Ψηφιακή έκδοση Ιούνιος 2015
Τίτλος πρωτοτύπου Jennifer Crusie, Bet me, St. Martin’s Paper backs 2004 Διόρθωση τυπογραφικών δοκιμίων Βάλια Μπράβου Σχεδιασμός εξωφύλλου Δήμητρα Δαριώτη/Add Noise
© 2004, Jennifer Crusie Smith © 2013, Eκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ (για την ελληνική γλώσσα) ISBN 978-618-03-0334-6
Το παρόν έργο πνευµατικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις διατάξεις του Ελληνικού Nόµου (N. 2121/1993 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήµερα) και τις διεθνείς συµβάσεις περί πνευµατικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται απολύτως η άνευ γραπτής άδειας του εκδότη κατά οποιοδήποτε µέσο ή τρόπο αντιγραφή, φωτοανατύπωση και εν γένει αναπαραγωγή, εκµίσθωση ή δανεισµός, µετάφραση, διασκευή, αναµετάδοση στο κοινό σε οποιαδήποτε µορφή (ηλεκτρονική, µηχανική ή άλλη) και η εν γένει εκµετάλλευση του συνόλου ή µέρους του έργου.
JENNIFER CRUSIE Το στοίχημα
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: Παλμύρα Ισμυρίδου
Στη Monica Pradhan McLean επειδή η αξία της είναι ανεκτίμητη, επειδή γνωρίζει πώς να επενδύει σ’ αυτήν και επειδή κάθε βιβλίο της είναι ένα διαμάντι
Το γυναικείο ένστικτο για τζόγο ικανοποιείται με τον γάμο. Gloria Steinem
6
JENNIFER CRUSIE
1
Ντομπς καθώς στεκόταν καταμεσής ενός κακόγουστου μπαρ γιάπηδων, ο κόσμος ήταν γεμάτος από καλούς κι ευγενικούς άντρες. Έπειτα έριξε μια ματιά στο όμορφο πρόσωπο του άντρα που θα τη συνόδευε στον γάμο της αδελφής της και ολοκλήρωσε τη σκέψη της: Αυτές οι μέρες έχουν περάσει ανεπιστρεπτί. «Αυτή η σχέση δεν λειτουργεί για μένα» είπε ο Ντέιβιντ. Έτσι μου ’ρχεται να σου μπήξω στην καρδιά τον αναδευτήρα του κοκτέιλ, συλλογίστηκε η Μ ιν. Φυσικά, δεν θα το έκανε. Ο αναδευτήρας ήταν πλαστικός και η μύτη του δεν ήταν αρκούντως αιχμηρή. Επιπλέον, στο νότιο Οχάιο ο κόσμος δεν κατέφευγε σε τέτοια μέσα. Στο νότιο Οχάιο η δουλειά γινόταν με πριονισμένη καραμπίνα. «Και γνωρίζουμε και οι δύο τον λόγο» συνέχισε ο Ντέιβιντ. Κατά πάσα πιθανότητα ο Ντέιβιντ δεν είχε αντιληφθεί καν ότι εκείνη ήταν θυμωμένη˙ κατά πάσα πιθανότητα πίστευε ότι φερόταν ήρεμα και υπεύθυνα. Εγώ τουλάχιστον ξέρω ότι είμαι πυρ και μανία, συλλογίστηκε η Μ ιν. Άφησε τον θυμό να την πλημμυρίσει και ένιωσε το κορμί της να ζεσταίνεται, κάτι που ο Ντέιβιντ δεν το κατόρθωσε ποτέ. Στην άλλη άκρη της αίθουσας, ένας άντρας καθισμένος στην μπάρα –που είχε το σχήμα του τροχού της ρουλέτας– χτύπησε ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡ Ο, ΣΚΕΦΤΟΤΑΝ Η ΜΙΝΕΡ ΒΑ
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
7
ένα κουδούνι. Ιδού ακόμα ένας λόγος για να είναι θυμωμένη με τον Ντέιβιντ: Είχε διαλέξει να τη σχολάσει σ’ ένα μπαρ που ήταν η επιτομή της κακογουστιάς. Το Μ εγάλο Ρίσκο. Το όνομα και μόνο έπρεπε να την είχε βάλει σε υποψία. «Λυπάμαι, Μ ιν» είπε ο Ντέιβιντ, ενώ ήταν ολοφάνερο ότι δεν λυπόταν. Η Μ ιν σταύρωσε τα μπράτσα πάνω στο γκρίζο καρό σακάκι της για να μην τον χαστουκίσει. «Όλα αυτά επειδή αρνούμαι να έρθω απόψε στο σπίτι σου; Μ α είναι Τετάρτη. Αύριο δουλεύω. Κι εσύ δουλεύεις. Πλήρωσα το ποτό μου». «Δεν είναι αυτό». Ο Ντέιβιντ έδειχνε μεγαλόψυχος και πληγωμένος, όπως μόνο οι ψηλοί, μελαχρινοί υποκριτές ξέρουν να παριστάνουν πως είναι. «Δεν προσπαθείς καθόλου να βοηθήσεις τη σχέση μας, πράγμα που σημαίνει…» Πράγμα που σημαίνει ότι βγαίνουμε μαζί εδώ και δύο μήνες κι ακόμη να πλαγιάσω μαζί σου. Η Μ ιν τον αγνόησε και κοίταξε γύρω της τον κόσμο που φλυαρούσε. Αν είχα τώρα ένα αόρατο δηλητήριο, θα το έριχνα στο ποτό του και κανείς από όλους αυτούς τους κοστουμαρισμένους δεν θα το αντιλαμβανόταν. «…και πιστεύω ότι για να υπάρξει μέλλον στη σχέση μας, οφείλεις να συμβάλεις κι εσύ στην προσπάθεια» συμπλήρωσε ο Ντέιβιντ. Εγώ, πάλι, δεν το πιστεύω, είπε μέσα της η Μ ιν, πράγμα που σήμαινε ότι ο Ντέιβιντ είχε δίκιο. Παρ’ όλα αυτά, το γεγονός ότι δεν είχαν κοιμηθεί μαζί δεν ήταν σοβαρή δικαιολογία για να την παρατήσει μόλις τρεις εβδομάδες προτού η Μ ιν φορέσει το φόρεμα της παρανύμφου που την έκανε να μοιάζει με χοντρή, φρενοβλαβή βοσκοπούλα. «Και βέβαια έχει μέλλον, Ντέιβιντ» του είπε καταβάλλοντας προσπάθεια ώστε η φωνή της να ακουστεί παγερή. «Έχουμε κάνει σχέδια. Σε τρεις εβδομάδες παντρεύεται η Νταϊάνα. Είσαι καλεσμένος στον γάμο. Στο δείπνο της προηγουμένης του γάμου. Στο πάρτι εργένηδων. Θα χάσεις το στριπτίζ, Ντέιβιντ».
8
JENNIFER CRUSIE
«Ώστε αυτό είμαι για σένα;» Η φωνή του έγινε πιο λεπτή. «Ένας συνοδός για τον γάμο της αδελφής σου;» «Ασφαλώς όχι» είπε η Μ ιν. «Και είμαι σίγουρη πως ούτε εγώ είμαι για σένα κάποια με την οποία θέλεις απλώς να πλαγιάσεις». Ο Ντέιβιντ άνοιξε το στόμα και το ξανάκλεισε. «Ασφαλώς. Κοίτα, δεν θέλω να το πάρεις προσωπικά. Είσαι έξυπνη, επιτυχημένη, είσαι ώριμη…» Η Μ ιν ήξερε ότι δεν θα άκουγε τη φράση «Είσαι λεπτή και όμορφη». Μ ακάρι να πάθαινε ο Ντέιβιντ ένα ξαφνικό έμφραγμα. Μ πορεί μόνο το τέσσερα τοις εκατό των εμφραγμάτων να εμφανίζονται στους άντρες πριν από τα σαράντα τους χρόνια, αλλά ποτέ δεν ξέρεις. Κι αν εκείνος πέθαινε, ασφαλώς η μητέρα της δεν θα είχε την απαίτηση να τον κουβαλήσει στον γάμο. «…και θα γίνεις θαυμάσια μητέρα» συμπλήρωσε ο Ντέιβιντ. «Σ’ ευχαριστώ» είπε η Μ ιν. «Δεν έχεις ιδέα πόσο με ξενερώνεις». «Πίστευα ότι εμείς οι δύο θα πηγαίναμε μακριά, Μ ιν» είπε ο Ντέιβιντ. «Ναι, όπως για παράδειγμα σε τούτο το μπαρ» ειρωνεύτηκε η Μ ιν κοιτάζοντας γύρω της το φανταχτερό περιβάλλον. Ο Ντέιβιντ αναστέναξε και της έπιασε το χέρι. «Σου εύχομαι ό,τι καλύτερο, Μ ιν. Να μη χαθούμε». Η Μ ιν τράβηξε το χέρι. «Μ ήπως τυχόν νιώθεις πόνο στο αριστερό μπράτσο;» «Όχι» αποκρίθηκε ο Ντέιβιντ με ύφος σαστισμένο. «Κρίμα» του είπε και γύρισε στις φιλενάδες της που τους παρακολουθούσαν από το βάθος της αίθουσας. «Φαίνεται πιο σφιγμένος από όσο συνήθως» σχολίασε η Λίζα, που φαινόταν πιο ψηλή και πιο σέξι απ’ όσο συνήθως γέρνοντας πάνω από το τζουκ μποξ, με μαλλιά φλεγόμενα κάτω από τα φώτα. Ο Ντέιβιντ δεν θα τολμούσε να συμπεριφερθεί στη Λίζα με τόση αναισθησία. Θα τη φοβόταν, γιατί η Λίζα θα τον έκανε με τα κρεμμυδάκια. Πρέπει να αρχίσω να φέρομαι περισσότερο σαν
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
9
τη Λίζα, συλλογίστηκε η Μ ιν ξεφυλλίζοντας τις κάρτες με τα ονόματα των τραγουδιών. «Σου είπε κάτι που σε τάραξε;» ρώτησε η Μ πόνι, που στεκόταν δίπλα της από την άλλη πλευρά και είχε γείρει με ανησυχία στο πλάι το ξανθό κεφαλάκι της. Ούτε την Μ πόνι θα είχε τολμήσει ο Ντέιβιντ να παρατήσει. Όλοι ήταν πάντα καλοί με τη γλυκιά, μινιόν Μ πόνι. «Ναι. Μ ου ’δωσε τα παπούτσια στο χέρι». Η Μ ιν σταμάτησε να γυρίζει τις κάρτες. Ως εκ θαύματος, το τζουκ μποξ διέθετε Έλβις. Αμέσως το μπαρ ανέβηκε στην εκτίμησή της. Έριξε μερικά κέρματα στον κερματοδέκτη και πάτησε τα κουμπιά για να παίξει το Hound Dog. Κρίμα που ο Έλβις δεν περιλάμβανε στο ρεπερτόριό του ένα τραγούδι με τίτλο Το παλιοτόμαρο. «Καλά το ’λεγα εγώ πως ο τύπος δεν μου γεμίζει το μάτι» σχολίασε η Μ πόνι. Η Μ ιν πήγε κοντά στην μπάρα σε σχήμα τροχού ρουλέτας και χαμογέλασε σφιγμένα στην αδύνατη μπαργούμαν που φορούσε στολή κρουπιέρη. Είχε υπέροχα μακριά, απαλά, ατίθασα και σγουρά καστανά μαλλιά. Να ακόμα ένας λόγος που δεν θα μπορούσα να κοιμηθώ με τον Ντέιβιντ, συλλογίστηκε η Μ ιν. Τα μαλλιά της μπαργούμαν φριζάριζαν αγρίως όταν τα άφηνε λυτά, κι εκείνος ήταν άνθρωπος που θα το πρόσεχε. «Ρούμι με κόκα κόλα, παρακαλώ» παρήγγειλε. Ίσως γι’ αυτό η Λίζα και η Μ πόνι δεν είχαν ποτέ προβλήματα με τους άντρες: διέθεταν τέλειο μαλλί. Κοίταξε τη Λίζα, μια κοπέλα λεπτή σαν άλογο κούρσας με μοβ δερμάτινο φόρεμα με φερμουάρ, που κουνούσε επιτιμητικά το κεφάλι κοιτάζοντας τον Ντέιβιντ με απροκάλυπτη περιφρόνηση. Εντάξει, δεν ήταν μόνο τα μαλλιά. Αν η ίδια φορούσε το φόρεμα της Λίζα, θα έμοιαζε σαν τσούλα. «Κόλα κόλα διαίτης» διευκρίνισε. «Δεν ήταν αυτός ο κατάλληλος άντρας για σένα» είπε η Μ πόνι κάτω από τον ώμο της Μ ιν, στηρίζοντας τα χέρια στους στενούς γοφούς της.
10
JENNIFER CRUSIE
«Το ρούμι επίσης να είναι διαίτης» είπε η Μ ιν στη σερβιτόρα, που της χαμογέλασε και πήγε να της ετοιμάσει το ποτό. Η Λίζα συνοφρυώθηκε. «Αλήθεια, για ποιον λόγο έβγαινες μαζί του;» «Γιατί νόμιζα ότι ήταν ο άντρας των ονείρων μου» εξήγησε η Μ ιν γεμάτη εκνευρισμό. «Ήταν έξυπνος, επιτυχημένος και στην αρχή ήταν πολύ ευγενικός μαζί μου. Μ ου φάνηκε σωστή επιλογή. Αλλά ξαφνικά άρχισε να με βλέπει αφ’ υψηλού». Η Μ πόνι τη χτύπησε χαϊδευτικά στο μπράτσο. «Καλύτερα που διακόψατε, γιατί τώρα θα είσαι ελεύθερη όταν εμφανιστεί ο σωστός άντρας. Ο πρίγκιπάς σου είναι καθ’ οδόν». «Ναι, πώς» μουρμούρισε η Μ ιν. «Ξεκίνησε, αλλά στον δρόμο τον πάτησε ένα φορτηγό». «Δεν πάει έτσι». Η Μ πόνι έγειρε πάνω από την μπάρα θυμίζοντας ξωτικό ακατάλληλο για ανηλίκους. «Αν είναι γραφτό να σε γνωρίσει, θα τα καταφέρει. Όσες αναποδιές κι αν συναντήσει, στο τέλος θα σε βρει και θα ζήσετε μαζί για πάντα». «Καλέ, τι είναι αυτά που λες;» παρενέβη η Λίζα κοιτώντας τη σαν να μην πίστευε στα αυτιά της. «Τα όνειρα της Μ πάρμπι; Είσαι πολύ γλυκιά, Μ πόνι» είπε. «Όσο για μένα, πιστεύω πως ο τελευταίος καλός άντρας στη γη ήταν ο Έλβις, κι αυτός έχει πεθάνει. Ίσως δεν είναι καλή ιδέα να γίνει η Μ πον χρηματίστριά μας» συνέχισε απευθυνόμενη στη Μ ιν. «Θα γινόμασταν κύριοι μέτοχοι στο Μ αγικό Βασίλειο». Η Μ ιν χτύπησε τα δάχτυλα στην μπάρα προσπαθώντας να διώξει την ένταση. «Έπρεπε να είχα καταλάβει ότι με τον Ντέιβιντ δεν τραβούσε το πράγμα, όταν διαπίστωσα ότι δεν ήθελα να πλαγιάσω μαζί του. Ήμασταν στο τρίτο ραντεβού και ο σερβιτόρος μάς έφερε τον κατάλογο για το επιδόρπιο. “Όχι, ευχαριστούμε, κάνουμε δίαιτα” του είπε ο Ντέιβιντ και τότε σκέφτηκα: “Δεν υπάρχει περίπτωση να γδυθώ μπροστά σου”. Έπειτα πλήρωσα τα μισά και γύρισα σπίτι νωρίς. Αποκεί και πέρα, κάθε φορά που επιχειρούσε
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
11
να το προτείνει, σκεφτόμουν τον σερβιτόρο και σταύρωνα τα πόδια μου». «Δεν ήταν ο κατάλληλος» είπε η Μ πόνι με σιγουριά. «Σοβαρά;» σάρκασε η Μ ιν και η Μ πόνι πήρε ύφος πληγωμένο. Η Μ ιν έκλεισε τα μάτια. «Συγγνώμη. Συγγνώμη. Ειλικρινά λυπάμαι. Αλλά δεν είναι η κατάλληλη ώρα για τέτοιες σαχλαμάρες, Μ πον. Είμαι εξοργισμένη. Μ ου έρχεται να στραγγαλίσω άνθρωπο, όχι να ατενίσω τον ορίζοντα αναζητώντας τον επόμενο κόπανο που έρχεται προς το μέρος μου». «Σε καταλαβαίνω» είπε η Μ πόνι. Η Λίζα κούνησε το κεφάλι κοιτάζοντας τη Μ ιν. «Στην πραγματικότητα ο Ντέιβιντ δεν σε ενδιέφερε, επομένως δεν έχασες τίποτα σπουδαίο πέρα από έναν συνοδό για τον γάμο της Ντι. Ψηφίζω να παρακάμψουμε τον γάμο. Είναι μια καταστροφή, κι όχι μόνο επειδή η αδελφή σου παντρεύεται τον γκόμενο της κολλητής της». «Τον πρώην γκόμενο της κολλητής της. Όσο για μένα, δεν γίνεται να τον παρακάμψω. Είμαι παράνυμφος». Η Μ ιν έσφιξε τα δόντια. «Θα είναι σκέτος εφιάλτης. Σαν να μη φτάνει που θα είμαι ασυνόδευτη, γεγονός που επαληθεύει όλες τις προφητείες της μάνας μου, η μάνα μου είναι τρελή και παλαβή με τον Ντέιβιντ». «Το ξέρουμε» είπε η Μ πόνι. «Μ ιλάει σ’ όλο τον κόσμο για τον Ντέιβιντ» συνέχισε η Μ ιν, φέρνοντας στον νου της το ενθουσιώδες προσωπάκι της μητέρας της. «Το γεγονός ότι έβγαινα με τον Ντέιβιντ ήταν το μοναδικό πράγμα που ενέκρινε από όσα έκανα από τότε που κόλλησα τη γρίπη στο πρώτο έτος των σπουδών μου και έχασα πέντε κιλά. Και τώρα ο Ντέιβιντ μας τελείωσε». Πήρε το ποτό της από την μπαργούμαν, την ευχαρίστησε και της έδωσε γενναίο φιλοδώρημα. Ένιωθε ευγνωμοσύνη για μια σερβιτόρα που φρόντιζε να γεμίζει το ποτήρι της σε τέτοιες δύσκολες στιγμές. «Κατά κανόνα μού είναι αδιάφορη η γνώμη της μητέρας
12
JENNIFER CRUSIE
μου, επειδή αποφεύγω να τη βλέπω, αλλά στον γάμο δεν θα τη γλιτώσω». «Βρες άλλο συνοδό» πρότεινε η Λίζα. «Α, τώρα με υποχρέωσες» μουρμούρισε η Μ ιν και ξεκόλλησε από την μπάρα με την πληθωρική διακόσμηση. Το σχήμα της ρουλέτας τής έφερνε ζάλη. Εκτός κι αν έφταιγε η φούρκα της. «Το σφάλμα είναι δικό σου» είπε η Λίζα. «Αν σταματούσες να εφαρμόζεις τις στατιστικές πιθανότητες στα ραντεβού σου και έβγαινες απλώς με κάποιον που σε εξιτάρει, ίσως και να διασκέδαζες μια στο τόσο». «Δεν θα ήξερα πώς να συνεφέρω τον πληγωμένο εγωισμό μου» απάντησε η Μ ιν. «Δεν είναι κακό να χρησιμοποιεί κανείς τη λογική του για να διαλέξει σύντροφο. Έτσι βρήκα τον Ντέιβιντ». Συνειδητοποιώντας ξαφνικά ότι το επιχείρημά της γύριζε μπούμερανγκ, ήπιε μια γουλιά από το ποτό της για να αποτρέψει τα σχόλια. Όμως η Λίζα δεν είχε δώσει σημασία στα λόγια της. «Θα πρέπει να σου βρούμε εμείς έναν άντρα». Άρχισε να επιθεωρεί το μπαρ, πράγμα πολύ λογικό μια και τα περισσότερα βλέμματα ήταν στραμμένα πάνω της. «Αυτός όχι… ούτε αυτός… ούτε αυτός… όχι, όχι, όχι. Όλοι αυτοί οι τύποι θα επιχειρούσαν να σου πουλήσουν αμοιβαία κεφάλαια». Ξαφνικά άλλαξε στάση. «Όπα! Βρέθηκε ο τυχερός!» Η Μ πόνι ακολούθησε το βλέμμα της. «Ποιος; Πού;» «Ο μελαχρινός με το σκούρο μπλε κοστούμι. Εκεί πάνω, στη μέση του πλατύσκαλου, δίπλα στην πόρτα». «Στη μέση, είπες;» Η Μ ιν μισόκλεισε τα μάτια για να κοιτάξει το υπερυψωμένο πλατύσκαλο στην είσοδο του μπαρ. Ήταν αρκετά φαρδύ ώστε να χωράει μια σειρά από απομιμήσεις τραπεζιών του πόκερ, και σ’ ένα από αυτά κάθονταν τέσσερις άντρες που κουβέντιαζαν με μια μελαχρινή ντυμένη στα
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
13
κόκκινα. Ο ένας από τους τέσσερις ήταν ο Ντέιβιντ, που τώρα επιθεωρούσε την αίθουσα πάνω από τα σιδερένια κάγκελα σε σχήμα ζαριών. Το πλατύσκαλο βρισκόταν μόλις ενάμισι μέτρο ψηλότερα από την υπόλοιπη αίθουσα, αλλά ο Ντέιβιντ κατάφερνε να το κάνει να μοιάζει με μπαλκόνι. Σίγουρα θα κατέβαλλε υπεράνθρωπη προσπάθεια προκειμένου να μη χαιρετήσει τα πλήθη όπως η Ελισάβετ της Αγγλίας. «Αυτός εκεί είναι ο Ντέιβιντ» είπε η Μ ιν γυρίζοντας απότομα το κεφάλι. «Μ ε μια μελαχρινή. Χριστέ κι Απόστολε, είναι ήδη με άλλη!» Σήκω φύγε αμέσως, είπε από μέσα της στη μελαχρινή. «Ξέχνα τη μελαχρινή» είπε η Λίζα. «Δες τον τύπο στη μέση. Περίμενε να στρίψει ξανά προς τα εδώ. Μ οιάζει να βαριέται θανάσιμα τον Ντέιβιντ». Η Μ ιν επιθεώρησε ξανά την είσοδο μισοκλείνοντας τα μάτια. Ο τύπος με το μπλε σκούρο κοστούμι ήταν ψηλότερος από τον Ντέιβιντ και είχε πιο σκούρα και πιο πυκνά μαλλιά, αλλά κατά τα άλλα, από πίσω, φαινόταν λίγο πολύ σαν ένας Ντέιβιντ νούμερο δύο. «Το έχω ξαναδεί το έργο» δήλωσε, και πάνω στην ώρα εκείνος έστριψε. Μ αύρα μάτια, έντονα ζυγωματικά, κλασικό πιγούνι, φαρδιοί ώμοι, σμιλεμένα χαρακτηριστικά και όλα αυτά συνοδευόμενα από μια απίστευτη άνεση, καθώς ο τύπος κοίταξε την αίθουσα από ψηλά, αγνοώντας τον Ντέιβιντ, ο οποίος ξαφνικά έμοιαζε ολίγον ατροφικός. Η Μ ιν κράτησε την αναπνοή της, καθώς όλα τα κύτταρα του κορμιού της ζωντάνευαν, και ψιθύρισε μέσα της: Αυτός είναι. Έπειτα φρόντισε να γυρίσει αλλού το βλέμμα προτού την τσακώσουν να τον κοιτάζει με στόμα δυο πήχες ανοιχτό από θαυμασμό. Όχι, δεν ήταν ο άντρας των ονείρων της, αυτό που είχε μιλήσει μέσα της ήταν το DNA της που αναζητούσε έναν δότη σπέρματος ανωτέρας κλάσης. Κατά πάσα πιθανότητα, όλες οι γυναίκες στο μπαρ των οποίων οι ωοθήκες λειτουργούσαν τον κοίταζαν και σκέφτονταν: Αυτός είναι. Ε, λοιπόν, άλλο πράγμα η
14
JENNIFER CRUSIE
βιολογία, άλλο η μοίρα. Ένας τόσο ωραίος άντρας θα μπορούσε να προκαλέσει ανυπολόγιστη ζημιά σε μια γυναίκα σαν αυτή. Η Μ ιν ήπιε άλλη μια γουλιά για να ηρεμήσει. «Νοστιμούλης» σχολίασε. «Όχι» αντέτεινε η Λίζα. «Αυτό ακριβώς είναι το ζήτημα. Ο τύπος δεν είναι νοστιμούλης. Νοστιμούλης είναι ο Ντέιβιντ. Αυτός μοιάζει με ενήλικο άντρα». «Ωραία λοιπόν, είναι τίγκα στην τεστοστερόνη» είπε η Μ ιν. «Όχι, αυτός που περιγράφεις είναι ο άντρας στα δεξιά του» είπε η Λίζα. «Αυτός που το κεφάλι του μοιάζει με βλήμα. Πάω στοίχημα ότι μιλάει για σπορ και ότι χτυπάει τον κόσμο στην πλάτη. Ο τύπος με το μπλε κοστούμι διαθέτει αρχοντιά. Πες της κι εσύ, Μ πόνι». «Δεν συμφωνώ» είπε η Μ πόνι και το νεραϊδένιο προσωπάκι της σκοτείνιασε. «Τον γνωρίζω». «Μ ε τη βιβλική έννοια του όρου;» ρώτησε η Λίζα. «Όχι. Έβγαινε με την ξαδέλφη μου τη Γουέντι. Αλλά…» «Επομένως είναι διαθέσιμος» είπε η Λίζα. «…είναι από αυτούς που αλλάζουν γυναίκες σαν τα πουκάμισα» είπε η Μ πόνι ολοκληρώνοντας τη φράση της. «Απ’ ό,τι λέει η Γουέντι, θαμπώνει την εκάστοτε φιλενάδα του για κάνα δυο μήνες και μια ωραία πρωία την αφήνει μπουκάλα και πάει γι’ άλλα». «Το τέρας» είπε ειρωνικά η Λίζα. «Ξέρεις, οι άντρες έχουν το δικαίωμα να αφήνουν τις γυναίκες με τις οποίες βγαίνουν». «Σου λέω ότι ο τύπος τις κάνει να τον ερωτεύονται και μετά τις παρατάει σύξυλες» εξήγησε η Μ πόνι. «Εγώ αυτό το θεωρώ απάνθρωπο». «Όπως ο Ντέιβιντ» είπε η Μ ιν, νιώθοντας να επιβεβαιώνεται η ενστικτώδης δυσπιστία της απέναντι στον τύπο με το μπλε κοστούμι. «Ώρα είναι να μας πεις ότι αγάπησες τον Ντέιβιντ» κάγχασε η Λίζα. «Τουλάχιστον το προσπάθησα» της πέταξε η Μ ιν.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
15
Η Λίζα κούνησε το κεφάλι. «Ούτως ή άλλως, όλα αυτά δεν έχουν σημασία. Εσύ χρειάζεσαι απλώς έναν συνοδό για τον γάμο. Αν το τέρας σκοπεύει να μείνει μαζί σου δυο μήνες μέχρι να σε παρατήσει, είσαι καλυμμένη. Επομένως πήγαινε εκεί πάνω και…» «Όχι». Η Μ ιν γύρισε την πλάτη στις φίλες της και προσπάθησε να συγκεντρώσει το βλέμμα στις ασπρόμαυρες αφίσες πάνω από την μπάρα: ο Πολ Νιούμαν παίζει μπιλιάρδο στο Ο κόσμος είναι δικός μου, ο Μ άρλον Μ πράντο ρίχνει τα ζάρια στο Guys and Dolls, ο Γ.Σ. Φιλντς κοιτάζει βλοσυρά τα χαρτιά του στο Μy Little Chickadee. Και πού ήταν, παρακαλώ, οι γυναίκες τζογαδόροι; Βέβαια, το να είσαι γυναίκα ήταν από μόνο του υψηλό ρίσκο. Το είκοσι οκτώ τοις εκατό των γυναικών που πέφτουν θύματα δολοφονίας έχουν σκοτωθεί από τους συζύγους ή τους εραστές τους. Αυτός ήταν πιθανώς ο λόγος που δεν υπήρχαν γυναίκες τζογαδόροι. Το να ζεις με άντρες είναι από μόνο του τζόγος. Η Μ ιν έπνιξε την επιθυμία της να γυρίσει να κοιτάξει ξανά το τέρας πάνω στο πλατύσκαλο. Πραγματικά, η εξυπνότερη κίνηση που θα μπορούσε να κάνει στη ζωή της ήταν να σταματήσει να βγαίνει ραντεβού και να πάρει γάτα. «Σιγά μην πάει να του μιλήσει» έλεγε τώρα η Μ πόνι στη Λίζα. «Από στατιστικής πλευράς, υπάρχουν περισσότερες πιθανότητες το αποτέλεσμα να είναι αρνητικό». «Χέσ’ τα αυτά». Η Λίζα έδωσε μια σκουντιά στη Μ ιν χύνοντας την κόκα κόλα της. «Φαντάσου τη μάνα σου έτσι και φέρεις στον γάμο τέτοιο κελεπούρι. Ίσως σου επιτρέψει ακόμα και να φας υδατάνθρακες». Στράφηκε στην Μ πόνι. «Πώς τον λένε;» «Κάλβιν Μ όρισεϊ» απάντησε η Μ πόνι. «Η Γουέντι ψώνιζε περιοδικά για νύφες, όταν αυτός την παράτησε. Είχε μάλιστα αρχίσει να γράφει σε πρόχειρα χαρτιά “Γουέν τι Σου Μ όρισεϊ”». «Μ άλλον γι’ αυτό την άφησε ο άνθρωπος» σχολίασε η Λίζα.
16
JENNIFER CRUSIE
«Κάλβιν Μ όρισεϊ». Άθελά της, η Μ ιν γύρισε να τον δει ξανά. «Πήγαινε κοντά του» είπε η Λίζα κεντρίζοντάς τη με το μακρύ νύχι της «και πες στον Ντέιβιντ ότι ελπίζεις να συνέλθει γρήγορα από το εξάνθημα. Έπειτα συστήσου στο τέρας, χαμογέλασέ του και μη μιλήσεις για στατιστική». «Αυτά δεν είναι σοβαρά πράγματα» διαμαρτυρήθηκε η Μ ιν. «Είμαι τριάντα τριών ετών. Είμαι μεγάλη γυναίκα. Μ ου είναι αδιάφορο αν θα έχω συνοδό στον γάμο της αδελφής μου. Είμαι ανώτερος άνθρωπος». Σκέφτηκε τα μούτρα της μητέρας της όταν θα της ανακοίνωνε ότι ο Ντέιβιντ ήταν πια παρελθόν. Δεν είμαι ανώτερος άνθρωπος, βλάκας είμαι. «Βλακείες» πέταξε η Λίζα. «Απλώς δεν έχεις τα κότσια να πας μέχρι εκεί». «Δεν είναι κακή ιδέα». Η Μ πόνι κοίταζε την άλλη άκρη της αίθουσας ζαρώνοντας το μέτωπο. «Και μετά τον γάμο, τον παρατάς για να δει τη γλύκα». «Ναι, γουστάρω!» Η Λίζα στριφογύρισε τα μάτια. «Κάν’ το για τη Γουέντι και για τα άλλα κορίτσια». Ο τύπος είχε γυρίσει τώρα στο πλάι και μιλούσε στον Ντέιβιντ. Έπρεπε να χαράξουν την κατατομή του σε νομίσματα, συλλογίστηκε η Μ ιν. Φυσικά, ένας τόσο ωραίος άντρας πιθανώς δεν συνήθιζε να βγαίνει με αθεράπευτα στρουμπουλές γυναίκες. Κι αν το έκανε, ασφαλώς θα την αντιμετώπιζε με περιφρόνηση. Και η Μ ιν απόψε είχε χορτάσει από καταφρόνια. «Όχι» δήλωσε και στράφηκε ξανά προς την μπάρα˙ πραγματικά, η ιδέα μιας γάτας δεν ήταν κακή. «Έλα τώρα, κυρία Στατιστική μου» είπε η Λίζα με αγανάκτηση «ξέρω ότι είσαι συντηρητικό κορίτσι, αλλά τελευταία έχεις αρχίσει να λιμνάζεις. Η σχέση με τον Ντέιβιντ ήταν λίγο πολύ σαν να έβγαινες ραντεβού με παγοκολόνα. Για να μη μιλήσω για το διαμέρισμά σου. Δεν έχεις αλλάξει ούτε μια φορά τα έπιπλά σου». «Τα έπιπλά μου είναι από τη γιαγιά μου» είπε ξερά η Μ ιν.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
17
«Ακριβώς. Ο κώλος σου κάθεται σ’ αυτά από τότε που γεννήθηκες. Σου χρειάζεται μια αλλαγή. Κι αν δεν την κάνεις από μόνη σου, θα βάλω εγώ ένα χεράκι». Η Μ ιν ένιωσε το αίμα να παγώνει στις φλέβες της. «Μ ην τολμήσεις». «Μ ην την απειλείς» είπε η Μ πόνι στη Λίζα. «Θα αλλάξει, θα μεγαλώσει. Έτσι δεν είναι, Μ ιν;» Η Μ ιν κοίταξε το πλατύσκαλο και ξαφνικά η ιδέα να πλησιάσει προς τα κει δεν της φαινόταν τόσο άσχημη. Θα μπορούσε να σταθεί κάτω από το ακαλαίσθητο σιδερένιο κάγκελο και να κρυφακούσει, κι αν ο Κάλβιν Μ όρισεϊ ακουγόταν έστω και ελάχιστα συμπαθητικός –χα χα, ωραίο ανέκδοτο!–, αυτή θα ανέβαινε να πει μια καλή κουβέντα στον Ντέιβιντ ώστε να γίνουν οι συστάσεις. Έτσι θα σιγουρευόταν ότι η Λίζα δεν θα έφερνε εργάτες να πετάξουν τα έπιπλά της όσο εκείνη θα έλειπε στη δουλειά. «Μ η με αναγκάσεις να το αναλάβω εγώ για σένα» είπε η Λίζα. Το να στέκεται μουτρωμένη μπροστά σε μια μπάρα σε σχήμα τροχού ρουλέτας δεν ωφελούσε σε τίποτα. Εξάλλου, με όλα όσα είχε μάθει γι’ αυτόν εκ των προτέρων, ήταν μάλλον απίθανο ο Μ όρισεϊ να κατόρθωνε να τη βλάψει. Η Μ ιν ίσιωσε τους ώμους και πήρε βαθιά εισπνοή. «Κυρα-δασκάλα, μπαίνω στο παιχνίδι». «Φρόντισε να μην αναφέρεις απόψε τη λέξη “ποσοστό”» τη συμβούλεψε η Λίζα. Η Μ ιν ίσιωσε το γκρίζο καρό σακάκι της και προσευχήθηκε να σκεφτεί μια έξυπνη ατάκα προτού φτάσει στο πλατύσκαλο και ρεζιλευτεί. Αν τα θαλάσσωνε, θα έφτυνε το τέρας, θα έριχνε τον Ντέιβιντ από το κάγκελο και θα πήγαινε να πάρει τη γάτα που έλεγε. Έτσι μπράβο, θέλω να έχω ένα διαμορφωμένο σχέδιο στο μυαλό, είπε μέσα της και άρχισε να διασχίζει την αίθουσα.
18
JENNIFER CRUSIE
Ψηλά στο πλατύσκαλο, ο Καλ Μ όρισεϊ σκεφτόταν σοβαρά να σπρώξει τον Ντέιβιντ Φισκ πάνω από το κάγκελο. Έπρεπε να είχα αντιδράσει εγκαίρως, όταν τον είδα να έρχεται, συλλογίστηκε. Ο Τόνι έφταιγε. «Παιδιά, εκείνη η κοκκινομάλλα έχει φοβερά πόδια» είχε πει ο Τόνι. «Την είδατε; Στο μπαρ, αυτή με το μοβ φόρεμα με τα φερμουάρ. Λέτε να της αρέσουν οι παίκτες του φούτμπολ;» «Έχεις να παίξεις φούτμπολ εδώ και μια δεκαπενταετία». Ο Καλ έπινε το ποτό του, βυθισμένος σε μια υποβοηθούμενη από το αλκοόλ γαλήνη η οποία διακόπηκε ελαφρώς όταν κάποιος θαμώνας με ελεεινό γούστο έβαλε στο τζουκ μποξ το Hound Dog. Κατά τη γνώμη του τα δύο μοναδικά μειονεκτήματα του συγκεκριμένου μπαρ ήταν το βλακώδες ντεκόρ και το γεγονός ότι το τζουκ μποξ περιλάμβανε δίσκους του Έλβις Πρίσλεϊ. «Σύμφωνοι, έχω καιρό να παίξω, αλλά αυτή δεν το ξέρει». Ο Τόνι είχε καρφώσει ξανά το βλέμμα του στην κοκκινομάλλα. «Στοιχηματίζω δέκα δολάρια πως απόψε θα φύγει μαζί μου. Θα μεταχειριστώ την ατάκα μου περί θεωρίας του χάους». «Δεν δέχομαι το στοίχημα» είπε ο Καλ «παρόλο που αυτή η ατάκα είναι άθλια, πράγμα που σημαίνει ότι θα είχα μεγάλη πιθανότητα να κερδίσω». Κοίταξε στο βάθος την μπάρα-τροχό μισοκλείνοντας τα μάτια για να δει καλύτερα. Το ντύσιμο της κοκκινομάλλας δεν περνούσε απαρατήρητο, ήταν ακριβώς ο τύπος του Τόνι. Πλάι στην κοκκινομάλλα στεκόταν μια ξανθιά, απ’ αυτές τις ζωηρούλες – τις γυναίκες των ονείρων του φίλου τους του Ρότζερ. Πίσω από την μπάρα, η Σάνα τον είδε να κοιτάζει προς τα εκεί και του κούνησε το χέρι δίχως ωστόσο να χαμογελάσει. Ο Καλ τη χαιρέτησε μ’ ένα νεύμα, διερωτώμενος τι έτρεχε. Ο Τόνι τον αγκάλιασε απ’ τον ώμο. «Για βοήθησέ με, η τύπισσα είναι με παρέα. Εσύ αναλαμβάνεις τη στρουμπουλή φίλη με το γκρίζο καρό ταγέρ και ο Ρότζερ
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
19
μπορεί να τα ρίξει στην κοντούλα, την ξανθιά. Θα σου έδινα εσένα την ξανθιά, αλλά ξέρεις τη λόξα του Ρότζερ για τις κοντοστούπες». Ο Ρότζερ τινάχτηκε στο πλευρό του Καλ. «Πώς; Ποια κοντή ξανθιά;» Κοίταξε την μπάρα στο βάθος της αίθουσας. «Α. Α!...» «Ταγέρ;» Ο Καλ κοίταξε προς το μπαρ. «Αυτή με τα γκρι». Ο Τόνι έδειξε με το κεφάλι. «Ανάμεσα στην κοκκινομάλλα και τη μικροσκοπική ξανθιά. Είναι δύσκολο να τη διακρίνεις επειδή η κοκκινομάλλα σε θαμπώνει. Πάω στοίχημα…» «Α». Ο Καλ μισόκλεισε τα μάτια προκειμένου να εστιάσει στη μετρίου αναστήματος γυναίκα ανάμεσα στην κοκκινομάλλα και την ξανθιά. Φορούσε ένα μουντό, συντηρητικό, γκρίζο καρό ταγέρ, και το στρογγυλό πρόσωπό της είχε μια έκφραση δυσαρέσκειας κάτω από τα καστανά μαλλιά που ήταν πιασμένα κότσο στην κορυφή του κεφαλιού της. «Ξέχνα το» είπε πίνοντας άλλη μια γουλιά. Ο Τόνι τον χτύπησε στην πλάτη και κόντεψε να τον πνίξει. «Έλα, ρε συ, ζήσε λιγάκι. Μ η μου πεις ότι είσαι ακόμη κολλημένος με τη Σίνθι». «Ποτέ δεν ήμουν κολλημένος με τη Σίνθι». Ο Καλ κοίταξε γύρω του. «Έχε τον νου σου, σύμφωνοι; Φοράει εκείνο το κόκκινο πράγμα που μοστράρει όποτε θέλει να πετύχει κάτι». «Ευχαρίστως να της το προσφέρω» είπε ο Τόνι. «Θαύμα». Η φωνή του Καλ ήταν θερμή. «Αν παντρευτείς τη Σίνθι, είμαι πρόθυμος ακόμα και να την πέσω στην κοπέλα με το ταγέρ». Ο Τόνι πνίγηκε με το ποτό του. «Να την παντρευτώ;» «Ναι» απάντησε ο Καλ. «Η Σίνθι το ’χει βάλει σκοπό να παντρευτεί. Όταν το ανακάλυψα, έπεσα απ’ τα σύννεφα». Σκέφτηκε προς στιγμήν τη Σίνθι, μια κουκλίτσα με ατσάλινη
20
JENNIFER CRUSIE
θέληση. «Δεν ξέρω πώς της ήρθε η ιδέα ότι είχαμε τέτοιου είδους σχέση». «Κατά φωνή». Ο Ρότζερ κοίταζε πάνω από τον ώμο του Καλ. «Ανεβαίνει τα σκαλιά». Ο Καλ σηκώθηκε και προσπάθησε να παραμερίσει τον Τόνι για να σπεύσει προς την έξοδο. «Κάνε στην άκρη». Ο Τόνι δεν κουνήθηκε από την καρέκλα του. «Δεν γίνεται να φύγεις, θέλω την κοκκινομάλλα». «Πήγαινε να της μιλήσεις, λοιπόν» είπε ο Καλ προσπαθώντας να τον παρακάμψει. «Η Σίνθι είναι με τον Ντέιβιντ» σχολίασε ο Ρότζερ, χωρίς να κρύβει τον οίκτο του. «Καλ!» αντήχησε η φωνή του Ντέιβιντ πάνω απ’ τον ώμο του Καλ. «Εσένα γυρεύαμε». Ακουγόταν έξαλλος, αλλά όταν ο Καλ γύρισε, ο Ντέιβιντ χαμογελούσε. Την έβαψα, συλλογίστηκε ο Καλ και ανταπέδωσε το υποκριτικό χαμόγελο. «Ντέιβιντ. Σίνθι. Χαίρομαι που σας βλέπω». «Γεια σου, Καλ». Η Σίνθι τού χαμογέλασε στρέφοντας προς το μέρος του το θανάσιμα χαριτωμένο πρόσωπό της σε σχήμα καρδιάς. «Πώς πάει;» «Θαύμα. Καλύτερα δεν γίνεται. Κι εσύ φαίνεσαι μια χαρά». Ο Καλ κοίταξε πίσω της τον Ντέιβιντ λέγοντας μέσα του: Πάρ’ τη, να χαρείς. «Ντέιβιντ, είσαι πολύ τυχερός». «Αλήθεια;» «Που βγαίνεις με τη Σίνθι» διευκρίνισε ο Καλ όσο το δυνατόν πιο θερμά. Η Σίνθι έπιασε αγκαζέ τον Ντέιβιντ. «Μ όλις συναντηθήκαμε τυχαία». Γύρισε τον ώμο της στον Καλ και κοίταξε τον Ντέιβιντ με αγαλλίαση. «Αλλά χάρηκα που τον ξαναείδα». Το βλέμμα της γλίστρησε ξανά στο πρόσωπο του Καλ, κι
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
21
εκείνος χαμογέλασε πάλι όλο αθωότητα προκειμένου να δείξει ότι δεν ζήλευε στο ελάχιστο. Ο Ντέιβιντ κοίταξε το όμορφο πρόσωπό της και ανοιγόκλεισε τα βλέφαρα. Ο Καλ πραγματικά τον λυπήθηκε. Η Σίνθι από κοντά ήταν πολύ γοητευτική. Και από μακριά. Στην ουσία, όπως κι αν την έβλεπες, ήταν χάρμα οφθαλμών, γι’ αυτό κι εκείνος είχε καταλήξει να της λέει πάντα ναι. Ο Καλ έριξε μια κλεφτή ματιά στο άψογο σφιχτό κορμάκι της και στο υπέροχο, στενό κόκκινο φορεματάκι της, κι ύστερα οπισθοχώρησε αποσπώντας απότομα το βλέμμα, υπενθυμίζοντας στον εαυτό του πόσο γαλήνια ήταν η ζωή του δίχως εκείνη. Το κουμπί ήταν να την κρατάει σε απόσταση. Ίσως βοηθούσαν επίσης μερικά σκόρδα κι ένας σταυρός. «Και βέβαια» έλεγε τώρα ο Ντέιβιντ. «Θα μπορούσαμε ίσως να φάμε μαζί αργότερα». Κοίταξε τον Καλ με ύφος θριαμβευτικό. «Να μη σας κρατάμε λοιπόν» είπε ο Καλ οπισθοχωρώντας άλλο ένα βήμα, με αποτέλεσμα να πέσει πάνω στα κάγκελα. Η Σίνθι ξεκόλλησε από το μπράτσο του Ντέιβιντ, ελαφρώς αποθαρρυμένη τώρα. «Πάω να φρεσκαριστώ για να φύγουμε». Ο Τόνι και ο Ντέιβιντ παρακολούθησαν τα τέλεια οπίσθιά της που λικνίζονταν σε κάθε βήμα της, ενώ ο Ρότζερ την αγνόησε και κοίταξε στο βάθος την ξανθιά νεράιδα, και ο Καλ ήπιε άλλη μια γενναία γουλιά από το ποτό του ευχόμενος να βρισκόταν αλλού. Οπουδήποτε. Σ’ ένα εστιατόριο για φαγητό, λόγου χάρη. Ίσως περνούσε από του Εμίλιο για να φάει στην κουζίνα. Στην κουζίνα του Εμίλιο δεν υπήρχαν γυναίκες. «Λοιπόν, Ντέιβιντ» έλεγε ο Τόνι. «Πώς σου φάνηκε το σεμινάριο;» «Ήταν καταπληκτικό. Δεν πίστευα ότι θα μπορούσε ποτέ κανείς να διδάξει σ’ αυτά τα κωθώνια τα καινούργια προγράμματα, αλλά όλοι τώρα στην εταιρεία είναι πλήρως ενημερωμένοι. Καταφέραμε μάλιστα να…»
22
JENNIFER CRUSIE
Ο Ντέιβιντ συνέχισε τη φλυαρία και ο Καλ έγνεφε καταφατικά ενώ σκεφτόταν πως ένας από τους λόγους που δεν χώνευε τον Ντέιβιντ ήταν η τάση του να αποκαλεί τους υπαλλήλους του κωθώνια. Βέβαια, ο Ντέιβιντ πλήρωνε εγκαίρως τα δίδακτρα και εκτιμούσε τις υπηρεσίες τους˙ υπήρχαν πολύ χειρότεροι πελάτες απ’ αυτόν. Κι αν αναλάμβανε τη Σίνθι, ο Καλ ήταν διατεθειμένος ακόμα και να τον συμπαθήσει. Ο Ντέιβιντ ολοκλήρωσε τη φράση του και κοίταξε προς τη σκάλα. «Ξέρεις, σχετικά με τη Σίνθι… Νόμιζα πως εσείς οι δύο…» «Όχι». Ο Καλ κούνησε το κεφάλι με ενθουσιασμό. «Μ ε εγκατέλειψε πριν από δύο μήνες». «Συνήθως δεν συμβαίνει το ανάποδο;» Ο Ντέιβιντ ύψωσε το ένα φρύδι, δείχνοντας γελοίος. Και να σκεφτεί κανείς ότι εξακολουθούσε να έχει πέραση στις γυναίκες. Η ζωή ήταν ένα μυστήριο. Το ίδιο και οι γυναίκες. «Εσύ δεν έχεις τη φήμη του άντρα που έχει μόνο επιτυχίες;» συνέχισε ο Ντέιβιντ. «Όχι» απάντησε ο Καλ. «Έχει αρχίσει να χάνει τη φόρμα του» παρενέβη ο Τόνι. «Του βρήκα μια εύκολη κατάκτηση κι αυτός αρνήθηκε». «Ποια;» ρώτησε ο Ντέιβιντ. «Την τύπισσα με το γκρίζο καρό ταγέρ που κάθεται στην μπάρα» απάντησε ο Τόνι δείχνοντας με το ποτήρι του. Ο Ντέιβιντ κοίταξε προς την μπάρα κι έπειτα γύρισε στον Καλ, χαμογελώντας του με την αιώνια αταραξία του. «Ίσως όντως έχεις χάσει τη φόρμα σου. Δεν θα είναι δύσκολο να τη ρίξεις. Αυτή δεν είναι σαν τη Σίνθι». «Καλή τη βρίσκω» είπε ο Καλ με επιφύλαξη. Ο Ντέιβιντ επικρότησε. «Εξάλλου, καμία δεν λέει όχι σ’ εσένα, έτσι δεν είναι;» «Πώς;» είπε ο Καλ. «Είμαι πρόθυμος να στοιχηματίσω ότι δεν μπορείς να τη
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
23
ρίξεις» συνέχισε ο Ντέιβιντ. «Εκατό δολάρια στοίχημα ότι δεν θα την καταφέρεις». Ο Καλ τραβήχτηκε πίσω. «Πώς;» Ο Ντέιβιντ γέλασε, αλλά η φωνή του ήταν κάπως σφιγμένη όταν μίλησε. «Είναι ένα απλό στοίχημα, Καλ. Σας αρέσει το ρίσκο, σας έχω δει να στοιχηματίζετε σχεδόν για όλα. Προτείνω να το ανεβάσουμε στα διακόσια δολάρια». Ήταν η στιγμή που ο Καλ ονειρεύτηκε να του δώσει μια γερή σπρωξιά. Ο Τόνι γύρισε την πλάτη στον Ντέιβιντ ψελλίζοντας βουβά: Δέξου το, και ο Καλ αναστέναξε. Προσπάθησε να σκεφτεί ένα απίθανο πράγμα που θα μπορούσε να ζητήσει ώστε ο Ντέιβιντ να κάνει πίσω. «Εκείνη την μπάλα του μπέιζμπολ στο γραφείο σου» είπε. «Εκείνη μέσα στη θήκη». «Την μπάλα του Πιτ Ρόουζ;» Η φωνή του Ντέιβιντ ανέβηκε μια οκτάβα. «Ακριβώς. Αυτό ζητάω». Ο Καλ άδειασε το ουίσκι του και αναζήτησε με το βλέμμα τη σερβιτόρα. Ο Ντέιβιντ κούνησε το κεφάλι. «Αποκλείεται. Είναι δώρο από τον πατέρα μου, από το 1975. Πάντως μου αρέσει το τολμηρό στιλ σου». Έγειρε μπρος. «Έχω μια ιδέα. Το τελευταίο σεμινάριο που μας έκανες μου κόστισε δέκα χιλιάρικα. Στοιχηματίζω λοιπόν δέκα χιλιάδες μετρητά προς ένα δωρεάν σεμινάριο…» Ο Καλ χαμογέλασε βεβιασμένα. «Ντέιβιντ, αστειευόμουν…» «Αλλά για τα δέκα, θα πρέπει να κοιμηθείς μαζί της. Θα είμαι δίκαιος μαζί σου. Θα σου δώσω έναν μήνα περιθώριο για να της βγάλεις αυτό το γκρίζο καρό ταγέρ». «Πανεύκολο» είπε ο Τόνι. Ο Καλ τον αγριοκοίταξε.
24
JENNIFER CRUSIE
«Ντέιβιντ, δεν βάζω τέτοιου είδους στοιχήματα». «Εγώ όμως τα βάζω» είπε εκείνος σμίγοντας τα φρύδια, και ο Καλ σκέφτηκε: Διάβολε, είναι αποφασισμένος να το τραβήξει στα άκρα, κι εμείς έχουμε ανάγκη τη συνεργασία του. Ήταν σαφές ότι το πιοτό είχε θολώσει το μυαλό του Ντέιβιντ. Μ α όταν θα ξεσούρωνε και θα το έβαζε ξανά να δουλέψει, σίγουρα θα έπαιρνε πίσω την πρόταση για τα δέκα χιλιάρικα. Ήταν παράλογο, και ο Ντέιβιντ δεν φερόταν ποτέ παράλογα όταν επρόκειτο για χρήματα. Επομένως ο Καλ δεν είχε παρά να κερδίσει χρόνο μέχρι ο Ντέιβιντ να ξεμεθύσει και να καμωθεί ότι τίποτα από όλα αυτά δεν είχαν συμβεί. Έριξε μια κλεφτή ματιά προς την μπάρα, διαπιστώνοντας με χαρά ότι η κοπέλα με το γκρίζο ταγέρ είχε στο μεταξύ εξαφανιστεί. Ύστερα στράφηκε ξανά στον Ντέιβιντ. «Ξέρεις, Ντέιβιντ, δεν θα είχα αντίρρηση, αλλά η κοπέλα έφυγε» είπε. Ο Θεός να σ’ έχει καλά, κοπέλα με το γκρίζο ταγέρ, που έφυγες, συλλογίστηκε και σήκωσε ξανά το ποτήρι του. Επιτέλους η τύχη τού χαμογελούσε. Η Μ ιν είχε διασχίσει την αίθουσα διερωτώμενη τι ήταν χειρότερο, να προσπαθήσει να πιάσει την κουβέντα μ’ αυτό τον τύπο ή να πάει στον γάμο της Ντι ασυνόδευτη. Πλησιάζοντας κάτω από το πλατύσκαλο, προχώρησε παράλληλα με τα κάγκελα, στήνοντας αυτί μέχρι τη στιγμή που η φωνή του Ντέιβιντ της έκοψε τη φόρα. «Αλλά για τα δέκα, θα πρέπει να κοιμηθείς μαζί της» τον άκουσε να λέει. Ορίστε; Καθώς εκεί πάνω, κοντά στην είσοδο, είχε πολλή φασαρία, η Μ ιν σκέφτηκε ότι δεν είχε ακούσει καλά… «Θα είμαι δίκαιος μαζί σου» συνέχισε ο Ντέιβιντ. «Θα σου δώσω έναν μήνα περιθώριο για να της βγάλεις αυτό το γκρίζο καρό ταγέρ». Η Μ ιν κοίταξε το γκρι καρό ταγέρ της.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
25
«Πανεύκολο» είπε κάποιος στον Ντέιβιντ και η Μ ιν σκέφτηκε: Βρε τους άθλιους! Ο κόσμος είναι γεμάτος από σεξομανείς! Πίεσε λοιπόν τον εαυτό της να απομακρυνθεί προτού σκαρφαλώσει τα κάγκελα και τους καθαρίσει και τους δύο. Επέστρεψε στη Λίζα και την Μ πόνι έξω φρενών. Είχε καταλάβει πολύ καλά τι σκάρωνε ο Ντέιβιντ. Υπέθετε ότι εκείνη δεν θα πλάγιαζε με κανέναν, επειδή είχε απορρίψει την αφεντιά του. Η Μ ιν τον είχε προειδοποιήσει να μη βγάζει εύκολα συμπεράσματα, αλλά αντί να ακολουθήσει τη συμβουλή της, ο Ντέιβιντ είχε συνεχίσει να βγαίνει μαζί της. Μ ε θεωρούσε, βλέπεις, σίγουρο χαρτί, σκέφτηκε η Μ ιν. Επειδή ο Ντέιβιντ την κοίταζε και σκεφτόταν: Να μια υπέρβαρη έξυπνη γυναίκα που δεν θα με απατήσει ποτέ και που θα νιώθει ευγνωμοσύνη επειδή κοιμάμαι μαζί της. «Καθοίκι» είπε μεγαλόφωνα. Έτσι της ερχόταν να πλαγιάσει με τον Κάλβιν Μ όρισεϊ μόνο και μόνο για να εκδικηθεί τον Ντέιβιντ. Όμως έτσι δεν θα είχε τρόπο να εκδικηθεί τον Μ όρισεϊ. Κύριε ελέησον, ήταν λοιπόν πολύ χαζή. Χοντρή και χαζή, αχτύπητος συνδυασμός! «Τι έπαθες;» ρώτησε η Λίζα όταν η Μ ιν γύρισε στο μπαρ. «Του μίλησες;» «Όχι. Μ όλις τελειώσετε το ποτό σας, φύγαμε». Η Μ ιν γύρισε προς το πλατύσκαλο και τους έπιασε να την κοιτάζουν. Ο Ντέιβιντ είχε ύφος αυτάρεσκο, αλλά ο Κάλβιν Μ όρισεϊ άδειασε μονορούφι το ποτό του μ’ ένα ύφος σαν να είχε μόλις αντικρίσει τον Χάρο. «Να την» έκρωξε ο Ντέιβιντ. «Σου είπα ότι θα ξαναγυρίσει. Τρέχα να την καμακώσεις, μεγάλε». «Χμ, Ντέιβιντ…» άρχισε να λέει ο Καλ κατατάσσοντας τη γυναίκα με το γκρι καρό ταγέρ στον βαθύτερο κύκλο της
26
JENNIFER CRUSIE
κόλασης. «Το στοίχημα είναι στοίχημα». Ο Καλ άφησε το άδειο ποτήρι του στην κουπαστή και έκανε μερικούς γρήγορους νοερούς υπολογισμούς. Η κοπέλα δεν φαινόταν να περνάει καλά, άρα ίσως να μη δυσκολευόταν να την πείσει να φύγουν από το μπαρ και να πάνε για φαγητό. «Κοίτα να δεις, Ντέιβιντ, το σεξ δεν παίζει. Είμαι φτηνός, αλλά δεν είμαι παλιάνθρωπος. Αν θέλεις να στοιχηματίσουμε δέκα δολάρια για ένα καμάκι, σύμφωνοι, αλλά αυτό είναι όλο. Δεν στοιχηματίζω για τίποτα που να έχει διάρκεια». Ο Ντέιβιντ κούνησε το κεφάλι. «Α, όχι, θα στοιχηματίσω επιπλέον για το καμάκι: δέκα δολάρια αν φύγεις μαζί της. Αλλά τα δέκα χιλιάρικα ισχύουν. Αν χάσεις…» είπε χαμογελώντας στον Καλ, προφέροντας αργόσυρτα το ρήμα «χάσεις», «θα μου προσφέρεις δωρεάν σεμινάρια». «Ντέιβιντ, δεν γίνεται να δεχτώ τέτοιο στοίχημα» επέμεινε ο Καλ αλλάζοντας τακτική. «Έχω δυο συνέταιρους που…» «Δεν έχω αντίρρηση» δήλωσε ο Τόνι. «Ο Καλ είναι αήττητος». Ο Καλ τον αγριοκοίταξε. «Ναι, αλλά ο Ρότζερ δεν συμφωνεί». «Ε, Ρότζερ, είσαι μέσα;» ρώτησε ο Τόνι. «Ναι, πώς» απάντησε εκείνος χωρίς να ξεκολλήσει το βλέμμα από την ξανθούλα στην μπάρα. «Ρότζερ» είπε ο Καλ. «Δεν έχω δει ωραιότερο πλασματάκι» είπε εκείνος. «Ρότζερ, μόλις στοιχημάτισες ότι μπορώ να ρίξω μια γυναίκα στο κρεβάτι» είπε ο Καλ επιδεικνύοντας αξιοθαύμαστη υπομονή. «Πες λοιπόν στον Ντέιβιντ ότι δεν θέλεις να στοιχηματίσεις ένα σεμινάριο αξίας δέκα χιλιάδων δολαρίων για το σεξ». «Πώς;» είπε ο Ρότζερ απομακρύνοντας επιτέλους το βλέμμα από την ξανθιά. «Είπα…» άρχισε να εξηγεί ο Καλ.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
27
«Για ποιον λόγο έβαλες τέτοιο στοίχημα;» ρώτησε ο Ρότζερ. «Δεν είναι αυτό το ζήτημα» παρενέβη ο Τόνι. «Το ζήτημα είναι, μπορεί να το κάνει;» «Φυσικά» είπε ο Ρότζερ. «Αλλά…» «Τότε το στοίχημα ισχύει» κατέληξε ο Ντέιβιντ. «Όχι, δεν ισχύει» είπε ο Καλ. «Αν πιστεύεις ότι δεν θα τα καταφέρεις, τότε χάνεις» επέμεινε ο Ντέιβιντ. «Το ζήτημα δεν αφορά μόνο εμένα» είπε ο Καλ. Την ίδια στιγμή η Σίνθι χώθηκε ξανά ανάμεσά τους και, ακουμπώντας την παλάμη της στο μπράτσο του, έγειρε πάνω του. Ο Καλ ένιωσε το αίμα του να κοχλάζει. «Στέκεται εκεί και σε περιμένει» είπε ο Ντέιβιντ με τσιριχτή φωνή. «Ποιος περιμένει; Μ ήπως είσαι με κάποια;» ρώτησε η Σίνθι χάνοντας κάτι από τη λάμψη της. Διάβολε, σκέφτηκε ο Καλ. «Καλ;» είπε ο Ντέιβιντ. «Καλ;» είπε η Σίνθι. «Όνειρο» είπε ο Τόνι. «Πώς;» είπε ο Ρότζερ. Ο Καλ αναστέναξε. Είχε να διαλέξει ανάμεσα στη γυναίκα με το ταγέρ και στη Σίνθι, ανάμεσα στον διάβολο και τον άγγελο που γύρευε απεγνωσμένα γάμο. Απομάκρυνε το χέρι της από το μπράτσο του. «Ναι, είμαι με κάποια. Μ ε συγχωρείτε». Περνώντας ανάμεσα από τη Σίνθι και τον Ντέιβιντ, κατευθύνθηκε προς το μπαρ ενώ από μέσα του τους ευχόταν τη χειρότερη μοίρα που μπορούσε να σκεφτεί – να ζευγαρώσουν μεταξύ τους. Η Μ ιν παρατηρούσε τον Κάλβιν Μ όρισεϊ που κατευθυνόταν προς τη σκάλα. Το τέρας! Ο τύπος πίστευε ότι ήταν ικανός να τη
28
JENNIFER CRUSIE
ρίξει μέσα σ’ έναν μήνα, ότι αυτή ήταν τόσο αξιολύπητη, που θα… Συνειδητοποιώντας πως η σκέψη της ξεστράτισε, ίσιωσε το κορμί της. «Θα μας πεις τι συμβαίνει;» ρώτησε η Λίζα. «Έναν μήνα» είπε η Μ ιν. Ο τύπος κατέβηκε τα σκαλιά και χώθηκε στο πλήθος αδιαφορώντας για τις λάγνες ματιές των γυναικών στο πέρασμά του. Ερχόταν να της κάνει καμάκι. Κι αν τον άφηνε; Αν στο διάστημα των τριών επόμενων εβδομάδων τον τιμωρούσε πηγαίνοντας με τα νερά του και κατόπιν υποχρεώνοντάς τον να τη συνοδεύσει στον γάμο της Ντι; Ο Μ όρισεϊ δεν θα μπορούσε να την εγκαταλείψει, αφού έπρεπε να μείνει μαζί της έναν μήνα για να κερδίσει το καταραμένο στοίχημά του. Η Μ ιν δεν είχε παρά να αρνηθεί να κάνει σεξ μαζί του για τρεις εβδομάδες, να τον σύρει στον γάμο της αδελφής της και μετά να τον αφήσει στα κρύα του λουτρού. Βολεύτηκε στη θέση της και επεξεργάστηκε την ιδέα με κάθε λεπτομέρεια. Του άξιζε να τον βασανίσει για τρεις εβδομάδες. Και σ’ αυτό το διάστημα, η Μ ιν θα σκεφτόταν τρόπο για να εκδικηθεί και τον Ντέιβιντ. Όσο για τη μητέρα της, θα είχε να δείχνει στους καλεσμένους έναν ωραίο άντρα καμαρώνοντας ότι ήταν ο συνοδός της κόρης της. Δεν ήταν κακό σχέδιο, αντιθέτως. Όταν επέστρεψε η μπαργούμαν, η Μ ιν είπε: «Ρούμι με κόκα κόλα διαίτης, παρακαλώ. Διπλό». «Είναι το τρίτο σου» παρατήρησε η Λίζα. «Το τέταρτο. Η δόση της ασπαρτάμης και μόνο μπορεί να σε τρελάνει. Τι σ’ έχει πιάσει;» «Σου μίλησε άσχημα;» ρώτησε η Μ πόνι. «Τι συνέβη;» «Δεν του μίλησα». Η Μ ιν τούς έγνεψε να απομακρυνθούν. «Δεν πάτε καλύτερα μια θέση πιο κει στην μπάρα; Κάποιος
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
29
ετοιμάζεται να μου την πέσει, κι εσείς μου χαλάτε το στιλ». «Χάσαμε επεισόδια» είπε η Λίζα στην Μ πόνι. «Έλα, κουνήσου» είπε εκείνη και έσπρωξε τη Λίζα λίγο παρακάτω στο μπαρ. Η Μ ιν στράφηκε προς την μπάρα, καθώς η μπαργούμαν τής έφερε το ποτό της, και όταν το «τέρας» τής μίλησε πλάι της, σήκωσε απότομα το κεφάλι και της ήρθε ζαλάδα: φλογερά μαύρα μάτια, τέλεια ζυγωματικά κι ένα στόμα που κάθε γυναίκα θα αμάρτανε προκειμένου να το δαγκώσει. Μ ε την ψυχή στο στόμα, ξεροκατάπιε για να συνέλθει. «Έχω ένα πρόβλημα» της είπε εκείνος, και η φωνή του ήταν σιγανή και απαλή, αρκετά θερμή ώστε να γοητεύει, αρκετά πλούσια για να βουλώσουν οι αρτηρίες σου. Μ αύρη σοκολάτα, σκέφτηκε η Μ ιν και τον κοίταξε ανέκφραστα ελέγχοντας την αναπνοή της. «Πρόβλημα;» «Συνήθως η ατάκα μου είναι: “Να κεράσω ποτό;” Αλλά εσύ πίνεις ήδη» της είπε χαμογελώντας της, εκπέμποντας τεστοστερόνη κάτω από το ακριβό κοστούμι του. «Είναι όντως πρόβλημα» είπε η Μ ιν και ετοιμάστηκε να του γυρίσει την πλάτη. «Γι’ αυτό σκέφτηκα» συνέχισε εκείνος χαμηλώνοντας κι άλλο τη φωνή καθώς έγερνε κοντά της προκαλώντας της καρδιοχτύπι «να πηγαίναμε να σου κάνω το τραπέζι». Όσο την πλησίαζε, τόσο πιο ωραίος έδειχνε. Η Μ ιν τον κατέταξε νοερά στην κατηγορία των γοητευτικών πωλητών μεταχειρισμένων αυτοκινήτων, προσπαθώντας έτσι να κρατήσει τις αποστάσεις. Όταν έχεις πάρε δώσε με πωλητές μεταχειρισμένων αυτοκινήτων, δεν υπάρχει περίπτωση να βγεις κερδισμένος˙ αυτοί πουλάνε αυτοκίνητα κάθε μέρα ενώ εσύ αγοράζεις δύο αμάξια το πολύ στη ζωή σου, επομένως δεν μπορείς να τους συναγωνιστείς. Στατιστικά, είσαι χαμένος προτού ακόμη διαβείς το κατώφλι της μάντρας μεταχειρισμένων. Η Μ ιν αναλογίστηκε πόσες γυναίκες είχε ακρωτηριάσει αυτός ο
30
JENNIFER CRUSIE
τύπος στη ζωή του. Η σκέψη και μόνο της προξενούσε φόβο και θαυμασμό. Ενόσω ο Μ όρισεϊ περίμενε την απάντησή της, το χαμόγελό του έσβησε και τώρα φαινόταν ευάλωτος, αφού είχε πάρει το ρίσκο να τη ζητήσει σε δείπνο. Ήταν καλός στην προσποίηση, έπαιζε τον ρόλο του πολύ πειστικά. Μ ην ξεχνάς πως το κάθαρμα το κάνει για να κερδίσει δέκα δολάρια, υπενθύμισε η Μ ιν στον εαυτό της. Στην ουσία ο τύπος ήθελε να το κάνει μαζί της για δέκα δολάρια. Σπαγκοραμμένος. Ξαφνικά, η αναπνοή της επανήλθε στον κανονικό της ρυθμό. «Το τραπέζι;» είπε. «Ναι». Εκείνος έγειρε κι άλλο κοντά της. «Σ’ ένα ήσυχο μέρος όπου θα μπορέσουμε να κουβεντιάσουμε. Έχω την εντύπωση ότι έχεις ενδιαφέροντα πράγματα να πεις. Κι εμένα μ’ αρέσει να ακούω». Η Μ ιν τού χαμογέλασε. «Χάλια ατάκα. Μ η μου πεις ότι πιάνει». Εκείνος κοκάλωσε προς στιγμήν κι έπειτα πήρε πάλι το αφελές αγορίστικο ύφος. «Μ έχρι τώρα δεν απέτυχε ούτε μια φορά». «Μ άλλον οφείλεται στη φωνή» σχολίασε η Μ ιν. «Το λες ωραία». «Σ’ ευχαριστώ». Ίσιωσε το κορμί του. «Ας το πάρουμε από την αρχή» είπε τείνοντάς της το χέρι του. «Είμαι ο Κάλβιν Μ όρισεϊ, αλλά οι φίλοι με φωνάζουν Καλ». «Μ ιν Ντομπς». Του έσφιξε το χέρι και το άφησε προτού νιώσει τη ζεστασιά του. «Και οι φίλοι μου θα με έλεγαν απερίσκεπτη αν έφευγα από αυτό το μπαρ μ’ έναν άγνωστο». «Στάσου». Έβγαλε το πορτοφόλι του και πήρε ένα εικοσαδόλαρο. «Αυτό είναι για το ταξί. Αν φερθώ απρεπώς, θα πάρεις ταξί και θα φύγεις». Η Λίζα θα έπαιρνε το εικοσάρικο και μετά θα του έδινε τα παπούτσια στο χέρι. Δεν ήταν κακό σχέδιο, αλλά η Λίζα δεν χρειαζόταν συνοδό για τον γάμο. Τι άλλο θα έκανε άραγε η Λίζα;
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
31
Η Μ ιν τσίμπησε το χαρτονόμισμα από τα δάχτυλά του. «Αν φερθείς απρεπώς, θα σου σπάσω τη μύτη». Δίπλωσε το εικοσαδόλαρο, άνοιξε τα δύο πάνω κουμπιά της μπλούζας της και το έχωσε κάτω από το πρακτικό βαμβακερό σουτιέν της αφήνοντας να φαίνεται μονάχα μια λεπτή πράσινη ακρούλα. Το καλό με τα παραπανίσια κιλά ήταν ότι σου εξασφάλιζαν πλούσιο στήθος. Σηκώνοντας το βλέμμα τον τσάκωσε να κοιτάζει το στήθος της. Ήταν σίγουρη ότι θα πετούσε κάποιο σχόλιο, όμως εκείνος απλώς της χαμογέλασε. «Λογική άποψη» της είπε. «Πάμε λοιπόν για φαγητό» πρόσθεσε και η Μ ιν υπενθύμισε στον εαυτό της ότι όφειλε να αγνοήσει το όμορφο στόμα του, μιας και μέσα του έκρυβε διχαλωτή γλώσσα. «Πρώτα θα μου υποσχεθείς ότι θα σταματήσεις τα άνοστα κλισέ» του πέταξε, κι αμέσως είδε το σαγόνι του να σφίγγεται. «Ό,τι πεις». Η Μ ιν κούνησε το κεφάλι. «Κι άλλο κλισέ. Υποθέτω ότι σου έχει γίνει δεύτερη φύση. Ας είναι, το τζάμπα φαγητό είναι πάντα καλό». Πήρε την τσάντα της από την μπάρα. «Φύγαμε». Προχώρησε χωρίς να του δώσει την ευκαιρία να πει κάτι, και ο Καλ την ακολούθησε προσπερνώντας μια εμβρόντητη Λίζα και μια ενθουσιασμένη Μ πόνι. Ανέβηκαν τη σκάλα, διέσχισαν το πλατύσκαλο και έφτασαν στην έξοδο. Το τελευταίο πράγμα που είδε η Μ ιν καθώς έβγαιναν ήταν το νευριασμένο ύφος του Ντέιβιντ. Η βραδιά εξελισσόταν πολύ καλύτερα από τις προβλέψεις της.
32
JENNIFER CRUSIE
2
του μπαρ. Κάτι δεν πήγαινε καλά. Όταν είδε τον Κάλβιν Μ όρισεϊ να ξαναμπαίνει για να μιλήσει στον Ντέιβιντ, η ανησυχία της μεγάλωσε. «Λες να φταίει το αλκοόλ;» ρώτησε η Μ πόνι. Η Λίζα το σκέφτηκε στα γρήγορα. «Δεν ξέρω τι φταίει, πάντως εμένα αυτό δεν μου αρέσει καθόλου. Για ποιον λόγο τής έκανε καμάκι;» Η Μ πόνι συνοφρυώθηκε. «Πρώτη φορά σε βλέπω να ζηλεύεις». «Δεν ζηλεύω». Η Λίζα αγριοκοίταξε τώρα την Μ πόνι. «Σκέψου το λίγο. Η Μ ιν δεν έδειχνε με τίποτα ότι ήταν διαθέσιμη, αυτός δεν έχει μιλήσει ποτέ μαζί της ώστε να ξέρει πόσο σπουδαίο κορίτσι είναι, κι αυτή είναι ντυμένη σαν καλόγρια. Παρ’ όλα αυτά, ο τύπος έρχεται από την άλλη άκρη του μπαρ για να της κάνει καμάκι…» «Γιατί το αποκλείεις;» ρώτησε η Μ πόνι. «…αφού προηγουμένως κουβέντιασε με τον Ντέιβιντ» συμπλήρωσε η Λίζα δείχνοντας με το κεφάλι το πλατύσκαλο όπου ο κατακόκκινος Ντέιβιντ είχε στρέψει τώρα την προσοχή του στη μελαχρινή. «Ωχ». Η Μ πόνι αιφνιδιάστηκε. «Κακά μαντάτα». «Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να ανακαλύψουμε Η ΛΙΖΑ ΚΟΙΤΑΞΕ ΑΝΗΣΥΧΑ ΤΗΝ ΕΡ ΗΜΗ ΕΞΟΔΟ
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
33
τι σκαρώνει ο Κάλβιν, το τέρας» είπε η Λίζα ισιώνοντας τους ώμους. «Πώς…» Η Λίζα έγνεψε ξανά προς το μεσοπάτωμα. «Προηγουμένως καθόταν παρέα με εκείνους τους δύο τύπους. Ποιον από τους δύο θέλεις, τον ψηλό ξανθό με το αποβλακωμένο ύφος ή τον άλλο που το κεφάλι του μοιάζει με βλήμα;» Η Μ πόνι ακολούθησε το βλέμμα της στο πλατύσκαλο και αναστέναξε. «Τον ξανθό. Δείχνει ακίνδυνος. Ο άλλος με το κεφάλι σαν βλήμα μοιάζει φορτικός και δεν έχω καμία διάθεση απόψε». «Άσ’ τον σ’ εμένα». Η Λίζα άφησε το ποτό της στο μπαρ και έγειρε πίσω. Ο τύπος με το κεφάλι σαν βλήμα την έτρωγε με τα μάτια. «Την τελευταία φορά που είδα φρύδια τόσο χαμηλά στα μάτια ήταν σε προβολή διαφανειών στο μάθημα της Ανθρωπολογίας». Τα βλέμματά τους διασταυρώθηκαν για πέντε ολόκληρα δευτερόλεπτα. Έπειτα η Λίζα γύρισε προς το μπαρ. «Του δίνω δύο λεπτά καιρό» δήλωσε. «Η αίθουσα είναι φίσκα, Λιζάκι» είπε η Μ πόνι. «Δώσ’ του τρία». Μ όλις ο Ντέιβιντ είδε τον Καλ να ανοίγει στη Μ ιν την πόρτα για να βγουν από το μπαρ, τον πλημμύρισε ένα κύμα ζήλιας και οργής. Δεν ήταν μόνο ότι ήθελε να ρίξει μπουνιά στον Καλ. Ανέκαθεν ήθελε να ρίξει μπουνιά στον Καλ. Ο τύπος δεν ίδρωνε ποτέ, έκανε πάντα έξυπνες επιχειρηματικές κινήσεις, κέρδιζε όλα τα στοιχήματα και είχε μονίμως επιτυχία στις γυναίκες. Ο ψυχίατρός μου με προειδοποίησε, είπε μέσα του, αλλά καταλάβαινε ότι η τωρινή αντίδρασή του δεν οφειλόταν στην ανάγκη του να είναι πρώτος σε όλα. Αυτή τη φορά η ζήλια είχε διαφορετικό έρεισμα. Αυτή τη φορά ο Καλ είχε πάρει τη Μ ιν. Η Μ ιν ήταν
34
JENNIFER CRUSIE
ενδιαφέρουσα γυναίκα, θα γινόταν αξιόπιστη σύζυγος, φτάνει να άφηνε κατά μέρος το αναθεματισμένο πείσμα της. Ο Ντέιβιντ ήταν σίγουρος ότι θα μπορούσε να της διορθώσει αυτό το ελάττωμα καθώς και ότι η Μ ιν κάποια στιγμή θα κατέληγε σ’ αυτόν. Μ α τώρα… Βλέποντας τον Καλ να ξαναμπαίνει στο μπαρ και να του γνέφει να πάει κοντά του, ο Ντέιβιντ δαγκώθηκε. «Πηγαίνουμε για φαγητό» είπε ο Καλ τείνοντας την παλάμη του. «Δέκα δολάρια». Ακουγόταν θυμωμένος, πράγμα που βοήθησε τον Ντέιβιντ να νιώσει καλύτερα την ώρα που έβγαζε από το πορτοφόλι του ένα χαρτονόμισμα των δέκα δολαρίων και του το έδινε. «Έξυπνη κίνηση να μη με προειδοποιήσεις ότι μισεί τους άντρες» μουρμούρισε ο Καλ. Έπειτα έφυγε, και ο Ντέιβιντ επέστρεψε στο τραπέζι κοντά στα κάγκελα λέγοντας: «Νομίζω ότι μόλις έκανα ένα λάθος». «Κι εσύ;» ρώτησε η Σίνθι με θλιμμένη φωνή φέρνοντας στο στόμα το ποτήρι του μαρτίνι. Ο Ντέιβιντ έριξε μια φευγαλέα ματιά στην έξοδο. «Ώστε δεν ήταν δική σου ιδέα να χωρίσετε με τον Καλ;» «Όχι». Η Σίνθι κάρφωσε το βλέμμα στην πόρτα. «Σκέφτηκα πως ήταν καιρός να παντρευτώ, κι έτσι είπα: “Ή τώρα ή ποτέ”». Χαμογέλασε σφιγμένα στον Ντέιβιντ. «Κι εκείνος είπε: “Λυπάμαι”». Πήρε βαθιά εισπνοή και ο Ντέιβιντ προσπάθησε να μην κολλήσει το βλέμμα στο δίχως σουτιέν στήθος που διαγραφόταν κάτω από το κόκκινο ζέρσεϊ φόρεμα. «Φρικτό» σχολίασε ο Ντέιβιντ και έγειρε στην κουπαστή ώστε να μην κοιτάζει το στήθος της. Κάτι τέτοιες χοντράδες τις έκανε μόνο ο Καλ Μ όρισεϊ. «Ο Καλ θα πρέπει να είναι κωθώνι». «Σ’ ευχαριστώ». Η Σίνθι έστρεψε ξανά το βλέμμα στην αίθουσα, τη στιγμή που ο Τόνι σηκωνόταν από το διπλανό
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
35
τραπέζι και κατέβαινε τη σκάλα με τον Ρότζερ στο κατόπι του. Τα μαλλιά της αναδεύτηκαν όπως στις διαφημίσεις της τηλεόρασης, σχηματίζοντας μια σκούρα μεταξένια κουρτίνα που χάιδεψε τους ώμους της. «Πολύ θα ήθελα να μάθω πού γνώρισε ο Καλ αυτή τη γυναίκα. Θα έπαιρνα όρκο ότι αυτή την περίοδο δεν έβγαινε με καμία». Ο Ντέιβιντ σκέφτηκε να της πει ότι ο Καλ καμάκωσε τη Μ ιν εξαιτίας ενός στοιχήματος, αλλά έπειτα το μετάνιωσε. Το στοίχημα δεν ήταν τόσο κολακευτικό για το άτομό του. Στην πραγματικότητα, απορούσε με τον εαυτό του που έβαλε τέτοιου είδους στοίχημα, τώρα του φαινόταν αδιανόητο. Ήταν λες και τον είχε σπρώξει μια καταχθόνια δύναμη. Όχι, το σφάλμα ήταν αναμφίβολα του Καλ, ήταν μια άθλια ιδέα, γιατί αν η Μ ιν μάθαινε ποτέ ότι ο Ντέιβιντ έβαλε τέτοιο στοίχημα… «Τη γνωρίζεις;» ρώτησε η Σίνθι. «Είναι η πρώην μου». «Α». Η Σίνθι άφησε κάτω το ποτό της. «Ελπίζω ο Καλ να μετανιώσει που τα έμπλεξε μαζί της. Ελπίζω να διαπιστώσει τι έχασε, όταν την κουβαλήσει στο σπίτι του». «Δεν πρόκειται να πάνε στο σπίτι του» είπε ο Ντέιβιντ. «Εκείνη δεν πρόκειται να το δεχτεί με τίποτα». Βλέποντας ότι η Σίνθι περίμενε τη συνέχεια, πρόσθεσε: «Δεν της αρέσει το σεξ». Η Σίνθι χαμογέλασε. Ο Ντέιβιντ σήκωσε αδιάφορα τους ώμους. «Τουλάχιστον δεν θέλησε να το δοκιμάσει στους δύο μήνες που ήμασταν μαζί. Γι’ αυτό κι εγώ διέκοψα μαζί της». Η Σίνθι κούνησε το κεφάλι εξακολουθώντας να χαμογελάει. «Δεν έδωσες αρκετό χρόνο στη σχέση σας. Μ ε τι ασχολείται;» Ο Ντέιβιντ ενοχλήθηκε από την κριτική. 1
«Είναι αναλογίστρια. Και κατά τη γνώμη μου, δύο μήνες…» «Ντέιβιντ» τον έκοψε η Σίνθι «αν ήθελες σεξ μέσα στα πέντε πρώτα λεπτά, έπρεπε να έκλεινες ραντεβού με στριπτιζέζ.
36
JENNIFER CRUSIE
Εφόσον η κοπέλα ασκεί το επάγγελμα της αναλογίστριας, ασφαλώς θα είναι άνθρωπος συνετός. Η δουλειά της είναι να ελαχιστοποιεί τον κίνδυνο και, στην περίπτωσή σου, είχε δίκιο». Ο Ντέιβιντ άρχισε να νιώθει αντιπάθεια για τη Σίνθι. «Πώς είχε δίκιο, δηλαδή;» «Την άφησες λόγω του σεξ». Η Σίνθι έγειρε μπροστά και ο Ντέιβιντ προσποιήθηκε ότι δεν παρατηρούσε το στήθος της κάτω από το ζέρσεϊ φουστάνι. «Ντέιβιντ, αυτή είναι η δική μου ειδικότητα. Αν την αγαπούσες, δεν θα της έδινες τελεσίγραφο χρησιμοποιώντας το σεξ σαν όπλο». «Μ ε τι ασχολείσαι;» ρώτησε ψυχρά ο Ντέιβιντ. «Είμαι ψυχολόγος». Η Σίνθι σήκωσε το ποτήρι της και ο Ντέιβιντ θυμήθηκε κάποια κουτσομπολιά που είχε ακούσει. «Είσαι η γκουρού των σχέσεων» σχολίασε, αρχίζοντας και πάλι να τη συμπαθεί. Η Σίνθι ήταν σχεδόν διάσημη. «Έχεις εμφανιστεί στην τηλεόραση». «Μ ε καλούν συχνά σε εκπομπές» είπε η Σίνθι. «Η έρευνά μου σχετικά με τις σχέσεις των δύο φύλων είχε μεγάλη πέραση. Ξέρω λοιπόν ότι δεν είναι σωστό να δίνει κανείς τελεσίγραφα με όπλο το σεξ». «Το ίδιο έκανες κι εσύ με τον Καλ». «Όχι εξαιτίας του σεξ» είπε η Σίνθι. «Ποτέ δεν απέκρουσα τις ερωτικές προτάσεις του. Κι εγώ δεν του έστειλα τελεσίγραφο, χρησιμοποίησα στρατηγική. Ήμασταν μαζί εννέα μήνες, είχε περάσει ο πρώτος έρωτας, είχαμε αποκτήσει δεσμό, και ήξερα ότι το μόνο που χρειαζόταν ο Καλ ήταν ένα σημάδι, μια υπόδειξη ψυχολογικής φύσεως, που θα τον βοηθούσε να συνειδητοποιήσει τα αληθινά του αισθήματα». «Εγώ αυτό το θεωρώ παράλογο» σχολίασε ο Ντέιβιντ. Η Σίνθι τού χαμογέλασε ξεψυχισμένα. «Σύμφωνα με τη μελέτη μου, η διαδικασία ενός ώριμου έρωτα ακολουθεί τέσσερα βήματα». Σήκωσε το ένα δάχτυλο. «Όταν γνωρίζεις μια γυναίκα, υποσυνείδητα αναζητάς τις ενδείξεις για
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
37
το αν αξίζει να την κάνεις παρέα. Αυτό το αποκαλούμε προαπαιτούμενο». Σήκωσε το δεύτερο δάχτυλο. «Αν περάσει τη δοκιμασία των προαπαιτούμενων, προσπαθείς να τη γνωρίσεις καλύτερα για να διαπιστώσεις αν είναι κατάλληλη συντροφιά για σένα. Αν όντως είναι, σε προσελκύει». Σήκωσε το τρίτο δάχτυλο. «Αν, στην πορεία της γνωριμίας, η έλξη ενισχυθεί με συναισθήματα χαράς, πόνου, ή και τα δύο, θα έρθει ο πρώτος έρωτας. Και…» Σήκωσε το τέταρτο δάχτυλό της. «Αν κατορθώσετε να συνδεθείτε και να προσκολληθείτε ο ένας στον άλλο σ’ αυτή τη φάση, θα περάσετε στο στάδιο της ώριμης, δίχως όρους αγάπης». «Όλα αυτά ακούγονται ελαφρώς αποστειρωμένα» είπε ο Ντέιβιντ με ψεύτικο ενδιαφέρον˙ στο κάτω κάτω της γραφής, η γυναίκα ήταν σχεδόν διάσημη. «Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι λανθασμένα» είπε η Σίνθι. «Πάρε για παράδειγμα τα προαπαιτούμενα. Το υποσυνείδητό σου επιθεωρεί τις γυναίκες και ξεχωρίζει αυτές που ταιριάζουν με το είδος της γυναίκας που σε έλκει». «Θέλω να πιστεύω ότι διαθέτω ευρύ πνεύμα» είπε ο Ντέιβιντ. «Γι’ αυτό ακριβώς ξαφνιάστηκα που ο Καλ διάλεξε τη Μ ιν σου». Η Σίνθι ήπιε μια γουλιά μαρτίνι. «Ένα από τα προαπαιτούμενά του είναι ότι διαλέγει πάντα τις ωραίες». «Πάντα τον θεωρούσα ρηχό άνθρωπο» σχολίασε ο Ντέιβιντ ενώ σκεφτόταν: Τη διάλεξε λόγω του στοιχήματος, ο άτιμος. «Δεν είναι διόλου ρηχός» διαμαρτυρήθηκε η Σίνθι. «Από τη στιγμή που θα υπερβούν το στάδιο των προαπαιτούμενων, θα περάσουν υποσυνείδητα στη φάση της έλξης. Για παράδειγμα, αν προχώρησαν πλάι πλάι βγαίνοντας από το μπαρ, αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί ισχυρή ένδειξη ψυχολογικής συμβατότητας». Η Σίνθι συνοφρυώθηκε. «Μ ακάρι να μπορούσαμε να τους παρακολουθούσαμε στο δείπνο τους». «Για να δούμε τι;» κάγχασε ο Ντέιβιντ σηκώνοντας ξανά το ποτήρι του. «Να τρώνε μαζί;» «Όχι» απάντησε η Σίνθι. «Για να δούμε αν κάνουν τις ίδιες
38
JENNIFER CRUSIE
κινήσεις, αν παραδείγματος χάρη σταυρώνουν τα πόδια με τον ίδιο τρόπο. Αν εκείνη δέχεται το άγγιγμά του με ευχαρίστηση. Αν ανταλλάσσουν βλέμματα ερωτικού πόθου». Ο Ντέιβιντ πνίγηκε με το ποτό του. «Αν ένα βλέμμα διαρκεί μερικές στιγμές παραπάνω απ’ όσο πρέπει» συνέχισε η Σίνθι. «Αυτό είναι σαφές ερωτικό σημάδι. Το συναντάμε σε όλα τα είδη». Ο Ντέιβιντ συγκατένευσε και υπενθύμισε στον εαυτό του να κόψει στο μέλλον τα επίμονα βλέμματα. «Αν η συνομιλία τους βρει έναν ρυθμό χωρίς να μεσολαβούν μεγάλες παύσεις, αυτό σημαίνει έλξη. Το ίδιο ισχύει αν αποκτήσουν αρκετή οικειότητα ώστε να χρησιμοποιούν τρυφερά υποκοριστικά». «Η Μ ιν σιχαίνεται τα υποκοριστικά» είπε ο Ντέιβιντ φέρνοντας στον νου του ένα περιστατικό που είχε καταστροφικά αποτελέσματα, τότε που αποκάλεσε τη Μ ιν «τσουρεκάκι μου». «Αν έχουν κοινά γούστα στη μουσική ή στις κινηματογραφικές ταινίες. Αν αποκτούν μεταξύ τους μυστικά ή ανέκδοτα που δεν λέγονται παραέξω. Αν εκτιμούν τα ίδια πράγματα. Η Μ ιν είναι αυτοαπασχολούμενη;» «Όχι. Εργάζεται στην Αλάιανς Ίνσουρανς. Ο πατέρας της είναι αντιπρόεδρος της εταιρείας». Το όμορφο πρόσωπο της Σίνθι φωτίστηκε από ένα πλατύ χαμόγελο. «Έξοχα. Στον Καλ αρέσει ο τζόγος, επομένως θαυμάζει τους ανθρώπους που ρισκάρουν. Αυτός είναι ο λόγος που αρνήθηκε να δουλέψει στην επιχείρηση του πατέρα του και άνοιξε δική του εταιρεία. Δεν πρόκειται να εντυπωσιαστεί από μια γυναίκα που είναι το τσιράκι του πατέρα της. Θα τη θεωρήσει ανιαρή». «Αυτό είναι ευχάριστο» σχολίασε ο Ντέιβιντ ενώ σκεφτόταν: Ο Καλ είναι ένα επιπόλαιο καθοίκι. Η Σίνθι συγκατένευσε πάνω από το ποτήρι της. «Ακόμα και η στάση της απέναντί του έχει σημασία. Όταν κάποιος σε συμπαθεί και απολαμβάνει τη συντροφιά σου, τον
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
39
θεωρείς αυτομάτως ελκυστικό». Για μια στιγμή φάνηκε να χάνεται σε ονειροπολήσεις. «Και φυσικά η Μ ιν σου θα ενθουσιαστεί μαζί του». «Δεν πρόκειται» είπε ο Ντέιβιντ νιώθοντας καλύτερα. «Προς το παρόν είναι έξω φρενών με όλους τους άντρες. Επειδή διέκοψα μαζί της. Και έχει γλώσσα ξυράφι». Το πρόσωπο της Σίνθι έλαμψε. «Επομένως ο Καλ θα συνδυάσει την άσχημη διάθεσή της με την εκτίμησή του ότι πρόκειται για υπερβολικά συντηρητική γυναίκα. Ντέιβιντ, αυτό είναι θαυμάσιο. Θα του επιτρέψει άραγε να της πληρώσει το φαγητό;» «Η Μ ιν επιμένει να μοιράζεται ο λογαριασμός στα δύο. Είναι πολύ έντιμη γυναίκα». «Όλα τα είδη τρώνε μαζί, αποτελεί κομμάτι της ιεροτελεστίας της ερωτοτροπίας» παρατήρησε η Σίνθι. «Όταν μια γυναίκα δεν σε αφήνει να της πληρώσεις τον λογαριασμό, σημαίνει ότι απορρίπτει την ερωτική προσέγγισή σου. Ενδέχεται να πιστεύει ότι είναι πολιτικά ορθό να μοιραστείτε τον λογαριασμό ή να είναι φεμινίστρια, αλλά, κατά βάθος, γνωρίζει ότι σε διαγράφει από τον κατάλογο των υποψήφιων εραστών». «Δεν πρόκειται να τον αφήσει να πληρώσει» δήλωσε ο Ντέιβιντ επανεξετάζοντας τις απόψεις του επί του προκειμένου˙ όταν η Μ ιν ξαναγύριζε κοντά του, θα πλήρωνε αυτός τον λογαριασμό στα εστιατόρια. «Επομένως θα τσακωθούν για τον λογαριασμό. Υπέροχα». Η Σίνθι κάθισε πίσω και για πρώτη φορά φάνηκε να χαλαρώνει. «Απ’ όσα μου είπες γι’ αυτήν, είμαι βέβαιη πως ο Καλ έχει ήδη μετανιώσει που της ζήτησε να φύγουν μαζί». «Χαίρομαι» είπε ο Ντέιβιντ και η σκέψη αυτή του έφτιαξε τη διάθεση. Το χαμόγελο της Σίνθι έσβησε απότομα. «Πες μου λοιπόν, ήθελες όντως να βγούμε μαζί για φαγητό ή με προσκάλεσες μόνο και μόνο για να εξοργίσεις τον Καλ;» Φαγητό, σκέφτηκε ο Ντέιβιντ. Αν έβγαζε τη Σίνθι για φαγητό,
40
JENNIFER CRUSIE
ο Τόνι και ο Ρότζερ θα έλεγαν στον Καλ πως τα έφτιαξε με τη Σίνθι. Του άξιζε του Καλ μια τέτοια ψυχρολουσία. Ο Ντέιβιντ θα έβγαινε με τη σέξι μελαχρινούλα που είχε παρατήσει τον θρυλικό Κάλβιν Μ όρισεϊ. Θρίαμβος. Άφησε το ποτό του. «Σου το ζήτησα επειδή ήθελα να δειπνήσουμε παρέα». Η Σίνθι τού χαμογέλασε κι αυτός θαμπώθηκε. Ο Καλ ήταν ηλίθιος που είχε αφήσει να του φύγει μια τέτοια γυναίκα. «Και έτσι θα μπορέσεις να μου πεις περισσότερα για τη Μ ιν» είπε η Σίνθι. «Φυσικά» συμφώνησε ο Ντέιβιντ. Ήταν πρόθυμος να μιλήσει για τη Μ ιν, αρκεί να μην αναφερόταν στο στοίχημα. Η Μ ιν περίμενε έξω το τέρας που είχε ξαναμπεί μια στιγμή στο μπαρ επειδή είχε ξεχάσει κάτι – την ηθική του, ας πούμε. Ο δροσερός αέρας της νύχτας του Ιουνίου καθάρισε το μυαλό της και καταπράυνε κάπως τον θυμό της. Το μπαρ βρισκόταν σ’ έναν από τους αγαπημένους της δρόμους, που ήταν γεμάτος με κομψά μαγαζάκια, εστιατόρια και ένα μεγάλο θέατρο που ανέβαζε παλιές παραστάσεις. Ένα απαλό αεράκι φυσούσε ανάμεσα στα καχεκτικά δεντράκια που αγωνίζονταν να επιβιώσουν μέσα στα σιδερένια κλουβιά τους κατά μήκος του πεζοδρομίου. Προς στιγμήν, η Μ ιν κοίταξε τα δέντρα και σκέφτηκε: Ξέρω πολύ καλά πώς νιώθετε. Για την ακρίβεια, κατανοούσε το γεγονός ότι ήταν παγιδευμένα, όχι ότι είχαν λεπτό κορμό. Γιατί το βέβαιο ήταν ότι και η ίδια βρισκόταν στριμωγμένη για τα καλά. Ήταν αναγκασμένη να φορέσει ένα ηλίθιο φόρεμα παρανύμφου για τον γάμο της αδελφής της μ’ έναν λαπά, άσε που η μητέρα της θα την έπρηζε. Γιατί η αλήθεια ήταν ότι δεν υπήρχε περίπτωση να καταφέρει να κοροϊδέψει για τρεις εβδομάδες έναν άντρα σαν τον Καλ Μ όρισεϊ. Τώρα έβρισκε την ιδέα εντελώς βλακώδη και την απέδιδε στο ρούμι και στον θυμό
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
41
της. Για μια στιγμή, ευχήθηκε να βρισκόταν στο διαμέρισμά της στη σοφίτα, κουλουριασμένη στον παλιό καναπέ της γιαγιάς στο χρώμα της κολοκύθας, ακούγοντας το άλμπουμ του Έλβις Moody Blue. Ίσως δεν ήταν ο τύπος της γυναίκας που έβγαινε ραντεβού, ίσως έπρεπε απλώς να υποκύψει στα χοντρά γονίδιά της και να αρκεστεί στον ρόλο της καλής γεροντοκόρης θείας των παιδιών που η Νταϊάνα αναμφίβολα θα αποκτούσε. Άλλωστε, η Μ ιν δεν ήθελε δικά της παιδιά. Άραγε σε τι άλλο χρησίμευαν οι άντρες εκτός από την αναπαραγωγή; Εντάξει, ήταν στη μέση και το σεξ, αλλά δες πώς συμπεριφέρονταν για να το αποκτήσουν. Ειλικρινά… Ένα κινητό τηλέφωνο ακούστηκε πίσω της και η Μ ιν αναπήδησε τρομαγμένη. Γυρίζοντας, είδε πίσω της τον Κάλβιν Μ όρισεϊ που στο μεταξύ είχε επιστρέψει. Έβαλε το χέρι μέσα από το σακάκι του και έβγαλε το τηλέφωνό του, μια συσκευή από εκείνες που έχουν περισσότερα κουδουνάκια και φωτάκια απ’ όσα χρειάζονται, πράγμα που επιβεβαίωσε ότι είχε πάρει τη σωστή απόφαση: Δεν υπήρχε περίπτωση να περάσει τρεις ολόκληρες εβδομάδες μ’ έναν αναίσθητο γιάπη απλώς και μόνο για να μην πάει στον γάμο ασυνόδευτη. Απόψε θα μοιραζόταν μαζί του τον λογαριασμό του εστιατορίου και θα τον αποχαιρετούσε μια για πάντα. Αυτό μάλιστα, αυτό ήταν σχέδιο. Σταύρωσε τα μπράτσα της και τον άφησε να την εντυπωσιάσει με ένα επαγγελματικό τηλεφώνημα, όμως εκείνος απενεργοποίησε απλώς το κινητό του. Η Μ ιν ύψωσε τα φρύδια. «Κι αν ήταν κάτι σημαντικό;» «Ο μόνος άνθρωπος στον οποίο θέλω να μιλήσω βρίσκεται εδώ μπροστά μου» της είπε χαμογελώντας της με το γνωστό χαμόγελο που χρησιμοποιούν τα μοντέλα στις σελίδες των περιοδικών. «Ουφ, αμάν πια, δεν το απενεργοποιείς κι αυτό, λέω γω!» «Ορίστε;» έκανε ο Καλ χάνοντας το χαμόγελό του. «Τις τετριμμένες ατάκες». Η Μ ιν προχώρησε ξανά. «Δέχτηκα
42
JENNIFER CRUSIE
να με βγάλεις για φαγητό. Αποδώ και πέρα μπορείς να χαλαρώσεις». «Πάντα είμαι χαλαρός» είπε ο Καλ φτάνοντάς τη με μια δρασκελιά. «Πού πηγαίνουμε;» Η Μ ιν κοντοστάθηκε. Αυτός την προσπέρασε κι έπειτα σταμάτησε. «Το καινούργιο εστιατόριο που έχει κάνει πάταγο βρίσκεται αποδώ. Το Σεραφίνο’ς. Ένας γνωστός μου λέει ότι ο σεφ γράφει ποίηση με την κουζίνα του» εξήγησε η Μ ιν κι έπειτα σκέφτηκε τον Ντέιβιντ και κοίταξε τον Καλ. Ακριβώς το ίδιο πράγμα. «Υπέθεσα ότι ένα τέτοιο εστιατόριο θα ήταν του γούστου σου. Μ ήπως είχες υπόψη σου κάτι άλλο;» «Ναι, είχα υπόψη μου κάτι άλλο». Ο Καλ ακούμπησε το ένα του δάχτυλο στον ώμο της και την έσπρωξε μαλακά για να την κάνει να γυρίσει. Εκείνη στράφηκε, ενώ συγχρόνως αποτραβιόταν από το άγγιγμά του. «Το δικό μου εστιατόριο είναι αποκεί» της είπε. «Αποφεύγω συστηματικά τα μέρη όπου ο σεφ προσπαθεί να μιλήσει με το φαγητό του. Εκτός κι αν προτιμάς το Σε…» «Μ πα, όχι». Η Μ ιν έκανε στροφή και ξεκίνησε. «Θέλω να δω το γούστο σου στα εστιατόρια. Υποθέτω πως θα μοιάζει με το γούστο σου στα κινητά τηλέφωνα: πολύ μοντέρνο». «Μ ου αρέσουν τα γκάτζετ» της είπε ακολουθώντας την. «Δεν νομίζω ότι αυτό λέει κάτι για τον αληθινό εαυτό μου». «Πάντα ήθελα να κάνω μια μελέτη σχετικά με τα κινητά και την προσωπικότητα» είπε ψέματα η Μ ιν καθώς περνούσαν έξω από τον κινηματογράφο Γκρίφον. «Από τη μια βλέπεις όλα αυτά τα εντυπωσιακά τηλέφωνα με τα ποικίλα καλύμματα, και από την άλλη ανθρώπους που αρνούνται να έχουν μαζί τους κινητό. Θα έλεγε κανείς ότι…» «Το δικό σου είναι μαύρο» είπε ο Καλ. «Πολύ πρακτικό. Πρόσεχε το μπουκάλι». Άπλωσε το χέρι του για να την πιάσει από το μπράτσο και να την απομακρύνει από ένα σπασμένο μπουκάλι μπίρας, αλλά
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
43
εκείνη το παρέκαμψε μόνη της προς την αντίθετη κατεύθυνση. Ο Καλ κοίταξε τα πόδια της και ξαφνικά κοντοστάθηκε, πιθανώς από ψεύτικο ενδιαφέρον, οπότε κοντοστάθηκε και η Μ ιν. «Τι είναι;» τον ρώτησε. «Ωραία παπούτσια» της αποκρίθηκε, και η Μ ιν κοίταξε τα ψηλοτάκουνα διάφανα πλαστικά σανδάλια που έδεναν στο πόδι της με χαλαρούς μαύρους φιόγκους. «Σ’ ευχαριστώ» του απάντησε αιφνιδιασμένη˙ δεν φανταζόταν ποτέ ότι ο Μ όρισεϊ θα πρόσεχε τα παπούτσια της. «Παρακαλώ». Έβαλε τα χέρια στις τσέπες του και συνέχισε τον δρόμο του με ακόμα μεγαλύτερες δρασκελιές. «Πάντως πέφτεις έξω» είπε η Μ ιν ανοίγοντας το βήμα της για να τον φτάσει. «Το κινητό μου δεν είναι μαύρο. Είναι πράσινο, στολισμένο με μεγάλες άσπρες μαργαρίτες». «Σιγά μην είναι στολισμένο». Καθώς ο Καλ περπατούσε τώρα πιο μπροστά της χωρίς να μπαίνει καν στον κόπο να την περιμένει, η Μ ιν έτρεξε να τον προλάβει. «Είναι μαύρο ή ασημένιο με ελάχιστες λειτουργίες –μόνο τις απολύτως απαραίτητες–, πράγμα απαράδεκτο, γιατί ποτέ δεν ξέρεις πότε θα εγκλωβιστείς κάπου και θα σου φανεί χρήσιμη μια καλή παρτίδα πόκερ». Όταν σήκωσε το βλέμμα της να τον κοιτάξει, ήταν τόσο όμορφος, που εκείνη κοντοστάθηκε πάλι για να τον αναγκάσει να κόψει ταχύτητα. Το κόλπο ήταν να τον αιφνιδιάζει, όχι να κοιτάζει το πρόσωπό του σαν χαζή, προπάντων τη στιγμή που ο εκνευριστικός αυτός άντρας είχε δίκιο για το μαύρο κινητό της. «Να με συγχωρεί η χάρη σου» του πέταξε ξερά, σταυρώνοντας ξανά τα μπράτσα, «αλλά ξέρω πώς είναι το κινητό μου. Σε πληροφορώ ότι έχει μαργαρίτες. Μ πορεί να φοράω ταγέρ, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είμαι βαρετή. Από μέσα φοράω κόκκινα εσώρουχα». «Ναι, καλά».
44
JENNIFER CRUSIE
Ο ψηλός άντρας με τους φαρδιούς ώμους εξακολουθούσε να έχει τα χέρια χωμένα στις τσέπες και να την κοιτάζει αφ’ υψηλού. «Να ’σαι σίγουρος ότι μ’ αυτή την τακτική δεν πρόκειται ποτέ να το διαπιστώσεις από πρώτο χέρι» είπε η Μ ιν και συνέχισε το διάβα της μέχρι που κατάλαβε ότι εκείνος δεν την ακολουθούσε. Γύρισε και τον είδε να την παρατηρεί. «Ε… δεν θα πάμε για φαγητό;» Ο Καλ την πλησίασε με το πάσο του και, όταν βρέθηκε ξανά πλάι της, έγειρε προς το μέρος της. «Στοίχημα δέκα δολάρια ότι το κινητό σου δεν έχει μαργαρίτες» της είπε. «Δεν μου αρέσουν τα στοιχήματα» είπε η Μ ιν, καταβάλλοντας προσπάθεια για να μην οπισθοχωρήσει. «Στοιχηματίζω τα διπλά ότι φοράς απλό λευκό σουτιέν». «Αν με θεωρείς τόσο βαρετή, τότε γιατί βγήκες μαζί μου;» «Είδα το σουτιέν όταν έχωσες εκεί μέσα τα είκοσι δολάρια. Και σίγουρα το γούστο σου είναι συντηρητικό, επομένως αποκλείεται να κυκλοφορείς με κινητό στολισμένο με μαργαρίτες. Το μόνο συναρπαστικό πράγμα πάνω σου είναι τα παπούτσια σου». Τώρα με πέθανες. Η Μ ιν τον αγριοκοίταξε. «Ε!...» «Και βγήκα μαζί σου» συνέχισε εκείνος καθώς η υπομονή του άρχιζε να εξαντλείται «επειδή θέλω να πάμε σε ένα σπουδαίο εστιατόριο εδώ κοντά, επομένως τι θα έλεγες αν κάναμε ανακωχή μέχρι να φτάσουμε και…» Η Μ ιν ξεκίνησε ξανά. «Δεν θα βάλεις το στοίχημα;» τη ρώτησε ακολουθώντας τη. «Όχι». Η Μ ιν τάχυνε το βήμα της, αλλά αυτός την έφτασε αμέσως, χωρίς εμφανή προσπάθεια. Έχει μακριά πόδια, σκέφτηκε και μετά θύμωσε με τον εαυτό της επειδή σκεφτόταν το κορμί του. Ή επειδή σκεφτόταν ότι εκείνος πρόσεξε τα υπέροχα παπούτσια
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
45
της. Μ ην ξεχνάς ως πού μπορεί να φτάσουν αυτού του είδους οι άντρες, είπε μέσα της. Σκέψου το στοίχημα. Είναι και τέρας και τζογαδόρος. Ο άντρας που ήταν και τέρας και τζογαδόρος στάθηκε μπροστά από μια μισοφωτισμένη βιτρίνα με κόκκινη βελούδινη κουρτίνα. Πάνω από την κουρτίνα έγραφε με χρυσά γράμματα: ΕΜ ΙΛΙΟ’Σ. «Αυτό είναι το εστιατόριο;» ρώτησε η Μ ιν ξαφνιασμένη, επειδή είχε υποθέσει ότι ο Μ όρισεϊ θα διάλεγε κάτι πιο κυριλέ. «Ναι». «Περίμενε» του είπε βλέποντάς τον να πλησιάζει την πόρτα. Κοίταξε την ταμπέλα πάνω στην πόρτα. «Τις καθημερινές κλείνει στις δέκα. Κοντεύει δέκα η ώρα. Καλύτερα να…» «Είμαι ο αγαπημένος πελάτης του Εμίλιο» δήλωσε ο Καλ ανοίγοντας την πόρτα. «Μ έχρι να σε γνωρίσει, τουλάχιστον». «Καινούργια ατάκα;» σχολίασε η Μ ιν εκνευρισμένη. «Όχι» της αποκρίθηκε καταβάλλοντας εμφανή προσπάθεια να δείξει υπομονετικός. «Αν συνεχίσεις να μου επιτίθεσαι στη διάρκεια του δείπνου, σίγουρα ο Εμίλιο θα σε κεράσει γλυκό». «Νόμιζα ότι ήσουν ο αγαπημένος πελάτης του». «Είμαι όντως. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι ο Εμίλιο δεν θα εκτιμήσει το σόου. Θα έρθεις, ναι ή όχι;» «Έρχομαι» είπε η Μ ιν και μπήκε στο εστιατόριο προσπερνώντας τον. Η Λίζα είχε μετρήσει με το ρολόι της ενάμισι λεπτό, όταν ο άντρας με το κρανίο-βλήμα τη χτύπησε στον ώμο. «Μ ε συγχωρείς» της είπε «αλλά έχω την εντύπωση ότι με κοιτούσες». Η Λίζα ανοιγόκλεισε τα μάτια. «Σε κοιτούσα γιατί απορούσα μαζί σου. Απορούσα πώς ήταν δυνατόν να είσαι τόσο αργός». «Αργός;» επανέλαβε εκείνος θιγμένος. «Κανείς δεν θα
46
JENNIFER CRUSIE
διέσχιζε γρηγορότερα από μένα μια αίθουσα τίγκα στον κόσμο. Φαντάσου δηλαδή να μου έκοβαν τον δρόμο αμυντικοί παίκτες». Η Λίζα κούνησε το κεφάλι. «Μ ε πρόσεξες πριν από μια ολόκληρη ώρα. Μ η μου πεις ότι καθόσουν εκεί και το σκεφτόσουν». Εκείνος στριφογύρισε τα μάτια με αγανάκτηση. «Καλά λένε πως οι κοκκινομάλλες είναι ζόρικες». Έγειρε πάνω στην μπάρα. «Μ ε λένε Τόνι. Και μου χρωστάς χάρη». Αρχίσαμε, συλλογίστηκε η Λίζα και έγειρε κι αυτή πάνω από την μπάρα, μιμούμενη τις κινήσεις του. «Σου χρωστάω χάρη;» «Βεβαίως» της χαμογέλασε εκείνος. «Λόγω της θεωρίας του χάους». «Της θεωρίας του χάους». Ο Τόνι την πλησίασε περισσότερο. «Η θεωρία του χάους υποστηρίζει πως τα σύνθετα δυναμικά συστήματα χάνουν τη σταθερότητά τους εξαιτίας διαταραχής στο περιβάλλον όταν ένας παράξενος ελκυστής παρεμβαίνει στο σύστημα». Η Λίζα τον κοίταξε σαν να μην πίστευε στ’ αυτιά της. «Αυτή είναι η ατάκα σου;» «Είμαι ένα σύνθετο δυναμικό σύστημα» είπε ο Τόνι. «Όχι τόσο σύνθετο» αντέτεινε η Λίζα. «Και ήμουν σταθερός μέχρι να προκαλέσεις εσύ διαταραχή στο περιβάλλον μου». «Όχι τόσο σταθερός» είπε η Λίζα. Ο Τόνι χαμογέλασε. «Και μια και είσαι ο πιο παράξενος ελκυστής εδώ μέσα, ακολούθησα την τροχιά μου κι έπεσα πάνω σου». «Κάτι άλλο ακολούθησες… αλλά καλύτερα να μην το χοντρύνουμε». Η Λίζα γύρισε την πλάτη της στην μπάρα. «Σκέψου μια καλύτερη ατάκα, διαφορετικά θα βρω άλλον να με διασκεδάσει». Μ ε την άκρη του ματιού της είδε τον φίλο του, τον ξανθό με
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
47
το απλανές βλέμμα, που έσκυβε προς το μέρος της Μ πόνι. «Πάντα έτσι είναι;» ρώτησε ο ξανθός την Μ πόνι, και τότε η Λίζα γύρισε προς το μέρος του και τον κοίταξε από την κορυφή ως τα νύχια. Ψηλός. Γεροδεμένος. Βαρετός. «Δεν φαντάζομαι να πιστεύεις πως ο φίλος σου είναι ο πρίγκιπας του παραμυθιού» ειρωνεύτηκε η Μ πόνι πεταρίζοντας τα βλέφαρα και χαρίζοντάς του το καλύτερο χαμόγελό της. Εκείνος την κοίταξε χαμογελώντας με αγαλλίαση. «Ούτε εγώ είμαι ο πρίγκιπας του παραμυθιού. Πειράζει;» Κρυάδες, είπε μέσα της η Λίζα και στράφηκε ξανά στον Τόνι με το κρανίο-βλήμα. «Το εννοεί» είπε ο Τόνι. «Ο Ρότζερ δεν χρησιμοποιεί ατάκες». «Μ ετά το φιάσκο της θεωρίας του χάους, το θεωρώ προσόν» σχολίασε η Λίζα. «Καημενούλη μου» έλεγε τώρα η Μ πόνι ακουμπώντας την παλάμη στο μανίκι του Ρότζερ. «Και βέβαια δεν πειράζει. Μ ε λένε Μ πόνι». Ο Ρότζερ την κοίταξε με ανυπόκριτο θαυμασμό. «Μ ε λένε Ρότζερ και είσαι η ωραιότερη γυναίκα που έχω δει στη ζωή μου». Η Μ πόνι τού χαμογέλασε με την καρδιά της και έγειρε κοντά του. «Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι δεν έχει επιτυχία στις γυναίκες» πρόσθεσε ο Τόνι σαν να μονολογούσε. «Αρχίζω να αντιλαμβάνομαι την κρυφή γοητεία του» σχολίασε η Λίζα. «Πες μου τώρα, εσένα ποια είναι η κρυφή γοητεία σου;» «Είμαι καλός στο κρεβάτι». «Είσαι ανυπόφορος!» μουρμούρισε η Λίζα. «Παρ’ όλα αυτά, μπορείς να με κεράσεις ένα ποτό και να μου μιλήσεις για σένα. Και για τους φίλους σου». «Όπως αγαπάς» είπε ο Τόνι και έγνεψε στη σγουρομάλλα μπαργούμαν. «Γεια σου, Σάνα» τη χαιρέτησε όταν αυτή ήρθε
48
JENNIFER CRUSIE
προς το μέρος τους. «Τι θα γίνει, πότε θα μετακομίσεις στη δική μου γειτονιά;» Η κοπέλα κούνησε αρνητικά το κεφάλι. «Δεν το θεωρώ πιθανό, αλλά ακόμα κι αν συμβεί, θα είσαι ο τελευταίος που θα το μάθει». «Μ ου φτάνει να μ’ έχεις στη λίστα σου» είπε ο Τόνι. «Σάνα, να σου συστήσω τη Λίζα. Φέρε μας μια απ’ τα ίδια». «Τον γνωρίζεις;» ρώτησε η Λίζα τη Σάνα. «Κάνει παρέα με τον γείτονά μου» είπε η Σάνα. «Έχω παρτίδες μαζί του, θέλω δεν θέλω, λόγω του Καλ». «Του Καλ;» επανέλαβε η Λίζα ενώ σκεφτόταν: Διάβολε, θα μπορούσα να είχα ρωτήσει την γκαρσόνα, χωρίς να χρειαστεί να κάνω καμάκι σε τούτον δω τον άξεστο. Δεν βαριέσαι, θα της μιλήσω αργότερα. «Άσε τον Καλ, μη ρωτάς γι’ αυτόν. Είναι ένας άχρηστος. Αλίμονο στις γυναίκες που τον πλευρίζουν». Η Σάνα στριφογύρισε τα μάτια με απόγνωση και απομακρύνθηκε. «Ενδιαφέρον» σχολίασε η Λίζα χαμογελώντας του. «Μ ίλησέ μου για τον Καλ, πες μου για ποιον λόγο τον θεωρείς άχρηστο». «Σου είπα ψέματα. Ο Καλ είναι περίφημο παιδί» είπε ο Τόνι. «Γνωριστήκαμε στα θερινά μαθήματα ενισχυτικής διδασκαλίας…» «Είστε μαζί από το σχολείο;» ρώτησε η Λίζα αιφνιδιασμένη. «Είμαστε μαζί από την Τρίτη Δημοτικού. Αν και ειλικρινά δεν καταλαβαίνω τι ενδιαφέρον βρίσκεις σ’ αυτό…» «Θέλω να μάθω τα πάντα για σένα, γλυκέ μου» είπε η Λίζα. «Σε βρίσκω συναρπαστικό». Ο Τόνι συγκατένευσε σαν να το θεωρούσε δεδομένο. «Γεννήθηκα…» «Εσένα και τους φίλους σου» τον έκοψε η Λίζα. «Εσύ, ο Ρότζερ και ο Καλ, λοιπόν…» Ο Τόνι άρχισε να μιλάει, ενώ την ίδια στιγμή η Μ πόνι έλεγε πίσω της:
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
49
«Έχω την εντύπωση ότι θα άρεσες πολύ στη μαμά μου». Και ο Ρότζερ απαντούσε: «Πολύ θα ήθελα να γνωρίσω τη μητέρα σου». Η Λίζα έδειξε με το κεφάλι τον Ρότζερ. «Τα ίδια λέει σε όλες;» «Πώς;» έκανε ο Τόνι ξαφνιασμένος επειδή του έκοψε στη μέση τη διήγηση για τις επιδόσεις του στο φούτμπολ από την τρίτη τάξη του δημοτικού. «Ξέχνα το» είπε η Λίζα. «Ας τα αφήσουμε αυτά κι ας έρθουμε στην εφηβεία. Εσύ, ο Ρότζερ και ο Καλ…» Ο Καλ παρατηρούσε το σοκαρισμένο ύφος της Μ ιν. Η νεαρή γυναίκα μόλις συνειδητοποιούσε για πρώτη φορά τι ακριβώς ήταν το Εμίλιο’ς, κοιτάζοντας σαν χαμένη το αγαπημένο του εστιατόριο σε όλη την αλλοπρόσαλλη δόξα του – τους πολυέλαιους από σφυρήλατο σίδηρο με τα κεχριμπαρένια λαμπιόνια σε σχήμα φλόγας, τις παλιές ασπρόμαυρες φωτογραφίες στους τοίχους, τα κόκκινα καρό τραπεζομάντιλα πάνω στα τετράγωνα τραπέζια, τα μπηγμένα στα χιλιομεταχειρισμένα μπουκάλια του Κιάντι κεριά, τους χειρόγραφους καταλόγους και τα παράταιρα μαχαιροπίρουνα. Περίμενε να δει να σκάει στα χείλη της το χαμόγελο, αλλά κατάλαβε πως κάτι τέτοιο ήταν αδύνατον, επειδή η Μ ιν είχε μείνει με το στόμα ανοιχτό. Καλά να πάθει, τέτοιος μπελάς που ήταν… «Είναι καταπληκτικό» είπε η Μ ιν και έβαλε τα γέλια. «Θεέ μου, πώς είναι δυνατόν ένας άντρας σαν εσένα να ανακαλύψει ένα τέτοιο μέρος;» «Τι πάει να πει “ένας άντρας σαν εμένα”;» ρώτησε ο Καλ. Η Μ ιν πλησίασε για να δει από κοντά τις φωτογραφίες της οικογένειας του Εμίλιο, που κάλυπταν μια περίοδο ογδόντα χρόνων. «Πού τα βρήκαν όλα αυτά;» Χαμογέλασε μισανοίγοντας τα απαλά χείλη της, ενώ την ίδια στιγμή τα σκούρα μάτια της φωτίστηκαν, καθώς ο Εμίλιο
50
JENNIFER CRUSIE
εμφανίστηκε πίσω του. «Α, ο αγαπητός κύριος Μ όρισεϊ!» φώναξε ο Εμίλιο, και γυρίζοντας ο Καλ αντίκρισε το βλοσυρό βλέμμα του παλιού συγκατοίκου του. «Χαίρομαι που σε ξαναβλέπω». «Εμίλιο, να σου συστήσω τη Μ ιν Ντομπς» είπε ο Καλ και στράφηκε ξανά στη Μ ιν. «Ο Εμίλιο κάνει το καλύτερο ψωμί στην πόλη». «Είμαι σίγουρη πως ό,τι και να κάνεις, Εμίλιο, το κάνεις θαυμάσια» σχολίασε η Μ ιν δίνοντάς του το χέρι. Καθώς τον κοίταζε κάτω από τα ματόκλαδά της, το ακτινοβόλο χαμόγελο τρεμόπαιξε πονηρά στα χείλη της. Ο Εμίλιο ενθουσιάστηκε και ο Καλ σκέφτηκε: Εμένα γιατί δεν μου χαμογέλασε; Ο Εμίλιο της έσφιξε το χέρι. «Για σένα, το ψωμί μου είναι ποίηση. Θα σου προσφέρω το ψωμί μου δώρο στην ομορφιά σου, ένα ποίημα για το ζωηρό χαμόγελό σου» είπε φιλώντας της με αβρότητα το χέρι και η Μ ιν τού χαμογέλασε πρόσχαρα, χωρίς να το τραβήξει. «Εμίλιο, η Μ ιν έχει βγει ραντεβού μαζί μου. Φτάνουν τα φιλιά» τον έκοψε ο Καλ. Η Μ ιν κούνησε το κεφάλι και τον κοίταξε αγέλαστη. «Δεν είμαι το ραντεβού κανενός. Δεν συμπαθούμε καν ο ένας τον άλλο». Έπειτα στράφηκε στον Εμίλιο χαμογελώντας ξανά. «Χωριστούς λογαριασμούς, Εμίλιο, σε παρακαλώ». «Κοινό λογαριασμό, Εμίλιο» δήλωσε ο Καλ με αγανάκτηση, αφήνοντας κατά μέρος τις ευγένειες. «Αλλά προηγουμένως χρειαζόμαστε τραπέζι, ξέρεις». «Ό,τι θέλει το κορίτσι μας» είπε ο Εμίλιο στη Μ ιν και της ξαναφίλησε το χέρι. Απίστευτο, σκέφτηκε ο Καλ και κλότσησε τον Εμίλιο στον αστράγαλο, όταν η Μ ιν γύρισε για να περιεργαστεί τον χώρο του εστιατορίου. Και να σκεφτεί κανείς ότι ο τύπος ήταν παντρεμένος! «Ελάτε αποδώ» είπε ο Εμίλιο μορφάζοντας. Τους οδήγησε
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
51
στο καλύτερο τραπέζι πλάι στο παράθυρο, τράβηξε μια ξύλινη καρέκλα για να καθίσει η Μ ιν και μετά έσκυψε κοντά στον Καλ ίσα για να του σφυρίξει μέσα απ’ τα δόντια: «Βρε ρεμάλι, έδιωξα τους σερβιτόρους εδώ και μισή ώρα». «Παρακαλώ, ευχαρίστησή μου» είπε μεγαλόφωνα ο Καλ νεύοντας με το κεφάλι. Ο Εμίλιο παραιτήθηκε και επέστρεψε στην κουζίνα, αφήνοντας τον Καλ να παρατηρεί τη Μ ιν, που επιθεωρούσε επίμονα την αίθουσα. «Μ οιάζει με τα ιταλικά εστιατόρια που βλέπουμε στις κινηματογραφικές ταινίες» είπε η Μ ιν στον Καλ. «Αλλά, πάλι, όχι τόσο. Μ ου αρέσει. Και ο Εμίλιο μου αρέσει». «Το πρόσεξα» είπε ο Καλ. «Από όσες γυναίκες έχω φέρει εδώ, είσαι η πρώτη που τη φιλάει προτού ακόμη καθίσουμε στο τραπέζι». «Ο άνθρωπος πρόκειται να με ταΐσει, έτσι θα τον αφήσω;» Σήκωσε την πετσέτα της. «Αυτό είναι πάντα καλό σημάδι σ’ έναν άντρα». Άπλωσε την πετσέτα στα πόδια της, αλλά σιγά σιγά το χαμόγελό της έσβησε και φάνηκε πάλι σφιγμένη. «Μ όνο που…» Ο Καλ ετοιμάστηκε να δεχτεί το επόμενο χτύπημα. Η Μ ιν έγειρε μπροστά. «Δεν μπορώ να φάω ψωμί ούτε ζυμαρικά, αλλά δεν θέλω να τον πληγώσω. Μ ήπως γίνεται να παραγγείλουμε κάτι άλλο;» «Πώς, βέβαια» απάντησε έκπληκτος ο Καλ. «Σαλάτα. Κοτόπουλο μαρσάλα, που δεν συνοδεύεται από ζυμαρικά». «Ευχαριστώ». Η Μ ιν τού χαμογέλασε. «Δεν θα ήθελα να του χαλάσω τη βραδιά». «Πιστεύω ότι μόλις του έφτιαξες τη βραδιά» παρατήρησε ο Καλ. Τα χείλη της ήταν απαλά και σαρκώδη, και όταν του χαμογέλασε με ευγνωμοσύνη, το πρόσωπό της φωτίστηκε˙ από βλοσυρή δεσμοφύλακας η Μ ιν μεταμορφώθηκε σε θερμή κουκλίτσα. Ωστόσο, η πονηρή λάμψη που είχαν τα μάτια της την
52
JENNIFER CRUSIE
ώρα που φλέρταρε με τον Εμίλιο είχε χαθεί, κι αυτό ήταν κρίμα. Ο Εμίλιο έφερε το ψωμί και η Μ ιν έσκυψε μπροστά για να το περιεργαστεί. «Μ μμ, μυρίζει υπέροχα. Είμαι νηστική όλη μέρα και τούτο δω τώρα μου φαίνεται εξαιρετικό». «Είναι όντως καλό» συμφώνησε ο Καλ. «Εμίλιο, θα μας φέρεις τη σπιτική σαλάτα σου για αρχή και μετά το κοτόπουλο μαρσάλα». «Εξαιρετική επιλογή, κύριε Μ όρισεϊ» σχολίασε ο Εμίλιο – όπως ακριβώς το περίμενε ο Καλ, αφού όλα ήταν εύκολα στην ετοιμασία τους. «Και ένα καλό κόκκινο κρασί για συνοδευτικό, συμφωνείς;» «Περίφημα» είπε ο Καλ, ξέροντας ότι ο Εμίλιο θα τους έφερνε ό,τι περίσσευμα είχε μείνει στην κουζίνα από τα ανοιχτά μπουκάλια. «Εγώ θα πιω κρύο νερό» δήλωσε η Μ ιν και κοίταξε το ψωμί με βαθύ αναστεναγμό. «Το ψωμί είναι έξοχο» της είπε ο Καλ όταν ο Εμίλιο απομακρύνθηκε. «Το φτιάχνει εδώ». «Υδατάνθρακες» μουρμούρισε η Μ ιν και συνοφρυώθηκε ξανά. Ο Καλ, που είχε μπουχτίσει να ακούει για υδατάνθρακες στους εννέα μήνες που είχε κρατήσει η σχέση του με τη Σίνθι, προτίμησε να μη δώσει συνέχεια. «Για πες μου, λοιπόν» της είπε πιάνοντας ένα καρβελάκι. «Μ ε τι ασχολείσαι;» Άνοιξε το αφράτο ψωμάκι στη μέση και η ζεστή μυρωδιά μαγιάς τον χτύπησε στα ρουθούνια. «Είμαι αναλογίστρια» απάντησε η Μ ιν έχοντας ανακτήσει τον δηκτικό τόνο της. Αναλογίστρια. Ο Καλ είχε βγει για φαγητό με μια ιδιόρρυθμη, πεινασμένη, κάθε άλλο παρά ριψοκίνδυνη στατιστικολόγο. Ομολογουμένως, δεν του είχε τύχει ποτέ κάτι παρόμοιο. «Ε… ενδιαφέρον» σχολίασε, εκείνη όμως είχε καρφώσει το
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
53
βλέμμα στο ψωμί και δεν τον πρόσεχε. Ο Καλ τής πρόσφερε το μισό καρβελάκι του. «Πάρε». «Δεν μπορώ» του απάντησε. «Μ ου μένουν τρεις εβδομάδες για να αδυνατίσω ώστε να μου χωρέσει ένα φόρεμα». «Μ ε μια μπουκιά ψωμί δεν αλλάζει τίποτα». Ο Καλ κούνησε το καρβέλι γνωρίζοντας ότι η μοσχοβολιά του ψωμιού του Εμίλιο είχε λυγίσει και τους πιο σκληροπυρηνικούς οπαδούς της δίαιτας. «Όχι» επέμεινε εκείνη κλείνοντας σφιχτά μάτια και στόμα, πράγμα ανώφελο γιατί ο κίνδυνος δεν προερχόταν από τη θέα του ψωμιού, αλλά από τη μοσχοβολιά του. «Ίσως είναι η μοναδική σου ευκαιρία να δοκιμάσεις το ψωμί του Εμίλιο» επέμεινε, και η νεαρή γυναίκα πήρε βαθιά εισπνοή. «Ουφ, διάβολε». Η Μ ιν άνοιξε τα μάτια και πήρε το ψωμί. «Είσαι στ’ αλήθεια φρικτός άνθρωπος». «Ποιος, εγώ;» είπε ο Καλ παρακολουθώντας τη να κόβει ένα κομμάτι και να το δαγκώνει. «Μ μμ» αναστέναξε η Μ ιν συνεχίζοντας να μασάει με μάτια κλειστά και μια ηδονική έκφραση στο πρόσωπο. Θέλω εμένα να κοιτάζεις μ’ αυτό τον τρόπο, συλλογίστηκε ο Καλ ενώ την ίδια στιγμή ένιωσε ένα σκούντημα στον ώμο. Σηκώνοντας το βλέμμα, είδε τον Εμίλιο που κοίταζε τη Μ ιν κρατώντας στα χέρια του μισό μπουκάλι κρασί. Ο Εμίλιο έγνεψε επιδοκιμαστικά στον Καλ και του ψιθύρισε: «Αυτό το κορίτσι είναι κελεπούρι». «Εμίλιο, είσαι ιδιοφυΐα» σχολίασε η Μ ιν ανοίγοντας τα μάτια. «Η ευχαρίστηση είναι όλη δική μου» είπε εκείνος. «Ευχαριστώ, Εμίλιο» μουρμούρισε ξερά ο Καλ παίρνοντας το μπουκάλι και κοιτάζοντάς τον με δυσφορία. Ο Εμίλιο κούνησε το κεφάλι και επέστρεψε στην κουζίνα για τις σαλάτες. Όταν τις έφερε και ξαναέφυγε, ο Καλ προσπάθησε να συνεχίσει την προηγούμενη συζήτησή τους: «Ώστε είσαι αναλογίστρια».
54
JENNIFER CRUSIE
Εκείνη τον κοίταξε ξανά με περιφρόνηση. «Άσ’ τα αυτά. Δεν σε ενδιαφέρει πραγματικά η δουλειά μου. Μ πορείς να σχολάσεις για απόψε, κύριε γόη». «Α, όλα κι όλα» διαμαρτυρήθηκε ο Καλ και έπιασε ξανά το ψωμί του. «Δεν το κάνω αυτό κάθε βράδυ. Έχει περάσει καιρός από την τελευταία φορά που φλέρταρα μια γυναίκα». Η Μ ιν κοίταξε το ρολόι της συνεχίζοντας να μασάει. «Έχουν περάσει μόλις είκοσι οκτώ λεπτά» είπε μόλις κατάπιε. «Αν εξαιρέσουμε εσένα. Ο τελευταίος δεσμός μου τελείωσε πριν από δύο μήνες και από τότε απολαμβάνω τη γαλήνη και την ησυχία μου». Βλέποντάς τη να στριφογυρίζει τα μάτια με αγανάκτηση, ο Καλ πρόσθεσε: «Και φυσικά, μόλις αποφάσισα να μπω ξανά στο παιχνίδι, διάλεξα μια γυναίκα που δεν με χωνεύει. Για ποιον λόγο όλη αυτή η εχθρότητα;» «Εχθρότητα; Ποια εχθρότητα;» Η Μ ιν τσίμπησε μια πιρουνιά σαλάτα και τη δοκίμασε. «Θεέ μου, νοστιμιά!» Ο Καλ την παρατηρούσε να απολαμβάνει τη σαλάτα της, προσπαθώντας να καταλάβει τι λάθος είχε κάνει. Για ποιον λόγο άραγε δεν τον συμπαθούσε; Αφού ήταν γοητευτικός, να πάρει η οργή. «Ποια είναι λοιπόν τα ενδιαφέροντά σου στη ζωή πέρα από τα υπέροχα παπούτσια;» «Α, για κάνε μου τη χάρη» είπε η Μ ιν αφού κατάπιε. «Μ ίλησέ μου εσύ καλύτερα. Εγώ ξέρω για ποιον λόγο σε ξεχώρισα. Πες μου εσύ γιατί με διάλεξες». Ο Καλ έμεινε με το ποτήρι μετέωρο. «Μ ου έκανες καμάκι;» Η Μ ιν κούνησε το κεφάλι. «Είπα ότι σε ξεχώρισα. Σε είδα στο μπαρ. Δηλαδή, πρώτα σε πρόσεξε η φίλη μου η Λίζα, αλλά σε άφησε για μένα». «Πολύ μεγαλόψυχη είναι η φίλη σου» παρατήρησε ο Καλ. «Επομένως, όταν σε πλησίασα, με περίμενες;» «Περίπου». Η Μ ιν έσπρωξε το ψωμί προς το μέρος του. «Πάρ’ το αυτό εδώ από κοντά μου, προτού ρεζιλευτώ».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
55
«Τότε γιατί με παίδεψες τόσο πολύ;» ρώτησε ο Καλ τραβώντας το καλάθι προς το πιάτο του. «Εσύ αυτό το θεωρείς παίδεμα;» Η Μ ιν έκανε έναν μορφασμό. «Μ άλλον δεν σε έχουν παιδέψει οι γυναίκες». «Τουλάχιστον όχι μέσα στα πρώτα πέντε λεπτά της γνωριμίας μας» είπε ο Καλ. «Το φυλάνε για το μέλλον». «Εμείς όμως δεν έχουμε μέλλον» επισήμανε η Μ ιν κοιτάζοντας με λαχτάρα το ψωμί. «Έπρεπε να δράσω προκαταβολικά». Ο Καλ έσπρωξε το καλάθι προς το μέρος της. «Γιατί δεν έχουμε μέλλον;» τη ρώτησε, παρόλο που είχε καταλήξει στο ίδιο συμπέρασμα τριάντα δευτερόλεπτα μετά τη γνωριμία τους στο μπαρ. «Επειδή δεν ενδιαφέρομαι για το σεξ» απάντησε η Μ ιν τσιμπώντας άλλο ένα κομματάκι ψωμί και δαγκώνοντάς το, ενώ ο Καλ παρατηρούσε την απόλαυση στο πρόσωπό της. Λες ψέματα, συλλογίστηκε. «Και συνεπώς δεν σε ενδιαφέρω» κατέληξε η Μ ιν όταν σταμάτησε να μασάει. «Για στάσου» διαμαρτυρήθηκε ο Καλ νιώθοντας θιγμένος. «Τι σε κάνει να πιστεύεις ότι με ενδιαφέρει μόνο το σεξ;» «Είσαι άντρας». Η Μ ιν έπιασε πάλι το ψωμί. «Σύμφωνα με τις στατιστικές, τρία πράγματα ενδιαφέρουν τους άντρες: η καριέρα, τα σπορ και το σεξ. Γι’ αυτό ερωτεύονται τις επαγγελματίες μαζορέτες». Ο Καλ άφησε κάτω το πιρούνι του. «Αυτό που λες είναι σεξιστικό». Η Μ ιν έγλειψε ένα ψίχουλο από το χείλος της, κάνοντας τον εκνευρισμό του να ξεθυμάνει στη στιγμή. Ήταν απολαυστική όταν δεν έπαιρνε το συνοφρυωμένο ύφος της: Είχε λεία αλαβάστρινη επιδερμίδα, σκουρόχρωμα μεγάλα μάτια, κομψή μυτούλα κι εκείνα τα σαρκώδη, απαλά, γεμάτα, τριανταφυλλένια χείλη… «Ναι, σωστά. Αλλά είναι αλήθεια, δεν είναι;»
56
JENNIFER CRUSIE
«Πώς;» Ο Καλ προσπάθησε να συνέλθει για να συνεχίσει τη συζήτηση. «Α, λες για τα σπορ και το σεξ; Όχι, καθόλου. Ζούμε στον εικοστό πρώτο αιώνα. Έχουμε μάθει να είμαστε ευαίσθητοι». «Σοβαρολογείς;» «Φυσικά. Ειδάλλως δεν θα βρίσκαμε ποτέ γυναίκα». Η Μ ιν στριφογύρισε τα μάτια κι εκείνος έπιασε το μπουκάλι του κρασιού και γέμισε το ποτήρι της. «Δεν μπορώ να πιω άλλο» του είπε. «Ήπια πολύ στο μπαρ». Εκείνος έσπρωξε το ποτήρι κοντά της. «Θα φροντίσω να επιστρέψεις σώα στο σπίτι». «Και ποιος θα με προστατέψει από σένα;» τον ρώτησε. «Αυτό ήταν χτύπημα κάτω από τη ζώνη» είπε με τόνο πιο κοφτό απ’ όσο θα ήθελε και άφησε κάτω το μπουκάλι. Η Μ ιν τον κοίταξε στα μάτια κι εκείνος σκέφτηκε: Διάβολε, όχι πάλι τα ίδια! «Έχεις δίκιο» του είπε τέλος κουνώντας το κεφάλι καταφατικά. «Δεν σου άξιζε. Ζητώ συγγνώμη». Έπειτα κατσούφιασε σαν να πέρασε άλλη μια σκέψη από το μυαλό της. «Για την ακρίβεια, σου ζητώ συγγνώμη για όλη τη βραδιά. Ο φίλος μου με παράτησε μισή ώρα προτού μου την πέσεις…» «Αχά!» «…και ήμουν πυρ και μανία εναντίον του. Και ξαφνικά συνειδητοποίησα ότι δεν ήμουν καν σίγουρη αν τον συμπαθούσα πια, και ότι στην πραγματικότητα είμαι θυμωμένη με τον εαυτό μου επειδή φέρθηκα τόσο ηλίθια». «Δεν είσαι ηλίθια» τη διαβεβαίωσε ο Καλ. «Δεν είμαστε ηλίθιοι όταν κάνουμε λάθη, τα λάθη είναι για να μαθαίνουμε». Εκείνη τον κοίταξε με μάτια μισόκλειστα, γεμάτα απορία. «Σ’ ευχαριστώ. Εν πάση περιπτώσει, δεν φταις εσύ για το αποψινό. Θέλω να πω, έχεις τα ελαττώματά σου, αλλά δεν ήταν σωστό να ξεσπάσω πάνω σου. Λυπάμαι». «Δεν πειράζει» της είπε εξίσου σαστισμένος. Ελαττώματα; Ποια ελαττώματα; «Πιες το κρασί σου. Είναι πολύ καλό».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
57
Η Μ ιν σήκωσε το ποτήρι και ήπιε. «Έχεις δίκιο. Το κρασί είναι εξαιρετικό». «Τέλεια, θα ερχόμαστε συχνά εδώ» είπε ο Καλ κι αμέσως δαγκώθηκε, επειδή δεν σκόπευε να βγει μαζί της άλλη φορά. «Κι άλλο κλισέ» σχολίασε η Μ ιν, μα όχι επιθετικά αυτή τη φορά. «Δεν πρόκειται να ξαναβγούμε μαζί και το ξέρεις. Τι σε πιάνει, μου λες; Μ όλις δεις μια γυναίκα βάζεις τον αυτόματο πιλότο;» «Αυτό τώρα γιατί το είπες;» Ο Καλ μαζεύτηκε. «Άραγε η αφορμή ήταν πάλι ο πρώην σου; Δεν θέλω να γίνω παρανοϊκός, αλλά είναι σαφές ότι μ’ έχεις βάλει στόχο και όλο με κατακρίνεις». «Μ ην είσαι γκρινιάρης» τον αποπήρε η Μ ιν κόβοντας το ψωμί. «Είσαι κούκλος, έχεις ένα σώμα που κάνει τις γυναίκες να τους κόβονται τα πόδια, αλλά είσαι πολύ κλαψιάρης, βρε παιδάκι μου». «Εσένα σου κόπηκαν τα πόδια όταν με είδες;» τη ρώτησε χαμογελώντας ο Καλ. Η Μ ιν δάγκωσε το ψωμί της και βάλθηκε να το μασουλάει. «Ναι, μέχρι που άρχισες την γκρίνια» του αποκρίθηκε και κατάπιε την μπουκιά της. «Τώρα ξέρω. Χάθηκε η μαγεία». Ο Καλ την παρατηρούσε καθώς έγλειφε το σαρκώδες κάτω χείλος της, και ξάφνου οι δύο μήνες εργένικης ζωής καθώς και η συνήθεια μιας ολόκληρης ζωής πήραν το πάνω χέρι. «Δώσε μου μια ευκαιρία» της είπε. «Στοιχηματίζω ότι μπορώ να φέρω πίσω τη μαγεία». Η Μ ιν έμεινε με την άκρη της γλώσσας πάνω στο χείλος. Τα βλέμματά τους συναντήθηκαν για μια σκοτεινή, ερεθιστική στιγμή˙ τούτη τη φορά η σπίθα υπήρχε ανάμεσά τους. Όλα σώπασαν γύρω του και κάθε νεύρο του κορμιού του ζωντάνεψε λέγοντας: Αυτή είναι. Έπειτα η γλώσσα της εξαφανίστηκε και ο Καλ κούνησε το κεφάλι για να καθαρίσει ο νους του, ενώ σκεφτόταν: Δεν υπάρχει περίπτωση.
58
JENNIFER CRUSIE
«Δεν στοιχηματίζω ποτέ» δήλωσε η Μ ιν. «Τα τυχερά παιχνίδια είναι μια στατιστικά μη πρακτική μορφή παραγωγής πλούτου». «Τα στοιχήματα δεν είναι τρόπος παραγωγής πλούτου. Είναι τρόπος ζωής» εξήγησε ο Καλ. «Υπάρχουν άραγε άνθρωποι πιο αταίριαστοι μεταξύ τους από εμάς τους δύο;» ρώτησε η Μ ιν. «Το θεωρώ απίθανο» αποκρίθηκε εκείνος, αλλά την ίδια στιγμή το βλέμμα της καρφώθηκε πίσω του και την είδε να μένει ξέπνοη. Ο Καλ γύρισε και είδε τον Εμίλιο που αυτή τη φορά κουβαλούσε μια πιατέλα με ευωδιαστό κοτόπουλο μαρσάλα, χρυσαφένια φιλέτα κοτόπουλου και πελώρια μανιτάρια μπρεζέ περιχυμένα με διαυγή σάλτσα από μαύρο κρασί. «Κύριε ελέησον!» αναφώνησε η Μ ιν. Ο Εμίλιο σέρβιρε το φαγητό στο πιάτο της, χαρίζοντάς της συγχρόνως ένα πλατύ χαμόγελο. «Δεν ξέρεις πόσο μεγάλη είναι η χαρά μου όταν σερβίρω ανθρώπους που εκτιμούν το φαγητό. Δοκίμασε». Η Μ ιν έκοψε ένα φιλετάκι κοτόπουλο και έβαλε μια πιρουνιά στο στόμα. Στην αρχή φάνηκε να ξαφνιάζεται. Κατόπιν έκλεισε τα μάτια και άρχισε να μασάει με απόλαυση κοκκινίζοντας από ευχαρίστηση. Όταν κατάπιε, κοίταξε τον Εμίλιο με μάτια που έλαμπαν. «Είναι απίστευτο» είπε, ενώ ο Καλ έλεγε μέσα του: Εμένα, εμένα να κοιτάζεις έτσι. «Δοκίμασε τα μανιτάρια» της πρότεινε ο ιταλός εστιάτορας πανευτυχής. «Φύγε» του ζήτησε ο Καλ, αλλά ο Εμίλιο περίμενε πρώτα να δαγκώσει η Μ ιν ένα από τα πελώρια μανιτάρια και να του δηλώσει με ανυπόκριτο πάθος ότι ήταν πραγματική ιδιοφυΐα. «Μ ου αναγνωρίζεις, τουλάχιστον, το γεγονός ότι σε έφερα εδώ;» τη ρώτησε ο Καλ όταν ο Εμίλιο απομακρύνθηκε. «Έχεις δίκιο» είπε η Μ ιν. «Είσαι ειδικός στα εστιατόρια.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
59
Σταμάτα τώρα για να μπορέσω να συγκεντρωθώ σε τούτο δω». Ο Καλ αναστέναξε και εγκατέλειψε την προσπάθεια να της πιάσει την κουβέντα. Στο τέλος του δείπνου, λογόφεραν προς στιγμήν επειδή η Μ ιν επέμεινε να πληρώσουν χωριστά, όμως ο Καλ ήταν ανένδοτος. «Εγώ σε προσκάλεσα, εγώ θα κεράσω. Μ ην πας να τα βάλεις μαζί μου». Η Μ ιν ήταν έτοιμη να φέρει αντίρρηση, αλλά εντέλει συγκατένευσε. «Σ’ ευχαριστώ πολύ» του είπε. «Μ ου πρόσφερες ένα υπέροχο γεύμα σε ένα καινούργιο αγαπημένο εστιατόριο». Ήταν η πρώτη φορά μέσα σ’ όλη τη βραδιά που ο Καλ αισθάνθηκε ότι εκείνη τον εκτιμούσε. Όταν σηκώθηκαν να φύγουν, η Μ ιν φίλησε τον Εμίλιο στο μάγουλο. «Το ψωμί σου, Εμίλιο, είναι ό,τι καλύτερο, αλλά το κοτόπουλο είναι αληθινό αριστούργημα» του είπε και τον φίλησε και στο άλλο μάγουλο. «Ε!» διαμαρτυρήθηκε ο Καλ. «Είμαι κι εγώ εδώ. Εγώ πλήρωσα το κοτόπουλο». «Μ η ζητιανεύεις» τον συμβούλεψε η Μ ιν και βγήκε από το μαγαζί. «Μ όρισεϊ, νομίζω ότι μόλις βρήκες τον δάσκαλό σου» σχολίασε ο Εμίλιο. «Πέφτεις τελείως έξω» είπε ο Καλ, ανακουφισμένος που έμεινε για μια στιγμή μόνος. «Απόψε ήταν το πρώτο, το τελευταίο και το μοναδικό ραντεβού μας». «Δεν νομίζω» είπε ο Εμίλιο. «Σας είδα πώς κοιταζόσασταν». «Αυτό που είδες ήταν φόβος και απέχθεια» αποκρίθηκε ο Καλ ανοίγοντας την πόρτα. «Θεέ μου, τι κουτός που είσαι» παρατήρησε ο Εμίλιο. Ο Καλ τον αγνόησε και βγήκε έξω στη σκοτεινή νύχτα για να συναντήσει τη Μ ιν.
60
JENNIFER CRUSIE
3
του να ερωτεύεσαι» είπε η Σίνθι στον Ντέιβιντ, όταν βρήκαν τραπέζι στο Σεραφίνο’ς και ο σερβιτόρος έφερε τα πανάκριβα φιλέτα τους. Ο Ντέιβιντ της χαμογέλασε και σκέφτηκε: Πάω στοίχημα ότι η Μ ιν δεν συζητάει για ψυχολογία με τον Καλ. Ένας Θεός ήξερε τι έκαναν η Μ ιν με τον Καλ. Ο Ντέιβιντ, πάντως, ήταν αποφασισμένος να τους σταματήσει. «Η πρώτη μαγεία πυροδοτεί την έκκριση μιας χημικής ουσίας στον εγκέφαλο που ονομάζεται φενυλεθυλαμίνη» συνέχισε η Σίνθι. «Η καρδιά σου χτυπάει δυνατά, σου κόβεται η ανάσα, ζαλίζεσαι, τρέμεις, δεν μπορείς να σκεφτείς. Αυτό συμβαίνει στους περισσότερους ανθρώπους όταν νομίζουν ότι είναι ερωτευμένοι». Χαμογέλασε με ένα υπέροχο ονειροπόλο χαμόγελο. «Η δική μας πρώτη μαγεία ήταν υπέροχη. Ήταν αδύνατον να συγκρατηθούμε». «Μ μμ». Ο Ντέιβιντ σήκωσε τη μαργαρίτα του που ήταν σερβιρισμένη σε ποτήρι με γαλάζιο γείσο. «Πες μου πάλι γιατί δεν θα τα βρουν μεταξύ τους;» «Τώρα πια» εξήγησε η Σίνθι «ο Καλ θα έχει συνειδητοποιήσει πως είναι ώρα να ξεμπερδεύει. Θα τη συνοδεύσει στο αυτοκίνητό της, για να είναι σίγουρος για την ασφάλειά της, κι « Ο ΠΡ ΩΤΟΣ ΕΡ ΩΤΑΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΕΥΧΑΡ ΙΣΤΟ ΚΟΜΜΑΤΙ
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
61
έπειτα θα της σφίξει το χέρι, θα της πει: “Σου εύχομαι να ευτυχήσεις στη ζωή σου” και θα την ξεφορτωθεί μια για πάντα». «Κι αν τη συμπαθήσει;» «Σου είπα, δεν υπάρχει περίπτωση» είπε η Σίνθι, χάνοντας ωστόσο ξαφνικά το χαμόγελό της. «Αν τη συμπαθούσε, πράγμα που δεν θα συμβεί, θα της ζητούσε να ξαναβγούν προκειμένου να αναζητήσει περισσότερα στοιχεία, περισσότερες ενδείξεις ότι είναι μια γυναίκα την οποία θα μπορούσε να αγαπήσει. Όπως για παράδειγμα αν τη συμπαθούν οι δικοί του και οι φίλοι του. Όμως αυτή η κοπέλα δεν είναι ο τύπος του Ρότζερ, σε αυτόν αρέσουν οι χαζοχαρούμενες ξανθούλες, όσο για τον Τόνι, ούτε καν την πρόσεξε μια και το ενδιαφέρον του εστιάζεται αποκλειστικά στο στήθος, στους γλουτούς και στα πόδια των γυναικών. Επομένως αποκλείεται να ήταν οι φίλοι του αυτοί που τον έσπρωξαν προς εκείνη». «Ένας Θεός ξέρει τι τον έκανε να την προσέξει» είπε ο Ντέιβιντ με ύφος αθώο. «Αποκλείεται επίσης να τη γνωρίσει στην οικογένειά του, αλλά, ακόμα κι αν αυτό συνέβαινε, η μητέρα του θα την απέρριπτε, η μητέρα του απορρίπτει τα πάντα, επομένως αυτό δεν θα συνιστούσε ένδειξη, μιας και ο Καλ έχει ανάγκη από την επιδοκιμασία της οικογένειάς του». «Θέλεις να πεις ότι αρκούν αυτά για να απορρίψουν ο ένας τον άλλο;» ρώτησε ο Ντέιβιντ. «Η αποδοκιμασία των φίλων και της οικογένειάς του;» «Εκτός κι αν εκείνη δεν συμπαθεί την οικογένειά της ή αν θέλει να της εναντιωθεί. Σ’ αυτή την περίπτωση η αποδοκιμασία των συγγενών της θα την έσπρωχνε στην αγκαλιά του, αλλά έχω την εντύπωση ότι δεν έχουμε να κάνουμε με μια τέτοια περίπτωση». «Πράγματι» είπε ο Ντέιβιντ αναλογιζόμενος τις δύο φορές που έφαγε με τους γονείς της Μ ιν στο διάστημα των τελευταίων δύο μηνών. «Είναι πολύ δεμένη οικογένεια». «Επομένως η οικογένεια και οι φίλοι ασκούν μεγάλη επιρροή
62
JENNIFER CRUSIE
πάνω τους» αποφάνθηκε η Σίνθι. «Αυτός είναι ο λόγος που φερόμουν καλά στον Τόνι επί εννέα μήνες. Ντέιβιντ, μην ανησυχείς. Ο Καλ βρίσκεται μαζί μου στη φάση της ώριμης αγάπης και της δέσμευσης, πράγμα που σημαίνει ότι η Μ ιν θα τον αφήσει αδιάφορο». «Ώριμη αγάπη. Αυτό δεν είναι το… το τέταρτο στάδιο;» είπε ο Ντέιβιντ για να δείξει ότι την είχε προσέξει. «Ακριβώς» είπε η Σίνθι. «Ο πρώτος έρωτας δεν διαρκεί, επειδή είναι περιστασιακός και οι περιστάσεις αλλάζουν. Αν όμως είναι αληθινός έρωτας, τότε εξελίσσεται σε ώριμη, δίχως όρους αγάπη, και ο εγκέφαλος παράγει νέες χημικές ουσίες, τις ενδορφίνες, που σου δημιουργούν ένα ζεστό, γαλήνιο συναίσθημα, μια ικανοποίηση κάθε φορά που βρίσκεσαι μ’ αυτόν που αγαπάς». Πήρε βαθιά ανάσα και πρόσθεσε: «Όταν βρίσκεσαι μακριά του, αισθάνεσαι δυστυχισμένος, γιατί τότε ο εγκέφαλος δεν παράγει ενδορφίνες». «Μ άλιστα» είπε ο Ντέιβιντ μπαίνοντας στο νόημα. «Επομένως εσύ τώρα περνάς μια περίοδο που σου λείπουν οι ενδορφίνες». «Προσωρινά» απάντησε η Σίνθι ρίχνοντας πίσω το κεφάλι. «Ο Καλ θα γυρίσει σ’ εμένα. Αυτή τη στιγμή τού λείπει το σεξ, πράγμα που τον κάνει να υποφέρει. Είναι μια σωματική ένδειξη που βαθαίνει την προσήλωσή του σ’ εμένα». «Υποφέρει» είπε ο Ντέιβιντ με χαιρεκακία. Η Σίνθι έγνεψε καταφατικά. «Για να περάσει από το στάδιο της πρώτης μαγείας στη δέσμευση, ο Καλ θα χρειαστεί να νιώσει χαρά ή πόνο όταν είναι μαζί με τη Μ ιν. Η χαρά θα μπορούσε να προέλθει από μια καλή συζήτηση ή από μια ευχάριστη σεξουαλική επαφή, ο πόνος από ζήλια, αποκαρδίωση, φόβο, από καθετί που προκαλεί στρες. Το στοιχείο του πόνου είναι ο λόγος που σε περίοδο πολέμου συναντάμε τόσο πολλά ειδύλλια. Το ίδιο ισχύει και για τα ειδύλλια στον χώρο της δουλειάς». «Μ άλιστα» είπε ο Ντέιβιντ ανακαλώντας στη μνήμη μια
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
63
εκπαιδευόμενη από τα περασμένα. «Όμως είμαι σίγουρη ότι αυτό δεν πρόκειται να συμβεί απόψε. Πιστεύω πως ο Καλ θα βαρεθεί. Οφείλω να ομολογήσω ότι με παρηγορεί ιδιαίτερα η ιδέα πως η Μ ιν σου είναι βαρετή και ψυχρή». «Δεν είπα ότι είναι βαρετή και ψυχρή» διαμαρτυρήθηκε ο Ντέιβιντ. «Δεν θα έβγαινα με μια βαρετή και ψυχρή γυναίκα». «Τότε έπρεπε να είχες μείνει μαζί της» είπε η Σίνθι. «Ο πρώτος έρωτας διαρκεί από έξι μήνες μέχρι τρία χρόνια, και δεν είναι δυνατόν να γνωρίζεις αν βρήκες την κατάλληλη γυναίκα παρά μόνο αφού περάσει αυτό το στάδιο. Αν τα παρατήσεις πάνω στο δίμηνο, δεν έχετε προλάβει ακόμη να συνδεθείτε». Σήκωσε τους ώμους προσθέτοντας: «Σφάλμα». «Από έξι μήνες μέχρι τρία χρόνια; Κι εσύ έδιωξες τον Καλ έπειτα από εννιά μήνες;» Ο Ντέιβιντ τη μιμήθηκε σηκώνοντας τους ώμους. «Σφάλμα». Η Σίνθι άφησε κάτω το πιρούνι της. «Δεν ήταν σφάλμα. Ξέρω τον Καλ, έχω γράψει άρθρα για τον Καλ, και ξέρω ότι τώρα βρίσκεται στο στάδιο της δέσμευσης, όπως κι εγώ άλλωστε». «Έγραψες για τον εραστή σου;» ρώτησε απηυδισμένος ο Ντέιβιντ και σταμάτησε να τρώει. «Δεν ανέφερα το αληθινό του όνομα» εξήγησε η Σίνθι. «Ούτε ανέφερα ότι ήταν ο δικός μου εραστής». «Αυτό δεν θεωρείται αντιδεοντολογικό;» «Όχι». Η Σίνθι έσπρωξε το πιάτο της σχεδόν χωρίς να έχει αγγίξει το φαγητό της. «Έτσι τον γνώρισα. Είχα ακούσει γι’ αυτόν από μια δυο πελάτισσές μου. Είχε μεγάλη φήμη». «Ξέρω» είπε ο Ντέιβιντ βρίζοντας από μέσα του τον Καλ Μ όρισεϊ, το «δώρο του Θεού προς τις γυναίκες». «Αλλά δεν του αξίζει». «Σοβαρολογείς; Σκέψου ότι εγώ τον μελετούσα, και παρ’ όλα αυτά υπέκυψα στη γοητεία του». Η Σίνθι ξαναβρήκε το χαμόγελό της. «Η φύση τον προίκισε μ’ αυτό το υπέροχο
64
JENNIFER CRUSIE
πρόσωπο και το σώμα. Επιπλέον, όταν ήταν παιδί, οι γονείς του του πρόσφεραν αγάπη υπό όρους. Έμαθε να ευχαριστεί τους άλλους προκειμένου να κερδίσει την εύνοιά τους. Πάνω απ’ όλα του αρέσει να ευχαριστεί τις γυναίκες, που είναι κάτι παραπάνω από πρόθυμες να δεχτούν τις περιποιήσεις του, επειδή ακριβώς είναι κούκλος. Έτσι λοιπόν, η ομορφιά του του εξασφαλίζει τα προαπαιτούμενα και η γοητεία του την εύνοια των άλλων. Είναι από τις πιο γοητευτικές περιπτώσεις προσαρμοστικής συμπεριφοράς που έχω μελετήσει. Τα άρθρα που έγραψα γι’ αυτόν προκάλεσαν μεγάλο ενδιαφέρον». Ο Ντέιβιντ προσπάθησε να φανταστεί τον Καλ Μ όρισεϊ σε παιδική ηλικία να προσπαθεί να κερδίσει τη στοργή των γονιών του. Το μόνο που κατάφερε ήταν να δει νοερά ένα μελαχρινό πιτσιρίκι με φράκο να γέρνει πάνω από μια κούνια χαμογελώντας φιλάρεσκα στα κοριτσάκια. «Ήξερε ότι έγραφες άρθρα γι’ αυτόν;» «Όχι» αποκρίθηκε η Σίνθι. «Εξακολουθεί να μην το γνωρίζει και δεν πρόκειται ποτέ να το μάθει. Η συγκεκριμένη δουλειά ολοκληρώθηκε, τελείωσε. Τώρα γράφω βιβλίο, έχω ήδη υπογράψει συμβόλαιο. Κοντεύω να το τελειώσω». Στο πρόσωπό της ζωγραφίστηκε ένα φιλάρεσκο πονηρό χαμόγελο. «Το ζήτημα είναι ότι δεν είμαι καμιά ανόητη γυναικούλα που κλαψουρίζει: “Νόμιζα ότι με αγαπούσε”. Διαθέτω επιστημονικά τεκμηριωμένα στοιχεία ότι με αγαπάει. Και θα γυρίσει γρήγορα κοντά μου, φτάνει η δική σου, η Μ ιν, να μην του αποσπάσει την προσοχή». «Επομένως» είπε ο Ντέιβιντ σκύβοντας κοντά της «αν θέλαμε να σιγουρευτούμε ότι δεν έφτασαν στο… πώς το είπες… στο στάδιο της έλξης, τι θα έπρεπε να κάνουμε;» Η Σίνθι τον κοίταξε με μάτια ορθάνοιχτα. «Εμείς;» Άφησε κάτω το ποτήρι της και το σκέφτηκε. «Υποθέτω ότι θα μπορούσαμε να μιλήσουμε στους φίλους και τους δικούς τους, να δράσουμε παρασκηνιακά, για να το πούμε έτσι. Θα μπορούσαμε επίσης να προσφέρουμε στον καθένα τους ευχαρίστηση με διάφορους τρόπους προκειμένου να
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
65
αντισταθμίσουμε αυτό που παίζεται ανάμεσά τους. Όμως αυτό δεν θα… Ντέιβιντ, δεν χρειάζεται να κάνουμε απολύτως τίποτα. Ο Καλ με αγαπάει». «Σωστά» είπε ο Ντέιβιντ κι έγειρε πίσω στο κάθισμά του. Η οικογένεια, σκέφτηκε. Έχω τον τρόπο μου με την οικογένειά της. «Κουράστηκα να μιλάμε γι’ αυτούς» είπε χαμογελώντας η Σίνθι. «Εσύ με τι ασχολείσαι;» Καιρός ήταν να μιλήσουμε για μένα, συλλογίστηκε ο Ντέιβιντ. «Έχω εταιρεία λογισμικού» απάντησε, και την ίδια στιγμή διέκρινε μια λάμψη στα μάτια της. Έξω από το Εμίλιο’ς, η Μ ιν ανέπνευσε το νυχτερινό καλοκαιρινό αεράκι και σκέφτηκε ότι ένιωθε ευτυχισμένη. Προφανώς το υπέροχο φαγητό ήταν το αντίδοτο στην οργή και την ταπείνωση. Θα ήταν χρήσιμο να το θυμάται στο μέλλον. Έπειτα βγήκε ο Καλ, που της χάλασε τη διάθεση ρωτώντας την: «Πού είναι το αυτοκίνητό σου;» «Δεν έχω αυτοκίνητο» του απάντησε. «Θα περπατήσω. Ευχαριστώ για την ωραία βραδιά. Περίπου, δηλαδή. Αντίο» πρόσθεσε τείνοντας το χέρι της. «Όχι» είπε ο Καλ αγνοώντας το χέρι της. «Προς τα πού είναι το σπίτι σου;» «Σου είπα, μπορώ να περπατήσω…» απάντησε εκνευρισμένη. «Στην πόλη νυχτιάτικα, ολομόναχη; Αποκλείεται να σ’ αφήσω. Είμαι άνθρωπος με καλή ανατροφή. Θα σε συνοδεύσω στο σπίτι σου, δεν υπάρχει περίπτωση να μην το κάνω, γι’ αυτό πες μου προς τα πού πηγαίνουμε». Η Μ ιν κατάλαβε ότι δεν είχε ιδιαίτερο νόημα να επιμείνει. Οι λίγες ώρες που είχε περάσει συντροφιά με τον Κάλβιν Μ όρισεϊ είχαν σταθεί αρκετές για να αντιληφθεί πως εκείνος πετύχαινε
66
JENNIFER CRUSIE
πάντα αυτό που ήθελε. «Καλώς. Σ’ ευχαριστώ πολύ. Το σπίτι μου είναι αποδώ». Προχώρησε ακούγοντας το θρόισμα των φύλλων στα δέντρα και τους πνιχτούς θορύβους του δρόμου. Καθώς ο Καλ περπατούσε πλάι της, ο ήχος των βημάτων του ταίριαζε αρμονικά με τον χτύπο των τακουνιών της. «Εσύ τι δουλειά κάνεις;» τον ρώτησε. «Οργανώνω επαγγελματικά σεμινάρια μαζί με δύο συνεταίρους». «Δηλαδή είσαι δάσκαλος;» τον ρώτησε έκπληκτη. «Ναι. Κι εσύ είσαι αναλογίστρια λοιπόν. Σέβομαι πολύ το επάγγελμά σου. Αυτό που εσύ κάνεις για να κερδίσεις το ψωμί σου εγώ το κάνω για να ξεσκάσω». «Τι δηλαδή;» «Προσπαθώ να εκτιμήσω αν ένα στοίχημα συμφέρει ή όχι». Ο Καλ την κοίταξε. «Στην πραγματικότητα κι εσύ τζογάρεις. Παίζεις με τα εκατομμύρια δολάρια μιας ασφαλιστικής εταιρείας. Εγώ παίζω με χαρτονομίσματα των δέκα δολαρίων». «Ναι, αλλά εγώ δεν χάνω τίποτα από τα λεφτά μου» επισήμανε η Μ ιν. «Ούτε εγώ». «Κερδίζεις όλα τα στοιχήματα;» ρώτησε εκείνη ξερά, χωρίς να τον πιστεύει. «Περίπου». «Είσαι φοβερός τύπος» σχολίασε η Μ ιν. «Γι’ αυτό έστησες δική σου επιχείρηση; Για να μπορείς να ελέγχεις τους κινδύνους;» «Όχι, απλώς δεν ήθελα να δουλέψω για άλλους. Έτσι, δεν έμεναν πολλές επιλογές». «Εδώ στρίβουμε» είπε η Μ ιν επιβραδύνοντας το βήμα της καθώς έφταναν στη γωνία. «Τώρα μπορώ να…» «Συνέχισε να περπατάς» την έκοψε ο Καλ κι εκείνη υπάκουσε. «Πώς ονομάζεται λοιπόν η εταιρεία σου;»
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
67
«Μ όρισεϊ, Πάκαρντ, Κάπα». «Ο Πάκαρντ και ο Κάπα είναι προφανώς οι άλλοι δύο που κάθονταν μαζί σου στο πλατύσκαλο» αποφάνθηκε η Μ ιν. «Ο ψηλός ο ξανθός και το βλήμα… μμμ… αυτός που έμοιαζε με αθλητή». «Ναι». Ο Καλ χαμογέλασε. «Βλήμα;» «Μ ία από τις φιλενάδες μου σχολίασε ότι το κεφάλι του έμοιαζε με βλήμα» εξήγησε η Μ ιν σφίγγοντας τα χείλη. «Το είπε με φιλοφρονητική διάθεση». «Δεν αμφιβάλλω. Σίγουρα αναφέρεσαι στην κοκκινομάλλα, έτσι δεν είναι;» «Την πρόσεξες» είπε η Μ ιν νιώθοντας ένα κέντρισμα ζήλιας. «Όχι εγώ, αλλά ο άντρας που μοιάζει με βλήμα» απάντησε ο Καλ. «Μ ην του πεις ότι τον περιέγραψε έτσι. Η φίλη μου δεν θα ήθελε να τον πληγώσει» είπε η Μ ιν. «Ο Τόνι δεν πληγώνεται εύκολα, πίστεψέ με. Πάντως δεν θα το πω». «Σ’ ευχαριστώ». Όσο απομακρύνονταν από τα πολυσύχναστα μέρη, τόσο πιο σκοτεινή ήταν η γειτονιά, παρά τα φώτα του δρόμου, και η Μ ιν ένιωσε ευγνωμοσύνη για τη συντροφιά του. «Για ποιον λόγο θα σε προσλάμβανε κάποιος για δάσκαλό του; Θέλω να πω, γιατί ειδικά εσένα κι όχι έναν άλλον;» «Εμείς προσαρμόζουμε τα προγράμματα στα μέτρα του πελάτη» εξήγησε ο Καλ. «Σε κάθε διδασκαλία, ένα ποσοστό του πληθυσμού των εκπαιδευόμενων δεν θα κατορθώσει να ολοκληρώσει την εκμάθηση του υλικού. Εμείς εγγυόμαστε επιτυχία εκατό τοις εκατό και επιμένουμε μέχρι να το πετύχουμε». «Μ ιλάς σαν διαφημιστής». «Πάντως είναι αλήθεια». «Και πώς το κατορθώνετε; Μ αγεύετε τους πελάτες σας;» «Σου φαίνεται περίεργο;» ρώτησε ο Καλ.
68
JENNIFER CRUSIE
«Όχι, απλώς τα μαγικά κόλπα και η εντιμότητα δεν συμβαδίζουν» παρατήρησε η Μ ιν. «Οι άνθρωποι κατεβάζουν τα ρολά εξαιτίας του φόβου» αναστέναξε ο Καλ. «Η πρώτη μας ενέργεια είναι να ψυχολογήσουμε τους μαθητές και να διαπιστώσουμε ποιοι φοβούνται και πώς το αντιμετωπίζουν. Μ ερικοί παραλύουν από τον φόβο τους, οπότε τους αναλαμβάνει ο Ρότζερ. Ο Ρότζερ είναι πολύ ήπιος άνθρωπος. Ξέρει να καθησυχάζει τον άλλο και αποκεί και πέρα μπορεί να του διδάξει τα πάντα». «Ακούγεται κάπως ανατριχιαστικό» σχολίασε η Μ ιν προσπαθώντας να φανταστεί τον Ρότζερ σαν έναν από εκείνους τους σοφιστικέ γκουρού που προσφέρουν σεμινάρια αυτοβοήθειας. «Είσαι πολύ καχύποπτη» είπε ο Καλ. «Ορισμένοι άλλοι κρύβουν τον φόβο τους λέγοντας καλαμπούρια, ενοχλώντας έτσι όλη την τάξη. Αυτούς τους αναλαμβάνει ο Τόνι. Καλαμπουρίζουν μαζί με την ψυχή τους μέχρι να ηρεμήσουν τα πνεύματα». «Και ποιους αναλαμβάνεις εσύ;» ρώτησε η Μ ιν. «Εγώ ασχολούμαι με τους οργισμένους» αποκρίθηκε ο Καλ. «Μ ε τους ανθρώπους που θυμώνουν με τον ίδιο τους τον θυμό». «Και τους γοητεύεις σε σημείο ώστε να ξεχάσουν τον θυμό τους;» «Δεν θα το περιέγραφα με αυτά τα λόγια, αλλά ναι, είναι κι αυτός ένας τρόπος ερμηνείας». Μ ε τους οργισμένους. Συνέχισαν τον δρόμο τους βουβοί, με συγχρονισμένο βήμα. Η Μ ιν σήκωσε το βλέμμα και τον κοίταξε. «Απόψε μαζί μου θα πρέπει να ένιωσες στο στοιχείο σου». «Όχι» τη διαβεβαίωσε ο Καλ. «Εσύ δεν είσαι θυμωμένη επειδή φοβάσαι. Αμφιβάλλω αν υπάρχουν πολλά πράγματα που να σε τρομάζουν. Είσαι θυμωμένη επειδή κάποιος σου φέρθηκε απαίσια. Και δεν υπάρχει αρκετή μαγεία στον κόσμο για να
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
69
απαλύνει την οργή σου. Θα χρειαστεί να επεξεργαστείς τη βαθύτερη αιτία του θυμού σου και να τον ξεπεράσεις μόνη σου». «Παρ’ όλα αυτά, εσύ το προσπάθησες» είπε η Μ ιν. «Όχι, διαφωνώ. Από τη στιγμή που με πληροφόρησες ότι σε παράτησε ο φίλος σου, εγκατέλειψα κάθε προσπάθεια». Η Μ ιν το σκέφτηκε προς στιγμήν. «Έχεις δίκιο». «Δεν είναι κρίμα λοιπόν που ήσουν τόσο γκρινιάρα όλη τη βραδιά;» ρώτησε εκείνος. «Όχι. Γιατί προσπαθούσες να με σαγηνεύσεις από όταν ήμασταν ακόμη στο μπαρ, πράγμα που σημαίνει ότι γύρευες κάτι από μένα – ένας Θεός ξέρει τι…» Σεξ για να κερδίσεις ένα στοίχημα, τέρας. «…και σου άξιζε να σου βάλω πάγο». «Μ ε το δίκιο σου» είπε ο Καλ έπειτα από κάμποσα βήματα. Η Μ ιν χαμογέλασε κρυφά στο σκοτάδι. Να που έχει τουλάχιστον το αίσθημα της δικαιοσύνης. Κρίμα που δεν το εφαρμόζει στην πράξη, συλλογίστηκε. Συνέχισαν να περπατούν σιωπηλά ώσπου έφτασαν στα σκαλοπάτια του σπιτιού της. «Φτάσαμε. Ευχαριστώ πολύ…» «Πού είναι;» ρώτησε ο Καλ κοιτάζοντας γύρω του. «Δεν βλέπω κανένα σπίτι». «Είναι εκεί ψηλά» απάντησε η Μ ιν δείχνοντας την πλαγιά του λόφου. «Τα σκαλοπάτια ξεκινούν αποδώ. Επομένως μπορούμε να…» Ο Καλ κοίταξε τον σκοτεινό λόφο. «Χριστέ κι Απόστολε, αυτό μοιάζει με το Έβερεστ. Πόσα σκαλιά είναι συνολικά;» «Τριάντα δύο» απάντησε η Μ ιν «και μετά άλλα είκοσι έξι για τη σοφίτα όπου βρίσκεται το διαμέρισμά μου». Του έδωσε το χέρι. «Επομένως ας αποχαιρετιστούμε εδώ. Ευχαριστώ που με έφερες σπίτι. Σου εύχομαι τα καλύτερα για το μέλλον». Αυτός την αγνόησε και κοίταξε ξανά την πλαγιά. «Όχι. Δεν σ’ αφήνω να ανεβείς μονάχη στα σκοτεινά». «Δεν υπάρχει πρόβλημα» είπε η Μ ιν. «Το εβδομήντα οκτώ
70
JENNIFER CRUSIE
τοις εκατό των γυναικών που πέφτουν θύματα επίθεσης δέχονται επίθεση από άντρες του περιβάλλοντός τους». «Αυτό είναι σπόντα για μένα;» ρώτησε ο Καλ. «Όχι. Απλώς δεν γνωρίζω πολλούς άντρες που θα ανέβαιναν τριάντα δύο σκαλιά για να μου επιτεθούν, συνεπώς είμαι ασφαλής. Μ πορείς να γυρίσεις στο σπίτι σου με ήσυχη συνείδηση». «Όχι» είπε εκείνος υπομονετικά. «Δεν γίνεται. Εμπρός, κουνήσου. Θα είμαι πίσω σου». Πίσω της; Θα κοίταζε τα οπίσθιά της να ανεβαίνουν τριάντα δύο σκαλοπάτια; Μ ε τίποτα. «Αποκλείεται». «Άκου, είναι αργά, είμαι κουρασμένος. Έλα να…» «Δεν υπάρχει περίπτωση να σ’ αφήσω να ανεβείς πίσω μου. Αν θέλεις να με συνοδεύσεις, θα προχωρήσεις πρώτος». «Γιατί;» ρώτησε ο Καλ απορημένος. «Δεν θα σ’ αφήσω να κοιτάζεις τα οπίσθιά μου μέχρι την κορυφή του λόφου». Ο Καλ κούνησε το κεφάλι με απόγνωση. «Ε, λοιπόν, Ντομπς, ενώ φαίνεσαι λογικός άνθρωπος, όταν ανοίγεις το στόμα σου…» «Προχώρα πρώτος ή γύρνα σπίτι σου». «Μ ια στιγμή» αναστέναξε ο Καλ και ανέβηκε το πρώτο σκαλί. «Έτσι θα κοιτάζεις εσύ τα οπίσθιά μου μέχρι την κορυφή του λόφου». «Ναι, αλλά κατά πάσα πιθανότητα εσύ διαθέτεις καλλίγραμμα οπίσθια» αντέτεινε η Μ ιν. «Αλλάζει εντελώς η δυναμική». «Σαχλαμάρες, τα δικά σου ούτε που φαίνονται» είπε ο Καλ. «Είναι σκοτεινά και το σακάκι σου είναι υπερβολικά μακρύ». «Ανέβα ή φύγε» είπε η Μ ιν, και ο Καλ άρχισε να ανεβαίνει τα σκαλιά. Όταν έφτασαν στην κορυφή, εκείνος δίστασε. Η Μ ιν είδε με τα μάτια του το ηλικίας πενήντα χρόνων πέτρινο σπίτι, ένα σκοτεινό, μισορημαγμένο οικοδόμημα με γέρικες αναρριχώμενες
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
71
αγριοτριανταφυλλιές που είχαν καταντήσει αγκαθωτοί θάμνοι. «Είναι συμπαθητικό σπιτάκι» είπε παίρνοντας στάση αμυντική. «Μ ε το φως της ημέρας πιθανώς θα είναι υπέροχο» είπε ευγενικά εκείνος. «Ναι, αμέ». Η Μ ιν τον προσπέρασε για να ανεβεί τα πέτρινα σκαλιά της πρόσοψης. Έπειτα ξεκλείδωσε την πόρτα. «Ορίστε, φτάσαμε. Τώρα μπορείς να πηγαίνεις». «Δεν είναι αυτή η εξώπορτά σου» παρατήρησε ο Καλ. «Είπες ότι θέλεις άλλα είκοσι έξι σκαλοπάτια για το διαμέρισμά σου». «Εντάξει, ανέβα μέχρι τη σοφίτα, τι να πω». Του έγνεψε να περάσει πρώτος στο τετράγωνο χολ του σπιτιού. Η παρουσία του έκανε την ξέθωρη γαλάζια ταπετσαρία του τοίχου και τα μουντά δρύινα έπιπλα να χάνουν τη ζεστασιά τους και να αποκτούν άθλια όψη, πράγμα που τη νευρίασε. «Ανέβα» τον παρότρυνε δείχνοντας τη στενή σκάλα κολλητά στον τοίχο, που τώρα φάνταζε ακόμα πιο στενή καθώς ο Καλ έφραζε τη δίοδο με τους τεράστιους ώμους του ανεβαίνοντας τα δύο πατώματα μέχρι το στενό κεφαλόσκαλο, με τη Μ ιν ξοπίσω του. Τα οπίσθιά του ήταν χάρμα. Είναι το μόνο ωραίο πράγμα πάνω του, είπε μέσα της. Μ ιν, λογικέψου, μην κάνεις καμιά βλακεία. Δεν πρόκειται να τον ξαναδείς. «Τουλάχιστον θα είσαι σίγουρη ότι αυτός που θα σε συνοδεύσει σπίτι και δεύτερη φορά ενδιαφέρεται σοβαρά για σένα» σχολίασε ο Καλ φτάνοντας στο κεφαλόσκαλο. Την ίδια στιγμή έστριψε προς το μέρος της, και η Μ ιν, που ακολουθούσε δυο σκαλιά πιο πίσω παρατηρώντας τα οπίσθιά του, έπεσε πάνω στον αγκώνα του, έφαγε μια στο μάτι και χάνοντας την ισορροπία της αρπάχτηκε από την κουπαστή και βρέθηκε καθισμένη στο σκαλί. «Κύριε ελέησον» μουρμούρισε εκείνος. «Μ ε συγχωρείς». Έσκυψε πάνω της, μα εκείνη τον πρόλαβε. «Όχι, όχι, εγώ φταίω. Είχα κολλήσει πίσω σου» του είπε, ενώ
72
JENNIFER CRUSIE
την ίδια στιγμή σκεφτόταν ότι πονούσε πολύ στο σημείο όπου την είχε χτυπήσει. Καλά να πάθω για να μάθω να μην είμαι επιπόλαιη και να μην προσπαθώ να δω το τέρας με αντικειμενική ματιά. «Άφησέ με απλώς να το δω» της είπε προσπαθώντας να επιθεωρήσει την κατάσταση του ματιού της. Πιάνοντας μαλακά το μάγουλό της, έσπρωξε απαλά το κεφάλι της προς τα πίσω. «Όχι». Η Μ ιν απομάκρυνε το χέρι του νιώθοντας το δέρμα της να καίει. «Είμαι μια χαρά. Αν εξαιρέσουμε το γεγονός ότι το εβδομήντα οκτώ τοις εκατό των γυναικών που πέφτουν θύματα…» «Ουφ, πάψε πια» μουρμούρισε εκείνος και ίσιωσε το σώμα του. «Είσαι εντάξει;» «Ναι». Η Μ ιν σηκώθηκε και προχώρησε μπροστά για να ξεκλειδώσει την πόρτα της. «Μ πορείς να πηγαίνεις». «Μ άλιστα». Ο Καλ τη χαιρέτησε διά χειραψίας. «Χάρηκα για τη γνωριμία, Ντομπς. Μ ε συγχωρείς για την αγκωνιά στο κεφάλι. Σου εύχομαι να ευτυχήσεις στη ζωή σου». «Ω, αυτό ακριβώς σκοπεύω να κάνω. Θα παρατήσω τους άντρες και θα πάρω γάτα» πέταξε η Μ ιν και μπαίνοντας στο διαμέρισμά της του έκλεισε την πόρτα στα μούτρα, προτού εκείνος προλάβει να το σχολιάσει. Σου εύχομαι να ευτυχήσεις στη ζωή σου. Ποιον δούλευε αυτός ο άνθρωπος; Άναψε την πορσελάνινη λάμπα της γιαγιάς της πλάι στην εξώπορτα και το σαλόνι με τα παλιά, φθαρμένα έπιπλα φωτίστηκε. Σε μια στιγμή, η ευχάριστη ατμόσφαιρά του της ζέστανε την καρδιά. Βλέποντας το λαμπάκι του αυτόματου τηλεφωνητή να αναβοσβήνει πλησίασε, πάτησε το κουμπί και άκουσε τα μηνύματα τρίβοντας το μέτωπό της. «Μ ιν» ακούστηκε η φωνή της αδελφής της. «Ήθελα απλώς να βεβαιωθώ ότι δεν έχεις ξεχάσει την αυριανή πρόβα στη μοδίστρα. Θέλω πολύ να σε δω».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
73
Η Νταϊάνα ακουγόταν κάπως στενοχωρημένη, γεγονός ασυνήθιστο, και η Μ ιν πάτησε την επανάληψη για να το ακούσει ξανά. Κάτι δεν πήγαινε καλά. «Οι νεαρές Ντομπς έχουν χάσει το παιχνίδι» είπε μεγαλόφωνα και κατόπιν σκέφτηκε τον Κάλβιν Μ όρισεϊ. Πλησιάζοντας το σημαδεμένο από τον χρόνο γείσο του τζακιού, κοίταξε τις γυάλινες σφαίρες με το χιόνι και τον μαυρισμένο καθρέφτη που κάποτε κρεμόταν στο χολ του σπιτιού της γιαγιάς της. Μ έσα στον καθρέφτη αντίκρισε αυτό που κοίταζε ο Καλ Μ όρισεϊ όλο το βράδυ: ένα συνηθισμένο στρογγυλό πρόσωπο με συνηθισμένα καστανά μαλλιά. Μ όνο που τώρα είχε αποκτήσει επιπλέον μια ωραία μελανιά. Αναστέναξε και έπιασε τη γυάλινη σφαίρα που της είχε χαρίσει η Μ πόνι τα Χριστούγεννα, τη σφαίρα με τη Σταχτοπούτα και τον πρίγκιπα στα σκαλοπάτια του γαλάζιου πύργου τους στεφανωμένους από περιστέρια. Ο Καλ Μ όρισεϊ θα ταίριαζε γάντι σ’ εκείνο το περιβάλλον. Αυτή, αντιθέτως, θα οδηγούνταν στα διαμερίσματα του υπηρετικού προσωπικού. «Τι να γίνει, δεν είμαι ο τύπος του κοριτσιού που αποτελεί τη στόφα των παραμυθιών» μονολόγησε και αφήνοντας τη σφαίρα άνοιξε το στερεοφωνικό και έβαλε να παίξει το The Devil in Disguise του Έλβις. «Και μην ξεχνάς ότι ο Κάλβιν Μ όρισεϊ είναι ακριβώς αυτό, Ντομπς. Ο διάβολος μεταμορφωμένος» πρόσθεσε και πήγε να βάλει αλοιφή στη μελανιά της και να κάνει ένα ζεστό μπάνιο για να διώξει από το μυαλό της την ανάμνηση της βραδιάς. Τουλάχιστον το κομμάτι με τον Ντέιβιντ. Μ ετά τη σκηνή με τον Ντέιβιντ, υπήρξαν στιγμές που δεν ήταν εντελώς φρικτές. Εντούτοις, δεν υπήρχε περίπτωση να ξαναδεί τον Κάλβιν Μ όρισεϊ. Όταν ο Καλ πήγε στη δουλειά το επόμενο πρωί, ο ήλιος χυνόταν από τα μεγάλα παράθυρα λούζοντας στο φως τον ενιαίο ψηλοτάβανο χώρο όπου στεγαζόταν η εταιρεία τους. Στα
74
JENNIFER CRUSIE
ρουθούνια του έφτασε η μυρωδιά του καφέ. Ο Ρότζερ τον χαιρέτησε από το γραφείο του πλάι στο παράθυρο, ενώ ο Έλβις Κοστέλο τραγουδούσε στο σιντί πλέιερ «The Angels Wanna 2
Wear M y Red Shoes» . Περίφημα, συλλογίστηκε ο Καλ. Πέταξε έναν φάκελο στην ημιδιαφανή γυάλινη επιφάνεια του γραφείου του, σέρβιρε στο φλιτζάνι του καφέ και τράβηξε την καρέκλα του, μια καρέκλα γραφείου Aeron, έτοιμος να δώσει χείρα βοηθείας σε ανθρώπους που τα έβρισκαν σκούρα στα εκπαιδευτικά σεμινάρια της δουλειάς τους. Ο Τόνι μπήκε στο γραφείο του και τον χτύπησε φιλικά στην πλάτη. «Καλά τα πήγες χτες το βράδυ. Πες μου ότι κέρδισες». «Δεν καταλαβαίνω τι εννοείς». «Λέω για το στοίχημα με τον Ντέιβιντ» εξήγησε ο Τόνι. «Το στοίχημα για τη γυναίκα με το γκρι καρό ταγέρ. Πες μου ότι το κέρδισες». «Ναι, φυσικά». Ο Καλ κάθισε στην καρέκλα του γραφείου του. «Δεν είδες που έφυγα μαζί της;» «Έχεις δίκιο, έχεις δίκιο, έπρεπε να σου έχω εμπιστοσύνη. Θα το πεις εσύ στον Ντέιβιντ ή εγώ;» «Τι να του πω;» Ο Καλ στράφηκε στον υπολογιστή του και άνοιξε τα ηλεκτρονικά του μηνύματα. «Ότι πλάγιασες με την κοστουμαρισμένη γυναίκα» είπε ο Τόνι. «Ορίστε;» είπε ο Καλ κοιτάζοντας την οθόνη με μάτια μισόκλειστα υπό τους ήχους του Έλβις. «Δεν συνέβη τίποτα τέτοιο». «Α». Ο Τόνι έγνεψε καταφατικά. «Δεν πειράζει, έχεις στη διάθεσή σου έναν μήνα». «Τόνι» είπε ο Καλ καθώς εμφανιζόταν στην οθόνη η λίστα των μηνυμάτων του. «Δεν καταλαβαίνω τι μου λες, αλλά είμαι βέβαιος ότι τρως άδικα τον χρόνο μου».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
75
«Ο Ντέιβιντ έβαλε στοίχημα μαζί σου αν θα πλαγιάσεις με την κοστουμαρισμένη σε διάστημα ενός μήνα» εξηγούσε ο Τόνι προσπαθώντας να δείχνει υπομονετικός. «Τα λεφτά δεν είναι λίγα, θα μου χρειαστούν, επομένως αν…» «Όχι» τον έκοψε ο Καλ. «Δεν έβαλα τέτοιο στοίχημα». «Ο Ντέιβιντ πιστεύει ότι το βάλατε» επέμεινε ο Τόνι. «Όχι βέβαια» επανέλαβε ο Καλ. «Τώρα που έχει ξεμεθύσει, αποκλείεται να πιστεύει ότι έβαλε μαζί μου στοίχημα δέκα χιλιάδες δολάρια για να πλαγιάσω με μια άγνωστη γυναίκα. Πήγαινε λοιπόν τώρα στη δουλειά σου, για να ασχοληθώ με τη δική μου. Να, σου έχω εδώ δουλειά για να κερδίσεις τα χρήματα που χρειάζεσαι». Έσπρωξε τον φάκελο προς τη μεριά του Τόνι, ο οποίος τον πήρε στα χέρια του και τον ξεφύλλισε. «Πανεύκολο» είπε και ετοιμάστηκε να βγει. «Α, και για να είσαι ενημερωμένος, σε πληροφορώ ότι η Σίνθι έφυγε μαζί με τον Ντέιβιντ χτες το βράδυ». «Τόσο το καλύτερο γι’ αυτούς» είπε ο Καλ και άρχισε να ασχολείται με τα ηλεκτρονικά μηνύματά του. «Δηλαδή δεν σε πειράζει;» ρώτησε ο Τόνι. «Γιατί μου χαλάς το πρωινό μου;» είπε ο Καλ με σφιγμένη φωνή. «Θέλω απλώς να είμαι σίγουρος ότι δεν θα γυρίσεις κοντά της» εξήγησε ο Τόνι. «Εδώ παίζεται το μέλλον μου». «Πώς το εννοείς τώρα αυτό;» «Να, εσύ θα παντρευτείς πρώτος» απάντησε ο Τόνι και κάθισε στη γωνία του γραφείου του Καλ. «Πάντα τα κάνεις όλα πρώτος. Μ ετά θα παντρευτεί ο Ρότζερ και θα εγκατασταθείτε και οι δύο στα προάστια. Ο Ρότζερ θα παντρευτεί καμιά δυσκοίλια σαν και του λόγου του, πράγμα που σημαίνει ότι είμαι αναγκασμένος να μείνω μαζί σου, και επειδή η Σίνθι ποτέ δεν με χώνεψε, θα δυσκολευόμουν να την πείσω». «Κι εμένα το ίδιο» είπε ο Καλ. «Σήκω από το γραφείο μου». «Δεν θα ζούσα μαζί σας, δεν θα μέναμε στο ίδιο σπίτι»
76
JENNIFER CRUSIE
διευκρίνισε ο Τόνι. «Σκεφτόμουν ένα ωραίο διαμερισματάκι πάνω από το γκαράζ. Θα ήταν βολικό και για σένα. Θα μπορούσες να έρχεσαι για να βλέπουμε τον αγώνα και να μεθάμε, χωρίς να πρέπει μετά να οδηγήσεις μέχρι το σπίτι σου. Κι εγώ θα μπορούσα να σου κρατάω τα παιδιά, όταν θα θέλατε να βγείτε με τη γυναίκα σου να διασκεδάσετε». «Κατ’ αρχάς» είπε ο Καλ «δεν παντρεύομαι, οπότε ξέχνα τα περί συζύγου. Δεύτερον, αν έκανα την τρέλα να παντρευτώ, δεν θα αποκτούσα παιδιά. Τρίτον, αν έκανα την τρέλα να παντρευτώ και να αποκτήσω παιδιά, δεν θα υπήρχε περίπτωση να χρησιμοποιήσω εσένα για μπέιμπι σίτερ». «Μ α τότε πια θα είμαστε και οι δύο πιο ώριμοι» εξήγησε ο Τόνι. «Προς το παρόν, ούτε εγώ θα επέτρεπα στον εαυτό μου να αναλάβει χρέη μπέιμπι σίτερ». «Πρώτος θα παντρευτώ εγώ» είπε ο Ρότζερ. Γύρισαν και οι δύο να κοιτάξουν τον ψηλό ξανθό φίλο τους, που χαμογελούσε γαλήνια στο φως του ήλιου που έμπαινε από τα μεγάλα παράθυρα. «Παντρεύομαι την Μ πόνι» ανήγγειλε ο Ρότζερ. Ο Καλ τον κοίταζε βλοσυρά. «Ποια είναι η Μ πόνι;» «Η μικροσκοπική ξανθούλα που γνωρίσαμε χτες το βράδυ» είπε ο Τόνι με απέχθεια. «Το όνομά της είναι Μ πόνι» είπε ο Ρότζερ με παγερή φωνή, επαναφέροντας στην τάξη τους δυο φίλους του. «Το λέει σοβαρά» είπε ο Καλ στον Τόνι. «Τι συνέβη;» «Η κοκκινομάλλα γούσταρε εμένα» αποκρίθηκε ο Τόνι. «Πήγα λοιπόν να της μιλήσω. Ο Ρότζερ με ακολούθησε και έπιασε συζήτηση με τη μικροσκοπική… με την Μ πόνι. Αποκεί και πέρα του έστριψε για τα καλά». Κούνησε το κεφάλι κοιτάζοντας τον Ρότζερ. «Τη γνωρίζεις μόλις δώδεκα ώρες. Χρειάστηκες έναν χρόνο για να διαλέξεις καναπέ, αλλά τώρα σκέφτεσαι σοβαρά…» «Ναι»» απάντησε ο Ρότζερ. «Αυτή είναι η γυναίκα των
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
77
ονείρων μου». «Ίσως» είπε ο Καλ, ενώ την ίδια στιγμή σκεφτόταν: Σιγά μη σε πιστέψουμε. «Ελπίζω ωστόσο να μην της το είπες». «Όχι» απάντησε ο Ρότζερ. «Μ ου φάνηκε κάπως υπερβολικά νωρίς». «Σου φάνηκε;» κάγχασε ο Τόνι. «Χριστός και Παναγία!» «Θα την παντρευτώ» δήλωσε ο Ρότζερ «γι’ αυτό σταμάτα να φωνάζεις και πάρ’ το απόφαση. Είναι η τέλεια γυναίκα». «Καμία γυναίκα δεν είναι τέλεια» αντέτεινε ο Τόνι. «Γι’ αυτό συνεχίζουμε να ψάχνουμε. Σκοπεύεις να τη δεις απόψε;» «Όχι. Τις Πέμπτες κάνει κάτι με τις φίλες της. Η Μ πόνι το αποκάλεσε “δείπνο των Αν”». «Ποιες φίλες της;» ρώτησε ο Τόνι. «Τη Λίζα και τη Μ ιν». «Ποια είναι η Μ ιν;» ρώτησε ο Τόνι σαστισμένος. «Αυτή με την οποία δεν πρόκειται να πλαγιάσω» είπε ο Καλ. Αν η Μ πόνι έμοιαζε με τη Μ ιν, ο Ρότζερ την είχε άσχημα. «Την Παρασκευή θα δεις την Μ πόνι;» ρώτησε ο Τόνι τον Ρότζερ, προκειμένου να μη χαθούν σε λεπτομέρειες. Ο Ρότζερ έγνεψε καταφατικά. «Είπε ότι θα πάνε στο Μ εγάλο Ρίσκο. Δεν συχνάζουν εκεί, αλλά υποσχέθηκε ότι θα έρθει να με αναζητήσει. Και το Σάββατο θα έρθει στον αγώνα. Και μπορεί το Σάββατο το βράδυ να φάμε μαζί». «Θα έρθει να σε δει να παριστάνεις τον προπονητή του μπέιζμπολ σ’ ένα τσούρμο πιτσιρικάδες;» ρώτησε ο Καλ. «Θα πρέπει να σ’ αγαπάει πολύ». «Δεν μ’ αγαπάει ακόμη, αλλά θα μ’ αγαπήσει» είπε ο Ρότζερ. «Την Παρασκευή» μουρμούρισε ο Τόνι αγνοώντας τους. «Αυτό είναι ευχάριστο. Έτσι θα μπορέσω να την πέσω στη Λίζα, και ο Καλ θα κάνει το επόμενο βήμα με την κοστουμαρισμένη». «Όχι» είπε ο Καλ. «Τι συνέβη;» ρώτησε ο Ρότζερ, κοιτώντας τον με κατανόηση. Ο Καλ στράφηκε ξανά στον υπολογιστή του.
78
JENNIFER CRUSIE
«Είναι μια συντηρητική αναλογίστρια που απεχθάνεται τον τζόγο και που σ’ όλη τη διάρκεια του δείπνου με τρέλανε στην γκρίνια. Μ ετά τη γύρισα στο σπίτι της, ανέβηκα πενήντα οκτώ σκαλιά μέχρι το διαμέρισμά της για να βεβαιωθώ ότι δεν θα πέσει θύμα ληστείας, και της έριξα αγκωνιά στο μάτι. Το ραντεβού μας ήταν το χειρότερο της ζωής μου και είμαι βέβαιος ότι και για κείνη συγκαταλέγεται στα πέντε χειρότερα». «Τη χτύπησες;» ρώτησε ο Τόνι. «Κατά λάθος» είπε ο Καλ. «Θα της έστελνα λουλούδια για να ζητήσω συγγνώμη, αλλά δεν συμφωνεί μ’ αυτές τις πρακτικές. Η υπόθεση έληξε. Πάμε γι’ άλλα». «Δηλαδή εγκαταλείπεις άλλη μία» σχολίασε ο Τόνι κουνώντας επικριτικά το κεφάλι. «Δηλαδή οι δικοί σου δεσμοί είναι πιο δυνατοί και διαρκούν περισσότερο;» είπε ο Καλ ενοχλημένος. «Όχι, αλλά έτσι είμαι εγώ. Είμαι ρηχός». «Η Μ πόνι μένει στον πρώτο όροφο εκείνου του σπιτιού» είπε ο Ρότζερ θαρρείς και το μυαλό του δεν είχε καταγράψει τίποτα απ’ όσα έλεγαν «οπότε χρειάστηκε να ανεβώ μόνο τα πρώτα τριάντα δύο σκαλοπάτια. Κι εκείνη ένιωσε άσχημα που με κούρασε και με κάλεσε για καφέ. Μ πορώ άνετα να συνηθίσω τα σκαλιά». «Μ ήπως αυτό σημαίνει ότι η Λίζα μένει στον δεύτερο όροφο;» ρώτησε ο Τόνι. «Όχι, η Λίζα μένει στο Πένινγκτον» απάντησε ο Ρότζερ. «Κάθε χρόνο αλλάζει σπίτι, περίπου όσο συχνά αλλάζει δουλειά. Η Μ πόνι λέει πως στη Λίζα αρέσουν οι αλλαγές». Ο Καλ κοίταξε τον Τόνι. «Δεν τη συνόδεψες μέχρι το σπίτι της;» «Σηκώθηκε κι έφυγε την ώρα που ήμουν στην τουαλέτα» δικαιολογήθηκε ο Τόνι. «Νομίζω ότι μου κάνει τη δύσκολη». «Το ίδιο συμβαίνει με τη Μ ιν» είπε ο Καλ επιστρέφοντας στον υπολογιστή. «Μ ε τη διαφορά ότι η Μ ιν δεν υποκρίνεται. Είναι δύσκολη».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
79
«Η Μ πόνι κι εγώ συνοδέψαμε τη Λίζα στο σπίτι της» είπε ο Ρότζερ. «Ήταν πολύ ευχάριστο γιατί έτσι έμεινα περισσότερη ώρα με την Μ πόνι». «Θεέ μου, τι είναι αυτό μ’ εσένα; Πρέπει να συνέλθεις» είπε ο Τόνι. «Έχεις σοβαρές προθέσεις;» ρώτησε ο Καλ γυρίζοντας να δει τον Ρότζερ. «Ναι». Ο Καλ είδε ότι ο φίλος του είχε πάρει την απόφασή του. «Συγχαρητήρια» είπε, σημειώνοντας νοερά να αναζητήσει πληροφορίες σχετικά με την Μ πόνι. «Άσε να περάσει ένας μήνας και μετά να της κάνεις πρόταση, αλλιώς μπορεί να τρομάξει και να το βάλει στα πόδια». «Το σκέφτηκα κι εγώ» είπε ο Ρότζερ. «Είστε και οι δύο για τα πανηγύρια» σχολίασε ο Τόνι. «Αν δεν στρωθούμε στη δουλειά, σε λίγο καιρό, μεταξύ των άλλων, θα είμαστε άνεργοι» επισήμανε ο Καλ. «Ξεκίνα με το επιμορφωτικό σεμινάριο του Μ πάτσελντερ». «Η Μ πόνι λέει πως η Μ ιν είναι σπουδαίο κορίτσι» είπε ο Ρότζερ. «Τη βρήκα συμπαθητική». «Η Μ ιν δεν είναι συμπαθητική» αντέτεινε ο Καλ. «Η Μ ιν είναι οργισμένη με τον κόσμο και ξεσπάει στον πρώτο άντρα που βρίσκει μπροστά της. Λοιπόν, σχετικά με το επιμορφωτικό σεμινάριο του Μ πάτσελντερ…» «Είσαι σίγουρος ότι ο Ντέιβιντ ξέρει πως δεν ισχύει το στοίχημα;» ρώτησε ο Τόνι. «Βεβαιότατος» απάντησε ο Καλ. «Δεν πρόκειται να ξαναδώ αυτή τη γυναίκα. Λοιπόν, για το επιμορφωτικό σεμινάριο που λέγαμε…» Στις τέσσερις και μισή το απόγευμα, η Μ ιν μπήκε στην αίθουσα της πρόβας με τις κρεμ μουαρέ κουρτίνες και καλύμματα του καλύτερου καταστήματος νυφικών της πόλης, αδιαφορώντας
80
JENNIFER CRUSIE
παντελώς για το γεγονός ότι είχε καθυστερήσει. Η μητέρα της σίγουρα θα ήταν απορροφημένη με το να πρήζει την Νταϊάνα και τη μοδίστρα, κι έτσι δεν… «Άργησες» παρατήρησε η Νανέτ Ντομπς. «Είχαμε ραντεβού στις τέσσερις». «Δουλεύω, ξέρεις». Η Μ ιν διέσχισε το αφράτο χρυσαφένιο χαλί, παρακάμπτοντας τη μελαχρινή εκνευρισμένη γυναίκα που την έφερε στον κόσμο, και πέταξε το σακάκι της πάνω σε μια κρεμ καπιτονέ καρέκλα. «Πράγμα που σημαίνει πως η ασφαλιστική εταιρεία έχει προτεραιότητα στη ζωή μου. Αν με θέλεις εδώ, στην ώρα μου, μη μου ορίζεις ραντεβού προτού σχολάσω». «Ανοησίες» πέταξε η Νανέτ. «Το φόρεμά σου βρίσκεται στο δεύτερο δοκιμαστήριο. Η μοδίστρα είναι με την Νταϊάνα και τα άλλα κορίτσια. Δώσε μου την μπλούζα σου, γιατί εσύ είσαι ικανή να την πετάξεις στο πάτωμα του δοκιμαστηρίου». Άπλωσε αυταρχικά προς το μέρος της κόρης της ένα χέρι με νύχια φτιαγμένα με γαλλικό μανικιούρ, και η Μ ιν έβγαλε την μπλούζα της αναστενάζοντας. «Αχ, Μ ιν» είπε η μητέρα της έκπληκτη και συγχρόνως απογοητευμένη. «Πού στην ευχή πήγες και το βρήκες αυτό το σουτιέν;» Η Μ ιν κοίταξε το σουτιέν της. Ήταν ένα απλό βαμβακερό σουτιέν, απολύτως αξιοπρεπές. «Δεν έχω ιδέα. Γιατί ρωτάς;» «Άσπρο βαμβακερό εσώρουχο» σχολίασε η Νανέτ. «Ειλικρινά, Μ ιν, το βαμβακερό ρούχο είναι σαν σκέτη βανίλια…» «Μ ου αρέσει η σκέτη βανίλια». «…δεν κρύβει κανένα μυστήριο». «Ήμουν στη δουλειά». Η Μ ιν ανοιγόκλεισε τα μάτια. «Στη δουλειά δεν υπάρχουν μυστήρια». «Αναφέρομαι στους άντρες» εξήγησε η Νανέτ. «Είσαι τριάντα τριών ετών. Η πρώτη σου νιότη έχει ήδη περάσει κι εσύ φοράς άσπρα βαμβακερά εσώρουχα».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
81
«Ήμουν στη δουλειά» επανέλαβε η Μ ιν χάνοντας την υπομονή της. «Δεν έχει σημασία». Η Νανέτ τίναξε την μπλούζα της Μ ιν, έλεγξε την ετικέτα και, βλέποντας ότι ήταν μεταξωτή, φάνηκε να μαλακώνει κάπως. «Αν φοράς λευκά βαμβακερά εσώρουχα, θα νιώθεις σαν άνθρωπος με λευκά βαμβακερά εσώρουχα και θα ενεργείς αναλόγως. Μ ε τέτοια εσώρουχα δεν θα βρεις άντρα και, αν βρεις, δεν θα μπορέσεις να τον κρατήσεις. Να φοράς πάντα δαντέλα». «Θα γινόσουν πρώτης τάξης προαγωγός» σχολίασε η Μ ιν και κατευθύνθηκε προς το δοκιμαστήριο. «Μ ινέρβα!» φώναξε η μητέρα της. «Μ ε συγχωρείς». Η Μ ιν κοκάλωσε και έκανε μεταβολή. «Αλλά, ειλικρινά, μητέρα, αυτά τα έχουμε πει άπειρες φορές. Δεν είμαι καν σίγουρη ότι θέλω να παντρευτώ, κι εσύ ασκείς κριτική για τα εσώρουχά μου, επειδή δεν τα θεωρείς καλό δόλωμα. Δεν μπορείς να…» Η Νανέτ έριξε πίσω το κεφάλι και το σαγόνι της φάνηκε ακόμα πιο σφιγμένο. «Μ ’ αυτά τα σκέρτσα θα χάσεις τον Ντέιβιντ». Η Μ ιν πήρε βαθιά ανάσα. «Όσο για τον Ντέιβιντ…» «Τι;» Το σώμα της μητέρας της σφίχτηκε κάτω από το ταγέρ Ντάνα Μ πάκμαν, νούμερο τέσσερα. «Τι συνέβη με τον Ντέιβιντ;» «Δεν βλεπόμαστε πια» αποκρίθηκε η Μ ιν χαμογελώντας ευδιάθετα. «Αχ, Μ ιν» άφησε έναν στεναγμό η Νανέτ σφίγγοντας στο στήθος της την μπλούζα της Μ ιν, όντας η προσωποποίηση της απελπισίας εν μέσω όλου εκείνου του χρυσαφένιου και κρεμ πολυτελούς διάκοσμου. «Δεν ήταν ο κατάλληλος άντρας για μένα, μητέρα» είπε η Μ ιν. «Ναι, αλλά δεν γινόταν να τον κρατήσεις μέχρι τον γάμο;»
82
JENNIFER CRUSIE
ρώτησε η Νανέτ. «Προφανώς όχι. Τα πολλά λόγια είναι φτώχια, ας περάσουμε στο ψητό. Τι πρέπει να κάνω για να μην αναφέρεις ξανά το όνομά του;» «Να φοράς δαντελωτά εσώρουχα». «Και θα πάψεις να μου κολλάς;» «Για ένα διάστημα». Η Μ ιν τής χαμογέλασε και κατευθύνθηκε προς το δοκιμαστήριο. «Είσαι απίθανη». «Το ίδιο κι εσύ, αγάπη μου» είπε η Νανέτ επιθεωρώντας την πρωτότοκο κόρη της. «Να ξέρεις ότι είμαι πολύ περήφανη για σένα. Πάνω από το μάτι σου έχεις μια κηλίδα από μέικαπ. Σου ξέφυγε;» «Ουφ! Αμάν πια». Η Μ ιν έκλεισε την πόρτα πίσω της. Κατέβασε το φερμουάρ της φούστας της, την άφησε να πέσει στο χρυσαφί χαλί και επιθεώρησε τον εαυτό της στον καθρέφτη με την επίχρυση κορνίζα. «Δεν είσαι τόσο χάλια» μονολόγησε χωρίς αυτοπεποίθηση. «Πρέπει απλώς να βρεις έναν άντρα που του αρέσουν οι εύρωστες γυναίκες». Πήρε τη μακριά σιφόν φούστα που είχε το απαλό μοβ-λιλά χρώμα της λεβάντας από τη χρυσή κρεμάστρα και τη φόρεσε, προσέχοντας να μη σκίσει τις στενές πιέτες του ποδόγυρου και ρουφώντας το στομάχι για να μπορέσει να την κουμπώσει. Έπειτα φόρεσε με δυσκολία την ασορτί σιφόν μπλούζα και κούμπωσε τα μικροσκοπικά κουμπάκια, με αποτέλεσμα το ύφασμα να τσιτωθεί στο μπούστο της και να φαίνεται το λευκό σουτιέν της. Τίναξε τα μανίκια, και τα φαρδιά βολάν από σιφόν γλίστρησαν απαλά πάνω από τα χέρια της˙ ήταν σίγουρη ότι θα τα έσερνε παντού στη διάρκεια της δεξίωσης. Η μπλούζα κατέληγε στους γοφούς της με πλαϊνά βολάν. «Θαυμάσια» μουρμούρισε κουνώντας το κεφάλι με απογοήτευση. «Ακόμα πιο πλατιά περιφέρεια˙ ακριβώς αυτό μου έλειπε!»
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
83
Έπιασε τον κορσέ, ένα μοβ-λιλά μουαρέ με λιλά κορδέλες. Το ύφασμα της είχε αρέσει τόσο πολύ όταν το διάλεξε η Νταϊάνα πριν από έξι μήνες, ώστε είχε παραγγείλει σε μοδίστρα να της φτιάξει κάλυμμα για το κρεβάτι της από το ίδιο εκείνο ύφασμα. Τώρα κοίταζε τον στενό κορσέ και σκεφτόταν: Στο τέλος θα αναγκαστώ να φορέσω το κάλυμμα. Δεν υπάρχει περίπτωση να χωρέσω σε τούτο δω το πράγμα. Πήρε βαθιά εισπνοή και εφάρμοσε τον κορσέ γύρω από τον κορμό της. Το μπούστο έσπρωξε τα στήθη της ψηλά, σε ύψος δυσθεώρητο, αλλά στάθηκε αδύνατον να κουμπώσει στη μέση της. Ήταν τουλάχιστον πέντε εκατοστά πιο στενό από την περιφέρειά της. Υδατάνθρακες. Η Μ ιν άρχισε να κάνει δολοφονικές σκέψεις για τον Καλ Μ όρισεϊ και το ψωμί του Εμίλιο. Στη συνέχεια επιχείρησε να αφαιρέσει το παραπανίσιο μέικαπ από το πρόσωπό της προσπαθώντας συγχρόνως να μην αποκαλυφθεί ο μώλωπας, και βγήκε από το δοκιμαστήριο έτοιμη να αντιμετωπίσει τη μητέρα της. Όμως αντί για τη Νανέτ έπεσε πάνω στην Νταϊάνα που στεκόταν στο βάθρο, μπροστά στον πελώριο επίχρυσο καθρέφτη, έχοντας δεξιά κι αριστερά της τις δυο χαριτωμένες παρανύμφους της, τις γυναίκες τις οποίες η Λίζα είχε βαφτίσει η Κλάψα και η Σκύλα. Από το φορητό σιντί πλέιερ της Νταϊάνα 3
ακούγονταν οι Ντίξι Τσικς . 4
«“Ready to Run”» είπε η Μ ιν στην Νταϊάνα. «Ό,τι πρέπει για την περίσταση». «Ορίστε;» ρώτησε αφηρημένα η Νταϊάνα κοιτάζοντας τον καθρέφτη. «Όχι, είναι από την ταινία Η νύφη το έσκασε». «Σωστά» είπε η Μ ιν καθώς θυμόταν τώρα ότι η Νταϊάν α είχε αποφασίσει η μουσική του γάμου να είναι από τις ταινίες της Τζούλια Ρόμπερτς˙ αυτή τουλάχιστον ήταν η πρόθεσή της. «Μ ου άρεσε αυτή η ταινία» είπε η Σούζι, μια πικρόχολη ξανθιά, με αξιοθρήνητο, γκρινιάρικο ύφος. Φορούσε πράσινο σιφόν φόρεμα με εφαρμοστό μπούστο και
84
JENNIFER CRUSIE
ήταν η χαμένη στην κλήρωση για το φόρεμα της παρανύμφου. «Εγώ τη βρήκα γελοία» είπε η μελαχρινή Κάρεν, ή αλλιώς «Σκύλα», με το γαλάζιο σιφόν φόρεμα να της δίνει πιο αριστοκρατικό αέρα. Η Μ ιν τής έκανε νόημα με το χέρι. «Κάνε άκρη για να βλέπω την αδελφή μου». Η Σκύλα παραμέρισε και η Μ ιν είδε για πρώτη φορά την Νταϊάνα. «Πωπώ!» Η Νταϊάνα έμοιαζε να έχει βγει από παραμύθι έτσι ντυμένη στα κρεμ σιφόν και τα σατέν. Τα σκούρα μαλλιά της έπεφταν από έναν επιμελημένα ατημέλητο κότσο σε τσουλούφια στολισμένα με μαργαριτάρια γύρω από το χλωμό οβάλ πρόσωπό της, και ο λαιμός της πρόβαλλε όλο χάρη ανάμεσα από τους γυμνούς ώμους της. Το νυφικό είχε μπούστο με ανοιχτό ντεκολτέ – ίδιο με το μπούστο της Μ ιν απ’ όπου ξεμύτιζε το λευκό σουτιέν. Από το ύψος του ντεκολτέ ξεκινούσαν σιφόν βολάν που έπεφταν στο λευκό, κεντημένο με χάντρες μπούστο, το οποίο με τη σειρά του περιέβαλλε τη λεπτή μέση της. Τα μανίκια κατέληγαν σε βολάν όπως και το μπούστο, ενώ αποκάτω ξεκινούσε η ίσια φούστα του φορέματος που στολιζόταν στο πλάι με βολάν και που κατέληγε σε στενές πιέτες μέχρι τις σατέν γόβες με τη λεπτή αγκράφα. Η Νταϊάνα έκανε μεταβολή πάνω στο βάθρο για να κοιταχτεί στον καθρέφτη και την ίδια στιγμή οι φραμπαλάδες και οι πιέτες στη βάση της ραχοκοκαλιάς της αναδεύτηκαν, θαρρείς και το νυφικό ήταν μια αυθύπαρκτη ζωντανή οντότητα. «Πώς σου φαίνομαι;» ρώτησε εντελώς ανέκφραστη. Μ ου φαίνεσαι σαν πριγκίπισσα πρεζόνι που ψοφάει για σεξ, συλλογίστηκε η Μ ιν. «Είσαι πανέμορφη» είπε μεγαλόφωνα, επειδή αυτό ήταν αλήθεια επίσης. «Είσαι κουκλάρα» είπε η Σκύλα διορθώνοντας δίχως λόγο τη φούστα της Νταϊάνα.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
85
«Μ μμ» έκανε η Κλάψα. Η Μ ιν θα ήθελε να τη λυπηθεί –δεν είναι λίγο πράγμα να βλέπεις την κολλητή σου να παντρεύεται τον πρώην φίλο σου, προπάντων τη στιγμή που εσύ είσαι ντυμένη στα πράσινα κι έχεις τα χάλια σου–, αλλά η Κλάψα ήταν τόσο άβουλο πλάσμα, που ήταν δύσκολο να τη συμπονέσεις. «Το νυφικό θα ήταν ακατάλληλο για πρωινό γάμο» σχολίασε η Νταϊάνα χαϊδεύοντας τον φιόγκο στο στήθος της. «Ούτε για βράδυ είναι κατάλληλο. Όμως ο γάμος μου θα γίνει το σούρουπο, μια ώρα μαγική, που όλα αλλάζουν». «Μ αγική είσαι εσύ» είπε η Μ ιν ανιχνεύοντας στη φωνή της Νταϊάνα τον ίδιο τόνο που είχε ακούσει το προηγούμενο βράδυ στον τηλεφωνητή της. «Είσαι εντάξει;» Η Νταϊάνα στράφηκε ξανά στον καθρέφτη. «Εσύ δεν θα φορούσες ποτέ κάτι τέτοιο, καλά δεν λέω;» «Αν είχα το σώμα σου, ίσως και να το φορούσα». Η Σκύλα επιθεώρησε τη Μ ιν από την κορυφή ως τα νύχια παρατηρώντας το μπούστο που κόντευε να εκραγεί, καθώς και το λευκό σουτιέν αποκάτω. «Δεν είναι το στιλ της Μ ιν» αποφάνθηκε. «Έτσι λες;» είπε η Μ ιν. «Γιατί σκόπευα να φοράω το μπούστο στο γραφείο, όταν τελειώσει ο γάμος. Μ πορώ να μιλήσω μόνη με την αδελφή μου για ένα λεπτό, παρακαλώ;» Η Σκύλα σήκωσε τα φρύδια ερωτηματικά, αλλά η Κλάψα βγήκε με ευχαρίστηση από το δοκιμαστήριο, κι όταν η Μ ιν σταύρωσε τα χέρια στο στήθος και την αγριοκοίταξε, η Σκύλα αναγκάστηκε να φύγει κι αυτή. «Τι τρέχει;» ρώτησε η Μ ιν την Νταϊάνα, τη στιγμή που τελείωναν οι Ντίξι Τσικς και η Μ αρτίνα Μ ακΜ πράιντ άρχιζε να τραγουδάει το ενοχλητικά χαρούμενο «Ι Love You». «Τίποτα» είπε η Νταϊάνα παρατηρώντας τον εαυτό της στον καθρέφτη. «Δηλαδή, έχουμε προβλήματα με την τούρτα, αλλά κατά τα άλλα όλα πάνε περίφημα». «Μ ήπως φταίει ο Γκρεγκ;» ρώτησε η Μ ιν, συλλογιζόμενη
86
JENNIFER CRUSIE
πως η ίδια δεν θα δεχόταν να παντρευτεί έναν βαρετό άντρα όσο χαριτωμένος και πλούσιος κι αν ήταν˙ αν ποτέ παντρευόταν, θα έπαιρνε έναν άντρα με ισχυρή προσωπικότητα, έναν άντρα ξύπνιο, πνευματώδη, που θα παρέμενε αιώνια ενδιαφέρων… «Ο Γκρεγκ είναι θαυμάσιος» είπε η Νταϊάνα ισιώνοντας τα βολάν που, άγνωστο πώς, έδειχναν τους γοφούς της ακόμα πιο λεπτούς. «Α, ωραία. Τι συνέβη λοιπόν με την τούρτα;» «Η τούρτα…» Η Νταϊάνα ξερόβηξε. «Η τούρτα δεν παραγγέλθηκε εγκαίρως». «Νόμιζα ότι ο Γκρεγκ γνώριζε έναν εξαιρετικό ζαχαροπλάστη» είπε η Μ ιν. «Έτσι είναι. Αλλά… το ξέχασε και τώρα είναι πολύ αργά, οπότε πρέπει να βρω άλλον ζαχαροπλάστη». «Ποιος μπορεί να ετοιμάσει μια πελώρια καλλιτεχνική τούρτα σε τρεις εβδομάδες από σήμερα;» «Δεν φταίει ο Γκρεγκ» έσπευσε να τον δικαιολογήσει η Νταϊάνα. «Ξέρεις πώς είναι οι άντρες. Σε κάτι τέτοια δεν είναι να τους έχεις εμπιστοσύνη. Εγώ φταίω που δεν το έλεγξα». «Δεν είναι όλοι οι άντρες αναξιόπιστοι» αντέτεινε η Μ ιν. «Χτες το βράδυ γνώρισα ένα πραγματικό τέρας, αλλά είμαι σίγουρη ότι αυτός θα είχε παραγγείλει την τούρτα». «Ο Γκρεγκ δεν είναι τέρας. Προτιμώ έναν καλό άντρα που ξεχνάει τις τούρτες παρά ένα τέρας που τις θυμάται». «Ωραία το έθεσες» σχολίασε η Μ ιν. «Λοιπόν, αναλαμβάνω εγώ τη γαμήλια τούρτα. Είναι το λιγότερο που μπορώ να κάνω για να επανορθώσω για τις βλακείες μου». Η Νταϊάνα παράτησε τα βολάν και γύρισε προς το μέρος της. «Τι έχεις; Δεν κάνεις βλακείες. Τι σου συμβαίνει;» «Έχασα τον Ντέιβιντ. Επιπλέον είμαι πολύ χοντρή και δεν μου χωράει ο στενός κορσές» απάντησε η Μ ιν σηκώνοντας ψηλά τις κορδέλες. «Δεν είσαι χοντρή» είπε η Νταϊάνα κατεβαίνοντας από το
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
87
βάθρο. «Πιθανώς σου έστειλαν λάθος μέγεθος. Στάσου να δω». Η Μ ιν έλυσε τον κορσέ και της τον έδωσε. Η Νταϊάνα γύρισε το μέσα έξω με έμπειρες κινήσεις. «Τι συνέβη με τον Ντέιβιντ;» τη ρώτησε κοιτάζοντας το καρτελάκι με ύφος βλοσυρό. «Δεν ήθελα να πλαγιάσω μαζί του κι έτσι με εγκατέλειψε». «Τι βλάκας!» Η Νταϊάνα την κοίταξε συλλογισμένη. «Κι όμως είναι νούμερο οκτώ. Θα έπρεπε να σου μπαίνει». «Αλήθεια; Σε ποιο σύμπαν;» ρώτησε η Μ ιν νευριασμένη. «Δεν γεννήθηκα φορώντας νούμερο οκτώ. Ποιος το παρήγγειλε αυτό το πράγμα;» «Εγώ» αποκρίθηκε η Νανέτ πίσω της. «Υπέθεσα ότι θα έχανες βάρος για τον γάμο της αδελφής σου. Ελπίζω να μη διέκοψες τη δίαιτα». «Όχι» είπε κοφτά η Μ ιν και γύρισε να δει τη μητέρα της. «Αλλά ας είμαστε ρεαλιστές. Αγόρασες μια μπλούζα που μου έμπαινε». Κοίταξε τα μικροσκοπικά κουμπάκια που κόντευαν να εκραγούν πάνω στο στήθος της. «Περίπου... Γιατί δεν…» «Είχες έναν ολόκληρο χρόνο» είπε η μητέρα της κρατώντας μια αγκαλιά δαντελωτά εσώρουχα που είχε πάρει από το αντίστοιχο τμήμα. «Σκέφτηκα ότι ο κορσές θα σε έσφιγγε λίγο, σε περίπτωση που σου έμεναν ένα δυο παραπανίσια κιλά, αλλά είχες άφθονο χρόνο για να χάσεις βάρος». Η Μ ιν πήρε βαθιά ανάσα και ξεκούμπωσε το κουμπί της φούστας. «Άκουσέ με, μητέρα, λεπτή δεν θα γίνω ποτέ. Εγώ είμαι Νορβηγίδα. Αν ήθελες αδύνατη κόρη, δεν έπρεπε να παντρευτείς έναν άντρα του οποίου οι προγιαγιάδες οδηγούσαν τις αγελάδες στη βοσκή». «Είσαι μισή Νορβηγίδα» τη διόρθωσε η Νανέτ «κι αυτό δεν αποτελεί δικαιολογία, γιατί υπάρχουν ένα σωρό αδύνατες νορβηγίδες καλλονές. Εσύ απλώς τρως για να μου πας κόντρα». «Μ ητέρα, μερικές φορές ο κόσμος δεν περιστρέφεται γύρω από σένα» της πέταξε η Μ ιν διπλώνοντας τη φούστα της.
88
JENNIFER CRUSIE
«Μ ερικές φορές μιλάνε απλώς τα γονίδια». «Μ η φωνάζεις, καλή μου» είπε η μητέρα της και στράφηκε στην Νταϊάνα κρατώντας ψηλά τον κορσέ. «Θα χρειαστεί να τον δέσουμε πιο σφιχτά». «Καλή ιδέα» είπε η Μ ιν. «Έτσι, όταν θα λιποθυμήσω στην εκκλησία, θα δείξεις στον κόσμο πόσο αδύνατη και πόσο Σκανδιναβή είμαι». «Μ ινέρβα, για όνομα του Θεού, είναι ο γάμος της αδελφής σου» είπε η Νανέτ. «Μ πορείς να κάνεις μια μικρή θυσία». «Ελάτε, δεν πειράζει» παρενέβη η Νταϊάνα σηκώνοντας τα χέρια. «Υπάρχει χρόνος να παραγγείλουμε έναν κορσέ στα μέτρα της Μ ιν. Όλα θα διορθωθούν». «Αχ, τέλεια». Η Μ ιν ανέβηκε στο βάθρο για να κοιταχτεί στον τρίπτυχο καθρέφτη. Έμοιαζε με την άξεστη ταβερνιάρισσα του καπηλειού πίσω από τον πύργο, αυτή που τα ’μπλεξε με έναν από τους γαμπρούς που απέρριψε η πριγκίπισσα. «Τι δουλειά έχω εγώ να φοράω τέτοια ρούχα;» «Το χρώμα σού πάει πολύ, Μ ιν» είπε μαλακά η Νταϊάν α και στάθηκε πίσω της στο βάθρο. Η Μ ιν έγειρε προς τα πίσω έτσι ώστε οι ώμοι τους να σμίξουν. «Θα είσαι η πιο όμορφη νύφη» είπε στην Νταϊάνα. «Ο κόσμος θα σε κοιτάζει με ανοιχτό το στόμα». «Κι εσένα το ίδιο» είπε η αδελφή της σφίγγοντας στοργικά τον ώμο της Μ ιν. Ναι, όταν εκραγεί ο κορσές και το στήθος μου πετύχει τον παπά στον σταυρό. «Τι έπαθε το μάτι σου;» τη ρώτησε η Νταϊάνα ψιθυριστά στο αυτί, για να μην ακούσει η Νανέτ. «Το τέρας με χτύπησε χτες το βράδυ» αποκρίθηκε η Μ ιν και, καθώς η Νταϊάνα αναπήδησε θορυβημένη, πρόσθεσε: «Δεν έφταιγε εκείνος, εγώ έπεσα πάνω στον αγκώνα του». «Δεν φοράς κατάλληλο σουτιέν για αυτό το φόρεμα» έλεγε η Νανέτ πίσω τους.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
89
«Μ πας και είσαι μητριά μου;» ρώτησε η Μ ιν κοιτάζοντας το είδωλο της μητέρας της στον καθρέφτη. «Γιατί αυτό θα εξηγούσε πολλά». «Ορίστε, γλυκιά μου» είπε η Νανέτ και της έδωσε πέντε διαφορετικά χρωματιστά δαντελωτά σουτιέν. «Πήγαινε στο δοκιμαστήριο να φορέσεις ένα από αυτά και φέρε μου εμένα εκείνο το βαμβακερό πράγμα για να το κάψω». «Ποιο βαμβακερό πράγμα;» ρώτησε η Νταϊάνα. «Φοράω ένα απλό λευκό σουτιέν» εξήγησε η Μ ιν κατεβαίνοντας από το βάθρο και κουβαλώντας τα δαντελωτά εσώρουχα. Η Νταϊάνα άνοιξε τα μάτια διάπλατα, προσποιούμενη ότι είχε σκανδαλιστεί. «Εσύ, παιδί μου, θα καταλήξεις στην κόλαση». «Νταϊάνα!» την κατσάδιασε η Νανέτ. «Το ξέρω» είπε η Μ ιν βάζοντας πλώρη για το δοκιμαστήριο. «Εκεί βρίσκονται οι καλύτεροι άντρες». «Μ ινέρβα» είπε η Νανέτ. «Πού πηγαίνεις;» «Είναι Πέμπτη» αποκρίθηκε η Μ ιν κοιτάζοντας πάνω απ’ τον ώμο της. «Θα συναντήσω τη Λίζα και την Μ πόνι για φαγητό, και δεν θέλω να μιλήσω άλλο για τα εσώρουχά μου». Κοντοστάθηκε στο κατώφλι του δοκιμαστήριου. «Παράγγειλε το μεγαλύτερο μέγεθος –κάτι εξαιρετικά μεγάλο, μητέρα– και, όταν έρθει, θα το δοκιμάσω». «Να αποφύγεις τους υδατάνθρακες» φώναξε η μητέρα της, καθώς εκείνη έμπαινε στο δοκιμαστήριο. «Και το βούτυρο». «Ξέρω ότι με έκλεψες από τους αληθινούς γονείς μου» της φώναξε η Μ ιν από μακριά. «Εκείνοι θα με άφηναν να τρώω βούτυρο». Έπειτα έκλεισε την πόρτα πίσω της, προτού η Νανέτ προλάβει να τη συμβουλέψει να αποφύγει επίσης τη ζάχαρη.
90
JENNIFER CRUSIE
4
Επιστρέφοντας στο σπίτι του από τη δουλειά, ο Καλ άναψε τα λευκά φώτα οροφής, έβγαλε τα παπούτσια και χώθηκε στο άσπρο κουζινάκι πίσω από το άσπρο μακρόστενο τραπεζάκι για να σερβιριστεί ένα ουίσκι. Τη στιγμή που έβαζε το ποτό στο ποτήρι, από το διπλανό διαμέρισμα αντήχησε η φωνή του Έλβις Κοστέλο που τραγουδούσε το «She». «Χριστέ μου» αναφώνησε ο Καλ ακουμπώντας το ποτήρι στο μέτωπό του. Προφανώς, το τελευταίο θυελλώδες ειδύλλιο της Σάνα είχε διαλυθεί. Άδειασε το ποτό του μονορούφι και πήγε να της χτυπήσει την πόρτα. Όταν η Σάνα τού άνοιξε, το όμορφο προσωπάκι κάτω από τα ανακατεμένα, απαλά και ατίθασα σγουρά μαλλιά της ήταν κλαμένο. «Γεια σου, Καλ» του είπε ρουφώντας τη μύτη της. «Έλα μέσα». Την ακολούθησε στην έγχρωμη εκδοχή του δικού του διαμερίσματος μορφάζοντας λόγω της δυνατής έντασης του ήχου μέχρι η Σάνα να τη χαμηλώσει. «Πες μου τι έγινε». «Ήταν φρικτό» απάντησε εκείνη και ζυγώνοντας την κόκκινη βιβλιοθήκη της παραμέρισε ένα ξύλινο αγαλματίδιο θεότητας με
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
91
τρελά χρώματα προκειμένου να πιάσει το μπουκάλι του Γκλένλιβετ που φυλούσε ειδικά για τον γείτονά της. «Μ όλις ήπια» της είπε εκείνος. «Πίστευα πως είχα βρει τον άνθρωπό μου». Η Σάνα ξαναέβαλε το αγαλματάκι στη θέση του και κατευθύνθηκε προς τον μεγάλο παλιό καναπέ που ήταν σκεπασμένος με ένα μοβ ινδικό ριχτάρι. «Πίστευα πως η σχέση μας θα κρατούσε αιώνια». «Πάντα το ίδιο πιστεύεις». Ο Καλ κάθισε πλάι της και την αγκάλιασε. «Ποια ήταν η τελευταία; Έχω χάσει τον λογαριασμό». «Η Μ έγκαν» απάντησε η Σάνα καταρρέοντας πάλι. «Ναι, σωστά». Ο Καλ ανέβασε τα πόδια πάνω στο παμπάλαιο μπαούλο που η Σάνα χρησιμοποιούσε σαν τραπεζάκι. «Η στρίγκλα. Έχω μια ιδέα. Ίσως θα έπρεπε να δοκιμάσεις να βγαίνεις με ανθρώπους που σε ευχαριστούν. Ή να κάνεις μια διακοπή, όπως εγώ…» «Η Μ έγκαν ήταν διασκεδαστική» αντέτεινε η Σάνα. «Η Μ έγκαν ήταν μια γυναίκα δίχως χιούμορ, σκέτη συμφορά» είπε ο Καλ. «Μ ου είναι αδύνατον να καταλάβω για ποιον λόγο μια ζωή ερωτεύεσαι γυναίκες που σου δημιουργούν ενοχές. Εγώ, όταν πέφτω σε τέτοιες περιπτώσεις, το βάζω στα πόδια». Η Σάνα τού έριξε ένα περιφρονητικό δακρυσμένο βλέμμα. «Εσύ σε όλες τις περιπτώσεις το βάζεις στα πόδια». «Τώρα δεν μιλάμε για μένα» είπε ο Καλ καθώς ο Έλβις τελείωνε με ένα τελευταίο ηχηρό «She!» και το τραγούδι ξεκινούσε απ’ την αρχή – η Σάνα είχε πατήσει την επανάληψη. «Πρέπει να αποκτήσεις καινούργιο τραγούδι χωρισμού». «Μ ου αρέσει αυτό». «Κάποτε μου άρεσε κι εμένα» είπε ο Καλ. «Αλλά αυτό συνέβαινε πριν από πολλούς μήνες, προτού μου κάνεις πλύση εγκεφάλου μ’ αυτό κάθε φορά που χαλούσε η τελευταία καταραμένη σχέση σου. Καταστρέφεις τον Έλβις Κοστέλο, κορίτσι μου».
92
JENNIFER CRUSIE
«Κανένας δεν μπορεί να καταστρέψει τον Έλβις. Ο Έλβις είναι θεός» είπε η Σάνα. «Η Μ έγκαν δεν είναι αυτή που σιχαινόταν τον Έλβις;» ρώτησε εκείνος. «Όχι, εσύ λες για την Ανν. Αλλά ούτε η Μ έγκαν τον συμπαθούσε ιδιαίτερα». «Ορίστε, έρχεσαι στα λόγια μου» είπε ο Καλ. «Βάζε τες να ακούσουν Έλβις στο πρώτο ραντεβού, κι αν δεν τους αρέσει, ξεφορτώσου τες προτού συνδεθείς μαζί τους». «Αυτή είναι η τακτική σου;» ρώτησε η Σάνα γέρνοντας το κεφάλι στο μπράτσο του. «Έτσι τα βγάζεις πέρα με τόσες γυναίκες χωρίς να ιδρώνει τ’ αυτί σου;» «Δεν μιλάμε για μένα. Τώρα μιλάμε για σένα. Σταμάτα να βγαίνεις με ανθρώπους που πιστεύεις ότι οφείλεις να συμπαθείς και πρόσφερε τον χρόνο σου σε μια γυναίκα της οποίας η παρέα σού είναι ευχάριστη». «Υπάρχουν και τέτοιοι άνθρωποι;» μουρμούρισε η Σάνα. «Στην αρχή όλες έτσι είναι» αποκρίθηκε ο Καλ κι ύστερα θυμήθηκε τη Μ ιν. «Μ ε εξαίρεση τη γυναίκα με την οποία βγήκα για φαγητό χτες το βράδυ. Αυτή ήταν κακός μπελάς από την πρώτη στιγμή». «Δεν αμφιβάλλω ότι χτες το βράδυ ψάρεψες πάλι μια γυναίκα». Η Σάνα γύρισε να τον κοιτάξει. «Ακόμα κι αν σε έριχναν μέσα στα αποδυτήρια μιας αντρικής ομάδας, ακόμα κι εκεί εσύ θα έβρισκες γυναίκα. Πώς το καταφέρνεις;» «Είναι το φυσικό μου χάρισμα» είπε χαμογελώντας ο Καλ και την ίδια στιγμή είδε νοερά την αναλογίστριά του να στριφογυρίζει τα μάτια με αγανάκτηση. «Δυστυχώς αυτό είναι αλήθεια». Η Σάνα γύρισε αλλού το κεφάλι. «Εγώ δεν διαθέτω τέτοιο χάρισμα». «Κάνεις λάθος» είπε ο Καλ. «Απλώς δεν το χρησιμοποιείς». «Αλήθεια;» «Εγώ δεν κάνω παρέα μαζί σου;» «Ναι, από καλοσύνη».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
93
«Δεν είμαι καλός άνθρωπος» είπε ο Καλ. «Είμαι εγωιστής όσο δεν παίρνει. Και από τη στιγμή που μου ξεκαθάρισες ότι δεν πρόκειται ποτέ να κοιμηθείς μαζί μου, εφόσον συνεχίζω να σε κάνω παρέα σημαίνει ότι σε βρίσκω ευχάριστη, έτσι δεν είναι; Αν εξαιρέσουμε, βέβαια, τις νύχτες της κλάψας συντροφιά με τον Έλβις». «Σωστά» είπε η Σάνα και το πρόσωπό της κάλμαρε κάπως. «Σε πληροφορώ ότι έχω πολύ υψηλά πρότυπα» συνέχισε ο Καλ. «Επομένως, θα πρέπει να σε βρίσκω εξαιρετικά ευχάριστη. Το πρόβλημά σου είναι ότι διαλέγεις τις μεγαλύτερες στρίγκλες που έχω δει στη ζωή μου». «Ενώ οι γυναίκες με τις οποίες βγαίνεις εσύ είναι όλες ψυχούλες» του πέταξε η Σάνα και σηκώθηκε από τον καναπέ. «Δεν μιλάμε για μένα. Ο λόγος που οι σχέσεις σου καταλήγουν διαρκώς σε φιάσκο είναι ότι δεν έχεις αυτοπεποίθηση και ότι επιμένεις να διαλέγεις γυναίκες που γυρεύουν ακριβώς αυτό». «Το ξέρω». Η Σάνα κάθισε στο κόκκινο σκαμπό μπροστά από το μακρόστενο τραπεζάκι της κουζίνας και έσπρωξε την κίτρινη κουρτίνα που σκέπαζε το άνοιγμα για να πιάσει το μεταλλικό κουτί με τη φιγούρα της Μ πέτι Μ πουπ όπου φυλούσε τα μπισκότα. «Επομένως θα πρέπει να διαλέξεις κάποια που σε κάνει να νιώθεις όμορφα». Η Σάνα άνοιξε το κουτί και έπιασε ένα μπισκότο. «Το ξέρω». «Πόσες φορές τα έχουμε πει αυτά;» «Χιλιάδες» απάντησε η Σάνα και δάγκωσε με φούρκα το μπισκότο της. «Και κάθε φορά την πληρώνει ο Έλβις. Αυτό το υπέροχο κομμάτι το έχεις ποδοπατήσει. Αργά ή γρήγορα θα τιμωρηθείς γι’ αυτό». «Το ξέρω» είπε η Σάνα μασουλώντας το μπισκότο της.
94
JENNIFER CRUSIE
«Διάλεξε ένα τραγούδι που να βγάζει θυμό» πρότεινε ο Καλ. «Δεν μπορεί, σίγουρα θα υπάρχουν κομμάτια για οργισμένους χωρισμούς». «Πάντα μου άρεσε το “I Will Survive”» είπε η Σάνα πιο κεφάτα. «Όχι πάλι, Θεέ μου». Ο Καλ σηκώθηκε. Πίσω του ο Έλβις άρχιζε πάλι να τραγουδάει το «She». «Ελευθέρωσέ τον επιτέλους!» Η Σάνα πήγε στη βιβλιοθήκη και έκλεισε τη μουσική. «Πάντως, στην αρχή της γνωριμίας δεν δείχνουν στριμμένες». «Θυμάσαι το πρώτο σου ραντεβού με τη Μ έγκαν;» ρώτησε ο Καλ. «Τότε που μας σύστησες στον διάδρομο;» Η Σάνα συγκατένευσε. «Η Μ έγκαν ζήτησε συγγνώμη για το ντύσιμό σου. Εκείνη τη στιγμή μού ήρθε να τη χαστουκίσω, αλλά κατάλαβα πως έτσι και τολμούσα κάτι τέτοιο, θα τις έτρωγα άσχημα». «Είχε πολύ υψηλά πρότυπα». «Ήταν μια πικρόχολη, αυταρχική ψηλομύτα» είπε ο Καλ. «Έπρεπε να την είχες σχολάσει από το πρώτο κιόλας ραντεβού, μόνο και μόνο για να προστατέψεις τον εαυτό σου». «Έτσι έκανες κι εσύ χτες το βράδυ;» ρώτησε η Σάνα. «Ναι, διάβολε». «Εγώ δεν μπορώ να το κάνω» είπε η Σάνα βουτώντας το χέρι στα μπισκότα. «Δεν είμαι σαν εσένα. Θέλω πρώτα να δώσω χρόνο σε μια σχέση». «Εντάξει» είπε ο Καλ. «Για ποιον λόγο σε άφησε;» Το πρόσωπο της Σάνα ξαναβρήκε την πονεμένη του έκφραση. «Μ ου είπε πως ήμουν υπερβολικά θύμα». «Πράγμα που το εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο» επισήμανε ο Καλ. Βλέποντάς τη να ξεσπάει σε κλάματα, πήγε κοντά της να την αγκαλιάσει. «Έχεις το δικαίωμα να εξοργιστείς μαζί της, Σαν. Δεν ήταν καλός άνθρωπος». «Μ α την αγαπούσα!» ξέσπασε η Σάνα θρηνώντας πάνω στο στήθος του, φτύνοντας ψίχουλα από μπισκότο στο πουκάμισό
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
95
του. «Όχι, δεν την αγαπούσες» αντέτεινε ο Καλ σφίγγοντάς την πάνω του. «Ήθελες να την αγαπάς. Δεν είναι το ίδιο. Την ήξερες μόλις δύο εβδομάδες». «Κι όμως είναι κάτι που δεν αποκλείεται να συμβεί». Η Σάνα τον κοίταξε στα μάτια. «Το καταλαβαίνεις». «Όχι. Δεν γίνεται να ερωτευτείς μια γυναίκα μόνο και μόνο επειδή μόλις την είδες άκουσες τον Έλβις Κοστέλο να τραγουδάει το “She” στο σάουντρακ του μυαλού σου. Απαιτείται χρόνος». «Λες κι εσύ ξέρεις απ’ αυτά». Η Σάνα ξεκόλλησε αποπάνω του και σήκωσε το κουτί με τα μπισκότα. «Έχει διαρκέσει άραγε ποτέ μια σχέση σου τόσο ώστε να προλάβεις να ερωτευτείς;» «Όπα!» έκανε ο Καλ θιγμένος. «Αυτό δεν είναι απάντηση» σχολίασε η Σάνα γυρίζοντας στον καναπέ με τα μπισκότα στην αγκαλιά της. «Γι’ αυτό το βάζεις στα πόδια τόσο γρήγορα; Εγώ τουλάχιστον το προσπαθώ». «Δεν μιλάμε για μένα». «Το ξέρω, το ξέρω» είπε η Σάνα τελειώνοντας άλλο ένα μπισκότο. «Θεέ μου, έχω τα χάλια μου. Θέλεις μπισκότο;» «Όχι. Ανασυγκροτήσου. Αύριο είναι μια άλλη μέρα. Αν περάσεις απ’ το γραφείο, θα σε βγάλω για φαγητό προτού πιάσεις δουλειά». «Ωραία ιδέα» είπε η Σάνα. «Καλ, είσαι εντάξει παιδί. Μ ερικές φορές εύχομαι να ήσουν γυναίκα…» «Ευχαριστώ» είπε ο Καλ επιφυλακτικά. «…όμως μετά θυμάμαι τη φοβία σου μήπως τυχόν δεσμευτείς και χαίρομαι που είσαι άντρας. Μ ου φτάνουν τα προβλήματά μου». «Έχεις δίκιο». Ο Καλ έπιασε το χερούλι της εξώπορτας. «Μ πορώ να πηγαίνω τώρα;» «Ναι, εντάξει. Αύριο θέλω να με πας σε ακριβό εστιατόριο». «Θα σε πάω στο Εμίλιο’ς. Ο Εμίλιο χρειάζεται πελατεία κι εσύ τρελαίνεσαι για πέστο».
96
JENNIFER CRUSIE
Όση ώρα ο Καλ προσπαθούσε να παρηγορήσει τη Σάνα, η Μ ιν πέρασε από του Εμίλιο για να προμηθευτεί σαλάτα και ψωμί. «Α, η έξοχη Μ ιν!» αναφώνησε ο Εμίλιο όταν πήγε να τον βρει στην κουζίνα του. «Εμίλιο, καλέ μου» είπε η Μ ιν. «Χρειάζομαι σαλάτα και ψωμί για τρία άτομα για απόψε και μια θεσπέσια γαμήλια τούρτα για διακόσια άτομα σε τρεις εβδομάδες από την Κυριακή». «Κατάλαβα». Ο Εμίλιο στηρίχτηκε στον πάγκο. «Η γιαγιά μου φτιάχνει γαμήλιες τούρτες. Έχουν γεύση… μμμ… θεϊκή… είναι τόσο αφράτες» της είπε κλείνοντας τα μάτια κι έπειτα τα ξανάνοιξε. «Όμως είναι από τις παλιές καλές τούρτες, δίχως πουλάκια από αμυγδαλόπαστα και διακόσμηση με ζαχαρόπαστα». «Μ ήπως θα μπορούσε να τη στολίσει με φρέσκα λουλούδια;» ρώτησε η Μ ιν. «Μ πορώ να βρω αληθινά μαργαριτάρια. Αν η τούρτα είναι σκεπασμένη με αληθινά πράγματα αντί για ζαχαρωτά, ίσως ο κόσμος εντυπωσιαστεί». «Αυτό δεν το ξέρω» είπε ο Εμίλιο. «Μ α σημασία έχει η γεύση, και η γεύση θα…» «Εμίλιο, έχεις δίκιο» τον έκοψε η Μ ιν προβλέποντας την αντίδραση της Νανέτ σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο. «Δυστυχώς όμως, στην περίπτωσή μας σημασία έχει η παρουσίαση». «Άκου τότε τι θα σου προτείνω» είπε ο Εμίλιο. «Θα τη ρωτήσω αν μπορεί να ετοιμάσει την τούρτα. Αν δεχτεί, θα της βάλει απλή επίστρωση κι εσύ μπορείς να προσθέσεις αποπάνω τα λουλούδια και τα μαργαριτάρια». «Εγώ;» μουρμούρισε η Μ ιν διατηρώντας τις επιφυλάξεις της. «Ίσως όχι εγώ αλλά η Μ πόνι, που έχει φοβερό γούστο. Σύμφωνοι. Τηλεφώνησε στη γιαγιά σου». «Τον Καλ θα τον πάρεις μαζί σου στον γάμο;» ρώτησε ο Εμίλιο πιάνοντας το τηλέφωνο. «Δεν πρόκειται να ξαναδώ τον Καλ» απάντησε η Μ ιν. «Αχ, Θεέ μου, τι χαζοί που είστε!» είπε ο Εμίλιο πατώντας τα
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
97
νούμερα. Αμέσως μετά το πρόσωπό του φωτίστηκε. «Νόνα;» είπε κι άρχισε να μιλάει ιταλικά. Η Μ ιν αναγνώρισε μόνο το όνομα «Καλ», πράγμα ανησυχητικό, αλλά όταν ο Εμίλιο έκλεισε το τηλέφωνο, της χαμογέλασε. «Κανονίστηκε. Της είπα ότι ήσουν φιλενάδα του Καλ. Τον λατρεύει». «Όπως όλες οι γυναίκες». Η Μ ιν τον φίλησε στο μάγουλο. «Είσαι ο ήρωάς μου». «Ορίστε το φαγητό» είπε ο Εμίλιο βάζοντας σε πακέτο ψωμί και σαλάτα για τρία άτομα. Έπειτα η Μ ιν γύρισε σπίτι και ανέβηκε τα τριάντα δύο σκαλοπάτια του πρώτου ορόφου όπου βρισκόταν το διαμέρισμα της Μ πόνι. «Λοιπόν;» ρώτησε η Λίζα όταν της άνοιξε την πόρτα. «Θέλεις να μας εξηγήσεις τι συνέβη χτες το βράδυ;» «Να περάσω μέσα πρώτα;» είπε η Μ ιν και προσπερνώντας τη Λίζα μπήκε στο φωτεινό και ζεστό διαμέρισμα της Μ πόνι. Η Μ πόνι είχε απλώσει στο ρουστίκ τραπέζι της το σερβίτσιο Ρόαγιαλ Ντάλτον Τένισον και ένα γυάλινο σκαλιστό βάζο με τριαντάφυλλα. Η Μ ιν το βρήκε πολύ όμορφο. Εντάξει, συλλογίστηκε, το διαμέρισμά μου δεν θα είναι ποτέ τόσο όμορφο, αλλά θα μπορούσα να στρώσω ωραία το τραπέζι μου. Θα μπορούσα ακόμα και να μαγειρέψω. Θα μπορούσα να ανεβάσω τα κουζινικά σκεύη της γιαγιάς μου από το υπόγειο. Θα ήταν ωραίο να μαγειρεύω όπως η γιαγιά μου… να ψήσω, ας πούμε, κούκις. Τα οποία απαγορευόταν να φάει. Η Μ ιν αναστέναξε και ακούμπησε τα πλαστικά δοχεία στο τραπέζι της Μ πόνι. «Έφερα την καλύτερη σαλάτα που έχετε δοκιμάσει στη ζωή σας και ακόμα καλύτερο ψωμί» είπε στις φίλες της, και η Μ πόνι πήγε να φέρει μπολ για τη σαλάτα. «Ψωμί;» είπε η Λίζα στη Μ ιν. «Θα φας ψωμί;» «Όχι. Έφαγα χτες το βράδυ και σήμερα τιμωρήθηκα γι’ αυτό. Το ψωμί θα το φάτε εσείς κι εγώ θα σας βλέπω».
98
JENNIFER CRUSIE
Η Λίζα έκανε έναν μορφασμό καθώς τραβούσε μία από τις ψηλές καρέκλες της τραπεζαρίας της Μ πόνι. «Όπως με το επιδόρπιο. Μ ικρή μου Στατιστική, θα…» «Τι έφερες;» ρώτησε η Μ ιν, τρέμοντας την απάντηση. «Παγωτίνια με γεύση ράσμπερι και σοκολάτα» αποκρίθηκε η Λίζα παίρνοντας θέση στο τραπέζι. «Εύχομαι να σαπίσεις στην κόλαση!» της πέταξε η Μ ιν τραβώντας επίσης μια καρέκλα. «Χάθηκε ο κόσμος να έφερνες φρούτα;» «Τα φρούτα δεν είναι επιδόρπιο. Και τώρα εξήγησέ μας για ποιον λόγο χτες το βράδυ έφυγες από το μπαρ με τον Κάλβιν Μ όρισεϊ». Η Μ ιν έσπρωξε το δοχείο με το ψωμί προς τη μεριά της Λίζα. «Ο Ντέιβιντ στοιχημάτισε μαζί του δέκα δολάρια ότι ο Καλ δεν θα καταφέρει να με ρίξει στο κρεβάτι μέσα σε διάστημα ενός μήνα» εξήγησε, βλέποντας τις φίλες της να παγώνουν: Η Μ πόνι έμεινε με μια πιατέλα με κοτόπουλο και λαχανικά στο χέρι, ενώ το χέρι της Λίζα έμεινε μετέωρο πάνω από το δοχείο του ψωμιού που ετοιμαζόταν να ανοίξει. «Μ ε δουλεύεις» είπε η Λίζα, που αμέσως πήρε φωτιά. «Τον άφησα να με φλερτάρει επειδή χρειαζόμουν συνοδό για τον γάμο, αλλά μετά συνειδητοποίησα πως θα μου ήταν αδύνατον να ανεχτώ τη γλοιώδη γοητεία του επί τρεις εβδομάδες, οπότε απόλαυσα ένα υπέροχο δείπνο και την κοπάνησα». Το μέτωπο της Μ πόνι ζάρωσε από συμπόνια. «Αχ, γλυκιά μου, είναι φρικτό». «Όχι» είπε η Μ ιν. «Ας ξεχάσουμε τον Καλ Μ όρισεϊ και ας φάμε. Θέλω να μιλήσουμε για την Νταϊάνα. Δεν είναι ευτυχισμένη». «Φταίνε η Κλάψα και η Σκύλα» είπε η Λίζα, κοιτάζοντας τη Μ ιν με τρόπο που άφηνε να εννοηθεί ότι δεν είχαν τελειώσει με το θέμα του Καλ. «Αυτές και μόνο αρκούν για να πάθει κανείς κατάθλιψη».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
99
«Μ ην τις λες έτσι». Η Μ ιν έκλεισε τα μάτια. «Σήμερα το απόγευμα στην πρόβα, παραλίγο να αποκαλέσω τη Σούζι Κλάψα. Φαινόταν έτοιμη να ξεσπάσει σε λυγμούς». «Είναι κατανοητό» είπε η Μ πόνι με φωνή γεμάτη οίκτο, κι ύστερα ακούμπησε την πιατέλα στη μέση του τραπεζιού και κάθισε στη θέση της. «Ίσως ήταν λάθος της Ντι να της ζητήσει να γίνει παράνυμφος. Είναι σκληρό» πρόσθεσε η Λίζα αδειάζοντας το ψωμί σ’ ένα μπολ. «Θα ήταν χειρότερο να μην της το ζητήσει» είπε η Μ πόνι. «Λες γι’ αυτό να είναι αναστατωμένη, Μ ιν;» «Πιστεύω πως ο λόγος σχετίζεται με τον Γκρεγκ» αποκρίθηκε η Μ ιν δοκιμάζοντας τη σαλάτα «αλλά δεν το παραδέχεται. Ο Γκρεγκ ξέχασε να παραγγείλει τη γαμήλια τούρτα». «Να τα μας!» αναφώνησε η Λίζα. «Ο τύπος αντιστέκεται. Ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, η μητέρα σου και η Νταϊάνα τον έσπρωξαν σχεδόν με το ζόρι σ’ αυτό τον γάμο». «Την πρόταση την έκανε μόνος του» αντέτεινε η Μ πόνι. «Νομίζω ότι ήθελε πιο παρατεταμένο αρραβώνα» είπε η Μ ιν. «Αλλά όταν του όρισαν την ημερομηνία, αυτός το δέχτηκε. Στόμα έχει, θα μπορούσε να αρνηθεί». «Στη Νανέτ και την Νταϊάνα;» είπε η Λίζα παίρνοντας μια πιρουνιά σαλάτα. «Ούτε στον ύπνο του. Πρώτα η Σκύλα θα αποκτήσει γκόμενο και μετά ο Γκρεγκ θα αποκτήσει τσαγανό. Έλα τώρα, μίλησέ μας για τον Κάλβιν Μ όρισεϊ και το αναθεματισμένο στοίχημα. Θέλουμε να τα μάθουμε όλα». Μ ισή ώρα αργότερα, η σαλάτα είχε εξαφανιστεί, τα υπολείμματα του κοτόπουλου είχαν μπει στο ψυγείο και η Μ πόνι ξετύλιγε το παγωτίνι της, ενώ η Μ ιν ολοκλήρωνε την ανακεφαλαίωση της βραδιάς. «Τουλάχιστον σε γύρισε στο σπίτι σου» σχολίασε η Μ πόνι. «Το θεωρώ ευγενικό εκ μέρους του» πρόσθεσε διστακτικά. «Ναι. Και μετά με χτύπησε στο κεφάλι, μου ευχήθηκε να ευτυχήσω στη ζωή μου και με παράτησε» είπε η Μ ιν. «Ο τύπος
100
JENNIFER CRUSIE
μού κάθεται στο στομάχι. Εσείς επίσης τον βρίσκετε αχώνευτο, και δεν με συμπάθησε ούτε αυτός. Το τέλειο σκορ». «Πιστεύω ότι ο τρόπος που σε αποχαιρέτησε παραπέμπει αλλού» είπε η Λίζα μπουκωμένη με παγωτό. «Θεωρώ ότι θέλησε να σε καθησυχάσει και ότι θα επανέλθει αιφνιδιαστικά. Αν δεν προσέξεις, θα σε σαγηνέψει για να σε παρασύρει στο κρεβάτι και να σου ραγίσει την καρδιά». «Για τόσο αφελή με περνάς;» πέταξε αγανακτισμένα η Μ ιν. «Ξέρω για το στοίχημα. Εν πάση περιπτώσει, έχω καινούργιο σχέδιο». «Περίφημα» σχολίασε η Λίζα. «Λες και δεν σου έφταναν τα προηγούμενα». Η Μ ιν την αγνόησε. «Χτες το βράδυ, καθώς άκουγα τον Έλβις να τραγουδάει το “Love M e Tender”, σκέφτηκα πως, αν είχε μετεμψυχωθεί, τώρα θα ήταν γύρω στα είκοσι επτά, κι εμένα γενικά μου αρέσουν οι μικρότεροι άντρες. Στατιστικά, οι πιο πετυχημένοι γάμοι είναι όταν η γυναίκα είναι οκτώ χρόνια μεγαλύτερη από τον άντρα. Αποφάσισα λοιπόν να περιμένω να με βρει ο Έλβις». «Θα τον περνούσες μόνο έξι χρόνια» παρατήρησε η Μ πόνι. «Ναι, αλλά μια και μιλάμε για τον Έλβις, θα έβαζα τα δυνατά μου» ισχυρίστηκε η Μ ιν. «Γιατί ειδικά ο Έλβις;» ρώτησε η Λίζα. «Γιατί λέει πάντα την αλήθεια στα τραγούδια του. Ο Έλβις είναι ο μόνος άντρας που εμπιστεύομαι». «Στάσου, για να καταλάβω» είπε η Λίζα δείχνοντας προς το μέρος της με το μισοφαγωμένο παγωτίνι της. «Η Μ πόνι περιμένει τον πρίγκιπα του παραμυθιού που θα την κάνει ευτυχισμένη κι εσύ περιμένεις τη μετεμψύχωση ενός τύπου που έτρωγε σάντουιτς με τηγανητή μπανάνα». «Ακριβώς» είπε η Μ ιν και η Λίζα κούνησε το κεφάλι. «Ίσως να έχω ήδη βρει τον πρίγκιπά μου» είπε η Μ πόνι. «Ο Ρότζερ είναι τέλειος». «Ο Ρότζερ;» ρώτησε η Μ ιν προσπαθώντας να μην κοιτάζει
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
101
τη Λίζα που έτρωγε ακόμη το παγωτό της. «Χτες το βράδυ πιάσαμε φιλίες με την παρέα του τέρατος» εξήγησε η Λίζα μπουκωμένη με παγωτό. «Η Μ πόνι διάλεξε αυτόν που περπατάει στα δύο πόδια». «Ο Ρότζερ είναι γλυκούλης» τον υπερασπίστηκε η Μ πόνι. «Σκέφτομαι να ακυρώσω το ραντεβού που έχω για το Σάββατο το βράδυ και να βγω μαζί του. Θα περιμένω να δω πώς θα τα πάμε την Παρασκευή το βράδυ». «Σου ζήτησε να βγείτε;» ρώτησε η Μ ιν, ανακουφισμένη που άλλαξαν θέμα συζήτησης. «Πες τα μου όλα». «Της ζήτησε να βγαίνουν μαζί κάθε βράδυ για την υπόλοιπη ζωή της» διευκρίνισε η Λίζα. «Ο άνθρωπος τυφλώθηκε». «Αυτό είναι ευχάριστο». Η Μ ιν τσίμπησε το τελευταίο φυλλαράκι της σαλάτας της για να αντισταθμίσει την έλλειψη ζάχαρης. «Πιστεύεις ότι υπάρχει μέλλον μαζί του, Μ πον;» «Ίσως». Η Μ πόνι σκυθρώπιασε – όσο ήταν δυνατόν να σκυθρωπιάσει. «Πιστεύω πως, αν συνεχίσω να τον βλέπω για δύο εβδομάδες και τα πάμε καλά, θα τον γνωρίσω στη μαμά για να τον βολιδοσκοπήσει». Η Μ ιν ανασήκωσε έκπληκτη τα φρύδια. «Πιστεύεις ότι θα διασχίσει τρεις πολιτείες για να γνωρίσει τη μητέρα σου έπειτα από μόλις δύο εβδομάδες;» «Θα διέσχιζε ακόμα και τις Άνδεις για να της φέρει μια οδοντογλυφίδα» είπε η Λίζα. «Είναι θλιβερό». «Όχι, καθόλου». Η Μ πόνι στύλωσε το βλέμμα στο παγωτίνι της με ύφος συνοφρυωμένο. «Είναι γλυκό. Και ο Ρότζερ θεωρεί τον Καλ σπουδαίο παιδί, γεγονός που με μπερδεύει». «Ωραία λοιπόν, η Μ πόνι γνώρισε ένα καλό παιδί» είπε η Μ ιν στη Λίζα, αγνοώντας την αναφορά στον Καλ. «Εσύ ποιον γνώρισες;» «Τον ηλίθιο του χωριού» απάντησε η Λίζα. «Ο οποίος επίσης πιστεύει ότι ο Καλ είναι το κάτι άλλο. Μ ου θυμίζουν το Τρίο Στούτζες. Μ ε τη διαφορά ότι δεν είναι αστείοι». «Οι Τρίο Στούτζες δεν είναι αστείοι» αντέτεινε η Μ πόνι.
102
JENNIFER CRUSIE
«Συμφωνώ απολύτως. Θα ξανασυναντηθείτε με τον ηλίθιο;» ρώτησε η Μ ιν. «Ναι». Η Λίζα έγλειψε τα υπολείμματα του παγωτού από το ξυλάκι της. «Είμαι της γνώμης ότι το τέρας σου θα επανέλθει. Ο ηλίθιός μου παθαίνει λογοδιάρροια όταν του υποβάλλω ερωτήσεις. Επιπλέον, υπάρχει μια μπαργούμαν που μένει δίπλα στο τέρας, την οποία σκοπεύω να πλευρίσω». «Μ ην το κάνεις για χάρη μου» είπε η Μ ιν. «Ο Κάλβιν Μ όρισεϊ δεν έχει θέση στο μέλλον μου». «Θα έχει θέση απόψε το βράδυ» δήλωσε η Μ πόνι. «Θα βρίσκεται στο Μ εγάλο Ρίσκο παρέα με τον Ρότζερ και τον Τόνι». «Τότε θα μείνω σπίτι». «Όχι» διαμαρτυρήθηκε η Μ πόνι εμβρόντητη. «Δεν είναι ανάγκη να πάμε εκεί. Θα διαλέξουμε άλλο μπαρ ώστε να έρθεις μαζί μας». «Και να χάσεις τον Ρότζερ εξαιτίας μου;» Η Μ ιν το ξανασκέφτηκε. «Όχι. Δεν είμαι ακόμη τόσο εγωίστρια για να σου στερήσω την Αληθινή Αγάπη. Θα έρθω. Εξάλλου, θέλω να δω αυτό τον Ρότζερ από κοντά». «Είσαι σίγουρη ότι ο Καλ έβαλε εκείνο το στοίχημα;» ρώτησε η Μ πόνι. «Ήμουν εκεί» απάντησε η Μ ιν. «Το άκουσα με τα ίδια μου τα αυτιά. Είπε: “Πανεύκολο”» – περισσότερο απ’ όλα, αυτό της είχε καθίσει στον λαιμό. «Γιατί ο Ρότζερ τον έχει σε μεγάλη εκτίμηση» συνέχισε η Μ πόνι. «Μ ου μίλησε γι’ αυτόν, μου μίλησε και για τους τρεις τους. Είναι κάπως στενόχωρο. Γνωρίστηκαν στα θερινά ενισχυτικά μαθήματα, όταν πήγαιναν στην Τρίτη Δημοτικού. Ο Ρότζερ είπε ότι ο ίδιος είχε αργή αντίληψη, ο Τόνι δεν αγαπούσε το σχολείο και ο Καλ ήταν δυσλεξικός, οπότε όλοι τούς θεωρούσαν χαζούς». «Ο Καλ είναι δυσλεξικός;» είπε έκπληκτη η Μ ιν. «Ο Τόνι είναι όντως χαζός» είπε η Λίζα ταυτόχρονα.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
103
«Όχι» διαμαρτυρήθηκε η Μ πόνι με ύφος που φανέρωνε ότι η υπομονή της κόντευε να εξαντληθεί. «Ο Τόνι δεν είναι χαζός. Στα πράγματα που τον ενδιαφέρουν είναι πανέξυπνος. Ούτε ο Ρότζερ είναι χαζός, είναι απλώς πολύ μεθοδικός, δεν μπορείς να τον πρεσάρεις. Είναι σαν τον θείο μου τον Τζούλιαν». «Αχ, Θεέ μου» έκανε η Λίζα κοιτάζοντας τα ταβάνι. «Τώρα τον ταυτίζει με την οικογένειά της. Στοιχηματίζω ό,τι θέλετε πως ο Ρότζερ αποτελεί το “Αν” της Μ πόνι αυτή την εβδομάδα». «Δεν βάζω ποτέ στοιχήματα» δήλωσε η Μ ιν. «Μ πόνι; Ποιο είναι το δικό σου “Αν”;» Η Μ πόνι σήκωσε ψηλά το πιγούνι με πείσμα. «Αν ο Ρότζερ αποδειχτεί όντως τόσο γλυκός όσο δείχνει εκ πρώτης όψεως, θα τον παντρευτώ». «Χριστός και Παναγία!» αναφώνησε η Λίζα. «Άφησέ την» της είπε η Μ ιν. «Έχει το δικαίωμα να διαλέξει όποιο “Αν” της γουστάρει. Εσύ τι διαλέγεις;» «Αν η δουλειά μου δεν αποκτήσει ενδιαφέρον, την ερχόμενη εβδομάδα θα παραιτηθώ» δήλωσε η Λίζα και κάθισε ίσια στην καρέκλα της. «Φέρε το ημερολόγιο» είπε η Μ ιν στην Μ πόνι. «Δεν χρειάζεται» είπε η Μ πόνι. «Την τελευταία φορά που παραιτήθηκε ήταν Αύγουστος. Είχε δηλώσει ότι δεν είναι δυνατόν ένας άνθρωπος να δουλεύει με καύσωνα». «Δέκα μήνες» παρατήρησε η Μ ιν. «Κακό αυτό. Η ικανότητά της να συγκεντρωθεί σε κάτι μειώνεται όλο και περισσότερο». «Είπα “Αν”» της εξήγησε η Λίζα. «Θέλω να έχω τα μάτια μου ανοιχτά, μήπως βρω κάτι άλλο. Δεν θα ήταν άσχημα να δούλευα ξανά σερβιτόρα, αν έβρισκα έναν ευχάριστο χώρο δουλειάς. Ποιο είναι το δικό σου “Αν”;» Η Μ ιν σκέφτηκε τον Καλ Μ όρισεϊ και την έπιασε πονοκέφαλος. «Αν μπορέσω να βρω τη μετεμψύχωση του Έλβις, θα βγω ξανά ραντεβού. Μ έχρι τότε, θα διακόψω σχέσεις με το άλλο φύλο. Τις βρίσκω τρομερά επώδυνες».
104
JENNIFER CRUSIE
«Είμαι η μόνη σώφρων γυναίκα εδώ μέσα» αποφάνθηκε η Λίζα. «Η σωφροσύνη είναι υπερτιμημένο προσόν» επισήμανε η Μ ιν και πήγε στο σπίτι της για να πάρει ασπιρίνη. Το επόμενο βράδυ, ο Καλ είχε επιστρέψει στο Μ εγάλο Ρίσκο και καθόταν όσο το δυνατόν πιο μακριά από το πλατύσκαλο ώστε να μπορεί να δραπετεύσει εύκολα. Ο Ρότζερ καθόταν έξι μέτρα παρακάτω και κοίταζε την Μ πόνι λες και ήταν το κέντρο του σύμπαντος. Η Μ πόνι τον κοίταζε σαν να ήταν ένας συμπαθέστατος άντρας τον οποίο δεν γνώριζε αρκετά καλά. Ο Καλ κούνησε το κεφάλι. Ο Ρότζερ στα ραντεβού του θύμιζε νήπιο που μπουσουλάει σε δρόμο ταχείας κυκλοφορίας. Ο Τόνι κάθισε δίπλα στον Καλ και άδειασε το ουίσκι του μονορούφι. «Πιστεύω πως πρέπει να το τολμήσεις» είπε γνέφοντας προς το μπαρ. «Πώς;» Ο Καλ κοίταξε πίσω από την Μ πόνι και αντίκρισε μια ψηλή, λεπτή κοκκινομάλλα. Ήταν η Λίζα του Τόνι. Έπειτα εκείνη μετατοπίστηκε ελαφρά και ο Καλ αντίκρισε τη Μ ιν. Στεκόταν όρθια πίσω από τη φίλη της και φορούσε μια φαρδιά κόκκινη πλεχτή μπλούζα. Στην πλάτη είχε κάτι σαν κουκούλα, κι εκείνη τη στιγμή ο Ρότζερ τής την τράβηξε λέγοντας κάτι που την έκανε να χαμογελάσει. «Περίφημα» μουρμούρισε ανόρεχτα, αφού τώρα θα ήταν υποχρεωμένος να ανεχτεί τις προσβολές της για μια ακόμα βραδιά. «Δεν μας έχεις συνηθίσει να κάθεσαι και απλώς να κοιτάζεις» σχολίασε ο Τόνι. «Αρχίζεις να χάνεις το ταλέντο σου». «Παρατηρούσα τον Ρότζερ και την Μ πόνι» είπε ο Καλ. «Α, μάλιστα». Ο Τόνι έριξε μια ματιά στον Ρότζερ και σήκωσε τους ώμους. «Πάει αυτός, τη δάγκωσε τη λαμαρίνα. Τι να γίνει, κάποτε όλοι θα πεθάνουμε». «Θέλω να μου καλύπτεις τα νώτα» είπε ο Καλ.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
105
«Γιατί, τι σκοπεύεις να κάνεις;» Ο Τόνι κοίταξε με απορία πίσω του και όρθωσε το κορμί. «Πού στο διάβολο πηγαίνουν;» Ο Καλ γύρισε και είδε τους τέσσερίς τους να κατευθύνονται προς ένα τραπέζι του πόκερ στην άλλη άκρη του μπαρ. «Πάντως δεν έρχονται εδώ» είπε ευδιάθετα. Προφανώς η Μ ιν περνούσε εξίσου άσχημα όσο αυτός. Φυσικά, στην περίπτωσή της έφταιγε η ίδια, αφού ήταν τόσο δύσκολη και δεν ευχαριστιόταν με τίποτα. Ένας Θεός ξέρει πόσο είχε κοπιάσει ο Καλ για να την ευχαριστήσει πριν από δύο βράδια. Μ ε εξαίρεση, βέβαια, την αγκωνιά που της έριξε στο τέλος. Η Μ ιν κάθισε πλάι στη Λίζα, κι εκείνος την παρατηρούσε από μακριά να ακουμπάει πίσω την πλάτη και να τεντώνει τα πόδια με το μαύρο κολάν. Είχε ωραία πόδια, δυνατές στρογγυλές γάμπες, γερές, όπως ήταν η Μ ιν, σε γενικές γραμμές. «Σε πέντε λεπτά θα βρίσκεται εδώ» είπε ο Τόνι. «Δέκα δολάρια ότι δεν θα έρθει» αντέτεινε ο Καλ γυρίζοντας ξανά στο ουίσκι του. «Δεκτό» είπε ο Τόνι. «Μ ε θέλει». «Εσένα;» ρώτησε ο Καλ ξαφνιασμένος. «Α, εννοείς η Λίζα». Κοίταξε ξανά την κοκκινομάλλα που γελούσε με τη Μ ιν αγνοώντας παντελώς την ύπαρξη του Τόνι. «Μ πα, όχι, δεν θα έρθει». «Εσύ εννοούσες τη χοντρούλα;» ρώτησε ο Τόνι. «Μ ην τη λες έτσι. Έχει όνομα. Μ ιν. Είναι καλός άνθρωπος, αν εξαιρέσουμε το γεγονός ότι είναι ευέξαπτη». Την κοίταζε καθώς εκείνη έγειρε πλάι στο κάθισμά της για να μιλήσει στην Μ πόνι. «Δεν είναι χοντρούλα. Έχει απλώς στρογγυλό σώμα, ωραίες καμπύλες». «Βασικά ωραίο στήθος» σχολίασε ο Τόνι θέλοντας να είναι δίκαιος. «Ώστε σου έριξε χυλόπιτα, ε;» «Όχι» απάντησε ο Καλ γυρίζοντάς τους ξανά την πλάτη. «Την κάλεσα για φαγητό και ήρθε. Έπειτα τη συνόδευσα στο σπίτι της και την αποχαιρέτησα. Δεν έφαγα χυλόπιτα».
106
JENNIFER CRUSIE
«Επιτέλους, να και μια γυναίκα που δεν σου κάθεται» παρατήρησε ο Τόνι με ικανοποίηση. «Είναι λίγο θλιβερό, γιατί μοιάζει με τέλος εποχής…» «Δεν το επιχείρησα καν» τον έκοψε ο Καλ. «…ωστόσο χαίρομαι που διαπιστώνω ότι κι εσύ φοράς το παντελόνι σου περνώντας πρώτο το ένα πόδι και μετά το άλλο όπως όλοι μας». «Αυτό δεν το κατάλαβα ποτέ» είπε ο Καλ. «Πώς αλλιώς θα μπορούσε να φορέσει κανείς το παντελόνι του;» Ο Τόνι έγειρε κοντά του. «Δέκα δολάρια στοίχημα ότι δεν μπορείς να πείσεις τη Μ ιν να βγει μαζί σου αύριο βράδυ». «Δεν θέλω να βγω μαζί της αύριο βράδυ» είπε ο Καλ. «Πήγαινέ τη στον κινηματογράφο. Έτσι δεν θα είσαι υποχρεωμένος να της μιλάς». «Τόνι…» «Δέκα δολάρια, εξυπνάκια μου. Δεν θα τα καταφέρεις». Ο Καλ κοίταξε πάνω από τον ώμο του τη Μ ιν. Παρά τα γέλια, φαινόταν σφιγμένη όπως την Τετάρτη το βράδυ. Επιπλέον, τον αγνοούσε σκόπιμα. Κούνησε το κεφάλι. «Δεν πρόκειται να δεχτεί. Δεν βάζω το στοίχημα». «Αυτό είναι εξωφρενικό! Φοβάσαι». «Τόνι, αυτή τη στιγμή μισεί όλους τους άντρες. Μ όλις χώρισε». «Ορίστε λοιπόν η ευκαιρία σου! Είναι απογοητευμένη, χρειάζεται παρηγοριά. Εύκολα θα μπορούσες να τη ρίξεις στο κρεβάτι». «Δεν θέλω να τη ρίξω στο κρεβάτι» επέμεινε ο Καλ. «Το πιθανότερο είναι ότι θα σφάξει με τον παγοθραύστη τον επόμενο άντρα που θα κοιμηθεί μαζί της, θέλοντας να εκδικηθεί έτσι τον άντρα που την παράτησε. Πίστεψέ με, είναι από τις γυναίκες που δεν τις πλησιάζεις με κλειστά τα μάτια». «Κότα» του πέταξε ο Τόνι. «Θα σου το κάνω πιο εύκολο. Δέκα δολάρια στοίχημα ότι δεν θα δεχτεί να βγει μαζί σου για
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
107
μεσημεριανό φαγητό». Ο Καλ κοίταξε πάλι τη Μ ιν. Άραγε τι θα την έπειθε να βγουν μαζί για φαγητό; Η Μ ιν είχε κολλήσει τώρα την πλάτη στην καρέκλα της και χαμογελούσε στον Ρότζερ κόβοντάς τον με το βλέμμα της – από ενδιαφέρον για τη φιλενάδα της. Δεν υπήρχε λόγος ανησυχίας, ο Ρότζερ ήταν καλό παιδί και η Μ πόνι θα ήταν πολύ τυχερή αν τον αποκτούσε. Φυσικά, η Μ ιν αυτό δεν το γνώριζε. «Δέχεσαι;» ρώτησε ο Τόνι. Αν πήγαινε κοντά της και της έλεγε… «Μ όλις μπήκε η Σίνθι» ανήγγειλε ο Τόνι. «Διάβολε». Ο Καλ σηκώθηκε χωρίς να κοιτάξει προς την είσοδο. «Αφού το σιχαίνεται αυτό το μπαρ, γιατί…» «Σε παραμονεύει» είπε ο Τόνι. «Θα πρέπει να θέλει πολύ να παντρευτεί. Κι έρχεται προς τα εδώ». «Κατάλαβα». Ο Καλ σηκώθηκε. «Πάμε». «Πού;» ρώτησε ο Τόνι χωρίς να σηκωθεί. «Πάμε εκεί, εσύ για να εκνευρίσεις την κοκκινομάλλα σου κι εγώ να κλείσω ραντεβού για μεσημεριανό και να αποφύγω τη Σίνθι. Δέχομαι το στοίχημα». «Μ όλις έχασες δέκα δολάρια, φιλαράκο» κάγχασε ο Τόνι. «Είδα την έκφραση της Μ ιν μόλις μπήκες, δεν χάρηκε διόλου που σε είδε» πρόσθεσε και σηκώθηκε. «Απορώ πώς δέχτηκες το στοίχημα. Αφού τη χτύπησες στο κεφάλι, βρε γάιδαρε. Πώς είναι δυνατόν να θελήσει να ξαναβγείτε;» «Πέσε πρώτα τα δέκα δολάρια» είπε ο Καλ ανοίγοντας την παλάμη. «Πρώτα κλείσε το ραντεβού. Πράγμα που δεν πρόκειται να συμβεί». «Όχι, τα δέκα δολάρια είναι για την κοκκινομάλλα που δεν ήρθε να σε βρει. Πέρασε το πεντάλεπτο» εξήγησε ο Καλ και ο Τόνι έβγαλε το πορτοφόλι του αναστενάζοντας.
108
JENNIFER CRUSIE
Η Μ ιν αγνοούσε σκόπιμα τον Καλ και επιθεωρούσε τον Ρότζερ, όταν η Λίζα τράβηξε την καρέκλα στα δεξιά της και κάθισε δίπλα της. «Λοιπόν;» τη ρώτησε πάνω από το ποτήρι με το ρούμι και την κόκα κόλα διαίτης. «Έχουμε νεότερα από την Ντι;» «Της τηλεφώνησα σήμερα» απάντησε η Μ ιν πιάνοντας το ποτό της. «Τη ρώτησα αν ήταν όλα εντάξει με την Κλάψα…» είπε και κλείνοντας τα μάτια διόρθωσε «…τη Σούζι, και μου απάντησε πως όλα πάνε καλά, πως η Σούζι βγαίνει με έναν πολύ συμπαθητικό άντρα και πως δεν έχει πρόβλημα με τον γάμο. Η Σκύλα… η Κάρεν το έχει συζητήσει μαζί της και διαβεβαίωσε την Νταϊάνα πως η Σούζι δεν έχει πρόβλημα». «Μ ήπως τρέφει αυταπάτες;» ρώτησε η Λίζα τη στιγμή που κάποιος τραβούσε την καρέκλα στα αριστερά της Μ ιν. «Ποιος; Η Κλάψα, η Σκύλα ή η Νταϊάνα;» ρώτησε η Μ ιν. «Όλες τους» απάντησε η Λίζα. «Υποψιάζομαι ότι η Κλάψα προσπαθεί να φανεί γενναία, η Σκύλα τη φοβερίζει και η Νταϊάνα κρύβεται πίσω απ’ το δάχτυλό της» είπε η Μ ιν γυρίζοντας να δει ποιος βρισκόταν στα αριστερά της. «Ωχ» μουρμούρισε όταν είδε τον Καλ να κάθεται δίπλα της με δυο ποτήρια μπροστά του. Ήταν όμορφος όπως πριν από δύο βράδια, κάνοντας το DNA της να τρελαθεί ξανά. «Γεια σου, κοριτσάκι» της είπε και τράβηξε την κουκούλα της μπλούζας της. Η Λίζα κάγχασε περιφρονητικά και γύρισε να μιλήσει στην Μ πόνι. «Αχ, θαύμα» είπε η Μ ιν. «Είσαι αναμφισβήτητα ο πρώτος άνθρωπος απόψε που με δουλεύει και με λέει Κοκκινοσκουφίτσα. Δεν πρόκειται να ξαναφορέσω αυτή την μπλούζα». «Επιθετικότητα. Το έχω ξαναδεί αυτό το έργο. Πώς πάει το κεφάλι;» «Πότε πονάει, πότε ο πόνος υποχωρεί» του αποκρίθηκε.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
109
«Αλλά ακούω φωνές». «Λαμπρά. Έτσι έχεις να μιλάς με κάποιον. Ποιες είναι η Κλάψα, η Σκύλα και η Νταϊάνα, και πού τα βρήκαν αυτά τα φρικτά ονόματα;» «Ξέχνα το, δεν σε αφορά». Η Μ ιν σήκωσε το ποτό της. «Τι σκαρώνεις;» «Άφησέ με να μαντέψω» είπε ο Καλ με ύφος χλευαστικό. «Πίνεις ρούμι με κόκα κόλα διαίτης – το πρόγευμα των ανθρώπων που βρίσκονται σε δίαιτα». «Δεν έχεις άλλη δουλειά να κάνεις;» «Όχι, αθώο κοριτσάκι μου. Η μοίρα με έστειλε να σου μάθω να πίνεις με αξιοπρέπεια». Απομάκρυνε το ρούμι από μπροστά της και της έδωσε το ένα από τα ποτήρια του. «Ουίσκι Γκλένλιβετ. Πιες το αργά». Η Μ ιν τον κάρφωσε με το βλοσυρό της βλέμμα. «Και μ’ αυτή την τακτική περνιέσαι για γόης;» «Όχι. Δεν χαραμίζω τη γοητεία μου για σένα. Προσπαθώ να σε βοηθήσω να μεγαλώσεις. Οι αληθινές γυναίκες δεν καταστρέφουν ένα καλό ποτό ανακατεύοντάς το με αναψυκτικό». «Γιατί πρέπει να διαθέτουν όλοι το ίδιο γούστο; Δεν την καταλαβαίνω αυτή τη μανία». «Δοκίμασέ το» επέμεινε ο Καλ. «Μ ια γουλιά. Αν δεν σου αρέσει, θα σου επιστρέψω αυτό το νεροζούμι». «Εντάξει» είπε η Μ ιν σηκώνοντας τους ώμους και ήπιε μια γουλιά, αλλά πνίγηκε, καθώς το ουίσκι τής έκαψε τον λαιμό. «Σου ζήτησα να δοκιμάσεις, Ντομπς» διευκρίνισε ο Καλ ενόσω εκείνη πάσχιζε να πάρει αναπνοή. «Το ουίσκι πίνεται γουλιά γουλιά, δεν είναι νερό». «Σ’ ευχαριστώ» είπε η Μ ιν όταν ξαναβρήκε την ανάσα της. «Τώρα μπορείς να πηγαίνεις». «Όχι, δεν γίνεται». Ο Καλ έσκυψε κοντά της και η Μ ιν ένιωσε ξαφνικά την μπλούζα της εξαιρετικά ζεστή. «Έχω να σου κάνω μια πρόταση».
110
JENNIFER CRUSIE
Η Μ ιν σήκωσε ξανά το ουίσκι και ήπιε μια μικρή γουλιά. Σε μικρές δόσεις δεν ήταν άσχημο. Ο Καλ έγειρε ακόμα πιο κοντά της και της ψιθύρισε στο αυτί. «Θέλω να μάθω για την Μ πόνι». Η ανάσα του άγγιξε τον λαιμό της σαν ζεστό χάδι και η Μ ιν ανοιγόκλεισε τα μάτια σαστισμένη. «Για την Μ πόνι; Έχω την εντύπωση ότι ο Ρότζερ είναι τσιμπημένος μαζί της». «Το ξέρω. Γι’ αυτό θέλω να μάθω γι’ αυτήν. Ο Ρότζερ είναι…» Ο Καλ έκανε μια σύντομη παύση και κοίταξε απέναντί του. «…άβγαλτος, δεν έχει πείρα στις γυναίκες. Χρειάζομαι πληροφορίες για τη φίλη σου». «Να σου πω» άρχισε να λέει η Μ ιν, έτοιμη να βάλει άριστα στην αξιολόγηση της Μ πόνι. «Όχι εδώ» την έκοψε ο Καλ, εξακολουθώντας να γέρνει υπερβολικά κοντά της. «Εδώ θα το αντιληφθούν. Προτείνω να συναντηθούμε αύριο για μεσημεριανό φαγητό. Ξέρεις πού βρίσκεται το Τσέρι Χιλ Παρκ;» «Το έχω ακουστά» είπε η Μ ιν. «Οι τραπεζικές καταθέσεις μου δεν μου επιτρέπουν να συχνάζω σε τέτοια μέρη». «Υπάρχει ένας χώρος για πικνίκ στη βόρεια πλευρά» της εξήγησε ο Καλ. «Ραντεβού εκεί, στο πρώτο τραπέζι αύριο το μεσημέρι». «Μ ήπως πρέπει να έχουμε και σύνθημα;» ειρωνεύτηκε η Μ ιν και αποτραβήχτηκε. «Εγώ θα πω “επιτηδευμένος” κι εσύ θα πεις “ξιπασμένη”». «Θέλεις να μάθεις για τον Ρότζερ ή δεν θέλεις;» ρώτησε ο Καλ. Η Μ ιν κοίταξε την Μ πόνι. Αν δεν την ήξερε, θα έλεγε ότι φαινόταν αδιάφορη, όμως η Μ ιν τη γνώριζε καλά και αντιλαμβανόταν πως η Μ πόνι έλαμπε από χαρά. «Θέλω» απάντησε. «Λαμπρά» είπε ο Καλ. «Δείξε μου τα παπούτσια σου». «Ορίστε;» Η Μ ιν τον κοίταξε άναυδη και ο Καλ κοίταξε
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
111
κάτω από το τραπέζι. Εκείνη έβγαλε στο πλάι το πόδι της δείχνοντάς του τα ψηλοτάκουνα σανδάλια της που έδεναν στο κουντεπιέ της με μαύρα δερμάτινα κορδόνια τα οποία δημιουργούσαν αντίθεση με το λευκό δέρμα και τα ζωηρά κόκκινα νύχια. «Η Λίζα τα λέει “σκλαβωμένα δάχτυλα”» του είπε εξυπηρετικά. «Έτσι, ε;» Ο Καλ στάθηκε ασάλευτος χαζεύοντας τα δάχτυλα των ποδιών της για κάμποσες στιγμές. «Λοιπόν, μου έφτιαξες τη βραδιά. Τα λέμε αύριο το μεσημέρι». Έσπρωξε πίσω την καρέκλα του και έφυγε παίρνοντας μαζί το ουίσκι του αλλά και το ρούμι με την κόκα κόλα διαίτης. «Το τελευταίο μού ξέφυγε» είπε η Λίζα σκύβοντας προς το μέρος της Μ ιν. «Τι ακριβώς σου ζήτησε;» «Αύριο θα φάω μαζί του» απάντησε η Μ ιν με ανάμεικτα συναισθήματα˙ αν ο Καλ τής ψιθύριζε άλλη φορά στο αυτί, θα τον χαστούκιζε, τελεία και παύλα. «Πού;» «Στο Τσέρι Χιλ Παρκ». «Θεός φυλάξοι» μουρμούρισε η Λίζα. «Το πάρκο αναψυχής των Πλούσιων και Διάσημων. Τι ώρα;» «Το μεσημέρι». Η Λίζα έγνεψε καταφατικά. Έπειτα δυνάμωσε την ένταση της φωνής της φωνάζοντας τον Τόνι. Η Μ ιν κοίταξε γύρω της και τον είδε στην μπάρα-τροχό, τη στιγμή που πάσαρε στον Καλ ένα χαρτονόμισμα των δέκα δολαρίων. «Δεν το πιστεύω» είπε βγαίνοντας απ’ τα ρούχα της. Το κάθαρμα είχε στοιχηματίσει ότι θα την έβγαζε για φαγητό κι εκείνη είχε πέσει με τα μούτρα στην παγίδα. Ο Τόνι σήκωσε το βλέμμα και η Λίζα τού έγνεψε με τον δείκτη της να πλησιάσει. Αυτός ήρθε κοντά της. «Μ η φανταστείς ότι είμαι από τους άντρες που μπορείς να τους παίζεις στα δάχτυλα» της είπε. «Εσύ κι εγώ αύριο το μεσημέρι θα φάμε στο Τσέρι Χιλ Παρκ»
112
JENNIFER CRUSIE
είπε η Λίζα. «Σύμφωνοι. Αλλά μόνο και μόνο επειδή θα βρίσκομαι ούτως ή άλλως εκεί. Εκτελώ χρέη προπονητή σε ένα παιχνίδι σόφτμπολ». «Τέλεια» είπε η Λίζα. «Τώρα μπορείς να πηγαίνεις». Ο Τόνι κούνησε το κεφάλι και επέστρεψε στον φίλο του στο μπαρ. «Αυτός τουλάχιστον είναι υπάκουος» σχολίασε η Μ ιν. «Μ η διανοηθείς να πεις ναι στο φαγητό» είπε η Λίζα. «Είναι ένα απλό μεσημεριανό γεύμα» διευκρίνισε η Μ ιν. «Μ έρα μεσημέρι. Σε δημόσιο πάρκο». «Παρόλο που είχες πει πως δεν θα τον ξανάβλεπες, αυτός σε έπεισε να πάτε για φαγητό». «Είχα τους λόγους μου» αποκρίθηκε η Μ ιν ρίχνοντας μια μοχθηρή ματιά προς το μπαρ. Ο Καλ ήταν ακόμη εκεί, αλλά στο μεταξύ τον είχε πλησιάσει η μελαχρινή της Τετάρτης που τώρα έγερνε κοντά του φορώντας ένα γαλάζιο στράπλες μπουστάκι. Α, το τέρας. «Δεν υπάρχει πρόβλημα, πίστεψέ με, ξέρω το ποιόν του». Έριξε άλλη μια ματιά στο μπαρ, όπου ο Καλ έμοιαζε να προσπαθεί να αποφύγει τη γυναίκα με το στράπλες. Παρίστανε τον δύσκολο, ο αφιλότιμος. «Πάντως, καλού κακού, εγώ θα φυλάω τα νώτα σου» είπε η Λίζα. «Κι αν ακουμπήσουν στο χορτάρι, ο Κάλβιν θα χάσει ένα κομμάτι του σώματός του». «Διάβολε, στ’ αλήθεια δεν τον χωνεύεις, ε;» είπε η Μ ιν. «Νομίζω ότι στοιχημάτισε με τον Τόνι πως θα σε έπειθε να βγείτε για μεσημεριανό φαγητό» είπε η Λίζα. «Κι εγώ την ίδια εντύπωση έχω» είπε η Μ ιν. «Σκέψου κάτι φρικτό για να τον τιμωρήσεις στην αυριανή συνάντηση». «Έχω ήδη αρχίσει να καταστρώνω το σχέδιό μου».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
113
Έχοντας περάσει ένα ακόμα μαρτυρικό σαββατιάτικο πρωινό πασχίζοντας να βάλει δεκατέσσερα οκτάχρονα να παίξουν μπέιζμπολ με το ζόρι, ο Καλ δεν είχε περιθώρια αντοχής όσον αφορούσε τη Μ ιν. Μ ε βαριά καρδιά, έβγαλε το φορητό ψυγειάκι από το αυτοκίνητο, ψώνισε από τη φιλανθρωπική καντίνα μερικά χοτ ντογκ και πήγε να τη συναντήσει στο τραπέζι του πικνίκ όπου της είχε δώσει ραντεβού. Η Μ ιν δεν είχε έρθει. Έστρωσε μια παλιά κουβέρτα στο τραπέζι από μασίφ ξύλο τικ – το Τσέρι Χιλ δεν έκανε τσιγκουνιές–, ακούμπησε το καλάθι και κάθισε και ο ίδιος πάνω στο τραπέζι, χαρούμενος που τον είχαν στήσει. Η μέρα ήταν υπέροχη, το πάρκο ήταν γεμάτο δέντρα με πλούσια σκιά, τα πιτσιρίκια είχαν φύγει και δεν υπήρχε κανείς να του σπάσει τα νεύρα. Έπειτα η Μ ιν πρόβαλε στο φιδωτό χαλικόστρωτο μονοπάτι ανάμεσα στα δέντρα. Φορούσε την ίδια μακριά κόκκινη πλεχτή μπλούζα, αλλά τούτη τη φορά τη συνόδευε με μια κόκκινη και μαύρη καρό φούστα που ανέμιζε στον αέρα. Τα μαλλιά της ήταν πάλι πιασμένα ψηλά, αλλά καθώς περπατούσε ανάλαφρα με μεγάλες δρασκελιές και ο ήλιος χρύσιζε στα μαλλιά της, του χαμογέλασε και ξάφνου ο Καλ χάρηκε που τελικά δεν τον έστησε. Και όταν της πρόσφερε το χέρι του για να τη βοηθήσει να σκαρφαλώσει στο τραπέζι, εκείνη δίστασε αρχικά κι έπειτα το έπιασε, και τα δάχτυλά της ήταν ευχάριστα ζεστά και δυνατά καθώς η Μ ιν βολευόταν πλάι του στο τραπέζι. «Γεια» του είπε. «Γεια. Σ’ ευχαριστώ που ήρθες» της χαμογέλασε εκείνος. «Ευχαριστώ για την πρόσκληση». Η Μ ιν άφησε την τσάντα της στον πάγκο πίσω τους. «Θέλω δέκα δολάρια». «Ορίστε;» έκανε ο Καλ ανοιγοκλείνοντας τα μάτια. Η Μ ιν τού χαμογέλασε πιο κεφάτη παρά ποτέ. «Σκόπευα να σου κάνω τη ζωή ποδήλατο σ’ αυτό το γεύμα, αλλά η μέρα είναι υπέροχη και αποφάσισα να την απολαύσω. Έβαλες με τον Τόνι δέκα δολάρια στοίχημα ότι θα κατάφερνες να φάμε μαζί».
114
JENNIFER CRUSIE
«Κάνεις λάθος» είπε ο Καλ. Το χαμόγελό της έσβησε. «Ο Τόνι έβαλε μαζί μου δέκα δολάρια στοίχημα ότι θα κατάφερνα να σε πείσω να φάμε μαζί». «Έστω κι έτσι». Η Μ ιν στριφογύρισε τα μάτια με αγανάκτηση. «Δώσε μου δέκα δολάρια, αλλιώς σε αφήνω μπουκάλα, οπότε θα υποχρεωθείς να επιστρέψεις στον Τόνι τα δέκα δολάριά του συν άλλα δέκα επειδή έχασες». «Πιστεύω ότι κέρδισα όταν δέχτηκες» υποστήριξε ο Καλ, βρίσκοντας τη Μ ιν όλο και πιο ενδιαφέρουσα. «Για δοκίμασε να το εξηγήσεις αυτό στον Τόνι» του είπε εκείνη. «Εντάξει. Τι θα έλεγες αν τα μοιράζαμε στα δύο;» Η Μ ιν άπλωσε την παλάμη κουνώντας τα δάχτυλα. «Δέκα δολάρια, ομορφόπαιδο». Ο Καλ αναστέναξε και έβγαλε το πορτοφόλι, προσπαθώντας να μη χαμογελάσει. Εκείνη πήρε τα χρήματα, άνοιξε την τσάντα της, έχωσε μέσα το χαρτονόμισμα και έπειτα έβγαλε ένα εικοσαδόλαρο και το έτεινε προς το μέρος του. «Τι είναι τούτο πάλι;» ρώτησε ο Καλ. «Είναι τα είκοσι που μου έδωσες για ταξί την Τετάρτη. Ξέχασα να σου τα επιστρέψω». «Άρα τώρα είμαι κερδισμένος κατά δέκα δολάρια» αποφάνθηκε ο Καλ. «Όχι, τώρα είμαστε πάτσι. Τα είκοσι δολάρια ήταν δικά σου. Δεν είχα δικαίωμα να τα κρατήσω εφόσον δεν μου ρίχτηκες». Ο Καλ σήκωσε το κεφάλι και κοίταξε τον ήλιο. «Είναι ακόμη νωρίς». «Δεν το θεωρώ πιθανό να μου ριχτείς σε ένα τραπέζι του πικνίκ» σχολίασε η Μ ιν. «Για την ακρίβεια, δεν υπάρχει περίπτωση να μου ριχτείς ούτως ή άλλως, επομένως κρύψε τα λεφτά και πες μου ό,τι ξέρεις για τον Ρότζερ». «Κι εγώ χαίρομαι που σε βλέπω» της πέταξε ο Καλ και το χαμόγελό της πλάτυνε.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
115
«Συγγνώμη. Ξέχασα το πάθος σου για ψιλή κουβεντούλα. Πώς πέρασες λοιπόν τις δεκατέσσερις ώρες από την τελευταία φορά που μιλήσαμε – από τις οποίες τις οκτώ κοιμόσουν;» «Καλά. Εσύ;» «Θαυμάσια. Πόσα άλλα τέτοια πρέπει να πούμε προτού φτάσουμε στο θέμα του Ρότζερ και της Μ πόνι;» «Είσαι πολύ πρακτική γυναίκα» παρατήρησε ο Καλ, αλλά την ίδια στιγμή η Μ ιν ανέβασε τα πόδια της στο τραπέζι για να καθίσει πάνω τους, και εκείνος πρόσεξε τα παπούτσια της, δυο εξωφρενικά σανδάλια φτιαγμένα κατά κύριο λόγο από κορδέλες μ’ ένα ζωηρό κόκκινο λουλούδι στο ύψος του κουντεπιέ. «Μ ε εξαίρεση τα παπούτσια σου». «Μ ην κοροϊδεύεις τα παπούτσια μου». Η Μ ιν κούνησε τα δάχτυλα των ποδιών με τα βαμμένα κόκκινα νύχια κάτω από τα λουλούδια. «Αυτά τα παπούτσια τα λατρεύω. Μ ου τα χάρισε η Λίζα τα Χριστούγεννα». Έλυσε τις κορδέλες, τα έβγαλε και τα ακούμπησε στο τραπέζι πίσω της, χαϊδεύοντας απαλά τα λουλούδια προτού γυρίσει ξανά προς το μέρος του. «Καταλαβαίνω για ποιον λόγο τα λατρεύεις» είπε ο Καλ μαγνητισμένος από τα δάχτυλα των ποδιών της και, όταν εκείνη τα σκέπασε με τη φούστα της, αυτός πρόσθεσε: «Είναι στιλ Έλβις». Η Μ ιν ύψωσε τα φρύδια έκπληκτη. «Μ η μου πεις πως είσαι λάτρης του Έλβις». «Είναι ο καλύτερος» είπε ο Καλ. «Είσαι κι εσύ θαυμάστριά του;» «Εννοείται». Η Μ ιν τον κοίταζε σαστισμένη και στο τέλος είπε: «Το βρίσκω λογικό, αφού είσαι ο διάβολος 5
μεταμορφωμένος». «Πώς;» ρώτησε απορημένος ο Καλ και ξάφνου μπήκε στο νόημα. «Εννοείς του Έλβις Πρίσλεϊ;» «Φυσικά, του Έλβις Πρίσλεϊ, τίνος άλλου;… Ω, τώρα
116
JENNIFER CRUSIE
κατάλαβα. Οι άγγελοι θέλουν να φορέσουν τα κόκκινα παπούτσια μου. Έλβις Κοστέλο». Σήκωσε τους ώμους αδιάφορα. «Κι αυτός καλός είναι». «Και βέβαια είναι» κούνησε το κεφάλι ο Καλ, προσβεβλημένος. «Ευτυχώς που δεν έχουμε βγει ραντεβού» σχολίασε κεφάτα η Μ ιν «γιατί τώρα θα μεσολαβούσε μια εντελώς αμήχανη σιωπή καθώς θα προσπαθούσαμε να βρούμε κάτι να πούμε». «Πες μου ειλικρινά, Ντομπς, σου έχει τύχει έστω και μια αμήχανη σιωπή στη ζωή σου;» τη ρώτησε ο Καλ χαμογελώντας. «Όχι πολλές. Εσένα;» «Όχι». Ο Καλ έβγαλε από το καλάθι το πακέτο με τα χοτ ντογκ και το ακούμπησε στην κουβέρτα. «Λοιπόν, ο Ρότζερ και η Μ πόνι που λέγαμε. Πάρε να τρως ένα χοτ ντογκ όσο θα κουβεντιάζουμε». «Ένα χοτ ντογκ;» επανέλαβε η Μ ιν με ένα ύφος σαν να έλεγε: «Κοκαΐνη;». «Δεν είναι καλή τροφή για σένα». «Έχουν πρωτεΐνη» διαμαρτυρήθηκε ο Καλ αγανακτισμένος. «Μ πορείς να φας μόνο το λουκάνικο χωρίς το ψωμί». «Έχουν λίπος» επέμεινε η Μ ιν. «Νόμιζα ότι η κατανάλωση λίπους επιτρέπεται στις δίαιτες χωρίς υδατάνθρακες» είπε ο Καλ ανακαλώντας στη μνήμη του τη Σίνθι, που καταβρόχθιζε τις σοταρισμένες σε βούτυρο γαρίδες. «Επιτρέπεται, αλλά εγώ ακολουθώ τη δίαιτα Άτκινς που απαγορεύει τα λίπη» εξήγησε η Μ ιν. Ο Καλ την κοίταξε σαν να μην πίστευε στ’ αυτιά του. «Και τότε τι μένει να φας;» «Λίγα πράγματα» είπε η Μ ιν ρίχνοντας λάγνες ματιές στα χοτ ντογκ. «Είναι ψητό λουκάνικο» είπε ο Καλ. «Κόλαση» μουρμούρισε η Μ ιν. «Σήμερα είναι Σάββατο. Ζήσε τη ζωή σου» την παρότρυνε ο Καλ.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
117
«Τα ίδια έλεγες την Τετάρτη στου Εμίλιο. Έχω ήδη αμαρτήσει γι’ αυτή την εβδομάδα». «Το Σάββατο είναι η πρώτη μέρα της καινούργιας εβδομάδας. Αμάρτησε ξανά». Η Μ ιν δάγκωσε το χείλος της, και το αεράκι που σηκώθηκε ξανά έκανε τα φύλλα να θροΐσουν και ανέμισε τη φούστα της προς τη μεριά του Καλ. «Σου έφερα κόκα κόλα διαίτης για αντιστάθμισμα» της είπε ανοίγοντας το ψυγείο. «Επίσης, αυτή η συζήτηση είναι ανιαρή». «Έχεις δίκιο. Μ ε συγχωρείς». Η Μ ιν πήρε το κουτάκι της κόκα κόλα και το άνοιξε. «Ειλικρινά λυπάμαι. Δεν υπάρχει πιο βαρετό θέμα από το να μιλάς για φαγητό». «Κι όμως. Το φαγητό είναι θαυμάσιο θέμα συζήτησης. Βαρετό είναι να λες ότι δεν μπορείς να φας». Έπιασε ένα χοτ ντογκ τυλιγμένο σε λαδόκολλα και της το έδωσε. «Τρώγε». Η Μ ιν κοίταξε το χοτ ντογκ, αναστέναξε και το ξετύλιξε. «Είσαι τέρας». «Επειδή σε ταΐζω; Κακό είναι; Είμαστε Αμερικανοί. Υποτίθεται ότι τρεφόμαστε καλά. Είναι ο αμερικανικός τρόπος ζωής». «Τα χοτ ντογκ είναι ο αμερικανικός τρόπος ζωής;» είπε η Μ ιν κι ύστερα κόμπιασε. «Μ μμ, μάλλον έχεις δίκιο. Τα χοτ ντογκ μαζί με το μπέιζμπολ και τις μηλόπιτες». «Το μπέιζμπολ σ’ το χαρίζω» είπε ο Καλ και δάγκωσε μια μπουκιά από το χοτ ντογκ του. Η Μ ιν εστίασε το βλέμμα στην αθλητική μπλούζα του. «Αυτή η μπλούζα δεν είναι μπλούζα αθλητικής ομάδας;» «Ναι» απάντησε ο Καλ. «Δεν ξέρω τι αμαρτίες πληρώνω, αλλά κάθε Σάββατο πρωί προπονώ παιδιά στο μπέιζμπολ. Κάποια μέρα, ο άντρας σου θα κάνει το ίδιο, ενώ εσύ θα κάθεσαι στις κερκίδες επευφημώντας ένα τσούρμο πιτσιρίκια. Είναι το τίμημα της ελευθερίας». «Δεν πρόκειται να κάνω παιδιά» δήλωσε η Μ ιν δαγκώνοντας το χοτ ντογκ της.
118
JENNIFER CRUSIE
«Αλήθεια;» ρώτησε ο Καλ, αλλά αμέσως μετά η προσοχή του αποσπάστηκε από τη γεμάτη αγαλλίαση έκφραση του προσώπου της καθώς μασούσε˙ τα λουκάνικα ήταν αναμφίβολα νόστιμα, αλλά όχι μέχρις αυτού του σημείου! Η Μ ιν κατάπιε και αναστέναξε. «Είναι θαύμα. Κάποτε ο μπαμπάς μάς έφερνε κρυφά λουκάνικα κάθε φορά που υπήρχε κάποιο φεστιβάλ σε λογική απόσταση από το σπίτι μας. Η μητέρα μου θα τον σκότωνε έτσι και το μάθαινε. Ξέρεις πόσο καιρό είχα να δοκιμάσω λουκάνικο; Είναι θεσπέσιο». «Μ οιάζει θεσπέσιο» συμφώνησε εκείνος και, όταν η Μ ιν έσκυψε ξανά πάνω από τη λαδόκολλα για να μη λερωθεί την ώρα που το δάγκωνε, το βλέμμα του εστίασε στο βαθύ ντεκολτέ της φαρδιάς πλεχτής κόκκινης μπλούζας της και στην πλούσια, αφράτη σάρκα κάτω από το στενό κόκκινο δαντελένιο σουτιέν. Ο Τόνι θα πάθαινε έμφραγμα, συλλογίστηκε και κατόπιν συνειδητοποίησε πως και ο ίδιος ένιωθε μια ελαφριά ζάλη. «Λοιπόν» της είπε κουνώντας το χέρι. «Πες μου γιατί δεν θέλεις να αποτελέσεις κομμάτι του αμερικανικού τρόπου ζωής». Ενώ η Μ ιν μασουλούσε με μάτια κλειστά, εκείνος έριξε ξανά μια ματιά χαμηλά στο ντεκολτέ της και έκανε σκέψεις αμαρτωλές. «Για να γίνω καλή Αμερικανίδα πρέπει να αποκτήσω παιδιά;» είπε η Μ ιν αφού κατάπιε. «Διαφωνώ. Κάθε χρόνο γεννιούνται πάνω από τέσσερα εκατομμύρια μωρά σε τούτη τη χώρα. Ο αμερικανικός τρόπος είναι εξασφαλισμένος. Αν όμως αυτό σε προβληματίζει, μπορείς να αποκτήσεις εσύ περισσότερα για να ισοφαρίσεις». «Εγώ;» Ο Καλ ανακάθισε προσπαθώντας να συγκεντρώσει τη σκέψη του. «Εγώ δεν θέλω παιδιά. Απλώς απόρησα μ’ εσένα. Θα γινόσουν σπουδαία μαμά». «Γιατί;» Η Μ ιν μαρμάρωσε κρατώντας το χοτ ντογκ στον αέρα. Επειδή όλο της το κορμί έμοιαζε σαν μια ζεστή αγκαλιά.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
119
Επειδή φαινόταν πως πιο μεγάλη θα ήταν από εκείνες τις μανάδες που τον γοήτευαν τρελά. «Επειδή φαίνεσαι άνετη και τρυφερή». «Τώρα μάλιστα» του πέταξε αγριοκοιτάζοντάς τον. «Αυτό ακριβώς το κομπλιμέντο ονειρεύεται κάθε γυναίκα». Καθώς έσκυψε μπρος για να δαγκώσει άλλη μια μπουκιά, αυτός έμεινε να παρατηρεί υπνωτισμένος τα στήθη της που τσιτώθηκαν ξανά πάνω στη δαντέλα. «Πολύ σέξι άνετη και τρυφερή γυναίκα, αν αυτό σε παρηγορεί» πρόσθεσε. «Κάπως κατάφερες να τα μπαλώσεις» μουρμούρισε εκείνη ακολουθώντας το βλέμμα του. «Κοιτάζεις το ντεκολτέ μου». «Εσύ έσκυψες. Κι εκεί μέσα υπάρχει άφθονη κόκκινη δαντέλα». «Σου αρέσει η δαντέλα, ε;» «Αν μ’ αρέσει, λέει!» «Η μητέρα μου κερδίζει ξανά» είπε η Μ ιν και δάγκωσε το χοτ ντογκ της ενώ ο Καλ έπιασε το δικό του. «Πώς έμπλεξε η μητέρα σου στην κουβέντα μας;» «Η μητέρα μου έχει την ικανότητα να χώνεται παντού». Η Μ ιν κατάπιε την μπουκιά της με ύφος συννεφιασμένο. «Αφού λοιπόν δεν συμπαθείς τα παιδιά, πώς βρέθηκες να τα προπονείς;» «Δεν είπα ότι δεν συμπαθώ τα παιδιά» εξήγησε ο Καλ προσπαθώντας να σκεφτεί οτιδήποτε άλλο εκτός από το κόκκινο δαντελωτό σουτιέν της Μ ιν. «Είπα ότι δεν θέλω παιδιά. Υπάρχει διαφορά». «Σωστή παρατήρηση. Και πάλι σε ρωτώ, γιατί κάνεις τον προπονητή;» «Μ ε στρίμωξαν άσχημα. Όχι μόνο εμένα αλλά και τον Χάρι. Όσο εγώ σιχαίνομαι την προπόνηση, άλλο τόσο ο Χάρι σιχαίνεται το μπέιζμπολ». «Ποιος είναι ο Χάρι;» «Ο ανιψιός μου».
120
JENNIFER CRUSIE
«Γιατί δεν κάνετε σκασιαρχείο;» «Αποδείχτηκε ότι εκτός από τον Χάρι υπάρχουν και άλλα παιδιά στην ομάδα. Ποιος θα το φανταζόταν;» «Παράξενο. Και έρχεσαι εδώ κάθε Σάββατο;» Η Μ ιν κούνησε το κεφάλι. «Σε στρίμωξαν άγρια». «Έχω κι εγώ τα ευαίσθητα σημεία μου». Ο Καλ τσίμπησε μια πίκλα και τη δάγκωσε. «Δεν είναι τόσο χάλια. Την περισσότερη δουλειά την κάνουν ο Ρότζερ και ο Τόνι, που τους αρέσει». «Ο Ρότζερ;» είπε η Μ ιν. «Α, ναι, ο Ρότζερ. Έχω μερικές ερωτήσεις σχετικά μ’ αυτόν». «Ο Τόνι δεν σε ενδιαφέρει;» ρώτησε ο Καλ. «Ο Τόνι βγαίνει με τη Λίζα» του εξήγησε εκείνη. «Αν αποδειχτεί παλιάνθρωπος, η Λίζα θα τον εξολοθρεύσει». «Ο Τόνι δεν εξολοθρεύεται εύκολα, αλλά αντιλαμβάνομαι τι εννοείς. Αν κατάλαβα καλά, η Μ πόνι είναι άλλος τύπος». «Μ η φανταστείς πως είναι κανένα άβουλο κι αδύναμο πλάσμα. Είναι έξυπνη και δυναμική, αλλά έχει ένα τρωτό σημείο. Πιστεύει στα παραμύθια, πιστεύει ότι κάπου στον κόσμο υπάρχει ο άντρας της ζωής της. Και πιστεύει ότι ο φίλος σου ο Ρότζερ είναι ο πρίγκιπάς της, παρόλο που είναι ακόμη πολύ νωρίς. Μ ίλησέ μου λοιπόν για τον Ρότζερ». «Ο Ρότζερ είναι χρυσό παιδί» είπε ο Καλ. «Και είναι τρελός με την Μ πόνι. Αν τη χάσει, θα πέσει σε βαριά κατάθλιψη. Μ ίλησέ μου τώρα εσύ για την Μ πόνι». Η Μ ιν αναδεύτηκε πάνω στην κουβέρτα καθώς άπλωνε το χέρι για να πιάσει το κουτάκι της κόκα κόλα κάτω από το άγρυπνο βλέμμα του Καλ, ο οποίος παρατηρούσε την κάθε της κίνηση κοιτάζοντας μαγεμένος τη λεία κοιλότητα του λαιμού της τη στιγμή που η μπλούζα γλίστρησε στον ώμο της, τη γεμάτη χάρη κίνηση του καμπύλου κορμιού της καθώς η Μ ιν έγερνε προς τα πίσω για να του χαμογελάσει, την τορνευτή γάμπα της τη στιγμή που η φούστα της ανέμισε ξανά προς το μέρος του. «Η Μ πόνι» ξεκίνησε η Μ ιν επαναφέροντάς τον στο θέμα «έψαχνε καναπέ επί ενάμιση χρόνο. Οι καναπέδες είναι
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
121
σημαντικοί, δεν λέω, βρίσκονται στην ίδια κλίμακα με τα κρεβάτια στην ιεραρχία των επίπλων, αλλά ακόμα κι εγώ θεώρησα υπερβολικό τον ενάμιση χρόνο για έρευνα της αγοράς». «Ναι» είπε ο Καλ προσπαθώντας να σκέφτεται τον Ρότζερ και όχι τις καμπύλες της. «Μ α…» «Ώσπου μια νύχτα, καθώς πηγαίναμε σινεμά, στάθηκε μπρος από τη βιτρίνα ενός επιπλάδικου και μας είπε: “Μ ια στιγμή, δεν θα αργήσω”. Έπειτα μπήκε στο μαγαζί και μέσα σε πέντε λεπτά είχε αγοράσει έναν τρομακτικά ακριβό καναπέ». Η Μ ιν έσκυψε πάλι μπροστά, και ο Καλ κοίταξε το ντεκολτέ της ενώ σκεφτόταν: Μ ην το κάνεις αυτό, μου ανεβαίνει το αίμα στο κεφάλι, κοντεύει να με πιάσει πονοκέφαλος. «Αναγκάστηκε να τον χρεώσει σε δύο διαφορετικές πιστωτικές κάρτες, αλλά είναι περίφημος καναπές και δεν έχει μετανιώσει που τον αγόρασε. Όταν μάλιστα τον έδωσε για να του αλλάξουν ταπετσαρία, τη διαβεβαίωσαν ότι ο καναπές θα κρατήσει μια ζωή». «Θαύμα» ψέλλισε ο Καλ, εξακολουθώντας να καρφώνει με το βλέμμα το ντεκολτέ της˙ η Μ ιν ανέπνεε ήρεμα, το στήθος της ανεβοκατέβαινε ρυθμικά… «Ξεκόλλα» του είπε κι αυτός αναπήδησε. «Μ η φανταστείς ότι το ενδιαφέρον σου δεν με κολακεύει, αλλά προσπαθώ να καταλήξω κάπου. Λοιπόν, ο Ρότζερ είναι ο καινούργιος καναπές της Μ πόνι. Ανέκαθεν ήταν σίγουρη πως μια μέρα θα εμφανιζόταν ο πρίγκιπάς της, έχει βγει με πολύ κόσμο αναζητώντας τον, και να που τώρα, από την πρώτη ματιά, είναι βέβαιη πως ο Ρότζερ είναι ο πρίγκιπάς της, οπότε θα τον αγοράσει ώσπου να πεις κίμινο. Αν, λοιπόν, δεν είναι καλό παιδί, θέλω να μου το πεις τώρα, ώστε να της το μεταφέρω. Πες μου ότι δεν είναι παλιάνθρωπος». «Ο Ρότζερ χρειάστηκε επίσης έναν χρόνο για να αγοράσει καναπέ» είπε ο Καλ προσπαθώντας να ανασυγκροτήσει τη σκέψη του. «Τι είδους καναπέ;»
122
JENNIFER CRUSIE
«Κάτι που θυμίζει ογκώδη ανακλινόμενη πολυθρόνα με πρόβλημα θυρεοειδούς. Χρώματος καφέ, αν δεν απατώμαι». Η Μ ιν έγνεψε καταφατικά. «Η Μ πόνι αγόρασε μια ρεπροντιξιόν ισπανικού ρυθμού με σταμπωτά μαξιλάρια σε σχέδια Γουίλιαμ Μ όρις». «Από όσα είπες κατάλαβα μόνο τον ισπανικό ρυθμό. Τα υπόλοιπα μου ακούγονται κινέζικα». «Ο καναπές του Ρότζερ δεν έχει καμία ελπίδα» δήλωσε η Μ ιν. «Λες να τον πειράξει;» «Η φίλη σου μπορεί να τον κόψει κομματάκια μπροστά στα μάτια του Ρότζερ κι αυτός να κοιτάζει αδιαμαρτύρητα» είπε ο Καλ. «Θα τη φροντίζει;» ρώτησε η Μ ιν. «Το πιθανότερο είναι πως δεν χρειάζεται, αλλά σε μια κρίσιμη στιγμή…» «Σε περίπτωση κινδύνου, θα τη σκεπάσει με το σώμα του, αν χρειαστεί. Δεν υπάρχει λόγος να ανησυχείς, ο Ρότζερ είναι το καλύτερο παιδί του κόσμου. Αν είχα αδελφή, θα του έδινα την άδεια να την παντρευτεί. Εμένα η Μ πόνι με ανησυχεί. Δείχνει δυναμική, πράγμα που κατά κανόνα σημαίνει ότι της αρέσει να χειραγωγεί τους άλλους. Και επειδή είναι τόσο μικροσκοπική, πιθανώς έχει το σύνδρομο του Ναπολέοντα…» «Ούτε κατά διάνοια» είπε η Μ ιν. «Η Μ πόνι είναι εξηγημένο κορίτσι. Ο Ρότζερ είναι τυχερός». Κατάπιε την τελευταία μπουκιά του χοτ ντογκ της και μετά έγλειψε την κέτσαπ που είχε στάξει στον αντίχειρά της. Ο Καλ ένιωσε να θολώνει η όρασή του. «Επομένως, όλα καλά μ’ αυτούς, δεν έχουμε λόγους να ανησυχούμε» πρόσθεσε εκείνη, αφού σκούπισε τα χέρια της με μια χαρτοπετσέτα. «Πώς, ναι» είπε ο Καλ. «Επιδόρπιο;» της πρότεινε. «Δεν τρώω επιδόρπιο» του απάντησε. «Σοβαρά; Ποιος θα το πίστευε». «Ουφ, παράτα με» είπε η Μ ιν. «Σου είπα ότι πρέπει να μου μπει το φόρεμα της παρανύμφου…» Ο Καλ έβγαλε μια χαρτοσακούλα από το καλάθι.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
123
«Ντόνατ» ανήγγειλε, αλλά προτού προλάβει να συνεχίσει, άκουσε πίσω του μια υπερβολικά γνώριμη λεπτή φωνούλα. «Μ ου δίνεις κι εμένα ένα;» Ο Καλ αναστέναξε και γυρίζοντας αντίκρισε στην άκρη του τραπεζιού τον κοκαλιάρη μελαχρινό ανιψιό του που είχε το μαύρο του το χάλι. «Δεν έπρεπε να έχεις επιστρέψει στο σπίτι σου;» «Πάλι με ξέχασαν» απάντησε ο Χάρι παίρνοντας ύφος αξιοθρήνητο. Σαν να μην έφτανε αυτό, φορούσε γυαλιά και έδειχνε πιο μικρός από την ηλικία του. «Γεια» είπε διστακτικά στη Μ ιν σκύβοντας να την κοιτάξει πίσω από τον Καλ. «Μ ιν» είπε ο Καλ αγριοκοιτάζοντας τον Χάρι. «Αυτός είναι ο ανιψιός μου, ο Χάρι Μ όρισεϊ. Μ όλις έφευγε. Χάρι, να σου συστήσω τη Μ ιν Ντομπς». «Γεια σου, Χάρι» είπε εγκάρδια η Μ ιν. «Μ πορείς να φας όλα τα ντόνατ». Το πρόσωπο του μικρού φωτίστηκε. «Όχι, ασφαλώς όχι». Ο Καλ έβγαλε το κινητό του. «Θα κάνεις εμετό πάλι». «Πού το ξέρεις;» ρώτησε ο Χάρι πλησιάζοντας κρυφά τη σακούλα με τα ντόνατ. «Θυμάσαι την πανωλεθρία με τα κάπκεϊκ;» είπε ο Καλ πληκτρολογώντας τον αριθμό της νύφης του. «Δεν μπορεί να φάει ούτε ένα;» Η Μ ιν χαμογέλασε στον Χάρι, που αναθάρρησε και πλησίασε περισσότερο. Ο Καλ και ο Χάρι καρφώθηκαν προς στιγμή στο όμορφο πρόσωπό της, μαγεμένοι από την τρυφερή και γλυκιά έκφρασή του. Έπειτα, την ώρα που ο Καλ άκουγε το τηλέφωνο να καλεί, ο Χάρι κοίταξε τη φούστα της Μ ιν και την ακούμπησε με τα δάχτυλά του. «Χάρι» τον κατσάδιασε ο Καλ, και η Μ ιν τράβηξε το ένα σανδάλι της. «Ορίστε» είπε τείνοντάς το στον Χάρι κι εκείνος άγγιξε το
124
JENNIFER CRUSIE
λουλούδι. «Παπούτσια είναι αυτά;» ρώτησε ο Χάρι σαν να έβλεπε κάτι το αξιοπερίεργο. «Ακριβώς» απάντησε η Μ ιν παρατηρώντας τον με το κεφάλι της γερμένο. «Δεν είναι αληθινό» επισήμανε ο Χάρι αγγίζοντας ξανά το λουλούδι. «Όχι. Είναι απλώς για στολίδι». Ο Χάρι συγκατένευσε σαν να μην είχε δει ποτέ κάτι παρόμοιο, γεγονός που πιθανότατα ίσχυε. Ο Καλ σκέφτηκε ότι στον μικρόκοσμο του Χάρι δεν κυκλοφορούσαν πολλά αεράτα λουλούδια πάνω από νύχια βαμμένα κόκκινα. Η Μ ιν έπιασε τη σακούλα και του έδωσε ένα ντόνατ. «Ευχαριστώ, Μ ιν» είπε ο Χάρι εξακολουθώντας να παίζει τον ρόλο του ταλαιπωρημένου ορφανού. «Μ ην τσιμπάς» είπε ο Καλ στη Μ ιν. «Δεν τσιμπάω» του απάντησε εκείνη και χαμογέλασε στον Χάρι. «Σε βλέπω μια χαρά, πιτσιρίκο». «Αναγκάστηκα να παίξω μπέιζμπολ» είπε λυπημένα ο Χάρι. «Αυτά εκεί είναι χοτ ντογκ;» «Όχι» είπε ο Καλ. «Το ξέρεις ότι δεν σου επιτρέπουν να τρως αλεσμένο κρέας. Πήγαινε σ’ εκείνο το παγκάκι να φας το ντόνατ σου». «Μ πορεί να το φάει εδώ» είπε η Μ ιν αγκαλιάζοντας προστατευτικά το παιδί από τον ώμο. Ο Χάρι, επωφελούμενος της καλοσύνης της, έγειρε πάνω στον γοφό της. Πάω στοίχημα ότι εκεί που ακουμπάς είναι πολύ μαλακά, είπε μέσα του ο Καλ και ξαφνικά συνειδητοποίησε ότι ζήλευε τον οκτάχρονο ανιψιό του. «Χάρι» είπε προειδοποιητικά, αλλά πάνω στην ώρα η νύφη του σήκωσε το τηλέφωνο. «Μ πινκ; Ξέχασες να μαζέψεις τον γιο σου». «Ήταν η σειρά του Ρέινολντς» δικαιολογήθηκε η Μ πινκ με
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
125
τον τέλεια χρωματισμένο τόνο της φωνής της. «Δεν ήρθε» είπε ο Καλ. «Ο καημένος ο Χάρι μου» αναστέναξε η Μ πινκ. «Έρχομαι αμέσως. Σ’ ευχαριστώ, Καλ». «Είμαι πάντα στη διάθεσή σου, μωρό μου». Ο Καλ έκλεισε το τηλέφωνο και κοίταξε τον Χάρι. «Έρχεται η μητέρα σου. Δες την καλή πλευρά, θα φας ντόνατ και θα είσαι με τη μαμά σου, αντί να μείνεις νηστικός και να είσαι με τον μπαμπά σου». «Δύο ντόνατ» τον διόρθωσε ο Χάρι. «Χάρι, θα αρρωστήσεις» τον μάλωσε ο Καλ. «Δεν γίνεται να φας δύο ντόνατ. Άντε τώρα, φύγε. Έχω ραντεβού. Σε επτά χρόνια θα καταλάβεις τι σημαίνει αυτό». «Δεν έχουμε βγει ραντεβού» διαμαρτυρήθηκε η Μ ιν. «Μ πορεί να μείνει». Ο Χάρι κούνησε λυπημένα το κεφάλι. «Δεν με πειράζει». «Ω, κόφ’ το, Χάρισον» είπε ο Καλ, ξέροντας πως ο Χάρι εκμεταλλευόταν την κατάσταση. «Πήρες το ντόνατ σου. Πήγαινε τώρα να το φας σ’ εκείνο το παγκάκι». «Εντάξει». Ο Χάρι έσυρε τα βήματά του στο χορτάρι απαρηγόρητος και πήγε να καθίσει σε ένα παγκάκι κήπου, κρατώντας σφιχτά το ντόνατ με το βρόμικο χεράκι του. «Είναι πολύ χαριτωμένος» σχολίασε η Μ ιν γελώντας σιγανά. «Ποια είναι η Μ πινκ;» «Η νύφη μου» απάντησε ο Καλ παρακολουθώντας τον Χάρι, που στα μάτια του εξακολουθούσε να φαίνεται κοκαλιάρης, ενοχλητικός και βρόμικος. «Όσο για τον Χάρι, δεν ξέρω αν είναι χαριτωμένος, πάντως δεν είναι κακό παιδί». «Μ πινκ» είπε η Μ ιν, σαν να προσπαθούσε να καταλάβει τι σόι όνομα ήταν αυτό. «Είναι το χαϊδευτικό του Ελίζαμπεθ» της εξήγησε ο Καλ. «Ελίζαμπεθ Μ άργκαρετ Ρέμινγκτον-Πάστορ Μ όρισεϊ». «Μ πινκ» είπε η Μ ιν. «Καλύτερα».
126
JENNIFER CRUSIE
Ο Καλ έπιασε ένα ντόνατ. «Η σειρά σου, Ντομπς». «Α, όχι. Όχι, όχι, όχι» έκανε η Μ ιν γέρνοντας πίσω. Εκείνος έσκυψε κοντά της κουνώντας το ντόνατ κάτω από τη μύτη της. «Έλα, αμάρτησε λιγάκι». «Σε μισώ» είπε η Μ ιν με το βλέμμα καρφωμένο στο ντόνατ. «Είσαι και τέρας, και αχρείος διαφθορέας». «Όλα αυτά για ένα ντόνατ;» Ο Καλ ύψωσε το φρύδι. «Έλα, τώρα, δεν θα πεθάνεις μ’ ένα γλυκάκι». «Δεν τρώω» δήλωσε η Μ ιν ξεκολλώντας το βλέμμα αποπάνω του. «Τρελάθηκες; Το καθένα περιέχει δώδεκα γραμμάρια λίπος κι εγώ πρέπει να χάσω δέκα κιλά μέσα σε τρεις εβδομάδες. Μ η με πλησιάζεις». «Αυτό εδώ δεν είναι ένα κοινό ντόνατ» είπε ο Καλ κόβοντάς το στα δύο μπροστά στα μάτια της, με το σοκολατένιο γλάσο και την αφράτη ζύμη να διαλύονται σαν αφρός. «Τούτο δω είναι ένα Κρίσπι Κριμ με γλάσο σοκολάτα. Είναι το χαβιάρι των ντόνατ, το Ντομ Περινιόν, η Μ ερσέντες-Μ πενζ των ντόνατ». «Δεν ήξερα ότι σου αρέσουν τόσο πολύ τα γλυκά» παρατήρησε η Μ ιν σαλιώνοντας τα χείλια της και προσπαθώντας να αποτραβηχτεί όσο το δυνατόν περισσότερο, αλλά την ίδια στιγμή η φούστα της ανέμισε ξανά προς τη μεριά του Καλ και τούτη τη φορά εκείνος τη μάγκωσε με το γόνατό του. Έπειτα έκοψε μια μικρή μπουκιά από το ένα κομμάτι. «Δοκίμασέ το» είπε σκύβοντας κι άλλο για να κολλήσει την μπουκιά κάτω από τη μύτη της. «Έλα». «Όχι» επέμεινε η Μ ιν σφραγίζοντας τα χείλη, κι έπειτα έκλεισε και τα μάτια με έναν μορφασμό απέχθειας. «Συγχαρητήρια για την πολύ ώριμη αντίδρασή σου». Ο Καλ τής έκλεισε τη μύτη πιάνοντάς τη με τα δυο του δάχτυλα σαν τσιμπίδι, κι όταν εκείνη άνοιξε το στόμα για να διαμαρτυρηθεί, της έβαλε στο στόμα το ντόνατ.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
127
«Αχ, Θεέ μου» μουρμούρισε η Μ ιν και αμέσως το πρόσωπό της χαλάρωσε καθώς το γλυκό έλιωνε στο στόμα της. Στα χείλη της άνθισε ένα χαμόγελο ευτυχίας. Ο Καλ χαλάρωσε με τη σειρά του, ενώ σκεφτόταν: Το να ταΐζεις αυτή τη γυναίκα είναι σαν να τη μεθάς. Μ όλις η Μ ιν κατάπιε την μπουκιά και άνοιξε τα μάτια, της παρουσίασε μια δεύτερη, μόνο και μόνο για να δει πάλι την έκφρασή της. «Για πλησίασε, Ντομπς». «Όχι» είπε η Μ ιν και τραβήχτηκε πίσω. «Όχι, όχι, όχι». «Το λες συνέχεια, όμως εγώ διαβάζω στα μάτια σου πως το θέλεις». «Το τι θέλω και το τι μπορώ να έχω είναι δύο διαφορετικά πράγματα». Η Μ ιν έγειρε πίσω ισιώνοντας τη φούστα της, χωρίς ωστόσο να αποσπάσει το βλέμμα από το ντόνατ. «Πάρ’ το αυτό το πράγμα μακριά από μένα». «Εντάξει». Ο Καλ τραβήχτηκε πίσω και δάγκωσε το ντόνατ μπροστά στα μάτια της. Η απολαυστική γλυκιά γεύση τον απορρόφησε προς στιγμήν, αλλά όταν η Μ ιν δάγκωσε το απαλό χείλος της με τα δυνατά άσπρα δόντια της, η καρδιά του χτύπησε δυνατά. «Καθοίκι» του πέταξε κουνώντας το κεφάλι της. Ο Καλ δάγκωσε ξανά το ντόνατ κι εκείνη δεν άντεξε άλλο. «Αρκετά ως εδώ, φεύγω» δήλωσε και έσκυψε μπροστά για να τραβήξει τη φούστα της αποκάτω του. «Μ πορείς, σε παρακαλώ, να σηκωθείς…» άρχισε να λέει, κι εκείνος της έχωσε στο στόμα ένα κομμάτι ντόντατ παρατηρώντας τα γλυκαμένα χείλη της. Το όμορφο πρόσωπό της έμοιαζε ευτυχισμένο, το στόμα της ήταν απαλό και ελαφρώς σουφρωμένο, το σαρκώδες κάτω χείλος της γυάλιζε από το γλάσο… Ο Καλ ένιωσε ένα βουητό στα αυτιά του. Όταν το βουητό έγινε ψίθυρος –ΑΥΤΗ είναι–, ο Καλ πήρε βαθιά εισπνοή και, προτού εκείνη ανοίξει τα μάτια της, έγειρε κοντά της και τη φίλησε απολαμβάνοντας τη γεύση της σοκολάτας στο καυτό στόμα της. Η Μ ιν πάγωσε στιγμιαία κι
128
JENNIFER CRUSIE
έπειτα τον φίλησε γλυκά, επίμονα, αποδιώχνοντας κάθε συγκροτημένη σκέψη. Ο Καλ ρούφηξε τη γεύση, το άρωμα και τη ζεστασιά της παραδομένος πλήρως στο φιλί τους και, όταν εντέλει εκείνη τραβήχτηκε, κόντεψε να πέσει στα πόδια της. Η Μ ιν κάθισε στητή απέναντί του. Το στήθος της ανεβοκατέβαινε λαχανιασμένα κάτω από την πλεχτή μπλούζα, τα σκουρόχρωμα μάτια της άστραφταν, σε πλήρη εγρήγορση, τα σαρκώδη χείλη της μισάνοιξαν λαχταρώντας το φιλί του. «Κι άλλο» του ψιθύρισε ξέπνοα κι εκείνος βύθισε το βλέμμα στο δικό της και έγειρε κοντά της.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
129
5
και η Μ ιν πανικοβλήθηκε όταν τον είδε να γέρνει ξανά προς το μέρος της. «Μ η, στάσου» τον έκοψε ζουλώντας την παλάμη της στο στήθος του, κι αυτός χαμήλωσε το βλέμμα. «Έχεις δίκιο» της είπε και έπιασε άλλο ένα κομμάτι ντόνατ. Όταν η Μ ιν προσπάθησε να διαμαρτυρηθεί, της έχωσε την μπουκιά στο στόμα. Το γλάσο έλιωσε στο ζεστό της στόμα κι εκείνη έκλεισε τα μάτια ηδονικά, καθώς η γλύκα απλωνόταν απολαυστικά σ’ όλο της το κορμί. Ύστερα άνοιξε τα μάτια της και τον είδε απέναντί της, σε απόσταση αναπνοής. Ο Καλ έγειρε μπρος και τη φίλησε απαλά. Τα χείλη του έσμιξαν υπέροχα με τα δικά της. Ένα ρίγος συγκλόνισε το κορμί της καθώς γευόταν τη θέρμη του, καθώς έγλειφε τη σοκολάτα απ’ τα χείλη του νιώθοντας τη γλώσσα του στη γλώσσα της, καυτή και συγκλονιστική, κι όταν εκείνος έπαψε να τη φιλάει, η Μ ιν έμεινε ξέπνοη και ζαλισμένη, λαχταρώντας κάτι περισσότερο. Την κοίταξε επίμονα στα μάτια, ζαλισμένος όσο κι αυτή, όμως η Μ ιν δεν ξεγελάστηκε ούτε στιγμή, ήξερε τι μέρος του λόγου ήταν ο Καλ. Απλώς δεν την ένοιαζε. «Κι άλλο» ψέλλισε, κι εκείνος άπλωσε το χέρι για να πιάσει το γλυκό. «Όχι, εσένα θέλω» του ψιθύρισε και αδράχνοντάς τον ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΚΑΛ ΗΤΑΝ ΣΚΟΥΡΑ ΣΑΝ ΣΟΚΟΛΑΤΑ
130
JENNIFER CRUSIE
από το πουκάμισο τον τράβηξε κοντά της. Ο Καλ τη φίλησε με πάθος αυτή τη φορά, πιάνοντάς την από τον σβέρκο, και η Μ ιν έπεσε στην αγκαλιά του βλέποντας πυροτεχνήματα πίσω από τα κλειστά της βλέφαρα. Όταν ένιωσε τα χέρια του στη μέση της, τις καυτές παλάμες του να χώνονται κάτω από την μπλούζα της, το αίμα κύλησε γοργά στις φλέβες της συνοδευόμενο από ένα βουητό στο κεφάλι που έλεγε: ΑΥΤΟΣ είναι. Ξαφνικά ο Καλ τινάχτηκε μπροστά δίνοντάς της μια κουτουλιά. «Ε!» αναφώνησε έκπληκτη, κι εκείνος κοίταξε πίσω του, εξακολουθώντας να τη σφίγγει με τα δυο του χέρια. «Τι διάβολο ήταν αυτό;» φώναξε ο Καλ. «Σε ρώτησα» είπε η Λίζα κρατώντας ψηλά τη δερμάτινη τσάντα της «τι κάνεις εδώ πέρα». «Εσύ τι νομίζεις ότι κάνω;» «Έκοψα το χείλος μου» είπε η Μ ιν φέρνοντας το δάχτυλο στο πονεμένο χείλος της. Ο Καλ στράφηκε ξανά προς το μέρος της και της απομάκρυνε το δάχτυλο, αναψοκοκκινισμένος και θορυβημένος. Βρισκόταν τόσο κοντά της, που η Μ ιν έγειρε πάνω του με την καρδιά της να βροντοχτυπάει, κι αυτός τη μιμήθηκε, με μάτια μισόκλειστα. Αχ, ναι, Θεέ μου, είπε μέσα της, αλλά την ίδια στιγμή η Λίζα την άδραξε απ’ το μπράτσο και κόντεψε να τη ρίξει απ’ το τραπέζι. «Κατέβα από το τραπέζι, Στατιστική» της είπε, ενώ το κεφάλι της Μ ιν γύριζε ιλιγγιωδώς. «Τόνι» είπε ο Καλ με σφιγμένα δόντια. «Μ ε συγχωρείς, φιλαράκο. Είναι ανεξέλεγκτη» δικαιολογήθηκε εκείνος. «Εμείς τρώγαμε απλώς το γλυκό μας». Η Μ ιν απομακρύνθηκε από τον Καλ όσο ήταν εφικτό, δεδομένου ότι εκείνος εξακολουθούσε να κάθεται πάνω στη φούστα της. Καταλαβαίνω πως ήταν βλακεία μου, συλλογίστηκε προσπαθώντας να μην τον κοιτάζει, αλλά θέλω κι άλλο.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
131
«Γλυκό;» Η Λίζα κοίταξε το τραπέζι. «Μ η μου πεις ότι έφαγες ντόνατ;» «Αχ» αναστέναξε η Μ ιν, και το αίσθημα της ενοχής τη βοήθησε να καθαρίσει λίγο το μυαλό της. «Εσύ τι είσαι, κοπέλα μου;» ρώτησε ο Καλ αγριοκοιτάζοντας τη Λίζα. «Ο χωροφύλακας των θερμίδων; Άδειασέ μας τη γωνιά». «Όχι» απάντησε η Λίζα. «Μ πορεί να φάει όσα ντόνατ θέλει. Απλώς δεν θέλω να την ταΐζεις εσύ». «Γιατί;» ρώτησε επιθετικά ο Καλ. «Γιατί είσαι ο Μ όρισεϊ που αλλάζει γυναίκες σαν τα πουκάμισα, και η Μ ιν είναι η καλύτερή μου φίλη». Η Λίζα τράβηξε ξανά τη Μ ιν από τον αγκώνα. «Πάμε, μας περιμένει η Μ πόνι». «Τι είπες πως είμαι;» Η Μ ιν δοκίμασε να σηκωθεί, αλλά ο Καλ καθόταν ακόμη πάνω στη φούστα της. Κι αυτό δεν της ήταν διόλου δυσάρεστο. «Η Μ πόνι κάθεται λίγο παρακάτω στο παγκάκι και μιλάει με τον Ρότζερ» είπε ο Τόνι στη Λίζα. «Δεν νομίζω ότι ενδιαφέρεται». «Κακώς» είπε η Λίζα. «Καλό θα ήταν να ενδιαφερθεί να δει τι γίνεται εδώ». Κάρφωσε το βλέμμα στη Μ ιν. «Τα έχουμε συζητήσει αυτά. Κατέβα από το τραπέζι». Ναι, βέβαια, αλλά δεν το θέλω, συλλογίστηκε η Μ ιν. Απέναντί της, λουσμένος στο φως του ήλιου, ο Καλ φαινόταν ακόμα πιο κούκλος απ’ ό,τι συνήθως. Η Μ ιν χαμήλωσε το βλέμμα προσπαθώντας να θυμηθεί για ποιον λόγο δεν έπρεπε να βρίσκεται εκεί. «Μ πορώ να έχω πίσω τη φούστα μου, παρακαλώ;» είπε ξεψυχισμένα κι εκείνος ανασηκώθηκε για να ελευθερώσει το ύφασμα. «Ευχαριστώ πολύ. Για το γεύμα. Πέρασα θαυμάσια». «Μ είνε» της είπε, κι εκείνη τον κοίταξε στα μάτια και σκέφτηκε: Αχ, ναι. «Όχι» δήλωσε η Λίζα τραβώντας τη Μ ιν, που κατέβηκε από
132
JENNIFER CRUSIE
το τραπέζι παραπατώντας στο χορτάρι. «Μ πορεί να αποφασίσει μόνη της» είπε ο Καλ. «Σοβαρά;» Η Λίζα έκανε ένα βήμα προς το μέρος του με επιθετική διάθεση. «Πες μου ότι τη γνωρίζεις καλά. Πες μου ότι ενδιαφέρεσαι γι’ αυτήν. Πες μου ότι θα την αγαπάς αιώνια». «Λίζα» διαμαρτυρήθηκε η Μ ιν τραβώντας την από το μπράτσο. «Τη γνώρισα μόλις πριν από τρεις μέρες» είπε ο Καλ. «Τότε γιατί τη φιλάς έτσι;» Η Λίζα τού γύρισε την πλάτη. «Έλα, πάμε, Μ ιν». «Ευχαριστώ για το γεύμα» είπε η Μ ιν καθώς η Λίζα τής έσφιγγε το χέρι. Άπλωσε το χέρι και πρόλαβε να αρπάξει τα σανδάλια της από τις κορδέλες. Ύστερα η Λίζα την πήρε μαζί της και χάθηκαν πίσω απ’ τα δέντρα. Όταν έφυγαν, ο Καλ στράφηκε στον Τόνι. «Προσπαθώ να διαλέξω με ποιον τρόπο θα σε δολοφονήσω». «Δεν φταίω εγώ, η Λίζα φταίει» είπε εκείνος. «Και αν θέλεις να ξέρεις, πρώτα φώναξε τη Μ ιν με το όνομά της, κι εσένα σε σκούντησε τρεις φορές στο πλευρό προτού σου κοπανήσει την τσάντα στο κεφάλι». Το βλέμμα του καρφώθηκε στο τραπέζι. «Όπα, χοτ ντογκ» αναφώνησε και κάθισε στο τραπέζι πιάνοντας ένα στο χέρι του. «Αυτή η γυναίκα είναι τρελή» είπε ο Καλ τρίβοντας πίσω το κεφάλι του. Τώρα που η Μ ιν είχε φύγει, η φλόγα μέσα του υποχωρούσε, ωστόσο αυτό ήταν μικρή παρηγοριά. «Μ ου επιτέθηκε». «Αυτή είναι τρελή;» είπε ο Τόνι ξετυλίγοντας το χοτ ντογκ. «Εσύ δηλαδή τι είσαι;» «Δεν έγινε και τίποτα τρομερό». Σε δέκα λεπτά το πολύ θα μας τσακώνατε γυμνούς. Αυτό, ομολογουμένως, θα ήταν τρομερό.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
133
«Για εξήγησέ το αυτό στον Χάρι» είπε ο Τόνι. «Δεν ήταν ανάγκη να ξέρει τι ακριβώς κάνει ο θείος του στον ελεύθερο χρόνο του». «Στον Χάρι;» Ο Καλ κοίταξε το παγκάκι όπου προηγουμένως καθόταν ο μικρός. Ο Χάρι ήταν ακόμη εκεί, αλλά τώρα βρισκόταν πλάι του μια λεπτή ξανθιά. Ήταν η Μ πινκ. Ο Καλ έκλεισε τα μάτια και η ανάμνηση της θέρμης του κορμιού της Μ ιν έσβησε. «Μ η μου πεις πως μας είδε η Μ πινκ». «Δεν ξέρω. Όταν φτάσαμε, δεν ήταν εκεί, επομένως ίσως πρόλαβε μόνο το γκραν φινάλε. Τι στο διάβολο είναι αυτό που κάθομαι πάνω του;» αναρωτήθηκε ο Τόνι και ψάρεψε από την κουβέρτα ένα παπούτσι με κόκκινο λουλούδι. «Είναι της Μ ιν» απάντησε ο Καλ βλέποντας νοερά τα δάχτυλα των ποδιών της. «Δώσ’ το στη Λίζα, όποτε μπορέσεις. Δώσ’ της το να το φάει, αν είναι δυνατόν». «Ναι, σιγά μην το θυμηθώ» είπε ο Τόνι και το έριξε μέσα στο ψυγειάκι. Ο Καλ το ψάρεψε προτού ο πάγος μουλιάσει το λουλούδι και προσπάθησε να διώξει από τον νου του τη Μ ιν. «Τελικά έμαθα ότι η Μ πόνι είναι καλή περίπτωση, οπότε ο Ρότζερ είναι εντάξει». Έπαιξε το σανδάλι της Μ ιν στην παλάμη του. Ήταν ένα γελοίο παπούτσι με λεπτό τακουνάκι που πιθανώς θα βούλιαζε στο χορτάρι, άσε πια εκείνο το σαχλό λουλούδι που σίγουρα θα καταστρεφόταν αν το φορούσε στη βροχή. Παραδόξως, ο Καλ βρήκε διεγερτική αυτή τη σκέψη. «Ο Ρότζερ δεν είναι εντάξει» είπε ο Τόνι μπουκωμένος με το λουκάνικο. «Θέλει να παντρευτεί». «Δεν είναι προς θάνατον» αποφάνθηκε ο Καλ προσπαθώντας να φανταστεί πώς ήταν δυνατόν ένας άνθρωπος τόσο πρακτικός όσο η Μ ιν να φοράει τέτοιο παπούτσι. Αλλά, πάλι, η Μ ιν προφανώς έκρυβε μέσα της και μια μη πρακτική πλευρά, ειδάλλως δεν θα τον φιλούσε με γλώσσα πάνω σ’ ένα τραπέζι του πικνίκ. Προς στιγμήν ένιωσε να φουντώνει και δεν άκουσε
134
JENNIFER CRUSIE
τι του έλεγε ο φίλος του. «Πώς είπες;» ρώτησε. «Είπα, ναι καλά, γι’ αυτό το έβαλες στα πόδια με τη Σίνθι» είπε ο Τόνι. «Μ πορεί εγώ να μην είμαι για γάμο, αλλά ο Ρότζερ πιθανώς να είναι» απάντησε ο Καλ αφήνοντας το παπούτσι στο τραπέζι. «Ποτέ δεν τον κέντρισε η περιπέτεια». «Έχεις δίκιο. Και αν η Μ πόνι είναι καλό κορίτσι, ίσως τελικά να εγκατασταθώ πάνω από το δικό τους γκαράζ». «Να μια ακόμα καλή είδηση για μένα» είπε ο Καλ και σκέφτηκε ξανά τη Μ ιν, το αφράτο, ζεστό κορμί της κάτω απ’ τα χέρια του… Όχι. Δεν του χρειαζόταν άλλη ένταση στη ζωή του. Αν επιθυμούσε καλό σεξ, θα μπορούσε να γυρίσει στη Σίνθι, η οποία τουλάχιστον δεν υπήρξε ποτέ αυταρχική. Προσπάθησε να ανακαλέσει την ανάμνηση της Σίνθι προκειμένου να σβήσει την εικόνα της Μ ιν, αλλά η Σίνθι φαινόταν ασπρόμαυρη δίπλα στην πλούσια, εκνευριστική, ερεθιστική, έγχρωμη εικόνα της Μ ιν με τα σανδάλια και τα κόκκινα νύχια. «Τι συμβαίνει;» ρώτησε ο Τόνι. «Έχει μείνει κανένα χοτ ντογκ που να μην έχεις καθίσει πάνω του;» Ο Τόνι βρήκε ένα κάτω από μια πτυχή της κουβέρτας και του το έδωσε. Ο Καλ το ξετύλιξε και δάγκωσε μια μπουκιά, αποφασισμένος να συγκεντρωθεί σε μια αίσθηση που δεν ήταν διαποτισμένη με την εικόνα της Μ ιν. Μ α τότε θυμήθηκε το πρόσωπό της όταν δοκίμασε το λουκάνικο, και είδε με τα μάτια της φαντασίας του το πρόσωπο, και μαζί το φλογερό, πλούσιο κορμί της να σαλεύει κάτω από το δικό του, τα υγρά χείλη της… Διάβολε, είπε μέσα του. «Τι θα πεις στον Χάρι λοιπόν;» ρώτησε ο Τόνι. «Για ποιο θέμα;» «Για τη σκηνή με τη Μ ιν πάνω στο τραπέζι του πικνίκ. Διέκρινα πολύ πάθος». «Θα του πω ότι θα του το εξηγήσω όταν θα μεγαλώσει»
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
135
απάντησε ο Καλ ενώ σκεφτόταν: Πράγματι ήταν μια στιγμή έντονου πάθους. Και τώρα όλα τελείωσαν. «Όταν θα μεγαλώσει για τα καλά» πρόσθεσε και έπιασε μια μπίρα από το ψυγειάκι. «Θα μου πείτε γιατί έπρεπε να φύγουμε;» ρώτησε η Μ πόνι όταν μπήκαν στο καμπριολέ αυτοκίνητο της Λίζα, με τη Μ ιν εξορισμένη στο πίσω κάθισμα. «Επειδή η Μ ιν αντάλλασσε γλωσσόφιλα με έναν διακινητή ντόνατ». Η Λίζα κούνησε επιτιμητικά το κεφάλι κοιτάζοντας την αμαρτωλή Μ ινέρβα στο πίσω κάθισμα. Η Μ πόνι γύρισε και την κοίταξε πάνω απ’ τον ώμο της. «Έφαγες ντόνατ;» «Ναι» απάντησε η Μ ιν, που δεν είχε ακόμη συνέλθει από τα φιλιά. «Χαρά στο πράγμα». «Φιλάει καλά;» ρώτησε η Μ πόνι καθώς η Λίζα έβαζε μπρος. «Ναι. Αρκετά καλά. Πολύ καλά. Καταπληκτικά. Συγκλονιστικά. Μ ε ξύπνησε. Επιπλέον είχαμε τα ντόνατ που ήταν απίθανα». Η Μ ιν σκέφτηκε ξανά τον Καλ, το φλογερό πάθος του, και καθώς η Λίζα έστριβε για να βγει στον δρόμο, ξάπλωσε στο πίσω κάθισμα προτού σωριαστεί κάτω, μεθυσμένη ακόμη από τα φιλιά του. Ένιωσε καλά έτσι ξαπλωμένη – κρίμα που ήταν μόνη. «Σου έστριψε τελείως; Έχασες το μυαλό σου;» ρώτησε η Λίζα πάνω από το κάθισμα. «Μ όνο για ένα δυο λεπτά» απάντησε η Μ ιν κοιτάζοντας τις κορφές των δέντρων που περνούσαν αποπάνω της. «Το ευχαριστήθηκα». Πολύ. «Ξέρεις» είπε η Μ πόνι στη Λίζα «ίσως ο τύπος να είναι εντάξει. Φαινόταν ευτυχισμένος κοντά της. Το πρόσεξε και ο Ρότζερ». «Ε, αφού το λέει ο Ρότζερ…» κάγχασε η Λίζα. «Μ ην ειρωνεύεσαι τον Ρότζερ» διαμαρτυρήθηκε η Μ πόνι με
136
JENNIFER CRUSIE
απειλητική φωνή. «Εντάξει» είπε η Μ ιν και κάθισε ξανά στη θέση της καθώς ο κόσμος έπαψε να γυρίζει. «Τώρα είμαι εντάξει. Λογική όπως πάντα». Έπιασε το σανδάλι της για να λύσει τις κορδέλες. «Πώς ήταν ο Τόνι;» «Συγκρατημένα διασκεδαστικός. Μ ην αλλάζεις θέμα. Τι σκοπεύεις να κάνεις με τον Καλ;» «Να μην τον ξαναδώ» απάντησε η Μ ιν αναζητώντας το δεύτερο σανδάλι. «Αχ, όχι, να πάρει η ευχή! Ξέχασα το παπούτσι μου. Πρέπει να γυρίσουμε». «Αποκλείεται» είπε η Λίζα συνεχίζοντας την πορεία της. «Είναι τα αγαπημένα μου παπούτσια» είπε ψέματα η Μ ιν. «Όλα τα παπούτσια είναι τα αγαπημένα σου» σχολίασε η Λίζα. «Δεν γυρίζουμε πίσω». «Είσαι καλά, γλυκιά μου;» ρώτησε η Μ πόνι τη Μ ιν. «Περίφημα» απάντησε εκείνη κουνώντας το κεφάλι πάνω κάτω σαν μανιακή. «Ο Καλ μού μίλησε για τον Ρότζερ. Σου δίνω την ευχή μου». «Η οποία βασίζεται στα λεγόμενα του Κάλβιν, αυτού του τέρατος» επισήμανε η Λίζα. «Μ πορώ να κρίνω και μόνη μου» είπε η Μ ιν. «Ξέρω πώς να τον χειριστώ». «Ναι, το είδα… Είσαι αδύναμη» της πέταξε η Λίζα. «Αχ, έλα τώρα» είπε η Μ ιν υποφέροντας από τύψεις. «Ξέρω για το στοίχημα. Ξέρω τι παίζεται. Δεν πρόκειται να τον ξαναδώ. Προπάντων από τη στιγμή που του έβαλες τις φωνές και τον στόλισες με βρισιές». Σκέφτηκε τον Καλ τη στιγμή που έγειρε κοντά της, θυμήθηκε πόσο σκληρό ήταν το στήθος του όταν το ακούμπησε με την παλάμη της, πόσο καυτό το στόμα του πάνω στο δικό της, πόσο καλά ένιωσε όταν της έπιασε το στήθος. «Πάντως, νομίζω ότι ανακάλυψα πώς ρίχνει τις γυναίκες» συνέχισε κεφάτα. «Όπως φαίνεται, δεν στηρίζεται μόνο στη γοητεία του». «Ίσως θα ήταν καλό να τον ξαναέβλεπες» είπε η Μ πόνι με
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
137
περίσκεψη. «Μ ερικές φορές, πρέπει απλώς να πιστέψει κανείς σε κάτι». Δεν είναι κακή ιδέα, συλλογίστηκε η Μ ιν. «Μ πόνι» παρενέβη η Λίζα. «Της ζητάς να επιτρέψει να πληγωθεί από τον ίδιο άντρα που ράγισε την καρδιά της ξαδέλφης σου και έβαλε εκείνο το στοίχημα με τον Ντέιβιντ;» Είναι κάκιστη ιδέα, συλλογίστηκε η Μ ιν. «Όχι» απάντησε διστακτικά η Μ πόνι. «Τότε σταμάτα να πιστεύεις στους φρύνους» την αποπήρε η Λίζα. «Γιατί; Όταν τους φιλάς δεν γίνονται πριγκιπόπουλα;» «Αυτό συμβαίνει με τους βάτραχους» εξήγησε η Λίζα. «Ανήκουν σε διαφορετικό είδος». «Μ άλιστα» είπε η Μ ιν προσπαθώντας να διώξει τη σκέψη του Καλ από το μυαλό της. «Φρύνος, όχι βάτραχος. Τέρας. Αναμφίβολα». Έπειτα αναστέναξε προσθέτοντας: «Αλλά τα ντόνατ του ήταν ανεπανάληπτα» και ξάπλωσε ξανά στο πίσω κάθισμα μέχρι να έρθει στα συγκαλά της. Το απόγευμα της Κυριακής, την ώρα που ο Ντέιβιντ καθόταν να δει τηλεόραση, χτύπησε το τηλέφωνό του. Το σήκωσε και άκουσε τη φωνή της Σίνθι. «Ο Καλ και η Μ ιν ήταν στο πάρκο μαζί σήμερα το μεσημέρι» του ανακοίνωσε. «Τη φίλησε, γεγονός το οποίο δημιουργεί ευχάριστα συναισθήματα που ενδέχεται να τους οδηγήσουν στο…» «Μ ια στιγμή» είπε ο Ντέιβιντ παίρνοντας βαθιά εισπνοή. Έφταιγε το καταραμένο στοίχημα. Ο Καλ ήταν ικανός να κάνει τα πάντα για να το κερδίσει. «Την τάιζε ντόνατ» συνέχισε η Σίνθι. «Την πήγε για πικνίκ και…» «Η Μ ιν έφαγε ντόνατ;» Ο Ντέιβιντ πάγωσε ολόκληρος. «Η Μ ιν δεν τρώει ντόνατ. Η Μ ιν δεν τρώει υδατάνθρακες. Ποτέ
138
JENNIFER CRUSIE
δεν έφαγε υδατάνθρακες όσο καιρό ήταν μαζί μου». «Και κάθε φορά που της έβαζε στο στόμα ένα κομμάτι, τη φιλούσε». «Το κάθαρμα!» βλαστήμησε ο Ντέιβιντ αγριεμένα. «Τι κάνουμε τώρα;» «Πρέπει να δουλέψουμε τον παράγοντα έλξη, να τους προσφέρουμε ευχαρίστηση, να τους βοηθήσουμε να θυμηθούν για ποιον λόγο είχαν διαλέξει εμάς» απάντησε η Σίνθι. «Συνόδευσέ τη για φαγητό αύριο το μεσημέρι. Φρόντισε να είναι όλα τέλεια. Κάν’ τη να αισθανθεί ξεχωριστή, αγαπητή, δημιούργησέ της ευχάριστα συναισθήματα και φρόντισε να τα ξαναφτιάξεις μαζί της». «Δεν ξέρω» μουρμούρισε ο Ντέιβιντ ανακαλώντας στη μνήμη την έκφραση της Μ ιν όταν την παράτησε˙ η αρχική ιδέα ήταν να συρθεί αυτή στα πόδια του ικετεύοντας να γυρίσει κοντά του, όχι το ανάποδο. «Εγώ θα φάω με τον Καλ» δήλωσε η Σίνθι, δίχως να του δώσει σημασία. «Μ έχρι τώρα ακολουθούσα ήπια τακτική ελπίζοντας πως θα γύριζε κοντά μου από μόνος του, αλλά στο εξής απαιτούνται δραστικά μέτρα. Θα τον έχω στο κρεβάτι προτού φτάσουμε στο επιδόρπιο κι εκεί θα τελειώσουν όλα». «Η Μ ιν μού έχει θυμώσει» είπε ο Ντέιβιντ. «Πιστεύω πως είναι υπερβολικά νωρίς να τη βγάλω για φαγητό». «Επομένως χρειάζεται κάτι πιο δραστικό». Ακολούθησε παρατεταμένη σιωπή. «Η οικογένειά της» είπε τέλος η Σίνθι. «Εσύ δεν είπες ότι η Μ ιν νιώθει την ανάγκη να εγκρίνουν οι δικοί της τους εραστές της;» «Ναι. Η μητέρα της ήταν ενθουσιασμένη μαζί μου». «Ορίστε λοιπόν. Τηλεφώνησε στη μητέρα της και πες της την αλήθεια για τον Καλ, τον καρδιοκατακτητή». «Όχι, δεν γίνεται» είπε ο Ντέιβιντ γνωρίζοντας την αδυναμία της Νανέτ να εστιάσει την προσοχή της σε θέματα άσχετα με τις θερμίδες και τη μόδα. «Θα μιλήσω στον αρραβωνιαστικό της αδελφής της. Τον Γκρεγκ. Θα του τηλεφωνήσω απόψε».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
139
«Σε τι θα βοηθούσε κάτι τέτοιο;» «Θα το πει αμέσως στην Νταϊάνα. Βλέπονται κάθε βράδυ. Κι αυτή ζει με τους γονείς της, οπότε θα το μεταφέρει στη μητέρα και στον πατέρα της. Ο πατέρας της ειδικά είναι λίαν προστατευτικός». «Περίφημα» είπε η Σίνθι. «Της έδωσε να φάει ντόνατ;» ρώτησε πάλι ο Ντέιβιντ και το πρόσωπό του συσπάστηκε από φρίκη. «Την τάιζε μπουκιά μπουκιά» διευκρίνισε η Σίνθι. Το κάθαρμα. Ασφαλώς το έκανε για το στοίχημα. Αφού πρώτα διακήρυξε ότι ήταν φτηνός αλλά όχι παλιάνθρωπος, φαίνεται ότι αποφάσισε να αποπλανήσει τη Μ ιν με ντόνατ και μετά να ζητήσει τα δέκα χιλιάδες δολάρια. Ο σπουδαίος Κάλβιν Μ όρισεϊ κερδίζει για μια ακόμα φορά. Όμως εγώ αυτό δεν θα το επιτρέψω. «Ντέιβιντ;» είπε η Σίνθι. «Έχε μου εμπιστοσύνη» δήλωσε ο Ντέιβιντ με ύφος δυσοίωνο. «Η Μ ιν μόλις έφαγε το τελευταίο της ντόνατ». Τη Δευτέρα, ο Ρότζερ έφτασε αργά στη δουλειά. Σίγουρα ήταν με την Μ πόνι, συλλογίστηκε ο Καλ, κι αμέσως ο νους του πήγε στη Μ ιν, πράγμα εντελώς γελοίο. «Ε, τι πράγματα είναι αυτά;» είπε ο Τόνι. «Η παράδοση λέει ότι εγώ έρχομαι τελευταίος στη δουλειά». «Ήμουν με την Μ πόνι». Ο Ρότζερ χασμουρήθηκε και κάθισε στο γραφείο του Τόνι. «Χτες το βράδυ κουβεντιάζαμε ως αργά». «Κουβεντιάζατε» είπε ο Τόνι και κάθισε στην άκρη του πάγκου εργασίας. «Το λιγότερο που όφειλες να κάνεις ήταν να πλαγιάσεις μαζί της». Ο Ρότζερ τον κοίταξε μισοκλείνοντας τα μάτια. «Λοιπόν, τώρα που μαζευτήκαμε επιτέλους…» είπε ο Καλ. «Την Μ πόνι θα την παντρευτώ» δήλωσε ο Ρότζερ στον Τόνι. «Δεν είναι σωστό να μιλήσω έτσι για τη γυναίκα που θα
140
JENNIFER CRUSIE
παντρευτώ». «Μ ε συγχωρείς» είπε ο Τόνι. «Εγώ δεν πρόκειται να παντρευτώ ποτέ, οπότε δεν ξέρω απ’ αυτά». «…πρέπει να οργανώσουμε το σεμινάριο της Γουίνστον…» «Θα τα μάθεις, όταν θα γνωρίσεις την κατάλληλη γυναίκα» είπε ο Ρότζερ. «Δεν υπάρχει τέτοιο άτομο». «…και να ετοιμάσουμε τα πακέτα» συμπλήρωσε ο Καλ υψώνοντας τη φωνή. «Φιλάει υπέροχα» είπε ο Ρότζερ κοιτάζοντας από το παράθυρο, κατά πάσα πιθανότητα προς την πλευρά όπου κατά τη γνώμη του θα πρέπει να βρισκόταν η Μ πόνι. «Σε φίλησε ποτέ γυναίκα έτσι που να σε κάνει να νιώσεις ότι όλα είναι στη θέση τους και ότι συγχρόνως χάνεις το μυαλό σου;» «Όχι» απάντησε ο Τόνι με απέχθεια. «Ναι» είπε ο Καλ, που θυμήθηκε πάλι τη Μ ιν σε όλο της το φλογερό και ακαταμάχητο μεγαλείο. Αμέσως, οι άλλοι δύο γύρισαν να τον κοιτάξουν, κι εκείνος είπε: «Τι θα γίνει, θα δουλέψουμε επιτέλους; Όπως πάμε, όπου να ’ναι θα φέρουμε το παγωτό και θα αρχίσουμε να μιλάμε για τα αισθήματά μας, κάτι που θα βλάψει ανεπανόρθωτα την αντρική φιλία μας». «Πάω να ετοιμάσω τα τιμολόγια» δήλωσε ο Ρότζερ και πήγε στο γραφείο του. Ο Καλ κάθισε πίσω στην καρέκλα του γραφείου του, άνοιξε ένα αρχείο στον υπολογιστή και σκέφτηκε τη Μ ιν. Παρόλο που δεν είχε την πρόθεση να τη φιλήσει, μια τρελή παρόρμηση τον είχε ρίξει στην αγκαλιά της. Όσο για εκείνη, δεν βοήθησε ιδιαίτερα. Αντί να τον χαστουκίσει για να τον συνεφέρει, του ψιθύριζε «Κι άλλο»… Εκείνη τη στιγμή χτύπησε το τηλέφωνο και το σήκωσε ο Τόνι. «Μ όρισεϊ, Πάκαρντ, Κάπα» είπε κι έπειτα κάρφωσε το βλέμμα στον Καλ. «Γεια σου, Σίνθι». Ο Καλ κούνησε αρνητικά το κεφάλι. «Δεν είναι εδώ» είπε ο Τόνι. «Νομίζω ότι δεν θα επιστρέψει
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
141
για σήμερα». Κοίταξε αγριεμένα τον Καλ, ο οποίος αναστέναξε και έγειρε πίσω στην καρέκλα του κοιτάζοντας το ταβάνι. «Μ εσημεριανό;» είπε ο Τόνι. «Λυπάμαι, αλλά έχει ήδη ραντεβού για μεσημεριανό. Στο Εμίλιο’ς. Μ ε την καινούργια του φιλενάδα». Ο Καλ τινάχτηκε στην καρέκλα του και τα πόδια του χτύπησαν δυνατά το πάτωμα. Όχι, ψέλλισε βουβά στον Τόνι, συνοδεύοντας τις κινήσεις των χειλιών με μια χειρονομία ότι θα του έκοβε το λαρύγγι. «Επομένως δεν υπάρχει λόγος να ανησυχείς μήπως στενοχωριέται χωρίς εσένα» συνέχισε ο Τόνι. «Μ πήκε πάλι στο παιχνίδι». Ο Καλ σηκώθηκε έξαλλος από θυμό, ενώ ο Τόνι έλεγε: «Πρέπει να κλείσω» και κατέβαζε το ακουστικό. «Καλά, σου έστριψε;» ρώτησε ο Καλ. «Την ξεφορτώθηκα, δεν την ξεφορτώθηκα;» αντέτεινε ο Τόνι. «Μ ου χρωστάς χάρη» πρόσθεσε κι έπειτα φάνηκε προβληματισμένος. «Νομίζω. Ήταν μια έμπνευση της στιγμής». Κοίταξε τον Ρότζερ. «Λες να μην έκανα καλά;» «Δεν είμαι σίγουρος» είπε ο Ρότζερ. «Πάντως στο εξής φρόντισε να αποφεύγεις τις εμπνεύσεις της στιγμής». «Δεν θέλω να ξαναδώ τη Μ ιν» είπε ο Καλ, που σκεφτόταν να την ξαναδεί. «Και λοιπόν; Η Σίνθι δεν είναι ανάγκη να το ξέρει» υποστήριξε ο Τόνι. «Τώρα είμαι αναγκασμένος να πάω με τη Μ ιν στο Εμίλιο’ς, επειδή είναι βέβαιο πως η Σίνθι θα το τσεκάρει» είπε ο Καλ. «Δεν βλέπω τον λόγο» είπε ο Ρότζερ. «Αν η Σίνθι ρωτήσει, μπορείς να της πεις ότι πήγατε αλλού». «Προσπαθώ να λέω όσο το δυνατόν λιγότερα ψέματα». Ο Καλ κάθισε ξανά, καταβάλλοντας προσπάθεια να νιώσει αγανακτισμένος. Σήκωσε το ακουστικό και σχημάτισε τον αριθμό της εταιρείας της Μ ιν. Όταν ζήτησε από το τηλεφωνικό κέντρο να τον συνδέσουν με το γραφείο της, διαπίστωσε ότι το
142
JENNIFER CRUSIE
τηλέφωνό της ήταν κατειλημμένο. Προτίμησε να μην της αφήσει μήνυμα˙ κανείς δεν προσκαλεί τον άλλο σε γεύμα μέσω τηλεφωνικού μηνύματος. Κλείνοντας το τηλέφωνο, πρόσεξε ότι ο Ρότζερ και ο Τόνι τον παρακολουθούσαν. «Τι τρέχει;» «Τίποτα» είπε ο Ρότζερ. «Τίποτα» είπε ο Τόνι. «Λαμπρά» είπε ο Καλ και αγνοώντας τους επέστρεψε στην οθόνη του υπολογιστή του. Όταν χτύπησε το τηλέφωνο του γραφείου της, η Μ ιν σκέφτηκε ότι ήταν ο Καλ, κι αμέσως θύμωσε με τον εαυτό της. Αυτό το τέρας είχε τη δύναμη να στοιχειώνει το μυαλό των γυναικών – φαντάσου ότι τον σκεφτόταν στις εννιά το πρωί μιας Δευτέρας, και ενώ ετοίμαζε μια προκαταρκτική αναφορά. «Μ ινέρβα Ντομπς» είπε στο τηλέφωνο χτυπώντας το κόκκινο στιλό της στο θαμπό τζάμι της επιφάνειας του γραφείου της. «Μ ίλησέ μου για την καινούργια σου σχέση» είπε η μητέρα της. «Αχ, για όνομα του Θεού και της Παναγίας!» Η Μ ιν έγειρε ενοχλημένη πίσω στην καρέκλα Aeron. «Ο Γκρεγκ λέει ότι ο καινούργιος σου έχει πολύ κακή φήμη σχετικά με τις γυναίκες» συνέχισε η Νανέτ. «Ο Γκρεγκ λέει ότι τις χρησιμοποιεί και μετά τις εγκαταλείπει. Ο Γκρεγκ λέει…» «Μ ητέρα, δεν με ενδιαφέρει τι λέει ο Γκρεγκ» την έκοψε η Μ ιν προσπαθώντας να πείσει την πανικόβλητη μητέρα της να την ακούσει. «Και δεν είναι η καινούργια μου σχέση. Απλώς φάγαμε ένα βράδυ μαζί, και ένα μεσημέρι πήγαμε για πικνίκ στο πάρκο, αυτό είναι όλο». Έγραψε το όνομα του Καλ με κεφαλαία γράμματα στο εξώφυλλο της αναφοράς της κι έπειτα το διέγραψε με μια έντονη κόκκινη γραμμή. Τέρμα, τέρμα, τέρμα. «Ο Γκρεγκ λέει…»
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
143
«Μ ητέρα». «…ότι κάνει τις γυναίκες δυστυχισμένες. Ο Γκρεγκ ανησυχεί για σένα». Η Μ ιν πήγε να πει: «Μην τρελαθούμε τώρα», αλλά δαγκώθηκε. Δεν αποκλείεται ο Γκρεγκ όντως να ανησυχούσε γι’ αυτήν. Ο Γκρεγκ ανησυχούσε για τους πάντες και τα πάντα. Για ποιον λόγο ο Γκρεγκ ανησυχούσε άραγε γι’ αυτή; «Από πού κι ως πού ο Γκρεγκ γνωρίζει έστω και την ύπαρξη αυτού του άντρα;» ρώτησε η Μ ιν καθώς έγραφε «Γκρεγκ» με κεφαλαία κόκκινα γράμματα και τα διέγραφε με δυο έντονες γραμμές. Έπειτα έγραψε αποκάτω «Λαπάς» κι αποκάτω «Καρφί». «Ανησυχώ για σένα» έλεγε τώρα η μητέρα της. «Ξέρω ότι αντιμετωπίζεις με γενναιότητα τον χωρισμό σου με τον Ντέιβιντ, ωστόσο αισθάνομαι άσχημα. Δεν θέλω να σε δω να πληγώνεσαι». Η Μ ιν ένιωσε έναν κόμπο στον λαιμό. «Ποια είσαι και τι έκανες τη μητέρα μου;» «Απλώς δεν θέλω να πληγωθείς» είπε η Νανέτ, και η Μ ιν νόμισε ότι η φωνή της μητέρας της έτρεμε ελαφρά. «Θέλω να παντρευτείς ένα καλό παιδί που θα εκτιμήσει πόσο υπέροχο κορίτσι είσαι και δεν θα σε παρατήσει εξαιτίας του βάρους σου». «Παραλίγο να με κάνεις να συγκινηθώ, αλλά το τελευταίο που είπες με χάλασε». Έγραψε τη λέξη «Μ ητέρα» με κεφαλαία, ζωγράφισε μια καρδιά γύρω της και μετά, όσο η Νανέτ μιλούσε, τη διέγραψε με τέσσερις μολυβιές. «Ο γάμος είναι δύσκολο πράγμα» συνέχιζε η Νανέτ. «Οι άντρες έχουν εκατομμύρια λόγους για να απατήσουν και να εγκαταλείψουν μια γυναίκα, επομένως πρέπει να είσαι σε διαρκή εγρήγορση. Πρέπει να είσαι πάντα περιποιημένη. Οι άντρες είναι οπτικά όντα. Αν δουν κάτι καλύτερο…» «Μ αμά;» τη διέκοψε η Μ ιν. «Δεν νομίζω ότι…» «Όσο σκληρά κι αν πασχίσεις, πάντα θα βρεθεί μια νεότερη,
144
JENNIFER CRUSIE
μια καλύτερη» είπε η Νανέτ με τρεμουλιαστή φωνή. «Αυτό ισχύει ακόμα και για την Νταϊάνα, για όλες. Δεν είναι δυνατόν να ξεκινήσεις με ένα φυσικό ελάττωμα, δεν γίνεται να…» «Τι συμβαίνει;» ρώτησε η Μ ιν. «Μ ήπως ο Γκρεγκ απατάει την Νταϊάνα;» «Όχι» είπε η μητέρα της ξαφνιασμένη. «Όχι βέβαια». Η Μ ιν προσπάθησε να φανταστεί τον Γκρεγκ να απατάει την Νταϊάνα, αλλά η σκέψη ήταν γελοία. Ο Γκρεγκ δεν είχε τα κότσια να ξενοκοιτάξει. Εκτός αυτού, αγαπούσε την Νταϊάνα. «Γιατί το λες αυτό;» ρώτησε η μητέρα της. «Αυτό που λες είναι φρικτό». «Εσύ αναφέρθηκες στο θέμα της απιστίας» αποκρίθηκε η Μ ιν. Επομένως, αν όχι ο Γκρεγκ, τότε ποιος; Ο μπαμπάς; Η Μ ιν απέρριψε κι αυτή την ιδέα. Ο πατέρας της είχε τρία ενδιαφέροντα στη ζωή του: τις ασφάλειες, τη στατιστική και το γκολφ. «Το μόνο πράγμα για το οποίο θα σε εγκατέλειπε ο μπαμπάς είναι το τέλειο μπαστούνι του γκολφ, επομένως δεν είναι αυτό. Τι συμβαίνει;» «Θέλω να παντρευτείς και να ζήσεις ευτυχισμένη, κι αυτός ο Κάμποτ δεν είναι…» «Κάλβιν» τη διόρθωσε η Μ ιν. «Φέρ’ τον για φαγητό το Σάββατο» είπε η Νανέτ. «Φόρεσε κάτι μαύρο για να δείχνεις πιο αδύνατη». «Δεν πρόκειται να τον ξαναδώ, μητέρα» είπε η Μ ιν. «Επομένως αμφιβάλλω αν θα θέλει να γνωρίσει τους γονείς μου». «Θέλω να προσέχεις» είπε η μητέρα της. «Δεν ξέρω πού πας και τους βρίσκεις αυτούς τους άντρες». «Κοίταξε μέσα απ’ την μπλούζα μου και είδε το κόκκινο δαντελωτό σουτιέν» πέταξε η Μ ιν. «Το σφάλμα είναι δικό σου». Μ ίλησε με τη μητέρα της λίγο ακόμα, καθησυχάζοντάς την, κι έπειτα έκλεισε και στρώθηκε στο γράψιμο, όμως σε πέντε λεπτά το τηλέφωνο ξαναχτύπησε. «Περίφημα» μουρμούρισε και απάντησε, έτοιμη να τσακωθεί
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
145
πάλι με τη μητέρα της. «Μ ινέρβα Ντομπς». «Μ ιν, εδώ Ντι» είπε η αδελφή της. «Γεια σου, γλυκιά μου. Αν σε απασχολεί το ραντεβού για πικνίκ που μαρτύρησε ο Γκρεγκ, μην ανησυχείς, όλα τελείωσαν, δεν πρόκειται να τον ξαναδώ». Τράβηξε άλλη μια γραμμή πάνω στο όνομα του Γκρεγκ. Κατά τη γνώμη της, όσες φορές κι αν διέγραφε το όνομά του δεν θα ήταν αρκετές. «Ο Γκρεγκ λέει ότι, σύμφωνα με τον Ντέιβιντ, είναι απαίσιος» είπε η Νταϊάνα. Η Μ ιν ανακάθισε. «Ώστε ο Ντέιβιντ το διέδωσε, ε;» Το βρομοκούναβο δεν έπαιζε καν τίμια τα στοιχήματά του. Έγραψε «Ντέιβιντ» στο χαρτί με μεγάλα κεφαλαία γράμματα κι έπειτα το κάρφωσε με το στιλό της. «Ζήτησε από τον Γκρεγκ να μην αποκαλύψει ότι αυτός του το είπε» εξήγησε η Νταϊάνα. «Μ άλιστα» είπε η Μ ιν χωρίς να μπει στον κόπο να βγάλει νόημα. «Δεν είναι άνθρωπος που ταιριάζει με τα σχέδιά σου» σχολίασε η Ντι. «Τα σχέδιά μου; Ποια σχέδιά μου;» ρώτησε η Μ ιν σταματώντας να καρφώνει το στιλό στο χαρτί. «Πάντα έχεις σχέδια» απάντησε η Ντι. «Όπως εγώ. Σχεδίασα την τελετή του γάμου και τον έγγαμο βίο πολύ προσεκτικά και ο Γκρεγκ ταιριάζει απόλυτα. Είναι τέλειος για μένα. Θα ζήσουμε μια τέλεια ζωή». «Μ άλιστα» ξαναείπε η Μ ιν και διέγραψε ξανά το όνομα του Γκρεγκ. «Είμαι λοιπόν σίγουρη ότι έχεις σχέδια και ότι αυτός ο γερόλυκος…» «Το τέρας» τη διόρθωσε η Μ ιν. «…ο βάτραχος, όπως θέλεις πες τον, δεν έχει θέση στα σχέδιά σου».
146
JENNIFER CRUSIE
«Δεν είναι βάτραχος» είπε η Μ ιν. «Τον φίλησα και δεν μεταμορφώθηκε σε πρίγκιπα». Μ εταμορφώθηκε σε θεό. Όχι, τι λέω… «Άκου, δεν πρόκειται να τον ξαναδώ, επομένως ηρεμήστε όλοι σας». «Τέλεια» είπε η Ντι. «Θα πω στη μαμά ότι φέρθηκες λογικά όπως πάντα και ότι δεν χρειάζεται να αγωνιά περισσότερο». «Α, περίφημα. Λογικά όπως πάντα. Ελπίζω να μην είπατε τίποτα στον μπαμπά, ε;» «Ίσως η μαμά να του έχει μιλήσει». «Διάβολε! Βρε Ντι, γιατί δεν την εμπόδισες;» Η Μ ιν είδε νοερά μπροστά της τον υπερπροστατευτικό πατέρα της που έμοιαζε με μια γιγάντια ξανθιά αρκούδα. «Τον ξέρεις τώρα τον μπαμπά». «Ναι, τον ξέρω» είπε η Ντι. «Δεν είμαι καν σίγουρη ακόμη αν συμπαθεί τον Γκρεγκ». Είσαι δηλαδή σίγουρη ότι εσύ συμπαθείς τον Γκρεγκ; ήθελε να πει η Μ ιν, αλλά δεν υπήρχε περίπτωση να το τολμήσει, εφόσον η Νταϊάνα θα επέμενε πως ο Γκρεγκ ήταν η Αληθινή Παντοτινή Αγάπη. «Λοιπόν, τα καλά νέα είναι ότι σου βρήκα τούρτα…» «Αλήθεια;» Η φωνή της Ντι ανέβηκε μια οκτάβα. «Αχ, Μ ιν, σ’ ευχαριστώ…» «…αλλά δεν θα είναι στολισμένη, κι έτσι η Μ πόνι κι εγώ θα τη διακοσμήσουμε με τα μαργαριτάρια της μαμάς και άφθονα φρέσκα λουλούδια» εξήγησε η Μ ιν και άρχισε να ζωγραφίζει μια γαμήλια τούρτα. «Εσείς θα διακοσμήσετε την τούρτα μου;» είπε η Ντι με άχρωμη φωνή. «Η γεύση της θα ενθουσιάσει τους καλεσμένους» τη διαβεβαίωσε η Μ ιν προσθέτοντας μερικά περιστέρια. «Η γεύση; Και από όψη τι θα λέει;» «Αστειεύεσαι; Μ ε τα φρέσκα λουλούδια και τα αληθινά μαργαριτάρια, θα κάνει πάταγο» απάντησε ζωγραφίζοντας μαργαριτάρια˙ ήταν ευκολότερα από τα περιστέρια, και ήδη
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
147
εκείνο το πρωί είχε χορτάσει από δυσκολίες. «Τι λέει η μαμά;» «Προτείνω να τη ρωτήσουμε στην τελετή» είπε η Μ ιν με τον ίδιο ανάλαφρο τόνο. «Εντάξει» είπε η Ντι παίρνοντας βαθιά εισπνοή στο ακουστικό. «Ειλικρινά με έσωσες. Και χαίρομαι που θα είναι γευστική. Ευχαριστώ και για τα κουτάκια του κέικ και για όλα». «Κουτάκια;» «Τα κουτάκια για το κέικ που παίρνουν οι καλεσμένοι μαζί τους για ενθύμιο» εξήγησε η Νταϊάνα. «Για να ονειρεύονται». «Κουτάκια του κέικ» επανέλαβε η Μ ιν και άρχισε να ζωγραφίζει μικρά τετραγωνάκια. «Διακόσια. Μ άλιστα». «Δεν παρήγγειλες τα κουτάκια του κέικ;» «Πώς, ναι» απάντησε η Μ ιν ζωγραφίζοντας στα γρήγορα κουτάκια. «Τα παρήγγειλα. Θα ηρεμήσεις επιτέλους; Μ ιλάς σαν να κάθεσαι σε αναμμένα κάρβουνα. Πες μου, εσύ πώς είσαι;» «Είμαι καλά» δήλωσε η Νταϊάνα με υπερβολική έμφαση. «Μ ήπως έχεις πρόβλημα με την Κλάψα και τη Σκύλα;» ρώτησε η Μ ιν κι αμέσως δαγκώθηκε. «Εννοώ τη Σούζι και την Κάρεν». «Δεν το πιστεύω ότι είπες αυτό το πράγμα» γέλασε η Νταϊάνα. «Μ ε συγχωρείς. Είναι…» «Μ ιν, ξέρουμε για τα παρατσούκλια. Η Κάρεν είχε ακούσει τυχαία τη Λίζα να το λέει όταν ακόμη πηγαίναμε σχολείο. Η ίδια αποκαλεί την Μ πόνι και τη Λίζα η Γλυκούλα και η Τσούλα». Η Μ ιν γέλασε άθελά της. «Μ ην τους το πεις» την παρακάλεσε η Νταϊάνα. «Θα συνεχίσω να προσποιούμαι ότι εσείς δεν αποκαλείτε τη Σούζι και την Κάρεν Κλάψα και Σκύλα, αν εσύ συνεχίσεις να προσποιείσαι ότι δεν αποκαλούμε την Μ πόνι και τη Λίζα Γλυκούλα και Τσούλα». «Σύμφωνοι» είπε η Μ ιν. «Θεέ μου, είμαστε φρικτές». «Όχι εμείς. Οι φίλες μας είναι εκείνες που επινόησαν τα
148
JENNIFER CRUSIE
παρατσούκλια. Εμείς είμαστε οι καλές δεσποινίδες Ντομπς». «Εξαρτάται ποιον θα ρωτήσεις» είπε η Μ ιν συλλογιζόμενη τον Καλ. Στο εξής θα φρόντιζε να του συμπεριφέρεται καλύτερα. Αλλά, βέβαια, αφού δεν θα τον ξαναέβλεπε, δεν είχε σημασία. Εξάλλου, στο ραντεβού τους στο πάρκο που ήταν καλή μαζί του, δες πώς κατέληξαν. «Τελευταία ήμουν στ’ αλήθεια πολύ στριμμένη…» Η φωνή της έσβησε καθώς στο κατώφλι του γραφείου της εμφανίστηκε ο πατέρας της με ύφος ανήσυχο σαν θορυβημένος Βίκινγκ. «Γεια σου, μπαμπά». «Αχ, όχι» έκανε η Νταϊάνα. «Θα μιλήσουμε αργότερα» της είπε η Μ ιν και έκλεισε. «Ποιος καλός άνεμος σε φέρνει εδώ κάτω;» ρώτησε τον πατέρα της. «Το κλίμα είναι βαρύ στον τεσσαρακοστό όροφο;» «Σχετικά με τον άντρα με τον οποίο βγαίνεις…» είπε ο Τζορτζ Ντομπς καρφώνοντας μ’ ένα βλοσυρό βλέμμα την κόρη του καθώς έμπαινε στο γραφείο. «Μ ην αρχίσεις καν» τον έκοψε η Μ ιν. «Ξέρω ότι τους νεαρούς λογιστές τούς τρως για πρωινό, αλλά αυτά δεν πιάνουν σ’ εμένα. Δεν θα ξαναδώ τον Καλ, αλλά ακόμα κι αν τον έβλεπα, θα ήταν δική μου η επιλογή. Έλα, μπαμπά». Αν και του χαμογέλασε, εκείνος εξακολουθούσε να δείχνει ανήσυχος. «Δυόμισι εκατομμύρια άνθρωποι παντρεύονται κάθε χρόνο σε τούτη τη χώρα. Γιατί όχι εγώ;» «Ο γάμος δεν είναι για όλους». «Μ παμπά;» ψέλλισε έκπληκτη η Μ ιν. «Αυτός ο άντρας δεν είναι καλός άνθρωπος» συνέχισε ο Τζορτζ. «Για στάσου μια στιγμή. Ούτε που τον γνωρίζεις. Και τις δύο φορές που βγήκαμε μαζί, μου φέρθηκε σαν τέλειος τζέντλεμαν…» –αν εξαιρέσουμε το γεγονός ότι μου έβαλε χέρι στο πάρκο– «…και εφόσον αποφασίσαμε να μην ξανασυναντηθούμε, το πρόβλημα έπαψε να υφίσταται». «Λαμπρά». Το πρόσωπο του πατέρα της φωτίστηκε. «Τόσο το καλύτερο για σένα. Έξυπνη κίνηση. Γιατί να ρισκάρεις με έναν
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
149
άντρα που ξέρεις ότι δεν αξίζει να το ριψοκινδυνέψεις;» «Δεν θα του πουλήσω ασφαλιστήριο συμβόλαιο» είπε η Μ ιν. «Το ξέρω. Όμως η βασική αρχή είναι η ίδια. Δεν είσαι άνθρωπος του τζόγου. Είσαι πολύ ευαίσθητη για κάτι τέτοιο». Της χαμογέλασε, της χάιδεψε το χέρι και απομακρύνθηκε. Η Μ ιν κάθισε στο γραφείο της νιώθοντας άχρωμη, συνηθισμένη και βαρετή. Δεν ήταν άνθρωπος του τζόγου. Ήταν λογική όπως πάντα. Σκέφτηκε για λίγο το φιλί του Καλ στο πάρκο, θυμήθηκε το καυτό στόμα του πάνω στο δικό της, τα χέρια του στο κορμί της και μονομιάς την κυρίεψε η ίδια έξαψη. Το φιλί στο πάρκο δεν ήταν κάτι το οποίο θα έκανε μια λογική κοπέλα, δεν υπήρχε καν η πρόθεση. Και τώρα δεν θα τον ξαναέβλεπε. Κοίταξε την αναφορά και διαπίστωσε ότι την είχε τρυπήσει. Θα πρέπει να τρύπησε το χαρτί καρφώνοντάς το με το στιλό – 6
ήταν ο Νόρμαν Μ πέιτς της στατιστικής ανάλυσης. «Υπέροχα» μονολόγησε και προσπάθησε να χωρίσει τις σελίδες σκίζοντας κατά λάθος την πρώτη. Την ίδια στιγμή χτύπησε το τηλέφωνο και σηκώνοντάς το γρύλισε: «Μ ινέρβα Ντομπς», έτοιμη αυτή τη φορά να καρφώσει το στιλό σ’ αυτόν που την καλούσε. «Καλημέρα, Μ ινέρβα» είπε ο Καλ και αμέσως η Μ ιν ένιωσε τα πνευμόνια της δίχως αέρα. «Πού το βρήκες αυτό το αναθεματισμένο όνομα;» Πάρε ανάσες. Βαθιές ανάσες. Πολύ βαθιές ανάσες. «Ωραίο αστείο» είπε τέλος. «Να γκρινιάζει για το όνομά μου ένας άντρας που τον λένε Κάλβιν». Δεν σκοπεύω να πτοηθώ επειδή μου τηλεφώνησε. Μ ου είναι παντελώς αδιάφορο. Η καρδιά της χτυπούσε τόσο δυνατά, που προς στιγμήν φοβήθηκε μήπως την ακούσει ο Καλ από το τηλέφωνο. «Μ ου έδωσαν το όνομα του πλούσιου θείου μου, του Ρόμπερτ» της εξήγησε «αδίκως βέβαια, γιατί τελικά ο θείος άφησε όλη του την περιουσία στις φάλαινες. Εσένα ποια είναι η
150
JENNIFER CRUSIE
δικαιολογία σου;» «Η μητέρα μου ήθελε μια θεά» απάντησε ξεψυχισμένα η Μ ιν. «Ιδού, λοιπόν, την απέκτησε. Το παίρνω πίσω, το όνομα σου ταιριάζει γάντι». «Και η μητέρα του πατέρα μου λεγόταν Μ ίνι» συνέχισε η Μ ιν προσπαθώντας να ξαναβρεί τον αυθόρμητο, ανέμελο τόνο της. «Το όνομα ήταν μια προσπάθεια συμβιβασμού. Εσένα γιατί δεν σε λένε Ρόμπερτ;» «Πήρα το επίθετό του» είπε ο Καλ. «Ευτυχώς, γιατί δεν μπορώ να φανταστώ να με φωνάζουν Μ πομπ». «Μ πομπ Μ όρισεϊ». Η Μ ιν έγειρε πίσω στην πλάτη της καρέκλας της προσποιούμενη την άνετη. «Ο αλλόκοτος τύπος από το τμήμα μεταφορών». «Ο ασφαλιστής που σου εμπνέει εμπιστοσύνη» πρόσθεσε ο Καλ. «Ο έμπορος μεταχειρισμένων αυτοκινήτων που δεν σου εμπνέει εμπιστοσύνη» είπε η Μ ιν. «Ενώ ο Κάλβιν Μ όρισεϊ είναι το μορμολύκειο που ίδρυσε την εταιρεία το 1864» είπε ο Καλ. «Ή, στην προκειμένη περίπτωση, ο τύπος που έχει το παπούτσι σου». «Παπούτσι;» «Κόκκινες κορδέλες, εξωφρενικό τακούνι, μεγάλο σαχλό λουλούδι». «Το παπούτσι μου». Η Μ ιν ανακάθισε ενθουσιασμένη. «Νόμιζα πως δεν θα το ξανάβλεπα». «Για να το ξαναδείς, οφείλεις να έρθεις μαζί μου για μεσημεριανό φαγητό» είπε ο Καλ. «Το κρατάω όμηρο. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε ένα όπλο σημαδεύει το τακούνι του». «Το μεσημέρι κολατσίζω πάνω στο τραπέζι του γραφείου μου» άρχισε να λέει η Μ ιν, ενώ συγχρόνως σκεφτόταν: Για όνομα του Θεού και της Παναγίας, είναι δυνατόν να είμαι τόσο αξιοθρήνητη; «Ο Εμίλιο πειραματίζεται με ένα καινούργιο μενού. Σε χρειάζεται. Κι εγώ σε χρειάζομαι».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
151
«Δεν μπορώ» είπε η Μ ιν, ενώ κάθε κύτταρο του κορμιού της έλεγε: Ναι, ναι, ό,τι θέλεις – για καλή της τύχη, τα κύτταρα δεν μιλούν. «Δεν είναι δυνατόν να απογοητεύσεις τον Εμίλιο» επέμεινε ο Καλ. «Σ’ αγαπάει. Θα φάμε κοτόπουλο μαρσάλα. Έλα, ζήσε λιγάκι. Πολύ λίγο, τοσοδά». Πολύ λίγο. Ακόμα και ο Καλ ήξερε ότι ήταν λογική και προγραμματισμένη, μια γυναίκα που δεν ρίσκαρε ποτέ. Τι εξευτελισμός! «Εντάξει» του απάντησε, και η καρδιά της άρχισε πάλι να κλοτσάει στο στήθος της. «Θέλω πολύ να πάρω πίσω το παπούτσι μου και να φάω κοτόπουλο μαρσάλα για μεσημεριανό». «Σε πληροφορώ απλώς ότι θα φας μαζί μου» διευκρίνισε ο Καλ. «Δεν πρόκειται να δεις το παπούτσι σου πριν από το φαγητό». «Θα το αντέξω» είπε η Μ ιν, νιώθοντας πιο ανάλαφρη. Έπειτα έκλεισε το τηλέφωνο και κοίταξε την αναφορά της. Είχε ζωγραφίσει στο χαρτί δεκάδες μικροσκοπικές καρδούλες. «Θεός φυλάξοι!» μουρμούρισε και ακούμπησε το κεφάλι στην επιφάνεια του γραφείου της. Όταν η Μ ιν έφτασε στο Εμίλιο’ς, την υποδέχτηκε στην είσοδο ένας μελαχρινός νεαρός έφηβος. «Ψάχνεις τον Καλ;» τη ρώτησε και, όταν εκείνη συγκατένευσε, πρόσθεσε: «Κάθεται στο τραπέζι σου» και έδειξε με το κεφάλι το εσωτερικό του εστιατορίου. «Έχω τραπέζι;» είπε η Μ ιν, αλλά μετά είδε τον Καλ πλάι στο παράθυρο, στο τραπέζι όπου είχαν καθίσει την Τετάρτη το βράδυ, και για μια στιγμή τής κόπηκε η ανάσα. Ξεχνάω πόσο όμορφος είναι, συλλογίστηκε παρατηρώντας τον Καλ που καθόταν αμέριμνος στην καρέκλα του, με τα μαύρα μάτια του στραμμένα στον δρόμο. Το προφίλ του ήταν τέλειο. Έτσι όπως χτυπούσε τα δάχτυλά του στο τραπέζι τα χέρια του
152
JENNIFER CRUSIE
φάνταζαν δυνατά και γερά, και η Μ ιν θυμήθηκε πόσο ωραία ένιωσε όταν αυτά τα ίδια χέρια ταξίδεψαν στο κορμί της. Σήκω φύγε, είπε μέσα της. Έπειτα ο Καλ την είδε και ισιώνοντας το σώμα του της χαμογέλασε. Τα μάτια του φωτίστηκαν σαν να χαιρόταν που την έβλεπε, κι εκείνη του ανταπέδωσε το χαμόγελο και πήγε κοντά του. Ομορφόπαιδο, συλλογίστηκε και αμέσως της κόπηκε η φόρα, αλλά εκείνος της είχε ήδη τραβήξει την καρέκλα για να καθίσει. «Σ’ ευχαριστώ που ήρθες» της είπε, ενώ η Μ ιν γλιστρούσε στο κάθισμά της και σκεφτόταν: Κάτι σκαρώνει, πρέπει να έχω τον νου μου. Βλέποντάς τον να κοιτάζει το πάτωμα, απόρησε. «Τι συμβαίνει;» ρώτησε με τεντωμένα νεύρα. «Θέλω να δω τα παπούτσια σου» της αποκρίθηκε. «Τι φοράς σήμερα;» «Μ ιλάς σαν κάτι αισχρούς τύπους που κάνουν τηλεφωνικές φάρσες» του είπε προσπαθώντας να κρατήσει σταθερή τη φωνή της που την πρόδιδε, ωστόσο έτεινε προς το μέρος του το πόδι της για να του δώσει την ευκαιρία να δει τα μπλε κροκοδειλέ ψηλοτάκουνα πέδιλα καθώς και τα βαμμένα μπλε νύχια της. «Έχεις φορέσει και καλύτερα» σχολίασε εκείνος. «Τα δάχτυλα πάντως είναι μούρλια». «Είναι τα παπούτσια της δουλειάς» του είπε ενοχλημένη και μονομιάς ο εκνευρισμός της εξανεμίστηκε. «Επιπλέον, το κόκκινο το έχεις εσύ, επομένως δεν γινόταν να φορέσω εκείνο το ζευγάρι. Μ πορώ να έχω πίσω το παπούτσι μου;» «Μ ετά το φαγητό» της αποκρίθηκε και κάθισε απέναντί της. «Είναι το μοναδικό όπλο μου». «Αυτό το φετίχ με τα πόδια το έχεις καιρό;» τον ρώτησε καθώς της περνούσε το καλαθάκι με το ψωμί. «Από τότε που σε γνώρισα. Ξαφνικά, ανακάλυψα έναν ολόκληρο κόσμο εκεί έξω». «Χαίρομαι που η γνωριμία μας υπήρξε γόνιμη για σένα» του είπε, νιώθοντας φρίκη στην ιδέα ότι όντως χαιρόταν. Αυτό και μόνο στάθηκε αρκετό για να επανέλθει η αρχική νευρικότητά
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
153
της. Ο Καλ δεν έχει θέση στη ζωή μου. Έσπρωξε το καλάθι προς τη μεριά του, αποφασισμένη να είναι ενάρετη τουλάχιστον όσον αφορούσε την τροφή αν όχι τη σκέψη. «Ποιος ήταν αλήθεια ο ομορφονιός στην πόρτα; Πρέπει να του δώσεις μαθήματα». «Είναι ο ανιψιός του Εμίλιο». Ο Καλ έκοψε ένα κομμάτι ψωμί. «Οι τρόποι του χρειάζονται βελτίωση». «Ο Εμίλιο δεν έχει να βάλει άλλον στην υποδοχή;» Η Μ ιν έπιασε την πετσέτα της για να εμποδίσει τα χέρια της να αγγίξουν το ψωμί. «Είναι επιζήμιο για τη δουλειά του». «Ο Μ πράιαν είναι ο κοινωνικός της οικογένειας» σχολίασε ο Καλ. «Τα αδέλφια του βρίσκονται στην κουζίνα, όπου δεν κινδυνεύουν να βλάψουν κανέναν. Ευτυχώς, ξέρουν να μαγειρεύουν. Έχω παραγγείλει ήδη. Σαλάτα, κοτόπουλο μαρσάλα, χωρίς ζυμαρικά». «Περίφημα. Πεθαίνω της πείνας. Ήξερες ότι το σπαγγέτι αποτελεί το σαράντα τοις εκατό των ζυμαρικών που πουλιούνται στην αγορά;» Φυτό, είπε μέσα της και του χαμογέλασε προσπαθώντας να καταπνίξει την παρόρμησή της να αναφέρεται σε στατιστικά δεδομένα. «Πιστεύω πως αυτό δείχνει τεράστια έλλειψη φα…» Ο Μ πράιαν άφησε μια σαλάτα μπροστά της κι άλλη μία μπροστά στον Καλ. «Το κοτόπουλό σας έρχεται σε δεκαπέντε» ενημέρωσε τον Καλ. «Θες κρασί μαζί;» «Ναι, παρακαλώ. Νόμιζα ότι προσπαθούσες να τελειοποιήσεις τη φινέτσα σου». «Μ ’ εσένα δεν χρειάζεται φινέτσα» είπε ο Μ πράιαν. «Ξέρω ότι είναι κοτόπουλο, αλλά εσύ προτιμάς το κόκκινο κρασί, σωστά;» «Σωστά. Τώρα ρώτησέ με τι είδους κόκκινο». «Ό,τι σερβίρει στο ποτήρι ο Εμίλιο» είπε ο Μ πράιαν και απομακρύνθηκε. «Μ πουμπούκι παιδί» σχολίασε η Μ ιν. «Αρκετά όμως μιλήσαμε γι’ αυτόν. Δώσε μου τα δέκα δολάρια».
154
JENNIFER CRUSIE
«Δέκα δολάρια;» Ο Καλ την κοίταζε με μια υπέροχη κενή έκφραση και κατόπιν κούνησε το κεφάλι. «Δεν έχω βάλει στοίχημα. Πάψε να με ενοχλείς για λεφτά». «Μ ου ζήτησες να φάμε μαζί χωρίς να υπάρχει στοίχημα;» «Σήμερα τα χρήματα δεν θα αλλάξουν χέρια» δήλωσε ο Καλ. «Εκτός από την ώρα που θα πληρώσω τον λογαριασμό». «Μ πορούμε να τον μοιραστούμε» πρότεινε η Μ ιν. «Όχι, δεν γίνεται». «Γιατί; Έχω την οικονομική άνεση. Δεν είμαστε σε ραντεβού. Γιατί;…» «Εγώ σε προσκάλεσα, εγώ θα πληρώσω» δήλωσε ο Καλ μ’ εκείνο το πεισματάρικο ύφος που την έφερνε σε απόγνωση. «Αυτό σημαίνει πως, αν σε προσκαλέσω εγώ, τότε θα πληρώσω». «Όχι, πάλι εγώ θα πληρώσω» είπε ο Καλ. «Πες μου λοιπόν ποιες είναι η Νταϊάνα, η Κλάψα και η Σκύλα». «Γι’ αυτό με κάλεσες;» ρώτησε η Μ ιν παίρνοντας όσο το δυνατόν πιο δύσπιστο ύφος. «Όχι». Ο Καλ έβαλε το κεφάλι του ανάμεσα στις παλάμες του. «Μ πορούμε έστω και μια φορά να μιλήσουμε σαν κανονικοί άνθρωποι; Να χαμογελάσουμε, να φλυαρήσουμε περί ανέμων και υδάτων, να υποκριθείς ότι δεν με απεχθάνεσαι;» «Δεν σε απεχθάνομαι» απάντησε η Μ ιν με οδυνηρό ξάφνιασμα. «Σε συμπαθώ. Δεν λέω, έχεις ελαττώματα…» «Ελαττώματα; Τι ελαττώματα;» ρώτησε ο Καλ. «Εννοείται ότι έχω ελαττώματα, ωστόσο εσένα σου έχω δείξει το καλύτερο πρόσωπό μου. Αν εξαιρέσουμε βέβαια τη βραδιά που σου βούλωσα το μάτι και το μεσημέρι που σου ρίχτηκα στο τραπέζι του πικνίκ. Πώς είσαι;» «Είμαι καλά» είπε η Μ ιν καταβάλλοντας υπεράνθρωπη προσπάθεια να ακουστεί χαρούμενη. «Γυρίζω σελίδα. Παίρνω ρίσκα. Όπως το να τρώω για μεσημέρι συντροφιά με έναν λύκο». «Εγώ λύκος;» «Αχ, έλα τώρα» είπε η Μ ιν. «Την Παρασκευή με έριξες με
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
155
ένα: “Γεια σου, κοριτσάκι”. Ποιος νόμιζες πως ήσουν, ο πρίγκιπας του παραμυθιού;» Προτού ο Καλ προλάβει να το σχολιάσει, εμφανίστηκε ο Εμίλιο με το κρασί και η Μ ιν τού χαμογέλασε πλατιά, ευγνωμονώντας τον για τη σωτηρία της. «Εμίλιο, καλέ μου. Ξέχασα να σου πω για τα κεκάκια. Διακόσια κομμάτια». «Το φρόντισα ήδη» είπε ο Εμίλιο. «Η νόνα είπε ότι θα σου χρειαστούν. Είπε να ζητήσουμε τετράγωνα κουτιά των δέκα εκατοστών για κεκάκια των επτά εκατοστών». «Τα κουτιά θα τα φέρω εγώ» είπε η Μ ιν γνέφοντας καταφατικά. «Τέλεια. Υπέροχα. Η γιαγιά σου είναι άγγελος κι εσύ είσαι ο ήρωάς μου. Και, φυσικά, είσαι διάνοια στο φαγητό». «Κι εσύ είσαι η αγαπημένη μου πελάτισσα» απάντησε ο Εμίλιο, και ύστερα τη φίλησε στο μάγουλο και χώθηκε ξανά στην κουζίνα του. «Τον λατρεύω» είπε η Μ ιν στον Καλ. «Το πρόσεξα. Ώστε τον έβλεπες πίσω από την πλάτη μου, ε;» «Ναι. Κουβεντιάζαμε για γαμήλιες τούρτες». «Καταπληκτικό! Για σένα αυτό ισοδυναμεί με αισχρόλογα». «Πολύ αστείο». Η Μ ιν κάρφωσε τη σαλάτα της και δάγκωσε τα τραγανά λαχανικά. Η σάλτσα του Εμίλιο ήταν ξινούτσικη και ελαφριά, αριστούργημα. «Θεέ μου, τον λατρεύω τον Εμίλιο. Η σαλάτα είναι εξαίσια. Σημειωτέον ότι δεν συνηθίζω να χαλαλίζω το συγκεκριμένο επίθετο για μια σαλάτα». «Πες μου για τα κεκάκια» είπε ο Καλ, δοκιμάζοντας τη σαλάτα του. «Η αδελφή μου η Νταϊάνα παντρεύεται σε τρεις εβδομάδες» εξήγησε η Μ ιν, χαρούμενη που περνούσαν σε ένα θέμα ακίνδυνο. «Ο αρραβωνιαστικός της είπε ότι ήξερε έναν σπουδαίο ζαχαροπλάστη και ότι θα παράγγελνε την τούρτα ώστε να είναι έκπληξη. Τελικά η έκπληξη δεν ήταν άλλη από το γεγονός ότι ξέχασε να δώσει την παραγγελία για την τούρτα». «Και παρ’ όλα αυτά ο γάμος θα γίνει;» ρώτησε ο Καλ.
156
JENNIFER CRUSIE
«Ναι. Η αδελφή μου λέει ότι το σφάλμα ήταν δικό της, επειδή δεν του το υπενθύμισε». «Η αδελφή σου μάλλον δεν σου μοιάζει» σχολίασε ο Καλ. «Η αδελφή μου είναι το ακριβώς αντίθετο από μένα. Είναι αξιολάτρευτη». «Τότε εσύ τι είσαι;» «Εγώ;» Η Μ ιν σταμάτησε να τρώει και τον κοίταξε έκπληκτη. «Καλή είμαι κι εγώ». Ο Καλ κούνησε το κεφάλι ενώ την ίδια στιγμή ο Εμίλιο παρουσιάστηκε με μια αχνιστή πιατέλα κοτόπουλο μαρσάλα. Αφού αντάλλαξαν με τη Μ ιν αμοιβαίες διαβεβαιώσεις αιώνιας αφοσίωσης, εκείνος έφυγε και ο Καλ σέρβιρε το κοτόπουλο και τα μανιτάρια. «Και πού κολλάνε η Κλάψα και η Σκύλα στην ιστορία της τούρτας;» «Δεν κολλάνε» αποκρίθηκε η Μ ιν. «Είναι απλώς οι παράνυμφοι της αδελφής μου. Αλλά μην πεις σε κανέναν πως τις αποκάλεσα έτσι». Δοκίμασε την πρώτη μπουκιά κοτόπουλο, απολαμβάνοντας τη γεύση του, κι έπειτα έγλειψε με πάθος τη σάλτσα από το κάτω χείλος της. «Πιστεύεις…» «Μ ην το κάνεις αυτό» είπε ο Καλ με φωνή ανέκφραστη. «Ποιο αυτό;» Η Μ ιν ανοιγόκλεισε τα μάτια με απορία. «Που ρωτάω;» «Να γλείφεις το χείλος σου. Τι ήθελες να με ρωτήσεις;» «Γιατί; Το θεωρείς αγένεια;» ρώτησε η Μ ιν εριστικά. «Όχι» αποκρίθηκε ο Καλ. «Μ ε αποσπά. Έχεις υπέροχο στόμα. Το ξέρω. Το έχω γευτεί. Τι ήθελες να με ρωτήσεις;» Η Μ ιν τον κοίταξε στα μάτια κι εκείνος της ανταπέδωσε το βλέμμα δίχως να παίξει ούτε μια φορά τα βλέφαρα. Η Μ ιν προσπάθησε να θυμηθεί για ποιο πράγμα μιλούσαν, αλλά δυσκολευόταν. Το μόνο που μπορούσε να σκεφτεί ήταν το φιλί του, πόσο όμορφα την είχε κάνει να νιώσει και πόσο φλογερά ήταν τώρα τα μάτια του έτσι όπως την κοίταζαν, και πόσο πολύ εκείνη…
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
157
«Είστε εντάξει;» ρώτησε ξαφνικά ο Μ πράιαν. «Πώς;» είπε ο Καλ, που αναπήδησε απότομα. «Υπάρχει πρόβλημα με το κοτόπουλο;» Ο Μ πράιαν τους κοιτούσε βλοσυρά. «Έχετε και οι δύο παράξενο ύφος». «Όχι» απάντησε η Μ ιν σηκώνοντας ξανά το πιρούνι της. «Το κοτόπουλο είναι υπέροχο». «Μ άλιστα. Μ ήπως χρειάζεστε τίποτ’ άλλο;» ρώτησε ο Μ πράιαν. «Έναν σερβιτόρο με φινέτσα» μουρμούρισε ο Καλ. «Σιγά μη χαραμίσω το ταλέντο μου για σένα» είπε ο Μ πράιαν και απομακρύνθηκε. «Λοιπόν, για να επανέλθω» είπε η Μ ιν, αναζητώντας απεγνωσμένα ασφαλέστερο θέμα συζήτησης, «όταν η Νταϊάνα μού μίλησε για την τούρτα, κατέφυγα στον Εμίλιο βλέποντάς τον σαν σανίδα σωτηρίας, κι αυτός τηλεφώνησε στη γιαγιά του. Όπως αντιλαμβάνεσαι, έγινε ο ήρωάς μου». «Περίμενε πρώτα να δοκιμάσεις την τούρτα» είπε ο Καλ. «Τη φτιάχνει μόνο για γάμους. Πουθενά στον κόσμο δεν θα βρεις τέτοια γεύση». «Εσύ πότε έφαγες τούρτα;» ρώτησε η Μ ιν. «Στον γάμο του Εμίλιο» αποκρίθηκε ο Καλ. «Στον γάμο του αδελφού μου. Στον γάμο όλων των γνωστών μου. Ο Τόνι, ο Ρότζερ κι εγώ είμαστε τα τελευταία οχυρά, επομένως, όπως καταλαβαίνεις, υπήρξαν πολλοί γάμοι. Και τώρα είναι η σειρά του Ρότζερ». «Τουλάχιστον εσύ και ο Τόνι θα έχετε ο ένας τον άλλο» είπε κεφάτα η Μ ιν. «Ώστε έχεις αδελφό; Μ ικρότερο ή μεγαλύτερο;» «Μ εγαλύτερο. Τον Ρέινολντς». Η Μ ιν σταμάτησε να τρώει. «Ρέινολντς; Ρέινολντς Μ όρισεϊ;» «Ναι. Είναι ο άντρας της Μ πινκ, ο πατέρας του Χάρι». «Αν δεν κάνω λάθος, υπάρχει μια γνωστή δικηγορική εταιρεία που ονομάζεται Ρέινολντς Μ όρισεϊ». «Σωστά. Είναι η εταιρεία του πατέρα μου, του συνεταίρου του
158
JENNIFER CRUSIE
Τζον Ρέινολντς και του αδελφού μου» απάντησε ο Καλ, και από τη φωνή του καταλάβαινες ότι κανένας από τους τρεις δεν τον ενθουσίαζε. «Οικογενειακή υπόθεση» παρατήρησε η Μ ιν. «Τι κάνει ο Χάρι;» «Μ ετά από αυτό που είδε στο τραπέζι του πικνίκ, του έμεινε ψυχικό τραύμα διά βίου». «Σοβαρά;» είπε η Μ ιν και δαγκώθηκε. «Δεν ξέρω. Δεν τον έχω δει. Κατά πάσα πιθανότητα, η Μ πινκ τον πήγε ήδη σε ψυχολόγο. Ποιες είναι οι προβλέψεις σου για την Μ πόνι και τον Ρότζερ;» «Τους βλέπω αρραβωνιασμένους πριν από το φθινόπωρο» απάντησε η Μ ιν. Συνέχισαν να μιλάνε για την Μ πόνι και τον Ρότζερ, καθώς και για άλλα ανώδυνα θέματα. Όταν τελείωσαν και ο Καλ υπέγραψε τον λογαριασμό, της είπε: «Ώστε το να φας μαζί μου για μεσημέρι το θεωρείς ριψοκίνδυνο. Μ ήπως αυτό σημαίνει ότι οφείλω να σου ζητήσω συγγνώμη για το Σάββατο το μεσημέρι;» «Όχι». Η Μ ιν χαμογέλασε και προσπάθησε να δείχνει αμέριμνη. «Επενδύω στη θεωρία ότι, αν δεν συζητάμε για κάτι, τότε αυτό δεν υφίσταται. Αν και φαίνεται να γνωρίζουν γι’ αυτό πολλοί άνθρωποι. Ο Γκρεγκ, για παράδειγμα. Μ ας μαρτύρησε, και τώρα η μητέρα μου θέλει να σε καλέσει σε δείπνο». Ο Καλ έδειξε να αιφνιδιάζεται προς στιγμήν, οπότε η Μ ιν έσπευσε να εξηγήσει: «Της διευκρίνισα ότι δεν σε ξέρω καθόλου και ότι ως εκ τούτου δεν ήταν δυνατόν να σε καλέσει». Έπειτα, του ξεφούρνισε στα καλά καθούμενα: «Τελικά τι ακριβώς συνέβη το Σάββατο;» «Λοιπόν». Ο Καλ πήρε βαθιά εισπνοή. «Επρόκειτο για χημεία. Και ήταν συγκλονιστικό. Είμαι κάτι περισσότερο από πρόθυμος να το επαναλάβουμε, προπάντων γυμνοί και οριζοντίως, αλλά…» Ο σφυγμός της επιταχύνθηκε, αλλά την ίδια στιγμή χτύπησε
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
159
την παλάμη στο κούτελό της, για να προλάβει τόσο τον Καλ όσο και την πλανεύτρα φαντασία της. «Τι είναι;» ρώτησε ο Καλ. «Μ όλις θυμήθηκα για ποιον λόγο δεν ζητάς ποτέ από τους άντρες να σου πουν την αλήθεια» απάντησε η Μ ιν. «Επειδή μερικές φορές το κάνουν». «Αυτό που θέλω να πω είναι πως η Λίζα είχε δίκιο. Δεν είχα δικαίωμα να σε φιλήσω έτσι, ακριβώς επειδή δεν θέλω μια σχέση τόσο σοβαρή. Μ όλις βγήκα από έναν δεσμό που είχε προχωρήσει πολύ περισσότερο απ’ όσο είχα αντιληφθεί και…» «Πώς είναι δυνατόν να είχε προχωρήσει περισσότερο απ’ όσο είχες αντιληφθεί;» «Πίστευα ότι απλώς περνούσαμε καλά μαζί» εξήγησε ο Καλ. «Εκείνη νόμιζε ότι θα παντρευτούμε. Χωρίσαμε φιλικά, δεν μου κράτησε κακία…» Η Μ ιν τον κοίταζε άναυδη. «Εκείνη ήθελε γάμο, εσύ όχι, αλλά δεν σου κράτησε κακία». «Είπε πως, εφόσον εγώ δεν ήμουν έτοιμος για δέσμευση, εκείνη έπρεπε να προχωρήσει στη ζωή της» απάντησε ο Καλ. «Τα πράγματα ήταν ξεκάθαρα». «Και να σκεφτεί κανείς ότι θεωρείσαι έμπειρος στις γυναίκες. Τίποτα δεν ήταν ξεκάθαρο. Η κοπέλα ή σε μισεί ή πιστεύει ότι θα γυρίσεις κοντά της». «Η Σίνθι είναι πρακτική γυναίκα. Ξέρει ότι η σχέση μας τελείωσε. Το ίδιο ισχύει για εμάς τους δύο, επειδή, παρόλο που ήταν υπέροχα, είναι κάτι που κανένας από τους δυο μας δεν επιθυμεί να συνεχίσει». «Σωστά» συμφώνησε η Μ ιν δείχνοντας απόλυτη κατανόηση, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι χαιρόταν. «Τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά αν ταιριάζαμε έστω και λίγο. Δεν είμαι αντίθετη στη δέσμευση, προπάντων αν είναι τόσο διασκεδαστική, αλλά το τελευταίο πράγμα που επιθυμώ είναι να ερωτευτώ κάποιον που φιλάει θεϊκά, ενώ γνωρίζω ήδη ότι δεν είναι κατάλληλος για μένα. Επίσης, περιμένω τη μετεμψύχωση του Έλβις και σίγουρα
160
JENNIFER CRUSIE
δεν είσαι εσύ. Όμως…» Σώπασε απότομα, βλέποντας τον Καλ να την κοιτάζει με παράξενη έκφραση. «Τι;» τον ρώτησε. «Αυτό που είπα για τον Έλβις ήταν καλαμπούρι». «Δεν είμαι ο κατάλληλος για σένα αλλά φιλάω θεϊκά;» «Πάνω κάτω, ναι. Γιατί; Έχεις διαφορετική άποψη;» Ο Καλ άνοιξε το στόμα κι έπειτα άλλαξε γνώμη και σήκωσε τους ώμους αδιάφορα. «Μ άλλον όχι. Δεν σε θεωρώ ακατάλληλη για μένα, απλώς δεν αντέχω τα μπερδέματα, κι εσύ δεν είσαι ήρεμος άνθρωπος». «Αυτό είναι αλήθεια» είπε η Μ ιν. «Αλλά πας γυρεύοντας. Είσαι σωστός γερόλυκος». «Έχω αποσυρθεί πια» είπε ο Καλ. «Το μόνο που ζητάω είναι λίγη ηρεμία και γαλήνη. Χρειάζομαι ανάπαυλα». «Αυτό ακριβώς είναι το σχέδιό μου. Μ ου χρειάζεται ένα διάλειμμα από τις σχέσεις». «Μ έχρι να φανεί ο Έλβις» είπε ο Καλ. «Ακριβώς. Απ’ όσο βλέπω, το σχέδιο δεν έχει μειονεκτήματα». «Θα ζήσεις χωρίς σεξ» παρατήρησε ο Καλ. «Μ πορώ να το αντέξω». «Ναι, είσαι μαθημένη να στερείς διάφορα πράγματα από τον εαυτό σου». «Ε!» έκανε η Μ ιν θιγμένη. «Ενώ τα πήγαινες μια χαρά, ξαφνικά με χτυπάς κάτω απ’ τη ζώνη». «Συγγνώμη» είπε ο Καλ. Σηκώθηκαν να φύγουν. Η Μ ιν φίλησε τον Εμίλιο και βγήκαν στον δρόμο. «Λοιπόν, είναι μέρα μεσημέρι και το γραφείο μου απέχει μόλις έξι τετράγωνα, επομένως δεν υπάρχει λόγος να με συνοδεύσεις» είπε η Μ ιν. «Δεκτό». Ο Καλ έτεινε το χέρι του. «Κατά πάσα πιθανότητα θα συναντηθούμε ξανά στον γάμο του Ρότζερ και της Μ πόνι. Σε περίπτωση που αυτό δεν συμβεί, σου εύχομαι να ευτυχήσεις στη ζωή σου».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
161
Η Μ ιν τού έσφιξε το χέρι και μετά το άφησε. «Παρομοίως. Καλή τύχη». Γύρισε να φύγει, αλλά αυτός τη σταμάτησε. «Στάσου» της είπε, και τότε η καρδιά της χοροπήδησε. Μ α όταν γύρισε, ο Καλ κρατούσε το παπούτσι της. Οι κόκκινες κορδέλες ανέμιζαν στο ελαφρύ αεράκι. «Σωστά. Ευχαριστώ πολύ» του είπε πιάνοντας το παπούτσι της. Ο Καλ το κράτησε μια στιγμή κοιτάζοντάς τη στα μάτια. Αμέσως μετά κούνησε το κεφάλι του. «Παρακαλώ» είπε αφήνοντάς το, και η Μ ιν απομακρύνθηκε δίχως να κοιτάξει πίσω, χορτάτη από ένα έξοχο γεύμα κι ωστόσο όχι τόσο χαρούμενη όσο θα περίμενε. Ομορφόπαιδο, συλλογίστηκε και τον έβγαλε από το μυαλό της. Την Τρίτη, η Μ ιν κοίταξε τη σαλάτα που θα έτρωγε για μεσημεριανό στο γραφείο της και σκέφτηκε: Η ζωή δεν μπορεί να είναι αυτό μονάχα. Για όλα έφταιγε ο Καλ. Την ανάγκασε να φάει κανονικό φαγητό στη μέση της ημέρας και από τότε εκείνη προσβλήθηκε από το μικρόβιο. Πριν από τον Καλ δεν σκεφτόταν το φαγητό παρά μόνο σαν κάτι που δεν ήταν δυνατόν να το έχει. Το βούτυρο δεν είχε θέση στη ζωή της ακόμα και προτού ξεκινήσει την απαιτούμενη δίαιτα προκειμένου να της χωρέσει το φόρεμα της παρανύμφου. Πρέπει να υπάρχει βούτυρο στη ζωή του ανθρώπου, συλλογίστηκε, αλλά αμέσως κατάλαβε το ατόπημά της. Το κοτόπουλο μαρσάλα ωστόσο δεν υπήρχε λόγος να το στερηθεί. Η Μ ιν έσπρωξε στο πλάι τη σαλάτα της, μπήκε στο δίκτυο και αναζήτησε πληροφορίες για το κοτόπουλο μαρσάλα, επειδή αν έψαχνε το «Καλ Μ όρισεϊ» θα ήταν σαν να σαμποτάριζε το αναθεματισμένο σχέδιό της.
162
JENNIFER CRUSIE
«Πολύ δημοφιλές πιάτο» είπε καθώς παρουσιάστηκαν σαράντα οκτώ χιλιάδες τριακόσια ευρήματα. Μ πορεί να μην αφορούσαν όλα τα ευρήματα συνταγές, αλλά όπως και να είχε ο αριθμός ήταν μεγάλος. Βρήκε μια συνταγή με αγκινάρες την οποία θεώρησε εξωφρενική. Μ ια άλλη περιείχε χυμό λεμόνι, που προφανώς ήταν λάθος, μια άλλη πιπεριές, μια άλλη κρεμμύδια. Ήταν εκπληκτικό πόσους τρόπους επινοούν οι άνθρωποι για να καταστρέψουν μια απλή συνταγή. Εκτύπωσε δύο που της φάνηκαν σωστές και ετοιμάστηκε να αποσυνδεθεί από το δίκτυο, αλλά την τελευταία στιγμή, εντελώς αυθόρμητα, πληκτρολόγησε στο Google τη λέξη «δυσλεξία». Μ ια ώρα αργότερα, έκλεισε τον υπολογιστή θαυμάζοντας τον Κάλβιν Μ όρισεϊ για όσα είχε πετύχει στη ζωή του. Μ όλις σχόλασε από τη δουλειά, έκανε μια στάση στο μπακάλικο. Τώρα που είχε καταστρώσει το μενού για το βραδινό και είχε τη συνταγή, δεν αντιμετώπιζε με εχθρότητα την προοπτική του φαγητού. Φυσικά, θα αναγκαζόταν να προσαρμόσει τη συνταγή στα μέτρα της. Θα παρέλειπε το αλεύρωμα του κοτόπουλου, επειδή αυτό προσέθετε θερμίδες, και μάλιστα θερμίδες από υδατάνθρακες. Αλατοπίπερο είχε στο σπίτι, όσο για τον μαϊντανό, δεν είχε θερμίδες οπότε αγόρασε ένα ματσάκι. Μ ε το άπαχο στήθος κοτόπουλου η Μ ιν ήταν εξοικειωμένη, δεν υπήρχε πρόβλημα, αλλά τι θα έκανε με το βούτυρο και το ελαιόλαδο; Εδώ γελάμε, σκέφτηκε και αγόρασε ένα σπρέι ελαιόλαδου. Τα μανιτάρια αποτελούνταν κυρίως από νερό, μπορούσε να τα φάει άφοβα, οπότε τώρα έμενε το κρασί μαρσάλα. Το βρήκε στο τμήμα με τα κρασιά μαγειρικής. Προσπερνώντας με αποφασιστικότητα το τμήμα με τα αρτοσκευάσματα, πλήρωσε και έφυγε από το μαγαζί νιώθοντας περήφανη για τον εαυτό της. Γύρισε σπίτι, φόρεσε τη φόρμα της, άνοιξε το σιντί πλέιερ και, καθώς μαγείρευε, τραγουδούσε με την ψυχή της το άλμπουμ Έλβις 30. Μ ια ώρα αργότερα, ο Έλβις ξεκινούσε από την αρχή και η Μ ιν κοίταζε το άθλιο αποτέλεσμα των προσπαθειών της μέσα
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
163
στο μοναδικό τηγάνι της, προσπαθώντας να καταλάβει τι είχε πάει στραβά. Είχε ροδίσει το κοτόπουλο στο αντικολλητικό τηγάνι και κατόπιν ακολούθησε πιστά τη συνταγή, όμως το κοτόπουλο είχε παράξενη όψη και απαίσια γεύση. Βάλθηκε να χτυπάει νευρικά τη σπάτουλα στην άκρη της κουζίνας για μερικές στιγμές. Ωραία λοιπόν, δεν είμαι καλή μαγείρισσα. Όμως αυτός δεν είναι λόγος να μην απολαύσω ένα καλό πιάτο, είπε μέσα της και, πετώντας τη σπάτουλα στον νεροχύτη, σήκωσε το ακουστικό. «Εμίλιο;» είπε όταν της απάντησαν. «Μ ήπως κάνεις διανομές κατ’ οίκον;» Το σεμινάριο Πάρκερ εξελισσόταν σε εφιάλτη. Ήταν το χειρότερο σεμινάριο με το οποίο είχε ασχοληθεί μέχρι τότε η Μ όρισεϊ, Πάκαρντ, Κάπα, κυρίως επειδή η ηλίθια επικεφαλής του εκπαιδευτικού τμήματος της Πάρκερ άλλαζε διαρκώς τα δεδομένα του. «Σας στέλνω με φαξ μερικές πληροφορίες» τους είπε στο τηλέφωνο. «Φροντίστε να τις βάλετε σφήνα». «Αυτή η στρίγκλα πρέπει να πεθάνει» είπε ο Τόνι, όταν η γυναίκα τούς τηλεφώνησε στις πέντε παρά δέκα το απόγευμα της Τρίτης. «Απόψε έχω ραντεβού με τη Λίζα». «Θα περιμένω εγώ το φαξ» είπε ο Ρότζερ. «Η Μ πόνι θα δείξει κατανόηση». «Φύγετε και οι δύο, θα μείνω εγώ» δήλωσε ο Καλ. «Δεν με περιμένει κανείς και ούτως ή άλλως δεν μπορώ να πάρω τα πόδια μου απ’ την κούραση». Ο Τόνι και ο Ρότζερ έφυγαν για να συναντήσουν θερμές γυναίκες, και ο Καλ διάβασε το φαξ και διόρθωσε το πακέτο του σεμιναρίου για μια ακόμα φορά προσπαθώντας να νιώθει ανακουφισμένος επειδή δεν είχε να πάει πουθενά, επειδή καμία γυναίκα δεν απαιτούσε να της αφιερώσει τον χρόνο και την προσοχή του. Στις επτά, έκλεισε τον υπολογιστή με ανακούφιση,
164
JENNIFER CRUSIE
συνειδητοποιών τας ξαφνικά πως πεινούσε πολύ. Το Εμίλιο’ς του φάνηκε εξαιρετική ιδέα. «Άσε με να μαντέψω» είπε ο Εμίλιο όταν ο Καλ έσπρωξε την περιστρεφόμενη πόρτα και μπήκε στην κουζίνα. «Κοτόπουλο μαρσάλα». «Νομίζω ότι το βαρέθηκα λίγο το κοτόπουλο μαρσάλα» είπε ο Καλ. Την ίδια στιγμή χτύπησε το τηλέφωνο και, καθώς ο Εμίλιο ετοιμαζόταν να απαντήσει, ο Καλ πρόσθεσε: «Θέλω κάτι απλό. Σπαγγέτι με ντομάτα και βασιλικό…» Όχι˙ το σπαγγέτι αποτελεί το σαράντα τοις εκατό των ζυμαρικών που πουλιούνται στην αγορά. Του λείπει η φαντασία. «Ή, καλύτερα, φετουτσίνι…» Ο Εμίλιο του έκανε νόημα να σωπάσει. «Εμίλιο’ς» είπε στο τηλέφωνο. Άκουσε τον συνομιλητή του κι έπειτα γύρισε το κεφάλι και κοίταξε τον Καλ πάνω απ’ τον ώμο του λέγοντας στο τηλέφωνο: «Συνήθως όχι, αλλά για μια τόσο ξεχωριστή πελάτισσα θα κάνουμε μια εξαίρεση. Κοτόπουλο μαρσάλα; Όχι, όχι, κανένας κόπος. Μ πορείς να αφήσεις ένα καλό φιλοδώρημα στο παιδί που θα σου το παραδώσει». Έκλεισε και χαμογέλασε στον Καλ. «Ήταν η Μ ιν. Θέλει κοτόπουλο μαρσάλα. Μ πορείς να το πας εσύ στο σπίτι της». «Ορίστε;» είπε ο Καλ εμβρόντητος. «Ξέρεις πού μένει. Ίσως είναι στον δρόμο σου». «Δεν είναι στον δρόμο μου, δεν είναι στον δρόμο κανενός παρά μονάχα προς τον δρόμο του Θεού. Το καταραμένο σπίτι της έχει σκάλες. Πώς σου ήρθε αυτή η ιδέα;» «Δεν ξέρω». Ο Εμίλιο σήκωσε τους ώμους. «Η Μ ιν τηλεφώνησε, εσύ ήσουν εδώ, οι δυο σας είστε μια χαρά ζευγάρι, οπότε το βρήκα καλή ιδέα. Τσακωθήκατε;» «Όχι, δεν τσακωθήκαμε» απάντησε ο Καλ. «Δεν θα ξανασυναντηθούμε επειδή εγώ δεν είμαι ο κατάλληλος άντρας γι’ αυτήν. Εξάλλου η Μ ιν περιμένει τον Έλβις. Τηλεφώνησέ της και πες της ότι το παιδί για τις διανομές πέθανε». «Τότε θα μείνει νηστική» είπε ο Εμίλιο. «Αφού ξέρεις ότι η Μ ιν είναι από τις γυναίκες που απολαμβάνουν το φαγητό».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
165
Ο Καλ θυμήθηκε την έκφραση του προσώπου της τη στιγμή που δοκίμαζε το κοτόπουλο μαρσάλα. Ήταν σχεδόν το ίδιο υπέροχη με την έκφρασή της όταν έφαγε ντόνατ. Κι αυτό δεν ήταν τίποτα μπροστά στην έκφρασή της όταν τη φίλησε, τότε που… Ο Εμίλιο σήκωσε ξανά τους ώμους. «Εντάξει. Θα της το στείλω με τον Μ πράιαν». «Όχι» είπε ο Καλ. «Θα το πάω εγώ. Αλλά βιάσου, γιατί πεινάω».
166
JENNIFER CRUSIE
6
την ώρα που ο Καλ ανέβαινε τα σκαλοπάτια για το σπίτι της Μ ιν, κάτι μικρό και πορτοκαλί τον προσπέρασε σαν αστραπή και λίγο έλειψε να τον ρίξει απ’ τη σκάλα. Ο Καλ συνέχισε την ανάβαση με προσοχή, αλλά όταν έφτασε στην κορυφή και κοίταξε γύρω του, δεν είδε τίποτα. Χτύπησε το κουδούνι και του άνοιξε η Μ πόνι. «Γεια» της είπε. «Η Μ ιν παρήγγειλε φαγητό». Έτεινε τη σακούλα προς το μέρος της νιώθοντας ανόητος, πράγμα που απεχθανόταν όσο τίποτα στον κόσμο. «Και το έφερες εσύ;» ρώτησε η Μ πόνι, οπισθοχωρώντας για να τον αφήσει να περάσει. «Ο άνθρωπος έχει πάντα ανάγκη από χαρτζιλίκι» είπε ο Καλ και προχώρησε στη σκάλα, κάτω από το άγρυπνο βλέμμα της. Όταν έφτασε στο κεφαλόσκαλο, άκουσε από το διαμέρισμα της Μ ιν τον Έλβις να τραγουδάει το «Heartbreak Hotel» και αναστέναξε. Η Μ ιν ξαφνιάστηκε που τον είδε μπροστά της όταν του άνοιξε, αλλά το ίδιο ίσχυε και γι’ αυτόν: Η Μ ιν φορούσε μόνο μια πολύ μακριά και πολύ παλιά μπλε ζακέτα φόρμας και χοντρά αθλητικά καλτσάκια. Τα μαλλιά της ήταν λυτά, ένας σγουρός καταρράκτης γύρω από το πρόσωπό της, ήταν άβαφη και το μόνο χρώμα στο πρόσωπό της ήταν η ξεθωριασμένη κιτρινωπή ΕΠΕΙΤΑ ΑΠΟ ΣΑΡΑΝΤΑ ΕΞΙ ΛΕΠΤΑ,
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
167
μελανιά από την αγκωνιά του. «Τι στο διάβολο συμβαίνει; Πώς βρέθηκες εσύ εδώ;» τον ρώτησε. «Έτσι υποδέχεσαι τους διανομείς;» της είπε κοιτάζοντας τα γερά, δυνατά πόδια τα οποία είχε σταμπάρει την Παρασκευή στο μπαρ. «Όχι, έτσι υποδέχομαι την Μ πόνι» απάντησε η Μ ιν. «Σταμάτα να κοιτάζεις σαν ξελιγωμένος. Αποκάτω φοράω σορτσάκι». Ανασηκώνοντας την άκρη της μπλούζας της αποκάλυψε ένα φαρδύ, καρό σορτσάκι που ήταν ελαφρώς λιγότερο άσχημο από την μπλούζα και τα καλτσάκια. «Γιατί ανέβηκες ως εδώ;» Εκείνη τη στιγμή, κάτι πορτοκαλί πέρασε ανάμεσα απ’ τα πόδια τους και χώθηκε στο διαμέρισμα. «Τι είναι αυτό;» ρώτησε η Μ ιν και ο Καλ μπήκε αφήνοντας την πόρτα ανοιχτή πίσω του. «Δεν ξέρω». Ο Καλ ακούμπησε τη σακούλα του Εμίλιο σ’ ένα παλιό σιδερένιο τραπεζάκι-ραπτομηχανή δίπλα σ’ έναν καναπέ που έμοιαζε με σκοροφαγωμένη, παραγεμισμένη κολοκύθα. «Μ ε προσπέρασε βολίδα στη σκάλα…» «Θεέ μου!» αναφώνησε η Μ ιν και ο Καλ γύρισε για να δει τι συμβαίνει. Το πιο ψωραλέο ζώο που είχε δει ποτέ του καθόταν στην άλλη άκρη του καναπέ, ατενίζοντάς τους προκλητικά με το ένα μόνο μάτι. Το αριστερό το είχε κλειστό. Η γούνα του ήταν καφέ και πορτοκαλιά, ασορτί με τον καναπέ σε γενικές γραμμές. «Τι είναι αυτό το πράγμα;» ρώτησε η Μ ιν. «Νομίζω ότι είναι γάτος». «Τι είδους γάτος;» ρώτησε ξανά η Μ ιν με φρίκη. «Σίγουρα όχι από σόι. Αλλά είχες πει ότι ήθελες γάτα». «Όχι βέβαια» αντέτεινε η Μ ιν. «Όταν σε γύρισα στο σπίτι σου, την περασμένη εβδομάδα» είπε ο Καλ. «Είπες ότι θα πάρεις γάτα». «Αστειευόμουν» διαμαρτυρήθηκε η Μ ιν χωρίς να αφήνει τη
168
JENNIFER CRUSIE
γάτα απ’ τα μάτια της. «Αυτό λένε όλες οι γυναίκες που έχουν περάσει τα τριάντα και έχουν φάει φρίκη από τους άντρες. “Θα παρατήσω τους άντρες, είναι όλοι καθάρματα, θα πάρω γάτα”. Είναι κλισέ». «Ξέρεις» είπε ο Καλ παρακολουθώντας επίσης τη γάτα «αν σκοπεύεις να μιλάς με κώδικες, οφείλεις να με προειδοποιήσεις». Καθώς ο γάτος καθόταν ασάλευτος, ο Καλ βρήκε την ευκαιρία να ρίξει μια ματιά στο υπόλοιπο διαμέρισμα. Έμοιαζε να πιάνει όλη τη σοφίτα. Οι παράξενες γωνίες του τονίζονταν από τους φεγγίτες, τα έπιπλα ήταν παλιά αλλά όχι αντίκες. Δεν της ταιριάζει καθόλου, συλλογίστηκε με απογοήτευση. «Γιατί έχει κλειστό το ένα μάτι;» ρώτησε η Μ ιν, σαστισμένη με τον γάτο. «Υποψιάζομαι ότι είναι μονόφθαλμος». «Δύσκολη η ζωή, γάτε, τι λες κι εσύ;» Η Μ ιν αναστέναξε. «Μ ου περισσεύει κοτόπουλο. Δοκίμασα να μαγειρέψω το μαρσάλα και τα θαλάσσωσα. Αν είναι πεινασμένος, ίσως το φάει». «Αν τον ταΐσεις, θα σου μείνει για πάντα» την προειδοποίησε ο Καλ. «Φύγε, γάτε, η πόρτα είναι ανοιχτή. Δίνε του». Ο γάτος κουλουριάστηκε στην πλάτη του καναπέ και τον κοίταζε αγέρωχα. «Μ ου θυμίζει τον γάτο Τσεσάιρ» είπε η Μ ιν. «Έχω την 7
εντύπωση πως θα αρχίσει να εξαφανίζεται λίγο λίγο». «Αρχίζοντας από το μάτι» πρόσθεσε ο Καλ. «Μ ιν, αυτή η γάτα πιθανότατα κουβαλάει όλες τις αρρώστιες που περιγράφονται στα εγχειρίδια των κτηνιάτρων». «Στάσου να του δώσω λίγο φαγητό τουλάχιστον» είπε εκείνη και πήγε να φέρει το κοτόπουλο. «Πάντως ταιριάζει με τον καναπέ». Ο Καλ έκλεισε την πόρτα και μετέφερε τη σακούλα του Εμίλιο από το τραπέζι-ραπτομηχανή στην παλιά και ξεχαρβαλωμένη δρύινη ροτόντα πίσω από τον καναπέ. Ο γάτος
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
169
παρατηρούσε τις κινήσεις του με προσποιητή αδιαφορία. Η Μ ιν έφερε κομματάκια κοτόπουλου σε χαρτί κουζίνας. Τα έβαλε κάτω απ’ τη μύτη του γάτου και πισωπάτησε. Αυτός μύρισε το κοτόπουλο και κατόπιν την κοίταξε. «Ξέρω» είπε η Μ ιν με απόγνωση. «Είναι απαίσιο. Δεν είσαι υποχρεωμένος να το φας». Ο γάτος σήκωσε ψηλά τη μύτη και κατόπιν άρχισε να τρώει το πλησιέστερο κομμάτι. «Είναι πολύ γενναίο γατί» σχολίασε η Μ ιν και πήγε να πάρει την τσάντα της από το γείσο του τζακιού. «Πες μου τι χρωστάω σ’ εσένα ή στον Εμίλιο – δεν ξέρω σε ποιον». «Όχι» είπε ο Καλ εξακολουθώντας να κοιτάζει γύρω του. Τα έπιπλα του δωματίου ήταν βολικά και αναπαυτικά, αλλά κανένα δεν ήταν ενδιαφέρον ή ελκυστικό, δεν είχαν καμία σχέση με τη Μ ιν. Έμοιαζε λες και το διαμέρισμα ανήκε σε άλλον. «Το διαμέρισμα το υπενοικιάζεις;» «Όχι» αποκρίθηκε η Μ ιν ψαχουλεύοντας μέσα στην τσάντα της. «Τι σου οφείλω;» «Τίποτα». Πάνω από το τζάκι, δεξιά κι αριστερά από ένα ρολόι κιτς, φτιαγμένο από απομιμήσεις βιβλίων, ήταν παρατεταγμένες γυάλινες σφαίρες με χιόνι. Ο Καλ πλησίασε για να τις παρατηρήσει από κοντά. «Τα έπιπλα δεν τα έχεις διαλέξει εσύ» επισήμανε. «Ήταν της γιαγιάς μου» εξήγησε η Μ ιν. «Άκου, δεν γίνεται να πληρώσεις εσύ το φαγητό μου. Δεν φτάνει που έκανες τον κόπο να μου το φέρεις…» «Κάνεις συλλογή;» ρώτησε ο Καλ πιάνοντας τη γυάλινη 8
σφαίρα με τον Ρόκι και τον Μ πούλγουινκλ. «Καλ» είπε η Μ ιν. «Υπάρχει φαγητό για έναν λόχο» παρατήρησε εκείνος. «Αν θέλεις συντροφιά, θα μείνω να το μοιραστούμε. Αν δεν θέλεις, θα πάρω το μισό μαζί μου, αν και θα προτιμούσα να μη σ’ αφήσω μόνη μ’ αυτό το ζωντανό». Άφησε στο περβάζι τον Ρόκι και
170
JENNIFER CRUSIE
κοίταξε τη διπλανή σφαίρα. Ήταν ο Τσιπ και ο Ντέιλ. «Πού τα βρήκες;» «Είναι δώρα από φίλους» απάντησε η Μ ιν. «Από την οικογένεια. Σε παζάρια». Έκανε παύση και μετά του είπε: «Μ πορείς να μείνεις». Κοίταξε τη γάτα που είχε καταβροχθίσει το κοτόπουλο και τώρα είχε γλαρώσει. «Όσο για σένα, δεν είμαι σίγουρη» είπε και τότε το γατί την κοίταξε με ύφος σοβαρό, έχοντας κλειστό το δεξί μάτι. «Προηγουμένως δεν ήταν το άλλο κλειστό, το αριστερό;» ρώτησε τον Καλ. «Δεν θυμάμαι, ωστόσο δεν θα παραξενευόμουν. Είναι ένα εξαιρετικά πανούργο γατί. Να σου πω την αλήθεια, αυτά τα έπιπλα δεν σε αντιπροσωπεύουν˙ ούτε εκείνο το ρολόι, άσε που δεν μου δίνεις διόλου την εντύπωση του κοριτσιού που μαζεύει γυάλινες σφαίρες». «Το ξέρω ότι δεν με αντιπροσωπεύουν» απάντησε η Μ ιν κοιτάζοντας γύρω της. «Αλλά είναι καλά έπιπλα, επομένως θα ήταν κουτό να αγοράσω καινούργια. Εξάλλου, μου θυμίζουν τη γιαγιά μου. Όσο για τις γυάλινες σφαίρες με το χιόνι, είναι κάτι που ξεκίνησε τυχαία». Στράφηκε ξανά προς το μέρος του. «Τουλάχιστον άφησέ με να πληρώσω το μισό φαγητό». «Όχι». Ο Καλ σήκωσε ένα ογκώδες διακοσμητικό, μια γυάλινη σφαίρα που είχε μέσα τη Λαίδη και τον Αλήτη σε ιταλικό εστιατόριο φτιαγμένο με κάθε λεπτομέρεια. «Τι εννοείς τυχαία;» «Η γιαγιά μου η Μ ιν είχε μια γυάλινη σφαίρα με τον Μ ίκι και τη Μ ίνι να χορεύουν. Η Μ ίνι φορούσε μακριά ροζ τουαλέτα και ο Μ ίκι έγερνε πάνω της». Η φωνή της μαλάκωσε καθώς μιλούσε. «Της το είχε χαρίσει ο παππούς μου σε μια επέτειο του γάμου τους, αλλά επειδή το αγαπούσα πολύ, η γιαγιά το έδωσε σ’ εμένα όταν ήμουν δώδεκα ετών». Ο Καλ επιθεώρησε το γείσο του τζακιού. Και ποιος δεν βρισκόταν εκεί πάνω! Η Κριστίν και το Φάντασμα, η Τζέσικα και ο Ρότζερ Ράμπιτ, η Μ πλόντι και ο Ντάγκγουντ, η Ωραία Κοιμωμένη και ο Πρίγκιπας, η Σταχτοπούτα με τον πρίγκιπά της
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
171
μπροστά στον πύργο και τα λευκά περιστέρια να πετούν πάνωθέ τους. Ακόμα και ο Ντόναλντ με την Νταίζη ήταν εκεί, αλλά ο Μ ίκι και η Μ ίνι δεν φαίνονταν πουθενά. «Πού είναι;» «Την έχασα» αποκρίθηκε η Μ ιν. «Σε μία από τις μετακομίσεις όταν σπούδαζα στο κολέγιο. Ξέρεις πώς γίνεται, κάθε χρόνο αλλάζεις σπίτι και στην πορεία χάνονται πράγματα. Είχα στενοχωρηθεί, κι έτσι οι φίλοι, για να με παρηγορήσουν, άρχισαν να μου χαρίζουν γυάλινες σφαίρες στα γενέθλιά μου και τα Χριστούγεννα. Προσπάθησα να τους εξηγήσω ότι δεν ήθελα άλλες, ξέρεις, λέγοντας: “Ευχαριστώ, είναι υπέροχο, δεν ήταν ανάγκη”, αλλά η κατάσταση είχε ξεφύγει πλέον απ’ τον έλεγχό μου». Κοίταξε το γείσο και αναστέναξε. «Έχω κούτες ολάκερες στο υπόγειο. Τούτα δω είναι απλώς τα αγαπημένα μου. Ποτέ να μην αρχίσεις μια συλλογή, γιατί μετά οι άλλοι δεν σ’ αφήνουν να τα παρατήσεις». Ο Καλ επιθεώρησε ξανά το συνονθύλευμα. Στην άκρη του τζακιού ξεχώρισε μια μεγαλύτερη σφαίρα, πιο σκοτεινή, που έμοιαζε να περιέχει τέρατα. «Τι είναι αυτό;» ρώτησε σηκώνοντάς τη. «Είναι οι “κακοί” του Ντίσνεϊ. Η Λίζα και η Μ πόνι μού χάρισαν από ένα για τα Χριστούγεννα πριν από δύο χρόνια». «Αυτό σ’ το χάρισε η Λίζα» είπε ο Καλ αφήνοντάς το στη θέση του. «Πώς ξέρεις ότι δεν ήταν το δώρο της Μ πόνι;» ρώτησε η Μ ιν. «Επειδή δεν έχει τη σφραγίδα της». Έδειξε τη σφαίρα με τη Σταχτοπούτα και τα περιστέρια. «Η Μ πόνι σού χάρισε αυτό». «Ναι. Αλλά εξακολουθώ να μην καταλαβαίνω πώς…» «Η Μ πόνι θέλει το παραμύθι» εξήγησε ο Καλ. «Η Λίζα είναι ρεαλίστρια, βλέπει τους κακούς της υπόθεσης. Επίσης η Μ πόνι δεν θα έχανε την ουσία. Σου χάρισε ένα ζευγάρι». «Ένα ζευγάρι τι;» ρώτησε η Μ ιν. «Ένα ζευγάρι ζευγάρι. Όλοι είναι ζευγάρια. Δες. Η Λαίδη κι ο
172
JENNIFER CRUSIE
Αλήτης, η Κριστίν και το Φάντασμα, η Τζέσικα Ράμπιτ και ο Ρότζερ… Εκτός από το δώρο της Λίζα, όλα τα υπόλοιπα είναι ζευγάρια». «Δεν θα αποκαλούσα τον Ρόκι με τον Μ πούλγουινκλ ζευγάρι» είπε η Μ ιν, κοιτάζοντας τις σφαίρες με ύφος σκεφτικό. «Ούτε τον Τσιπ με τον Ντέιλ. Ξέρω ότι κυκλοφορούν φήμες βέβαια, αλλά…» «Έλα, Μ ίνι» είπε ο Καλ. «Η συλλογή ξεκίνησε με ένα ζευγάρι». «Μ η με λες Μ ίνι» είπε η Μ ιν κοιτάζοντάς τον θυμωμένα. «Εμένα μπορείς να με φωνάζεις Μ ίκι» δήλωσε ο Καλ χαμογελώντας της, θέλοντας να ξαναδεί τη θυμωμένη σπίθα στα μάτια της. «Θα σου φωνάξω ταξί αν δεν σταματήσεις να με ενοχλείς. Δεν γίνεται να φάμε απλώς σαν άνθρωποι;» Ο Καλ παραιτήθηκε και επέστρεψε στο τραπέζι για να βγάλει το φαγητό από τα πακέτα, αποφεύγοντας να περάσει κοντά από το γατί μήπως τυχόν αγριέψει ξαφνικά και του επιτεθεί. «Ο τύπος σού έκανε μεγάλη ζημιά». «Ποιος τύπος;» «Αυτός που σε παράτησε τη νύχτα που σε γνώρισα. Θα πρέπει να τον αγαπούσες πολύ». «Α, αυτός». Η Μ ιν ανοιγόκλεισε τα μάτια. «Όχι, κάθε άλλο». Θαύμα, συλλογίστηκε ο Καλ, έστω κι αν στην ουσία αυτό δεν άλλαζε τίποτα. «Έχεις πιάτα;» Η Μ ιν κατευθύνθηκε προς μια κόχη στον τοίχο την οποία ένας κοινός θνητός θα θεωρούσε ντουλάπα, ενώ, κατά τη γνώμη του σπιτονοικοκύρη της, ήταν κουζίνα. «Φέρε και ποτήρια του κρασιού» είπε ο Καλ ανοίγοντας το πακέτο με το ψωμί. «Ορίστε;» ρώτησε η Μ ιν προβάλλοντας το κεφάλι στο άνοιγμα της μικρής κουζίνας. «Ποτήρια» επανέλαβε ο Καλ. «Για το κρασί».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
173
Η Μ ιν επέστρεψε με δυο ποτήρια του κρασιού και έστρωσε το τραπέζι ενόσω εκείνος έβγαλε τον φελλό από το μπουκάλι και σέρβιρε στα ποτήρια τους, προσπαθώντας να μην κοιτάζει την ξεχειλωμένη μπλούζα της. Ευτυχώς που ήταν έτσι κακοντυμένη. Αν φορούσε πάλι την περίφημη κόκκινη πλεχτή μπλούζα, εκείνος θα ερχόταν ενδεχομένως σε δύσκολη θέση. Έπειτα η Μ ιν άνοιξε το πακέτο με τη σαλάτα και προσπάθησε να τη σερβίρει στην πιατέλα με ένα κουτάλι της σούπας. «Να πάρει η οργή!» βλαστήμησε όταν έχυσε τη σάλτσα στο τραπέζι. «Βλέπω, Μ ινέρβα, ότι δεν έχεις καλές σχέσεις με τη μαγειρική» παρατήρησε ο Καλ. «Ενώ εσύ έχεις, ε;» ειρωνεύτηκε εκείνη. «Φυσικά». Της πήρε το κουτάλι απ’ το χέρι. «Όταν σπούδαζα, εργαζόμουν παράλληλα σε εστιατόριο. Χρειάζεσαι μεγαλύτερο κουτάλι, Μ ίνι. Αυτό εδώ είναι για να τρώμε». «Έτσι μου ’ρχεται να σ’ το κοπανήσω στο κεφάλι» είπε η Μ ιν. Ο Καλ κούνησε το κεφάλι και παρακάμπτοντάς την μπήκε στο κουζινάκι της για να αναζητήσει μεγαλύτερο κουτάλι. Ωστόσο, αντί για κουτάλι, βρήκε ένα τηγάνι μέσα στο οποίο επέπλεε κάτι αηδιαστικό. «Τι είναι αυτό;» τη ρώτησε, όταν εκείνη μπήκε να πάρει χαρτί κουζίνας. «Να μη σε νοιάζει» απάντησε η Μ ιν, αλλά βλέποντάς τον να υψώνει τα φρύδια με απορία, πρόσθεσε: «Σκέφτηκα να το μαγειρέψω μόνη μου. Βρήκα τη συνταγή. Όμως δεν…» Ο Καλ μπήκε στο νόημα. «Θέλεις να πεις ότι αυτό εδώ είναι κοτόπουλο μαρσάλα;» «Όχι» απάντησε η Μ ιν. «Είναι μια αηδία, γι’ αυτό τηλεφώνησα στο Εμίλιο’ς». «Πώς ακριβώς το μαγείρεψες;» ρώτησε ο Καλ. «Γιατί ρωτάς; Για να με ταράξεις μετά στα σαρκαστικά σχόλια;»
174
JENNIFER CRUSIE
«Θέλεις να μάθεις πώς γίνεται το κοτόπουλο μαρσάλα ή δεν θέλεις;» είπε ο Καλ χάνοντας την υπομονή του – αυτή η κοπέλα ήταν κακός μπελάς. «Θέλω» του είπε τέλος μουτρωμένη. «Ποιο ήταν το πρώτο πράγμα που έκανες;» ρώτησε ο Καλ. «Ψέκασα το τηγάνι με ελαιόλαδο». «Το ψέκασες; Όχι, δεν το ψεκάζουμε. Το λάδι το ρίχνουμε, χρειαζόμαστε δύο κουταλιές της σούπας». «Παραείναι πλούσιο σε λιπαρά» αντέτεινε η Μ ιν. «Έχει μεγάλη βιολογική αξία. Το ελαιόλαδο σου κάνει καλό». «Αλλά βλάπτει την περιφέρειά μου» είπε η Μ ιν. «Πρέπει να ρίξεις στο τηγάνι δύο κουταλιές, Μ ίνι. Αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της γεύσης». «Εντάξει» συμφώνησε εκείνη, αλλά φαινόταν έτοιμη να επαναστατήσει. «Μ ετά ρόδισα το κοτόπουλο». «Βιάστηκες» έσπευσε να τη διορθώσει ο Καλ. «Πρώτα χτυπάμε το στήθος του κοτόπουλου. Αν δεν έχεις ματσόλα, τα βάζεις σε πλαστική σακούλα και τα κοπανάς για να λεπτύνουν. Μ ετά τα βουτάς σε αλεύρι στο οποίο έχεις προσθέσει τριμμένο μαύρο πιπέρι και χοντρό αλάτι». «Αστειεύεσαι, βέβαια. Το αλεύρι προσθέτει θερμίδες». «Και σφραγίζει το κοτόπουλο για να μη…» Ο Καλ έπιασε ένα πιρούνι, τσίμπησε ένα από τα κοκαλωμένα κομμάτια του κοτόπουλου στο τηγάνι και το σήκωσε ψηλά προσθέτοντας: «… στεγνώσει. Τι έκανες στη συνέχεια;» Η Μ ιν δίπλωσε τα μπράτσα στο στήθος. «Όταν ρόδισαν, πρόσθεσα τα μανιτάρια και το κρασί και το άφησα να σωθεί». «Δεν έβαλες βούτυρο;» «Βούτυρο; Όχι βέβαια, είσαι τρελός;» Ο Καλ έριξε το κοτόπουλο ξανά στο τηγάνι. «Εγώ όχι, αλλά όποιος μαγειρεύει κοτόπουλο μαρσάλα χωρίς λάδι, χωρίς βούτυρο και χωρίς αλεύρι, ενδεχομένως είναι. Αν ήθελες βραστό κοτόπουλο, έπρεπε να μαγειρέψεις βραστό
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
175
κοτόπουλο». Βούτηξε το δάχτυλό του στη σάλτσα και τη δοκίμασε. Ήταν τόσο αηδιαστική, που του κόπηκε η ανάσα, και η Μ ιν έσπευσε να του δώσει να πιει νερό. «Δεν ξέρω γιατί η σάλτσα μου έγινε έτσι». «Τι είδους μαρσάλα χρησιμοποίησες;» ρώτησε ο Καλ όταν κατάφερε να απαλλαγεί από τη φρικτή γεύση στο στόμα του, κι εκείνη του έδωσε ένα μπουκάλι κρασί μαγειρικής. «Όχι, όχι, όχι» της είπε αλλά, όταν την είδε να μορφάζει, συγκρατήθηκε. «Άκουσέ με, γλυκιά μου, όταν ετοιμάζεις σάλτσα από κρασί, αφήνεις το κρασί να σιγοβράσει για να εξατμιστεί και να πήξει. Πρέπει να χρησιμοποιήσεις κρασί καλής ποιότητας, ειδάλλως η γεύση θα είναι παρόμοια μ’ αυτήν εδώ. Απορώ πώς δεν ψόφησε η γάτα» πρόσθεσε κοιτάζοντας το περιεχόμενο του τηγανιού. «Θεούλη μου» αναφώνησε η Μ ιν. «Θα μπορούσες να μου γράψεις τη συνταγή;» «Όχι» απάντησε ο Καλ, ενώ την ίδια στιγμή ακούστηκε ένας κρότος από ένα διπλανό δωμάτιο. Έριξε μια ματιά στο σαλόνι. «Ο γάτος σου εξαφανίστηκε, Μ ίνι. Έχεις αφήσει πουθενά ανοιχτό παράθυρο;» «Στην κρεβατοκάμαρα έχω μία από εκείνες τις φτηνιάρικες συρόμενες σήτες» αποκρίθηκε η Μ ιν και κατευθύνθηκε προς την πόρτα πλάι στο τζάκι. «Τώρα μάλιστα» είπε μπαίνοντας στο δωμάτιο, με τον Καλ στο κατόπι της. Η σήτα της έλειπε και από τον φεγγίτη έμπαινε ο νυχτερινός αέρας. Ο Καλ πλησίασε το παράθυρο και κοίταξε έξω. Η σήτα ήταν πεσμένη στη στέγη και ο γάτος έπλενε τις πατούσες του καθισμένος στο κλαδί ενός δέντρου που ακουμπούσε στα κεραμίδια. Το αριστερό του μάτι ήταν κλειστό. «Όντως κλείνει πότε το ένα και πότε το άλλο» παρατήρησε ο Καλ βάζοντας μέσα το κεφάλι. «Ίσως προφυλάσσει…» Η φωνή του έσβησε καθώς αντίκρισε την κρεβατοκάμαρα της Μ ιν. Το μεγαλύτερο μέρος της κάμαρας το κάλυπτε το πιο περίτεχνο μπρούντζινο κρεβάτι που είχε δει στη ζωή του, ένα πελώριο
176
JENNIFER CRUSIE
μόμπιλο με σατέν κάλυμμα στο χρώμα της λεβάντας και ασορτί μαξιλάρια. Όσο για το κεφαλάρι, αν το κοιτούσες αρκετή ώρα ζαλιζόσουν από τις πολλές κούρμπες, τις περιελίξεις, τις μπρούντζινες ροζέτες και τα διακοσμητικά πόμολα. «Πώς τα καταφέρνεις να μην πέφτεις από τούτο το κρεβάτι;» «Απλώς κρατιέμαι και προσπαθώ να μην κοιτάζω το κεφαλάρι» αποκρίθηκε η Μ ιν. «Το λατρεύω. Το αγόρασα τον περασμένο μήνα, παρόλο που είναι ογκώδες και πιάνει όλο το δωμάτιο…» Συνέχισε να του μιλάει, όμως ο Καλ είχε σταματήσει να ακούει. Από τη στιγμή που η Μ ιν είπε: «Απλώς κρατιέμαι», τη φαντάστηκε ξαπλωμένη στο απαλό σατέν κάλυμμα, με τις μπούκλες της να χρυσίζουν απλωμένες στο μαξιλάρι, τα απαλά χείλη της μισάνοιχτα να του χαμογελούν, τα απαλά χέρια της να σφίγγουν τα περίτεχνα κάγκελα, το απαλό κορμί της… «Καλ;» είπε η Μ ιν. «Μ υρίζει όμορφα εδώ μέσα» παρατήρησε εκείνος, προσπαθώντας να σκεφτεί κάτι που να μην έχει σχέση με το επίθετο «απαλό». Ούτε με το «σκληρό» εν προκειμένω. «Είναι λεβάντα» του εξήγησε η Μ ιν. «Η γιαγιά μου έβαζε πάντα λεβάντα στις μαξιλαροθήκες της. Εκτός κι αν εννοείς τα κεριά με άρωμα κανέλα». «Είναι… όμορφα». Ο Καλ ξερόβηξε νευρικά. «Είναι το πρώτο πράγμα που μου θυμίζει εσένα σε τούτο το διαμέρισμα». Η επιθυμία να την ξαπλώσει στο λιλά κάλυμμα ήταν υπερβολικά έντονη, γι’ αυτό φρόντισε να προσθέσει: «Πρέπει να φάμε. Αμέσως». «Εντάξει» είπε η Μ ιν και κατευθύνθηκε προς την πόρτα. «Θέλεις να κλείσω το παράθυρο;» ρώτησε ο Καλ. «Και πώς θα μπει το γατί;» «Έχεις δίκιο» είπε ο Καλ και, καθώς την ακολουθούσε, σκεφτόταν: Θεέ μου, της κουβάλησα στο σπίτι ένα αγριόγατο. Την ώρα που έτρωγαν τη σαλάτα του Εμίλιο, η Μ ιν είπε: «Επομένως το κοτόπουλο μαρσάλα δεν είναι φιλικό για την
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
177
καρδιά ούτε για το βάρος». «Φιλικό για την καρδιά;» επανέλαβε ο Καλ σηκώνοντας το ποτήρι του κρασιού. «Εννοείς ότι δεν είναι ωφέλιμο για την καρδιά σου; Κάνεις λάθος. Σου είπα, το ελαιόλαδο ωφελεί. Άσε που λίγο αλεύρι και βούτυρο δεν θα σε σκοτώσουν». «Αυτό να το πεις στη μητέρα μου». Η Μ ιν δοκίμασε άλλη μια μπουκιά σαλάτα. «Είναι τόσο νόστιμη! Το ηθικό δίδαγμα της σημερινής ιστορίας είναι ότι δεν πρέπει να μαγειρεύω». «Γιατί; Ήταν η πρώτη φορά που το δοκίμασες. Όλοι κάνουν λάθη». Ο Καλ πήρε το πακέτο με το κοτόπουλο και σέρβιρε στα δύο πιάτα χωρίς να χυθεί τίποτα. «Όλοι εκτός από σένα» επισήμανε η Μ ιν παρατηρώντας τις κινήσεις του. «Εσύ είσαι καλός σε όλα». «Λοιπόν» είπε ο Καλ αφήνοντας το πακέτο στο τραπέζι. «Μ όλις κάποιος σε παράτησε, το καταλαβαίνω, αλλά ο τύπος δεν σε ενδιέφερε, επομένως γιατί εξακολουθείς να είσαι τόσο θυμωμένη και να ξεσπάς πάνω μου;» «Το γεγονός ότι με παράτησε ήταν η σταγόνα που έκανε το ποτήρι να ξεχειλίσει». Η Μ ιν έκοψε το κοτόπουλό της. Έβαλε μια μπουκιά στο στόμα και άρχισε να το μασάει. Αμέσως στο πρόσωπό της απλώθηκε η ευτυχισμένη έκφραση που έπαιρνε όταν απολάμβανε το καλό φαγητό. «Οι δίαιτες δεν είναι για σένα». Ο Καλ σήκωσε το πιρούνι του και άρχισε να τρώει. «Τι σου έκανε αυτός ο άντρας και δεν μπορείς να το ξεπεράσεις;» Η Μ ιν κάρφωσε ένα μανιτάρι με μανία, όπως του άξιζε. «Το πρόβλημα ήταν κυρίως το βάρος μου». «Άσκησε κριτική για το βάρος σου; Ο τύπος έχει μυαλό κουκούτσι» μουρμούρισε ο Καλ κουνώντας το κεφάλι σαν να μην πίστευε στ’ αυτιά του. «Δεν άσκησε ακριβώς κριτική. Απλώς μου υπέδειξε ότι πρέπει να κάνω δίαιτα. Και μετά με εγκατέλειψε επειδή δεν
178
JENNIFER CRUSIE
ήθελα να πλαγιάσω μαζί του». «Σου είπε να κάνεις δίαιτα και μετά σου ζήτησε να πλαγιάσεις μαζί του; Το παίρνω πίσω, τα κουκούτσια είναι πιο έξυπνα από αυτό τον ανεγκέφαλο». «Ναι, αλλά είχε και ένα δίκιο. Θέλω να πω, σχετικά με τα κιλά μου». Η Μ ιν τον κοίταξε με ύφος αγέρωχο και προκλητικό. «Έτσι δεν είναι;» «Δεν υπάρχει τρόπος να σου απαντήσω χωρίς να προκαλέσω ξανά την οργή σου» είπε ο Καλ. «Κράτα τη για τον άχρηστο που σε παράτησε. Εγώ είμαι το καλό παιδί της υπόθεσης». Η Μ ιν κάρφωσε άλλο ένα μανιτάρι κι έπειτα άφησε κάτω το πιρούνι. «Λοιπόν, το αφήνω να περάσει έτσι. Ό,τι κι αν πεις, εγώ δεν θα θυμώσω». Ο Καλ κοίταξε το μπουρινιασμένο πρόσωπό της και έβαλε τα γέλια. «Πώς θα το πετύχεις, μου λες;» «Εντάξει, θα θυμώσω, αλλά θα είμαι δίκαιη. Η ουσία είναι πως είσαι ο μόνος άντρας που εμπιστεύομαι, που ξέρω ότι θα μου πει την αλήθεια». «Μ ε εμπιστεύεσαι;» είπε ο Καλ, ξαφνιασμένος και κολακευμένος. «Νόμιζα ότι με θεωρούσες τέρας». «Είσαι. Αλλά έχεις την τάση να μου λες την αλήθεια. Τις περισσότερες φορές». Ο Καλ σταμάτησε να τρώει. «Πάντα. Ποτέ δεν σου είπα ψέματα». «Ναι, καλά… Για πες μου λοιπόν, τι πρέπει να κάνω σχετικά με τα κιλά μου;» «Λοιπόν, θα σου πω την αλήθεια». Ο Καλ άφησε κάτω το πιρούνι. «Δεν πρόκειται ποτέ να γίνεις λεπτή. Έχεις άλλη κοψιά, εσύ είσαι μια γυναίκα με καμπύλες. Έχεις φαρδιούς γοφούς, στρογγυλό στομάχι και πλούσιο στήθος. Είσαι…» «Εύρωστη» είπε πικαρισμένη η Μ ιν. «Αισθησιακή» τη διόρθωσε ο Καλ, κοιτάζοντας το
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
179
ανεπαίσθητο ανεβοκατέβασμα του στήθους της κάτω από την μπλούζα. «Μ εστωμένη» σάρκασε η Μ ιν. «Πληθωρική» είπε ο Καλ, ανακαλώντας στη μνήμη την απαλή σάρκα όπου είχε ακουμπήσει την παλάμη του. «Μ πρατσωμένη» αντέτεινε η Μ ιν. «Απαλή, φλογερή, γεμάτη καμπύλες˙ κι εγώ αρχίζω να ερεθίζομαι» είπε ο Καλ κυριευμένος από ξαφνική ζάλη. «Φοράς κάτι άλλο κάτω από την μπλούζα;» «Φυσικά» του αποκρίθηκε αιφνιδιασμένη. «Α» μουρμούρισε εκείνος καταπνίγοντας τη φαντασίωση. «Λαμπρά. Πρέπει να συνεχίσουμε το φαγητό μας. Για ποιο πράγμα μιλούσαμε;» «Για το βάρος μου». «Σωστά» είπε ο Καλ πιάνοντας ξανά το πιρούνι του. «Αν δεν καταφέρνεις να χάσεις βάρος, είναι επειδή στην πραγματικότητα δεν πρέπει να το χάσεις, έχεις αλλιώτικο σκαρί, κι αν κατορθώσεις με κάποια ηλίθια δίαιτα να χάσεις κιλά, θα μοιάζεις με το συφοριασμένο κοτόπουλο που μαγείρεψες. Μ ερικά πράγματα πρέπει να φτιάχνονται με βούτυρο. Εσύ είσαι ένα από αυτά». «Δηλαδή δεν έχω ελπίδες;» «Το άλλο πρόβλημά σου είναι ότι δεν ακούς. Αν θέλεις να είσαι σέξι, γίνε σέξι. Διαθέτεις προσόντα τα οποία οι αδύνατες δεν θα τα αποκτήσουν ποτέ, και θα έπρεπε να τα απολαμβάνεις και να ντύνεσαι με τρόπο που να δείχνεις ότι το απολαμβάνεις. Ή τουλάχιστον με τρόπο που να το απολαμβάνουν οι άλλοι. Εκείνο το ταγέρ που φορούσες τη νύχτα που ήρθα και σου μίλησα σ’ έκανε να μοιάζεις με διευθύντρια φυλακών». Ο Καλ θυμήθηκε το ντεκολτέ της κόκκινης μπλούζας και πρόσθεσε: «Αν και φοράς εξαίσια εσώρουχα». «Κανένα ρούχο δεν δείχνει ωραίο πάνω μου». «Δεν έχεις καθόλου δίκιο» είπε ο Καλ συνεχίζοντας το φαγητό του. «Αν και ομολογώ ότι είσαι από τις γυναίκες που
180
JENNIFER CRUSIE
είναι ωραιότερες γυμνές παρά ντυμένες». Το προδοτικό μυαλό του επιχείρησε να πλάσει μια ανάλογη εικόνα, αλλά ο ίδιος πάτησε πόδι. «Υποθέτω. Τρώγε, σε παρακαλώ. Η πείνα σε κάνει στριμμένη». «Γυμνή είμαι ωραιότερη;» είπε η Μ ιν σηκώνοντας ξανά το πιρούνι της. «Όχι. Άκου…» «Μ ε ρώτησες και σου απάντησα. Απλώς δεν θέλεις να το ακούσεις. Η αλήθεια είναι ότι οι περισσότεροι άντρες θα προτιμούσαν να πλαγιάσουν μαζί σου παρά με μια κρεμάστρα ρούχων, είσαι απείρως πιο ευχάριστη στην αφή. Εντούτοις, οι περισσότερες γυναίκες πιστεύουν το αντίθετο. Προσπαθείτε να χάσετε βάρος επειδή έτσι έχετε αποφασίσει μεταξύ σας». Η Μ ιν στριφογύρισε τα μάτια με αγανάκτηση. «Δηλαδή τόσα χρόνια ήμουν σέξι; Τότε γιατί δεν το πρόσεξε κανείς;» «Γιατί ντύνεσαι λες και μισείς το σώμα σου. Ο αισθησιασμός είναι κάτι που βρίσκεται μες στο κεφάλι σου, κι αν δεν αισθάνεσαι σέξι, τότε δεν το δείχνεις». «Κι εσύ πώς ξέρεις τι είμαι;» ρώτησε η Μ ιν ενοχλημένη. «Το ξέρω επειδή κοίταξα το ντεκολτέ σου» απάντησε ο Καλ φέρνοντας την εικόνα στο μυαλό του. «Επίσης σε φίλησα και οφείλω να ομολογήσω πως το στόμα σου είναι υπέροχο. Έλα τώρα, φάε κάτι». Η Μ ιν κοίταξε το πιάτο της και ρίχτηκε στο φαγητό. «Χριστέ μου, τι νόστιμο που είναι!» είπε σε λίγο. «Τίποτα δεν μπορεί να συναγωνιστεί το καλό φαγητό» δήλωσε ο Καλ. «Εκτός, δηλαδή, από…» «Πρέπει να υπάρχει τρόπος να γίνει αυτό το πιάτο φιλικό για την καρδιά» είπε η Μ ιν. «Χαίρομαι που τόση ώρα μιλούσα στον εαυτό μου. Δεν άκουσες τίποτα απ’ όσα είπα;» «Άκουσα. Ώστε έμοιαζα με διευθύντρια φυλακών όταν με πλεύρισες, ε;» «Όχι» είπε ο Καλ. «Φορούσες υπέροχα παπούτσια. Στο θέμα
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
181
των παπουτσιών εκφράζεσαι πιο ελεύθερα». Και έχεις ωραία δάχτυλα. «Επομένως ο λόγος που διέσχισες όλο το μπαρ για να με πλευρίσεις, παρόλο που έμοιαζα με διευθύντρια φυλακών, ήταν τα παπούτσια μου;» Η ερώτηση έμοιαζε στοχευμένη, γι’ αυτό ο Καλ προσπάθησε να θυμηθεί για ποιον λόγο την είχε πλησιάσει στο μπαρ. Θυμήθηκε το στοίχημα κι αμέσως έκανε έναν μορφασμό. Ο λόγος ήταν εκείνο το ηλίθιο στοίχημα με τον Ντέιβιντ. «Να πάρει ο διάβολος». «Είχες βάλει στοίχημα, έτσι δεν είναι;» είπε η Μ ιν με ύφος αηδιασμένο. Ο Καλ έβγαλε το πορτοφόλι του και ακούμπησε ένα χαρτονόμισμα των δέκα δολαρίων στο τραπέζι. «Ορίστε, είναι όλο δικό σου. Μ πορώ να τελειώσω το φαγητό μου προτού με πετάξεις έξω;» «Ασφαλώς. Βλέπω ότι δεν το πήρες άσχημα που έχασες το στοίχημα». «Δεν έχασα» είπε ο Καλ καρφώνοντας άλλο ένα μανιτάρι. «Ποτέ δεν χάνω». «Πήρες τα χρήματα απ’ το στοίχημα;» ρώτησε η Μ ιν εξοργισμένη. «Βγήκες μαζί μου από το μπαρ, επομένως κέρδισα» αποκρίθηκε ο Καλ σμίγοντας τα φρύδια. «Και όλοι κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι…» «Ότι τι;» είπε ο Καλ με απόγνωση. «Κάποιος στοιχημάτισε μαζί μου δέκα δολάρια για το αν θα μπορούσα να σε πείσω να φύγεις μαζί μου από το μπαρ. Έφυγες μαζί μου. Εισέπραξα τα δέκα δολάρια. Τώρα τα έχεις εσύ. Μ πορούμε να πάμε παρακάτω;» «Ώστε το στοίχημα έληξε» είπε η Μ ιν με εμφανή δυσπιστία. «Ναι» είπε ο Καλ χάνοντας την υπομονή του. «Το παραδέχομαι ότι δεν ήταν η καλύτερη αρχή για μια σχέση, αλλά εμείς δεν έχουμε σχέση, αφενός επειδή εσύ περιμένεις τον
182
JENNIFER CRUSIE
Έλβις, αφετέρου επειδή έχουμε αποφασίσει και να μονάσουμε για ένα διάστημα. Επιπλέον σε ταΐζω. Πάλι. Για ποιον λόγο είσαι θυμωμένη;» «Χωρίς λόγο» απάντησε ξερά η Μ ιν και ασχολήθηκε ξανά με το κοτόπουλό της. «Κάτι μου ξεφεύγει εδώ πέρα, κάτι σημαντικό, έτσι δεν είναι;» ρώτησε ο Καλ. «Σωστά μάντεψες. Συνέχισε να τρως». Ο Καλ προσφέρθηκε να τη βοηθήσει στο πλύσιμο των πιάτων, αλλά η Μ ιν τον έσπρωξε στην έξοδο, θυμωμένη μαζί του λόγω του στοιχήματος και με τον εαυτό της επειδή έδινε σημασία. Ό,τι περίσσεψε από το φαγητό του Εμίλιο το τακτοποίησε στο ψυγείο, πέταξε το αποτυχημένο κοτόπουλο στα σκουπίδια κι έπειτα πήγε στην κάμαρά της και χώθηκε κάτω από το σατέν κάλυμμα. Ο Καλ είχε πει πως το κρεβάτι ήταν το μόνο πράγμα εκεί μέσα που την αντιπροσώπευε. Σ’ ένα διαμέρισμα γεμάτο λιτά και ανοικονόμητα έπιπλα, εκείνος ξεχώρισε το μοναδικό όμορφο, εντυπωσιακό, σέξι κομμάτι λέγοντας: «Μ ου θυμίζει εσένα». Το κάθαρμα! Το γατί πήδησε στο κρεβάτι και την πλησίασε. «Ε, τι κάνεις εκεί;» είπε η Μ ιν καθώς εκείνο κουλουριαζόταν πλάι της. Το χάιδεψε νιώθοντας το κοκαλιάρικο κορμάκι κάτω από τη γούνα, κι αυτό άνοιξε και τα δυο μάτια. Είχαν διαφορετικό χρώμα, το ένα από τα δύο είχε μια πιτσιλιά που ταίριαζε με τις πιτσιλιές της γούνας του. «Γατί πάτσγουορκ» του είπε κι αυτό κουλουριάστηκε δίπλα της μεταδίδοντάς της την απίστευτη ηρεμία του. Άνοιξε το στερεοφωνικό που είχε στο κομοδίνο της και άκουσε τον Έλβις να τραγουδάει για το πόσο χάλια ήταν η ζωή αφότου τον εγκατέλειψε το μωρό του. Το γατί τέντωσε τα αυτιά στην πρώτη στροφή, κι έπειτα χαλάρωσε ξανά πάνω στο κάλυμμα. «Μ ετακόμισες στο Χάρτμπρεϊκ Οτέλ;» το ρώτησε η Μ ιν και το έξυσε πίσω από τα αυτιά. Το γατί σήκωσε
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
183
το κεφάλι και τρίφτηκε στα δάχτυλά της. Εκείνη κοίταξε την αλλόκοτη μουσουδίτσα του και τα εκστατικά κλειστά μάτια του και αμέσως την πλημμύρισε ένα κύμα στοργής. Το γατί άρχισε να γουργουρίζει και ο ήχος ήταν ό,τι πιο τρυφερό και γαλήνιο μπορούσε η Μ ιν να φανταστεί. «Δεν θα ήταν φρόνιμο να σε κρατήσω» του είπε συνεχίζοντας να το χαϊδεύει, κι αυτό κόλλησε πάνω της, ζεστό, ήρεμο, προσφέροντάς της παρηγοριά. Να γιατί οι μοναχικές γυναίκες είχαν γάτες. Σίγουρα οι γάτες ήταν προτιμότερες από τους γοητευτικούς, ψεύτες, αθεράπευτους τζογαδόρους που φιλούν θεϊκά κι έχουν χέρια… «Είμαι τόσο μόνος, μωρό μου» τραγούδησε ο Έλβις και η Μ ιν άπλωσε το χέρι και δυνάμωσε την ένταση. Το γατί σήκωσε το κεφάλι, αλλά το «Don’t Be Cruel» φάνηκε να του αρέσει όσο το «Heartbreak Hotel», γι’ αυτό κουλουριάστηκε ξανά πάνω στην κοιλιά της ζεσταίνοντάς την. «Μ πορείς να μείνεις» του είπε και έμειναν ξαπλωμένοι οι δυο τους σωπαίνοντας, ακούγοντας παρέα τον Έλβις, ώσπου αποκοιμήθηκαν. «Στο γραφείο σου σε περιμένει μια κουκλάρα» είπε ο βοηθός του Ντέιβιντ, όταν εκείνος πήγε για δουλειά την Τετάρτη. «Πολύ καλή». Η Μ ιν, συλλογίστηκε ο Ντέιβιντ συνειδητοποιώντας την ίδια στιγμή ότι αποκλείεται να ήταν εκείνη. Κανείς δεν θα την χαρακτήριζε κουκλάρα. Όταν άνοιξε την πόρτα, αντίκρισε τη Σίνθι καθισμένη μπροστά από το γραφείο του, ντυμένη μ’ ένα έξοχο κόκκινο ταγέρ. «Ήρθες επιτέλους» του είπε και σηκώθηκε. «Ωραίο ταγέρ» σχολίασε ο Ντέιβιντ κλείνοντας την πόρτα πίσω του. Πέρασε πίσω της εντυπωσιασμένος από τον τρόπο που η φούστα αγκάλιαζε τους σφιχτούς μικρούς γλουτούς της δίχως να τους σφίγγει.
184
JENNIFER CRUSIE
«Ντέιβιντ» είπε η Σίνθι. «Άσε το ταγέρ. Για ποιον λόγο ο Καλ εξακολουθεί να βρίσκεται με τη γυναίκα που αγαπάς;» «Να βρίσκεται;» Ο Ντέιβιντ έχασε το ενδιαφέρον του για το ταγέρ της Σίνθι και κάθισε στη θέση του πίσω από το γραφείο. «Τη Δευτέρα την πήγε για φαγητό, με αποτέλεσμα να μην μπορέσουμε να φάμε μαζί. Χτες το βράδυ τής πήγε φαγητό στο σπίτι της». Η Σίνθι έγειρε πιο κοντά. Το όμορφο προσωπάκι της φαινόταν σφιγμένο. «Νόμιζα ότι θα τηλεφωνούσες στον Γκρεγκ. Γιατί ο Καλ είναι ακόμη μαζί της;» «Και βέβαια τηλεφώνησα στον Γκρεγκ». Ο Ντέιβιντ μετακίνησε μερικά χαρτιά για να κερδίσει χρόνο. «Δεν ξέρω γιατί το κόλπο δεν έπιασε. Ίσως ο Καλ περνάει καλά μαζί της». Ίσως θέλει να κερδίσει δέκα χιλιάδες δολάρια. «Χωρίς να κάνουν σεξ» πρόσθεσε η Σίνθι. «Χωρίς» είπε ο Ντέιβιντ, ευχόμενος η Μ ιν να παραμένει ψυχρή. «Δεν πρόκειται να κάνουν σεξ». «Πιστεύω πως έχεις δίκιο». Η Σίνθι άρχισε να βηματίζει πάνω κάτω. «Δεν μοιάζει από τις γυναίκες που πέφτουν εύκολα στο κρεβάτι, κι εκείνος δεν θα την πιέσει. Διαθέτει εξαιρετικό ένστικτο». «Τόσο το καλύτερο γι’ αυτόν. Μ ε θέλεις κάτι άλλο;» ρώτησε ο Ντέιβιντ. Η Σίνθι έσκυψε πάνω από το γραφείο του. «Θέλω να τηλεφωνήσεις στη Μ ιν. Κάλεσέ τη για μεσημεριανό, για βραδινό, πλήρωσε τον λογαριασμό και φρόντισε να τα ξαναφτιάξετε». Ο Ντέιβιντ κοίταξε το σακάκι με το βαθύ ντεκολτέ και κάρφωσε για μια ακόμα φορά το βλέμμα στη σχισμή του στήθους. «Έχεις κάποιον απώτερο σκοπό, έτσι δεν είναι;» Η Σίνθι πήρε βαθιά εισπνοή σφίγγοντας το σαγόνι. «Ντέιβιντ, είμαι μια επαγγελματίας στον τομέα των σχέσεων των δύο φύλων η οποία χάνει τον άντρα που αγαπάει. Δεν
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
185
διακυβεύεται απλώς η προσωπική μου ζωή, διακυβεύεται ο δημόσιος βίος μου, η ζωή μου ολόκληρη. Έχω έτοιμο ένα βιβλίο που ενδέχεται να γνωρίσει τεράστια εμπορική επιτυχία, ο εκδότης μου θέλει να περιλάβει στο οπισθόφυλλο τη φωτογραφία του γάμου μου, όλα εξαρτώνται από αυτό, και φυσικά δεν σκοπεύω να αφήσω το οικοδόμημα να καταρρεύσει επειδή εσύ είσαι άνθρωπος χωρίς πυγμή και δεν παίρνεις την πρωτοβουλία να τα ξαναφτιάξεις με το κορίτσι σου». Έγειρε πιο κοντά. «Θα φύγω αν μου υποσχεθείς ότι θα της τηλεφωνήσεις να την καλέσεις για φαγητό και αν μου πεις ποιες είναι οι κολλητές της. Την Παρασκευή στο μπαρ είδα δυο κοπέλες. Μ ια κοντή ξανθιά και μια ψηλή κοκκινομάλλα. Είναι στενές φίλες της;» Το άρωμά της, μια ανεπαίσθητη μυρωμένη πνοή, ένας μεθυστικός ψίθυρος, μια υπόσχεση, πλανήθηκε στον αέρα και τον ζάλισε. «Τι άρωμα φοράς;» τη ρώτησε προσπαθώντας να αγνοήσει τη σπόντα ότι δεν ήταν άνθρωπος με πυγμή. «Είναι ειδικό χαρμάνι φτιαγμένο αποκλειστικά για μένα» απάντησε η Σίνθι κατεβάζοντας τον τόνο της φωνής. «Αποτελείται από αρώματα που ενεργοποιούν την αντρική λίμπιντο. Το φόρεσα ειδικά για σένα, Ντέιβιντ. Ποια είναι η καλύτερή της φίλη;» Ο Ντέιβιντ κούνησε το κεφάλι για να συνέλθει και έσπρωξε πίσω το κάθισμά του επιδιώκοντας να απομακρυνθεί από τη Σίνθι. «Τι περιέχει αυτό το πράγμα;» «Λεβάντα και κανέλα» του αποκρίθηκε εκείνη ισιώνοντας το κορμί. «Θέλω να μάθω ποια είναι η πιο στενή φίλη της. Βρίσκομαι εδώ για να σε βοηθήσω, Ντέιβιντ. Θέλεις την αναλογίστρια πίσω, έτσι δεν είναι;» Στάθηκε μπροστά του, λεπτή και λυγερή, φορώντας κόκκινο μάλλινο κρεπ, μοσχοβολώντας λεβάντα και κανέλα. Ο Ντέιβιντ θόλωσε, πέρασε ολόκληρο λεπτό μέχρι να θυμηθεί ποια ήταν η
186
JENNIFER CRUSIE
αναλογίστρια. «Και να σκεφτεί κανείς πως δεν σε συμπαθώ καν» της είπε. «Γιατί με ανάβεις έτσι;» «Επειδή είσαι άντρας». Η Σίνθι στριφογύρισε τα μάτια με απόγνωση. «Ποια είναι η φίλη της;» «Γιατί ρωτάς;» «Σου έχω εξηγήσει ήδη για τα στάδια, για το στάδιο της έλξης» αποκρίθηκε ξεφυσώντας. «Αν μπορέσω να μιλήσω στην καλύτερη φίλη της για την προβληματική σχέση του Καλ με τις γυναίκες, να είσαι σίγουρος ότι αυτή η φίλη θα έχει λόγους να ανησυχήσει, οπότε θα πει στη Μ ιν ότι δεν τον χωνεύει. Αυτό θα δυναμιτίσει το στάδιο του πρώτου έρωτα. Πρόκειται για επιστημονική μέθοδο, Ντέιβιντ. Μ ην πάει ο νους σου σε αιφνίδιες επιθέσεις σε σκοτεινά σοκάκια». «Εντάξει» είπε εκείνος χωρίς να ξεκολλήσει το βλέμμα από το στήθος της. «Φοράς τίποτα κάτω από το σακάκι;» «Αν σου δείξω, θα μου πεις ένα όνομα;» «Ναι» αποκρίθηκε ο Ντέιβιντ χωρίς να νοιάζεται για τη χυδαία στάση του που μαρτυρούσε την αδυναμία του. Η Σίνθι ξεκούμπωσε τα δύο κουμπιά και άνοιξε το σακάκι της. Το κόκκινο μεταξωτό σουτιέν ήταν ασορτί με τη φόδρα του ταγέρ, όσο για τα ψηλά και στητά στήθη της, από τη γωνία από την οποία τα έβλεπε ο Ντέιβιντ, έμοιαζαν να είναι αληθινά. «Θεέ μου!» αναφώνησε ο Ντέιβιντ μαρμαρώνοντας στη θέση του. «Όχι παίζουμε» είπε η Σίνθι κουμπώνοντας το σακάκι της. «Και τώρα πες μου το όνομα». «Η κοκκινομάλλα είναι η Λίζα Τάιλερ και θεωρεί όλους τους άντρες κόπανους». «Έχει δίκιο. Τηλεφώνησε στη Μ ιν και κάλεσέ τη για φαγητό». Η Σίνθι έκανε μεταβολή και βγήκε από το γραφείο. Ο Ντέιβιντ την ακολούθησε με το βλέμμα, ενώ στον αμφιβληστροειδή του είχε μείνει το αποτύπωμα του τέλειου
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
187
στήθους της. Παράλληλα προσπαθούσε να πείσει τον εαυτό του ότι είχε ενεργήσει σωστά˙ κάποιος έπρεπε να βάλει φρένο στον Καλ Μ όρισεϊ. Και να σώσει τη Μ ιν, κι αυτό επίσης ήταν σημαντικό. «Πολύ σέξι» σχολίασε ο βοηθός του από το άνοιγμα της πόρτας μυρίζοντας τον αέρα. «Πωπώ! Το άρωμά της μυρίζει έτσι;» «Ναι» είπε ο Ντέιβιντ και σήκωσε το ακουστικό. «Είναι θειάφι. Μ ην την αφήσεις να μπει άλλη φορά στο γραφείο μου». Το ίδιο βράδυ, στις οκτώ, η Λίζα καθόταν με τον Τόνι και τον Ρότζερ στο Μ εγάλο Ρίσκο περιμένοντας την Μ πόνι και τη Μ ιν να επιστρέψουν από την τουαλέτα. «Όπα» μουρμούρισε ξαφνικά ο Τόνι γυρίζοντας την πλάτη στην μπάρα. «Τι συμβαίνει;» Ο Ρότζερ ακολούθησε το βλέμμα του. «Α, ευτυχώς κατευθύνεται στην άλλη άκρη της αίθουσας». «Ποιος;» ρώτησε η Λίζα μισοκλείνοντας τα μάτια για να δει καλύτερα στο μισόφωτο του μπαρ. Μ ια λεπτή μελαχρινή με ακριβό ντύσιμο και βαριεστημένο ύφος είχε μόλις μπει στην αίθουσα, ενώ ο συνοδός της προσπαθούσε να τραβήξει το ενδιαφέρον της. «Παλιά φιλενάδα;» «Όχι» είπε ο Τόνι καθώς η Μ πόνι γύριζε από την τουαλέτα. «Εγώ δεν βγαίνω με τρελές. Δηλαδή, μέχρι να γνωρίσω εσένα». «Εσύ βγαίνεις με τρελές;» ρώτησε η Μ πόνι τον Ρότζερ και κάθισε στη θέση της. «Όχι, προς Θεού, αυτά τα κάνει μόνο ο Καλ» απάντησε ο Ρότζερ, που κόντεψε να πέσει από την καρέκλα του. «Εγώ σπάνια βγαίνω ραντεβού». «Δεν πειράζει, μωρό μου». Η Μ πόνι τον χτύπησε τρυφερά στο γόνατο. «Έχεις αυτό το δικαίωμα». «Μ α δεν θέλω να βγαίνω» είπε ο Ρότζερ, προκαλώντας τον εκνευρισμό του Τόνι.
188
JENNIFER CRUSIE
«Ώστε η μελαχρινή είναι παλιά φιλενάδα του Καλ» είπε η Λίζα και σηκώθηκε. «Επιστρέφω αμέσως». «Μ ια στιγμή» είπε ο Τόνι και την έπιασε απ’ το μπράτσο. «Για ποιον λόγο σε ενδιαφέρει η ερωτική ζωή του Καλ;» «Βγαίνει με την καλύτερή μου φίλη» απάντησε η Λίζα με δήθεν αθώο ύφος. «Έχω την περιέργεια να τη γνωρίσω». «Αυτό που εννοούσα» έλεγε ο Ρότζερ στην Μ πόνι «ήταν ότι δεν θέλω να βγαίνω με καμία άλλη εκτός από σένα». «Ειλικρινά δεν απαιτώ από σένα να είσαι μονογαμικός από το τρίτο μας ραντεβού» είπε η Μ πόνι. «Εντάξει, αλλά είμαι, ούτως ή άλλως». «Τι θέλεις τώρα, να σε δέσω με αλυσίδες;» είπε ο Τόνι στη Λίζα. Σώπασε μια στιγμή για να σκεφτεί την προοπτική κι έπειτα κούνησε απότομα το κεφάλι. «Ξέχνα τις αλυσίδες. Σου συνιστώ πάντως να μην μπλέξεις με τη Σίνθι. Το μυαλό της είναι κολλημένο στην ψυχολογία. Πιθανώς επειδή είναι ψυχολόγος, αλλά, και πάλι, έχει κάτι πολύ αλλόκοτες ιδέες». «Να υποθέσω ότι έχει κάνει το ψυχογράφημά σου;» του πέταξε η Λίζα κοιτάζοντας προς το βάθος της αίθουσας. «Η μονογαμία ισχύει φυσικά μόνο για μένα» είπε ο Ρότζερ στην Μ πόνι. «Εσύ δεν είσαι υποχρεωμένη να βγαίνεις αποκλειστικά μαζί μου. Εκτός αν το θέλεις, βέβαια». Ο Τόνι κούνησε το κεφάλι οικτίροντάς τον. «Η Σίνθι έχει μια τρελή θεωρία για τα τέσσερα στάδια του έρωτα και με βάση αυτήν εξηγεί όλες τις σχέσεις». «Τι μου λες!» είπε έκπληκτη η Λίζα. «Πράγμα που είναι ανόητο, αφού οι σχέσεις βασίζονται στη θεωρία του χάους» συνέχισε ο Τόνι τραβώντας την από το μπράτσο για να την αναγκάσει να καθίσει. «Πώς;» είπε η Λίζα, προσπαθώντας να ελευθερωθεί. «Οι ανθρώπινες σχέσεις, όπως και ο καιρός, δεν είναι προβλέψιμες» εξήγησε ο Τόνι εξακολουθώντας να την κρατάει, και η Λίζα κάθισε ξανά μόνο και μόνο για να γλιτώσει από τη λαβή του. «Πάρε για παράδειγμα τη Μ ιν με τον Καλ. Ο Καλ
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
189
είναι ένα σύνθετο δυναμικό σύστημα που προσπαθεί να διατηρήσει τη σταθερότητά του απέχοντας από τις γυναίκες». «Απέχοντας;» «Δεν θέλει να βγαίνει πια ραντεβού με γυναίκες, πώς το λένε. Το φαντάζεσαι; Αυτό και μόνο τον καθιστά ασταθή. Είναι προφανές ότι η αποχή δεν του ταιριάζει. Ξαφνικά γνωρίζει τη Μ ιν, μια διαταραχή στο περιβάλλον του. Αρχίζει να κινείται τυχαία, λόγω της διαταραχής, προσπαθώντας να ανακτήσει τη σταθερότητα. Μ πλέκει στο πεδίο της έλξης της και αρχίζει να κινείται σπασμωδικά, δίχως να επαναλαμβάνει τις ίδιες κινήσεις, εξακολουθώντας, παρ’ όλα αυτά, να επηρεάζεται από το εν λόγω πεδίο. Η Μ ιν είναι ο παράξενος ελκυστής». «Μ άλιστα. Και σε τι ωφελούν όλα αυτά;» Ο Τόνι έγειρε κοντά της. «Η Σίνθι πιστεύει πως οι σχέσεις ακολουθούν ένα προκαθορισμένο και άρα προβλέψιμο σχέδιο. Αλλά πώς είναι δυνατό να συμβαίνει κάτι τέτοιο; Οι άνθρωποι είναι σύνθετα όντα, οι διαταραχές στη ζωή τους είναι σύνθετες, οι ελκυστές στη ζωή τους είναι σύνθετοι. Οι ερωτευμένοι άνθρωποι είναι η θεωρία του χάους στην πράξη». «Ναι» είπε η Λίζα, εξακολουθώντας να μην καταλαβαίνει. «Γι’ αυτό η Σίνθι είναι τρελή» συνέχισε ο Τόνι αφήνοντάς της το μπράτσο. «Πιστεύει ότι ο έρωτας μπορεί να αναλυθεί και να εξηγηθεί. Όμως είναι αδύνατον». Η Λίζα κάθισε πίσω στην καρέκλα της και κοίταξε τον Τόνι σαν να τον έβλεπε για πρώτη φορά. Άγνωστο πώς, τώρα δεν έμοιαζε διόλου χαζός, κι αυτό δεν οφειλόταν σ’ αυτή την παρανοϊκή θεωρία του χάους. Οφειλόταν στο γεγονός ότι έβρισκε ενδιαφέρον σ’ αυτό που έλεγε. Όταν κάτι τον ενδιέφερε, ήταν πολύ έξυπνος. «Τι τρέχει;» ρώτησε ο Τόνι. «Έχεις ερωτευτεί ποτέ;» είπε η Λίζα. «Όχι. Δεν νομίζω ότι μου έχει συμβεί ποτέ». Της χαμογέλασε. «Θα προκαλούσε υπερβολικά μεγάλη διαταραχή στο περιβάλλον
190
JENNIFER CRUSIE
μου». «Τότε γιατί δεν συμπαθείς τη Σίνθι;» «Επειδή προσπάθησε να παγιδέψει τον Καλ. Ανέλυσε την προσωπικότητά του και πίστεψε ότι τον γνωρίζει. Δεν του αξίζει τέτοια μεταχείριση. Ο Καλ θα έπρεπε να είναι με μια γυναίκα πρόθυμη να αντικρίσει το χάος. Χωρίς κανόνες, χωρίς όρους, χωρίς θεωρίες, χωρίς δίχτυ ασφαλείας. Όπως είναι, ας πούμε, η Μ πόνι με τον Ρότζερ». Η Λίζα έριξε μια ματιά στην Μ πόνι που γελούσε με τον Ρότζερ. «Έχεις δίκιο. Όλοι μας αξίζουμε κάτι ανάλογο». «Λαμπρά» είπε ο Τόνι. «Επομένως δεν χρειάζεται να μιλήσεις στη Σίνθι». Εκείνη τη στιγμή ο Ρότζερ είπε κάτι και ο Τόνι γύρισε για να του απαντήσει. Η Λίζα βρήκε την ευκαιρία να σηκωθεί και να πάει να συναντήσει τη Σίνθι. «Γεια, είμαι η Λίζα» είπε και θρονιάστηκε σ’ ένα κάθισμα. Η Σίνθι σήκωσε το κεφάλι εμβρόντητη. «Γεια» είπε σαστισμένη, σχεδόν σαν να ήταν γνωστή της. «Είμαι η Σίνθι. Γνωριζόμαστε;» «Όχι» απάντησε η Λίζα. «Ο πρώην σου βγαίνει με μια φίλη μου. Πες μου όλα όσα γνωρίζεις για τον Κάλβιν Μ όρισεϊ». Θεωρία του χάους και πράσινα άλογα. Ο Κάλβιν Μ όρισεϊ κινείται βάσει σχεδίου, συλλογίστηκε η Λίζα έπειτα από δεκαπέντε λεπτά και κάθισε πίσω στην καρέκλα. «Το ήξερα» είπε στη Σίνθι. «Το ήξερα ότι θα της ραγίσει την καρδιά. Πόσες άλλες έχει πληγώσει;» «Αφού χωρίσαμε, ένα βράδυ ήμουν σ’ ένα πάρτι και άρχισα να κουβεντιάζω με μια παλιά του φιλενάδα. Ξαφνικά μπήκε στην κουβέντα μας άλλη μία. Στο τέλος της βραδιάς είχαμε βρεθεί τέσσερις γυναίκες με παρόμοια ιστορία. Έχεις δύο μήνες σχέση, η ζωή είναι ωραία, κι εκεί που σκέφτεσαι: “Βρήκα τον άντρα της ζωής μου”, αυτός σε φιλάει στο μάγουλο, σου εύχεται να ευτυχήσεις και εξαφανίζεται».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
191
«Σοβαρολογείς;» είπε η Λίζα. «Και καμία δεν του έχει κοπανήσει ακόμη έναν σιδερένιο γρύλο στο κεφάλι;» «Δεν μπορείς να το κάνεις» απάντησε η Σίνθι. «Τι θα του πεις; “Βγαίνουμε μαζί δύο μήνες, πώς τολμάς να με εγκαταλείψεις;” Θα ακουγόταν παράλογο. Άλλωστε, δεν το κάνει επίτηδες» πρόσθεσε για χιλιοστή φορά, ρουφώντας το ποτό της. «Σκοτίστηκα αν το κάνει επίτηδες ή όχι. Εγώ απλώς δεν θέλω να πληγώσει τη Μ ιν» είπε η Λίζα. «Ίσως η σχέση τους να μην είναι τόσο σοβαρή. Έχουν κάτι κοινό μεταξύ τους;» «Απ’ όσο ξέρω, όχι». «Είναι χαλαροί όταν βρίσκονται μαζί;» «Όχι» αποκρίθηκε η Λίζα. «Τις περισσότερες φορές τσακώνονται». «Μ ήπως μοιράζονται οι δυο τους μυστικά; Αστειάκια που τα καταλαβαίνουν μόνο αυτοί;» «Δεν γνωρίζονται τόσο καλά». Η Σίνθι έσυρε το ακροδάχτυλό της στο χείλος του ποτηριού της. «Εσύ τον συμπαθείς; Θέλω να πω, έχεις πει στη Μ ιν ότι δεν τον συμπαθείς;» «Εννοείται» είπε η Λίζα. «Τόσο η Μ πόνι όσο κι εγώ την έχουμε προειδοποιήσει». «Δεν μου λες, μήπως της έχει βγάλει χαϊδευτικό όνομα;» τη ρώτησε η Σίνθι χαμογελαστά. «Χαϊδευτικό;» Η Λίζα προσπάθησε να θυμηθεί. «Πού και πού τη φωνάζει με το επίθετό της. Αλλά δεν τη φωνάζει, ας πούμε, “αγαπούλα” ούτε “τζουτζούκα”». «Εκείνη; Μ ήπως του έχει βρει παρατσούκλι;» ρώτησε η Σίνθι. «Τον αποκαλεί “τέρας”. Δεν το βρίσκω ιδιαίτερα τρυφερό» απάντησε η Λίζα. «Τότε γιατί βγαίνει μαζί του;»
192
JENNIFER CRUSIE
«Δεν είμαι σίγουρη αν βγαίνει μαζί του. Αλλά νομίζω ότι δεν θα αργήσει. Έχω την εντύπωση ότι τον ερωτεύεται άθελά της». Το γέλιο της Σίνθι κόπηκε απότομα. «Και αυτό με ανησυχεί» πρόσθεσε η Λίζα. «Η Μ ιν είναι καταπληκτικός άνθρωπος, θα ήταν κρίμα να παίξει μαζί της. Μ πορείς να μου πεις δυο τρία πράγματα για την τακτική που ακολουθεί ο λεγάμενος;» Η Σίνθι ίσιωσε το κορμί και έγνεψε καταφατικά. «Ασφαλώς. Της έχει προσφέρει κάτι μέχρι τώρα;» «Γνωρίζονται μόλις μία εβδομάδα» εξήγησε η Λίζα. «Δεν…» Βλέποντας τη Σίνθι να κουνάει το κεφάλι, σώπασε απότομα. «Αν έχει σοβαρές διαθέσεις, σίγουρα θα της προσφέρει κάτι. Θα ανακαλύψει τι είναι εκείνο που η φίλη σου θέλει και θα φροντίσει να της το προσφέρει. Είναι αναγκασμένος να το κάνει, τον υποχρεώνει η ψυχολογία και γι’ αυτό ευθύνεται η μητέρα του». «Η μητέρα του;» «Είναι μια γυναίκα υπερβολικά ψυχρή και συγκρατημένη» εξήγησε η Σίνθι. «Ο Καλ γνωρίζει μόνο την αγάπη υπό όρους. Έτσι λοιπόν εφαρμόζει την ίδια τακτική με κάθε γυναίκα προσπαθώντας να κερδίσει την αγάπη της. Κι όταν την εξασφαλίσει, παύει να βλέπει τη συγκεκριμένη γυναίκα σαν πρότυπο, επειδή, αν αυτή τον αγαπήσει, τότε δεν αποτελεί υποκατάστατο της μητέρας του, οπότε ο Καλ βάζει πλώρη για την επόμενη και προσπαθεί να την κάνει να τον αγαπήσει». «Πάσχει από οιδιπόδειο;» ρώτησε η Λίζα σοκαρισμένη. «Όχι. Η μητέρα του έθεσε απλώς το πρότυπο. Δεν είναι ερωτευμένος μαζί της». «Επομένως, όσο η Μ ιν τού αντιστέκεται…» «Τόσο περισσότερο θα την κυνηγάει» συμπλήρωσε η Σίνθι έχοντας πάψει να χαμογελάει. «Είναι πάνω από τις δυνάμεις του. Δεν έχει καν επίγνωση ότι το κάνει. Μ ήπως η φίλη σου συλλέγει κάποιου είδους αντικείμενα;» «Μ αζεύει γυάλινες σφαίρες με χιόνι» απάντησε η Λίζα και,
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
193
βλέποντας ότι η Σίνθι προσπαθούσε να κρύψει την περιφρόνησή της, πρόσθεσε: «Δεν φταίει αυτή. Όλα ξεκίνησαν από μια ενδοοικογενειακή συνήθεια που ξέφυγε από τον έλεγχο». «Θα δεις ότι θα της αγοράσει μια γυάλινη σφαίρα» είπε η Σίνθι. «Και θα είναι η πιο τέλεια, αυτή που της έλειπε ή αυτή που ανέκαθεν ήθελε η φίλη σου και που ίσως να μην το είχε συνειδητοποιήσει μέχρι τη στιγμή που θα της την προσφέρει. Κι όταν συμβεί αυτό, φρόντισε να την απομακρύνεις από τον Καλ, ειδάλλως, όταν όλα τελειώσουν, εκείνη θα απομείνει συντροφιά με τα δάκρυα». «Γυάλινη σφαίρα» είπε η Λίζα κοιτάζοντας το τραπέζι όπου ο Καλ είχε έρθει να συναντήσει τους υπόλοιπους μετά τη δουλειά. «Δεν είναι κακός άνθρωπος» επανέλαβε η Σίνθι. «Ποτέ δεν θα έβλαπτε άνθρωπο επίτηδες. Απλώς έχει αυτό το…» «Το κουσούρι να ακρωτηριάζει τις γυναίκες εξαιτίας της μητέρας του» συμπλήρωσε η Λίζα. «Αν θυμάμαι καλά, αυτή ήταν η ιστορία του Νόρμαν Μ πέιτς». «Ποτέ δεν θα ασκούσε σωματική βία» είπε η Σίνθι σοκαρισμένη. «Θα φροντίσω να μην τη βλάψει ούτε ψυχολογικά. Σ’ ευχαριστώ πολύ για την ενημέρωση, με υποχρέωσες». «Ευχαρίστησή μου» είπε η Σίνθι και, όταν η Λίζα την κοίταξε περίεργα, πρόσθεσε βιαστικά: «Που σε βοήθησα, δηλαδή… που βοήθησα τη φίλη σου». Κοίταξε το ποτό της. «Δεν θέλω να πληγωθεί». «Ούτε εγώ» είπε η Λίζα και απομακρύνθηκε. Όταν γύρισε στο τραπέζι τους, ο Τόνι έλεγε στη Μ ιν: «Δεν το πιστεύω». «Πίστεψέ το» είπε η Μ ιν. «Υπάρχει τρόπος να καταλάβεις». «Τι να καταλάβεις;» ρώτησε η Λίζα και κάθισε πλάι στον Τόνι έχοντας ωστόσο τον νου της στον Καλ. «Να καταλάβεις εγκαίρως αν ένας άντρας αξίζει να βγεις μαζί του» εξήγησε η Μ ιν. «Λέγαμε για τα τεστ που εφαρμόζαμε όταν φοιτούσαμε στο κολέγιο».
194
JENNIFER CRUSIE
«Τεστ» είπε ο Καλ γέρνοντας πίσω το κεφάλι και κλείνοντας τα μάτια. «Μ ισώ τα τεστ». «Δώσε μας ένα παράδειγμα» είπε ο Τόνι στη Λίζα. «Τον καλείς λόγου χάρη στο σπίτι σου να δείτε βίντεο». «Τέλεια. Μ ου αρέσουν τα βίντεο» σχολίασε ο Τόνι. «Και του δείχνεις το φιλμ Say Anything» είπε η Μ πόνι. «Αισθηματικές ανοησίες» σχολίασε ξανά ο Τόνι. «Απέτυχες στο τεστ προτού καν αρχίσει» του πέταξε η Λίζα. «Και περιμένεις τη σκηνή όπου ο Τζον Κιούζακ σκουπίζει τα σπασμένα γυαλιά για να μην τα πατήσει η Ιόνι Σκάι» συνέχισε η Μ πόνι. Η Λίζα είδε τον Καλ να χαμογελάει στη Μ ιν και εκείνη να του κουνάει το κεφάλι. Μ υστικά, είπε μέσα της κι αμέσως τσιτώθηκε. «Και τι γίνεται μετά;» ρώτησε ο Τόνι. «Αν πεις: “Τι βλακεία! Έτσι κι αλλιώς, αυτή φοράει παπούτσια”» είπε η Μ πόνι χοντραίνοντας τη φωνή της «παίρνεις αμέσως πόδι». «Μ α όντως φορούσε» είπε ο Τόνι με αγανάκτηση. «Αλλά ήταν ανοιχτά στα δάχτυλα» επισήμανε ο Ρότζερ. «Εσύ κερδίζεις παραπάνω πόντους επειδή πρόσεξες ότι ήταν ανοιχτά στα δάχτυλα» του είπε η Μ πόνι. «Θαύμα» μουρμούρισε ο Τόνι. «Αυτός που έχει φετίχ με τα πόδια κερδίζει πόντους». «Εντάξει, Μ ίνι» είπε ο Καλ στη Μ ιν «ο τύπος λέει αυτό που λέει και μετά τι γίνεται;» Μ ίνι; Η Λίζα περίμενε από τη Μ ιν να τον βάλει στη θέση του. «Κολλάω μια μεταδοτική ασθένεια» απάντησε η Μ ιν προσπαθώντας να συγκρατήσει το χαμόγελό της. «Πόσο σοβαρή;» ρώτησε ο Καλ χαμογελώντας της. Να πάρει η οργή, σκέφτηκε η Λίζα. «Έχω ναυτία και τάση για εμετό» απάντησε η Μ ιν ανταποδίδοντάς του το χαμόγελο.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
195
«Στη δική σου περίπτωση, θα ξεράσω πάνω στα παπούτσια σου» είπε η Λίζα στον Τόνι, νιώθοντας την ανάγκη να ξεσπάσει σε κάποιον. «Τι θα γίνει μ’ εμένα;» ρώτησε ο Ρότζερ την Μ πόνι. «Εσένα σε περιμένει ιδιαίτερη μεταχείριση» είπε η Μ πόνι περνώντας το μπράτσο της κάτω από το δικό του. «Σε μισώ» είπε ο Τόνι στον Ρότζερ. «Μ ια ζωή χαλάς την πιάτσα». Η Μ ιν γέλασε κι ο Καλ φάνηκε να απολαμβάνει το γέλιο της. Η Λίζα θορυβήθηκε. Ο Καλ είχε το ύφος του ανθρώπου που έχει βάλει στόχο, κι εκείνη ήξερε ποιος ήταν ο στόχος. Έτσι και σε τσακώσω με γυάλινη σφαίρα, φιλαράκο, την έβαψες, είπε μέσα της. Ο Καλ τής έριξε μια ματιά και αμέσως πάγωσε. «Τι είναι;» ρώτησε. «Τίποτα» απάντησε η Λίζα και του χαμογέλασε καρφώνοντάς τον με το βλέμμα. «Απολύτως τίποτα». «Ποια είναι απόψε η τυχερή;» ρώτησε η Σάνα τον Καλ, όταν εκείνος πήγε στην μπάρα για τον δεύτερο γύρο ποτών. «Καμία. Ξεκουράζομαι. Πώς πάει ο Έλβις; Συνεχίζει να τραγουδάει το “She” όλη μέρα;» «Μ ην πιάνεις στο στόμα σου τον Έλβις. Αν ήταν κορίτσι, θα τον παντρευόμουν». Η Σάνα τέντωσε τον λαιμό για να κοιτάξει πίσω του. «Βλέπω τους δύο καραγκιόζηδες και δυο γυναίκες. Περίμενε να μαντέψω. Η δική σου είναι η ψηλή η κοκκινομάλλα». «Όχι» είπε ο Καλ. «Φέρε μου μια από τα ίδια για τους άλλους και ουίσκι για μένα». Η Σάνα κοίταξε ξανά πάνω από τον ώμο του. «Είσαι μ’ εκείνη την ξανθούλα με τα γαλάζια; Μ ου φαίνεται κάπως σαχλή». «Απατάσαι. Πάντως όχι, δεν είμαστε μαζί. Είναι του Ρότζερ».
196
JENNIFER CRUSIE
«Τότε πού;…» άρχισε να λέει η Σάνα. «Γεια» είπε η Μ ιν πίσω του και εκείνος γύρισε μ’ ένα πλατύ χαμόγελο. «Αντιλαμβάνομαι απολύτως την ανάγκη σου να φλερτάρεις με την κοπέλα, αλλά ο Τόνι με έστειλε να σου υπενθυμίσω να βιαστείς». Η Σάνα έσκυψε πάνω από τον πάγκο και έτεινε το χέρι στη Μ ιν. «Γεια, είμαι η Σάνα και μένω στο διαμέρισμα δίπλα στον Καλ». «Είμαι η Μ ιν» είπε κομπιάζοντας κι έπειτα έσκυψε πάνω από την μπάρα. «Μ ου επιτρέπεις να σου κάνω μια προσωπική ερώτηση;» «Μ ετά χαράς» είπε η Σάνα κοιτώντας τη βαθιά στα μάτια. «Ε, τι γίνεται εδώ;» παρενέβη ο Καλ, που προσπαθούσε να καταλάβει κατά πόσο το γεγονός ότι η Σάνα φλέρταρε με τη Μ ιν μπροστά του τον ενοχλούσε ή τον άναβε. «Έχεις πανέμορφα μαλλιά» είπε η Μ ιν αγνοώντας τον. «Πώς καταφέρνεις να μη σου κατσαρώνουν;» «Δεν τα λούζω» αποκρίθηκε η Σάνα. «Τα βρέχω και τους βάζω κρέμα. Δοκίμασέ το και θα δεις ότι δεν θα σου ξανακατσαρώσουν». «Αλήθεια; Θα το επιχειρήσω. Έχω βαρεθεί να πιάνω τα μαλλιά μου ψηλά και είμαι διατεθειμένη να δοκιμάσω τα πάντα». «Όταν τα αφήσεις ελεύθερα, πέρνα ξανά αποδώ» είπε η Σάνα. «Θέλω να τα δω». Κι εγώ, συλλογίστηκε ο Καλ. «Σύμφωνοι. Σ’ ευχαριστώ» της είπε η Μ ιν και στράφηκε στον Καλ. «Μ ήπως χρειάζεσαι βοήθεια με τα ποτά;» «Ναι» έσπευσε να απαντήσει εκείνος, προτού τον κόψει η Σάνα λέγοντας ότι θα του τα έβαζε σε δίσκο. «Επιστρέφω αμέσως» είπε η Μ ιν και πήγε να διαλέξει ένα τραγούδι στο τζουκ μποξ. Ο Καλ στηρίχτηκε στην μπάρα και την ακολούθησε με το βλέμμα.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
197
«Για φέρε τα ποτά που λέγαμε, κούκλα». «Πες μου ότι είναι αμφιφυλόφιλη» μουρμούρισε η Σάνα ακολουθώντας κι αυτή με το βλέμμα τη Μ ιν. «Είναι απίστευτο τι θα μπορούσε να κάνει αυτό το στόμα…» «Τι θα μπορούσα εγώ να κάνω μ’ αυτό το στόμα» τη διόρθωσε ο Καλ. Τι έχω κάνει μ’ αυτό το στόμα, σκέφτηκε και η ζάλη του επανήλθε. Έκανε πολλή ζέστη στο μπαρ. «Πάω να φέρω τα ποτά» είπε η Σάνα και απομακρύνθηκε ενώ ο Καλ παρατηρούσε τη Μ ιν που έψαχνε τα τραγούδια στο τζουκ μποξ. Την ώρα που εκείνη διάβαζε τους τίτλους, αυτός εστίαζε το βλέμμα στην υπέροχη καμπύλη του λαιμού της λαχταρώντας να τον δαγκώσει. Η φαντασία του άρχισε να οργιάζει, αλλά σκέφτηκε ότι ήταν ελεύθερος να φαντάζεται ό,τι ήθελε αφού αυτό δεν ενοχλούσε κανέναν. Η Σάνα επέστρεψε με έξι ποτήρια και κούπες σ’ έναν δίσκο. «Πόσο καιρό βλέπεστε;» τον ρώτησε. «Τη γνώρισα πριν από μια εβδομάδα, αλλά δεν είμαστε…» «Είναι νωρίς ακόμη. Έχει έναν μήνα διορία, πιθανώς και δύο, προτού κόψεις λάσπη. Πες της καλά λόγια για μένα ώστε να μπορέσω να βάλω τα θεμέλια». «Τα θεμέλια για ποιο πράγμα;» ρώτησε ο Καλ. «Όταν της πεις αντίο και της ευχηθείς να ευτυχήσει στη ζωή της, θα χρειαστεί παρηγοριά. Προτίθεμαι λοιπόν να αναλάβω εγώ να την παρηγορήσω. Έχεις κοιμηθεί μαζί της;» «Δεν βγαίνουμε καν» απάντησε ο Καλ καθώς η Μ ιν έριχνε κέρματα στο τζουκ μποξ και πατούσε τα νούμερα. «Δώσε μου ένα ουίσκι. Νομίζω ότι θα μας υποχρεώσει να ακούσουμε Έλβις Πρίσλεϊ και θα μου χρειαστεί». «Ώστε δεν βγαίνετε μαζί, ε; Αυτά είναι ευχάριστα νέα για μένα» είπε η Σάνα σπρώχνοντας το ποτήρι του προς το μέρος του. «Όχι. Δεν παίζει για την ομάδα σου. Εξάλλου, εσύ προσπαθείς
198
JENNIFER CRUSIE
ακόμη να συνέλθεις από τον χωρισμό σου, το ξέχασες;» «Αισθάνομαι πολύ καλύτερα» είπε η Σάνα καθώς από τα μεγάφωνα του τζουκ μποξ ακουγόταν το «The Devil in Disguise». «Πώς ξέρεις ότι δεν παίζει για την ομάδα μου;» «Τη φίλησα. Παίζει για τη δική μου. Αλλά όχι για μένα». «Όχι για σένα, είπες;» Η Σάνα έβγαλε δύο πεντοδόλαρα από την τσέπη της και τα κοπάνησε πάνω στην μπάρα. «Δέκα δολάρια στοίχημα ότι δεν μπορείς να την ξαναφιλήσεις εδώ μπροστά μου». «Μ ε δουλεύεις;» Ο Καλ γέλασε στη σκέψη του τι θα του έκανε η Μ ιν έτσι και το επιχειρούσε. «Δεν βάζω στοίχημα». Η Σάνα έγειρε το κεφάλι. «Λοιπόν, δέκα δολάρια στοίχημα ότι μπορείς να τη φιλήσεις εδώ μπροστά μου». «Σου το έχω εξηγήσει κι άλλες φορές. Πρέπει να σκεφτείς τις πιθανότητες και μετά να επιλέξεις αυτό που είναι πιο πιθανό. Δεν στρίβεις απλώς ένα νόμισμα». Η Σάνα χτύπησε το δάχτυλο πάνω στα δύο πεντοδόλαρα. «Δέκα δολάρια ότι μπορείς να το κάνεις». «Τι σ’ έπιασε;» ρώτησε ο Καλ. «Από πότε άρχισε να σου αρέσει να παίρνεις μάτι;» «Θέλω απλώς…» άρχισε να λέει η Σάνα. «Ε!» φώναξε η Μ ιν πίσω από τον Καλ, κάνοντάς τους να αναπηδήσουν τρομαγμένοι. «Νόμιζα ότι δεν θα στοιχημάτιζες άλλη φορά για μένα…» Ο Καλ κοίταξε το οργισμένο πρόσωπό της. Το σαρκώδες κάτω χείλος της προεξείχε ελαφρά όχι τόσο από δυσαρέσκεια όσο για να του υπενθυμίσει για ποιους λόγους ήταν προτιμότερο να κρατηθεί μακριά της. «Ποτέ δεν είπα κάτι τέτοιο. Εξάλλου, από πού συμπεραίνεις πως εγώ;…» «Μ ε κοιτάζετε επίμονα και οι δύο. Επιπλέον βλέπω τα λεφτά στην μπάρα. Το έχω ξαναδεί το έργο» εξήγησε η Μ ιν. Τα μάτια της ήταν σκοτεινά και σπίθιζαν καθώς τον
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
199
αγριοκοίταζε, με αποτέλεσμα ο Καλ να αρχίσει να αναπνέει λαχανιασμένα, αναπολώντας περασμένες στιγμές. «Δεν έβαλε αυτός το στοίχημα» έσπευσε να τον δικαιολογήσει η Σάνα. «Εγώ το έβαλα. Για την ακρίβεια, ο Καλ…» Εκείνος έβγαλε δέκα δολάρια από την τσέπη του και τα κοπάνησε πάνω στην μπάρα, δίπλα στα δύο πεντοδόλαρα της Σάνα. «Το στοίχημα πάει» είπε και έσκυψε κοντά στη Μ ιν.
200
JENNIFER CRUSIE
7
ειρωνεύτηκε η Μ ιν, αλλά σώπασε απότομα, καθώς ο Καλ έγερνε αργά αποπάνω της δίνοντάς της άφθονο χρόνο να οπισθοχωρήσει. Τα μάτια της άνοιξαν διάπλατα, τα χείλη της ελαφρά. «Μ μμ» μουρμούρισε η Μ ιν και τότε ο Καλ τη φίλησε τρυφερά, θέλοντας αυτή τη φορά να αποτυπώσει στη μνήμη του την κάθε στιγμή, την απαλή αφή της, τη γλυκιά γεύση της. Την άκουσε να ρουφάει την ανάσα της κι έπειτα του ανταπέδωσε το φιλί, προσφέροντάς του πάλι τον εαυτό της με αυταπάρνηση, οπότε η φωνή μες στο κεφάλι του είπε: ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ, και λησμονώντας τις καλές προθέσεις του πήρε το κεφάλι της ανάμεσα στις παλάμες του και χάθηκε στο φιλί της. Όταν ο Καλ τραβήχτηκε, η Μ ιν είχε τα μάτια μισόκλειστα και τα μάγουλά της ήταν αναψοκοκκινισμένα. «Κέρδισες;» τον ρώτησε ξέπνοα. «Ναι» απάντησε αυτός και τη φίλησε ξανά. Ένιωσε την παλάμη της να του σφίγγει τον γιακά, ενώ την ίδια στιγμή δέχτηκε μια κατραπακιά στο κεφάλι του κι έπεσε πάνω της. «Αχ!» ξεφώνισε η Μ ιν καθώς τιναζόταν πίσω. «Να πάρει ο διάολος» βλαστήμησε ο Καλ και γυρίζοντας είδε πίσω του τη Λίζα. «Κόφ’ το πια αυτό το βιολί!» « ΤΟ ΚΑΗΜΕΝΟ ΤΟ ΑΘΩΟ ΠΑΙΔΙ»
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
201
«Θα το κόψω αν το κόψεις κι εσύ» του είπε εκείνη. «Όχι, δεν τρέχει τίποτα» παρενέβη η Μ ιν σαστισμένη. «Δεν πειράζει. Ήταν απλώς ένα ακόμα στοίχημα». «Καθοίκι» του πέταξε η Λίζα. «Άκου» είπε ο Καλ προσπαθώντας να πάρει ανάσα. «Η Μ ιν μπορεί να φροντίσει τον εαυτό της». Η Λίζα τον πλησίασε κι άλλο. «Σοβαρά; Πες μου ότι τη γνωρίζεις καλά. Πες μου ότι ενδιαφέρεσαι γι’ αυτήν. Πες μου ότι θα την αγαπάς αιώνια». «Τι πρόβλημα έχεις;» είπε ο Καλ. «Τη φίλησα. Αυτά συμβαίνουν». Η Σάνα μάζεψε τα είκοσι δολάρια από την μπάρα. «Κι εγώ σου είμαι ευγνώμων. Ευχαριστώ πάρα πολύ». «Νόμιζα ότι κέρδισες» είπε η Μ ιν στον Καλ˙ τα μάτια της έκαιγαν και ανάσαινε κι αυτή λαχανιαστά. «Κέρδισα» είπε ο Καλ γέρνοντας ξανά κοντά της. «Απλώς έχασα το στοίχημα». «Έλα, Στατιστική μου» την παρότρυνε η Λίζα τραβώντας την από το μπράτσο. «Ναι» είπε η Μ ιν κουνώντας ελαφρά το κεφάλι για να καθαρίσει το μυαλό της. «Μ ας είδαν κι άλλοι;» «Όλο το μπαρ σάς βαθμολογούσε. Όπως στους Ολυμπιακούς Αγώνες». «Πώς τα πήγαμε;» ρώτησε ο Καλ ειρωνικά, αρχίζοντας να συνέρχεται. «Οι Ρώσοι πιστεύουν ότι χρειάζεστε προπόνηση. Σας γιούχαραν». «Οι Ρώσοι είναι σκληροπυρηνικοί. Μ πορείς, σε παρακαλώ, να την αφήσεις;» «Όχι» αποκρίθηκε κοφτά η Λίζα και τράβηξε ξανά τη Μ ιν από το μπράτσο. «Καλύτερα να γυρίσω στους άλλους» είπε η Μ ιν στον Καλ. «Ξέρεις. Λόγω του σχεδίου». «Ποιανού σχεδίου;»
202
JENNIFER CRUSIE
«Να μη βγαίνω ραντεβού. Να κάνω διάλειμμα. Ξέχασες; Το ίδιο σχέδιο εφάρμοζες κι εσύ». «Σωστά» είπε ο Καλ, ενώ σκεφτόταν: Γιατί άραγε το είχα θεωρήσει καλή ιδέα; «Το σχέδιο… Που λέει ότι περιμένεις τον Έλβις. Τέλεια». Σήκωσε ξανά το ουίσκι του. «Εις υγείαν του σχεδίου». «Ναι, βέβαια, σου εύχομαι να ευτυχήσεις στη ζωή και τα λοιπά» είπε η Μ ιν και παίρνοντας τον δίσκο με τα ποτά ακολούθησε τη Λίζα στο τραπέζι τους. «Απ’ όσο αντιλαμβάνομαι, η ψηλή κοκκινομάλλα σε αντιπαθεί» παρατήρησε η Σάνα. «Η Λίζα» είπε ο Καλ. «Δεν της έχω κάνει απολύτως τίποτα». «Νομίζω ότι την ενοχλεί αυτό που κάνεις στη φιλενάδα της. Παρ’ όλα αυτά, βρίσκω υπερβολική την αντίδρασή της. Μ ήπως μου κρύβεις κάτι;» «Σαν τι; Στην προκειμένη περίπτωση είμαι αθώος». Σιγά μην είμαι. «Σιγά μην είσαι» του πέταξε η Σάνα. «Είδα το φιλί σας. Επίσης, έχεις δίκιο. Η κοπέλα παίζει για την ομάδα σου». «Όχι πλέον» απάντησε ο Καλ πιάνοντας το πίσω μέρος του κεφαλιού του. «Συμφωνήσαμε να κάνουμε μια ανάπαυλα από τις σχέσεις με το άλλο φύλο. Θα πιω το ποτό μου και θα γυρίσω σπίτι να πάρω ασπιρίνη». «Δεν θα σε βοηθήσει. Καλύτερα να δοκιμάσεις κι ένα κρύο ντους» του συνέστησε η Σάνα. «Χαίρομαι που ξαναβρήκες το χιούμορ σου» είπε ο Καλ και γύρισε στο σπίτι για να βρει τα παυσίπονα και την ησυχία του. Εκείνη την εβδομάδα, η Μ ιν άρχισε να ελέγχει τις κλήσεις στο τηλέφωνό της προτού απαντήσει, σε μια προσπάθεια να αποφύγει τον Ντέιβιντ, ο οποίος έδειχνε να θέλει με επιμονή να της μιλήσει. Από την άλλη πλευρά, δεν υπήρχε λόγος να αποφύγει να απαντήσει στην κλήση του Καλ, επειδή αυτός
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
203
απλούστατα δεν της τηλεφωνούσε. Ήταν πραγματικά εξαιρετικά εκνευριστικό να προσπαθείς να αποφύγεις τα τηλεφωνήματα ενός άντρα που δεν είχε την ευγένεια να σε πάρει ένα τηλέφωνο. Ακόμα και το «δείπνο των Αν» έχασε το γούστο του όταν η Λίζα τούς μίλησε για τη συνάντησή της με την πρώην φιλενάδα του Καλ. «Η Σίνθι λέει ότι είναι καλό παιδί» είπε η Λίζα. «Απλώς έχει ένα ψυχολογικό πρόβλημα που τον υποχρεώνει να κάνει τις γυναίκες να τον ερωτεύονται και μετά να τον εγκαταλείπουν. Όταν ήταν παιδί, η μητέρα του πρόσφερε την αγάπη της υπό όρους και τώρα επαναλαμβάνει απελπισμένα το ίδιο πρότυπο». «Εμένα δεν μου μοιάζει απελπισμένος» παρατήρησε συνοφρυωμένη η Μ ιν. «Ούτε εμένα». Η Μ πόνι κούνησε το κεφάλι. «Η πρώην του φαίνεται να είναι ελαφρώς σαλταρισμένη». «Είναι ψυχολόγος» εξήγησε η Λίζα. «Ξέρετε πώς είναι αυτοί οι άνθρωποι. Όμως αυτό εξηγεί για ποιον λόγο αφήνει στο πέρασμά του ραγισμένες καρδιές αλλά εξακολουθεί να είναι ο άντρας που γνωρίζουμε. Μ πορεί να μη μου γεμίζει το μάτι, ωστόσο δεν τον θεωρώ σκληρό. Πιστεύω πως δεν χαίρεται όταν παρατάει τις ερωμένες του». Στράφηκε ξανά στη Μ ιν. «Η Σίνθι είπε ότι ο Καλ φροντίζει να μαθαίνει τις επιθυμίες σου και να τις ικανοποιεί. Της μίλησα για τις γυάλινες σφαίρες σου, κι εκείνη λέει να είσαι σε ετοιμότητα· όλο και κάτι θα σου φέρει». «Μ ου έφερε γάτα» είπε η Μ ιν και η Λίζα άφησε κάτω το πιρούνι της. «Γάτα; Φαίνεται ότι αρχίζει να χάνει το χάρισμά του. Υποτίθεται ότι θα έπρεπε να σου φέρει μια γυάλινη σφαίρα. Πού είναι η γάτα;» «Στην κρεβατοκάμαρα» αποκρίθηκε η Μ ιν και η Λίζα σηκώθηκε και πήγε να δει. «Αυτό δεν είναι γάτα, είναι ο Σατανάς. Πώς του ήρθε;» σχολίασε επιστρέφοντας. Η Μ ιν σήκωσε τους ώμους αδιάφορα, αποφεύγοντας να το
204
JENNIFER CRUSIE
σχολιάσει. «Μ ου έφερε φαγητό από το Εμίλιο’ς και ο γάτος τον ακολούθησε στο σπίτι. Έπειτα ο Καλ είδε τις γυάλινες σφαίρες». «Και;» «Και μου είπε ότι συλλέγω ζευγάρια. Δεν το είχα προσέξει ποτέ, αλλά έχει δίκιο». Η Λίζα άνοιξε το στόμα για να φέρει αντίρρηση, κι έπειτα σηκώθηκε και πήγε στο τζάκι. «Όχι, ρε φίλε!» αναφώνησε έκπληκτη. «Όλα είναι ζευγάρια με εξαίρεση τα δικά μου – εκτός αν ο Κάπτεν Χουκ βγαίνει κρυφά με την Κακιά Μ άγισσα. Πώς είναι δυνατόν να μην είχε πέσει στην αντίληψή μου τόσο καιρό;» «Το σωστό ερώτημα είναι πώς στην ευχή το πρόσεξε εκείνος» είπε η Μ πόνι. «Πιστεύω ότι είναι απλώς πολύ, μα πάρα πολύ καλός με τους άλλους. Διαθέτει ενσυναίσθηση». Κόμπασε προς στιγμήν κι έπειτα στράφηκε στην Μ πόνι. «Όταν μου είπες πως ήταν δυσλεξικός, έψαξα πληροφορίες στο δίκτυο. Υπάρχουν ένα σωρό εμπόδια…» «Μ ην τον λυπάσαι» την έκοψε η Λίζα. «Να τον λυπηθώ; Αστειεύεσαι; Δες πώς είναι, τα έχει όλα. Χρειάστηκε όμως να δουλέψει σκληρά για να γίνει αυτό που είναι. Εν πάση περιπτώσει, ένα από τα χαρακτηριστικά των δυσλεξικών είναι ότι συχνά διαθέτουν ανεπτυγμένη συναισθηματική κατανόηση. Έτσι είναι ο Καλ. Περνάει τον καιρό του παρατηρώντας τους γύρω του, προσπαθώντας να καταλάβει τους άλλους. Κατά τη γνώμη μου υστερεί σε αυτογνωσία, αλλά είναι σημαντικό για εκείνον να καταλαβαίνει καλά τους ανθρώπους. Εμένα με καταλαβαίνει». Η Λίζα έβαλε τους «κακούς» ξανά στη θέση τους με θόρυβο και επέστρεψε στο τραπέζι. «Κάνεις λάθος. Προσπαθεί να…» «Όχι» την έκοψε η Μ ιν, χάνοντας την υπομονή της μαζί της. «Συζητήσαμε για το βάρος μου. Είπε πως ντύνομαι σαν να μισώ
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
205
το σώμα μου». «Έχει δίκιο» είπε η Λίζα. «Μ πορεί να είναι τέρας, αλλά σ’ αυτό έχει δίκιο. Τι ακριβώς σου είπε;» Η Μ ιν έσπρωξε το πιάτο της. «Μ ου είπε πολλά, αλλά η ουσία ήταν ότι κατά τη γνώμη του διαθέτω σέξι κορμί και οφείλω να ντύνομαι έτσι ώστε να δείχνω περήφανη γι’ αυτό». «Και μετά σου ζήτησε να πλαγιάσετε» συμπέρανε η Λίζα. «Όχι, μετά μου ζήτησε να φάμε. Επίσης μου είπε ότι μαγείρεψα με λάθος τρόπο το κοτόπουλο μαρσάλα, οπότε θα το επιχειρήσω ξανά». «Σου έφερε φαγητό, πρόσεξε τι αντιπροσωπεύουν οι γυάλινες σφαίρες σου, σου έμαθε να μαγειρεύεις, σου είπε ότι έχεις σέξι κορμί και έφυγε χωρίς να σου ζητήσει να κοιμηθείς μαζί του» είπε η Μ πόνι. Η Μ ιν συγκατένευσε. Η Μ πόνι κοίταξε τη Λίζα. «Είναι τέρας». «Όχι, αυτό ακριβώς ισχυρίστηκε η Σίνθι» εξήγησε η Λίζα. «Θα εκπληρώσει κάθε επιθυμία της μέχρι να τον ερωτευτεί και τότε θα την εγκαταλείψει». «Μ η φανταστείς ότι αρχίζω να τον ερωτεύομαι, αν και σου ορκίζομαι πως κάθε φορά που με φιλάει ακούω φωνές» δαγκώθηκε η Μ ιν. «Αν μη τι άλλο, υπάρχει εκείνο το στοίχημα. Για το οποίο μάλιστα τον ρώτησα κι αυτός μου είπε ψέματα, επομένως το πράγμα τελείωσε». «Ναι, βέβαια» είπε η Λίζα, διατηρώντας σαφώς τις αμφιβολίες της. Το ίδιο και η Μ ιν, γι’ αυτό την Παρασκευή το απόγευμα, ενώ ήταν ακόμη στη δουλειά, πήρε την πολύ συνετή απόφαση να μην πάει στο Μ εγάλο Ρίσκο εκείνο το βράδυ και να κάνει κάτι με την αδελφή της. «Θέλω να πάμε για ψώνια» της ανακοίνωσε όταν της τηλεφώνησε. «Για ψώνια;» επανέλαβε η Ντι.
206
JENNIFER CRUSIE
«Κάποιος μου είπε ότι ντύνομαι σαν να απεχθάνομαι το σώμα μου». «Πράγματι» είπε η Ντι. «Ώστε αποφάσισες να αλλάξεις; Ζήτω!» «Λίγο μόνο» έσπευσε να προσθέσει η Μ ιν. «Δεν…» «Ξέρω πού θα σε πάω. Θα σε μεταμορφώσω!» «Όχι. Θέλω να αποκτήσω ίσως έναν αέρα πιο ανάλαφρο, αλλά…» «Θα σε περιμένω έξω από το γραφείο στις πέντε» είπε η Ντι. «Θα το κάψουμε». «Ξέρεις…» άρχισε να λέει η Μ ιν, αλλά η αδελφή της είχε ήδη κλείσει. «Ουφ. Καλά λοιπόν». Έκλεισε το τηλέφωνο και αποφάσισε να μην ανησυχήσει για τη μεταμόρφωση παρά μόνο όταν θα έπεφτε στα χέρια της Νταϊάνα. Αφοσιώθηκε ξανά στα χαρτιά της, ολοκλήρωσε τη δουλειά της εβδομάδας και, τη στιγμή που φορούσε το σακάκι της για να πάει στο ραντεβού με την Ντι, χτύπησε το τηλέφωνο. Όταν το σήκωσε, άκουσε μια άγνωστη γυναικεία φωνή. «Ονομάζομαι Ελίζαμπεθ Μ όρισεϊ και θα ήθελα να μιλήσω στη Μ ιν Ντομπς που γνώρισε τον γιο μου Χάρισον στο Τσέρι Χιλ Παρκ την προηγούμενη εβδομάδα». «Μ πινκ;» είπε η Μ ιν εμβρόντητη. «Ναι» είπε η γυναίκα. «Αχ, χαίρομαι που σε πέτυχα. Λυπάμαι που ενοχλώ στη δουλειά, αλλά δεν μπόρεσα να βρω αριθμό οικίας. Μ ια στιγμή». Η Μ ιν άκουσε κάτι κρότους και μετά τη φωνή του Χάρι. «Μ ιν;» της είπε ο μικρός, ανασαίνοντας βαριά στο τηλέφωνο. «Ναι, εγώ είμαι» απάντησε εκείνη χαμογελώντας. «Τι κάνεις, Χάρι;» «Είμαι καλά. Θα έρθεις αύριο στο πάρκο;» «Ξέρεις, δεν…» «Θα μπορούσες να έρθεις στο παιχνίδι μου» είπε ο Χάρι, που φαίνεται ότι είχε κληρονομήσει τη δυσκολία συγκέντρωσης του θείου του. «Είναι στις δέκα. Το πρωί. Και μετά θα φάμε ντόνατ».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
207
«Α!» αναφώνησε η Μ ιν αιφνιδιασμένη. Ο Χάρι ανάσανε ξανά βαριά στο τηλέφωνο. Ακουγόταν σαν 9
τον Νταρθ Βέιντερ, σε νηπιακή έκδοση. «Ναι, βέβαια» του είπε. «Γιατί όχι; Θα φέρω τα ντόνατ». «Θα τα φέρει η μαμά μου. Της είπα ποια μας αρέσουν». «Θαύμα» είπε η Μ ιν προσπαθώντας να ανασυνταχθεί. «Σ’ ευχαριστώ για…» Ο Χάρι πέταξε το τηλέφωνο και η Μ ιν άκουσε την Μ πινκ που του έλεγε: «Πες αντίο ευγενικά, Χάρι», οπότε εκείνος επέστρεψε στο τηλέφωνο, τη χαιρέτησε και το ξαναπέταξε. «Εμπρός;» είπε η Μ πινκ σηκώνοντάς το. «Γεια σου» είπε η Μ ιν προσπαθώντας να μη γελάσει. «Ακόμη δεν έχει μάθει να μιλάει ευγενικά στο τηλέφωνο» εξήγησε η Μ πινκ. «Τα πήγε μια χαρά. Αν εξαιρέσουμε τη βαριά ανάσα». «Σ’ ευχαριστώ» είπε η Μ πινκ. «Ο Χάρι μιλούσε όλο για σένα τούτη την εβδομάδα». «Αλήθεια;» ρώτησε η Μ ιν πέφτοντας απ’ τα σύννεφα. «Και για τα παπούτσια σου» πρόσθεσε η Μ πινκ. «Μ οιάζει πολύ στον θείο του» είπε η Μ ιν. «Ας το ελπίσουμε. Αύριο στις δέκα, λοιπόν;» «Αύριο στις δέκα» είπε η Μ ιν κοιτάζοντας το τηλέφωνο συλλογισμένη όταν έκλεισε με την Μ πινκ. Αυτό δεν ήταν ιδέα του Καλ. Αν την ήθελε στο πάρκο, θα της είχε τηλεφωνήσει. Το πιθανότερο ήταν πως ο Καλ δεν είχε ιδέα για την πρόσκληση. Φόρεσε το σακάκι της και σκέφτηκε την έκπληξή του όταν θα την έβλεπε μπροστά του το επόμενο πρωί. Θα ήταν ευχάριστο να τον αιφνιδιάσει επιτέλους κι αυτή, να τον πιάσει απροετοίμαστο. Πήρε την τσάντα της και κατέβηκε να συναντήσει την Νταϊάνα, κυριευμένη από μια ξαφνική διάθεση να μεταμορφωθεί. Το επόμενο πρωί, ο Καλ παρακολουθούσε έναν ιδιαίτερα αδέξιο
208
JENNIFER CRUSIE
παίκτη ονόματι Μ πέντλεϊ να προσπαθεί να ρίξει την μπάλα, όταν ξαφνικά δυο δροσερά χέρια τού έκλεισαν τα μάτια πλησιάζοντάς τον από πίσω. Μ υρίζοντας το άρωμα της λεβάντας και της κανέλας, ο Καλ λίγο έλειψε να αναστενάξει από βαθιά ευχαρίστηση. «Δεν με έχεις συνηθίσει σε κάτι τέτοια, Μ ίνι» είπε, αλλά μόλις γύρισε το κεφάλι τον περίμενε ψυχρολουσία, γιατί αντίκρισε μπροστά τη του Σίνθι. «Εσύ είσαι, Σιν;» «Γεια» είπε η Σίνθι. «Μ ε συγχωρείς» είπε ο Καλ οπισθοχωρώντας. «Φοράς το ίδιο άρωμα με μια φίλη μου. Αλλά τώρα που το σκέφτομαι, εκείνη δεν χρησιμοποιεί άρωμα». Ούτε σκαρώνει τέτοια αναθεματισμένα παιχνιδάκια, συλλογίστηκε, θυμώνοντας με τον εαυτό του για το βλακώδες λάθος του. «Άρωμα» μουρμούρισε η Σίνθι με ύφος σαστισμένο. «Πες μου λοιπόν, πώς είσαι;» ρώτησε ο Καλ οπισθοχωρώντας άλλο ένα βήμα. Την ίδια στιγμή μια μπάλα κύλησε στα πόδια του και έσκυψε να τη μαζέψει. «Καλύτερα να πας πίσω από τον φράχτη, γιατί τα πιτσιρίκια δεν ελέγχουν την μπάλα». «Έχεις δίκιο» είπε η Σίνθι στραβοκαταπίνοντας. «Ήθελα απλώς να πω ένα γεια». «Γεια» είπε ο Καλ. Κάτι τράβηξε το βλέμμα του στις κερκίδες και κοιτάζοντας πίσω της είδε τον Χάρι να σκαρφαλώνει στην ψηλότερη. «Πού διάβολο πηγαίνει;…» άρχισε να λέει και τότε αντίκρισε τη Μ ιν που καθόταν ψηλά, στην τελευταία σειρά. Τα μαλλιά της άστραφταν στον ήλιο. Τα είχε κόψει και τα είχε αφήσει ελεύθερα. Φορούσε ριχτό αραχνοΰφαντο άσπρο πουκάμισο και, όταν είδε τον Χάρι, το πρόσωπό της φωτίστηκε. Η αγγελική θωριά της έκοψε την ανάσα του Καλ. «Κουρεύτηκε» είπε εκείνος μεγαλόφωνα. «Ορίστε;» ρώτησε η Σίνθι ακολουθώντας το βλέμμα του. Ο Καλ έδειξε με το κεφάλι προς τις κερκίδες ανακτώντας την αυτοκυριαρχία του. «Ανέβα στις κερκίδες και στείλε τον Χάρι πίσω στο γήπεδο,
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
209
αν έχεις την καλοσύνη. Υποτίθεται ότι έχει έρθει εδώ για να παίξει μπάλα, όχι για να φλερτάρει με μεγάλες γυναίκες». «Μ άλιστα» είπε η Σίνθι με τον γνώριμο κοφτό τόνο της που σήμαινε Είμαι πολύ εκνευρισμένη, αλλά θα φερθώ σαν ώριμος άνθρωπος. «Είσαι εντάξει;» τη ρώτησε ο Καλ. «Μ ια χαρά» απάντησε η Σίνθι ακόμα πιο κοφτά και, παρακάμπτοντας τον φράχτη, κατευθύνθηκε προς τις κερκίδες. Μ ύγα την τσίμπησε; αναρωτήθηκε ο Καλ, μα αμέσως την ξέχασε για να κοιτάξει ξανά τη Μ ιν που έλαμπε στο φως του ήλιου, ενώ την ίδια στιγμή ο Χάρι σκούπιζε τη μύτη στο μπράτσο του και την κοίταζε με λατρεία. Η Μ ινέρβα Ντομπς με αφήνει αδιάφορο, είπε μέσα του ο Καλ. Τη βρίσκω υπερβολικά δύσκολη και απαιτητική. Ποτέ δεν ησυχάζει. Και, φυσικά, με απεχθάνεται. Όταν όμως η Μ ιν χαμογέλασε στον Χάρι, ο Καλ σκέφτηκε: Διάβολε, είναι όμορφη, και συνέχισε να την καρφώνει με το βλέμμα του. Όταν η Μ ιν έφτασε στο πάρκο, τα παιδιά έκαναν προθέρμανση. Είδε τον Χάρι στο γήπεδο, ένα αγοράκι πιο μικροκαμωμένο από τα υπόλοιπα και βρόμικο και ατημέλητο όπως πάντα, και τον λυπήθηκε. Μ α όταν ο Χάρι την είδε και της χαμογέλασε με το χαμόγελο των Μ όρισεϊ, η Μ ιν σκέφτηκε: Άδικα ανησυχώ, θα τα καταφέρει μια χαρά, και του ανταπέδωσε το χαμόγελο. Ανέβηκε στην ψηλότερη σειρά και τη στιγμή που καθόταν ένιωσε τις φρεσκοκομμένες μπούκλες της και τα φαρδιά μανίκια της μπλούζας από οργαντίνα να ανεμίζουν στο φύσημα του αέρα. Προσπάθησε να παρακολουθήσει τον Χάρι, αλλά δυσκολευόταν, επειδή ο Καλ βρισκόταν επίσης στο γήπεδο και το βλέμμα της ταξίδευε διαρκώς πάνω του. Είναι καθαρά σωματικό ανακλαστικό, είπε μέσα της, ωστόσο δεν ήταν˙ της άρεσε ο τρόπος του με τα παιδιά. Ο Καλ σιχαινόταν τον ρόλο του προπονητή, αλλά έκανε σωστά τη δουλειά του. Έτσι ήταν
210
JENNIFER CRUSIE
φτιαγμένος. Ουφ, κόφ’ το, συλλογίστηκε η Μ ιν. Και πού ξέρεις εσύ πώς είναι φτιαγμένος; Μ ια λεπτή γυναίκα με σκούρα μαλλιά πλησίασε τον Καλ από πίσω και του σκέπασε τα μάτια με τις παλάμες της. Αναμενόμενο, σκέφτηκε η Μ ιν και ένιωσε την παράλογη χαρά της να ξεφουσκώνει. Όσο για το πόσο καλός ήταν εκείνος με τα παιδιά, δεν είχε σημασία, αφού η Μ ιν δεν ήθελε παιδιά. Αυτό που μετρούσε ήταν το γεγονός ότι με τις γυναίκες ήταν τέρας, οπότε… Κάποιος κάθισε δίπλα της. «Γεια» της είπε μια φωνή με ωραία χροιά, και γυρίζοντας η Μ ιν είδε να της χαμογελάει μια αδύνατη σαν τσιγαρόχαρτο γυναίκα με κατάξανθα μαλλιά. Είχε πρόσωπο καρδιόσχημο και τεράστια γκρίζα μάτια, ενώ τα πλατινένια μαλλιά της ήταν κομμένα με μύτες, πολύ κοντά στο κομψό κεφάλι της. Αυτή η γυναίκα δεν θα πρέπει να ζύγιζε πάνω από σαράντα πέντε κιλά. «Είμαι η Μ πινκ» της συστήθηκε. «Α, μάλιστα. Γεια σου, είμαι η Μ ιν». «Καλοσύνη σου που ήρθες για τον Χάρι. Το εκτιμώ πολύ» είπε η Μ πινκ. «Ο Χάρι είναι γλυκό παιδί» είπε η Μ ιν αναζητώντας τον με το βλέμμα στο γήπεδο για να ανακαλύψει ότι ο μικρός το είχε σκάσει και σκαρφάλωνε τις κερκίδες προς το μέρος τους, δείχνοντας ακόμα πιο βρόμικος όσο πλησίαζε. «Λίγοι το προσέχουν» επισήμανε η Μ πινκ κοιτάζοντάς τον στοργικά. «Γεια σου, Μ ιν» είπε ο Χάρι φτάνοντας στην προτελευταία σειρά. Καθώς την κοίταζε όλο χαρά, η Μ ιν τού χαμογέλασε υποκύπτοντας στη γοητεία του. «Γεια σου, Χάρι. Πώς πάει;» «Πρέπει να παίξω μπέιζμπολ, μα κατά τα άλλα είμαι μια χαρά» απάντησε ο μικρός.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
211
«Τι να γίνει, θα τα καταφέρεις και μετά θα το γιορτάσουμε με ντόνατ» είπε η Μ ιν. «Ψώνιο» είπε ο Χάρι κουνώντας το κεφάλι πάνω κάτω. «Απ’ όσο είδα, τα πας καλά στο γήπεδο» είπε ψέματα η Μ ιν. «Ευχαριστώ» απάντησε εκείνος συνεχίζοντας να κουνάει το κεφάλι. «Είσαι καλός στην μπάλα». «Όχι τόσο» απάντησε ο Χάρι χωρίς ωστόσο να φαίνεται πτοημένος. Έπειτα ρούφηξε τη μύτη του δίχως να πάψει να κουνάει το κεφάλι πάνω κάτω. «Χάρι, νομίζω ότι σε θέλει ο θείος Καλ» είπε η Μ πινκ κι εκείνος γύρισε και είδε τον Καλ και τη μελαχρινή γυναίκα που τον κοίταζαν. «Ναι» είπε ο μικρός αναστενάζοντας. «Να σκέφτεσαι το ντόνατ» του θύμισε η Μ ιν. «Ψώνιο» επανέλαβε ο Χάρι χαμογελώντας της. Η Μ ιν τού ανταπέδωσε το χαμόγελο. «Πρέπει να φύγω» είπε ο Χάρι χωρίς να το κουνήσει απ’ τη θέση του. «Καλή τύχη». «Ναι» είπε ο Χάρι, κουνώντας το κεφάλι για άλλο ένα λεπτό. Έπειτα το χαμόγελό του έσβησε και κατέβηκε τις κερκίδες σέρνοντας τα βήματά του, αποφεύγοντας το βλέμμα του θείου του. «Ήσουν πολύ καλή μαζί του» σχολίασε η Μ πινκ, και η Μ ιν γύρισε και την κοίταξε έκπληκτη. «Μ η φανταστείς ότι το κάνω από ευγένεια. Τον Χάρι τον συμπαθώ». Φύσηξε ένα αεράκι και εκείνη τη στιγμή η Μ ιν ήταν σχεδόν σίγουρη ότι θα παρέσερνε την Μ πινκ. Πόσο χαίρομαι που κάθεται δίπλα μου! Βλέπεις, δεν φαινόμουν ήδη αρκετά χοντρή από μόνη μου, είπε μέσα της με πικρία, αλλά αμέσως το μετάνιωσε. Μ πορεί η Μ πινκ να ήταν συμπαθητική, πού ξέρεις.
212
JENNIFER CRUSIE
Σίγουρα ήταν ευγενική, κι εξάλλου ο Καλ είχε προειδοποιήσει τη Μ ιν να μη μισεί το κορμί της. Εντάξει, λοιπόν, εγώ είμαι από εκείνα τα βαριά κρεμ προσκλητήρια γάμου που σε προσελκύουν να τα αγγίξεις επειδή είναι πανέμορφα, κι αυτή είναι το ακριβό διάφανο χαρτί που με τυλίγει, συλλογίστηκε. «Είσαι εντάξει;» τη ρώτησε η Μ πινκ. «Ναι, γιατί;» «Είχες συνοφρυωθεί». «Πρέπει να επεξεργαστώ καλύτερα τις μεταφορές μου» είπε η Μ ιν. «Ώστε ο Χάρι παίζει μπέιζμπολ». «Δυστυχώς» απάντησε η Μ πινκ και τότε η Μ ιν σκέφτηκε: Ώστε δεν ήταν η Μ πινκ ο άνθρωπος που πίεσε τον Καλ και τον Χάρι να ασχοληθούν με το άθλημα. Αναρωτιέμαι αν… «Γεια!» είπε χαρούμενα κάποιος δίπλα της, και αυτή τη φορά γυρίζοντας η Μ ιν αντίκρισε τη μελαχρινή γυναίκα που φλέρταρε με τον Καλ˙ είχε πρόσωπο σε σχήμα καρδιάς, γκρίζα μεγάλα μάτια και μεταξένια πυκνά μαλλιά. Αχ, μακάρι να άνοιγε η γη να με καταπιεί, σκέφτηκε η Μ ιν καθώς το σούπερ μοντέλο θρονιαζόταν στο διπλανό κάθισμα. Μ ’ έχουν στριμώξει οι πλούσιες και αδύνατες. «Τι κάνεις, Μ πινκ;» ρώτησε η γυναίκα και η Μ πινκ τής χαμογέλασε ξεψυχισμένα –προφανώς η Μ πινκ ό,τι κι αν έκανε το έκανε ξεψυχισμένα– λέγοντας: «Γεια σου, Σίνθι». Η Σίνθι. Η πρώην του Καλ. Η Μ ιν γύρισε απότομα και κοίταξε έντρομη τη μελαχρινούλα. Πρόσεξε ότι φορούσε μαύρο μπουστάκι εντελώς ακατάλληλο για έναν παιδικό αγώνα μπέιζμπολ – με τη διαφορά ότι η Σίνθι το φορούσε με απόλυτη άνεση, πιθανώς επειδή διέθετε τέλειο καμαρωτό στήθος, το είδος που θαυμάζουν οι άντρες. Δεν μας παρατάς, συλλογίστηκε η Μ ιν στρέφοντας το βλέμμα στο γήπεδο όπου ο Καλ ατένιζε τις τρεις τους με άκρως παράξενη έκφραση στο πρόσωπό του. Κατά πάσα πιθανότητα εκείνη τη στιγμή συνειδητοποιούσε με φρίκη ότι είχε φιλήσει μια γυναίκα που δεν θα φορούσε ποτέ το
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
213
νούμερο οκτώ. Αυτό την πλήγωσε περισσότερο από όσο θα έπρεπε. «Πού είναι ο Καλ;» ρώτησε η Μ πινκ. «Τι του συμβαίνει;» ρώτησε η Μ ιν. «Θέλω να πω, πέρα από το γεγονός ότι απεχθάνεται αυτή την ιστορία». «Δεν την απεχθάνεται» αντέτεινε η Σίνθι. «Συμφώνησε μαζί μου ότι θα ήταν σημαντικό για τον Χάρι να προπονηθεί στο μπέιζμπολ». «Α. Δική σου ήταν η ιδέα;» «Ναι» είπε η Σίνθι χαμογελώντας. Η Μ ιν στράφηκε στην Μ πινκ. «Η Σίνθι έβαλε τον Χάρι να παίξει μπέιζμπολ». «Ναι» είπε η Μ πινκ. «Η Σίνθι το συζήτησε με τη γιαγιά του Χάρι και συμφώνησαν πως θα τον ωφελούσε. Η γιαγιά του Χάρι είναι μια γυναίκα πολύ δυναμική». Η Μ ιν δεν είπε τίποτα. Έστρεψε το βλέμμα στο γήπεδο τη στιγμή που ένας ροπαλοφόρος έριχνε μια ασταθή βολή και ένα παιδί της ομάδας του Χάρι έχανε την μπάλα. Ο Καλ δεν είδε τίποτα από όλα αυτά, γιατί κοίταζε επίμονα τις κερκίδες προς το μέρος τους. Έπειτα έκανε στροφή και το αγόρι στην εξωτερική περιοχή έπιασε την μπάλα και την πέταξε με απόγνωση, με δύναμη που δεν θα περίμενε κανείς από ένα οκτάχρονο. Η μπάλα πέτυχε τον Καλ πίσω στο κεφάλι και τον έριξε στο έδαφος. «Μ η!» φώναξε η Μ ιν και κατεβαίνοντας σαν σίφουνας τις κερκίδες βρέθηκε στο γήπεδο. «Καλ;» είπε γονατίζοντας πλάι του καθώς εκείνος επιχειρούσε να ανασηκωθεί. «Καλ;» Εκείνος κοιτούσε γύρω του σαστισμένος, γεγονός που ώθησε τη Μ ιν να ελέγξει τα μάτια του, για να διαπιστώσει αν οι κόρες είχαν διαφορετικό μέγεθος. Τις βρήκε όμοιες. Τα μάτια του ήταν δυο ζεστές βαθιές λίμνες όπως πάντα κι εκείνη χάθηκε μέσα τους για μια ακόμα φορά, με κομμένη την ανάσα, ενώ πίσω της ακουγόταν μουσική – ο Έλβις Κοστέλο τραγουδούσε με πάθος το «She» και συγχρόνως μια φωνή μέσα στο κεφάλι της έλεγε:
214
JENNIFER CRUSIE
ΑΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ.
«Κλείστε επιτέλους αυτό το ρημάδι» άκουσε τον Τόνι να φωνάζει και, όταν σήκωσε το βλέμμα της, είδε δυο κορίτσια με ένα ραδιόφωνο πλάι στον φράχτη, και τη Σίνθι που πλησίαζε για να γονατίσει κι αυτή δίπλα στον Καλ. «Συγγνώμη» είπε το ένα κορίτσι. «Πέθανε;» ρώτησε το άλλο. «Φύγετε» είπε η Μ ιν κι αυτά απομακρύνθηκαν μαζί με τη μουσική τους. «Καλ, είσαι καλά;» ρώτησε η Σίνθι, και η Μ ιν έστρεψε πάλι το βλέμμα σ’ εκείνον και τον είδε να εξακολουθεί να την κοιτάζει. «Καλ;» Ο δολοφόνος κατέφτασε τρέχοντας από την εξωτερική περιοχή. «Το είδατε αυτό, κύριε Κάπα; Την έριξα βολίδα». «Ναι, Μ πέντλεϊ, το είδα» είπε ο Τόνι κοιτάζοντας τον ξαπλωμένο Καλ. «Φιλαράκο, είσαι εντάξει;» «Το ήξερα ότι μπορούσα να το κάνω» είπε ο Μ πέντλεϊ. «Είδα τον Γουάιμαν να πλησιάζει την τρίτη βάση και κάτι μου είπε ότι μπορώ να το κάνω. Κοιτάξτε, την έριξα, όχι παίζουμε!» «Καλ, μίλησέ μου» είπε η Σίνθι πανικόβλητη. «Την έριξα, ρε» επανέλαβε ο Μ πέντλεϊ. «Ναι» είπε ο Τόνι. «Μ ε τη διαφορά ότι η τρίτη βάση βρίσκεται ενάμισι χιλιόμετρο μακριά κι εσύ πέτυχες τον κύριο Μ όρισεϊ». Λύγισε τα γόνατα και έσκυψε κοντά στον Καλ. «Πες κάτι, ειδάλλως η Μ ιν θα σε μεταφέρει αμέσως στο Πρώτων Βοηθειών». «Άκουσες μουσική;» ρώτησε ο Καλ κοιτάζοντας τη Μ ιν στα μάτια. «Την έριξα, ρε» ξαναείπε ο Μ πέντλεϊ. Ο Τόνι έδωσε στη Μ ιν τα κλειδιά του αυτοκινήτου του. «Πήγαινε. Το Πρώτων Βοηθειών του Τσέρι Χιλ απέχει μόλις ενάμισι χιλιόμετρο. Ακολούθησε τον δρόμο ευθεία».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
215
«Ξέρω πού είναι» είπε η Σίνθι και σηκώθηκε. «Έχω αμάξι». Η Μ ιν βοήθησε τον Καλ να σηκωθεί και, καθώς εκείνος παράπαιε, τον έπιασε από τη μια πλευρά αυτή, από την άλλη ο Τόνι. «Θα τον πάω εγώ» προθυμοποιήθηκε η Σίνθι. «Το αμάξι μου βρίσκεται μόλις…» «Όχι» την έκοψε ο Καλ καθώς ίσιωνε το κορμί του. «Αν είναι να ξεράσω, προτιμώ να το κάνω στο σαράβαλο του Τόνι». «Γκάζωσέ το» είπε ο Τόνι στη Μ ιν και τη βοήθησε να βάλουν τον Καλ στο αυτοκίνητο. Ο Καλ ήταν ξαπλωμένος στο κρεβάτι του Πρώτων Βοηθειών προσπαθώντας να θυμηθεί τι είχε συμβεί. Την ώρα που κοίταζε την άκρη της μπλούζας και τα τσουλούφια της Μ ιν να ανεμίζουν και συγχρόνως υπενθύμιζε στον εαυτό του ότι η Μ ιν ήταν κακός μπελάς και ότι δεν ήθελε μπλεξίματα μαζί της, μια μπάλα τον πέτυχε στο κεφάλι στα καλά καθούμενα… «Καλ;» είπε η Μ ιν σκύβοντας πάνω του. Οι λάμπες φθορισμού της οροφής φώτισαν από πίσω τα μαλλιά της, κάνοντάς τη να μοιάζει με άγγελο. «Γεια» της είπε. «Ο γιατρός λέει ότι θα γίνεις καλά» του εξήγησε η Μ ιν προσπαθώντας να δείχνει κεφάτη. «Μ όλις πήρα τα φάρμακά σου» πρόσθεσε δείχνοντάς του ένα κεχριμπαρένιο πλαστικό μπουκάλι με χάπια. «Για τον πόνο, σε περίπτωση που έχεις πονοκεφάλους. Τώρα πονάς;» «Ναι» απάντησε ο Καλ, που ένιωθε λες και το κεφάλι του το έσφιγγε μέγγενη. Εκείνη άνοιξε το μπουκάλι και έριξε δυο χάπια στη χούφτα της. «Να, πάρε» του είπε και του τα έδωσε. «Θα σου φέρω νερό». Ο Καλ σκέφτηκε να της πει ότι είχε ήδη πάρει παυσίπονο, αλλά άλλαξε γνώμη. Εφόσον το καταραμένο το χάπι δεν είχε δράσει, αν έπαιρνε άλλα δύο ίσως έβλεπε αποτέλεσμα. «Μ ε τρόμαξες» του είπε η Μ ιν, επιστρέφοντας με το νερό.
216
JENNIFER CRUSIE
«Χτυπήθηκες στο κεφάλι. Το ξέρεις ότι θα μπορούσες να είχες σκοτωθεί; Ένα σωρό άνθρωποι σκοτώνονται έτσι κάθε χρόνο. Δεν ξέρω τον ακριβή αριθμό, δεν πρόλαβα να το κοιτάξω». Ο Καλ ανασηκώθηκε για να πάρει τα χάπια. «Ο Μ πέντλεϊ» είπε χολωμένος. «Σίγουρα θα στενοχωρηθεί… όταν του περάσει η χαρά για τη δυνατή βολή του». «Το καθαρματάκι» πέταξε ο Καλ χωρίς θυμό. «Μ ήπως άκουσες μουσικές; Θα έπαιρνα όρκο ότι άκουσα…» «…τον Έλβις Κοστέλο να τραγουδάει το “She”». Η Μ ιν έγνεψε καταφατικά. «Πράγματι τον άκουσες. Ήταν κάτι παιδιά με ραδιόφωνο. Μ ου φαίνεται ωστόσο πολύ παράξενο, γιατί δεν το παίζει συχνά το ραδιόφωνο. Η αδελφή μου θα βάλει αυτό το κομμάτι στον γάμο της». Η Μ ιν φλυαρούσε με νευρικότητα, αλλά επειδή δεν τον είχε συνηθίσει σε κάτι τέτοια, ο Καλ το απέδωσε στη γενικότερη ζαλάδα του. «Τηλεφώνησα στην Μ πινκ στο κινητό και της είπα πως είσαι καλά και πως θα σε γυρίσω στο σπίτι σου». «Η αδελφή σου ακούει Έλβις Κοστέλο;» ρώτησε ο Καλ. «Όχι. Της αρέσει η μουσική από τις ταινίες της Τζούλια Ρόμπερτς». «Α» έκανε ο Καλ και εστίασε το βλέμμα του πάνω της. «Έκοψες τα μαλλιά σου». «Η Νταϊάνα με πήγε στον κομμωτή της για να μου αλλάξει χτένισμα. Ήθελα κάτι που να πηγαίνει με τα καινούργια ρούχα. Ακολούθησα τη συμβουλή σου». «Εγώ δεν σου ζήτησα να κόψεις τα μαλλιά σου». Το βλέμμα του κατέβηκε στην μπλούζα της, κοίταξε το λεπτό ύφασμα και το εξίσου λεπτό κομπινεζόν αποκάτω, και λίγο έλειψε να πέσει απ’ το κρεβάτι. «Ήρεμα» είπε η Μ ιν αγκομαχώντας στην προσπάθεια να συγκρατήσει το βάρος του, κι εκείνος κοίταξε το ανοιχτό ντεκολτέ της και είδε τη ροζ δαντέλα κάτω από το κομπινεζόν. «Ροζ» παρατήρησε.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
217
«Χαίρομαι που αισθάνεσαι καλύτερα» είπε η Μ ιν με ανακούφιση. «Έλα, θα σε γυρίσω στο σπίτι σου». «Εντάξει. Μ ου αρέσουν τα μαλλιά σου». Μ ισή ώρα αργότερα, η Μ ιν σταματούσε έξω από το σπίτι του Καλ έχοντας ακολουθήσει τις όλο και πιο ακατάληπτες οδηγίες του. «Πάμε» είπε ανοίγοντάς του την πόρτα του αυτοκινήτου. «Θα ανεβώ μόνος μου» είπε ο Καλ τρικλίζοντας καθώς κατέβαινε από το αυτοκίνητο. «Πρέπει να επιστρέψεις το αμάξι…» «Αποκλείεται να σε αφήσω να ανεβείς μόνος». Η Μ ιν πέρασε το μπράτσο του γύρω από τους ώμους της. Μ ολονότι βαρύ, της άρεσε η αίσθηση. «Έχω καλή ανατροφή». «Τότε ανέβα πρώτη για να μην κοιτάζεις τα οπίσθιά μου». «Υπάρχει ασανσέρ, ομορφόπαιδο» είπε η Μ ιν κλείνοντας την πόρτα πίσω τους με το πόδι. «Φύγαμε». «Μ ια στιγμή» της είπε και η Μ ιν κοντοστάθηκε για να τον βοηθήσει, όμως εκείνος χάιδεψε ξανά τις μπούκλες της λέγοντας: «Ελαστικά μαλλιά». «Ναι, εντάξει» είπε η Μ ιν και τον οδήγησε στο λευκό, ελαφρώς βομβαρδισμένο διαμέρισμά του που θύμιζε περισσότερο φοιτητικό σπίτι. Τον βοήθησε να διασχίσει το σαλόνι με τη μοντέρνα δανέζικη επίπλωση, που θα έκανε τους Δανούς να φρίξουν, και ύστερα διάβηκαν το κατώφλι μιας κάμαρας ακόμα πιο ψυχρής και πιο άσχημης. «Πώς αισθάνεσαι;» τον ρώτησε οδηγώντας τον στο δίχως κεφαλάρι κρεβάτι. «Καλύτερα» της απάντησε αδύναμα. «Τα χάπια ενήργησαν και επιπλέον γλίτωσα την προπόνηση». «Έτσι μπράβο, όλα έχουν και την καλή τους πλευρά». Η Μ ιν τον έσπρωξε προς το κρεβάτι κι εκείνος κάθισε βαριά. «Είσαι πολύ πιο επιθετική απ’ όσο νόμιζα» παρατήρησε γέρνοντας πίσω στα μαξιλάρια με τα πόδια κρεμασμένα στο πλάι.
218
JENNIFER CRUSIE
«Είσαι πολύ πιο βαρύς απ’ όσο νόμιζα» του πέταξε η Μ ιν, συνειδητοποιώντας ότι αυτό συνέβαινε πιθανώς επειδή ήταν πολύ ευκίνητος όταν δεν ήταν αναίσθητος. Ημιαναίσθητος, κουνιόταν σαν ασταθές παγόβουνο. Του έβγαλε τα Νάικ και η καρδιά της χτύπησε δυνατά. «Φοράς έντεκα D». «Ναι» είπε ο Καλ νυσταγμένα. «Πες μου ότι αυτό αποδεικνύει πως είμαι τέρας. Δεν μου έχεις πει καμιά κακιά κουβέντα όλη μέρα». «Ο Έλβις φορούσε έντεκα D» είπε η Μ ιν. «Τόσο το καλύτερο γι’ αυτόν» μουρμούρισε ο Καλ. Του σήκωσε τα πόδια και τα άφησε να πέσουν πάνω στο στρώμα, αλλά την ίδια στιγμή αντιλήφθηκε ότι το σώμα του βρισκόταν υπερβολικά κοντά στο πλάι του κρεβατιού. Αν γυρνούσε στον ύπνο του, θα χτυπούσε το κεφάλι στο ξεχαρβαλωμένο κομοδίνο. Τον έσπρωξε με δύναμη προς το μέσο του κρεβατιού. «Τι κάνεις;» τη ρώτησε μισοκοιμισμένος, ενόσω εκείνη πάλευε να τον γυρίσει. «Προσπαθώ να σε προφυλάξω από ατυχήματα» του απάντησε με σφιγμένα δόντια καθώς στήριζε το ένα γόνατο στο στρώμα και έσπρωχνε ξανά. «Μ πορείς να στρίψεις το σώμα σου, σε παρακαλώ;» Εκείνος γύρισε τη στιγμή που τον έσπρωχνε, με αποτέλεσμα να χάσουν και οι δύο την ισορροπία τους. Η Μ ιν κρατήθηκε πάνω του, κι αυτός την τράβηξε κοντά του. «Σε οκτώ ώρες θα ξυπνήσω» της είπε και χασμουρήθηκε μέσα στα μαλλιά της. «Μ η φύγεις». «Ωραία λοιπόν» είπε εκείνη πάνω στο στήθος του. «Πέσε στο πάτωμα. Πάθε διάσειση. Σκοτίστηκα». Καθώς ο Καλ δεν μιλούσε, τον έσπρωξε ξανά, αλλά ήταν σαν να έσπρωχνε τοίχο. Η Μ ιν σταμάτησε για να σκεφτεί την κατάσταση. Ο τρόπος που την κρατούσε ήταν πολύ προστατευτικός. Στοργικός. Ο Καλ άρχισε να ροχαλίζει. Ενστικτώδης.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
219
«Εντάξει» είπε η Μ ιν και προσπάθησε να απαγκιστρωθεί, ώσπου πάτησε στο πάτωμα το ένα πόδι και τον έσπρωξε με δύναμη, πέφτοντας αυτή τη φορά πάνω από την πλάτη του, καταμεσής του κρεβατιού, γεγονός που του έκοψε το ροχαλητό. Έπειτα σηκώθηκε και τον κοίταξε ξαπλωμένο πάνω σ’ ένα άσχημο, συνηθισμένο κάλυμμα, σε μια συνηθισμένη άσχημη κρεβατοκάμαρα με άθλιο, ενοχλητικό φωτισμό. Έμοιαζε σαν θεός. «Είναι τόσο άδικο! Δεν γίνεται τουλάχιστον να σου τρέχουν τα σάλια ή κάτι τέτοιο;» Ο Καλ άρχισε ξανά το ροχαλητό. «Σ’ ευχαριστώ». Η Μ ιν άνοιξε την ντουλάπα του και βρήκε μια κουβέρτα διπλωμένη στο πάνω ράφι, πάνω από μια συλλογή καλαίσθητων ακριβών κοστουμιών. «Είσαι όλο αντιθέσεις» του είπε πετώντας του την κουβέρτα. «Αυτό το διαμέρισμα δεν σε αντιπροσωπεύει καθόλου». Εκείνος ροχάλισε πιο δυνατά, κι αυτή κοίταξε τα όμορφα σμιλεμένα κόκαλα του προσώπου του, τη σκιά των ματοτσίνορων πάνω στα μάγουλά του καθώς κοιμόταν και σκέφτηκε: Θα μπορούσα να σε αγαπήσω. Έπειτα ίσιωσε το κορμί της και επανήλθε στην πραγματικότητα. Όλες οι γυναίκες της πόλης σκέφτονταν το ίδιο όταν τον αντίκριζαν, επομένως δεν ήταν ότι… Άντε πια, σκέφτηκε και, αφού τακτοποίησε στην άκρη τα παπούτσια του για να μην του βάλουν τρικλοποδιά, άφησε ένα ποτήρι νερό στο κομοδίνο του, άφησε κοντά του τα παυσίπονα και τον σκέπασε με την κουβέρτα για να μην κρυώσει. Έπειτα, μη ξέροντας τι άλλο να κάνει, τον χάιδεψε προστατευτικά στην πλάτη και έφυγε. Τη Δευτέρα, ο Ντέιβιντ σήκωσε το τηλέφωνο και άκουσε τη Σίνθι να του λέει: «Μ ίλησα με τον Καλ. Πιστεύει ότι εκείνη μυρίζει λεβάντα. Πρόσεξε ότι έκοψε τα μαλλιά της. Ο ανιψιός του τη λατρεύει. Αντάλλαξαν βλέμματα ερωτικού πόθου μέρα μεσημέρι στο πάρκο».
220
JENNIFER CRUSIE
«Και αυτό διώκεται από τον νόμο;» «Άσε τα αστεία, Ντέιβιντ. Δεν είναι διασκεδαστικό. Κινδυνεύουμε να τους χάσουμε!» Ο Ντέιβιντ άκουσε την αγχωμένη αναπνοή της από το τηλέφωνο. «Το καλύτερο που έχεις να κάνεις αυτή τη στιγμή είναι να την καλέσεις για φαγητό. Να της προσφέρεις χαρά. Της τηλεφώνησες;» «Δεν απαντάει στα τηλεφωνήματά μου» είπε ο Ντέιβιντ, προσπαθώντας να κρύψει τη δυσφορία του. «Κι εσύ πώς νιώθεις; Δεν είσαι λίγο θυμωμένος;» «Λίγο. Όμως…» «Είσαι επίσης θυμωμένος επειδή δεν σου επέτρεψε ποτέ να την κεράσεις. Απέκρουε τις ερωτικές προσεγγίσεις σου, ακριβώς όπως τώρα αποφεύγει τα τηλεφωνήματά σου. Επομένως τώρα…» «Ανοησίες» είπε ο Ντέιβιντ, εμφανώς ενοχλημένος πλέον. «Το πρόβλημά σου είναι ότι είσαι θυμωμένος μαζί της και ότι αυτή το διαισθάνεται, επομένως οφείλεις να το ξεπεράσεις. Τώρα». «Δεν είμαι θυμωμένος, να πάρει η οργή» διαμαρτυρήθηκε ο Ντέιβιντ. «Κάλεσέ τη για φαγητό και μην την αφήσεις να πληρώσει. Θα αισθανθείς πολύ καλύτερα, ο θυμός θα ξεθυμάνει, αυτή θα σε δει σαν δυνητικό σύντροφο και τότε θα μπορέσεις να προχωρήσεις στο παρασύνθημα». «Αυτά είναι βλακείες». «Δεν με ενδιαφέρει η γνώμη σου. Αν δεν το κάνεις, η Μ ιν θα τα φτιάξει με τον Καλ». Ο Καλ. Ο Καλ θα κέρδιζε το αναθεματισμένο στοίχημα. Πάντα κέρδιζε, ο άτιμος. «Θα της τηλεφωνήσω» είπε ο Ντέιβιντ. «Θα βγούμε για φαγητό. Θα αυτοσχεδιάσω». «Μ ην τα θαλασσώσεις, Ντέιβιντ» είπε η Σίνθι. «Η ζωή μου εξαρτάται απ’ αυτό. Η καριέρα μου επίσης. Χρειάζομαι τη φωτογραφία του γάμου για το οπισθόφυλλο του βιβλίου μου».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
221
«Ξέρεις…» άρχισε να λέει εκείνος, αλλά η Σίνθι είχε ήδη κλείσει. «Υπέροχα» μουρμούρισε και σχημάτισε τον αριθμό της Μ ιν. Τη στιγμή που χτύπησε το τηλέφωνο, η Μ ιν καθόταν στο γραφείο της και προσπαθούσε να σκεφτεί λογικά. Ο Καλ, είπε με τον νου της, αλλά αμέσως νευρίασε. Είχαν καταστρώσει, ο καθένας για λογαριασμό του, ένα καλό, συνετό σχέδιο που θα τους εμπόδιζε να πληγωθούν. Συν τοις άλλοις, ήταν άνθρωποι λογικοί, μυαλωμένοι, επομένως αποκλείεται να ήταν ο Καλ στο τηλέφωνο. Στο επόμενο κουδούνισμα, το σήκωσε. «Μ ινέρβα Ντομπς» είπε, περιμένοντας να ακούσει τη φωνή του Καλ να λέει: «Γεια σου, Μ ίνι, τι κάνει η γάτα;». «Μ ιν» είπε ο Ντέιβιντ. «Θέλω να φάμε μαζί μεσημεριανό. Είναι ανάγκη να μιλήσουμε». «Εγώ, πάλι, δεν βλέπω να υπάρχει τέτοια ανάγκη» απάντησε η Μ ιν καταβάλλοντας υπεράνθρωπη προσπάθεια να μη νιώσει απογοήτευση. «Αλλά πεινάω. Μ πορούμε να πάμε για φαγητό και να πληρώσει ο καθένας το μερίδιό του». «Όχι, θα πληρώσω εγώ!» δήλωσε ο Ντέιβιντ. «Θέλω να πω, θα ήθελα να σε κεράσω». «Καλά, όπως θες» είπε η Μ ιν σαστίζοντας. «Ραντεβού στο Σεραφίνο’ς στις δώδεκα, λοιπόν;» «Αυτό δεν είναι το εστιατόριο όπου ο σεφ γράφει ποίηση με το φαγητό;» «Είναι το δημοφιλέστερο εστιατόριο της πόλης». «Θα πρέπει να είναι καλό» είπε η Μ ιν και έκλεισε αποδίδοντας όλη αυτή την ιστορία στη γενική παραφροσύνη που τελευταία επικρατούσε στη ζωή της. Όταν έφτασε στο εστιατόριο, ο Ντέιβιντ ήταν ήδη εκεί και την περίμενε. Σηκώθηκε χαμογελώντας της, αλλά αμέσως μετά φάνηκε να σαστίζει. Η Μ ιν ακολούθησε το βλέμμα του και διαπίστωσε ότι ήταν καρφωμένο στο μπλε αραχνοΰφαντο
222
JENNIFER CRUSIE
μπλουζάκι κάτω από το γκρι καρό σακάκι της. «Είσαι πολύ όμορφη» της είπε. «Εξελίσσομαι» απάντησε η Μ ιν και κάθισε στο σκαλιστό τραπέζι. «Επίσης πεθαίνω της πείνας. Τι καλό έχει εδώ;» Κοίταξε γύρω της τους ασημένιους και μπλε τόνους της αίθουσας. «Εκτός από ωραία διακόσμηση». «Παρήγγειλα ήδη. Δεν ήθελα να περιμένεις» είπε ο Ντέιβιντ. «Ευχαριστώ που με σκέφτηκες». Η Μ ιν κάλεσε τον σερβιτόρο και άλλαξε τη δική της παραγγελία ζητώντας σαλάτα και κοτόπουλο μαρσάλα. Ήταν ευκαιρία να διαπιστώσει τι μέρος του λόγου ήταν ο ανταγωνιστής του Εμίλιο. «Νομίζω πως έκανα λάθος» είπε ο Ντέιβιντ, όταν ο σερβιτόρος άφησε μπροστά του την κρύα σούπα με το κάστανο και το κάρδαμο. «Συμφωνώ» είπε η Μ ιν κοιτάζοντας το λασπώδες ζουμί με την ωραία διακόσμηση στο πιάτο του. «Η σούπα σου προβλέπεται να είναι σκέτη αηδία. Ακριβώς απέξω υπάρχει μια υπαίθρια καντίνα με χοτ ντογκ. Μ ήπως είναι προτιμότερο να πηγαίναμε να…» «Δεν αναφέρομαι στην παραγγελία». Ο Ντέιβιντ πήρε βαθιά εισπνοή και χαμογέλασε. «Μ ιν, σε θέλω πίσω». Η Μ ιν σταμάτησε να ψαρεύει λαχανικά από τη σαλάτα με τις υπερβολικές φιοριτούρες. «Πώς είπες;» «Βιάστηκα» εξήγησε ο Ντέιβιντ και συνέχισε να της μιλάει, ενώ εκείνη σκεφτόταν: Το στοίχημα. Φταίει το καταραμένο στοίχημα. Φοβάσαι ότι θα το χάσεις. Η Μ ιν κάθισε πίσω και βάλθηκε να εξετάζει την κατάσταση, αφήνοντας τον Ντέιβιντ να φλυαρεί ακατάσχετα. Για κάποιον λόγο, του είχε σφηνωθεί στο μυαλό η ιδέα ότι εκείνη πλάγιαζε με τον Καλ. Από πού είχε προέλθει άραγε αυτή η ιδέα; Προς στιγμήν η Μ ιν ταράχτηκε, σκέφτηκε ότι ίσως ο Καλ να είχε κοκορευτεί στον Ντέιβιντ, αλλά αμέσως λογικεύτηκε. Ο Καλ
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
223
δεν ήταν τέτοιος άνθρωπος. Επιπλέον δεν ήταν ανόητος, και σίγουρα θα πρέπει να ήταν κανείς πολύ ανόητος για να προειδοποιήσει τον αντίπαλό του για την επικείμενη ήττα του. Εν πάση περιπτώσει, ο Καλ δεν θα το έκανε. «Δεν με ακούς τόση ώρα;» ρώτησε ο Ντέιβιντ. «Όχι. Γιατί το κάνεις αυτό;» «Μ α αυτό ακριβώς σου εξηγούσα…» «Όχι» είπε η Μ ιν «μου μιλούσες για σένα, έλεγες ότι φέρθηκες βιαστικά και απερίσκεπτα, ότι ήσουν ηλίθιος…» «Δεν είπα “ηλίθιος”» διαμαρτυρήθηκε ο Ντέιβιντ, σαφώς εκνευρισμένος. «Εγώ πού ακριβώς υπάρχω μέσα σε όλα αυτά;» ρώτησε η Μ ιν. «Στη ζωή μου, ελπίζω» απάντησε ο Ντέιβιντ με αφοπλιστική ειλικρίνεια. Η Μ ιν αιφνιδιάστηκε. «Στην αρχή σού είχα ζητήσει να βγούμε επειδή πίστευα πως θα γινόσουν καλή σύζυγος, και εξακολουθώ να το πιστεύω, αλλά αυτό που μου διέφυγε ήταν το γεγονός ότι…» Σώπασε προς στιγμήν για να της πιάσει το χέρι, κι εκείνη τον άφησε, μόνο και μόνο για να δει τι θα επακολουθούσε. «…ότι είσαι τόσο γλυκιά». «Δεν είμαι γλυκιά» είπε η Μ ιν προσπαθώντας να τραβήξει το χέρι της. «Όχι μόνο γλυκιά αλλά και... σέξι. Έχεις αλλάξει» συνέχισε εκείνος ρίχνοντας επίμονα βλέμματα στην αραχνοΰφαντη μπλούζα της. «Ντέιβιντ, οι τύψεις σου δεν είναι ειλικρινείς, δεν με πείθεις». Η Μ ιν τράβηξε το χέρι. «Αν γύριζα κοντά σου, θα με παρατούσες ξανά. Φρόντισε να βγεις με καμιά από εκείνες τις κοκαλιάρες που σ’ αρέσει να γλυκοκοιτάζεις». Ο Ντέιβιντ ετοιμάστηκε να διαμαρτυρηθεί αλλά σταμάτησε, γιατί πάνω στην ώρα κατέφτασε ο σερβιτόρος με το μοσχάρι περιωπής και το κοτόπουλο μαρσάλα. Η Μ ιν έκοψε το κοτόπουλο και το δοκίμασε. «Μ πέικον. Και ντομάτα! Ποιος τρελός βάζει μπέικον και
224
JENNIFER CRUSIE
ντομάτα στο κοτόπουλο μαρσάλα;» «Μ ιν…» «Τα κομμάτια του μπέικον κολυμπάνε στη σάλτσα. Ο Εμίλιο θα το έφτυνε αυτό το πιάτο». «Δεν με παίρνεις στα σοβαρά» είπε ο Ντέιβιντ. «Ναι, το ξέρω» είπε η Μ ιν αφήνοντας κάτω το πιρούνι της. «Μ α την αλήθεια, πώς τους ήρθε αυτή η ιδέα;» «Αυτό που προσπαθώ να σου πω είναι ότι σκέφτομαι να αρχίσουμε να βγαίνουμε πάλι μαζί» ξεστόμισε τελικά ο Ντέιβιντ. «Όχι, δεν είναι αλήθεια. Στην πραγματικότητα σ’ έχει πιάσει πανικός επειδή βγαίνω με άλλον. Δοκίμασε τη σούπα σου». «Όχι, δεν…» «Τη σούπα». Ο Ντέιβιντ δοκίμασε μια κουταλιά και έκανε έναν μορφασμό. «Τι διάβολο είναι τούτο δω;» «Σ’ το είπα». Η Μ ιν έσπρωξε το πιάτο της. «Ποτέ να μην πηγαίνεις σε εστιατόρια όπου ο μάγειρας προσπαθεί να μιλήσει με το φαγητό του. Στο τέλος θα πληρώσεις ακριβά την έπαρσή του. Το ίδιο ισχύει με τα ραντεβού». Έπιασε την τσάντα της και σηκώθηκε. «Λυπάμαι, Ντέιβιντ, αλλά εμείς οι δύο δεν έχουμε μέλλον μαζί˙ δεν θα ολοκληρώσουμε καν το γεύμα μας. Πάντως σ’ ευχαριστώ για το κέρασμα». «Πού πηγαίνεις;» ρώτησε με φούρκα ο Ντέιβιντ. «Πηγαίνω να φάω χοτ ντογκ. Νομίζω ότι η καντίνα πουλάει ψητό λουκάνικο». Την Τρίτη, κατά τις έξι το απόγευμα, ο Εμίλιο τηλεφώνησε στον Καλ. «Η Μ ιν παρήγγειλε πάλι φαγητό για το σπίτι. Θα της το πας;» «Ναι» απάντησε αυτομάτως ο Καλ, αλλά έπειτα θυμήθηκε ότι δεν βλέπονταν με τη Μ ιν. «Όχι». Ωστόσο, το γεγονός ότι δεν βλέπονταν δεν σήμαινε ότι δεν μπορούσαν να είναι φίλοι. «Ναι». Όφειλε βέβαια να αναγνωρίσει πως η απόφασή του ήταν
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
225
καθαρή εκλογίκευση. «Όχι». «Λοιπόν…» μουρμούρισε ο Εμίλιο «η τελική απάντηση είναι “όχι”;» Από την άλλη μεριά, ήταν νηστικός. Επιπλέον, ήθελε να την ευχαριστήσει για τη φροντίδα της το περασμένο Σάββατο. Και ήθελε να τη δει. «Όχι» είπε ο Καλ. «Η τελική απάντηση είναι “ναι”. Θα της πάω εγώ το φαγητό».
226
JENNIFER CRUSIE
8
ΜΙΝ ΤΟΎ ΑΝΟΙΞΕ ΤΗΝ ΠΟΡ ΤΑ, φορώντας πάλι την αναθεματισμένη αθλητική μπλούζα της και το σορτσάκι. Το πρόσωπό της ήταν άβαφο και τα ατίθασα σγουρά μαλλιά της πετάγονταν προς όλες τις μεριές. Ήταν υπέροχη. «Γεια» του είπε έκπληκτη κι έπειτα του χαμογέλασε. «Σε στρίμωξε ο Εμίλιο, ε;» «Είπε ότι πεθαίνεις της πείνας» εξήγησε ο Καλ, χαμογελώντας της άθελά του. «Μ ε μετέφερες στο Πρώτων Βοηθειών. Μ ου έφερες νερό στο κρεβάτι. Δεν είμαι αγνώμων». «Δεν με πείθεις» του πέταξε η Μ ιν παραμερίζοντας για να του κάνει χώρο να περάσει, κι εκείνος μπήκε στο διαμέρισμά της και χάρηκε που είδε τον άσχημο γάτο της να τον καρφώνει με το ένα μάτι του από την πλάτη του κακόγουστου καναπέ της. «Μ ου φαίνεται απίστευτο που κράτησες το γατί» της είπε βγάζοντας τα πακέτα από τη σακούλα και ακουμπώντας τα στο τραπέζι. «Πώς το βάφτισες;» «Μ ου φαίνεται απίστευτο που μου έφερες το γατί στο σπίτι» είπε η Μ ιν και τράβηξε για το κουζινάκι. «Δεν τον έχω βαφτίσει ακόμη. Προσπαθούμε να αποφασίσουμε αν θέλουμε να δεσμευτούμε. Βέβαια, κάθε βράδυ γυρίζει σπίτι και κοιμάται μαζί μου». «Ξύπνιο γατί» σχολίασε ο Καλ. Η
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
227
«Σκεφτόμουν να το κρατήσω κλεισμένο στο σπίτι, επειδή οι οικόσιτες γάτες ζουν περισσότερο από τις αδέσποτες, αλλά, βλέπεις, είναι αρσενικό και υποθέτω πως δεν θα αντέχει τον περιορισμό». «Εξαρτάται πού θα τον περιορίσεις» είπε ο Καλ κι ο νους του πήγε στο μπρούντζινο κρεβάτι της. Η Μ ιν έφερε πιάτα στο τραπέζι. «Αν μου είχες φέρει μια γυάλινη σφαίρα θα το καταλάβαινα, αλλά μια γάτα;» «Είπες ότι δεν ήθελες γυάλινη σφαίρα». «Όντως δεν θέλω. Δηλαδή, θα ήθελα να έβρισκα τη σφαίρα της γιαγιάς, αυτή με τον Μ ίκι και τη Μ ίνι. Αν μου φέρεις τη σφαίρα της γιαγιάς μου, θα σε αγαπάω αιώνια. Αν μου φέρεις άλλη γάτα, θα επανεξετάσω το ζήτημα του κοτόπουλου μαρσάλα». «Αλήθεια, τι συνέβη αυτή τη φορά;» ρώτησε ο Καλ. Εκείνη μούγκρισε με δυσαρέσκεια και γύρισε στο κουζινάκι. Ο Καλ την ακολούθησε νιώθοντας σαν στο σπίτι του. «Δεν φαίνεται άσχημο στην όψη» παρατήρησε όταν αντίκρισε τα αποτελέσματα της τελευταίας της απόπειρας. «Αλλά δεν μοιάζει με κοτόπουλο μαρσάλα». «Προσπάθησα να αποφύγω το ελαιόλαδο και το βούτυρο» εξήγησε η Μ ιν σηκώνοντας το χέρι για να προλάβει τις διαμαρτυρίες του. «Ξέρω, ξέρω, το έμαθα το μάθημά μου. Τα αντικατέστησα με ζωμό κότας. Μ υρίζει όμορφα, αλλά δεν έχει τη σωστή όψη». «Φταίει το γεγονός ότι ο ζωμός κότας και το ελαιόλαδο είναι διαφορετικά πράγματα» εξήγησε ο Καλ. «Δεν πειράζει. Ετοίμασε μια βάση σάλτσας από καβουρντισμένο αλεύρι για να πήξει ο ζωμός και θα έχεις μια ωραία σάλτσα για φετουτσίνι». «Βάση σάλτσας» είπε η Μ ιν. «Λιωμένο βούτυρο και αλεύρι. Αλλά φαντάζομαι ότι δεν υπάρχει περίπτωση να βρεθεί βούτυρο σ’ αυτό το σπίτι». «Ίσως έχει η Μ πόνι. Αλλά δεν έχω ούτε φετουτσίνι ούτε
228
JENNIFER CRUSIE
αλεύρι. Θα τα δανειστώ από την Μ πόνι». «Έχεις τουλάχιστον μεγάλη κατσαρόλα για τα ζυμαρικά και σουρωτήρι;» ρώτησε ο Καλ σαρώνοντας με το βλέμμα τον στενό χώρο της κουζίνας. Πρέπει να βρει καλύτερο σπίτι, σκέφτηκε. «Στο υπόγειο» αποκρίθηκε η Μ ιν. «Πολύ βολικό. Πού είναι το καπάκι;» τη ρώτησε. «Καπάκι;» «Κάτι για να σκεπάσουμε το τηγάνι ώστε να μην μπει μέσα η γάτα όσο θα είμαστε κάτω στο υπόγειο». «Θα κατεβούμε στο υπόγειο;» «Θέλεις να μάθεις να μαγειρεύεις, Μ ίνι;» τη ρώτησε με μεγαλύτερη τρυφερότητα απ’ όσο ήθελε. Η Μ ιν ανοιγόκλεισε τα μάτια σαστισμένη. «Ναι. Ναι, το θέλω». «Τότε θα χρειαστείς κατσαρολικά». Κατέβηκαν στο υπόγειο, και από τις έξι πανομοιότυπες κούτες που βρήκαν ο Καλ διάλεξε μία στην τύχη και την άνοιξε με τον σουγιά του. Η Μ ιν ξετύλιξε το πρώτο πακέτο της κούτας˙ ήταν το πράσινο σουρωτήρι της γιαγιάς της. «Πέσαμε στο σωστό κιβώτιο» του είπε ρίχνοντας το σουρωτήρι ξανά στην κούτα. «Βρήκες με τη μία αυτό που γυρεύαμε. Είσαι αξιοθαύμαστος». «Φυσικά, διάβολε». Ο Καλ τής χαμογέλασε και σήκωσε την κούτα. «Προχώρα, Μ ίνι, και μην ξεχάσεις να κάνεις στάση για το βούτυρο, το αλεύρι και τα ζυμαρικά». Το να μάθει στη Μ ιν πώς να ετοιμάζει τη βάση της σάλτσας θα έπρεπε να ήταν μια εύκολη και ανώδυνη διαδικασία, ωστόσο το κουζινάκι ήταν μικρό, οι μπούκλες της μοσχοβολούσαν λεβάντα, το σώμα της είχε υπέροχες καμπύλες και στο διπλανό δωμάτιο υπήρχε εκείνο το μπρούντζινο κρεβάτι με το σατέν κάλυμμα. Έτσι λοιπόν, αφού της εξήγησε τα βασικά της σάλτσας, ο Καλ πήγε στο σαλόνι για να αδειάσει την κούτα. Βρήκε τον γάτο θρονιασμένο πάνω της. «Πάρε δρόμο» του είπε, και ο γάτος άλλαξε μάτι
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
229
χουζουρεύοντας ανάμεσα στα συσκευασμένα αντικείμενα. Ο Καλ τον σήκωσε και τον απίθωσε στο πάτωμα, και ο γάτος τού τρίφτηκε στο πόδι γουργουρίζοντας. «Το γατί σου είναι πολύ χαδιάρικο» είπε στη Μ ιν. «Το ξέρω, το έχω αγαπήσει, το σκασμένο! Κάθε βράδυ κουλουριάζεται πλάι μου και γουργουρίζει ακούγοντας Έλβις. Είναι δε πανέξυπνο. Έχει μάθει να πατάει το κουμπί του στερεοφωνικού για να ακούει Έλβις και χωρίς εμένα». Ο Καλ ψάρεψε το πρώτο πακέτο και ξετύλιξε ένα χοντρό, διάφανο, γυάλινο οβάλ μπολ που έμοιαζε να προορίζεται για συγκεκριμένη χρήση. «Τι είναι αυτό;» Η Μ ιν κοίταξε πάνω απ’ τον ώμο της. «Είναι μπολ για το χτύπημα των αυγών. Θα πρέπει να υπάρχει εκεί μέσα ένα μεταλλικό καπάκι μαζί με έναν αυγογδάρτη». Ο Καλ έψαξε στην κούτα ώσπου το βρήκε. Το καπάκι εφάρμοζε στο μπολ και από την τρύπα στο κέντρο του περνούσε ο αυγογδάρτης. «Έχει πλάκα» σχολίασε και έπιασε την επόμενη συσκευασία που ήταν βαριά και, όπως αποδείχτηκε, περιλάμβανε διάφορα μπολ από χοντρή άσπρη πορσελάνη με μπλε ρίγα. «Αχ, τα θυμάμαι αυτά τα μπολ» είπε η Μ ιν. «Η γιαγιά μου έφτιαχνε κούκις στο μεγάλο – τον καιρό, δηλαδή, που έτρωγα κούκις». «Τον παλιό καλό καιρό». Ο Καλ σήκωσε το επόμενο πακέτο. Ήταν βαρύ και στρογγυλό και, καθώς το ξετύλιγε, άρχισε να υποψιάζεται περί τίνος επρόκειτο. Όταν αφαίρεσε το τελευταίο περιτύλιγμα, είδε, όπως το περίμενε, μια γυάλινη σφαίρα με τον Μ ίκι να χορεύει με τη Μ ίνι που φορούσε ροζ φόρεμα. Μ πορεί ο Καλ να μην αιφνιδιάστηκε, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έφριξε. «Πόση ώρα πρέπει να μαγειρευτεί η σάλτσα, για να μην είναι έντονη η γεύση του αλευριού;» ρώτησε η Μ ιν. «Καλ;» Κοίταξε
230
JENNIFER CRUSIE
πίσω της. «Τι έπαθες;» Εκείνος κράτησε ψηλά τη σφαίρα, και η Μ ιν μαρμάρωσε πάνω από το τηγάνι με το κοτόπουλο. Η σφαίρα ήταν βαριά, κατά πολύ βαρύτερη από τις συνηθισμένες αυτού του μεγέθους. Ο Καλ τη γύρισε στο πλάι και είδε το κλειδί στη βάση της. «Είναι μουσικό κουτί;» ρώτησε και η Μ ιν έγνεψε καταφατικά. «Ποιο κομμάτι παίζει;» 10
«Το “It Had to Be You”» του αποκρίθηκε ξεψυχισμένα. «Φυσικά, τι άλλο!» Ο Καλ κοίταξε τον Μ ίκι και τη Μ ίνι που ήταν για πάντα παγιδευμένοι μέσα στη σφαίρα. «Αν μου φέρεις τη σφαίρα της γιαγιάς μου, θα σε αγαπάω αιώνια». «Το ψάχνω εδώ και δεκαπέντε χρόνια» είπε η Μ ιν με φωνή ανέκφραστη. «Και ξαφνικά πέφτεις πάνω του. Πώς τα καταφέρνεις, μου λες;» «Δεν το κάνω επίτηδες» απάντησε ο Καλ και ακούμπησε τη σφαίρα στον πάγκο. «Ελπίζω να μην έχεις κλείσει συμφωνία με τον διάβολο» είπε η Μ ιν κοιτάζοντας τη σφαίρα. «Ορίστε;» «Ξέρεις, μια συμφωνία για να εξασφαλίσεις πως, ό,τι κι αν κάνεις, θα το κάνεις τέλεια ώστε οι γυναίκες να μην μπορούν να σου αντισταθούν. Ελπίζω βέβαια να μην παρέλειψες να αναφέρεις ότι σε ενδιαφέρει το κόλπο να πιάνει μόνο με τις γυναίκες της αρεσκείας σου, αλλιώς την έχουμε άσχημα». «Λοιπόν, πέρα από το γεγονός ότι πιστεύεις πως υπάρχει διάβολος και πως κλείνει συμφωνίες, με σοκάρει λίγο που με θεωρείς ικανό να κάνω παρέα μαζί του» απάντησε ο Καλ παίρνοντας βαθιά εισπνοή. «Αγαπητέ μου Καλ, στην ουσία είστε πρώτα ξαδέλφια με τον διάβολο» είπε η Μ ιν. «Είσαι ψηλός, μελαχρινός, όμορφος, γοητευτικός, φοράς κοστούμια, ποτέ δεν ιδρώνεις και εμφανίζεσαι πάντα τη στιγμή που σε χρειάζομαι. Εκείνη η
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
231
γυάλινη σφαίρα ήταν χαμένη επί δεκαπέντε χρόνια. Έχω, λοιπόν, διαρκώς την εντύπωση πως, αν σου πω το ναι, θα πάω κατευθείαν στην κόλαση». Ο Καλ κούνησε το κεφάλι με συγκατάβαση. Γιατί ήρθα ξανά στο σπίτι της; αναρωτήθηκε. «Λοιπόν… ξέρεις, μου κόπηκε η όρεξη. Λέω να πηγαίνω». «Δεν είναι κακή ιδέα» είπε η Μ ιν, συνεχίζοντας να κοιτάζει τη γυάλινη σφαίρα. Ο Καλ πήρε το σακάκι του και, όταν έφτασε στο κατώφλι, κοντοστάθηκε. «Σου εύχομαι…» άρχισε να λέει κι ύστερα σταμάτησε. «Να ευτυχήσω;» είπε η Μ ιν χωρίς να τραβήξει το βλέμμα από τη σφαίρα. «Για κάποιον λόγο δεν ακούγεται το ίδιο» είπε εκείνος και κατέβηκε τη σκάλα. Όταν έφυγε ο Καλ, η Μ ιν πήγε και κούρδισε τη γυάλινη σφαίρα. Ακούστηκαν τα πρώτα μέτρα του «It Had to Be You» κι εκείνη κοίταξε τη σφαίρα με κομμένη ανάσα. Η βαριά ολοστρόγγυλη γυάλινη μπάλα στεκόταν πάνω σε μαύρη αρ ντεκό βάση. Μ όλις την ταρακούνησε, στο εσωτερικό της στροβιλίστηκε η ασημόσκονη και τα μικροσκοπικά ασημένια αστεράκια. Η Μ ίνι χαμογελούσε ευτυχισμένη μέσα στην αγκαλιά του Μ ίκι και αυτός την κοίταζε ακτινοβολώντας από χαρά. Ίσως αυτό ήταν που με ενθουσίαζε, συλλογίστηκε. Το γεγονός ότι η Μ ίνι ήταν τόσο ευτυχισμένη και ότι ο Μ ίκι την έβρισκε υπέροχη. Εκτός αυτού, την είχε θαμπώσει το κυματιστό ροζ φόρεμα της Μ ίνι με τις ασορτί γόβες. Οι γόβες, βέβαια, ήταν κάπως απλές και συνηθισμένες. Η Μ ιν έγειρε τη σφαίρα για να κοιτάξει καλύτερα και η ασημόσκονη με τα αστεράκια στροβιλίστηκαν ξανά, ενώ ο ήχος της μουσικής έσβηνε αργά. Δεν το κάνω επίτηδες, είχε πει ο Καλ, αλλά έπεφτε έξω. Η Μ ιν ζούσε ήρεμα, απολύτως ευτυχισμένη, και ξαφνικά εκείνος μπήκε στο μπαρ και της αναστάτωσε τη ζωή. Τώρα ζούσε σ’ ένα σύννεφο με αστεράκια και ασημόσκονη. Άσε που κάθε φορά που
232
JENNIFER CRUSIE
τα πράγματα ηρεμούσαν, κάθε φορά που εκείνη κατόρθωνε να επιβάλει στη ζωή της τον φυσιολογικό της ρυθμό, ο Καλ επέστρεφε και τάραζε τα… Κάτι χνουδωτό άγγιξε το πόδι της και η Μ ιν αναπήδησε τρομαγμένη. Ο γάτος τής νιαούρισε κι εκείνη τον σήκωσε στην αγκαλιά της και προσπάθησε να αναλύσει την κατάσταση λογικά. Σίγουρα ο Καλ δεν το έκανε επίτηδες. Οι συμπτώσεις αποτελούσαν κομμάτι της ζωής. Φτάνει να μη συνεχίζονταν… «Θα φροντίσουμε να τον αποφύγουμε» είπε στη γάτα. «Θα πάμε ξανά στο Μ εγάλο Ρίσκο μόνο αν σιγουρευτούμε ότι εκείνος λείπει. Σιγά σιγά θα ξαναβρούμε τον κανονικό μας ρυθμό. Τέρμα η καταραμένη ασημόσκονη». Ο γάτος άνοιξε το κλειστό μάτι και έκλεισε το ανοιχτό, και η Μ ιν συνειδητοποίησε ότι μιλούσε σε ένα ζώο σε πρώτο πληθυντικό πρόσωπο, κάτι που επίσης δεν θεωρούνταν ιδιαίτερα φυσιολογικό. «Κοτόπουλο;» πρότεινε στον γάτο και, εγκαταλείποντας κάθε προσπάθεια να σκεφτεί λογικά και συγκροτημένα, αφοσιώθηκε στο δείπνο της. Την Τετάρτη, η Λίζα βρισκόταν στο μπαρ και προσπαθούσε να προσελκύσει την προσοχή της Σάνα, τη στιγμή που η Σίνθι ήρθε να καθίσει πλάι της με ένα πλατύ χαμόγελο. «Γεια. Πού είναι η φιλενάδα σου;» «Είπε ότι έπρεπε να μείνει στο σπίτι με τη γάτα της» απάντησε η Λίζα «αλλά στην πραγματικότητα νομίζω ότι αποφεύγει τον Καλ». «Ωραία ιδέα. Ο καλύτερος τρόπος να του αντισταθεί είναι να κρατηθεί μακριά του». Η Σίνθι κοίταξε γύρω της στο μπαρ. «Τον βλέπεις πουθενά εδώ γύρω;» «Όχι. Έμαθα από τον Τόνι ότι είχε πολλή δουλειά. Γιατί;» «Γιατί αν η Μ ιν δεν είναι εδώ, εκείνος κανονικά θα έπρεπε να σε πλευρίσει». «Εμένα;» αναφώνησε η Λίζα γεμάτη φρίκη. «Επειδή λείπει η Μ ιν, θα ριχτεί σ’ εμένα;»
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
233
«Όχι, με παρεξήγησες» είπε η Σίνθι. «Όταν ο Καλ σχετίζεται με μια γυναίκα, το θεωρεί σημαντικό οι φίλοι και οι δικοί της άνθρωποι να εγκρίνουν τη σχέση. Απορώ πώς δεν επιχείρησε ακόμη να σε σαγηνέψει». «Δεν είναι βλάκας» είπε η Λίζα. «Άλλωστε δεν είμαστε φίλοι». «Πάντως η φιλενάδα σου πράττει άριστα που τον αποφεύγει» σχολίασε η Σίνθι. «Κατά τη γνώμη μου, δεν πρόκειται να την αγγίξει συναισθηματικά». «Εσένα όμως σε άγγιξε, έτσι δεν είναι;» Η Σίνθι σήκωσε περήφανα το κεφάλι. «Εγώ…» Η Λίζα περίμενε. «Ναι» παραδέχτηκε η Σίνθι. «Τον αγάπησα». «Είναι παλιάνθρωπος» είπε η Λίζα. «Όχι, δεν έχεις δίκιο. Απλώς…» «Χρειάζεται την επιδοκιμασία των γυναικών λόγω της αγαπημένης του μανούλας» συνέχισε η Λίζα. «Ε, λοιπόν, με τόσα πράγματα που ξέρεις γι’ αυτόν, θα μπορούσες να γράψεις βιβλίο». Η Σίνθι ήπιε μια γουλιά από το ποτό της. «Όπα. Έπεσα διάνα». «Ναι» παραδέχτηκε η Σίνθι. «Αλλά όχι ειδικά για τον… δηλαδή, όχι εντελώς για τον…» «Μ έγας είσαι Κύριε! Επομένως, όταν σε άφησε, δεν έχασες μονάχα έναν εραστή, αλλά και το αντικείμενο της έρευνάς σου. Ομολογώ πως δεν το καταλαβαίνω. Πώς είναι δυνατόν εσύ, μια αυθεντία σε θέματα σχέσεων, να πέσεις θύμα της γοητείας του;» «Η λογική δεν βοηθάει όταν μιλάει το συναίσθημα» αποκρίθηκε η Σίνθι δαγκώνοντας το χείλος της. Η πονεμένη έκφραση του προσώπου της ήταν ειλικρινής. Η Λίζα ακούμπησε το χέρι της στο μπράτσο της Σίνθι. «Λυπάμαι» της είπε. «Ξέρεις, δεν υπάρχει πρόβλημα». Η Σίνθι έριξε αγέρωχα
234
JENNIFER CRUSIE
πίσω το κεφάλι. «Άλλοι άνθρωποι αντιμετωπίζουν πολύ χειρότερα προβλήματα από το δικό μου». «Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι το διασκεδάζεις» επισήμανε η Λίζα. «Έχεις δίκιο. Όμως με βοηθάει στο να μην οικτίρω τον εαυτό μου». Έσπρωξε μακριά το ποτήρι της. «Αν σου έδωσα την εντύπωση πως ο Καλ είναι κακός άνθρωπος…» «Κάθε άλλο. Για την ακρίβεια, πιστεύω ότι τον κρίνεις με υπερβολική επιείκεια». «Όχι, είναι καλός…» ψέλλισε η Σίνθι. «Μ ου είναι αδιάφορο. Εγώ θέλω απλώς να αφήσει ήσυχη τη Μ ιν». «Παρομοίως» είπε η Σίνθι και, αφού τελείωσε το ποτό της, απομακρύνθηκε. Πάνω στην ώρα, η Σάνα πλησίασε τη Λίζα. «Να το ξαναγεμίσω;» «Μ ίλησέ μου για τον Καλ Μ όρισεϊ». «Γιατί;» ρώτησε επιφυλακτικά η Σάνα. «Επειδή φιλάει την καλύτερη φίλη μου, και έχω ακούσει ότι δεν του αρέσει η δέσμευση». «Όπως και στον μισό αντρικό πληθυσμό της Γης» απάντησε η Σάνα σηκώνοντας τους ώμους. «Ο μισός αντρικός πληθυσμός της Γης δεν φιλάει τη Μ ιν» παρατήρησε η Λίζα. «Οι προθέσεις του απέναντί της δεν είναι σοβαρές, σωστά;» «Ο Καλ είναι ο καλύτερος άντρας απ’ όσους γνωρίζω. Αν αντιμετώπιζα ποτέ πρόβλημα, θα τηλεφωνούσα στον Καλ κι αυτός θα ερχόταν και θα με βοηθούσε, το ξέρω πολύ καλά». «Αλλά δεν απαντάς στην ερώτησή μου». «Πες στη φιλενάδα σου να μην επενδύσει σ’ αυτόν» είπε η Σάνα ύστερα από μια σύντομη σιωπή. «Οι σχέσεις του δεν διαρκούν». «Ευχαριστώ». «Αλλά είναι θαυμάσιο παιδί» πρόσθεσε η Σάνα.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
235
«Όλοι αυτό μου λένε» είπε η Λίζα και σηκώθηκε. «Το κακό είναι ότι δυσκολεύομαι να το πιστέψω». Στις επτά, ο Καλ αποφάσισε ότι, αν κοίταζε ακόμα ένα λεπτό το πακέτο του σεμιναρίου, θα άρχιζε να χτυπάει το κεφάλι του στο τραπέζι – κι αυτές τις μέρες είχε υποστεί αρκετές κρανιακές κακώσεις. Από την άλλη μεριά, αν συναντούσε τη Μ ιν στο Μ εγάλο Ρίσκο, σίγουρα εκείνη θα τον αποκαλούσε πάλι σατανά. Ή, στην καλύτερη περίπτωση, τέρας. Σηκώθηκε, τεντώθηκε και έβαλε πλώρη για το σπίτι του, κόβοντας ταχύτητα καθώς περνούσε έξω από τον κινηματογράφο Γκρίφον. Ήταν η τελευταία εβδομάδα προβολής των ταινιών του Τζον Κάρπεντερ, και ο κόσμος σχημάτιζε ουρά έξω από το ταμείο, κάτω από την αφίσα της ταινίας Χαμός στην Τσάιναταουν. Ο Κερτ Ράσελ νικάει τους κακούς, συλλογίστηκε. Έχω να το δω από παιδί. Όταν ο κόσμος αραίωσε, αγόρασε από το ταμείο ένα εισιτήριο. Ήταν προτιμότερο να δει μια ταινία παρά να περάσει το βράδυ μόνος, άσε που έτσι δεν θα σκεφτόταν… κανέναν. Την ώρα που έμπαινε στη σκοτεινή αίθουσα, στην οθόνη προβάλλονταν σκηνές από το προσεχές αφιέρωμα στις ταινίες του Έλβις Πρίσλεϊ, πράγμα που αυτομάτως οδήγησε τη σκέψη του στη Μ ιν. Ξέχνα την, είπε μέσα του και βρήκε μια θέση δυο σειρές παρακάτω όπου ήταν μόνος. Μ όλις όμως η προβολή ξεκίνησε και ο Κερτ άρχισε να βρίζει μέσα στην καμπίνα του φορτηγού του, μπήκε στην αίθουσα μια πενταμελής οικογένεια και του ζήτησε να μεταφερθεί μερικά καθίσματα πιο πέρα. Άλλαξε θέση λοιπόν, κάθισε δίπλα σε έναν ήσυχο θεατή και βουλιάζοντας στο κάθισμα αφοσιώθηκε στην ταινία, νιώθοντας γαλήνη για πρώτη φορά μέσα στο τελευταίο εικοσιτετράωρο. Όταν άναψαν τα φώτα, σηκώθηκε ταυτόχρονα με αυτόν που καθόταν στα δεξιά του. Ήταν μια γυναίκα μετρίου αναστήματος, με κοντά σγουρά καστανά μαλλιά που χρύσιζαν στις άκρες, η
236
JENNIFER CRUSIE
οποία έστριβε τώρα για να πιάσει το γκρι καρό σακάκι της… Κοιτάχτηκαν για μια ατελείωτη στιγμή, αποσβολωμένοι. Έπειτα εκείνη βγήκε από την αίθουσα και ο Καλ την ακολούθησε. Όταν βρέθηκαν έξω, εκείνη γύρισε και τον κοίταξε. «Τι πιθανότητες υπήρχαν;» ρώτησε ο Καλ. «Δεν ξέρω να κάνω τέτοιου είδους υπολογισμούς» είπε η Μ ιν και ξεκίνησε για το σπίτι της, με τον Καλ να τη συνοδεύει, επειδή δεν ήταν σωστό να την αφήσει να περπατάει μόνη νυχτιάτικα στην πόλη. Ήταν καθαρή σύμπτωση, είπε μέσα του ο Καλ. Αυτά συμβαίνουν. Χαρά στο πράγμα. Δεν σημαίνει τίποτα. Όταν έφτασαν στο σπίτι της, η Μ ιν ανέβηκε τα σκαλοπάτια χωρίς να μπλέξουν σε συζητήσεις για το ποιος θα ανεβεί πρώτος. Όσο για τον Καλ, ήταν τόσο σαστισμένος, που ούτε του πέρασε από τον νου να κοιτάξει τα οπίσθιά της. Φτάνοντας στην πόρτα του διαμερίσματος, εκείνη γύρισε και του είπε: «Ευχαριστώ που με συνόδεψες μέχρι εδώ». «Παρακαλώ» αποκρίθηκε. Κοιτάχτηκαν για μερικές στιγμές. Ο Καλ ένιωσε να χάνεται μέσα στα μάτια της. Αχ, όχι, Χριστέ μου, όχι εσύ, συλλογίστηκε με κομμένη ανάσα. Έπειτα η Μ ιν τίναξε το κεφάλι, μπήκε στο διαμέρισμά της και έκλεισε την πόρτα, κι αυτός κατέβηκε τα πενήντα οκτώ σκαλοπάτια μέχρι τον δρόμο μη ξέροντας κατά πόσο αισθανόταν ανακουφισμένος. Όταν βγήκε στον δρόμο, κοντοστάθηκε και κοίταξε ψηλά τον φεγγίτη που ήταν το παράθυρο της κάμαράς της. Ο γάτος καθόταν στο άνοιγμα, με το φέγγος του πορτατίφ από πίσω του, και τον κοίταζε κατά πάσα πιθανότητα με το ένα μάτι. Ο Καλ είδε νοερά τη Μ ιν καθισμένη στο σατέν κάλυμμα, ξαπλωμένη στα κεντημένα μαξιλάρια που μοσχοβολούσαν λεβάντα, με τις χρυσαφένιες στις άκρες μπούκλες της απλωμένες στο λιλά σατέν ύφασμα, κι έπειτα φαντάστηκε τον εαυτό του εκεί, στο πλάι της, να αγκαλιάζει το ζεστό σφριγηλό κορμί της, το τόσο απαλό και ακαταμάχητο, φαντάστηκε τα χέρια της να τον τυλίγουν κι
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
237
εκείνος να φιλάει το μεστό στόμα της χαϊδεύοντας το στήθος της, τρίβοντας τους γοφούς του στους γοφούς της, είδε νοερά τον εαυτό του να εισχωρεί στο ζεστό υγρό κορμί τρέμοντας από ηδονή, ακούγοντας τα βογκητά και τους στεναγμούς της, και ξάφνου συνειδητοποίησε ότι την ήθελε όσο δεν είχε θελήσει ποτέ τίποτα και κανέναν. Το φως της κάμαράς της έσβησε και η μαγική στιγμή διαλύθηκε. Ο Καλ έκλεισε τα μάτια στο σκοτάδι και στο ψυχρό σοκ της πραγματικότητας. Έπειτα έκανε στροφή και κατευθύνθηκε προς τον κεντρικό δρόμο, προς τα φώτα, τον θόρυβο και την ασφάλεια. Την Πέμπτη, όταν η Λίζα ανέβηκε στο σπίτι της Μ ιν για το «δείπνο των Αν», της άνοιξε την πόρτα η Μ πόνι μ’ ένα παράξενο ύφος. Όταν η Λίζα την κοίταξε ερωτηματικά υψώνοντας τα φρύδια, η Μ πόνι κούνησε το κεφάλι και παραμέρισε για να την αφήσει να περάσει. «Γεια» είπε η Μ ιν κάπως υποτονικά, κι αμέσως η Λίζα σκέφτηκε ότι κάτι της είχε κάνει εκείνο το παλιοτόμαρο, ο Καλ. «Τι σου έκανε;» «Τίποτα» απάντησε η Μ ιν. «Κάθισε. Έχω ετοιμάσει μια τεράστια σαλάτα Κομπ και πεθαίνω της πείνας. Ελάτε να φάμε». Καθώς η Λίζα έστριβε, αντίκρισε στον καναπέ ένα μονόφθαλμο ζώο να την κοιτάζει. «Έχεις ακόμη τον γάτο». «Τον αγαπάω αυτό τον γάτο. Είναι πάντα εδώ όταν τον χρειάζομαι, με χαϊδεύει με την πατουσίτσα του όταν είμαι στενοχωρημένη, με ζεσταίνει τα βράδια και επιπλέον διαθέτει καλή φωνή. Αποφάσισα ότι είναι η μετεμψύχωση του Έλβις». «Η μακριά αναμονή έλαβε τέλος» αποφάνθηκε η Λίζα. Της έδωσε κάτι που εκείνη δεν ήξερε καν ότι το ήθελε, σκέφτηκε. Το κάθαρμα. Ρίχτηκαν στο ψωμί και στη σαλάτα, και κουβέντιασαν χαλαρά
238
JENNIFER CRUSIE
για τη γάτα. Έπειτα από δέκα λεπτά, η Λίζα δεν κρατήθηκε άλλο. «Χτες το βράδυ μίλησα με τη Σίνθι. Είπε ότι ο Καλ θα προσπαθούσε να…» «Εγώ τον συμπαθώ» είπε η Μ πόνι. Η Λίζα έπεσε πίσω στο κάθισμά της. «Τι έκανε, λέει;» «Τον συμπαθώ» επανέλαβε η Μ πόνι. «Όμως αυτό δεν είναι λόγος για να ενθαρρύνεις την…» «Δεν έχει σημασία» είπε η Μ ιν και οι δύο κοπέλες γύρισαν προς το μέρος της. «Προσπαθώ να τον αποφύγω, αλλά είναι ανώφελο. Θυμάστε τη χαμένη γυάλινη σφαίρα; Σας πληροφορώ πως μου τη βρήκε. Πέρασε αποδώ την Τρίτη, κατέβηκε στο υπόγειο και διάλεξε στην τύχη μια κούτα η οποία, μεταξύ των άλλων, περιείχε τη γυάλινη σφαίρα». «Καθαρή τύχη» είπε η Λίζα. «Χτες το βράδυ, πάλι, αποφάσισα να πάω σινεμά» συνέχισε η Μ ιν. «Όταν άναψαν τα φώτα, μαντέψτε ποιος καθόταν δίπλα μου». «Αυτό εμένα με τρομάζει. Σε παρακολουθεί» είπε η Λίζα παγώνοντας. «Όχι, δεν με παρακολουθεί. Σήκωσα την εφημερίδα και έπεσε από μέσα η σελίδα με τους κινηματογράφους. Πρόσεξα ότι ο κινηματογράφος που φέρνει παλιές ταινίες έπαιζε το Χαμός στην Τσάιναταουν και σκέφτηκα: Τέλεια, θα δω τον Κερτ Ράσελ να νικάει τους κακούς, κι έτσι κατέληξα στο σινεμά. Δεν το είπα σε κανέναν. Δεν το ανέφερα καν στον γάτο. Και να που ο Καλ ήταν εκεί. Μ ου θυμίζει μάγο». «Μ ου θυμίζει τον διάβολο» είπε η Λίζα. «Μ ου θυμίζει τον πρίγκιπα» πετάχτηκε η Μ πόνι. Η Λίζα και η Μ ιν γύρισαν και την κοίταξαν. «Όπως στα παραμύθια. Αναλαμβάνει να εκτελέσει διάφορα ανδραγαθήματα προκειμένου να σε αποκτήσει. Η γυάλινη σφαίρα ήταν ένα από αυτά» εξήγησε η Μ πόνι. «Μ πόνι, καλή μου» είπε η Μ ιν βγαίνοντας από την ατονία
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
239
της «ας αφήσουμε τα πριγκιπόπουλα και ας ασχοληθούμε με τα “Αν” μας. Αν ήμουν σοβαρό άτομο, δεν θα είχα φρικάρει με όλα αυτά. Στο εξής θα είμαι σοβαρή και δεν θα φρικάρω πλέον. Λίζα, η σειρά σου. Ποιο είναι το δικό σου “Αν”;» «Αν διαπιστώσω ότι ο Καλ Μ όρισεϊ σε παρακολουθεί, θα τον σαπίσω στο ξύλο» είπε η Λίζα. «Μ πόνι, η σειρά σου». «Αν εσείς οι δύο γίνετε ακόμα πιο χαζές, θα αναγκαστώ να βρω άλλες φίλες» είπε η Μ πόνι αγριοκοιτάζοντας τη Μ ιν. «Ο Καλ σιγά σιγά σε κατακτά, όπως συμβαίνει στα παραμύθια. Είπες ότι το φιλί του σε ξύπνησε». «Είπα ότι το φιλί του με διέγειρε. Δεν είναι το ίδιο πράγμα» αντέτεινε η Μ ιν κι έπειτα έγειρε λίγο το σώμα της μπροστά. «Καλές είναι οι μεταφορές από τα παραμύθια, Μ πον, όμως η αληθινή ζωή δεν έχει σχέση με όλα αυτά. Δεν υπάρχουν πριγκιπόπουλα, ούτε μητριές ούτε δηλητηριασμένα μήλα». «Ούτε ευτυχισμένο τέλος, αν επιμένεις να σκέφτεσαι μ’ αυτό τον τρόπο» είπε η Μ πόνι. «Η αληθινή αγάπη σε χτυπάει κατακέφαλα για να ξυπνήσεις, κι εσύ την απορρίπτεις επειδή δεν θέλεις να πιστέψεις στην ύπαρξή της. Έχεις το παραμύθι κάτω απ’ τη μύτη σου…» «Μ ια στιγμή, μια στιγμή» την έκοψε η Λίζα προσπαθώντας να αποτρέψει την καταστροφή. «Όσο για σένα, είσαι ακόμα χειρότερη» συνέχισε η Μ πόνι απευθυνόμενη στη Λίζα. «Η Μ ιν δεν πιστεύει στην αγάπη όσον αφορά τον εαυτό της, αλλά εσύ δεν πιστεύεις γενικά στην αγάπη. Είσαι μια μηδενίστρια της αγάπης». «Μ ηδενίστρια της αγάπης. Μ ου αρέσει» είπε η Λίζα όταν το καλοσκέφτηκε. «Διαφωνώ» είπε η Μ ιν. «Πιστεύω στην αγάπη. Νομίζω. Απλώς δεν πιστεύω στα παραμύθια». «Σε όλη μου τη ζωή ήξερα ότι αργά ή γρήγορα θα έβρισκα τον πρίγκιπά μου» είπε η Μ πόνι στη Μ ιν. «Πόσες φορές δεν σου έχω πει ότι όλοι έχουν τις ευκαιρίες τους στη δουλειά, αλλά λίγοι είναι έτοιμοι να τις αρπάξουν; Ε, λοιπόν, το ίδιο ισχύει για
240
JENNIFER CRUSIE
την αγάπη. Σε όλη μου τη ζωή σχεδίαζα τον γάμο μου, επειδή έχω την εξυπνάδα να γνωρίζω πως αυτή θα είναι μια καθοριστική απόφαση, και τώρα που βρήκα τον Ρότζερ, είμαι έτοιμη να προχωρήσω. Όσο για εσάς τις δύο, θα χάσετε την ευκαιρία όταν παρουσιαστεί, επειδή δεν θέλετε να πιστέψετε, και δεν θέλετε να πιστέψετε επειδή φοβάστε την απογοήτευση αν, ο μη γένοιτο, δεν είναι αλήθεια». Η Λίζα στριφογύρισε τα μάτια με αγανάκτηση. «Ουφ, έλα τώρα…» «Σχεδιάζετε την απογοήτευσή σας, θα απογοητευτείτε αν δεν απογοητευτείτε, ολόκληρη η κοσμοθεωρία σας βασίζεται στην πεποίθηση ότι οι άντρες θα σας απογοητεύσουν». Η Μ πόνι σήκωσε το πιάτο της. «Εγώ αυτό το θεωρώ δειλία. Προπάντων από την πλευρά σου» είπε καρφώνοντας στη Μ ιν ένα βλοσυρό βλέμμα. «Έχεις μπροστά στη μύτη σου τον Καλ που σ’ αγαπάει τρελά, σε σημείο που να μην μπορεί να σκεφτεί καθαρά, η μοίρα έχει τρελαθεί να σου στέλνει μηνύματα τα οποία αναγνωρίζω ακόμα κι εγώ, αλλά εσύ τίποτα, εσύ έχεις κολλήσει στο στοίχημα και το κρατάς σαν ασπίδα. Φαντάζομαι ότι δεν τον έχεις ρωτήσει καν σχετικά με το στοίχημα». «Τι φαντάζεσαι ότι θα μου απαντούσε δηλαδή;» είπε η Μ ιν. «“Ναι, έβαλα το στοίχημα αλλά είμαι ο πρίγκιπάς σου, η αληθινή σου αγάπη, πάμε στο κρεβάτι”;» «Σε γενικές γραμμές δεν είσαι τόσο αργόστροφη, επομένως μάλλον φταίει ο φόβος και η δειλία σου» σχολίασε απηυδισμένη η Μ πόνι. «Κι αν αυτό είναι αληθινό; Αν ο Καλ είναι η αληθινή αγάπη σου, αν σ’ αγαπάει τόσο πολύ, αν είναι ο άντρας της ζωής σου; Τι θα κάνεις τότε;» Κούνησε το κεφάλι με απογοήτευση. «Δεν έχεις ιδέα. Δεν είσαι προετοιμασμένη. Έχεις προγραμματίσει τα πάντα στη ζωή σου εκτός από αυτό. Είσαι άξια της τύχης σου». Μ ετέφερε το πιάτο της στην κουζίνα και επιστρέφοντας έσπρωξε την καρέκλα της στη θέση της. «Τα λέμε αύριο στο Μ εγάλο Ρίσκο. Πάω να συναντήσω τον Ρότζερ ώστε να θυμηθώ για ποιον λόγο πιστεύω στην αγάπη».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
241
«Μ πον, στάσου» είπε η Μ ιν και σηκώθηκε, αλλά η Μ πόνι είχε ήδη βγει. Όταν η Μ πόνι έφυγε, χτυπώντας πίσω της την πόρτα, η Μ ιν κάθισε ξανά απέναντι στη Λίζα. «Εμείς τουλάχιστον έχουμε τα μυαλά στο κεφάλι μας» σχολίασε. «Ναι, βέβαια» μουρμούρισε η Λίζα. «Σε βοηθάει καθόλου αυτό;» «Όχι τόσο» αποκρίθηκε η Μ ιν. «Έφερες επιδόρπιο;» «Παγωτό ξυλάκι με γεύση κεράσι». «Φέρε μου ένα» είπε η Μ ιν. «Από αύριο θα είμαι πιο φρόνιμο κορίτσι». Την Παρασκευή, ο Καλ αποφάσισε να καθίσει στο σπίτι με το σκεπτικό πως, αν δεν έβγαινε από το διαμέρισμά του, δεν θα έμπλεκε σε αλλόκοτες καταστάσεις. Ξαφνικά, από το διπλανό διαμέρισμα ακούστηκε το «She». «Για όνομα του Θεού και της Παναγίας!» είπε μεγαλόφωνα κι αμέσως δαγκώθηκε, γιατί είχε μόλις χρησιμοποιήσει μία από τις συνηθισμένες φράσεις της Μ ιν. «Σταμάτα» είπε στον εαυτό του και πήγε δίπλα για να ασχοληθεί με τη Σάνα. «Πάλι σε εγκατέλειψαν;» τη ρώτησε όταν του άνοιξε. «Όχι» αποκρίθηκε η Σάνα με ύφος σοβαρό αλλά όχι δακρύβρεχτο. «Προσπαθώ να σκεφτώ πού πάει η ζωή μου. Έλα μέσα». «Να σκεφτείς πού πάει η ζωή σου;» ρώτησε ο Καλ ακολουθώντας την. «Έχω την εντύπωση πως, αν ακούω διαρκώς αυτό το κομμάτι, στο τέλος θα πάρω μερικές ιδέες» εξήγησε η Σάνα βγάζοντας το μπουκάλι με το Γκλένλιβετ. «Αν σκοπεύεις να σχεδιάσεις τη ζωή σου με βάση ένα δημοφιλές τραγούδι, τότε χρειάζεσαι το ουίσκι περισσότερο από μένα».
242
JENNIFER CRUSIE
«Δεν εννοώ αυτό». Η Σάνα τού σέρβιρε ουίσκι. «Ήμουν ανέκαθεν θιασώτης της θεωρίας πως μια μέρα θα γνωρίσω την κατάλληλη γυναίκα και τότε θα καταλάβω ότι είναι η γυναίκα των ονείρων μου». «Μ έχρι τώρα δεν τα έχεις πάει πολύ καλά» επισήμανε ο Καλ παίρνοντας το ποτήρι. «Μ ια και ο Έλβις Κοστέλο έχει ήδη φτιάξει μια λίστα με τα προσόντα της τέλειας γυναίκας, σκέφτηκα να αρχίσω από εκεί και να σκεφτώ τι είδους άνθρωπο θέλω για σύντροφο της ζωής μου. Αν, λοιπόν, γνωρίσω κάποια που δεν ανταποκρίνεται στη λίστα…» «Σε βρίσκω πολύ οργανωμένη» είπε ο Καλ και κάθισε στον καναπέ, ενώ σκεφτόταν: Έτσι θα έκανε η Μ ιν. «Ο Έλβις ωστόσο δεν ισχυρίζεται ότι είναι τέλεια. Ψάχνω λοιπόν να βρω μερικά βασικά προαπαιτούμενα στοιχεία. Όπως, ας πούμε, η ευγένεια και η καλοσύνη». «Ναι» συμφώνησε ο Καλ, ανακαλώντας στη μνήμη του πόσο στοργική ήταν η Μ ιν με τον Χάρι. «Και να είναι έξυπνη» πρόσθεσε η Σάνα. «Μ ια γυναίκα που δεν θα είμαι υποχρεωμένη να της εξηγώ τα πάντα». «Ίσως» είπε ο Καλ και θυμήθηκε τη βραδιά που εξηγούσε στη Μ ιν πώς να μαγειρεύει το κοτόπουλο μαρσάλα. «Δεν είναι έγκλημα ένας άνθρωπος να μην τα ξέρει όλα. Εμένα θα μου άρεσε μια γυναίκα που θα ήταν ανοιχτή σε καινούργιες ιδέες και πρόθυμη να μάθει. Που θα είχε επίσης να σου μάθει πράγματα». «Βλέπεις πόσο καλή ιδέα είναι αυτός ο κατάλογος;» Η Σάνα κάθισε στο μπαούλο που χρησίμευε για τραπεζάκι μπροστά από τον καναπέ. «Απαραίτητο στοιχείο επίσης θεωρώ το χιούμορ». «Σωστά» συμφώνησε ο Καλ. «Αν δεν μπορείς να γελάς με τις γκάφες σου, δεν έχει νόημα». Θυμήθηκε τη Μ ιν που είχε πει: “Ευτυχώς που δεν έχουμε βγει ραντεβού”, εκείνη τη φορά που είχαν μπερδευτεί με τους Έλβις και… «Και επειδή εγώ είμαι ρηχή, περιλαμβάνω στον κατάλογο τη
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
243
φυσική ομορφιά» πρόσθεσε η Σάνα. «Παρομοίως» είπε ο Καλ, προσπαθώντας να μη σκέφτεται τη φλογερή ομορφιά της Μ ιν. «Και τα υπέροχα παπούτσια». «Ορίστε;» είπε η Σάνα. «Τίποτα. Τι άλλο;» «Αυτά ήταν όλα κι όλα. Δεν ήθελα να φτιάξω υπερβολικά μακρύ κατάλογο. Τρυφερή, έξυπνη, αστεία, ελκυστική. Πώς σου φαίνεται;» «Καταπληκτική, αν μπορέσεις να τη βρεις». «Εσύ δεν βρήκες τη δική σου; Τη Μ ιν; Μ ου φάνηκε…» «Δεν βγαίνω μαζί της» έσπευσε να διευκρινίσει ο Καλ. «Τη γνωρίζω ελάχιστα». «Μ άλιστα…» είπε η Σάνα. «Και για ποιον λόγο, παρακαλώ; Είναι όμορφη, είναι τρυφερή, είναι έξυπνη, σε κάνει να χαμογελάς και όταν τη φιλάς ζαλίζεσαι. Τι της λείπει;» Ο Καλ πήγε να μιλήσει, αλλά σταμάτησε. «Μ ου σπάει τα νεύρα» απάντησε τέλος. «Δειλέ» του πέταξε η Σάνα. «Μ έχρι τώρα τις ξεφορτωνόσουν επειδή καμία δεν ήταν η κατάλληλη γυναίκα για σένα. Τούτη δω είναι η γυναίκα των ονείρων σου, κι εσύ το βάζεις στα πόδια». «Εσύ το λες αυτό; Εσύ, που μόλις έγραψες μια λίστα για την αγάπη όπως γράφουμε τις λίστες για τα ψώνια;» Ο Καλ σηκώθηκε και της έδωσε πίσω το ουίσκι. «Φεύγω. Καλή τύχη με τη λίστα σου». Άκουσε τη Σάνα να πλαταγίζει επικριτικά τη γλώσσα πίσω του, καθώς εκείνος κατευθυνόταν προς την έξοδο και επέστρεφε στο σπίτι του προσπαθώντας να την αγνοήσει. Όταν μπήκε στο διαμέρισμά του, συνειδητοποίησε ότι ήταν νηστικός και ότι δεν σκόπευε να βγει για φαγητό από φόβο μήπως πετύχει πουθενά τη Μ ιν. «Δεν υπάρχει πρόβλημα» μονολόγησε και πήγε στο κουζινάκι του. Είχε ψωμί και φιστικοβούτυρο, αυτό ήταν όλο. Έβαλε τη
244
JENNIFER CRUSIE
φρυγανιέρα στην πρίζα και ακούμπησε στο ψυγείο περιμένοντας να πεταχτεί το φρυγανισμένο ψωμί. Κοιτάζοντας αφηρημένα γύρω του, συνειδητοποίησε πως η κουζίνα του ήταν άχαρη. Το σαλόνι του επίσης, έτσι όπως το έβλεπε τώρα πίσω από την καμάρα. Ίσως αν έφτιαχνε ένα πιο όμορφο περιβάλλον να ήθελε να κάθεται περισσότερο στο σπίτι του. Έτσι κι αλλιώς, ήταν πια αρκετά μεγάλος για να συχνάζει σε μπαρ. Όταν χτύπησε το τηλέφωνο, το άρπαξε αμέσως με ευγνωμοσύνη γιατί του δινόταν η ευκαιρία να απαλλαγεί από τις δυσάρεστες σκέψεις. «Κάλβιν;» Ήταν η φωνή της μητέρας του, αλλά ακόμα κι αυτή ήταν προτιμότερη από τη σιωπή. «Μ ητέρα. Πώς είσαι;» Η φρυγανιά του πετάχτηκε στη φρυγανιέρα. Ο Καλ στερέωσε το τηλέφωνο ανάμεσα στο αυτί και στον ώμο του και άνοιξε το φιστικοβούτυρο. «Θέλω να έρθεις για φαγητό την Κυριακή το βράδυ» του πρότεινε. «Θα έρθω, μητέρα» είπε ο Καλ ενώ σκεφτόταν: Έρχομαι για φαγητό κάθε τρίτη Κυριακή, ρε μάνα. Τι πλήξη, Θεέ μου. «Θα ήθελα να φέρεις μαζί σου μια ακόμα καλεσμένη μου». «Καλεσμένη;» είπε ο Καλ βγάζοντας ένα μαχαίρι για να αλείψει το φιστικοβούτυρο στο φρυγανισμένο ψωμί. «Τη Μ ινέρβα Ντομπς» απάντησε η μητέρα του. «Τι έκανε, λέει;» αναφώνησε ο Καλ, ενώ την ίδια στιγμή το μαχαίρι τού έπεφτε από το χέρι. «Της τηλεφώνησα επειδή ο Χάρισον μιλάει συχνά γι’ αυτήν, και σκέφτηκα ότι θα του άρεσε να την καλέσουμε για φαγητό». «Τι σου είπε όταν την κάλεσες;» «Φάνηκε να ξαφνιάζεται. Αλλά όταν της εξήγησα ότι ο Χάρισον θα χαιρόταν πολύ αν ερχόταν…» «Εκείνη δέχτηκε» συμπλήρωσε τη φράση της ο Καλ πιάνοντας το ψωμί του. «Εντούτοις, δεν θα μπορέσω να τη
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
245
φέρω, επειδή δεν πρόκειται να την ξαναδώ…» Τα δάχτυλά του ακούμπησαν στη μεταλλική επιφάνεια της φρυγανιέρας και κάηκαν. «Να πάρει η οργή» βλαστήμησε και, καθώς έβαζε τα καμένα δάχτυλα στο στόμα, το τηλέφωνο του έπεσε από το αυτί. «Κάλβιν;» «Μ ε έκαψε η φρυγανιέρα. Μ ε συγχωρείς» εξήγησε σηκώνοντας ξανά το ακουστικό. Ύστερα άνοιξε το κρύο νερό και έχωσε τα δάχτυλα αποκάτω. «Εν πάση περιπτώσει, δεν πρόκειται να ξαναδώ τη Μ ινέρβα Ντομπς». Καθώς απομακρυνόταν από τον νεροχύτη, πάτησε κάτι σκληρό και γλιστρώντας χτύπησε πάνω στο ντουλάπι. «Αχ!» φώναξε. «Κάλβιν;» είπε η μητέρα του. «Πάτησα ένα μαχαίρι». Καθώς έσκυβε να πιάσει το μαχαίρι του φιστικοβούτυρου, κοπάνησε το κεφάλι του στον πάγκο της κουζίνας. «Διάβολε». «Μ ήπως κόπηκες;» ρώτησε η μητέρα του. «Όχι, δεν…» Έριξε το μαχαίρι στον νεροχύτη. «Μ ητέρα, θα σου τηλεφωνήσω αύριο». «Κάλβιν;» είπε η μητέρα του, αλλά εκείνος έκλεισε το τηλέφωνο και προσπάθησε να αναλύσει την κατάσταση. Ήταν φανερό ότι υπονόμευε τον ίδιο του τον εαυτό. Ήταν αφηρημένος, κουρασμένος, πεινασμένος και απρόσεκτος. Σήκωσε πάλι το ακουστικό και κάλεσε τον Τόνι στο κινητό του. «Εμπρός;» φώναξε ο Τόνι μέσα στη φασαρία του μπαρ. «Είναι μαζί σας η Μ ιν;» ρώτησε ο Καλ. «Μ ια στιγμή» είπε ο Τόνι κι ένα λεπτό αργότερα επέστρεψε στο τηλέφωνο χωρίς να ακούγεται πια θόρυβος στο βάθος. «Μ ε συγχωρείς, δεν σε άκουσα. Τι ρώτησες;» «Είναι μαζί σας η Μ ιν; Προσπαθώ να βεβαιωθώ ότι δεν θα τη δω μπροστά μου αν βγω για φαγητό. Κοντεύω να τρελαθώ μ’ αυτή τη γυναίκα». «Εννοείς ότι σε παρακολουθεί;» είπε ο Τόνι με φωνή επιφυλακτική. «Όχι, ούτε αυτή το θέλει. Είναι σαν να έχουμε παγιδευτεί
246
JENNIFER CRUSIE
μέσα σε ένα κουτί. Προσπαθούμε να ακολουθήσουμε ο καθένας τον δρόμο του και καταλήγουμε να πέφτουμε ο ένας πάνω στον άλλο. Ελπίζω να μη σκοπεύετε να πάτε στου Εμίλιο». «Η θεωρία του χάους» σχολίασε ο Τόνι. «Η Μ ιν είναι ένας παράξενος ελκυστής». «Πράγματι. Πες μου λοιπόν, απόψε θα πάτε στου Εμίλιο ή είναι ελεύθερο το πεδίο για να φάω εκεί το κοτόπουλό μου;» «Μ πορείς να πας άφοβα» αποκρίθηκε ο Τόνι. «Σοβαρά τώρα, το κουτί για το οποίο μιλάς είναι το πεδίο της έλξης σου. Εσύ και η Μ ιν προσπαθείτε να ξεφύγετε και χτυπάτε στα τοιχώματα του κουτιού επειδή είστε ασταθείς, χωρίς να επαναλαμβάνετε τις ίδιες κινήσεις, δημιουργώντας ωστόσο ένα πρότυπο». «Τόσο το καλύτερο για εμάς» είπε ο Καλ. «Φρόντισε να μην πλησιάσει η Μ ιν στο Εμίλιο’ς, σύμφωνοι; Λιμοκτονώ». «Νομίζω ότι θα πήγαιναν κάπου με τη Λίζα. Όλο το βράδυ κουβέντιαζαν για ένα μέρος το οποίο η Μ ιν προτείνει στη Λίζα για δουλειά και έχω την εντύπωση ότι θα την πήγαινε εκεί για να της το δείξει. Επομένως δεν θα βρίσκεται στου Εμίλιο – εκτός αν ο Εμίλιο έχει βάλει αγγελία για υπαλλήλους». «Σίγουρα όχι. Ο Εμίλιο έχει ένα σωρό ανίψια. Σ’ ευχαριστώ, Τόνι. Τα λέμε αύριο». Έκλεισε, άλλαξε ρούχα και έβαλε πλώρη για το Εμίλιο’ς προσπαθώντας να μη σκέφτεται τη Μ ιν. Επειδή αυτό αποδείχτηκε πέρα από τις δυνάμεις του, το γύρισε στη θεωρία του χάους για την οποία θυμόταν ελάχιστα πράγματα. Θυμόταν το φαινόμενο της πεταλούδας, την ιδέα ότι μια πεταλούδα που χτυπάει τα φτερά της στο Χονγκ Κονγκ ενδέχεται να προκαλέσει τυφώνα στη Φλόριντα έπειτα από μια δεκαετία ή να εμποδίσει έναν ανεμοστρόβιλο στο Τέξας δέκα χρόνια αργότερα, διαλέγεις και παίρνεις, αφού έτσι κι αλλιώς το σύστημα δεν είναι προβλέψιμο. Έτσι ήταν η Μ ιν˙ εκείνη την πρώτη νύχτα έμοιαζε ακίνδυνη, αλλά πριν από δύο εβδομάδες χτύπησε τα φτερά της και τώρα η ζωή του πήγαινε κατά διαόλου. Η Μ ιν ήταν μια αναθεματισμένη κρυπτοπεταλούδα.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
247
Κοίταξε την πρόσοψη του κινηματογράφου Γκρίφον, περιμένοντας σχεδόν να δει μπροστά του τη Μ ιν, μια και εκείνο το βράδυ ξεκινούσε το αφιέρωμα στις ταινίες του Έλβις. Φυσικά δεν την είδε, πράγμα λογικό, αφού στη θεωρία του χάους τα γεγονότα δεν επαναλαμβάνονται. Για κάποιον λόγο, η σκέψη πως επρόκειτο για επιστήμη καθιστούσε το ζήτημα λιγότερο ανησυχητικό. Ο ίδιος δεν ήταν παράφρων, δεν του έπαιζε παιχνίδια η μοίρα, βρισκόταν απλώς μέσα σε ένα δυναμικό σύστημα. Έτσι μπράβο. Έστριψε στον δρόμο του Εμίλιο’ς προσπαθώντας να θυμηθεί τι γνώριζε για τη θεωρία του χάους. Ήταν κάτι σχετικό με το να ρίχνεις κορόνα γράμματα. Το κρίσιμο σημείο, προτού αρχίσουν οι αναταράξεις του συστήματος, ήταν η στιγμή που το νόμισμα βρισκόταν στον αέρα. Η στιγμή που καθορίζεται η τροχιά του συστήματος. Ή, πάλι, κάτι σχετικό με ένα βουναλάκι άμμου στο οποίο προστίθεται ένας κόκκος τη φορά και το κρίσιμο σημείο είναι η στιγμή που πέφτει ο καθοριστικός κόκκος και το βουναλάκι μετασχηματίζεται ή γκρεμίζεται… Ο Καλ βράδυνε το βήμα του. Θυμόταν ολοζώντανα τον μεταπτυχιακό φοιτητή που τους δίδασκε στο πανεπιστήμιο. Φορούσε φαρδιά γαλάζια μπλούζα και τα μαλλιά του είχαν σηκωθεί όρθια, τόσο συνεπαρμένος ήταν από το θέμα, όταν τους εξηγούσε ότι το κρίσιμο σημείο στη θεωρία του χάους ήταν μια ανατάραξη, ένα νοητικό χάος σε περίπτωση που το σύστημα ήταν ανθρώπινο πλάσμα, αλλά και η στιγμή με τις μεγαλύτερες δυνατότητες, πιθανώς το σημείο όπου άρχιζε η ζωή. «Το σημείο» είχε πει ο μεταπτυχιακός φοιτητής «όπου το σύστημα αποκτά νέα τάξη και περνάει από το “υπάρχω” στο “γίνομαι”». Ο Καλ έδιωξε τον μεταπτυχιακό από το μυαλό του και άνοιξε την πόρτα του Εμίλιο’ς. Μ όλις μπήκε, άκουσε τον Ρότζερ να φωνάζει το όνομά του κι αμέσως κοκάλωσε, βέβαιος, προτού καν στρίψει το κεφάλι, πως η Μ ιν βρισκόταν εκεί, ένας παράξενος ελκυστής, μια πεταλούδα, ο γεωμετρικός τόπος της μοίρας. Γυρίζοντας, την είδε να κάθεται στο τραπέζι μαζί με τους
248
JENNIFER CRUSIE
υπόλοιπους, σαν τρομαγμένο χερουβίμ. Τον κοίταζε με μάτια ορθάνοιχτα από έκπληξη, μισανοίγοντας τα όμορφα χείλη της, κι εκείνος ένιωσε να του κόβεται η ανάσα, ένιωσε το αίμα να κυλάει καυτό στις φλέβες του, ο οργανισμός του τρελάθηκε, τα μέσα του πάλλονταν πάνω στο δέρμα του, το μέλλον του ήταν απρόβλεπτο, όλα έβαιναν ολοταχώς προς την επόμενη βουτιά στο χάος. Η Μ ιν δάγκωσε το χείλος της και του χαμογέλασε συγκρατημένα. Χωρίς δεύτερη σκέψη, ο Καλ προχώρησε προς το μέρος της, νιώθοντας σχεδόν ανακουφισμένος καθώς άρχιζε η κατολίσθηση.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
249
9
από ένα διπλανό τραπέζι, και η Μ ιν τού έκανε χώρο πλάι της. Φορούσε ένα ακόμα λεπτό πουκάμισο, πολύχρωμο αυτή τη φορά, που της πήγαινε πολύ και την έκανε να δείχνει πιο θερμή και πιο θελκτική απ’ όσο την είχε ποτέ φανταστεί. Από το άλλο πλευρό της, ο Τόνι σήκωσε τους ώμους με ύφος απολογητικό. «Σύμφωνα με τον Τόνι, θα δούλευες ως αργά» του είπε η Μ ιν όταν κάθισε δίπλα της. «Είπα ψέματα». Εκείνη μαζεύτηκε περισσότερο για να του κάνει χώρο. Στον αέρα πλανήθηκε το ανεπαίσθητο άρωμα της λεβάντας, κάνοντάς τον να ζαλιστεί. «Πάλι καλά που είσαι ειλικρινής για το ψέμα σου». «“Μ ’ έμαθαν να είμαι γοητευτικός, όχι ειλικρινής”» απήγγειλε ο Καλ, χαλαρώνοντας όταν εκείνη του χαμογέλασε. «Ξέρεις το Μέσα στο δάσος; Είναι η αγαπημένη μου ταινία του Σόντχαϊμ» είπε η Μ ιν. «Και η δική μου επίσης» είπε εκείνος παρατηρώντας το πρόσωπό της. «Ο Τόνι προτιμάει το Σουίνι Τοντ: Ο φονικός κουρέας της οδού Φλιτ και ο Ρότζερ το Sunday in the Park with George, αλλά…» Ο ΚΑΛ ΤΡΑΒΗΞΕ ΜΙΑ ΚΑΡ ΕΚΛΑ
250
JENNIFER CRUSIE
«Σοβαρολογείς;» είπε η Μ ιν ανοιγοκλείνοντας τα μαύρα μάτια της. «Είστε όλοι λάτρεις του Σόντχαϊμ;» «Στο κολέγιο συγκατοικούσαμε με έναν που είχε μάθημα επιλογής τις θεατρικές σπουδές». Κοίτα τι όμορφη που είσαι! «Υπήρχε και τέταρτος συγκάτοικος;» ρώτησε η Μ ιν κι αμέσως έκλεισε τα μάτια. «Μ α βέβαια, πώς δεν το σκέφτηκα νωρίτερα, ο Εμίλιο! Μ ου είχες πει πως όταν σπούδαζες δούλευες σε εστιατόριο – προφανώς στο εστιατόριο του Εμίλιο». «Για την ακρίβεια, δούλευα στην επιχείρηση του παππού του. Ο Εμίλιο άνοιξε δικό του μαγαζί πριν από δύο χρόνια». «Και ακόμα δεν έχει κάνει πάταγο» είπε η Μ ιν συγκατανεύοντας. «Γι’ αυτό έφερα τη Λίζα. Όλο το βράδυ πάσχιζα να την πείσω, και έχω την αμυδρή εντύπωση ότι της αρέσει το μαγαζί». «Θαύμα» είπε ο Καλ χωρίς να παρακολουθεί τη συζήτηση και χωρίς να νοιάζεται˙ ένιωθε τόσο όμορφα καθισμένος και πάλι πλάι της, ώστε τα υπόλοιπα του ήταν αδιάφορα. «Η Λίζα κάνει θαύματα. Ανακαλύπτει επιχειρήσεις που χρειάζονται βοήθεια και μετά… τις βοηθάει» εξήγησε η Μ ιν. «Ώστε πλασάρεται ως θαυματοποιός» σχολίασε αφηρημένα εκείνος. «Όχι. Διαλέγει αυτή τις δουλειές της. Πολλά μαγαζιά χρειάζονται μια γερή κλοτσιά για να πάρουν μπρος και η Λίζα αναλαμβάνει να δώσει την κλοτσιά. Μ όλις τα πράγματα διορθωθούν, φεύγει επειδή δεν αντέχει για πολύ στο ίδιο πόστο. Πάντως, στο διάστημα που προσφέρει τις υπηρεσίες της, γίνονται θαύματα». Η Μ ιν τού χαμογέλασε. «Κάτι σαν εσένα με τις γυναίκες, σαν να λέμε». «Ε!» διαμαρτυρήθηκε ο Καλ, αλλά την ίδια στιγμή πήρε το μάτι του τον Εμίλιο που του έγνεφε από την πόρτα της κουζίνας. «Επιστρέφω αμέσως». Ο Εμίλιο τον έσυρε μαζί του στην κουζίνα. «Εκεί έξω είναι μια γυναίκα, η κοκκινομάλλα που είναι με τον
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
251
Τόνι, η οποία σκέφτεται, λέει, να δουλέψει εδώ. Τα ’χει χαμένα;» «Κάθε άλλο» τον διαβεβαίωσε ο Καλ. «Ο Τόνι τη γνωρίζει καλύτερα από μένα, αλλά, αν ζητάς τη γνώμη μου, ψηφίζω να την προσλάβεις. Δεν έχεις να χάσεις τίποτα, και η Μ ιν λέει ότι είναι καταπληκτική στη δουλειά της». «Τι δουλειά κάνει;» ρώτησε ο Εμίλιο. «Δεν μπορώ να πω με βεβαιότητα» απάντησε ο Καλ κοιτάζοντας τη Μ ιν από το στρογγυλό παραθυράκι της πόρτας. «Σου επαναλαμβάνω απλώς την άποψη της Μ ιν». «Α, όλα κι όλα, τη Μ ιν την εμπιστεύομαι» είπε ο Εμίλιο συγκατανεύοντας. «Παρομοίως» είπε ο Καλ και τον ακολούθησε στην αίθουσα, φτάνοντας στο τραπέζι τη στιγμή που η Μ ιν έλεγε: «Ακούστε τι έμαθα. Τα παιδιά είναι φανατικοί οπαδοί του Σόντχαϊμ». «Σοβαρά;» είπε η Λίζα, κοιτάζοντας έκπληκτη τον Τόνι. «Σοβαρά;» παπαγάλισε ο Τόνι, πειραγμένος από την έκπληξη της Λίζα. «Γιατί, δεν με θεωρείς πολυπράγμονα;» «Λόγω του Εμίλιο» τους εξήγησε η Μ ιν. «Και με την ευκαιρία θα ήθελα να τον ακούσω να τραγουδάει». «Μ μμ» ψέλλισε ο Εμίλιο. «Μ ην αντιστέκεσαι, δεν έχει νόημα. Η Μ ιν επίσης έχει τον τρόπο να πετυχαίνει αυτό που θέλει» είπε ο Καλ επιστρέφοντας στη θέση του πλάι της. «Μ ου αρέσει το “M oments”» είπε η Μ ιν χαμογελώντας ενθαρρυντικά στον Εμίλιο. «Και το “Into the Woods” επίσης. Είναι πολύ χαρούμενο τραγούδι». «Όχι, ρε σεις, το καλύτερο είναι το “Σουίνι Τοντ”». Τραγούδησε τα πρώτα μέτρα του «Σουίνι Τοντ» με απρόσμενα σωστή μπάσα φωνή, και ο Ρότζερ τον συνόδευσε στην επόμενη στροφή. Τραγούδησαν μαζί ώσπου στο τέλος ο Εμίλιο ενέδωσε στην πίεση και τους συνόδευσε στο τραγούδι του δαιμονικού κουρέα της οδού Φλιτ, ενώ ο Καλ παρατηρούσε το χαμόγελο της
252
JENNIFER CRUSIE
Μ ιν και σκεφτόταν: Φίλησέ με. «Ίσως να μην είναι το ιδανικό τραγούδι για ένα εστιατόριο» σχολίασε ο Καλ όταν η Μ ιν σταμάτησε να χειροκροτεί, και ο Εμίλιο δαγκώθηκε. «Εσύ δεν τραγουδάς;» ρώτησε η Μ ιν τον Καλ. «Μ όνο στο μπάνιο» απάντησε εκείνος και φαντάστηκε τη Μ ιν κάτω από το ντους. «Δειλέ» του πέταξε ο Τόνι διακόπτοντας τη μαγική στιγμή. «Ξέρει να τραγουδάει, απλώς είναι κότα». «Ενώ εσύ δεν είσαι» είπε η Λίζα απευθυνόμενη στον Τόνι. «Είσαι πολυτάλαντος. Ποιος θα το περίμενε;» «Τι άλλα κάνει;» ρώτησε η Μ πόνι, και ο Τόνι τής χαμογέλασε πονηρά. «Διαθέτει προσόντα για τα οποία θα κουβεντιάσουμε αργότερα» αποκρίθηκε η Λίζα. «Εμίλιο, τα ζυμαρικά σου είναι εξαίρετα. Το μαγαζί θα έπρεπε να είναι γεμάτο κάθε βράδυ». «Και στο σημείο αυτό αναλαμβάνεις εσύ να κάνεις το θαύμα σου» της είπε η Μ ιν. «Σώσε τον Εμίλιο. Τον λατρεύω». «Πιστεύω πως μπορώ να το πετύχω. Θέλω πρώτα να δω την κουζίνα του» είπε η Λίζα. Σηκώθηκε, προσπέρασε τον Εμίλιο και σπρώχνοντας την περιστρεφόμενη πόρτα μπήκε στην κουζίνα. «Είναι…» τραύλισε ο Εμίλιο. «Είναι η ιδανική σερβιτόρα για σένα» είπε η Μ ιν. «Να είσαι σίγουρος ότι θα σου φέρει πελατεία. Τώρα θέλει απλώς να επιθεωρήσει την κουζίνα σου. Αν την εγκρίνει, θα δεχτεί να συνεργαστεί μαζί σου». Ο Εμίλιο έφυγε για να προστατέψει την κουζίνα του από την επιδρομή της Λίζα, και ο Καλ σέρβιρε κρασί στο ποτήρι της Μ ιν. «Πιες. Θέλω να σου κάνω μια πρόταση, και είναι προτιμότερο να είσαι μεθυσμένη». «Γοητευτικός όπως πάντα» σχολίασε η Μ ιν σηκώνοντας το ποτήρι της. «Ξέρεις… σκεφτόμουν για τη σφαίρα, το σινεμά και τα υπόλοιπα, και θέλω να σου ζητήσω συγγνώμη που σε
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
253
αποκάλεσα διάβολο. Όλα αυτά δεν ήταν παρά συμπτώσεις». «Μ άλλον. Ο Τόνι πιστεύει ότι οφείλονται στη θεωρία του χάους» είπε ο Καλ. «Η Μ πόνι πιστεύει ότι οφείλονται στο παραμύθι» είπε η Μ ιν ρουφώντας άλλη μια γουλιά. «Ποιο παραμύθι;» ρώτησε ο Καλ, χάνοντας πάλι το νήμα της κουβέντας. «Ξέρεις, είσαι το πριγκιπόπουλο του παραμυθιού, είμαστε προορισμένοι ο ένας για τον άλλον, και ζήσαμε εμείς καλά κι αυτοί καλύτερα. Μ ην ανησυχείς, κατά τα άλλα τα έχει τετρακόσια». Του χαμογέλασε. «Η ουσία είναι ότι δεν κινδυνεύουμε, φτάνει να ακολουθήσουμε πιστά το σχέδιο». «Ε, ναι… το σχέδιο» μουρμούρισε ο Καλ. Τα μαλακά σαρκώδη χείλη της σχημάτιζαν εκείνο το τρυφερό χαμόγελο που του προκαλούσε ζάλη. Φίλησέ με. «Λέω να αρχίσουμε να βγαίνουμε μαζί. Θέλεις να πάμε σινεμά;» Η Μ ιν τον κοίταξε ανοιγοκλείνοντας τα μάτια σαστισμένη, αφήνοντας το ποτήρι της στο τραπέζι. «Δεν άκουσες λέξη απ’ όσα σου είπα;» «Είπες ότι όλα ήταν σύμπτωση, ότι πρέπει να ακολουθήσουμε το σχέδιο. Όμως αυτό δεν ισχύει στην περίπτωσή μου». «Γιατί, παρακαλώ;» ρώτησε η Μ ιν σταυρώνοντας τα χέρια στο στήθος. «Γιατί αν δεν τα φτιάξουμε εμείς οι δύο, το σύμπαν θα με σακατέψει». «Ορίστε;» «Υποκλίνομαι στο σύμπαν, στη μοίρα, στη θεωρία του χάους, στα παραμύθια, στο πνεύμα του Έλβις, ή όπως αλλιώς ονομάζεται. Δεν πρόκειται να του αντισταθώ άλλο». Ο Καλ έσκυψε κοντά της μυρίζοντας την ανεπαίσθητη πνοή της λεβάντας, ενώ η Μ ιν τον κοίταζε σαν να τον θεωρούσε τρελό. «Μ ε μισείς, είσαι δύσκολη και απαιτητική, έχεις ψυχολογικό πρόβλημα με το φαγητό και κάποια μέρα η κολλητή σου θα με σκοτώσει, αλλά όλα αυτά μου είναι αδιάφορα. Θα μας δώσω μια
254
JENNIFER CRUSIE
ευκαιρία. Δεν μου λες, η μητέρα σου θέλει ακόμη να με γνωρίσει; Ευχαρίστως θα έρθω στο σπίτι σας για φαγητό». «Αν με θεωρείς τόσο απαίσια, τότε γιατί θέλεις να έρθεις;» είπε η Μ ιν πειραγμένη. Ο Καλ χαμογέλασε κοιτάζοντας το όμορφο πρόσωπό της. «Γιατί είσαι έξυπνη, τρυφερή και αστεία, γιατί ο ανιψιός μου έχει ξετρελαθεί μαζί σου, γιατί φοράς υπέροχα παπούτσια και μοιάζεις με αμαρτωλό αγγελούδι». Γιατί θα τρελαθώ αν δεν σε αγγίξω. «Ναι, καλά» είπε διστακτικά η Μ ιν. «Και για όλους αυτούς τους λόγους αύριο βράδυ θα φάμε μαζί στο σπίτι των γονιών μου για να σε γνωρίσει η μητέρα μου και να πειστεί ότι είσαι ακίνδυνος;» «Αύριο;» Ο Καλ έγνεψε καταφατικά προσπαθώντας να κρύψει τον αποτροπιασμό του. «Τέλεια. Έτσι θα ξεμπερδεύουμε μ’ αυτό. Αύριο βράδυ λοιπόν. Τώρα, σχετικά με απόψε…» «Που έλεγες να βγούμε ραντεβού; Η απάντηση είναι όχι, επομένως δεν χρειάζεται να συναντήσεις τη μητέρα μου, ούτε να πάμε για φαγητό στο σπίτι της. Αν όμως επιμένεις να βγούμε απόψε παρέα σαν φίλοι, θα μπορούσαμε να πάμε σινεμά. Στις δέκα προβάλλεται το Blue Hawaii». «Το Blue Hawaii» είπε ο Καλ. «Δεν φαντάζομαι να είναι πορνό;» «Είναι στο πλαίσιο του αφιερώματος στον Έλβις. Δεν είσαι υποχρεωμένος να έρθεις, αν δεν θέλεις». «Το θέλω» αναστέναξε ο Καλ. «Όσο για το αυριανό, είμαι αποφασισμένος να γνωρίσω τους γονείς σου». «Δεν καταλαβαίνω τι γίνεται» είπε η Μ ιν κι εκείνος πήρε το χέρι της στο δικό του, πανευτυχής που μπορούσε ξανά να την αγγίζει. «Έλα μαζί μου, Μ ίνι, και θα σου εξηγήσω». Τη σήκωσε από την καρέκλα της και την οδήγησε στην έξοδο. Όταν βγήκαν στον σκοτεινιασμένο δρόμο, έσκυψε και τη φίλησε ασυγκράτητα, καρδιοχτυπώντας. Τον κατέκλυσε το γνώριμο καυτό κύμα, πιο καυτό από άλλες φορές επειδή δεν
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
255
προσπαθούσε να το συγκρατήσει, αλλά πέρα από το πάθος τον πλημμύρισε και ένα αίσθημα ανακούφισης. Ήταν υπέροχο να την κρατάει ξανά στην αγκαλιά του, να φιλάει τα χείλη της, κι όταν εκείνη τύλιξε τα μπράτσα της γύρω από τον λαιμό του, τη φίλησε ακόμα πιο παράφορα, με αυταπάρνηση, αδιαφορώντας για τον εαυτό του. Την ένιωσε να σφίγγεται πάνω του, το μεστό στόμα της μισάνοιξε κολλώντας στο δικό του, τα χρόνια πέρασαν, ο Καλ είδε τον παράδεισο, ενώ η φωνή μέσα στο κεφάλι του ψιθύριζε: ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΩΝ ΟΝΕΙΡ ΩΝ ΣΟΥ, ΗΛΙΘΙΕ . Έπειτα κάτι τον χτύπησε δυνατά στο μπράτσο, διακόπτοντας απότομα το φιλί τους. «Τι στο;…» άρχισε να λέει εξακολουθώντας να την κρατάει στην αγκαλιά του, και τότε είδε τη Λίζα με την τσάντα της να στέκει στο πεζοδρόμιο. «Λοιπόν, αν η Μ πόνι έχει δίκιο, από στιγμή σε στιγμή θα εμφανιστεί ένα τελώνιο και θα σου πάρει το κεφάλι». «Λίζα!» φώναξε η Μ ιν ξεκολλώντας αποπάνω του. Εκείνος ένιωσε να παγώνει στα σημεία όπου προηγουμένως ακουμπούσε το κορμί της και την κράτησε να μην του φύγει. «Δεν τον χτύπησα στο κεφάλι» απολογήθηκε η Λίζα. «Ξέχνα την» είπε ο Καλ στη Μ ιν. «Και ξέρεις γιατί; Γιατί εδώ υπάρχει κάτι που μας ξεπερνάει, κι εγώ τουλάχιστον αρνούμαι να του αντισταθώ περισσότερο». Καθώς εκείνη άνοιγε το στόμα να πει κάτι, ο Καλ τη σταμάτησε. «Και το θέλεις κι εσύ». «Ναι, εντάξει, πες μου ότι τη γνωρίζεις καλά». Η Λίζα τον αγριοκοίταξε. «Πες μου…» «Τη γνωρίζω, μα όχι ακόμη όσο θέλω» την έκοψε ο Καλ κοιτάζοντάς την. «Και νοιάζομαι γι’ αυτήν. Πολύ. Τα υπόλοιπα δεν τα ξέρω, αλλά θα τα ανακαλύψω. Έχεις αντίρρηση;» Η Λίζα τον κοίταξε για μερικές στιγμές. «Ναι. Αλλά θα σε παρακολουθώ». «Εντάξει λοιπόν» είπε ο Καλ, νιώθοντας κάποια ανακούφιση.
256
JENNIFER CRUSIE
Το σχέδιο να είναι μονάχα φίλοι δεν του πολυάρεσε, αλλά πίστευε πως δεν θα αντιμετώπιζε πρόβλημα, επειδή κατείχε άριστα την τέχνη του φλερτ. Τώρα παίζουμε στο γήπεδό μου, συλλογίστηκε και κοίταξε τη Μ ιν με βαθιά στοργή. «Μ η με κοιτάζεις έτσι» του είπε εκείνη και στράφηκε στη Λίζα. «Θα πάμε στην ταινία των δέκα απλώς σαν δυο φίλοι. Θέλεις να έρθεις;» «Ναι. Τόνι;» είπε η Λίζα στον Τόνι, που εκείνη τη στιγμή ερχόταν να τη βρει. «Θα πάμε σινεμά στις δέκα η ώρα». «Παίζει το Blue Hawaii» του εξήγησε ο Καλ. «Δεν θα πρέπει να είναι πορνό» σχολίασε ο Τόνι. «Είναι Έλβις» είπε ο Καλ. «Γιατί;» ρώτησε ο Τόνι. «Επειδή ήρθε η ώρα να περάσουμε στην επόμενη πίστα» απάντησε ο Καλ κοιτάζοντας τη Μ ιν. «Ε!» διαμαρτυρήθηκε εκείνη. «Εντάξει λοιπόν, διάβολε, ας το επιχειρήσουμε» είπε ο Τόνι. Η Μ ιν είχε σπεύσει να τηλεφωνήσει το Σάββατο το πρωί στη μητέρα της για να της αναγγείλει ότι ο Καλ θα δειπνούσε, εντέλει, μαζί τους εκείνο το βράδυ. «Για να δούμε τι σόι άνθρωπος είναι» είπε η Νανέτ με ύφος που δεν προμήνυε τίποτα καλό για τον Καλ. «Θα τον λατρέψεις. Είναι κούκλος και πετυχημένος» είπε η Μ ιν. Η Νανέτ δεν έκρυψε την υπεροψία της. «Πιθανώς ανήκει στην κατηγορία των αντρών που πιστεύουν ότι φοράνε νούμερο οκτώ κι εσύ τέσσερα. Οι άντρες είναι ρηχοί και αναξιόπιστοι. Βάλε κάτι που να σε λεπταίνει». «Φοράει δεκάρι, μητέρα» είπε η Μ ιν. «Και δεν είμαι λεπτή». Μ ετά από αυτό το τηλεφώνημα, το μπέιζμπολ της φαινόταν θαυμάσια προοπτική – ώσπου έφτασε στο πάρκο.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
257
«Θα καθίσεις μαζί μου» είπε στη Λίζα. «Η Μ πόνι εξαφανίζεται διαρκώς με τον Ρότζερ, αλλά εσύ θα μείνεις μαζί μου για να με σκουντάς κάθε φορά που αρχίζω τις σαχλαμάρες με τον Καλ». «Καλύτερα όχι, γιατί θα σε μελανιάσω» της απάντησε εκείνη, ακολουθώντας παρ’ όλα αυτά τη Μ ιν στις κερκίδες. «Μ ιν!» φώναξε ο Χάρι όταν την είδε, κι εκείνη κοντοστάθηκε να του χαμογελάσει. «Πώς πάει;» τον ρώτησε, όταν ο πιτσιρικάς ήρθε τρέχοντας και φρέναρε μπροστά της. «Όλα καλά;» «Ναι» της αποκρίθηκε το παιδί κουνώντας το κεφάλι. «Σ’ ευχαριστώ που ήρθες. Φοβερά παπούτσια» πρόσθεσε κοιτάζοντας τα πόδια της. «Σ’ ευχαριστώ» είπε η Μ ιν καθώς ο Χάρι έσκυβε για να δει από κοντά τα μπλε πλαστικά ψάρια που στόλιζαν τα πέδιλά της στο ύψος των δαχτύλων. «Ε, λοιπόν, εσύ έχεις πολλά κοινά με τον θείο σου». «Χάρισον, διαθέτεις αλάνθαστο ένστικτο» σχολίασε ο Καλ πίσω τους τρομάζοντάς την. «Οι γυναίκες είναι σημαντικότερες από το μπέιζμπολ αλλά, εν πάση περιπτώσει, ξεκόλλα και γύρνα στο γήπεδο». Μ όλις η Μ ιν γύρισε προς το μέρος του, αυτός της χαμογέλασε και το πρόσωπό του μαλάκωσε, κάνοντας ξανά τους παλμούς της καρδιάς της να αυξηθούν. «Μ ίνι, η μύτη σου απέκτησε φακίδες». «Το ξέρω». Η Μ ιν έτριψε τη μύτη της προσπαθώντας να αγνοήσει τον τρυφερό τόνο της φωνής του. «Φταίνε τα πρωινά του Σαββάτου. Επειδή συνήθως δεν βγαίνω στον ήλιο, ξεχνάω να βάλω αντηλιακή κρέμα». «Μ ου αρέσουν» είπε ο Καλ, και η καρδιά της φτερούγισε ξανά. «Κι εμένα» συμφώνησε ο Χάρι από χαμηλά. «Εμένα καθόλου» είπε η Μ ιν προσπαθώντας να διατηρήσει την αυτοκυριαρχία της. «Αλλά βγήκαν, επειδή ξεχνάω μονίμως να…»
258
JENNIFER CRUSIE
Ο Καλ έβγαλε το κασκέτο του και της το φόρεσε. «Το πρόβλημα λύθηκε». Το χαμόγελό του πλάτυνε. «Είσαι πολύ νόστιμη. Μ πορείς να παίξεις με την ομάδα μου όποτε θέλεις». «Σταμάτα» του είπε εκείνη, διορθώνοντας το καπέλο για να μην της πατικώνει τις μπούκλες. Καθώς ήταν ακόμη ζεστό από το κεφάλι του, το κράτησε στην παλάμη της μερικές παραπανίσιες στιγμές. Είσαι άξια της τύχης σου, είπε μέσα της. «Χάρι!» φώναξε κάποιος, και γυρίζοντας η Μ ιν είδε τη Σίνθι να έρχεται προς το μέρος τους μ’ ένα αεράτο ροζ φόρεμα κι ένα γοητευτικό χαμόγελο που προοριζόταν για τον Χάρι. «Τι γίνεσαι, φιλαράκο;» «Γεια» την υποδέχτηκε ο Χάρι με ύφος βλοσυρό. «Γεια σου, Σίνθι» είπε η Μ ιν καταβάλλοντας προσπάθεια να πνίξει την αντιπάθειά της, κι έπειτα στράφηκε στον Χάρι. «Θα πιάσουμε καλές θέσεις. Δώσ’ τους να καταλάβουν, μικρέ μου». Στη συνέχεια κοίταξε πάνω από τον ώμο του Καλ, αποφεύγοντας το βλέμμα του. «Ευχαριστώ για το καπέλο. Είμαι σίγουρη ότι δεν μου πηγαίνει καθόλου» του είπε. «Όχι δα». Ο Καλ τής κατέβασε το γείσο πιο χαμηλά. «Τώρα μοιάζεις με αγοροκόριτσο. Έπρεπε να ήταν εδώ η Σάνα». Ένα ζεστό κύμα κατέκλυσε το κορμί της, και η Μ ιν τού χαμογέλασε άθελά της. «Ε, τι θα γίνει, θα παίξουμε επιτέλους;» φώναξε την ίδια στιγμή ο Τόνι, και ο Καλ έσυρε τον Χάρι στο γήπεδο. «Πώς τα πήγα;» ρώτησε η Μ ιν τη Λίζα. «Σχετικά καλά, δεδομένων των συνθηκών». «Σε ποιο πράγμα τα πήγες καλά;» ρώτησε η Σίνθι. «Εξασκούμαι στο να το παίζω άνετη» εξήγησε η Μ ιν. «Α, μάλιστα. Μ πράβο, τα πας μια χαρά» είπε η Σίνθι. Η Μ ιν ακολούθησε τη Λίζα και τη Σίνθι στη σειρά όπου
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
259
καθόταν η Μ πόνι και παρακολούθησε τη σφαγή της ομάδας του Χάρι στις τρεις πρώτες περιόδους, αποφεύγοντας συνειδητά να κοιτάζει τον Καλ. Όταν είδε ότι τον κοιτούσε, της χαμογέλασε. Για όνομα του Θεού, Μ ινέρβα, είπε μέσα της η Μ ιν και έστρεψε την προσοχή της στη Λίζα. «Απορώ πώς ο Τόνι δεν έχει πάθει αποπληξία» της είπε. «Μ πα, δεν υπάρχει τέτοιος κίνδυνος. Τον ενδιαφέρει απλώς να περάσουν ευχάριστα. Τους φωνάζει για να προσπαθήσουν περισσότερο, αλλά του είναι αδιάφορο αν θα νικήσουν. Λέει ότι τα παιχνίδια τους είναι προπόνηση για το μέλλον» της εξήγησε η Λίζα. «Αλήθεια;» απόρησε η Μ ιν. «Αυτός ο άνθρωπος διαθέτει όντως πολύπλευρη προσωπικότητα». «Διαθέτει μόνο τρεις πλευρές» είπε η Λίζα. «Πάντως έπεσα έξω στην αρχική εκτίμησή μου. Δεν είναι κουτός, στην πραγματικότητα είναι πολύ ξύπνιο μυαλό. Επιπλέον, είναι καλό παιδί». «Αυτό μόνο;» «Ναι, αυτό μόνο. Δεν είναι ο ιδανικός άντρας. Αλήθεια, ωραίο το καπελάκι σου, Στατιστική» σχολίασε η Λίζα και της κατέβασε το γείσο. «Μ ετά τον αγώνα μπορεί να σε κεράσω αναψυκτικό». «Είμαστε απλώς…» «Όπως στο παραμύθι» παρενέβη η Μ πόνι. «Σιγά σιγά σε κερδίζει». «Πώς;» ρώτησε η Σίνθι. «Ποιο παραμύθι;» «Η Μ ιν και ο Καλ είναι τα πρόσωπα του παραμυθιού. Αυτή είναι η κοπέλα που δεν ζει τη ζωή που της αξίζει, και γι’ αυτό η καλή νεράιδα στέλνει ένα πριγκιπόπουλο να τη σώσει» εξήγησε η Μ πόνι. «Η καλή νεράιδα;» είπε η Μ ιν. «Η Λίζα» εξήγησε η Μ πόνι. «Σου διάλεξε τον Καλ». «Μ ια στιγμή» είπε η Λίζα. «Αρνούμαι να αναλάβω την ευθύνη σχετικά με τον Κάλβιν Μ όρισεϊ».
260
JENNIFER CRUSIE
«Πάντως εσύ τον διάλεξες». Η Μ ιν έβαλε τα γέλια. «Μ ε έστειλες να του μιλήσω. Ωραίο ανέκδοτο, ε;» «Παραμύθι» μουρμούρισε η Σίνθι, προσπαθώντας να καταλάβει αν σοβαρολογούσαν. Η Μ πόνι έγνεψε καταφατικά. «Ο Καλ τής έδωσε το κασκέτο επειδή αποτελεί κομμάτι του άθλου». «Λάθος. Της έδωσε το κασκέτο επειδή τη φλερτάρει» είπε η Σίνθι κάπως απότομα. «Είναι κομμάτι του σταδίου της έλξης». «Του σταδίου της έλξης» επανέλαβε η Λίζα. «Δεν τον ελκύω…» άρχισε να λέει η Μ ιν. «Τέσσερα είναι τα στάδια της ώριμης αγάπης» εξήγησε η Σίνθι. «Το στάδιο των προαπαιτούμενων, της έλξης, του πρώτου έρωτα και της δέσμευσης». «Τα βλέπετε; Ο τρόπος που την κοιτάζει παραπέμπει σαφώς στη φάση του πρώτου έρωτα» είπε η Λίζα. «Ορίστε;» είπε η Μ ιν καρφώνοντας με το βλέμμα την προδότρα κολλητή της. «Όπως στο παραμύθι» σχολίασε η Μ πόνι. «Πρόκειται για έλξη» είπε ξερά η Σίνθι. «Είναι έρωτας, τυχαία αντίδραση» είπε η Λίζα. «Η θεωρία του χάους». «Για σταθείτε» τους φώναξε η Μ ιν και γύρισαν προς το μέρος της. «Δεν είναι παρά μια ευγενική, φιλική χειρονομία, επειδή δεν θέλω να γεμίσω φακίδες. Μ ην προσπαθείτε να ερμηνεύσετε το καθετί βάσει μιας θεωρίας». «Το παραμύθι δεν είναι θεωρία. Ακόμα κι αν πιστεύεις ότι δεν συμβαίνει σ’ εσένα, συμβαίνει σ’ εμένα» είπε η Μ πόνι χαμογελώντας τρισευτυχισμένη, δίχως ίχνος αυταρέσκειας. «Τι γίνεται λοιπόν με τον Ρότζερ;» ρώτησε η Μ ιν, αρπάζοντας την ευκαιρία για να στρέψει αλλού τη συζήτηση. «Είναι ο άντρας της ζωής μου» δήλωσε η Μ πόνι. «Σε δύο εβδομάδες θα μου κάνει πρόταση γάμου κι εγώ θα δεχτώ. Ενημέρωσα τη μαμά μου ότι τον Αύγουστο πάμε για γάμο».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
261
«Σου είπε ότι σκοπεύει να σου κάνει πρόταση;» ρώτησε η Σίνθι και, όταν η Μ πόνι την κοίταξε έκπληκτη, αυτή πρόσθεσε: «Γράφω βιβλίο σχετικά με το θέμα, γι’ αυτό ενδιαφέρομαι». «Α... Όχι, δεν μου το έχει πει. Απλώς το ξέρω» απάντησε η Μ πόνι. Η Μ ιν προσπάθησε να βρει τρόπο να δείξει ότι στήριζε την Μ πόνι, αλλά η αμήχανη σιωπή που απλώθηκε θα πρέπει να φανέρωνε τον σκεπτικισμό των υπολοίπων, γιατί η Μ πόνι στράφηκε προς το γήπεδο και φώναξε τον Ρότζερ. Όταν εκείνος πλησίασε τρέχοντας, τον ρώτησε: «Γλυκέ μου, μήπως σκοπεύεις να μου ζητήσεις να σε παντρευτώ;» «Ναι» απάντησε εκείνος. «Δεν ήθελα να σε πιέσω, γι’ αυτό σκέφτηκα να περιμένω να κλείσουμε έναν μήνα γνωριμίας. Μ ένουν έντεκα μέρες από σήμερα». «Πολύ σοφό» είπε η Μ πόνι. «Αλλά θέλω να ξέρεις πως θα δεχτώ». «Τώρα αισθάνομαι πολύ πιο ήσυχος» είπε ο Ρότζερ αναστενάζοντας και, σκύβοντας προς το μέρος της, της έδωσε ένα φιλί και μετά επέστρεψε στο γήπεδο. «Δεν ξέρω αν αυτό που μόλις ζήσαμε ήταν πολύ τρυφερό ή πολύ ενοχλητικό» μουρμούρισε η Λίζα. «Ήταν τρυφερό» είπε η Μ ιν προσπαθώντας να σκεφτεί τον Καλ να λέει κάτι ανάλογο. Σταμάτα να τον σκέφτεσαι. «Και ενοχλητικό». «Δεν σας τα ’λεγα; Πρέπει να πιστέψετε στο παραμύθι» κατέληξε η Μ πόνι. «Θετική σκέψη» είπε η Σίνθι επικροτώντας. «Υπάρχουν μαρτυρίες πάνω σ’ αυτό. Μ ήπως θα μπορούσα να σε ρωτήσω ένα δυο πράγματα; Ξέρεις, για το βιβλίο μου. Βρίσκω συναρπαστική την εμπειρία σου. Περάσατε πολύ γρήγορα στη φάση της πρώτης μαγείας». «Όπως θέλεις. Πάντως δεν πρόκειται για την πρώτη μαγεία. Πρόκειται για την αληθινή αγάπη. Όπως συμβαίνει με τον Καλ
262
JENNIFER CRUSIE
και τη Μ ιν». «Θα σταματήσεις επιτέλους;» διαμαρτυρήθηκε η Μ ιν. «Βεβαίως» είπε η Σίνθι στην Μ πόνι διαφωνώντας απολύτως μαζί της, και οι δυο τους έπιασαν την κουβέντα. Η Μ ιν πήρε βαθιά εισπνοή και στράφηκε ξανά στη Λίζα. «Η Σίνθι φαίνεται συμπαθητική κοπέλα» είπε σιγανά, ελπίζοντας να στρέψει τη συζήτηση σε θέματα που δεν αφορούσαν τον Καλ. «Πράγματι» είπε η Λίζα. «Αλλά έχω την εντύπωση ότι θέλει να τα ξαναφτιάξει με τον Καλ». Η Μ ιν εγκατέλειψε την προσπάθεια και κοίταξε προς τη μεριά του γηπέδου. Ο Καλ μιλούσε με κάποιον στην τρίτη βάση. Το πρόσωπό του ήταν σοβαρό και ο μικρός στον οποίο απευθυνόταν κρεμόταν απ’ τα χείλη του και έγνεφε καταφατικά. Είναι αξιαγάπητος, συλλογίστηκε η Μ ιν, αλλά μετά θυμήθηκε ορισμένες λεπτομέρειες. Είναι τέρας, διόρθωσε, αλλά το κόλπο δεν λειτουργούσε πλέον. Ούτως ή άλλως, ποτέ δεν είχε λειτουργήσει. «Θα βγείτε απόψε;» τη ρώτησε η Λίζα. «Ναι, αλλά απλώς σαν φίλοι. Μ ου προσφέρει εξυπηρέτηση. Θα πάμε στης μητέρας μου για να την καθησυχάσουμε και να της αποδείξουμε ότι δεν είναι ένας αχρείος διαφθορέας». Η Λίζα κούνησε το κεφάλι διατηρώντας τις επιφυλάξεις της. «Δεν πιστεύω πως η μητέρα σου θα ησυχάσει αν γνωρίσει τον Καλ». «Γιατί το λες αυτό; Ο Έλβις τον συμπαθεί. Και ο Έλβις διαθέτει πολύ καλό ένστικτο». «Ο Έλβις;» ρώτησε έντρομη η Λίζα. «Ο γάτος. Τον ονόμασα Έλβις». «Δόξα τω Θεώ». Η Λίζα αναστέναξε με ανακούφιση. «Φοβήθηκα μήπως τελικά σου έστριψε». «Α, για να σου πω, δεν είμαι εγώ αυτή που πιστεύει στα παραμύθια – ούτε στη θεωρία του χάους, αν θες να μάθεις» διαμαρτυρήθηκε η Μ ιν.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
263
«Ούτε στο πρόγραμμα των τεσσάρων σταδίων της αγάπης» μουρμούρισε η Λίζα δείχνοντας με το κεφάλι τη Σίνθι, η οποία άκουγε τη θεωρία της Μ πόνι περί αληθινής αγάπης. «Ακριβώς» συμφώνησε η Μ ιν. «Όλα αυτά είναι κουραφέξαλα. Δεν χρειάζονται θεωρίες, χρειάζεται απλώς η γυναίκα να είναι πρακτική, να ξέρει τι ζητάει από έναν άντρα και να βρίσκει το άτομο που ανταποκρίνεται σ’ αυτά τα κριτήρια. Μ ε άλλα λόγια, πρέπει να φτιάξει ένα πλάνο και να το τηρήσει». Το βλέμμα της έπεσε στον Καλ. «Να μην ξεχαστεί». «Ή απλώς να το βουλώσει και να ερωτευτεί». «Ναι, καλά» είπε η Μ ιν, απομακρύνοντας το βλέμμα από τον Καλ. «Είναι σαν να προτείνεις σε κάποιον να πέσει από ένα κτίριο. Η πτώση δεν σε σκοτώνει, σε σκοτώνει η προσγείωση». «Ήθελα απλώς να πω…» ψέλλισε η Λίζα. «Όχι!» φώναξε η Μ ιν και κάμποσα κεφάλια στράφηκαν προς το μέρος της. «Μ ια γυναίκα πρέπει να έχει τον νου της. Να μην παρασύρεται από ερωτικά χαζοτράγουδα και υγρά φιλιά, είναι επικίνδυνο. Άνθρωποι πεθαίνουν εξαιτίας του έρωτα. Άνθρωποι πεθαίνουν από έρωτα. Γίνονται πόλεμοι. Αυτοκρατορίες καταλύονται». «Ε, Μ ιν…» «Μ πορεί να σου καταστρέψει τη ζωή» συνέχισε με πάθος η Μ ιν σφαλίζοντας τα μάτια για να μη βλέπει τον Καλ. «Γι’ αυτό τον λόγο κι εγώ παραμένω απλή φίλη με τον Καλ. Θα πρέπει να είμαι τρελή, μαζοχίστρια, αυτοκτονική, φρενοβλαβής, για να σκεφτώ μια πιο σταθερή σχέση». «Μ μμ». «Αυτό λοιπόν είναι το σχέδιό μου και είμαι αποφασισμένη να το εφαρμόσω στην πράξη» δήλωσε η Μ ιν. «Ναι, καλά…» είπε η Λίζα. Όταν ο αγώνας τελείωσε, ο Χάρι ανέβηκε στις κερκίδες. «Ο θείος Καλ είπε ότι μπορούμε να φάμε παρέα αν έρθεις
264
JENNIFER CRUSIE
μαζί μας» είπε στη Μ ιν. «Δεν ξέρω…» απάντησε εκείνη βρίζοντας από μέσα της τον Καλ: Άτιμε Κάλβιν, δεν ντρέπεσαι να εκμεταλλεύεσαι το ανιψάκι σου; Εντούτοις, δεν είχε αντίρρηση να φάει μαζί του. Δεν ήταν κακό να βγει για φαγητό με έναν φίλο και με τον ανιψιό του να εκτελεί χρέη συνοδού. «Μ μμ» μουρμούρισε η Λίζα, παρόλο που η Μ ιν δεν είχε μιλήσει. Τους υποχρέωσε να πάνε σε ένα ρετρό μικρό εστιατόριο και σ’ όλη τη διάρκεια του φαγητού εκείνη και ο Χάρι έβαζαν Έλβις στο τζουκ μποξ – μια καινούργια εμπειρία για τον Χάρι που είχε μεγαλώσει με Σοπέν. Ο Καλ πάντως δεν έδειξε να ενοχλείται. Όταν την άφησαν στο σπίτι της, ο Χάρι είπε: «Θα σε δω αύριο, Μ ιν». «Ναι, φυσικά» απάντησε εκείνη. «Φαγητό στης γιαγιάκας». Ο Χάρι την κοίταξε μπερδεμένος. «Χάρισον, θα σου δώσω πενήντα δολάρια αν αύριο αποκαλέσεις έτσι τη γιαγιά σου» είπε ο Καλ. «Άσε καλύτερα» είπε ο μικρός, και η Μ ιν κατέβηκε από το αμάξι με την πεποίθηση ότι την επομένη θα εξηγούνταν πολλά πράγματα σχετικά με την προσωπικότητα του Κάλβιν Μ όρισεϊ – με την προϋπόθεση, βέβαια, ότι ο Καλ θα επιβίωνε εκείνο το βράδυ στο δείπνο με τους γονείς της. «Κράτα το κασκέτο, Μ ίνι» της είπε ο Καλ, όταν εκείνη επιχείρησε να του το επιστρέψει από το ανοιχτό τζάμι. «Σου πηγαίνει. Θα περάσω να σε πάρω στις οκτώ». Έπειτα έφυγε αφήνοντάς την παράλογα χαρούμενη, πράγμα που δεν προμήνυε τίποτα καλό. «Είμαι ένα μάτσο χάλια» μονολόγησε και πήγε να ετοιμαστεί για το δείπνο με τη μητέρα της. Το ίδιο βράδυ, ο Καλ πέρασε να πάρει τη Μ ιν με την παλιά Μ ερσεντές του. Τη βρήκε να τον περιμένει καθισμένη στο
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
265
πρώτο σκαλί, ντυμένη με λιτό μαύρο φόρεμα το οποίο είχε τραβήξει πάνω από τα γόνατά της. Έμοιαζε με στριμμένη καλόγρια. «Τι κάνεις εδώ;» τη ρώτησε βγαίνοντας από το αμάξι του. «Απόψε είσαι αναγκασμένος να υποστείς τους γονείς μου» του είπε εκείνη και σηκώθηκε. «Μ ου φάνηκε πολύ βαρύ να σε φορτώσω επιπλέον με τόσα σκαλιά». «Δεν με πειράζει η σκάλα, όταν στην κορυφή της με περιμένεις εσύ». Ο Καλ κοίταξε τις μαύρες ίσιες γόβες που έκρυβαν τα δάχτυλα των ποδιών της. «Γιατί έβαλες αυτά τα φρικτά παπούτσια;» «Δεν είναι φρικτά. Είναι κλασικά. Σαν το αυτοκίνητό σου, που το βρίσκω πολύ όμορφο αλλά για κάποιον λόγο δεν θα φανταζόμουν ποτέ ότι θα κυκλοφορούσες με τέτοιο αμάξι». «Ήταν δώρο για την αποφοίτησή μου». Ο Καλ τής άνοιξε την πόρτα. «Όταν μας χαρίζουν αυτοκίνητο, δεν το κοιτάμε στα δόντια. Μ πες μέσα, Μ ίνι, για να μην αργήσουμε». «Για το πτυχίο σου;» τον ρώτησε η Μ ιν όταν κάθισε στη θέση του συνοδηγού. «Ορίστε;» ρώτησε ο Καλ βάζοντας μπρος. «Το αυτοκίνητο. Ήταν δώρο για την αποφοίτησή σου από το κολέγιο; Εμένα μου χάρισαν χαρτοφύλακα, γι’ αυτό προσπαθώ τώρα να κάνω ορισμένους συσχετισμούς». «Από το σχολείο» απάντησε ο Καλ βγαίνοντας στον δρόμο. «Το σχολείο» επανέλαβε η Μ ιν κουνώντας το κεφάλι προς τα κάτω. «Και τι σου χάρισαν όταν πήρες το πτυχίο σου; Κότερο;» «Μ ια θέση στην εταιρεία του μπαμπά μου». «Αλλά…» «Την απέρριψα» εξήγησε ο Καλ. «Τι κάνει ο Έλβις;» «Είναι υγιέστατος» αποκρίθηκε η Μ ιν μπερδεμένη. «Τον πήγα στον κτηνίατρο, ο οποίος τον βρήκε σε πολύ καλή κατάσταση και αποφάνθηκε ότι είναι απλώς λίγο αλλόκοτος». «Όπως ένα σωρό πράγματα στη ζωή μου τώρα τελευταία»
266
JENNIFER CRUSIE
μουρμούρισε ο Καλ. «Αλήθεια, μήπως πρέπει να μου μιλήσεις για τους δικούς σου προτού φτάσουμε;» «Δεν είσαι υποχρεωμένος να το κάνεις» είπε η Μ ιν. «Μ ινέρβα, θα το κάνω. Σε παρακαλώ, προετοίμασέ με». «Ειλικρινά, δεν υπάρχει κάτι το ιδιαίτερο. Η μητέρα μου είναι πάντα ευγενική και ο πατέρας μου δεν είναι πολύ ομιλητικός, εκτός αν του πατήσεις τον κάλο. Μ ην του πατήσεις τον κάλο». «Εντάξει. Μ πορώ να έχω έναν κατάλογο με θέματα που πρέπει να αποφύγω να συζητήσω μαζί του;» «Οι οικονομικές απάτες, οι νεότεροι άντρες που έχουν βλέψεις για τη δουλειά του, η μουσική μετά το 1970 και το σεξ με τις θυγατέρες του». «Το σεξ με τις θυγατέρες του» είπε αμήχανα ο Καλ. «Ακριβώς. Ο πατέρας μου θα σκεφτεί ότι προσπαθείς να με αποπλανήσεις». «Ο πατέρας σου είναι μέγας ψυχολόγος. Για μίλησέ μου τώρα για τη μητέρα σου». «Σίγουρα θα θελήσει να δει τι καπνό φουμάρεις για να καταλάβει αν σε εγκρίνει για μελλοντικό γαμπρό. Μ έχρι να φτάσουμε στο επιδόρπιο, θα σου έχει πιπιλήσει το μυαλό». «Θαύμα. Λατρεύω το πιπίλισμα» είπε ο Καλ, προσθέτοντας έπειτα από μια δυο στιγμές αμήχανης σιωπής: «Δεν το εννοούσα όπως ακούστηκε». «Κανένα πρόβλημα». Η Μ ιν κάρφωσε το βλέμμα στον δρόμο μπροστά της. «Μ η φοβάσαι, πιστεύω ότι θα σ’ αφήσει ήσυχο, γιατί προς το παρόν την απασχολούν άλλα». «Μ ήπως υπάρχουν θέματα που πρέπει να γνωρίζω;» «Ναι, όμως όλα αφορούν εμένα». «Δεν με νοιάζει, πες μου τη λίστα». «Δεν με αφήνει να τρώω υδατάνθρακες, να φοράω βαμβακερά άσπρα εσώρουχα, να παίρνω βάρος, και εκνευρίζεται όταν δεν κατορθώνω να κρατήσω τον πρώην φίλο μου τον οποίο εκείνη λάτρευε» είπε απογοητευμένη η Μ ιν. «Εντούτοις, δεν νομίζω ότι απόψε θα συζητηθεί κάτι από αυτά».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
267
«Και η δική μου η μητέρα συμπαθεί την πρώην μου» είπε ο Καλ. «Έχω την εντύπωση ότι αυτό συμβαίνει λόγω τεμπελιάς˙ ότι βαριέται να μάθει ένα καινούργιο όνομα. Ποιος άλλος θα είναι απόψε στο τραπέζι;» «Η αδελφή μου, η Νταϊάνα. Μ αζί της δεν κινδυνεύεις. Αυτή τη στιγμή είναι τρελαμένη επειδή σε μια εβδομάδα παντρεύεται, αλλά κατά τα άλλα είναι σπουδαίο κορίτσι. Αν η κατάσταση πάει κατά διαόλου, μπορείς να καθίσεις και να κοιτάζεις την Ντι. Είναι όμορφη». «Χαίρομαι που το ακούω. Η μαμά, ο μπαμπάς, η Νταϊάν α, εσύ κι εγώ λοιπόν. Συμπαθητική παρεούλα». «Και ο Γκρεγκ» πρόσθεσε η Μ ιν, προσπαθώντας να εξαλείψει τον ψυχρό τόνο της φωνής της. «Ο αρραβωνιαστικός της αδελφής μου». «Μ άλιστα. Ο Γκρεγκ με την ελαττωματική μνήμη. Τι μέρος του λόγου είναι αυτός;» «Κάτι δεν πάει καλά μαζί του, μα δεν ξέρω τι. Δεν είναι κακό παιδί, αν εξαιρέσουμε το γεγονός ότι παράτησε την Κλάψα –αν και σ’ αυτό τον καταλαβαίνω απολύτως– και λατρεύει την Νταϊάνα, οπότε δυσκολεύομαι να καταλάβω τι είναι αυτό που με ενοχλεί». Κοίταξε τον Καλ. «Είμαι περίεργη να μάθω τι γνώμη θα σχηματίσεις γι’ αυτόν». «Εγώ;» ρώτησε έκπληκτος ο Καλ. «Είσαι καλός ψυχολόγος. Διαθέτεις καλό ένστικτο. Θέλω να χρησιμοποιήσεις το ένστικτό σου για να ψυχολογήσεις τον Γκρεγκ και να μου πεις τη γνώμη σου». «Όπως αντιλαμβάνεσαι, δεν είναι δυνατόν στη διάρκεια ενός σύντομου δείπνου να καταλάβω πολλά» είπε διστακτικά ο Καλ, ενώ την ίδια στιγμή χτυπούσε το κινητό της Μ ιν. «Το τηλέφωνό σου είναι μια απλή μαύρη συσκευή. Μ ου είπες ψέματα εκείνο το πρώτο βράδυ, Μ ίνι» σχολίασε όταν την είδε να βγάζει το κινητό της από την τσάντα της. «Το ήξερες ότι σου έλεγα ψέματα» αποκρίθηκε η Μ ιν και απάντησε στο τηλέφωνο. «Εμπρός; Πώς;» Άκουσε τον
268
JENNIFER CRUSIE
συνομιλητή της κι έπειτα αναφώνησε: «Για όνομα του Θεού και της Παναγίας!». Ύστερα από ένα δυο λεπτά είπε: «Ντι, είναι Σάββατο βράδυ. Δεν ξέρω πού… Περίμενε μια στιγμή». Στράφηκε στον Καλ. «Ο Γκρεγκ είχε πει ότι θα έφερνε το κρασί». «Να μαντέψω τι συνέβη;» «Μ ήπως σου βρίσκονται ένα δυο μπουκάλια στο διαμέρισμά σου;» ρώτησε η Μ ιν. «Πάμε στον Εμίλιο» είπε ο Καλ και έκανε στροφή επιτόπου. «Θα το αναλάβει ο Καλ» ανακοίνωσε η Μ ιν με περηφάνια μιλώντας στο τηλέφωνο, και ο Καλ χαμογέλασε. «Είσαι άγγελος» του είπε μόλις έκλεισε το τηλέφωνο. «Ευχαριστώ. Όμως θα μπορούσες, σε παρακαλώ, να με βρίσεις λιγάκι; Έχω μπερδευτεί». Σταμάτησε έξω από το εστιατόριο και, όταν έφερε από μέσα το κρασί, η Μ ιν διάβασε τις ετικέτες στα μπουκάλια. «Δεν ήταν πολύ ακριβά;» «Όχι ιδιαίτερα. Καμιά σαρανταριά δολάρια το μπουκάλι». Η Μ ιν έβαλε τα γέλια. «Του αξίζει του Γκρεγκ. Καλά να πάθει, το κουτορνίθι». Δέκα λεπτά αργότερα, ακολουθώντας τις οδηγίες της Μ ιν, ο Καλ πάρκαρε μπροστά από ένα αρκετά μεγάλο και αρκετά καινούργιο σπίτι. «Πάντως, υπάρχει ακόμη περιθώριο για να κάνεις πίσω αν μετάνιωσες. Μ πορείς να με αφήσεις εδώ κι εγώ θα τους πω ότι…» «Όχι». Ο Καλ άνοιξε την πόρτα του. «Μ είνε στη θέση σου». «Γιατί;» ρώτησε η Μ ιν πιάνοντας το χερούλι της πόρτας. Ο Καλ έκανε τον γύρο του αυτοκινήτου και ήρθε να της ανοίξει την πόρτα. «Δεν επιτρέπεται να κατεβαίνεις απ’ τα αυτοκίνητα χωρίς βοήθεια». Της έπιασε το χέρι και τη βοήθησε να βγει. Η Μ ιν βρέθηκε πιο κοντά του απ’ όσο εκείνος υπολόγιζε, κάτι που δεν τον ενόχλησε καθόλου. «Δείχνω αδύναμος και ανίσχυρος όταν
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
269
βγαίνεις χωρίς τη βοήθειά μου» της εξήγησε παρατηρώντας τα μαλλιά της να αναδεύονται σε μια ριπή ανέμου. «Ναι, αδύναμος και ανίσχυρος» τον ειρωνεύτηκε. «Υποθέτω ότι σου το λένε συχνά αυτό». Καθώς ο Καλ έκλεινε την πόρτα του αυτοκινήτου, το μάτι του διέκρινε κίνηση σ’ ένα από τα παράθυρα. «Τα καλά νέα είναι ότι μόλις ανέβηκες στην εκτίμηση της μητέρας μου. Σε παρακολουθούσε από το παράθυρο» τον ενημέρωσε η Μ ιν. «Τέλεια» σχολίασε ο Καλ πιάνοντάς την αγκαζέ. «Τώρα δεν μένει παρά να επιβιώσουμε στο δείπνο». Ο πατέρας της Μ ιν τούς υποδέχτηκε στο χολ. Ήταν ένας βαρύς, δυσκίνητος άντρας με πυκνά ξανθά μαλλιά και σμιχτά άσπρα φρύδια, ο οποίος, ενώ θα περίμενε κανείς να είναι εγκάρδιος και φιλικός, είχε την ελαφρώς παρανοϊκή έκφραση του τσοπανόσκυλου που πιστεύει πως τα πρόβατα συνωμοτούν εναντίον του. «Μ παμπά, να σου συστήσω τον Κάλβιν Μ όρισεϊ» είπε η Μ ιν. «Καλ, αποδώ ο πατέρας μου, Τζορτζ Ντομπς». «Χαίρω πολύ, Κάλβιν». Η τραχιά φωνή του Τζορτζ ήταν σταθερή σαν να ήθελε να επιβεβαιώσει τη φράση του, ωστόσο τα μάτια του έμοιαζαν να ρωτάνε: Τι σκαρώνεις; «Χαίρομαι που σας γνωρίζω, κύριε Ντομπς» είπε ψέματα ο Καλ, και η Μ ιν τού χάιδεψε την πλάτη, σε μια χειρονομία ανείπωτα ζεστή και παρήγορη. «Αργήσατε» είπε ο Τζορτζ στη Μ ιν. «Είμαστε ήδη στα κοκτέιλ». «Λυπάμαι, κύριε Ντομπς» είπε ο Καλ, αλλά η Μ ιν έσπευσε να πάρει τον λόγο: «Εσύ γιατί να λυπάσαι; Δεν φταίει ο Καλ, μπαμπά, αναγκαστήκαμε να γυρίσουμε για να πάρουμε κάτι». «Τέλος πάντων, ελάτε μέσα» είπε ο Τζορτζ, και η Μ ιν μπήκε
270
JENNIFER CRUSIE
αναστενάζοντας στο δωμάτιο με τον Καλ κατά πόδας, έτοιμο να γνωρίσει το θηρίο, τη μητέρα της. Το σπίτι ήταν επιδεικτικά στολισμένο, προφανώς από διακοσμητή, και η μητέρα της Μ ιν, έτσι όπως έστεκε στο τέλειο σαλόνι της, ταίριαζε γάντι στον χώρο˙ ήταν και τα δύο ψυχρά δημιουργήματα επαγγελματιών, άψογα όσον αφορά την εμφάνιση μα δίχως ζεστασιά. Το σπίτι διέθετε τουλάχιστον λίγο χρώμα, αλλά η μητέρα της Μ ιν ήταν μια κοντή, αδύνατη μελαχρινή με μαύρο φόρεμα, περιποιημένη ως την τελευταία πιθαμή του κορμιού της, το ακριβώς αντίθετο της Μ ιν. «Αποδώ η μητέρα μου, η Νανέτ» είπε η Μ ιν. «Μ ητέρα, να σου συστήσω τον Κάλβιν Μ όρισεϊ». «Καλώς ήρθες, Κάλβιν» είπε η Νανέτ Ντομπς με φωνή που θα πάγωνε ακόμα και τη φωτιά. «Έκανα κάτι στραβό;» ψιθύρισε ο Καλ, όταν η μητέρα της γύρισε να πει κάτι στον Τζορτζ. «Μ ε φίλησες στο πάρκο πάνω σε ένα τραπέζι του πικνίκ» αποκρίθηκε ψιθυριστά η Μ ιν. «Πώς το έμαθαν;» «Μ ας κάρφωσε ο Γκρεγκ. Τους μίλησε επίσης για τη φήμη σου ως γυναικά» εξήγησε η Μ ιν. «Και να σκεφτεί κανείς ότι του έφερα το κρασί» μουρμούρισε ο Καλ. «Κατά φωνή» είπε η Μ ιν. «Γκρεγκ! Έλα να σου γνωρίσω τον Καλ Μ όρισεϊ» πρόσθεσε υψώνοντας τη φωνή. Ο Γκρεγκ ήταν ένας αψεγάδιαστος νεαρός, με το λούστρο του ανθρώπου που έχει αποφοιτήσει από καλά σχολεία και έχει λιώσει στο γυμναστήριο. Χαμογέλασε στον Καλ, αλλά την ίδια στιγμή συνειδητοποίησε με ποιον αντάλλασσε χειραψία. «Ω» ψέλλισε αμήχανα. Ο Καλ περίμενε τη συνέχεια, αλλά ο Γκρεγκ δεν είπε τίποτα. «Ωραία, λοιπόν» μουρμούρισε ο Καλ και έγειρε κοντά του. «Θα βρεις το κρασί στο μπροστινό κάθισμα του αυτοκινήτου μου».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
271
«Ευχαριστώ, μεγάλε» είπε ο Γκρεγκ ξεφυσώντας με ανακούφιση και σφίγγοντας το μπράτσο του Καλ. «Επιστρέφω αμέσως» συνέχισε ελαφρώς πιο δυνατά απ’ όσο χρειαζόταν. «Ξέχασα το κρασί στο αυτοκίνητο». «Αποδώ η αδελφή μου, η Νταϊάνα» είπε η Μ ιν και η φωνή της γλύκανε. Ο Καλ είδε μια νεότερη και πιο γλυκιά εκδοχή του θηρίου. Η Νταϊάνα ήταν λεπτή, μελαχρινή, υπέροχη, προφανώς το καμάρι της οικογένειας. Όταν είδε τη Μ ιν, το πρόσωπό της έλαμψε και υποδέχτηκε τον Καλ με μεγαλύτερη ζεστασιά απ’ όσο όλοι οι υπόλοιποι μαζί. Έπειτα τον ρώτησε για την ομάδα του μπέιζμπολ. «Συμπαθητικό παιδί» σχολίασε ο Καλ στη Μ ιν, όταν η Νταϊάνα πήγε να βρει τον ξεχασιάρη που είχε διαλέξει για σύζυγο. «Παιδί;» απόρησε η Μ ιν. «Χαριτωμένη» είπε ο Καλ. «Αλλά δεν είναι σαν εσένα». «Δεν είσαι ο πρώτος που το πρόσεξε» σχολίασε η Μ ιν. «Άκου, μην αφήσεις τους γέρους μου να σε επηρεάσουν. Είναι απλώς…» Η φωνή της έσβησε καθώς έψαχνε να βρει την κατάλληλη λέξη. «Εντάξει» είπε ο Καλ. Την ίδια στιγμή η Νανέτ φώναξε τη Μ ιν και ο Γκρεγκ εμφανίστηκε με το κρασί. Όταν η Μ ιν επέστρεψε έπειτα από μερικά λεπτά, οι μπούκλες της ήταν μαζεμένες με χτενάκια πίσω στο κεφάλι. «Τι έπαθαν τα μαλλιά σου;» τη ρώτησε ο Καλ στο αυτί, καθώς πήγαιναν να καθίσουν στο τραπέζι. «Δεν κολακεύουν το στρογγυλό πρόσωπό μου όταν τα αφήνω κάτω» αποκρίθηκε η Μ ιν. «Έπρεπε να το είχα προβλέψει». «Εμένα μου άρεσαν» είπε ο Καλ. «Κι εμένα το ίδιο» του απάντησε εκείνη και το δείπνο ξεκίνησε.
272
JENNIFER CRUSIE
«Μ ε τι ασχολείσαι, Κάλβιν;» ρώτησε ο Τζορτζ, αφού τελείωσαν τη σούπα κουβεντιάζοντας περί ανέμων και υδάτων, και τους σέρβιραν το ψητό κρέας. «Οργανώνω επιμορφωτικά σεμινάρια» απάντησε ο Καλ έχοντας τον νου του στη Νανέτ, η οποία τον κάρφωνε με το βλέμμα όση ώρα έτρωγαν τη σούπα – μπορεί η έκφρασή της να μην ήταν βλοσυρή μια και το μέτωπό της ήταν εντελώς λείο, αλλά σίγουρα δεν ήταν θερμή. «Επομένως είσαι δάσκαλος» είπε ο Τζορτζ. «Βγαίνει παραδάκι απ’ αυτή τη δουλειά;» «Μ παμπά!» διαμαρτυρήθηκε η Μ ιν. «Κερδίζω αρκετά» είπε ο Καλ παραζαλισμένος, καθώς η Μ ιν είχε αρχίσει πάλι να του χαϊδεύει διακριτικά την πλάτη. Την ευγνωμονούσε για την υποστήριξή της, αλλά δυσκολευόταν να το απολαύσει μπροστά στον πατέρα της. «Σε ποια εταιρεία εργάζεσαι;» ρώτησε ο Τζορτζ. «Στη Μ όρισεϊ, Πάκαρντ, Κάπα». Ο Καλ χαμογέλασε στη μητέρα της Μ ιν. «Το κρέας είναι έξοχο, κυρία Ντομπς». «Ευχαριστώ» είπε η Νανέτ, που δεν φάνηκε να κατευνάζεται. «Μ όρισεϊ» είπε ο Τζορτζ. «Ώστε δουλεύεις στην εταιρεία του πατέρα σου. Δεν δυσκολεύτηκες να βρεις τη θέση, ε;» «Ε, όχι. Βλέπετε, είμαι το αφεντικό. Η εταιρεία είναι δική μου». Η Μ ιν σταμάτησε να τον χαϊδεύει και έριξε ένα αγριεμένο βλέμμα στον Τζορτζ. «Αναρωτιέμαι ποιο είναι στατιστικά το ποσοστό των κοριτσιών που πηγαίνουν να δουν τους δικούς τους, όταν ξέρουν ότι ο πατέρας τους θα βασανίσει τον συνοδό τους». «Την κληρονόμησες από τον πατέρα σου;» συνέχισε ο Τζορτζ. «Είμαι ο ιδρυτής της επιχείρησης» αποκρίθηκε ο Καλ. «Σίγουρα είναι πολύ χαμηλό» είπε η Μ ιν. «Αλλά σε χρηματοδότησε ο πατέρας σου» επέμεινε ο Τζορτζ. «Όχι, καθόλου. Ο πατέρας μου ήθελε να μπω στη δική του
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
273
επιχείρηση, γι’ αυτό αναζήτησα τα απαραίτητα κεφάλαια εκτός οικογενείας». «Για όνομα του Θεού και της Παναγίας! Μ παμπά, φτάνει, σε παρακαλώ» διαμαρτυρήθηκε η Μ ιν τραβώντας το χέρι της από την πλάτη του Καλ. «Ας μιλήσουμε για κάτι άλλο. Πήρα γάτα». «Συνεπώς η επιχείρησή σου βρίσκεται στα σπάργανα» συνέχισε ακάθεκτος ο Τζορτζ. «Το τριάντα τρία τοις εκατό των καινούργιων επιχειρήσεων πέφτουν έξω από την πρώτη τετραετία». «Είναι ένα είδος μεταλλαγμένου γάτου» είπε η Μ ιν. «Η επιχείρηση ιδρύθηκε πριν από δέκα χρόνια» απάντησε ο Καλ στον Τζορτζ. «Έχει ξεπεράσει αυτό το στάδιο». «Ενοχλεί όλους τους φίλους μου» συνέχισε η Μ ιν. «Σκέφτομαι να τον βαφτίσω Τζορτζ». «Μ ινέρβα!» παρενέβη η Νανέτ. «Μ ην υψώνεις τη φωνή». «Ψωμί;» ρώτησε η Μ ιν χώνοντας το καλάθι κάτω από τη μύτη του Καλ. «Ναι, ευχαριστώ» είπε ο Καλ, που έπιασε ένα ψωμάκι και της έδωσε πίσω το καλάθι. «Μ ιν» είπε επικριτικά η μητέρα της, όταν η Μ ιν πήρε ψωμάκι για τον εαυτό της. «Καλά, καλά» μουρμούρισε εκείνη και άφησε πίσω το ψωμάκι. «Ώστε έχεις δική σου επιχείρηση» είπε ο Τζορτζ μ’ ένα ύφος που φανέρωνε ότι διατηρούσε τις επιφυλάξεις του. «Ναι» απάντησε ο Καλ και κοίταξε τη Μ ιν ζαρώνοντας το μέτωπο. «Γιατί δεν μπορείς να φας ένα ψωμάκι;» «Σου είπα, πρέπει να χωρέσω στο φουστάνι» εξήγησε η Μ ιν. «Δεν πειράζει, θα φάω ξανά ψωμί τον Ιούλιο». «Η Μ ιν θα είναι η παράνυμφος στον γάμο της Νταϊάν α το επόμενο Σαββατοκύριακο» εξήγησε η Νανέτ. «Δεν θέλουμε να χοντρύνει και να μην της μπαίνει το φόρεμα». «Είμαι ήδη πολύ χοντρή για το φόρεμα» είπε η Μ ιν. «Έλα κι εσύ» πρότεινε η Νταϊάνα στον Καλ, γέρνοντας πάνω
274
JENNIFER CRUSIE
από το τραπέζι. Ο Καλ πρόσεξε πως εκείνη δεν είχε αγγίξει ούτε το ψωμί ούτε το βούτυρο ούτε το κρέας της. Έπινε ωστόσο άφθονο νερό. «Στον γάμο. Και στο δείπνο πριν από τον γάμο. Η Μ ιν χρειάζεται συνοδό». Προτού ο Καλ προλάβει να απαντήσει, ο Τζορτζ ρώτησε: «Ποιους έχεις πελάτες;» «Πόσο καιρό βγαίνετε με τη Μ ιν;» τον ρώτησε ταυτόχρονα η Νανέτ. Η Μ ιν τού τράβηξε το μανίκι. Όταν εκείνος γύρισε προς το μέρος της, του είπε: «Έχεις οικογένεια;» «Ναι». «Είναι και οι δικοί σου τόσο απαίσιοι;» ρώτησε η Μ ιν. «Μ ινέρβα!» είπε η Νανέτ με φωνή προειδοποιητική. «Εμένα μου επιτρέπουν να τρώω ψωμί» απάντησε ο Καλ κοιτάζοντας τη Νανέτ. «Κατά τα άλλα, δεν διαφέρουν από τους δικούς σου». «Αυτό δεν το κατάλαβα» είπε ο Τζορτζ. «Κοιτάξτε, δεν με πειράζει να ρωτάτε για το πώς κερδίζω τον επιούσιο» είπε ο Καλ. «Η κόρη σας με έφερε στο σπίτι σας και αυτό έχει τη σημασία του. Ούτε με πειράζει αν η σύζυγός σας μου υποβάλλει προσωπικές ερωτήσεις για τον ίδιο λόγο. Όμως η Μ ιν είναι καταπληκτική γυναίκα, και απόψε, μέχρι στιγμής, την αγνοείτε ή την επικρίνετε εξαιτίας ενός ηλίθιου φορέματος. Σας πληροφορώ ότι δεν είναι υπερβολικά χοντρή για το φόρεμα. Το φόρεμα είναι υπερβολικά μικρό γι’ αυτήν. Η Μ ιν είναι τέλεια». Ο Καλ άλειψε με βούτυρο ένα ψωμάκι και της το πρόσφερε. «Τρώγε». Η Μ ιν τον κοίταξε έκπληκτη και πήρε το ψωμάκι. Ο Καλ στράφηκε στη μητέρα της. «Δεν παντρεύτηκα ποτέ. Ούτε αρραβωνιάστηκα. Η τελευταία σχέση μου έληξε πριν από δύο μήνες. Γνώρισα την κόρη σας πριν από τρεις εβδομάδες». Έπειτα στράφηκε ξανά στον πατέρα της Μ ιν. «Η επιχείρησή μου έχει κέρδη εδώ και αρκετά χρόνια. Μ πορείτε να το ελέγξετε. Σε περίπτωση που σοβαρέψουν τα πράγματα ανάμεσα στη Μ ιν και
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
275
σ’ εμένα, είμαι σε θέση να τη ζήσω». «Ε, μπορώ να ζήσω μόνη μου τον εαυτό μου» διαμαρτυρήθηκε η Μ ιν κρατώντας ακόμη το ψωμάκι της. «Το ξέρω» είπε ο Καλ. «Ο μπαμπάς σου θέλει να ξέρει αν εγώ έχω αυτή τη δυνατότητα. Τρώγε». Η Μ ιν δάγκωσε το ψωμάκι κι εκείνος κοίταξε τα πρόσωπα γύρω από το τραπέζι. «Υπάρχει κάτι άλλο που θέλετε να μάθετε;» Η Νταϊάνα σήκωσε το χέρι. «Ναι;» είπε ο Καλ. «Είσαι ο συνοδός της Μ ιν στον γάμο;» Η Μ ιν προσπάθησε να καταπιεί την μπουκιά που είχε στο στόμα. «Δεν μου το έχει ζητήσει». Ο Καλ στράφηκε στη Μ ιν. «Θέλεις να πάμε μαζί στον γάμο της αδελφής σου;» Η Μ ιν πνίγηκε με το ψωμάκι της κι αυτός τη χτύπησε στην πλάτη. «Και βέβαια θέλει» είπε η Νανέτ, χαμογελώντας για πρώτη φορά. «Θα χαρούμε πολύ να σε έχουμε κοντά μας. Το ίδιο ισχύει και για το δείπνο πριν από τον γάμο». «Θαυμάσια» είπε ο Καλ νιώθοντας ότι είχε σημειώσει πρόοδο, ενώ η Μ ιν αγωνιζόταν να αναπνεύσει. «Το κρασί είναι υπέροχο» του είπε ο Τζορτζ. «Ευχαριστώ… δηλαδή, ευχαριστώ τον Γκρεγκ» είπε ο Καλ. «Ξέρει από κρασί». «Μ άλιστα» είπε ο Τζορτζ κοιτάζοντας τον Γκρεγκ, ο οποίος του χαμογέλασε αμυδρά. «Έχεις γάτα;» ρώτησε η Νανέτ τη Μ ιν, και η βραδιά συνεχίστηκε με τη Νανέτ να πρήζει τη Μ ιν για τις αρρώστιες των γατιών, τον Τζορτζ να ρωτάει για τα σεμινάρια, τον Γκρεγκ να ρίχνει γύρω του βλοσυρά βλέμματα και την Νταϊάνα να χαμογελάει. Στο τέλος το κεφάλι του Καλ πήγαινε να σπάσει. Είχε περάσει στη ζωή του χειρότερα βράδια, αλλά όχι πολλά. «Συγγνώμη» του είπε κάποια στιγμή η Μ ιν, τόσο μαλακά, που
276
JENNIFER CRUSIE
σχεδόν δεν την άκουσε. «Για ποιο πράγμα; Περνάω πολύ ωραία» της απάντησε, και ένιωσε καλύτερα. Μ ετά το επιδόρπιο, το οποίο γεύτηκαν μονάχα οι άντρες, η Μ ιν έσυρε την Νταϊάνα στο χολ. «Τρελάθηκες;» της είπε ψιθυριστά. «Πώς στην ευχή σού ήρθε να καλέσεις αυτό τον άντρα στον γάμο;» «Γιατί όχι; Χρειαζόσουν συνοδό. Είναι αξιολάτρευτος. Δεν βλέπω πού υπάρχει πρόβλημα». «Αυτό το λες επειδή δεν ξέρεις την προϊστορία μας» είπε η Μ ιν. «Τουλάχιστον τώρα θα έχεις συνοδό» είπε η Νταϊάνα. «Εμένα μου φαίνεται καλή η ιδέα μου». Η Μ ιν κούνησε αυστηρά το δάχτυλο στην αδελφή της. «Αυτό να μην επαναληφθεί. Ποτέ. Ποτέ». «Εντάξει. Παρ’ όλα αυτά, εξασφάλισες έναν σέξι συνοδό». Ο σέξι συνοδός της βγήκε στο χολ, χαιρέτησε ευδιάθετα τους γονείς της, τη συνόδευσε στα σκαλοπάτια της εξώπορτας, της άνοιξε την πόρτα του συνοδηγού και, όταν μπήκε στο αυτοκίνητο, άπλωσε το χέρι και της έβγαλε τα χτενάκια από τα μαλλιά. «Είναι άσχημα, Μ ίνι» της είπε και τα πέταξε από το ανοιχτό παράθυρο στον δρόμο. «Το ξέρω» είπε εκείνη προσπαθώντας να πνίξει την ανακούφισή της. «Σ’ ευχαριστώ». Την επομένη, η Μ ιν ντύθηκε πολύ προσεκτικά για το δείπνο με τους Μ όρισεϊ, επιλέγοντας και πάλι το λιτό μαύρο φόρεμά της. Γυάλισε τις μαύρες ίσιες γόβες της και προσπάθησε να στρώσει τα μαλλιά της. Το τηλεφώνημα της Νανέτ τέντωσε περισσότερο τα νεύρα της. «Αγάπη μου, ο Κάλβιν σου είναι υπέροχος» δήλωσε η Νανέτ.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
277
«Ευχαριστώ, μητέρα» είπε η Μ ιν, προσπαθώντας να οπλιστεί με θάρρος για να αντιμετωπίσει τα χειρότερα. «Και ο μπαμπάς σου έλεγξε τα οικονομικά του και τον βρήκε εξαιρετικά φερέγγυο» συνέχισε η Νανέτ. «Πώς στην ευχή τα έλεγξε μεσάνυχτα Σαββάτου;» «Τον ξέρεις τον πατέρα σου» είπε η Νανέτ με τόνο που δεν έκρυβε την απέχθειά της. «Και ο Καλ φαίνεται τσιμπημένος μαζί σου. Αυτό που έκανε με το ψωμί και το βούτυρο ήταν πολύ γλυκό. Εννοείται, βέβαια, πως δεν θα φας άλλη φορά τέτοιο πράγμα, ωστόσο…» «Ο άντρας που ταΐζει μια γυναίκα είναι σίγουρα εγγύηση» συμφώνησε η Μ ιν. «Επομένως μην τα τσουγκρίσεις και μ’ αυτόν» κατέληξε η Νανέτ. «Στενοχωρήθηκα που έχασες τον Ντέιβιντ, αλλά αυτά είναι περασμένα ξεχασμένα. Φρόντισε απλώς να μη χάσεις και τον Κάλβιν». «Μ ητέρα, δεν τον θέλω» είπε ψέματα η Μ ιν. «Και βέβαια τον θέλεις. Θα αποκτήσετε όμορφα παιδιά». «Ούτε παιδιά θέλω. Αλλαγή θέματος. Σκέφτομαι να παραιτηθώ από τη δουλειά μου για να γίνω μαγείρισσα». «Μ η λες ανοησίες, χρυσό μου» είπε η Νανέτ. «Εσύ να ασχοληθείς με το φαγητό; Θα φουσκώσεις σαν μπαλόνι». «Ευχαριστώ, μητέρα. Τώρα σε κλείνω, βιάζομαι». «Γιατί, πού θα πας;» «Θα δειπνήσω με τους γονείς του Καλ». «Θαυμάσια. Ποιοι είναι οι γονείς του;» «Τζέφερσον και Λιν Μ όρισεϊ. Δεν ξέρω…» «Θα δειπνήσεις με τη Λιν Μ όρισεϊ;» «Ναι. Επειδή είναι η γυναίκα που γέννησε τον συνοδό μου, ειδάλλως δεν θα το έκανα». «Μ ιν» είπε η μητέρα της με φωνή γεμάτη δέος και σεβασμό. 11
«Η Λιν Μ όρισεϊ κατέχει τεράστια θέση στην Έρμπαν Λιγκ ». «Μ ε συγχωρείς» είπε η Μ ιν, που σκεφτόταν ότι πρώτη φορά
278
JENNIFER CRUSIE
άκουγε τη Νανέτ να αποκαλεί κάτι «τεράστιο» με θαυμασμό. «Φρόντισε να αποφύγεις τους υδατάνθρακες, χρυσό μου. Κι όταν επιστρέψεις, θέλω να μάθω τα πάντα». «Θεούλη μου» αναφώνησε η Μ ιν και έκλεισε το τηλέφωνο για να ασχοληθεί ξανά με τα ανυπότακτα μαλλιά της. Όταν ο Καλ τής χτύπησε την πόρτα, η Μ ιν και ο Έλβις επιθεωρούσαν μια στέκα μαλλιών όλο αμφιβολίες. «Λες να φορέσω στέκα;» ρώτησε τον Καλ όταν του άνοιξε. «Όχι, προς Θεού» της είπε σκύβοντας για να χαϊδέψει τον γάτο που τριβόταν στα πόδια του γουργουρίζοντας. «Κοίτα πώς ντύθηκες πάλι, λες και έχεις πένθος». «Μ ην τολμήσεις να μου πεις να βγάλω αυτό το φουστάνι» του είπε. «Τουλάχιστον δώσε μου τα πόδια σου. Τι θα έλεγες για τα παπούτσια με τον μαύρο φιόγκο, εκείνα που φορούσες την πρώτη νύχτα;» «Καλ...» «Δεν σου ζητάω πολλά» της είπε με ένα χαμόγελο, γέρνοντας στο κούφωμα της πόρτας. «Πήγαινε να αλλάξεις παπούτσια, Μ ίνι, και μετά θα αντιμετωπίσουμε μαζί το θηρίο». «Μ ην προσπαθείς να με ρίξεις, η γοητεία σου πάει χαμένη» του είπε χαμογελώντας άθελά της και πήγε να αλλάξει παπούτσια.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
279
10
για τους γονείς σου ώστε να ετοιμάσω το σκονάκι μου» είπε η Μ ιν όταν βρέθηκαν στο αυτοκίνητο. «Δεν έχω τίποτα το ιδιαίτερο να σου πω. Θα σου φερθούν με μεγάλη ευγένεια αλλά και ψυχρότητα. Στο σπίτι μας δεν χρειάζεται να κρυώσουμε το κρασί, το ψυχρό περιβάλλον κάνει μια χαρά τη δουλειά του». «Αχ, μπράβο, είναι η ιδανική στιγμή για καλαμπούρια» ειρωνεύτηκε η Μ ιν. Όταν όμως έφτασαν στο πατρικό του σπίτι, συνειδητοποίησε ότι ο Καλ δεν αστειευόταν. Ήταν μια μεγάλη αρχοντική έπαυλη από αυτές που κέρδιζαν σε πλάτος ό,τι έχαναν σε ύψος και θύμιζαν αγροικίες που παίρνουν στεροειδή. Η καμαριέρα που τους άνοιξε τη βαριά πόρτα ήταν ευγενική, το επενδυμένο με ξύλο χολ ήταν δροσερό και, όταν μπήκαν σε μια αίθουσα που η Μ ιν αμφέβαλλε κατά πόσο λεγόταν σαλόνι, οι γονείς του Καλ ήταν πράγματι αυτό που λέμε παγεροί. «Χαιρόμαστε πολύ που σε έχουμε απόψε κοντά μας» είπε η Λιν Μ όρισεϊ στη Μ ιν σφίγγοντάς της το χέρι, παρόλο που δεν φαινόταν χαρούμενη· φαινόταν απλώς μυστηριώδης, εκπληκτικά, ακριβά όμορφη, όπως επίσης ο σύζυγός της, ο Τζέφερσον, και ο γιος της ο Ρέινολντς, πιθανώς ο μοναδικός « ΛΟΙΠΟΝ, ΔΩΣΕ ΜΟΥ ΠΛΗΡ ΟΦΟΡ ΙΕΣ
280
JENNIFER CRUSIE
άντρας στον πλανήτη δίπλα στον οποίο ο Καλ έμοιαζε ελαφρώς συνηθισμένος. «Μ ιν!» φώναξε ο Χάρι πίσω της, και γυρίζοντας η Μ ιν τον είδε να ακολουθεί την Μ πινκ στο δωμάτιο. «Γεια σου, μικρέ μου» του είπε σκύβοντας προς το μέρος του. «Σ’ ευχαριστώ για την πρόσκληση σε δείπνο. Πέθαινα της πείνας». Ο Χάρι συγκατένευσε και κατόπιν έγειρε κοντά της. «Μ ου αρέσουν τα παπούτσια σου. Οι φιόγκοι είναι τέλειοι» ψιθύρισε κουνώντας το κεφάλι και χαμογελώντας σαν μανιακός. «Σ’ ευχαριστώ» του ψιθύρισε η Μ ιν ρίχνοντας μια κλεφτή ματιά στον Καλ. Το πρόσωπό του ήταν ανέκφραστο και ξάφνου εκείνη συνειδητοποίησε ότι, από την ώρα που είχαν φτάσει στο σπίτι, δεν είχε ανοίξει το στόμα του. Ωχ, κατάλαβα, είπε μέσα της. Καλώς ήρθατε στην κόλαση. Κατέβαλε προσπάθεια να συμμετέχει στην ευγενική ψυχρή κουβέντα ώσπου κάθισαν στο τραπέζι και κατέφτασαν οι πιατέλες με την ωραία διακόσμηση. Στο σημείο αυτό εγκατέλειψε την προσπάθεια και αφοσιώθηκε στο φαγητό. «Μ ε τι ασχολείσαι, Μ ινέρβα;» ρώτησε ο Τζέφερσον ενώ έτρωγαν το φιλέτο με γαρνιτούρα πουρέ πατάτας σε ροζέτες. Η Μ ιν κατάπιε την μπουκιά της και προσευχήθηκε να μην έχουν κολλήσει υπολείμματα τροφής στα δόντια της. «Είμαι αναλογίστρια». «Μ άλιστα» είπε εκείνος χωρίς να δείχνει εντυπωσιασμένος αλλά και χωρίς περιφρόνηση. «Ποιος είναι ο εργοδότης σου;» «Η Αλάιανς» απάντησε η Μ ιν, επιστρέφοντας στο μισοψημένο μοσχάρι της. Εκτός από ωραία παρουσίαση, το φαγητό είχε και καλή γεύση –η Μ ιν όφειλε να παραδεχτεί ότι οι Μ όρισεϊ ήξεραν από φαγητό–, ωστόσο δεν ήταν σαν του Εμίλιο. Επίσης, το περιβάλλον της τραπεζαρίας θα ήταν πιο ευχάριστο αν στους τοίχους κρέμονταν αστείες οικογενειακές φωτογραφίες με
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
281
αναφορές στην καταγωγή τους – αν και οι Μ όρισεϊ δεν θα παραδέχονταν ότι ανήκαν σε συγκεκριμένη εθνότητα. Η Μ ιν κοίταξε γύρω της τα πρόσωπα. Σίγουρα ήταν ιρλανδικής καταγωγής – όχι μόνο εξαιτίας του ονόματός τους. Όλοι τους ήταν μελαχρινοί και όμορφοι, με εκείνο τον αυστηρό, τραγικό τρόπο. Κοίταξε το πλούσιο πιάτο της. Πάντως τα χρόνια της 12
Μ εγάλης Πείνας είχαν παρέλθει ανεπιστρεπτί γι’ αυτή την οικογένεια. «Ντομπς» είπε ο πατέρας του Καλ, και η Μ ιν συνειδητοποίησε ότι είχε μείνει σιωπηλός για κάμποσα λεπτά. «Αντιπρόεδρος της εταιρείας είναι ο Τζορτζ Ντομπς». «Είναι ο πατέρας μου» εξήγησε η Μ ιν. Ο Τζέφερσον Μ όρισεϊ της χαμογέλασε. «Ώστε έπιασες δουλειά στην εταιρεία του πατέρα σου». «Δεν είναι ακριβώς δική του» είπε η Μ ιν, βέβαιη πως το εν λόγω θέμα συζήτησης έκρυβε παγίδες. «Αλλά με βοήθησε στο να βρω δουλειά». «Δεν χρειαζόσουν βοήθεια» παρενέβη ο Καλ. «Είσαι αναλογίστρια. Σίγουρα θα είχες πολλές προτάσεις για δουλειά». «Υπήρξαν κάμποσες» παραδέχτηκε η Μ ιν, διερωτώμενη τι στην ευχή συνέβαινε. «Αλλά δεν ήταν σπουδαίες. Ο μπαμπάς με βοήθησε». «Έπραξες πολύ συνετά» σχολίασε η Λιν Μ όρισεϊ. Η Μ ιν κοίταξε τα ψυχρά μαύρα μάτια της και είπε μέσα της: Να τη βράσω την έγκρισή σου, κυρά μου. «Που δέχτηκες τη βοήθεια του πατέρα σου» εξήγησε η Λιν. «Πολύ συνετά». «Δεν μου έθεσαν όρους, επομένως η πρόταση ήταν ελκυστική για μένα». Απέναντί της, ο Ρέινολντς χαμογέλασε, γεγονός που τον έκανε ακόμα πιο γοητευτικό. Ούτε εσένα σε συμπαθώ, συλλογίστηκε η Μ ιν. Η Μ πινκ καθόταν ασάλευτη όχι τόσο από τρόμο όσο από επιφυλακτικότητα, ενώ ανάμεσά τους ο Χάρι
282
JENNIFER CRUSIE
έσφιγγε το πιρούνι του και έτρωγε τις ροζέτες του πουρέ παρατηρώντας τους πάντες και τα πάντα. «Ασφαλώς θα είχε πολλά πλεονεκτήματα» έλεγε τώρα ο Τζέφερσον. «Είμαι βέβαιος πως ο πατέρας σου σε βοήθησε να ανεβείς στην ιεραρχία». «Τα κατάφερε μόνη της» είπε ο Καλ ανέκφραστα. «Οι ασφαλιστικές εταιρείες δεν είναι φιλανθρωπικά ιδρύματα. Οι προαγωγές της στην εταιρεία έχουν γίνει με διαφανείς διαδικασίες και κανένας δεν ισχυρίζεται ότι οφείλονται στον πατέρα της. Είναι έξυπνη, δουλεύει σκληρά και ανταποκρίνεται άψογα στα καθήκοντά της». Η φωνή του ακούστηκε αδικαιολόγητα ωμή και δυσοίωνη, και η Μ ιν ακούμπησε διακριτικά την παλάμη της στην πλάτη του. Ακόμα και πάνω από το σακάκι του, οι μύες του ήταν σφιγμένοι και άκαμπτοι. Προς στιγμήν, τον αισθάνθηκε να σφίγγεται ακόμα περισσότερο, αλλά έπειτα οι ώμοι του χαλάρωσαν αισθητά. «Αναμφίβολα» έλεγε ο Τζέφερσον κοιτάζοντας τη γυναίκα του με μισό χαμόγελο. «Βρίσκουμε θαυμάσιο το γεγονός ότι ακολούθησε τα βήματα του πατέρα της». «Ο πατέρας μου δεν είναι αναλογιστής» αντέτεινε η Μ ιν. «Ασφαλώς όχι, αγαπητή μου» είπε η Λιν με ελαφρώς σφιγμένη φωνή. «Σε θαυμάζουμε επειδή έκανες τη σωστή επιλογή και έμεινες στη δουλειά του πατέρα σου». Έπειτα κοίταξε τον Καλ και του χαμογέλασε. «Δεν συμφωνείς, Καλ;» «Πιστεύω πως η Μ ιν δεν κάνει ποτέ λάθος» αποκρίθηκε ο Καλ. «Το φιλέτο είναι έξοχο». «Ο Καλ δεν ακολούθησε την οικογενειακή επιχείρηση» επισήμανε ο Ρέινολντς χαμογελώντας στη Μ ιν με προσποιητή οικειότητα, και εκείνη συλλογίστηκε: Κι εσύ είσαι σκέτο τούβλο μ’ αυτά που κάθεσαι και λες. «Εννοείται! Για ποιον λόγο θα την ακολουθούσε, άλλωστε;» είπε η Μ ιν ευδιάθετα και κατέβασε το χέρι από την πλάτη του Καλ, ενώ ταυτόχρονα σκεφτόταν: Μ ήπως πρόκειται να τους ξαναδώ;
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
283
«Για ποιον λόγο θα ακολουθούσε την οικογενειακή επιχείρηση;» επανέλαβε η Λιν υψώνοντας το ένα φρύδι, πράγμα που νευρίασε τη Μ ιν επειδή ήταν σίγουρη ότι η ίδια δεν μπορούσε να το καταφέρει. «Επειδή αυτή είναι η κληρονομιά του». «Όχι» είπε η Μ ιν, και τα μάτια της Μ πινκ γούρλωσαν ακόμα περισσότερο. «Θα ήταν μέγα σφάλμα για κείνον. Είναι σαφές ότι επέλεξε τη δουλειά που του ταιριάζει». Γύρισε στον Καλ για να του χαμογελάσει και τον έπιασε να κοιτάζει ευθεία μπροστά του το κενό ανάμεσα στην Μ πινκ και τον Χάρι. Πάει αυτός, τον χάσαμε, είπε μέσα της και κοίταξε τον Χάρι. Ο μικρός εξακολουθούσε να σφίγγει το πιρούνι του και να επιθεωρεί τα πρόσωπα γύρω από το τραπέζι. Δεν ήταν να απορεί κανείς που έκανε διαρκώς εμετούς. «Θα ήταν σφάλμα το να εργαστεί σε μια αξιοσέβαστη, καθιερωμένη δικηγορική εταιρεία; Ανοησίες. Είναι η παράδοση των Μ όρισεϊ» ισχυρίστηκε ο Τζέφερσον. «Εσείς ακολουθήσατε τη δουλειά του πατέρα σας;» Η Μ ιν ανοιγόκλεισε τα μάτια. «Νόμιζα ότι την εταιρεία την ιδρύσατε εσείς και ο συνέταιρός σας». Στην απέναντι πλευρά του τραπεζιού, η Μ πινκ πέτυχε το ακατόρθωτο δίνοντας στο κουκουβαγίσιο πρόσωπό της ακόμα πιο ανέκφραστο ύφος. «Πράγματι» είπε ο Ρέινολντς δίπλα της με αγανάκτηση. «Ξεκίνησαν την παράδοση». «Δεν νομίζω ότι μπορεί κανείς να υποστηρίξει πως δύο γενιές συνιστούν παράδοση» αντέτεινε η Μ ιν προσπαθώντας να μιλήσει με διαλλακτικότητα. Κοίταξε τον Χάρι. «Εσύ, Χάρι, θέλεις να γίνεις δικηγόρος;» «Όχι. Θέλω να γίνω ιχθυολόγος». «Θα ασχοληθείς δηλαδή με τα ψάρια;» «Ναι» είπε ο Χάρι σηκώνοντας ψηλά το πιγούνι και χαμογέλασε με καμάρι. «Μ πράβο σου» είπε η Μ ιν.
284
JENNIFER CRUSIE
«Ο Χάρισον είναι παιδί» είπε η Λιν και χαμογέλασε στον Χάρι σχεδόν με εγκαρδιότητα. «Την άλλη εβδομάδα θα θέλει να γίνει πυροσβέστης». «Όχι, την άλλη εβδομάδα θα θέλω να γίνω ιχθυολόγος» επέμεινε ο Χάρι και τελείωσε τον πουρέ του. Σ’ αγαπώ, μικρέ μου, συλλογίστηκε η Μ ιν. «Χάρισον» του είπε η Λιν. «Δεν πηγαίνεις στην κουζίνα να φας το γλυκό σου με τη Σάρα;» «Εντάξει». Ο Χάρι έσπρωξε πίσω την καρέκλα του. «Μ ου επιτρέπεται να αποσυρθώ;» «Ναι, αγαπητό μου παιδί» απάντησε η Λιν. Τυχεράκια Χάρι, συλλογίστηκε η Μ ιν κοιτάζοντάς τον καθώς εκείνος έβγαινε βιαστικά από την τραπεζαρία. «Λοιπόν» είπε η Λιν χαμογελώντας με το χαμόγελο της σαύρας. «Ζητώ συγγνώμη για τη διακοπή, Μ ινέρβα. Τι έλεγες;» Κοίταξε τη Μ ιν σαν να της έλεγε: Σου δίνεται μια ευκαιρία να ανακαλέσεις. Επωφελήσου. Η Μ ιν τής ανταπέδωσε το χαμόγελο. Δεν σφάξανε, κυρά μου. «Έλεγα πως, αν αναλύσετε τα δεδομένα, θα διαπιστώσετε πως ανέκαθεν ήταν αδύνατον να μπει ο Καλ στην οικογενειακή επιχείρηση». Ο Τζέφερσον άφησε το πιρούνι του. «Κατ’ αρχάς, είναι ο δευτερότοκος γιος. Τα μεγαλύτερα παιδιά έχουν την τάση να ακολουθούν τα χνάρια της οικογένειας επειδή τους αρέσει να ευχαριστούν τους άλλους». Η Μ ιν σήκωσε το κρασί της και χαμογέλασε στον Ρέινολντς απέναντί της. «Γι’ αυτό γίνονται τόσο συχνά άνθρωποι επιτυχημένοι». Ρούφηξε μια γουλιά από το εξαίσιο κρασί ενώ όλα τα –ψυχρά, κατά κύριο λόγο– βλέμματα ήταν στραμμένα πάνω της. «Επίσης συνήθως έχουν τη μερίδα του λέοντος όσον αφορά την προσοχή και τον σεβασμό των άλλων, επομένως η επιτυχία τους είναι ένα είδος αυτοπραγμάτωσης, η εκπλήρωση μιας προφητείας. Τα μικρότερα παιδιά όμως μαθαίνουν ότι πρέπει να γίνουν πιο απαιτητικά προκειμένου να τραβήξουν την
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
285
προσοχή, κι έτσι συνηθίζουν να παραβιάζουν τους κανόνες». «Έχω την εντύπωση ότι οι γνώσεις σου στην ψυχολογία είναι μάλλον ερασιτεχνικές» σχολίασε ο Τζέφερσον χαμογελώντας της δίχως ίχνος ζεστασιάς. «Δεν λέω καμιά σοφία» είπε η Μ ιν. «Υπάρχουν άλλωστε ένα σωρό αποδείξεις που έλκουν την καταγωγή τους από τους μύθους και τους θρύλους. Στο κάτω κάτω, στα παραμύθια, ο μικρότερος γιος είναι πάντα αυτός που φεύγει για να αναζητήσει την τύχη του». «Στα παραμύθια» επισήμανε ο Ρέινολντς χασκογελώντας ανόητα, ενώ η Μ πινκ εξακολουθούσε να παριστάνει τη μαρμαρωμένη κουκουβάγια. Η Μ ιν στράφηκε ξανά στον Τζέφερσον. «Επίσης, σκεφτείτε την προσωπικότητα του Καλ. Οι φίλοι του μου λένε πως σπάνια χάνει στα στοιχήματα. Ένα πρώτο συμπέρασμα που θα έβγαζε κανείς είναι πως πρόκειται για τζογαδόρο, όμως ο Καλ δεν είναι τίποτα τέτοιο. Αν ήταν τζογαδόρος, τις μισές φορές θα έχανε. Αντίθετα, υπολογίζει τις πιθανότητες και ρισκάρει μόνο όταν ξέρει ότι αυτό θα του αποφέρει κέρδος». Κοίταξε τον Ρέινολντς απέναντί της. «Στην οικογενειακή επιχείρηση, ως νεότερος γιος, δεν θα φτάσει ποτέ στην κορυφή. Το ρίσκο είναι τόσο άνισο, ώστε αμφιβάλλω αν σκέφτηκε ποτέ να μπει στην εταιρεία». «Θα γινόταν συνέταιρος» διευκρίνισε ο Τζέφερσον, εγκαταλείποντας τα προσχήματα μιας δήθεν ανάλαφρης κουβέντας. «Τρίτος στην ιεραρχία, ενδεχομένως, πιο κάτω από εσάς και τον Ρέινολντς» παρατήρησε η Μ ιν. «Για να μην αναφερθούμε στον συνέταιρό σας και στα παιδιά του. Στους κόλπους της οικογένειας, θα ήταν πάντα το μωρό. Έπρεπε λοιπόν να αναζητήσει τον δικό του δρόμο για να ξεφύγει. Συν τοις άλλοις, υπήρχε το ζήτημα της δυσλεξίας». Η σιωπή που απλώθηκε στο τραπέζι αυτή τη φορά ήταν τόσο απόλυτη, που η Μ ιν είχε την εντύπωση ότι σε λίγο θα
286
JENNIFER CRUSIE
σκεπάζονταν από παγοκρύσταλλους. Έπιασε το μαχαίρι και το πιρούνι της και έκοψε πάλι το φιλέτο της, ευχόμενη να μπορούσε να ζητήσει να της το βάλουν σε ταπεράκι και να γυρίσει σπίτι της. «Προτιμάμε να μη συζητάμε για το φυσικό ελάττωμα του Καλ» δήλωσε η Λιν με ύφος που δεν σήκωνε αντιρρήσεις. Η Μ ιν έβαλε αργά στο στόμα της μια μπουκιά φιλέτο. «Γιατί;» ρώτησε όταν κατάπιε. «Αποτελεί κομμάτι της προσωπικότητάς του, συνέβαλε στη διαμόρφωσή του. Δεν είναι ντροπή. Πάνω από το δέκα τοις εκατό του πληθυσμού είναι άνθρωποι δυσλεκτικοί, επομένως δεν θεωρείται σπάνιο. Και εξηγεί σε μεγάλο βαθμό γιατί άνοιξε δική του εταιρεία. Το ενενήντα δύο τοις εκατό των δυσλεκτικών αποκτούν δική τους δουλειά. Νιώθουν την ανάγκη να ελέγχουν τον χώρο της εργασίας τους επειδή τα συνηθισμένα εργασιακά περιβάλλοντα δεν είναι συμβατά με τις ανάγκες τους. Και κατά κανόνα τα πάνε καλά, επειδή κατά κανόνα είναι άνθρωποι νοήμονες, προικισμένοι με κατανόηση». Σήκωσε το ποτήρι του νερού. «Έχετε έναν γιο έξυπνο, εργατικό, επιτυχημένο, αγαπητό, υγιή, γοητευτικό, ένα πλάσμα χάρμα οφθαλμών. Απορώ γιατί δεν δείχνετε τη φωτογραφία του στους φίλους σας καμαρώνοντάς τον». Στράφηκε στον Καλ για να του χαμογελάσει και τον είδε να την κοιτάζει με ξύλινη έκφραση. «Αν ήταν δικός μου, θα τον καμάρωνα και θα έδειχνα σε όλους τη φωτογραφία του». «Ασφαλώς είμαστε περήφανοι για τον Κάλβιν» είπε ψυχρά η Λιν. «Α, θαύμα» είπε η Μ ιν επιστρέφοντας στο πιάτο της. «Όσο για το φιλέτο, είχε δίκιο, είναι θεσπέσιο». «Ευχαριστώ» είπε η Λιν και στη συνέχεια στράφηκε στον Ρέινολντς και τον ρώτησε για τη δουλειά του. Δεκαπέντε λεπτά αργότερα, σέρβιραν το επιδόρπιο. Ο Ρέινολντς, η Λιν και ο Τζέφερσον συζητούσαν για την εταιρεία, ενώ ο Καλ σώπαινε. Η Μ πινκ είχε φάει τρία κομματάκια καρότο και είχε αδειάσει το κρασί της. Όσο για τη Μ ιν, είχε πλέον
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
287
μπουχτίσει με όλα αυτά. «Ξέρετε» είπε αφήνοντας την πετσέτα της δίπλα στο πιάτο της «στην ουσία είναι καλεσμένη του Χάρι, γι’ αυτό, αν μου επιτρέπετε, πηγαίνω να τον βρω». Σηκώθηκε και βγήκε στο χολ για να βρει την κουζίνα. Όταν έφτασε εκεί, βρήκε τον Χάρι να τελειώνει το παγωτό του κάτω από το άγρυπνο βλέμμα της γυναίκας που τους είχε σερβίρει το δείπνο. «Γεια σου, ιχθυολόγε μου. Έχει περισσέψει καθόλου απ’ αυτό που τρως;» τον ρώτησε. Ο Χάρι έγειρε το κεφάλι προς τη γυναίκα. «Αυτή είναι που σου έλεγα, Σάρα». «Μ άλιστα» είπε η Σάρα επιθεωρώντας τη Μ ιν από την κορυφή ως τα νύχια. «Μ ε τι το θέλετε το παγωτό σας;» «Μ ε σοκολάτα» απάντησε η Μ ιν και κάθισε απέναντι από τον Χάρι. «Η σοκολάτα είναι πάντα καλή». Ο Χάρι έξυσε το μπολ με το κουτάλι του κι έπειτα κάθισε σιωπηλά παρατηρώντας τη Μ ιν με το κουκουβαγίσιο βλέμμα της μαμάς του. Η Σάρα έβαλε μπροστά στη Μ ιν ένα μπολ με άφθονο παγωτό. «Ευχαριστώ» είπε εκείνη αιφνιδιασμένη. «Μ ε λένε Μ ιν» συστήθηκε δίνοντας το χέρι στην καμαριέρα. «Σάρα» είπε η γυναίκα σφίγγοντάς το. «Τρώγε προτού σου λιώσει». Η Μ ιν συγκατένευσε και πήρε μια κουταλιά. Το παγωτό ήταν θεσπέσιο, πλούσιο σε λίπη, είχε λεία υφή και η σοκολάτα αποπάνω ήταν υπέροχα ελαφριά και γλυκόπικρη. Όφειλε να ομολογήσει ότι η Λιν Μ όρισεϊ προσέφερε εξαιρετικής ποιότητας φαγητό. «Ώστε τόλμησες να αντιμιλήσεις στη Βασίλισσα του Χιονιού;» ρώτησε η Σάρα ακουμπώντας στον νεροχύτη. Η Μ ιν σκέφτηκε προς στιγμήν να παραστήσει ότι δεν καταλάβαινε, αλλά μετά σήκωσε τους ώμους. «Διαφώνησα μαζί της».
288
JENNIFER CRUSIE
«Δεν πρόκειται να μας ξανάρθεις». «Όχι, προς Θεού!» είπε η Μ ιν. Ο Χάρι άφησε κάτω το κουτάλι τρομοκρατημένος. «Στο πάρκο θα ξανάρθεις τουλάχιστον;» «Ναι» του απάντησε η Μ ιν. «Αν και δεν είμαι σίγουρη αν ο θείος σου ο Καλ θα θελήσει να μου ξαναμιλήσει». «Φαίνεται συμπαθητικός» είπε η Σάρα. «Ήσυχος. Σπάνια τον βλέπουμε εδώ». «Το φαντάζομαι» είπε η Μ ιν, ενώ την ίδια στιγμή ο Καλ έμπαινε στην κουζίνα. «Γεια σου» του φώναξε κουνώντας το κουτάλι της προς το μέρος του. «Όπως αποδεικνύεται, η μαμά σου έχει έξοχο γούστο και στο παγωτό» σχολίασε. Εδώ που τα λέμε, ήταν αναμενόμενο, συλλογίστηκε. «Είσαι έτοιμη να φύγουμε;» ρώτησε ο Καλ κουνώντας το κεφάλι ανέκφραστος. Η Μ ιν κοίταξε το γεμάτο μπολ με το πλούσιο σε λίπη και ζάχαρη παγωτό και αναστέναξε. «Ναι» είπε υπάκουα και άφησε κάτω το κουτάλι της˙ στη θέση του Καλ, θα ήθελε να φύγει τρέχοντας αποκεί μέσα. Ο Καλ βγήκε να την περιμένει στο χολ. «Μ πορώ να φάω εγώ το παγωτό σου;» ρώτησε ο Χάρι. «Μ ήπως σου προκαλέσει εμετό;» είπε η Μ ιν. «Δεν το παθαίνω με το παγωτό». Η Μ ιν έσπρωξε το μπολ προς το μέρος του. «Δώσ’ του να καταλάβει» είπε και σηκώθηκε. «Σάρα, χάρηκα που σε γνώρισα». «Βέβαια. Καλή τύχη» είπε η Σάρα. Βρήκε τον Καλ στο χολ, ο οποίος της άνοιξε την πόρτα αμίλητος. Κόντευαν να φτάσουν στα σκαλοπάτια, όταν η Μ πινκ φάνηκε στο κατώφλι. «Λοιπόν;» είπε στον Καλ. Εκείνος της κούνησε το κεφάλι, και η Μ πινκ χαμογέλασε στη Μ ιν. «Χάρηκα που σε ξαναείδα» της είπε, και φαινόταν ότι το εννοούσε. Ο Καλ έκανε μεταβολή και κατέβηκε τη σκάλα, καθώς η
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
289
Μ πινκ ξαναέμπαινε στο σπίτι. Η Μ ιν τον ακολούθησε, βέβαιη ότι θα επακολουθούσε καβγάς. Παρ’ όλα αυτά, δεν μετάνιωνε για τη στάση της. Κάθισε στη δερμάτινη θέση του συνοδηγού. Ομολογουμένως, θα της έλειπε το ωραίο αυτοκίνητό του. Και το φαγητό, αν και θα μπορούσε να εξακολουθήσει να τρώει στου Εμίλιο χωρίς τον Καλ. Και… Ο Καλ μπήκε στο αμάξι και έκλεισε με δύναμη την πόρτα. Έμεινε ακίνητος για μερικές στιγμές, δίνοντας την ευκαιρία στη Μ ιν να περιεργαστεί το άκαμπτο προφίλ του. Κι εσύ θα μου λείψεις, είπε μέσα της. «Τι ήθελε η Μ πινκ;» τον ρώτησε προσπαθώντας να αναβάλει την επικείμενη σύγκρουση. Ο Καλ γύρισε προς το μέρος της και, όταν μίλησε, η φωνή του ήταν τόσο σφιγμένη, που σχεδόν έσπασε. «Δεν ξέρεις πόσο λυπάμαι για όλα αυτά». «Πώς;» ρώτησε η Μ ιν πέφτοντας απ’ τα σύννεφα. «Για την οικογένειά μου». Έκλεισε τα μάτια του κι έπειτα συνέχισε ζωηρά: «Συνήθως συμπεριφέρονται πολύ καλά μπροστά σε ξένους». «Έχω την εντύπωση ότι δεν ήμουν ο τύπος τους» είπε η Μ ιν διατηρώντας ανάλαφρο τόνο στη φωνή της. «Εξάλλου φέρθηκα με αγένεια. Τα καλά νέα είναι ότι έφαγα περίφημα και ότι δεν είμαι υποχρεωμένη να τους ξαναδώ. Μ ήπως ξέρεις τι ήταν το παγωτό που έφαγα; Το βρήκα συγκλονιστικό, αν και υποψιάζομαι ότι δεν ήταν με χαμηλά λιπαρά». «Δεν σε πειράζει;» είπε ο Καλ. «Τι να με πειράξει; Το γεγονός ότι η μητέρα σου είναι κακιά μάγισσα, ο πατέρας σου καθοίκι και ο αδελφός σου ένας ηλίθιος αλαζόνας; Όχι. Γιατί να με πειράξει; Δεν είναι η οικογένειά μου. Η οποία συγκριτικά μου φαίνεται μια χαρά αυτή τη στιγμή, κι αυτό το οφείλω σ’ εσένα. Τώρα, σχετικά με το παγωτό…» Ο Καλ έγειρε προς το μέρος της και τη φίλησε, κι εκείνη ακούμπησε την παλάμη της στο μάγουλό του ανταποδίδοντας το φιλί, γλιστρώντας στο γνώριμο καυτό, αστραφτερό σύμπαν όπως
290
JENNIFER CRUSIE
πάντα, ευχαριστημένη που τον άγγιζε, που ένιωθε τα μαλλιά της μέσα στη χούφτα του, που ήταν μαζί του. Όταν τα χείλη τους ξεκόλλησαν, έμεινε κοντά του γιατί δεν ήταν έτοιμη να τον αποχωριστεί. «Μ ε φίλησες επειδή πρόσβαλα τη μητέρα σου;» τον ρώτησε ελαφρώς παραζαλισμένη. «Γιατί έχω κι άλλα πολλά φρικτά πράγματα να πω εις βάρος της». Ο Καλ χαμογέλασε, κι εκείνη χαλάρωσε επειδή έβλεπε ξανά τον παλιό καλό Καλ. «Μ πα, απλώς μου αρέσει να σε φιλάω». «Α, καλά» είπε η Μ ιν, αρχίζοντας σιγά σιγά να συνέρχεται. «Αλλά σταμάτα, γιατί είπαμε ότι δεν είμαστε σε τέτοια φάση. Εγώ σε φίλησα από ανακούφιση, επειδή νόμιζα ότι θα μου έκοβες την καλημέρα. Είμαι βέβαιη πως οι δικοί σου δεν θα μου ξαναμιλήσουν». Ο Καλ έβαλε το κλειδί στη μηχανή και έβαλε μπρος. «Ορισμένοι από την οικογένειά μου σε συμπαθούν». «Ο Χάρι». Η Μ ιν έγειρε πίσω στο κάθισμά της και προσπάθησε να σκεφτεί κάτι άλλο πέρα από το φιλί του. «Ναι, επειδή του έδωσα το παγωτό μου». «Εκτός από το δικό του έφαγε και το δικό σου;» ρώτησε ο Καλ κόβοντας ταχύτητα. «Ναι. Μ ου είπε ότι με το παγωτό δεν κάνει εμετό». «Σου είπε ψέματα». Ο Καλ σταμάτησε το αυτοκίνητο. «Τον αρρωσταίνει γενικά η ζάχαρη». «Πρέπει να γυρίσουμε;» ρώτησε έντρομη η Μ ιν. «Όχι, προς Θεού». Ο Καλ έβγαλε το κινητό του. Αφού ενημέρωσε την Μ πινκ για τον επικείμενο εμετό, έβαλε ξανά μπρος. «Υπέροχα, της δηλητηρίασα το παιδί» είπε η Μ ιν. «Τώρα θα με μισήσει κι αυτή». «Δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση. Ξέρει ότι ο Χάρι προσπαθεί να ξεγελάει τον κόσμο για να τρώει περισσότερα γλυκά. Η Μ πινκ σε συμπαθεί».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
291
«Δεν το δείχνει». «Όχι, στ’ αλήθεια σε συμπαθεί» επέμεινε ο Καλ οδηγώντας το αμάξι στον κεντρικό δρόμο. «Μ ου πρόσφερε εκατό χιλιάδες δολάρια για να σε παντρευτώ». «Πώς;» Η Μ ιν έβαλε τα γέλια. «Ποιος θα το ’λεγε ότι διαθέτει χιούμορ!» «Έχει πολύ χιούμορ, ωστόσο δεν αστειευόταν. Έχει την οικονομική ευχέρεια». Ο Καλ πάτησε γκάζι και καθώς απομακρύνονταν από το πατρικό του αναστέναξε με ανακούφιση. «Δόξα τω Θεώ! Επιτέλους φύγαμε». «Για στάσου» είπε η Μ ιν σοβαρεύοντας. «Όντως σου πρόσφερε…» «Η Μ πινκ τρώει με τους γονείς μου κάθε Κυριακή εδώ και δέκα χρόνια» της εξήγησε ο Καλ. «Ήταν η πρώτη φορά που το διασκέδασε. Αν σκεφτείς ότι οι γονείς μου είναι γύρω στα πενήντα πέντε και θα ζήσουν πιθανώς άλλα τριάντα χρόνια το λιγότερο, την περιμένουν άλλες εξακόσιες μίνιμουμ θλιβερές Κυριακές. Έτσι το υπολογίζει η Μ πινκ. Αν προσθέσουμε τις γιορτές και διαιρέσουμε το σύνολο με τα εκατό χιλιάρικα, μας κάνει περίπου εξήντα δολάρια το γεύμα, κάτι που για την Μ πινκ είναι ψίχουλα. Εδώ που τα λέμε, είναι και για μένα μεγάλη ευκαιρία, αν και για τίποτα στον κόσμο δεν θα περνούσα εκεί όλες τις Κυριακές μου». «Θεέ μου» αναφώνησε η Μ ιν. «Επιπλέον, από χτες, αφότου γύρισε από το φαγητό μαζί μας, ο Χάρι τραγουδάει διαρκώς: “Hunka hunka burning love”. Η Μ πινκ λέει ότι η έκφραση και μόνο του προσώπου των γονιών μου αξίζει εκατό χιλιάρικα». «Αναμφίβολα είναι απίθανο τραγούδι» πέταξε η Μ ιν, βλέποντας ότι η φωνή του ακουγόταν τώρα πιο ανάλαφρη. «Δεν ήταν το μοναδικό απίθανο πράγμα της βραδιάς». Ο Καλ συνέχισε να οδηγεί για λίγο σωπαίνοντας κι έπειτα τη ρώτησε: «Πώς ήξερες ότι ήμουν δυσλεξικός;» «Ο Ρότζερ το είπε στην Μ πόνι και αναζήτησα πληροφορίες
292
JENNIFER CRUSIE
στο δίκτυο. Επίσης δεν ήθελες να μου γράψεις τη συνταγή για το κοτόπουλο μαρσάλα όταν σου το ζήτησα. Επειδή ποτέ δεν μου αρνιέσαι τίποτα, κατάλαβα πως ήταν κάτι που δεν μπορούσε να γίνει». Η Μ ιν ακούμπησε πίσω το κεφάλι και γύρισε να τον κοιτάξει. «Σε πείραξε;» «Όχι. Είναι αλήθεια ότι οι δυσλεξικοί ανοίγουν δική τους επιχείρηση;» «Ναι. Όλα όσα τους είπα ήταν αλήθεια. Εσύ πώς ήξερες για τις προαγωγές μου;» «Η Μ πόνι το είπε στον Ρότζερ» της εξήγησε ο Καλ στρίβοντας σε έναν χώρο στάθμευσης. Η Μ ιν κοίταξε με περιέργεια την είσοδο του καταστήματος. Φαινόταν ακριβό και αριστοκρατικό. «Επιστρέφω αμέσως» είπε ο Καλ και κατευθύνθηκε προς το μαγαζί. Δεκαπέντε λεπτά αργότερα, επέστρεψε στο αυτοκίνητο και της πέταξε μια γυαλιστερή σακούλα με χρυσά γράμματα. «Τι είναι αυτό;» αναφώνησε εκείνη πιάνοντάς τη στον αέρα. Η σακούλα ήταν βαριά. Ρίχνοντας μια ματιά στο περιεχόμενο, αντίκρισε τα τετράγωνα άσπρα χάρτινα κουτιά με τη χρυσή ετικέτα. «Είναι το παγωτό που έφαγες στη μητέρα μου» της απάντησε οδηγώντας το αμάξι ξανά στον δρόμο. «Οκτώ γεύσεις. Σκοπεύω βέβαια να σου στείλω λουλούδια, αλλά πιστεύω πως σου αξίζει μια άμεση επιβράβευση». Η Μ ιν έσφιξε τη σακούλα. Ώστε στ’ αλήθεια δεν ήταν θυμωμένος. Πλημμυρισμένη από ανείπωτη ανακούφιση, κατέληξε στη δυσάρεστη διαπίστωση ότι δεν ήθελε να τον χάσει από τη ζωή της. «Όλα καλά;» ρώτησε ο Καλ, κι εκείνη του χαμογέλασε σφιγμένα. «Ε… όχι» του είπε, δήθεν ενοχλημένη. «Πού είναι το κουτάλι;» Χωρίς να χάσει από τα μάτια του τον δρόμο, εκείνος έβγαλε
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
293
ένα πλαστικό κουταλάκι από την τσέπη του σακακιού του και της το έδωσε. «Έχω ενθουσιαστεί» του είπε χωρίς να σκεφτεί. «Θαύμα. Κι εγώ το ίδιο». «Μ ε φιλικό τρόπο, βέβαια» έσπευσε να προσθέσει η Μ ιν. «Σωστά» είπε ο Καλ κουνώντας το κεφάλι. «Οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους» κατέληξε η Μ ιν και άνοιξε το πρώτο κουτί. «Τη φωνάζει Μ ίνι» ανήγγειλε η Σίνθι όταν ο Ντέιβιντ σήκωσε το τηλέφωνο εκείνο το βράδυ. «Της χάρισε το κασκέτο του, το καπέλο του μπέιζμπολ». «Αν της χαρίσει το αναμνηστικό δαχτυλίδι του σχολείου του, ενημέρωσέ με» είπε ο Ντέιβιντ ανόρεχτα. «Θα με αφήσεις επιτέλους να περάσω μια ήρεμη Κυριακή;» «Δεν ξέρω, Ντέιβιντ» είπε η Σίνθι με απειλητική φωνή. «Θέλεις οι μελλοντικές Κυριακές σου να περιλαμβάνουν τη Μ ιν;» «Ναι. Αλλά όταν βγήκαμε για φαγητό εκνευρίστηκε και τώρα δεν απαντάει στις κλήσεις μου. Άκου, ο Καλ εγκαταλείπει τις φιλενάδες του έπειτα από δύο μήνες. Πιστεύω πως το εξυπνότερο που έχω να κάνω είναι να περιμένω να την παρατήσει και μετά να την παρηγορήσω». «Και δεν σε ενοχλεί που θα κάνει τα δικά του στο κρεβάτι στη διάρκεια αυτών των δύο μηνών;» ρώτησε η Σίνθι. «Πάψε» διαμαρτυρήθηκε ο Ντέιβιντ και ανακάθισε. «Μ ιλάς για…» «Δεν έχεις ιδέα τι μπορεί να κάνει αυτός ο άντρας στο κρεβάτι με μια γυναίκα. Έχεις την εντύπωση ότι θα είσαι σε θέση να την ικανοποιήσεις, από τη στιγμή που θα έχει πλαγιάσει μαζί του;» «Είμαι καλός στο κρεβάτι» είπε ο Ντέιβιντ θιγμένος. «Ο Καλ δεν είναι απλώς καλός. Στη θέση σου, δεν θα
294
JENNIFER CRUSIE
περίμενα να ανακαλύψει η Μ ιν πόσο καλύτερος είναι από σένα». «Σίνθι, αυτό που λες είναι αισχρό». «Ωραία λοιπόν, άφησέ τον να κερδίσει» είπε η Σίνθι με φωνή που θύμιζε νύχι που έξυνε μαυροπίνακα. «Δεν είναι ζήτημα το ποιος θα κερδίσει» αντέτεινε ο Ντέιβιντ ενώ σκεφτόταν: Το κάθαρμα θα κερδίσει. Κι αυτός θα έχανε τη Μ ιν. Το λάθος ήταν όλο δικό της. Ήταν από τις γυναίκες που θέλουν να τους δίνεις σημασία, και τώρα που ο Καλ Μ όρισεϊ προσπαθούσε να τραβήξει την προσοχή της για να κερδίσει ένα στοίχημα, η Μ ιν είχε κολακευτεί. Σκέφτηκε με πόση ευγνωμοσύνη θα τον υποδεχόταν η Μ ιν αν την πλησίαζε και ασχολιόταν μαζί της. Ήταν τόσο απλοϊκή… Αυτός ήταν ο λόγος που ο Καλ την κρατούσε στο χέρι. Επομένως, ο Ντέιβιντ είχε καθήκον να τον σταματήσει. Και να τη σώσει. «Ντέιβιντ; Τη θέλεις πίσω, ναι ή όχι;» έλεγε τώρα η Σίνθι τσιγκλώντας τον. «Ναι». «Τότε πήγαινε στο διαμέρισμά της και μάγεψέ την» τον προέτρεψε η Σίνθι. «Πες της πόσο σημαντική είναι. Πρόσφερέ της κάτι, ένα δώρο, της αρέσουν οι γυάλινες σφαίρες με το χιόνι, πάρ’ της μια γυάλινη σφαίρα. Πρόσφερέ της χαρά, να πάρει η οργή!» «Γυάλινη σφαίρα» επανέλαβε ο Ντέιβιντ ανακαλώντας στη μνήμη τα μπιμπελό στο γείσο του τζακιού της. «Αν σου αντισταθεί, άφησε στο σπίτι της κάτι, ώστε να έχεις δικαιολογία να την επισκεφτείς την επομένη. Μ ια γραβάτα, λόγου χάρη» τον συμβούλεψε η Σίνθι. «Γιατί να βγάλω τη γραβάτα μου;» ρώτησε ο Ντέιβιντ. Ακολούθησε σύντομη παύση. «Κάνε ό,τι σου λέω, Ντέιβιντ. Δεν έχω χρόνο να σου δώσω μαθήματα για το πώς θα τα ξαναβρείς με τη φιλενάδα σου». «Εντάξει. Θα πάω μετά τη δουλειά. Θα την αιφνιδιάσω. Θα
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
295
μιλήσουμε για γάμο». «Θα μιλήσετε;» αναφώνησε η Σίνθι χάνοντας την υπομονή της. «Επιτέλους, μπορείς για μια φορά στη ζωή σου να κάνεις κάτι περισσότερο από το να μιλάς;» «Δεν σκοπεύω να φερθώ σαν άνθρωπος των σπηλαίων μαζί της». «Το δοκίμασες ποτέ;» «Ασφαλώς όχι». «Τότε πώς ξέρεις ότι δεν λειτουργεί;» «Ώχου! Εντάξει, διάβολε, θα τη φιλήσω. Φιλάει υπέροχα» είπε ο Ντέιβιντ. «Χαίρομαι ιδιαιτέρως» είπε ξερά η Σίνθι. «Ντέιβιντ, το καλό που σε θέλω, φρόντισε να μην τα θαλασσώσεις πάλι». «Εντάξει» ξαναείπε ο Ντέιβιντ, μα εκείνη του είχε ήδη κλείσει το τηλέφωνο. «Θεέ μου, τι στρίγκλα» μουρμούρισε στη νεκρή γραμμή και κατόπιν έκλεισε κι αυτός. Τη Δευτέρα το πρωί, η Νανέτ τηλεφώνησε στη Μ ιν για να μάθει πώς είχε πάει το δείπνο στους Μ όρισεϊ. «Πες μου τα όλα» της είπε. «Μ ητέρα, είμαι στη δουλειά». «Ναι, αλλά ο πατέρας σου δεν θα σε απολύσει. Εσένα ποτέ δεν θα σε πρόδιδε». «Μ αμά;» «Πώς ήταν το σπίτι τους;» ρώτησε η Νανέτ. «Η μητέρα του σε συμπάθησε;» «Το σπίτι ήταν πολύ όμορφο και η μητέρα του με αντιπάθησε». «Μ ιν, αν πρόκειται να γίνει πεθερά σου…» «Δεν θα γίνει πεθερά μου». «…θα τη χρειαστείς. Όχι δηλαδή ότι η γιαγιά σου με βοήθησε στο παραμικρό…» «Πότε χρειάστηκες βοήθεια με τον μπαμπά, μου λες;» ρώτησε
296
JENNIFER CRUSIE
η Μ ιν. «Ε, να… τώρα…» ψέλλισε η Νανέτ. «Τώρα η γιαγιά δεν μπορεί να σε βοηθήσει γιατί έχει πεθάνει. Τι συμβαίνει;» Ακολούθησε μακρά σιωπή και στο τέλος η Νανέτ δήλωσε με ύφος δραματικό: «Μ ε απατάει». «Αποκλείεται. Ειλικρινά, μαμά, πώς θα έβρισκε την ευκαιρία για να σε απατήσει; Ξέρεις πού βρίσκεται κάθε λεπτό της ημέρας». «Στα γεύματα εργασίας» αποκρίθηκε η Νανέτ με ύφος μυστηριώδες. «Τα μεσημέρια τρώει με την Μ πέβερλι» είπε η Μ ιν. «Μ ια γυναίκα που λατρεύει τον άντρα της και που θα προτιμούσε να μη δούλευε την ώρα του μεσημεριανού φαγητού. Ο μπαμπάς δεν έχει σχέση μαζί της, τελεία και παύλα». «Είσαι τόσο αφελής, μικρή μου Μ ιν» είπε η Νανέτ. «Είσαι τόσο παρανοϊκή, μητέρα» είπε η Μ ιν. «Τι είναι αυτό που έβαλε στο μυαλό σου αυτή την ιδέα;» «Έχει αλλάξει. Δεν μιλάμε πια μεταξύ μας». «Εσύ για το μόνο που μιλάς είναι τα ρούχα, ο γάμος και τα κιλά μου» της πέταξε η Μ ιν. «Ο άνθρωπος δεν ενδιαφέρεται. Μ άθε γκολφ και θα δεις που θα φλυαρείτε όλη την ώρα μαζί». «Έπρεπε να το φανταστώ πως δεν θα με καταλάβαινες. Εσύ, άλλωστε, έχεις τον Κάλβιν σου». «Δεν έχω κανέναν Κάλβιν» διαμαρτυρήθηκε η Μ ιν ψαρεύοντας από το συρτάρι το συρραπτικό μηχάνημα. «Δεν βγαίνουμε… αχ!» Τραβώντας το χέρι της, είδε έναν συνδετήρα καρφωμένο στο ακροδάχτυλό της. «Δεν θυσιάζεις λίγο από τον χρόνο σου για να σκεφτείς τη μητέρα σου» γκρίνιαξε η Νανέτ. «Για όνομα του Θεού και της Παναγίας!» αναφώνησε η Μ ιν. «Ασχολήσου με τον γάμο και μην κάνεις καμιά κουταμάρα και
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
297
αφήσεις τον μπαμπά, γιατί σε διαβεβαιών ω πως δεν συμβαίνει τίποτα. Μ άρτυς μου ο Θεός, ο άνθρωπος είναι αθώος». «Οι θυγατέρες είναι οι τελευταίες που το μαθαίνουν» αποφάνθηκε η Νανέτ και έκλεισε. «Είναι για τα πανηγύρια» μουρμούρισε η Μ ιν και κατεβάζοντας το ακουστικό σκούπισε το δάχτυλό της μ’ ένα χαρτί. Το τηλέφωνο ξαναχτύπησε σχεδόν αμέσως. Ήταν η Νταϊάνα. «Γεια» είπε η αδελφή της με τρεμουλιαστή φωνή. «Τι συμβαίνει;» ρώτησε η Μ ιν, σκουπίζοντας το δάχτυλο που συνέχιζε να ματώνει. «Μ ’ έχει πάρει λίγο αποκάτω. Μ ήπως θα μπορούσαμε να κάνουμε κάτι μαζί;» «Βεβαιότατα. Τι λες για απόψε;» «Απόψε δεν γίνεται. Το βράδυ θα φάμε στους γονείς του Γκρεγκ. Πώς ήταν στο πατρικό του Καλ;» «Χάλια» απάντησε η Μ ιν. «Τι λες για αύριο βράδυ;» «Δεν μπορώ. Η Σούζι και η Κάρεν οργανώνουν πάρτι για μένα με θέμα “παιχνίδια του σεξ”». «Λυπάμαι που θα το χάσω» είπε ψέματα η Μ ιν προσπαθώντας να μη σκέφτεται τη Σκύλα μ’ έναν δονητή στο χέρι. «Την Τετάρτη μπορείς;» πρότεινε η Νταϊάνα. «Ξέρω ότι τις Τετάρτες βγαίνεις με τη Γλυκούλα και την Τσούλα, αλλά μήπως με θέλετε μαζί σας;» «Φυσικά» είπε η Μ ιν προσπαθώντας να μη γελάσει. «Προπάντων αν μου υποσχεθείς ότι θα τις αποκαλέσεις Γλυκούλα και Τσούλα». «Η Λίζα θα με σκότωνε!» είπε η Νταϊάνα, που τώρα ακουγόταν πιο χαρούμενη. «Έλα πρώτα αποδώ» είπε η Μ ιν. «Μ ετά βγαίνουμε όλες μαζί και το βράδυ κοιμάσαι σπίτι μου. Σαν τον παλιό καλό καιρό. Μ όνο που θα συναρμολογούμε κουτάκια για κέικ, γιατί μόλις πληροφορήθηκα πως αυτή τη δουλειά πρέπει να την κάνουμε
298
JENNIFER CRUSIE
εμείς». «Σύμφωνοι» είπε η Ντι. «Αισθάνομαι καλύτερα. Φταίει ο εκνευρισμός πριν από τον γάμο». «Ίσως. Δεν μου λες, μίλησες καθόλου με τη μαμά τελευταία;» «Φυσικά. Αφού ζω μαζί της» αποκρίθηκε η Νταϊάνα. «Όχι, εννοώ αν μίλησες ουσιαστικά. Μ όλις μου τηλεφώνησε για να μου ανακοινώσει πως ο μπαμπάς την απατάει». «Ωχ. Όχι, δεν μου ανέφερε τίποτα». «Καλύτερα» είπε η Μ ιν, διαβεβαιώνοντας την αδελφή της ότι ο πατέρας τους δεν κοιμόταν με τη γραμματέα του. «Κάτι τέτοιο θα απαιτούσε απ’ αυτόν να παραλείψει το μεσημεριανό φαγητό, Ντι, και πες μου ειλικρινά, τον έχεις ικανό να θυσιάσει το φαγητό του;» Έπειτα έκλεισαν ανανεώνοντας το ραντεβού τους για την Τετάρτη, με την υπόσχεση ότι θα περνούσαν υπέροχα. Η Μ ιν κάθισε και κοίταζε το τηλέφωνο, περιμένοντας να ξαναχτυπήσει. Είχε ζητήσει από τον Καλ να μην της τηλεφωνήσει, του είχε πει πως ήθελε τη Δευτέρα για τον εαυτό της, αλλά δεν ήταν συνηθισμένος να δέχεται οδηγίες, επομένως ίσως… Στις πέντε το απόγευμα, ήταν πλέον φανερό ότι τελικά είχε μάθει να δέχεται οδηγίες, ο αφιλότιμος. Η Μ ιν γύρισε σπίτι και, προτού ανοίξει την πόρτα, άκουσε τον Έλβις στο στερεοφωνικό της. Μ πήκε στο διαμέρισμα και είδε τον γάτο ξαπλωμένο στην πλάτη του καναπέ με τα αυτιά κοντά στα ηχεία. «Πάλι το άνοιξες μόνος σου;» τον ρώτησε και πήγε να τον αγκαλιάσει θέλοντας να τον αποζημιώσει για τις ώρες που τον είχε αφήσει μόνο – κάτι που ωστόσο δεν φαινόταν να τον ενοχλεί διόλου. Έπειτα έβρασε μακαρόνια με την προοπτική να περάσει μια ευχάριστη βραδιά με τον γάτο της, έχοντας το αυτί τεντωμένο, καλού κακού, μήπως τυχόν ακούσει χτύπημα στην πόρτα. Όταν ακούστηκε το χτύπημα, η Μ ιν αισθάνθηκε νευριασμένη και χαρούμενη συνάμα. Εντάξει, μπορεί ο Καλ να μην είχε μάθει να ακούει, αλλά, όπως και να ’χε, η επίσκεψή του
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
299
τη χαροποιούσε. Όταν άνοιξε την πόρτα και είδε μπροστά της τον Ντέιβιντ, η χαρά έσβησε και της έμεινε μονάχα ο θυμός. «Τι θέλεις εσύ εδώ;» τον ρώτησε. «Πρέπει να σου μιλήσω». Ο Ντέιβιντ μπήκε στο σπίτι και ξαφνικά μαρμάρωσε καρφώνοντας το βλέμμα στην άκρη του καναπέ της. «Θεέ μου, τι είναι αυτό;» «Είναι ο Έλβις» του απάντησε η Μ ιν κλείνοντας την εξώπορτα. «Ο γάτος μου. Τον αγαπώ. Έτσι και τον προσβάλεις, δεν θέλω να σε ξαναδώ στα μάτια μου». Ο Ντέιβιντ κάθισε στον καναπέ, όσο το δυνατόν πιο μακριά από τον Έλβις. «Σκεφτόμουν για εμάς τους δυο» άρχισε να λέει χαλαρώνοντας τη γραβάτα του. «Δεν υπάρχει τίποτα για να σκεφτείς. Ποτέ δεν ήμασταν ουσιαστικά μαζί. Το καλύτερο που έκανες για μένα ήταν που με παράτησες. Θα σου ήμουν ευγνώμων, αν δεν εξακολουθούσα να είμαι θυμωμένη μαζί σου για τον ίδιο λόγο». «Ξέρω, ξέρω, μου αξίζει». Ο Ντέιβιντ έλυσε τη γραβάτα του παρουσιάζοντας μια εικόνα στην οποία δεν είχε συνηθίσει τη Μ ιν. «Ήταν το πιο βλακώδες πράγμα που έχω κάνει στη ζωή μου». Χτύπησε τον καναπέ πλάι του. «Έλα να καθίσεις δίπλα μου, θέλω να σου μιλήσω». Η Μ ιν πλησίασε και κάθισε. «Κάνε γρήγορα» του είπε. «Ο Έλβις κι εγώ έχουμε μπροστά μας μια σπουδαία βραδιά». Ακούγοντας το όνομά του, ο Έλβις σύρθηκε στην πλάτη του καναπέ και κάθισε δίπλα της, μουγκρίζοντας ανεπαίσθητα καθώς εκείνη του έξυσε το κεφάλι ανάμεσα στα αυτιά. «Ήρεμα, αγριμάκι μου» του είπε. «Ο Ντέιβιντ φεύγει». Εκείνος έγειρε κοντά της έχοντας πάντα τον νου του στον γάτο. «Θέλω να σε παντρευτώ, Μ ιν». Ο Έλβις άπλωσε το πόδι και του επιτέθηκε στο μανίκι.
300
JENNIFER CRUSIE
«Διάβολε!» φώναξε ο Ντέιβιντ και τραβήχτηκε πίσω. «Γιατί μου επιτέθηκε;» «Ο Έλβις δεν θέλει να παντρευτεί» είπε η Μ ιν. «Πιστεύω ότι η Πρισίλα τού ράγισε την καρδιά. Ποτέ δεν έπαψε να την αγαπάει, ξέρεις». «Δεν είναι αστείο». «Ποιος γελάει;» «Άκου, σου μιλάω σοβαρά». Ο Ντέιβιντ έβγαλε από την τσέπη του πανωφοριού του ένα πακέτο και της το έδωσε. «Αυτό είναι για να δείξω πόσο σοβαρά μιλάω». «Δεν πιστεύω να μου πήρες δαχτυλίδι;» είπε έντρομη η Μ ιν. «Όχι» της αποκρίθηκε, και εκείνη ξετύλιξε το πακέτο˙ περιείχε μια ακριβή γυάλινη σφαίρα διαμέτρου επτά εκατοστών με τον Πύργο του Άιφελ στο εσωτερικό της. «Ο Πύργος του Άιφελ;» αναφώνησε η Μ ιν. Ο τύπος δεν με γνωρίζει καθόλου. «Εκεί θα πάμε ταξίδι του μέλιτος» της εξήγησε ο Ντέιβιντ πλησιάζοντας ξανά. «Στο Παρίσι. Θα ζήσουμε μια υπέροχη ζωή, Μ ιν. Και δεν έχω αντίρρηση να βάλουμε μπρος αμέσως για οικογένεια…» «Δεν θέλω παιδιά» είπε η Μ ιν κοιτάζοντας με μάτια μισόκλειστα τη σφαίρα. «Ντέιβιντ, δεν είναι το είδος…» «Και βέβαια θέλεις παιδιά» την έκοψε εκείνος. «Είσαι γεννημένη μητέρα». Η Μ ιν άφησε τη σφαίρα στο τραπεζάκι πλάι στον καναπέ και κοίταξε τον γάτο. «Έλβις, ας υποθέσουμε πως υπάρχουν δύο άντρες. Ο ένας σε αποκαλεί αμαρτωλό άγγελο και ο άλλος γεννημένη μητέρα. Εσύ ποιον θα διάλεγες;» «Εννοείται ότι δεν είσαι μόνο αυτό» είπε ο Ντέιβιντ. «Αλλά…» Σώπασε γιατί η γάτα πήδησε από την πλάτη του καναπέ και, καθώς τριβόταν πάνω του, άφησε τρίχες στο μανίκι του. «Το γατί σου με λέρωσε με τις τρίχες του». «Μ ε το δίκιο του» είπε η Μ ιν. «Το σακάκι σου μόλις άφησε
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
301
ακριβό χνούδι πάνω στη γούνα του». «Μ ιν, ξέρω ότι βλέπεις τον Καλ Μ όρισεϊ» δήλωσε ο Ντέιβιντ. «Αλήθεια;» είπε η Μ ιν ενώ την ίδια στιγμή σκεφτόταν: Εξακολουθείς να προσπαθείς να κερδίσεις εκείνο το στοίχημα, γελοίο υποκείμενο. Αυτό και μόνο ήταν αρκετό για να την κάνει να πλαγιάσει με τον Καλ. Η σκέψη αποδείχτηκε περισσότερο ερεθιστική απ’ όσο θα έπρεπε. «Πρέπει να σταματήσετε να συναντιέστε» συνέχισε ο Ντέιβιντ με ύφος σοβαρό. «Μ ην τον ξαναδείς». Ο γάτος πήδησε στο τραπεζάκι για να μυρίσει τη γυάλινη σφαίρα, αλλά, όπως είχε πάρει φόρα, η σφαίρα προσγειώθηκε στο πέτρινο δάπεδο μπροστά από το τζάκι και έγινε θρύψαλα. Νερά χύθηκαν παντού. «Έλβις!» Η Μ ιν πετάχτηκε όρθια για να τον απομακρύνει. «Μ ην πλησιάζεις τα σπασμένα γυαλιά». «Το έκανε επίτηδες» είπε ο Ντέιβιντ νευριασμένος. «Ναι, ο γάτος συνωμοτεί εναντίον σου». Η Μ ιν ψάρεψε τη βάση και τα κομμάτια του γυαλιού μέσ’ απ’ τα νερά και τα ακούμπησε στο τραπέζι. Έπειτα πήγε να φέρει τον σκουπιδοτενεκέ της και άρχισε να πετάει τα γυαλιά. «Αυτός ο γάτος…» είπε ο Ντέιβιντ. «Ναι;» είπε η Μ ιν σηκώνοντας το μεγαλύτερο κομμάτι. «Ξέχνα το. Δεν έχεις ιδέα τι σκαρώνει ο Καλ Μ όρισεϊ». «Έχω, και πολύ καλή μάλιστα» είπε η Μ ιν πιάνοντας άλλο ένα κομμάτι. «Προσπαθεί να με ρίξει στο κρεβάτι». «Ε, λοιπόν, ναι» είπε ο Ντέιβιντ. «Αλλά δεν είναι μόνο αυτό». «Το ξέρω». Η Μ ιν μάζεψε το τρίτο και τελευταίο μεγάλο κομμάτι κι έπειτα κοίταξε τα υπόλοιπα. «Μ ου δίνεις, σε παρακαλώ, το περιοδικό που είναι πάνω στο τραπέζι;» Ο Ντέιβιντ της έδωσε το περιοδικό και, καθώς εκείνη έσκιζε το εξώφυλλο, της είπε: «Δεν ξέρεις. Αυτός ο άντρας είναι ικανός για όλα».
302
JENNIFER CRUSIE
«Κι εγώ αυτή την εντύπωση σχημάτισα» είπε η Μ ιν χώνοντας το εξώφυλλο κάτω από τα γυαλιά και χρησιμοποιώντας το υπόλοιπο περιοδικό σαν σκούπα. Πέταξε τα σπασμένα γυαλιά στο καλάθι, αλλά την ίδια στιγμή το μάτι της πήρε ακόμα ένα μεγάλο κομμάτι, λίγο πιο μακριά. «Άκου, Ντέιβιντ, δεν είναι ανάγκη να ανησυχείς για μένα. Δεν είμαι ερωτευμένη με τον Καλ Μ ό… αχ!» Τράβηξε απότομα το χέρι της και είδε ότι έτρεχε αίμα. «Τι διάβολο έχω πάθει;» είπε πιάνοντας το τελευταίο κομμάτι, το οποίο πέταξε στο καλάθι και μετά πήγε στην κουζίνα για να ξεπλύνει το αίμα. «Δεν ακούς που σου μιλάω;» ρώτησε ο Ντέιβιντ. «Όχι» απάντησε η Μ ιν, με το χέρι της κάτω από την ανοιχτή βρύση. «Κόπηκα. Φύγε. Δεν θέλω να σε παντρευτώ». Έκλεισε τη βρύση, τύλιξε το δάχτυλο με μια πετσέτα της κουζίνας και γύρισε στο σαλόνι με σκοπό να τον ξεφορτωθεί. «Μ ιν» είπε ο Ντέιβιντ ενώ σηκωνόταν από τον καναπέ. «Δεν με παίρνεις στα σοβαρά». «Όχι, ευτυχώς» του πέταξε εκείνη ανοίγοντάς του την εξώπορτα. «Είσαι καλός άνθρωπος, Ντέιβιντ. Δηλαδή, όχι και τόσο. Φύγε…» «Όχι, Μ ιν, δεν φεύγω» της είπε με βαριά, σοβαρή φωνή. Έπειτα την άρπαξε και τη φίλησε με πάθος.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
303
11
στα δυο του χέρια το κεφάλι της Μ ιν εμποδίζοντάς τη να τραβηχτεί. Εκείνη σήκωσε το χέρι για να τον χαστουκίσει, όμως δεν πρόλαβε, γιατί ο Ντέιβιντ τινάχτηκε πίσω απότομα ξεφωνίζοντας. Στα πόδια του, ο Έλβις τού έδειχνε τα δόντια του έχοντας φυτέψει τα νύχια στο καλάμι του. Καθώς ο Ντέιβιντ κλοτσούσε το πόδι στον αέρα για να τον διώξει, η Μ ιν σκούπισε το στόμα της. «Αυτό που έκανες ήταν αηδία. Και τώρα πάρε δρόμο, πήγαινε να παντρευτείς μια γυναίκα που ανταποκρίνεται στα κριτήριά σου. Έχω γάτο αιμοβόρο και, συν τοις άλλοις, αυτή τη στιγμή έχει ξυπνήσει μέσα μου η στρίγκλα, οπότε το καλό που σου θέλω, πάρε δρόμο γιατί εδώ κινδυνεύεις». «Μ ε συγχωρείς» είπε ο Ντέιβιντ. «Είναι επειδή σε θέλω πολύ». «Ναι, καλά. Έτσι και το επαναλάβεις, θα σε ψεκάσω με σπρέι για τα κουνούπια. Εμπρός, δίνε του». «Θέλω να μου υποσχεθείς ότι δεν θα ξαναδείς τον Καλ Μ όρισεϊ» είπε ο Ντέιβιντ ενώ την ίδια στιγμή, από την πλάτη του καναπέ, ο Έλβις έσκυψε το κεφάλι στα μουλωχτά και του έδειξε τα δόντια του. «Όχι, Ντέιβιντ, δεν θα σου υποσχεθώ τίποτα». Η Μ ιν τού Ο ΝΤΕΪΒΙΝΤ ΚΡΑΤΟΥΣΕ ΣΦΙΧΤΑ
304
JENNIFER CRUSIE
έδειξε την πόρτα. «Φύγε, ειδάλλως θα ζητήσω να σου επιβληθούν περιοριστικοί όροι». «Τουλάχιστον σκέψου το». «Όχι» επέμεινε η Μ ιν και τον έσπρωξε στον διάδρομο. Όταν έκλεισε την εξώπορτα πίσω του, κοίταξε τον Έλβις που είχε ξαπλώσει τώρα στην πλάτη του καναπέ με το κεφάλι πλάι στο στερεοφωνικό που αγαπούσε. Ο γάτος άπλωσε την πατούσα του, πάτησε το on και από τα μεγάφωνα ακούστηκε το «Heartbreak Hotel». «Χαμήλωσέ το» του είπε η Μ ιν, αλλά αμέσως μετά συνειδητοποίησε ότι μιλούσε σε γάτα. Πλησίασε και χαμήλωσε την ένταση. «Αλλόκοτα πράγματα συμβαίνουν εδώ μέσα, Έλβις». Ο Έλβις πάτησε πολλές φορές το κουμπί για την αλλαγή των κομματιών, ώσπου πέτυχε το «Love M e Tender». «Υπάρχουν και χειρότερα» μονολόγησε η Μ ιν κοιτάζοντας τον αραχτό γάτο πάνω στον καναπέ της. «Φαντάσου να σου άρεσε η μουσική από τις ταινίες της Τζούλια Ρόμπερτς». Ο Έλβις άρχισε να κουνάει την ουρά του στον ρυθμό της μουσικής, και η Μ ιν παραιτήθηκε και πήγε να βρει έναν λευκοπλάστη. Ο Καλ δεν της τηλεφώνησε ούτε την Τρίτη. Το βράδυ, την ώρα που η Μ ιν έδινε συγχαρητήρια στον εαυτό της επειδή απαλλάχτηκε επιτέλους από τον βραχνά του Καλ, νιώθοντας συγχρόνως απαίσια για τον ίδιο ακριβώς λόγο, κάποιος της χτύπησε την πόρτα. Ανακάτεψε το κοτόπουλο μαρσάλα στο τηγάνι και πήγε να ανοίξει, παίρνοντας μαζί της το σπρέι. Έπειτα από τα δύο εικοσιτετράωρα δίχως τηλεφώνημα του Καλ, ενδόμυχα ήλπιζε να βρει στην πόρτα της έναν διαρρήκτη ώστε να της δοθεί η ευκαιρία να ξεσπάσει πάνω του τα νεύρα της. Στο κατώφλι, ωστόσο, έστεκε ο Καλ κρατώντας τη γνώριμη σακούλα του Εμίλιο στο ένα χέρι και μια μικρότερη χαρτοσακούλα στο άλλο. Πρώτη φορά τον έβλεπε τόσο κουρασμένο. Είχε ξεκούμπωτο το πουκάμισο στον γιακά, η γραβάτα του ήταν
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
305
λυμένη, τα μανίκια του σηκωμένα, τα μαλλιά του ανακατεμένα. Ήταν το πιο ατημέλητο και το πιο σέξι πλάσμα που είχε αντικρίσει στη ζωή της η Μ ιν. Η καρδιά της χτύπησε δυνατά μόνο και μόνο από τη χαρά της που τον ξανάβλεπε. «Γεια» είπε ο Καλ και το βλέμμα του έπεσε στο σπρέι. «Ξέρεις, εγώ παίρνω από λόγια, μπορείς απλώς να μου πεις όχι» πρόσθεσε, μα αυτή του άνοιξε διάπλατα την εξώπορτα κι εκείνος μπήκε δίνοντάς της ένα πεταχτό φιλί στο μέτωπο. Η Μ ιν έγειρε πάνω του όχι μόνο επειδή φαινόταν γερός σαν βράχος αλλά και από αγαλλίαση που τον είχε κοντά της. Εντελώς αυθόρμητα, σηκώθηκε στις μύτες των ποδιών και τον φίλησε τρυφερά καλωσορίζοντάς τον. Όταν τραβήχτηκε, ο Καλ την κοίταξε εμβρόντητος. «Τι συμβαίνει; Ήταν ένα φιλικό φιλί». Ο Καλ τίναξε το κεφάλι δεξιά αριστερά και έκλεισε την πόρτα με τον ώμο του. «Ήταν… όμορφο. Ορίστε». Της έδωσε τη μικρή χαρτοσακούλα. «Σε φλερτάρω. Σου φέρνω δώρα». Η Μ ιν πήρε τη σακούλα και ο ενθουσιασμός της ξεφούσκωσε. «Ήταν άσχημο το φιλί μου; Έκανα κάτι στραβό;» «Όχι» της απάντησε χαμογελώντας κουρασμένα. «Εσύ ποτέ δεν θα μπορούσες να κάνεις κάτι στραβό». Το χαμόγελό του έσβησε. «Ήταν απλώς η πρώτη φορά». «Έλα τώρα, αφού φιλιόμαστε εδώ και μέρες» διαμαρτυρήθηκε η Μ ιν. «Εγώ σε φιλούσα εδώ και μέρες» τη διόρθωσε και ρίχνοντας το σακάκι του στην πολυθρόνα πήγε να αφήσει το πακέτο του Εμίλιο στο τραπέζι. «Είναι η πρώτη φορά που με φιλάς εσύ. Τι μυρίζει τόσο ωραία;» «Κοτόπουλο μαρσάλα» αποκρίθηκε η Μ ιν. «Πιστεύω πως τα κατάφερα. Τι εννοείς ότι είναι η πρώτη φορά; Αφού…» Η φωνή της έσβησε καθώς το σκέφτηκε καλύτερα. Ο Καλ είχε δίκιο. Πάντα αυτός έπαιρνε την πρωτοβουλία.
306
JENNIFER CRUSIE
«Μ η σε απασχολεί» είπε ο Καλ επιστρέφοντας κοντά της. «Ώστε…» Η Μ ιν άφησε κάτω τη σακούλα, σηκώθηκε ξανά στις μύτες και τον φίλησε, μόνο που αυτή τη φορά τα έδωσε όλα. Το καυτό κύμα που την κατέκλυσε τη ζάλισε και αρπάχτηκε από το πουκάμισό του για να μην πέσει. Ο Καλ τη συγκράτησε ανταποδίδοντάς της το φιλί και σε λίγο η Μ ιν έτρεμε νιώθοντας όλο της το κορμί να λαμπαδιάζει. «Δύο, μ’ αυτό» επισήμανε ο Καλ με κομμένη ανάσα. «Μ η φανταστείς δηλαδή ότι τα μετράω». «Θα έπρεπε να ήταν περισσότερα» ψέλλισε η Μ ιν προσπαθώντας να πάρει αναπνοή. «Θέλω να πω, μπορεί να το κόψαμε, αλλά δεν έπρεπε να σου φορτώσω όλη τη δουλειά». «Δεν με πείραζε» είπε ο Καλ σφίγγοντάς την πάνω του και, παρόλο που η Μ ιν καταλάβαινε πως έπρεπε να αποτραβηχτεί, δεν το ήθελε, επειδή ένιωθε υπέροχα κολλημένη πάνω του. «Αν και ομολογώ ότι αυτό μου αρέσει». «Απλώς δεν ήθελα να σου μεταδώσω λάθος μήνυμα» εξήγησε η Μ ιν ακουμπώντας το μέτωπό της στο στήθος του. «Και ποιο θα ήταν άραγε αυτό το μήνυμα;» «Ότι ήθελα, ξέρεις, περισσότερα» του απάντησε χαμογελώντας όταν εκείνος τη φίλησε ξανά στην κορυφή του κεφαλιού. «Σωστά» είπε ο Καλ. «Μ όνο φίλοι. Σίγουρα. Φίλα με πάλι». «Δεν μετράει αν μου το ζητάς» τόνισε με ένα χαμόγελο η Μ ιν, ανασηκώνοντας το πρόσωπο. «Πάντα μετράει». Ο Καλ τη φίλησε, κι αυτή αφέθηκε στην αγκαλιά του ξεχνώντας τα πάντα. «Ίσως εισπράττω λάθος μήνυμα» της είπε, όταν αναδύθηκε στην επιφάνεια για να αναπνεύσει. «Όχι» μουρμούρισε η Μ ιν οπισθοχωρώντας. «Μ ην το κάνεις. Ξέχνα τι συνέβη. Είμαι οπλισμένη» του είπε σηκώνοντας το δοχείο με το σπρέι. «Πάσο» της είπε και την άφησε για να πάει να σωριαστεί στον
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
307
καναπέ. «Έλβις, παλιόφιλε, τι μου κάνεις;» Καθώς ο Καλ άπλωνε το χέρι για να του χαϊδέψει το κεφάλι, η Μ ιν θυμήθηκε το επεισόδιο με τον Ντέιβιντ και πήγε να τον εμποδίσει, όμως ο Έλβις κατέβασε τα αυτιά του για να διευκολύνει τον Καλ και άρχισε να γουργουρίζει ευχαριστημένος. «Τελικά είναι ένας συμπαθέστατος γάτος». «Το ξέρω». Η Μ ιν περίμενε να καταλαγιάσουν οι χτύποι της καρδιάς της παρατηρώντας τον γάτο που κυλιόταν τώρα στα πόδια του. «Απορώ πώς ζούσα χωρίς αυτόν». Μ άζεψε τη σακούλα από το πάτωμα και πήγε να καθίσει δίπλα στον Καλ. «Λοιπόν, το έχω ακουστά αυτό το κόλπο» είπε ανοίγοντας τη σακούλα. «Θα μου χαρίσεις κάτι που δεν ήξερα καν ότι το χρειαζόμουν». «Τι εννοείς όταν λες ότι το έχεις ακουστά;» ρώτησε ο Καλ, αλλά η Μ ιν έβγαλε από τη σακούλα ένα κουτί παπουτσιών αγνοώντας την ερώτηση. «Έχω πολύ ιδιαίτερο γούστο στα παπούτσια» τον προει δοποίησε κουνώντας το κεφάλι με επιφύλαξη. «Ο κίνδυνος να διέπραξες γκάφα είναι τεράστιος». «Μ ου αρέσει να ζω επικίνδυνα» είπε ο Καλ. Η Μ ιν άνοιξε το κουτί. Περιείχε ένα ζευγάρι άσπρες γούνινες παντόφλες με λεπτό ψηλό τακούνι, το αγαπημένο της. «Τι διάβολο είναι τούτο δω;» ρώτησε, αλλά όταν τις έβγαλε από το κουτί διαπίστωσε πως ήταν παντόφλες-λαγουδάκια. «Μ ου πήρες παντόφλες-λαγουδάκια;» ρώτησε κρατώντας ψηλά το ζευγάρι. Τα χαζά, νόστιμα λαγουδάκια την κοίταζαν στα μάτια. «Παντόφλες-λαγουδάκια ανοιχτές στα δάχτυλα; Είναι απίστευτες!» «Το ξέρω» είπε ο Καλ ξύνοντας τώρα την κοιλιά του Έλβις. «Μ έσα στη σακούλα θα βρεις επίσης μουσική». «Περίμενε να μαντέψω» είπε η Μ ιν χώνοντας το χέρι στη σακούλα. «Έλβις Κοστέλο». Τράβηξε το σιντί και διάβασε τον τίτλο: «Έλβις Πρίσλεϊ, Τα πενήντα καλύτερα ερωτικά τραγούδια». Κοίταξε τον Καλ. «Μ ου χάρισες Έλβις Πρίσλεϊ».
308
JENNIFER CRUSIE
«Αφού αυτός σου αρέσει» απάντησε ο Καλ καθώς ο γάτος κύλησε από τον καναπέ και απομακρύνθηκε. «Γιατί να σου χαρίσω κάτι που αρέσει σ’ εμένα;» «Είσαι απίθανος» είπε η Μ ιν κοιτάζοντας ξανά τα λαγουδάκια. «Τα λατρεύω αυτά τα παπούτσια». «Όλες οι γυναίκες χρειάζονται παντόφλες-λαγουδάκια» επισήμανε ο Καλ παίρνοντας τη μία στα χέρια του. «Προπάντων οι γυναίκες που έχουν δάχτυλα σαν τα δικά σου». Σκύβοντας, της σήκωσε το πόδι και της έβγαλε την αθλητική κάλτσα. Η Μ ιν τού κούνησε τα, όλως αιφνιδίως, παγωμένα δάχτυλα των ποδιών με τα βαμμένα ροζ νύχια. «Τα δάχτυλα των ποδιών σου είναι πολύ ερωτικά, Μ ίνι» πρόσθεσε εκείνος τρίβοντας το πέλμα της με τον αντίχειρα. «Γαργαλιέμαι» του είπε προσπαθώντας να τραβήξει το πόδι, αλλά εκείνος πρόλαβε να της φορέσει την παντόφλα, κι αυτή έκλεισε τα μάτια και αναστέναξε απολαμβάνοντας την αίσθηση της απαλής γούνας στο δέρμα της. «Αχ, τι όμορφη αίσθηση!» αναφώνησε και έπειτα κοίταξε πάλι το πόδι της και κούνησε τα δάχτυλα κάτω από το στόμα του λαγού. «Είναι τέλεια». «Το ξέρω» είπε ο Καλ αφήνοντας το πόδι της. Η Μ ιν έβγαλε την άλλη κάλτσα και φόρεσε και τις δύο παντόφλες. «Είσαι ιδιοφυΐα στα δώρα. Θα περιμένω να φύγεις και μετά θα ακούσω το σιντί, ώστε να μην υποφέρεις». «Μ ου αρέσει ο Έλβις» άρχισε να λέει ο Καλ, αλλά ο Έλβις ο γάτος, που είχε ήδη σκαρφαλώσει στο μπράτσο του καναπέ, έριξε κάτι από το τραπεζάκι-ραπτομηχανή που βρισκόταν εκεί δίπλα. «Ε, τι κάνεις;» Ο Καλ έσκυψε να το μαζέψει. «Πρόσεχε, γάτε, θα…» Σώπασε απότομα κι ύστερα ρώτησε τη Μ ιν: «Τι το θέλεις το σουβενίρ με τον Πύργο του Άιφελ;» «Χτες το βράδυ, κάποιος μου έφερε μια γυάλινη σφαίρα με τον Πύργο του Άιφελ» αποκρίθηκε εκείνη παρατηρώντας τα δάχτυλά της κάτω από το στόμα των λαγών. «Ο Έλβις την
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
309
έσπασε». «Μ πράβο στον Έλβις». Ο Καλ τής έδωσε τον πύργο κι εκείνη τον πέταξε στο καλάθι των αχρήστων συνεχίζοντας να ατενίζει τα λαγουδάκια της. «Ποιος ήταν αυτός ο άσχετος που σου χάρισε γυάλινη σφαίρα χωρίς φιγούρες μέσα; Ο Γκρεγκ;» «Όχι» είπε ανάλαφρα η Μ ιν μυρίζοντας μπαρούτι στον αέρα. «Να σου πω κάτι; Νομίζω ότι αυτή τη φορά μαγείρεψα σωστά το κοτόπουλο». Σηκώθηκε. Οι παντόφλες ήταν υπέροχα μαλακές και αναπαυτικές. «Δες, μου ταιριάζουν γάντι». «Μ ινέρβα, κάτι κρύβεις». «Όχι μόνο ένα, πολλά» απάντησε εκείνη και πήγε στην κουζίνα απολαμβάνοντας τον τρόπο με τον οποίο οι παντόφλες χτυπούσαν στο παρκέ. «Δεν πρόκειται να τις βγάλω απ’ τα πόδια μου». Πίσω της ακούστηκε το «Love M e Tender». Ο Καλ σηκώθηκε από τον καναπέ. «Μ η μου πεις ότι ο γάτος ξέρει να ανοίγει το στερεοφωνικό!» «Ξέρει ποιο κουμπί πατάμε για να ανοίξει» του φώναξε η Μ ιν. «Δυστυχώς έχει ανακαλύψει επίσης το κουμπί της επανάληψης. Χτες το βράδυ άκουσα τέσσερις φορές το “Love M e Tender”, ώσπου στο τέλος αναγκάστηκα να βγάλω το σιντί από το μηχάνημα». Ανακάτεψε μια τελευταία φορά το κοτόπουλο και μετά το δοκίμασε. Πιστεύω πραγματικά ότι το πέτυχα, συλλογίστηκε. Χαμογελώντας με ικανοποίηση, το δοκίμασε ξανά για να σιγουρευτεί κι έπειτα φώναξε: «Έλα, πρέπει να το δοκιμάσεις». «Εντάξει» είπε πίσω της ο Καλ. «Πρώτα όμως θα μου πεις σε ποιον ανήκει τούτο εδώ». Η Μ ιν γύρισε και είδε ότι κρατούσε στα χέρια του τη γραβάτα του Ντέιβιντ. «Πού τη βρήκες;» τον ρώτησε. «Έπαιζε ο Έλβις μ’ αυτήν». Η Μ ιν την πήρε απ’ τα χέρια του και την πέταξε στα σκουπίδια.
310
JENNIFER CRUSIE
«Δεν σε αφορά τίνος είναι». «Το ξέρω» είπε ο Καλ. «Δεν είναι δυνατόν να ζηλεύεις». «Παρ’ όλα αυτά, προς μεγάλη μου φρίκη, ζηλεύω» της είπε διπλώνοντας τα μπράτσα. «Εντάξει, το καταλαβαίνω, δεν μου πέφτει λόγος». «Πράγματι». «Ποιος ήταν λοιπόν;» Η Μ ιν στηρίχτηκε στον φούρνο συνειδητοποιώντας πως απολάμβανε τη ζήλια του. Πόσο πιο μπερδεμένη θα μπορούσα να είμαι; αναρωτήθηκε. «Μ ίνι». «Ο πρώην φίλος μου. Πέρασε αποδώ και μου έκανε πρόταση γάμου». «Αλήθεια;» είπε ο Καλ ήρεμα αλλά σφίγγοντας το σαγόνι. «Αλήθεια» αποκρίθηκε εκείνη με ικανοποίηση. «Μ ου χάρισε τη γυάλινη σφαίρα επειδή θα πηγαίναμε ταξίδι του μέλιτος στο Παρίσι». «Όλα τα προέβλεψε» σχολίασε ο Καλ με τόνο επιθετικό. «Δεν έχεις δίκιο». Η Μ ιν ίσιωσε το κορμί της. «Δεν θέλω να πάω ταξίδι του μέλιτος στο Παρίσι». «Του το είπες;» «Όχι» απάντησε η Μ ιν, έχοντας εξαντλήσει πλέον την υπομονή της. «Του είπα ότι δεν θέλω να παντρευτώ και μετά τον πέταξα έξω». «Μ άλιστα…» «Αυτό είναι όλο. Μ ετά έφυγε». «Όχι, δεν έφυγε» είπε ο Καλ. «Σε διαβεβαιώνω…» «Άφησε τη γραβάτα του, Μ ιν». «Και λοιπόν;» «Την άφησε ώστε να έχει δικαιολογία για να ξανάρθει». «Το θεωρώ τελείως…» άρχισε να λέει η Μ ιν, που δεν το είχε σκεφτεί μέχρι εκείνη τη στιγμή, «…πιθανό».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
311
«Δώσε μου τη γραβάτα». «Γιατί;» ρώτησε η Μ ιν νευριάζοντας. «Ώστε αύριο να τη στείλω πίσω στο καθοίκι. Ποιος είναι;» «Καλά, τα έχεις εντελώς χαμένα;» «Ναι» είπε ο Καλ κλείνοντας τα μάτια. «Λοιπόν, είσαι σε καλό δρόμο. Το πρώτο βήμα για να λύσεις το πρόβλημά σου είναι να παραδεχτείς ότι υπάρχει» επισήμανε η Μ ιν. «Μ ην τον ξαναδείς» είπε ο Καλ, περισσότερο ικετεύον τας παρά απαιτώντας. «Δεν θα τον ξαναδώ. Δεν τον πολυσυμπαθώ». «Μ ου επιτρέπεις, σε παρακαλώ, να του επιστρέψω τη γραβάτα;» ρώτησε ο Καλ τείνοντας το χέρι. Η Μ ιν την ψάρεψε από τα σκουπίδια. «Ορίστε. Ονομάζεται Ντέιβιντ Φισκ. Έχει μια εταιρεία με…» Βλέποντας την έκφραση του Καλ, σώπασε απότομα. «Τι συμβαίνει;» «Ο πρώην σου είναι ο Ντέιβιντ Φισκ;» ρώτησε ο Καλ, και η Μ ιν θυμήθηκε το στοίχημα. «Ναι. Τον γνωρίζεις;» «Ναι. Είναι…» Σώπασε κι εκείνη περίμενε τη συνέχεια. «Είναι πελάτης». «Κατάλαβα» είπε η Μ ιν ενώ σκεφτόταν: Το στοίχημα, δεν θα μου μιλήσει για το καταραμένο στοίχημα! «Θα του τη στείλω αύριο». Ο Καλ τσαλάκωσε τη γραβάτα. «Πώς είναι το κοτόπουλο;» «Το βρίσκω νόστιμο» είπε η Μ ιν με θλίψη καθώς ο Έλβις τραγουδούσε για την αληθινή αγάπη. «Μ οιάζει καλό». Ο Καλ έπιασε ένα κουτάλι από το στραγγιστήρι και ψάρεψε λίγη σάλτσα. Τη δοκίμασε κρατώντας σε αγωνία τη Μ ιν, η οποία νοιαζόταν υπερβολικά για τη γνώμη του. «Διάβολε, είναι πολύ καλό» της είπε έκπληκτος. «Καλύτερο από του Εμίλιο. Έκανες κάτι διαφορετικό;» «Ναι. Αλλά αυτό είναι το μυστικό μου. Εσύ έχεις τα δικά σου
312
JENNIFER CRUSIE
κι εγώ τα δικά μου». «Εγώ δεν έχω μυστικά» τόνισε ο Καλ. «Ώρα για φαγητό» είπε η Μ ιν και πήγε να στρώσει τραπέζι ενώ το «Love M e Tender» έμπαινε από την αρχή. Μ ίλησαν για φαγητό και για μεζέδες. Η Μ ιν κατέβαλλε προσπάθεια να μην απολαμβάνει τη συντροφιά του, προσπαθούσε να θυμάται το στοίχημα, όμως ένιωθε τόσο άνετα κοντά του, που όλο το ξεχνούσε. Άγνωστο πώς, ο Καλ είχε γλιστρήσει αθόρυβα στη ζωή της, τον είχε συνηθίσει και, παρόλο που ήξερε το σχέδιό του, αισθανόταν ευτυχισμένη. Εγώ δεν έχω σχέδιο, συλλογίστηκε και ένιωσε τόσο όμορφα, ώστε παραιτήθηκε από κάθε αντίσταση και του χαμογέλασε. Όταν ο Καλ σηκώθηκε για να φύγει, τον αποχαιρέτησε με ένα φιλί χωρίς αναστολές. Εκείνος έγειρε στο κούφωμα της πόρτας λέγοντας: «Μ ίνι, όσο γι’ αυτό που λες, να είμαστε μόνο φίλοι…» μα αυτή τον έσπρωξε μαλακά και έκλεισε την πόρτα πίσω του για να μην πει: «Δεν το θέλω, ξέχνα το, κάνε μου έρωτα». Γιατί αυτό, συλλογιζόταν η Μ ιν επιστρέφοντας στον Έλβις, δεν έπρεπε να συμβεί. Στις επτά το βράδυ της Τετάρτης, ο Ντέιβιντ καθόταν ανασκουμπωμένος στο γραφείο του αναζητώντας δυο χαμένα φορτία με εμπορεύματα και τον τρόπο για να καταφέρει τη Μ ιν, η οποία κάποτε του είχε φέρει μια σαλάτα του Καίσαρα (δίχως κρουτόν). Ξαφνικά η πόρτα του γραφείου του άνοιξε ορμητικά και στο άνοιγμα πρόβαλε η Σίνθι με ένα ακόμα κομψό ταγέρ, ροζ τούτη τη φορά. «Εσύ μας έλειπες τώρα» της είπε ξερά. «Εξακολουθούν να βγαίνουν μαζί». Η Σίνθι μπήκε στο γραφείο και έκλεισε την πόρτα. «Υποτίθεται ότι θα προέβαινες σε ορισμένες κινήσεις». «Της ζήτησα να με παντρευτεί. Αρνήθηκε. Άφησα μια γραβάτα στο σπίτι της, αλλά ο Καλ μού την έστειλε πίσω σήμερα
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
313
το πρωί. Επίσης εκείνη μου είπε ότι δεν σκοπεύει να πλαγιάσει μαζί του, επομένως σκέφτομαι πως αν περιμένουμε…» «Άκου πρώτα τα νέα και μετά μου λες αν θα περιμένουμε. Την πήγε στο σπίτι του να γνωρίσει τη μητέρα του». Ο Ντέιβιντ ανακάθισε νιώθοντας τη ραχοκοκαλιά του να παγώνει. «Πώς;» «Την πήγε στο σπίτι του για να γνωρίσει τη μητέρα του» επανέλαβε η Σίνθι. «Επτά μήνες μού πήρε μέχρι να τον πείσω να με γνωρίσει στους γονείς του. Εκείνη το κατάφερε σε τρεις εβδομάδες. Ντέιβιντ, τον χάνω». «Τη μητέρα του» επανέλαβε ο Ντέιβιντ. Το κάθαρμα, είναι ικανός για τα πάντα προκειμένου να κερδίσει εκείνο το στοίχημα. «Γαμώτο!» φώναξε και σήκωσε το βλέμμα ξαφνιασμένος, επειδή δεν είχε την πρόθεση να βλαστημήσει μεγαλόφωνα. «Λυπάμαι». «Όχι» είπε η Σίνθι σταματώντας μπροστά του. «Δεν λυπάσαι. Είσαι φοβερά θυμωμένος». «Πράγματι». Ο Ντέιβιντ σκέφτηκε τον Καλ Μ όρισεϊ και η οργή του φούντωσε. Κάποιος όφειλε να σταματάει κάτι τέτοιους τύπους. Σηκώθηκε. «Τι νομίζεις ότι πρέπει να κάνω;» «Να πολεμήσεις γι’ αυτήν. Είναι η φιλενάδα σου. Διεκδίκησέ τη». «Το επιχείρησα. Της αρέσει ο Καλ» είπε ο Ντέιβιντ, με τον θυμό του να έχει καταλαγιάσει κάπως. «Δεν έχω γνωρίσει πιο άβουλο ον από σένα. Βρε ανίκανο πλάσμα» είπε η Σίνθι «γι’ αυτό εκείνη δεν πλάγιασε μαζί σου. Κατά πάσα πιθανότητα δεν της το πρότεινες καν». «Σ’ ευχαριστώ. Και ποιος το λέει αυτό; Μ ια γυναίκα που την απέρριψαν έπειτα από εννέα μήνες. Δεν βλέπω η επιθετικότητά σου να σου φάνηκε ιδιαίτερα χρήσιμη, γλυκιά μου. Ίσως τελικά να είσαι εσύ η προβληματική στο κρεβάτι». «Άκου να σου πω, διαθέτω τέλειο κορμί και είμαι καταπληκτική στο κρεβάτι» είπε η Σίνθι.
314
JENNIFER CRUSIE
«Ε, λοιπόν, έχω σοβαρές αμφιβολίες». Ο Ντέιβιντ ήρθε να σταθεί μπροστά από το γραφείο του. «Μ ην μπεις στον κόπο να ξεκουμπώσεις πάλι το σακάκι σου. Την έχω ήδη δει τη διαφήμιση». «Κάθαρμα!» του πέταξε η Σίνθι, άναυδη. «Διάβολε, τι περίμενες δηλαδή; Καταφτάνεις στο γραφείο μου φωνάζοντας και βρίζοντάς με επειδή ο πρώην σου πήγε τη γυναίκα που αγαπώ στο σπίτι του για να γνωρίσει τη μητέρα του. Αν θέλεις να το εμποδίσεις, πήγαινε να τον βρεις. Σ’ αυτόν πρέπει να ξεκουμπώσεις το σακάκι σου, όχι σ’ εμένα». Ο Ντέιβιντ σώπασε και σφάλισε τα μάτια του. «Άκου, είμαι κουρασμένος, απογοητευμένος και έχω να κάνω σεξ πάνω από τρεις μήνες. Πήγαινε με το τέλειο κορμί σου να βρεις τον άντρα με τον οποίο έκανες υπέροχο σεξ. Εγώ έχω δουλειά». Καθώς δεν πήρε απάντηση, άνοιξε τα μάτια του. Η Σίνθι τον κοίταζε συνοφρυωμένη. «Δεν κοιμούνται μαζί» του είπε. «Το ξέρω. Κανένας δεν κοιμάται με κανέναν. Λαμπρά. Φύγε». «Μ πορείς να το καταλάβεις από τον τρόπο που συμπεριφέρονται μεταξύ τους» του εξήγησε η Σίνθι. «Έρχομαι από το Μ εγάλο Ρίσκο. Η Μ ιν ήταν εκεί με τον Καλ. Τους παρατηρούσα. Δεν το έχουν κάνει. Είναι σαφές, οι άνθρωποι που έχουν κάνει σεξ αγγίζονται μεταξύ τους διαφορετικά, είναι χαλαροί, δεν…» Η Σίνθι προχώρησε ένα βήμα προς το μέρος του. «Δεν το έχουν κάνει. Μ πορούμε ακόμη να τους ξανακερδίσουμε. Και ξέρω ποιο είναι το καλύτερο αφροδισιακό». «Ναι, κι εγώ το ξέρω. Ξεκουμπώνεις το σακάκι σου» μουρμούρισε ο Ντέιβιντ. «Όχι» είπε η Σίνθι έχοντας πλησιάσει τόσο ώστε σχεδόν να τον ακουμπάει. «Ο πόνος. Αν η χαρά δεν λειτουργεί, δοκίμασε τον πόνο. Όπως είναι η ζήλια για παράδειγμα. Είναι ένα ψυχολογικό στοιχείο, και μάλιστα πολύ ισχυρό. Τώρα πάνε στο Εμίλιο’ς, τους άκουσα που το έλεγαν. Θα πάμε κι εμείς».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
315
Ο Ντέιβιντ οπισθοχώρησε και σκόνταψε πάνω στο γραφείο του. «Σίνθι, δεν…» «Πρώτα όμως» συνέχισε εκείνη «θα κάνουμε σεξ». Ο Ντέιβιντ πάγωσε. «Και για μένα έχουν περάσει τρεις μήνες» είπε η Σίνθι. «Μ ας περιμένει λοιπόν μια συγκλονιστική σεξουαλική εμπειρία, μια σωματική άσκηση γεμάτη ιδρώτα, εδώ, στο γραφείο σου. Μ ετά θα πάμε για φαγητό. Ο Καλ θα το καταλάβει με την πρώτη. Οι άνθρωποι έχουν αλλιώτικη όψη αμέσως μετά το σεξ». «Σ’ ευχαριστώ, αλλά δεν νομίζω ότι θα…» ψέλλισε ο Ντέιβιντ στραβοκαταπίνοντας. Η Σίνθι ξεκούμπωσε το σακάκι της αποκαλύπτοντας ένα γυαλιστερό ροζ σουτιέν τόσο διάφανο, που πιθανώς ήταν απαγορευμένο σε κάμποσες πολιτείες. «…πετύχουμε κάτι περισσότερο από το να νιώσουμε ανόητοι…» Η Σίνθι άφησε το σακάκι της να πέσει στο πάτωμα και κατέβασε το φερμουάρ της φούστας της. «…όταν η ρηχή, επιδερμική σωματική έξαψη…» Η φούστα της γλίστρησε στα εντυπωσιακά πόδια της και ο Ντέιβιντ απέμεινε να κοιτάζει γυμνό μπροστά του το ωραιότερο κορμί που είχε δει στη ζωή του. «…καταλαγιάσει» συμπλήρωσε ξεψυχισμένα. «Δεν υπάρχει περίπτωση να μου το αρνηθείς» δήλωσε η Σίνθι προχωρώντας καταπάνω του. «Μ άλλον όχι» είπε ο Ντέιβιντ και την άφησε να τον σύρει στο πάτωμα. Έτσι όπως ήταν μαζεμένοι στο Μ εγάλο Ρίσκο, η Μ ιν ένιωθε παράξενα που είχε μαζί της την Νταϊάνα. Ήταν σαν να συγκρούονταν μεταξύ τους δυο διαφορετικά σύμπαντα. Η Ντι κοίταζε τα πάντα γύρω της με φρέσκο βλέμμα, χαμογελούσε στη
316
JENNIFER CRUSIE
Σάνα, γελούσε με ό,τι κι αν έλεγε ο Τόνι, παρατηρούσε τον Καλ με εμφανή επιδοκιμασία και ζήτησε να μάθει πού ήταν η Λίζα, μια και ήταν η μόνη που έλειπε από την παρέα. «Δουλεύει» απάντησε ο Τόνι. «Έχει αποφασίσει να ασχοληθεί πρώτα με την αναδόμηση του λουκ της βραδινής βάρδιας στο Εμίλιο’ς και να αφήσει τη μεσημεριανή για αργότερα. Έχω να τη δω από τότε που έπιασε δουλειά». «Προτείνω να πάμε στο Εμίλιο’ς. Έτσι θα μπορέσεις να δεις τη Λίζα» είπε ο Ρότζερ. «Δεν θέλω…» μουρμούρισε ο Τόνι, αλλά η Μ ιν δεν τον άφησε να ολοκληρώσει τη φράση του. «Ωραία ιδέα. Πεινάω, και άλλωστε η αδελφή μου δεν έχει πάει ποτέ στο Εμίλιο’ς» είπε και η συντροφιά μετακόμισε δύο τετράγωνα παρακάτω, στο εστιατόριο του Εμίλιο. «Οι φίλοι σου είναι καταπληκτικοί» της ψιθύρισε η Ντι στο αυτί. «Δεν ήξερα ότι είστε τόσο ωραία παρέα». «Κι εγώ δεν ήξερα ότι είμαστε παρέα» είπε η Μ ιν συνειδητοποιώντας ότι η Ντι είχε δίκιο, ότι ένιωθε χαλαρή όχι μόνο πλάι στον Καλ αλλά και πλάι στον Τόνι, καθώς και ότι είχε προ πολλού αποδεχτεί τον Ρότζερ ως μέλλοντα σύζυγο της Μ πόνι. Η Λίζα τούς υποδέχτηκε στην είσοδο φορώντας ένα κοντό μαύρο φόρεμα που θα μπορούσε να κοστίζει ένα εκατομμύριο δολάρια, αλλά πιθανώς το είχε βρει σε κάποιο κατάστημα μεταχειρισμένων με δέκα δολάρια. «Καλωσορίσατε στο Εμίλιο’ς» είπε κλείνοντας το μάτι στην Ντι. «Είμαι σίγουρη ότι θα περάσετε υπέροχα». «Δεν ξέρω» είπε ο Καλ με σιγανή φωνή πίσω από τη Μ ιν και την Ντι. «Έχω ακούσει ότι οι σερβιτόρες του είναι τσούλες». Η Ντι σκούντησε με τον αγκώνα τη Μ ιν. «Είχαμε συμφωνήσει να μην το πεις σε κανέναν» γκρίνιαξε, αλλά ο Καλ τής χαμογέλασε κι εκείνη έβαλε τα γέλια. «Το ομορφόπαιδο έκανε πάλι το θαύμα του» σχολίασε η Μ ιν. Ο Μ πράιαν παρουσιάστηκε με άψογη εμφάνιση, την ώρα που
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
317
η Λίζα τούς οδηγούσε στο τραπέζι δίπλα στο παράθυρο. «Καλησπέρα σας» είπε. «Ονομάζομαι Μ πράιαν και απόψε θα είμαι ο σερβιτόρος σας». «Μ πράιαν;» έκανε απορημένος ο Καλ. «Κύριε Μ όρισεϊ» είπε ο Μ πράιαν αγριοκοιτάζοντάς τον. «Μ ην επιτρέπεις στους πελάτες να σου πάρουν τον αέρα, Μ πράιαν» τον συμβούλεψε η Λίζα ακουμπώντας την παλάμη της στο μπράτσο του νεαρού. «Να θυμάσαι ότι είσαι καλύτερος από αυτούς». «Ναι, Λίζα» είπε ο Μ πράιαν στάζοντας μέλι, χωρίς να κρύβει τον θαυμασμό του. «Θεέ μου» αναφώνησε ο Καλ. «Σου δίνω την άδεια να είσαι αγενής με τον κύριο Μ όρισεϊ» είπε η Λίζα στον Μ πράιαν. «Περίφημα» είπε εκείνος και κοπάνησε τον κατάλογο στο κεφάλι του Καλ, κάνοντας την Ντι να σκάσει ξανά στα γέλια. «Τι είναι αυτό το μέρος;» ρώτησε κοιτάζοντας γύρω της. «Το σπίτι μας» αποκρίθηκε ο Καλ και η Μ ιν συγκατένευσε, βλέποντας τη ζωή της μέσα από τα μάτια της Ντι. Ήταν μια όμορφη ζωή, αλλά για κάποιον λόγο είχε μπλεχτεί με τη ζωή του Καλ. Τι θα κάνω όταν φύγει; Η ξαφνική σκέψη καρφώθηκε ξαφνικά στο μυαλό της και της πάγωσε τα σωθικά. Αναρωτήθηκε πώς είχε αφήσει τα πράγματα να φτάσουν σ’ αυτό το σημείο, πώς είχε επιτρέψει στον εαυτό της να εκτεθεί στον κίνδυνο. Στο υπόλοιπο της βραδιάς έμεινε σιωπηλή ακούγοντας την Νταϊάνα να φλυαρεί με όλους, παρατηρώντας τον Καλ που είχε λύσει τη γραβάτα, είχε σηκώσει τα μανίκια και της χαμογελούσε νιώθοντας σαν να βρίσκεται στο σπίτι του. Η Μ ιν κοίταζε το στιβαρό κορμί του και σκεφτόταν ότι δεν θύμιζε σε τίποτα τη μοντέρνα κομψότητα του Ντέιβιντ ή τον Γκρεγκ που έλιωνε στα γυμναστήρια. Ο Καλ ήταν γερός, δυνατός, αληθινός και ανείπωτα ποθητός. Θα μπορούσα να του πω το ναι προτού φύγει, συλλογίστηκε νιώθοντας να την πλημμυρίζει ένα καυτό κύμα. Παρόλο που ήξερε ότι δεν θα το έκανε ποτέ, επέτρεψε
318
JENNIFER CRUSIE
στον εαυτό της, για μια φευγαλέα στιγμή, να σκεφτεί εκείνο το γεροδεμένο κορμί αποπάνω της, τα καυτά χέρια του να αγγίζουν τη σάρκα της κι εκείνη να αγκαλιάζει τη φαρδιά πλάτη του. Αν και φευγαλέα, η φαντασίωση ήταν τόσο έντονη, που η Μ ιν μισόκλεισε τα μάτια και δάγκωσε το χείλος της. Όταν την απόδιωξε μ’ ένα τίναγμα του κεφαλιού, είδε τον Καλ να την παρατηρεί, δίχως χαμόγελο τούτη τη φορά. «Έλα κοντά μου και πες μου τι σκέφτεσαι, Μ ινέρβα» της είπε γέρνοντας προς το μέρος της. «Προτιμώ όχι, Κάλβιν» απάντησε προσπαθώντας να μαζέψει το σκόρπιο μυαλό της. «Όπα» αναφώνησε ο Τόνι και οι υπόλοιποι γύρισαν να δουν τι κοίταζε. Ο Ντέιβιντ και η Σίνθι είχαν μπει στην αίθουσα – και οι δύο αναψοκοκκινισμένοι. Ο Μ πράιαν τους οδήγησε με επαγγελματική άνεση σε ένα τραπέζι, και ο Ντέιβιντ τον ακολούθησε με το χέρι του περασμένο χαμηλά στην πλάτη της Σίνθι, η οποία δεν έδειχνε να ενοχλείται. «Γιατί δεν φοράνε απλώς μπλουζάκια που να γράφουν πάνω: “Το κάναμε”;» μουρμούρισε ο Τόνι. «Σσς» είπε ο Καλ «μη χαλάς την όμορφη στιγμή». «Δεν σε πειράζει;» τον ρώτησε η Μ ιν. «Γιατί να με πειράξει;» «Επειδή… να… η Σίνθι είναι…» Η φωνή της Μ ιν έσβησε. «…είναι παρελθόν» ολοκλήρωσε τη φράση για λογαριασμό της ο Καλ. «Εντάξει» είπε η Μ ιν προσπαθώντας να κρύψει την ευχαρίστησή της. «Ο Ντέιβιντ;» ρώτησε ο Καλ. «Μ ε τον Ντέιβιντ δεν είχαμε καν παρελθόν. Μ ου χάρισε μια γυάλινη σφαίρα με τον Πύργο του Άιφελ, το φαντάζεσαι;» «Προτείνω να τους κεράσουμε ένα μπουκάλι κρασί» είπε ο Καλ. «Γιατί;» ρώτησε ο Τόνι.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
319
«Για να μεθύσουν και να επιστρέψουν στο κρεβάτι» αποκρίθηκε ο Καλ. Την ίδια στιγμή τσάκωσε τη Λίζα να τον κοιτάζει με ύφος βλοσυρό. «Τι έκανα πάλι;» «Τίποτα. Κάτι σκεφτόμουν» απάντησε εκείνη. «Φρόντισε να σκεφτείς για κανέναν άλλο. Σκέψου για τον Τόνι» πρότεινε ο Καλ. «Τον Τόνι τον έχω ψυχολογήσει. Εσύ, αντιθέτως, παραμένεις άλυτος γρίφος» είπε η Λίζα. «Κι εγώ είμαι γρίφος» διαμαρτυρήθηκε ο Τόνι με ύφος θιγμένο. «Θέλεις απόψε να κάνεις σεξ;» ρώτησε η Λίζα. «Ναι». «Τότε δεν είσαι γρίφος» κατέληξε η Λίζα και στράφηκε πάλι στον Καλ. «Έχεις αδυναμίες;» «Τη Μ ιν» απάντησε εκείνος χαμογελώντας στη συνοδό του. Η Λίζα έκλεισε τα μάτια αηδιασμένη. «Προσπαθώ να σκεφτώ αν υπάρχουν ποτέ στιγμές που να μη βρίσκεσαι σε ετοιμότητα». «Πώς… ναι, εκείνη τη φορά που ο Μ πέντλεϊ με πέτυχε με την μπάλα στο κεφάλι». «Το βρήκα» είπε η Λίζα και ίσιωσε το κορμί της πίσω από την καρέκλα του Καλ. «Το τραγούδι. Παρόλο που δεν είσαι ντροπαλός, αρνείσαι να τραγουδήσεις. Για ποιον λόγο;» «Έχω χάλια φωνή» είπε ο Καλ. «Λέει αλήθεια;» ρώτησε η Λίζα απευθυνόμενη στον Τόνι. «Όχι. Αλλά σταμάτα να τον πιλατεύεις». «Εσύ φροντίζεις τους φίλους σου κι εγώ τους δικούς μου» του είπε η Λίζα και στράφηκε ξανά στον Καλ. «Γιατί δεν τραγουδάς λοιπόν;» «Φταίει το τρακ. Δεν μπορώ να λειτουργήσω μπροστά σε κοινό. Νιώθω αμήχανα». «Εσύ;» αναφώνησε η Λίζα. «Ποιος θα το φανταζόταν!» Δίπλωσε τα χέρια στο στήθος της και πρόσθεσε: «Τι πρέπει να κάνω λοιπόν για να σε πείσω να μας τραγουδήσεις;»
320
JENNIFER CRUSIE
«Να μου κολλήσεις ένα όπλο στον κρόταφο». «Λίζα!» τη μάλωσε η Μ ιν, βλέποντας στα μάτια της φίλης της μια σπίθα που δεν προμήνυε καλό για κανέναν. «Γιατί του κολλάς;» «Άκου την πρότασή μου» συνέχισε εκείνη σκύβοντας πάνω από τον ώμο του Καλ κοντά στο αυτί του. «Εσύ θα τραγουδήσεις τώρα, εδώ, μπροστά σε όλους…» «Όχι» την έκοψε ο Καλ. «…κι εγώ θα σταματήσω να προσπαθώ, με λόγια και με έργα, να σε απομακρύνω από τη Μ ιν». Ο Καλ έμεινε ασάλευτος για μια στιγμή και κατόπιν ρώτησε τη Μ ιν: «Τηρεί τις συμφωνίες της;» «Και βέβαια» απάντησε εκείνη. «Αλλά αυτό δεν συνεπάγεται…» «Τι θέλεις να ακούσεις;» ρώτησε ο Καλ τη Λίζα. «Αυτό το αφήνω πάνω σου. Είμαι περίεργη να δω τι θα διαλέξεις». «Γιατί το κάνεις αυτό;» ρώτησε η Μ ιν τη φίλη της νευριασμένη. «Γιατί μέχρι τώρα έχει συνηθίσει στα εύκολα» αποκρίθηκε η Λίζα εξακολουθώντας να κοιτάζει τον Καλ. «Θέλω να δω αν είναι πρόθυμος να ξεβολευτεί για χάρη σου». «Μ η φανταστείς ότι μέχρι τώρα ήταν όλα εύκολα μαζί της» επισήμανε ο Καλ. «Καλ, δεν είσαι υποχρεωμένος να το κάνεις. Το εννοώ». «Γιατί όχι; Οι άντρες κάνουν καντάδα στις γυναίκες εδώ και αιώνες. Τους τραγουδούν και τους χαρίζουν κοσμήματα». «Αγόρασέ μου μια ωραία κλειδοθήκη» πρότεινε η Μ ιν. Ακούμπησε την παλάμη του πίσω στο κεφάλι της και έσκυψε κοντά της. «Δώσε βάση, Μ ίνι, γιατί δεν θα με ακούσεις να τραγουδάω άλλη φορά». «Καλ» του είπε, όμως εκείνος άρχισε να τραγουδάει το «Love
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
321
M e Tender» με υπερβάλλοντα ζήλο και φωνή βαθιά, χαμογελώντας σαρκαστικά, αντιγράφοντας αρκετά πετυχημένα τον Έλβις. «Αχ, όχι Έλβις» γκρίνιαξε ο Τόνι, και ο Ρότζερ κούνησε το κεφάλι και γέλασε κοιτάζοντας το ταβάνι. Η Μ ιν όμως ένιωσε να της κόβεται η ανάσα, γιατί ο Καλ είχε καλή φωνή και γιατί, μετά την πρώτη στροφή, το χαμόγελό του έσβησε κι αυτός την κοίταξε στα μάτια και της ζήτησε να τον αγαπήσει, κι εκείνη ζαλίστηκε, επειδή ο Καλ το εννοούσε, επειδή ανεξάρτητα από όλα όσα συνέβαιναν, ανεξάρτητα από το τι συνέβαινε ανάμεσά τους, τούτο εδώ ήταν αληθινό. Ακόμα και αν δεν διαρκούσε παρά μια στιγμή –ναι, μόνο μια στιγμή– ήταν αληθινό, εκείνος την αγαπούσε και ήταν υπέροχα, ήταν κάτι που ξεπερνούσε τα όνειρά της. Η Μ ιν αισθάνθηκε πόνο στην καρδιά, την ένιωσε να σφίγγεται στο στήθος της, επειδή τον αγαπούσε τόσο πολύ που δεν το άντεχε. Μ η μου το κάνεις αυτό, σκεφτόταν ενόσω εκείνος τραγουδούσε «μη μου ραγίσεις την καρδιά, δεν το αξίζω, λυπήσου με, να χαρείς», κι όταν ο Καλ τραγούδησε την τελευταία φράση «I love you, and I always 13
will» , η σιωπή που απλώθηκε ήταν εκκωφαντική. Αχ, Θεέ μου, είπε μέσα της η Μ ιν και βυθίζοντας το βλέμμα στα μάτια του αντίκρισε την ίδια έκπληξη, την ίδια θλίψη, την ίδια σύγχυση και τότε σκέφτηκε: Δεν ήταν ο εαυτός του, φταίει αυτό το πράγμα που μας στοιχειώνει, δεν το εννοούσε. «Απίστευτο» αναφώνησε η Νταϊάνα. «Ομολογώ ότι με εντυπωσίασες» σιγοντάρισε η Λίζα. Τότε η Μ ιν άρπαξε την τσάντα της και βγήκε από το εστιατόριο.
322
JENNIFER CRUSIE
12
να κλείσει πίσω της και διέσχισε το πεζοδρόμιο, τυφλωμένη από την ανάγκη να τρέξει για να γλιτώσει. Κατέβηκε στον δρόμο και την ίδια στιγμή ακούστηκε μια κόρνα, ενώ ένα χέρι την τράβηξε πίσω. Γυρίζοντας, έπεσε πάνω στον Καλ. «Μ ε συγχωρείς» της είπε εξακολουθώντας να την κρατάει. «Δεν ξέρω τι σου έκανα, όμως…» «Θα με πληγώσεις» του είπε ξέπνοη. «Πώς;» Ο Καλ συνοφρυώθηκε. «Όχι! Εγώ ποτέ δεν…» «Θα μου ραγίσεις την καρδιά» είπε η Μ ιν και, όπως αναστέναζε, η ανάσα της ακούστηκε σαν λυγμός. «Θα σ’ αγαπήσω, θα με εγκαταλείψεις όπως κάνεις με όλες, αφού έτσι είσαι πλασμένος, και φοβάμαι ότι, αν επιτρέψω στον εαυτό μου να σ’ αγαπήσει, δεν θα μπορέσω να σε ξεχάσω, πιστεύω ότι θα σ’ αγαπώ για πάντα, επειδή είναι κάτι τόσο βαθύ, σκέψου, ήδη υποφέρω απλώς και μόνο επειδή σου πρόσφερα ένα τοσοδά κομματάκι από μένα…» «Μ ιν, ποτέ δεν θα σε πλήγωνα» είπε ο Καλ. «Δεν το κάνεις επίτηδες. Εξάλλου έχεις το δικαίωμα να φύγεις. Ποτέ δεν μου υποσχέθηκες πως θα μείνεις. Έτσι γίνεται πάντα. Είσαι υπέροχος, μας καταλαβαίνεις, σ’ αγαπάμε και μας αφήνεις. Εγώ αυτό δεν το αντέχω. Μ πορώ να πω στον εαυτό Η ΜΙΝ ΑΦΗΣΕ ΤΗΝ ΠΟΡ ΤΑ ΤΟΥ ΕΣΤΙΑΤΟΡ ΙΟΥ
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
323
μου ότι ο Ντέιβιντ ήταν ένας ηλίθιος που δεν με γνώριζε, όμως εσύ με γνωρίζεις». «Μ ιν, στάσου» είπε ο Καλ προσπαθώντας να την αγκαλιάσει. «Όχι» είπε εκείνη ξεφεύγοντας. «Κανένας άνθρωπος στη ζωή μου δεν με γνώρισε ποτέ όπως εσύ. Κανένας άνθρωπος στη ζωή μου δεν με έκανε να αισθανθώ τόσο καλά όσο εσύ. Μ ε γνωρίζεις, ξέρεις τα πάντα για μένα, κι όταν φύγεις θα αφήσεις πίσω τον αληθινό εαυτό μου, έναν εαυτό τον οποίο οι άλλοι δεν βλέπουν. Αυτό τον εαυτό θα απορρίψεις». «Γιατί είσαι τόσο σίγουρη ότι θα σ’ αφήσω;» ρώτησε ο Καλ με απότομο ύφος. «Γιατί αυτό κάνεις πάντα. Είσαι σε θέση να μου υποσχεθείς αυτή τη στιγμή ότι θα μείνεις για πάντα κοντά μου;» «Γνωριζόμαστε τρεις εβδομάδες. Θα ήταν κάπως παρορμητικό, δεν συμφωνείς;» «Πολύ σωστά» είπε η Μ ιν. «Επομένως γιατί με φλερτάρεις τόσο επίμονα; Γιατί μου χαρίζεις τα ιδανικά παπούτσια, το ιδανικό τραγούδι και…» Κούνησε το κεφάλι της απελπισμένη. «Σ’ το είπα ότι έπρεπε να ξεκινήσουμε σαν φίλοι, σ’ το είπα…» «Θέλεις να είμαστε κάτι περισσότερο από φίλοι» είπε ξερά ο Καλ. «Είναι το πιο κουτό πράγμα που μου έχεις πει». «Άκουσέ με, δεν είμαι έτοιμη για σένα. Δεν είμαι προετοιμασμένη. Όταν βρίσκεσαι κοντά μου, νιώθω ανυπεράσπιστη. Καταστρώνω σχέδια και τα εννοώ, δεν το κάνω για τα μάτια του κόσμου, και μετά σε φιλάω επειδή είμαι τρελή για σένα, γεγονός που θα ήταν μια χαρά αν δεν σε ερωτευόμουν, αλλά το βλέπω να έρχεται, το βλέπω απέναντί μου, κι εσύ το ξέρεις, ξέρεις ότι με έχεις κατακτήσει». Η Μ ιν σώπασε γιατί κατάλαβε ότι την είχε πιάσει υστερικός παροξυσμός. «Εντάξει» είπε ο Καλ σφίγγοντας το σαγόνι. «Ίσως αν…» «Πρέπει να γυρίσω σπίτι» τον έκοψε η Μ ιν. «Εντάξει. Μ πορούμε…» «Όχι! Όπου να ’ναι η Νταϊάνα θα βγει να με αναζητήσει και
324
JENNIFER CRUSIE
τότε θα γυρίσω μαζί της. Θα έχουμε συντροφιά η μία την άλλη». «Μ ιν» είπε ο Καλ. «Βλέπεις… δεν το περίμενα αυτό το τραγούδι. Δεν περίμενα να το τραγουδήσεις όπως το τραγούδησες». «Ούτε εγώ» είπε εκείνος με ύφος σκοτεινό. «Το ξέρω. Το διάβασα στα μάτια σου. Δεν το εννοούσες». «Και βέβαια το εννοούσα» είπε ο Καλ θιγμένος τη στιγμή που η Νταϊάνα έβγαινε στον δρόμο. «Απλώς δεν ήξερα ότι το εννοούσα προτού το τραγουδήσω. Στο διάβολο ο Έλβις και τα αναθεματισμένα καψουροτράγουδά του». «Αυτή είναι η ουσία με τον Έλβις» είπε η Μ ιν χάνοντας τελικά την αυτοκυριαρχία της. «Όσο κι αν τον κοροϊδεύεις για τις τηγανητές μπανάνες και τις στολές με τις πούλιες, ποτέ δεν είπε ψέματα στα τραγούδια του, τραγουδούσε πάντα την αλήθεια. Δεν έκρυβε ελεεινά μυστικά…» «Ποια μυστικά;» ρώτησε ο Καλ. «…ούτε έλεγε ψέματα, να πάρει η οργή. Γι’ αυτό λοιπόν, την επόμενη φορά που θα θελήσεις να φλομώσεις μια γυναίκα στα ψέματα και στην κολακεία, μη χρησιμοποιήσεις τον Έλβις». Η Μ ιν έκανε μεταβολή και κατέβηκε στον δρόμο χτυπώντας τα τακούνια της στο οδόστρωμα σαν να κρατούσε τον ρυθμό. «Εγώ γύρευα μονάχα λίγη ηρεμία και γαλήνη» φώναξε πίσω της ο Καλ. «Όμως δεν ήταν γραφτό μου, γιατί πήγα, βλέπεις, κι έπεσα πάνω σου σαν στραβός και αντί για τη γαλήνη μου βρήκα εσένα, τρομάρα μου!» Η Νταϊάνα έτρεξε πίσω της για να την προλάβει. «Γιατί είσαι τόσο ταραγμένη;» ρώτησε όταν βρέθηκε πλάι στη Μ ιν. Κοίταξε πάνω απ’ τον ώμο της τον Καλ. «Ήταν το πιο ρομαντικό πράγμα που έχω ακούσει». «Το ξέρω» είπε η Μ ιν ανοίγοντας το βήμα της. «Τι συμβαίνει;» ρώτησε η Νταϊάνα. Η Μ ιν σταμάτησε. «Θα σου πω αν μου πεις τι συμβαίνει μ’ εσένα και τον Γκρεγκ».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
325
«Πρώτα εσύ» είπε η Νταϊάνα και δάγκωσε το χείλος της. «Τη νύχτα που γνώρισα τον Καλ…» άρχισε να λέει η Μ ιν και η Ντι τής έγνεψε να συνεχίσει. «Μ ου την έπεσε επειδή ο Ντέιβιντ στοιχημάτισε μαζί του δέκα δολάρια ότι δεν θα κατόρθωνε να με ρίξει στο κρεβάτι μέσα σε έναν μήνα». «Αποκλείεται» δήλωσε η Νταϊάνα με σιγουριά. «Ο Καλ δεν θα δεχόταν τέτοιο πράγμα». «Ντι, τον άκουσα με τα ίδια μου τα αυτιά. Ξέρω ότι τώρα πια έχουν μπει στη μέση κι άλλα πράγματα, όμως γνωριζόμαστε μόλις τρεις εβδομάδες και νιώθω ήδη χαμένη όταν βρίσκομαι κοντά του. Το ρίσκο είναι υπερβολικά μεγάλο. Ο Καλ είναι απλώς… Δεν ξέρω, είναι μαθημένος να εγκαταλείπει τις γυναίκες. Ο Γκρεγκ είχε δίκιο σ’ αυτό. Δεν θέλω να βρεθώ σε μια κατάσταση όπου θα πεθάνω αν με αφήσει, γιατί σίγουρα θα με αφήσει». Η Μ ιν ένιωσε τα μάτια της να βουρκώνουν και προσπάθησε να πνίξει τα δάκρυα. «Κι ύστερα έρχεται και μου τραγουδάει έτσι, ο αθεόφοβος, κι εγώ… δεν ξέρω… είναι υπερβολικά…» «Υπερβολικά επικίνδυνος» συμπλήρωσε η Ντι. «Γι’ αυτό διάλεξα τον Γκρεγκ. Ήξερα ότι δεν θα ήταν ποτέ επικίνδυνος». «Τι συνέβη;» ρώτησε η Μ ιν. «Νομίζω ότι δεν θέλει πια να παντρευτεί» αποκρίθηκε η Ντι και από τη φωνή της η Μ ιν κατάλαβε πως ήταν έτοιμη να κλάψει. «Τον ρώτησα ευθέως, του είπα ότι μπορούμε να το αναβάλουμε αν δεν είναι έτοιμος, όμως αυτός λέει διαρκώς πως είναι έτοιμος, πως το θέλει, ωστόσο πιστεύω ότι πιέζεται επειδή δεν έχει τη δύναμη να απογοητεύσει τόσο κόσμο…» «Τι κάνετε εσείς εδώ;» ρώτησε ο Τόνι προβάλλοντας απροσδόκητα απ’ τα σκοτάδια, με αποτέλεσμα εκείνες να αρχίσουν να τσιρίζουν. «Μ ήπως περιμένετε να έρθουν να σας ληστέψουν;» «Η αναμονή πήρε τέλος προφανώς» είπε η Μ ιν προσπαθώντας να συνέλθει από την τρομάρα. «Μ ε έστειλε ο Καλ» εξήγησε ο Τόνι. «Δεν ήθελε να γυρίσετε
326
JENNIFER CRUSIE
μόνες. Κυρίες μου, έχετε την τιμή να σας συνοδέψω μέχρι το σπίτι». «Δεν είναι ανάγκη» είπε η Μ ιν. «Αστειεύεσαι; Να χάσω την ευκαιρία να βρεθώ με δύο σέξι γυναίκες στο σκοτάδι; Όταν ολοκληρώσω τη φαντασίωση στο μυαλό μου, θα είναι κάτι το καταπληκτικό». «Κάνει πλάκα;» ρώτησε η Ντι τη Μ ιν. «Δεν νομίζω. Τόνι, μήπως θα μπορούσες στη φαντασίωση να με δεις δέκα κιλά πιο αδύνατη;» «Όχι» απάντησε ο Τόνι. «Σε φαντάζομαι ακριβώς όπως είσαι, κουκλάρα μου. Μ ην το πεις στον Καλ, γιατί θα μου σπάσει τα δόντια». «Τα δόντια σου δεν διατρέχουν κανέναν κίνδυνο» είπε η Μ ιν και πήρε ξανά τον δρόμο για το σπίτι. «Πες μας λοιπόν, τι θα κάναμε στη φαντασίωσή σου;» ρώτησε η Ντι καθώς ο Τόνι περπατούσε δίπλα τους. «Πρώτα θα διαβάζαμε ένα ωραίο βιβλίο, επειδή ξέρω πως τα κορίτσια περιωπής γουστάρουν τους άντρες που αγαπούν το διάβασμα» είπε ο Τόνι. Η Μ ιν τον έπιασε αγκαζέ. «Σ’ ευχαριστώ που μας συνοδεύεις μέχρι το σπίτι». «Θα έκανα τα πάντα για σένα, μικρή μου» είπε ο Τόνι χτυπώντας χαϊδευτικά το χέρι της. Έπειτα παραδόθηκε στη φαντασίωσή του και η Μ ιν συνέχισε να τον κρατάει αγκαζέ προσπαθώντας να μη σκέφτεται τι άφηνε πίσω της. Στο εστιατόριο, ο Ντέιβιντ κοίταξε τη Σίνθι με ύφος θριαμβευτικό. «Τα καταφέραμε». «Όχι. Αυτό που είδες δεν οφειλόταν σ’ εμάς» είπε η Σίνθι έχοντας χάσει το χρώμα της. «Η Μ ιν ζήλεψε» δήλωσε ο Ντέιβιντ νιώθοντας καλά για
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
327
πρώτη φορά έπειτα από αρκετές εβδομάδες. «Άσε που ο Καλ έγινε ρεζίλι μ’ εκείνο το βλακώδες τραγούδι. Την έφερε σε δύσκολη θέση. Είχες δίκιο για εμάς τους δύο…» Σταμάτησε αμήχανα και πρόσθεσε σιωπηλά: Ήταν το καλύτερο σεξ στην ιστορία του κόσμου. Μ α την πίστη μου, είμαι άφταστος. «Μ ακάρι να ήταν αλήθεια» είπε η Σίνθι κοιτάζοντας την πόρτα. «Έχουν βγει έξω και μαλώνουν. Δεν είσαι ευχαριστημένη;» «Υπάρχει ένα είδος καβγά που είναι… που επισφραγίζει μια σχέση» είπε η Σίνθι με πρόσωπο ανέκφραστο. «Τσακώνεσαι, έπεται η συμφιλίωση και εντέλει βρίσκεσαι πιο κοντά με τον άλλο. Έπειτα τσακώνεσαι πάλι και τα ξαναβρίσκεις μαζί του. Κάθε φορά γίνεται συμβιβασμός. Κάθε φορά δένεσαι περισσότερο με τον άλλο». «Δηλαδή οι καβγάδες είναι καλό πράγμα; Σαχλαμάρες» είπε ο Ντέιβιντ. «Ξέρεις ποιο σεξ είναι το καλύτερο, Ντέιβιντ; Το σεξ της συμφιλίωσης. Επειδή έρχεσαι πιο κοντά με τον άλλο. Αν η Μ ιν είναι στ’ αλήθεια θυμωμένη μαζί του, πρέπει να κινηθούμε τάχιστα». «Θα της τηλεφωνήσω αύριο» υποσχέθηκε ο Ντέιβιντ. «Αυτή τη στιγμή είναι ταραγμένη. Θα περιμένω πρώτα να ηρεμήσει». Η Σίνθι κοίταξε την εξώπορτα. «Εντάξει. Έχε τον νου σου». «Ησύχασε» της είπε ο Ντέιβιντ σκεπάζοντας την παλάμη της με τη δική του. «Νικήσαμε». «Απόψε δεν νίκησε κανένας» δήλωσε η Σίνθι κουνώντας το κεφάλι. Αργότερα το ίδιο βράδυ, αφού η Μ ιν με την Νταϊάνα είχαν συναρμολογήσει διακόσια κουτάκια του κέικ κουβεντιάζοντας για τον γάμο –όχι όμως για τον Γκρεγκ και τον Καλ–, η Νταϊάνα
328
JENNIFER CRUSIE
πήγε για ύπνο και η Μ ιν κάθισε μόνη στην καναπέ με τον Έλβις στην αγκαλιά της, προσπαθώντας να καταλάβει πού είχε κάνει λάθος. Ίσως αν είχε αρνηθεί την πρόσκληση για πικνίκ στο πάρκο, αν δεν του είχε ανταποδώσει το φιλί, αν ο Καλ δεν τη φιλούσε καθόλου, αν δεν είχε γνωρίσει τον Χάρι… Ίσως αν δεν είχε κάνει τη βλακεία να διασχίσει την αίθουσα του αναθεματισμένου μπαρ, αν με την πρώτη ματιά που του είχε ρίξει καταλάβαινε ότι ο τύπος δεν ήταν για τα δόντια της, αν δεν είχε ακούσει τυχαία για το καταραμένο στοίχημα… Ήταν δύσκολο να προσδιορίσει ποια ήταν ακριβώς η στιγμή που πέρασε το στάδιο της ριψοκίνδυνης περιπέτειας και βούτηξε με τα μούτρα στην παραφροσύνη, ωστόσο είχε την εντύπωση πως, αν κατόρθωνε να εντοπίσει πού ακριβώς την είχε πατήσει, θα καταλάβαινε τι είχε συμβεί και έτσι θα ξεμπέρδευε μια και καλή… Εκείνη τη στιγμή, κάποιος της χτύπησε την πόρτα. Όταν άνοιξε, είδε στο κατώφλι την Μ πόνι με τη βελουτέ ρόμπα της κι ένα τσαγερό στο χέρι. «Έφτιαξα κακάο» ανήγγειλε, και η Μ ιν ένιωσε τα δάκρυά της να αναβλύζουν. «Αχ, μωρό μου» είπε η Μ πόνι και μπαίνοντας στο διαμέρισμα αγκάλιασε τη Μ ιν με το ένα χέρι προσπαθώντας να ισορροπήσει το τσαγερό στο άλλο. «Έλα να καθίσουμε. Πρέπει να το συζητήσουμε». «Θεωρούσα τον εαυτό μου έξυπνο» είπε η Μ ιν, πασχίζοντας να κρατήσει σταθερή τη φωνή της. Πήρε μια ανάσα. «Νόμιζα ότι τα είχα όλα υπό έλεγχο». «Νομίζω ότι τα κατάφερες μια χαρά» τη διαβεβαίωσε η Μ πόνι ακουμπώντας το τσαγερό με το κακάο στο τραπέζιραπτομηχανή. Έβγαλε δυο κούπες από τις τσέπες της, προκαλώντας το γέλιο της Μ ιν μέσα απ’ τα δάκρυα. «Πού είναι ο Ρότζερ;» ρώτησε. «Δεν θέλω να…» «Είναι κάτω και κοιμάται» απάντησε η Μ πόνι σηκώνοντας το τσαγερό. «Ανησυχούσε για σένα, αλλά όταν πήγε δώδεκα έπεσε
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
329
ξερός για τον οκτάωρο ύπνο του». Η Μ ιν γέλασε πάλι ρουφώντας τη μύτη της. «Αν είχα μυαλό στο κεφάλι μου, θα είχα διαλέξει τον Ρότζερ εκείνο το πρώτο βράδυ». «Ο Ρότζερ δεν ήταν για σένα, θα έπληττες θανάσιμα» είπε η Μ πόνι προσφέροντάς της μια ξέχειλη κούπα. «Και εγώ αντίστοιχα τον Καλ θα τον είχα καρυδώσει από την πρώτη στιγμή». «Σοβαρά;» είπε η Μ ιν και ρούφηξε ξανά τη μύτη της. «Αχ, στον Θεό σου, ο τύπος έχει ένα ύφος σαν να είναι ο άρχοντας του σύμπαντος, αλλά στην πραγματικότητα είναι ένα σκιαγμένο πλάσμα. Όχι, δεν έχω χρόνο να ασχοληθώ με τέτοια πράγματα. Εγώ θέλω να αποκτήσω παιδιά, όχι να παντρευτώ παιδί». «Είναι καλό παιδί, Μ πόνι μου» είπε η Μ ιν και ρούφηξε το κακάο της, νιώθοντας ήδη αρκετά καλύτερα. «Το ξέρω. Και κάποτε θα μεγαλώσει και θα γίνει καλός άντρας. Στο μεταξύ, σου ράγισε την καρδιά, επομένως τον έχω στην μπούκα του κανονιού». «Όχι, δεν φταίει αυτός. Προσπάθησε να με αποφύγει» τον υπερασπίστηκε η Μ ιν. «Διαφωνώ». Η Μ πόνι κάθισε πλάι της στον καναπέ κρατώντας την κούπα της. «Είχε άπειρες ευκαιρίες να κρατηθεί μακριά σου, αλλά αυτός έκανε τα αδύνατα δυνατά για να είναι μαζί σου». «Φταίει που δεν κατόρθωνε να με σαγηνέψει. Δεν ήταν…» «Αχ, μην κάνεις σαν μωρό» είπε η Μ πόνι και η Μ ιν σήκωσε απότομα το κεφάλι τρομάζοντας τον Έλβις. «Ακούς τι λες; Νιώθεις δυστυχισμένη, αλλά δεν φταίει ούτε εκείνος ούτε εσύ. Αυτά είναι μαλακίες». «Μ πόνι!» την επέπληξε η Μ ιν σκανδαλισμένη. «Τι θέλεις, Μ ιν; Αν η ζωή ήταν παραμύθι, αν υπήρχε στ’ αλήθεια το ευτυχισμένο τέλος, ποια θα ήταν η επιθυμία σου;» «Θα ήθελα τον Καλ» αποκρίθηκε η Μ ιν, νιώθοντας ντροπή
330
JENNIFER CRUSIE
για την ομολογία της. «Ξέρω πως…» «Σταμάτα» είπε η Μ πόνι σηκώνοντας την κούπα της. «Γιατί τον θέλεις;» «Να… επειδή ήταν διασκεδαστικός» απάντησε η Μ ιν χαμογελώντας και ανοιγοκλείνοντας τα μάτια για να συγκρατήσει τα δάκρυα, νιώθοντας συγχρόνως ρηχή και επιπόλαια. «Δεν ξέρεις πόσο διασκεδαστικός ήταν, Μ πόνι. Και μ’ έκανε να αισθάνομαι υπέροχα. Όταν ήμουν με τον Καλ, δεν ήμουν χοντρή». «Δεν είσαι χοντρή ούτε όταν βρίσκεσαι με τη Λίζα κι εμένα». «Το ξέρω. Μ ε τον Καλ ένιωθα σχεδόν όπως μαζί σας, με τη διαφορά ότι δεν γινόταν να τον εμπιστευτώ και ότι τον ποθούσα». «Ίσως γι’ αυτό τον ποθούσες» παρατήρησε η Μ πόνι. «Επειδή δεν μπορούσες να τον κουμαντάρεις». «Μ μμ, ίσως». Η Μ ιν ακούμπησε το κεφάλι πίσω στον καναπέ. «Ήταν συναρπαστικός. Ποτέ δεν μπορούσα να προβλέψω την επόμενη κίνησή του. Ούτε αυτός. Τροφοδοτούσαμε ο ένας τον άλλο. Τι ανόητοι που ήμασταν». «Στη θέση σου δεν θα έσπευδα να χρησιμοποιήσω παρελθόντα χρόνο. Ας επανέλθουμε στο παραμύθι. Πες μου ποιο είναι το δικό σου ευτυχισμένο τέλος». «Δεν έχω κάτι στον νου μου. Και για τον λόγο αυτό είναι κάτι που δεν θα μου συμβεί ποτέ» είπε η Μ ιν. «Το δικό μου είναι ότι παντρεύομαι τον Ρότζερ και αποκτάμε τέσσερα παιδιά. Μ ένουμε σε ένα όμορφο σπίτι στα προάστια όπου βρίσκονται τα καλά σχολεία, αλλά όχι αυτά όπου όλοι φοράνε καρό ρούχα». «Το καταλαβαίνω» σχολίασε η Μ ιν ρουφώντας λίγο ακόμα κακάο. «Είμαι από τις μαμάδες που μένουν στο σπίτι, αλλά κρατάω μερικούς πελάτες, τους πιο αγαπημένους μου, και επιβλέπω το χαρτοφυλάκιό τους με μάτι γερακίσιο, ούτως ώστε να μη χάσω τη φόρμα μου. Δημιουργώ καλό όνομα και, καθώς τα παιδιά
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
331
μεγαλώνουν, η πελατεία μου αυξάνεται, επειδή θεωρούμαι δυσεύρετη». «Αυτό δεν είναι παραμύθι» παρατήρησε η Μ ιν ακουμπώντας το κακάο της στο τραπεζάκι. «Όλα αυτά είναι πιθανό να συμβούν». «Και το σπίτι μας» συνέχισε η Μ πόνι σαν να μην την είχε ακούσει «γίνεται τόπος συγκέντρωσης, όλοι έρχονται σ’ εμάς στις γιορτές και στα γενέθλια. Οργανώνουμε δείπνα με πλήθος καλεσμένους και όλοι κάθονται γύρω από το τραπέζι μας, γιατί είμαστε η οικογένειά τους από επιλογή. Εσύ, η Λίζα, ο Καλ και ο Τόνι είστε νονοί των παιδιών μας και σε κάθε μεγάλη σχολική διοργάνωση έρχεστε όλοι για να χειροκροτήσετε τα παιδιά μας …» «Εγώ θα είμαι εκεί, σ’ το υπόσχομαι» είπε η Μ ιν προσπαθώντας να συγκρατήσει το κλάμα της. «…και κανένας μας δεν θα είναι ποτέ μόνος γιατί θα έχουμε ο ένας τον άλλο» πρόσθεσε η Μ πόνι. «Θα σου αρέσουν τα εγγόνια μου, Μ ιν. Θα τα πηγαίνουμε για να ψωνίσουν παπούτσια». «Αχ, Μ πόνι» είπε η Μ ιν και βυθίζοντας το κεφάλι στο μαξιλάρι του καναπέ ξέσπασε σε λυγμούς. Η Μ πόνι την άφησε να ξεσπάσει, χαϊδεύοντάς της τα μαλλιά και σιγοπίνοντας το κακάο της. Όταν το αναφιλητό κόπασε, και μόνο αραιά και πού ένας λυγμός τράνταζε το κορμί της Μ ιν, η Μ πόνι είπε ήρεμα: «Τώρα η σειρά σου». «Μ ου είναι αδύνατον» είπε η Μ ιν. «Κάνε μια προσπάθεια. Το παραμύθι σου αρχίζει με τον Καλ, έτσι δεν είναι;» «Γιατί;» Η Μ ιν ανακάθισε και σκούπισε το πρόσωπό της με την ανάστροφη της παλάμης. «Γιατί πάντα πρέπει να αρχίζει με έναν άντρα;» «Γιατί είναι παραμύθι» αποκρίθηκε η Μ πόνι. «Όλα τα παραμύθια αρχίζουν με το πριγκιπόπουλο. Ή, στην περίπτωση
332
JENNIFER CRUSIE
της Σάνα, με την πριγκίπισσα, αλλά και πάλι… Αρχίζει με το μεγάλο ρίσκο. Εκεί που κάθεσαι ολομόναχη σ’ ένα πουφ –στην περίπτωσή σου σε μια καρέκλα Aeron–, εμφανίζεται ο τύπος πάνω στο άλογό του και όλο το μέλλον σου ξεδιπλώνεται μπροστά σου…» «Κι αν δεν είναι ο κατάλληλος; Ας δεχτούμε προς στιγμήν, αν και εγώ δεν το δέχομαι, πως η ιστορία αρχίζει με τον πρίγκιπα. Πώς ξεχωρίζεις τον πρίγκιπα από…» «Το τέρας; Κούκλα μου, όλοι είναι τέρατα». «Ο Ρότζερ δεν είναι» αντέτεινε η Μ ιν. «Έλα τώρα! Αυτή τη στιγμή βρίσκεται κάτω στο διαμέρισμά μου και κοιμάται σαν αρκούδα» είπε η Μ πόνι και η Μ ιν γέλασε μέσ’ απ’ τα δάκρυα. «Πιστεύεις στ’ αλήθεια πως ο Καλ ήταν σφάλμα;» Η Μ ιν κατάπιε με δυσκολία. «Ε, λογικά…» «Μ η μ’ αναγκάσεις να σε περιλούσω με το κακάο μου» είπε η Μ πόνι. «Μ ου λείπουν τα στοιχεία για να συνεχίσω. Πώς μπορώ να ξέρω;» «Πες μου το παραμύθι σου» επέμεινε η Μ πόνι. «Είναι μια κουβέντα που θα μείνει μεταξύ μας, κανείς δεν θα το μάθει. Αν μπορούσες να έχεις ό,τι θέλεις, χωρίς εξηγήσεις, χωρίς λογική, απλώς ό,τι…» «Θα ήθελα τον Καλ» δήλωσε η Μ ιν. «Ξέρω ότι είναι βλα…» «Πάψε. Θεέ μου, δεν ξέρεις καν να ονειρεύεσαι χωρίς εχέγγυα. Πες μου το παραμύθι σου». Η Μ ιν ένιωσε τα δάκρυα να αναβλύζουν πάλι απ’ τα μάτια της και βάλθηκε να χαϊδεύει τον Έλβις για παρηγοριά. «Το παραμύθι μου είναι ο Καλ. Και μ’ αγαπάει τόσο πολύ που δεν το αντέχει, το ίδιο κι εγώ. Και…» Σώπασε για να καταπιεί τα δάκρυά της και μετά συνέχισε: «Βρίσκουμε ένα υπέροχο σπίτι, εδώ στην πόλη, ίσως σε τούτο τον δρόμο, μια παλιά μονοκατοικία σαν εκείνη όπου ζούσε η γιαγιά μου. Μ ου αρέσουν
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
333
τα παλιά σπίτια. Μ ε αυλή για να βγαίνει ο Έλβις να κυνηγάει. Θα παίρναμε ίσως και σκύλο, επειδή μου αρέσουν τα σκυλιά». Η Μ πόνι έγνεψε καταφατικά και η Μ ιν ρούφηξε ξανά τη μύτη της. «Εγώ συνεχίζω να δουλεύω, επειδή αγαπώ τη δουλειά μου. Το ίδιο και ο Καλ, επειδή του αρέσει αυτό που κάνει» συνέχισε η Μ ιν αναστενάζοντας. «Μ ερικές φορές μού τηλεφωνεί και μου λέει: “Μ ίνι, σε σκεφτόμουν, έλα να με συναντήσεις στο σπίτι σε είκοσι λεπτά”. Εγώ πηγαίνω, κάνουμε έρωτα και είναι καταπληκτικά, μέρα μεσημέρι…» Σταμάτησε για να ρουφήξει τη μύτη και η Μ πόνι έγνεψε πάλι. «Μ ερικές φορές πηγαίνουμε στου Εμίλιο, συναντιόμαστε εκεί όλοι μαζί, κάθε Τετάρτη ας πούμε, και γελάμε, λέμε τα νέα μας και, όταν εσύ και ο Ρότζερ αποκτάτε παιδιά, ο Εμίλιο προσθέτει κι άλλα τραπέζια και τρώνε μαζί μας αυτός, η γυναίκα του και τα παιδιά του, ενώ ο Μ πράιαν μας σερβίρει. Κάπου κάπου μαζευόμαστε στο δικό σου σπίτι…» Η Μ πόνι χαμογέλασε συγκατανεύοντας. «…και οι άντρες παρακολουθούν τον αγώνα, πότε πανηγυρίζοντας πότε θρηνώντας, κι εσύ, εγώ, η Λίζα και η γυναίκα του Εμίλιο καθόμαστε στην κουζίνα τρώγοντας σοκολάτες και κουβεντιάζοντας για τα κατορθώματά μας και τα κατορθώματά τους, και γελάμε…» Η Μ ιν πήρε άλλη μια βαθιά εισπνοή συνειδητοποιώντας ότι συνέχιζε να κλαίει. «Έπειτα ο Καλ κι εγώ γυρίζουμε σπίτι» πρόσθεσε με ραγισμένη φωνή «και μένουμε οι δυο μας, γελάμε κι άλλο, αγκαλιαζόμαστε, τρώμε, κάνουμε έρωτα, βλέπουμε σαχλές ταινίες και απλώς… απλώς είμαστε μαζί. Νιώθουμε καλά επειδή έχουμε ο ένας τον άλλο». Σκούπισε ξανά τα μάτια της. «Δεν χρειάζομαι τίποτα περισσότερο. Μ ου αρκεί να είμαστε οι δυο μας, να κουβεντιάζουμε, να μαγειρεύουμε και να γελάμε. Είναι απλό». Πήρε μια βαθιά ανάσα και, καθώς αντίκριζε το βλέμμα της Μ πόνι, το σώμα της τραντάχτηκε από δυνατό λυγμό. «Δεν ζητάω πολλά, έτσι δεν είναι;» «Όχι βέβαια» είπε η Μ πόνι.
334
JENNIFER CRUSIE
«Αλλά νιώθω την ανάγκη να τα κάνω αυτά με τον Καλ και μόνο μ’ αυτόν» πρόσθεσε η Μ ιν. Η Μ πόνι συγκατένευσε. «Επομένως πρέπει να βασιστώ στην κρίση μου και να πιστέψω ότι είναι όπως τον βλέπω εγώ και όχι όπως νομίζει αυτός ότι είναι». «Μ εγάλο το ρίσκο» σχολίασε η Μ πόνι. «Αναρωτήθηκες ποτέ τι συνέβη αφού έζησαν όλοι καλά κι εμείς καλύτερα;» τη ρώτησε η Μ ιν. «Μ ετά τη λήξη της γαμήλιας τελετής, αφού οι υπήκοοι επέστρεψαν στο σπίτι τους, αφού άνοιξαν όλα τα σφραγισμένα με τη σφραγίδα της χρυσής κορόνας δώρα; Το παραμύθι κατά κανόνα τελειώνει εκεί. Εκεί τελειώνουν οι δοκιμασίες, οι ερωτοτροπίες, οι καημοί. Στη συνέχεια ο πρίγκιπας και η πριγκίπισσα κάθονται στο παλάτι γυαλίζοντας τις τοστιέρες που τους χάρισαν στον γάμο». «Η συνέχεια εξαρτάται λίγο πολύ από το ποιος είναι ο πρίγκιπας» απάντησε η Μ πόνι. «Μ πορώ να φανταστώ τον Ντέιβιντ να γυαλίζει τοστιέρες». Η Μ ιν γέλασε άθελά της. «Αλλά ο Τόνι θα τις συνέδεε μεταξύ τους και θα τις ρύθμιζε έτσι ώστε να εκτοξεύουν τα τοστ η μία μετά την άλλη» συνέχισε η Μ πόνι και η Μ ιν γέλασε ακόμα πιο δυνατά. «Και ο Καλ θα στοιχημάτιζε πάνω σ’ αυτό» είπε η Μ ιν χαμογελώντας και συγχρόνως κλαίγοντας «αφού πρώτα θα είχε βάλει τον Τόνι να επαναλάβει το πείραμα με τις τοστιέρες χίλιες φορές ώστε να προβεί σε ακριβείς υπολογισμούς». «Και ο Ρότζερ θα είχε τον νου του και θα περιέφρασσε τον χώρο με κίτρινη ταινία προκειμένου να μην τραυματιστεί κανείς από το ιπτάμενο ψωμί» συμπλήρωσε η Μ πόνι με τρυφερότητα. «Όσο για τη Λίζα, θα έβρισκε τρόπο προκειμένου το όλο εγχείρημα να αποφέρει κέρδος» σχολίασε η Μ ιν. «Εσύ θα φρόντιζες ο Τόνι να αγοράσει το ψωμί σε τιμή κόστους και θα επένδυες τα κέρδη με τρόπο ορθολογικό». «Κι εσύ θα εκτιμούσες το εγχείρημα, θα υπολόγιζες το ρίσκο
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
335
και θα μας έλεγες τι χάσαμε» κατέληξε η Μ πόνι. «Λοιπόν, ίσως αξίζει να το μελετήσουμε λίγο το θέμα με τις τοστιέρες» είπε η Μ ιν. «Μ πορεί ο Τόνι να είναι για τα σίδερα, αλλά έχει πάντα καλές ιδέες». Η Μ πόνι έγνεψε καταφατικά, ενώ η Μ ιν δάγκωσε το χείλος της και κατάπιε κι άλλα δάκρυα. «Θέλω το παραμύθι». «Σύμφωνοι» είπε η Μ πόνι. «Τώρα δεν μένει παρά να σκεφτείς πώς θα το αποκτήσεις». «Σωστά. Σ’ αυτό είμαι καλή. Πρέπει να σκεφτώ». Η Μ ιν κοίταξε τη φίλη της. «Εξακολουθείς να θέλεις να με περιλούσεις με κακάο;» «Όχι. Το μόνο παράλογο πράγμα που οφείλεις να κάνεις είναι το να πιστέψεις. Αποκεί και πέρα, χρειάζεται μυαλό και σκέψη». «Περίφημα. Από μυαλό πάμε καλά. Η βουτιά στην πίστη ολοκληρώθηκε. Δεν μου μένει παρά να καταστρώσω ένα σχέδιο». «Τι λες, θα μπορέσεις τώρα να κοιμηθείς;» «Ναι, σίγουρα» είπε η Μ ιν, με τα μάτια της να έχουν γεμίσει πάλι δάκρυα. «Γιατί δεν μπορώ να σταματήσω το κλάμα;» «Πότε ήταν η τελευταία φορά που έκλαψες;» ρώτησε η Μ πόνι. «Δεν θυμάμαι». «Πότε ήταν η τελευταία φορά που νοιάστηκες για κάτι τόσο, ώστε να κλάψεις γι’ αυτό;» «Ούτε αυτό το θυμάμαι» αποκρίθηκε η Μ ιν με αποτροπιασμό. «Επομένως πρέπει να καθίσεις και να σκεφτείς ορισμένα πράγματα. Εγώ πρέπει να κατεβώ στον κάτω όροφο και να κοιμηθώ με μια αρκούδα» είπε η Μ πόνι και σηκώθηκε. Η Μ ιν τής χαμογέλασε με μάτια δακρυσμένα. «Μ ην περιμένεις να σε λυπηθώ επειδή σου έλαχε ο Ρότζερ». «Κάθε άλλο. Περιμένω να με ζηλέψεις όσο δεν παίρνει» είπε η Μ πόνι πετώντας στα σύννεφα. «Σε ζηλεύω» είπε η Μ ιν, συλλογιζόμενη τον άντρα τον οποίο
336
JENNIFER CRUSIE
είχε εξοργίσει και παρατήσει σύξυλο κάτω από το φως του φεγγαριού. «Αλλά θέλω τον Καλ». Ο Καλ δεν της τηλεφώνησε, όμως το γεγονός δεν τη στενοχώρησε, επειδή θα τον έβλεπε στο δείπνο της προηγουμένης του γάμου – μια και δεν της είχε ακυρώσει το ραντεβού. Εξάλλου, δεν είχε χρόνο για να τον σκεφτεί.Έμεναν μόνο τέσσερις μέρες μέχρι τον γάμο, και η Μ ιν δεχόταν μια ντουζίνα τηλεφωνήματα καθημερινά από την όλο και πιο τρελαμένη αδελφή της. Όπως και να ’χε, καλύτερα που δεν τον είχε μέσα στα πόδια της να την αποσπά. Εντούτοις, της έλειπε. Την Κυριακή, έλεγε και ξαναέλεγε μέσα της, την Κυριακή όλα θα τελειώσουν, η Νταϊάνα θα παντρευτεί κι εγώ θα αξιωθώ επιτέλους να διορθώσω τη ζωή μου. Βέβαια, το ότι η Νταϊάνα θα παντρευόταν δεν το είχε πια τόσο σίγουρο, αλλά εφόσον η αδελφή της επέμενε ότι το ειδύλλιό της ήταν όπως στα παραμύθια, η γνώμη της Μ ιν περίσσευε. Έτσι, ο ρόλος της περιοριζόταν στο να συμφωνεί με όσα της έλεγε η αδελφή της και να την ακούει. Στήριξε λοιπόν ψυχολογικά την Νταϊάνα, την Πέμπτη το βράδυ πήγε στο «δείπνο των Αν» κουβαλώντας μαζί της το παγωτό που της είχε προσφέρει ο Καλ, είπε στη Λίζα ότι δεν υπήρχε λόγος να απολογείται που ανάγκασε τον Καλ να τραγουδήσει, εφόσον ο καβγάς τους ήταν αναπόφευκτος, και προσπάθησε να σκεφτεί τρόπο να αποκαταστήσει τις σχέσεις τους χωρίς να του μιλήσει και χωρίς να τον δει. Ωστόσο το πρωί του Σαββάτου ήταν υποχρεωμένη να πάει στο μπέιζμπολ για το χατίρι του Χάρι. Φόρεσε τα καινούργια πέδιλά της –διάφανα πέδιλα με τακούνι στιλέτο και κερασάκια πάνω απ’ τα δάχτυλα– και έφτασε στο πάρκο δύο λεπτά μετά την έναρξη του αγώνα. Βρήκε θέση στο πλάι της κερκίδας και προσπάθησε να περάσει απαρατήρητη ενώ συγχρόνως κουνούσε το χέρι στον Χάρι. Όπως ήταν επόμενο, η Μ πινκ την πρόσεξε
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
337
και της έγνεψε να ανεβεί και να καθίσει μαζί τους. Η Μ ιν τής χαμογέλασε και κατόπιν συνειδητοποίησε πως ο άντρας που καθόταν δίπλα στην Μ πινκ δεν ήταν ένας άγνωστος πατέρας αλλά ο Ρέινολντς. Στο άλλο πλευρό της Μ πινκ καθόταν η Σίνθι και δίπλα της άλλος ένας γονιός, πράγμα που σήμαινε ότι η Μ ιν ήταν καταδικασμένη να καθίσει πλάι στον Ρέινολντς. Τι αμαρτίες πληρώνω, Θεέ μου; αναρωτήθηκε και ανέβηκε για να καθίσει κοντά τους. «Πώς τα πάμε;» τον ρώτησε. «Αυτά τα παιδιά δεν έχουν ιδέα από μπέιζμπολ» σχολίασε ο Ρέινολντς κουνώντας το κεφάλι. «Δεν διαθέτουν πειθαρχία». «Ξέρεις… είναι μόλις οκτώ χρονών» του θύμισε η Μ ιν. «Η πειθαρχία είναι κάτι που το μαθαίνεις νωρίς» είπε ο Ρέινολντς κοιτώντας τη με εμφανή περιφρόνηση. Εγώ φταίω που πίστεψα ότι ήταν καλή ευκαιρία να γνωριστούμε καλύτερα, συλλογίστηκε η Μ ιν. Στο γήπεδο, ο Μ πέντλεϊ χτύπησε αδέξια την μπάλα που κύλησε προς τον Χάρι, ο οποίος τη σήκωσε και την πέταξε στην τύχη προς τη βάση που έκρινε ότι τον βόλευε. «Για όνομα του Θεού, Χάρι!» φώναξε ο Ρέινολντς. Η Μ ιν εντόπισε τον Καλ στη μια άκρη του γηπέδου και το στομάχι της δέθηκε κόμπος. Μ η γίνεσαι γελοία, είπε μέσα της και στραβοκατάπιε. Ο Καλ άνοιξε τα χέρια προς τη μεριά του Χάρι σαν να του έλεγε: «Τι ήταν τούτο πάλι;» και ο Χάρι σήκωσε τους ώμους και λυγίζοντας τα γόνατα κάθισε ξανά στις φτέρνες. Ο Καλ κούνησε το κεφάλι, αλλά η Μ ιν, κρίνοντας από τους ώμους του, κατάλαβε πως δεν ήταν θυμωμένος. Όταν γύρισε προς τη μεριά της, χαμογελούσε, αλλά μόλις την πήρε το μάτι του, το χαμόγελό του χάθηκε, κι εκείνη ένιωσε την απόρριψη σαν λαβωματιά στα σωθικά της. Ωχ, αυτό ήταν βαρύ, είπε μέσα της και έστρεψε το βλέμμα εκτός γηπέδου, στον πάγκο όπου ο Τόνι έτρωγε ένα χοτ ντογκ κουνώντας το κεφάλι και η Λίζα καθόταν πλάι του στηρίζοντας το πιγούνι στο χέρι της. Χαμηλά στις κερκίδες, η Μ πόνι
338
JENNIFER CRUSIE
κρατούσε σημειώσεις για λογαριασμό του Ρότζερ, ο οποίος αργότερα θα τις χρησιμοποιούσε για να εξηγήσει ορισμένα πράγματα στα πιτσιρίκια. Τυχερά παιδιά, συλλογίστηκε η Μ ιν και ευχήθηκε να βρισκόταν εκεί κάτω μαζί με την Μ πόνι ή τη Λίζα ή, ακόμα καλύτερα, στα μαγαζιά ψωνίζοντας παπούτσια. Οπουδήποτε αλλού εκτός από εδώ όπου κοιτούσε κάτι που δεν μπορούσε να αποκτήσει. Ή που δεν είχε τα κότσια να το διεκδικήσει. Στην ουσία ήταν το ίδιο πράγμα. Στο υπόλοιπο παιχνίδι, ο Ρέινολντς συνέχισε να εκφράζει την αποστροφή του προς τη γενικότερη ανικανότητα της ομάδας, προκαλώντας την αντιπάθεια των γονιών που κάθονταν στις κερκίδες. Η Μ ιν, που ήταν ήδη εκνευρισμένη, ήθελε να του φέρει κάτι στο κεφάλι, ενώ συγχρόνως αναρωτιόταν για ποιον λόγο τον ανεχόταν η Μ πινκ, η οποία γούρλωνε όλο και περισσότερο τα κουκουβαγίσια μάτια της. Εγώ θα το είχα σχολάσει προ πολλού ένα τέτοιο γαϊδούρι. Κάτω στο γήπεδο, ο Χάρι σήκωσε το ρόπαλο. Κοίταξε προς το μέρος τους και η Μ ιν τού κούνησε το χέρι χαμογελώντας. Χτύπησε το ρόπαλο στο έδαφος δυο φορές και μετά το έφερε στον ώμο του με απόλυτα σοβαρό ύφος. Όταν ήρθε η ώρα να χτυπήσει την μπάλα, απέτυχε παταγωδώς. «Αμάν πια, Χάρι!» ούρλιαξε ο Ρέινολντς. «Μ πορείς να παίξεις καλύτερα. Δεν προσπαθείς». Βούλωσ’ το, Ρέινολντς, είπε μέσα της η Μ ιν. Κάτω στο γήπεδο, οι ώμοι του Χάρι κύρτωσαν ελαφρά, ενώ πάνω στις κερκίδες η Μ πινκ μαρμάρωσε ακόμα περισσότερο. Ο Χάρι απέτυχε και στο επόμενο χτύπημα, κάνοντας τον Ρέινολντς να ξεσπαθώσει. «Συγκεντρώσου, Χάρισον! Μ η χτυπάς τον αέρα σαν ηλίθιος! Βάλε το μυαλό σου να δουλέψει». Την ίδια στιγμή η Μ ιν είδε τον Καλ να κοιτάζει προς το μέρος του αδελφού του με πρόσωπο σφιγμένο. Ρέινολντς, κόψε ταχύτητα, συλλογίστηκε η Μ ιν και τότε ο Χάρι έκανε ένα χτύπημα τόσο άθλιο, που η μπάλα δεν πέρασε καν την αρχική
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
339
βάση. Ο Ρέινολντς πετάχτηκε πάνω φωνάζοντας: «Χάρι, τι βλακεία ήταν αυτή; Επιτέλους, δεν είσαι ικανός να κάνεις τίποτα σωστά;» Ξαφνικά ο Καλ έφυγε από το γήπεδο και κατευθύνθηκε προς τον αδελφό του με δολοφονικό βλέμμα. «Μ η, μη» φώναξε η Μ ιν πανικόβλητη καθώς ο Καλ πλησίαζε τις κερκίδες. Ευθύς αμέσως πετάχτηκε όρθια, στάθηκε μπροστά στον Ρέινολντς και του έριξε μια δυνατή γροθιά στο μπράτσο. «Ε!» διαμαρτυρήθηκε εκείνος πιάνοντας το μπράτσο του. «Έτσι συμπεριφέρονται οι γονείς, βρε άσχετε; Δεν επιτρέπεται να ταπεινώνεις ένα παιδί με τέτοιον τρόπο» του είπε ψιθυριστά. Έπειτα άρχισε να ουρλιάζει: «Ο Χάρι είναι πολύ έξυπνο αγόρι, πάντα ήταν έξυπνος» και στη συνέχεια ψιθύρισε: «Αλλά εσύ είσαι το μεγαλύτερο κωθώνι που έχω γνωρίσει». «Να με συγχωρεί η χάρη σου» είπε ο Ρέινολντς προσβεβλημένος. «Από το παιδί σου πρέπει να ζητήσεις να σε συγχωρήσει, όχι από μένα» του ψιθύρισε η Μ ιν σκύβοντας κοντά του. «Από το παιδί σου, που το εξευτέλισες μπροστά στους φίλους του. Αν νομίζεις ότι κέρδισες πόντους με τη στάση σου εδώ πέρα, τότε είσαι πραγματικά βλάκας με περικεφαλαία». «Παραφέρεσαι» είπε ο Ρέινολντς, ωστόσο άρχισε να φαίνεται πιο μαζεμένος και έριχνε κλεφτές ματιές στους άλλους γονείς οι οποίοι δεν έκρυβαν τη δυσαρέσκειά τους. Κούνησε το κεφάλι με ύφος αγέρωχο. «Ποια θαρρείς πως είσαι, διάολε;» «Κατ’ αρχάς, είναι η γυναίκα που μόλις σε γλίτωσε από ένα γερό βρομόξυλο» είπε ο Καλ πίσω της. «Γιατί ετοιμαζόμουν να σε ξαπλώσω κάτω από τις κερκίδες, αλλά η Μ ιν μπήκε στη μέση και με πρόλαβε». «Σιγά μη σε φοβηθώ» είπε ο Ρέινολντς κοιτάζοντας πάνω από τον ώμο της Μ ιν. «Λες και θα τολμούσες. Εσύ δεν καταφέρνεις καν να προπονήσεις τα πιτσιρίκια…» «Ω, πάψε επιτέλους» τον έκοψε η Μ ιν. «Τα σκάτωσες και το
340
JENNIFER CRUSIE
μόνο που σκέφτεσαι είναι πώς να ρίξεις το φταίξιμο στον αδελφό σου;» «Ως εδώ και μη παρέκει» είπε ο Ρέινολντς υψώνοντας τον δείκτη του. «Δεν είσαι…» «Εγώ θα σου πω κάτι άλλο, Ρέινολντς» παρενέβη ο Καλ. «Όταν γυρίσεις σπίτι, θα καθίσεις να σκεφτείς τι έκανες και θα διαπιστώσεις ότι μόλις δημιούργησες για το παιδί σου την ίδια οδυνηρή ανάμνηση που μας κατατρέχει σ’ όλη μας τη ζωή. Και παρόλο που είσαι κωθώνι, δεν είσαι κακός άνθρωπος, γι’ αυτό είμαι βέβαιος ότι στο εξής θα σε βασανίζουν εφιάλτες όσον αφορά τη στάση σου ως πατέρα. Και μην ξεσπάς τα νεύρα σου σε κάποιον που δεν σου φταίει σε τίποτα. Στη θέση σου θα έβαζα την ουρά κάτω απ’ τα σκέλια και θα την έκανα με ελαφρά πηδηματάκια». «Γυρίζουμε σπίτι» δήλωσε η Μ πινκ. «Δεν καταλαβαίνω για ποιο…» άρχισε να λέει ο Ρέινολντς, αλλά η Μ πινκ κάρφωσε πάνω του τα γκρίζα μάτια της με βλέμμα παγερό. «Εμείς οι δύο γυρίζουμε σπίτι για να το συζητήσουμε. Μ ιν, θα αναλάβετε με τον Καλ να φέρετε τον Χάρι;» «Ναι» απάντησε ο Καλ πίσω από την πλάτη της Μ ιν. Εκείνη έγνεψε καταφατικά, τρέμοντας καθώς είχε περάσει το πρώτο κύμα της αδρεναλίνης. Έστριψε στο πλάι και κάθισε στη θέση της, συνειδητοποιώντας πως είχε ενεργήσει με απίστευτη επιπολαιότητα και, αναμφίβολα, με αγένεια. Όταν γύρισε προς τον Καλ, εκείνος κατέβαινε ήδη από τις κερκίδες, με τον Ρέινολντς και την Μ πινκ να τον ακολουθούν. Στο γήπεδο, ο Χάρι τούς είχε γυρισμένη την πλάτη και άκουγε τον Τόνι που του μιλούσε, γεγονός θετικό, σε γενικές γραμμές. Βέβαια, το πιθανότερο ήταν ότι ο Τόνι στόλιζε με διάφορα επίθετα τον πατέρα του, αλλά η Μ ιν δεν είχε αντιρρήσεις ως προς αυτό. Κοίταξε τη Σίνθι, που φαινόταν σκεφτική. «Γεια» τη χαιρέτησε η Μ ιν παίρνοντας βαθιά εισπνοή.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
341
«Απόλαυσες το θέαμα;» «Εγώ δεν θα το είχα κάνει, αλλά σου δίνω συγχαρητήρια» είπε η Σίνθι. «Έχεις περισσότερα κότσια από μένα». «Δεν έχω κότσια. Πιθανώς η αντίδρασή μου ήταν υπερβολική». «Όχι, καθόλου. Ο Καλ αντέδρασε υπερβολικά, αλλά ήταν αναμενόμενο. Ο Ρέινολντς αντέγραψε τον πατέρα τους, και αυτό τον Καλ τον τρελαίνει. Δεν ανέχεται να τον αποκαλούν βλάκα». «Το άκουγαν συχνά όταν ήταν παιδιά;» ρώτησε η Μ ιν. «Πιστεύω ότι τα δυο αδέλφια είχαν πολύ χειρότερη παιδική ηλικία απ’ όσο μπορούμε εμείς να φανταστούμε» αποκρίθηκε η Σίνθι. «Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι μπορείς να δείρεις τον αδελφό σου μπροστά στον ανιψιό σου». «Πιθανώς δεν θα έφτανε ως εκεί» είπε η Μ ιν. «Αυτό δεν το γνωρίζω. Πάντως τώρα, στα μάτια της οικογένειας, είσαι εσύ η κακιά της υπόθεσης και όχι εκείνος. Στην ουσία, του πρόσφερες εξυπηρέτηση». «Ήμουν ήδη ο αποδιοπομπαίος τράγος. Οι γονείς του με αντιπάθησαν» εξήγησε η Μ ιν. «Κανέναν δεν συμπαθούν ιδιαίτερα. Είναι άνθρωποι πολύ απορροφημένοι από τον εαυτό τους. Δεν είναι σκληροί, απλώς αδιάφοροι». «Μ άλιστα. Εσύ είσαι ψυχολόγος, έτσι δεν είναι; Τι θα κάνουμε με τον Χάρι;» «Θα το φροντίσει ο Καλ» είπε η Σίνθι δείχνοντας μ’ ένα νεύμα το γήπεδο, όπου ο Καλ με τον Χάρι κάθονταν τώρα στον πάγκο. Έπειτα έγειρε το κεφάλι προς το μέρος της Μ ιν. «Η ζημιά ήταν διπλή, επειδή ήσουν εσύ εδώ. Ο Χάρι σού έχει τρομερή αδυναμία, και το γεγονός ότι ρεζιλεύτηκε κατ’ αυτό τον τρόπο…» Κούνησε το κεφάλι της και αναστέναξε. «Έχεις δίκιο, ο Ρέινολντς είναι κωθώνι». «Αυτός είναι ο επιστημονικός όρος;» «Στην περίπτωση του Ρέινολντς, ναι» αποκρίθηκε η Σίνθι.
342
JENNIFER CRUSIE
Κάτω στον πάγκο, ο Τόνι κάθισε δίπλα στη Λίζα λέγοντας: «Ξέρεις, μέχρι τώρα σκεφτόμουν πως, αν έμπλεκα ποτέ σε καβγά σε μπαρ, θα βασιζόμουν σ’ εσένα να με υποστηρίξεις, αλλά νομίζω ότι η Μ ιν μόλις βρέθηκε ένα βήμα πιο μπροστά από σένα στη βαθμολογία». «Δεν θα τολμούσα ποτέ να τη συγχύσω» είπε η Λίζα. «Ο τύπος είναι χαμένος από χέρι». «Σωστά» συμφώνησε ο Τόνι με το βλέμμα στραμμένο στο γήπεδο. «Αλλά ο Χάρι θα συνέλθει. Έχει στο πλευρό του τον Καλ, την Μ πινκ και τη Μ ιν. Είναι μια αχτύπητη τριάδα. Χριστέ μου, κοίτα τι κάνει! Ε, Σόαμς!» φώναξε. «Βλέπε πού στέλνεις την μπάλα». Κούνησε το κεφάλι του με απογοήτευση, ωστόσο συνέχισε να κοιτάζει τον Σόαμς, έτοιμος να βοηθήσει ανά πάσα στιγμή. Έτσι είναι ο Τόνι, συλλογίστηκε η Λίζα. Συμπεριφέρεται σαν κούτσουρο αλλά, όταν κάποιος τον χρειάζεται, τρέχει αμέσως στο πλευρό του. Ήξερε ότι θα τον νοσταλγούσε. «Τόνι» του είπε καθώς εκείνος δάγκωνε το χοτ ντογκ του, έχοντας αποφασίσει να του ανακοινώσει το νέο την ώρα του φαγητού του, ώστε να του έρθει πιο μαλακά. «Εμείς οι δύο δεν ταιριάζουμε». «Τώρα το κατάλαβες;» είπε ο Τόνι μπουκωμένος, χωρίς να τραβήξει το βλέμμα από το γήπεδο. «Μ η φανταστείς ότι δεν σε θεωρώ σπουδαίο άντρα…» συνέχισε η Λίζα αναστενάζοντας με ανακούφιση. «Το ξέρω». Ο Τόνι κατάπιε την μπουκιά του και δάγκωσε την επόμενη. Στο γήπεδο, ένα παιδί έχασε την μπάλα, κι εκείνος έκλεισε τα μάτια μουρμουρίζοντας: «Χριστέ μου». «Μ πλέξαμε, βλέπεις, σ’ αυτό το τρίο» είπε η Λίζα, και ο Τόνι σταμάτησε να μασάει και την κοίταξε. «Θέλω να πω, εμείς οι τρεις με εσάς τους τρεις. Καταλαβαίνεις».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
343
«Σωστά» είπε ο Τόνι συνεχίζοντας να μασάει και να παρακολουθεί το γήπεδο. «Αυτό που συμβαίνει με την Μ πόνι και τον Ρότζερ είναι λίγο τρομακτικό» συνέχισε εκείνη «ωστόσο η Μ πόνι δεν πέφτει ποτέ έξω». «Ούτε ο Ρότζερ». Ο Τόνι κατάπιε. «Θα τα καταφέρουν». «Όσο για τη Μ ιν με τον Καλ… δεν ξέρω. Πάντως ο Καλ δεν παίζει μαζί της, επομένως θα σταματήσω να ανακατεύομαι». «Ωραία» είπε ο Τόνι και δάγκωσε άλλη μια μπουκιά από το χοτ ντογκ κοιτάζοντας το γήπεδο με μάτια μισόκλειστα. «Εσύ κι εγώ όμως δεν έχουμε καμία ελπίδα» κατέληξε η Λίζα. «Ακριβώς». Ο Τόνι κούνησε το κεφάλι με αγανάκτηση χωρίς να ξεκολλήσει το βλέμμα από τον αγώνα. «Αυτό το παιδί δεν έχει δύναμη». «Χαίρομαι που το παίρνεις τόσο καλά» είπε η Λίζα ενοχλημένη. «Σε συμπαθώ, αλλά είσαι διαρκώς στην τσίτα, δημιουργείς αναταράξεις, κι εμένα μου αρέσει η σταθερότητά μου» εξήγησε ο Τόνι σηκώνοντας τους ώμους. «Η θεωρία του χάους» είπε η Λίζα. «Ακριβώς. Τα διαταραγμένα συστήματα ή μετακινούνται σε ανώτερο επίπεδο ή διαλύονται. Εμείς διαλυθήκαμε. Εξάλλου, αντιπαθείς τα σπορ. Δεν έγινε τίποτα. Κανείς δεν είναι θυμωμένος. Γιατί λοιπόν να μην το πάρω καλά;» «Τότε γιατί δεν ζήτησες εσύ να διακόψουμε;» ρώτησε η Λίζα ενοχλημένη. «Μ ου άρεσε το σεξ. Διάβολε!» Ο Τόνι κοίταξε βλοσυρά το γήπεδο, όπου ένα ταλαίπωρο πιτσιρίκι μόλις είχε χάσει μια απόκρουση. «Ε, λοιπόν, ορισμένα παιδιά είναι προτιμότερο να μην ασχολούνται με το μπέιζμπολ». «Ξέρεις, κι εμένα μου άρεσε το σεξ» είπε η Λίζα όταν το καλοσκέφτηκε. «Όποτε θέλεις είμαι στη διάθεσή σου. Μ πράβο, αυτό θα πει δύναμη. Μ πράβο, Τζέσικα!» φώναξε εκείνος ρίχνοντας πίσω το
344
JENNIFER CRUSIE
κεφάλι. Η Τζέσικα του κούνησε το χέρι κι ύστερα ξέχασε τον Τόνι και κάθισε πίσω στις φτέρνες περιμένοντας την επόμενη φάση. Η Τζέσικα δεν είναι παίξε γέλασε, συλλογίστηκε η Λίζα. «Σε συμπαθώ πολύ» είπε στον Τόνι, κι αυτός την κοίταξε και της χαμογέλασε. «Κι εγώ σε συμπαθώ πολύ, μωρό μου. Αν ποτέ θελήσεις να δείρω κάποιον για χάρη σου, ειδοποίησέ με». «Σ’ ευχαριστώ» είπε εκείνη συγκινημένη. «Αν ποτέ θελήσεις να πλακώσεις στις σφαλιάρες μια γυναίκα, τον αριθμό μου τον ξέρεις». «Σοβαρά;» Ο Τόνι έδειξε ζωηρό ενδιαφέρον. «Μ πορώ να κοιτάζω;» «Να γιατί σταματάμε να κάνουμε σεξ εμείς οι δύο» είπε η Λίζα. «Επομένως, όλα καλά;» «Ναι» απάντησε ο Τόνι κι έπειτα φώναξε στο γήπεδο: «Όχι, όχι, όχι». Η Λίζα σηκώθηκε και τον φίλησε στην κορυφή του κεφαλιού. «Μ ην είσαι κακός με τα παιδιά» του είπε προτού φύγει. «Θα μεγαλώσουν και θα διευθύνουν τις επιχειρήσεις στις οποίες θα προσφέρεις τις υπηρεσίες σου». Λίγα λεπτά πριν από το τέλος του αγώνα, η Μ ιν κατέβηκε από τις κερκίδες και στάθηκε πίσω από το συρματόπλεγμα, στο ύψος του πάγκου όπου καθόταν ο Καλ. Έμεινε εκεί ένα δυο λεπτά, διστάζοντας, κι έπειτα ξερόβηξε. «Καλά του τα είπες του Ρέινολντς» του είπε τέλος περνώντας τα δάχτυλά της στα κενά του συρματοπλέγματος. «Πολύ καλά». Ο Καλ συνέχισε να ατενίζει το γήπεδο. Κοίταξέ με, να πάρει η οργή, συλλογίστηκε απελπισμένη η Μ ιν αναζητώντας τρόπο για να προσελκύσει την προσοχή του. «Ήσουν πολύ… σέξι» είπε ψέματα και ξεροκατάπιε πάλι. «Ομολογώ ότι με άναψες. Αν δεν ήταν τόσος κόσμος μπροστά,
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
345
θα σε πήγαινα στα αποδυτήρια και θα σ’ έβαζα κάτω». Ο Καλ έμεινε ασάλευτος κι έπειτα γύρισε προς το μέρος της, με πρόσωπο εντελώς ανέκφραστο. Ωχ, λάθος προσέγγιση, συλλογίστηκε η Μ ιν. «Δώσε μου πέντε λεπτά καιρό να τους διώξω όλους» της είπε εκείνος. Η Μ ιν αναστέναξε με ανακούφιση. «Προς στιγμήν φοβήθηκα». «Μ ε συγχωρείς». Ο Καλ την πλησίασε και έγειρε πάνω στο συρματόπλεγμα, χώνοντας τα δάχτυλα ανάμεσα στα σύρματα ώστε να αγγίξουν τα δικά της. «Ήταν μια άσχημη στιγμή που ξύπνησε οδυνηρές αναμνήσεις». «Λες για τον μπαμπά σου». Η Μ ιν έπλεξε τα δάχτυλά της με τα δικά του επειδή ήταν υπέροχο να τον αγγίζει και πάλι. «Το κατάλαβα. Ο Χάρι πώς είναι;» «Όχι πολύ καλά, αλλά θα επιζήσει». «Κάτι που δεν είναι σίγουρο για τον Ρέινολντς» σχολίασε η Μ ιν. «Η Μ πινκ έμοιαζε σαν Άγγελος Εξολοθρευτής». «Θα τον τσακίσει» συμφώνησε ο Καλ. «Αν και αυτό δεν πρόκειται να βοηθήσει ιδιαίτερα τον Χάρι». «Γιατί τον παντρεύτηκε;» ρώτησε ορθά κοφτά η Μ ιν. «Μ ε συγχωρείς που ρωτάω, αλλά…» «Τη φλόμωσε με τη γοητεία του». Ο Καλ χαμογέλασε σφιγμένα. «Γνωρίστηκαν στο κολέγιο. Ο Ρέινολντς μυρίστηκε τα λεφτά της και εξαπέλυσε όλη τη γοητεία του. Η Μ πινκ δεν είχε την παραμικρή ελπίδα να γλιτώσει». Η Μ ιν σκέφτηκε την Μ πινκ. Τη φαντάστηκε στο κολέγιο, μια σκιαγμένη μικρή κουκουβάγια που σκόνταψε πάνω στον λαμπερό και πανέμορφο Ρέινολντς. «Για ποιον λόγο δεν τον χωρίζει;» «Επειδή τώρα εκείνος την αγαπάει. Μ ετά τη γέννηση του Χάρι, ο Ρέινολντς άλλαξε. Έγινε πολύ καλύτερος απ’ ό,τι ήταν παλιά». «Διάβολε! Δηλαδή πώς ήταν προηγουμένως;»
346
JENNIFER CRUSIE
«Ένα γοητευτικό κάθαρμα» απάντησε ο Καλ χάνοντας προς στιγμήν το κέφι του. «Όπως όλοι οι Μ όρισεϊ». «Εσύ δεν είσαι έτσι». «Κι όμως, γλυκιά μου, μερικές φορές είμαι» είπε ο Καλ με ύφος θλιμμένο. «Περισσότερο απ’ όσο σου περνάει από το μυαλό». «Εγώ δεν σε έχω δει ποτέ έτσι». «Επειδή δεν σου φέρθηκα ποτέ ελεεινά. Μ ου έκοψες τον βήχα από την πρώτη στιγμή». «Δεν φταίω εγώ, πήγαινες γυρεύοντας, ομορφόπαιδο» είπε η Μ ιν χαμογελώντας. «Σ’ ευχαριστώ που κατέβηκες για να με βρεις» της είπε τρυφερά και επέστρεψε στο γήπεδο όπου τον καλούσε ο Τόνι. Η Μ ιν πήγε να καθίσει πλάι στην Μ πόνι, και μόνο όταν εκείνη σκέπασε τα χέρια της με τις παλάμες της η Μ ιν αντιλήφθηκε ότι έτρεμε. «Πώς πάει;» ρώτησε η Μ πόνι. «Θυμάσαι που λέγαμε για το παραμύθι; Ε, λοιπόν, είναι ακατάλληλο για μικρά παιδιά». Μ ετά τον αγώνα, η Μ ιν πήγε στο πάρκινγκ και βρήκε τον Χάρι καθισμένο στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου του θείου του, και τον Καλ να την περιμένει γερμένος στην πόρτα του συνοδηγού. Μ ην του ορμήσεις, είπε μέσα της. Σας βλέπει ο Χάρι. «Τι γίνεται;» ρώτησε αόριστα. «Θα πάμε για φαγητό» ανήγγειλε ο Καλ ισιώνοντας τον κορμό του. «Και θα ακούσουμε πολύ Έλβις, επειδή εξαιτίας σου έχει γίνει το αγαπημένο άκουσμα του Χάρι» πρόσθεσε ανοίγοντάς της την πόρτα για να μπει. «Όπως βλέπεις, ο Χάρι έχει πολύ καλό γούστο» είπε η Μ ιν ρίχνοντας αγέρωχα πίσω το κεφάλι. «Γεια σου, ιχθυολόγε» είπε μπαίνοντας στο αυτοκίνητο. «Έμαθα ότι το πρόγραμμα περιλαμβάνει φαγητό και τραγούδια του Έλβις».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
347
Ο Χάρι έγνεψε καταφατικά. «Στη θέση σου, θα ζητούσα κανένα χάμπουργκερ, κανένα λουκάνικο, τέτοια πράγματα» συνέχισε η Μ ιν. «Άρπαξε την ευκαιρία τώρα που σου δίνεται και άρμεξε τον θείο σου». Ο Χάρι την κοίταξε έκπληκτος κι έπειτα συγκατένευσε. «Έτοιμος, Χάρι;» ρώτησε ο Καλ μπαίνοντας στο αμάξι. Ο μικρός συγκατένευσε με ύφος σοβαρό. «Μ πορώ να φάω λουκάνικο για μεσημέρι;» «Πώς;» ρώτησε ο Καλ και γύρισε να τον κοιτάξει. Ο Χάρι αντιμετώπισε το βλέμμα του με ύφος σχεδόν δυστυχισμένο. «Μ ινέρβα» είπε ο Καλ κοιτάζοντάς τη στα μάτια. «Διαφ θείρεις τον ανιψιό μου». «Ποιος, εγώ;» Η Μ ιν τού χαμογέλασε με κομμένη την ανάσα. «Όχι εγώ, μη φανταστείς. Απλώς οι Αμερικανοί καταναλώνουν είκοσι δισεκατομμύρια χοτ ντογκ τον χρόνο, και πιστεύω πως ο Χάρι δικαιούται να φάει ένα». «Ναι, δικαιούμαι» σιγοντάρισε ο Χάρι από το πίσω κάθισμα. «Είκοσι δισεκατομμύρια» μουρμούρισε ο Καλ και έβαλε τα γέλια, κάνοντας τη Μ ιν να χαλαρώσει. Όταν βγήκαν στον δρόμο, η Μ ιν γύρισε πίσω να δει τον Χάρι. «Τι νέα από τον κόσμο των ψαριών;» «Μ ήπως φόρεσες πάλι τα παπούτσια με τα ψάρια;» ρώτησε ο Χάρι. «Όχι. Βρήκα ένα μαγαζί με εκπτώσεις και αγόρασα καινούργια. Φοράω διάφανα ψηλοτάκουνα πέδιλα με κερασάκια στα δάχτυλα». «Τα βρίσκω συμπαθητικά» είπε ο Καλ κοιτώντας τα πόδια της. «Αλλά δεν είναι ψάρια». Ο Χάρι κούνησε καταφατικά το κεφάλι. «Εξήγησέ μου λοιπόν τι είναι η ιχθυολογία» είπε η Μ ιν και για τις επόμενες δύο ώρες ο Χάρι δεν σταμάτησε να μιλάει. Εκείνη προσπάθησε να δείξει ενδιαφέρον, αλλά την
348
JENNIFER CRUSIE
περισσότερη ώρα αναζητούσε τρόπο για να την αγγίξει ο Καλ. Οπουδήποτε. Θα δεχόταν κι ένα απλό χάδι στο κεφάλι. Για αρχή. Εντούτοις, παρόλο που το μυαλό της ήταν στον Καλ, μέχρι να τελειώσουν το φαγητό η Μ ιν είχε μάθει ένα σωρό πράγματα που μέχρι τότε αγνοούσε σχετικά με τα ψάρια. «Νομίζω ότι δεν θα ξαναφάω θαλασσινά» κατέληξε ο Καλ κρατώντας της την πόρτα για να μπει εκείνη στο αυτοκίνητο. «Σύμφωνοι, αλλά αν υπάρχει χρήμα στον τομέα των ψαριών, ο Χάρι θα είναι σε θέση να σε συντηρήσει στα γεράματά σου» αντέτεινε και μπήκε στο αμάξι προσπαθώντας να αγνοήσει την εγγύτητα του κορμιού του. «Πώς είναι ο κόσμος εκεί πίσω, Χάρι;» ρώτησε η Μ ιν όταν ο Καλ κάθισε στη θέση του οδηγού. «Μ πορώ να φάω ντόνατ;» ρώτησε ο Χάρι παίρνοντας ξανά δυστυχισμένο ύφος. «Χάρισον, το παρατραβάς» είπε ο Καλ. «Πήγαινέ μας στο Κρίσπι Κριμ» είπε η Μ ιν στον Καλ, ο οποίος ξεκίνησε χωρίς να φέρει αντιρρήσεις, ρίχνοντας ένα βλέμμα γεμάτο απόγνωση στην οροφή της καμπίνας. Όταν έφτασαν, είδαν αναμμένη την ταμπέλα που έγραφε «Ζεστά Ντόνατ». Ο Χάρι έστρεψε τα κουκουβαγίσια μάτια του προς τη Μ ιν. «Γίνεται να φάω δύο;» «Χάρι!» τον μάλωσε ο Καλ. «Ναι» απάντησε η Μ ιν. «Σήμερα μπορείς να φας δύο». «Είναι λάθος και θα το μετανιώσουμε» επέμεινε ο Καλ, αλλά μπήκε στο μαγαζί μαζί τους, όπου ήπιαν γάλα και έφαγαν ζεστά ντόνατ περιχυμένα με γλάσο σοκολάτα, κουβεντιάζοντας για ψάρια. Η Μ ιν θυμήθηκε το τραπέζι του πικνίκ και προσπάθησε να συγκρατήσει τους ξέφρενους χτύπους της καρδιάς της. Μ έχρι να τελειώσει ο Χάρι το δεύτερο ντόνατ του, το δήθεν περίλυπο ύφος του είχε πάει περίπατο. «Κάθισε πίσω» είπε ο Καλ στη Μ ιν, όταν επέστρεψαν στο
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
349
αυτοκίνητο. «Εντάξει» συμφώνησε εκείνη, χωρίς να γνωρίζει την αιτία του εξοβελισμού της – ίσως ο Καλ είχε διακρίνει τον πόθο στα μάτια της και προσπαθούσε να προστατευτεί. Για πέντε ολόκληρα λεπτά, ο Χάρι φαινόταν πανευτυχής καθισμένος στην τιμητική θέση. Ξαφνικά πρασίνισε. «Μ άλιστα» είπε ο Καλ και σταμάτησε το αυτοκίνητο. Ο Χάρι άνοιξε την πόρτα και άφησε δύο ντόνατ και μισό λίτρο γάλα στη σχάρα του υπονόμου. «Αχ, γλυκέ μου» αναφώνησε η Μ ιν μορφάζοντας από τύψεις. «Μ ε συγχωρείς». «Άξιζε τον κόπο» είπε ο Χάρι σκουπίζοντας το στόμα του. «Το λουκάνικο το κράτησα». Ο Καλ τού έδωσε ένα μπουκάλι νερό Εβιάν. «Ξέπλυνε το στόμα σου και φτύσε, δύο φορές το λιγότερο». «Πού το βρήκες το νερό;» ρώτησε η Μ ιν όσο ο Χάρι ξέπλενε το στόμα του. «Το αγόρασα όταν πήγα να πληρώσω για τα ντόνατ. Το έχω ξαναδεί το έργο». «Είναι λίγο αηδία» είπε ο Χάρι όταν γύρισε στη θέση του. «Πειράζει να ξεπλύνω τον δρόμο με το υπόλοιπο νερό;» «Κανένα πρόβλημα» είπε ο Καλ και το βλέμμα του διασταυρώθηκε με το βλέμμα της Μ ιν στον καθρέφτη. «Εμείς οι Μ όρισεϊ πλένουμε πάντα τους υπονόμους μας με Εβιάν». «Είστε αναμφίβολα αριστοκράτες» σχολίασε η Μ ιν. Όταν έφτασαν στο κυκλικό δρομάκι του σπιτιού του Χάρι, που ήταν απομίμηση του δρόμου των γονιών του Καλ, ο μικρός στράφηκε στον θείο του. «Σ’ ευχαριστώ πολύ». «Παρακαλώ, Χάρι» είπε εκείνος. Έπειτα ο μικρός έσκυψε ανάμεσα από τα δύο καθίσματα και ψιθύρισε: «Ευχαριστώ για τα ντόνατ». «Παρακαλώ» του ψιθύρισε η Μ ιν και γέρνοντας περισσότερο
350
JENNIFER CRUSIE
προς το μέρος του αγοριού τού είπε στο αυτί: «Σ’ αγαπώ, Χάρι». Ο μικρός τής χάρισε ένα πλατύ χαμόγελο κι έπειτα κοίταξε αφ’ υψηλού τον θείο του. «Χάρισον, αν επιχειρήσεις να κλέψεις το κορίτσι μου, την έβαψες» τον απείλησε ο Καλ. «Τα λέμε» τους είπε κατεβαίνοντας από το αυτοκίνητο με ένα πλατύ χαμόγελο και χτύπησε δυνατά την πόρτα. «Δεν σου πέφτει λίγο μικρός;» ρώτησε ο Καλ κοιτάζοντάς την από το καθρεφτάκι του αυτοκινήτου. «Ναι, αλλά είναι ένας Μ όρισεϊ. Κανείς δεν μπορεί να αντισταθεί στη γοητεία σας». «Ειδικά όταν έκανε εμετό στον υπόνομο, το θέαμα ήταν ιδιαίτερα γοητευτικό» αστειεύτηκε ο Καλ. «Τι θα γίνει, θα έρθεις να καθίσεις δίπλα μου;» «Μ ου αρέσει εδώ πίσω» είπε η Μ ιν παριστάνοντας την αδιάφορη. «Πήγαινέ με σπίτι, Μ όρισεϊ». «Τσακίσου κι έλα μπροστά, Ντομπς» είπε ο Καλ, κι εκείνη γέλασε και κατέβηκε από το αμάξι. Όταν κάθισε πλάι του και ο Καλ άρχισε να οδηγεί, εκείνη τον ρώτησε: «Ο Χάρι είναι εντάξει;» «Πώς, βέβαια. Ο Χάρι είναι μαθημένος στους εμετούς». «Εννοώ σχετικά με τον αγώνα». «Α, ναι. Κάπου κάπου η ανάμνηση θα τον επισκέπτεται και θα τον βασανίζει, αλλά θα το αντιμετωπίσει. Αυτός σώθηκε. Οι άνθρωποι γύρω του τον υποστήριξαν, τον διαβεβαίωσαν πως είναι μια χαρά. Τα υπόλοιπα θα τα αναλάβει η Μ πινκ στο σπίτι. Είναι πολύ σκληρό ο μπαμπάς σου να σου λέει ότι είσαι βλάκας». «Πράγματι» συμφώνησε η Μ ιν νιώθοντας μίσος για τον Τζέφερσον Μ όρισεϊ. «Εσύ πώς είσαι;» «Εγώ; Μ ια χαρά». «Τέλεια» είπε η Μ ιν παίρνοντας βαθιά ανάσα. Αρκετά είχε κρατήσει η αγωνία της. Τώρα που είχαν μείνει οι δυο τους, ήταν καιρός να καταστρώσει ένα σχέδιο. Το πιο
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
351
έξυπνο θα ήταν να του μιλήσει ανοιχτά, να του πει ότι ήξερε για το στοίχημα, να το κουβεντιάσουν πολιτισμένα και μετά… μετά θα μπορούσε να του ριχτεί… «Τι;» είπε ο Καλ σπάζοντας τη σιωπή. «Τι;» επανέλαβε η Μ ιν και τραβήχτηκε πίσω γεμάτη ενοχές. «Τι σκεφτόσουν; Έλα, πες μου». «Ε…» Ίσως η κατά μέτωπο επίθεση να μην ήταν η πιο κατάλληλη προσέγγιση. «Να… σκεφτόμουν…» «Τι σκεφτόσουν;» «…ότι πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ορισμένα ζητήματα. Νομίζω δηλαδή. Θα μου άρεσε να τα ξεκαθαρίσουμε». «Ναι» είπε ο Καλ που, μολονότι έμοιαζε να μην έχει ιδέα για ποιο πράγμα του μιλούσε, ήθελε να πάει με τα νερά της. «Γιατί πιστεύω… ότι… ότι ίσως θα μπορούσαμε… ξέρεις… να του δώσουμε μια ευκαιρία» είπε. «Αν το συζητούσαμε». Ο Καλ έσφιξε το τιμόνι συνεχίζοντας να κοιτάζει τον δρόμο. «Εντάξει». Δεν με βοηθάς, συλλογίστηκε εκείνη. «Το ήξερες ότι το εβδομήντα οκτώ τοις εκατό των ζευγαριών έχουν μυστικά ο ένας από τον άλλο;» «Δεν θα με εξέπληττε» απάντησε ο Καλ. Η Μ ιν κούνησε το κεφάλι. «Το έβγαλες από το μυαλό σου, έτσι δεν είναι;» «Ναι» ομολόγησε εκείνη. «Αν και πάω στοίχημα ότι δεν πέφτω πολύ έξω. Μ ήπως υπάρχει κάτι που μου κρύβεις; Κάτι από…» Η Μ ιν σήκωσε αμήχανα τους ώμους. «Δεν ξέρω… Κάτι που συνέβη προτού σε γνωρίσω;» Ο Καλ δεν μίλησε αλλά, όταν του έριξε μια ματιά, είδε στο πρόσωπό του την έκφραση του ανθρώπου που τον είχαν συλλάβει επ’ αυτοφώρω. «Προφανώς το ξέρεις ήδη, ειδάλλως δεν θα ρωτούσες» της είπε τελικά. «Ε, λοιπόν, ναι» παραδέχτηκε η Μ ιν κι όλοι οι μύες του κορμιού της σφίχτηκαν. Αχ, τι ήθελα και ρώτησα; Οι άνθρωποι
352
JENNIFER CRUSIE
που σου προτείνουν να «το κουβεντιάσεις μαζί τους» είναι εντελώς ηλίθιοι. «Μ ιν, αυτό συνέβη πριν από πολλά χρόνια. Η ζωή μου ήταν κόλαση, κι εκείνη ήταν τόσο καλή. Ο Ρέινολντς της φερόταν σαν να ήταν σκουπίδι…» Τι έκανε, λέει; είπε μέσα της έκπληκτη η Μ ιν, νιώθοντας ξαφνικό ίλιγγο. «Είναι καλός άνθρωπος». Ο Καλ κούνησε αργά το κεφάλι. «Την ερωτεύτηκα παράφορα». «Α» έκανε η Μ ιν βλαστημώντας νοερά τον εαυτό της: Την επόμενη φορά, φρόντισε να είσαι πιο συγκεκριμένη για το είδος της εξομολόγησης που ζητάς, ηλίθια. «Δεν συνέβη τίποτα μεταξύ μας, Μ ιν» συνέχισε ο Καλ ρίχνοντάς της λοξές ματιές καθώς οδηγούσε. «Η Μ πινκ δεν είναι από τις γυναίκες που απατούν τους άντρες τους, και όσο κι αν θέλω να χτυπήσω τον αδελφό μου κάθε φορά που τον βλέπω, ποτέ δεν θα έκλεβα τη γυναίκα του. Μ ε την Μ πινκ απλώς μιλούσαμε, κουβεντιάζαμε ώρες ατελείωτες». «Μ μμ» έκανε η Μ ιν προσπαθώντας να κρύψει τον πανικό της και να του δώσει την εντύπωση ότι έδειχνε κατανόηση. «Έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε» συνέχισε ο Καλ. «Η Μ πινκ μού είπε πως ήμουν ο μοναδικός άνθρωπος που αδιαφορούσε για τα λεφτά της. Τη γνώρισες, πήρες μια ιδέα για τον χαρακτήρα της. Είναι υπέροχη». «Μ μμ» επανέλαβε η Μ ιν. Αυτό ήταν, ήρθε η ώρα να κόψω τις φλέβες μου. «Είσαι εντάξει;» «Την αγαπούσες;» του ξεφούρνισε η Μ ιν γυρίζοντας προς το μέρος του. Ο Καλ έκοψε ταχύτητα και η Μ ιν σκέφτηκε: Διάβολε, πότε θα μάθω να μη ρωτάω κάτι που δεν θέλω να το ξέρω; Ο Καλ σταμάτησε στην άκρη του δρόμου, έσβησε τη μηχανή και γύρισε προς τη μεριά της. «Ναι».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
353
«Ω». Η Μ ιν ένευσε καταφατικά. «Λοιπόν, στο εξής, όταν σε ρωτάω κάτι, εσύ δεν θα μου απαντάς, σύμφωνοι;» «Σύμφωνοι». «Εξακολουθείς να την αγαπάς;» «Ναι» αποκρίθηκε ο Καλ. «Καλά, δεν άκουσες τι σου είπα;» «Μ ιν, δεν είναι αυτό που νομίζεις. Έχω πάψει να είμαι ερωτευμένος μαζί της προ πολλού. Πιστεύω πως και οι δύο είδαμε πού πήγαινε το πράγμα και κανείς μας δεν ήθελε να ζήσει τέτοιον εφιάλτη. Έπειτα ο Ρέινολντς άρχισε να ενδιαφέρεται πάλι για κείνη, εγώ έβγαινα με άλλες γυναίκες και με τον καιρό μάς πέρασε». «Όχι τελείως» σχολίασε η Μ ιν. «Υπάρχει κάτι ουσιαστικό ανάμεσά σας. Κάτι περισσότερο από συγγενική στοργή». «Πράγματι, είναι ξεχωριστός άνθρωπος. Αλλά η σχέση μας δεν είναι… ερωτική. Αυτό το κομμάτι τελείωσε εδώ και καιρό. Πριν από πάρα πολλά χρόνια». «Μ μμ» έκανε η Μ ιν, καταβάλλοντας προσπάθεια να μην καταρρεύσει. Ο Καλ κοίταξε έξω από το παράθυρο. «Η Σίνθι» άρχισε να λέει και η Μ ιν σκέφτηκε: Αχ, γιατί δεν ανοίγει η γη να με καταπιεί; «Η Σίνθι δεν το ανακάλυψε ποτέ. Παρόλο που είναι ψυχολόγος και η σχέση μας κράτησε εννέα μήνες, ουδέποτε αντιλήφθηκε ότι είχα νιώσει έτσι για την Μ πινκ. Εσύ πώς το κατάλαβες;» «Είμαι οξυδερκής» είπε ψέματα η Μ ιν. Ο Καλ βούλιαξε στο κάθισμά του και κάρφωσε το βλέμμα στο παρμπρίζ, ενώ η Μ ιν παρατηρούσε το λυγερό κορμί με τους φαρδιούς ώμους ποθώντας τον περισσότερο από κάθε άλλη φορά. «Σε πληροφορώ ότι η Σίνθι ξόδεψε πολύ χρόνο προσπαθώντας να καταλάβει για ποιον λόγο ήμουν κατά συρροήν εραστής». «Πώς το ’πες αυτό;» ρώτησε η Μ ιν, προσπαθώντας να
354
JENNIFER CRUSIE
απαλλαγεί από τον πόθο και τη θλίψη της. «Έτσι το χαρακτήριζε. Αναφερόταν σ’ αυτό που έχεις επισημάνει κι εσύ, ότι αλλάζω γυναίκες σαν τα πουκάμισα. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι προσπαθούσα να αναπληρώσω αυτό που μου στέρησε η μητέρα μου, ότι προσπαθούσα να κερδίσω την αγάπη όλων αυτών των γυναικών και ότι, όταν το πετύχαινα, τις εγκατέλειπα και έβαζα πλώρη για την επόμενη». «Η Σίνθι έχει θεωρίες για όλα τα πράγματα» είπε σαρκαστικά η Μ ιν θέλοντας να ξεσπάσει κάπου την πίκρα της – και ομολογουμένως η Σίνθι προσφερόταν. «Δεν αναζητούσα τη μητέρα μου» είπε ο Καλ. «Αναζητούσα την Μ πινκ». Γύρισε προς το μέρος της κι εκείνη του χαμογέλασε για να του ρίξει στάχτη στα μάτια, κρύβοντας την επιθυμία της να ανοίξει την πόρτα και να αρχίσει να ξερνάει στο χαντάκι του δρόμου. «Αναζητούσα μια γυναίκα με την οποία θα μπορούσα να κουβεντιάζω, μια γυναίκα που δεν χρειαζόταν να τη γοητεύω και να την ευχαριστώ, μια γυναίκα που θα με έκανε να αισθάνμαι άνετα». Κούνησε το κεφάλι του συλλογισμένα και πρόσθεσε: «Δεν το είχα συνειδητοποιήσει μέχρι τώρα». «Σου εύχομαι καλή τύχη» είπε η Μ ιν ευδιάθετα. «Πρόσεξε τι σου λέω, Μ ίνι. Από τη στιγμή που κάθισες στο τραπέζι του πικνίκ, ήμουν χαμένος». Ξαφνικά η Μ ιν ένιωσε ότι τελείωσε το οξυγόνο από την καμπίνα του αυτοκινήτου. Έτσι εξηγούνταν η ζάλη της. «Δεν το κατάλαβα αμέσως» συνέχισε εκείνος. «Δεν ήμουν συνηθισμένος σε γυναίκες σαν εσένα. Επειδή είσαι μοναδική». Μ η σταματάς να αναπνέεις, είπε μέσα της η Μ ιν. «Έπειτα με παράτησες σύξυλο στον δρόμο έξω από το Εμίλιο’ς, και σκέφτηκα: Στον διάβολο. Αυτό κράτησε μόλις πέντε λεπτά˙ αμέσως μετά σε ήθελα πίσω. Είσαι η μόνη γυναίκα που θέλησα να γυρίσει κοντά μου. Έκτοτε πασχίζω να βρω τρόπο για να σε ξανακερδίσω». Η Μ ιν πάλευε να αναπνεύσει, έτοιμη να λιποθυμήσει. «Σ’ αγαπώ» είπε ο Καλ. «Ξέρω ότι είναι παράλογο,
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
355
γνωριζόμαστε ελάχιστες εβδομάδες, χρειαζόμαστε περισσότερο χρόνο, σύμφωνοι, όλα αυτά τα αντιλαμβάνομαι, όμως σ’ αγαπώ και αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει». Η Μ ιν πήρε ακόμα μια βαθιά ανάσα. Ο άνθρωπος χρειάζεται οξυγόνο για να μπορέσει να μιλήσει. «Για όνομα του Θεού, Μ ιν, πες κάτι» είπε ο Καλ. «Σ’ αγαπώ» ψέλλισε εκείνη. «Ανέκαθεν σ’ αγαπούσα». «Αυτό μου αρκεί» είπε ο Καλ και την πήρε στην αγκαλιά του.
356
JENNIFER CRUSIE
13
στον λαιμό του νιώθοντας απέραντη ευγνωμοσύνη. Ήθελε τόσο πολύ να χωθεί στη ζεστή αγκαλιά του, ώστε τον τράβηξε με φόρα προς το μέρος της. «Αχ!» φώναξε ο Καλ χτυπώντας στο χειρόφρενο. «Μ ε συγχωρείς» του είπε και τραβήχτηκε πίσω. «Δεν πειράζει» είπε ο Καλ χωρίς να την αφήσει. «Θεέ μου, πόσο μου έλειψες!» Τη φίλησε, και η λαμπερή φλόγα του πόθου φούντωσε όπως πάντα, με τη διαφορά πως τώρα η Μ ιν δεν είχε λόγους να την εμποδίσει να εξαπλωθεί σ’ όλο της το κορμί. Σφίχτηκε πάνω του και δεν το χωρούσε ο νους της ότι τη φιλούσε ξανά. Ξεκόλλησε τα χείλη της μόνο και μόνο για να τον ξαναφιλήσει, επαναλαμβάνοντας το ίδιο ξανά και ξανά, ώσπου ο Καλ σταμάτησε για να πάρει αναπνοή. «Θέλω να σε παρακαλέσω ένα πράγμα» του είπε τότε. «Μ η μου ραγίσεις την καρδιά». «Σύμφωνοι. Κι εσύ το ίδιο». Ο Καλ την έσφιξε ξανά πάνω του κι εκείνη αφέθηκε στα φιλιά του, χάνοντας το μυαλό της, μεθυσμένη από τη σκέψη ότι μπορούσε να τον έχει, ότι ήταν δικός της, ότι όλα θα πήγαιναν καλά, υπέροχα. Όταν τα χέρια του γλίστρησαν κάτω από την μπλούζα της αγγίζοντας το στήθος της, η Μ ιν τραντάχτηκε από Η ΜΙΝ ΤΥΛΙΞΕ ΤΑ ΜΠΡΑΤΣΑ ΤΗΣ
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
357
ένα ρίγος και κόλλησε πάνω του δαγκώνοντας τα χείλη του, απολαμβάνοντας τα όλο και πιο τολμηρά χάδια του… και τότε χτύπησε το τηλέφωνό της. Ο Καλ τραβήχτηκε βαριανασαίνοντας, κοιτώντας τη με βλέμμα σκοτεινό, κι εκείνη κρατήθηκε πάνω του. «Αγνόησέ το» του ψιθύρισε λαχανιασμένα «είναι η Νταϊάνα, μου τηλεφωνεί δώδεκα φορές τη μέρα, πάρε με αγκαλιά κι αγάπησέ με». «Καλύτερα να απαντήσεις» της έκοψε τη φόρα ο Καλ. «Πρέπει να σταματήσουμε. Έχουμε σταθμεύσει σε πολυσύχναστο δρόμο». «Δεν με νοιάζει» του είπε εκείνη, τείνοντας τα χέρια προς το μέρος του. «Διάλεξε πού θα πάμε, Μ ίνι, στο σπίτι σου ή στο δικό μου;» Ο Καλ έβαλε ταχύτητα. «Ξέχνα το αυτοκίνητο». «Όπου είναι πιο κοντά» απάντησε εκείνη και, καθώς ο Καλ ξεκινούσε, απάντησε στο τηλέφωνο μόνο και μόνο για να σταματήσει το κουδούνισμα. «Μ ιν» είπε η Νταϊάνα με σφιγμένη φωνή. «Αχ, Μ ιν, έχουμε πρόβλημα». «Μ άλιστα» μουρμούρισε εκείνη προσπαθώντας να μην ακούγεται βραχνή από τον πόθο. «Τι συνέβη;» «Το δείπνο της προηγουμένης του γάμου» είπε η Ντι. «Ο Γκρεγκ είχε αναλάβει να κλείσει το κέτερινγκ, για να πετύχει συμφέρουσα τιμή». «Ωχ». Η Μ ιν στράφηκε στον Καλ, με τον οποίο τώρα τους χώριζε τεράστια απόσταση. «Ο Γκρεγκ θα κανόνιζε το κέτερινγκ για το δείπνο – που είναι σε τέσσερις ώρες». «Τον μισώ αυτό τον Γκρεγκ» είπε ο Καλ. Η Νταϊάνα ακουγόταν το ίδιο λαχανιασμένη με τη Μ ιν. «Η μαμά θα τον σφάξει, και να σκεφτείς ότι ο Γκρεγκ βρίσκεται ήδη στα πρόθυρα νευρικού κλονισμού. Αυτός είναι ο τέλειος γάμος που ονειρευόμουν!» «Λοιπόν» είπε η Μ ιν. «Άφησέ με να σκεφτώ». Τον Καλ,
358
JENNIFER CRUSIE
γυμνό, στο κρεβάτι μου, μέσα μου. Όχι, όχι, λάθος σκέψη! «Τι θα κάνουμε; Δεν γίνεται τίποτα» είπε η Ντι. «Προσπαθώ να σκεφτώ» είπε η Μ ιν. Την ίδια στιγμή το βλέμμα της διασταυρώθηκε με το βλέμμα του Καλ. Το αυτοκίνητο λοξοδρόμησε, χτύπησε στην άκρη του πεζοδρομίου και ο Καλ το επανέφερε στη λωρίδα του. «Πού γίνεται το δείπνο;» ρώτησε ο Καλ χωρίς να τραβήξει το βλέμμα από τον δρόμο αυτή τη φορά. «Σε έναν ξενώνα κοντά στην εκκλησία. Κοντά στο ποτάμι. Γιατί;» «Πόσοι είναι οι καλεσμένοι;» ρώτησε ο Καλ. «Δεκατέσσερις, νομίζω» απάντησε η Μ ιν και μίλησε στο τηλέφωνο. «Το δείπνο είναι για δεκατέσσερα άτομα, σωστά;» «Ναι» αποκρίθηκε με ζέση η Νταϊάνα. «Θα τα καταφέρουμε» είπε ο Καλ. «Πες της ότι το αναλαμβάνουμε εμείς». «Εμείς; Ποιοι εμείς;» «Ο Τόνι, ο Ρότζερ κι εγώ δουλεύαμε σε εστιατόριο, το θυμάσαι; Θα προμηθευτούμε τα υλικά από τον Εμίλιο, εσύ θα μαγειρέψεις κοτόπουλο μαρσάλα και αυτοί θα σερβίρουν. Οι γονείς σου δεν γνωρίζουν τον Τόνι ούτε τον Ρότζερ, επομένως θα τους περάσουν για κανονικούς σερβιτόρους. Δεν υπάρχει πρόβλημα». «Εγώ θα μαγειρέψω κοτόπουλο μαρσάλα;» είπε η Μ ιν και την ίδια στιγμή σκέφτηκε: Γιατί όχι; «Εντάξει, θα μαγειρέψω κοτόπουλο μαρσάλα». Μ ίλησε στο τηλέφωνο. «Το αναλαμβάνουμε εμείς. Ηρέμησε. Εσύ θα πρέπει να βρεις μια δικαιολογία για τη μαμά, σε περίπτωση που ο Καλ κι εγώ αργήσουμε. Φρόντισε επίσης να είναι ανοιχτή η πίσω πόρτα. Όλα τα άλλα θα τα οργανώσουμε εμείς». «Αχ, δόξα τω Θεώ» είπε η Ντι. «Μ ήπως σας διέκοψα από κάτι;» «Ναι. Αλλά δεν πειράζει. Μ ένουν δύο ώρες μέχρι να αρχίσει το μαγείρεμα. Πολλά μπορούν να γίνουν μέσα σε δύο ώρες…»
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
359
«Όχι βέβαια. Τρελάθηκες; Έπρεπε να βρίσκεσαι ήδη στην τελευταία πρόβα των ρούχων σου. Νομίζαμε ότι είσαι καθ’ οδόν. Είμαστε ήδη εδώ. Σε περιμένουμε. Δεν είναι δυνατόν να χάσεις την πρόβα. Η μαμά θα σε σκοτώσει. Σε χρειάζομαι. Δεν γίνεται να…» «Τώρα μάλιστα. Το ξέχασα». «Μ η μου πεις» είπε ο Καλ μειώνοντας ταχύτητα. «Η πρόβα των ρούχων… Έχω πρόβα αυτή τη στιγμή. Πρέπει να…» «Κανένα πρόβλημα. Θα σε αφήσω στο μέρος όπου γίνεται η πρόβα, θα πάω να φέρω τις προμήθειες για το δείπνο, θα μαγειρέψουμε, θα πάμε στο δείπνο και μετά…» «Πρέπει να περάσω τη νύχτα με την αδελφή μου» μουρμούρισε η Μ ιν κλείνοντας τα μάτια. «Δεν το θέλω, αλλά είναι η νύχτα πριν από τον γάμο της, της το έχω υποσχεθεί…» «Λαμπρά» είπε ο Καλ. «Δεν υπάρχει πρόβλημα». «Ίσως όχι για σένα» είπε η Μ ιν, και αμέσως σκέφτηκε: Μ ην υψώνεις τη φωνή, μην υψώνεις τη φωνή. Πήρε βαθιά ανάσα. «Σε θέλω τώρα. Θέλω…» «Χριστέ μου» είπε ο Καλ. «Εγώ προσπαθώ να…» «Μ ιν;» ακούστηκε η Νταϊάνα στο τηλέφωνο. «Έρχομαι» της είπε η Μ ιν και έκλεισε. «Πού γίνεται η πρόβα;» ρώτησε ο Καλ με παραιτημένο ύφος. «Στο τμήμα νυφικών του Φινοκάρο» του απάντησε μουτρωμένη. «Κρίμα που δεν είχε αναλάβει ο Γκρεγκ τα ρούχα». Ο Καλ οδήγησε μέχρι το κατάστημα, τη φίλησε κάμποσες φορές, έφυγε για να φέρει τις προμήθειες και μόνο όταν πια είχε φύγει, η Μ ιν συνειδητοποίησε πως ακόμη δεν της είχε μιλήσει για το στοίχημα. Δεν προλάβαμε, συλλογίστηκε. Σίγουρα θα έχει μια καλή δικαιολογία, απλώς δεν του έδωσα την ευκαιρία να μου μιλήσει, αλλά ακόμα κι αν δεν υπάρχει καλή δικαιολογία, αδιαφορώ, δεν θα επιτρέψω σε τίποτα να χαλάσει το όνειρο.
360
JENNIFER CRUSIE
Έπειτα μπήκε στο κατάστημα, για να αντιμετωπίσει τη μητέρα της και τον καταραμένο κορσέ. «Άργησες πάλι» είπε η μητέρα της μόλις διάβηκε το κατώφλι της πόρτας. «Γεια σου, μαμά» είπε η Μ ιν, έτοιμη να της επιτεθεί αν τολμούσε να της πει κάτι άσχημο. «Φάε αυτό εδώ» είπε η Νανέτ προσφέροντάς της ένα μήλο. «Γιατί;» «Γιατί Κύριος οίδε τι θα έχει ετοιμάσει το κέτερινγκ που έκλεισε ο Γκρεγκ. Είναι εντελώς αναξιόπιστος. Είμαι σίγουρη ότι δεν τους είπε να μη χρησιμοποιήσουν βούτυρο, γι’ αυτό λοιπόν φρόντισε να χορτάσεις με το μήλο». Η Μ ιν κοίταξε το μήλο με περίσκεψη κι ύστερα το άφησε για να επιχειρήσει να φορέσει τον ασφυκτικό κορσέ. Μ ισή ώρα αργότερα, η μοδίστρα άφησε τη Μ ιν μόνη στο δοκιμαστήριο, κι εκείνη κοιτάχτηκε στον καθρέφτη. Όλη η έξαψη είχε σβήσει και τώρα σκεφτόταν: Μ α την αλήθεια, θα αυτοκτονούσα, αλλά δεν θέλω αυτή να είναι η τελευταία εικόνα που θα δω προτού αποδημήσω. Φορούσε πάλι τη λιλά φούστα της οποίας το φερμουάρ έκλεινε μόνο αν ρουφούσε όλο τον αέρα του δωματίου. Η λιλά σιφόν μπλούζα την πίεζε στο στήθος και ο καινούργιος κορσές έκλεινε μόνο όταν η Μ ιν κρατούσε την ανάσα της και η μοδίστρα έβαζε δύναμη για δέκα άτομα. Επομένως, αν έπαιρνε βαθιές εισπνοές, το καταραμένο ρούχο θα άνοιγε στα δύο κι αυτή θα εκτοξευόταν από μέσα. Γιατί ο Καλ να θέλει να πλαγιάσει με μια γυναίκα που παρουσίαζε τέτοιο θέαμα; «Ούτε τώρα σου μπαίνει» αποφάνθηκε η Νανέτ με ύφος που δεν προμήνυε τίποτα καλό για τη χοντρή θυγατέρα της, όταν η Μ ιν βγήκε από το δοκιμαστήριο. «Μ άρτυς μου ο Θεός, εγώ την τήρησα εκείνη τη δίαιτα» τη
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
361
διαβεβαίωσε η Μ ιν με ύφος δυστυχισμένο. «Μ έσες άκρες». «Είχες έναν χρόνο» είπε πικρόχολα η μητέρα της. «Ορίστε, τώρα τι κατάλαβες; Θα χαλάσεις τον όμορφο γάμο της Νταϊάνα». «Έχω μια ιδέα» είπε η Μ ιν προσπαθώντας να τραβήξει προς τα πάνω τον κορσέ. «Προτείνω να στραμπουλήσω τον αστράγαλό μου και να γίνει η Κάρεν παράνυμφος στη θέση μου. Έτσι όλοι στον γάμο θα είναι όμορφοι και λεπτοί, και…» «Όχι!» φώναξε η Νταϊάνα από την είσοδο και γύρισαν και οι δύο να την κοιτάξουν. «Μ ην υψώνεις τη φωνή, καλή μου» είπε η Νανέτ. «Είσαι η αδελφή μου και θα είσαι η παράνυμφός μου» δήλωσε η Ντι δείχνοντας τη Μ ιν. «Θα είσαι όμορφη επειδή το λιλά είναι το χρώμα σου, και όλα θα είναι υπέροχα». Καθώς το μάτι της γυάλιζε και είχε τη μανιακή έκφραση της Νανέτ, η Μ ιν προτίμησε να σωπάσει. «Τώρα πια δεν γίνεται τίποτα». Η Νανέτ σηκώθηκε αγανακτισμένη. «Άργησες, υπάρχουν ένα σωρό εκκρεμότητες τις οποίες δεν έχουμε ακόμη φέρει εις πέρας. Για όνομα του Θεού, το δείπνο είναι σε τρεις ώρες. Θα αναγκαστείς να προβάρεις μόνη σου το φόρεμα του αποψινού δείπνου». «Να προβάρω το φόρεμα του δείπνου;» είπε η Μ ιν. «Γιατί; …» «Σου βρήκα κάτι που θα σε λεπταίνει». Η Νανέτ κούνησε το κεφάλι χωρίς να κρύβει την απογοήτευσή της για τη μεγαλύτερη κόρη της. «Φρόντισε να διαλέξεις το σωστό μήκος. Αν το στρίφωμα έρχεται κάθετα στα γόνατά σου, τα πόδια σου θα μοιάζουν με χοντρούς πάσσαλους». «Σ’ ευχαριστώ, μητέρα» είπε η Μ ιν, αποφεύγοντας να τσακωθεί με τη Νανέτ – κατά βάθος αισθανόταν απλώς κουρασμένη. Η μητέρα της κοντοστάθηκε και την κοίταξε στα μάτια. «Ξέρω ότι με θεωρείς απαίσια μάνα. Αλλά έχω την πείρα της ζωής και ξέρω ότι ο κόσμος είναι σκληρός απέναντι στα χοντρά
362
JENNIFER CRUSIE
άτομα. Προπάντων στις χοντρές γυναίκες. Θέλω να σε δω ευτυχισμένη και ασφαλή, παντρεμένη μ’ έναν καλό άντρα, κι αυτό δεν πρόκειται να συμβεί αν δεν χάσεις βάρος». «Δεν είναι χοντρή!» φώναξε πίσω της η Νταϊάνα. «ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΧΟΝΤΡ Η ». «Μ ην υψώνεις τη φωνή» τη μάλωσε η Νανέτ, αλλά η Νταϊάνα την αγριοκοίταξε. «Θα φωνάζω όσο θέλω, γαμώτο! Σταμάτα να τη λες χοντρή». Η Νταϊάνα σώπασε, εξίσου έκπληκτη με τη Νανέτ και τη Μ ιν για το ξέσπασμά της. Έπειτα συνέχισε με πιο ήρεμη φωνή: «Άφησέ την ήσυχη». Η Νανέτ κούνησε το κεφάλι και σκύβοντας προς το μέρος της Μ ιν την έπιασε από τα μπράτσα. «Θέλω να είσαι ευτυχισμένη» είπε και μετά από μια σύντομη παύση τής έσφιξε πάλι τα μπράτσα. «Έκανες καθόλου βαράκια όπως σε είχα συμβουλέψει; Γιατί αν τα μπράτσα σου δεν είναι γραμμωμένα, τα σιφόν μανίκια…» «Πρέπει να φύγουμε» είπε η Νταϊάνα σπρώχνοντας τη μητέρα της έξω από την πόρτα. «Έχουμε ήδη αργήσει». Προτού φύγει, κοντοστάθηκε και είπε στη Μ ιν γυρίζοντας προς το μέρος της: «Είσαι πολύ όμορφη». «Ναι, καλά» μουρμούρισε η Μ ιν και κοιτάχτηκε ξανά στον καθρέφτη. Η σιφόν μπλούζα δεν ήταν κι άσχημη, αλλά τα στήθη της ήταν αποκρουστικά. «Αχ, Θεέ μου» αναφώνησε και δοκίμασε να καθίσει, όμως η φούστα παραήταν στενή. «Περίμενε, περίμενε» είπε η μοδίστρα κι έτρεξε να της κατεβάσει το φερμουάρ προτού σκιστεί. «Το σιχαίνομαι αυτό το πράγμα» γκρίνιαξε η Μ ιν βγάζοντας τη φούστα. «Κι όμως… το χρώμα σού πάει περίφημα» είπε η μοδίστρα, και η Μ ιν κοίταξε πάλι το είδωλό της και σκέφτηκε πως η γυναίκα είχε δίκιο, πως η Νταϊάνα είχε καταπληκτικό γούστο σ’ αυτά τα θέματα. «Είσαι τυχερή που δεν πήρες το πράσινο» συνέχισε η μοδίστρα λύνοντας τον κορσέ, και η Μ ιν μπόρεσε να
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
363
αναπνεύσει ελεύθερα. «Τα χρώματα –το πράσινο, το γαλάζιο και το δικό σου το βιολετί– θα φαντάζουν υπέροχα καθώς θα μπαίνετε στην εκκλησία, αν και η ξανθούλα που πρέπει να φορέσει το πράσινο είναι πολύ στενοχωρημένη». Η Κλάψα, σκέφτηκε η Μ ιν. Τι να γίνει, αυτά παθαίνει κανείς όταν βγαίνει ραντεβού με τον γαμπρό. «Πηγαίνω να φέρω το φόρεμα του δείπνου, για να το φέρουμε στα μέτρα σου». «Εντάξει» είπε απρόθυμα η Μ ιν. Έβγαλε την μπλούζα και κοιτάχτηκε στον καθρέφτη. Γεμάτο στήθος, γεμάτοι γοφοί, γεμάτοι μηροί… Προσπάθησε να θυμηθεί τα λόγια του Καλ, όμως η φωνή της μητέρας της ακουγόταν πιο δυνατά. «Ορίστε» είπε η μοδίστρα επιστρέφοντας. «Σκύψε για να το περάσουμε από το κεφάλι σου…» Μ έχρι να την κουμπώσει η μοδίστρα, η Μ ιν κοιταζόταν στον καθρέφτη. Η μητέρα της είχε διαλέξει, φυσικά, ένα μαύρο εφαρμοστό φόρεμα με κατακόρυφες λευκές λωρίδες μπροστά, που την έκανε να μοιάζει αμυδρά με πιγκουίνο. Οι λωρίδες σε σχήμα V στο ύψος της λεκάνης, που υποτίθεται ότι θα έδειχναν τη μέση της λεπτότερη, την έκαναν να μοιάζει με πιγκουίνο του οποίου το παπιγιόν είχε κρεμάσει χαμηλά. «Σε αδυνατίζει πολύ» είπε η μοδίστρα. «Μ άλιστα» είπε η Μ ιν και έπιασε το μήλο της μητέρας της. «Μ ε αδυνατίζει, λες». «Θεέ μου, τι άσχημο φόρεμα» ακούστηκε πίσω της η φωνή του Καλ, και γυρίζοντας η Μ ιν τον είδε να ακουμπάει στο κούφωμα της πόρτας κρατώντας ένα μπουκάλι κρασί και δυο ποτήρια. Η καρδιά της κλότσησε δυνατά. «Αχ, τι καλά που ήρθες!» «Πώς σου ήρθε να φορέσεις αυτό το πράγμα, Μ ίνι;» είπε ο Καλ μπαίνοντας στο δωμάτιο με το βλέμμα καρφωμένο στο δικό της. «Βγάλ’ το, είναι προσβολή για το σώμα σου».
364
JENNIFER CRUSIE
«Και δεν είναι η μοναδική σήμερα» επισήμανε η Μ ιν. «Το διάλεξε η μητέρα μου. Έχει εξαιρετικό γούστο». «Διαφωνώ». Ο Καλ ακούμπησε αυτά που κρατούσε στο χαμηλό τραπεζάκι πλάι στον καναπέ. «Εγώ θα σου διάλεγα καλύτερο φόρεμα». «Το αφήνω πάνω σου» είπε η Μ ιν. «Σου δίνω πέντε λεπτά καιρό, μέχρι να φάω το μήλο, και μετά κατεβάζουμε το στρίφωμα για να μη μοιάζουν τα πόδια μου σαν πάσσαλοι. Έφερες τιρμπουσόν; Λίγο κρασί θα με βοηθούσε». «Μ ήλο και κρασί; Καλύτερα όχι». Ο Καλ τής πήρε το μήλο, το πέταξε σ’ ένα χρυσό καλαθάκι αχρήστων δίπλα στο τραπέζι και έβγαλε από την τσέπη του ένα τιρμπουσόν. «Τα πόδια σου είναι άψογα. Βγάλε αυτό το φόρεμα. Ασφαλώς θα υπάρχει κάτι καλύτερο να φορέσεις». «Στο ισόγειο» προθυμοποιήθηκε η μοδίστρα, κοιτάζοντας τον Καλ σαν να ήταν ό,τι ωραιότερο αντίκριζε στη ζωή της. Η Μ ιν κοίταξε τον Καλ και θυμήθηκε ότι ήταν κούκλος. «Γεια» είπε εκείνος στη μοδίστρα. «Μ ε λένε Καλ». «Γεια» του απάντησε και το χαμόγελό της πλάτυνε. «Μ ε λένε Τζάνετ». Για όνομα του Θεού και της Παναγίας, σκέφτηκε η Μ ιν. «Τζάνετ, είμαι σίγουρος ότι διαθέτεις έξοχο γούστο και ότι δεν της διάλεξες εσύ αυτό το πράγμα» είπε ο Καλ. «Όχι, όχι» απάντησε η Τζάνετ βγάζοντας την ουρά της απέξω. «Πάω στοίχημα ότι θα μπορούσες να της βρεις το ιδανικό φόρεμα» είπε ο Καλ κοιτώντας τη στα μάτια – η προσωποποίηση της ειλικρίνειας. «Κάτι σε ζωηρό κόκκινο». «Γαλάζιο» αντέτεινε η Τζάνετ. «Της πηγαίνει πολύ το γαλάζιο και το λιλά». «Ωραία λοιπόν. Πήγαινε να της βρεις ένα υπέροχο γαλάζιο φόρεμα και θα το γιορτάσουμε με ένα ποτό». «Η κυρία Ντομπς ήταν πολύ σαφής…» ψέλλισε διστακτικά η Τζάνετ.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
365
«Την κυρία Ντομπς την αναλαμβάνω εγώ» είπε ο Καλ. «Εσύ αναλαμβάνεις το φόρεμα». Όταν η Τζάνετ έφυγε, ο Καλ άνοιξε το μπουκάλι με το τιρμπουσόν και αφαίρεσε τον φελλό χωρίς κόπο. Έπειτα σέρβιρε κρασί στο ποτήρι της Μ ιν. «Πιες το. Είσαι σφιγμένη». «Ήταν εδώ η μητέρα μου, βλέπεις» εξήγησε η Μ ιν παίρνοντας στα χέρια το ποτήρι. Λαχταρούσε να χωθεί στην αγκαλιά του – αλλά ήταν χοντρή. «Έτσι εξηγείται γιατί η Τζάνετ έμοιαζε με ελάφι ζαλισμένο από προβολείς αυτοκινήτου». Ο Καλ έριξε μια ματιά πάνω απ’ τον ώμο του. «Όμως η μητέρα σου τώρα δεν είναι εδώ, κι έχεις να με φιλήσεις πάνω από μία ώρα, Μ ινέρβα. Έλα κοντά μου». Η Μ ιν κατέβηκε από το βάθρο και απόλαυσε την αγκαλιά του προσπαθώντας να μη σκέφτεται πόσο χοντρή θα πρέπει να του φαινόταν τώρα που τα χέρια του άγγιζαν το κορμί της. Ο Καλ τη φίλησε με πάθος κι αυτή αναστέναξε πανευτυχής που τον είχε, έστω κι αν δεν καταλάβαινε για ποιον λόγο την ήθελε εκείνος. Το στοίχημα. Όχι, όχι, σίγουρα δεν ήταν αυτός ο λόγος, του είχε εμπιστοσύνη. «Τι έχεις;» τη ρώτησε. «Η πρόβα πήγε κατά διαόλου». «Άσε με να μαντέψω. Η μητέρα σου έβαλε πάλι το χεράκι της. Αγνόησέ τη. Σκέψου εμένα». Τα λόγια του την έκαναν να χαμογελάσει άθελά της. Κατόπιν τη φίλησε ξανά, τρυφερά, και η ένταση του κορμιού της άρχισε να υποχωρεί. «Έτσι μπράβο» την επαίνεσε εκείνος χτυπώντας τη χαϊδευτικά στην πλάτη. «Έλα, πιες το κρασί σου. Θα σε μεθύσω και μετά θα σε αποπλανήσω κάτω από το τραπέζι του αποψινού δείπνου». «Μ ακάρι» είπε η Μ ιν ρουφώντας μια γουλιά. Έπειτα από μισό ποτήρι κρασί και κάμποσα φιλιά, η Μ ιν
366
JENNIFER CRUSIE
αισθανόταν σαφώς καλύτερα. Η Τζάνετ επέστρεψε με μια κρεμάστρα από την οποία κρεμόταν ένα κομψό βαθύ μοβ φόρεμα. «Ασφαλώς αστειεύεσαι!» είπε η Μ ιν. «Ξεχνάς ότι το φόρεμα είναι για μένα;» «Όχι, αυτό είναι για μένα» είπε ο Καλ επιθεωρώντας το κρεμασμένο φουστάνι. «Θέλω η ντάμα μου να το φορέσει απόψε, ώστε να μην είμαι υποχρεωμένος όλο το βράδυ να βλέπω ένα κακάσχημο ρούχο». «Πάρε δρόμο» του είπε η Μ ιν. «Δεν σκοπεύω να γδυθώ μπροστά σου». Προς το παρόν. Θυμήθηκε τη Νανέτ που την άρπαξε από το μπράτσο και της το έσφιξε. Ίσως ποτέ. «Χασομερούσα μήπως μου φέξει» είπε ο Καλ και παίρνοντας το ποτήρι του βγήκε από το δοκιμαστήριο. «Αυτός είναι ο φίλος σου;» ρώτησε η Τζάνετ όταν έμειναν μόνες. «Ναι» αποκρίθηκε η Μ ιν κατάπληκτη, γιατί μόλις εκείνη τη στιγμή το συνειδητοποιούσε. «Θεέ μου, τι ωραίος άντρας!» «Εκτός από ωραίος, είναι επίσης καλός. Τώρα, σχετικά με το φόρεμα…» «Μ ην ανησυχείς, θα σου πηγαίνει» τη διαβεβαίωσε η Τζάνετ σηκώνοντας ψηλά την κρεμάστρα και τινάζοντας το φόρεμα για να ισιώσουν οι ζάρες. «Αρέσει στον φίλο σου. Άραγε έχει ιδέα από γυναικεία ρούχα;» «Πιστεύω πως ό,τι ξέρει το έχει μάθει ξεντύνοντας γυναίκες» απάντησε η Μ ιν βγάζοντας το φόρεμα του πιγκουίνου. «Μ ακάρι να μου έβγαζε και το δικό μου» είπε η Τζάνετ και αμέσως μαρμάρωσε. «Μ ε συγχωρείς. Δεν εννοούσα…» «Δεν πειράζει. Το έχω συνηθίσει» είπε η Μ ιν κρεμώντας το μαύρο φόρεμα. «Πώς μπαίνει αυτό το πράγμα;» «Το περνάς από το κεφάλι» απάντησε η Τζάνετ δίνοντάς της το μοβ φόρεμα. «Έχει σταυρωτό κορσάζ».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
367
«Έχω μερικές αμφιβολίες» επέμεινε η Μ ιν κρατώντας το ψηλά. «Δοκίμασέ το. Σ’ εκείνον άρεσε». «Επιπλέον μου έφερε κρασί. Πού είναι το ποτήρι μου;» ρώτησε η Μ ιν και αφού άδειασε μονορούφι το ποτήρι της αναστέναξε, πέρασε το φόρεμα από το κεφάλι και κοιτάχτηκε στον καθρέφτη. Το συγκεκριμένο ρούχο είχε όντως πολλά πλεονεκτήματα. Το σταυρωτό μπούστο την έδειχνε πιο λεπτή, με σέξι στήθος – αρκεί να μην έσκυβε μπροστά. Ο τρόπος με τον οποίο αγκάλιαζε το σώμα της κολάκευε τους τροφαντούς γοφούς της δίνοντάς τους όψη αισθησιακή. Αλλά και πάλι, αυτού του είδους τα φουστάνια τα φορούσαν αδύνατες γυναίκες, δεν… «Ο ασύμμετρος ποδόγυρος είναι όλα τα λεφτά» σχολίασε η Τζάνετ. «Ο φίλος σου έχει δίκιο, έχεις ωραία πόδια. Είναι απλώς… καμπυλωτά». «Ευχαριστώ. Και το υπόλοιπο σώμα μου είναι καμπυλωτό». «Το φόρεμα σε κάνει πολύ αισθησιακή. Πηγαίνω να τον φέρω να σε δει». «Θα πιω λίγο κρασί ακόμα» είπε η Μ ιν, αλλά η μοδίστρα είχε ήδη φύγει για να κυνηγήσει τον Καλ. Η Μ ιν γέμισε ένα δεύτερο ποτήρι και βάλθηκε να το σιγοπίνει κοιτάζοντας το είδωλό της στον καθρέφτη. Το φόρεμα ήταν ασύγκριτα ωραιότερο από το μαύρο του πιγκουίνου. Επιπλέον, η μητέρα της θα ενοχλούνταν, γεγονός που της άξιζε. Και το καλύτερο ήταν ότι θα αναγκαζόταν να σωπάσει, γιατί η Μ ιν θα της έλεγε ότι άρεσε στον Καλ. «Πολύ καλά, λοιπόν» μονολόγησε υψώνοντας το ποτήρι προς τη μεριά του καθρέφτη κι έπειτα το άδειασε μονορούφι. Η ζεστασιά του κρασιού ανακατεύτηκε με την έξαψη που είχαν προκαλέσει τα φιλιά του Καλ. Τα μέλη της ζεστάθηκαν κι αυτή αναστέναξε. Την ώρα που έσκυβε πάνω από το τραπέζι για να γεμίσει το ποτήρι για τρίτη φορά, μπήκε ο Καλ. «Έμαθα ότι το φόρεμα…» άρχισε να λέει και σταμάτησε
368
JENNIFER CRUSIE
απότομα. «Τι;» ρώτησε η Μ ιν σηκώνοντας το βλέμμα από το κρασί. Ο Καλ ξερόβηξε κι εκείνη ακολούθησε το βλέμμα του που είχε καρφωθεί στο ντεκολτέ της το οποίο είχε ανοίξει έτσι όπως ήταν σκυμμένη. «Σου πηγαίνει» είπε ο Καλ, ενώ η βραχνάδα της φωνής του άφηνε να εννοηθούν πολύ περισσότερα από τα λόγια του. «Δεν είναι κατάλληλο για χοντρές» πέταξε η Μ ιν γυρίζοντας ξανά στον καθρέφτη. «Δεν κρύβει τίποτα». «Αυτά τα είπαμε, δεν τα είπαμε;» Ο Καλ την πλησίασε και στάθηκε πίσω της. «Ναι, αλλά μετά από σένα μίλησε η μητέρα μου» είπε η Μ ιν. «Επίσης υπάρχει και ο καθρέφτης, που με πληροφορεί ότι η μέση μου δεν είναι κομψή». «Η μέση σου είναι μια χαρά». Ο Καλ ακούμπησε τις παλάμες στους γοφούς της. «Ορίστε». Τα χέρια του γλίστρησαν στο στομάχι της κι εκείνη ανατρίχιασε καθώς τον έβλεπε μέσα στον καθρέφτη να τη χαϊδεύει. Τώρα που τα χέρια του την αγκάλιαζαν φαινόταν αλλιώτικη, όμορφη, κι όταν εκείνος την έσφιξε στο στήθος του, η Μ ιν χαλάρωσε και έγειρε πίσω το κεφάλι για να ακουμπήσει στον ώμο του. «Πολύ αισθησιακό φόρεμα» της ψιθύρισε στο αυτί και τη φίλησε στον λαιμό. Η Μ ιν κράτησε την αναπνοή της κι εκείνος ψιθύρισε: «Πολύ αισθησιακή γυναίκα» και γλιστρώντας την παλάμη στο ντεκολτέ της πέρασε το δάχτυλο κάτω από το μεταξωτό ύφασμα, προκαλώντας της ανατριχίλες. Το αίμα κύλησε καυτό στις φλέβες της κι εκείνη ένιωσε τα γόνατά της να λυγίζουν. «Πρέπει να σταματήσω να πίνω όταν είμαι μαζί σου, γιατί αρχίζω να πιστεύω όλες αυτές τις σαχλαμάρες που μου λες» του ψιθύρισε κοιτάζοντας πάντα προς τον καθρέφτη. Εκείνος της χαμογέλασε και το είδωλό του στον καθρέφτη τής ζέστανε την καρδιά την ίδια στιγμή που το σώμα του της ζέσταινε την πλάτη. «Αισθάνομαι υπέροχα όταν είμαι μόνη μαζί σου». Η Μ ιν
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
369
δάγκωσε το χείλος της. «Όμως αυτό δεν είναι εφικτό, επειδή απόψε πρέπει να πάμε στο δείπνο, για την ακρίβεια πρέπει να ετοιμάσουμε το δείπνο, και αύριο πρέπει να πάω στον γάμο ντυμένη γελοία, νιώθοντας πάλι χοντρή». «Φταίει το γεγονός ότι δεν ακούς που σου μιλάω» είπε ο Καλ σιγανά στο αυτί της. «Κοιτάξου στον καθρέφτη». «Αυτό κάνω». «Προσπάθησε να δεις τον εαυτό σου με τα δικά μου μάτια». Το χέρι του ανέβηκε στα πλευρά της. «Κοίτα τις υπέροχες καμπύλες σου, κοίτα πόσο πλούσιες είναι» της ψιθύρισε και η φωνή του στο αυτί της τη ζάλισε, η παλάμη του ταξίδεψε στο στήθος της. «Ε!» έκανε εκείνη γυρίζοντας το κεφάλι και του έπιασε το χέρι για να το σταματήσει, μα εκείνος της έκοψε την ανάσα με ένα φλογερό φιλί αιχμαλωτίζοντας το χέρι της, ζουλώντας την ανοιχτή παλάμη της πάνω στη ζεστή σάρκα του στήθους της, κι εκείνη σκέφτηκε: Τι απολαυστική αίσθηση, και άφησε το λάβρο κύμα του πόθου να την κατακλύσει. «Δες πόσο όμορφη είσαι» της ψιθύρισε στο αυτί πλέκοντας τα δάχτυλά του με τα δάχτυλα του άλλου χεριού της. «Δεν υπάρχει άντρας που να μη δει τούτη την εικόνα και να μη θελήσει να σε αγγίξει». Έβαλε την παλάμη της πάνω στο στομάχι της ανεβάζοντάς τη μέχρι το στήθος της. «Είσαι όνειρο, Μ ιν. Είσαι το όνειρό μου». Πίεσε τις δυο παλάμες της στα στήθη της κι εκείνη ένιωσε τη στρογγυλάδα τους, ρίγησε και τον πίστεψε. Έτσι όπως την κρατούσε στην αγκαλιά του, η Μ ιν στράφηκε και τον φίλησε με όλο της το είναι, κολλώντας πάνω του χωρίς να σκέφτεται τίποτα άλλο πέρα από το πώς να μείνει στην αγκαλιά του, απολαμβάνοντας την πίεση του σκληρού κορμιού του πάνω στην ενδοτική σάρκα της, την κάψα των χεριών του που γλιστρούσαν χαμηλά στο σώμα της και την τραβούσαν πάνω του. Κόλλησε τους γοφούς της πάνω του, δάγκωσε το χείλος του, έγλειψε τα χείλη του και τον ένιωσε να τρέμει, τη στιγμή που του ψιθύριζε:
370
JENNIFER CRUSIE
«Σε θέλω». Άκουσε την κοφτή ανάσα του καθώς της φιλούσε τον λαιμό και τη δάγκωνε απαλά στο σημείο όπου την είχε φιλήσει. «Ω!» αναφώνησε η Τζάνετ πίσω τους, και η Μ ιν τραβήχτηκε ζαλισμένη και ξέπνοη. «Θα το πάρουμε το φόρεμα» ανακοίνωσε ο Καλ με βραχνή φωνή, χωρίς να γυρίσει να την κοιτάξει. «Είναι ένα πολύ επικίνδυνο φόρεμα» παρατήρησε η Μ ιν προσπαθώντας να ξαναβρεί την αναπνοή της. «Γι’ αυτό θα το πάρουμε» είπε ο Καλ και τη φίλησε μια στερνή φορά. Όταν έφτασαν στον ξενώνα, βρήκαν την πίσω πόρτα ξεκλείδωτη, όπως είχαν συμφωνήσει με την Νταϊάνα. «Είναι μια αξιοπρεπέστατη κουζίνα» είπε ο Καλ όταν ξεφόρτωσαν τα πράγματα από το αυτοκίνητο. «Μ πορούμε να δουλέψουμε μια χαρά εδώ μέσα». «Είναι καταπληκτική κουζίνα» συμφώνησε η Μ ιν ζηλόφθονα. «Νομίζω…» άρχισε να λέει και, όταν εκείνος τη φίλησε, του χαμογέλασε γέρνοντας κοντά του. «Και γιατί με φιλάτε, παρακαλώ, κύριέ μου;» «Γιατί μπορώ» αποκρίθηκε ο Καλ και την έσφιξε πάνω του. Την ίδια στιγμή χτύπησε το κινητό της, κι εκείνος τραβήχτηκε. «Τι ξέχασε πάλι ο Γκρεγκ;» «Γεια» είπε η Μ ιν στο τηλέφωνο. «Πού είστε; Εμείς έχουμε έρθει στον ξενώνα και η μαμά ασχολείται συνέχεια με το φουστάνι μου» ψιθύρισε η Νταϊάνα γεμάτη ένταση. «Θέλει να μάθει πού είστε». «Είμαστε στο ισόγειο και ετοιμαζόμαστε να μαγειρέψουμε» απάντησε η Μ ιν ενώ ο Καλ τη φιλούσε στον λαιμό. Πνίγοντας ένα χασκόγελο, είπε στην αδελφή της: «Καθυστέρησέ τη». «Θα γίνει έξαλλη μαζί σου». «Μ αθημένα τα βουνά απ’ τα χιόνια. Ούτως ή άλλως θα γίνει
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
371
θηρίο μόλις δει το φόρεμά μου. Το διάλεξε ο Καλ. Μ οιάζω με γυναίκα του δρόμου». Η Μ ιν ένιωσε το γέλιο του Καλ πάνω στα μαλλιά της. «Σοβαρά; Τι χρώμα είναι;» ρώτησε η Ντι. «Νταϊάνα…» «Θα καθυστερήσω τη μαμά. Ευχαριστώ!» «Δεν μοιάζεις με γυναίκα του δρόμου» είπε ο Καλ όταν η Μ ιν έκλεισε το τηλέφωνο. «Μ οιάζεις με κοκότα πολυτελείας». Το χέρι του αγκάλιασε τους γλουτούς της. «Κι εγώ έχω λεφτά». «Προσπάθησε να σκεφτείς το μαγείρεμα σαν ερωτικό πρελούδιο» είπε η Μ ιν, κι εκείνος αναστέναξε και άρχισε να ανοίγει τα πακέτα με τα τρόφιμα. Δεκαπέντε λεπτά αργότερα, η Μ ιν είχε ζεστάνει το ελαιόλαδο στα τέσσερα τηγάνια, ο Καλ είχε κοπανήσει δεκαέξι στήθη κοτόπουλου για να μαλακώσουν και τώρα έπλενε τα μανιτάρια. Κάποια στιγμή η Ντι είχε χώσει το κεφάλι στο άνοιγμα της κουζίνας λέγοντας: «Μ η βάλετε βούτυρο. Και σας ευχαριστώ, ευχαριστώ, ευχαριστώ». «Αλήθεια, πού βρίσκομαι;» τη ρώτησε η Μ ιν αλευρώνοντας το κοτόπουλο. «Το αυτοκίνητο του Καλ χάλασε κάπου στον αυτοκινητόδρομο 275» είπε η Ντι. «Το αυτοκίνητό μου δεν χαλάει ποτέ» δήλωσε ο Καλ αφήνοντας τη δουλειά του στη μέση. «Το φροντίζω ώστε…» «Ευχαριστώ, είναι καλή δικαιολογία» τον έκοψε η Μ ιν και η Νταϊάνα έφυγε. «Το ξέρω ότι φροντίζεις το αμάξι σου, αλλά μπορείς, σε παρακαλώ, να ξεχάσεις τον αντρικό εγωισμό σου για απόψε;» «Τι έχω να κερδίσω;» «Την αιώνια ευγνωμοσύνη μου» απάντησε η Μ ιν και σκύβοντας πάνω από το τραπέζι τον φίλησε απολαμβάνοντας την εντύπωση ότι τα στόματά τους ήταν πλασμένα το ένα για το άλλο.
372
JENNIFER CRUSIE
«Πόση ευγνωμοσύνη;» ρώτησε ο Καλ γέρνοντας πιο κοντά της καθώς εκείνη αποτραβιόταν. «Περισσότερη απ’ όση μπορώ να εκφράσω μέσα σε μια νύχτα» του αποκρίθηκε. «Μ ου κόβεις λίγα ακόμα μανιτάρια, σε παρακαλώ; Τα χρειαζόμαστε για τη σαλάτα». Κράτησε το πρώτο κομμάτι πάνω από το ζεστό λάδι, αναποφάσιστη. «Υπάρχει πρόβλημα;» ρώτησε ο Καλ. «Όχι» του είπε και άφησε πίσω το κοτόπουλο. Έψαξε σε μία από τις σακούλες από όπου ψάρεψε ένα πακέτο βούτυρο και το άνοιξε. «Πιστεύω πως πραγματικά δεν είναι δυνατόν να μαγειρέψει κανείς χωρίς να χρησιμοποιήσει λίγο βουτυράκι». «Έτσι μπράβο» είπε ο Καλ και της χαμογέλασε. Η Μ ιν έριξε από μια γενναία κουταλιά σε κάθε τηγάνι απολαμβάνοντας την ευχάριστη μυρωδιά. Έπειτα χαμογέλασε και πρόσθεσε τα στήθη του κοτόπουλου. «Εξάλλου, ούτε που θα το καταλάβουν» παρατήρησε ο Καλ. «Η μητέρα μου μυρίζει πάνω μου το βούτυρο τρεις μέρες αφότου το έχω φάει. Θα το καταλάβει. Αλλά δεν με νοιάζει. Αναλαμβάνεις να κόψεις το σγουρό μαρούλι; Πρέπει να βράσω στον ατμό τα φασολάκια». Σε μισή ώρα ο Τόνι και ο Ρότζερ έκαναν την εμφάνισή τους φορώντας λευκό πουκάμισο και μαύρο παπιγιόν, με την Μ πόνι να τους ακολουθεί. «Μ η μου πείτε!» αναφώνησε η Μ ιν, προσπαθώντας να μη γελάσει με τα παπιγιόν. «Ναι, καλά, κορόιδευε τώρα, αλλά όταν μας δεις να σερβίρουμε, θα εντυπωσιαστείς» είπε ο Τόνι γεμίζοντας τα ποτήρια του νερού με απίστευτη ταχύτητα, ενώ ο Ρότζερ τοποθετούσε δεκατέσσερα πιάτα στη σειρά, διακοσμώντας τα με σάλτσα βατόμουρο, κι έπειτα σέρβιρε σαλάτα ετοιμάζοντας ένα πιάτο αντάξιο του Ριτς. «Εντυπωσιάστηκα» είπε η Μ ιν. «Παρομοίως» είπε ευδιάθετα η Μ πόνι, καθισμένη στο σκαμνί
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
373
στην άκρη του τραπεζιού, όπου έκοβε σε λεπτές λωρίδες χλωρά κρεμμύδια, και ο Ρότζερ τής χαμογέλασε περιχαρής. Ο Τόνι μετέφερε τα ποτήρια στην τραπεζαρία και, όταν επέστρεψε, τους έδωσε αναφορά. «Βρίσκονται όλοι στο σαλόνι και κουβεντιάζουν ευγενικά. Η Ντι μάλλον βαριέται. Δηλαδή, βαριόταν μέχρι που είδε εμένα και το παπιγιόν μου». «Θα πρέπει να είναι σκέτη κόλαση» σχολίασε η Μ ιν πάνω από τα φασολάκια του ατμού. «Χίλιες φορές να είμαι εδώ μαζί σας, παιδιά. Στο εξής θα μαγειρεύω σε όλα τα δείπνα της μητέρας μου». «Από τη στιγμή που θα καταλάβει ότι έβαλες βούτυρο, ξέχασέ το» της είπε ο Καλ, βοηθώντας τον Τόνι να απλώσει δεκατέσσερα πιάτα φαγητού. Δέκα λεπτά αργότερα, τα πιάτα ήταν έτοιμα για να σερβιριστεί το κοτόπουλο, το κοτόπουλο έμοιαζε ονειρεμένο έτσι όπως άχνιζε μέσα στη βαθυκόκκινη σάλτσα του κρασιού, τα φασολάκια είχαν ανακατευτεί με τα αμύγδαλα και είχαν δεθεί σε φωλιές με τις λωρίδες του κρεμμυδιού. «Η σαλάτα είναι έτοιμη» μονολόγησε η Μ ιν. «Κρέας, φασολάκια, έτοιμα. Το ορεκτικό του Εμίλιο με το καλαμπόκι, τα καρότα και τις πιπεριές έτοιμο για σερβίρισμα. Τα ψωμάκια έχουν βγει από τον φούρνο και έχουν μοιραστεί στα καλαθάκια. Τι ξέχασα; Να πάρει η οργή, ξέχασα το επιδόρπιο!» «Το αναλαμβάνω εγώ» είπε ο Καλ και έβγαλε από την τελευταία σακούλα δύο κουτιά που έγραφαν Κρίσπι Κριμ. «Ντόνατ!» αναφώνησε η Μ ιν με φρίκη. «Φέρτε μου μια πιατέλα για τούρτα» είπε εκείνος και η Μ πόνι έψαξε στα ντουλάπια και του τη βρήκε. Μ προστά στα μάτια τους, ο Καλ έφτιαξε έναν πύργο με τρεις στρώσεις ντόνατ, τοποθετώντας στη βάση επτά ντόνατ σε κύκλο συν ένα ακόμα στο κέντρο, περιχυμένα με γλάσο σοκολάτα. Η επόμενη στρώση αποτελούνταν από πέντε σοκολατένια ντόνατ, η επόμενη από τρία περιχυμένα με γλάσο βανίλια, ενώ στην
374
JENNIFER CRUSIE
κορυφή έβαλε ένα εντυπωσιακό σοκολατένιο κριμ κέικ. Πάνω από κάθε στρώση, η Μ πόνι πρόσθετε λευκό γλάσο ώστε να κολλήσουν μεταξύ τους. Της Μ ιν άρχισαν να της τρέχουν τα σάλια. «Έχω διαβάσει γι’ αυτό» είπε η Μ πόνι όταν τελείωσε. «Υπήρχε ένα άρθρο στο περιοδικό People. Ο κόσμος το συνηθίζει να φτιάχνει τέτοιες τούρτες». Ο Καλ έπιασε ένα κουτί που είχε αφήσει παράμερα, το άνοιξε και έβγαλε από μέσα μια μικροσκοπική νύφη κι έναν γαμπρό κάτω από μια πλαστική καμάρα. Ήταν φοβερά κακόγουστα, αλλά όταν τα τοποθέτησε στην κορυφή της τούρτας, έφτιαξαν ένα αρμονικό σύνολο με πρωτότυπη όψη. «Τέτοια τούρτα θέλω στον γάμο μου» είπε η Μ ιν. «Εννοείται πως η μητέρα μου θα πάθει καρδιακή προσβολή». Ο Καλ τής χαμογέλασε, κι εκείνη γέλασε και έβγαλε την ποδιά της. «Κάλβιν, είσαι μεγαλοφυΐα. Πηγαίνω μια στιγμή στο καμαράκι να αλλάξω ρούχα. Η παράσταση αρχίζει». Άλλαξε όσο το δυνατόν γρηγορότερα και, όταν γύρισε στην κουζίνα, άκουσε τον Τόνι να λέει στον Καλ: «Εντάξει, το καταλάβαμε. Μ πορείς να πας…» Μ όλις την είδε, ο Τόνι σώπασε απότομα. Έπειτα ο Ρότζερ γύρισε για να δει τι συμβαίνει και μαρμάρωσε κι αυτός, οπότε η Μ πόνι πίσω του σηκώθηκε στις μύτες για να κοιτάξει κι αυτή. «Μ ιν!» αναφώνησε. «Είσαι υπέροχη». «Πολύ σέξι» επισήμανε ο Τόνι κοιτάζοντάς τη με μάτια γουρλωμένα, με αποτέλεσμα ο Καλ να του ρίξει καρπαζιά. «Μ ια κουβέντα είπα» διαμαρτυρήθηκε ο Τόνι. Ο Καλ έδωσε την τούρτα στον Ρότζερ. «Παιδιά, αποδώ και πέρα αναλαμβάνετε εσείς. Θα τα καταφέρετε;» «Εμείς αυτά τα παίζουμε στα δάχτυλα» απάντησε ο Τόνι και η Μ ιν κοντοστάθηκε, ξαφνιασμένη. «Τι συμβαίνει;» τη ρώτησε. «Τίποτα».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
375
Η Μ ιν κούνησε το κεφάλι και επιθεώρησε το πρόσωπό της στον καθρέφτη πλάι στην πόρτα για να βεβαιωθεί ότι δεν είχε αλεύρι στα μάγουλα. Η ζέστη από τη φωτιά της κουζίνας είχε κάνει την επιδερμίδα της να αναψοκοκκινίσει και της είχε κατσαρώσει τα μαλλιά. Ήταν… «Είσαι πολύ όμορφη» είπε ο Καλ και, καθώς εκείνη γύρισε, είδε στο πλευρό του τον Ρότζερ και τον Τόνι, και συνειδητοποίησε ότι πριν από έναν μήνα ούτε καν τους γνώριζε, και τώρα βρίσκονταν όλοι εδώ για να βάλουν πλάτη και να βοηθήσουν την αδελφή της. «Η προσφορά σας είναι ανεκτίμητη» τους είπε. «Είναι κάτι παραπάνω απ’ αυτό που συνηθίζεται στο πλαίσιο μιας φιλίας». «Είμαστε πάντα στη διάθεσή σου, μωρό μου» είπε ο Τόνι φιλώντας τη στο μάγουλο και εκείνη κοκκίνισε. «Τέρμα τα σαλιαρίσματα με άλλους άντρες, Μ ινέρβα» είπε ο Καλ και την πήρε από το χέρι. Καθώς την οδηγούσε στην πίσω πόρτα, ο Ρότζερ τη χτύπησε ενθαρρυντικά στον ώμο. «Είναι υπέροχοι άνθρωποι» είπε εκείνη στον Καλ καθώς διέσχιζαν το χαλικόστρωτο μονοπάτι βάζοντας πλώρη για την πρόσοψη του κτιρίου. «Πράγματι. Και τώρα ήρθε η ώρα να φάμε με την οικογένειά σου». «Καλώς ήρθατε στην κόλαση» μουρμούρισε η Μ ιν. Όταν αργότερα η Μ ιν ανακαλούσε στη μνήμη το δείπνο της προηγουμένης του γάμου, δυσκολευόταν να σκεφτεί ποια ήταν η πιο δυσάρεστη στιγμή της βραδιάς. Όταν έμπαιναν στην αίθουσα, η Νανέτ σοκαρίστηκε σε τέτοιο βαθμό από το μοβ φόρεμα της Μ ιν, που έχασε τα λόγια της. «Άργησες…» είπε μόνο με ύφος αγριεμένο και η Μ ιν μάζεψε το κουράγιο της για να την αντιμετωπίσει. Όμως μετά ο Καλ τη χάιδεψε στην πλάτη, ενώ ο κουμπάρος
376
JENNIFER CRUSIE
του Γκρεγκ έβγαλε ένα επιφώνημα θαυμασμού και τη χαιρέτησε με ένα νεύμα του κεφαλιού. «Ευχαριστώ» είπε η Μ ιν. «Είδες που σ’ τα ’λεγα;» της ψιθύρισε ο Καλ στο αυτί. «Κρατήσου μακριά απ’ αυτό τον τύπο». Ή, πάλι, όταν η Μ ιν είδε τον Γκρεγκ, διαπίστωσε πως είχε κόψει κοντά τα μαλλιά του, με πολύ κοντές αφέλειες, μόλις την προηγουμένη του γάμου του, και φαινόταν πιο σαχλός από κάθε άλλη φορά – αν κάτι τέτοιο ήταν ποτέ δυνατόν. «Μ ην κουρευτείς ποτέ έτσι» ψιθύρισε στον Καλ κι εκείνος της απάντησε: «Δεν θα το αποφάσιζα ποτέ». Ή όταν ο Ρότζερ και ο Τόνι σέρβιραν τις σαλάτες και η Ντι είπε χαμογελώντας πονηρά: «Αχ, τι χαριτωμένοι σερβιτόροι», και ο Ρότζερ παραλίγο να αδειάσει τη σαλάτα στο παντελόνι του Γκρεγκ. «Για πρόσεχε λίγο» είπε αυστηρά ο Γκρεγκ, και το χαμόγελο της Ντι έσβησε. «Πολύ χαριτωμένοι» συμφώνησε η Μ ιν αγριοκοιτάζοντας τον Γκρεγκ, ο οποίος την κοίταζε απορημένος. Ή, πάλι, η στιγμή που η μητέρα του Γκρεγκ είπε: «Το κοτόπουλο είναι νοστιμότατο. Ποιο κέτερινγκ είπες ότι είναι;» και όλα τα βλέμματα στράφηκαν στον Γκρεγκ. Η Μ ιν τον άφησε να βράζει στο ζουμί του μια δυο στιγμές. «Δεν ήταν από το Εμίλιο’ς;» τον ρώτησε τελικά πετώντας του μια σανίδα σωτηρίας, κι αυτός αρπάχτηκε πάνω της με τόση ευγνωμοσύνη, που η Μ ιν σχεδόν τον λυπήθηκε. Αμέσως μετά η Νανέτ αποφάνθηκε: «Το φαγητό έχει βούτυρο». «Μ άλιστα» είπε η Μ ιν συνεχίζοντας να τρώει, ενώ ο Καλ τής έδινε απαλά χτυπηματάκια στην πλάτη για παρηγοριά. Η πιο δυσάρεστη πιθανώς στιγμή, ωστόσο, ήταν προς το τέλος της βραδιάς, όταν χτύπησε το κινητό της Μ ιν. Κοίταξε την Νταϊάνα ξαφνιασμένη, επειδή μόνο αυτή της τηλεφωνούσε,
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
377
και μετά θυμήθηκε την τριάδα στην κουζίνα. «Επιστρέφω αμέσως» είπε και βγήκε από την αίθουσα για να απαντήσει. «Εμπρός;» «Μ ιν» είπε ο Ντέιβιντ. «Προσπαθώ να σε βρω όλη μέρα». «Γιατί; Ξέχνα το, δεν με ενδιαφέρει. Βρίσκομαι στο δείπνο της προηγουμένης του γάμου, Ντέιβιντ. Άφησέ με ήσυχη». «Θέλω να σου μιλήσω για τον Καλ» είπε ο Ντέιβιντ και η Μ ιν έμεινε ασάλευτη. «Εξακολουθώ να ενδιαφέρομαι για σένα, Μ ιν, και πρέπει να μάθεις κάτι σχετικά με τον Καλ Μ όρισεϊ». «Πρέπει, ε;» «Θυμάσαι τη νύχτα που σε φλέρταρε στο μπαρ; Είχε βάλει στοίχημα ότι θα σε έριχνε στο κρεβάτι μέσα σε έναν μήνα». «Έτσι, ε;» είπε η Μ ιν ενώ σκεφτόταν: Είσαι μεγάλο καθοίκι. «Το στοίχημα λήγει την επόμενη Τετάρτη, Μ ιν» συνέχισε ο Ντέιβιντ ξεχειλίζοντας από ειλικρίνεια. «Και ο Καλ Μ όρισεϊ δεν έχει μάθει να χάνει. Θα χρησιμοποιήσει κάθε μέσο προκειμένου να κερδίσει εκείνο το στοίχημα. Σκέφτηκα να σε ενημερώσω. Δεν θέλω να πληγωθείς». «Ευχαριστώ, είσαι πολύ καλός» μουρμούρισε η Μ ιν. «Δεν σε βλέπω να ταράζεσαι». «Έτσι είναι τα αγόρια» σχολίασε η Μ ιν. «Νόμιζα ότι αυτό θα σε σόκαρε» είπε ο Ντέιβιντ, σοκαρισμένος ο ίδιος. «Ντέιβιντ, το ήξερα. Σας άκουσα. Και επειδή ακριβώς σας άκουσα με τα ίδια μου τα αυτιά, ξέρω επίσης ότι το στοίχημα το έβαλες εσύ, όχι ο Καλ. Ήταν δική σου ιδέα, επομένως ο ελεεινός στην προκειμένη περίπτωση είσαι εσύ». «Όχι» έσπευσε να διαμαρτυρηθεί ο Ντέιβιντ «όχι, ήμουν ταραγμένος επειδή μόλις είχαμε χωρίσει…» «Ντέιβιντ, εσύ με παράτησες» του θύμισε η Μ ιν. «Για ποιον λόγο θα ήσουν εσύ ταραγμένος, διάβολε;» «…Έχω μετανιώσει για το στοίχημα χίλιες φορές, αλλά ο Καλ αρνείται να το ακυρώσουμε». «Κι εσύ φυσικά του το έχεις ζητήσει» είπε η Μ ιν χωρίς να
378
JENNIFER CRUSIE
τον πιστεύει. «Επανειλημμένα». «Ντέιβιντ;» «Ναι;» «Εύχομαι να σαπίσεις στην κόλαση» του πέταξε και έκλεισε το τηλέφωνο. Στάθηκε στον εξώστη του ξενώνα και ατένισε στο βάθος το ποτάμι. Ήταν πολύ όμορφο. «Να πάρει η οργή» μονολόγησε. Είχε εμπιστοσύνη στον Καλ, πραγματικά του είχε εμπιστοσύνη, όμως εκείνο το στοίχημα… Θα τον ρωτήσω μετά τον γάμο, είπε μέσα της. Όταν θα απαλλασσόταν από τον φρικτό κορσέ, όταν θα έμεναν μόνοι, όταν θα μπορούσαν να το κουβεντιάσουν δίχως την Νταϊάνα να κρέμεται διαρκώς αποπάνω της, τότε θα τον ρωτούσε. Αύριο βράδυ, σκέφτηκε και επέστρεψε στην τραπεζαρία για να προλάβει την κορυφαία στιγμή της βραδιάς, την έκφραση της Νανέτ όταν θα έβλεπε την τούρτα με τα Κρίσπι Κριμ. «Γεια σου» είπε ο Ντέιβιντ όταν η Σίνθι τού τηλεφώνησε την Κυριακή το απόγευμα. «Καιρό έχω να σ’ ακούσω. Τι;…» «Όλα τελείωσαν» ανακοίνωσε η Σίνθι. Από τη φωνή της ήταν φανερό ότι είχε κλάψει. «Είναι ερωτευμένοι. Θα περάσουν χρόνια μέχρι εκείνος να συνέλθει. Ντέιβιντ, χάσαμε». «Όχι βέβαια» είπε εκείνος. «Εγώ δεν χάνω ποτέ». «Ο Καλ την αγαπάει. Είναι ειλικρινής μαζί της. Δεν μπορούμε…» «Ε, όχι και ειλικρινής!» ξεσπάθωσε ο Ντέιβιντ έχοντας μπουχτίσει να ακούει για τον Καλ. «Είναι μαζί της για να κερδίσει το καταραμένο στοίχημα». «Ορίστε;» «Χμ…» Ο Ντέιβιντ προσπάθησε να σκεφτεί μια εξήγηση που θα του επέτρεπε να μην αποκαλύψει τον βρόμικο ρόλο του σ’ αυτή την
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
379
υπόθεση. «Πες μου» τον παρότρυνε αμείλικτα η Σίνθι. «Εκείνη την πρώτη νύχτα» εξήγησε ο Ντέιβιντ «ήμουν θυμωμένος. Και πληγωμένος…» «Ντέιβιντ, δεν με ενδιαφέρουν τα αισθήματά σου. Μ ίλησέ μου για το στοίχημα» είπε η Σίνθι. «Έβαλα στοίχημα με τον Καλ ότι δεν θα κατόρθωνε να ρίξει στο κρεβάτι τη Μ ιν μέσα σε έναν μήνα». «Ο Καλ δεν θα καταδεχόταν να βάλει τέτοιο στοίχημα» είπε η Σίνθι με σιγουριά. «Α, ναι; Γιατί; Επειδή είναι ανώτερος άνθρωπος;» «Είμαι βέβαιη ότι άλλαξε το είδος του στοιχήματος». «Στοιχημάτισε ότι θα μπορούσε να τη βγάλει για φαγητό». «Θέλεις να πεις ότι έφυγαν μαζί από το μπαρ επειδή εσύ έβαλες στοίχημα;» ρώτησε έξαλλη η Σίνθι. «Δεν έφταιγα εγώ» απολογήθηκε ο Ντέιβιντ. «Έτσι κι αλλιώς, δεν έχει πια σημασία». Η Σίνθι βυθίστηκε ξανά στη δυστυχία της. «Ακόμα κι αν της μιλούσα για το στοίχημα, εκείνη θα ρωτούσε τον Καλ». «Το ήξερε ήδη» είπε ο Ντέιβιντ πικαρισμένος. «Χτες βράδυ τής τηλεφώνησα και της τα αποκάλυψα όλα. Είχε ακούσει τυχαία τη συνομιλία μας όταν βάζαμε το στοίχημα». Η Σίνθι δεν μίλησε. «Πιστεύω πως η Μ ιν βγήκε μαζί του για φαγητό μόνο και μόνο για να με εκδικηθεί» συνέχισε ο Ντέιβιντ. «Όταν έφευγαν είχε ύφος φαρμακερό, επομένως θα πρέπει να εκδικήθηκε και τον Καλ επίσης… Σίνθι;» ρώτησε τέλος, επειδή εκείνη εξακολουθούσε να σωπαίνει. «Ο Καλ το γνωρίζει;» ρώτησε η Σίνθι με σφιγμένη φωνή. «Γνωρίζει ότι η Μ ιν βγήκε μαζί του για να τον εκδικηθεί;» «Δεν νομίζω, γιατί δεν μου τηλεφώνησε για να ακυρώσει το στοίχημα. Από τη στιγμή που ο Καλ θα πληροφορηθεί ότι η Μ ιν είναι ενήμερη, το στοίχημα ακυρώνεται». Σιωπή.
380
JENNIFER CRUSIE
«Σίνθι;» «Μ ήπως ξέρεις πού βρίσκεται τώρα ο Καλ;» ρώτησε η Σίνθι. «Όχι, αλλά το βράδυ θα πάει στον γάμο της Νταϊάνα. Τι σημ…» «Ξέρω με ποιον τρόπο θα τους χωρίσω» ανακοίνωσε η Σίνθι με φωνή βαριά σαν μολύβι. «Μ ε ποιον τρόπο;» «Πήγαινέ με στον γάμο. Αν δεν έχει πλαγιάσει ακόμη μαζί της, τα νεύρα του θα είναι σμπαράλια. Θα τους παρακολουθήσω και, αν κάτι του τεντώσει περισσότερο τα νεύρα, αν εκείνη τον αποκρούσει ξανά, αν κάτι πάει στραβά…» εξήγησε η Σίνθι διακόπτοντας για να πάρει βαθιά εισπνοή «…τότε θα σε ενημερώσω κι εσύ θα αναλάβεις να τον πληροφορήσεις πως η Μ ιν τον κορόιδεψε από την πρώτη στιγμή. Θα του πεις πως όλοι τον θεωρούν βλάκα». «Αυτό το θεωρείς αρκετό για να χωρίσουν;» ρώτησε ο Ντέιβιντ. «Είναι αρκετό για να βλέπει ο Καλ εφιάλτες τα επόμενα χρόνια» αποκρίθηκε η Σίνθι με φωνή θλιμμένη. «Το θεωρώ παράλογο, ωστόσο αυτό είναι το αδύνατο σημείο του από τότε που ήταν παιδί. Αν του πατήσεις τον κάλο, εκρήγνυται. Κι αν εκραγεί μπροστά στην οικογένεια και στους φίλους της…» «Φοβερό!» αναφώνησε ο Ντέιβιντ, εντυπωσιασμένος μαζί της για πολλοστή φορά. «Τι ώρα είναι ο γάμος;» ρώτησε η Σίνθι. «Στις επτά. Η Νταϊάνα ονειρευόταν να παντρευτεί σούρουπο. Έχει σχέση με κάποιο παραμύθι κι άλλες παρόμοιες τρίχες». «Έλα να με πάρεις στις έξι» δήλωσε η Σίνθι και έκλεισε το τηλέφωνο. Η Μ ιν πέρασε τη νύχτα με την Νταϊάνα, η οποία είχε απίστευτη υπερένταση και πηγαινοερχόταν διαρκώς διορθώνοντας τους φιόγκους στα κουτιά του κέικ. Στο τέλος η Μ ιν δεν άντεξε και
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
381
πήγε για ύπνο ξεθεωμένη από την κούραση σε βαθμό που να μην προλάβει καν να νοσταλγήσει τον Καλ. Την επομένη, εντούτοις, η Ντι ήταν σιωπηλή, πάντα σφιγμένη αλλά χωρίς την υπερδιέγερση της προηγούμενης νύχτας. «Απλώς δεν κοιμήθηκα αρκετά» είπε στη Μ ιν. Όταν πήγαν στα αποδυτήρια της εκκλησίας, βρήκαν την Κλάψα, τη Σκύλα και τη Νανέτ να τους περιμένουν. Η Μ ιν απέφυγε τη Νανέτ και τα χτενάκια («Μ ιν, είσαι χάλια με αυτά τα μαλλιά»), μετέφερε τα κουτιά του κέικ στο διπλανό κτίριο όπου θα γινόταν η δεξίωση κι έπειτα κλείστηκε στο λουτρό της εκκλησίας για να βάλει το φόρεμά της. Δεν είχε σκοπό να ντυθεί μπροστά στη Νανέτ ακούγοντας τις μπηχτές της και βλέποντας το ειρωνικό χαμόγελο της Κλάψας. Καθώς αγωνιζόταν να δέσει τον κορσέ, ένιωθε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Ήταν ένα ακαθόριστο προαίσθημα, άσχετο με την παρανοϊκή μάνα της και την ανόητη γκρινιάρα παράνυμφο με τα πράσινα, άσχετο με την τούρτα την οποία η Μ πόνι επιχειρούσε τώρα να διακοσμήσει με ορχιδέες και μαργαριτάρια, κάτι που σχετιζόταν –ναι, τώρα ήταν σίγουρη– με τον γαμπρό. Πρέπει να μιλήσω με την Ντι, συλλογίστηκε, ωστόσο τι θα της έλεγε; «Είσαι δυστυχισμένη και ο μέλλων σύζυγός σου είναι μαλάκας, επομένως έλα να φάμε την τούρτα και να γυρίσουμε σπίτι;» «Ουφ, διάβολε» μονολόγησε και βγήκε από το λουτρό για να συναντήσει την αδελφή της. «Άργησες» της είπε η Σκύλα επιθεωρώντας τον στολισμένο χαμηλό κότσο της. «Παράτα με» απάντησε η Μ ιν και πλησίασε την Ντι. «Τι τρέχει, μικρή μου;» «Τίποτα» είπε η Ντι. «Χαίρομαι… χαίρομαι που σ’ έχω κοντά μου». «Είμαι κοντά σου με όλη τη λάμψη μου» αστειεύτηκε η Μ ιν ανοίγοντας τα μπράτσα για να επιδείξει τον κορσέ που δεν έκλεινε. «Αυτός ο κορσές δεν είναι αρκετά σφιχτός» είπε η Νανέτ
382
JENNIFER CRUSIE
υποχρεώνοντάς τη να γυρίσει. «Ειλικρινά, Μ ιν». Έλυσε τον φιόγκο και άρχισε να σφίγγει τα κορδόνια αποκάτω προς τα πάνω. «Αχ!» αναφώνησε η Μ ιν νιώθοντας τα πνευμόνια της να συμπιέζονται. «Μ ητέρα». Κρατήθηκε από την πλάτη της καρέκλας της Ντι για να ισορροπήσει καθώς η Νανέτ τραβούσε τις κορδέλες. «Πρέπει να αναπνέω… ξέρεις… στη διάρκεια της τελετής». Η Νανέτ τράβηξε γερά τις κορδέλες μια στερνή φορά, τις έδεσε μ’ έναν κόμπο που θα έβαζε τα γυαλιά στους προσκόπους και έκανε ένα βήμα πίσω για να επιθεωρήσει το έργο της. «Είναι το καλύτερο που μπορώ να κάνω» δήλωσε τέλος, και η Μ ιν σκέφτηκε ότι αυτή η φράση συνόψιζε την ασυνεννοησία μιας ολόκληρης ζωής. Έπειτα η Μ ιν απομακρύνθηκε από τη Νανέτ, κρατώντας τα πλευρά της στην προσπάθειά της να αναπνέει και συγχρόνως να έχει τον νου της στην Νταϊάνα. «Ντι;» της είπε αλλά, καθώς δεν πήρε απάντηση, έσκυψε για να δει το πρόσωπο της αδελφής της, συνθλίβοντας τα πνευμόνια της. Η Ντι κοίταζε τον καθρέφτη με μάτια πελώρια και με το όμορφο προσωπάκι της σφιγμένο. Αμέσως η Μ ιν ξέχασε τη δυσκολία στην αναπνοή της. «Ντι; Είσαι εντάξει;» «Μ ια χαρά» της απάντησε αυτή δυστυχισμένα, δίχως να ξεκολλήσει το βλέμμα από τον καθρέφτη. «Είσαι πολύ όμορφη» είπε η Μ ιν. Το σώμα της αδελφής της αναδείκνυε ακόμα και τον κορσέ. «Μ οιάζεις με κύκνο» πρόσθεσε, ελπίζοντας να της αποσπάσει ένα χαμόγελο. «Φταίει το άγχος για την τελετή» υπέθεσε η Κλάψα φορώντας στα στιλπνά ξανθά μαλλιά της το στεφάνι από κισσό και άσπρες μικρές ορχιδέες, δείχνοντας αξιοθρήνητη. «Πήγαινε να φορέσεις το στεφάνι σου» είπε η Σκύλα σπρώχνοντας τη Μ ιν στο πλάι˙ το δικό της στεφάνι από γαλάζια
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
383
κενταύρια και ορχιδέες ήταν τέλεια τοποθετημένο στο κέντρο του κεφαλιού και στηριζόταν πίσω στον χαμηλό κότσο της. «Αχ, Μ ιν, το στεφάνι σου» είπε η Νανέτ. Η Μ ιν άδραξε το στεφάνι από λεβάντα και ορχιδέες και το φόρεσε καπέλο. Ευτυχώς μύριζε ευχάριστα. Έπειτα το στερέωσε με δυο φουρκέτες, χωρίς να αφήνει απ’ τα μάτια της την Νταϊάνα. Η Ντι συνάντησε το βλέμμα της στον καθρέφτη και ίσιωσε το σώμα. «Δρόμο» είπε. «Όπως θέλεις» είπε η Μ ιν. «Όχι εσύ. Όλοι οι άλλοι εκτός από σένα» διευκρίνισε η Νταϊάνα. «Ορίστε;» είπε θιγμένη η Σκύλα, με τα χέρια μετέωρα πάνω από το στεφάνι της Νταϊάνα. «Νταϊάνα!» την επέπληξε η Νανέτ σοκαρισμένη. Η Μ ιν πρόσεξε την παγωμένη έκφραση του προσώπου της Νταϊάνα. «Οι αδελφές θέλουν να μείνουν μόνες. Θα έρθουμε να σας συναντήσουμε σ’ ένα λεπτό». «Ε! Είμαι παράνυμφος…» διαμαρτυρήθηκε η Σκύλα, αλλά σώπασε απότομα όταν αντίκρισε το πρόσωπο της Νταϊάνα. «Περάστε έξω» είπε η Μ ιν δείχνοντας με τον αντίχειρα την πόρτα. «Εγώ δεν το κουνάω αποδώ» δήλωσε η Νανέτ. «Παντρεύεται η κόρη μου». «Επομένως δεν έχεις δουλειά εδώ, πήγαινε στην εκκλησία. Τα στασίδια δεν θα έπρεπε να είναι στολισμένα με λουλούδια;» είπε η Μ ιν. «Ώρες ώρες απορώ μ’ εσένα, Μ ιν» είπε η Νανέτ. «Και βέβαια θα είναι στολισμένα με λουλούδια». «Καλύτερα να το ελέγξεις» τη συμβούλεψε η Μ ιν, και η Νανέτ έφυγε βολίδα για την εκκλησία. Η Κλάψα έπιασε το μπουκέτο με τις ορχιδέες και μετά φίλησε
384
JENNIFER CRUSIE
την Ντι στο μάγουλο. «Είσαι πανέμορφη» της ψιθύρισε. «Μ οιάζεις με νούμερο δύο!» Ύστερα έδωσε στη Σκύλα το μπουκέτο της και την έσπρωξε στην πόρτα. Εκείνη κοίταξε πίσω της, χάνοντας ελαφρώς το φαντασμένο ύφος της. Η Μ ιν έμεινε μόνη με την Ντι. Ακούμπησε στον πάγκο και προσπάθησε να χαλαρώσει με τα δάχτυλα τον κορσέ προκειμένου να κερδίσει έστω κι ένα χιλιοστό, για να πάρει ανάσα και να αξιωθεί να πει όσα ένιωθε την ανάγκη να πει. «Λοιπόν, τα ψέματα τελείωσαν. Ή μου λες τι συμβαίνει ή σταματάω τον γάμο». «Θέλω ένα ντόνατ, ένα Κρίσπι Κριμ» είπε η Ντι έτοιμη να κλάψει. «Θα σου φέρω. Θα βγω και…» «Δεν επιτρέπεται να φάω ντόντατ» την έκοψε η Ντι. «Κάθε Κρίσπι Κριμ περιέχει δώδεκα γραμμάρια λίπος». «Σύμφωνοι, αλλά πιστεύω ότι τη μέρα του γάμου σου…» «Όλα είναι τέλεια» είπε η Ντι. «Δεν το βλέπω. Άκουσέ με, αν δεν θέλεις να γίνει ο γάμος, θα πάρω τα κλειδιά του αυτοκινήτου από τον Καλ και θα γυρίσουμε οι δυο μας στο διαμέρισμά μου να πιούμε σαμπάνια και να φάμε πολλά Κρίσπι Κριμ». «Να μη γίνει ο γάμος; Όχι, όχι!» είπε η Ντι ισιώνοντας το κορμί. «Εντάξει. Αν όμως αλλάξεις γνώμη, ισχύει η πρότασή μου για τα κλειδιά του αυτοκινήτου και τα ντόνατ». «Δεν θα αλλάξω γνώμη. Σήμερα ζω το παραμύθι μου». «Τότε είναι ώρα να ξεκινήσουμε» είπε η Μ ιν, ελπίζοντας ότι η δράση θα κινητοποιούσε κάπως τη σκέψη της Ντι. Εκείνη σηκώθηκε και η Μ ιν τέντωσε τα μπράτσα για να της δείξει τον κορσέ της. «Πώς σου φαίνεται;» «Ήταν ηλίθια ιδέα» μουρμούρισε η Ντι με τρεμάμενη φωνή παρατηρώντας την αδελφή της. «Γιατί σε ανάγκασα να φορέσεις
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
385
κορσέ;» «Για να φαίνεται λεπτή η μέση μου». «Η μέση σου είναι μια χαρά. Μ πορεί να μην είναι λεπτή, αλλά είναι μια χαρά». Έτσι όπως κοίταζε τη Μ ιν κατάματα, ήταν συναρπαστικά όμορφη – με παγερή ομορφιά. «Λοιπόν» είπε η Μ ιν πιάνοντάς την από το χέρι «πρέπει οπωσδήποτε να μου πεις τι συμβαίνει». «Δεν συμβαίνει τίποτα. Όλα είναι τέλεια» τη διαβεβαίωσε η Ντι. Εκείνη τη στιγμή, η Σκύλα χτύπησε την πόρτα χώνοντας το κεφάλι στο άνοιγμα. «Είστε έτοιμες;» ρώτησε αβέβαια, δίχως τη συνηθισμένη αυτοπεποίθησή της. «Είναι ώρα να πάρουμε θέσεις». Η Ντι την αγνόησε. «Ερχόμαστε» της απάντησε η Μ ιν. «Ντι, είσαι υπέροχη» σχολίασε η Σκύλα ανοίγοντας κι άλλο την πόρτα. Η Ντι πήρε το μπουκέτο της. «Το στεφάνι» της θύμισε η Μ ιν, και η Ντι έπιασε το στεφάνι από λευκές ορχιδέες και τριαντάφυλλα και το κοπάνησε στο κεφάλι της, με το πέπλο να πέφτει στραβά μέχρι τους γοφούς της. «Ε… εντάξει, στάσου να σ’ το στερεώσω με τα τσιμπιδάκια…» Όμως η Νταϊάνα διέσχιζε ήδη το δωμάτιο. «Θα τα διορθώσω όλα εγώ» πετάχτηκε η Σκύλα, κοιτάζοντας τη Μ ιν με το γνώριμο περιφρονητικό βλέμμα της. «Αμφιβάλλω αν μπορείς» είπε η Μ ιν και παίρνοντας τα λουλούδια της ακολούθησε την Νταϊάνα.
386
JENNIFER CRUSIE
14
λούζοντας στο φως τον προθάλαμο, όμως το πρόσωπο της Ντι ήταν χλωμό και παγωμένο κάτω από το τέλεια τοποθετημένο πλέον στεφάνι με το πέπλο. Ο Τζορτζ έστεκε πλάι της, αμήχανος με το φράκο του, ρίχνοντάς της ανήσυχα βλέμματα. Για μια στιγμή στράφηκε προς τη Μ ιν με βλέμμα απορημένο, σαν να τη ρωτούσε τι έτρεχε, κι αυτή ανασήκωσε τους ώμους. Παρόλο που τον λυπήθηκε, εκείνη τη στιγμή υπήρχαν άλλες προτεραιότητες. Η Κλάψα στάθηκε μπροστά τους στο πλάι της καμάρας και, όταν ξεκίνησε η πομπή, διόρθωσε το μπούστο της μια ύστατη φορά, ρούφηξε τη μύτη της, φόρεσε ένα προσποιητό άκαμπτο χαμόγελο, προχώρησε ένα βήμα και μπήκε στην εκκλησία. Η Σκύλα μπήκε μπροστά, κοντοστάθηκε και άρχισε να μετράει μέχρι να έρθει η σειρά της να βγει, οπότε έστειλε στην Ντι ένα φιλί από μακριά, προχώρησε ένα βήμα, κοτσάρισε το πλατύ χαμόγελο της μαζορέτας και μπήκε στην εκκλησία. Η Μ ιν κοίταξε την Ντι. «Είσαι η αδελφή μου και θα σε υποστηρίξω ό,τι κι αν συμβεί. Αν θέλεις να τα παρατήσεις, σε παίρνω αυτή τη στιγμή και φεύγουμε». «Μ ιν;» είπε ο πατέρας της πέφτοντας απ’ τα σύννεφα, μα η Ντι κούνησε το κεφάλι. Ο ΗΛΙΟΣ ΕΓΕΡ ΝΕ ΣΤΗ ΔΥΣΗ
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
387
«Εντάξει λοιπόν». Η Μ ιν ακολούθησε το μέτρο της μουσικής, χαμογέλασε βεβιασμένα και μπήκε στην εκκλησία. Ξαφνικά ένιωσε κάτι να την κρατάει από το μπούστο ανακόπτοντας τη φόρα της, κι έμεινε κάτω από την καμάρα με βήμα μετέωρο. Κοιτάζοντας πίσω της, είδε το χέρι της Ντι που την είχε αρπάξει από πίσω και την κρατούσε σφιχτά από τις σούρες του λιλά σιφόν φορέματος. «Νταϊάνα;» ρώτησε έκπληκτος ο πατέρας της. «Μ παμπά, στάσου στην καμάρα και χαμογέλα για να ξέρει ο κόσμος ότι όλα πάνε καλά» είπε η Μ ιν οπισθοχωρώντας. Βουτώντας το χέρι της Ντι κάτω από τους φραμπαλάδες του νυφικού, την έσυρε έξω στα σκαλοπάτια της εκκλησίας, στο φως του δειλινού. «Μ ίλα μου». Τα χέρια της Ντι έτρεμαν καθώς κρατούσε την ανθοδέσμη. «Ο Γκρεγκ κοιμήθηκε με την παράνυμφό μου». «Τη Σούζι;» αναφώνησε η Μ ιν, όχι από έκπληξη αλλά από αηδία. «Το ήξερα ότι αυτή η…» «Σκύλα» είπε η Ντι. «Το ξέρω ότι είναι σκύλα…» άρχισε να λέει η Μ ιν κι έπειτα μπήκε στο νόημα. «Εννοείς την Κάρεν;» Η Ντι έγνεψε καταφατικά. «Αχ, γλυκιά μου» είπε η Μ ιν προσπαθώντας να σκεφτεί κάτι να πει πάνω στον θυμό της που ολοένα μεγάλωνε. Έπειτα έπιασε την αδελφή της από τον ώμο. «Πες μου ότι αυτό συνέβη προτού εκείνος σου ζητήσει να παντρευτείτε…» «Χτες το βράδυ» ψιθύρισε η Ντι, και η Μ ιν πήρε βαθιά εισπνοή αδιαφορώντας για τον κορσέ. «Α, τον άτιμο, τον ξεφτιλισμένο…» «Σ’ ευχαριστώ» είπε η Ντι ρουφώντας τη μύτη της. «Όσο γι’ αυτή την ξετσίπωτη, ορκίζομαι ότι θα της ξεριζώσω τρίχα τρίχα τα μαλλιά». Η Μ ιν έσφιξε την Ντι στην αγκαλιά της. «Θα καρφώσω τον γαμημένο κότσο της παλιοσκρόφας στην πόρτα της εκκλησίας. Και ο μπαμπάς θα τσακίσει τον Γκρεγκ. Το
388
JENNIFER CRUSIE
θέλει εδώ και μήνες». Η Ντι έπνιξε έναν λυγμό. «Θα σε φροντίσουμε εμείς» συνέχισε η Μ ιν. «Δεν είσαι μόνη. Η Λίζα και η Μ πόνι…» Σώπασε απότομα, συνειδητοποιώντας ότι δεν ήταν η καλύτερη στιγμή να αναφερθεί στις φίλες της, και προσπάθησε να σκεφτεί πώς θα ένιωθε η ίδια αν την είχαν προδώσει, αν λόγου χάρη η Λίζα κοιμόταν με τον Καλ, ωστόσο της ήταν αδιανόητο, ήταν αδύνατον να συμβεί, αυτοί ποτέ δεν… «Χτες το βράδυ έβλεπα εσένα και τον Καλ» είπε η Ντι βουρκωμένη «και ήσασταν υπέροχοι, είστε πλασμένοι ο ένας για τον άλλο. Ήταν σαν να βρισκόσασταν στον κόσμο σας, γελούσατε και ψιθυρίζατε ο ένας στον άλλο, δεν χρειαζόταν να παριστάνεις κάτι διαφορετικό από αυτό που είσαι, τη λεπτή ή δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο, ο Καλ σ’ αγαπάει γι’ αυτό που είσαι. Ένιωσα λοιπόν την επιθυμία να μιλήσω στον Γκρεγκ, ονειρευόμουν να νιώθουμε κι εμείς έτσι μεταξύ μας, γι’ αυτό, όταν κοιμήθηκες, πήρα το αυτοκίνητο και πήγα στο διαμέρισμά του, και τους βρήκα στην κρεβατοκάμαρα». Το πρόσωπό της έσπασε. «Δεν ήταν καν ξαπλωμένοι στο κρεβάτι». Η Μ ιν την αγκάλιασε με τα δυο της μπράτσα και την έσφιξε πάνω της. «Και σήμερα σου στέλνει φιλιά, η ξετσίπωτη. Φίλη να σου πετύχει». «Δεν ξέρουν ότι το ξέρω» εξήγησε η Ντι με το πρόσωπο χωμένο στον ώμο της Μ ιν. «Δεν με είδαν. Έφυγα αθόρυβα». «Βρίσκω εξαιρετικά ώριμη τη στάση σου» σχολίασε η Μ ιν σφίγγοντας τα δόντια. «Εγώ θα τους έκοβα το λαρύγγι. Εν πάση περιπτώσει, θα σταματήσω τον γάμο…» «Όχι!» φώναξε η Ντι σηκώνοντας βιαστικά το κεφάλι. Το κεντημένο με πέρλες κορσάζ φούσκωσε και ξεφούσκωσε καθώς έπαιρνε βαθιές ανάσες. «Όχι, όχι. Όχι!» «Πώς;» είπε η Μ ιν. «Όχι! Είμαι έτοιμη να μπω στην εκκλησία» δήλωσε η
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
389
Νταϊάνα. «Λοιπόν, όσο κι αν θαυμάζω τη στάση σου» είπε η Μ ιν προσπαθώντας να μιλήσει ήρεμα «πιστεύω πως το να παντρευτείς αυτό το καθοίκι ξεφεύγει πλέον από τα όρια της πολιτισμένης διαγωγής». «Δεν γίνεται αλλιώς» είπε η Ντι με φωνή σφιγμένη. «Όλα είναι έτοιμα. Μ ας έχουν φέρει δώρα. Η Μ πόνι στόλισε την τούρτα με μαργαριτάρια». «Θα τη φάω εγώ την τούρτα. Θα στείλω πίσω τα δώρα. Αναλαμβάνω ακόμα και να σαπίσω στο ξύλο τον γαμπρό για χάρη σου». «Όχι» είπε η Ντι. «Δεν ήταν… Ο Γκρεγκ δεν… Για όλα φταίει το άγχος της προετοιμασίας. Θα τα καταφέρουμε». «Νταϊάνα». Η Μ ιν πήρε μια βαθιά –στο μέτρο του δυνατού– ανάσα και προσπάθησε να μιλήσει ήρεμα. «Το άγχος πριν από τον γάμο θα του προκαλούσε πανικό στο εργένικο πάρτι, δεν θα τον ωθούσε να πηδήξει την καλύτερή σου φίλη». «Όχι, όχι. Δεν βρίσκουν όλες έναν Καλ. Ο Γκρεγκ είναι καλό παιδί. Απλώς… πανικοβλήθηκε. Θα τον παντρευτώ» πρόσθεσε η Νταϊάνα ξεροκαταπίνοντας. «Ήθελα… ήθελα μόνο να το πω σε κάποιον και τώρα ξαλάφρωσα». «Α…» Η Μ ιν αισθανόταν απαίσια. «Όπως θες. Αν όμως αλλάξεις γνώμη, οποιαδήποτε στιγμή, στη διάρκεια της τελετής, στη διάρκεια του ταξιδιού του μήνα του μέλιτος, την ώρα της γέννησης του πρώτου σου παιδιού, εγώ θα είμαι κοντά σου για να σε βοηθήσω να φύγεις. Δώσε το σύνθημα και φύγαμε. Δεν είσαι μόνη». Προσπάθησε να πάρει άλλη μια βαθιά εισπνοή, αλλά ο κορσές αντιστεκόταν. «Νταϊάνα μου, είσαι σίγουρη; Γιατί εγώ…» «Ήθελα απλώς να το πω σε κάποιον. Είμαι εντάξει». «Έξοχα» σχολίασε η Μ ιν «γιατί εγώ δεν είμαι». Περίμενε μια στιγμή ακόμα μήπως η αδελφή της το μετάνιωνε, όμως η Νταϊάνα την προσπέρασε και προχώρησε, κι έτσι η Μ ιν ήταν υποχρεωμένη να ακολουθήσει.
390
JENNIFER CRUSIE
Η Μ ιν χαμογέλασε στον πατέρα της που φαινόταν στα πρόθυρα της παράνοιας, κοντοστάθηκε κάτω από την καμάρα και προχώρησε στον διάδρομο της εκκλησίας. Μ ε την άκρη του ματιού της είδε σ’ ένα στασίδι τον Ντέιβιντ και τη Σίνθι να στέκουν σφιγμένοι, την Μ πόνι και τη Λίζα να περιμένουν τρία στασίδια πριν από τη θέση όπου έστεκε ο ιερέας καρφώνοντάς τη με βλέμμα γεμάτο απορία, τον Καλ, στη δεύτερη σειρά, να κοιτάζει μαγεμένος το ντεκολτέ της, κι εκείνο το γελοίο υποκείμενο, τον Γκρεγκ, να περιμένει δυσανασχετώντας. Άντε πνίξου, προδότη, σιχαμερό γουρούνι, είπε μέσα της, αλλά επειδή αυτό δεν την ικανοποίησε, βάλθηκε να σκέφτεται άλλες κατάρες χωρίς να αντιλαμβάνεται ότι είχε κατσουφιάσει, μέχρι που είδε τον Καλ να ανοίγει τα μάτια διάπλατα και τον Γκρεγκ να οπισθοχωρεί ένα βήμα. Αμέσως φρόντισε να χαλαρώσει τους μυς του προσώπου της. Σκέφτηκε πως θα της δινόταν μια τελευταία ευκαιρία για να μιλήσει την ώρα που ο ιερέας θα ρωτούσε αν υπήρχαν αντιρρήσεις για τον γάμο. Θα μπορούσε να επωφεληθεί και να εκφράσει τότε την ένστασή της. Αν μιλούσε όμως, θα κατέστρεφε τον γάμο της Ντι, και κάτι της έλεγε πως η τελετή ήταν σημαντικότερη για την αδελφή της από όσο ο ίδιος ο γάμος. Αλλά ακόμα και αν αυτό δεν ίσχυε, η απόφαση ανήκε στην Νταϊάνα. Η Μ ιν δεν σκόπευε να υποκαταστήσει τη μητέρα της και να διαφεντέψει τη ζωή της αδελφής της. Στάθηκε πλάι στη Σκύλα μπροστά από το εκκλησίασμα και σκέφτηκε να της κοπανήσει τα λουλούδια στο πρόσωπο. Θα μπορούσε να προφασιστεί ότι γλίστρησε. Δύο φορές. Η Σκύλα αναστέναξε και κοίταξε επιτιμητικά τη Μ ιν δείχνοντας το στεφάνι της. Σκύλα, ξετσίπωτη, συλλογίστηκε η Μ ιν ισιώνοντας το δικό της. Το γαμήλιο εμβατήριο άρχισε. Η Μ ιν στράφηκε και παρακολούθησε την είσοδο της Νταϊάνα στον διάδρομο, μια χολιγουντιανή οπτασία με τον ήλιο να λάμπει πίσω της σαν
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
391
ευλογία. Βλέποντας το ταπεινωμένο ύφος της, η Μ ιν τη λυπήθηκε. Αποστρέφοντας το βλέμμα, τσάκωσε τον Καλ να την κοιτάζει συνοφρυωμένος. «Τι συμβαίνει;» τη ρώτησε από μακριά, σαλεύοντας μονάχα τα χείλη, κι εκείνη κούνησε το κεφάλι με απόγνωση, έτοιμη να κλάψει. Τα πράγματα ήταν τόσο άσχημα, που ούτε ο Καλ δεν ήταν σε θέση να τα διορθώσει. Η Ντι έφτασε μπροστά στον ιερέα, η τελετή ξεκίνησε και έπειτα από λίγες στιγμές ο κόσμος άρχισε να αναδεύεται στα καθίσματα. Αντιλαμβάνονται ότι κάτι τρέχει, σκέφτηκε η Μ ιν. Από την ατμόσφαιρα απουσίαζε η συνηθισμένη χαρούμενη έξαψη μιας γαμήλιας τελετής. Ακόμα και το νυφικό της Ντι είχε θλιβερή όψη. «Αν κάποιος έχει σοβαρή αντίρρηση όσον αφορά την τέλεση αυτού του γάμου, ας μιλήσει τώρα» είπε ο ιερέας και η Μ ιν προχώρησε ένα βήμα προς τη μεριά της αδελφής της. Η Ντι γύρισε να την κοιτάξει και η Μ ιν συνάντησε το βλέμμα της: «Κάν’ το». Αμέσως μετά, ο ιερέας κατένευσε και συνέχισε με τους όρκους. Η Ντι άπλωσε το χέρι και, σφίγγοντας το μπράτσο της αδελφής της, ψιθύρισε: «Ναι». Η Μ ιν αναστέναξε με ανακούφιση. «Όχι ακόμη, αγαπητή μου» ψιθύρισε ο ιερέας. «Όχι» του είπε η Μ ιν. «Δεν θέλει να πει αυτό». Έγνεψε ξανά στην Νταϊάνα. «Εμπρός». «Εγώ έχω αντίρρηση» είπε η Ντι ξεροκαταπίνοντας, αλλά η φωνή της ήταν τόσο ξεψυχισμένη, που ο ιερέας αναγκάστηκε να σκύψει για να ακούσει. «Έχει αντίρρηση» φώναξε η Μ ιν. «Για ποιο πράγμα;» ρώτησε ο Γκρεγκ. «Για σένα, βρε ξεφτιλισμένε, βρε προδότη» απάντησε η Μ ιν, και το ακροατήριο κράτησε την ανάσα του. Υψώνεις τη φωνή,
392
JENNIFER CRUSIE
υψώνεις τη φωνή, είπε μέσα της. Μ ην υψώνεις τη φωνή. Έπειτα κοίταξε πάλι τον Γκρεγκ και σκέφτηκε: Όχι, διάβολε, θα φωνάζω όσο θέλω. «Έχω αντίρρηση» είπε η Ντι ξαναβρίσκοντας την κανονική φωνή της και στράφηκε προς τους θεατές. «Έχω αντίρρηση επειδή ο γαμπρός κοιμήθηκε με την κουμπάρα χτες το βράδυ. Έχω αντίρρηση επειδή ο γαμπρός είναι…» Η φωνή της έσπασε. «Ένας προδότης, ένα σιχαμερό σκουλήκι» φώναξε η Μ ιν απευθυνόμενη στον Γκρεγκ πίσω από την πλάτη της Ντι. «Ναι» είπε η Ντι και κατέβηκε τα σκαλοπάτια σφίγγοντας στα τρεμάμενα χέρια της την ανθοδέσμη. «Και τα μαλλιά σου είναι αίσχος» πέταξε η Μ ιν στον Γκρεγκ ακολουθώντας την αδελφή της. Εκείνος την άδραξε από το μπράτσο. «Ένα λεπτό…» της είπε, κι εκείνη γύρισε για να τον χτυπήσει, μα τότε ο Καλ βρέθηκε ανάμεσά τους, παραμερίζοντας με τον ώμο του τον Γκρεγκ. «Κοιμήθηκες με τον Γκρεγκ;» είπε την ίδια στιγμή πίσω τους η Κλάψα στη Σκύλα, και τη στιγμή που η πρώτη χυμούσε στη δεύτερη, κάποιος σκούντησε μαλακά τον Γκρεγκ στον ώμο˙ όταν αυτός γύρισε, δέχτηκε τη γροθιά του Τζορτζ, ενώ ταυτοχρόνως η Κλάψα τραβούσε δυνατά τα μαλλιά της Σκύλας, η οποία βούτηξε με το κεφάλι στο μπροστινό στασίδι. Ο Καλ άρπαξε τον Γκρεγκ από τους ώμους τη στιγμή που σωριαζόταν στο πάτωμα, και ξαφνικά είδαν και οι δύο τη Νανέτ να πλησιάζει εξαίσια ντυμένη σε τόνους περλέ. «Είσαι φρικτός άνθρωπος» είπε στον Γκρεγκ και τον κλότσησε στα πλευρά με τα μυτερά πέδιλα Μ ανόλο Μ πλάνικ. «Μ ητέρα!» αναφώνησε η Μ ιν. «Τριάντα επτά αναθεματισμένα χρόνια» είπε η Νανέτ κλοτσώντας τον σε κάθε λέξη, ώσπου η Μ ιν την απομάκρυνε. Εκείνη παραπάτησε και βρέθηκε πρόσωπο με πρόσωπο με τον Τζορτζ, ο οποίος προσπαθούσε να παρακάμψει τον Καλ για να χτυπήσει ξανά τον Γκρεγκ. «Κι εσύ δεν πας πίσω» του πέταξε η
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
393
Νανέτ και του κοπάνησε στο κεφάλι την τσάντα της. Ο Τζορτζ σήκωσε τα χέρια για να την αποκρούσει. «Εγώ τι έκανα;» τη ρώτησε, αλλά εκείνη διέσχισε βιαστικά τον διάδρομο με το κεφάλι ψηλά. «Κάθαρμα!» φώναξε η Κλάψα στον Γκρεγκ πίσω από την πλάτη του Τζορτζ και βάλθηκε να τον χτυπάει στο πρόσωπο με την ανθοδέσμη της, ενώ η Σκύλα αγωνιζόταν να συρθεί έξω από το στασίδι. «Πρέπει να πάω στην Ντι» είπε η Μ ιν στον Καλ. «Μ πορείς, σε παρακαλώ, να του λιώσεις το κεφάλι με το παπούτσι σου;» «Πήγαινε» είπε ο Καλ και, καθώς εκείνη έβγαινε, γύρισε και είδε φευγαλέα πίσω της τον Καλ να αφήνει τον Γκρεγκ πάνω στο χαλί για να εμποδίσει τον Τζορτζ να τον ξαναχτυπήσει, ενώ η Κλάψα συνέχιζε να τον χτυπάει με τις ορχιδέες της. Ο Καλ βρήκε τη Μ ιν στην αίθουσα δεξιώσεων, καθώς η Ντι είχε επιμείνει να περιμένουν εκεί μήπως εμφανιστεί κάποιος καλεσμένος. Είχαν καθίσει στη σχετικά έρημη αίθουσα χορού παρέα με τη Λίζα, την Μ πόνι και την υπερβολικά χαρούμενη Κλάψα, ενώ ο Ρότζερ σέρβιρε σαμπάνια και η Νανέτ παρηγορούσε την Ντι λέγοντάς της πως όλοι οι άντρες ήταν προδότες και γουρούνια. «Μ ητέρα» είπε η Μ ιν, και ο Καλ την πήρε από το χέρι και την τράβηξε στο χολ. «Η μητέρα μου έχει παραφρονήσει» δήλωσε η Μ ιν. «Τώρα το αντιλήφθηκες;» είπε ο Καλ, καταβάλλοντας προσπάθεια να μην κοιτάζει το ντεκολτέ της. «Αυτό το πράγμα που φοράς δεν σε πονάει;» «Πολύ. Όλη μέρα είμαι φυλακισμένη μέσα σε τούτο τον διάολο» πρόσθεσε και κοίταξε πίσω της την αίθουσα. «Κοίτα την Κλάψα. Κάθεται εκεί μέσα χαχανίζοντας. Και να σκεφτεί κανείς ότι το λυπόμουν το παλιοκόριτσο. Μ ε θέλεις κάτι;» «Ναι» απάντησε ο Καλ ζαλισμένος από το στήθος της που
394
JENNIFER CRUSIE
φούσκωνε και ξεφούσκωνε. «Προπάντων τώρα που είπες ότι είσαι φυλακισμένη. Πότε θα το βγάλεις αυτό το πράγμα;» «Θα μπορούσα να το χαλαρώσω λίγο τώρα, αλλά είναι αδύνατον να λύσω αυτά τα κορδόνια. Μ ε πεθαίνει» του εξήγησε χώνοντας το δάχτυλο κάτω από τον κορσέ και εκείνος σκέφτηκε ότι μετά χαράς θα έβαζε το δάχτυλο εκεί από μέσα. «Περίμενε» της είπε και έβγαλε από την τσέπη τον σουγιά του. Έκοψε το κορδόνι και η Μ ιν πήρε βαθιές εισπνοές αφού ο υπόλοιπος κορσές άρχισε να λύνεται από την πίεση. «Αχ, Θεέ μου, νιώθω υπέροχα». Ο Καλ παρατηρούσε τον χαλαρωμένο κορσέ που ανεβοκατέβαινε πάνω στο στήθος της. «Το θέαμα είναι επίσης υπέροχο» σχολίασε αφήνοντας το δάχτυλό του να ταξιδέψει στο ντεκολτέ της, παρασυρμένος από το ξαφνικό λαμπάδιασμα του πόθου που σιγόκαιγε μέσα του τις τελευταίες εβδομάδες. Αν δεν την έκανε δική του σύντομα, θα έχανε τα λογικά του. «Ε!» διαμαρτυρήθηκε η Μ ιν πιάνοντάς του το χέρι. «Δεν φταίω εγώ» της είπε πλησιάζοντας τα χείλη της. «Ήταν πολύ προκλητικό». Τα χείλη της έλιωσαν στο καυτό φιλί του, η ανάσα της επιταχύνθηκε όταν η παλάμη του αγκάλιασε το σφιχτό στήθος της. «Αχ!» ψιθύρισε η Μ ιν καθώς της φιλούσε τώρα τον απαλό λαιμό, κι εκείνος ένιωσε στην παλάμη του τον στεναγμό της. «Αχ, νιώθω τόσο όμορφα… Όμως πρέπει να…» «Το ξέρω» της είπε δίχως να την αφήσει. «Δεν έπρεπε να σε…» Τη φίλησε ξανά. Ήταν τόσο μεγάλος ο πόθος του, που δυσκολευόταν να την αποχωριστεί. «Ναι, έπρεπε» ψέλλισε εκείνη πάνω στα χείλη του. «Όμως η Νταϊάνα…» «Έχεις δίκιο» είπε ο Καλ, ο οποίος ξαφνικά θυμήθηκε την
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
395
αποστολή του. «Αυτό ερχόμουν να σου πω. Ένας από τους ταξιθέτες συνόδεψε τον Γκρεγκ στο αμάξι του. Μ ήπως η Νταϊάνα θέλει να τον δει προτού φύγει; Ο Γκρεγκ θέλει να ζητήσει συγγνώμη». «Όχι, διάβολε!» διαμαρτυρήθηκε η Μ ιν ξεκολλώντας από την αγκαλιά του. «Τι θα της έλεγε δηλαδή;» «“Είμαι το μεγαλύτερο κλισέ στην ιστορία των αποτυχημένων γάμων”;» πρότεινε ο Καλ νοσταλγώντας τη ζεστασιά της. «Αν αυτό σε παρηγορεί, σε πληροφορώ ότι οι ταξιθέτες είναι εξίσου αηδιασμένοι μαζί του». «Τον σιχαίνομαι» είπε η Μ ιν ρίχνοντας πάλι μια ματιά στη σάλα του χορού. «Πώς είναι η Νταϊάνα;» ρώτησε ο Καλ ακολουθώντας ένοχα το βλέμμα της επειδή είχε τον νου του στο σεξ τη στιγμή που η Ντι υπέφερε εκεί μέσα. «Έχω την εντύπωση ότι νιώθει σχεδόν ανακουφισμένη» αποκρίθηκε η Μ ιν κοιτάζοντας την αδελφή της. «Δεν είναι χαρούμενη, σίγουρα θα κλάψει, αλλά πιστεύω ότι ήξερε πως στην πραγματικότητα αυτό που επιθυμούσε ήταν η τελετή και όχι ο Γκρεγκ». «Πολύ λογικό εκ μέρους της. Ποιος θα ήθελε έναν τύπο σαν τον Γκρεγκ;» είπε ο Καλ. Η Μ ιν σηκώθηκε στις μύτες και τον φίλησε. «Απόψε θα μείνω κοντά της». «Το φαντάστηκα» είπε ο Καλ, παρόλο που ονειρευόταν άλλα. Την αγκάλιασε και την έσφιξε πάνω του. «Σε θέλω, Μ ινέρβα». «Αύριο βράδυ είμαι ελεύθερη» του είπε χαμογελώντας. «Ξεφορτώσου τον κόπανο και γύρνα να πιούμε σαμπάνια». «Επιστρέφω αμέσως» είπε ο Καλ φιλώντας την ξανά, έκπληκτος για μια ακόμα φορά επειδή ήταν τόσο απλό, επειδή η επικοινωνία μαζί της γινόταν τόσο εύκολα και αβίαστα. Δεν είναι δυνατόν να μου συμβαίνει αυτό το πράγμα, συλλογίστηκε χαμογελώντας για την καλοτυχία του και ξεκίνησε να βρει τους ταξιθέτες για να τους δώσει εντολή να
396
JENNIFER CRUSIE
ξαποστείλουν τον Γκρεγκ. Στην επιστροφή, έπεσε πάνω στον Ντέιβιντ. «Η δεξίωση έλαβε τέλος, Ντέιβιντ» είπε ο Καλ προσπαθώντας να μην του δείξει τα δόντια του. «Τώρα μπορείς να γυρίσεις στο σπίτι σου». «Όχι ακόμη» είπε ο Ντέιβιντ με ύφος επιβλητικό. «Πρώτα πρέπει να σου αποκαλύψω κάτι». Διάβολε, βλαστήμησε από μέσα του ο Καλ. «Τι πράγμα;» «Αφορά το στοίχημα που βάλαμε, το στοίχημα ότι θα έπρεπε να ρίξεις στο κρεβάτι τη Μ ιν μέσα σε έναν μήνα» απάντησε ο Ντέιβιντ. «Πώς;» Ο Καλ τον κοίταξε σαστισμένος. «Ποιο στοίχημα; Δεν υπήρξε τέτοιο στοίχημα. Εσύ θέλησες να το βάλεις επειδή ήσουν μεθυσμένος και απερίσκεπτος». «Η Μ ιν το ξέρει» δήλωσε ο Ντέιβιντ και ο Καλ ένιωσε ένα ρίγος. «Το άκουσε τυχαία εκείνο το βράδυ, γι’ αυτό βγήκε μαζί σου, για να μας εκδικηθεί και τους δύο αλλά και για να εξασφαλίσει καβαλιέρο στο αποψινό φιάσκο. Όλοι το ήξεραν, η Λίζα, η Μ πόνι, η αδελφή της – το είπε σε όλους και γελούσαν σε βάρος μας». Ο Καλ ένιωσε ξαφνικά να πνίγεται, το χολ τού φάνηκε ασφυκτικό, υπερβολικά στενόχωρο, υπερβολικά κρύο για Ιούνη μήνα. «Όφειλα να σε ενημερώσω, γιατί, αν εκείνη το γνωρίζει, το στοίχημα είναι άκυρο. Δεν είχες καμία πιθανότητα να νικήσεις. Η Μ ιν έπαιζε μαζί σου όλο αυτό το διάστημα». «Όχι» διαμαρτυρήθηκε ο Καλ μ’ έναν κόμπο στον λαιμό. «Δεν θα έκανε ποτέ τέτοιο πράγμα». Την ίδια στιγμή τον κατέκλυσε το γνώριμο κύμα ντροπής και απέχθειας για τον εαυτό του –πόσο βλάκας μπορεί να είσαι;–, παρόλο που η κοινή λογική τού υπαγόρευε πως ο Ντέιβιντ ήθελε απλώς να τους δημιουργήσει προβλήματα, πως η Μ ιν δεν θα έκανε ποτέ κάτι τέτοιο…
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
397
«Παραδέξου το» έλεγε τώρα ο Ντέιβιντ χτυπώντας τον στον ώμο. «Μ ας γελοιοποίησε. Δηλαδή, εσένα περισσότερο, γιατί δεν ήμουν εγώ αυτός που προσπαθούσε να τη ρίξει στο κρεβάτι… ωστόσο αισθάνομαι κι εγώ πολύ βλάκας». «Επιτέλους λίγη αυτογνωσία» απάντησε ο Καλ κοιτώντας τον αηδιασμένος. Η Μ ιν το ήξερε. Η Μ ιν με θεωρεί βλάκα. «Α, όλα κι όλα, μην τα βάζεις μαζί μου» είπε ο Ντέιβιντ σηκώνοντας τα χέρια ψηλά. «Δεν ήμουν εγώ αυτός που σε έκανε να φαίνεσαι βλάκας για έναν ολόκληρο μήνα». Ο Καλ δαγκώθηκε κι ύστερα στράφηκε και απομακρύνθηκε, επιστρέφοντας στην αίθουσα δεξιώσεων. Δεν ήταν αλήθεια, η Μ ιν δεν ήταν τέτοιος άνθρωπος, δεν θα έκανε ποτέ κάτι τέτοιο – με τη διαφορά ότι ξάφνου πολλά ανεξήγητα ζητήματα έβρισκαν τώρα την εξήγησή τους. Μ πήκε στη σχεδόν άδεια αίθουσα και κατευθύνθηκε προς τη Μ ιν, που προσπαθούσε να προστατέψει την Νταϊάνα από τη Νανέτ. «Θέλω να σου μιλήσω ένα λεπτό» της είπε. Η Μ ιν σήκωσε το βλέμμα από την Νταϊάνα. «Δεν είναι η κατάλληλη…» «Τώρα» είπε επιτακτικά ο Καλ και η Μ ιν τον κοίταξε ανοίγοντας διάπλατα τα μάτια. «Επιστρέφω αμέσως, καρδιά μου» είπε στην Νταϊάνα και του επέτρεψε να τη σύρει έξω στο χολ, ρίχνοντας συγχρόνως ανήσυχα βλέμματα στην αδελφή της. «Έγινε κάτι με τον Γκρεγκ;» τον ρώτησε όταν βρέθηκαν στο χολ από όπου μπορούσε να έχει τον νου της στην Νταϊάνα. «Μ ήπως;…» «Γιατί βγήκες μαζί μου για φαγητό εκείνο το πρώτο βράδυ;» ρώτησε ο Καλ. «Ορίστε;» είπε τόσο έκπληκτη, που ξεκόλλησε το βλέμμα από την αδελφή της. «Πες μου την αλήθεια». «Βγήκα…» Η Μ ιν ίσιωσε το κορμί και απέστρεψε το βλέμμα κουνώντας το κεφάλι. «Βγήκα μαζί σου επειδή έβαλες στοίχημα
398
JENNIFER CRUSIE
με τον Ντέιβιντ ότι θα μπορούσες να με ρίξεις στο κρεβάτι μέσα σ’ έναν μήνα και επειδή χρειαζόμουν συνοδό για τον σημερινό γάμο. Όταν πήγαμε για φαγητό, διαπίστωσα πως ήσουν εξαιρετικά έμπειρος και επιτήδειος, και πως δεν ήταν δυνατόν να αντέξω τρεις εβδομάδες, οπότε σε ευχαρίστησα για το δείπνο και γύρισα σπίτι. Αυτό που δεν καταλαβαίνω είναι για ποιον λόγο πρέπει να το κουβεντιάσουμε ειδικά αυτή τη στιγμή». «Γιατί, διάβολε, εξακολούθησες να βγαίνεις μαζί μου, αν είχες αυτή την ιδέα για μένα;» ρώτησε ο Καλ καθώς η αποκαρδίωση ενός ολόκληρου μήνα έβρισκε τώρα διέξοδο στον θυμό. «Για να σκοτώνεις την ώρα σου; Για να σπας πλάκα σε βάρος μου;» «Όχι!» αποκρίθηκε η Μ ιν με δυσφορία. «Ακριβώς γι’ αυτό προσπαθούσα να σε αποκρούω. Μ ήπως θα μπορούσαμε να το κουβεντιάσουμε α…» «Επομένως με απέκρουες για να με γελοιοποιήσεις, και μετά καθόσουν με την Μ πόνι και τη Λίζα και με κοροϊδεύατε». «Κάνεις λάθος» είπε η Μ ιν χάνοντας την υπομονή της. «Σε θεωρούσαμε παλιάνθρωπο. Δεν ήταν καθόλου αστείο». «Μ άλιστα. Ώστε γι’ αυτό με χτυπούσε η Λίζα». «Ναι. Αλλά δεν με νοιάζει» είπε κοφτά η Μ ιν με σφιγμένα δόντια. «Δεν έχει σημασία». «Σε νοιάζει» αντέτεινε ο Καλ με ύφος εριστικό. «Είσαι έξω φρενών. Γι’ αυτό έπαιζες μαζί μου, μ’ έκανες τρελό και παλαβό για σένα, μ’ έκανες να μοιάζω με…» «Για να σου πω!» φώναξε η Μ ιν τείνοντας το δάχτυλο προς το μέρος του. «Υπήρξα απολύτως έντιμη απέναντί σου». «Δεν με ρώτησες ποτέ για το στοίχημα» είπε ο Καλ. «Και βέβαια σε ρώτησα. Μ α κάθε φορά απέφευγες να μου απαντήσεις» αντιγύρισε η Μ ιν σταυρώνοντας τα μπράτσα στο στήθος. «Όχι, δεν με ρώτησες». Ο Καλ σταύρωσε τα μπράτσα με τη σειρά του. «Και θέλεις να σου πω πώς το ξέρω; Επειδή θα σου έλεγα ότι δεν έβαλα εκείνο το στοίχημα». «Ήμουν εκεί, σας άκουσα με τα ίδια μου τα αυτιά».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
399
«Τότε δεν άκουσες καλά. Του είπα όχι». «Του είπες ότι ήταν “πανεύκολο”». «Δεν έχω πει ποτέ στη ζωή μου τη λέξη “πανεύκολο”» διαμαρτυρήθηκε εκείνος. «Είναι βλακεία». Πήρε βαθιά εισπνοή. «Πόσο βλάκα με θεωρείς;» είπε τραχιά και η Μ ιν πάγωσε. «Πόσο βλάκα με θεωρούν όλοι;» «Δεν σε θεωρώ βλάκα» του είπε κοιτώντας τον τώρα με μισό μάτι. «Τι συμβαίνει;» «Όλοι πίστευαν ότι είχα βάλει εκείνο το στοίχημα με τον Ντέιβιντ, το καθοίκι». Ο Καλ κούνησε το κεφάλι. Η προδοσία της του φαινόταν απίστευτη. «Και το πίστεψαν επειδή εσύ τους είπες ότι έβαλα το στοίχημα. Όλοι ήξεραν ότι έπαιζες μαζί μου, κι εγώ το έχαψα σαν ηλίθιος». «Το στοίχημα το έβαλες» είπε η Μ ιν, αλλά η φωνή της είχε χάσει τη σιγουριά της. «Άκου, δεν σε θεωρούσα βλάκα, σε θεωρούσα… ανυπόφορο. Αλλά τελικά δεν ήσουν τόσο ανυπόφορος, οπότε… Πώς προέκυψαν όλα αυτά, μου λες, σε παρακαλώ; Γνωρίζεις τα αισθήματά μου για σένα. Σ’ αγαπώ. Δεν έχει σημασία το στοίχημα…» «Δεν έχει σημασία; Πόσο βλάκας μπορεί να είναι κανείς;» είπε ο Καλ. «Α, ως εδώ και μη παρέκει!» Το πρόσωπο της Μ ιν σκοτείνιασε. «Καταλαβαίνω ότι έχεις θυμώσει, αλλά προσπάθησε να συνέλθεις. Σ’ αγαπώ, το ξέρεις ότι σ’ αγαπώ, όμως τώρα δεν έχω χρόνο για ντάντεμα…» «Για ντάντεμα;» Ο Καλ έσφιξε τα δόντια για να μην της βάλει τις φωνές, επειδή τον είχε προδώσει και επειδή εξακολουθούσε να τη θέλει απελπισμένα. Ξεμπέρδευε μαζί της, είπε μέσα του. «Μ ην ανησυχείς, δεν θα χρειαστεί να με νταντέψεις ποτέ ξανά». «Πώς;» Η Μ ιν άρχισε να κουνάει το κεφάλι με πρόσωπο παραμορφωμένο από την οργή. «Ώστε έτσι, ε; Τώρα κατάλαβα. Φυσικά. Το βάζεις στα πόδια. Παλιάνθρωπε! Πέτυχες τον σκοπό σου, είπα το “Σ’ αγαπώ”. Το παιχνίδι τελειώνει κι εσύ παίρνεις το καπελάκι σου και φεύγεις. Το ήξερα ότι αυτό θα έκανες. Το
400
JENNIFER CRUSIE
ήξερα». «Το ζήτημα δεν είμαι εγώ» είπε ο Καλ αποφεύγοντας το βλέμμα της. «Σοβαρά; Όλη αυτή την ιστορία εσύ τη δημιούργησες. Όλες οι σχέσεις σου τελειώνουν επειδή εσύ το βάζεις στα πόδια. Το ίδιο συμβαίνει και τώρα, βρήκες μια δικαιολογία για να…» «Ρε σεις;» είπε ο Τόνι και γύρισαν και οι δύο. Στεκόταν στην είσοδο της αίθουσας, και ο Καλ πρώτη φορά τον έβλεπε τόσο οργισμένο. «Δεν ξέρω τι σκατά κάνετε εδώ πέρα αλλά, ό,τι κι αν συμβαίνει, αποκλείεται να είναι τόσο σημαντικό όσο ο εφιάλτης που περνάει εκεί μέσα αυτή η μικρή. Έχετε όλη την υπόλοιπη ζωή σας για να στήνετε καβγάδες, κι αυτή σας χρειάζεται τώρα». «Πες στη Μ ιν πως δεν έβαλα στοίχημα με τον Ντέιβιντ ότι θα κάνω σεξ μαζί της» είπε ο Καλ. Ο Τόνι στράφηκε στη Μ ιν με απόγνωση. «Δεν το έβαλε το στοίχημα». «Εγώ όμως τον άκουσα με τα αυτιά μου. Ο Ντέιβιντ του είπε ότι έπρεπε να ρίξει στο κρεβάτι την κοπέλα με το γκρι καρό ταγέρ μέσα σ’ έναν μήνα κι αυτός απάντησε: “Πανεύκολο…”» Ξαφνικά ξεκόλλησε το βλέμμα από τον Τόνι και κοίταξε τον Καλ. «Ωχ». «Εγώ είπα ότι ήταν πανεύκολο» διευκρίνισε ο Τόνι. «Ήταν λάθος μου. Σκοτίστηκα. Μ αλώστε αργότερα. Τώρα φρόντισε να τσακιστείς και να πας να συντρέξεις την αδελφή σου. Η μητέρα σου της πήρε τη σαμπάνια επειδή έχει, λέει, πολλές θερμίδες, και η βλαμμένη η παράνυμφος με το πράσινο φόρεμα δεν σταματάει να γελάει». «Έχεις δίκιο» είπε η Μ ιν βάζοντας πλώρη για την αίθουσα. «Αλλά δεν θα μαλώσουμε αργότερα, επειδή ο Κάλβιν αποφάσισε πως είναι καιρός να φεύγει». «Σίγουρα με δουλεύετε» είπε ο Τόνι κοιτάζοντας και τους δύο με περιφρόνηση. «Δεν μου λέτε, είστε τελείως μωρά;» «Πώς;» είπε η Μ ιν και κοντοστάθηκε. «Θα σου πω τη σύντομη εκδοχή» είπε ο Τόνι στη Μ ιν. «Εσύ
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
401
είσαι μια στρίγκλα που μισεί τους άντρες κι αυτός ένας δειλός που φοβάται τις γυναίκες». Στράφηκε στον Καλ. «Εμπρός, σύνελθε επιτέλους!» «Δεν πάτε κι οι δύο στον διάβολο, λέω γω!» πέταξε η Μ ιν και επέστρεψε στο πλευρό της αδελφής της, ενώ ο Καλ έστρεφε τα πυρά του εναντίον του Τόνι. «Όλοι τους ίδιοι είναι» έλεγε η Νανέτ στην Ντι όταν η Μ ιν γύρισε κοντά τους τρέμοντας απ’ τα νεύρα της. «Δεν μπορείς να τους έχεις εμπιστοσύνη». Κούνησε αόριστα το χέρι με το οποίο κρατούσε ένα ποτήρι σαμπάνια. «Σου ορκίζονται ότι σε αγαπάνε και μετά…» Η Μ ιν τής πήρε το ποτήρι απ’ το χέρι. «Πιες» είπε δίνοντάς το στην Ντι. «Απόψε θα αδειάσουμε καμιά δωδεκαριά μπουκάλια, επομένως ξεκίνα». «Ξέρεις πόσες θερμίδες…» άρχισε να λέει η Νανέτ. «Πρόσεξε τι έχω να σου πω» την έκοψε η Μ ιν με ύφος που δεν σήκωνε αντιρρήσεις. «Θα γυρίσεις σπίτι και θα πετάξεις όλα τα αναθεματισμένα περιοδικά μόδας που περιφέρονται στο σπίτι. Θα τα κόψεις μια και καλή, είναι η μοναδική σου ελπίδα να σωθείς». «Επειδή εσύ δηλαδή δεν χάνεις βάρος, πρέπει να γίνει και η Νταϊάνα χοντρή;» «Δεν είμαι χοντρή, μητέρα. Αλλά μια που το έφερε η κουβέντα, παρόλο που πενήντα πέντε χρόνια στερείσαι το φαγητό, δεν είδα να γίνεσαι ευτυχισμένη. Γύρνα σπίτι και φάε κάτι, να πάρει η οργή». Η Μ ιν κοίταξε γύρω της. «Πού πήγαν εκείνα τα καταραμένα κουτιά με τα κέικ;» «Πηγαίνω να τα φέρω» είπε ο Ρότζερ και έγινε καπνός. «Πολύ σωστή σκέψη» σχολίασε η Κλάψα χαμογελώντας πλατιά στη Μ ιν. «Όσο για σένα» συνέχισε η Μ ιν «τράβα να χαρείς με τη δυστυχία κάποιου άλλου. Ή, ακόμα καλύτερα, πήγαινε να βρεις
402
JENNIFER CRUSIE
τον Γκρεγκ. Είστε της ίδιας συνομοταξίας. Αυτός είναι καθοίκι και εγωιστής, κι εσένα ο οργανισμός σου τις τραβάει τις σφαλιάρες». «Αυτό είναι άδικο» γκρίνιαξε η Κλάψα ανακτώντας τη γνώριμη μεμψιμοιρία της. «Πάρε δρόμο, Κλάψα» είπε η Λίζα. «Από τότε που σταμάτησες να δέρνεις τη Σκύλα, δεν έχεις σταματήσει να γελάς. Αφού δεν σκοπεύεις να παρηγορήσεις τη φιλενάδα σου, δείξε λίγη διακριτικότητα και άδειασέ μας τη γωνιά». «Εγώ τουλάχιστον δεν είμαι η Τσούλα» πέταξε η Κλάψα αποχωρώντας με βήμα αγέρωχο. «Μ ε αποκάλεσε τσούλα;» ρώτησε η Λίζα την Μ πόνι. Η Μ ιν κάθισε δίπλα στην Νταϊάνα, στην καρέκλα που μόλις είχε αδειάσει η Κλάψα. «Άκου τι θα κάνουμε» της είπε πιάνοντάς την από το χέρι. «Θα πάρουμε τα κουτιά με τα κέικ και ένα καφάσι σαμπάνιες, και θα πάμε στο σπίτι μου». «Εντάξει» είπε η Νταϊάνα με ραγισμένη φωνή. «Θα φάμε κέικ και θα μεθύσουμε» πρόσθεσε η Μ ιν. «Αχ, Μ ιν!» αναφώνησε η Νανέτ. «Θα χρειαστούν πολλές εβδομάδες για να απαλλαγείς από αυτές τις θερμίδες». Η Μ ιν κοίταξε τη μητέρα της και συλλογίστηκε: Η Νταϊάνα υφίσταται αυτή την καταπίεση σε καθημερινή βάση, διάβολε. «Και μετά» συνέχισε απευθυνόμενη στην Νταϊάνα «μια που έχεις άδεια αυτή την εβδομάδα για το ταξίδι του μέλιτος, θα πάρω κι εγώ άδεια και θα αρχίσουμε να ψάχνουμε για σπίτι». «Για σπίτι;» απόρησε η Νταϊάνα σταματώντας το κλάμα. «Ναι. Θα αγοράσω ένα μικρό γραφικό σπιτάκι με δύο κρεβατοκάμαρες. Θα έρθεις να μείνεις μαζί μου». «Αλήθεια;» ρώτησε η Νταϊάνα και ανακάθισε. «Ναι. Έχεις ζήσει υπερβολικά πολλά χρόνια πλάι στον χωροφύλακα των θερμίδων». «Μ η λες ανοησίες» παρενέβη η Νανέτ. «Δεν πρόκειται να μετακομίσει».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
403
«Όμως θα βάλω ορισμένους όρους» συνέχισε η Μ ιν και η Νταϊάνα κατάπιε τα δάκρυά της και έγνεψε καταφατικά. «Στο ψυγείο θα υπάρχει πάντα βούτυρο. Δεν θα ακούμε τη μουσική υπόκρουση των ταινιών της Τζούλια Ρόμπερτς. Και στο εξής» είπε κοιτάζοντας προς την πόρτα όπου ο Καλ αγριοκοίταζε τον Τόνι «θα βγαίνουμε μονάχα με άσχημους άντρες». Η Νταϊάνα συμφωνούσε κουνώντας το κεφάλι. «Και κάθε Πέμπτη βράδυ θα φεύγω». «Γιατί;» ρώτησε με απορία η Μ ιν. «Γιατί είναι η βραδιά του “δείπνου των Αν”» εξήγησε εκείνη, και τότε η Μ ιν συνειδητοποίησε πως το χειρότερο από όσα συνέβησαν στην Ντι δεν ήταν η απώλεια του Γκρεγκ αλλά η απώλεια των δυο κολλητών της. Αναλογίστηκε πάλι πώς θα ένιωθε αν η Μ πόνι και η Λίζα την πρόδιδαν, και κατάλαβε ότι η ζημιά θα ήταν ανυπολόγιστη. Τόσο ανυπολόγιστη όσο η απώλεια του Καλ. «Θα έρχεσαι μαζί μας» είπε η Μ πόνι αγκαλιάζοντας την Νταϊάνα από τους ώμους. «Ναι, διάβολε» συμφώνησε η Λίζα, την ώρα που ο Ρότζερ επέστρεφε μεταφέροντας σε δίσκο τα κουτιά των κέικ και τη γαμήλια τούρτα. Μ ονομιάς η Λίζα άρπαξε τον γαμπρό και τη νύφη από την κορυφή της τούρτας, και τους απίθωσε μπροστά στην Νταϊάνα. «Δώσε βάση, μικρή Στατιστική, τούτη είναι μια ιερή στιγμή» της είπε συνθλίβοντας με το παπούτσι της το κεφάλι του γαμπρού. «Πάει αυτός, ανήκει πλέον στο παρελθόν. Κι αν υπάρχει Θεός, αυτή τη στιγμή υποφέρει από δυνατό πονοκέφαλο». «Όσο γι’ αυτό, να είσαι σίγουρη» είπε ο Ρότζερ. «Έφαγε πολύ ξύλο». «Λαμπρά» είπε η Λίζα. «Ώρα να επιστρέψουμε στης Μ ιν για να τα κοπανήσουμε». Η Νταϊάνα κοίταξε τη Μ ιν με μάτια βουρκωμένα. «Θα με αφήσεις να φορέσω τις παντόφλες-λαγουδάκια;» «Χάρισμά σου» είπε η Μ ιν, φέρνοντας στον νου της τον Καλ
404
JENNIFER CRUSIE
με θλίψη ανάμεικτη με οργή. Στρέφοντας το βλέμμα προς το άνοιγμα της πόρτας, τον είδε να στέκει και να την κοιτάζει. Έπειτα ο Τόνι τής έκοψε την οπτική επαφή καθώς, μπαίνοντας στη μέση και ανοίγοντας διάπλατα τα χέρια, έλεγε στη Λίζα: «Τα συγχαρητήριά μου γι’ αυτό που έκανες με το στολίδι, τσακάλι μου. Φαντάζομαι ότι έπρεπε να σκοτώσεις τον γαμπρό». «Αν τον υπερασπιστείς, σ’ έφαγα» είπε η Λίζα. «Όχι δα, ήταν καθοίκι – ακόμα και δίχως το κούρεμα» έσπευσε να προσθέσει ο Τόνι, γεγονός που έκανε την Νταϊάνα να γελάσει προς στιγμήν και κατόπιν να συνεχίσει το κλάμα της. Έξω στο χολ, ο Καλ γύρισε, και η Μ ιν είδε πίσω του τη Σίνθι. Σταμάτησε για μια στιγμή κι έπειτα έφυγε, με τη Σίνθι κατά πόδας. Φυσικά, δεν σκοπεύεις να μείνεις για να βοηθήσεις, μια και δεν έχεις να κερδίσεις τίποτα, έτσι δεν είναι, φιλαράκο; συλλογίστηκε η Μ ιν και βγάζοντάς τον από το μυαλό της έστρεψε την προσοχή της στην Νταϊάνα. «Εγώ δειλός;» είχε πει ο Καλ στον Τόνι μετά την αναχώρηση της Μ ιν, ευχαριστημένος που τώρα τσακωνόταν με κάποιον τον οποίο μπορούσε να δείρει. «Δεν το χωράει ο νους μου ότι παρατάς αυτήν εδώ τη γυναίκα» απάντησε ο Τόνι. «Καλ, είσαι τριάντα πέντε χρόνων. Δεν τις βαρέθηκες ακόμη αυτές τις μαλακίες;» «Κι εσύ είσαι τριάντα πέντε» είπε ο Καλ βαρύθυμα. «Ποτέ στη ζωή μου δεν κοίταξα γυναίκα έτσι όπως κοιτάζεις εσύ τη Μ ιν» επισήμανε ο Τόνι. «Κι εγώ θα τσαντιζόμουν μαζί της, μου τη σπάει που θεωρεί γουρούνια όλους τους άντρες, αλλά θα της το έλεγα, δεν θα την παρατούσα. Είσαι με τα καλά σου;» «Αυτό δεν έχει σχέση μ’ εμένα». «Χριστέ μου» μουρμούρισε ο Τόνι και ετοιμάστηκε να
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
405
επιστρέψει στη σάλα του χορού. «Πού πας;» φώναξε ο Καλ. «Επιστρέφω εκεί όπου υπάρχουν αληθινά προβλήματα. Είμαστε όλοι εκεί. Εσύ γιατί απουσιάζεις;» Έπειτα απομακρύνθηκε, και ο Καλ είδε στο βάθος τη Μ ιν που αγκάλιαζε την Νταϊάνα. Η Μ πόνι έσκυβε αποπάνω τους και ο Ρότζερ κρατούσε έναν δίσκο με τούρτα στο ένα χέρι και με το άλλο χάιδευε την Νταϊάνα στην πλάτη, ενώ η Λίζα έλιωνε κάτι με το παπούτσι της. Καθώς ο Τόνι πλησίαζε την ομήγυρη, άνοιξε τα χέρια του και η Νταϊάνα χαμογέλασε μέσα απ’ τα δάκρυά της, οπότε ο Καλ κατάλαβε πως ο φίλος του έκανε για μια ακόμα φορά τον καραγκιόζη. Γαμώτο, είπε μέσα του, έπρεπε να είμαι εκεί. Έπειτα η Μ ιν σήκωσε το κεφάλι και τον κοίταξε με ύφος πεισμωμένο και θυμωμένο, κι αυτός δείλιασε προς στιγμήν. Δεν πας στον διάολο! σκέφτηκε έξαλλος από θυμό, νιώθοντας συγχρόνως δυστυχισμένος, και τότε αντίκρισε τη Σίνθι, πιο όμορφη παρά ποτέ. «Είσαι εντάξει;» τον ρώτησε. «Όχι» αποκρίθηκε ο Καλ. Η Σίνθι τού χαμογέλασε. «Ξέρω ένα μέρος όπου μπορούμε να πιούμε ένα ποτό». «Πού;» «Στο σπίτι μου» απάντησε η Σίνθι. «Φύγαμε» είπε ο Καλ και βγήκε, ξέροντας ότι η Μ ιν τον παρακολουθούσε. Όλη τη Δευτέρα, ο Καλ σκεφτόταν με οργή τη Μ ιν και το πόσο άσχημα του είχε φερθεί˙ την Τρίτη, τα ίδια και χειρότερα. Το γεγονός ότι μέσα σ’ αυτό το διήμερο η Σίνθι τού τηλεφώνησε δύο φορές με στόχο να τον δελεάσει για να πιουν το ποτό που της είχε αρνηθεί όταν την είχε αφήσει στο σπίτι της δεν συνέβαλε στη βελτίωση της διάθεσής του. Ούτε το γεγονός ότι όλοι οι πελάτες του του φάνηκαν ξαφνικά ηλίθιοι, και ότι οι
406
JENNIFER CRUSIE
συνεργάτες του τον κοίταζαν με απέχθεια, θαρρείς και είχε πνίξει κανένα κουτάβι. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, η Μ ιν τού έλειπε σε αφάνταστο βαθμό, την ήθελε τόσο πολύ, που κόντευε να αρρωστήσει. Το αποκορύφωμα ήταν όταν του τηλεφώνησε η μητέρα του, που ήθελε να μάθει αν ο γιος της τα είχε ξαναβρεί με τη Σίνθι. «Όχι» της απάντησε. «Δεν πρόκειται να την ξαναδώ, επομένως μη με πρήζεις». «Κάλβιν» τον μάλωσε η μητέρα του με έναν τόνο που οποιαδήποτε άλλη φορά θα του είχε παγώσει το αίμα. «Εδώ που τα λέμε, εφόσον σου προξενώ τόσο βαθιά απογοήτευση, δεν πρόκειται να ξαναδώ ούτε εσένα». «Κάλβιν;» είπε η μητέρα του αλλάζοντας εντελώς τόνο. «Παράτα με» είπε ο Καλ και έκλεισε το τηλέφωνο. Ο Τόνι πλησίασε και έβγαλε το καλώδιο από την πρίζα. «Θα αποκτήσεις ξανά τηλέφωνο όταν θελήσεις να της τηλεφωνήσεις. Μ έχρι τότε, απαγορεύεται να συνδιαλέγεσαι με τον κόσμο». «Δεν πρόκειται να της ξανατηλεφωνήσω» δήλωσε ο Καλ. «Μ ια ζωή στριμμένη ήταν η μάνα μου, δεν την αντέχω άλλο». «Δεν εννοώ τη μητέρα σου, μπουμπουνοκέφαλε. Εννοώ τη Μ ιν» είπε ο Τόνι. «Κι αυτή μου φέρθηκε ελεεινά για έναν μήνα, οπότε ξεμπέρδεψα και μαζί της. Στον διάβολο να πάνε και οι δυο τους». «Πολύ ώριμη συμπεριφορά» σχολίασε ο Τόνι, μιλώντας ακριβώς όπως η Μ ιν. Ο Ρότζερ κούνησε το κεφάλι και αφοσιώθηκε ξανά στη δουλειά του, ενώ ο Καλ τούς αγνόησε και τους δύο και προσπάθησε να επιμεληθεί το πακέτο ενός σεμιναρίου, συνεχίζοντας να είναι εκνευρισμένος. Όταν γύρισε σπίτι, πέταξε το σακάκι του στον καναπέ και, καθώς έπιανε το Γκλένλιβετ, το χέρι του στάθηκε μετέωρο, καθώς από το διπλανό διαμέρισμα ακούστηκε το «She».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
407
«Για όνομα του Θεού, ρε γαμώτο» μουρμούρισε και κοπάνησε κάτω το μπουκάλι. Όταν χτύπησε δυνατά την πόρτα της Σάνα, του άνοιξε μια άγνωστη γυναίκα, μια κοντούλα καστανομάλλα. «Ω… Νόμιζα… Η Σάνα…» «Η Σάνα είναι μέσα». Η γυναίκα τού χαμογέλασε μ’ ένα γλυκό χαμόγελο που του θύμισε τη Μ ιν. Είχε πελώρια μάτια και στρογγυλό πρόσωπο. «Σάνα!» φώναξε οπισθοχωρώντας. Ο Καλ είδε στο βάθος τη Σάνα που μετέφερε δύο κόκκινα κολονάτα ποτήρια από την κουζίνα. «Καλ!» του είπε χαμογελώντας. «Να σου συστήσω τη Λίντα. Λίντα, ο γείτονάς μου, ο Καλ». Το πρόσωπό της φωτίστηκε περισσότερο καθώς έδειχνε μ’ ένα νεύμα το στερεοφωνικό. «Μ ουσική για το πρώτο ραντεβού». «Ω…» Ο Καλ έκανε ένα βήμα πίσω. «Διάβολε, συγγνώμη…» «Δεν είναι υπέροχος ο Έλβις;» είπε η Λίντα. «Ναι, βέβαια. Σάνα, τα συγχαρητήριά μου. Τα λέμε αργότερα». «Μ είνε για ένα ποτό» του είπε η Σάνα με μια έκφραση που στην πραγματικότητα του ζητούσε να εξαφανιστεί. «Δεν γίνεται να μείνω» είπε ο Καλ. «Έχω να…» Έδειξε προς το διαμέρισμά του μη ξέροντας τι άλλο θα μπορούσε να κάνει πέρα από το να πηγαινοέρχεται σαν λιοντάρι στο κλουβί. «Είσαι με τη Μ ιν;» ρώτησε η Σάνα ακουμπώντας τα ποτήρια στο μακρόστενο τραπεζάκι της κουζίνας. «Θα μπορούσαμε ίσως αργότερα να…» «Όχι» απάντησε ο Καλ, αφήνοντας τον θυμό του να ξεσπάσει. «Δεν είμαι με τη Μ ιν». Η Σάνα κοντοστάθηκε επιθεωρώντας το πρόσωπό του. «Αχ, όχι! Τι πήγες κι έκανες;» «Παραδόξως, τίποτα» αποκρίθηκε εκείνος. «Από πού συμπεραίνεις ότι…» «Δεν με ενδιαφέρει. Φρόντισε να τα ξαναφτιάξετε» είπε η
408
JENNIFER CRUSIE
Σάνα. «Τελειώσαμε». «Όχι, αποκλείεται. Πρόσεχε, γιατί αυτή τη φορά χάνεις στ’ αλήθεια κάτι σημαντικό» επισήμανε η Σάνα. «Το ζήτημα δεν είμαι εγώ» είπε ο Καλ. «Κάνεις λάθος. Αυτή τη φορά είσαι εσύ. Τι συνέβη;» «Ξέχνα το. Δεν έχει ενδιαφέρον. Χάρηκα που σε γνώρισα» χαιρέτησε μ’ ένα νεύμα τη Λίντα. Καθώς γύριζε να φύγει, η Σάνα τον βούτηξε από το πουκάμισο και τον τράβηξε πίσω. «Κάθισε κάτω και πες τα μου όλα, αλλιώς θα έρθω εγώ στο διαμέρισμά σου και θα σε πρήξω μέχρι να μου μιλήσεις» του είπε. Δεκαπέντε λεπτά αργότερα, η Σάνα αναφωνούσε: «Δεν είστε στα καλά σας! Αναρωτιέμαι ποιος από τους δυο σας είναι ο μεγαλύτερος βλάκας». «Ε!» διαμαρτυρήθηκε εκείνος. «Είστε τρελά ερωτευμένοι ο ένας με τον άλλο και παιδιαρίζετε. Έχεις υπόψη σου πόσο σπάνιο είναι αυτό που έχετε εσείς οι δύο;» «Ευτυχώς, Χριστέ μου. Θα ήταν κατάρα αν τούτη η ανοησία εξελισσόταν σε επιδημία». «Πάψε. Τη θέλεις πίσω» είπε η Σάνα. «Για ποιον λόγο θα…» «Πάψε! Τη θέλεις πίσω» επανέλαβε η Σάνα. Ο Καλ ακούμπησε πίσω στον καναπέ και η ανάμνηση της Μ ιν, την οποία αγωνιζόταν να ξεχάσει εδώ και δύο μέρες, επανήλθε. Έπιασε το κεφάλι του με τα δυο του χέρια. «Χριστέ μου, τη θέλω πίσω. Πράγμα που αποδεικνύει πόσο βλάκας είμαι πραγματικά». «Ουφ, τηλεφώνησέ της, που να σε πάρει και να σε σηκώσει!» επέμεινε η Σάνα. «Ζήτησέ της συγγνώμη». «Μ α τι λες;» Το κεφάλι του τινάχτηκε όρθιο. «Αφού εγώ είμαι το θύμα στην προκειμένη περίπτωση».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
409
«Έτσι, ε; Μ ήπως το πείσμα σού προσφέρει ζεστασιά τα βράδια στο κρεβάτι σου; Εμπρός, τηλεφώνησέ της. Πες της ότι θέλεις να της μιλήσεις αύριο βράδυ. Αγόρασε ένα μπουκάλι καλό κρασί, πες της ότι την αγαπάς, λύστε το ανυπόστατο πρόβλημά σας και ζήστε εσείς καλά κι εμείς καλύτερα» είπε η Σάνα. «Γιατί αύριο;» ρώτησε εκείνος μπερδεμένος. «Αν πρόκειται να ζητήσω συγγνώμη για κάτι που δεν έκανα, θα μπορούσα να πάω αμέσως στο σπίτι της…» «Γιατί αύριο θα έχεις χάσει το στοίχημα» του θύμισε η Σάνα. «Δεν έβαλα το στοίχημα» επέμεινε ο Καλ. Η Λίντα μετατοπίστηκε λίγο πιο μακριά του στον καναπέ. «Σταμάτα να φωνάζεις» του είπε η Σάνα. «Δεν έχει σημασία. Τη χτύπησες στο ευαίσθητο σημείο της». «Τι;…» «Δεν είναι όμορφη» συνέχισε η Σάνα. «Δεν είναι λεπτή. Ξέρει πως όλοι όσοι σε βλέπουν μαζί της αναρωτιούνται με ποιον τρόπο σε έριξε». «Δεν είναι αλήθεια» αντέτεινε ο Καλ. «Είναι καταπληκτική». «Σίγουρα. Εμείς το βλέπουμε, αλλά υπάρχει ένα σωρό κόσμος που το αγνοεί. Μ εταξύ αυτών, υποθέτω, ο πρώην φίλος της που την παράτησε και μετά επιχείρησε να βάλει μαζί σου εκείνο το στοίχημα». «Άσχημο αυτό» σχολίασε η Λίντα. «Και μετά εμφανίζεσαι εσύ, ένας κούκλος με τα όλα του, και την πείθεις ότι την αγαπάς…» «Την αγαπάω, να πάρει η οργή» είπε ο Καλ. «…για να αποδειχτεί εντέλει ότι είχες βάλει στοίχημα…» «Δεν το έβαλα εκείνο το στοίχημα…» επανέλαβε ο Καλ και πετάχτηκε όρθιος. «…ότι θα μπορούσες να τη βγάλεις για φαγητό» συνέχισε η Σάνα. Ο Καλ κάθισε. «Κι εκείνη νόμιζε ότι προσπαθούσες να τη ρίξεις στο κρεβάτι εξαιτίας ενός στοιχήματος. Στο τέλος, όταν τα πράγματα
410
JENNIFER CRUSIE
στρίμωξαν, αντί να της παρασταθείς, σηκώθηκες κι έφυγες με μια κουκλάρα, την πρώην φιλενάδα σου». «Πολύ δυσάρεστο» σχολίασε η Λίντα. «Διάβολε!» Ο Καλ έπιασε ξανά το κεφάλι με τα χέρια του. «Πώς είναι δυνατόν να την πάτησα έτσι; Πώς είναι δυνατόν να επέτρεψα σ’ εκείνο το κωλόπαιδο τον Ντέιβιντ Φισκ να μου κάνει τέτοια ζημιά; Είμαι όντως βλάκας». «Μ όνο αυτή τη φορά» επισήμανε η Σάνα. «Αλλά τα πράγματα θα διορθωθούν. Δεν έχεις παρά να χάσεις το στοίχημα. Θα θυσιάσεις λίγο εγωισμό και δέκα δολάρια. Σπουδαία τα λάχανα». «Δέκα χιλιάδες δολάρια» τη διόρθωσε ο Καλ. «Απίθανο!» αναφώνησε η Λίντα και ανακάθισε. «Αυτό είναι καλύτερο κι από ταινία στην τηλεόραση». «Στοιχημάτισες με τον Ντέιβιντ δέκα χιλιάρικα ότι θα ρίξεις τη Μ ιν στο κρεβάτι;» ρώτησε η Σάνα μη πιστεύοντας στ’ αυτιά της. «Κανείς εδώ μέσα δεν ακούει τι λέω;» «Δεν έβαλε το στοίχημα» είπε η Λίντα στη Σάνα. «Δόξα σοι ο Θεός, σ’ ευχαριστώ» είπε ο Καλ. «Όλοι ξέρουν για το στοίχημα» τόνισε η Σάνα. «Υφίσταται στο μυαλό όλων και αν κοιμηθείς μαζί της πιο πριν… Πότε λήγει το στοίχημα;» «Αύριο στις εννιά, εννιάμισι, δεν ξέρω ακριβώς» απάντησε ο Καλ, προσπαθώντας να θυμηθεί πότε έβαλε το καταραμένο στοίχημα – ή πότε δεν το έβαλε˙ για όνομα του Θεού, ακόμα και αυτός έκανε το ίδιο λάθος. «Η κοπέλα αξίζει; Αξίζει να χάσεις δέκα χιλιάδες δολάρια;» «Ναι, διάβολε». «Ορίστε λοιπόν. Πήγαινε να της τηλεφωνήσεις και να της πεις πως θα συναντηθείτε αφού χάσεις το στοίχημα». Η Σάνα σταύρωσε τα χέρια αλύγιστη. «Μ η μ’ αναγκάσεις να της τηλεφωνήσω εγώ». «Μ ην κωλώνεις» είπε η Λίντα στον Καλ. «Είναι
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
411
ρομαντικό… με κάπως διεστραμμένο τρόπο». «Μ ε υποχρέωσες» μουρμούρισε ο Καλ. «Καιρός να γυρίσω σπίτι». Έπειτα σηκώθηκε κι έφυγε αγνοώντας τη Σάνα που τον φώναζε. Η Σάνα έχει άδικο, συλλογιζόταν καθώς σέρβιρε ένα δεύτερο ουίσκι, αλλά δεν ήταν πια τόσο βέβαιος. Σφάλισε τα μάτια και σκέφτηκε τη Μ ιν. Προσπάθησε να υπενθυμίσει στον εαυτό του πως είχε πέσει θύμα προδοσίας, αλλά άκουγε νοερά τη φωνή της να λέει: «Σ’ αγαπώ» και ήξερε πως ήταν αλήθεια. «Σκατά» μουρμούρισε και, όταν χτύπησε το κουδούνι της πόρτας, άνοιξε απότομα, έτοιμος να τα ψάλει στη Σάνα σε περίπτωση που άρχιζε πάλι τη φλυαρία για τη Μ ιν. Ήταν η Σίνθι μ’ ένα μπλε στράπλες μπλουζάκι και κοντή μαύρη φούστα που την έκαναν ακαταμάχητη. Έγειρε το κεφάλι της προς τη μεριά του και τα γυαλιστερά μαύρα μαλλιά κυμάτισαν στους ώμους της. «Ξέρω ότι είσαι αναστατωμένος» του είπε τρυφερά. «Δεν ήθελα να σ’ αφήσω ολομόναχο». «Είμαι καλά» της είπε καθώς εκείνη τον πλησίασε περισσότερο. «Όχι, δεν είσαι καλά. Η Μ ιν σού έπαιξε άσχημο παιχνίδι». Η Σίνθι τού έδειξε το μπουκάλι του Γκλένλιβετ που είχε φέρει μαζί της. «Έλα, μίλησέ μου. Θα αισθανθείς καλύτερα». Είναι πρόθυμη να κάνει ό,τι της ζητήσω, συλλογίστηκε ο Καλ. Και ο κόσμος είναι γεμάτος από τέτοιες γυναίκες. Τι τη θέλω τη Μ ιν; Η Σίνθι τού χαμογέλασε, θερμή και όμορφη. «Λοιπόν, δεν θα μου πεις να περάσω;» «Όχι» απάντησε ο Καλ. «Πρέπει να κάνω ένα τηλεφώνημα».
412
JENNIFER CRUSIE
15
του είπε η Σίνθι, και τότε εκείνος θυμήθηκε τα λόγια της Μ ιν: «Μ ας καταλαβαίνεις, σ’ αγαπάμε και μετά μας αφήνεις». Η Σίνθι τού χαμογέλασε ακτινοβολώντας από έρωτα κι εκείνος συγχύστηκε με τον εαυτό του. «Λυπάμαι». Κούνησε αργά το κεφάλι του. «Κάποιος μου εξήγησε τι σου έχω κάνει. Λυπάμαι. Δεν ήθελα να σε πληγώσω, ποτέ δεν θέλησα να πληγώσω κανέναν, αλλά ούτε σκόπευα να σε παντρευτώ». Η Σίνθι πήρε βαθιά εισπνοή και έγνεψε καταφατικά. «Δεν πειράζει, μπορώ να περιμένω…» «Υπάρχει άλλη» είπε ο Καλ όσο πιο μαλακά μπορούσε. «Λυπάμαι, όμως είμαι ερωτευμένος με άλλη». «Όχι, εμένα αγαπάς» αντέτεινε και το πρόσωπό της συσπάστηκε. «Ποτέ δεν είπα κάτι τέτοιο. Το ξέρεις άλλωστε». «Ναι, ωστόσο μ’ αγαπάς. Μ πορεί να μην το αντιλαμβάνεσαι, αλλά μ’ αγαπάς. Είμαστε το τέλειο ζευγάρι» είπε η Σίνθι σφίγγοντας το μπουκάλι που κρατούσε στα χέρια. Ο Καλ έκλεισε τα μάτια για να μη βλέπει την απόγνωσή της. «Πρόκειται για τη Μ ιν» αποφάνθηκε η Σίνθι. «Το ξέρω ότι εννοείς τη Μ ιν. Άκουσέ με, είναι συμπαθητική κοπέλα, αλλά « ΜΠΟΡ Ω ΝΑ ΠΕΡ ΙΜΕΝΩ»
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
413
δεν είναι σαν εμένα». «Το ξέρω. Αυτό είναι το πρόβλημα» απάντησε ο Καλ και βλέποντας την έκφραση οδύνης στο πρόσωπό της πρόσθεσε: «Λυπάμαι, Σίνθι». Της έκλεισε την πόρτα κατάμουτρα και για μια στιγμή ακούμπησε την πλάτη του στο φύλλο της πόρτας, προσπαθώντας να μη σκέφτεται πόσο την είχε πληγώσει, προσπαθώντας να μη σκέφτεται κανέναν. Μ ονάχα τη Μ ιν. Βρες τρόπο να διορθώσεις την κατάσταση, είπε μέσα του και κάθισε να σκεφτεί. Την ίδια ώρα περίπου που η Σάνα κατσάδιαζε τον Καλ, στην τραπεζαρία της Μ ιν η Λίζα τσιμπούσε το τελευταίο μανιτάρι ποτισμένο σε σάλτσα μαρσάλα. «Είναι στ’ αλήθεια εξαιρετικό» σχολίασε προσθέτοντας: «Πες μου άλλη μια φορά για ποιον λόγο το κάνουμε αυτό». «Επειδή κάθε Τρίτη βράδυ τρώγαμε κοτόπουλο μαρσάλα» απάντησε η Μ ιν καρφώνοντας ανόρεχτα το κοτόπουλο με το πιρούνι της ενώ ο Έλβις τριβόταν στα πόδια της, ανυπομονώντας να φάει τα υπολείμματα. «Προσπαθώ να ρίξω μαύρη πέτρα πίσω μου». «Πολύ πρακτικό» σχολίασε η Λίζα. «Μ ε τη διαφορά ότι είσαι δυστυχισμένη και ότι δεν υπάρχουν αρκετές μαύρες πέτρες στον κόσμο, κούκλα μου». «Μ ου περνάτε το βούτυρο, παρακαλώ;» είπε η Νταϊάνα πιάνοντας άλλο ένα κομμάτι από το ψωμί του Εμίλιο. Η Μ πόνι έσπρωξε το πιατάκι με το βούτυρο προς το μέρος της. «Μ ίλησες καθόλου μαζί του;» ρώτησε τη Μ ιν. «Όχι βέβαια» απάντησε εκείνη βρίσκοντας καταφύγιο στον θυμό για να μη σκέφτεται την αναμονή πλάι στο τηλέφωνο αυτές τις δύο μέρες. «Είναι έξαλλος μαζί μου. Το φαντάζεστε; Αυτός
414
JENNIFER CRUSIE
είναι έξαλλος μαζί μου! Λες και εγώ έβαλα το στοίχημα. Αλλά βλέπεις είναι…» «Ουφ, φτάνει πια αυτό το βιολί» παρενέβη η Λίζα. «Αρκετά είπες γι’ αυτόν τις τελευταίες δύο μέρες. Παραδέξου ότι ο άνθρωπος έχει δίκιο από την πλευρά του». Η Μ ιν άφησε κάτω το πιρούνι και η Νταϊάνα σταμάτησε να αλείφει το βούτυρο στο ψωμί της. «Δεν έχει δίκιο» δήλωσε κοφτά η Μ ιν. «Όλο αυτό το κακό δημιουργήθηκε εξαιτίας του, και τώρα στρέφεσαι κι εσύ εναντίον μου; Σαν να μην έφτανε που η Μ πόνι με βομβάρδισε με παραμύθια και τρίχες κατσαρές, έρχεσαι τώρα εσύ…» «Δεν είναι τρίχες κατσαρές» διαμαρτυρήθηκε η Μ πόνι. «Πήρες μια γεύση από το παραμύθι σου. Βρήκες τον όμορφο πρίγκιπα που σ’ αγάπησε. Η ευχή σου πραγματοποιήθηκε». «Δεν πραγματοποιήθηκε» αντέτεινε η Μ ιν κοπανώντας τη γροθιά στο τραπέζι. «Ο πρίγκιπας νευρίασε και έφυγε. Ήταν γραφτό να γνωρίσω έναν οξύθυμο πρίγκιπα. Γι’ αυτό σου λέω ότι δεν ήταν πρίγκιπας. Και γι’ αυτό δεν πιστεύω σ’ αυτές τις ανοησίες. Δεν πιστεύω στα παραμύθια, κατάλαβες;» «Δεν έχει σημασία» είπε η Μ πόνι, ήρεμα όπως πάντα. «Το παραμύθι πιστεύει σ’ εσένα». Η Μ ιν στράφηκε στη Λίζα. «Εξήγησέ της». «Έχει δίκιο» είπε εκείνη στηρίζοντας τον αγκώνα στο τραπέζι. «Ουφ, για όνομα του Θεού και της Παναγίας!» Η Μ ιν έσπρωξε πίσω την καρέκλα της. «Αν δεν ήταν εδώ το σπίτι μου, θα σηκωνόμουν να φύγω». «Δες το από την πλευρά του» είπε η Λίζα. «Δεν έβαλε το στοίχημα. Προσπάθησε να σε αποφύγει, αλλά όλο μπροστά σου τον έβρισκες επειδή ήταν τρελός για σένα, κι εσύ κάθε λίγο και λιγάκι τον φιλούσες και κατόπιν τον απέκρουες. Φάνηκε υπομονετικός, μάγεψε τους γονείς σου, ήταν καλός με τις φίλες σου, σου βρήκε τη γυάλινη σφαίρα σου, σου έμαθε να μαγειρεύεις, μέχρι και γάτα σού έφερε, να πάρει η ευχή, και μετά
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
415
αποδείχτηκε ότι όσο καιρό αυτός γινόταν χαλί να τον πατήσεις, εσύ έπαιζες μαζί του και τον γελοιοποιούσες». «Δεν τον γελοιοποιούσα» υποστήριξε η Μ ιν, διαπιστώνοντας ότι σιγά σιγά ο θυμός της ξεθύμαινε. «Είναι πραγματικά γλύκας» επισήμανε η Νταϊάνα, γλείφοντας το βούτυρο από τα χείλη της. «Η Λίζα έχει δίκιο» είπε η Μ πόνι. «Γνωρίζεις πόσο άθλια ήταν τα χρόνια του σχολείου για τα τρία αγόρια. Οι άλλοι τούς θεωρούσαν χαζούς – και αυτό είναι το ευαίσθητο σημείο τους. Πλήγωσες τον Καλ ακριβώς εκεί που πονάει, μπροστά στους φίλους του, μπροστά στη Σίνθι, μπροστά στον Ντέιβιντ». «Ωχ» έκανε σιγανά η Μ ιν προσπαθώντας να θυμηθεί το στοίχημα και να οπλιστεί ξανά με θυμό, αλλά έπειτα από δύο μέρες η οργή της είχε καταλαγιάσει. «Αντιλαμβάνομαι ότι ο θυμός σε βοηθούσε να αντιμετωπίσεις τον πόνο και τη θλίψη» είπε η Λίζα. «Κι εγώ αντιδρώ με παρόμοιο τρόπο. Αν όμως τον θέλεις πίσω, ξέχνα τον θυμό. Γιατί αν δεν έβαλε το στοίχημα…» «Δεν το έβαλε» δήλωσε η Μ ιν με ύφος αξιοθρήνητο. «Τον πιστεύω». «Επομένως εκείνος σου τα έδωσε όλα κι εσύ δεν του έδωσες απολύτως τίποτα». «Μ ην είσαι τόσο σκληρή» είπε η Μ πόνι στη Λίζα. «Γιατί δεν τον ρώτησες για το στοίχημα, παιδί μου;» θέλησε να μάθει η Λίζα. «Τον ρώτησα». «Είπες δηλαδή: “Καλ, μήπως στοιχηματίσατε με τον Ντέιβιντ ότι θα μπορούσες να κοιμηθείς μαζί μου μέσα σ’ έναν μήνα;”» «Όχι» αποκρίθηκε η Μ ιν αποφεύγοντας το βλέμμα της. «Τον ρώτησα αν μου κρατούσε κάτι κρυφό». «Κι αυτός τι είπε;» ρώτησε η Μ πόνι. Η Μ ιν ακούμπησε στην πλάτη της καρέκλας της. «Άρχισε να μου εξομολογείται πράγματα άσχετα με το στοίχημα».
416
JENNIFER CRUSIE
«Αυτό κι αν είναι αστείο» σχολίασε η Λίζα. «Γιατί δεν τον ρώτησες ανοιχτά;» Η Μ ιν έκρυψε το πρόσωπο στις παλάμες της. «Γιατί φοβήθηκα. Ο κόσμος συνηθίζει να λέει: “Αν μιλούσαν για τα προβλήματά τους, όλα θα λύνονταν”. Ε, λοιπόν, πάω στοίχημα ότι κανένας από αυτούς που δίνουν συμβουλές δεν μιλάει για τα δικά του προβλήματα. Θέλω να πω… είναι ωραίο στα λόγια, αλλά στην πράξη είναι δίκοπο μαχαίρι». Κοίταξε τη Λίζα. «Ήξερα ότι έβαλε το στοίχημα. Τον άκουσα. Και…» Η Μ ιν κατάπιε για να διώξει τον κόμπο από τον λαιμό. «Ήξερα ότι είχα μόνο έναν μήνα καιρό και ήθελα να περάσω αυτό τον μήνα μαζί του». Κούνησε το κεφάλι της. «Δεν αντιμετωπίζουν όλοι τη ζωή με το δικό σου σθένος». «Κακώς» είπε η Λίζα. «Λοιπόν, εφόσον τα θαλάσσωσες, τώρα θα πρέπει να συρθείς στα γόνατα και να ικετέψεις». «Πώς;» αναφώνησε η Μ πόνι, καθώς η Μ ιν κοίταζε τη Λίζα χάσκοντας και η Νταϊάνα τις παρατηρούσε όλες καταγοητευμένη. Η Λίζα σηκώθηκε, έπιασε το τηλέφωνο και το έφερε στη Μ ιν. «Τηλεφώνησέ του. Πες του ότι είχες άδικο, ότι αυτός είχε δίκιο και ότι είσαι διατεθειμένη να κάνεις τα πάντα για να επανορθώσεις». «Εσύ μου ζητάς να συρθώ στα γόνατα;» «Ναι. Δεν σκοπεύω να κάθομαι με σταυρωμένα χέρια και να σε βλέπω να τον χάνεις εξαιτίας της ψωροπερηφάνιας σου. Τηλεφώνησέ του και πες του πως θα κάνεις τα πάντα αν δεχτεί να τα ξαναφτιάξετε». Η Μ ιν στράφηκε στην Μ πόνι, η οποία συμφώνησε μ’ ένα νεύμα. Ύστερα κοίταξε το τηλέφωνο. Αν τηλεφωνούσε στον Καλ, θα άκουγε τουλάχιστον τη φωνή του. Ήταν πραγματικά αξιοθρήνητη! «Είμαι αξιοθρήνητη» είπε μεγαλόφωνα. «Μ όνο αν τον αφήσεις να σου φύγει» τόνισε η Λίζα. «Για μια φορά στη ζωή σου κάνε κάτι αντίθετο στη λογική σου, κάτι
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
417
παρορμητικό. Τηλεφώνησέ του». Η Μ ιν είχε παγώσει από τον φόβο της. Έπειτα πήρε βαθιά εισπνοή και σήκωσε το ακουστικό. «Θέλεις να βγούμε αύριο βράδυ για φαγητό;» Ο Καλ έκανε πρόβα στα λόγια που θα έλεγε στη Μ ιν. Πάνω στην ώρα χτύπησε το τηλέφωνο, αλλά μόλις το σήκωσε και άκουσε τον διστακτικό χαιρετισμό της Μ ιν, τα ξέχασε όλα. «Γεια» της είπε και σωριάστηκε στον καναπέ. «Μ ην πεις τίποτα» έσπευσε να τον προλάβει εκείνη. «Άφησέ με πρώτα να σου εξηγήσω. Ήταν λάθος μου που δεν σου είπα ότι ήξερα για το στοίχημα. Ήταν λάθος μου που δεν σε εμπιστεύτηκα. Όλα όσα μου είπες στον γάμο ήταν αλήθεια. Το σφάλμα ήταν δικό μου. Σε θέλω πίσω. Θέλω να είμαστε μαζί. Σ’ αγαπώ, σε χρειάζομαι…» Η ανακούφιση του Καλ ήταν τόσο μεγάλη, που τον κυρίεψε αιφνίδια ζάλη. «Θέλω να σε δω τώρα» συνέχισε η Μ ιν, και ενώ ο Καλ σκεφτόταν: Ναι, Χριστέ μου, ναι, κοίταξε το ρολόι του και ρώτησε: «Τώρα;» Είκοσι έξι ώρες πριν από τη λήξη του στοιχήματος; Πες ναι, είπε μέσα του, το στοίχημα δεν την ενδιαφέρει πλέον, σου το είπε ξεκάθαρα, αλλά έπειτα θυμήθηκε το μένος της στη διάρκεια του καβγά τους στον γάμο. «Κόντεψα να τρελαθώ όλες αυτές τις εβδομάδες που σε αποκρούω» συνέχισε η Μ ιν σαν ασυγκράτητος χείμαρρος «αλλά αν δεν είσαι έτοιμος, δεν πειράζει, μου φτάνει απλώς να σε δω. Πάνε δυο μέρες που δεν σε είδα και μου έλειψες αφάνταστα. Μ πορώ να έρθω τώρα στο σπίτι σου; Μ όνο για να μιλήσουμε; Θα μπορούσαμε βέβαια να κάνουμε κι άλλα πολλά… Έχω κάτι στο μυαλό μου. Εκτός αν δεν θέλεις. Ό,τι πεις». Ψηφίζω να κάνουμε κι άλλα πολλά, σκέφτηκε ο Καλ κουνώντας το κεφάλι για να καθαρίσει η σκέψη του.
418
JENNIFER CRUSIE
«Έχω πέσει στα γόνατα» είπε η Μ ιν με βεβιασμένη ευδιαθεσία. «Και όχι με την καλή έννοια. Μ πορώ να έρθω;» «Όχι» απάντησε ο Καλ. «Θα έρθω εγώ αποκεί. Αργότερα». Κατάπιε κι έπειτα πρόσθεσε: «Αύριο. Στις εννιάμισι. Αύριο βράδυ στις εννιάμισι». «Όχι τώρα;» ψέλλισε η Μ ιν με φωνή ραγισμένη. «Όχι. Αύριο. Στις εννιάμισι. Θα φέρω φαγητό». «Έχω μάθει πλέον να μαγειρεύω. Μ πορώ να ετοιμάσω κάτι. Μ πορώ και τώρα αμέσως». «Θα φέρω φαγητό αύριο» επανέλαβε ο Καλ ενώ σκεφτόταν: Χριστέ μου, τι βλάκας που ήμουν. «Όπως αγαπάς». Η Μ ιν περίμενε μια στιγμή και μετά πρόσθεσε: «Πάντως εγώ και τώρα θα έτρωγα ευχαρίστως». «Αύριο, στις εννιάμισι, στο σπίτι σου» είπε ο Καλ σφίγγοντας τα δόντια. «Εντάξει. Σύμφωνοι. Αύριο βράδυ λοιπόν». Ο Καλ ετοιμαζόταν να κλείσει, όταν εκείνη τον ρώτησε αναπάντεχα: «Βλέπεσαι με τη Σίνθι;» «Όχι, προς Θεού» απάντησε εκείνος ρίχνοντας ένοχα βλέμματα προς την εξώπορτα. «Το ρωτάω επειδή φύγατε μαζί. Και ο Ντέιβιντ είπε ότι είστε μαζί. Ειδάλλως δεν θα ρωτούσα. Θέλω να πω, δεν με αφορά». «Σε αφορά» είπε ο Καλ. «Και ο Ντέιβιντ είναι ένας ηλίθιος. Μ ην του ξαναμιλήσεις». «Προσπαθώ». Ο Καλ ένιωσε την έντασή του να μετασχηματίζεται σε οργή – πράγμα πιο βολικό. «Τι εννοείς δηλαδή;» «Μ ου τηλεφωνεί συνέχεια. Για κάποιον λόγο, έπειτα από όλο αυτό το μπέρδεμα, του έχει γίνει έμμονη ιδέα να τον παντρευτώ». «Κάνει λάθος» είπε κοφτά ο Καλ. «Το ξέρω» είπε η Μ ιν με φωνή απότομη, εγκαταλείποντας τον εξευμενιστικό τόνο της.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
419
«Έχεις ανιχνευτή κλήσεων στη συσκευή σου. Μ ην του απαντάς». «Άκου να δεις, δεν είμαι τελείως βλάκας». «Δεν είσαι καθόλου βλάκας» τη διαβεβαίωσε ο Καλ «αν εξαιρέσουμε, βέβαια, τη στάση σου όλον αυτό τον μήνα» πρόσθεσε και αμέσως δαγκώθηκε για τη βλακεία του. «Α, όλα κι όλα, εσύ έβαλες το στοίχημα». «Δεν το…» «Το δεύτερο. Το στοίχημα ότι θα με έβγαζες για φαγητό. Ομολογώ ότι τα θαλάσσωσα, αλλά δεν σκοπεύω να το πληρώνω σε όλη την υπόλοιπη ζωή μου. Φταις κι εσύ. Έβαλες το στοίχημα για το φαγητό». Να τα μας, σκέφτηκε ο Καλ. Η Σάνα είχε δίκιο, να πάρει η οργή. «Όχι δηλαδή ότι πιστεύω πως θα είσαι δίπλα μου σ’ όλη την υπόλοιπη ζωή μου» συνέχισε η Μ ιν, διστακτικά αυτή τη φορά. «Αύριο βράδυ» είπε ο Καλ και έκλεισε το τηλέφωνο προτού αρχίσουν να ξεστομίζουν μεγαλύτερες ανοησίες, βέβαιος ότι ενεργούσε σωστά. Θεέ μου, νιώθω σαν να παίζω σε ταινία της Ντόρις Ντέι, συλλογίστηκε και πήγε να πει στη Σάνα πως έκανε ακριβώς ό,τι τον είχε συμβουλέψει. «Σ’ αγαπώ» είπε θλιμμένα η Μ ιν στην κλειστή γραμμή. «Τι έγινε;» ρώτησε η Λίζα. «Τι ήταν αυτά λέγατε περί Σίνθι και Ντέιβιντ; Σου είπα να συρθείς, όχι να τσακωθείς». Η Μ ιν άφησε κάτω το τηλέφωνο και πήρε στην αγκαλιά της τον Έλβις για παρηγοριά. «Δεν θέλει να με δει μέχρι αύριο». «Παράξενο» μονολόγησε η Λίζα. «Αν έταζα στον Τόνι σεξ, θα είχε καταφτάσει προτού προλάβω να κλείσω το τηλέφωνο». «Δεν του έταξα σεξ». «Έλα τώρα!» είπαν συγχρόνως η Λίζα και η Μ πόνι, ενώ ακόμα και η Νταϊάνα έγνεψε καταφατικά λέγοντας:
420
JENNIFER CRUSIE
«Ήταν σαφές». «Δεν καταλαβαίνετε ότι προσπαθώ να περισώσω λίγα ψίχουλα αξιοπρέπειας;» είπε η Μ ιν. «Το κάθαρμα! Μ όλις απέκρουσε τις ερωτικές προτάσεις μου». «Λάθος» αντέτεινε η Μ πόνι χαϊδεύοντας το χέρι της. «Σου ζήτησε απλώς να περιμένετε ως αύριο. Ομολογώ ότι αυτό με μπέρδεψε» πρόσθεσε συνοφρυωμένη. «Πες μας τι ακριβώς σου είπε» της πρότεινε η Λίζα. «Είπε ότι θα έρθει εδώ στις εννιάμισι και ότι θα φέρει φαγητό. Λες και με ενδιαφέρει το φαΐ». Η Μ ιν ρούφηξε τη μύτη της. «Δεν αντέχω άλλο. Είναι βλακεία». «Γιατί ειδικά αύριο στις εννιάμισι;» αναρωτήθηκε η Λίζα. «Τι είναι αύριο; Είναι απλώς Τετάρτη». «Αύριο έχουμε επέτειο ο Ρότζερ κι εγώ» δήλωσε η Μ πόνι. «Θα παραγγείλει σαμπάνια, θα με φλερτάρει στο μπαρ, όπως τότε που γνωριστήκαμε, πριν από τέσσερις εβδομάδες, και μετά θα μου κάνει πρόταση γάμου». «Χαριτωμένο» σχολίασε η Μ ιν. «Το βρήκα!» αναφώνησε η Λίζα ισιώνοντας το κορμί της. «Αύριο βράδυ κλείνουν τέσσερις εβδομάδες αφότου ο Ντέιβιντ έβαλε το στοίχημα». «Όμως ο Καλ δεν δέχτηκε το στοίχημα» αντιγύρισε νευριασμένα η Μ ιν. «Την έχω βαρεθεί αυτή τη συζήτηση. Δεν…» «Όλοι ωστόσο ξέρουν γι’ αυτό» επισήμανε η Λίζα. «Συνεπώς, αν ενδώσεις προτού λήξει ο χρόνος, ο Καλ κερδίζει. Και του αρέσει να κερδίζει. Πάντα κερδίζει. Είναι το πάθος του». «Δεν καταλαβαίνω πού το πας» είπε η Μ ιν. «Θέλει να χάσει το στοίχημα» εξήγησε η Λίζα. «Γιατί;» Η Μ ιν σηκώθηκε απότομα και ο Έλβις πήδησε στο πάτωμα. «Γιατί να θελήσει να;…» «Το βρίσκω πολύ ιπποτικό» σχολίασε η Μ πόνι. «Αν θέλεις τη γνώμη μου, είναι και θέμα ελέγχου» είπε η Λίζα με περιφρόνηση. «Του αρέσει να κινεί αυτός τα νήματα. Τι
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
421
συνέβη στις εννιάμισι;» Η Μ ιν σήκωσε τους ώμους σαστισμένη. «Φτάσαμε στο εστιατόριο λίγο πριν από τις δέκα, οπότε πιθανώς κατά τις εννιάμισι φεύγαμε από το μπαρ». «Θέλει να αφήσει ένα περιθώριο χρόνου» συγκατένευσε η Λίζα. «Αν και το βρίσκω υπερβολικό, εφόσον είπε ότι θα φέρει φαγητό. Αν υπολογίσουμε τα προκαταρκτικά, θα περάσει αρκετή ώρα μέχρι να…» «Μ πορεί να με έχει με το που θα διασχίσει το κατώφλι του σπιτιού μου» είπε η Μ ιν. Η Νταϊάνα πήρε ξανά το ψωμί της. «Αύριο βράδυ θα πάω σινεμά. Πρέπει να σας αφήσω μόνους, και δεν έχω καμία όρεξη να γυρίσω σπίτι. Η μαμά είναι ακόμη θυμωμένη επειδή ήρθα να μείνω μαζί σου. Είναι πεπεισμένη ότι τρώω υδατάνθρακες» είπε δαγκώνοντας το ψωμί της. Η Μ ιν γέλασε άθελά της και στη συνέχεια βάλθηκε να αναλύει την κατάσταση. Τι πείραζε αν ο Καλ έχανε το στοίχημα; Δέκα δολάρια δεν ήταν σοβαρό ποσό. «Όχι» κατέληξε. «Δεν σκοπεύω να είμαι το στοίχημα που έχασε, δεν θέλω να αρχίσουμε έτσι. Αύριο βράδυ θα κερδίσει το στοίχημα, και μάλιστα με τρόπο εξαιρετικά ευχάριστο». «Γιατί αύριο;» ρώτησε η Λίζα. «Γιατί θα χρειαστώ ένα πολύ σέξι νυχτικό» αποκρίθηκε η Μ ιν. «Και πολύ περισσότερη τόλμη απ’ όση διαθέτω αυτή τη στιγμή. Επίσης θα χρειαστώ ένα σχέδιο». «Εξηγήσου» είπε η Λίζα, και βάλθηκαν να το κουβεντιάζουν. «Τι στο διάβολο συμβαίνει;» ρώτησε ο Ντέιβιντ τη Σίνθι, όταν της τηλεφώνησε το επόμενο βράδυ. «Είχες πει ότι ο καβγάς στην τελετή του γάμου θα διέλυε τη σχέση τους». «Χάσαμε» δήλωσε η Σίνθι με φωνή κουρασμένη. «Την αγαπάει τόσο πολύ, που τη συγχώρησε». «Μ όλις μίλησα με τη Μ ιν» είπε ο Ντέιβιντ ανακαλώντας στη
422
JENNIFER CRUSIE
μνήμη τη συγκεκριμένη συνομιλία ολοζώντανα, με κάθε λεπτομέρεια. «Μ ου είπε ότι θα τον αφήσει να κερδίσει, και μου ζήτησε να ετοιμάσω το καρνέ των επιταγών. Ακουγόταν θυμωμένη, τα είχε βάλει μαζί μου». «Ντέιβιντ, τελείωσε. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να περιμένουμε με την ελπίδα ότι ο πρώτος έρωτας θα περάσει γρήγορα και ότι θα συνέλθουν». «Από έξι μήνες ως τρία χρόνια; Ε, όχι και να περιμένω τον Κάλβιν Μ όρισεϊ!» Ο Ντέιβιντ σκεφτόταν πόσο βαθιά μισούσε τον Καλ. Ο Μ όρισεϊ είχε θολώσει τα νερά αφήνοντας τη Μ ιν να πιστέψει ότι θα άφηνε να χαθεί το στοίχημα. Πιθανώς ήταν κόλπο προκειμένου να του ζητήσει η ίδια να το κερδίσει. Πιθανώς… Ο Ντέιβιντ ανακάθισε. «Μ ια στιγμή. Κι αν η Μ ιν μάθαινε ότι ο Καλ την κορόιδευε; Ότι την παρέσυρε να κοιμηθεί μαζί του μόνο και μόνο επειδή ήθελε να κερδίσει το στοίχημα;» «Δεν είναι αλήθεια» αντέτεινε κουρασμένα η Σίνθι. «Τελείωσε, Ντέιβιντ, πάρ’ το απόφαση». «Όχι. Τίποτα δεν έχει τελειώσει αν το στοίχημα ισχύει μέχρι τα μεσάνυχτα. Τι θα συμβεί αν η οικογένειά της και οι φίλοι της μάθουν ότι ο Καλ έβαλε εκείνο το στοίχημα;» «Τελείωσε, Ντέιβιντ» επανέλαβε η Σίνθι. «Εγώ δεν τελείωσα. Σκοπεύω να κερδίσω». Στις οκτώ, ο Καλ είχε έτοιμο το κρασί και ένα κουτί με Κρίσπι Κριμ για να τα πάει στο διαμέρισμα της Μ ιν, ωστόσο έπρεπε να υπομείνει μιάμιση ώρα ακόμα τα τεντωμένα από τη σεξουαλική στέρηση νεύρα του. Ξαφνικά, χτύπησε το τηλέφωνο. «Καλ» είπε η Νταϊάνα μόλις εκείνος το σήκωσε. «Πρέπει να έρθεις αμέσως. Η Μ ιν έχει πρόβλημα». «Τι;…» άρχισε να λέει ο Καλ, αλλά η γραμμή είχε ήδη κλείσει. «Εντάξει» είπε και ξεκίνησε ολοταχώς για το διαμέρισμα της Μ ιν, βαθιά προβληματισμένος. Όταν χτύπησε την πόρτα, του άνοιξε η Νταϊάνα.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
423
«Ευτυχώς ήρθες» του είπε και τον τράβηξε μέσα. Έπειτα γλίστρησε έξω από την πόρτα και έφυγε, χτυπώντας τη δυνατά πίσω της. «Τι σημαίνουν όλα αυτά;» Ο Καλ γύρισε και αντίκρισε τη Μ ιν που φορούσε κοντή μαύρη καμπαρντίνα και ακουμπούσε την πλάτη στην πόρτα. Στα μάτια της τρεμόπαιζε η γνώριμη λάμψη τους. «Πολύ αστείο» της είπε προσπαθώντας να παραστήσει τον θυμωμένο. «Έχεις ακούσει το παραμύθι με την ψεύτρα αναλογίστρια και τον λύκο;» «Ναι» απάντησε η Μ ιν. «Ο λύκος την έφαγε». Του χαμογέλασε και ο σφυγμός του επιταχύνθηκε. «Σου έχω νέα, ομορφόπαιδο. Δεν θα αφήσεις να χαθεί το στοίχημα». «Κι όμως, είμαι αποφασισμένος» είπε ο Καλ οπισθοχωρώντας προς την πίσω πλευρά του καναπέ κάτω από το περιφρονητικό βλέμμα του Έλβις. «Αν πλαγιάσουμε τώρα μαζί, θα έρθει μια μέρα που θα καβγαδίζουμε για τον λογαριασμό του ηλεκτρικού ρεύματος κι εσύ θα πεις: “Βγήκες μαζί μου για να κερδίσεις το στοίχημα”. Αρνούμαι να πληρώνω γι’ αυτό σ’ όλη την υπόλοιπη ζωή μου, αφού δεν έχω παρά να περιμένω μιάμιση ώρα ακόμα». Κοίταξε το ρολόι πάνω από το τζάκι. «Ογδόντα λεπτά, για την ακρίβεια». «Στην υπόλοιπη ζωή σου, είπες;» «Ναι, Μ ινέρβα, στην υπόλοιπη ζωή μου. Πιστεύεις ότι θα υπέμενα τόσα και τόσα για έναν ολόκληρο μήνα μόνο και μόνο για το σεξ;» «Ε… ναι» απάντησε η Μ ιν, ανοιγοκλείνοντας τα μάτια σαστισμένη. Ο Καλ το σκέφτηκε. «Εντάξει, έχεις δίκιο ως ένα σημείο». «Ξέχασα να σου αναφέρω ότι δεν φοράω εσώρουχα». Η Μ ιν τον κυνήγησε γύρω από τον καναπέ κι εκείνος οπισθοχώρησε. «Το κάνεις για να με βασανίσεις, έτσι δεν είναι;» ρώτησε ο Καλ.
424
JENNIFER CRUSIE
«Όχι, το κάνω για να σε ρίξω στο κρεβάτι. Το βασανιστήριο είναι απλώς για προθέρμανση». «Μ ιν…» «Όχι» τον έκοψε εκείνη. «Δεν θέλω να περάσω την υπόλοιπη ζωή μου όντας το στοίχημα που έχασες. Επιπλέον, βαρέθηκα να ακούω να με κατηγορούν ότι δεν παίρνω ρίσκα. Γι’ αυτό κι εγώ ρισκάρω μαζί σου». Έβγαλε ένα χαρτονόμισμα των δέκα δολαρίων από την τσέπη της καμπαρντίνας της. «Στοίχημα δέκα δολάρια ότι θα σ’ έχω γυμνό, μέσα μου, πριν από τις εννιάμισι». Ο Καλ ζαλίστηκε προς στιγμήν και, όταν κούνησε το κεφάλι για να ξεθολώσει ο νους του, εκείνη κοπάνησε το χαρτονόμισμα στο τραπέζι δίπλα στον καναπέ. «Ορίστε, μεγάλε» του είπε. «Θα ποντάρεις ή θα βάλεις την ουρά κάτω απ’ τα σκέλια;» Τα μάτια της του χαμογελούσαν γεμάτα πόθο και αγάπη, κι ο Καλ έβαλε τα γέλια. «Μ ιν, μιλάμε για ογδόντα λεπτά, όχι για έναν μήνα. Πιστεύεις στ’ αλήθεια ότι δεν είμαι ικανός να αντέξω;» «Ω, ναι» είπε η Μ ιν στηρίζοντας τα χέρια στους γοφούς. Ο Καλ έβγαλε το πορτοφόλι του, έπιασε ένα δεκαδόλαρο, πλησίασε το τραπέζι και το κοπάνησε πάνω από το δικό της. «Τα βλέπω» της είπε χρησιμοποιώντας το τραπέζι ανάμεσά τους σαν ασπίδα. «Δείξε μου τι έχεις, Μ ίνι». Εκείνη έλυσε τη ζώνη της, την άφησε να πέσει στον καναπέ και έβγαλε την καμπαρντίνα. Από μέσα φορούσε ένα νυχτικό από μαύρη δαντέλα χωρίς τιράντες – απ’ όσο ο Καλ κατόρθωσε να δει. «Ξέρω ότι θα ήταν προτιμότερο αν ήμουν τελείως γυμνή» του είπε λικνίζοντας το σώμα της. «Όμως δεν νιώθω ακόμη τόσο μεγάλη αυτοπεποίθηση». «Σκέφτομαι ότι θα περάσω τα επόμενα ογδόντα λεπτά σκίζοντας το νυχτικό σου, επομένως με συμφέρει» είπε ο Καλ κοιτάζοντάς την επίμονα. Έπειτα το βλέμμα του ταξίδεψε στο πάνω μέρος του νυχτικού του οποίου η δαντέλα έσφιγγε τη
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
425
σάρκα της. «Φαίνεται αρκετά απλό». Η Μ ιν έχωσε το δάχτυλο μέσα στο ντεκολτέ και τέντωσε τη δαντέλα. «Είναι ελαστικό. Ένα απλό τράβηγμα και…» «Αφού περάσουν ογδόντα λεπτά» επέμεινε ο Καλ κοιτάζοντας το ρολόι. «Εβδομήντα επτά λεπτά. Αλλά να ξεκαθαρίσουμε πως, όταν τελειώσει ο χρόνος, είσαι δική μου». «Ω, ναι» είπε η Μ ιν γνέφοντας καταφατικά. «Ωραία… Έχεις διαβάσει κανένα καλό βιβλίο τελευταία;» «Όχι» απάντησε η Μ ιν αρχίζοντας να τον κυνηγάει γύρω από το τραπέζι. «Είναι αδύνατον να διαβάσω επειδή σε σκέφτομαι διαρκώς». Ο Καλ απομακρύνθηκε προς την άλλη άκρη του καναπέ. «Θα πρέπει να είναι πολύ βαρετό». «Όχι, γιατί στη φαντασία μου κάνεις καταπληκτικά πράγματα» είπε η Μ ιν πλησιάζοντάς τον. Ο Καλ μετακινήθηκε μπροστά από τον καναπέ. «Ξέρεις, δεν είμαι τόσο καλός στο κρεβάτι». Η Μ ιν άλλαξε κατεύθυνση και, αιφνιδιάζοντάς τον, τον γράπωσε από το πουκάμισο. «Δεν πειράζει. Εγώ είμαι συγκλονιστική». Τον έσπρωξε στον καναπέ και ανέβηκε αποπάνω του, πιέζοντάς τον μαλακά. Πρέπει να αντισταθώ, συλλογίστηκε ο Καλ, αλλά την ίδια στιγμή την άρπαζε στα χέρια του νιώθοντας το καυτό κορμί της κάτω από τη δαντέλα. «Μ ου έχουν πει ότι το στόμα μου κάνει θαύματα» του ψιθύρισε γέρνοντας πάνω του, κι αυτός έκλεισε τα μάτια νιώθοντας τα στήθη της να τρίβονται απαλά στον θώρακά του. Εκείνη του έδωσε ένα γλυκό, καυτό φιλί κι ο Καλ την έσφιξε δυνατά και την τράβηξε πιο κοντά. «Θεέ μου, πόσο μου έλειψες» ψιθύρισε στα χείλη της. «Κι εμένα μου έλειψες» του είπε η Μ ιν σταματώντας τα παιχνίδια. «Δεν θέλω να σε αποχωριστώ άλλη φορά». «Ποτέ πια» είπε ο Καλ. «Δεν θα χωρίσουμε ποτέ. Ποτέ».
426
JENNIFER CRUSIE
«Σ’ ευχαριστώ». Η Μ ιν κάθισε πίσω μ’ έναν βαθύ αναστεναγμό, κάτω από το άγρυπνο βλέμμα του Καλ. «Θέλω να σου πω κάτι» πρόσθεσε γεμάτη πόθο. Τα χέρια του την έπιασαν από τους γλουτούς και την έσφιξαν πάνω του. Πράγματι δεν φορούσε εσώρουχο. «Σ’ ακούω, όμως φρόντισε να μιλάς αργά» είπε σκύβοντας με σκοπό να της φιλήσει τον λαιμό, αλλά τελικά τον δάγκωσε μαλακά. Η Μ ιν ανατρίχιασε. «Θυμάσαι που σου ζήτησα να μη μου ραγίσεις την καρδιά; Άλλαξα γνώμη. Σου επιτρέπω να τη ραγίσεις όσο θέλεις». «Ε!» διαμαρτυρήθηκε ο Καλ σφίγγοντάς τη με δύναμη πάνω του. «Δεν…» «Δεν έχει σημασία, εγώ θα σ’ αγαπώ έτσι κι αλλιώς. Σ’ αγαπούσα όταν πίστευα ότι είχες βάλει το στοίχημα, σ’ αγαπούσα όταν πίστευα ότι με κορόιδευες, σ’ αγαπούσα όταν σου φώναζα μες στον δρόμο, σ’ αγαπούσα όταν έφυγες από τον γάμο παρέα με τη Σίνθι, βρομόπαιδο…» «Την άφησα στο σπίτι της κι έφυγα» τη διαβεβαίωσε θορυβημένος ο Καλ. «Μ α τον Θεό…» «Δεν έχει σημασία» τον έκοψε η Μ ιν. «Αυτό προσπαθώ να σου πω, δεν έχει σημασία ό,τι κι αν κάνεις, ό,τι κι αν λες. Εγώ θα σ’ αγαπώ παντοτινά». Ο Καλ την κοίταξε κεραυνοβολημένος. «Ξέρω, ξέρω» συνέχισε η Μ ιν «αυτό που λέω δεν θεωρείται πολιτικά ορθό στις μέρες μας. Απλώς ήθελα να ξέρεις ότι, ακόμα κι αν προσπαθήσεις, δεν θα κατορθώσεις να τα κάνεις θάλασσα αυτή τη φορά». «Ώστε έτσι, ε;» είπε ο Καλ θέλοντας να την πιστέψει. «Έτσι. Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα βάλω τις φωνές αν με τσαντίσεις. Θα φωνάζω και θα κοπανάω πόρτες. Απλώς δεν θα βρίσκομαι από την πίσω πλευρά της πόρτας όταν θα τη χτυπάω. Θα είμαι δική σου για πάντα». Ο Καλ ακούμπησε το μέτωπό του στον ώμο της με κομμένη
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
427
ανάσα. «Θεέ μου, πόσο σ’ αγαπώ!» «Ευτυχώς, γιατί έχω κάτι ακόμα να σου πω». Ο Καλ έγνεψε καταφατικά μες στην παραζάλη του. «Το θέμα είναι ότι θα ανοίξω. Λεκάνη, μηροί…» «Όχι πριν από τις εννέα και τριάντα» επέμεινε ο Καλ, πολεμώντας τη φαντασίωση που του είχε εμπνεύσει η δήλωσή της. «…μέση» πρόσθεσε η Μ ιν και μετά σώπασε. «Πώς είπες; Εννέα και τριάντα; Πιθανώς όχι πριν από τα σαράντα, σαράντα πέντε, πιστεύω ότι ως εκεί θα το παλέψω, αλλά αργότερα…» «Ορίστε;» ρώτησε ο Καλ σαστισμένος. «Θα χοντρύνω» δήλωσε η Μ ιν κι εκείνος ανοιγόκλεισε τα μάτια. «Δηλαδή… θα χοντρύνω περισσότερο. Μ α καλά, εσύ τι νόμιζες ότι έλεγα;» «Στο μέλλον, ενημερωτικά σ’ το λέω, όταν θα κάθεσαι μισόγυμνη πάνω στα γόνατά μου και θα μου λες ότι πρόκειται να ανοίξεις…» άρχισε να λέει ο Καλ γελώντας. «Σταμάτα» τον έκοψε η Μ ιν και προσπάθησε να τον σπρώξει, μα εκείνος την ξάπλωσε στον καναπέ και βρέθηκε πάνω από το αισθησιακό, καυτό κορμί της. «Ποτέ δεν θα μιλούσα έτσι» του είπε κοιτώντας τον στα μάτια ενώ συγχρόνως τύλιγε τα μπράτσα της γύρω από τον σβέρκο του. «Θα ήταν πολύ ανάρμοστο». «Μ ου άρεσε» είπε ο Καλ φιλώντας την. «Αυτό που προσπαθώ να σου πω» μουρμούρισε η Μ ιν όταν ξεκόλλησε τα χείλη της για να πάρει ανάσα «είναι ότι μεγαλώνοντας θα γίνω μια στρουμπουλή γιαγιά. Είναι γραμμένο στα γονίδιά μου. Θα φουσκώσω όπως το αλεύρι που φουσκώνει μόνο του». «Δεν έχω πρόβλημα. Άλλωστε, όταν γεράσω, σκοπεύω να είμαι σαν αυτούς τους γέρους ερωτύλους που κυνηγούν στρουμπουλές γιαγιάδες γύρω από καναπέδες». «Εγώ μιλάω σοβαρά» είπε η Μ ιν χαμογελώντας του με χείλη μισάνοιχτα.
428
JENNIFER CRUSIE
«Το ίδιο κι εγώ. Πιστεύεις ότι με ενδιαφέρει το βάρος σου; Μ ην ξεχνάς ότι με έχεις αποκαλέσει τέρας, λύκο, διάβολο και αχρείο διαφθορέα. Εκτός αυτού, η κολλητή σου με έχει δείρει, τρεις φορές…» «Θυμάσαι που με χτύπησες στο μάτι;» είπε η Μ ιν. «…κι εσύ μου έβαλες τις φωνές δημοσίως, εντούτοις βρίσκομαι ακόμη εδώ. Αν πιστεύεις ότι θα με ξεφορτωθείς πλαδαρεύοντας…» «Οι άντρες είναι οπτικοί τύποι» επισήμανε η Μ ιν. «Ναι». Ο Καλ ανασήκωσε με το δάχτυλο την ελαστική άκρη του νυχτικού. «Γι’ αυτό μου αρέσει το σχεδόν ανύπαρκτο νυχτικό σου. Όμως εξακολουθώ να ονειρεύομαι κάποια μέρα να σου βγάλω επίσης το ξεχειλωμένο μπλουζάκι της φόρμας και το σορτσάκι σου». Έπειτα σοβάρεψε και, συγκινημένος, προσπάθησε να της ανταποδώσει τους όρκους της αγάπης. «Εσένα θέλω, Μ ίνι. Εσένα και καμία άλλη. Θέλω να περάσω κοντά σου την υπόλοιπη ζωή μου». Η Μ ιν πήγε να τον αγκαλιάσει, μα ο Καλ θυμήθηκε το στοίχημα και ανακάθισε – παρόλο που αυτό του κόστιζε. «Η οποία αρχίζει στις εννέα και μισή» διευκρίνισε κοιτάζοντας το ρολόι. «Δηλαδή σε εβδομήντα λεπτά. Πώς θέλεις να περάσουμε αυτά τα εβδομήντα λεπτά, Μ ίνι; Έχεις σκραμπλ;» «Θα χρησιμοποιώ πονηρές λέξεις». «Ναι, όπως “ανοίγω”, για παράδειγμα» αστειεύτηκε γελώντας εκείνος. Η Μ ιν κοίταξε το ταβάνι. «Όπως σου εξήγησα, αυτά τα πράγματα έπαψαν να με ενοχλούν, εγώ θα σ’ αγαπώ όπως και να ’χει». «Ενδιαφέρον... Πες μου λοιπόν τα νέα σου». «Τα νέα μου είναι ότι μπορείς να με έχεις όπως και όποτε θέλεις». Η Μ ιν ανακάθισε και τον τράβηξε ξανά κοντά της. Καθώς ο Καλ τής έκανε χώρο για να καθίσει δίπλα του, αισθάνθηκε κάτι να τον ζουλάει στον γοφό. Η Μ ιν τον φίλησε στον λαιμό κι εκείνος ρίγησε, ενώ συγχρόνως ψάρευε τη ζώνη
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
429
της καμπαρντίνας της. Έπειτα εκείνη τον δάγκωσε κι έγειρε πίσω χαμογελώντας του. «Θα κερδίσεις το στοίχημα με τον Ντέιβιντ και θα χάσεις το στοίχημα που έβαλες μαζί μου, εξυπνοπούλι μου» τον πείραξε. «Έτσι ισοφαρίζεις». Έχει δίκιο, συλλογίστηκε ο Καλ επιθεωρώντας την και κατόπιν κοίταξε τη ζώνη που κρατούσε στα χέρια του. «Είπες πως θα μ’ αγαπάς ό,τι κι αν συμβεί;» «Ναι». «Θαύμα». Την έσπρωξε να πέσει ανάσκελα στον καναπέ και τέντωσε τα χέρια της πάνω από το κεφάλι της. «Μ ου αρέσει να έχω τον έλεγχο των καταστάσεων, Μ ίνι». «Το ξέρω. Θα το αντέξω» του είπε χαμογελώντας του. Εκείνος τη φίλησε ξανά αποσπώντας την προσοχή της, ενώ παράλληλα τύλιγε τη ζώνη γύρω από τους καρπούς της. «Ε!» διαμαρτυρήθηκε η Μ ιν διακόπτοντας το φιλί τους, όμως εκείνος είχε ήδη δέσει τη ζώνη στο μπράτσο του καναπέ. Η Μ ιν γύρισε να δει τους καρπούς της καθώς ο Καλ έδενε έναν κόμπο. «Κάλβιν, αυτό που κάνεις έχει μια δόση διαστροφής». «Μ πα, δεν είναι τίποτα το φοβερό» είπε εκείνος καθώς σηκωνόταν. «Είχα ψωνίσει μια ντουζίνα ντόνατ, δυστυχώς όμως, μετά την επείγουσα κλήση της αδελφής σου, ξέχασα να τα φέρω. Εντούτοις σε συγχωρώ επειδή η σχέση μας είναι υπεράνω αυτών των πραγμάτων». Τράβηξε προς το άνοιγμα της κουζίνας. «Λοιπόν, για ποιο πράγμα θέλεις να κουβεντιάσουμε στα επόμενα… εξήντα επτά λεπτά;» τη ρώτησε ρίχνοντας μια ματιά στο ρολόι. «Καλ!» Στον πάγκο της κουζίνας υπήρχε η γνώριμη πράσινη και άσπρη σακούλα. «Κρίσπι Κριμ! Τα μεγάλα πνεύματα συναντιούνται» σχολίασε εκείνος και μετέφερε τη σακούλα στο σαλόνι. «Αγαπημένη μου Μ ίνι, όλο τον μήνα με παίδευες, κάθε φορά που σε κοίταζα έχανα το μυαλό μου. Σε ήθελα τόσο πολύ, που κόντεψα να
430
JENNIFER CRUSIE
τρελαθώ». Την κοίταξε έτσι όπως ήταν ξαπλωμένη, δεμένη στον καναπέ, προσθέτοντας: «Εννοείται ότι ακριβώς έτσι αισθάνομαι και τώρα». «Σου ζητώ συγγνώμη» είπε η Μ ιν τραβώντας τη ζώνη. «Ήρθε λοιπόν η σειρά μου να σε τυραννήσω» συνέχισε ο Καλ και κάθισε απέναντί της. «Μ μμ, ωραίο ακούγεται». Η Μ ιν σταμάτησε να τραβάει τη ζώνη. «Τι σκοπεύεις να κάνεις;» Ο Καλ έβγαλε ένα ντόνατ από τη σακούλα. «Θα το φάω μπροστά σου» της απάντησε δαγκώνοντάς το. Ο Ντέιβιντ βγήκε στον δρόμο και πήγε στον τηλεφωνικό θάλαμο της γωνίας, επειδή τώρα πια σχεδόν όλοι διέθεταν συσκευές με αναγνώριση κλήσεων. Κάλεσε τον αριθμό του πατρικού της Μ ιν. «Πρέπει να μάθετε τι συμβαίνει» είπε όταν του απάντησαν, αλλά αμέσως μετά κατάλαβε πως του μιλούσε ο αυτόματος τηλεφωνητής. Ήξερε ότι γονείς της συνήθιζαν να βρίσκονται στο σπίτι τους μετά τις εννιάμισι, επομένως υπήρχε χρόνος. Όταν άκουσε τον χαρακτηριστικό ήχο, είπε: «Πρέπει να μάθετε τι συμβαίνει. Ο Κάλβιν Μ όρισεϊ αποπλανεί την κόρη σας για να κερδίσει ένα στοίχημα. Αυτή τη στιγμή βρίσκονται στο διαμέρισμά της». Έπειτα έκλεισε και ξανασκέφτηκε τις κινήσεις του. Απ’ όσο αντιλαμβανόταν, το σχέδιό του δεν είχε κανένα ψεγάδι. Ευχαριστημένος με τον εαυτό του, βάλθηκε να ψάχνει στον τηλεφωνικό οδηγό του θαλάμου τον αριθμό των Μ όρισεϊ. Η Μ ιν αγριοκοίταξε τον Καλ, αλλά αυτός της χαμογέλασε με το ακαταμάχητο χαμόγελό του τελειώνοντας το δεύτερο ντόνατ του αργά και βασανιστικά. «Και μετά αναρωτιέσαι γιατί δεν κοιμήθηκα μαζί σου» του πέταξε η Μ ιν. «Είχα μυριστεί, βλέπεις, πόσο σαδιστής είσαι».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
431
Αναδεύτηκε στον καναπέ προσπαθώντας να βολευτεί και τον είδε να σφίγγει τα δόντια. Α, το πουλάκι μου, συλλογίστηκε και αναδεύτηκε ξανά. «Πού την κοπάνησε ο Έλβις; Έχω ώρα να τον δω» είπε ο Καλ τρώγοντάς τη με τα μάτια. «Ίσως βγήκε πάλι από το παράθυρο. Τι λένε οι στατιστικές για τους αλητόγατους;» «Ξέρεις» είπε η Μ ιν αλλάζοντας στρατηγική «έχω φοβηθεί. Στο διαμέρισμά μου βρίσκεται ένας ξένος άντρας, κι εγώ είμαι δεμένη στον καναπέ μου. Είμαι κατατρομαγμένη» τόνισε προσπαθώντας να δώσει φοβισμένο τόνο στη βραχνή από τον πόθο φωνή της. «Παράξενο, γιατί εμένα μου φαίνεσαι τσατισμένη». Ο Καλ έπιασε το τηλεκοντρόλ. «Θέλεις να δούμε τηλεόραση;» «Το ξέρεις ότι όσοι κάνουν τέτοια πράγματα πάνε φυλακή;» είπε η Μ ιν σφίγγοντας τα δόντια. «Μ όνο αν τους πιάσουν. Τέτοια ώρα συνήθως παρακολουθώ το CNN». Ο Καλ στράφηκε προς το μέρος της. «Αλλά, βέβαια, συνήθως δεν έχω τίποτα καλύτερο να δω. Το ξέρεις ότι έχεις υπέροχο σώμα;» «Δεν περνάνε αυτά σ’ εμένα. Ξέρω ότι ονειρεύεσαι το σεξ, μα…» «Οι άντρες αγοράζουν περιοδικά για να κοιτάξουν στήθη σαν τα δικά σου, κι εγώ ο τυχεράκιας κάθομαι τώρα εδώ, μ’ ένα κορίτσι με τέτοια στήθη δεμένο σ’ έναν καναπέ». Ο Καλ πέταξε το τηλεκοντρόλ στο τραπεζάκι μπροστά από τον καναπέ. «Ξαφνικά το CNN έχασε την αίγλη του». «Αν ποτέ σηκωθώ από τον καναπέ» είπε η Μ ιν με σφιγμένα δόντια «αυτό το στήθος δεν θα το ξαναδείς. Εμπρός, λύσε με». «Δεν μας τα λες καλά. Δοκίμασε ξανά». «Κάλβιν…» «Έχεις ιδέα πόσο δύσκολο μου είναι να συγκρατηθώ για να μη σ’ αγγίξω;» της είπε με προσποιητή απάθεια. «Δεν έχεις παρά να με λύσεις και να πέσουμε με πάθος ο ένας στον άλλο» πρότεινε η Μ ιν ξαναβρίσκοντας το κέφι της.
432
JENNIFER CRUSIE
«Σε σαράντα πέντε λεπτά. Για ποιο θέμα θέλεις να κουβεντιάσουμε στο μεταξύ;» Συγκεντρώσου, είπε μέσα της η Μ ιν, δεν σκέφτεσαι σωστά. Αν εξαιρέσουμε το γεγονός ότι είσαι δεμένη στον καναπέ, κατά τα άλλα εσύ έχεις το πάνω χέρι. Σε θέλει. Μ πορεί να σε έχει. Απλώς χρειάζεται μια σπίθα˙ μια σπίθα είναι αρκετή για να πάρει φωτιά. «Κι εγώ σε ήθελα» του είπε χαλαρώνοντας την πλάτη στα μαξιλάρια. «Ναι, σωστά, γι’ αυτό διαρκώς με απέφευγες» ειρωνεύτηκε ο Καλ πιάνοντας ακόμα ένα ντόνατ. «Έφταιγε το στοίχημα. Θυμάσαι το πικνίκ στο πάρκο; Ήθελα να σε βάλω κάτω, να σου σκίσω το πουκάμισο και να σε δαγκώσω». Το χέρι του έμεινε μετέωρο μπροστά από το στόμα του. «Έκλεινα τα μάτια» συνέχισε εκείνη «και σε φανταζόμουν γυμνό πάνω μου, σκεφτόμουν όλα αυτά που θα μου έκανες… προπάντων στο στήθος μου. Αλήθεια, σου έχω αναφέρει ότι το στήθος μου είναι πολύ ευαίσθητο; Μ πορώ σχεδόν να φτάσω σε οργασμό απλώς και μόνο με τη σκέψη των χειλιών σου πάνω στις…» «Δεν παίζεις τίμια» την έκοψε ο Καλ. «Εγώ δεν παίζω τίμια; Εγώ που είμαι δεμένη στον καναπέ! Πόσο τίμιο το θεωρείς αυτό;» ρώτησε η Μ ιν προσπαθώντας να ανασηκωθεί. «Καθόλου. Γι’ αυτό μ’ αρέσει». Καθώς η Μ ιν ξεφύσηξε απογοητευμένη, εκείνος σηκώθηκε και πήγε να καθίσει δίπλα της. Έπειτα βούτηξε το δάχτυλό του στη σοκολάτα του ντόνατ. «Ξέρεις πόσες φαντασιώσεις έχω πλάσει με το κορμί σου;» Έσυρε το δάχτυλό του στο στήθος της πασαλείβοντας τη σοκολάτα κάτω από τις δαντέλες, αφήνοντάς την ξέπνοη. «Και να σκεφτείς ότι αυτό που κάνω τώρα δεν το είχα σκεφτεί» συνέχισε ο Καλ μαρκάροντας και το άλλο στήθος της με τον ίδιο τρόπο. «Τι βλακεία!»
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
433
«Το… το λέρωσες» μουρμούρισε η Μ ιν, αδυνατώντας προς στιγμήν να σκεφτεί μια πιο σύνθετη πρόταση. «Δεν υπάρχει πρόβλημα, αφού σκοπεύω να σου το βγάλω ευθύς αμέσως» είπε ο Καλ γέρνοντας αποπάνω της. «Διεστραμμένε!» μουρμούρισε εκείνη, σφαλίζοντας τα βλέφαρα μόλις ένιωσε τη γλώσσα του στην επιδερμίδα της. «Ναι, αλλά σου αρέσει» της είπε κατεβάζοντας το δαντελωτό νυχτικό. «Χα χα». Ο Καλ ανασηκώθηκε για να την κοιτάξει στα μάτια. «Θέλεις να σταματήσω;» ρώτησε και η Μ ιν ένιωσε το χέρι του κάτω από το στήθος της, ένιωσε τον αντίχειρα να τρυπώνει κάτω από τη δαντέλα. «Θέλω να απολαύσω όλα όσα έχεις να μου προσφέρεις» του αποκρίθηκε και είδε τα μάτια του να σκοτεινιάζουν, ενώ συγχρόνως η παλάμη του της έσφιγγε το στήθος. «Λύσε με». «Μ ε τίποτα». Η Μ ιν τέντωσε το σώμα προς το μέρος του κι αυτός την έσπρωξε πίσω κι έσκυψε κοντά της βαριανασαίνοντας, κατεβάζοντας αυτή τη φορά το νυχτικό και ξεσκεπάζοντας το στήθος της. Όταν εκείνη ένιωσε τα χείλη του στη σάρκα της, τεντώθηκε από ευχαρίστηση αλλά και ανακούφιση. Ο Καλ τραβήχτηκε πίσω και την κοίταξε ασθμαίνοντας. Την ίδια στιγμή που παρατηρούσε το γυμνό στήθος της σαν υπνωτισμένος, της κατέβασε το νυχτικό ως τη μέση. Η Μ ιν διαμαρτυρήθηκε αιφνιδιασμένη και προσπάθησε ενστικτωδώς να σκεπάσει το σώμα με τα χέρια της, ξεχνώντας ότι ήταν δεμένα. «Θεέ μου, είσαι πολύ όμορφη» της είπε χωρίς να ξεκολλήσει το βλέμμα από το στήθος της. Η Μ ιν άρχισε να τραβάει τη ζώνη, διχασμένη ανάμεσα στην αμηχανία, τη συστολή και τον πόθο, μα όταν οι παλάμες του σκέπασαν το στήθος της, ο πόθος κέρδισε τη μάχη. Σφάλισε τα μάτια της απολαμβάνοντας την αίσθηση των καυτών χειλιών του, κι ένα δυνατό ρίγος τράνταξε το σφιγμένο σώμα της. Έπειτα
434
JENNIFER CRUSIE
κόλλησε πάνω του και προσευχήθηκε το αγκάλιασμά τους να μην τελειώσει ποτέ. Ο κατάλογος δεν περιλάμβανε τον αριθμό των Μ όρισεϊ, οπότε ο Ντέιβιντ τηλεφώνησε στη Σίνθι. «Θέλω να μου δώσεις το τηλέφωνο των γονιών του Καλ». «Γιατί;» ρώτησε ξερά η Σίνθι. «Δεν έχει σημασία. Σημασία έχει ότι ο Καλ θα γινόταν έξαλλος αν μάθαινε ότι μου υπέδειξες τον τρόπο με τον οποίο την περασμένη Κυριακή έσπειρα ζιζάνια ανάμεσά τους. Δώσε μου τον αριθμό, αλλιώς τα λέω όλα στον Καλ». Ακολούθησε μακριά σιωπή κι έπειτα η Σίνθι άφησε κάτω το τηλέφωνο. Όταν επέστρεψε στη γραμμή, του έδωσε τον αριθμό. Ο Ντέιβιντ την ευχαρίστησε και κάλεσε τον αριθμό των Μ όρισεϊ. «Πρέπει να μάθετε τι συμβαίνει» είπε όταν το τηλέφωνο σταμάτησε να καλεί, αλλά κατόπιν διαπίστωσε πως του απάντησε ο αυτόματος τηλεφωνητής. «Καταντάει γελοίο» μονολόγησε, αλλά μόλις άκουσε τον χαρακτηριστικό ήχο, είπε: «Πρέπει να μάθετε τι συμβαίνει. Ο γιος σας αυτή τη στιγμή αποπλανεί μια γυναίκα προκειμένου να κερδίσει ένα στοίχημα. Η γυναίκα ονομάζεται Μ ιν Ντομπς και είναι άνθρωπος εκδικητικός που δεν θα διστάσει να υποβάλει αγωγή εναντίον του». Στη συνέχεια ανέφερε τη διεύθυνση του διαμερίσματός της και έκλεισε. «Δεν τα πήγα άσχημα» μονολόγησε ικανοποιημένος από τον εαυτό του και σήκωσε ξανά το ακουστικό. Ήταν βέβαιος ότι θα έβγαινε νικητής. Δεκαπέντε λεπτά αργότερα, ο Καλ έπιασε το μισοφαγωμένο τρίτο ντόνατ του ενώ η Μ ιν κόντευε να ξεχάσει ακόμα και το όνομά της.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
435
«Τι κάνεις;» τον ρώτησε. «Σκοτώνω την ώρα μου» αποκρίθηκε εκείνος βαριανασαίνοντας. Δάγκωσε μια μπουκιά, κατάπιε και συνέχισε: «Σκέφτηκα ότι, αν απασχολήσω το στόμα μου με το ντόνατ, θα πάψω να σε φιλάω». Κοίταξε το ρολόι. «Μ ας μένει μισή ώρα, αλλά φοβάμαι ότι δεν θα μου φτάσουν τα ντόνατ». «Μ πορείς τουλάχιστον να με σκεπάσεις με το νυχτικό;» είπε η Μ ιν κοκκινίζοντας, καθώς η έξαψη υποχωρούσε. «Μ πα, όχι, σκέφτομαι ότι θα μου άρεσε να κυκλοφορείς μονίμως γυμνόστηθη». «Κάτι τέτοιο θα άναβε τα πνεύματα στη δουλειά» επισήμανε η Μ ιν, που σε γενικές γραμμές ντυνόταν συντηρητικά. «Ήθελα να πω…» «Όχι δημόσια, χαζούλα μου» της είπε ο Καλ. «Μ όνο στο σπίτι. Θα το περιλάβουμε στους γαμήλιους όρκους. Θα μου υποσχεθείς ότι θα με αγαπάς, θα με τιμάς, θα με φροντίζεις και ότι κάθε βράδυ θα είσαι γυμνόστηθη». «Θα παντρευτούμε;» αναφώνησε η Μ ιν παλεύοντας να ανασηκωθεί. «Φυσικά θα παντρευτούμε» αποκρίθηκε ο Καλ παρατηρώντας τη με ενδιαφέρον. «Πιστεύεις ότι θα σε έδενα αν δεν ήμουν σίγουρος για τον γάμο μας;» «Δεν μου ζήτησες να παντρευτούμε» είπε η Μ ιν τραβώντας τη ζώνη. «Θα με παντρευτείς;» ρώτησε ο Καλ εξακολουθώντας να κοιτάζει το στήθος της. «Όχι» απάντησε η Μ ιν, θέλοντας να τον αγκαλιάσει και συγχρόνως να τον δολοφονήσει. «Έτσι μπράβο. Γιατί έπειτα από πολλά χρόνια, όταν ο Χάρι θα ρωτάει πώς σου έκανα πρόταση, δεν θα είσαι αναγκασμένη να πεις: “Μ ε έδεσε στον καναπέ, με έγδυσε, έφαγε ντόνατ από το στήθος μου και μετά μου ζήτησε να τον παντρευτώ”» επισήμανε ο Καλ δαγκώνοντας άλλη μια μπουκιά. «Το μόνο που θέλω είναι να κάνουμε έρωτα, να
436
JENNIFER CRUSIE
ξεμπερδέψουμε με το ηλίθιο στοίχημα και να αρχίσουμε μια αληθινή σχέση, αν και το βλέπω δύσκολο έπειτα από αυτό» είπε εκείνη τραβώντας απότομα τη ζώνη. «Αυτό εδώ ίσως μας πάει λίγο πίσω». «Αποκλείεται» είπε ο Καλ με εκνευριστική ηρεμία. «Συμφωνήσαμε πως τίποτα δεν μπορεί πλέον να βλάψει τη σχέση μας. Είναι ελαφρώς διεστραμμένο, αλλά μου αρέσει που είμαστε έτσι εμείς οι δύο». «Εσύ είσαι ο διεστραμμένος. Εγώ είμαι απολύτως φυσιολογική. Και τώρα λύσε με κι έλα να το κάνουμε». Ο Καλ κράτησε προς στιγμήν την ανάσα του. Εκείνη τον ικέτευε βουβά να την κάνει δική του, όμως αυτός δάγκωσε το ντόνατ του, και η Μ ιν έσφιξε τα δόντια για να ελέγξει τα σπασμένα νεύρα της. «Ίσως απασχολώ λάθος στόμα» της είπε εκείνος κόβοντας ένα κομμάτι. «Άνοιξέ το». «Εγώ δεν…» είπε η Μ ιν και ο Καλ έχωσε το γλυκό στο στόμα της. «Μ μμ» έκανε εκείνη απολαμβάνοντας τη ζάχαρη και τη σοκολάτα με όλες τις αισθήσεις της. «Ο σκοπός της ζωής μου είναι να κατορθώσω να δω αυτό το χαμόγελο στο πρόσωπό σου χωρίς τη βοήθεια της σοκολάτας». «Το έχεις ήδη πετύχει». Η Μ ιν κατάπιε την μπουκιά. «Απλώς δεν έτυχε να κοιτάζεις το πρόσωπό μου εκείνες τις στιγμές». «Αλήθεια;» Ο Καλ χάιδεψε το στήθος της με τον αντίχειρά του και η Μ ιν ένιωσε το σώμα της να σφίγγεται πάλι, όμως αυτή τη φορά, όταν άνοιξε τα μάτια, εκείνος την παρατηρούσε επίμονα. Παρ’ όλη την έξαψη και τον πόθο της, το βλέμμα του της προκάλεσε αμηχανία και μεμιάς το πρόσωπό της κοκκίνισε. «Έχεις απόλυτο δίκιο» είπε εκείνος και, όπως έσκυβε να τη φιλήσει, η Μ ιν ξέχασε και τις ντροπές και τα πάντα˙ απολαμβάνοντας τα χάδια του, κόλλησε πάνω του και τον φίλησε αναστενάζοντας. «Λύσε με» του ψιθύρισε. «Όχι ακόμη, μένει να σκοτώσουμε μισή ώρα ακόμα». Η
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
437
παλάμη του κατέβηκε στην κνήμη της. «Αυτή τη φορά, λέω να ξεκινήσω με τα δάχτυλα των ποδιών». «Μ η μου πεις ότι θα πιπιλάς τα δάχτυλά μου για ένα μισάωρο!» «Θα αρχίσω από τα δάχτυλα» εξήγησε ο Καλ «και σιγά σιγά θα ανηφορίσω». «Θα ανηφορίσεις, είπες;» ψιθύρισε η Μ ιν. «Και σε δεκαπέντε λεπτά περίπου, το υπόλοιπο νυχτικό σου θα πάει περίπατο». «Μ ε τα φώτα ανοιχτά;» αναφώνησε εκείνη έκπληκτη, και ο Καλ γέλασε και έσκυψε κοντά στα δάχτυλα των ποδιών της. Ο Ντέιβιντ πληκτρολόγησε τον αριθμό του κινητού της Νταϊάνα πιστεύοντας πως, μετά το φιάσκο της Κυριακής, η Νταϊάνα θα ήθελε να συντρίψει όλα τα αρσενικά που πετύχαινε στο διάβα της, προπάντων έναν άντρα που έκανε κακό στην αδελφή της. «Πρέπει να μάθεις τι συμβαίνει» είπε μόλις το τηλέφωνο σταμάτησε να καλεί, και για μια ακόμα φορά διαπίστωσε ότι του απάντησε τηλεφωνητής. «Μ α καλά, κανένας δεν είναι στο σπίτι του τις Τετάρτες;» αναρωτήθηκε νευριασμένος, μα όταν ακούστηκε ο χαρακτηριστικός ήχος, επανέλαβε το τροπάρι του. «Πρέπει να μάθεις τι συμβαίνει. Αυτή τη στιγμή ο Κάλβιν Μ όρισεϊ αποπλανεί την αδελφή σου για να κερδίσει ένα στοίχημα». Κατόπιν έκλεισε το τηλέφωνο και ετοιμάστηκε για το τέταρτο και τελευταίο τηλεφώνημα – το τηλεφώνημα που τον τρόμαζε. Είναι ανώνυμο, είπε μέσα του. Δεν θα μάθει ποτέ ποιος της τηλεφώνησε. Παρ’ όλα αυτά, γύρισε στο διαμέρισμά του για να πιει πρώτα ένα ποτό. Στις εννέα και τέταρτο, αφού την είχε αγγίξει σ’ όλα τα σημεία που μπορούσε να φανταστεί η Μ ιν –και σ’ ένα δυο ακόμα που
438
JENNIFER CRUSIE
δεν τα είχε σκεφτεί–, ο Καλ εδέησε να της λύσει τα χέρια. Η Μ ιν ανακάθισε στον καναπέ και του κοπάνησε μια γροθιά στο μπράτσο. «Αν τολμήσεις άλλη φορά να με δέσεις, σ’ έφαγα». «Έτσι, ε;» μουρμούρισε εκείνος αβέβαια, καθώς τον έσπρωχνε πίσω και σκαρφάλωνε πάνω στα πόδια του κολλώντας πάνω του όσο το δυνατόν πιο σφιχτά και φιλώντας τον με πάθος. Όταν αποτραβήχτηκε για να πάρει ανάσα, του έριξε άλλη μια γροθιά στον ώμο. «Το εννοώ, μην τολμήσεις άλλη φορά να με δέσεις» του είπε αναζητώντας πάλι το στόμα του με αδημονία. Ένα λεπτό αργότερα διέκοψε ξανά το φιλί τους, τον ξαναχτύπησε και επανέλαβε: «Μ ην τολμήσεις». «Αλήθεια;» ρώτησε εκείνος το ίδιο λαχανιασμένος, και η Μ ιν κοίταξε ξανά τη ζώνη στο μπράτσο του καναπέ και ανατρίχιασε. «Τουλάχιστον όχι στο σαλόνι» του είπε. «Ούτε τόσο πολλή ώρα, ούτε με τόσα φώτα…» Ο Καλ την έριξε ανάσκελα στον καναπέ κολλώντας την πάνω στα μαξιλάρια. «Όταν θα το επαναλάβουμε» της είπε χαϊδεύοντας το κορμί της «θα το κάνουμε όπου και όποτε το θελήσω, και μάλιστα στο φως δυνατών προβολέων». «Έτσι νομίζεις!» είπε η Μ ιν, όταν όμως εκείνος την ξαναφίλησε, συλλογίστηκε: Διάβολε, θα κάνω ό,τι μου ζητήσεις, και του ανταπέδωσε το φιλί. «Θα κάνεις ό,τι σου ζητήσω» της ψιθύρισε στο αυτί. «Εντάξει» συμφώνησε εκείνη με φωνή που μόλις ακουγόταν. «Μ πορώ επιτέλους να σε απολαύσω;» «Όχι ακόμη» ψέλλισε ο Καλ πάνω στον λαιμό της. «Δεκαπέντε…» «Θέλεις να μάθεις ποια είναι η αγαπημένη μου φαντασίωση;» του ψιθύρισε στο αυτί, κι αυτός βόγκηξε. «Σε φαντάζομαι να γλιστράς αργά μέσα μου». Ένιωσε το χέρι του να τη σφίγγει
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
439
δυνατά και συνέχισε: «Το λατρεύω αυτό το σημείο στο σεξ, το αρχικό κομμάτι, λατρεύω αυτή την αίσθηση, και μαζί σου θα είναι ακόμα καλύτερα γιατί ό,τι κι αν κάνω μαζί σου είναι το καλύτερο. Αυτό που νιώθω όταν με αγγίζεις, ο τρόπος που με φιλάς, με προϊδεάζουν για το πώς…» Ο Καλ τη φίλησε με πάθος ζουλώντας την πάνω στα μαξιλάρια, ρουφώντας τη φωνή και την ανάσα της. «Σσς, μας μένουν άλλα δεκαπέντε λεπτά» της ψιθύρισε αφήνοντας το στόμα της και κατεβαίνοντας χαμηλότερα, κεντώντας με τα χείλη του στο κορμί της. «Μ μμ» μουρμούρισε εκείνη καθώς όλα τα νεύρα του κορμιού της έπαιρναν πάλι φωτιά. «Τι θα μου κάνεις αυτά τα δεκαπέντε λεπτά;» τον ρώτησε, κι αυτός δάγκωσε τον μηρό της ανοίγοντας συγχρόνως τα πόδια της με το χέρι του. «Θεέ μου» ψιθύρισε η Μ ιν, όταν η γλώσσα του γλίστρησε μέσα της. «Θα χάσω δέκα δολάρια». Το κινητό της Λίζα χτύπησε στην κουζίνα του Εμίλιο’ς, και ο Τόνι το έβγαλε από την τσάντα της και της το έδωσε, χωρίς να αφήσει το βυθισμένο στη μακαρονάδα πιρούνι του. «Είσαι βέβαιος ότι δεν είμαστε μαζί εμείς οι δύο;» είπε η Λίζα παίρνοντας το τηλέφωνο. «Γιατί όλο εδώ βρίσκεσαι». «Συνηθίζω να τρώω στου Εμίλιο, αυτό είναι όλο» απάντησε ο Τόνι τυλίγοντας τα μακαρόνια στο πιρούνι του. «Σε παραμονεύω». «Σωθήκαμε» μουρμούρισε εκείνη και απάντησε στο τηλέφωνο. «Εμπρός;» «Λίζα;» είπε μια αντρική φωνή. «Πρέπει να μάθεις τι συμβαίνει. Ο Καλ Μ όρισεϊ εξαπατά τη Μ ιν για να κερδίσει εκείνο το στοίχημα». «Πώς; Ποιος είναι στο τηλέφωνο;» «Το στοίχημα λήγει τα μεσάνυχτα» είπε η φωνή, που είχε έναν γνώριμο υπεροπτικό τόνο. «Και ο Μ όρισεϊ είναι
440
JENNIFER CRUSIE
αποφασισμένος να το κερδίσει». «Ντέιβιντ;» Το τηλέφωνο έκλεισε, αφήνοντας τη Λίζα εμβρόντητη. «Ο Ντέιβιντ;» ρώτησε ο Τόνι, σηκώνοντας το βλέμμα από τη μακαρονάδα του. «Εμίλιο;» φώναξε η Λίζα για να ακουστεί μες στον σαματά της κουζίνας. «Κάνω διάλειμμα». «Αχ, όχι» μουρμούρισε ο Τόνι. «Εσύ τρώγε τα ζυμαρικά σου» του είπε κατευθυνόμενη προς την έξοδο. «Να πάρει η οργή» βλαστήμησε ο Τόνι και άφησε κάτω το πιρούνι για να την ακολουθήσει.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
441
16
να τρέμει σαν το ψάρι, ο Καλ έπλεξε τα δάχτυλά του στα μαλλιά της και της έστριψε το κεφάλι για να δει το ρολόι στο γείσο του τζακιού. «Εννέα και τριάντα πέντε» της ανακοίνωσε βραχνά. «Έχασα το στοίχημα. Πάει, τελείωσε». «Χάσαμε πέντε ολόκληρα λεπτά;» ρώτησε παράφορα η Μ ιν. «Δεν σ’ άκουσα να παραπονιέσαι» ψέλλισε ο Καλ ακουμπώντας το κεφάλι του στην κοιλιά της. «Πήγαινέ με στο κρεβάτι ή πάρε με εδώ στον καναπέ» είπε η Μ ιν βαριανασαίνοντας. «Σε θέλω τώρα». «Θα σε παντρευτώ οπωσδήποτε» δήλωσε ο Καλ τραβώντας τη να σηκωθεί από τον καναπέ και οδηγώντας τη στην κρεβατοκάμαρα. Η Μ ιν τον ακολούθησε με γοργά βηματάκια, κι όταν την έριξε πάνω στο σατέν κάλυμμα, της κόπηκε η ανάσα. Το καυτό κορμί της κυλίστηκε στο δροσερό ύφασμα, ενόσω εκείνος γδυνόταν και αναζητούσε ένα προφυλακτικό. Έπειτα ο Καλ πλάγιασε δίπλα της κολλώντας με δύναμη πάνω της το ζεστό κορμί του, και εκείνη έκλεισε τα μάτια για να απολαύσει τη στιγμή. Τον παρότρυνε να βιαστεί όταν ένιωσε ξανά τα χέρια του να τη χαϊδεύουν αφυπνίζοντας το ένα μετά το άλλο τα νεύρα του σώματός της, κι όταν τα δάχτυλά του γλίστρησαν μέσα της ΟΤΑΝ Η ΜΙΝ ΕΦΤΑΣΕ ΣΤΟ ΣΗΜΕΙΟ
442
JENNIFER CRUSIE
για μια ακόμα φορά, η Μ ιν τού δόθηκε ανενδοίαστα, τρέμοντας σύγκορμη, κι όταν το σώμα του πήρε θέση ανάμεσα στους μηρούς της, τέντωσε το κορμί της για να σμίξει μαζί του γυρεύοντας απελπισμένα να τον νιώσει μέσα της. Τα φλογερά μάτια του καρφώθηκαν στα δικά της κι εκείνη του ανταπέδωσε το βλέμμα, υπνωτισμένη, τρελή από έρωτα. Ο Καλ τη φίλησε, η γλώσσα του εισχώρησε στο στόμα της τη στιγμή που το κορμί του διείσδυε στο δικό της, λάβρο και λείο, κι εκείνη αναστέναξε και σφίχτηκε πάνω του παρασυρμένη από κύματα ηδονής. Ο Καλ τραβήχτηκε και κατόπιν γλίστρησε ακόμα βαθύτερα. Η Μ ιν δάγκωσε το χείλος της αδύναμη, απολαμβάνοντας την κάθε στιγμή καθώς ο πόθος φούντωνε ολοέν α, και άρχισε να κουνιέται στον δικό του ρυθμό, ζαλισμένη από ευτυχία, από τη χαρά που ήταν μαζί του, από το πόσο όμορφο, ταιριαστό, αρμονικό ήταν το σμίξιμό τους. Αργοσαλεύοντας ρυθμικά, ο Καλ τής ψιθύριζε στο αυτί ότι την αγαπούσε, ότι ήταν όμορφη, ότι ήταν δική του, ξανά και ξανά, ώσπου εκείνη άρχισε να τον νιώθει παντού, ένιωθε τη φωνή του, την ανάσα του, τα χέρια του, το κορμί του, όλα υμνούσαν τον έρωτά τους. Η Μ ιν ρούφηξε τα χείλη του και του είπε ότι τον αγαπούσε και ότι θα τον αγαπούσε παντοτινά, δίχως όρια, και τότε τον ένιωσε παντού, τον ένιωσε στο αίμα της, στα μύχια της ψυχής της, στα ακροδάχτυλά της, πίσω απ’ τα μάτια της καθώς και χαμηλά, βαθιά, εκεί που τα κορμιά τους έσμιγαν, εκεί όπου η φλόγα και η ένταση φούντωναν ολοένα. Ήρθε η στιγμή που αισθάνθηκε ότι πετούσε σε μια δίνη από αστέρια και ασημόσκονη, ένα σύμπαν λαμπερό, μες στο φως. Ο Καλ βάλθηκε να κουνιέται πιο γρήγορα, πιο δυνατά κι εκείνη έμπηξε τα νύχια της στη σάρκα του φωνάζοντας το όνομά του, ώσπου η ένταση έφτασε τα όρια της έκρηξης, και τότε τέντωσε το κορμί της πάνω στο δικό του, παραδομένη σε ανεξέλεγκτους σπασμούς. Κι ενώ εκείνη ακόμη σφιγγόταν πάνω του, ξέπνοη από έκσταση, το κορμί του Καλ τραντάχτηκε με τη σειρά του και κατέρρευσε στην αγκαλιά της. «Θεέ μου!» ψέλλισε η Μ ιν όταν ξαναβρήκε τη φωνή της.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
443
«Καλό;» τη ρώτησε ξέπνοος, και εκείνη έγνεψε καταφατικά. «Πολύ καλό. Συγκλονιστικό. Απίθανο». Η Μ ιν πήρε βαθιά εισπνοή κι εκείνος ακούμπησε το χέρι του στο στήθος της, εκεί που ήταν η θέση του. Η Μ ιν τού έπιασε την παλάμη και την πίεσε πιο δυνατά πάνω της, παίρνοντας άλλη μια βαθιά ανάσα. «Θεέ μου, πόσο σ’ αγαπώ!» «Έξοχα!» αναφώνησε ο Καλ αποκαμωμένος. «Κι εγώ σ’ αγαπώ. Λυπάμαι που δεν προλάβαμε να κουβεντιάσουμε για το τι ήθελες». «Ήθελα αυτό ακριβώς» του αποκρίθηκε, εξακολουθώντας να αναπνέει λαχανιασμένα. «Χαίρομαι» είπε ο Καλ και γυρίζοντας το κεφάλι το μάτι του έπεσε στο ρολόι της. «Χριστέ μου». Η Μ ιν κοίταξε το μπρούντζινο κεφαλάρι με τους έλικες και αναστέναξε. «Νομίζω ότι κάποια μέρα θα μου άρεσε να με δέσεις σ’ αυτό το κεφαλάρι». «Ενημερωτικά σού λέω ότι συνήθως αντέχω περισσότερο από επτά λεπτά» της είπε ο Καλ αφήνοντας το κεφάλι του να πέσει βαριά στο μαξιλάρι. «Βέβαια, τα προκαταρκτικά συνήθως δεν διαρκούν έναν μήνα. Έλα, πες μου τα στατιστικά στοιχεία για το πόσο διαρκούν συνήθως τα προκαταρκτικά» πρόσθεσε παίρνοντας βαθιά εισπνοή. «Όχι πολύ. Εσύ είσαι η εξαίρεση στον κανόνα. Ίσως σε δέσω εγώ στο κεφαλάρι. Ναι, έτσι θα γίνει, και μετά θα σε αλείψω με γλάσο σοκολάτα». «Σ’ ευχαριστώ». Ο Καλ σφάλισε τα βλέφαρα. «Θα το ήθελα πολύ. Ετοίμασε μια λίστα. Θα τα κάνουμε όλα. Πιθανώς όχι απόψε, μια άλλη στιγμή». Η Μ ιν κουλουριάστηκε κοντά του ενώ ο σφυγμός της άρχιζε να πέφτει. «Δεν ξέρεις πόσο ευτυχισμένη είμαι. Σ’ αγαπώ τρελά και νιώθω ευτυχισμένη». Ο Καλ γύρισε προς το μέρος της και τη φίλησε, κι εκείνη
444
JENNIFER CRUSIE
βολεύτηκε κοντά του, νιώθοντας ασφαλής, ζεστή και χορτάτη. «Σ’ αγαπώ» της είπε αλλά, καθώς εκείνη άνοιγε το στόμα για να του επαναλάβει πως τον αγαπούσε, ακούστηκαν δυνατά χτυπήματα στην πόρτα της. «Τι στο διάβολο είναι αυτό;» ρώτησε ο Καλ. «Η πόρτα μου;» «Λες η Νταϊάνα να ξέχασε το κλειδί της;» Ο Καλ ανακάθισε στο κρεβάτι. «Ωχ. Είσαι πολύ αθλητική γυναίκα, Μ ινέρβα». «Μ ην είσαι τόσο σίγουρος. Στο σχολείο μού έβαζαν χαμηλό βαθμό στη γυμναστική» είπε η Μ ιν, και την ίδια στιγμή χτύπησε το τηλέφωνο. «Προφανώς δεν είχαν ανακαλύψει ποιο ήταν το κατάλληλο σπορ για σένα». Ο Καλ χάιδεψε τον γοφό της και έπιασε το παντελόνι του. «Σήκωσε το τηλέφωνο κι εγώ αναλαμβάνω την πόρτα. Ραντεβού εδώ. Μ ην ντυθείς». Διασχίζοντας το σαλόνι της, ο Καλ κούμπωνε συγχρόνως το πουκάμισο και υπενθύμιζε στον εαυτό του πως δεν έπρεπε να βάλει τις φωνές στη μέλλουσα κουνιάδα του. Όταν λοιπόν άνοιξε την πόρτα και είδε μπροστά του τον Ντέιβιντ, χάρηκε, γιατί ήταν ελεύθερος να βρίσει με την ψυχή του εκείνο τον ελεεινό τύπο. «Είναι εδώ η Μ ιν;» ρώτησε ο Ντέιβιντ με ύφος υπεροπτικό. «Ναι, φύγε». Ο Καλ ετοιμάστηκε να κλείσει την πόρτα, αλλά ξάφνου θυμήθηκε κάτι. «Κέρδισες. Αύριο θα σου στείλω επιταγή. Και τώρα πάρε δρόμο». «Δεν σκοπεύω να πάω πουθενά. Πρέπει να δω τη Μ ιν» επέμεινε ο Ντέιβιντ μπλοκάροντας την πόρτα. «Ντέιβιντ;» είπε πίσω τους η Μ ιν και, όταν γύρισαν, ο Καλ ένιωσε να του κόβεται η ανάσα. Είχε τυλιχτεί με το λιλά κάλυμμα του κρεβατιού της και ο Έλβις τριβόταν στα πόδια της. Οι ώμοι της ήταν γυμνοί και τα μαλλιά της ανακατεμένα, οι χρυσαφένιες άκρες τους πετάγονταν
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
445
παντού, τα κουκλίστικα μάγουλά της ήταν αναψοκοκκινισμένα και τα χείλη της πρησμένα και ροδαλά. Αυτό είναι δικό μου κατόρθωμα, συλλογίστηκε ο Καλ και μαγεμένος προχώρησε ένα βήμα προς το μέρος της, νιώθοντας τον πόθο να ξυπνάει ξανά μέσα του. «Θεέ μου!» αναφώνησε ο Ντέιβιντ κι έμεινε με ανοιχτό το στόμα. «Είναι δική μου. Φύγε» είπε ο Καλ. «Κέρδισες» είπε ο Ντέιβιντ και έτεινε την επιταγή προς το μέρος του. «Πώς;» Ο Καλ συνοφρυώθηκε. «Όχι». «Το στοίχημα έληγε τα μεσάνυχτα» του εξήγησε ο Ντέιβιντ με το βλέμμα στραμμένο στη Μ ιν. «Μ ένουν πάνω από δύο ώρες ακόμα. Φαίνεται ότι ο Μ έγας Κάλβιν είναι επίσης Γρήγορος Κάλβιν» πρόσθεσε με σαρκαστικό χαμόγελο. «Ουφ, για όνομα του Θεού και της Παναγίας!» είπε ο Καλ, ενώ ο Έλβις έδειχνε τα δόντια του και ο Ντέιβιντ υποχωρούσε φοβισμένος. «Έληγε τα μεσάνυχτα;» φώναξε η Μ ιν και πλησίασε παραπατώντας, καθώς το κάλυμμα μπερδευόταν στα πόδια της. Μ ινέρβα, τι ετοιμάζεσαι να σκαρώσεις; αναρωτήθηκε ο Καλ παρατηρώντας τη με ενδιαφέρον, κατακλυσμένος από νέο κύμα πόθου. «Φυσικά. Όλα τα στοιχήματα λήγουν μεσάνυχτα» δήλωσε ο Ντέιβιντ χαμογελώντας θριαμβευτικά στον Καλ. Η Μ ιν σήκωσε ψηλά το κάλυμμα. «Θέλεις να πεις ότι ο Καλ κέρδισε το στοίχημα;» ρώτησε με ραγισμένη φωνή. «Βεβαιότατα» είπε ο Ντέιβιντ αυτάρεσκα. «Αχ, τι καλά, σ’ ευχαριστώ» είπε η Μ ιν ξαναβρίσκοντας την κανονική φωνή της καθώς άρπαζε την επιταγή από το χέρι του. «Δέκα δολάρια δεν είναι κι άσχημα». «Πώς;» ρώτησε ο Ντέιβιντ χάνοντας την αυτοπεποίθησή του. «Ξέρω ότι το κέρδισε ο Καλ» απάντησε η Μ ιν χαμογελώντας
446
JENNIFER CRUSIE
ευδιάθετα «αλλά έχουμε έναν άγραφο κανόνα που λέει πως, όποτε στοιχηματίζει για μένα, τα χρήματα τα εισπράττω εγώ. Αυτό μου αποφέρει αρκετά καλό χαρτζιλίκι, επομένως η επιταγή…» Διαβάζοντας το ποσό που ήταν γραμμένο, λίγο έλειψε να της πέσει το κάλυμμα. «Δεν είμαστε καλά!» «Όπως βλέπεις, δεν πρόκειται για δέκα δολάρια» είπε ο Καλ σπεύδοντας να συγκρατήσει το κάλυμμα. Η Μ ιν τον κοίταξε με φρίκη. «Έβαλες στοίχημα δέκα χιλιάδες δολάρια ότι θα με έριχνες στο κρεβάτι;» «Όχι. Θα αγοράσω ένα μπλουζάκι που θα γράφει επάνω: “Δεν έβαλα το στοίχημα”». «Δέκα χιλιάδες» μονολόγησε η Μ ιν κοιτάζοντας ξανά την επιταγή. «Αν μου το έλεγες εκείνο το πρώτο βράδυ, θα κοιμόμουν μαζί σου επιτόπου και θα μοιραζόμασταν τα λεφτά». «Σοβαρά;» ρώτησε ο Καλ. «Όχι». «Το φαντάστηκα». Ο Καλ πήρε την επιταγή από το χέρι της και την έτεινε στον Ντέιβιντ. «Ώρα να πηγαίνεις». «Τι είναι αυτό;» ρώτησε ο Ντέιβιντ δείχνοντας τον καναπέ. Ο Καλ κοίταξε πίσω του και αντίκρισε τη ζώνη της Μ ιν δεμένη στο μπράτσο του καναπέ. «Μ ε έδεσε στον καναπέ» προθυμοποιήθηκε να εξηγήσει η Μ ιν. «Έπειτα μου έσκισε το νυχτικό και με πασάλειψε με γλάσο σοκολάτα, το οποίο στη συνέχεια έγλειψε με τη γλώσσα του. Ήταν σωστός εφιάλτης» πρόσθεσε χαμογελώντας. «Αν φύγεις, θα μπορέσουμε να το επαναλάβουμε». Στράφηκε στον Καλ. «Ελπίζω να μην ξεμείναμε από ντόνατ». «Δεν υπάρχει πρόβλημα, θα πεταχτώ στα γρήγορα να αγοράσω. Κι όταν λέω γρήγορα, το εννοώ». «Εσύ…» ψέλλισε ο Ντέιβιντ, αποσβολωμένος. Η Μ ιν περίμενε. «Εσύ δεν ήσουν έτσι». «Πράγματι. Τώρα είμαι» του είπε.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
447
«Όμως…» συνέχισε ο Ντέιβιντ, αλλά πάνω στην ώρα κατέφτασαν ο Τζορτζ με τη Νανέτ και τον έσπρωξαν για να μπουν στο διαμέρισμα. «Εσείς μας λείπατε!» μουρμούρισε ο Καλ, κι όταν ο Τζορτζ τον κάρφωσε με το βλέμμα του, ο πόθος του εξανεμίστηκε. «Αυτό ερχόμουν να σου πω» είπε η Μ ιν σφίγγοντας πάνω της το κάλυμμα. «Ο Ντέιβιντ τηλεφώνησε στην Ντι, η οποία με πήρε για να με προειδοποιήσει ότι κατά πάσα πιθανότητα είχε πέσει σύρμα». «Εσύ!» φώναξε μανιασμένα ο Τζορτζ προχωρώντας προς τον Καλ, και η Μ ιν μπήκε ανάμεσά τους. «Η αντίδρασή σου είναι υπερβολική» είπε η Μ ιν στον Τζορτζ. «Ποτέ δεν μου άρεσε το διαμέρισμά σου, αγαπητή μου» γκρίνιαξε η Νανέτ κοιτάζοντας γύρω της. Έπειτα είδε στο τραπέζι την πράσινη και άσπρη σακούλα. «Ντόνατ;» «Έπρεπε να μου δίνεις κοκαΐνη» είπε η Μ ιν στον Καλ. «Απ’ όσο καταλαβαίνω, αδυνατίζει». «Μ ιν, ο Ντέιβιντ λέει ότι αυτός ο άντρας έβαλε στοίχημα πως…» είπε ο Τζορτζ, συνεχίζοντας να είναι έξω φρενών. «Όχι» τον έκοψε η Μ ιν. «Ο Ντέιβιντ προσπάθησε να τον υποχρεώσει να βάλει το στοίχημα, αλλά ο Καλ αρνήθηκε. Πήγαινε λοιπόν να ζητήσεις τον λόγο από τον Ντέιβιντ». «Τότε αυτό τι είναι;» Ο Τζορτζ άρπαξε την επιταγή από το χέρι του Καλ. «Είναι… δέκα χιλιάδες δολάρια!» είπε διαβάζοντας το ποσό κι έπειτα στράφηκε στον Καλ. «Δεν είσαι μονάχα ανήθικος, είσαι και επιπόλαιος». «Δεν έβαλα το στοίχημα» επέμεινε ο Καλ. «Εντούτοις, κανένας δεν εννοεί να το πιστέψει». «Εγώ το πιστεύω» είπε η Μ ιν χαμογελώντας του. «Τότε στο διάβολο όλοι οι άλλοι». Ο Τζορτζ πήρε το επίσημο ύφος του. «Μ ινέρβα, φόρεσε τα ρούχα σου και πάμε σπίτι». «Μ παμπά, είμαι τριάντα τριών ετών» αντέτεινε εκείνη.
448
JENNIFER CRUSIE
«Ξέχνα το». Άπλωσε το χέρι και άρπαξε την επιταγή απ’ το χέρι του. «Γύρνα σπίτι. Πάρε μαζί και τη μητέρα…» «Κάλβιν» ακούστηκε μια παγερή φωνή από την είσοδο του διαμερίσματος. Ο Καλ γύρισε και είδε πίσω από τον Τζορτζ τη μητέρα του. «Τώρα μάλιστα!» αναφώνησε και στράφηκε στη Μ ιν. «Η φαντασίωσή μου ολοκληρώθηκε. Κάνω έρωτα επιτέλους με τη γυναίκα των ονείρων μου και ξαφνικά εμφανίζεται μπροστά μου η μητέρα μου». «Παιδιά, το πάρτι θα αρχίσει μόλις φέρει κάποιος τον πάγο» δήλωσε η Μ ιν παλεύοντας με το κάλυμμα. «Μ ε συγχωρείτε» είπε η Νανέτ προσπαθώντας να παραμερίσει τον Τζορτζ. «Είστε η Λιν Μ όρισεϊ;» Η Λιν κοίταξε τη Νανέτ θαρρείς και ανήκε στο υπηρετικό προσωπικό της. «Είμαι η μητέρα της Μ ιν, η Νανέτ». Έτεινε το χέρι της. «Χαίρομαι που σας γνωρίζω». «Χαίρω πολύ» είπε η Λιν δίχως να της δώσει το χέρι και έπειτα στράφηκε ξανά στον Καλ. «Κάλβιν». «Γεια σου, μητέρα» είπε ο Καλ. «Αποδώ η γυναίκα με την οποία θα περάσω την υπόλοιπη ζωή μου. Αν δεν το εγκρίνεις, κάθε τρίτη Κυριακή του μήνα θα πηγαίνουμε στο εστιατόριο της γειτονιάς και θα ακούμε τον Έλβις. Διαλέγεις και παίρνεις». Η Λιν τού έριξε ένα παγερό βλέμμα. Αμέσως μετά ο Καλ είδε τη Σίνθι να εισβάλλει στο διαμέρισμα, ντυμένη στα λευκά. «Σίνθι;» «Εγώ την ειδοποίησα» εξήγησε η Λιν. «Πιστεύω…» «Όχι» είπε ο Καλ και στις δύο. «Δεν είναι δυνατόν να μιλάς σοβαρά…» άρχισε να λέει η Λιν. «Μ ην τον πιέζεις» τη συμβούλεψε η Σίνθι με σιγανή φωνή. «Αυτό ήρθα να σου πω. Είναι ερωτευμένος. Θα του περάσει. Δώσε του λίγο χρόνο». Ο Καλ κούνησε το κεφάλι με απόγνωση και τράβηξε τη Μ ιν
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
449
μαζί του στον καναπέ, μακριά από την παρέα των τρελών. «Εγώ να δεις τι θα δώσω σ’ αυτό το κάθαρμα» είπε ο Τζορτζ συνοφρυωμένος. «Θα του…» «Εσύ να μη μιλάς! Εσύ είσαι ακόμα χειρότερος!» του πέταξε η Νανέτ. «Ορίστε;» είπε ο Τζορτζ. Η Μ ιν κουλουριάστηκε στον καναπέ πλάι στον Καλ και έπλεξε τα δάχτυλά της με τα δικά του. «Εφόσον μ’ άφησες να περιμένω ως τις εννιάμισι, σου χρωστάω δέκα δολάρια». «Φυσικά» είπε ο Καλ σφίγγοντας το χέρι της. «Ξεχνάς όμως πως κέρδισα ένα στοίχημα που σε αφορούσε, επομένως θα μου τα πάρεις πίσω». «Ξέρω πολύ καλά τι κάνεις» έλεγε η Νανέτ στον Τζορτζ όλο φούρκα. «Μ αλώνω… το κάθαρμα που αποπλάνησε την κόρη μας» είπε ο Τζορτζ όλο απορία. «Ξέρω τι κάνεις κάθε μεσημέρι την ώρα του φαγητού» του πέταξε η Νανέτ με ύφος δολοφονικό. «Τρώω» απάντησε σαστισμένος ο Τζορτζ. «Ναι, αλλά ποια;» φώναξε η Νανέτ, και η Μ ιν σούφρωσε τη μύτη. «Για όνομα του Θεού, μητέρα» αναφώνησε ενώ η Λιν έριχνε στην πρώτη ένα βλέμμα γεμάτο περιφρόνηση και η Σίνθι έκλεινε τα μάτια. Όσο για τον Ντέιβιντ, ήταν εμφανώς εκνευρισμένος, μπερδεμένος και χολωμένος. Την ίδια στιγμή κατέφτασε η Λίζα με τον Τόνι κατά πόδας και κοντοστάθηκε κοιτάζοντας τη σκηνή συνοφρυωμένη. «Τι διάβολο συμβαίνει εδώ;» ρώτησε. «Βρε Τόνι…» είπε ο Καλ με δυσφορία. «Σε πληροφορώ ότι επιχείρησα να την εμποδίσω». «Γιατί δεν κλείδωσες την πόρτα σου να τους αφήσεις απέξω όλους αυτούς;» ρώτησε η Λίζα τη Μ ιν.
450
JENNIFER CRUSIE
«Κλείδωσα. Ο Καλ την άνοιξε. Αν ήρθες με όρεξη για καβγά, μάλωσε τον Καλ». «Μ πα, ρίξε μου απλώς μια γροθιά, να γλιτώνουμε χρόνο» είπε εκείνος. «Τι θέλεις να πεις δηλαδή;» ρώτησε ο Τζορτζ τη Νανέτ με πρόσωπο κατακόκκινο. «Ξέρω τι κάνεις τα μεσημέρια» του απάντησε εκείνη υψώνοντας τη φωνή. «Κάθε μέρα πηγαίνεις για φαγητό με τη γραμματέα σου». «Μ ην υψώνεις τη φωνή» παρενέβη η Μ ιν, σκεπτόμενη τους γείτονες. «Πιο σιγά». «Πρόκειται για γεύματα εργασίας» δικαιολογήθηκε ο Τζορτζ. «Χρειάζομαι γραμματέα για να δουλέψω». «Εμένα ποτέ δεν με βγάζεις για φαγητό!» ούρλιαξε η Νανέτ. «Εσύ δεν ΤΡ ΩΣ!» φώναξε με τη σειρά του ο Τζορτζ. Η Μ ιν τέντωσε το κεφάλι για να δει πίσω τους τη Λίζα. «Το ξέρεις ότι εκείνο το στοίχημα ήταν για δέκα χιλιάδες δολάρια;» «Πλάκα μού κάνεις!» Η Λίζα κοίταξε έκπληκτη τον Καλ. «Στοιχημάτισες δέκα χιλιάδες δολάρια για…» «Όχι. Όχι, που να με πάρει και να με σηκώσει! Κοίτα εδώ». Ο Καλ πήρε την επιταγή από το χέρι της Μ ιν και την έσκισε στα δύο. «Το βλέπεις; Δεν υπάρχει στοίχημα». «Κρίμα που χάσαμε δέκα χιλιάρικα» είπε η Μ ιν, χωρίς ωστόσο να φαίνεται ιδιαίτερα στενοχωρημένη. Ξαφνικά άρχισαν να μιλούν όλοι μαζί. Ο Καλ κοίταξε τη Μ ιν και σκέφτηκε: Το μόνο που θέλω είναι να βρίσκομαι μόνος μαζί της στο υπόλοιπο της ζωής μου. «Για ακούστε εδώ!» φώναξε και όλοι γύρισαν να τον κοιτάξουν – άλλοι με περιφρόνηση, άλλοι με απόγνωση, άλλοι με οργή. Ο Καλ έπιασε ένα ντόνατ και στράφηκε στη Μ ιν. «Μ ινέρβα Ντομπς, σ’ αγαπώ και θα σ’ αγαπώ για πάντα. Δέχεσαι να γίνεις γυναίκα μου;» «Μ ε αιφνιδιάζεις» είπε η Μ ιν χαμογελώντας του.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
451
«Έχουμε ακροατήριο, Μ ίνι. Δέχεσαι;» «Δέχομαι» είπε η Μ ιν κι εκείνος έπιασε το αριστερό της χέρι, άνοιξε τα δάχτυλά της και πέρασε το ντόνατ στο δάχτυλο της βέρας, με μια πρωτόγνωρη βεβαιότητα πως ήταν η πιο σωστή κίνηση που είχε κάνει ποτέ στη ζωή του. «Αργότερα θα σου χαρίσω καλύτερο δαχτυλίδι» της είπε κοιτάζοντας τα σκοτεινά βάθη των ματιών της. «Θα το επαναλάβω με πιο ρομαντικό τρόπο. Τώρα θέλω απλώς να ξεφορτωθούμε όλον αυτό τον κόσμο». «Μ ε όποιον τρόπο κι αν το κάνεις, εγώ πάλι θα πω το ναι» δήλωσε η Μ ιν. «Σ’ ευχαριστώ» είπε ο Καλ και τη φίλησε απολαμβάνοντας τη θέρμη της για μια ακόμα φορά. «Θεέ μου, πόσο σ’ αγαπώ» της ψιθύρισε στο αυτί. «Δεν τη χωράει ο νους μου τόση αγάπη». «Κυρίες και κύριοι, το θέαμα έλαβε τέλος» ανακοίνωσε η Λίζα και στράφηκε στη Λιν. «Εσύ θα είσαι ασφαλώς η μητέρα. Μ ην επιχειρήσεις να τα βάλεις με τη Μ ιν. Αν ο Καλ έχει αποφασίσει…» «Έλβις» δήλωσε η Λιν με παγερή φωνή. Έπειτα έκανε μεταβολή και βγήκε από το διαμέρισμα. «Αξιαγάπητη γυναίκα» σχολίασε η Λίζα και στράφηκε στη Νανέτ. «Η σειρά σου τώρα. Ο άντρας σου δεν σε απατάει. Ξέρω καλά τους άντρες, και δεν είναι τέτοιος τύπος». Έπειτα στράφηκε στον Τζορτζ. «Σταμάτα να δουλεύεις τις ώρες του μεσημεριανού φαγητού και πήγαινε τη γυναίκα σου σε κανένα εστιατόριο». Στη συνέχεια κοίταξε ξανά τη Νανέτ. «Κι εσύ μάθε να τρως». Η Νανέτ έκανε έναν μορφασμό και ο Τζορτζ την έπιασε αγκαζέ. «Δεν σε απατάω. Δεν έχω τον χρόνο» της είπε. «Μ παμπά» τον μάλωσε η Μ ιν, αλλά η Νανέτ ρούφηξε τη μύτη της συγκινημένη. «Αλήθεια;» τον ρώτησε. «Δεν φανταζόμουν πως θα έβρισκα εσένα εδώ» είπε η Λίζα
452
JENNIFER CRUSIE
στη Σίνθι δίχως ίχνος ειρωνείας στη φωνή της. «Πρόκειται για το βιβλίο σου, έτσι δεν είναι;» «Όχι» απάντησε η Σίνθι κοιτάζοντας θλιμμένη το ζουληγμένο ανάμεσα στα δάχτυλα της Μ ιν ντόνατ. «Όχι». «Ξέρεις» της είπε η Λίζα «κανείς δεν θέλει να ακούσει μια πανέμορφη γυναίκα να διηγείται πώς καπάρωσε έναν πανέμορφο άντρα. Όλο αυτό κλείνει μέσα του μεγάλη δόση αυταρέσκειας. Γράψε ένα βιβλίο σχετικά με το πώς έχασες τον έρωτα της ζωής σου και πώς συνήλθες. Θα βοηθήσει πολύ κόσμο». «Εγώ…» «Τελείωσε, Σίνθι» δήλωσε η Λίζα. «Τον έχασες. Δεν υπάρχει επιστροφή». Η Σίνθι δεν έκρυψε την απογοήτευσή της. Έπειτα η Λίζα απηύθυνε τον λόγο στον Ντέιβιντ. «Όσο για σένα, είσαι ένας άχρηστος, ένα τιποτένιο σκουπίδι. Μ άζεψε τη χαμένη αξιοπρέπειά σου και συνόδευσε τη Σίνθι στο σπίτι της». «Αυτό που κάνεις είναι λάθος» είπε ο Ντέιβιντ στη Μ ιν. «Ξέρεις τι σόι άνθρωπος είναι ο Μ όρισεϊ;» «Βεβαιότατα» αποκρίθηκε εκείνη κόβοντας ένα κομματάκι γλάσο σοκολάτα από το δαχτυλίδι των αρραβώνων. «Δεν με πειράζει, θα διαπλάσουμε ο ένας τον άλλο και θα γεράσουμε μαζί». «Πάρε δρόμο» του είπε η Λίζα βλέποντας τη Σίνθι να φεύγει και κατόπιν τον αγριοκοίταξε. «Τρέχα να την προλάβεις, μοχθηρό σκουλήκι. Φέρσου μια φορά σαν άντρας, αντί να κάνεις ανώνυμα τηλεφωνήματα». «Εγώ δεν…» άρχισε να λέει ο Ντέιβιντ ορθώνοντας το ανάστημά του, όμως η Λίζα σταύρωσε τα μπράτσα της, οπότε εκείνος έστρεψε την προσοχή του στη Μ ιν. «Είναι ένας φρικτός εκμεταλλευτής, Μ ιν». «Όχι, καθόλου. Είναι πρίγκιπας. Κι εσύ, που κάνεις ανώνυμα τηλεφωνήματα στους ανθρώπους, είσαι σκέτο βατράχι». «Ποτέ δεν με κατάλαβες» είπε ο Ντέιβιντ και βγήκε. «Τι χοντροκέφαλος!» σχολίασε η Λίζα. «Σκοπεύεις να παντρευτείς αυτό τον άντρα;» ρώτησε ο
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
453
Τζορτζ τη Μ ιν σαν να μην πίστευε στ’ αυτιά του. «Ναι. Και αν μιλήσεις άσχημα για τον Καλ, δεν θα ερχόμαστε τις Κυριακές ούτε στο σπίτι σου, αλλά θα τρώμε παρέα με τον Έλβις». Ο Τζορτζ έριξε στον Καλ ένα βλέμμα του τύπου: Θα σε παρακολουθώ άγρυπνα, φιλαράκο, και στη συνέχεια αποχώρησε. «Πάντως θα αποκτήσετε όμορφα παιδιά» είπε η Νανέτ ξαναβρίσκοντας το κέφι της. «Δεν θα κάνουμε παιδιά» δήλωσε η Μ ιν και, όταν είδε τα μάτια της μητέρας της να στενεύουν, πρόσθεσε: «Επειδή μετά θα μου μείνουν τα κιλά». «Έχεις δίκιο» είπε η Νανέτ και τότε ο Τζορτζ επέστρεψε, τη βούτηξε απ’ το χέρι και την έσυρε στην έξοδο. «Εντάξει» είπε η Λίζα, κοιτάζοντας το έρημο πλέον διαμέρισμα. «Ό,τι είχα να κάνω εδώ, το έκανα». «Ποια είπες πως είσαι;» ρώτησε ο Καλ. «Σε ρωτάω, γιατί παρόλο που μοιάζεις με τη γυναίκα που διαρκώς με δέρνει, τώρα πήρες το μέρος μου. Μ πας κι έχεις μια κακιά δίδυμη αδελφή;» «Είμαι η καλή νεράιδα της Μ ιν, ομορφόπαιδο» αποκρίθηκε η Λίζα αγριοκοιτάζοντάς τον. «Κι αν δεν της εξασφαλίσεις το “έζησαν αυτοί καλά”, θα επιστρέψω να σε κοπανήσω μέχρι θανάτου με μια γυάλινη σφαίρα». «Πού πήγε το τραγουδάκι της καλής νεράιδας;» ρώτησε ο Καλ τη Μ ιν. «Το τραγουδάκι ήταν σε ταινία του Ντίσνεϊ, γλυκέ μου. Δεν είναι ιστορικά τεκμηριωμένο» του εξήγησε η Μ ιν. Η Λίζα προχώρησε προς την έξοδο και, βλέποντας τον Τόνι να την περιμένει με σταυρωμένα μπράτσα, κοντοστάθηκε. «Πάμε» του είπε. «Μ πορείς να με κατσαδιάσεις με την ησυχία σου στη διαδρομή για το εστιατόριο». «Κάθε άλλο» είπε ο Τόνι. «Ωραία τους τα είπες. Και με πολύ σέξι τρόπο» πρόσθεσε γέρνοντας κοντά της. «Δεν σκοπεύω να πλαγιάσω μαζί σου» είπε η Λίζα βγαίνοντας.
454
JENNIFER CRUSIE
«Τουλάχιστον άξιζε τον κόπο να το δοκιμάσω» μουρμούρισε ο Τόνι ακολουθώντας την και φεύγοντας έκλεισε την πόρτα. Στο διαμέρισμα απλώθηκε σιωπή. «Η πρώτη μου φορά μαζί σου θα μου μείνει αλησμόνητη» είπε η Μ ιν βγάζοντας το ντόνατ από το δάχτυλό της. «Η γη σείστηκε κάτω από τα πόδια μου, και μετά η μητέρα μου ρώτησε τον πατέρα μου με ποια τον απατούσε». «Ζήσαμε όντως απίστευτες σκηνές» συμφώνησε ο Καλ. «Δεν υπάρχει περίπτωση να απαλλαγούμε από αυτούς τους ανθρώπους». «Το ξέρω». «Ευτυχώς που έχουμε ο ένας τον άλλο». Η Μ ιν τον κοίταξε στα μάτια. «Σ’ αγαπώ». «Ευχαριστώ» της είπε εκείνος και τη φίλησε. «Σκοπεύω να αγοράσω σπίτι» του δήλωσε η Μ ιν λίγο αργότερα, όταν ξεκόλλησε τα χείλη της από τα δικά του για να πάρει ανάσα. «Πώς θα σου φαινόταν να ζήσεις σ’ ένα παλιό σπιτάκι, σαν αυτό όπου ζούσε άλλοτε η γιαγιά μου;» «Θα είσαι κι εσύ εκεί μέσα;» Η Μ ιν συγκατένευσε. «Τότε συμφωνώ. Και τώρα τι λες, μπορούμε να επιστρέψουμε στο κρεβάτι;» ρώτησε ο Καλ. «Ναι. Φέρε μαζί τα ντόνατ». Μ ιάμιση ώρα αργότερα, η Μ ιν ήταν ξαπλωμένη, κουλουριασμένη στο πλευρό του Καλ με τον Έλβις να κοιμάται στα πόδια του κρεβατιού, μια πορτοκαλιά βελούδινη μπαλίτσα πάνω σε λιλά σατέν. Ο Καλ ανάσαινε δυνατά, σχεδόν σαν να ροχάλιζε, κι εκείνη τον χάιδεψε τρυφερά στον ώμο. Πριν από έναν μήνα δεν τον γνώριζα, αλλά απoδώ και πέρα αυτός θα είναι η ζωή μου. Ξαφνικά θορυβήθηκε. Η σκέψη αυτή της φάνηκε γελοία, εντελώς παράλογη. Στο διάβολο η λογική, συλλογίστηκε, όμως η σκέψη είχε ριζώσει. Μ ονάχα μια τρελή θα ήθελε να εγκλωβιστεί για την υπόλοιπη ζωή της με έναν άντρα που είχε το παρελθόν
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
455
του Καλ. Ξεγλιστρώντας κάτω από το μπράτσο του σηκώθηκε και ψάρεψε το πουκάμισό του από το πάτωμα. Όταν το φόρεσε, δεν έκλεινε μπροστά. Αλλιώς μας τα δείχνουν στον κινηματογράφο, συλλογίστηκε με δυσφορία και το πέταξε κάτω. Στη συνέχεια τυλίχτηκε με το κάλυμμα του κρεβατιού, ενοχλώντας τον Έλβις αλλά αφήνοντας τον Καλ να κοιμάται κάτω από το σεντόνι. Ήταν Ιούνιος. Δεν υπήρχε περίπτωση να κρυώσει. Έπειτα βγήκε στο σαλόνι και κάθισε στον καναπέ της γιαγιάς της τυλιγμένη με το κάλυμμα, προσπαθώντας να ξεδιαλύνει τα αισθήματά της. Ο Έλβις ήρθε κοντά της, κουλουριάστηκε στην πλάτη του καναπέ και, όταν εκείνη έτριψε μαλακά το κεφάλι της στη γούνα του, ο γάτος άρχισε να γουργουρίζει. Έχουμε και λέμε λοιπόν, είπε μέσα της. Ξέρω ότι ο Καλ είναι ο μεγαλύτερος γυναικάς της πόλης και ξαφνικά ανακαλύπτω πως κοντά του βρήκα την αληθινή αιώνια αγάπη. Πόσες πιθανότητες υπάρχουν να ισχύσει κάτι τέτοιο; Απέναντί της, το ρολόι σήμανε δώδεκα. «Γεια σου» είπε ο Καλ και, ανασηκώνοντας το κεφάλι, τον είδε να στέκεται στο άνοιγμα της πόρτας, πνίγοντας ένα χασμουρητό. «Τι κάνεις εδώ;» «Μ εσάνυχτα» του είπε προσπαθώντας να ακουστεί χαρούμενη. «Ήρθε η ώρα να μεταμορφωθώ σε κολοκύθα». «Έτσι εξηγείται ο καναπές» σχολίασε εκείνος και πήγε να καθίσει δίπλα της. Την αγκάλιασε και την τράβηξε κοντά του φιλώντας τη στο μέτωπο. Η Μ ιν έκλεισε τα μάτια και έγειρε πάνω του λιώνοντας από αγάπη. Την έχω άσχημα, είπε μέσα της. «Σου συμβαίνει κάτι; Νόμιζα ότι, από τη στιγμή που έφυγαν οι μουρλοί, όλα ήταν τέλεια». «Είναι τέλεια. Απλώς προσπαθώ να σκεφτώ ποιο θα είναι το επόμενο βήμα». «Το επόμενο βήμα… Εντάξει, θα σου πω ποιο θα είναι το
456
JENNIFER CRUSIE
επόμενο βήμα. Έπιασε το χέρι της μ’ ένα ακόμα χασμουρητό. «Αύριο θα τηλεφωνήσω στη μητέρα μου για να σιγουρευτώ πως δεν θα μας καταραστεί, και μετά θα πάμε να φάμε με τους δικούς σου προκειμένου να βεβαιωθούμε ότι επανήλθαν στα συγκαλά τους». «Δύσκολο το βλέπω» σχολίασε η Μ ιν. Καθώς το κάλυμμα γλίστρησε στον ώμο της, ο Καλ βάλθηκε να χαϊδεύει νωχελικά την επιδερμίδα της με τα ακροδάχτυλά του. «Μ ετά θα πάμε να ψάξουμε για το σπίτι που έλεγες, φτάνει να το χωρίζουν μόνο έξι σκαλοπάτια από τον δρόμο». Ο Καλ αναδεύτηκε για να αποφύγει μια σούστα και πρόσθεσε: «Και θα αγοράσουμε καινούργιο καναπέ». Ένα χαμόγελο άνθησε στα χείλη της Μ ιν που, παρά τις αρνητικές σκέψεις της, ένιωθε να ξεχειλίζει από ευτυχία, κι εκείνος την έσφιξε πάνω του. «Μ ετά θα παντρευτούμε και θα ζήσουμε για πάντα ευτυχισμένοι». «Αυτό το κομμάτι είναι που με βάζει σε σκέψεις» του είπε καθώς εκείνος φιλούσε τις αρθρώσεις των δαχτύλων της. «Πιστεύεις πως θα έχουμε προβλήματα;» τη ρώτησε σφίγγοντας το χέρι της. «Δεν ξέρω» του αποκρίθηκε κοιτάζοντάς τον κατάματα. «Πιστεύω πως θα αγαπιόμαστε μέχρι να πεθάνουμε, όμως δεν ξέρω αν αυτό αρκεί. Η ζωή δεν είναι παραμύθι». «Άκου, είναι μεσάνυχτα, πέρασα μια συγκλονιστική βραδιά και τώρα το μυαλό μου αρχίζει να ρετάρει. Τι ακριβώς είναι αυτό που σε προβληματίζει;» «Το “ευτυχισμένοι για πάντα”» απάντησε η Μ ιν, ξέροντας ότι οι ενστάσεις της ακούγονταν ανόητες. «Όλα αυτά που μόλις κάναμε, το ρομαντικό κομμάτι, η στόφα του παραμυθιού… ξέρω πώς λειτουργούν αυτά τα πράγματα, έχω διαβάσει βιβλία». «Μ ιλάς για τα παραμύθια;» «Στα βιβλία, στα παραμύθια, δεν σου λένε τι έγινε μετά. Και απ’ όσο αντιλαμβάνομαι, τότε είναι που αρχίζουν τα δύσκολα. Το πενήντα τοις εκατό των γάμων καταλήγουν σε διαζύγιο και,
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
457
ναι, γνωρίζω ότι οι στατιστικές δεν είναι αξιόπιστες επειδή υπάρχουν άνθρωποι με πολλαπλά διαζύγια…» «Είναι μεσάνυχτα, κι εγώ ακούω για στατιστικά δεδομένα» είπε ο Καλ στον γάτο. «…αλλά ανησυχώ. Αυτές οι ιστορίες δεν μιλούν για ευτυχισμένο τέλος. Το παραμύθι τελειώνει εκεί όπου αρχίζει η σκληρή πραγματικότητα». «Ωραία, και λοιπόν;» ρώτησε ο Καλ. «Τι… τι θα κάνουμε;» «Τώρα δηλαδή μου ζητάς να επιχειρήσω μια φιλοσοφική προσέγγιση του μέλλοντος; Εγώ δεν ξέρω καλά καλά πού άφησα το παντελόνι μου». Η Μ ιν τον κοίταξε για μερικές στιγμές γεμάτη αγάπη – παρόλο που τα μαλλιά του ήταν ξεχτένιστα και τα καλαμπούρια του δεν τη βοηθούσαν. Ναι, τον αγαπώ παρ’ όλα αυτά, σκέφτηκε και του χαμογέλασε σφίγγοντας το κάλυμμα στο σώμα της. «Όχι, δεν ξέρω τι μ’ έπιασε. Πάμε να ξαπλώσουμε». «Θα το πάρουμε βήμα βήμα, μέρα με τη μέρα» της είπε ο Καλ αγκαλιάζοντάς την. «Ούτε εγώ έχω ιδέα από αυτά, δεν το σχεδίασα, αλλά πιστεύω πως προς το παρόν είναι αρκετό να είμαστε μαζί. Να φροντίζουμε ο ένας τον άλλο. Να παρηγορούμε ο ένας τον άλλο όταν τα πράγματα ζορίζουν». Βλέποντας την αβεβαιότητα στο βλέμμα της, της χαμογέλασε με αγάπη, τόση αγάπη που εκείνη ζαλίστηκε, κι έπειτα εκείνος συνέχισε: «Στοίχημα δέκα δολάρια ότι θα τα καταφέρουμε». Τι πιθανότητες υπάρχουν; αναρωτήθηκε η Μ ιν και ξάφνου διαπίστωσε με μια διαύγεια εκπληκτική πως δεν σκόπευε να δεχτεί το στοίχημα, πως μόνο ένας ανόητος θα στοιχημάτιζε εναντίον τους. Αυτή είναι η αληθινή αγάπη, συλλογίστηκε θαμπωμένη. Είναι η αληθινή παντοτινή αγάπη. Πιστεύω σ’ εμάς τους δύο. «Μ ιν;» ψιθύρισε ο Καλ και εκείνη τον φίλησε με όλη την ψυχή της. «Δεν βάζω στοίχημα» δήλωσε ανασαίνοντας την πνοή του.
458
JENNIFER CRUSIE
«Οι πιθανότητες να κερδίσεις είναι υπερβολικά μεγάλες». «Οι πιθανότητες να κερδίσουμε είναι υπερβολικά μεγάλες» τη διόρθωσε και την οδήγησε στο κρεβάτι.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
459
17
ΓΙΑ ΝΑ ΜΗ ΣΑΣ ΚΡΑΤΑΜΕ ΣΕ ΑΓΩΝΙΑ…
Ο Ντέιβιντ ξεπέρασε τη Μ ιν πολύ γρήγορα, ωστόσο το γεγονός ότι ο Καλ είχε κερδίσει τον βασάνιζε για πολλά χρόνια. Τέσσερις μήνες αργότερα, γνώρισε μια γυναίκα η οποία συμφωνούσε με όλα όσα της έλεγε και κοιμήθηκε μαζί του στο τρίτο ραντεβού. Παντρεύτηκαν έξι μήνες αργότερα. Αυτή η γυναίκα δεν χρησιμοποιεί ποτέ βούτυρο στο μαγείρεμα. Η Σιν άργησε να ξεπεράσει τον Καλ, επειδή τον αγαπούσε αληθινά. Κλείστηκε στο διαμέρισμά της, ζώντας με καρότα και άπαχη σος, ώσπου η Λίζα την έβγαλε με το ζόρι έξω στη λιακάδα, παρακινώντας τη να γράψει για τον χωρισμό της. Μ ε τη μεσολάβηση ενός από τους πολλούς πρώην εργοδότες της Λίζα, την έκδοση του βιβλίου ανέλαβε άλλος εκδότης. Ο εν λόγω εκδότης, ένας άντρας με γυαλιά, κατά πέντε πόντους πιο κοντός από τη Σίνθι και ελαφρώς υπέρβαρος, την έβαλε να το ξαναγράψει τέσσερις φορές και στη συνέχεια στήριξε την έκδοση με όλα τα μέσα που είχε στη διάθεσή του. Παντρεύτηκε τη Σίνθι μια μέρα προτού το έργο της φτάσει στο νούμερο ένα του καταλόγου των New York Times. Ζουν σε ένα ρετιρέ στη Νέα Υόρκη και τρώνε μόνο σε πολύ καλά εστιατόρια. Ο Εμίλιο ακολούθησε τις συμβουλές της Λίζα και μέσα σε έναν χρόνο το μαγαζί του έγινε το δημοφιλέστερο στέκι της πόλης. Της πρότεινε να γίνουν συνέταιροι, αλλά από τη στιγμή
460
JENNIFER CRUSIE
που η επιχείρηση δούλευε ομαλά, η Λίζα είχε αρχίσει να πλήττει, οπότε του σύστησε μια φίλη της που είχε μεταπτυχιακό στη διοίκηση επιχειρήσεων και παραιτήθηκε με σκοπό να προσφέρει αλλού σανίδα σωτηρίας. Ο Τζορτζ σταμάτησε να παίρνει την κατάκοπη γραμματέα του σε γεύματα εργασίας, γεγονός για το οποίο εκείνη αισθάνθηκε ευγνωμοσύνη, παρόλο που θα της έλειπε το ακριβό φαγητό. Τώρα ο Τζορτζ βγαίνει για φαγητό με τη Νανέτ τρεις φορές την εβδομάδα – και η Νανέτ τρώει. Ο Ρέινολντς περνάει πολύ χρόνο με τη Μ ιν, τον Καλ και την Μ πινκ στις διάφορες γιορτές και, έχοντας ακούσει τόσες φορές τη φράση: «Ρέινολντς, μην είσαι κόπανος», έπαψε να είναι κόπανος όταν βρίσκεται μαζί τους. Στις υπόλοιπες στιγμές της ζωής του εξακολουθεί να είναι κόπανος. Η Μ πινκ τον αγαπάει όπως κι αν είναι. Η Σάνα και η Λίντα χώρισαν φιλικά έπειτα από έναν χρόνο. Λίγο καιρό αργότερα, η Σάνα έπιασε δουλειά στου Εμίλιο, όπου γνώρισε μια μεταπτυχιακή διπλωματούχο, η οποία, όπως αποδείχτηκε, λάτρευε τον Έλβις Κοστέλο. Έπειτα από ένα τετράμηνο μετακόμισαν σ’ ένα πολυτελές στούντιο της πόλης, και έναν χρόνο αργότερα ταξίδεψαν στην Κίνα και υιοθέτησαν ένα κοριτσάκι. Η Σάνα μένει στο σπίτι και φροντίζει το παιδί, με εξαίρεση τις μέρες που ο Εμίλιο πνίγεται και ζητά τη συνδρομή της. Το κουτί με τη φιγούρα της Μ πέτι Μ πουπ είναι πάντα γεμάτο με μπισκότα. Στα δεκατέσσερα, ο Χάρι έβγαλε μουστάκι, ψήλωσε απότομα, έβαλε λίγο ψαχνό πάνω του και έγινε πιστό αντίγραφο του πατέρα και του θείου του, με τη διαφορά ότι τα μαλλιά του εξακολουθούν να πέφτουν ατίθασα στο μέτωπο και ότι φοράει γυαλιά. Έγινε ιχθυολόγος, γνώρισε μια στρουμπουλή κοπέλα κατά τη διάρκεια καταδύσεων στις Μ παχάμες, την ερωτεύτηκε και την παντρεύτηκε στον μήνα επάνω. Η γυναίκα του έχει καστανά μαλλιά με χρυσαφένιες άκρες, πρακτικό μυαλό και τρέλα με τα παπούτσια. Ο Χάρι εξακολουθεί να μην μπορεί να
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
461
φάει περισσότερα από ένα ντόνατ. Ο Ρότζερ και η Μ πόνι παντρεύτηκαν, μετακόμισαν στα προάστια και απέκτησαν τέσσερα παιδιά. Στις γιορτές όλοι μαζεύονται στο σπίτι τους. Η Νταϊάνα αρραβωνιάστηκε άλλες δύο φορές και διέλυσε και τους δύο αρραβώνες κλαίγοντας κάθε φορά στην αγκαλιά του Τόνι, ο οποίος αποφάνθηκε ότι το γούστο της στους άντρες ήταν άθλιο και τη συμβούλεψε να διαλέξει έναν καλύτερο την επόμενη φορά, οπότε εκείνη τον ζήτησε σε γάμο. Ο Τόνι φυσικά αρνήθηκε. Έξι εβδομάδες αργότερα κλέφτηκαν στο Κεντάκι, επειδή ο Τόνι είχε εισιτήρια για το ντέρμπι. Έχουν τρία παιδιά, τρία γεροδεμένα, όμορφα κορίτσια που διαπρέπουν σε όλες τις αθλητικές διοργανώσεις, πιθανώς επειδή τρώνε υδατάνθρακες. Η Λίζα συνεχίζει να ζει μια συναρπαστική ζωή γεμάτη ποικιλία και αλλαγές, τόσο πολλές, που δεν είναι δυνατόν να συνοψιστούν σε δυο γραμμές. Ο Καλ αγόρασε στη Μ ιν ένα δαχτυλίδι με έξι άψογα διαμάντια σε κύκλο. Μ προστά στο Κρίσπι Κριμ δεν πιάνει μία, όμως η Μ ιν το αγαπάει. Παντρεύτηκαν και αγόρασαν ένα παλιό σπιτάκι ένα τετράγωνο μακριά από το διαμέρισμά της, με τριάντα επτά σκαλοπάτια να το χωρίζουν από τον δρόμο. Αγόρασαν επίσης έναν καναπέ σαν της Μ πόνι, και από καιρού εις καιρόν δένουν ο ένας τον άλλο εκεί πάνω. Κάθε Πέμπτη πηγαίνουν στο Εμίλιο’ς για το «δείπνο των Αν» με τον Ρότζερ και την Μ πόνι, τον Τόνι και την Νταϊάνα, τη Λίζα και το εκάστοτε ταίρι της εβδομάδας. Η μητέρα του ανέχεται τη Μ ιν. Η δική της μητέρα λατρεύει τον Καλ. Δεν έχουν παιδιά, αλλά απέκτησαν ένα μαύρο κουταβάκι, ένα μπάσταρδο λαμπραντόρ από το Κέντρο Προστασίας Ζώων, το οποίο βάφτισαν Τέρας. Ο Έλβις το παλεύει. Και έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.
Σημειώσεις
1. Η αναλογ ιστική είναι η επιστήμη που ασχολείται με την οικονομική επίπτωση του κινδύνου και της αβεβαιότητας. Οι αναλογ ιστές αξιολογ ούν μαθηματικά την πιθανότητα των γ εγ ονότων και ποσοτικοποιούν τις ενδεχόμενες εκβάσεις προκειμένου να ελαχιστοποιηθούν οι οικονομικές απώλειες που συνδέονται με αβέβαια ανεπιθύμητα γ εγ ονότα. 2. « Οι άγ γ ελοι θέλουν να φορέσουν τα κόκκινα παπούτσια μου» . 3. Αμερικανικό γ υναικείο συγ κρότημα που παίζει κυρίως μουσική κάντρι. 4. Σε ελεύθερη απόδοση « Έτοιμη να το βάλω στα πόδια» . 5. Αναφορά στο τραγ ούδι του Έλβις Πρίσλεϊ « Devil in Disguise» . 6. Ήρωας της ταινίας θρίλερ του Άλφρεντ Χίτσκοκ Ψυχώ. 7. Αναφορά στο βιβλίο του Λιούις Κάρολ Η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων. Ο γ άτος Τσεσάιρ έχει την ιδιότητα να εμφανίζεται και να εξαφανίζεται, ενώ το γ οητευτικό χαμόγ ελό του καμουφλάρει τη δειλία του. 8. Ο ιπτάμενος σκίουρος Ρ όκι και ο τάρανδος Μπούλγ ουινκλ: ήρωες αμερικανικού καρτούν. 9. Φανταστικός χαρακτήρας της κινηματογ ραφικής σειράς Ο πόλεμος των άστρων. 10. Σε ελεύθερη απόδοση: « Δεν θα μπορούσε να είναι άλλος από σένα» . 11. Urban League: Ένωση γ ια τα ανθρώπινα δικαιώματα και εναντίον των φυλετικών διακρίσεων στις ΗΠΑ. 12. Αναφορά στον λιμό που έπληξε την Ιρλανδία μεταξύ των ετών 1845 και 1852. Ένα εκατομμύριο άνθρωποι πέθαναν από την πείνα και άλλο ένα εκατομμύριο μετανάστευσαν. 13. Θα σ’ αγ απώ γ ια πάντα.