των άλλων ορυχείων της περιοχής. Ο ιδιοκτήτης του ορυχείου και ο ανάδοχος του έργου ανακαλύπτουν, ο μεν ένας ότι μπορεί να εισπράξει μεγαλύτερη πρόσοδο, ο δε άλλος ότι μπορεί να καρπωθεί μεγαλύτερο κέρδος, αν πωλήσουν σε τιμή κατά τι χαμηλότερη απ* αυτήν των γειτόνων τους. Σύντομα, οι γείτονές τους υποχρεώνονται να πωλήσουν στην ίδια τιμή, παρά τις δυσκολίες που θα συναντήσουν και παρά το ότι η τιμή αυτή μειώνεται συνεχώς και μερικές φορές εκμηδενίζει τόσο την πρόσοδο όσο και το κέρδος τους. Έτσι λοιπόν κάποιες εκμεταλλεύσεις εγκαταλείπονται τελείως, ενώ κάποιες άλλες, που δεν είναι δυνατόν να
214
Άνταμ Σμιθ
πληρώσουν πρόσοδο, μπορούν να αναληφθούν μόνο από τον ιδιοκτήτητους. 19. Η χαμηλότερη τιμή στην οποία είναι δυνατόν να πωληθεί ο άνθρακας, όπως εξάλλου και όλα τα άλλα εμπορεύματα, επί ένα σημαντικό χρονικό διάστημα, είναι η τιμή που μόλις επαρκεί για να αντικαταστήσει το απόθεμα το οποίο πρέπει να απασχοληθεί, μαζί με τα κανονικά του κέρδη, μέχρις ότου προσκομισθεί ο άνθρακας στην αγορά. Σε ένα ανθρακωρυχείο όπου ο γαιοκτήμονας δεν είναι δυνατόν να εισπράξει καμιά πρόσοδο και το οποίο θα πρέπει είτε να το διαχειρίζεται ο ίδιος προσωπικά είτε να το εγκαταλείψει τελείως, π τιμή του άνθρακα γενικά θα πλησιάζει αυτή την τιμή. 20. Η πρόσοδος ενός ανθρακωρυχείου, όταν βέβαια αυτό επιτρέπει τπν καταβολή μιας προσόδου, γενικά είναι ένα μικρότερο μερίδιο της τιμής του άνθρακα απ* ό,τι στις περισσότερες περιπτώσεις ακατέργαστων προϊόντων της γης. Η πρόσοδος μιας έκτασης πάνω στη γη θεωρείται γενικά ότι ανέρχεται στο ένα τρίτο της ακαθάριστης συγκομιδής της, και είναι συνήθως μια πρόσοδος σίγουρη και ανεξάρτητη από τις ευκαρακές διακυμάνσεις της συγκομιδής. Στην περίπτωση των ανθρακωρυχείων, μια πρόσοδος ίση με το ένα πέμπτο του ακαθάριστου προϊόντος είναι ήδη μια μεγάλη πρόσοδος. Συνήθως, η πρόσοδος είναι το δέκατο του ακαθάριστου προϊόντος και δεν είναι σίγουρη, αλλά εξαρτάται από τις ευκαιριακές διακυμάνσεις του τελευταίου. Οι διακυμάνσεις αυτές είναι τόσο μεγάλες, ώστε σε μιαχώρα όπου μέτριατιμή μιας έγγειας ιδιοκτησίας θεωρείται τοτριακονταπλάσιο του ετήσιου εισοδήματός της, για ένα ανθρακωρυχείο το δεκαπλάσιο του ετήσιου εισοδήματός του θεοορείται μια ήδη καλή τιμή πωλήσεώς του. 21. Η τιμή ενός ανθρακωρυχείου για τον ιδιοκτήτη του εξαρτάται συχνά τόσο από τη θέση του όσο και από τη γονιμότητά του. Η τιμή ενός ορυχείου μεταλλεύματος εξαρτάται περισσότερο από τη γονιμότητά του και λιγότερο από τη θέση του. Όταν ένα μέταλλο, και πολύ περισσότερο ένα ευγενές μέταλλο, αποχωριστεί το υπόλοιπο ορυκτό, κατέχει τόσο υψηλή αξία, ώστε γενικά μπορεί να επωμιστεί τη δαπάνη μιας πολύ μακρινής χερσαίας, αλλά και της οσοδήποτε μακρινής θαλάσσιας μεταφοράς. Η αγορά τους δεν περιορίζεται στις χώρες που γειτνιάζουν με το ορυχείο, αλλά επεκτείνεται σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο χαλκός της Ιαπωνίας αποτελεί αντικείμενο εμπορίου της Ευρώπης και ο σίδηρος της Ισπανίας αντικείμενο εμπορίου της Χιλής και του Περού. Ο άργυρος του Περού φτάνει όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά από εκεί μεταφέρεται στις αγορές της Κίνας. 22. Η τιμή του άνθρακα στο Ουέστμορλαντ ή στο Σρόπσαϊρ πολύ λίγο μπορεί να επηρεάσει την τιμή του στο Νιούκαστλ. Η τιμή του στο
Έρευνα για τη Φύση και iis ArTies του Πλούτου των Εθνών
215
Λιονόις δεν mv επΓίρεάζει διόλου. Τα προιον^^ που απέχουν τόσο πολύ μεταξύ τους δεν πρόκειται ποτέ να ανταγο νιοτούν το ένα το άλλο. Όμοος, συχνά ανταγωνίζονται μεταξύ τους τα προϊόντα ακόμα και των πιο απομακρυσμένων ορυχείων μετάλλου. Επομένο)ς, π τιμπ ενός μετάλλου -και πολύ περισσότερο ενός ευγενούς μετάλλου- από το πιο γόνιμο ορυχείο του κόσμου υποχρεωτικά θα εππρεάςει λίγο ώς πολύ τπν τιμιί τους σε οποιοδήποτε άλλο ορυχείο. Η τιμή του χαλκού στη Ιαπωνία έχει κάποια επίπτωση στην τιμή του χαλκού των ορυχείων της Ευρώπης. Η τιμή του αργύρου στο Περού ή η ποσότπτα της εργασίας ή των άλλων αγαθών που μπορεί αυτή να αγοράσει εκεί έχουν κάποια επίπτοχτη στην τιμή του χαλκού όχι μόνο των ορυχείων της Ευρώπης, αλλά και αυτών της Κίνας. Μετά την ανακάλυψη των ορυχείων του Περού, τα ορυχεία αργύρου της Ευρώπης στην πλειονότητά τους εγκαταλείφθηκαν. Η αξία του αργύρου μειώθηκε τόσο πολύ, ώστε το προϊόν των ορυχείων αυτών δεν ήταν πλέον δυνατόν να καλύπτει τις δαπάνες λειτουργίας τους ή να αντικαθιστά με κάποιο κέρδος την τροφή, τα ρούχα, τη στέγη και τα άλλα είδη πρώτης ανάγκης που καταναλώνονταν σε αυτή την κατεργασία. Αυτό συνέβη επίσης με τα ορυχεία της Κούβας και του Σαιν Ντομίνγκο, αλλά ακόμα και με τα αρχαία ορυχεία του Περού, μετά την ανακάλυψη των ορυχείων του Ποτόσι. 23. Εφόσον λοιπόν η τιμή του κάθε μετάλλου σε οποιοδήποτε ορυχείο ρυθμίζεται σε κάποιο βαθμό από την τιμή του στο πιο γόνιμο ορυχείο του κόσμου που αξιοποιείται τη δεδομένη στιγμή, στην πλειονότητα των περιπτώσεων π τιμή αυτή δεν μπορεί να είναι πολύ υψηλότερη από τις δαπάνες της εκμετάλλευσης και σπάνια προσφέρει τη δυνατότητα καταβολής μιας υψηλής προσόδου στον γαιοκτήμονα Κατά συνέπεια, στην πλειονότητατωνορυχείωνηπρόσοδος αποτελεί ένα μικρό μερίδιο της τιμής του κοινού μετάλλου και ένα ακόμα μικρότερο μερίδιο της τιμής του πολύτιμου μετάλλου. Το μεγαλύτερο μέρος της τιμής και των δύο, το αποτελούν η εργασία και το κέρδος. 24. Η μέση πρόσοδος των ορυχείων κασσιτέρου της Κορνουάλης, των πιο γόνιμων μεταξύ των γνοχττών ορυχείων του κόσμου, όπως μας πληρο(ρορεί ο κ. Μπορλέις (Borlace), υποδιευθυντής των ορυχείων, είναιτοέναέκτοτουακαθάριστουπροϊόντος. Ορισμένα ορυχεία, λέει ο κ. Μπορλέις (Borlace), έχουν τη δυνατότητα να πληρώνουν μεγαλύτερεςπροσόδους και άλλα όχι. Τοέναέκτοτου ακαθάριστου προϊόντος αποτελεί επίσης την πρόσοδο αρκετών πολύ γόνιμων ορυχείων μολύβδου της Σκοτίας. 2 5. Από τους Φρεζίέ (Frezier) και Ουλόα (Ulloa) μαθαίνουμε ότι στα αργυρωρυχεία του Περού συχνά ο ιδιοκτήτης δεν έχει καμιά άλλη απαί-
216
Άνταμ Σμιθ
τηση από τον επιχειρηματία από το να χρησιμοποιήσει αυτός ο τελευταίος το μυλο του πρώτου για τη λειοτρίβηση του ορυκτού του, καταβάλλοντος την κανονική τιμή για την τελευταία. Βέβαια, μέχρι το 1736, ο φόρος υπέρ του βασιλιά της Ισπανίας ανερχόταν στο ένα πέμπτο του πρότυπου αργύρου, και θα μπορούσε να θεωρηθεί ως η πραγματική πρόσοδος των αργυρωρυχείων του Περού, των πλουσιότερων μεταξύ των γνοχπών σε ολόκληρο τον κόσμο. Αν δεν είχε επιβληθεί κανένας (ρόρος, αυτό το ένα πέμπτο θα ανήκε φυσιολογικά στον γαιοκτήμονα και πολλά από τα ορυχεία που παρέμεναν τότε ανεκμετάλλευτα, επειδή δεν μπορούσαν να αντέξουν το βάρος αυτού του φόρου, θα μπορούσαν πλέον να αξιοποιηθούν. Ο φόρος επί του κασσιτέρου υπέρ του δούκα της Κορνουάλης θεωρείται ότι υπερβαίνει το 5% ή το ένα εικοστό της αξίας και, ανεξάρτητα από την αναλογία του προς το προϊόν, αν το ορυχείο ήταν αδασμολόγητο, ο (ρόρος αυτός θα ανήκε φυσιολογικά στον ιδιοκτήτη του ορυχείου. Αν όμως αθροίσετε το ένα εικοστό και το ένα έκτο, θα διαπιστώσετε ότι η συνολική μέση πρόσοδος των ορυχείων κασσιτέρου της Κορνουάλης προς τπ συνολική μέση πρόσοδο των αργυρωρυχείων του Περού είχε μια σχέση 13 προς 12. Αλλά τα αργυρωρυχεία του Περού δεν είναι πλέον σε θέση να πληρώσουν ούτε αυτή τη χαμηλή πρόσοδο και από το 1736 ο φόρος επί του αργύρου μειώθηκε από το ένα πέμπτο στο ένα δέκατο. Ωστόσο, ακόμα και αυτός ο φόρος παρακινεί στο λαθρεμπόριο περισσότερο ανί ό,τι ο φόρος τού ενός πέμπτου επί του κασσιτέρου. Εκτός αυτού, το λαθρεμπόριο ενός πολύτιμου εμπορεύματος είναι ευκολότερο από το λαθρεμπόριο ενός άλλου, περισσότερο ογκώδους. Λέγεται λοιπόν ότι ο φόρος υπέρ του βασιλιά της Ισπανίας δεν καταβάλλεται στο σύνολό του, ενώ αυτός υπέρ του δούκα της Κορνουάλης καταβάλλεται ακριβώς. Είναι επομένοχ; πιθανόν, σταπλέον γόνιμα ορυχεία κασσιτέρου, η πρόσοδος να αποτελεί ένα μεγαλύτερο μέρος της τιμής του κασσιτέρου από το αντίστοιχο μέρος της τιμής του αργύρου στα πλέον γόνιμα αργυρωρυχεία του κόσμου. Φαίνεται ότι, μετά την αντικατάσταση του αποθέματος που απασχολήθηκε στη λειτουργία των διαφορετικών αυτών ορυχείων, μαζί με τα κανονικά του κέρδη, αυτό που απομένει στον ιδιοκτήτη είναι μεγαλύτερο στην περίπτωση ενός κοινού μετάλλου arf ό,τι σε αυτήν ενός πολύτιμου μετάλλου. 26. Αλλά ούτε και τα κέρδπ των επιχειρηματιών των αργυρωρυχείων του Περού είναι ιδιαίτερα μεγάλα. Από τους ίδιους αξιόπιστους και καλά ενημερωμένους συγγραφείς μαθαίνουμε ότι, όταν ένα άτομο αναλαμβάνει τη λειτουργία ενός νέου ορυχείου στο Περού, αντιμετωπίζεται απ* όλους οος άτομο προορισμένο να χρεοκοπήσει και να καταστραφεί, και για το λόγο αυτόν όλοι αποφεύγουν τις σχέσεις μαζί
Έρευνα για τη Φύση και iis ArTies του Πλούτου των Εθνών
217
του. Φαίνεται ότι εκεί η ανάληψη της λειτουργίας ενός ορυχείου αντιμετωπίζεται όπως αντιμετωπίζεται εδώ ένας λαχνός, όπου τα βραβεία δεν αντισταθμίζουν τις απώλειες των δελτίων τα οποία δεν κερδίζουν τίποτα, παρά το γεγονός ότι το ύψος ορισμένων απ* αυτά τα βραβεία παρασύρει πολλούς κερδοσκόπους στο να παίξουν ολόκλπρες τις περιουσίες τους σε τέτοιου τύπου ασύμ(ρορα σχέδια. 27. Παρ' όλα αυτά, καθώς ο μονάρχης αντλεί ένα σημαντικό μέρος του εισοδήματός του από το προϊόν των αργυρωρυχείων, ο νόμος του Περού ενθαρρύνει με κάθε δυνατό τρόπο την ανακάλυψη και λειτουργία νέων ορυχείων. Αυτόςπου ανακαλύπτει ένα ορυχείο, έχει το δικαίωμα της ιδιοποίησης μιας έκτασης γης μήκους 246 ποδών στην κατεύθυνση που υποθέτει ότι κινείται η φλέβα του ορυχείου, και πλάτους ίσου με το μισό τού μήκους. Πνεται ιδιοκτήτης αυτής της έκτασηςτου ορυχείου και έχει το δικαίωμα της εκμετάλλευσήςτηςχοαρίς να καταβάλει κανένα δικαίωμα στον γαιοκτήμονα. Το ενδιαφέρον των δουκών της Κορνουάλης προκάλεσε μια ρύθμιση σχεδόν του ίδιου τύπου. Αυτός που ανακαλύπτει ένα ορυχείο κασσιτέρου σε μια ακαλλιέργητη και χωρίς περίφραξη περιοχή, έχει το δικαίωμα να οριοθετήσει το ορυχείο, να χαράξει δηλαδή τα όριά του σε μια ορισμένη έκταση. Ο οροθέτης γίνεται ο πραγματικός ιδιοκτήτης του ορυχείου και έχει το δικαίωμα είτε να το εκμεταλλεύεται μόνος του είτε να παραχωρήσει την εκμετάλλευσή του σε τρίτο, έναντι μιας προσόδου, χωρίς τη συγκατάθεση του ιδιοκτήτη της γης, προς τον οποίο πρέπει απλά να καταβάλλεται ένα πολύ μικρό δικαίωμα για την εκμετάλλευσή της. Και στις δύο αυτές ρυθμίσεις, τα ιερά δικαιώματα της ατομικής ιδιοκτησίας θυσιάζονται υπέρ του υποτιθέμενου συμφέροντος των δημόσιων εσόδων. 28. Με τον ίδιο τρόπο ενθαρρύνεται στο Περού η ανακάλυψη νέων ορυχείων χρυσού, αν και ο βασιλικός φόρος επί του χρυσού ανέρχεται μόνο στο ένα εικοστό του πρότυπου μετάλλου. Κατά το παρελθόν ανερχόταν στο ένα πέμπτο και στη συνέχεια στο ένα δέκατο, όπως και στην περίπτωσπ του αργύρου. Διαπιστώθηκε όμως ότι η εργασία αυτή δεν μπορούσε να αντέξει το βάρος της θ)ορολόγησης ούτε και του ενός δεκάτου. Και όμοος, όπως αναφέρουν οι ίδιοι συγγραφείς, Φρεζίέ (Frezier) και Ουλόα (UHoa), αν είναι μια φορά σπάνιο να συναντήσει κανείς ανθρώπους που πλούτισαν από τα ορυχεία αργύρου, είναι ακόμα πιο σπάνιο να συναντήσουμε κάποιον που πλούτισε από τα χρυσωρυχεία. Φαίνεται ότι αυτό το ένα εικοστό είναι το σύνολο της προσόδου που καταβάλλεται από την πλειονότητα των χρυσωρυχείων της Χιλής και του Περού. Ακόμα, ο χρυσός είναι πολύ πιο εύκολο να αποτελέσει αντικείμενο λαθρεμπορίου απ' ό,τι ο άργυρος, όχι μόνο λόγω της ανώτερης αξίας του μετάλλου σε
218
Άνταμ
Σμιθ
σχέση με τη μάζα του, αλλά και λόγω του ιδιαίτερου τρόπου με τον οποίο τον παράγει η φύση. Ο άργυρος βρίσκεται σπανίοος σε καθαρή μορφή και γενικά, όπως και τα περισσότερα άλλα μέταλλα, σχηματίζει ορυκτά με κάποιο άλλο σώμα, από το οποίο διαχωρίζεται σε ποσότητες επαρκείς για να καλύψουν τη σχετική δαπάνη μόνο με επίπονες και χρονοβόρες κατεργασίες, οι οποίες είναι δυνατόν να πραγματοποιηθούν σε εργαστήρια που έχουν ανεγερθεί για το σκοπό αυτόν και που υπόκεινται επομέναχ; στην επιθεώρηση των βασιλικών αξιωματούχων. Αντίθετα, ο χρυσός βρίσκεται σχεδόν πάντα σε καθαρή μορφή: μερικές φορές τον βρίσκουμε σε κομμάτια ενός κάποιου όγκου. Και, ακόμα και όταν βρίσκεται αναμεμιγμένος με άμμο, χώμα και άλλα ξένα σώματα, σε κατακερματισμένη μορφή, είναι δυνατόν να διαχωριστεί arf αυτά με μια πολύ σύντομη και απλή κατεργασία, την οποία είναι σε θέση να εκτελέσει ο καθένας στο σπίτι του, με τη βοήθεια μιας μικρής ποσότητας υδραργύρου. Αν επομένως ο βασιλικός φόρος επί του αργύρου δεν καταβάλλεται στο σύνολό του, είναι πιθανόν ο αποδιδόμενος φόρος για το χρυσό να είναι ακόμα μικρότερος του κανονικού και ότι η πρόσοδος συνιστά ένα πολύ μικρότερο μέρος της τιμής του χρυσού arf ό,τι ακόμα και αυτή η πρόσοδος του αργύρου. 29. Η χαμηλότερη τιμή στην οποία είναι δυνατόν να πωληθούν τα πολύτιμα μέταλλα ή η μικρότερη ποσότητα άλλων αγαθών με τα οποία είναι δυνατόν να ανταλλάσσονται αυτά επί ένα σημαντικό χρονικό διάστημα ρυθμίζονται από τις ίδιες αρχές που ορίζουν τη χαμηλότερη κανονική τιμή όλων των άλλων αγαθών. Αυτά που την προσδιορίζουν, είναι το απόθεμα που πρέπει γενικά να χρησιμοποιηθεί και η τροφή, η ένδυση και η στέγαση που πρέπει γενικά να καταναλωθούν προκειμένου να προσκομισθούν στην αγορά. Η τιμή τους πρέπει να είναι τουλάχιστον επαρκής για να αντικαταστήσει αυτό το απόθεμα, με τα συνήθη του κέρδη. 30. Ωστόσο, η υψηλότερη τιμή τους φαίνεται ότι προσδιορίζεται υποχρεωτικά από την πραγματική σπανιότηταήαφθονία αυτών των ίδιων των μετάλλων, και μόνο arf αυτήν. Δεν προσδιορίζεται από τη σπανιότητα ή την αφθονία οποιουδήποτε άλλου εμπορεύματος, με τον ίδιο δηλαδή τρόπο που προσδιορίζεται η τιμή του άνθρακα από την τιμή του ξύλου, την οποία δεν μπορεί ποτέ να υπερβεί, όσο σπάνιο και αν καταστεί αυτό το ορυκτό. Αν αυξήσετε τη σπανιότητα του χρυσού σε έναν ορισμένο βαθμό, ο μικρότερος κόκκος του είναι δυνατόν να καταστεί πολυτιμότερος από ένα διαμάντι και να ανταλλάσσεται με μια μεγαλύτερη ποσότητα άλλων αγαθών. 31. Η ζήτηση αυτών των μετάλλων προκύπτει εν μέρει από τη χρησιμότητάτουςκαι εν μέρει απότοκάλλοςτους.Ανεξαιρέσουμετοσίδηρο,
Έρευνα για τη Φύση και iis ArTies του Πλούτου των Εθνών
219
τα πολύτιμα μέταλλα είναι ίσως χρησιμότερα από οποιοδήποτε άλλο μέταλλο. Καθώς είναι λιγότερο εκτεθειμένα στον κίνδυνο της οξείδωσης και της αλλοίοκτης, μπορούν ευκολότερα να διατηρηθούν καθαρά. Και, συχνά, αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τα σκεύη της κουζίνας και του τραπεζιού που είναι κατασκευασμένα από ευγενή μέταλλα, είναι πιο ευπρόσδεκτα. Ένας ασημένιος βραστήρας είναι καθαρότερος από έναν μολύβδινο, έναν χάλκινο ή έναν τενεκεδένιο, και π ίδια ποιότητα θα καταστήσει έναν χρυσό βραστήρα ακόμα προτιμότερο του ασημένιου. Ωστόσο, το κύριο προσόν τους έγκειται στο κάλλος τους, που τα καθιστά ιδιαίτερα κατάλληλα για τη διακόσμηση των ενδυμάτων και των επίπλων. Καμιά βαφή και καμιά χρωστική ουσία δεν μπορεί να αποδώσει τη θαυμάσια απόχρωση της επίχρυσης επιφάνειας. Το προσόν της ευχάριστης αίσθησής τους ενισχύεται σε μεγάλο βαθμό από τη σπανιότητά τους. Για την πλειονότητα τωνπλουσίων,ηκύριααπόλαυση του πλούτου συνίσταται στπν επίδειξή του, η οποία, σύμφωνα με αυτούς, ολοκληρώνεται μόνο με την επίδειξη των αναμφισβήτητων εκείνων τεκμηρίων χλιδής που δεν μπορεί να κατέχει κανένας άλλος εκτός arf αυτούς. Για τους πλούσιους, το προσόν ενός αντικειμένου που έχει κάποιο βαθμό χρησιμότητας ή ομορφιάς ενισχύεται σε μεγάλο βαθμό από τη σπανιότητά του ή από τη σπουδαία εργασία που απαιτείται για τη συλλογή μιας σημανακήςποσότηταςαπ* αυτό, μιαςφγασίαςδηλαδή που μόνο αυτοί έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν. Γι' αυτό και είναι πρόθυμοι να αγοράσουν τέτοια σπάνια αντικείμενα, ακόμα και όταν αυτά είναι ακριβότερα από άλλα πράγματα, πολύ πιο όμορφα και χρήσιμα, αλλά πιο συνηθισμένα. Αυτές οι ιδιότητες της χρησιμότητας, της ευχάριστης αίσθησης και της σπανιότητας αποτελούν το αρχικό θεμέλιο της υψηλής τιμής αυτών των μετάλλων ή της μεγάλης ποσότητας άλλων αγαθών μεταοποίαμπορούν να ανταλλαγούν ανά πάσα στιγμή.Ηαξίααυ· τή ήταν προγενέστερη και ανεξάρτητη της χρησιμοποίησής τους για την κοπή νομίσματος, και ήταν η ιδιότητα που τα κατέστησε κατάλληλα γι' αυτήτη χρήση. Ωστόσο, ηχρήσηαυτή, καθώςπροκάλεσε νέα ζήτηση και περιόρισε την ποσότητα που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, συνέβαλε ίσως στη συνέχεια στη διατήρηση της υψηλής τους τιμής ή και στην αύξησή της. 32. Η ζήτηση των πολύτιμων λίθων προκύπτει αποκλειστικά από την ομορφιά τους. Δεν έχουν καμιά χρησιμότητα, πέραν της διακόσμησης. Και το προσόν της ομορφιάς τους ενισχύεται σημαντικά από τη σπανιότητά τους ή από τη δυσκολία και τις δαπάνες εξόρυξής τους. Κατά συνέπεια, το σύνολο της υψηλής τους τιμής αποτελείται, στις περισσότερες περιπτώσεις, από τους μισθούς και το κέρδος. Η πρόσοδος αποτελεί ένα πολύ μικρό μερίδιο, και συχνά είναι μηδενική.
220
Άνταμ Σμιθ
Μόνο τα πιο γόνιμα ορυχεία είναι σε θέση να πληρώσουν μια σημαντική πρόσοδο. Όταν ο κοσμηματοπώλης Ταβερνιέ (Tavemier) επισκέφτηκε τα αδαμαντωρυχεία του Γκολκόντ και Βίςαπουρ, πληροφορήθηκε ότι ο μονάρχης της χώρας αυτής, υπέρ του οποίου λειτουργούσαν τα ορυχεία, είχε παραγγείλει το κλείσιμο όλων, πλην εκείνων που παρήγαγαν τους μεγαλύτερους και ωραιότερους λίθους. Φαίνεται ότι τα άλλα ορυχεία δεν άξιζαν τον κόπο της εκμετάλλευσής τους για τον ιδιοκτήτη τους. 33. Καθώς λοιπόν η τιμή τόσο των πολύτιμων μετάλλων όσο και των πολύτιμων λίθων ρυθμίζεται σε ολόκληρο τον κόσμο από την τιμή τους στο αντίστοιχο πιο γόνιμο ορυχείο, π πρόσοδος που είναι σε θέση να πληρώνει ένα οποιοδήποτε ορυχείο στον ιδιοκτήτη του είναι ανάλογη όχι προς την απόλυτη γονιμότητά του, αλλά προς μια γονιμότητα που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «σχετική», δηλαδή προς την ανωτερότητα του ορυχείου αυτού σε σχέση με τα άλλα ορυχεία του ιδίου είδους. Αν ανακαλύπτονταν νέα ορυχεία αργύρου που θα αποδεικνύονταν ανώτερα αυτών του Ποτόσι, στον ίδιο βαθμό που τα ορυχεία του Ποτόσι αποδείχτηκαν ανώτερα αυτών της Ευρώπης, η αξία του αργύρου είναι πιθανόν να κατέπιπτε σε τέτοιο βαθμό,ώστε να μην είναι συμφέρουσα ούτε και η εκμετάλλευση των ορυχείων του Ποτόσι. Πριν από την ανακάλυψη των Ισπανικών Δυτικών Ινδιών, τα πιο γόνιμα ορυχεία της Ευρώπης επέτρεπαν την πληρωμή μιας προσόδου στον ιδιοκτήτη τους, εξίσου μεγάλης με αυτήν που επιτρέπουν σήμερα τα πλουσιότερα ορυχεία του Περού. Παρότι η ποσότητα του αργύρου ήταν πολύ μικρότερη, μπορούσε ίσως να ανταλλαγεί με μια ίση ποσότητα άλλων αγαθών, και το μερίδιο του ιδιοκτήτη του τού επέτρεπε ίσως να αγοράσει ή να ελέγξει μια ίση ποσότητα εργασίας ή εμπορευμάτων. Η συνολική αξία τόσο του προϊόντος όσο και της προσόδου, το πραγματικό εισόδημα που είχαν τη δυνατότητα να καταβάλουν τόσο στο κοινό όσο και στον ιδιοκτήτη, ήταν ίσως το ίδιο. 34. Ακόμα και τα πιο πλούσια ορυχεία, είτε των πολύτιμων μετάλλων είτε των πολύτιμων λίθων, πολύ λίγο θα μπορούσαν να επηρεάσουν τον παγκόσμιο πλούτο. Ένα προϊόν, η αξία του οποίου προκύπτει κυρίως από τη σπανιότητά του, κατ* ανάγκη ευτελίζεται όταν υπάρξει σε αφθονία. Μια συλλογή επάργυρων επιτραπέζιων σκευών και οι διάφορες ανόητες διακοσμήσεις των ενδυμάτων και των επίπλων θα μπορούσαν πλέον να αγοραστούν με μικρότερη ποσότητα εργασίας ή με μικρότερη ποσότπτα εμπορευμάτων. Αυτό ίσως είναι και το μοναδικό πλεονέκτπμα που θα προσέφερε στον κόσμο μια ενδεχόμενη αφθονία τους. 35. Δεν συμβαίνει το ίδιο με τις ιδιοκτησίες που βρίσκονται στην επιφάνεια της γης. Η αξία τόσο των προϊόντων τους όσο και της προσόδου
Έρευνα για τη Φύση και IiS ArTies του Πλούτου των Εθνών
221
τους είναι ανάλογη προς την απόλυτη και όχι προς τη σχετική τους γονιμότητα. Η γη, η οποία παράγει μια ορισμένη ποσότητα τροφής, ένδυσης και στέγης, είναι σε θέση να θρέψει, να ντύσει και να στεγάσει έναν ορισμένο αριθμό ανθρώπων. Και όποιο και αν είναι το μερίδιο του γαιοκτήμονα, θα του προσφέρει πάντα έναν ανάλογο έλεγχο της εργασίας αυτών των ανθρώπων και των εμπορευμάτων που μπορεί να του προσφέρει π εργασία τους. Η αξία και των πλέον άγονων εκτάσεων δεν μειώνεται από το γεγονός της γειτονίας με τις περισσότερο γόνιμες. Αντίθετα, το γεγονός αυτό προκαλεί γενικά μια αύξηση της αξίας τους. Ο μεγάλος αριθμός των ανθρώπων που συντηρούνται από τις εύφορες εκτάσεις επιτρέπει την ύπαρξη μιας αγοράς για ένα μεγάλο μέρος των πρόιοντων των άγονων εκτάσεων, η οποία, με δεδομένο τον μικρό αριθμό των ανθρώπων που θα μπορούσαν να τραφούν αποκλειστικά από αυτές τις άγονες εκτάσεις, δεν θα μπορούσε να υπάρξει. 36. Οτιδήποτε τείνει να αυξήσει τη γονιμότητα της γης στην παραγωγή τροφής, αυξάνει όχι μόνο την αξία των εκτάσεων πάνω στις οποίες επέρχεται αυτή η βελτίοοση, αλλά συμβάλλει επίσης και στην αύξηση της αξίας πολλών άλλων γαιών, μέσω της δημιουργίας μιας νέας ζήτησης για τα προϊόντα τους. Αυτή η αφθονία μέσων διατροφής, την οποία έχουν στη διάθεσή τους πολλοί άνθρωποι, πέραν της προσωπικής τους κατανάλωσης, ως αποτέλεσμα της βελτίωσης της γης, είναι η πρώτη αιτία που προκαλεί τη ζήτηση των πολύτιμων μετάλλων, όπως και κάθε άλλου αντικειμένου που προσθέτει πολυτέλεια και διάκοσμο στην ένδυση, στην κατοικία, στην επίπλοοση και στον άλλο οικιακό εξοπλισμό. Η τροφή όχι μόνο αποτελεί το κύριο μέρος του παγκόσμιου πλούτου, αλλά και η αφθονία της προσδίδει το μεγαλύτερο μέρος της αξίας πολλών άλλων αγαθών. Όταν ανακαλύφθηκαν για πρώτη φορά η Κούβα και ο Αγιος Δομίνικος από τους Ισπανούς, οι φτωχοί κάτοικοι αυτών των νησιών συνήθιζαν να στολίζουν τα μαλλιά και τα ρούχα τους με μικρά κομματάκια χρυσού. Φαίνεται ότι αποτιμούσαν αυτά τα μικρά κομματάκια χρυσού όπως περίπου αποτιμάμε εμείς κάποια μικρά βότσαλα, λίγο ομορφότερα από τα άλλα, η αξία των οποίων μόλις που καλύπτει τον κόπο της συλλογήςτους, και δεν είναι ποτέτόσο υψηλή ώστε να τα αρνηθούμε σε κάποιον που θα μας τα ζητήσει. Τα προσέφεραν λοιπόν στους νέους τους επισκέπτες χωρίς δεύτερη κουβέντα και χωρίς να σκέφτονται ότι τους προσέφεραν κάποιο πολύτιμο δώρο. Δεν μπορούσαν να εξηγήσουν τη βουλιμία των Ισπανών να αποκτήσουν αυτό το μέταλλο και δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι θα μπορούσε ποτέ να υπάρξει μια χώρα όπου πολλοί άνθρωποι θα είχαν στη διάθεσή τους μια τέτοια υπερεπάρκεια τροφίμων, όταν γι' αυτούς ήταν
222
Άνταμ Σμιθ
τόσο δυσεύρετα, οκπε για την αγορά μερικών τέτοιων γυαλιστερών μπιχλιμπιδιών να είναι πρόθυμοι να πληρώσουν το ισοδύναμο της διατροφής μιας οικογένειας επί σειράν ετών. Αν είχαν αντιληφθεί αυτό το γεγονός, τότε ασφαλώς δεν θα τους εξέπληττε η βουλιμία των Ισπανών.
Μεταβολέε ms avakoyias μεταξύ των αντίστοιχων αξιών των προϊόντων που επιτρέπουν πάντα την καταβολή προσόδου και εκείνων που άλλοτε εππρέπουν και άλλοτε δεν επιτρέπουν την καταβολή προσόδου 1. Η αυξανόμενη α(ρθονία των τροφίμων, ως συνέπεια της αυξανόμενης βελτίωσης και καλλιέργειας της γης, θα αυξάνει κατ' ανάγκη τη ζήτηση για κάθε προϊόν της γης που δεν είναι τροφή και που μπορεί να χρησιμοποιηθεί είτε για τη χρησιμότητά του είτε ως διακοσμητικό μέσο. θα ανέμενε επομένοος κανείς ότι στη διάρκεια αυτής της βελτίακτης θα μπορούσε να υπάρξει μόνο ένα είδος μεταβολής μεταξύ των συγκριτικών αξιών αυτών των δύο διαφορετικών ειδών προϊόντων. Η αξία ενός προϊόντος που άλλοτε αποφέρει και άλλοτε δεν αποφέρει πρόσοδο, θα έπρεπε να αυξάνεται συνεχώς σε σχέση με την αξία ενός προϊόντος που αποφέρει πάντοτε πρόσοδο. Με την πρόοδο των τεχνών και της οικονομίας, τα υλικά ένδυσης και στέγασης, τα χρήσιμα απολιθώματα και ορυκτά τπς γης, τα πολύτιμα μέταλλα και οι πολύτιμοι λίθοι θα έπρεπε προοδευτικά να γνοαρίζουν μια όλο και μεγαλύτερη ζήτηση, να ανταλλάσσονται με μια όλο και μεγαλύτερη ποσότητα τροφίμων ή, με άλλα λόγια, να καθίστανται όλο και ακριβότερα. Αυτό ακριβώς συνέβη στην πλειονότητα των περιπτώσεων με τα περισσότερα από τα αγαθά αυτά, και θα συνέβαινε σε όλες τις περιπτώσεις και με όλα τα αγαθά, εάν κάποια ιδιαίτερα γεγονότα δεν είχαν αυξήσει την προσφορά τους σε βαθμό πολύ μεγαλύτερο του βαθμού αύξησης της ζήτησήςτους. 2. Για παράδειγμα, η αξία ενός λατομείου υποχρεωτικά θα αυξάνεται στο βαθμό που αναπτύσσεται οικονομικά π περιοχή γύρω από αυτό και αυξάνεται ο πληθυσμός της, ιδίοος εάν αποτελεί το μοναδικό λατομείο της περιοχής. Αλλά η αξία ενός αργυρωρυχείου δεν θα αυξηθεί υποχρεωτικά καθώς θα αναπτύσσεται οικονομικά η περιοχή που το περιβάλλει, ακόμα και αν αποτελεί το μοναδικό αργυρο)ρυχείο σε μια ακτίνα χιλίων μιλίων. Η αγορά του προϊόντος ενός λατομείου πολύ δύσκολα μπορεί να επεκταθεί περισσότερο από μια ακτίνα μερικών μιλίων και
224
Άνταμ Σμιθ
η ζήτηση του γενικά θα είναι ανάλογη της οικονομικής ανάπτυξης και του πληθυσμού της μικρής αυτής περιοχής. Η αγορά όμως του προϊόντος ενός αργυρωρυχείου είναι δυνατόν να επεκταθεί σε ολόκληρο τονκόσμο.Επομένο)ς,ηζήτησητου αργύρου είναι πιθανόν να μην αυξάνεται στο βαθμό που αναπτύσσεται οικονομικά και αυξάνεται ο πληθυσμός της χώρας σε μια μεγάλη ακτίνα γύρω arf αυτό, εκτός και αν αναπτύσσεται οικονομικά και αυξάνεται ο πληθυσμός ολόκληρης της Γης. Αλλά, ακόμα και αν αναπτύσσεται οικονομικά ολόκληρος ο κόσμος, αν στην πορεία αυτής της ανάπτυξης ανακαλύπτονται νέα, πολύ γονιμότερα ορυχεία που ήταν άγνωστα προηγουμένως, παρά το ότι η ζήτηση αργύρου υποχρεωτικά θα αυξάνεται, είναι πιθανόν να αυξάνεται η προσφορά σε τέτοιο βαθμό, ώστε η πραγματική τιμή του μετάλλου προοδευτικά να μειώνεται. Δηλαδή, μια δεδομένη ποσότητά του, για παράδειγμα βάρους μίας λίβρας, ενδέχεται προοδευτικά να αγοράζει ή να ελέγχει μια όλο και μικρότερη ποσότητα εργασίας ή να ανταλλάσσεται με μια όλο και μικρότερη ποσότητα σιτηρών, που αποτελούν το κύριο μέρος της διατροφής του εργάτη. 3. Η μεγάλη αγορά του αργύρου αποτελείται από το εμπορικά ανεπτυγμένο και πολιτισμένο μέρος της υφηλίου. 4. Αν εξαιτίας της γενικής προόδου αυξηθεί η ζήτηση αυτής της αγοράς, ενώ στο ίδιο διάστημα η προσφορά δεν αυξηθεί στον ίδιο βαθμό, προοδευτικά η αξία του αργύρου θα αυξηθεί σε σχέση με αυτήν των σιτηρών. Μια δεδομένη ποσότητα αργύρου θα ανταλλάσσεται με μια όλο και μεγαλύτερη ποσότητα σιτηρών ή, με άλλα λόγια, η μέση χρηματική τιμή των σιτηρών προοδευτικά θα γίνεται ολοένα και χαμηλότερη. 5. Αν, αντιθέτως, η προσφορά για τυχαίους λόγους αυξηθεί επί σειράν ετών σε μεγαλύτερο βαθμό από αυτόν της αύξησης της ζήτησης, το μέταλλο αυτό προοδευτικά θα γίνεται ολοένα και φθηνότερο. Με άλλα λόγια, η μέση χρηματική τιμή των σιτηρών, παρά τη γενική πρόοδο, θα γίνεται όλο και ακριβότερη. 6. Αν, όμο)ς, από την άλλη μεριά, η προσφορά του μετάλλου αυξάνεται στον ίδιο σχεδόν βαθμό όπως και η ζήτησή του, αυτό θα συνεχίσει να αγοράζει ή να ανταλλάσσεται με την ίδια σχεδόν ποσότητα σιτηρών, και η μέση χρηματική τιμή αυτών των σιτηρών, παρά τη γενική πρόοδο, θα συνεχίσει να παραμένει σχεδόν η ίδια. 7. Αυτοί οι τρεις είναι οι μόνοι δυνατοί συνδυασμοί γεγονότων που μπορούν να συμβούν κατά την πορεία της προόδου. Και στη διάρκεια των τεσσάρων αιώνων που προηγήθηκαν, αν κρίνουμε με βάση τα όσα συνέβησαν στη Γαλλία και στη Μεγάλη Βρετανία, φαίνεται ότι στην ευρωπαϊκή αγορά παρατηρήθηκαν και οι τρεις αυτοί συνδυασμοί γεγονότων και σχεδόν με την ίδια σειρά με την οποία τους παρουσίασα.
i d^fi
ί 11./*
I I.
TOlj Τ'π
Λ,.
i i r
If I I I Ι I
I^ιτr'\
l i t : f ^ l f \ K r % r
1. To 1350, και λίγο νωρίτερα από την εποχή εκείνη, η μέση τιμή ενός κουάρτου σιταριού στην Αγγλία δεν φαίνεται να ήταν μικρότερη από 4 ουγκιές αργύρου, βάρους Τάουερ, που ισοδυναμούν με 20 περίπου σημερινά σελίνια. Φαίνεται ότι από αυτή την τιμή έπεσε διαδοχικά στις 2 ουγκιές αργύρου, που ισοδυναμούν με 10 περίπου σημερινά σελίνια, τιμή στην οποία το βρίσκουμε στις αρχές του 16ου αιώνα και στην οποία φαίνεται ότι παρέμεινε περίπου μέχρι το έτος 1570. 2. Το 1350, που ήταν το 25ο έτος της βασιλείας του Εδουάρδου του ΠΙ, θεσπίστηκε το λεγόμενο «διάταγμα των εργατών». Στο προοίμιο του διατάγματος αυτού διατυπώνονται επικρίσεις κατά της θρασύτητας των υπηρετών που πάσχιζαν να αποσπάσουν από τους κυρίους τους αυξήσεις του μισθού τους. Κατά συνέπεια, το διάταγμα ορίζει ότι στο μέλλον όλοι οι υπηρέτες και οι εργάτες θα οφείλουν να αρκούνται στους ίδιους μισθούς και λιβρέες (λιβρέες εκείνη την εποχή θεωρούνταν όχι μόνο οι στολές των υπηρετών, αλλά και τα μέσα διαβίωσης) που συνήθιζαν να εισπράττουν κατά το 20ό έτος αυτής τπς βασιλείας και στα τέσσερα προηγούμενα έτη, και ότι για το λόγο αυτόν η λιβρέα τους σε σιτάρι δεν μπορούσε να αποτιμάται πουθενά περισσότερο από 10 πένες το μπούσελ και η πληρωμή τους σε σιτάρι ή σε χρήμα ανήκε πάνταστη διακριτική ευχέρειατουκυρίουτους. Επομένως, γιατο25ο έτος της βασιλείας του Εδουάρδου του III, οι 10 πένες ανά μπούσελ εθεωρούντο μια πολύ μέτρια τιμή για το σιτάρι, εφόσον απαιτείτο ένα ειδικό διάταγμα προκειμένου να υποχρεωθούν οι υπηρέτες να τη δεχθούν αντί της συνήθους λιβρέας τροφίμων - και η ίδια αυτή τιμή είχε αναγνωριστεί οος μια λογική τιμή δέκα χρόνια νωρίτερα ή κατά το 16ο έτος της ίδιας βασιλείας, εποχή στην οποία αναφέρεται το διάταγμα. Αλλά κατά το 16ο έτος της βασιλείας του Εδουάρδου του ΠΙ, οι ΙΟπένεςπεριείχαν περίπου μισή ουγκιά αργύρου, βάρους Τάουερ, και άξιζαν σχεδόν όσο και μισή κορόνα του σημερινού μας νομίσματος. Επομένως, οι 4 ουγκιές αργύρου, βάρους Τάουερ, που ισοδυναμούν με 6 σελίνια και 8 πένες του νομίσματος της εποχής εκείνης, και σχεδόν με 20 σημερινά σελίνια, θεωρούνταν μιαλογικήτιμή για ένακουάρτοτωνδμπούσελ.
228
Άνταμ Σμιθ
3. To διάταγμα αυτό αποτελεί βέβαια μια πολύ ασφαλέστερπ απόδειξπ του ύψους της λογικής τιμής των σιτηρών της εποχής εκείνης απ* ό,τι οι τιμές κάποιων συγκεκριμένων ετών που κατέγραψαν ιστορικοί και άλλοι συγγραφείς, λόγω της εξαιρετικής φθήνιας ή ακρίβειας, από τις οποίες, επομένοχ;, είναι δύσκολο να κρίνουμε ποια θα μπορούσε να είναι η κανονική τιμή. Πέραν αυτού, υπάρχουν και άλλοι λόγοι που μας πείθουν ότι στις αρχές του 14ου αιώνα, και στο προηγούμενο διάστημα, η συνήθης τιμή του σιταριού δεν ήταν μικρότερη από 4 ουγκιές αργύρου ανά κουάρτο και οι τιμές των άλλων σιτηρών ήταν ανάλογες. 4. Το 1309, ο Ραλφ ντε Μπορν (Ralf de Bom) οργάνωσε την ημέρα της ανακήρυξής του σε ηγούμενο του Αγίου Αυγουστίνου του Καντέρμπουρυ ένα συμπόσιο, από το οποίο ο Γουίλιαμ θορν (William Thom) συγκράτησε όχι μόνο τον κατάλογο των εδεσμάτων, αλλά και την τιμή πολλών arf αυτά. Στο συμπόσιο αυτό καταναλώθηκαν, πρώτον, 53 κουάρτα σιταριού που κόστιζε 19 στερλίνες ή 7 σελίνια και 2 πένες το κουάρτο, τα οποία ισοδυναμούν με 21 περίπου σελίνια και 6 πένες σημερινού νομίσματος, δεύτερον, 58 κουάρτα βύνης, που κόστιζαν 17 στερλίνες και 10 σελίνια ή 6 σελίνια το κουάρτο, το οποίο ισοδυναμεί με 18 περίπου σελίνια σημερινού νομίσματος, τρίτον, 20κουάρταβρόμης, που κόστιζε 4 στερλίνες ή 4 σελίνια το κουάρτο, το οποίο ισοδυναμεί με 20 περίπου σελίνια σημερινού νομίσματος. Εδώ η αναλογία της τιμής της βύνης και της βρόμης προς την τιμή του σιταριού φαίνεται ότι είναι υψηλότερη από την κανονική. 5. Οι τιμές αυτέςδενκαταγράφονται λόγω της εξαιρετικήςτους ακρίβειας ή φτήνιας, αλλά αναφέρονται συμπτωματικά ως το αντίτιμο που καταβλήθηκε για τις μεγάλες ποσότητες σιτηρών τα οποία καταναλώθηκαν σε ένα συμπόσιο που έμεινε γνωστό για τη μεγαλοπρέπειά του. 6. Το 1262 ήστο 51ο έτοςτης βασιλείαςτου Ερρίκου του ΠΙ, ανεβί(ΰσε ένα αρχαίο διάταγμα που αποκλήθηκε «Ρύθμιση της τιμής του ψωμιού και της μπίρας», το οποίο, όπως αναφέρεται στο προοίμιο, είχε συνταχθεί την εποχή των προγόνωντου, βασιλέων της Αγγλίας. Είναι, επομένως, πιθανότατα τόσο παλαιό όσο και η βασιλεία του παππού του, Ερρίκου του II, και ενδεχομένως ανάγεται στην εποχή της κατάκτησης. Το διάταγμα αυτό ρυθμίζει την τιμή του ψωμιού σύμφωνα με τις τιμές του σιταριού, από 1 έως 20 σελίνια της εποχής εκείνης ανά κουάρτο. Ωστόσο, θα πρέπει να υποθέσουμε ότι γενικά τα διατάγματα αυτού του είδους προνοούσαν εξίσου για όλες τις αποκλίσεις από τη μέση τιμή, τόσο γΓ αυτές που αποκλίνουν προς τα πάνω όσο και για αυτές που αποκλίνουν προς τα κάτω. Επομένοχ;, με βάση αυτή την υπόθεση, η μέση τιμή ενός κουάρτου σιταριού την εποχή της θέσπισης αυτούτου διατάγματος θα πρέπει να ανερχόταν στα 10 σελίνια, που περιέχουν 6 ουγκιές αργύρου, βάρους Τάουερ, και ισοδυναμούν με 30 περίπου
Έρευνα για τη Φύση και iis ArTies του Πλούτου των Εθνών
229
σελίνια, και η μέση αυτή τιμή πρέπει να παρέμεινε σταθερή μέχρι το 51ο έτος της βασιλείας του Ερρίκου του ΠΙ. Συνεπώς, μπορούμε να υποθέσουμε, χωρίς να απέχουμε πολυ από την πραγματικότητα, ότι η μέση αυτή τιμή δεν ήταν μικρότερη από το ένα τρίτο της υψηλότερηςτιμής, στην οποίατο διάταγμα αυτό ρύθμιζε τηντιμήτου ψωμιού. Η τιμή αυτή ανερχόταν σε 6 σελίνια και 8 πένες της εποχής εκείνης, που περιείχαν 4 ουγκιές αργύρου, βάρους Τάουερ. 7. Επομένως, από τα διάφορα αυτά γεγονότα έχουμε το δικαίωμα να συμπεράνουμε ότι, περί τα μέσα του 14ου αιώνα και επί ένα σημαντικό χρονικό διάστημα μέχρι τότε, η μέση ή κανονική τιμή ενός κουάρτου σιταριού δεν εθεωρείτο μικρότερη από 4 ουγκιές αργύρου, βάρους Τάουερ. 8. Από τα μέσα περίπου του 14ου αιώνα μέχρι τις αρχές του 16ου αιώνα, π τιμή του σιταριού που θα χαρακτηρίζαμε λογική και όχι υπερβολική, δηλαδή η κανονική ή μέση τιμή του, φαίνεται ότι προοδευτικά μειώθηκε στο μισό, και τελικά κατέληξε στις δύο ουγκιές αργύρου, βάρους Τάουερ, που ισοδυναμούν με 10 περίπου σημερινά σελίνια. Η τιμή αυτή παρέμεινε ίδια μέχρι το 1570. 9. Στο βιβλίο δαπανών του Ερρίκου, πέμπτου κόμη του Νορθάμπερλαντ (Northumberland), με ημερομηνία 1512, αναφέρονται δύο διαφορετικές εκτιμήσεις για το σιτάρι. Στην πρώτη, η τιμή του υπολογίζεται στα 6 σελίνια και 8 πένες το κουάρτο, ενώ στη δεύτερη εκτιμάται μόνο 5 σελίνια και 8 πένες. Στα 1512, τα 6 σελίνια και 8 πένες περιείχαν μόνο 2 ουγκιές αργύρου, βάρους Τάουερ, και ήταν ίσες με 10 περίπου σημερινά σελίνια. 10. Από το 2 5ο έτος της βασιλείας του Εδουάρδου του III μέχρι τις αρχές της βασιλείας της Ελισάβετ, δηλαδή σε ένα διάστημα μεγαλύτερο από δύο αιώνες, από πολλά και διάφορα διατάγματα προκύπτει ότι αυτό που θα χαρακτηρίζαμε λογική και όχι υπερβολική τιμή του σιταριού, δηλαδή η κανονική ή μέση τιμή του, παραμένει στα 6 σελίνια και 8 πένες. Ωστόσο, στη διάρκεια αυτής της περιόδου, η ποσότητα του αργύρου που περιέχεται σε αυτό το ονομαστικό ποσό μειωνόταν συνεχώς, ως συνέπεια των μεταβολώνπου επέρχονταν στο νόμισμα Φαίνεται όμως ότι η αύξηση της τιμής του αργύρου αντιστάθμιζε σε τέτοιο βαθμό τη μείωση της ποσότητας του μετάλλου που περιεχόταν στο ίδιο ονομαστικό ποσό, ώστε ο νομοθέτης δεν θεώρησε ότι άξιζε τον κόπο να ασχοληθεί με αυτές τις μεταβολές. 11. Έτσι, λοιπόν, θεσπίστηκε το 1436 ότι το σιτάρι μπορούσε να εξαχθεί χωρίς να απαιτείται σχετική άδεια, όταν η τιμή του ήταν μόλις 6 σελίνια και 8 πένες, και το 1463 θεσπίστηκε ότι απαγορεύεται κάθε εισαγωγή σιταριού, όταν η τιμή του δεν υπερέβαινε τα 6 σελίνια και 8 πένες το κουάρτο. Ο νομοθέτης είχε φανταστεί ότι, όταν η τιμή είναι
230
Άνταμ Σμιθ
τόσο χαμηλή, δεν θα υπάρχει καμιά δυσχέρεια στις εξαγωγές, όταν όμως η τιμή του αυξάνεται πάνω από αυτό το όριο, θα είναι φρόνιμο να επιτρέπονται οι εισαγωγές. Επομένως, την εποχή εκείνη οος λογική και όχι υπερβολική τιμή του σιταριού εθεωρούντο τα 6 σελίνια και 8 πένες, που περιείχαν περίπου την ίδια ποσότητα αργύρου όσο και 13 σελίνια και 4 πένες σημερινού νομίσματος, ποσότητα μικρότερη κατά το ένα τρίτο αυτής που περιεχόταν στο ίδιο ονομαστικό ποσό την εποχή του Εδουάρδου του ΠΙ. 12. Το 1554, διατάγματα του πρώτου και του δεύτερου έτους της βασιλείας του Φιλίππου και της Μαρίας, και το 1558 διάταγμα του πρώτου έτους της βασιλείας της Ελισάβετ απαγόρευαν με τον ίδιο τρόπο την εξαγωγή σιταριού κάθε φορά που η τιμή ενός κουάρτου υπερέβαινε τα 6 σελίνια και 8 πένες, ποσότητα που δεν περιείχε περισσότερες από 2 πένες αργύρου πέραν της ποσότητας η οποία περιέχεται στο ίδιο σημερινό ονομαστικό ποσό. Σύντομα όμως διαπιστώθηκε ότι ο περιορισμός των εξαγωγών του σιταριού μέχρις ότου η τιμή του φτάσει σε τόσο χαμηλά επίπεδα, ισοδυναμούσε πρακτικά με πλήρη απαγόρευσή τους. Επομένως, το 1562, με διάταγμα του 5ου έτους της βασιλείας της Ελισάβετ, επιτράπηκε η εξαγωγή σιταριού από ορισμένα λιμάνια κάθε φορά που η τιμή του δεν υπερέβαινε τα 10 σελίνια, ποσό που περιείχε σχεδόν την ίδια ποσότητα αργύρου όπως και το αντίστοιχο σημερινό. Επομένως, την εποχή αυτή, λογική και όχι υπερβολική τιμή του σιταριού εθεωρούντο τα 10 σελίνια. Με την τιμή αυτή συμφωνεί και το βιβλίο δαπανών του Νορθάμπερλαντ,το1512. 13. Στη Γαλλία, τόσο ο Ντουπρέ ντε Σαιν Μουρ (EHipre de St Maur) όσο και ο διεισδυτικός συγγραίρέας του Δοκιμίου περί ms πολιτικήε για τα σηηρά είχαν παρατηρήσει ότι η μέση τιμή των σιτηρών ήταν, αντίστοιχα κατά τα τέλη του 15ου και στις αρχές του 16ου αιώνα, πολύ χαμηλότερη απ' ό,τι στους δύο προηγούμενους αιώνες. Φαίνεται ότι η τιμή του σιταριού στην περίοδο αυτή μειώθηκε με τον ίδιο τρόπο στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης. 14. Αυτή η αύξηση της αξίας του αργύρου σε σχέση με αυτήν των σιτηρών είναι δυνατόν να οφείλεται αποκλειστικά στην αύξηση της ςήτησηςτου μετάλλου, οος συνέπεια της αυξανόμενης προόδου και βελτίοκτης της γεωργίας, αν δεχτούμε ότι η ποσότητα της προσφοράς παρέμενε σταθερή καθ' όλο αυτό το διάστημα. Ή, αν δεχτούμε ότι η ζήτηση συνέχιζε να είναι η ίδια όπως και προηγουμένοχ;, η αύξηση αυτή είναι δυνατόν να οφείλεται σε μια προοδευτική μείωση της προσφοράς, καθώς η πλειονότητα των γνοχπών εκείνη την εποχή ορυχείων είχε εξαντληθεί και επομένως οι δαπάνες λειτουργίας τους είχαν αυξηθεί σημαντικά. Ή είναι δυνατόν να οφείλεται εν μέρει στον
Έρευνα για τη Φύση και iis ArTies του Πλούτου των Εθνών
231
έναν και εν μέρει στον άλλο από τους δύο αυτούς παράγοντες. Κατά τα τέλπ του 15ου και στις αρχές του 16ου αιώνα, το μεγαλύτερο μέρος τπς Ευρώπης έτεινε προς μια πιο παγιωμένη μορφή διακυβέρνησης από αυτήν που είχε γνωρίσει τους προηγούμενους αιώνες. Η αύξηση της ασφάλειας ήταν φυσικό να αυξήσει την οικονομική δραστηριότητα και την πρόοδο, και η ζήτηση των πολύτιμων μετάλλων, όπως και κάθε είδους πολυτελείας και κοσμημάτων, όπως ήταν φυσικό, αυξήθηκε παράλληλα με τπν αύξηση του πλούτου. Η κυκλοφορία ενός μεγαλύτερου ετήσιου προϊόντος απαιτούσε μεγαλύτερη ποσότητα νομίσματος. Και ο αυξημένος αριθμός των πλουσίων απαιτούσε μεγαλύτερη ποσότητα αργυρών σκευών και άλλων αργυρών κοσμημάτων. Είναι επίσης λογικό να υποθέσουμε ότι η πλειονότητα των ορυχείων που τροφοδοτούσαν την εποχή εκείνη την ευρωπαϊκή αγορά με άργυρο ίσως να είχαν εξαντληθεί σε σημαντικό βαθμό, και οι δαπάνες λειτουργίας τους να είχαν αυξηθεί. Πολλά απ' αυτά λειτουργούσαν ήδη από τη ρωμαϊκή εποχή. 15. Ωστόσο, η πλειονότπτα όσων έχουν ασχοληθεί με τις τιμές των εμπορευμάτων στην αρχαιότητα πιστεύει ότι από την εποχή της νορμανδικής κατάκτησης -ίσως μάλιστα από την εποχή της εισβολής του Ιούλιου Καίσαρα- μέχρι την ανακάλυψη των ορυχείων της Αμερικής, η αξία του αργύρου μειωνόταν συνεχώς. Στην πεποίθηση αυτή φαίνεται ότι οδηγήθηκαν εν μέρει από τις παρατηρήσεις που είχαν την ευκαιρία να κάνουν σχετικά με τις τιμές των σιτηρών, αλλά και κάποιων άλλων αγροτικών προϊόντων, και εν μέρει από τη διαδεδομένη άποψη σύμφωνα με τπν οποία, καθώς η ποσότητα του αργύρου αυξάνεται φυσιολογικά σε κάθε χώρα με την αύξηση του πλούτου, η τιμή του θα πρέπει να μειώνεται ανάλογα με την αύξηση της ποσότητάςτου. 16. Arf ό,τι φαίνεται, οι συγγραφείς αυτοί παραπλανήθηκαν στις παρατηρήσεις τους σχετικά με τις τιμές των σιτηρών από τρία διαφορετικά δεδομένα. 17. Πρώτον, κατά τπν αρχαιότητα, σχεδόν όλες οι πρόσοδοι πληρώνονταν σε είδος, π.χ. με μια ορισμένη ποσότητα σιτηρών, βοοειδών, πουλερικών κ.ο.κ. Ωστόσο, υπήρχαν περιπτώσεις κατά τις οποίες ο γαιοκτήμονας έθετε ως όρο για την εκμίσθωση της γης του, τη διατήρηση του δικαιώματός του να απαιτεί είτε μια ετήσια πληρωμή σε είδος είτε, avf αυτής, τηνπληρωμήενόςχρηματικού ποσού. ΣτηΣκοτία, η τιμή στην οποία ανταλλασσόταν η πληρωμή σε είδος έναντι ενός χρηματικού ποσού ονομαζόταν «τιμή μετατροπής». Καθώς η επιλογή μεταξύ τροφίμων και χρηματικού ποσού ανήκε πάντα στον γαιοκτήμονα, θα έπρεπε, για την ασφάλεια του μισθωτή, η τιμή μετατροπής να είναι μάλλον χαμηλότερη από τη μέση τιμή της αγοράς.
232
Άνταμ Σμιθ
Πα to λόγο αυτόν, η τιμή μετατροπής σε πολλά μέρπ δεν ξεπερνούσε κατά πολύ το ήμισυ τπς τιμής τπς αγοράς. Η συνήθεια αυτή επιβιώνει στο μεγαλύτερο μέροςτπςΣκοτίαςοοςπροςταπουλερικά, και σε ορισμένα μέρπ ως προς τα βοοειδή, θα μπορούσε ίσως να συνεχίζεται ακόμα και ως προς τα σιτπρά, αν δεν είχε θέσει ένα τέλος σε αυτήν π θεσμοθέτπσπ των δπμόσιων τιμολογήσεων τπς αγοράς. Πρόκειται για ετήσιες εκτιμήσεις, σύμορωνα με τπν κρίσπ ενός ανώτερου δικαστπρίου, τπς μέσπς τιμής των διαφόρων σιτπρών και των διαφόρων ποιοτήτων ενός εκάστου, σύμφωνα με τις πραγματικές τιμές τπς αγοράς των διαφόρων χωρών. Μέσω αυτής τπς θεσμοθέτπσπς, μισθωτής και γαιοκτήμονας μπορούσαν αντίστοιχα, με μεγαλύτερπ ασφάλεια και ευχέρεια, να μετατρέπουν, όπως λέγεται, τπν «πρόσοδο-σε-σιτπρά» στπν τιμή τιμολόγπσπς κάθε χρονιάς και να μπν είναι υποχρεοομένοι να συμφωνούν μιασυγκεκριμένπ, σταθερή τιμή. Ωστόσο, οι συγγραφείς που συνέλεξαν τις τιμές των σιτπρών κατά τπν αρχαιότπτα φαίνεται ότι συχνά θεώρπσαν, από λάθος, (ος πραγματική τιμή τπς αγοράς αυτό που στπ Σκοτία αποκαλείται «τιμή μετατροπής». Ο Φλίτγουντ (Fleetwood) κάποια στιγμή αναγνωρίζει ότι είχε κάνει αυτό το λάθος. Ωστόσο, καθώς συνέγραψε το βιβλίο του για έναν συγκεκριμένο σκοπό, δεν θεώρπσε σκόπιμο να αναγνοαρίσει το λάθος του, παρά μόνο αφού αντέγραψε αυτές τις τιμές μετατροπής δεκαπέντε φορές. Η τιμή αυτή είναι 8 σελίνια για ένα κουάρτο σιταριού. Το 1423, κατά το έτος για το οποίο τπ μνπμονεύει για πρώτπ (ρορά, το ποσό αυτό περιείχε τπν ίδια ποσότπτα αργύρου όσο και 16 σπμερινά σελίνια Αλλά το 1562,κατάτο έτος γιατοοποίοτπ μνπμονεύει για τελευταία φορά, το ποσό των 8 σελινιών δεν περιείχε περισσότερο άργυρο από αυτόν που περιέχεται σε 8 σπμερινά σελίνια. 18. Δεύτερον, οι συγγραφείς αυτοί παρασύρθπκαν από τπν επιπολαιότπτα με τπν οποία μεταγράφπκαν ορισμένα παλαιά διατάγματα σχετικά με τπ διατίμπσπ τπς τιμής των τροφίμων από κάποιους αμελείς αντιγραφείς. Μάλιστα, ορισμένα απ* αυτά συντάχθπκαν με επιπόλαιο τρόπο από τους νομοθέτες τπς εποχής. 19. Φαίνεται ότι τα παλαιά διατάγματα γιατπ διατίμπσπ των τροφίμων ξεκινούσαν πάντα από τον προσδιορισμό τπς Ήμής που έπρεπε να έχουν το ψωμί και π μπίρα, όταν οι τιμές του σίτου και του κριθαριού ήταν οι χαμπλότερες, και στπ συνέχεια προσδιόριζαν ποιες θα έπρεπε να είναι αυτές οι τιμές, ανάλογα με το αν οι τιμές των δύο αυτών σιτπρών προοδευτικά ξεπερνούσαν αυτές τις κατώτατες τιμές. Φαίνεται όμως ότι οι μεταγραφείς αυτών των διαταγμάτων θεωρούσαν συχνά αρκετό το να αντιγρά(ρουν μόνο τις τρεις ή τέσσερις πρώτες χαμπλότερες τιμές τπς διατίμπσπς, αποφεύγοντας με αυτόν τον τρόπο έναν πρόσθετο κόπο και κρίνοντας, υποθέτω, ότι αυτό αρκούσε για
Έρευνα για τη Φύση και iis ArTies του Πλούτου των Εθνών
233
να υποδείξει την αναλογία που έπρεπε να υπάρχει μεταξύ των άλλων υψηλότερων τιμών. 20. Έτσι, λοιπόν, στη διατίμηση για το ψωμί και την μπίρατου 51ου έτους της βασιλείας του Ερρίκου του ΠΙ, η τιμή του ψωμιού ρυθμιζόταν ανάλογα με τις διάφορες τιμές του σιταριού, από το ένα σελίνι έως τα 20 σελίνια το κουάρτο, της εποχής εκείνης. Αλλά στα χειρόγραίρα σύμφωνα με τα οποία τυπώθηκαν όλες οι εκδόσεις των διαταγμάτων που προηγήθηκαν της έκδοσης του κ. Ράφχεντ (Ruffliead), οι αντιγραφείς δεν μετέγραψαν ποτέ τα άρθρα της διατίμησης πέρα από την τιμή των 12 σελινιών. Κατά συνέπεια, πολλοί συγγραφείς, παραπλανημένοι από αυτή την ανακριβή μεταγραφή, κατέληγαν στο συμπέρασμαότιηκανονικήήημέσητιμήτου σίτου της εποχής εκείνης ήταν τα 6 σελίνια το κουάρτο, που ισοδυναμούσαν με 18 περίπου σημερινά σελίνια. 21. Σύμφωνα με το «Διάταγμα του Κάρου της Ντροπής και της Διαπόμπευσης», που θεσπίστηκε την ίδια περίπου εποχή, η τιμή της μπίρας ρυθμίστηκε ανάλογα με την κάθε αύξηση της τιμής του κριθαριού κατά 6 πένες, από 2 έως 4 σελίνια το κουάρτο. Ωστόσο, αυτά τα 4 σελίνια δεν θεωρήθηκαν η υψηλότερη τιμή στην οποία θα μπορούσε να φτάσει συχνά το κριθάρι εκείνης της εποχής, και από τις τελευταίες λέξεις του διατάγματος, «et sic deinceps crescetur vel diminuetur per sex denarios», μπορούμε να συμπεράνουμε ότι οι τιμές αυτές παρατίθενται μόνο ως παράδειγμα της αναλογίας που θα πρέπει να υπάρχει σε όλες τις άλλες τιμές, χαμηλότερες ή υψηλότερες. Η έκφραση είναι πολύ άκομψη, η σημασία της όμως είναι αρκετά σαφής: «Η τιμή της μπίρας θα πρέπει με αυτόν τον τρόπο να αυξάνεται ή να μειώνεται, ανάλογα με την ανά 6 πένες αύξηση ή μείωση της τιμής του κριθαριού». Φαίνεται ότι ο νομοθέτης αυτού του διατάγματος επέδειξε κατά τη σύνταξή του την ίδια επιπολαιότητα που επέδειξε και ο αντιγραφέας κατά τη μεταγραφή του άλλου. 22. Σ' ένα παλαιό χειρόγραφο του Regia Majestas, ενός παλαιού σκοτικού νομικού έργου, υπάρχει ένα διάταγμα όπου η τιμή του ψωμιού ρυθμίζεται ανάλογα με τις διάφορες τιμές του σιταριού, από 10 πένες έως 3 σελίνια το μπολ Σκοτίας, που είναι ισοδύναμο με μισό περίπου αγγλικό κουάρτο. Την εποχή εκείνη που υποθέτουμε ότι θεσπίστηκε το διάταγμα, τα 3 σκοτικά σελίνια ήταν ίσα με 9 περίπου σημερινά σελίνια στερλίνας. Φαίνεται ότι ο κ. Ρούντιμαν (Ruddiman)^ συμπεραίνει arf αυτό ότι τα 3 σελίνια ήταν η υψηλότερη τιμή στην οποία έφτασε ποτέ το σιτάρι την εποχή εκείνη και ότι η κανονική του τιμή ήταν 10 πένες, ένα σελίνι ή το πολύ δύο σελίνια. Ωστόσο, από την ανάγνωση του χειρογράφου γίνεται σαφές ότι όλες αυτές οι τιμές αναφέρονται μόνο ως παραδείγματα της αναλογίας που θα πρέπει
234
Άνταμ Σμιθ
να υπάρχει μεταξύ των αντίστοιχων τιμών του σιταριού και του ψωμιού. Οι τελευταίες λέξεις του χειρογράφου επισημαίνουν: «Reliqua judicabis secundum praescripta habendo respectum ad pretium bladi». («Για τις υπόλοιπες τιμές θα κρίνετε σύμφωνα με τα ανοπέρω αναγραορόμενα, λαμβάνοντας υπόψη την τιμή των σιτηρών».) 23. Τρίτον, φαίνεται ότι οι συγγραφείς αυτοί παραπλανήθηκαν επίσης από την πολύ χαμηλή τιμή πώλησης που γνώρισε μερικές φορές το σιτάρι κατά το παρελθόν και θεώρησαν ότι, εφόσον η χαμηλότερη τιμή του ήταν τον καιρό εκείνο πολύ χαμηλότερη απ* ό,τι στις μεταγενέστερες εποχές, η κανονική του τιμή θα πρέπει αντίστοιχα να ήταν πολύχαμηλότερη. θα μηορούσανωστόσο να ανακαλύψουν ότι, όπως η χαμηλότερη τιμή του σιταριού ήταν κατά το παρελθόν πολύ χαμηλότερη arf ό,τι στις μεταγενέστερες εποχές, το ίδιο και η υψηλότερη Ήμή του ήταν αντίστοιχα πολύ υψηλότερη. Έτσι, λοιπόν, το 1270, ο Φλίτγουντ (Fleetwood) παραθέτει δύο τιμές για το κουάρτο του σιταριού. Η πρώτη είναι 4 στερλίνες και 16 σελίνια της εποχής εκείνης, που ισοδυναμούν με 14 σημερινές λίρες και 8 σελίνια, και η δεύτερη είναι 6 στερλίνες και 8 σελίνια, που ισοδυναμούν με 19 σημερινές στερλίνες και 4 σελίνια. Καμιά άλλη τιμή στα τέλη του 15ου ή στις αρχές του 16ου αιώνα δεν παρουσίαζε ανάλογη ιδιορρυθμία. Η τιμή των σιτηρών, παρότι πάντα υπέκειτο σε μεταβολές, μεταβάλλεται πολύ περισσότερο στις κοινωνίες που γνωρίζουν βίαιες ταραχές, όπου η διακοπή κάθε είδους εμπορίου και επικοινωνίας εμποδίζει το να ανακουφίζεται η ένδεια ενός μέρους της κοινωνίας από την αφθονία ενός άλλου μέρους της. Στην κατάσταση της αναστάτοκτης που γνώρισε η Αγγλία την εποχή των Plantagenets, οι οποίοι διακυβέρνησαν τη χώρα από τα μέσα περίπου του 12ου μέχρι τα τέλη του 15ου αιώνα, ήταν δυνατόν μια περιοχή να γνωρίζει αφθονία, ενώ μια άλλη, σε μικρή απόσταση απ* αυτήν, λόγω του ότι η συγκομιδή της καταστράφηκε είτε από κάποια κακοκαιρία είτε από την επιδρομή κάποιου γειτονικού βαρόνου, να υποφέρει από τα δεινά της πείνας - και, παρ' όλα αυτά, αν μεταξύ των δύο αυτών περιοχών παρεμβάλλονταν οι εκτάσεις ενός εχθρικού λόρδου, ήταν πιθανόν να μην μπορούσε η μία να προσφέρει στην άλλη την ελάχιστη βοήθεια. Αντίθετα, υπό την αυστηρή διακυβέρνηση των Tudors, που διήρκεσε από το τέλος του 15ου μέχρι το τέλος του 16ου αιώνα, κανένας βαρόνος δεν είχε την ισχύ που θα του επέτρεπε να τολμήσει να διαταράξει τη δημόσια ασφάλεια. 24. Στο τέλος του παρόντος κε(ραλαίου, ο αναγνώστης θα βρει όλες Ής τιμές του σιταριού που συνέλεξε ο Φλίτγουντ (Fleetwood), από το 1202 έως το 1597, περιλαμβανομένων και των δύο αυτών χρονολογιών, με αναγωγή τους σε σημερινές τιμές και ταξινομημένες κατά
Έρευνα για τη Φύση και iis ArTies του Πλούτου των Εθνών
235
χρονολογική σειρά, σε επτά διαστήματα δώδεκα χρονολογιών. Στο τέλοςτου κάθε διαστήματος, ο αναγνώστης θα βρει τη μέση τιμή των δώδεκα χρονολογιών που το αποτελούν. Για όλη αυτή τη μακρά περίοδο, ο Φλίτγουντ (Fleetwood) μπόρεσε να συλλέξει τιςτιμές 80 μόλις χρονολογιών, με αποτέλεσμα να υπολείπονται άλλες τέσσερις χρονολογίες ώστε να συμπληρωθεί η τελευταία δοαδεκάδα. Προσθέσαμε, λοιπόν, από τους καταλόγους τιμών (accounts: λογαριασμούς) του κολεγίου ^τov(Eton)τιςτιμέςτωv ετών 1598,1599,1600 και 1601. Αυτή ήταν η μόνη προσθήκη που κάναμε. Ο αναγνώστης θα διαπιστώσει ότι, από την αρχή του 13ου μέχρι τα μέσα του 16ου αιώνα, η μέση τιμή κάθε 12 χρονολογιών μειώνεται συνεχώς, και προς τα τέλη του 16ου αιώνα αρχίζει να αυξάνεται και πάλι. Βέβαια, οι τιμές που μπόρεσε να συγκεντρώσει ο Φλίτγουντ (Fleetwood) φαίνεται ότι ήταν αξιοσημείωτες για την ακρίβεια ή τη φτήνια τους και δεν πιστεύω πως μπορούμε να αντλήσουμε απ* αυτές κάποιο σίγουρο συμπέρασμα. Στο βαθμό, ωστόσο, που αποδεικνύουν κάτι, επιβεβαιώνουν την εξήγηση που προσπαθώ να δώσω. Φαίνεται όμως ότι ο ίδιος ο Φλίτγουντ (Fleetwood), όπως και οι περισσότεροι άλλοι συγγραφείς, πίστευε ότι στη διάρκεια αυτής της περιόδου η αξία του αργύρου, λόγω της αυξανόμενης αφθονίας του, μειωνόταν συνεχώς. Οι τιμές των σιτηρών που είχε συγκεντρώσει ο ίδιος ασ(ραλώς δεν συμφωνούν με αυτή την άποψη. Αντίθετα, συμορωνούν απόλυτα με την άποψη του κ. Ντουπρέ ντε Σαιν Μουρ, όποος και με αυτήν που προσπάθησα να εξηγήσω. Οι δύο συγγραορείς που συγκέντροκιαν με τη μεγαλύτερη προσοχή και πιστότητα τις τιμές των αγαθών των προηγούμενων εποχών είναι ο Αρχιεπίσκοπος Φλίτγουντ (Fleetwood) και ο κ. Ντουπρέ ντε Σαιν Μουρ. Είναι κάποος παράδοξο το ότι, παρόλο που οι απόψεις τους είναι τόσο διαφορεΉκές, τα στοιχεία τους, στο βαθμό τουλάχιστον που σχετίζονται με την τιμή των σιτηρών, συμπίπτουν με τόση ακρίβεια. 25. Είναι, οχπόσο, γεγονός ότι οι πλέον προσεκτικοί συγγραφείς δεν συνήγαγαν τη μεγάλη αξία του αργύρου, στο μακρινό αυτό παρελθόν, από τη χαμηλή τιμή των σιτηρών, αλλά από τηντιμή κάποιων άλλων, ακατέργαστων αγροτικών προϊόντων. Λέγεται ότι, επειδή τα σιτηρά είναι ένα είδος κατεργασμένου προϊόντος, ήταν πολύ ακριβότερα στις πρωτόγονες κοινωνίες από την πλειονότητα των άλλων εμπορευμάτων, όπως τα βοοειδή, τα πουλερικά, το κάθε είδους κυνήγι κ.λπ. Το ότι στις εποχές εκείνες της φτώχειας και της βαρβαρότητας τα αγαθά αυτά ήταν πολύ φθηνότερα από τα σιτηρά είναι αναμφισβήτητο. Ωστόσο, αυτή η (ρθήνια δεν ήταν αποτέλεσμα της υψηλής τιμής του αργύρου, αλλά της χαμηλής τιμής αυτών των εμπορευμάτων. Δεν οφειλόταν στο ότι την εποχή εκείνη ο άργυρος αγόραζε ή
236
Άνταμ Σμιθ
αντιπροσώπευε μια μεγαλύτερπ ηοοότητα εργασίας, αλλά στο ότι αυτά τα εμπορεύματα αγόραζαν ή αντιπροσώπευαν μια πολύ μικρότερπ ποσότπτα εργασίας ατί ό,τι σε εποχές μεγαλύτερπς αορθονίας και προόδου. Ο άργυρος πρέπει ασφαλώς να είναι φθπνότερος στπν Ισπανική Αμερική, στη χώρα όπουπαράγεται, απ* ό,τι στην Ευρώπη, στη χώρα όπου μεταφέρεται έπειτα από ένα μακρινό ταξίδι διά ξπράς και διά θαλάσσης, και για το οποίο δαπανώνται ναύλα και ασ(ράλιστρα. Ωστόσο, όπως μαθαίνουμε από τον Ουλόα (Ulloa), πριν από λίγα μόλις χρόνια, στο Μπουένος Άιρες, η τιμή ενός βοδιού που μπορούσε να διαλέξει κανείς μέσα από ένα κοπάδι τριακοσίων ή τετρακοσίων βοδιών ήταν 21,5 πένες. Από τον κ. Μπάιρον (Byron) μαθαίνουμε ότι ητιμή ενός καλού αλόγου στην ηρωτεύουσατηςΧιλήςήταν 16 σελίνια. Σε μια εκ φύσεοος εύφορη χώρα, της οποίας όμως το μεγαλύτερο μέρος του εδάφους της είναι τελείως ακαλλιέργητο, τα βοοειδή, τα πουλερικά και το κάθε είδους κυνήγι είναι δυνατόν να αποκτηθούν με τη δαπάνη μιας πολύ μικρής ποσότπτας εργασίας, με αποτέλεσμα να αγοράζουν ή να ελέγχουν μια επίσης πολύ μικρή ποσότητα εργασίας. Η χαμηλή χρηματική τιμή πώλησής τους δεν αποτελεί απόδειξη του ότι η πραγματική τιμή του αργύρου είναι πολύ υψηλή, αλλά του ότι η πραγματική τιμή αυτών των εμπορευμάτων είναι πολύ χαμηλή. 26. θαπρέπειπάνταναθυμόμαστεότιτοπραγματικόμέτροτηςαξίαςτόσο του αργύρου όσο και όλων των άλλων εμπορευμάτων είναι η εργασία και όχι κάποιο άλλο ειδικό εμπόρευμα ή σύνολο εμπορευμάτων. 27. Ωστόσο, σε χώρες σχεδόν έρημες ή πολύ αραιοκατοικημένες, τα βοοειδή, τα πουλερικά, το κάθε είδους κυνήγι κ.λπ., καθώς αποτελούν αυθόρμητα προϊόντα της φύσης, παράγονται ατί αυτήν σε ποσότητες πολύ μεγαλύτερες από αυτές που απαιτεί η κατανάλωση των κατοίκων. Στις συνθήκες αυτές, γενικά η προσφορά υπερβαίνει τη ζήτηση. Επομένως, στις διάφορες φάσειςτης κοινωνίας και στις διάφορες βαθμίδες ανάπτυξης, τα προϊόντα αυτά θα αντιπροσωπεύουν ή θα ισοδυναμούν με πολύ διαφορετικές ποσότητες εργασίας. 28. Σε κάθε φάση της κοινωνίας και σε κάθε βαθμίδα ανάπτυξης, τα σιτηρά αποτελούν καρπό του ανθρώπινου μόχθου. Αλλά το μέσο προϊόν κάθε είδους μόχθου προσαρμόζεται πάντα, με μικρότερη ή μεγαλύτφπ ακρίβεια, στη μέση κατανάλωση:ημέση προσφορά προσαρμόζεται στη μέση ζήτηση. Πέραν αυτού, σε κάθε βαθμίδα ανάπτυξης, η καλλιέργεια ίσων ποσοτήτων σιτηρών στο ίδιο έδαφος και στο ίδιο κλίμα κατά μέσον όρο θα απαιτεί σχεδόν ίσες ποσότητες εργασίας ή την τιμή σχεδόν ίσων ποσοτήτων εργασίας, που τελικά είναι το ίδιο πράγμα Αυτό οφείλεται στο ότι η συνεχής αύξηση των παραγωγικών δυνάμεων της εργασίας σε μια κατάσταση βελτιούμενης
Έρευνα για τη Φύση και iis ArTies του Πλούτου των Εθνών
237
καλλιέργειας λίγο ώς πολύ αντισταθμίζεται από τη συνεχώς αυξανόμενη τιμή των βοοειδών, που αποτελούν τα κύρια εργαλεία της αγροτικής καλλιέργειας. Για τους λόγους αυτούς λοιπόν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι, σε κάθε φάση της κοινωνίας και σε κάθε βαθμίδα ανάπτυξης, ίσες ποσότητες σιτηρών αντιπροσωπεύουν ή ισοδυναμούν με ίσες ποσότητες εργασίας, με μεγαλύτερη ακρίβεια απ* ό,τι οποιοδήποτε άλλο ακατέργαστο αγροτικό προϊόν. Κατά συνέπεια, όποος έχουμε ήδη σημειώσει, σε όλες τις οράσεις του πλούτου και της ανάπτυξης, τα σιτηρά αποτελούν ένα ακριβέστερο μέτρο της αξίας arf ό,τι οποιοδήποτε άλλο εμπόρευμα ή σύνολο εμπορευμάτων. Επομένως, σε όλες αυτές τις διάφορες φάσεις, μπορούμε να κρίνουμε καλύτερα την πραγματική τιμή του αργύρου αν τη συγκρίνουμε με την τιμή των σιτηρών, arf ό,τι αν τπ συγκρίναμε με την τιμή οποιουδήποτε άλλου εμπορεύματος ή συνόλου εμπορευμάτων. 29. Εκτός αυτού, τα σιτηρά ή οτιδήποτε άλλο αποτελεί την κοινή και πλέον δημοφιλή φυτική τροφή των ανθρώπων συνιστούν σε κάθε πολιτισμένη χώρα το κύριο μέρος της διατροφής του εργάτη. Λόγω της επέκτασης της αγροτικής καλλιέργειας, η γη κάθε χώρας παράγει πολύ μεγαλύτερη ποσότητα φυτικής arf ό,τι ζωικής τροφής, και ο εργάτης τρέφεται παντού με την υγιεινή τροφή που είναι φθηνότερη και βρίσκεται σε μεγαλύτερη επάρκεια. Αν εξαιρέσουμε τις πιο ευημερούσεςχώρεςήτιςχώρεςόπουηεργασίαέχειτιςυψηλότερες αμοιβές, το κρέας αποτελεί ένα ασήμαντο μέρος της διατροφής του εργάτη, το κρέας των πουλερικών αποτελεί ένα ακόμα μικρότερο μέρος της διατροφής του, ενώ το κυνήγι δεν συμμετέχει καθόλου σε αυτήν. Στη Γαλλία, αλλά και στη Σκοτία, όπου η εργασία αμείβεται κάπως καλύτερα arf ό,τι στη Γαλλία, οι εργαζόμενοι φτωχοί τρώνε κρέας σχεδόν μόνο στις γιορτές και σε κάποιες εξαιρετικές περιστάσεις. Επομένοχ;, η χρηματική Ήμή της εργασίας εξαρτάται πολύ περισσότερο από τη μέση χρηματική τιμή των σιτηρών, που αποτελούν τη διατροφή του εργάτη, arf ό,τι από την τιμή του κρέατος ή οποιουδήποτε άλλου ακατέργαστου προϊόντος της γης. Συνεπώς, η πραγματική αξία του χρυσού και του αργύρου, δηλαδή η πραγματική ποσότητα εργασίας που είναι αυτοί σε θέση να αγοράσουν ή να ελέγξουν, εξαρτάται πολύ περισσότερο από την ποσότητα των σιτηρών που είναι σε θέση να αγοράσουν ή να ελέγξουν, arf ό,τι από την ποσότητα κρέατος ή οποιουδήποτε άλλου ακατέργαστου προϊόντος της γης. 30. Ωστόσο, οι λίγες αυτές παρατηρήσεις σχετικά με τις τιμές είτε των σιτηρών είτε των άλλων εμπορευμάτων ίσως να μην παραπλανούσαν τόσους πολλούς ευφυείς συγγραφείς, αν αυτοί δεν ήταν ταυτόχρονα επηρεασμένοι από τη λάική αντίληψη, σύμφωνα με την οποία,
238
Άνταμ Σμιθ
καθώς π ποσότητα αργύρου της κάθε χώρας αυξάνεται παράλληλα με την αύξηση του πλούτου της, αντίστοιχα η αξία του μειώνεται παράλληλα με την αύξηση της ποσότητάς του. Φαίνεται όμως ότι η αντίληψη αυτή είναι απόλυτα αβάσιμη. 31. Η ποσότητα των πολύτιμων μετάλλων μιας χώρας είναι δυνατόν να αυξάνεται από δύο διαφορετικές αιτίες: είτε, πρώτον, από την αυξανόμενη αφθονία των ορυχείων που τα παράγουν, είτε, δεύτερον, από τον αυξανόμενο πλούτο των ανθρώπων, από το αυξανόμενο δηλαδή προϊόν της ετήσιας εργασίας τους. Αναμφίβολα, από τις δύο αυτές αιτίες, η πρώτη συνδέεται υποχρεωτικά με τη μείωση της αξίας των πολύτιμων μετάλλων, ενώ π δεύτερη όχι. 32. Όταν ανακαλύπτονται νέα, πλουσιότερα ορυχεία, προσκομίζεται στην αγορά μεγαλύτερη ποσότητα πολύτιμων μετάλλων και, καθώς η ποσότητα των τροφίμων και των άλλων ανέσεων της ζωής με τα οποία θα πρέπει να ανταλλαγούν αυτά παραμένει η ίδια όπως και προηγουμένως, θα πρέπει μια δεδομένη ποσότητα των μετάλλων αυτών να ανταλλάσσεται με μικρότερες ποσότητες εμπορευμάτων. Επομένο)ς, στο βαθμό που η αύξηση της ποσότητας των πολύτιμων μετάλλων προκύπτει από την ύπαρξη πλουσιότερων ορυχείων, υποχρεωτικά συνδέεται με κάποια μείωση της αξίας τους. 33. 'Οταν, αντίθετα, αυξάνεται ο πλούτος μιας χώρας, όταν δηλαδή το ετήσιο προϊόν της εργασίας της γίνεται προοδευτικά όλο και μεγαλύτερο, τότε για την κυκλοφορία μεγαλύτερης ποσότητας εμπορευμάτων απαιτείται μεγαλύτερη ποσότητα νομίσματος. Από την άλλη πλευρά, καθώς οι άνθρωποι θα έχουν στη διάθεσή τους περισσότερα εμπορεύματα, φυσιολογικά θα είναι σε θέση να αγοράσουν ολοένα και περισσότερα αργυρά σκεύη. Η ποσότητα του νομίσματός τους θα αυξηθεί υποχρεωτικά. Η ποσότητα των αργυρών σκευών θα αυξηθεί επίσης εξαιτίας της ματαιοδοξίας ή της επιδειξιομανίας τους ή εκ των ίδιων αιτιών για τις οποίες αυξάνεται η ποσότητα των καλλιτεχνικών αγαλμάτων, πινάκων και κάθε άλλου πολυτελούς και αξιοπερίεργου είδους που έχουν στην κατοχή τους. Και, όπως οι γλύπτες και οι ζωγράφοι δεν είναι δυνατόν να αμείβονται λιγότερο σε μια εποχή πλούτου και ευημερίας απ' ό,τι σε μια εποχή φτώχειας και ύφεσης, για τον ίδιο λόγο δεν είναι δυνατόν να αγοράζονται φθηνότερα ο χρυσός και ο άργυρος. 34. Η τιμή του χρυσού και του αργύρου, όταν δεν τη συγκρατεί η τυχαία ανακάλυψη πλουσιότερων ορυχείων, καθώς αυξάνεται φυσιολογικά με τον πλούτο της κάθε χώρας, όπως είναι φυσικό, είναι πάντα υψηλότερη σε μια πλούσια χώρα απ* ό,τι σε μια φτωχή. Όπως όλα τα εμπορεύματα, ο χρυσός και ο άργυρος είναι φυσικό να αναζητούν την αγορά που τους προσφέρει την υψηλότερη τιμή, και γενικά την
Έρευνα για τη Φύση και iis ArTies του Πλούτου των Εθνών
239
υψηλότερη τιμή την προσφέρει η χώρα εκείνη που έχει την οικονομική άνεση να την αντέξει. Πρέπει να θυμόμαστε ότι η εργασία είναι η έσχατη τιμή που πληρώνουμε για ένα αγαθό, και στις χώρες όπου η εργασία αμείβεται καλά η χρηματική τιμή της εργασίας θα είναι ανάλογη αυτής των μέσων διαβίωσης του εργάτη. Αλλά σε μια πλούσια χώρα ο χρυσός και ο άργυρος θα ανταλλάσσονται με μεγαλύτερη ποσότητα μέσων διαβίωσης απ' ό,τι σε μια φτωχή χώρα. Θα ανταλλάσσονται δηλαδή με μεγαλύτερη ποσότητα μέσων διαβίοκιης σε μια χώρα όπου αυτά αφθονούν, ατί ό,τι σε μια χώρα όπου αυτά βρίσκονται σε περιορισμένες ποσότητες. Αν οι δύο χώρες βρίσκονται σε μεγάλη απόσταση, η διαφορά ίσως είναι πολύ μεγάλη, επειδή, παρότι τα μέταλλα διοχετεύονται αυθόρμητα από τη χειρότερη προς την καλύτερη αγορά, είναι ίσως δύσκολο να μεταφερθούν σε ποσότητες τέτοιες ώστε να έρθουν ο τιμές τους στο ίδιο περίπου επίπεδο. Αν οι χώρες είναι σε κοντινή απόσταση, η διαφορά θα είναι μικρότερη και μερικές φορές ίσως να είναι δύσκολα αντιληπτή, επειδή στην περίπτωση αυτή η μεταφορά των μετάλλων θα είναι εύκολη. Η Κίνα είναι μια πολύ πλουσιότερη χώρα απ* οποιοδήποτε μέρος της Ευρώπης, και η διαφορά των τιμών των μέσων διαβίοχτης μεταξύ Κίνας και Ευρώπης είναι πολύ μεγάλη. Το ρύζι στην Κίνα είναι πολύ φθηνότερο απ' ό,τι είναι το σιτάρι σε οποιοδήποτε μέρος της Ευρώπης. Η Αγγλία είναι μια πολύ πλουσιότερη χώρα arf τη Σκοτία, αλλά η διαφορά της χρηματικής τιμής των σιτηρών μεταξύ των δύο αυτών χωρών είναι πολύ μικρότερη, και μάλιστα μόλις που διακρίνεται. Αναλογικά προςτηνποσότηταήτονόγκοτου, το σιτάρι τηςΣκοτίας γενικά είναι πολύ (ρθηνότερο απ* ό,τι το αγγλικό. Αναλογικά όμως προς την ποιότητά του, είναι κάποος ακριβότερο. Σχεδόν κάθε χρόνο, η Σκοτία εισάγει από την Αγγλία μεγάλες ποσότητες σιτηρών και γενικά κάθε εμπόρευμα πρέπει να είναι κάπως ακριβότερο στη χώρα εισαγωγής του arf ό,τι στη χώρα προέλευσής του. Επομένοχ;, τα αγγλικά σιτηρά θα πρέπει να είναι ακριβότερα στη Σκοτία ατί ό,τι στην Αγγλία, και, παρ' όλα αυτά, αναλογικά με την ποιότητά τους ή με την ποιότητα και τη θρεπτική δύναμη των αλεύρων και των τροφών που παράγονται ατί αυτά, δεν μπορούν γενικά να πωληθούν ακριβότερα από τα σκοτικά σιτηρά που τα ανταγωνίζονται στην αγορά. 35. Η διαφορά μεταξύ της χρηματικής τιμής της εργασίας στην Κίνα και της αντίστοιχης τιμής στην Ευρώπη είναι ακόμα μεγαλύτερη από τη χρηματική διαφορά των μέσων διαβίοκτης, επειδή η πραγματική αμοιβή της εργασίας είναι υψηλότερη στην Ευρώπη απ* ό,τι στην Κίνα, καθώς το μεν μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης βρίσκεται σε κατάσταση οικονομικής βελτίωσης, η δε Κίνα φαίνεται να είναι στάσιμη. Η χρηματική τιμή της εργασίας είναι χαμηλότερη στη Σκοτία ατί ό,τι
240
Άνταμ
Σμιθ
στην Αγγλία, επειδή η πραγματική αμοιβή τπς εργασίας είναι πολύ χαμπλότερπ: π Σκοτία, παρότι ευρίσκεται σε πορεία αύξπσπς του πλοιπου τπς, α\Ηΐπτύσσετα με ρυθμούς βραδύτερους από τπν Αγγλία Οι υψπλοί ρυθμοί μετανάστευσπς από τπ Σκοτία και οι αντίστοιχοι χαμπλοί ρυθμοί από τπν Αγγλία αποδεικνύουν με βεβαιότπτα ότι π ζήτπσπ εργασίας στις δύο χώρες είναι πολύ διαφορετική. Πρέπει να έχουμε πάντα κατά νου ότιπαναλογίαμεταξύτπς πραγματικής αμοιβής τπς εργασίας στις διάφορες χώρες ρυθμίζεται αυθόρμπτα όχι από τον πραγματικό τους πλούτο ή τπ φτώχεια, αλλά από τπν κατάστασπ προόδου, στασιμότπτας ή παρακμής στπν οποία βρίσκονται. 36. Η αξία του χρυσού και του αργύρου, καθώς είναι φυσικά μεγαλύτερπ στπν περίπτωσπ των πλουσιότερων χωρών, είναι χαμπλότερπ στπν περίπτωσπ των φτωχότερων χωρών, ενώ στις πρωτόγονες χώρες, που είναι οι φτωχότερες μεταξύ όλων, δεν έχει σχεδόν καμιά αξία. 37. Στις μεγάλες πόλεις, τα σιτπρά είναι πάντα ακριβότερα απ* ό,τι στα απομακρυσμένα σπμείατπςχώρας. Ωστόσο, αυτό αποτελεί συνέπεια όχι τπς πραγματικής φτήνιας του αργύρου, αλλά τπς πραγματικής ακρίβειας των σιτπρών. Δεν κοστίζει λιγότερπ εργασία π μεταφορά του αργύρου στις μεγάλες πόλεις arf ό,τι στα απομακρυσμένα σπμεία τπς χώρας, κοστίζει όμως πολύ περισσότερο π μεταφορά σιτπρών. 38. Σε ορισμένες πολύ πλούσιες και εμπορικές χώρες, όπως π Ολλανδία και π περιοχή τπς Γένοβας, τα σιτπρά είναι ακριβά για τον ίδιο λόγο για τον οποίο είναι ακριβά στις μεγάλες πόλεις. Οι χώρες αυτές δεν παράγουν αρκετά σιτπρά ώστε να θρέψουν τους κατοίκους τους. Είναι πλούσιες σε σχέσπ με τπν οικονομική δραστπριότπτα και τπν επιδεξιότπτα των τεχνιτών και των επαγγελματιών τους, όπως και σε σχέση με κάθε είδος εξοπλισμού που διευκολύνει και συντομεύει τπν ανθρώπινπ εργασία: στις θαλάσσιες μεταφορές και σε όλα τα άλλα μέσα μεταφοράς και εμπορίου. Είναι όμοος φτωχές σε σχέσπ με τα σιτπρά, τα οποία, επειδή πρέπει να μεταφέρονται εκεί από μακρινές χώρες, θα πωλούνται ακριβότεραλόγωτου κόστους μεταοροράςτους. Η μεταφορά του αργύρου στο Αμστερνταμ δεν κοστίζει λιγότερπ εργασία arf ό,τι π μεταφορά του στο Ντάντσικ, κοστίζει όμως πολύ περισσότερο π μεταίρορά των σιτπρών. Το πραγματικό κόστος του αργύρου είναι σχεδόν το ίδιο και στα δύο μέρπ, όμως αυτό των σιτπρών διαφέρει κατά πολύ. Ας υποθέσουμε ότι μειώνεται π πραγματική ευπμερία είτε τπς Ολλανδίας είτε τπς περιοχής τπς Γένοβας, ενώ ο αριθμός των κατοίκων τους παραμένει ο ίδιος: ας υποθέσουμε δπλαδή 0Ή μειώνεται π δυνατότπτα τροίροδοσίας τους από μακρινές χώρες. Η τιμή των σιτπρών, αντί να μειωθεί, ακολουθώντας τπ μείωσπ τπς ποσότπτας του αργύρου, που αναγκαστικά θα συνοδεύσει αυτή τπν πτωτική πορεία, είτε ως αιτία είτε οος αποτέλεσμά τπς, θα αυξπθεί
Έρευνα για τη Φύση και iis ArTies του Πλούτου των Εθνών
241
αντίστοιχα όποας σπτν περίπτωση ενός λιμού. 'Οταν έλθει η στιγμή της έλλειψης αγαθών πρώτης ανάγκης, θα πρέπει να απαρνηθούμε όλα τα περιττά πράγματα, η αξία των οποίων, ενώ αυξάνεται σε εποχές ευημερίας και πλούτου, στις περιόδους φτώχειας και ύφεσης μειώνεται συνεχώς. Με τα είδη πρώτης ανάγκης συμβαίνει το αντίθετο. Η πραγματική τους τιμή, η ποσότητα δηλαδή της εργασίας που είναι σε θέση να αγοράσουν ή να ελέγξουν, στις μεν εποχές τπς φτώχειας και της ύφεσης αυξάνεται, στις δε εποχές πλούτου και ευημερίας, που είναι πάντα εποχές μεγάλης αφθονίας, μειώνεται. Γιατί, διαφορετικά, οι εποχές αυτές δεν θα ήταν εποχές πλούτου και ευημερίας. Τα σιτηρά είναι είδη πρώτης ανάγκης - ο άργυρος είναι είδος πολυτελείας. 39. Ανεξάρτητα, επομένως, από το ποια ήταν η αύξηση της ποσότητας των πολύτιμων μετάλλων, η οποία προέκυψε στο διάστημα από τα μέσα του 14ου μέχρι τα μέσα του 16ου αιώνα, από την αύξηση του πλούτου και των ανέσεων δεν θα μπορούσε να υπάρξει τάση μείωσης της αξίας τους, είτε στη Βρετανία είτε σε οποιοδήποτε άλλο μέρος της Ευρώπης. Αν λοιπόν αυτοί που συγκέντροοσαν τις τιμές των αγαθών σε παρελθούσες εποχές δεν δικαιούνται να συμπεράνουν από τις παρατηρήσεις τους επί των τιμών είτε των σιτηρών είτε των άλλων εμπορευμάτων ότι κατά τηνπερίοδο αυτή υπήρξε μείοκτητης τιμής του αργύρου, κατά μείζονα λόγο δεν δικαιούνται να συμπεράνουν αυτή τη μείωση από την όποια υποτιθέμενη αύξηση του πλούτου και των ανέσεων.
Σημείωση 1. Βλ. τον Πρόλογο του στο έργο του James Anderson, Selectus diplomatum et
numismatum scotiae thesaurus, Εδιμβούργο 1739, σ. 82. Σε αγγλική μετάφραση, Τ. Ruddiman, An Introduction to Μη James AndersorfsDiplomata Scotiae, Εδιμβούργο 1782, σ. 228.
δε I J'I ε DU,
1. Όσο διαφοροποιημένες κι αν υπήρξαν οι απόψεις των μελετητών σχετικά με την εξέλιξη της αξίας του αργύρου στη διάρκεια της πρώτης αυτής περιόδου, άλλο τόσο είναι ομόφωνες σχετικά με τη δεύτερη περίοδο. 2. Στο διάστημα από το 1570περίπουέθ)ςτο 1640, στη διάρκεια μιας περιόδου 70 περίπου ετών, η μεταβολή της αναλογίας μεταξύ της αξίας του αργύρου και αυτής των σιτηρών ακολούθησε μια τελείως διαφορετική πορεία. Η πραγματική τιμή του αργύρου μειώθηκε, και αυτός ανταλλασσόταν με μικρότερη ποσότητα εργασίας arf ό,τι προηγουμένως. Αντίθετα, η ονομαστική τιμή των σιτηρών αυξήθηκε και, αντί αυτά να πωλούνται προς δύο περίπου ουγκιές αργύρου το κουάρτο ή περίπου 10 σημερινά σελίνια, κατέληξαν να πωλούνται προς 6 και 8 ουγκιές το κουάρτο ή περίπου 30 και 40 σημερινά σελίνια. 3. Φαίνεται ότι μοναδική αιτία της μείωσηςτης αξίαςτου αργύρου σε σχέση με αυτήν των σιτηρών υπήρξε η ανακάλυψη των πλούσιων ορυχείων της Αμερικής. Στο σημείο αυτό, όλοι οι μελετητές προσφέρουν τπν ίδια εξήγηση και δεν υπήρξε ποτέ καμιά διχογνωμία, είτε σχετικά μετο γεγονός είτε σχετικά μετιςαιτίεςτου.Στηδιάρκειααυτήςτηςπεριόδου, το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης προόδευε οικονομικά και, κατά συνέπεια, θα πρέπει να υπήρξε μια συνεχώς αυξανόμενη ζήτηση αργύρου. Φαίνεται όμως ότι η αύξηση της προσφοράς είχε υπερβεί σε τέτοιο βαθμό αυτήν της ζήτησης, ώστε η αξία αυτού του μετάλλου υποχώρησε σημαντικά. Πρέπει να επισημάνουμε ότι η ανακάλυψη των ορυχείων της Αμερικής δεν φαίνεται να είχε κάποιο αισθητό αντίκτυπο στις τιμές των αγαθών στην Αγγλία μέχρι το 1570, παρότι τα ορυχεία του Ποτόσι είχαν ανακαλυφθεί πριν από είκοσι και πλέον χρόνια. 4. Από το 1595 έως το 1620, συπεριλαμβανομένων των δύο αυτών χρονολογιών, η μέση τιμή του κουάρτου των εννέα μπούσελ της καλύτερης ποιότητας σιταριού στην αγορά του Γουίντσορ (Windsor)
244
Άνταμ Σμιθ
φαίνεται από τους καταλόγους τιμών του κολεγίου Ίτον (Eton) ότι ήταν 2 λίρες, 1 σελίνι και 6 και 9/13 πένες. Από το ποσό αυτό, αν αγνοήσουμε το κλάσμα και α(ραιρέσουμε το ένα ένατο, που είναι 4 σελίνια και 7 και 1/3 πένες, προκύπτει ότι η τιμή του κουάρτου των οκτώ μπούσελ ήταν 1 λίρα, 16 σελίνια και 10 και 2/3 πένες. Αν και πάλι αγνοήσουμε το κλάσμα και α(ραιρέσουμε το ένα ένατο, που είναι 4 σελίνια και 1 και 1/9 πένες, οος τη διαφορά τιμής μεταξύ του καλύτερου σιταριού και ενός μέσης ποιότητας, προκύπτει ότι η τιμή του σιταριού μέσης ποιότητας ήταν περίπου 1 λίρα, 12 σελίνια και 8 και 8/9 πένες ή περίπου 6 και 1/3 ουγκιές αργύρου. 5. Από το 1621 έως το 1636, συμπεριλαμβανομένων των δύο αυτών χρονολογιών, η μέση τιμή της ίδιας μονάδας μέτρησης στην ίδια αγορά, σύμφωνα με τους ίδιους καταλόγους τιμών, φαίνεται ότι ήταν 2 λίρες και 10 σελίνια. Από την τιμή αυτή, αν κάνουμε τις αντίστοιχες αφαιρέσεις όπως και προηγουμένοχ;, προκύπτει ότι η μέση τιμή ενός κουάρτου των οκτώ μηούσελ μέσης ποιότητας σιταριού ήταν 1 λίρα, 19 σελίνια και 6 πένες ή περίπου 7 και 2/3 ουγκιές αργύρου.
τρίτη περίοδος 1. Μεταξύ των ετών 1630 και 1640 ή περί το 1636, οι συνέπειες τπς ανακάλυψης των ορυχείων της Αμερικής στη μείωση της αξίας του αργύρου φαίνεται να έχουν ολοκληρωθεί και η αξία αυτού του μετάλλου σε σχέση με αυτήν των σιτηρών δεν είχε πέσει ποτέ περισσότερο ατί όσο εκείνη την εποχή. Φαίνεται ότι η αξία του αργύρου παρουσίασε μικρή αύξηση στη διάρκεια του αιώνα που διανύουμε και είναι πιθανόν η αύξηση αυτή να άρχισε ήδη πριν από τα τέλη του προηγούμενου αιώνα. 2. Απότο 1637έωςτο 1700, συμπεριλαμβανομένωντων δύο αυτών χρονολογιών, τα τελευταία δηλαδή 64 χρόνια του προπγούμενου αιώνα, η μέση τιμή ενός κουάρτου των εννέα μπούσελ των καλύτερων σιτηρών της αγοράς του Γουίντσορ, σύμφωνα με τους ίδιους πίνακες τιμών, ήταν 2 λίρες, 11 σελίνια και 1/3 πένες, τιμή που είναι ακριβότερη μόνο κατά 1 σελίνι και 1/3 πένες της ισχύουσας πριν από δεκαέξι χρόνια. Ωστόσο, στη διάρκεια των 64 αυτών ετών συνέβησαν δύο γεγονότα που προκάλεσαν πολύ μεγαλύτερπ έλλειψη σιτηρών από αυτήν που θα προκαλούσε η διαδοχή των εποχών και που, κατά συνέπεια, είναι περισσότερο από επαρκή ώστε να ερμηνεύσουν αυτή τη μικρή αύξηση της τιμής, χωρίς να χρειάζεται να υποθέσουμε κάποια περαιτέρω μείωση της αξίας του αργύρου. 3. Το πρώτο από τα γεγονότα αυτά ήταν ο εμφύλιος πόλεμος, ο οποίος, με την αποθάρρυνση της καλλιέργειας και τη διακοπή του εμπορίου, πρέπει να αύξησε την τιμή των σιτηρών πολύ περισσότερο arf όσο θα την αύξανε μια φυσιολογική διαδοχή των εποχών. Το αποτέλεσμα αυτό θα πρέπει να σημειώθηκε λίγο ώς πολύ σε όλες τις αγορές του Βασιλείου, θα ήταν όμως ιδιαίτερα αισθητό στην περιοχή του Λονδίνου, η οποία είναι υποχρεοομένη να τροφοδοτείται από πολύ μακρινές αποστάσεις. Έτσι, λοιπόν, το 1648η τιμή του καλύτερου σιταριού της αγοράς του Γουίντσορ, σύμφωνα με τους ίδιους πίνακες τιμών, φαίνεται ότι ήταν 4 λίρες και 5 σελίνια για ένα κουάρτο των 9 μπούσελ, και το 1649ήταν4 λίρες. Η επιπλέον διαφορά τηςΉμής για ταδύο αυτά χρόνια
246
Άνταμ Σμιθ
από τη μέση τιμή των προηγούμενων 16 ετών προ του 1637, που ήταν 2 λίρες και 10 σελίνια, ανέρχεται σε 3 λίρες και 5 σελίνια, που, αν επιμεριστεί στα τελευταία 64 χρόνια του προηγούμενου αιώνα, ερμηνεύει ικανοποιητικά τη μικρή αύξηση τηςτιμήςη οποία φαίνεται να σημειώθηκε αυτότοδιάστημα. Ωστόσο, οι τιμές αυτές, αν και οι υψηλότερες, δεν είναι οι μόνες υψηλές τιμές που προκάλεσαν οι εμφύλιοι πόλεμοι. 4. Το δεύτερο γεγονός υπήρξε η επιδότηση της εξαγωγής σιτηρών, που θεσπίστηκε το 1688. Πολλοί πίστεψαν ότι η επιδότηση, μέσω της ενθάρρυνσης της καλλιέργειας, είναι πιθανόν να προκάλεσε μακροπρόθεσμα μια μεγαλύτερη αφθονία, και, κατά συνέπεια, μεγαλύτερπ μείωση των τιμών των σιτηρών στην εγχώρια αγορά απ' αυτήν που θα σημειωνόταν χωρίς την επιδότηση. Στη συνέχεια, θα εξετάσουμε μέχρι ποίου σημείου οι επιδοτήσεις μπορούν να παραγάγουν τέτοιο αποτέλεσμα σε μια οποιαδήποτε στιγμή. Προς το παρόν, θα σημειώσουμε μόνο ότι μεταξύ 1688 και 1700 δεν υπήρξε κανένα τέτοιο αποτέλεσμα. Το μόνο αποτέλεσμα της επιδότησης κατά το σύντομο αυτό διάστημα ήταν η αύξηση της τιμής της εγχώριας αγοράς, που προκλήθηκε μετην ενθάρρυνση της εξαγωγήςτης πλεονάζουσας συγκομιδής κάθε χρονιάς και τη συνακόλουθη αδυναμία αντιμετώπισης της περιορισμένης συγκομιδής μιας χρονιάς από το πλεόνασμα της προηγούμενης. Η έλλειψη σιτηρών που σημειώθηκε στην Αγγλία μεταξύ 1693 και 1699, συμπεριλαμβανομένων των δύο αυτών χρονολογιών, παρότι αναμφίβολα οφείλεται κυρίως σε δυσμενείς κλιματολογικές συνθήκες και, κατά συνέπεια, επεκτάθηκε σε ένα σημαντικό μέρος της Ευρώπης, οπωσδήποτε ενισχύθηκε και από την επιδότηση. Έτσι, λοιπόν, το 1699, η περαιτέρω εξαγωγή σιτηρών απαγορεύτηκε επί εννέα μήνες. 5. Υπήρξε ένα τρίτο γεγονός που σημειώθηκε στη διάρκεια της ίδιας περιόδου και το οποίο, παρότι δεν ήταν δυνατόν να προκαλέσει έλλειψη σιτηρών, ούτε ίσοοςτην οποιαδήποτε αύξησητηςπραγματικήςποσότητας του αργύρου που αντιστοιχούσε στην αγορά τους, προκάλεσε ασφαλώς κάποια αύξηση της ονομαστικής τους τιμής. Το γεγονός αυτό ήταν η μεγάλη υποτίμηση του αργυρού νομίσματος, μέσω του ευτελισμού και της φθοράς. Το κακό αυτό ξεκίνησε επί βασιλείας του Καρόλου του II και συνεχίστηκε αδιάλειπτα μέχρι το 1695, εποχή κατά την οποία, όποος μαθαίνουμε από τον κ. Λόουντες (Lowndes), το ισχύον αργυρό νόμισμα βρισκόταν, κατά μέσον όρο, περίπου 2 5% κάτω απότην πρότυπη αξία του. Αλλάηονομαστική τιμή που συνιστά την αγοραία τιμή κάθε εμπορεύματος ρυθμίζεται υποχρεωτικά όχι τόσο από την ποσότητα του αργύρου που θα έπρεπε να περιέχεται κανονικά στο νόμισμα, όσο από την ποσότητα που διαπιστώνεται από την εμπειρία ότι πράγματι περιέχεται σε αυτό. Επομένοχ;, αυτή η ονομαστική
Έρευνα για τη Φύση και iis ArTies του Πλούτου των Εθνών
247
τιμή είναι υποχρεοπικά υψηλότερη όταν το νόμισμα είναι σημαντικά υποτιμημένο λόγω ευτελισμού και φθοράς, απ' ό,τι είναι στην περίτΓτωση που το νόμισμα βρίσκεται κοντά την πρότυπη αξία του. 6. Στη διάρκεια του αιώνα που διανύουμε, το αργυρό νόμισμα δεν ήταν ποτέ τόσο υποτιμημένο σε σχέση με το πρότυπο βάρος του όσο είναι σήμερα. Παρόλη όμως την αλλοίωσή του, η αξία του υποστηρίχθηκε από το χρυσό νόμισμα με το οποίο ανταλλάσσεται. Γιατί, παρότι το χρυσό νόμισμα γνώρισε επίσης μεγάλη αλλοίωση πριν από την τελευταία κοπή νομίσματος, αυτή δεν ήταν τόσο μεγάλη όσο εκείνη του αργυρού. Αντίθετα, το 1695 η αξία του αργυρού νομίσματος δεν υποστηρίχθηκε από το χρυσό νόμισμα. Τπν εποχή εκείνη, μια γκινέα ανταλλασσόταν με 30 σελίνια ευτελισμένου και φθαρμένου αργυρού νομίσματος. Πριν από την τελευταία κοπή χρυσού νομίσματος, η τιμή του αργύρου σε ράβδους (μεταλλικού αργύρου) δεν ήταν υψηλότερη από 5 σελίνια και 7 πένες για μία ουγκιά, τιμή που είναι κατά 5 πένες υψηλότερη από την τιμή του νομισματοκοπείου. Αλλά το 1695 η συνήθης τιμή του αργύρου σε ράβδους ήταν 6 σελίνια και 5 πένες ανά ουγκιά^ τιμή που είναι κατά 15 πένες υψηλότερη από την τιμή του νομισματοκοπείου. Επομέναχ;, ακόμα και πριν από την τελευταία κοπή χρυσού νομίσματος, τόσο το αργυρό όσο και το χρυσό νόμισμα, συγκρινόμενα με τον άργυρο σε ράβδους, δεν εθεωρούντο ότι υπολείπονταν περισσότερο από 8% της πρότυπης αξίας τους. Αντίθετα, το 1695 εθεωρούντο ότι υπολείπονταν αυτής κατά περίπου 25%. Ωστόσο, στις αρχές του αιώνα που διανύουμε, δηλαδή αμέσως μετά τη μεγάλη κοπή νομίσματος επί της βασιλείας του Γουλιέλμου, η πλειονότητα του ισχύοντος αργυρού νομίσματος εξακολουθούσε να βρίσκεται εγγύτερα στο πρότυπο βάρος arf ό,τι σήμερα. Ακόμα, στη διάρκεια του αιώνα δεν υπήρξε κάποια μεγάλπ δημόσια συμφορά, όπως ένας εμφύλιος πόλεμος, που θα μπορούσε είτε να αποθαρρύνει τις καλλιέργειες είτε να διακόψει το εσωτερικό εμπόριο της χώρας. Και, παρότι η επιδότηση, που ίσχυσε στο μεγαλύτερο διάστημα του αιώνα που διανύουμε, ανύψωνε την τιμή των σιτηρών λίγο περισσότερο από το σημείο στο οποίο θα βρισκόταν χωρίς αυτήν (με δεδομένη την κατάσταση των καλλιεργειών) -καθώς στη διάρκεια του αιώνα η επιδότηση είχε όλη την άνεση χρόνου να προκαλέσει τα θετικά αποτελέσματα που της αποδίδονται, να ενθαρρύνει δηλαδή τις καλλιέργειες και με αυτόν τον τρόπο να αυξήσει την ποσότητα των σιτηρών στην εγχώρια αγορά, σύμφωνα με τις αρχές ενός συστήματος που θα προσπαθήσω να εξετάσω και να εξηγήσω στη συνέχεια-, μπορούμε να θειορήσουμε ότι από τη μία πλευρά συνέβαλε στη μείοκιη της τιμής αυτού του εμπορεύματος και από την άλλη προκάλεσε την αύξησή της. Πολλοί θεωρούν ότι συνέβαλε περισσότερο στη μείωση απ* ό,τι στην αύξηση. Κατά συνέπεια, στο
248
Άνταμ
Σμιθ
διάστημα των 64 πρώτων ετών του αιώνα που διανύουμε, η μέση τιμή ενός κουάρτου των εννέα μπούσελ του καλύτερου σιταριού της αγοράς του Γουίντσορ, σύμφωνα με τους πίνακες τιμών του κολεγίου Ίτον, πταν 2 λίρες και 6 και 19/32 πένες, ποσό που είναι φτηνότερο κατά 10 σελίνια και 6 πένες ή κατά 25% από την τιμή που ίσχυε κατά τα τελευταία 64 έτπ του τελευταίου αιώνα, και περίπου 9 σελίνια και 6 πένες φτηνότερο arf ό,τι στη διάρκεια των 16 ετών που προηγήθηκαν του 1636, όταν η ανακάλυψη των πλούσιων ορυχείων της Αμερικής υποτίθεται ότι παρήγαγε το σύνολο των αποτελεσμάτων της. Ακόμα, η τιμή αυτή είναι φτηνότερη κατά ένα περίπου σελίνι της τιμής που ίσχυε στα 26 έτπ που προηγήθηκαν του 1620, όταν η ανακάλυψη αυτή υποτίθεται ότι δεν είχε παραγάγει ακόμα το σύνολο των αποτελεσμάτων της. Σύμφωνα με αυτούς τους πίνακες τιμών, στη διάρκεια αυτών των 64 πρώτων ετών του αιώνα που διανύουμε, π μέσπ τιμή του σιταριού μέσης ποιότητας υπολογίζεται στα 32 περίπου σελίνια για το κουάρτο των οκτώ μπούσελ. 7. Φαίνεται επομένοος ότι στη διάρκεια του αιώνα που διανύουμε, π αξία του αργύρου αυξήθηκε κατά τι σε σχέση με αυτήν των σιτηρών και ότι η αύξηση αυτή είχε μάλιστα αρχίσει πριν από το τέλος του προηγούμενου αιώνα. 8. Το 1687, η τιμή ενός κουάρτου των εννέα μπούσελ της καλύτερης ποιότπτας της αγοράς του Γουίντσορ ήταν 1 λίρα, 5 σελίνια και 2 πένες, η χαμηλότερη που υπήρξε ποτέ από το 1595. 9. Το 1688, οκ. ΓκρέγκοριΚινγκ (Gregory King), ονομαστός για τις γνώσεις του στα ζητήματα αυτά, υπολόγιζε τη μέση τιμή του σιταριού για τον παραγωγό, και μόνο κατά τις εποχές μέσης αφθονίας, σε 3 σελίνια και 6 πένες το μπούσελ ή 28 σελίνια το κουάρτο. Ως τιμή παραγωγού θεωρώ αυτό που μερικές φορές ονομάζεται «συμβατική τιμή» ή «τιμή συμβολαίου» με την οποία ένας αγρότης δεσμεύεται να παραδίδει μια ορισμένη ποσότητα σιτηρών σε έναν έμπορο επί ορισμένα έτη. Δεδομένου ότι μια σύμβαση αυτού του είδους απαλλάσσει τον αγρότη από τις δαπάνες και τον κόπο της αναζήτησης αγοραστών, η συμβατική τιμή είναι γενικά χαμηλότερη από τη θεωρούμενη οος μέση τιμή της αγοράς. Ο κ. Κινγκ (King) είχε εκτιμήσει ότι την περίοδο εκείνη η συνήθης συμβατική τιμή για τις εποχές μέσπς α(ρθονίας ήταν τα 2 8 σελίνια. Η τιμή αυτή ήταν η κανονική συμβατική τιμή μιας μέσης απόδοσης χρονιάς, για ολόκληρη την περίοδο πριν από αυτήν της στενότητας, την οποία προκάλεσε η πρόσφατη, ασυνήθιστης διάρκειας, διαδοχική σειρά ετών κακής εσοδείας. 10. Το 1688 θεσπίστπκεηκοινοβουλευτική επιδότηση της εξαγωγήςτων σιτηρών. Οι γαιοκτήμονες, που την εποχή εκείνη αποτελούσαν πολύ
Έρευνα για τη Φύση και τ is Αιτίεε του Πλούτου των Εθνών
249
μεγαλύτερο τμήμα του νομοθετικού σώματος arf ό,τι σήμερα, αντιλήφθηκαν ότι π χρηματική τιμή των σιτηρών είχε πτωτική πορεία. Η επιδότηση ήταν ένα τέχνασμα για την τεχνητή ανύψωση της τιμής των σιτηρών στα επίπεδα των υψηλών τιμών, στις οποίες πωλούνταν συχνά επί της βασιλείας του Καρόλου I και του Καρόλου Π. Ορίστηκε λοιπόν ότι η επιδότηση θα ίσχυε μέχρις ότου η τιμή των σιτηρών ανέλθει στα 48 σελίνια το κουάρτο, τιμή κατά 20 σελίνια ή 5/7 ακριβότερη αυτής που είχε εκτιμήσει την ίδια χρονιά ο κ. Κινγκ (King) ως τιμή παραγωγού για τις χρονιές μέσης α(ρθονίας. Αν οι υπολογισμοί του αξίζουν κάτι από την καθολική εκτίμηση που τους αποδίδεται, η τιμή των 48 σελινιών για ένα κουάρτο ήταν μια εξωπραγματική τιμή που, χωρίς τεχνάσματα όποος η επιδότηση, θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο σε εποχές εξαιρετικά φτωχής συγκομιδής. Ωστόσο, την εποχή εκείνη, η κυβέρνηση του βασιλιά Γουλιέλμου δεν είχε σταθεροποιηθεί απολύτως. Δεν ήταν επομένως σε θέση να απορρίψει οποιοδήποτε αίτημα των γαιοκτημόνων, από τους οποίους την ίδια εποχή ζητούσε την πρώτη καθιέρωση του ετήσιου φόρου γαιοκτησίας. 11. Επομέναχ;, η αξία του αργύρου σε σχέση με αυτήν των σιτηρών είχε μάλλον σημειώσει μια μικρή αύξηση πριν από το τέλος του τελευταίου αιώνα και φαίνεται ότι συνέχισε να αυξάνεται στη διάρκεια του μεγαλύτερου μέρους του αιώνα που διανύουμε, αν και η αναγκαστική ισχύς της επιδότησης θα πρέπει να εμπόδισε το να γίνει η αύξηση αυτή τόσο αισθητή, όσο θα γινόταν υπό τις πραγματικές συνθήκες καλλιέργειας. ;/12. Κατά τις περιόδους πλούσιων συγκομιδών, η επιδότηση, ενθαρρύνοντας την εξαγωγή υπερβολικών ποσοτήτων, αυξάνει κατ' ανάγκη την τιμή των σιτηρών πάνω από αυτήν που θα ίσχυε υπό διαφορετικές συνθήκες. Ο ομολογημένος στόχος αυτής της θεσμοθέτησης ήταν η ενθάρρυνση της καλλιέργειας με τη διατήρηση μιας υψηλής τιμής σιτηρών, ακόμα και κατά τις περιόδους των πιο πλούσιων συγκομιδών. 13. Βέβαια, κατά τις εποχές μεγάλης ένδειας, η επιδότηση γενικά έπαυε να ισχύει. Ωστόσο, θα πρέπει να επηρέασε σε κάποιο βαθμό τις τιμές των σιτηρών, ακόμα και σε αυτές τις περιόδους. Καθώς ωθούσε στην εξαγωγή υπερβολικών ποσοτήτων στις περιόδους των πλούσιων συγκομιδών, συχνά εμπόδιζε την αντιμετώπιση της ένδειας μιας χρονιάς από την πλούσια συγκομιδή της προηγούμενης. Μ. Επομένως, τόσο κατά τις εποχές των πλούσιων συγκομιδών όσο και κατ* αυτές της ένδειας, η επιδότηση αυξάνει την τιμή των σιτηρών πάνω από αυτήν που θα ίσχυε υπό τις πραγματικές συνθήκες καλλιέργειας. Αν, επομένως, στη διάρκεια των 64 πρώτων ετών του αιώνα που διανύουμε η μέση τιμή των σιτηρών ήταν κατώτερη απ*
250
Άνταμ Σμιθ
αυτήν των τελευταίων 64 ετών του προηγούμενου αιώνα, θα έπρεπε, υπό τις ίδιες συνθήκες καλλιέργειας, να ήταν πολύ κατώτερη εάν δεν ίσχυε το καθεστώς της επιδότησης. 15. θα μπορούσε κανείς να αντιτείνει ότι, χωρίς το καθεστώς της επιδότησης, οι συνθήκες της καλλιέργειας δεν θα ήταν οι ίδιες. Το ποια θα μπορούσαν να είναι τα αποτελέσματα αυτού του θεσμού στην αγροτική οικονομία της χώρας θα προσπαθήσουμε να το εξηγήσουμε στη συνέχεια, όταν θα ασχοληθούμε ειδικά με τις επιδοτήσεις. Προς το παρόν, θα σημειώσουμε μόνο ότι αυτή η προσαύξηση της αξίας του αργύρου σε σχέση με αυτήν των σιτηρών δεν περιορίστηκε αποκλειστικά στην Αγγλία. Καταγράφηκε στη Γαλλία, στη διάρκεια της ίδιας περιόδου, και μάλιστα στην ίδια σχεδόν αναλογία, από τρεις πολύ αξιόπιστους, επιμελείς και εργατικούς συλλέκτες των τιμών των σιτηρών, τον κ. Ντουπρέ ντε Σαιν Μουρ (EHipre de St. Maur), τον κ. Μεσάνς (Messance) και τον συγγραφέα του Δοκιμίου για την πολιτική επί των σιτηρών. Ωστόσο, στη Γαλλία, μέχρι το 1764, η εξαγωγή σιτηρών απαγορευόταν από το νόμο και θα ήταν κάπως δύσκολο να θεωρήσουμε ότι η ίδια περίπου μείωση τιμής που σημειώθηκε σε μια χώρα, παρά την απαγόρευση αυτή, παρατηρήθηκε και σε μια άλλη λόγω της υπερβολικής ενθάρρυνσης των εξαγωγών. 16. Θα ήταν ίσως πιο σοκπό να θεωρήσουμε αυτή τη μεταβολή της μέσης χρηματικής τιμής των σιτηρών μάλλον ως το αποτέλεσμα κάποιας προοδευτικής αύξησης της πραγματικής αξίας του αργύρου στην ευρωπαϊκή αγορά και όχι οος αποτέλεσμα μιας πτώσης της πραγματικής μέσης αξίας των σιτηρών. 'Οπως έχουμε ήδη σημειώσει, για μεγάλες χρονικές περιόδους τα σιτηρά είναι ακριβέστερο μέτρο της αξίας ατί ό,τι ο άργυρος ή οποιοδήποτε ίσοος άλλο εμπόρευμα. Όταν, μετά την ανακάλυψη των πλούσιων ορυχείων της Αμερικής, τα σιτηρά αυξήθηκαν τρεις έοχ; τέσσερις φορές πάνω από την προηγούμενη χρηματική τιμή τους, η μεταβολή αυτή αποδόθηκε απ* όλους ανεξαιρέτοος όχι σε κάποια αύξηση της πραγματικής τιμής των σιτηρών, αλλάστηνπτώσητηςπραγματικήςτιμήςτου αργύρου. Αν, επομένως, στη διάρκεια των 64 πρώτων ετών του αιώνα που διανύουμε η μέση χρηματική τιμή των σιτηρών μειώθηκε κατά τι σε σχέση με την αντίστοιχη τιμή του μεγαλύτερου μέρους του προηγούμενου αιώνα, κατά τον ίδιο τρόπο τη μεταβολή αυτή θα πρέπει να την αποδώσουμε όχι σε κάποια πτώση της πραγματικής αξίας των σιτηρών, αλλά σε μια αύξηση της πραγματικής αξίας του αργύρου στην ευρωπαϊκή αγορά. 17. Βέβαια, η υψηλή τιμή των σιτηρών στη διάρκεια των δέκα ή δώδεκα τελευταίων ετών προκάλεσε την υποψία ότι η πραγματική τιμή του αργύρου στην ευρωπαϊκή αγορά συνεχίζει να μειώνεται. Ωστόσο,
Έρευνα για τη Φύση καιτis Αιτίεε του Πλούτου των Εθνών
251
αυτή η υψηλή τιμή των σιτηρών οραίνεται να είναι μάλλον αποτέλεσμα των εξαιρετικά δυσμενών καιρικών συνθηκών, και θα πρέπει επομένοχ; να θεωρηθεί όχι μόνιμο, αλλά προσωρινό και συμπτωματικό γεγονός. Οι καιρικές συνθήκες των τελευταίων δέκα ή δώδεκα ετών υπήρξαν δυσμενείς για το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης και οι αναταραχές της Πολωνίας αύξησαν σημαντικά την έλλειψη σιτηρών σε εκείνες τις χώρες οι οποίες συνήθιζαν να τροφοδοτούνται απ* αυτή την αγορά κατά τις περιόδους φτωχών συγκομιδών. Μιας τέτοιας διάρκειας συνεχής διαδοχή δυσμενών καιρικών συνθηκών δεν είναι συνηθισμένο γεγονός, δεν είναι όμως και προποφανές. Και όσοι έχουν εντρυφήσει στην ιστορία των τιμών των σιτηρών στις παρελθούσες εποχές, μπορούν εύκολα να συγκεντρώσουν αρκετά παραδείγματα του ίδιου τύπου. Πέραν αυτού, τα δέκα χρόνια υπερβολικής έλλειψης δεν συνιστούν ένα φαινόμενο πιο εξαιρετικό από αυτό των δέκα χρόνων υπερβολικής αφθονίας. Η χαμηλή τιμή των σιτηρών απότο 1741 έωςτο 1750, συμπεριλαμβανομένωντων δύο αυτών χρονολογιών, μπορεί κάλλιστα να αντιστοιχιστεί με τηνυψηλή τιμή τους στη διάρκεια των τελευταίων οκτώ ή δέκα χρόνων. Από το 1741 έοος το 1750, όπως (ραίνεται από τους πίνακες τιμών του κολεγίουτου Ίτον, η μέση τιμή ενός κουάρτου των εννέα μπούσελ της καλύτερης ποιότητας σιταριού της αγοράς του Γουίντσορ ήταν μόνο 1 λίρα, 13 σελίνια και 9 και 4/5 πένες, τιμή που είναι σχεδόν 6 σελίνια και 3 πένες κατώτερη της μέσης τιμής των 64 πρώτων ετών του αιώνα που διανύουμε. Σύμςκονα με την ίδια έκθεση, η μέση τιμή ενός κουάρτου οκτώ μπούσελ μέσης ποιότητας σιταριού στη διάρκεια των δέκα αυτών ετών υπολογίζεται μόλις σε 1 λίρα, 6 σελίνια και 8 πένες. Ιθ. Ωστόσο, μεταξύ των ετών 1741 και 1750, η επιδότηση πρέπει να απέτρεψε μια πολύ ισχυρή πτώση της τιμής των σιτηρών στην εγχώρια αγορά, που χωρίς την επιδότηση θα ήταν αναπόφευκτη. 'Οπως προκύπτει από τα βιβλία των τελωνείων, στη διάρκεια των δέκα αυτών ετών η ποσότητα των διαφόρων ειδών σιτηρών που εξήχθησαν υπερβαίνει τα 8.029.156 κουάρτα και ένα μπούσελ. Η επιδότηση που καταβλήθηκε για την ποσότητα αυτή ανερχόταν σε 1.514.962 λίρες, 17 σελίνια και 4,5 πένες. Έτσι λοιπόν ο κ. Πέλχαμ (Pelham), πρωθυπουργός την εποχή εκείνη, σημείωνε στη Βουλή των Κοινοτήτων ότι τα τρία προηγούμενα χρόνια είχε καταβληθεί για την εξαγωγή των σιτηρών ένα τεράστιο χρηματικό ποσό. Είχε απόλυτο δίκιο όταν έκανε αυτή την παρατήρηση, και θα είχε ακόμα μεγαλύτερο αν την έκανε την επόμενη χρονιά, κατά την οποία η επιδότηση που καταβλήθηκε ανερχόταν στις 324.176 λίρες, 10 σελίνια και 6 πένες2. Δεν χρειάζεται βέβαια να αναφέρουμε σε ποιο βαθμό η εξαναγκασμένη εξαγωγή θα πρέπει να αύξησε την τιμή των σιτηρών
252
Άνταμ
Σμιθ
πάνω από την τιμή που θα ίσχυε στην εγχώρια αγορά υπό διαφορετικές συνθήκες. 19. Στο τέλος των πινάκων τιμών που παρατίθενται ως παράρτπμα του παρόντος κεφαλαίου, ο αναγνώστπς θα βρει έναν ιδιαίτερο πίνακα των δέκα αυτών ετών, που τα έχουμε ξεχωρίσει από τα υπόλοιπα, θα βρει ακόμα έναν ειδικό πίνακα των προπγούμενων δέκα χρόνων, ο μέσος όρος των οποίων είναι μικρότερος, αν και όχι σπμαντικά, του γενικού μέσου όρου των 64 πρώτων ετών του αιώνα που διανύουμε. Ωστόσο, το 1740υπήρξε μια χρονιά εξαιρετικά φτωχής συγκομιδής. Τα είκοσι αυτά χρόνια που προπγήθπκαν του 1750 μπορούμε να τα αντιπαραθέσουμε στα είκοσι χρόνια που προπγήθπκαν του 1770. Όπως ακριβώς τα πρώτα υπήρξαν πολύ πιο κάτω από τον μέσον όρο του αιώνα, παρά το ότι μεταξύ αυτών βρίσκονται ένα ή δύο χρόνια ακρίβειας, αντίστοιχα τα δεύτερα υπήρξαν πολύ πάνω από αυτόν τον μέσο όρο, αν και ανάμεσά τους παρεμβλήθπκαν ένα ή δύο χρόνια αφθονίας, όπως για παράδειγμα το 1759. Το γεγονός ότι τα πρώτα είκοσι δεν βρέθπκαν τόσο πολύ κάτωίαπό τον μέσον όρο όσο βρέθπκαν τα είκοσι επόμενα πάνω απ* αυτόν, θα πρέπει μάλλον να αποδοθεί στπν επιδότπσπ. Προφανώς, π μεταβολή ήταν τόσο απότομπ, ώστε δεν είναι δυνατόν να τπν αποδώσουμε σε κάποια μεταβολή τπς αξίας του αργύρου, π οποία είναι πάντα βραδεία και βαθμιαία. Το απροσδόκπτο του φαινομένου μπορεί να ερμπνευτεί μόνο από μια αιτία που μπορεί να ενεργήσει αιφνίδια, όπως π ξαφνική μεταβολή των εποχιακών καιρικών συνθηκών. 20. Βέβαια, στη διάρκεια του αιώνα που διανύουμε, η χρηματική τιμή της εργασίας στη Μεγάλη Βρετανία έχει αυξηθεί. Ωστόσο, το γεγονός αυτό (ραίνεται να αποτελεί αποτέλεσμα όχι κάποιας μείωσης της αξίας του αργύρου στην ευρωπαϊκή αγορά, αλλά μιας αύξησης της ζήτησης εργασίας, που προκύπτει από τη μεγάλη και σχεδόν καθολική ευημερία της χώρας. Στη Γαλλία, μια χώρα που συνολικά δεν χαρακτηρίζεται από την ίδια ευημερία, έχει διαπιστωθεί ότι από τα μέσα του προηγούμενόυ αιώνα η χρηματική τιμή της εργασίας βαθμιαία μειώνεται μαζί με τη μέση χρηματική τιμή των σιτηρών. Λέγεται ότι κατά τη διάρκεια του προπγούμενου αιώνα, αλλά και κατά τη διάρκεια αυτού που διανύουμε, το ημερομίσθιο της κοινής εργασίας κυμαινόταν σχεδόν ομοιόμορφα γύρω από το ένα εικοστό της μέσης τιμής ενός σετιέ (156 λίτρων) σιταριού, μιας ποσότπτας που είναι ελάχιστα μεγαλύτερη από τέσσερα μπούσελ του Γουίντσεστερ. Στη Μεγάλη Βρετανία, όπως έχουμε ήδη δείξει, στη διάρκεια του αιώνα που διανύουμε, η πραγματική αμοιβή της εργασίας, οι πραγματικές δπλαδή ποσότητες των αναγκαίων μέσων διαβίωσης και των ανέσεων της ζωής που παρέχονται στον εργαζόμενο, έχουν
Έρευνα για τη Φύση και τ
isΑιτίεετουΠλούτου των Εθνών
253
αυξηθεί σημαντικάΗαύξη^^ςχρηματικής^ς τιμής φώ υπήρξε αποτέλεσμα όχι κάποιας μείωσης της αξίας του αργύρου στη γενική αγορά της Ευρώπης, αλλά μιας αύξησης της πραγματικής τιμήςτης εργασίας στη συγκεκριμένη αγορά της Βρετανίας, που οφείλεται στις ιδιαίτερα ευτυχείς συνθήκες της χώρας. 21. Επί ένα ορισμένο διάστημα μετά την πρώτη ανακάλυψη της Αμερικής, ο άργυρος συνέχιζε να πωλείται στην προηγούμενη τιμή του ή λίγο πιο κάτω απ' αυτήν. Τα κέρδη της εξόρυξής του ήταν επί κάποιο διάστημα πολύ μεγάλα και πολύ ανώτερα από το φυσικό τους επίπεδο. Ωστόσο, οι εισαγωγείς του μετάλλου στην Ευρώπη διαπίστωσαν σύντομα ότι δεν ήταν δυνατόν να διαθέσουν το σύνολο των εισαγωγών τους σε αυτή την υψηλή τιμή. Προοδευτικά, ο άργυρος ανταλλασσόταν με όλο και μικρότερες ποσότητες αγαθών. Η τιμή του βαθμιαία μειώθηκε, μέχρις ότου τελικά εξισώθηκε με τη φυσική του τιμή ή με αυτό που ήταν μόλις επαρκές για την πληρωμή, στη φυσική τους τιμή, των μισθών της εργασίας, των κερδών του αποθέματος και της προσόδου της γης που πρέπει να καταβληθούν προκειμένου να προσκομισθεί ο άργυρος από το ορυχείο στην αγορά. Στην πλειονότητα των αργυρωρυχείων του Περού, όπως έχουμε ήδη σημειώσει, ο φόρος υπέρ του βασιλιά της Ισπανίας, που ανέρχεται στο ένα δέκατο του ακαθάριστου προϊόντος, απορροφά το σύνολο της προσόδου της γης. Ο φόρος αυτός αρχικά ανερχόταν στο μισό της παραγωγής. Στη συνέχεια, μειώθηκε διαδοχικά στο ένα τρίτο, στο ένα πέμπτο και τέλος στο ένα δέκατο, όπου και παραμένει ακόμα. Φαίνεται ότι στην πλειονότητα των αργυρωρυχείων του Περού αυτό ακριβώς το ποσό απομένει μετά την αντικατάσταση του αποθέματος του επιχειρηματία, σε συνδυασμό με τα κανονικά του κέρδη. Είναι δε καθολικά αποδεκτό ότι τα κέρδη αυτά, που κάποτε ήταν πολύ υψηλά, σήμερα βρίσκονται στο ελάχιστο δυνατό ύψος το οποίο είναι συμβατό με τπ συνέχιση της λειτουργίας των επιχειρήσεων. 22.0 φόρος υπέρ του βασιλιά της Ισπανίας μειώθηκε στο ένα πέμπτο του καταγρα(ρόμενου αργύρου το 1504, σαράντα ένα χρόνια πριν από την ανακάλυψη των ορυχείων του Ποτόσι, το 1545. Στη διάρκεια των ενενήντα χρόνων μέχρι το 1636, τα ορυχεία αυτά, τα πιο παραγωγικά σε ολόκληρη την Αμερική, είχαν αρκετό διαθέσιμο χρόνο ώστε να παραγάγουν τα αποτελέσματά τους, ήτοι να μειώσουν την αξία του αργύρου στην ευρωπαϊκή αγορά όσο το δυνατόν περισσότερο, ενώ συνέχιζαν να καταβάλλουν το φόρο αυτόν υπέρ του βασιλιά της Ισπανίας. Το διάστημα των ενενήντα χρόνων είναι αρκετό προκειμένου να φτάσει στη φυσική του τιμή ένα εμπόρευμα που δεν αποτελεί μονοπώλιο, να φτάσει δηλαδή στην κατώτερη τιμή όπου
254
Άνταμ Σμιθ
είναι δυνατόν να πωλείται επί ένα σημαντικό χρονικό διάσπιμα, ενώ θα συνεχίζει να καταβάλλει έναν συγκεκριμένο φόρο. 23. Ητιμήτου αργύρου στην ευρωπαϊκή αγορά θαμπορού^^ πέσει ακόμα χαμηλότερα, και ίσως να είχε χρειαστεί είτε να μειωθεί ο φόρος με τον οποίο επιβαρύνεται όχι μόνο στο ένα δέκατο, όπως έγινε το 1736, αλλά στο ένα εικοστό αυτού, όπως έγινε με το χρυσό, είτε να εγκαταλειφθεί η εκμετάλλευση της πλειονότητας των αμερικανικών ορυχείων που λειτουργούν σήμερα. Η αιτία που απέτρεψε μια τέτοια εξέλιξη και που όχι μόνο συγκράτησε την αξία του αργύρου στην ευρωπαϊκή αγορά, αλλά και προκάλεσε μια μικρή αύξησή της σε σχέση με αυτήντων μέσωντου προηγούμενου αιώνα ήταν μάλλον η προοδευτική αύξηση της ζήτησης αργύρου ή η προοδευτική διεύρυνση της αγοράς του προϊόντος των αργυρωρυχείων της Αμερικής. 24. Από την εποχή της πρώτης ανακάλυψης της Αμερικής, η αγορά των προϊόντων των αργυρωρυχείων της δεν σταμάτησε ποτέ να γνωρίζει συνεχή διεύρυνση. 25. Κατ' αρχάς, διευρύνεται βαθμιαία και συνεχώς η ευρωπαϊκή αγορά. Από την εποχή της ανακάλυψης της Αμερικής, το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης έχει γνωρίσει μεγάλη πρόοδο. Η Αγγλία, η Ολλανδία, η Γαλλία, η Γερμανία, ακόμα και η Σουηδία, η Δανία και η Ρωσία έχουν πραγματοποιήσει μεγάλες προόδους, τόσο στην αγροτική οικονομία όσο και στη μανιφακτουρική παραγωγή. Η Ιταλία δεν φαίνεται να υποχώρησε: ηπαρακμήτηςείχεπροηγηθείτηςκατάκτησης του Περού. Από την εποχή εκείνη, παρουσίασε μικρή ανάκαμψη. Βέβαια, η Ισπανία και η Πορτογαλία θεοορούνται ότι βρίσκονται σε υποχώρηση. Ωστόσο, η μεν Πορτογαλία αποτελεί ένα πολύ μικρό τμήμα της Ευρώπης, η δε παρακμή της Ισπανίας δεν είναι ίσοος τόσο μεγάλη όσο φαντάζεται κανείς. Στις αρχές του 16ου αιώνα, η Ισπανία ήταν μια πολύ φτωχή χώρα, ακόμα και σε σύγκριση με τη Γαλλία, η οποία από την εποχή αυτή έχει καταγράψει μεγάλες προόδους. Σύμφωνα με την περίφημη παρατήρηση του αυτοκράτορα Καρόλου του V, ο οποίος είχε πραγματοποιήσει πολλά ταξίδια και στις δύο αυτές χώρες, στη Γαλλία τα πάντα βρίσκονταν σε αφθονία, ενώ στην Ισπανία τα πάντα παρουσίαζαν έλλειψη. Το αυξανόμενο προϊόν της αγροτικής και μανιφακτουρικής παραγωγής της Ευρώπης απαίτησε υποχ(3εωτικά μια βαθμιαία αύξηση της ποσότητας του κυκλοφορούντος αργυρού νομίσματος. Και ο αυξανόμενος αριθμός των εύπορων ατόμων απαίτησε μια αντίστοιχη αύξηση της ποσότητας των σκευών και των άλλων αργυρών κοσμημάτων τους. 26. Κατά δεύτερον,ηίδιαπΑμερική αποτελεί μια νέα αγορά γιαταπροϊόντα των αργυρωρυχείων της και οι πρόοδοι που έχει πραγματοποιήσει στην αγροτική οικονομία, στη μεταποίηση και στην αύξηση του
Έρευνα για τη Φύση και τ is Αιτίεε του Πλούτου των Εθνών
255
πληθυσμού είναι πολύ πιο ταχύρρυθμες arf ό,τι οι αντίστοιχες των πιο ανεπτυγμένων χωρών της Ευρώππς. Συνεπώς και οι απαιτήσεις της σε άργυρο θα αυξάνονται πολύ πιο γρήγορα. Οι αγγλικές αποικίες αποτελούν μια τελείοος νέα αγορά, η οποία για τπν κάλυψη των αναγκών κοπής νομίσματος αλλά και της κατασκευής σκευών απαιτεί μια συνεχώς αυξανόμενη προμήθεια αργύρου, σε μια ήπειρο όπου στο παρελθόν δεν υπήρξε καμιά απολύτως ζήτηση αργύρου. Η πλειονότητα των πορτογαλικών και ισπανικών αποικιών αποτελούν τελείοος νέες αγορές. Η Νέα Γρανάδα, το Γιουκατάν, η Παραγουάη και η Βραζιλία, πριν από την ανακάλυψή τους από τους Ευρωπαίους, κατοικούνταν από άγριους λαούς, που δεν κατείχαν ούτε τις τέχνες, ούτε την καλλιέργεια της γης. Σήμερα, σε όλες αυτές τις χώρες έχουν αναπτυχθεί σε σημαντικό βαθμό τόσο οι τέχνες όσο και η καλλιέργεια της γης. Ακόμα και το Μεξικό και το Περού, παρότι δεν μπορούν να θεο)ρηθούν τελείως νέες αγορές, είναι σίγουρα πολύ πιο διευρυμένες απ* ό,τι στο παρελθόν. Σε αντίθεση προς τους καταπληκτικούς μύθους που έχουν δει τη δημοσιότητα σχετικά με τη δήθεν λαμπρή κατάσταση αυτών των χοορών κατά την αρχαιότητα, ο νηφάλιος μελετητής της ιστορίας της πρώτπς ανακάλυψης και κατάκτησής τους θα διαπιστώσει πέρα από κάθε αμφιβολία ότι, όσον αφορά τις τέχνες, τις αγροτικές καλλιέργειες και το εμπόριο, οι κάτοικοί τους ήταν πολύ πιο αδαείς απ* ό,τι οι σημερινοί Τάταροι της Ουκρανίας. Ακόμα και οι Περουβιανοί, που ήταν οι πιο πολιτισμένοι από τους δύο λαούς, παρά το ότι χρησιμοποιούσαν το χρυσό και τον άργυρο για διακοσμητικούς σκοπούς, δεν είχαν κόψει κανενός είδους νόμισμα Το σύνολο του εμπορίου τους διεξαγόταν με αντιπραγματισμό και, κατά συνέπεια,ουπάρχων καταμερισμός εργασίας ήταν υποτυπώδης. Αυτοί που καλλιεργούσαν τη γη ήταν υποχρεωμένοι να κτίζουν τα σπίτια τους, να κατασκευάζουν τα έπιπλά τους, τα ρούχα και τα παπούτσια τους, αλλά και τα εργαλεία της δουλειάς τους. Q λίγοι τεχνίτες που υπήρχαν, λέγεται ότι απασχολούνταν από τους μονάρχες, τους ευγενείς και τους ιερείς, και ήταν μάλλον υπηρέτες ή σκλάβοι τους. Οι διάφορεςτέχνεςτουπαρελθόντοςτου Περού και του Μεξικού δεν μπόρεσαν να προμηθεύσουν στην Ευρώπη ούτε έναδείγματων προϊόντων τους. Τα ισπανικά στρατεύματα, αν και δεν ξεπερνούσαν ποτέ τους πεντακόσιους άνδρες και συχνά δεν ξεπερνούσαν ούτε τους διακόσιους πενήντα, σχεδόν πάντα συναντούσαν μεγάλες δυσκολίες στην προμήθεια των απαραίτητων μέσων διαβίωσης. Ο λιμός, που λέγεται ότι προκλήθηκε σε όλα σχεδόν τα μέρη που επισκέφτηκαν, ακόμα και σε εκείνα που παρουσιάζονται ως πολυπληθή και καλλιεργούμενα εντατικά, αποδεικνύει σαφώς ότι η ιστορία περί τον πυκνό πληθυσμό και την εντατική καλλιέργεια αυτών των χωρών σε
256
Άνταμ
Σμιθ
μεγάλο βαθμό αποτελεί μύθο. Οι ισπανικές αποικίες διοικούνται από κυβερνήσεις που, από πολλές απόψεις, ευνοούν λιγότερο τις αγροτικές καλλιέργειες, την πρόοδο και την αύξηση του πληθυσμού arf ό,τι οι κυβερνήσεις των βρετανικών αποικιών. Ωστόσο, φαίνεται ότι σε όλους αυτούς τους τομείς έχουν πραγματοποιήσει ταχύτερες προόδους aif ό,τι οποιαδήποτε ευρωπαϊκή χώρα. Φαίνεται ότι σε ένα γόνιμο έδαφος και σε εύκρατο κλίμα, π μεγάλη αφθονία και φτήνια της γης, που είναι το κοινό χαρακτηριστικό όλων αυτών των νέων αποικιών, αποτελεί ένα μεγάλο πλεονέκτημα, που αντισταθμίζει πολλές αδυναμίες της κυβερνητικής διοίκησης. Ο Φρεζιέ (Frezier), που είχε επισκεφθεί το Περού το 1713, παρουσιάζει τη Λίμα α^μια πόλη με πληθυσμό από είκοσι πέντε έως είκοσι οκτώ χιλιάδες κατοίκους. Ο Ουλόα, που έζησε στη χώρα αυτή μεταξύ 1740 και 1746, την παρουσιάζει ως πόλη με πληθυσμό μεγαλύτερο των πενήντα χιλιάδων. Οι πληθυσμοί που αναφέρουν οι δύο αυτοί ταξιδιώτες για πολλές σημαντικές πόλεις της Χιλής και του Περού βρίσκονται πάντα στην ίδια σχεδόν αναλογία και, καθώς δεν έχουμε κανένα λόγο να αμφιβάλλουμε για την καλή πληροφόρηση του καθενός εκ των δύο, μπορούμε από τα στοιχεία αυτά να συμπεράνουμε μια αύξηση του πληθυσμού που δεν υπολείπεται καθόλου αυτής των αγγλικών αποικιών. Επομένοχ;, η Αμερική αποτελεί μια νέα αγορά για το προϊόν των αργυρωρυχείων της, η ζήτηση της οποίας πρέπει να αυξάνεται με πολύ ταχύτερους ρυθμούς απ* ό,τι αυτή της πιο ευημερούσας χώρας της Ευρώπης. 27. Τρίτον, μια άλλη αγορά για το προϊόν των αργυρωρυχείων της Αμερικής αποτελούν οι Ανατολικές Ινδίες, οι οποίες, από την εποχή της πρώτης ανακάλυψης αυτών των ορυχείων, απορροφούν συνεχώς όλο και μεγαλύτερες ποσότητες αργύρου. Από την εποχή εκείνη, το άμεσο εμπόριο μεταξύ Αμερικής και Ανατολικών Ινδιών, το οποίο διεξάγεται μέσω των πλοίων του Ακαπούλκο, αυξάνεται σιη^εχώς, ενώ οι έμμεσες συναλλαγές μέσω της Ευρώπης αυξάνονται με ακόμα ταχύτερους ρυθμούς. Στη διάρκεια του 16ου αιώνα, η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που είχε εμπορικές συναλλαγές με τις Ανατολικές Ινδίες ήταν η Πορτογαλία. Προς το τέλος αυτού του αιώνα, άρχισαν να παρεμβάλλονται σε αυτό το μονοπώλιο οι Ολλανδοί, οι οποίοι μέσα σε διάστημα λίγων χρόνων εξεδίωξαν τους Πορτογάλους από τις κυριότερες αποικίες τους στην Ινδία. Κατά το μεγαλύτερο μέρος του τελευταίου αιώνα, μοιράστηκαν μεταξύ τους το σημαντικότερο μέρος του εμπορίου των Ανατολικών Ινδιών, με το εμπόριο των Ολλανδών να αυξάνεται με πολύ μεγαλύτερους ρυθμούς arf αυτούς με τους οποίους παρήκμαζε το εμπόριο των Πορτογάλων. Στη διάρκεια του προηγούμενου αιώνα, η Αγγλία και η Γαλλία διατηρούσαν επίσης
Έρευνα για τη Φύση και
τ
isΑιτίεετουΠλούτου των Εθνών
257
κάποιες εμπορικές συναλλαγές με την Ινδία, οι οποίες, στη διάρκεια του αιώνα που διανύουμε, αυξήθηκαν σε μεγάλο βαθμό. Το εμπόριο των Σουηδών και των Δανών με τις Ανατολικές Ινδίες άρχισε στη διάρκεια του τρέχοντος αιώνα. Σήμερα, ακόμα και οι Μοσχοβίτες διατηρούν κανονικές εμπορικές σχέσεις με την Κίνα, μέσω ενός είδους καραβανιών που φτάνουν έως το Πεκίνο, διατρέχοντας τη Σιβηρία και τη χώρα των Τατάρων. Αν εξαιρέσουμε τη Γαλλία, της οποίας οι εμπορικές σχέσεις με τις Ανατολικές Ινδίες σχεδόν διακόπηκαν εξαιτίας του τελευταίου πολέμου, το εμπόριο των Ανατολικών Ινδιών με όλες τις υπόλοιπες χώρες παρουσιάζει σχεδόν σταθερή αύξηση. Φαίνεται ότι στηνΕυρώπηηαύξησητηςκατανάλακτηςαγαθών προερχόμενων από τις Ανατολικές Ινδίες είναι τόσο μεγάλη, ώστε να επιτρέπει μια βαθμιαία αύξηση της απασχόλησης τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Ινδία. Για παράδειγμα, το τσάι πριν από τα μέσα του προπγούμενου αιώνα ήταν ένα φάρμακο που χρησιμοποιείτο πολύ λίγο στην Ευρώπη. Σήμερα, η αξία του τσαγιού που εισάγεται κάθε χρόνο από την Αγγλική Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών για την εγχώρια κατανάλοχτη υπερβαίνει το ενάμισι εκατομμύριο λίρες. Αλλά ακόμα και αυτό δεν επαρκεί. Πέραν αυτών, μεγάλες ποσότητες εισάγονται παράνομα στη χώρα από τα λιμάνια της Ολλανδίας, το Γκέτεμποργκ της Σουηδίας, αλλά και από τις ακτές της Γαλλίας, όσο ανθούσε ηΓαλλικήΕταιρεία Ανατολικών Ινδιών. Σε έναν εξίσου μεγάλο βαθμό έχει αυξηθεί η κατανάλοχτη κινεζικής πορσελάνης, μπαχαρικών απότουςΜολούκους, υφασμάτων από τη Βεγγάλη και μιαςπλειάδαςάλλϋοναγαθών.Μεαυτόντοντρόπο,ηχωρητικότητατωνπλοίων που εξυπηρετούσαν το εμπόριο της Ευρώπης με την Ινδία, σε οποιαδήποτε περίοδο του προηγούμενου αιώνα, ίσως να ήταν μικρότερη ακόμα και αυτής των πλοίων της Αγγλικής Εταιρείας Ανατολικών Ινδιών πριν από την πρόσφατη μείοκτη του στόλου της. 28. Ωστόσο, στις Ανατολικές Ινδίες, ιδίως στην Κίνα και στο Ινδοστάν, η αξία των πολύτιμων μετάλλων, όταν οι Ευρωπαίοι εγκαινίασαν τις εμπορικές τους συναλλαγές με αυτές τις χώρες, ήταν -και συνεχίζει να είναι- πολύ υψηλότερη απ* ό,τι στην Ευρώπη. Στις ορυζοπαραγωγές χώρες, όπου οι ορυζώνες αποδίδουν συνήθως δύο -και καμιά φορά τρεις-συγκομιδέςτο χρόνο, καθεμιά απότις οποίες είναι πλουσιότερη απ* οποιαδήποτε συνήθη συγκομιδή σιτηρών, η αφθονία των τροφίμων πρέπει να είναι πολύ μεγαλύτερη arf αυτήν οποιασδήποτε σιτοπαραγωγού χώρας ίσης έκτασης. Κατά συνέπεια, οι χώρες αυτές έχουν μεγάλους πληθυσμούς. Οι δε εύποροι κάτοικοι τους, καθώς διαθέτουν μεγαλύτερο πλεόνασμα τροφίμων πέραν αυτού που είναι σε θέση να καταναλώσουν οι ίδιοι, κατέχουντα μέσα για να αγοράσουν μεγαλύτερη ποσότητα εργασίας άλλων ανθρώπων. Για
258
Άνταμ
Σμιθ
τοικ; λόγους amoijq, πακολουθία ενός φχοντα της ΚίλΌςπΊ^^ στάν, τηρουμένων των αναλογιών, είναι πολύ πιο πολυπληθής και μεγαλοπρεπής απ* αυτήν των πλουσιότερων ιδιωτών της Ευρώπης. Η ίδια αυτή υπερεπάρκεια τροφίμων που έχουν στη διάθεσή τους τους επιτρέπει να παραχωρήσουν μεγαλύτερο μερίδιό της για την απόκτηση των ιδιαίτερων και σπάνιων προϊόντων που η φύση παράγει μόνο σε πολύ μικρές ποσότητες, όποος τα πολύτιμα μέταλλα και οι πολύτιμοι λίθοι, που συνιστούν τα κατ" εξοχήν αντικείμενα του πόθου των πλουσίων. Επομένοχ;, αν υποθέσουμε ότι τα ορυχεία που τροφοδοτούσαν την ινδική αγορά ήταν εξίσου πλούσια με αυτά που τροφοδοτούσαν την ευρωπαϊκή, τα εμπορεύματα αυτά θα ανταλλάσσονταν στην Ινδία με μεγαλ^ρη ποσότητα τροφίμων απ* ό,τι στην Ευρώπη. Ωστόσο, τα ορυχεία που τροφοδοτούσαν την ινδική αγορά με πολύτιμα μέταλλα ήταν πολύ φτωχότερα, ενώ αυτά που τροφοδοτούσαν την ινδική αγορά με πολύτιμους λίθους ήταν πολύ πλουσιότερα απ* αυτά που τροφοδοτούσαν την ευρωπαϊκή αγορά. Κατά συνέπεια, τα πολύτιμα μέταλλα θα έπρεπε φυσιολογικά να ανταλλάσσονται στην Ινδία με μεγαλύτερη ποσότητα πολύτιμων λίθων απ* ό,τι στην Ευρώπη και με μια ακόμα σημαντικότερη ποσότητα τροφίμων. Η χρηματική τιμή των διαμαντιών, του κατ* εξοχήν είδους πολυτελείας, θα έπρεπε να είναι κατά τι μικρότερη στην πρώτη περίπτωση απ* ό,τι στη δεύτερη, ενώ η χρηματική τιμή των τροφίμων θα έπρεπε να είναι αντίστοιχα σημαντικά χαμηλότερη. Ωστόσο, όπως έχουμε ήδη παρατηρήσει, η πραγματική τιμή της εργασίας, η πραγματική δηλαδή ποσότητα των αναγκαίων μέσων διαβίοκιηςπου παρέχεται στον εργαζόμενο στην Κίνα όσο και στο Ινδοστάν, στις δύο μεγαλύτερες αγορές της Ινδίας, είναι χαμηλότερη απ* ό,τι στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης. Ο μισθός του εργάτη αντιπροσο)πεύει μικρότερη ποσότητα τροφίμων και, καθώς η χρηματική τιμή τους είναι πολύ χαμηλότερη στην Ινδία απ* ό,τι στην Ευρώπη, η χρηματική τιμή της εργασίας στην Ινδία θα είναι δύο φορές χαμηλότερη, λόγω αφενός της μικρής ποσότητας τροφίμων που θα αντιπροσωπεύει και αφετέρουτηςχαμηλήςτιμήςαυτώντων τροφίμων. Αλλά, σε δύο χώρες με ίση ανάπτυξη των τεχνών και της οικονομίας, η χρηματική τιμή της πλειονότητας των μανιφακτουρικών προϊόντων θα είναι ανάλογη προς τη χρηματική τιμή της εργασίας. Και ως προς τις τέχνες και τη μανιφακτούρα, τόσο η Κίνα όσο και το Ινδοστάν υστερούν μεν σε σχέση με την Ευρώπη, όχ^ όμως σημαντικά. Επομένοχ;, η χρηματική τιμή της πλειονότητας των μανιφακτουρικών προϊόντων φυσιολογικά θα είναι πολύ χαμηλότερη σε αυτές τις μεγάλες αυτοκρατορίες απ* ό,τι σε οποιοδήποτε μέρος της Ευρώπης. Εξάλλου, στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης οι δαπάνες της χερσαίας
Έρευνα για τη Φύση και τ is Αιτίεε του Πλούτου των Εθνών
259
μεταφοράς αυξάνουν σημαντικά τόσο την πραγματική όσο και την ονομαστική Ήμήτηςπλειονότηταςτοανμανιφακτουρικών προϊόν Η μεταφορά κατ' αρχάς των πρώτων υλών και στη συνέχεια των ίδιων των μανιφακτουρικών προϊόντων κοστίζει περισσότερη εργασία και επομένως περισσότερα χρήματα. Η έκταση και η ποικιλία των πλωτών εσωτερικών μεταφορών στην Κίνα και στο Ινδοστάν εξοικονομούν το μεγαλύτερο μέρος αυτής της εργασίας και, κατά συνέπεια, αυτών των χρημάτων, και επομένακ; μειώνουν ακόμα περισσότερο τ^σο την πραγματική όσο και την ονομαστική τιμή των μανιφακτουρικών τους προϊόντων. Για όλους αυτούς τους λόγους, τα πολύτιμα μέταλλα είναι ένα εμπόρευμα, η μεταφορά του οποίου από την Ευρώπη στην Ινδία υπήρξε πάντα -και εξακολουθεί να είναι- εξαιρετικά συμφέρουσα. Δεν υπάρχει σχεδόν ούτε ένα εμπόρευμα που να διατηρεί στην Ινδία υψηλότερη τιμή ή που να αγοράζει ή να ελέγχει μεγαλύτερη ποσότητα εργασίας και εμπορευμάτων, σε σχέση με την ποσότητα της εργασίας και των εμπορευμάτων που κοστίζει το εμπόρευμα αυτό στην Ευρώπη. Ακόμα, η μεταφορά αργύρου στην Ινδία είναι πιο συμφέρουσα απ* αυτήν του χρυσού, δεδομένου ότι στην Κίνα και στην πλειονότητα των άλλων αγορών της Ινδίας η αναλογία μεταξύ των τιμών καθαρού αργύρου και καθαρού χρυσού είναι μόλις 10:1 ή το πολύ 12:1, ενώ στην Ευρώπη η αναλογία αυτή είναι 14:1 ή και 15:1. Στην Κίνα και στην πλειονότητα των άλλων αγορών της Ινδίας, μία ουγκιά χρυσού πωλείται προς 10 ή το πολύ 12 ουγκιές αργύρου, ενώ για την αγορά της στην Ευρώπη απαιτούνται 14 ή 15 ουγκιές αργύρου. Για το λόγο αυτόν, γενικά, ένα από τα πιο πολύτιμα φορτία της πλειονότητας των ευρωπαϊκών εμπορικών πλοίων που κατευθύνονται στην Ινδία είναι ο άργυρος. Ασφαλώς, είναι το πιο πολύτιμο (ρορτίο για τα πλοία του Ακαπούλκο που πλέουν προς τη Μανίλα. Έτσι λοιπόν ο άργυρος της νέας ηπείρου αναδεικνύεται σε ένα από τα κυριότερα εμπορεύματα με τα οποία διεξάγεται το εμπόριο μεταξύ των δύο άκρων της παλαιάς ηπείρου και συνιστά τον κύριο κρίκο της αλυσίδας που συνδέει μεταξύ τους αυτά τα δύο απομακρυσμένα μέρη του κόσμου. 29. Προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι ανάγκες μιας τόσο εκτεταμένης αγοράς, θα πρέπει η ποσότητα του αργύρου που μεταφέρεται κάθε χρόνο από τα ορυχεία όχι μόνο να είναι επαρκής, ώστε να καλύψει Ής συνεχώς αυξανόμενες απαιτήσεις όλων αυτών των αναπτυσσόμενων χωρών σε νόμισμα και σε αργυρά σκεύη, αλλά και να καλύψει τη συνεχή απώλεια και κατανάλωση αργύρου που παρατηρείται σε όλες τις χώρες όπου χρησιμοποιείται αυτό το μέταλλο. 30. Ησυνεχής κατανάλωση πολύτιμων μετάλλων,λόγω της φθοράςπου προκύπτει από τη χρήση των κερμάτων και λόγω της φθοράς αλλά
260
Άνταμ Σμιθ
και του καθαρισμού των σκευών, είναι πολύ αισθητή. Και, προκειμένου για ένα εμπόρευμα με μια τόσο διαδεδομένη χρήση, μόνο η ετήσια αντικατάσταση τού -εξαιτίας της χρήσης- φθειρόμενου μετάλλου θα απαιτούσε σημαντικές ποσότπτες. Σε ορισμένους ειδικούς κλάδους, η κατανάλοκτη αυτών των μετάλλων, παρότι συνολικά ίσοος να μην είναι μεγαλύτερη από εκείνη που πραγματοποιείται σταδιακά, είναι πολύ πιο αισθητή, καθώς πραγματοποιείται με πολύ πιο έντονους ρυθμούς. Λέγεται ότι η ποσότητα χρυσού και αργύρου που χρησιμοποιείται κάθε χρόνο μόνο στις μανιφακτούρες του Μπέρμιγχαμ σε εφαρμογές επιχρύσοκιης και επαργύρωσης, οι οποίες απαγορεύουν την επανε μφάνιση αυτών των ποσοτήτων υπό μορφήν πολύτιμου μετάλλου, υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες στερλίνες. Από τα στοιχεία αυτα μπορούμε να σχηματίσουμε κάποια ιδέα σχετικά μετούψοςτης ετήσιας κατανάλωσης στα διά(ρορα μέρη του κόσμου, είτε σε μανιφακτούρες του ίδιου είδους με αυτές του Μπέρμιγχαμ είτε σε ε(ραρμογές όπως σιρίτια, κεντήματα, χρυσά και αργυρά υφαντά, επίχρυση διακόσμηση βιβλιοδεσίας, επίπλων κ.λπ. Μια σημαντική ποσότητα θα πρέπει επίσης να χάνεται κάθε χρόνο κατά τη μετα(ρορά αυτών των μετάλλων από το ένα μέρος στο άλλο, τόσο διά ξηράς όσο και διά θαλάσσης. Τέλος, μια ακόμα μεγαλύτερη ποσότητα θα πρέπει να χάνεται λόγω της σχεδόν καθολικής συνήθειας που απαντάται στην πλειονότητα των ασιατικών χωρών, της απόκρυψης θησαυρών στα έγκατα της γης, οι οποίοι χάνονται μαζί με αυτούς που προχώρησαν στον ενταφιασμό τους. 31. Η ετήσια ποσότητα του χρυσού και του αργύρου που εισάγεται στα λιμάνια του Κάντιθ (Cadiz) αλλά και τπς Λισαβόνας, συμπεριλαμβανομένης όχι μόνο της καταχωρούμενης στα μητρώα, αλλά και αυτής που μπορεί να θεωρηθεί λαθραία, ανέρχεται περίπου σε 6.000.000 στερλίνες. 32. Σύμίρωνα με τον κ. Μέγκενς (Meggens)"^, η ετήσια εισαγωγή πολύτιμων μετάλλων στην Ισπανία, ως μέσος όρος έξι ετών, απότο1748έως το 1753, συμπεριλαμβανομένων και των δύο αυτών χρονολογιών, και π αντίστοιχη εισαγωγή στην Πορτογαλία, ως μέσος όρος επτά ετών, απότο 1747έοοςτο 1753, συμπεριλαμβανομένων επίσηςτων δύο αυτών χρονολογιών, ανέρχεται σε 1.101.107 λίβρες αργύρου και49.940 λίβρες χρυσού. Η αξία του αργύρου, προς 62 σελίνια ανά λίβρα Troy, ανέρχεται σε 2.413.431 στερλίνες και 10 σελίνια. Η αξία του χρυσού, προς 44,5 γκινέες ανά λίβραΤΓογ, ανέρχεται σε 2.333.446στερλίνες και 14 σελίνια. Και τα δύο μαζί αθροίζονται σε 3.746.878 στερλίνες και 4 σελίνια. Ο υπολογισμός των εισαγόμενων ποσοτήτων που καταχοαρήθηκαν στα μητρώα, όπως μας βεβαιώνει ο συγγραφέας, είναι σωστός. Παρατίθενται ακόμα λεπτομέρειες για τα μέρη στα οποία
Έρευνα για τη Φύση καιτis Αιτίεε του Πλούτου των Εθνών
261
μεταφέρθηκαν ο χρυσός και ο άργυρος, όποχ; επίσης και για τις ποσότητες καθενός μετάλλου που πληρώθηκαν στο κάθε συγκεκριμένο μέρος, σύμφωνα με τα μητρώα Ο συγγρα(ρέας προχοορεί ακόμα και σε μια εκτίμηση της ποσότητας του κάθε μετάλλου που υποθέτει ότι εισήχθη λαθραία. Η μεγάλη εμπειρία αυτού του παρατηρητικού εμπόρου προσδίδει στην άποψιί του ειδική βαρύτητα. 33. Σύμςκονα με τον δεινό χειριστή της γλώσσας, και συχνά πολύ καλά ενημερωμένο, συγγραφέα της Φιλοσοφικήε και Ποληικήεΐστορίαε ms Εγκατάσιασηε των Ευρωπαίων aiis δύο ϊνδίεε, η ετήσια εισαγωγή στην Ισπανία των καταχωρημένων στα μητρώα χρυσού και αργύρου, ως μέσος όρος ένδεκα ετών, από το 1754 έοχ; το 1764, συμπεριλαμβανομένοαν και των δύο χρονολογιών, ανήλθε σε 13.984.185 και 3/5 πιάστρα των δέκα ριαλιών. Λόγω όμως της ποσότητας που είναι πιθανόν να είχε εισαχθεί λαθραία, η συνολική ποσότητα εκτιμάται από τον συγγραφέα στα 17 εκατομμύρια πιάστρα. Το ποσό αυτό, αν υπολογίσουμε το πιάστρο προς 4 σελίνια και 6 πένες, αντιστοιχεί σε 3.825.000 στερλίνες. Παρατίθενται επίσης λεπτομέρειες για τα μέρη στα οποία μεταφέρθηκαν ο χρυσός και ο άργυρος, όπως επίσης και για τις ποσότπτες καθενός μετάλλου που πληρώθηκαν στο κάθε συγκεκριμένο μέρος, σύμ(ρωνα με τα μητρώα Πληροςχ)ρούμαοτε ακόμα ότι, αν πρέπει να εκτιμήσουμε την ποσότητα του χρυσού που εισαγόταν κάθε χρόνο από τη Βραζιλία στη Λισαβόνα, μέσω της φορολογίας που καταβλήθηκε υπέρ του βασιλιά της Πορτογαλίας, η οποία φαίνεται ότι είναι το ένα πέμπτο του πρότυπου μετάλλου, μπορούμε να την εκτιμήσουμε σε 18 εκατομμύρια κρουζέιδος ή 45 εκατομμύρια λίρες Γαλλίας, που αντιστοιχούν σε 2 περίπου εκατομμύρια στερλίνες Αγγλίας. Λόγω όμως της ποσότητας που είναι πιθανόν να έχει εισαχθεί λαθραία, μπορούμε σίγουρα να προσθέσουμε στο ποσό αυτό το ένα όγδοο ή 250.000 στερλίνες, έτσι ώστε η συνολική ποσότητα να ανέρχεται σε 2.250.000 στερλίνες. Επομένοχ;, σύμφωνα με αυτόν τον υπολογισμό, η συνολική ετήσια εισαγωγή πολύτιμων μετάλλων τόσο στην Ισπανία όσο και στην Πορτογαλία ανέρχεται περίπου σε 6.075.000 στερλίνες. 34. 'Οπ(ύς έχουμε διαπιστώσει, πολλοί άλλοι έγκυροι, αν και χειρόγραφοι, υπολογισμοί συμφωνούν στην εκτίμηση ότι ο μέσος όρος της συνολικά εισαγόμενης ποσότητας πολύτιμων μετάλλων ανέρχεται σε 6 περίπου εκατομμύρια στερλίνες, καθώς η πραγματικά εισαγόμενη ποσότητα κάθε χρόνο άλλοτε υπερβαίνει κατά τι και άλλοτε υπολείπεται κατά τι αυτού του ποσού. 35. Βέβαια, η ετήσια εισαγωγή πολύτιμων μετάλλων στο Κάντιθ και στη Λισαβόνα δεν ταυτίζεται με το συνολικό ετήσιο προϊόν των αργυρωρυχείων της Αμερικής. Ένα μέροςτου προϊόντος αυτού κατευθύνεται
262
Άνταμ Σμιθ
κάθε χρόνο με τα πλοία του Ακαπούλκο σπα Μανίλα. Ένα άλλο μέρος του διοχετεύεται στο λαθρεμπόριο που διεξάγουν κάθε χρόνο οι ισπανικές αποικίεςμεαυτέςτων άλλων ισπανικώνχωρών. Και βέβαια, ένα μέροςτου παραμένει στπν Αμερική. Πέραν αυτού, τα ορυχείατπς Αμερικής δεν αποτελούν τα μοναδικά αργυρωρυχεία και χρυσωρυχεία στον κόσμο. Είναι, ωστόσο, μακράντα πλουσιότερα Είναι γενικά αποδεκτό ότι το προϊόν όλων των άλλων ορυχείων είναι ασήμαντο σε σχέσπ με το προϊόν των ορυχείων αυτών. Και είναι επίσπς αποδεκτό ότι το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του προϊόντος τους εισάγεται κάθε χρόνο στο Κάντιθκα στπΛισαβόναΑλλάπκατανάλοχτπτουΜπέρμιγχαμ και μόνο, που υπολογίζεται σε 50.000 στερλίνες το χρόνο, είναι ίσπμετοένα εκατοστό εικοστό του συνόλουτπς ετήσιας εισαγωγής των 6 εκατομμυρίων στερλινών. Επομένως, π ετήσια κατανάλοκιπ χρυσού και αργύρου στις διάορορες χώρες του κόσμου, όπου χρπσιμοποιούνται αυτά τα μέταλλα, ισούται κατά προσέγγισπ με το συνολικό ετήσιο προϊόν. Ό,τι απομένει, ίσως να είναι μόλις επαρκές για να καλύψει τπν αύξησπ τπς ζήτπσπς εκ μέρους των ταχέως αναπτυσσόμενωνχωρών. Είναι μάλιστα πιθανόν ναυπολείπεται κατά πολύ αυτήςτπς ζήτπσπς, με αποτέλεσμαπτιμήαυτώντων μετάλλων στπν ευρωπαϊκή αγορά να παρουσιάσει αύξπσπ. 36. Η ποσότπτα του ορείχαλκου και του σιδήρου που μεταφέρεται κάθε χρόνο από τα ορυχεία στπν αγορά είναι ασύγκριτα μεγαλύτερπ από τπν ποσότπτα του χρυσού και του αργύρου. Κανείς όμως δεν φαντάζεται ότι για το λόγο αυτόν είναι πιθανόν να αυξπθεί π διαθέσιμπ ποσότπτα των μετάλλων αυτών πέρα από τπ ζήτπσή τους, με αποτέλεσμα να μειώνεται π τιμή τους όλο και περισσότερο. Γιατί θα έπρεπε να θεωρούμε ότι κάτι τέτοιο είναι πιθανό με τα ευγενή μέταλλα; Βέβαια, τα μπ ευγενή μέταλλα, λόγω τπς σκλπρότπτάς τους, χρπσιμοποιούνται σε πιο επίπονες είραρμογές και δεν αποδίδεται ιδιαίτερπ προσοχή στπν απώλεια υλικού κατά τπν κατεργασία τους. Αλλά και τα ευγενή μέταλλα δεν είναι εκ φύσεως περισσότερο άφθαρτα και υπόκεινται πάντα στους κινδύνους τπς απώλειας, τπς φθοράς και τπς ανάλοκτπς, με χίλιους διαφορετικούς τρόπους. 37. Γενικά, π τιμή των μετάλλων, αν και υπόκειται σε βραδείες και βαθμιαίες μεταβολές, μεταβάλλεται λιγότερο από χρόνο σε χρόνο ατί ό,τι οποιοδήποτε ακατέργαστο αγροτικό προϊόν, και π τιμή των πολύτιμων μετάλλων υπόκειται ακόμα λιγότερο σε αιφνίδιες μεταβολές arf ό,τι αυτή των μπ ευγενών μετάλλων, θεμέλιο αυτής τπς εξαιρετικής σταθερότπτας τπς τιμής είναι π αντοχή των μετάλλων στπ χρήσπ. Τα σιτπρά που προσκομίσθπκαν στπν αγορά τπν προπγούμενπ χρονιά θα έχουν καταναλωθεί στο σύνολό τους πολύ πριν από το τέλος τπς χρονιάς που διανύουμε. Ωστόσο, ενδέχεται να χρπσιμοποιούμε
Έρευνα για τη Φύση καιτisΑιτίεε του Πλούτου των Εθνών
263
ακόμα ένα μέρος του σιδήρου που μεταφέρθηκε από το ορυχείο πριν από διακόσια ή τριακόσια χρόνια, και ίσοχ; ένα μέρος του χρυσού που μεταφέρθηκε από το ορυχείο πριν από δύο ή τρεις χιλιάδες χρόνια. Οι ποσότητες των σιτηρών που θα πρέπει να καταναλωθούν κάθε χρόνο, θα είναι κατά προσέγγιση ανάλογες της αντίστοιχης συγκομιδής κάθε έτους. Αλλά η αναλογία μεταξύ των ποσοτήτων σιδήρου που θα χρησιμοποιούνται σε δύο διαφορετικές χρονιές, θα επηρεάζεται ελάχιστα από τις συμπτωματικές διαφορές του προϊόντος των ορυχείων σιδήρου κατά τις δύο αυτές χρονιές. Η δε αναλογία μεταξύ των αντίστοιχων ποσοτήτων χρυσού θα επηρεάζεται ακόμα λιγότερο από τέτοιου είδους μεταβολές της παραγωγής των χρυσωρυχείων. Παρόλο, επομένως, που το προϊόν της πλειονότητας των ορυχείων μεταβάλλεται από χρόνο σε χρόνο ίσως περισσότερο ατί όσο μεταβάλλεται η συγκομιδή της πλειονότητας των αγρών, οι μεταβολές αυτές δεν έχουν την ίδια επίπτοοση στην τιμή των μετάλλων με αυτήν που έχουν στην τιμή των άλλων εμπορευμάτων.
Σημειίοσειε
1. Βλ. Μ. Lowndes, Essay on the Silver Coin (Δοκίμιο περί του αργυρού νομίσματος), σ. 68.
2. Βλ. Tracts on the Com Trade (Φυλλάδια περί του εμπορίου τίονσπηρών), μ ρος ΙΠ. 3. Solorzano, τόμ. II (Solorzano-Pereira, De Indiarum Jure, Μαδρίτη, 1777, τόμ. II, σ. 883). 4. Επίλογος στο Universal Merchant, σ. 15 και 16.0 επίλογος αυτός τυπώθηκε μόλις το 1756, τρία χρόνια μετά τη δημοσίεικτη του βιβλίου, που δεν εκδόθηκε ποτέ για δεύτερη φορά. Για το λόγο αυτόν, βρίσκεται σε περιορισμένα μόνο αντίτυπα. Ο επίλογος διορθώνει αρκετά λάθη του βιβλίου.
Μεταβολές της αναλογίας των αντίστοιχων αξιών χρυσού και αργύρου 1. Πριν από την ανακάλυψη των ορυχείων της Αμερικής, η αξία του καθαρού χρυσού σε σχέση με την αξία του καθαρού αργύρου στα ευρωπαϊκά νομισματοκοπεία είχε ρυθμιστεί μεταξύτων αναλογιών 1:10και 1:12. Μία ουγκιά καθαρού χρυσού εθεωρείτο δηλαδή ότι αξίζει από δέκα έως δώδεκα ουγκιές καθαρού αργύρου. Περί τα μέσα του τελευταίου αιώνα, είχε ρυθμιστεί μεταξύ των αναλογιών 1:14 και 1:15. Μία ουγκιά καθαρού χρυσού εθεωρείτο επομένως ότι αξίζει από δεκατέσσερις έως δεκαπέντε ουγκιές καθαρού αργύρου. Η ονομαστική αξία του χρυσού ή π ποσότητα του αργύρου με την οποία ανταλλασσόταν, αυξήθηκε. Η πραγματική αξία και των δύο μετάλλων ή η ποσότητα εργασίαςπουθαμπορούσαν να αγοράσουν, μ&ώθηκε.Όμως,ηαξίατου αργύρου μειώθηκε περισσότερο απ* ό,Ή αυτή του χρυσού. Παρότι τόσο τα χρυσ(ορυχεία όσο και τα αργυρωρυχεία της Αμερικής ξεπερνούσαν σε γονιμότητα όλα τα μέχρι την εποχή εκείνπ γνωστά ορυχεία, φαίνεται ότι η γονιμότητα των αργυρωρυχείων ήταν ακόμα μεγαλύτερη απ* αυτήν των χρυσωρυχείων. 2. Οι μεγάλες ποσότητες αργύρου που μεταφέρονταν κάθε χρόνο από την Ευρώπη στην Ινδία, σε κάποιες από τις αγγλικές κτήσεις, είχαν
266
Άνταμ Σμιθ
αποτέλεσμα πι σταδιακή μείοκπι της αξίας αυτού του μετάλλου σε σχέση με τον χρυσό. Στο νομισματοκοπείο της Καλκούτας, μία ουγκιά καθαρού χρυσού εθεωρείτο ότι αξίζει δεκαπέντε ουγκιές καθαρού αργύρου, όποος και στην Ευρώπη. Πιθανώς, η αξία που του ορίζει το νομισματοκοπείο είναι υπερβολικά υψηλή σε σχέση με την αξία του στην αγορά της Βεγγάλης. Στην Κίνα, η αναλογία χρυσού προς άργυρο εξακολουθεί να παραμένει στα επίπεδα του 1:10 ή 1:12. Στπν Ιαπωνία λέγεται ότι η αναλογία αυτή είναι 1:8. 3. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του κ. Μέγκενς (Meggens), η αναλογία μεταξύ των ποσοτήτων χρυσού και αργύρου που εισάγονται κάθε χρόνο στην Ευρώπη είναι περίπου 1:22, δηλαδή για μία ουγκιά χρυσού εισάγονται κάτι περισσότερο από είκοσι δύο ουγκιές αργύρου. Ο συγγραφέας θεωρεί ότι η μεγάλη ποσότητα αργύρου που αποστέλλεται κάθε χρόνο στις Ανατολικές Ινδίες μειώνει τις ποσότητες αυτών των μετάλλων που παραμένουν στην Ευρώπη στην αναλογία τού 1:14 ή 1:15, που είναι η αναλογία των αξιών τους. Φαίνεται επομέναχ; ότι, κατά τον κ. Μέγκενς (Meggens), η αναλογία μεταξύ των αξιών τους πρέπει να είναι υποχρεωτικά ίδια με την αναλογία των ποσοτήτων τους, και επομένως π αναλογία αυτή, εάν δεν υπήρχε πολύ μεγαλύτερη εξαγωγή αργύρου, θα ήταν ίση με 1:22. 4. Αλλά η κανονική αναλογία μεταξύ των αντίστοιχων αξιών δύο εμπορευμάτων δεν είναι κατ* ανάγκη ίδια με αυτήν των ποσοτήτων τους που απαντώνται στην αγορά. Η τιμή ενός βοδιού, που θεωρείται ότι ανέρχεται σε 10 γκινέες, είναι πφίπου τρεις (ρορές μεγαλύτερη απ* αυτήν ενός αρνιού, που εκτιμάται σε 3 σελίνια και 6 πένες. Ωστόσο, θα ήταν εντελώς αυθαίρετο να συμπεράνουμε από το γεγονός αυτό ότι τα υπάρχοντα στην αγορά αρνιά είναι τριπλάσια από τα βόδια. Εξίσου αυθαίρετο θα ήταν να συμπεράνουμε από το γεγονός ότι μία ουγκιά χρυσού πωλείται συνήθως προς δεκατέσσερις ή δεκαπέντε ουγκιές αργύρου πως η υπάρχουσα στην αγορά ποσότητα αργύρου είναι μόνο δεκατετραπλάσιαήδεκαπενταπλάσιατηςυπάρχουσαςποσότητας χρυσού. 5. Είναι πιθανόνησυνήθωςυπάρχουσαστην αγορά ποσότητα αργύρου να υπερβαίνει την υπάρχουσα ποσότητα χρυσού σε βαθμό πολύ μεγαλύτερο απ* αυτόν στον οποίο η αξία μιας δεδομένης ποσότητας χρυσού υπερβαίνει την αξία μιας ίσης ποσότητας αργύρου. Η συνολική ποσότητα ενός φτηνού εμπορεύματος που προσκομίζεται στην αγά ρά είναι όχι μόνο μεγαλύτερη, αλλά και υψηλότερης αξίας από τη συνολική ποσότητα ενός ακριβού αντικειμένου. Η συνολική ποσότητα ψωμιού που πωλείται κάθε χρόνο στην αγορά είναι όχι μόνο μεγαλύτερη, αλλά και υψηλότερης αξίας από τη συνολική ποσότητα κρέατος. Η συνολική ποσότητα κρέατος είναι μεγαλύτερη και υψηλότερης
Έρευνα για τη Φύση και τ IS Αιτίεε του Πλούτου των Εθνών
267
αξίας από τη συνολική ncxjotma πουλερικών, και η τελευταία αυτή είναι μεγαλύτερη και υψηλότερης αξίας από τη συνολική ποσότητα φτεροπών θηραμάτων. Ο αριθμός των αγοραστών ενός φτηνού εμπορεύματος είναι τόσο μεγαλύτερος εκείνου ενός ακριβού εμπορεύματος, ώστε είναι δυνατόν η πωλούμενη ποσότητα του φτηνού εμπορεύματος να είναι όχι μόνο μεγαλύτερη σε όγκο, αλλά και μεγαλύτερης αξίας. Επομέν(ΰς, η αναλογία του πωλούμενου φτηνού εμπορεύματος προς το πωλούμενο ακριβό εμπόρευμα θα πρέπει να είναι μεγαλύτερη από την αναλογία της αξίας μιας δεδομένης ποσότητας του ακριβού εμπορεύματος προς την αξία του φτηνού εμπορεύματος. Όταν συγκρίνουμε τα πολύτιμα μέταλλα μεταξύ τους, ο άργυρος είναι ένα φτηνό εμπόρευμα, και ο χρυσός είναι ένα ακριβό εμπόρευμα. Επομένως, θα πρέπει να αναμένουμε ότι στην αγορά θα υπάρχουν όχι μόνο μεγαλύτερη ποσότητα, αλλά και υψηλότερη αξία αργύρου. Αν ο οποιοσδήποτε κάτοχος επάργυρων και επίχρυσων αντικειμένων συγκρίνει αυτά τα δύο μεταξύ τους, θα διαπιστώσει μάλλον ότι τα πρώτα υπερτερούν σε σχέση με τα δεύτερα, τόσο σε ποσότητα όσο και σε αξία Πέραν αυτού, πολλοί άνθρωποι έχουν στην κατοχή τους επάργυρα σκεύη χωρίς να έχουν καθόλου επίχρυσα, αλλά και όταν έχουν, αυτά συνήθαχ; περιορίζονται σε θήκες ρολογιών, ταμπακέρες και διάφορα μικροκοσμήματα, το σύνολο των οποίων συνήθως δεν είναι ιδιαίτεραυψηλής αξίας. Βέβαια, σε αναφορά με το βρετανικό νόμισμα συνολικά, η αξία του χρυσού υπερέχει κατά πολύ, αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο σε όλες τις χώρες. Σε ορισμένες, η αξία των δύο μετάλλων σε επίπεδο νομίσματος είναι περίπου ίδια. ΣτηΣκοτία, πριν από την ένωση με την Αγγλία, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του νομισματοκοπείου, ο χρυσός διατηρούσε μια μικρή υπεροχή έναντι του αργύρου^ Στο νόμισμα πολλών άλλων χα>ρών, αυτός που υπερέχει είναι ο άργυρος. Στη Γαλλία, τα μεγαλύτερα χρηματικά ποσά πληρώνονται σε αργυρό νόμισμα και είναι δύσκολο να προμηθευτεί κανείς περισσότερο χρυσό arf αυτόν που είναι απαραίτητο να έχει στο πορτοφόλι του. Επομένως, η ανώτερη αξία των επάργυρων αντικειμένων σε σχέση με αυτήν των επίχρυσων, που παρατηρείται σε κάθε χώρα, αντισταθμίζει κατά πολύ την υπεροχή του χρυσού νομίσματος απέναντι στο αργυρό νόμισμα, που παρατηρείται σε κάποιες χώρες. 6. Αν και κατά μία έννοια ο άργυρος υπήρξε πάντα -και μάλλον θα παραμείνει για πάντα- πολύ φτηνότερος από τον χρυσό, υπό μία άλλη έννοια ο χρυσός θα μπορούσε ίσως να θεωρηθεί, για τις δεδομένες συνθήκεςτης ισπανικής αγοράς, οος κατά τι φτηνότεροςτου αργύρου. Ένα εμπόρευμα χαρακτηρίζεται φτηνό ή ακριβό όχι μόνο ανάλογα με το απόλυτο μέγεθος της συνήθους τιμής του, αλλά ανάλογα και με το αν η τιμή αυτή βρίσκεται λίγο ή πολύ πάνω από την ελάχιστη τιμή με
268
Άνταμ
Σμιθ
την οποία είναι δυνατόν να προσκομισθεί το εμπόρευμα αυτό στην αγορά επί ένα σημαντικό χρονικό διάστημα. Η ελάχιστη αυτή τιμή είναι εκείνη η οποία απλώς αντικαθιστά, με κάποιο μέτριο κέρδος, το απόθεμα που πρέπει να απασχοληθεί προκειμένου να προσκομιστεί το εμπόρευμα στην αγορά. Είναι η τιμή που δεν αποφέρει τίποτα στον γαιοκτήμονα, η πρόσοδος του οποίου δεν συνιστά συστατικό μέρος της τιμής, αλλά αναλύεται συνολικά στους μισθούς και στο κέρδος. Αλλά, στις σημερινές συνθήκες της ισπανικής αγοράς, ο χρυσός σίγουρα πλησιάζει περισσότερο αυτή την ελάχιστη τιμή arf ό,τι ο άργυρος. Ο φόρος του βασιλιά της Ισπανίας επί του χρυσού ανέρχεται μόνο στο ένα εικοστό του πρότυπου μετάλλου ή σε 5%, ενώ ο φόρος επί του αργύρου ανέρχεται στο ένα δέκατο ή σε 10%. Ακόμα, οι φόροι αυτοί, όπως έχουμε ήδη υπογραμμίσει, απαρτίζουν το σύνολο της προσόδου της πλειονότητας των χρυσωρυχείων και των αργυρωρυχείων της Ισπανικής Αμερικής, και το φαινόμενο της μη κανονικής καταβολής των φόρων επί του χρυσού είναι mo έντονο από το αντίστοιχο των φόρων επί του αργύρου. Τα κέρδη που αποκομίζουν όσοι εκμεταλλεύονται τα χρυσωρυχεία, θαπρέπει γενικά να είναι υποδεέστερα των κερδών που αποκομίζουν όσοι εκμεταλλεύονται τα αργυρωρυχεία, δεδομένου ότι η εκμετάλλευση των χρυσωρυχείων οδηγεί σπανιότερα στη δημιουργία μεγάλων περιουσιών απ* ό,τι η εκμετάλλευση των αργυρωρυχείων. Επομένως, ητιμήτου ισπανικού χρυσού, δεδομένου ότι επιτρέπει την άντληση μικρότερης προσόδου και μικρότερου κέρδους, θα πρέπει να πλησιάζει κάπως περισσότερο την ελάχιστη τιμή με την οποία είναι δυνατόν να προσκομιστεί αυτός στην ισπανική αγορά, arf όσο πλησιάζει την αντίστοιχη ελάχιστη τιμή ο ισπανικός άργυρος. Όταν συνυπολογιστούν όλες οι δαπάνες, θα φανεί ότι δεν είναι δυνατόν να διατεθεί στην ισπανική, αγορά η συνολική ποσότητα του ενός μετάλλου με το ίδιο κέρδος με το οποίο είναι δυνατόν να διατεθεί η συνολική ποσότητα του άλλου. Βέβαια, ο φόρος του βασιλιά της Πορτογαλίας επί του χρυσού της Βραζιλίας είναι ίδιος με τον παλαιό φόρο του βασιλιά της Ισπανίας επί του αργύρου του Μεξικού και του Περού, ανέρχεται δηλαδή στο ένα πέμπτο του πρότυπου μετάλλου. Επομένως, είναι αμφίβολο το κατά πόσο στη γενική ευρωπαϊκή αγορά το σύνολο του αμερικανικού χρυσού εμφανίζεται με τιμή που πλησιάζει περισσότερο την ελάχιστη τιμή με την οποία είναι εφικτό να προσκομιστεί εκεί, απ* όσο πλησιάζει αντίστοιχα την ελάχιστη τιμή του το σύνολο του αμερικανικού αργύρου. 7. Η τιμή των διαμαντιών και των άλλων πολύτιμων λίθων πλησιάζει την ελάχιστητιμή με την οποίαείναι δυνατόν να προσκομιστούν στην αγορά, ίσως ακόμα περισσότερο arf όσο πλησιάζει την αντίστοιχη ελάχιστη τιμή η τιμή πώλησης του χρυσού.
Έρευνα για τη Φύση και
τ
isΑιτίεετουΠλούτου των Εθνών
269
8. Βέβαια, είναι μάλλον απίθανο να θέλει κανείς να καταργήσει ένα φόρο ο οποίος όχι μόνο έχει επιβλπθεί σε ένα εμπόρευμα που αποτελεί Kaf εξοχήν είδος πολυτελείας, αλλά και αποφέρει ένα ιδιαίτερα σημαντικό έσοδο, όπως ο φόρος επί του αργύρου, στο βαθμό που αυτός πράγματι καταβάλλεται. Ωστόσο, η ίδια η αδυναμία καταβολής του φόρου, που επέβαλε τη μείωσή του από το ένα πέμπτο στο ένα δέκατο, το 1736, είναι πιθανόν να οδηγήσει κάποια στιγμή σε περαιτέρω μείοοσή του, με τον ίδιο τρόπο που επέβαλε τη μείωση του φόρου επί του χρυσού στο ένα εικοστό. Το ότι η εκμετάλλευση των αργυρωρυχείων της Ισπανικής Αμερικής, όπως και όλων των άλλων ορυχείων, σταδιακά γίνεται όλο και δαπανηρότερη, λόγω του όλο και μεγαλύτερου βάθους στο οποίο πρέπει να διεξάγονται οι εργασίες εξόρυξης και των μεγαλύτερων δαπανών άντλησης του νερού και τροφοδοσίας τους με καθαρό αέρα, είναι γεγονός κοινά αποδεκτό από όλους τους γνώστες της κατάστασης αυτών των ορυχείων. 9. Οι αιτίες αυτές, οι οποίες ισοδυναμούν με μια αυξανόμενη σπανιότητα του αργύρου (ένα εμπόρευμα μπορεί να θεωρηθεί ότι γίνεται σπανιότερο όταν η αποκόμιση μιας ορισμένης ποσότητας αυτού γίνεται όλο και πιο δύσκολη και δαπανηρή), θα πρέπει συν τω χρόνω ναπροκαλέσουν κάποιο από τα εξήςτρία ενδεχόμενα. Η αύξησητων δαπανών θα πρέπει είτε, πρώτον, να αντισταθμιστεί από μια αναλογική αύξηση της τιμής του μετάλλου είτε, δεύτερον, να αντισταθμιστεί από μια αναλογική μείωση του φόρου επί του αργύρου είτε, τρίτον, θα πρέπει να αντισταθμιστεί εν μέρει από τη μία και εν μέρει από την άλλη από αυτές τις δύο μεταβολές. Το τρίτο αυτό ενδεχόμενο είναι πολύ πιθανό. 'Οπως η τιμή του χρυσού αυξάνεται σε σχέση με αυτήν του αργύρου, παρά τη μεγάλη μείωση του φόρου επί του χρυσού, έτσι είναι δυνατόν να αυξηθεί και η τιμή του αργύρου σε σχέση με την εργασία και τα εμπορεύματα, παρά την αντίστοιχη μείωση του φόρου επί του αργύρου. 10. Οι διαδοχικές αυτές μειώσεις του φόρου, παρότι ίσοχ; να μην αποτρέπουν τελείως την αύξηση της αξίας του αργύρου στην ευρωπαϊκή αγορά, ωστόσο σε έναν μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό ασφαλώς την επιβραδύνουν. Ως αποτέλεσμα αυτών των μειώσεων είναι εφικτή η συνέχιση της εκμετάλλευσης πολλών ορυχείων, τα οποία προηγουμένως δεν ήταν δυνατόν να λειτουργήσουν, εφόσον δεν ήταν δυνατόν να πληρώσουν τους προηγούμενους φόρους. Ακόμα, η ποσότητα του αργύρου που προσκομίζεται κάθε χρόνο στην αγορά θα είναι κάπως μεγαλύτερη και, κατά συνέπεια, η αξία μιας δεδομένης ποσότητας θα είναι κάποος μικρότερη arf ό,τι υπό διαφορετικές συνθήκες. Αν και η σημερινή αξία του αργύρου στην ευρωπαϊκή αγορά, παρά τη μείωση της φορολογίας το 1736, δεν είναι
270
Άνταμ
Σμιθ
μικρότερη εκείνης που είχε ο άργυρος πριν από τη μείωση, οκπόσο είναι πιθανώς τουλάχιστον 10% χαμηλότερη της αξίας που θα είχε αν η βασιλική αυλή της Ισπανίας συνέχιζε να απαιτεί τον παλαιό φόρο. 11. Αλλά τα γεγονότα και οι συλλογισμοί που παραθέσαμε προηγουμένως με οδηγούν να πιστέψω -ή, μάλλον, να εικάσω, να υποπτευτώότι, παρά τη μείοοση αυτή, στη διάρκεια του αιώνα που διανύουμε, η αξία του αργύρου στην ευρωπαϊκή αγορά άρχισε να αυξάνεται. Γιατί η ασφαλέστερη γνώμη που μπορώ να σχηματίσω γι' αυτό το ζήτημα μόνο «εικασία» μπορεί να χαρακτηριστεί. Βέβαια, η αύξηση -αν υποθέσουμε ότι πράγματι υπήρξε κάποια αύξηση- ήταν τόσο μικρή, ώστε, παρά τα όσα προαναφέρθηκαν, ενδεχομένοας πολλοί να αμφισβητούν όχι μόνο το εάν πράγματι συνέβη αυτό το γεγονός, αλλά και να αναρωτιούνται μήπως συνέβη το αντίθετο, μήποοςδηλαδήηαξίατου αργύρου στην ευρωπαϊκή αγορά δεν συνεχίζει να μειώνεται. 12. θα πρέπει, ωστόσο, να παρατηρήσουμε ότι όποια και αν ήταν η υποτιθέμενη ετήσια εισαγωγή χρυσού και αργύρου, θα πρέπει να υπάρχει μια περίοδος κατά την οποία η ετήσια κατανάλωση αυτών των μετάλλων ισούται με την ετήσια εισαγωγή τους. Η κατανάλωσή τους θα πρέπει να αυξάνεται παράλληλα με την ποσότητά τους ή, μάλλον, με πολύ ταχύτερους ρυθμούς. Όταν αυξάνεται η ποσότητά τους, η αξία τους μειώνεται. Χρησιμοποιούνται περισσότερο, με λιγότερη φειδώ και, κατά συνέπεια, η κατανάλωσή τους αυξάνεται σε μεγαλύτερη αναλογία arf ό,τι η ποσότητά τους. Επομένοος, έπειτα από μια ορισμένη περίοδο, η ετήσια κατανάλωση των μετάλλων αυτών θα πρέπει να εξισωθεί με την ετήσια εισαγωγή τους, υπό την προϋπόθεση ότι η τελευταία δεν αυξάνεται συνεχώς, γεγονός που δεν ισχύει στην παρούσα εποχή. 13. Εάν στην κατάσταση εξίσωσης της ετήσιας κατανάλωσης και της ετήσιας εισαγωγής η τελευταία αυτή αρχίσει βαθμιαία να μειώνεται, είναι δυνατόν η ετήσια κατανάλωση επί ένα ορισμένο διάστημα να υπερβαίνει την ετήσια «σαγωγή. Είναι πιθανόν η μάζα των μετάλλων αυτών να παρουσιάσει μια βαθμιαία και ανεπαίσθητη μείοαση, και η αξία τους βαθμιαία και ανεπαίσθητα να αυξηθεί, μέχρις ότου, όταν η ετήσιαεισαγωγήσταθεροποιηθείκαπάλι,ηετήσιακατανάλωσηβαθμιαία και ανεπαίσθητα προσαρμοστεί σε αυτό που είναι σε θέση να προσ<ρέρουν οι ετήσιες εισαγωγές.
1. Αυτά που ίσως οδήγησαν πολλούς ανθρώπους να πιστέψουν ότι η αξία των πολύτιμων μετάλλων στην ευρωπαϊκή αγορά συνεχίζει να μειώνεται, είναι η αύξηση του πλούτου της Ευρώπης και η ευρέως αποδεκτή ιδέα ότι η ποσότητα των πολύτιμων αυτών μετάλλων αυξάνεται φυσιολογικά με την αύξηση του πλούτου, με αποτέλεσμα τη μείωση της αξίας τους που συνοδεύει την αύξηση της ποσότητάς τους. Ακόμα, η βαθμιαία αύξηση της τιμής πολλών ακατέργαστων αγροτικών προϊόντων φαίνεται να εδραιώνει έτι περαιτέρω αυτή την ιδέα 2. Έχουμε ήδη προσπαθήσει να δείξουμε ότι αυτή π αύξηση της ποσότητας των πολύτιμων μετάλλων που προκύπτει σε μια χώρα από την αύξηση του πλούτου, σε καμιά περίπτοχιη δεν τείνει να μειώσει την αξία τους.Οχρυσόςκαιοάργυρος κατευθύνονται φυσιολογικά σε μιαπλούσια χώρα, για τον ίδιο λόγο για τον οποίο κατευθύνονται σε αυτήν όλα τα είδη πολυτελείας και τα διάφορα αξιοπερίεργα. Όχι επειδή εκεί είναι φτηνότερα ατί ό,τι στις φτωχές χώρες, αλλά επειδή είναι ακριβότερα ή επειδή για την αγορά τους προσφέρεται καλύτερη Ήμή. Αυτό που τα προσελκύει, είναι η ανωτερότητα της τιμής τους και, μόλις παύσει να υφίσταται αυτή η ανοπερότητα, παύουν και αυτά να διοχετεύονται εκεί.
272
Άνταμ Σμιθ
3. Αν εξαιρέσουμε τα σιτηρά και τα άλλα αγροτικά προϊόντα που παράγονται αποκλειστικά από την ανθρώπινη οικονομική δραστηριότητα, όπως έχουμε ήδη προσπαθήσει να δείξουμε, όλα τα άλλα ακατέργαστα προϊόντα, όπως τα βοοειδή, τα πουλερικά, το κάθε είδους κυνήγι, τα χρήσιμα ορυκτά της γης κ,ο.κ., με την πρόοδο του πλούτου και των οικονομικών βελτιώσεων της κοινωνίας φυσιολογικά θα ακριβαίνουν. Επομένως, παρότι αυτά τα εμπορεύματα ανταλλάσσονται τελικά με μεγαλύτερες ποσότητες αργύρου απ* ό,τι προηγουμένοος, από το γεγονός αυτό δεν συνάγεται πως ο άργυρος κατέστη στην πραγματικότητα φτηνότερος ή ότι αγοράζει μικρότερη ποσότητα εργασίας απ* ό,τι προηγουμένως, αλλά ότι στην πραγματικότητα τα εμπορεύματα αυτά κατέστησαν ακριβότερα ή ότι θα αγοράζουν μεγαλύτερη ποσότητα εργασίας arf ό,τι προηγουμένως. Κατά την πορεία της οικονομικής προόδου αυξάνονται όχι μόνο η ονομαστική, αλλά και η πραγματική τους τιμή. Η αύξηση της ονομαστικής τους τιμής είναι το αποτέλεσμα όχι κάποιας υποβάθμισης της αξίας του αργύρου, αλλά της αύξησης της πραγματικής τους τιμής.
οι διαφορετικές
συνέπειες της οικονομικής
προόδου επί της πραγματικής τιμής τριών διαφορετικών ειδών ακατέργαστων προϊόντων 1. Τα διά(ροραακ(πέργα€ΓΕαπροϊόνταείναι δυνατόν ν^ είδη. Το πρώτο είδος περιλαμβάνει εκείνα τα προϊόντα, ο πολλαπλασιασμός των οποίων επηρεάζεται ελάχιστα από την ανθρώπινη εργασία. Το δεύτερο είδος περιλαμβάνει εκείνα τα προϊόντα που είναι δυνατόν να πολλαπλασιαστούν ανάλογα με τη ζήτηση. Και το τρίτο είδος περιλαμβάνει εκείνα γιαταοποίαηεπίδραση της ανθρώπινης εργασίας είναι είτε περιορισμένη είτε αβέβαιη. Κατά τη διαδικασία αύξησης του
274
Άνταμ Σμιθ
πλούτου και της βελτίοίσπς της οικονομίας, η πραγματική τιμή των πρώτων είναι δυνατόν να αυξηθεί σε οσοδήποτε μεγάλο βαθμό, και φαίνεται ότι δεν περιορίζεται από κανένα συγκεκριμένο φράγμα. Η πραγματική τιμή των προϊόντων του δεύτερου είδους, παρά το ότι ενδέχεται να αυξπθεί σημαντικά, δεν είναι δυνατόν να υπερβεί ένα συγκεκριμένο όριο επί κάποιο σημαντικό χρονικό διάστημα Η πραγματική τιμή των προϊόντων του τρίτου είδους, παρά το ότι π φυσική της τάση είναι να αυξάνεται παράλλπλα με την οικονομική πρόοδο, ωστόσο για ένα συγκεκριμένο επίπεδο προόδου ενδέχεται άλλοτε να μειώνεται, άλλοτε να παραμένει σταθερή και άλλοτε να αυξάνεται λίγο ώς πολύ, ανάλογα με το πόσο επιτυχείς αποδεικνύονται από τις περιστάσεις οι προσπάθειες της ανθρώπινης εργασίας να αυξήσουν την παραγωγή των ακατέργαστων προϊόντων αυτού του είδους.
Πρώτο είδθ5 1. Το πρώτο είδος ακατέργαστων προϊόντων, η τιμή των οποίων αυξάνεται κατά την πορεία της οικονομικής προόδου, περιλαμβάνει τα προϊόντα εκείνα ο πολλαπλασιασμός των οποίων επηρεάζεται ελάχιστα από την ικανότητα της ανθρώπινης εργασίας. Είναι τα προϊόντα τα οποία η φύση παράγει μόνο σε ορισμένες ποσότητες, και τα οποία, εξαιτίας τού ότι είναι ιδιαίτερα ευπαθή, δεν είναι δυνατόν να συσσωρευτούν ως προϊόντα διαφορετικών συναπτών εποχών. Τέτοια είναι η πλειονότητα των σπάνιων και μοναδικών πουλιών και ψαριών, πολλά είδη κυνηγιού, όλα σχεδόν τα είδη πτερωτών θηραμάτων και ιδίως όλα τα αποδημητικά πτηνά, όπως και πολλά άλλα πράγματα. Όταν αυξάνονται ο πλούτος και η πολυτέλεια που τον συνοδεύει, π ζήτηση αυτών των αγαθών είναι δυνατόν να παρουσιάσει αντίστοιχπ αύξηση, ενώ καμιά ανθρώπινη δύναμη δεν είναι σε θέση να αυξήσει την προσφορά τους πολύ πέραν της προσφοράς που υπήρχε πριν από την αύξηση της ζήτησης. Καθώς, επομένως, η ποσότητα αυτών των εμπορευμάτων παραμένει η ίδια ή σχεδόν η ίδια, ενώ ο ανταγωνισμός για την αγορά τους αυξάνεται συνεχώς, η τιμή τους είναι δυνατόν να αυξηθεί σε οποιοδήποτε εξωπραγματικό βαθμό, και φαίνεται ότι δεν περιορίζεται από κανένα συγκεκριμένο φράγμα. Αν οι μπεκάτσες καταστούν τόσο περιζήτητες ώστε να πωλούνται προς είκοσι γκινέες η μία, καμιά ανθρώπινη δύναμη δεν θα μπορούσε να αυξήσει τον αριθμό αυτών που θα προσκομίζονται στην αγορά πολύ πέραν του σημερινού αριθμού. Η υψηλή τιμή αγοράς των σπάνιων πτηνών και ψαριών στην εποχή της μεγαλύτερης ακμής των Ρωμαίων μπορεί να ερμηνευτεί με αυτόν τον τρόπο. Οι τιμές αυτές δεν αποτελούσαν επακόλουθο της
Έρευνα για τη Φύση και τ is Αιτίεε του Πλούτου των Εθνών
275
χαμηλήςΊιμήςτου αργύρου εκείνεςτις εποχές, αλλά τηςυψηλήςτιμπς αυτών των σπάνιων και αξιοπερίεργων όντων, που π ανθρώπινη δύναμη δεν ήταν σε θέση να πολλαπλασιάσει κατά το δοκούν. Επί ένα ορισμένο διάστημα πριν και μετά την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η τιμή του αργύρου ήταν υψηλότερη στη Ρώμη arf ό,τι είναι σήμερα στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώππς. Η τιμή που πλήρωνε το κράτος για ένα μόδιο (ένα τέταρτο του μπούσελ) σιταριού της Σικελίας, από το οποίο πληρωνόταν η δεκάτη, ήταν 3 σεστέρσια, που ισοδυναμούσαν με 6 περίπου πένες. Ωστόσο, η τιμή αυτή ήταν μάλλον υποδεέστερη της τιμής της αγοράς, καθώς η υποχρέωση των αγροτών της Σικελίας να παραδίδουν το σιτάρι τους σε αυτή την τιμή εθεωρείτο ως ένα είδος φορολόγησης. Επομένως, όταν οι Ρωμαίοι βρίσκονταν στην ανάγκη να παραγγείλουν περισσότερο σιτάρι απ* αυτό που παρεκρατείτο ως φόρος, ήταν υποχρεωμένοι να υποχωρήσουν και να αγοράσουν το επιπλέον ποσό προς 4 σεστέρσια ή 8 πένες το τέταρτο του μπούσελ, και η τιμή αυτή εθεωρείτο ως η μετριοπαθής και λογική τιμή, δηλαδή η κανονική ή μέση συμβατική τιμή εκείνης της εποχής, αντιστοιχούσα σε 21 περίπου σελίνια το κουάρτο. Η κανονική συμβατική τιμή του αγγλικού σιταριού, το οποίο ποιοτικά υστερεί έναντι αυτού της Σικελίας και πωλείται στην ευρωπαϊκή αγορά σε κατώτερη τιμή, πριν από τις τελευταίες χρονιές φτωχών συγκομιδών ήταν 2 8 σελίνια το κουάρτο. Επομένως, ητιμή του αργύρου σε εκείνη την περίοδο της αρχαιότητας προς τη σημερινή τιμή του θα πρέπει να ήταν αντιστρό(ρως ανάλογη του 3 προς 4, δηλαδή 3 ουγκιές αργύρου θα αγόραζαν τότε την ίδια ποσότητα εργασίας και εμπορευμάτων που αγοράζουν σήμερα 4 ουγκιές αργύρου. 'Οταν, επομέν(ος, διαβάζουμε στον Πλίνιο^ ότι ο Σέιος αγόρασε ένα λευκό αηδόνι οχ; δώρο για την αυτοκράτειρα Αγριππίνα πληρώνοντας 6.000 σεστέρσια, που ισοδυναμούν προς 50 περίπου σημερινές στερλίνες, και ότι ο Ασίνιος Κέλερ (Asenius Celer)2 αγόρασε ένα πετρομπάρμπουνο πληρώνοντας8.000 σεστέρσια, ηου ισοδυναμούν προς 66 περίπου στερλίνες, 13 σελίνια και 4 πένες σημερινού νομίσματος, οι εξοχρρενικές αυτές τιμές, όσο και αν μας εκπλήσσουν, θα πρέπει να μας φαίνονται κατά ένα τρίτο περίπου χαμηλότερες απ* όσο ήταν στην πραγματικότπτα. Η πραγματική τους τιμή, η ποσότητα δηλαδή εργασίας και μέσων διαβίοοσης με τα οποία ανταλλάσσονταν τα σπάνια αυτά δώρα, ήταν περίπου κατά ένα τρίτο μεγαλύτερη από αυτό που εκφράζει σήμερα π ονομαστική τους τιμή. Ο Σέιος για την αγορά του αηδονιού παρεχώρησε το δικαίωμα ελέγχου μιας ποσότητας εργασίας και μέσων διαβίωσης ίσης με αυτήν που θα αγόραζαν σήμερα 66 στερλίνες, 13 σελίνια και 4 πένες. Και ο Ασίνιος Κέλερ (Asenius Cder) αντήλλαξε με το πετρομπάρμπουνο το δικαίωμα ελέγχου μιας ποσότητας εργασίας ίσης με αυτήν που θα
276
Άνταμ
Σμιθ
αγόραζαν 88 στερλίνες, 17 σελίνια και 9 και 1/3 πένες. Αυτό που προκάλεσε αυτές τις εξαχρρενικά υψηλές τιμές δεν ήταν τόσο η αφθονία αργύρου όσο η αφθονία εργασίας και μέσων διαβίοχϊπς που είχαν οι Ρ6)μαίοι στη διάθεση τους, πέραν των ποσοτήτων που ήταν απαραίτητες για την προσωπική τους κατανάλοκτη. Η ποσότητα του αργύρου που είχαν στη διάθεσή τους ήταν κατά πολύ μικρότερη αυτής που θα τους εξασφάλιζε σήμερα την ικανότητα ελέγχου της ίδιας ποσότητας εργασίας και μέσων διαβίωσης.
Δεύτερο είδθ8 1. Το δεύτερο είδος ακατέργαστων προϊόντων των οποίων η τιμή αυξάνεται στην πορείατηςοικονομικήςπροόδου, είναι αυτότων προϊόντων που η ανθρώπινη εργασία είναι σε θέση να πολλαπλασιάσει ανάλογα με τη ζήτηση. Το είδος αυτό απαρτίζεται από όλα εκείνα τα χρήσιμα φυτά και ζώα, τα οποία στις χώρες που δεν ασκούν συστηματικά τις καλλιέργειες η φύση παράγει σε τέτοια αφθονία, ώστε να έχουν μικρή ή μηδενική αξία, και επομένως, καθώς αναπτύσσονται οι καλλιέργειες, είναι υποχρεωμένα να παραχωρήσουν τη θέση τους σε άλλα, πιο επικερδή προϊόντα. Η ποσότητα των προϊόντων αυτών μειώνεται συνεχώς κατά τη διάρκεια μιας μεγάλης περιόδου οικονομικής βελτίωσης, ενώταυτόχροναη ζήτησήτους αυξάνεται συνεχώς. Επομένως, ηπραγματικήτουςαξία,ηπραγματικήποσότηταεργασίαςτηνοποίαθααγοράζουν ή θα ελέγχουν, αυξάνεται συνεχώς μέχρις ότου τελικά καταστούν τόσο επικερδή όσο και οποιοδήποτε άλλο προϊόν που μπορεί να παραχθεί με ανθρώπινο μόχθο στην πλέον γόνιμη και καλύτερα καλλιεργούμενη έκταση γης. ΌτανηΉμήτσυς φτάσει σε αυτότούψος, δεν μπορεί να ανέβει ψηλότερα Αν προς στιγμήν ανέβαινε ψηλότερα, τότε σύντομα θα αφιερώνονταν περισσότερη γη και περισσότερη εργασία προκειμένου να αυξηθεί η παραγόμενη ποσότητά τους. 2. Όταν, για παράδειγμα, π τιμή των βοοειδών αυξάνεται τόσο, ώστε π καλλιέργεια ζωοτροφών να γίνεται εξίσου επικερδής με τπν καλλιέργεια τροφών για τον άνθρωπο, δεν μπορεί να ανέβει ψηλότερα. Αν προς σπγμήν ανέβαινε ψηλότερα, τότε κάποιες εκτάσεις καλλιέργειας σιτηρών θα μετατρέπονταν σε βοσκοτόπια Η επέκταση των καλλιεργούμενων εδαφών εις βάρος των άγριων βοσκοτόπων μειώνει την ποσότπτατουκρέατοςπου προσφέρει φυσιολογικάηύπαιθροςχωρίςεργασία ή καλλιέργεια και αυξάνει τη ζήτησή του, συνεπεία της αύξησης του αριθμού των ανθρώπων που είτε κατέχουν σιτηρά είτε κατέχουν το αντίτιμο των σιτηρών και επιθυμούν να τα ανταλλάξουν με κρέας. Επομένοχ;, προοδευτικά, η τιμή του κρέατος και, κατά συνέπεια, των
Έρευνα για τη Φύση και τ
isΑιτίεετουΠλούτου των Εθνών
277
β(κ)ειδών πρέπει να αυξηθεί μέχρις ότου φτάσει σε εκείνο το ύψος για το οποίο η καλλιέργεια σιτηρών στις πλέον γόνιμες και καλύτερα καλλιεργούμενες εκτάσεις είναι εξίσου συμφέρουσα με την καλλιέργεια ζωοτροφών. Ωστόσο, μέχρις ότου οι καλλιέργειες επεκταθούν σε τέτοιο βαθμόώστε να οδηγήσουν την τιμή των βοοειδών σε αυτάταύψη, η διαδικασία της οικονομικής προόδου θα έχει προχωρήσει σημαντικά. Και μέχρις ότου η τιμή των βοοειδών φτάσει σε αυτό το ύψος, θα αυξάνεται συνεχώς, αν η χώρα προοδεύει οικονομικά. Υπάρχουν ίσοος ορισμένα μέρη της Ευρώπης όπου η τιμή των βοοειδών δεν έχει φτάσει ακόμα σε αυτό το ύψος. Πριν από τπν ένοκτη της Σκοτίας με την Αγγλία, δεν είχαν φτάσει σε αυτό το ύψος σε κανένα μέρος της χώρας αυτής. Αν τα βοοειδή της Σκοτίας περιορίζονταν στα όρια της αγοράς της, θα ήταν ίσως σχεδόν αδύνατον (σε μια χώρα όπου υπάρχουν τόσες πολλές εκτάσεις κατάλληλες μόνο για την εκτροφή ζώων, σε σύγκριση με τις εκτάσεις που είναι κατάλληλες για άλλες χρήσεις) να φτάσει η τιμή των βοοειδών σε τέτοιο ύψος, ώστε να είναι συμφέρουσα η καλλιέργεια εκτάσεων για ζοαοτροφές. Στην Αγγλία, στα περίχωρα του Λονδίνου, όπως έχουμε σημειώσει, φαίνεται ότι η τιμή των βοοειδών είχε φτάσει σε αυτά τα ύψη περί τις αρχές του προπγούμενου αιώνα. Ωστόσο, στην πλειονότητα των πιο απομακρυσμένων μερών της υπαίθρου έφτασε στο ύψος αυτό πολύ αργότερα. Και σε ορισμένα απ* αυτά ίσως να μπν έχει φτάσει εκεί ακόμα και σήμερα. Ωστόσο, από το σύνολο των διαφόρων πραγμάτων που συνθέτουν το δεύτερο αυτό είδος ακατέργαστων προϊόντων, αυτό το οποίο στην πορεία της οικονομικής βελτίωσης φτάνει πρώτο σε αυτό το ύψος είναι ίσως τα βοοειδή. 3. Βέβαια, μέχρις ότου η τιμή των βοοειδών φτάσει σε αυτό το σημείο, (ραίνεται απίθανο το ότι καλλιεργείτο το σύνολο των καλλιεργήσιμων εκτάσεων, ακόμα και αυτών που προσφέρονται για τις υψπλότερες αποδόσεις. Σε όλα τα αγροκτήματα που π απόστασή τους από τις μεγάλες πόλεις δυσχεραίνει τη μεταφορά λιπάσματος, δηλαδή στη μεγάλη πλειονότητα των καλλιεργήσιμων εκτάσεων μιας εκτεταμένης χώρας, το μέγεθος των καλά καλλιεργούμενων εκτάσεων πρέπει να είναι ανάλογο της ποσότητας του λιπάσματος που παράγει το ίδιο το αγρόκτημα, και η τελευταία αυτή θα είναι ανάλογη του αριθμού των ζώων που εκτρέ(ρονται εκεί. Η γπ λιπαίνεται είτε με το να αφήσουμε τα ζώα να βοσκήσουν ελεύθερα είτε με το σταβλισμό των ζώων και τη μεταφορά της κοπριάς τους στους αγρούς. Όμως, αν η τιμή των ζώων δεν επαρκεί ώστε να αποπληρώσει τόσο την πρόσοδο όσο και το κέρδος της καλλιεργούμενης γης, ο αγρότης-επιχειρηματίας δεν έχει την ευχέρεια να δεσμεύσει τη γη του για την εκτροφή ζώων. Και, κατά μείζονα λόγο, δεν έχει την ευχέρεια να τα εκθρέψει σε στάβλο.
278
Άνταμ Σμιθ
Τα ζώα μπορούν να τραορούν στους στάβλους μόνο με το προϊόν μιας καλά καλλιεργούμενης γης, επειδή η συγκομιδή του πενιχρού και διάσπαρτου προϊόντος μιας χέρσας και όχι καλά καλλιεργούμενης γης θα απαιτούσε υπέρμετρη εργασία και θα ήταν υπερβολικά δαπανηρή. Αν επομέναχ; η τιμή των βοοειδών δεν είναι επαρκής ώστε να αποπληρώσει το προϊόν της βελτιωμένης και καλλιεργημένης γης, όταν τα ζώα βόσκουν σε αυτήν, η τιμή αυτή θα είναι πολύ λιγότερο επαρκής ώστε να αποπληρώσει το ίδιο προϊόν, όταν θα πρέπει να συλλέγεται με μια σημαντικά περισσότερπ εργασία και να μεταφέρεται στους στάβλους των ζώων. Επομένως, στις συνθήκες αυτές, δεν είναι δυνατόν να εκτραφούν σε στάβλους περισσότερα ζώα απ* όσα είναι απαραίτπτα για την καλλιέργεια. Όμως, τα ζώα αυτά δεν είναι δυνατόν να παραγάγουν κοπριά αρκετή ώστε να συντηρηθούν σταθερά σε καλή κατάσταση όλες οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις. Εφόσον, λοιπόν, η κοπριά που παράγουν είναι ανεπαρκής για το σύνολο της αγροτικής εκμετάλλευσης, αυτή θα δεσμευτεί για τις πιο κερδο(ρόρες εκτάσεις ή για αυτές που η λίπανσή τους θα είναι πιο άνετη, τις πιο γόνιμες ή ίσως τις γειτονικές στα αγροκτήματα. Επομένοχ;, οι εκτάσεις αυτές θα συντηρούνται σταθερά σε καλή κατάσταση και θα είναι κατάλληλες για καλλιέργεια. Το μεγαλύτερο μέρος των υπόλοιπων εκτάσεων θα παραμείνει χέρσο και θα παράγει μόνο κάποιες πενιχρές ζοκηροφές, που θα επαρκούν μόλις για την εκτροφή κάποιων υποσιτιζόμενα)ν ζώων τα οποία θα περιπλανώνται στις διάφορες γωνιές της εκμετάλλευσης, της οποίας, εννοείται, ο αριθμός των διαθέσιμων ζώων είναι από τη μια μεριά μικρότερος άπ* αυτόν που θα ήταν απαραίτητος για τηνπλήρη καλλιέργειά της, ενώ από την άλλη τις περισσότερες φορές είναι μεγαλύτερος απ* αυτόν που αντιστοιχεί στο πραγματικό της προϊόν. Ωστόσο, ένα τμήμα αυτής της χέρσας γης, αφού χρησιμοποιπθεί ως βοσκότοπος Kaf αυτόν τον θλιβερό τρόπο επί έξι ή επτά συνεχή χρόνια, ενδέχεται να οργοΛεί εκ νέου και να αποδώσει μία ή δύο πενιχρές συγκομιδές κακής ποιότητας βρόμης ή κάποιου άλλου είδους σιτηρών, και στη συνέχεια, τελείως πλέον εξαντλημένο, θα πρέπει να αναπαυθεί και να χρησιμοποιηθεί και πάλι ως βοσκότοπος όποος και προηγουμέναχ;, οπότε θα οργωθεί ένα νέο τμήμα, που με τη σειρά του θα εξαντληθεί και θα αφεθεί για αγρανάπαυση. Αυτό ήταν το γενικό σύστημα διαχείρισηςτης γης σε όλητηνέκτασητηςπεδινήςΣκοτίας πριν από την ένωση. Οι εκτάσεις που λιπαίνονταν συστηματικά και συντηρούνταν σε καλή κατάσταση σπανίοχ; ξεπερνούσαν το ένα τρίτο ή το ένα τέταρτο της συνολικής έκτασης των εκμεταλλεύσεων, και κάποιες φορές δεν ξεπερνούσαν ούτε το ένα πέμπτο ή και το ένα έκτο τους. Το υπόλοιπο της έκτασης δεν λιπαινόταν καθόλου, ωστόσο ένα τμήματου, παρ'όλα αυτά, καλλιεργείτοκανονικά μέχρις εξάντλησήςτου.
Έρευνα για τη Φύση και
τ
isΑιτίεετουΠλούτου των Εθνών
279
Είναι προφανές ότι, υπ* αυτό το σύστημα διαχείρισης, ακόμα και το τμήμα των εκτάσεων της Σκοτίας που θα ήταν δυνατόν να καλλιεργηθεί συστηματικά παρήγαγε ένα μικρό μέρος αυτού που θα ήταν σε θέση να παραγάγει. Όσο όμως ασύμφορο και αν φαινόταν αυτό το σύστημα, οι χαμηλές τιμές των βοοειδών πριν από την ένωση (ραίνεται ότι το είχαν καταστήσει σχεδόν αναπόφευκτο. Αν το σύστημα αυτό, παρά τη μεγάλη αύξηση της τιμής των βοοειδών, συνεχίζει ακόμη να κυριαρχεί σε ένα σημαντικό μέρος της χώρας, αυτό σε πολλές περιπτώσεις οφείλεται ασφαλώς στην άγνοια και στην προσκόλληση στις παλιές συνήθειες, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις οφείλεται στα αναπόφευκτα εμπόδια που παρεμβάλλει η φυσική πορεία των πραγμάτων στην άμεση ή ταχεία εμπέδωση ενός καλύτερου συστήματος: Kaf αρχάς, στη δυσπραγία των εκμισθωτών της γης, στο γεγονός ότι δεν πρόλαβαν ακόμα να αποκτήσουν ένα απόθεμα ζώων που θα τους επέτρεπε να καλλιεργήσουν πληρέστερα τις εκτάσεις τους, εφόσον η ίδια αύξηση της τιμής των ζώων που θα καθιστούσε συμφέρουσα τη διατήρηση ενός μεγαλύτερου αποθέματος ζώων καθιστά ταυτόχρονα δυσκολότερη την απόκτησή του. Και, κατά δεύτερον, αν υποθέσουμε ότι οι αγρότες είχαν τελικά τη δυνατότητα να αποκτήσουν ένα τέτοιο απόθεμα ζώων, η διαιώνιση του συστήματος αυτού οφείλεται στο ότι δενπρόλαβαν ακόμα να φέρουνΉςεκτάσαςτους σε κατάσταση που θα τους επιτρέψει να συντηρήσουν άνετα ένα μεγαλύτερο απόθεμαζώων.Ηαύξηση του αποθέματοςτων ζώων καιηβελτίοχτη της γης είναι δύο γεγονότα που θα πρέπει να βαδίζουν παράλληλα και κανένα από τα δύο δεν μπορεί να αναπτυχθεί πολύ ταχύτερα από το άλλο. Χωρίς μια αύξηση του αποθέματος των ζώων δεν μπορεί να υπάρξει καμιά βελτίωση της γης, αλλά και δεν μπορεί να υπάρξει καμιά σημαντική αύξηση του αποθέματος των ζώων χωρίς μια προηγούμενη σημαντική βελτίίοση της γης, δι0Ή σε διαφορετική περίπτωσηηγη δεν θα μπορούσε να συνπιρήσει το αυξημένο απόθεμα ζώων. Τα φυσικά αυτά εμπόδια στην εμπέδωση ενός καλύτερου συστήματος θα παρακαμφθούν μόνο σε μια πορεία λιτότητας και μόχθου, και ίσως χρειαστεί να περάσει μισός αιώνας μέχρις ότου καταργηθεί τελείως το παλαιό σύστημα, που αποσυντίθεται καθημερινά arf άκρου εις άκρον της χώρας. Κατά τα άλλα, απ* όλα τα εμπορικά πλεονεκτήματα που άντλησε η Σκοτία από την ένωση με την Αγγλία, το σημαντικότερο ίσως ήταν αυτήη αύξησητηςτιμήςτων βοοειδών. Διότι όχι μόνο αύξησε την αξία όλων των έγγειων ιδιοκτησιών των Υψιπέδων, αλλά υπήρξε ίσως και η κύρια αιτία της βελτίωσης της θέσης της πεδινής χώρας. 4. Σε όλες τις νέες αποικίες υπάρχει μια εξαιρετική πληθώρα ακαλλιέργητων εκτάσεων που επί χρόνια ολόκληρα δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για κανέναν άλλο σκοπό πλην της βοσκής των ζώων. Όπως
280
Άνταμ Σμιθ
συμβαίνει με όλατα πράγματα, αποτέλεσμα αυτής της α(ρθονίας είναι η πτώση των τιμών. Παρότι αρχικά όλα τα βοοειδή των ευρωπαϊκών αποικιών της Αμερικής μεταφέρθηκαν από την Ευρώπη, πολλαπλασιάστηκαν εκεί σε τέτοιο βαθμό και η αξία τους μειώθηκε τόσο πολύ, ώστε ακόμα και τα άλογα αφήνονταν ελεύθερα στα δάση, και κανένας ιδιοκτήτης τους δεν θεωρούσε ότι άξιζε τον κόπο να τα διεκδικήσει. θα πρέπει να περάσει ένα μεγάλο χρονικό διάστημα από την πρώτη εποίκιση αυτών των χωρών μέχρις ότου καταστεί κερδοφόρα η εκτροφή ζώων με το προϊόν καλλιεργούμενης γης. Έτσι λοιπόν είναι πιθανόν τα ίδια αίτια, δηλαδή η έλλειψη λιπασμάτων και η δυσαναλογία μεταξύ του αποθέματος που απασχολείται στις καλλιέργειες και της γης που προορίζεται να καλλιεργηθεί με αυτό το απόθεμα, να εισαγάγουν και εκεί ένα σύστημα διαχείρισης της γης παρόμοιο με αυτό που εξακολουθεί να εφαρμόζεται σε πάμπολλα μέρη της Σκοτίας. ΟΣουηδός περιηγητής Καλμ (Kalm), περιγράφοντας τις καλλιέργειες ορισμένων αγγλικών αποικιών της Βόρειας Αμερικής, όπως τις συνάντησε το 1749, παρατηρεί ότι στα μέρη αυτά δύσκολα μπορούσε κανείς να αναγνο)ρίσει τον γνωστό για την επιδεξιότητά του στους διάφορους κλάδους της αγροτικής οικονομίας χαρακτήρα του αγγλικού έθνους. Ο Καλμ (Kalm) αναφέρει ότι οι αγροί που καλλιεργούνται με σιτάρι δεν λιπαίνονται σχεδόν καθόλου και, όταν ένα κομμάτι γης εξαντληθεί από τις συνεχείς καλλιέργειες, τότε καθαρίζεται και παραδίδεται προς καλλιέργεια ένα νέο κομμάτι γης, και όταν εξαντληθεί και αυτό, τότε παραδίδεται ένα τρίτο κομμάτι. Τα ζώα τους αφήνονται να περιπλανώνται στα δάση και στις άλλες ακαλλιέργητες εκτάσεις, όπου περίπου λιμοκτονούν, καθώς έχουν εδώ και πολύ καιρό καταστρέψει όλα τα μονοετή φυτά που χρησιμοποιούνται ως ζωοτροφές με το να τα κορφολογούν πολύ νωρίς την άνοιξη, πριν αυτά σχηματίσουν τα άνθη τους και πετάξουν τους σπόρους τους^. Φαίνεται ότι τα μονοετή φυτά σχημάτιζαν τους καλύτερους φυσικούς βοσκοτόπους σε αυτά τα μέρη της Βόρειας Αμερικής και, όταν εγκαταστάθηκαν εκεί οι Ευρωπαίοι, ήταν (ρουντωτά και αναπτύσσονταν σε ύψος μέχρι τρία ή τέσσερα πόδια. Ένα κομμάτι γης που την εποχή κατά την οποία έγραφε ο Καλμ (Kalm) δεν μπορούσε να θρέψει ούτε μία αγελάδα, στο παρελθόν μπορούσε να θρέψει τέσσερις αγελάδες, καθεμία από τις οποίες έδινε τετραπλάσια ποσότητα γάλακτος από την ποσότητα ττκ; μίας αγελάδας της εποχής του Καλμ (Kalm). Κατά την άποψη του τελευταίου, αυτή ακριβώς η πενιχρή απόδοση των βοσκοτόπων ήταν η αιτία της παρακμής των ζώων που εκφυλίζονταν από γενιά σε γενιά, θα πρέπει μάλλον να ήταν παρόμοια με εκείνη τη ράτσα καχεκτικών ζώων που ήταν τόσο διαδεδομένα στη Σκοτία πριν από τριάντα ή σαράντα χρόνια, και τα οποία ανέκαμψαν πλέον στο μεγαλύτερο μέρος
Έρευνα για τη Φύση και τisΑιτίεε του Πλούτου των Εθνών
281
της πεδινής χώρας, όχι τόσο από μια αλλαγή της ράτσας, αν και έγινε και μια τέτοια προσπάθεια σε ορισμένα μέρη, όσο από μια νέα μέθοδο πιο πλήρους διατροφής τους. 5. Επομένοος, παρότι η τιμή των ζώων μπορεί να φτάσει στα επίπεδα εκείναπου θα καθιστούν προσοδοφόρα την καλλιέργεια γης με σκοπό την εκτροφή των ζώων μόνο έπειτα από μια μακρά πορεία οικονομικής βελτίωσης, τα ζώα είναι ίσιος τα πρώτα μεταξύ όλων των πραγμάτων που συνθέτουν το δεύτερο αυτό είδος ακατέργαστων προϊόντων τα οποία φτάνουν σε τέτοια τιμή. Διότι μέχρι να ςπάσουν σε αυτήν, (ραίνεται ότι η βελτίωση είναι αδύνατον να προσεγγίσει το βαθμό της τελειότητας στον οποίο έχει φτάσει σε πολλά μέρη της Ευρώπης. 6. Αν τα βοοειδή είναι μεταξύ των πρώτων ακατέργαστων προϊόντων που φτάνουν σε αυτή την τιμή, το κυνήγι είναι [οως μεταξύ των τελευταίων. 'Οσοι έχουν την εμπειρία της εκτροφής ελαφιών, γνο)ρίςουν πολύ καλά ότι π τιμή του κυνηγιού στη Μεγάλη Βρετανία, όσο εξωφρενικά υψηλή και αν φαίνεται, σχεδόν δεν επαρκεί για να καλύψει τις δαπάνες ενός πάρκου θηραμάτων. Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, η εκτροφή ελαφιών θα καθίστατο είδος κοινής απασχόλησης, όπως ήταν στην αρχαία Ρώμη η εκτροφή των μικρών πτηνών που ονομάζονται «τσίχλες». Οι Βάρο (Varro) και Κολουμέλα (Columella) αναφέρουν ότι η εκτροφή αυτή αποτελούσε ιδιαίτερα επικερδή ασχολία. Λέγεται ότι εξίσου επικερδής είναι η εκτροφή των συκοφάγων, των αποδημητικών πουλιών που όταν φτάνουν στπ χώρα είναι ισχνά. Αν το κυνήγι συνεχίσει να είναι του συρμού και συνεχίσουν να αυξάνονται ο πλούτος και η πολυτέλεια της Μεγάλης Βρετανίας, με τους ρυθμούς που αυξάνονταν μέχρι σήμερα, είναι πιθανόν η τιμή του κυνηγιού να αυξηθεί ακόμα περισσότερο απ* ό,τι σήμερα. 7. Στην πορεία βελτίοχιης της οικονομίας, μεταξύ της χρονικής περιόδου όπου φθάνουν στα υψηλότερα επίπεδάτους οι τιμέςκάποιων αναγκαίων αγαθών όπωςτα βοοειδή και της χρονικής περιόδουόπουφθάνουνσταυψηλότεραεπίπεδά τους οι τιμές αγαθών μη πρώτης ανάγκης, όπως το κυνήγι, μεσολαβεί ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, κατά το οποίο φθάνουν προοδευτικά στα υψηλότερα επίπεδά τους πολλά άλλα είδη ακατέργαστων προϊόντων, άλλα νωρίτερα και άλλα αργότερα, ανάλογα με τις περιστάσεις. 8. Έτσι, λοιπόν, σε κάθε αγροτική εκμετάλλευση, με τα εντόσθια των οικόσιτων και σταβλισμένων ζώων τρέφονται τα πουλερικά. Ο αριθμός των πουλερικών που τρέφοντάι αποκλειστικά με αυτά τα παρα-προϊόντα, τα οποία υπό διαφορετικές συνθήκες θα πετάγονταν στα σκουπίδια, αποτελούν έναν τρόπο προκειμένου να μην πετιέται τίποτα και, καθώς δεν κοστίζουν στον αγρότη σχεδόν τίποτα, είναι δυνατόν να πωληθούν σε πολύ χαμηλή τιμή. Σχεδόν ό,τι αυτός εισπράττει.
282
Άνταμ
Σμιθ
αποτελεί καθαρό κέρδος και η τιμή τους μπορεί μερικές φορές να είναι τόσο χαμπλπ, που να τον αποθαρρύνει από το να εκτρέφει αυτόν τον αριθμό πουλερικών. Στις χώρες όμως όπου δεν έχουν αναπτυχθεί οι καλλιέργειες, και επομένως είναι αραιοκατοικπμένες, τα πουλερικά που είναι δυνατόν να εκτραφούν χοορίς δαπάνες πολλές φορές είναι αρκετά ώστε να καλύψουν το σύνολο της ζήτησης. Στις συνθήκες αυτές, λοιπόν, θα είναι εξίσου φτηνά με το κρέας των βοοειδών και με οποιοδήποτε είδος ζωικής τροφής. Ωστόσο, η συνολική ποσότητα πουλερικών που παράγεται με αυτόν τον τρόπο σε μια αγροτική εκμετάλλευση χωρίς έξοδα θα είναι πάντα πολύ μικρότερη από την ποσότπτα βοδινού κρέατος που παράγει ή ίδια αυτή εκμετάλλευση. Και σε εποχές πλούτου και πολυτέλειας, αυτό που σπανίζει, προτιμάται πάντα από ένα αντίστοιχο αγαθό ίδιων προσόντων το οποίο όμως βρίσκεται σε αφθονία. Επομένοχ;, στο βαθμό που αυξάνονται ο πλούτος και η πολυτέλεια, ως συνέπεια της βελτίωσης και επέκτασης των καλλιεργειών, η τιμή των πουλερικών προοδευτικά αυξάνεται πάνω από την τιμή του βοδινού κρέατος, μέχρις ότου φτάσει σε ένα ύφος για το οποίο είναι συμφέρουσα η καλλιέργεια γης με σκοπό την εκτροφή πουλερικών. 'Οταν φτάσει σε αυτό το ύφος, δεν μπορεί να αυξηθεί περισσότερο. Αν αυξανόταν, ένα μέρος καλλιεργούμενων εκτάσεων θα στρε(ρόταν σε αυτό το αντικείμενο. Σε πολλές επαρχίες της Γαλλίας, η εκτροφή πουλερικών θεωρείται πολύ σημαντικό μέρος της αγροτικής οικονομίας, και αρκετά επικερδές ώστε να ενθαρρύνει την καλλιέργεια μιας σημαντικής ποσότητας ινδικού σιταριού και ενός είδους αραβοσίτου ειδικά γΓ αυτόν το σκοπό. Στις επαρχίες αυτές, ένας μεσαίος αγρότης συντηρεί μερικές φορές στην αυλή του μέχρι τετρακόσια πουλερικά. Στην Αγγλία, η εκτροφή πουλερικών φαίνεται ότι μέχρι τώρα γενικά δεν εθεωρείτο τόσο σημαντική ασχολία. Παρ' όλα αυτά, η τιμή τους είναι υψηλότερη απ* ό,τι στη Γαλλία, ε<ρόσον η Αγγλία εισάγει μια σημαντική ποσότητα πουλερικών από τπ Γαλλία. Στην πορεία της οικονομικής βελτίωσης, η περίοδος κατά την οποία το κάθε είδος ζωικής τροφής πωλείται στην υψηλότερη τιμή του, είναι φυσιολογικά αυτή που προηγείται της γενίκευσης της καλλιέργειας γης με σκοπό την παραγωγή αυτού του είδους ζωικής τροφής. Επί ένα διάστημα που προηγείται της γενίκευσης αυτής της καλλιέργειας, η στενότητα του προϊόντος αυξάνει υποχρεοπικά τπν τιμή του. Μετά τη γενίκευση της καλλιέργειας, εφευρίσκονται νέες μέθοδοι εκτροφής, που επιτρέπουν στον αγρότπ να παραγάγει στην ίδια έκταση γης πολύ μεγαλύτερη ποσότητα του συγκεκριμένου είδους ζωικής τροφής. Η ας)θονία του παραγόμενου προϊόντος όχι μόνο τον υποχρεώνει να το πωλήσει φθηνότερα, αλλά και του δίνει την ευχέρεια να το πωλήσει φθηνότερα εξαιτίας των εφαρμοζόμενων βελτιώσεων. Διότι, αν δε
Έρευνα για τη Φύση και
τ
isΑιτίεετουΠλούτου των Εθνών
283
είχε την ευχέρεια να πωλήσει φθηνότερα, η αφθονία δεν θα συνεχιζόταν επί μακρόν. Με αυτόν ακρι βώς τον τρόπο, η υι οθέτηση της καλλιέργειας τριφυλλιού, γογγυλιών, λάχανων και καρότων συνέβαλε ενδεχομένου; στην πτώση της συνήθους τιμής του βοδινού κρέατος της αγοράς του Λονδίνου κάτω από την αντίστοιχη τιμή των αρχών του προηγούμενου αιώνα. 9.0 κατοικίδιος χοίρος, που βρίσκει την τροφή του στα σκουπίδια και καταβροχθίζει με λαιμαργία πολλά πράγματα που αρνούνται να (ράνε όλα τα άλλα χρήσιμα ζώα, αρχικά συντηρείτο, όπο)ς και τα πουλερικά, προκειμένου να μην πετιέται τίποτα. Στο βαθμό που ο αριθμός των ζώων ο οποίος είναι δυνατόν να εκτραφεί με αυτόν τον τρόπο, με ελάχιστες ή καθόλου δαπάνες, επαρκεί πλήρως ώστε να ικανοποιήσει τη ζήτηση, το χοιρινό κρέας θα φθάνει στην αγορά σε τιμή πολύ χαμηλότερη από οποιοδήποτε άλλο είδος κρέατος. 'Οταν όμως αυξηθεί η ζήτηση πέραν αυτής που είναι δυνατόν να ικανοποιήσει αυτήηποσότητα, ότανπαραστείηανάγκητηςκαλλιέργειαςτροφήςμε σκοπό την εκτροφή και την πάχυνση των οικόσιτων χοίρων, όπως και με την εκτροφή και την πάχυνση των άλλων ζώων, η τιμή τους αναγκαστικά αυξάνεται και γίνεται αναλογικά υψηλότερη ή χαμηλότερη της τιμής των άλλων ειδών κρέατος, ανάλογα με το εάν η φύση της χώρας και η κατάσταση της αγροτικής της οικονομίας καθιστούν την εκτροφή των χοίρων περισσότερο ή λιγότερο δαπανηρή από αυτήν των άλλων ζώων. Στη Γαλλία, σύμφωνα με τον κ. Μπουφόν (Buffon), η τιμή του χοιρινού κρέατος είναι σχεδόν ίση με αυτήν του βοδινού. Στα περισσότερα μέρη της Μεγάλης Βρετανίας σήμερα είναι κατά τι ακριβότερη. 10. Η μεγάλη αύξηση της τιμής τόσο του χοιρινού κρέατος όσο και των πουλερικών στη Μεγάλη Βρετανία αποδόθηκε συχνά στη μείωση του αριθμού των αγροτών-οικοτεχνών (cottagers) και των άλλων μικροαγροτών - ένα γεγονός που σε όλη την Ευρώπη υπήρξε ο άμεσος πρόδρομος της βελτίωσης και της καλύτερης καλλιέργειας της γης, και που ωστόσο συνέβαλε ταυτόχρονα στην αύξηση της τιμής αυτών των αγαθών κατά τι νωρίτερα και κατά τι ταχύτερα απ* ό,τι θα είχε αυτό συμβεί υπό διαφορετικές συνθήκες. 'Οπο)ς ακριβώς ακόμα και η φτωχότερη οικογένεια είναι συχνά σε θέση να συντηρήσει μια γάτα ή ένα σκύλο χωρίς καθόλου έξοδα, με τον ίδιο τρόπο και οι φτωχότεροι κάτοχοι γης είναι γενικά σε θέση να συντηρούν λίγα πουλερικά ή ένα θηλυκό γουρούνι και λίγα γουρουνάκια με πολύ λίγα έξοδα. Τα αποφάγια του τραπεζιού τους, το τυρόγαλο, το αποβουτυρωμένο γάλα και το γάλα του βουτύρου αποτελούν ένα μέρος της τροφής αυτών των ζώων, ενώ το υπόλοιπο το βρίσκουν στους γειτονικούς αγρούς, χωρίς να προκαλούν σημαντική ζημιά σε κανέναν.
284
Άνταμ
Σμιθ
Επομέναχ;, η μείωση του αριθμού αυτών των μικρών αγροτών προκάλεσε σημαντικά μείωση αυτού του είδους των μέσων διαβίωσης, που παράγονται με ελάχιστες ή μηδενικές δαπάνες και η τιμή τους θα πρέπει να αυξήθηκε συντομότερα και ταχύτερα απ* όσο θα αυξανόταν υπό διαφορετικές συνθήκες. Ωστόσο, στην πορεία της οικονομικής προόδου, η τιμή αυτή αυξάνεται, αργά ή γρήγορα, μέχρι το μέγιστο σημείο όπου μπορεί να φτάσει, στην τιμή δηλαδή η οποία αποζημιώνει πλήρως την εργασία και τις δαπάνες καλλιέργειας της γης μέσω των οποίων εκτρέφονται αυτά τα ζώα, με τον ίδιο τρόπο που αποζημιώνονται η εργασία και οι δαπάνες αυτές στο μεγαλύτερο μέρος των άλλων καλλιεργούμενων εκτάσεων. 11. Η γαλακτοκομική επιχείρηση ως δραστηριότητα αρχικά ασκείτο με τη λογική τού να μην πετιέται τίποτα, όπως ακριβώς και η εκτροφή των οικόσιτων γουρουνιών και των πουλερικών. Τα βοοειδή που συντηρούνται υποχρεωτικά σε μια εκμετάλλευση, παράγουν περισσότερο γάλα από αυτό που καταναλώνουν τα μικρά τους ή η οικογένεια του αγρότη. Και τη μεγαλύτερη ποσότητα γάλακτοςτην παράγουν σε μια συγκεκριμένη εποχή. Όμως, το γάλα είναι ίσο)ς το πιο ευαίσθητο απ* όλα τα αγροτικά προϊόντα. Κατά τις θερμές εποχές, όταν βρίσκεται σε μεγάλη αφθονία, δεν μπορεί να διατηρηθεί ούτε επί είκοσι τέσσεριςώρες. Οαγρότης αποθηκεύει ένα μικρό τμήματου επί μία εβδομάδα, μετατρέποντάς το σε φρέσκο βούτυρο, ενώ αν το μετατρέψει σε αλμυρισμένο βούτυρο, μπορεί να το αποθηκεύσει επί ένα χρόνο. Ένα πολύ μεγαλύτερο μέρος του, μετατρέποντάς το σε τυρί, το αποθηκεύει επί αρκετά χρόνια. Ένα μέρος όλων αυτών προορίζεται για την κατανάλωση της οικογένειάς του. Το υπόλοιπο διοχετεύεται στην αγορά, προκειμένου να πωληθεί στηνκαλύτερη δυνατή τιμή,ηοποία δεν μπορεί ποτέ να είναι τόσο χαμηλή ώστε να τον αποθαρρύνει από το να προσκομίζει εκεί το πλεόνασμα της οικογενειακής του κατανάλωσης. Βέβαια, αν η τιμή αυτή είναι πολύ χαμηλή, το πιθανότερο είναι ότι η δραστηριότητα του γαλακτοκομείου θα διεξάγεται κατά έναν πολύ πρόχειρο και απρόσεκτο τρόπο, και ίσως ο αγρότης αυτός να μη σκεφτεί ποτέ ότι αξίζει τον κόπο να διατηρεί έναν ιδιαίτερο χώρο ή κτίριο για τον συγκεκριμένο σκοπό, αλλά να εκτελεί όλες αυτές τις εργασίες του μέσα στους καπνούς, στη βρομιά και στις δυσάρεστες συνθήκες της κουζίνας του, όπως πράγματι συνέβαινε με όλα σχεδόν τα γαλακτοκομεία των αγροτών της Σκοτίας πριν από τριάνταήσαράνταχρόνια, και όποος εξακολουθεί να συμβαίνει ακόμα και σήμερα σε πολλά απ* αυτά. Οι ίδιες αιτίες που αυξάνουν προοδευτικά την τιμή του βοδινού και του χοιρινού κρέατος, δηλαδή η αύξηση της ζήτησης και, ως συνέπεια της προόδου της χώρας, η μείωση του αριθμού των ζώων που είναι δυνατόν να εκτραφούν με ελάχιστα ή
Έρευνα για τη Φύση και τ is Αιτίεε του Πλούτου των Εθνών
285
καθόλου έξοδα, αυξάνουν κατά τον ίδιο τρόπο την ποσότητα των προϊόντων του γαλακτοκομείου, η τιμή των οποίων συνδέεται φυσιολογικά με την τιμή του κρέατος ή τις δαπάνες εκτροφής των ζώων. Η αύξηση της τιμής ανταμείβει μια εντατικότερη, προσεκτικότερη και καθαρότερη εργασία. Το γαλακτοκομείο αξίζει περισσότερο την προσοχή του αγρότη και η ποιότητα των προϊόντων του προοδευτικά βελτιώνεται. Τελικά, π τιμή τους φτάνει σε εκείνο το ύψος για το οποίο αξίζει τον κόπο να χρησιμοποιηθούν κάποιες από τις πλέον γόνιμες και καλύτερα καλλιεργούμενες εκτάσεις για την εκτροφή ζώων αποκλειστικά για τους σκοπούς του γαλακτοκομείου. Και όταν έχει φτάσει στο ύψος αυτό, δεν μπορεί να αυξηθεί περισσότερο. Αν αυξανόταν, σύντομα θα στρέφονταν σε αυτόν το σκοπό περισσότερες εκτάσεις. Φαίνεται ότι τα γαλακτοκομικά προϊόντα έχουν φτάσει σε αυτό το ύψος στα περισσότερα μέρη της Αγγλίας, όπου γενικά χρησιμοποιούνται πολλές καλές εκτάσεις για το σκοπό αυτόν. Αν εξαιρέσουμε κάποιες λιγοστές σπμαντικές πόλεις με τα περίχωρά τους, φαίνεται ότι στη Σκοτία δεν έχουν φτάσει ακόμα σε αυτό το ύψος, για το οποίο οι αγρότες θα χρησιμοποιούσαν ένα μέρος των καλών τους εκτάσεων για την εκτροφή βοοειδών αποκλειστικά για τους σκοπούς του γαλακτοκομείου. Παρότι η τιμή των γαλακτοκομικών αυξήθηκε σημαντικά στοδιάστημα των τελευταίων χρόνων, είναι μάλλοντόσο χαμηλή ώστε δεν επιτρέπει ακόμα κάτι τέτοιο. Βέβαια, η διαφορά της ποιότητας των προϊόντων αυτών σε σχέση με τα προϊόντα των αγγλικών γαλακτοκομείων είναι απολύτως αντίστοιχη με τη δια(ρορά της τιμής τους. Ωστόσο, η χαμηλή ποιότητα είναι ίσως η αιτία και όχι το αποτέλεσμα της χαμηλής τιμής τους. Πιστεύω ότι ακόμα και αν η ποιότητά τους ήταν πολύ καλύτερη, η πλειονότητα των γαλακτοκομικών που προσκομίζονται στην αγορά, υπό τις παρούσες συνθήκες της χώρας, δεν θα μπορούσε να πωληθεί σε πολύ καλύτερη τιμή. Και είναι πιθανόν η παρούσα τιμή να μην επαρκεί ώστε να αποζημιώσει τις δαπάνες σε γη και εργασία που απαιτούνται για την παραγωγή μιας πολύ καλύτερης ποιότητας. Στο μεγαλύτερο μέρος της Αγγλίας, η γαλακτοκομική δραστηριότητα, παρά τη διαφορά της τιμής, δεν θεωρείται περισσότερο επικερδής από τις δύο μεγάλες δραστηριότητες της αγροτικής οικονομίας, δηλαδή την καλλιέργεια σιτηρών και την εκτροφή βοοειδών. Επομένοος, και για το μεγαλύτερο μέρος της Σκοτίας, η δραστηριότητα αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί ακόμα εξίσου επικερδής. 12. Είναι προφανές ότι οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις μιας χώρας δεν είναι δυνατόν να καλλιεργηθούν και να βελτιωθούν πλήρως, παρά μόνο από τη στιγμή κατά την οποία η τιμή του κάθε προϊόντος που παράγεται επί της γης μέσω του ανθρώπινου μόχθου φθάσει σε τέτοιο
286
Άνταμ
Σμιθ
ύψος που να αποζημιώνει τις δαπάνες μιας πλήρους βελτίωσης και καλλιέργειας. Προκειμένου να συμβεί αυτό, η τιμή κάθε προϊόντος θα πρέπει να επαρκεί ώστε, πρώτον, να καταβάλει την πρόσοδο ενός καλού αγρού σιτηρών, δεδομένου ότι αυτή ρυθμίζει την πρόσοδο της πλειονότηταςτων άλλων καλλιεργούμενων εκτάσεων, και, δεύτερον, να πληρώσει τηνεργασίακαι τις δαπάνεςτουαγρότη-επιχειρηματία, όπως αυτές πληρώνονται συνήθως στους καλούς αγρούς σιτηρών. Ή, με άλλα λόγια, να αντικαταστήσει το απόθεμα που απασχολείται σε αυτή τη δραστηριότητα, αποφέροντας συγχρόνως ένα επιπλέον κανονικό κέρδος. Προφανώς, η αύξηση της τιμής ενός δεδομένου προϊόντος θα πρέπει να προηγείται της καλλιέργειας και βελτίοχτης της γης που προορίζεται για την παραγωγή του. Ο στόχος κάθε βελτίωσης είναι το κέρδος και, αν κάτι έχει ως αναγκαία συνέπειά του τη ζημιά, δεν αξίζει να ονομάζεται «βελτίωση». Και όμως, η αναγκαία συνέπεια μιας βελτίωσης της γης χάριν ενός προϊόντος, π τιμή του οποίου δεν θα επιτρέψει ποτέ την αποπληρωμή αυτών των δαπανών θα είναι η ζημιά. Αν η πλήρης βελτίωση και καλλιέργεια της χώρας αποτελούν το μεγαλύτερο δημόσιο συμφέρον, το οποίο είναι αναμφισβήτητο, η αύξηση της Ήμής των διαφόρων ακατέργαστων npoibντων θα έπρεπε, αντί να θεωρείται δημόσια συμφορά, να αντιμετωπίζεται ως ο αναγκαίος πρόδρομος και συνοδός του μέγιστου δημόσιου συμφέροντος. 13. Ακόμα, αυτήηαύξηση της ονομαστικήςήχρηματικήςτιμήςτων διαφόρων ακατέργαστων προϊόντων υπήρξε αποτέλεσμα όχι υποτίμησης της αξίας του αργύρου, αλλά αύξησης της πραγματικής τους τιμής. Κατέληξαν να αξίζουν όχι μόνο μια μεγαλύτερη ποσότητα αργύρου, αλλά μια μεγαλύτερη ποσότητα εργασίας και μέσων διαβίοοσης arf ό,τι προηγουμένως. Καθώς η προσκόμισή τους στην αγορά κοστίζει μεγαλύτερη ποσότητα εργασίας και μέσων διαβίωσης, όταν προσκομιστούν εκεί θα αντιπροσωπεύουν ή θα ισοδυναμούν με μια αντίστοιχα μεγαλύτερη ποσότητα.
Τρίτο eidos 1. Το τρίτο και τελευταίο είδος ακατέργαστων προϊόντων, η τιμή των οποίων φυσιολογικά αυξάνεται στην πορεία της οικονομικής προόδου, περιλαμβάνει αυτά των οποίων η ποσότητα επηρεάζεται κατά έναν περιορισμένο ή αβέβαιο τρόπο από τον ανθρώπινο μόχθο. Παρότι, επομένως, η πραγματική τιμή αυτού του είδους των ακατέργαστων προϊόντων τείνει φυσιολογικά να αυξάνεται στην πορεία της οικονομικής προόδου, ωστόσο, ανάλογα με το βαθμό στον οποίο οι
Έρευνα για τη Φύση και
τ
isΑιτίεετουΠλούτου των Εθνών
287
διάφορεςπεριοτάσειςκαθιστούνΊον ανθρώπινο μόχθο περισσότερο ή λιγότερο ικανό να αυξήσει τπν παραγόμενη ποσότητά τους, ενδέχεται άλλοτε να μειώνεται, άλλοτε να παραμένει σταθερή σε πολύ διαφορετικές περιόδους οικονομικής ανάπτυξης και άλλοτε να αυξάνεται στην ίδια χρονική περίοδο. 2. Υπάρχουνκάποιαείδηακατέργαστωνπρόιόντωνταοποίαηφύσηέχει καταστήσει συμπλήρωμα κάποιων άλλων ειδών. Κατά συνέπεια, π ποσότητα του ενός είδους που μπορεί να καταναλώσει μια χώρα περιορίζεται υποχρεωτικά από την αντίστοιχη ποσότητα του άλλου. Για παράδειγμα, η ποσότητα μαλλιού ή ακατέργαστου δέρματος που μπορεί να καταναλώσει μια χώρα περιορίζεται υποχρεοπικά από τον αριθμό των μικρών και μεγάλων βοοειδών που συντηρούνται σε αυτήν. Ο αριθμός αυτός προσδιορίζεται με τη σειρά του, υποχρεωτικά, από το βαθμό προόδου της χώρας και από τη φύση της γεωργίας της. 3. θα μπορούσε κανείς να θεοαρήσει ότι οι αιτίες που αυξάνουν προοδευτικά την τιμή του βοδινού κρέατος στην πορεία της οικονομικής προόδου θα πρέπει να έχουν την ίδια επίπτωση στις τιμές του μαλλιού και των ακατέργαστων δερμάτων, και να τις αυξάνουν στον ίδιο βαθμό. Αυτό θα συνέβαινε πράγματι, αν η αγορά του δεύτερου είδους εμπορευμάτων στις απαρχές της οικονομικής προόδου ήταν περιορισμένη στα στενά όρια στα οποία είναι περιορισμένη η αγορά του πρώτου είδους. Όμο3ς, γενικά, η έκταση των αντίστοιχων αγορών είναι τελείως δια(ρορετική. 4. Η αγορά βοδινού κρέατος σχεδόν παντού περιορίζεται στη χώρα που το παράγει. Βέβαια, η Ιρλανδία και κάποια μέρη της Βρετανικής Αμερικής διεξάγουν ένα σημαντικό εμπόριο παστού κρέατος. Πιστεύω όμως ότι είναι οι μόνες χώρες στον κόσμο που διεξάγουν αυτό το είδος εμπορίου, που εξάγουν δηλαδή σημαντικό μέρος της εγχώριας παραγωγής τους σε βοδινό κρέας σε άλλες χώρες. 5. Αντίθετα, ηαγορά του μαλλιού και των ακατέργαστων δερμάτων, από τις απαρχές της οικονομικής προόδου, σπανίως περιορίζεται στη χώρα που τα παράγει. Τα προϊόντα αυτά είναι δυνατόν να μεταφερθούν σε πολύ μακρινές χώρες, το μεν μαλλί χωρίς καμιά προεργασία, τα δε δέρματα με ελάχιστη προεργασία. Και δεδομένου ότι αποτελούν πρώτες ύλες για πολλά είδη μανιφακτούρας, είναι δυνατόν να δημιουργηθεί ζήτηση από την οικονομική δραστηριότητα άλλων χωρών, ενώ η δραστηριότητα της χώρας που τα παράγει δεν θα δημιουργεί καμία απολύτως ζήτηση. 6. Στιςχώρες με χαμηλό βαθμό ανάπτυξηςτων καλλιεργειών, και οι οποίες για το λόγο αυτόν είναι αραιοκατοικημένες, η τιμή του μαλλιού και των ακατέργαστων δερμάτων ως ποσοστό της τιμής του ζώου συνολικά είναι μεγαλύτερη από την αντίστοιχη τιμή στις χώρες όπου, εξαιτίας
288
Άνταμ
Σμιθ
της οικονομικής προόδου και της αύξησης του πληθυσμού, υπάρχει μεγαλύτερη ζήτηση κρέατος. Ο κ. Χιουμ (Hume) ανα(ρέρει ότι την εποχή των Σαξόνων η τιμή της προβιάς ανερχόταν στα δύο πέμπτα της τιμής του προβάτου και ότι η αναλογία αυτή ήταν πολύ μεγαλύτερη από τη σημερινή. Όπως μαθαίνω, σε ορισμένα μέρη της Ισπανίας, τα πρόβατα συχνά σφάζονται χάριν μόνο της προβιάς και του λίπους τους. Το κρέας τους συχνά εγκαταλείπεται στη γη, ως βορά των σαρκοφάγων ζώων και των αρπακτικών πτηνών. Αν αυτό συμβαίνει μερικές φορές στην Ισπανία, συμβαίνει σχεδόν σταθερά στη Χιλή, στο Μπουένος Άιρες και σε πολλά άλλα μέρη της Ισπανικής Αμερικής, όπου τα κερασφόρα ζώα σφάζονται σχεδόν αποκλειστικά για το δέρμα και το λίπος τους. Το ίδιο πράγμα συνέβαινε σχεδόν σταθερά στο ισπανικό μέρος του Αγίου Δομίνικου, όταν το νησί αυτό το λυμαίνονταν οι πειρατές, και πριν αποκτήσουν τα βοοειδή των Ισπανών (οι οποίοι εξακολουθούν να κατέχουν όχι μόνο το ανατολικό τμήμα των ακτών, αλλά και την ενδοχώρα και το ορεινό τμήμα του νησιού) κάποια αξία από την εγκατάσταση, την οικονομική πρόοδο και αύξησητου πληθυσμού των Γάλλων εποίκων, που σήμερα καταλαμβάνουν ολόκληρη σχεδόν την ακτή του δυτικού μέρους του νησιού. 7. Αν και στην πορεία της οικονομικής προόδου και της αύξησης του πληθυσμού η συνολική τιμή του ζώου αυξάνεται αναγκαστικά, είναι πιθανόν η αύξηση αυτή να επηρεάζει πολύ περισσότερο την τιμή του κρέατος απ* ό,τι την τιμή του μαλλιού και του δέρματος. Η αγορά του κρέατος, η οποία κατά το πρωτόγονο στάδιο της κοινωνίας περιορίζεται πάντα στη χώρα που το παράγει, θα επεκτείνεται υποχρεωτικά, ανάλογα με την οικονομική πρόοδο και την αύξηση του πληθυσμού αυτής της χώρας. Ωστόσο, η αγορά του μαλλιού και των ακατέργαστων δερμάτων ακόμα και μιας καθυστερημένης χώρας, που συχνά επεκτείνεται στο σύνολο του κόσμου ο οποίος συμμετέχει στις εμπορικές συναλλαγές, πολύ δύσκολα θα μπορούσε να επεκταθεί στον ίδιο βαθμό. Η κατάσταση των παγκόσμιων εμπορικών συναλλαγών πολύ δύσκολα μπορεί να επηρεαστεί από τη βελτίωση μιας συγκεκριμένης χώρας και η αγορά αυτού του είδους των εμπορευμάτων είναι πιθανόν να παραμείνει η ίδια ή σχεδόν η ίδια και μετά τη βελτίοχπι αυτή. Ωστόσο, στη φυσική πορείατων πραγμάτων, η βελτίοκτη αυτή θα αποφέρει στην αγορά αυτών των εμπορευμάτων κάποιο όφελος. Εάν, ιδίως, ανθούν στη συγκεκριμένη χώρα οι μανιφακτούρες για τις οποίες τα προϊόντα αυτά αποτελούν πρώτες ύλες, η αγορά αυτή, ακόμα και αν δεν διευρυνθεί ιδιαίτερα, τουλάχιστον θα βρεθεί πολύ εγγύτερα στοντόποτηςπαραγωγήςτουςκαιητιμήτουςθα μπορεί τουλάχιστον να αυξηθεί κατά το ποσό της δαπάνης μεταφοράς τους στις μακρινές χώρες. Επομένως, παρότι ενδέχεται να μην αυξηθεί στον ίδιο βαθμό
Έρευνα για τη Φύση και τ is Αιτίεε του Πλούτου των Εθνών
289
όπως και η τιμή του κρέατος, φυσιολογικά θα πρέπει να σπμειώσει κάποια αύξπσπ και ασφαλώς δεν θα σημειώσει μείοκτη. 8. Ωστόσο, στην Αγγλία, παρά την ανθηρή κατάσταση της μανιφακτούρας του μαλλιού, η τιμή του αγγλικού μαλλιού σημείωσε σημαντική πτώση από την εποχή του Εδουάρδου του III. Υπάρχουν πάμπολλα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι στη διάρκεια της βασιλείας του (προς ταμέσατου 14ου αιώνα ή περί το 1339), μέση και λογική τιμή ενόςτοντ (tod) ή 2 8 λιβρών αγγλικού μαλλιού εθεωρείτο μια τιμή όχι μικρότερη των 10 σελινιών της εποχής εκείνης^, που περιείχαν, προς 20 πένες την ουγκιά, 6 ουγκιές αργύρου βάρους Τάουερ, ισοδύναμες με περίπου 30 σημερινά σελίνια. Σήμερα, ως καλή τιμή ενός πολύ εκλεκτού αγγλικού μαλλιού μπορεί να θεοαρηθεί αυτή των 21 σελινιών για ένα τοντ μαλλιού. Επομένως, η χρηματική τιμή του μαλλιού την εποχή του Εδουάρδου του III προς τη σημερινή χρηματική τιμή του μαλλιού είχε αναλογία 10 προς 7. Η ανωτερότητα της πραγματικής της τιμής ήταν ακόμα μεγαλύτερη. Την εποχή εκείνη, τα 10 σελίνια, προς 6 σελίνια και 8 πένες το μπούσελ του σιταριού, αντιπροσώπευαν την τιμή 12 μπούσελ σιταριού. Τα 21 σημερινά σελίνια, προς 2 8 σελίνια το κουάρτο σιταριού, αντιπροσωπεύουν τπν τιμή μόνο 6 μπούσελ σιταριού. Επομένως, η αναλογία μεταξύ των πραγματικών τιμών του παρελθόντος και της σημερινής εποχής είναι 12:6 ή 2:1. Στο παρελθόν, ένα τοντ μαλλιού θα μπορούσε να αγοράσει διπλάσια ποσότητα μέσων διαβίίΰσης από αυτήν που μπορεί να αγοράσει σήμερα. Και, κατά συνέπεια, θα μπορούσε να αγοράσει διπλάσια ποσότπτα εργασίας, αν δεχτούμε ότι η αμοιβή της εργασίας είναι η ίδια και για τις δύο αυτές περιόδους. 9. Η υποβάθμιση αυτή τόσο της πραγματικής όσο και της ονομαστικής αξίας του μαλλιού δεν θα είναι δυνατόν να οφείλεται στη φυσική πορεία των πραγμάτων. Υπήρξε λοιπόν ως αποτέλεσμα βίας και τεχνάσματος: κατά πρώτον, ως αποτέλεσμα της απόλυτης απαγόρευσης εξαγωγής μαλλιού από την Αγγλία, κατά δεύτερον της δυνατότητας εισαγωγής αδασμολόγητου μαλλιού από τπν Ισπανία, και κατά τρίτον τής απαγόρευσης εξαγωγής μαλλιού από την Ιρλανδία σε οποιαδήποτε άλλη χώρα πλην της Αγγλίας. Συνεπεία αυτών των ρυθμίσεων, η αγορά του αγγλικού μαλλιού, αντί να επεκταθεί οος επακόλουθο της οικονομικής προόδου της Αγγλίας, περιορίστηκε στην εγχώρια αγορά, όπου επιτρεπόταν να το ανταγωνιστεί το μαλλί διαφόρων άλλων χωρών και όπου το ιρλανδικό μαλλί ήταν εξαναγκασμένο να το ανταγωνιστεί. Καθώς, εξάλλου, οι ιρλανδικές μανκρακτούρες του μαλλιού αποθαρρύνονται, στο βαθμό εκείνο που αυτό είναι συμβατό με τη δικαιοσύνη και την καλή πίστη του εμπορίου, οι Ιρλανδοί μπορούν να χρησιμοποιήσουν μόνο ένα μικρό μέρος του μαλλιού τους, και είναι
290
Άνταμ Σμιθ
επομένως υποχρεωμένοι να αποστείλουν τη μεγαλύτερη ποσότητά τους στην Αγγλία, η οποία είναι η μοναδική αγορά στην οποία έχουν δικαίωμα να κάνουν εξαγωγές. 10, Δεν κατόρθωσα να συγκεντρώσω αυθεντικά στοιχείασχετικάμετην τιμή των ακατέργαστων δερμάτων κατά το παρελθόν. Το μαλλί συνήθως δινόταν ως επιδότηση στον βασιλιά και η αξιολόγηση αυτής της επιδότησης μας δίνει μια ιδέα σχετικά με την κανονική του τιμή. Ωστόσο, με τα ακατέργαστα δέρματα δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Ο Φλίτγουντ (Fleetwood) μάς δίνει μια τιμή των εμπορευμάτων αυτών ή, τουλάχιστον, τη συγκεκριμένη τιμή που καταγράφεται σε ένα λογαριασμό του 1425, μεταξύ του ηγούμενου του Μπέρτσεστερ 'Οξφορντ και ενός μέλους του εκκλησιαστικού του συμβουλίου: 12 σελίνια για 5 δέρματα βοδιού, 7 σελίνια και 3 πένες για 5 δέρματα αγελάδας, 9 σελίνια για 36 δέρματα προβάτου ηλικίας 2 ετών και 2 σελίνια για 16 δέρματα μοσχαριού. Στα 1425, τα 12 σελίνια περιείχαν τπν ποσότητα αργύρου που περιέχουν 24 σημερινά σελίνια. Επομένο)ς, στον ανοπέρω λογαριασμό, ένα δέρμα βοδιού εκτιμάτο σε μια ποσότητα αργύρου που ισοδυναμεί με 4 σελίνια και 4/5 πένες σημερινού νομίσματος. Η ονομαστική του αξία ήταν πολύ κατώτερπ τπς σημερινής. Αλλάτα 12 σελίνιατης εποχής εκείνης, προς 6 σελίνια και 8 πένες το κουάρτο σιταριού, θα αγόραζαν 14 και 4/5 μπούσελ σιταριού, τα οποία, προς 3 σελίνια και 6 πένες το μπούσελ, κοστίζουν σήμερα 51 σελίνια και 4 πένες. Επομένως, την εποχή εκείνη το δέρμα ενός βοδιού θα μπορούσε να αγοράσει τόσα σιτηρά όσα αγοράζουν σήμερα τα 10 σελίνια και οι 3 πένες. Η πραγματική του αξία ήταν ίση με 10 σελίνια και 3 πένες σημερινού νομίσματος. Την εποχή εκείνη, όπου τα βοοειδή κατά το μεγαλύτερο μέρος του χειμώνα σχεδόν λιμοκτονούσαν, δεν μπορούμε να θεωρήσουμε ότι ήταν ιδιαίτερα μεγάλου μεγέθους. Σήμερα, ένα δέρμα μοσχαριού που ζυγίζει 4 στόουν (stone) των 16 λιβρών averdupois, θεωρείται ικανοποιητικό, και για την εποχή εκείνη θα πρέπει να ήταν ένα πολύ καλό δέρμα. Αλλά το δέρμα αυτό, προς μισή κορόνα το ένα στόουν, που είναι η συνήθης σημερινή τιμή (Φεβρουάριος 1773) του ακατέργαστου δέρματος, θα κόστιζε σήμερα μόνο 10 σελίνια. Παρότι, επομένως, η ονομαστική του τιμή είναι υψηλότερη απ* ό,τι εκείνη την εποχή,ηπραγματικήτου τιμή, η πραγματική ποσότητα των μέσων διαβίοχπις που μπορεί να αγοράσει ή να ελέγξει, είναι κάπως μικρότερες. Η τιμή των ακατέργαστων δερμάτων αγελάδας, όπως αναφέρεται στον ανωτέρω λογαριασμό, πλησιάζει πολύ την κανονική της αναλογία προς την Ήμή των δερμάτων βοδινού. Η τιμή των δερμάτων προβάτου βρίσκεται πολύ πάνω από αυτή τπν αναλογία. Τα δέρματα αυτά πωλήθπκαν μάλλον μαζί με το μαλλί τους. Αντίθετα, τα δέρματα μοσχαριού βρίσκονται
Έρευνα για τη Φύση και τ
isΑιτίεετουΠλούτου των Εθνών
291
πολύ κάτω από την κανονική τους αναλογία. Στις χώρες όπου η τιμή των βοοειδών είναι πολύ χαμηλή, τα μοσχάρια, που δεν προορίζονται να μεγαλώσουν για να αναπαραγάγουν το είδος, σφάζονται σε πολύ νεαρή ηλικία, όπως συνέβαινε οτηΣκοτίαπριν από είκοσιήτριάντα χρόνια Με τον τρόπο αυτό εξοικονομείται το γάλα, το οποίο δεν θα καλυπτόταν από την τιμή πώλησής τους. Επομένοος, τα δέρματά τους δεν είναι συνήθοχ; ιδιαίτερπς ποιότπτας. 11. Η τιμή των ακατέργαστων δερμάτων είναι σήμερα πολύ μικρότερη απ' ό,τι πριν από μερικά χρόνια. Αυτό οφείλεται μάλλον στην άρση των δασμών επί των δερμάτων (ρώκιας και στην απελευθέρωσπ, επί ένα περιορισμένο διάστημα, της εισαγωγής αδασμολόγητων ακατέργαστων δερμάτων από την Ιρλανδία και τις αποικίες, που εκδόθηκε το 1769. Η πραγματική τους τιμή, οχ; μέσος όρος του αιώνα που διανύουμε, ήταν μάλλον κάπως υψηλότερη από την τιμή εκείνης της εποχής. Η φύση του εμπορεύματος αυτού δεν καθιστά τπ μεταφορά του σε μακρινές αποστάσεις τόσο πρόσφορη όσο αυτή του μαλλιού. Η αποθήκευσή του εγκυμονεί περισσότερους κινδύνους. Ένα δέρμα κατεργασμένο με αλάτι θεωρείται υποδεέστερο ενός φρέσκου και πωλείται σε κατώτερη τιμή. Το γεγονός αυτό δημιουργεί υποχρεωτικά την τάση μείοκπις της τιμής των ακατέργαστων δερμάτων που παράγονται σε μια χώρα η οποία δεν τα επεξεργάζεται, αλλά είναι υποχρεο)μένη να τα εξάγει, και αντίστοιχα μια τάση αύξησης της τιμής τους στη χώρα που τα επεξεργάζεται, θα υπάρχει δηλαδή τάση μείωσης της τιμής τους στις καθυστερημένες χώρες και αύξησης της τιμής τους στις οικονομικά ακμάζουσες χώρες που διαθέτουν μανιφακτούρες. Επομέναχ;, θαπρέπει να υπήρχεμιατάση μείωσης της τιμής τους κατά τις προηγούμενες ιστορικές περιόδους και αύξησής τους κατά τη σημερινή εποχή. Πέραν αυτού, οι βυρσοδέψες μας δεν υπήρξαν εξίσου αποτελεσματικοί όπως οι υφαντουργοί μας, στην προσπάθειά τους να πείσουν τους σοφούς της χώρας ότι η διασφάλιση της δημόσιας ευημερίας εξαρτάται από την ακμή του κλάδου τους. Κατά συνέπεια, είχαν πολύ λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση. Βέβαια, η εξαγωγή ακατέργαστων δερμάτων απαγορεύτηκε και χαρακτηρίστηκε δημόσιο έγκλημα. Όμως, η εισαγωγή δερμάτων από άλλες χώρες επιβαρύνθηκε από δασμούς και, παρότι καταργήθηκαν (για ένα περιορισμένο διάστημα μόνο πέντε χρόνων) οι δασμοί επί των δερμάτων που προέρχονταν από την Ιρλανδία και τις αποικίες, π τελευταία δεν περιορίστηκε αποκλειστικά στην αγορά της Μεγάλης Βρετανίας για την πώληση του πλεονάσματος των δερμάτων της ή αυτών που δεν κατεργάζονταν εκεί. Μέχρι πριν από λίγα χρόνια, τα ακατέργαστα δέρματα των κοινών ζώων συγκαταλέγονταν στα αναρίθμπτα προϊόντα τα οποία οι αποικίες μπορούσαν να εξάγουν μόνο στη
292
Ά\ηαμΣμιθ
μητρόπολη. Ούτε το εμπόριο της Ιρλανδίας υποχρεώθηκε ποτέ μέχρι σήμερα να υποστηρίξει τις μανιφακτούρες της Μεγάλης Βρετανίας. 12. Οποιεσδήποτε ρυθμίσεις τείνουν, σε μια προοδευμένη χώρα με ανεπτυγμένες καλλιέργειες, να μειώσουν την τιμή είτε του μαλλιού είτε του ακατέργαστου δέρματος κάτω από τα επίπεδα της φυσικής τους τιμής, θα τείνουν παράλληλα να αυξήσουν την τιμή του κρέατος. Η τιμή των μεγάλων, αλλά και των μικρών ζώων πρέπει να είναι επαρκής ώστε να καλύψει τόσο την πρόσοδο που προσδοκά ο γαιοκτήμονας όσο και το κέρδος που προσδοκά ο αγρότης-επιχειρηματίας από τη βελτιωμένη και καλλιεργημένη γη. Αν δεν συμβαίνει αυτό, πολύ σύντομα η εκτροφή τους θα σταματήσει. Επομένοχ;, εκείνο το τμήμα της τιμής τους που δεν καλύπτεται από το μαλλί και το ακατέργαστο δέρμα, θα πρέπει να πλπρωθεί από το κρέας. Όσο λιγότερο πληρώνονται τα μεν, τόσο περισσότερο πρέπει να πληρωθεί το δε. Ο τρόπος με τον οποίο θα επιμεριστεί η Ήμή του ζώου στα διάφορα μέρη του, αν δεχτούμε ότι αυτοί καρπούνται το σύνολό της, είναι αδιάφορος για τον γαιοκτήμονα και τον αγρότη-επιχειρηματία. Επομένως, σε μια προοδευμένη χώρα με ανεπτυγμένη αγροτική οικονομία, τα συμφέροντά τους ως γαιοκτημόνων και αγροτών-επιχειρηματιών δεν θίγονται ιδιαίτερα από τέτοιου είδους ρυθμίσεις, παρότι τα συμφέροντά τους ως καταναλωτών ενδέχεται να θίγονται εξαιτίας της αύξησης της τιμής των μέσων διαβίωσης. Βέβαια, σε μια καθυστερημένη χώρα με αδύναμη αγροτική οικονομία, τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά, αφού εκεί το μεγαλύτερο μέροςτων εκτάσεων δεν μπορεί να χρησιμοποιπθεί για κανέναν άλλο σκοπό πλην της εκτροφής των ζώων, των οποίων το μαλλί και τα δέρματα αποτελούν το κύριο μέρος της αξίας τους. Στην περίπτωση αυτή, τα συμφέροντά τους οος γαιοκτημόνων και αγροτών-επιχειρηματιών θα επηρεάζονταν σημαντικά από αυτές τις ρυθμίσεις, ενώ τα συμφέροντά τους ο)ς καταναλωτών θα επηρεάζονταν πολύ λίγο. Η μείωση της τιμής του μαλλιού και των δερμάτων δεν θα μπορούσε να προκαλέσει αύξηση της τιμής του κρέατος, διότι, καθώς η πλειονότητα των εκτάσεων της χώρας δεν χρησιμοποιείται για κανέναν άλλο σκοπό πλην της εκτροφής των ζώων, θα συνέχιζε να εκτρέφεται ο ίδιος αριθμός ζώων και επομένοας θα εμφανιζόταν στην αγορά η ίδια ποσότητα κρέατος. Η ζήτηση του κρέατος δεν θα ήταν μικρότερη arf ό,τι προηγουμένως. Επομένως, η τιμή του θα παρέμενε η ίδια. Η συνολική τιμή του ζώου θα μειθ)θεί, και μαζί με αυτή θα μειωθούν τόσο η πρόσοδος όσο και το κέρδος όλων των εκτάσεων που είχαν κύριο προϊόν τους τα ζώα, δηλαδή της πλειονότητας των εκτάσεων της χώρας. Η συνέχιση της απαγόρευσης εξαγωγήςμαλλιού,ηοποίασυνήθως-αλλά λανθασμένα- αποδίδεται στον Εδουάρδο τον III, θα αποτελούσε.
Έρευνα για τη Φύση και τ
isΑιτίεετουΠλούτου των Εθνών
293
για τις συνθήκες που επικρατούσαν τότε στη χώρα, την καταστροφικότερη ρύθμιση που θα μπορούσε να φανταστεί κανείς. 'Οχι μόνο θα μείωνε την πραγματική αξία της πλειονότητας των εκτάσεων του βασιλείου, αλλά και θα επιβράδυνε σημαντικά την επακόλουθη ανάπτυξη της χώρας, μέσω της μείωσης της τιμής των αιγοπροβάτων και των χοίρων. 13. Η τιμή του μαλλιού της Σκοτίας σημείωσε σημαντική πτώση εξαιτίας της ένοοσης με την Αγγλία, που είχε αποτέλεσμα τον αποκλεισμό της από τη μεγάλη ευρωπαϊκή αγορά και τον περιορισμό της στην αγγλική αγορά. Αν η αύξηση της τιμής του κρέατος δεν αντισταθμιζόταν πλήρως από τπν πτώση της τιμής του μαλλιού, η αξία της πλειονότητας των γαιών των νότιων κομητειών της Σκοτίας, που αποτελούνται κυρίοος από εκτάσεις βοσκής προβάτων, θα είχε επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό από το γεγονός αυτό. 14. Εάν, από τπ μια πλευρά, η δυνατότητα του ανθρώπινου μόχθου να αυξήσει την ποσότητα είτε του μαλλιού είτε των ακατέργαστων δερμάτων είναι περιορισμένη, στο βαθμό που εξαρτάται από το προϊόν της χώρας όπου ασκείται αυτός ο μόχθος, από την άλλη είναι αβέβαιη στο βαθμό που εξαρτάται από το προϊόν άλλων χωρών. Η εξάρτηση αυτή σχετίζεται όχι τόσο με την ποσότητα που παράγουν αυτές οι χώρες όσο με αυτήν που δεν είναι σε θέση να κατεργαστούν, όπως επίσης και με τους περιορισμούς που θεωρούν σκόπιμο να επιβάλουν ή να μην επιβάλουν στις εξαγωγές αυτού του είδους των ακατέργαστων προϊόντων. Οι παράγοντες αυτοί, που είναι τελείους ανεξάρτητοι από την εγχώρια οικονομική δραστηριότητα, καθιστούν κατ* ανάγκη την αποδοτικότητα των προσπαθειών της λίγο ώς πολύ αβέβαιη. Επομένως, με τον πολλαπλασιασμό αυτού του είδους των ακατέργαστων προϊόντων, όχι μόνο περιορίζεται η αποδοτικότητα του ανθρώπινου μόχθου, αλλά και γίνεται αβέβαιη. 15. Εξίσου αβέβαιη και περιορισμένη είναι η αποδοτικότητα του ανθρώπινου μόχθου όσον αφορά ένα άλλο, πολύ σημαντικό είδος ακατέργαστης συγκομιδής: την ποσότητα των ψαριών που προσκομίζονται στην αγορά. Η ποσότητα αυτή περιορίζεται από την τοπική κατάσταση της χώρας, από τη μικρή ή μεγάλη απόσταση των διαίρόρων επαρχιών της από τη θάλασσα, από τον αριθμό των λιμνών και των ποταμών της, και από αυτό που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε «γονιμότητα» ή «στειρότητα» αυτών των θαλασσών, των λιμνών και των ποταμών, οχ; προς αυτό το είδος συγκομιδής. Όσο αυξάνεται ο πληθυσμός, όσο η ετήσια συγκομιδή της γης και της εργασίας της χώρας γίνεται όλο και μεγαλύτερη, εμφανίζονται όλο και περισσότεροι αγοραστές ψαριών, και οι αγοραστές αυτοί έχουν στην κατοχή τους μεγαλύτερη ποσότητα και ποικιλία άλλων αγαθών ή -κάτι που
294
Άνταμ Σμιθ
είναι το ίδιο πράγμα- έχουν στην κατοχή τους το αντίτιμο μιας μεγαλύτερης ποσότητας και ποικιλίας άλλων αγαθών. Όμως, γενικά είναι αδύνατον να τροφοδοτηθεί η μεγαλύτερη και διευρυμένη αγορά χωρίς να απασχοληθεί μια ποσότητα εργασίας, αναλογικά πολύ μεγαλύτερη αυτής που απασχολήθηκε για την τρο(ροδοσία της στενής και περιορισμένης αγοράς. Μια αγορά που αρχικά απαιτούσε χίλιους τόνους ψαριών ετησίοος και απαιτεί σήμερα δέκα χιλιάδες τόνους ψαριών ετπσίως θα αντιμετώπιζε μεγάλα προβλήματα με την ομαλή τρο(ροδοσία τπς, αν δεν απασχολείτο μια ποσότητα εργασίας μεγαλύτερη από τη δεκαπλάσια αυτής η οποία επαρκούσε για την αρχική της τροφοδοσία. Γενικά, θα πρέπει τα ψάρια να αναζητηθούν σε μεγαλύτερη απόσταση, να χρησιμοποιηθούν μεγαλύτερα πλοία και ένας δαπανηρότερος εξοπλισμός. Επομένοχ;, η πραγματική τιμή αυτού του εμπορεύματος αυξάνεται παράλληλα με την οικονομική πρόοδο. Πιστεύω ότι μια τέτοια, μικρότερη ή μεγαλύτερη, αύξηση παρατηρήθηκε σε όλες τις χώρες. 16. Παρότι η επιτυχία της αλιευτικής συγκομιδής μιας συγκεκριμένης ημέρας είναι ένα πολύ αβέβαιο ζήτημα, οκπόσο, με δεδομένη την τοπική κατάσταση της χώρας, αν θεωρήσουμε το σύνολο του αλιεύματος ενός ή περισσότερων ετών, μπορούμε να πούμε ότι η γενική αποδοτικότητα της εργασίας που απαιτείται προκειμένου να προσκομισθεί στην αγορά μια δεδομένη ποσότητα ψαριών είναι αρκετά συγκεκριμένη. Και, πραγματικά, το γεγονός αυτό δεν το αμφισβητεί κανείς. Ωστόσο, επειδή η αποδοτικότητα αυτή εξαρτάται περισσότερο από την τοπική κατάσταση της χώρας και λιγότερο από την κατάσταση του πλούτου και της οικονομίας της, και επειδή για το λόγο αυτόν ενδέχεται να είναι π ίδια σε χώρες που βρίσκονται σε πολύ διαφορετικές βαθμίδες ανάπτυξης ή ενδέχεται να παρουσιάζει μεγάλες διαφορές σε χώρες που βρίσκονται στην ίδια βαθμίδα ανάπτυξης, η συσχέτισή της με το επίπεδο της οικονομικής ανάπτυξης της χώρας είναι αβέβαιη, και σε αυτή ακριβώς την αβεβαιότητα σκοπεύω να αναφερθώ στη συνέχεια. 17. Όσον αφορά την αύξηση της ποσότητας των ορυκτών και των μετάλλων που αποσπώνται από τα σπλάχνα τπς γης, και ιδιαίτερα των πολυτιμότερων μετάλλων, η αποδοτικότητα του ανθρώπινου μόχθου φαίνεται να είναι απεριόριστη, αλλά και τελείως αβέβαιη. 18. Η ποσότητα των πολύτιμων μετάλλων που μπορεί να υπάρχει σε μια χώρα δεν περιορίζεται από παράγοντες σχετικούς με την τοπική κατάσταση, όπως η γονιμότητα ή η στειρότητα των ορυχείων της. Συχνά, τα μέταλλα αυτά αφθονούν σε χώρες που δεν έχουν καθόλου ορυχεία. Η ποσότητα των ευγενών μετάλλων σε μια δεδομένη χώρα φαίνεται ότι εξαρτάται από δύο διαορορετικούς παράγοντες πρώτον.
Έρευνα για τη Φύση και τ
isΑιτίεετουΠλούτου των Εθνών
295
από τη δυνατότητά της να αγοράζει τα μέταλλα αυτά, από την κατάσταση της οικονομίας της, από το ετήσιο προϊόν της γης και της εργασίας της, μέσω του οποίου έχει τη δυνατότητα να απασχολεί έναν μεγαλύτερο ή μικρότερο όγκο εργασίας και μέσων διαβίωσης στην προσκόμιση -από τα ορυχεία της ή από τα ορυχεία άλλων χωρώντέτοιων ειδών πολυτελείας, όποος ο χρυσός και ο άργυρος. Και δεύτερον, από τη γονιμότητα ή τη στειρότητα των ορυχείων που τυχαίνει να τροφοδοτούν τον εμπορικό κόσμο με αυτά τα μέταλλα σε μια δεδομένη στιγμή. Η ποσότητα αυτών των μετάλλων στις πλέον απομακρυσμένες από τα ορυχεία χώρες θα πρέπει να επηρεάζεται, σε έναν μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, από αυτή τη γονιμότητα ή τη στειρότητα, εξαιτίας της εύκολης και φτηνής μεταφοράς τους, που οφείλεται στον μικρό τους όγκο και στη μεγάλη τους αξία. Η ποσότητα των ευγενών μετάλλων στην Κίνα και στο Ινδοστάν θα πρέπει να έχει επηρεαστεί σε έναν μικρό ή μεγάλο βαθμό από την αορθονία των ορυχείων της Αμερικής. 19. Στο βαθμό που η ποσότητα των ευγενών μετάλλων σε μια δεδομένη χώρα εξαρτάται από τον πρώτο παράγοντα (την αγοραστική δύναμη), η πραγματική τους τιμή, όποος συμβαίνει με όλα τα άλλα είδη πολυτελείας και τα όχι πρώτης ανάγκης αγαθά, ενδέχεται να αυξάνεται με τον πλούτο και την πρόοδο της χώρας και να μειώνεται με τη φτώχεια και παρακμή της. Οι χώρες που έχουν τη δυνατότητα να σπαταλήσουν μεγάλες ποσότητες εργασίας και μέσων διαβίαχχης, είναι σε θέση να αγοράσουν μια δεδομένη ποσότητα αυτών των μετάλλων, καταβάλλοντας μεγαλύτερη ποσότητα εργασίας και μέσων διαβίωσης από αυτήν που είναι σε θέση να καταβάλουν οι χώρες οι οποίες έχουν τη δυνατότητα να σπαταλήσουν μικρότερες ποσότητες. 20. Στο βαθμό που η ποσότητα των ευγενών μετάλλων σε μια δεδομένη χώρα εξαρτάται από τον δεύτερο παράγοντα (τη γονιμότητα ή τη στειρότητα των ορυχείων που τυχαίνει να τροφοδοτούν τον εμπορικό κόσμο), η πραγματική τους τιμή, η πραγματική ποσότητα εργασίας και μέσων διαβίωσης την οποία θα αγοράσουν ή με την οποία θα ανταλλαγούν, χωρίς αμφιβολία θα μειώνεται, στον ένα ή στον άλλο βαθμό, ανάλογα με τη γονιμότητα των ορυχείων, και θα αυξάνεται ανάλογα με τη στειρότητά τους. 21. Ωστόσο, η γονιμότητα ή η στειρότητα των ορυχείων, τα οποία σε μια δεδομένη στιγμή τροφοδοτούν τον εμπορικό κόσμο, είναι ένας παράγοντας που προφανώς δεν μπορεί με κανέναν τρόπο να σχετίζεται με την κατάσταση της οικονομίας μιας δεδομένης χώρας. Φαίνεται μάλιστα ότι δεν διατηρεί καμιά αναγκαία σχέση ούτε με την κατάσταση γενικά της παγκόσμιας οικονομίας. Βέβαια, καθώς οι τέχνες και το εμπόριο εξαπλώνονται σταδιακά σε ένα όλο και μεγαλύτερο μέρος
296
Άνταμ Σμιθ
του πλανήτη, η αναζήτηση νέων ορυχείων επεκτείνεται σε μια ευρύτερη έκταση και, ο)ς εκτούτου, θα έχει μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχίας arf όσες είχε γνοορίσει όταν περιοριζόταν σε στενότερα όρια. Όμως, η ανακάλυψη των νέων ορυχείων, καθώς εξαντλούνται σταδιακά τα παλαιά ορυχεία, ενέχει ιδιαίτερη αβεβαιότητα την οποία δεν είναι σε θέση να αναιρέσει καμιά ανθρώπινη δύναμη ή γνώση. Είναι γενικά παραδεκτό ότι όλες οι ενδείξεις είναι αμφίβολες, και μόνο π πραγματική ανακάλυψη και επιτυχής λειτουργία ενός ορυχείου μπορεί να πιστοποιήσει την πραγματική αξία του ή ακόμα και την ύπαρξή του. Στην έρευνα αυτή δεν υπάρχουν ασφαλή όρια, είτε της πιθανής επιτυχίας είτε της πιθανής απογοήτευσης του ανθρώπινου μόχθου. Είναι πιθανό σε διάστημα ενός ή δύο αιώνων να ανακαλυφθούν ορυχεία γονιμότερα από οποιαδήποτε μέχρι σήμερα γνοχπά ορυχεία. Είναι εξίσου πιθανό τα γονιμότερα ορυχεία στο τέλος αυτής της περιόδου να είναι πιο άγονα arf όλα τα ορυχεία που βρίσκονταν σε λειτουργία πριν από την ανακάλυψη της Αμερικής. 'Οποιο από τα δύο αυτά ενδεχόμενα και αν πραγματοποιηθεί, θα έχει πολύ μικρή σημασία για τον πραγματικό πλούτο και την ευημερία του κόσμου, για την πραγματική αξία του ετήσιου προϊόντος της γης και της εργασίας της ανθρωπότητας. Η ονομαστική αξία αυτού του πλούτου, η ποσότητα χρυσού και αργύρου με την οποία θα μπορεί να εκφραστεί ή να αντιπροσωπευτεί αυτός ο πλούτος, θα είναι αναμφίβολα πολύ διαφορετική. Ωστόσο, η πραγματική του αξία, η πραγματική ποσότητα εργασίας που θα είναι αυτός σε θέση να αγοράσει ή να ελέγξει, θα είναι ακριβώς η ίδια. Στη μία περίπτωση, ενδέχεται ένα σελίνι να αντιπροσωπεύει μια εργασία όχι περισσότερη απ' αυτήν που αντιπροσωπεύει σήμερα μία πένα. Και στην άλλη, ενδέχεται μία πένα να αντιπροσωπεύει την εργασία που αντιπροσωπεύει σήμερα ένα σελίνι. Όμως, στη μία περίπτωση, αυτός που θα έχει στην τσέπη του ένα σελίνι δεν θα είναι πλουσιότερος arf αυτόν που έχει σήμερα στην τσέπη του μία πένα. Και στην άλλη, αυτός που θα έχει μία πένα θα είναι εξίσου πλούσιος με αυτόν που έχει σήμερα ένα σελίνι. Το μοναδικό πλεονέκτημα που θα αντλήσει ο κόσμος από το πρώτο ενδεχόμενο είναι η αφθονία και η φτήνια των χρυσών και αργυρών αντικειμένων, ενώ το μοναδικό πρόβλημα που θα έχει να αντιμετωπίσει από το δεύτερο ενδεχόμενο θα είναι η ακρίβεια και η σπανιότητα αυτών των μη σημαντικών αγαθών, που δεν εξυπηρετούν καμιά βασική ανάγκη.
Έρευνα για τη Φύση και
τ
isΑιτίεετουΠλούτου των Εθνών
Σημειώσεΐ5 1. Φυσική Ιστορία, τόμος Χ, κεφ. xxix. 2. Ibid., τόμος Ιχ, κεφ. Xvii.
3. KaMs Travels, τόμος I, σ. 343,344. 4. Βλ. John Smith, Memories of wool, Λονδίνο 1747.
297
ciupJi£pGii|iai:ti ^ > Vv'-f Η / Π
ι 1^·
ιΐς μεταβολέι, τ'ίΐς αξίας ίου αργύρου 1. Η πλειονότητα των συγγραφέων που συγκέντρωσαν τις χρηματικές τιμές διαφόρων αγαθών κατά το παρελθόν, φαίνεται ότι θεώρησε τη χαμηλή χρηματική τιμή των σιτηρών και των αγαθών γενικά ή, με άλλα λόγια, την υψηλή αξία του χρυσού και του αργύρου ως απόδειξη όχι μόνο της σπανιότητας αυτών των μετάλλων, αλλά και της φτώχειας και της καθυστέρησης της χώρας για τη δεδομένη εποχή. Η ιδέα αυτή συνδέεται με το σύστημα της πολιτικής οικονομίας που αντιλαμβάνεται τον εθνικό πλούτο οχ; συνώνυμο της αφθονίας και την εθνική φτώχεια ως συνώνυμο της έλλειψης χρυσού και αργύρου. Το σύστημα αυτό θα προσπαθήσω να ερμηνεύσω και να εξετάσω λεπτομερώς στο τέταρτο βιβλίο αυτής της έρευνας. Προς το παρόν, θα σημειώσω μόνο ότι η υψηλή αξία των πολύτιμων μετάλλων δεν μπορεί να αποτελεί απόδειξη της φτώχειας ή της καθυστέρησης της χώρας στην οποία παρατηρείται αυτή η υψηλή αξία. Αποτελεί απόδειξη μόνο της στειρότητας των ορυχείων που τυχαίνει να τροφοδοτούν εκείνη τη στιγμή τον εμπορικό κόσμο. Όπως μια φτωχή χώρα δεν είναι σε θέση να αγοράσει περισσότερο χρυσό και άργυρο από μια πλούσια χώρα, για τον ίδιο λόγο δεν είναι σε θέση να πληρώσει αυτά τα μέταλλα ακριβότερα.
300
Άνταμ Σμιθ
Επομένως, η αξία αυτών των μετάλλων στη φτωχή χώρα δεν θα πρέπει να είναι υψπλότερη arf ό,τι στπν πλούσια χώρα. Στην Κίνα, μια χώρα πολύ πλουσιότερη arf οποιοδήποτε μέροςτηςΕυρώπης, ηαξίατων πολύτιμων μετάλλων είναι πολύ υψηλότερη ατί ό,τι σε οποιοδήποτε μέρος της Ευρώπης. Βέβαια, καθώς ο πλούτος της Ευρώπης έχει αυξηθεί σημαντικά από την εποχή της ανακάλυψης των ορυχείων της Αμερικής, η αξία του χρυσού και του αργύρου έχει σταδιακά μειωθεί. Ωστόσο, αυτή η μείωση της αξίας τους δεν οφείλεται στην αύξηση του πραγματικού πλούτου τπς Ευρώπης, στην αύξηση δηλαδή του ετήσιου προϊόντοςτης γηςκαιτηςεργασίαςτης, αλλά στη συμπτωματική ανακάλυψη ορυχείων πολύ πιο γόνιμων από τα μέχρι τότε γνωστά. Η αύξηση της ποσότητας του χρυσού και του αργύρου στην Ευρώππ και η αύξηση των μανιφακτουρικών και αγροτικών της προϊόντων είναι δύο γεγονότα τα οποία, παρότι συνέβησαν την ίδια περίπου χρονική περίοδο, προήλθαν από πολύ διαφορετικές αιτίες και δεν έχουν κάποια φυσική μεταξύ τους συσχέτιση. Το πρώτο προήλθε από μια απλή σύμπτοοσπ, τπν οποία δεν θα μπορούσε να διεκδικήσει καμιά προνοητικότητα και καμιά πολιτική. Το δεύτερο προήλθε από την πτώση του φεουδαρχικού συστήματος και την εγκαθίδρυση μιας μορφής διακυβέρνησης, που προσέφερε στον ανθρώπινο μόχθο τη μοναδική ενθάρρυνση την οποία είχε ανάγκη, δηλαδή τη διασφάλιση του ότι θα απολαμβάνει τους καρπούς τπς εργασίας του. Η Πολωνία, όπου συνεχίζει να υφίσταται το φεουδαρχικό σύστημα, βρίσκεται στην ίδια εξαθλιωμένη κατάσταση στην οποία βρισκόταν πριν από την ανακάλυψη της Αμερικής. Ωστόσο, η τιμή των σιτηρών στην Πολωνία έχει αυξηθεί: η πραγματική αξία των πολύτιμων μετάλλων έχει μειωθεί, όπως και σε όλα τα άλλα μέρη της Ευρώππς. Επομένοχ;, η ποσότητά τους θα πρέπει να έχει αυξηθεί όποχ; και στα άλλα μέρη, και σχεδόν στην ίδια αναλογία με την οποία αυξήθηκε το ετήσιο προϊόν της γης και της εργασίας της. Φαίνεται όμως ότι αυτή η αύξηση της ποσότπτας των πολύτιμων μετάλλων δεν αύξησε το ετήσιο προϊόν, ούτε προήγαγε τις μανιφακτούρες και την αγροτική οικονομία της χώρας, ούτε βελτίωσε την τύχη των κατοίκων της. Η Ισπανία και η Πορτογαλία, οι χώρες που κατέχουν τα ορυχεία, είναι ίσως οι πιο φτωχές χώρες της Ευρώπης μετά την Πολωνία. Ωστόσο, η αξία των πολύτιμων μετάλλων στην Ισπανία και στην Πορτογαλία θα πρέπει να είναι μικρότερη arf ό,τι σε οποιοδήποτε μέρος της Ευρώπης, καθώς κατά τη μεταφορά τους στις άλλες χώρες της Ευρώπης επιβαρύνονται όχι μόνο με τα ναύλα και τα ασφάλιστρα, αλλά και μετιςδαπάνεςτου λαθρεμπορίου, εφόσον η εξαγωγή τους είτε απαγορεύεται είτε υπόκειται σε δασμούς. Σε σχέση επομένοχ; με το ετήσιο προϊόν της γης και της εργασίας, η ποσότητά τους θα πρέπει να είναι μεγαλύτερη σε αυτές τις χώρες απ* ό,τι
Έρευνα για τη Φύση και τ is Αιτίεε του Πλούτου των Εθνών
301
στα άλλα μέρη της Ευρώπης. Όμως, οι χώρες αυτές είναι φτωχότερες από το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης. Παρότι στην Ισπανία και στην Πορτογαλία το φεουδαρχικό σύστημα έχει καταργηθεί, δεν έχει αντικατασταθεί από κάποιο πολύ καλύτερο. 2. Όπως, επομένως, η χαμηλή τιμή του χρυσού και του αργύρου δεν αποτελεί απόδειξη του πλούτου και της ανθηρής κατάστασης της χώρας στην οποία αναφερόμαστε, για τους ίδιους λόγους η υψηλή αξία αυτών των μετάλλων ή η χαμηλή χρηματική τιμή είτε των αγαθών γενικά είτε των σιτηρών ειδικότερα δεν αποτελούν απόδειξη φτώχειας και καθυστέρησης. 3. Παρόλο όμως που π χαμηλή χρηματική τιμή είτε των αγαθών γενικά είτε των σιτηρών ειδικότερα δεν αποτελεί απόδειξη της φτώχειας και της καθυστέρησης μιας παρελθούσας εποχής, η χαμηλή χρηματική τιμή ενός ιδιαίτερου είδους αγαθών, όπως τα ζώα και το κάθε είδους κυνήγι, σε σχέση με την τιμή των σιτηρών, αποτελεί μια εξόχως αποφασιστική απόδειξη. Η χαμηλή τιμή αυτών των αγαθών αποδεικνύει σαφώς, πρώτον, τη μεγάλη αφθονία τους σε σχέση με τα σιτηρά, και κατά συνέπεια τη μεγάλη έκταση γης που καταλαμβάνουν σε σχέση με την έκταση την οποία καταλαμβάνουν τα σιτηρά, και δεύτερον τη χαμηλή αξία αυτής της έκτασης σε σχέση με την έκταση των σιτηρών και, κατά συνέπεια, την ακαλλιέργητη και χέρσα κατάσταση του κατά πολύ μεγαλύτερου μέρους των εκτάσεων της χώρας. Αποδεικνύει σαφώς ότι το απόθεμα και ο πληθυσμός της χώρας δεν βρίσκονται στην ίδια αναλογία με την έκταση της χώρας, στην οποία βρίσκονται συνήθως το απόθεμα και ο πληθυσμός των ανεπτυγμένων χωρών, και ότι σε μια τέτοια χώρα ή σε μιατέτοια χρονική περίοδοηκοινωνίαβρίσκεται ακόμα στο νηπιακό της στάδιο. Από την υψηλή ή χαμηλή τιμή είτε των αγαθών γενικά είτε των σιτηρών ειδικότερα, μπορούμε να συμπεράνουμε μόνο ότι τα ορυχεία τα οποία έτυχε να τροφοδοτούν εκείνη την εποχή τον εμπορικό κόσμο ήταν γόνιμα ή στείρα, και όχι ότι η χώρα είναι φτωχή ή εύπορη. Αλλά από την υψηλή ή χαμηλή τιμή ορισμένων ειδών αγαθών σε σχέση με την τιμή των άλλων αγαθών, μπορούμε να συμπεράνουμε -με μια πιθανότητα που πλπσιάζει τη βεβαιότητα-ότι επρόκειτο για μια χώρα πλούσια ή φτωχή, ότι το μεγαλύτερο μέρος των εκτάσεών της ήταν βελτιωμένο ή χέρσο και ότι βρισκόταν είτε σε μια λίγο ώς πολύ πρωτόγονπ είτε σε μια λίγο ώς πολύ πολιτισμένη κατάσταση. 4. Κάθε αύξηση της χρηματικής τιμής των αγαθών, που προκύπτει αποκλειστικά από την υποτίμηση της αξίας του αργύρου, θα επηρεάζει εξίσου τα διάφορα είδη αγαθών και θα αυξάνει την τιμή τους ομοιόμορφα, κατά το ένα τρίτο, το ένα τέταρτο ήτο ένα πέμπτο αυτής, ανάλογα με το αν ο άργυρος υποτιμάται κατά το ένα τρίτο, το ένα τέταρτο ή το
302
Άνταμ Σμιθ
ένα πέμπτο της αξίαςτου. Ωστόσο, ηαύξησητηςτιμήςτων μέσων διατροφής, για την οποία έχουν αναπτυχθεί μεγάλος προβληματισμός και διάλογος, δεν είναι ομοιόμορφη για όλα τα είδη διατροφής. Είναι γενικά παραδεκτό, ακόμα και από αυτούς που την αποδίδουν στην υποτίμηση της αξίας του αργύρου, ότι η τιμή των σιτηρών, ως μέσος όρος του αιώνα ηου διανύουμε, έχει αυξηθεί ηολύ λιγότερο απ* ό,τι π τιμή ορισμένων άλλων ειδών διατροφής. Επομένως, η αύξηση της τιμής αυτών των άλλων αγαθών δεν μπορεί να οφείλεται αποκλειστικά στην υποτίμηση της αξίας του αργύρου, θα πρέπει να συνυπολογιστούν και μερικές άλλες αιτίες, και αυτές που κατονομάστηκαν προηγουμένως μπορούν ίσως να ερμηνεύσουν επαρκώς την αύξηση της τιμής εκείνων των ειδών διατροφής για τα οποία η αύξηση αυτή ξεπέρασε την αντίστοιχη της τιμής των σιτηρών, χωρίς να χρειάζεται να καταφύγουμε στην υποτιθέμενη υποτίμηση της αξίας του αργύρου. 5. Όσον αφορά την ίδιατηντιμήτων σιτηρών,στη διάρκειατων 64 πρώτων ετών του αιώνα που διανύουμε, και πριν από την πρόσφατη ασυνήθιστη σειρά ετών με κακές καιρικές συνθήκες, αυτή ήταν κάπως χαμηλότερη της αντίστοιχης τιμής των σιτηρών στη διάρκεια των τελευταίων 64 ετών του προηγούμενου αιώνα. Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται όχι από τους λογαριασμούς της αγοράς του Γουίντσορ (Windsor), αλλά από τα δημόσια αρχεία όλωντωνκομητειώντηςΣκοτίας και από τους καταλόγους τιμών διαφόρων αγορών της Γαλλίας, που συγκέντρωσαν με μεγάλη και επίμονη προσπάθεια ο κ. Μεσάνς (Messance) και ο κ. Ντουπρέ ντε Σαιν Μουρ (ΟυρΓέ de St. Maur). Η απόδειξη είναι πληρέστερη ατί όσο θα μπορούσε να περιμένει κανείς σχεΉκά με ένα θέμα η επιβεβαίωση του οποίου είναι προ(ρανώς πολύ δύσκολη. 6. Όσον αφορά την υψηλή τιμή των σιτηρών κατά τα τελευταία 10 ή 12 χρόνια, αυτή μπορεί να ερμηνευτεί ικανοποιητικά από την κακοκαιρία, χωρίς να υποθέσουμε καμιά υποτίμηση της αξίας του αργύρου. 7. Επομένοχ;, η άποψη ότι η αξία του αργύρου μειώνεται συνεχώς, φαίνεται ότι δεν θεμελιώνεται σε ορθές παρατηρήσεις, είτε της τιμής των σιτηρών είτε της τιμής των άλλων μέσων διατροφής. 8. θα μπορούσε ίσοχ; να λεχθεί ότι η ίδια ποσότητα αργύρου, ακόμα και σύμορωνα με την ερμηνεία που παραθέτουμε εδώ, θα αγοράσει μια πολύ μικρότερη ποσότητα των δια(ρόρων ειδών διατροφής arf αυτήν που αγόραζε επί κάποιο διάστημα στη διάρκεια του παρελθόντος αιώνα. Το να ερευνήσουμε κατά πόσο η μεταβολή αυτή θ(ρείλεται σε μια αύξηση της αξίας αυτών των αγαθών ή στην πτώση της αξίας του αργύρου, σημαίνει ότι εισάγουμε μια μάταιη και περιττή διάκριση, που δεν χρησιμεύει σε τίποτα σε αυτόν που διαθέτει μια ορισμένη ποσότητα αργύρου με την οποία προσέρχεται στην αγορά ή έχει ένα ορισμένο.
Έρευνα για τη Φύση καιτis Αιτίεε του Πλούτου των Εθνών
303
σταθερό χρηματικό εισόδημα. Ασφαλώς και δεν πιστεύω ότι η γνώση αυτής της διάκρισης θα του επιτρέψει να αγοράσει φθηνότερα. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είναι ολοοσδιόλου άχρηστη. 9. Η γνώση αυτή μπορεί να είναι χρήσιμη για την κοινωνία, εφόσον επιτρέπει μια εύκολη απόδειξη της κατάστασης ευημερίας της χώρας. Αν η αύξηση της τιμής ορισμένων ειδών διατροφής οφείλεται αποκλειστικά στην πτώση της αξίας του αργύρου, οφείλεται σε ένα περιστατικό από το οποίο το μόνο που μπορούμε να συμπεράνουμε είναι η γονιμότητα των αμερικανικών ορυχείων. Ο πραγματικός πλούτος της χώρας, το πραγματικό ετήσιο προϊόν της γης και της εργασίας της, είναι δυνατόν είτε να παρουσιάζει σταδιακή μείοχτη, όποος στην Πορτογαλία και στην Πολωνία, είτε να παρουσιάζει σταδιακή αύξηση, όπως στα περισσότερα άλλα μέρη της Ευρώπης. Αν όμως αυτή η αύξηση της τιμής κάποιων μέσων διατροφής οφείλεται σε μια αύξηση της πραγματικής αξίας της γης που τα παράγει, στην αυξημένη γονιμότητα ή είναι συνέπεια μιας πιο εκτεταμένης βελτίωσης της γης και μιας καλύτερης καλλιέργειας -στο γεγονός, δηλαδή, ότι η γη καθίσταται καταλληλότερη για την παραγωγή σιτηρών-, τότε οφείλεται σε έναν παράγοντα που υποδηλώνει με τον σαφέστερο τρόπο την κατάσταση ευημερίας και προόδου τπςχώρας. Η γη αποτελεί μακράν το μεγαλύτερο, το σημανπκότερο και το μεγαλύτερης διάρκειας στοιχείο του πλούτου μιας εκτεταμένης χώρας. Η κατοχή μιας τόσο αποφασιστικής απόδειξης της αυξανόμενης αξίας του μακράν μεγαλύτερου, σημαντικότερου και διαρκέστερου τμήματος του πλούτου της χώρας θα πρέπει ασφαλώς να είναι χρήσιμη και θα προσφέρει τουλάχιστον κάποια ικανοποίηση στους κατοίκους της. 10. Μπορεί επίσης να χρησιμεύσει στη ρύθμιση της χρηματικής αμοιβής κάποιων κατώτερων έμμισθων εργατών. Αν αυτή η αύξηση της τιμής κάποιων ειδών διατροφής οφείλεται σε πτώση της αξίας του αργύρου, η χρηματική αμοιβή αυτών των έμμισθων εργατών, εάν υποθέσουμε ότι μέχρι τότε δεν ήταν υπερβολικά υψηλή, θα πρέπει ασφαλώς να αυξηθεί, ανάλογα με το μέγεθος αυτής της πτώσης. Αν δεν αυξπθεί, η πραγματική τους αμοιβή προφανώς θα υποστεί αντίστοιχη μείωση. Αν όμως η αύξηση αυτή οφείλεται στην αυξημένη τους αξία, που προκύπτει από τπ βελτιωμένη γονιμότητα της γης η οποία παράγει αυτά τα είδπ διατροφής, τότε π εκτίμηση του βαθμού στον οποίο πρέπει να αυξπθεί μια χρπματική αμοιβή ή, ακόμα, του αν πρέπει να αυξηθεί καθόλου, γίνεται ένα λεπτό θέμα. Επειδή η συνεχής βελτίοκιη και καλλιέργεια της γης αυξάνει υποχρεοπικά την τιμή κάθε είδους ζΟΜκής τροφής σε μεγαλύτερο βαθμό απ* αυτόν τπς αύξησης της τιμής των σιτηρών, πιστεύω ότι υποχρεωτικά θα μειώνει την τιμή κάθε είδους φυτικής τροφής. Αυξάνει την τιμή της ζωικής
304
Άνταμ Σμιθ
τροφής διότι ένα μεγάλο μέρος της γης που την παράγει, γίνεται κατάλληλο για την παραγωγή σιτηρών και θα πρέπει να επιτρέπει στον γαιοκτήμονα και στον αγρότη-επιχειρηματίανα καρπωθούν τηνπρόσοδο και το κέρδος της καλλιέργειας σιτηρών. Μειώνει την τιμή της φυτικής τροφής, διότι με την αύξηση της γονιμότητας της γης αυξάνεται η παραγόμενη ποσότητα φυτικής τροφής. Ακόμα, οι βελτιώσεις των καλλιεργειών εισάγουν πολλά είδη φυτικών τροφών που, καθώς απαιτούν λιγότερη γη και όχι περισσότερη εργασία arf αυτήν που απαιτούν τα σιτηρά, πωλούνται στην αγορά σε χαμηλότερη τιμή. Τέτοια είδη είναι οι πατάτες και ο αραβόσιτος ή το αποκαλούμενο «ινδικό σιτάρι», οι δύο σημαντικότερες βελτιώσεις που έχουν γνωρίσει οι αγροτικές καλλιέργειεςτης Ευρώπης, ίσο)ςκαιηίδιαηΕυρώπη, από την εποχή της μεγάλης επέκτασης του εμπορίου και της ναυσιπλοΐας της. Βέβαια, πολλά είδη φυτικής τροφής, όπως τα γογγύλια, τα καρότα, ταλάχανακ.ά., τα οποίαστο πρωτόγονο στάδιοτης αγροτικής καλλιέργειας περιορίζονταν στον κήπο της κουζίνας και καλλιεργούνταν μόνο με τοφτυάρι, στοσημερινό, ανεπτυγμένο της στάδιο καλλιεργούνται σε κοινούς αγρούς με το αλέτρι. Επομένως, στην πορεία της προόδου, η πραγματική τιμή ενός είδους τροφής αυξάνεται, και ενός άλλου μειώνεται, και είναι ένα πολύ λεπτό θέμα το να εκτιμήσει κανείς σε ποιο βαθμό η αύξηση της τιμής του ενός είναι δυνατόν να αντισταθμιστεί από τη μείοκτη της τιμής του άλλου. Όταν η πραγματικήτιμήτου κρέατος έφτασε κάποτε στούψιστοσημείοτης (γεγονός το οποίο, με εξαίρεση ίσοος το χοιρινό κρέας, φαίνεται ότι συνέβη στην Αγγλία εδώ και περισσότερο από έναν αιώνα), κάθε άλλη αύξηση που σημειώνεται στη συνέχεια στην τιμή οποιουδήποτε είδους ζωικής τροφής δεν μπορεί να επηρεάσει σημαντικά τις συνθήκες διαβίωσης των κατώτερων τάξεων του πληθυσμού. Οι συνθήκες διαβίοοσης των φτωχών ανθρώπων του μεγαλύτερου μέρους της Αγγλίας δεν θα επιδεινωθούν ιδιαίτερα από μια αύξηση της τιμής των πουλερικών, των ψαριών, των άγριων πτπνών ή του ζαρκαδιού, αφού η αύξηση αυτή θα ανακουφιστεί από τη μείοοση της τιμής της πατάτας. 11. Στη σημερινή εποχή έλλειψης τροφίμων, η υψηλή τιμή των σιτηρών είναι ασφαλώς δυσβάσταχτη για τους φτωχούς. Αλλά σε εποχές μέσης αίρθονίας, όταν τα σιτηρά πωλούνται στην κανονική ή στη μέση τιμή τους, η φυσική αύξηση της τιμής ενός είδους ακατέργαστης συγκομιδής δεντους επηρεάζει ιδιαίτερα. Q φτωχοί θα υποφέρουν ίσως περισσότερο από την τεχνητή αύξηση που προκάλεσαν οι φόροι στην τιμή ορισμένων μανιφακτουρικών προϊόντων, όπως το αλάτι, το σαπούνι, το δέρμα, τα κεριά, η βύνη, η μπίρα, η ανοιχτόχρωμη μπίρα κ.ά.
'.ί·;f iϊ:.
ΊΙ S
t ft' Λ %'V f
iS 1 5
I, ii^tCx.,!'
1. Η σταδιακή μείωση της πραγματικής τιμής όλων οχεδόν των εμπορευμάτων απ(πελεί, (χκπόσο, φίκτική συνέπεια της ακονομικής π ^ ^ δου. Μάλιστα, η ποσότητα εργασίας (για την παραγωγή) των μανκρακτουρικών προϊόντων μειοάνεται ίσωςχωρίςκαμιά απολύτως εξαίρεση. Ο καλύτερος μηχανικός εξοπλισμός, η μεγαλύτερη επιδεξιότητα και ο προσ(ρορότερος καταμερισμός εργασίας και επιμερισμός καθηκόντων, που αποτελούν φυσικές συνέπειες της προόδου, έχουν αποτέλεσμα να απαιτείται μια όλο και μικρότερη ποσότητα εργασίας για την εκτέλεση ενός συγκεκριμένου έργου. Και, παρότι π πραγματική τιμή της εργασίας θα πρέπει να αυξάνεται σημαντικά εξαιτίας της ανθηρής κατάστασηςτηςκοινωνίας, η μεγάλη μείωση της απαιτούμενης εργασίας θα υπερκαλύπτει ακόμα και τη μεγαλύτερη αύξηση της τιμής της εργασίας που θα μπορούσε να παρατηρηθεί. 2. Υπάρχουν βέβαια κάποια μανιφακτουρικά προϊόντα, για τα οποία η αναγκαία αύξηση της πραγματικής τιμής των ακατέργαστων υλικών
306
Άνταμ Σμιθ
υπερκαλύπτει τα πλεονεκτήματα που μπορεί να επιφέρει π πρόοδος οτπν εκτέλεση της δουλειάς. Στην περίπτωση του ξυλουργού, του μαραγκού και ενός απλού επιπλοποιού, η υποχρεοπική αύξηση της πραγματικήςτιμήςτου ξύλου, που οφείλεται στη βελτίωση της γης, θαυπερκαλύπτει τα πλεονεκτήματα που είναι δυνατόν να προέρχονται από τον καλύτερο εξοπλισμό, τπ μεγαλύτερη επιδεξιότητα και τον προσφορότερο καταμερισμό εργασίας και επιμερισμό καθηκόντων. 3. Ωστόσο, σε όλες τις περιπτώσεις όπου η πραγματική τιμή των ακατέργαστων υλικών είτε δεν αυξάνεται καθόλου είτε δεν αυξάνεται ιδιαίτερα, π τιμή του μανιφακτουρικού προϊόντος μειώνεται σε σημαντικό βαθμό. 4. Η ανωτέρω μείοοση των τιμών υπήρξε ιδιαίτερα αισθητή στη διάρκεια του παρόντος αλλά και του προηγούμενου αιώνα, σε εκείνους τους κλάδους των οποίων οι πρώτες ύλες αποτελούνται από τα μη ευγενή μέταλλα. Ένα καλό ρολόι, το οποίο στα μέσα του προηγούμενου αιώνα θα μπορούσε να κοστίζει είκοσι στερλίνες, σήμερα ενδέχεται να κοστίζει είκοσι σελίνια. Στη διάρκεια της ίδιας περιόδου, υπήρξε μεγάλη μείαχτη της τιμής όλων των προϊόντων μαχαιροποιίας και κλειθροποιίας, όλων των εργαλείων που κατασκευάζονται από μη ευγενή μέταλλα, όπως και όλων των αγαθών που είναι γνοκτυά με το όνομα «είδη Μπέρμιγχαμ και Σέφιλντ». Η μείωση αυτή, παρά το ότι δεν έφτασε το μέγεθος της μείοκπις της τιμής των ρολογιών, προκάλεσε κατάπληξη στους τεχνίτες της υπόλοιπης Ευρώπης, οι οποίοι σε πολλές περιπτώσεις παραδέχονταν ποος δεν ήταν σε θέση να προσφέρουν προϊόν της ίδιας ποιότητας, ακόμα και στη διπλή ή τριπλή τιμή. Δεν υπάρχει ίσως άλλος κλάδος όπου είναι δυνατόν ο καταμερισμός εργασίας να προχωρήσει σε τόσο μεγάλο βαθμό ή όπου ο χρησιμοποιούμενος εξοπλισμός να επιδέχεται μια τόσο ευρεία ποικιλία βελτιώσεων, όσο στους κλάδους όπου οι πρώτες ύλες αποτελούνται από μη ευγενή μέταλλα. 5. Στον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας, και στη διάρκεια της ίδιας περιόδου, δεν υπήρξε αντίστοιχη μείωση των τιμών. Αντίθετα, διαπίστωσα ότι στο διάστημα των είκοσι πέντε ή τριάντα αυτών ετών, η τιμή των υψηλής ποιότητας υφασμάτων σημείωσε μικρή αύξηση σε σχέση με την ποιότητά τους, που οφείλεται, όπως λένε, στη σημαντική αύξηση της τιμής των πρώτων υλών, που αποτελούνται σχεδόν αποκλειστικά από ισπανικό μαλλί. Βέβαια, λέγεται ότι στη διάρκεια του αιώνα που διανύουμε, η τιμή των υφασμάτων του Γιορκσάιρ, τα οποία κατασκευάζονται αποκλειστικά από αγγλικό μαλλί, μειώθηκε σημαντικά σε σχέση με την ποιότητά τους. Ωστόσο, η ποιότητα είναι ένα τόσο αμφιλεγόμενο ζήτημα, ώστε κάθε πληρο(ρορία αυτού του είδους κρίνεται επισφαλής. Στον κλάδο της κλωστοϋοραντουργίας, ο
Έρευνα για τη Φύση και
τ
isΑιτίεετουΠλούτου των Εθνών
307
καταμερισμός της εργασίας είναι σήμερα σχεδόν ο ίδιος όπως και πριν από έναν αιώνα, και ο χρησιμοποιούμενος εξοπλισμός δεν παρουσιάζει μεγάλες διαφορές. Ωστόσο, είναι πιθανόν να έχουν υπάρξει κάποιες μικροβελτιώσεις και στα δύο αυτά ζητήματα, που προκάλεσαν ενδεχομένως κάποια μείωση της τιμής. 6. Ωστόσο, η μείωση της τιμής θα γίνει πολύ πιο αισθητή και αναντίρρητη, αν συγκρίνουμε τη σημερινή τιμή αυτού του προϊόντος με την αντίστοιχη μιας πολύ μακρινής περιόδου, προς τα τέλη του 15ου αιώνα, όταν ο καταμερισμός της εργασίας είχε προωθηθεί σε πολύ μικρότερο βαθμό και ο χρησιμοποιούμενος εξοπλισμός ήταν πολύ ατελέστερος του σημερινού. 7. Στα 1487, στο 4ο έτος της βασιλείας του Ερρίκου του VII, θεσπίστηκε ότι «οποιοσδήποτε πωλήσει λιανικώς την πλέον εξευγενισμένη πορφύρα πλάτους μίας γιάρδας ή ένα άλλο βαθυκόκκινο ύφασμα ανώτερης ποιότητας σε τιμή ανώτερη των 16 σελινιών, θα πληρώνει πρόστιμο 40 σελίνια ανά πωλούμενη γιάρδα». Επομένως, τα 16 σελίνια, που περιείχαν περίπου την ίδια ποσότητα αργύρου την οποία περιέχουν 24 σημερινά σελίνια, θεωρούνταν μια λογική τιμή για μία γιάρδα υφάσματος της καλύτερης ποιότητας. Και, δεδομένου ότι αυτός ήταν ένας νόμος περιοριστικός των δαπανών, είναι πιθανόν τα υφάσματα αυτά να πωλούνταν συχνά κατά τι ακριβότερα. Σήμερα, ανώτερη τιμή μπορεί να θεωρηθεί η μία γκινέα. Επομέναχ;, ακόμα και αν θεωρήσουμε την ποιότητα των υφασμάτων σταθερή, παρά το ότι η ποιότητα των σημερινών είναι πιθανότατα ανώτερη, ωστόσο, ακόμα και με αυτή την υπόθεση, φαίνεται ότι από τα τέλη του 15ου αιώνα η χρηματική τιμή ενός υφάσματος ανώτερης ποιότητας μειώθηκε σημαντικά. Ωστόσο, ηπραγματική τιμή του υπέστη μια πολύ σημαντικότερη μείωση. Η μέση τιμή ενός κουάρτου σιταριού την εποχή εκείνη, αλλά και πολύ αργότερα, ήταν 6 σελίνια και 18 πένες. Επομένως, τα 16 σελίνια αντιπροσώπευαν την τιμή δύο κουάρτων και περισσότερων από τρία μπούσελ σιταριού. Αν θεο)ρήσουμε ότι η σημερινή αξία ενός κουάρτου σιτηρών είναι 2 8 σελίνια, τότε η πραγματική τιμή μίας γιάρδας του ανώτερου υ(ράσματος της εποχής εκείνης ισοδυναμεί με τουλάχιστον 3 στερλίνες, 6 σελίνια και 6 πένες σημερινού νομίσματος. Ο άνθρο)πος που το πωλούσε, εισέπραττε τόσα χρήματα ώστε να ελέγχει ποσότητα εργασίας και μέσων διαβίωσης ίση με αυτήν που μπορεί να αγοράσει το ποσό αυτό σήμερα. 8. Η μείωση της πραγματικής τιμής των χαμηλής ποιότητας μανιφακτουρικών προϊόντων, παρά το μέγεθός της, δεν υπήρξε τόσο σημαντική όσο αυτή των ανάηερης ποιότητας προϊόντων. 9. Το 1463, τρίτο έτος της βασιλείας του Εδουάρδου του IV, θεσπίστηκε ότι «κανένας υπηρέτης αγροκτήματος, κανένας κοινός εργάτης,
308
ΆλπαμΣμιθ
κανένας εργάτης στην υπηρεσία ενός τεχνίτη με διαμονή έξω από μια πόλη ή κωμόπολη δεν επιτρέπεται να χρπσιμοποιεί για τπν ένδυση του ύφασμα αξίας μεγαλύτερης των 3 σελινιών τη γιάρδα». Κατά το τρίτο έτος της βασιλείας του Εδουάρδου του IV, 2 σελίνια περιείχαν σχεδόν την ίδια ποσότητα αργύρου με αυτήν που περιέχουν 4 σημερινά σελίνια. Αλλά το ύφασμα του Γιόρκσαϊρ, που πωλείται σήμερα προς 4 σελίνια τη γιάρδα, είναι μάλλον πολύ ανώτερο από οποιοδήποτε παραγόταν τότε γιατην ένδυση της φτωχότερης κατηγορίας κοινών εργατών. Επομένως, ακόμα και π χρηματική τιμή των ενδυμάτων τους, ίσως, σε σχέση με την ποιότητά τους, είναι κάπως φτηνότερη σήμερα απ' ό,τι ήταν εκείνη τη μακρινή εποχή. Ασφαλώς, η πραγματική τιμή είναι κατά πολύ φτηνότερη. Ως μέση και λογική τιμή ενός μπούσελ σιτηρών την εποχή εκείνη θεωρούνταν οι 10 πένες. Επομένο3ς, τα 2 σελίνια αντιπροσώπευαν την τιμή δύο μπούσελ και σχεδόν δύο πεκ, τα οποία, προς 3 σημερινά σελίνια και 6 πένες το μπούσελ, αντιστοιχούν προς 8 σελίνια και 9 πένες. Για την αγορά μίας γιάρδας αυτού του υφάσματος, ο φτωχός εργάτης της εποχής εκείνης θα έπρεπε να στερηθεί τη δυνατότητα αγοράς μιας ποσότητας μέσων διαβίωσης ίσης αυτών που θα αγόραζαν 8 σελίνια και 9 πένες σημερινού νομίσματος. Πρόκειται επίσης για έναν νόμο περιοριστικό των δαπανών, που έθετε φραγμούς στπν πολυτέλεια και στην εκκεντρικότητα των φτωχών. Επομένως, τα ενδύματά τους θα ήταν συχνά πολύ ακριβότερα. 10.0 ίδιος αυτός νόμος απαγόρευε στις ίδιες κατηγορίες ανθρώπων να φορούν κάλτσες η τιμή των οποίων ξεπερνούσε τις 14 πένες, που ισοδυναμούν με 28 περίπου σημερινές πένες. Αλλά την εποχή εκείνη οι 14 πένες αποτελούσαν το αντίτιμο ενός μπούσελ και δύο περίπου πεκ σιταριού, τα οποία, προς 3 σελίνια και 6 πένες το μπούσελ, κοστίζουν σήμερα 5 σελίνια και 3 πένες. Σήμερα, το ποσό αυτό θεωρείται εξαιρετικά υψπλό για ένα ζευγάρι κάλτσες ενός φτωχού εργάτη. Ωστόσο, την εποχή εκείνη, ο εργάτης αυτός θα έπρεπε να πληρώσει το ισοδύναμο αυτής της τιμής. 11. Την εποχή του Εδουάρδου του IV, η τέχνη του πλεξίματος καλτσών στο χέρι πιθανότατα ήταν άγνωστη σε ολόκληρη την Ευρώπη. Q κάλτσες φτιάχνονταν από κοινό ύφασμα, το οποίο ήταν ίσως μια από τις αιτίες της υψηλής τους τιμής. Λέγεται ότι ο πρώτος άνθρωπος στπν Αγγλία που φόρεσε κάλτσες πλεγμένες στο χέρι ήταν η βασίλισσα Ελισάβετ, που τις απέκτησε ο)ς δο)ρο από τον πρέσβη της Ισπανίας. 12. Την εποχή εκείνη, ο εξοπλισμός που χρησιμοποιείτο στην παραγωγή κοινών, αλλά και υψηλής ποιότητας μάλλινων ρούχων ήταν πολύ λιγότερο τελειοποιημένος απ* ό,τι σήμερα. Από τότε μέχρι σήμερα, υπέστη τρεις σπουδαίες βελτιώσεις, πέραν των πολλών άλλων
Έρευνα για τη Φύση και
τ
isΑιτίεετουΠλούτου των Εθνών
309
μικρότερων, των οποίων είναι πολύ δύσκολο να εκτιμήσουμε είτε τον αριθμό είτε τπ σπμασία. Οι τρεις σπουδαίες βελτιώσεις είναι: πρώτον, η αντικατάστασπ του αδραχτιού από την ανέμη, γεγονός το οποίο διπλασίασε την ποσότητα του έργου που μπορεί να αποδώσει η ίδια εργασία. Δεύτερον, η χρήση διαφόρων πολύ έξυπνων μηχανών, που διευκολύνουν και συντομεύουν σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό την εργασία του ξετυλίγματος του νηματοποιημένου μαλλιού ή τη σωστή τοποθέτηση του υφαδιού πριν μπει στον αργαλειό, εργασία η οποία πριν από την ανακάλυψη αυτών των μηχανών ήταν εξαιρετικά κοπιαστική και δυσχερής. Τρίτον, ηχρησιμοποίηση του γναφαριού αντί της ποδοπάτησης των ρούχων στο νερό, προκειμένου αυτά να αποκτήσουν όγκο. Πριν από τις αρχές του 16ου αιώνα, εξ όσων γνωρίζω, στην Αγγλίααλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη βορείοοςτων'Αλπεων ήταν τελείως άγνοκποι τόσο ο ανεμόμυλος όσο και ο υδρόμυλος. Οι μύλοι αυτοί είχαν εισαχθεί στην Ιταλία λίγο νωρίτερα. 13. Τα δεδομένα αυτά ίσως εξηγούν, σε κάποιο βαθμό, γιατί η πραγματική τιμή τόσο των χαμηλής ποιότητας όσο και των ανώτερης ποιότητας μανιφακτουρικών προϊόντων ήταν τόσο πολύ υψηλότερη κατά το παρελθόν σε σχέση με τις σημερινές τους τιμές. Η προσκόμιση αυτών των αγαθών στην αγορά κόστιζε πολύ περισσότερη εργασία. 'Οταν επομένως εμφανίζονταν εκεί, θα έπρεπε να πωλούνται ή να ανταλλάσσονται προς την τιμή μιας αντίστοιχα μεγαλύτερης ποσότητας εργασίας. 14. Η παραγωγή των χαμηλής ποιότητας προϊόντων στις μακρινές εκείνες εποχές διεξαγόταν στην Αγγλία πιθανώς με τον ίδιο τρόπο που αυτή διεξάγεται ανέκαθεν στις χώρες όπου οι τέχνες και οι μανκρακτούρες βρίσκονται στο νηπιακό στάδιο της ανάπτυξής τους. Επρόκειτο πιθανώς για μια οικοτεχνική παραγωγή, όπου σχεδόν σε κάθε οικογένεια την κάθε επιμέρους εργασία εκτελούσαν ευκαιριακά όλα τα μέλη της, μόνο όμοος όταν αυτά δεν είχαν τίποτα άλλο να κάνουν, χωρίς δηλαδή αυτή να αποτελεί την κύρια ασχολία τους, από την οποία αντλούσαν το μεγαλύτερο μέρος των μέσων διαβίωσής τους. 'Οπο)ς έχουμε ήδη παρατηρήσει, τα προϊόντα που παράγονται με αυτόν τον τρόπο φτάνουν πάντα φθηνότερα στην αγορά απ* ό,τι εκείνα που συνιστούν την αποκλειστική ή κύρια πηγή μέσων διαβίωσης του εργάτη. Από την άλλη πλευρά, την εποχή εκείνη τα ανώτερης ποιότητας μανιφακτουρικά προϊόντα δεν παράγονταν στην Αγγλία, παρά μόνο στην πλούσια και εμπορική χώρα της Φλάνδρας. Και πιθανώς παράγονταν κατά τον ίδιο τρόπο όποος και σήμερα, από ανθρώπους που αντλούσαν arf αυτά το σύνολο ή το κυριότερο μέρος των μέσων διαβίωσής τους. Πέραν αυτού, επρόκειτο για προϊόντα ξένης χώρας, και για την αγορά τους έπρεπε να καταβληθούν κάποιοι
310
Άνταμ Σμιθ
δασμοί, τουλάχιστον οι παλαιές προμήθειες υπέρ του βασιλιά, ανά μονάδα όγκου π ανά μονάδα βάρους. Βέβαια, οι δασμοί αυτοί δεν πρέπει να ήταν πολύ μεγάλοι. Τπν εποχή εκείνπ, π πολιτική τπς Ευρώππς δεν ήταν ο περιορισμός τπς εισαγωγής ξένων αγαθών μέσω τπς επιβολής υψπλών δασμών, αλλά μάλλον π ενθάρρυνσή τπς, προκειμένου να είναι σε θέσπ οι έμποροι να προσφέρουν στους άρχοντες τα είδπ πολυτελείας και ανέσεων που αυτοί επιθυμούσαν και τα οποία δεν ήταν σε θέσπ να τους παράσχει π οικονομία τπς χώρας τους. 15. Τα δεδομένα αυτά ίσοος εξπγούν σε κάποιο βαθμό γιατί, στις μακρινές εκείνες εποχές, π πραγματική τιμή των χαμπλής ποιότπτας μανιφακτουρικών προϊόντων σε σχέσπ με τπν τιμή των ανώτερπς ποιότπτας προϊόντων ήταν τόσο πολύ χαμπλότερπ απ* ό,τι σήμερα.
If I
^Λ^ ^
t»
f""ll
I
Ϊ!
ρΐΐ'ίιΐ
W t V / a i .
i.:" V ' i i k f t %.%m0>
1
I h
L L·/^
f"^ I f ' M
I
1. θα ολοκληρώσουμε αυτό το μακροσκελές κεφάλαιο με την παρατήρηση ότι κάθε βελτίωση των συνθηκών της κοινωνίας τείνει, έμμεσα ή άμεσα, να ανυψώσει την πραγματική πρόσοδο της γης, να αυξήσει τον πραγματικό πλούτο των γαιοκτημόνων, τη δυνατότητά τους να αγοράζουν την εργασία ή τα προϊόντα της εργασίας των άλλων ανθρώπων. 2. Η επέκταση της βελτίίοσης και της καλλιέργειας της γης τείνει να την αυξήσει άμεσα Το μερίδιο της συγκομιδής που ιδιοποιείται ο γαιοκτήμονας αυξάνεται υποχρεωτικά, καθώς αυξάνεται η ίδια η συγκομιδή. 3. Η αύξηση της πραγματικής τιμής εκείνων των ακατέργαστων προϊόντων της γης, που αποτελεί αρχικά τη συνέπεια της διευρυνόμενης προόδου και καλλιέργειας και στη συνέχεια την αιτία της περαιτέρω διεύρυνσήςτους, όπως γιαπαράδειγμαηαύξησητηςτιμήςτων βοοειδών, τείνει να αυξήσει τπν πρόσοδο άμεσα και σε έναν ακόμα μεγαλύτερο βαθμό. Η πραγματική αξία του μεριδίου του γαιοκτήμονα, ο πραγματικός του έλεγχος επί της εργασίας άλλων ανθρώπων, όχι μόνο αυξάνουν την πραγματική αξία της συγκομιδής, αλλά παράλληλα με την αύξηση της συνολικής συγκομιδής αυξάνεται και η αναλογία του μεριδίου του προς αυτήν. Για την πραγματοποίηση της συγκομιδής αυτής, μετά την αύξηση της πραγματικής της τιμής, δεν απαιτείται επιπλέον εργασία απ* ό,τι προηγουμένακ;. Επομένοχ;, για την αντικατάσταση του αποθέματος που απασχολεί αυτή την εργασία, μαζί με το κανονικό κέρδος αυτού του αποθέματος, θα αρκεί ένα μικρότερο μερίδιο αυτής της συγκομιδής. Κατά συνέπεια, στον γαιοκτήμονα θα ανήκει ένα μεγαλύτερο μερίδιο της συγκομιδής. 4. Όλες αυτές οι βελτιώσεις των παραγωγικών δυνατοτήτων της εργασίας, που τείνουν να μειώσουν άμεσα την πραγματική τιμή των μανιφακτουρικών αγαθών, τείνουν έμμεσα να ανυψώσουν και την πραγματική πρόσοδο τπς γης. Ο γαιοκτήμονας ανταλλάσσει εκείνο το μέρος -ή, που είναι το ίδιο πράγμα, την τιμή εκείνου του μέρους- της
312
Άνταμ Σμιθ
ακαθάριστης συγκομιδής του που υπερβαίνει την ατομική του κατανάλοχιη, με μανιφακτουρικά προϊόντα. Οτιδήποτε μειώνει την πραγματική τιμή των τελευταίων, αυξάνει την τιμή των πρώτων. Με αυτόν τον τρόπο, μια δεδομένη ποσότητα των πρώτων ισοδυναμεί με μεγαλύτερη ποσότητα των τελευταίων, και ο γαιοκτήμονας αποκτά τη δυνατότητα να αγοράσει μεγαλύτερη ποσότητα των ανέσεων, των κοσμημάτων και των ειδών πολυτελείας που έχει ανάγκη. 5. Κάθε αύξηση του πραγματικού πλούτου της κοινωνίας, κάθε αύξηση της ποσότητας χρήσιμης εργασίας που απασχολείται στο εσωτερικό της, τείνει σε μια έμμεση αύξηση της πραγματικής προσόδου τπς γης. Ένα ορισμένο μερίδιο αυτής της εργασίας κατευθύνεται στην αγροτική οικονομία. Με την καλλιέργεια της γης ασχολείται μεγαλύτερος αριθμός ανθρώπων και ζώων, αυξάνεται η συγκομιδή παράλληλα με την αύξηση του αποθέματος που απασχολείται στη γη και, μαζί με τη συγκομιδή, αυξάνεται και η πρόσοδος. 6. CH αντίθετες συνθήκες, ηπαραμέλησητηςκαλλιέργειαςκαι της προόδου της γης, η πτώση της πραγματικής τιμής ενός είδους της ακατέργαστης συγκομιδής της γης, η αύξηση της πραγματικής τιμής των μανιφακτουρικών προϊόντων, λόγω της αποσύνθεσης της μανιφακτουρικής τέχνης και της οικονομικής δραστηριότητας, η μείωση του πραγματικού πλούτου της κοινωνίας, όλα αυτά τείνουν σε μια μείωση της πραγματικής προσόδου, σε υποβάθμισπ του πραγματικού πλούτου του γαιοκτήμονα, σε μείοκτη της δυνατότητάς του να αγοράζει είτε την εργασία είτε το προϊόν της εργασίας άλλων ανθρώπων. 7. Το σύνολο της ετήσιας παραγωγής της γης και της εργασίας μιας δεδομένης χώρας-ή η συνολική τιμή αυτής της ετήσιας παραγωγής, που τελικά είναι το ίδιο πράγμα-, όπως έχουμε παρατηρήσει, φυσιολογικά υποδιαιρείται σε τρία μέρη -στην πρόσοδο της γης, στο μισθό της εργασίας και στα κέρδη του αποθέματος-, και συνιστά το εισόδημα τριών διαφορετικώντάξεωντου πληθυσμού: αυτών που ζουν από την πρόσοδο, αυτών που ζουν από το μισθό και αυτών που ζουν από τα κέρδη. Αυτές είναι οι τρεις μεγάλες, πρωταρχικές και συστατικές τάξεις κάθε πολιτισμένης κοινωνίας, από το εισόδημα των οποίων αντλείται τελικά αυτό κάθε άλλης τάξης. 8. Όπως φαίνεται από αυτά που εκτέθηκαν μέχρι τώρα, τα συμφέροντα της πρώτης από αυτές τις τρεις μεγάλες τάξεις συνδέονται στενά και αναπόσπαστα με τα γενικά συμφέροντα της κοινωνίας. Οτιδήποτε προωθεί ή αντιτίθεται στα μεν, υποχρεωτικά προωθεί ή αντιτίθεται στα δε. Όταν η δημόσια Αρχή προχωρεί στη θέσπιση κάποιων εμπορικών ή διοικητικών κανονισμών, οι γαιοκτήμονες, ακόμα και αν προωθούν τα συμφέροντα της δικής τους ιδιαίτερης τάξης -αν υποθέσουμε ότι έχουν σε ανεκτό βαθμό επίγνωση αυτών των συμφερόντων-, δεν είναι
Έρευνα για τη Φύση και Iis Allies του Πλούτου των Εθνών
313
ποτέ σε θέση να την παραπλανήσουν. Στην πραγματικότητα, πολύ συχνά δεν διαθέτουν αυτόν τον ανεκτό βαθμό επίγνωσης των συμφερόντων τους. Είναι η μόνη από τις τρεις τάξεις, το εισόδημα της οποίας δεν κοστίζει ούτε εργασία, ούτε φροντίδα, αλλά προκύπτει από μόνο του, ανεξάρτητα από οποιοδήποτε σχέδιο ή πρόγραμμα των ιδίων. Αυτή η αδιαφορία, που είναι το φυσικό αποτέλεσμα της άνεσης και της ασφάλειας της κατάστασής τους, πολύ συχνά τους κάνει όχι μόνο να αγνοούν τις συνέπειες που είναι δυνατόν να έχει μια γενική ρύθμιση, αλλά και ανίκανους να κάνουν τους συλλογισμούς που απαιτούνται προκειμένου να προβλέψουν και να κατανοήσουν αυτές τις συνέπειες. 9. Τα συμφέροντα της δεύτερηςτάξης, αυτής δηλαδή που ζει από το μισθό, είναι εξίσου συνδεδεμένα με τα συμφέροντα της κοινωνίας, όηως και τα συμφέροντα της πρώτης. Όπως έχουμε ήδη αποδείξει, ο μισθός του εργάτη φτάνει στα υψηλότερα επίπεδα όταν υπάρχει συνεχής αύξηση της ζήτησης εργασίαςήόταν έχουμε σημαντική ετήσια αύξηση της απασχολούμενης εργασίας. Όταν ο πραγματικός αυτός πλούτος της κοινωνίας παραμένει στάσιμος, ο μισθός του εργάτη πολύ γρήγορα μειώνεται στα μόλις απαραίτητα για την ανατροφή της οικογένειάς του ή τη διαιώνιση της τάξης των εργατών. Όταν η κοινωνία παρακμάζει, ο μισθός πέφτει ακόμα και πιο κάτω από αυτό το επίπεδο. Η τάξη των ιδιοκτητών ίσωςακρελείται περισσότερο από την ευημερία της κοινωνίας σε σύγκριση με την τάξη των εργατών. Ωστόσο, καμιά τάξη δεν υποφέρει στον ίδιο οδυνηρό βαθμό που υποφέρει η τάξη των εργατών σε περιόδους οικονομικής παρακμής. Παρόλο όμως που τα συμφέροντα του εργάτη συνδέονται στενά με αυτά της κοινωνίας, αυτός αδυνατεί να αντιληφθεί αυτά τα συμφέροντα ήνα κατανοήσει τη συσχέτισήτουςμεταδικάτου.Ηκατάστασήτου δεν του αφήνει χρονικά περιθώρια ώστε να αντλήσει την αναγκαία πληροφόρηση, και η παιδεία και οι συνήθειές του γενικά δεν του επιτρέπουν να κρίνει, ακόμα και όταν έχει πλήρη πληρο(ρόρηση. Επομένως, στην περίπτοκτη δημόσιων ρυθμίσεων η φωνή του ακούγεται λίγο και τυχαίνει μιας ακόμα μικρότερης προσοχής, εκτός από κάποιες ειδικές περιπτώσεις, όταν οι κραυγές του εμψυχώνονται, κατευθύνονται και υποστηρίζονται από τους εργοδότες του, που προσβλέπουν στα δικά τους ειδικά συμφέροντα. 10. Οι εργοδότες του αποτελούν την τρίτη τάξη, αυτήν που ζει από τα κέρδη. Αυτό που χρησιμοποιείται με σκοπό την άντληση κέρδους, αυτό που θέτει σε κίνηση το μεγαλύτερο μέρος της χρήσιμης εργασίας μιας κοινωνίας είναι το απόθεμα. Τα σχέδια και τα προγράμματα αυτών που θέτουν σε κίνηση τα αποθέματά τους ρυθμίζουν και κατευθύνουν τις σημαντικότερες λειτουργίες της εργασίας, και το
314
Άνταμ Σμιθ
κέρδος αποτελεί την προσδοκώμενη κατάληξη όλων αυτών των σχεδίων και των προγραμμάτων. Ωστόσο, αντίθετα με την πρόσοδο και τους μισθούς, το επίπεδο του κέρδους δεν αυξάνεται σε περιόδους οικονομικής άνθησης και δεν μειώνεται σε περιόδους παρακμής της κοινωνίας. Αντίθετα, είναι γενικά χαμηλό στις πλούσιες και υψηλό στις φτωχές χώρες, και είναι πάντα υψηλότερο στις χώρες που βαδίζουν προς την καταστροφή. Επομένως, τα συμφέροντα αυτής της τρίτηςτάξης δεν συνδέονται με αυτάτηςκοινωνίας μετοντρόποπου συνδέονται τα συμφέροντα των άλλων δύο τάξεων. Τα δύο υποσύνολα αυτής της τάξης που απασχολούν τα μεγαλύτερα κε(ράλαια και, λόγωτουπλούτουτους, προσελκύουντο μεγαλύτερο μερίδιο της δημόσιας εκτίμησης, είναι οι έμποροι και οι ιδιοκτήτες μανιφακτούρας. Επειδή σε όλη τους τη ζωή οι άνθρωποι αυτοί εμπλέκονται σε σχέδια και προγράμματα, διαθέτουν συχνά μεγαλύτερη οξυδέρκεια απ* ό,τι η πλειονότητα των αριστοκρατών. Καθώς όμως οι συλλογισμοί τους στρέφονται γενικά περισσότερο γύρω από τα συμφέροντα του δικού τους ιδιαίτερου κλάδου οικονομικής δραστηριότητας και λιγότερο γύρω από αυτά της κοινωνίας, η κρίση τους, ακόμα και όταν εκφέρεται με τη μέγιστη αμεροληψία (γεγονός που δεν συμβαίνει πάντα), είναι πιθανότερο να εξαρτάται περισσότερο από τη θεώρηση των πρώτων συμφερόντων και λιγότερο αυτήν των δεύτερων. Η υπεροχή τους απέναντι στον αριστοκράτη δεν εντοπίζεται τόσο στο ότι είναι γνώστες των δημόσιων συμφερόντων, όσο στο ότι έχουν καλύτερη γνώση των ιδιαίτερων συμφερόντων τους απ' αυτήν που έχει ο αριστοκράτης. Μέσω ακριβώς αυτής της ανώτερης γνώσης των ιδιαίτερων συμφερόντων τους, εκμεταλλεύτηκαν τη γενναιοδοορία του και τον έπεισαν να παραιτηθεί τόσο από τα ατομικά του όσο και από τα δημόσια συμφέροντα, εδραιώνοντας την πολύ απλή, αλλά ειλικρινή πεποίθηση ότι το συμφέρον της χώρας ταυτιζόταν με το δικό τους και όχι με το δικό του. Ωστόσο, το συμφέρον των επιχειρηματιών, σε οποιονδήποτε κλάδο του εμπορίου ή της μανιφακτούρας, είναι πάντα από ορισμένες απόψεις διαφορετικό, και μάλιστα αντίθετο από αυτό της χώρας. Το συμφέρον τους είναι πάντα π διεύρυνση της αγοράς και ο περιορισμός του ανταγωνισμού. Η διεύρυνση της αγοράς ενδέχεται συχνά να συμβαδίζει σε σημαντικό βαθμό με τα συμφέροντα της κοινωνίας. Αλλά ο περιορισμός του ανταγωνισμού είναι πάντα αντίθετος με αυτά, και το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να δώσει στους επιχειρηματίες τη δυνατότητα να επιβάλουν, για δικό τους λογαριασμό, έναν αυθαίρετο φόρο επί των άλλων συμπολιτών τους, μέσω της αύξησης των κερδών τους πάνω από τα φυσικά τους επίπεδα. Η πρόταση κάθε νέου νόμου ή ρύθμισης του εμπορίου που προέρχεται από αυτή την τάξη θα πρέπει
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
315
πάντα να ακούγεται με επιφύλαξη και δεν θα πρέπει να υιοθετείται, παρά μόνο έπειτα από μακρά και προσεκτική εξέταση, με την επίδειξη της μέγιστης σχολαστικότητας αλλά και της μέγιστης καχυποψίας. Οι προτάσεις αυτές προέρχονται από μια τάξη ανθρώπων, των οποίων τα συμφέροντα δεν ταυτίζονται ποτέ με αυτά της χώρας, που έχουν γενικά συμφέρον να εξαπατούν, ακόμα και να καταπιέζουν τη χώρα, και οι οποίοι, για το λόγο αυτόν, σε πολλές περιπτώσεις και την εξαπάτησαν, αλλά και την καταπίεσαν.
ΠΙΝΑΚΑΣ ΗΜΩΝΤΟΥΣΠΆΡΙΟΥ Ετος
Τιμή ενός κουάρτου σιταριού
Μέσος όρος των διαφόρων τιμών του ίδιου έτους
Μέση τιμή του έτους σε σημερινό νόμισμα
Α' ΟΜΑΔΑ 12 ΧΡΟΝΟΑΟΠΩΝ Λίρες 1202 1205
-
1223 1237 1243 1244 1246 1247 1257 1258
-
1 1 -
1270 1286
4 6 -
Σελίνια Πένες 12 12 13 15 12 3 2 2 16 13 4 -
15 16 16 8 2 16
Λίρες Σελίνια Πένες Λίρες Σελίνια Πένες
-
-
-
-
-
-
13
5
1 2
16
-
-
3
16 10 6 6 8
4 -
-
-
-
1
4
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
4
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
17
-
2 2 3 2
5
12
-
16
16
-
1
8
-
Σύνολο 35 Μέση τιμή 2
9 19
-
12 11
-
-
8
-
9
4
-
3
Η
Β' ΟΜΑΔΑ 12 ΧΡΟΝΟΑΟΠΩΝ Λίρες Σελίνια Πένες 1287 1288
-
3
-
-
-
1 1 1 1 2 3 9 12
-
6
-
1289
4 8
Λίρες Σελίνια Πένες Λίρες Σελίνια Πένες -
-
-
3
1/4
-
10
Η
-
-
10 9
1
10
-
-
4 6 8 -
4 4 -
-
3/4
^ΝΑΚΑΣΉΜΩΝΤΟΥΣΠΆΡΙΟΥ Έτος
Τιμή ενός κουάρτου σιταριού
Μέσος όρος τωνδιαίρόρων τιμών του ίδιου έτους
Μέση τιμή του έτους σε σημερινό νόμισμα
Β' ΟΜΑΔΑ 12 ΧΡΟΝΟΑΟΠΩΝ (συνέχεια) Λίρες 1289
Σελίνια Πένες 2 10
Λίρες Σελίνια Πένες Λίρες Σελίνια Πένες
8
1 1290 1294 1302 1309 1315 1316
1317
-
1 1 1 1 2 2 2 4
1336 1338
-
16 16 4 7 -
10 12
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
2
-
-
-
-
-
-
-
1
10
1
-
8 8 12 1
-
-
-
6
1 3 4
11
6
19
6
5
18
6
-
6
-
4 14 13 6 2 3
2 2
8 -
-
-
-
-
4
-
-
-
-
6 10
23 1
4 18
Σύνολο Μέση τιμή
-
Hi 8
Γ ΟΜΑΔΑ 12 ΧΡΟΝΟΑΟΠΩΝ Λίρες Σελίνια Πένες 1339 1349 1359 1361 1363 1369 1379 1387 1390
-
1 -
1 1 -
9 2 6 2 15 4 4 2 13
Λίρες Σελίνια Πένες Λίρες Σελίνια Πένες
-
-
-
-
1
-
-
-
-
-
8
-
-
-
3 -
-
-
-
-
-
-
-
—
1
2
—
1 2
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
4
-
14
5
1
7 5 2 4 15 9
4
9 4 13
4 8 7
-
2 2 8 -
ΠΙΝΑΚΑΣ Η Μ Ω Ν ΤΟΥ ΣΠΆΡΙΟΥ Έτος
Τιμή ενός κουάρτου σιταριού
Μέσοςόρος των διαφόρων Ημών του ίδιου έτους
Μέση τιμή του έτους σε σημερινό νόμισμα
Γ' ΟΜΑΔΑ 12 ΧΡΟΝΟΑΟΠΩΝ (συνέχεια) Λίρες 1390 -
1401 1407 -
1416
-
16 -
3 -
Σελίνια Πένες 14
Λίρες Σελίνια Πένες Λίρες Σελίνια Πένες
-
-
16 4 4 16
-
-
-
-
-
3
-
-
10
-
-
Σύνολο Μέση τιμή
1 -
1 15 1
4 11
17 8 12 9 5
-
4 Ql
Δ' ΟΜΑΔΑ 12 ΧΡΟΝΟΑΟΠΩΝ Λίρες Σελίνια Πένες 1423 1425 1434 1435 1439 1440 1444
-
1 -
1 1 1 -
1445 1447 1448 1449 1451
-
8 4 6 5
8 4
-
-
6 4 4 4 4 9 6 5 8
8
Λίρες Σελίνια Πένες Λίρες Σελίνια
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
2
-
-
-
-
1
3
4
2
-
-
-
-
2
4
-
4
2
6
-
-
-
-
-
-
-
-
-
8
-
-
-
-
Πένες
16 8 13 10 6
4 8 8
8 8
4
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
12 1
Σύνολο Μέσητιυή
9 16 13 10 16 15 1
-
4 -
4
Ε'ΟΜΑΔΑ 12 ΧΡΟΝΟΑΟΠΩΝ Λίρες
Σελίνια Πένες Λίρες Σελίνια Πένες Λίρες Σελίνια Πένες
1453
-
5
4
-
-
-
-
10
1455
-
1
2
-
-
-
-
2
8
ΠΙΝΑΚΑΣ ΗΜΏΝΤΟΥΣΠΆΡΙΟΥ Έτος
Τιμή ενός κουάρτου σιταριού
Μέσοςόρος των διαφόρων τιμών του ίάου έτους
Μέση τιμή του έτους σε σημερινό νόμισμα
Ε' ΟΜΑΔΑ 12 ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΩΝ (συνέχεια) Λίρες 1457 1459 1460 1463
-
1464 1486 1491 1494 1495 1497
-
1 -
1
Σελίνια Πένες Λίρες Σελίνια Πένες Λίρες Σελίνια Πένες 7 5 8 2 1 6 4 14 4 3 -
8
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
1
-
-
-
8 8
10
-
-
-
-
-
-
8
-
-
-
1 1
-
-
-
-
-
4
-
-
-
-
-
-
-
-
Σύνολο Μέση τιμή
1 8 -
15 10 16 3 10 17 2 6 5 11 9 14
4 -
8 -
1
ΣΤ' ΟΜΑΔΑ 12 ΧΡΟΝΟΑΟΠΩΝ Λίρες 1499 1504 1521 1551 1553 1554 1555 1556 1557
-
4 5
1
-
-
-
2 1558 1559 1560
Σελίνια Πένες Λίρες Σελίνια Πένες Λίρες Σελίνια Πένες
-
8 8 8 8 8 4 5 8 13 8 8 8
-
-
-
-
-
8
-
-
-
-
-
-
-
-
1
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
17
-
6 8 10 2 8 8 8 8 17
-
6 -
-
4 -
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
Σύνολο Μέση τιμή
6 -
8 8 8 0 10
-
2 5/121
ΠΙΝΑΚΑΣ ΤΙΜΩΝ TOY ΣΠΆΡΙΟΥ Έτος
Τιμή ενός κουάρτου σιταριού
Μέσος όρος τοαν διαφόρων Ημών του ίδιου έτους
Μέση τιμή του έτους σε σημερινό νόμισμα
τ ΟΜΑΔΑ 12 ΧΡΟΝΟΑΟΠΩΝ Λίρες 1561 1562 1574 1587 1594 1595 1596 1597 4 1598 1599 1600 1601
-
2 1
3 2 2 4 5 -
2 1 -
1
Σελίνια Πένες Λίρες Σελίνια Πένες Λίρες Σελίνια Πένες 8 8 16 4 4 16 13
-
-
-
-
-
-
-
-
-
8 8
-
-
2
-
-
2
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
4
-
4
-
-
12
-
3
4 16 13
2 2 4 4
12
2 1 1 1 28 2
16 19 17 14 9 7
-
-
-
16 19 17 14
8 2 8 10
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
-
Σύνολο Μέση τιμή
8 2 8 10 4
ΠΙΝΑΚΑΣ Τιμή ενός κουάρτου (των εννέα μπούσελ) της καλύτερης ποιότητας ή του ακριβότερου σιταριού της αγοράς του Γουίντσορ, κατά τις ημέρες του Ευαγγελισμού (2 5 Μαρτίου) και του Αρχαγγέλου Μιχαήλ (2 9 Σεπτεμβρίου), από το 1595 έως το 1764, συμπεριλαμβανομένων και των δύο αυτών χρονολογιών. Η τιμή κάθε έτους είναι ο μέσος των ανώτατων τιμών των δύο ανοπέρω ημερών. Έτος
Λίρες
Σελίνια
Πένες
Έτος
1595
2
0
1596 1597
2 3 2
0 8
1621 1622 1623 1624
1598 1599 1600 1601 1602 1603 1604 1605 1606 1607 1608 1609 1610 1611 16 1613 1614 1615 1616 1617 1618 1619 1620 Σύνολο Μέσος Όρος
1 1 1 1 1 1 1 1 1 2 2 1 1 2 2 2 1 2 2 2 1 1 54 2
9 16 19 17 14 9 15 10 15 13 16 16 10 15 18 2 8 1 18 0 8 6 15 10
0 6 8 2 8 10 4 4 8 10 0 8 8
Λίρες Σελίνια
1625 1626
1 2 2 2 2 2
1627 1628 1629 1630
1 1 2 2
1631 1632
3 2 2
1633 1634
4
12 8 12
0 0 0 4
9 16 8 2 15 8 13 18 16
0
0
2
10
0
4 8
Σύνολο
8^2 8 4 8 8 4
όρος 1621-1636
Μέσος
4
Η
0 8 0 4
40
1635 1636
1
0 0
16 16
0 10 8
6Ά
8
0 0 0 8
2 2 2
0
Πένες
10 18
* Δεν υπάρχουν στοιχεία για τα έτη 1642-45. ** Τα στοιχεία του 1646 προέρχονται από τον επίσκοπο Fleetwood.
ΠΙΝΑΚΑΣ (συνέχεια) Τιμή ενός κουάρτου (των εννέα μπούσελ) της καλύτερης ποιότητας ή του ακριβότερου σιταριού της αγοράς του Γουίντσορ, κατά τις ημέρες του Ευαγγελισμού (2 5 Μαρτίου) και του Αρχαγγέλου Μιχαήλ (29 Σεπτεμβρίου), από το 1595 έως το 1764, συμπεριλαμβανομένων και των δύο αυτών χρονολογιών. Η τιμή κάθε έτους είναι ο μέσος των ανώτατων Ημών των δύο ανωτέρω ημερών.
Έτος
1367 1638 1639 1640 1641 1642* 1643* 1644* 1645* 1646** 1647 1648 1649 1650 1651 1652 1653 1654 1655 1656 1657 1658 1659 1660 1661 1662 1663 1664 1665 1666 1667 1668 1669 1670 Άθροισμα προς μεταφορά
Λίρες
2 2 2 2 2 0 0 0 0 2 3 4 4 3 3 2 1 1 1 2 2 3 3 2 3 3 2 2 2 1 1 2 2 2 79
Σελίνια
13 17 4 4 8 0 0 0 0 8 13 5 0 16 13 9 15 6 13 3 6 5 6 16 10 14 17 0 9 16 16 0 4 1 14
Πένες
0 4 10 8 0 0 0 0 0 0 8 0 0 8 4 6 6 0 4 0 8 0 0 6 0 0 0 6 4 0 0 0 4 8 10
Έτος
Λίρες Σελίνια
Πένες
Από μειαφορά 1671 1672 1673 1674 1675 1676 1677 1678 1679 1680 1681 1682 1683 1684 1685 1686 1687 1688 1689 1690 1691 1692 1693 1694 1695 1696 1697 1698 1699 1700
79
14
10
2 2 2 3 3 1 2 2 3 2 2 2 2 2 2 1 1 2 1 1 1 2 3 3 2 3 3 3 3 2
2 1 6 8 4 18 2 19 0 5 6 4 0 4 6 14 5 6 10 14 14 6 7 4 13 11 0 8 4 0
0 0 8 8 8 0 0 0 0 0 8 0 0 0 8 0 2 0 0 8 0 8 8 0 0 0 0 4 0 0
Σύνολο
153
1
8
Μέσος όρος 1673-1700
2
11
ΠΙΝΑΚΑΣ (συνέχεια) Τιμή ενός κουάρτου (των εννέα μπούσελ) της καλύτερης ποιότητας ή του ακριβότερου σιταριού της αγοράς του Γουίντσορ, κατά τις ημέρες του Ευαγγελισμού (25 Μαρτίου) και του Αρχαγγέλου Μιχαήλ (29Σεπτεμβρίου), από το 1595 έως το 1764, συμπεριλαμβανομένων και των δύο αυτών χρονολογιών. Η τιμή κάθε έτους είναι ο μέσος των ανώτατων τιμών των δύο ανωτέρω ημερών. Έτος
1701 1702 1703 1704 1705 1706 1707 1708 1709 1710 1711 1712 1713 1714 1715 1716 1717 1718 1719 1720 1721 1722 1723 1724 1725 1726 1727 1728 1729 1730 1731 1732 1733 Προς μεταφορά
Πένες
Έτος
Λίρες
Σελίνια
Πένες
69
8
8
8 6 0 6 0 0 6 6 6 0 0 4 0 4 0 0 8 10 0 0 6 0 8 0 6 0 0 6 10 6 10
1 2 2 1 1 1
2 2 2 2 2 1 1
17 9 16 6 10 6 8 1 18 18 14 6 11 10 3 8 5 18 15 17 17 16 14 17 8 6 2 14 6 16 12
Από μεταφορά 1734 1735 1736 1737 1738 1739 1740 1741 1742 1743 1744 1745 1746 1747 1748 1749 1750 1751 1752 1753 1754 1755 1756 1757 1758 1759 1760 1761 1762 1763 1764
1 1 2 3 2 1 1 1 1 2 2
18 3 0 18 15 18 10 6 14 4 4 7 19 14 17 17 12 18 1 4 14 13 5 0 10 19 16 10 19 0 6
10 0 4 0 6 6 8 8 0 10 10 6 0 10 0 0 6 6 10 8 8 10 3 0 0 10 6 3 0 9 9
1 1 69
6 8 8
8 4 8
Σύνολο Μέσος όρος 1700-1764
129
13
6
2
0
C
Λίρες
1 1 1 2 1 1 1 2 3 3 3 2 2 2 2 2 2
Σελίνια
2 1 1 1 1 1 1 1 1 1 1
ΠΙΝΑΚΑΣ (οιυνέχεια) Τιμή ενός κουάρτου (των εννέα μπούσελ) της καλύτερης ποιότητας ή του ακριβότερου σιταριού της αγοράς του Γουίντσορ, κατά τις ημέρες του Ευαγγελισμού (2 5 Μαρτίου) και του Αρχαγγέλου Μιχαήλ (29 Σεπτεμβρίου), από το 1595 έως το 1764, συμπεριλαμβανομένων και των δύο αυτών χρονολογιών. Η τιμή κάθε έτους είναι ο μέσος των ανώτατων τιμών των δύο ανωτέρω ημερών. Έτος
Λίρες
Σελίνια
Πένες
Έτος
Λίρες
Σελίνια
Πένες
1731 1732 1733 1734 1735 1736 1737 1738 1739 1740
1 1 1 1 2 2 1 1 1 2
12 6 8 18 3 0 18 15 18 10
10 8 4 10 0 4 0 6 6 8
1741 1742 1743 1744 1745 1746 1747 1748 1749 1750
2 1 1 1 1 1 1 1 1 1
6 14 4 4 7 19 14 17 17 12
8 0 10 10 6 0 10 0 0 6
Σύνολο Μέσος όρος 1731-1740
18
12
8
16
18
2
1
17
Σύνολο Μέσος όρος 1741-1750
1
13
1.L σχετίκα. r
M , c .
Ml
1 v..' ;Π
'Λ.
1, f C f v i
U ^ ^ U M n . . m
""
i ^ / Η ΐ ί ^ ^ ' ϊ ίί ^ ι ΐ - Ι •
„.•
''
^
Πν
/Γ/μ ν»..·;
,
,ρι
.r
εισαγωγή 1. Όταν η κοινωνία βρίσκεται ακόμα στο πρωτόγονο στάδιο της ανάπτυξης της, κατά το οποίο δεν υφίσταται κανένας καταμερισμός της εργασίας, οι ανταλλαγές είναι σπάνιες και ο κάθε άνθρωπος προνοεί ο ίδιος για τις ανάγκες του, δεν είναι απαραίτητη η συσσώρευση ή ο σχηματισμός ενός αποθέματος για τη διεκπεραίωση των δραστηριοτήτων της κοινωνίας. Το κάθε άτομο προσπαθεί να ικανοποιήσει τις ανάγκες της στιγμής, όπως αυτές γίνονται αντιληπτές, με τις δικέςτου δυνάμεις. 'Οταν πεινά, πnγdvει στο δάσος για κυνήγι. Όταν το ρούχοτου έχει (ρθαρεί, ντύνεται ο ίδιος με το δέρμα του πρώτου μεγάλου ζώου που θα σκοτώσει. Και όταν το καταφύγιό του γίνεται ερείπιο, το επισκευάζει με τους κορμούς των δέντρων και τη λάσπη που βρίσκεται εκεί δίπλα. 2. Όταν όμοχ; επιβάλλεται συνολικά ο καταμερισμός τπς εργασίας, το προϊόν της εργασίας ενός ανθρώπου καλύπτει ένα πολύ μικρό ποσοστό των περιστασιακών του αναγκών. Το μεγαλύτερο ποσοστό των αναγκών αυτών καλύπτεται από το προϊόν της εργασίας άλλων ανθρώπων, τοοποίοαυτός αγοράζει μετοπροϊόντηςεργασίαςτου, ή, με το αντίτιμο του προϊόντος αυτού, που τελικά είναι το ίδιο πράγμα Ωστόσο, αυτή η αγορά δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιπθεί παρά μόνο εφόσον το προϊόν του όχι μόνο έχει ολοκληρωθεί, αλλά και πωληθεί. Επομένως, μέχρις ότου συμβούν όλα αυτά, θα πρέπει να έχει σχηματιστεί ένα απόθεμα αγαθών διαφόρων ειδών, που θα είναι επαρκές για τη συντήρησή του και την κάλυψη των αναγκών του σε εργαλεία και υλικά. Ένας υφαντής δεν είναι δυνατόν να ασκήσει την ιδιαίτερη δραστηριότητά του, παρά μόνο εφόσον έχει προηγουμένως σχηματιστεί και βρίσκεται στην κατοχή του ή στην κατοχή ενός άλλου ατόμου, ένα απόθεμα επαρκές για να τον συντηρήσει και να καλύψει τις ανάγκες του σευλικά και εργαλείατηςδουλειάςτου, μέχρι τη στιγμή πουόχι μόνο θα έχει ολοκληρώσει το ύφασμά του, αλλά και θα το έχει πουλήσει. Προφανώς,ησυσσώρευση αυτή θαπρέπει να προηγηθεί της άσκησης της ιδιαίτερης δραστηριότητάς του επί ένα τόσο μακρύ διάστημα 3. Καθώς λοιπόν π συσσώρευση ενός αποθέματος θα πρέπει να προηγείται του καταμερισμού της εργασίας, η εργασία θα μπορεί να καταμερίζεται όλο και περισσότερο, μόνο στο βαθμό που προηγουμένοχ;
330
Άνταμ Σμιθ
συσσωρεύεται ένα όλο και μεγαλύτερο απόθεμα. Η ποσότητα των υλικών που μπορεί να κατεργάζεται ένας δεδομένος αριθμός ανθρώπων αυξάνεται σε σημαντικό βαθμό καθώς προωθείται ο καταμερισμός της εργασίας. Και καθώς οι ενέργειες του κάθε εργάτη υποβιβάζονται προοδευτικά σε όλο και απλούστερους χειρισμούς, ανακαλύπτεται μια ποικιλία νέων μηχανών για τη διευκόλυνση και συντόμευση αυτών των χειρισμών. Καθώς, επομένοος, προωθείται ο καταμερισμός της εργασίας, για την απασχόληση ενός δεδομένου αριθμού εργατών θα πρέπει προηγουμένοος να έχει συσσωρευτεί ένα μεγαλύτερο απόθεμα υλικών και εργαλείων από αυτό που θα απαιτείτο κατά το πρωτόγονο στάδιο της κοινωνίας. Όμως ο αριθμός των εργατών του κάθε κλάδου γενικά αυξάνεται καθώς προωθείται ο καταμερισμός της εργασίας ή, μάλλον, η αύξηση ακριβώς του αριθμού τους επιτρέπει την ταξινόμηση και την υποδιαίρεση τους κατ' αυτόν τον τρόπο. 4. 'Οπωςησυσσώρευση αποθέματος αποτελεί προϋπόθεση γιατηνπραγματοποίηση αυτών των μεγάλων βελτιώσεων των παραγωγικών δυνάμεων της εργασίας, κατά τον ίδιο τρόπο η συσσώρευση οδηγεί με τρόπο φυσικό σε αυτή τη βελτίωση. Ένα άτομο που απασχολεί το απόθεμά του στη μίσθωση της εργασίας άλλων ανθρώπων, επιθυμεί κατ' ανάγκην να το απασχολήσει κατά τέτοιο τρόπο ώστε να αποδίδει ένα όσο το δυνατό μεγαλύτερο έργο. Προσπαθεί, επομένοχ;, να επιβάλει στους εργάτεςτου την προσφορότερη κατανομή καθηκόντων και ταυτόχρονα να τους παράσχει τις καλύτερες μηχανές μεταξύ αυτών που έχει την οικονομική δυνατότητα να αγοράσει ή να επινοήσει. Γενικά οι ικανότητές του στα δύο αυτά ζητήματα είναι ανάλογες προς τον όγκο του αποθέματός του ή προς τον αριθμό των εργατών που μπορεί να απασχολήσει. Επομένως, όχι μόνο αυξάνεται οαριθμός των εργατών μιας χώρας παράλληλα με την αύξηση του αποθέματος που τους απασχολεί, αλλά και ο ίδιος αριθμός εργατών παράγει ένα πολύ μεγαλύτερο έργο. 5. Αυτά είναι, σε γενικές γραμμές, τα αποτελέσματα της αύξησης του αποθέματος επί της οικονομικής δραστηριότητας και των παραγωγικών δυνάμεων της εργασίας. 6. Στο παρόν βιβλίο επιχειρώ να εξηγήσω τη φύση του αποθέματος, τα αποτελέσματα της συσσώρευσής του στα διαφόρων ειδών κεφάλαια, και τα αποτελέσματα που προκύπτουν από τις δια(ρορετικές απασχολήσεις αυτών των κεφαλαίων. Το βιβλίο αυτό υποδιαιρείται σε πέντε κε(ράλαια Στο πρώτο κεφάλαιο επιχειρώ να δείξω ποια είναι τα διάφορα μέρη ή κλάδοι στους οποίους κατανέμεται το απόθεμα ενός ατόμου ή μιας μεγάλης κοινωνίας. Στο δεύτερο επιχείρησα να εξηγήσω τη φύση και τη λειτουργία του χρήματος, ως ιδιαίτερου κλάδου του γενικού αποθέματος της κοινωνίας. Το απόθεμα που είναι συσσωρευμένο σε
Έρευνα για τη Φύση και Iis Allies του Πλούτου των Εθνών
331
κεφάλαιο είναι δυνατόν να απααχοληθεί είτε από το άτομο στο οποίο ανήκει, είτε να δανειστεί σε ένα άλλο άτομο. Στο τρίτο και το τέταρτο κεφάλαιο επιχείρησα να εξετάσω τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί το συσσωρευμένο απόθεμα στις δύο αυτές καταστάσεις. Το πέμπτο και τελευταίο κεφάλαιο ασχολείται με τα διάορορα αποτελέσματα που προκύπτουν άμεσα από τις διάφορες απασχολήσεις κεοραλαίου στο μέγεθος της οικονομικής δραστηριότητας καθώς και στο ετήσιο προϊόν της γης και της εργασίας.
κεφάλαιο i!pd.>lC.) Σχετικά με wus κλάδουε στουε onoiovs κατανέμεται το απόθεμα 1. Όταν το απόθεμα που έχει στπν κατοχή του ένα άτομο είναι μόλις αρκετό για να τον συντηρήσει επί λίγες ημέρες ή λίγες εβδομάδες, το άτομο αυτό δεν πρόκειται ποτέ να σκεφτεί να αντλήσει κάποιο εισόδημα από αυτό το απόθεμα. Καταναλώνει το απόθεμά του με τη μέγιστη δυνατή φειδώ, και προσπαθεί να αποκτήσει με την εργασία του αυτό που θα αντικαταστήσει το απόθεμά του πριν αυτό εξαντληθεί τελείως. Στην περίπτοκτη αυτή, το εισόδημά του προκύπτει αποκλειστικά από την εργασία του. Αυτή είναι η περίπτωση της πλειονότητας των εργαζόμενων φτωχών όλων των χωρών του κόσμου. 2. Όταν όμως έχει στην κατοχή του ένα απόθεμα επαρκές για να τον συντηρήσει επί μήνες ή χρόνια, είναι φυσικό να επιχειρήσει να χρησιμοποιήσει το μεγαλύτερο μέρος του προκειμένου να αντλήσει κάποιο εισόδημα, δεσμεύοντας για την άμεση κατανάλωσή του μόνο ένα τμήμα του που θα τον συντηρήσει μέχρις ότου αρχίσει να εισρέει αυτό το εισόδημα. Επομένως, το απόθεμά του διακρίνεται σε δύο τμήματα: Το τμήμα εκείνο το οποίο προσδοκά ότι θα του αποφέρει αυτό το εισόδημα αποκαλείται κεφάλαιο. Το άλλο τμήμα είναι αυτό που καλύπτει την άμεση κατανάλωσή του, και το οποίο είτε, πρώτον, αποτελείται από το τμήμα εκείνο του συνολικού αποθέματος που εξαρχής δεσμεύτηκε για τον σκοπό αυτόν, είτε, δεύτερον, αποτελείται από το εισόδημά του, οποιαδήποτε και αν είναι η προέλευσή του, που αποκομίζει στην πορεία του χρόνου, είτε, τρίτον, αποτελείται από τα πράγματα εκείνα που είχαν αγοραστεί τα προηγούμενα χρόνια από κάποιο τμήμα του αποθέματός του, και τα οποία δεν καταναλώθηκαν ακόμα, όπως το απόθεμα ενδυμάτων, οικιακού εξοπλισμού κ.λπ. Το απόθεμα όλων των ανθρώπων που προορίζεται για την άμεση κατανάλοασή τους αποτελείται από το ένα, το άλλο, ή και τα τρία αυτά τμήματα.
334
Ανταμ Σμιθ
3. Προκειμένου να αποφέρει ένα κεφάλαιο εισόδημα π κέρδος στον κάτοχο του, είναι δυνατό να απασχοληθεί με δύο διαφορετικούς τρόπους. 4. Κατά πρώτον, είναι δυνατόν να απασχοληθεί στην καλλιέργεια, την κατασκευή, ή την αγορά αγαθών και την πώληση τους με κέρδος. Το απασχολούμενο με αυτόν τον τρόπο κεφάλαιο, για όσο διάστημα παραμένει στην κατοχή του ή διατηρεί την ίδια μορφή, δεν αποφέρει κανένα εισόδημα ή κέρδος σε αυτόν που το απασχολεί. Τα αγαθά του εμπόρου, μέχρις ότου πωληθούν έναντι χί^ημάτων, δεν του αποφέρουν κανένα κέρδος ή εισόδημα, και τα χρήματα που εισπράττει από την πώλησή τους δεν του προσφέρουν κανένα όφελος παρά μόνο αφού ανταλλαγούν και πάλι με αγαθά. Το κεφάλαιό του απομακρύνεται από αυτόν με μια μορφή και επιστρέφει σε αυτόν με μια άλλη, και μπορεί να του αποφέρει κάποιο κέρδος μόνο μέσω αυτής της κυκλο(ρορίας ή των διαδοχικών ανταλλαγών. Για τον λόγο αυτό, τα κεφάλαια αυτά μπορούμε να τα αποκαλέσουμε κυκλοφορούντα κεφάλαια. 5. Κατά δεύτερον, είναι δυνατόν να απασχολήσει κανείς το κεφάλαιό του στην καλλιέργεια της γης, στην αγορά χρήσιμων μηχανών και εργαλείων, και άλλων παρόμοιων αντικειμένων που αποφέρουν ένα εισόδημα ή κέρδος, χωρίς να αλλάζουν κατόχους ή χωρίς να χρειάζεται να κυκλοφορήσουν περαιτέρω, θα μπορούσαμε, επομένιος, τα κεφάλαια αυτά να τα αποκαλέσουμε πάγια κεοράλαια. 6. Οι διάφορες οικονομικές δραστηριότητες απαιτούν πολύ διαφορετικές αναλογίες μεταξύ κυκλοφορούντων και παγίων κεφαλαίων. 7. Το κεφάλαιο ενός εμπόρου, για παράδειγμα, είναι αποκλειστικά κυκλοφορούν κεφάλαιο. Ένας έμπορος δεν χρειάζεται ούτε μηχανές ούτε εργαλεία, εκτός και αν ως τέτοιο θεωρήσουμε το κατάστημα ή την αποθήκη του. 8. Ένα μέρος του κεφαλαίου ενός ειδικευμένου τεχνίτη-μάστορα (master artificer) ήτου επικεφαλής μιας μανιφακτούρας θα πρέπει να είναι παγιωμένο στα εργαλεία της δουλειάς του. Ωστόσο, το τμήμα αυτό είναι πολύ μικρό για κάποιους και πολύ μεγάλο για κάποιους άλλους. Ένας μάστορας-ράφτης δεν χρειάζεται κανένα άλλο εργαλείο για τη δουλειά του, εκτός από ένα κουτί βελόνες. Τα εργαλεία ενός υποδηματοποιού είναι κατά τι ακριβότερα, ενώ αυτά ενός υφαντή είναι κατά πολύ ακριβότερα των εργαλείων του υποδηματοποιού. Ωστόσο, το κατά πολύ μεγαλύτερο τμήμα του κεφαλαίου ενός ειδικευμένου τεχνίτπμάστορα κυκλοφορεί, είτε στους μισθούς των εργατών του είτε στπν τιμή των υλικών του, και αποπληρώνεται μαζί με κάποιο κέρδος από την τιμή του προϊόντος του. 9. Σε άλλες δουλειές απαιτείται ένα πολύ μεγαλύτερο πάγιο κεφάλαιο. Για παράδειγμα, σε ένα μεγάλο σιδηρουργείο, ο κλίβανος για την τήξη του μετάλλου, η μηχανή σφυρηλασίας, το αμόνι είναι εργαλεία που
Έρευνα για τη Φύση και Iis Allies του Πλούτου των Εθνών
335
δεν μπορεί κανείς να τα κατασκευάσει με μικρές δαπάνες. Στα ανθρακωρυχεία, αλλά και τα κάθε είδους ορυχεία γενικά, ο απαραίτητος εξοπλισμός για την άντληση του νερού και τις άλλες εργασίες είναι συχνά ακόμα δαπανηρότερος. 10. Το τμήμα του κεφαλαίου ενός αγρότη-επιχειρηματία που απασχολείται στα εργαλεία της καλλιέργειας είναι πάγιο κεφάλαιο. Αυτό που απασχολείται στους μισθούς και τη συντήρηση των εργαζομένων στο αγρόκτημα είναι κυκλοφορούν κεφάλαιο. Από το προίπο τμήμα ο αγρότης-επιχειρηματίας αντλεί ένα κέρδος μέσω της κατοχής του, ενώ από το άλλο αντλεί κέρδος αποχοορίζόμενος αυτό. Η τιμή ή η αξία των υποζυγίων του αποτελεί πάγιο κε(ράλαιο, όπως ακριβώς και όλα τα εργαλεία της αγροτικής εκμετάλλευσης. Η συντήρησή τους αποτελεί κυκλοφορούν κεφάλαιο, όπως ακριβώς και η συντήρηση των εργαζομένων που απασχολεί. Τα κέρδη του αγρότη-επιχειρηματία προκύπτουν από το γεγονός ότι αυτός διατηρεί τα υποζύγιά του και αποχωρίζεται τα μέσα τπς συντήρησής τους. Τόσο η τιμή όσο και η συντήρηση των υποζυγίων που αγοράζονται και εκτρέφονται όχι για να παρέχουν έργο, αλλά για να μεταπωληθούν, αποτελούν κυκλοφορούν κεφάλαιο. Τα κέρδπτου αγρότη-επιχειρπματία προκύπτουν απότο γεγονός ότι αυτός αποχο)ρίζεται αυτό το τμήμα του κεφαλαίου. Μια αγέλη προβάτων ή βοοειδών που εκτρέφεται σε ένα βοσκότοπο όχι για να παράσχει κάποιο έργο, ούτε για να μεταπωληθεί, αλλά προκειμένου να εξαχθεί κάποιο κέρδος από το μαλλί τους, το γάλα τους και τον πολλαπλασιασμό τους, αποτελεί πάγιο κεφάλαιο. Το κέρδος εξάγεται μέσω της διατήρησής τους. Τα μέσα συντήρησής τους συνιστούν κυκλοφορούν κεφάλαιο. Το κέρδος προκύπτει από τον αποχωρισμό από αυτά. Επανέρχονται στη συνέχεια ενσωματώνοντας το δικότους κέρδος αλλά και αυτό τηςσυνολικήςτιμήςτης αγέλης στην τιμή του μαλλιού, του γάλακτος και του επιπλέον αριθμού των ζώων. Ακόμα, η συνολική αξία του σπόρου αποτελεί ένα καθαρά πάγιο κεφάλαιο. Παρόλο που ο σπόρος παλινδρομεί μεταξύ αγρού και σιτοβολώνα, δεν αλλάζει κάτοχο και επομένοχ; δεν κυκλοίρορεί με την κυριολεξία του όρου. Τα κέρδη του αγρότη-επιχειρηματία δεν προέρχονται από την πώλησή του, αλλά από την αύξησή του. 11. Το γενικό απόθεμα μιας οποιασδήποτε χώρας ή κοινωνίας είναι το άθροισμα των αποθεμάτων όλων των κατοίκων ή των μελών της και, κατά συνέπεια, διακρίνεται στα ίδια τρία τμήματα, καθένα από τα οποία επιτελεί μια συγκεκριμένη λειτουργία. 12. Το πρώτο τμήμα είναι αυτό που προορίζεται για άμεση κατανάλωση, και το χαρακτηριστικό του είναι ότι δεν αποφέρει κανένα κέρδος. Αποτελείται από το απόθεμα τροφίμων, ενδυμάτων, οικιακού εξοπλισμού Κ.Ο.Κ., που έχει αγοραστεί από τους καταναλωτές αυτώντων
336
Άνταμ Σμιθ
αγαθών, τα οποία όμως δεν έχουν καταναλοοθεί στο σύνολο τους. Μέρος του πρώτου αυτού τμήματος αποτελεί επίσης το συνολικό απόθεμα των κτιρίων μιας χώρας που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά οος κατοικίες. Το απόθεμα που τοποθετείται σε ένα κτίριο, όταν αυτό προορίζεται να χρησιμοποιηθεί ως κατοικία του ιδιοκτήτη του, από τη στιγμή εκείνη παύει να λειτουργεί ως κεφάλαιο και να αποφέρει εισόδημα στον κάτοχό του. Μια κατοικία, ως τέτοια, δεν συμβάλλει καθόλου στο εισόδημα του κατόχου της. Και, παρόλο που είναι εξαιρετικά χρήσιμη σε αυτόν, αποτελεί μέρος των δαπανών του και όχι του εισοδήματός του, όποος συμβαίνει και με τα ενδύματα και τον οικιακό του εξοπλισμό. Αν η κατοικία πρόκειται να μισθωθεί έναντι κάποιου ενοικίου, δεδομένου ότι δεν είναι σε θέση να παραγάγει τίποτα, ο ενοικιαστής θα πρέπει να καταβάλει το ενοίκιο αυτό αντλώντας το από άλλα εισοδήματα, τα οποία προέρχονται είτε από μισθούς είτε από απόθεμα είτε από γη. Επομένοχ;, παρόλο που μια κατοικία είναι δυνατόν να αποφέρει εισόδημα στον κάτοχό της, και με αυτόν τον τρόπο να λειτουργεί οος κε(ράλαιο γι' αυτόν, δεν μπορεί να αποφέρει εισόδημα στο κοινωνικό σύνολο, ούτε να λειτουργήσει ως κεοράλαιο γι' αυτό, και το συνολικό εισόδημα του κοινωνικού συνόλου δεν είναι δυνατόν να αυξηθεί ούτε Kaf ελάχιστον από αυτήν. Κατά τον ίδιο τρόπο, τα ενδύματα και ο οικιακός εξοπλισμός μερικές φορές αποφέρουν ένα εισόδημα και υπ* αυτή την έννοια για ορισμένα άτομα λειτουργούν ως κεφάλαιο. Στις χώρες όπου συνηθίζονται οι χοροί μεταμφιεσμένων, μπορεί κανείς να ενοικιάσει μια στολή για ένα βράδυ. Οι ταπετσιέρπδες συχνά νοικιάζουν έπιπλα σε μηνιαία ή ετήσια βάση. Πολλοί άνθρωποι μισθώνουν επιπλωμένα σπίτια, και εισπράττουν ένα ενοίκιο όχι μόνο για τη χρήση του σπιτιού, αλλά και για την επίπλωση. Ωστόσο, το εισόδημα που προέρχεται από αυτά τα πράγματα πρέπει πάντα τελικά να αντληθεί από κάποια άλλη πηγή ή εισόδημα. Απ* όλα τα μέρη ενός αποθέματος ενός ατόμου ή μιας κοινωνίας, που προορίζεται για άμεση κατανάλίΰση, αυτό που δαπανάται σε σπίτια είναι αυτό που καταναλώνεται με τους πιο βραδείς ρυθμούς. Ένα απόθεμα ενδυμάτων είναι δυνατόν να διαρκέσει αρκετά χρόνια. Ένα απόθεμα επίπλων ενδέχεται να διαρκέσει πενήντα ή και εκατό χρόνια. Όμως ένα απόθεμα σπιτιών που έχουν κτιστεί καλά και συντηρηθεί σωστά είναι δυνατόν να διαρκέσει πολλούς αιώνες. Παρόλο όμως που η περίοδος της συνολικής τους κατανάλωσης είναι μεγαλύτερης διάρκειας, στην πραγματικότητα εξακολουθούν να αποτελούν απόθεμα που προορίζεται για άμεση κατανάλωση, όπως ακριβώς τα ενδύματα ή ο οικιακός εξοπλισμός. 13. Το δεύτερο από τα τμήματα στα οποία διακρίνεται το γενικό απόθεμα της κοινωνίας είναι το πάγιο κεφάλαιο, το χαρακτηριστικό του
Έρευνα για τη Φύση και Iis Allies του Πλούτου των Εθνών
337
οποίου είναι ότι αποφέρει ένα εισόδπμα π κέρδος χωρίς να κυκλο(ρορεί ή να αλλάζει κατόχους. Το πάγιο κεφάλαιο αποτελείται κυρίως από τα εξιίς τέσσερα μέρπ: 14. Πρώτον, όλες τις χρήσιμες μπχανές και εργαλεία που διευκολύνουν και συντομεύουν τπν εργασία. 15. Δεύτερον, όλατακερδοφόρακτίριατα οποία αποτελούντα μέσα άντλησπς ενός εισοδήματος, όχι μόνο για τον κάτοχό τους που τα εκμισθώνει έναντι ενός ενοικίου, αλλά και για εκείνον που έχει τπ χρπσπ τους γιατπν οποία πλπρώνειενακιο.Τέτοιακτίριαείναι τα καταστήματα,οι αποθήκες, τα εργαστήρια, οι αγροικίες, με όλα τα απαραίτπτα κτίριά τους, τους στάβλους, τις σιταποθήκεςκ.λπ. Τα κτίρια αυτά διαφέρουν κατά πολύαπότιςαπλέςκατοικίες.Βναι ένα είδος εργαλείων εργασίας και πρέπει να αντιμετωπίζονται υπ* αυτό το πρίσμα 16. Τρίτον, τις βελτιώσεις της γπς: ό,τι δαπανήθπκε κατά τρόπο επικερδή για τπν εκχέρσοοσπ, τπν αποξήρανσπ, τπν περίφραξπ, τπ λίπανση κα τπ συνολική βελτίοχτπ τπς κατάστασής τπς, ώστε να είναι κατάλληλη για να καλλιεργηθεί. Μια βελτκομένπ αγροτική εκμετάλλευση μπορεί δικαίως να προσεγγιστεί με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο προσεγγίζουμε τις χρήσιμες εκείνες μηχανές οι οποίες διευκολύνουν και συντομεύουν τπν εργασία και μέσω των οποίων ένα δεδομένο κυκλοφορούν κεφάλαιο είναι σε θέση να αποφέρει στο χρήστη του ένα πολύ μεγαλύτερο εισόδπμα Μια βελτκομένπ αγροτική εκμετάλλευση είναι εξίσου επωφελήςκαιπολύ μεγαλύτερηςχρονικής διάρκειας arf οποιαδήποτε από αυτές τις μηχανές, καθώς συχνά δεν απαιτεί καμιά άλλπ επανόρθωση πέραν της επικερδέστερης δυνατής λειτουργίας του κεφαλαίου του αγρότη-επιχειρηματία που απασχολείται στην καλλιέργειά της. 17. Τέταρτον, τις επίκτητες και χρήσιμες ικανότητες που έχουν αναπτύξει όλοι οι κάτοικοι ή τα μέλη της κοινωνίας. Η απόκτηση των ικανοτήτων αυτών, κοστίζει πάντα μια πραγματική δαπάνη που προέρχεται από την ανάγκη συντήρησης του κατόχου τους κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης ή της μαθητείας του, δαπάνη π οποία συνιστά ένα πάγιο κεφάλαιο αποκρυσταλλωμένο στο πρόσωπό του. Όπως οι ικανότητες αυτές αποτελούν μέρος της περιουσίαςτου, κατά τον ίδιο τρόπο αποτελούν μέρος τπς περιουσίας τπς κοινωνίας στην οποία ανήκει. Η βελτιωμένη επιδεξιότητα ενός εργάτη μπορεί να προσεγγιστεί με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο προσεγγίζουμε αυτή μιας μηχανής ή ενός επαγγελματικού εργαλείου που διευκολύνει και συντομεύει την εργασία και το οποίο, παρ' ότι αντιπροσωπεύει μια ορισμένη δαπάνη, αποζημιώνει αυτή τπ δαπάνη αποδίδοντας επιπλέον κάποιο κέρδος. 18. Το τρίτο και τελευταίο τμήμα από αυτά στα οποία διακρίνεται το γενικό απόθεμα της κοινωνίας είναι το κυκλοφορούν κεφάλαιο, το χαρακτηριστικό του οποίου είναι ότι αποδίδει ένα εισόδημα μόνο μέσω
338
Άνταμ Σμιθ
της κυκλοφορίας του ή της αλλαγής κατόχου. Το κυκλοφορούν κεφάλαιο αποτελείται αντίστοιχα από τέσσερα μέρη: 19. Πρώτον, το χρήμα μέσω του οποίου κυκλοφορούν και κατανέμονται στους καταναλωτές τους τα άλλα τρία τμήματα 20. Δεύτερον, το απόθεμα των μέσων διαβίωσης που βρίσκονται στην κατοχή του κρεοπώλη, του κτηνοτρόφου, του αγρότη-επιχειρηματία, του εμπόρου σιτπρών, του ζυθοποιού κ.ο.κ., από την πώληση του οποίου προσδοκούν να αποκομίσουν κάποιο κέρδος. 21. Τρίτον, τα υλικά, ακατέργαστα ή κατεργασμένα στον έναν ή τον άλλο βαθμό, των ενδυμάτων, των επίπλων και των κτιρίων, που δεν έχουν προσλάβει ακόμα κάποια από τις τρεις αυτές μορφές, και που παραμένουν στα χέρια των καλλιεργητών, των τεχνιτών, των υφασματεμπόρων, των ξυλεμπόρων, των ξυλουργών, των κτιστών κ.λπ. 22. Τέταρτον και τελευταίο, τα προϊόντα που έχουν παραχθεί και ολοκληρωθεί και τα οποία βρίσκονται ακόμα στα χέρια των εμπόρων ή των κατασκευαστών, και δεν έχουν ακόμα διατεθεί ή διανεμηθεί στους τελικούς καταναλωτές τους, όπως είναι τα έτοιμα προϊόντα που συναντάμε συχνά στα καταστήματα των σιδηρουργών, των επιπλοποιών, των χρυσοχόων, των κοσμηματοπωλών, των τεχνιτών πορσελάνης κ.λπ. Με αυτή την έννοια, το κυκλοφορούν κεφάλαιο συνίσταται από τα μέσα διατροφής, τα υλικά και τα κάθε είδους έτοιμα προϊόντα που βρίσκονται στα χέρια των αντίστοιχων πωλητών, καθώς και από τα χρήματα που είναι απαραίτητα για την κυκλο(ρορία και τη διανομή τους στους τελικούς χρήστες ή καταναλοπές τους. 23. Τα τρία από τα τέσσερα αυτά μέρη, δηλαδή τα μέσα διατροφής, τα υλικά και τα τελικά προϊόντα αποσύρονται περιοδικά από το κυκλοφορούν κεφάλαιο, είτε κάθε χρόνο είτε κατά συντομότερα διαστήματα, και τοποθετούνται είτε στο πάγιο κεοράλαιο, είτε στο απόθεμα που προορίζεται για την άμεση κατανάλωση. 24. Κάθε πάγιο κεφάλαιο έχει προκύψει από κάποιο κυκλοφορούν κεφάλαιο και έχει την ανάγκη της συνεχούς υποστήριξής του. Όλες οι χρήσιμες μηχανές και τα εργαλεία προέρχονται από κάποιο κυκλοφορούν κεοράλαιο, το οποίο προμηθεύει τα υλικά της κατασκευής τους και τα μέσα συντήρησης των εργατών που τα παράγουν. Οι μηχανές αυτές απαιτούν επίσης ένα κεφάλαιο του ιδίου τύπου για την περιοδική τους επισκευή. 25. Ένα πάγιο κεφάλαιο δεν είναι δυνατόν να αποφέρει εισόδημα παρά μόνο μέσω ενός κυκλοφορούντος κεφαλαίου. Ακόμα και οι πιο χρήσιμες μηχανές και τα εργαλεία δεν μπορούν να παράγουν τίποτα χωρίς την ύπαρξη ενός κυκλοφορούντος κε(ραλαίου το οποίο θα παρέχει τα προς κατεργασία υλικά και τα μέσα συντήρησης των εργατών που θα κατεργαστούν αυτά τα υλικά. Η γη, όσο και αν βελτιωθεί, δεν
Έρευνα για τη Φύση και Iis Allies του Πλούτου των Εθνών
339
θα μπορέσει ποτέ να αποφέρει κανένα εισόδημα, χωρίς κάποιο κυκλοφορούν κεφάλαιο για τπ συντήρηση των εργατών που την καλλιεργούν και δρέπουν τους καρπούς της, 26. Μοναδικός στόχος και σκοπόςτόσο του πάγιου, όσο και του κυκλοφορούντος κεφαλαίου είναι π διατήρηση και αύξηση του αποθέματος που είναι δυνατόν να αφιερωθεί στην άμεση κατανάλωση. Ακριβώς αυτό το απόθεμα προσφέρει τη διατροφή, την ένδυση και τη στέγαση των ανθρώπων. Τα πλούτη ή η φτώχεια τους εξαρτώνται από το πόσο μικρές ή μεγάλες είναι οι ποσότητες του αποθέματος της άμεσης κατανάλαχπις που μπορούν να προκύψουν από τα δύο αυτά κεφάλαια. 27. Εφόσον ένα τόσο μεγάλο μέρος του κυκλοφορούντος κεφαλαίου αποσπάται συνεχώς από αυτό, προκειμένου να τοποθετηθεί στους άλλους δύο κλάδους του γενικού αποθέματος της κοινωνίας, θα πρέπει με τη σειρά του να δέχεται συνεχείς εισροές χωρίς τις οποίες πολύ γρήγορα θα αφανιζόταν. Οι εισροές αυτές προέρχονται κυρίοος από τρεις πηγές, το προϊόν της γης, των ορυχείων και της αλιείας. Οι πηγές αυτές επιτρέπουν συνεχείς εισροές μέσων διατροφής και υλικών, μέροςτων οποίων στη συνέχεια υφίσταται κατεργασία ώστε να καταστεί τελικό προϊόν, με τα οποία αντικαθίστανται τα μέσα διατροφής, τα υλικά και τα κατεργασμένα προϊόντα που αποσύρονται συνεχώς από το κυκλοφορούν κεφάλαιο. Ακόμα, από τα ορυχεία αντλούνται τα απαραίτητα για τη διατήρηση και την αύξηση του τμήματος του κυκλοφορούντος κεφαλαίου που συνίσταται σε χρήμα. Γιατί, παρά το ότι, υπό κανονικές συνθήκες, τούτο το τμήμα δεν αποσύρεται από αυτό, όπως τα δύο άλλα, προκειμένου να τοποθετηθεί στους δύο άλλους κλάδους του γενικού αποθέματος της κοινωνίας, οκηόσο, όπως όλα τα άλλα πράγματα, φθείρεται και τελικά καταστρέφεται, και μερικές φορές ακόμα είτε φθείρεται είτε φεύγει στο εξοπερικό, και θα πρέπει επομένοχ; να δέχεται συνεχώς νέες εισροές, αν και αναμφίβολα σε πολύ μικρότερες ποσότητες. 28. Η γη, τα ορυχεία και η αλιεία απαιτούν για τη λειτουργία τους τόσο ένα πάγιο, όσο και ένα κυκλοφορούν κεοράλαιο. Το προϊόν τους αντικαθιστά με κάποιο κέρδος, όχι μόνο αυτά τα κεφάλαια, αλλά και όλα τα άλλα της κοινωνίας. Με αυτόν τον τρόπο, ο αγρότης αντικαθιστά τα μέσα διαβίωσης που κατανάλοκιε ο τεχνίτης της μανιφακτούρας, καθώς και τα υλικά που αυτός κατεργάστηκε τον προηγούμενο χρόνο. Και ο τεχνίτης αντικαθιστά τα κατεργασμένα προϊόντα που έφθειρε ο αγρότης στο ίδιο διάστημα. Αυτή είναι η πραγματική ανταλλαγή που επιτελείται κάθε χρόνο μεταξύ των δύο αυτών ομάδων ανθρώπων, παρόλο που σπανίοχ; ανταλλάσσονται άμεσα η ακατέργαστη συγκομιδή των μεν με τα κατεργασμένα προϊόντα των δε, εφόσον
340
Άνταμ Σμιθ
σπανίως ο αγρότης πωλεί τα σιτηρά, τα ςώα, το λινάρι και το μαλλί του στο ίδιο πρόσωπο από το οποίο αγοράζει τα ρούχα, τα έπιπλα και τα εργαλεία που χρειάζεται. Κατά συνέπεια πωλεί την ακατέργαστη συγκομιδή του έναντι χρημάτων, με τα οποία είναι σε θέση να αγοράσει τα μανιφακτουρικά προϊόντα, όποτε τα έχει ανάγκη. Η γη αντικαθιστά ακόμα, τουλάχιστον εν μέρει, τα κεφάλαια με τα οποία λειτουργούν η αλιεία και τα ορυχεία. Αυτό που αντλεί τα αλιεύματα από τη θάλασσα είναι ακριβώς το προϊόν της γης. Και αυτό που εξάγει τα ορυκτά από τα σπλάχνα της γης είναι ακριβώς το προϊόν της επιφάνειάς της. 29. Τα προ'ιοντα της γης, των ορυχείων και της αλιείας, όταν οι φυσικές τους γονιμότητες είναι ίσες, είναι ανάλογα του μεγέθους και της κατάλληλης εφαρμογής των κεφαλαίων που απασχολούνται σε αυτές τις δραστηριότητες. Όταν τα κεφάλαια είναι ίσα και εφαρμόζονται εξίσου καλά, το προϊόν τους είναι ανάλογο της φυσικής τους γονιμότητας. 30. Σε όλες τις χώρες όπου υπάρχει μια ανεκτή ασφάλεια, κάθε άνθρωπος που διαθέτει κοινή λογική θα προσπαθεί να χρησιμοποιεί το όποιο απόθεμα είναι σε θέση να ελέγχει, προκειμένου να αποκομίσει είτε μια σημερινή απόλαυση, είτε ένα μελλοντικό κέρδος. Αν το απόθεμα χρησιμοποιείται για την αποκόμιση μιας σημερινής απόλαυσης, είναι απόθεμα που προορίζεται για άμεση κατανάλωση. Αν χρησιμοποιείται για την αποκόμιση ενός μελλοντικού κέρδους, θα αποφέρει αυτό το κέρδος, είτε παραμένοντας σε αυτόν, είτε αποχωριζόμενο από αυτόν. Στην πρώτη περίπτωση πρόκειται για πάγιο, ενώ στη δεύτερη για κυκλοφορούν κεφάλαιο. Ανέναςάνθρωποςοοποίος, ενώ απολαμβάνει μια ανεκτή ασφάλεια, δεν χρησιμοποιεί όλο το απόθεμα που ελέγχει, είτε αυτό είναι δικό του, είτε το έχει δανειστεί από άλλους ανθρώπους, με κάποιον από αυτούς τους τρεις τρόπους, θα πρέπει να είναι τελείως παράλογος. 31. Βέβαια, σε εκείνες τις δυστυχισμένες χώρες όπου οι άνθρωποι φοβούνται συνεχώς την αυθαιρεσία των ανωτέρων τους, συχνά αποκρύβουν ένα μέρος του αποθέματός τους, προκειμένου να έχουν πάντα την ευχέρεια να το μεταφέρουν μαζί τους σε κάποιο ασφαλές μέρος, στην περίπτωση που απειληθούν από κάποια από τις συμφορές στις οποίες θεωρούν ότι είναι εκτεθειμένοι ανά πάσα στιγμή. Λέγεται ότι αυτό αποτελεί κοινή πρακτική στην Τουρκία, στο Ινδοστάν, και πιστεύω και στις περισσότερες άλλες χώρες της Ασίας. Φαίνεται ότι υπήρξε κοινή πρακτική μεταξύ των προγόνων μας στη διάρκεια των ταραχών της φεουδαρχικής διακυβέρνησης. Την εποχή εκείνη, η εύρεση θησαυρών αποτελούσε ένα καθόλου ευκαταφρόνητο τμήμα του εισοδήματος των μεγάλων μοναρχών της Ευρώπης. Επρόκειτο για εκείνους τους θησαυρούς που ανευρίσκονταν θαμμένοι στη
Έρευνα για τη Φύση και Iis Allies του Πλούτου των Εθνών
341
γη, και για τους οποίους κανείς δεν μπορούσε να αποδείξει ότι κατέχει δικαιώματα ιδιοκτησίας. Οι θησαυροί αυτοί αποτελούσαν μια τόσο σημαντική πηγή εισοδήματος, ώστε εθεωρείτο ότι ανήκουν πάντα στο μονάρχη και ποτέ σε εκείνον που τους ανακάλυπτε ή στον ιδιοκτήτη της γης, παρά μόνο εφόσον το δικαίωμα αυτό είχε μεταβιβαστεί σε αυτόν με ρητό όρο του τίτλου ιδιοκτησίας του. Η ανακάλυψη θησαυρών ήταν ανάλογη με αυτή των ορυχείων χρυσού και αργύρου, τα οποία, όταν δεν υπήρχε μια σαφής αναφορά στους τίτλους ιδιοκτησίας της γης, δεν εθεωρείτο ποτέ ότι ανήκουν στη γενική μεταβίβαση κυριότητας της γης, παρόλο που τα ορυχεία μολύβδου, χαλκού, κασσιτέρου και άνθρακα λογίζονταν ως μικρότερης σημασίας πράγματα.
f
/ι i
i t s
Vi-.-^-'
To χρήμα ωε ιδιαίτεροε κλάδοε τον γενικού αποθέματοε ms κοινωνίαε ή περί των δαπανών συντήρησηε του εθνικού κε(ραλαίου 1. Δείξαμε στο πρώτο βιβλίο ότι η τιμή της πλειονότητας των εμπορευμάτων αναλύεται σε τρία μέρη, από τα οποία το πρώτο εξοφλεί το μισθό της εργασίας, ένα άλλο εξοφλεί τα κέρδη του αποθέματος, και ένα τρίτο την πρόσοδο της γης, που χρησιμοποιήθηκαν για την παραγ(ΰγή τους και την ηροσκόμισή τους στην αγορά. Βέβαια, υπάρχουν κάποια εμπορεύματα η τιμή των οποίων απαρτίζεται από μόνο δύο μέρη, το μισθό της εργασίας και τα κέρδη του αποθέματος, και ελάχιστα άλλα των οποίων η τιμή απαρτίζεται από μόνο ένα μέρος, το μισθό της εργασίας. Ωστόσο, η τιμή του κάθε εμπορεύματος αναλύεται υποχρεωτικά στο ένα, το άλλο ή και στα τρία αυτά μέρη. Κάθε μέρος της τιμής που δεν συνιστά ούτε πρόσοδο ούτε μισθό, θα συνιστά κέρδος ενός τρίτου. 2. Παρατηρήσαμε ότι, εφόσον συμβαίνει κάτι τέτοιο με κάθε μεμονωμένο εμπόρευμα, θα συμβαίνει το ίδιο και με όλα τα εμπορεύματα που απαρτίζουν το ετήσιο προϊόν της γης και της εργασίας της κάθε χώρας, θεωρούμενα στο σύνολό τους. Η συνολική τιμή ή η ανταλλάξιμη αξία του ετήσιου αυτού προϊόντος θα πρέπει να αναλύεται στα ίδια αυτά τρία μέρη και θα επιμερίζεται μεταξύ των διαφόρων κατοίκων της χώρας είτε ως μισθός της εργασίας τους είτε ως κέρδος του αποθέματός τους είτε ως πρόσοδος της γης τους. 3. Παρόλο όμως που η συνολική αξία του ετήσιου προϊόντος της γης και της εργασίας κάθε χώρας επιμερίζεται με αυτόν τον τρόπο και αποτελεί το εισόδημα των διαφόρων κατοίκων της, οκπόσο, όποος στην περίπτωση της προσόδου μιας ιδιόκτητης έκτασης, μπορούμε να διακρίνουμε μεταξύ ακαθάριστης και καθαρής προσόδου, κατά τον ίδιο τρόπο μπορούμε να διαφοροποιήσουμε το εισόδημα όλων των κατοίκων μιας μεγάλης χώρας.
344
Ανταμ Σμιθ
4. Η ακαθάριστη πρόσοδος μιας ιδιόκτητης έκτασης περιλαμβάνει οτιδήποτε πληρώνεται από τον αγρότη-επιχειρηματία Η καθαρή πρόσοδος περιλαμβάνει ό,τι απομένει στον γαιοκτήμονα μετά την αφαίρεση των δαπανών διαχείρισπς, επισκευών και όλων των άλλων απαραίτητων επιβαρύνσεων, ή αυτό που έχει τη δυνατότητα να τοποθετήσει στο απόθεμα που προορίζεται για την άμεση κατανάλοχιή του, ή να δαπανήσει για το τραπέζι του, τον εξοπλισμό ή τη διακόσμηση του σπιτιού του, χωρίς να ζημιώσει την περιουσία του. Ο πραγματικός του πλούτος είναι ανάλογος όχι της ακαθάριστης αλλά της καθαρής προσόδου του. 5. Το ακαθάριστο εισόδημα όλων των κατοίκων μιας μεγάλης χώρας περιλαμβάνει το συνολικό ετήσιο προϊόν της γης και της εργασίας τους. Το καθαρό τους εισόδημα περιλαμβάνει ό,τι απομένει μετά την αφαίρεση των δαπανών συντήρησης, πρώτον του πάγιου, και δεύτερον του κυκλοφορούντος κεφαλαίου τους ή ό,τι είναι σε θέση να τοποθετήσουν στο απόθεμα που προορίζεται για την άμεση κατανάλωσή τους ή να δαπανήσουν για τη διατροφή, τις ανέσεις και την ψυχαγωγία τους, χωρίς να φθείρουν το κε(ράλαιό τους. Ο πραγματικός τους πλούτος είναι επίσης ανάλογος όχι του ακαθάριστου αλλά του καθαρού τους εισοδήματος. 6. Οι συνολικές δαπάνες συντήρησης του παγίου κεφαλαίου θα πρέπει προορανώς να μη συμπεριλαμβάνονται στο καθαρό εισόδημα της κοινωνίας. Στο εισόδημα αυτό δεν είναι δυνατόν να περιλαμβάνονται ούτε τα υλικά που είναι απαραίτητα για τη συντήρηση των μηχανών και των εργαλείων, ή των επαγγελματικών κτιρίων κ.ο.κ., ούτε το προϊόν της εργασίας που είναι απαραίτητη για τη σοκπή κατασκευή αυτών των υλικών. Βέβαια, η τιμή αυτής της εργασίας είναι δυνατόν να αποτελεί μέρος του καθαρού εισοδήματος, καθώς οι εργάτες που απασχολούνται σε αυτόν τον τομέα είναι πιθανόν να βάζουν τη συνολική αξία του μισθού τους στο απόθεμά τους που προορίζεται για άμεση κατανάλωση. Ωστόσο, στα άλλα είδη εργασίας, τόσο η τιμή της εργασίας όσο και το προϊόν ανήκουν σε αυτό το απόθεμα: η μεν τιμή της εργασίας στο απόθεμα των εργατών, το δε προϊόν της στο απόθεμα των άλλων ανθρώπων, των οποίων τα μέσα διαβίωσης, οι ανέσεις και η ψυχαγωγία βελτιώνονται από την εργασία αυτών των εργατών. 7. Προορισμός του πάγιου κεφαλαίου είναι η αύξηση των παραγωγικών δυνατοτήτων της εργασίας, ή η δημιουργία της δυνατότητας εκτέλεσης μιας πολύ μεγαλύτερης ποσότητας δουλειάς από τον ίδιο αριθμό εργατών. Σε μια αγροτική εκμετάλλευση όπου όλα τα απαραίτητα κτίρια, στάβλοι, επικοινωνίες κ.λπ. βρίσκονται στην καλύτερη δυνατή κατάσταση, ένας δεδομένος αριθμός εργατών και υποζυγίων θα δρέψει μια πολύ μεγαλύτερη συγκομιδή από αυτή που θα προέκυπτε από μια
Έρευνα yia τη Φύση και τιε Αιτΐεε του Πλούτου των Εθνών
345
εκμετάλλαχπι με ένα εξίσου καλό έδαίρος αλλά όχι με τις ίδιες διευκολύνσεις. Στις μανιφακτούρες, ένας δεδομένος αριθμός χεριών, όταν υποβοηθείται από τον καλύτερο εξοπλισμό, θα παράγει μια πολύ μεγαλύτερη ποσότητα αγαθών arf ό,τι όταν υποβοηθείται από αναποτελεσματικά εργαλεία. Οι δαπάνες που καταβάλλονται για ένα οποιουδήποτε είδους κατάλληλο πάγιο κεφάλαιο αποπληρώνονται πάντα με ένα μεγάλο κέρδος και αυξάνουν το ετήσιο προϊόν κατά μια πολύ μεγαλύτερη αξία από αυτή της υποστήριξης που απαιτούν αυτές οι βελτιώσεις. Ωστόσο, αυτή η υποστήριξη εξακολουθεί να απαιτεί ένα ορισμένο μερίδιο αυτού του προϊόντος. Με αυτόντοντρόπο, μιαορισμένη ποσότητα υλικών, καθώς και η εργασία ενός αριθμού εργατών που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν άμεσα στην αύξηση των τροφίμων, των ενδυμάτων και της στέγης, των μέσων διαβίοχιης και των ανέσεων της κοινωνίας, κατευθύνονται προς μια άλλη απασχόληση, ιδιαίτερα επωφελή βέβαια, οκπόσοόμοοςδιαφορετική,Γι'αυτόν ακριβώςτολόγο, όλες αυτές οι βελτιώσεις των μηχανών, καθώς επιτρέπουν σε έναν δεδομένο αριθμό εργατών να επιτελεί μια δεδομένη ποσότητα δουλειάς με έναν φθηνότερο και απλούστερο εξοπλισμό από αυτόν που χρησιμοποιείτοπροηγουμένοχ;,εθεωρούντοπάνταεπ(ΰφελείςγιακάθε κοινωνία. Προκύπτει τότε μια ορισμένη ποσότητα υλικών και η εργασία ενός αριθμού εργατών που προηγουμένως χρησιμοποιούνταν για την υποστήριξη ενός πολυπλοκότερου και δαπανπρότερου εξοπλισμού, η οποία μπορεί στη συνέχεια να χρησιμοποιηθεί για την αύξηση της ποσότητας του έργου που είναι σε θέση να εκτελέσει αυτή ή η άλλη μηχανή. Ο διευθυντής μιας μεγάλης μανιφακτούρας που δαπανά 1.000 λίρες το χρόνο για τη συντήρηση των μηχανών του, αν είναι σε θέση να μειώσει αυτές τις δαπάνες σε 500λίρες, είναι φυσικό να χρησιμοποιήσει τις υπόλοιπες 500 για την αγορά μιας επιπλέον ποσότητας υλικών τα οποία θα κατεργαστεί ένας επιπλέον αριθμός εργατών. Επομένως, η ποσότητα της δουλειάς που θα είναι σε θέση να εκτελεί αυτός ο εξοπλισμός θα αυξηθεί και μαζί με αυτή θα αυξηθούν τα οφέλη και οι ανέσεις που μπορεί να αντλήσει η κοινωνία από αυτή τη δουλειά. 8. Οι δαπάνες συντήρησης του παγίου κεφαλαίου μιας μεγάλης χώρας μπορούν κάλλιστα να συγκριθούν με αυτές των επισκευών σε μια έγγεια ιδιοκτησία. Οι δαπάνες των επισκευών είναι συχνά απαραίτητες για την υποστήριξη της συγκομιδής αυτής της ιδιοκτησίας και κατά συνέπεια γίνονται απαραίτητες τόσο για την ακαθάριστη, όσο και για την καθαρή πρόσοδο του γαιοκτήμονα. Ωστόσο, όταν μέσω μιας ορθότερης διαχείρισης είναι δυνατόν να μειωθούν χοορίς να προκαλέσουν την οποιαδήποτε μείωση της συγκομιδής, η μεν ακαθάριστη πρόσοδος παραμένει τουλάχιστον η ίδια, η δε καθαρή υποχρεωτικά αυξάνεται.
346
Άνταμ Σμιθ
9. Ενώ όμο>ς οι συνολικές δαπάνες συντήρησης του πάγιου κεφαλαίου εκπίπτουν υποχρεωτικά από το καθαρό εισόδημα της κοινωνίας, δεν συμβαίνει το ίδιο με αυτές της συντήρησης του κυκλοφορούντος κεφαλαίου. Από τα τέσσερα μέρη από τα οποία απαρτίζεται αυτό το κεφάλαιο, δηλαδή το χρήμα, τα μέσα διαβίωσης, τα υλικά και τα έτοιμα προϊόντα, τα τρία τελευταία, όποχ; παρατηρήσαμε ήδη, αποσύρονται περιοδικά από αυτό και καταχωρούνται είτε στο πάγιο κεφάλαιο της κοινωνίας είτε στο απόθεμά της που προορίζεται για άμεση κατανάλωση. Κάθε μερίδιο των καταναλώσιμων αυτών αγαθών που δεν απασχολείται στη συντήρηση του πάγιου κεοραλαίου κατευθύνεται συνολικά στο απόθεμα τπς άμεσης κατανάλοκτης, και αποτελεί μέροςτου καθαρού εισοδήματος της κοινωνίας. Επομένοχ;, η συντήρηση των τριών αυτών μερών του κυκλοφορούντος κεφαλαίου δεν απορροφά από το καθαρό εισόδημα της κοινωνίας κανένα μερίδιο του ετήσιου προϊόντος της, πέραν αυτού που είναι απαραίτητο για τη συντήρηση του πάγιου κεφαλαίου. 10. Από αυτή την άποψη, το κυκλοφορούν κεφάλαιο μιας κοινωνίας διαφέρει από αυτό ενός ατόμου. Το κυκλοφορούν κεφάλαιο ενός ατόμου δεν υπεισέρχεται ποτέ στη δημιουργία του καθαρού του εισοδήματος το οποίο απαρτίζεται αποκλειστικά από τα κέρδη του. Ενώ όμως το κυκλοφορούν κεφάλαιο του κάθε ατόμου αποτελεί μέρος του αντίστοιχου κεφαλαίου της κοινωνίας στην οποία ανήκει, αυτό δεν συνεπάγεται ότι το κεφάλαιο αυτό δεν είναι δυνατόν να υπεισέλθει σε ένα βαθμό στο σχηματισμό του καθαρού εισοδήματος της χώρας. Παρόλο που το σύνολο των αγαθών ενός εμπορικού καταστήματος δεν πρέπει με κανένα τρόπο να καταχωρηθεί στο απόθεμα της άμεσης κατανάλωσής του, μπορούμε ωστόσο να το καταχωρήσουμε στο απόθεμα της άμεσης κατανάλοχιης άλλων ανθρώπων, οι οποίοι είναι δυνατόν να καταβάλλουν κατά διαστήματα τπν αξία αυτών των αγαθών στον έμπορο, μαζί με τα αντιστοιχούντα κέρδη, από εισοδήματα που αντλούν από άλλες πηγές, χωρίς να προκαλούν καμιά ζημία είτε στο κεοράλαιο του εμπόρου είτε στα δικά τους. 11. Επομένως το χρήμα αποτελεί το μόνο μέρος του κυκλοφορούντος κεφαλαίου μιας κοινωνίας, η συντήρηση του οποίου είναι δυνατόν να προκαλέσει μείωση του καθαρού της εισοδήματος. 12. Το πάγιο κεφάλαιο, και το μέρος εκείνο του κυκλοφορούντος κεφαλαίου που συνίσταται σε χρήμα, στο βαθμό που επηρεάζουν το εισόδημα της κοινωνίας, έχουν μια μεγάλη ομοιότητα μεταξύ τους. 13. Kaf αρχάς, όπως ακριβώς αυτές οι μηχανές και τα εργαλεία απαιτούν ορισμένες δαπάνες, πρώτον για την κατασκευή τους, και στη συνέχεια για την υποστήριξή τους, οι οποίες, ενώ αποτελούν μέρος του ακαθάριστου εισοδήματος, εκπίπτουν από το καθαρό της εισόδημα,
Έρευνα για τη Φύση και IiS Allies του Πλούτου των Εθνών
347
κατά τον ίδιο τρόπο, το απόθεμα του χρήματος που κυκλοφορεί σε μια χώρα απαιτεί ορισμένες δαπάνες, πρώτον για τπν παραγωγή του και στπ συνέχεια για την υποστήριξή του, οι οποίες ενώ αποτελούν μέρος του ακαθάριστου εισοδήματος της κοινωνίας, εκπίπτουν αντίστοιχα από το καθαρό της εισόδημα. Προκύπτει λοιπόν μια ορισμένη ποσότητα πολύτιμων υλικών, χρυσού και αργύρου, και μια ορισμένη ποσότπτα μιας πολύ εξειδικευμένης εργασίας, οι οποίες, αντί να χρησιμοποιούνται για την αύξηση των αποθεμάτων κατανάλωσης, των μέσων διατροφής, των ανέσεων και της ψυχαγωγίας των ανθρώπων, χρησιμοποιούνται για την υποστήριξη του μεγάλου αλλά δαπανηρού εμπορικού εργαλείου, μέσω του οποίου σε κάθε άτομο της κοινωνίας καταμερίζονται στις κατάλληλες αναλογίες τα μέσα διαβίωσης, οι ανέσεις και η ψυχαγωγία του. 14. Κατά δεύτερον, όποος ακριβώς οι μηχανές και τα εργαλεία που απαρτίζουν το πάγιο κεφάλαιο είτε ενός ατόμου είτε μιας κοινωνίας δεν ανήκουν ούτε στο ακαθάριστο ούτε στο καθαρό εισόδημα του ατόμου ή της κοινωνίας, κατά τον ίδιο τρόπο το χρήμα, μέσω του οποίου κατανέμεται το συνολικό εισόδημα της κοινωνίας μεταξύ των διαφόρων μελών της, δεν αποτελεί το ίδιο μέρος αυτού του εισοδήματος. Ο μεγάλος τροχός της κυκλοφορίας είναι τελείως διαφορετικός από τα αγαθά που κυκλοφορούν μέσω αυτού. Κατά τον υπολογισμό του ακαθάριστου ή του καθαρού εισοδήματος μιας κοινωνίας, θα πρέπει πάντα να αφαιρούμε από τη συνολική ετήσια κυκλοφορία χρήματος και αγαθών τη συνολική αξία του χρήματος, το οποίο δεν συμμετέχει ούτε κατά μια δεκάρα στο καθαρό εισόδημα της κοινωνίας. 15. Αυτό που κάνει την παραπάνω πρόταση να φαίνεται αμφίβολη ή παράδοξη είναι η αμφισημία της γλώσσας. Αν η πρότασή μας εξηγηθεί και κατανοηθεί επαρκώς, γίνεται σχεδόν αυτονόητη. 16. Όταν μιλάμε για κάποιο χρηματικό ποσό, μερικές φορές δεν εννοούμε τίποτα άλλο από τα μεταλλικά κέρματα από τα οποία απαρτίζεται. Κάποιες άλλες φορές, περιλαμβάνουμε στο νόημά μας μια αμυδρή αναφορά στα αγαθά που μπορούν να αποκτηθούν με αυτό το ποσό, ή στην αγοραστική δύναμη που παρέχει αυτό το ποσό. Έτσι, λοιπόν, όταν λέμε ότι το κυκλοφορούν χρήμα στην Αγγλία υπολογίζεται σε 18 εκατομμύρια, θέλουμε μόνο να εκφράσουμε το ποσό των μεταλλικών κερμάτων που κάποιοι συγγραφείς έχουν υπολογίσει ή μάλλον έχουν υποθέσει ότι κυκλοίρορούν στη χώρα. Όταν όμως λέμε ότι ένας άνθρωπος έχει 50 ή 100 λίρες το χρόνο, θέλουμε συνήθως να εκφράσουμε όχι μόνο το ποσό των μεταλλικών κερμάτων με τα οποία πληρώνεται κάθε χρόνο, αλλά την αξία των αγαθών τα οποία μπορεί να αγοράζει ή να καταναλώνει κάθε χρόνο, θέλουμε συνήθως να εκφράσουμε ποιος είναι -ή ποιος θα όφειλε να είναι- ο τρόπος ζωής
348
Ανταμ Σμιθ
του, ή η ποσότητα και η ποιότητα των αναγκαίων μέσων διαβίοχπις και των ανέσεων της ζωής που θα μπορούσε να απολαύσει. 17. Όταν, αναφερόμενοι σε ένα συγκεκριμένο χρηματικό ποσό, δεν θέλουμε απλώς να εκφράσουμε το ποσό των μεταλλικών κερμάτων από το οποίο απαρτίζεται, αλλά θέλουμε να περιλάβουμε στο νόημά του κάποια ασαφή αναφορά στα αγαθά που μπορούν να αποκτηθούν ως αντάλλαγμα αυτού του ποσού, ο πλούτος ή το εισόδημα που υποδηλώνει το ποσό αυτό σε αυτή την περίπτωση ισούται μόνο με μία από τις δύο αξίες που υποδηλώνονται με κάποια ασάφεια από τη ίδια λέξη και ισούται μάλλον με τη δεύτερη αξία, δηλαδή με ό,τι αξίζει το χρήμα και όχι με το ίδιο το χρήμα. 18. Αν, λοιπόν, η εβδομαδιαία αμοιβή ενός ατόμου είναι μια γκινέα, το άτομο αυτό μπορεί, στο διάστημα της μιας εβδομάδας, να αγοράσει μια ορισμένη ποσότητα μέσων διαβίοοσης, ανέσεων και ψυχαγωγίας. . Ο πραγματικός του πλούτος, το πραγματικό του εβδομαδιαίο εισόδημα, είναι μικρό ή μεγάλο, ανάλογα με το αν είναι μικρή ή μεγάλη η ποσότητα των αγαθών που αγοράζει. Το εβδομαδιαίο του εισόδημα, προφανώς, δεν είναι ίσο και με τη γκινέα, και με ό,τι μπορεί να αγοράσει με αυτήν, αλλά μόνο με τη μία ή την άλλη από τις δύο αυτές ίσες αξίες. Και, σωστότερα, είναι ίσο περισσότερο με τη δεύτερη αξία, με ό,τι αξίζει δηλαδή μια γκινέα, παρά με την ίδια τη γκινέα. 19. Αν η αμοιβή αυτού του ατόμου τού καταβαλλόταν όχι σε χρυσό, αλλά σε εβδομαδιαία γραμμάτια της μιας γκινέας, το εισόδημά του προφανώς δεν θα συνίστατο σε αυτά τα χαρτιά, αλλά μάλλον σε ό,τι μπορεί να αγοράσει με αυτά. Η γκινέα μπορεί να θεωρηθεί ως ένα γραμμάτιο πληρωτέο σε μέσα διαβίοκιης και καταναλωτικά αγαθά, προερχόμενα arf όλους τους εμπόροικ; της περιοχής. Το εισόδημα του ατόμου στο οποίο καταβάλλεται η γκινέα δεν αποτελείται από αυτό το κομμάτι χρυσού, αλλά μάλλον απ' ό,τι μπορεί να αγοράσει με αυτό ή ό,τι μπορεί να ανταλλαγεί με αυτό. Αν δεν μπορεί να ανταλλαγεί με τίποτα, όπως το γραμμάτιο ενός χρεοκοπημένου, η αξία του δεν θα είναι μεγαλύτερη από την αξία του πιο άχρηστου χαρτιού. 20. Αντίστοιχα, αν και οι διάφοροι κάτοικοι μιας χώρας είναι δυνατόν να πληρώνονται -όποχ; όντοος συνήθως πληρώνονται- το εβδομαδιαίο ή ετήσιο εισόδημά τους σε χρήμα, ο πραγματικός τους πλούτος, το πραγματικό τους εβδομαδιαίο ή ετήσιο εισόδημα, θεοαρούμενο συνολικά, θα είναι μικρό ή μεγάλο, ανάλογα με την ποσότητα των καταναλωτικών αγαθών που μπορούν να αγοράσουν με αυτά τα χρήματα. Το εισόδημά τους, θεωρούμενο συνολικά, θα είναι ίσο όχι ταυτόχρονα με το χρήμα και τα καταναλωτικά αγαθά, αλλά μόνο με μια από τις δύο αυτές αξίες, και μάλλον με τη δεύτερη, παρά με την πρώτη.
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
349
21. Επομένοχ;, το ότι συχνά εκφράζουμε το εισόδημα ενός ατόμου με τον αριθμό των μεταλλικών κερμάτων που του καταβάλλονται κάθε χρόνο, οφείλεται στο γεγονός ότι τα κέρματα αυτά προσδιορίζουν το μέγεθος της αγοραστικής του δύναμης, ή την αξία των αγαθών που είναι σε θέση να καταναλώσει στη διάρκεια ενός χρόνου. Και σε αυτή την περίπτωση, θεωρούμε ότι το εισόδημά του συνίσταται σε αυτή την ικανότητα να αγοράζει ή να καταναλώνει, και όχι στα μεταλλικά κέρματα που μεταβιβάζουν αυτή την ικανότητα. 22. Αν όμοος αυτό είναι αρκετά προφανές σε σχέση με ένα άτομο, είναι ακόμα προφανέστερο σε σχέση με την κοινωνία. Ο αριθμός των μεταλλικών νομισμάτων με τα οποία πληρώνεται ένα άτομο κάθε χρόνο συχνά ταυτίζεται απολύτως με το εισόδημά του, και ακριβώς γι' αυτόν το λόγο αποτελεί τη συντομότερη και καλύτερη έκφραση της αξίας αυτού του εισοδήματος. Αλλά το ποσό των μεταλλικών νομισμάτων που κυκλοφορούν σε μια κοινωνία δεν μπορεί ποτέ να ταυτίζεται με το εισόδημα όλων των μελών της. Εφόσον η ίδια γκινέα που καταβάλλεται ως αμοιβή της εβδομαδιαίας εργασίας ενός ατόμου σήμερα είναι δυνατόν να καταβληθεί αύριο ως αμοιβή της εργασίας ενός άλλου ατόμου, και την επομένη ως αμοιβή ενός τρίτου ατόμου, το ποσό των μεταλλικών νομισμάτων που κυκλοφορούν κάθε χρόνο σε μια οποιαδήποτε χώρα θα πρέπει να είναι πολύ μικρότερης αξίας από τις συνολικές χρηματικές αμοιβές που καταβάλλονται κάθε χρόνο στη χώρα αυτή. Όμως η αγοραστική δύναμη, ή τα αγαθά που είναι δυνατόν να αγοραστούν διαδοχικά με το σύνολο αυτών των χρηματικών αμοιβών όπως αυτές καταβάλλονται διαδοχικά, πρέπει να είναι πάντα ακριβώς ίσης αξίας με αυτές τις αμοιβές. Το ίδιο ισχύει και για το εισόδημα των διαφόρων ανθρώπων στους οποίουςκαταβάλλονται αυτές οι αμοιβές. Επομένωςτοεισόδημααυτό δεν είναι δυνατόν να αποτελείται από αυτά τα μεταλλικά νομίσματα, το συνολικό ποσό των οποίων είναι πολύ μικρότερης αξίας, αλλά από την αγοραστική δύναμη, τα αγαθά που είναι δυνατόν να αγοραστούν διαδοχικά με αυτά τα νομίσματα, καθώς κυκλοφορούν από χέρι σε χέρι. 23. Επομένως το χρήμα, ο μεγάλος τροχός της κυκλοφορίας, το μεγάλο εργαλείο του εμπορίου, όπως και όλα τα άλλα εργαλεία του εμπορίου, παρά το ότι αποτελεί μέρος, και μάλιστα πολύτιμο μέρος του κείραλαίου, δεν συμμετέχει στο εισόδημα της κοινωνίας στην οποία ανήκει. Τα δε μεταλλικά νομίσματα από τα οποία αποτελείται, παρότι κατά την ετήσια κυκλοφορία τους κατανέμουν στο κάθε άτομο το ακριβές εισόδημα που του αναλογεί, δεν αποτελούν τα ίδια μέρος αυτού του εισοδήματος. 2 4. Τρίτον και τελευταίον, οι μηχανές και τα επαγγελματικά εργαλεία που
350
Άνταμ Σμιθ
απαρτίζουν το πάγιο κεφάλαιο έχουν τπν εξπς επιπλέον ομοιότπτα με το τμήμα εκείνο του κυκλοφορούντος κεφαλαίου που συνίσταται σε χρήμα: κάθε εξοικονόμπσπ δαπανών για τπν παραγωγή και τπν υποστήριξπ αυτών των μπχανών, που δεν μειώνει τπν παραγωγική δύναμπ τπς εργασίας, αποτελεί βελτίωσπ του καθαρού εισοδήματος τπς κοινωνίας. Αντίστοιχα, κάθε εξοικονόμπσπ δαπάνπς για τπ συλλογή και τπν υποστήριξπ εκείνου του τμήματος του κυκλοφορούντος κεφαλαίου που συνίσταται σε χρήμα, αποτελεί βελτίωσπ του ιδίου ακριβώς τύπου. 25. Είναι αρκετά προφανές, και έχει ήδπ εξπγπθεί εν μέρει, κατά ποιο τρόπο κάθε εξοικονόμπσπ στις δαπάνες υποστήριξπς των παγίων κεφαλαίων αποτελεί βελτίακτπ του καθαρού εισοδήματος τπς κοινωνίας. Το συνολικό κεοράλαιο του αναδόχου ενός έργου διακρίνεται αναγκαστικά στο πάγιο και το κυκλοφορούν κεφάλαιό του. Εφόσον το συνολικό κε(ράλαιο παραμένει το ίδιο, όσο μικρότερο είναι το ένα μέρος αυτού του κεφαλαίου τόσο μεγαλύτερο πρέπει να είναι το άλλο. Αυτό που προμπθεύει τα υλικά και τους μισθούς τπς εργασίας και θέτει σε κίνπσπ τπν ανθρώπινπ δύναμπ είναι το κυκλοφορούν κε(ράλαιο. Επομένοος, κάθε εξοικονόμπσπ στις δαπάνες συντήρπσπς του πάγιου κεφαλαίου που δεν μειώνει τπν παραγωγική δυνατότπτα τπς εργασίας, πρέπει να αυξάνει τους πόρους που θέτουν σε κίνπσπ τπν ανθρώπινπ φιλοπονία και, κατά συνέπεια, το ετήσιο προϊόν τπς γπς και τπς εργασίας, το πραγματικό εισόδπμα κάθε κοινωνίας. 26. Η υποκατάστασπ των χρυσών και αργυρών νομισμάτων από χάρτινα αντικαθιστά ένα πολύ δαπανπρό εργαλείο του εμπορίου με ένα άλλο, πολύ χαμπλότερου κόστους και μερικές φορές εξίσου πρακτικό. Η κυκλο(ρορία διεξάγεται πλέον με έναν νέο τροχό, του οποίου το κόστος παραγωγής και συντήρπσπς είναι μικρότερο από αυτό του παλαιού τροχού. Ωστόσο, ο τρόπος με τον οποίο εκτελείται αυτή π λειτουργία και ο τρόπος με τον οποίο π λειτουργία αυτή τείνει να αυξήσει είτε το ακαθάριστο είτε το καθαρό εισόδπμα τπς κοινωνίας δεν είναι απολύτως προφανής και απαιτεί μια περαιτέρω ερμπνεία. 27. Υπάρχουν διάφορα είδπ χαρτονομίσματος, όμωςτα γνοκπότεραείδπ είναι τα κυκλοφορούντα τραπεζογραμμάτια και (ραίνεται να ανταποκρίνονται καλύτερα από τα άλλα στο στόχο αυτό. 28. Όταν οι άνθρωποι μιας συγκεκριμένπς χώρας εμπιστεύονται τπν περιουσία, τπν εντιμότπτα, και τπ φρόνπσπ ενός τραπεζίτπ, ώστε να πιστεύουν ότι είναι πάντα έτοιμος να πλπρώσει τα υποσχετικά του γραμμάΉατπ στιγμή ακριβώς που θατου ζπτπθεί κάτι τέτοιο, τα γραμμάτια αυτά, λόγω τπς εμπιστοσύνπς που θα συναντούν ανά πάσα στιγμή, θα έχουν τελικά τπν ίδια αποδοχή όπως και τα αργυρά και τα χρυσά νομίσματα.
Έρευνα yia τη Φύση και τιε Αιτΐεε του Πλούτου των Εθνών
351
29. Αςυποθέσουμε ότι έναςτραπεζίτης δανείζει στους πελάτεςτουυπο σχετικά γραμμάτια ύψους 100.000 λιρών. Εφόσον αυτά τα γραμμάτια εξυπηρετούν όλους τους σκοπούς του χρήματος, οι οφειλέτες του θα τον πληρώσουν με τον ίδιο τόκο σαν να είχαν δανειστεί πραγματικά χρήματα. Ο τόκος αυτός είναι η πηγή του κέρδους του. Παρά το ότι τα γραμμάτια αυτά επιστρέφουν συνεχώς για να πληρωθούν, ένα μέρος τους συνεχίζει να κυκλοφορεί επί μήνες και χρόνια. Επομένοος είναι συχνά πιθανό, παρά το ότι έχει γενικά σε κυκλοφορία γραμμάτια ύψους 100.000 λιρών, για τπν κάλυψη των περιστασιακών του αναγκών να επαρκούν 20.000 λίρες χρυσού και αργύρου. Επομένως, με τον τρόπο αυτό, οι 20.000 λίρες χρυσού και αργύρου επιτελούν τις ίδιες λειτουργίες που θα επιτελούσαν υπό διαφορετικές συνθήκες οι 100.000λίρες. Μέσω των υποσχετικών γραμματίων του τραπεζίτπ, αξίας 100.000 λιρών, είναι δυνατόν να γίνουν οι ίδιες ανταλλαγές, να κυκλοφορήσουνκαι να διανεμηθούν στουςτελικούς τους καταναλωτές τα ίδια καταναλοπικά αγαθά με αυτά που θα κυκλοφορούσαν μέσω μιας ίσπς αξίας ποσότητας χρυσού και αργυρού νομίσματος. Επομένως, με αυτόν τον τρόπο, είναι δυνατόν να εξοικονομηθούν από την κυκλοφορία της χώρας 80.000 λίρες χρυσού και αργύρου και αν ήταν δυνατόν να εκτελούνται οι διάφορες εργασίεςτου ίδιου είδουςταυτόχρονα, από τις διάφορεςτράπεζεςκαι τους τραπεζίτες, π συνολική κυκλοφορία θα ήταν δυνατόν να διεξάγεται με μόλις το ένα πέμπτο του χρυσού και του αργύρου που θα απαιτείτο υπό διαφορετικές συνθήκες. 30. Ας υποθέσουμε, για παράδειγμα, ότι το συνολικό κυκλθ(ρορούν νόμισμα μιας δεδομένης χώρας ανέρχεται, μια δεδομένη στιγμή, σε 1.000.000 λίρες, ποσό που είναι αρκετό για την κυκλοφορία του συνολικού ετήσιου προϊόντος τπς γης και της εργασίας της. Ας υποθέσουμε, επίσης, ότι κάποια στιγμή διάφορες τράπεζες και τραπεζίτες εκδίδουν υποσχετικά γραμμάτια, πληρωτέα στον κομιστή, ύψους 1.000.000 λιρών, κρατώντας στα χρηματοκιβώτιά τους ένα ποσό 200.000 λιρών για την κάλυψη των περιστασιακών τους αναγκών. Επομένϋ)ς, στην κυκλοφορία θα παραμείνουν 800.000 λίρες χρυσού και αργύρου, και 1.000.000λίρες σε τραπεζογραμμάτια, ή συνολικά 1.800.000 λίρες σε τραπεζογραμμάτια και χρυσό. Αλλά το ετήσιο προϊόν της εργασίας και της γης της χώρας απαιτούσε προηγουμέν(ΰς για την κυκλοφορία και τη διανομή του στους τελικούς του καταναλωτές, μόνο 1.000.000λίρες και το ετήσιο προϊόν δεν μπορεί να αυξηθεί αυτόματα μετέτοιεςτραπεζικέςλειτουργίες. Επομένως, και μετά τη θέσπιση αυτών των λειτουργιών, οι 1.000.000λίρες θα επαρκούν για την κυκλοφορία του. Εφόσον τα προς πώληση και αγορά αγαθά θα είναι ίδια όπως και προηγουμένοχ;, για την αγορά και την
352
Ανταμ Σμιθ
πώληση τους θα επαρκεί η ίδια ποσότητα χρήματος που επαρκούσε και προηγουμένως. Το κανάλι της κυκλοφορίας, αν μου επιτρέπεται αυτή η έκφραση, θα είναι ακριβώς το ίδιο όπως και προηγουμένως. Υποθέσαμε ότι 1.000.000 λίρες επαρκούν για την πλήρωση αυτού του καναλιού. Επομένως, οτιδήποτε διοχετεύεται σε αυτό το κανάλι πέραν αυτού του ποσού δεν είναι δυνατόν να ρεύσει σε αυτό και επομένοος θα υπερχειλίσει. Στο κανάλι διοχετεύονται 1.800.000 λίρες. Επομένοος, θα υπερχειλίσουν 800.000 λίρες, που αποτελούν το επιπλέον ποσό αυτού που μπορεί να απασχοληθεί στην κυκλοφορία της χώρας. Ενώ όμως το ποσό αυτό δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην ίδια τη χώρα, η αξία του δεν του επιτρέπει να μείνει αδρανές. Θα αποσταλεί λοιπόν στο εξωτερικό, όπου θα αναζητήσει την επικερδή απασχόληση που δεν είναι δυνατόν να εξασφαλίσει στη χώρα του. Όμως το χαρτονόμισμα δεν είναι δυνατόν να φύγει στο εξωτερικό, επειδή δεν θα γίνεται δεκτό στις συνήθεις πληρωμές σε μέρη που απέχουν πολύ από την τράπεζα που το εξέδοοσε και βρίσκονται έξω από τη χώρα όπου η πληρωμή του μπορεί να επιβληθεί από το νόμο. Επομένως στο εξωτερικό θα αποσταλούν χρυσός και άργυρος ύψους 800.000 λιρών, και το κανάλι της εγχώριας κυκλοφορίας θα παραμείνει πλήρες με 1.000.000λίρες σε τραπεζογραμμάτια, αντί των μεταλλικών νομισμάτων με το οποίο επληρούτο προηγουμένοος. 31. Ωστόσο, ενώ αποστέλλεται στο εξωτερικό μια τόσο μεγάλη ποσότητα χρυσού και αργύρου, δεν θα πρέπει να φανταστούμε ότι αποστέλλεται στο εξωτερικό χωρίς κάποιο κίνητρο ή ότι οι κάτοχοι του κάνουν ένα δώρο στις ξένες χώρες. Θα το ανταλλάξουν με ξένα αγαθά του ενός ή του άλλου είδους, με σκοπό να τροφοδοτήσουν τπν κατανάλοκιη είτε μιας άλλης ξένης χώρας είτε της δικής τους χώρας. 32. Αν το χρησιμοποιήσουν για την αγορά αγαθών μιας ξένης χώρας με σκοπό να τροφοδοτήσουν την κατανάλωση μιας τρίτης χώρας, ή σε αυτό που αποκαλείται μεταφορικό εμπόριο, το κέρδος που θα πραγματοποιήσουν θα προστεθεί στο καθαρό εισόδημα της χώρας τους. Είναι σαν ένας νέος πόρος, που δημιουργήθηκε για την άσκηση ενός νέου επαγγέλματος, καθώς οι συναλλαγές στις εγχώριες δραστηριότητες γίνονται πλέον με τραπεζογραμμάτια, και ο χρυσός και ο άργυρος έχουν πλέον μεταβληθεί σε ένα πόρο χρηματοδότησης γι' αυτό το νέο επάγγελμα. 33. Αντο χρησιμοποιήσουν γιατην αγορά αγαθών απότο εξωτερικό, για εγχώρια κατανάλοκτη, αυτά τα αγαθά είναι δυνατόν είτε να ανήκουν στα αγαθά εκείνα που καταναλώνονται συνήθως από τους άεργους ανθρώπους που δεν παράγουν τίποτα, όποας τα κρασιά και τα μετάξια από το εξωτερικό, είτε να αποτελούν ένα πρόσθετο απόθεμα υλικών, εργαλείων και προμηθειών, προκειμένου να απασχοληθεί ένας
Έρευνα για τη Φύση και Iis Allies του Πλούτου των Εθνών
353
επιπλέον αριθμός εργαζομένων, οι οποίοι αναπαράγουν, μαζί με κάποιο κέρδος, πιν αξία τπς ετήσιας κατανάλωσης τους. 34. Στο βαθμό που το ποσό αυτό απασχολείται με τον πρώτο τρόπο, προωθεί την ασοπία, αυξάνει τις δαπάνες και την κατανάλωση, χωρίς να δημιουργεί ένα μόνιμο οικονομικό πόρο για την υποστήριξη αυτών των δαπανών, και είναι, από κάθε άποψη, ζημιογόνο για την κοινωνία. 35. Στο βαθμό που απασχολείται με τον δεύτερο τρόπο, προωθεί τη φιλοπονία. Και παρόλο που αυξάνει την κατανάλοκτη της κοινωνίας, δημιουργεί ένα μόνιμο οικονομικό πόρο για την υποστήριξη αυτής της κατανάλωσης, αφού οι καταναλωτές του αναπαράγουν μαζί με κάποιο κέρδος την αξία της ετήσιας κατανάλοκτής τους. Το ακαθάριστο εισόδημα της κοινωνίας, το ετήσιο προϊόν της γης και της εργασίας, αυξάνεται κατά το σύνολο της αξίας που προσθέτει η εργασία αυτών των εργατών στα υλικά τα οποία κατεργάζονται. Το δε καθαρό τους εισόδημα αυξάνεται κατά το υπόλοιπο αυτής της αξίας, μετά την αφαίρεση των απαραίτητων για την υποστήριξη των εργαλείων της δουλειάς τους. 36. Το ότι το μεγαλύτερο μέρος του χρυσού και του αργύρου, που οι τραπεζικοί αυτοί χειρισμοί το εξαναγκάζουν να διαφύγει στο εξοπερικό, χρησιμοποιείται και πρέπει να χρησιμοποιείται, για την αγορά αγαθών του δευτέρου είδους, φαίνεται όχι μόνο πιθανό, αλλά και σχεδόν αναπόφευκτο. Αν και κάποιοι μεμονωμένοι άνθρωποι ενδέχεται μερικές φορές να αυξάνουν τις δαπάνες τους σε σημαντικό βαθμό, χωρίς να αυξάνεται καθόλου το εισόδημά τους, μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι, επειδή οι αρχές της κοινής λογικής, ενώ δεν διέπουν πάντα τη συμπερκρορά καθενός μεμονωμένου ατόμου, καθορίζουν ωστόσο αυτή μιας κοινωνικής τάξης ή μιας κατηγορίας ανθρώπων, κάτι τέτοιο δεν μπορεί να ισχύει για μια ολόκληρη τάξη ή κατηγορία ανθρώπων. Αλλά το εισόδημα των άεργων ανθρώπων, αν τους θεωρήσουμε ως μια κοινωνική τάξη ή κατηγορία, δεν αυξάνεται ούτε στο ελάχιστο από την αύξηση αυτών των τραπεζικών χειρισμών. Επομένοος, οι δαπάνες τους, γενικά, δεν μπορούν να επηρεαστούν σημαντικά από αυτούς τους χειρισμούς, ακόμα και αν οι δαπάνες ορισμένων μεταξύ αυτών είναι δυνατόν να επηρεαστούν, και μερικές φορές όντως επηρεάζονται. Επομένως, εφόσον η ζήτηση των άεργων ανθρώπων για εισαγόμενα αγαθά παραμένει η ίδια ή σχεδόν η ίδια όπως και προηγουμένοκ;, μόνο ένα πολύ μικρό μέρος των χρημάτων, που εξαναγκάζονται από αυτούς τους τραπεζικούς χειρισμούς να διαφύγουν στο εξωτερικό και χρησιμοποιούνται για την αγορά ξένων αγαθών για εγχώρια κατανάλωση, είναι πιθανό να χρησιμοποιηθεί για την αγορά αγαθών προς χρήση
354
Άνταμ Σμιθ
εαπών των ανθρώπων. Το μεγαλιηερο μέρος των χρημάτων αυτών φυσιολογικά θα προορίζεται γιατηναπασχόλησητης φιλοπονίας και όχι για τη συντήρηση της αεργίας. 37. 'Οταν υπολογίζουμε το μέγεθος του μόχθου που είναι σε θέση να απασχολήσει το κυκλοφορούν κεοράλαιο μιας κοινωνίας, θα πρέπει να αναφερόμαστε μόνο σε εκείνα τα τμήματά του που αποτελούνται από μέσα διαβίωσης, υλικά και έτοιμα προϊόντα. Τα άλλα, που αποτελούνται από χρήμα, και χρπσιμεύουν μόνο στπν κυκλο(ρορία των τριών προηγούμενων ειδών, θα πρέπει πάντα να τα αίραιρούμε. Προκειμένου να τεθεί η φιλοπονία σε κίνηση, απαιτούνται τρία πράγματα: τα προς κατεργασία υλικά, τα εργαλεία που θα τα κατεργαστούν και οι μισθοί ή οι αμοιβές χάριν των οποίων γίνεται η εργασία. Το χρήμα δεν αποτελεί ούτε υλικό προς κατεργασία, ούτε εργαλείο για την κατεργασία ενός υλικού. Και παρόλο που ο μισθός ενός εργάτη συνήθως καταβάλλεται σε χρήμα, το πραγματικό του εισόδημα, όπως και αυτό όλων των άλλων ανθρώπων, αποτελείται όχι από χρήματα, αλλά arf ό,τι αξίζει αυτό το χρήμα. Δεν αποτελείται από τα μεταλλικά κέρματα, αλλά arf ό,τι αυτός μπορεί να αποκτήσει με αυτά. 38. Η ποσότητα του μόχθου που είναι σε θέση να απασχολήσει ένα κεφάλαιο πρέπει προφανώς να είναι ίση με τον αριθμό των εργατών τους οποίους είναι σε θέση να εςκΛιάσει με υλικά, εργαλεία και μέσα συντήρησης κατάλληλα γιατη φύση αυτήςτης δουλειάς. Βέβαια, για την αγορά τωνυλικώνκαι των εργαλείων της εργασίας,όπ(ΰς επίσης και των μέσων συντήρησης των εργατών, απαιτούνται χρήματα. Ωστόσο, ποσότητα του μόχθου που είναι σε θέση να απασχολήσει αυτό το κεφάλαιο ασφαλώς δεν είναι ίση ταυτόχρονα με τα χρήματα που προμηθεύεται και με τα υλικά, τα εργαλεία και τα μέσα διαβίωσης που αγοράζονται με αυτά, αλλά μόνο με μία από τις δύο αυτές αξίες, και καλύτερο μέτρο αποτελεί η δεύτερη, παρά η πρώτη. 39. Όταν τα χρυσά και αργυρά νομίσματα υποκαθίστανται από χαρτονόμισμα, η ποσότητα των υλικών, των εργαλείων και των μέσων διαβίωσηςπουμπορεί να προμηθεύσει τοσυνολικόκυκλοφορούνκεφάλαιο θα αυξηθεί κατά τοσύνολο της αξίαςτου χρυσού καιτου αργύρου που προηγσυμένωςχρησιμοποιούντανγιατηναγοράτου.Ησυνολικήαξία του μεγάλου τροχού της κυκλοφορίας και της διανομής προστίθεται στα αγαθά που κυκλοφορούν και διανέμονται μέσω αυτού. Η διαδικασία μοιάζει σε κάποιο βαθμό με ό,τι συμβαίνει στην πφίπτωση ενός επιχειρηματία ενός μεγάλου έργου, ο οποίος, εξαιτίας μιας καινοτομίας της μηχανικής, αντικαθιστά τα παλιά του μηχανήματα, και προσθέτβ στο κυκλοφορούν κεφάλαιότου,στο κονδύλι από το οποίο προμηθεύεται τα υλικά και τους μισθούς των εργατών του, τη διαφορά μεταξύ της τιμής των παλαιών και των νέων μηχανών.
Έρευνα yia τη Φύση και τιε Αιτΐεε του Πλούτου των Εθνών
355
40. Είναι ίσως αδύνατο να προσδιορίσουμε την αναλογία μεταξύ του κυκλοφορούντος χρήματος μιας χώρας και της συνολικής αξίας του ετήσιου προϊόντος της που κυκλοφορεί μέσω αυτού του χρήματος. Διάφοροι συγγραφείς το έχουν υπολογίσει στο ένα πέμπτο, το ένα δέκατο, ένα εικοστό, ή ένα τριακοστό αυτής της αξίας. Όσο όμως μικρή και αν είναι η αναλογία τού συνολικά κυκλοφορούντος χρήματος σε σχέση με το σύνολο του ετήσιου προϊόντος, δεδομένου ότι ως ένα μερίδιο, και συχνά ένα μικρό μερίδιο αυτού του τελευταίου, προορίζεται στο να εξασφαλίζει τη συνέχιση της οικονομικής δραστηριότητας, το σύνολο του κυκλοφορούντος χρήματος θα διατηρεί ένα σημαντικό μέγεθος. Επομένοος, όταν λόγω της κυκλοφορίας των χαρτονομισμάτων, ο χρυσός και ο άργυρος που είναι αναγκαίοι για την κυκλοφορία μειώνονται ίσοος στο ένα πέμπτο του αρχικού ποσού, αν στους πόρους που προορίζονται για τη συντήρηση της οικονομικής δραστηριότητας προστεθεί έστω το μεγαλύτερο μέρος της αξίας των άλλων τεσσάρων πέμπτων, η αύξηση της ποσότητας της οικονομικής δραστηριότητας που θα προκύψει και, κατά συνέπεια, η αξία του ετήσιου προϊόντος της γης και της εργασίας θα είναι πολύ σημαντική. 41. Ένα εγχείρημα αυτού του είδους δοκιμάστηκε τα τελευταία είκοσι πέντε ή τριάντα χρόνια στη Σκοτία, με τη δημιουργία νέων τραπεζικών εταιρειών σχεδόν σε κάθε σημαντική πόλη, ακόμα και σε ορισμένα χαρά της υπαίθρου. Τα αποτελέσματα ήταν ακριβώς αυτά που περιγράψαμε πιο πάνω. Οι οικονομικές δραστηριότητες της χώρας διεξάγονται σχεδόν εξ ολοκλήρου μέσω των χαρτονομισμάτων των διαφόρων τραπεζών, που χρησιμοποιούνται γενικά για κάθε είδους αγορές και πληρωμές. Ο άργυρος εμ(ρανίζεται πολύ σπάνια, με εξαίρεση την εξαγορά των χαρτονομισμάτων των 20 σελινιών, και ο χρυσός ακόμα σπανιότερα. Παρόλο όμως που η συμπεριφορά των τραπεζικών αυτών εταιρειών δεν ήταν άμεμπτη και απαιτήθηκε για το λόγο αυτόειδική νομοθετική πράξη γιατηρύθμισήτης,ηχώρα άντλησε ένα μεγάλο όφελος από αυτή τη δραστηριότητα. 'Οποος με διαβεβαίωσαν, το εμπόριο της Γλασκόβης διπλασιάστηκε σε διάστημα δεκαπέντε περίπου χρόνων μετά την πρώτη δημιουργία τράπεζας στην πόλη. Και το εμπόριο της Σκοτίας υπερτετραπλασιάστηκε στο διάστημα που μεσολάβησε μετά την πρώτη δημιουργία το)ν δύο δημόσιων τραπεζών στο Εδιμβούργο, από τις οποίες η πρώτη, ονομαζόμενη Τράπεζα της Σκοτίας, ιδρύθηκε με νομοθετική πράξη το 1695, και η δεύτερη, ονομαζόμενη Βασιλική Τράπεζα, ιδρύθηκε με βασιλικό διάταγμα το 1727. Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω εάν το εμπόριο της Σκοτίας, ή της ΓλασκόβΓκ; ειδικότερα, αυξήθηκε πραγματικά σε τόσο μεγάλο βαθμό στη διάρκεια μιας τόσο σύντομης περιόδου. Αν
356
Άνταμ Σμιθ
κάποιο από τα δύο αυξπθπκε πραγματικά σε αυτόν το βαθμό, το αποτέλεσμα (ραίνεται υπερβολικά μεγάλο ώστε να αποδοθεί αποκλειστικά σε αυτή τπν αιτία Ωστόσο, αναμφισβπτπτα, στπ διάρκεια αυτής περιόδου, το εμπόριο και π οικονομική δραστπριότπτα τπς Σκοτίας αυξήθπκαν σε σπμαντικό βαθμό και οι τράπεζες συνέβαλαν κατά πολύ σε αυτή τπν αύξπσπ. 42. Η αξία του αργυρού νομίσματος που κυκλοφορούσε στπ Σκοτία πριν από τπν Ένωσπ, το 1707, και το οποίο αποσύρθπκε από τπν Τράπεζα τπςΣκοτίας για να κοπεί σε νέο νόμισμα, ανερχόταν σε 411.117 λίρες, 10 σελίνια και 9 πένες. Δεν διαθέτουμε καμιά αναφορά για το χρυσό νόμισμα, οχπόσο, από τους παλαιούς καταλόγους του νομισματοκοπείου τπς Σκοτίας, φαίνεται ότι π αξία του χρυσού νομίσματος που κοβόταν κάθε χρόνο ήταν ελαφρώς υψπλότερπ τπς αντίστοιχπς αξίας του αργυρού νομίσματος^ Ακόμα υπήρχε ένας αρκετά μεγάλος αριθμός ανθρώπων που δεν προσκόμισαν τα χρήματά τους στπν Τράπεζα τπς Σκοτίας, φοβούμενοι ότι δεν θα αποζπμιωθούν. Επίσπς κυκλοφορούσε μια ποσότπτα αγγλικού νομίσματος, που δεν ζπτήθπκε να προσκομιστεί στπν τράπεζα. Επομένως π συνολική αξία του νομίσματος που κυκλοφορούσε στπ Σκοτία πριν από τπν Ένο> σπ δεν μπορεί να εκτιμπθεί σε ύψος μικρότερο του ενός εκατομμυρίου λιρών. Φαίνεται ότι το νόμισμα αυτό εκτελούσε το σύνολο τπς κυκλοφορίας τπς χώρας, Η κυκλοφορία τπς Τράπεζας τπς Σκοτίας, που δεν είχε κανένα πραγματικό ανταγωνιστή, ήταν μεν σπμαντική, αποτελούσε οχπόσο ένα πολύ μικρό μέρος του συνόλου. Σήμερα π συνολική κυκλοφορία τπς Σκοτίας δεν μπορεί να εκτιμπθεί σε ύψος μικρότερο των δύο εκατομμυρίων λιρών, εκ των οποίων το τμήμα που αποτελείται από χρυσό και άργυρο ανέρχεται πιθανότατα σε μισό εκατομμύριο λίρες. Παρά το ότι π κυκλοφορία χρυσού και αργύρου υπέστπ μια τόσο μεγάλπ μείωσπ στπ διάρκεια αυτής τπς περιόδου, τα πραγματικά πλούτπ και π ευπμερία τπς Σκοτίας δεν φαίνεται να υπέστπσαν μείωσπ. Αντίθετα, π αγροτική και π μανιφακτουρική παραγωγή, το εμπόριο, το ετήσιο προϊόν τπς γπς και τπς εργασίας τπς σπμείωσαν μια εμφανέστατπ αύξπσπ. 43. Η πλειονότπτα των τραπεζών και των τραπεζιτών εκδίδουν τα υποσχετικά τους γραμμάτια κυρίως διά τπς προεξόφλπσπς συναλλαγματικών, δπλαδή διά τπς πλπρωμής τους πριν από τπν πμερομπνία εξόφλπσής τους. Επί του ποσού που προεξοφλούν, παρακρατούν πάντα τον νόμιμο τόκο μέχρις ότου τα χρήματα γίνουν απαιτπτά. Η εξόφλπσπ τπς συναλλαγματικής αντικαθιστά για τπν τράπεζα τπν αξία που είχε προκαταβλπθεί, μαζί με το καθαρό κέρδος του τόκου. Ο τραπεζίτπς που καταβάλλει στον έμπορο του οποίου εξαργυρώνει τπ συναλλαγματική, όχι χρυσό και άργυρο, αλλά τα υποσχετικά του
Έρευνα για τη Φύση και Iis Allies του Πλούτου των Εθνών
357
γραμμάτια, έχει το πλεονέκτημα ότι μπορεί να επεκτείνει τις δρασιτιριότητεςπροεξόφλησηςστοσυνολοτηςαξίαςτωνιπτοσχετι^ του γραμματίων,που απότηνεμπειρίατου γνωρίζει ότι συνήθως κυκλοφορούν. Και αυτό του επιτρέπει να αποκομίζει κέρδη από τόκους επί ενός σημαντικά μεγαλύτερου ποσού. 44. Το εμπόριο της Σκοτίας που δεν είναι σήμερα ιδιαίτερα μεγάλο, ήταν ακόμα πιο ασήμαντο τπν εποχή της ίδρυσης των δύο πρώτων τραπεζών. Οι τράπεζες αυτές θα είχαν πολύ λίγη δουλειά, αν είχαν περιοριστεί στπν προεξόφληση συναλλαγματικών. Ανακάλυψαν επομένως μια άλλη μέθοδο έκδοσης υποσχετικών γραμματίων: με τη χορήγηση των λεγόμενων πιστωτικών λογαριασμών, δηλαδή με την πίστοκιη μέχρις ενός ορισμένου ποσού (δύο ή τριών χιλιάδων λιρών, για παράδειγμα) ενός ατόμου που θα μπορούσε να προσκομίσει δύο μάρτυρες αναμφισβήτητης αξιοπιστίας και με μεγάλη περιουσία που θα μπορούσαν να εγγυηθούν ότι κάθε ποσό που καταβάλλεται σε αυτό το άτομο, στα όρια του ποσού της πίστωσης, θα επιστρέφεται τη στιγμή που θα ζητηθεί, μαζί με τον νόμιμο τόκο. Πιστεύω ότι πιστώσεις αυτού του είδους παρέχονται καθημερινά από τις τράπεζες και του τραπεζίτες όλου του κόσμου. Εξ όσων όμως γνωρίζω, η ευκολία με την οποία γίνεται δεκτή η παροχή πίστωσης είναι χαρακτπριστική των σκοτσέζικων τραπεζών, και είναι ίσως η κύρια αιτία τόσο της μεγάλης δραστηριότητας αυτώντων τραπεζών, όσο και του οφέλους που αποκομίζει η χώρα από αυτές. 45. Αυτός που έχει μια πίστοοση αυτού του είδους σε μια από αυτές τις εταιρείες, και δανείζεται, για παράδειγμα, χίλιες λίρες, έχει τη δυνατότητα να αποπληρώσει αυτό το ποσό τμηματικά, ανά 20 ή 30 λίρες κάθε φορά, και η τράπεζα αφαιρεί ένα ποσό ανάλογο του τόκου τού αρχικού ποσού, από την ημερομηνία πληροαμής της κάθε δόσης μέχρι την αποπληρωμή του συνολικού ποσού. Όλοι οι έμποροι και όλοι σχεδόν οι επιχειρηματίες βρίσκουν βολικό το άνοιγμα τέτοιων πιστωτικών λογαριασμών και έχουν επομένοχ; συμφέρον να προωθήσουν τη δραστηριότητα αυτών των τραπεζών, αποδεχόμενοι τα γραμμάτια στις πληρωμές τους, και ενθαρρύνοντας όσους επηρεάζουν να κάνουν και αυτοί το ίδιο. Οι τράπεζες, όταν οι πελάτες τους απευθυνθούν σε αυτές για χρήματα, γενικά τους προκαταβάλλουν αυτά τα χρήματα σε υποσχετικά γραμμάτια. Με αυτά οι έμποροι πληρώνουν τα μανιφακτουρικά αγαθά, οι ιδιοκτήτες μανκρακτούρων πληρώνουν τα προϊόντα και τα τρόφιμα των αγροτών-επιχειρηματιών, οι αγρότες-επιχειρηματίες πληρώνουν την πρόσοδο των γαιοκτημόνων, οι γαιοκτήμονες πληρώνουν με τη σειρά τους τους εμπόρους για τις ανέσεις και τα είδη πολυτελείας που τους προσφέρουν, και οι έμποροι τα επιστρέφουν στις τράπεζες προκειμένου να
358
Άνταμ Σμιθ
ισιχτκελίσουν τους πιστωτικούς τους λογαριασμούς, ή να αντικαταστήσουν ό,τι δανείστηκαν από αυτές. Με αυτόν τον τρόπο, το σύνολο σχεδόν της χρηματικής δραστηριότητας της χώρας διεξάγεται μέσω αυτών των γραμματίων. Εξ ου και ο μεγάλος κύκλος εργασιών αυτών των εταιρειών. 46. Μέσω αυτών των πιστωτικών λογαριασμών, ο κάθε έμπορος είναι σε θέση να επεκτείνει τη δραστηριότητά του σε μια πολύ μεγαλύτερη έκταση από αυτή που θα του ήταν εφικτό υπό διαφορετικές συνθήκες. Αν έχουμε δύο εμπόρους, τον ένα στο Λονδίνο και τον άλλο στο Εδιμβούργο, που απασχολούν ίδια αποθέματα στον ίδιο επαγγελματικό κλάδο, ο έμπορος του Εδιμβούργου είναι σε θέση, χωρίς να εκτεθεί σε παράτολμους κινδύνους, να επεκτείνει το εμπόριό του σε μια μεγαλύτερη έκταση και να απασχολήσει περισσότερους ανθρώπους απ* ό,τι ο έμπορος του Λονδίνου. Ο έμπορος του Λονδίνου, προκειμένου να είναι σε θέση να ανταποκρίνεται στις συνεχείς ανάγκες πληρωμών των αγαθών που αγοράζει με πίσκοση, θα πρέπει να διατηρεί συνεχώς ένα σημαντικό χρηματικό ποσό είτε στο δικό του ταμείο είτε σε αυτό της τράπεζάς του, χωρίς να εισπράττει κανένα τόκο γι' αυτό. Ας υποθέσουμε ότι το σύνηθες ύψος αυτού του ποσού είναι 500λίρες. Η αξία των αγαθών στην αποθήκη του θα πρέπει να είναι κατά 500 λίρες μικρότερη από αυτήν των αγαθών που θα μπορούσε να αποθηκεύει αν δεν ήταν υποχρεωμένος να διατηρεί ανενεργό αυτό το ποσό. Ας υποθέσουμε ακόμα ότι γενικά το σύνολο του κεφαλαίου του επιστρέφει σε αυτόν μια (ρορά το χρόνο ή ότι τα εμπορεύματα που συνθέτουν την αξία του κεφαλαίου του ρευστοποιούνται μια (ρορά το χρόνο. Λόγω του ότι είναι υποχρεωμένος να διατηρεί ανενεργό ένα τόσο μεγάλο ποσό, τα αγαθά που θα πωλεί θα είναι κατά 500 λίρες λιγότερα απ* όσα θα ήταν υπό διαφορετικές συνθήκες. Από την άλλη πλευρά, ο έμπορος του Εδιμβούργου δεν διατηρεί κανένα ποσό ανενεργό προκειμένου να αποκρίνεται σε τέτοιες περιστασιακές ανάγκες. Όταν εμφανίζονται αυτές οι ανάγκες, ικανοποιούνται από τον πιστωτικό λογαριασμό που διατηρεί στην τράπεζα, και αυτός αντικαθιστά σταδιακά το δανειζόμενο ποσό με τα χρήματα ή τα χαρτονομίσματα που εισπράττει από τις κατά καιρούς πωλήσεις των αγαθών τους. Επομένως, έχει τη δυνατότητα, χωρίς να εκτίθεται σε παράτολμους κινδύνους, να διατηρεί στην αποθήκη του μια μεγαλύτερη ποσότητα αγαθών από αυτήντου εμπόρου του Λονδίνου. Και συνεπώς θα μπορεί να αποκομίζει ένα μεγαλύτερο κέρδος και να προσφέρει απασχόληση σε ένα μεγαλύτερο αριθμό εργαζομένων που ετοιμάζουν τα αγαθά αυτά για την αγορά. Εξ ου το μεγάλο κέρδος που έχει αντλήσει η χώρα από αυτό το επάγγελμα.
Έρευνα για τη Φύση και IiS Allies του Πλούτου των Εθνών
359
47. Βέβαια, είναι πιθανόν να θεωρηθεί ότι η δυνατότητα της προεξόφλησης των συναλλαγματικών προσφέρει στους Άγγλους εμπόρους μια άνεση ισοδύναμη με τους πιστωτικούς λογαριασμούς των Σκοτσέζων εμπόρων, θα πρέπει όμως να θυμίσουμε ότι οι Σκοτσέζοι έμποροι έχουν την ευχέρεια να προεξοφλούν τις συναλλαγματικές τους το ίδιο εύκολα με τους Άγγλους εμπόρους και επιπλέον διαθέτουν την πρόσθετη ευκολία των πιστωτικών λογαριασμών. 48. Το συνολικό κάθε είδους χαρτονόμισμα που μπορεί να κυκλοφορεί άνετα σε μια χώρα δεν μπορεί ποτέ να υπερβαίνει την αξία του χρυσού και του αργύρου τους οποίους αντικαθιστά, ή οι οποίοι θα κυκλοφορούσαν (αν υποθέσουμε ότι το εμπόριο θα ήταν το ίδιο) στην περίπτοοση που δεν υπήρχε καθόλου χαρτονόμισμα. Αν, για παράδειγμα, το μικρότερο χαρτονόμισμα της Σκοτίας ήταν αυτό των 20 σελινιών, το σύνολο των χαρτονομισμάτων αυτών που θα μπορούσαν να κυκλοφορούν άνετα εδώ δεν μπορεί να υπερβαίνει το άθροισμα του χρυσού και του αργύρου που θα απαιτούνταν για τη διεξαγωγή των ετήσιων συναλλαγών ύψους 20 σελινιών και πάνω, που εκτελούνται συνήθως στη χώρα. Αν κάποια στιγμή το κυκλοφορούν χαρτονόμισμα υπερβεί αυτό το άθροισμα, δεδομένου ότι το πλεόνασμα δεν είναι δυνατόν ούτε να αποσταλεί στο εξοπερικό, ούτε να χρησιμοποιηθεί στην εγχώριακυκλοφορία, θα πρέπει να επιστρέψει αμέσως στις τράπεζες και να μετατραπεί σε χρυσό και άργυρο. Πολλοί άνθρωποι θα αντιληφθούν αμέσως ότι διαθέτουν περισσότερα χαρτονομίσματα απ* όσα είναι απαραίτητα για τη διεξαγωγή των συναλλαγών τους, και δεδομένου ότι δεν έχουν τη δυνατότητα να τα αποστείλουν στο εξωτερικό, θα απαιτήσουν την άμεση εξαργύρωσή τους από τις τράπεζες. 'Οταν αυτό το πλεόνασμα χαρτονομισμάτων μετατραπεί σε χρυσό και άργυρο, θα μπορούν εύκολα να το αξιοποιήσουν, αποστέλλοντάςτοστοεξωτερικό. Όμως δεν θα έχουν καμιά δυνατότητα αξιοποίησής του ε(ρόσον αυτό παραμένει υπό τη μορφή χαρτονομίσματος. Επομένοος θα εισρεύσει στις τράπεζες μια ποσότητα ίση με το συνολικό ποσό αυτού του πλεονάσματος, και αν αυτές επιδείξουν κάποια δυσκολία ή επιφύλαξη στην πληρωμή, θα προστρέξει μια ακόμα μεγαλύτερη ποσότητα. Ο συναγερμός που θα ενεργοποιηθεί με αυτό το περιστατικό ασφαλώς θα εντείνει τη συρροή. 49. Οι ειδικές δαπάνες μιας τράπεζας, πέραν των δαπανών που χαρακτηρίζουν κάθε κλάδο του εμπορίου όποος οι δαπάνες ενοικίασης στέγης, οι μισθοί του υπηρετικού προσωπικού, των υπαλλήλων, των λογιστών κ.λπ., συνίστανται σε δύο κυρίως μέρη: Πρώτον, τις δαπάνες συντήρησης στα τραπεζικά ταμεία ενός μεγάλου χρηματικού ποσού, από το οποίο δεν εισπράττουν τόκο, για την κάλυψη της περιστασιακής ζήτησης που προέρχεται από τους κατόχους των
360
Άνταμ Σμιθ
γραμματίων της. Και, δεύτερον, τις δαπάνες συμπλήρωσης αυτών των ταμείων με την ίδια ταχύτητα που θα αδειάσουν, λόγω της κάλυψης αυτής της περιστασιακής ζήτησης. 50. Μια τραπεζική εταιρεία που εκδίδει περισσότερο χρήμα arf όσο είναι δυνατόν να χρπσιμοποιηθεί στην κυκλοφορία της χώρας, και το πλεόνασμα του οποίου επιστρέφει συνεχώς σε αυτήν προκειμένου να εξαργυρωθεί, θα πρέπει να αυξήσει τηνηοσότητατου χρυσού και του αργύρου που διατηρεί συνεχώς στα ταμεία της, όχι μόνο σε ευθεία αναλογία προς την πλεονασματική αύξηση της κυκλοφορίας χαρτονομίσματος, αλλά σε ένα πολύ μεγαλύτερο βαθμό, καθώς τα γραμμάτιά της επιστρέφουν σε αυτή με ρυθμό πολύ ταχύτερο από αυτόν που θα αναλογούσε στην πλεονάζουσα ποσότητα χαρτονομίσματος. Επομένως, μια τέτοια εταιρεία θα πρέπει να αυξήσει το πρώτο μέροςτων δαπανών της, όχι μόνο σε αναλογία προς αυτή την εξαναγκασμένη αύξηση της δραστηριότητάς της, αλλά σε ένα πολύ μεγαλύτερο βαθμό. 51. Τα ταμεία μιας τέτοιας εταιρείας, αν και θα πρέπει να είναι γεμάτα με περισσότεραχρήματα, θααδειάζουνπολύταχύτερααπ* ό,τι θα άδειαζαν στην περίπτοκιη που η τράπεζα περιοριζόταν σε λογικότερα όρια, και θα απαιτούν όχι μόνο μια ταχύτερη, αλλά και πιο σταθερή και αδιάλειπτη δαπάνη για την αναπλήρωση των αποθεμάτων τους. Ακόμα, το νόμισμα που αποσύρεται συνεχώς σε τόσο μεγάλες ποσότητες από τα ταμεία της, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην κυκλοφορία αυτήςτηςχώρας. Αντικαθιστά έναχαρτονόμισμαπουυπερβαίνει αυτό που είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί σε αυτή την κυκλοφορία και, κατά συνέπεια, υπερβαίνει επίσης και το ίδιο αυτό που είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί σε αυτή. Επειδή όμως δεν επιτρέπεται σε αυτό το νόμισμα να παραμείνει ανενεργό, θα πρέπει, με τη μία ή την άλλη μορφή, να αποσταλεί στο εξωτερικό, προκειμένου να γνωρίσει την επικερδή απασχόληση που δεν είναι δυνατόν να εξασφαλίσει στπν ίδια τη χώρα. Και αυτή η συνεχής εξαγωγή χρυσού και αργύρου, καθώς θα εντείνει τη δυσκολία, θα εντείνει ακόμα περισσότερο τις δαπάνες της τράπεζας, για την ανεύρεση νέου χρυσού και νέου αργύρου, με σκοπό την επαναπλήρωση των ταμείων που αδειάζουν τόσο γρήγορα. Επομένως μια τέτοια εταιρεία, αναλογικά προς την εξαναγκασμένη αυτή αύξηση της δραστηριότητάς της, θα αυξάνει το δεύτερο μέρος των δαπανών της ακόμα περισσότερο arf ό,τι το πρώτο. 52. Αςυποθέσουμε 0Ή όλα τα χαρτονομίσματα μιαςσυγκεκριμένηςτράπεζας, τα οποία μπορεί εύκολα να απορροφήσει και να χρησιμοποιήσει η κυκλοφορία της χώρας, ανέρχονται σε 40.000 λίρες ακριβώς, και ότι για την κάλυψη των περιστασιακών της αναγκών, η τράπεζα είναι υποχρεωμένη να διατηρεί στα ταμεία της 10.000λίρες
Έρευνα για τη Φύση και IiS Allies του Πλούτου των Εθνών
361
σε χρυσό και άργυρο. Αν αυτή η τράπεζα επιχειρούσε να κυκλοφορήσει 44.(XX) λίρες, οι 4,000 λίρες που υπερβαίνουν το ποσό που μπορεί π κυκλθ(ρορία εύκολα να απορροφήσει και να χρπσιμοποιήσει, θα επιστρέψουν στπν τράπεζα τπν επόμενπ στιγμή τπς έκδοσής τους. Επομένως, π τράπεζα, προκειμένου να αποκρίνεται στις περιστασιακές τπς ανάγκες, θα πρέπει να διατπρεί στα ταμεία τπς όχι μόνο 11.000λίρες, αλλά14.000λίρες. Έτσι λοιπόν δεν θα έχει κανένα όφελος επί του τόκου τπς κυκλο(ρορίας των4.000 επιπλέον λιρών, αλλά θα έχει και τπν ζπμία τπς συνεχούς συλλογής4.000 λιρών σε χρυσό και άργυρο, που θα ρέουν από τα ταμεία τπς τπν επόμενπ στιγμή τπς εισαγωγής τους σε αυτά. 53. Αν κάθε μεμονωμένπ τράπεζα είχε αντιλπφθεί και επιδίωκε το ιδιαίτερό τπς συμφέρον, π κυκλοφορία δεν θα υπερφορτωνόταν με χαρτονόμισμα Όμως π κάθε μεμονίομένπ τραπεζική εταιρεία δεν αντιλήφθπκε ή δεν επεδίωξε πάντα το ιδιαίτερό τπς συμφέρον και π κυκλοφορία συχνά υπερφορτώθπκε με χαρτονόμισμα. 54. Η Τράπεζα τπς Αγγλίας, λόγω του ότι εξέδιδε μια υπερβολικά μεγάλπποσότηταχαρτονομίσματος,ππλεονάζουσαποσότπτατου οποίου επέστρεφε συνεχώς προκειμένου να ανταλλαγεί με χρυσό και άργυρο, ήταν επί σειρά ετών υποχρεωμένπ να κόβει χρυσό νόμισμα σε ποσότπτες που κυμαίνονταν μεταξύ των 800.000 και του 1.000.000 λιρών το χρόνο, ή στπν ποσότπτα των 850.000λιρών κατά μέσο όρο. Για το σκοπό μιας τόσο μεγάλπς κοπής, π τράπεζα (λόγω τπς φθαρμένπς και υποτιμπμένπς κατάστασπς του χρυσού νομίσματος κατά τα τελευταία χρόνια) ήταν συχνά υποχρεωμένπ να αγοράζει χρυσό σε ράβδους στπν τιμή των 4 λιρών ανά ουγκιά, ο οποίος στπ συνέχεια κοβόταν σε νόμισμα στπντιμή των 3 λιρών, 17 σελινιών και 10,5 πενών ανά ουγκιά, δπμιουργώντας με αυτόν τον τρόπο μια απώλεια μεταξύ 2 και 3,5% επί τπς κοπής ενός τόσο μεγάλου ποσού. Παρόλο, επομένως, που π τράπεζα δεν κατέβαλλε δικαιώματα, παρότι οι δαπάνες τπς κοπής του νομίσματος βάρυναν τελικά τπν ίδια τπν κυβέρνπσπ, αυτή π γενναιοδωρία τπς κυβέρνπσπς δεν απέτρεψε συνολικά τπν επιβάρυνσπ τπς τράπεζας. 55. Οι σκοτσέζικεςτράπεζες,συνεπείαμιαςυπέρβασπςτου ιδίου τύπου, ήταν υποχρεωμένες να απασχολούν συνεχώς πράκτορες στο Λονδίνο για τπ συλλογή χρπμάτων για λογαριασμό τους, με μια επιβάρυνσπ που σπανίως ήταν μικρότερπτου2,5%.Ταχρήματα αυτά αποστέλλονταν με το ταχυδρομείο υπό τπν εγγύπσπ αυτών που είχαν τπν ευθύνπ τπς μεταφοράς τους, και αυτό σήμαινε ένα επιπλέον κόστος 0,75% ή 15 σελίνια ανά 100 λίρες. Οι πράκτορες αυτοί δεν ήταν πάντα σε θέσπ να αναπλπρώνουν τα αποθέματα των ταμείων των εργοδοτών τους με τον ίδιο ρυθμό με τον οποίο αυτά άδειαζαν. Στπν
362
Άνταμ Σμιθ
περίπτωση αυτή, οι τράπεζες κατέφευγαν στην έκδοση συναλλαγματικών υπέρ των ανταποκριτών τους στο Λονδίνο, στο ύψος του ποσού που χρειάζονταν. Όταν οι ανταποκριτές τους απευθύνονταν και πάλι σε αυτούς γιατηνπλπρωμή του ανωτέρω ποσού, μαζί μετον τόκο και την προμήθειά τους, μερικές από τις τράπεζες αυτές, λόγω της δυσχερούς θέσης στην οποία τις είχε οδηγήσει η υπερβολική κυκλοφορία χαρτονομίσματος, δεν είχαν πλέον κανένα άλλο μέσο ικανοποίησης αυτούτου δανείου εκτός από τηνυπογραφήμιας δεύτερης σειράς συναλλαγματικών, είτε μετους προηγούμενους ανταποκριτές του Λονδίνου είτε με κάποιους άλλους. Με αυτόν τον τρόπο, το ίδιο ποσό, ή μάλλον οι συναλλαγματικές του ίδιου ποσού έκαναν μερικές φορές περισσότερους από δύο ή τρεις κύκλους, με τη δανειζόμενη τράπεζα να πληρώνει πάντα τους τόκους και την προμήθεια επί του συνολικά συσσωρευμένου ποσού. Ακόμα και οι σκοτσέζικες τράπεζες που δεν διακρίνονταν για ακραία αφροσύνη, υποχρεώθηκαν μερικές φορές να προσφύγουν σε αυτά τα καταστροφικά μέσα. 56. Δεδομένου ότι το χρυσό νόμισμα που καταβαλλόταν από την τράπεζα της Αγγλίας ή από τις σκοτσέζικες τράπεζες, ως αντάλλαγμα για το πλεονάζον χαρτονόμισμα που δεν ήταν δυνατόν να χρησιμοποιηθεί στην κυκλοφορία της χώρας, υπερέβαινε ομοίως αυτό που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε αυτή την κυκλοφορία, μερικές φορές αποστελλόταν στο εξωτερικό υπό τη μορφή νομίσματος, άλλοτε χυτευόταν και αποστελλόταν στο εξοπερικό σε μορφή ράβδων και άλλοτε χυτευόταν και αγοραζόταν από την Τράπεζα της Αγγλίας στην υψηλή τιμή των τεσσάρων λιρών ανά ουγκιά. Από το σύνολο των κερμάτων επιλέγονταν μόνο τα πλέον πρόσφατα, τα βαρύτερα και τα καλύτερα, και είτε αποστέλλονταν στο εξωτερικό είτε χυτεύονταν. Στην εγχώρια αγορά, τα βαριά αυτά κέρματα, όσο χρόνο διατηρούσαν τη μορφή του κέρματος, δεν είχαν μεγαλύτερη αξία από τα αντίστοιχαελαφρά. Είχαν όμως μεγαλύτερη αξίαστοεξωτερικό,ήκαι στηνεγχώριααγορά, εφόσονχυτεύοντανσε ράβδους. ΗΤράπεζατης Αγγλίας διαηίσκοσε, προς μεγάλπ της έκπληξη, ότι, παρά την κοπή ενός μεγάλου αριθμού νομισμάτων κάθε χρόνο, η έλλειψη νομισμάτων χρόνο με το χρόνο παρέμενε σταθερή, και παρά το ότι κάθε χρόνο διοχετευόταν από την τράπεζα ένας μεγάλος αριθμός καλών και νέων νομισμάτων, η μέση κατάσταση του νομίσματος, αντί να βελτιώνεται, κάθε χρόνο χειροτέρευε. Κάθε χρόνο βρισκόταν στην ανάγκη να κόβει σε νόμισμα την ίδια σχεδόν ποσότητα χρυσού με αυτή που είχε κόψει τον προηγούμενο χρόνο, και λόγω της συνεχούς αύξησης της τιμής του χρυσού σε ράβδους, που αποτελούσε συνέπεια της συνεχούς (ρθοράς και του ακρωτηριασμού του νομίσματος, ηδαπάνη της μεγάλης αυτής κοπής νομίσματος γινόταν κάθε χρόνο όλο
Έρευνα για τη Φύση και Iis Allies του Πλούτου των Εθνών
363
και μεγαλύτερη. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η Τράπεζα της Αγγλίας, τροφοδοτώντας τα ταμεία της με νόμισμα, υποχρεώνεται έμμεσα να τροφοδοτεί ολόκληρο το βασίλειο, καθώςτο νόμισμα ρέει συνεχώς από τα ταμεία της τράπεζας στο υπόλοιπο βασίλειο με πολλούς και διάφορους τρόπους. Επομένως, η Τράπεζα της Αγγλίας ήταν υποχρεωμένη να προμηθεύει και το νόμισμα με το οποίο επιδιωκόταν η στήριξη αυτής της πλεονασματικής κυκλος)ορίας χαρτονομίσματος τόσο στην Αγγλία όσο και στη Σκοτία, αλλά και τις ελλείψεις σε μεταλλικό νόμισμα τις οποίες προκάλεσε αυτή η πλεονασματική κυκλοφορία. Αναμφίβολα, οι σκοτσέζικες τράπεζες πλήρωσαν πολύ ακριβά την αφροσύνη και την απροσεξία τους. Αλλά π Τράπεζα της Αγγλίας πλήρωσε πολύ ακριβά όχι μόνο τη δική της α(ρροσύνη, αλλά και την πολύ μεγαλύτερη αφροσύνη όλων σχεδόν των σκοτσέζικων τραπεζών. 57. Η πρωταρχική αιτία αυτής της υπερβολικής κυκλοφορίας χαρτονομίσματος ήταν οι παράτολμοι επιχειρηματίες που ξεπερνούσαν τα όρια της λογικής επιχειρηματικής δράσης, και στα δύο τμήματα του βασιλείου. 58. Αυτό που μπορεί να προκαταβάλ» μια τράπεζα χωρίς δυσκολία σε έναν έμπορο ή έναν οποιονδήποτε επιχειρηματία δεν είναι ούτε το συνολικό κεφάλαιο που απασχολεί, ούτε ένα σημαντικό τμήμα του, αλλά εκείνο μόνο το τμήμα του το οποίο σε διαφορετική περίπτοοση θαήταν υποχρεωμένος να διατηρεί ανεκμετάλλευτο, ο)ς ρευστό χρήμα ώστε να αποκρίνεται στην περιστασιακή ζήτηση. Αν το χαρτονόμισμα που προκαταβάλλει η τράπεζα δεν υπερβαίνει ποτέ αυτό το μέγεθος, δεν θα υπερβεί ποτέ την αξία του χρυσού και του αργύρου που θα κυκλοφορούσαν υποχρεωτικά στη χώρα αν δε υπήρχε καθόλου χαρτονόμισμα. Στην περίπτωση αυτή, το χαρτονόμισμα δεν θα υπερβεί ποτέ την ποσότητα που είναι σε θέση να απορροφήσει και να απασχολήσει η κυκλο(|κ>ρία της χώρας. 59. Όταν η τράπεζα προεξοφλεί σε έναν έμπορο μια πραγματική συναλλαγματική που εξέδωσε ένας πραγματικός πιστωτής επί ενός πραγματικού οφειλέτη, καιηοποίατηστιγμήτηςλήξηςτηςεξοφλείται από αυτόν τον οφειλέτη, τότε απλά προκαταβάλλει σε αυτόν ένα μέρος της αξίας την οποία, υπό διαφορετικές συνθήκες, θα ήταν υποχρε(ι)μένος να διατηρεί ανεκμετάλλευτη, υπό μορφή ρευστού χρήματος προκειμένου να ανταποκρίνεται στην περιστασιακή ζήτηση. Η πληρωμή μιας συναλλαγματικής όταν αυτή γίνεται απαιτητή, αντικαθιστά την αξία που είχε προκαταβάλει η τράπεζα, μαζί με τον τόκο της. Στο βαθμό που η τράπεζα συναλλάσσεται μόνο με τέτοιου είδους πελάτες, τα ταμεία της μοιάζουν με μια δεξαμενή νερού, από την οποία μια ποσότητα νερού εκρέει συνεχώς, ενώ μια
364
Ανταμ Σμιθ
άλλη, απολιπωςίο^ με την προηγούμεχτι, εισρέει σ υ ^ ^ χωρίς καμιά επιπλέον φροντίδα, η δεξαμενή παραμένει πάντα στην ίδια ή σχεδόν στην ίδια στάθμη. Οι δαπάνες που απαιτούνται για την αναπλήρωση των ταμειακών αποθεμάτων μιας τέτοιας τράπεζας είναι μικρές ή και μηδαμινές. 60. Ένας έμπορος που δεν προβαίνει σε παράτολμες κινήσεις είναι πιθανόν να χρειάζεται συχνά μια ποσότητα ρευστού χρήματος, ακόμα και αν δεν διαθέτει συναλλαγματικές προς προεξόφληση. 'Οταν μια τράπεζα του προκαταβάλλει τα χρπματικά ποσά που έχει ανάγκη σε τέτοιεςπεριπτώσεις, πέρα από την προεξόφλησητων συναλλαγματικών του, και αποδέχεται τη σταδιακή εξόφληση σε ρευστό χρήμα όποτε την επιτρέπει η περιστασιακή πώληση των αγαθών του, και με τους άνετους όρους των τραπεζών της Σκοτίας, τον απαλλάσσει τελείως από τπν ανάγκη διατήρησης ενός μέρους του αποθέματός του υπό μορφή ανεκμετάλλευτου ρευστού χρήματος για τηνικανοποίησητης περιστασιακήςζήτησης. Τηστιγμήπου θα εμφανιστεί πραγματικά αυτήηζήτηση, οέμπορος είναι σε θέση να ανταποκριθεί με επάρκεια σε αυτήν, μέσω του πιστωτικού του λογαριασμού. Ωστόσο, η τράπεζα, ότανσυναλλάσσεται με τέτοιου είδουςπελάτες, οφείλει να εξετάζει με μεγάλη προσοχή κατά πόσο το σύνολο των πλπρωμών που εισπράττει από αυτούς στα όρια μιας σύντομης χρονικής περιόδου (για παράδειγμα, τεσσάρων, πέντε ή έξι μηνών), είναι απολύτως ίσο με το ποσό πουσυνήθωςτουςπροκαταβάλλει.Ανσταόριαμιαςσύντομηςχρονικής περιόδου, το σύνολο των εξοφλητικών πληρωμών που προέρχονται από ορισμένους πελάτες είναι, στις περισσότερες περιπτώσεις, απολύτούς ίσο με αυτό των προκαταβολών, η τράπεζα μπορεί να συνεχίσει να συναλλάσσεται με αυτούς τους πελάτες χωρίς κίνδυνο. Παρόλο που στην περίπτωση αυτή οι εκροές χρημάτων από τα τραπεζικά ταμεία ενδέχεται να είναι πολύ σημαντικές, οι αντίστοιχες εισροές προς τα ταμεία θα πρέπει να είναι εξ ίσου σημαντικές, έτσι ώστε τελικάτα αποθέματα αυτώντωνταμείωνναπαραμένουν,χωρίςκαμιάεπιπλέον φροντίδα, σταθερά, ή σχεδόν σταθερά, και να μην απαιτούνται ποτέ κάποιες υπερβολικές δαπάνες για την αναπλήροκτή τους. Αν, αντίθετα, το σύνολο των εξοφλητικών πληρωμών ορισμένων άλλων πελατών υπολείπεται σημαντικά των προκαταβολών που λαμβάνουν από την τράπεζα, αυτή δεν θα μπορεί να συνεχίσει να συναλλάσσεται απρόσκοπτα μαζί τους, τουλάχιστον ε(ρόσον αυτοί από τπν πλευρά τους συνεχίζουν να συναλλάσσονται με αυτόν τον τρόπο. Στην πφίπτωση αυτή, οι εκροές χρημάτων από τα τραπεζικά ταμεία θα είναι υποχρεωτικάπολύμεγαλύτερεςαπόΉςαντίσταχες εισροές, έτσι ώστε τα αποθέματα των ταμείων, αν δεν αναπληρώνονται με μεγάλες και συνεχείς εκποιήσεις, σύντομα θα εξαντληθούν τελείως.
Έρευνα για τη Φύση και IiS Allies του Πλούτου των Εθνών
365
61. Για το λόγο αυτόν, επί ένα μεγάλο διάστημα οι τραπεζικές εταιρείες της Σκοτίας φρόντιζαν να απαιτούν συχνές και τακτικές πληρωμές από όλους τους πελάτες τους και δεν ενδιαφέρονταν να συναλλάσσονται με κανένα άτομο που δεν προέβαινε σε αυτό που αποκαλούσαν συχνές και τακτικές πράξεις, όσο μεγάλη και αν ήταν η περιουσία ή η πιστοληπτική του ικανότητα. Με τη φροντίδα αυτή, πέραν του ότι εξοικονομούσαν το σύνολο σχεδόν των υπέρογκων δαπανών αναπλήρωσης των ταμειακών αποθεμάτων, εξασφάλιζαν δύο άλλα πολύ σημαντικά πλεονεκτήματα 62. Πρώτον, με τη φροντίδα αυτή, ήταν σε θέση να εκφέρουν μια ικανοποιητική κρίση σχετικά με την κατάσταση οικονομικής ακμής ή παρακμής των οφειλετών τους, χωρίς να είναι υποχρεωμένες να αναζητήσουν άλλες ενδείξεις, πέραν αυτών που προέρχονται από τα βιβλία τους: γενικά, οι άνθρωποι εκτελούντιςπληρωμέςτους κατά ένα τακτικό ή μη τακτικό τρόπο, ανάλογα με το εάν π οικονομική τους θέση βρίσκεται σε ακμή ή σε παρακμή. Ένας ιδιώτης που δανείζει τα χρήματά του σε μια δο)δεκάδα οφειλέτες, έχει τη δυνατότητα να παρατηρεί, είτε ο ίδιος, είτε κάποιος από τους μεσίτες του, και να ερευνά συνεχώς και προσεκτικά τη διαγωγή και την κατάσταση καθενός από αυτούς ξεχωριστά. 'Ομως, μια τραπεζική εταιρεία που δανείζει χρήματα ίσοος σε πεντακόσιους δια(ρορετικούς ανθρώπους, οι ασχολίες των οποίων είναι στραμμένες σε πολύ διαφορετικά αντικείμενα, δεν είναι δυνατόν να έχει καμιά τακτική πληρο(ρόρηση σχετικά με τη συμπεριφορά και τις συνθήκες της πλειονότητας των οφειλετών της, πέραν αυτής που προέρχεται από τα βιβλία της. Όταν οι τραπεζικές εταιρείεςτηςΣκοτίας απαιτούσαν συχνέςκαιτακτικέςπληρωμές απ* όλους τους πελάτες τους, είχαν πιθανότατα υπόψη τους αυτό το πλεονέκτημα. 63. Δεύτερον, με τη φροντίδα αυτή, οι τράπεζες διασφαλίζονταν από την πιθανότητα έκδοσης περισσότερου χαρτονομίσματος από αυτό που η κυκλοφορία της χώρας είναι σε θέση να απορροφήσει και να διατηρήσει με άνεση. 'Οταν παρατηρούσαν ότι σε μια σύντομη χρονική πφίοδο, οι πληρωμές ενός δεδομένου πελάτη ήταν στις περισσότερες περιπτώσεις ίσες με τις προκαταβολές που του προσέφεραν, μπορούσαν να είναι σίγουρες ότι το χαρτονόμισμα που του είχαν προκαταβάλει δεν είχε σε καμιά περίπτοοση υπερβεί την ποσότητα χρυσού και αργύρου που, υπό διαίρορετικές συνθήκες, ο πελάτης αυτός θαήτανυποχρεωμένος να έχει στπδιάθεσήτσυ,προκειμένου να ανταποκρίνεται στις περιστασιακές ανάγκες. Και, κατά συνέπεια, το χαρτονόμισμα που είχαν θέσει σε κυκλοφορία με αυτόν τον τρόπο, δεν είχε σε καμιά περίπτωση υπερβεί την ποσότητα χρυσού και αργύρου που θα κυκλο<ρορούσε στη χώρα, αν δεν υπήρχε χαρτονόμισμα.
366
Άνταμ Σμιθ
Η συχνότητα, η πυκνότητα και το ποσό των εξοφλητικών πληρωμών παρείχαν μια ικανοποιητική απόδειξη του ότι το ποσό των προκαταβολών δεν είχε σε καμιά περίπτωση υπερβεί το τμήμα εκείνο του κεφαλαίου που υπό διαφορετικές συνθήκες ο πελάτης αυτός θα ήταν υποχρεωμένος να διατηρεί δίπλατου, αναξιοποίητο, υπό μορφή ρευστού χρήματος, ώστε να ανταποκρίνεται στις περιστασιακές ανάγκες, για το σκοπό δηλαδή της διατήρησης του υπολοίπου κεφαλαίου του σε σταθερή απασχόληση. Σε μέσης διάρκειας χρονικές περιόδους, μόνο αυτό το τμήμα του κεφαλαίου ενός εμπόρου επιστρέφει σε αυτόν, υπό μορφή χαρτονομίσματος ή χρυσού ή αργυρού νομίσματος, και απομακρύνεται από αυτόν, υπό την ίδια μορφή. Αν οι προκαταβολές της τράπεζας είχαν γενικά υπερβεί αυτό το μέρος του κεφαλαίου, το σύνηθες ποσό των εξοφλητικών πληρωμών του εμπόρου δεν θα ήταν δυνατόν να φτάσει, στα όρια μιας μέσης χρονικής περιόδου, στο ύψος των συνήθων προκαταβολών της. Οι εισροές που θα κατευθύνονταν μέσω των συναλλαγών αυτών προς τα ταμεία της τράπεζας δεν θα μπορούσαν να αντισταθμίσουν τις εκροές που θα σημειώνονταν μέσω των ίδιων συναλλαγών από τα τραπεζικά ταμεία. Οι προκαταβολές χαρτονομισμάτων, λόγω του ότι θα υπερέβαιναν την ποσότητα του χρυσού και αργύρου που θα ήταν υποχρεωμένος ο έμπορος να διατηρεί δίπλατου, εάν δεν διέθετε αυτέςτιςπροκαταβολές, προκειμένου να ανταποκρίνεται στις περιστασιακές του ανάγκες, ίσως πολύ σύντομα να υπερέβαιναν τη συνολική ποσότητα χρυσού και αργύρου που θα κυκλοφορούσε στη χώρα στην περίπτοχτη που δεν υπήρχαν χαρτονομίσματα (και υπό την προϋπόθεση ότι το εμπόριο θα παρέμενε το ίδιο). Και κατά συνέπεια, θα υπερέβαιναν την ποσότητα χρυσού και αργύρου που θα μπορούσε άνετα να απορροφήσει και να απασχολήσει η κυκλοφορία της χώρας. Το πλεόνασμα αυτού του χαρτονομίσματος θα επέστρεφε άμεσα στην τράπεζα, προκειμένου να ανταλλαγεί με χρυσό και άργυρο. Το δεύτερο αυτό πλεονέκτημα, παρόλο που είναι εξίσου πραγματικό, δεν είχε ίσοος κατανοηθεί από τις διάφορες τραπεζικές εταιρείες της Σκοτίας εξίσου καλά όπως και το πρώτο. 64. Όταν οι οφειλέτες επιχειρηματίες μιας χώρας έχουν τη δυνατότητα, εν μέρει λόγω της ευκολίας με την οποία μπορούν να προεξοφλούν τις συναλλαγματικές τους, εν μέρει λόγω της αντίστοιχης ευκολίας των πιστωτικών λογαριασμών, να απαλλάσσονται πλήρως από την υποχρέοχτητης διατήρησης ενόςτμήματοςτουκεφαλαίουτουςυπό την αναξιοποίητη μορφή ρευστού χρήματος προκειμένου να ανταποκρίνονται στις περιστασιακές ανάγκες, λογικά δεν μπορούν να αναμένουν εκτενέστερη αρωγή από μέρους των τραπεζών και των
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
367
τραπεζιτών, και αυτοί, από την πλευρά τους, δεν μπορούν να προχα>ρήσουν περαιτέρω χωρίς να υποθηκεύσουν το προσωπικό τους συμφέρον και την προσωπική τους ασφάλεια. Μια τράπεζα δεν μπορεί να προκαταβάλει σε ένα επιχειρηματία το σύνολο, αλλά ούτε και το μεγαλύτερο μέρος του κυκλοφορούντος κεοραλαίου με το οποίο αυτός διεξάγει το εμπόριό του, διότι, παρά το ότι το κε(ράλαιο αυτό εισέρχεται και εξέρχεται συνεχώς από το ταμείο του υπό μορφή χρήματος, αχπόσο, το χρονικό διάστημα που παρεμβάλλεται μεταξύ της επιστροφής και της αντίστοιχης εκταμίευσης του συνόλου του κε(ραλαίου αυτού είναι αρκετά μεγάλο και, κατά συνέπεια, το σύνολο των εξοφλπτικών πληρωμών του εμπόρου δεν θα μπορούσε να ισοσταθμίσει το σύνολο των προκαταβολών που θα είχε εισπράξει, στη διάρκεια τέτοιων μεσοπρόθεσμων χρονικών περιόδων που ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις μιας τράπεζας. Ακόμα λιγότερο, μια τράπεζα δεν θα μπορούσε να επωμιστεί το βάρος της καταβολής ενός σημαντικού μέρους του πάγιου κεφαλαίου του: για παράδειγμα, του κε(ραλαίου (του (ρούρνου, του εργαστηρίου και της αποθήκης, της κατοικίας των εργατώντου)που χρησιμοποιεί ένας σιδηρουργός για την κατασκευή των προϊόντων του, του κεφαλαίου που χρησιμοποιεί ένας επιχειρηματίας ορυχείων για την υποστήριξη των στοών, για την κατασκευή μηχανών για την άντληση των νερών, για τη διάνοιξη δρόμων και την κατασκευή σιδηροτροχιών κ.λπ., ή του κεφαλαίου που απασχολεί ένα άτομο στον αγροτικό τομέα, προκειμένου να εκχερσώσει, να αποξηράνει, να περιφράξει, να κοπρίσει, να οργώσει τις χέρσες εκτάσεις, να χτίσει αγροτικές εγκαταστάσεις με όλα τα προσαρτήματα, τους στάβλους, τις σιταποθήκες κ.λπ. Οι αποδόσεις του παγίου κεφαλαίου είναι σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις πολύ βραδύτερες από αυτές του κυκλοφορούντος κεφαλαίου, και οι δαπάνες αυτές, ακόμα και όταν πραγματοποιούνται με τη μεγαλύτερη σύνεση και περίσκεψη, επιστρέφουν στον επιχειρηματία μόνο μετά από μια περίοδο πολλών χρόνων, που δεν είναι δυνατόν να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις μιας τράπεζας. Ασφαλώς οι έμποροι και οι άλλοι επιχειρηματίες δικαιούνται να χρηματοδοτούν ένα σημαντικό μέρος των επιχειρηματικών τους σχεδίων με δανεισμένο χρήμα. Ωστόσο, στην περίπτωση αυτή, για να είναι δίκαιοι απέναντι στους πιστωτές τους, θα πρέπει το προσωπικό τους κεφάλαιο να είναι σε θέση να ασφαλίσει, αν μας επιτρέπεται αυτή η έκφραση, το κεφάλαιο αυτών των πιστωτών, ή να καταστήσει εξαιρετικά απίθανο το ενδεχόμενο να υποστούν οι πιστωτές τους οποιαδήποτε ζημία, ακόμα και στην περίπτωση όπου η επιτυχία του σχεδίου υπολείπεται κατά πολύ των προσδοκιών του επενδυτή. Αλλά, ακόμα και με αυτή την προϋπόθεση, τα δανειζόμενα χρήματα, τα οποία δεν πρόκειται να
368
Ανταμ Σμιθ
επιστραφούν παρά μόνο έπειτα από ένα διάστπμα πολλών ετών, δεν πρέπει να προέρχονται από μια τράπεζα, αλλά από γραμμάτια π δανεισμό επί υποθπκπ που προσφέρουν κάποιοι ιδιώτες οι οποίοι ζουν από τους τόκους των χρπμάτων τους, χωρίς να υποβάλλονται οι ίδιοι στον κόπο τπς απασχόλπσης του κεφαλαίου, και οι οποίοι, για το λόγο αυτόν, είναι πρόθυμοι να δανείσουν αυτό το κεφάλαιο σε ανθρώπους γνοκπιίς πιστολππτικιίς ικανότπτας επί ένα διάστπμα πολλών ετών. Βέβαια, μια τράπεζα που δανείζει τα χρπματά της χο)ρίς τις δαπάνες έκδοσης χαρτονομίσματος και τις αμοιβές πληρεξουσίων δικηγόρων για την έκδοση γραμματίων και υποθηκών, και η οποία αποδέχεται τους άνετους όρους αποπληρωμής που ισχύουν για τις σκοτσέζικες τράπεζες, θα ήταν αναμφίβολα ένας πολύ βολικός πιστωτής γι' αυτούς τους εμπόρους και επιχειρηματίες. Είναι όμως σίγουρο ότι οι εν λόγω έμποροι και επιχειρηματίες θα ήταν οι ελάχιστα βολικοί οφειλέτες μιας τέτοιας τράπεζας. 65. Έχουν περάσει περισσότερα από είκοσι πέντε χρόνια από την εποχή κατά την οποία το χαρτονόμισμα που εξέδοοσαν οι διάίρορες τράπεζες της Σκοτίας έφτανε στα επίπεδα της ποσότητας που μπορούσε άνετα να απορροφήσει και να απασχολήσει η κυκλοφορία της χώρας ή έστω τα ξεπερνούσε κατά τι. Επομένως, οι τράπεζες αυτές και οι τραπεζίτες προσέφεραν πριν από πολύ καιρό στους εμπόρους και επιχειρηματίες της Σκοτίας κάθε δυνατή βοήθεια που είναι ταυτόχρονα συμβατή και προς τα δικά τους συμφέροντα. Προσέφεραν μάλιστα κάτι περισσότερο από αυτή. Προχώρησαν κάπως περισσότερο και υπέστησαν εκείνη τη ζημία ή εκείνη τη μείωση των κερδών που σε αυτό το είδος επιχειρηματικής δράσης συνοδεύει πάντα ακόμα και την ελάχιστη υπέρβαση των ορίων που τίθενται σε μια οικονομική δραστηριότητα. Οι έμποροι και οι επιχειρηματίες που υπερέβησαν αυτά τα όρια, θέλησαν, παρόλο που είχαν βοηθηθεί σε τόσο μεγάλο βαθμό από τις τράπεζες, να έχουν ακόμα περισσότερα. Φαίνεται ότι κατά την άποψή τους οι τράπεζες μπορούσαν να επεκτείνουν τις πιστώσεις τους σε οποιοδήποτε ποσό αυτοί επιθυμούσαν, χοορίς να αυτό να συνεπάγεται καμιά άλλη δαπάνη πέραν αυτής μερικών σελίδων χαρτιού. Παραπονούνταν για τη στενή οπτική και το δειλό πνεύμα των διευθυντών αυτών των τραπεζών, οι οποίοι, όποος έλεγαν,δενήθελαν να επεκτείνουν τιςπιστώσειςτουςανάλογαμετο βαθμό επέκτασης του εμπορίου της χώρας. Προφανώς, ως επέκτασητου εμπορίου τηςχώρας εννοούσαν την επέκταση των δικώντους επιχειρηματικών σχεδίων πέραν αυτού που ήταν σε θέση να φέρουν σε πέρας από μόνοι τους, είτε με τα δικά τους κεφάλαια, είτε με τα χρήματαπουηπιστοληπτικήτουςδυνατότητατους επέτρεπε να δανειστούν από άλλους ιδιώτες, μετον συνήθη τρόπο των γραμματίων
Έρευνα για τη Φύση και IiS Allies του Πλούτου των Εθνών
369
ή της υποθήκης. Φαίνεται ότι θεωρούσαν πως η τιμή της τράπεζας την υποχρέωνε να καλύπτει αυτό το έλλειμμα και να τους προσφέρει ολόκληρο το κεφάλαιο που χρειάζονταν για τις δραστηριότητές τους. Όμως οι τράπεζες είχαν μια διαφορετική άποψη και καθώς αρνούνταν να επεκτείνουν τις πιστωτικές τους εργασίες, μερικοί έμποροι κατέφυγαν σε κάποιο τέχνασμα που, επί ένα ορισμένο χρονικό διάστημα, εξυπηρέτησε τους σκοπούς τους όπως θα τους εξυπηρετούσε και η μεγαλύτερη επέκταση της τραπεζικής πίστης, αν και με ένα πολύ μεγαλύτερο κόστος. Το τέχνασμα αυτό δεν ήταν τίποτα άλλο από την ανανέωση των δανείων τους, τη διαδοχική δηλαδή έκδοση συναλλαγματικών στην οποία καταφεύγουν μερικές φορές οι δυστυχείς έμποροι όταν βρίσκονται στο χείλος της χρεοκοπίας. Η πρακτική της άντλησης χρήματος με αυτόν τον τρόπο ήταν από πολύ παλιά γνωστή στην Αγγλία, και λέγεται ότι ασκήθηκε σε μεγάλη έκταση στη διάρκειατου τελευταίου πολέμου,όταντα υψηλά κέρδη . του εμπορίου έβαζαν τους εμπόρους στον πειρασμό της επέκτασης της δραστηριότητάς τους πέραν των δυνάμεών τους. Από τπν Αγγλία, η πρακτική αυτή μεταφέρθηκε στη Σκοτία, όπου συγκριτικά με το πολύ περιορισμένο εμπόριό της και το μέτριο μέγεθος του κεφαλαίου της χώρας, επεκτάθπκε σε ένα πολύ μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι στην Αγγλία. 66. Ηπρακτική της συνεχούς ανανέωσηςτων συναλλαγματικών είναι τόσο γνωστή σε όλους τους επιχειρηματίες, ώστε είναι ίσοος περιττό να τπν περιγράψουμε. Επειδή όμως το παρόν βιβλίο ενδέχεται να βρεθεί στα χέρια ανθρώπων που δεν είναι επιχειρηματίες, και επειδή οι επιπτώσεις της πρακτικής αυτής ίσως να μην έχουν γίνει γενικά κατανοητές ακόμα και από τους ίδιους τους επιχειρηματίες, θα προσπαθήσουμε να την εξηγήσουμε με όση σαφήνεια είναι δυνατόν. 67. Οι συνήθειες που επικρατούν μεταξύ των εμπόρων, που καθιερώθηκαν όταν το βαρβαρικό δίκαιο της Ευρώπης δεν είχε τη δυνατότητα να επιβάλει την εκτέλεση των συμβολαίων, και οι οποίες στη διάρκεια των δύο τελευταίων αιώνων υιοθετήθηκαν από τπ νομοθεσία, έδωσαν τόσο υπερβολικά προνόμια στις συναλλαγματικές, ώστε τελικά αυτές να είναι πολύ πιο εύκολα μετατρέψιμες σε χρήμα απ* ό,τι οποιαδήποτε άλλη οικονομική υποχρέοοση, ιδίως όταν αυτές είναι πληρωτέες έπειτα από ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, όπως αυτό των δύο ή τριών μηνών μετά την έκδοσή τους. Αν την ημερομηνία πληρωμής της συναλλαγματικής ο αποδέκτης της δεν την εξοφλεί με την εμφάνισή της, αυτομάτοχ; κηρύσσεται σε χρεοκοπία. Η συναλλαγματική διαμαρτύρεται και επιστρέφει στον εκδότπ της, ο οποίος αν και πάλι δεν την εξοφλήσει τη στιγμή της εμ(ράνισής της, κηρύσσεται ομοίοχ; σε χρεοκοπία. Αν η συναλλαγματική.
370
Άνταμ Σμιθ
πριν περιέλθει στα χέρια εκείνου που τπν προσκόμισε στον αποδέκτη της προς εξόφλησπ, είχε περάσει από τα χέρια διαφόρων άλλων ανθρώπων, οι οποίοι είχαν διαδοχικά προκαταβάλει ο ένας στον άλλο το περιεχόμενό της είτε σε χρήμα είτε σε αγαθά, και οι οποίοι προκειμένου να δηλώσουν ότι είχαν ένας προς έναν εισπράξει αυτό το περιεχόμενο, την είχαν οπισθογραφήσει ένας προς έναν, είχαν δηλαδιί γράψει το όνομά τους στο πίσω μέρος της, καθένας από τους οπισθογρά<ροντες οφείλει με τπ σειρά του στον κομιστή της το περιεχόμενο αυτό, και σε περίπτωση αδυναμίας του να πληρώσει, κηρύσσεται από τη οτιγμή εκείνη ομοίως σε χρεοκοπία. Ακόμα και αν ο εκδότης, ο αποδέκτης, και οι οπισθογραφούντες τπ συναλλαγματική είναι άτομα αμφίβολης αξιοπιστίας, το σύντομο χρονικό διάστημα της εξόφλησής της προσφέρει στον κάτοχό της κάποια ασφάλεια Διότι, ακόμα και αν δεν αποκλείεται όλοι αυτοί να χρεοκοπήσουν, είναι εξαιρετικά απίθανο να χρεοκοπήσουν όλοι σε ένα τόσο σύντομο χρονικό διάστήμα. «Το σπίτι είναι ετοιμόρροπο», σκέφτεται ένας εξαντλημένος ταξιδιώτης, «και δεν πρόκειται να κρατήσει για πολύ. Είναι όμως απίθανο να πέσει αυτό το βράδυ και επομένως μπορώ να διακινδυνεύσω νά περάσω εδώ τη νύχτα μου». 68. Ας υποθέσουμε ότι ο έμπορος Α στο Εδιμβούργο εκδίδει μια συναλλαγματική επί του Β στο Λονδίνο, πληρωτέα σε δύο μήνες. Στην πραγματικότηταοΒστοΛονδίνοδενοφείλειτΙποταστονΑστοΕδιμβούργο, συμφωνεί όμως να αποδεχθεί τη συναλλαγματική του Β, υπό τον όρο ότι πριν από τη λήξη της θα επανεκδώσα επί του Α στο Εδιμβούργο μια συναλλαγματική με το ίδιο ποσό μαζί με τους τόκους και την προμήθεια, πληρωτέα επίσης σε δύο μήνες. Κατά συνέπαα, πριν από την εκπνοή των δύο πρώτων μπνών, ο Β επανεκδίδει τη συναλλαγματική αυτή επί τουΑστο Εδιμβούργο. ΚαιοΑ, πριν από την εκπνοή των δύο επόμενων μηνών, επανεκδίδει μια δεύτερη συναλλαγματική επί του Β στο Λονδίνο, πληρωτέα επίσης μετά από δύο μήνες. Και πριν από τη λήξη του τρίτου διμήνου, ο Β στο Λονδίνο επανεκδίδει επί του Α στο Εδιμβούργο μια άλλη συναλλαγματική, πλπρωτέα επίσης μετά από δύο μήνες. Η πρακτική αυτή μερικές φορές συνεχίστηκε όχι μόνο επί πολλούς μήνες, αλλά επί χρόνια ολόκληρα, με τη συναλλαγματική να επιστρέφει πάντα επί του Α στο Εδιμβούργο με τους συσσωρευμένους τόκους και την προμήθεια όλων των προηγούμενων συναλλαγματικών. Το επιτόκιο ήταν 5% το χρόνο, και η προμήθεια δεν ήταν ποτέ μικρότερη από 0,5% για κάθε νέα έκδοση συναλλαγματικής. Αν αυτή η προμήθεια επαναλαμβάνεται περισσότερες από έξι φορές το χρόνο, το χρηματικό ποσό που θα αντλήσει ο Α με αυτό το τέχνασμα, ανεξάρτητα από το ύψος του, θα του κοστίσει υποχρεωτικά κάτι περισσότερο από 8%, και μφικές φορές, όταν αυξάνεται η
Έρευνα για τη Φύση και IiS Allies του Πλούτου των Εθνών
371
τιμήτηςπρομήθειας,ήότανοναιΐΜοχρεο)μένο^ θετο τόκο επί των τόκων και των προμηθειών των προηγούμενων συναλλαγματικών, θα του κοστίσει πολύ περισσότερο. 69. Σε μια χώρα όπου τα κανονικά κέρδη του αποθέματος στην πλειονότητα των εμπορικών δραστηριοτήτων κυμαίνονται μεταξύ 6% και 10%, μόνο μια εξαιρετικά ευτυχής κερδοφορία θα μπορούσε να επιτρέψει όχι μόνο την αποπληρωμή των τεράστιων δαπανών που συνεπάγεται ο δανεισμός των χρημάτων για τη συνέχιση της δραστηριότητας, αλλά και την πραγματοποίηση ενός καλού επιπλέον κέρδους για τον επιχειρηματία. Ωστόσο πολλά μεγάλα και εκτεταμένα επιχειρηματικά σχέδια αναλήφθηκαν και συνεχίστηκαν επί πολλά χρόνια χωρίς να υπάρχει κανένας άλλος πόρος υποστήριξής τους, πέραν των χρημάτων που αντλούνταν με αυτό το τεράστιο κόστος. Αναμφίβολα οι επιχειρηματίες στα πιο τρελά τους όνειρα έβλεπαν πολύ καθαρά το όραμα αυτού του υψηλού κέρδους. Όταν όμως ξυπνούσαν, στο τέλος του επιχειρηματικού τους σχεδίου, ή όταν δεν ήταν πλέον σε θέση να το συνεχίσουν, πιστεύω ότι πολύ σπάνια είχαν την τύχη να δουν αυτό το κέρδος^. 70. Τις συναλλαγματικές που εξέδιδε ο Α στο Εδιμβούργο επί του Β στο Λονδίνο, αυτός δεν παρέλειπε να τις προεξοφλεί τακτικά, σε κάποιο τραπεζίτη του Εδιμβούργου, δύο μήνες πριν την ημερομηνία λήξεώς τους, και τις συναλλαγματικές που εξέδιδε ο Β στο Λονδίνο επί του Α στο Εδιμβούργο, τούτος δεν παρέλειπε να τις προεξοφλεί εξίσου τακτικά, στην τράπεζα της Αγγλίας ή σε κάποιο τραπεζίτη του Λονδίνου. Οτιδήποτε προκαταβαλλόταν με αυτές τις ανανεούμενες συναλλαγματικές, στο μεν Εδιμβούργο προκαταβαλλόταν σε χαρτονόμισμα των σκοτσέζικων τραπεζών, στο δε Λονδίνο, όταν αυτές προεξοφλούνταν από την τράπεζα της Αγγλίας, σε χαρτονόμισμα αυτής της τράπεζας. Παρά το ότι οι συναλλαγματικές έναντι των οποίων είχε προκαταβληθεί αυτό το χαρτονόμισμα εξοφλούνταν όλες με τη σειρά την ημερομηνία λήξεώς τους, ωστόσο η αξία που είχε προκαταβληθεί έναντι της πρώτης συναλλαγματικής στην πραγματικότητα δεν επέστρεψε ποτέ στην τράπεζα που την προκατέβαλε, εφόσον πριν από τη λήξη της κάθε συναλλαγματικής, εκδιδόταν μια άλλη, αξίας κατά τι μεγαλύτερης αυτής που θα έπρεπε να εξοφληθεί άμεσα, και η προεξόφληση αυτής της άλλης συναλλαγματικής ήταν ουσιαστικά υποχρεωτική προκειμένου να καταστεί δυνατή η πληρωμή αυτής που όφειλε να εξοφληθεί άμεσα. Επομένοος η εξόφληση αυτή ήταν τελείοκ; απατηλή. Οι χρηματικές εκροές που άρχισαν κάποια στιγμή μέσω αυτών των επαναλαμβανόμενων συναλλαγματικών δεν αντικαθίσταντο ποτέ από τις πραγματικές εισροές χρημάτων στα ταμεία της τράπεζας.
372
Ανταμ Σμιθ
71. Το χαρτονόμισμα που είχε εκδοθεί έναντι αυτών των ανανεούμενων συναλλαγματικών ανερχόταν σε πολλές περιπτώσεις, όχι απλά στο μέρος εκείνο του κεφαλαίου το οποίο ο επιχειρπματίας, σε συνθήκες απουσίαςχαρτονομίσματος, θα ήτανυποχρεο)μένος να διατηρεί αναξιοποίητο, υπό μορφή ρευστού χρήματος, για την κάλυψη των περιστασιακών αναγκών, αλλά στο συνολικό κεφάλαιο που προοριζόταν για τη χρηματοδότηση μερικών μεγάλων και εκτεταμένων επιχειρηματικών σχεδίων στους τομείς της αγροτικής οικονομίας, του εμπορίου ήτης μανιφακτουρας. Κατά συνέπεια, το μεγαλύτερο μέρος αυτού του χαρτονομίσματος ξεπερνούσε την αξία του χρυσού και του αργύρου που θα κυκλοφορούσε στη χώρα αν δεν υπήρχε χαρτονόμισμα Επομένοχ; ξεπερνούσε την ποσότητα του νομίσματος που θα μπορούσε άνετα να απορροφήσει και να απασχολήσει η κυκλοφορία της χώρας, και για τον λόγο αυτόν, επέστρεφε άμεσα στις τράπεζες, προκειμένου να μετατραπεί σε χρυσό και άργυρο, τον οποίο αυτές θα έπρεπε να βρουν όποος μπορούσαν. Ήταν ένα κεοράλαιο το οποίο οι επιχειρηματίες αυτοί είχαν κατορθώσει δολίως να αποσπάσουν από τις τράπεζες, όχι μόνο χωρίς την ελεύθερη συγκατάθεσή τους, αλλά επί ένα ορισμένο διάστημα χωρίς ίσως αυτές να έχουν την παραμικρή υποψία ότι το είχαν πραγματικά προκαταβάλει. 72. Όταν δύο άνθρωποι, που εκδίδουν και επανεκδίδουν συναλλαγματικές ο ένας στον άλλον, προεξοφλούν τις συναλλαγματικές αυτές πάντα στην ίδια τράπεζα, τότε η τράπεζα αυτή θα ανακαλύψει αμέσως τι κάνουν και θα διαπιστώσει καθαρά ότι απασχολούν όχι ένα δικό τους κεφάλαιο, αλλά το κείράλαιο που τους προκαταβάλλει η τράπεζα. Ωστόσο η ανακάλυψη αυτή δεν είναι εξ ίσου εύκολη όταν οι δύο αυτοί άνθρωποι προεξοφλούν τις συναλλαγματικές τους άλλοτε στη μια και άλλοτε στην άλλη τράπεζα και όταν δεν εκδίδουν συναλλαγματικές πάντα οι ίδιοι άνθρωποι ο ένας επί του άλλου, αλλά στο τέχνασμά τους συμμετέχει ένας μεγάλος κύκλος επιχειρηματιών, το αμοιβαίο συμφέρον των οποίων τους οδηγεί στην αλληλοϋποστήριξη, με σκοπό την άντληση χρήματος, και στο να καταστήσουν όσο το δυνατόν δυσκολότερη τη διάκριση μεταξύ μιας πραγματικής και μιας απατηλής συναλλαγματικής, μεταξύ μιας συναλλαγματικής που έχει εκδώσει ένας πραγματικός πιστωτής επί ενός πραγματικού οφειλέτη, και μιας συναλλαγματικής γιατην οποία ουσιαστικά δεν υπάρχει κανένας πιστωτής εκτός από την τράπεζα που την προεξοφλεί, αλλά ούτε και πραγματικός οφειλέτης εκτός του επιχειρηματία που κάνει χρήση αυτών των χρημάτων. Αν ποτέ ένας τραπεζίτης ανακαλύψει αυτό το γεγονός είναι ενδεχόμενο να είναι πολύ αργά, και να διαπιστώσει ότι έχει ήδη προεξοφλήσει τις συναλλαγματικές αυτών των επιχειρηματιών σε μια τόσο μεγάλη
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
373
έκταση, ώστε αν αρνηθεί να συνεχίσει τις προεξοφλήσεις θα τους οδηγήσει σε χρεοκοπία, και μαζί με αυτούς σύντομα θα οδηγηθεί και ο ίδιος σε κατάρρευση. Ενδεχομένοχ; λοιπόν, για το προσωπικό του συμφέρον και την ασφάλεια, να θεωρήσει αναγκαίο να συνεχίσει επί ένα ορισμένο διάστημα, προσπαθώντας οχπόσο να αποσυρθεί σταδιακά, καθιστώντας καθημερινά όλο και δυσκολότερη την προεξόφληση, προκειμένου να εξαναγκάσει τους επιχειρηματίες αυτούς να προσφύγουν είτε σε άλλους τραπεζίτες, είτε σε άλλες μεθόδους άντλησης χρημάτων, έτσι ώστε να ξεφύγει από τον κύκλο όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Οι δυσκολίες, λοιπόν, που άρχισαν να παρεμβάλλουν στην προεξόφληση η τράπεζα της Αγγλίας, οι κυριότερες τράπεζες του Λονδίνου, ακόμα και οι πλέονσυνετέςσκοτσέζικεςτράπεζες, μετά από ένα ορισμένο χρονικό διάστημα, όταν όλες οι τράπεζες είχαν ήδη προχωρήσει υπέρ τοδέον, όχι μόνο πανικόβαλαν, αλλά και εξόργισαν στο μέγιστο βαθμό αυτούς τους επιχειρηματίες. Τη δυστυχία τους,που ήταν άμεση συνέπεια αυτήςτηςσυνετήςκαι αναγκαίας επιφύλαξης των τραπεζών, την απεκάλεσαν δυστυχία της χώρας. Και ισχυρίστηκαν ότι αυτή η δυστυχία της χώρας οφειλόταν αποκλειστικά στην άγνοια, τη μικροψυχία, και τη μη έντιμη συμπεριφορά των τραπεζών, που δεν προσέφεραν μια αρκούντως γενναιόδωρη βοήθεια στις τολμηρές πρωτοβουλίες των ανθρώπων που μοχθούν προκειμένου να ομορφύνουν, να αναπτύξουν και να κάνουν πλουσιότερη τη χώρα. Φαίνονταν να θεωρούν ότι καθήκον των τραπεζών είναι να δανείζουν όσα χρήματα και επί ένα όσο μεγάλο χρονικό διάστημα αυτοί επιθυμούν. Ωστόσο οι τράπεζες, αρνούμενες με αυτόν τον τρόπο να πιστώσουν περαιτέρω τους ανθρώπους εκείνους στους οποίους είχαν ήδπ δανείσει υπερβολικά μεγάλα ποσά, υιοθέτησαν τη μόνηδυνατή μέθοδο προκΒμένουναδιασώσουντηδικήτους αξιοπιστία, αλλά και τη δημόσια αξιοπιστία της χώρας. 73. Εν μέσω αυτής της αναστάτωσης και της δυστυχίας, ιδρύθηκε μια νέα τράπεζα στη Σκοτία, με τον άμεσο στόχο της ανακούφισης της δυστυχίας της χώρας. Το σχέδιο ήταν γενναιόδωρο, αλλά η εκτέλεση πραγματοποιήθηκε χωρίς σωφροσύνη, και η φύση και οι αιτίες της δυστυχίας που στόχευε να ανακουφίσει δεν είχαν γίνει ίσως πλήρως κατανοητές. Η τράπεζα αυτή ήταν περισσότερο γενναιόδωρη από οποιαδήποτε άλλη στο παρελθόν, τόσο στπν παροχή τρεχούμενων λογαριασμών, όσο και στην προεξόφληση συναλλαγματικών. Ως προς τις τελευταίες, φαίνεται ότι δεν έγινε η παραμικρή διάκριση μεταξύ πραγματικών και ανανεούμενων συναλλαγματικών και ότι όλες προεξοφλούνταν υπό ίσους όρους. Ομολογημένη αρχή αυτής της τράπεζας ήταν η προκαταβολή υπό τον όρο μιας λογικής ασφάλειας, ολόκληρου του κεφαλαίου που επρόκειτο να απασχοληθεί στις
374
Άνταμ Σμιθ
βελτιώσεις εκείνες, οι αποδόσεις των οποίων είναι αργές και μακροχρόνιες, όπως οι βελτιώσεις τπς γης. Η προώθηση αυτών των βελτιώσεων θεωρήθηκε ακόμα οος ο κυριότερος από τους τολμηρούς δημόσιους στόχους για τους οποίους ιδρύθηκε η τράπεζα. Αναμφίβολα, η γενναιοδωρία της στην παροχή τρεχούμενων λογαριασμών και στπν προεξόφληση συναλλαγματικών οδήγησε στην έκδοση μεγάλων ποσοτήτων χαρτονομίσματος. Όμως τα χαρτονομίσματα αυτά, λόγω του ότι στο μεγαλύτερο μέρος τους πλεόναζαν σε σχέση με την ποσότητα που μπορούσε άνετα να απορροφήσει και να απασχολήσει η κυκλοίρορία της χώρας, επέστρεφαν στην ίδια την τράπεζα, προκειμένου να μετατραπούν σε χρυσό και άργυρο, με τον ίδιο ρυθμό με τον οποίο τυπώνονταν. Τα ταμεία της τράπεζας δεν ήταν ποτέ πλήρη. Το κεφάλαιο που είχε εγγραφεί στην τράπεζα σε δύο διαφορετικές εγγραφές, ανερχόταν σε 160.000λίρες, από τις οποίες μόνο το 80% είχε πληρωθεί. Το ποσό αυτό έπρεπε να καταβληθεί με αρκετές διαφορετικές τοποθετήσεις χρημάτων. Ένας μεγάλος αριθμός μετόχων, όταν πλήρωναν την πρώτη τους τοποθέτηση, άνοιγαν ένα τρεχούμενο λογαριασμό στην τράπεζα. Και οι διευθυντές, θεωρώντας τους εαυτούς τους υποχρεωμένους να συμπεριφέρονται στους μετόχους τους με τπν ίδια γενναιοδωρία με την οποία συμπεριφέρονταν απέναντι σε όλους τους άλλους ανθρώπους, επέτρεπαν σε πολλούς από αυτούς να δανείζονται μέσω του τρεχούμενου λογαριασμού τους ό,τι πλήρωναν μέσω των διαδοχικών τους τοποθετήσεων. Επομένως οι πληρωμές αυτές τοποθετούσαν σε ένα ταμείο τα χρήματα που είχαν εξαχθεί την προηγούμενη στιγμή από ένα άλλο ταμείο. Παρόλο όμως που τα ταμεία αυτής της τράπεζας ήταν τόσο πλούσια, πολύ γρήγορα η υπερβολική κυκλοφορία θα τα είχε αδειάσει τελείως και κανένα τέχνασμα δεν θα μπορούσε να αποτρέψει αυτό το αποτέλεσμα, εκτός ίσως από το καταστροφικό τέχνασμα της έκδοσης μιας συναλλαγματικής υπέρ του Λονδίνου και της εξόφλησής της, την ημέρα της λήξης της, μαζί με τους τόκους και την προμήθεια, μέσω της έκδοσης μιας άλλης συναλλαγματικήςυπέρ της ίδιας τράπεζας. Λέγεται ότι τα ταμεία της ήταν τόσο άδεια, ώστε οδηγήθηκε σε αυτή τη λύση λίγους μόνο μήνες μετά την έναρξη των δραστηριοτήτων της. Οι περιουσίες των μετόχων της τράπεζας άξιζαν αρκετά εκατομμύρια, και λόγω του ότι αυτοί είχαν υπογράψει την πράξη σύστασης της τράπεζας, οι περιουσίες αυτές βρέθηκαν υποθηκευμένες σε όλεςτιςυποχρεώσειςπου ανέλαβε ητράπεζα. Η μεγάλη πιστωτική δυνατότητα που κατ' ανάγκπ τής προσέφερε μια τόσο εκτεταμένη υποθήκη τής έδοχτε την ευκαιρία, παρά την υπερβολικά γενναιόδωρη πολιτική της, να συνεχίσει επί περισσότερο από δύο χρόνια. 'Οιαν υποχρεώθηκε να σταματήσει τις δραστηριότητές
Έρευνα για τη Φύση και IiS Allies του Πλούτου των Εθνών
375
της, είχε θέσει σε κυκλοφορία περί τις 200.000 λίρες σε χαρτονόμισμα. Προκειμένου να υποστηρίξει την κυκλοφορία αυτών των χαρτονομισμάτων, που δεν σταματούσαν να επιστρέφουν σε αυτήν αμέσως μετά την έκδοση τους, έκανε συνεχώς χρήση της πρακτικής της έκδοσης συναλλαγματικών υπέρ του Λονδίνου, ο αριθμός και η αξία των οποίων συνεχώς αυξανόταν, και τη στιγμή του κλεισίματος της τράπεζας ξεπερνούσε τις 600.000 λίρες. Έτσι, λοιπόν, σε ένα διάστημα λίγο μεγαλύτερο των δύο ετών, η τράπεζα αυτή προκατέβαλε σε διάφορα άτομα περισσότερο από 800.000 λίρες προς 5%. Το ποσοστό του 5% επί των 200.000 λιρών που κυκλοφορούσαν υπό μορφή τραπεζογραμματίων, μπορεί να θεωρηθεί ςος ένα καθαρό κέρδος, από το οποίο θα πρέπει να αφαιρεθούν μόνο οι δαπάνες διαχείρισης. Ωστόσο, για τις άλλες 600.000 και πλέον λίρες για τις οποίες ήταν συνεχώς υποχρεωμένη να εκδίδει συναλλαγματικές υπέρ του Λονδίνου, θα έπρεπε να πληρώνει σε τόκους και προμήθεια, περισσότερο από 8% και, κατά συνέπεια, υφίστατο μια ζημία περισσότερο από 3% επί των τριών τετάρτων και πλέον των εργασιών της. 74. Οι δραστηριότητες αυτής της τράπεζας είχαν τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που επεδίωκαν τα συγκεκριμένα άτομα που την είχαν σχεδιάσει και ιδρύσει. Πρόθεσή τους, όποος φαίνεται, ήταν να υποστηρίξουν τις τολμηρές και μεγάλες επιχειρήσεις (γιατί έτσι τις αντιλαμβάνονταν), που είχαν σχηματιστεί εκείνη την εποχή σε διάφορεςπεριοχέςτηςχώρας, και ταυτόχρονα να προσελκύσουντο σύνολο των τραπεζικών εργασιών, να εκτοπίσουν όλες τις άλλες σκοτσέζικες τράπεζες, και ιδιαίτερατηντράπεζα του Εδιμβούργου, που είχε προκαλέσω τη δυσαρέσκεια, εξαιτίας των δυσκολιών που προέβαλε στην προεξόφληση των συναλλαγματικών. Αναμφίβολα η τράπεζα αυτή προσέφερε κάποια προσωρινή ανακούφιση στους ριψοκίνδυνους επιχειρηματίες, και τους έδωσε επιπλέον τη δυνατότητα να συνεχίσουν τη δραστηριότητά τους επί δύο ακόμα χρόνια, γεγονός που δεν θα ήταν εφικτό χωρίς την παρουσία της. Αλλά με αυτόν τον τρόπο τούς παρέσχε απλά τη δυνατότητα να αυξήσουν σε ένα αντίστοιχο βαθμό το χρέος τους, έτσι ώστε, όταν επήλθε η χρεοκοπία, το βάρος αυτών των χρεών έπεσε και πάλι με ορμή σε αυτούς και στους πιστωτές τους. Επομένως, οι δραστηριότητες αυτής της τράπεζας, αντί να ανακουφίσουν μακροπρόθεσμα, στην πραγματικότητα επιδείνωσαν τη συμφορά που είχαν προκαλέσει αυτοί οι επιχειρηματίες στον εαυτό τους και στη χώρα. θα ήταν σαφώς προτιμότερο για τους ανθρώπους αυτούς, τους πιστωτές τους και τη χώρα, αν υποχρεώνονταν, στην πλειονότητά τους, να σταματήσουν δύο χρόνια νωρίτερα από τη στιγμή που πραγματικά σταμάτησαν. Ωστόσο, η στιγμιαία ανακούφιση που προσέφερε η τράπεζα σε αυτούς
376
Άνταμ Σμιθ
Ίους κακούς οφειλέτες, προσέφερε μια πραγματική και περισσότερο διαρκή ανακουφισπ στις άλλες σκοτσέζικες τράπεζες. Όλοι οι ιδιώτες που συναλλάσσονταν μέσω των συναλλαγματικών που άρχισαν να προεξοφλούν με δυσκολία οι άλλες τράπεζες, προσέτρεξαν στπ νέα τράπεζα που τους υποδέχτηκε με ανοιχτές αγκάλες. Με τον τρόπο αυτόν, οι άλλες τράπεζες βρήκαν πολύ γρήγορα μια διέξοδο από αυτόν τον (ραύλο κύκλο, από τον οποίο δεν θα είχαν ξεφύγει παρά μόνο με τπν καταβολή ενός σπμαντικού τιμήματος, και ίσως ακόμα και με τπν υποθήκευσπ τπς αξιοπιστίας τους. 75. Επομένο)ς, μακροπρόθεσμα, οι δραστπριότπτες αυτής τπςτράπεζας αύξπσαν, και δεν ανακούφισαν τπν πραγματική δυστυχίατηςχώρας. Αντιθέτως ανακούφισαν από μια μεγάλπ συμφορά εκείνους τους ανταγωνιστές τπς που σκόπευε να εκτοπίσει. 76. Στπν πρώτπ περίοδο λειτουργίας αυτής τπς τράπεζας, κάποιοι πίστευαν ότι όσο γρήγορα και αν άδειαζαν τα ταμεία τπς, θα μπορούσαν εύκολα να γεμίζουν και πάλι μέσω τπς συλλογής χρπμάτων έναντι των εγγυήσεων των ανθρώπων εκείνων στους οποίους προκατέβαλλε τα τραπεζογραμμάτιά τπς. Νομίζω ότι π πράξπ τούς έπεισε γρήγορα ότι αυτή π μέθοδος άντλπσπς χρπμάτων πολύ δύσκολα μπορούσε να ανταποκριθεί στις ανάγκες αυτού του στόχου, και ότι τα ταμεία που ανατροφοδοτούνταν με ένα τόσο άσχπμο τρόπο δεν θα μπορούσαν να γεμίσουν παρά μόνο με το τέχνασμα τπς έκδοσπς συναλλαγματικών υπέρ του Λονδίνου και τπ στιγμή τπς εξόφλπσής τους, τπς έκδοσπς νέων συναλλαγματικών υπέρ του ίδιου αποδέκτπ, μετουςσυσσο)ρευμένουςτόκους και τπν τραπεζική προμήθεια. Παρόλο όμως που π μέθοδος αυτή τούς επέτρεψε να αντλούν χρήματα τπ στιγμή που τα ήθελαν, ωστόσο, αντί να έχουν κέρδπ, με κάθε μια τέτοια ενέργεια, θα ζπμιώνονταν. Και έτσι, μακροπρόθεσμα, θα καταστρέφονταν ως εμπορική επιχείρπσπ, αν και ίσως όχι το ίδιο σύντομα όπως με τπ δαπανπρή πρακτική τπς έκδοσπς και επανέκδοσπς. Δεν θα μπορούσαν να επιτύχουν τίποτα, ούτε μέσω των τόκων των τραπεζογραμματίων, οι οποίοι επειδή υπερέβαιναν τπν ποσότπτα που θα μπορούσε να απορροφήσει και να απασχολήσει π κυκλοφορία τπς χώρας, επέστρεφαν σε αυτούς με τον ίδιο ρυθμό με τον οποίο εκδίδονταν. Και για τπν πλπρωμή αυτών των τόκων ήσαν υποχρεωμένοι να καταφεύγουν συνεχώς σε νέους δανεισμούς χρήματος. Αντίθετα, ο ισολογισμός τπς τράπεζας θα επιβαρυνόταν αρνπτικά και σε μεγάλο βαθμό από τις συνολικές δαπάνες αυτού του δανεισμού, τπς απασχόλπσπς υπαλλήλων για τπν αναζήτπσπ δανειστών, τπς διαπραγμάτευσπς με αυτούς, και τπς έκδοσπς των κατάλλπλων συναλλαγματικών ή εκχωρπτπρίων. Υπό αυτή τπν έννοια, το σχέδιο τπς αναπλήρωσπς των ταμειακών αποθεμάτων τπς θα
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
377
μπορούσε να συγκριθεί με αυτό μιας δεξαμενής με μια συνεχή εκροή, αλλά χωρίς συνεχή εισροή, ο ιδιοκτήτης της οποίας προσπαθεί να διατηρεί σταθερή τη στάθμη της στέλνοντας κάποιους ανθρώπους να μεταφέρουν νερό με κουβάδες από ένα πηγάδι που βρίσκεται μερικά μίλια μακριά. 77. Ακόμα όμως και αν η λειτουργία αυτή αποδεικνυόταν όχι μόνο εφικτή, αλλά και επικερδής για την τράπεζα ως εμπορική επιχείρηση, η κοινωνία δεν θα μπορούσε να αντλήσει κανένα όφελος από αυτήν αλλά, αντίθετα, θα υφίστατο σημαντικές ζημίες. Η λειτουργία αυτή δεν μπορούσε να αυξήσει ούτε στον ελάχιστο βαθμό την ποσότητα του προς δανεισμό χρήματος, θα μπορούσε μόνο να αναδείξει την τράπεζα αυτή σε ένα είδος γενικού δανειστικού γραφείου για ολόκληρη την κοινωνία. Όσοι ήθελαν να δανειστούν, αντί να προστρέξουν στους ιδιώτες, που θα είχαν δανείσει τα χρήματά τους στην τράπεζα, θα προσέτρεχαν άμεσα σε αυτήν. Όμως, μια τράπεζα που δανείζει χρήματα ίσως σε πεντακόσιους διαφορετικούς ανθρώπους, για την πλειονότητα των οποίων οι διευθυντές της γνωρίζουν ελάχιστα πράγματα, δεν θα μπορεί να επιλέγει τους πελάτες της με τη φρόνηση ενός ιδιώτη που δανείζει τα χρήματά του σε λίγα άτομα που τα γνωρίζει προσωπικά και θεωρεί ότι μπορεί να εμπιστεύεται την εγκρατή και λελογισμένη συμπεριφορά τους. Οι πελάτες μιας τέτοιας τράπεζας, όπως αυτής της οποίας τη συμπεριφορά μόλις περιέγραψα, ήταν μάλλον, στην πλειονότητά τους, άνθρωποι με χιμαιρικά επιχειρηματικά σχέδια, εκδότες ανακυκλούμενων επιταγών, που χρησιμοποιούσαν τα δάνειά τους σε παράλογες δραστηριότητες, οι οποίες δεν θα ήταν δυνατόν να αποπερατωθούν όση βοήθεια και αν τους προσφερόταν, και οι οποίες, ακόμα και στην περίπτωση που ολοκληρώνονταν, δεν θα ήταν δυνατόν να αποπληρώσουν τις δαπάνες που τους κόστισαν, καθώς δεν θα απέφεραν ποτέ ένα κονδύλι ικανό να συντηρήσει την ποσότητα της εργασίας που απασχόλησαν. Αντίθετα οι συνετοί και λελογισμένοι οφειλέτες ιδιωτών είναι πιθανότερο να απασχολήσουν τα χρήματα των δανείων που συνήψαν σε συνετές δραστηριότητες ανάλογες προς τα κεφάλαιά τους, οι οποίες, χωρίς να είναι μεγάλες και θαυμαστές, είναι στέρεες και επικερδείς, αποδίδουν το κεφάλαιο που επενδύθηκε σε αυτές μαζί με μεγάλα κέρδη, και επομένως είναι σε θέσπ να αποφέρουν ένα κονδύλι ικανό να συντηρήσει μια πολύ μεγαλύτερη ποσότητα εργασίας από αυτή που απασχόλησαν. Επομένως, η επιτυχία αυτής της λειτουργίας, ενώ δεν θα αυξάνει ούτε στο ελάχιστο το κεφάλαιο της χώρας, απλά και μόνο θα μετέφερε ένα μεγάλο μέρος αυτών των συνετών και επικερδών δραστηριοτήτων σε άλλες, μη συνετές και ζημιογόνες.
378
Άνταμ Σμιθ
78. Η άποψη του περίφημου κ. Λο (Law) ήταν ότι η οικονομική δραστηριότητα παρήκμαζε στη Σκοτία εξαιτίας της έλλειψης χρημάτων που θα την έθεταν σε κίνηση. Για τη θεραπεία αυτής της έλλειψης χρημάτων, πρότεινε την ίδρυση μιας ιδιαίτερης τράπεζας που θα μπορούσε, κατά τα φαινόμενα, να εκδώσει χαρτονόμισμα που να ανέρχεται στην αξία όλων των κτημάτων της χώρας. Το σχέδιο αυτό το πρότεινε κατ' αρχήν στο κοινοβούλιο της Σκοτίας, που δεν έκρινε σκόπιμο να το υιοθετήσει. Στη συνέχεια το υιοθέτησε, με κάποιες τροποποιήσεις, ο τότε βασιλιάς της Γαλλίας, Δούκας της Ορλεάνης. Η ιδέα της δυνατότητας ενός σχεδόν απεριόριστου πολλαπλασιασμού του χαρτονομίσματος υπήρξε π πραγματική βάση αυτού που αποκλήθηκε σύστημα του Μισισιπή, ίσως του πιο παράλογου τραπεζικού και χρηματοπιστωτικού συστήματος που εμφανίστηκε ποτέ στον κόσμο. Οι διάφορες λειτουργίες αυτού του συστήματος αναλύθηκαν με τόση πληρότητα, καθαρότητα, με τόσητάξη και ευκρίνεια από τον κ. Ντι Βερνέ (Du Vemey), στην Εξέταση των Πολιτικών Συλλογισμών του κ. Ντυτό (Dutot) σχετικά με το Εμπόριο και τις Χρηματοδοτήσεις, ώστε δεν θα υπεισέλθω καθόλου στην περιγραφή του. Οι αρχές που απετέλεσαν τη βάση αυτού του συστήματος παρουσιάστηκαν από τον ίδιο τον κ. κ. Λο (Law), σε μια θεωρητική μελέτη για το εμπόριο και το χρήμα, που εξέδωσε στη Σκοτία, όταν παρουσίασε για πρώτη φορά το σχέδιό του. Οι θαυμάσιες αλλά εξωπραγματικές ιδέες που συναντάμε σε αυτό το έργο, καθώς και σε μερικά άλλα, που έχουν γραφεί με βάση τις ίδιες αρχές, εντυπαχτιάζουν ακόμα πολλούς ανθρώπους και ίσως να συνέβαλαν εν μέρει σε αυτόντον πυρετό των τραπεζικών εργασιών, ο οποίος βρίσκεται στο στόχαστρο της κριτικής τόσο στη Σκοτία, όσο και σε άλλα μέρη. 79. Η τράπεζα της Αγγλίας είναι η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή τράπεζα κυκλοφορίας. Ιδρύθηκε ως εταιρεία, κατ' εφαρμογή μιας απόφασης του Κοινοβουλίου που πήρε τη μορφή ενός διατάγματος μεγάλης σφραγίδας, της 2 7ης Ιουλίου 1694. Την εποχή εκείνη, η τράπεζα δάνεισε στην κυβέρνηση ένα ποσό L200.000 λιρών, έναντι ενός ετήσιου ποσού 1(Χ).000 λιρών, δηλαδή 96.000 λιρών για ετήσιους τόκους με επιτόκιο 8%, και 4.000 λιρών για διαχειριστικές δαπάνες. Φαίνεται ότι, εφόσον η νέα κυβέρνηση που προέκυψε από την επανάσταση ήταν υποχρεοομένη να δανείζεται με τόσο υψηλά επιτόκια, θα πρέπει να ήταν πολύ χαμηλής αξιοπιστίας. 80. Το 1697επιτράπηκε στηντράπεζα να αυξήσει το κεφάλαιότηςκατά ένα ποσό ίσο με 1.100.171 λίρες και 10 σελίνια. Με αυτόν τον τρόπο, το συνολικό κεφάλαιό της την εποχή εκείνη ανήλθε σε 2.201.181 λίρες και 10 σελίνια. Λέγεται ότι η αύξηση αυτή έγινε για την υποστήριξητηςδημόσιαςπίστης.Το 1696οι λογαριασμοί δόσεων είχανχάσα
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
379
ΊΟ40, 50,και60%'πιςαξίαςτους,καιτατραπεςογραμμάτιατο20%^ Στο διάστημα της μεγάλης κοπής αργυρού νομίσματος που βρισκόταν σε εξέλιξη εκείνη την εποχή, η τράπεζα θεώρησε σκόπιμο να διακόψει την εξόφληση των τραπεζογραμματίων της, γεγονός το οποίο αναγκαστικά οδήγησε στην ανυποληψία τους. 81. Κατ* εφαρμογή της πράξης νϋ του 7ου έτους τπς βασιλείας τπς Άννας [1708], η τράπεζα προκατέβαλε και πλήροοσε στα ταμεία του κράτους 400.000 λίρες, έτσι ώστε το συνολικό ποσό για το οποίο καταβαλλόταν τόκος96.000λιρών και διαχειριστικές δαπάνες4.000λιρών ανήλθε σε 1.600.000 λίρες. Επομένοχ;, το 1708, π πιστοληπτική ικανότητα της κυβέρνησης ήταν εξίσου καλή με αυτή των ιδιωτών, δεδομένου ότι μπορούσε πλέον να δανείζεται με 6%, το σύνηθες νόμιμο επιτόκιο της αγοράς εκείνης της εποχής. Κατ* εφαρμογήν της ίδιας πράξης, η τράπεζα ακύρωσε συναλλαγματικές που είχε εκδώσει το δημόσιο θησαυροφυλάκιο ύψους 1.775.027 λιρών, 17 σελινιών και 10,5 πενών προς 6% επιτόκιο και ταυτόχρονα της επιτράπηκε να δέχεται εγγραφές για το διπλασιασμό του κε(ραλαίου της. Επομένως, το 1708, το κε(ράλαιό τπς ανερχόταν σε4.402.343 λίρες και είχε προκαταβάλει στην κυβέρνηση το ποσό των 3.375.027 λιρών, 17 σελ. και 10,5 πενών. 82. Το 1709, μια πρόσκληση συγκέντρωσης κε(ραλαίου με επιτόκιο 15% απέφερε ένα απόθεμα 656.204 λιρών, 1 σελινιού και 9 πενών και το 1710, μια άλλη πρόσκληση με επιτόκιο 10%, απέφερε 501.448 λίρες, 12 σελίνια και 11 πένες. Ως αποτέλεσμα των δύο αυτών προσκλήσεων, το κεφάλαιο της τράπεζας ανήλθε σε 5.559.995 λίρες, 14 σελίνια και 8 πένες. 83. Κατ' εφαρμογήν του 8ου διατάγματος του 3ου έτους της βασιλείας του Γεωργίου Α', [1716], η τράπεζα παραχώρησε συναλλαγματικές αξίας 2 εκατομμυρίων. Επομένως το ποσό που είχε προκαταβάλει στπν κυβέρνηση τη στιγμή εκείνη ανερχόταν σε 5.375.027λίρες, 17 σελίνια και 10 πένες. Kaf εφαρμογήν του 21ου διατάγματος του 8ου έτους της βασιλείαςτουΓεωργίου Α, [1721], ητράπεζα αγόρασε μέρος των κε(ραλαίων της Εταιρείας της Νότιας θάλασσας, που ανερχόταν σε 4 εκατομμύρια λίρες. Και το 1722, ως αποτέλεσμα των εγγραφών που είχε πραγματοποιήσει για να επιτύχει αυτόν τον στόχο, το κεφάλαιό της αυξήθηκε κατά 3.400.000 λίρες. Επομένως το κε(ράλαιο που είχε προκαταβάλει στο δημόσιο τη στιγμή εκείνη ανερχόταν σε 9.375.027 λίρες, 17 σελ. 10,5 πένες και ενώ το κεφαλαιακό τπς απόθεμα ανερχόταν μόνο σε 8.959.995 λίρες, 14 σελ. και 8 πένες. Σε αυτό ακριβώς το σημείο, το κεφάλαιο που είχε προκαταβάλει η τράπεζα στο κράτος, και για το οποίο εισέπραττε τόκους, άρχισε για πρώτη ς)ορά να υπερβαίνει το κείραλαιακό της απόθεμα, ή το
380
Άνταμ
Σμιθ
ποσό για το οποίο κατέβαλε ένα μέρισμα στους ιδιοκτήτες της. Ή, με άλλα λόγια, η τράπεζα πέρα από το κεφάλαιο με μέρισμα, άρχισε να έχει ένα κεφάλαιο χωρίς μέρισμα. Έκτοτε δεν έπαψε ποτέ να έχει ένα κεφάλαιο χωρίς μέρισμα Το 1746, η τράπεζα είχε συνολικά προκαταβάλει, σε διάφορες ευκαιρίες, στο δημόσιο 11.686.800 λίρες, ενώ το κεφάλαιο με μέρισμα μέσω διαφόρων προσκλήσεων και εγγραφών είχε ανέλθει σε 10.780.000 λίρες. Έκτοτε π κατάσταση αυτών των δύο μεγεθών παρέμεινε σταθερή. KaV εφαρμογή του 2 5ου διατάγματος του 4ου έτους τπς βασιλείας του Γεωργίου Γ [1764], η τράπεζα συμφώνησε να καταβάλει στο Δημόσιο για την ανανέοοση τηςσυμβασήςτης, 110.000λίρεςχωρίςτόκουςήαποπληρωμή. Επομένο)ς, το ποσό αυτό δεν μετέβαλε κανένα από τα δύο προηγούμενα μεγέθη. 84. Το μέρισμα της τράπεζας μεταβαλλόταν σύμφωνα με τις μεταβολές του επιτοκίου που αφορούσε τους τόκους που εισέπραττε π τράπεζα για τα χρήματα που είχε προκαταβάλει στο δημόσιο, αλλά και σύμφωνα με άλλους παράγοντες. Το επιτόκιο αυτό γενικά μειώθηκε από το 8% στο 3%. Κατά τα τελευταία χρόνια η τράπεζα έδινε μέρισμα ύψους 5,5%. 85. ΗσταθερότητατηςτράπεζαςτηςΑγγλίας είναι ανάλογη με αυτή της βρετανικής κυβέρνησης. Για να υποστούν ζημίες οι πιστωτές της θα πρέπει προηγουμένως ναχαθεί ολόκληρο το ποσό που αυτή έχει προκαταβάλει στο δημόσιο. Καμιά άλλη αγγλική τράπεζα δεν μπορεί να ιδρυθεί με απόφαση του Κοινοβουλίου, όπως δεν μπορεί επίσης να απαρτίζεται από περισσότερα από έξι μέλη. Η τράπεζα αυτή ενεργεί όχι μόνο ως μια κανονική τράπεζα, αλλά οος μια μεγάλη μηχανή του κράτους. Εισπράττει και πληρώνει το μεγαλύτερο μέρος των ετησίας βάσηςκαταβολώνπουοφείλονταιστουςπιστωτέςτου κράτους, θέτει σε κυκλοφορία τις συναλλαγματικές του δημόσιου θησαυροφυλακίου, και προκαταβάλλει στο δημόσιο το ετήσιο ποσό των φόρων επί τπς γης και του ζύθου, οι οποίοι συχνά πληρώνονται μερικά χρόνια αργότερα. Κατά τις διάφορες αυτές εργασίες, οι υποχρεώσεις απέναντι στο δημόσιο την εξανάγκασαν μερικές φορές να αυξήσει υπέρμετρα την κυκλοφορία χαρτονομίσματος, χωρίς να μπορούμε να καταλογίσουμε ευθύνες στους διευθυντές τπς. Προεξοφλεί επίσης τις συναλλαγματικές του εμπορίου, και σε διάφορες περιστάσεις, στήριξε την πιστοληπτική ικανότητα των κυριότερων οίκων, όχι μόνο της Αγγλίας, αλλά και του Αμβούργου και της Ολλανδίας. Λέγεται ότι το 1763, για το σκοπό αυτόν, προκατέβαλε σε διάστημα μιας εβδομάδας 1.600.000 λίρες, εκ των οποίων ένα μεγάλο μέρος καταβλήθηκε σε ράβδους μετάλλου. Ωστόσο, δεν είμαι σε θέση να επιβεβαιώσω την ακρίβεια του γεγονότος, ούτε ως προς το χρόνο,
Έρευνα για τη Φύση και IiS Allies του Πλούτου των Εθνών
381
ούτε ως προς το ποσό. Σε κάποιες άλλες περιστάσεις, π μεγάλπ αυτή εταιρεία έφτασε μέχρι την ανάγκη εκτέλεσης των πληρωμών της με κέρματα των έξι πενών, 86. Αν οι πλέον συνετές εργασίες των τραπεζών μπορούν να αυξήσουν την οικονομική δραστηριότητα μιας χώρας, αυτό δεν επιτυγχάνεται διότι αυξάνουν το κεφάλαιο της χώρας, αλλά διότι καθιστούν ενεργό και παραγωγικό ένα μεγαλύτερο μέρος αυτού του κεφαλαίου σε σχέση με αυτό που θα ήταν ενεργό υπό διαφορετικές συνθήκες. Το τμήμα αυτό του κεφαλαίου που είναι υποχρεωμένος ένας έμπορος να διατηρεί ανενεργό, προκειμένου να είναι σε θέσπ να ανταποκρίνεται στις περιστασιακές του ανάγκες, είναι ένα νεκρό απόθεμα, το οποίο, εφόσον παραμένει σε αυτή την κατάσταση, δεν παράγει τίποτα, ούτε για τον έμπορο, ούτε για τη χώρα του. Οι εργασίες μιας συνετής τράπεζας του προσορέρουν τη δυνατότητα να μετατρέψει αυτό το νεκρό απόθεμα σε απόθεμα ενεργό και παραγωγικό, σε υλικά κατάλληλα για κατεργασία, σε εργαλεία για διευκόλυνση και συντόμευση αυτής της εργασίας, και σε μέσα διαβίωσης για τον μισθωτό. Με δυο λόγια, σε κεφάλαιο, που θα παράγει προϊόν τόσο γι* αυτόν, όσο και για τη χώρα του. Το χρυσό και το αργυρό χρήμα που κυκλοφορεί σε αυτή τη χώρα, και μέσω του οποίου κυκλοφορεί και κατανέμεται στους καταναλωτές στους οποίους ανήκει το προϊόν της γης και της εργασίας της, αποτελεί επίσης, όπως ακριβώς και το ρευστό χρήμα του εμπόρου, ένα απόθεμα τελείως νεκρό. Είναι ένα πολύτιμο μέρος του κεφαλαίου της χώρας που δεν παράγει απολύτως τίποτα για τη χώρα. Οι εργασίες μιας συνετής τράπεζας, υποκαθιστώντας ένα μεγάλο μέρος αυτού του χρυσού και του αργύρου με χαρτονόμισμα, επιτρέπουν στη χώρα να μετατρέψει ένα μεγάλο μέρος αυτού του νεκρού αποθέματος σε απόθεμα ενεργό και παραγωγικό, σε κείράλαιο που θα παραγάγει προϊόν για τπ χώρα. Ο χρυσός και ο άργυρος που κυκλοφορούν σε μια χώρα μπορούν να συγκριθούν ακριβώς με ένα μεγάλο δρόμο, ο οποίος ενώ χρησιμεύει για την κυκλοφορία και τη μεταφορά στην αγορά όλων των ζωοτροφών και των σιτηρών της χώρας, ο ίδιος δεν παράγει ούτε ένα σπυρί σιτηρών, ούτε ένα φυλλαράκι χλόης. Q εργασίες μιας συνετής τράπεζας, ανοίγοντας κατά κάποιο τρόπο, αν μου επιτρέπεται αυτή η τολμηρή μεταφορά, ένα είδος λεοχρόρου στους αιθέρες, προσφέρουν στη χώρα την ευκαιρία να μετατρέψει ένα μεγάλο μέρος των μεγάλων δρόμων της σε εύ(ρορα βοσκοτόπια και σιτοβολώνες, και Kaf αυτόν τοντρόπο, να αυξήσει σε σημαντικό βαθμό το ετήσιο προϊόν της γης και της εργασίας της. θα πρέπει οχπόσο να αναγνωρίσουμε, ότι αν μέσω του χαρτονομίσματος είναι δυνατόν να προοδεύσουν το εμπόριο και η οικονομική δραστηριότητα μιας χώρας, ωστόσο, τολμώ να
382
Άνταμ Σμιθ
πω,κρεμάμενες σε αυτάταΐκάριαφτεράτουχαρτονομίσματος,δεν είναι το ίδιο ασφαλείς όπως όταν βαδίζουν πάνω στο σταθερό έδαφος του χρυσού και του αργυρου. Πέραν των ατυχπμάτων στα οποία είναι εκτεθειμένο τοχαρτονόμισμαλόγωτπς ανικανότητας των υπευθύνων, οι δραστηριότητες αυτές υπόκεινται σε πολλούς άλλους κινδύνους, από τους οποίους δεν είναι σε θέση να τις προστατεύσει ούτε η φρόνηση, ούτε η ικανότητα αυτών των υπευθύνων. 87. Ένας ανεπιτυχής πόλεμος, για παράδειγμα, κατά τον οποίο ο εχθρός καθίσταται κύριος του κεφαλαίου και, κατά συνέπεια, του θησαυρού που υποστήριζε την πιστωτική αξία του χαρτονομίσματος, θα προκαλούσε πολύ μεγαλύτερη σύγχυση σε μια χώρα όπου το σύνολο της κυκλοφορίας εκτελείται με χαρτονόμισμα, απ* ό,τι σε μια χώρα όπου το μεγαλύτερο μέρος της εκτελείται με χρυσό και άργυρο. Εφόσον το σύνηθες εργαλείο του εμπορίου θα είχε χάσει την αξία του, δεν θα είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί καμιά ανταλλαγή, εκτός από τις ανταλλαγές αντιπραγματισμού και τις ανταλλαγές με πίστωση. Εφόσον όλοι οι (ρόροι θα είχαν πληρωθεί σε χαρτονόμισμα, ο ανώτατος άρχων δεν θα είχε τα μέσα να πληρώσει τα στρατεύματά του, ούτε να τροφοδοτήσει τις αποθήκες του, και η κατάσταση της χώρας θα ήταν πολύ περισσότερο απελπιστική απ* ό,τι θα ήταν στην περίπτωση που το μεγαλύτερο μέρος της κυκλοφορίας της χώρας διεξαγόταν με χρυσό και με άργυρο. Ο ανώτατος άρχων που ενδιαφέρεται να διατηρεί τη χώρα του σε μια κατάσταση τέτοια ώστε να είναι σε θέση να την υπερασπίζεται ευκολότερα, θα πρέπει, για τον λόγο αυτό, να προφυλάσσεται όχι μόνο από εκείνον τον υπερβολικό πολλαπλασιασμό του χαρτονομίσματος που οδηγεί στην καταστροφή τις ίδιες τις τράπεζες που το εκδίδουν, αλλά και από αυτόν τον πολλαπλασιασμό του που τους επιτρέπει να καλύψουν με χαρτονόμισμα το μεγαλύτερο μέρος της κυκλοφορίας της χώρας. 88. Η κυκλοφορία μιας χώρας μπορεί να θεοορπθεί ότι χωρίζεται σε δύο διακριτούς κλάδους: στον κλάδο της κυκλοορορίας που πραγματοποιείται αποκλειστικά μεταξύ των εμπόρων, και σε αυτόν της κυκλοφορίας που πραγματοποιείται μεταξύ εμπόρων και καταναλωτών. Παρόλο που είναι δυνατόν τα ίδια νομίσματα, είτε αυτά είναι χαρτονομίσματα, είτε είναι μεταλλικά, να χρησιμοποιούνται άλλοτε στον ένα και άλλοτε στον άλλο κλάδο της κυκλοφορίας, ωστόσο, εφόσον οι κλάδοι αυτοί λειτουργούν συνεχώς παράλληλα, ο καθένας τους απαιτεί για τη συνέχισή του ένα ορισμένο απόθεμα χρημάτων, του ενός ή του άλλου είδους. Η αξία των εμπορευμάτων που κυκλοφορούν μεταξύ των διαφόρων εμπόρων δεν είναι ποτέ δυνατόν να υπερβεί την αξία των εμπορευμάτων που κυκλοφορούν μεταξύ εμπόρων και καταναλωτών, εφόσον ό,τι αγοράζεται από τους
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
383
εμπόρους προορίζεται χωρίς άλλο να πωληθεί στους καταναλωτές. Δεδομένου ότι η κυκλοφορία μεταξύ των εμπόρων αφορά πωλήσεις χονδρικής, απαιτεί γενικά πολύ μεγαλύτερα ποσά για μια συγκεκριμένη συναλλαγή. Αντίθετα η κυκλοφορία μεταξύ εμπόρων και καταναλωτών αφορά γενικά πωλήσεις λιανικής και συχνά απαιτεί μόνο πολύ μικρά ποσά: μερικές <ρορές αρκεί ένα σελίνι ή ακόμα και μισή πένα. Αλλά τα μικρά ποσά κυκλοφορούν πολύ γρηγορότερα απ* ό,τι τα μεγάλα. Ένα σελίνι αλλάζει κάτοχο πολύ συχνότερα arf ό,τι μια γκινέα, και μισή πένα πολύ συχνότερα απ* ό,τι ένα σελίνι. Έτσι λοιπόν, παρόλο που οι ετήσιες αγορές όλων των καταναλωτών είναι τουλάχιστον ίσης αξίας με τις αγορές όλων των εμπόρων, ωστόσο είναι δυνατόν να πραγματοποιούνται με ένα πολύ μικρότερο χρηματικό ποσό, καθώς, λόγω της ταχύτερης κυκλοορορίας, τα ίδια νομίσματα χρησιμοποιούνται ως εργαλεία πολύ περισσότερων αγορών του πρώτου είδους απ' ό,τι του δεύτερου. 89. Η ποσότητα του χαρτονομίσματος είναι δυνατόν να ρυθμιστεί κατά τρόπο ώστε η κυκλοφορία του είτε να περιοριστεί σχεδόν αποκλειστικά μεταξύ των διαφόρων εμπόρων, είτε να επεκταθεί σε ένα μεγάλο μέρος των συναλλαγών μεταξύ εμπόρων και καταναλωτών. 'Οταν δεν κυκλο<ρορεί κανένα χαρτονόμισμα αξίας μικρότερης των 10 λιρών, όπως συμβαίνει στο Λονδίνο, η κυκλοφορία του χαρτονομίσματος περιορίζεται σχεδόν αποκλειστικά μεταξύ των εμπόρων. Όταν πέσει στα χέρια ενός καταναλωτή ένα χαρτονόμισμα των 10 λιρών, αυτός γενικά θα είναι υποχρεωμένος να το αλλάξει στο πρώτο κατάστημα στο οποίο θα μπορεί να αγοράσει ένα εμπόρευμα 5 σελινιών, έτσι ώστε τελικά το χαρτονόμισμα αυτό επιστρέφει στα χέρια ενός εμπόρου, πριν ο καταναλωτής δαπανήσει το ένα τεσσαρακοστό της αξίας του. 'Οταν κυκλοφορούν χαρτονομίσματα πολύ μικρής αξίας, των 20 σελινιών, όπως στη Σκοτία, το χαρτονόμισμα επεκτείνεται σε ένα μεγάλο μέρος της κυκλοφορίας μεταξύ εμπόρων και καταναλωτών. Πριν από τη νομοθετική πράξη που έθεσε τέλος στην κυκλοφορία των χαρτονομισμάτων των 5 και των 10 σελινιών, εξυπηρετούσε ένα ακόμα μεγαλύτερο μέρος αυτής της κυκλοφορίας. Στη Βόρεια Αμερική εκδόθηκαν χαρτονομίσματα αξίας μέχρι και ενός σελινιού, και με αυτά διεξάγεται σχεδόν το σύνολο της κυκλοφορίας. Μάλιστα, στο Γιορκσάιρ εκδόθηκαν ακόμα και χαρτονομίσματα των 6 πενών. 90. Όταν επιτρέπεται και γενικεύεται η κυκλοφορία χαρτονομίσματος τόσο μικρής αξίας πολλοί απλοί άνθρωποι έχουν τη δυνατότητα και προσελκύονται από την επιθυμία να γίνουν τραπεζίτες. Ένας ιδιώτης του οποίου τα υποσχετικά γραμμάτια των 5 λιρών ή ακόμα και των 20 σελινιών δεν γίνονται δεκτά από κανένα, θα κατορθώνει να
384
Άνταμ Σμιθ
γίνονται δεκτά χωρίς ενδοιασμούς όταν εκδίδονται σε μια τόσο ελάχιστη αξία όπως το ποσό των 6 πενών. Ωστόσο οι συχνές χρεοκοπίες από τις οποίες κινδυνεύουν αυτοί οι άθλιοι τραπεζίτες είναι δυνατόν να προκαλέσουν πολύ μεγάλες δυσχέρειες, και μερικές φορές να οδηγήσουν πολλούς φτωχούς ανθρώπους που κατά τις συναλλαγές τους πληρώθηκαν με τέτοια χαρτιά σε πραγματικά μεγάλες συμφορές. 91. θα ήταν ίσοος προτιμότερο να μην εκδίδεται σε κανένα μέρος του βασιλείου χαρτονόμισμα αξίας μικρότερης των 5 λιρών. Με δεδομένο ότι στα περισσότερα μέρπ του βασιλείου οι 5 λίρες είναι ένα ποσό το οποίο -παρόλο που αγοράζει ελάχιστα περισσότερα από το ήμισυ των αγαθών που αγοράζει το ποσό των 10 λιρών στο Λονδίνο- εξαιτίας της σπατάλης και των μεγάλων δαπανών που χαρακτηρίζουν αυτήν την πόλη, δαπανάται μονομιάς εξίσου δύσκολα με το ποσό των 10 λιρών στο Λονδίνο, σε μια τέτοια περίπτοχτη, σε ολόκληρο το βασίλειο το χαρτονόμισμα θα περιοριστεί στην κυκλοφορία μεταξύ των διαίρόρων εμπόρων, όποος συμβαίνει σήμερα στο Λονδίνο, όπου δεν κυκλοφορούν χαρτονομίσματα αξίας μικρότερης των 10 λιρών. 92. Θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι παντού όπου το χαρτονόμισμα περιορίστηκε πρακτικά στην κυκλοφορία μεταξύ εμπόρων, όποος στο Λονδίνο, υπάρχει πάντα ας)θονία χρυσού και αργύρου. Παντού όπου το χαρτονόμισμα επεκτείνεται στην κυκλοφορία μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, όπως συμβαίνει στη Σκοτία και στη Βόρεια Αμερική, εκδιώκει σχεδόν τελείοχ; το χρυσό και τον άργυρο από τη χώρα, εφόσον το σύνολο σχεδόν του εσοπερικού εμπορίου διεξάγεται πλέον με χαρτονόμισμα. Η κατάργηση των χαρτονομισμάτων των 10 και των 5 σελινιών στη Σκοτία μείωσε σε κάποιο βαθμό τη σπανιότητα των χρυσών και αργυρών νομισμάτων, και η κατάργηση των χαρτονομισμάτων των 20 σελινιών πιθανότατα θα τπν είχε μειώσει ακόμα περισσότερο. Λέγεται ότι και στη Βόρεια Αμερική τα νομίσματα αυτά βρίσκονται πλέον σε μεγαλύτερη αφθονία μετά την κατάργηση ορισμένων από τα χαρτονομίσματα που κυκλοφορούσαν στη χώρα, όπως επίσης ότι βρίσκονταν σε ακόμα μεγαλύτερη αφθονία πριν από την καθιέρωση αυτών των χαρτονομισμάτων. 93. Ακόμα και αν η κυκλοφορία του χαρτονομίσματος περιοριστεί στην κυκλοφορία μεταξύ εμπόρων, οι τράπεζες θα είναι σε θέση να προσφέρουν τις ίδιες σχεδόν υπηρεσίες στην οικονομική δραστηριότητα και το εμπόριο της χώρας, όπως και κατά την περίοδο κατά την οποία το χαρτονόμισμα κάλυπτε το σύνολο της κυκλο<ρορίας. Το ρευστό χρήμα που είναι υποχρεωμένος να κρατάει ένας έμπορος, προκειμένου να αντιμετωπίζει τις περιστασιακές ανάγκες του, προορίζεται αποκλειστικά για την κυκλοφορία μεταξύ αυτού και των
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
385
άλλων εμπόρων, από τους οποίους προμηθεύεται αγαθά. Δεν χρειάζεται να διατηρεί ρευστό χρήμα για την κυκλοφορία μεταξύ αυτού και των καταναλωτών, που είναι οι πελάτες του, οι οποίοι προσφέρουν και δεν αφαιρούν χρήματα απ' τα ταμεία του. Έτσι λοιπόν, ακόμα και αν δεν επιτρεπόταν η κυκλοφορία χαρτονομισμάτων, παρά μόνο πολύ μεγάλης αξίας, με σκοπό τον περιορισμό τους στην κυκλοφορία μεταξύ εμπόρων, οι τράπεζες και οι τραπεζίτες θα ήταν πάντα σε θέση, εν μέρει μέσω της προεξόφλησης των σοβαρών συναλλαγματικών, εν μέρει μέσω των προκαταβολών επί των πιστωτικών λογαριασμών, να απαλλάξουν την πλειονότητα αυτών των εμπόρων από την υποχρέωση της διατήρησης ενός σημαντικού μέρους του κεφαλαίου τους υπό μορφή αδρανούς χρήματος, για την αντιμετώπιση των περιστασιακών αναγκών. Οι τράπεζες θα ήταν πάντα σε θέσπ να προσφέρουν στους ανθρώπους του κάθε είδους εμπορίου κάθε λογική βοήθεια που αυτοί θα προσδοκούσαν από αυτές. 94. θα μπορούσε, βέβαια, να ισχυριστεί κανείς ότι το να απαγορεύεις στους πολίτες να δέχονται να πλπρώνονται με τραπεζογραμμάτια του οποιουδήποτε ποσού, μεγάλου ή μικρού, παρά την αντίθετη βούλησή τους, ή ακόμα το να απαγορεύεις σε μια τράπεζα να εκδίδει παρόμοια τραπεζογραμμάτια, όταν όλοι οι γείτονές της είναι πρόθυμοι να τα αποδεχτούν, αποτελεί μια κατάφωρη παραβίαση της φυσικής ελευθερίας, την οποία ο νόμος οφείλει να κατοχυρώνει και όχι να αναιρεί. Αναντίρρητα, οι κανονισμοί αυτού του είδους μπορούν να θεωρηθούν, από πολλές απόψεις, ως μια παραβίαση της φυσικής ελευθερίας. Ωστόσο, η άσκηση της φυσικής ελευθερίας ορισμένων ατόμων, η οποία θα μπορούσε να υπονομεύσει τη γενική ασφάλεια της κοινωνίας, περιορίζεται, και οφείλει να περιορίζεται από τη νομοθεσία κάθε χώρας, από την πιο δημοκρατική ώς την πιο δεσποτική. Η επιβαλλόμενη υποχρέωση της ανέγερσης ενδιάμεσων τοίχων για την παρεμπόδιση της εξάπλωσης της πυρκαγιάς αποτελεί παραβίαση της φυσικής ελευθερίας, του ίδιου τύπου με τους κανονισμούς που προτείνουμε εδώ για το τραπεζικό εμπόριο. 95. Το χαρτονόμισμα που αποτελείται από τραπεζογραμμάτια που εξέδωσαν άτομα υψηλής αξιοπιστίας, πληρωτέα επί τη εμφανίσει, πάντα σε μετρητά και χωρίς άλλη προϋπόθεση, έχει από κάθε άποψη την ίδια αξία με το χρυσό και αργυρό νόμισμα, εφόσον ανά πάσα στιγμή μπορεί κανείς να το μετατρέψει σε χρυσό και αργυρό νόμισμα. Ό,τι μπορούμε να πωλήσουμε ή να αγοράσουμε με αυτά τα χαρτονομίσματα, θα μπορούμε νατο αγοράσουμε ή να το πωλήσουμε στην ίδια τιμή, χρησιμοποιώντας χρυσό ή αργυρό νόμισμα.
386
Άνταμ Σμιθ
96. Λέγεται ότι η αύξηση του νομίσματος που προκύπτει από το χαρτονόμισμα, αυξάνει Kaf ανάγκην τη χρηματική τιμή των εμπορευμάτων, λόγω του ότι αυξάνει την ποσότητα του νομίσματος και, κατά συνέπεια, μειώνει την αξία του συνολικού νομίσματος. 'Ομοχ; επειδή η ποσότητα του χρυσού και αργύρου που αποσύρεται από την κυκλοφορία είναι πάντα ίση με την ποσότητα του χαρτονομίσματος που διοχετεύεται σε αυτήν, το χαρτονόμισμα δεν αυξάνει κατ* ανάγκην το σύνολοτου κυκλοφορούντος νομίσματος. Από Ήςαρχέςτουπροηγούμενου αιώνα μέχρι σήμερα, τα μέσα διαβίωσης στη Σκοτία δεν ήταν ποτέ τόσο φτηνά όσο το 1759, παρόλο που τη χρονιά εκείνη υπήρχε στη χώρα πολύ περισσότερο χαρτονόμισμα arf ό,τι σήμερα, εξαιτίας της κυκλοφορίας των χαρτονομισμάτων των 10 και των 5 σελινιών. Η σχέση των τιμών των μέσων διαβίωσης μεταξύ Αγγλίας και Σκοτίας βρίσκεται σήμερα στα ίδια επίπεδα όποκ; και κατά την εποχή πριντονπολλαπλασιασμό των τραπεζικών εταιρειών στηΣκοτία. Τα σιτηρά έχουν σχεδόν την ίδια τιμή στην Αγγλία και τη Γαλλία, παρόλο που στην Αγγλία υπάρχει ένας πολύ μεγάλος όγκος χαρτονομίσματος, ενώ στη Γαλλία δεν υπάρχει σχεδόν καθόλου. Όταν ο κ. Χιουμ (Hume) δημοσίευσε τους Πολιτικούς Λόγους του (Political Discourses), το 1751 και 1752, λίγο καιρό μετά τη μεγάλη εξάπλωση του χαρτονομίσματος στη Σκοτία, υπήρξε μια πολύ αισθητή άνοδος των τιμών των μέσων διαβίωσης, πιθανότατα λόγω των δυσμενών καιρικών συνθηκών, και όχι εξαιτίας του πολλαπλασιασμού του χαρτονομίσματος. 97. Βέβαια, τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά, αν το χαρτονόμισμα αποτελείτο από υποσχετικά γραμμάτια, η άμεση πληρωμή των οποίων εξαρτάτο καθ' οποιονδήποτε τρόπο είτε από την καλή θέληση των εκδοτών τους είτε από μια προϋπόθεση που ο κομιστής δεν θα είχε πάντα τη δυνατότητα να πληροί ή αν η πληρωμή αυτή γινόταν απαιτητή μόνο μετά από ορισμένα χρόνια, χωρίς την καταβολή τόκων. Η αξία ενός τέτοιου χαρτονομίσματος αναμφίβολα θα ήταν κατώτερη εκείνης του αργυρού και χρυσού νομίσματος, ανάλογα με τις δυσκολίες ή την ανασφάλεια που παρεμβάλλεται στην άμεση πληρωμή, ή ανάλογα με το πόσο απομακρυσμένη είναι η χρονική στιγμή κατά την οποία θα γίνει απαιτητή η πληρωμή. 98. Πριν από μερικά χρόνια, οι διάιρορες τραπεζικές εταιρείες της Σκοτίας είχαν εισαγάγει στη χρήση των τραπεζογραμματίων τους αυτό που αποκαλούσαν Όρο Επιλογής, μέσω του οποίου υποχρεούνταν να πληρώσουν τον κομιστή ανάλογα με την επιλογή των διευθυντών τους, είτε τη στιγμή της εμφάνισης του τραπεζογραμματίου είτε έξι μήνες μετά την εμφάνισή του, καταβάλλονταςτονόμιμοεπιτόκιο για το εν λόγω διάστημα των έξι μηνών. Μερικές φορές, οι διευθυντές
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
387
των τραπεζών έκαναν χρήση αυτού του όρου επιλογής. Άλλοτε πάλι, όταν τους ζητιόταν να ανταλλάξουν με χρυσό και αργυρό νόμισμα μια σημαντική ποσότητατραπεζογραμματίωντους, απειλούσαν τους κομιστές των τραπεζογραμματίων ότι θα κάνουν χρήση της επιλογής, εκτός εάν αυτοί συμβιβάζονταν με ένα ποσό μικρότερο του αιτούμενου. Τα υποσχετικά γραμμάτια αυτών των τραπεζών αποτελούσαν την εποχή εκείνη το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του κυκλοφορούντος νομίσματος της Σκοτίας, του οποίου η αξία αναγκαστικά μειώθηκε, εξαιτίας της ανασφάλειας της πληρωμής, έναντι της αξίας του χρυσού και του αργυρού νομίσματος. 'Οσο διάστημα διάρκεσε αυτή η κατάχρηση, που επικράτησε μεταξύ 1762 και 1764, ενώ η ισοτιμία μεταξύ Λονδίνου και Καρλάιλ ήταν περίπου 1 προς 1, η ισοτιμία μεταξύ Λονδίνου και Ντάμφρι, μιας πόλης που απέχει λιγότερο από 30 μίλια από το Καρλάιλ, ήταν μερικές φορές μέχρι και 4% μειωμένη εις βάρος του Ντάμφρι. Ο λόγος ήταν ότι στο Καρλάιλ, οι συναλλαγματικές πλπρώνονταν σε χρυσό και άργυρο, ενώ στο Ντάμφρι πληρώνονταν σε σκοτσέζικα τραπεζογραμμάτια και αυτή ακριβώς η ανασφάλεια ως προς τη δυνατότητα ανταλλαγής αυτών των τραπεζογραμματίων με μεταλλικό νόμισμα προκάλεσε τη μείωση της αξίας τους κάτω από αυτή του χρυσού και του αργυρού νομίσματος. Η ίδια νομοθετική πράξη που κατάργησε τα χαρτονομίσματα των 10 και των 5 σελινιών, κατάργησε επίσπς και αυτόν τον όρο επιλογής, και με αυτόν τον τρόπο επανέφερε την ισοτιμία μεταξύ Αγγλίας και Σκοτίας στη φυσική της σχέση, ή τη σχέση που θα έπρεπε να διαμορφωθεί σύμ(ρωνα με τις εμπορικές ροές και τις συναλλαγές μεταξύ των δύο χωρών. 99. Στο χαρτονόμισμα του Γιορκσάιρ η πληρωμή ενός ποσού μικρής αξίας, όπως αυτό των 6 πενών, προϋπέθετε μερικές φορές το ότι ο κάτοχος του γραμματίου θα μπορούσε να δώσει στο άτομο που το είχε εκδώσει ρέστα από την αξία μιας γκινέας. Η εκπλήρωση αυτής της προϋπόθεσης δημιουργούσε συχνά σοβαρά προβλήματα στους κομιστές αυτών των τραπεζογραμματίων, εξαιτίας των οποίων η τιμή αυτού του χαρτονομίσματος έπεσε κάτω από την αξία του μεταλλικού χρήματος. Και εδώ, μια νομοθετική πράξπ κήρυξε όλους αυτούς τους όρους παράνομους, και κατά το παράδειγμα της Σκοτίας απαγόρευσε την έκδοση κάθε υποσχετικού γραμματίου μικρότερης αξίας των 20 σελινιών. 100. Το χαρτονόμισμα που κυκλο(ρορούσε στπ Βόρεια Αμερική δεν αποτελείτο από τραπεζογραμμάτια πληρωτέα στον κομιστή επί τη εμφανίσει, αλλά από γραμμάτια του κράτους, η πληροαμή των οποίων γινόταν απαιτητή μετά την παρέλευση αρκετών ετών από την έκδοσή τους. Και παρόλο που η κυβέρνηση της αποικίας δεν κατέβαλε
388
Άνταμ Σμιθ
καθόλου τόκους στους κομιστές αυτών των γραμματίων, τα ανακήρυξε και τα επέβαλε ως νόμισμα ισάξιο με την αξία για την οποία δημιουργήθηκε. Αν όμως υποθέσουμε ότι έχουμε την καλύτερη δυνατή εγγύηση της κυβέρνησης, 100 λίρες, πληρωτέες, φερ' ειπείν, σε δεκαπέντε χρόνια, σε μια χώρα όπου το επιτόκιο είναι ίσο με 6%, δεν αξίζουν περισσότερο από 40 σημερινές λίρες. Έτσι, λοιπόν, το να εξαναγκάσεις ένα πιστωτή να αποδεχτεί ένα τέτοιο χαρτονόμισμα ως πληρωμή για ένα δάνειο 100 λιρών που είχε καταβληθεί σε ρευστό χρήμα, αποτελούσε μια τόσο κραυγαλέα αδικία που όμοιά της δεν είχε αποτολμήσει καμιά από τις κυβερνήσεις που αναφέρονται στην ελευθερία. Μια τέτοια αυθαίρετη πράξη φέρει επίσης τα εμφανή σημάδια της προέλευσής της, που μας τα παρουσιάζει ο σοφός και έντιμος δρ. Ντάγκλας (Douglas), ο οποίος μας διαβεβαιώνει ότι αυτό υπήρξε ένα σχέδιο που εμπνεύστηκαν αναξιόπιστοι οφειλέτες προκειμένου να εξαπατήσουν τους πιστωτές τους. Μάλιστα η κυβέρνηση της Πενσυλβάνια, κατά την πρώτη έκδοση χαρτονομίσματος το 1722, υποστήριξε ότι το χαρτονόμισμά της ήταν ίσης αξίας με αυτό του αργυρού και του χρυσού νομίσματος, επιβάλλοντας ποινές εναντίον αυτών που θα επιχειρούσαν να δημιουργήσουν μια διαφορά τιμής στα εμπορεύματά τους, ανάλογα με το αν αυτά πωλούνταν έναντι χαρτονομίσματος ή έναντι χρυσού και αργυρού νομίσματος. Η ρύθμιση αυτή ήταν εξίσου τυραννική με αυτή που σκόπευε να στηρίξει, αλλά απείρως λιγότερο αποδοτική. Ένας θετικός νόμος μπορεί κάλλιστα να επιβάλει ότι ένα σελίνι αποτελεί νόμισμα ικανό να αποπληρώσει το δάνειο μιας γκινέας, επειδή αυτός ο νόμος μπορεί να διατάξει τα δικαστήρια να διακηρύξουν την απαλλαγή ενός οφειλέτη από τις υποχρεώσεις του μετά την καταβολή αυτού του ποσού. Όμως δεν υπάρχει θετικός νόμος που να υποχρεώνει ένα άτομο που πωλεί εμπορεύματα και που έχει το δικαίωμα, κατά το δοκούν, της πώλησης ή της μη πώλησής τους, να αποδεχτεί ως αντάλλαγμα γι' αυτά ένα σελίνι, το οποίο θα θεωρείται ισοδύναμο με μια γκινέα. Παρά τις οποιεσδήποτε ρυθμίσεις αυτού του είδους, από τπν ισοτιμία με τη Μεγάλη Βρετανία, φάνηκε ότι 100 λίρες εθεωρούντο, ανάλογα με την περίσταση, σε ορισμένες αποικίες ισοδύναμες με 130 λίρες, ενώ σε κάποιες άλλες ήταν ισοδύναμες μέχρι και με 1.100 λίρες τοπικής έκδοσης. Η διαφορά αυτή στην αξία προέκυπτε από τη διαφορά του όγκου του χαρτονομίσματος που εξέδιδε κάθε αποικία, όπως και από το μέγεθος της χρονικής απόστασης, και τη μικρότερη ή μεγαλύτερη πιθανότητα της μετατροπής τους σε χρυσό και άργυρο. 101. Συνεπώς, δεν θα μπορούσε να υπάρξει δικαιότερος νόμος από τη νομοθετική πράξη που τόσο άδικα επικρίθηκε από τις αποικίες, π
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
389
οποία διακήρυσσε ότι κανένα χαρτονόμισμα που θα εκδιδόταν εκεί στο μέλλον δεν θα μπορούσε να αποτελεί νόμιμο μέσο πλπρωμιίς. 102. Η Πενσυλβάνια ακολούθπσε μια μετριοπαθέστερπ πολιτική όσον αφορά τπν έκδοση χαρτονομίσματος σε σχέση με τις άλλες αποικίες μας. Λέγεται ότι το χαρτονόμισμά της δεν έπεσε ποτέ κάτω από την αξία του χρυσού και του αργύρου στην αποικία αυτή, η οποία ίσχυε πριν από τπν πρώτη έκδοση χαρτονομίσματος. Πριν από την έκδοση αυτή, η Πενσυλβάνια είχε αυξήσει την ονομαστική αξία του νομίσματός της, και είχε ορίσει με νομοθετική πράξη ότι ένα νόμισμα των 5 σελινιών θα αναγνωριζόταν στην αποικία ίσο προς 6 σελίνια και 3 πένες και στη συνέχεια το ανακήρυξε ισοδύναμο προς 6 σελίνια και 8 πένες. Επομένως μια λίρα της αποικίας αυτής ακόμα και όταν το νόμισμα της αποικίας αποτελείτο από χρυσό και άργυρο, ήταν υποτιμπμένη κατά περισσότερο από 30% σε σχέση με τη στερλίνα, και όταν το νόμισμα αυτό μετατράππκε σε τραπεζογραμμάτια, δεν ήταν υποτιμπμένη κατά πολύ περισσότερο από 30% σε σχέσπ με την αξία της στερλίνας. Η δικαιολογία για την αύξηση της ονομαστικής αξίας του νομίσματος ήταν η αποτροπή τπς εξαγωγής χρυσού και αργύρου, μέσω της διατήρησης τηςτιμήςτωνμετάλλων αυτών σε υψηλότερα επίπεδα στην αποικία σε σχέσπ με την τιμή τους στη μητρόπολπ. Διαπιστώθπκε όμοος ότι η τιμή όλων των αγαθών από τη μητρόπολη αυξήθηκε κατά το ίδιο ακριβώς ποσοστό της αύξησης της ονομαστικής αξίας του νομίσματος, έτσι ώστε ο χρυσός και ο άργυρος της αποικίας συνέχισε να εξάγεται με τους ίδιους ρυθμούς όπως και στο παρελθόν. 103. Καθώς το χαρτονόμισμα των αποικιών γινόταν δεκτό κατά την πληρωμή των επαρχιακών φόρων ακριβώς στην αξία για την οποία είχε εκδοθεί, από τη χρήση αυτή αποκτούσε μια επιπρόσθετη αξία, πλέοναυτήςπου είχε στπν πραγματικότητα, λόγω τηςπραγματικής ή υποτιθέμενπς χρονικής απόστασης από την οριστική του εξαργύροκτη ή εξαγορά. Η επιπρόσθετη αυτή αξία ήταν μικρή ή μεγάλη, ανάλογα με το αν ήταν μεγαλύτερη ή μικρότερη η ποσότητα του εκδοθέντος χαρτονομίσματος ως προς την ποσότπτα που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την πληρωμή των (ρόρων της συγκεκριμένης αποικίας που το εξέδωσε. Σε όλες Ής αποικίες, π εκδοθείσα ποσότητα ήταν πολύ μεγαλύτερη αυτής που θα μπορούσε να χρπσιμοποιηθεί με αυτόν τον τρόπο. 104. Εάν ένας άρχοντας μπορούσε να θεσπίσει ότι ένα ορισμένο τμήμα των φόρων του θα πρέπει να πληρώνεται σε χαρτονόμισμα ενός συγκεκριμένου είδους, θα μπορούσε με αυτόν τον τρόπο να προσδώσει μια ορισμένη αξία σε αυτό το χαρτονόμισμα, ακόμα και αν ο όρος της οριστικής εξαργύρωσης και εξαγοράς του εξαρτιόταν
390
Άνταμ Σμιθ
αποκλε ισπκά από τη βούληοτη αυτού του άρχοντα. Αν η τράπεζα που εξέδιδε αυτό το χαρτονόμισμα φρόντιζε να διατηρεί την ποσότητά του πάντα κάτω από αυτή που θα μπορούσε άνετα να χρησιμοποιπθεί με αυτόν τον τρόπο, η ζήτηση θα μπορούσε να είναι τέτοια ώστε η αξία του να σημειώσει μια μικρή αύξηση, ή να πωλείται στην αγορά σε μια τιμή μεγαλύτερη από την ποσότπτα χρυσού και αργύρου για την οποία είχε εκδοθεί. Αυτή ακριβώς η εξήγηση δίνεται από ορισμένους σε αυτό που αποκλήθηκε ΠρομήθειατηςΤράπεζαςτουΆμστερνταμ, ή το γεγονός της υψηλότερης αξίας του τραπεζικού νομίσματος σε σχέση με το τρέχον νόμισμα, παρά το ότι ο δικαιούχος, όπως υποστηρίζουν, δεν μπορεί να κάνει ελεύθερα ανάληψη αυτού του νομίσματος από την τράπεζα Η πλειονότητα των ξένων συναλλαγματικών θα πρέπει να πληρώνεται σε τραπεζικό νόμισμα, δηλαδή μέσω μιας λογιστικής μεταφοράς στα βιβλία της τράπεζας, και οι διευθυντές ισχυρίζονται ότι φροντίζουν να διατηρούν τη συνολική ποσότητα του τραπεζικού νομίσματος κάτω από το ύψος της ζήτησης που δημιουργεί αυτή η μορφή πληρωμής. Γι' αυτόν ακριβώς το λόγο, λένε, το τραπεζικό νόμισμα πωλείται σε μια υψηλότερη τιμή, ή αποφέρει μια προμήθεια κατά 4 ή 5% μεγαλύτερη της ονομαστικής τιμήςτου χρυσού και αργυρού νομίσματοςτηςχώρας. Ωστόσο, όπως θα φανεί στη συνέχεια, αυτός ο λογαριασμός της τράπεζας του Αμστερνταμ είναι, σε έναν μεγάλο βαθμό, χιμαιρικός. 105. Ένα χαρτονόμισμα του οποίου π αξία μειώνεται κάτω από αυτή του χρυσού και αργυρού νομίσματος, δεν προκαλεί εξαιτίας του γεγονότος αυτού μείωση της αξίας αυτών των μετάλλων, ή δεν έχει σαν συνέπεια να ανταλλάσσεται μια δεδομένη ποσότητά τους με μικρότερες ποσότπτες αγαθών άλλου είδους. Η αναλογία μεταξύ της αξίας του χρυσού και του αργύρου και της αξίας των αγαθών άλλου είδους εξαρτάται, σε κάθε περίπτωση, όχι από τη φύση ή την ποσότητα ενός συγκεκριμένου χαρτονομίσματος, που πιθανόν να κυκλοφορεί σε μια δεδομένη χώρα, αλλά από το βαθμό του πλούτου ή της ένδειας των ορυχείων που συμβαίνει να τροφοδοτούν σε μια δεδομένη στιγμή τη μεγάλη αγορά του εμπορικού κόσμου με αυτά τα μέταλλα. Εξαρτάται από την αναλογία μεταξύ της ποσότητας εργασίας που είναι αναγκαία προκειμένου να προσκομιστεί στην αγορά μια ορισμένη ποσότητα χρυσού και αργύρου, και της ποσότητας εργασίας που είναι αναγκαία προκειμένου να προσκομιστεί εκεί μια ορισμένη ποσότητα οποιουδήποτε άλλου είδους αγαθών. 106. Αν απαγορευτεί στους τραπεζίτες να εκδίδουν και να κυκλοφορούν τραπεζογραμμάτια ή συναλλαγματικές πληρωτέες στον κομιστή αξίας μικρότερης από ένα συγκεκριμένο ποσό, και αν τους επιβληθεί η υποχρέωση της άμεσης και χωρίς όρους πληρωμής αυτών των
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
391
τραπεζογραμματίων τη στιγμή της εμοράνισής τους, η δραστηριότητά τους μπορεί να είναι από όλες τις άλλες απόψεις ελεύθερη, χωρίς να κινδυνεύει η ασφάλεια της κοινωνίας. Ο πρόσφατος πολλαπλασιασμός των τραπεζικών εταιρειών και στα δύο μέρη του Ηνωμένου Βασιλείου, γεγονός το οποίο προκάλεσε τον πανικό πολλών ανθρώπων, αυξάνει και δεν μειώνει την ασφάλεια της κοινωνίας. Υποχρεώνει τις τράπεζες να είναι περισσότερο συγκρατημένες στη συμπεριφορά τους, και να φυλάγονται από τα ύποπτα μονοπάτια στα οποία είναι πάντα έτοιμπ να τις οδηγήσει η σύγκρουση με τόσους πολλούς ανταγωνιστές, αρνούμενες να επεκτείνουν το χαρτονόμισμα που θέτουν σε κυκλοίρορία πέραν αυτού που αναλογεί στα μετρητά τους. Ακόμα ο πολλαπλασιασμός αυτός περιορίζει την κυκλοφορία της κάθε μεμονωμένης τράπεζας σε ένα στενότερο κύκλο και μειώνει τον αριθμό των κυκλοφορούντων τραπεζογραμματίων σε χαμηλότερα επίπεδα. Η χρεοκοπία μιας τράπεζας, ένα ατύχημα που στην πορεία των πραγμάτων μερικές φορές δεν είναι δυνατόν να αποφευχθεί, λόγω του επιμερισμού της συνολικής κυκλοφορίας σε ένα μεγαλύτερο αριθμό εταίρων, είναι μικρότερης σημασίας για την κοινωνία. Ακόμα αυτός ο ελεύθερος ανταγωνισμός υποχρεώνει όλους τους τραπεζίτες να είναι πιο γενναιόδωροι στις συναλλαγές τους με τους πελάτες τους, προκειμένου να μην εκτοπιστούν από τους ανταγωνιστές τους. Γενικά, σε οποιαδήποτε επω(ρελή για την κοινωνία επαγγελματική δραστηριότητα, ή οποιονδήποτε καταμερισμό της εργασίας, το όφελος της κοινωνίας θα είναι τόσο μεγαλύτερο, όσο περισσότερο ελεύθερος και γενικευμένος είναι ο ανταγωνισμός.
Σημειώσειε 1. Βλ. Τον πρόλογο του Ruddiman στο Selectus Diplomatum et Numismatum ScotiaeThesaurus, του James Anderson, [εκδ. Τ. Ruddiman (Εδιμβούργο 1739), σσ. 84-85:«(...) το ποσό αυτό αναμφίβολα αποτελούσε το κατά πολύ μεγαλύτερο μέρος του χρυσού και αργυρού νομίσματος που κυκλοφορούσε την εποχή εκείνη ατη Σκοτία. Όμως δεν ήταν πιθανό να προσκομιστεί στην τράπεζα το σύνολο αυτού του ποσού. Η μωρία ορισμένων φιλάργυρων και ο φόβος ότι οι άνθρωποι θα έχαναν τα χρήματά τους, ή διάφοροι άλλοι κίνδυνοι και ατυχήματα, απέτρεπαν την προσέλκυση ενός μεγάλου μέρους των παλαιών σκοτσέζικων νομισμάτων (...) Δεν υπήρχε κανένας σίγουρος κανόνας για τον προσδιορισμό της ακριβούς ποσότητας των χρυσών νομισμάτων της Σκοτίας κατά την εποχή εκείνη. Ωστόσο υπάρχουν κάποια στοιχεία που μπορούν να μας πείσουν ότι υπήρχαν μεγάλες ποσότητες χρυσών αλλάκαι αργυρών νομισμάτων». Η δήλωση βασίζεται στα πεπραγμένα του νομισματοκοπείου της Σκοτίας από
392
Άνταμ Σμιθ
τις 16 Δεκεμβρίου 1602 έως τις 19 Ιουλίου 1606, και από τις 20 Σεπτεμβρίου 1611, έως τις 14 Απριλίου 1613. Μετάφραση του Τ. Ruddiman, Απ Introduction Το Mr. James Anderson's Diplomata Scotiae (Εδιμβούργο 1782), σα. 175-76]. 2. Η μέθοδος που περιγράφεται στο κείμενο δεν είναι ούτε η πλέον συνήθης, ούτε η δαπανηρότερη από αυτές που εφαρμόζουν αυτοί οι τυχοδιώκτες προκειμένου να αντλήσουν χρήματα μέσω της κυκλοφορίας. Συχνά ο Α του Εδιμβούργου ήθελε να δώσει τη δυνατότητα στον Β του Λονδίνου να εξοφλήσει την πρώτη συναλλαγματική, εκδίδοντας επί του Β, μερικές μέρες πριν από τη λήξη της, μια δεύτερη συναλλαγματική, πληρωτέα σε τρεις μήνες. Καθώς η συναλλαγματική αυτή ήταν πληρωτέα στηντιμή της, ο Ατηνπουλούσε στο Εδιμβούργο στην ονομαστική της αξία και με το αντίτιμό της αγόραζε συναλλαγματικές στο Λονδίνο, πληρίοτέες επί τη εμφανίσει υπέρ του Β, στον οποίο τις απέστελλε ταχυδρομικώς. Προς το τέλος του τελευταίου πολέμου, η νομισματική ισοΉμία μεταξύ Εδιμβούργου και Λονδίνου ήταν συχνά 3% σε βάρος του Εδιμβούργου και ο Α ήταν συχνά υποχρείομένος κατά την αγορά αυτών των συναλλαγματικών να πληρώνει αυτή την πρόσθετη τιμή. Επομένως, όταν αυτή η ενέργεια επαναλαμβανόταν τέσσερις φορές στη διάρκεια του έτους, και χρεωνόταν με μια προμήθεια τουλάχιστον ίση με 0,5% την κάθε φορά, θα έπρεπε να κοστίζει στον Α, την εποχή εκείνη, τουλάχιστον 14% Kaf έτος. Άλλες φορές, ο Α ήθελε να δώσει στον Β τη δυνατότητα να εξοφλήσει την πρώτη συναλλαγματική, εκδίδοντας, λίγες ημέρες πριν από τη λήξη της, μια δεύτερη συναλλαγματική, πληρωτέα σε δύο μήνες, όχι επί του Β, αλλά επί ενός τρίτου, για παράδειγμα επί του Γ στο Λονδίνο. Η επιταγή αυτή καθίστατο πληρωτέα υπέρ του Β, ο οποίος, μετά την αποδοχή της από τον Γ, την προεξοφλούσε σε κάποια τράπεζα του Λονδίνου, και ο Α προσέφερε τη δυνατότητα στον Γ να εξοφλήσει αυτή τη συναλλαγματική, εκδίδοντας, λίγες ημέρες πριν από τη λήξη της, μια τρίτη συναλλαγματική, λήγουσα επίσης σε δύο μήνες, άλλοτε επί του πρώτου εμπλεκόμενου, του Β, και άλλοτε επί ενός τέταρτου ή πέμπτου προσώπου, για παράδειγμα του Δ ή του Ε. Αυτή η τρίτη συναλλαγματική καθίστατο πληρωτέα υπέρ του Γ, ο οποίος, μόλις γινόταν αποδεκτή, την προεξοφλούσε κατά τον ίδιο τρόπο σε κάποια τράπεζα του Λονδίνου. 'Οταν οι ενέργειες αυτές επαναλαμβάνονταν τουλάχιστον έξι φορές στη διάρκεια του έτους και χρεώνονταν με μια προμήθεια όχι μικρότερη του 0,5% για κάθε επανάληψη, συν τους νόμιμους τόκους του 5%, ο ανωτέρω τρόπος άντλησης χρήματος, όποος και αυτός που περιγράφεται στο κείμενο, θα πρέπει να κόστιζε στον Α περισσότερο από 8%. Ωστόσο, επειδή απέ(ρευγε την προμήθεια της ανταλλαγής μεταξύ Εδιμβούργου και Λονδίνου, ήταν λιγότερο δαπανηρός από αυτόν που περιγράφεται στο πρώτο μέρος της υποσημείωσης. Απαιτούσε όμως την ύπαρξη μιας διαπιστωμένης πιστοληπτικής ικανότητας από περισσότερους του ενός οίκους του Λονδίνου, προσόν που πολλοί τυχοδιώκτες του Λονδίνου δεν μπορούσαν εύκολα να αποκτήσουν. 3. James Postiethwaite, History of The Public Revenue from 1688To 1753, with an appendix To 1758 (Λονδίνο 1759), σ. 301.
Σχετικά με τη συσσώρευση κεφαλαίου Λ την παραγωγική και μη παραγωγική εργασία 1. Υπάρχει ένα είδος εργασίας, το οποίο επαυξάνει τπν αξία του αντικειμένου επί του οποίου εφαρμόζεται: Υπάρχει ένα άλλο είδος εργασίας, το οποίο δεν επιφέρει κανένα τέτοιο αποτέλεσμα: Το πρώτο είδος, εφόσον παράγει αξία, μπορούμε νατοαποκαλέσουμεπαραγωγικπ εργασία, το δε δεύτερο, μπ παραγωγική^ εργασία. Έτσι λοιπόν, γενικά, π εργασία ενός τεχνίτπ μανιφακτούρας προσθέτει αξία στπν αξία των υλικών τα οποία αυτός κατεργάζεται, κατά τπν αξία των μέσων διαβίωσιίς του, και την αξία του κέρδους του αφεντικού του. Αντίθετα η εργασία ενός υπηρέτη δεν αυξάνει την αξία κανενός πράγματος. Παρόλο που ο μισθός του τεχνίτπ της μανιφακτούρας προκαταβάλλεται σε αυτόν από το αφεντικό του, στην πραγματικότητα ο τεχνίτης αυτός δεν κοστίζει τίποτα στο αφεντικό του, καθώς γενικά, η αξία αυτού του μισθού αποκαθίσταται μαζί με κάποιο κέρδος, στπν αυξη μένη αξία του υλικού επί του οποίου εφαρμόστηκε η εργασία του Αλλά τα μέσα διαβίωσης ενός υπηρέτη δεν αποκαθίστανται ποτέ Ένας άνθρωπος που απασχολεί μια πλειάδα τεχνιτών γίνεται πλούσιος. Αυτός που απασχολεί μια πλειάδα υπηρετών γίνεται φτωχός, Ωστόσο, η εργασία του υπηρέτη έχει και αυτή την αξία της και δι καιούται μια αμοιβή, όπο)ς και αυτή του τεχνίτη της μανιφακτούρας, Όμως η εργασία αυτού του τεχνίτη παγιοποιείται και πραγματώνεται σε κάποιο ιδιαίτερο αντικείμενο ή εμπόρευμα προς πώληση, που διαρκεί επί ένα ορισμένο χρονικό διάστημα μετά την ολοκλήρωση της εργασίας. Είναι σαν να αποθηκεύεται και να συσσοαρεύεται μια ορισμένη ποσότητα εργασίας, προκειμένου να απασχοληθεί, εφόσον παραστεί ανάγκη, σε κάποια άλλη ευκαιρία. Το αντικείμενο, ή η τιμή του αντικειμένου, που είναι το ίδιο πράγμα, μπορεί στη συνέχεια να θέσει σε κίνηση μια εργασία ίση με αυτήν που το παρήγαγε αρχικά. Αντίθετα η εργασία του υπηρέτη δεν παγιοποιείται ή δεν πραγματώνεται σε κάποιο συγκεκριμένο αντικείμενο ή εμπόρευμα προς πώληση. Οι υπηρεσίες του γενικά χάνονται την ίδια στιγμή που προσφέρονται
394
Άνταμ
Σμιθ
και σπάνια αφήνουν πίσω τους κάποιο ίχνος ή αξία από τπν οποία θα μπορούσε να προκύψει σιπ συνέχεια μια ίσπ ποσότπτα υππρεσίας. 2. Η εργασία ορισμένων από τις πλέον σεβαστέςτάξειςτπς κοινωνίας είναι μια εργασία, όπως και αυτπ των υππρετών, που δεν παράγει καμιά αξία και δεν παγιώνεται π δεν πραγματώνεται σε κάποιο σταθερό αντικείμενο, που να διαρκεί και μετά την ολοκλήροκτη της εργασίας, και από το οποίο θα μπορούσε στη συνέχεια να προκύψει μια ίση ποσότητα εργασίας. Ο μονάρχης, για παράδειγμα, με όλους τους αξιωματούχους της δικαιοσύνης και του στρατού που τον υπηρετούν, το σύνολο του στρατού και του ναυτικού, είναι μη παραγωγικοί εργαζόμενοι. Είναι υπηρέτες του κοινωνικού συνόλου και συντηρούνται από ένα μέρος του ετήσιου προϊόντος της φιλοπονίας των άλλων ανθρώπων. Οι υπηρεσίες τους, όσο τιμητικές, όσο χρήσιμες, ή όσο απαραίτητες και αν είναι, δεν παράγουν τίποτα από το οποίο να μπορεί στη συνέχεια να προκύψει μια ίση ποσότητα υπηρεσίας. Η προστασία, η ασφάλεια και η υπεράσπιση της κοινωνικής ευημερίας, που αποτελούν το αποτέλεσμα της εργασίας τους αυτό το έτος, δεν μπορούν να αγοράσουν την προστασία, την ασοράλεια και την υπεράσπιση της κοινωνικής ευημερίας του επόμενου έτους. Στην ίδια κατηγορία θα πρέπει να κατατάξουμε ορισμένα από τα σοβαρότερα και σημαντικότερα, αλλά και μερικά από τα επιπόλαια επαγγέλματα: κληρικοί, δικηγόροι, γιατροί, κάθε είδους άνθρωποι των γραμμάτων, ηθοποιοί, γελοποποιοί, μουσικοί, τραγουδιστές και χορευτές της όπερας κ.ά. Η εργασία του μετριότερου εξ αυτών έχει μια ορισμένη αξία, που ρυθμίζεται από τις ίδιες αρχές που ρυθμίζουν την αξία οποιουδήποτε άλλου είδους εργασίας, και η εργασία του ευγενέστερου εξ αυτών δεν παράγει τίποτα που θα μπορούσε στη συνέχεια να αγοράσει ή να προμηθεύσει μια ίση ποσότητα εργασίας. 'Οπως η απαγγελία ενός ηθοποιού, η αγόρευση ενός ρήτορα, ή η μελωδία ενός μουσικού, η εργασία όλων αυτών των επαγγελμάτων χάνεται την ίδια στιγμή της παραγωγής της. 3. Τόσο οι παραγωγικοί, όσο και οι μη παραγωγικοί εργαζόμενοι, όποος επίσης και αυτοί που δεν εργάζονται καθόλου, συντηρούνται από το ετήσιο προϊόν της γης και της εργασίας της χώρας. Το προϊόν αυτό, όσο μεγάλο και αν είναι, δεν είναι ποτέ ανεξάντλητο και έχει πάντα ορισμένα όρια. Επομένως, δεδομένου ότι το συνολικό ετήσιο προίόν, αν εξαιρέσουμε την αυθόρμητη παραγωγή της γης, είναι αποτέλεσμα της παραγωγικής εργασίας, ανάλογα με το εάν για τη συντήρηση των μη παραγωγικών χεριών χρησιμοποιείται ένα μικρότερο ή μεγαλύτερο μέρος αυτού του προϊόντος, θα απομένει αντίστοιχα μεγαλύτερο ή μικρότερο μέρος του για τη συντήρηση των παραγωγικών, και κατ* αναλογία, το προϊόν της επόμενης χρονιάς θα είναι μεγαλύτερο ή μικρότερο.
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
395
4. Παρόλο που, αναμφίβολα, το ετήσιο προϊόν της γπς και τπς εργασίας μιας χώρας προορίζεται σε τελική ανάλυσπ για τπν κάλυψπ της κατανάλοκτης των κατοίκων της, και τον προσπορισμό ενός εισοδήματος σε αυτούς, ωστόσο, όταν αυτό αναδύεται για πρώτη φορά από τη γη ή από τα χέρια των παραγωγικών εργαζόμενων, αυθόρμητα επιμερίζεται σε δύο τμήματα. Το πρώτο, και συχνά το μεγαλύτερο, προορίζεται για την αντικατάσταση ενός κεφαλαίου, ή για την ανανέοαση των μέσων διαβίοοσης, των υλικών και του έτοιμου προϊόντος που είχαν αφαιρεθεί από ένα κεφάλαιο. Το δεύτερο μέρος προορίζεται να αποτελέσει ένα εισόδημα είτε για τον κάτοχο αυτού του κεφαλαίου, ως κέρδος του αποθέματός του, είτε για ένα άλλο άτομο, ως πρόσοδος της γης του. Κατά τον ίδιο τρόπο, ένα μέρος του προϊόντος μιας μεγάλης μανιφακτούρας, και πάντα το μεγαλύτερο, αντικαθιστά το κεφάλαιο του επιχειρηματία, και το άλλο μέρος συνιστά το κέρδος του, και συνιστά επομένοος ένα εισόδημα για τον κάτοχο αυτού του κεφαλαίου. 5. Το μέρος εκείνο του ετήσιου προϊόντος της γης και της εργασίας μιας χώρας που αντικαθιστά ένα κεφάλαιο, δεν μπορεί να απασχοληθεί άμεσα για τη συντήρηση άλλων εργαζομένων πλην των παραγωγικών. Με αυτό αμείβεται μόνο η παραγωγική εργασία. Αυτό που προορίζεται άμεσα να αποτελέσει εισόδημα είτε ως κέρδος, είτε ως πρόσοδος, είναι δυνατόν να συντηρεί αδιάκριτα παραγωγικούς ή μη παραγωγικούς εργαζόμενους. 6. Ανεξάρτητα από το αν ένα άτομο απασχολεί ως κεφάλαιο ένα μικρό ή μεγάλο μέρος του αποθέματός του, προσδοκά πάντα ότι θα μπορέσει νατο αντικαταστήσει, αποκομίζονταςταυτόχρονακάποιοκέρδος. Επομένως, το απασχολεί συντηρώντας αποκλειστικά παραγωγικούς εργαζόμενους. Και, εφόσον έχει χρησιμοποιηθεί από αυτόν οος κεφάλαιο, συνιστά τελικά το εισόδημα των εργαζόμενων αυτών. Κάθε φορά που το άτομο αυτό απασχολεί ένα μέρος του αποθέματός του για τη συντήρηση κάποιου είδους μη παραγωγικών εργαζόμενων, από τη στιγμή αυτή, το μέρος αυτό αποσύρεται από το κεοράλαιό του, και τοποθετείται στο απόθεμά του που προορίζεται για άμεση κατανάλοκιη. 7. Οι μη παραγωγικοί εργαζόμενοι, καθώς και αυτοί που δεν εργάζονται καθόλου, συντηρούνται από εισόδημα. Είτε, πρώτον, από το τμήμα εκείνο του ετήσιου προϊόντος που προορίζεται αρχικά να αποτελέσει το εισόδημα συγκεκριμένων ατόμων, υπό τη μορφή γαιοπροσόδου ή κέρδουςτου αποθέματος, είτε,δεύτερον,απότοτμήμαεκείνο το οποίο ενώ αρχικά προοριζόταν να αντικαταστήσει ένα κεφάλαιο και να συντηρήσει μόνο παραγωγικούς εργαζόμενους, ωστόσο, όταν περιέρχεται στα χέρια τους, το τμήμα του που υπερβαίνει τα αναγκαία μέσα διαβίωσής τους μπορεί να απασχοληθεί για τη συντήρηση αδιακρίτοος
396
Άνταμ Σμιθ
παραγωγικών ή μη παραγωγικών εργαζόμενων. Με αυτόν τον τρόπο, ένας κοινός εργάτης εορόσον έχει ένα σημαντικό μισθό, μπορεί να έχει τον προσωπικό του υπηρέτη όποος ένας μεγάλος γαιοκτήμονας, ή ένας πλούσιος έμπορος, ή, εναλλακτικά, μπορεί να πηγαίνει μερικές φορές στο θέατρο και να συμβάλλει με αυτόν τον τρόπο στη συντήρηση μιας ομάδας μη παραγωγικών εργαζόμενων, ή ακόμα να πληρώνει φόρους και με αυτόν τον τρόπο να συμβάλλει στη συντήρηση μιας άλλης ομάδας, πλέον αξιότιμων και χρήσιμων, αλλά εξίσου μη παραγωγικών εργαζόμενων. Ωστόσο, κανένα μέρος του ετήσιου προϊόντος που αρχικά προοριζόταν να αντικαταστήσει ένα κεφάλαιο δεν κατευθύνεται στη συντήρηση μη παραγωγικών εργαζόμενων, παρά μόνο α(ρού προηγουμένως έχει θέσει σε κίνηση ό,τι πλήρως του αντιστοιχεί σε παραγωγική εργασία, ή ό,τι θα μπορούσε να θέσει σε κίνηση με τον τρόπο που χρησιμοποιήθηκε. Ο εργάτης, πριν αποκτήσει τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει ένα μέρος του μισθού του κατ' αυτόν τον τρόπο, θα πρέπει να τον έχει κερδίσει εκτελώντας μια δεδομένη δουλειά. Επίσης το μέρος αυτό του μισθού του εργάτη είναι γενικά πολύ μικρό. Συνίσταται από το εισόδημα που μπορεί να αποταμιεύσει, και το οποίο στην περίπτωσπ του παραγωγικού εργατικού εισοδήματος δεν είναι ποτέ ιδιαίτερα σημαντικό. Ωστόσο είναι ένα υπαρκτό μέγεθοςκαι κατά την πληρωμή των φόρων το μικρό μέγεθος της συνεισφοράς αντισταθμίζεται, σε κάποιο βαθμό, από τον μεγάλο τους αριθμό. Επομένως οι κύριες πηγές από τις οποίες αντλούν τα μέσα διαβίωσής τους οι μη παραγωγικοί εργαζόμενοι είναι πάντα η γαιοπρόσοδος και τα κέρδη του αποθέματος. Είναι τα δύο είδη εισοδήματος οι κάτοχοι των οποίων έχουν γενικά μεγάλες δυνατότητες αποταμίευσης. Έχουν την ευχέρεια να διατηρούν αδιακρίτως είτε παραγωγικούς είτε μη παραγωγικούς εργαζόμενους. Φαίνεται όμως ότι έχουν κάποια προτίμηση προς τους δεύτερους. Γενικά από τις δαπάνες ενός μεγάλου λόρδου συντηρούνται περισσότεροι άεργοι και λιγότεροι φιλόπονοι άνθρωποι. Ο πλούσιος έμπορος, ενώ με το κεφάλαιό του συντηρεί μόνο φιλόπονους ανθρώπους, με τις προσωπικέςτου δαπάνες, δηλαδή με την απασχόληση του εισοδήματός του, συντηρεί συνήθοχ; το ίδιο είδος ανθρώπων όπως και ο μεγάλος λόρδος. 8. Ωστόσο η αναλογία μεταξύ παραγωγικών και μη παραγωγικών εργαζόμενων εξαρτάται έντονα σε κάθε χώρα από την αναλογία μεταξύ του τμήματος του ετήσιου προϊόντος το οποίο, μόλις αναδύεται από τη γη ή από τα χέρια των παραγωγικών εργαζόμενων, προορίζεται να αντικαταστήσει ένα κεφάλαιο, και του τμήματος που προορίζεται να αποτελέσει ένα εισόδημα, είτε ως πρόσοδος, είτε ως κέρδος. Η αναλογία αυτή είναι πολύ διαφορετική στις εύπορες χώρες από την αντίστοιχη αναλογία στις φτωχές χώρες.
Έρευνα για τη Φύση και IiS Allies του Πλούτου των Εθνών
397
9. Έτσι λοιπόν, σήμερα, στις ευημερούσες χώρες της Ευρώπης, ένα πολύ μεγάλο, και συχνά το μεγαλύτερο μέρος του προϊόντος της γης προορίζεται να αντικαταστήσει το κεοράλαιο του πλούσιου και ανεξάρτητου αγρότη-επιχειρηματία, το άλλο προορίζεται να αποτελέσει το κέρδος του και τπν πρόσοδο του γαιοκτήμονα. Όμως, κατά το παρελθόν, στη διάρκεια της κυριαρχίας του φεουδαλισμού, για την αντικατάσταση του κεφαλαίου που απασχολείτο στις καλλιέργειες αρκούσε ένα πολύ μικρό μέρος της συγκομιδής. Το κεφάλαιο αυτό αποτελείτο από μερικά ισχνά υποζύγια που συντηρούνταν αποκλειστικά από τη χλόη των χέρσων εκτάσεων, και τα οποία θα μπορούσε να τα θεωρήσει κανείς οχ; μέρος του προϊόντος αυτών των χέρσων εκτάσεων. Τα ζώα αυτά γενικά ανήκαν στον ιδιοκτήτη της γης ο οποίος τα παραχωρούσε σε αυτόν που καλλιεργούσε τη γη του. Σε αυτόν ανήκε ακόμα όλο το υπόλοιπο προϊόν, είτε ως πρόσοδος της γης του, είτε ο)ς κέρδος του ισχνού του κεφαλαίου. Γενικά οι καλλιεργητές της γης ήταν δουλοπάροικοι, και αποτελούσαν, μαζί με όλα ταυπάρχοντάτους, μέρος της περιουσίαςτου ιδιοκτήτη της γης.'Οσοι δεν ήταν δουλοπάροικοι ήταν υπενοικιαστές (Tenants at will) και, παρόλο που η πρόσοδος που κατέβαλλαν συχνά μόλις που ξεπερνούσε το φεουδαλικό δόσιμο, στην πραγματικότητα αυτή ανερχόταν στο συνολικό προϊόν της γης. Ο λόρδος τους είχε ανά πάσα στιγμή το δικαίωμα να έχει υπό τον έλεγχό του την εργασία τους σε καιρούς ειρήνης και τις υπηρεσίες τους σε καιρούς πολέμου. Παρόλο που ζούσαν μακριά από το σπίτι του, εξαρτώντο από αυτόν στον ίδιο βαθμό όπως και οι άνθρωποι της ακολουθίας του που ζούσαν μέσα στό σπίτι του. Αλλά το προϊόν της γης ανήκει, χωρίς αμφιβολία σε αυτόν που έχει στη διάθεσή του την εργασία και τις υπηρεσίες όλων αυτών που μπορούν να συντηρηθούν από αυτό το προϊόν. Στις σημερινές συνθήκες της Ευρώπης, το μερίδιο του γαιοκτήμονα σπανίως υπερβαίνει το ένα τρίτο και μερικές φορές είναι μικρότερο και από το ένα τέταρτο της συνολικής συγκομιδής της γης. Ωστόσο η πρόσοδος της γης, σε όλες τις βελτιωμένες εκτάσεις της χώρας, από τη μακρινή εκείνη εποχή μέχρι σήμερα, έχει τριπλασιαστεί ή και τετραπλασιαστεί. Και αυτό το ένα τρίτο ή ένα τέταρτο του ετήσιου προϊόντος φαίνεται να είναι τρεις ή τέσσερις (ρορές μεγαλύτερο απ* ό,τι ήταν στο παρελθόν το σύνολο του πρόιοντος της γης. Κατά την πορεία της βελτίοοσης της γης, η πρόσοδος αυξάνεται αν ως μέτρο σύγκρισης κρατήσουμε μια δεδομένη έκταση της γης, όμωςωςποσοστό του προϊόντος της γης μειώνεται. 10. Στις εύπορες χώρες της Ευρώπης, τα μεγάλα κεφάλαια απασχολούνται σήμερα στο εμπόριο και τη μανιφακτούρα. Κατά το παρελθόν, το αδύναμο εμπόριο που διεξαγόταν στις χώρες αυτές, και ο μικρός
398
Άνταμ
Σμιθ
αριθμός των απλών μανκρακτούρων που περιορίζονταν σε χονδροειδείς κατεργασίες, απαιτούσαν πολύ μικρά κεφάλαια, τα οποία όμως πρέπει να απέφεραν πολύ μεγάλα κέρδπ. Τα επιτόκια δεν ιίταν πουθενά μικρότερα του 10% και τα κέρδπ θα πρέπει να πταν επαρκή ώστε να αντέχουν το βάρος ενός τόσο υψπλού επιτοκίου. Σιίμερα τα επιτόκια δεν είναι σε κανένα μέρος τπς προοδευμένπς Ευρώππς υψπλότερα του 6%, και σε ορισμένα από τα πιο προοδευμένα μέρπ φτάνουν το 4%, το 3%, π ακόμα και το 2%. Αν το μέρος του εισοδήματος των κατοίκων που προέρχεται από τα κέρδπ ενός αποθέματος είναι πάντα μεγαλύτερο στις εύπορες, απ' ό,τι είναι στις φτωχές χώρες, αυτό οφείλεται στο ότι το απόθεμα είναι πολύ μεγαλύτερο: Τα κέρδπ, σε σύγκρισπ με το απόθεμα, είναι γενικά πολύ μικρότερα. 11. Επομένως, το τμήμα του ετήσιου προϊόντος το οποίο προορίζεται, από τπ στιγμή τπς ανάδυσής του από τπ γπ ή από τα χέρια των παραγωγικών εργατών, να αντικαταστήσει ένα κεφάλαιο, δεν είναι μόνο πολύ μεγαλύτερο στις πλούσιες απ* ό,τι είναι στις φτωχές χώρες, αλλά βρίσκεται και σε μια υψπλότερπ αναλογία σε σχέσπ με αυτό που προορίζεται άμεσα να αποτελέσει εισόδπμα υπό μορφή προσόδου ή κέρδους. Οι οικονομικοί πόροι που προορίζονται για τπ συντήρπσπ τπς παραγωγικής εργασίας δεν είναι μόνο πολύ μεγαλύτεροι στις εύπορες απ* ό,τι στις φτωχές χώρες, αλλά και βρίσκονται σε υψπλότερπ αναλογία σε σχέσπ με εκείνους που, αν και μπορούν να χρπσιμοποιπθούνγιατπ συντήρπσπ παραγωγικώνήμππαραγωγικώνχεριών, δείχνουν γενικά μια προτίμπσπ προς τα δεύτερα. 12. Η αναλογία μεταξύ των διαφορετικών αυτών κονδυλίων προσδιορίζει κατ' ανάγκπν τον γενικό χαρακτήρα των κατοίκων μιας χώρας όσον αφορά τπν κλίσπ τους προς τπ φιλοπονία ή τπν αεργία. Αν είμαστε περισσότερο φιλόπονοι arf ό,τι οι πρόγονοί μας, αυτό οφείλεται στο ότι τα κονδύλια που προορίζονται για τπ συντήρπσπ τπς φιλοπονίας, συγκρινόμενα με αυτά που ενδέχεται να χρπσιμοποιπθούν για τπ συντήρπσπ τπς αεργίας, είναι πολύ μεγαλύτερα σήμερα απ' ό,τι ήταν πριν από δύο ή τρεις αιώνες. Οι πρόγονοί μας ήταν αργόσχολοι, λόγω του ότι δεν ενθαρρύνονταν επαρκώς προς τπ φιλοπονία. Όπως λέει το σχετικό γνωμικό: «Είναι προτιμότερο να παίζεις χωρίς όφελος, παρά να δουλεύεις χωρίς όφελος». Στις πόλεις όπου ανθούν το εμπόριο και οι μανιφακτούρες, οι κατώτερες τάξεις του πλπθυσμού που συντπρούνται κυρίοχ; από τπν απασχόλπσπ του κεφαλαίου, είναι γενικά φιλόπονες, εγκρατείς και ευτυχείς, όπως συμβαίνει σε πολλές πόλεις τπς Αγγλίας και τις περισσότερες τπς Ολλανδίας. Όμως, σε αυτές τις πόλεις, που επαφίενται στπ μόνιμπ ή εποχιακή παρουσία ενός ανακτόρου, και όπου οι κατώτερες τάξεις του πλπθυσμού συντπρούνται κυρίως από τπν κατανάλωσπ
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
399
ενός εισοδήματος, οι κάτοικοι τους είναι γενικά αργόσχολοι, άσωτοι και φτωχοί, όπως στη Ρώμη, στις Βερσαλλίες, στην Κομπιένη και το Φοντενεμπλό. Αν εξαιρέσουμε τη Ρουέν και το Μπορντό, στις γαλλικές επαρχιακές πρωτεύουσες υπάρχει πολύ μικρή εμπορική ή άλλη οικονομική δραστηριότητα. Και οι άνθρωποι των κατώτερων τάξεων του πληθυσμού, που συντηρούνται κυρίοχ; από τις δαπάνες των μελών των δικαστηρίων, όποος και αυτών που προσέρχονται να αγορεύσουν ενώπιόν τους, είναι γενικά αργόσχολοι και φτωχοί. Το μεγάλο εμπόριο της Ρουέν και του Μπορντό φαίνεται ότι αποτελεί συνέπεια της ευνοϊκής τοποθεσίας τους και μόνο. Η Ρουέν αποτελεί Kaf ανάγκην την αποθήκη όλων σχεδόν των αγαθών που προέρχονται από ξένες χώρες, ή από τις παραθαλάσσιες επαρχίες της Γαλλίας, και προορίζονται για τη μεγάλη αγορά του Παρισιού. Το Μπορντό αποτελεί αντίστοιχα την αποθήκη των κρασιών που παράγονται κατά μήκος της όχθης του Γκαρόν και των ποταμών που εκβάλλουν σε αυτόν, μία από τις πλουσιότερες οινοπαραγωγικές περιοχές του κόσμου, που φαίνεται ότι παράγει το κρασί που είναι το πλέον κατάλληλο για εξαγωγή, ή, το κρασί του οποίου η γεύση ταιριάζει καλύτερα στις προτιμήσεις των ξένων λαών. Τα πλεονεκτήματα αυτού του είδους προσελκύουν κατ' ανάγκην μεγάλα κεφάλαια, εξαιτίας της μεγάλης απασχόλησης που τους προσφέρουν. Η απασχόληση αυτού του κεφαλαίου αποτελεί την αιτία της οικονομικής δραστηριότητας των δύο αυτών πόλεων. Στις άλλες επαρχιακές πρωτεύουσες της Γαλλίας το απασχολούμενο κεφάλαιο φαίνεται να είναι ελάχιστα μεγαλύτερο αυτού που μόλις επαρκεί για την κάλυψη της κατανάλωσής τους, φαίνεται δηλαδή να είναι λίγο μεγαλύτερο του ελάχιστου κεφαλαίου που είναι δυνατόν να απασχοληθεί σε αυτές. Το ίδιο πράγμα είναι δυνατόν να ειπωθεί για το Παρίσι, τη Μαδρίτη και τη Βιέννη. Από τις τρεις αυτές πόλεις, το Παρίσι συγκεντρώνει μια κατά πολύ μεγαλύτερπ οικονομική δραστηριότητα. Αλλά το ίδιο το Παρίσι αποτελεί την κύρια αγορά όλων των μανιφακτούρων που βρίσκονται στο Παρίσι και η ντόπια κατανάλοκτη αποτελεί το κύριο αντικείμενο όλου του εμπορίου που διεξάγεται εκεί. Το Λονδίνο, η Λισαβόνα και η Κοπεγχάγπ είναι ίσως οι μόνες τρεις πόλεις της Ευρώπης που αποτελούν μόνιμπ έδρα ενός ανακτόρου και ταυτόχρονα μπορούν να θεωρηθούν (ος εμπορικές πόλεις, το εμπόριο των οποίων γίνεται όχι μόνο για τη δική τους κατανάλοοση, αλλά και για την κατανάλωση άλλων πόλεων και χωρών. Η τοποθεσία των τριών αυτών πόλεων είναι εξαιρετικά πλεονεκτική, και είναι φυσικό να τις αναδεικνύει σε αποθήκες ενός μεγάλου μέρους των εμπορευμάτων που προορίζονται για τπν κατανάλοχπι απομακρυσμένων χωρών. Σε μια πόλη όπου δαπανάται ένα μεγάλο εισόδημα, η επικερδής
400
Άνταμ
Σμιθ
απασχόληση ενός κεοραλαίου για οποιοδήποτε άλλο σκοπό εκτός της κάλυψης της κατανάλωσης αυτής της πόλης είναι μάλλον δυσκολότερη arf ό,τι σε μια πόλπ όπου οι κατώτερες τάξεις του πληθυσμού δεν διαθέτουν άλλα μέσα συντήρησης παρά μόνο αυτά που αντλούν από τπν απασχόλπση ενός τέτοιου κεφαλαίου. Η ραθυμία της πλειονότητας των ανθρώπων που συντηρούνται από τη δαπάνη εισοδήματος είναι πιθανό ότι διαφθείρει τη φιλοπονία εκείνων που θα πρέπει να συντηρηθούν από την απασχόληση κεφαλαίου και καθιστά λιγότερο επικερδή την απασχόληση του κεφαλαίου εκεί απ* ό,τι σε άλλα μέρη. Στο Εδιμβούργο, πριν από τπν ένοκιη με την Αγγλία, το εμπόριο ήταν λιγοστό. Όταν έπαυσε να συνέρχεται εκεί το σκοτσέζικο κοινοβούλιο, όταν έπαυσε να αποτελεί αναγκαστικά τον τόπο κατοικίας της αριστοκρατίας και της υψηλής κοινωνίας της Σκοτίας, μετατράπηκε σε πόλη που συγκέντρωνε κάποια εμπορική και οικονομική δραστηριότητα. Συνεχίζει οκπόσο να αποτελεί την έδρα των κυριότερων δικαστηρίων της Σκοτίας, των τελωνείων κ.λπ. Επομέν(ΰς εξακολουθεί να δαπανάται εκεί ένα σπμαντικό εισόδημα. Το εμπόριο και η οικονομική δραστηριότητα του Εδιμβούργου είναι πολύ κατώτερα αυτών της Γλασκόβης, οι κάτοικοι της οποίας συντηρούνται κυρίοος από την απασχόληση του κεφαλαίου. Έχει μερικές φορές παρατηρηθεί ότι οι κάτοικοι ενός μεγάλου χωριού, αφού προηγουμένως σημειώσουν μεγάλες επιτυχίες στη μανιφακτουρική παραγωγή, στη συνέχεια γίνονται αργόσχολοι και φτωχοί εξαιτίας του ότι ένας λόρδος έχτισε την κατοικία του δίπλα στο χωριό τους. 13. Φαίνεται, επομένως, ότι η αναλογία μεταξύ κεφαλαίου και εισοδήματος ρυθμίζει παντού την αναλογία μεταξύ φιλοπονίας και ραθυμίας. Όταν υπερισχύει το κεςκιλαιο, επικρατεί η φιλοπονία, ενώ όταν υπερισχύει το εισόδημα, η ραθυμία. Επομένοχ; κάθε αύξηση ή μείωσητου κεφαλαίου τείνει αυθόρμητα σε μια αύξησηή μείωσητης πραγματικής έκτασης της φιλοπονίας, του αριθμού των παραγωγικών χεριών και, κατά συνέπεια της ανταλλάξιμης αξίας του ετήσιου προϊόντος της γης και της εργασίας της χώρας, του πραγματικού πλούτου και του εισοδήματος όλων των κατοίκων της. 14. Τα κεφάλαια αυξάνονται μέσω της φειδωλότητας και μειώνονται μέσω της ασοπίας και της κακής διαχείρισης. 15. Οτιδήποτε εξοικονομεί ένας άνθρωπος από το εισόδημά του, προστίθεται στο κεφάλαιό του, και είτε το απασχολεί ο ίδιος για τη συντήρηση ενός πρόσθετου αριθμού παραγωγικών χεριών, είτε δίνει αυτή τη δυνατότητα σε άλλους ανθρώπους, δανείζοντας αυτό το κεφάλαιο έναντι ενός τόκου, δηλαδή ενός μεριδίου των κερδών. Καθώς το κεφάλαιο ενός ατόμου μπορεί να αυξηθεί μόνο με ό,τι εξοικονομεί το άτομο αυτό από το ετήσιο εισόδημά του ή τα ετήσια κέρδη του.
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
401
αντίστοιχα, td κεφάλαιο της κοινωνίας, που είναι το ίδιο με αυτό όλων των ατόμων που την απαρτίζουν, μπορεί να αυξηθεί μόνο κατά τον ίδιο τρόπο. 16. Άμεση αιτία της αύξησης του κεφαλαίου είναι η φειδωλότητα και όχι η φιλοπονία. Βέβαια, η φιλοπονία προσφέρει το υλικό που συσσωρεύει η φειδωλότητα. Ό,τι όμως και αν αποκτήσει η φιλοπονία, αν δεν το αποταμιεύσει και δεν το συσσωρεύσει η φειδωλότητα, δεν θα προκύψει καμιά αύξηση κεφαλαίου. 17. Η φειδωλότητα, αυξάνοντας το κονδύλι που προορίζεται για τη συντήρηση των παραγωγικών χεριών, τείνει να αυξήσει τον αριθμό εκείνων των χεριών, η εργασία των οποίων αυξάνει την αξία του υλικού επί του οποίου εφαρμόζεται. Τείνει επομένως να αυξήσει την ανταλλάξιμη αξία του ετήσιου προϊόντος της γης και της εργασίας της χώρας. θέτει σε κίνηση μια πρόσθετη ποσότητα φιλοπονίας, η οποία αποδίδει μια πρόσθετη αξία στο ετήσιο προϊόν. 18. Αυτό που αποταμιεύεται ετησίως καταναλώνεται εξίσου κανονικά με αυτό που δαπανάται ετησίως, και σχεδόν στο ίδιο χρονικό διάστημα. Καταναλώνεται όμως από ένα διαφορετικό σύνολο ανθρώπων. Το τμήμα του εισοδήματός του που δαπανά ετησίως ένας εύπορος, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, καταναλώνεται από άεργους επισκέπτες και υπηρέτες, οι οποίοι δεν αφήνουν τίποτα πίσω τους ως αντίτιμο της κατανάλωσής τους. Το τμήμα εκείνο που αποταμιεύει ετπσίως, όταν το χρησιμοποιεί άμεσα ως κεφάλαιο για την άντληση κέρδους, καταναλώνεται επίσης και σχεδόν ταυτόχρονα με το άλλο, καταναλώνεται όμοος από ένα διαφορετικό σύνολο ανθρώπων, από τους εργάτες, τους τεχνίτες και τους χειροτέχνες, που αναπαράγουν την αξία της ετήσιας κατανάλωσής τους μαζί με κάποιο κέρδος. Ας υποθέσουμε ότι το εισόδημα αυτού του εύπορου ατόμου καταβάλλεται σε χρήμα. Αν το δαπανούσε εξ ολοκλήρου, όλα τα εμπορεύματα που θα μπορούσαν να είχαν αγοραστεί με το εισόδημα αυτό, μέσα διατροφής, ένδυσης και στέγασης θα διανέμονταν μεταξύ των ανθρώπων του πρώτου εκ των δύο ανωτέρω συνόλων. Αν αποταμίευε ένα μέρος και αυτό το μέρος χρησιμοποιείτο αμέσως ως κεφάλαιο, είτε από τον ίδιο είτε από κάποιον άλλον, τα διάφορα αγαθά, μέσα διατροφής, ένδυσης και στέγασης που θα αγοράζονταν με αυτό το τμήμα του κεφαλαίου, θα καταναλώνονταν Kaf ανάγκην από τους ανθρώπους του δεύτερου συνόλου. Η κατανάλωση παραμένει η ίδια, όμοος οι καταναλοπές είναι διαφορετικοί. 19. Ένας φειδωλός άνθρωπος, με την ετήσια αποταμίευσή του, όχι μόνο προσφέρει μέσα συντήρησης σε ένα πρόσθετο αριθμό παραγοαγικών ανθρώπων για την παρούσα ή την επόμενη χρονιά, αλλά, κατά κάποιο τρόπο, προσφέρει, όπως και ο θεμελιοπής ενός δημόσιου
402
Άνταμ Σμιθ
πτωχοκομείου, ένα κονδύλι για την εις το διηνεκές συντήρηση του ίδιου αριθμού παραγωγικών εργατών. Βέβαια ο προορισμός και η εφεξής απασχόληση αυτού του κονδυλίου δεν εξασφαλίζονται πάντα από κάποιο ειδικό νόμο, δικαίωμα διαχείρισης (Trustright)ή πράξη κληροδότησης. Ωστόσο τη χρήση του εγγυάται μια πολύ ισχυρή αρχή: είναι το άμεσο και προφανές ενδιαφέρον του κάθε ατόμου στο οποίο θα μπορούσε να ανήκει στη συνέχεια ένα μέρος αυτού του κονδυλίου. Στο μέλλον, κανένα μέρος του κονδυλίου δεν θα μπορεί να στραφεί σε άλλη χρήση πέραν της συντήρησης παραγωγικών χεριών, χωρίς να προκύψει μια εμφανής ζημία για το άτομο εκείνο που μετέβαλε τον ορθό του προορισμό. 20.0 άσωτος διαφθείρει το κεφάλαιό του με αυτόν ακριβώς τον τρόπο. Καθώς οι δαπάνες του ξεπερνούν το εισόδημά του, κατατρώγει το κεφάλαιό του. Όπως αυτός που σπαταλά τα έσοδα ενός πνευματικού ιδρύματος σε ανίερους σκοπούς, πληρώνει τους μισθούς των αργόσχολων, και τα κονδύλια εκείνα που η φειδωλότητα των πατεράδων μας είχε, για να το πούμε έτσι, αφιερώσει στη συντήρηση της φιλοπονίας. Μειώνοντας τα κονδύλια που προορίζονται για τη συντήρηση της παραγωγικής εργασίας, ο άσωτος, στο μέτρο που εξαρτάται από αυτόν, μειώνει κατ" ανάγκην την ποσότητα εκείνης της εργασίας που αυξάνει την αξία του υλικού επί του οποίου εφαρμόζεται και, κατά συνέπεια, την αξία του ετήσιου προϊόντος της γης και της εργασίας ολόκληρης της χώρας, τον πραγματικό πλούτο και το εισόδημα των κατοίκων της. Αν η ασωτία ορισμένων δεν αντισταθμιζόταν από τη φειδωλότητα κάποιων άλλων, οι άσωτοι, καθώς τρέφουν τους αργόσχολους με το ψωμί των φιλόπονων, θα έτειναν όχι μόνο στην οικονομική τους αυτο-εξόντωση αλλά και στο φτώχεμα της χώρας τους. 21. Ακόμα και αν οι δαπάνες του ασώτου διοχετεύονται αποκλειστικά σε εγχώρια και καθόλου σε εισαγόμενα από άλλες χώρες εμπορεύματα, το αποτέλεσμα που θα προκύψει για τους παραγωγικούς πόρους της κοινωνίας θα είναι το ίδιο. Κάθε χρόνο, θα εξακολουθεί να υπάρχει μια ορισμένη ποσότητα τροφίμων και ενδυμάτων η οποία, ενώ θα πρέπει να διατηρείται παραγωγική, θα απασχολείται στη συντήρηση μη παραγωγικών χεριών. Επομένοχ;, κάθε χρόνο, θα εξακολουθεί να υπάρχει μια μείοκτη αυτού που θα ήταν, υπό διαφορετικές συνθήκες, η αξία του ετήσιου προϊόντος της γης και της εργασίας της χώρας. 2 2. Θα μπορούσε βέβαια να λεχθεί ότι καθώς οι δαπάνες αυτές δεν αφορούν αγαθά από ξένες χώρες και δεν προκαλούν καμιά εξαγωγή χρυσού και αργύρου, η ποσότητα χρήματος της χώρας θα παραμένει η ίδια όποος και προηγουμένως. Αν όμοος η ποσότητα των τροφίμων και των ενδυμάτων που καταναλώθηκε με αυτόν τον τρόπο από μη
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
403
παραγωγικούς ανθρώπους είχε διανεμπθεί μεταξύ παραγωγικών χεριών, αυτά θα είχαν αναπαραγάγει το σύνολο της αξίας της κατανάλωσης τους, μαζί με κάποιο κέρδος. Στην περίπτωση αυτή, θα είχε παραμείνει στη χώρα η ίδια ποσότητα χρήματος όπως και προηγουμένως, και επιπλέον θα είχε λάβει χώρα η αναπαραγωγή μιας ίσης αξίας κατανα\ώσιμων αγαθών. Θα υπήρχαν δηλαδή δύο αξίες αντί της μιας. 23. Πέραν αυτού, σε μια χώρα όπου η αξία του ετήσιου προϊόντος μειώνεται, δεν μπορεί να παραμένει επί μακρόν σταθερή η ποσότητα του χρήματος. Το χρήμα δεν έχει άλλο σκοπό από το να κυκλοφορεί καταναλώσιμα αγαθά. Μέσω αυτού, κατανέμονται στους τελικούς τους καταναλωτές μέσα διαβίωσης, υλικά και κατεργασμένα προϊόντα. Επομένοχ;, η ποσότητα του χρήματος που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ετησίως σε μια χώρα θα πρέπει να καθορίζεται από την αξία των καταναλώσιμων αγαθών που κυκλο(ρορούν σε αυτήν. Τα αγαθά αυτά συνίστανται είτε από το άμεσο προϊόν τπς γης και της εργασίας της ίδιας της χώρας, είτε από αγαθά που έχουν αγοραστεί από ένα μέρος αυτού του προϊόντος. Επομένως η αξία τους θα μειώνεται καθώς μειώνεται και η αξία αυτού του προϊόντος, και μαζί με αυτήν θα μειώνεται και η ποσότητα του χρήματος που μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην κυκλοφορία τους. Αλλά το χρήμα που θα αποσύρεται από την εγχώρια κυκλοφορία εξαιτίας της ετήσιας μείοκτης του προϊόντος δεν επιτρέπεται να παραμένει αδρανές. Το συμφέρον του οπαουδήποτε κατόχου του απαιτεί τη χρησιμοποίησή του. Καθώς όμως δεν θα μπορεί να απασχοληθεί στην εγχώρια αγορά, παρά τους νόμους και τις απαγορεύσεις θα σταλεί στο εξωτερικό, και θα χρησιμοποιηθεί στην αγορά καταναλώσιμων αγαθών που θα μπορούσαν να έχουν κάποια χρήση στην εγχώρια αγορά. Kaf αυτόν τον τρόπο, η ετήσια εξαγωγή χρήματος θα συνεχίσει επί ένα ορισμένο διάστημα να αυξάνει την ετήσια κατανάλοκιη της χώρας πέραν'της αξίας του ετήσιου προϊόντος της. Ό,τι αποταμιεύτηκε από το ετήσιο προϊόν της και χρησιμοποιήθηκε για την αγορά χρυσού και αργύρου, σε εποχές ευημερίας, θα στηρίξει την κατανάλωσή της σε εποχές αντιξοότητας. Στην περίπτωση αυτή, η εξαγωγή χρυσού και αργύρου αποτελεί όχι την αιτία, αλλά το αποτέλεσμα της παρακμής της, και μάλιστα είναι δυνατόν επί ένα σύντομο διάστημα να ανακουφίσει τη δυστυχία αυτής της παρακμής. 24. Απεναντίας, η ποσότητα του χρήματος μιας χώρας θα πρέπει φυσιολογικά να αυξάνει στο βαθμό που αυξάνεται η αξία του ετήσιου προϊόντος της. Καθώς θα αυξάνεται η αξία των καταναλώσιμων αγαθών που κυκλοφορούν ετησίοος, θα απαιτείται μια μεγαλύτερη ποσότητα χρήματος γιατηνκυκλο(ρορίατους. Επομένως, ένα μέροςτου
404
Άνταμ Σμιθ
αυξημένου προϊόντος θα χρησιμοποιηθεί φυσιολογικά για την αγορά, απ* όπου είναι δυνατόν, της πρόσθετης ποσότητας χρυσού και αργύρου που είναι απαραίτητη για την κυκλοφορία του υπολοίπου. Στην περίπτωση αυτή η αύξηση των μετάλλων αυτών θα αποτελεί συνέπεια και όχι αιτία της δημόσιας ευημερίας. Ο χρυσός και ο άργυρος αγοράζονται παντού με τον ίδιο τρόπο. Τόσο στο Περού όσο και στην Αγγλία, η τιμή που καταβάλλουμε για την αγορά τους παριστά τη διατροφή, την ένδυση και τη στέγαση, με μια λέξη το εισόδημα και τα μέσα διαβίοοσης όλων αυτών των οποίων η εργασία ή το κεφάλαιο απασχολούνται προκειμένου να προσκομιστούν τα μέταλλα αυτά στην αγορά. Η χώρα εκείνη που διαθέτει τα μέσα για να πληρώσει αυτή την τιμή δεν πρόκειται να στερπθεί επί μακρόν την ποσότητα που έχει ανάγκη, και καμιά χώρα δεν θα κατακρατεί επί μακρόν ποσότητα μεγαλύτερη αυτήςπου της είναι απαραίτητη. 25. Έτσι λοιπόν, με οποιονδήποτε τρόπο και αν αντιλαμβανόμαστε τον πραγματικό πλούτο και το εισόδημα μιας χώρας, είτε θεωρούμε ότι αυτό συνίσταται, όποχ; υπαγορεύει η απλή λογική, στην αξία του ετήσιου προϊόντος της γης και της εργασίας της, είτε, όπως το υποθέτουν οι χυδαίες προκαταλήψεις, θεωρούμε ότι συνίσταται στην ποσότητα των πολυτίμων μετάλλων που κυκλοφορούν σε αυτήν, υπό τη μια ή υπό την άλλη σκοπιά, ο άσωτος αναδεικνύεται σε εχθρό της κοινωνικής ευημερίας, ενώ ο φειδωλός σε ευεργέτη της. 26. Τα αποτελέσματα της κακής διαχείρισης είναι συχνά τα ίδια με αυτά της ασοπίας. Κάθε αστόχαστο και ανεπιτυχές σχέδιο στην αγροτική οικονομία, τα ορυχεία, την αλιεία, το εμπόριο ή τπ μανιφακτούρα τείνει κατά τον ίδιο τρόπο στη μείωση των πόρων που προορίζονται για τη συντήρηση της παραγωγικής εργασίας. Σε κάθε τέτοιο σχέδιο, παρόλο που το κεφάλαιο καταναλώνεται μόνο από παραγωγικά χέρια, οκπόσο, λόγω του αστόχαστου τρόπου με τον οποίο απασχολούνται αυτά, επειδή δεν αναπαράγουν το σύνολο της αξίας της κατανάλωσής τους, θα υπάρχει πάντα μια μείωση αυτού που θα αποτελούσε, υπό διαφορετικές συνθήκες, τους παραγωγικούς πόρους της κοινωνίας. 27. Βέβαια, σπανίως η ασωτία ή η άφρων διαχείριση που επιδεικνύουν οι άνθρωποι στιςυποθέσειςτους μπορεί να επηρεάσει σημαντικά την τύχη ενός μεγάλου έθνους, δεδομένου ότι η σπατάλη ή η άφρων διαχείριση μερικών υπερκαλύπτεται πάντα από τη φειδωλότητα και τη σώφρονα διαχείριση κάποιων άλλων. 28. Όσον αφορά τη σπατάλη, η αρχή που εξο)θεί στη δαπάνη είναι το πάθος της εφήμερης απόλαυσης, το οποίο, παρότι μερικές φορές είναι βίαιο και πολύ δύσκολο να περιοριστεί, γενικά είναι πάντα στιγμιαίο και ευκαιριακό. Αλλά η αρχή που εξοαθεί στην αποταμίευση είναι η
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
405
επιθυμία της βελτίοκτης της κατάστασης μας, μια επιθυμία που γενικά είναι ήρεμη και ατάραχη, αλλά γεννιέται μαζί μας και μας εγκαταλείπει μόνο στον τάφο μας. Σε όλο το διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ των δύο αυτών στιγμών, είναι πολύ δύσκολο να υπάρξουν στιγμές όπου ένας άνθρωπος θα είναι σε τέτοιο βαθμό και έκταση ικανοποιημένος με την κατάσταση του ώστε να μην εύχεται κάποια, οποιαδήποτε, μεταβολή ή βελτίοκιή της. Το μέσο με το οποίο η πλειονότπτα των ανθρώπων προτίθεται και εύχεται να βελτιώσει την κατάστασή τους είναι η αύξηση της περιουσίας τους. Είναι το πιο κοινό (vulgar) και το πιο προφανές μέσο. Και ο απλούστερος και ασφαλέστερος τρόπος αύξησης της περιουσίας τους είναι η αποταμίευση και συσσώρευση ενός μέρους από αυτά που απέκτησαν, είτε με μια σταθερή συχνότητα και σε ετήσια βάση, είτε σε εξαιρετικές περιστάσεις. Παρόλο που, επομένως, η αρχή της δαπάνης σε κάποιες περιπτώσεις επικρατεί σε όλους τους ανθρώπους και σε κάποιους ανθρώπους επικρατεί σε όλες τις περιπτώσεις, ωστόσο στπν πλειονότητα των ανθρώπων, αν εξετάσουμε τη συνολική διαδρομή της ζωής τους, η αρχή της φειδωλότητας (ραίνεται όχι μόνο να επικρατεί, αλλά να επικρατεί σε μεγάλο βαθμό. 29. 'Οσον αφορά την άφρονα διαχείριση, ο αριθμόςτων συνετών και επιτυχών επιχειρηματικών πρωτοβουλιών είναι πάντα πολύ μεγαλύτερος από αυτόν των αστόχαστων και ανεπιτυχών. Παρόλες τις μεμψιμοιρίες σχετικά με τη συχνότητα των χρεοκοπιών, οι δυστυχείς εκείνοι άνθρωποι που γνωρίζουν τη συμφορά της χρεοκοπίας αποτελούν ένα πολύ μικρό ποσοστό του συνολικού αριθμού αυτών που εμπλέκονται στο εμπόριο και στις άλλες μορφές οικονομικής δραστηριότητας, ίσοοςόχιπερισσότεροι από έναν στουςχίλιους.Ηχρεοκοπία είναι ίσως η μεγαλύτερη και η πιο ταπεινοπική συμφορά που είναι δυνατόν να επιπέσει σε έναν αθώο άνθρωπο. Επομένως, στην πλειονότητά τους, οι άνθρωποι είναι αρκετά προσεκτικοί προκειμένου να την αποφύγουν. Βέβαια, ορισμένοι τελικά δεν την αποφεύγουν, όποος κάποιοι άλλοι δεν αποφεύγουν την αγχόνη. 30. Οι μεγάλες χώρες δεν πτωχεύουν ποτέ από την ασοπία και την αφροσύνη τωνπολιτώντους, αλλά μερικές φορές τυχαίνει να πτωχεύσουν από μια αντίστοιχη συμπερκρορά των κυβερνήσεών τους. Το σύνολο, ή σχεδόν το σύνολο του εισοδήματος του κράτους απασχολείται στη συντήρηση μη παραγωγικών ανθρώπων. Τέτοιοι είναι αυτοί που απαρτίζουν μια πολυάριθμη και λαμπρή ανακτορική αυλή, ένα μεγάλο εκκλησιαστικό ίδρυμα, μεγάλους στόλους και στρατούς, οι οποίοι σε καιρούς ειρήνης δεν παράγουν τίποτα, ενώ σε καιρούς πολέμου δεν κατακτούν κάτι που να μπορεί να αποζημιώσει τις δαπάνες της συντήρησής τους, ακόμα και ενόσω διαρκεί ο πόλεμος. Οι
406
Άνταμ Σμιθ
άνθρωποι αυτοί, καθώς δεν παράγουν τίποτα, συντπρούνται αποκλειστικά από το προϊόν τπς εργασίας των άλλων ανθρώπων. Όταν επομένοος πολλαπλασιαστούν υπέρμετρα, ενδέχεται μια δεδομένπ χρονιά να καταναλώσουν ένα τόσο μεγάλο μερίδιο του προϊόντος τπς χώρας ώστε να μπν απομένει αρκετό προϊόν για τπ συντπρπσπ των παραγωγικών εργατών που θα το αναπαραγάγουν τπν επόμενπ χρονιά. Επομένίος, το προϊόν τπς επόμενπς χρονιάς θα υπολείπεται αυτού τπς προπγούμενπς, και αν συνεχιστεί αυτπ η διαταραχή, το προϊόν τπς τρίτπς χρονιάς θα είναι ακόμα μικρότερο αυτού τπς δεύτερπς. Τα μπ παραγωγικά χέρια, τα οποία θα πρέπει να συντπρούνται μόνο από ένα μέρος του εξοικονομούμενου εισοδήματος των ανθρώπων, ενδέχεται να καταναλώσουν ένα τόσο μεγάλο μερίδιο του συνολικού τους εισοδήματος, και να εξαναγκάσουν με αυτόν τον τρόπο έναν τόσο μεγάλο αριθμό ανθρώπων να περικόψουν ένα μέρος του κεφαλαίου τους και να θίξουν τους πόρους που προορίζονται για τπ συντήρπσπ τπς παραγωγικής εργασίας, ώστε η φειδωλότπτα και π χρπστή διαχείρισπ των πολιτών να μπν είναι αρκετή να αντισταθμίσει τπν απώλεια και τπ μείωσπ του προϊόντος που προκαλείται από αυτή τπ βίαιπ και εξαναγκασμένπ περικοπή. 31. Ωστόσο αυτή π φειδωλότπτα και η καλή διαγωγή, όπως δείχνει π εμπειρία, στις περισσότερες περιπτώσεις επαρκούν ώστε να αντισταθμίσουν όχι μόνο τπν ιδιωτική αρωτία και κακή διαχείρισπ των ατόμων, αλλά και τπ δπμόσια αλόγιστπ σπατάλπ τπς κυβέρνπσπς. Η σταθερή, συνεχής και αδιάλειπτπ προσπάθεια κάθε ανθρώπου για τπ βελτίοχιπ τπς κατάστασής του, π αρχή από τπν οποία εκππγάζουν ο δπμόσιος και εθνικός, αλλά και ο ιδιωτικός πλούτος, είναι συχνά τόσο ισχυρόςώστε να συντπρείτπ φυσική εξέλιξπ των πραγμάτων προς τπν πρόοδο, παρόλπ τπν αλόγιστπ σπατάλπ τπς κυβέρνπσπς και τα τεράστια σφάλματα τπς διοίκπσπς. Η αρχή αυτή, όπως π άγνωστπ αρχή που διέπει τον βίο των ζώων, συχνά αποκαθιστά τπν υγεία και τπν ευρωστία του οργανισμού σε πείσμα όχι μόνο τπς ασθένειας, αλλά και τπς αστόχαστπς συνταγής του γιατρού. 32. Η αξία του ετήσιου προϊόντος τπς γπς και τπς εργασίας μιας χώρας δεν μπορεί να αυξπθεί με κανένα άλλο μέσο, παρά μόνο μέσω τπς αύξπσπς είτε του αριθμού των παραγωγικών τπς εργατών, είτε τπς παραγωγικής δυνατότπτας των ήδπ απασχολούμενων εργατών. Είναι προφανές ότι ο αριθμός των παραγωγικών εργατών δεν μπορεί να αυξπθεί παρά μόνο μέσω μιας αύξπσπς του κεφαλαίου ή των κονδυλίων που προορίζονται για τπ συντήρπσπ αυτών των εργατών. Η παραγωγική δυνατότπτα ενός δεδομένου αριθμού εργατών μπορεί να αυξπθεί μόνο ως αποτέλεσμα προσθήκπς και βελτίοοσπς των μπχανών και των εργαλείων που διευκολύνουν και συντομεύουν τπν
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
407
εργασία, ή ενός προσφορότερου καταμερισμού και κατανομής της απασχόλησης. Σε κάθε μια από τις περιπτώσεις αυτές, απαιτείται σχεδόν πάντα ένα πρόσθετο κεφάλαιο. Μόνο μέσω ενός πρόσθετου κεφαλαίου είναι σε θέση ο επιχειρηματίας που αναλαμβάνει ένα έργο είτε να παράσχει στους εργάτες του ένα καλύτερο εξοπλισμό, είτε να προχωρήσει σε μια καλύτερη κατανομή της απασχόλησης μεταξύ των εργατών του. Όταν το προς εκτέλεσπ έργο αποτελείται από μια σειρά καθηκόντων, η διατήρηση της συνεχούς απασχόλησης του κάθε εργάτη απαιτεί ένα πολύ μεγαλύτερο κεφάλαιο από αυτό που απαιτείται στην περίπτωσπ όπου οι εργάτες απασχολούνται ευκαιριακά στο κάθε επί μέρους καθήκον του συνολικού έργου. 'Οταν επομένως συγκρίνουμε την κατάσταση μιας χώρας σε δύο διαφορετικές περιόδους, και διαπιστώσουμε ότι το ετήσιο προϊόν της γης και της εργασίας της είναι προφανώς μεγαλύτερο στη δεύτερη απ* ό,τι στην πρώτη περίοδο, ότι οι γαίες της καλλιεργούνται καλύτερα, οι μανιφακτούρες της είναι πολυπληθέστερες και ακμαιότερες, και το εμπόριό της περισσότερο εκτεταμένο, μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι το κεφάλαιό της στο διάστημα μεταξύ των δύο αυτών περιόδων αυξήθπκε και ότι η χρηστή διαχείριση των μεν αύξησε το κεφάλαιο αυτό σε μεγαλύτερο βαθμό από το βαθμό στον οποίο το μείοκιε είτε η κακοδιαχείριση των δε, είτε η δημόσια αλόγιστη σπατάλη της κυβέρνησης. Θα διαπιστώσουμε όμοος ότι αυτό συμβαίνει σε όλες σχεδόν τις χώρες, σε όλες τις στοιχειωδώς ήσυχες και ειρηνικές εποχές, ακόμα και αυτές που δεν γνώρισαν ιδιαίτερα συνετές και φειδωλές κυβερνήσεις. Βέβαια, προκειμένου να σχηματίσουμε μια ορθή κρίση για το γεγονός αυτό, θα πρέπει να συγκρίνουμε την κατάσταση της χώρας σε δύο εποχές κάπως απομακρυσμένες μεταξύ τους. Συχνά η πρόοδος είναι τόσο βαθμιαία, ώστε μεταξύ δύο κοντινών περιόδων όχι μόνο δεν είναι αισθητή η βελτίοχτη, αλλά από την παρακμή ορισμένων κλάδων της οικονομίας, ή ορισμένων περιοχών της χώρας, γεγονότων που μερικές φορές παρατηρούνται ακόμα και όταν η χώρα γνιορίζει μια μεγάλη ευημερία, προκύπτει συχνά η υποψία ότι η συνολική οικονομία και ο πλούτος της χώρας παρακμάζουν. 33. Το ετήσιο προϊόν της γης και της εργασίας της Αγγλίας, για παράδειγμα, είναι ασφαλώς πολύ μεγαλύτερο απ* το αντίστοιχο προϊόν πριν από ένα αιώνα και πλέον, κατά την επάνοδο του Καρόλου του Π. Παρά το ότι σήμερα, πιστεύω, πολύ λίγοι αμφισβπτούν το γεγονός αυτό, ωστόσο, κατά το διάστημα αυτό, δεν περνούσαν σχεδόν ποτέ πέντε συνεχόμενα χρόνια χωρίς να δημοσιευτεί κάποιο βιβλίο ή φυλλάδιο, ο συγγραφέας του οποίου, με ύφος περισπούδαστο προκειμένου να εντυποοσιάσει το κοινό του, υποτίθεται ότι αποδείκνυε ότι ο πλούτος της χώρας έφθινε, η ίδια η χώρα ερήμωνε, η αγροτική
408
Άνταμ Σμιθ
οικονομίαπαραμελείτο,01 μανιφακτούρεςπαρήκμαςανκαιτο εμπόριο καταστρεφόταν. Οι εκδόσεις αυτές δεν αποτελούσαν στο συνολό τους κομματικά φυλλάδια, αυτπ τπ θλιβερή ππγπ τόσων και τόσων προϊόντων ψευτιάς και ευτέλειας. Πολλά από αυτά είχαν γραφεί από ευφυείς και καλοπροαίρετους ανθρώπους, οι οποίοι ό,τι έγραφαν το έγραφαν γιατί το πίστευαν και μόνο γιατί το πίστευαν. 34. Στπν Αγγλία, επίσπς, το ετπσιο προϊόν τπς γπς και τπς εργασίας κατά τπν επάνοδο του Καρόλου ήταν ασφαλώς πολύ μεγαλύτερο απ* ό,τι μπορούμε να υποθέσουμε ότι ιίταν εκατό χρόνια νωρίτερα, την εποχή της ανόδου της Ελισάβετ. Έχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε ότι κατά την περίοδο εκείνη, η χώρα πραγματοποιούσε πολύ μεγαλύτερες προόδους από αυτές που είχε σημειώσει έναν αιώνα νωρίτερα, προς το τέλος των ερίδων μεταξύ των οίκων του Γιορκ και του Λάνκαστερ. Ακόμα και τότε βρισκόταν ίσως σε καλύτερη κατάσταση από την αντίστοιχη κατάσταση την εποχή της νορμανδικής κατάκτησης, και κατά την τελευταία αυτή εποχή βρισκόταν πάλι σε καλύτερη κατάσταση απ* ό,τι κατά την εποχή των ταραχών της σαξονικής Επταρχίας. Ακόμα και κατ' αυτή τπν πρώιμη εποχή, ήταν ασφαλώς μια πιο προοδευμένη χώρα απ' ό,τι κατά τπν περίοδο της εισβολής του Ιουλίου Καίσαρα, όταν οι κάτοικοι της βρίσκονταν στην ίδια περίπου κατάσταση με αυτή των αγρίων της Βόρειας Αμερικής. 35. Ωστόσο, στη διάρκεια καθεμιάς από αυτές τις περιόδους υπήρξε όχι μόνο μια μεγάλπς έκτασης ατομική και δημόσια σπατάλη, πολλοί δαπανηροί και περιττοί πόλεμοι και εκτροπή μεγάλου μέρους του ετήσιου προϊόντος από τη συντήρηση των παραγωγικών προς τη συντήρηση μη παραγωγικών χεριών, αλλά μερικές φορές υπήρξε στη διάρκεια των ταραχών των εμφυλίων πολέμων μια τόσο απόλυτη καταστροφή και αφανισμός κεφαλαίων, ώστε να μπορούμε να θεωρούμε ότι όχι μόνο ανακόπηκε ο ρυθμός της συσσώρευσης πλούτου, για το οποίο δεν υπάρχει αμφιβολία, αλλά και ότι η χώρα, στο τέλοςαυτήςτηςπεριόδου, βρέθηκε φτωχότερη απ* ό,τι ήταν στην αρχή της περιόδου. Ακόμα και κατά την ευτυχέστερη και λαμπρότερπ αυτών των περιόδων, αυτή που εγκαινιάστηκε με την επάνοδο του Καρόλου, πόσες και πόσες ταραχές και δυστυχίες δεν έτυχαν, για τις οποίες θα μπορούσαμε να περιμένουμε ότι θα οδηγούσαν όχι απλά στην εξασθένιση της χώρας, αλλά στην πλήρη καταστροφή της; Η πυρκαγιά και η πανώλη του Λονδίνου, οι δύο ολλανδικοί πόλεμοι, οι ταραχέςτης επανάστασης, οπόλεμος της Ιρλανδίας, οιτέσσεριςπολυδάπανοι πόλεμοι με τη Γαλλία στα 1688, το 1701, το 1742, και το 1756 και, εκτός αυτών, οι δύο επαναστάσεις του 1715 και του 1745. Στη διάρκεια των τεσσάρων πολέμων με τη Γαλλία, η χώρα συνήψε δάνεια των οποίων η αξία υπερέβαινε τα 145 εκατομμύρια στερλίνες.
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
409
πέραν των άλλων τεράστιων δαπανών τις οποίες προκαλούσαν κάθε χρόνο αυτοί οι πόλεμοι, ώστε τελικά το συνολικό εκτιμώμενο κόστος τους να υπερβαίνει τα 200 εκατομμύρια στερλίνες. Αυτό το τεράστιο ποσοστό του ετήσιου προϊόντος της γης και της εργασίας της χώρας χρησιμοποιήθηκε σε διάφορες περιστάσεις, από την επανάσταση και μετά, για τη συντήρηση ενός εξωφρενικού αριθμού μη παραγωγικών εργαζόμενων. Αν, λοιπόν, αυτοί οι πόλεμοι δεν είχαν δώσει αυτή τπν ιδιαίτερπ κατεύθυνση σε ένα τόσο τεράστιο κεφάλαιο, το μεγαλύτερο μέρος αυτού του κεφαλαίου φυσιολογικά θα είχε αφιερωθεί στη συντήρηση παραγωγικών χεριών, η εργασία των οποίων θα είχε αντικαταστήσει, μαζί με κάποιο κέρδος, τη συνολική αξία της κατανάλωσής τους. Η αξία του ετήσιου προϊόντος της γης και της εργασίας της χώρας θα αυξανόταν κάθε χρόνο και η αύξηση αυτή θα συνέβαλε στην περαιτέρω αύξηση του επόμενου έτους, θα είχαν χτιστεί περισσότερα σπίτια, θα είχαν βελτιωθεί περισσότερες εκτάσεις, και οι ήδη καλλιεργούμενες θα βελτιώνονταν ακόμα περισσότερο, θα είχε ιδρυθεί ένας πολύ μεγαλύτερος αριθμός μανιφακτούρων και οι ήδη υπάρχουσες από το παρελθόν θα σημείωναν μεγαλύτερες προόδους. Τέλος, ίσως δεν είναι πολύ εύκολο να φανταστούμε σε ποιο ύψος θα είχαν ανέλθει ο πραγματικός πλούτος και το εισόδημα της χώρας. 36. Παρόλο όμοχ; που οι σπατάλες της κυβέρνησης αναμφίβολα ανέκοψαν το ρυθμό της φυσικής προόδου της Αγγλίας προς τον πλούτο και την ευημερία, δεν στάθηκε δυνατόν να ανασχέσουν αυτή την πορεία. Αναμφίβολα, σήμερα, το ετήσιο προϊόν της γης και της εργασίας της είναι πολύ μεγαλύτερο απ* ό,τι ήταν την εποχή της παλινόρθωσηςήτης επανάστασης. Επομένως, το ετησίως απασχολούμενο κεφάλαιο στην καλλιέργεια της γης και τη συντήρηση αυτής της εργασίας θα πρέπει να είναι αντίστοιχα μεγαλύτερο. Σε πείσματηςυπερβολικής φορολογίας της κυβέρνησης, το κεφάλαιο αυτό συσσωρεύτηκε ήσυχα και σταδιακά από την ατομική φειδωλότητα και τη χρηστή διαχείριση των ιδιαπών, από την καθολική, συνεχή και αδιάλειπτη προσπάθεια βελτίοκιης της κατάστασής τους. Αυτή ακριβώς η προσπάθεια, που προστατεύεται από το νόμο και που της παρέχεται το δικαίωμα να ασκείται κατά τον πλέον εποκρελή τρόπο, συντήρησε την πρόοδο της Αγγλίας προς τον πλούτο και τπν ευημερία σε όλες σχεδόν τις παρελθούσες εποχές, και ελπίζουμε να συνεχίσει το ίδιο και στο μέλλον. Και παρ' όλα αυτά, η Αγγλία δεν ευτύχησε ποτέ να έχει μια ιδιαίτερα φειδωλή κυβέρνηση. Η φειδωλότητα δεν απετέλεσε έτσι ποτέ το βασικό προτέρημα των κατοίκων της. Επομένοχ;, δεν υπάρχει μεγαλύτερο θράσος και αλαζονεία από αυτό των βασιλέων και των υπουργών που υποκρίνονται ότι φροντίζουν για τη μη
410
Άνταμ Σμιθ
σπάταλη συμπεριφορά των πολιτών και περιορίζουν τις δαπάνες τους είτε με νόμους για τα αγαθά πολυτελείας, είτε μετην απαγόρευση της εισαγωγής αυτού του είδους αγαθών. Οι πλέον σπάταλοι της κοινωνίας είναι πάντα και χωρίς καμιά εξαίρεση αυτοί οι ίδιοι. Ας τους αφήσουμε να φροντίσουν τις προσωπικές τους δαπάνες και από την πλευρά τους ας αφήσουν τους πολίτες να φροντίσουν τις δικές τους. Αν δεν γονατίσουν το κράτος οι δικές τους αλόγιστες σπατάλες, δεν θα το γονατίσουν ποτέ αυτές των υπηκόων τους. 37. Καθώς η λιτότητα αυξάνει το κεφάλαιο της κοινωνίας, ενώ η σπατάλη το μειώνει, έτσι και η συμπεριφορά αυτών των οποίων οι δαπάνες είναι ακριβώς ίσες με το εισόδημά τους, χωρίς ούτε να συσσωρεύουν ούτε να φθείρουν κεφάλαιο, ούτε αυξάνει ούτε μειώνει το κεφάλαιο της κοινωνίας. Ορισμένοι τρόποι δαπάνης, εντούτοις, φαίνεται ότι συμβάλλουν στην αύξηση του πλούτου της κοινωνίας περισσότερο από άλλους. 38. Το εισόδημα ενός ατόμου είναι δυνατόν να ξοδευτεί είτε σε πράγματα που καταναλώνονται άμεσα, και για τα οποία η δαπάνη της μιας ημέρας δεν μπορεί ποτέ να ελαφρύνει ή να στηρίξει τη δαπάνη της επόμενης, είτε σε πράγματα μεγαλύτερης διάρκειας, που είναι δυνατόν να συσσωρευτούν, και για τα οποία η κατανάλωση της μιας ημέρας μπορεί, αναλόγοος, να ελαφρύνει, ή να στηρίξει και να ενισχύσει το αποτέλεσμα της κατανάλωσης της επόμενης ημέρας. Ένα άτομο που διαθέτει μεγάλη περιουσία, για παράδειγμα, έχει την ευχέρεια να διαθέσει το εισόδημά του είτε σε ένα πλούσιο και πολυτελές δείπνο, και στη συντήρηση ενός πολυάριθμου υπηρετικού προσωπικού, και μιας πλειάδας σκύλων και αλόγων, είτε να αρκεστεί σε ένα λιτό δείπνο και σε ένα ολιγάριθμο υπηρετικό προσωπικό, και να διαθέτει το μεγαλύτερο μέρος του στον εξοπλισμό του σπιτιού ή της εξοχικής του βίλας με χρήσιμους ή διακοσμητικούς χώρους, με χρήσιμα ή διακοσμητικά έπιπλα, στη συλλογή βιβλίων, αγαλμάτων, πινάκων, ή πιο επιδερμικών πραγμάτων, όπως κοσμήματα, στολίδια, διαφόρων ειδών διακοσμητικά, ή, πράγμα που αποτελεί ακόμα μεγαλύτερη επιπολαιότητα, στη συσσώρευση μιας μεγάλης συλλογής ενδυμάτων σαν αυτή που διατηρούσε ο προσφιλής υπουργός ενός μεγάλου βασιλιά, που πέθανε πριν από μερικά χρόνια. Αν δύο άτομα με ίδιες περιουσίες δαπανούσαν το εισόδημά τους, το μεν κυρίοος κατά τον πρώτο τρόπο, το δε κατά τον δεύτερο, η μεγαλοπρέπεια του ατόμου που δαπάνησε το εισόδημά του κυρίως για την αγορά αγαθών μεγάλης διάρκειας θα αυξάνεται καθημερινά και οι δαπάνες της μιας ημέρας θα συνεισέφεραν στη στήριξη και την αύξηση του αποτελέσματος των δαπανών της επόμενης ημέρας, ενώ αντίθετα, η μεγαλοπρέπεια του άλλου δεν πρόκειται να είναι στο τέλος
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
411
της περιόδου μεγαλύτερη arf ό,τι ήταν στην αρχή της. Ακόμα, στο τέλος της περιόδου, ο πρώτος θα είναι πλουσιότερος του άλλου, θα διαθέτει ένα απόθεμα αγαθών διαφόρων ειδών, τα οποία, παρ* ότι δεν θα αξίζουν ό,τι ακριβώς κόστισαν, θα διατηρούν κάποια αξία. Για τον άλλο δεν θα απομένει κανένα ίχνος των δαπανών του και τα αποτελέσματα δαπανών δέκα ή είκοσι ετών θα έχουν εξα(ρανιστεί σαν να μπν είχαν υπάρξει ποτέ. 39. Όπως ακριβώς ο ένας τρόπος δαπάνης ευνοεί περισσότερο από τον άλλο τον πλουτισμό ενός ατόμου, το ίδιο συμβαίνει και με τον πλουτισμό μιας χώρας. Τα σπίτια, τα έπιπλα, τα ενδύματα των πλουσίων, μετά από ένα σύντομο διάστπμα, γίνονται χρήσιμα στις κατώτερες και μεσαίες τάξεις του πληθυσμού. Οι άνθρωποι αυτών των τάξεων έχουν τπ δυνατότητα να τα αγοράσουν όταν οι ανώτεροι τους τα έχουν πλέον βαρεθεί, και το επίπεδο διαβίωσπς του πληθυσμού συνολικά όταν γενικευτεί αυτός ο τρόπος δαπανών μεταξύ των ανθρώπων με μεγάλες περιουσίες προοδευτικά βελτιώνεται. Σε χώρες που υπήρξαν πλούσιες επί πολλά χρόνια στο παρελθόν, θα συναντήσετε συχνά ανθρώπους των κατώτερων τάξεων να κατέχουν σπίτια και έπιπλα σε άριστπ κατάσταση, και τα οποία, τα μεν σπίτια δεν θα μπορούσαν ποτέ να τα κτίσουν οι ίδιοι, τα δε έπιπλα δεν θα είχαν ποτέ κατασκευαστεί για τη δική τους χρήση. Αυτό που ήταν κάποτε ένας πύργος της οικογένειας Σέυμουρ, αποτελέί σήμερα πανδοχείο στο δρόμο του Μπαθ. Το κρεβάτι των γάμων του Ιακώβου Α' της Μεγάλης Βρετανίας, το οποίο έφερε μαζί της η βασίλισσα από τη Δανία οος δώρο αντάξιο ενός μονάρχη από έναν μονάρχη, πριν από μερικά χρόνια αποτελούσε μέρος της διακόσμησης μιας μπιραρίας στο Νταμφερλάιν. Σε ορισμένες παλιές πόλεις οι οποίες γνοαρισαν μια μακρόχρονπ στασιμότητα, είτε κάποια περίοδο παρακμής, σπανίως θα συναντήσετε σπίτι το οποίο να έχει κτιστεί για τους σημερινούς του ενοίκους. Και αν επισκεφτείτε αυτά τα σπίτια, σπανίως θα συναντήσετε κάποιο από αυτά τα εξαιρετικά αν και παλαιά, αλλά σε πολύ καλή κατάσταση έπιπλα, που να κατασκευάστηκε γι' αυτόν που το χρησιμοποιεί σήμερα. Τα υπέροχα ανάκτορα, οι θαυμάσιες βίλες, οι μεγάλες συλλογές βιβλίων, αγαλμάτων, πινάκων, ή άλλων σπάνιων αντικειμένων, κοσμούν και ταυτόχρονα τιμούν όχι μόνο την περιοχή τους, αλλά ολόκληρη τη χώρα στην οποία ανήκουν. Οι Βερσαλλίες κοσμούν και τιμούν ολόκλπρη τη Γαλλία, όπως το Στόου και το Γουίλτον κοσμεί και τιμά ολόκληρη την Αγγλία. Η Ιταλία εξακολουθεί να απολαμβάνει ένα σεβασμό εξαιτίας του αριθμού των μνημείων αυτού του είδους, παρόλο που ο πλούτος που τα δημιούργησε έχει παρακμάσει και π ευφυΐα που τα σχεδίασε (ραίνεται ότι έχει σβήσει, ίσως λόγω του ότι δεν έχει πλέον την ίδια απασχόληση.
412
Άνταμ
Σμιθ
40. Ακόμα, οι δαπάνες που καταβάλλονται για την προμήθεια εμπορευμάτων μεγάλης διάρκειας ευνοούν όχι μόνο τη συσσώρευση, αλλά και τη φειδωλότητα. Αν ένα άτομο που προβαίνει σε τέτοιες δαπάνες φτάσει στην υπερβολή, μπορεί άνετα να επανορθώσει χωρίς να εκτεθεί σε δημόσια κριτική. Η μεγάλη μείοοση του αριθμού των υπηρετών, ο αναπροσανατολισμός του δείπνου από τη μεγάλη αφθονία στη μεγάλη φειδωλότητα, ο περιορισμός της ακολουθίας μετά τη μεγέθυνσή της, αποτελούν μεταβολές που δεν μπορούν να διαφύγουν της προσοχής των γειτόνων και υποτίθεται ότι συνεπάγονται αναγνώριση μιας προηγούμενης κακής διαχείρισης. Για τον λόγο αυτόν, λίγοι είναι αυτοί οι οποίοι, αφού είχαν την ατυχία να προχωρήσουν υπέρμετρα σε αυτό το είδος των δαπανών, έχουν στη σίΛ^έχεια το σθένος να επανορθώσουν, πριν τους υποχρεώσει σε μια τέτοια κίνηση η καταστροφή και η χρεοκοπία. Αν όμως ένα άτομο έχει μια δεδομένη στιγμή παρασυρθεί σε υπερβολικές δαπάνες αγοράς κτιρίων, επίπλων, πινάκων και βιβλίων, έχει την ευχέρεια να αλλάξει συμπερκρορά, χωρίς κανείς να του προσάψει ποτέ τη μομφή της έλλειψης φρόνησης. Για τα αγαθά αυτά, οι περαιτέρω δαπάνες καθίστανται περιττές από τις προγενέστερες δαπάνες, και όταν ένα άτομο σταματά να δαπανά χρήματα γι' αυτά τα αγαθά, αυτό δεν οφείλεται στο ότι εξάντλησε την περιουσία του, αλλά στο ότι ικανοποίησε τα ιδιαίτερα γούστατου. 41. Πέραν αυτού, οι δαπάνες που καταβάλλονται για την αγορά εμπορευμάτων μεγάλης διάρκειας, προσφέρουν γενικά απασχόληση σε έναν μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων από αυτόν εκείνων που ασχολούνται στην πιο πλουσιοπάροχη φιλοξενία. Από τις διακόσιες ή τριακόσιες λίβρες εδεσμάτων που θα προσφερθούν σε ένα μεγάλο γεύμα, η μισή ίσως ποσότητα θα ριχτεί στα σκουπίδια, και εκτός αυτού θαυπάρχουνπάνταμεγάλεςποσότητεςκαταχρήσεων και σπατάλης. Αν όμως οι δαπάνες αυτού του συμποσίου χρησιμοποιούνταν για την απασχόληση κτιστών, ξυλουργών, ταπετσιέρηδων, τεχνιτών, η ίδια αξία μέσων διαβίωσης θα διανεμόταν μεταξύ ενός μεγαλύτερου αριθμού ανθρώπων, που θα τα προμηθεύονταν σε μικρές ποσότητες και δεν θα τα σπαταλούσαν ούτε θα πετούσαν μονομιάς. Αλλά και εκτός αυτού, με την πρώτη δαπάνη συντηρούνται μη παραγωγικά χέρια, ενώ με τη δεύτερη συντηρούνται παραγωγικά χέρια. Επομένοος στη μια περίπτοοσηη ανταλλάξιμη αξία του ετήσιου προϊόντοςτηςγηςκαι της εργασίας της χώρας αυξάνεται, ενώ στην άλλη δεν αυξάνεται. 42. Με όλα αυτά δεν θα ήθελα, ωστόσο, να θεωρηθεί ότι εννοώ ότι το ένα είδος δαπάνης υποδηλώνει πάντα ένα πνεύμα πιο ανοιχτοχέρικο ή πιο γενναιόδωρο απ* ό,τι το άλλο. Όταν ένας άνθρωπος μιας μεγάλης περιουσίας δαπανά κυρίως σε φιλοξενία, μοιράζεται το
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
413
μεγαλύτερο μέρος της με τους φίλους και τους συντρόφους του. Όταν όμως το δαπανά για την αγορά εμπορευμάτων μεγάλης διάρκειας, συχνά δαπανά το σύνολο αυτού του εισοδήματος για τον εαυτό του και μόνο, και δεν προσφέρει τίποτα σε κανένα χωρίς να εισπράξει ένα αντίτιμο. Επομένως, το δεύτερο αυτό είδος δαπάνης, ειδικά όταν κατευθύνεται σε επιπόλαια αντικείμενα, στα μικρά διακοσμητικά αντικείμενα των ενδυμάτων και των επίπλων, τους πολύτιμους λίθους, τα φανταχτερά στολίδια, τα αντικείμενα επίδειξης υποδηλώνει συχνά όχι μόνο μια επιπόλαια, αλλά και μια ευτελή και εγοΜοτική διάθεση. Αυτό που εννοώ είναι ότι το ένα είδος δαπάνης οδηγεί πάντα σε κάποια συσσώρευση εμπορευμάτων αξίας, και ευνοεί περισσότερο την ατομική φειδωλότπτα, και κατά συνέπεια την αύξηση του κεφαλαίου της κοινωνίας, και, καθώς συντηρεί περισσότερο τα παραγωγικά χέρια απ* ό,τι τα μη παραγωγικά, συμβάλλει περισσότερο από το άλλο στη μεγέθυνση του κοινωνικού πλούτου.
Σημείωση 1. Ορισμένοι Γάλλοι συγγραφείς, που διακρίνονται για την πολυμάθεια και την ευφυΐα τους, χρησιμοποίησαν αυτούς τους όρους με μια διαφορετική έννοια.
^
^
!\„ ' 1
f/ - V:^ ' - j/·
ϊ;
^ "
Σχετικά με το εντόκωε δανειζόμενο απόθεμα 1. Το απόθεμα που αποτελεί αντικείμενο έντοκου δανεισμού θεοορείται πάντα από τον δανειστή ως ένα κεφάλαιο. Ο δανειστής προσδοκά ότι στον προβλεπόμενο χρόνο, το δανειζόμενο απόθεμα θα του επιστραφεί και ότι στο διάστπμα που μεσολαβεί ο δανειζόμενος θα του καταβάλει ένα ορισμένο ετήσιο ενοίκιο για τπ χρήσπ του. Ο δανειζόμενος έχει τπ δυνατότπτα να το χρπσιμοποιήσει είτε ως κεφάλαιο είτε οος απόθεμα που προορίζεται για τπν άμεσπ κατανάλωσή του. Αν το χρπσιμοποιήσει ως κεφάλαιο, το απασχολεί στπ συντήρπσπ παραγωγικών εργατών οι οποίοι αναπαράγουν τπν αξία μαζί με κάποιο κέρδος. Στπν περίπτωσπ αυτή, είναι σε θέσπ να αναπλπρώσει το κείράλαιό του και να καταβάλει τους τόκους του, χωρίς να απαλλοτριώσει ή να φθείρει καμιά άλλπ ππγή εισοδήματος. Αν το χρπσιμοποιήσει ως απόθεμα προορισμένο για άμεσπ κατανάλωσπ, ενεργεί ως άσωτος, και διασκορπίζει στπ ουντήρπσπ των αργόσχολων αυτά που προορίζονταν για τπ συντήρπσπ των φιλόπονων. Στπν περίπτοοσπ αυτή, δεν είναι σε θέσπ ούτε να αναπλπρώσει το κεφάλαιο, ούτε να καταβάλει τους τόκους, χωρίς να απαλλοτριώσει ή να φθείρει κάποια άλλπ ππγή εισοδήματος, όπως είναι π ιδιοκτπσία τπς γπς ή π πρόσοδος τπς γπς. 2. Αναμφίβολα το εντόκοας δανειζόμενο απόθεμα απασχολείται κατά περίπτωσπ και με τους δύο τρόπους, αλλά πολύ συχνότερα με τον πρώτο, απ' ό,τι με τον δεύτερο. Ο άνθρωπος που δανείζεται με σκοπό να καταναλώσει πολύ σύντομα θα καταστραφεί και ο δανειστής του θα έχει γενικά τπν ευκαιρία να μετανοήσει για τπν αφροσύνπ του. Επομένως το να δανείζεις ή να δανείζεσαι για ένα τέτοιο σκοπό, όταν δεν τίθεται θέμα τοκογλυφίας, είναι αντίθετο προς τα συμφέροντα και των δύο πλευρών. Και παρόλο που, αναμφίβολα, οι άνθρωποι μερικές φορές κάνουν και το ένα και το άλλο, οοστόσο, από το γεγονόςότι όλοι οι άνθρωποι προσέχουντοσυμφέροντους, μπορούμε
416
Άνταμ Σμιθ
να είμαστε σίγουροι ότι ο δανεισμός αυτού του είδους δεν θα συμβαίνει τόσο συχνά όσο φανταζόμαστε μερικές (ρορές. Αν εροηήσετε έναν εύπορο άνθρωπο που τον διακρίνει π στοιχειώδπς σύνεσπ, σε ποιο από τα δύο είδπ ανθρώπων έχει δανείσει το μεγαλύτερο μέρος του αποθέματός του, σε αυτούς που κατά τπ γνώμπ του θα το χρπσιμοποιιίσουν επικερδώς, ιί σε αυτούς που θα το δαπανήσουν άσκοπα, και μόνο το ερώτπμά σας θα τον κάνει να γελάσει. Επομένως, ακόμα και μεταξύ των δανειζόμενων, των ανθρώπων που δεν διακρίνονται ιδιαίτερα για τπ φειδωλότπτά τους, ο αριθμός των φειδωλών και των φιλόπονων υπερβαίνει σπμαντικά αυτόν των άσωτων και αργόσχολων. 3. Οι μόνοι άνθρωποι στους οποίους συνπθοος δανείζεται ένα απόθεμα χωρίς να αναμένεται από αυτούς να κάνουν μια επικερδή χριίσπ, είναι οι ευγενείς τπς υπαίθρου που δανείζονται με υποθήκη. Αλλά και αυτοί δεν δανείζονται σχεδόν ποτέ απλώς για την κατανάλωση. Μπορούμε να πούμε ότι αυτό που δανείζονται δαπανάται πριν το δανειστούν. Γενικά, έχουν καταναλώσει τόσο μεγάλες ποσότητες αγαθών που καταβάλλονται σε αυτούς επί πιστώσει από καταστηματάρχες και εμπόρους, ώστε τους είναι απαραίτητο να δανειστούν με τόκο προκειμένου να πληρώσουν το χρέος. Το δανειζόμενο κεφάλαιο αντικαθιστά το κε(ράλαιο αυτών των καταστηματαρχών και εμπόρων, το οποίο δεν θα μπορούσαν οι δανειζόμενοι ευγενείς της υπαίθρου να αντικαταστήσουν από τις προσόδους της περιουσίας τους. Αν θέλουμε να ακριβολογήσουμε, το κε(ράλαιο αυτό δεν δανείζεται προκειμένου να καταναλωθεί, αλλά προκειμένου να αντικαταστήσει ένα κεφάλαιο που έχει ήδη ξοδευτεί. 4. Όλα σχεδόν τα έντοκα δάνεια συνάπτονται σε χρήμα, με μορφή είτε χαρτονομίσματος, είτε χρυσού ή αργυρού νομίσματος. Αυτό όμως που αξιώνει στπν πραγματικότητα ο δανειστής, και αυτό που του προσφέρει ο δανειζόμενος, δεν είναι το χρήμα, αλλά ό,τι αξίζει αυτό, ή τα αγαθά τα οποία μπορεί αυτό να αγοράσει. Αν ο δανειζόμενος το θέλει ως απόθεμα για άμεση κατανάλωση, αυτά που μπορεί να αγοράσει είναι ακριβώς αυτάτακαταναλοπικά αγαθά. Αντοθέλει ως κεφάλαιο γιατην απασχόληση εργασίας, αυτά που μπορεί να αγοράσει είναι και πάλι τα εργαλεία, τα υλικά, και τα μέσα συντήρησης των εργατών που απαιτούνται γιατην εκτέλεση της εργασίας. Μέσω του δανείου, ο δανειστής κατά κάποιο τρόπο μεταβιβάζει στον δανειζόμενο ένα ορισμένο μερίδιο του ετήσιου προϊόντος της γης και της εργασίας της χώρας, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί κατά τις επιθυμίες του δανειζόμενου. 5. Επομένως, η ποσότητα του αποθέματος ή του χρήματος, όπως συνήθοος λέγεται, που είναι δυνατόν να αποτελέσει αντικείμενο έντοκου δανεισμούσε μια χώρα, δεν ρυθμίζεται από την αξία του χρήματος, χαρτονομίσματος ή μεταλλικού, αλλά από την αξία του τμήματος του
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
417
ετήσιου προϊόντος το οποίο τπ στιγμιί ακριβώς της ανάδυσης του από τη γη ή από τα χέρια των παραγωγικών εργατών προορίζεται όχι μόνο γιατην αντικατάσταση ενός κεφαλαίου, αλλά ενός κε(ραλαίου ο κάτοχος του οποίου δεν ενδιαφέρεται να μπει στον κόπο να το απασχολήσει ο ίδιος. Καθώς αυτά τα κεφάλαια συνήθως δανείζονται και αποπληρώνονται σε χρήμα, συνιστούν αυτό που αποκαλείται τόκος του χρήματος. Ο τόκος αυτός είναι διαφορετικός όχι μόνο από αυτόν που αποφέρει η γη, αλλά και από αυτόν που αποφέρουν οι εμπορικές και μανιφακτουρικές επιχειρήσεις, εφόσον στις τελευταίες αυτές οι ιδιοκτήτες τους χρησιμοποιούν οι ίδιοι τα κεφάλαιά τους. Ακόμα και στον τόκο του χρήματος, πάντως, το χρήμα αποτελεί, όπως και πριν, τίποτα περισσότερο παρά το συμβόλαιο εκχώρησης το οποίο μεταβιβάζει από το ένα χέρι στο άλλο τα κεφάλαια εκείνα που οι ιδιοκτήτες τους δεν ενδιαφέρονται να απασχολήσουν οι ίδιοι. Τα κεφάλαια αυτά είναι δυνατόν να είναι απείρως μεγαλύτερα από το χρπματικό ποσό που χρησιμεύει ως εργαλείο μεταφοράς τους, καθώς είναι δυνατόν να χρησιμοποιήσουμε τα ίδια νομίσματα διαδοχικά για τη σύναψη πολλών διαφορετικών δανείων, όπως και την πραγματοποίηση πολλών διαφορετικών αγορών. Για παράδειγμα, ο Α δανείζει στον Ψ1000 λίρες, με τις οποίες αυτός αγοράζει αμέσως από τονΒ αγαθά αξίας 1.000 λιρών. Καθώς ο Β δεν έχει άμεση ανάγκη των χρημάτων αυτών, δανείζει ένα ίσο ποσό χρημάτων στον Χ με τα οποία ο Χ αγρράζει αμέσοχ; από τον Γ νέα αγαθά αξίας 1.000 λιρών. Ο Γ, κατά τον ίδιο τρόπο και για τον ίδιο λόγο, τα δανείζει στον Υ, ο οποίος και πάλι αγοράζει με αυτά αγαθά από τον Δ, Kaf αυτόν τον τρόπο τα ίδια νομίσματα, χάρτινα ή μεταλλικά, είναι δυνατόν, στη διάρκεια ολίγων μόλις ημερών, να χρησιμοποιηθούν ως εργαλείο τριών διαφορετικών δανείων και τριών διαφορετικών αγορών,εκ των οποίων κάθε δάνειο και κάθε αγορά έχει αξία ίση με το συνολικό ποσό αυτών των νομισμάτων. Αυτό που μεταβιβάζουν οι τρεις δανειστές Α, Β και Γ στους τρεις δανειζόμενους Ψ, Χ και Υ είναι η δυνατότητα πραγματοποίησης αυτών των αγορών. Τόσο η αξία όσο και η χρήση των δανείων συνίστανται σε αυτήν ακριβώς τη δυνατότητα. Το απόθεμα που δανείζουν οι τρεις δανειστές είναι ίσο με την αξία των αγαθών που είναι δυνατόν να αγοραστούν με αυτό, και είναι τρεις φορές μεγαλύτερο από το χρήμα με το οποίο πραγματοποιούνται αυτές οι αγορές. Ωστόσο, τα δάνεια αυτά μπορούν κάλλιστα να εξασφαλιστούν, εορόσον τα αγοραζόμενα από τους διάφορους δανειολήπτες αγαθά χρησιμοποιούνται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να αποφέρουν, στον προβλεπόμενο χρόνο, μια ίση αξία, σε μετα^κό ή χάρτινο νόμισμα, μαζί με ένα επιπλέον κέρδος. Όπως τα ίδια αυτά νομίσματα είναι δυνατόν να χρησιμεύσουν ως εργαλείο σύναψης δανείων τριπλάσιας ή για τον ίδιο λόγο τριακονταπλάσιας
418
Άνταμ
Σμιθ
αξίας από την αξία που αντιπροσωπεύουν, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν ως εργαλείο αποπληρωμής. 6. Ένα εντόκως δανειζόμενο κεφάλαιο είναι επομένως δυνατόν να θεο> ρηθεί ως μια μεταβίβαση από τον δανειστή στον δανειζόμενο, ενός ορισμένου μεριδίου του ετήσιου προϊόντος, υπό τον όρο ότι ο δανειζόμενος κατά τη διάρκεια της ισχύος του δανείου θα μεταβιβάζει στον δανειστή, σε ετήσια βάση, ένα μικρότερο μερίδιο, που ονομάζεται τόκος, και στη λήξη του δανείου, θα του μεταβιβάσει ένα μερίδιο ίσης αξίας με αυτό που του μεταβίβασε αρχικά ο δανειστής, και το οποίο ονομάζεται αποπληρωμή. Παρόλο που το χρήμα, μεταλλικό ή χάρτινο, χρησιμεύει ως εκχωρητήριο τόσο του μικρότερου, όσο και του μεγαλύτερου μεριδίου, οκπόσο είναι τελείοος διακριτό αυτού το οποίο μεταβιβάζεται μέσω του χρήματος. 7. Στο βαθμό που αυξάνεται το μερίδιο του ετήσιου προϊόντος μιας χώρας, το οποίο τη στιγμή της ανάδυσής του από τη γη ή από τα χέρια των παραγωγικών εργατών προορίζεται να αντικαταστήσει ένα κεφάλαιο, αυξάνεται παράλληλα και αυτό που αποκαλείται χρηματικός τόκος. Η μεγέθυνση αυτών των ιδιαίτερων κεφαλαίων, οι κάτοχοι των οποίων θέλουν να αντλήσουν ένα κέρδος χωρίς να μπουν στον κόπο να τα χρησιμοποιήσουν οι ίδιοι, αποτελεί μια φυσική συνέπεια της αύξησης του συνολικού όγκου των κεφαλαίων, ή, με άλλα λόγια, στο βαθμό που αυξάνει το απόθεμα, το μέγεθος του αποθέματος που προορίζεται για έντοκο δανεισμό καθίσταται σταδιακά όλο και μεγαλύτερο. Στο βαθμό που αυξάνεται το μέγεθος του αποθέματος που προορίζεται για έντοκο δανεισμό, ο τόκος ή η τιμή που πρέπει να καταβληθεί για τη χρήση αυτού του αποθέματος, υποχρεωτικά μειώνεται, όχι μόνο λόγω των γενικών αιτίων που προκαλούν την πτώση της αγοραίας τιμής όλων των πραγμάτων στο βαθμό που αυξάνεται η ποσότητα αυτών των πραγμάτων, αλλά λόγω και άλλων αιτίων που αφορούν ειδικά αυτή την περίπτωση. Καθώς αυξάνονται τα κεφάλαια μιας χώρας, τα κέρδη που είναι δυνατόν να προκύψουν από τη χρησιμοποίηση αυτών των κεφαλαίων μειώνονται υποχρεωτικά. Προοδευτικά, η ανεύρεση μιας επικερδούς μεθόδου απασχόλησης ενός νέου κεφαλαίου καθίσταται όλο και δυσκολότερη. Εμφανίζεται κατά συνέπεια ένας ανταγωνισμός μεταξύ των διαφόρων κεφαλαίων, όπου ο ένας κάτοχος κεφαλαίου πασχίζει να καταλάβει την απασχόληση του κεφαλαίου που κατέχει ο άλλος. Στις περισσότερες όμως περιπτώσεις, μπορεί να ελπίζει ότι θα καταλάβει την απασχόληση του άλλου κεφαλαίου μόνο εφόσον θα ασκήσει τη δραστηριότητά του με καλύτερους όρους. Βρίσκεται λοιπόν υποχρεωμένος όχι μόνο να πωλήσει το αντικείμενο που εμπορεύεται σε μια χαμηλότερη τιμή, αλλά και να το αγοράσει ακριβότερα, προκειμένου να κατορθώσει να το
Έρευνα για τη Φύση και IiS Allies του Πλούτου των Εθνών
419
πωλήσει. Η ζήτηση παραγωγικής εργασίας, συνεπεία της αύξησης των πόρων που προορίζονται για τη συντήρησή της, γίνεται καθημερινά όλο και μεγαλύτερη. Οι εργάτες βρίσκουν εύκολα απασχόληση, αλλά οι κάτοχοι κεφαλαίων δυσκολεύονται να βρουν εργάτες προς απασχόληση. Ο ανταγωνισμός τους αυξάνει το μισθό της εργασίας, και συρρικνώνει τα κέρδη του αποθέματος. Όταν όμοος, Kaf αυτόν τον τρόπο, τα κέρδη που μπορούν να προκύψουν από τη χρήση του κεφαλαίου, μειώνονται, για να το πούμε έτσι, και από τις δύο μεριές, η τιμή που μπορεί να πληρωθεί για τη χρήση τους, δηλαδή το επιτόκιο, πρέπει κατ' ανάγκη να μειώνεται αντίστοιχα. 9. Οι κ. Λοκ (Locke), Λο (Law), και Μοντεσκιέ (Montesquieu), όποχ; και πολλοί άλλοι συγγραφείς, φαίνεται ότι φαντάζονται ότι π πραγματική αιτία τηςμείωσηςτων επιτοκίων στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης ήτανηαύξησητηςηοσότητας χρυσού και αργύρουηου προήλθε από την ανακάλυψη των Ισπανικών ΔυΉκών Ινδιών. Λένε λοιπόν ότι λόγω του ότι τα μέταλλα αυτά ήταν πλέον μικρότερης αξίας, η χρήση ενός ορισμένουμεριδίουαυτώντωνμετάλλων κατέστη επίσης μικρότερης αξίαςκαι,κατάσυνέπεια,μεκΰθηκεκαιητιμή που θα μπορούσε να πληρωθεί γι* αυτήν. Η άποψη αυτή, η οποία σε πρώτη προσέγγιση (ραίνεται απόλυτα εύλογη, ξεσκεπάστηκε με τόση πληρότητα από τον κ. Χιουμ (Hume), ώστε ίσοχ; δεν χρειάζεται να προσθέσουμε κάτι σχετικά με αυτήν. Ωστόσο η σύντομη και απλή επιχειρηματολογία που ακολουθεί ίσως να εξηγήσει με μεγαλύτερη σαφήνεια τη σοφιστεία που φαίνεται να παραπλάνησε αυτούς τους συγγραφείς. 10. Πριν από την ανακάλυψη των Ισπανικών Δυτικών Ινδιών, το σύνηθες επιτόκιο στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης φαίνεται ότι ήταν 10%. Έκτοτε, στις διάφορες χώρες, μειώθηκε στο 6,5,4 και 3%. Ας υποθέσουμε ότι σε κάθε χώρα η αξία του αργύρου μειώθηκε ακριβώς στο ίδιο ποσοστό όποος και το επιτόκιο, και ότι στις χώρες αυτές, για παράδειγμα, όπου το επιτόκιο μειώθηκε από το 10% στο 5%, μια δεδομένη ποσότητα αργύρου μπορεί πλέον να αγοράσει τη μισή ακριβώς ποσότητα αγαθών από αυτήν που μπορούσε να αγοράσει προηγουμένως. Πιστεύω ότι η υπόθεση αυτή δεν θα αντιστοιχεί σε κανένα μέρος με την πραγματικότητα, είναι όμως η ευνοϊκότερη προς την άποψη με την οποία θα ασχοληθούμε. Ακόμα και υπό αυτή την υπόθεση, είναι παντελώς αδύνατο να έχει η μείωση της αξίας του αργύρου την παραμικρή τάση να μειώσει το επιτόκιο. Αν στις χώρες αυτές οι 100 λίρες αξίζουν πλέον όσο 50 λίρες στο παρελθόν, οι 10 λίρες σήμερα θα αξίζουν όσο άξιζαν 5 λίρες στο παρελθόν. 'Οποιες και αν ήταν οι αιτίες που μείοχταν την αξία του κεςκιλαίου, οι ίδιες θα είχαν μειώσει Kaf ανάγκην και αυτήν του τόκου, και μάλιστα κατά το ίδιο ποσοστό. Η αναλογία μεταξύ της αξίας του κεφαλαίου και αυτής του τόκου θα
420
Άνταμ Σμιθ
πρέπει να παρέμενε σταθερή, παρόλο που το επιτόκιο δεν άλλαξε ποτέ. Αν αντιθέτως αλλάξουμε το επιτόκιο, π αναλογία μεταξύ των δύο αυτών αξιών μεταβάλλεται υποχρεωτικά. Αν σήμερα οι 100 λίρες δεν αξίζουν περισσότερο απ* όσο άξιζαν 50 λίρες στο παρελθόν, οι 5 λίρες δεν μπορούν να αξίζουν περισσότερο απ' όσο άξιζαν οι 2,5 λίρες στο παρελθόν. Αν επομένοχ; μειώσουμε το επιτόκιο από 10% σε 5%, προσφέρουμε για τπ χρήσπ ενός κε(ραλαίου, που υποθέτουμε ότι είναι ίσο με το ήμισυ τπς προπγούμενης αξίας του, έναν τόκο που είναι ίσος μόνο με το ένα τέταρτο τπς αξίας του προπγούμενου τόκου. 11. Η οποιαδήποτε αύξπσπ τπς ποσότητας του αργύρου, εφόσον π ποσότητα των μέσω αυτού κυκλοφορούντων εμπορευμάτων παρέμενε σταθερή, δεν θα μπορούσε να έχει κανένα άλλο αποτέλεσμα πέρα από τη μείοοση της αξίας αυτού του μετάλλου. Η ονομαστική αξία των κάθε είδους αγαθών ίσοος να είναι μεγαλύτερη, αλλά η πραγματική τους αξία θα παρέμενε ακριβώς η ίδια όπως και προηγουμένως. Τα αγαθά αυτά θα ανταλλάσσονται έναντι ενός μεγαλύτερου αριθμού αργυρών κερμάτων, αλλά η ποσότητα εργασίας που θα μπορούσαν να ελέγχουν, ο αριθμός των ανθρώπων που θα μπορούσαν να συντηρούν και να απασχολούν, θα παρέμενε ακριβώς ο ίδιος. Παρόλο που θα απαιτείτο ένας μεγαλύτερος αριθμός κερμάτων για τη μεταβίβαση ενός μεριδίου του κεφαλαίου της χώρας από το ένα χέρι στο άλλο, τοσυνολικόκεφάλαιοτηςχώρας θα παρέμενε σταθερό. Ταπαραχωρητήρια, όπως και τα συμβολαιογραφικά έγγραφα ενός απεραντολόγου δικηγόρου, θα ήταν δύσχρηστα, ωστόσο το μεταβιβαζόμενο αγαθό θα ήταν ακριβώς ίδιο όπως και προηγουμένως, και θα μπορούσε να παραγάγει μόνο τα ίδια αποτελέσματα. Εφόσον οι πόροι για τη συντήρηση της παραγωγικής εργασίας θα παραμένουν σταθεροί, η ζήτηση αυτής της εργασίας θα είναι πάντα η ίδια. Επομένο)ς ητιμήτης, ή ο μισθός, παρόλο που ονομαστικά θα είναι μεγαλύτερη, στην πραγματικότητα θα παραμένει η ίδια. θα πληρώνεται σε ένα μεγαλύτερο αριθμό αργυρών νομισμάτων, αλλά θα αγοράζει την ίδια ποσότητα αγαθών. Τα κέρδη του αποθέματος θα είναι τα ίδια, τόσο ονομαστικά όσο και πραγματικά. Ο μισθός της εργασίας υπολογίζεται γενικά από την ποσότητα του αργύρου που καταβάλλεται στον εργάτη. Όταν επομένοος αυξάνεται αυτή η ποσότητα, ο μισθός του (ραίνεται να αυξάνεται, παρόλο που μερικές φορές δεν είναι μεγαλύτερος απ* ό,τι προηγουμένοος. Αλλά τα κέρδη του αποθέματος δεν υπολογίζονται από τον αριθμό των αργυρών νομισμάτων με τα οποία εκφράζονται, αλλά από την αναλογία μεταξύ των νομισμάτων αυτών και του συνολικά απασχολούμενου κεφαλαίου. Έτσι, λοιπόν, σε μια δεδομένη χώρα, λέμε ότι ο συνήθης μισθός της εργασίας είναι 5 σελίνια την εβδομάδα, και το σύνηθες κέρδος του αποθέματος 10%.
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
421
Εφόσον όμως το συνολικό κείράλαιο της χώρας είναι το ίδιο όποχ; και προηγουμένοχ;, ο ανταγωνισμός μεταξύ των διαφόρων ατομικών κεςκιλαίων στα οποία επιμερίζεται αυτό θα είναι αντίστοιχα ο ίδιος. Όλα τα κεφάλαια θα απασχολούνται υπό τις ίδιες ευνοϊκές και δυσμενείς συνθήκες. Επομένως, πσυνήθπςαναλογίαμεταξύ κεφαλαίου και κέρδους θα παραμείνει π ίδια και, κατά συνέπεια, το σύνηθες επιτόκιο θα είναι σταθερό. Αυτό που συνήθως προσφέρουμε για τη χρήση του χρήματος, ρυθμίζεται υποχρεωτικά από αυτό που μπορούμε να πραγματοποιήσουμε με αυτή τη χρήση. 12. Οποιαδήποτε αύξηση της ποσότητας των εμπορευμάτων που κυκλοφορούν ετησίως στο εσωτερικό της χώρας, εφόσον η ποσότητα του χρήματος που τα κυκλοφορεί παραμένει σταθερή, θα παράγει, αντιθέτως, πολλά άλλα σπμαντικά αποτελέσματα πέραν της ανύψωσης της αξίας του χρήματος. Το κεφάλαιο της χώρας, παρόλο που ονομαστικά θα είναι το ίδιο, στην πραγματικότητα θα αυξηθεί, θα συνεχίσει μεν να εκφράζεται από την ίδιαποσότηταχρήματος,οχπόσο θα ελέγχει μια μεγαλύτερη ποσότητα εργασίας. Η ποσότητα της παραγωγικής εργασίας που το κεφάλαιο αυτό θα είναι σε θέση να συντηρεί και να απασχολεί θα αυξηθεί και, κατά συνέπεια, θα αυξηθεί και π ζήτηση αυτής της εργασίας. Ο μισθός της εργασίας φυσιολογικά θα πρέπει να αυξηθεί παράλληλα με τη ζήτηση, αν και ωστόσο ίσως να εμφανίζεται μειωμένος. Ο μισθός θα πληρώνεται με μια μικρότερη ποσότητα χρήματος, όμως η μικρότερη αυτή ποσότητα θα είναι σε θέση να αγοράζει μια μεγαλύτερη ποσότητα αγαθών από αυτά που αγόραζε στο παρελθόν μια μεγαλύτερη ποσότητα χρήματος. Τα κέρδη του αποθέματος θα μειώνονταν, τόσο στην πραγματικότητα, όσο και φαινομενικά. Εφόσον θα είχε αυξηθεί το συνολικό κεφάλαιο της χώρας, ο ανταγωνισμός μεταξύ των διαφόρων κεφαλαίων από τα οποία απαρτίζεται αυτό, θα αυξανόταν αντίστοιχα. Οι κάτοχοι των μεμονωμένων κεφαλαίων θα ήταν υποχρεωμένοι να αρκεστούν σε ένα μικρότερο μερίδιο του προϊόντος της εργασίας που απασχόλησαν τα αντίστοιχα κε(ράλαιά τους. Ο τόκος του χρήματος, που συμβαδίζει πάντα με τα κέρδη του αποθέματος, είναι για τον λόγο αυτό πιθανό να μειωθεί σημαντικά, παρά τη μεγάλη αύξηση της αξίας του χρήματος, ή της ποσότητας των αγαθών που είναι σε θέση να αγοράσει ένα δεδομένο χρηματικό ποσό. 13. Σε ορισμένες χώρες, ο τόκος του χρήματος έχει απαγορευτεί διά νόμου. Δεδομένου όμοος ότι από τη χρήση του χρήματος μπορεί πάντα να προκύψει κάποιο όφελος, για τη χρήση αυτή θα πρέπει πάντα να πληρώνεται ένα τίμημα. Έχει αποδειχθεί από την εμπειρία, ότι η ρύθμιση αυτή, αντί να αποτρέπει, αυξάνει την πληγή της τοκογλυφίας, εφόσον ο δανειζόμενος είναι υποχρεωμένος να πληρώσει όχι μόνο
422
Άνταμ Σμιθ
για τη χρήση του χρήματος, αλλά και για τον κίνδυνο που διατρέχει ο πιστωτής, αποδεχόμενος την καταβολή μιας ανάλογης αποζημίωσης. Είναι υποχρεωμένος, αν μπορούμε να το πούμε έτσι, να ασφαλίσει τον πιστωτή του από τις ποινές της τοκογλυφίας. 14. Στις χώρες όπου επιτρέπεται ο τόκος, ο νόμος, προκειμένου να εμποδίσει τη ληστρική τοκογλυφία, ορίζει γενικά το υψηλότερο επιτόκιο που είναι δυνατόν να υπάρξει χωρίς να επισύρει ποινές. Το επιτόκιο αυτό θα πρέπει πάντα να είναι κατά τι μεγαλύτερο της χαμηλότερης αγοραίας τιμής ή της τιμής που πληρώνεται συνήθοος για τη χρήση του χρήματος από εκείνους που είναι σε θέση να προσφέρουν την πλέον αναμφισβήτητη ασφάλεια. Αν αυτό το νόμιμο επιτόκιο οριζόταν σε ένα επίπεδο κατώτερο του χαμηλότερου αγοραίου επιτοκίου, τα αποτελέσματα αυτής της ρύθμισης θα ήταν τα ίδια με αυτά της πλήρους απαγόρευσης του τόκου. Ο πιστωτής δεν δανείζει τα χρήματά του σε τιμή χαμηλότερη από εκείνη που αξίζει η χρήση τους, και ο δανειζόμενος θα πρέπει να τον πληρώσει για τον κίνδυνο που διατρέχει, αποδεχόμενος την πλήρη αξία αυτής της χρήσης. Αν το νόμιμο επιτόκιο οριστεί ακριβώς στη χαμηλότερη αγοραία τιμή, θα οδηγήσει παράλληλα με την οικονομική καταστροφή τιμίων ανθρώπων, που σέβονται τους νόμους της χώρας τους, και στην εκμηδένιση της πιστοληπτικής ικανότητας όλων εκείνων που δεν μπορούν να προσφέρουν τις υψηλότερες εγγυήσεις και είναι υποχρεωμένοι να καταφύγουν στους ληστρικούς τοκογλύφους. Σε μια χώρα όπως η Μεγάλη Βρετανία, όπου η Κυβέρνηση δανείζεται χρήματα με επιτόκιο 3,5%, και οι ιδιώτες υψηλών εγγυήσεων με επιτόκιο 4% και 4,5%, το παρόν νόμιμο επιτόκιο του 5% είναι ίσως το πλέον ενδεδειγμένο. 15. Θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι το νόμιμο επιτόκιο, ενώ οφείλει να είναι κατά τι μεγαλύτερο του χαμηλότερου αγοραίου επιτοκίου, δεν πρέπει να είναι πολύ μεγαλύτερο του. Αν, για παράδειγμα, το νόμιμο επιτόκιο στη Μεγάλη Βρετανία είχε οριστεί στο 10%, το μεγαλύτερο μέρος τού προς δανεισμό χρήματος θα δανειζόταν σε σπάταλους και κερδοσκόπους, οι οποίοι θα ήταν οι μόνοι πρόθυμοι να πληρώσουν έναν τόσο μεγάλο τόκο. Οι συνετοί άνθρωποι, που δεν προτίθενται να προσφέρουν γιατηχρήσητου χρήματος περισσότερο απόένα μέρος αυτών που εκτιμούν ότι θα κερδίσουν από τη χρήση του, δεν θα διακινδυνεύσουν τον ανταγωνισμό. Έτσι, λοιπόν, ένα μεγάλο μέρος του κεφαλαίου της χώρας θα μείνει μακριά από τα χέρια εκείνα που θα κάνουν, κατά τεκμήριο, την επικερδέστερη και εποκρελέστερη χρήση του, και θα αποδοθεί σε αυτούς που κατά τεκμήριο το σπαταλούν και το καταστρέφουν. Όταν, αντιθέτως, το νόμιμο επιτόκιο ορίζεται σε ένα ύψος λίγο μεγαλύτερο του χαμηλότερου αγοραίου επιτοκίου, οι συνετοί προτιμώνται πάντα ως οφειλέτες από τους άσωτους
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
423
και τους κερδοσκόπους. Το άτομο που δανείζει χρήματα αποκομίζει τον ίδιο σχεδόν τόκο από τον συνετό όποος και από τον κερδοσκόπο, και τα χριίματά του είναι πολύ ασφαλέστερα στα χέρια του πρώτου arf ό,τι είναι στα χέρια του δεύτερου. Με αυτόν τον τρόπο, ένα μεγάλο μέρος του κεφαλαίου της χώρας αποδίδεται στα χέρια εκείνα όπου κατά τεκμήριο θα απασχολπθεί εποκρελώς. 16. Κανένας νόμος δεν είναι σε θέσπ να μειώσει το σύνηθες επιτόκιο κάτω από το χαμπλότερο κανονικό αγοραίο επιτόκιο που ισχύει κατά τη στιγμή της ψήφισής του. Παρά το ψήφισμα του 1766, με το οποίο ο Γάλλος βασιλιάς επιχειρούσε να μειώσει το επιτόκιο από 5% σε 4%, ο δανεισμός του χρήματος συνέχισε να γίνεται με επιτόκιο 5%, και τα νομικά εμπόδια παρακάμπτονταν με ποικίλους τρόπους. 17. Θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι η κανονική αγοραία τιμή της γης εξαρτάται πάντα από την κανονική αγοραία τιμή του επιτοκίου. Ο κάτοχος ενός κεφαλαίου που επιθυμεί να αντλήσει ένα εισόδημα από αυτό το κεφάλαιο,χωρίς να μπει στονκόπο να τοαπασχολήσειοίδιος, αναρωτιέται αν θα πρέπει να αγοράσει γη με αυτό το κεφάλαιο ή να το δανείσει με κάποιο τόκο. Η ανώτερη ασφάλεια της γης, σε συνδυασμό με κάποια άλλα πλεονεκτήματα τα οποία συνοδεύουν σχεδόν πάντού αυτό το είδος περιουσίας, γενικά, θα τον προδιαθέτουν να είναι ικανοποιημένος με ένα μικρότερο εισόδημα από τη γη arf ό,τι εάν δάνειζε τα χρήματά του με τόκο. Τα πλεονεκτήματα αυτά είναι αρκετά ώστε να αντισταθμίσουν μια ορισμένη διαφορά εισοδήματος, αλλά θα αντισταθμίσουν μόνο μια ορισμένη διαφορά. Αν η γαιπρόσοδος υπολείπεται του τόκου του χρήματος κατά μια μεγαλύτερη διαφορά, κανείς δεν θα αγοράζει γη και το γεγονός αυτό πολύ σύντομα θα μειώσει την κανονική της τιμή. Αντίθετα, αν τα πλεονεκτήματα είναι τέτοια ώστε να υπερκαλύπτουν τη διαίρορά, όλοι θα αγοράζουν γη, και το γεγονός αυτό πολύ σύντομα θα αυξήσει την κανονική της τιμή. 'Οταν το επιτόκιο βρισκόταν στο 10%, η τιμή πώλησης της γης ήταν το δεκαπλάσιο ή δοοδεκαπλάσιο του ετήσιου προϊόντος της. 'Οταν το επιτόκιο μειώθηκε στο 6% και στο 4%, η τιμή της γης ανήλθε στο εικοσαπλάσιο, εικοσιπενταπλάσιο, και τριακονταπλάσιο του ετήσιου προϊόντος της. Το αγοραίο επιτόκιο είναι υψηλότερο στη Γαλλία ατί ό,τι είναι στην Αγγλία, ενώ η συνήθης τιμή της γης είναι χαμηλότερη. Στην Αγγλία συνήθως πωλείται στο τριακονταπλάσιο, ενώ στη Γαλλία πωλείται στο εικοσαπλάσιο του ετήσιου προϊόντος.
FKurno Σχετικά με τη διαφορετική απασχόληση των κεφαλαίων 1. Αν και όλα τα κεφάλαια προορίζονται για τη συντήρηση μόνο της παραγωγικής εργασίας, οχττόσο η ποσότητα της εργασίας που είναι σε θέση να θέσουν σε κίνηση δύο ίσακεφάλαιαποικίλλει δραματικά, ανάλογα με το είδος της απασχόλησής τους. Εξίσου σημαντική είναι και η διαφοροποίηση της αξίας την οποία η απασχόληση αυτή προσθέτει στο ετήσιο προϊόν της γης και της εργασίας της χώρας. 2. Ένα κεφάλαιο είναι δυνατόν να απασχοληθεί κατά τέσσερις διαφορετικούςτρόπους. Είτε,πραπον,προκειμένου να προμηθεύσει τοακατέργαστο προϊόν που απαιτείται για τη χρήση και την ετήσια κατανάλακτη της κοινωνίας, είτε, δεύτερον, προκειμένου να κατασκευαστεί και να προετοιμαστεί το ακατέργαστο προϊόν για την άμεση κατανάλωση, είτε, τρίτον, προκειμένου να μεταφερθεί το ακατέργαστο, ή το κατεργασμένο προϊόν από τους τόπους όπου βρίσκεται σε αφθονία στουςτόπους όπου εκδηλώνεται ζήτησήτου, είτε, τέλος, προκειμένου να επιμεριστούν ορισμένα μερίδια κατεργασμένου ή ακατέργαστου προϊόντος σε μικρότερες συσκευασίες που αποκρίνονται στις ανάγκες των αγοραστών. Κατά τον πρώτο τρόπο απασχολούνται τα κεφάλαια όλων αυτών που αναλαμβάνουν τη βελτίοοση ή την εκμετάλλευση των γαιών, των ορυχείων ήτων ψαρότοπων. Κατά τον δεύτερο τρόπο απασχολούνται τα κεφάλαια των κυριότερων ιδιοκτητών μανιφακτούρας. Κατά τον τρίτο τρόπο απασχολούνται τα κε(ράλαια των χονδρεμπόρων, και κατά τον τέταρτο τρόπο τα κεφάλαια των λιανοπωλητών. Δύσκολα μπορούμε να φανταστούμε ότι ένα κεφάλαιο μπορεί να απασχοληθεί κατά έναν τρόπο που δεν ανήκει στις ανωτέρω τέσσερις κατηγορίες. 3. Καθεμία από τις τέσσερις μεθόδους απασχόλησης κεφαλαίου είναι ουσιαστικής σημασίας, είτε για την ύπαρξη είτε για την επέκταση των άλλων τριών είτε για το γενικό όφελος της κοινωνίας.
426
Άνταμ Σμιθ
4. Αν δεν απασχοληθούν κάποια κεφάλαια στην προσφορά ακατέργαστων προϊόντων σε έναν ορισμένο βαθμό αφθονίας, δεν είναι δυνατόν να υπάρξει κανενός είδους μανιφακτούρα ή εμπόριο. 5. Αν δεν απασχοληθούν κάποια κε(ράλαια στην κατεργασία εκείνου του τμήματος της ακατέργαστης παραγωγής που απαιτεί έναν υψηλό βαθμό επεξεργασίας πριν καταστεί έτοιμο για χρήση και κατανάλοκτη, είτε τα npoibwa αυτά δεν θα παράγονταν ποτέ, διότι δεν θα μπορούσε να προκύιΙίει καμιά ζήτηση γι' αυτά, είτε, αν παράγονταν αυθόρμητα, δεν θα είχαν καμιά αξία ανταλλαγής, και δεν θα συνεισέφεραν τίποτα στον πλούτο της κοινωνίας. 6. Αν δεν απασχολούνται κάποια κεοράλαια στη μεταφορά των ακατέργαστων ή των κατεργασμένων προϊόντων, από τους τόπους όπου αφθονούν στους τόπους όπου εκδηλώνεται ζήτηση γι' αυτά, κανένα από τα δύο δεν θα παραγόταν σε ποσότπτα μεγαλύτερη αυτής που επαρκεί για την τοπική κατανάλωση. Το κεοράλαιο ενός εμπόρου ανταλλάσσει το πλεονάζον προϊόν ενός τόπου με αυτό ενός άλλου τόπου, και με αυτόν τον τρόπο ενθαρρύνει την παραγωγική δραστηριότητα και αυξάνει τις απολαύσεις και των δύο τόπων. 7. Αν δεν απασχολούνται κάποια κεφάλαια στην τμηματοποίηση ή τον επιμερισμό ορισμένων μεριδίων του ακατέργαστου ή των κατεργασμένων προϊόντων σε μικρότερες συσκευασίες που αποκρίνονται στις ανάγκες των αγοραστών, θα ήταν όλοι αναγκασμένοι να αγοράζουν μεγαλύτερες ποσότητες αγαθών από αυτές που αντιστοιχούν στις άμεσες ανάγκες τους. Αν δεν υπήρχε ένα επάγγελμα όπως, για παράδειγμα, αυτό του κρεοπώλη, θα ήταν όλοι υποχρεωμένοι να αγοράζουν ένα ολόκληρο βόδι, ή ένα ολόκληρο πρόβατο. Το γεγονός αυτό θα αποτελούσε πρόβλημα για τους εύπορους, αλλά θα ήταν ακόμα περισσότερο δυσβάσταχτο για τους φτωχούς. Αν ένας φτωχός τεχνίτης ήταν υποχρεωμένος να αγοράζει μονομιάς τα προς το ζην που αντιστοιχούν σε ένα διάστημα ενός ή έξι μηνών, θα ήταν υποχρεωμένος να στρέψει ένα μέρος του κεφαλαίου του που απασχολεί σε επαγγελματικά εργαλεία ή για τον εξοπλισμό του καταστήματός του, και το οποίο του αποφέρει ένα εισόδημα, σε εκείνο το τμήμα του αποθέματός του που προορίζεται για άμεση κατανάλωση και δεν αποφέρει κανένα εισόδημα. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευκολία για έναν τέτοιο τεχνίτη από το να είναι σε θέση να αγοράζει τα προς το ζην του από μέρα σε μέρα, ή ακόμα και από ώρα σε ώρα, ανάλογα με την επιθυμία του. Με αυτόν τον τρόπο, έχει τη δυνατότητα να απασχολήσει το σύνολο σχεδόν του αποθέματός του ως κεφάλαιο. Έχει τη δυνατότητα να παράσχει έργο μεγαλύτερης αξίας και το κέρδος που αποκομίζει Kaf αυτόν τον τρόπο υπερκαλύπτει κατά πολύ την πρόσθετη τιμή που επιβάλλει στα αγαθά το κέρδος του λιανοπωλητή. Οι προκαταλήψεις
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
427
ορισμένων πολιτικών συγγραφέων κατά των καταστηματαρχών και των εμπόρων είναι παντελώς αβάσιμες. Δεν υπάρχει καμιά ανάγκη φορολογίας τους ή περιορισμού του αριθμού τους, δεδομένου ότι μπορούν να πολλαπλασιάζονται συνεχώς χωρίς ποτέ να βλάψουν το κοινωνικό σύνολο, παρόλο που θα βλάπτουν ο ένας τον άλλον. Η ποσότητα των ειδών του παντοπωλείου, για παράδειγμα, που είναι δυνατόν να πωληθεί σε μια συγκεκριμένη πόλη, περιορίζεται από τη ζήτηση αυτής της πόλης και των περιχώρων τπς. Επομένοχ; το κεφάλαιο που μπορεί να απασχοληθεί στο επάγγελμα του παντοπώλη δεν μπορεί να υπερβεί αυτό που επαρκεί για να αγοραστεί αυτή π ποσότπτα. Αν το κεφάλαιο αυτό μοιραστεί μεταξύ δύο διαφορετικών παντοπωλών, ο ανταγωνισμός τους θα τους οοθήσει να γίνουν φτηνότεροι ατί ό,τι θα ήταν στην περίπτωση που το κεφάλαιο βρισκόταν στα χέρια μόνο του ενός. Και, αν το κεφάλαιο αυτό μοιραζόταν μεταξύ είκοσι παντοπωλών, ο ανταγωνισμός τους θα ήταν ακόμα εντονότερος, και επιπλέον η πιθανότητα μιας μεταξύ τους συνεννόησης για την αύξηση της τιμής των εμπορευμάτων θα ήταν ακόμα πιο περιορισμένη. Μάλιστα ο ανταγωνισμός τους ίσως οδηγήσει κάποιους από αυτούς στη χρεοκοπία Ωστόσο, η αντιμετώπιση αυτού του ζητήματος αορορά τους ενδίαφερόμενους, και μπορούμε άνετα να την εμπιστευτούμε στη διακριτική τους ευχέρεια. Ο ανταγωνισμός τους δεν θα βλάψει ποτέ ούτε τον καταναλωτή ούτε τον παραγωγό. Αντίθετα, θα τείνει να αναγκάσει τους λιανοπωλητές να πωλούν φτηνότερα και να αγοράζουν ακριβότερα arf ό,τι στην περίπτωση της μονοπώλησης του επαγγέλματος από ένα ή δύο άτομα. Κάποιοι από αυτούς ίσως να δελεάσουν έναν αθώο πελάτη ώστε να αγοράσει κάτι που δεν το χρειάζεται. Ωστόσο αυτό το κακό είναι πολύ μικρής σημασίας και δεν αξίζει τη δημόσια προσοχή, ούτε πρόκειται να αποφευχθεί υποχρεαπικά με τον περιορισμό του αριθμού τους. Γιατί, για να πάρουμε ένα παράδειγμα σχετικό με την πιο ύποπτπ κοινωνική τάξη, αυτό που συντηρεί μια γενική προδιάθεση προς τη μέθη μεταξύ των λαϊκών ανθρώπων, δεν είναι η πλειάδα των μπιραριών, αλλά ακριβώς επειδή αυτή η προδιάθεσπ προκαλείται από άλλα αίτια, έχει ως αποτέλεσμα να παρέχεται απασχόληση σε μια πλειάδα μπιραριών. 8. Q άνθρωποι των οποίων τα κεφάλαια απασχολούνται σε κάποιον από τους τέσσερις αυτούς τρόπους είναι οι ίδιοι παραγωγικοί εργαζόμενοι. Η εργασία τους, όταν διευθύνεται κατάλληλα, ενσωματώνεται και πραγματοποιείται στο αντικείμενο ή το πωλήσιμο εμπόρευμα επί του οποίου εφαρμόζεται, και γενικά προσθέτει στην αξία του τουλάχιστον την αξίατηςπροσωπικήςτους συντήρησης και κατανάλοχτης,Τακέρδη του αγρότη-επιχειρηματία, του ιδιοκτήτη μιας μανιφακτούρας, του εμπόρου και του λιανοπωλητή αντλούνται από την τιμή των αγαθών
428
Άνταμ Σμιθ
που παράγουν οι δύο προποι και πωλούν οι δύο τελευταίοι. Ωστόσο, αν απασχολήσουμε τέσσερα ίσα κεφάλαια με έναν από τους τέσσερις αυτούς διαφορετικούςτρόπους, αυτά θα θέσουν σε κίνπσπ πολύ διαφορετικές ποσότπτες παραγωγικής εργασίας και θα αυξήσουν κατά πολύ διαφορετικούς ρυθμούς τπν αξία του ετήσιου προϊόντος τπς γπς και τπς εργασίας τπς κοινωνίας στπν οποία ανήκουν. 9. Το κεφάλαιο του λιανοπωλπτή αντικαθιστά αυτό του εμπόρου, τα αγαθά του οποίου αγοράζει, μαζί με τα κέρδπ που του αντιστοιχούν, και κατ' αυτόν τον τρόπο του επιτρέπει να συνεχίσει τπ δραστπριότπτά του. Ο ίδιος ο λιανοπωλπτής είναι ο μοναδικός παραγωγικός εργαζόμενος που απασχολείται άμεσα από αυτό το κεφάλαιο. Τα κέρδπ του απαρτίζονται από το σύνολο τπς αξίας που προσθέτει π απασχόλπσή του στο ετήσιο προϊόν τπς γπς και τπς εργασίας τπς κοινωνίας. 10. Το κεφάλαιο του χονδρέμπορου αντικαθιστά τα κεφάλαια των αγροτών-επιχειρπματιών και των ιδιοκτπτών μανιφακτούρας, από τους οποίους προμπθεύεται τα ακατέργαστα και τα κατεργασμένα προϊόντα που εμπορεύεται, μαζί με τα κέρδπ που τους αντιστοιχούν και, κατ* αυτόν τον τρόπο, τους επιτρέπει να συνεχίσουν τις α\π:ίστοιχες δραστπριότπτές τους. Μέσω αυτής κυρίως τπς υππρεσίας συμβάλλει έμμεσα στπν στήριξπ τπς παραγωγικής εργασίας τπς κοινωνίας και στπν αύξπσπ τπς αξίας του ετήσιου προϊόντος τπς. Το κείράλαιό του απασχολεί επίσπς τους ναυτικούς και τους εμπόρους που μεταφέρουν τα αγαθά του από το ένα μέρος στο άλλο, και αυξάνει τπν τιμή αυτών των αγαθών κατά τπν αξία όχι μόνο των κερδών του, αλλά και των μισθών τους. Αυτή είναι όλπ π παραγωγική εργασία που θέτει σε άμεση κίνπσπ το κεφάλαιο του χονδρέμπορου, όπ(ι)ςκαιπαξία που προσθέτει άμεσα στο ετήσιο προϊόν. Και από τις δύο αυτές απόψεις, π λειτουργία τπς είναι κατά πολύ ανώτερπ αυτής του κεφαλαίου του λιανοπωλπτή. 11. Ένα μέρος του κεφαλαίου του τεχνίτπ μανιφακτούρας απασχολείται ως πάγιο κεφάλαιο στα εργαλεία του επαγγέλματός του και αντικαθιστά το κε(ράλαιο ενός άλλου τεχνίτπ από τον οποίο τα αγοράζει, σε συνδυασμό με τα κέρδπ που του αντιστοιχούν. Ένα μέρος του κυκλθ(ρορούντος κεφαλαίου του απασχολείται στπν προμήθεια υλικών και αντικαθιστά τα κεφάλαια των αγροτών-επιχειρπματιών και των ιδιοκτπτών ορυχείων από τους οποίους τα προμηθεύεται. 'Ομως ένα μεγάλο μέρος του κεφαλαίου του διανέμεται, κάθε χρόνο, ή σε πολύ συντομότερα διαστήματα, μεταξύ των διαφόρων εργατών που απασχολεί. Το μέρος αυτό του κε(ραλαίου αυξάνει τπν αξία αυτών των υλικών κατά τους μισθούς τους και κατά τα κέρδη των εργοδοτών τους επί του συνολικού αποθέματος των μισθών, των υλικών,
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
429
και των επαγγελματικών εργαλείων που απασχολούνται στην επιχείρηση τους. Επομένως, το μέρος αυτό του κεφαλαίου θέτει σε κίνηση μια πολύ μεγαλύτερη ποσότητα παραγωγικής εργασίας και προσθέτει μια πολύ μεγαλύτερη αξία στο ετήσιο προϊόν της γης και της εργασίας της κοινωνίας, απ' ό,τι ένα ισόποσο κεφάλαιο στα χέρια ενός χονδρεμπόρου. 12. 'Ομως, κανένα κεφάλαιο δεν θέτει σε κίνηση μια μεγαλύτερη ποσότητα παραγωγικής εργασίας από αυτήν που θέτει σε κίνηση το κεφάλαιο του αγρότη-εηιχειρηματία. Παραγωγικοί εργάτες είναι όχι μόνο οι εργάτες που τον υπηρετούν αλλά και τα υποζύγιά του. Στην αγροτική οικονομία η φύση εργάζεται παράλληλα με τον άνθρωπο. Και παρόλο που η εργασία της δεν έχει κόστος, το προϊόν της έχει την αξία του, όπως και το προϊόν του πιο δαπανηρού εργάτη. Οι σημαντικότερες εργασίες στην αγροτική οικονομία φαίνεται να μη στοχεύουν τόσο στην αύξηση της γονιμότητας της φύσης (παρόλο που κατευθύνονται και εκεί), όσο στον προσανατολισμό αυτής της γονιμότητας προς την παραγωγή φυτών περισσότερο χρήσιμων στον άνθρωπο. Συχνά ένας αγρός καλυμμένος με ρείκια και βατόμουρα παράγει μια συγκομιδή ίση με αυτήν που αποδίδει ο καλύτερα καλλιεργημένος αμπελώνας ή σιτοβολώνας. Συχνά η φύτευση και η καλλιέργεια μάλλον ρυθμίζουν και δεν θέτουν σε κίνηση την ενεργή γονιμότητα της φύσης. Και στο τέλος όλης της εργασίας της καλλιέργειας, ένα μεγάλο μέρος του έργου θα το αποπερατώσει και πάλι η φύση. Επομένως οι εργάτες και τα υποζύγια που απασχολούνται στην αγροτική οικονομία όχι μόνο προκαλούν, όπως οι εργάτες της μανκρακτούρας, την αναπαραγωγή μιας αξίας ίσης με αυτή της κατανάλωσής τους, ή του κεφαλαίου που τους απασχολεί, σε συνδυασμό με τα κέρδη των κατόχων τους, αλλά μια πολύ μεγαλύτερη αξία. Πέραντουκεφαλαίουτουαγρότη-επιχειρηματίακαιτωνκερδώντου, οι εργάτες και τα υποζύγια της αγροτικής οικονομίας προκαλούν την αναπαραγωγή της προσόδου του γαιοκτήμονα. Η πρόσοδος αυτή είναι δυνατόν να θεωρηθεί ως το προϊόν αυτών των δυνάμεων της φύσης, τη χρήση των οποίων δανείζει ο γαιοκτήμονας στον αγρότηεπιχειρηματία. Είναι μεγαλύτερη ή μικρότερη, ανάλογα με την υποτιθέμενη έκταση αυτών των δυνάμεων, ή, με άλλα λόγια, ανάλογα με την υποτιθέμενη φυσική ή βελτιωμένη γονιμότητα της γης. Αυτό που απομένει μετά την αφαίρεση ή την αποζημίοοση όλων των παραγόντων που μπορούν να θεωρηθούν οος έργο του ανθρώπου είναι το έργο της φύσης. Το έργο αυτό είναι σπανίως μικρότερο από το ένα τέταρτο και συχνά υπερβαίνει και το ένα τρίτο της συνολικής συγκομιδής. Καμιά ισοδύναμη ποσότητα παραγωγικής εργασίας που απασχολείται στη μανιφακτούρα δεν είναι σε θέση να προκαλέσει
430
Άνταμ Σμιθ
μια τόσο μεγάλη αναπαραγωγή. Στη μανιφακτούρα η φύση δεν παίζει κανένα ρόλο. Τα πάντα τα κάνει ο άνθρωπος, και η αναπαραγο> γή πρέπει πάντα να είναι ανάλογη της ισχύος των παραγόντων που την προκαλούν. Επομένο)ς, το κεφάλαιο που απασχολείται στην αγροτική οικονομία όχι μόνο θέτει σε κίνηση μια μεγαλύτερη ποσότητα παραγωγικής εργασίας arf ό,τι οποιοδήποτε άλλο κεφάλαιο που απασχολείται στη μανιφακτούρα, αλλά και, ανάλογα με την ποσότητα της παραγωγικής εργασίας που απασχολεί, προσθέτει μια πολύ μεγαλύτερη αξία στο ετήσιο προϊόν τπς γης και της εργασίας της χώρας, στον πραγματικό πλούτο και το εισόδημα των κατοίκων της. Είναι μακράν ο εποκρελέστερος για τη κοινωνία τρόπος απασχόλησης ενός κεφαλαίου. 13. Τα κεφάλαια που απασχολούνται στην αγροτική οικονομία και στο λιανεμπόριο μιας κοινωνίας θα πρέπει πάντα να παραμένουν στο εσωτερικό αυτής της κοινωνίας. Η απασχόλησή τους περιορίζεται πάντα σε ένα ακριβές σημείο, στην αγροτική εκμετάλλευση και το κατάστημα του λιανοπωλπτή. Παρόλο που υπάρχουν κάποιες εξαιρέσεις, τα κεφάλαια αυτά πρέπει επίσης να ανήκουν σε κατοίκους της ίδιας της χώρας. 14. Αντίθετα το κεφάλαιο ενός χονδρεμπόρου φαίνεται να μην έχει κάποια σταθερή ή υποχρεωτική έδρα, αλλά μπορεί να περιπλανάται από τόπο σε τόπο, ανάλογα με το αν μπορεί να αγοράζει φτηνά ή να πο)λεί ακριβά. 15. Αναμφίβολα το κεφάλαιο του ιδιοκτήτη της μανιφακτούρας πρέπει να εδρεύει εκεί όπου βρίσκεται π ίδια η μανιφακτούρα. Το πού όμως θα βρεθεί αυτή δεν είναι πάντα υποχρεαπικά προσδιορισμένο. Συχνά είναι δυνατόν να βρίσκεται σε μεγάλη απόσταση τόσο από το σημείο όπου αντλούνται τα υλικά της, όσο και από τον τόπο όπου καταναλώνονται τα προϊόντα της. Η Αυών βρίσκεται σε μεγάλη απόσταση τόσο από τα μέρη που τπς προμηθεύουν τα υλικά των μανιφακτούρων της, όσο και από τους τόπους της κατανάλωσής των προϊόντων της. Οι άνθρωποι της υψηλής κοινωνίας της Σικελίας ντύνονται με μεταξωτά ρούχα που έχουν παραχθεί σε άλλες χώρες από τα υλικά που παράγονται στον τόπο τους. Ένα μέρος των μαλλιού της Ισπανίας γίνεται αντικείμενο μεταποίησης στη Μεγάλη Βρετανία και ένα μέρος αυτών των ενδυμάτων αποστέλλεται πάλι πίσω στην Ισπανία. 16. Το εάν ο έμπορος, το κεφάλαιο του οποίου εξάγει το πλεόνασμα του προϊόντος μιας χώρας, είναι ημεδαπός ή αλλοδαπός έχει πολύ μικρή σημασία. Αν είναι αλλοδαπός, ο αριθμός των παραγωγικών εργατών είναι κατ' ανάγκην μικρότερος του αντίστοιχου αριθμού στην περίπτωση που ήταν ημεδαπός κατά ένα μόλις άτομο. Και η αξία
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
431
του ετήσιου προϊόντος αυτών των παρα\^γικών εργατών θα ήταν μικρότερη της αντίστοιχης αξίας στην περίπτωση που αυτός ήταν ημεδαπός, κατά τα κέρδη αυτού του ατόμου. Οι ναυτικοί ή οι μεταφορείς που απασχολεί ο έμπορος μπορούν να ανήκουν αδιάφορα στη χώρα του ή στη χώρα τους ή σε μια τρίτη χώρα, είτε αυτός είναι αλλοδαπός είτε ημεδαπός. Το κεφάλαιο ενός αλλοδαπού προσδίδει αξία στο πλεονασματικό προϊόν της οποιασδήποτε χώρας, εξίσου καλά με αυτό ενός γπγενούς, ανταλλάσσοντάς το με κάτι για το οποίο εκδηλώνεται μια εγχώρια ζήτηση. Αντικαθιστά εξίσου αποτελεσματικά το κεφάλαιο του ατόμου που παράγει αυτό το πλεόνασμα, και του επιτρέπει εξίσου αποτελεσματικά να συνεχίσει τη δραστηριότητά του. Αυτή ακριβώς είναι η υπηρεσία μέσω της οποίας το κε(ράλαιο ενός χονδρεμπόρου συμβάλλει κυρίως στη στήριξη της παραγωγικής εργασίας και στπν αύξηση της αξίας του ετήσιου προϊόντος της KOIVCOνίας στην οποία ανήκει. 17. Πολύ μεγαλύτερης σημασίας είναι αν εδρεύει στην ίδια τη χώρα το κείράλαιο του ιδιοκτήτη της μανιφακτούρας. Έτσι θέτει κατ* ανάγκην σε κίνηση μια μεγαλύτερη ποσότητα παραγωγικής εργασίας και προσθέτει μια μεγαλύτερη αξία στο ετήσιο προϊόν της γης και της εργασίαςίηςκοινωνίας. Ωστόσο, ενδέχεται να είναι πολύ χρήσιμο στη χώρα ακόμα και αν δεν εδρεύει σε αυτήν. Τα κεφάλαια των Βρετανών ιδιοκτητών μανιφακτούρας που κατεργάζονται το λινάρι και την κάνναβη, που εισάγεται από τις ακτές της Βαλτικής, είναι ασφαλώς πολύ χρήσιμα στις χώρες που το παράγουν. Τα υλικά αυτά αποτελούν μέρος του πλεονάζοντος προϊόντος αυτών των χωρών, το οποίο, αν δεν ανταλλασσόταν κάθε χρόνο με κάτι άλλο για το οποίο υπάρχει εγχώρια ζήτπση, δεν θα είχαν καμιά αξία και σύντομα θα έπαυαν να παράγονται. Οι έμποροι που τα εξάγουν αντικαθιστούν τα κεφάλαια των ανθρώπων που τα παράγουν, και με αυτόν τον τρόπο τους ενθαρρύνουν να συνεχίσουν τπν παραγωγή τους. Οι Βρετανοί ιδιοκτήτες μανιφακτοι^ρας αντικαθιστούν τα κεφάλαια αυτών των εμπόρων. 18. Μια δεδομένη χώρα, όπως και ένα δεδομένο άτομο, ενδέχεται να μην διαθέτει ένα επαρκές κεφάλαιο για τη βελτίίοση και την καλλιέργεια των εκτάσεών της, την επεξεργασία του συνόλου του ανεπεξέργαστου προϊόντος για άμεση χρήση και κατανάλοκτη, και για τη μεταφορά τού πλεονάζοντος μέρους, είτε του ακατέργαστου, είτε του κατεργασμένου προϊόντος στις μακρινές αγορές όπου θα μπορεί να ανταλλαγεί με κάτι άλλο για το οποίο υπάρχει εγχώρια ζήτηση. Οι κάτοικοι πολλών περιοχών της Μεγάλης Βρετανίας δεν διαθέτουν αρκετά κεφάλαια για τη βελτίοκτη και την καλλιέργεια των εκτάσεών τους. Το μαλλί των νότιων κομητειών της Σκοτίας, σε ένα μεγάλο μέρος του, μετά από μια μακρά διαδρομή μέσα από κακοτράχαλους
432
Άνταμ Σμιθ
δρόμους, μετασχηματίζεται σε ιχρασμα στο Γιορκσάιρ, λόγω έλλειψης κεφαλαίων για την επιτόπου επεξεργασία του. Στη Μεγάλη Βρετανία υπάρχουν πολλές μανιφακτουρικές πόλεις, οι κάτοικοι των οποίων δεν διαθέτουν κεφάλαια επαρκή για τη μεταφορά του προϊόντος της φιλοπονίαςτους στις μακρινές αγορές όπου υπάρχει ζήτηση και κατανάλωσή του. Αν ανάμεσά τους υπάρχουν κάποιοι έμποροι, αυτοί στην πραγματικότηταείνα πράκτορεςτων ευπορότερων εμπόρων που διαμένουν σε μερικές από τις μεγαλύτερες εμπορικές πόλεις. 19. Όταν το κεφάλαιο μιας χώρας δεν επαρκεί και για τους τρεις αυτούς σκοπούς, τότε, όσο μεγαλύτερο είναι το μερίδιο που απασχολείται στην αγροτική οικονομία, και όσο αναλογικά μεγαλύτερη είναι η ποσότητα της παραγωγικής φγασίαςπου αυτό θέτει σε κίνηση στο εσο> τερικό της χώρας τόσο μεγαλύτερη θα είναι και η αξία που θα προσθέτει η απασχόλησή του στο ετήσιο προϊόν της γης και της εργασίας της κοινωνίας. Μετά την αγροτική οικονομία, το κεφάλαιο που απασχολεί τη μεγαλύτερη ποσότητα παραγωγικής εργασίας και προσθέτει τη μεγαλύτερη αξία στο ετήσιο προϊόν είναι αυτό που απασχολείται στις μανιφακτούρες. Το κεφάλαιο που απασχολείται στο εξωτερικό εμπόριο είναι αυτό που έχει το μικρότερο αποτέλεσμα από τα άλλα δύο. 2 0. Βέβαια, η χώρα εκείνη που δεν διαθέτει επαρκή κεοράλαια και για τους τρεις σκοπούς δεν έχει (ρτάσει ακόμα στο βαθμό ευμάρειας για τον οποίο φαίνεται να προορίζεται. Ωστόσο, το να επιχειρεί κανείς, πρώιμα, και χωρίς να διαθέτει επαρκή κεφάλαια, να επιτύχει και τους τρεις στόχους, δεν αποτελεί τον συντομότερο δρόμο για την κατάκτηση ενός ικανοποιητικού βαθμού πλούτου, ούτε για μια κοινωνία, ούτε για ένα άτομο. Το συνολικό κεφάλαιο των ατόμων μιας χώρας είναι πεπερασμένο, όπως και αυτό ενός δεδομένου ατόμου, και είναι σε θέση να εκτελέσει μόνο ορισμένους στόχους. Τοσυνολικό κεφάλαιο των ατόμων μιας χώρας αυξάνεται κατά τον ίδιο τρόπο όποας και αυτό ενός δεδομένου ατόμου, μέσω της συνεχούς συσσώρευσης και προσθήκης στο ήδη υπάρχον κεφάλαιο αυτού που εξοικονομείται από το εισόδημά τους. Επομένως, είναι δυνατόν να αυξάνεται με το μέγιστο δυνατό ρυθμό όταν απασχολείται κατά έναν τρόπο που αποδίδει το μέγιστο δυνατό εισόδημα για όλους τους κατοίκους της χώρας, εφόσον με αυτόν τον τρόπο θα έχουν τη δυνατότητα να κάνουν τις μεγαλύτερες δυνατές αποταμιεύσεις. Αλλάτοεισόδημαόλωντων κατοίκων μιας χώρας είναι υποχρεωτικά ανάλογο της αξίας του ετήσιου προϊόντος της γης και της εργασίας τους. 21. Ηκύριααιτίατηςταχύρρυθμης προόδου των αμερικανικώνμας αποικιών προς τον πλούτο και τα μεγαλεία υπήρξε το γεγονός ότι το σύνολο των κεφαλαίων τους απασχολήθηκε εξαρχής στην αγροτική
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
433
οικονομία. Αν εξαιρέσουμε μερικές οικοτεχνίες και κάποιες άλλες απλεςμανιφακτούρεςπουσίΑΌδεΟο^κατ'ανάγκηντηνπρόοδοτη^ αγροτικής οικονομίας, και οι οποίες είναι π εργασία των γυναικών και των παιδιών μιας μεμονωμένπς οικογένειας, οι αποικίες αυτές δεν διαθέτουν άλλες μανιφακτούρες. Το μεγαλύτερο μέρος τόσο του εξαγωγικού όσο και του θαλάσσιου εμπορίου τπς Αμερικής διεξάγεται μέσω των κεφαλαίων των εμπόρων που διαμένουν στη Μεγάλη Βρετανία. Ακόμα και τα καταστήματα και οι αποθήκες arf όπου κινείται το λιανεμπόριο ορισμένων επαρχιών, όπως της Βιρτζίνια και του Μέριλαντ, ανήκουν κατά ένα μεγάλο μέρος τους σε εμπόρους που διαμένουν στη μητρόπολη, και συνιστούν μία από τις λιγοστές περιπτώσεις λιανεμπορίου μιας χώρας που διεξάγεται από κεφάλαια ανθρώπων που δεν είναι μόνιμοι κάτοικοι της. Αν οι Αμερικανοί σταματούσαν, με κάποιο τέχνασμα, ή με βίαιο τρόπο, τις εισαγωγές ευρωπαϊκών προϊόντωνμανιφακτούραςκαι προσέφεραν, με αυτόντον τρόπο, ένα μονοπώλιο στους συμπατριώτες τους που παράγουν αυτά τα προϊόντα, παρεκτρέποντας έτσι προς αυτό το είδος απασχόλησης ένα μεγάλο μέροςτουσημερινούτουςκεφαλαίου, θα επιβράδυναν, αντί να επιταχύνουν, την περαιτέρω αύξηση της αξίας του ετήσιου προϊόντος τους, και θα εμπόδιζαν, αντί να ευνοήσουν, την πορεία της χώρας τους προς τον πλούτο και το μεγαλείο. Τα πράγματα θα ήταν ακόμα χειρότερα αν επιχειρούσαν να αποκτήσουν το μονοπώλιο ολόκληρου του εξωτερικού εμπορίου. 22. Βέβαια η πορεία της ανθρώπινης ευημερίας δεν ήταν ποτέ τόσο σταθερής διάρκειας ώστε να επιτρέψει σε έναν μεγάλο λαό να αποκτήσει ένα κεφάλαιο επαρκές για την εκπλήρωση των τριών στόχων του στην ολότητά τους, εκτός ίσως και αν πιστέψουμε τις θαυμαστές περιγραφές που διαθέτουμε σχετικά με τον πλούτο και την κουλτούρα της Κίνας, της αρχαίας Αιγύπτου και του Ινδοστάν της αρχαιότητας. Αλλά ακόμα και οι τρεις αυτές χώρες, οι πλουσιότερες που υπήρξαν ποτέ, σύμφωνα με όλες τις αναφορές, είναι κυρίϋος ονομαστές για την ανωτερότητά τους στον τομέα της αγροτικής οικονομίας και της μανιφακτουρικής παραγωγής. Δεν φαίνεται ότι διέπρεψαν στο εξωτερικό εμπόριο. Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι είχαν μια δεισιδαιμονική αντιπάθεια προς τη θάλασσα. Μια ανάλογη δεισιδαιμονία επικρατούσε επίσης μεταξύ των Ινδών. Οι δε Κινέζοι ουδέποτε διέπρεψαν στο εξωτερικό εμπόριο. Το μεγαλύτερο μέρος του πλεονάζοντος προϊόντος και των τριών αυτών χωρών (ραίνεται ότι εξαγόταν πάντα από αλλοδαπούς, οι οποίοι προσέφεραν ως αντάλλαγμα εμπορεύματα για τα οποία υπήρχε εκεί ορισμένη ζήτηση, κυρίως χρυσό και άργυρο. 23. Κατ* αυτόν τον τρόπο, ένα δεδομένο κεφάλαιο θα θέτει σε κίνηση σε
434
Άνταμ
Σμιθ
μια χώρα περισσότερη ή λιγότερη παραγωγική εργασία και θα προσθέτει περισσότερη ή λιγότερη αξία στο ετήσιο προϊόν της γης και της εργασίας, ανάλογα με το βαθμό της απασχόλησήςτου στην αγροτική οικονομία, στις μανιφακτούρες, ή στο χονδρεμπόριο. Ακόμα θα υπάρχουν μεγάλες διαφορές ανάλογα με τα διάφορα είδη χονδρεμπορίου στα οποία θα απασχοληθεί ένα μέρος του κεφαλαίου της χώρας. 24. Κάθε είδους χονδρεμπόριο, κάθε πράξη αγοράς που έχει ως σκοπό της τη μεταπώληση χονδρικώς, μπορεί να αναχθεί σε τρία διαφορετικά είδη: το εσωτερικό εμπόριο, το εξωτερικό εμπόριο κατανάλωσης, και το διαμετακομιστικό εμπόριο. Το εσωτερικό εμπόριο διεξάγεται με την αγορά των προϊόντων τπς φιλοπονίας του έθνους σε ένα σημείο της χώρας με σκοπό τη μεταπώλησή τους σε ένα άλλο σημείο της ίδιας χώρας. Σε αυτό περιλαμβάνονται οι χερσαίες και οι θαλάσσιες μεταφορές. Το εξωτερικό εμπόριο κατανάλωσης διεξάγεται με την αγορά εμπορευμάτων στο εξωτερικό, με σκοπό την εγχώρια κατανάλωση. Το διαμετακομιστικό εμπόριο διεξάγεται με τη μεταφορά εμπορευμάτων μεταξύ δύο ξένων χωρών, ή με τη μεταφορά στη μία χώρα του πλεονάσματος προϊόντος της άλλης. 25. Το κεφάλαιο που απασχολείται στην αγορά του προϊόντος της φιλοπονίας της χώρας σε ένα σημείο αυτής της χώρας, προκειμένου να πωληθεί σε ένα άλλο σημείο της, γενικά, σε κάθε κύκλο του, αντικαθιστά δύο διακριτά κεφάλαια, που απασχολούνταν στην αγροτική οικονομία ή τη μανιφακτουρική παραγωγή της χώρας και με αυτόν τον τρόπο αυτά έχουν τη δυνατότητα να συνεχίσουν αυτή τους την απασχόληση. Όταν το κεφάλαιο αυτό αποστέλλει μια ορισμένη αξία εμπορευμάτων εκτός της έδρας του εμπόρου συνήθως επαναφέρει (ύς αντάλλαγμα εμπορεύματα τουλάχιστον ίσης αξίας. Όταν και τα μεν και τα δε αποτελούν προϊόν της εθνικής φιλοπονίας, το κεφάλαιο αυτό σε κάθε κύκλο του αντικαθιστά κατ* ανάγκην δύο διακριτά κεφάλαια, που χρησιμοποιούνται για την κινητοποίηση της παραγωγικής εργασίας, και με αυτόν τον τρόπο τους δίνει τη δυνατότητα να συνεχίσουν αυτή τη λειτουργία. Το κεφάλαιο που αποστέλλει στο Λονδίνο μανιφακτουρικά προϊόντα της Σκοτίας και μεταφέρει στο Εδιμβούργο αγγλικά σιτηρά και μανιφακτουρικά προϊόντα, σε κάθε κύκλο του αντικαθιστά Kaf ανάγκην δύο κεφάλαια που ανήκουν σε πολίτες της Μεγάλης Βρετανίας, και τα οποία απασχολήθηκαν στην αγροτική οικονομία ή τη μανιφακτουρική παραγωγή αυτής της χώρας. 26. Το κεφάλαιο που απασχολείται στην αγορά ξένων προϊόντων για εγχώρια κατανάλωση, όταν η αγορά αυτή γίνεται με το προϊόν της εγχώριας φιλοπονίας, αντικαθιστά επίσης, σε κάθε τέτοιο κύκλο, δύο
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
435
διακριτά κεφάλαια. Όμίος μόνο ένα εξ αυτών απασχολείται στην κινητοποίηση της εγχώριας φιλοπονίας. Το κεφάλαιο που αποστέλλει βρετανικά αγαθά στην Πορτογαλία, και μεταφέρει από αυτπν πορτογαλικά αγαθά στη Βρετανία, σε κάθε τέτοιο κύκλο του αντικαθιστά μόνο ένα βρετανικό κεφάλαιο. Το άλλο είναι πορτογαλικό. Επομένως, ακόμα και αν οι αποδόσεις του εξωτερικού εμπορίου κατανάλωσης είναι εξίσου ταχείες με αυτές του εγχώριου εμπορίου, το κεφάλαιο που απασχολείται σε αυτό θα ενθαρρύνει τη φιλοπονία ή την παραγωγική εργασία της χώρας μόνο κατά το ήμισυ. 27. Ωστόσο, οι αποδόσεις του εξωτερικού εμπορίου κατανάλωσης σπανίως είναι τόσο ταχείες όσο αυτές του εγχώριου εμπορίου. Γενικά οι αποδόσεις του εγχώριου εμπορίου έρχονται πριν το τέλος του χρόνου και, μερικές φορές, τρεις ή τέσσερις φορές μέσα στον ίδιο χρόνο. Οι αποδόσεις του εξοπερικού εμπορίου κατανάλωσης σπανίως έρχονται πριν από το τέλος του χρόνου και μερικές φορές καθυστερούν περισσότερο από δύο ή τρία χρόνια. Επομένοχ; ένα κεφάλαιο που απασχολείται στο εγχώριο εμπόριο είναι πιθανό να έχει ανακυκλωθεί δώδεκα φορές, ή θα έχει αποσταλεί και επιστρέψει δώδεκα φορές πριν ολοκληρώσει την πρώτπ του ανακύκλοοση ένα κεφάλαιο που απασχολείτ ε στο εξοπερικό εμπόριο κατανάλωσπς. Επομένως, αν τα κεφάλαια αυτά είναι ίσα, τοένα θα ενθαρρύνει δώδεκαήκαι είκοσι τέσσερις φορέςπερισσότεροτηφιλοπονίατηςχώραςαπ' ό,τιτοάλλο. 28. Τα αλλοδαπής προέλευσης προϊόντα για εγχώρια κατανάλοοση είναι δυνατόν μερικές φορές να αγοραστούν, όχι με το προϊόν της εγχώριας φιλοπονίας, αλλά με κάποια άλλα αλλοδαπής προέλευσης προϊόντα. Ωστόσο, αυτά τα τελευταία θα πρέπει να έχουν αγοραστεί είτε άμεσα με το προϊόν της εγχώριας φιλοπονίας, είτε με κάτι άλλο, που έχει αγοραστεί με αυτό το προϊόν. Διότι, αν εξαιρέσουμε τον πόλεμο και την κατάκτηση μιας χώρας, δεν υπάρχει άλλος τρόπος απόκτησης αγαθών από το εξωτερικό, πλπν τπς ανταλλαγής τους με άλλο προϊόν εγχώριας παραγωγής, είτε μέσω μιας άμεσης ανταλλαγής, είτε μετά από δύο, ή και περισσότερες διαφορετικές ανταλλαγές. Κατά συνέπεια, ένα κεφάλαιο που χρησιμοποιείται για τη διεξαγωγή ενός εξωτερικού εμπορίου κατανάλωσης μέσω ενός τέτοιου κυκλώματος, θα παράγει, από όλες τις απόψεις, τα ίδια αποτελέσματα με ένα κεφάλαιο που απασχολείται στη διεξαγωγή του ιδίου είδους εμπορίου με τον πιο άμεσο δρόμο, εκτός του ότι οι τελικές αποδόσεις ενδέχεται να είναι πιο απομακρυσμένες χρονικά, καθώς εξαρτώνται από τις αποδόσεις δύο ή τριών διαφορετικών εξαγωγικών εμπορίων. Αν το λινάρι και η κάνναβη της Ρίγα αγοράζονται με καπνά της Βιρτζίνια τα οποία είχαν προηγουμένως αγοραστεί με βρετανικά μανιφακτουρικά προϊόντα, ο έμπορος, προκειμένου να είναι
436
Άνταμ Σμιθ
σε θέση να χρησιμοποιήσει το ίδιο κεφάλαιο για την εκ νέου αγορά μιας αντίστοιχης ποσότητας βρετανικών μανιφακτουρικών προϊόντων, θα πρέπει να περιμένει την απόδοσπ δυο διακριτών εξωτερικών εμπορίων. Αν τα καπνά της Βιρτζίνια είχαν αγοραστεί όχι με βρετανικά μανιφακτουρικά προϊόντα, αλλά με τπ ζάχαρη και το ρούμι της Τζαμάικα, που είχαν προηγουμένως αγοραστεί με αυτά τα μανιφακτουρικά προϊόντα, ο έμπορος θα πρέπει να περιμένει την απόδοση τριών εξωτερικών εμπορίων. Βέβαια αν τυχαίνει τα δύο ή τα τρία διακριτά εμπόρια να διεξάγονται από δύο ή τρεις διαφορετικούς εμπόρους, εκ των οποίων ο δεύτερος αγοράζει τα αγαθά που εισήγαγε ο πρώτος και ο τρίτος αγοράζει αυτά που εισήγαγε ο δεύτερος, προκειμένου να τα εξαγάγει και πάλι, στην περίπτωση αυτή ο κάθε έμπορος εισπράττει την απόδοση του κεφαλαίου του πολύ ενο)ρίτερα. Ωστόσο, η τελική απόδοση του συνολικού κεφαλαίου που απασχολείται στο εμπόριο θα καθυστερεί όσο ακριβώς και προηγουμένως. Το εάν το συνολικό κείράλαιο που απασχολείται σε ένα τέτοιο κυκλικό εμπόριο ανήκει σε ένα ή σε τρεις εμπόρους, δεν έχει καμιά διαφορά για τη χώρα, αν και είναι δυνατόν να έχει κάποιες διαφορές σε σχέση με τους μεμονωμένους εμπόρους. Και στις τρεις περιπτώσεις, θα πρέπει να απασχοληθεί ένα κεφάλαιο τρεις φορές μεγαλύτερο, προκειμένου να ανταλλαγεί μια ορισμένη αξία βρετανικών μανιφακτουρικών προϊόντων με μια ορισμένη ποσότητα λιναριού και κάνναβης, από αυτό που θα χρειαζόταν εάν τα μανιφακτουρικά προϊόντα και το λινάρι με την κάνναβη ανταλλάσσονταν απευθείας. Επομένοος, το συνολικό κεφάλαιο που απασχολείται σε ένα τέτοιο κυκλικό εξαπερικό εμπόριο κατανάλωσης γενικά θα ενθαρρύνει και θα στηρίζει σε μικρότερο βαθμό την παραγωγική εργασία της χώρας, απ* όσο θα τη στήριζε ένα ίδιο κεοράλαιο απασχολημένο σε ένα πιο άμεσο εμπόριο του ιδίου είδους. 29. 'Οποια και αν είναι τα αλλοδαπής προέλευσης εμπορεύματα με τα οποίααγοράζονται τα αλλοδαπής προέλευσης αγαθά γιαεγχώρια κατανάλωση, η φύση του εμπορίου ή η ενθάρρυνση και η στήριξη που είναι αυτό σε θέση να προσφέρει στην παραγωγική εργασία της χώρας όπου διεξάγεται, παραμένει βασικά η ίδια Αν, για παράδειγμα, τα αγαθά αυτά αγοράζονται με το χρυσό της Βραζιλίας, ή με τον άργυροτου Περού, αυτός ο χρυσός και ο άργυρος, όπωςκαιοκαπνόςτης Βιρτζίνια, θα πρέπει να έχουν αγοραστεί με κάποιο άλλο αγαθό, που είτε ήταν προϊόν της φιλοπονίας της χώρας, είτε αγοράστηκε με ένα τέτοιο προϊόν. Επομένως, όσον αφορά την παραγωγική εργασία της χώρας, το εξωτερικό εμπόριοκατανάλωσηςπου διεξάγεται μέσωχρυσού και αργύρου, συγκεντρώνει όλα τα πλεονεκτήματα και όλες τις δυσχέρειες οποιουδήποτε άλλου εξίσου κυκλικού εξωτερικού εμπο-
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
437
ρίου κατανάλωσης, και θα αντικαθιστά το κεφάλαιο που απασχολείται άμεσα στη στήριξη της παραγωγικής εργασίας το ίδιο γρήγορα ή το ίδιο αργά. Η μεταφορά αυτών των μετάλλων από το ένα μέρος στο άλλο, λόγω του μικρού όγκου και της μεγάλης αξίας τους, είναι λιγότερο δαπανηρή σχεδόν από οποιαδήποτε άλλη μεταφορά προϊόντων αλλοδαπής προέλευσης και ίσης αξίας. Το ναύλο τους είναι πολύ μικρότερο και το ασφάλιστρό τους δεν είναι μεγαλύτερο και, εκτός αυτού, κατά τη μεταφορά τους ταλαιπωρούνται πολύ λιγότερο απ' οποιοδήποτε άλλο αγαθό. Επομένως, συχνά, μια δεδομένη ποσότητα αγαθών αλλοδαπής προέλευσης είναι δυνατόν να αγοραστεί με μια μικρότερη ποσότητα του προϊόντος της εγχώριας φιλοπονίας, με την παρεμβολή χρυσού και αργύρου, από την ποσότητα που θα απαιτείτο με την παρεμβολή ενός οποιουδήποτε άλλου προϊόντος αλλοδαπής προέλευσης. Με τον τρόπο αυτόν, η ζήτηση της χώρας είναι δυνατόν να ικανοποιηθεί πληρέστερα και με μικρότερο κόστος arf ό,τι με οποιονδήποτε άλλον τρόπο. Στη συνέχεια θα έχουμε την ευκαιρία να εξετάσουμε λεπτομερώς το εάν ένα εμπόριο αυτού του είδους είναι δυνατόν, για ένα άλλο λόγο, να εξασθενίσει οικονομικά τη χώρα στην οποία διεξάγεται, μέσω τπς συνεχούς εξαγωγής αυτών των μετάλλων. 30. Το τμήμα του κεφαλαίου μιας δεδομένης χώρας που απασχολείται στο διαμετακομιστικό εμπόριο αποσύρεται από τη στήριξη της παραγωγικής εργασίας της χώρας, προκειμένου να στηρίξει την παραγωγική εργασία κάποιων άλλων χωρών. Παρόλο που το κεφάλαιο αυτό μπορεί να αντικαθιστά, σε κάθε κύκλο του, δύο διακριτά κεφάλαια, ωστόσο, κανένα από αυτά δεν ανήκει στη δεδομένη χώρα. Το κεφάλαιο του Ολλανδού εμπόρου που μεταφέρει σιτηρά της Πολωνίας στην Πορτογαλία, και φέρνει τα φρούτα και τα κρασιά της Πορτογαλίας στην Πολωνία, αντικαθιστά σε κάθε κύκλο του δύο κεφάλαια, από τα οποία κανένα δεν είχε απασχοληθεί στη στήριξη της παραγωγικής εργασίας της Ολλανδίας, αλλά το μεν ένα στη στήριξη της παραγωγικής εργασίας της Πολωνίας, το δε άλλο σε αυτήν της Πορτογαλίας. Απλώς, τα κέρδπ επιστρέφουν κατά τακτά διαστήματα στπν Ολλανδία και συνιστούν τη συμβολή αυτού του εμπορίου στο ετήσιο προϊόν της γης και της εργασίας της χώρας. Όταν, βέβαια, το διαμετακομιστικό εμπόριο μιας δεδομένης χώρας διεξάγεται με τα πλοία και τους ναυτικούς αυτής τπς χώρας, το τμήμα του κεφαλαίου αυτού που χρησιμεύει στην πλπρωμή των ναύλων κατανέμεται σε έναν ορισμένο αριθμό παραγωγικών εργατών αυτής της χώρας και τους θέτει σε κίνηση. Όλες σχεδόν οι χώρες που διαθέτουν ένα σημαντικό μερίδιο του διαμετακομιστικού εμπορίου, διεξάγουν πράγματι αυτό το εμπόριο με αυτόν τον τρόπο. Το είδος αυτό του
438
Άνταμ
Σμιθ
εμπορίου έλκει ίσοος από εδώ το όνομά του, εφόσον οι άνθρωποι των χωρών αυτών είναι οι διαμετακομιοτές στις άλλες χώρες. Ωστόσο, ο τρόπος αυτός διεξαγωγής του δεν υπαγορεύεται από τπ φύσπ του εμπορίου. Για παράδειγμα, ένας Ολλανδός έμπορος έχει τπ δυνατότπτα να χρπσιμοποιπσει το κεοράλαιό του στις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ Πολωνίας και Πορτογαλίας, μεταφέροντας ένα μέρος του πλεονασματικού προϊόντος μιας εκ των δύο αυτών χωρών προς τπν άλλπ, μέσω βρετανικών και όχι ολλανδικών σκαφών. Μπορούμε να θεωρήσουμε ότι, στπν πραγματικότπτα, ο Ολλανδός έμπορος θα ενεργήσει με αυτόν τον τρόπο υπό ορισμένες ειδικές περιστάσεις. Ωστόσο, γι' αυτόν ακριβώς το λόγο, το διαμετακομιστικό εμπόριο θεοορήθπκε ιδιαίτερα επικερδές για μια χώρα όπως π Μεγάλπ Βρετανία, π άμυνα και ασφάλεια τπς οποίας εξαρτάται από τον αριθμό των ναυτικών και των πλοίων τπς. Όμως ένα δεδομένο κεφάλαιο που έχει τοποθετπθεί στο εξωτερικό εμπόριο κατανάλωσπς ή στο εγχώριο ακτοπλοϊκό εμπόριο μπορεί να απασχολεί τόσα πλοία και ναυτικούς, όσα πλοία και ναυτικούς μπορεί να απασχολήσει αν τοποθετπθεί στο διαμετακομιστικό εμπόριο. Ο αριθμός των ναυτικών και των πλοίων που μπορεί να απασχολήσει ένα δεδομένο κεφάλαιο δεν εξαρτάται από τπ φύσπ του εμπορίου, αλλά εν μέρει από τον όγκο των αγαθών σε σχέσπ με τπν αξία τους και εν μέρει από τπν απόστασπ των λιμανιών μεταξύ των οποίων μεταφέρονται αυτά τα αγαθά, και κυρίως από τον πρώτο από τους δύο αυτούς παράγοντες. Για παράδειγμα, το εμπόριο γαιάνθρακα από το Νιουκάστλ στο Λονδίνο απασχολεί περισσότερα πλοία απ* οποιοδήποτε άλλο διαμετακομιστικό εμπόριο τπς Αγγλίας, παρόλο που τα δύο λιμάνια δεν βρίσκονται σε πολύ μεγάλπ απόστασπ. Επομένοος π εξώθπσπ στο διαμετακομιστικό εμπόριο, μέσω μιας υπερβολικής ενθάρρυνσπς ενός μεγαλύτερου μεριδίου του κεφαλαίου μιας χώρας από αυτό που φυσιολογικά θα κατευθυνόταν εκεί, δεν αποτελεί πάντα ένα ασφαλές μέτρο αύξπσπς του εμπορικού στόλου αυτής τπς χώρας. 31. Επομένως, το κεφάλαιο που απασχολείται στο εσωτερικό εμπόριο μιας χώρας γενικά θα ενθαρρύνει και θα στπρίζει μια μεγαλύτερπ ποσότπτα παραγωγικής εργασίας σε αυτή τπ χώρα και θα αυξάνει τπν αξία του ετήσιου προϊόντος τπς περισσότερο απ' ό,τι ένα ισοδύναμο κεφάλαιο που απασχολείται στο εξωτερικό εμπόριο κατανάλοοσπς: και το κεφάλαιο που απασχολείται στο τελευταίο αυτό εμπόριο έχει και από τις δύο αυτές απόψεις ένα μεγαλύτερο πλεονέκτπμα απέναντι σε ένα ισοδύναμο κεφάλαιο που απασχολείται στο διαμετακομιστικό εμπόριο. Τα πλούτπ -και στο βαθμό που π ισχύς εξαρτάται από τα πλούτπ- π ισχύς μιας χώρας πρέπει πάντα να είναι ανάλογα τπς αξίας του ετήσιου προϊόντος τπς, τον πόρο από το οποίον σε τελική
Έρευνα για τη Φύση και iis Allies του Πλούτου των Εθνών
439
ανάλυση θα πληροοθοΟν όλοι οι φόροι. Αλλά ο μεγάλος στόχος της πολιτικής οικονομίας της κάθε χώρας είναι η αύξηση του πλούτου και της ισχύος της. Επομένως αυτή οφείλει να μην ευνοεί ούτε να ενθαρρύνει το εξωτερικό εμπόριο κατανάλωσης περισσότερο από ό,τι το εσοπερικό εμπόριο, ούτε το διαμετακομιστικό εμπόριο περισσότερο από τα άλλα δύο είδη εμπορίου. Οφείλει να μην εξωθεί και να μην προσελκύει σε κανένα από τα δύο αυτά κανάλια ένα μεγαλύτερο μερίδιο του κεφαλαίου της χώρας από αυτό που θα προσανατολιζόταν σε αυτά υπό φυσιολογικές συνθήκες. 32. Ωστόσο,καθένας απόαυτούςτουςδιαφορετικούςκλάδουςτου εμπορίου δεν είναι μόνο επωφελής, αλλά και αναγκαίος και αναπόφευκτος όταν απορρέει από τη φυσιολογική πορεία των πραγμάτων, χωρίς την παρεμβολή εξαναγκασμών ή βίας. 33. Όταν το προϊόν ενός δεδομένου κλάδου της οικονομίας υπερβαίνει την ποσότπτα που απαιτεί π ζήτηση της χώρας, θα πρέπει να αποσταλεί το πλεόνασμα στο εξοπερικό, και να ανταλλαγεί με κάτι άλλο για το οποίο υπάρχει εγχώρια ζήτηση. Χωρίς αυτή την εξαγωγή, ένα μέρος της παραγωγικής εργασίας της χώρας θα πρέπει να εκλείψει και π αξία του ετήσιου προϊόντος της θα μειωθεί. Η γη και η εργασία της Μεγάλης Βρετανίας παράγουν γενικά περισσότερα σιτηρά, μάλλινα και εργαλεία απ' όσα απαιτεί η ζήτηση της εγχώριας αγοράς. Επομένως, το πλεόνασμα αυτών των προϊόντων θα πρέπει να αποσταλεί στο εξωτερικό και να ανταλλαγεί με κάτι άλλο για το οποίο υπάρχει εγχώρια ζήτηση. Μόνο μέσω αυτής της εξαγωγής μπορεί το πλεόνασμα να αποκτήσει μια αξία αρκετή για να αποζημιώσει την εργασία και τις δαπάνες της παραγωγής του. Οι παραθαλάσσιες εκτάσεις και οι κοίτες των πλωτών ποταμών αποτελούν ευνοϊκές τοποθεσίες για την οικονομική δραστηριότητα, μόνο επειδή διευκολύνουν την εξαγωγή και την ανταλλαγή αυτού του πλεονάζοντος προϊόντος, με κάτι άλλο για το οποίο υπάρχει μια μεγαλύτερη ζήτηση. 34. Όταν τα προϊόντα αλλοδαπής προέλευσης που αγοράζονται με το πλεόνασμα προϊόντος της εγχώριας φιλοπονίας υπερβαίνουν τη ζήτηση της εγχώριας αγοράς, το πλεόνασμα αυτού του προϊόντος θα πρέπει να αποσταλεί και πάλι στο εξωτερικό, και να ανταλλαγεί με κάτι για το οποίο υπάρχει περισσότερη ζήτηση στην εγχώρια αγορά. Με ένα μέρος του πλεονάσματος του προϊόντος της βρετανικής οικονομίας αγοράζονται κάθε χρόνο από τη Βιρτζίνια και το Μέριλαντ περί τα 96.000hogsheads (βαρέλια χοορητικότητας 60 γαλονιών) καπνών. Αλλά η ζήτηση της Μεγάλης Βρετανίας δεν απαιτεί ίσοχ; περισσότερο από 14.000 hogsheads. Επομένοχ;, αν τα υπόλοιπα 82.000 hogsheads δεν μπορούσαν να αποσταλούν στο εξοπερικό και να ανταλλαχθούν μεκάτι άλλο γιατοοποίο υπάρχει μεγαλύτερη εγχώρια
440
Άνταμ Σμιθ
ζήτηση, η εισαγωγή αυτών των καπνών θα έπαυε αμέσως και μαςί με αυτήν καιηπαραγωγική εργασία όλων εκείνων των κατοίκων της Μεγάλης Βρετανίας που απασχολούνται σήμερα στην παραγωγή των αγαθών με τα οποία αγοράζονται αυτά τα82.000hogsheads καπνών ετndως.Tαπpoϊόvτα αυτά,που αποτελούν μέροςτου προϊόντος της γης και της εργασίας της Μεγάλης Βρετανίας, καθώς δεν έχουν περιθώρια πώλησης στην εγχώρια αγορά, και χάνοντας και τα μέχρι πρότινος περιθώρια πώλησήςτουςστοεξωτερικό, πρέπει να πάψουν να παράγονται. Επομένοχ;, σε ορισμένες περιπτώσεις, ακόμα και το πιο παρακαμπτήριο εξωτερικό εμπόριο κατανάλωσης ίσως να είναι εξ ίσου απαραίτπτο για την υποστήριξη της παραγωγικής εργασίας της χώρας, όπως και το πιο άμεσο. 35. 'Οταν το κεφαλαιακό απόθεμα της οποιασδήποτε χώρας αυξάνεται σε έναν τέτοιο βαθμό ώστε να μην μπορεί να απασχοληθεί εξ ολοκλήρου στην τροφοδοσία της κατανάλωσης και τη στήριξη της παραγωγικής εργασίας της δεδομένης χώρας, το πλεονασματικό μέρος του φυσιολογικά εκχέεται στο διαμετακομιστικό εμπόριο και απασχολείται στην εκτέλεση των ίδιων λειτουργιών σε άλλες χώρες. Το διαμετακομιστικό εμπόριο είναι το φυσικό αποτέλεσμα και σύμπτωμα ενός μεγάλου εθνικού πλούτου: δεν φαίνεται όμως να αποτελεί και τη φυσική αιτία του. Η Ολλανδία, η πλουσιότερη, σε αναλογία με την έκταση και τον πληθυσμό της, χώρα της Ευρώπης, έχει αντίστοιχα το μεγαλύτερο μερίδιο του διαμετακομιστικού εμπορίου της Ευρώπης. Η Αγγλία, ίσοχ; η δεύτερη σε πλούτο χώρα της Ευρώππς, θεωρείται επίσης ότι διαθέτει ένα σημαντικό μερίδιο του ευρωπαϊκού διαμετακομιστικού εμπορίου, παρόλο που αυτό που συνήθίος θεωρείται ότι αποτελεί διαμετακομιστικό εμπόριο της Αγγλίας αποδεικνύεται συχνά ότι δεν είναι τίποτα άλλο από ένα παρακαμπτήριο εξωτερικό εμπόριο κατανάλωσης. Τέτοιου τύπου είναι, σε ένα μεγάλο βαθμό, το εμπόριο των αγαθών των Ανατολικών και Δυτικών Ινδιών και της Αμερικής, με τις διάφορες ευρωπαϊκές αγορές. Τα αγαθά αυτά γενικά αγοράζονται είτε άμεσα με το προϊόν της βρετανικής οικονομίας, είτε με κάτι άλλο που έχει αγοραστεί με αυτό το προϊόν, και οι τελικές αποδόσεις αυτού του εμπορίου γενικά χρησιμοποιούνται ή καταναλώνονται στη Μεγάλη Βρετανία. Αυτό που αποτελεί ίσως τους κυριότερους κλάδους του καθαυτό διαμετακομιστικού εμπορίου της Μεγάλης Βρετανίας είναι αυτό που πραγματοποιείται με τα πλοία αυτής της χώρας, μεταξύ των διαφόρων λιμανιών της Μεσογείου, όπως και ένα άλλο εμπόριο που διεξάγεται από τους Βρετανούς εμπόρους ανάμεσα στα διαφορετικά λιμάνια της Ινδίας. 36. Η έκταση του εγχώριου εμπορίου και του κεφαλαίου που μπορεί να
Έρευνα για τη Φύση καιiisAlliesτ ο υ
Πλούτου των Εθνών
441
απασχοληθεί σε αυτό περιορίζεται κατ' ανάγκην από την αξία τού πλεονάζοντος προϊόντος όλων εκείνων των μακρινών τόπων στο εσωτερικό της χώρας, που έχουν την ευκαιρία να ανταλλάξουν μεταξύ τους τις αντίστοιχες παραγωγές τους. Η έκταση του εξωτερικού εμπορίου κατανάλοοσης περιορίζεται από την αξία του πλεονάζοντος προϊόντοςτου συνόλουτηςχώραςκαι αυτού που είναι δυνατόν να αγοραστεί με αυτήν. Η έκταση του διαμετακομιστικού εμπορίου περιορίζεται από την αξία του πλεονάζοντος προϊόντος των διαφόρων χωρών όλου του κόσμου. Επομένως, η έκταση που είναι δυνατόν να αποκτήσει είναι κατά κάποιο τρόπο άπειρπ σε σύγκριση με αυτήν των άλλων δύο και είναι ικανό να απορροφήσει τα μεγαλύτερα κεφάλαια. 37. Το μοναδικό κίνητρο που καθοδπγεί τον κάτοχο ενός κεφαλαίου στο να απασχολήσει το κεφάλαιό του είτε στπν αγροτική οικονομία, είτε στη μανιφακτούρα, είτε σε κάποιον άλλον κλάδο του χονδρικού ή του λιανικού εμπορίου είναι π επιδίοοξη του ιδιαίτε(:^υ ατομικού του κέρδους. Δεν περνά ποτέ από το μυαλό του να υπολογίσει τις διαφορετικές ποσότητες παραγωγικής εργασίας που μπορεί να θέσει σε κίνηση αυτό το κεφάλαιο και τις διαφορετικές αξίες που μπορεί να προσθέσει στο ετήσιο προϊόν της γης και της εργασίας της κοινωνίας, ανάλογα με το αν απασχολείται με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο. Επομένοος, στις χώρες όπου η επικερδέστερη όλων των απασχολήσεων είναι γεωργία, και π καλλιέργεια και η βελτίωση της γης είναι ο πιο άμεσος δρόμος για μια λαμπρή περιουσία, τα κεφάλαια των ιδιωτών φυσιολογικά θα απασχολούνται με τον επωφελέστερο τρόπο για ολόκληρη την κοινωνία. Ωστόσο, τα κέρδη της γεωργίας δεν έχουν τα πρωτεία απέναντι σε οποιαδήποτε άλλη απασχόληση σε ολόκληρη την Ευρώπη. Βέβαια, οι οραματιζόμενοι κέρδη, σε κάθε γωνιά της Ευρώπης, διασκέδασαν τα τελευταία χρόνια το κοινό με τις πιο θαυμαστές περιγραφές των κερδών που αποφέρει η καλλιέργεια και η βελτίωση της γης. Χωρίς να υπεισέλθουμε σε μια ειδικότερη συζήτηση των υπολογισμών τους, μια πολύ απλή παρατήρπση μπορεί να μας πείσει ότι τα συμπεράσματά τους πρέπει να είναι λανθασμένα. Βλέπουμε κάθε μέρα τις πιο λαμπρές περιουσίες, οι οποίες έχουν δημιουργηθεί στο διάστημα μιας ζωής από το εμπόριο και τις μανκρακτούρες, συχνά από ένα πολύ μικρό κεφάλαιο, μερικές φορές από μηδενικό κεφάλαιο. Στη διάρκεια του αιώνα που διανύουμε, ίσως να μην υπήρξε σε ολόκληρη την Ευρώπη ούτε μια περίπτωση ανάλογης περιουσίας που να δημιουργήθηκε από τπ γεωργία σε ένα ανάλογο χρονικό διάστημα. Ωστόσο, σε όλες τις μεγάλες χώρες της Ευρώπης, πολλές καλές εκτάσεις γης παραμένουν ακαλλιέργητες και
442
Άνταμ Σμιθ
το μεγαλύτερο μέρος των ήδη καλλιεργούμενων απέχει πολύ από το να έχει βελτιωθεί στο βαθμό που αυτό είναι εφικτό. Επομένοος, η αγροτική οικονομία είναι σχεδόν παντού σε θέση να απορροφήσει ένα πολύ μεγαλύτερο κεφάλαιο από αυτό που απασχολείται μέχρι τώρα σε αυτήν.
TO ΒΗΜΑ
ΒΙΒΛΙΑ ΠΟΥΑΛ ΛΑΞΑΝ ΤΟΝ
ΚΟΣΜΟ 06
ΑΝΤΑΜΣΜΙΘ
ΕΡΕΥΝΑ ΓΙΑ ΤΗ ΦΥΣΗ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΙΤΙΕΣ ΤΟΥ ΠΛΟΥΤΟΥ ΤΩΝ ΕΟΝΩΝ
Μάρτιος 1776, Λονδίνο. Επειτα από περίπου δώδεκα χρόνια συγγραφής, ο σκοτσέζος καθηγητής Ηθικής Φιλοσοφίας Άνταμ Σμιθ εκδίδει το ογκώδες έργο του Έρευνα για τη Φύση και Tis Anies του Πλούτου των Εθνών θεμελιώνοντας τις αρχές λειτουργίας της οικονομίας της αγοράς. Θιασώτης του ελεύθερου εμπορίου και των αυτορρυθμιζόμενων αγορών, ο Σμιθ υποστήριξε ότι η επιδίωξη του προσωπικού συμφέροντος στις οικονομικές συναλλαγές προάγει το γενικό συμφέρον και την κοινωνική ευημερία, θέση που έρχονταν σε πλήρπ αντιδιαστολή με την τότε κραταιά πεσιμιστική αντίλπψη που αντιλαμβάνονταν τον πλουτισμό ως ηθικό μειονέκτημα. Σήμερα, Ο Πλούτο5 των Εθνών εξακολουθεί να θεωρείται ως το θρυλικότερο οικονομικό σύγγραμμα όλων των εποχών το οποίο ανέδειξε τον Σμιθ ως τον πατέρα της κλασικής Πολιτικής Οικονομίας. ΠΡΩΤΗ
ΕΚΔΟΣΗ
1776