ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ
Σύνδεση Σχολείου και Οικογένειας (458 )
Διδάσκουσα: κ. Α. Στογιαννίδου Στογιαννίδου
Κασάπογλου Μαρία Πιπεροπούλου - Παπακώστα Μαρία Σιακαντάρη Ελένη Συκάκη Χριστίνα Τζούμα Ναταλία
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2008
ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ ΣΤΗΝ ΕΦΗΒΕΙΑ
Η εφηβεία σηματοδοτεί το μεταβατικό στάδιο από την παιδική ηλικία στην ενηλικίωση και είναι περίοδος ραγδαίων αλλαγών στη ψυχο λογική και σωματική ανάπτυξη. Στις αλλαγές αυτές προσπαθεί να προσαρμοστεί τόσο ο έφηβος, όσο και το στενό οικογενειακό του περιβάλλον. Οι βιοσωματικές αλλαγές επηρεάζουν τη διαμόρφωση της εικόνας που ο έφηβος έχει για τον εαυτό του, αλλά και την εικόνα που οι άλλοι έχουν για αυτόν. Ο έφηβος διανύει την περίοδο αναζήτησης της δικής του ταυτότητας μέσα από πολλές δοκιμασίες: προσπαθεί να αναγνωρίσει την προσωπική του αξία και τις δυνατότητές του. (Κάκουρος, 1997). Αν και το βασικό σύμπτωμα έχει να κάνει με την πρόσληψη τροφής είναι βασικά συναισθηματικές διαταραχές, στις οποίες το φαγητό χρησιμοποιείται για να μπορέσει το άτομο να διαχειριστεί σκέψεις και συναισθήματα που του είναι αφόρητα. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι παράγοντες κινδύνου της παιδικής ηλικίας, όπως τα προβλήματα διατροφής, οι διαιτητικές συνήθειες και η αρνητική εικόνα του σώματος, η πίεση για συμμόρφωση σύμφωνα με τα πρότυπα της κοινωνίας για το ιδανικό σώμα, συγκρούονται με τις προκλήσεις, τις οποίες αντιμετωπίζει ο έφηβος. Αυτές οι συγκρούσεις μπορεί να οδηγήσουν μερικές φορές στην υπερβολική άσκηση αυτοελέγχου, όσον αφορά τις διατροφικές συνήθειες, με αποτέλεσμα την εκδήλωση διαταραχών δι αταραχών στην πρόσληψη τροφής, όπως την ψυχογενή ανορεξία και την ψυχογενή βουλιμία. Η έρευνα που σχετίζεται με τις διαταραχές διατροφής είναι ιδιαίτερα εκτενής εξαιτίας της επίδρασής τους στη σωματική, ψυχολογική, συναισθηματική, συμπεριφορική και κοινωνική ανάπτυξη, την ικανότητα μάθησης και την πρόκληση διαφόρων 1
μορφών ασθένειας ή ακόμα και το θάνατο ( Hoek &Van Hoeken, Hoeken , 2003 ). Οι διαταραχές διατροφής θεωρούνται αργή μορφή αυτοκτονίας, γιατί ο υποσιτισμός αποτελεί προσπάθεια αυτοκαταστροφής. αυτοκαταστροφής.
ΘΕΩΡΙΕΣ ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ Βιολογικές υποθέσεις Τα επίπεδα των ενδορφινών αυξάνονται κατά τη διάρκεια του υποσιτισμού και δρουν έτσι ενισχύοντας θετικά κυρίως τον υποσιτισμό. Ψυχοδυναμικές υποθέσεις Τα συμπτώματα έχουν συμβολικό νόημα: Ο εμετός έχει ερμηνευτεί ως απόπειρα να αποβάλλει το άτομο κάτι που δεν αντέχει, ενώ ο φόβος του πάχους συνδέεται με το φόβο της εγκυμοσύνης. Σε φεμινιστικές θεωρήσεις, οι διαταραχές διατροφής συνδέονται με την ανάπτυξη της ταυτότητας του φύλου και με δυσκολίες σε σχέση με τη διαφοροποίηση από τη μητέρα. ΓνωστικοΓνωστικο-συμπεριφορικά μοντέλα Τα συνήθη λάθη του ατόμου με ψυχογενή ανορεξία είναι η επιλεκτική αφαίρεση, η διχοτομική συλλογιστική, η υπεργενίκευση, η μεγέθυνση, η προληπτική σκέψη και η προσωποποίηση. Οικογενειακά μοντέλα Οι οικογένειες έχουν τα εξής χαρακτηριστικά: υπερεμπλοκή, υπερπροστασία, ακαμψία και έλλειψη στρατηγικών για την επίλυση των συγκρούσεων.
2
Παράγοντες που συνδέονται με τις διαταραχές διατροφής ΚοινωνικοΚοινωνικο-δημογραφικοί παράγοντες Έρευνες σε κλινικά δείγματα δείχνουν ότι ένας δυσανάλογα μεγάλος αριθμός οικογενειών ανήκουν σε υψηλότερα κοινωνικοκοινωνικο-οικονομικά επίπεδα, αν και αυτή η σχέση φαίνεται να ενισχύει τη νευρογενή τη νευρογενή ανορεξία. Αρνητικά γεγονότα ζωής Η σεξουαλική κακοποίηση στην παιδική ηλικία φαίνεται ότι είναι πιο συνηθισμένη από το γενικό πληθυσμό. Η αίσθηση ελέγχου Οι
γυναίκες
με
νευρογενή
ανορεξία
έχουν
ισχυρή
αίσθηση
αναποτελεσματικότητας και αδυναμίας ελέγχου του περιβάλλοντος και της ζωής
τους.
Οι
γυναίκες
με
νευρογενή
βουλιμία
είναι
υπερβολικά
συμμορφωμένες και δε διεκδικούν. Η βουλιμική συμπτωματολογία αποτελεί απόπειρα να λυθεί το δίλημμα που έχουν ανάμεσα στην παραδοσιακή θηλυκή ταυτότητα και την ανάγκη τους να είναι ισχυρές μέσα από τη δημιουργία σχάσης άμεσα στον εαυτό. Ο «μυστικός» εαυτός εκφράζει τα αισθήματα ανάγκης και αβοηθησίας και ο «εξωτερικός» εαυτός που περιλαμβάνει μια κρούστα τελειότητας, επιτυχίας και αποτελεσματικότητας. Οι διαταραχές διατροφής, λοιπόν, αποτελούν σοβαρές ψυχοπαθολογικές καταστάσεις, οι οποίες ασυνείδητα αποτελούν έναν τρόπο αντιμετώπισης της ζωής που υιοθετούν οι έφηβοι προκειμένου να αποφύγουν την επεξεργασία, έκφραση και διαχείριση επώδυνων συναισθημάτων. Αναπαριστούν μια διαδικασία «φυγής» από την ψυχολογική ωρίμανση και τη σεξουαλική απαρτίωση. 3
ΨΥΧΟΓΕΝΗΣ ΑΝΟΡΕΞΙΑ
Η ψυχογενής ανορεξία ξεκινά έπειτα από μια περίοδο δίαιτας και μετά από κάποιο ψυχοπιεστικό γεγονός. Είναι διάγνωση που δίνεται δέκα φορές πιο συχνά στις γυναίκες και ο συνολικός επιπολασμός ζωής είναι περίπου 1%. Δεν είναι διαταραχή της όρεξης, γιατί η όρεξη δεν προσβάλλεται, αλλά πρόκειται για διαταραχή στην αίσθηση εαυτού, την ταυτότητα και την αυτονομία. Ο έφηβος με ψυχογενή ανορεξία κυριαρχείται από την έντονη άρνηση λήψης φαγητού από φόβο μήπως αυξηθεί το βάρος του, παρά το γεγονός ότι αυτό κυμαίνεται κάτω από τα κατώτερα όρια του φυσιολογικού για την ηλικία, το φύλο και το ύψος του (δηλαδή το βάρος του βρίσκεται κάτω από το 85% του φυσιολογικού ή ο Δείκτης Μάζας Σώματος είναι κάτω από 17.5). Αναπαριστά την έκφραση των συγκρούσεων ως προς την εξάρτηση, την αυτονομία και τον έλεγχο ( Τσιάνου, 2003). Έτσι, λοιπόν, βρίσκεται συνεχώς στην προσπάθεια να χάσει περισσότερο βάρος. Το άτομο με ψυχογενή ανορεξία προσπαθεί να χάσει συνεχώς βάρος, έχει διαταραγμένη εικόνα για το σώμα του και δίνει υπέρμετρη έμφαση στην επίδραση του βάρους ή του σχήματος του σώματος του στην αυτοαξιολόγηση. Επίσης, όσο αφορά τις γυναίκες, συνυπάρχουν συχνά διαταραχές στον εμμηνορρυσιακό κύκλο ως αποτέλεσμα της υπερβολικής μείωσης του σωματικού βάρους.
4
Στο DSM-IV, η ψυχογενής ανορεξία διακρίνεται σε δύο τύπους, ανάλογα με τον τρόπο στον οποίο καταφεύγει το άτομο προκειμένου να περιορίσει τη πρόσληψη θερμίδων. Α) Ο περιοριστικός τύπος (restricting type), όπου το άτομο καταφεύγει σε δίαιτα ή υπερβολική άσκηση και Β) η υπερφαγία / ο καθαρτικός τύπος ( binge-eating/ purging type) όπου το άτομο παρουσιάζει τακτικά επεισόδια υπερφαγίας ή καταφεύγει σε συμπεριφορά κάθαρσης, (πρόκληση εμετού, συχνή χρήση καθαρτικών, διουρητικών ή υποκλυσμών). Ο τύπος αυτός παρουσιάζεται περίπου στις μισές περιπτώσεις της ψυχογενούς ανορεξίας (APA, 1994).Τα άτομα τα οποία παρουσιάζουν το δεύτερο τύπο της ψυχογενούς ανορεξίας συνήθως έχουν οικογενειακό ιστορικό διατροφικών διαταραχών και πιο συγκεκριμένα παχυσαρκίας, αλλά και συναισθηματικών προβλημάτων. Αντίθετα, τα άτομα με περιοριστικού τύπου ανορεξία είναι συνήθως άτομα που χαρακτηρίζονται από εμμονές, άκαμπτη συμπεριφορά και υπερβολικό αυτοέλεγχο (Garner, 1993).
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ Κατά την διερεύνηση της αιτιολογίας των διατροφικών διαταραχών πρέπει να συνεκτιμάται και η επίδραση τριών ομάδων παραγόντων: των βιολογικών, των κοινωνικοπολιτισμικών και των ψυχολογικών. Σε έρευνες που διεξήχθηκαν τα τελευταία είκοσι χρόνια έχει βρεθεί πως οι συγγενείς ατόμων με ψυχογενή ανορεξία, έχουν 4 έως 5 φορές περισσότερες πιθανότητες από τον υπόλοιπο πληθυσμό να παρουσιάσουν κάποια διαταραχή στην πρόσληψη τροφής (Strober et al., 1990). Σε περιπτώσεις μονοζυγωτικών διδύμων όπου το ένα παρουσιάζει διαταραχές διατροφής, η πιθανότητα να
5
εμφανίζει και το άλλο κυμαίνεται από 30% έως 50%, ενώ στα διζυγωτικά δίδυμα η πιθανότητα αυτή δεν ξεπερνά το 10% (Hsu et al.,1990). Επιπλέον, καθοριστικός φαίνεται να είναι και ο ρόλος της οικογένειας για την εμφάνιση και τη διατήρηση της ψυχογενούς ανορεξίας. Η διαταραχή φαίνεται να διαδραματίζει έναν ομοιοστατικό και σταθεροποιητικό ρόλο στην οικογένεια, που θεωρείται υπερπροστατευτική και με ανεπαρκή πρότυπα επικοινωνίας ( Τσιάντης, 2003 ). Οι γονείς των ανορεκτικών εφήβων, τείνουν να είναι εξαιρετικά απαιτητικοί από τα παιδιά τους, παραβλέποντας όμως την αναγκαιότητα της αγάπης και της υποστήριξης τους, για την εκπλήρωση των προσδοκιών που έχουν ως γονείς τους. Το ανορεκτικό παιδί νιώθει ότι αποκτά αξία μόνο μέσα από τα επιτεύγματα του και μάλιστα το ίδιο του το σώμα καθίσταται το σπουδαιότερο «επίτευγμά» του, όταν αισθάνεται την ανάγκη να παρουσιάσει την πιο πειθαρχημένη πλευρά του εαυτού του ( Dare, 1997). Από σχετικές μελέτες διαπιστώθηκε ότι οι ανορεκτικές γυναίκες βιώνουν τις οικογενειακές
διαντιδράσεις
ως
περισσότερο
δύσκαμπτες
(λιγότερο
προσαρμοστικές) και περισσότερο απόμακρες/ αποξενωμένες από ότι άλλες γυναίκες (Waller, Slade & Calam, 1990). Επίσης, οι συγκεκριμένες οικογένειες δεν βοηθούν τους εφήβους να αποδεχτούν το νέο τους σώμα και να απαιτήσουν την ενήλικη ταυτότητα ωθώντας με αυτόν τον τρόπο, ιδιαίτερα τα κορίτσια, στην υιοθέτηση ασκητικής διατροφής μέσω της οποίας εκφράζουν «την άρνηση τους να μεγαλώσουν». Η ψυχική ασθένεια θεωρείται αποτέλεσμα συμβιβασμού μεταξύ αντίρροπων αναγκών τόσο για εξάρτηση, όσο και για αυτονομία. Το ανορεκτικό παιδί θέλει να χαράξει τη δική του πορεία έξω από το πλαίσιο της οικογένειας, αλλά ταυτόχρονα νιώθει απροετοίμαστο και έτσι αναζητά προστασία και φροντίδα πάλι από την 6
οικογένεια και μέσω της ασθένειας, φανερώνει τα αισθήματος της εξάρτησης που νιώθει ( Τσιάντης, 2003 ). Τα άτομα αυτά ως παιδιά συνήθως συμμορφώνονταν στις οδηγίες και ήταν υπάκουα. Επίσης, ήταν λιγότερο πιθανό να θυμώσουν και είχαν την τάση να ευχαριστούν τους άλλους, να κρύβουν τα συναισθήματα και τις ανησυχίες τους. Όσον αφορά τα χαρακτηριστικά προσωπικότητας των ανορεκτικών ατόμων, συνήθως έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση και αισθήματα αναποτελεσματικότητας και ανεπάρκειας και διακατέχονται από την ανάγκη για αυτοέλεγχο και έλεγχο της ζωής τους. Όσο πιο πολύ όμως συνειδητοποιούν τη δυσκολία τους να ελέγξουν τις καταστάσεις, τόσο πιο πολύ καταφεύγουν στον έλεγχο του σώματός τους μέσα από τη δίαιτα. Επίσης, πολλοί έφηβοι αρνούνται τη λήψη τροφής, είτε για να εκφράσουν με αυτό τον τρόπο τη δυσαρέσκεια τους προς την οικογένεια και την επικοινωνία τους με αυτή, είτε για να ασκήσουν πάνω τους επιρροή. Είναι τελειομανή άτομα και έχουν συνδέσει την επιτυχία με το λεπτό σώμα ενώ πολλές φορές με την ανορεξία εκφράζεται η ανάγκη τους να βρίσκονται στο επίκεντρο της προσοχής. Τέλος, είναι πολύ σημαντική η συμβολή των κοινωνικοπολιτισμικών παραγόντων για την εμφάνιση και τη διατήρηση της ψυχογενούς ανορεξίας. Η δυσαρέσκεια για το σώμα, που είναι ιδιαίτερα έντονη στις νέες γυναίκες των δυτικών κοινωνιών, τις καθιστά ευάλωτες στην εμφάνιση της διαταραχής. Ωστόσο, υπάρχουν ενδείξεις ότι η ψυχογενής ανορεξία καθ’ εαυτή τυγχάνει μιας ιδιαίτερα θετικής αποδοχής και τα συμπτώματά της θεωρούνται από την κοινή γνώμη συνήθη και μη παθολογικά, γεγονός που σχετίζεται με την κυρίαρχο πρότυπο λεπτού σώματος των γυναικών.
7
Οι ιατρικές συνέπειες είναι ο υποσιτισμός, που προκαλεί αμηνόρροια, δυσκοιλιότητα, μη φυσιολογική καρδιακή λειτουργία, εντερικές διαταραχές, ξηροδερμία, υπέρταση, αναιμία, νεφρική ανεπάρκεια, καρδιακά προβλήματα και οστεοπόρωση. Για το λόγο αυτό, αρχικά συνιστάται να γίνονται κάποιες ιατρικές εξετάσεις για να καθοριστεί με σαφήνεια ο βαθμός φροντίδας που χρειάζεται το άτομο. Συνήθως ζητούνται από τους γιατρούς: Αναλυτικές, γενικές εξετάσεις αίματος, ανάλυση ούρων, εξέταση θυρεοειδή, ηλεκτροκαρδιογράφημα, μεταβολικό προφίλ, ακτινογραφίες θώρακος, εγκεφαλογράφημα και άλλες.
ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ Οι τεχνικές για την αντιμετώπιση της ψυχογενούς ανορεξίας έχουν βελτιωθεί σημαντικά από το 1930, οπότε και είχαν γίνει οι πρώτες προσπάθειες θεραπευτικής αντιμετώπισης με μεθόδους που βασίζονταν στην ψυχανάλυση. Οι εναλλακτικές θεραπευτικές προσεγγίσεις οι οποίες χρησιμοποιούνται σε ευρεία κλίμακα έχουν αξιόλογα αποτελέσματα ως προς την έκβαση της διαταραχής, τόσο στους εφήβους όσο και στους ενήλικες. Παρόλα αυτά όμως, πριν από την έναρξη κάθε ψυχοθεραπευτικής παρέμβασης, θα πρέπει οπωσδήποτε να συνεκτιμηθεί η αναγκαιότητα της ιατρικής παρακολούθησης ή ενδεχομένως της νοσοκομειακής περίθαλψης του ατόμου με ψυχογενή ανορεξία. Σε περιπτώσεις όπου η απώλεια βάρους είναι μεγάλη, εμφανίζονται διαταραχές στο μεταβολισμό ή υπάρχει ο κίνδυνος αυτοκτονίας, είναι απαραίτητη η νοσοκομειακή περίθαλψη, η οποία στις περισσότερες περιπτώσεις είναι βραχείας διάρκειας. Μόνο σε πολύ σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί η παραμονή στο νοσοκομείο για εβδομάδες ή ακόμα και μήνες, ακολουθώντας ένα πολύ δομημένο πρόγραμμα, ώσπου το 8
άτομο να ανακτήσει τουλάχιστον το 90% του προσδοκώμενου βάρους του (Garner & Needleman, 1997). Σε πρώτη φάση , λοιπόν, η θεραπευτική προσπάθεια επικεντρώνεται στην ανάκτηση του σωματικού βάρους, χωρίς να σημαίνει απαραίτητα ότι το άτομο έχει απαλλαγεί από τις διατροφικές του συνήθειες. Για το λόγο αυτό, η θεραπευτική παρέμβαση θα πρέπει στη συνέχεια να στοχεύει στην τροποποίηση των διαταραγμένων αντιλήψεων. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με γνωσιακές –συμπεριφορικές τεχνικές, οι οποίες δεν εστιάζονται μόνο στις στάσεις, τις αντιλήψεις και τις συνήθειες του ατόμου για το φαγητό, αλλά
παρεμβαίνουν
και
στο
επίπεδο
του
ευρύτερου
οικογενειακού
περιβάλλοντος ( Garner & Needleman, 1997), χωρίς να απαιτείται η ταυτόχρονη παρουσία όλων των μελών κατά τη διάρκεια της θεραπείας. Συχνά, οι διαταραχές διατροφής χαρακτηρίζονται από την απουσία ελέγχου και για το λόγο αυτό, η ανάπτυξη αυτοελέγχου είναι ένας από τους βασικούς στόχους της γνωσιακής θεραπείας. Αντίθετα, σε περιπτώσεις που η απώλεια βάρους είναι αποτέλεσμα υπερβολικού αυτοελέγχου, δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα
στην
υιοθέτηση
πιο
ελαστικών
σχημάτων
ελέγχου
της
συμπεριφοράς. Η συμβολή της οικογένειας στην αντιμετώπιση της ανορεξίας εκδηλώνεται με τις προσπάθειες των μελών της να πείσουν, να απειλήσουν ή και να ικετέψουν ακόμη το ανορεκτικό άτομο να αλλάξει τις διατροφικές του συνήθειες. Άλλωστε, υπάρχει στενή σχέση ανάμεσα στις στάσεις και τις πεποιθήσεις των γονέων για το βάρος και το σχήμα του σώματος και στην ανάπτυξη των διαταραχών διατροφής (Thompson & Smolak , 2003). Σύμφωνα με τη συστημική προσέγγιση, οι οικογένειες αυτές χαρακτηρίζονται από υπερπροστατευτικότητα, υπερεμπλοκή και αποφυγή των συγκρούσεων. 9
Η θεραπεία με λήψη φαρμάκων φαίνεται να είναι αποτελεσματική, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις που συνδυάζεται με γνωστική- συμπεριφορική θεραπεία. Ας μην ξεχνούμε ότι η ψυχική ασθένεια είναι το ψυχιατρικό νόσημα με τη μεγαλύτερη θνησιμότητα στα νεαρά κορίτσια.
ΨΥΧΟΓΕΝΗΣ ΒΟΥΛΙΜΙΑ
Η διαταραχή αυτή, όπως και η ψυχογενής ανορεξία, παρουσιάζεται συνήθως στην εφηβεία, εμφανίζεται με πολύ μεγαλύτερη συχνότητα από αυτήν και κυρίαρχο σύμπτωμά της είναι η υπερφαγία, δηλαδή η κατανάλωση μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα (π.χ. μέσα σε διάρκεια δύο ωρών ), ποσότητας τροφής, η οποία είναι σαφώς μεγαλύτερη από αυτή που θα μπορούσαν να καταναλώσουν οι περισσότεροι άνθρωποι κατά τη διάρκεια της ίδιας χρονικής περιόδου. Την υπερφαγία συνήθως διαδέχεται η αλλαγή στη διάθεση και το άγχος. Για την αντιστάθμιση της ενοχής και της δυσφορίας που προκαλεί η υπερφαγία, το άτομο καταφεύγει συνήθως στην κάθαρση με πρόκληση εμετού, καθαρτικά, διουρητικά, νηστεία και υπερβολική σωματική άσκηση. Η κάθαρση επιφέρει τη βελτίωση της διάθεσης και τη μείωση του φόβου για ενδεχόμενη αύξηση του βάρους. Σύμφωνα με τα διαγνωστικά κριτήρια του DSM-IV, η ψυχογενής βουλιμία χαρακτηρίζεται
από
επανειλημμένα
επεισόδια
υπερφαγίας
τα
οποία
συνοδεύονται από συναισθήματα ντροπής, ενοχής και απώλειας ελέγχου ως προς την κατανάλωση τροφής, καθώς επίσης, και επανειλημμένη απρόσφορη αντισταθμιστική συμπεριφορά προκειμένου να αποτραπεί η αύξηση του βάρους. Τόσο τα επεισόδια υπερφαγίας, όσο και η αντισταθμιστική 10
συμπεριφορά εμφανίζονται κατά μέσο όρο τουλάχιστον δύο φορές την εβδομάδα για διάστημα τριών μηνών. Όπως και τα ανορεκτικά άτομα, τα βουλιμικά παρουσιάζουν έντονη ενασχόληση με το σχήμα και το βάρος του σώματος, ενώ και η αυτοεκτίμησή τους εξαρτάται από το βάρος, παρόλο που αυτό κυμαίνεται σε φυσιολογικά επίπεδα. Στο DSM-IV η βουλιμία διακρίνεται σε δύο τύπους: Α) Ο καθαρτικός τύπος, όπου κατά τη διάρκειά του, το άτομο καταφεύγει σε πρόκληση εμετού ή σε χρήση καθαρτικών, διουρητικών ή υποκλυσμών και Β) ο μη - καθαρτικός τύπος, όπου το άτομο χρησιμοποιεί άλλες απρόσφορες, αντισταθμιστικές συμπεριφορές, όπως νηστεία ή υπερβολική σωματική άσκηση.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ Για την κατανόηση της αιτιολογίας της ψυχογενούς βουλιμίας συναντάμε τις ίδιες δυσκολίες όπως και στην ψυχογενή ανορεξία, εφόσον υπάρχουν άλλωστε πολλά κοινά χαρακτηριστικά στις δύο αυτές διαταραχές. Έρευνες δείχνουν ότι στα βουλιμικά άτομα, τα επίπεδα της νορεπινεφρίνης είναι χαμηλά, χωρίς να γνωρίζουμε αν αυτό αποτελεί την αιτία ή το αποτέλεσμα της βουλιμίας. Διαπιστώθηκε επίσης, πως τα επίπεδα της νορεπινεφρίνης επανέρχονται στα πλαίσια του φυσιολογικού όταν το άτομο ανακτήσει το βάρος του (Kaye & Weltzin, 1991). Επιπροσθέτως, η παιδική παχυσαρκία, τα προβλήματα στις σχέσεις γονέαπαιδιού και η σεξουαλική κακοποίηση των παιδιών, αποτελούν παράγοντες οι οποίοι αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισης ψυχογενούς βουλιμίας στην εφηβεία (Garfinkel et al.,1995). Από το ιστορικό των βουλιμικών ατόμων, διαπιστώνουμε πως όσο μεγαλύτερο ήταν το πρόβλημα της παχυσαρκίας του 11
ίδιου του ατόμου ή των γονέων του, τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα για την εκδήλωση βουλιμίας. Επίσης, η ψυχογενής βουλιμία εκφράζει τον αγώνα για τον αποχωρισμό από τη μητέρα που μεταφέρεται ως αμφιθυμία για το φαγητό. Η λήψη τροφής αντιπροσωπεύει τις ανάγκες συγχώνευσης με τη μητέρα και η αποβολή του φαγητού την ασυνείδητη επιθυμία για αποχωρισμό και αυτονομία. Οι οικογένειες των βουλιμικών φαίνεται να διαφέρουν από εκείνες των ανορεκτικών,
γιατί
είναι
λιγότερο
κλειστές,
αλλά
με
περισσότερες
ενδοοικογενειακές συγκρούσεις. Επιπλέον, εμφανίζουν αυξημένη συχνότητα αλκοολισμού,
κατάχρησης
ουσιών
και
συναισθηματικών
διαταραχών
(Fairburn et al.,1995). Από τη σχετική βιβλιογραφία διαπιστώνεται ότι οι έφηβοι που πάσχουν από ψυχογενή βουλιμία, όπως και οι ανορεκτικοί, θέτουν υψηλούς στόχους και παρουσιάζουν μεγάλη ευαισθησία στις πολιτισμικές πιέσεις ως προς τις αναλογίες του ιδανικού σώματος (Mitcell et al.,1985; Fairburn et al.,1997). Η βουλιμία έχεις πολλές ιατρικές συνέπειες. Η πρόκληση εμετού, όπως και στην ανορεξία, μπορεί να οδηγήσει σε οίδημα των σιελογόνων αδένων, διαταραχή των ηλεκτρολυτών, διάβρωση του σμάλτου των δοντιών και μυϊκή αδυναμία. Η χρήση καθαρκτικών μπορεί να προκαλέσει μακροχρόνιες διαταραχές στη λειτουργία του εντέρου. Σπανιότερες επιπλοκές είναι η διάτρηση του οισοφάγου και του στομάχου και οι καρδιακές αρρυθμίες.
ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ Οι στόχοι της θεραπείας της ψυχογενούς βουλιμίας είναι ( Hsu, 1990; APA, 1993; Garner and Needleman, 1997): 12
α) Εγκατάσταση κανονικού προγράμματος διατροφής και διακοπή του φαύλου κύκλου υπερφαγίας-εμετών. β) Τροποποίηση σκέψεων και συναισθημάτων που συντηρούν τη βουλιμική συμπεριφορά βάσει του γνωστικο-συμπεριφορικού μοντέλου. γ) Θεραπεία των ιατρικών επιπλοκών της βουλιμίας. δ) Αντιμετώπιση των ψυχιατρικών συμπτωμάτων που συνυπάρχουν με τη βουλιμία ε) Ψυχολογική θεραπεία, με Ατομική ή Ομαδική ψυχοθεραπεία: 1.
Γνωστική- συμπεριφορική
2.
Ψυχοδυναμική
Οικογενειακή θεραπεία στ) Φαρμακευτική αγωγή ζ) Πρόληψη των υποτροπών ( follow up ), καθόσον η πορεία της νόσου χαρακτηρίζεται από περιόδους έξαρσης και ύφεσης.
ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑ
Σύμφωνα με την Ελληνική Ιατρική Εταιρεία Παχυσαρκίας (2005), η παιδική και εφηβική παχυσαρκία έχει λάβει επιδημικές διαστάσεις στο δυτικό κόσμο, όπως και στη χώρα μας, τις τελευταίες δεκαετίες και αποτελεί πλέον ένα μεγάλο πρόβλημα της δημόσιας υγείας. Η παιδική παχυσαρκία είναι μία χρόνια, νοσογόνος κατάσταση, η οποία προκαλείται από βιολογικές, γενετικές, ψυχολογικές και κοινωνικές αιτίες. 13
Τα παγκόσμια στατιστικά δεδομένα δείχνουν ότι, συνολικά το 10% των παιδιών σχολικής ηλικίας είναι υπέρβαρα όπως και περίπου 22 εκ. παιδιά κάτω των 5 ετών. Το ολοένα αυξανόμενο ποσοστό παχυσαρκίας στις ΗΠΑ αγγίζει διαστάσεις επιδημίας επηρεάζοντας το 24% των παιδιών και των εφήβων. (Gortmaker, Dietz, Sobol, & Wehler, 1987). Έρευνα της Ελληνικής Ιατρικής Εταιρείας Παχυσαρκίας το 2003 καταδεικνύει ότι σε δείγμα παιδιών και εφήβων ηλικίας 2 έως 19 ετών, τα ποσοστά παχυσαρκίας ήταν της τάξης του 10%. Το πρόβλημα εμφανίζεται εντονότερο στην πρώτη παιδική ηλικία, ενώ φαίνεται ότι τα αγόρια είναι πιο επιβαρημένα από τα κορίτσια, με τις μεγαλύτερες διαφορές να παρατηρούνται κατά την περίοδο της εφηβείας.
ΟΡΙΣΜΟΣ Ο όρος παχυσαρκία, αναφέρεται στην σημαντική αύξηση του σωματικού λίπους. Επειδή όμως η ακριβής μέτρηση του σωματικού λίπους δεν είναι εφικτή στην καθημερινή πράξη, για τον καθορισμό της παχυσαρκίας χρησιμοποιούμε τον Δείκτη Μάζας Σώματος σε σχέση με το ύψος (Δείκτης Μάζας Σώματος = Βάρος σε κιλά/ ύψος σε μέτρα στο τετράγωνο), που στα παχύσαρκα άτομα είναι μεγαλύτερο του 30. Στα άτομα με φυσιολογικό βάρος, ο Δείκτης Μάζας Σώματος κυμαίνεται από 20 έως 25 (Μορτόγλου,1996). Στα παιδιά και στους εφήβους δεν υπάρχει απόλυτη συμφωνία ως προς τον ορισμό της παχυσαρκίας. Οι περισσότερες χώρες, μεταξύ αυτών και η Ελλάδα, βασίζονται στη χρήση πινάκων, όπου καταγράφεται η σχέση του βάρους και του Δείκτη Μάζας Σώματος ως προς την ηλικία.
14
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ Η αιτιολογία της παιδικής παχυσαρκίας είναι σύνθετη και σχετίζεται με το γενετικό-κληρονομικό υλικό, το οικογενειακό περιβάλλον και τη συμπεριφορά του ίδιου του παιδιού. (Archives of Pediatrics and Adolescent Medicine, 1998). Σχετικά με τον παράγοντα της κληρονομικότητας, η πιθανότητα εμφάνισης της παχυσαρκίας στο παιδί είναι το 50% αν μόνο ο ένας γονέας είναι παχύσαρκος. Εάν και οι δύο οι γονείς είναι υπέρβαροι, τότε η πιθανότητα αυτή αυξάνεται στο 80% (Dietz, 1983). Οι αμιγώς ιατρικοί λόγοι, όπως οι νευρολογικές και ενδοκρινολογικές διαταραχές είναι ελάχιστοι και αντιπροσωπεύουν λιγότερο από το 1% των περιπτώσεων. Από τα πρόσφατα επιδημιολογικά δεδομένα γίνεται φανερό ότι η γρήγορη πρόσληψη βάρους κατά τη διάρκεια της βρεφικής ηλικίας συνδέεται με την παχυσαρκία τόσο στην εφηβική όσο και στην ενήλικη ζωή (Παπαμίκος, 2007). Τα σημαντικότερα ίσως αίτια της παχυσαρκίας είναι παράγοντες που προέρχονται από το οικογενειακό περιβάλλον και τη συμπεριφορά του παιδιού. Η αυξημένη πρόσληψη θερμίδων και κυρίως τροφών με αυξημένο ποσοστό λίπους, η έλλειψη σωματικής άσκησης και ψυχοκοινωνικοί λόγοι μπορούν, σε συνδυασμό ή μεμονωμένα, να οδηγήσουν στην σημαντική αύξηση βάρους (Ελληνική Ιατρική Εταιρεία Παχυσαρκίας, 2005). Συνήθως, οι γονείς των παχύσαρκων παιδιών τείνουν να χρησιμοποιούν το φαγητό ως ανταμοιβή για κάθε καλή πράξη του παιδιού, με αποτέλεσμα την ενίσχυση της εξάρτησης του εφήβου από το φαγητό. Επίσης, οι γονείς υιοθετούν μια έντονη καταπιεστική συμπεριφορά, η οποία εντείνει το πρόβλημα, αυξάνουν το άγχος στο παιδί και μειώνουν την πιθανότητα υποστήριξης στον έφηβο. 15
Οι ψυχογενείς αιτίες που μπορεί να οδηγήσουν σε παχυσαρκία, κατά την Bruch (1973), είναι οι εξής: Η πρώτη από αυτές αναφέρεται στην αντιδραστική παχυσαρκία, όπου το παιδί καταναλώνει μεγάλες ποσότητες φαγητού μετά από κάποια τραυματική εμπειρία απώλειας, όπως για παράδειγμα μετά από το θάνατο κάποιου γονέα, στην προσπάθεια του να προστατεύσει τον εαυτό του από δυσάρεστα συναισθήματα. Η δεύτερη ψυχογενής αιτία αφορά την αναπτυξιακή παχυσαρκία και σχετίζεται κυρίως με τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του παιδιού. Στην περίπτωση αυτή, οι μητέρες δεν είναι αρκετά ευαίσθητες, ώστε να είναι σε θέση να αναγνωρίσουν τις ανάγκες του βρέφους τους και ερμηνεύουν κάθε κατάσταση ανησυχίας ως πείνα. Κατά συνέπεια, καθώς το παιδί μεγαλώνει, μαθαίνει πως κάθε φορά που αισθάνεται δυσάρεστα, πρέπει να τρώει. Έτσι λοιπόν, η συγκεχυμένη εικόνα του σώματος και του εαυτού, σε συνδυασμό με το αίσθημα ανικανότητας και αδυναμίας του παιδιού μπορεί να το οδηγήσουν στην παχυσαρκία. Έχει διαπιστωθεί, ότι τα παχύσαρκα άτομα δεν τρώνε επειδή τους αρέσει το φαγητό πιο πολύ σε σύγκριση με τα άτομα φυσιολογικού βάρους. Ο κύριος λόγος των υπερφαγικών επεισοδίων δεν είναι η πείνα, αλλά το ότι το φαγητό αντιπροσωπεύει αγάπη, συντροφιά,
απόλαυση.
Οι
περισσότεροι,
λοιπόν,
τρώνε
γιατί
είναι
στενοχωρημένοι, αγχωμένοι, ή απλά επειδή βαριούνται. ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ
Οι συνέπειες της παιδικής παχυσαρκίας είναι δυσάρεστες, αν λάβουμε υπόψη μας, ότι αυξάνεται σε πολλαπλάσιο βαθμό ο κίνδυνος εμφάνισης διαβήτη τύπου 2,
υπέρτασης,
αρτηριοσκλήρυνσης,
16
λιπώδους
διήθησης
του
ήπατος,
επιδείνωσης του άσθματος και κακής ποιότητας ζωής κατά τη διάρκεια της ενήλικης ζωής του. Επιπροσθέτως, η παχυσαρκία καθιστά το παιδί ευάλωτο στην εκδήλωση σοβαρών οργανικών και ψυχολογικών προβλημάτων. Πιο συγκεκριμένα, προκαλεί αισθήματα μειονεξίας και επιθυμίας για μεταβολή της εξωτερικής εικόνας προς μία ιδανική αυτοεικόνα, η οποία σχετίζεται με τα πρότυπα που προωθούνται σε κάθε κοινωνία ( Φατσέα, 2007 ). Από έρευνες στον τομέα της ψυχολογίας διαπιστώνεται ότι, οι άνθρωποι προσπαθούν συνεχώς να βρίσκονται
σε
εσωτερική
ισορροπία
και
αυτό
το
πετυχαίνουν
όταν
αποκαθιστούν την ασυμφωνία. Για το λόγο αυτό λοιπόν, τα νεαρά άτομα καταφεύγουν σε πρακτικές μείωσης του σωματικού βάρους, θέτοντας ως στόχο την ιδανική εικόνα για το σώμα τους (Φατσέα, 2007). Ακόμα, η αντίληψη των παιδιών για την εικόνα που έχει το κοινωνικό περιβάλλον, είναι πολύ σημαντική. Αν πιστεύουν ότι η παχυσαρκία τα στιγματίζει και προκαλεί αρνητικά σχόλια ή απομάκρυνση από την παρέα των συνομηλίκων,
τότε
η
αυτοεκτίμησή
τους
μειώνεται
(Φατσέα,
2007).
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν αποτελέσματα ερευνών (Pierce και Wardle, 1997) σύμφωνα με τα οποία τα επίπεδα αυτοεκτίμησης ανάμεσα στα παχύσαρκα παιδιά διαφέρουν ανάλογα με τα αίτια στα οποία αποδίδουν το αυξημένο βάρος. Τα παιδιά που αισθάνονται ότι για την κατάσταση τους ευθύνεται η κληρονομικότητα ή κάποια οργανική πάθηση, έχουν πιο υψηλή αυτοεκτίμηση από εκείνα που πιστεύουν ότι η παχυσαρκία είναι αποτέλεσμα της λήψης αυξημένης
ποσότητας
τροφής
και
της
έλλειψης
άσκησης.
Παρόμοια
συμπεράσματα εντοπίζονται και στο επιστημονικό περιοδικό Archives of Pediatrics and Adolescents Medicine (1998), όπου αναφέρεται, ότι οι έφηβοι με 17
πρόβλημα βάρους έχουν μειωμένη αυτοεκτίμηση και είναι λιγότερο δημοφιλείς από τους συνομηλίκους τους, εξαιτίας των περιορισμένων κινητικών δεξιοτήτων που εμποδίζουν τη συμμετοχή τους σε ομαδικές δραστηριότητες λόγω μειωμένης σωματικής αντοχής, της απωθητικής εμφάνισής τους, αλλά και των συναισθηματικών δυσκολιών που αντιμετωπίζουν. Έτσι, το παιδί παγιδεύεται στο ένα φαύλο κύκλο, όπου ως μόνη διέξοδος προβάλλεται το φαγητό (Αμερικάνικη Παιδιατρική Ακαδημία, 2001). Στο πλαίσιο του σχολείου, οι δάσκαλοι αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην αντιμετώπιση των παιδιών με χαμηλή αυτοεκτίμηση, εφόσον τείνουν να χρονοτριβούν και απαιτούν επιπλέον προσοχή, έχουν φόβο αποτυχίας, γεγονός που τους αποτρέπει από την καταβολή κάθε προσπάθειας. Τα συναισθήματα ανεπάρκειας και ανικανότητας που τους διακατέχουν, σύμφωνα με τα αποτελέσματα πολλών ερευνών, οδηγεί συχνά ακόμα και στην εγκατάλειψη του σχολείου (Ελληνική Κοινωνική Έρευνα, 2007). Μία ακόμη ψυχοκοινωνική συνέπεια της παχυσαρκίας είναι η εμφάνιση κατάθλιψης με βασικά χαρακτηριστικά το διάχυτο αίσθημα θλίψης, την ευερεθιστότητα, την απουσία ενδιαφέροντος και ικανοποίησης. Ιδιαίτερα στους εφήβους συνυπάρχουν η έλλειψη συγκέντρωσης, η απομάκρυνση από τους φίλους, οι συχνές απουσίες από το σχολείο και η πτώση της σχολικής επίδοσης (Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγιεινής, 2007).
ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ
18
Για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της παχυσαρκίας έχουν προταθεί από
ψυχολόγους
διάφορες
θεραπευτικές
προσεγγίσεις,
οι
οποίες
εφαρμόζονται τόσο σε ατομική, όσο και σε ομαδική βάση. Πολλά θεραπευτικά προγράμματα, βασίζονται στη συμπεριφορική προσέγγιση και προσφέρουν ενθαρρυντικά αποτελέσματα, ιδιαίτερα όταν συμπεριλαμβάνουν την άσκηση των γονέων ( Israel et al., 1985). Οι προσεγγίσεις αυτές επικεντρώνονται στις συνήθειες διατροφής και άσκησης του εφήβου και στις τεχνικές ενίσχυσης, με τις οποίες ενθαρρύνεται η εμφάνιση της επιθυμητής συμπεριφοράς. Οι τεχνικές αυτές εστιάζονται στην αύξηση του αυτοελέγχου, με αποτέλεσμα τη ρύθμιση της συμπεριφοράς σχετικά με την κατανάλωση φαγητού (Epstein et al., 1987, Graves, Meyers, and Clark ,1988). Έχει διαπιστωθεί πως η λειτουργικότητα της οικογένειας δεν επηρεάζει απλώς την εμφάνιση και διατήρηση της παχυσαρκίας, αλλά συντελεί ουσιαστικά τόσο στην πρόληψη, όσο και στην αντιμετώπισή της. Για το λόγο αυτό, είναι απαραίτητη η ενημέρωση των γονέων για θέματα σχετικά με το φυσιολογικό βάρος και την υγιεινή διατροφή και αυτό γιατί σύμφωνα με μελέτη της Αμερικανικής Εταιρείας Παχυσαρκίας, το 12% των γονέων θεωρούν ότι τα παιδιά τους είναι υπέρβαρα, το 27% πιστεύει ότι τα παιδιά δεν ασκούνται σωστά και το 24% αντιλαμβάνεται ότι τα παιδιά δεν ασκούνται αρκετά. Οι αντιλήψεις λοιπόν των γονέων, συμβάλλουν στην ενίσχυση των προσπαθειών για την απώλεια βάρους ή για τη διατήρησή του.
19
ΠΡΟΛΗΨΗ
Για να γίνει δυνατή η πρόληψη στο σχολείο είναι απαραίτητο οι καθηγητές να μπορούν να αναγνωρίζουν τις συμπεριφορές των μαθητών που πάσχουν από κάποια διαταραχή διατροφής. Άλλωστε, οι διαταραχές διατροφής δεν σχ ετίζονται με τη λήψη τροφής, όσο με την αντιμετώπιση του άγχους. Έτσι, λοιπόν, ο έφηβος μπορεί: Να είναι άριστος μαθητής, με καλούς βαθμούς Να παρουσιάζει πτώση στην απόδοσή του Να φαίνεται κουρασμένος, χωρίς κίνητρο, διάθεση και να δυσκολεύεται να διαχειριστεί το άγχος Να εκφράζει έντονες ανησυχίες για την εικόνα του σώματος και του βάρους Να αποσύρεται από τις σχέσεις Να παραλείπει γεύματα και να γυμνάζεται υπερβολικά Να αισθάνεται ζαλάδες ή αδυναμία και Να μη παραδέχεται ότι έχει πρόβλημα διατροφής Έχοντας όλα αυτά υπόψιν τους, οι καθηγητές, μπορούν να βοηθήσουν τους μαθητές. Αρχικά, είναι πολύ σημαντικό να συμβάλλουν στη δημιουργία ενός περιβάλλοντος όπου οι μαθητές δε θα γίνονται αντικείμενο σχολιασμού λόγω του βάρους τους. Πρέπει να εστιάσουν στην υιοθέτηση συνηθειών υγιεινής διατροφής και να εισάγουν την άσκηση ως τρόπο ζωής. Ασφαλώς, η καλύτερη πρόληψη είναι η ενημέρωση. Βέβαια, η λεπτομερής περιγραφή μπορεί να ερεθίσει τη φαντασία και να δημιουργήσει ιδέες πειραματισμού με το βάρος τους. Μπορούν να τους διδάξουν να «ακούν» το σώμα τους και να αντισταθούν στα σημερινά πρότυπα που προβάλλονται από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας.
20
Σε ότι αφορά ένα πιο ειδικό πρόγραμμα πρόληψης οι καθηγητές μπορούν να εκπαιδεύσουν τους μαθητές να φροντίζουν σωστά το σώμα τους. Είναι επίσης σημαντικό να αποφεύγουν να πιέζουν τα παιδιά και να τους προσφέρουν την ελευθερία να αποφασίσουν και να πάρουν την ευθύνη για τις πράξεις τους που πιθανόν θα τους ενεργοποιήσει να προσέχουν τον εαυτό τους περισσότερο. Η συζήτηση με τα παιδιά, επίσης, μπορεί να αποκαλύψει την επιθυμία τους να ακολουθήσουν μη υγιή, υπερβολικά αδύνατα πρότυπα. Η συνειδητοποίηση ότι αυτά τα πρότυπα είναι καταστροφικά μπορεί να τους δώσει μια νέα οπτική. Σημαντικό, βέβαια, είναι να εξετάσουν οι ίδιοι οι καθηγητές τις αντιλήψεις τους για τη διατροφή, την ομορφιά και τον αυτοέλεγχο, γιατί αν δεν συνειδητοποιήσουν ότι παρασύρονται από τα πρότυπα, οδηγούνται και οι ίδιοι σε αέναους κύκλους δίαιτας και χάνουν την αντικειμενικότητά τους. Σε δεύτερο επίπεδο πρόληψης, οι καθηγητές πρέπει να συνεργάζονται και με τους γονείς. Καλό είναι να προσέχουν την ποσότητα και την ποιότητα των τροφών που καταναλώνουν οι μαθητές στο διάλειμμα και γενικότερα αν υπάρχουν αλλαγές στις διατροφικές τους συνήθειες. Μπορούν να ενθαρρύνουν τη γυμναστική χωρίς να έχουν ως στόχο την απώλεια κιλών που καταλήγει σε καταναγκασμό και τελειομανία. Επιπλέον, θα ήταν αποτελεσματική η παρατήρηση πιθανών αλλαγών στην προσωπικότητα, όπως επιθετική συμπεριφορά, εκρήξεις θυμού, κλάμα χωρίς αιτία και συναισθηματική απομόνωση. Ένα άλλο σύμπτωμα είναι η έλλειψη συγκέντρωσης που οφείλεται στο γεγονός ότι ο μαθητής έχει περιοριστεί σε έναν κόσμο, όπου το μόνο που έχει σημασία είναι οι θερμίδες, η δίαιτα και το βάρος. Κατά συνέπεια, οι βαθμοί και η επίδοση πέφτουν. Επίσης, οι συνεχείς επισκέψεις στην τουαλέτα πρέπει να τους ανησυχήσουν, εφόσον αποτελούν ένδειξη πρόκλησης εμετού.
21
ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ
Αρχικά, είναι πολύ σημαντικό οι καθηγητές να έχουν ένα σχέδιο. Δηλαδή κρίνεται απαραίτητη η συνεργασία με τον σχολικό ψυχολόγο και τον κοινωνικό λειτουργό, οι οποίοι μπορούν να προσφέρουν τη βοήθεια τους σε καθηγητές και μαθητές -καθώς πολλές φορές και οι ίδιοι οι διδάσκοντες χρειάζονται καθοδήγηση για την αντιμετώπιση του μαθητή. Η συζήτηση μαζί του είναι μια καλή αρχή, παρά τους κινδύνους που ελλοχεύουν, όπως για παράδειγμα η άρνηση του μαθητή να παραδεχτεί ότι έχει πρόβλημα. Άρα, είναι σημαντικό ο καθηγητής να είναι υποστηρικτικός και όχι επικριτικός, χωρίς παράλληλα να υποβαθμίζει τη σημασία του προβλήματος. Πρέπει να αναφέρει
ευθέως
στο μαθητή
ότι
έχει
παρατηρήσει
αλλαγές
στην
συμπεριφορά του, στις διατροφικές του συνήθειες, οι οποίες υπονοούν την ύπαρξη διατροφικής διαταραχής, ότι πρόκειται για μια κατάσταση για την αντιμετώπιση της οποίας πρέπει να αναζητήσει βοήθεια. Σε πρώτο επίπεδο γίνεται η αρχική αξιολόγηση μέσω του ιστορικού, των παρόντων συμπτωμάτων, της σωματικής και ψυχολογικής υγείας ( όπως κατάθλιψη, άγχος, χρήση ουσιών ). Η εξωνοσοκομειακή φροντίδα απαιτεί μια συγχρονισμένη ομαδική προσπάθεια με ψυχοθεραπευτή, γιατρό και διαιτολόγο σε καθημερινή βάση, κατά τη διάρκεια της οποίας γίνονται συνεδρίες. Επίσης, υπάρχουν τα Νοσοκομεία Ημέρας, όπου γίνεται ημερήσια νοσηλεία 3 ωρών. Η ενδονοσοκομειακή φροντίδα είναι εφικτή όλο το εικοσιτετράωρο και περιλαμβάνει προγράμματα ανάλογα με τις κλινικές ανάγκες των ασθενών. Επίσης, υπάρχει και η δυνατότητα εισαγωγής σε νοσοκομεία όπου προσφέρεται παρατεταμένη νοσοκομειακή φροντίδα (residental
22
care), που συμβάλλει στην ψυχολογική σταθερότητα και τη μείωση των ιατρικών συμπτωμάτων. Για να είναι αποτελεσματική η παρέμβαση πρέπει να γίνεται άμεσα. Η πρόγνωση είναι σχετικά καλή όταν τα συμπτώματα αντιμετωπίζονται κατά την έναρξή τους. Σε αντίθετη περίπτωση, μπορεί να γίνει χρόνια κατάσταση με σοβαρές σωματικές, συναισθηματικές και συμπεριφορικές συνέπειες (Lack & Bryant-Waugh, 1999). Οι καθηγητές μπορούν να συμβάλλουν στην πρώιμη παρέμβαση με την αναγνώριση των ομάδων υψηλού κινδύνου, με την εφαρμογή προγραμμάτων πρόληψης, την υποστήριξη των μαθητών και την παραπομπή τους σε άλλους επαγγελματίες. Άλλωστε, οι ίδιοι αποτελούν πρότυπα για τους μαθητές και τους επηρεάζουν (Powers & Johnson, 1999, Russel & Ryder, 2001). Το πρώτο στάδιο είναι ο ενήλικας να πάρει την ευθύνη όταν οι ασθενείς είναι κάτω των 18 χρόνων, γιατί οι συνέπειες του υποσιτισμού μπορεί να τους καταστήσει ανίκανους να πάρουν αποφάσεις για την υγεία και την ευημερία τους (Lack & Bryant-Waugh, 1999). Στη συνέχεια,
ο καθηγητής χρειάζεται να επιδείξει ενδιαφέρον και
κατανόηση. Πρέπει να είναι ειλικρινής, αντικειμενικός και να μην υπερβάλλει. Για να αντιμετωπίσει την άρνηση του προβλήματος από τον μαθητή πρέπει αρχικά να συνειδητοποιήσει ότι αυτή εμφανίζεται για να μην αναγκαστεί ο μαθητής να αντιμετωπίσει την απώλεια ελέγχου, το αίσθημα αβοηθησίας και το φόβο αλλαγής (Vitousek et al, 1998). Για το λόγο αυτό, θα πρέπει να ενθαρρύνεται να εκφράζει τα συναισθήματα του.
Τέλος, αν αισθάνεται ότι
δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες του μαθητή είναι απαραίτητο να αναζητήσει και ο ίδιος συμβουλές από κάποιον “ειδικό”.
23
ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ Η οικογένεια μπορεί να παίξει ένα πολύ σημαντικό ρόλο στην πρόληψη των διατροφικών διαταραχών. Μπορεί τόσο να δυσχεράνει όσο και να βοηθήσει την ανάρρωση. Αρχικά πρέπει να θέσουν στόχους για να βοηθήσουν τον ασθενή, οι οποίοι πρέπει να περιλαμβάνουν: Ανάπτυξη ταυτότητας που δε θα βασίζεται στην εξωτερική εμφάνιση Κατανόηση της σημασίας του κανονικού βάρους στην εφηβεία Σεβασμός στη διαφορετικότητα Συνειδητοποίηση των κινδύνων που ελλοχεύουν στις δίαιτες Υιοθέτηση της υγιεινής διατροφής και της άσκησης, λειτουργώντας έτσι οι ίδιοι οι γονείς ως θετικά πρότυπα διατροφικής συμπεριφοράς Επιφυλακτική και κριτική στάση απέναντι στα πρότυπα που προβάλουν τα ΜΜΕ. Αντίσταση στις κοινωνικές πιέσεις όσο αφορά το βάρος και τη δίαιτα (Kater, 2006). Αποφυγή χρήσης φαγητού ως αμοιβή ή παρηγοριά. Η καλύτερη πρόληψη όσο αφορά τους γονείς είναι η παρατήρηση, γιατί με αυτόν τον τρόπο μπορούν να εντοπίσουν τυχόν αλλαγές στη συμπεριφορά, στις διατροφικές συνήθειες, στη σχολική επίδοση του παιδιού, στην εξωτερική εμφάνιση ( π.χ. αν φορούν υπερβολικά φαρδιά ρούχα ) , η τελειομανία, η δυσκολία συγκέντρωσης και οι συχνές επισκέψεις στην τουαλέτα (ιδιαίτερα μετά το φαγητό). Αν πάλι οι γονείς αντιληφθούν ότι το παιδί τους έχει αλλάξει διατροφικές συνήθειες (π.χ. καταναλώνει ένα κουτί σοκολατάκια) δε θα πρέπει να το μαλώσουν. Η σωστή τακτική θα ήταν η
24
συζήτηση να έρθει αβίαστα, σε ένα χαλαρό περιβάλλον και να δουν αν το παιδί τους νιώθει μόνο του ή αν κάτι συμβαίνει στη ζωή του που δεν ξέρει πως να το χειριστεί. Είναι πολύ σημαντικό να εκπαιδεύουν τα παιδιά στο να φροντίζουν σωστά το σώμα τους. Αν επιμένει το παιδί να ξεκινήσει δίαιτα, πρέπει οι γονείς να διερευνήσουν τους λόγους για τους οποίους το θέλει και πόσα κιλά επιθυμεί να χάσει. Η παρέμβαση είναι επίσης ένας τομέας όπου η οικογένεια μπορεί να βοηθήσει ουσιαστικά. Αρχικά, είναι σημαντικό να μην κατηγορεί τον ασθενή και να τον ενθαρρύνει να ξεκουράζεται αν αισθάνεται αδύναμος. Δεν πρέπει να έχουν υψηλές προσδοκίες για βελτίωση σε σύντομο χρονικό διάστημα. Απαιτείται σημαντικός χρόνος για να επιτευχθεί η ανάρρωση και το σώμα να προσαρμοστεί στις νέες διατροφικές συνήθειες. Επίσης, οι γονείς μπορούν να ενθαρρύνουν το παιδί στην ανάπτυξη κοινωνικών σχέσεων. Είναι απαραίτητο, όμως, να συνεργαστούν και να συμμαχήσουν με τους ειδικούς, που θα βοηθήσουν το παιδί να θέσει βραχυπρόθεσμα και ρεαλιστικά σχέδια. Ένα άλλο σημείο που χρήζει προσοχής είναι τα συναισθήματα των γονέων. Είναι σημαντικό να μην κατηγορούν τους εαυτούς τους για την ασθένεια και να έχουν συνειδητοποιήσει ότι πρόκειται για μια μακρόχρονη και επώδυνη πορεία. Σε καμιά περίπτωση δε πρέπει να μπουν στη διαδικασία αναζήτησης αιτιών. Είναι προτιμότερο να εστιάσουν την προσοχή τους στην παροχή βοήθειας και στήριξης. Είναι ωφέλιμο να δείχνουν την αγάπη τους για τον ασθενή, να μην ασκούν έλεγχο, να αναγνωρίζουν τις δυσκολίες του και να τον ενθαρρύνουν στην ανάληψη ευθύνης, χωρίς βέβαια να αρνούνται την αμέριστη συμπαράστασή τους, όταν κρίνεται απαραίτητο.
25
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ
Στην Αμερική υπάρχουν διάφορα προγράμματα, τα οποία εμπλέκουν στη διαδικασία ανάρρωσης από διατροφικές διαταραχές, και την οικογένεια και τους καθηγητές των σχολείων. Ένα από αυτά, ονομάζεται 5 -2-1-Go! Τα βήματα σε αυτό το πρόγραμμα είναι απλά: Nα τρως 5 μερίδες φρούτων και λαχανικών κάθε μέρα, να περιορίσεις τον χρόνο που βλέπεις τηλεόραση σε όχι περισσότερο από 2 ώρες ημερησίως και να ασκήσε τουλάχιστον 1 ώρα καθημερινά. Δίνει έμφαση σε μια ισορροπημένη δίαιτα, στη διατήρηση της φυσικής κατάστασης και στη μείωση της καθιστικής ζωής, με τα αντίστοιχα ανεπιθύμητα αποτελέσματα της παρακολούθησης υπερβολικής τηλεόρασης. Αυτό το πρόγραμμα εφαρμόστηκε σε δεκατρία σχολεία, 8 από τα οποία ( δηλαδή, τα δύο τρίτα ) έδειξαν μείωση του αριθμού των κοριτσιών στον κίνδυνο ανάπτυξης μιας διατροφικής διαταραχής. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι είναι δυνατό τα σχολεία να βοηθήσουν στον αγώνα πρόληψης των συμπτωμάτων διατροφικών διαταραχών σε κορίτσια εφηβικής ηλικίας. Τέλος, το πρόγραμμα έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στο να μην υπάρχει στιγματισμός των υπέρβαρων εφήβων. Ήταν πολύ σημαντικό να μη γίνονται αντικείμενο σχολιασμού από τα άλλα παιδιά στο σχολείο λόγω του βάρους τους. Αυτό
το πέτυχαν με την ένταξη άλλων
προγραμμάτων πρόληψης της παχυσαρκίας στο πλαίσιο του σχολείου και στο πλαίσιο της κοινότητας. Ένα ακόμα πρόγραμμα πρόληψης είναι το “Girl's group: Teaching wellness to prevent eating disorders”.
Αυτό το πρόγραμμα αφορά στους παράγοντες που
συμβάλλουν στη μη ικανοποιητική αντίληψη του σώματος και στη συμπεριφορά που 26
οδηγεί σε διατροφικές διαταραχές. Απευθύνεται σε κορίτσια μέσης εκπαιδευτικής βαθμίδας και επιδιώκει να δημιουργήσει θετικές στάσεις και συμπεριφορές νωρίς στην εφηβική ανάπτυξη. Οι συνεδρίες διαρκούν δύο ώρες για διάστημα δέκα εβδομάδων και υιοθετείται μια ενεργητική σωματική και διανοητική προσέγγιση με σκοπό την άσκηση σε διάφορες τεχνικές χαλάρωσης και αντιμετώπισης των πιέσεων που δέχονται. Τα κορίτσια συμμετέχουν εθελοντικά και μαθαίνουν yoga και την καθημερινή τήρηση ημερολογίου. Τα πρώτα αποτελέσματα του προγράμματος είναι ενθαρρυντικά και δείχνουν αύξηση της ικανοποίησης από την εικόνα του σώματος, αυξημένες στρατηγικές αντιμετώπισης των πιέσεων καθώς και αυξημένη γνώση των σχετικών θεμάτων.
27
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Αμερικάνικη Παιδιατρική Ακαδημία. (2001). Η φροντίδα του παιδιού στη σχολική ηλικίας, από 5 έως 12 ετών. Αθήνα: Εκδόσεις Ποταμός Ελληνική Ιατρική Εταιρεία Παχυσαρκίας (2005). Παιδική Παχυσαρκία: Ένας ενημερωτικός και συμβουλευτικός οδηγός για την ελληνική οικογένεια. Αθήνα: Roche (Hellas) Α.Ε. Ελληνική Κοινωνική Έρευνα (2007). Πορτρέτο των μαθητών με υ ψηλή και χαμηλή αυτοεκτίμηση. Σεπτέμβριος. http://epapanis.blogspot.com [πρόσβαση 20-0308]. Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγιεινής (2007). Κατάθλιψη σε παιδιά και εφήβους. Νοέμβριος. http://www.epipsi.gr [πρόσβαση 20-03-08]. Φατσέα,
Σ.
(2007).
Παιδική
παχυσαρκία.
medNutrition.
Οκτώβριος.
http://www.mednutrition.gr [πρόσβαση 20-03-08]. Κάκουρος, Ε. και Μανιαδάκη, Κ. (2004). Ψυχοπαθολογία παιδιών και εφήβων. Αθήνα: Τυπωθήτω-Γιώργος Δαρδάνος. Μορτόγλου, Α. (1996). Παχυσαρκία. Ένας πρακτικός, ενημερωτικός και θεραπευτικός οδηγός για όλους. Αθήνα: Advance Publishing. Παπαμίκος, Β. και Πασπαλιάρη, Σ. (2007). Η αντιμετώπιση της παιδικής παχυσαρκίας στην Ελλάδα. iatronet . Αύγουστος. http://www.iatronet.gr [πρόσβαση 20-03-08). Παπαχρήστος, Π. (2007). Η υιοθέτηση υγιεινών συνηθειών. Απάντηση στην παιδική παχυσαρκία. medNutrition. Οκτώβριος. http://www.mednutrition.gr [πρόσβαση 20-03-08]. Τσιάντης, Γ. (2003). Βασική Παιδοψυχιατρική. ΕΦΗΒΕΙΑ. Αθήνα: Καταστανιώτης 28
Archives of Pediatrics and Adolescent Medicine ( 1998). Maternal feeding practices and childhood obesity. Οκτώβριος. http://archpedi.ama-assn.org [πρόσβαση 20-03-08]. Bryn, S. A. (2007). School-based overweight prevention program may cut risk of eating disorders among girls. http://www.childrenshospital.org [πρόσβαση 12-03-08]. Cook-Cottone, C. &Scime, M., (2006) The prevention and treatment of eating disorders: An overview for school psychologists. Pediatric School Psychology, NASP Communique, Vol. 34 #5 Cullari, Salvatore, Redmon, William K. (1985) A Primary Prevention Program to Reduce Bulimia and Anorexia Nervosa. ANOVA Research Associates, Inc.
Dietz, W. H., & Gortmaker, S. L. (1985). Do we fatten our children at the television
set? Obesity and television viewing in children and adolescents. Pediatrics, 75(5), 807-812.
Dietz, W. H. (1983 ). Childhood obesity: Susceptibility, cause, and management.
Journal of Pediatrics, 103(5), 676-686.
Epstein, L. H., Wing, R. R., Koeske, R., & Valoski, A. (1987). Long-term effects of
family-based treatment of childhood obesity. Journal of Consulting and Clinical Psychology, 55(1), 91-95. EJ 352 076.
Gortmaker, S. L., Dietz, W. H., Sobol, A. M., & Wehler, C. A. (1987). Increasing
29
pediatric obesity in the United States. American Journal of Diseases of Children, 141, 535-540
Kater, K. (2005). Healthy body image. Teaching kids to eat and love their bodies too!
National Eating Disorders Association. Keca, J., Cook- Cottone C., (2005) Eating disorders: Prevention is worth every ounce. Http://www.nasponline.com [πρόσβαση 20-03-08] Keel, P. K., & Herzog, D.B. (2004). Long-term outcome, course of illness, and mortality in anorexia nervosa, bulimia nervosa, and binge eating disorder. In T.D. Brewerton (Ed.) Clinical Handbook of Eating Disorders: An Integrat ed Approach, pp. 97-116 Natenshon, A. (2006) Early warning signs of eating disorders in classrooms, corridors, lunch rooms and guidance offices http://www.emporweredparents.com [πρόσβαση 20-03-08] Nutrimed (2005). Η παχυσαρκία απομακρύνει τα παιδιά από το σχολείο. Μάρτιος. http://www.nutrimed.gr [πρόσβαση 18-03-08]. Professional School Counseling (2004) Eating disorder intervention, prevention, and treatment: recommendations for school counselors. American School Counselor Association Professional School Counseling (2002) Promoting healthy body image in middle school . American School Counselor Association
30
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Οργανισμοί που προσφέρουν βοήθεια:
Anorexia Nervosa and Related Eating Disorders (ANRED) P.O. Box 5102 Eugene, OR 97405 Phone:
(541) 344-1144
E-mail:
[email protected]
Web Address:
www.anred.com
National Eating Disorders Association (NEDA) 603 Stewart Street Suite 803 Seattle, WA 98101 Phone:
1-800-931-2237 (206) 382-3587
E-mail:
[email protected]
Web Address: www.nationaleatingdisorders.org
National Institute of Mental Health (NIMH) 6001 Executive Boulevard Room 8184, MSC 9663 Bethesda, MD 20892-9663 Phone:
1-866-615-6464 toll-free (301) 443-4513
Fax:
(301) 443-4279
TDD:
1-866-415-8051 toll-free
31
E-mail:
[email protected]
Web Address:
www.nimh.nih.gov
National Mental Health Information Center P.O. Box 42557 Washington, DC 20015 Phone:
1-800-789-2647 (240) 221-4021 for international calls
Fax:
(240) 221-4295
TDD:
1-866-889-2647 toll-free
Web Address: www.mentalhealth.samhsa.gov
PRO ANA Οι pro ana είναι μια ομάδα εφήβων, η οποία προωθεί την ανορεξία ως τρόπο ζωής παρά ως ασθένεια. Βασικό τους επιχείρημα είναι ότι η ανορεξία θα αφαιρεθεί κάποια στιγμή από το DSM IV, ως ψυχική ασθένεια, όπως ακριβώς αφαιρέθηκε και η ομοφυλοφιλία. Μέσω του Διαδικτύου, προωθούν δίαιτες, φάρμακα, καθώς και τρόπους να κρύψουν την ανορεξία από τους ενήλικες που τους φροντίζουν. Θεωρούν ότι η ανορεξία είναι απλά ένας τρόπος να παραμείνει κανείς αδύνατος και υγιείς. Οι απόψεις τους, είναι αποκαλυπτικές: just take a vitamin for malnutrtion jeeezes (Απλά πάρε μια βιταμίνη για τον υποσιτισμό, Χριστέ μου!) I'm belimic and getting the habbite of becoming anorexic. This is my life and nonone can stop what people will do to be perfect (Είμαι βουλιμική και 32
απέκτησα τη συνήθεια της ανορεξίας. Αυτή είναι η ζωή μου και κανείς δεν μπορεί να σταματήσει αυτά που κάνουν οι άνθρωποι για να γίνουν τέλειοι).
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
Γιατί οι διαταραχές διατροφής διαταραχές διατροφής εμφανίζονται κυρίως στην κυρίως στην εφηβεία; Προσπάθεια προσαρμογής Αναζήτηση της ταυτότητας Αναζήτηση της ταυτότητας Διαχείριση σκέψεων σκέψεων και η
συναισθημάτων
Παράγοντες κινδύνου Παράγοντες κινδύνου
• Διαιτητικές συνήθειες ητικές συνήθειες του σώματος • Αρνητική εικόνα ή εικόνα του συμμόρφωση •Πίεση για Πίεση για συμμόρφωση
Οι διαταραχές διατροφής επιδρούν επιδρούν Οι διαταραχές διατροφής στην: • Ψυχολογική • Συναισθηματική • Συμπεριφορική • Κοινωνική ανάπτυξη • Ικανότητα μάθησης
33
Προκαλούν: Ασθένειες • Ασθένειες • Θάνατο Θάνατο Θεωρίες αιτιολογίας Θεωρίες αιτιολογίας Βιολογικές Ψυχοδυναμικές Γνωστικο-συμπεριφορικές Οικογενειακά μοντέλα
Παράγοντες που Παράγοντες που συμβάλλουν στην ανάπτυξη τους Κοινωνικο-δημογραφικοί παράγοντες Αρνητικά γεγονότα ζωής Αίσθηση ελέγχου
Ψυχογενής ανορεξία Ψυχογενής ανορεξία (anorexia nervosa)
Έντονη άρνηση λήψης άρνηση λήψης τροφής από τροφής από φόβο μήπως αυξηθεί το βάρος του μήπως αυξηθεί το βάρος του, αν και αυτό κυμαίνεται κάτω από τα κατώτερα όρια του του τα κατώτερα όρια φυσιολογικού γι την ηλικία, το φύλο και το φυσιολογικού για την και το ύψος του ύψος του.
Τύποι Ψυχογενούς ανορεξίας (DSMΨυχογενούς ανορεξίας (DSMIV)
• Περιοριστικός τύπος (restrictive type) • Υπερφαγία / καθαρτικός τύπος (binge(bingeeating/ purging type)
34
Αιτιολογία Επίδραση 3 παραγόντων: Βιολογικοί Κοινωνικοπολιτισμικοί Κοινωνικοπολιτισμικοί Ψυχολογικοί
Οικογένειες ατόμων με Ψυχογενή ανορεξία Υπερπροστατευτικήμε με ανεπαρκή πρότυπα • Υπερπροστατευτική επικοινωνίας Γονείς υπερβολικά υπερβολικά απαιτητικοί απαιτητικοί • Γονείς • Δε βοηθούν τους εφήβους τους εφήβους να αποδεχτούν το νέο τους σώμα και να αποκτήσουν ενήλικη τους σώμα και ταυτότητα Υπερεμπλοκή και και αποφυγή αποφυγή συγκρούσεων • Υπερεμπλοκή
Χαρακτηριστικά προσωπικότητας
• Χαμηλή Χαμηλή αυτοεκτίμηση αυτοεκτίμηση Αίσθημα αναποτελεσματικότητας και • Αίσθημα αναποτελεσματικότητας και ανεπάρκειας
Ανάγκη γι για αυτοέλεγχο και έλεγχο της ζωής • Ανάγκη της ζωής • τελειομανία τελειομανία Σύνδεση της της επιτυχίας επιτυχίας με με το το λεπτό σώμα • Σύνδεση • Ανάγκη Ανάγκη να να βρίσκονται στο επίκεντρο της προσοχής
Θεραπευτική αντιμετώπιση Έμφαση στην ανάκτηση του ανάκτηση του σωματικού βάρους σωματικού βάρους Τροποποίηση των διαταραγμένωναντιλήψεων διαταραγμένωναντιλήψεων μέσω γνωστικο -- συμπεριφορικών τεχνικών απόκτηση αυτοελέγχου ή η υιοθέτηση υιοθέτηση πιο ΣΤΟΧΟΣ: Η απόκτηση ελαστικών σχημάτων ελέγχου της συμπεριφοράς της συμπεριφοράς Χρήση φαρμάκων
35
Ψυχογενής Βουλιμία Ψυχογενής Βουλιμία Η διαταραχή αυτή, όπως και η ψυχογενής ανορεξία ψυχογενής ανορεξία παρουσιάζεται συνήθως στην εφηβεία με παρουσιάζεται συνήθως στην εφηβεία με πολύ μεγαλύτερη συχνότητα από αυτήν. η υπερφαγία, η ΚΥΡΙΑΡΧΟ ΣΥΜΠΤΩΜΑ της είναι της είναι η
κατανάλωση δηλαδή μέσα σε σε ένα χρονικό κατανάλωση δηλαδή μέσα ένα χρονικό διάστημα(π χ . χ. δύοωρών δύοωρών) ποσότητας τροφής σαφώς μεγαλύτερης απόαυτή αυτή που θα μπορούσαν σαφώς μεγαλύτερης από θα μπορούσαν να καταναλώσουν να καταναλώσουν οι περισσότεροι άνθρωποι κατά τη διάρκεια της ίδιας ίδιας χρονι κής περιόδου περιόδου. τη διάρκεια της χρονικής
Σύμφωνα με τα με τα διαγνωστικά κριτήρια του DSMDSM-IV, IV, η ψυχογενής βουλιμία ψυχογενής βουλιμία χαρακτηρίζεται από: 1)Επανειλημμένα επεισόδια υπερφαγίας τα οποία τα οποία συνοδεύονται από συναισθήματα ντροπής συναισθήματα ντροπής , ενοχής και ενοχής και απώλειας ελέγχου απώλειας ελέγχου ως προς την κατανάλωση τροφής . 2)Επανειλημμένη απρόσφορη αντισταθμιστική συμπεριφορά, προκείμενου να αποτραπεί η αύξηση αύξηση του βάρους .
Στο DSMDSM-IV η βουλιμία διακρίνεται σε δύο τύπους : Α)Ο καθαρτικός τύπος Ο καθαρτικός τύπος Β)Ο μη καθαρτικός τύπος τύπος Ο μη καθαρτικός
Αιτιολογία Σύμφωνα με έρευνες τα τα επίπεδα νορεπινεφρίνης νορεπινεφρίνης στα βουλιμικά άτομα είναι χαμηλά είναι χαμηλά, ωστόσο δεν είναι γνωστό αν αυτό αποτελεί την αιτία ή το το αποτέλεσμα της βουλιμίας (Kaye & αποτέλεσμα της βουλιμίας Weltzin, Weltzin, 1991).
36
Επιπλέον, η παιδική παχυσαρκία, τα προβλήματα στις σχέσεις στις σχέσεις γονέα παιδιού και η σεξουαλική κακοποίηση των παιδιών αποτελούν παράγοντες που αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισης της εμφάνισης της διαταραχής στην διαταραχής στην εφηβεία (Garfinkel et al.,1995)
Επίσης , από το ιστορικό το ιστορικό των βουλιμικών ατόμων, διαπιστώνουμε πως όσο μεγαλύτερο ήταν το πρόβλημα της πρόβλημα της παχυσαρκίας του του ίδιου ίδιου του του ατόμου ή των των παχυσαρκίας γονέων του, τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα γι την εκδήλωση πιθανότητα για την εκδήλωση βουλιμίας (Fairburn et al.,1995). al.,1995).
Σύμφωνα με ψυχαναλυτικές προσεγγίσεις ψυχαναλυτικές προσεγγίσεις , η ψυχογενής βουλιμία ψυχογενής βουλιμία εκφράζει τον αγώνα για τον αποχωρισμό από τη μητέρα που μεταφέρεται ως αμφιθυμία για το φαγητό. Η ως αμφιθυμία γι λήψη τροφής αντιπροσωπεύει τροφής αντιπροσωπεύει τις ανάγκες συγχώνευσης με τη μητέρα και η αποβολή συγχώνευσης με τη του φαγητού την φαγητού την ασυνείδητη επιθυμία γι επιθυμία για αποχωρισμό και αυτονομία και αυτονομία.
Σύμφωνα με έρευνες οι οικογένειες των βουλιμικών φαίνεται να διαφέρουν να διαφέρουν από εκείνες των ανορεκτικών γιατί είναι λιγότερο κλειστές αλλά με περισσότερες με περισσότερες ενδοοικογενειακές συγκρουσεις Επιπλέον εμφανίζουν αυξημένη αυξημένη συχνότητα αλκοολισμού κατάχρησης ουσιών και συναισθηματικών διαταραχών , ,
, ,
,
.
,
, ,
.
37
Συνέπειες Η βουλιμία έχεις βουλιμία έχεις πολλές ιατρικές πολλές ιατρικές συνέπειες : Η πρόκληση εμετού οδηγεί εμετού οδηγεί σε • Οίδημα των Οίδημα των σιελογόνων αδένων • Διαταραχή των ηλεκτρολυτών • Διάβρωση του σμάλτου των σμάλτου των δοντιών • Μυϊκή αδυναμία
Θεραπευτικές προσεγγίσεις Θεραπευτικές προσεγγίσεις Οι στόχοι της θεραπείας της θεραπείας της ψυχογενούς της ψυχογενούς βουλιμίας είναι (Hsu, 1990; APA APA , 1993; Hsu, 1990; Garner and Needleman, Needleman, 1997): α) Εγκατάσταση κανονικού κανονικού προγράμματος διατροφής και διακοπή του φαύλου κύκλου φαύλου κύκλου υπερφαγίας -εμετών. β) Τροποποίηση σκέψεων και συναισθημάτων που συντηρούν τη βουλιμική συμπεριφορά βάσει του γνωστικοσυμπεριφορικού μοντέλου.
γ) Θεραπεία των ιατρικών των ιατρικών επιπλοκών της . βουλιμίας δ) Αντιμετώπιση Αντιμετώπιση των ψυχιατρικών συμπτωμάτων που συνυπάρχουν με τη με τη βουλιμία ε) Ψυχολογική θεραπεία, με Ατομι κή ή ή Ομαδική ψυχοθεραπεία: Ατομική 1. Γνωστική-συμπεριφορική 2. Ψυχοδυναμική Οικογενειακή θεραπεία
στ) Φαρμακευτική αγωγή
ζ ) Πρόληψη των υποτροπών (follow up) up)
38
• Παχυσαρκία: ΔΜΣ>30 • Φυσιολογικά: 20< ΔΜΣ<25
(Μορτόγλου,1996)
… • 5-25% παιδιών και εφήβων στις ΗΠΑ στις ΗΠΑ είναι παχύσαρκα (Dietz, 1983)
• 54% αύξηση του ποσοστού του ποσοστού των
παχύσαρκων παιδιών ηλικίας 6-11 ετών (Dietz, Solob 1987)
… • Έρευνα σε παιδιά ηλικίας : 2-19 ετών Το ποσοστό παχυσαρκίας παχυσαρκίας ήταν 10% Ελληνικά δεδομένα Ελληνικά δεδομένα: 4 στα 10 παιδιά είναι παιδιά είναι παχύσαρκα Παγκόσμιος Οργανισμός Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας Υγείας : παχυσαρκία παχυσαρκία τρίτη αιτία θανάτου αιτία θανάτου
39
Έρευνα Πανεπιστημίου Αθηνών Πανεπιστημίου Αθηνών αύξηση βάρους
16 14
ΗΠΑ
12
Ελλάδα
10
κιλά(kg)
8 6 4 2 0
αγόρια
κορίτσια
Αγόρια
Κορίτσια
Αίτια Παχυσαρκία: πολυπαραγοντική νόσος -ιατρικοί λόγοι -κληρονομικότητα -διατροφικές συνήθειες διατροφικές συνήθειες -οικογενειακό περιβάλλον -ψυχογενείς αιτίες ψυχογενείς αιτίες
Ιατρικές συνέπειες Ιατρικές συνέπειες • Υπέρταση • Αρτηριοσκλήρυνση Διαβήτης Β Β • Διαβήτης Επιδείνωση άσθματος άσθματος • Επιδείνωση
Συνέπειες • Αί σθημα μειονεξίας Αίσθημα • Μειωμένη αυτο-εκτίμηση • Συναισθηματικές διαταραχές Συναισθηματικές διαταραχές • Απομάκρυνση από παρέες , αρνητικά σχόλια • Εγκατάλειψη σχολείου • Κατάθλιψη
40
απόψεις γονέων
30% 25% 20% 15% 10% 5% 0%
υπερβαρα
όχι σωσ τά
όχ ι αρκετά
Θεραπευτική Θεραπευτική Προσέγγιση • Περιλαμβάνει παιδί-έφηβο και γονείς • Δεν εστιάζεται μόνο στην απώλεια βάρους • Στοχεύει στην αύξηση της αυτο της αυτο-εκτίμησης του παιδιού / εφήβου • Φαρμακοθεραπεία:σπάνια, κυρίως για αντιμετώπιση κατάθλιψης (SSRIs,MAO κτλ)
Πρόληψη και Σχολείο Αναγνώριση μαθητών, που μπορεί να μπορεί να
πάσχουν από διαταραχής διατροφής διαταραχής διατροφής
διαταραχές διατροφής Ο μαθητής με μαθητής με διαταραχές μπορεί να:
μαθητής με καλούς βαθμούς • Είναι άριστος Είναι άριστος μαθητής καλούς βαθμούς • Φαίνεται κουρασμένος , χωρίς κίνητρο και διάθεση • Εκφράζει έντονες ανησυχίες έντονες ανησυχίες για την εικόνα σώματος του σώματος του
…
• Αποσύρεται από τις σχέσεις τις σχέσεις του •Παραλείπει γεύματα Παραλείπει γεύματα και γυμνάζεται υπερβολικά •Είναι ανταγωνιστικός •Μην παραδέχεται ότι έχει πρόβλημα διατροφής
41
Έτσι, οι καθηγητές μπορούν: οι καθηγητές μπορούν • Να Να δημιουργήσουν δημιουργήσουν ένα περιβάλλον περιβάλλον όπου τα όπου τα
παιδιά δε παιδιά δε θα παρενοχλούνται λόγω του βάρους τους • Να Να εστιάσουν στην υιοθέτηση υγιών συνηθειών διατροφής και να εισάγουν να εισάγουν την άσκηση ως τρόπος ζωής
• Η Η πρόληψη, φυσικά, είναι η ενημέρωση ενημέρωση του του κοινού και ιδίως των των εφήβων και των κοινού και ιδίως οικογενειών τους
Πρώτο επίπεδο παρέμβασης Σε ότι ότι αφορά ένα ειδικό πρόγραμμα πρόληψης • Σε αφορά ένα ειδικό πρόγραμμα πρόληψης ,
μπορούν να εκπαιδεύσουν να εκπαιδεύσουν τους μαθητές στη μαθητές στη φροντίδα του τους πιέζουν πιέζουν και φροντίδα του σώματος , να μη να μη τους να πάρουν την ευθύνη των ευθύνη των πράξεων τους
Η συζήτηση μπορεί ν’ αποκαλύψει αποκαλύψει την την επιθυμία • Η συζήτηση μπορεί ν τους ν τους ν’ ακολουθήσουν ’ ακολουθήσουν μη υγιή πρότυπα υγιή πρότυπα, οπότε οι καθηγητές μπορούν να υποδείξουν την καταστροφικότητα αυτών τωνπροτύπων τωνπροτύπων
Δεύτερο επίπεδο παρέμβασης • Είναι σημαντικό να συνεργάζονται και με τους γονείς • Να προσέχουν τι και πόσο και πόσο τρώνε οι μαθητές στο στο διάλειμμα μαθητές στη • Να προσέχουν τις αλλαγές τις αλλαγές στη συμπεριφορά • Να ενθαρρύνουν τη γυμναστική τη γυμναστική άσκηση που δε που δε στοχεύει στην απώλεια κιλών απώλεια κιλών
,
Παρέμβαση Αν η παρέμβαση είναι αναγκαία, σημαίνει ότι το πρόβλημα υφίσταται υφίσταται Είναι πολύ Είναι πολύ σημαντικό οι καθηγητές να καθηγητές να
έχουν ένα σχέδιο Αυτό σημαίνει να σημαίνει να συνεργάζονται με τον με τον ψυχολόγο, τον κοινωνικό λειτουργό, τους γονείς και τον ειδικό διατροφής
42
… • Η συζήτηση με τον μαθητή τον μαθητή είναι ένα είναι ένα
πρώτο βήμα παρά τους κινδύνους που παρά τους κινδύνους ελλοχεύουν • Όταν πλέον ο μαθητής παραδεχτεί μαθητής παραδεχτεί το πρόβλημα πρέπει να γίνει διάγνωση και να γίνει η διάγνωση να σχεδιαστεί η παρέμβαση παρέμβαση • Για να να είναι αποτελεσματική πρέπει να γίνεται άμεσα γίνεται άμεσα ,
, ,
.
,
.
… Οι γονείς πρέπει να παίρνουν να παίρνουν την ευθύνη
όταν ο μαθητής είναι μαθητής είναι κάτω από 18 χρονών Έπειτα, είναι σημαντικό σημαντικό να μην είναι επικριτικός και να δείχνει να δείχνει ενδιαφέρον και κατανόηση να ενθαρρύνεται Τέλος , ο μαθητής πρέπει μαθητής πρέπει να να εκφράζει εκφράζει ανοιχτά τα συναισθήματα του να συναισθήματα του και να και να αναζητήσει αναζητήσει βοήθεια.
Οικογένεια • Παίζει Παίζει σημαντικό σημαντικό ρόλο, τόσο στην πρόληψη, όσο όσο και στην παρέμβαση. Μπορεί να τη δυσχεράνει να τη δυσχεράνει όσο και να επισπεύσει να επισπεύσει την ανάρρωση. • Αρχικά, πρέπει να θέσουν μαζί με τον πρέπει να θέσουν με τον ασθενή στόχους • Το Το πιο δυνατό τους όπλο τους όπλο είναι η παρατήρηση και παρατήρηση και η εκπαίδευση εκπαίδευση των των παιδιών τους σε σωστές τους σε σωστές διατροφικές συνήθειες
… • Στην παρέμβαση είναι καλό να μην να μην
ρίχνουν ευθύνες ούτε στους εαυτούς τους στους εαυτούς τους ούτε στο μαθητή • Καλό θα ήταν να τον ενθαρρύνουν να ξεκουράζεται • Τέλος πρέπει να γνωρίζουν να γνωρίζουν ότι η ανάρρωση από μι α διατροφική διατροφική διαταραχή μια είναι μια μια αργή και αργή και επώδυνη διαδικασία επώδυνη διαδικασία
,
, ,
43