LORETTA CHASE
Σκάνδαλο από Μετάξι
Tίτλος πρωτοτύπου: SCANDAL WEARS SATIN by Loretta Chase Copyright © 2012 by Loretta Chekani. All rights reserved. Greek Language Translation Copyright © 2012, Compupress S.A. – Compupress Α.Ε. Λοχαγού Δεδούση 1 & Μεσογείων 304, 15562 Χολαργός, τηλ.: 2109238672, fax: 2109216847 Web site: www.anubis.gr, e-mail:
[email protected] ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ EKΔOΣHΣ: Aλεξάνδρα Λέτσα ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: Mαρία Κωνσταντούρου ΔΙΟΡΘΩΣΗ: Ελίνα Μιαούλη ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΣΕΛΙΔΟΠΟΙΗΣΗ: Έρση Σωτηρίου ΠPOΣAPMOΓH ΕΞΩΦΥΛΛΟΥ: Mαίρη Λυμπέρη www.e-bookshop.gr Aνάπτυξη και διάθεση ψηφιακών βιβλίων Κλάδος της Digital Content A.E. ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΤΟΜΕΑ E-BOOKS: Ιάσων Μανούσος ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ WEB SITE: Digital Content A.E. Digital Content A.E. Λοχαγού Δεδούση 1 & Μεσογείων 304, 155 62 Χολαργός, τηλ.: 2106516888 fax: 2109216847 Web site: www.digicon.gr, e-mail:
[email protected] VENUS FOREVER – 08 ISΒN: 978-960-497-580-8
Όλοι οι χαρακτήρες και τα γεγονότα του βιβλίου είναι φανταστικά. Κάθε ομοιότητα με πρόσωπα ζωντανά ή μη είναι εντελώς συμπτωματική. Απαγορεύονται η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή -ολική, μερική ή περιληπτική-, η κατά παράφραση ή διασκευή απόδοση του κειμένου με οποιονδήποτε τρόπο -μηχανικό, ηλεκτρονικό, φωτοτυπικό, ηχογράφησης ή άλλο- χωρίς προηγούμενη γραπτή άδεια του εκδότη, καθώς και η κυκλοφορία του σε οποιαδήποτε μορφή, ίδια ή διαφορετική από την παρούσα, στο πρωτότυπο ή σε μετάφραση ή άλλη διασκευή, σύμφωνα με το Νόμο 2121/1993 και τους Κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, που ισχύουν στην Ελλάδα.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Αυτό το βιβλίο γράφτηκε με τη βοήθεια Της διορατικής και εμψυχωτικής εκδότριάς μου, May Chen Της ακούραστης ατζέντισσάς μου, Nancy Yost Της έξυπνης και ενημερωμένης στα της μόδας φίλης και συνεργάτιδας Isabella Bradford, γνωστή ως Susan Holloway Scot Της υπομονετικής Γαλλίδας συμβούλου μου, Valerie Kerxhalli Των αφοσιωμένων, διασκεδαστικών και εκκεντρικών αδερφών μου, Cynthia, Vivian και Kathy Και ειδικότερα, Του ευφυούς και γενναίου συζύγου μου, Walter, καθημερινός ήρωας της ζωής μου.
Πρόλογος Παρατηρείστε την αγριωπή, εριστική έκφρασή του, τις κατάμαυρες τσιγγάνικες μπούκλες, το αριστοκρατικό (για να μην πούμε αλαζονικό) ύφος του, που δεν τον εγκαταλείπει ποτέ, είτε χαμογελά σε κάποια όμορφη γυναίκα είτε κοιτάζει βλοσυρά κάποιο γλοιώδη τύπο. -The Court Magazine, «Αληθινές Ιστορίες της Ζωής», 1835 Λονδίνο Πέμπτη 21 Μαΐου 1835, νωρίς το πρωί Οι κοκότες ήξεραν πώς δίνεται ένα πάρτι. Κάθε Τετάρτη βράδυ, έπειτα από χορό ή χαρτοπαιξία με την αφρόκρεμα της κοινωνίας στο Άλμακ, την πιο ξέφρενη λέσχη του Λονδίνου, συνέχιζαν πρόθυμα σε μια πολύ διαφορετική συνάθροιση στο σπίτι της Καρλότα Ο’ Νιλ. Είχαν στη διάθεσή τους ένα τραπέζι ρουλέτας, μαζί με άλλα τυχερά παιχνίδια, καθώς και πιο πικάντικα κόλπα με γυναίκες αμφιβόλου ηθικής που έκαναν τις κυρίες επί των τιμών στην τρέχουσα βασίλισσα των εταίρων.
8
LORETTA CHASE
Φυσικά, ανάμεσά τους βρισκόταν και ο Χάρι Φέρφαξ, ο κόμης του Λόνγκμορ. Το σπίτι της Καρλότα δεν ήταν από τα μέρη που ο πατέρας του, ο μαρκήσιος του Γουόρφορντ, θα ήθελε να συχνάζει ο εικοσιεπτάχρονος γιος και κληρονόμος του, ωστόσο ο Λόνγκμορ είχε αποφασίσει εδώ και καιρό πως το να υπακούει στις επιθυμίες των γονιών του ήταν σαν να ακολουθούσε το γρηγορότερο και ευκολότερο δρόμο προς την αβάσταχτη ανία. Δεν έμοιαζε καθόλου με τους δικούς του, από καμία άποψη. Είχε κληρονομήσει όχι μόνο τα πειρατικά χαρακτηριστικά του θείου του, λόρδου Νίκολας Φέρφαξ –μαύρα μαλλιά, μαύρα μάτια, καθώς και το ψηλό, μυώδες κορμί που διέκρινε τους κουρσάρους–, αλλά και το ταλέντο του στο να κάνει αυτό που δεν έπρεπε. Κι έτσι, ο λόρδος Λόνγκμορ βρισκόταν στης Καρλότα. Κι εκείνη είχε πέσει πάνω του, τυλίγοντάς τον με μυρωδάτα κύματα από το άρωμά της. Και μιλώντας του, δυστυχώς. «Μα, τους γνωρίζεις πολύ καλά» του έλεγε. «Πρέπει να μας πεις πώς είναι η καινούρια Δούκισσα του Κλίβντον.» «Μελαχρινή» είπε εκείνος, παρακολουθώντας το γύρισμα της ρουλέτας. «Όμορφη. Λένε πως είναι Αγγλίδα, όμως έχει γαλλικούς τρόπους.» «Θεέ μου, αυτά θα μπορούσαμε να τα μάθουμε και από την Έκδοση.» Η Πρωινή Έκδοση του Φοξ ήταν η σημαντικότερη κουτσομπολίστικη φυλλάδα του Λονδίνου. Ο ιδιαίτερα ηθικός Μαρκήσιος του Γουόρφορντ ισχυριζόταν πως ήταν αηδιαστικές σάχλες, ωστόσο τη διάβαζε, όπως και κάθε άλλος, από τους προαγωγούς και τους μαστροπούς του Λονδίνου μέχρι τη Βασιλική Οικογένεια. Όπως πολύ καλά γνώριζε ο Λόνγκμορ, κάθε λεπτομέρεια που είχε δημοσιευτεί αναφορικά με τη νέα σύζυγο του Δούκα του Κλίβντον είχε συνταχθεί με μαεστρία από την ξανθιά αδερφή της νύφης, τη Σοφία Νου-
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
9
αρό, δεινή μοδίστρα την ημέρα και προεξάρχουσα κατάσκοπος του Τομ Φοξ τη νύχτα. Ο Λόνγκμορ αναρωτήθηκε πού να βρισκόταν εκείνο το βράδυ. Δεν την είχε εντοπίσει στο Άλμακ. Οι καπελούδες –ιδιαίτερα αν είχαν κάτι από Γαλλία– είχαν τόσες πιθανότητες να περάσουν απαρατήρητες στο Άλμακ, όσες είχε κι εκείνος να γίνει αόρατος. Όμως, η Σοφία Νουαρό είχε ένα δικό της τρόπο για να παραμένει αθέατη, και ήταν απολύτως ικανή να κυκλοφορεί τις όμορφες καμπύλες του κορμιού της οπουδήποτε κι αν ήθελε, μεταμφιεσμένη σε περιστασιακή υπηρέτρια. Έτσι κατόρθωνε να ξεθάβει τόσες βρομιές προς χάρη της σκανδαλοθηρικής φυλλάδας του Φοξ. Ο τροχός της ρουλέτας σταμάτησε να γυρίζει, κάποιος από τους θαμώνες στο τραπέζι βλαστήμησε, και η κοπελιά, με ύφος κρουπιέρη, έσπρωξε μια στοίβα μάρκες προς το μέρος του Λόνγκμορ. Εκείνος τις μάζεψε και τις πρόσφερε στην Καρλότα. «Τα κέρδη σου;» τον ρώτησε. «Θέλεις να σ’ τα φυλάξω;» Γέλασε. «Ναι, αγαπητή μου, φύλαξέ τα. Αγόρασε κανένα μπιχλιμπίδι για τον εαυτό σου ή ό,τι άλλο θες.» Τα καλοσχηματισμένα της φρύδια ανασηκώθηκαν. Μέχρι πριν λίγο, προτού η εικόνα της Σοφί Νουαρό αρχίσει να τριγυρνά στο μυαλό του, είχε κάνει την ίδια υπόθεση με την Καρλότα: πως θα χωνόταν μαζί της στην κρεβατοκάμαρά της. Υποτίθεται πως εκείνη έκανε συντροφιά στο Λόρδο Γκόρελ, ωστόσο αυτός, αν και αρκετά πλούσιος, δεν ήταν αρκετά ζωηρός, ώστε να τη διασκεδάσει ικανοποιητικά. Ο Λόνγκμορ, που εξαρτιόταν από το επίδομά του και τα κέρδη από τα τυχερά παιχνίδια, ίσως να μη θεωρείτο αρκετά πλούσιος. Εντούτοις, παρόλο που δεν αμφέβαλλε πως κατείχε την απαραίτητη αντοχή και εφευρετικότητα για να διατηρήσει στα ύψη το ενδιαφέρον της, σκεφτόταν τώρα ότι εκείνη μάλλον δεν είχε την ικανότητα να κρατήσει το δικό του ενδιαφέρον για περισσότερο από πέντε λεπτά. Ακόμα
10
LORETTA CHASE
και για τα δικά του δεδομένα, κάτι τέτοιο δύσκολα θα δικαιολογούσε μία ακριβή οικονομική επένδυση και την παρεπόμενη βαριεστιμάρα που θα συνόδευε το κήρυγμα του πατέρα του για υπερβολικά έξοδα. Με άλλα λόγια, ο Λόνγκμορ την είχε ήδη βαρεθεί. Λίγο αφότου εγκατέλειψε τα κέρδη του, ετοιμάστηκε να αποχωρήσει μαζί με δύο από τους φίλους του και δύο δεσποινίδες επί των τιμών της Καρλότα. Βρήκαν μία άμαξα και, έπειτα από μια σύντομη συζήτηση, ξεκίνησαν για μία πολύ κακόφημη λέσχη, στη γειτονιά του Σεν Τζέιμς. Εκεί, ο Λόνγκμορ μπορούσε να υπολογίζει σε λίγη ζωντάνια. Πλήττοντας με την κουβέντα που γινόταν στην άμαξα, έστρεψε το βλέμμα του έξω από το παράθυρο. Ο ήλιος ανέτελλε νωρίς αυτή την εποχή του χρόνου, και παρόλο που το τζάμι ήταν βρόμικο, μπορούσε να βλέπει αρκετά καθαρά. Μία γυναίκα ντυμένη με μουντά χρώματα βάδιζε στην άκρη του δρόμου, κρατώντας ένα ξεχαρβαλωμένο καλάθι. Ο τρόπος που περπατούσε, τα ρούχα και το καλάθι καταδείκνυαν πως δεν ήταν μία από τις αμέτρητες πόρνες του Λονδίνου, αλλά μία συνηθισμένη γυναίκα που πήγαινε στη δουλειά της, την ίδια ώρα που οι κυρίες της Υψηλής Κοινωνίας επέστρεφαν στα σπίτια τους μετά από τα διασκεδαστικά τους πάρτι. Προχωρούσε με γρήγορο βήμα, αλλά όχι όσο θα έπρεπε. Μια φιγούρα πετάχτηκε μέσα από ένα στενοσόκακο, άρπαξε το καλάθι από τα χέρια της και την πέταξε στο δρόμο. Ο Λόνγκμορ σηκώθηκε, άφησε το παράθυρο, άνοιξε την πόρτα της άμαξας και πήδηξε έξω, αγνοώντας τις φωνές της παρέας του. Παραπάτησε λιγάκι, ανέκτησε γρήγορα την ισορροπία του και πήρε στο κατόπι τον κλέφτη. Το θήραμά του ήταν γρήγορο και έτρεχε μια εδώ και μια εκεί. Κάποιαν άλλη στιγμή της μέρας, όταν οι δρόμοι θα ήταν γεμάτοι με κόσμο, θα είχε ξεφύγει εύκολα από το διώκτη του. Όμως, τώρα ήταν πολύ νωρίς, και σχεδόν κανείς δεν μπλέχτηκε στα
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
11
πόδια του Λόνγκμορ. Δεν σκεφτόταν τίποτα, μόνο έτρεχε, τυφλωμένος από οργή. Όταν ο τύπος χώθηκε σε ένα στενό σοκάκι, ο Λόνγκμορ δεν φοβήθηκε ούτε τυχόν ενέδρα ούτε κανέναν κίνδυνο – όχι πως θα νοιαζόταν ακόμα κι αν είχε προλάβει να το σκεφτεί. Ο άντρας κατευθύνθηκε προς μία πόρτα η οποία άνοιξε με ένα τρίξιμο, πράγμα που σήμαινε πως οι ένοικοι του σπιτιού τον περίμεναν. Ο Λόνγκμορ άρπαξε τον κλέφτη και τον τράβηξε προς τα πίσω. Η πόρτα έκλεισε με βρόντο. Τον κόλλησε στον πλησιέστερο τοίχο. Ο τύπος κατέρρευσε και έπεσε αμέσως στο έδαφος, αφήνοντας το καλάθι. Παρόλο που δεν μπορεί να ήταν τόσο χτυπημένος –κάτι τέτοια καθάρματα ήταν πιο ανθεκτικά–, εκείνος έμεινε ακίνητος, με τα μάτια κλειστά. «Στη θέση σου, δεν θα βιαζόμουν να σηκωθώ» του είπε ο Λόνγκμορ. «Άνανδρο κάθαρμα. Να τα βάζεις με γυναίκες.» Σήκωσε το καλάθι και έριξε μια ματιά στο δρόμο. Με λίγη τύχη, οι συνεργάτες του θα έτρεχαν να σώσουν το φίλο τους. Όμως, η τύχη δεν έβαλε το χεράκι της. Η περιοχή ήταν ήσυχη, παρόλο που ο Λόνγκμορ ήταν σίγουρος πως τον παρακολουθούσαν. Προχώρησε νωχελικά μέχρι το Πικαντίλι. Λίγα λεπτά αργότερα βρήκε την κοπέλα. Είχε γείρει στη βιτρίνα ενός μαγαζιού και έκλαιγε. «Δεν χρειάζεται να κλαψουρίζεις» της είπε. «Ορίστε τα πολύτιμα πράγματά σου.» Έβγαλε λίγα κέρματα από την τσέπη του και τα έβαλε στο χέρι της μαζί με το ξεχαρβαλωμένο καλάθι. «Τι, στην ευχή, σκεφτόσουν να προχωράς στα τυφλά χωρίς να κοιτάς τριγύρω σου;» «Στη… δουλειά» είπε εκείνη. «Έπρεπε να πάω στη δουλειά, άρχοντά μου.» Δεν τη ρώτησε πώς ήξερε ότι ήταν αριστοκράτης. Όλοι γνώριζαν τον Κόμη του Λόνγκμορ. «Οι δρόμοι είναι γεμάτοι από ληστές και μεθυσμένους αριστοκράτες που πάνε γυρεύοντας για φασαρίες, κι εσύ
12
LORETTA CHASE
βγήκες χωρίς κανένα μέσο άμυνας» της είπε. «Τι έχουν πάθει οι γυναίκες στην εποχή μας;» «Δεν… Δεν ξέρω.» Έτρεμε σαν φύλλο. Από το πέσιμο στο δρόμο είχε λερωθεί και είχε αποκτήσει μια μελανιά. Υπήρξε τυχερή που δεν είχε βρεθεί στο δρόμο κάποιου μεθυσμένου χοντράνθρωπου που γυρνούσε από τις ακολασίες του. «Έλα μαζί μου» της είπε. Είτε επειδή ήταν πολύ ταραγμένη για να σκεφτεί είτε επειδή απλώς φοβόταν –ο Λόνγκμορ ανέκαθεν είχε τέτοια επίδραση, ακόμα και στους όμοιούς του αριστοκράτες–, τον ακολούθησε μέχρι την άμαξα στην άλλη μεριά του δρόμου. Οι φίλοι του ήταν αρκετά μεθυσμένοι, που θα μπορούσαν να είχαν συνεχίσει χωρίς αυτόν. Ωστόσο, όχι – είχαν σταματήσει για να παρακολουθήσουν το θέαμα. «Όλοι έξω» φώναξε ο Λόνγκμορ. Διαμαρτυρήθηκαν άτονα, αλλά κατέβηκαν όλοι από την άμαξα, παρατηρώντας την άχρωμη γυναίκα. «Δεν είναι ο τύπος σου, Λόνγκμορ» είπε ο Χέμπτον. Ο Κρόφορντ κούνησε το κεφάλι. «Φοβάμαι πως ρίχνεις πολύ τον πήχη σου.» Εκείνος τους αγνόησε. «Πού πήγαινες;» ρώτησε την κοπέλα. Η γυναίκα τον κοίταξε, έπειτα στράφηκε στους φίλους του και τέλος στις πόρνες του δρόμου. «Μην τους δίνεις σημασία» της είπε. «Κανένας δεν νοιάζεται για τα κάλλη σου. Το μόνο που θέλουμε είναι να πάμε στο επόμενο πάρτι. Πού θέλεις να σε πάει ο οδηγός;» Ξεροκατάπιε. «Εξοχότατε, πήγαινα στο Ινστιτούτο Μόδιστρων για την Εκπαίδευση Άπορων Γυναικών» απάντησε. «Περισπούδαστο ακούγεται» είπε ο Κρόφορντ. «Δουλεύω εκεί» συνέχισε η κοπέλα. «Θα αργήσω.» Του έδωσε τη διεύθυνση, κι εκείνος τη μετέφερε στον αμαξά, προσθέτοντας αυστηρές οδηγίες, ώστε να πάει την
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
13
κοπέλα στον προορισμό της στο μισό απ’ το συνηθισμένο χρόνο, διαφορετικά θα τον έβρισκε και θα του έδινε έναν εξαιρετικά καλό λόγο για να μετακινείται αργά. Τη βοήθησε να ανέβει στην άμαξα, έκλεισε με δύναμη την πόρτα και έκανε νόημα στον οδηγό να ξεκινήσει. Σκέφτηκε τις καπελούδες. Μία συγκεκριμένη, στην πραγματικότητα, με ξανθά μαλλιά. Αφήνοντας τη συντροφιά του να βρει άλλη άμαξα, εκείνος συνέχισε με τα πόδια, μόνος, διανύοντας τη σύντομη απόσταση μέχρι την οδό Σεν Τζέιμς. Για να φτάσει στου Κρόκφορντ, έπρεπε να περάσει έξω από τη λέσχη Γουάιτ, λίγο πιο πέρα από τον Οίκο Νουαρό, το άντρο των Γαλλίδων μοδιστρών. Προσπέρασε με αργά βήματα το μοδιστράδικο. Έπειτα σταμάτησε και έριξε μια ματιά πίσω του, στους πάνω ορόφους όπου, για λόγους που του διέφευγαν, ζούσαν ακόμη οι δύο από τις τρεις αδερφές Νουαρό. Συνέχισε μέχρι του Κρόκφορντ, όπου στην αρχή έχανε μεγάλα ποσά για ένα ενδιαφέρον διάστημα, πριν αλλάξει η τύχη του, οπότε και άρχισε να κερδίζει μεγάλα ποσά. Όταν έφυγε τελικά από του Κρόκφορντ, μετά από περίπου μία ώρα αφόρητης ανίας, ήταν ακόμη πολύ πρωί για τα δεδομένα των αριστοκρατικών κύκλων. Παρ’ όλα αυτά, το Λονδίνο αποκτούσε ζωή. Κόσμος ανεβοκατέβαινε τη Σεν Τζέιμς, λίγοι με άμαξες και οι περισσότεροι με τα πόδια. Τα μαγαζιά δεν είχαν ανοίξει ακόμη. Ο Οίκος Νουαρό, γνώριζε, δεν άνοιγε πριν από τις δέκα, παρόλο που οι μοδίστρες –ορδές απ’ αυτές τώρα πια– κατέφθαναν στις εννέα. Αλλά τις τελευταίες εβδομάδες είχε πάρει μια γενική ιδέα για τις συνήθειες της Σοφίας Νουαρό. Περίμενε.
Κεφάλαιο 1 Εδώ και επτά μέρες, ολόκληρη η υψηλή κοινωνία βρίσκεται σε κατάσταση αναβρασμού εξαιτίας της εκούσιας απαγωγής της κόρης του σερ Κόλκουχαν Γκραντ από τον κύριο Μπρίνσλεϊ Σέρινταν… Το απόγευμα της Παρασκευής, γύρω στις πέντε, το νεαρό ζευγάρι δανείστηκε την άμαξα ενός φίλου και… έφυγε άρονάρον για το Βορρά. –The Court Journal, Σάββατο 23 Μαΐου 1835 Λονδίνο Πέμπτη 21 Μαΐου 1835 Κουνώντας ένα τεύχος της Πρωινής Έκδοσης του Φοξ, η Σοφί Νουαρό εμφανίστηκε ορμητικά μπροστά στο Δούκα και στη Δούκισσα του Κλίβντον την ώρα που εκείνοι προγευμάτιζαν με την απαραίτητη ευπρέπεια στην τραπεζαρία της έπαυλής τους. «Το είδατε αυτό;» ρώτησε, πετώντας τη φυλλάδα πάνω στο τραπέζι, ανάμεσα στην αδερφή της και στο νέο της γαμπρό. «Τους έχει πιάσει φρενίτιδα – δεν είναι εντυπωσιακό; Κατηγορούν τις τρεις αδερφές του Σέρινταν. Τρεις αδερφές μπλέκονται σε μία επικίνδυνη συνωμοσία – και δεν είμαστε
16
LORETTA CHASE
εμείς! Ω, αγαπητοί μου, μόλις το είδα, νόμισα πως θα πεθάνω από τα γέλια.» Συγκεκριμένα μέλη της Υψηλής Κοινωνίας είχαν παρομοιάσει αρκετές φορές προσφάτως τις τρεις ιδιοκτήτριες του Οίκου Νουαρό –τον οποίον η Σοφί ήταν αποφασισμένη να κάνει τον πλέον ονομαστό οίκο ραπτικής του Λονδίνου– με τις τρεις μάγισσες του Μάκβεθ. Αν δεν είχαν κάνει μάγια στο Δούκα του Κλίβντον, έλεγαν οι φήμες, εκείνος δεν θα είχε παντρευτεί ποτέ μία έμπορο. Τα μελαχρινά κεφάλια των εξοχότατων έσκυψαν πάνω από τη φρεσκοτυπωμένη εφημερίδα. Οι φήμες για το “κλέψιμο” Σέρινταν-Γκραντ ταξίδευαν ήδη στους κύκλους της Υψηλής Κοινωνίας, όμως η Έκδοση, ως συνήθως, ήταν η πρώτη που επιβεβαίωσε με δημοσίευμα τις διαδόσεις. Η Μαρσλίν σήκωσε το κεφάλι. «Λένε πως ο πατέρας της δεσποινίδος Γκραντ θα εγείρει αγωγή εναντίον των Σέρινταν στο δικαστήριο του Τσάνσερι» είπε. «Συναρπαστική ιστορία, πράγματι.» Εκείνην τη στιγμή εμφανίστηκε ένας υπηρέτης. «Ο λόρδος Λόνγκμορ, Εξοχότατε.» Όχι τώρα, που να πάρει, σκέφτηκε η Σοφί. Η αδερφή της είχε ξεσηκώσει την Υψηλή Κοινωνία, είχε κάνει θανάσιμη εχθρό της μία από τις πιο ισχυρές γυναίκες –που τύχαινε να είναι η μητέρα του Λόνγκμορ–, οι πελάτισσες τις εγκατέλειπαν ομαδικά, και η Σοφί δεν είχε ιδέα πώς να αντιμετωπίσει όλη αυτήν τη ζημιά. Και τώρα αυτός. Ο κόμης του Λόνγκμορ εισέβαλε στην τραπεζαρία, έχοντας μια εφημερίδα κάτω από το μπράτσο του. Οι σφυγμοί της Σοφί επιταχύνθηκαν σαν από μόνοι τους. Μαύρα μαλλιά και μαύρα μάτια που γυάλιζαν… Η αριστοκρατική μύτη που θα έπρεπε να είχε σπάσει πολλές φορές, αλλά που παρέμενε πεισματικά ίσια και υπεροπτική…
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
17
Το σκληρό, κυνικό στόμα… Το πάνω από ένα κι ογδόντα κορμί. Ένα όμορφο και ανδροπρεπές σύνολο. Μακάρι να συμπεριλάμβανε και μυαλό. Μπα, καλύτερα όχι. Καταρχάς δεν συνέφερε ένας εγκέφαλος σε αντρικό κεφάλι. Κι έπειτα, το σπουδαιότερο, εκείνη δεν είχε χρόνο ούτε για τον ίδιο ούτε για κανέναν άλλον άντρα. Έπρεπε να ασχοληθεί με το μαγαζί της και να το γλιτώσει από την επικείμενη καταστροφή του. «Σας έφερα την τελευταία Έκδοση» είπε στο ζευγάρι που καθόταν στο τραπέζι. «Αλλά, όπως βλέπω, δεν ήμουν αρκετά γρήγορος.» «Την έφερε η Σοφί» είπε η Μαρσλίν. Το σκοτεινό βλέμμα του Λόνγκμορ στάθηκε στη Σοφί. Εκείνη κατένευσε ψυχρά και πλησίασε στον μπουφέ. Κοίταξε τις πιατέλες και αφοσιώθηκε στο να γεμίζει το πιάτο της. «Δεσποινίς Νουαρό» ακούστηκε να λέει η φωνή του. «Σηκωθήκατε νωρίς, βλέπω. Δεν ήσασταν στο Άλμακ χθες βράδυ.» «Και βέβαια όχι» είπε η Σοφί. «Η Ιερά Εξέταση δεν κατάφερε να μου εξασφαλίσει δελτίο εισόδου.» «Από πότε περιμένεις ειδική άδεια; Απογοητεύτηκα πολύ. Περίμενα σε αναμμένα κάρβουνα για να δω τι είδους μεταμφίεση θα χρησιμοποιούσες. Η αγαπημένη μου μέχρι τώρα είναι της υπηρέτριας από το Λανκασάιρ.» Αυτή ήταν και η δικά της αγαπημένη. Παρ’ όλα αυτά, οι αυθαίρετες παρουσίες της στις κοσμικές εκδηλώσεις προκειμένου να συγκεντρώσει κουτσομπολιά για τον Φοξ υποτίθετο πως ήταν ένα σοβαρό, σκοτεινό μυστικό. Κανείς δεν έδινε σημασία στο υπηρετικό προσωπικό, και η ίδια ήταν μία Νουαρό, εξίσου ικανή στο να περνά απαρατήρητη, όσο και στο να αποσπά την προσοχή. Κι όμως, εκείνος την παρατήρησε. Θα πρέπει να είχε αποκτήσει σπάνιες ικανότητες ακοής
18
LORETTA CHASE
και όρασης, ώστε να αντισταθμίζει τον πολύ μικρό εγκέφαλό του. Έφερε το πιάτο της στο τραπέζι και κάθισε δίπλα στην αδερφή της. «Νιώθω συντετριμμένη που κατέστρεψα τη διασκέδασή σας» του είπε. «Δεν πειράζει» της απάντησε. «Αργότερα βρήκα κάτι για να απασχοληθώ.» «Έτσι φαίνεται» είπε ο Κλίβντον, κοιτώντας προς το μέρος του. «Θα πρέπει να είχε μεγάλη επιτυχία το πάρτι. Από τη στιγμή που ποτέ δεν είσαι ξύπνιος τόσο νωρίς, το μόνο που μπορώ να συμπεράνω είναι πως πέρασες από εδώ επιστρέφοντας στο σπίτι σου.» Όπως οι περισσότεροι στον κύκλο του, ο λόρδος Λόνγκμορ σπάνια ξυπνούσε πριν από το μεσημέρι. Τα ανακατωμένα του μαλλιά, το χαλαρωμένο φουλάρι και τα τσαλακωμένα του ρούχα μαρτυρούσαν στη Σοφί πως δεν είχε πάει ακόμη στο κρεβάτι – τουλάχιστον όχι στο δικό του. Η φαντασία της άρχισε αμέσως να πλάθει εικόνες με το μυώδες κορμί του ξαπλωμένο ανάμεσα σε μπερδεμένα σεντόνια. Δεν τον είχε δει ποτέ γυμνό – και καλύτερα· αλλά, πέρα από την εξαιρετική φαντασία που διέθετε, είχε δει αγάλματα, πίνακες και –πριν από χρόνια– τα προσωπικά προσόντα κάποιων Παριζιάνων αγοριών. Με αποφασιστικότητα, έδιωξε αυτές τις σκέψεις από το μυαλό της. Κάποια μέρα θα παντρευόταν έναν ευυπόληπτο άντρα που δεν θα ανακατευόταν με τις δουλειές της. Ο Λόνγκμορ όχι μόνο δεν ήταν καθόλου ευυπόληπτος, αλλά ήταν και ένας απίστευτος χοντροκέφαλος που έμπαινε διαρκώς στα πόδια των άλλων – και, επιπλέον, ήταν ο μεγαλύτερος γιος της γυναίκας που ποθούσε να εξαφανίσει από προσώπου γης τις αδερφές Νουαρό. Μονάχα μία αυτοκαταστροφική ηλίθια θα έμπλεκε μαζί του.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
19
Εστίασε την προσοχή της στα ρούχα του. Ως προς την υψηλή ραπτική, το ντύσιμό του ήταν αψεγάδιαστο, αναδεικνύοντας κάθε σπιθαμή των φαρδιών ώμων του και του μυώδους στέρνου του, τη λεπτή του μέση και τους στενούς γοφούς του, και κάτω, όλο και πιο κάτω, τα μακριά, στιβαρά του πόδια… Άδειασε ξανά το μυαλό της από αυτές τις σκέψεις, υπενθυμίζοντας στον εαυτό της πως τα ρούχα ήταν η ζωή της, και κοίταξε αντικειμενικά την εμφάνισή του, έτσι όπως παρατηρεί ένας επαγγελματίας τη δουλειά κάποιου άλλου. Ήξερε πως οι εμφανίσεις του διακρίνονταν από κομψότητα. Ο βαλές του, ο Όλνεϊ, φρόντιζε γι’ αυτό. Ωστόσο, ο Λόνγκμορ δεν συμπεριφερόταν πάντα με κομψότητα, και ό,τι συνέβαινε αφότου έφευγε από το σπίτι του ήταν κάτι που ο Όλνεϊ δεν μπορούσε να ελέγξει. Κρίνοντας από την εμφάνισή του, πολλά θα πρέπει να είχαν γίνει από τη στιγμή που ο Όλνεϊ άφησε χθες ελεύθερο τον κύριό του. «Πάντα ήσουν ο διανοούμενος της οικογένειας» είπε ο Λόνγκμορ στο δούκα. «Σωστά συμπέρανες. Πέρασα από του Κρόκφορντ. Και από κάπου αλλού. Χρειαζόμουν κάτι που να με κάνει να ξεχάσω εκείνες τις πληκτικές ώρες στο Άλμακ.» «Απεχθάνεσαι αυτές τις συγκεντρώσεις» είπε ο Κλίβντον. «Το μόνο που μπορεί να υποθέσει κανείς είναι πως σε παρέσυρε μέχρι εκεί κάποια γυναίκα.» «Η αδερφή μου» είπε ο Λόνγκμορ. «Είναι χαζή σε ό,τι αφορά τους άντρες. Οι γονείς μας γκρινιάζουν συνέχεια γι’ αυτό. Μέχρι κι εγώ πρόσεξα τα χάλια που έχουν. Σάτυροι και χρεοκοπημένοι. Για να τους αποθαρρύνω, τριγυρνώ γύρω από την Κλάρα και δείχνω απειλητικός.» Η Σοφί δεν δυσκολεύτηκε να φανταστεί την εικόνα. Κανείς δεν μπορούσε να φανεί περισσότερο απειλητικός από εκείνον έτσι όπως χαμήλωνε το βλέμμα και μισόκλεινε τα
20
LORETTA CHASE
μάτια, κοιτώντας τον κόσμο σαν αρπακτικό πουλί που παραμόνευε το θήραμά του. «Ασυνήθιστο τέτοιο αδερφικό ενδιαφέρον από μέρους σου» είπε ο Κλίβντον. «Αυτός ο μασκαράς ο Άντερλι προσπαθούσε να την πείσει να παντρευτούν.» Ο Λόνγκμορ έβαλε λίγο καφέ και κάθισε δίπλα στον Κλίβντον, απέναντι από τη Μαρσλίν. «Τον βρίσκει γοητευτικό. Εγώ πιστεύω πως τον έχει γοητεύσει η προίκα της.» «Λένε πως χρωστάει σχεδόν παντού» είπε ο Κλίβντον. «Δεν μου αρέσει το αυτάρεσκο χαμόγελό του» συνέχισε ο Λόνγκμορ. «Και ούτε πιστεύω πως συμπαθεί ιδιαίτερα την Κλάρα. Οι γονείς μου τον αντιπαθούν για ένα σωρό λόγους.» Έδειξε με το φλιτζάνι του προς την εφημερίδα. «Δεν θα ενθουσιαστούν μ’ αυτό τον αιφνιδιασμό του Σέρινταν. Εντούτοις, είναι πολύ βολικός για σένα, τολμώ να πω. Ο καλύτερος τρόπος να αποσπάσεις την προσοχή του κόσμου από το συναρπαστικό γάμο σου.» Το σκοτεινό του βλέμμα στράφηκε νωχελικά προς τη Σοφί. «Δεν υπήρχε καταλληλότερη στιγμή. Δεν νομίζω να έχετε εσείς κάποια σχέση με το θέμα, δεσποινίς Νουαρό;» «Αν είχα, θα ζητούσα ένα μπουκάλι από την καλύτερη σαμπάνια του δούκα και θα έπινα στην υγειά μου» απάντησε η Σοφί. «Μακάρι να είχα πετύχει κάτι τόσο τέλειο.» Αν και οι τρεις αδερφές Νουαρό διέθεταν το ίδιο μεγάλο ταλέντο στη ραπτική, η καθεμιά τους είχε ξεχωριστές επιδεξιότητες. Η μαυρομάλλα Μαρσλίν, η μεγαλύτερη, ήταν μια προικισμένη ζωγράφος και σχεδιάστρια. Η κοκκινομάλλα Λιόνι, η νεότερη, ήταν οικονομική ιδιοφυΐα. Η Σοφί, η ξανθιά, ήταν το ταλέντο στις πωλήσεις. Είχε την ικανότητα να μαλακώνει τις σκληρές καρδιές και να αποσπά μεγάλα ποσά από σφιχτοχέρηδες. Μπορούσε να πείσει τους άλλους πως το μαύρο ήταν άσπρο. Οι αδερφές της έλεγαν συχνά πως η Σοφί ήταν ικανή να πουλήσει άμμο σε Βεδουίνους.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
21
Αν μπορούσε να κατασκευάσει κάποιο σκάνδαλο προκειμένου να τραβήξει το ρηχό μυαλό της κοινωνίας από τη Μαρσλίν και να το στρέψει σε κάποιον άλλον, η Σοφί θα το είχε κάνει. Παρόλο που αγαπούσε την αδερφή της και χαιρόταν που είχε παντρευτεί έναν άντρα ο οποίος τη λάτρευε, η Σοφί δεν είχε συνέλθει ακόμη από την αναστάτωση που είχε δημιουργηθεί στη μικρή τους οικογένεια και στη δουλειά τους. Δεν ήταν σίγουρη για το αν η Μαρσλίν και ο Κλίβντον αντιλαμβάνονταν πραγματικά τις δυσκολίες που είχε προκαλέσει ο πρόσφατος γάμος τους στον Οίκο Νουαρό, ή σε πόσο μεγάλο κίνδυνο βρισκόταν το κατάστημα. Από την άλλη ήταν νιόπαντροι, και η αγάπη φαινόταν να σαστίζει το μυαλό περισσότερο από όσο ο πόθος. Προς το παρόν, η Σοφί δεν άντεχε να αμαυρώσει την ευτυχία τους φορτώνοντάς τους τις έννοιες τις δικές της και της Λιόνι. Οι νεόνυμφοι αντάλλαξαν ματιές. «Τι λες;» ρώτησε ο Κλίβντον. «Θέλεις να εκμεταλλευτείς τον αντιπερισπασμό και να γυρίσεις στη δουλειά;» «Πρέπει να ξαναπάω στη δουλειά, ασχέτως με τον οποιονδήποτε αντιπερισπασμό» είπε η Μαρσλίν. Κοίταξε τη Σοφί. «Ας το βάλουμε στα πόδια γρήγορα, καλή μου. Μέσα στην επόμενη ώρα, οι θείες θα κατέβουν για το πρωινό.» «Οι θείες» είπε ο Λόνγκμορ. «Ακόμη εδώ;» Η οικεία Κλίβντον ήταν αρκετά μεγάλη, ώστε να χωράει άνετα πολλές οικογένειες. Όποτε έρχονταν στην πόλη οι θείες του δούκα για μέρες τόσο λίγες που να μην αξίζει να ανοίξουν το δικό τους σπίτι, δεν έμεναν σε ξενοδοχείο, αλλά στη βορινή πτέρυγα. Την τελευταία φορά ήρθαν για να εμποδίσουν το γάμο. Αρχικά, η Μαρσλίν και ο Κλίβντον είχαν προγραμματίσει να παντρευτούν την επόμενη από τη μέρα που την έπεισε –ή την ξελόγιασε– να δεχθεί. Όμως, η Σοφί και η Λιόνι, σαν πιο ψύχραιμες, είχαν παρέμβει, και επικρατήσει.
22
LORETTA CHASE
Ο γάμος, είχαν επισημάνει, θα προκαλούσε μεγάλο ορυμαγδό, πιθανώς μοιραίο για τη δουλειά τους. Αλλά αν επρόκειτο να παραστούν στην τελετή κάποιοι από τους συγγενείς του Κλίβντον, υποδηλώνοντας έτσι την αποδοχή της νύφης, θα κατέστελλαν μέχρι ενός σημείου το σκάνδαλο. Έτσι, ο Κλίβντον είχε καλέσει τις θείες του, οι οποίες είχαν καταφτάσει ομαδικά για να αποτρέψουν την απαράδεκτη ανισογαμία. Μόνο που καμία σημαντική γυναίκα, ούτε καν η ίδια η Βασίλισσα, δεν ήταν ικανή να αντιμετωπίσει τις τρεις αδερφές Νουαρό και το μυστικό τους όπλο, την εξάχρονη κόρη της Μαρσλίν, τη Λούσι Κορντίλια. Οι θείες είχαν υποχωρήσει μέσα σε λίγες ώρες. Τώρα προσπαθούσαν να βρουν έναν τρόπο για να κάνουν τη Μαρσλίν μία αξιοσέβαστη γυναίκα. Πίστευαν πραγματικά ότι θα μπορούσαν να την παρουσιάσουν μέχρι και στη Βασίλισσα. Η Σοφί δεν ήταν καθόλου βέβαιη πως όλα αυτά θα έκαναν καλό στον Οίκο Νουαρό. Αντιθέτως υποψιαζόταν ότι έτσι θα φούντωνε το μίσος της Λαίδης Γουόρφορντ. «Ακόμη εδώ» είπε ο Κλίβντον. «Φαίνεται πως δυσκολεύονται να απομακρυνθούν.» Η Μαρσλίν σηκώθηκε, και τη μιμήθηκαν και οι άλλοι. «Καλύτερα να πηγαίνουμε πριν κατέβουν» είπε. «Δεν πρόκειται να συμφωνήσουν να συνεχίσω τη δουλειά μου.» «Πράγμα που σημαίνει πως θα αναγκαστείς να υπομείνεις την κατσάδα τους» είπε ο Λόνγκμορ. «Πόσο σε καταλαβαίνω.» Της χαμογέλασε σφιγμένα και έκανε μία υπόκλιση. Ήταν ένας άντρας τόσο επιβλητικός, που έμοιαζε σαν να γέμιζε ολόκληρο το δωμάτιο. Αναμαλλιασμένος, ανυπόληπτος, κι όμως υποκλίθηκε με την έμφυτη χάρη ενός δανδή. Ήταν εκνευριστικό το πόσο άνετα έδειχνε να νιώθει μέσα σε αυτό το ογκώδες, μυώδες κορμί. Και ήταν πραγματικά εκνευριστικό να αποπνέει τόση αρρενωπότητα.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
23
Η Σοφί ήταν μία Νουαρό, από γενιά που διέθετε έντονα ζωώδη ένστικτα και όχι πολύ αυστηρές ηθικές αρχές. Αν εκείνος ανακάλυπτε ποτέ πόσο αδύναμη ήταν σε τούτο τον τομέα, ήταν καταδικασμένη. Έκανε μια ελαφριά υπόκλιση και έπιασε το μπράτσο της αδερφής της. «Ναι, καλύτερα να μην καθυστερούμε, σε καμία περίπτωση. Υποσχέθηκα στη Λιόνι πως δεν θα έμενα παραπάνω από μισή ώρα.» Τράβηξε γρήγορα την αδερφή της έξω από το δωμάτιο. *** Ο Λόνγκμορ τις κοίταξε καθώς έφευγαν. Στην πραγματικότητα τη Σοφί κοιτούσε, ένα συνδυασμό δυναμισμού και πονηριάς. «Το μαγαζί» είπε όταν σιγουρεύτηκε πως δεν μπορούσαν να τον ακούσουν. «Χωρίς να θέλω να προσβάλω τη δούκισσά σου, αλλά… Είναι με τα καλά τους;» «Εξαρτάται από το πώς το βλέπει ο καθένας» απάντησε ο Κλίβντον. «Προφανώς δεν είμαι τόσο ανισόρροπος, ώστε να τις κατανοήσω» είπε ο Λόνγκμορ. «Θα μπορούσαν να το κλείσουν και να ζήσουν εδώ. Δεν σου λείπει ο χώρος. Ή τα χρήματα. Γιατί θέλουν να κάνουν τεμενάδες στις διάφορες γυναίκες;» «Πάθος» είπε ο Κλίβντον. «Η δουλειά τους είναι το πάθος τους.» Ο Λόνγκμορ δεν ήξερε με σιγουριά τι ακριβώς ήταν το πάθος. Είχε την εύλογη βεβαιότητα πως δεν το είχε γνωρίσει ποτέ του. Από τα δεκαοχτώ του χρόνια δεν είχε καν ξελογιαστεί με κάποια. Εφόσον ο Κλίβντον, ο καλύτερός του φίλος, θα τα ήξερε ήδη αυτά, δεν είπε τίποτα. Απλώς κούνησε το κεφάλι και πλησίασε τον μπουφέ. Έβαλε στο πιάτο του αβγά, χοντρές
24
LORETTA CHASE
φέτες μπέικον και ψωμί, και ένα μεγάλο σβώλο βούτυρο για να κατέβουν πιο εύκολα. Τα μετέφερε στο τραπέζι και άρχισε να τρώει. Ανέκαθεν θεωρούσε το σπίτι του Κλίβντον σαν δικό του, και του είχαν πει ότι θα έπρεπε να το βλέπει ακόμη έτσι. Η δούκισσα έδειχνε να τον συμπαθεί αρκετά. Αντιθέτως, η ξανθιά αδερφή της έδειχνε πως είχε τη διάθεση να τον τουφεκίσει, το ήξερε – κάτι που την έκανε πολύ πιο ενδιαφέρουσα και διασκεδαστική. Γι’ αυτό είχε μείνει να την περιμένει. Γι’ αυτό την είχε ακολουθήσει από τον Οίκο Νουαρό μέχρι το Τσάρινγκ Κρος. Είχε εντοπίσει την εφημερίδα που κρατούσε στο χέρι της και είχε καταλάβει περί τίνος επρόκειτο. Σαν από κάποιο ταχυδακτυλουργικό κόλπο –συμβόλαιο με το Διάβολο, μάλλον–, η Πρωινή Έκδοση του Φοξ εμφανιζόταν στους δρόμους του Λονδίνου και στα βρόμικα χέρια των εφημεριδοπωλών όχι μόνο πριν από τους ανταγωνιστές της, αλλά προσφέροντας πάντα τα πιο φρέσκα σκάνδαλα. Παρόλο που οι περισσότερες συναθροίσεις της Υψηλής Κοινωνίας δεν άρχιζαν πριν τις έντεκα και δεν τελείωναν νωρίτερα από το χάραμα, ο Φοξ κατόρθωνε να γεμίζει τις σελίδες της παλιοφυλλάδας του με όλες τις λεπτομέρειες για το τι είχαν κάνει οι πάντες μόλις λίγες ώρες πριν. Δεν ήταν μικρό επίτευγμα αυτό, έστω κι αν το «πρωί», ιδιαίτερα στις ανώτερες τάξεις, είχε ευέλικτη διάρκεια, φτάνοντας πολλές φορές μέχρι το μεσημέρι. Περίεργος για το λόγο που την οδηγούσε στην οικεία Κλίβντον τόσο νωρίς, είχε αγοράσει ένα τεύχος από το αλάνι που χασμουριόταν στην επόμενη γωνία και είχε αφιερώσει λίγο χρόνο για να του ρίξει μια ματιά. Γνωρίζοντας τον τρόπο γραφής της Σοφί, ο Λόνγκμορ ήξερε πως δεν ήταν από αυτά που μπορούσε να αντέξει με άδειο στομάχι. Παρ’ όλα αυτά, το είχε κάνει. Αν και αδυνατούσε να φανταστεί με ποιον τρόπο θα μπορούσε να είχε αναμειχθεί εκείνη
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
25
στο σκάνδαλο Σέρινταν, δεν το θεωρούσε διόλου απίθανο. Ήταν πολλά εκείνα που έκανε και που του φαίνονταν αξιοπερίεργα – αρχής γενομένης από τον τρόπο που περπατούσε: Κινείτο σαν λαίδη, όπως όλες οι γυναίκες της τάξης του, όμως το λίκνισμα των γοφών της υποσχόταν κάτι που δεν ταίριαζε καθόλου σε μια κυρία. «Όταν παντρεύτηκα τη Μαρσλίν, ήξερα πως δεν θα εγκατέλειπε ποτέ τη δουλειά της» έλεγε ο Κλίβντον. «Αν το έκανε, θα ήταν όπως όλες οι άλλες. Δεν θα ήταν η γυναίκα που ερωτεύτηκα.» «Έρωτας» είπε ο Λόνγκμορ. «Καθόλου καλή ιδέα.» Ο Κλίβντον χαμογέλασε. «Κάποια μέρα θα σε βρει ο Έρωτας και θα σε ισοπεδώσει» του είπε. «Κι εγώ θα σε παρατηρώ, ξελιγωμένος από τα γέλια.» «Θα πρέπει να προσπαθήσει πολύ» είπε ο Λόνγκμορ. «Εγώ δεν είμαι σαν κι εσένα. Δεν είμαι ευαίσθητος. Αν ο Έρωτας θελήσει να τα βάλει μαζί μου, όχι μόνο θα πρέπει να με ισοπεδώσει, αλλά θα πρέπει να με δέσει και να μετατρέψει σε πολτό αυτό που έχω στο κεφάλι μου και κάποιοι αισιοδόξοι αποκαλούν μυαλό.» «Καθόλου απίθανο» είπε ο Κλίβντον. «Πράγμα που θα κάνει την όλη κατάσταση ακόμα πιο διασκεδαστική.» «Θα πρέπει να περιμένεις» του είπε εκείνος. «Προς το παρόν, το πρόβλημα είναι η ερωτική ζωή της Κλάρα.» «Τολμώ να πω ότι τα πράγματα στο σπίτι δεν είναι καθόλου ευχάριστα για κανέναν από τους δυο σας, μετά το γάμο.» Ο Κλίβντον μπορούσε να ξέρει καλύτερα από τον καθέναν. Ο λόρδος Γουόρφορντ υπήρξε ο κηδεμόνας του. Με τον Λόνγκμορ είχαν μεγαλώσει μαζί. Ήταν περισσότερο αδέρφια παρά φίλοι. Και ο Κλίβντον λάτρευε την Κλάρα από τότε που ήταν μικρό κορίτσι. Όλοι πίστευαν πως κάποια μέρα θα παντρεύονταν οι δυο τους. Έπειτα, ο δούκας γνώρισε τη μοδίστρα του, και η Κλάρα αντέδρασε με ένα «Στον αγύρι-
26
LORETTA CHASE
στο», προς έκπληξη των γονιών και των αδερφών της, για να μην αναφέρουμε ολόκληρου του κύκλου της. «Ο πατέρας μου το αποδέχτηκε» είπε ο Λόνγκμορ. «Η μητέρα μου όχι.» Σχήμα λιτότητας η δήλωσή του. Η αλήθεια ήταν πως η μητέρα του είχε βγει εκτός εαυτού. Η παραμικρή αναφορά στο δούκα ή στη σύζυγό του ήταν αρκετή για να την κάνει να ουρλιάξει. Τσακωνόταν με την Κλάρα ακατάπαυστα. Έφερνε την κόρη της σε κατάσταση παραφροσύνης, και μονίμως έβαζαν και τον Λόνγκμορ στους καβγάδες τους. Σχεδόν κάθε μέρα ερχόταν κάποιο μήνυμα από την αδερφή του, παρακαλώντας τον να έρθει και να Κάνει Κάτι. Ο Λόνγκμορ με την Κλάρα παρευρέθηκαν στο γάμο του Κλίβντον, δίνοντας στην πραγματικότητα τις ευχές τους για αυτή την ένωση. Το γεγονός αυτό, το οποίο σχολιάστηκε αμέσως στην Έκδοση, μετέτρεψε την οικεία Γουόρφορντ σε αρένα. «Καταλαβαίνω πολύ καλά γιατί με απέρριψε η Κλάρα» είπε ο Κλίβντον. «Και πώς να μην καταλάβεις» σχολίασε ο Λόνγκμορ. «Σ’ το εξήγησε λεπτομερώς, με φωνή καμπάνα, μπροστά σε τόσο κόσμο.» «Αυτό που δεν μπορώ να καταλάβω είναι γιατί δεν στέλνει τον Άντερλι από εκεί που ήρθε» είπε ο Κλίβντον. «Ψηλός, ξανθός, με σοφιστικέ εμφάνιση» του απάντησε. «Ξέρει πώς να μιλάει στις γυναίκες. Οι άντρες τον βλέπουν όπως είναι στην πραγματικότητα. Οι γυναίκες όχι.» «Δεν ξέρω τι γίνεται στο μυαλό της Κλάρα. Όμως, η σύζυγός μου και οι αδερφές της θα θελήσουν να το αναλύσουν σε βάθος. Δουλειά τους είναι να κατανοούν τις πελάτισσές τους, και η Κλάρα είναι ξεχωριστή. Είναι η καλύτερη πελάτισσά τους και υποστηρίζει πολύ τα σχέδια της Μαρσλίν. Δεν θα θέλουν να παντρευτεί έναν προικοθήρα.» «Δηλαδή οργανώνουν κάποιο προξενιό;» ρώτησε ο Λόν-
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
27
γκμορ. «Αν είναι έτσι, εύχομαι να της βρουν κάποιον κατάλληλο, και να με γλιτώσουν από αυτά τα φοβερά βράδια στο Άλμακ.» «Άφησέ το στη Σοφί» του είπε ο Κλίβντον. «Εκείνη είναι που πάει σε δεξιώσεις. Θα δει τι γίνεται, καλύτερα από τον καθέναν.» «Συν ένα κάρο πράγματα που ο κόσμος θα προτιμούσε να μη δει.» «Έχει απίστευτη παρατηρητικότητα» είπε ο Κλίβντον. «Και πολύ δυνατή πέννα» συμπλήρωσε ο Λόνγκμορ. «Εύκολα ξεχωρίζεις τη δουλειά της στην Πρωινή Έκδοση. Τα άρθρα της ξεχειλίζουν από κορδέλες, φιόγκους, δαντέλες και πιέτες. Δεν μένει ασχολίαστη ούτε η τελευταία κλωστή.» «Επίσης παρατηρεί χειρονομίες και εκφράσεις. Ακούει. Καμιά ιστορία δεν μοιάζει με τις δικές της.» «Δεν υπάρχει αμφιβολία γι’ αυτό. Δεν έχει υπάρξει επίθετο ή επίρρημα που να μην της αρέσει.» Ο Κλίβντον χαμογέλασε. «Αυτό είναι που τραβάει τους πελάτες: ο συνδυασμός κουτσομπολιών και περίπλοκων λεπτομερειών σχετικά με τα φορέματα, όλα γραμμένα σαν θεατρικό έργο. Απ’ ό,τι μου λένε, έχει την ίδια επίδραση στις γυναίκες που έχει το θέαμα μιας γυμνής γυναίκας στους άντρες.» Χτύπησε το δάχτυλό του πάνω στη φυλλάδα. «Θα της ζητήσω να έχει από κοντά την Κλάρα. Αν την παρακολουθείτε και οι δυο σας, θα μπορέσεις να την κρατήσεις μακριά από μπελάδες.» Ο Λόνγκμορ δεν είχε αντίρρηση για καμία δραστηριότητα που θα συμπεριλάμβανε και τη Σοφί Νουαρό. Αντιθέτως, το μυαλό του ήταν γεμάτο από ιδέες, και με το να την έχει να προσέχει την αδερφή του θα είχε την καλύτερη δικαιολογία για να βρίσκεται στα πόδια της –και με λίγη τύχη και σε άλλα σημεία της. «Δεν ξέρω ιδανικότερο άνθρωπο γι’ αυτήν τη δουλειά» είπε ο Λόνγκμορ. «Στη δεσποινίδα Νουαρό δεν ξεφεύγει τίποτα.»
28
LORETTA CHASE
Στο μυαλό του ήταν η Σοφί. Όμως, εκείνη δεν του είχε ζητήσει ποτέ να την αποκαλεί με το όνομα που χρησιμοποιούσε η οικογένειά της. Έτσι, ακόμα και μπροστά στον Κλίβντον, οι καλοί τρόποι τού υπαγόρευαν να την αποκαλεί όπως άρμοζε σε μία νεαρή ανύπαντρη κυρία. «Με σένα και τη Σοφί από κοντά, οι σάτυροι και οι προικοθήρες δεν θα έχουν καμία ελπίδα» είπε ο Κλίβντον. «Ούτε ο Άργος δεν θα τα κατάφερνε καλύτερα.» Ο Λόνγκμορ έστυψε το μυαλό του. «Το σκυλί, εννοείς;» «Το γίγαντα με τα έξτρα μάτια» απάντησε ο Κλίβντον. «“Και όρισε κάποιον να την προσέχει, τον τρανό και δυνατό Άργο, ο οποίος την παρακολουθούσε με τέσσερα μάτια κάθε μέρα”» απήγγειλε από κάποιο κείμενο. «“Και η θεά ξύπνησε μέσα του μια άοκνη δύναμη: ο ύπνος δεν βάρυνε ποτέ τα βλέφαρά του, παρά έμεινε άγρυπνος να την προσέχει πάντα”.» «Κάπως υπερβολικό μού ακούγεται αυτό» είπε ο Λόνγκμορ. «Αλλά πάντα ήσουν ρομαντικός.» Μία εβδομάδα αργότερα «Γουόρφορντ, πώς μπόρεσες;» «Αγαπητή μου, το ξέρεις πως δεν μπορώ να επιβληθώ στη μεγαλειότητά του…» «Δεν έπρεπε! Αυτό το πλάσμα που παντρεύτηκε, παρουσιάστηκε στα Ανάκτορα! Στην αίθουσα υποδοχής, την ημέρα των γενεθλίων του Βασιλιά! Λες και έκανε επίσκεψη στη Βασιλική Οικογένεια!» Ο Λόνγκμορ βρισκόταν παγιδευμένος μέσα σε μία άμαξα μαζί με τη μητέρα, τον πατέρα και την Κλάρα, αναχωρώντας από το Ανάκτορο του Σεν Τζέιμς. Παρόλο που οι βασιλικές εκδηλώσεις τού προκαλούσαν απερίγραπτη ανία, είχε παρευρεθεί στο γεγονός, ελπίζοντας πως θα εντόπιζε
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
29
μια συγκεκριμένη ακάλεστη παρουσία. Όμως, είχε δει μόνο την αδερφή της Σοφί – το «πλάσμα», όπως είχε πει περιφρονητικά η μητέρα του. Ύστερα είχε μπει στο δίλημμα να το βάλει στα πόδια, ή να κυνηγήσει κάποια εξίσου βαριεστημένη σύζυγο ή χήρα. Το Παλάτι είχε αρκετές σκοτεινές γωνιές, πρόσφορες για γρήγορες διασκεδάσεις. Ατύχησε με τα θηλυκά. Όλα εκείνα τα φτερά και τα διαμάντια τα φορούσαν δήθεν καθωσπρέπει κυρίες και παρθένες. Οι παρθένες ήταν ιδανικές για γάμο, όχι για απολαύσεις κάτω από τη σκάλα. «Περίεργο, συμφωνώ» είπε προσεκτικά ο λόρδος Γουόρφορντ. Παρόλο που δεν ήταν πια θυμωμένος με το γάμο του Κλίβντον, είχε πάψει από καιρό να προσπαθεί να επιχειρηματολογήσει με τη γυναίκα του. «Εμένα δεν μου φάνηκε περίεργο» είπε ο Λόνγκμορ. «Όχι περίεργο!» φώναξε η μητέρα του. «Όχι περίεργο! Κανείς δεν παρουσιάζεται στην αίθουσα υποδοχής στα γενέθλια του Βασιλιά.» «Κανείς, εκτός από τους ξένους αξιωματούχους» συμπλήρωσε ο λόρδος Γουόρφορντ. «Ήταν εξαιρετική απρέπεια και μόνο που ζήτησαν εξαίρεση» είπε η λαίδη Γουόρφορντ, ξεχνώντας πως και η ίδια είχε απαιτήσει από τον άντρα της να παραβιάσει το Πρωτόκολλο ζητώντας από το Βασιλιά να μην αναγνωρίσει τη Δούκισσα του Κλίβντον. Ωστόσο, έγκειτο στο σύζυγο, και όχι στο γιο, να σχολιάσει αυτήν της την κίνηση, και τα τόσα χρόνια του έγγαμου βίου τους είχαν κάνει το Λόρδο Γουόρφορντ δειλό. «Δεν το περίμενα ποτέ πως η Εξοχότητά της θα έκανε κάτι τέτοιο, ούτε καν για τη λαίδη Αντελαΐντ» συνέχισε η μητέρα. «Αλλά φαίνεται πως πρέπει να το πιστέψω» πρόσθεσε με πίκρα. «Η Βασίλισσα έχει αδυναμία στη νεότερη θεία του Κλίβντον.» Αγριοκοίταξε την κόρη της. «Η λαίδη Αντελαΐντ Λάντλεϊ θα μπορούσε να είχε χρησιμοποιήσει την επιρροή
30
LORETTA CHASE
της για σένα και την οικογένειά σου. Όμως, όχι, έπρεπε να είσαι η πιο αχάριστη, άστοργη κόρη του κόσμου. Έπρεπε να εγκαταλείψεις το Δούκα του Κλίβντον!» «Δεν τον εγκατέλειψα, μητέρα» είπε η Κλάρα. «Κανείς δεν μπορεί να εγκαταλείψει κάποιον χωρίς να τον έχει αρραβωνιαστεί.» Ο Λόνγκμορ είχε ακούσει πολλές φορές αυτό τον ίδιο καβγά για να θέλει να τον υποστεί ξανά μέσα στο στενό χώρο μιας άμαξας, με τη φωνή της μητέρας του να δυναμώνει όλο και περισσότερο, και την Κλάρα να την ακολουθεί. Κανονικά θα πρόσταζε τον αμαξά να σταματήσει και θα κατέβαινε, αφήνοντας τους πάντες να αφρίζουν πίσω του. Ήξερε πως η Κλάρα μπορούσε να υπερασπιστεί τον εαυτό της. Το πρόβλημα ήταν πως θα κατέληγαν σε ακόμα χειρότερες φωνές και καβγάδες, και στο τέλος θα του μηνούσε να τρέξει στην οικεία Γουόρφορντ για να μη διαπράξει μητροκτονία. Το σκέφτηκε καλά και γρήγορα, και είπε: «Μου φαίνεται ξεκάθαρο πως το έκαναν παρασκηνιακά, ούτως ειπείν, από σεβασμό σε σένα, μητέρα.» Ακολούθησε εκείνο το είδος της έντονης σιωπής που συνήθως ακολουθούσε όταν οι γονείς του αποφάσιζαν αν, κόντρα σε κάθε λογική και ένδειξη, είχε πει κάτι το οποίο άξιζε να ακουστεί. «Με τις θείες να την πιέζουν, η Βασίλισσα θα βρέθηκε σε δύσκολη θέση» συνέχισε. «Δύσκολα θα προσέβαλε όλη την οικογένεια Κλίβντον – κι αυτό θα έκανε από τη στιγμή που οι θείες του αποδέχτηκαν τη νύφη.» «Τη νύφη» μουρμούρισε χολιασμένα η μητέρα του. «Τη νύφη.» Έριξε στην Κλάρα μια ματιά σαν αυτήν που θα πρέπει να είχε ρίξει ο Καίσαρας στον Βρούτο τη στιγμή που του έμπηγε το μαχαίρι. «Τουλάχιστον έτσι» συνέχισε ο Λόνγκμορ «όλα έγιναν στα κρυφά και όχι μπροστά σε όλο τον κόσμο.»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
31
Όσο η μητέρα του στριφογύριζε αυτή την ιδέα στο αναστατωμένο της μυαλό, η άμαξα έφτασε στην είσοδο της οικείας Γουόρφορντ. Οι υπηρέτες άνοιξαν την πόρτα της άμαξας, και η οικογένεια κατέβηκε, με τις κυρίες να τινάζουν τις φούστες τους μόλις πάτησαν στο πεζοδρόμιο. Ο Λόνγκμορ δεν είπε τίποτα. Ούτε η Κλάρα μίλησε, ωστόσο του έριξε ένα βλέμμα γεμάτο ευγνωμοσύνη πριν τρέξει πίσω από τη μητέρα τους. Ο πατέρας του, εντούτοις, κοντοστάθηκε στο κατώφλι. «Δεν θα έρθεις μέσα;» «Μάλλον όχι. Έκανα ό,τι μπορούσα. Προσπάθησα να κατευνάσω τα πνεύματα.» «Δεν πρόκειται να λήξει εδώ» είπε ο πατέρας του χαμηλόφωνα. «Όχι για τη μητέρα σου. Γκρεμισμένα όνειρα, πληγωμένη υπερηφάνεια, προσβεβλημένη αισθητική και τέτοια. Ξέρεις πώς είναι. Δεν πρόκειται να βρούμε ηρεμία σε τούτη την οικογένεια αν δεν βρει η Κλάρα έναν κατάλληλο αντικαταστάτη του Κλίβντον. Κι αυτό αποκλείεται να συμβεί όσο ενθαρρύνει όλα αυτά τα χαμένα κορμιά.» Έκανε ένα περιφρονητικό νεύμα. «Διώξε τους όλους, που να πάρει. Εντάξει;» Ο χορός της κόμισσας του Ίγκμπι Σάββατο 30 Μαΐου 1835 Ώρα μία τα ξημερώματα Ο Λόνγκμορ έψαχνε εδώ και αρκετή ώρα το λόρδο Άντερλι. Μιας και ο τύπος είχε αποδειχτεί πολύ ανόητος για να αντιληφθεί οποιονδήποτε υπαινιγμό, ο Λόνγκμορ είχε αποφασίσει πως το καλύτερο που είχε να κάνει ήταν να του επιτεθεί ευθέως μέχρι να τον κάνει να καταλάβει πως έπρεπε να μείνει μακριά από την Κλάρα.
32
LORETTA CHASE
Το πρόβλημα ήταν πως στο χορό της λαίδης Ίγκμπι βρισκόταν και η Σοφί Νουαρό, και ο Λόνγκμορ, σε αντίθεση με τον Άργο, είχε μόνο δύο μάτια. Είχε αρχίσει να αφαιρείται, παρακολουθώντας τη Σοφί να αλαφροπατά εδώ κι εκεί, χωρίς να της δίνει κανείς την ελάχιστη προσοχή – εκτός από τους συνηθισμένους κουτεντέδες που πίστευαν πως οι υπηρέτριες βρίσκονταν εκεί προς χάρη της δικής τους ψυχαγωγίας. Εφόσον την προόριζε για τη δική του ψυχαγωγία, ο Λόνγκμορ δοκίμασε να παρέμβει κάποιες φορές, μόνο για να ανακαλύψει τελικά πως η ίδια δεν χρειαζόταν καμία βοήθεια για να τα βγάλει πέρα με τους επίδοξους μνηστήρες. Είχε ρίξει «τυχαία» καυτό τσάι στο γιλέκο ενός κύριου που είχε πλησιάσει πολύ κοντά. Κάποιος άλλος την είχε ακολουθήσει σε έναν προθάλαμο, όπου σκόνταψε πάνω σε κάτι και έπεσε με τα μούτρα στο πάτωμα. Ένας τρίτος είχε πάει ξωπίσω της στο διάδρομο, και από εκεί σε κάποιο δωμάτιο. Στιγμές αργότερα είχε βγει έξω, κουτσαίνοντας. Απορροφημένος από τις περιπέτειές της, ο Λόνγκμορ όχι μόνο απέτυχε να εντοπίσει τον Άντερλι, αλλά έχασε από τα μάτια του και την αδερφή του που υποτίθετο πως θα την προφύλαγε από τους σάτυρους και τους προικοθήρες. Αυτό δεν θα ήταν και τόσο μεγάλο πρόβλημα αν την είχε η Σοφί από κοντά. Μόνο που η Σοφί είχε τους δικούς της σάτυρους να αντιμετωπίσει. Τον Λόνγκμορ δεν τον απασχολούσε αυτό. Δεν του άρεσε ιδιαίτερα να κουράζει το μυαλό του, και όποτε σκεφτόταν περισσότερα από ένα θέματα ταυτοχρόνως, αναστάτωνε την ισορροπία του. Προς το παρόν, το μυαλό του είχε επικεντρωθεί στους άντρες που ενοχλούσαν αυτό που είχε ορίσει σαν ιδιοκτησία του. Δυστυχώς, έτσι δεν κατάλαβε πως και η μητέρα του είχε χάσει από τα μάτια της την Κλάρα. Αυτό συνέβη επειδή η λαίδη Γουόρφορντ έκανε μια ευγενική αλλά φαρμακερή συζήτηση με την άσπονδη φίλη της, τη λαίδη Μπάρθαμ.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
33
Κοντολογίς, κανείς από όσους έπρεπε να προσέχουν δεν πρόσεξε το Λόρδο Άντερλι, ο οποίος, ενώ χόρευε ένα βαλς με την Κλάρα, την παρέσυρε προς την άλλη άκρη της αίθουσας, στις πόρτες που έβγαζαν στη βεράντα. Κανένας από όσους δεν έπρεπε να την αφήσουν από τα μάτια τους δεν είδαν τον Άντερλι να κλείνει πονηρά το μάτι στους φίλους του και να τους χαμογελάει αυτάρεσκα. Ήταν η κίνηση του κόσμου που επανέφερε τον Λόνγκμορ στην πραγματικότητα και τον έκανε να θυμηθεί το βασικό λόγο που βρισκόταν εκεί πέρα. Η κίνηση δεν ήταν εμφανής. Δεν έπρεπε να είναι. Ωστόσο, άντρες σαν τον Λόνγκμορ ήταν εξοικειωμένοι. Εύκολα αναγνώριζε μια ιδιαίτερη μυρωδιά στον αέρα, τη μετατόπιση του ενδιαφέροντος προς κάποιο άλλο σημείο της αίθουσας, την προσοχή εστιασμένη σε κάποιο συγκεκριμένο σημείο. Ήταν μια αλλαγή στην ατμόσφαιρα που ένιωθε κάποιος λίγο πριν ξεσπάσει μία μάχη. Το ρεύμα οδηγούσε προς τη βεράντα. Το ένστικτό του τού έλεγε πως κάτι δεν πήγαινε καλά. Δεν ήξερε τι ήταν αυτό, όμως η προειδοποίηση ήταν έντονη, κι εκείνος ήταν άνθρωπος που λειτουργούσε παρορμητικά. Μπήκε αμέσως σε εγρήγορση. Δεν χρειάστηκε να προσπαθήσει να ανοίξει δρόμο ανάμεσα στον κόσμο. Αυτοί που τον γνώριζαν ήξεραν πως το καλύτερο που είχαν να κάνουν ήταν να φύγουν από τα πόδια του, για να μη βρεθούν πεσμένοι στο πάτωμα. Όρμησε στη βεράντα. Είχαν μαζευτεί λίγοι θεατές, που βιάστηκαν κι αυτοί να φύγουν από το δρόμο του. Κανείς και τίποτα δεν του έκρυβε τη θέα.
Κεφάλαιο 2 ΝΕΟ ΣΤΙΛ. –ΡΑΠΤΙΚΗ. – Η μαντάμ και η κυρία Φολέ θέλουν να ευχαριστήσουν όλες τις κυρίες που έδειξαν εμπιστοσύνη στη δουλειά τους. Η αναμφισβήτητη ανωτερότητα του στιλ τους, η άψογη ραπτική, καθώς και οι συντηρητικές τιμές ικανοποιούν ακόμα και τις πιο απαιτητικές πελάτισσες. –Οδός Νιου Μποντ 53, Λονδίνο, και Οδός Ρισελιέ, Παρίσι. –The Court Journal, «Διαφημίσεις», Σάββατο 28 Μαρτίου 1835 Ο Άντερλι. Και η Κλάρα. Σε μια σκοτεινή γωνιά της βεράντας. Εντούτοις, όχι τόσο σκοτεινή, ώστε να μην μπορέσει να δει ο Λόνγκμορ τον Άντερλι που προσπαθούσε αδέξια να βοηθήσει την αδερφή του να διορθώσει το κορσάζ της. Οι μοδίστρες της είχαν σχεδιάσει τόσο χαμηλά το ντεκολτέ του λευκού φορέματός της, που όλοι οι αλιτήριοι που παρευρίσκονταν στο χορό μπορούσαν να χαζεύουν λίγη από τη δαντέλα που φορούσε από κάτω. Παρ’ όλα αυτά, έτσι όπως την πασπάτευε ο λόρδος Άντερλι, είχε κατεβάσει τα μανίκια και τις τιράντες του κορσέ της αρκετά κάτω από
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
35
τους ώμους της, σχεδόν μέχρι τους αγκώνες. Απ’ ό,τι φαινόταν, είχε καταφέρει να της τον λύσει. Όταν εκείνη έσπρωξε τα τολμηρά του χέρια, ο Άντερλι ήρθε και στάθηκε μπροστά της για να την καλύψει. Μόνο που δεν ήταν αρκετά εύσωμος. Η λαίδη Κλάρα Φέρφαξ μπορεί να ήταν μια ξανθομάλλα, γαλανομάτα καλλονή, ωστόσο λεπτοκαμωμένη δεν την έλεγε κανείς. Έτσι, τα ακριβά εσώρουχά της –μαζί με σημεία του κορμιού της που συνήθως δεν εκτίθεντο σε κοινή θέα– επιδεικνύονταν σε οποιονδήποτε τύχαινε να βρίσκεται εκεί γύρω εκείνην τη στιγμή. Δηλαδή, σε καμιά δωδεκαριά που είχαν ξεγλιστρήσει στη βεράντα, και τώρα πετούσαν σαν όρνια πάνω από το κουφάρι της υπόληψης της λαίδης Κλάρα Φέρφαξ. «Η καμαριέρα της δεν θα μπορέσει ποτέ να ξανακάνει όλες αυτές τις ζάρες πιέτες» μουρμούρισε η υπηρέτρια που στεκόταν δίπλα του. Με την άκρη του μυαλού του, ο Λόνγκμορ απόρησε πώς μια στιγμή σαν κι αυτήν μπορούσε κάποιος να προσέχει κάτι τόσο επουσιώδες, όσο οι πιέτες στα ρούχα της Κλάρα. Αμέσως, όμως, κατάλαβε πως δεν χρειαζόταν να απορεί, δεδομένου πως τα λόγια ανήκαν στη Σοφί Νουαρό. Αλλά όλα αυτά τα συνειδητοποίησε πολύ αόριστα. Το μυαλό του ήταν επικεντρωμένο μόνο στη σκηνή που διαδραματιζόταν μπροστά του, αυτή που έκανε τα μάτια του να πετούν φλόγες. «Θα του κάνω τη μούρη πιέτες, του παλιολεχρίτη» είπε με απειλητική φωνή. «Μην είσαι ανό…» Όμως, εκείνος είχε ήδη ορμήσει προς την άλλη άκρη της βεράντας, σπρώχνοντας μακριά όποιον καλεσμένο έτυχε να βρεθεί στο δρόμο του – αν και οι περισσότεροι, βλέποντάς τον να πλησιάζει, βιάστηκαν να εξαφανιστούν από μπροστά του. Έτρεξε προς τον Άντερλι και του έριξε μια μπουνιά στα μούτρα.
36
LORETTA CHASE
*** «…ητος» συμπλήρωσε η Σοφί. Έπνιξε έναν αναστεναγμό. Ποτέ δεν κατάφερνε να συγκρατήσει τη γλώσσα της. Υποτίθεται πως ήταν μία υπηρέτρια, και οι υπηρέτες δεν αποκαλούσαν τους ανωτέρους τους ανόητους. Τουλάχιστον όχι δυνατά. Αλλά αυτό ήταν το πρόβλημα που είχε με τον Λόνγκμορ. Κατάφερνε να αναστατώνει τα πάντα, ειδικά τον τρόπο σκέψης της. Αγνόησε την πρώτη, συγκινησιακή της αντίδραση και επιστράτευσε την πρακτική πλευρά του χαρακτήρα της, αυτήν που της είχε καλλιεργήσει η εξαδέλφη Έμα. Παντρεμένη γυναίκα, η Έμα δεν έμοιαζε καθόλου με τους τυχοδιώκτες γονείς της Σοφί. Δεν ήταν μια γοητευτική ανεπρόκοπη σαν τις συγγένισσες του άντρα της, αλλά μία μυαλωμένη, ρεαλίστρια Παριζιάνα. Με απλά λόγια, όλο αυτό ήταν μία καταστροφή. Η λαίδη Κλάρα ήταν η πιο σημαντική πελάτισσα του Οίκου Νουαρό. Αγόραζε τις πλέον ακριβές δημιουργίες τους χωρίς φειδώ, παρά την έντονη αντίθεση της μητέρας της. Ήταν ο λόρδος Γουόρφορντ εκείνος που πλήρωνε τους λογαριασμούς της οικογένειας, και η εντολή του ήταν να τακτοποιούνται τάχιστα και ολοκληρωτικά οι οφειλές, αδιακρίτως προμηθευτή. Ο λόρδος Άντερλι ήταν ένας χρεοκοπημένος, ή σχεδόν χρεοκοπημένος, εξαιτίας του τζόγου. Αν έπρεπε να παρεκτραπεί με κάποιον η λαίδη Κλάρα, η Σοφί θεωρούσε τον Άντερλι σαν την τελευταία επιλογή. Αν ο Λόνγκμορ ήταν περισσότερο έξυπνος, και λιγότερο παρορμητικός και αλαζόνας, θα τον είχε συμβουλέψει να μην ορμήσει έτσι στον εραστή της αδερφής του. Από τη στιγμή που ο λόρδος δεν ανήκε σε καμία από αυτές τις κατηγο-
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
37
ρίες, η Σοφί θεώρησε περιττό να χάσει τα λόγια της, για να του εξηγήσει πως ένα φονικό το μόνο που θα κατάφερνε θα ήταν να περιπλέξει ακόμα περισσότερο την κατάσταση και να καταστρέψει ισόβια τη φήμη της λαίδης Κλάρα. Ήταν έξαλλος, και είχε ανάγκη να χτυπήσει κάποιον για να εκτονώσει την οργή του. Και του Άντερλι τού άξιζε να φάει ξύλο. Ακόμα και η ίδια η Σοφί μπήκε στον πειρασμό να το κάνει. Δεν ήταν αυτός ο μόνος λόγος που δεν έκλεισε τα μάτια της ή που δεν γύρισε την πλάτη μπροστά στην άγρια σκηνή. Είχε δει κι άλλη φορά τον Λόνγκμορ να παλεύει, και ήταν ένα θέαμα που έκανε τους σφυγμούς των γυναικών να επιταχύνονται – αν δεν τους γύριζε το στομάχι, κάτι από το οποίο δεν κινδύνευε η Σοφί. Κανονικά, το χτύπημα θα έπρεπε να είχε πετάξει κάτω το Λόρδο Άντερλι, όμως εκείνος απλώς παραπάτησε λιγάκι προς τα πίσω. Πιο ζόρικος απ’ όσο έδειχνε, τελικά. Ωστόσο, το μόνο που έκανε ήταν να διατηρήσει την ισορροπία του. Δεν έδειξε καμία διάθεση να ανταποδώσει το χτύπημα. Η Σοφί δεν μπορούσε να καταλάβει αν ακολουθούσε κάποιον άγνωστο κώδικα ευγένειας ή αν απλώς ήθελε να κρατήσει τα δόντια του στη θέση τους και το όμορφο πρόσωπό του ατσαλάκωτο. Ο Λόνγκμορ, στο μεταξύ, ήταν έξω φρενών για να παρατηρήσει ή να νοιαστεί για το αν ο λόρδος Άντερλι είχε σκοπό να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Όρμησε άλλη μια φορά, με τις γροθιές του ανασηκωμένες. «Μην τολμήσεις, Χάρι!» φώναξε η λαίδη Κλάρα και στάθηκε μπροστά από τον αγαπητικό της για να τον προφυλάξει. «Ούτε που να τον ακουμπήσεις.» Έπειτα έβαλε τα κλάματα, και μάλιστα για τα καλά. Ούτε η ίδια η Σοφί δεν θα μπορούσε να το κάνει καλύτερα, παρόλο που ήταν ειδική σε κάτι τέτοια. Αλλά και η λαίδη
38
LORETTA CHASE
Κλάρα έπαιζε τέλεια το ρόλο της, κλαψουρίζοντας μπροστά από τον πληγωμένο εραστή της –του οποίου το μάτι είχε αρχίσει ήδη να μελανιάζει, όπως πρόσεξε η Σοφί–, αφήνοντας τα δάκρυα να κυλούν στο αψεγάδιαστο πρόσωπό της, ενώ το αλαβάστρινο, αρκούντως εκτεθειμένο στήθος της ανεβοκατέβαινε ρυθμικά. Η δεσποσύνη της είχε ξεσηκώσει, εκτός από τα βασικά ένστικτα, αισθήματα συμπάθειας σε όλους τους άνδρες που παρευρίσκονταν στη σκηνή. Οι γυναίκες, ικανοποιημένες που είχαν γίνει μάρτυρες του ξεπεσμού μιας από τις πιο όμορφες κυρίες του Λονδίνου, επέτρεψαν στους εαυτούς τους να αισθανθούν μια κάποια συμπόνια. «Θα μπορούσε να έχει ένα δούκα» θα έλεγαν. «Και τώρα θα πρέπει να συμβιβαστεί με έναν απένταρο λόρδο». Η Υψηλή Κοινωνία του Λονδίνου δεν είχε ακόμη βαρεθεί να επαναλαμβάνει κάποια από τα λόγια που είχε χρησιμοποιήσει η λαίδη Κλάρα όταν απέρριψε το Δούκα του Κλίβντον. Εκείνο που αναμασούσαν συνέχεια ήταν το: Για ποιο λόγο να συμβιβαστώ με σένα; Για μια στιγμή, ο λόρδος Λόνγκμορ φάνηκε σαν να είχε την πρόθεση να σπρώξει την αδερφή του μακριά. Ύστερα, μάλλον συνειδητοποίησε πως κάτι τέτοιο ήταν ανώφελο. Χαμήλωσε το βλέμμα και αναστέναξε, και η Σοφί είδε το πλατύ στέρνο του να ανεβοκατεβαίνει έντονα. Στη συνέχεια σήκωσε τα χέρια και έκανε μεταβολή. Ο κόσμος στριμώχτηκε, κρύβοντάς της τη θέα. Δεν είχε καμία σημασία. Από στιγμή σε στιγμή, η Μαρκησία του Γουόρφορντ θα πληροφορείτο για την ελλιπή ηθική της κόρης της, και η Σοφί όφειλε στην Πρωινή Έκδοση να είναι μπροστά μόλις αυτό συνέβαινε. Και κάποια στιγμή θα έπρεπε να ασχοληθεί σοβαρά με ένα ανησυχητικό κουτσομπολιό που είχε ακούσει στις γυναικείες τουαλέτες. Προβλεπόταν μία πολύ κουραστική νύχτα.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
39
Έκανε μεταβολή, αναζητώντας ένα διακριτικό τρόπο για να φτάσει μέχρι την άλλη άκρη της αίθουσας χορού. Σε αντίθεση με τους άντρες υπηρέτες, οι γυναίκες έπρεπε να περνούν απαρατήρητες. Δεν είχαν δικαίωμα να μπαίνουν στα δωμάτια ψυχαγωγίας, και όφειλαν να εξυπηρετούν τις γυναίκες όταν αποσύρονταν για να διορθώσουν τις κάλτσες ή τα μεσοφόρια τους, να τρέχουν πέρα-δώθε για εσάρπες και κάπες, να προμηθεύουν με πτητικό άλας όσους τύχαινε να χάσουν τις αισθήσεις τους και να καθαρίζουν τις βρομιές κάθε μεθυσμένου. Προσπαθούσε να αποφασίσει ποια από τις δύο πόρτες θα της πρόσφερε την πλεονεκτικότερη θέση για να βλέπει και να ακούει κρυφά, όταν ο Λόνγκμορ εμφανίστηκε μπροστά της. «Εσύ» είπε. «Εγώ, Εξοχότατε;» ρώτησε με τη χαρακτηριστική προφορά του Λανκασάιρ. Ήξερε πως πριν από μερικά λεπτά είχε ξεχαστεί και του είχε μιλήσει με το συνηθισμένο της τρόπο, ωστόσο ήταν μία θρασύτατη ψεύτρα, όπως όλοι στην οικογένειά της. Σήκωσε το βλέμμα και τον κοίταξε αθώα, με τα πανέμορφα γαλανά της μάτια όσο πιο ορθάνοιχτα μπορούσε. «Ναι, εσύ» είπε εκείνος. «Θα σε γνώριζα από ένα χιλιόμετρο μακριά, δεσποινίς…» «Ω, όχι, Εξοχότατε. Δεν είμαι καμία δεσποινίς, παρά μόνο εγώ, η Νόρτον. Θέλετε να σας φέρω κάτι;» «Σταμάτα» της είπε. «Δεν έχω διάθεση για θεατρινισμούς.» «Θα με βάλετε σε μπελάδες, κύριε.» Πολύ θα ήθελε να τον αποκαλέσει γομάρι, αλλά συγκρατήθηκε, χαρίζοντάς του ένα φωτεινό χαμόγελο και γουρλώνοντας τα μάτια, με την ελπίδα πως εκείνος θα έπαιρνε το μήνυμά της. «Απαγορεύεται να συνομιλώ με τους καλεσμένους.» «Πώς, διάβολο, το έκανε αυτό;» ρώτησε. «Γιατί το έκανε; Είναι τρελή;»
40
LORETTA CHASE
Η Σοφί κοίταξε προσεκτικά γύρω της. Οι επισκέπτες ήταν απασχολημένοι με το να διαδίδουν τα νέα για την ηθική της λαίδης Κλάρα. Προφανώς, ο λόρδος Λόνγκμορ δεν ενδιαφερόταν τόσο γι’ αυτό – ή, το πιο πιθανό, είχε εξαγριωθεί πολύ, ώστε όλοι να φοβούνται ακόμα και να τον κοιτάξουν. Από τη στιγμή που είχε κάνει σε όλους εμφανή την ψυχολογική του κατάσταση, όποιος διέθετε μια στάλα λογικής δεν θα τολμούσε τώρα να δοκιμάσει τα όριά του. Όλοι θα φρόντιζαν να αγνοήσουν το τι έκανε ή πού πήγαινε. Τον έπιασε από το μπράτσο. «Από εδώ» είπε. Αν εκείνος είχε αντιδράσει, η Σοφί δεν θα κατάφερνε με τίποτα να μετακινήσει το ογκώδες κορμί του. Αλλά, μάλλον δεν περίμενε να τον τραβήξει μια μικροκαμωμένη γυναίκα. Είτε σαστισμένος είτε απλώς περίεργος, την ακολούθησε αρκετά πειθήνια. Τον οδήγησε σε έναν από τους βοηθητικούς διαδρόμους. Από τη στιγμή που οι περισσότεροι από τους υπηρέτες έβρισκαν δικαιολογίες για να πλησιάσουν τους πρωταγωνιστές του σκανδάλου, η Σοφί πίστευε ότι δεν θα συναντούσαν κανέναν στο δρόμο τους. Παρ’ όλα αυτά έριχνε ερευνητικές ματιές μπρος και πίσω στο διάδρομο. Όταν βεβαιώθηκε πως το πεδίο ήταν ελεύθερο, άφησε το χέρι του. «Τώρα, άκουσέ με» του είπε. Εκείνος κοίταξε κάπως σαστισμένα πρώτα το μπράτσο του κι έπειτα την ίδια. «Υπάρχει και κάτι το θετικό. Αφήσαμε τη χωριάτικη προφορά του Λανκασάιρ.» «Μπορείς να φανταστείς τι θα πάθω έτσι και με ανακαλύψουν;» τον ρώτησε. «Τι σε νοιάζει; Η αδερφή σου παντρεύτηκε ένα δούκα.» «Με ενδιαφέρει, ανόητο γομάρι.» Ανασήκωσε αδιόρατα το κεφάλι και τα μαύρα φρύδια του. «Είπα κάτι κακό;» «Ναι» του απάντησε με σφιγμένα δόντια. «Γι’ αυτό, μη συνεχίσεις να μιλάς. Απλώς άκου.»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
41
«Δεν πιστεύω να θέλεις να το συζητήσουμε, έτσι;» «Ναι, θα το συζητήσουμε, αν θέλεις να βοηθήσεις την αδερφή σου.» Τα μάτια του στένεψαν, αν και δεν είπε τίποτα. «Πίστεψέ με, ούτε εμένα με χαροποιεί η τροπή που πήραν τα γεγονότα» του είπε. «Έχεις ιδέα πόσο κακό μπορούν να κάνουν στη δουλειά μας;» «Στη δουλειά σας» μουρμούρισε. Είχε μιλήσει ατάραχα, όμως η Σοφί ήξερε πως δεν ήταν καθόλου ήρεμος. Η ένταση που έκρυβε μέσα του γέμιζε την ατμόσφαιρα με απειλητικά κύματα. Καταλάβαινε πολύ καλά το λόγο που άνθρωποι βιάζονταν να φύγουν από το δρόμο του όποτε έστρεφε την προσοχή του σε κάτι ή σε κάποιον. Τη συγκεκριμένη στιγμή, η ένταση δεν βοηθούσε σε τίποτα. Έπρεπε να του αποσπάσει την προσοχή, και, για πρώτη φορά, η αλήθεια θα βοηθούσε πολύ. «Ο Άντερλι είναι χωμένος μέχρι το λαιμό σε χρέη και σε υποθήκες, και οι δανειστές θα έχουν στο χέρι τα παιδιά, τα εγγόνια και τα δισέγγονά του» είπε. «Η Λιόνι μπορεί να σου πει με κάθε λεπτομέρεια πόσα χρήματα έχει, αν και είμαι σίγουρη πως είναι ταπί.» «Αυτό το ξέρω» της είπε. «Εκείνο που θέλω να μάθω είναι το πώς η αδερφή μου κατέληξε μαζί του στη βεράντα. Το ξέρω πως είναι αφελής, όμως ποτέ δεν πίστεψα ότι είναι χαζή.» «Δεν ξέρω πώς έγινε» είπε η Σοφί. «Θα μπορούσα να πάρω όρκο πως δοκίμαζε πάνω του τις ικανότητές της στο φλερτ. Δεν έχει δείξει ποτέ ιδιαίτερη αδυναμία σε κάποιον.» «Είσαι βέβαιη γι’ αυτό;» τη ρώτησε. Δεν της άρεσε ο τόνος της φωνής του. Προμήνυε φασαρίες για τον Άντερλι. Και όσο κι αν ήθελε την τιμωρία του, δεν μπορούσε να αφήσει τον Λόνγκμορ να τον συνθλίψει, όπως ξεκάθαρα επιθυμούσε. «Έχω ακούσει πως μπορεί να γίνει πολύ γοητευτικός» του είπε. «Και ξέρω πως η αδερφή σου αισθάνεται…»
42
LORETTA CHASE
«Α, καλά. Θα αρχίσουμε να μιλάμε για αισθήματα τώρα.» Αν υπήρχε κάπου κοντά της κάποιο βαρύ αντικείμενο, θα τον χτυπούσε με αυτό. Ακόμα κι αν εκείνος δεν καταλάβαινε τίποτα, η Σοφί θα ένιωθε πολύ καλύτερα μετά από ένα τέτοιο ξέσπασμα. «Ναι, θα μιλήσουμε» είπε. «Θα σε απαλλάξω από όλα τα πολύπλοκα γιατί και επειδή, και θα μπω κατευθείαν στο θέμα. Η λαίδη Κλάρα νιώθει κάπως επαναστάτρια, και τολμώ να πω πως ψάχνει μια αφορμή για να κάνει κάποια αταξία όταν δεν τη βλέπει η μητέρα της. Προφανώς, ο Άντερλι το είδε σαν ευκαιρία, και μετέτρεψε μία μικρή σκανδαλιά σε σοβαρή αταξία. Προφανώς.» Σκυθρώπιασε. Κάτι δεν της πήγαινε καλά στο όλο σκηνικό, όμως θα το έψαχνε αργότερα. Προτεραιότητα τώρα είχε ο άντρας που στεκόταν λίγα εκατοστά μακριά της. Έδειχνε σαν να είχε καταλαγιάσει κάπως η οργή μέσα του. «Θα πρέπει να αναμετρηθώ με το γουρούνι» είπε. «Που σημαίνει να ξυπνήσω από τα χαράματα, με την πρωινή πάχνη. Για να μην αναφέρω τη φασαρία που θα κάνει ο Όλνεϊ για το μπαρούτι που θα βρει στις μανσέτες μου.» Η Σοφί τον άρπαξε από το πέτο. «Άκουσέ με.» Εκείνος κοίταξε τα χέρια της με την ίδια απορία που είχε κοιτάξει νωρίτερα το μπράτσο του. Μόνο που η εξοχότητά του δεν ήταν και σπουδαίος στοχαστής, γι’ αυτό υπήρχαν πολλά πράγματα που μπορούσαν να τον μπερδέψουν. Η Σοφί τίναξε το πέτο του. «Μόνο άκουγε» του είπε. «Δεν μπορείς να τον σκοτώσεις έτσι εν ψυχρώ.» «Γιατί όχι;» Θεέ μου, δώσε μου υπομονή. «Επειδή θα πεθάνει» εξήγησε όσο πιο καρτερικά μπορούσε «και η υπόληψη της λαίδης Κλάρα θα κηλιδωθεί για πάντα. Σε ικετεύω, μην κάνεις τίποτα, λόρδε Λόνγκμορ. Άσε το πάνω μας.»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
43
«Πάνω σας.» «Στις αδερφές μου και σε μένα.» «Τι προτείνεις; Να τον ντύσετε με ρούχα μέχρι να σκάσει; Να τον δέσετε και να τον βάλετε να ακούσει με το ζόρι τις επιταγές της μόδας;» «Αν χρειαστεί» απάντησε η Σοφί. «Όμως, σε παρακαλώ, μην μπερδευτείς εσύ σε όλο αυτό.» Έμεινε να την κοιτάζει. «Οτιδήποτε κι αν κάνεις, μην τον τραυματίσεις, τον σακατέψεις ή τον σκοτώσεις» του είπε, για να είναι σίγουρη πως την είχε καταλάβει καλά. «Η δεξιά γροθιά ήταν τέλεια. Αντάξια ενός εξοργισμένου αδερφού…» «Μα το Δία, σου άρεσε. Επί τη ευκαιρία, δεν θα πλέξεις κι εσύ κάποιο εγκώμιο για την κατεστραμμένη φήμη της αδερφής μου; Ένα για το αυριανό τεύχος της Έκδοσης;» «Αν δεν το κάνω εγώ, θα το αναλάβει κάποιος άλλος» του απάντησε. «Καλύτερα ο εχθρός να είναι γνωστός σου, λόρδε μου. Εσύ άφησέ με να κάνω ό,τι μπορώ. Απλώς πήγαινε εκεί μέσα και φέρσου αντρίκια και ιπποτικά στις γυναίκες της οικογένειάς σου.» «Α.» Τα μαύρα μάτια του γούρλωσαν με θεατρινίστικο τρόπο. «Ώστε, αυτόν το ρόλο πρέπει να παίξω.» «Ναι. Μπορείς να τα καταφέρεις;» «Πανεύκολο.» «Σε ικετεύω να το κάνεις με το γνωστό τρόπο» του είπε. «Χωρίς φιγούρες.» «Τα γνωστά.» Συνέχισε να την κοιτάζει. «Ναι. Ώρα να πηγαίνουμε. Η μητέρα σου θα μάθει τα νέα όπου να ’ναι, αν δεν τα έχει ήδη ακούσει.» Του έγνεψε να προχωρήσει. Εκείνος παρέμεινε αμετακίνητος, να την κοιτάζει με έναν πολύ έντονο τρόπο, και η Σοφί ένιωσε μια παράξενη έξαψη, λες και στεκόταν μπροστά του μισόγυμνη. Ω, για όνομα του Θεού. Όχι τώρα.
44
LORETTA CHASE
«Πρέπει να πηγαίνεις» του είπε και δοκίμασε να τον σπρώξει. Ήταν σαν να προσπαθούσε να μετακινήσει έναν τοίχο. Σήκωσε το βλέμμα της στο πρόσωπό του. «Με γαργαλάς» της είπε. «Φύγε. Τώρα.» Και έφυγε. *** Λίγες στιγμές νωρίτερα, ο Λόνγκμορ ετοιμαζόταν να κάνει φόνο. Τώρα έπρεπε να βάλει τα δυνατά του για να μην τον πιάσουν τα γέλια. Σκέφτηκε τη Σοφί, με το σεμνό φόρεμα της υπηρέτριας, τα γουρλωμένα μάτια και την αφελή έκφραση, τη στιγμή που έχασε την υπομονή της και τον αποκάλεσε γομάρι. Κι έπειτα τον είχε πιάσει από το μπράτσο, σε μια προσπάθεια να τον χειραγωγήσει. Ήταν ό,τι πιο διασκεδαστικό είχε δει τον τελευταίο καιρό. Άσε το πάνω μας, είχε πει. Δεν το νομίζω, σκέφτηκε. Αν, όμως, την ευχαριστούσε να πιστεύει κάτι τέτοιο, με μεγάλη του χαρά θα την άφηνε. Όντας σε μια τέτοια ευχάριστη διάθεση, έψαξε για τη μητέρα και την αδερφή του. Δεν ήταν δύσκολο να τις εντοπίσει. Το μόνο που έπρεπε να κάνει ήταν να προχωρήσει προς το σημείο από όπου ακούγονταν φωνές. Μόνο ένα ξεφωνητό, και ύστερα η λαίδη Γουόρφορντ επιστράτευσε την αξιοπρέπειά της και λιποθύμησε. Οργάνωσε μια χαριτόβρυτη έξοδο για τη μητέρα και την αδερφή του. Φέρθηκε προστατευτικά και αντρίκια, ακριβώς όπως του είχε ζητηθεί. Θα λογαριαστώ αργότερα με τον Άντερλι, υποσχέθηκε στον εαυτό του.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
45
Και μετά… Μα, φυσικά, με τη Σοφί. Οικεία Γουόρφορντ Σάββατο απόγευμα «Κλάρα, πώς μπόρεσες!» φώναξε η λαίδη Γουόρφορντ, όχι για πρώτη φορά. «Με αυτόν το χρεοκοπημένο!» Ήταν ξαπλωμένη στο ανάκλιντρο του σαλονιού της, έχοντας ένα δίσκο με τονωτικά στο τραπεζάκι δίπλα της. Η Κλάρα είχε μεγαλύτερη ανάγκη για τονωτικά από ό,τι η μητέρα της. Ευχήθηκε να ήταν άντρας και να μπορούσε να λύσει τα προβλήματά της σύμφωνα με τον αντρικό τρόπο, μεθώντας, καβγαδίζοντας, χαρτοπαίζοντας και μπλέκοντας σε ακολασίες. Όμως ήταν μία κυρία. Κάθισε στην καρέκλα της στητή και είπε: «Τι σόι ερώτηση είναι αυτή, μαμά; Θεωρείς πως εξευτελίστηκα σκοπίμως;» «Έκανες κάτι που όφειλες να μην το κάνεις» απάντησε η μητέρα της. «Αυτό είναι το μόνο σίγουρο.» Στην αρχή δεν της είχε φανεί και τόσο κακό. Χόρευε με το Λόρδο Άντερλι, και ξαφνικά ένιωσε ζαλάδα. Ίσως από την πολλή σαμπάνια. Ή ίσως να την είχε παρασύρει σε πολλές περιστροφές πάνω στο χορό. Ή και τα δύο. Της είχε προτείνει να πάρει λίγο καθαρό αέρα. Και της είχε φανεί καλή ιδέα το να βγει στη βεράντα απαρατήρητη. Έπειτα είχε αρχίσει να της λέει λόγια, τόσο γλυκά λόγια, και έδειχνε τόσο βαθιά ερωτευμένος μαζί της. Κι ύστερα… Αν ήταν μόνη της αυτήν τη στιγμή, θα σκέπαζε με τα χέρια της το πρόσωπό της και θα έκλαιγε. Αλλά αυτό ήταν κάτι που έκανε πάντα η μητέρα. Έκλαιγε, φώναζε και λιποθυμούσε.
46
LORETTA CHASE
Η Κλάρα ίσιωσε ακόμα πιο πολύ την πλάτη της, σταύρωσε τα χέρια και ευχήθηκε να μπορούσε να το σκάσει από το παράθυρο και να τρέξει κάπου πολύ, πολύ μακριά. Η πόρτα άνοιξε και εμφανίστηκε ο Χάρι. Η κοπέλα ήθελε να πεταχτεί και να τρέξει καταπάνω του έτσι όπως έκανε όταν ήταν παιδιά, τότε που τρόμαζε ή λυπόταν για κάτι. Για τη φωλιά ενός κοκκινολαίμη που είχε πέσει στο έδαφος, και είχαν σπάσει τα αβγά του. Για ένα άρρωστο κουτάβι. Για κάποιο άρρωστο άλογο που το πήγαιναν για ευθανασία. Μόνο που τώρα πια δεν ήταν παιδιά, και η μητέρα είχε ήδη εκδηλώσει όλη της την υστερία. Ο Χάρι θα έπρεπε να αντιμετωπίσει πρώτα αυτήν. «Επιτέλους, ήρθες!» φώναξε η μητέρα. «Πρέπει να μονομαχήσεις με τον Άντερλι, Χάρι. Πρέπει να τον σκοτώσεις.» «Δεν έχω και τόσο ευχάριστα νέα» της είπε εκείνος. «Συνάντησα τον πατέρα μόλις ήρθα. Μου είπε πως το κάθαρμα ζήτησε την Κλάρα.» Πλησίασε τη μητέρα του και απέθεσε ένα ανάλαφρο φιλί στο μέτωπό της. «Έπρεπε να τον είχα σκοτώσει όταν είχα την ευκαιρία» είπε, ισιώνοντας την πλάτη του. «Αλλά μπήκε στη μέση η Κλάρα.» Τι άλλη επιλογή είχε; Φοβήθηκε πως ο Χάρι όντως θα σκότωνε τον Άντερλι – έναν άντρα που δεν είχε προσπαθήσει να αντεπιτεθεί. Θα ήταν δολοφονία, και ο Χάρι είτε θα κατέληγε στην κρεμάλα είτε θα έπρεπε να φύγει μακριά και να ζήσει σε μια άλλη χώρα για πάντα. Και όλα αυτά επειδή εκείνη είχε φερθεί ανόητα. Είχε καταφέρει να καταστρέψει τη δική της ζωή. Δεν ήθελε να χαλάσει και του αδερφού της. «Μητέρα, αν ο Χάρι σκοτώσει το Λόρδο Άντερλι, η υπόληψή μου θα καταστραφεί για πάντα» είπε η Κλάρα με σταθερή φωνή. «Το μόνο που μπορεί να διορθώσει αυτό που έγινε είναι ο γάμος. Ο λόρδος Άντερλι με ζήτησε, εγώ δέχτηκα, και έληξε το θέμα.»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
47
Ο Χάρι την κοίταξε. «Έληξε;» «Ναι» του είπε. «Από τη στιγμή που η μαμά είναι πολύ ταραγμένη για να έρθει μαζί μου, άσε που είμαι σίγουρη ότι δεν είναι έτοιμη να κυκλοφορήσει δημόσια, θα ήθελα να με συνοδέψεις εσύ για να αγοράσω τα νυφικά μου ρούχα.» «Τα νυφικά της!» φώναξε η μητέρα. «Σκέφτεσαι υπερβολικά πολύ τα ρούχα σου τη στιγμή που ο κόσμος όλος τα έχει δει πια πολύ καλά. Στις μέρες μου, οι νεαρές κυρίες δεν γίνονταν δημόσιο θέαμα, εκθέτοντας και την πιο κρυφή βελονιά των ρούχων τους. Προφανώς, δηλαδή, για να γίνει τόσο λεπτομερής περιγραφή του μεσοφοριού σου –και μάλιστα σε εφημερίδα!– λες και είσαι πόρνη πολυτελείας ή γυναίκα χαρτοπαίχτη! Θα έπρεπε να έχεις αρρωστήσει από ντροπή. Όμως, τίποτα δεν σε αγγίζει. Δεν μου κάνει εντύπωση που συμπεριφέρθηκες χθες βράδυ σαν μια κοινή κοκότα. Αυτές οι Γαλλίδες μοδίστρες φταίνε. Αν ξαναπατήσεις το πόδι σου στο μαγαζί τους, θα σε αποκηρύξω!» «Και σε τι θα βοηθήσει αυτό;» ρώτησε ο Χάρι. «Αν δεν συμβεί στον Άντερλι κάποιο μοιραίο δυστύχημα, είναι υποχρεωμένη να τον παντρευτεί, είτε μας αρέσει είτε όχι. Ας αγοράσει τώρα κάποια φουστάνια που να της αρέσουν, μιας και μάλλον δεν θα μπορεί να τα αποκτήσει μετά το γάμο.» «Ο Άντερλι μπορεί και να εκμεταλλευτεί την κατάσταση» είπε η μητέρα τους. «Δεν είναι παρά ένας προικοθήρας, ένας ελεεινός διαφθορέας έτοιμος να ξεπουληθεί. Ω, ποιος περίμενε να ζήσω ποτέ μια τέτοια μέρα! Ένας νεόκοπος βαρόνος που κολυμπάει στα χρέη, χάρη στη χαρτοπαιξία, και η μάνα του, η κόρη μιας Ιρλανδής ιδιοκτήτριας πανδοχείου! Και σκέψου πως θα μπορούσε να είχε το Δούκα του Κλίβντον!» «Η συμβουλή μου είναι να μην το σκέφτεσαι καθόλου αυτό» της είπε ο Χάρι. «Θα έκαναν δυστυχισμένο ο ένας τον άλλον.» «Και ο Άντερλι πρόκειται να την κάνει ευτυχισμένη;» Η μητέρα έπεσε πίσω στα μαξιλάρια και έκλεισε τα μάτια της.
48
LORETTA CHASE
«Η Κλάρα θα του μαζέψει τα χαλινάρια» είπε ο Λόνγκμορ. «Κι αν δεν μπορέσει να στρώσει τους αγροίκους τρόπους του, ποιος ξέρει; Ίσως πέσει σε κανένα χαντάκι ή τον πατήσει κάποια ταχυδρομική άμαξα, κι έτσι γίνει μια νεαρή χήρα. Προσπάθησε να δεις τη θετική πλευρά.» Έπρεπε να το ξέρει πως αυτή δεν ήταν η καλύτερη τακτική για να πάρει με το μέρος του τη μητέρα. Εκείνη δεν μπορούσε να καταλάβει αν αστειευόταν ή όχι, και αυτή η αμφιβολία απλώς ενίσχυε τη συναισθηματική ταραχή της. Η Κλάρα ακολούθησε πιο αποτελεσματικό τρόπο. «Αναρωτιέμαι τι θα πει η λαίδη Μπάρθαμ όταν μάθει ότι θα με δώσουν χωρίς προίκα, χωρίς τίποτα περισσότερο από ένα νυφικό» είπε. Η λαίδη Μπάρθαμ και η μητέρα ήταν μεγάλες ανταγωνίστριες στους κύκλους τους. Εντούτοις προσποιούνταν ότι ήταν οι καλύτερες φίλες. Ακολούθησε μια σύντομη, γεμάτη ένταση σιωπή. Στη συνέχεια, η μητέρα ανακάθισε και σκούπισε τα μάτια με το μαντίλι της. «Οι δικές μου επιθυμίες δεν μετρούν. Πρέπει να σκεφτούμε την αντίδραση του πατέρα σας. Θα τον πείσω να σου επιτρέψει να πάρεις ρούχα για το γάμο.» Κούνησε στον αέρα το μαντίλι της. «Αλλά όχι από αυτές τις Γαλλίδες πόρνες! Θα πας στης κυρίας Ντόουνς.» «Στης Ντόουνς!» φώναξε η Κλάρα. «Μιλάς σοβαρά, μαμά; Το έχει κλείσει το μαγαζί της.» Κράτησε την αναπνοή της. Υποτίθεται πως εκείνη έπρεπε να είναι η ήρεμη. Είχε ένα θερμοκέφαλο αδερφό και μια υστερική μάνα. Ευτυχώς, η μητέρα της ήταν παρασυρμένη από τα δικά της συναισθήματα, ώστε δεν πρόσεχε των άλλων. «Ήταν προσωρινό» είπε η μητέρα. «Με ειδοποίησε χθες ότι άνοιξε πάλι, δόξα τω Θεώ. Σε αυτή θα πας. Μπορεί η ηθική σου να κατακρεουργήθηκε, όμως θα ντυθείς ευπρεπώς.» «Πολύ καλά, μητέρα» είπε πειθήνια η Κλάρα.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
49
Ο Χάρι τής έριξε μια κοφτερή ματιά. Εκείνη του την ανταπέδωσε με ένα προειδοποιητικό βλέμμα. *** Στο μεταξύ, στον αριθμό 56 της οδού Σεν Τζέιμς, οι αδερφές Νουαρό κοιτούσαν με δυσπιστία μία μικρή ρεκλάμα. Το σημερινό τεύχος της Πρωινής Έκδοσης έφτασε λίγη ώρα αργότερα αφότου άνοιξε το μαγαζί. Όλο το πρωί είχαν ασυνήθιστα πολλή δουλειά, κι έτσι δεν βρήκαν χρόνο παρά μόνο για να ξεφυλλίσουν βιαστικά τις σελίδες. Τώρα, όμως, η ικανή επιστάτισσά τους, η Σελίνα Τζέφρεϊς, ήταν απασχολημένη στην αίθουσα επιδείξεων του Οίκου Νουαρό. Οι τρεις μοδίστρες είχαν ανέβει στο διαμέρισμα της Μαρσλίν και, σκυμμένες πάνω από το τραπέζι σχεδίου, είχαν καρφώσει τα βλέμματά τους στις δώδεκα γραμμές που είχαν ξεχωρίσει στη σελίδα με τις διαφημίσεις της Έκδοσης. Εκεί, η κυρία Ντόουνς δήλωνε περιχαρής πως, έχοντας συμπληρώσει μία μικρή περίοδο «ανακαίνισης», άνοιγε ξανά τον οίκο ραπτικής της. Η Σοφί το είχε πάρει είδηση το προηγούμενο βράδυ στη δεξίωση. Το είχε αναφέρει στις αδερφές της. Όλες ήλπιζαν πως επρόκειτο για τις συνηθισμένες ανυπόστατες φήμες. Αρκετά προβλήματα είχαν ήδη. «Ανάθεμά την» είπε η Μαρσλίν. «Θα έπρεπε να είχαμε ξεμπερδέψει μαζί της. Έκλεισε το μαγαζί της. Είπε πως το έκανε για επισκευές, όμως απέλυσε το προσωπικό της. Ήμουν σίγουρη πως θα σερνόταν μακριά από το Λονδίνο σαν οχιά που είναι.» Η οχιά ήταν η Ορτένς Ντόουνς, ιδιοκτήτρια του καταστήματος που στον Οίκο Νουαρό ήταν γνωστό σαν Της Κακόγουστης. Λίγες εβδομάδες νωρίτερα, αυτή μαζί με ένα από
50
LORETTA CHASE
τα τσιράκια της τις είχαν φέρει στα όρια της καταστροφής. Όμως, οι τρεις αδερφές είχαν παίξει το δικό τους παιχνίδι εναντίον της, πετυχαίνοντας να την εκθέσουν δημόσια ως ψεύτρα και απατεώνισσα. Τουλάχιστον αυτό είχαν πιστέψει. Η Μαρσλίν κούνησε το κεφάλι. «Η κατηγορία πως έκλεβε τα σχέδιά μου έπρεπε να την έχει τελειώσει.» «Έριξε την ευθύνη σε μία από τις ράφτρες της» είπε η Σοφί. «Έχει πει στις πελάτισσές της ότι τις απέλυσε όλες και προσέλαβε εντελώς καινούριο προσωπικό.» «Που να τη λιώσει η πανούκλα» καταράστηκε η Μαρσλίν. «Ποιος το περίμενε πως η Ορτένς η Απαίσια ήταν τόσο έξυπνη, ώστε να ξανακερδίσει τη φήμη της;» «Αυτό θα έκανα κι εγώ στη θέση της» είπε η Σοφί. «Θα κατηγορούσα τη βοηθό. Θα καθάριζα το κτήριο. Και θα φρόντιζα να ενημερώσω τις πελάτισσές μου για την “αλήθεια” γύρω από το πώς έπεσα θύμα μερικών αχάριστων υπαλλήλων. Έπειτα θα έστελνα σε όλες προσωπικά σημειώματα πριν από τη διαφήμιση στην εφημερίδα.» «Πολύ κακό αυτό» είπε η Μαρσλίν. Κοίταξε τις αδερφές της. «Πόση δουλειά χάσαμε εξαιτίας μου;» Η Σοφί και η Λιόνι αντάλλαξαν ματιές. «Κατάλαβα» είπε η Μαρσλίν. «Χειρότερα απ’ όσο περίμενα.» «Η λαίδη Γουόρφορντ έχει φοβερή κοινωνική δύναμη» είπε η Λιόνι. «Κανείς δεν θέλει να ψωνίσει από μαγαζί που εκείνη έχει καταψηφίσει.» «Αλλά ντύνεται τόσο χάλια!» σχολίασε η Μαρσλίν. «Εκείνη δεν το πιστεύει, και κανείς δεν έχει το θάρρος να της το πει» είπε η Σοφί. «Όχι πως οι περισσότεροι είναι πιο διορατικοί από την ίδια. Μοιάζουν με πρόβατα, όπως ξέρουμε. Αυτή είναι η αρχηγός, και οι άλλοι το κοπάδι που την ακολουθεί.» «Κι εμένα με μισεί» συμπλήρωσε η Μαρσλίν.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
51
«Με ένα σαρωτικό τρόπο, σαν αυτό που νιώθει το είδος της για τους αναρχικούς και τους δημοκράτες» πρόσθεσε η Σοφί. Η Μαρσλίν άρχισε να βηματίζει πέρα-δώθε. «Δεν θα ήταν και τόσο άσχημα τα πράγματα αν η λαίδη Κλάρα είχε μπλέξει με το σωστό άντρα» είπε η Λιόνι. «Θα μπορούσε να δημιουργήσει το δικό της στιλ, και θα μας βοηθούσε να αποκτήσουμε ένα νεανικό πελατολόγιο.» «Αλλά διάλεξε το λάθος άνθρωπο» τόνισε η Μαρσλίν. Επέστρεψε στο τραπέζι σχεδίου, έσπρωξε την εφημερίδα στην άκρη, πήρε το μπλοκ της και άρχισε να σχεδιάζει με έντονες, θυμωμένες κινήσεις. «Πες μου την αλήθεια, Λιόνι.» «Αντιμετωπίζουμε τον κίνδυνο χρεοκοπίας» απάντησε λακωνικά η Λιόνι. Καμία τους δεν ανέφερε το σύζυγο της Μαρσλίν, ο οποίος θα μπορούσε να αγοράσει και να πουλήσει το μαγαζί όσες φορές θα το ήθελε. Δεν ήθελαν να τους αγοράσει κανείς. Ήταν το δικό τους μαγαζί. Πριν από τρία χρόνια είχαν έρθει από το Παρίσι έχοντας χάσει τα πάντα. Είχαν φέρει μαζί τους ένα άρρωστο παιδί, μερικά κέρματα και το ταλέντο τους. Η Μαρσλίν είχε κερδίσει χρήματα σε τυχερά παιχνίδια. Έτσι βρήκαν το αρχικό κεφάλαιό τους. Τώρα θα πρέπει να ένιωθε ότι είχε καταστρέψει όλα αυτά για τα οποία είχαν κοπιάσει τόσο. Για χάρη του έρωτα. Όμως, η Μαρσλίν είχε κάθε δικαίωμα να αγαπήσει και να αγαπηθεί. Είχε δουλέψει πολύ σκληρά. Είχε αντέξει πάρα πολλά. Είχε φροντίσει για όλους. Της άξιζε η ευτυχία. «Έχουμε αντιμετωπίσει κι άλλη φορά τη χρεοκοπία» είπε η Σοφί. «Δεν είναι χειρότερα τα πράγματα από το Παρίσι κι από τη χολέρα.» «Ξεπεράσαμε και μια καταστροφή εδώ» τους θύμισε η Λιόνι.
52
LORETTA CHASE
«Με τη βοήθεια του Κλίβντον» είπε η Μαρσλίν. «Την οποία δεν θέλαμε να δεχτούμε. Αλλά συμφωνήσαμε, επειδή δεν είχαμε άλλη επιλογή.» «Και φροντίσαμε να είναι δάνειο» συμπλήρωσε η Λιόνι. «Το οποίο, απ’ ό,τι φαίνεται τώρα, δεν μπορούμε να αποπληρώσουμε» είπε η Μαρσλίν, συνεχίζοντας να σκιτσάρει θυμωμένα. «Είμαστε τόσο αδύναμες οικονομικά, που φαίνεται πως θα χρειαστεί να ζητήσουμε κι άλλο. Ή να αποδεχτούμε την αποτυχία μας. Στο κάτω-κάτω, η Λιόνι είχε δίκιο. Αναλάβαμε περισσότερες ευθύνες από όσες μπορούσαμε να αντιμετωπίσουμε.» Πριν από εβδομάδες, όταν ο Δούκας του Κλίβντον τούς είχε βρει αυτά τα καινούρια διαμερίσματα, η Λιόνι τις είχε προειδοποιήσει πως δεν είχαν αρκετή πελατεία, ώστε να στηρίξουν ένα μεγάλο μαγαζί στη Σεν Τζέιμς. «Πάντα αναλαμβάναμε περισσότερες ευθύνες από όσες μπορούσαμε να αντέξουμε» είπε η Σοφί. «Ήρθαμε από το Παρίσι χωρίς τίποτα, και χτίσαμε μια επιχείρηση μέσα σε μόλις τρία χρόνια. Προσπαθήσαμε να κατακτήσουμε τη λαίδη Κλάρα, και το καταφέραμε – αν και όχι με τον τρόπο που σχεδιάζαμε. Δεν θα ήμασταν αυτές που είμαστε αν συμπεριφερόμασταν σαν φυσιολογικές γυναίκες. Δεν καταλαβαίνω γιατί θα πρέπει τώρα να αρχίσουμε να φερόμαστε φυσιολογικά, μόνο και μόνο επειδή η καλύτερη πελάτισσά μας έκανε ένα λάθος με κάποιον άντρα, όπως οι περισσότερες γυναίκες, ή επειδή η μάνα της μας κρατάει κακία. Εγώ τουλάχιστον δεν πρόκειται να παραδοθώ αμαχητί μπροστά σε μια μικρή δυσκολία.» Η Μαρσλίν σήκωσε το βλέμμα από το σκίτσο της, και χαμογέλασε επιτέλους. «Μόνο εσύ θα μπορούσες να αποκαλέσεις μια επικείμενη χρεοκοπία “μικρή δυσκολία”.» «Το πρόβλημα με σένα είναι πως είσαι ερωτευμένη, και νιώθεις ένοχη γι’ αυτό, πράγμα εντελώς γελοίο για μία Νουαρό» είπε η Σοφί.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
53
«Έχει δίκιο» είπε και η Λιόνι. «Παντρεύτηκες ένα δούκα. Θα έπρεπε να αισθάνεσαι απόλυτα ικανοποιημένη με τον εαυτό σου. Είναι μεγάλο επίτευγμα. Κανένας άλλος στην οικογένεια, κι από τις δυο μεριές, δεν το έχει κάνει, απ’ όσο ξέρω.» «Όχι μόνο δούκα, αλλά και εκπληκτικά πλούσιο» είπε η Σοφί. «Η κόρη σου μπορεί να παίζει με αληθινά κάστρα.» «Γι’ αυτό, σταμάτα να γκρινιάζεις» συνέχισε η Λιόνι. «Αντιμετωπίζω μια καταστροφή» είπε η Μαρσλίν. «Μια τεράστια οικονομική καταστροφή – μπροστά στην οποία αυτή η τρομερή Κακόγουστη οχιά θα γελάει από χαρά. Αυτό μου δίνει το δικαίωμα να γκρινιάζω.» «Όχι, δεν σ’ το δίνει» διαμαρτυρήθηκε η Σοφί. «Δεν πρόκειται να γελάσει, κι εμείς δεν πρόκειται να καταστραφούμε. Κάτι θα σκεφτούμε. Πάντα κάτι βρίσκαμε.» «Μόνο που πρέπει να σκεφτούμε γρήγορα» είπε η Λιόνι. «Επειδή έχουμε λιγότερο από μήνα μέχρι τη μέρα της πληρωμής.» 24 Ιουνίου, στη μέση του καλοκαιριού. Όταν έπρεπε να τακτοποιηθούν τα ενοίκια και οι λογαριασμοί. Κάποιος χτύπησε την πόρτα. «Τι συμβαίνει;» φώναξε η Μαρσλίν. Η πόρτα άνοιξε ίσα με μια χαραμάδα, αποκαλύπτοντας μια ιδέα από τη Μαίρη Πάρμεντερ, μία από τις ράφτρες τους. «Με συγχωρείτε, Εξοχότατη, δεσποσύνες. Ήρθε η λαίδη Κλάρα Φέρφαξ. Μαζί με το Λόρδο Λόνγκμορ.»
Κεφάλαιο 3 Υπάρχει σίγουρα κάποια σχέση μεταξύ ντυσίματος και νοοτροπίας. Κάποιος προσεκτικός παρατηρητής μπορεί να εντοπίσει αρκετές αντιστοιχίες. Και τόσο ο αδύναμος, όσο και ο δυναμικός χαρακτήρας, πάντα επηρεάζεται από ένα καλό ή άσχημο ρούχο. –Lady’s Magazine & Museum, Ιούνιος 1835 Μοιάζει με μπορντέλο για γυναίκες, αποφάσισε ο Λόνγκμορ. Το μαγαζί διέθετε μέχρι και μια μυστική είσοδο στο πίσω μέρος, προορισμένη αναμφίβολα για ακριβές πόρνες και για τους άντρες που τις συντηρούσαν. Λίγα λεπτά νωρίτερα, μία γυναίκα ντυμένη σεμνά αλλά όμορφα τους είχε οδηγήσει από εκεί στον πρώτο όροφο μέσω μιας σκάλας στρωμένης με χαλί, και διακριτικά φωτισμένης. Οι αχνοπράσινοι τοίχοι ήταν διακοσμημένοι με μικρές τοπιογραφίες, και πατρόν παλιότερων καιρών. Είχε βρεθεί στην αίθουσα επιδείξεων του Οίκου Νουαρό, όμως εδώ ήταν ένας εντελώς διαφορετικός χώρος. Το δωμάτιο στο οποίο τους οδήγησε η γυναίκα έμοιαζε με σαλόνι. Οι τοίχοι εδώ, σε απαλό ροζ χρώμα, στολίζονταν με περισσότερους μικρούς πίνακες. Υπήρχαν όμορφα πορ-
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
55
σελάνινα κομμάτια. Δαντέλες διακοσμούσαν τα τραπέζια και τις πλάτες των καθισμάτων. Η όλη ατμόσφαιρα απέπνεε διακριτικά θηλυκότητα. Η μύτη του έπιασε μια απαλή μυρωδιά, λες και μόλις πριν από λίγο είχε περάσει από εκεί μέσα ένα μπουκέτο από λουλούδια και βότανα. Όλα γύρω του έδειχναν ήρεμα, πολυτελή και δελεαστικά. Δημιουργούσαν συνειρμούς με χαρέμια και σκλάβες. Με οδαλίσκες. Μπήκε στον πειρασμό να ξαπλώσει στο χαλί και να ζητήσει χασίς και χορεύτριες. Η πόρτα άνοιξε. Όλες του οι αισθήσεις σήμαναν συναγερμό. Όμως ήταν μόνο η κομψοντυμένη κοπέλα που κρατούσε ένα δίσκο. Τον ακούμπησε πάνω σε ένα κομψό τραπεζάκι. Ο Λόνγκμορ πρόσεξε πως πάνω του υπήρχε μία πιατέλα με μπισκότα. Μία καράφα βρισκόταν στη θέση που έπρεπε να είναι η τσαγιέρα. Όταν έφυγε η κοπέλα, είπε: «Ώστε έτσι το πετυχαίνουν. Σε ποτίζουν με αλκοόλ.» «Όχι, εσένα ποτίζουν με αλκοόλ, επειδή ξέρουν πως θα βαρεθείς» διόρθωσε η Κλάρα. «Αν και δεν θα με πείραζε ένα τονωτικό.» Σωριάστηκε σε μία καρέκλα. «Ω, Χάρι, τι, στην ευχή, θα κάνω;» Το πρόσωπό της πήρε μια έκφραση απόγνωσης. Ο Λόνγκμορ τη γνώριζε πολύ καλά αυτή την έκφραση. Προμήνυε δάκρυα. Πιάστηκε εντελώς απροετοίμαστος. Η αδερφή του φαινόταν πολύ καλά στη μέχρι εδώ διαδρομή τους. Το κεφάλι της ψηλά και τα μάτια της να λάμπουν. Δεν του έκανε εντύπωση όταν του ζήτησε να την πάει στον Οίκο Νουαρό. Η πειθήνια συμπεριφορά της απέναντι στη μητέρα τους δεν τον είχε ξεγελάσει. Η Κλάρα είχε μια τέτοια αγγελική ομορφιά, που ο κόσμος την έβρισκε γλυκιά και υποχωρητική. Έπαιρναν την απάθειά της για ευπείθεια. Ήταν από τις κοπέλες που
56
LORETTA CHASE
σε γενικές γραμμές αδιαφορούσαν για πολλά πράγματα. Όμως, όταν κάτι την ενδιέφερε, μπορούσε να γίνει πεισματάρα σαν γαϊδούρι. Από τη στιγμή που οι αδερφές Νουαρό είχαν πετάξει τα δίχτυα τους πάνω της, είχε αποκτήσει υπερβολική εμμονή με τα ρούχα της. Συγκράτησε τον πανικό του. «Άσε τα αυτά, Κλάρα» είπε. «Δεν χρειάζεται να μπήξεις τα κλάματα. Πες τι συμβαίνει και ξεμπέρδευε.» Εκείνη πήρε ένα μαντίλι και σκούπισε βιαστικά τα μάτια της. «Ω, πρόκειται για τη μαμά. Μου κουρελιάζει τα νεύρα.» «Αυτό είναι όλο;» «Δεν είναι αρκετό; Έχω γίνει το πιο γελοίο πρόσωπο στον κύκλο μας, πρόκειται να παντρευτώ πάρα πολύ βιαστικά, και η μάνα μου δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να μου τονίζει πως οτιδήποτε κι αν έχω κάνει είναι λάθος.» «Και αυτό» της είπε, δείχνοντας αόριστα γύρω τους «θα είναι ένα ακόμα λάθος.» «Γιατί;» ρώτησε η Κλάρα. «Αυτό, τουλάχιστον, θα μου φτιάξει κάπως τη διάθεση. Σε αντίθεση με μια επίσκεψη σε αυτό το μηδενικό της πλατείας Μπέντφορντ, με το οποίο έχει τόση εμμονή η μαμά.» Την είχε φέρει εδώ επειδή εδώ ήθελε εκείνη να έρθει… Και επειδή εδώ προτιμούσε να έρθει και ο ίδιος. Ο Οίκος Νουαρό ήταν υπερβολικά ακριβός, ήταν άκρως Παριζιάνικος, οι ιδιοκτήτριες ήταν ξελογιάστρες πρώτης τάξεως (στο θέμα των ρούχων), και, πάνω απ’ όλα, ήταν το κρησφύγετο της Σοφί Νουαρό. Αν κάποιος άντρας θα έπρεπε να συχνάζει σε ένα μοδιστράδικο, εδώ ήταν το κατάλληλο μαγαζί. Μόνο που στο σπίτι θα γινόταν φασαρία γύρω από την Κλάρα. Περισσότερη φασαρία. «Η μητέρα μας θα δημιουργήσει μεγάλο σαματά» είπε. «Και εσύ θα είσαι αυτή που θα δεχτεί όλη την επίθεση.»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
57
«Τα ρούχα το αξίζουν» του απάντησε. Αυτή ήταν η τελευταία της ευκαιρία να ξοδέψει για το ντύσιμό της, εκτός κι αν εκείνος έβρισκε κάποιον τρόπο ώστε να τακτοποιήσει οριστικά τον Άντερλι και ταυτόχρονα να αποκαταστήσει την υπόληψή της. Δεν ήταν βέβαιος για το αν η αδερφή του ήθελε να ξεφορτωθεί τον Άντερλι, αλλά αν δεν το ήθελε, τότε ήταν ή ανόητη ή τρελή, πράγμα που σήμαινε πως οι επιθυμίες της δεν μετρούσαν. Θα πρέπει να είχε συνοφρυωθεί χωρίς να το έχει καταλάβει, επειδή η Κλάρα είπε: «Εγώ θα διασκεδάσω, όμως εσύ θα βαρεθείς πολύ. Δεν είναι ανάγκη να μείνεις. Θα γυρίσω στο σπίτι με αγοραία άμαξα.» «Με αγοραία άμαξα; Είσαι τρελή; Δεν θα αντέξω αυτά που θα ακούσω.» Ακούμπησε χαλαρά τον καρπό του στον κρόταφό του, ύψωσε τη φωνή του μία οκτάβα και μίλησε με τον απελπισμένο τόνο που χρησιμοποιούσε η μητέρα τους. «Πώς μπόρεσες, Χάρι; Να αφήσεις την ίδια σου την αδερφή σε ένα βρόμικο δημόσιο μέσο μεταφοράς; Ένας Θεός ξέρει ποιος θα την είδε να ταξιδεύει στους δρόμους του Λονδίνου σαν μια οποιαδήποτε εργάτρια. Δεν θα έχω τα μούτρα να κοιτάξω ξανά τις φίλες μου στα μάτια.» Από πίσω του ακούστηκε το θρόισμα φουστανιών – και ένα πνιχτό γέλιο; Γύρισε το κεφάλι, νιώθοντας τους σφυγμούς του να επιταχύνονται. Τρεις νεαρές γυναίκες –μία καστανομάλλα, μία ξανθιά και μία κοκκινομάλλα– τον κοιτούσαν με μια έκφραση ευγενικού ενδιαφέροντος. Οι δύο τελευταίες είχαν μεγάλα, αφάνταστα μπλε μάτια. Μόνο που μέσα στα μάτια τους διέκρινε μία υποψία από τη θυμηδία που νόμιζε πως είχε ακούσει, αλλά και πάλι δεν μπορούσε να είναι σίγουρος. Θα ήταν πιο σωστό αν έλεγε πως κάτι τέτοιο το διέκρινε μόνο στα δικά της μάτια, μιας και οι αδερφές της Σοφί Νουα-
58
LORETTA CHASE
ρό έμοιαζαν με σκιές, ή με ελληνικό χορό αρχαίου δράματος. Έδειχναν όλες τους πολύ καλά, η κάθε μία απολαυστική με το δικό της τρόπο, και όλες πανέμορφες, σωστές καλλονές. Ωστόσο, εκείνη επισκίαζε τις άλλες. Δεν χρειαζόταν παρά να την κοιτάξει κανείς. Χρυσαφένια σγουρά μαλλιά κάτω από τη δαντελένια σκούφια. Μεγάλα, εκφραστικά μάτια στο χρώμα του ζαφειριού. Μικρή υπεροπτική μύτη. Προκλητικά, σαρκώδη χείλη. Λεπτό, πεισματάρικο πιγούνι. Κάτω από το λαιμό… Α, εδώ ήταν τα πιο ωραία. Λαχταριστά, παρά τα παλαβά ρούχα που επέτασσε η μόδα. «Δούκισσα» είπε η Κλάρα και σηκώθηκε από την καρέκλα της για να κάνει μια υπόκλιση. «Παρακαλώ, μη χρησιμοποιείτε τίτλους» είπε η εξοχότητά της. «Εδώ είναι δουλειά. Μέσα σε αυτόν το χώρο, ας προσποιηθούμε πως είμαστε στη Γαλλία, όπου θα αποκαλούσατε μία δούκισσα μαντάμ, όπως θα αποκαλούσε κάποιος μία μοδίστρα. Μπορείτε, λοιπόν, να με θεωρείτε απλώς μοδίστρα σας.» «Την καλύτερη μοδίστρα του κόσμου» είπε η Σοφί. «Κι έτσι, εσύ είσαι…;» ρώτησε ο Λόνγκμορ. «Η άλλη καλύτερη μοδίστρα του κόσμου» απάντησε η Σοφί. «Θα πρέπει κάποιος να σου εξηγήσει τα παραθετικά των επιθέτων» είπε εκείνος. «Αλλά πάλι, ξέρω πως η Αγγλική δεν είναι η πρώτη σου γλώσσα.» «Δεν είναι μόνο αυτή η πρώτη μου γλώσσα, λόρδε μου» του είπε. «Le français est l’autre*.» «Ίσως θα πρέπει να σου μιλήσουν και για τις έννοιες του μόνο και του πρώτου» είπε εκείνος. «Ω, ναι. Σας παρακαλώ, διαφωτίστε με, λόρδε μου» του είπε, ανοίγοντας διάπλατα τα απίστευτα μπλε της μάτια. «Ποτέ δεν ήμουν καλή με τους αριθμούς. Η Λιόνι πάντα πα* Τα Γαλλικά είναι η άλλη. (Σ.τ.Ε.)
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
59
ραπονιέται γι’ αυτό. Με ρωτάει συνέχεια αν θα μάθω ποτέ να μετράω.» «Κι όμως…» άρχισε ο Λόνγκμορ. Τότε ήταν που συνειδητοποίησε πως τον είχε απομακρύνει από την αδερφή του, η οποία κατευθυνόταν με τις άλλες δύο προς μία πόρτα. «Για πού το έβαλες;» τη ρώτησε. «Να δω τα πατρόν» απάντησε η Κλάρα. «Εσένα θα σου φανεί τρομερά βαρετό.» «Αυτό εξαρτάται» της είπε. «Από τι;» ζήτησε να μάθει η Σοφί. «Από το πόση βαρεμάρα νιώθω.» Κοίταξε γύρω του. «Δεν υπάρχει τίποτα να σε διασκεδάζει εδώ πέρα.» «Η λέσχη που πηγαίνεις είναι μόνο λίγα βήματα πιο πάνω» είπε η Σοφί. «Ίσως είναι καλύτερα να περιμένεις εκεί. Μπορούμε να σε ειδοποιήσουμε μόλις τελειώσει η λαίδη Κλάρα.» «Δεν ξέρω» είπε εκείνος. «Νιώθω πως πρέπει να μείνω εδώ γύρω και να προσπαθήσω να κατευνάσω τα πνεύματα.» «Εσύ» είπε η Σοφί. «Να κατευνάσεις τα πνεύματα.» «Ευέξαπτες γυναίκες. Ρούχα. Πιθανή επίθεση και λεηλασία στον τραπεζικό λογαριασμό του πατέρα μας. Μάλλον χρειάζεται ένας άντρας με λογική.» «Χάρι, το ξέρεις πως ο μπαμπάς δεν νοιάζεται για το πόσα ξοδεύω στα ρούχα μου» είπε η Κλάρα. «Του αρέσει να φροντίζουμε την εμφάνισή μας. Όπως ξέρω ότι κι εσένα δεν σε νοιάζει το τι θα αγοράσω. Ήταν πολύ ευγενικό από μέρους σου να με φέρεις μέχρι εδώ, αλλά δεν χρειάζεται να με επιτηρείς. Είμαι απολύτως ασφαλής.» Το βλέμμα του ταξίδεψε πάνω στις τρεις αδερφές, και στάθηκε στη Σοφί. Σκέφτηκε καλά και γρήγορα, και διάλεξε προσεκτικά τα λόγια του. «Πολύ ωραία. Ένας άντρας σκέφτεται πιο καθαρά όταν δεν περιβάλλεται από γυναίκες, κι εγώ έχω ανάγκη από κάποιο άλλοθι.»
60
LORETTA CHASE
Η Σοφί τσίμπησε το δόλωμα, και το βλέμμα της σκοτείνιασε. «Γιατί; Σχεδιάζεις να δολοφονήσεις κάποιον;» «Όχι ακόμη» απάντησε εκείνος. «Δεν πρόκειται να με αφήσετε να σκοτώσω το γαμπρό. Όχι, χρειάζομαι ένα άλλοθι για την Κλάρα, η οποία κανονικά δεν θα έπρεπε να βρίσκεται εδώ.» «Η μητέρα είπε πως πρέπει να πάω στης Ντόουνς» εξήγησε η Κλάρα «αλλά ο Χάρι με λυπήθηκε.» «Εμένα λυπήθηκα» τη διόρθωσε εκείνος. Το βλέμμα του ξαναγύρισε στη Σοφί. «Την έφερα εδώ για να αποφύγω την γκρίνια, τα νεύρα και τα κλάματα, αυτό είναι όλο.» «Τότε, το λιγότερο που μπορώ να κάνω για να εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου είναι να σου δώσω ένα άλλοθι» είπε η Σοφί. Ο ίδιος μπορούσε να σκεφτεί ένα σωρό τρόπους έκφρασης ευγνωμοσύνης, αλλά προς το παρόν αρκέστηκε στο δικό της. «Όχι τίποτα περίπλοκο» της είπε. Τα υπέροχα μπλε μάτια της κοίταξαν χαμηλά. «Το ξέρω αυτό.» «Είμαι ένας απλός άνθρωπος.» «Κι αυτό είναι τόσο απλό, που θα το θυμόταν ακόμα κι ένας χαζός. Όταν θα επιστρέψει στο σπίτι η λαίδη Κλάρα, θα πει πως είχες μεθύσει και πως την έφερες εδώ αντί στης Ντόουνς, επιμένοντας πάνω στο μεθύσι σου πως αυτό ήταν το σωστό μέρος.» «Ω, τέλειο σχέδιο!» επικρότησε η Κλάρα. «Που μπορεί να κάνει θαύματα» είπε εκείνος. «Θα μπορούσε να πει πως έμεινα κολλημένος πάνω της και την ανάγκασα να παραγγείλει εξήντα ή εβδομήντα φορέματα, και μια δωδεκάδα μεσοφόρια και…» Το μυαλό του θόλωσε τότε, και γέμισε με εικόνες δαντελωτών και σατέν εσωρούχων, και κάπου ανάμεσα σε όλη αυτή την αναστάτωση διέκρινε ένα γαλανομάτη σατανά με αγγελική μορφή, μισόγυμνο. Έκανε μια κίνηση με το χέρι
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
61
του, προσπαθώντας να διαλύσει τις φαντασιώσεις του. Δεν ήταν η κατάλληλη στιγμή. Μόλις άρχιζε την πολιορκία του, και το ήξερε –πάντα το καταλάβαινε– πως αντιμετώπιζε ένα επικίνδυνο φρούριο, γεμάτο με κρυφά περάσματα, μπερδεμένες παρακάμψεις και εκρηκτικές παγίδες. Αλλά πάλι, αν ήταν εύκολο, θα ήταν και βαρετό. «…και όλα αυτά τα ρούχα» συνέχισε. «Και μόλις συνέλθει ξανά η μητέρα μας και απαιτήσει να ακυρώσει η Κλάρα την παραγγελία, η Κλάρα θα απευθυνθεί στον υπερβολικά φιλότιμο πατέρα μας, ο οποίος θα πει πως δεν μπορεί κανείς να ακυρώνει από καπρίτσιο τέτοιες τεράστιες παραγγελίες.» Η Σοφί σταύρωσε τα χέρια. Τα μπλε μάτια της σπινθηροβόλησαν. Κατά τα άλλα, η έκφρασή της ήταν ανεξιχνίαστη. «Ωραία» είπε. «Μένουμε σε αυτό. Ας μην το αναλύσουμε περισσότερο.» «Δεν υπάρχει τέτοιος φόβος» είπε εκείνος. «Όπως κι αν έχει, είναι αρκετά εύκολο να πραγματοποιηθεί εν μέρει. Απλώς εγώ θα πάω μέχρι τη λέσχη και θα πίνω συνέχεια μέχρι εσείς να αδειάσετε το λογαριασμό του πατέρα μου. Έπειτα, όταν θα γυρίσω την Κλάρα στην οικεία Γουόρφορντ, κανείς δεν θα μπορέσει να αμφισβητήσει το μεθύσι μου.» Βγήκε από το σαλόνι. Προχώρησε προς τις σκάλες και άρχισε να κατεβαίνει. Πίσω του άκουσε βιαστικά βήματα και το θρόισμα κάποιου φουστανιού. «Λόρδε Λόνγκμορ.» Πρόφερε το όνομά του έτσι όπως το έκαναν όλοι οι άλλοι, όχι ακριβώς τόσο συλλαβιστά, αλλά έτσι όπως πρόφεραν όλα αυτά τα βαρυσήμαντα ονόματα, με τα φωνήεντα τραβηγμένα και τα σύμφωνα κομμένα. Παρ’ όλα αυτά, δεν ήταν ακριβώς το ίδιο, επειδή υπήρχε μια ανεπαίσθητη γαλλική χροιά. Κοίταξε πίσω του.
62
LORETTA CHASE
Εκείνη στεκόταν στην κορυφή της σκάλας, σκυμμένη πάνω από την κουπαστή. Το θέαμα ήταν υπέροχο: Μπορούσε να δει τα μεταξένια παπούτσια της, και τις σταυρωτές κορδέλες που τραβούσαν την προσοχή στην εξαίσια καμπύλη του κουτουπιέ της και στους λεπτούς αστραγάλους της. Πρόσεξε τις λεπτές μεταξωτές της κάλτσες που περιέβαλλαν το κάτω μέρος της γάμπας της. Το μυαλό του μάντεψε εύκολα όλα όσα δεν φαίνονταν. Το σημείο πάνω από το γόνατό της που έσφιγγε η καλτσοδέτα της, η οποία –σύμφωνα με τη φαντασία του– ήταν κόκκινη, κεντημένη με λάγνα γαλλικά λόγια. Για μια στιγμή δεν είπε τίποτα, απλώς έμεινε να κοιτάζει και να ονειρεύεται. «Ωραία αποχώρηση» του είπε. «Αυτό σκέφτηκα κι εγώ.» «Δεν θα ήθελα να την καταστρέψω, όμως μου ήρθε μια ιδέα.» «Είσαι αξιοθαύμαστη» είπε εκείνος. «Πρώτα ένα άλλοθι, έπειτα μια ιδέα. Και μάλιστα την ίδια μέρα.» «Σκέφτηκα πως θα μπορούσες να με βοηθήσεις.» «Τολμώ να πω ότι θα μπορούσα» συμφώνησε κοιτάζοντας τους αστραγάλους της. «Με τη μητέρα σου.» Σήκωσε το βλέμμα του στο πρόσωπό της. «Τι θέλεις να της κάνεις;» «Ιδεατά, θα ήθελα να την ντύσω» αποκρίθηκε. «Αυτό είναι μάλλον δύσκολο, δεδομένου πως σε μισεί» της είπε. «Δηλαδή, όχι εσένα προσωπικά. Εσένα σαν στενή συγγενή της Δούκισσας του Κλίβντον, καθώς και το μαγαζί σου επειδή της παρέχει άσυλο.» «Το ξέρω, όμως είμαι σίγουρη ότι μπορούμε να της αλλάξουμε γνώμη. Για την ακρίβεια, εγώ μπορώ να της αλλάξω γνώμη. Με μια μικρή βοήθεια.» «Τι προτείνεις, δεσποινίς Νουαρό; Να κοιμίσω την εξο-
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
63
χότητά της και να την κουβαλήσω εδώ, αναίσθητη, στο κρησφύγετό σου, όπου θα τη ρίξεις μέσα στα φορέματα;» «Μόνο σε έσχατη ανάγκη» του είπε. «Αυτό που έχω στο μυαλό μου, και σε αφορά, είναι πολύ απλό – και κανείς δεν θα μάθει ποτέ ότι βοήθησες και έκανες πλάτες στον Εχθρό.» «Είμαστε στο Λονδίνο» της θύμισε. «Εδώ δεν στέκει το “κανείς δεν θα μάθει ποτέ”.» «Όχι, αλήθεια. Σου υπόσχομαι…» «Όχι πως με νοιάζει αν το μάθει κανείς» είπε. «Σωστά. Το ξέχασα. Όμως, εμένα δεν πρέπει να με αναγνωρίσουν.» «Αυτό σημαίνει κάποια μεταμφίεση;» τη ρώτησε. «Μόνο για μένα. Βλέπεις, πρέπει να επισκεφτώ την Κακόγουστη και…» «Και η Κακόγουστη είναι…;» «Το άντρο αυτής της οχιάς, της Απαίσιας Ορτένς Ντόουνς, αυτού του τέρατος που ντύνει τη μητέρα σου με τούτα τα απαίσια ρούχα. Πρέπει να μπω στο μαγαζί της.» Στο δικό της κόσμο, ήξερε ο Λόνγκμορ, το ντύσιμο ήταν η αρχή και το τέλος των πάντων, και ήταν αληθινή καταστροφή η τοποθέτηση ενός απλού φιόγκου σε λάθος σημείο. «Υπονοείς μια κατασκοπευτική επιχείρηση πίσω από τις γραμμές του εχθρού» της είπε. «Ναι. Αυτό ακριβώς.» «Σκοπεύεις να ανατινάξεις το μέρος;» «Μόνο σαν τελευταία επιλογή.» Ήταν χαρά του να τη συνοδέψει, ακόμα κι αν έβαζε μπουρλότο στο μαγαζί. Θα χαιρόταν να την πάει οπουδήποτε. Ωστόσο, αν συμφωνούσε γρήγορα, θα την έκανε να αποχωρήσει γρήγορα, κι εκείνος δεν είχε χορτάσει ακόμη τη θέα των αστραγάλων της. Προσποιήθηκε πως το σκεφτόταν. «Θα είναι μόνο για καμιά ώρα» του είπε. «Δεν θα αναστατωθεί το πολυάσχολο πρόγραμμά σου.»
64
LORETTA CHASE
«Κανονικά όχι. Αλλά έχω να ασχοληθώ με το πρόβλημα του Άντερλι, κι αυτό χρειάζεται βαθιά και εκτενή περισυλλογή.» «Δεν χρειάζεται να ασχοληθείς εσύ με το θέμα του Άντερλι» του είπε. «Δεν σου είπα ότι θα το κανονίσουμε εγώ και οι αδερφές μου;» «Δεν είναι από αυτά που θα ήθελα να αφήσω να τα χειριστούν γυναίκες. Μπορεί να δημιουργηθούν φασαρίες, και δεν θα ήθελα να δω τα όμορφα φουστάνια σου στραπατσαρισμένα.» «Πίστεψέ με, λόρδε Λόνγκμορ, οι αδερφές μου κι εγώ έχουμε αντιμετωπίσει στο παρελθόν αρκετά μεγάλες φασαρίες.» Συνάντησε το βλέμμα της. Μέσα σε τούτα τα μπλε μάτια διέκρινε μία αναπάντεχα σκληρή λάμψη. Κράτησε μόνο μία στιγμή, όμως ήταν απόρροια μιας ξαφνικής θύμησης όλων εκείνων των ανθρώπων που την είχαν πληγώσει στη ζωή της. Οι ματιές τους δεν είχαν διασταυρωθεί έτσι απλά, το κατάλαβε αμέσως. «Άφησέ με να το σκεφτώ» της είπε. «Άσε με να το επανεξετάσω στον ήρεμο χώρο της λέσχης μου.» Και συνέχισε να κατεβαίνει τις σκάλες. Δύο ώρες αργότερα Από το διάσημο θεωρείο της Λέσχης Γουάιτ, εκεί όπου ο Ωραίος Μπρούμελ είχε διαπρέψει αρκετές δεκαετίες παλιότερα, ακούστηκε ένας ξαφνικός ήχος που ήρθε να ζωντανέψει το μουντό, βροχερό απόγευμα. Ο ήχος δυνάμωσε σιγά-σιγά μέχρι που κατάφερε να τραβήξει την προσοχή του Λόρδου Λόνγκμορ. Είχε βολευτεί στο πρωινό δωμάτιο με την Πρωινή Έκδοση του Φοξ για να ξαναδιαβάσει το άρθρο της Σοφί σχετικά
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
65
με την πανωλεθρία της χθεσινής βραδιάς. Εστιάζοντας με λεπτομέρειες σε κάθε βαρετό χιλιοστό του φορέματος της Κλάρα, η Σοφί είχε καταφέρει να ξεπεράσει ακόμα και τον ίδιο της τον εαυτό. Η Κλάρα που «είχε παρασυρθεί από την αθωότητά της και είχε εξαπατηθεί απάνθρωπα», ο Λόνγκμορ που είχε εμφανιστεί σαν υπόδειγμα αδερφούτιμωρού, και η περιγραφή του φορέματος –διανθισμένη με παράξενα Γαλλικά που μόνο γυναίκες γνώριζαν– έπιαναν σχεδόν τις δύο από τις τρεις στήλες της πρώτης σελίδας. Η ιστορία της απείχε παρασάγγας από αυτό που ο κουτσομπόλης Φοξ θα αποκαλούσε «ειδήσεις». Ο Λόνγκμορ την είχε διαβάσει το πρωί μετά το πρωινό. Τώρα δεν έβλεπε τίποτα περισσότερο από ό,τι είχε δει το πρωί. Δεν ήταν σαφές το τι καλό θα μπορούσε να κάνει το κομμάτι στην Κλάρα, εκτός κι αν ήταν το πρώτο βήμα μιας σειράς συντονισμένων ενεργειών. Αν ήταν έτσι, ο Λόνγκμορ ανυπομονούσε να δει πού θα κατέληγε. Αφού γέλασε με την ποικιλία των επιθέτων και επιρρημάτων που είχε χρησιμοποιήσει η Σοφί, προχώρησε σε άλλα κουτσομπολιά και αθλητικά νέα. Έπειτα κατέληξε στις διαφημίσεις των τελευταίων σελίδων. Εκεί ο Οίκος Νουαρό είχε καταλάβει τον περισσότερο χώρο, στριμώχνοντας στις άκρες τις ρεκλάμες για προϊόντα τουαλέτας, τεχνητά δόντια και σάλτσες για σαλάτες. Τότε ήταν που είδε την ανακοίνωση της κυρίας Ντόουνς. Προσπάθησε να ανακαλύψει τη σχέση που μπορεί να είχε η επιθυμία της Σοφί να πάει στο κατάστημα της ανταγωνίστριάς της με τη διαφήμιση της εφημερίδας, όταν κάποιος από το θεωρείο είπε: «Ποια είναι;» «Αστειεύεσαι» απάντησε κάποιος άλλος. «Δεν ξέρεις;» «Θα ρωτούσα αν ήξερα;» Κι άλλες φωνές ακούστηκαν. «Αθώε μου Χέμπτον. Βρισκόσουν σε κώμα τον τελευταίο μήνα;»
66
LORETTA CHASE
«Πώς και δεν άκουσες για την ανισογαμία του αιώνα; Συζητιέται από άκρη σε άκρη της γης.» «Μα, δεν μπορεί να είναι αυτή η νέα γυναίκα του Σέρινταν.» «Όχι αυτή που κλέφτηκε, χαζοκέφαλε.» «Εννοείς τον Κλίβντον;» ρώτησε ο Χέμπτον. «Μα, αυτός παντρεύτηκε μια μελαχρινή. Αυτή εδώ είναι ξανθιά.» Ο Λόνγκμορ παράτησε την εφημερίδα του, σηκώθηκε από την καρέκλα και πλησίασε το θεωρείο. «Τι γίνεται;» ρώτησε, αν και μπορούσε να μαντέψει. Οι άντρες που είχαν μαζευτεί κοντά στο παράθυρο του θεωρείου βιάστηκαν να του κάνουν χώρο. Η Σοφί Νουαρό στεκόταν στην άλλη άκρη της οδού Σεν Τζέιμς. Ο αέρας που φυσούσε είχε κολλήσει το πίσω μέρος του κίτρινου φουστανιού της στις γάμπες της και είχε φουσκώσει τη φούστα και τα μεσοφόρια της μπροστά. Ο άνεμος έδειχνε να περιπαίζει τη δαντελένια ομπρέλα που κρατούσε για να προστατευτεί από τη βροχή. Η προηγούμενη νεροποντή είχε δώσει τη θέση της σε μια σιγανή ψιχάλα, και η ασαφής σιλουέτα ίσα που διακρινόταν σαν όραμα ανάμεσα στις άμαξες, στους επιβάτες και στους πεζούς. Οι περιγραφές, ωστόσο, στο θεωρείο έδειχναν ξεκάθαρα πως η Σοφί δεν ήταν όραμα, εκτός ίσως από βασική πρωταγωνίστρια στα άσεμνα όνειρα που έπλαθαν οι παρευρισκόμενοι άντρες. Α, ήταν πολύ αληθινή, τυλιγμένη με κάτι σαν εσάρπα που κρεμόταν μέχρι τα γόνατά της – ή μέχρι εκεί που κάποιος θα υπέθετε πως έπρεπε να βρίσκονται τα γόνατά της, κάτω από όλα αυτά τα μέτρα δαντέλας και μουσελίνας. Πάνω στα ξανθά μαλλιά της είχε στερεώσει ένα σαχλό καπέλο, στολισμένο με δαντέλα, κορδέλες και φτερά. Ο Λόνγκμορ τα πρόσεξε όλα αυτά στο πίσω μέρος του καπέλου όταν εκείνη έσκυψε για να μιλήσει σε ένα βρόμικο αγόρι. Του έδωσε κάτι, κι
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
67
εκείνο διέσχισε τρέχοντας το δρόμο, κάνοντας ελιγμούς ανάμεσα σε καβαλάρηδες και οχήματα. Στη συνέχεια σήκωσε το κεφάλι της και κοίταξε ψηλά, κατευθείαν στο παράθυρο του θεωρείου, ίσια στον Λόνγκμορ. Και χαμογέλασε. Τότε όλοι άντρες που βρίσκονταν εκεί γύρισαν και τον κοίταξαν. Και χαμογέλασαν. Κι εκείνος ανταπέδωσε το χαμόγελο. *** Ο Λόνγκμορ δεν βιάστηκε. Τελείωσε το κρασί του, ξαναδιάβασε το σημείωμα, κι έπειτα άρχισε να μαζεύει τα πράγματά του. Πήρε το καπέλο και τα γάντια του, έπιασε το μπαστούνι του και βγήκε από τη λέσχη. Το ψιχάλισμα είχε δώσει τη θέση του σε μια ανεπαίσθητη καταχνιά, και ο αέρας είχε καταλαγιάσει. Η Σοφί είχε διασχίσει μια μικρή απόσταση προς το πάνω μέρος του δρόμου, και τώρα κοίταζε το Πικαντίλι. Κάθε αρσενικό που την προσπερνούσε την κάρφωνε με το βλέμμα του. Κατέβηκε αδιάφορα τα σκαλιά και προχώρησε προς το μέρος της. «Θα έπρεπε να το είχα καταλάβει πως θα έβρισκες κάποιο αλητάκι για να με ειδοποιήσεις πως η αδερφή μου είναι έτοιμη να γυρίσει στο σπίτι» της είπε. «Αλλά γιατί δεν έστειλες μία υπηρέτρια ή μία μοδίστρα; Έπρεπε να έρθεις μόνη σου; Μέσα στη βροχή;» «Ναι» του απάντησε. «Τότε, συμπεραίνω πως έχεις κάτι ιδιαίτερο να μου πεις.» «Τολμώ να πω ότι θα μπορούσα να σ’ το έλεγα οπουδήποτε αλλού» του είπε. «Όμως, αυτή ήταν μία καταπληκτική
68
LORETTA CHASE
ευκαιρία για να επιδείξω το καπέλο μου, το οποίο σχεδίασα η ίδια. Δεν είμαι ιδιοφυΐα στα φορέματα, όπως η Μαρσλίν, αλλά τα καπέλα μου είναι πολύ όμορφα.» Ο Λόνγκμορ κοίταξε το καπέλο με τις δαντέλες, τα φτερά και τα όλα του. «Εμένα μου φαίνεται λίγο τρελό. Αλλά αξιαγάπητο.» Του χαμογέλασε, και οι παλμοί της καρδιάς του επιταχύνθηκαν με έναν τρόπο που τον ξάφνιασε. «Αυτό που ελπίζω και εύχομαι είναι να το βρίσκεις τόσο αξιαγάπητο όσο χρειάζεται ώστε να εξασθενήσει τις αντιστάσεις σου» του είπε. «Ποιες αντιστάσεις;» «Στο σχέδιό μου.» «Α, αυτό. Να σε πάω στης Κακόγουστης.» «Πρέπει να μάθω τι σχεδιάζουν.» «Θα έλεγα πως είναι προφανές» της είπε. «Προσπαθούν να συντρίψουν τον ανταγωνισμό, όπως θα έκανε κάθε αντίπαλος που σέβεται τον εαυτό του.» Άρχισε να κατηφορίζει στη Σεν Τζέιμς, αναρωτώμενος τι είδους δόλια τεχνάσματα θα μηχανευόταν προκειμένου να τον πείσει να κάνει αυτό που ούτως ή άλλως ήταν διατεθειμένος να κάνει. Η Σοφί περπατούσε πλάι του. «Το ξέρω αυτό» είπε. «Όμως, πρέπει να μάθω τι ακριβώς έχουμε να αντιμετωπίσουμε. Την παλιά επιχείρηση της Απαίσιας ή κάτι καινούριο, κάτι που δεν υπολογίσαμε. Πρέπει να δω αν ο χώρος και τα ρούχα είναι τα ίδια.» «Υποθέτω πως θα σοκαριστείς αν πω ότι εμένα προσωπικά όλα τα γυναικεία ρούχα μού φαίνονται ίδια.» «Δεν θα σοκαριζόμουν καθόλου» του είπε. «Είσαι άντρας. Κι αυτός είναι ο λόγος που το ζητάω από σένα. Χρειάζομαι δίπλα μου ένα δυνατό, μεγαλόσωμο άντρα για την περίπτωση που με ανακαλύψουν και αντιμετωπίσω δυσκολίες με τους τραμπούκους της Κακόγουστης.» Κοντο-
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
69
στάθηκε. «Ενώ κάναμε πρόβα στην αδερφή σου, έτυχε να αναφέρει τη λαίδη Γκλάντις Φέρφαξ. Τι κρίμα που δεν καταφέραμε να την κάνουμε πελάτισσά μας» είπε. «Η εξαδέλφη Γκλάντις. Μη μου πεις ότι θα έρθει στο γάμο.» «Δεν ξέρω ποιοι θα είναι προσκεκλημένοι. Όμως, όταν η λαίδη Κλάρα αναφέρθηκε σε αυτήν, μου ήρθε μια καταπληκτική ιδέα.» Είχαν φτάσει στη γωνία της οδού Μπένετ. Ο Λόνγκμορ σταμάτησε και έψαξε με το βλέμμα του για άμαξες και καβαλάρηδες. Όταν ο δρόμος φάνηκε ελεύθερος, την έπιασε από τον αγκώνα και την πέρασε απέναντι. Μόλις έφτασαν στο πεζοδρόμιο, την άφησε. Ένιωθε ακόμη τη ζεστασιά του μπράτσου της στην παλάμη του, η οποία απλώθηκε μέχρι τη βουβωνική του χώρα τόσο αναπάντεχα, που του έφερε ζαλάδα. Η πίσω είσοδος τού μαγαζιού βρισκόταν σε ένα στενό σοκάκι της οδού Μπένετ. Η Σοφί περίμενε μέχρι να στρίψουν στο σοκάκι πριν μιλήσει. «Η λαίδη Κλάρα λέει πως η μητέρα σας θα πάει στης Κακόγουστης στις αρχές της εβδομάδας, για να παραγγείλει φόρεμα για το γάμο. Η Λιόνι είναι πιο εύκολο να με αντικαταστήσει στη δουλειά την Παρασκευή το πρωί. Θα με πας τότε;» Μετά τη φασαρία της Σεν Τζέιμς, το μικρό σοκάκι έδειχνε απόκοσμα ήσυχο. Ο Λόνγκμορ αισθάνθηκε ένα άρωμα, αόριστα γνωστό, να τον τυλίγει. Έκανε άλλο ένα βήμα και κοίταξε τη μυστική πόρτα, προσποιούμενος πως σκεφτόταν ενώ στην πραγματικότητα ρουφούσε το άρωμα. Γυναικείο, φυσικά, και… λεβάντα… Τι άλλο; Συνειδητοποίησε πως το κεφάλι του έγερνε προς το λαιμό της. Το κράτησε ψηλά. «Τραμπούκοι» είπε. «Σε μοδιστράδικο.» «Δύο τέλεια κτήνη» του είπε η Σοφί. «Για να αντιμετωπίζουν μεθυσμένους και κλέφτες. Τουλάχιστον, αυτό ισχυρίζε-
70
LORETTA CHASE
ται η Κακόγουστη. Προσωπικά πιστεύω πως τους προσέλαβε για να τρομοκρατούν τις ράφτρες. Ξέρεις, έτσι όπως τους έχουν σε οίκους ανοχής για να…» «Γούστο έχει. Κι εσύ θα είσαι μεταμφιεσμένη, φυσικά.» «Ναι.» «Σαν υπηρέτρια, υποθέτω.» «Και βέβαια όχι. Πώς θα μπορούσε μία υπηρέτρια να αγοράσει ακριβά ρούχα; Θα είμαι η εξαδέλφη σου η Γκλάντις.» *** Ο λόρδος Άντερλι βιάστηκε να δημοσιεύσει την αναγγελία του αρραβώνα του στις εφημερίδες, ωστόσο τα νέα ταξίδεψαν στο Λονδίνο μέσα σε λίγες μόνο ώρες – πιο γρήγορα κι από ό,τι θα μπορούσε να τα τυπώσει η Πρωινή Έκδοση. Πριν από τη Δευτέρα, ο ράφτης του, ο υποδηματοποιός του, ο καπελάς, ο κρασέμπορας, ο καπνοπώλης και όλοι όσοι φρόντιζαν για την άνεση και τη διασκέδασή του είχαν ανοίξει ξανά τα τεφτέρια τους για να του παραχωρήσουν πίστωση. Μετά βίας την είχε σκαπουλάρει. Άλλη μία εβδομάδα, και θα την είχε κοπανήσει για το εξωτερικό. Οι τιτλούχοι, ενώ δεν μπορούσαν να συλληφθούν για χρέη, είχαν να αντιμετωπίσουν άλλες δυσάρεστες συνέπειες, όπως να τους κόψουν όλες τις οικονομικές διευκολύνσεις. Ήταν λες και οι πιστωτές του να είχαν συμμαχήσει σε μία κοινή σκευωρία, επειδή όλοι τους, συμπεριλαμβανομένων και των καταστηματαρχών, τον είχαν ξεγράψει ταυτόχρονα από πελάτη τους, δυο μέρες πριν από το χορό της λαίδης Ίγκμπι. Ο επικείμενος γάμος χάρισε σε όλους ένα πνεύμα ανεκτικότητας. Τη Δευτέρα το βράδυ γιόρταζε μαζί με τον κύριο Μέφατ και τον Σερ Ρότζερ Θίκερ σε ένα ιδιαίτερο δείπνο στην τραπεζαρία του Ξενοδοχείου Μπράνσγουικ. Οι προπόσεις
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
71
δεν σταμάτησαν καθ’ όλη τη διάρκεια του δείπνου. Μέχρι τη στιγμή που άδειασε το τραπέζι, το κρασί είχε λύσει τις γλώσσες τους – κάτι που δεν πείραζε, βέβαια, αφού δεν υπήρχε κανείς εκεί κοντά για να τους ακούσει. «Παρά τρίχα» είπε ο Σερ Ρότζερ. «Δεν λες τίποτα» συμφώνησε ο λόρδος Άντερλι. «Δεν ήταν σίγουρο πως θα τα κατάφερνες» είπε ο κύριος Μέφατ. «Σε παρακολουθούσαν σαν γεράκια.» Ο λόρδος Άντερλι ανασήκωσε τους ώμους. «Αμέσως μόλις είδα τη λαίδη Μπάρθαμ να αρχίζει τα κουτσομπολιά με τη μητέρα, κατάλαβα πως το τοπίο ήταν ελεύθερο.» «Ο Λόνγκμορ με ανησύχησε» είπε ο κύριος Μέφατ. Ο Άντερλι κρατήθηκε για να μη φέρει το χέρι του στο μελανιασμένο του σαγόνι. Ο ίδιος είχε περισσότερους λόγους από τον καθέναν να ανησυχεί. Είχε μουσκέψει από τον ιδρώτα, δικαιολογώντας το στη λαίδη Κλάρα σαν αποτέλεσμα της συγκίνησής του που βρισκόταν τόσο κοντά της, που την κρατούσε στην αγκαλιά του – με κάτι τέτοιες σαχλαμάρες, τέλος πάντων. «Χρειάστηκαν μόνο λίγα λεπτά για να βρεθεί στην άλλη άκρη της αίθουσας» είπε. «Εντούτοις ήταν η δική σας παρέμβαση που έσωσε την κατάσταση.» Ο Μέφατ και ο Θίκερ είχαν αναλάβει να τραβήξουν την προσοχή στη βεράντα, χωρίς να δημιουργήσουν μεγάλο θέμα. Δεν ήταν και τόσο δύσκολη δουλειά. Έπρεπε ο ένας να πει: «Άραγε τι να κάνει ο Άντερλι στη βεράντα; Ποια είναι η γυναίκα που έχει μαζί του;» Δεν χρειαζόταν να ειπωθεί σε πολλά άτομα. Σε ένα ή δύο πρόσωπα θα ήταν αρκετό. Η μετακίνηση προς τη βεράντα θα άρχιζε, κάποιοι θα κοίταζαν, άλλοι θα ακολουθούσαν, περίεργοι να δουν τι ήταν αυτό που προκαλούσε τόσο ενδιαφέρον. Η Κλάρα ήταν το πιο εύκολο πιόνι στο παιχνίδι. Παρόλο που ήταν είκοσι ενός χρόνων –μεγαλύτερη απ’ όσο θα ήθελε
72
LORETTA CHASE
ο Άντερλι–, στα ερωτικά θέματα ήταν εντελώς αδαής. Το μόνο που είχε εκείνος να κάνει ήταν να της διατηρεί το ποτήρι γεμάτο με κρασί, να την παρασέρνει σε χορευτικές φιγούρες που απαιτούσαν πολλές στροφές και να ψιθυρίζει στο αφτί της ρομαντικά λόγια. Οπωσδήποτε έπρεπε να προσέχει. Λίγο παραπάνω κρασί και περισσότεροι στροβιλισμοί, και θα άδειαζε το στομάχι της – πάνω στο τελευταίο καλό του πανωφόρι. «Τουλάχιστον βρήκες μια καλλονή» είπε ο Θίκερ. «Οι περισσότερες από αυτές που έχουν τόσο μεγάλη προίκα είναι αλλήθωρες, ή σπυριάρες, ή στραβοκάνες.» «Αυτό που θέλει να πει είναι πως, ουσιαστικά, είναι τέρατα» είπε ο Μέφατ. «Είμαι τυχερός» συμφώνησε ο Άντερλι. «Το ξέρω. Θα μπορούσα να τύχω στα χειρότερα.» Ήταν πανέμορφη, πράγμα που θα έκανε το κρεβάτι μια ευχάριστη εμπειρία. Εντούτοις δεν ήταν του γούστου του – πολύ μεγαλόσωμη για κοπέλα. Εκείνος προτιμούσε τις πιο λεπτεπίλεπτες γυναίκες και είχε αδυναμία στις μελαχρινές. Όμως, η προίκα της ήταν τεράστια, η ίδια ευάλωτη, και ένας ζητιάνος δεν έχει δικαίωμα να επιλέγει. «Να μακαρίζεις την αθωότητά της» του είπε ο Θίκερ. «Ήρθε σαν πρόβατο για σφαγή.» «Είναι άνθρωπος που δεν θα σου δημιουργήσει ποτέ πρόβλημα» είπε και ο Μέφατ. Οικεία Γουόρφορντ Τετάρτη 3 Ιουνίου Η Κλάρα κράτησε την ψυχραιμία της μέχρι τη στιγμή που έκλεισε πίσω της την πόρτα της κρεβατοκάμαράς της. Ξεροκατάπιε νευρικά, διέσχισε το δωμάτιο και κάθισε μπροστά από την τουαλέτα της.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
73
«Λαίδη μου;» είπε η καμαριέρα της, η Ντέιβις. Ένας λυγμός ξέφυγε από την Κλάρα. Αμέσως ακολούθησε κι άλλος. «Ω, λαίδη μου» είπε η Ντέιβις. «Δεν ξέρω τι να κάνω!» Η Κλάρα έκρυψε το πρόσωπό της στα χέρια της. «Λοιπόν, λαίδη μου. Θα σας φτιάξω ένα καλό, ζεστό φλιτζάνι τσάι, και, ό,τι κι αν σας προβληματίζει, θα σας κάνει να νιώσετε καλύτερα.» «Χρειάζομαι κάτι περισσότερο από τσάι» είπε η Κλάρα. Μέσα από τον καθρέφτη συνάντησε το βλέμμα της Ντέιβις. «Θα ρίξω μέσα και μία σταγόνα μπράντι» είπε η καμαριέρα. «Περισσότερο από μία σταγόνα.» «Εντάξει, λαίδη μου.» Η Ντέιβις βιάστηκε να φύγει. Η Κλάρα έβγαλε το σημείωμα που της είχε στείλει ο λόρδος Άντερλι. Ένα ερωτικό ραβασάκι, γεμάτο με όμορφα λόγια σαν και αυτά που θα έκαναν την καρδιά ενός ρομαντικού κοριτσιού να λιώσει. Φυσικά και τα λόγια ήταν ωραία. Τα είχαν γράψει ποιητές. Ο Κιτς, ο Λάβλεϊς, ο Μάρβελ και πολλοί άλλοι. Ακόμα και ο Σαίξπηρ! Νόμιζε πως δεν θα αναγνώριζε τους στίχους από το σονέτο του Σαίξπηρ! Ή ήταν εντελώς ηλίθιος ή πίστευε πως ήταν εκείνη. «Μάλλον το δεύτερο» μουρμούρισε. Τσαλάκωσε το σημείωμα και το πέταξε στην άκρη του δωματίου. «Ψεύτη» είπε. «Ήταν όλα ψέματα. Το ήξερα. Πώς μπόρεσα να φερθώ τόσο ανόητα;» Επειδή ο κύριος Μπέιτς δεν της είχε ζητήσει να χορέψουν – να γιατί! Τον είχε δει να στροβιλίζεται με τη λαίδη Σούζαν Μόρις, την κόρη της λαίδης Μπάρθαμ. Η λαίδη Σού-
74
LORETTA CHASE
ζαν ήταν μικρόσωμη, μελαχρινή και όμορφη, και δίπλα της η Κλάρα πάντα ένιωθε άγαρμπη και αμήχανη. Και μετά; Μία στιγμιαία στενοχώρια. Και τότε ο λόρδος Άντερλι βρέθηκε δίπλα της, με ένα ποτήρι σαμπάνια και κάποιο σχόλιο που την έκανε να χαμογελάσει. Ιρλανδέζικη γαλιφιά, θα έλεγε η μητέρα. Ίσως αυτό να ήταν. Ή ίσως να ήταν τα όμορφα λόγια που έγραψε, κλεμμένα από χαρισματικούς λογοτέχνες. Απάτη ούτως ή άλλως. Σαμπάνια, χορός και κολακείες. Και η Κλάρα είχε τσιμπήσει το δόλωμα. Και τώρα… Τι θα έκανε; Σηκώθηκε, πλησίασε το παράθυρο και κοίταξε έξω. Κάτω στον κήπο, η βροχή είχε τσακίσει τους θάμνους και τα λουλούδια. Αν ήταν άντρας –αν ήταν ο Χάρι–, θα το είχε βάλει στα πόδια και θα έτρεχε όσο πιο μακριά μπορούσε. Όμως, δεν ήταν άντρας και δεν είχε ιδέα για το πώς να ξεφύγει. Ο χρόνος, σκέφτηκε. Μοναδική της ελπίδα ήταν ο χρόνος. Αν μπορούσαν να τραβήξουν μήνες τον αρραβώνα, κάποιο άλλο σκάνδαλο θα εμφανιζόταν, και όλοι θα ξεχνούσαν αυτό. Η Ντέιβις ήρθε με το τσάι. «Έβαλα μερικές σταγόνες παραπάνω, αλλά θα πρέπει να το πιείτε γρήγορα» είπε. «Ήρθε η λαίδη Μπάρθαμ, και η λαίδη Γουόρφορντ είπε να κατεβείτε αμέσως.» «Η λαίδη Μπάρθαμ» είπε η Κλάρα. «Αυτό απαιτεί περισσότερο από μερικές σταγόνες. Χρειάζεται ολόκληρο μπουκάλι.» Ήπιε το τσάι με το μπράντι, υιοθέτησε μια ευχάριστη έκφραση στο πρόσωπο και κατέβηκε στη σάλα. Η επίσκεψη ήταν χειρότερη απ’ ό,τι περίμενε. Η λαίδη Μπάρθαμ ήταν τόσο αξιαγάπητα φαρμακερή, που άφησε
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
75
την Κλάρα τυφλωμένη από οργή, και τη μητέρα με δυνατό πονοκέφαλο. Το επόμενο πρωί, η μητέρα ανακοίνωσε πως είχε σιχαθεί αυτό τον απαίσιο αρραβώνα και τα υπονοούμενα του καθενός. Θα μελετούσαν το ημερολόγιο και θα όριζαν ημερομηνία για το γάμο. «Ναι, φυσικά, μαμά» είπε η Κλάρα. «Το φθινόπωρο, ίσως. Η πόλη θα έχει ησυχάσει μέχρι τότε.» «Το φθινόπωρο;» φώναξε η μητέρα. «Είσαι τρελή; Δεν έχουμε ούτε λεπτό για χάσιμο. Πρέπει να παντρευτείς πριν από το τέλος της σεζόν – το αργότερο μέχρι την τελευταία δεξίωση της Βασίλισσας.» «Μαμά, αυτό θα γίνει σε μόλις τρεις εβδομάδες!» «Είναι αρκετός χρόνος για να οργανωθεί ένας γάμος, όσο σπουδαίος κι αν είναι. Και φυσικά δεν συζητάμε για κάτι μικρό. Ξέρεις τι θα πει ο κόσμος. Και αν αυτές οι αχρείες Γαλλίδες μοδίστρες στις οποίες σε πήγε ο Χάρι δεν μπορούν να τελειώσουν το νυφικό σου εγκαίρως, κρίμα. Δεν φταίω εγώ αν τα παιδιά μου με παρακούν συνέχεια.»
Κεφάλαιο 4 Τώρα, χάρη στον τύπο και τα μεταφορικά μέσα, το εφευρετικό μυαλό μιας Γαλλίδας μοδίστρας ή καπελούς δεν προλαβαίνει καλά-καλά να προσφέρει κάποιο ιδιαίτερο στολίδι στις κομψές Παριζιάνες, και αμέσως βρίσκεται στη διάθεση όλων των καλλονών του Λονδίνου. –La Belle Assemblée, Μάρτιος 1830 Παρασκευή 5 Ιουνίου Ο Λόνγκμορ πέρασε τα ηνία στο χέρι του και με το άλλο έβγαλε από την τσέπη το ρολόι του. Το τίναξε για να ανοίξει. Στις έντεκα, του είχε πει. Το πρωί – επειδή οι αριστοκράτισσες της Υψηλής Κοινωνίας ψώνιζαν το απόγευμα, κι εκείνη ήθελε να βρίσκεται εκεί πριν από όλες. «Είναι σημαντικό να φτάσουμε πριν από τις ευνοούμενες πελάτισσες της Κακόγουστης» του είχε πει η Σοφί. «Στους καταστηματάρχες αρέσει να υποδέχονται με τεμενάδες τις σημαντικές κυρίες με τα φουσκωμένα πορτοφόλια και να αφήνουν τις βαρετές επαρχιώτισσες στις παρακατιανές βοηθούς τους. Θα ήταν πραγματικά πολύ χρήσιμο να δούμε το πατρόν για το φόρεμα της μητέρας σου, αφού είναι μία από τις πιο σημα-
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
77
ντικές πελάτισσές της. Αυτό σημαίνει πως δεν μπορεί να με πασάρει σε κάποια βοηθό. Θα πρέπει να με αναλάβει ή η ίδια η Απαίσια Ορτένς ή η αρχιεπιστάτισσά της.» Η ώρα ήταν ακριβώς έντεκα. Ο Λόνγκμορ σήκωσε το βλέμμα του στον ουρανό. Συννεφιασμένος, αλλά δεν προμηνυόταν βροχή, όπως είχε επιμείνει ο ιπποκόμος του, ο Ριντ. Ο υπηρέτης δεν χάρηκε καθόλου που θα έπρεπε να μείνει πίσω. Αν έβρεχε –πράγμα που είχε διαβεβαιώσει τον αφέντη του πως θα γινόταν, η εξοχότητά του θα χρειαζόταν βοήθεια για να σηκώσει το κάλυμμα της άμαξας. Καλά, τότε, θα πρέπει να βραχούμε, αποφάσισε ο Λόνγκμορ. Όσο χρήσιμος κι αν ήταν ένας σταβλίτης για τη φροντίδα των αλόγων, ή για να βοηθάει με τη δύστροπη κουκούλα της άμαξας, στη συγκεκριμένη περίπτωση μάλλον θα ήταν μεγάλο εμπόδιο. Έκρυψε το ρολόι του και κοίταξε ξανά την πόρτα του μαγαζιού. Του είχε πει να περάσει να την πάρει, όχι από τον Οίκο Νουαρό, αλλά από το κατάστημα με τις κορδέλες λίγο παρακάτω, κοντά στο Ανάκτορο Σεν Τζέιμς. Για να μην κινήσουν υποψίες. Ήταν διασκεδαστική. «Ξάδερφε;» ακούστηκε μια γνωστή γυναικεία φωνή. Τρεμόπαιξε τα βλέφαρά του. Ήταν η φωνή της Σοφί, αλλά δεν της έμοιαζε. Το ήξερε πως ήταν αυτή, όμως τα μάτια του το αρνούνταν. Η γυναίκα που στεκόταν στο πεζοδρόμιο δίπλα από την άμαξά του ήταν τόσο άχρωμη, που θα μπορούσε να την κοιτάζει χωρίς να τη βλέπει στην πραγματικότητα. Η σκούρα καφέ κάπα έκρυβε τη σιλουέτα της. Η λερωμένη πράσινη σκούφια και το δαντελένιο σκουφάκι από κάτω σκέπαζαν τα περισσότερα μαλλιά της. Ό,τι έμενε ακάλυπτο ήταν άχρωμο, θαμπό και λίγο. Είχε κολλήσει μια κρεατοελιά στη μία πλευρά της τέλειας μύτης της. Και πάνω σε αυτήν τη μύτη είχε στερεώσει σκούρα γυαλιά, τα οποία έκαναν τα λαμπερά μπλε μάτια της να δείχνουν γκρίζα.
78
LORETTA CHASE
Ο Λόνγκμορ κατάλαβε πως είχε μείνει με ανοιχτό το στόμα. Προσπάθησε γρήγορα να ξαναβρεί την ψυχραιμία του. «Να ’σαι, λοιπόν» είπε. «Θα με είχες δει νωρίτερα αν δεν ήσουν αφηρημένος» του απάντησε με το στρίγκλικο τόνο της Γκλάντις – και με την ίδια άκομψη προφορά. Ανέβηκε στην άμαξα με την ίδια αδεξιότητα που θα το έκανε και η ξαδέλφη του. Αν δεν το ήξερε, ο Λόνγκμορ θα μπορούσε να πάρει όρκο πως αυτή ήταν η ξαδέλφη του, η οποία του έκανε κάποια πλάκα. Όμως, η εξαδέλφη Γκλάντις δεν έκανε αστεία. Δεν είχε καθόλου φαντασία. «Πώς το κατάφερες;» τη ρώτησε. «Αποκλείεται να την έχεις γνωρίσει. Έχει χρόνια να κουνήσει από το Λανκασάιρ.» «Η λαίδη Κλάρα έχει μεγάλο ταλέντο στις μιμήσεις» απάντησε. «Και ήταν αρκετά εύκολο να ξεσηκώσω τον τύπο της. Το κάνουμε συχνά αυτό, ξέρεις. Παρατηρούμε μια γυναίκα τη στιγμή που μπαίνει στο μαγαζί. Σε γενικές γραμμές, κατατάσσονται όλες σε συγκεκριμένες κατηγορίες.» «Η Γκλάντις σε κατηγορία; Πάντα νόμιζα πως ήταν ένα είδος από μόνη της.» Παρακίνησε τα άλογά του να ξεκινήσουν, κι έπειτα εστίασε την προσοχή του πάνω τους. Παρόλο που τα είχε πάει το πρωί να τρέξουν ελεύθερα στο Χάιντ Παρκ, ήταν ακόμη νευρικά. Προφανώς δεν ήταν και τόσο συνηθισμένα να διασχίζουν τους εμπορικούς δρόμους τις πρωινές ώρες ανάμεσα στον κόσμο. Όποιος κι αν ήταν ο λόγος, πήγαιναν γυρεύοντας για φασαρία: Προσπαθούσαν να μουντάρουν σε άλλες άμαξες, ανέβαιναν στα πεζοδρόμια, έβαζαν στόχο περαστικούς και δάγκωναν όποιο άλλο άλογο τα κοιτούσε με λάθος τρόπο. Υπό άλλες συνθήκες, όλα αυτά θα τον διασκέδαζαν. Σήμερα αισθανόταν άβολα. Είχε μία δύσκολη αποστολή να εκτελέσει με τη γυναίκα που καθόταν δίπλα του, και
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
79
έπρεπε να βρίσκεται ανά πάσα στιγμή σε ετοιμότητα. Και προς το παρόν έπρεπε να φροντίσει ώστε να φτάσουν στο Πικαντίλι σώοι και αβλαβείς. «Τι, στο διάβολο, κάνει όλος αυτός ο κόσμος έξω τόσο πρωί;» είπε. «Άκουσαν πως κατά το μεσημέρι θα περάσει ο κόμης του Λόνγκμορ» του απάντησε. «Πιστεύω πως σκοπεύουν να γιορτάσουν το γεγονός με φωταγωγίες και πυροτεχνήματα.» Ίππευε από παιδί, αλλά δεν μπορούσε να θυμηθεί πότε ήταν η τελευταία φορά που είχε δυσκολευτεί τόσο. «Πιστεύω πως εσύ τρομάζεις τα άλογα» της είπε. «Εγώ πιστεύω πως δεν είναι συνηθισμένα σε πολυσύχναστους δρόμους στο φως της ημέρας» του αντιγύρισε. «Ίσως να τα ενοχλεί η κρεατοελιά.» Ή ίσως έφταιγε το άρωμά της. Δεν ήταν σαν της Γκλάντις. Αυτό εδώ ήταν τόσο αχνό, που έμοιαζε περισσότερο με συναίσθηση παρά με μυρωδιά: Γυναίκα, γιασεμί και κάτι άλλο. Κάποιο είδος βοτάνου ή πρασινάδας. Όχι, το άρωμα δεν ενοχλούσε τα ζωντανά. Εκείνος ήταν που είχε αναστατωθεί, και για την ώρα δεν μπορούσε να κάνει τίποτα. Και δεν ήταν αυτή η μοναδική αναστάτωση. Αντιλαμβανόταν πολύ καλά τη φουσκωμένη της φούστα που τριβόταν πάνω στο παντελόνι του, ενώ άκουγε το θρόισμα που έκαναν τα μεσοφόρια της κάτω από το φόρεμά της. Έφτανε ξεκάθαρα στα αφτιά του, παρά το θόρυβο που έκαναν τα ζώα, οι άμαξες, και οι άνθρωποι στους δρόμους. Προσπαθούσε να βρει έναν τρόπο για να την αντιμετωπίσει, αλλά δεν έβρισκε κανέναν, και τα άλογα φαίνεται πως διαισθάνονταν την ταραχή του. Του φάνηκε τόσο γελοίο που γέλασε. «Τι συμβαίνει;» τον ρώτησε. Γύρισε και την κοίταξε. «Εσύ» είπε. «Κι εγώ. Τέτοια ώρα όρθιοι, να πηγαίνουμε στο μαγαζί μιας μοδίστρας.»
80
LORETTA CHASE
«Ξέρω πως κάποιες φορές σηκώνεσαι πριν από το μεσημέρι.» «Όχι για να πάω στα μαγαζιά.» «Όχι. Για κάποια κούρσα. Για έναν αγώνα μποξ. Για αγώνα πάλης. Για δημοπρασία αλόγων. Δεν είμαι βέβαιη πως μπορώ να προσφέρω ισάξια διασκέδαση.» «Φαντάζομαι πως θα είναι αρκετά διασκεδαστική η στιγμή που θα σε ανακαλύψουν» της είπε. «Πράγμα που θα το κάνουν. Θα πρέπει να γδυθείς για να σου πάρουν μέτρα. Τι θα γίνει αν σου φύγει η κρεατοελιά την ώρα που θα βγάζεις τα ρούχα σου; Ή αν τα γυαλιά σου μπερδευτούν με την περούκα σου;» «Έχω φορέσει πολλά επιπλέον ρούχα κάτω από τα εσώρουχά μου. Δεν σκοπεύω να τους επιτρέψω να φτάσουν εκεί κάτω. Και δεν είναι περούκα. Πέρασα τα μαλλιά μου με ένα μείγμα αβγού. Λένε πως αφήνει μία λάμψη όταν το ξεπλύνεις, αλλά στην πραγματικότητα κάνει ακριβώς το αντίθετο.» Θα ήταν δύσκολη δουλειά το λούσιμο. Είχε πυκνά, σγουρά μαλλιά, και αν δεν έβαζε ψεύτικα πρόσθετα όπως έκαναν πολλές γυναίκες, θα πρέπει να ήταν μακριά. Μέχρι τη μέση της; Η φαντασία του έφτιαξε μια εικόνα με ένα χείμαρρο χρυσαφένιων μαλλιών να πέφτει στη μεταξένια πλάτη της. Υπήρχε κάτι για το οποίο ανυπομονούσε. «Μου υποσχέθηκες τραμπούκους» είπε. «Δεν έβλεπα την ώρα για έναν καβγά. Ήταν το μόνο που με έκανε να σηκωθώ από το κρεβάτι μου. Ξέρεις πόσος καιρός πάει από τότε που είχε κάποιος την ευγένεια να μου ανταποδώσει ένα χτύπημα;» «Αν ήμουν κύριος και σε έβλεπα να έρχεσαι καταπάνω μου με τις γροθιές σου υψωμένες, θα έτρεχα προς την αντίθετη κατεύθυνση» του είπε. «Οι τραμπούκοι δεν είναι κύριοι» απάντησε. «Δεν πρόκειται να τρέξουν.»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
81
«Αν φτάσεις σε σημείο αφόρητης βαρεμάρας, μπορείς πάντα να ξεκινήσεις έναν καβγά.» «Αν υπάρχουν στ’ αλήθεια. Δεν έχω ακούσει ποτέ να έχουν προσλάβει κακοποιούς σε μοδιστράδικο.» «Δεν το έχεις προσέξει, επειδή ποτέ σου δεν προβληματίστηκες για το πώς διευθύνεται ένα μαγαζί» του είπε. «Προσέχεις μόνο αν έχει καλή ή κακή εξυπηρέτηση. Όμως, μπορούν να είναι χρήσιμοι σε όλα τα γυναικεία καταστήματα. Υπάρχουν φορές που αναγκάζεσαι να αντιμετωπίσεις μεθυσμένους που αναποδογυρίζουν πράγματα ή απλώνουν τα χέρια τους στις μοδίστρες. Αλλά το χειρότερο για μας είναι ένα μπουλούκι από κλέφτες. Έρχονται λίγοι-λίγοι, δυο ή τρεις κάθε φορά, όλοι ντυμένοι αξιοπρεπώς, χωρίς να δείχνουν πως είναι παρέα. Κάνα δυο κρατούν τα αφεντικά απασχολημένα ενώ οι υπόλοιποι γεμίζουν τις τσέπες τους. Έχουν ραμμένες ειδικές τσέπες μέσα από τα ρούχα τους. Είναι πολύ γρήγοροι. Θα εντυπωσιαστείς με το τι μπορούν να εξαφανίσουν έτσι και κοιτάξεις αλλού, έστω και για δευτερόλεπτα.» «Τότε, εσείς πού κρύβετε τους μπρατσαράδες τύπους που δουλεύουν για σας;» τη ρώτησε. «Εμείς δεν χρειαζόμαστε τραμπούκους» του είπε. «Ξεκινήσαμε από το Παρίσι μικρές, σε οικογενειακή επιχείρηση. Κάτσε να δεις. Η Μαρσλίν νομίζω ήταν εννέα, άρα εγώ ήμουν επτά ή οχτώ, και η Λιόνι έξι. Όταν είσαι χωμένος από παιδί στο εμπόριο, μαθαίνεις να αντιμετωπίζεις τα πάντα με το ένστικτό σου. Μεθυσμένους, κλέφτες, άντρες που νομίζουν πως τα ραφτάδικα είναι μπορντέλα… Είμαστε απολύτως ικανές να τα βγάζουμε πέρα μόνες μας.» Θυμήθηκε τη σκληρή έκφραση που είχε διακρίνει στιγμιαία στο πρόσωπό της όταν του είχε πει πως είχε αντιμετωπίσει πολλές δύσκολες καταστάσεις. Ωστόσο δεν είχε το χρόνο να το αναλύσει περισσότερο. Καθώς έστριβαν στην Όξφορντ Στριτ, δύο αγόρια έτρεξαν μπροστά από
82
LORETTA CHASE
την άμαξα. Βλαστημώντας άσχημα, ο Λόνγκμορ έστριψε τα άλογά του στο πλάι δευτερόλεπτα πριν ποδοπατήσουν τα παιδιά. Η καρδιά του βροντοχτυπούσε στο στήθος του. Μιας στιγμής καθυστέρηση ή αφηρημάδα, και τα βρομόπαιδα θα είχαν σκοτωθεί. «Προσέχετε πού πηγαίνετε, καταραμένα ηλίθια!» φώναξε πάνω από τα χλιμιντρίσματα των αλόγων και τα δυνατά σχόλια των άλλων οδηγών. «Ωχ, απαίσια ασχημομούρα!» ακούστηκε μια φωνή κοντά στο αφτί του. «Άφησέ με, σκρόφα!» *** «Μπα, δεν το νομίζω» είπε η Σοφί. Ο Λόνγκμορ κοίταξε προς το μέρος της. Ένα αγόρι ντυμένο με κουρέλια μισοκρεμόταν από το πίσω μέρος του καθίσματος. Η Σοφί τον είχε πιάσει από το μπράτσο και τον κοιτούσε, διασκεδάζοντας φανερά. Ο Λόνγκμορ δεν μπόρεσε παρά να τους ρίξει μονάχα μία ματιά. Τα άλογά του και η κίνηση απαιτούσαν την ολοκληρωτική προσοχή του. «Τι διάβολο;» είπε. «Από πού ξεφύτρωσε αυτός;» «Από πουθενά» γρύλισε το αγόρι. Στριφογύριζε με δύναμη, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. «Δεν έκανα τίποτα. Μόνο τζάμπα μεταφορά εδώ πίσω, και η γουρλομάτα από δω προσπάθησε να μου κατεβάσει το χέρι.» Τουλάχιστον αυτά υπέθεσε ο Λόνγκμορ πως προσπαθούσε να πει. Τα Κόκνι ήταν σχεδόν ακαταλαβίστικα. Κάποια σύμφωνα χάνονταν, και κολλούσαν σε λάθος λέξεις, ενώ μερικά φωνήεντα έμοιαζαν σαν να είχαν έρθει από κάποιον άλλον πλανήτη. «Εσύ προσπαθούσες να ζεστάνεις το χέρι σου, γι’ αυτό το έχωσες στην τσέπη του κύριου;» ρώτησε η Σοφί. Ο Λόνγκμορ έπνιξε το γέλιο του.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
83
«Ούτε που πλησίασα την τσέπη του! Σου μοιάζω για βλάκας;» «Κάθε άλλο» είπε η Σοφί. «Είσαι πολύ έξυπνος, και πολύ γρήγορος, μάλιστα.» «Όχι αρκετά γρήγορος» μουρμούρισε το αγόρι. «Μακάρι να το είχες δει, εξάδελφε» είπε. «Οι δύο που έτρεξαν μπροστά είχαν σκοπό να σου αποσπάσουν την προσοχή ενώ αυτός εδώ πήδηξε πάνω και έκανε τη δουλειά του. Το διαβολάκι σχεδόν τα κατάφερε. Χρειάστηκε μόνο δύο δευτερόλεπτα για να πηδήξει στη θέση του ιπποκόμου. Ίσως να χρειαζόταν άλλα δύο ακόμα για να σου κλέψει το ρολόι από την τσέπη –ίσως και τη σφραγίδα και το μαντίλι σου– ενώ εσύ θα είχες και τα δυο σου χέρια απασχολημένα με τα άλογα. Μάλλον θα πίστεψε πως ήμουν ένα καλομαθημένο θηλυκό που θα έμενε να κοιτάζει ή που θα φώναζε για βοήθεια όσο αυτός θα μάζευε τη λεία του και θα το έβαζε στα πόδια.» Ξαναγύρισε στο αγόρι. «Την επόμενη φορά, φιλαράκο μου, σε συμβουλεύω να σιγουρευτείς πως βρίσκεται μόνο ένα άτομο πάνω στην άμαξα.» Την επόμενη φορά; Ο Λόνγκμορ παραλίγο να χτυπήσει έναν πωλητή πίτας. «Ποια επόμενη φορά;» ρώτησε. «Θα κάνουμε μια παράκαμψη μέχρι το πλησιέστερο αστυνομικό τμήμα και θα τον αφήσουμε εκεί.» Το αγόρι άρχισε να αραδιάζει ένα κατεβατό από όρκους και να παλεύει με μανία. Όμως, η Σοφί θα πρέπει να είχε δυναμώσει το σφίξιμό της ή να έκανε κάτι οδυνηρό, επειδή το παιδί σταμάτησε ξαφνικά και άρχισε να κλαψουρίζει πως του είχε σπάσει το χέρι. «Μόλις ξεμπλέξω από αυτό τον αναθεματισμένο συνωστισμό, θα σου ρίξω μια καρπαζιά, που θα τη θυμάσαι για πολύ καιρό» είπε ο Λόνγκμορ. «Εξαδέλφη, μπορείς στο μεταξύ να του δώσεις εσύ μια γερή για να ησυχάσει;»
84
LORETTA CHASE
«Δεν νομίζω πως πρέπει να τον πάμε στην αστυνομία» είπε εκείνη. «Πιστεύω πως θα πρέπει να τον πάρουμε μαζί μας.» Ο Λόνγκμορ και το αγόρι αντέδρασαν ταυτόχρονα. Το αγόρι: «Όχιιιιι.» Ο Λόνγκμορ: «Είσαι μεθυσμένη;» «Όχι, δεν θα με πάρετε» είπε το αγόρι. «Δεν πρόκειται να πάω πουθενά μαζί σας. Όπου να ’ναι θα έρθουν τα φιλαράκια μου. Τότε θα το μετανιώσετε. Και νομίζω πως μου έσπασε ένα παΐδι έτσι όπως είμαι λυγισμένος.» «Βούλωσέ το» είπε ο Λόνγκμορ. Ήθελε να σκεφτεί ήρεμα, για να βρει μια άκρη μέσα στο λαβύρινθο του μυαλού της Σοφί. Πώς θα μπορούσε να το πετύχει αν έπρεπε ταυτόχρονα να μεταφράζει και την παράξενη απόδοση της αγγλικής γλώσσας; Τότε κοίταξε τη Σοφί. «Τι ακριβώς προτείνεις να κάνουμε μαζί του;» «Είναι εξαιρετικά γρήγορος» του είπε. «Θα μπορούσε να μας φανεί χρήσιμος. Στο σχέδιό μας.» Απασχολημένος με τα άλογα και την κίνηση, ο Λόνγκμορ δεν μπόρεσε να ρίξει στο αλητάκι τίποτα περισσότερο από μια γρήγορη ματιά. Έδειχνε περίπου δέκα με έντεκα χρόνων, παρόλο που ήταν δύσκολο να υπολογίσει κανείς την ηλικία των παιδιών των χαμηλότερων τάξεων. Κάποια από αυτά έδειχναν αιώνες μεγαλύτερα απ’ όσο ήταν, ενώ άλλα, αδύναμα από τον υποσιτισμό, φαίνονταν μικρότερα. Αυτό το αγόρι είχε ξανθά μαλλιά κάτω από το φθαρμένο σκούφο του, και μολονότι ο λαιμός του δεν φαινόταν καθαρός, πάνω του δεν είχε τη βρομιά που κουβαλούσαν τα περισσότερα. Τα ρούχα του ήταν φαγωμένα και κακοταιριασμένα, αλλά μπαλωμένα και ελάχιστα βρόμικα. «Δεν μπορώ να καταλάβω σε τι θα μας χρησίμευε, εκτός κι αν έχεις σκοπό να αδειάσεις καποιανού τις τσέπες» είπε. «Θα μπορούσε να κρατήσει τα άλογα» του είπε.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
85
«Αλήθεια θα μπορούσε; Υπονοείς να αφήσω τα ζώα μου στην ευθύνη ενός ύπουλου κλέφτη;» Το αγόρι έμεινε εντελώς ακίνητο. «Ποιος θα μπορούσε καλύτερα να κρατάει τσίλιες εκεί έξω, να προσέχει ποιος φεύγει και ποιος έρχεται, να μας ειδοποιήσει αν κάτι δεν πάει καλά;» του είπε. Όσο τρελό κι αν φαινόταν, είχε κάποιο δίκιο. «Δεν γνωρίζεις τίποτα γι’ αυτό το παλιόπαιδο. Το μόνο σίγουρο, είναι ένα αδίστακτο κλεφτρόνι που το καταζητεί η αστυνομία. Προσπάθησε να κλέψει το ρολόι μου. Και σκαρφάλωσε πίσω από την άμαξα για να το καταφέρει! Θέλει παράδες, και αν νομίζεις πως θα αφήσω τα καθαρόαιμα άτια μου στα βρομερά χέρια αυτού εδώ, θα σου έλεγα να το ξανασκεφτείς. Και όσο θα το σκέφτεσαι, πάρε κάτι για να λειτουργήσει σωστά το μυαλό σου.» «Έι!» έκανε το παιδί με αγανάκτηση. «Δεν είμαι αλογοκλέφτης.» «Μόνο πορτοφολάς» είπε ο Λόνγκμορ. «Πώς σε λένε;» ρώτησε η Σοφί. «Δεν έχω όνομα» απάντησε το αγόρι. «Γλιτώνεις μπελάδες, έτσι δεν είναι;» «Τότε, θα σε φωνάζω Φένγουικ» του είπε. «Πώς;» «Φένγουικ» επανέλαβε. «Αφού δεν έχεις όνομα, θα σου δώσω εγώ ένα, δωρεάν.» «Δεν είναι αυτό» είπε το αγόρι. «Είναι απαίσιο όνομα.» «Καλύτερο από το τίποτα» υποστήριξε η Σοφί. «Κύριε» το παιδί απευθύνθηκε στον Λόνγκμορ. «Κάνε τη να σταματήσει.» Εκείνος δεν μπορούσε να απαντήσει. Προσπαθούσε σκληρά να μη βάλει τα γέλια. «Δεν είναι ένας απλός κύριος» του είπε η Σοφί. «Είναι ένας αληθινός λόρδος, που εσύ προσπάθησες να τον κλέψεις.»
86
LORETTA CHASE
«Κύριε λόρδε, σταμάτησέ την. Και κάνε κάτι για να μη μου σπάσει το χέρι. Είναι η πιο τεράστια γυναίκα που έχω δει ποτέ μου.» Ο Λόνγκμορ κοίταξε τη Σοφί. Είχε καρφώσει το βλέμμα της στο μικρό αντιπαθητικό αλητάκι, με μια έκφραση σκεφτική – μάλλον. Δεν ήταν σίγουρος. Επειδή αφενός της έριξε μόνο μία ματιά, κι αφετέρου τα γυαλιά έκρυβαν τη λάμψη των ματιών της. Ωστόσο ήταν αρκετά τα όσα είδε: το χαμόγελο που έπαιζε στις άκρες των χειλιών της και τον τρόπο που είχε σκύψει το κεφάλι της έτσι όπως κοιτούσε το αγόρι, σαν πουλί που είχε εντοπίσει ένα σκουλήκι. «Τώρα την έχεις στ’ αλήθεια άσχημα, Φένγουικ» του είπε ο Λόνγκμορ. «Σκέφτεται.» *** Ο πατέρας της Σοφί υπήρξε ένας Νουαρό και η μητέρα της μία ντε Λούσι. Κανένας από την οικογένεια δεν είχε ασχοληθεί με την ανατροφή των παιδιών, αφού ήταν εξαιρετικά απασχολημένοι με το να ξεφεύγουν από τις αρχές. Παρόλο που η εξαδέλφη Έμα είχε αναλάβει τη Σοφί και τις αδερφές της, και τις είχε μάθει την τέχνη του εμπορίου, για ένα διάστημα μεταπηδούσαν σαν μπαλάκι πότε στους γονείς τους και πότε στην ξαδέλφη. Τα πρώτα χρόνια της ζωής τους δεν ήταν ασφαλή. Είχαν μάθει πώς να επιβιώνουν στους δρόμους και, ανάμεσα σε άλλες επιδεξιότητες που είχαν αναπτύξει, είχαν αποκτήσει την ικανότητα να ζυγίζουν γρήγορα τους άλλους. Η Σοφί, μέσα σε λίγα λεπτά, είχε ακούσει και είχε δει αρκετά, ώστε να καταλάβει πως το παλικαράκι ήταν ένα σπάνιο εύρημα. Με ελάχιστη εκπαίδευση, αυτό το αγόρι θα μπορούσε να φανεί εξαιρετικά χρήσιμο. Δεν θα το άφηνε να χωθεί στη φυλακή μαζί με κοινούς εγκληματίες.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
87
«Είμαστε πολύ κοντά στο περίφημο αστυνομικό τμήμα της Γκρέιτ Μάρλμποροου Στριτ» είπε. «Δεν θα μας ήταν δύσκολο να σε παραδώσουμε εκεί, Φένγουικ. Ή, αν το προτιμάς, μπορείς να έρθεις εκεί που πάμε, για να προσέχεις τα άλογα της εξοχότητάς του και να φυλάς καραούλι.» «Θέλω να ξέρω σε τι ακριβώς θα πρέπει να έχω το νου μου» είπε το αγόρι. «Σε μπελάδες» του απάντησε. «Πιστεύεις ότι μπορείς να τους αναγνωρίσεις;» «Δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία για τις ικανότητές του πάνω σε αυτό το θέμα» είπε ο Λόνγκμορ. «Αν κάνεις καλά τη δουλειά» συνέχισε η Σοφί «θα φροντίσω να έχεις ένα καλό βραδινό και ένα ασφαλές μέρος για να κοιμηθείς.» «Τι ακριβώς έχεις στο μυαλό σου;» ρώτησε ο Λόνγκμορ. «Μην ανησυχείς. Δεν σκόπευα να τον φορτώσω σε σένα.» «Και φυσικά δεν θα τον φορτωθείς ούτε κι εσύ» της είπε. «Δεν ξέρεις το παραμικρό για δαύτον. Μπορεί να είναι γεμάτος με ψύλ…» «Αυτό είναι συκοφαντίες!» φώναξε ο μικρός. «Κάνε μου αγωγή» είπε ο Λόνγκμορ. «Μη νομίζεις πως δεν μπορώ» τον απείλησε το αγόρι. «Δεν κουβαλάω περισσότερα μαμούνια πάνω μου από όσα εσύ, κύριε Μεγαλειότατε. Έχω κάνει μπάνιο!» «Στη βάφτισή σου;» τον ειρωνεύτηκε εκείνος. «Αλλά όχι, το ξέχασα. Δεν έχεις όνομα.» «Το Φένγουικ είναι μια χαρά. Μπορεί να με λέει και Τζόρτζι Πουτίγκα, αν θέλει, αν είναι να μου δώσει φαγητό και κρεβάτι όπως είπε. Αλλά δεν θα μου δώσει, έτσι δεν είναι;» «Έχεις ακούσει για το Ινστιτούτο Μόδιστρων για την Εκπαίδευση Άπορων Γυναικών;» ρώτησε η Σοφί. Το παιδί την κοίταξε με μισόκλειστα μάτια. «Ναι» απάντησε επιφυλακτικά.
88
LORETTA CHASE
«Φαίνεται πως έχεις κάποια γνωστή εκεί μέσα» του είπε. «Ναι.» «Γνωρίζω πολύ καλά την υπεύθυνη του ινστιτούτου.» Δεν θα μπορούσε να τη γνωρίζει καλύτερα αφού τον προηγούμενο χρόνο η ίδια με τις αδερφές της ήταν αυτές που είχαν ιδρύσει το Ινστιτούτο. «Αφού ξέρεις αυτό το μέρος, θα γνωρίζεις πως όταν δίνουμε μια υπόσχεση, την κρατάμε.» Είχαν φτάσει στην πλατεία του Μπέντφορντ. «Κοίταξε, Φένγουικ» είπε η Σοφί. «Εδώ είναι το μαγαζί που θέλουμε να επισκεφτούμε εγώ και η εξοχότητά του.» Έγνεψε προς της Κακόγουστης. «Το ξέρεις το μέρος;» «Ράβουν ρούχα για τους αριστοκράτες. Δούλευε εδώ ένα κορίτσι που ήξερα, αλλά τους έδιωξαν όλους χωρίς κανένα λόγο.» Η Σοφί ευχήθηκε να είχε πάει το κορίτσι στο Ινστιτούτο Μοδιστρών. Έτσι, με τις αδερφές της, θα μάθαιναν καλύτερα τι είχε συμβεί στις απολυμένες ράφτρες της Κακόγουστης. Αλλά το κάθε πράγμα στην ώρα του. «Όσο η εξοχότητά του κι εγώ θα είμαστε μέσα στο μαγαζί, εσύ θα προσέχεις τα άλογα, καθώς και όποιον πλησιάσει τριγύρω» του είπε κοφτά. «Σφύριξε δυνατά για να μας ειδοποιήσεις αν πρόκειται να μας διακόψει κάποιος. Κάνε καλά τη δουλειά, κι εγώ θα πραγματοποιήσω την υπόσχεσή μου. Σύμφωνοι, Φένγουικ;» «Χωρίς μπαγαποντιές;» «Χωρίς μπαγαποντιές;» επανέλαβε ο Λόνγκμορ. «Θράσος που το έχει ο αλήτης!» «Σου μοιάζω για μπαγαμπόντισσα;» ρώτησε η Σοφί. Το αγόρι την κοίταξε για λίγο ερευνητικά, προσπαθώντας να δει καθαρά πίσω από τους σκούρους φακούς. «Ναι» είπε τελικά. «Για να μην αναφέρω πως έχεις ένα χέρι σαν μέγγενη.» Η Σοφί χαμογέλασε. «Ωραία, το είχα καταλάβει πως είσαι έξυπνος. Αλλά τέρμα τα κόλπα.»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
89
Ελευθέρωσε το χέρι του. Το αγόρι άρχισε να το τρίβει επιδεικτικά και έκανε πως έψαχνε να βρει κάποιο σπασμένο κόκαλο. Κάτι μουρμούρισε για «τρελούς αριστοκράτες» και «μαντραχαλάδες λόρδους». «Άσε τις γκρίνιες» είπε ο Λόνγκμορ. «Δεν σκοπεύω να περάσω όλη τη μέρα μου ψωνίζοντας με μια γυναίκα. Ή θα το κάνεις ή όχι. Αποφάσισε. Δεν έχω χρόνο για χασομέρια και άσκοπες φλυαρίες.» *** «Να είσαι ο εαυτός σου» του είπε η Σοφί όταν πήγε να τη συναντήσει στο πεζοδρόμιο, έπειτα από μια εκτενή συζήτηση με τον Φένγουικ – για άλογα, υπέθεσε, και για το τι θα πάθαινε το αγόρι έτσι και δεν έκανε καλά τη δουλειά που του είχαν αναθέσει. «Ο εαυτός μου;» τη ρώτησε. «Είσαι σίγουρη;» «Πρέπει να είσαι ο εαυτός σου. Ο λόρδος Λόνγκμορ, ο μεγαλύτερος γιος της λαίδης Γουόρφορντ. Ο γιος της καλύτερης πελάτισσας της Κακόγουστης.» Γι’ αυτόν το λόγο τον είχε επιστρατεύσει. Έπρεπε να σώσει το δικό της μαγαζί, και αυτό σήμαινε να παραβιάσει τα όρια του εχθρού και να ανακαλύψει τι επίθεση έπρεπε να περιμένει ο Οίκος Νουαρό. Ο ευκολότερος και πιο αποτελεσματικός τρόπος ήταν να τον χρησιμοποιήσει σαν μέρος της μεταμφίεσής της. «Δεν χρειάζεται να προσποιηθείς. Απλώς να είσαι εσύ.» «Πρέπει να προσποιηθώ πως εσύ είσαι η Γκλάντις.» «Θα της μοιάζω τόσο πολύ, που δεν θα χρειαστεί να προσποιηθείς ούτε γι’ αυτό. Άφησέ τα όλα πάνω μου.» «Και αν σε πετάξουν έξω;» «Να είσαι ο εαυτός σου» του είπε. «Γέλα.» «Αν ήσουν εσύ, εντάξει. Αλλά η Γκλάντις είναι άλλη ιστορία.» Συνοφρυώθηκε. «Θα μπερδευτούμε.»
90
LORETTA CHASE
«Κάθε άλλο» του είπε. «Το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να μείνεις αυτός που είσαι. Μην το σκέφτεσαι. Δεν χρειάζεται να σκέφτεσαι τίποτα.» Προχώρησε προς την είσοδο με τον ίδιο τρόπο που θα προχωρούσε μία αδέξια δεσποινίδα. Εκείνος πέρασε μπροστά της και της άνοιξε την πόρτα. Με τη φαντασία της έγινε η εξαδέλφη Γκλάντις – άχαρη, αμήχανη, και επιρρεπής σε μικροατυχήματα. Μπήκε μέσα. Με χείλη σφιγμένα, κοίταξε γύρω της, δείχνοντας καθαρά πως δεν θα ικανοποιείτο εύκολα. Ταυτόχρονα εξακολουθούσε να είναι η Σοφί Νουαρό, εκτιμώντας τον περίγυρό της με εκπαιδευμένο βλέμμα, κάπως έκπληκτη… και ανήσυχη… μπροστά σε αυτό που ανακάλυπτε. Παρόλο που κανείς δεν μπορούσε να αντιγράψει την αισθητική του Οίκου Νουαρό, κάποιος το είχε προσπαθήσει. Οι τοίχοι ήταν φρεσκοβαμμένοι με απαλό ροδακινί χρώμα, τα διακοσμητικά με ένα κρεμώδες κίτρινο, και κάποιος είχε σκεφτεί να τονίσει μικρές πολύχρωμες λεπτομέρειες. Αυτός ο κάποιος είχε κάνει τον κόπο να τακτοποιήσει τα υφάσματα με καλλιτεχνικό τρόπο. Μερικά κρέμονταν από μεγάλους κρίκους κοντά στις βιτρίνες. Άλλα ήταν ριγμένα πάνω σε πάγκους, λες και πριν από λίγο είχαν ξεδιπλωθεί για κάποιον πελάτη. Πάνω σε ένα τραπέζι βρισκόταν ανοιχτό ένα βιβλίο για τη μόδα, καλώντας για μία προσεκτική ανάγνωση. Αναπαυτικές καρέκλες ήταν τοποθετημένες σε μικρές συστάδες σε όλο το δωμάτιο, δίνοντας μια ιδιαίτερη αίσθηση θαλπωρής. Πάνω στα τραπεζάκια που υπήρχαν κοντά τους ήταν σκορπισμένα αντρικά και γυναικεία περιοδικά. Η αίθουσα επιδείξεων, αν και όχι φροντισμένη με την ίδια επιμέλεια όσο αυτή του Οίκου Νουαρό, ήταν πολύ πιο περιποιημένη και λιγότερο μουντή από ό,τι κάποτε. Η εξήγηση, όπως είδε η Σοφί, στεκόταν πίσω από τον πάγκο.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
91
Η Κακόγουστη είχε προσλάβει μία Γαλλίδα. Ήταν όμορφη, κομψή και αέρινη. Τα ξανθά μαλλιά της ήταν μαζεμένα ευπρεπώς κάτω από ένα υπέροχο δαντελένιο σκουφάκι. Η αυτοκυριαρχία της γυναίκας δεν κλονίστηκε, σε αντίθεση με το θερμό χαμόγελό της, μόλις είδε τη Σοφί/Γκλάντις. Τα καστανά μάτια της στράφηκαν με φανερή ανακούφιση στον Λόνγκμορ. Όσο ανεπαίσθητη κι αν ήταν αυτή η περιφρονητική απόρριψη, δεν ξέφυγε από την ευαίσθητη ψυχή που η Σοφί υπέθεσε πως θα είχε η Γκλάντις. Η Γαλλίδα δεν θα έπρεπε να είχε φανερώσει κανένα σημάδι απογοήτευσης. Θα έπρεπε να δείξει την ίδια ευχαρίστηση που θα ένιωθε αν έβλεπε την ίδια τη Βασίλισσα Αδελαΐδα. Πολλοί τύποι γυναικών σαν την απογοητευτική Γκλάντις πήγαιναν σε μοδιστράδικα. Η διαφορά έγκειτο στον τρόπο με τον οποίον τις εξυπηρετούσαν. Η Γαλλίδα έδειξε πως έβλεπε την Γκλάντις περισσότερο σαν ένα μαρτύριο που ήταν υποχρεωμένη να υποστεί παρά σαν μία συναρπαστική πρόκληση, όπως θα έκαναν η Σοφί και οι αδερφές της. Τα πρόσωπά τους θα φωτίζονταν αν την έβλεπαν να διασχίζει το κατώφλι τους. «Η κυρία Ντόουνς;» είπε η Σοφί. «Είμαι η μαντάμ Εκριβιέ, μαντμαζέλ» αποκρίθηκε η Γαλλίδα. «Η κυρία Ντόουνς είναι απασχολημένη αυτήν τη στιγμή, αλλά μπορώ…» «Απασχολημένη!» είπε ο Λόνγκμορ, ξαφνιάζοντας τόσο τη Σοφί, όσο και την Εκριβιέ. «Πώς, στην ευχή, είναι απασχολημένη με κάτι άλλο εκτός από το μαγαζί της; Φαντάζομαι πως αυτό το μαγαζί είναι δικό της. Το καλό που της θέλω. Πέρασα τόσα για να έρθω μέχρι εδώ. Ατύχημα στην Όξφορντ Στριτ, και τόσος κόσμος να χαζεύει και να καθυστερεί την πορεία μας.» Η Σοφί είχε αποκτήσει εμπειρία στις απάτες, και δεν έδειξε τα συναισθήματά της. Η αντίδρασή της περιορίστηκε
92
LORETTA CHASE
στο μυαλό της. Της είχε πει ότι θα μπερδευόταν, και για μια στιγμή είχε πανικοβληθεί, πιστεύοντας πως δεν είχε κανένα ταλέντο στις εξαπατήσεις. Ωστόσο, είτε τυχαία είτε όχι, ο Λόνγκμορ είχε κάνει μία ωραία είσοδο, και η Σοφί τώρα ήξερε πώς να τον ακολουθήσει. «Δεν είπε η λαίδη Γουόρφορντ στην κυρία Ντόουνς να περιμένει μέλη της οικογένειας αυτή την εβδομάδα;» ρώτησε. «Η κόρη της, η λαίδη Κλάρα –η εξαδέλφη μου, ξέρετε– παντρεύεται. Σίγουρα θα πρέπει να σας έχει ενημερώσει η θεία μου. Δεν φαντάζομαι να μην το έχει κάνει. Μου είπε πως έχει παραγγείλει ένα φόρεμα για το γάμο. Το παρήγγειλε από αυτό εδώ το μαγαζί. Τη Δευτέρα, νομίζω.» Και την είχε πιάσει παροξυσμός, σύμφωνα με τη λαίδη Κλάρα, όταν έμαθε πως η τελευταία δεν είχε πάει στης Κακόγουστης. «Ουί, μαντμαζέλ – λαίδη μου. Και φυσικά…» «Και η εξαδέλφη μου από δω ήρθε για να ραφτεί για το γάμο της αδερφής μου» τη διέκοψε ο Λόνγκμορ. «Ο πρώτος γάμος στην οικογένεια, θα πρέπει να προσθέσω. Και πού είναι η ιδιοκτήτρια; Ωραίος τρόπος να αντιμετωπίζετε τους πελάτες. Λοιπόν, Γκλάντις, καλύτερα να πηγαίνουμε. Ποιος ήταν ο άλλος οίκος που ανέφερε η Κλάρα; Γαλλικό όνομα δεν είχε; Στην οδό Σεν Τζέιμς. Αν το ήξερα πως θα μας σνόμπαραν εδώ, θα είχα γλιτώσει το μπελαλίδικο ταξίδι.» Η μαντάμ Εκριβιέ κόντευε να καταρρεύσει από πανικό. «Ω, όχι, όχι, λόρδε μου. Δεν σας σνομπάρουμε. Περιμένετε μια στιγμούλα, σας παρακαλώ. Θα στείλω κάποιον να ειδοποιήσει τη μαντάμ. Χίλια συγγνώμη. Φυσικά και η μαντάμ θα εξυπηρετήσει τη νεαρή κυρία. Αν μου επιτρέπετε, σε ένα λεπτό θα το έχω διευθετήσει.» Η Γαλλίδα εξαφανίστηκε μέσα από την πόρτα που βρισκόταν πίσω από τον πάγκο. Παρόλο που την έκλεισε πίσω της, η Σοφί μπορούσε να ακούσει τη φωνή της καθώς επικοινωνούσε μέσω του ακουστικού αγωγού με κάποιον κάπου.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
93
Ο Λόνγκμορ πλησίασε το τζάμι της βιτρίνας και κοίταξε έξω. «Η άμαξα είναι ακόμη εκεί» είπε χαμηλόφωνα. «Ο Φένγουικ δεν πούλησε ακόμη τα άλογα.» Έτσι χαμηλή, η φωνή του έγινε βραχνή, και ο ήχος της έκανε τη Σοφί να μαρμαρώσει, όπως ένα ζώο που οσφραίνεται τη μυρωδιά του κινδύνου. Προσπάθησε να αποδιώξει αυτό το συναίσθημα. «Τα ζώα σου δεν θα μπορούσαν να είναι πιο ασφαλή» του είπε. «Έχει κατατρομάξει.» «Δεν το δείχνει.» «Έχει μάθει να κρύβει τα σημαντικά συναισθήματα» του είπε. Εκείνος γέλασε σιγανά και απομακρύνθηκε από το παράθυρο. Έκανε μια βόλτα μέσα στην αίθουσα. Άγγιξε το τελείωμα μιας μουσελίνας. Ξεφύλλισε το βιβλίο με τα πατρόν. Κινείτο με ανεπιτήδευτη χάρη, όμως δεν ήταν η συνηθισμένη νωχελική άνεση ενός άπρακτου αριστοκράτη. Το κορμί της σφίχτηκε. Ένας απλός άντρας είναι, θύμισε στον εαυτό της. Κι όμως, τον περιέβαλε μία επικίνδυνη αύρα, που τον έκανε να μοιάζει με λύκο που περιφερόταν απειλητικά στο χώρο. Η Σοφί άκουσε βήματα και φωνές να πλησιάζουν από τα πίσω δωμάτια του μαγαζιού. «Αν το ήξερα πως με αυτό τον τρόπο αντιμετωπίζουν οι Λονδρέζοι μαγαζάτορες τους καλύτερους πελάτες τους, θα είχα πάει να ράψω το φουστάνι μου στο Μάντσεστερ» είπε με φωνή τόσο δυνατή, ώστε να ακουστεί. «Να σε αφήνουν να περιμένεις τόση ώρα, τη στιγμή που δεν υπάρχει άλλος πελάτης στο μαγαζί! Είμαι σίγουρη πως θα μπορούσα να φτιάξω ένα εξίσου κομψό φόρεμα και στο σπίτι. Σε πολύ πιο χαμηλή τιμή.» Η Κακόγουστη εμφανίστηκε στην πόρτα. Ήταν μια πολύ αδύνατη γυναίκα μεσαίου ύψους. Είχε ριγμένη πάνω από την εμπριμέ μουσελίνα του φουστανιού της μια λεπτοκεντημένη πελερίνα, προσπαθώντας να δώσει την εντύπωση μιας
94
LORETTA CHASE
πιο γεμάτης σιλουέτας. Χοντρές, σκουρόχρωμες μπούκλες ξέφευγαν από το δαντελένιο σκουφάκι της και πλαισίωναν το πρόσωπό της. Το σύνολο ήταν όμορφο, έπρεπε να το παραδεχτεί αυτό. Ήταν κρίμα να μην ντύνει τις πελάτισσές της με την ίδια προσοχή που ντυνόταν και η ίδια. «Λαίδη μου, λόρδε μου, με συγχωρείτε» τους είπε ξέπνοα. «Δεν σας περίμενα τόσο νωρίς.» «Το μαγαζί ανοίγει στις δέκα η ώρα» είπε ο Λόνγκμορ. «Ή τουλάχιστον έτσι μου είπαν.» «Έτσι λέει η ταμπέλα στο παράθυρο» συμπλήρωσε η Σοφί. «Έχετε απόλυτο δίκιο, δεσποινίς – λαίδη μου.» Η Κακόγουστη ήρθε μπροστά από τον πάγκο. «Με χρειάστηκαν. Μία –εμ– ένα μικρό πρόβλημα στο εργαστήριο. Όμως, τώρα όλα τακτοποιήθηκαν. Ένα φόρεμα για το γάμο της λαίδης Κλάρα Φέρφαξ, έτσι δεν είναι; Μήπως θα ήθελε η λαίδη να ρίξει μια ματιά στο βιβλίο με τα πατρόν; Έχουμε όλα τα τελευταία σχέδια από το Παρίσι, και μία εκπληκτική συλλογή από μετάξια.» Κρίνοντας από τα ψίχουλα στην πελερίνα της, η Κακόγουστη θα πρέπει να απολάμβανε ένα πλούσιο πρωινό. «Η θεία μου λέει να εμπιστευτώ τον εαυτό μου στα χέρια σας» είπε η Σοφί. «Και κανονίστε να τη φτιάξετε μια χαρά» είπε ο Λόνγκμορ. «Μην της πλασάρετε αυτό το πράσινο της μούχλας που έχετε αγοράσει και που σκοπεύετε να το ξεφορτωθείτε επιδεικνύοντάς το κάτω από ακατάλληλο φωτισμό.» Η Σοφί έπνιξε το γέλιο της. «Μπορεί η ξαδέλφη μου να είναι επαρχιώτισσα» συνέχισε εκείνος «αλλά…» «Εγώ! Επαρχιώτισσα!» «Καλό μου κορίτσι, οι ορίζοντές σου έχουν φτάσει μόνο μέχρι τα βαλσαμωμένα πουλιά στο Μουσείο του Μάντσεστερ.»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
95
«Οι καλύτερες μοδίστρες της Αγγλίας βρίσκονται στο Μάντσεστερ!» φώναξε η Σοφί. «Φυσικά, εξοχότατη» είπε η Κακόγουστη. «Αλλά πρέπει να πω και κάτι για τα μεταξωτά μας από το Σπίταλφιλντς, ξέρετε. Και μάλιστα, πιστεύω πως έχουμε αυτό ακριβώς που σας ταιριάζει. Μαντάμ Εκριβιέ, δείξτε, παρακαλώ, στην εξοχότητά της το μετάξι για το οποίο μιλάω.» Η Εκριβιέ έριξε μια γρήγορη ματιά στη Σοφί, κι έπειτα πλησίασε ένα συρτάρι. Από μέσα έβγαλε ένα τόπι μπλε μετάξι. «Μπλε!» είπε η Σοφί. «Μα, δεν φοράω ποτέ μπλε.» «Με όλο το σεβασμό, λαίδη μου, ίσως είναι καιρός να το φορέσετε, ναι;» «Τι χρώμα θα φορέσει η θεία μου; Δεν μπορώ να βάλω το ίδιο, και ξέρω πως της αρέσει το μπλε.» Η Κακόγουστη χαμογέλασε. «Λυπάμαι, αλλά δεν μπορούμε να αποκαλύψουμε αυτή την πληροφορία. Η εξοχότητά της…» «Μην την αποκαλύψεις!» είπε ο Λόνγκμορ. «Άκου να σου πω. Δεν θα αφήσω την ξαδέλφη μου να ταλαιπωρείται. Και δεν έχω σκοπό να χάσω το χρόνο μου εδώ μέσα. Θα μπορούσες μια χαρά να μας δείξεις τι θα βάλει η μητέρα μου στο γάμο. Για όνομα του Θεού, νομίζεις ότι θα το αναφέρουμε στις εφημερίδες;» Έριξε ένα σκοτεινό βλέμμα στη Σοφί. «Ξέρεις, ξάδελφε, βρίσκω αυτό το μαγαζί υπερβολικά κουραστικό» είπε η Σοφί. «Η θεία με διαβεβαίωσε ότι θα είχαμε την αμέριστη προσοχή τους. Όμως, πρώτα αναγκαστήκαμε να περιμένουμε κι έπειτα δεν μας λένε για το φόρεμα της θείας μου, όταν είναι τόσο σημαντικό, αφού το δικό μου θα πλαισιώνει το δικό της.» «Ζητώ ταπεινά τη συγγνώμη σας, αλλά η λαίδη Γουόρφορντ μάς απαγόρευσε ρητά να κοινοποιήσουμε τις λεπτομέρειες» είπε η Κακόγουστη. «Ανησυχούσε μήπως φτιαχτούν αντίγραφα πριν από τη γαμήλια τελετή, πράγμα που
96
LORETTA CHASE
δυστυχώς έχει συμβεί στο παρελθόν. Βλέπετε, άλλες μοδίστρες στέλνουν τις κοπέλες τους στο μαγαζί για να κατασκοπεύσουν και…» «Σου μοιάζουμε εμείς με κατασκόπους μοδιστρών;» ζήτησε να μάθει ο Λόνγκμορ. «Το ορκίζομαι, αυτή είναι η πιο εξοργιστική εμπειρία που μου έτυχε ποτέ. Πάμε, ξαδέλφη. Χόρτασα από τόση επιφυλακτικότητα και καθυστέρηση.» Ξεκίνησε για την πόρτα. Θεέ μου, ήταν τέλειος. Η Σοφί τον ακολούθησε. «Δεν ξέρω τι να πω στη θεία» είπε. «Ξέρεις ότι θα με ρωτήσει για ποιο λόγο πήγα στο άλλο μαγαζί – σε εκείνο των Γαλλίδων στη Σεν Τζέιμς. Πώς το λένε;» «Οίκος Νουαρό» της απάντησε και της άνοιξε την πόρτα. Η Σοφί άκουσε μια πνιχτή βλαστήμια πίσω της. Έπειτα: «Άκουσες την εξοχότητά του, μαντάμ Εκριβιέ. Δείξε στη λαίδη το μετάξι που διάλεξε η λαίδη Γουόρφορντ.» Ο Λόνγκμορ έκλεισε την πόρτα. Γύρισε προς τις δύο γυναίκες του μαγαζιού. «Και το πατρόν» είπε. «Το πατρόν;» Τα γουρουνίσια μάτια της Κακόγουστης γούρλωσαν. «Με άκουσες» είπε εκείνος. «Εδώ είναι η ξαδέλφη μου, άρτι αφιχθείσα από την επαρχία. Δεν είναι καθόλου εξοικειωμένη με τις συνήθειες του Λονδίνου, και η αντιμετώπιση που βρήκε σήμερα εδώ δεν βοήθησε καθόλου ώστε να προσαρμοστεί. Δείξτε της το πατρόν. Αν της αρέσει, θα μείνουμε. Αν όχι, αυτή είναι η τελευταία φορά που μας είδατε.» *** Ήταν η Γκλάντις, πέρα ως πέρα. Δεν ξέφυγε ποτέ από το χαρακτήρα που έπαιζε, ούτε για μια στιγμή. Ούτε και ο Λόνγκμορ ξέφυγε. Και πώς θα μπορούσε άλλωστε, αφού το μόνο που έπρεπε ήταν να είναι ο εαυτός του, ένας ρόλος τον οποίον μπορούσε να υποδυθεί εκπληκτικά.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
97
Εκείνη, από την άλλη… η πονηριά τής έβγαινε τόσο φυσικά. Αντιδρούσε σε οτιδήποτε κι αν έλεγε ο Λόνγκμορ με τον ίδιο τρόπο που θα το έκανε και η Γκλάντις. Επεδείκνυε την ίδια υπεροψία ανάμεικτη με ταραχή που έκανε την Γκλάντις τόσο κουραστική. Και την ίδια ανασφάλεια. Η εξαδέλφη Γκλάντις ήταν δυσάρεστη συντροφιά, κι όμως, πολλές φορές, εκείνος αισθανόταν να τη λυπάται. Κάποιες στιγμές σχεδόν ξεχνούσε πως δεν είχε δίπλα του την ξαδέλφη του. Όμως, η μυρωδιά της φρόντιζε να του το θυμίζει. Ήταν πραγματικά απολαυστικός ο τρόπος που συνεργάζονταν σε αυτό το παιχνίδι. Ωστόσο, όταν η Σοφί πήγε σε κάποιο άλλο δωμάτιο μαζί με τις δύο μοδίστρες, ο Λόνγκμορ άρχισε να ανησυχεί. Δεν του είχε πει τι να κάνει αν την ανακάλυπταν. Είχε αντιπαρέλθει αυτή την πιθανότητα. Αλλά όταν θα την έγδυναν, πώς θα γινόταν να μην καταλάβουν πως το κορμί της δεν έμοιαζε στην πραγματικότητα με πατάτα; Του είχε πει πως είχε φορέσει πολλά ρούχα. Πόσα; Πόσο χρόνο θα του έπαιρνε για να της τα βγάλει όλα; Αυτό εξαρτιόταν κι από άλλα, έτσι δεν ήταν; Το μυαλό του έπλαθε εικόνες που τον έκαναν να χαμογελάει. Παρ’ όλα αυτά, δεν αφέθηκε να παρασυρθεί πολύ από αυτές. Περίμενε φασαρίες – τις επιθυμούσε, στην πραγματικότητα. Καλύτερα να επικεντρωνόταν σε όσα συνέβαιναν γύρω του. Ακούμπησε το μπαστούνι του σε μία καρέκλα, πήρε ένα γυναικείο περιοδικό από το κοντινό τραπεζάκι και το άφησε ξανά στη θέση του. Πλησίασε τη βιτρίνα, σταύρωσε τα χέρια πίσω από την πλάτη του και κοίταξε έξω. Με όλα αυτά τα πολύχρωμα υφάσματα, τις κορδέλες και όλα όσα κρέμονταν για προβολή, δεν του ήταν εύκολο να
98
LORETTA CHASE
διακρίνει τι γινόταν στο δρόμο, εντούτοις βρήκε ένα σημείο που του επέτρεπε να παρατηρεί τον Φένγουικ. Η άμαξα βρισκόταν ακόμη στην απέναντι μεριά του δρόμου, δίπλα από το φράχτη από πρασινάδα που βρισκόταν στο κέντρο της πλατείας. Ο Λόνγκμορ είχε διαλέξει να την αφήσει εκεί επειδή το μέρος ήταν σκιερό και μακριά από τις στάσεις των δημόσιων μεταφορικών μέσων. Άκουσε την εσωτερική πόρτα να ανοίγει και γύρισε γρήγορα. Ήταν μόνο μία κοπέλα που έδειχνε πολύ κουρασμένη. Κρατούσε ένα δίσκο με ένα ποτήρι κρασί και ένα πιάτο με μπισκότα. Μετά από ένα στιγμιαίο δισταγμό, τα ακούμπησε στο τραπεζάκι που βρισκόταν κοντά στην καρέκλα όπου είχε ακουμπήσει το μπαστούνι του. Ξεχώρισε μερικά αθλητικά περιοδικά και τα έβαλε δίπλα από το δίσκο. Έπειτα πήρε όλα τα γυναικεία έντυπα και τα πήγε σε ένα άλλο τραπέζι. Τον ρώτησε αν ήθελε να του φέρει κάτι άλλο. «Τίποτα» της απάντησε. «Πόση ώρα θα πάρει αυτό;» «Όχι πολύ, λόρδε μου» του είπε. « Πρόκειται μόνο για ένα φόρεμα. Αλλά μιας και η λαίδη είναι καινούρια πελάτισσα, θα χρειαστούν λίγα λεπτά μέχρι να της πάρουν τα μέτρα.» Είπε και κάτι ακόμα, αλλά μια φωνή απέξω τον έκανε να κοιτάξει πάλι μέσα από το τζάμι της βιτρίνας. Είδε δύο μεγαλόσωμους άντρες να τρέχουν γύρω από την άμαξά του προς το φράχτη. Δεν κατάφερε να διακρίνει τον Φένγουικ. Ο Λόνγκμορ όρμησε έξω από το μαγαζί.
Κεφάλαιο 5 Τα λουτρά του Λονδίνου είναι πολυάριθμα και εξυπηρετικά, και πολύ προσεγμένα, ώστε να διευκολύνουν τους επισκέπτες. Η συνήθης τιμή για ένα κρύο μπάνιο είναι 1 σελίνι, για ζεστό 3 σελίνια, 6 πέννες. Αλλά αν ο επισκέπτης εγγραφεί για τρεις ή περισσότερους μήνες, η δαπάνη μειώνεται ποσοστιαία. Τα μπάνια με θαλασσινό νερό κοστίζουν 3σ. 6π. τη φορά, 7σ. 6π. αν είναι ζεστά. –Leigh’s New Picture of London, 1834 Οι δρόμοι, σε αντίθεση με τις εμπορικές αρτηρίες, ήταν σχεδόν άδειοι. Ο Λόνγκμορ έτρεξε γρήγορα – εγκαίρως για να δει τους δύο άντρες να βγαίνουν από το πίσω μέρος της άμαξας και έναν Φένγουικ να χτυπιέται ανάμεσά τους. Ο ψηλότερος από τους δύο είχε σχεδόν το ύψος του Λόνγκμορ, όμως ήταν πιο γεροδεμένος. Ο άλλος δεν ήταν πολύ πιο μικροκαμωμένος, ωστόσο ήταν λεπτός και νευρώδης. Και οι δύο είχαν ουλές στα πρόσωπά τους. Ήταν αξύριστοι, και ακριβά αλλά φανταχτερά ντυμένοι. Το Κτήνος νούμερο ένα, ο πιο ψωμωμένος, κρατούσε τον Φένγουικ από το φθαρμένο γιακά του πανωφοριού του. «Σε προειδοποίησα να μη με κάνεις να σε κυνηγήσω» εί-
100
LORETTA CHASE
πε. «Τώρα με νευρίασες πολύ. Δεν θα τη γλιτώσεις αυτήν τη φορά, βρόμικε παλιοκλέφτη.» «Δεν είμαι βρόμικος!» διαμαρτυρήθηκε έντονα ο Φένγουικ. «Πάρε τα βρομερά κουλάδια σου από πάνω μου!» Προσπάθησε να ελευθερωθεί, όμως το Κτήνος νούμερο ένα μάλλον δεν τον κρατούσε μόνο από το γιακά. Αλλιώς το αγόρι θα είχε γλιστρήσει έξω από τα ρούχα του. «Έχω φίλους, αλήθεια έχω, και θα σε κάνουν να το μετανιώσεις!» Το βλέμμα του εντόπισε τον Λόνγκμορ. «Να!» είπε. «Να ο ένας από αυτούς!» «Τι, διάβολο, συμβαίνει;» ρώτησε ο Λόνγκμορ. «Το αγόρι πρόσεχε τα άλογά μου.» «Με όλο το σεβασμό, κύριε, τυχερός είσαι. Αυτό το μικρό μπάσταρδο δεν πρέπει να το εμπιστεύεται κανείς.» «Αυτό θα το κρίνω εγώ» είπε ο Λόνγκμορ. «Άφησέ τον.» «Με συγχωρείς, κύριε, αλλά καλύτερα όχι» επέμεινε το Κτήνος νούμερο ένα. «Θα έχουμε δυσάρεστες συνέπειες, νομίζω.» «Τον προειδοποιήσαμε πολλές φορές πως δεν πληρεί τις προϋποθέσεις» είπε το Κτήνος νούμερο δύο. «Η κυρά δεν τον θέλει. Χαλάει την ποιότητα της γειτονιάς. Πόσες φορές του είπαμε να φύγει;» «Δεν μπορούσα να φύγω, έτσι δεν είναι;» είπε το αγόρι. «Ο εξοχότατος θα με κρεμούσε αν εγκατέλειπα το πόστο μου. Το είπατε, έτσι δεν είναι, κύριε μεγαλειότατε;» «Έτσι κι αλλιώς, μία από αυτές τις μέρες θα σε κρεμάσουν» είπε το Κτήνος Ένα. «Άφησέ τον» επέμεινε ο Λόνγκμορ. «Με όλο το σεβασμό, κύριε, μη λυπάσαι γι’ αυτό εδώ» είπε το Κτήνος Δύο. «Έπρεπε ήδη να έχει κλειστεί στο πτωχοκομείο, και αυτό αν είναι τυχερός, γιατί αυτό εδώ είναι για αναμορφωτήριο, αν θες τη γνώμη μου. Ρεμπελεύει και κάνει τον άρρωστο όταν του λένε…» «Εγώ του είπα να μείνει» είπε ο Λόνγκμορ. «Με κούρασε αυτή η συζήτηση. Αφήστε το αγόρι και φύγετε από εδώ.»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
101
Το Κτήνος Ένα κοίταξε το Κτήνος Δύο. Έπειτα κοίταξαν και οι δυο μαζί το αγόρι, και τέλος το μαγαζί στην άλλη μεριά του δρόμου. «Θα σου πω κάτι, κύριε» είπε το Κτήνος Ένα. «Της Κυράς δεν της αρέσει να της πηγαίνουν κόντρα.» «Τι σύμπτωση» είπε ο Λόνγκμορ. «Ούτε σε μένα αρέσει.» «Γιατί να μη συνοδέψω το μικρό έξω από την πλατεία, εκεί που η Κυρά δεν θα μπορεί να τον βλέπει;» πρότεινε το Κτήνος Ένα. «Τα άλογά σου θα τα προσέχει ο Φάρλεϊ από δω, κύριε. Κι εσύ μπορείς να συνεχίσεις τη δουλειά σου…» «Δεν θα με πάτε πουθενά! Δεν φεύγω!» Ο Φένγουικ κλότσησε αυτόν που τον κρατούσε αιχμάλωτο. Το Κτήνος Ένα τού έριξε μια κατραπακιά στο κεφάλι, πετώντας έτσι το λιγδωμένο καπέλο του. Ο Λόνγκμορ όρμησε στον τραμπούκο. *** Ένα πνιχτό ουρλιαχτό ακούστηκε από την αίθουσα επιδείξεων. Η Σοφί, η οποία είχε τεντώσει τα αφτιά της για να εντοπίσει οποιοδήποτε ανησυχητικό σημάδι απέξω, φόρεσε την κάπα της και έτρεξε έξω από το δωμάτιο. Η Κακόγουστη και η Εκριβιέ έτρεξαν ξωπίσω της. «Μα, εξοχότατη, το κορσάζ σας» είπε η Κακόγουστη. Η Σοφί πήγε στη βιτρίνα, όπου στεκόταν η ράφτρα με το χέρι πάνω στο στόμα της. Πλησίασε εγκαίρως για να δει ένα γεροδεμένο τύπο να πέφτει πάνω στον Λόνγκμορ, ο οποίος απέφυγε το χτύπημα και το ανταπέδωσε με δύναμη, κάνοντας το κτήνος να τρεκλίσει. «Ζητώ συγγνώμη για τον Φάρλεϊ και τον Πέιτον, λαίδη μου» είπε η Κακόγουστη. «Αλλά είναι πάλι αυτό το απαίσιο αγόρι, και κάνει φασαρία. Θα στείλω έξω την κοπέλα για να…»
102
LORETTA CHASE
Η Σοφί τής έκανε νόημα να σταματήσει και έψαξε για κάποιο είδος όπλου. Το μπαστούνι του Λόνγκμορ ήταν ακουμπισμένο σε μία κοντινή καρέκλα. Το άρπαξε και έτρεξε έξω. Άκουσε τη φωνή της Κακόγουστης πίσω της. Έτρεξε στην απέναντι μεριά του δρόμου. Έχοντας ρίξει κάτω τον πιο μεγαλόσωμο, ο Λόνγκμορ στράφηκε στον άλλον. Τότε ο Φένγουικ αποφάσισε να βοηθήσει, και όρμησε πάνω στο δεύτερο με μπουνιές και γροθιές. Αγνοώντας τις διαμαρτυρίες του, η Σοφί τράβηξε το αγόρι μακριά από τη συμπλοκή. Ο Λόνγκμορ άρπαξε αμέσως τον πιο αδύνατο και τον πέταξε πάνω στο φράχτη. Εκείνος αναπήδησε και όρμησε προς τον Λόνγκμορ. Την ίδια στιγμή, ο άλλος σηκώθηκε από το έδαφος, άφησε ένα βογκητό και άρχισε να τρέχει προς τον Λόνγκμορ. Η Σοφί έσπρωξε το μπαστούνι μπροστά από τα πόδια του νταή. Εκείνος σκόνταψε και έπεσε με φόρα στο πεζοδρόμιο. Ο Λόνγκμορ έπιασε τον πιο αδύνατο και τον πέταξε ξανά στο φράχτη. Αυτήν τη φορά ο τραμπούκος σωριάστηκε στη βάση του φράχτη. «Ώρα να πηγαίνουμε» είπε ο Λόνγκμορ. Η Σοφί ανέβηκε στην άμαξα. Ο Φένγουικ δίστασε. Οι νταήδες ετοιμάζονταν να σηκωθούν. «Κι εσύ, εξυπνάκια» είπε ο Λόνγκμορ. Το αγόρι πήδησε στη θέση του ιπποκόμου. Ο Λόνγκμορ ηρέμησε τα ταραγμένα άλογα και τα παρακίνησε να ξεκινήσουν. Καθώς απομακρύνονταν, η Σοφί φώναξε: «Πείτε στην αφέντρα σας να ακυρώσει την παραγγελία μου. Δεν μου αρέσουν οι άνθρωποι που έχει στη δούλεψή της.» ***
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
103
Η πλατεία Μπέντφορντ και τα παρακείμενα στενά, αρκετά μακριά από την οχλαγωγία των κεντρικών εμπορικών δρόμων, ήταν ιδιαιτέρως έρημα. Ο Λόνγκμορ δεν χρειάστηκε παρά λίγα δευτερόλεπτα μέχρι να απομακρυνθεί και να μπει στον Τότεναμ Κορτ Ρόουντ. Η περιοχή ήταν αρκετά ήσυχη ώστε να ακούει τις βαριές ανάσες των συνεπιβατών του. Ακόμα και ο ίδιος ένιωθε περισσότερο κουρασμένος από όσο θα έπρεπε. Αλλά πάλι, ο καβγάς δεν ήταν τόσο έντιμος όσο συνήθως. «Μη χειρότερα» είπε η Σοφί. «Δεν μπορώ να σας αφήσω εσάς τους δύο μόνους ούτε για μια στιγμή.» «Βαριόμουν» είπε ο Λόνγκμορ. «Εσύ δεν με συμβούλεψες να ξεκινήσω κάποιον καβγά έτσι και νιώσω ανία; Είχα αρχίσει να διασκεδάζω, όταν μπήκατε στη μέση εσύ κι ο εξυπνάκιας από δω. Πώς, στην ευχή, να έχω ένα σωστό διαπληκτισμό όταν πρέπει να προσέχω δύο άλλους που παρεμβαίνουν και να έχω το νου μου να μη σκοντάψω πάνω τους – ή να μη σκοτωθούν κατά λάθος;» Αυτό σίγουρα πρόσθετε ενδιαφέρον και έξαψη σε κάτι που κανονικά ήταν ένα κοινότοπο συμβάν. «Δεν μπορεί να πιστεύεις ότι θα έμενα μέσα στο μαγαζί τη στιγμή που μου έδωσες την τέλεια δικαιολογία για να την κοπανήσω» του είπε. «Κι έπειτα, άλλη μία εξαιρετική δικαιολογία για να ακυρώσω την παραγγελία αυτού του άσχημου φορέματος. Πραγματικά, ακόμα κι αν το είχα σχεδιάσει η ίδια, δεν θα μπορούσε να εξελιχτεί καλύτερα.» «Τι λες, δεσποινίς;» πετάχτηκε ο Φένγουικ από το πίσω μέρος. «Μπήκαμε σε όλη αυτήν τη φασαρία, κι εμένα παραλίγο να με πάνε στο αναμορφωτήριο, ενώ εσύ ούτε που ήθελες ένα αναθεματισμένο φουστάνι;» «Είναι από τις επικίνδυνες γυναίκες» είπε ο Λόνγκμορ. «Το είπες κι εσύ, απ’ ό,τι θυμάμαι.» Με το δρόμο να είναι λιγότερο χαοτικός από ό,τι εκείνοι
104
LORETTA CHASE
που είχαν περάσει νωρίτερα, μπορούσε να της ρίχνει κάτι περισσότερο από κλεφτές ματιές. Ήταν τελείως ξεμαλλιασμένη, το αντιαισθητικό σκουφί της κρεμόταν στραβά από τη μία άκρη του κεφαλιού της, και τα μαλλιά της έπεφταν στην πλάτη της ενώ κάποιες μπούκλες ήταν κολλημένες στο μέτωπο και στα μάγουλά της. Και το μπούστο της είχε χαλαρώσει. «Σου έχουν φύγει τα ρούχα» της είπε. «Ω.» Έχωσε τα χέρια κάτω από την κάπα της για να διορθώσει το φόρεμά της. Αφού πάλεψε λιγάκι, κάτι μουρμούρισε σιγανά. Κάτι που ακούστηκε σαν γαλλική βλαστήμια. «Αυτή η ηλίθια γυναίκα ξέχασε μια σούστα» είπε πιο δυνατά. «Δεν ξέρω τι έκανε, αλλά δεν μπορώ να ξεκουμπώσω αυτό το καταραμένο πράγμα. Φένγουικ, ξεκούμπωσέ το εσύ.» «Με τίποτα» είπε το αγόρι. «Υπάρχουν πράγματα που κάνω και άλλα που δεν κάνω, και ένα από αυτά είναι να μπερδεύομαι με σούστες και κουμπιά γυναικών. Τέρμα.» «Μην είσαι τόσο εύθικτος» του είπε η Σοφί. «Μην έχεις την απαίτηση να σταματήσει ο λόρδος Λόνγκμορ τα άλογα για να με φτιάξει.» «Καλύτερα αυτός παρά εγώ» απάντησε το παιδί. «Δεν αγγίζω τέτοια πράγματα ούτε με δικράνι.» «Δειλέ» είπε ο Λόνγκμορ. Τελικά η μέρα πήγαινε από το καλό στο καλύτερο. Έστριψε στην πρώτη διασταύρωση και σταμάτησε την άμαξα. Έστειλε τον Φένγουικ κάτω για να κρατάει τα κεφάλια των αλόγων. Ύστερα στράφηκε στη Σοφί. «Γύρνα στο πλάι» είπε. «Δεν είμαι ακροβάτης.» Εκείνη έλυσε την μπέρτα και την άφησε να πέσει από τους ώμους της. Η κάπα γλίστρησε μέχρι τη μέση της. Στη συνέχεια γύρισε, σήκωσε τα μαλλιά της και έσκυψε το κεφάλι. Κι ο Λόνγκμορ ένιωσε την ατμόσφαιρα να αλλάζει, να ξεχειλίζει από ένταση.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
105
Ο λαιμός της ήταν γυμνός μπροστά του. Απαλό, αλαβάστρινο δέρμα, με χρυσαφένιες τριχούλες κάτω από το τελείωμα των μαλλιών της. Σχεδόν μπορούσε να αναγνωρίσει τη γεύση της επιδερμίδας της. Το κεφάλι του χαμήλωσε, έχοντας στο μυαλό του μόνο να γλείψει εκείνο το σημείο, έτσι όπως μια γάτα γλείφει την κρέμα της. «Επί τη ευκαιρία, ήσουν έξοχος στο μαγαζί» του είπε. «Μου είπες να είμαι ο εαυτός μου» απάντησε με φωνή τραχιά. Μύριζε το άρωμα του κορμιού της, ανακατωμένο με λεβάντα και… πεύκο; Δυσκολευόταν να συγκεντρωθεί στις σούστες. Κοιτούσε επίμονα το απαλό δέρμα του λαιμού της. «Νομίζω είναι κάπου στη μέση» του είπε. «Ποιο;» «Η σούστα που μου κούμπωσε σε λάθος μπάρα. Πιάνει σε μπάρα από κλωστή, βλέπεις; Δεν είναι μεταλλικές.» Έστρεψε την προσοχή του στο φουστάνι. Το ύφασμα είχε σουρώσει κοντά στο μέσο της πλάτης της. Πάνω από το σημείο που το φόρεμα είχε κουμπωθεί στραβά, είχε δημιουργηθεί ένα μικρό άνοιγμα. Ξεπρόβαλλε ένα μικρό κομμάτι από το εσώρουχο. Καθαρή μουσελίνα. Κεντημένη. Με μικροσκοπικά λουλούδια. Έπνιξε ένα βογκητό. «Μπήκες αμέσως στο πνεύμα» του είπε. «Ήσουν τέλειος.» Ξερόβηξε νευρικά. «Ήμουν ο εαυτός μου.» Είπε στον εαυτό του να μη λειτουργήσει παρορμητικά. Δεν ήταν εύκολο να το καταφέρει. Το να αντιστέκεται σε έναν πειρασμό δεν ήταν ποτέ του στιλ του. Ωστόσο δεν είχε τίποτα να κερδίσει αν ενέδιδε τώρα, σε δημόσιο χώρο. Ακόμα κι ένας κουτεντές σαν τον Κόμη του Λόνγκμορ θα μπορούσε να το καταλάβει. Κάνε αυτό που πρέπει να κάνεις και ξεμπέρδευε, είπε στον εαυτό του.
106
LORETTA CHASE
Σίγουρα δεν ήταν κάτι δύσκολο. Είχε εξασκηθεί στο να κουμπώνει και να ξεκουμπώνει γυναικεία ρούχα. Το είχε κάνει ακόμα και φορώντας γάντια. Στο σκοτάδι. Σε πιεστικές καταστάσεις, με τη γυναίκα να μουρμουράει: «Βιάσου, για όνομα του Θεού… Έρχεται!» Ανέλαβε δουλειά. Κανονικά θα χρειάζονταν λίγα δευτερόλεπτα. Όμως, εδώ κάτι είχε μπερδευτεί, κι εκείνος ψαχούλευε χωρίς να καταφέρνει τίποτα. Τα δάχτυλά του λες και ήταν φτιαγμένα από ξύλο. Όσο κι αν προσπαθούσε να διορθώσει τη σούστα, δεν τα κατάφερνε, και με κάθε αποτυχία η θερμοκρασία του ανέβαινε άλλον ένα βαθμό. «Τι τρέχει;» τον ρώτησε. «Αυτές οι σούστες» είπε. «Είναι άσ’ τα να πάνε.» «Η ανόητη θα πρέπει να τις στράβωσε. Κανονικά είναι εύκολο να τις κουμαντάρεις. Εμείς δεν έχουμε μια κουστωδία από υπηρέτριες, και οι πελάτισσες δεν συνοδεύονται πάντα από κάποια συγγενή. Πρέπει να μπορεί κανείς να ντυθεί μόνος του, αν χρειαστεί.» «Θα πρέπει να είσαι πολύ ευλύγιστη» παρατήρησε. Λάθος σχόλιο. Εκείνη δεν μίλησε, και το μυαλό του άρχισε να πλάθει εικόνες. Λες και δεν ήταν ήδη αρκετά ξαναμμένος. Δεν είχε συνηθίσει να οδηγεί στα άκρα τον εαυτό του. Κι εκείνη ήταν… ευλύγιστη… και η σκέψη του δεν μπορούσε να καταπιαστεί με κάτι άλλο. Και είχε το άρωμα γυναίκας και λεβάντας και πρασινάδας. Και φαινόταν και λίγο από το εσώρουχό της. Το κεφάλι του λες και ήταν έτοιμο να εκραγεί. «Λόρδε Λόνγκμορ;» είπε η Σοφί. Μάζεψε όση λογική τού είχε απομείνει. «Η σούστα είναι ή σπασμένη ή στραβωμένη» είπε. «Δεν μπορώ να δω ποιο είναι το πρόβλημα.» Επειδή είχε αλληθωρίσει, από το άρωμα και τη ζεστασιά του κορμιού της, από το άγγιγμα των χεριών
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
107
του πάνω της, από το πώς προσπαθούσε να κάνει αυτό που έπρεπε. Οι σφυγμοί του είχαν επιταχυνθεί και το αίμα του συγκεντρωνόταν προς τα κάτω. Χριστέ μου. «Ίσως την έπιασε στο γαζί» είπε η Σοφί. «Βιαζόταν πάρα πολύ. Ανυπομονούσε να ξεμπερδεύει μαζί μου. Μου κάνει εντύπωση που δεν ανέθεσε τη δουλειά στη Γαλλίδα. Στην Εκριβιέ. Είμαι σίγουρη πως κατάλαβες τι έγινε.» «Θα έπρεπε να βάλω το αγόρι να το κάνει» είπε εκείνος. «Έχει μικρότερα χέρια.» «Τράβηξέ το και μη σε νοιάζει αν κοπεί η κλωστή.» Η φωνή της τρεμούλιασε. «Είναι εύκολο να το διορθώσουμε. Ή καλύτερα, άφησέ το. Το μόνο που χρειάζεται να κάνεις είναι να το στερεώσεις γερά, για να κρατάει το κορσάζ στη θέση του.» «Είναι μόνο μία καταραμένη σούστα» είπε ο Λόνγκμορ. «Δεν θα υποχωρήσω μπροστά σε ένα κομματάκι μέταλλο – ειδικά όταν κοιτάζει έτσι κοροϊδευτικά ο εξυπνάκιας.» Ίσιωσε τους ώμους. Έβγαλε τα γάντια του. Αυτήν τη φορά, όταν άγγιξε το πίσω μέρος του φορέματος, η Σοφί ρίγησε. Οι παλάμες του ίδρωσαν. Έγειρε πιο κοντά, μισοκλείνοντας τα μάτια. Βρήκε την κλωστή που είχε μπερδευτεί η σούστα. Την έβγαλε. Άφησε την αναπνοή του που μέχρι εκείνην τη στιγμή δεν είχε καταλάβει πως κρατούσε. Την άκουσε να ρουφάει τον αέρα. Μάλιστα. Το είχε προσέξει κι εκείνη. Και όχι με τον τρόπο που προσέχεις μια μύγα που κάθεται πάνω σου ή ένα σκυλί που χώνει τη μουσούδα του στο χέρι σου, αλλά με εκείνον το γυναικείο τρόπο. Ο πολιορκητικός μηχανισμός τα είχε καταφέρει. Με μεγάλο αντίτιμο. Όμως, είχε πετύχει.
108
LORETTA CHASE
Διόρθωσε εύθυμα τις υπόλοιπες σούστες και τα κουμπιά, σήκωσε την κάπα στους ώμους της και τραβήχτηκε για να βάλει τα γάντια του. Είχε δώσει μια μεγάλη μάχη με τον εαυτό του, με τη φύση του, και είχε βγει νικητής. Τα είχε καταφέρει. «Μπορείς να ανέβεις, δειλέ» είπε στον Φένγουικ. «Είναι και πάλι ντυμένη.» *** Ο λόρδος Λόνγκμορ γύρισε πίσω στη Σεν Τζέιμς με απίστευτη ταχύτητα. Μόλις έμπλεξαν στην κίνηση, η Σοφί άκουσε ανθρώπους να φωνάζουν και να βρίζουν, όμως όλοι φρόντιζαν να φύγουν από το δρόμο τους. Κρατήθηκε από το πλαϊνό μέρος της άμαξας και ευχήθηκε να μπορούσε να πήγαινε ακόμα πιο γρήγορα. Ακόμη ένιωθε τα χέρια του στην πλάτη της και τη ζεστή ανάσα του στο σβέρκο της. Εξακολουθούσε να ακούει τη φωνή του, χαμηλή και βραχνή, κοντά στο αφτί της. Η αυτοκυριαρχία της είχε εξανεμιστεί. Νόμιζε πως το μυαλό της έλιωνε, οι μύες της παρέλυαν. Ήταν έτοιμη να γείρει πάνω στα χέρια του και να τον αφήσει να της κάνει ό,τι εκείνος ήθελε. Προφανώς ο Λόνγκμορ δεν ήθελε να κάνει τίποτα, ευτυχώς για εκείνην. Και ευτυχώς είχε ξεμπερδέψει μαζί του. Είχε εκπληρώσει το σκοπό του, και η ίδια δεν είχε κάνει τίποτα το καταστροφικό. Τώρα, το μόνο που έμενε ήταν να γυρίσει στο σπίτι της, να κατεβάσει κάνα δυο ποτηράκια μπράντι και να διηγηθεί στις αδερφές της όσα είχε μάθει. Μόλις έφτασαν στο μαγαζί, κυριολεκτικά πήδησε από την άμαξα.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
109
Άρχισε να τρέχει, όταν θυμήθηκε το αγόρι. Θεέ και Κύριε! Πώς μπόρεσε να τον ξεχάσει; Γύρισε πίσω. «Λοιπόν, τι περιμένεις; Έλα μαζί μου, Φένγουικ.» Εκείνο κοίταξε επιφυλακτικά το μαγαζί, ωστόσο ετοιμάστηκε να κατέβει. «Όχι, μη» είπε ο Λόνγκμορ. Το αγόρι σταμάτησε, κοιτώντας μία τον έναν και μία την άλλη. «Θα έρθεις μαζί μου. Θα φροντίσω να φας και θα σου βρω ένα κρεβάτι. Υπάρχει ένα θαυμάσιο μαγαζί με πίτες…» «Αποκλείεται» είπε η Σοφί. «Εγώ είμαι αυτή που έδωσε την υπόσχεση.» «Είναι αλήθεια, κύριε εξοχότατε» είπε ο Φένγουικ. «Εμπιστεύεσαι περισσότερο εκείνην από μένα;» ρώτησε ο Λόνγκμορ. «Ξέρεις τι είναι αυτό;» Έγνεψε προς τον Οίκο Νουαρό. «Ένα μοδιστράδικο. Γεμάτο γυναίκες.» «Ίσως είναι καλύτερα να πάω μαζί του, δεσποινίς» είπε το αγόρι. «Είναι πιο δυνατός από σένα.» «Όχι, δεν θα πας. Εγώ σε βρήκα πρώτη.» Πλησίασε την άμαξα. Το αγόρι τραβήχτηκε στην άλλη άκρη του καθίσματος. «Χωρίς παρεξήγηση, δεσποινίς, αλλά αυτός με έσωσε από το αναμορφωτήριο» είπε ο Φένγουικ. «Για να μην πω ότι μπορεί να με λιώσει σαν κοριό αν του μπει στο κεφάλι αυτή η ιδέα.» «Εγώ σου έσωσα τη ζωή τραβώντας σε από το σημείο του καβγά πριν σε ποδοπατήσει κάποιος από αυτούς κατά λάθος» επέμεινε η Σοφί. «Και αν η εξοχότητά του ήθελε να σε λιώσει, θα το είχε κάνει τη στιγμή που προσπάθησες να τον κλέψεις. Τώρα, έλα μαζί μου, και σταμάτα τις βλακείες.» Άπλωσε το χέρι για να πιάσει το μπράτσο του Φένγουικ. Εκείνος τραβήχτηκε. «Δεν έχω χρόνο για ανοησίες» είπε ο Λόνγκμορ. «Καλή σου μέρα, δεσποινίς Νουαρό.»
110
LORETTA CHASE
Κι έπειτα η Σοφί αναγκάστηκε να παραμερίσει, επειδή τα άλογα ξεκίνησαν με ανυπομονησία. Με τις γροθιές της σφιγμένες, έμεινε να τον κοιτάζει καθώς απομακρυνόταν. *** Ο Λόνγκμορ το ήξερε πως δεν ήταν καλή ιδέα να την αφήσει στο πεζοδρόμιο να βράζει από το θυμό της. Όμως, θα ήταν ακόμα χειρότερα αν την άφηνε να περιθάλπει νεαρούς εγκληματίες. Ποιος ήξερε τι συνένοχους μπορούσε να έχει το αγόρι; Ποιος ήξερε πόσο σοβαρά εγκλήματα είχε διαπράξει; Σοβαρά ή όχι, ίσως να τον απειλούσαν πολύ σκληρά άτομα, και στο τέλος θα κατέληγε να ανοίξει την πίσω πόρτα του καταστήματος σε μια συμμορία κλεφτών και δολοφόνων. Ο Φένγουικ δεν έμεινε για πολύ σιωπηλός. «Νόμιζα πως την έλεγαν Γκλάντις.» «Έχει ένα σωρό ονόματα, αναλόγως με το ποιο την εξυπηρετεί» απάντησε ο Λόνγκμορ. «Μην προσπαθήσεις να τα ανακαλύψεις. Κακό του κεφαλιού σου θα κάνεις.» Άκουσε μια διαπεραστική κραυγή. Γύρισε το κεφάλι του και είδε τη Σοφί/Γκλάντις να τρέχει δίπλα από την άμαξα. «Δώσε μου πίσω το αγόρι!» φώναξε. «Πήγαινε σπίτι σου!» της αντιγύρισε. Εκείνη άφησε ένα απόκοσμο ξεφωνητό. Ύστερα ταλαντεύτηκε και σωριάστηκε στο πεζοδρόμιο. Αμέσως κόσμος έτρεξε κοντά της. Ο Λόνγκμορ σταμάτησε την άμαξα, πέταξε τα γκέμια στον Φένγουικ και όρμησε προς το μέρος της. «Κάντε στην άκρη, που να σας πάρει η οργή! Θέλετε να την τσαλαπατήσετε;» Τη σήκωσε στα χέρια του. Ήταν εντελώς παραλυμένη μέσα στην αγκαλιά του. Είπε στον εαυτό του να μην πανικοβληθεί. Οι γυναίκες
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
111
λιποθυμούσαν πάντα. Ήταν συνηθισμένες σε τέτοια πράγματα. Δύσκολα πάθαιναν κάτι πιο σοβαρό. Ωστόσο ήξερε πως η Σοφί δούλευε πολλές ώρες, και είχε μπλέξει σε σύρραξη μόλις πριν από λίγο – έναν τσακωμό που είχε εξουθενώσει και τον ίδιο. Είχε ριχτεί στον καβγά, και τα είχε καταφέρει θαυμάσια, επιδεικνύοντας σπάνια ταχύτητα σκέψης, ιδιαίτερα για γυναίκα. Η συνείδησή του τον κατηγόρησε. Ένιωσε τύψεις, τις οποίες δεν ήταν ικανός να αντιμετωπίσει. «Ανάθεμά με, ανάθεμά με» μουρμούριζε. Διέσχισε τη Σεν Τζέιμς, με μια μικρή ομάδα να τον ακολουθεί, και έστριψε στην Μπένετ Στριτ. Τότε κοίταξε πάνω από τον ώμο του τον κόσμο. «Πίσω» είπε. Η παρέλαση υποχώρησε. Την κουβάλησε στο στενό σοκάκι και έριξε μια κλοτσιά στη μυστική πόρτα. *** Ένα λεπτό. Το μόνο που χρειαζόταν η Σοφί ήταν ένα λεπτό ακόμα, και θα είχε καταφέρει να πάρει τον Φένγουικ. Μόλις άρχισε να ουρλιάζει, ο κόσμος έδειξε ενδιαφέρον. Οι θεατές θα έπαιρναν το μέρος της, επειδή είχε παίξει πολύ καλά το ρόλο της αβοήθητης μάνας που της έπαιρναν το παιδί. Και θα έδειχνε τόσο αξιολύπητη, που το αγόρι θα τη λυπόταν και θα ερχόταν, το ήξερε. Όμως, ο Λόνγκμορ, ανάθεμά τον, δεν της είχε δώσει αυτό το πολύτιμο λεπτό. Την είχε σηκώσει στα χέρια του με τέτοια ευκολία, σαν να ήταν ένα δέμα με κορδέλες. Και τώρα την πίεζε πάνω στο φαρδύ, σκληρό και ζεστό στέρνο του, έχοντας το ένα χέρι του κάτω από τα γόνατά της και το άλλο τυλιγμένο στην πλάτη της. Άνοιξε τα μάτια. «Μπορείς να με κατεβάσεις τώρα.»
112
LORETTA CHASE
Τον ένιωσε να σφίγγεται. Έπειτα τα στενεμένα μάτια του κοίταξαν τα δικά της. «Τόσο άσχημα;» είπε. Δεν την άφησε. «Δεν πρόκειται να πάρεις αυτό το αγόρι» του είπε η Σοφί. «Εγώ το βρήκα. Εσύ θα το είχες παραδώσει στην αστυνομία.» «Θα έπρεπε να το είχα κάνει. Δεν ξέρει να προσέχει άλογα, και σίγουρα θα καταζητείται από τις αρχές. Βάζω στοίχημα πως θα βρούμε προκηρύξεις με την αφεντομουτσουνάδα του.» Το κορμί του ήταν πολύ ζεστό, και οι μύες της μαλάκωναν, ενώ το σώμα της έμοιαζε να λιώνει, λαχταρώντας να σκορπίσει πάνω του. «Άφησέ με κάτω αλλιώς θα φωνάξω» του είπε. «Δεν είναι τίμιο αυτό το παιχνίδι.» «Έτσι παίζω εγώ.» Την άφησε να πατήσει στο έδαφος, όχι απότομα, ούτε και γρήγορα. Έκανε πραγματική επίδειξη φροντίδας, χαλαρώνοντας το κράτημά του λίγο-λίγο, έτσι ώστε να γλιστρήσει αργά πάνω στο κορμί του, αφήνοντας τα χνάρια της πάνω στο μαλλί, στο λινό και στο μετάξι, όλα διαποτισμένα με την αρρενωπή μυρωδιά του αρσενικού, πριν ακουμπήσουν τα πόδια της στη γη. Το ήξερε πως ήταν επικίνδυνος. Το έλεγαν οι φήμες. Η Σοφί είχε συμπεράνει πως ήταν επικίνδυνος με τον προφανή τρόπο: σωματώδης, άγριος και παράτολμος. «Θα σε συμβούλευα, για να γλιτώσεις τον εαυτό σου από περιττούς μπελάδες, να πάψεις να με πολεμάς» του είπε. «Το θέλω αυτό το αγόρι, και δεν θα σταματήσω μπροστά σε τίποτα.» Τον κοίταξε καθώς επεξεργαζόταν τα λόγια της, με το σκοτεινό του βλέμμα να γίνεται όλο και πιο απόμακρο. «Ξέρεις, δεν δυσκολεύομαι να το πιστέψω αυτό» της είπε μετά από λίγο. «Χρειαζόμαστε ένα αγόρι για το μαγαζί.»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
113
«Εσύ μου είπες ότι δεν τα χρειάζεστε. Μου το είπες ένα λεπτό πριν εισβάλει στις ζωές μας» της θύμισε. «Δεν χρειαζόμαστε τραμπούκους» εξήγησε υπομονετικά. «Όμως, χρειαζόμαστε ένα παλικαράκι για να κάνει θελήματα και να μεταφέρει μηνύματα και δέματα. Δεν είναι ούτε πολύ μικρός ούτε πολύ μεγάλος για να εκπαιδευτεί. Είναι γρήγορος, έξυπνος και ευπαρουσίαστος. Με ένα μπάνιο…» «Και ξεψείριασμα…» «Και τα κατάλληλα ρούχα και λίγες συμβουλές, θα είναι τέλειος.» Ο Λόνγκμορ έδειξε να το σκέφτεται. Η Σοφί περίμενε, νιώθοντας τον ιδρώτα να κυλάει ανάμεσα στα στήθη της. Αν δεν ήταν μία Νουαρό, θα είχε σφίξει τις γροθιές και τα δόντια της για να εμποδίσει τον εαυτό της από το να κάνει κάποια μοιραία κουταμάρα. Δεδομένου πως ήταν μία Νουαρό, ήταν εκπληκτικό το ότι μπόρεσε να εστιάσει τις σκέψεις της στο αγόρι. Αλλά χάρη στην εξαδέλφη Έμα, η Σοφί και οι αδερφές της είχαν φτιαχτεί από πιο σκληρό υλικό σε σύγκριση με τις περισσότερες του κύκλου τους. Έμεινε εκεί και περίμενε, απορώντας γιατί, στην ευχή, δεν εμφανιζόταν κανείς στην πόρτα. Θα της ήταν χρήσιμη λίγη αδερφική βοήθεια αυτήν τη στιγμή. «Πολύ καλά» είπε τελικά ο Λόνγκμορ με τραχιά φωνή. Ο τόνος της είχε χαμηλώσει μερικές οκτάβες, και ο ήχος της τής έφερε μια ελαφριά ζάλη. «Πρέπει να παραδεχτώ ότι δεν είναι και τόσο παράλογη ιδέα. Όμως, καλύτερα να με αφήσεις πρώτα να τον στρώσω. Θα τον ταΐσω και θα τον καθαρίσω. Έπειτα θα σ’ τον φέρω.» «Το καλό που σου θέλω να μην είναι κάποιο κόλπο» του είπε. Της έριξε ένα οργισμένο βλέμμα. «Τι;» τον ρώτησε. «Τα κόλπα είναι δική σου ειδικότητα, δεσποινίς Νουαρό» είπε. «Δική μου είναι να μπλέκομαι σε καβγάδες. Παρ’
114
LORETTA CHASE
όλα αυτά, με κολακεύει το ότι πιστεύεις πως είμαι αρκετά έξυπνος, ώστε να εξαπατήσω εσένα.» Γέλασε κοφτά και έφυγε. *** «Πες στις αδερφές μου ότι γύρισα» είπε η Σοφί, προσπερνώντας γρήγορα τη Μαίρη, την υπηρέτρια που άνοιξε επιτέλους την πόρτα. Ανέβηκε τρέχοντας τις σκάλες και πήγε στο δωμάτιό της. Έπρεπε να πλυθεί και να αλλάξει. Είχε ανάγκη να ρίξει πάνω της κρύο νερό. Έβγαλε την κακόγουστη κάπα και το άσχημο φόρεμα, και στη συνέχεια άρχισε να παλεύει με τα κορδόνια του κορσάζ. Αυτό της θύμισε εκείνα τα ατελείωτα, βασανιστικά λεπτά που ο Λόνγκμορ προσπαθούσε να βγάλει μια άκρη με τις σούστες του φουστανιού της. Δεν χρειαζόταν υπενθυμίσεις. Πλησίασε το διακοσμητικό γείσο του τζακιού και τράβηξε το κορδόνι για το καμπανάκι. Πήγε και γέμισε ένα μπολ με νερό. Τράβηξε την κρεατοελιά και έτριψε το πρόσωπό της. Δεν είχε χρόνο να πλύνει τα μαλλιά της. Κάτι τέτοιο ήταν πολύ χρονοβόρο. Όμως, ήθελε να απαλλαγεί από αυτά τα ρούχα. Πού, στην ευχή, ήταν η Μαίρη; Η πόρτα της άνοιξε διάπλατα. Ήταν η Μαρσλίν. «Αγαπητή μου, είσαι καλά;» «Όχι. Θα με γδύσεις; Τα μισώ αυτά τα ρούχα. Μόνο προβλήματα δημιουργούν. Μόλις τα βγάλω, θέλω να πάνε κατευθείαν στη φωτιά.» «Σοφί.» «Πρέπει να βγω από αυτό τον κορσέ» είπε εκείνη. «Φοράω άλλες τρεις στρώσεις από κάτω, και νομίζω ότι θα πάθω ασφυξία.»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
115
«Σοφί.» «Θα μιλήσω όταν ξεφορτωθώ αυτά τα καταραμένα ρούχα» είπε. Η Μαρσλίν καταπιάστηκε αμέσως με το κορσάζ. Στιγμές αργότερα, η Σοφί το πετούσε στο πάτωμα. «Να συμπεράνω ότι τα πράγματα δεν πήγαν καλά» είπε η Μαρσλίν. «Τα πράγματα πήγαν θαυμάσια» απάντησε η Σοφί. Μάλωσε τον εαυτό της να μη φέρεται σαν βλάκας. Ο Λόνγκμορ τής ήταν αδιάφορος. Ήταν το μέσον για κάποιο σκοπό. Το μόνο που την ενδιέφερε ήταν το μαγαζί. Άρχισε να βγάζει τα ρούχα της. Καθώς πετούσε από πάνω της το ένα μετά το άλλο με τη βοήθεια της Μαρσλίν, περιέγραφε στην αδερφή της πόσο υπέροχα είχε υποδυθεί ο Λόνγκμορ τον εαυτό του: το χοντροκέφαλο, ανυπόφορο αριστοκράτη. Της εξήγησε πώς, χάρη σε εκείνον, είχε ρίξει μια καλή ματιά στο πατρόν και στο μετάξι που είχε διαλέξει η λαίδη Γουόρφορντ. Τέλος είπε στη Μαρσλίν για την ανακαίνιση της Κακόγουστης και για τη Γαλλίδα μοδίστρα. «Δεν είναι καλό αυτό» σχολίασε η Μαρσλίν. «Δεν είναι αυτό που ήλπιζα, όμως θα μπορούσε να ήταν χειρότερα» είπε η Σοφί. «Τα έπιπλά μας εξακολουθούν να είναι καλύτερα από της Κακόγουστης. Το μόνο που πρέπει να κάνουμε είναι να τα φτιάξουμε πιο όμορφα και ενδιαφέροντα. Ο Οίκος Νουαρό πρέπει να αλλάξει. Πρέπει να βρίσκεται δέκα βήματα μπροστά από της Κακόγουστης. Ο κόσμος δεν προσέχει τις ανεπαίσθητες διαφορές.» Για κάτι τέτοιο χρειάζονταν χρήματα που δεν είχαν. Αν και η Λιόνι θα σκεφτόταν κάτι. Έπρεπε να σκεφτεί. Δεν μπορούσε η Σοφί να σκέφτεται τα πάντα. «Και τα πατρόν;» ρώτησε η Μαρσλίν. «Το φόρεμα της λαίδης Γουόρφορντ;» «Κάτι που θα δίναμε στις κοπέλες του Ινστιτούτου να το ξηλώσουν και να το φτιάξουν από την αρχή» απάντησε
116
LORETTA CHASE
η Σοφί. «Φυσικά, η λαίδη Γουόρφορντ δεν θα προσέξει τα ψεγάδια του.» «Πώς γίνεται να σταθεί δίπλα στην κόρη της και να μη δει τη διαφορά;» «Είναι όπως ήταν και η λαίδη Κλάρα πριν την πιάσουμε στα χέρια μας. Το μάτι της δεν έχει εκπαιδευτεί. Και για την ώρα, δεν ξέρω κάποιον τρόπο για να την εκπαιδεύσουμε. Σκέφτομαι πως πρέπει πρώτα να εστιάσω στο πρόβλημα της λαίδης Κλάρα. Αυτήν τη στιγμή, μόνο εκείνη μας χωρίζει από τη χρεοκοπία. Όσο συνεχίζει να ψωνίζει από μας, έχουμε εισόδημα. Αν παντρευτεί τον Άντερλι, δεν θα μπορεί να έρχεται στο μαγαζί μας.» Η Μαρσλίν άρχισε να βηματίζει πέρα-δώθε. «Η Λιόνι θα έλεγε πως πρέπει να βάλουμε προτεραιότητες» είπε η Σοφί. «Έχουμε τρία προβλήματα, και, αξιολογώντας τα από το πιο απλό στο πιο περίπλοκο, θα έλεγα πως η λαίδη Γουόρφορντ είναι το πιο δύσκολο. Έπειτα ακολουθεί η λαίδη Κλάρα και τέλος έχουμε την Κακόγουστη. Συμφωνείς;» Η Μαρσλίν κατένευσε, συνεχίζοντας να πηγαινοέρχεται. «Ξέρουμε τι να κάνουμε με την Κακόγουστη – τουλάχιστον για την ώρα» είπε η Σοφί. «Γι’ αυτό, περνάω στη λαίδη Κλάρα.» Η Μαρσλίν κοντοστάθηκε. «Θα βοηθούσε αν γνωρίζαμε τι γίνεται μέσα στο κεφάλι της.» Η λαίδη Κλάρα είχε περάσει την Τετάρτη για να παραγγείλει άλλο ένα φόρεμα ιππασίας και δύο επιπλέον καπέλα, όμως η Σοφί ήταν απασχολημένη με τη λαίδη Ρένφριου, μία από τις παλιότερες και πιο πιστές πελάτισσες του Οίκου. «Μπορούμε να την καλέσουμε για μια πρόβα αύριο;» πρότεινε η Σοφί. «Αν μπορέσω να την ξεμοναχιάσω, θα την κάνω να μου μιλήσει.» «Μπορούμε να στείλουμε μία ράφτρα να την ειδοποιήσει. Ωστόσο, δεν μου αρέσει να υπενθυμίσουμε στην οικεία Γουόρφορντ πως την έχουν πελάτισσα οι εχθροί της μητέρας της.»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
117
«Μπορούμε να ζητήσουμε από το Λόρδο Λόνγκμορ να πάει το μήνυμα» είπε η Σοφί. «Υποτίθεται πως θα ξανάρθει σε καμιά ώρα.» Η Μαρσλίν ανασήκωσε τα φρύδια. Η Σοφί μίλησε στην αδερφή της για τον Φένγουικ και για την προσπάθεια του Λόνγκμορ να φύγει μαζί του. «Τι γλυκό από μέρους του!» είπε η Μαρσλίν γελώντας. «Να προσπαθεί να σε προφυλάξει από τον επικίνδυνο εγκληματία. Πού να ήξερε.» Ο Φένγουικ ήταν αθώος μπροστά τους. Όχι πως εκείνες είχαν κλέψει ποτέ πορτοφόλια. Εντούτοις δεν υπήρχε παιχνίδι ή κόλπο που να γινόταν στους δρόμους και να μην το γνώριζαν. Στο Παρίσι έπρεπε να αντιμετωπίσουν κάθε είδους κάθαρμα και αλήτη, από το μικρότερο μέχρι τον πιο μεγάλο. Κάποια εποχή, κατά τη διάρκεια της χολέρας, στο Παρίσι επικρατούσε πλήρης ασυδοσία και οι νόμοι δεν εφαρμόζονταν. Κι όμως, εκείνες είχαν επιβιώσει. «Δεν το σκέφτηκα αυτό» είπε η Σοφί. «Ήμουν πολύ θυμωμένη με την αυταρχικότητά του. Τόσο θυμωμένη, που για μια στιγμή δεν μπορούσα ούτε να σκεφτώ τι να κάνω. Αλλά ήταν μόνο μια στιγμή. Έπειτα δημιούργησα σκηνή, και λιποθύμησα. Δυστυχώς έπρεπε να πέσω πάνω στο πεζοδρόμιο, το οποίο είναι άθλιο.» Η Μαρσλίν χαμογέλασε. «Το φαντάζομαι. Αλλά δεν μπορούσες να σκεφτείς κάτι λιγότερο αηδιαστικό;» «Ίσως, αλλά δεν είχα χρόνο. Φοβόμουν ότι θα έφευγε. Οδηγούσε σαν μεθυσμένος αρματηλάτης, ακάθεκτος, χωρίς να νοιάζεται τι μπορούσε να βρίσκεται στο δρόμο του.» Η Μαρσλίν κλότσησε στην άκρη τη στοίβα με τα κακόγουστα ρούχα. «Συμφωνώ πως είναι καλύτερα να τα κάψουμε. Και θα στείλω τη Μαίρη για να κάνεις ένα σωστό μπάνιο.» Κοίταξε τις λεπτές μπούκλες της. «Πρέπει να βγάλουμε αυτά τα χάλια από τα μαλλιά σου.» «Αυτό θα πρέπει να περιμένει μέχρι το βράδυ. Σας άφησα
118
LORETTA CHASE
μόνες όλη μέρα με τη Λιόνι, και περιμένω μία πελάτισσα το απόγευμα. Θα τα πιάσω ψηλά, θα τα κρύψω κάτω από ένα όμορφο δαντελένιο σκουφάκι, και κανείς δεν θα τα προσέξει.» «Δεν θα βγεις απόψε;» «Γίνεται μόνο η δεξίωση του Λόρδου Λοντοντέρι, και καμία εκεί δεν θα φοράει τα φουστάνια μας.» «Ωραία» είπε η Μαρσλίν. «Θα μπορέσεις να ευχαριστηθείς κανονικό ύπνο σήμερα.» Αυτό που θα μπορούσε να ευχαριστηθεί η Σοφί ήταν δύο δυνατά χέρια πάνω στο κορμί της, να της σκορπίζουν ηδονές και πειρασμούς. Μία από αυτές τις ημέρες, υποσχέθηκε στον εαυτό της. Μόνο που δεν θα ήταν τα χέρια του Λόνγκμορ. Αυτά θα επέφεραν ολέθριες συνέπειες. Θύμισε στον εαυτό της πως είχε ήδη αρκετά προβλήματα να λύσει, και έπρεπε να ασχοληθεί με εκείνα που δεν ήταν εντελώς άλυτα. Το μόνο που χρειαζόταν να ξέρει για τον Λόνγκμορ ήταν το αν θα έφερνε πίσω το αγόρι ή αν θα την ανάγκαζε να καταφύγει σε δραστικά μέτρα. Αποφάσισε να διασκεδάσει σκαρώνοντας αυτά τα μέτρα. *** Πάνω από δύο ώρες αφότου έφυγε με τον Φένγουικ, ο Λόνγκμορ γύρισε στην πίσω είσοδο του μοδιστράδικου. Είπε στην υπηρεσία, στη Μαίρη, η οποία άνοιξε την πόρτα, να ειδοποιήσει τη Σοφί Νουαρό πως της είχε φέρει πίσω το «νεαρό κακοποιό» της. Η υπηρέτρια τους οδήγησε σε ένα δωμάτιο του ισογείου. Η διακόσμησή του έμοιαζε μάλλον σπαρτιάτικη σε σχέση με το σαλόνι του πάνω ορόφου, ενώ τα πολυάριθμα ντουλάπια και συρτάρια τού μαρτύρησαν πως το κρατούσαν για πιο εμπορικές συναντήσεις.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
119
Παρόλο που δεν ήταν ένα δωμάτιο όπου θα έμπαιναν πελάτες, ήταν εξίσου σχολαστικά καθαρό όπως κάθε άλλος χώρος που είχε δει. Ο Φένγουικ κοιτούσε επίμονα το πάτωμα, λες και δεν είχε ξαναδεί άλλο τέτοιο πράγμα στη ζωή του. Ίσως να μην είχε δει ποτέ κάποιο τόσο καθαρό. Είχαν στη διάθεσή τους μόνο ελάχιστα λεπτά για να αναρωτηθούν τι να βρισκόταν μέσα στα ντουλάπια και στα συρτάρια πριν εμφανιστεί η Σοφί. Είχε ξεφορτωθεί εντελώς το πρόσωπο της λαίδης Γκλάντις. Ο Φένγουικ ούτε που την αναγνώρισε. Για αρκετή ώρα έμεινε σιωπηλός με έναν απροσδιόριστο τρόπο, να την κοιτάζει. «Ναι, είναι η ίδια κυρία» είπε ανυπόμονα ο Λόνγκμορ. «Όπως ανέφερα, έχει εκατοντάδες ονόματα, και μπορεί να γίνει εκατό διαφορετικοί άνθρωποι. Και αυτός» της είπε «είναι ο αγαπητός σου Φένγουικ.» «Τι του έκανες;» τον ρώτησε. «Αφαιρέσαμε μερικά στρώματα βρομιάς» απάντησε. «Φαίνεται σαν να βγάλατε και μερικές στρώσεις δέρμα» είπε. Ο Φένγουικ βρήκε τη μιλιά του. «Η εντιμότητά του με ανάγκασε να κάνω πάνιο» είπε. «Του είπα πως έκανα την περασμένη βδομάδα. Νομίσω ότι μου έγδαραν το πρόσωπο.» «Μπάνιο» είπε ο Λόνγκμορ. «Όχι πάνιο. Νομίζω, όχι νομίσω. Βάζε τη γλώσσα ανάμεσα στα δόντια σου, όπως σου έδειξα.» «Νομίζω» είπε ο Φένγουικ με υπερβολική προσοχή. «Κουράστηκε το κεφάλι μου να μεταφράζω τη γλώσσα που μιλάει» της είπε ο Λόνγκμορ. «Έφαγα πίτα» είπε ο Φένγουικ. «Κρεατόπιτα, μεγάλη όσο το κεφάλι μου.» Έδειξε με το χέρι του. «Πήγαμε σε κάποιο μαγαζί και μου βρήκε αυτά τα πγάματα.» Ο Λόνγκμορ τον κοίταξε.
120
LORETTA CHASE
Το αγόρι έβαλε τη γλώσσα του ανάμεσα στα δόντια. «Πράγματα.» «Φωνάξαμε έναν έμπορο έτοιμων ενδυμάτων κοντά στα λουτρά» εξήγησε ο Λόνγκμορ. «Το ξέρω πως θέλεις να του βάλεις κάποια εντυπωσιακή λιβρέα, αλλά δεν ήταν λογικό να τον πλύνω για να τον ξαναβάλω σε αυτά τα – αυτά που φορούσε.» Η Σοφί στράφηκε προς το μέρος του. Τα μάτια της είχαν μια έκφραση πιο τρυφερή απ’ όσο συνήθως. Άραγε ήταν επιδοκιμασία; Έλα, Θεέ μου. Ο Λόνγκμορ έκανε ένα βήμα μπροστά. «Με τον Φένγουικ συζητήσαμε σε βάθος το θέμα» είπε. «Καταλήξαμε πως μάλλον θα είναι καλύτερα στη δούλεψή σου παρά οπουδήποτε αλλού θα μπορούσα να τον βάλω. Θα έχει μια στέγη πάνω από το κεφάλι του, όμορφα ρούχα, τακτικά γεύματα και ένα μέρος για να κοιμάται όπου δύσκολα θα μπορεί κανείς να του επιτεθεί, ή να τον ληστέψει, ή να τον στείλει στη φυλακή, ή στο αναμορφωτήριο.» «Δεν θα μπορούσα να τα πω καλύτερα» είπε η Σοφί. «Ίσως όχι, όμως θα είχες χρησιμοποιήσει περισσότερα επίθετα. Όπως και να ’χει, δεν μπορώ να εξακριβώσω το πραγματικό του όνομα, ή το από πού ήρθε, ή σε ποιον ανήκει. Το πιο πιθανό είναι να μην ξέρει ούτε κι αυτός ο ίδιος.» Οι δρόμοι του Λονδίνου έβριθαν από εγκαταλειμμένα παιδιά που δεν ήταν σίγουρα για το ποιοι ήταν οι γονείς τους, πόσω μάλλον αν είχαν γονείς. «Θεωρώ πιθανό να μπορέσεις να ξετρυπώσεις τα βαθιά κρυμμένα μυστικά του» συνέχισε ο Λόνγκμορ. Πριν προλάβει να του απαντήσει, εμφανίστηκαν οι αδερφές της. Ο Φένγουικ τις κοίταξε με γουρλωμένα μάτια. Ο Λόνγκμορ δεν μπορούσε να τον κατηγορήσει. Έφτανε και μία μόνο Νουαρό για να εντυπωσιάσει, με όλες αυτές τις δαντέλες και τα τεράστια φουσκωτά μανίκια, τους φραμπα-
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
121
λάδες και τις κορδέλες. Τρεις από αυτές, σκεπασμένες με όλα τα χρώματα του ουράνιου τόξου, προκαλώντας θροΐσματα σε κάθε τους βήμα, ήταν μια παραισθησιακή εμπειρία. «Αυτός είναι ο Φένγουικ» είπε η Σοφί. Και οι τρεις γυναίκες κοίταξαν το αγόρι με έκφραση ευγενικού ενδιαφέροντος. Ο Λόνγκμορ αναρωτήθηκε τι να γινόταν μέσα στα κεφάλια τους. Όχι, η αλήθεια ήταν πως αναρωτιόταν μονάχα για το τι γινόταν στο δικό της κεφάλι. «Έκανα μπάνιο» είπε ο Φένγουικ. «Με σαπούνι» συμπλήρωσε ο Λόνγκμορ. «Τέλος πάντων, σκοπεύετε να τον κρατήσετε ή όχι;» Η Δούκισσα του Κλίβντον χαμογέλασε. «Πιστεύω πως θα τα πάει μια χαρά.» «Ναι, έλα μαζί μου, Φένγουικ» είπε η δεσποινίς Λιόνι, με το συνηθισμένο κοφτό της τρόπο. «Η υπηρέτριά μας η Μαίρη θα σε αναλάβει για την ώρα. Εμείς έχουμε αρκετή δουλειά σήμερα. Όμως, θα μιλήσουμε αργότερα, μετά το κλείσιμο.» Ακούμπησε το χέρι της στον ώμο του παιδιού και τον οδήγησε έξω από την εσωτερική πόρτα. «Τι ευγενικό από μέρους σου να τον πλύνεις και να τον ξαναντύσεις» είπε η δούκισσα, χαμογελώντας ακόμη. «Σκέφτηκα πως το καλύτερο ήταν να τον πάω στα λουτρά και να τους τον αφήσω για να τον περιποιηθούν εκεί» είπε. «Αλλά τώρα είναι δικός σας, κι εγώ δεν θα σας στερήσω άλλο από τις πελάτισσές σας.» Έκανε μια υπόκλιση και γύρισε για να φύγει, όταν άκουσε τη φασαρία. Το δωμάτιο δεν ήταν μακριά από την πίσω είσοδο, την οποία προφανώς κάποιος προσπαθούσε να γκρεμίσει. Θυμήθηκε τους νταήδες που είχε προσλάβει η Κακόγουστη. Θυμήθηκε τον Φένγουικ που μίλησε για κάποιους φίλους του. Οι νεαροί κλέφτες μετακινούνταν συνήθως σε ομάδες, καθοδηγούμενοι από κάποιο μεγαλύτερο εγκληματία.
122
LORETTA CHASE
Σταμάτησε τη Σοφί που ετοιμάστηκε να βγει, διέσχισε γρήγορα το μικρό διάδρομο και άνοιξε διάπλατα την πόρτα. Στο κατώφλι στεκόταν ο αδερφός του, ο Βαλεντάιν, με τη γροθιά υψωμένη, έτοιμος να χτυπήσει ξανά την πόρτα. «Τι διάβολο;» είπε ο Λόνγκμορ. «Τελικά, όλος ο κόσμος γνωρίζει αυτή την είσοδο;» «Σε έψαχνα παντού» του είπε ο Βαλεντάιν. «Πέρασα από το σπίτι σου, έπειτα από τη λέσχη και τέλος πήγα στην οικεία Κλίβντον. Κανείς δεν ήξερε κάτι. Ύστερα σκέφτηκα ότι μπορεί να είχες ξενυχτήσει, γι’ αυτό γύρισα πίσω, για να σε ψάξω στο Κρόκφορντ, και κάποιος εκεί μου είπε πως σε είχε δει πριν από λίγο να στρίβεις στην οδό Μπένετ. Ήρθα μέχρι εδώ και είδα την άμαξά σου. Χτύπησα πέντε πόρτες σε τούτο το καταραμένο στενό. Τι είναι αυτό το μέρος;» «Δεν έχει σημασία τι είναι. Τι, στο διάβολο, θέλεις;» Ο Βαλεντάιν κοίταξε πίσω από τον αδερφό του. Ο Λόνγκμορ γύρισε το κεφάλι και είδε πως η Σοφί τον είχε ακολουθήσει στο διάδρομο. «Θα προτιμούσα να σου μιλήσω έξω» είπε ο Βαλεντάιν. «Κάτι συνέβη.» «Η λαίδη Κλάρα» είπε η Σοφί. Τα μάτια του Βαλεντάιν γούρλωσαν. «Πώς, διάβολο…;» «Τι έκανε πάλι;» ζήτησε να μάθει ο Λόνγκμορ. «Δολοφόνησε τον αρραβωνιαστικό της; Τη μητέρα μας;» «Όλα τα ξέρει;» ρώτησε ο Βαλεντάιν, ρίχνοντας ένα βλέμμα προς το μέρος της Σοφί. «Είναι η κουνιάδα του Κλίβντον, ανόητε. Ουσιαστικά ανήκει στην οικογένεια.» «Όχι στη δική μας οικογένεια» σχολίασε ο Βαλεντάιν. «Μη γίνεσαι ξιπασμένος» του είπε ο Λόνγκμορ. «Σε κάνει να δείχνεις στριμμένος. Τι έκανε πάλι η Κλάρα;» «Δεν θα έρθεις έξω; Θα προτιμούσα να μην το μάθει ο κόσμος.»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
123
«Αυτός ο κόσμος» είπε ο Λόνγκμορ κάνοντας ένα νεύμα προς το μέρος της Σοφί «έτσι κι αλλιώς ανακαλύπτει τα πάντα.» Ο Βαλεντάιν μουρμούρισε κάτι μέσα από τα δόντια του, αναστέναξε, και μετά μπήκε στον προθάλαμο, κλείνοντας πίσω του την πόρτα. «Η Κλάρα το έσκασε» είπε.
Κεφάλαιο 6 Κάποιοι πιστεύουν πως το πιο όμορφο θέαμα στον κόσμο είναι ένα πλοίο που σαλπάρει για πρώτη φορά για την αγκαλιά του ωκεανού. Όμως, εγώ απολαμβάνω αληθινά τις ταχυδρομικές άμαξες που ξεχύνονται το βράδυ στο Πικαντίλι, τρώνε το πεζοδρόμιο και καταβροχθίζουν το δρόμο μέχρι το Ακρωτήρι της Κορνουάλης! –William Hazlitt, Προσχέδια και Δοκίμια, 1839 «Μη γίνεσαι ανόητος» είπε ο Λόνγκμορ. «Η Κλάρα ποτέ δεν θα…» «Λόρδοι μου» μπήκε στη μέση η Σοφί. «Δεν είναι αυτό το κατάλληλο μέρος για να συζητήσετε το θέμα. Κόσμος πηγαινοέρχεται, πόρτες ανοιγοκλείνουν.» «Και τι έχουμε να συζητήσουμε;» είπε θυμωμένα ο Λόνγκμορ. «Δεν μπορεί να το πήρες στα σοβαρά.» Η έκφρασή της ήταν απολύτως σοβαρή. «Σε συμβουλεύω να το δεις κι εσύ έτσι. Όμως, θα ήταν καλύτερα σε ένα πιο ήσυχο μέρος.» Έκανε μεταβολή και γύρισε στο δωμάτιο που ήταν πριν από λίγο ο Λόνγκμορ. Δεν σταμάτησε για να δει αν την ακολουθούσαν. Για μια στιγμή, εκείνος παρατήρησε το λίκνισμα
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
125
των γοφών της. Έπειτα πρόσεξε πως και ο αδερφός του κοιτούσε το ίδιο πράγμα. «Μη στέκεσαι εκεί σαν άγαλμα» του είπε. «Εσύ είσαι αυτός που θέλει να το κρατήσει επτασφράγιστο μυστικό.» Την ακολούθησαν στο δωμάτιο. Η Σοφί έκλεισε και τις δύο πόρτες. «Έχουμε να κάνουμε με μια τυπική τρικυμία της οικογένειας Φέρφαξ» είπε ο Λόνγκμορ. «Η Κλάρα είναι ανίκανη να φύγει μακριά από το σπίτι. Δεν μπορεί να κάνει τίποτα μόνη της. Καλά-καλά δεν ξέρει ούτε πώς να ταΐσει τον εαυτό της. Δεν έχει καθόλου λεφτά. Πού θα μπορούσε να πάει;» «Πήρε και την Ντέιβις» είπε ο Βαλεντάιν. «Δεν μιλάς σοβαρά.» «Τι είδους πλάκα νομίζεις ότι κάνω;» «Μία λαίδη δεν μπορεί να κρατήσει μυστικά από την προσωπική της καμαριέρα» είπε η Σοφί. «Θα πρέπει να έχει μιλήσει στην Ντέιβις. Παρόλο που η Ντέιβις είναι πολύ πιθανό να στενοχωρήθηκε πολύ με όλο αυτό, δεν θα πρόδιδε, ούτε θα εγκατέλειπε ποτέ μόνη της τη λαίδη Κλάρα.» Αρκετά λογικό. Η Ντέιβις ήταν σωστός κέρβερος, απόλυτα πιστή και προστατευτική. Επίσης ήταν –ή τουλάχιστον αυτό πίστευε πάντα ο Λόνγκμορ– ένας πολύ προσγειωμένος άνθρωπος. «Η Κλάρα έφυγε με το μόνιππό της κατά το μεσημέρι» είπε ο Βαλεντάιν. «Πήρε πολλά πακέτα μαζί της, λέγοντας ότι ήταν παλιά ρούχα που τα πήγαινε σε κάποιο από τα φιλανθρωπικά της ιδρύματα. Στη συνέχεια θα πήγαινε να επισκεφτεί τη θεία Ντόρα στο Κένσιγκτον και θα περνούσε εκεί το βράδυ. Το έχει κάνει κι άλλη φορά. Κανείς δεν υποπτεύθηκε κάτι. Ίσως να μη μαθαίναμε την αλήθεια σήμερα αν δεν ερχόταν η θεία Ντόρα να επισκεφτεί τη μητέρα. Και τότε είχαμε μια αναταραχή, όπως καταλαβαίνεις.» Ο Λόνγκμορ παραξενεύτηκε που δεν είχαν ακουστεί οι
126
LORETTA CHASE
φωνές μέχρι εκεί. Η oικεία Γουόρφορντ βρισκόταν μόλις λίγους δρόμους μακριά, δίπλα από το Γκριν Παρκ. «Άφησε κάποιο μήνυμα η λαίδη Κλάρα;» ζήτησε να μάθει η Σοφί. Ο Βαλεντάιν σφίχτηκε. Έβγαλε το καπέλο του και έκανε μία άκρως τυπική υπόκλιση. «Δεν πιστεύω πως μου δόθηκε η τιμή» είπε. Ξιπασμένο γαϊδούρι. «Δεσποινίς Νουαρό» είπε ο Λόνγκμορ. «Επιτρέψτε μου να σας συστήσω τον αδερφό μου, Βαλεντάιν Φέρφαξ.» Άλλη μία βασανιστικά ευγενική υπόκλιση από τον ανόητο. «Δεσποινίς Νουαρό, ίσως είστε αρκετά καλή, ώστε να μου επιτρέψετε να μιλήσω ιδιαιτέρως με τον αδερφό μου.» Η Σοφί έκανε μία ρεβεράντζα. Δεν ήταν εντελώς επιτυχημένη. Έσκυψε με φούρια ανάμεσα σε δαντέλες, φιόγκους και μουσελίνες, ψιθυρίζοντας σαν σκανδαλισμένος θεατρόφιλος που βλέπει πάνω στη σκηνή μία προκλητική κοκότα. Κι έπειτα σηκώθηκε ξανά με τη χάρη μιας μπαλαρίνας. Κοίταξε τον Βαλεντάιν με τα μεγάλα μπλε μάτια της. «Δεν είμαι καθόλου καλή» είπε. «Ρωτήστε και το Λόρδο Λόνγκμορ.» «Δεν έχω αποφασίσει ακόμη γι’ αυτό» είπε εκείνος. «Αυτό που μπορώ να πω είναι πως δεν ωφελεί να προσπαθεί κανείς να της κρατάει μυστικά.» Ο Βαλεντάιν, που κοιτούσε συνεπαρμένος αυτά τα υπέροχα μπλε μάτια, δεν άκουσε λέξη από όσα του είπαν. «Κάποιο μήνυμα, Βαλεντάιν;» ρώτησε ο Λόνγκμορ. «Άφησε η αδερφή μας κάποιο μήνυμα;» Ο Βαλεντάιν έβγαλε τον εαυτό του από την έκσταση μέσα στην οποία είχε πέσει και φανέρωσε από το τσεπάκι του γιλέκου του ένα κομμάτι χαρτί. Το έδωσε στον αδερφό του. Το μήνυμα ήταν αρκετά λακωνικό:
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
127
Δεν πρόκειται να παντρευτώ αυτό τον άντρα. Καλύτερα να με αποκληρώσετε και να ζήσω σαν ζητιάνα. Κ. «Α, ωραία» είπε ο Λόνγκμορ. «Αυτό ήταν που μας έλειπε: το δράμα.» Και μετά θυμήθηκε το συνοφρύωμα στο πρόσωπο της Κλάρα την περασμένη εβδομάδα, όταν την είχε φέρει εδώ… Είχε πει… Τι είχε πει; Κάτι για τη μητέρα τους που τη βασάνιζε. Κάτι για το γάμο. Το βιαστικό γάμο. Αυτόν το γάμο που δεν θα ήταν αναγκασμένη να κάνει αν εκείνος είχε πράξει το καθήκον του όπως το είχε ο ίδιος αντιληφθεί: να κρατήσει τον Άντερλι μακριά της. Η Σοφί άπλωσε το χέρι της. Της έδωσε το σημείωμα. Εκείνη διάβασε γρήγορα τις λιγοστές γραμμές. Ύστερα κοίταξε την πίσω πλευρά του χαρτιού. Εκεί η Κλάρα είχε γράψει «Μαμά». «Αμέσως μόλις η μητέρα συνειδητοποίησε πως η Κλάρα δεν είχε πάει στης θείας Ντόρα, έτρεξε πάνω και έκανε φύλλο και φτερό το δωμάτιο της Κλάρα» είπε ο Βαλεντάιν. «Το σημείωμα ήταν χωμένο στην μπιζουτιέρα της Κλάρα. Είχε πάρει όλα όσα βρίσκονταν εκεί μέσα. Όχι πως είχε και πολλά αξίας εκεί. Συνήθως της δανείζει η μητέρα μας κοσμήματα, κι εκείνη φυλάει τα δικά της καλά κλειδωμένα.» «Θα μπορούσε να πουλήσει τα ρούχα της» είπε η Σοφί. «Μπορεί άνετα να αναλάβει η καμαριέρα της αυτήν τη δουλειά. Γι’ αυτό πήρε όλα αυτά τα πακέτα.» Οι δύο άντρες την κοίταξαν. «Θα της αποφέρει ένα καλό κέρδος το καθένα από τα φουστάνια της, ιδιαίτερα αυτά που έχουμε φτιάξει εμείς» συνέχισε η Σοφί. Εκεί ήταν που ο Λόνγκμορ άκουσε το πρώτο προειδοποιητικό καμπανάκι.
128
LORETTA CHASE
Η Κλάρα. Στους δρόμους. Με κανέναν άλλον εκτός από την καμαριέρα της να την προσέχει. Ένιωσε ναυτία. «Θέλω να πιστεύω πως η μητέρα μας θα έχει καταλήξει κάπου μέχρι τώρα» είπε ο Βαλεντάιν. «Θα έχει βρει την ντουλάπα και όλα τα σχετικά άδεια.» «Έχει σταματήσει να ουρλιάζει, για να μπορέσει να καταλήξει κάπου;» ρώτησε ο Λόνγκμορ. «Δεν φώναξε καθόλου» του είπε ο αδερφός του. «Πρώτα λιποθύμησε, μετά άρχισε να κλαίει και στο τέλος κλειδώθηκε στην κρεβατοκάμαρα της Κλάρα. Δεν αφήνει κανέναν να μπει μέσα και δεν μιλάει.» «Ω, όχι. Την κακομοίρα.» Η Σοφί έφερε το χέρι της στο στόμα και έκλεισε τα μάτια. Μόνο για μια στιγμή. Ένα ελάχιστο δείγμα συγκίνησης. Εκείνην τη στιγμή, ο Λόνγκμορ συνειδητοποίησε πόσο σπάνιο ήταν αυτό το θέαμα: αληθινό συναίσθημα. Δεν ήξερε πώς κατάλαβε ότι ήταν αλήθεια, όμως την ίδια στιγμή συνειδητοποίησε πως μπορούσε πια να την καταλαβαίνει αρκετά καλά, ασχέτως με το τι μεταμφίεση φορούσε. Μια φευγαλέα επίδειξη συναισθήματος, και ύστερα χάθηκε. Έγινε πάλι ψυχρή. «Μακάρι να είχε αφήσει πίσω της περισσότερα στοιχεία. Όμως, πήρε μαζί της την καμαριέρα της. Και ρούχα και μπιχλιμπίδια. Άρα, το είχε σχεδιάσει. Αλλά ας τα πάρουμε με τη σειρά. Πρέπει να ανακαλύψουμε ποια κατεύθυνση πήρε.» «Να ανακαλύψουμε;» ρώτησαν ταυτόχρονα και τα δύο αδέρφια. *** Ο λόρδος Βαλεντάιν Φέρφαξ, τον οποίον η Σοφί είχε δει πολλές φορές στο παρελθόν, έμοιαζε με τον αδερφό του μόνο στο παράστημα. Στα χρώματα έμοιαζε με τη λαίδη Κλά-
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
129
ρα. Παρ’ όλα αυτά, ήταν προφανές ότι ήταν αδέρφια. Και οι δύο άντρες την κοίταξαν με την ίδια γρήγορη εναλλαγή εκφράσεων: έκπληξη, σάστισμα, ενόχληση. Ήταν αριστοκράτες. Οι εγκέφαλοί τους δεν ήταν ιδιαίτερα μεγάλοι, και σίγουρα όχι συνηθισμένοι να σκέφτονται. Το πρόσωπό της πήρε μια έκφραση σύγχυσης. «Υπέθεσα πως θα θέλατε να με βοηθήσετε.» «Να σε βοηθήσουμε;» είπε ο λόρδος Λόνγκμορ. Ο λόρδος Βαλεντάιν θυμήθηκε τους τρόπους του. «Είναι πολύ… ε… ευγενικό από μέρους σας, δεσποινίς… ε…» «Νουαρό, ανόητε. Σ’ το είπα. Η κουνιάδα του Κλίβντον. Και αν…» «Ναι, φυσικά» είπε ο λόρδος Βαλεντάιν. «Θα έλεγα πως μπορούμε να βασιστούμε στον Κλίβντον για να μας βοηθήσει να οργανώσουμε μία έρευνα.» «Α, ναι;» έκανε η Σοφί. «Από πού προτείνετε να αρχίσει το ψάξιμο;» «Όσο γι’ αυτό…» Ο λόρδος Βαλεντάιν σκυθρώπιασε και κοίταξε τον αδερφό του. «Επειδή είμαι περίεργη να δω από πού σκοπεύετε να ξεκινήσετε» τους είπε. «Ίσως κάνω λάθος, αλλά μου φαίνεται πως θα χρειαστείτε μία πολύ μεγάλη ερευνητική ομάδα για να ψάξει κάθε δρόμο εκτός Λονδίνου και κάθε στενό. Παντού, τέλος πάντων.» Κοίταξαν ο ένας τον άλλον, κι έπειτα εκείνην. «Επίσης δεν μπορώ να μην αναρωτιέμαι πώς θα το κάνετε χωρίς να τραβήξετε την προσοχή στο γεγονός πως η λαίδη Κλάρα Φέρφαξ το έσκασε από το σπίτι της δίχως καμία άλλη συνοδεία παρά μόνο την καμαριέρα της» είπε. «Ίσως κάνω λάθος –μια απλή έμπορος είμαι–, όμως πάντα πίστευα ότι στα κορίτσια του καλού κόσμου δεν επιτρέπεται να κυκλοφορούν μόνα τους. Νόμιζα πως αν μία κοπέλα έκανε κάτι τέτοιο, η οικογένειά της δεν θα ήθελε ούτε να την ξέρει.» «Να σας πω» έκανε ο λόρδος Βαλεντάιν.
130
LORETTA CHASE
Ο Λόνγκμορ ψέλλισε μια άγρια βλαστήμια. Η Σοφί θα μπορούσε να προσθέσει αρκετές ισάξιες, και μάλιστα σε δύο γλώσσες. Η κατάσταση ήταν εξαιρετικά άσχημη από πολλές απόψεις. Μία κοπέλα με καλή ανατροφή, να ταξιδεύει ασυνόδευτη και απροστάτευτη, μόνο με μία καμαριέρα. Ήταν σαν να είχε ζωγραφίσει ένα μεγάλο κόκκινο στόχο στην πλάτη της. Και μπροστά. Και αν ο καλός ο κόσμος ανακάλυπτε… έπειτα από ό,τι συνέβη με τον Άντερλι… Τότε τίποτα δεν θα μπορούσε να αποκαταστήσει τη φήμη της. Η μόνη ελπίδα ήταν να το είχε σκεφτεί καλύτερα, και τώρα να είχε πάρει ήδη το δρόμο της επιστροφής. Αλλά η Σοφί ήξερε καλά πως δεν μπορούσε να βασιστεί σε καμία ελπίδα. Χάρη στην εξάσκηση μιας ζωής, τίποτα από όσα ένιωθε μέσα της δεν φαίνονταν εξωτερικά. «Έχω πάρα πολλούς γνωστούς που θα μπορούσα να επιστρατεύσω για μια κατάσταση σαν κι αυτήν» είπε. «Ακόμα καλύτερα, έχουμε τον Φένγουικ. Υποπτεύομαι πως μπορεί να ειδοποιήσει και τους δικούς του γνωστούς. Κάποιος απ’ όλους αυτούς θα έχει προσέξει δύο γυναίκες σε μία άμαξα τάδε περιγραφής που να πηγαίνει προς την τάδε κατεύθυνση.» Περίμενε να ακούσει διαφωνίες. Οι δύο άντρες απλώς στέκονταν και άκουγαν, με την ίδια προσηλωμένη έκφραση. Υπέθεσε πως και οι δύο θα σκέφτονταν σοβαρά αυτά που τους είχε πει. Τι άλλο θα μπορούσαν να κάνουν; «Το μόνο που θέλω από σας είναι μια περιγραφή της άμαξας και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της.» Έπιασε το μικρό ρολόι που κρεμόταν από τη ζώνη της και το άνοιξε. «Είναι σχεδόν τέσσερις και μισή. Με λίγη τύχη, κάτι θα μάθουμε πριν το σούρουπο.» «Το σούρουπο!» είπε ο λόρδος Βαλεντάιν. «Καλό μου κορίτσι, έχει φύγει εδώ και ώρες. Μέχρι το σούρουπο μπο-
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
131
ρεί να έχει φτάσει στο Ντόβερ, ή στο Μπράιτον, ή ακόμα και σε κάποιο πλοίο και να ταξιδεύει για την Ηπειρωτική Ευρώπη.» «Η δεσποινίς Νουαρό δεν είναι το καλό σου κορίτσι, αλαζονικέ βλάκα» είπε ο Λόνγκμορ. «Θα χρειαστεί χαρτιά για να ταξιδέψει προς την Ηπειρωτική Ευρώπη» είπε η Σοφί. Αντιθέτως με τις Νουαρό, η λαίδη Κλάρα δεν θα ήξερε από πού να προμηθευτεί πλαστά διαβατήρια και πιστωτικές επιστολές, ή πώς να παραχαράξει τα δικά της. «Αυτό σημαίνει πως μας απομένει ολόκληρη η Μεγάλη Βρετανία» είπε ο λόρδος Βαλεντάιν. «Σε ευχαριστώ που λες το προφανές» είπε ο Λόνγκμορ. «Εννοούσα μόνο πως…» «Δεν έχει σημασία τι εννοούσε, δεσποινίς Νουαρό» είπε ο Λόνγκμορ. «Ούτε κι εκείνος ξέρει τι εννοεί, και με το να είναι διαρκώς ευέξαπτος, όπως οι περισσότεροι στον κύκλο μας, τον πιάνει πανικός για τα πάντα.» «Πιστεύω πως έχει κάποιο δίκιο να πανικοβάλλεται» του είπε η Σοφί. «Δεν είναι καλό αυτό που έγινε.» «Πριν από λίγο είπες ότι θα ήθελες να βοηθήσουμε. Τι θέλεις να κάνω;» «Ή εγώ, βεβαίως» είπε ο λόρδος Βαλεντάιν. Δεν υπήρχαν πολλά περιθώρια επιλογής. Η Σοφί δεν μπορούσε να το κάνει μόνη της. Δεν είχε ταξιδέψει ποτέ έξω από το Λονδίνο. Χρειαζόταν βοήθεια. «Λόρδε Λόνγκμορ, προτείνω να πας στο σπίτι σου και να πεις στο βαλέ σου να σου ετοιμάσει μερικά πράγματα για αρκετές μέρες» είπε. «Αρκετές μέρες!» Ο λόρδος Βαλεντάιν πέρασε το χέρι του ανάμεσα στα μαλλιά του. «Να ταξιδεύει μόνο με την καμαριέρα της! Το όνομα της Κλάρα θα καταστραφεί!» Η συγκεκριμένη καταστροφή ήταν το τελευταίο που ανησυχούσε τη Σοφί αυτή την ώρα. Εκείνη αυτό που ευχόταν
132
LORETTA CHASE
και ήλπιζε ήταν να μην έχουν επιτεθεί στην κοπέλα. Να μην την έχουν βιάσει. Δολοφονήσει. Ήταν υπερβολικά τρωτή. Απονήρευτη. Παράδειγμα το πόσο εύκολα την είχε εκμεταλλευτεί ο Άντερλι. «Σε παρακαλώ, πάρε ρούχα για αρκετές μέρες» είπε. Κράτησε τη φωνή της χαμηλή και ήρεμη, την έκφρασή της ατάραχη. Δεν έσφιξε τα χέρια. Ο λόρδος Βαλεντάιν είχε ανάγκη από καθησυχασμό, και ο Λόνγκμορ έπρεπε να πιστέψει πως είχε μπροστά του μια γυναίκα που ήξερε τι έκανε. «Μόλις έχω κάποιο νέο, θα σε ειδοποιήσω, και θα ξεκινήσουμε.» «Θα ξεκινήσουμε» είπε ο λόρδος Λόνγκμορ. «Έχω εξοικειωθεί μαζί σου» του απάντησε. «Με το Λόρδο Βαλεντάιν δεν γνωριζόμαστε καλά.» Τουλάχιστον ο Λόνγκμορ καταλάβαινε –μέχρι ενός σημείου– για τι ήταν ικανή. Ήξερε για τη δουλειά της στην Πρωινή Έκδοση. Δεν θα ήταν αναγκασμένη να χάνει χρόνο εξηγώντας του το παραμικρό. Είχαν συνεργαστεί αρκετά καλά στης Κακόγουστης. Τον είχε χρησιμοποιήσει τότε και θα τον χρησιμοποιούσε και τώρα. Ένα πιόνι. Αυτό είναι μόνο, είπε στον εαυτό της. Στράφηκε στο νεότερο αδερφό. «Λόρδε μου, σε συμβουλεύω να επιστρέψεις στην οικεία Γουόρφορντ. Αυτό που πρέπει να κάνεις είναι να βοηθήσεις την οικογένειά σου να βρει μια απλή δικαιολογία για τους επισκέπτες που να εξηγεί την απουσία της λαίδης Κλάρα από το σπίτι. Κάποιο σοβαρό κρύωμα, ή κάτι τέτοιο. Κάτι από αυτά που αναγκάζουν τους ανθρώπους να κρατιούνται μακριά από τους υπόλοιπους.» Εκείνος κοίταξε το μεγαλύτερο αδερφό του. «Έχεις κάποια καλύτερη ιδέα;» τον ρώτησε ο Λόνγκμορ. «Χρειάζεται να σου τονίσω πως η δεσποινίς Νουαρό έχει κάθε λόγο να συμμετάσχει σε όλο αυτό; Η Κλάρα είναι η καλύτερη πελάτισσα του καταστήματος. Όλα όσα ράβουν
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
133
για εκείνην είναι ειδικά για εκείνην. Αν πάθει κάτι, θα τους απομείνουν μόνο τα καταραμένα τα προικιά της, και θα καταστραφούν. Επειδή καμία δεν μπορεί να φορέσει αυτά τα ρούχα όπως η λαίδη Κλάρα.» Στην τελευταία φράση μιμήθηκε το ύφος της Σοφί. «Για να μην αναφέρω πως ελπίζουν να της πουλήσουν ακόμα περισσότερα μόλις σκαρώσουν κάποιο κόλπο για να τακτοποιήσουν τον Άντερλι.» «Το συνηθίζεις να αστειεύεσαι σε στιγμές σαν κι αυτήν;» είπε ο λόρδος Βαλεντάιν. «Δεν αστειεύομαι. Θα το ήξερες αν ήσουν εσύ αυτός που αναγκάστηκε με απειλές και εκβιασμούς να συνοδέψει την αδερφή μας για να αγοράσει τα αναθεματισμένα τα ρούχα της.» «Δεν είναι αστείο» είπε η Σοφί. «Οι αδερφές μου κι εγώ θέλουμε να εξαφανιστεί ο λόρδος Άντερλι από το προσκήνιο. Θέλουμε η όμορφη αδερφή σας να παντρευτεί κάποιον με μεγάλα εισοδήματα. Στ’ αλήθεια είναι η καλύτερη πελάτισσά μας, και πραγματικά θα καταστραφούμε αν τελικά δεν φορέσει τα όμορφα νυφικά ρούχα που της φτιάχνουμε.» Δεν ήταν αστείο. Ήταν μια φριχτή αλήθεια. Πολύ σοβαρότερη απ’ όσο μπορούσαν να φανταστούν. Ο Λόνγκμορ γύρισε την πλάτη στο φανερά σαστισμένο αδερφό του. «Δεσποινίς Νουαρό, είπες πως θέλεις μια περιγραφή του μόνιππου. Σου προτείνω να πάρεις πέννα και χαρτί. Παρήγγειλα ο ίδιος αυτό το όχημα ειδικά για εκείνην, και θυμάμαι την παραμικρότερη λεπτομέρεια. Κι αν τύχει να ξεχάσω κάτι, θα μας το πει ο Βαλεντάιν. Πιστεύει πως όφειλα να έχω αγοράσει μία άμαξα για εκείνον.» Λίγο αργότερα, οι τρεις αδερφές Νουαρό βρίσκονταν στην κρεβατοκάμαρα της Σοφί και τη βοηθούσαν να πακετάρει. Τους είχε πει για τη λαίδη Κλάρα και το σχέδιό της –αυτό που είχε κάνει– για να τη βρουν. Ήλπιζε πως θα της πρότειναν κάτι καλύτερο. Το δικό της, πολύ φοβόταν, ήταν ανεπαρκές από πολλές απόψεις.
134
LORETTA CHASE
Όμως, η Μαρσλίν και η Λιόνι, οι οποίες είδαν ξεκάθαρα το πρόβλημα όπως και η ίδια, δεν είχαν τίποτα καλύτερο να υποδείξουν. «Δεν βλέπω άλλη εναλλακτική» είπε η Μαρσλίν. «Δεν είναι επικίνδυνο μόνο για τη φήμη της να γνωστοποιηθεί αυτή η εξαφάνιση, αλλά είναι επικίνδυνο και για τη σωματική της ακεραιότητα. Όλα τα καθάρματα θα αρχίσουν να την ψάχνουν. Θα μπορούσαν να την απαγάγουν για να ζητήσουν λύτρα – και αυτό είναι η καλύτερη περίπτωση.» Σταμάτησε καθώς δίπλωνε μία πουκαμίσα. «Mon Dieu*, η καημένη η μητέρα της.» Η Μαρσλίν είχε μία κόρη που παραλίγο να τη χάσει. Δυο φορές. Καταλάβαινε τι περνούσε τώρα η λαίδη Γουόρφορντ. Όλες τους καταλάβαιναν το λόγο που η μαρκησία είχε κλειδωθεί στην κρεβατοκάμαρα της κόρης της. Η λαίδη Κλάρα δεν ήταν τίποτα περισσότερο από μία πελάτισσα, κι όμως η Σοφί κόντευε να τρελαθεί από την ανησυχία. «Μιλώντας για καθάρματα» είπε, τυλίγοντας ένα ζευγάρι κάλτσες «θα ήθελα να ξέρω τι έκανε ο Άντερλι και την οδήγησε σε μια τέτοια απόφαση.» «Έχει καμία σημασία;» ρώτησε η Λιόνι. «Μακάρι να το ήξερα πριν το βάλει στα πόδια» είπε η Σοφί. «Ίσως να βοηθούσε.» «Θα το μάθεις όταν τη βρεις» είπε η Λιόνι. «Και θα τη βρεις. Πρέπει να το κάνεις.» «Φυσικά και θα τη βρει η Σοφί» είπε η Μαρσλίν. «Όμως, αγάπες μου, εγώ τι θα πω στον Κλίβντον; Θα είναι έξαλλος. Ξέρετε πόση αδυναμία έχει στη λαίδη Κλάρα.» Είχε χάσει μια αδερφή όταν ήταν πολύ μικρός. Όταν τον ανέλαβε η οικογένεια Φέρφαξ, η λαίδη Κλάρα είχε γίνει αδερφή του. Ήταν πάντα πολύ δεμένοι οι δυο τους. Παρόλο * Θεέ μου (Σ.τ.Ε.)
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
135
που πριν από λίγο καιρό είχαν παρεξηγηθεί, η λαίδη Κλάρα είχε παρευρεθεί στο γάμο του με τη Μαρσλίν, και είχε δείξει πως τις είχε αποδεχτεί σαν οικογένεια… σχεδόν σαν αδερφές της. «Δώσε του κάτι για να απασχοληθεί» πρότεινε η Σοφί. «Είπα στον Λόνγκμορ πως θα τακτοποιήσω τον Άντερλι. Όμως, δεν μπορώ να βρίσκομαι ταυτόχρονα σε δύο μέρη. Ζήτησε από τον Κλίβντον να ανακαλύψει διακριτικά όλα όσα μπορεί για τον Άντερλι. Χρειάζομαι όσο το δυνατόν περισσότερες πληροφορίες.» «Τι μπορεί να ανακαλύψει ο Κλίβντον που να μην είναι ήδη γνωστό; Όπως, ας πούμε, τις χαρτοπαιχτικές συνήθειες του Άντερλι και την οικονομική του κατάσταση;» ρώτησε η Λιόνι. «Η σκηνή στη βεράντα δεν ήταν μια απερίσκεπτη πράξη πάθους» είπε η Σοφί. «Κατάλαβα πως κάτι δεν πήγαινε καλά. Είμαι σίγουρη πως ήταν προσχεδιασμένη. Ο Άντερλι θα έπρεπε να είχε παλέψει απεγνωσμένα για τη γυναίκα που αγαπούσε, εκείνος αντιθέτως άφησε τον Λόνγκμορ να τον χτυπήσει και έκανε τη λαίδη Κλάρα να θέλει να τον προστατέψει. Αφήστε τον Κλίβντον να ψάξει πιο βαθιά. Μπορεί να ανακαλύψει πάρα πολλά πάνω σε ένα απλό χαρτοπαιχτικό παιχνίδι, ακριβώς όπως εγώ μπορώ να κρυφακούω στις δεξιώσεις και να μιλάω με διάφορες σουρλουλούδες.» Έπιασε το καπέλο που σχεδίαζε να φορέσει και κάθισε για να του προσαρμόσει ένα βέλο. «Ίσως μπορώ να ψάξω καλύτερα τις οικονομικές υποθέσεις του Άντερλι» είπε η Λιόνι. «Εσύ και η Μαρσλίν θα έχετε πολλή δουλειά με το μαγαζί όσο εγώ θα λείπω» είπε η Σοφί. «Λυπάμαι που τα αφήνω όλα πάνω σας.» «Μην είσαι κουτή» της είπε η Λιόνι. «Πρέπει να τη βρεις. Αυτή είναι η βασική μας προτεραιότητα.» «Η λαίδη Κλάρα είναι μέλος της οικογένειάς μας τώρα,
136
LORETTA CHASE
είτε αυτό αρέσει στη μητέρα της είτε όχι» σιγοντάρισε η Μαρσλίν. Κοίταξε συνοφρυωμένα το καπέλο που ετοίμαζε η Σοφί. «Μιας και μιλάμε για οικογένειες, καλή μου, πρέπει να κάνουμε μια κουβεντούλα πριν φύγεις.» *** Παρόλο που δεν καθυστέρησε καθόλου από τη στιγμή που ήρθε να τον ειδοποιήσει ο Φένγουικ, είχε πάει σχεδόν οχτώ και μισή όταν ο Λόνγκμορ σταμάτησε την άμαξά του στο Καφέ Γκλόουστερ στο Πικαντίλι. Ο ήλιος έδυε. Όπως συνέβαινε κάθε βράδυ τέτοια ώρα, επικρατούσε ένα κλίμα έξαψης και θεατρινισμού. Οι επτά δυτικές ταχυδρομικές άμαξες ήταν έτοιμες να αναχωρήσουν, και όλοι όσοι ήταν μαζεμένοι εδώ ήταν είτε μέρος της παράστασης είτε θεατές. Ο Λόνγκμορ γνώριζε πως όλο αυτό το πατιρντί ήταν πολύ χειρότερο μερικά χρόνια πριν. Τότε και οι τριάντα πέντε βασιλικές άμαξες έφευγαν ταυτόχρονα από το Λονδίνο –στις οχτώ η ώρα– μαζί με μπόλικες ταχυδρομικές. Παρόλο που τώρα οι άμαξες για τη Δύση ξεκινούσαν μισή ώρα αργότερα και η συμφόρηση είχε κάπως αλαφρύνει, ούτε η ώρα ούτε το σημείο ήταν κατάλληλα για να συναντήσει την «Εξαδέλφη Γκλάντις.» Δεν ήταν εύκολο να εντοπίσει ένα ασήμαντο θηλυκό ανάμεσα σε τόσο κόσμο. Ξαφνικά πρόσεξε μια ασυνήθιστη δραστηριότητα σε μια ομάδα θεατών. Άντρες σπρώχνονταν μεταξύ τους για να ανοίξουν δρόμο, μπερδεύοντας τα ίδια τους τα βήματα και διακινδυνεύοντας να βρεθούν κάτω από οπλές αλόγων και τροχούς οχημάτων. Ανάμεσά τους στεκόταν η εξήγηση. Αντί για τα συνηθισμένα της καμουφλάζ, η Σοφί αυτό το βράδυ επιδείκνυε το τελευταίο παλαβιάρικο μοντέλο του Οίκου Νουαρό. Το χρώμα του φουστανιού της είχε μια
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
137
εκτυφλωτική απόχρωση του λιλά. Ένα φαρδύ κολάρο σκέπαζε μέχρι και τους ώμους της. Από κάτω υπήρχε άλλο ένα που έμοιαζε με πελερίνα και έπεφτε μέχρι τους αγκώνες της. Και κάτω από αυτό ξεχώριζαν δύο υπερβολικά φουσκωτά μανίκια. Πολλά μέτρα μαύρης δαντέλας έπεφταν από τους γιακάδες σε όλο το μήκος του φορέματος. Από την κορυφή του άσπρου καπέλου της ξεφύτρωναν κάτι πράσινα πράγματα που έμοιαζαν με φύλλα λουλουδιών. Πράσινοι φιόγκοι και λευκή δαντέλα στόλιζαν το μπροστινό εσωτερικό του γείσου του, πλαισιώνοντας το πρόσωπό της –ή ό,τι μπορούσες να διακρίνεις από αυτό– πίσω από το εντυπωσιακό μαύρο βέλο. Ήταν ένα εντελώς γελοίο σύνολο. Και παράξενα ελκυστικό. «Χριστός και Παναγία» μουρμούρισε. «Χριστός και Παναγία.» Εκείνην τη στιγμή τον πρόσεξε, και ξεκίνησε αβίαστα για την άμαξά του. Οι γοφοί της, σκέφτηκε ο Λόνγκμορ, λικνίζονται περισσότερο απ’ όσο θα έπρεπε ανάμεσα σε όλο αυτό τον κόσμο. Την ακολουθούσε ένας βαστάζος που κουβαλούσε τα μπαούλα της. «Να την» είπε ο Φένγουικ από το πίσω κάθισμα. «Τη βλέπω.» Πριν προλάβει να κατέβει για να τη βοηθήσει, μια αγέλη από άντρες έτρεξαν προς την άμαξα. Κάποιος που είχε καταφέρει να προχωρήσει μπροστά από τους άλλους και να βρεθεί σε πλεονεκτική θέση άπλωσε το χέρι του για να τη βοηθήσει, αλλά ο Λόνγκμορ έσκυψε και της πρόσφερε το δικό του. Εκείνη το έπιασε, και η φαρδιά, γαντοφορεμένη παλάμη του εξαφάνισε τη δική της κάτω από το τρυφερό του κράτημα. Μετά από ένα στιγμιαίο δισταγμό, η Σοφί σκαρφάλωσε στην άμαξα. Οι άντρες τριγύρω έμειναν άφωνοι να θαυμάζουν από κοντά τα οπίσθιά της. Αναστεναγμοί ακούστηκαν μόλις βολεύτηκε –με μάλλον προκλητικό τρόπο– στην αριστερή μεριά
138
LORETTA CHASE
του διαιρεμένου καθίσματος, και σχεδόν εξαφανίστηκε κάτω από την κουκούλα. Έπειτα δύο άντρες προσπάθησαν να πάρουν τα πράγματά της από τον υπηρέτη, αλλά εκείνος πρόλαβε και τα φόρτωσε γρήγορα στο πίσω μέρος, όπου ο Φένγουικ τα τακτοποίησε δίπλα σε εκείνα του Λόνγκμορ. Μιας και όλα έδειχναν πως δεν θα αργούσε να ξεσπάσει φασαρία, και αφού ο Λόνγκμορ δεν είχε χρόνο για κάτι τέτοιο, έδωσε στα άλογα εντολή να ξεκινήσουν. Δεν είχε άλλη επιλογή από το να πάει πίσω από τις ταχυδρομικές άμαξες. «Δεν είναι και η καλύτερη ώρα να φεύγεις από το Λονδίνο» είπε. «Όλες οι ταχυδρομικές άμαξες για τη Δύση ακολουθούν ταυτόχρονα την ίδια διαδρομή μέσα από το Πικαντίλι μέχρι το Χάιντ Παρκ. Θα πρέπει να τις ακολουθήσουμε μέχρι να φτάσουμε στην οδό Μπρόμπτον. Η άμαξα για Πόρτσμουθ στρίβει εκεί, όπως κι εμείς.» «Θεωρούσα καλύτερο να φύγουμε μέσα σε όλη αυτή την κοσμοσυρροή» του είπε. «Με τόσο κόσμο, ένα ζευγάρι ταξιδιώτες δεν θα τραβήξει και μεγάλη προσοχή.» «Και πώς είχες κατά νου να μην τραβήξεις την προσοχή με τέτοια αμφίεση;» ρώτησε, κάνοντας ένα νεύμα προς το μέρος της. «Υποτίθεται πως είναι μεταμφίεση;» «Ναι» απάντησε. «Είμαι η καινούρια σου ερωμένη.» Δεν ήταν βέβαιος πως είχε ακούσει καλά. Ταξίδευαν πάνω σε γρανιτένιες πέτρες, ακολουθώντας ένα μακρύ και σαματατζίδικο κομβόι από άμαξες. Οι οπλές των αλόγων έκαναν έναν ξερό κρότο πάνω στο δρόμο, αλυσίδες κουδούνιζαν, και τροχοί κροτάλιζαν δυνατά. Γύρισε και την κοίταξε. «Τι μου είσαι;» «Είμαι μία σουρλουλού» είπε η Σοφί. «Συμφωνήσαμε με τις αδερφές μου πως κανένας από όσους σε ξέρουν δεν θα δώσει σημασία αν σε δει με μία γυναίκα αμφιβόλου ηθικής. Κι εμένα θα με αναγνωρίσουν δυσκολότερα απ’ ό,τι εσένα.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
139
Ακόμα και οι γυναίκες που ψωνίζουν από τον Οίκο Νουαρό δεν δίνουν πολλή σημασία στα πρόσωπά μας.» Δεν ήταν στα καλά της. Όποιος είχε μάτια κι έβλεπε θα αναγνώριζε το φαινομενικά αγγελικό πρόσωπό της – τα ελαφρώς λοξά εκθαμβωτικά μπλε μάτια της, την αυθάδικη μύτη και τα προκλητικά σαρκώδη χείλη. «Δεν περνάμε τόσο απαρατήρητοι όσο οι υπηρέτες, αλλά καλά είμαστε κι έτσι» συνέχισε η παλαβιάρα. «Επίσης, οι άνθρωποι τείνουν να μην αναγνωρίζουν ένα άτομο όταν ξεφεύγει από τη συνηθισμένη του εικόνα. Διάλεξα επίτηδες αυτό το φόρεμα, επειδή με κάνει να φαίνομαι πολυέξοδη, και είναι περισσότερο εξεζητημένο παρά ευπρεπές. Βλέπεις, είμαι μια εύθυμη χήρα.» Άγγιξε το εντυπωσιακό βέλο. «Και κανείς δεν θα παραξενευτεί αν η γυναίκα που σε συνοδεύει έχει επιλέξει να κρύψει το πρόσωπό της από τον κόσμο.» «Διόρισες τον εαυτό σου ερωμένη μου» είπε, κρύβοντας ένα χαμόγελο. «Πολύ ευγενικό από μέρους σου.» «Δεν πρόκειται για θυσία» του είπε. «Οι περισσότερες μεταμφιέσεις μου δεν είναι ούτε άνετες, αλλά ούτε και όμορφες. Ακόμα και τα συνηθισμένα μου ρούχα δεν είναι ιδιαίτερα συναρπαστικά.» «Σύμφωνα με ποιανού τα κριτήρια, αναρωτιέμαι. Θυμάμαι ένα καπέλο με κορδέλες, λουλούδια και φτερά και ποιος ξέρει τι άλλο θα είχε πάνω του.» «Ένα καπέλο μπορεί να σε κάνει πιο κομψό» του είπε. «Όμως, δεν γίνεται να φοράει κανείς τέτοια σύνολα στο Λονδίνο. Τρομάζουν τις πελάτισσες. Η Μαρσλίν είναι η μόνη που τολμάει να φορά συχνά τις πιο τολμηρές δημιουργίες της, επειδή είναι η μόνη που πηγαίνει στο Παρίσι. Και μην ξεχνάς, οι παντρεμένες γυναίκες έχουν μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων, τόσο εδώ, όσο κι εκεί.» Το ήξερε πολύ καλά αυτό. Και οι άντρες είχαν περισσότερη ελευθερία μαζί τους.
140
LORETTA CHASE
Η Σοφί δεν ήταν παντρεμένη, αλλά ήταν μία Παριζιάνα καπελού. Ουσιαστικά το ίδιο πράγμα. «Ακόμα κι αν πήγαινα κι εγώ στο Παρίσι, δεν θα μπορούσα να φορέσω αυτά που βάζει εκείνη» συνέχισε. «Οι ανύπαντρες γυναίκες εκεί φροντίζουν περισσότερο απ’ ό,τι εδώ να επιδεικνύουν την παρθενιά τους, να ξέρεις. Φοράνε ρούχα που μοιάζουν με ράσα. Έχουν τα μαλλιά σφιχτά πιασμένα πίσω. Δεν ξέρω τι το γοητευτικό βρίσκουν οι άντρες σε αυτό, αλλά…» Σταμάτησε και γέλασε σιγανά. «Τι σημασία έχει; Αυτό που μας νοιάζει είναι πως, έτσι, κανείς δεν θα ενδιαφερθεί ιδιαίτερα ούτε για σένα ούτε για μένα και για το τι κάνουμε. Ένα επιπλέον πλεονέκτημα είναι πως ο κόσμος θα είναι τόσο απορροφημένος με το να κοιτάζει τα ρούχα μου, που δεν θα δώσει ιδιαίτερη προσοχή στο πρόσωπό μου.» Παρθένα; Δεν γινόταν να είναι παρθένα. Ήταν εντελώς αδύνατο. Με αυτό το κορμί κι αυτό το περπάτημα και… Και ήταν μία καπελού! «Μιας και αναφέρθηκες στις παρθένες» είπε «ας μιλήσουμε για την αδερφή μου.» Σύμφωνα με το σημείωμα που είχε στείλει με τον Φένγουικ, η Σοφί είχε βάσιμους λόγους να πιστεύει πως η Κλάρα ταξίδευε στο Πόρτσμουθ Ρόουντ. Τώρα του εξήγησε τις λεπτομέρειες. Κάποιοι γνωστοί του Φένγουικ είχαν προσέξει το μόνιππο στο Χάιντ Παρκ Κόρνερ. Ύστερα, το όχημα είχε εντοπιστεί στο Νάιτσμπριτζ Ρόουντ, προς την κατεύθυνση του Κένσινγκτον. Ωστόσο, σύμφωνα με ένα νεαρό ταχυδρόμο, λίγο αργότερα, σε κάποιο πανδοχείο του Φούλχαμ, μία γυναίκα που θύμιζε κέρβερο είχε ρωτήσει για την καλύτερη διαδρομή προς το Ρίτσμοντ Παρκ. «Άφησε να εννοηθεί ότι πήγαινε στο σπίτι της θείας της, αλλά στη συνέχεια έστριψε και κατευθύνθηκε, προφανώς, νοτιοδυτικά» του είπε. «Έχει καμία σχέση με το Ρίτσμοντ Παρκ;»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
141
«Όχι, απ’ όσο ξέρω. Αν έπρεπε να μαντέψω, το μόνο μέρος που θα σκεφτόμουν θα ήταν το Μπαθ. Όταν ήταν μικρή, η Κλάρα ταξίδευε με τους παππούδες μας στο Μπαθ κάποιες φορές. Ήταν πολύ δεμένοι. Η γιαγιά Γουόρφορντ πέθανε πριν από περίπου τρία χρόνια, και η Κλάρα το πήρε βαριά. Ανέκαθεν συμπαθούσε τις ηλικιωμένες κυρίες, τις φίλες της γιαγιάς μου.» Κούνησε με απογοήτευση το κεφάλι. «Δεν μπορώ να σκεφτώ κάποιον στο Ρίτσμοντ Παρκ στον οποίον να μπορούσε να βρει καταφύγιο.» «Ίσως να μην ξέρει το πού πηγαίνει» είπε η Σοφί. «Κάτι συνέβη που εκείνη δεν μπορούσε να αντέξει, γι’ αυτό το έβαλε στα πόδια. Στα τυφλά. Ήθελε απλώς να φύγει μακριά.» Είχαν φτάσει στη λεωφόρο του Χάιντ Παρκ. Σε αντίθεση με τις ταχυδρομικές άμαξες, η δική τους έπρεπε να σταματήσει στο φυλάκιο, και ο Λόνγκμορ ήταν υποχρεωμένος να πληρώσει διόδια. Εκμεταλλεύτηκε τη στάση για να ελέγξει τον Φένγουικ. Το αγόρι καθόταν στα πίσω καθίσματα, με τα χέρια σταυρωμένα, και κοιτούσε τον ουρανό που σκοτείνιαζε γρήγορα. Ο Λόνγκμορ σήκωσε το βλέμμα του ψηλά. Βαριά σύννεφα μαζεύονταν από πάνω τους. Δεν ανησύχησε. Η κουκούλα ήταν σηκωμένη, και αν έπρεπε να αντιμετωπίσουν μία δυνατή βροχή, μπορούσε να σηκώσει την μπροστέλα. Το πίσω κάθισμα δεν είχε κουκούλα, αλλά ο Φένγουικ δεν θα είχε πρόβλημα. Ο Όλνεϊ είχε βάλει και μία ομπρέλα, και ο Ριντ – πολύ στενοχωρημένος που έμενε πίσω– τους είχε δώσει έναν από τους παλιότερους μανδύες του. Ο Λόνγκμορ συνέχισε. Πέρασαν το Πανδοχείο Γουάιτ Χορς και το Φουτ Μπάρακς. «Δεν καταλαβαίνω τι την έπιασε την αδερφή μου» είπε. «Συνήθως ήταν πολύ λογική.» «Λογική, αλλά αθώα» είπε η Σοφί. Διέκρινε ένα σκαμπανέβασμα στη φωνή της. Ήταν πολύ
142
LORETTA CHASE
αδιόρατο, όμως εκείνος ήταν εξοικειωμένος πια με τη φωνή της και όλες της τις αλλαγές. Μερικές φορές, ανάμεσα σε πλήθος κόσμου, μπορούσε να την εντοπίσει και μόνο από τον ήχο της, ακόμα κι όταν εκείνη υιοθετούσε κάποια επαρχιακή προφορά. Γύρισε και την κοίταξε. Είχε το χέρι στο μέτωπό της. Το βέλο ήταν στη θέση του, κρύβοντας εντελώς την έκφρασή της, εντούτοις μπορούσε να καταλάβει πως ήταν αναστατωμένη. «Τι έπαθες πάλι;» τη ρώτησε απότομα. «Δεν έχει καμία εμπειρία» είπε. «Ακόμα και για εικοσάχρονο κορίτσι, είναι απελπιστικά αφελής.» Πήρε μια βαθιά αναπνοή και άφησε τον αέρα να βγει με δύναμη από τα πνευμόνια της. Ο Λόνγκμορ πρόσεξε το ανεβοκατέβασμα του στήθους της. Ήταν ανόητο στις παρούσες συνθήκες, το καταλάβαινε, όμως ήταν άντρας, και ήταν η ώρα του ύπνου, κι εκείνη είχε ντυθεί σαν κοκότα. Προσπέρασαν τη Γουέστμπουρν και πλησίασαν στο Πανδοχείο Ρούραλ Καστλ. Ακούστηκαν οι καραμούζες από τις ταχυδρομικές άμαξες. Έστελναν την άμαξα του Πόρτσμουθ σε διαφορετικό δρόμο, κάτω στην Μπρόμπτον Ρόουντ. Εκεί που σε λίγο θα έμπαινε κι αυτός. «Έχει τρεις αδερφούς» είπε. «Δεν είναι τόσο αθώα. Ξέρει πώς είναι οι άντρες. Θα έπρεπε να είναι προσεκτική και να μην ενθαρρύνει κανέναν από αυτούς τους χαμένους.» «Μια γυναίκα μπορεί να πιστεύει ότι ξέρει τους άντρες, αλλά μέχρι να της τύχει, μέχρι να την αγγίξει ένας άντρας, δεν ξέρει τίποτα.» Θυμήθηκε την αντίδραση της συγκεκριμένης γυναίκας όταν η ανάσα του είχε ακουμπήσει τη βάση του λαιμού της. Ήταν δυνατό να μη γνώριζε αυτό που εκείνος υπέθετε πως ήξερε; Μα, ήταν γελοίο. Δεν ήταν μαθητριούλα. Είχε μεγαλώσει
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
143
στο Παρίσι. Ήταν μία καπελού. Και περπατούσε με τον τρόπο που περπατούσε. Προσπέρασε την Σλόαν Στριτ και μπήκε στην Μπρόμπτον. Τώρα πια δεν υπήρχε κανένα κομβόι από άμαξες. Μονάχα μία, όχι πολύ μπροστά τους. «Ίσως αυτό να είναι» είπε η Σοφί. «Τι;» «Ίσως να έχει ακόμα πιο μικρή εμπειρία απ’ ό,τι άλλες κοπέλες της ηλικίας της. Πάει… Πόσο;» Μέτρησε τα γαντοφορεμένα δάχτυλά της. «Πριν από ένα μήνα έστειλε το γαμπρό μου στο διάβολο. Σκέψου μόνο πώς θα ένιωσε. Φαντάσου πώς είναι να ζεις το μεγαλύτερο μέρος της ζωής σου υποθέτοντας ότι θα παντρευτείς κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο, κι έπειτα να συνειδητοποιείς πως αυτός ή αυτή δεν είναι αυτό που ήθελες. Είμαι σίγουρη πως ένιωσε απελευθερωμένη και ενθουσιασμένη που απέρριψε το Δούκα του Κλίβντον, αλλά μετά… Έπρεπε να βρει τον εαυτό της. Να κάνει ό,τι κάνουν και οι άλλες κοπέλες στα δεκαεπτά ή δεκαοχτώ τους χρόνια.» «Εντιμότατε!» Η τσιριχτή φωνή του Φένγουικ διέκοψε τους συλλογισμούς τους. «Υψηλότατε, λέω!» «Εξοχότατε» τον διόρθωσε η Σοφί. «Σου το εξήγησα. Πόσο δύσκολο είναι να το θυμάσαι;» «Εξοχότατε!» είπε το αγόρι πιο δυνατά. «Καλύτερα να κλείσετε μπροστά όσο πιο καλά μπορείτε. Έρχεται ανατολικός άνεμος.» «Τι είναι τούτος εδώ; Ανεμοδείκτης;» είπε ο Λόνγκμορ. Τότε ήταν που άρχισε η βροχή να πέφτει ορμητικά. «Καλύτερα να βιαστείτε, εντιμότατε» είπε το αγόρι. «Ο καιρός θα χειροτερέψει πολύ από στιγμή σε στιγμή.»
Κεφάλαιο 7 Στο Πάτνεϊ Χιθ, στα νότια του χωριού, υπάρχει ένας οβελίσκος, κατασκευασμένος από τη δημοτική αρχή του Λονδίνου, με μία επιγραφή σε ανάμνηση κάποιου πειράματος που έγινε το 1776 από τον Ντέιβιντ Χάρτλεϊ, για να αποδείξει την αποτελεσματικότητα μιας μεθόδου που ανακάλυψε ο ίδιος για την οικοδόμηση απυρόβλητων σπιτιών, κάτι που του απέφερε ένα επίδομα 2500 λιρών από το Κοινοβούλιο. –Samuel Lewis, Τοπογραφικό Λεξικό της Αγγλίας, 1831 Ο καιρός πραγματικά χειροτέρεψε πολύ και γρήγορα. Ο άνεμος αύξησε ταχύτητα, κάνοντας συχνά τη βροχή να πέφτει πλαγίως, έτσι ώστε ούτε και η μπροστέλα να μην μπορεί να τους προστατεύει εντελώς. Παρ’ όλα αυτά, ο οποιοσδήποτε οδηγός μπορούσε να κουμαντάρει δύο συζευγμένα ζωντανά στη βροχή. Αυτές οι καιρικές συνθήκες δεν θα καθυστερούσαν το Βασιλικό Ταχυδρομείο, πόσω μάλλον να το σταματούσαν. Οι οδηγοί των ταχυδρομικών αμαξών συνέχιζαν απτόητοι και μέσα στις καταιγίδες, στις πλημμύρες, στο χαλαζοβρόχι, στο χιονόνερο και στις χιονοθύελλες. Προς το παρόν, ο Λόνγκμορ είχε να
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
145
αντιμετωπίσει μόνο μία καταιγιστική βροχή. Ούτε βροντές ούτε αστραπές για να εκνευριστούν τα άλογα. Συνέχισε την πορεία του. Μαζί συνέχισε και η καταιγίδα, με αυξανόμενη ένταση. Η βροχή πότε έπεφτε κάθετα και πότε πλάγια πάνω τους, αναλόγως με τον αέρα. Παρόλο που ένα χρυσό φεγγάρι έδειχνε αποφασισμένο να στέκει ψηλά μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες, η αντάρα κατάπινε το φως του. Νερά έτρεχαν από την κουκούλα, εμποδίζοντας τον Λόνγκμορ να βλέπει τα άλογα και το δρόμο μπροστά του. Κάθε τόσο ελάττωνε ταχύτητα μέχρι που στο τέλος πήγαινε σημειωτόν. Την ώρα που προσπέρασαν το Κουίνς Ελμ, οδηγούσε σχεδόν στα τυφλά, βασιζόμενος κυρίως στην οξυδέρκεια και στο ένστικτο των αλόγων. Ευτυχώς, ο συγκεκριμένος δρόμος ήταν φαρδύς και ίσιος, κάτι που μείωνε τις πιθανότητες να βρεθούν σε κάποιο χαντάκι. Αλλά βεβαίως έπρεπε να έχει το μυαλό του συγκεντρωμένο στα άλογα. Δεν υπήρχαν περιθώρια για κουβέντες. Άλλωστε, με τη βροχή να χτυπάει στην οροφή και τον αέρα να σφυρίζει στα αφτιά τους, θα έπρεπε να φωνάζουν δυνατά αν ήθελαν να ακουστούν. Πέρασαν μέσα από χωριά που φωτίζονταν κυρίως από τα φώτα κάποιων παραθύρων. Όχι πολλά. Στην επαρχία αυτή η ώρα ήταν ώρα ύπνου. Μόνο τα πανδοχεία και οι ταβέρνες έδειχναν να είναι ακόμη ξύπνια. Κοίταξε στα αριστερά του. Είδε μόνο το γαντοφορεμένο χέρι της Σοφί που είχε σφίξει το καμπυλωτό μπράτσο του καθίσματος, φανερώνοντας μια υποψία φόβου. Παρόλο που βιάστηκε να ξαναφέρει το βλέμμα του στο δρόμο, ένα κομμάτι του μυαλού του στάθηκε με θαυμασμό πάνω της. Δεν μπορούσε να σκεφτεί κάποια άλλη γυναίκα που δεν θα ούρλιαζε ή δεν θα έκλαιγε τώρα, ικετεύοντάς τον να σταματήσει.
146
LORETTA CHASE
Άρχισε να τσακώνεται με τον εαυτό του για το αν έπρεπε να σταματήσει ή όχι. Ο αργός ρυθμός τους τούς έδινε την εντύπωση πως βρίσκονταν ώρες πολλές στο δρόμο, εντούτοις ο Λόνγκμορ ήξερε πως δεν είχαν πάει μακριά. Ακόμη δεν είχαν διασχίσει τη Γέφυρα Πάτνεϊ, η οποία βρισκόταν μόλις έξι χιλιόμετρα μακριά από το Χάιντ Παρκ Κόρνερ. Μέσα από τη βροχή διέκρινε φώτα να λάμπουν μπροστά τους. Σιγά-σιγά άρχισε να ξεχωρίζει τις κοφτές γραμμές των σπιτιών – ή κάτι, τέλος πάντων, που έμοιαζε με σπίτια. Στο τέλος έφτασαν σε ένα παράξενο διπλό φυλάκιο διοδίων, του οποίου η τριγωνική στέγη έπεφτε μέχρι το δρόμο. Η σκεπή έδιωχνε τη νεροποντή όσο εκείνοι περίμεναν το φύλακα να πάρει τις δεκαοχτώ πένες και να τους ανοίξει την πύλη. Παρόλο που δεν ήθελε να παρατείνει το συναπάντημα, απάντησε πρόθυμα στην ερώτηση του Λόνγκμορ. Ναι, το θυμόταν το μόνιππο. Ένα εξαιρετικά προσεγμένο όχημα και ένα αξιοθαύμαστο άλογο. Δύο γυναίκες χωμένες κάτω από την κουκούλα. Δεν μπόρεσε να διακρίνει καλά τα πρόσωπά τους. Η μία τον είχε ρωτήσει για το δρόμο που οδηγούσε στο Ρίτσμοντ Παρκ. Όταν τον πίεσε για περισσότερες λεπτομέρειες, ο φύλακας είπε: «Τους είπα να ακολουθήσουν ευθεία αυτόν το δρόμο προς τη διασταύρωση, κι έπειτα να προσέξουν τον οβελίσκο στη γωνία του Πάτνεϊ Χιθ και να πάνε από εκει, προς τα δεξιά. Τους είπα τι να προσέχουν. Δεν είναι δύσκολο να παραμείνεις στον κεντρικό δρόμο, αλλά για κάποιο λόγο υπάρχουν κάποιοι που ενώ πάνε ευθεία, καταλήγουν στο Γουίμπλετον.» Και βιάστηκε να χωθεί στο φυλάκιό του. «Στο Ρίτσμοντ Παρκ» είπε ο Λόνγκμορ. Χρειάστηκε να υψώσει τη φωνή του για να ακουστεί πάνω από τη βροχή και το δυνατό αέρα. «Τι, διάβολο, υπάρχει εκεί;» «Διάβασα πως το Ρίτσμοντ Παρκ ήταν όμορφο» είπε η Σοφί.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
147
«Πιστεύεις πως πάει να θαυμάσει τα αξιοθέατα;» «Το ελπίζω. Αυτό μπορεί να την ηρεμήσει.» Ο Λόνγκμορ έπρεπε να σταματήσει την κουβέντα για να περάσει τη γέφυρα. Ένα παλιό, στενό, ανώμαλο κατασκεύασμα που φούσκωνε απροσδόκητα εδώ κι εκεί. Τέτοια ώρα τη νύχτα, με αυτό τον καιρό, έπρεπε να προχωρήσει πολύ προσεκτικά. Η σύνεση δεν συμπεριλαμβανόταν στα προτερήματα του Λόνγκμορ. Τη στιγμή που έφτασαν στην άλλη πλευρά του Τάμεση, τα δόντια του έτριζαν από τα νεύρα. Από εκεί ο δρόμος ανέβαινε για το Πάτνεϊ Χιθ και τον οβελίσκο, περίπου τρία χιλιόμετρα μακριά. Τα άλογα ανέβαιναν με κόπο το δρόμο ενώ η βροχή συνέχιζε να τους χτυπάει και χείμαρροι νερού να πέφτουν από τις άκρες της κουκούλας. Ο αέρας, ουρλιάζοντας περιστασιακά σαν για να προσθέσει ατμόσφαιρα στην όλη εμπειρία, φυσούσε τη βροχή κάτω από την καλύπτρα. Έπεφτε πάνω στο πρόσωπο του Λόνγκμορ και γλιστρούσε μέσα από το κολάρο του. Παρόλο που ήξερε πως το τερατούργημα που φορούσε για ταξιδιωτικό κουστούμι θα αποτελείτο από πολλά στρώματα υφασμάτων, το νερό μπορούσε να φτάσει προοδευτικά μέχρι το δέρμα της, αν δεν είχε ήδη φτάσει. Της έριξε μια γρήγορη ματιά. Είχε γυρίσει το κεφάλι της στο πλάι, έτσι ώστε η σφοδρότητα της βροχής να πέφτει πάνω στο πίσω μέρος του καπέλου της. Αυτό ήταν και το μόνο σημάδι ενόχλησης. Ούτε λέξη για να παραπονεθεί. Συνέχισε την πορεία του, θαυμάζοντάς την ειλικρινά, ακόμα κι όταν επικέντρωσε την προσοχή του στο δρόμο και προσπάθησε να αποφασίσει για το τι ήταν καλύτερο να κάνει. Όταν επιτέλους έφτασαν στο Πάτνεϊ Χιθ, ο αέρας κόπασε ξαφνικά. Από μακριά ακούστηκε μία καμπάνα. Ακολού-
148
LORETTA CHASE
θησε ο δυσοίωνος ήχος μιας βροντής. Γύρισε το κεφάλι του προς τα εκεί και πρόλαβε να δει τη ρωγμή μιας αστραπής. Ο άνεμος άρχισε ξανά, πάλι από την ίδια κατεύθυνση. Έφερνε την καταιγίδα ακριβώς καταπάνω τους. *** Η Σοφί είχε παραλύσει. Η καρδιά της βροντοχτυπούσε τόση πολλή ώρα, που της είχε προκαλέσει ζαλάδα. Φοβόταν πως θα λιποθυμούσε και θα έπεφτε κάτω από την άμαξα, κάτω από τις ρόδες. Αν έπεφτε, ίσως ο Λόνγκμορ να μην το έπαιρνε είδηση αμέσως, μέσα στο σκοτάδι και στο ασταμάτητο σφυροκόπημα της βροχής. Στην ασφάλεια του σπιτιού της, με τη βροχή να χτυπάει τη στέγη, έστω και τόσο λυσσαλέα όσο τώρα, θα ένιωθε ηρεμία. Εδώ τίποτα δεν μπορούσε να την ηρεμήσει. Ήταν γέννημα θρέμμα της πόλης. Αν είχε πάει ποτέ της στην εξοχή, θα πρέπει να ήταν στα πρώτα παιδικά της χρόνια. Θυμήθηκε αόριστα να ταξιδεύει στη γαλλική επαρχία όταν η ίδια και οι αδερφές της εγκατέλειψαν πανικόβλητες το χολεριασμένο Παρίσι πριν από τρία χρόνια. Όμως, τότε είχαν ταξιδέψει σε κλειστό όχημα, και όχι μέσα στη νύχτα με τέτοιο διαβολεμένο καιρό. Κατά βάθος ήξερε πως δεν διέτρεχε ιδιαίτερο κίνδυνο. Ενώ ήταν γνωστός σαν ριψοκίνδυνος άνθρωπος, ο Λόνγκμορ θεωρείτο το καλύτερο μαστίγιο. Όποιος ανέβαινε μαζί του στην άμαξα ένιωθε πως βρισκόταν στα καλύτερα χέρια. Οδηγούσε με την εκπληκτική ηρεμία που απαιτούσε το εγγλέζικο εθιμοτυπικό. Τα άλογα έδειχναν ήρεμα, και εντελώς υπό τον έλεγχό του. Ταξιδεύοντας στη βασιλική περιφέρεια, η Σοφί το ήξερε, οι δρόμοι ήταν ομαλοί και καλοδιατηρημένοι. Σε κοντινές αποστάσεις ήταν χτισμένα πανδοχεία. Αν κάποιος χρειαζόταν βοήθεια, δεν ήταν μακριά.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
149
Παρ’ όλα αυτά, δεν αισθανόταν καθόλου γενναία. Είχε ξεκινήσει αυτή την περιπέτεια με βασικό λόγο το ενδιαφέρον της για τη λαίδη Κλάρα. Οι δυσκολίες του ταξιδιού, και μάλιστα μέσα στη νύχτα, δεν της είχαν περάσει από το μυαλό. Από τη μία, τέτοια εποχή του χρόνου, το λυκόφως έδιωχνε το απόλυτο σκοτάδι. Από την άλλη, το συγκεκριμένο βράδυ έδειχνε πως θα ήταν πολύ ευχάριστο: Όταν έφυγε από το σπίτι για το Καφέ Γκλόουστερ, το φεγγάρι ήταν σαν να της υποσχόταν πως θα φώτιζε το ταξίδι τους. Ωστόσο, μέσα σε λίγα λεπτά, βυθίστηκαν σε ένα ζοφερό σκοτάδι, και τα φώτα που συναντούσαν εδώ κι εκεί το μόνο που έκαναν ήταν να το υπογραμμίζουν. Ο κόσμος γύρω της έδειχνε τόσο άδειος. Σπάζοντας την ενοχλητική σιωπή, ο κρότος του κεραυνού, όσο μακρινός κι αν ήταν, την έκανε να αναπηδήσει. Το κεφάλι του Λόνγκμορ γύρισε απότομα προς τα εκεί, και, κάτω από τα αχνά φώτα της άμαξας, η Σοφί είδε το πιγούνι του να σφίγγεται. Στράφηκε προς το μέρος της. «Είσαι καλά;» τη ρώτησε. «Ναι» του απάντησε με ψέματα. «Τα άλογα δεν θα είναι μέσα στην καταιγίδα» της είπε. «Αποφάσισα να μην το ρισκάρουμε. Αν σπάσεις το λαιμό σου, δεν θα είσαι και πολύ χρήσιμη στην αδερφή μου. Θα πρέπει να σταματήσουμε.» Ένιωσε ένα συγκρατημένο αίσθημα ανακούφισης. Όσο ανησυχητικό κι αν έβρισκε ένα ταξίδι αυτή την ώρα, μία καθυστέρηση της έφερνε εκνευρισμό. Πίσω στο Λονδίνο, αφού ο Φένγουικ τής είχε πει όσα είχε μάθει από τους φίλους του για το μόνιππο, είχε ψάξει σε χάρτη να βρει το Ρίτσμοντ Παρκ. Δεν ήταν πολύ μακριά από το Λονδίνο. Ωστόσο, όσο κοντά κι αν βρισκόταν, αν ο Λόνγκμορ δεν ήθελε να ρισκάρει συνεχίζοντας αυτό το ταξίδι, κανένας άλλος λογικός άνθρωπος δεν θα το έκανε.
150
LORETTA CHASE
Παρόλο που φαινόταν σαν να διέσχιζαν μία ατελείωτη ακατοίκητη έρημο, δεν άργησαν πολύ να στρίψουν στην αυλή κάποιου πανδοχείου. Άσπρες λάμψεις φώτιζαν τον ουρανό, και οι κρότοι των μπουμπουνητών ακούγονταν όλο και πιο συχνά, όλο και πιο δυνατά, όλο και πιο κοντά τους. Καθώς οι σταβλίτες έτρεξαν για να αναλάβουν τα άλογα, ο Λόνγκμορ κυριολεκτικά την τράβηξε από τη θέση της και την κουβάλησε στα χέρια μέχρι την είσοδο. «Φροντίστε το αγόρι» φώναξε πάνω από τον ώμο του. «Αν δεν έχει πνιγεί, βοηθήστε το να στεγνώσει και δώστε του να φάει.» Λίγο αργότερα, η Σοφί τίναζε το μουσκεμένο φόρεμά της ενώ ο Λόνγκμορ αντιμετώπιζε τον ιδιοκτήτη με την ίδια αλαζονική ανυπομονησία που είχε επιδείξει στην Κακόγουστη και στη βοηθό της. «Ναι, δύο δωμάτια. Η θεία μου θέλει ξεχωριστό. Και καλά θα κάνετε να της στείλετε μία καμαριέρα.» «Η θεία σου;» τον ρώτησε η Σοφί όταν ο ιδιοκτήτης έτρεξε για να διευθετήσει τα δωμάτια. Τα σκούρα μάτια του Λόνγκμορ φωτίστηκαν από μια παιχνιδιάρικη λάμψη, και ένα αχνό χαμόγελο ανασήκωσε τις άκρες των χειλιών του. «Πάντα ταξιδεύω με τη θεία μου, δεν το ξέρεις; Είμαι ένας πολύ ευσυνείδητος ανιψιός. Ευτυχώς έχω πολλές από αυτές.» Δεν χρειαζόταν τίποτε άλλο. Μόνο μια πειρακτική λάμψη στα μαύρα μάτια του και μια υπόνοια χαμόγελου. Η καρδιά της αναπήδησε, στέλνοντας καυτά κύματα φωτιάς προς το πάνω, και κυρίως προς το κάτω μέρος του κορμιού της. Πάλεψε να συγκρατήσει τον εαυτό της για να μην τρέξει στο κοντινότερο παράθυρο και το ανοίξει διάπλατα, έστω και με τέτοια καταιγίδα. Χρειαζόταν επειγόντως μια γερή δόση παγωμένου νερού. Προσπάθησε να ηρεμήσει. Το πιο πιθανό ήταν εκείνος να υιοθετούσε αυτό το στιλ σε εκατοντάδες άλλες γυναίκες, επιτυγχάνοντας το ίδιο αποτέλεσμα. Όμως, αυτή ήταν μία
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
151
Νουαρό. Αυτή ήταν που θα έπρεπε να σκοτώνει τους άντρες με ένα της βλέμμα. Εν πάση περιπτώσει, αποφάσισε πως θα έπρεπε να χαίρεται που ο Λόνγκμορ διέθετε τουλάχιστον κάποια ίχνη διακριτικότητας. Ίσως το «θεία» να ήταν καλύτερο από το «σύζυγος». Ο μισός κόσμος θα μπορούσε να τον αναγνωρίσει, και σίγουρα θα γνώριζε πως ούτε παντρεμένος ήταν, αλλά και ούτε σκόπευε να παντρευτεί, τουλάχιστον σύντομα. Έβγαλε το ρολόι από το τσεπάκι του. «Είναι γελοίο. Δεν κάναμε ούτε δεκατρία χιλιόμετρα, και είναι ήδη δέκα και μισή.» «Ούτε κι εκείνη θα κατάφερε να ταξιδέψει με τέτοιον καιρό, πιστεύω» είπε η Σοφί με χαμηλή φωνή, παρόλο που ήταν μόνοι τους στο μικρό γραφείο. «Αν επισκέφτηκε το πάρκο, δεν θα σταμάτησε σε κάποιο κοντινό πανδοχείο μόλις σκοτείνιασε;» «Το ελπίζω» της απάντησε. «Αλλά ποιος ξέρει τι έχει στο μυαλό της;» «Έχει την Ντέιβις» είπε η Σοφί. «Αυτή δεν θα άφηνε την κυρά της να κινδυνέψει.» «Η Κλάρα μπορεί να γίνει πολύ πεισματάρα. Προσωπικά εναποθέτω τις ελπίδες μου στο άλογο. Όπου κι αν προσπαθεί να πάει, θα χρειαστεί πάρα πολλή ώρα για να αλλάξει άλογα. Το μόνιππο θέλει μόνο ένα, αλλά αυτό το ένα πρέπει να είναι πολύ δυνατό. Τα πανδοχεία τα φυλάνε για τις ταχυδρομικές άμαξες. Ίσως θεωρήσει ευκολότερο να κρατήσει αυτό με το οποίο ξεκίνησε. Πράγμα που σημαίνει πως θα αναγκαστεί να κάνει στάσεις στα ενδιάμεσα και να μένει όσο χρειαστεί για να φάει, να πιει και να ξεκουραστεί το ζωντανό.» Η Σοφί δεν γνώριζε πολλά πράγματα για τη φροντίδα των αλόγων. Μαζί με τις αδερφές της είχαν αρκετά να μάθουν όχι μόνο για το εμπόριο και την τέχνη τους, αλλά και για τις υποχρεώσεις μιας κυρίας. Αυτό δεν ήταν και μικρό
152
LORETTA CHASE
επίτευγμα για κοπέλες που πραγματικά είχαν ελάχιστο ελεύθερο χρόνο. Παρ’ όλα αυτά, τους ήταν αδιανόητο να ασχοληθούν μόνο με τη μοδιστρική. Αν και οι ντε Λούσι και οι Νουαρό ήταν λίγο-πολύ απατεώνες, εκείνες δεν ξέχασαν ποτέ πως ήταν γαλαζοαίματες. Επίσης ήξεραν πως η εκλεπτυσμένη συμπεριφορά τις βοηθούσε στο να παρασύρουν ανυποψίαστες κυρίες και κυρίους στα δίχτυα τους. Μαθαίνοντας ραπτική και αριστοκρατικούς τρόπους – μαζί με άλλα λιγότερο ενάρετα ταλέντα που χαρακτήριζαν τους Νουαρό και τους ντε Λούσι– δεν είχαν χρόνο για να ασχοληθούν και με την ιππευτική δεινότητα. Η Σοφί μπορούσε να αναγνωρίσει διάφορους τύπους αμαξών και να εκτιμήσει ένα όμορφο άλογο, αλλά για τα υπόλοιπα όφειλε να εμπιστευτεί την κρίση του Λόνγκμορ. «Σκέφτομαι να πω στον Φένγουικ να πάει να μπερδευτεί με τους σταβλίτες» είπε εκείνος, ρίχνοντας μια ματιά στην πόρτα από την οποία είχε φύγει ο πανδοχέας. «Αυτοί θα πρόσεξαν το μόνιππο αν πέρασε από εδώ, ή θα έχουν ακούσει κάτι από τους ταχυδρόμους. Θα μάθουμε περισσότερα κουτσομπολιά από αυτούς παρά από οποιονδήποτε φύλακα στα διόδια.» Εκείνην τη στιγμή εμφανίστηκε ο ιδιοκτήτης του πανδοχείου, ακολουθούμενος από μία στρουμπουλή υπηρέτρια. Η Σοφί έφυγε μαζί της για το δωμάτιό της, ενώ ο Λόνγκμορ έμεινε πίσω για να μιλήσει με τον πανδοχέα. *** Στο μεταξύ, λιγότερο από δεκαπέντε χιλιόμετρα μακριά, στο Πανδοχείο Μπέαρ του Έσερ, η λαίδη Κλάρα καθόταν δίπλα από τη φωτιά, μελετώντας ένα αντίτυπο από το Οι Δρόμοι του Πάτερσον. «Το Πόρτσμουθ» είπε στην Ντέιβις. «Είμαστε καθ’ οδόν, και είναι μόνο μιας μέρας ταξίδι.» Έκανε κάποιους υπολογισμούς. «Ούτε ενενήντα χιλιόμετρα.»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
153
«Για πίσω στο Λονδίνο δεν είναι ούτε τριάντα χιλιόμετρα, λαίδη μου» είπε η Ντέιβις. «Δεν γυρίζω πίσω» είπε η Κλάρα. «Δεν πρόκειται να γυρίσω σε αυτόν.» «Λαίδη μου, δεν είναι συνετό αυτό.» «Ούτε κι εγώ είμαι συνετή!» Η Κλάρα πετάχτηκε από την καρέκλα της, αφήνοντας τον τουριστικό οδηγό να πέσει στο πάτωμα. «Απέρριψα ένα δούκα επειδή δεν με αγαπούσε αρκετά. Καημένε Κλίβντον! Αυτός τουλάχιστον με συμπαθούσε.» «Λαίδη μου, όλοι όσοι σε γνωρίζουν σε αγαπούν.» «Όχι ο Άντερλι» είπε με πίκρα η Κλάρα. «Πώς μπόρεσα να είμαι τόσο τυφλή; Όμως, ήμουν. Πίστεψα όλα αυτά τα ρομαντικά λόγια που έκλεβε από τα βιβλία.» «Κάποιοι κύριοι δεν μπορούν να εκφραστούν.» «Παραλίγο να πείσω τον εαυτό μου γι’ αυτό. Αλλά δεν ήταν αυτό το θέμα, έτσι δεν είναι; Δεν ήταν το πραγματικό πρόβλημα. Πόσο ταπεινώθηκα όταν χρειάστηκε η λαίδη Μπάρθαμ να εστιάσει σε κάτι τόσο απλό: Αν πραγματικά με αγαπούσε και με σεβόταν, ποτέ δεν θα έκανε αυτό που έκανε.» Η δεσποσύνη της δεν το είχε εκφράσει τόσο σκληρά. Όμως, η λαίδη Μπάρθαμ ποτέ δεν πρόσβαλε, ούτε πλήγωνε ευθέως κανέναν. Σερνόταν σαν το φίδι γύρω από το θέμα, και κάθε τόσο, εκεί που δεν το περίμενες, έκανε την επίθεσή της, βυθίζοντας τα φαρμακερά δόντια της, τόσο μικρά, που καλά-καλά δεν τα καταλάβαινες… Μέχρι που λίγο μετά άρχιζε να στάζει το δηλητήριο. Ακολούθησε μια σύντομη σιωπή. Έπειτα: «Το Πόρτσμουθ είναι ναυτική πόλη, λαίδη μου. Πολύ σκληρή. Γεμάτη ναυτικούς, μπορντέλα και…» «Είναι κοντά» της είπε η Κλάρα. «Έχει λιμάνι. Μπορώ να ανέβω σε κάποιο καράβι και να φύγω μακριά. Δεν μπορεί να είναι τόσο επικίνδυνη. Πηγαίνει κόσμος εκεί για να
154
LORETTA CHASE
δει τα αξιοθέατα. Εγώ καταστράφηκα. Γιατί να μη γνωρίσω τον κόσμο; Δεν έχω δει ούτε την Αγγλία! Πήγα ποτέ πουθενά; Στο κτήμα μας στο Λανκασάιρ, και μετά πίσω στο Λονδίνο, και ξανά στο Λανκασάιρ. Από τότε που πέθανε η γιαγιά Γουόρφορντ, δεν πηγαίνω πουθενά. Εκείνη με έπαιρνε μαζί της και περνούσαμε τόσο καλά.» Ξεροκατάπιε. Ακόμη της έλειπε η γιαγιά της. Κανένας δεν μπορούσε να πάρει τη θέση της. Η Κλάρα δεν είχε αισθανθεί ποτέ τόσο έντονα την ανάγκη της συμβουλής της όσο τώρα. «Οδηγούσε μόνη της την άμαξά της, ξέρεις» συνέχισε, παρόλο που η Ντέιβις γνώριζε τα πάντα. Αλλά η Κλάρα είχε ανάγκη να μιλήσει, και η καμαριέρα της δεν θα της έβαζε τις φωνές, όπως έκανε η μητέρα. «Ήταν τέλεια οδηγός. Πηγαίναμε στο Ρίτσμοντ Παρκ για να επισκεφτούμε κάποιες φίλες της εκεί.» Έκαναν ολοήμερες εκδρομές στο Ρίτσμοντ Παρκ και στο Χάμπτον Κορτ. Σήμερα η Κλάρα είχε οδηγήσει μέχρι το πάρκο, ελπίζοντας πως με κάποιον τρόπο θα την έβρισκε το πνεύμα της γιαγιάς της και θα της έλεγε τι έπρεπε να κάνει. Όταν άφησε πίσω της το πάρκο και συνέχισε για το Χάμπτον Κορτ, δεν ήταν καθόλου πιο σοφή. Ούτε κι όταν έφτασε στον επόμενο προορισμό της ένιωσε να έχει κερδίσει κάτι από τη σοφία της ηλικιωμένης γυναίκας. Ακόμα και η καλύτερη φίλη της γιαγιάς της, η λαίδη Ντάργουιτς, δεν είχε να της δώσει άλλη συμβουλή παρά να γυρίσει πίσω και να πάψει να είναι τόσο ανόητη. Η Κλάρα δεν ήταν σίγουρη για το πού πήγαινε. Αρχικώς στο Πόρτσμουθ. Έπειτα… Κάπου, οπουδήποτε. Πάντως όχι πίσω στο Λονδίνο. Όχι σε αυτόν. *** Το δωμάτιο ήταν μικρό αλλά καθαρό, και η καμαριέρα τόσο πρόθυμη να την εξυπηρετήσει, όσο το ήθελε η Σοφί. Οι άνθρωποι, ανεξαρτήτως τάξεως, είχαν το συνήθειο να κρίνουν
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
155
από την εξωτερική εμφάνιση. Ενώ μία αριστοκρατική συμπεριφορά και μερικά ακριβά ρούχα ήταν σίγουρο πως θα κέρδιζαν άψογη περιποίηση, γενναιόδωρα φιλοδωρήματα και δώρα μπορούσαν να οδηγήσουν τις προσφερόμενες υπηρεσίες στα όρια της δουλοπρέπειας. Η Σοφί δεν ήταν μόνο ακριβά ντυμένη, αλλά είχε και έτοιμα χρήματα. Η Μαρσλίν είχε πει στη Λιόνι να την προμηθεύσει με αρκετά κέρματα, ώστε να μπορεί να μοιράζει άνετα φιλοδωρήματα. Τώρα ήθελε φαγητό, μια φωτιά να ζεσταθεί και ένα μπάνιο για να αναζωογονηθεί, και ένιωθε ικανοποιημένη που μπορούσε να πληρώσει γι’ αυτά. Τα απόλαυσε και τα τρία αμέσως, χωρίς άγχος, παρά την περασμένη ώρα και την ξαφνική επιδρομή ταξιδιωτών που ζητούσαν καταφύγιο μέσα στην καταιγίδα. Όπως αποδείχτηκε, την απασχολούσε ιδιαιτέρως το θέμα της λαίδης Κλάρα και του μαγαζιού, γι’ αυτό δεν έφαγε παρά ελάχιστα. Δεδομένου πως πάντα κοιμόταν λίγο και ελαφρά, ήξερε πως δεν υπήρχε λόγος να ξαπλώσει αν δεν έκανε πρώτα ένα μπάνιο. Έτσι θα ηρεμούσε. Σίγουρα θα ένιωθε καλύτερα μόλις ξέπλενε το απαίσιο μείγμα αβγού από τα μαλλιά της. Είχε φέρει μαζί της το αγαπημένο της σαπούνι, που μύριζε λεβάντα και δενδρολίβανο. Οι υπηρέτριες είχαν φέρει μια πολύ μικρή σκάφη, αλλά η Σοφί είχε κάνει μπάνιο και σε πολύ πιο πρωτόγονες συνθήκες. Και όχι, δεν ήταν ό,τι πιο εύκολο να πλύνει τα μαλλιά της χωρίς βοήθεια, ωστόσο τα κατάφερε. Κι έτσι, μετά από κάμποση ώρα, χάρη στο λούσιμο, στο μπάνιο και στο κατευναστικό άρωμα του σαπουνιού της –και σε ένα ποτήρι κρασί–, η ταραχή της άρχισε να καταλαγιάζει. Φόρεσε το νυχτικό της, τυλίχτηκε με τη ρόμπα της, έβαλε άλλο ένα ποτήρι κρασί και κάθισε σε μια καρέκλα κοντά στη φωτιά για να στεγνώσει τα μαλλιά της. Οι τοίχοι του παλιού πανδοχείου ήταν χοντροί. Μέσα στο δωμάτιό της έφταναν ελάχιστοι ήχοι. Οι βροντές φαί-
156
LORETTA CHASE
νονταν πιο απόμακρες, ενώ η καταιγίδα ταξίδευε για άλλες περιοχές. Η βροχή συνέχιζε να πέφτει, χτυπώντας δυνατά το παράθυρο, όμως τώρα που ήταν στεγνή και ασφαλής, ο ήχος της την ηρεμούσε. Πάντα της άρεσε το τραγούδι της βροχής. Θυμήθηκε κάποιες βροχερές μέρες στο Παρίσι, την καταχνιά της προηγούμενης εβδομάδας, όταν βολτάριζε στη Σεν Τζέιμς για να παρασύρει το Λόρδο Λόνγκμορ έξω από τη λέσχη του. Ενώ προσποιείτο ότι κοιτούσε κάπου αλλού, τον είχε δει να διασχίζει το δρόμο και να έρχεται προς το μέρος της… Τόσο ψηλά πόδια μέσα στο καλοραμμένο παντελόνι του… Το φινετσάτο πανωφόρι του που αναδείκνυε το πάνω μέρος του κορμιού του, τονίζοντας τους φαρδείς του ώμους και το σφριγηλό του στέρνο… Το κατάλευκο φουλάρι δεμένο με καλόγουστη απλότητα κάτω από το δυναμικό πιγούνι… Κινείτο με την άνεση ενός άντρα που ένιωθε σίγουρος για το σώμα του, για τον εαυτό του… Ήταν ένας παράξενος συνδυασμός αριστοκράτη και αλιτήριου… Τόσο ψηλός και αθλητικός… Θα της άρεσε να τον ράβει εκείνη… Ω, να του φτιάξει κάτι ζεστό… Δεν ήταν κακό να ονειρεύεται… …τι καιγόταν; *** Ο Λόνγκμορ προσπαθούσε να μη σκέφτεται την αδερφή του έξω στην καταιγίδα. Δεν γίνεται να έμεινε εκτεθειμένη μέσα στη βροχή, είπε στον εαυτό του. Δεν ήταν τόσο ανόητη. Αλλά ακόμα κι αν ήταν, η Ντέιβις θα την πρόσεχε. Πάντως, όπου κι αν ήταν η Κλάρα, ήταν απίθανο να την προλάβει σύντομα. Και, φυσικά, δεν μπορούσε να την προστατεύσει. Ενώ το μυαλό του σχημάτιζε άσχημες εικόνες με την αδερφή του στα νύχια κακούργων, δεν ήταν αδιάφορος και για το τι μπορούσε να γίνεται στο διπλανό δωμάτιο. Είχε
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
157
ακούσει πνιχτές φωνές όταν η Σοφί μιλούσε με την καμαριέρα, πατημασιές, το γδούπο που έκανε κάτι βαρύ πέφτοντας στο πάτωμα, κι έπειτα τους παφλασμούς. Έκανε μπάνιο. Αυτή η εικόνα ήταν πολύ πιο ευχάριστη από τις άλλες με την αδερφή του. Προσπάθησε να πείσει τον εαυτό του πως με το να ανησυχεί για την Κλάρα δεν επρόκειτο να τη βοηθήσει και πως το μόνο που θα κατάφερνε θα ήταν να σπάσει τα νεύρα του, τα οποία είχαν ήδη τσακίσει ύστερα από το κουραστικό ταξίδι μέσα στην καταιγίδα. Ζήτησε να του φέρουν άλλο ένα μπουκάλι κρασί και έδωσε το πανωφόρι του στον υπηρέτη για να το στεγνώσει και να το βουρτσίσει. Επειδή το παντελόνι του ήταν ακόμη βρεγμένο, τράβηξε μια καρέκλα κοντά στη φωτιά. Κάθισε εκεί, πίνοντας. Σιγά-σιγά άρχισε να ηρεμεί. Η Κλάρα μπορεί να έχει χάσει το μυαλό της, όμως δεν θα βάλει το άλογό της σε κίνδυνο, θύμισε στον εαυτό του. Σίγουρα θα βρήκε κάποιο καταφύγιο. Θα πήγε σε κάποιο ευπρεπές πανδοχείο, αφού η Ντέιβις δεν θα την άφηνε να πάει σε κάτι δεύτερο – και η Πόρτσμουθ Ρόουντ είχε αρκετά. Το κρασί μαζί με τις πιο αισιόδοξες σκέψεις τον χαλάρωσαν αρκετά ώστε να γλαρώσει. Είχε μόλις ακουμπήσει τα πόδια του στο κιγκλίδωμα του τζακιού, όταν άκουσε τη Σοφί να φωνάζει. Πετάχτηκε από την καρέκλα προς την πόρτα που χώριζε τα δύο δωμάτια. Γύρισε το πόμολο. Δεν άνοιξε. Έκανε ένα βήμα πίσω και την κλότσησε. Η πόρτα άνοιξε διάπλατα, χτυπώντας πάνω στον τοίχο. Η Σοφί έβγαζε μικρά επιφωνήματα απόγνωσης, χοροπηδούσε γύρω-γύρω και προσπαθούσε να βγάλει τη ρόμπα της. Από το στρίφωμα έβγαιναν καπνοί. Μια μικρή γλώσσα φωτιάς ανέβαινε προς τα πάνω.
158
LORETTA CHASE
Με δύο γρήγορες δρασκελιές έφτασε κοντά της, έσκισε τις κορδέλες με τις οποίες πάλευε, της έβγαλε τη ρόμπα και την πέταξε μέσα στη σκάφη. «Ω!» έκανε εκείνη. «Ω!» «Είσαι καλά;» Χωρίς να περιμένει απάντησή της, την έκανε ένα γύρο, νιώθοντας την καρδιά του να βροντοχτυπάει όσο εκείνος έψαχνε ίχνη επικείμενης φωτιάς. Έλεγξε κάποια καφέ σημάδια και τρύπες στο κάτω μέρος του νυχτικού της, αλλά δεν είδε τίποτα το ανησυχητικό. «Τι, στο διάβολο, έκανες;» Τη γύρισε άλλη μια φορά. Παρόλο που ήταν στολισμένο με φραμπαλάδες –στο λαιμό, στους καρπούς και στο ντεκολτέ–, στην ουσία το νυχτικό της ήταν ένα διάφανο τίποτα. Αραχνοΰφαντη μουσελίνα… μέσα από την οποία εύκολα μπορούσε κανείς να διακρίνει το περίγραμμα… του γυμνού… κορμιού της. Ομίχλη σκέπασε το μυαλό του. Προσπάθησε να τη διώξει. Δεν ήταν η κατάλληλη ώρα για τέτοια. Όχι απερίσκεπτες ενέργειες. Δεν το επέτρεπαν ούτε ο χώρος ούτε ο χρόνος. Ένα κομμάτι του μυαλού του είπε: Γιατί όχι; Το αγνόησε. «Έχεις πιει;» τη ρώτησε. «Έπεσες μέσα στη φωτιά;» Κάποιος από το διάδρομο χτύπησε την πόρτα. «Μαντάμ! Μαντάμ!» Η Σοφί έτρεξε στο μπαούλο της και άρχισε να ψάχνει. Ο Λόνγκμορ πήγε στην πόρτα και την άνοιξε. Ένας υπηρέτης στεκόταν απέξω. «Τι, διάβολο, θέλεις εσύ;» «Κύριε… Εξοχότατε… Ζητώ συγγνώμη, αλλά κάποιος φώναξε… Και ένας από τους πελάτες μύρισε καπνό.» Η Σοφί τράβηξε από το μπαούλο ένα σάλι. «Ναι, εγώ φώναξα» είπε. «Νόμιζα πως είδα μια νυχτερίδα.» «Νυχτερίδα, μαντάμ; Και ο καπνός;» Ο υπηρέτης ρουθούνισε στον αέρα. «Μου μυρίζει καπνός.» Ο τύπος προσπάθησε να προσπεράσει τον Λόνγκμορ, κι
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
159
εκείνος στάθηκε μπροστά στο κατώφλι, για να τον εμποδίσει να δει μια μισόγυμνη γυναίκα που δεν του ανήκε. «Νυχτερίδα ήταν» είπε ο Λόνγκμορ. «Την έπιασα και την πέταξα στη φωτιά. Θέλεις να δοκιμάσεις μια μπουκιά; Φοβάμαι πως δεν είναι καλά ψημένη ακόμη. Όχι; Τότε, δίνε του.» Έκλεισε την πόρτα στα μούτρα του υπηρέτη. Στράφηκε ξανά στη Σοφί, η οποία τώρα είχε κρύψει τα πιο ενδιαφέροντα σημεία του κορμιού της κάτω από το σάλι. Πρώτα την είχε κοιτάξει κυρίως για να δει αν είχε πάρει φωτιά. Έπειτα είχε ανακαλύψει πόσο διάφανο ήταν το νυχτικό της. Τώρα πρόσεξε πως τα μαλλιά της ήταν ακόμη υγρά και χύνονταν ελεύθερα στους ώμους της. Έπεφταν μέχρι το στήθος της. Ήταν μακριά και πυκνά. Σε μερικά σημεία, οι άκρες τους είχαν αρχίσει να στεγνώνουν, λάμποντας με μια χρυσαφιά απόχρωση… και σχημάτιζαν μπούκλες. Από μόνα τους. Ο ρυθμός της ανάσας του επιταχύνθηκε. Τα όργανα αναπαραγωγής του διαμαρτυρήθηκαν. Όχι τώρα. Γιατί όχι; «Τι, διάβολο, έγινε;» τη ρώτησε. Πρόσεξε το μπουκάλι με το κρασί στο μικρό τραπεζάκι κοντά στη φωτιά. «Πόσο ήπιες;» «Δεν είμαι μεθυσμένη!» του είπε. «Ήμουν… Ήμουν πολύ ταραγμένη για να κοιμηθώ. Έκανα ένα μπάνιο.» «Το άκουσα.» Τα μάτια της γούρλωσαν. «Θα μπορούσα να κοιτάξω και μέσα από την κλειδαρότρυπα» της είπε «αλλά αυτή η μέθοδος δεν είναι αποτελεσματική. Το μόνο που μπορεί να δει κανείς είναι ένα μικρό τμήμα του δωματίου, και σύμφωνα με την εμπειρία μου δεν είναι το σωστό τμήμα. Τέλος πάντων, καθόμουν δίπλα από το τζάκι για να στεγνώσω, και δεν άξιζε τον κόπο να αφήσω
160
LORETTA CHASE
τη ζεστασιά μου και το κρασί για να στριμωχτώ πίσω από μια πόρτα έχοντας πολλές πιθανότητες να μη δω τίποτα.» Η Σοφί κοίταξε πρώτα την πόρτα ανάμεσα στα δωμάτιά τους, έπειτα τη σκάφη και τέλος εκείνον. «Δεν άξιζε τον κόπο;» είπε. Ο Λόνγκμορ ανασήκωσε αδιάφορα τους ώμους. «Δεν ξέρω τι με έπιασε. Και ακόμη δεν έχω καταλάβει πώς τα κατάφερες από μούσκεμα που ήσουν να πάρεις φωτιά.» Ακολούθησε μια μικρή σιωπή πριν του απαντήσει. «Όχι μόνο έκανα μπάνιο, αλλά έλουσα και τα μαλλιά μου, για να βγάλω αυτή την απαίσια αβγουλίλα από πάνω μου. Είχε αρχίσει να βρομάει. Ήμουν σίγουρη πως έτσι και ακουμπούσα το κεφάλι μου στο μαξιλάρι, όσα μαμούνια βρίσκονταν εδώ κοντά θα ανέβαιναν πάνω μου για να κάνουν τσιμπούσι.» «Δεν ήταν και τόσο χάλια.» «Το λες αυτό επειδή δεν ήταν το δικό σου κεφάλι» του είπε. «Οπότε, έλουσα τα μαλλιά μου. Μετά έπρεπε να τα στεγνώσω κοντά στη φωτιά, έτσι δεν είναι; Και αυτό προσπαθούσα να κάνω. Αλλά θα πρέπει να με πήρε ο ύπνος και… όταν ξύπνησα, η ρόμπα μου είχε πάρει φωτιά. Μάλλον θα είχα γείρει στην καρέκλα και θα είχα πλησιάσει πολύ, και κάποια σπίθα θα πετάχτηκε. Όμως, δεν μπορούσα να λύσω αυτές τις ηλίθιες κορδέλες, για να ξεφορτωθώ το καταραμένο ρούχο.» Ανοιγόκλεισε γρήγορα τα μάτια. «Σ’ ευχαριστώ που με έσωσες. Συγγνώμη που δημιούργησα τόση α… αναστάτωση.» «Καλά, ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρον» της είπε. «Δεν μου αρέσει να προκαλώ το ενδιαφέρον με… με τέ… τέτοιο τρόπο.» «Θεέ μου, δεν θα κλάψεις, έτσι δεν είναι; Δεν μπορεί να στενοχωρήθηκες επειδή κατέστρεψα τη ρόμπα σου;» «Ό… όχι. Και βέβαια ό… όχι.» «Επειδή δεν κοίταξα μέσα από την κλειδαρότρυπα;» «Μη γίνεσαι γε… γελοίος.»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
161
«Τότε, για ποιο λόγο κλαις;» «Δεν κλαίω!» Ανοιγόκλεισε ξανά τα μάτια. «Είμαι μια χαρά.» «Όχι, δεν είσαι.» «Ναι, είμαι. Απλώς… Σκέφτομαι συνέχεια πως θα έπρεπε να είχα μείνει με την αδερφή σου το προηγούμενο Σάββατο που ήρθε στο μαγαζί. Σου είπα πως θα αναλαμβάναμε εμείς τον Άντερλι, όμως δεν το είπα σ’ εκείνην. Είχα άλλα στο μυαλό μου. Τη μητέρα σου. Και την Κακόγουστη. Και τώρα… όπως φαίνεται, οι προτεραιότητές μου ήταν σε λάθος σειρά.» «Ανοησίες. Δεν το ήξερες πως η Κλάρα θα φερόταν σαν κουτορνίθι.» «Δεν έδωσα προσοχή! Και τώρα κινδυνεύει. Δεν έχει την παραμικρή ιδέα για το πώς μπορεί να επιβιώσει. Δεν μπορεί να αναγνωρίσει ένα κάθαρμα αν δεν έχει μια ταμπέλα που να το δηλώνει. Εμπιστεύτηκε τον Άντερλι, από όλους τους άντρες. Έπρεπε να είχα κάνει κάτι!» «Τι λες τώρα; Τι θα μπορούσες να είχες κάνει;» Κούνησε αόριστα τα χέρια. «Κάτι. Έναν αντιπερισπασμό.» Την πλησίασε, την έπιασε από τους ώμους και την ταρακούνησε. «Σταμάτα» της είπε. «Ανησυχώ τόσο πολύ.» Έπιασε στα χέρια του το πρόσωπό της και το ανασήκωσε έτσι ώστε να μπορεί να την κοιτάζει στα μάτια. Ήταν βουρκωμένα. Του φάνηκε σαν να κοιτούσε την Αδριατική μέσα από ένα πέπλο ομίχλης. Μία μικροσκοπική σταλαματιά κύλησε δίπλα από τη μύτη της. Το κάτω χείλι της πετάχτηκε σουφρωμένο. Έτρεμε. Δεν ήταν ούτε ο χώρος ούτε η ώρα. Δεν έπρεπε να ενεργήσει απερίσκεπτα. Όμως, όταν εκείνη κούνησε τα χέρια της, τα γυναικεία σημεία του κορμιού της σείστηκαν, και τότε μόνο μία σκέψη
162
LORETTA CHASE
καρφώθηκε στο μυαλό του, και, εν πάση περιπτώσει, ποτέ του δεν τα πήγαινε καλά με τα πρέπει. Ήταν αυτός που ήταν, και σίγουρα όχι ένα καλό παιδί. Κι έτσι, χαμήλωσε το κεφάλι μέχρι να σκεπάσει τα πικραμένα της χείλη με τα δικά του. *** Ποτέ του δεν είχε κάνει μισά πράγματα. Δεν θα άρχιζε τώρα. Τη φίλησε επίμονα, άφοβα, αστόχαστα, έτσι όπως αντιμετώπιζε όλες τις καταστάσεις. Ποτέ δεν πέρασε από το μυαλό του να είναι προσεκτικός. Στην πραγματικότητα δεν περνούσαν και πολλά από το μυαλό του. Απλώς ενεργούσε, πάντα με τον ίδιο τρόπο, χωρίς να σκεφτεί ή να ανησυχήσει. Και μετά έπεφτε στον γκρεμό. Και καθώς έχανε ύψος, αισθανόταν πως από κάτω του βρισκόταν μια θάλασσα, έτοιμη να τον αγκαλιάσει. Με κάποιον τρόπο νόμιζε πως βούλιαζε μέσα της. Γευόταν τη θάλασσα μέσα από τα αρμυρά δάκρυά της. Ένιωθε και μια υποψία αλκοόλ από το κρασί που είχε πιει. Ανέπνεε το δροσερό άρωμά της. Και όσο βυθιζόταν, ο κόσμος γινόταν όλο και πιο ζεστός. Λεβάντα και κάτι άλλο σκόρπιζαν το άρωμά τους στον αέρα, φέρνοντάς του μια ανάμνηση: τον ήλιο της Τοσκάνης και μία βίλα περιστοιχισμένη από λεβάντες και γιασεμιά. Τον πλημμύρισε η ίδια ανεξήγητη, καταλυτική ευτυχία που είχε νιώσει πριν από μερικά χρόνια, πολύ μακριά από την Αγγλία. Τύλιξε τα χέρια του γύρω της. Ήταν μια ενστικτώδης κίνηση να κρατηθεί σε κάτι τόσο υπέροχο, που δυσκολευόταν να κατανοήσει. Και το στόμα της ήταν σαν να έλιωνε κάτω από το δικό του, τόσο απαλό και πρόθυμο. Το κορμί της, και αυτό σαν να διαλυόταν πάνω του, λες και ήταν το πιο φυσικό πράγμα
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
163
στον κόσμο. Τα χέρια της τυλίχτηκαν γύρω από το λαιμό του. Τα στήθη της πίεσαν το γιλέκο του. Ήταν τόσο ζεστή και απαλή, που ο Λόνγκμορ ένιωσε να ζεσταίνεται όλο και πιο πολύ. Οι σφυγμοί του επιταχύνθηκαν καθώς εκείνος χανόταν όλο και περισσότερο στο ανόθευτο άρωμά της και στον τρόπο που έσμιγαν οι καμπύλες της με το κορμί του. Άφησε τα χέρια του να γλιστρήσουν προς τα κάτω, την έπιασε από τους γλουτούς και την έσφιξε πάνω του – κι ένα πνιχτό βογκητό ξέφυγε από τα χείλη της και ήρθε και στάθηκε πάνω στα δικά του. Όσο αδύναμα κι αν ακούστηκε, ήταν μια διαμαρτυρία, το σημάδι που χρειαζόταν. Τράβηξε τα χέρια του από τους γλουτούς της. Πήρε τα χείλη του από τα δικά της. Έκανε ένα ασταθές βήμα προς τα πίσω, κι έπειτα άλλο ένα. Τα υπέροχα μπλε μάτια της φάνηκαν σαστισμένα. Το κορμί της ταλαντεύτηκε λιγάκι. Το σάλι της είχε γίνει ένας σωρός στο πάτωμα. «Θεέ μου» είπε η Σοφί ξέπνοα. «Θεέ μου.» Έγειρε το κεφάλι της στο πλάι και τον κοίταξε έτσι όπως κοιτάζει ένας μεθυσμένος όταν προσπαθεί να επικεντρωθεί κάπου. Διάβολε. Ήταν η πρώτη της φορά. Δεν την είχαν ξαναφιλήσει ποτέ πριν. Έμοιαζε εντελώς απίθανο. Όχι, δεν ήταν. Ναι, ήταν. Δεν είχε σημασία. Το μόνο που έπρεπε να κάνει ήταν να φύγει γρήγορα από εκεί, όποια κι αν ήταν η αλήθεια. «Μη» της είπε. «Το κάνεις. Αυτό. Ξανά.» «Ναι» του απάντησε με ένα αδύναμο χαμόγελο σαστιμάρας. «Δεν αντέχω τις υστερίες» δήλωσε με σταθερή φωνή. «Ναι.»
164
LORETTA CHASE
Ήταν κι ο ίδιος ζαλισμένος, ωστόσο την έβλεπε με αρκετή διαύγεια. Έβλεπε αρκετά… ή ίσως όχι αρκετά. Έβλεπε και το κρεβάτι, μόλις λίγα βήματα μακριά τους, να τον προσκαλεί. Γιατί να μη δεχόταν την πρόσκληση; Επειδή… Δεν ήξερε το λόγο. Όπως δεν ήξερε και γιατί να δεχτεί. Γύρισε την πλάτη του, σε εκείνην, στο κρεβάτι, στα πάντα, και έφυγε γρήγορα. *** Σαν μέσα σε παραζάλη, η Σοφί τον κοίταξε να φεύγει. Τον κοίταξε καλά: τα μαύρα του μαλλιά ανακατεμένα σαν να είχε περάσει τα δάχτυλά του ανάμεσά τους – ή μήπως το είχε κάνει εκείνη;… τους φαρδείς του ώμους κάτω από το γιλέκο του… τους μύες των μπράτσων του, σκανδαλιστικά ορατούς πίσω από το φίνο λινό του πουκαμίσου του… το πίσω μέρος της μέσης του και το κόψιμο του γιλέκου στη βάση της σπονδυλικής του στήλης… μέχρι κάτω, χαμηλά, στους γοφούς και στα μακριά του πόδια… όλο αυτό το ογκώδες κορμί να κινείται με τη σιγουριά και τη χάρη ενός καθαρόαιμου. Τον είδε να περνάει την πόρτα και να την κλείνει πίσω του, με ένα δυνατό κρότο που την έκανε να αναπηδήσει και που την έβγαλε από την παραζάλη της. Κούνησε δυνατά το κεφάλι. Έκλεισε τα μάτια και τα άνοιξε πάλι. Πέρασε τη γλώσσα πάνω από τα χείλη της… έτσι όπως είχε κάνει κι εκείνος. Πλησίασε το τραπέζι, ξαναγέμισε το ποτήρι της και το άδειασε μεμιάς για να ενισχύσει την αποφασιστικότητά της. Πήγε στην πόρτα που χώριζε τα δωμάτιά τους και την άνοιξε. Εκείνος ήταν έτοιμος να πιει από το κρασί του, αλλά
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
165
έμεινε ακίνητος, λίγο πριν φτάσει το ποτήρι του στο στόμα. Σε αυτό το αμαρτωλό, επικίνδυνο στόμα. «Όχι» του είπε. «Αποκλείεται.» «Για τι πράγμα μιλάς; Τρελάθηκες;» «Για ένα λεπτό, ναι. Τρελάθηκα. Όμως, δεν μπορείς να το ξανακάνεις. Δεν γίνεται να είσαι τόσο χαζός.» «Φύγε από δω» της είπε. «Το ξέρεις πως είσαι σχεδόν γυμνή;» «Δεν με νοιάζει. Θέλω…» «Δεν σε νοιάζει; Άκουσέ με, δεσποινίς Αθωότητα. Υπάρχουν πολλά για τα οποία “δεν νοιάζεται” ένας άντρας. Αλλά μια σχεδόν γυμνή γυναίκα δεν είναι ένα από αυτά.» «Τόσο το χειρότερο» είπε εκείνη. «Δεν πρόλαβα να ντυθώ. Πρέπει να το πω όσο ακόμα ξέρω το λόγο που το λέω, όσο ακόμα είμαι επηρεασμένη.» Πέρασε το χέρι του ανάμεσα στα μπερδεμένα του μαλλιά. «Δεν είσαι υποχρεωμένη να πεις τίποτα. Πρέπει να φύγεις.» «Δεν μπορώ να μπλέξω με πελάτες. Είναι κακό για τη δουλειά.» «Τη δουλειά!» «Και μη μου πεις ότι εσύ δεν είσαι πελάτης.» «Δεν είμαι, χαζοβιόλα. Πότε αγόρασα τελευταία φορά κάποιο φουστάνι;» «Οποιοσδήποτε άντρας έχει τη δυνατότητα να πληρώνει τους λογαριασμούς μας είναι πιθανό να αποκτήσει, αργά ή γρήγορα, μία γυναίκα που θα τη θελήσουμε στο μαγαζί μας» του είπε. «Και η οποία δεν θα μας προτιμήσει αν έχουμε τη φήμη πως κυνηγάμε τους άντρες.» «Δουλειά» μουρμούρισε. «Όλα για το μαγαζί.» «Ναι. Που σημαίνει ότι μιλάω απολύτως σοβαρά. Αν με ξαναφιλήσεις, θα σε σκοτώσω.» Έκανε μεταβολή κι έφυγε από το δωμάτιο, βροντώντας πίσω της την πόρτα.
166
LORETTA CHASE
Γέμισε άλλη μια φορά το ποτήρι της με κρασί, όμως αυτήν τη φορά το ήπιε πιο αργά. Η καρδιά της χτυπούσε τόσο δυνατά, που την πονούσε. Δεν μπορούσε να θυμηθεί πότε ήταν η τελευταία φορά που είχε κάνει κάτι τόσο δύσκολο και τρομακτικό, και εντελώς αντίθετο από αυτό που πραγματικά ήθελε. Τώρα καταλάβαινε τη Μαρσλίν που είχε χάσει τα μυαλά της με τον Κλίβντον. Τώρα καταλάβαινε γιατί επέμενε να εξηγήσει στη Σοφί, για εκατοστή φορά, το πώς γίνονται τα μωρά. Ο πόθος ήταν μια επικίνδυνη επιρροή. Όπως κάθε Νουαρό, στη Σοφί άρεσε ο κίνδυνος, το ρίσκο, η πρόκληση. Ωστόσο, δεν μπορούσε, δεν έπρεπε, να ρισκάρει με τον Οίκο Νουαρό. Αν άφηνε την επικίνδυνη επιρροή να την παρασύρει, θα παράσερνε μαζί της και όλα αυτά για τα οποία είχαν αγωνιστεί και υποφέρει. Σηκώθηκε, πλησίασε τη σκάφη και έπιασε τη ρόμπα που εκείνος είχε ρίξει εκεί μέσα. Την έστυψε και την άπλωσε πάνω στην καρέκλα – κοντά στη φωτιά, αλλά όχι επικίνδυνα κοντά. Δεν ήταν εντελώς κατεστραμμένη. Τα κορίτσια στο Ινστιτούτο θα την έκοβαν και θα έφτιαχναν κάτι με τα κομμάτια της. Η ρόμπα δεν ήταν σημαντική. Το μαγαζί ήταν αυτό που ήθελε να σώσει η Σοφί, και αυτό σήμαινε πως έπρεπε να σωθεί η λαίδη Κλάρα. Αυτό έπρεπε να κάνει, και δεν θα ήταν καθόλου εύκολο. Χαμογέλασε. Στο κάτω-κάτω, ήταν μία Νουαρό, και ό,τι ήταν εύκολο έπαυε να είναι διασκεδαστικό.
Κεφάλαιο 8 Το Ρίτσμοντ Παρκ έχει περιφέρεια δώδεκα χιλιομέτρων και περιλαμβάνει πέντε χιλιάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα, από τα οποία μόλις εκατό βρίσκονται σε αυτή την ενορία. 1600 ανήκουν στο Μορτλέικ, 662 στο Πίτερσαμ, 575 στο Πάτνεϊ και τα υπόλοιπα στο Κίνγκστον. Το έδαφος αυτού του πάρκου είναι όμορφα μοιρασμένο σε λόφους και κοιλάδες. Επίσης είναι πλούσιο σε πανέμορφες βελανιδιές και άλλα δέντρα. –Daniel Lysons, Tα Περίχωρα του Λονδίνου, 1810 Οικεία Γουόρφορντ Σάββατο 6 Ιουνίου «Άρρωστη;» ρώτησε ο Άντερλι. «Φαντάζομαι πως δεν είναι κάτι… σοβαρό.» Η Κλάρα ήταν γερή σαν το σίδερο. Μόνο καχεκτική ή φιλάσθενη δεν θα μπορούσε να την πει κανείς. «Ελπίζουμε να μην είναι» απάντησε ο λόρδος Βαλεντάιν. «Ίσως κρυολόγησε χθες βράδυ, στης θείας Ντόρα. Μπάζει από παντού αυτό το παλιό σπίτι. Ήταν και η νύχτα υγρή.» «Κρυολόγησε» επανέλαβε ο Άντερλι. Ένα παγωμένο ρί-
168
LORETTA CHASE
γος τον διαπέρασε. Μια σκιά θλίψης βάραινε την ατμόσφαιρα σήμερα στην οικεία Γουόρφορντ. Κάτι παραπάνω από θλίψη. Παγωνιά. Η λαίδη Γουόρφορντ τον είχε αντιμετωπίσει με ψυχρή ευγένεια, δείχνοντας ταυτόχρονα σαν να την ενοχλούσε κάτι που η ανατροφή της δεν της επέτρεπε να αναφέρει. Η Κλάρα τού φερόταν στην αρχή αρκετά ζεστά –τουλάχιστον όσο ζεστά ήξερε να φερθεί σε έναν άντρα–, αλλά μέρα με τη μέρα γινόταν όλο και πιο απόμακρη. Όχι πως είχαν κάποια σημασία τα αισθήματά τους. Η Κλάρα έπρεπε να τον παντρευτεί, και όλοι το ήξεραν πολύ καλά. Μπορεί να τον έβλεπαν αφ’ υψηλού, και η λαίδη Γουόρφορντ να μην έχανε ευκαιρία να του θυμίζει –με μεγάλη ευγένεια– την ταπεινή καταγωγή του, όμως εκείνος δεν θα έφευγε, κι αυτοί δεν μπορούσαν να τον αναγκάσουν να φύγει. Το μόνο που δεν είχε υπολογίσει ήταν την περίπτωση να αρρωστήσει η Κλάρα. Σοβαρά άρρωστη, κρίνοντας από τις ενδείξεις. Το πρόσωπο του Λόρδου Βαλεντάιν είχε μια πένθιμη έκφραση. Συναγερμός σήμανε μέσα του. Δεν έπρεπε να πεθάνει. Όχι πριν από το γάμο τους. «Μπορώ να κάνω κάτι;» ρώτησε. Ο λόρδος Βαλεντάιν κούνησε λυπημένα το κεφάλι. «Λυπάμαι. Δεν υπάρχει τίποτα που να μπορούμε να να κάνουμε. Η μητέρα μας είναι κοντά της. Δεν έχει φύγει από το πλευρό της.» «Φυσικά, θα καλέσατε γιατρό;» «Σας διαβεβαιώνω, η αδερφή μου έχει άριστη φροντίδα. Μπορώ να πω ότι θα είναι μια χαρά σε μια-δυο μέρες.» Αυτό ο λόρδος Βαλεντάιν δεν το είπε με μεγάλη σιγουριά. Ο Άντερλι έφυγε, ανήσυχος και θυμωμένος. Είχε σπαταλήσει μήνες για να την πλησιάσει. Αρκετούς μήνες που θα μπορούσε να τους είχε διαθέσει σε κάποια άλλη.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
169
Το καλό που της ήθελε να μην πεθάνει. Θα ήταν διπλή ατυχία. Δεν γνώριζε καμία άλλη καλοπροικισμένη γυναίκα που θα μπορούσε να την πλησιάσει τόσο εύκολα. Και δεν είχε καθόλου χρόνο στη διάθεσή του. Οι πιστωτές του δεν θα περίμεναν ούτε μέχρι την κηδεία. *** Μέχρι να καθίσουν ξανά στην άμαξα, ο Λόνγκμορ προσπαθούσε να καταλάβει τι τον είχε πιάσει το προηγούμενο βράδυ και δεν είχε εκμεταλλευτεί μια τέλεια ευκαιρία. Έφταιγε η έκπληξη, αποφάσισε. Τον είχε ξαφνιάσει εντελώς το γεγονός πως η Σοφί ήταν τόσο άπειρη. Κανονικά θα είχε συνέλθει γρήγορα από το σοκ. Όμως, είχε περάσει μια δύσκολη μέρα. Η αδερφή του το είχε σκάσει, και ήταν η πρώτη φορά στα τόσα χρόνια που χρειάστηκε να ανησυχήσει για εκείνην. Έπειτα, η Σοφί είχε πάρει φωτιά. Λογικό να μη λειτουργεί καθαρά το μυαλό του. Αφού στριφογύρισε αρκετή ώρα στο κρεβάτι του –χωρίς αμφιβολία εξαιτίας του κορμιού του που είχε ξεσηκωθεί χωρίς όφελος για μια γυναίκα–, κοιμήθηκε αρκετά καλά. Μόλις ξημέρωσε η μέρα, το μυαλό του βρήκε πάλι τις φυσιολογικές του λειτουργίες. Τώρα μπορούσε να σκεφτεί ξεκάθαρα. Μπορεί να μην είχε φοβερή εμπειρία, ωστόσο αυτό δεν σήμαινε πως ήταν εντελώς άπειρη. Ήταν Γαλλίδα. Είχε γούστο. Ήταν απλώς μία έξυπνη κοπέλα που δεν είχε κάνει πολλή πρακτική εξάσκηση στην τέχνη του έρωτα. Μία από αυτές τις μέρες, κάποιος θα βελτίωνε την εκπαίδευσή της. Γιατί να μην ήταν αυτός; Η αλήθεια ήταν πως δεν είχε χρειαστεί να διδάξει κάποια άλλη μέχρι τώρα, όμως για όλα υπάρχει η πρώτη φορά, κι εκείνος ήταν πάντα ανοιχτός σε νέες εμπειρίες. Βέβαια του είχε πει να μείνει μακριά της.
170
LORETTA CHASE
Αλλά αυτό έγινε μετά. Μέχρι να κάνει το ηλίθιο λάθος να γυρίσει στο δωμάτιό του, η Σοφί είχε δείξει αρκετό ενθουσιασμό. Σήμερα τον είχε καλημερίσει κεφάτα στο πρωινό. Και φυσικά δεν είχε διακρίνει καθόλου θυμό ή ντροπή στη συμπεριφορά της. Η σημερινή στιλιστική φαντασμαγορία ήταν ένα γκρίζοροζ φουστάνι για ταξίδια. Ένα από εκείνα τα υφάσματα που μοιάζουν με μπέρτες έπεφτε ασυγκράτητο πάνω από τα φουσκωτά μανίκια. Στο λαιμό αυτής της μπέρτας στηριζόταν ένας γιακάς από άσπρη δαντέλα, ίδια με αυτήν που είχε χρησιμοποιηθεί για τους αμέτρητους φιόγκους που στόλιζαν το μπροστινό της μέρος, το οποίο τελείωνε σε μύτη λίγο πιο κάτω από τη μέση της, λες και χρειαζόταν ένας άντρας οδηγίες για το πού να εστιάσει. Οι φιόγκοι συνέχιζαν στις δύο πλευρές της φούστας της, δίπλα σε ένα ανάποδο V – που έδειχνε, ναι, προς την ίδια περιοχή. Το σημερινό καπέλο είχε στολισμένο με λουλούδια το πίσω μέρος του, καθώς και όλο το εσωτερικό του γείσου του. Πράσινες κορδέλες ξεφύτρωναν ανάμεσα στα λουλούδια. Έφτανε μόνο να το κοιτάξεις για να πάθεις ίλιγγο. Εκείνος την προτιμούσε κατά κύριο λόγο γυμνή, ωστόσο σίγουρα το θέαμα που του πρόσφερε ήταν διασκεδαστικό. Από τη στιγμή που είχαν μπροστά τους μια δύσκολη έρευνα στο Ρίτσμοντ Παρκ, λίγη διασκέδαση ήταν απαραίτητη. Δεν είχαν απομακρυνθεί πολύ από το πανδοχείο όταν ο Φένγουικ, από το πίσω κάθισμα, άρχισε να ρουφάει δυνατά τη μύτη του. Ο Λόνγκμορ κοίταξε πίσω του. «Το καλό που σου θέλω, μην αρρωστήσεις» είπε. «Δεν έχουμε χρόνο να γιατρεύουμε κρυολογήματα.» «Απλώς μύλιζα κάτι» είπε ο Φένγουικ. Ο Λόνγκμορ τού έριξε μια άγρια ματιά.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
171
«Μύριζα» διόρθωσε το αγόρι. «Τι είναι αυτή η μυρωδιά;» «Ποια μυρωδιά;» ρώτησε ο Λόνγκμορ. Το μόνο άρωμα που αντιλαμβανόταν ήταν η λεβάντα που φορούσε η Σοφί μαζί με κάτι άλλο. Αμφέβαλλε για το αν ο Φένγουικ, από εκεί που καθόταν, πίσω από την κουκούλα και από τις αποσκευές, θα μπορούσε να εντοπίσει ένα τόσο ελαφρύ άρωμα. «Πιστεύω πως εννοεί τον αέρα» είπε η Σοφί. «Είναι ο αέρας της εξοχής που μυρίζεις, Φένγουικ.» Πήρε μια βαθιά ανάσα, και το στήθος της ανεβοκατέβηκε. Οι φιόγκοι έκαναν ακόμα πιο έντονη αυτή την κίνηση. Σίγουρα θα ήταν μια πολύ ευχάριστη εμπειρία το να τους λύσει έναν-έναν. *** Αυτό που είδε η Σοφί από το Ρίτσμοντ Παρκ τής άρεσε. Παρόλο που ήταν κορίτσι της πόλης, μπορούσε να αντιληφθεί την ομορφιά της εξοχής που την περιέβαλε, περίπου πέντε φορές σαν το Χάιντ Παρκ, όπως της είχε πει ο Λόνγκμορ. Της ήταν εύκολο να φανταστεί τη λαίδη Κλάρα στην κορυφή ενός λόφου να αγναντεύει το Λονδίνο, σκεπασμένο από ένα πέπλο ομίχλης. Θα ένιωθε πως ήταν επιτέλους ασφαλής, μακριά από τα προβλήματά της. Μόνο που δεν ήταν ασφαλής. Ούτε που ήξερε πώς να φροντίζει τον εαυτό της, και μία καμαριέρα σίγουρα δεν ήταν αρκετή. Καθώς δεν συνέφερε να μαθευτεί πως είχε χαθεί μία αφελής κοπέλα, έπρεπε να είναι προσεκτικοί στο τι θα έλεγαν όταν θα ρωτούσαν τον κόσμο. Για να μην καταλάβει κανείς ότι έψαχναν τη λαίδη Κλάρα, είχαν επινοήσει μία απλή ιστορία. Η οδηγός του μόνιππου είχε ξεχάσει σε ένα πανδοχείο το πορτοφόλι της, το οποίο περιείχε λίγα χρήματα και κάποια χαρτιά, και τώρα εκείνοι προσπαθούσαν να τη βρουν για να της το επιστρέψουν.
172
LORETTA CHASE
Δεν μπήκαν στον πειρασμό να ψάξουν το ίδιο το πάρκο. Κάτι τέτοιο θα χρειαζόταν μέρες, είπε ο Λόνγκμορ. Αντ’ αυτού, ρώτησαν τους διάφορους πανδοχείς που βρίσκονταν κοντά στις πύλες. Αλλά ακόμα κι έτσι, πέρασαν πολλές ώρες, και είχαν κάνει σχεδόν έναν πλήρη γύρο του πάρκου, καθώς και μία παράκαμψη μέχρι το Ρίτσμοντ Χιλ, πριν μάθουν κάτι. Ήταν απόγευμα όταν επιτέλους ανακάλυψαν το χάνι όπου είχε σταματήσει η Κλάρα. Εκεί είχε ρωτήσει για την καλύτερη διαδρομή μέχρι το Ανάκτορο Χάμπτον Κορτ . «Κι εγώ που ήλπιζα πως θα είχε γυρίσει στο Λονδίνο» είπε ο Λόνγκμορ μόλις ξεκίνησαν ξανά. «Τουλάχιστον μάθαμε κάτι» σχολίασε η Σοφί. «Ναι. Πάλι πίσω στο Πόρτσμουθ Ρόουντ, μετά από ένα ξέφρενο και άκαρπο κυνήγι. Μόλις την πιάσω στα χέρια μου…» «Είναι τόσο εύκολο για σένα» του είπε. «Εύκολο; Τι, διάβολο, θέλεις να πεις;» «Αν κάποιος σε προσβάλλει ή σε θίξει, τον αρχίζεις στο ξύλο ή τον καλείς σε μονομαχία. Αν σε αδικήσουν, μπορείς να αντιδράσεις. Η αδερφή σου τι μπορεί να κάνει;» «Δεν χρειάζεται να κάνει τίποτα. Είναι γυναίκα.» «Γι’ αυτό θα πρέπει απλώς να υπομένει; Σου έχει περάσει ποτέ από το μυαλό πόσο ταπεινωμένη θα νιώθει; Βάζω στοίχημα ό,τι θέλεις πως οι αυτοαποκαλούμενοι φίλοι της την ταλαιπωρούσαν κρυφά. Πώς να τους το ανταποδώσει στα ίσα; Είναι αδύνατο. Στο μεταξύ, εκείνη ξέρει πολύ καλά πως όλοι οι άντρες που κάποτε τη θαύμαζαν και τη σέβονταν τώρα τη βλέπουν σαν ένα πονηρό αστείο. Μπορείς να φανταστείς πώς αισθάνεται;» «Αισθήματα» είπε εκείνος με τόνο τόσο ειρωνικό, που της ήρθε η επιθυμία να τον χαστουκίσει. «Ναι, αισθήματα. Γιατί όχι; Εκείνη δεν μπορεί να αμυνθεί όπως θα ήθελε. Δεν έχει τη δύναμη να τους κάνει να στα-
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
173
ματήσουν. Θα πρέπει να ήταν τρομερό συναίσθημα. Γι’ αυτό το έβαλε στα πόδια. Αν δεν το έκανε, θα τρελαινόταν, είμαι σίγουρη. Ανησυχώ γι’ αυτήν, και μακάρι να μην είχε αντιδράσει έτσι, όμως τη θαυμάζω που προτίμησε να ρισκάρει τα πάντα από το να υπομένει παθητικά.» Ακολούθησε μια μεγάλη παύση. Η Σοφί δεν δοκίμασε να τη διακόψει, απλώς κοίταξε μπροστά της, περιμένοντας να καταλαγιάσει ο θυμός της. Χαζό-ευαίσθητη. Το ήξερε πως έχανε τα λόγια της, όμως πραγματικά ήταν πολύ… «Τη θαυμάζεις» είπε ο Λόνγκμορ. «Ναι. Φέρθηκε γενναία.» «Απερίσκεπτα είναι πιο κατάλληλη λέξη. Βλακωδώς απερίσκεπτα.» «Όπως κάνει ο αδερφός της.» Κι άλλη παύση. «Έχεις ένα δίκιο» της είπε. *** Το κήρυγμα ήταν μία έκπληξη, και δεν ήταν η μοναδική. Ο Λόνγκμορ δεν είχε ακόμη χωνέψει εντελώς το εκπληκτικό της λογύδριο για την Κλάρα όταν, λίγο αργότερα, ενώ διέσχιζαν ξανά τον Τάμεση, η Σοφί πρόσεξε το παλιό ανάκτορο. «Ω, τι όμορφο!» φώναξε. «Κοίτα!» Γέλασε – ένας βραχνός ήχος που γαργάλησε τα αφτιά του και έσπειρε παράξενα, ζεστά συναισθήματα στο στήθος του. «Ήμουν έτοιμη να πω ότι η Λούσι θα ξετρελαινόταν με αυτό» συνέχισε η Σοφί. «αλλά κι εγώ ενθουσιάστηκα λες και είμαι έξι χρόνων.» Ο Λόνγκμορ κοίταξε πρώτα το άναρχο οικοδόμημα κι έπειτα εκείνην. «Δεν έχεις δει ποτέ άλλοτε το Ανάκτορο Χάμπτον Κορτ;»
174
LORETTA CHASE
«Πότε να το δω;» απάντησε, χαμογελώντας ακόμη. «Εδώ και τρία χρόνια, όλος μου ο κόσμος είναι το Λονδίνο. Το παραδέχομαι, μου φαινόταν μεγάλο και ενδιαφέρον. Όμως, ποτέ δεν βγήκα έξω από αυτό.» Αυτή εδώ ήταν μία εντελώς διαφορετική Σοφί, ένα παιδί σχεδόν. Κυριολεκτικά χοροπηδούσε στο κάθισμά της από την έξαψη. «Δεν έκανες ποτέ καμιά εκδρομούλα στο ποτάμι;» «Έχω ένα μαγαζί» του θύμισε. «Είναι ανοιχτό έξι μέρες την εβδομάδα. Δουλεύουμε από τις εννέα το πρωί μέχρι τις εννέα το βράδυ.» Ο Λόνγκμορ σκέφτηκε πως δούλευε πολύ περισσότερο. Αργά τη νύχτα και νωρίς το πρωί, κάνοντας την κατάσκοπο του Τομ Φοξ. Δεν είχε χρόνο για εκδρομές αναψυχής στην εξοχή. Δεν το είχε σκεφτεί ποτέ του. Και πώς θα μπορούσε, άλλωστε; Εκείνος δεν δούλευε ποτέ. Δεν είχε ιδέα από το τι πάει να πει δουλειά. Και, προφανώς, δεν ήξερε πολλά για την αδερφή του. Άλλη μία έκπληξη. Πολύ φοβόταν πως το μυαλό του δεν θα άντεχε να αφομοιώσει πολλές ακόμα. «Είναι παράξενο, δεν είναι;» είπε η Σοφί. Και βέβαια ήταν. «Δεν χρειαζόταν παρά να βγω από το μαγαζί μου και να κοιτάξω πέρα από τη Σεν Τζέιμς για να δω το Ανάκτορο Σεν Τζέιμς. Επίσης ξέρω πως χρονολογείται από την εποχή της δυναστείας των Τυδώρ. Όμως, υπάρχουν κτήρια και δρόμοι τριγύρω. Άμαξες κάθε είδους πηγαινοέρχονται. Για μένα ήταν άλλο ένα κτίσμα. Πάνω-κάτω, σαν όλα τα άλλα παλάτια. Όλα δείχνουν αρκετά επιβλητικά, αλλά» –έκανε μια σαρωτική χειρονομία– «αυτό εκτείνεται σε όλη την ύπαιθρο. Μοιάζει με κάστρο.» «Είναι ένα από τα πιο κακοδιατηρημένα» είπε ο Λόνγκμορ. «Επί αιώνες, κανένας από τους μονάρχες μας δεν
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
175
ήθελε να ζήσει εδώ. Ούτε και ο τωρινός Βασιλιάς. Ούτε ο προηγούμενος ούτε κανένας. Είναι για ανύπαντρες, γεροντοκόρες και χήρες ηρώων πολεμιστών…» Σταμάτησε, αρχίζοντας να καταλαβαίνει επιτέλους. Ρίτσμοντ Παρκ. Χάμπτον Κορτ. Φυσικά. «Ανύπαντρες και χήρες;» ρώτησε η Σοφί. «Σε διαμερίσματα που έχουν χορηγηθεί σε όσες υπηρέτησαν το Στέμμα με κάποιον ιδιαίτερο τρόπο. Ή σε εκείνες που είχαν πατέρες, συζύγους ή αδερφούς που το έκαναν. Είναι κυρίως γυναίκες μόνες, και ως επί το πλείστον μεγάλες. Και ξέρω γιατί ήρθε εδώ η Κλάρα.» *** Παρόλο που είχε καιρό να επισκεφτεί την παλιά φίλη της μητέρας του, οι υπάλληλοι του παλατιού τον αναγνώρισαν. Και την προηγούμενη μέρα είχαν αναγνωρίσει την αδερφή του, όπως του αποκάλυψαν σύντομα, δίνοντάς του την πληροφορία πριν καν προλάβει να τη ζητήσει. Θα πρέπει να αναρωτήθηκαν γιατί η οικογένεια Φέρφαξ έδειχνε τόση αγάπη τις τελευταίες μέρες στη λαίδη Ντάργουιτς. Ο Λόνγκμορ τούς άφησε να προβληματίζονται. Τράβηξε γρήγορα τη Σοφί σε ένα δαίδαλο από διαδρόμους που οδηγούσαν στο διαμέρισμα που είχε χορηγηθεί στη λαίδη Ντάργουιτς πριν από είκοσι πέντε χρόνια. Η αλήθεια είναι πως την τράβηξε με το ζόρι. Εκείνη ήθελε να χαζέψει τους παλιούς αλλόκοτους πυργίσκους και να ακολουθήσει τα δρομάκια που έβγαιναν στην αυλή. Ήταν σαν να προσπαθούσε να παρασύρει μαζί του ένα παιδί. «Θα έλεγε κανείς πως δεν έχεις δει ποτέ σου τέτοια ερείπια» είπε. «Έχω ένα μαγαζί» είπε εκείνη. «Σωστά. Έξι μέρες. Εννιά με εννιά.» «Μερικές φορές, μία από μας πρέπει να πάει τη Λούσι
176
LORETTA CHASE
στο ζωολογικό κήπο, ή στο Αμφιθέατρο Άστλεϊ, ή σε κάποιο πανηγύρι. Όμως, ποτέ δεν κάναμε ολοήμερη εκδρομή έξω από το Λονδίνο. Είναι τόσο ενδιαφέρον αυτό που βλέπω. Η Λούσι θα ξετρελαινόταν.» «Τότε, ο Κλίβντον θα πρέπει να τη φέρει κάποια μέρα όσο εσείς θα είστε απασχολημένες με τον ανταγωνισμό σας» της είπε. «Σήμερα δεν έχουμε χρόνο για ξενάγηση. Θα σε φέρω κάποια άλλη φορά. Υπάρχουν μερικοί ωραίοι πίνακες και αγάλματα, και οι κήποι είναι ευχάριστα εκκεντρικοί. Αλλά για την ώρα, το μόνο αξιοθέατο για μας είναι η λαίδη Ντάργουιτς.» «Καταλαβαίνω.» «Μην υποδυθείς κανένα ρόλο» της τόνισε. «Εδώ πρέπει να είσαι ο εαυτός σου.» «Μία μοδίστρα;» «Η λαίδη Ντάργουιτς είναι εκατό χρόνων. Αμφιβάλλω αν έχει απομείνει κάτι που να μπορεί να τη σοκάρει. Ωστόσο, εγώ είμαι παλιομοδίτης…» «Οπισθοδρομικός, θα έλεγα.» «Και λιγάκι ντροπαλός…» «Αυτό είναι το πρώτο που πρόσεξα πάνω σου» του είπε. «Την ντροπαλότητά σου. Όταν όρμησες στο σπίτι του Δούκα του Κλίβντον φωνάζοντας για…» «Εντελώς ντροπαλός όταν πρόκειται να σε συστήσω στη φίλη της μητέρας μου σαν την ερωμένη μου – πόσω μάλλον όταν δεν είσαι.» Σύντομη σιωπή. «Ακόμη.» «Και δεν θα γίνω ποτέ, αλλά μπορώ να προσποιηθώ τόσο όμορφα, που θα πιστέψεις ότι είναι αλήθεια» του είπε. «Το θέμα είναι πως δεν μπορώ να αντιμετωπίσω εκείνην και ένα φανταστικό πρόσωπο ταυτόχρονα.» Η Σοφί το σκέφτηκε για λίγο. «Έχεις δίκιο.» Πολύ σύντομα ένας υπηρέτης τούς οδήγησε στο σαλόνι της λαίδης Ντάργουιτς. Η ηλικιωμένη γυναίκα είχε αποκτήσει λίγες ακόμα
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
177
ρυτίδες και ζάρες, παρ’ όλα αυτά έδειχνε εντυπωσιακά καλοδιατηρημένη, δεδομένου πως βρισκόταν στο κατώφλι των ενενήντα της χρόνων. Ανέκαθεν ήταν μία αφράτη και ήρεμη γυναίκα –το εντελώς αντίθετο της μητέρας του–, και σήμερα ήταν το ίδιο περιποιημένη όπως πάντα. Μια φορά κι έναν καιρό, μαζί με τη γιαγιά Γουόρφορντ και μερικές άλλες είχαν φτιάξει μία από τις πιο ζωηρές παρέες του Λονδίνου. «Λόνγκμορ, σαν τα χιόνια» είπε, απλώνοντας το παχουλό, στολισμένο με δαχτυλίδια χέρι της, το οποίο εκείνος φίλησε ιπποτικά. «Η οικογένειά σου δεν με έχει συνηθίσει σε τόσες επισκέψεις. Χθες ήρθε η Κλάρα. Αλλά γι’ αυτό ήρθες κι εσύ, φυσικά. Μου είπε ότι το έσκασε, το ανόητο παιδί. Εγώ της είπα να γυρίσει αμέσως στο σπίτι σας. Τι κουταμάρα! “Δεν τον αγαπάει”, λέει. Αυτό θα έπρεπε να το είχε σκεφτεί πριν βγει μαζί του στη βεράντα και του επιτρέψει τέτοιες οικειότητες. Πραγματικά έμεινα άφωνη. Πάντα πίστευα πως η Κλάρα είχε περισσότερο μυαλό…» Το καστανό, διαπεραστικό της βλέμμα στάθηκε στη Σοφί. «Μα, ποια είναι αυτή;» Η ηλικιωμένη γυναίκα πήρε το μονόκλ της και κοίταξε εξεταστικά τη συνοδό του, από το κεφάλι με το γελοίο καπέλο μέχρι τα πόδια που ήταν κρυμμένα στα άβολα μεταξωτά μποτίνια της. «Μου φαίνεται γνωστή, αλλά δεν είναι δική σας, το ξέρω. Αποκλείεται να είναι μία Φέρφαξ.» «Έχετε δίκιο, λαίδη Ντάργουιτς. Παρακαλώ, επιτρέψτε μου να σας παρουσιάσω τη δεσποινίδα Νουαρό, μία διάσημη μοδίστρα.» Η Σοφί έκανε μια υπερβολική υπόκλιση, ακριβώς σαν εκείνην που είχε χαρίσει στον Βαλεντάιν, με τις κορδέλες, τους φιόγκους και τα λουλούδια της να χοροπηδάνε. «Θεέ μου, σπάνια πια συναντά κανείς κάτι τέτοιο» είπε η λαίδη Ντάργουιτς τη στιγμή που σηκωνόταν η Σοφί. «Μοδίστρα, είπαμε; Πώς το ονομάζεις αυτό το φόρεμα, δεσποινίς Νουαρό;»
178
LORETTA CHASE
«Πυρήνα του ρόδου, λαίδη μου.» «Ροζ στάχτη;» είπε ο Λόνγκμορ. Οι δυο γυναίκες τον κοίταξαν με το ίδιο χαζεμένο βλέμμα. «Η δεσποινίς Νουαρό είναι η μοδίστρα της Κλάρα» είπε ο Λόνγκμορ. «Ανησυχεί πάρα πολύ για τα προικιά της.» «Πάψε να λες ανοησίες» είπε η ηλικιωμένη γυναίκα. «Το ξέρω πως σου είναι δύσκολο, αλλά κάνε μια προσπάθεια. Δεν μου έχει μείνει πια και πολύς χρόνος για να τον σπαταλάω έτσι – δέκα με είκοσι χρόνια το πολύ. Ίσως θα ήταν καλύτερα αν άφηνες τη νεαρή να μιλήσει η ίδια.» Άφησε το μονόκλ να πέσει στα γόνατά της και κοίταξε τη Σοφί με ένα λαμπερό, ανυπόμονο βλέμμα. «Για να είμαστε ειλικρινείς, λαίδη μου, έχω καταλάβει πως ο λόρδος Λόνγκμορ, παρά τα πολλά του προσόντα…» «Ω, έχεις ανακαλύψει μερικά, έτσι;» είπε εκείνος. «Παρά τα προσόντα του» συνέχισε η Σοφί, με ένα μικρό τίναγμα του κεφαλιού που έκανε τις κορδέλες να ανεμίσουν. «Για παράδειγμα, τις δυνατές του γροθιές, το αυταρχικό του ύφος και το καλό του γούστο στο ντύσιμο. Αυτά είναι μόνο μερικά αντιπροσωπευτικά δείγματα. Σε τούτα και σε πολλά άλλα, κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει την εξοχότητά του. Εντούτοις, πιστεύω πως θα μπορούσαμε δικαιολογημένα να του προσάψουμε ότι στερείται λεπτότητας και πειθούς. Και πιστεύω ακράδαντα πως η λαίδη Κλάρα δεν θα πειστεί εύκολα.» «Και καλά κάνεις να το πιστεύεις» είπε η λαίδη Ντάργουιτς. «Άρχισα να πιστεύω πως η κούτρα της είναι άδεια.» Εκείνην τη στιγμή μπήκε μία υπηρέτρια, φέρνοντας τσάι. Για λίγο η λαίδη Ντάργουιτς ανέλαβε το ρόλο της καλής οικοδέσποινας. Παρόλο που δεν είχαν χρόνο για χάσιμο, ο Λόνγκμορ υπέθεσε πως η λαίδη δεν δεχόταν συχνά επισκέψεις. Αν και ανυπομονούσε να πάρει τις πληροφορίες που ήθελε και να φύγει, ήξερε πως θα ήταν αγένεια να πιέσει τα πράγματα.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
179
Το πρόβλημα ήταν πως έβρισκε όλο και πιο ενδιαφέρουσα τη Σοφί από τα προβλήματα της Κλάρα. Και μάλιστα τώρα που η Σοφί είχε επιστρατεύσει όλη τη γοητεία της. Όταν η λαίδη Ντάργουιτς, στις κουβεντούλες που έκανε ανάμεσα στο τσάι και στα σάντουιτς, τη ρώτησε αν είχε επισκεφτεί άλλη φορά το Ανάκτορο, η Σοφί μεταμορφώθηκε από εξεζητημένη Γαλλίδα καπελού σε ενθουσιώδη Αγγλίδα κοπέλα. «Ο λόρδος Λόνγκμορ δεν μπορούσε να με ξεκολλήσει» είπε. «Όλο σταματούσα και κοίταζα με ανοιχτό το στόμα σαν μικρό παιδί. Πόσο υπέροχα θα είναι για σας να ζείτε εδώ. Δεν είχα συνειδητοποιήσει πως έμεναν άνθρωποι – εννοώ, εκτός από το προσωπικό.» «Έλα, Θεέ μου, πού ζούσε αυτό το κορίτσι;» είπε η λαίδη Ντάργουιτς. «Δεν άκουσες ποτέ για τα χορηγούμενα διαμερίσματα;» «Η δεσποινίς Νουαρό ζούσε στο Παρίσι μέχρι προσφάτως» της είπε ο Λόνγκμορ. «Είναι περισσότερο Γαλλίδα.» «Οι γονείς μου ήταν από την Αγγλία» εξήγησε η Σοφί. «Αλλά ναι, μεγάλωσα στο Παρίσι. Βλέπετε, είμαι αστή.» «Η δεσποινίς Νουαρό μού είπε πως αυτή είναι η πρώτη φορά που απομακρύνεται τόσο από το Λονδίνο από τότε που πρωτοήρθε» είπε ο Λόνγκμορ. «Και τώρα που είδα την επαρχία, θαυμάζω το θάρρος της λαίδης Κλάρα να έρθει μέχρι εδώ μόνη της. Οι δρόμοι είναι αρκετά καλοί, αλλά πρέπει να σταματήσεις για να φας κάτι, οπότε θα αντιμετωπίσεις σταβλίτες και τέτοια. Έπειτα πρέπει να πληρώνεις τα διόδια στα φυλάκια και να προσέχεις να μη στρίψεις σε λάθος δρόμο. Δεν είναι καθόλου όπως όταν ταξιδεύεις στο Λονδίνο. Θα πρέπει να ένιωσε πραγματική απελπισία για να φύγει έτσι.» «Ανέκαθεν ήταν ξεροκέφαλο παιδί» είπε η λαίδη Ντάργουιτς. «Ο κόσμος δεν το καταλαβαίνει.» «Η αγγελική ομορφιά» είπε ο Λόνγκμορ. «Οι θαυμαστές
180
LORETTA CHASE
της γράφουν τα πιο ηλίθια ποιήματα για εκείνην. Δεν την ξέρουν καθόλου καλά.» «Την υποτιμούν» είπε η Σοφί. «Επειδή είναι τόσο όμορφη, θεωρούν πως δεν μπορεί να έχει μυαλό.» «Είναι γυναίκα» σχολίασε ο Λόνγκμορ. «Τι το χρειάζεται το μυαλό;» «Για να αντιμετωπίζει τους άντρες που δεν έχουν καθόλου» απάντησε η Σοφί. «Δεν είναι εύκολο.» Στράφηκε στη λαίδη Ντάργουιτς. «Ίσως, λαίδη μου, αν μου πείτε όσα μπορείτε να θυμηθείτε από τη συζήτησή σας, να μπορέσουμε να καταλάβουμε τις προθέσεις της.» Δεν θα τελείωναν ποτέ. Ο Λόνγκμορ σηκώθηκε από την καρέκλα του και πήγε στο παράθυρο. Αφού το διαμέρισμα περιλάμβανε αρκετά δωμάτια στο ισόγειο και αυτό το παράθυρο έβλεπε βόρεια στην αυλή από όπου είχαν έρθει, δεν υπήρχε κάτι το ιδιαίτερο για να αποσπάσει την προσοχή του. Μόνο ένα λιθόστρωτο μονοπάτι και τριανταφυλλί πλινθόκτιστοι τοίχοι που έφταναν μέχρι τον τρίτο όροφο και έκρυβαν το φως της μέρας. Οι γριές γυναίκες ήταν φλύαρες και ξεχασιάρες. Σπανίως διηγούνταν μια ιστορία με τη σωστή σειρά, κι έτσι πήγαιναν από το ένα θέμα στο άλλο. Σε λίγες ώρες θα είχε σκοτεινιάσει. Εντούτοις θα μπορούσαν να ταξιδέψουν με τη Σοφί νύχτα, αρκεί να μην τους πρόδιδε πάλι ο καιρός. Παρακολουθούσε όσο μπορούσε τη συζήτηση των δύο γυναικών. Καθόλου εύκολη δουλειά. Το μυαλό του ήθελε να περιπλανηθεί σε άλλα μονοπάτια, τόσο μπερδεμένα, όσο αυτά εδώ που είχε το παλιότερο κομμάτι του παλατιού. Αναλογίστηκε την αδερφή του και τα όσα του είχε πει η Σοφί γι’ αυτήν. Δεν ήταν ευχάριστες σκέψεις. Θυμήθηκε τα μαλλιά της Σοφί να ξεχύνονται πίσω στην πλάτη της και πάνω στα στήθη της. Τις άκρες τους να σγουραίνουν και να μοιάζουν με χρυσάφι καθώς στέγνωναν… Τις
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
181
καμπύλες του στήθους της κάτω από τη λεπτή μουσελίνα του νυχτικού της… Το περίγραμμα των γοφών της… Το σημείο ανάμεσά τους, το τρίγωνο που ήξερε πως θα ήταν πασπαλισμένο με χρυσό. Αυτές ήταν πολύ πιο ευχάριστες. Κι όμως, ένιωσε να πνίγεται. Το δωμάτιο ήταν πολύ άνετο και ανέδιδε θαλπωρή. Τα διαμερίσματα στο Χάμπτον Κορτ ήταν γνωστά για τη σαθρότητα, τη σκοτεινιά και την υγρασία τους. Μια ποικιλία παλιών διακοσμητικών αντικειμένων γέμιζε το χώρο. Πίσω του, οι φωνές των γυναικών ακούγονταν σιγανές, σαν να συζητούσαν δύο παλιές φίλες. Προφανώς δεν ήταν καθόλου χρήσιμος εδώ μέσα. Ίσως ήταν καλύτερα αν έφευγε. Όσο οι δυο τους κουτσομπόλευαν, εκείνος θα μπορούσε να ρωτήσει τους υπαλλήλους. Ή να βρει τον Φένγουικ και να δει τι είχε να του πει. Ήταν έτοιμος να ζητήσει συγγνώμη, όταν άκουσε τη λαίδη Ντάργουιτς. «Μα, ναι! Το ήξερα πως κάτι μου θύμιζες. Τώρα το βρήκα! Αυτά τα μάτια. Είναι τα μάτια των ντε Λούσι. Θα τα αναγνώριζα οπουδήποτε.» *** Η Σοφί κατάλαβε τον Λόνγκμορ που γύρισε προς το μέρος τους και τις κοίταξε με έντονο βλέμμα. Χαμογέλασε ευγενικά στη λαίδη Ντάργουιτς. «Η εξοχότητά σας δεν είναι η πρώτη που το λέει.» «Δεν μου κάνει εντύπωση» είπε η ηλικιωμένη γυναίκα. «Κανείς δεν ξεχνάει αυτά τα μάτια. Παρ’ όλα αυτά, μου πήρε λίγο χρόνο μέχρι να κάνω τη συσχέτιση. Αλλά ο προηγούμενος Δούκας του Μάντβιλ ήταν στενός φίλος του άντρα μου, ξέρεις. Κι έπειτα ήταν και η Ευγενία, η χήρα λαίδη Χάργκεϊτ. Ο μεγαλύτερος γιος της, ο Ράθμπερν, παντρεύτηκε μία κοπέλα από αυτούς, από το ατίθασο σόι. Η κόρη της λαίδης Ράθμπερν ήταν η αδυναμία της Ευγενίας. Είδα το κορίτσι
182
LORETTA CHASE
στην κηδεία της Ευγενίας. Θυμάσαι που συναντήσαμε τη λαίδη Λάιλ, έτσι δεν είναι, Λόνγκμορ; Ένα όμορφο, κοκκινομάλλικο κορίτσι. Δεν είναι αυτά τα μάτια των ντε Λούσι;» Η έκφρασή του άλλαξε πολύ λίγο, όμως ήταν αρκετό για τη Σοφί. Πρόσεξε την αδιόρατη έκπληξη στα σκούρα μάτια του, την αλλαγή στη στάση του κορμιού του – σαν σε εγρήγορση, όπως ένας λύκος που οσφραίνεται μια μυρωδιά. «Α, ναι, το ατίθασο σόι των ντε Λούσι» είπε η Σοφί με θυμηδία. «Μου είχαν πει πως οι περισσότεροι από την οικογένεια ζούσαν αρνούμενοι να συμβιβαστούν με το σύστημα. Δεν είναι απίθανο κάποιος από τους προγόνους μου να γεννήθηκε εκτός γάμου.» Από την εποχή που είχαν έρθει στο Λονδίνο, η Σοφί και οι αδερφές της είχαν επίγνωση του κινδύνου που διέτρεχαν. Η Μαρσλίν μπορούσε να περνάει απαρατήρητη, έχοντας μοιάσει στον πατέρα τους. Όμως, η Σοφί και η Λιόνι είχαν κληρονομήσει τα μάτια της μαμάς ντε Λούσι, και αυτά τα μεγάλα μπλε μάτια ήταν πολύ χαρακτηριστικά, αφού μπορούσε να τα αναγνωρίσει ακόμα και μία ενενηντάρα γυναίκα. Το «ατίθασο σόι» των ντε Λούσι –περισσότερο γνωστό στην Αγγλία σαν οι Τρομεροί ντε Λούσι– θεωρείτο ακόμη, και δικαιολογημένα, ύποπτο στην καλύτερη περίπτωση, και μισητό στη χειρότερη. Η Μαρσλίν, η Σόφι και η Λιόνι ήταν οι τελευταίες της οικογένειας, απ’ όσο γνώριζαν. Η χολέρα είχε σκοτώσει όλους τους άλλους. «Αυτό θα μπορούσαμε να το πούμε οι περισσότεροι» είπε η λαίδη Ντάργουιτς. Έπιασε το μονόκλ της και περιεργάστηκε πάλι τη Σοφί. Εκείνη αντιμετώπισε το βλέμμα της ατάραχα. Όλα αυτά τα χρόνια είχε μάθει πολύ καλά να κρύβει τα συναισθήματά της. «Δεν θέλω να διακόψω τη νοσταλγική κουβεντούλα σας για τον παλιό καλό καιρό» είπε ο Λόνγκμορ «αλλά η μέρα τελειώνει, κι εμείς δεν ανακαλύψαμε ακόμη πού πήγε η Κλάρα όταν έφυγε από δω.»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
183
«Ανυπόμονα νιάτα» είπε η λαίδη Ντάργουιτς. «Αυτό είπα και στην Κλάρα. Δεν μου φανέρωσε τι την έπιασε και ακολούθησε ασυνόδευτη τον Άντερλι, από τόσους άντρες. Υποψιάζομαι πως δεν έχει να κάνει μαζί του.» «Πώς γίνεται να μην έχει να κάνει μαζί του όταν αυτός ήταν που σχεδόν της έβγαλε τα ρούχα;» ρώτησε ο Λόνγκμορ. «Δεν της τα έβγαλε ακριβώς» διόρθωσε η Σοφί. «Της είχε κατεβάσει λιγάκι το ντεκολτέ της και χάλασε τις λεπτοδουλεμένες πιέτες του κορσάζ της.» Ξέροντας πως αυτή η μοδιστρική λεπτομέρεια θα βούρλιζε τον Λόνγκμορ και θα του αποσπούσε τις σκέψεις από τους ντε Λούσι, συνέχισε: «Το κορσάζ ήταν λιγάκι χαμηλό, βλέπετε, λαίδη μου, και το ύφασμα σταύρωνε μπροστά με μικρές πιέτες. Κεντήσαμε ένα στεφάνι από τριαντάφυλλα, με μπουμπούκια, μίσχους και φύλλα σε όλο το μπροστινό μέρος και γύρω από το τελείωμα της φούστας. Έβαλε και μία καρφίτσα με σμαράγδια για να τονίσει τους κεντημένους ανθούς. Τη στερεώσαμε χαμηλά – έτσι.» Έδειξε το σημείο ανάμεσα στο στήθος της, εκεί που είχε μπει η καρφίτσα της λαίδης Κλάρα. «Έτσι, έμενε ακάλυπτο ένα μικρό κομμάτι από το όμορφο μεσοφόρι της, ένα πολύ φίνο…» «Ναι, ναι, φαντάζομαι πως η λαίδη Ντάργουιτς διάβασε όλες τις στιλιστικές λεπτομέρειες στην Έκδοση» τη διέκοψε ο Λόνγκμορ. «Όπως όλοι μας.» «Ήθελα απλώς να τονίσω ότι η λαίδη Κλάρα μπορεί να φάνηκε στα μάτια του αδερφού της περισσότερο ντεζαμπιγιέ απ’ όσο ήταν στην πραγματικότητα» είπε η Σοφί. «Τι διαφορά κάνει το αν ήταν πολύ ή λίγο;» ρώτησε εκείνος. «Ήταν μόνη μαζί του, κι αυτός είχε χαλάσει το φόρεμά της και μας έκανε τον ιππότη που ήθελε να κρύψει το γεγονός ενώ ήξερε πως δεν μπορούσε να κρυφτεί με τίποτα.» «Μα, αν ήταν στ’ αλήθεια ιππότης, δεν θα χρειαζόταν να κρύψει τίποτα» είπε η λαίδη Ντάργουιτς. «Αν πραγματικά νοιαζόταν γι’ αυτήν, καταρχάς δεν θα την είχε οδηγήσει
184
LORETTA CHASE
έξω στη βεράντα. Κανονικά δεν θα της το έλεγα, για να μην την αναστατώσω περισσότερο. Όμως, εκείνη το ήξερε ήδη. Γι’ αυτό την έπιασε τέτοια ταραχή. Μου είπε πως η άθλια η Μπάρθαμ τής το είχε πει ευθέως – ή ίσως και να το υπαινίχθηκε με αρκετή σαφήνεια. Και η Κλάρα είπε πως έτσι κι αλλιώς ήταν πολύ άσχημο να υποστεί έναν εξευτελισμό, αλλά το να τον υποστεί για άντρα, ο οποίος την περιφρονούσε, ήταν πραγματικά αβάσταχτο. Προσπάθησα να τη λογικέψω, αλλά ξέρεις πόσο κατάκαρδα παίρνει το καθετί. Ίσως η γιαγιά της να μπορούσε να την πείσει. Πάντα είχε τον τρόπο. Αλλά εγώ ήταν σαν να μιλούσα σε τοίχο. Δεν βλέπω πώς μπορεί να διορθωθεί αυτή η κατάσταση. Η ίδια σίγουρα πιστεύει πως δεν διορθώνεται, γι’ αυτό κι εγώ φοβάμαι τόσο για εκείνην.»
Κεφάλαιο 9 Το Χάμπτον Κορτ είναι ένα εξαίσιο παλάτι, είκοσι χιλιόμετρα έξω από το Λονδίνο, κατασκευασμένο από τον Καρδινάλιο Γούλσι και δωρισμένο από τον ίδιο στο βασιλιά Ερρίκο… Το παλάτι και τα κτήματα, τα οποία αξίζουν ιδιαίτερης προσοχής, είναι προσβάσιμα κατόπιν αιτήσεως στον υπεύθυνο του ιδρύματος. –Ταξιδιωτικός Οδηγός του Λονδίνου από τον Κρούτσλεϊ, 1834 Πολύ αργότερα, ο Λόνγκμορ προσπαθούσε να οδηγήσει τη Σοφί πίσω από εκεί που είχαν έρθει. Εκείνη χασομερούσε, χαζεύοντας παράθυρα και στενά μονοπάτια και κοιτώντας επίμονα τις κλειστές πόρτες λες και θα μπορούσε να διακρίνει τι υπήρχε από πίσω. «Ήσουν ικανή να μείνεις μέχρι τη νύχτα αν σε άφηνα» της είπε. «Απλώς προσπαθούσα να μάθω όσο το δυνατόν περισσότερα» του απάντησε. «Δεν θα είναι εύκολο να πείσουμε την αδερφή σου να γυρίσει στο Λονδίνο. Πρέπει να καταλάβω καλά τι έχει γίνει.» Ο Λόνγκμορ δεν ήθελε να καταλάβει τίποτε άλλο. Οι αποκαλύψεις της λαίδης Ντάργουιτς τον είχαν αναστατώσει.
186
LORETTA CHASE
Ένιωθε την ανάγκη να φύγει από αυτό το ζεστό διαμέρισμα ή να σπάσει κάτι. Τώρα πια δεν ευχόταν να είχε σκοτώσει τον Άντρερλι. Ο θάνατος ήταν λίγος γι’ αυτόν. Αυτό που του χρειαζόταν ήταν να τον σακατέψει στο ξύλο – να καταστρέψει τη γοητεία του μια για πάντα. Να υποφέρει για την υπόλοιπη ζωή του για τον πόνο που είχε προκαλέσει στην Κλάρα. «Καλύτερα να έμενα απέξω» είπε. «Γυναίκες να συζητούν για συναισθήματα. Δεν είναι το αγαπημένο μου θέμα. Καλύτερα να μιλούσα με τους υπαλλήλους του παλατιού και τους υπηρέτες. Η Κλάρα δεν έδειξε μεγάλη εμπιστοσύνη, παρά μόνο στη λαίδη Ντάργουιτς. Όμως, η Ντέιβις μίλησε με κάποιον κηπουρό για τα τοπικά πανδοχεία, κι εκείνος της συνέστησε το Μπέαρ στο Έσερ. Πρέπει να πάμε εκεί.» «Το ξέρω.» «Άντε, λοιπόν.» «Έρχομαι.» «Χασομεράς» της είπε. «Σκέφτομαι» απάντησε. «Δεν μπορείς να περπατάς και να σκέφτεσαι ταυτόχρονα;» «Είσαι πάντα τόσο ανυπόμονος;» τον ρώτησε. «Αλλά γιατί ρωτάω;» «Χάσαμε ώρες.» «Όχι περισσότερες απ’ όσες η αδερφή σου» του είπε. «Ούτε εκείνη μπόρεσε να ταξιδέψει μέσα στην καταιγίδα. Πέρασε τη νύχτα σε κάποιο χάνι. Έπρεπε να ξεκουραστεί και το άλογο, όπως είπες.» «Εκείνη έφυγε μια μέρα νωρίτερα!» της θύμισε. «Δεν νομίζω πως πρέπει να ξεκινήσουμε όταν είσαι τόσο συγχυσμένος.» «Δεν είμαι συγχυσμένος» της είπε. «Αλλά ακόμα κι αν ήμουν, αυτό δεν θα επηρέαζε την οδήγησή μου.» «Είσαι υπερβολικά συγχυσμένος» επέμεινε η Σοφί. «Φταίνε αυτά που είπα για την Κλάρα, έτσι δεν είναι; Και
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
187
αυτά που είπε η λαίδη Ντάργουιτς. Και τώρα θέλεις να σκοτώσεις κάποιον. Ή να τον πλακώσεις στο ξύλο. Και δεν έχουμε το περιθώριο να μπλέξεις σε καβγάδες, επειδή αν σε συλλάβουν…» «Δεν πρόκειται να με συλλάβει κανείς.» Η Σοφί προχώρησε μπροστά του, αναγκάζοντάς τον να σταματήσει. Τον έπιασε από το πέτο. «Άκουσέ με» του είπε. «Θα τακτοποιήσω εγώ το πρόβλημα της αδερφής σου.» «Εσύ! Δεν είναι κάτι που μπορεί να τακτοποιηθεί. Κορόιδευα τον εαυτό μου όταν έλεγα ότι μπορούσε. Αυτός ο παλιάνθρωπος κατέστρεψε επίτηδες την αδερφή μου. Δεν ήταν ούτε καν σαρκική επιθυμία, ανάθεμά τον. Ήταν ένα ψυχρό…» «Θα τον αναλάβω εγώ.» «Εσύ είσαι γυναίκα! Μαγαζάτορας! Τι, διάβολο, νομίζεις πως μπορείς να κάνεις;» «Δεν έχεις ιδέα για το τι είμαι ικανή» είπε. «Να λες ψέματα, ναι. Να υποκρίνεσαι, ναι. Να κατασκοπεύεις, ναι.» «Είσαι ένας κακομαθημένος, χοντροκέφαλος αριστοκράτης» του είπε. «Δεν ξέρεις τίποτα για μένα. Δεν ξέρεις τι έχω περάσει. Εσύ είσαι ένα παιδί. Νήπιο. Ένα κακομαθημένο, δύστροπο, υπερφυσικό μωρό που έχει μάθει να χτυπάει τον κόσμο όταν δεν γίνεται το δικό του. Είσαι… ουφ!» *** Πέρασε το χέρι του γύρω από τη μέση της, την τράβηξε και την πίεσε πάνω στο στέρνο του. «Είμαι παιδί;» τη ρώτησε. Η Σοφί προσπάθησε να του ξεφύγει, όμως ήταν σαν να πάλευε με πέτρινο τοίχο. Ο Λόνγκμορ έφερε το κεφάλι του κάτω από το γείσο του καπέλου της, και το στόμα του βρή-
188
LORETTA CHASE
κε το δικό της. Μέχρι να θυμηθεί να τραβηχτεί, ήταν πολύ αργά, επειδή ήδη τη φιλούσε. Αυτήν τη φορά περισσότερο αποφασισμένα. Το ένιωθε το φιλί του μέχρι και το τελευταίο κύτταρο του κορμιού της. Έσφιξε τα χέρια της. Αυτό μπορούσε να το κάνει. Μπορούσε να το πολεμήσει, να του αντισταθεί. Άρχισε να τον χτυπάει στο στήθος, όμως τα χτυπήματά της ήταν πολύ αδύναμα. Αλλά, ακόμα κι αν έβαζε περισσότερη δύναμη, αμφέβαλλε για το αν εκείνος θα καταλάβαινε κάτι. Άλλωστε, αυτό το σκληρό, κυνικό στόμα του ήταν τόσο ζεστό πάνω στο δικό της. Κι εκείνος τόσο δυνατός και θερμός και σφιχτός και… σίγουρος. Και το άρωμά του τη ζάλιζε. Μύριζε το δέρμα, την αρρενωπότητά του, και είχε την αίσθηση πως κάπνιζε όπιο. Το στιβαρό κορμί του, η μυρωδιά και η γεύση του διέλυσαν κάθε βούληση μέσα της. Τα πάντα υποχώρησαν. Το σώμα της κόλλησε πάνω στο δικό του και τα χείλη της άνοιξαν. Το φιλί έγινε βαθύ, σκοτεινό και επικίνδυνο, και όλα χάθηκαν εκτός από τις αισθήσεις. Συναισθήματα που δεν μπορούσε να κατονομάσει στροβιλίστηκαν μέσα στην καρδιά της και την έκαναν να βροντοχτυπά. Έπειτα σύρθηκαν πιο χαμηλά, μέχρι την επικίνδυνη περιοχή, για να την κάνουν να διψάει έτσι όπως δεν είχε διψάσει άλλη φορά στη ζωή της. Οι γροθιές της χαλάρωσαν και τα χέρια της κρατήθηκαν από τα μπράτσα του επειδή τα γόνατά της λύγιζαν, και φοβήθηκε πως θα λιποθυμούσε. Είχε τις αισθήσεις της, κι όμως ένιωθε λιπόθυμη, συνέχεια. Ο Λόνγκμορ την έσπρωξε στον τοίχο, χωρίς να τραβήξει το στόμα του από το δικό της ενώ η γλώσσα του της γνώριζε ανεξερεύνητες αμαρτίες. Δεν τον εμπόδισε, δεν εμπόδισε ούτε τον εαυτό της. Στηρίχτηκε στον τοίχο και πίεσε τις παλάμες της πάνω στα κρύα τούβλα, ενώ όλα τα άλλα φαίνο-
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
189
νταν υπέροχα ζεστά. Εκείνος σήκωσε τα χέρια και τα ακούμπησε στον τοίχο, δίπλα από το κεφάλι της, αιχμαλωτίζοντάς την ανάμεσά τους. Η Σοφί αισθάνθηκε το κεφάλι του να αλλάζει κλίση, να γέρνει στο πλάι όσο εκείνος την παράσερνε στον αμαρτωλό κόσμο του φιλιού: στην πίεση των χειλιών του, στο παιχνίδισμα της γλώσσας του. Ένας ήχος έφτασε στα αφτιά της, όμως ήταν μακρινός, ασήμαντος. Ύστερα δυνάμωσε. Κάποιος ξερόβηχε. Άνοιξε τα μάτια της την ίδια στιγμή που ο Λόνγκμορ έπαιρνε το στόμα του από το δικό της και έστρεφε το βλέμμα του προς τον ήχο, σχεδόν χωρίς να σηκώσει το κεφάλι. «Ζητώ συγγνώμη από την εξοχότητά σας» είπε μια τραχιά φωνή. Ο Λόνγκμορ σήκωσε λίγα εκατοστά το κεφάλι μόνο για να στείλει ένα προειδοποιητικό βλέμμα προς το μέρος της φωνής. «Δεν βλέπεις πως είμαι απασχολημένος;» «Μάλιστα, εξοχότατε» είπε η φωνή. «Όμως…» «Ααα!» Η Σοφί έσπρωξε τον Λόνγκμορ στο στήθος. «Ανάθεμά σε!» Έσπρωξε ξανά. Ήταν σαν να προσπαθούσε να μετακινήσει βράχο. Εκείνος χαμήλωσε το βλέμμα στα γαντοφορεμένα χέρια της. Τα μάτια του άστραψαν και οι άκρες των χειλιών του ανασηκώθηκαν πονηρά. «Φύγε από δω!» του είπε. *** Ο Λόνγκμορ εισέπνευσε και εξέπνευσε αργά, κι έπειτα έκανε δυο βήματα προς τα πίσω. Δεν ήταν αρκετός ο χρόνος για να καταλαγιάσει ο ερεθισμός του, παρόλο που αυτό ήταν το εύκολο μέρος. Το δύσκολο ήταν να σκεφτεί, επειδή το κεφάλι του το ένιωθε ευχάριστα βαρύ και ξαναμμένο, και
190
LORETTA CHASE
προτιμούσε να παραμείνει σε αυτή την κατάσταση παρά να επιστρέψει σε αυτήν που βρισκόταν λίγο πριν. Με μισόκλειστα μάτια κοίταξε τον υπαίτιο της ενόχλησής του. Η Σοφί ήταν λιγάκι αναμαλλιασμένη. Το καπέλο της είχε φύγει από τη θέση του, τα χείλη της ήταν πρησμένα, και τον κοιτούσε με γουρλωμένα, σαστισμένα μάτια. Ήταν απολαυστική. «Ήταν για να σε αποχαιρετήσω» της είπε, με φωνή πιο χαμηλή και βραχνή από ό,τι συνήθως. «Έτσι το λες εσύ;» «Σε αφήνω εδώ» συνέχισε εκείνος. «Με τη δεσποσύνη της. Θα μπορέσετε να μιλήσετε για συναισθήματα όσο τραβάει η ψυχή σας.» Το στόμα της άνοιξε τόσο πολύ, που λύθηκε ο φιόγκος κάτω από το πιγούνι της. Έβγαλε το καπέλο της και άρχισε να τον χτυπά με αυτό. Τον χτύπησε στο στήθος, στο μπράτσο, και μετά ξανά στο στήθος. Ύστερα τραβήχτηκε μακριά του. Το καπέλο, κρεμασμένο στο χέρι της από τις κορδέλες, χτυπιόταν πάνω στη φούστα της καθώς απομακρυνόταν, λικνίζοντας τους γοφούς της. «Θα χαθείς σε αυτό το μέρος χωρίς εμένα» της φώναξε. «Δεν το νομίζω» απάντησε εκείνη χωρίς να γυρίσει πίσω. Ανασήκωσε αδιάφορα τους ώμους και διόρθωσε το δικό του καπέλο όταν πρόσεξε πως ο υπάλληλος του ανακτόρου βρισκόταν ακόμη εκεί. Στεκόταν ανέκφραστα απαθής λίγα μέτρα πιο πέρα. «Ήθελες κάτι;» ρώτησε ο Λόνγκμορ. Ο άντρας κοίταξε προς ένα παράθυρο. Πίσω από το κυματιστό τζάμι φαινόταν μια σκοτεινή φιγούρα. «Η λαίδη Φλίντον είναι λίγο σχολαστική, λόρδε μου» είπε απολογητικά ο υπάλληλος. «Συγχύζεται με αυτά που η ίδια αποκαλεί ανήθικα καμώματα. Μου ζήτησε να τα σταματήσω.» Ο Λόνγκμορ ανασήκωσε το καπέλο του προς το μέρος της φιγούρας πίσω από το παράθυρο.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
191
Έπειτα έτρεξε πίσω από τη Σοφί. Όπως το περίμενε, είχε στρίψει σε λάθος δρομάκι. Τη βρήκε στο Κλοκ Κορτ, να χτυπάει το καπέλο της πάνω στο φόρεμά της και να κοιτάζει το Αστρονομικό Ρολόι. «Είπες πως θα με σκότωνες αν σε ξαναφιλούσα» της είπε. Τα μπλε μάτια της, όχι πια σαστισμένα αλλά με βλέμμα ψυχρό και καυστικό, άφησαν το ρολόι και τον κοίταξαν. «Έψαχνα για κάποιο όπλο, αλλά φαίνεται πως τα πήραν όλα.» «Θέλεις να σε πάω στο φυλάκιο;» τη ρώτησε. «Στους τοίχους κρέμονται ακόντια, λόγχες και διάφορα άλλα αιχμηρά πράγματα.» «Ναι, ασφαλώς.» «Δυστυχώς δεν έχουμε χρόνο» της είπε. «Πρέπει να βρούμε την αδερφή μου.» Την έπιασε από το μπράτσο. Δεν ήταν και τόσο εύκολο όσο θα περίμενε κανείς. Το πάνω μέρος του χεριού της έμοιαζε με μεγάλο μαξιλάρι. Έπρεπε να την κρατήσει πιο χαμηλά… κοντά στον καρπό. Μπήκε στον πειρασμό να την πιάσει από το χέρι, αλλά υποπτεύθηκε πως αυτό θα τον ξεσήκωνε και πάλι, και είχαν ήδη χάσει πολύτιμο χρόνο. Όχι πως θα ήταν χάσιμο χρόνου, αλλά… Την έπιασε σταθερά λίγο πιο κάτω από τον αγκώνα και την τράβηξε μαζί του. Τον ακολούθησε αρκετά εύκολα. Κρίμα. Δεν θα τον πείραζε άλλος ένας καβγάς. Όμως, όχι, έπρεπε να ξεκινήσουν. «Νόμιζα πως θα με άφηνες εδώ» του είπε. «Αυτό το συζητήσαμε διεξοδικά… λίγα λεπτά πριν… όταν ήσουν κολλημένη στον τοίχο, κάτω από το παράθυρο της λαίδης Φλίντον.» «Ω, ναι. Και μιας που το ανέφερες…» «Α, ωραία. Θα το συζητήσουμε τώρα.» «Και βέβαια» του είπε. «Αυτήν τη φορά φορούσα όλα τα ρούχα μου, γι’ αυτό μην πας να χρησιμοποιήσεις σαν δικαιολογία το ότι ήμουν σχεδόν γυμνή.»
192
LORETTA CHASE
«Δεν χρειάζομαι καμία δικαιολογία» της είπε. «Αλλά ίσως να έφταιγε το ότι φορούσες πάρα πολλά ρούχα.» Του έριξε ένα βλέμμα όλο αγανάκτηση. Ο Λόνγκμορ τα ήξερε αυτά τα βλέμματα. Τέτοια δεχόταν διαρκώς από τον κόσμο. Το δικό της, ωστόσο, είχε άλλη βαρύτητα. «Μόνο το στόμα σου δεν είχες σκεπάσει. Και τα χείλη σου δεν σταματούσαν να ανοιγοκλείνουν. Έπρεπε να τα σταματήσω.» «Αναρωτιέμαι πώς και δεν σε έχει σκοτώσει μέχρι τώρα καμιά άλλη γυναίκα.» «Έχω γρήγορα αντανακλαστικά.» Απέστρεψε το βλέμμα της και κοίταξε ξανά το ρολόι. «Αν αυτό έκανε κι ο λόρδος Άντερλι στην Κλάρα, δεν μου κάνει εντύπωση το πώς την έμπλεξε σε μπελάδες» είπε. «Είναι μεγάλη ατιμία να εκμεταλλεύεται ένας άντρας με τόσο πολλές εμπειρίες μια γυναίκα νέα και άπειρη.» Αυτή ήταν η τελευταία απάντηση που περίμενε να ακούσει. Και τον πόνεσε. «Δεν σε εκμεταλλεύτηκα» της είπε. «Ήταν απλώς ένα φιλί.» «Απλώς.» «Ούτε τα ρούχα δεν σου άγγιξα, πόσω μάλλον να προσπαθήσω να σ’ τα βγάλω.» Είχε ακουμπήσει την παλάμη του στον τοίχο – φαίνεται πως ένα μέρος του μυαλού του μπορούσε ακόμη να σκεφτεί αφού είχε καταφέρει να κρατήσει τα χέρια του μακριά της. «Φυσικά, για να σ’ τα βγάλω, θα χρειαζόταν δουλειά δύο ωρών. Όπως κι αν έχει, τώρα που απέκτησες μια κάποια εμπειρία, κι εγώ… απασχολήθηκα παραγωγικά να σε εκπαιδεύσω… τώρα θα είναι πολύ πιο δύσκολο στους άτιμους άντρες να σε εκμεταλλευτούν στο μέλλον.» Με καθυστέρηση, συνειδητοποίησε αυτό που του είχε πει πριν από λίγο. «Τι εννοούσες όταν είπες πως δεν σου κάνει εντύπωση το πώς την έμπλεξε σε μπελάδες;»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
193
«Εγώ δεν έχω κανέναν να με φροντίζει» του είπε. «Μεγάλωσα μέσα σε ένα μαγαζί στο Παρίσι. Διευθύνω μια επιχείρηση. Υποτίθεται πως είμαι έξυπνη. Εκείνη είναι ένα αθώο κορίτσι που είχε πάντα άλλους για να την προστατεύουν. Αν ο Άντερλι τη φίλησε έτσι, δεν είχε καμία τύχη με το μέρος της. Είναι πολύ άδικο.» Ο Λόνγκμορ δεν ήταν από αυτούς που λειτουργούσαν άδικα και εκμεταλλεύονταν καταστάσεις. Η Σοφί δεν ήταν μία κοπέλα μη μου άπτου, που είχε άλλους να την προστατεύουν από την αγριότητα του κόσμου. Ήταν μία καπελού –από το Παρίσι!– της οποίας η αδερφή είχε μεταμορφώσει ολόκληρο Δούκα του Κλίβντον σε έναν κουτεντέ. Δεν μπορεί να ήταν άδικο το να της κλέψεις ένα φιλί. Μπορεί; «Σκοπεύεις να με χτυπήσεις πάλι με αυτό το φαντασμαγορικό καπέλο;» τη ρώτησε. «Ή προτιμάς να διορθώσεις την εμφάνισή σου και να το φορέσεις πριν επιστρέψουμε στην άμαξα;» Τον χτύπησε με το καπέλο. Εκείνος το άρπαξε από το χέρι της και άρχισε να τρέχει μπροστά. Άκουγε πίσω του τις δερμάτινες σόλες από τις μπότες της να χτυπούν πάνω στο καλντερίμι και το θρόισμα των εσωρούχων της καθώς έτρεχε για να τον προλάβει. Δεν γύρισε να κοιτάξει. Την άφησε να τον προφτάσει κοντά στην κεντρική είσοδο. Το πρόσωπό της ήταν αναψοκοκκινισμένο και η ανάσα της λαχανιασμένη. Άπλωσε το χέρι της. «Δώσε μου το καπέλο μου» ζήτησε. Αγνοώντας το χέρι της, της έβαλε το καπέλο στο κεφάλι και την έπιασε από το μπράτσο για να την οδηγήσει έξω. Η Σοφί τραβήχτηκε και έτρεξε στο κοντινότερο παράθυρο. Είδε ένα παραμορφωμένο είδωλο. «Είσαι τέρας ασχήμιας» της είπε. Εκείνη πλησίασε κι άλλο το παράθυρο και έμεινε να κοιτάζει.
194
LORETTA CHASE
Ύστερα, οι ώμοι της τραντάχτηκαν, και ξέσπασε σε γέλια. Γέλια δυνατά που έκαναν τις κορδέλες να χορεύουν και τους φιόγκους να φτεροκοπούν. Κι ο Λόνγκμορ σκέφτηκε ότι δεν είχε ακούσει ποτέ του τόσο υπέροχο ήχο. Ένιωθε τόσο όμορφα στο άκουσμά του. Ήταν σαν να χυνόταν μέσα του και να πλημμύριζε όλη την ύπαρξή του. Και ήταν τόσο έντονο το συναίσθημα αυτό, που έμοιαζε σαν να του είχε καρφώσει την καρδιά. Ένα λεπτό αργότερα είχε τελειώσει. Το γέλιο ξεθώριασε σε χαμόγελο. Η Σοφί κούνησε πέρα-δώθε το κεφάλι. Έπειτα έβγαλε το καπέλο και το φόρεσε ίσια, προσπαθώντας να δει μέσα από το άχρηστο γυαλί. Ήρθε και στάθηκε πίσω της για να της το βάλει σωστά. Εκείνη γύρισε και τον κοίταξε, με τα υπέροχα μπλε μάτια της να λάμπουν από μία έκφραση που ξεσήκωνε τα ένστικτά του και του προκαλούσε επιφυλακτικότητα. Δεν στάθηκε να αναλύσει τι ήταν αυτό. Απλώς υπάκουσε στα ένστικτά του. Της έδεσε τις κορδέλες. Στη συνέχεια οπισθοχώρησε, μακριά από αυτό το λαμπερό μπλε. «Ωραία» είπε. «Καλύτερα να πηγαίνουμε.» *** Δεν χρειαζόταν να της πει κανείς πως το φιλί του δεν σήμαινε τίποτα το ιδιαίτερο για τον Κόμη του Λόνγκμορ. Ήταν απλώς ένας άντρας, και όχι τόσο γνωστός για την εγκράτεια ή την πίστη του. Για τη Σοφί, ωστόσο, ήταν μια συγκλονιστική εμπειρία. Για τόσο πολλή ώρα, δεν είχε σκεφτεί καθόλου τον Οίκο Νουαρό ή τα ρούχα. Αν κάτι τέτοιο συνέβαινε με κάθε άντρα, δεν θα μπορούσε ποτέ να κάνει μία σχέση. Δεν θα της έμενε καθόλου μυαλό για το μαγαζί. Πώς, στην ευχή, τα κατάφερνε η Μαρσλίν;
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
195
Είχε πιο έξυπνο μυαλό; Ή μήπως ήταν ο γάμος; Ίσως ο γάμος να είχε κατευναστικά αποτελέσματα. Δεν μπορούσε να φανταστεί πιο φριχτή προοπτική από το να παντρευτεί τον Λόνγκμορ. Είχε τόσα πολλά στραβά, που το μυαλό της αρνείτο να καταμετρήσει. Έπρεπε με κάποιον τρόπο να καθησυχάσει τον εαυτό της. Κι όμως, παρόλο που ήξερε πολύ καλά πως απλώς είχε κάνει ό,τι όλοι οι άντρες, έπρεπε να προσπαθήσει πολύ για να συγκεντρωθεί στη λαίδη Κλάρα και στο πιο απλό μέρος αυτού του προβλήματος: πού πήγαινε. Η απάντηση ήρθε μόλις λίγα χιλιόμετρα έξω από το Χάμπτον Κορτ, στο Πανδοχείο Μπέαρ στο Έσερ. Ήταν ένα μεγάλο, πολυσύχναστο πανδοχείο. Μόλις έφτασαν, αρκετές άμαξες είτε έμπαιναν είτε έβγαιναν από τον προαύλιο χώρο του. Κατευθύνονταν στο Λονδίνο, της είπε ο Λόνγκμορ. «Θα φτάσουν όλες περίπου την ίδια ώρα. Ίσως να τις πρόσεξες όταν με περίμενες στο Καφέ Γκλόουστερ. Αλλά μπορεί και να μην έδωσες σημασία έτσι που ήσουν περιτριγυρισμένη από άντρες που προσπαθούσαν να τραβήξουν την προσοχή σου.» «Μην ανησυχείς γι’ αυτούς τους άντρες, λόρδε μου» του είπε. «Είχα μάτια μόνο για σένα.» «Τουλάχιστον έχεις γούστο.» Εκεί σταμάτησε αυτή η αντιπαράθεση, επειδή ο Λόνγκμορ έπρεπε να οδηγήσει με προσοχή για να περάσει ανάμεσα από τα άλλα οχήματα. Όταν σταμάτησε την άμαξα, ο Φένγουικ πήδηξε γρήγορα κάτω και έτρεξε στα κεφάλια των αλόγων. Της έκανε εντύπωση που το αγόρι –ένα αλητάκι– έκανε αυτό το πράγμα συνέχεια από την ώρα που είχαν ξεκινήσει. «Το κάνει τόσο αυθόρμητα» είπε η Σοφί καθώς αποβιβαζόταν. Κοίταξε τον Λόνγκμορ. «Του εμπιστεύτηκες χθες τα ζωντανά σου στην Μπέντφορντ Σκουέαρ. Το συνηθίζεις;»
196
LORETTA CHASE
«Πάντα υπάρχουν αγόρια που τριγυρίζουν στους δρόμους, πρόθυμα να φυλάξουν ένα ζώο για ένα νόμισμα» απάντησε καθώς την έσπρωχνε προς το πανδοχείο. «Είπες και μόνη σου πόσο γρήγορα και εύκολα πήδηξε πίσω στην άμαξά μου για να με κλέψει. Φαίνεται πως έχει πείρα από στάβλους ή αμαξοστάσια. Όχι πως μπορεί κανείς να του αποσπάσει κάποια πληροφορία. Για να γίνει κάτι τέτοιο θα χρειαστούν βασανιστήρια στον τροχό, τολμώ να πω.» «Χαίρομαι που τον είχαμε στο ταξίδι» είπε. «Αλλά μη φανταστείς πως μπορείς να μου τον κλέψεις.» «Ούτε που θα ονειρευόμουν κάτι τέτοιο» της είπε. «Ο δικός μου, ο Ριντ, θα τον σκότωνε στον ύπνο του. Είναι πολύ κτητικός ο λεβέντης μου. Ακόμα και τώρα, νομίζω πως συνωμοτεί εναντίον του μικρού επειδή σφετερίστηκε τη θέση του στην άμαξα.» Η συζήτησε διακόπηκε καθώς έμπαιναν στο πανδοχείο και μπερδεύονταν με τον κόσμο που πηγαινοερχόταν. Ωστόσο, μέσα σε πολύ λίγα λεπτά, οι άμαξες για το Λονδίνο έφυγαν και η αναταραχή καταλάγιασε. Τότε ο Λόνγκμορ κατάφερε να εντοπίσει τον ιδιοκτήτη και να του πει την ιστορία για το ξεχασμένο πορτοφόλι. Όση κίνηση κι αν είχε το μέρος, ο πανδοχέας δεν δυσκολεύτηκε να θυμηθεί το μόνιππο με τις δύο κυρίες. Έδειξε ακόμα και την καταχώριση στο βιβλίο των πελατών. Είχαν υπογράψει σαν κυρία Γκλάσγκοου και δεσποινίς Πίτερς. Η Σοφί αναγνώρισε τα καλλιγραφικά γράμματα της λαίδης Κλάρα. Η Ντέιβις, η οποία προφανώς δεν συνήθιζε να υπογράφει τίποτα, είχε γράψει το ψεύτικο όνομά της με σφιχτοδεμένα, τετράγωνα γράμματα. «Έφυγαν αργά το πρωί» τους πληροφόρησε ο πανδοχέας. «Με κατεύθυνση το Πόρτσμουθ.» «Να πάρει ο διάβολος» βλαστήμησε ο Λόνγκμορ. ***
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
197
«Από τόσα μέρη, το Πόρτσμουθ βρήκε» είπε όταν ανέβηκαν ξανά στην άμαξα. «Ναυτική πόλη. Τίγκα στα μπορντέλα, στους μεθυσμένους ναύτες και σε κάθε είδους μαστροπούς και πατρόνες που ψάχνουν θύματα. Και σε καράβια που σαλπάρουν για όλο τον κόσμο. Ευρώπη. Ιρλανδία. Αμερική.» Αυτό ήταν χειρότερο, πολύ χειρότερο από το να γυρνούσε η Κλάρα στους δρόμους μόνη. Ο Λόνγκμορ ένιωσε τον πανικό να φουντώνει μέσα του και να απειλεί να τον κατακλύσει. Αντιστάθηκε με όλη του τη δύναμη. «Δεν μπορεί να φύγει από τη χώρα» είπε η Σοφί. «Δεν το ξέρει αυτό» της απάντησε. «Θα το προσπαθήσει. Σε ένα μέρος που βρίθει από απατεώνες και καθάρματα, πρόθυμοι όλοι να εκμεταλλευτούν μια αφελή κοπέλα. Θα καταλάβουν από μακριά πόσο άβγαλτη είναι.» «Δεν είναι μόνη της. Έχει την Ντέιβις. Οποιοσδήποτε θελήσει να φτάσει στη λαίδη Κλάρα, θα πρέπει πρώτα να περάσει από την καμαριέρα. Η Ντέιβις μπορεί να αντέδρασε στις ιδιοτροπίες της κυράς της, όμως στο τέλος πήγε μαζί της για να την προστατεύσει.» «Μία γυναίκα» είπε ο Λόνγκμορ. Δεν χρειάστηκε να την κοιτάξει. Ένιωσε το σφίξιμο του κορμιού της, αυτό το κάτι στον αέρα που του έλεγε πως την είχε εκνευρίσει. Ξανά. «Γιατί πιστεύεις ότι όλες οι γυναίκες είναι αδύναμα πλάσματα;» τον ρώτησε. «Επειδή είναι. Εγώ μπορώ να σε σηκώσω ψηλά με το ένα μου χέρι. Εσύ μπορείς, έστω και με τα δύο;» «Δεν είναι μόνο αυτό δύναμη» του είπε. «Είναι η καμαριέρα μιας λαίδης. Έχει φτάσει στον ανώτατο βαθμό των υπηρετών. Χωρίς να χρειαστεί να σηκώσει κανένα βάρος.» «Τρέχει σχεδόν όλες τις ώρες και κάτω από οποιεσδήποτε καιρικές συνθήκες» του θύμισε η Σοφί. «Όταν δεν
198
LORETTA CHASE
χρειάζεται να φροντίζει την κυρά της, καθαρίζει, φτιάχνει και κουβαλάει διάφορα. Αν η λαίδη μου αρρωστήσει, η καμαριέρα της θα αναλάβει τη δύσκολη δουλειά της φροντίδας της ενώ οι γιατροί και οι μητέρες απλώς θα δίνουν οδηγίες. Η καμαριέρα είναι που ανεβοκατεβαίνει σκάλες μέρα και νύχτα, κάνοντας θελήματα. Αυτή επιβλέπει τους υπηρέτες και φροντίζει ώστε όλα να γίνουν στην εντέλεια. Μία αδύναμη γυναίκα δεν θα κατάφερνε να επιβιώσει από όλα αυτά για περισσότερο από μία μέρα.» Ο Λόνγκμορ κοίταξε τα κεφάλια των αλόγων. Δεν τον είχε απασχολήσει ποτέ η γυναίκα που φρόντιζε την αδερφή του, εκτός από το να εξακριβώσει πως ήταν ένας ντόμπρος άνθρωπος και πως η έκφρασή της θα θύμιζε σε όλους τον κέρβερο. «Θα συμφωνήσω πως είναι δυνατή» είπε. «Ωστόσο, παραμένει απλά μια γυναίκα.» «Μία υπεράνθρωπη γυναίκα» τόνισε. «Η λαίδη Κλάρα κινδύνευε περισσότερο από το Λόρδο Άντερλι παρά από ό,τι τώρα στο Πόρτσμουθ.» «Προφανώς δεν ξέρεις τίποτα από ναυτικούς.» «Πόσο λίγο με ξέρεις» του είπε. Έτσι έδειχναν τα πράγματα. «Διαφώτισέ με, λοιπόν» της ζήτησε. «Είμαι μία μοδίστρα. Μία καπελού. Όλοι πιστεύουν πως είμαι εύκολος στόχος.» «Εσύ δεν δείχνεις να το πιστεύεις. Δεν είσαι καθόλου συνεργάσιμη.» «Μεταφορικά το είπα.» «Καλά θα κάνεις να το σκεφτείς σοβαρά. Εμένα μου φαίνεται πολύ λογικό.» «Άλλωστε έχω πολύ καλούς λόγους για να μην είμαι συνεργάσιμη, τους οποίους σ’ τους εξήγησα χθες το βράδυ. Μη μου πεις ότι δεν με κατάλαβες.» «Δεν ήμουν απόλυτα συγκεντρωμένος σε αυτά που έλεγες» της είπε.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
199
«Θα με κάνεις να σε χτυπήσω.» «Θα χρειαστείς κάποια πέτρα.» «Έχω πολύ καλό σημάδι.» Πέρασαν την Πύλη Κόμπχαμ, όπου έμαθαν –σε περίπτωση που τους είχε απομείνει κάποια αμφιβολία– πως το μόνιππο είχε περάσει μία μέρα πριν. Ο ήλιος χαμήλωνε πέρα στον ορίζοντα. Θα έπρεπε να ήταν σχεδόν οχτώ. Είχαν μπροστά τους μεγάλο δρόμο για το Πόρτσμουθ, περισσότερο από εβδομήντα πέντε χιλιόμετρα. Χάρη στην εποχή και στο φεγγάρι που έλαμπε στον ουρανό, το ταξίδι τους δεν θα γινόταν μέσα στο απόλυτο σκοτάδι, υπό την προϋπόθεση ότι ο καιρός δεν θα χαλούσε ξανά. Αυτήν τη φορά ο Λόνγκμορ δεν είχε σκοπό να σταματήσει, ακόμα κι αν ξεσπούσε θύελλα. Γύρισε και την κοίταξε. Το καπέλο της είχε μετακινηθεί κάπως. Οι κορδέλες είχαν χαλαρώσει και τα λουλούδια δεν ήταν τόσο φουντωτά όσο πριν. Λογικό, αφού είχε προσπαθήσει να τον χτυπήσει με αυτό. Η θύμηση αυτή έφερε ένα χαμόγελο στα χείλη του. Ήταν ένα καταπληκτικό αντίδοτο για τη μελαγχολία. «Μίλησέ μου για τους ναυτικούς» της είπε. «Τους περιλούζεις με καυτό τσάι; Τους βάζεις τρικλοποδιές με τα ίδια τους τα σπαθιά;» «Το ήξερες πως μπορείς να σκοτώσεις κάποιον με την καρφίτσα ενός καπέλου;» τον ρώτησε. «Όχι. Μιλάς εκ πείρας; Έχεις δολοφονήσει κανέναν; Όχι πως θα τολμούσα να σου κάνω κριτική.» «Μόνο τραυμάτισα κάποιον μία φορά» απάντησε η Σοφί. «Αναπάντεχα αποτελεσματικό. Ήταν κάποιος καπετάνιος που ούρλιαζε σαν κοριτσάκι, κι έπειτα λιποθύμησε.» «Κρίμα που δεν ανέλαβες εσύ την εκγύμναση της αδερφής μου.» «Δεν θα τη βοηθούσαν και πολύ μερικά κόλπα» του είπε. «Θα της χρειάζονταν οι εμπειρίες μιας ζωής – αλλά ακόμα
200
LORETTA CHASE
και τότε θα μπορούσε να πέσει σε κάποια παγίδα. Ο Άντερλι είναι όμορφος άντρας και έχει έναν τρόπο να σε καταφέρνει. Όμως, η λαίδη Ντάργουιτς πίστευε πως η αδερφή σου προσπαθούσε να κάνει κάποιον άλλον να ζηλέψει. Ή αυτό ή πως την είχε αναστατώσει κάποιος. Ίσως όντως να ζήλευε, οπότε σκέφτηκε “Θα σου δείξω εγώ”, ή “Σε αυτό το παιχνίδι παίζουν δύο”, ή…» «Πάντα αυτό συμβαίνει;» τη διέκοψε. «Το αεικίνητο μυαλό σου δεν ησυχάζει ποτέ;» «Αν δεν είχαμε πλούσια φαντασία, η Μαρσλίν, η Λιόνι κι εγώ δεν θα φτάναμε ποτέ εδώ που βρισκόμαστε σήμερα» του είπε. «Τους κανόνες στη ζωή τούς έχουν βάλει άντρες, και ο κόσμος είναι φτιαγμένος έτσι ώστε να εξυπηρετεί τα αρσενικά μέλη της αριστοκρατίας. Ωστόσο, οι γυναίκες έχουν ανάγκη να φαντάζονται, να ονειρεύονται. Ακόμα και η λαίδη Κλάρα. Τη μάθαμε να ονειρεύεται λιγάκι και να τολμά – και αρνούμαι να νιώσω ενοχές γι’ αυτό. Ήμουν κάτι σαν Πυγμαλίωνας, έτσι δεν είναι; Και θα έπρεπε…» «Λόγια» είπε ο Λόνγκμορ. «Αυτό το κάνει ο Κλίβντον συνέχεια. Τώρα κι εσύ. Ποιος ήταν τελικά ο Πυγμαλίων;» «Ο γλύπτης που δημιούργησε ένα όμορφο άγαλμα και…» «Αυτός, σωστά. Και του έδωσε ζωή.» «Ναι.» «Πώς τα ξέρεις αυτά τα πράγματα;» τη ρώτησε. «Πού βρίσκει χρόνο μία επιχειρηματίας να μάθει για τον Πυγμαλίωνα; Πού μαθαίνει να συντάσσει άρθρα;» Γύρισε και τον κοίταξε με ευγενικό ενδιαφέρον. Με εκείνο το βλέμμα που έκανε το γλυκό πρόσωπό της να δείχνει ανέκφραστο. «Εσένα δεν σου κάνει εντύπωση όταν ένας άντρας γνωρίζει να μιλάει, να διαβάζει και να γράφει τρεις ή έξι γλώσσες, να βγάζει λόγο στο Κοινοβούλιο, να κάνει χημικά πειράματα, να συντάσσει άρθρα Βοτανολογίας και να ιδρύει ή να βοηθάει καμιά δεκαριά φιλανθρωπικούς
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
201
συλλόγους; Δεν αναρωτήθηκες ποτέ πού βρίσκουν οι άντρες το χρόνο για να τα κάνουν όλα αυτά; Εγώ προβληματίζομαι. Πάρε για παράδειγμα το δόκτορα Γιανγκ.» «Δεν τον έχω ακουστά.» Η Σοφί βάλθηκε να τον διαφωτίσει. Ο άνθρωπος είχε πεθάνει πριν από μερικά χρόνια. Ήταν αξιοθαύμαστος. Γιατρός στο νοσοκομείο Σεν Τζορτζ. Ενεργό μέλος στην Επιτροπή Διερεύνησης Θαλάσσιων Συντεταγμένων, το Ναυτικό Ημερολόγιο, τη Βασιλική Εταιρεία. Ασχολήθηκε με τη Γεωλογία, έκανε μελέτες πάνω στους σεισμούς και σπούδασε Μουσική Αρμονία. Βοήθησε ακόμα και στην αποκρυπτογράφηση του αρχαίου αιγυπτιακού λίθου Ροζέτα. Το μυαλό του Λόνγκμορ πήγε στη συζήτηση με τη λαίδη Ντάργουιτς και στα όσα είχε πει για τους ατίθασους ντε Λούσι. Θυμήθηκε τη λαίδη Λάιλ, η οποία είχε περάσει τα περισσότερα χρόνια μετά το γάμο της ταξιδεύοντας στην Αίγυπτο με το σύζυγό της. Μία χαρισματική γυναίκα που απέπνεε ανάλογη ενέργεια με… Γύρισε για να κοιτάξει καλύτερα τη Σοφί… και ανακάλυψε τον Φένγουικ να κρέμεται πάνω από την κουκούλα. Ο Λόνγκμορ τον κοίταξε αγριωπά. «Τι νομίζεις πως κάνεις;» «Ακούω» απάντησε το αγόρι. «Τα φράγματα που λέτε εσείς οι αριστοκράτες.» «Πράγματα» διόρθωσε αμέσως ο Λόνγκμορ. «Πράγματα» είπε και ο Φένγουικ. Σταύρωσε τα χέρια του πάνω στην καλύπτρα για να βολευτεί καλύτερα. «Είναι σαν να ακούω παραμύθια. Τι ήταν αυτό για τον πηγμένο άντρα;» «Τον Πυγμαλίωνα» είπε η Σοφί. Άρχισε να του διηγείται το μύθο, εμπλουτίζοντας το λόγο της με μπόλικα επίθετα και επιρρήματα. Μιλούσε για αρκετά χιλιόμετρα. Έπειτα έπιασε άλλες ιστορίες: Τα μήλα των Εσπερίδων, τον Ίκαρο και τα φτερά του, τις περιπλανήσεις του Οδυσσέα.
202
LORETTA CHASE
Το να την ακούει τώρα ήταν μια εντελώς διαφορετική εμπειρία από το να διαβάζει τα άρθρα της για τα ρούχα. Όταν μιλούσε, υιοθετούσε τους χαρακτήρες των προσωπικοτήτων που περιέγραφε. Είχε καταφέρει να μαγέψει όχι μόνο το αγόρι, αλλά και τον ίδιο τον Λόνγκμορ, και τον έκανε να ξεχάσει εντελώς τη λαίδη Λάιλ. *** Κανείς δεν αμφέβαλλε για τις πνευματικές ικανότητες του Λόρδου Λόνγκμορ. Εντούτοις, όντας ένας απλός άνθρωπος, μπορούσε να κολλήσει σε ένα θέμα και να μην το βγάλει εύκολα από το μυαλό του. Η Σοφί είχε χειριστεί με άνεση την αναφορά της λαίδης Ντάργουιτς στους ντε Λούσι. Ούτε είχε δυσκολευτεί ιδιαίτερα να αποσπάσει την προσοχή του Λόνγκμορ. Ήξερε πως δεν τον ένοιαζε καθόλου το ότι ανήκε στους τρομερούς ντε Λούσι. Θα αδιαφορούσε ακόμα κι αν πίστευε πως οι Νουαρό είχαν την ίδια κακή φήμη. Το πρόβλημα ήταν πως, από τη στιγμή που δεν νοιαζόταν, ίσως να μην το θεωρούσε σημαντικό να κρατήσει τη γνώμη του για τον εαυτό του. Αν κατόρθωνε να του το βγάλει εντελώς από το μυαλό –όπου, όπως πίστευε, δεν υπήρχε και πολύς ελεύθερος χώρος–, θα είχε λιγότερες πιθανότητες να μιλήσει σε κάποιον από τους φίλους του. Ο Οδυσσέας τούς οδήγησε στα επόμενα δύο θέματα συζήτησης. Έπειτα, ο Λόνγκμορ αποφάσισε πως η Σοφί είχε κουραστεί και πεινούσε. Αφού έφαγαν ένα βιαστικό γεύμα σε κάποιο χάνι, της πρότεινε να ξεκουραστεί. «Το φεγγάρι έχει βγει από νωρίς το απόγευμα» είπε. «Θα φύγει τις πρώτες πρωινές ώρες. Εγώ θα πρέπει να συγκεντρωθώ στην οδήγηση, και οι φανταστικές περιπέτειες των Ελλήνων ηρώων μού αποσπούν την προσοχή. Και ο Φένγουικ πρέπει να κοιμηθεί.»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
203
Κράτησε σταθερά τα άλογα και τα άφησε να καλπάσουν στον επίπεδο δρόμο. Κάτω από το φεγγαρόφωτο, έβλεπε κατευθυντήριες πινακίδες ή κρεμάλες που είχαν απομείνει σαν φαντάσματα στις άκρες του δρόμου. Το μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής το έκαναν μέσα σε μία αβίαστη σιωπή. Δύο φορές η Σοφί ξύπνησε, και ανακάλυψε πως είχε γείρει στον ώμο του. Δεν ήταν περίεργο. Όσο καλές σούστες ή σχολαστική συντήρηση κι αν είχε μία άμαξα, ποτέ δεν θα μπορούσε να κάνει απόλυτα ομαλό ένα ταξίδι. Τη δεύτερη φορά που ξύπνησε, και τραβήχτηκε βιαστικά μακριά του, ο Λόνγκμορ γέλασε. «Το ήξερα πως ήσουν κουρασμένη» της είπε. «Φταίει το κούνημα» δικαιολογήθηκε εκείνη. «Καλά θα κάνεις να κοιμηθείς αφού μπορείς. Έχουμε δρόμο ακόμα. Ελπίζω μόνο να καταφέρουμε να φτάσουμε στο Πόρτσμουθ πριν το απόγευμα. Δεν με συναρπάζει η ιδέα να ψάχνω δρόμους που δεν ξέρω μέσα στο σκοτάδι.»
Κεφάλαιο 10 Πραγματικά θα ευχαριστηθεί πολύ ο επισκέπτης που θα έχει την τύχη να βρεθεί στην Αποβάθρα καθώς θα σαλπάρει από το λιμάνι ένα πρώτης τάξης πολεμικό ιστιοφόρο. Θα απολαύσει ένα από τα ομορφότερα θεάματα του κόσμου, ατενίζοντας το επιβλητικό πλοίο να σκίζει τα νερά και ακούγοντας τον εκπληκτικό ήχο του κανονιού του καθώς χαιρετάει τη σημαία της φρουράς. –Ενημερωμένος Οδηγός του Πόρτσμουθ, Σάουθσι, Άνγκλσεϊ και Χέιλινγκ Άιλαντ, 1834 Το φεγγάρι χανόταν στον ουρανό την ώρα που έφτασαν στο Πόρτσμουθ. Ο Λόνγκμορ έπρεπε να προσέξει για να κρατηθεί στην κεντρική οδική αρτηρία. Στο μήκος του μεγάλου δρόμου υπήρχαν πολλά φαινομενικά πλούσια οικήματα. Για κατάλυμα έπρεπε να επιλέξει ανάμεσα στο Φάουντεν και στο Τζορτζ, τα δύο μεγαλύτερα πανδοχεία. Κατέληξε στου Τζορτζ, επειδή οι Βασιλικές Άμαξες ξεκινούσαν από εκεί. Επίσης ήταν εκείνο που είχαν συστήσει στην καμαριέρα της Κλάρα. Αφού έστειλε τον Φένγουικ να κουτσομπολέψει με τους υπηρέτες και τους σταβλίτες, ο Λόνγκμορ οδήγησε τη Σοφί μέσα στο πανδοχείο.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
205
Ήταν βέβαιος πως αυτήν τη φορά έπρεπε να βασιστεί κυρίως στο αγόρι, από τη στιγμή που ο ιδιοκτήτης ενός πολυσύχναστου πανδοχείου μιας πολυπληθούς πόλης, που ακόμα και τέτοια ώρα έσφυζε από δραστηριότητα, μάλλον δεν θα μπορούσε να θυμηθεί τις δύο γυναίκες. Μακάρι η Κλάρα να μην είχε συμπεριφερθεί όπως είχε κάνει πριν, δηλαδή να είχε μείνει στο περιθώριο και να είχε αφήσει την Ντέιβις να κλείσει το δωμάτιο και να κανονίσει τα του φαγητού. Οι απλές, συνηθισμένες γυναίκες δεν προκαλούσαν ιδιαίτερη εντύπωση. Ο πανδοχέας ούτε που θυμόταν δύο γυναίκες να ταξιδεύουν μαζί, και το βιβλίο πελατών επιβεβαίωσε τα λόγια του. Ο Λόνγκμορ απομακρύνθηκε για να μιλήσει στη Σοφί. «Θα πρέπει έτσι κι αλλιώς να σταματήσουμε. Δεν μπορούμε να κάνουμε πολλά τέτοια ώρα.» «Μα, είπες πως ο ήλιος θα ανατείλει νωρίς, σχεδόν κατά τις τέσσερις η ώρα» του είπε. Κοίταξε το ρολόι που κρεμόταν από τη ζώνη του φουστανιού της. «Είναι ήδη δυόμισι.» «Κι εσύ έχεις τα χάλια σου. Πρέπει να κοιμηθείς.» «Κοιμήθηκα στην άμαξα» του θύμισε. Είχε κοιμηθεί πάνω στον ώμο του, με τα αλλόκοτα στολίδια του καπέλου της να γαργαλάνε κάθε τόσο το πιγούνι του. Βούλιαζε όλο και πιο πολύ στο κάθισμά της, κι έπειτα, σε κάποιο συγκεκριμένο σημείο, ξυπνούσε ξαφνιασμένη. Τη βρήκε αξιολάτρευτη – αταίριαστη σκέψη για τη Σοφί, κι όμως αυτή ήταν η αλήθεια. Ήταν μια περίπλοκη κοπέλα. Αυτό ήταν που την έκανε και τόσο ενδιαφέρουσα. Αυτό μαζί με το απολαυστικό της στόμα, το δροσερό άρωμα και το τέλειο κορμί. «Δεν ήταν κανονικός ύπνος αυτός» της είπε. «Γεγονός παραμένει πως έχεις τα χάλια σου.» Αγνοώντας τις διαμαρτυρίες της, της νοίκιασε ένα δωμάτιο και παρήγγειλε φαγητό. Και μία καμαριέρα. Έπρεπε κάποιος να της βγάλει τα ρούχα και να τη βάλει στο κρεβάτι. Καλύτερα να μην το έκανε εκείνος, γιατί τότε κανείς τους δεν θα ξεκουραζόταν.
206
LORETTA CHASE
*** Η Σοφί ίσα που θυμόταν όσα είχαν συμβεί αφότου έφτασαν στο πανδοχείο. Την είχε κυριεύσει μία ακατανίκητη κούραση, που θα πρέπει να συσσωρευόταν εδώ και πολύ καιρό. Την είχε παραλύσει. Με το ζόρι κρατούσε τα μάτια της ανοιχτά, και δεν είχε άλλες δυνάμεις για να τσακωθεί με τον Λόνγκμορ. Τον θυμόταν αόριστα να τρέχει γύρω της και να οργανώνει τα πάντα. Είχε επιμείνει να της πάρει μία καμαριέρα, η οποία τη συνόδεψε στις σκάλες, φλυαρώντας μέχρι το δωμάτιο που είχε κλείσει εκείνος. Είχε κανονίσει να της ανεβάσουν ένα ελαφρύ δείπνο, και η Σοφί το έφαγε, συνειδητοποιώντας με έκπληξη πόσο πολύ πεινούσε. Είχε πλυθεί και γδυθεί –παρά την προχωρημένη ώρα– με τη βοήθεια της πρόσχαρης και υπομονετικής καμαριέρας. Θα πρέπει να είχε εξοικονομήσει από τον Λόνγκμορ γερό φιλοδώρημα. Τόσο κουρασμένη που ήταν, δεν περίμενε να κοιμηθεί. Όσο περνούσε η ώρα, τόσο πιο πολύ ανησυχούσε για τη λαίδη Κλάρα. Μπορεί να είχε πείσει τον Λόνγκμορ πως η αδερφή του ήταν ασφαλής με την Ντέιβις να την προσέχει, όμως τον εαυτό της η Σοφί δεν είχε καταφέρει να τον ξεγελάσει. Εντούτοις θα πρέπει να αποκοιμήθηκε τελικά, επειδή την ξύπνησε κάποιος ήχος. Ήταν τόσο εξαντλημένη, που δεν συνειδητοποίησε αμέσως πως κάποιος χτυπούσε την πόρτα της. Με την καρδιά της να χτυπάει δυνατά, ανασηκώθηκε και κοίταξε έξω από το παράθυρο το πρωινό φως του ήλιου. Πόση ώρα κοιμόταν; Κατέβηκε από το κρεβάτι, πήρε τη ρόμπα της από τη διπλανή καρέκλα και έκανε να τη φορέσει, όταν άκουσε τη φωνή του. «Πού είναι η αναθεματισμένη η καμαριέρα;» Η Σοφί έτρεξε στην πόρτα και την άνοιξε αμέσως. Ο Λόνγκμορ στεκόταν στο διάδρομο, ντυμένος με τα ίδια
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
207
ρούχα που φορούσε και όταν έφτασαν. Δεν είχε κοιμηθεί καθόλου; Φυσικά δεν είχε ξυριστεί. Οι σκιές στο πιγούνι του τον έκαναν να δείχνει πιο επικίνδυνος από ποτέ. «Η Κλάρα είναι εδώ» της είπε. «Εδώ; Στο πανδοχείο;» «Όχι. Δηλαδή, και να ήταν, δεν μου το είπε κανείς. Όμως, δεν έχει φύγει ακόμη από το Πόρτσμουθ. Δεν έπρεπε να σε ξυπνήσω…» «Δεν έπρεπε να με αφήσεις να κοιμηθώ» του είπε. «Μη σε απασχολεί αυτό. Χρειάζομαι τη βοήθειά σου. Οι άνθρωποι γίνονται καχύποπτοι όταν ένας άντρας φαίνεται να κυνηγάει μια νεαρή γυναίκα. Δεν είναι πολύ ομιλητικοί. Ο Φένγουικ δεν ξέρει από τις γοητευτικές μεθόδους που χρησιμοποιείς για να αποσπάς πληροφορίες από τους πιο επιφυλακτικούς, κι εγώ δυσκολεύομαι να διατηρήσω την ψυχραιμία μου.» «Την έψαχνες χωρίς εμένα» είπε επιτιμητικά. Προχώρησε στο κατώφλι της, και η Σοφί έκανε δυο βήματα πίσω. Κοίταξε χαμηλά τα πόδια της. Τον μιμήθηκε. Ήταν ξυπόλητη. «Πού είναι οι παντόφλες σου;» τη ρώτησε. Χωρίς να περιμένει απάντηση, πήγε στο κρεβάτι, βρήκε τις παντόφλες και της έδειξε την καρέκλα. Η Σοφί κάθισε. «Μπορώ να τις φορέσω και μόνη…» «Δεν έχεις ξυπνήσει καλά-καλά.» Γονάτισε μπροστά της, έπιασε το πόδι της και το έσπρωξε μέσα στην παντόφλα. Σταμάτησε, με το χέρι του ακόμη στο πόδι της, και έμεινε να την κοιτάζει για αμέτρητη, όπως φάνηκε, ώρα. «Ξύπνια είμαι» του είπε. «Μπορώ να το κάνω κι εγώ.» Ο Λόνγκμορ βγήκε από το λήθαργό του, της φόρεσε και τη δεύτερη παντόφλα και σηκώθηκε. «Δεν πρέπει να κυκλοφορείς ξυπόλητη σε δημόσια πανδοχεία.» «Δεν κυκλοφορούσα, κι εσύ δεν έπρεπε να ψάχνεις χωρίς εμένα.»
208
LORETTA CHASE
«Είχες ανάγκη από ύπνο» της είπε. «Σου λείπει εδώ και πολύ καιρό, βάζω στοίχημα. Το ωράριό σου είναι απαράδεκτο.» «Είμαι εργαζόμενη γυναίκα» απάντησε. «Θα πρέπει να σταματήσεις.» «Τι πράγμα;» «Όλη αυτή η κατάσταση είναι εξωφρενική» είπε. «Η αδερφή σου έχει παντρευτεί ένα δούκα. Του είπα του Κλίβντον…» Σταμάτησε απότομα. «Τι του είπες;» «Δεν έχει σημασία τώρα.» «Και βέβαια έχει σημασία» επέμεινε η Σοφί. «Θέλεις να βρούμε την Κλάρα ή προτιμάς να τσακωθούμε;» «Και τα δύο» απάντησε. «Μη με εξοργίζεις» της είπε. «Δεν έχω καιρό για να σε στραγγαλίσω. Με τον Φένγουικ είμαστε στο πόδι από τα χαράματα…» «Χωρίς εμένα.» «Χωρίς εσένα. Κάποιο αναθεματισμένο κανόνι εκπυρσοκρότησε. Μου είπαν ότι το κάνει δυο φορές την ημέρα, στην ανατολή και στη δύση. Μετά από αυτό, μου ήταν αδύνατο να προσπαθήσω να κοιμηθώ. Πήγα με τον Φένγουικ στην αποβάθρα. Μου πήρε λίγη ώρα μέχρι να βρω το μέρος που θέλαμε, αλλά τα καταφέραμε στο τέλος. Μάθαμε ποια επιβατηγά έχουν φύγει από την ώρα που θα μπορούσε να είχε φτάσει εδώ η Κλάρα. Σιγουρευτήκαμε πως δεν επιβιβάστηκε σε κανένα από αυτά. Αλλά μπορώ να σ’ τα εξηγήσω όλα αυτά αργότερα. Ήρθα μόνο για να σου πω να βιαστείς.» «Πολύ καλά.» Σηκώθηκε από την καρέκλα και πήγε στο λαβομάνο. Παρά το απότομο ξύπνημα, αισθανόταν ακόμη ζαλισμένη. Γέμισε τη λεκάνη με νερό και έπλυνε το πρόσωπό της. Καλύτερα τώρα. Σκουπιζόταν όταν, μέσα από τον καθρέφτη, τον είδε να στέκεται πίσω της.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
209
«Δεν μπορείς να κάνεις πιο γρήγορα;» τη ρώτησε. «Θα χρειαστώ τουλάχιστον μισή ώρα χωρίς τη βοήθεια μιας καμαριέρας» απάντησε. «Δεν ξέρω πού πήγε ή τι κάνει» της είπε. «Το μόνο που ξέρω είναι πως όταν πριν από λίγο ζήτησα μία, μου είπαν, “Αμέσως”. Αυτό μπορεί να σημαίνει και σε δέκα ώρες. Τούτο το μέρος είναι σωστό τρελοκομείο. Οι περισσότερες υπηρέτριες βρίσκονται στην τραπεζαρία, τρέχοντας σαν τρελές για να σερβίρουν πρωινό.»Έδειξε προς το φουστάνι που φορούσε χθες, το οποίο η καμαριέρα είχε κρεμάσει προσεκτικά σε μια καρέκλα. «Μπορείς να το ρίξεις πάνω σου; Δεν θα πάμε σε επίδειξη μόδας.» «Δεν μπορώ να το ρίξω έτσι απλά! Πώς γίνεται να είσαι τόσο χαζός;» «Εύκολα. Δεν χρειάζεται να καταβάλω καμία προσπάθεια.» Αργότερα, όταν θα είχε χρόνο, όταν θα μπορούσε να σκεφτεί καθαρά, θα τον χτυπούσε με κάτι βαρύτερο από καπέλο. Βρήκε την πουκαμίσα, το μεσοφόρι και τον κορσέ της, και τα άπλωσε πάνω στο κρεβάτι. Κουρασμένη και φουρκισμένη –και ίσως επειδή ήταν αυτή που ήταν και δεν μπορούσε να αντισταθεί σε ένα παρακινδυνευμένο παιχνίδι με τη φωτιά–, έβγαλε τη ρόμπα και το νυχτικό της. Το ίδιο θα έκανε κι αν ήταν με τις αδερφές της και βιαζόταν να πάει κάπου. Βέβαια θυμόταν πολύ καλά ότι οι αδερφές της δεν βρίσκονταν μαζί της. «Να πάρει!» Του έριξε μια ματιά καθώς φορούσε την πουκαμίσα της. Ο Λόνγκμορ είχε γυρίσει την πλάτη του στη γύμνια της. Ήταν αστείο. Η διάθεσή της καλυτέρευσε λιγάκι. «Θα μπορούσες να ειδοποιούσες για την καμαριέρα» του είπε. «Για τίποτα στον κόσμο.» «Τότε, κοίτα» είπε. «Δεν με νοιάζει. Δεν είμαι σεμνότυφη.»
210
LORETTA CHASE
Αυτό δεν ήταν ψέμα. Το ότι έφτιαχνε ρούχα για να ζει δεν σήμαινε πως ντρεπόταν τη γύμνια. Ούτε μπροστά του. Ή μάλλον, ιδιαίτερα μπροστά του. Ήταν μία Νουαρό, στο κάτω-κάτω. «Δεν κοιτάζω» της είπε. «Ούτε εγώ είμαι σεμνότυφος, όμως πρέπει να συγκρατήσω τα λογικά μου. Αλλά, μα τω Δία, είσαι ο διάβολος μεταμορφωμένος.» Η Σοφί φόρεσε τα εσώρουχά της και έδεσε τις κορδέλες στη μέση. Έβαλε και το μεσοφόρι, και το έδεσε κι αυτό. Ακούμπησε τον κορσέ στο κρεβάτι και άρχισε να περνάει τα κορδόνια του. «Γιατί αργείς τόσο πολύ;» τη ρώτησε. Γύρισε για να κοιτάξει. «Τι, στο διάβολο, κάνεις εκεί;» «Είναι ένας καινούριος κορσές που επινόησε η Μαρσλίν» του είπε. «Μια γυναίκα μπορεί να τον φορέσει και μόνη της. Όμως, η καμαριέρα δεν κατάλαβε πώς λειτουργούσε, κι εγώ, όπως φαίνεται, ήμουν πολύ κουρασμένη για να καθίσω να της εξηγήσω αναλυτικά. Έβγαλε τα κορδόνια, και τώρα πρέπει να…» «Μπορώ να τα φτιάξω εγώ» προσφέρθηκε. «Η αλήθεια είναι πως είμαι πολύ καλός σε αυτό.» «Δεν με εκπλήσσεις.» Πέρασε τον κορσέ πάνω από το κεφάλι της, και τα χέρια της μέσα από τις κορδέλες. Τον τράβηξε κάτω και τον έσφιξε πάνω της. Καθώς τακτοποιούσε τα κορδόνια, ο Λόνγκμορ ήρθε πίσω της. «Πρέπει να τον αφήνεις δεμένο με έναν κόμπο στο τελείωμα» του εξήγησε. «Ύστερα δεν έχεις παρά να τον βάλεις και να τον τραβήξεις σφιχτά εμπρός.» «Δαιμόνιο» είπε ο Λόνγκμορ. «Όμως, εκείνη έλυσε τον κόμπο και τον άνοιξε με το συνηθισμένο τρόπο.» «Το βλέπω.» Ένιωσε τα χέρια του στη βάση της σπονδυλικής της στή-
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
211
λης να δένουν τον κόμπο. Συνειδητοποίησε πως τραβούσε τα κορδόνια μέσα από τα καψούλια, στρώνοντας τη λεπτή κορδέλα καθώς ανέβαινε σταθερά προς το πάνω μέρος της πλάτης της. Σίγουρα ήταν δεξιοτέχνης σε αυτό τον τομέα. Πόσες γυναίκες να είχε γδύσει; Τα χέρια του ήταν ζεστά πάνω στην πλάτη της. Και η ανάσα του ήταν καυτή στη βάση του λαιμού της. Οι μικροσκοπικές τριχούλες στο σβέρκο της σηκώθηκαν. Όταν τελείωσε, δεν απομακρύνθηκε αμέσως. Τα χέρια του στάθηκαν στους γοφούς της. Βρισκόταν τόσο κοντά της, που μπορούσε να ακούσει τη γρήγορη ανάσα του. Ένιωθε τη ζέστη του στιβαρού κορμιού του – ή μήπως ήταν η δική της κάψα; Στεκόταν τόσο κοντά της, που αν έγερνε λιγάκι πίσω… Η καρδιά της χτυπούσε πολύ δυνατά, και ο σατανάς μέσα της θόλωνε το μυαλό της, παρακινώντας τη να γείρει προς το μέρος του. Δεν θέλεις αυτά τα ικανά, επιδέξια χέρια πάνω σου; έδειχνε να ψιθυρίζει. Δεν θέλεις αυτό το δυνατό κορμί πάνω σου; Μέσα σου; Τότε μια μικρή φωνούλα, αυτή που της είχε εμφυσήσει η εξαδέλφη Έμα, διαφώνησε. Και πού είναι η δύναμή σου αν ενδώσεις σε κάτι τέτοιο; Είχε ήδη υποχωρήσει στους εσωτερικούς της δαίμονες και έπαιζε με τη φωτιά. Είχε πετάξει τα ρούχα του ύπνου και του είχε χαρίσει ένα ευχάριστο θέαμα. Ήταν πολύ ανεύθυνο –ακόμα και για εκείνην– να ξεχνάει το λόγο που βρισκόταν εκεί. Η λαίδη Κλάρα. Όλα εξαρτιόνταν από εκείνην. Το μαγαζί. Το μέλλον τους. Η επιτυχία ή μία ταπεινωτική αποτυχία. Η Κακόγουστη θα θριάμβευε εις βάρος τους, θα τις περιγελούσε. Με αποφασιστικότητα, επιστράτευσε τη θέλησή της. Ο Λόνγκμορ τη γύρισε προς το μέρος του και έσπρωξε τα χέρια της μακριά από τον κορσέ της. Τράβηξε άλλη μία
212
LORETTA CHASE
φορά δυνατά, κι έπειτα έδεσε γρήγορα τα κορδόνια στο μπροστινό μέρος. Η Σοφί απομακρύνθηκε και έπιασε το ένα από τα φουσκωτά μανίκια. «Δεν μπορείς να μείνεις ακίνητη;» Η φωνή του ήταν χαμηλή. Η μυστηριώδης, επικίνδυνη φωνή που θόλωνε το μυαλό της. Σήκωσε το βλέμμα. Τον είδε να περνάει τα δάχτυλά του ανάμεσα στα μαλλιά του. Η ίδια ήθελε να τραβήξει τα δικά της. Όμως, ήταν μία Νουαρό. «Πρόσεξες το μέγεθος των μανικιών μου;» ρώτησε ήρεμα. «Χωρίς το φούσκωμα, είναι σαν να έχω κρεμάσει φούστες από τους ώμους.» Πέρασε το χέρι της στο μανίκι. «Είπες πως ο κόσμος είναι καχύποπτος μαζί σου. Έχεις κοιταχτεί προσεκτικά στον καθρέφτη; Τουλάχιστον ένας από τους δυο μας θα πρέπει να δείχνει ευπρεπής. Και δεν θα πάρει ώρα. Αυτά τα έχει εφεύρει η Λιόνι.» «Είστε όλες τόσο επινοητικές.» Η Σοφί άρχισε να δένει την πάνω κορδέλα του κορσέ της. «Γιατί φοράς αυτή την περίπλοκη αρματωσιά;» τη ρώτησε. «Τα ίδια θα φορούσε και κάποια από τις αγαπητικές σου» του είπε υπομονετικά. «Αν και αμφιβάλλω αν τα ρούχα τους είναι τόσο καλοραμμένα. Ή για το αν έχουν φτιαχτεί σύμφωνα με την τελευταία λέξη της μόδας.» «Άφησέ με να το κάνω εγώ αυτό» της είπε. «Μπορεί να έχεις ασυνήθιστη ευλυγισία, όμως εγώ μπορώ να δω καλύτερα τι κάνω.» Όσο εκείνος έδενε τα μανίκια της, η Σοφί φόρεσε τα περιβραχιόνια πάνω από τα μανίκια της πουκαμίσας της και έστρωσε τις μανσέτες της. Όταν έπιασε μία κάλτσα, ο Λόνγκμορ οπισθοχώρησε. Ωστόσο δεν κοίταξε αλλού. Η Σοφί ένιωθε το σκοτεινό του βλέμμα καρφωμένο πάνω της όσο εκείνη ανέβαζε τις κάλτσες και στερέωνε τις καλτσοδέτες.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
213
Μόλις τελείωσε, ο Λόνγκμορ άρπαξε το φουστάνι της και το πέρασε πάνω από το κεφάλι της. Προσπάθησε να χώσει και τα χέρια της, και βλαστήμησε. «Δεν έχει χώρο, γαμώ το! Είναι σαν να προσπαθώ να περάσω ένα μαξιλάρι μέσα από μία κλειδαρότρυπα.» «Πιέζεις τα μανίκια για να χωρέσουν» του είπε. «Είναι γεμισμένα με πούπουλα. Θα μαζευτούν λιγάκι. Αλλά πρέπει να το κάνεις προσεκτικά.» «Ποτέ στη ζωή μου δεν έχω δει πιο ηλίθιο ρούχο.» «Δεν είναι και τόσο δύσκολο» του είπε. «Απλώς ηρέμησε.» «Εύκολο να το λες» είπε. Ήταν εύκολο να το λέει. Το τι ένιωθε ήταν άλλο πράγμα. Εκείνη δεν ήταν καθόλου ήρεμη. Κανένας άντρας δεν την είχε βοηθήσει ποτέ να ντυθεί ή να γδυθεί. Η οικειότητα που μοιράστηκαν της έφερνε σχεδόν πόνο. «Εγώ θα κάνω το αριστερό κι εσύ το δεξί.» Καταπιάστηκαν ταυτόχρονα, χωρίς να μιλούν. Μόλις τακτοποιήθηκαν τα μανίκια, ο Λόνγκμορ ήξερε τι να κάνει με τα υπόλοιπα. Μέχρι που έσκυψε για να ισιώσει τη φούστα και για να την τραβήξει προκειμένου να την τεντώσει. Ύστερα αναπήδησε, άρπαξε το καπέλο της, της το έβαλε στο κεφάλι, έδεσε τις κορδέλες και την έσπρωξε προς την πόρτα. «Τις μπότες μου» είπε η Σοφί. «Τις μπότες μου.» Κοίταξε τις παντόφλες στα πόδια της. «Να πάρει ο διάβολος» είπε. Βρήκε τις μπότες της, την οδήγησε γρήγορα σε μία καρέκλα και της τις φόρεσε. Όταν τελείωσε, την άρπαξε από το χέρι και την τράβηξε για να σηκωθεί, τόσο απότομα, που η Σοφί έπεσε πάνω του. Τα χέρια του τυλίχτηκαν γύρω της. Ξεστόμισε μερικές βλαστήμιες ακόμα και τραβήχτηκε μακριά της σαν να ήταν μολυσμένη.
214
LORETTA CHASE
«Παίρνω όρκο πως το κάνεις επίτηδες για να με τρελάνεις» είπε. Και με μένα τι γίνεται; Την είχαν φιλήσει κι άλλοι άντρες, όμως εκείνος της είχε γνωρίσει έναν ολοκαίνουριο κόσμο φιλιών. Παρ’ όλα αυτά, τούτη η οικειότητα ήταν κάτι το εντελώς πρωτόγνωρο. Είχε πιάσει τα εσώρουχά της, το φόρεμα, καθετί δικό της. Μέσα της έτρεμε. Εξωτερικά ήταν μία Νουαρό. «Μπορούσες να είχες ειδοποιήσει για καμαριέρα» είπε. Ο Λόνγκμορ έτρεξε στην πόρτα και την άνοιξε διάπλατα. Όσο περίμενε εκεί, αναπνέοντας με δυσκολία, τρέμοντας από ανυπομονησία, η Σοφί βρήκε τα γάντια και την τσάντα της. Τη στιγμή που περνούσε από δίπλα του, τον άκουσε να μουρμουράει κάτι μέσα από τα δόντια του. Όλως περιέργως της φάνηκε πως είχε μιλήσει Γαλλικά. *** Ο Λόνγκμορ την οδήγησε στην Μπρόαντ Στριτ, από όπου οι ταξιδιώτες ξεκινούσαν προς διάφορες κατευθύνσεις. Ήταν αξιοθαύμαστο το πώς κατάφερνε να βρει το δρόμο του, δεδομένου πως το μυαλό του είχε θολώσει. Όσο του είχε απομείνει, δηλαδή. Δεν ήταν από τους άντρες που σοκάρονταν εύκολα. Κι όμως, εκείνη τον είχε σοκάρει. Είχε πετάξει από πάνω της τόσο εύκολα το νυχτικό της και είχε φορέσει ατάραχα μία πουκαμίσα πάνω από το γυμνό –ολόγυμνο και υπέροχο!– κορμί της. Την είχε δει προφίλ, και η εικόνα της είχε χαραχτεί στο μυαλό του. Απαλό, αλαβάστρινο δέρμα, καλοσχηματισμένα στήθη, και οι πιο όμορφοι γλουτοί που είχε αντικρίσει ποτέ στη ζωή του – και είχε δει αρκετούς. Κι έπειτα να πρέπει να τη βοηθήσει να ντυθεί…
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
215
Ο καταραμένος κορσές. Μέχρι να ξεμπερδέψει μαζί του, τα χέρια του έτρεμαν από την προσπάθεια να τα συγκρατήσει ώστε να μη λύσουν όλα αυτά που είχαν δέσει. Θα προτιμούσε να είχε να αντιμετωπίσει ένα καπηλειό γεμάτο με μεθυσμένους ναύτες. Ύστερα, αυτά τα αναθεματισμένα φουσκωτά μανίκια, να πρέπει να τα πιέσει για να περάσουν μέσα από το ντεκολτέ της. Θα την έπνιγε την αδερφή του. Και τον Άντερλι μαζί. Στο μεταξύ η Σοφί διάβαζε ήρεμα έναν ταξιδιωτικό οδηγό του Πόρτσμουθ που είχε αγοράσει εκείνος από το πανδοχείο λίγες ώρες νωρίτερα. «Ήταν καταπληκτική ιδέα» είπε, κάπως έκπληκτη. «Αγοράζω πού και πού. Δεν είμαι από αυτούς που χρειάζονται ταξιδιωτικούς οδηγούς, όμως σπάνια έρχομαι στο Πόρτσμουθ. Πηγαίνω συχνότερα στους αγώνες του Γκούντγουντ ή στο Σόμπερτον. Εδώ, όμως, ποτέ. Σκέφτηκα πως από το βιβλίο θα παίρναμε πιο αξιόπιστες πληροφορίες από αυτές που θα μας έδινε ένας πελαγωμένος πανδοχέας, και ήξερα πως θα ήταν τεράστιο χάσιμο χρόνου να τριγυρνάμε άσκοπα, ρωτώντας κάθε χάνι και κάθε πρακτορείο εισιτηρίων για την Κλάρα. Αυτός ο οδηγός, όπως βλέπεις, περιορίζει τις επιλογές.» «Μόνο δύο ατμόπλοια φεύγουν τις Κυριακές» είπε η Σοφί, σέρνοντας το δάχτυλό της στο παράρτημα που έγραφε τα δρομολόγια. «Ένα για Ράιντ.» «Αμφιβάλλω αν το Άιλ οφ Γουάιτ είναι όσο μακριά θα ήθελε, είπε ο Λόνγκμορ. «Τις Κυριακές έχει κι ένα πλοίο για Ιρλανδία» είπε η Σοφί. «Από εδώ στο Πλίμουθ μετά στο Κορκ και μετά στο Λίβερπουλ.» Έστρεψε το βλέμμα της πάνω του. «Το βιβλίο λέει πως έρχεται το πρωί.» «Καταλαβαίνεις γιατί σου έλεγα να βιαστείς; Πάντως, το πρώτο ατμόπλοιο δεν φεύγει πριν από τις επτά, κι εμείς έχουμε σχεδόν μισή ώρα μέχρι τότε. Εκείνο για το Ράιντ
216
LORETTA CHASE
φεύγει μετά τις οχτώ. Ωστόσο δεν μπορώ να πιστέψω ότι είναι τόσο χαζή, ώστε να κάνει τόσο δρόμο μέχρι το Πόρτσμουθ μόνο και μόνο για να ταξιδέψει στο Ράιντ. Και αν το έκανε, γιατί να σηκωθεί από τα χαράματα όταν υπάρχουν πολλά δρομολόγια κάθε μέρα για το Ράιντ; Η Κλάρα είναι σαν κι εμένα, δεν της αρέσει να σηκώνεται νωρίς.» «Θα σηκωνόταν νωρίς αν δεν μπορούσε να κοιμηθεί» του είπε. «Εν πάση περιπτώσει, οφείλουμε να ξεκινήσουμε με τα κυριακάτικα πλοία. Αυτό για την Ιρλανδία φεύγει από κάπου που λέγεται Μπλου Ποστς. Να αρχίσουμε από εκεί;» «Σκεφτόμουν πως η Ιρλανδία ή η Ηπειρωτική Ευρώπη ίσως είναι οι πρώτες επιλογές της» είπε. «Εντούτοις, εκ των υστέρων, ίσως να αποφάσισε να πάει στο Άιλ οφ Γουάιτ. Έστειλα τον Φένγουικ στο Ταβερνείο Κεμπέκ. Του την περιέγραψα, και του ζήτησα να δημιουργήσει σκηνή αν τη δει να εμφανίζεται και κάνει πως κατευθύνεται σε κάποιο πλοίο. Είμαι βέβαιος πως κάτι θα σκεφτεί. Πρότεινε να κάνει τον πεινασμένο και να λιποθυμήσει μπροστά στα πόδια της – πράγμα που, φρόντισε να μου τονίσει, θα είναι εύκολο, αφού δεν έφαγε πρωινό.» «Ούτε και κοιμήθηκε καλά» είπε η Σοφί. «Δεν μπορώ να πιστέψω πως πήρες αυτόν μαζί σου και άφησες εμένα στο πανδοχείο.» «Κοιμήθηκε πίσω στην άμαξα» είπε ο Λόνγκμορ. «Μάλλον ήταν ο πιο αναπαυτικός ύπνος που έκανε εδώ και πολύ καιρό.» Τότε συνειδητοποίησε πως την είχε πάρει από το πανδοχείο χωρίς να προλάβει ούτε εκείνη να φάει πρωινό. «Θα βρούμε κάτι να φας στο Μπλου Ποστς» είπε. *** Τις Κυριακές, το Πόρτσμουθ πλημμύριζε από επισκέπτες οι οποίοι ήθελαν να δουν τα αξιοθέατα που αναφέρονταν στον οδηγό που είχε αγοράσει ο Λόνγκμορ. Τα οχυρά, τις
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
217
εκκλησίες και τα πλοία – περισσότερο το Βίκτορι, το διάσημο καράβι του Λόρδου Νέλσον. Ωστόσο, τις Κυριακές δεν ταξίδευε πολύς κόσμος, και τόσο νωρίς το πρωί δεν χρειαζόταν να προσπαθήσει πολύ κανείς για να τραβήξει την προσοχή μέσα σε ένα πλήθος από ανυπόμονους ή ανήσυχους ταξιδιώτες. Η Σοφί και ο Λόνγκμορ ανακάλυψαν πολύ γρήγορα πως η Κλάρα δεν είχε κάνει καμία κράτηση για την Ιρλανδία. Όχι ακόμη. Κανένα ζευγάρι γυναικών δεν εμφανιζόταν στις πρωινές λίστες επιβατών. Είχε προσπαθήσει χωρίς επιτυχία να κλείσει μία κουκέτα στο Αμέρικαν Λάιν που πήγαινε στη Νέα Υόρκη. «Κάτι δεν μου πήγαινε καλά» είπε ο πράκτορας στη Σοφί. «Ο οποιοσδήποτε μπορούσε να καταλάβει πως ήταν μία λαίδη, έτσι δεν είναι; Όπως και το ότι η άλλη γυναίκα δεν ήταν. Κατάλαβα πως κάτι δεν κολλούσε. Δεν είχαν σχεδόν καθόλου αποσκευές. Ήταν πολύ εύκολο να την εμποδίσω. Δεν είχε χαρτιά για να ταξιδέψει, σωστά; Της είπα πως δεν θα μπορούσε να περάσει από το τελωνείο. Επίσης της είπα πως, όποιο κι αν ήταν το πρόβλημα, το μόνο που θα κατάφερνε θα ήταν να το κάνει χειρότερο αν πήγαινε άγνωστη σε μία ξένη χώρα. Λοιπόν, σ’ το λέω, κυρία. Ήταν ξεκάθαρο πως επρόκειτο για μία αρχόντισσα και πως η άλλη γυναίκα δεν ήταν κάποια θεία της. Δεν γεννήθηκα χθες. Ελπίζω να τη βρείτε, πριν μπλέξει σε φασαρίες που δεν θα ξέρει πώς να τις αντιμετωπίσει.» Η λαίδη Κλάρα είχε συναντήσει ανάλογη άρνηση κι όταν προσπάθησε να κλείσει θέσεις σε ένα άλλο πλοίο για το Χαβρ. Η Σοφί με τον Λόνγκμορ κατευθύνονταν στο επόμενο πρακτορείο της λίστας τους, όταν ένα ρακένδυτο αγόρι έτρεξε προς το μέρος τους και τους σταμάτησε απότομα. «Εσείς είστε που ψάχνετε για τις δύο γυναίκες;» ρώτησε. «Μία ψηλή και όμορφη, και μία άχαρη που μοιάζει με κέρβερο;» «Ναι» του είπε η Σοφί.
218
LORETTA CHASE
«Το κατάλαβα πως είστε εσείς» είπε το αγόρι. «Είσαστε έτσι όπως μου είπε – ένας ψηλός, μελαχρινός άρχοντας, και μία γυναίκα με μεγάλα μπλε μάτια και μπόλικα πλουμιστά ρούχα. Έχω να σας πω ότι ο Μαντ Ντικ είπε πως τις βρήκε, και να έρθετε γρήγορα στο Ταβερνείο Κεμπέκ, επειδή δεν ξέρει αν θα μπορέσει να τις καθυστερήσει. Υπάρχουν πολλοί αστυνομικοί εκεί που τον κοιτάζουν καχύποπτα.» *** Η Σοφί και ο Λόνγκμορ βρήκαν την Κλάρα στην προβλήτα, να βηματίζει πέρα-δώθε, ενώ η καμαριέρα της πρόσεχε την αξιοθρήνητη στοίβα των αποσκευών τους. Η μέρα ήταν ζεστή, παρ’ όλα αυτά φυσούσε ένα ψυχρό αεράκι, κι εκείνη είχε σταυρώσει μπροστά της τα χέρια της για να ζεσταθεί. Πότε-πότε κοιτούσε πέρα στη θάλασσα. Στα μάτια της Σοφί φάνηκε χλομή και ταλαιπωρημένη. Πρώτη τους είδε η καμαριέρα, όμως ο Λόνγκμορ σήκωσε το χέρι του, κάνοντάς της νόημα να μη μιλήσει. Ο Φένγουικ καθόταν πάνω σε ένα καφάσι, με το πιγούνι ακουμπισμένο στο χέρι του, και παρακολουθούσε την Κλάρα που πηγαινοερχόταν. Όπως είχε αναφέρει, τριγύρω υπήρχαν πολλοί αξιωματικοί του ναυτικού. Όλοι τον παρακολουθούσαν καχύποπτα, χωρίς να κάνουν καμία προσπάθεια για να το κρύψουν. Έδειχνε να είναι σε κακό χάλι. Μετά από δύο μέρες ταξίδι, είχε αρχίσει να βρομίζει ξανά, και η γενική εξωτερική του εμφάνιση δεν έδειχνε καθόλου καλή. Ο Λόνγκμορ πλησίασε. «Α, εδώ είσαι, Κλάρα» είπε, κι εκείνη τινάχτηκε ξαφνιασμένη στον ήχο της φωνής του. «Έφαγα όλη την πόλη ψάχνοντας να σε βρω.» Έτρεξε προς το μέρος του, και ο Λόνγκμορ άνοιξε την αγκαλιά του για να την υποδεχτεί. Όμως, αντί να δεχτεί την παρηγοριά του, άρχισε να τον χτυπάει στο στήθος. «Όχι» είπε. «Όχι, όχι, όχι.»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
219
«Τι στο διάβολο;» «Δεν πρόκειται να γυρίσω πίσω» δήλωσε η Κλάρα. «Δεν μπορείς να με αναγκάσεις να γυρίσω.» «Και πού έχεις σκοπό να πας;» τη ρώτησε. «Δεν ξέρω. Οπουδήποτε. Οπουδήποτε μακριά από δω.» Η σκηνή τράβηξε γρήγορα την προσοχή του κόσμου. Η Σοφί αποφάσισε πως ήταν ώρα να παρέμβει. Πλησίασε τον κοντινότερο ρωμαλέο αξιωματικό, άφησε μια αδύναμη τσιρίδα και λιποθύμησε. *** Ο Λόνγκμορ κατάλαβε πως ήταν στρατηγική κίνηση. Η Σοφί είχε φροντίσει να το κάνει σε σημείο όπου θα μπορούσε να πέσει στα χέρια ενός μυώδους, όμορφου άντρα. Για μια στιγμή, ακόμα και εκείνος ξεγελάστηκε. Ήξερε πως ήταν πολύ κουρασμένη –και ο ίδιος είχε κουραστεί χωρίς να δουλεύει ατελείωτες ώρες πριν από την αναχώρησή τους–, ωστόσο την είχε πιέσει να κάνει γρήγορα και την είχε βγάλει έξω σε εντελώς ακατάλληλη ώρα. Η Κλάρα έτρεξε προς το μέρος της, φωνάζοντας: «Ω, δεσποινίς Νουαρό, είστε καλά; Καημενούλα μου. Ο αδερφός μου είναι μεγάλο γαϊδούρι.» Εκείνην τη στιγμή, τα σκούρα μπλε μάτια πετάρισαν. «Αγαπητή μου, εσύ είσαι; Ανησυχήσαμε τόσο πολύ.» Απομακρύνθηκε με χάρη από τον όμορφο αξιωματικό πάνω στον οποίον είχε πέσει. «Είστε σίγουρη πως νιώθετε καλά, δεσποινίς;» ρώτησε εκείνος. «Ω, ναι. Απλώς ζαλίστηκα για μια στιγμή» απάντησε με αδύναμη φωνή. Ο Λόνγκμορ ήρθε προς το μέρος τους. «Είναι μια χαρά» είπε. «Δεν έφαγε ακόμη πρωινό, αυτό είναι όλο.» Τότε φύσηξε δυνατός αέρας, και οι δύο γυναίκες έπια-
220
LORETTA CHASE
σαν τα καπέλα τους, ενώ οι φούστες τους ανασηκώθηκαν, προσφέροντας στους παρευρισκόμενους μία εξαιρετική θέα των δαντελωτών μεσοφοριών τους και των καλοσχηματισμένων αστραγάλων τους. Το βλέμμα του αξιωματικού πέρασε από τα πόδια της μίας σε εκείνα της άλλης. «Φένγουικ, βοήθησε την καμαριέρα με τις αποσκευές» είπε ο Λόνγκμορ. «Κυρίες μου, αρκετά ψυχαγωγήσαμε τον κόσμο, νομίζω.» Το πρόσωπο της Κλάρα πήρε τη γνωστή πεισματάρικη έκφραση. «Λογικέψου, καλή μου» της είπε η Σοφί. «Δεν μπορείς να κάνεις ολόκληρο ταξίδι μόνο με αυτά.» Έδειξε το θλιβερό σωρό με τα πράγματα της Κλάρα. «Δεν θα έχεις τι να φορέσεις.» *** Προς έκπληξη του Λόνγκμορ, το επιχείρημά της έπιασε. Η Κλάρα κοίταξε τις αποσκευές της, την καμαριέρα της, και τέλος τη Σοφί. «Αυτό που σου χρειάζεται είναι ένα μπράντι» είπε η Σοφί. Το κάτω χείλι της Κλάρα τρεμούλιασε. «Σου υπόσχομαι, όλα θα πάνε καλά. Ας το συζητήσουμε κάπου πιο άνετα» της πρότεινε η Σοφί. «Δεν θα βοηθήσει σε τίποτα μια συζήτηση» απάντησε η Κλάρα. «Θα βοηθήσει» επέμεινε η Σοφί με τόση αυτοπεποίθηση, που την πίστεψε ακόμα και ο Λόνγκμορ. *** Επέστρεψαν στο Τζορτζ, όπου ο Λόνγκμορ κανόνισε ένα ιδιωτικό δείπνο. Πρώτα παρήγγειλε μπράντι. Δεν είχε κανέ-
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
221
ναν ενδοιασμό να μεθύσει την αδερφή του αν έτσι την έκανε να συνεργαστεί. Δεν χρειάστηκε να περιμένει πολύ. Μετά από μισό ποτήρι, η Κλάρα φάνηκε να ηρεμεί λιγάκι. Βολεύτηκε κοντά στη Σοφί. «Νιώθεις λιγάκι καλύτερα;» τη ρώτησε εκείνη. «Δεν αντέχω να γυρίσω πίσω» απάντησε η Κλάρα. «Δεν υπάρχει άλλη λύση;» «Θα το τακτοποιήσουμε αυτό. Θα το αναλάβουμε εγώ και οι αδερφές μου, και θα το τακτοποιήσουμε όμορφα, έτσι όπως φτιάχνουμε και τα ρούχα σου. Όμως, πρέπει να καταλάβω καλά τι έχει συμβεί. Να το μελετήσω όπως όταν σου παίρνω μέτρα και δοκιμάζω ποια χρώματα σου πάνε.» «Εύκολα μπορώ να σου απαντήσω. Είχα θυμώσει.» «Για ποιο πράγμα;» «Για κάτι ανόητο. Δεν είναι σημαντικό.» «Για κάποιον άντρα;» Η Κλάρα συνάντησε το βλέμμα της. «Πολύ καλά» είπε η Σοφί. «Δεν έχει σημασία.» «Γιατί όχι;» ρώτησε ο Λόνγκμορ. «Επειδή» είπε κοφτά η Σοφί και του έριξε ένα βλέμμα όλο νόημα. Το μήνυμα ήταν ξεκάθαρο, σαν να τον είχε αρπάξει από το πέτο, λέγοντας: Μην πεις τίποτα και μην κάνεις τίποτα. Υποχώρησε. Όχι με χαρά. Αλλά είχε να κάνει με γυναίκες, και επιπροσθέτως φοβόταν μήπως αναστατώσει ξανά την αδερφή του. «Συνέχισε» παρακίνησε η Σοφί την Κλάρα. «Είχα θυμώσει. Και τότε βρέθηκε ο Άντερλι, με σαμπάνια. Ήπια πολύ γρήγορα, χορέψαμε, και ζαλίστηκα.» «Ήσουν μεθυσμένη» είπε ο Λόνγκμορ. Η Κλάρα τού έριξε μια άγρια ματιά. «Μην τολμήσεις να μου κάνεις κήρυγμα.» «Δεν…» «Ούτε να μου πεις ότι δεν έπρεπε να είχα βγει στη βε-
222
LORETTA CHASE
ράντα με τον Άντερλι. Σε έχω δει να ξεγλιστράς με γυναίκες – ακόμα και στο Ανάκτορο Σεν Τζέιμς! Σε μία σάλα!» «Εγώ είμαι άντρας» της είπε ο Λόνγκμορ. «Και δεν κάνω τέτοια πράγματα με αθώες κοπέλες.» Κοίταξε στα μάτια τη Σοφί. Εκείνη δεν την είχε μεθύσει. Ούτε ήταν αθώα. Ίσως να ήταν λιγάκι άπειρη με τις κάπως πιο ερωτικές περιπτύξεις, όμως εκείνος ήταν σίγουρος πως ήξερε για τους άντρες περισσότερα από όσα η Καρλότα Ο’ Νιλ. Εν πάση περιπτώσει, οι αθώες κοπέλες δεν έβγαζαν τα νυχτικά τους μπροστά σε έναν άντρα. Τέλος πάντων, ίσως οι μοδίστρες να το έκαναν. Στο κάτω-κάτω, το ντύσιμο και το γδύσιμο ήταν η δουλειά τους. Και ίσως να την είχε εξωθήσει κι ο ίδιος σε μια τέτοια αντίδραση… χωρίς να το θέλει. Την είχε ξυπνήσει από βαθύ ύπνο, είχε ορμήσει σαν σίφουνας στο δωμάτιό της και είχε την απαίτηση να ετοιμαστεί σε χρόνο μηδέν. Μπορεί να το είχε κάνει για να τον πικάρει. Μπορεί. Ίσως. Γιατί, στην ευχή, ήταν αναγκασμένος να σκέφτεται τέτοια ώρα; «Νόμιζα πως ήθελε να μιλήσει» έλεγε η Κλάρα. «Νόμιζα πως θα μου έλεγε πόσο υπέροχη ήμουν, κι εγώ ήθελα να ακούσω κάτι τέτοιο, επειδή δεν ένιωθα… όμορφη. Αισθανόμουν ογκώδης και αδέξια.» «Δεν είσαι τόσο σωματώδης» είπε ο Λόνγκμορ. «Η λαίδη Κλάρα δεν είναι ούτε σωματώδης ούτε αδέξια, όμως έτσι αισθάνεται» είπε η Σοφί. «Αισθήματα» σχολίασε εκείνος. «Ναι.» Έγειρε στην πλάτη της καρέκλας του και ήπιε το μπράντι του. «Σκέφτηκα ότι ο λόρδος Άντερλι ίσως μου έκλεβε ένα φιλί» είπε η Κλάρα. «Κι εγώ ήμουν φουρκισμένη και ένιωθα… Δεν ξέρω.»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
223
«Τάσεις επιθετικότητας» είπε η Σοφί. «Ναι. Αλλά τελικά δεν ήθελε να μου κλέψει ένα φιλί. Είχε στο μυαλό του εντελώς διαφορετικό πράγμα. Δεν ήμουν σίγουρη πως μου άρεσε, όμως ήταν ερεθιστικό, επειδή το ήξερα πως δεν ήταν σωστό. Αλλά μετά όλα έγιναν τόσο γρήγορα… Και μαζεύτηκε όλος αυτός ο κόσμος. Κι έπειτα ήρθε ο Χάρι, κι εγώ ήξερα πως θα τον σκότωνε τον Άντερλι.» «Έπρεπε να το είχα προσπαθήσει» είπε ο Λόνγκμορ. «Αλλά υποθέτω πως η δεσποινίς Νουαρό θα έτρεχε ξωπίσω μου με καμιά καρέκλα ή καμιά γλάστρα – ή θα είχε βάλει τις φωνές και θα είχε λιποθυμήσει.» Η Κλάρα τράβηξε το βλέμμα της από πάνω του και κοίταξε τη Σοφί. «Σίγουρα» είπε η Σοφί. «Το ήξερα πως δεν σκεφτόταν καθαρά. Πως δεν σκεφτόταν καθόλου. Θα τον άφηνα να χτυπήσει το Λόρδο Άντερλι, αλλά μέχρι εκεί. Αν δεν μπορούσα να βρω κάτι για να τον συνεφέρω, για να αποσπάσω την προσοχή του, θα οργάνωνα κάποιον αντιπερισπασμό.» «Μακάρι να το ήξερα» είπε η Κλάρα. «Τότε, δεν θα προσπαθούσες να τον προστατέψεις» συμπέρανε η Σοφί. «Το κατάλαβα πως δεν ήταν εντελώς… αλήθεια.» «Τα δάκρυα ήταν αρκετά αληθινά. Φοβήθηκα πολύ για τον αδερφό μου.» «Για μένα; Μπροστά σε αυτό τον καχεκτικό…» «Ποτέ δεν σκέφτεσαι τις συνέπειες. Θα έχανες τον έλεγχο και θα τον σκότωνες, και μετά θα έπρεπε να το βάλεις στα πόδια για την Ηπειρωτική Ευρώπη. Αλλά εσύ ποτέ δεν θα το έβαζες στα πόδια, για τίποτα. Θα σε δίκαζαν και θα σε κρέμαγαν επειδή σκότωσες έναν ανυπεράσπιστο άνθρωπο.» Ο Λόνγκμορ έμεινε να κοιτάζει την αδερφή του. «Εμένα προστάτευες;» «Κάποιος έπρεπε να το κάνει» του είπε. «Για όνομα του Θεού, Κλάρα.»
224
LORETTA CHASE
«Πώς μπορούσα να ξέρω ότι η δεσποινίς Νουαρό είχε καταλάβει και ήξερε τι να κάνει; Δεν ήξερα καν πως βρισκόταν εκεί.» Κοίταξε τη Σοφί. «Πού ήσουν;» «Καλύτερα να μη μάθεις» της είπε ο Λόνγκμορ. «Τελειώσαμε την κουβέντα σχετικά με τα αισθήματά μας; Αρκετές αποκαλύψεις άντεξα μέσα σε μία μέρα. Κι εσείς οι δύο δείχνετε να μην αντέχετε άλλο. Φαίνεστε χάλια…» «Χάρι!» «Κι οι δύο είσαστε χάλια» είπε. «Προτείνω να πέσετε αμέσως για ύπνο, μιας και είναι ακόμα πρωί. Αν ξεκινήσουμε μεσημέρι, θα καταφέρουμε να φτάσουμε απόψε στο Λονδίνο.»
Κεφάλαιο 11 Μία μόνιππη άμαξα… είναι στην πραγματικότητα μία μετάλλαξη της δίτροχης επιβατικής άμαξας… Μεταφέρει δύο άτομα, έχει άνετα καθίσματα, κουκούλα για τον ήλιο και τη βροχή, και προσφέρει σχεδόν τόση μυστικότητα, όσο μία κλειστή άμαξα, αν τραβηχτούν οι κουρτίνες μπροστά. Μπορεί να διασχίσει μέρη όπου μία τετράτροχη άμαξα με δύο άλογα δεν μπορεί να πάει. –William Bridges Adams, Εγγλέζικες Άμαξες Αναψυχής, 1837 «Είναι να τρελαίνεσαι» είπε ο Λόνγκμορ στη Σοφί καθώς άφηναν πίσω τους άλλο ένα χάνι. «Δεν υπάρχει περίπτωση να φτάσουμε στο Λονδίνο πριν από τα χαράματα.» Η αδερφή του οδηγούσε μπροστά τους και καθόριζε την ταχύτητα. Οι χελώνες πήγαιναν πιο γρήγορα. «Το είπες πως θα πήγαινε αργά» είπε η Σοφί. «Είπες πως θα χρειαζόταν ένα δυνατό άλογο, και τα πανδοχεία τα κρατάνε αυτά τα ζωντανά για τις άμαξες του Ταχυδρομείου.» «Δεν το περίμενα ποτέ ότι θα αρνείτο να αλλάξει το δικό της. Εκατό τόσα χιλιόμετρα από το Πόρτσμουθ στο Λονδίνο. Ήμουν έτοιμος να χαρτζιλικώσω τους σταβλίτες επειδή της
226
LORETTA CHASE
προμήθευσαν τα άλογα που χρειαζόταν. Ταξίδι μιας μέρας, υπολόγισα. Δεν είχα φανταστεί πως θα επέμενε να κρατήσει το δικό της.» Οι άντρες υπερηφανεύονταν για την ικανότητά τους να χειρίζονται κάθε είδους ζώο. Όμως, η Κλάρα δεν βαυκαλιζόταν πως ήταν κάποια σπουδαία αμαζόνα. Εκείνη ήθελε το ζώο που ήξερε, αυτό με το οποίο είχε εξοικειωθεί. Αυτό σήμαινε παρατεταμένες στάσεις για να ξεδιψάσει και να ξεκουραστεί το ζωντανό. «Μπορώ να καταλάβω το λόγο που καθυστερεί» είπε η Σοφί. «Πριν την οδηγούσε το συναίσθημα. Ήταν μάλλον όπως όταν μπλέκεις σε κάποιον καβγά. Τότε δεν σκέφτεσαι και πολύ το αν θα χτυπηθείς, έτσι δεν είναι;» «Σίγουρα όχι. Το μόνο που με νοιάζει είναι να συντρίψω τον άλλον.» «Ούτε κι εκείνη σκεφτόταν πολύ τους κινδύνους ή τις δυσκολίες» του είπε. «Ρίχτηκε στα βαθιά και κολύμπησε με μανία. Τώρα, η ακτή τής φαίνεται πάρα πολύ μακριά. Και το μόνο που μπορεί να διακρίνει είναι προβλήματα.» «Το ξέρω πως είναι δυστυχισμένη» είπε σφιγμένα. «Αλλά δεν μπορώ να κάνω τίποτα γι’ αυτό τώρα.» «Κανένας δεν μπορεί να κάνει κάτι για την ώρα. Μακάρι μόνο να ήξερα να οδηγώ. Θα μπορούσα να παίρνω τη θέση της πότε-πότε.» Κούνησε αρνητικά το κεφάλι. «Ακόμα κι αν ήξερες, δεν θα σου άρεσε καθόλου να οδηγήσεις το μόνιππο. Είναι ένα εξαιρετικό, όμορφο όχημα για να τριγυρνάει μια κυρία στο Λονδίνο, αλλά δεν είναι φτιαγμένο για μακρινά ταξίδια. Γίνεται άβολο πολύ γρήγορα. Πριν, ίσως ήταν πολύ ταραγμένη για να το προσέξει, όμως τώρα φαντάζομαι θα συνειδητοποιεί πόσο θα τρέμουν τα κόκαλα και τα σωθικά της.» «Πόσο μακριά είναι ακόμη;» ρώτησε η Σοφί. «Δεν είμαστε ούτε στα μισά.» Και ο ήλιος βυθιζόταν όλο και περισσότερο στον ορίζοντα.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
227
«Πιστεύεις πως πρέπει να συνεχίσουμε; Δεν ξέρω τίποτα από οδήγηση, ενώ εσύ ξέρεις τα πάντα. Δεν με νοιάζει να καλύψουμε όλη την απόσταση σε μία μέρα, αλλά, από ό,τι μου λες, δεν είναι το ίδιο και για την αδερφή σου.» «Καθόλου το ίδιο» της είπε. «Το μόνιππο είναι φτιαγμένο για μικρές εκδρομούλες στην πόλη, όχι για μακρινά ταξίδια.» Άρχισε να της εξηγεί την κατασκευή του οχήματος, τα πλεονεκτήματα και τα κουσούρια του, καταλήγοντας: «Της το αγόρασα για να κυκλοφορεί μέσα στο Λονδίνο. Ποτέ δεν είχα κατά νου να το παίρνει για να πηγαίνει στην επαρχία – και μάλιστα χωρίς τον ιπποκόμο της!» «Τα κατάφερε» επισήμανε η Σοφί. «Με έχει καταπλήξει, οφείλω να ομολογήσω. Πίστευα πως η Κλάρα δεν ήξερε ούτε τις κάλτσες της να φορέσει μόνη της.» «Δεν νομίζω πως ξέρει» του είπε η Σοφί. «Σου είπε πώς τα κατάφερε;» τη ρώτησε. «Όχι.» Η Κλάρα είχε βολευτεί στο δωμάτιο της Σοφί. Είχαν κοιμηθεί στο ίδιο κρεβάτι. Σαν αδερφές. Ήταν παράξενο. Όμως, η Κλάρα την εμπιστευόταν. Ή ίσως να είχε γοητευτεί από εκείνην. Όχι πως έκανε κάποια διαφορά. «Μήπως έτυχε να πει κάτι πιο λογικό πέρα από αυτά που μας είπε το πρωί;» τη ρώτησε. «Πιστεύω πως ήταν αρκετά λογικά» είπε η Σοφί. «Δεν χρειάζεται να ξέρω τίποτα περισσότερο. Τώρα καταλαβαίνω πολύ καλά. Εν πάση περιπτώσει, σκέφτηκα πως περισσότερο καλό θα της έκανε λίγη ξεκούραση παρά μια κουβέντα. Δείχνει να έχει καλύτερη διάθεση αφότου κοιμήθηκε.» «Κι εσύ;» τη ρώτησε. «Είσαι σε καλύτερη διάθεση;» Του είχε φανεί λιγάκι μελαγχολική. «Ανακουφίστηκα που τη βρήκαμε» του είπε. «Ανακουφίστηκα που δεν έπαθε τίποτα. Απλώς, τώρα περιμένω μία έξυπνη λύση στο πρόβλημά της.»
228
LORETTA CHASE
*** Καμία έξυπνη λύση δεν είχε παρουσιαστεί μέχρι τη στιγμή που σταμάτησαν στο Κινγκς Αρμς, στο Γκόνταλμινγκ. Ο ουρανός είχε σκοτεινιάσει, και, σύμφωνα με το ταξιδιωτικό βιβλίο της λαίδης Κλάρα, βρίσκονταν πενήντα ένα χιλιόμετρα μακριά από το Λονδίνο. «Θα σταματήσουμε στο Γκίλντφορντ» τους είπε ο Λόνγκμορ. «Έχει πολλά πανδοχεία, και ξέρω ότι μπορούμε να υπολογίζουμε σε καλό φαγητό και ικανοποιητικά δωμάτια.» Κοίταξε την αδερφή του, η οποία έδειχνε αποκαμωμένη και βαθιά δυστυχισμένη. «Είναι μόνο έξι χιλιόμετρα, Κλάρα. Θα βρούμε καλύτερες πανσιόν εκεί απ’ ό,τι εδώ. Επιπλέον, αύριο θα έχουμε μικρότερη διαδρομή να διανύσουμε μέχρι το Λονδίνο. Μπορείς να τα καταφέρεις;» Εκείνη ανασήκωσε το πιγούνι της. «Φυσικά και μπορώ. Οδήγησα μέχρι το Πόρτσμουθ, έτσι δεν είναι; Μπορώ κάλλιστα να πάω μέχρι το σπ-σπίτι.» Το κόμπιασμα στο τέλος φανέρωσε στη Σοφί όλα όσα ήθελε να ξέρει. Κάτι θα πρέπει να κατάλαβε και ο Λόνγκμορ, επειδή το μέτωπό του ζάρωσε. «Τώρα θα μπω εγώ μπροστά» είπε, αρκετά κοφτά. «Αν συναντήσεις τίποτα δυσκολίες ή νιώσεις άσχημα, κάνε σινιάλο στον Φένγουικ, κι εκείνος θα μας ειδοποιήσει.» Έκανε μεταβολή για να πει στο αγόρι πως έπρεπε να καθίσει με την πλάτη του προς το μέρος τους και να παρατηρεί με μεγάλη προσοχή το μόνιππο. «Και κοίτα μη ζαλιστείς που θα ταξιδεύεις στραμμένος προς τα πίσω» του είπε. «Να ζαλιστώ;» ρώτησε ο Φένγουικ κοροϊδευτικά. «Με αυτό το πραγματάκι;» Η Σοφί ήταν σίγουρη πως για να περάσει ευχάριστα την ώρα του θα έκανε γκριμάτσες στις γυναίκες και θα δοκίμαζε διάφορα κόλπα ικανά να τον πετάξουν με το κεφάλι στο δρόμο.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
229
Τουλάχιστον έτσι η λαίδη Κλάρα θα ξεχνούσε για λίγο τη δυστυχία της. Λίγο αργότερα, όταν ξεκίνησαν ξανά, ο Λόνγκμορ είπε: «Όταν θα φτάσουμε στο Γκίλντφορντ, καλύτερα να στείλω ένα μήνυμα στον Βαλεντάιν. Έτσι η οικογένεια δεν θα είναι στο πόδι τόσες ώρες, περιμένοντάς την. Θα ξέρουν πως είναι καλά, και θα μπορέσουν να ξαπλώσουν και να ξεκουραστούν.» Η Σοφί γύρισε και τον κοίταξε. «Τι είναι πάλι;» τη ρώτησε. «Είναι τυχερή που σε έχει αδερφό, και οι γονείς σου είναι τυχεροί που έχουν ένα γιο σαν εσένα» του είπε. Εκείνος γέλασε. «Είναι η αλήθεια» είπε η Σοφί. «Μέχρι ενός σημείου.» «Μέχρι ενός σημείου.» «Πολλοί άλλοι άντρες δεν θα καταλάβαιναν όπως εσύ» του είπε. «Ούτε εγώ καταλαβαίνω. Δεν μπορώ να καταλάβω τίποτα από όλο αυτό.» Ωστόσο ήταν καλός, απροσδόκητα καλός. Οι άντρες δεν ήταν – όχι ποτέ. Αυτό δεν σήμαινε απαραίτητα πως ήταν κακοί. Όμως, ήταν τόσο συνηθισμένοι να γυρίζει ο κόσμος σύμφωνα με τις επιθυμίες τους, που δεν πρόσεχαν ποτέ πότε γυρνούσε προς τις γυναίκες και τις κομμάτιαζε. «Καταλαβαίνεις πως η αδερφή σου χρειάζεται βοήθεια και όχι κριτική» του είπε. «Είναι μεγάλο πράγμα αυτό.» Ο Λόνγκμορ γέλασε. «Πόσο γελοίο. Αναρωτιέμαι, ποιος είμαι εγώ για να κρίνω τον οποιονδήποτε; Αν δεν ήταν ο Κλίβντον, θα έπρεπε να με είχαν διώξει από το σχολείο εκατοντάδες φορές. Παρόλο που είμαι ο πρωτότοκος γιος και ο κληρονόμος της περιουσίας, κάνω πολλές ανοησίες.» Εκείνη τον φαντάστηκε να κάνει όμορφα και συναρπαστικά πράγματα, αλλά η Σοφί δεν ανήκε στον κύκλο του. Ήταν μία Νουαρό και την τραβούσε κάθε τι τολμηρό και
230
LORETTA CHASE
ενάντια στο κατεστημένο. Σύμφωνα με τα πρότυπα του δικού του κόσμου, το ήξερε πως ήταν ένας άξεστος. «Απεχθάνομαι την πολιτική» της είπε. «Οι φιλανθρωπίες σημαίνουν πολλά ανιαρά δείπνα με κακό φαγητό και πομπώδεις λόγους. Δεν διασκεδάζει κανείς εκεί. Θα πίστευες πως ο στρατός θα μπορούσε να έχει ενδιαφέρον, αφού προσφέρει τόσες ευκαιρίες για μάχη. Αλλά όχι. Ακόμα κι ένας αξιωματικός είναι υποχρεωμένος να ακολουθεί κανόνες. Απαράδεκτο.» «Η εκκλησία δεν είναι κατάλληλη για τον πρωτότοκο γιο, το ξέρω» είπε η Σοφί. «Διαφορετικά θα ήταν τέλεια για σένα, έτσι δεν είναι;» Γύρισε και την κοίταξε. «Ναι, άσε με να το σκεφτώ» του είπε. «Ο λόρδος Λόνγκμορ στην ιεροσύνη. Ωραία εικόνα.» Έβαλε τα γέλια, και οι γραμμές ανησυχίας εξαφανίστηκαν από το όμορφο, πειρατικό πρόσωπό του. «Τι απαίσιες επιλογές που έχετε εσείς οι αριστοκράτες» του είπε. «Σχεδόν άρχισα να σε λυπάμαι. Δεν μπορείς να γίνεις πυγμάχος ή αυτός που καταπίνει σπαθιά στο τσίρκο…» «Το τσίρκο!» «Ή κουρσάρος, ή ληστής, ή αρματηλάτης.» «Πράγματι, μερικές φορές, η ζωή γίνεται άκρως ανιαρή, δεσποινίς Νουαρό, και ο πατέρας μου δεν νοιάζεται με ποιους τρόπους προσπαθώ να τη ζωηρέψω. Έχει εγκαταλείψει προ πολλού κάθε προσπάθεια μαζί μου. Δεν είμαι καλό παράδειγμα. Αλλά αυτό το ξέρεις.» «Είσαι παράδειγμα καλού αδερφού» του είπε. «Όσο για τα υπόλοιπα, ανήκεις απλώς στους ανθρώπους που δεν υπακούν σε κανόνες. Το ίδιο και η αδερφή σου. Το πρόβλημα είναι πως είναι σχεδόν αδύνατο για μία λαίδη να γλιτώσει έτσι και τους παραβιάσει.» «Είναι ευκολότερα τα πράγματα για κάποια που είναι παντρεμένη» είπε ο Λόνγκμορ. «Αν η Κλάρα καταλήξει να
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
231
παντρευτεί αυτό το κάθαρμα, εγώ θα την ενθαρρύνω να τους παραβιάσει. Θα της υποδείξω επιλογές.» «Δεν θα γίνει αυτό» είπε η Σοφί. «Είσαι πολύ σίγουρη.» «Απολύτως σίγουρη» είπε ψέματα. Εκείνη την ώρα δεν είχε ιδέα για το τι έπρεπε να κάνει. Το μόνο που ήξερε ήταν πως τα πάντα εξαρτιόνταν από την ίδια. Πανδοχείο Γουάιτ Χαρτ, Γκίλντφορντ Εκείνην τη νύχτα «Είχα τόσο χρόνο για να σκεφτώ, κι όμως δεν βρίσκω τρόπο για να γλιτώσω από αυτή την κατάσταση» είπε η λαίδη Κλάρα. Ο λόρδος Λόνγκμορ φρόντισε να στείλει το επείγον μήνυμά του στο Λονδίνο αμέσως μόλις έφτασαν. Είχε κλείσει δωμάτια, βάζοντας την αδερφή του ανάμεσα στο δικό του και στης Σοφί. Η Ντέιβις είχε ένα ράντζο στο δωμάτιο της κυράς της, ενώ ο κατάπληκτος και ευχαριστημένος Φένγουικ είχε πάρει τη δική του μικρή κάμαρα –ένα χώρο που έμοιαζε με ντουλάπι και που το έδιναν σε υπηρέτες– δίπλα από του Λόνγκμορ. Αφού καθαρίστηκαν από τη βρομιά του ταξιδιού, ο Λόνγκμορ, η λαίδη Κλάρα και η Σοφί δείπνησαν. Μόλις τελείωσαν, ο Λόνγκμορ είπε στις γυναίκες να πάνε για ύπνο κι εκείνος αποσύρθηκε στο δωμάτιό του. Όμως, η λαίδη Κλάρα προσκάλεσε τη Σοφί στο δωμάτιό της για να πιουν τσάι. Η Σοφί ανακάλυψε πως πάνω στο δίσκο δεν βρισκόταν τσάι αλλά μπράντι. Ξεκάθαρο σημάδι πως η δεσποσύνη της ήταν περισσότερο ταραγμένη απ’ όσο έδειχνε στο δείπνο. Η βραδιά δεν ήταν καθόλου κρύα, παρ’ όλα αυτά εκείνη
232
LORETTA CHASE
παραπονέθηκε πως είχε παγώσει και ζήτησε να της ανάψουν το τζάκι. Κάθισαν μπροστά του, φέρνοντας τις καρέκλες τους κοντά. «Αν δεν ήμουν τόσο γνωστή» είπε «και δεν είχε συμβεί δημόσια το όλο σκηνικό, με τόσο κόσμο να με βλέπει μισόγυμνη, θα υπήρχε κάποια ευκολότερη λύση.» «Δεν ήσουν μισόγυμνη» της είπε η Σοφί. «Το κορσάζ σου ήταν λιγάκι πειραγμένο, αυτό ήταν όλο.» «Δεν έχει καμία διαφορά» είπε με πίκρα η Κλάρα. «Το κακό έγινε.» «Θα το διορθώσουμε» την καθησύχασε η Σοφί. «Μην ανησυχείς γι’ αυτό. Άφησέ το πάνω μου. Το μόνο που χρειαζόμαστε αυτήν τη στιγμή είναι μια δικαιολογία για την περίπτωση που σε αναγνωρίσει κάποιος κατά τη διάρκεια του ταξιδιού.» «Απίθανο να συμβεί κάτι τέτοιο.» «Στ’ αλήθεια το πιστεύεις, έτσι; Δεν μπορώ να καταλάβω πώς κατάφερες να τη Όπα!» ακούστηκε μια αντρική φωνή. «Κοιτάξτε τι έχουμε εδώ, φιλαράκια.» Η Σοφί στράφηκε προς τα εκεί που είχε ακουστεί η φωνή. Ω, τέλεια. Αυτό μόνο της έλειπε. Τέσσερις μεθυσμένοι άντρες. Χειρότερα ακόμα, νεαροί μεθυσμένοι άντρες. «Ένα θαύμα, ένας άγγελος, απίστευτα ελκυστικός» είπε κάποιος άλλος. «Ένας άγγελος που έπεσε από τους ουρανούς.» «Για πού το έβαλες, ξανθούλα;» «Μην του δίνεις σημασία, μαντάμ. Είναι χαζός.» Αυτός που μίλησε τελευταίος έκανε μια μεθυσμένη προσπάθεια να υποκλιθεί. Η Σοφί τούς χάρισε μία από τις ιδιαίτερες ρεβεράντζες των Νουαρό, σαν εκείνες που οι ηθοποιοί και οι χορεύτριες χρειάζονταν χρόνια για να τελειοποιήσουν, εκείνες που αιφνιδίαζαν τους εκάστοτε παρευρισκόμενους. Ήταν ο τέλειος περισπασμός. Ενώ οι νεαροί προσπαθούσαν να απο-
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
233
φασίσουν πώς να την αντιμετωπίσουν, η Σοφί έβαλε το χέρι της στην κρυφή τσέπη της φούστας της και ξεκούμπωσε την καρφίτσα που έκρυβε εκεί για επείγουσες ανάγκες. Με λίγη τύχη δεν θα χρειαζόταν να τη χρησιμοποιήσει. Το ερώτημα ήταν: να επιστρέψει στο δωμάτιο της λαίδης Κλάρα ή να προχωρήσει στο δικό της; «Μία μπαλαρίνα, μα τω Δία» συμπέρανε το ένα αγόρι. «Θα χορέψεις για μας;» ζήτησε κάποιο άλλο. Έκανε λίγα βήματα προς το μέρος της τρεκλίζοντας. Κρατήθηκε από πάνω της για να ισορροπήσει, κάνοντάς τη να παραπατήσει και να αφήσει την καρφίτσα. Τον έσπρωξε. Εκείνος κρατήθηκε γερά. «Ναι, έλα να χορέψουμε» είπε, γεμίζοντας με οινοπνευματώδεις αναθυμιάσεις το πρόσωπό της. «Κάνε πέρα» του είπε. «Καλά σου λέει» μπήκε στη μέση κάποιος άλλος. «Θέλει να χορέψει μαζί μου.» Την τράβηξε από τα χέρια του φίλου του. Η Σοφί τον χτύπησε με τον αγκώνα της στην κοιλιά. Εκείνος απλώς γέλασε, πολύ μεθυσμένος για να νιώσει το χτύπημα, και την τράβηξε πάνω του, πιάνοντάς την από τα οπίσθια. Η Σοφί παραπάτησε, κι αυτός την έσπρωξε πάνω στον τοίχο. Η μυρωδιά του αλκοόλ τής έφερε αναγούλα. «Εγώ την είδα πρώτος» είπε ο ένας. «Περίμενε τη σειρά σου» του είπε αυτός που την είχε στριμώξει. «Πρώτα θα της κλέψω ένα φιλί.» Πλησίασε το πρόσωπό του στο δικό της και σούφρωσε τα χείλη του. Η Σοφί τον κλότσησε στο καλάμι. Εκείνος έπεσε προς τα πίσω, όμως κάποιος άλλος την άρπαξε από το μπράτσο. Πανικός την πλημμύρισε και την έκανε να παγώσει. Ήταν απλώς αγόρια, μεθυσμένα αγόρια, όμως ήταν πολλά. Η Σοφί δεν είχε κανενός είδους όπλο. Δεν είδε τίποτα στο διάδρομο. Μόνο ένα ζευγάρι μπότες πολύ πιο πέρα που περίμεναν να γυαλιστούν.
234
LORETTA CHASE
Γύρισε το κεφάλι, αλλά είχε παγιδευτεί. Την είχαν περικυκλώσει, πολύ κοντά της. Άρχισε να κλοτσάει και να παλεύει, αλλά γι’ αυτούς η αντίδρασή της δεν ήταν παρά μόνο ένα παιχνίδι. Οι γυναίκες δεν είχαν καμία αξία. Υπήρχαν μόνο για να προσφέρουν διασκέδαση. Άνοιξε το στόμα της για να ουρλιάξει. Ένας από αυτούς έπεσε πάνω της και της έκοψε την ανάσα. Φόβος κυρίευσε το μυαλό της. Πάλευε στα τυφλά, χωρίς να μπορεί να σκεφτεί. Έσπρωξε το αγόρι και άρχισε να φωνάζει. Ένας βρυχηθμός σκέπασε τη φωνή της. Κοίταξε προς το μέρος που είχε ακουστεί. Ο Λόνγκμορ ορμούσε καταπάνω τους, με πρόσωπο σκοτεινό και μάτια που άστραφταν από οργή. «Τι διάβολο;» είπε αυτός που είχε πέσει πάνω της. Ο Λόνγκμορ άπλωσε το χέρι, τον τράβηξε από πάνω της και τον πέταξε στο πλάι. «Δεν είναι δίκαιο!» φώναξε ένας από τους φίλους του. «Εμείς την είδαμε πρώτοι!» Προσπάθησε να τραβήξει τη Σοφί κοντά του. Ο Λόνγκμορ τον χτύπησε δυνατά. Κάποιος άλλος πλησίασε, αλλά έφαγε μια ανάποδη σφαλιάρα. Το αγόρι παραπάτησε προς τα πίσω και έπεσε. Ένας τρίτος προσπάθησε να ρίξει μια γερή γροθιά στον Λόνγκμορ. Εκείνος παραμέρισε, και η γροθιά παρέσυρε το νεαρό σε μια αδέξια στροφή. Η φόρα που είχε πάρει τον πήγε μέχρι την κορυφή της σκάλας, όπου συγκρούστηκε με ένα στύλο και σωριάστηκε στο πάτωμα. Ησυχία απλώθηκε στο διάδρομο. «Θέλει κανείς άλλος παιχνίδια;» ρώτησε ο Λόνγκμορ. *** Σχεδόν δεν έβλεπε. Όλα είχαν καλυφθεί από μια κόκκινη λάμψη. Το αίμα που κόχλαζε στα αφτιά του εξασθενούσε
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
235
την ακοή του. Έσφιξε τις γροθιές του, έτοιμος για καβγά. Ήθελε να σπάσει, να διαλύσει. Περίμενε. Ακολούθησε αναμπουμπούλα, στριμωξίδι, κι έπειτα οι τέσσερις νεαροί εξαφανίστηκαν. «Δειλοί» είπε ο Λόνγκμορ και έκανε να τρέξει ξωπίσω τους. Τότε ήταν που το άκουσε. Ένας γδούπος. Κι άλλος. Κι άλλος. Κοίταξε προς τα εκεί. Η Σοφί στεκόταν, με το μέτωπό της ακουμπισμένο πάνω στην πόρτα. Ο Λόνγκμορ άκουσε ένα λυγμό. Κι άλλον έναν. Είδε τη γροθιά της να σηκώνεται και να πέφτει πάνω στην πόρτα. Γδούπος. Λυγμός. Γδούπος. Λυγμός. Ξέχασε αμέσως τη συμμορία με τους μεθυσμένους. Πήγε κοντά της. Τη γύρισε προς το μέρος του. Δάκρυα είχαν μουσκέψει το πρόσωπό της. Έτρεμε. «Είσαι καλά; Σε χτύπησαν αυτά τα καθάρματα; Το ξέρω πως είναι πιτσιρίκια, αλλά αν σου έκαναν…» Η Σοφί τον χτύπησε στο στέρνο. «Βλάκα!» Ακούμπησε το μέτωπό της πάνω στο στήθος του, έτσι όπως είχε κάνει και στην πόρτα. Έκλαιγε με αναφιλητά, και ταυτόχρονα τον χτυπούσε. «Τι;» ρώτησε εκείνος. «Μη με βοηθάς!» «Έχεις τρελαθεί; Σε χτύπησαν στο κεφάλι και έπαθες διάσειση;» Η πόρτα της Κλάρα άνοιξε και εμφανίστηκε το κεφάλι
236
LORETTA CHASE
της καλυμμένο με το βραδινό σκουφάκι της. «Τι, στην ευχή, γίνεται εδώ πέρα;» «Τίποτα» είπε ο Λόνγκμορ. «Γύρνα στο κρεβάτι σου.» «Χάρι, πάλι τσακώνεσαι;» «Τελείωσε» της είπε εκείνος. «Πήγαινε στο κρεβάτι σου.» «Χάρι.» «Μην πεις τίποτε άλλο» μουρμούρισε μέσα από τα δόντια του. Η Κλάρα τού έριξε μια άγρια ματιά. Παρ’ όλα αυτά τραβήχτηκε και έκλεισε την πόρτα. «Πρέπει να φύγουμε από το διάδρομο» είπε ο Λόνγκμορ. «Αρκετή προσοχή τραβήξαμε.» «Δεν με νοιάζει» απάντησε η Σοφί. Έτρεμε ακόμη. Τη σήκωσε στα χέρια του. «Άφησέ με κάτω» του ζήτησε. «Κόφ’ το» της είπε εκείνος. «Σε έχει πιάσει υστερία.» Τη μετακίνησε ώστε να πέσει το περισσότερο βάρος της στο ένα του χέρι και άνοιξε την πόρτα του δωματίου της. Μόλις βρέθηκαν μέσα, έριξε μια κλοτσιά και την έκλεισε πίσω του. «Σας μισώ» του είπε η Σοφί, με φωνή πνιχτή από τα δάκρυα. «Ανόητοι, μεθυσμένοι αριστοκράτες. Δεν ήξερα τι να κάνω.» «Καταλαβαίνω.» «Δεν μου αρέσει να φοβάμαι.» «Το ξέρω.» Τη μετέφερε στο κρεβάτι της. Έτρεμε κι ο ίδιος, από οργή. Και από φόβο. Αν είχε αποκοιμηθεί, ίσως να μην είχε ακούσει τίποτα. Οι πόρτες ήταν χοντρές. Οι ήχοι από το διάδρομο έφταναν πνιχτοί. Και βρίσκονταν σε ένα πανδοχείο. Ήταν σύνηθες να ακούγονται μεθυσμένες φωνές. Αν είχε αποκοιμηθεί, δεν θα καταλάβαινε.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
237
Θα μπορούσαν να την ντροπιάσουν. Να την τραυματίσουν. Το στομάχι του σφίχτηκε. Κάθισε στο κρεβάτι, κρατώντας την ακόμη στα χέρια του. «Γιατί δεν φώναξες;» τη ρώτησε. «Νόμιζα πως θα μπορούσα να τους αντιμετωπίσω.» «Και τους τέσσερις;» «Ήταν μεθυσμένοι. Δεν είχαν σταθερότητα. Εύκολα τους αντιμετωπίζει κανείς. Όμως… ήμουν αργή.» «Ήσουν κουρασμένη» της είπε. «Μην ψάχνεις για δικαιολογίες! Δεν είμαι ανήμπορη!» «Το ξέρω.» Δεν ήταν σίγουρος για το τι ακριβώς ήξερε, εκτός από το ότι θα μπορούσε να είχε πάθει κακό, και σίγουρα θα είχε τρομοκρατηθεί, και τώρα είχε κάθε λόγο να είναι θυμωμένη και παράλογη. Ένας σωρός αγόρια, από το Όξφορντ ή από οπουδήποτε, μεθυσμένα και διψασμένα για γλέντι. Κι εκείνη τους είχε φανεί σαν εύκολο θήραμα: μια πολυδάπανη πόρνη – η μεταμφίεση που είχε υιοθετήσει για να τον βοηθήσει να βρει την Κλάρα. Ένιωσε ναυτία. «Έκανα να πιάσω την καρφίτσα μου» του είπε. «Αλλά ρίχτηκαν όλοι πάνω μου, και μου έπεσε. Καταραμένα παιδαρέλια. Ήταν πολλοί.» «Θα έπρεπε να φωνάξεις αμέσως για βοήθεια.» «Ποτέ στη ζωή μου δεν χρειάστηκε να ζητήσω βοήθεια» του είπε. Τι σόι διαβολεμένη ζωή είχε κάνει; Μία μοδίστρα ήταν. Έτσι όπως του τα έλεγε, το επάγγελμά της έκανε μια πολεμική σύρραξη να μοιάζει με πάρτι. «Πάντα υπάρχει μία πρώτη φορά» της είπε. «Θα φώναζα. Αλλά ο κουτεντές έπεσε πάνω μου και μου έκοψε την ανάσα.» «Ναι, εντάξει, είμαι σίγουρος ότι θα μπορούσες να γλιτώσεις και μόνη σου» είπε ο Λόνγκμορ. «Όμως, ο θόρυβος
238
LORETTA CHASE
και όλη αυτή η φασαρία είχαν ήδη διακόψει τον ευχάριστο υπνάκο μου, και δεν μπορώ να μείνω αμέτοχος όταν με καλεί ένας απολαυστικός καβγάς.» «Ναι» είπε και έπιασε το κεφάλι της. Ο Λόνγκμορ σήκωσε τα χέρια του και σκέπασε τα δικά της, πιέζοντας απαλά το κεφάλι της πάνω στο στήθος του. «Είχες μια άσχημη στιγμή» της είπε. «Δεν ξέρω τι να κάνω» είπε η Σοφί. «Πάντα το ξέρω. Είναι απαίσιο συναίσθημα να μην ξέρεις. Να νιώθεις αβοήθητος. Το μισώ.» «Δεν είσαι αβοήθητη. Είσαι πολύ αδίστακτη για να θεωρείσαι αβοήθητη. Απλώς νιώθεις πως πνίγεσαι, αυτό είναι όλο.» Σταμάτησε. «Όχι εξαιτίας αυτών των μαντραχαλάδων.» «Όχι.» «Εξαιτίας της Κλάρα.» «Ναι. Αυτή είναι η μία αιτία.» «Και ποια άλλη;» «Ξέρεις. Η μητέρα σου. Δεν ξέρω πώς να τη φέρω με τα νερά μου.» «Μάταιος κόπος» της είπε. «Άφησέ τη να πνιγεί.» Έσπρωξε το χέρι του και ανασήκωσε το κεφάλι της. «Μας δυσκολεύει τόσο πολύ τη ζωή.» «Το ίδιο κάνει σε όλους. Αντιμετώπισε κάτι που μπορείς να καταφέρεις. Τον Άντερλι, ας πούμε. Συγκέντρωσε πάνω του το αεικίνητο μυαλό σου. Ξέχασε τη μητέρα μου. Ξέχνα αυτά τα σπυριάρικα αγόρια. Δεν ξέρουν πόσο εύκολα τη γλίτωσαν. Ένα λεπτό ακόμα, και θα είχες σκεφτεί κάτι τόσο δραστικό, που θα παρακαλούσαν να εμφανιστεί κάποιος για να τους πλακώσει στο ξύλο και να τους σώσει από τα χέρια σου.» Το βλέμμα της είχε σταθεί στο δικό του, και ο Λόνγκμορ είδε κάτι στα μάτια της να αλλάζει. Μια σπίθα, ένα φως – σαν το πρώτο αστέρι της νύχτας. Και τότε οι άκρες των χειλιών της ανασηκώθηκαν αργά.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
239
Και βλέποντας αυτό το νωχελικό χαμόγελό της, μία ένταση που δεν είχε καταλάβει πως τον είχε κυριεύσει άρχισε να καταλαγιάζει. Είδε τα μάτια της να λάμπουν σκανταλιάρικα και τα χείλη της να αργοσαλεύουν με έναν παιχνιδιάρικο τρόπο. Ήθελε τόσο πολύ να τα ακουμπήσει. Τελικά, μάλλον ήταν πολύ ανόητος. Όμως, ήταν άντρας, κι εκείνη βρισκόταν μέσα στην αγκαλιά του. Την ένιωθε τόσο ζεστή και απαλή. Και τόσο χαλαρή τώρα που είχε στραγγίξει η απελπισία της. Μπορούσε να αισθανθεί κάθε της καμπύλη, ποιο σημείο ακριβώς του κορμιού της ακουμπούσε το δικό του. Έσκυψε το κεφάλι της, σήκωσε το χέρι του και το ακούμπησε πάνω στο μάγουλό της. Η ανάσα του σταμάτησε. «Είσαι απερίγραπτος» του είπε μαλακά. «Τη στιγμή που θέλω να σε χτυπήσω με κάτι βαρύ… λες πράγματα… κάνεις πράγματα.» «Είναι όλα μέρος του πονηρού μου σχεδίου.» Είχε πει ό,τι του είχε έρθει στο κεφάλι. Αν τελικά ήταν τα σωστά λόγια, ήταν καθαρά θέμα τύχης. «Δεν το βάζεις κάτω, έτσι;» τον ρώτησε. «Πείσμα» της είπε. «Κυβερνάει όλη την οικογένεια.» «Ναι. Υπάρχουν πράγματα που κυβερνούν και τη δική μου οικογένεια.» Αναστέναξε. Γύρισε το κεφάλι της μέσα στο χέρι του και φίλησε την παλάμη του. Η επαφή αυτή τον διαπέρασε σαν ηλεκτρικό ρεύμα. «Σε ευχαριστώ που με έσωσες» του είπε. «Δεν το έχει κάνει ποτέ κανείς.» «Γιατί όχι;» «Δεν ήταν σαν κι εσένα.» Σηκώθηκε από την αγκαλιά του και γύρισε, καβαλικεύοντάς τον. Απίθωσε τα χέρια της στους ώμους του και έγειρε
240
LORETTA CHASE
μπροστά σαν να ήθελε να του πει κάποιο μυστικό, και… τον φίλησε στο μάγουλο. Ήταν ένα ανάλαφρο φιλί, σαν χάδι πεταλούδας, αλλά δεν έπαυε να είναι έκπληξη. Η καρδιά του άρχισε να χτυπά πιο δυνατά, στέλνοντας αίμα παντού εκτός από τον εγκέφαλό του. Μεγάλε Δία. Τον φίλησε στο λοβό του αφτιού του. Πέρασε τα δάχτυλά της ανάμεσα στα μαλλιά του. «Ω» είπε. «Είναι αδύνατο.» «Ποιο πράγμα;» τη ρώτησε με βαριά φωνή. «Η αυτοσυγκράτηση.» «Τότε, παράτα την» της είπε. «Εντάξει.» Άρπαξε μια τούφα από τα μαλλιά του και τον κράτησε όση ώρα τον φιλούσε, επίμονα, αποφασιστικά… Έτσι ακριβώς όπως την είχε φιλήσει κι εκείνος. Έτσι ακριβώς όπως της είχε μάθει. Και καλύτερα.
Κεφάλαιο 12 Οι γυναίκες, σε όλες τις εποχές, έχει αποδειχτεί ότι είναι υπερβολικά ικανές στο να ελέγχουν τη συμπεριφορά τους, να αναλύουν κίνητρα και να διορθώνουν λάθη, να περιορίζουν τα σφάλματα στα οποία γνωρίζουν πως είναι επιρρεπείς και να βελτιώνουν όσο υπάρχουν περιθώρια τις αρετές τους. –Το Βιβλίο της Νεαρής Κυρίας, 1829 Ήταν πολύ αναστατωμένη πριν για να δώσει οποιαδήποτε σημασία. Όμως, λίγα λεπτά στην αγκαλιά του, ακούγοντας τη χαμηλή φωνή του να προσδιορίζει τον κόσμο με έναν τρόπο που μόνο εκείνος μπορούσε… αυτό τη γαλήνεψε. Κοντά του. Είχε βγάλει το πανωφόρι και το φουλάρι του, και τα μαύρα του μαλλιά ήταν αναστατωμένα. Το φως της λάμπας έκανε τα μανίκια του πουκαμίσου του σχεδόν διάφανα, αποκαλύπτοντας το περίγραμμα των στιβαρών χεριών του που την κρατούσαν. Το μάγουλό της είχε ακουμπήσει πάνω στο μεταξωτό γιλέκο του. Μπορούσε να τον μυρίζει, να τον αισθάνεται: τους φαρδείς ώμους και το σφριγηλό του στέρνο κάτω από το γιλέκο και το πουκάμισο. Το βλέμμα της είχε
242
LORETTA CHASE
σταθεί στο φίνο κέντημα των ρούχων του που γυάλιζε κάτω από το απαλό φως. Ένιωθε τους δυνατούς μηρούς του από κάτω της και τα μακριά του πόδια μέσα από το στενό παντελόνι που δεν άφηναν πολλά περιθώρια στη φαντασία της. Κάθε νεύρο του κορμιού της παλλόταν. Είχε φερθεί πολύ άσχημα και ασυγκράτητα. Όμως, εκείνος την είχε σώσει και είχε πει πράγματα που ηρέμησαν το μυαλό της και της αναπτέρωσαν την αυτοπεποίθηση. Και τον πόθο. Τον ήθελε. Τον ήθελε από την πρώτη στιγμή που τον είχε δει να διασχίζει σαν σίφουνας ένα διάδρομο της οικείας Κλίβντον, δείχνοντας έτοιμος να διαπράξει φόνο. Και τώρα τον ήθελε, με έναν ασυγκράτητο πόθο που δεν είχε νιώσει ποτέ άλλοτε στη ζωή της. Ακόμα και η έννοια του μαγαζιού θάμπωνε μέσα στο μυαλό της σε σχέση με εκείνον. Πόσο καιρό υποτίθεται πως θα έπρεπε να περιμένει; Για ποιο λόγο έπρεπε να είναι καθωσπρέπει; Ήταν μία Νουαρό. Πέταξε μακριά κάθε ίχνος αυτοσυγκράτησης. Τον φίλησε χωρίς φόβο και χωρίς κανέναν ενδοιασμό, έτσι όπως εκείνος της είχε μάθει. Και όσο τον φιλούσε, άφησε τα χέρια της να σέρνονται πάνω στους φαρδείς του ώμους, νιώθοντας κάτω από το λεπτό λινό ύφασμα το ζεστό κορμί του και τους μύες του να σφίγγονται στο άγγιγμά της. Η ηδονή που ένιωσε ήταν σχεδόν αβάσταχτη. Έμοιαζε λες και μέσα της είχε πλημμυρίσει από μια θάλασσα συναισθημάτων, όλα σαν μια όμορφη θύελλα που τη λίκνιζαν πέρα-δώθε. Και η ίδια λικνιζόταν, μέσα στην αγκαλιά του, παραδομένη στην υπέροχη αίσθηση που την είχε συνεπάρει. Τον ένιωσε να σφίγγεται, και έκανε να αποτραβηχτεί.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
243
«Περίμενε» της είπε. «Περίμενε για…» «Να περιμένω για τι;» Δάγκωσε απαλά το αφτί του. «Πρέπει να μου πεις…» Η φωνή του έσβησε. «Τι να σου πω;» «Δεν έχει σημασία. Το ξέχασα.» Τύλιξε τα χέρια του γύρω της και ανταπέδωσε το φιλί της. Χωρίς δισταγμό, χωρίς καθυστέρηση. Με ακρίβεια και τόλμη. Η Σοφί αισθανόταν ζαλισμένη, ωστόσο ήξερε τι έπρεπε να κάνει. Της το είχε μάθει εκείνος. Τα χείλη τους έσμιξαν σαν να χόρευαν και σαν να μονομαχούσαν: πιέζοντας, υποχωρώντας, διαγράφοντας κύκλους, κάνοντας τον κόσμο να σκοτεινιάζει, να φλέγεται όλο και περισσότερο, διώχνοντας κάθε λογική σκέψη. Βρήκε τα κουμπιά στο πουκάμισό του και τα ξεκούμπωσε. Γλίστρησε το χέρι της μέσα από το άνοιγμα, για να αγγίξει το δέρμα του, και ξαφνιάστηκε από την αίσθηση του λαιμού του κάτω από την παλάμη της. Ξαφνιάστηκε κι εκείνος όταν ένιωσε το κορμί του να γίνεται τόσο άκαμπτο. Όμως, δεν την έσπρωξε. Έσφιξε τα χέρια του και την τράβηξε ακόμα πιο κοντά του. Η Σοφί ένιωθε τον ερεθισμό του από κάτω της. Καταλάβαινε τι σήμαινε αυτό. Θα το αναγνώριζε ακόμα κι αν η αδερφή της δεν της είχε μιλήσει ποτέ γι’ αυτά τα θέματα. Την ήθελε. Τον ποθούσε. Αυτό ήταν όλο. Επικίνδυνο. Λάθος. Απερίσκεπτο. Ακατανίκητο. Τον έσπρωξε, κι εκείνος χαλάρωσε το κράτημά του και την κοίταξε. Το βλέμμα του ήταν τόσο σκοτεινό, μαύρο σαν τη νύχτα, ερεβώδες σαν την αμαρτία που της έταζε. Τον έσπρωξε ξανά, δυνατά, γέρνοντας πάνω του. Άξαφνα κατάλαβε τι ήθελε, και υποχώρησε. Έπεσε στο κρεβάτι με ένα πνιχτό γέλιο.
244
LORETTA CHASE
«Σοφί…» «Oui, c’est bien moi*» του είπε. «Σοφί» είπε με χαμηλή, ερωτική φωνή. Ρίγη αισθησιασμού δόνησαν το κορμί της. Άναψαν φωτιά μέσα της. Κάψα. Αδημονία. Σύρθηκε πάνω του. «Τι πρέπει να κάνω;» Άρχισε να ξεκουμπώνει το γιλέκο του. «Μικρέ σατανά» της είπε. «Έλα εδώ.» Την τράβηξε κάτω και τη φίλησε, αυτήν τη φορά πιο τρυφερά. Φίλησε το μέτωπο, τα φρύδια, τη μύτη, τα μάγουλα, το πιγούνι της. Φίλησε το αφτί, κι έπειτα το λαιμό της, στο ευαίσθητο σημείο κάτω από το λοβό της. Την ένιωσε να ανατριχιάζει. Συνέχισε να τη φιλάει με τον ίδιο τρόπο μέχρι που της προκάλεσε τρέμουλο και ζάλη. Ύστερα έφερε το χέρι του στην πλάτη της και την κύλησε πάνω στο κρεβάτι, αλλάζοντας τις θέσεις τους. Τώρα αυτός ήταν από πάνω και την κοιτούσε, ενώ εκείνη έβλεπε μόνο τα απύθμενα σκοτεινά βάθη των ματιών του που της υπόσχονταν γλυκές αμαρτίες. Οι χτύποι της καρδιάς της επιταχύνθηκαν. Έσυρε τα χέρια του από τους ώμους της, πιο χαμηλά, αργά και ερεθιστικά, μέχρι το στήθος της. Το κορμί της πήρε παντού φωτιά, μέχρι τις άκρες των ποδιών της. Άφησε να της ξεφύγει ένας στεναγμός ηδονής που ακούστηκε σαν παράπονο μέσα στη σιγαλιά της νύχτας. Τόση ησυχία. Σαν να ήταν οι δυο τους κάπου μακριά, μόνοι τους, και κανείς άλλος στον κόσμο όλο. Δεν μιλούσαν. Τίποτα δεν χαλούσε τη βραδινή σιωπή παρά μόνο αναστεναγμοί, σιγανοί ψίθυροι ηδονής και πόθου, και το θρόισμα των ρούχων και των σεντονιών. Τα δάχτυλά του γλίστρησαν κι άλλο, μέχρι την κοιλιά της, και από εκεί στο σημείο ανάμεσα στα πόδια της. Η Σοφί * Ναι, εγώ είμαι. (Σ.τ.Ε.)
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
245
τεντώθηκε και μετακινήθηκε, ζητώντας περισσότερα, όπως κάνει μία γάτα όταν χαϊδεύεται, παρόλο που καμία γάτα δεν ήταν ικανή να νιώσει αυτό που ένιωθε εκείνη τώρα. Τα χέρια του –κατεργάρικα, άξια χέρια– σέρνονταν πάνω στο κορμί της, ανακαλύπτοντας ό,τι ήταν δικό της, όλα τα μυστικά σημεία που κρύβονταν πίσω από τα όμορφα ρούχα της. Έπειτα τη γύρισε στο πλάι κι άρχισε να την ξεκουμπώνει. Η Σοφί θυμήθηκε τι είχε συμβεί εκείνο το πρωί, κι ένα καυτό κύμα πλημμύρισε ολόκληρη την ύπαρξή της. Πολύ γρήγορα έλυσε το κορσάζ της. Σαν μέσα σε παραζάλη, κατάλαβε τις κορδέλες της να λύνονται καθώς εκείνος τη φιλούσε στο λαιμό και στους ώμους. Τραβήχτηκε λιγάκι μακριά της για να τραβήξει το φουστάνι της πάνω από το κεφάλι της, μετακινώντας την πότε εδώ και πότε εκεί, σαν να ήταν μία κούκλα. Πέταξε το φόρεμα στο πλάι, και η Σοφί άκουσε το θρόισμά του καθώς γλιστρούσε στο πάτωμα. Ακολούθησαν τα παπούτσια της. Ύστερα τα φουσκωτά μανίκια. Με γρήγορες κινήσεις έλυσε τον κορσέ της, που άνοιξε εύκολα, λες και ήταν ειδικά φτιαγμένος γι’ αυτό. Με λίγα ελαφρά τινάγματα με τα δάχτυλά του και μία συστροφή του κορμιού του, απαλλάχτηκε από το γιλέκο του. Το πουκάμισό του έχασκε στο σημείο που του το είχε ξεκουμπώσει. Γλίστρησε τα χέρια της πάνω από το λεπτό λινό, ακολουθώντας τις γραμμές και τις καμπύλες του στήθους και της κοιλιάς του. Κάτω από το άγγιγμά της, οι μύες του τέντωσαν και σφίχτηκαν. Τον άγγιζε, κι εκείνος ανταποκρινόταν. Δεν ήταν ανήμπορη. Δεν θα ήταν ανήμπορη ποτέ ξανά. Είχε τη δύναμη να εξουσιάζει αυτόν το σωματώδη, επικίνδυνο άντρα. Κατάλαβε αμυδρά το μεσοφόρι της να γλιστράει από πάνω της και την πουκαμίσα της να το ακολουθεί. Οι καλτσοδέτες της λύθηκαν και οι κάλτσες της κατέβηκαν. Δεν την ένοιαξε. Την είχε απορροφήσει εκείνος. Τον είχε παρακο-
246
LORETTA CHASE
λουθήσει να παλεύει. Τον είχε δει να οδηγεί. Να περπατάει. Να κινείται. Όποτε ήταν κοντά της, ήταν ανήμπορη να κοιτάξει κάπου αλλού. Και τώρα της ήταν αδύνατο να μην τον αγγίζει, να μην τον καμαρώνει, για τη δύναμη και την ομορφιά, για όλα αυτά που τον έκαναν αυτό που ήταν. Όπως όλοι στην οικογένειά της, είχε τολμήσει και είχε ρισκάρει πολλές φορές. Τολμούσε και τώρα, αφήνοντας το χέρι της να τρέξει πάνω στο μπροστινό μέρος του παντελονιού του, στη συναρπαστική προεξοχή που έκαιγε και δονείτο κάτω από την παλάμη της. Στα αφτιά της ακούστηκε η φωνή της Εξαδέλφης Έμα, όμως τα προειδοποιητικά της λόγια ήταν πολύ αδύναμα, σκαλωμένα σε μια απόμακρη γωνία του μυαλού της. Εκείνος είχε κατακλύσει τα πάντα, το κορμί και το νου της. Η ακαταμάχητη αρρενωπότητά του είχε πλημμυρίσει τις αισθήσεις της. Όλος αυτός ο πόθος εκτόπιζε κάθε λογική. Έσκυψε και τη φίλησε, και το φιλί του την έκανε να πονέσει. Έσβησε από τη μνήμη της ξαδέρφες, Παρίσι, Λονδίνο και οτιδήποτε συνηθισμένο ή καθημερινό. Δεν την ένοιαζε τίποτα παρά μόνο οι στιγμές που μοιράζονταν τώρα. Όλος ο κόσμος συρρικνώθηκε στη γεύση του φιλιού του… Στην ικανότητά του να είναι σκληρός και τρυφερός ταυτόχρονα… Στο βάρος του κορμιού του που πίεζε το δικό της. Τη φίλησε παντού: στο πρόσωπο, στο λαιμό, στους ώμους, στα στήθη – και τότε ένιωσε ξανά την επιθυμία να κλάψει και να γελάσει μαζί. Κατεβαίνοντας πιο χαμηλά, ανάλαφρα φιλιά σαν μικρές σπίθες άναβαν φωτιές στην κοιλιά της. Πέρασε τα δάχτυλά της στα μαλλιά του, νιώθοντάς τον να πηγαίνει ακόμα πιο κάτω, στο σημείο ανάμεσα στα πόδια της. Αισθάνθηκε τα χέρια του να πιάνουν σφιχτά τους γοφούς της καθώς η γλώσσα του άρχισε να παίζει με το πιο απόκρυφο μέρος του κορμιού της, έτσι όπως είχε κάνει νωρίτερα
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
247
στο στόμα της. Κι έπειτα τίποτα πια δεν είχε λογικό ειρμό… και τελικά όλα είχαν. Τα πάντα άλλαξαν. Ο κόσμος έγινε διαφορετικός, μία μεγάλη μαύρη λίμνη μέσα στην υγρή νύχτα. Ο αέρας βαρύς, μεθυστικός. Η ηδονή πολλαπλασιαζόταν και έφερνε μαζί της έναν πόνο, μια λαχτάρα για κάτι που δεν ήξερε να κατονομάσει αλλά που έπρεπε να το βρει, να το αποκτήσει. Κατάλαβε τις κινήσεις του όταν ξεφορτωνόταν τα υπόλοιπα ρούχα του. Έφερε τη γύμνια του πάνω στη δική της και σκέπασε για άλλη μια φορά το στόμα της με τα χείλη του, σε ένα φιλί πολύ βαθύ, πολύ τρυφερό, και τόσο, μα τόσο γλυκό… Και μπήκε μέσα της, βγάζοντάς την από το λάγνο λήθαργό της. Η ομίχλη του μυαλού της διαλύθηκε και τα μάτια της άνοιξαν. Ένιωθε το μέγεθος και τη ζεστασιά του φαλλού του… μέσα της. Ήταν κάτι άγνωστο και άβολο, και αισθάνθηκε παγιδευμένη. Και Τι έκανα; σκέφτηκε. Όμως, εκείνος τη φιλούσε ακόμη. Τα χείλη του πήγαιναν από το στόμα στο μάγουλό της, στο λαιμό της, και η έντασή της διαλύθηκε κάτω από τα τρυφερά του χάδια. Το ξάφνιασμα υποχώρησε και το σώμα της χαλάρωσε καθώς υποδεχόταν αργά το δικό του. Της φάνηκε παράξενο και εκπληκτικό να είναι ενωμένοι με αυτό τον τολμηρό τρόπο. Έφερε τα χέρια της πάνω στην πλάτη του, απολαμβάνοντας την αίσθηση της σάρκας του και τους παλμούς των μυών του κάτω από τις παλάμες της. Αντρική μυρωδιά γέμισε τον αέρα, πλημμύρισε τα ρουθούνια και το κεφάλι της. Ένιωθε σαν να είχε μεθύσει. Είχε μεθύσει από τη δύναμη που ασκούσε πάνω του κι από αυτήν που ασκούσε εκείνος στην ίδια. Όταν άρχισε να κινείται μέσα της, η Σοφί αντέδρασε ενστικτωδώς, ακολουθώντας το ρυθμό του έτσι όπως είχε αφεθεί για να γνωρίσει τα φιλιά του… Σαν να ήξερε από πάντα, και απλώς περίμενε ένα σινιάλο για να ξεκινήσει.
248
LORETTA CHASE
Στην αρχή ο Λόνγκμορ κινείτο ήρεμα και αργά. Η Σοφί ένιωθε σαν ένα βιολί, και τα συναισθήματά της έμοιαζαν με μελωδία. Έπειτα, όταν έκανε όλες τις χορδές της να πάλλονται, η μουσική έγινε πιο έντονη. Οι αργές, ελεγχόμενες ωθήσεις έγιναν περισσότερο γρήγορες και βίαιες. Ο κόσμος σκοτείνιασε, αγρίεψε, και η Σοφί αφέθηκε σε αυτό τον κόσμο σαν να βρισκόταν, επιτέλους, στο στοιχείο της. Κινήθηκε μαζί του στον ίδιο πυρετώδη ρυθμό, καλπάζοντας παράτολμα για κάποια άγνωστη κατεύθυνση. Και μόνο μία φράση φώναζε η καρδιά της: Ναι, πάρε με μαζί σου. Εκείνος την πήρε, και μετά από όλη αυτή την ένταση ένιωσε πάλι ένα ξάφνιασμα όταν κάτι φάνηκε να εκρήγνυται μέσα της. Η ηδονή ξεχύθηκε σε ακατάπαυστα κύματα μέχρι που όλα καταλάγιασαν, μέχρι που έμεινε μόνο ευτυχία. Η Σοφί βυθίστηκε εκεί, στην ευτυχία, και αφέθηκε σε μία ήρεμη, υπέροχη, απροσδόκητη γαλήνη. *** Πόση ώρα έμεινε χαμένη σε αυτή την ανυπαρξία η Σοφί δεν μπορούσε να πει με βεβαιότητα. Κατάλαβε αόριστα τον Λόνγκμορ να χαλαρώνει και να την τραβά πάνω στο ζεστό κορμί του, με την πλάτη της ακουμπισμένη στο στέρνο του. Ένιωσε άνεση, ασφάλεια και θαλπωρή. Ίσως και να είχε αποκοιμηθεί. Ή ίσως να είχε απλώς αφεθεί για λίγο σε μία κατάσταση έκστασης. Δεν ήταν σίγουρη. Το μόνο που ήξερε ήταν πως η πραγματικότητα είχε επιστρέψει ξαφνικά, και τότε τα μάτια της άνοιξαν διάπλατα και η λογική της ξαναγύρισε με οδυνηρή διαύγεια. «Ω, όχι!» είπε. Τραβήχτηκε από τα χέρια του και ανακάθισε. «Δεν μπορώ να το πιστέψω. Πώς μπόρεσα; Όχι, όχι, όχι! Σε παρακαλώ, κάνε να είναι ένα όνειρο.»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
249
«Σοφί.» Η φωνή του ήταν βαριά από τον ύπνο. «Δεν φταις εσύ» του είπε. «Δικό μου είναι το φταίξιμο. Το έκανα επίτηδες. Δεν μπορώ να το πιστέψω. Το έκανα επίτηδες – ενώ ήξερα…» Στο πρόσωπό της φάνηκε όλη της η αγωνία. «Ω, πώς μπόρεσα να φερθώ τόσο ανόητα;» «Σοφί» είπε. «Γιατί δεν ανατινάζω έτσι απλά το μαγαζί; Γιατί δεν του βάζω φωτιά; Υπάρχει καλύτερος τρόπος να καταστρέψω την επιχείρηση από αυτόν εδώ;» «Σοφί» της είπε. «Πέσε για ύπνο.» «Δεν μπορώ να κοιμηθώ μια τέτοια ώρα!» Σήκωσε το χέρι του και το τύλιξε γύρω της για να την τραβήξει δίπλα του. «Ησύχασε» της είπε. «Καταστραφήκαμε! Και φταίω εγώ! Γιατί δεν πήγα απλώς να δουλέψω για την Απαίσια Ορτένς; Δεν θα μπορούσα να της κάνω μεγαλύτερη χάρη.» «Σοφί, πέσε για ύπνο. Μη μιλάς. Δεν θα το συζητήσουμε τώρα. Κοιμήσου.» Ύστερα σκέπασε το στήθος της με το μεγάλο ζεστό του χέρι. Η Σοφί αναστέναξε. Κούρνιασε πάνω του και αποκοιμήθηκε. *** Ο Λόνγκμορ ξύπνησε από μόνος του. Η λάμψη του ήλιου τού είπε πως ήταν πρωί, αλλά όχι πολύ αργά. Την ένιωσε να αναδεύει δίπλα του. «Ω, όχι» είπε. «Ω, όχι.» Ο Λόνγκμορ έπνιξε έναν αναστεναγμό. «Τι θα κάνω…» «Περίμενε μια στιγμή» της είπε. Τη γύρισε προς το μέρος του και φίλησε το λαιμό της. Είχε ανακαλύψει πως ήταν ένα από τα πολλά ευαίσθητα σημεία της.
250
LORETTA CHASE
«Ω» έκανε εκείνη, με έναν τρόπο που έφερε τον αντρισμό του σε στάση προσοχής. Συνέχισε να τη φιλάει επειδή του άρεσε η αίσθηση, η μυρωδιά και η γεύση του κορμιού της, όπως και ο τρόπος που εκείνη αντιδρούσε, εντελώς ενστικτωδώς, χωρίς θεατρινισμούς. Στον έρωτα ήταν εντελώς ειλικρινής. Συνέχισε να τη φιλάει επειδή του άρεσε να το κάνει και επειδή ήταν ένας παράτολμος άντρας που δεν απόκτησε ποτέ το συνήθειο να ανησυχεί για τις συνέπειες. Πέρασε τα χέρια του πάνω από το γυμνό κορμί της, και η Σοφί αντέδρασε στριφογυρίζοντας από ηδονή. «Δεν είναι δίκαιο» είπε βραχνά. «Δεν είναι τίμιο.» «Ούτε κι εγώ παίζω τίμια» της είπε, επαναλαμβάνοντας αυτό που του είχε πει τις προάλλες. Τη φίλησε σε κάθε σημείο από όπου είχαν περάσει τα χέρια του, επιμένοντας στα πιο απολαυστικά – πίσω από το αφτί της και στο εσωτερικό του αγκώνα της. Φίλησε το στήθος της με ιδιαίτερη προσοχή πριν πάρει το ροζ μπουμπούκι της μέσα στο στόμα του και το πιπιλίσει τρυφερά. Τα πόδια της αναζήτησαν τα δικά του και το στομάχι της σφίχτηκε. Έχωσε τα δάχτυλά της στα μαλλιά του – και αυτή η κτητική κίνηση υπονόμευσε τον αυτοέλεγχό του. Ωστόσο, αν και ήταν ένας ασυλλόγιστος άντρας, είχε ισχυρά βασικά ένστικτα. Αυτά τα ένστικτα του είπαν πως ίσως να μην του δινόταν άλλη ευκαιρία σαν κι αυτήν, γι’ αυτό καλά θα έκανε να την εκμεταλλευόταν όσο μπορούσε. Αφού έδωσε την ίδια προσοχή και στο άλλο υπέροχο στήθος της, άρχισε να κατεβαίνει προς τα κάτω. Καθυστέρησε για λίγο στο χρυσαφί τρίγωνο ανάμεσα στα πόδια της, τινάζοντας ελαφρά τη γλώσσα του πάνω της μέχρι που την άκουσε να βογκάει απελπισμένα, μουρμουρίζοντας στα Γαλλικά μερικές ακαταλαβίστικες κουβέντες μαζί με κάποια τρυφερά γλυκόλογα. Έπειτα ακολούθησε τη διαδρομή που είχε ονειρευτεί αμέτρητες φορές: κατά μήκος του καλοσχηματισμένου μηρού της μέχρι την καμπύλη του αστραγάλου
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
251
της και το όμορφο κουτουπιέ της, για να καταλήξει στα υπέροχα δάχτυλά της. Τα φίλησε ένα-ένα. Μετά άρχισε πάλι από την αρχή, ακολουθώντας τις γραμμές του άλλου της ποδιού. Όταν τελείωσε, τη γύρισε μπρούμυτα. «Λόρδε μου» είπε η Σοφί. «Χάρι, καλύτερα. Δεν χρειαζόμαστε τυπικότητες αυτήν τη στιγμή.» «Χάρι» είπε ξέπνοα. Δεν ήταν σίγουρος αν είχε υπάρξει ποτέ άλλη γυναίκα, εκτός από εκείνες της οικογένειάς του, που να είχε χρησιμοποιήσει το βαφτιστικό του όνομα. Και το είχε προφέρει έτσι ώστε να ακουστεί… γαλλικό. Ήταν βέβαιος πως ποτέ άλλοτε δεν είχε ακουστεί τόσο ελκυστικό και τόσο επιθυμητό. Φίλησε τη βάση του λαιμού της, ακολουθώντας με τα χέρια του τη διαδρομή των χειλιών του, σε κάθε εκατοστό της πλάτης της. Υπέροχη πλάτη. Ίσια και μεταξένια… Και στο τέλος της η όμορφη καμπύλη των τέλειων γλουτών της. Τους φίλησε, με ευλάβεια. Η Σοφί γέλασε σιγανά. Έχωσε το κεφάλι του ανάμεσα στα πόδια της και σήκωσε το χέρι του για να τη χαϊδέψει. Η Σοφί κράτησε την αναπνοή της και κύρτωσε την πλάτη της, αρχίζοντας να κινείται πάνω στο χέρι του. Τα δάχτυλά του άγγιξαν την υγρασία της, και αυτό αμέσως τον έκανε ανυπόμονο. Την τράβηξε πάνω του και έσπρωξε τον ανδρισμό του μέσα της από πίσω. «Ω, ω, ω» βόγκηξε. «Ναι» είπε εκείνος και έτριψε τη μύτη του στη βάση του λαιμού της. Ναι, ναι, ναι, ναι, ναι. Το βροντοφώναζαν το μυαλό και το κορμί του. Με το ένα του χέρι την κράτησε πάνω του και με το άλλο έτριψε αργά το μεταξένιο σημείο ανάμεσα στα πόδια της.
252
LORETTA CHASE
Θα ήθελε να μην τελείωνε ποτέ, όμως ο αυτοέλεγχός του δεν ήταν αρκετά δυνατός. Τραβήχτηκε από μέσα της, την έσπρωξε απαλά προς τα κάτω και τη γύρισε ανάσκελα. Μπήκε ξανά μέσα της με το συνηθισμένο, υπέροχο τρόπο. Υπέροχο, επειδή μπορούσε να βλέπει το πρόσωπό της και επειδή εκείνη ακούμπησε τα χέρια της πάνω του έτσι όμορφα όπως ήξερε να το κάνει, σαν να ήταν το πιο φυσικό πράγμα στον κόσμο, σαν να τον ήξερε από πάντα και σαν να ήταν δικός της ανέκαθεν. Τον χάιδεψε στο στομάχι και πιο χαμηλά, μέχρι το σημείο που ενώνονταν τα κορμιά τους. Έπειτα έσπρωξε προς το μέρος του, ακολουθώντας το ρυθμό του, και μετά καθοδηγώντας τον. Είδε το πρόσωπό της να αλλάζει όσο πλησίαζε στο αποκορύφωμά της, και έσπρωξε δυνατά και βαθιά, κάνοντάς τη να φωνάξει. Τότε τελείωσε κι εκείνος, με το κορμί του να δονείται για λίγο, μέχρι που στο τέλος έπεσε πάνω της και έκρυψε το πρόσωπό του στο λαιμό της. *** Είχαν κοιμηθεί ξανά. Το φως που έμπαινε στο δωμάτιο είπε στη Σοφί πως ήταν αργά το πρωί, πολύ αργότερα από την ώρα που ήταν συνηθισμένη να ξυπνάει. Τώρα δεν ανυπομονούσε να σηκωθεί. Ήταν τόσο όμορφα να κοιμάται στην αγκαλιά ενός άντρα, και ο Λόνγκμορ την κρατούσε σφιχτά πάνω του. Του αρέσουν οι γυναίκες, σκέφτηκε. Αλλά πάλι, τι ήξερε αυτή; Μόνο ό,τι είχε ακούσει: γυναίκες να παραπονιούνται για τους άντρες που τους γύριζαν την πλάτη και το έριχναν στον ύπνο. Ή που έφευγαν απότομα. Εκείνος δεν είχε φύγει ακόμη, και αυτό θα δημιουργούσε πρόβλημα, δεδομένου πως η αδερφή του κοιμόταν στο διπλανό δωμάτιο.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
253
Αισθάνθηκε το κορμί του να αλλάζει θέση πίσω της. Πίσω της. Θυμήθηκε τι είχε κάνει. Ήταν πολύ ενδιαφέρον. «Πρέπει να φύγεις» του είπε. «Όχι ακόμη» μουρμούρισε. «Η αδερφή σου.» «Θα κοιμάται για πολύ ακόμα.» «Δεν μπορείς να είσαι σίγουρος.» «Εκείνη δεν έχει μαγαζί. Εσύ σηκώνεσαι από τα χαράματα. Η Κλάρα κοιμάται ψόφια και δεν σηκώνεται ποτέ πριν από τις έντεκα.» Η Σοφί ανακάθισε. «Ω, ωραία» μουρμούρισε ο Λόνγκμορ. «Θα το συζητήσουμε τώρα.» «Καμία κουβέντα» του είπε. Το μυαλό της ήταν καθαρό τώρα, σαν να είχε περάσει μία φωτιά και είχε κάψει κάθε αβεβαιότητα. «Είναι πολύ απλό. Κανείς Δεν Πρέπει Να Μάθει Ποτέ.» Στηρίχτηκε στον ώμο του και την κοίταξε. «Ξέρεις» της είπε «καταλαβαίνω πως δίνεις έμφαση σε αυτές τις έξι λέξεις.» «Το εννοώ» είπε. «Κανείς δεν πρέπει να το μάθει. Πρέπει να μου υποσχεθείς πως δεν θα το πεις σε κανέναν.» «Θα ήθελα να ξέρω πώς σου πέρασε η ιδέα πως είμαι από τους τύπους που αποκαλύπτουν τις ερωτικές τους υποθέσεις στους φίλους τους» της είπε. «Πιστεύεις ότι είμαι από εκείνους που καυχιούνται πως διακορεύουν παρθένες;» «Ποιος είπε πως ήμουν παρθένα;» «Δεν χρειαζόταν να πει κανείς κάτι. Το ανακάλυψα μόνος μου. Προοδευτικά.» «Επειδή δεν ήξερα τι να κάνω» είπε εκείνη. «Από αυτό και από το υπερβολικά στενό γυναικείο σου μέρος.» «Δεν είχα χρόνο!» του είπε. «Ποτέ δεν μου περίσσευε χρόνος για άντρες.»
254
LORETTA CHASE
«Δεν σε έκρινα. Ήταν, βέβαια, έκπληξη, όμως… στην πραγματικότητα…» «Σου αρέσει να είσαι ο πρώτος.» «Ναι» της είπε. «Μου αρέσει. Είναι περίεργο. Δεν ήμουν ποτέ τύπος που νοιαζόταν για τέτοια πράγματα. Αλλά στην περίπτωσή σου, θα κάνω μία εξαίρεση.» Κι εκείνης της άρεσε που ήταν ο Λόνγκμορ ο πρώτος. Ο κόσμος ήταν γεμάτος με ερωτύλους και απατεώνες. Η Μαρσλίν είχε παντρευτεί έναν. Η λαίδη Κλάρα είχε μπλέξει σε μπελάδες εξαιτίας κάποιου άλλου. Όμως, όσα ελαττώματα κι αν είχε ο Λόνγκμορ, ήταν αυτός ακριβώς που έδειχνε. Ο εαυτός του. Πάντα. Πράγμα πολύ καθησυχαστικό. «Καλά, λοιπόν. Όσο δεν μιλάς, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα» του είπε. «Κι εσύ;» τη ρώτησε. «Θα το κρατήσεις κι εσύ μυστικό;» «Δεν έχω σκοπό να το δημοσιεύσω στην Πρωινή Έκδοση του Φοξ αν αυτό εννοείς.» «Δεν εννοούσα αυτό. Για τις αδερφές σου μιλούσα. Τους λες τα πάντα;» «Ναι-αι-αι.» «Μάλιστα.» «Δεν πρόκειται να το πουν σε κανέναν.» «Είναι γυναίκες» της είπε. «Σε ποιον να το πουν; Στις θείες του Κλίβντον; Στις πελάτισσές μας; Λογικέψου.» «Ποτέ δεν υπήρξα λογικός. Γιατί να το κάνω τώρα;» «Πίστεψέ με, αρκετά προβλήματα έχουμε με τη Μαρσλίν που παραβίασε τα όρια της αριστοκρατίας» του είπε. «Αν διαδοθεί πως ξεμυάλισα τον πρωτότοκο γιο της λαίδης Γουόρφορντ, η μητέρα σου δεν θα αρκεστεί μόνο στο να κατηγορεί τον Οίκο Νουαρό. Θα μας συντρίψει. Μια κι έξω. Ούτε καν εγώ δεν θα μπορέσω ποτέ να αναστήσω το μαγαζί. Οι αδερφές μου το ξέρουν πολύ καλά αυτό.»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
255
«Εντάξει. Εφόσον καταλαβαίνουμε ποιος ξεμυάλισε ποιον.» «Αυτό το σημείο είναι οδυνηρά ξεκάθαρο.» «Δεν μπόρεσες να συγκρατηθείς.» «Η αλήθεια είναι πως όχι» του είπε. «Αν δεν μου δινόταν η αφορμή – αν εσύ δεν ήσουν τόσο πολύ συμπονετικός – και προκλητικός…» «Κατέβαλα μεγάλες προσπάθειες γι’ αυτό. Για το προκλητικό κομμάτι. Δεν ήμουν σίγουρος αν θα το πρόσεχες.» «Προφανώς δεν έκανα και τίποτε άλλο.» «Ωραία. Είχα καταστρώσει ολόκληρο στρατηγικό σχέδιο.» Τον κοίταξε με έκπληξη. «Το είχες σχεδιάσει;» «Έπρεπε, έτσι δεν είναι; Είσαι περίπλοκος άνθρωπος.» «Πολύ πιο απλός απ’ όσο νομίζεις» του είπε. «Δεν είμαι καλό κορίτσι.» «Κι εγώ δεν είμαι καλό αγόρι. Είναι αντικανονικό να κυνηγάει κανείς άπειρες κοπέλες. Όμως, δεν μπόρεσα να αντισταθώ.» «Και βέβαια όχι. Κανείς δεν μπορεί να μου αντισταθεί. Συνεπώς, δεν πρέπει να κατηγορείς τον εαυτό σου.» «Αυτό είναι κάτι που δεν κάνω ποτέ. Ωστόσο…» Συνοφρυώθηκε. «Μπορεί να έχουμε ετοιμάσει ένα από εκείνα τα… ξέρεις… τα μικρά ροδαλά πραγματάκια που ουρλιάζουν.» «Ένα μωρό» είπε. «Ξέρω.» «Σε αυτή την περίπτωση…» «Ας μην προτρέχουμε» του είπε, αγνοώντας τον πανικό που φούντωσε μέσα της. «Αυτήν τη στιγμή έχω ένα πολύ πιο επείγον πρόβλημα. Ο γάμος της αδερφής σου είναι μόνο δεκαπέντε μέρες μακριά.» *** Ο Λόνγκμορ είχε μείνει ξαπλωμένος εκεί, να απολαμβάνει τον κόσμο μέσα από το συναρπαστικό οπτικό πεδίο της Σοφί
256
LORETTA CHASE
ενόσω χάζευε το υπέροχο γυμνό κορμί της. Το στήθος της, πλήρως εκτεθειμένο, παρουσίαζε ένα μαγευτικό θέαμα. Του πήρε μόνο μια στιγμή για να αφομοιώσει την τελευταία πρόταση. Έπειτα ξύπνησε εντελώς. Ανακάθισε. «Πλάκα μου κάνεις.» Κούνησε αρνητικά το κεφάλι της, και οι ξανθές μπούκλες της τινάχτηκαν πέρα-δώθε. Να γιατί είχε καταρρεύσει χθες το βράδυ. «Δεν το ήξερα» είπε. «Νόμιζα πως η μητέρα μου θα καθυστερούσε το αναπόφευκτο όσο περισσότερο μπορούσε.» Του διηγήθηκε όσα της είχε πει η αδερφή του για τη λαίδη Μπάρθαμ και τη μητέρα τους. «Έχω ορκιστεί να εμποδίσω αυτόν το γάμο και να αποκαταστήσω την τιμή της αδερφής σου» του είπε. «Τη διαβεβαίωσα πως αυτή είναι το πρώτο μου μέλημα, το μοναδικό μου μέλημα. Λυπάμαι που…» Έκλεισε για λίγο τα μάτια. «Στάσου.» Τα άνοιξε πάλι, αποκαλύπτοντας ένα αστραφτερό μπλε χρώμα. «Δεν λυπάμαι για όλο αυτό.» Έδειξε προς το μέρος του και προς το κρεβάτι. «Ήταν ανοησία μου – όμως ήταν συγκλονιστικό και υπέροχο, και δεν μπορώ να φανταστώ πιο συναρπαστικό χάσιμο παρθενίας. Αλλά πρέπει να συγκεντρωθώ στη δουλειά.» «Σωστά.» Σταύρωσε τα χέρια του. Έπρεπε κάτι να κάνει μαζί της, αλλά δεν ήταν σίγουρος τι. Ό,τι κι αν ήταν, θα έπρεπε να το ανακαλύψει μόνος του. Εκείνη δεν επρόκειτο να τον βοηθήσει, και ο Λόνγκμορ δεν είχε σκοπό να ζητήσει τη συμβουλή κανενός. Και μόνο στη σκέψη να εμπιστευτεί τα ερωτικά του σε κάποιον άλλον ένιωθε το αίμα στις φλέβες του να παγώνει. Εν πάση περιπτώσει, είχε δώσει Όρκο Σιωπής. Ακόμα κι όταν το σκεφτόταν, θυμόταν τα λόγια που είχε πει με τόση έμφαση η Σοφί. Κανείς Δεν Πρέπει Να Μάθει Ποτέ.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
257
Τον είχε συμπαρασύρει με τα μελοδραματικά της. Έμεινε για λίγο να την κοιτάζει τρυφερά. «Δουλειά» του είπε. «Σωστά.» Η Σοφί άφησε έναν αναστεναγμό, και ο Λόνγκμορ είδε το στήθος της να ανεβοκατεβαίνει. «Πρέπει να πηγαίνεις τώρα» του είπε. «Μπορεί η αδερφή σου να αργήσει πολύ να σηκωθεί, όμως η Ντέιβις θα έχει ήδη ξυπνήσει.» «Σωστά.» Σηκώθηκε από το κρεβάτι και άρχισε να μαζεύει τα ρούχα του από το σωρό που ήταν πεταμένος στο πάτωμα. Η Σοφί πήγε κοντά του και, γυμνή σαν μια καινούρια Εύα, τον βοήθησε να ντυθεί. Όταν τον είδε κοντά στην πόρτα, έτοιμο να φύγει, αναστέναξε σιγανά, έτρεξε κοντά του και τον έπιασε από το πέτο. Εκείνος έσκυψε το κεφάλι. Σηκώθηκε στις μύτες των ποδιών της και τον φίλησε με πάθος στα χείλη. «Φύγε» του είπε έπειτα. «Φύγε…» Η φωνή της έσβησε, τα χέρια της γλίστρησαν από πάνω του, και το κεφάλι της έγειρε στο πλάι. Παρόλο που τον κοιτούσε, ο Λόνγκμορ ήξερε πως δεν τον έβλεπε τελείως. Ωστόσο, εκείνος μπορούσε να τη δει μέχρι την τελευταία της λεπτομέρεια. «Περίμενε» του είπε. «Ναι.» Κατάλαβε πως κάτι σκεφτόταν. Σχεδόν μπορούσε να δει τροχούς να γυρίζουν μέσα στο κεφάλι της, βάζοντας μπροστά δαιμόνιες μηχανές. «Ω. Ναι» είπε τελικά. Τα μάτια της γούρλωσαν και το βλέμμα της πήρε τη λαμπερή απόχρωση του ζαφειριού. «Το βρήκα.» Έγειρε το κεφάλι της στο στήθος του. Ο Λόνγκμορ σήκωσε το χέρι για να ανακατέψει αυτές τις χρυσαφένιες μπούκλες. Με παλικαρίσια αντίσταση, κράτησε το άλλο του χέρι μακριά από το στήθος της.
258
LORETTA CHASE
«Σπουδαίε άντρα, το βρήκα.» «Τι βρήκες;» τη ρώτησε αχνά, χαμένος στο άρωμα των μαλλιών και του κορμιού της, στη δροσερή μυρωδιά κάποιου μακρινού τοπίου όπου είχε νιώσει τόσο ευτυχισμένος. «Και τι με κάνει…» «Μου ήρθε μια ιδέα. Ξέρω πώς θα σώσουμε την αδερφή σου.» Οικεία Γουόρφορντ Το ίδιο βράδυ Η οικογένεια είχε τελειώσει το δείπνο της και βρισκόταν στη βιβλιοθήκη όταν ο Λόνγκμορ έφερε την αδερφή του στο σπίτι τους. Η μητέρα τους πετάχτηκε αμέσως από την καρέκλα της. «Ω, Κλάρα! Πώς μπόρεσες;» φώναξε. Ο Λόνγκμορ πρόσεξε την αδερφή του να προετοιμάζεται για μια επίθεση μομφών, κατηγοριών και άλλων μορφών λεκτικής βίας που αντιπροσώπευαν τον τρόπο που είχε επιλέξει η λαίδη Γουόρφορντ για να δίνει στοργικές μητρικές συμβουλές στην κόρη της. Άνοιξε το στόμα του για να πει κάτι καθησυχαστικό. Τότε η λαίδη Γουόρφορντ έτρεξε προς την Κλάρα και τύλιξε τα χέρια της γύρω της, κλαίγοντας. «Ω, αγαπητό μου κορίτσι, χαίρομαι τόσο πολύ που γύρισες στο σπίτι. Δεν πρέπει να ξαναφύγεις ποτέ. Όποιο πρόβλημα κι αν έχεις, πρέπει να μου το λες, αγάπη μου. Υποσχέσου το μου, σε παρακαλώ.» Ο Λόνγκμορ σκέφτηκε πως ήταν η πρώτη φορά που άκουγε τη μητέρα του να παρακαλάει για κάτι. «Με συγχωρείς, μαμά» είπε η Κλάρα. Η φωνή της, πνιγμένη πάνω στον ώμο της μητέρας της, ακούστηκε σοκαρισμένη. «Ήταν τρομερό αυτό για σένα» είπε η λαίδη Γουόρφορντ. «Τραυματικό για τις ευαισθησίες μιας νεαρής κο-
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
259
πέλας, αλλά, φυσικά, εσύ δεν ξέρεις πώς μπορούν να φερθούν οι άντρες. Τον εμπιστεύτηκες, ανόητο παιδί. Πώς θα μπορούσες να ξέρεις; Δεν είναι εύκολο. Ποτέ δεν είναι αυτό που νομίζουμε πως είναι.» Έσφιξε άλλη μια φορά την Κλάρα στην αγκαλιά της, κι έπειτα τραβήχτηκε. «Θα πρέπει να πω ότι ο Χάρι με ξάφνιασε. Μας ξάφνιασε και τους δύο, έτσι δεν είναι, Γουόρφορντ;» «Έτσι είναι» συμφώνησε ο πατέρας του Λόνγκμορ. «Φέρθηκες σωστά. Φρόντισες την αδερφή σου. Στην αρχή τα έκανες θάλασσα…» «Γουόρφορντ» είπε η σύζυγός του. «Όμως, τη βρήκες και την έφερες πίσω. Καλή κίνηση. Χάρη στην εξυπνάδα σου, μάθαμε πως ο Άντερλι ίσως και να μην είναι τόσο κάθαρμα όσο τον θεωρούσαμε.» «Χρειάζομαι ένα ποτό» είπε ο Λόνγκμορ και πλησίασε γρήγορα την πλησιέστερη καράφα. Ήταν τσέρι, όχι η πρώτη του επιλογή, αλλά κι αυτό θα βοηθούσε. Έβαλε μια γερή δόση σε ένα ποτήρι και το ήπιε. «Περνούσε κάθε μέρα» είπε η λαίδη Γουόρφορντ. «Από τη στιγμή που έμαθε για την αδιαθεσία της Κλάρα» συμπλήρωσε ο λόρδος Γουόρφορντ. «Ανησύχησε πολύ.» «Και λουλούδια, αγαπητή μου» είπε η λαίδη Γουόρφορντ. «Σου έφερε λουλούδια. Και φρούτα από τα θερμοκήπιά του. Έδειχνε να έχει τρελαθεί από ανησυχία, δεν συμφωνείς, Γουόρφορντ;» «Είχε αναστατωθεί» επιβεβαίωσε ο λόρδος Γουόρφορντ. «Είπε ότι καταλάβαινε πως οι συνθήκες που σας οδήγησαν στον αρραβώνα δεν ήταν αυτές που θα θέλαμε, αλλά είπε…» Η φωνή της έσβησε. «Δεν θυμάμαι ακριβώς το τι είπε, αλλά ήταν αυτό ακριβώς που έπρεπε. Δεν αλλάζει το γεγονός πως είναι χρεοκοπημένος και πως η μητέρα του δεν είναι αυτό που θα ήθελε κανείς. Όμως, αυτή είναι πια πεθαμένη, κι εκείνος δείχνει να νοιάζεται τόσο πολύ για σένα, Κλάρα. Πραγματικά πιστεύω πως, με λίγη προσπά-
260
LORETTA CHASE
θεια από μέρους σου, μπορείς να περάσεις καλά μαζί του.» Παρόλο που ήταν ολοφάνερο πως η Κλάρα είχε αιφνιδιαστεί, πρόσεξε το προειδοποιητικό βλέμμα του Λόνγκμορ, και κατάφερε να υποκριθεί πως έπαιρνε σοβαρά τα λόγια τους. Εκείνος δεν προσπάθησε να κρύψει την έκπληξή του. Όχι πως δεν το περίμενε. Ήταν σίγουρος πως το ενδιαφέρον του Άντερλι για την Κλάρα ήταν αληθινό. Αν η αδερφή του αρρώσταινε και πέθαινε πριν από το γάμο, αυτός θα έπρεπε να βρει πολύ γρήγορα κάποιαν άλλη προίκα, και περιουσίες σαν της Κλάρα δεν υπήρχαν πολλές. «Αν υπάρχει κάποιος που μπορεί να τον κάνει σωστό άντρα, αυτή είναι η Κλάρα» είπε. «Εν πάση περιπτώσει, το έχω ξαναπεί πως πρέπει να προσαρμοστούμε στα γεγονότα. Τα κουτσομπολιά θα λιγοστέψουν αν όλοι δείξουμε ευχαριστημένοι με τον αρραβώνα. Δεν είναι κακό να δει ο κόσμος πως, έστω και καθυστερημένα, ανακαλύψαμε ότι ο Άντερλι δεν είναι τόσο κακός όσο φαντάζονται. Από την πλευρά μου, υπόσχομαι να του φερθώ πολιτισμένα όταν τον ξανασυναντήσω.» Αποτελείωσε το τσέρι του και ακούμπησε κάτω το ποτήρι. «Μπορώ να πηγαίνω τώρα;»
Κεφάλαιο 13 Για να διασφαλιστεί η τιμή κάποιου, και για να αποτραπεί η διάδοση οποιουδήποτε σκανδάλου ανάμεσα στους ευπατρίδες, υπάρχει ένας νόμος εξπρές, επονομαζόμενος scandalum magnatum, βάσει του οποίου οποιοσδήποτε έχει κατηγορηθεί για συκοφαντική δυσφήμηση εναντίον κάποιου τιτλούχου του Βασιλείου (έστω κι αν είναι αλήθεια), να καταδικάζεται σε αυθαίρετη χρηματική ποινή και να παραμένει σε προσωρινή κράτηση μέχρι να καταβληθεί το καθορισμένο ποσό. –Αγγλική, Σκοτσέζικη και Ιρλανδέζικη Αριστοκρατία, 1820 Αποκλειστικό στην Πρωινή Έκδοση του Φοξ Τετάρτη 10 Ιουνίου Έπεσε στην αντίληψή μας πως μία Μυστηριώδης Ξένη από τη Γαλλία έφτασε αυτή την εβδομάδα στο Λονδίνο μαζί με σημαντική ακολουθία. Τα μπαούλα με την γκαρνταρόμπα της κυρίας, όπως πληροφορηθήκαμε, ήταν τόσο πολλά, που χρειάστηκε να ναυλωθεί ένα ολόκληρο πλοίο. Το γεγονός αυτό προμηνύει μακριά διαμονή στα όμορφα μέρη μας. Όσο
262
LORETTA CHASE
για το ποιο θα είναι το συγκεκριμένο φέουδο όπου θα καταλύσει η κυρία, τι σκοπό έχει, και –το κυριότερο– ποια είναι η ταυτότητά της, ελπίζουμε πως θα πληροφορήσουμε τους αναγνώστες μας με το συνηθισμένο μας ζήλο.
Βασιλικό Θέατρο Τετάρτη βράδυ Όλο το Λονδίνο ήξερε πως ο δούκας του Κλίβντον είχε γνωρίσει τη μαντάμ Νουαρό στην όπερα στο Παρίσι. Ωστόσο, εκείνη ήταν η πρώτη βραδιά που εμφανίστηκε σε κάποιο από τα θέατρα του Λονδίνου, και η παρουσία της δεν άφησε σε κανέναν από τους παρευρισκόμενους –οπωσδήποτε όχι στο αντρικό τμήμα των θεατών– καμία απορία για το λόγο που ο δούκας του Κλίβντον είχε ενδώσει στη συγκεκριμένη κυρία. Ήταν η πρώτη φορά που την έβλεπαν Αυτοί Που Είχαν Κύρος. Αν και οι λιγοστές πελάτισσες του Οίκου Νουαρό που βρίσκονταν εκεί έδειχναν να τη γνωρίζουν, στην προκειμένη περίπτωση επρόκειτο κατά κύριο λόγο για γυναίκες από τη μεγαλοαστική τάξη και από τα κατώτερα στρώματα της αριστοκρατίας. Σε γενικές γραμμές είχαν κάποια βαρύτητα, αλλά όχι ιδιαίτερη. Από κάθε άποψη, αυτή ήταν η πρώτη της εμφάνιση στην Υψηλή Κοινωνία. Οι άντρες κοιτούσαν έντονα, πράγματι, επειδή η εξοχότητά του είχε συνοδέψει στο θεωρείο του όχι μόνο μία κομψή γυναίκα, αλλά δύο: τη δούκισσα και μία άγνωστη ξανθιά. Από την άλλη μεριά του θεάτρου, στο θεωρείο των Γουόρφορντ, η λαίδη Γουόρφορντ κοιτούσε πεισματικά τη σκηνή, αρνούμενη να προσέξει την παρουσία της νέας δούκισσας του Κλίβντον. Η Κλάρα, ωστόσο, κοιτούσε συνέχεια. Στο λόρδο Άντερλι, ο οποίος καθόταν πειθήνια δίπλα της, παίζοντας
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
263
το ρόλο του περιποιητικού μέλλοντα συζύγου, είπε: «Ξέρεις ποια είναι η κυρία που κάθεται μαζί με τη δούκισσα του Κλίβντον;» Ο Άνρτερλι, που κοιτούσε το ίδιο επίμονα με τους άλλους, γύρισε και την κοίταξε ξαφνιασμένος. «Δεν ξέρεις; Νομίζω πως πρέπει να είναι μία από τις αδερφές της. Δεν είναι η μία τους ξανθιά;» «Οι αδερφές της είναι ανύπαντρες, και αυτή η κυρία φοράει το φουστάνι μιας παντρεμένης γυναίκας» είπε η Κλάρα. «Μιας παντρεμένης Γαλλίδας, θα έλεγα.» «Γαλλίδα;» ρώτησε ο Λόνγκμορ, ο οποίος καθόταν πίσω από το αρραβωνιασμένο ζευγάρι. «Μπορείς να το καταλάβεις αυτό από τόσο μακριά; Και χωρίς να χρησιμοποιήσεις κιάλια – όπως πρόσεξα πως κάνουν οι υπόλοιπες κυρίες;» «Δεν είναι δύσκολο να το καταλάβει κανείς» είπε η Κλάρα. «Εμείς οι Αγγλίδες μπορούμε να φορέσουμε τα ίδια ακριβώς που φοράει και μία Γαλλίδα και να δείχνουμε πάντα Αγγλίδες.» Γύρισε πίσω για να συναντήσει το βλέμμα του αδερφού της. «Εσύ έχεις πάει στο Παρίσι, Χάρι. Δεν συμφωνείς;» Η μητέρα τους έκανε ένα αποδοκιμαστικό επιφώνημα και τους έριξε μια ψυχρή ματιά. Και τα δύο της παιδιά προσποιήθηκαν πως δεν την πρόσεξαν. «Αυτό που μπορώ να πω με σιγουριά είναι πως έχει αναστατώσει ολόκληρο το θέατρο» είπε ο Λόνγκμορ. «Οι ηθοποιοί σχεδόν δεν ακούγονται – κάτι που δεν είναι πάντα κακό, αν και θα προτιμούσα να το έκανε σε κάποια ατελείωτη και βαρετή γερμανική όπερα αντί για Τον Βαρκάρη. Αλλά δεν βλάπτει μία μικρή πρόκληση ώστε να προσπαθήσουν οι ηθοποιοί να ξεπεράσουν τους εαυτούς τους. Θα κάνω μια βόλτα στο διάλειμμα και θα βάλω τον Κλίβντον να μας συστήσει. Έτσι θα μπορέσω να πω σε όλους σας για ποιο λόγο γίνεται όλη αυτή η φασαρία, να προλάβω επιτέλους μια φορά την Έκδοση.»
264
LORETTA CHASE
Ξέροντας πως κι άλλοι πολλοί θα κατευθύνονταν προς τον ίδιο προορισμό, ο Λόνγκμορ άφησε το οικογενειακό θεωρείο λίγα λεπτά πριν αρχίσει το διάλειμμα και πήγε στου Κλίβντον πριν από οποιονδήποτε άλλον. Η ελαφριά κλίση του κεφαλιού που έκανε αόριστα προς το μέρος του Κλίβντον θεωρήθηκε ευγενικός χαιρετισμός. «Τους πρόλαβα τους άλλους πριν σκάσουν μύτη» είπε. «Το περίμενα» απάντησε ο Κλίβντον. «Γίνεσαι ιδιαίτερα γρήγορος όταν το θέλεις.» Ο Λόνγκμορ στράφηκε στην εξοχότητά της. «Πριν από την επιδρομή των βανδάλων, δούκισσα, θα μου κάνετε τη χάρη να με συστήσετε στην κυρία;» «Μαντάμ ντε Βεϊγιόν, θα μου επιτρέψετε να σας συστήσω το λόρδο Λόνγκμορ, έναν πολύ καλό φίλο του άντρα μου» είπε η δούκισσα. Η φίλη της έμεινε ανέκφραστη. Η εξοχότητά της επανέλαβε τις συστάσεις στα Γαλλικά. «Α, ναι» είπε η μαντάμ. «Αυτός ο φίλος από παλιό καιρό. Comme un frère, n’est-ce pas?* Λόρδε Λούν-μουρ.» Κούνησε ελαφρά το κεφάλι, και τα μπριλάντια που ήταν με δεξιοτεχνία πιασμένα ανάμεσα στα φτερά που στόλιζαν τα μαλλιά της άστραψαν και χοροπήδησαν. Τα Αγγλικά της ήταν με αστείο τρόπο απαίσια. Για να τη διευκολύνει, ο Λόνγκμορ άρχισε να μιλάει μαζί της στα Γαλλικά. Αυτό του έδωσε ένα μικρό πλεονέκτημα σε σχέση με το συρφετό που συγκεντρώθηκε ένα λεπτό αργότερα στο θεωρείο του Κλίβντον. Ενώ οι περισσότεροι από αυτούς μιλούσαν σωστά Γαλλικά, όπως όφειλε ένας κατάλληλα μορφωμένος αριστοκράτης, έμοιαζαν με του Κλίβντον – ορθά Γαλλικά εκφωνημένα από Εγγλέζο. Όλοι γνώριζαν τις ακριβείς λέξεις, κι όμως ακούγονταν σαν Αγγλικά. Ο Λόνγκμορ, ο χειρότερος μαθητής του κόσμου, είχε για * Σαν αδερφός, σωστά; (Σ.τ.Ε.)
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
265
κάποιο λόγο μία έφεση στις ξένες γλώσσες. Τουλάχιστον σε αυτές που είχαν λατινική ρίζα. «Μα, ο μεσιέ Λούν-μουρ μιλάει τη γλώσσα μου σαν τους parisiens*» είπε η μαντάμ. «Πώς έτσι; Εμένα, τα Αγγλικά μου είναι χαζά. Δεν μπορώ να μάθει. Προσπάθησα. Mon mari** – ο σύζυγός μου τόσο πολύ…» Τα μπλε μάτια της υγράνθηκαν. Ένα δαντελένιο μαντίλι εμφανίστηκε στο στολισμένο με δαχτυλίδια και βραχιόλια χέρι της, που το πίεσε απαλά στα δάκρυά της. «Ce pauvre Robert!*** Προσπάθησε τόσο πολύ να με μάθει. Αλλά τι; Είμαι ανεπίδεκτη.» Όλοι οι άντρες βιάστηκαν να διαφωνήσουν. «Ωστόσο, είστε μία γοητευτική και όμορφη ανεπίδεκτη» είπε ο Λόνγκμορ όταν οι υπόλοιποι ησύχασαν. «Και» συνέχισε στα Γαλλικά «μία γοητευτική και όμορφη γυναίκα εύκολα γλιτώνει ένα φόνο. Νομίζετε πως υπάρχει εδώ μέσα έστω και ένας άντρας που να θέλει να σας κατηγορήσει ότι σκοτώνετε τη γλώσσα μας;» *** Ο Λόνγκμορ άφησε τη μαντάμ και την παρέα της λίγο πριν τελειώσει το διάλειμμα και επέστρεψε στο οικογενειακό θεωρείο. Το βλέμμα της μητέρας του είχε σκοτεινιάσει, και δεν ήταν καθόλου παράξενο αυτό. Η λαίδη Μπάρθαμ είχε καθίσει κοντά της, και αναμφίβολα έριχνε όσο περισσότερο αλάτι μπορούσε στις πληγές που είχε ανακαλύψει. Ή προκαλέσει. «Μία Γαλλίδα, όπως συμπέρανες» είπε στην αδερφή του, χωρίς να μπει στον κόπο να χαμηλώσει τη φωνή του. Οι δύο * Παριζιάνοι. (Σ.τ.Ε.) ** Ο σύζυγός μου. (Σ.τ.Ε.) *** Ο καημένος ο Ρομπέρ. (Σ.τ.Ε.)
266
LORETTA CHASE
μεγαλύτερες γυναίκες σταμάτησαν τη συζήτηση. Η μαντάμ ντε Βεϊγιόν. Μία φίλη της δούκισσας από την εποχή που ζούσε στο Παρίσι. Χήρα – απ’ ό,τι φάνηκε. Υποκλίνομαι στις γνώσεις της αδερφής μου για το κατάλληλο ντύσιμο, αλλά εμένα η γυναίκα μού φάνηκε πολύ πλούσια. Το μαρτυρούν τα κοσμήματα που φοράει, και σας διαβεβαιώνω πως δεν είναι ψεύτικα.» Η λαίδη Μπάρθαμ έφερε τα κιάλια στα μάτια της και άρχισε να παρατηρεί τη Γαλλίδα. Μετά από ένα στιγμιαίο δισταγμό, τη μιμήθηκε και η μητέρα. «Χήρα είπες, Λόνγκμορ;» Φρόντιζε πάντα να χρησιμοποιεί τον τίτλο του πρωτότοκου γιου της όταν βρισκόταν με τη λαίδη Μπάρθαμ, η οποία είχε δύο κόρες σε ηλικία γάμου, δύο μαυρομάλλες μικρές νεράιδες, πολύ κοκαλιάρες για τα γούστα του. «Μια νεαρή χήρα» είπε ο Λόνγκμορ. «Που μιλάει τα πιο απαίσια Αγγλικά.» «Αυτό δεν είναι πρόβλημα για σένα» είπε η Κλάρα. «Πράγματι, όχι» είπε και ο Άντερλι. «Ανέκαθεν ήταν το δυνατό σου σημείο οι γλώσσες. Οι γλώσσες και η τιμωρός γροθιά σου.» Χαμογέλασε πικραμένα και έτριψε το σαγόνι του. «Που, φυσικά, μου άξιζε» συμπλήρωσε χαμηλόφωνα. Ήταν αυτά ακριβώς τα λόγια που έπρεπε να πει ένας άντρας αν ήθελε να συμφιλιωθεί με το μέλλοντα γαμπρό του. Και τα είπε τόσο καλά, που κάποιος άλλος λιγότερο κυνικός από τον Λόνγκμορ ίσως και να τον είχε πιστέψει. «Έμεινες αρκετά μαζί τους» είπε η Κλάρα. «Είναι όμορφη, και ξέρει να κατακρεουργεί τα Αγγλικά με τον πιο γοητευτικό τρόπο» της είπε. «Είναι προφανές πως είναι γοητευτική» είπε η λαίδη Μπάρθαμ. «Δείχνει να έχει μαγέψει όλους τους κύριους.» «Το συνηθίζουν αυτό οι Γαλλίδες» σχολίασε με κατήφεια η λαίδη Γουόρφορντ.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
267
«Νόμιζα πως ο δούκας θα ένιωθε υποχρεωμένος να καλέσει τους υπαλλήλους για να βάλουν μία τάξη» είπε η Κλάρα. «Αναμφίβολα έχει προκαλέσει μεγάλη αίσθηση» είπε η λαίδη Μπάρθαμ. Έστρεψε το διαπεραστικό καστανό βλέμμα της στον Λόνγκμορ. «Όμως, ποια είναι;» Αποκλειστικό στην Πρωινή Έκδοση του Φοξ Πέμπτη 11 Ιουνίου 1835 Ποια είναι; Αυτή είναι η ερώτηση που πλανάται σε όλα τα χείλη μετά τη χθεσινή βραδιά, όταν η Μυστηριώδης Ξένη εμφανίστηκε στο Βασιλικό Θέατρο, φορώντας ένα μαύρο φόρεμα από σατέν, με ανοιχτό κορσάζ αλά Σεβινιέ, στολισμένο με μια σειρά από μαύρους φιόγκους. Τα μανίκια ήταν πολύ πλούσια, με διπλή μπορντούρα από λευκό σατέν. Ο μανδύας της ήταν φτιαγμένος από χρυσοκεντημένο σατέν. Ο ανταποκριτής σας έμαθε από έγκυρες πηγές πως η μαντάμ ντε Β--- είναι απόγονος κάποιου Γάλλου κόμη, του οποίου η οικογένεια συνδέεται με τη βασιλική αυλή της Δυναστείας των Βουρβόνων, και ο οποίος βρήκε, δυστυχώς, τραγικό θάνατο στη λαιμητόμο, όπως συμβαίνει σε τόσα μέλη των απολυταρχικών καθεστώτων. Δεδομένης της αναταραχής που επικρατεί αυτό τον καιρό στο Παρίσι, δεν μας ξαφνιάζει το γεγονός πως η λαίδη, έχοντας χάσει τον τελευταίο χρόνο την προστασία ενός αφοσιωμένου συζύγου και ακολουθώντας χωρίς αμφιβολία τις σοφές παραινέσεις των συμβουλατόρων της, έχει αποφασίσει να εμπιστευτεί τον εαυτό της και την αξιόλογη περιουσία της (που ανταγωνίζεται επάξια, όπως μας είπαν, εκείνην του δούκα του Κ---) στο φιλειρηνικό βασίλειο της Αυτού Μεγαλειότητας της Βρετανίας. Μάθαμε πως η λαίδη είναι αποφασισμένη να αναζητήσει μόνιμη διαμονή στο Λονδίνο. Στο μεταξύ έχει κλείσει μία σουίτα σε ένα
268
LORETTA CHASE
από εκείνα τα ξενοδοχεία που αναφέρει ο Κρούτσλεϊ στον Ταξιδιωτικό Οδηγό του Λονδίνου και που εξασφαλίζουν «την ανωνυμία των ξένων αρχόντων και ηγεμόνων». Έχουμε αξιόπιστες πληροφορίες πως η λαίδη ήταν μία από τις προεξέχουσες αρωγούς της δούκισσας του Κ--- κατά τη διάρκεια της μακράς διαμονής της στο Παρίσι, και πως τόσο η μαντάμ όσο και ο εκλιπών μεσιέ ντε Β--- συγκαταλέγονταν ανάμεσα στις πολυάριθμες γνωριμίες της εξοχότητάς του κατά την παραμονή του εκεί. Ύστερα από τα συνήθη δικαστικά νέα, τα γενικά κουτσομπολιά, τα σχόλια για το “κλέψιμο” Σέρινταν-Γκραντ και κάποια διασκεδαστικά ανέκδοτα, στην τελευταία στήλη, και πριν από τη σελίδα με τις διαφημίσεις, υπήρχε η εξής επισήμανση: Παρατηρήσαμε χθες βράδυ κάποιο συγκεκριμένο λόρδο στην παρέα της λαίδης που πρόκειται να παντρευτεί σε ένα δεκαπενθήμερο. Είμαστε στην ευχάριστη θέση να αναφέρουμε πως η λαίδη έχει αναρρώσει εντελώς από την πρόσφατη ανησυχητική ασθένειά της. Δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι χαιρόμαστε να πληροφορήσουμε τους αναγνώστες μας πως αργότερα το ίδιο βράδυ –ή περισσότερο ακριβές θα ήταν αν λέγαμε τις πρώτες πρωινές ώρες της επόμενης μέρας– είδαν την εξοχότητά του να μπαίνει σε μία χαρτοπαιχτική λέσχη αμφιβόλου φήμης, από την οποία δεν βγήκε παρά αρκετές ώρες μετά το ξημέρωμα. Για όλους αυτούς –συμπεριλαμβανομένων και των εαυτών μας– που ευχήθηκαν στη δεσποσύνη της, παρά τις λυπηρές συνθήκες που επέσπευσαν τον αρραβώνα της, ένα χαρούμενο μέλλον, το χθεσινό συμβάν αποτελεί μία αποκαρδιωτική τροπή. Ελπίζαμε πως, έχοντας κερδίσει το χέρι αυτής της όμορφης λαίδης, η εξοχότητά του θα έδειχνε την ευγνωμοσύνη του αποφασίζοντας να αποτραβηχτεί από αυτά τα μέρη και από ανάλογες αμαρτίες. Ελπίζαμε
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
269
πως, έχοντας αφήσει πίσω τα λάθη του, θα αναλογιζόταν τα σφάλματα των προγόνων του και θα αποφάσιζε –προς χάρη της λαίδης αν όχι για τη δική του τιμή– να αποκαταστήσει το μεγαλείο του ονόματος της οικογένειας. Όπως γνωρίζουν πολύ καλά όλοι οι αναγνώστες μας, στον πατέρα της εξοχότητάς του είχε απονεμηθεί τιμητική βαρονία για υπηρεσίες που προσέφερε σε μέλος της Βασιλικής Οικογένειας. Επιπλέον του είχαν δοθεί και σημαντικά δάνεια, ένα από τα οποία ήταν δάνειο στην όμορφη σύζυγό του για απροσδιόριστο χρόνο. Έχοντας εξανεμιστεί όλη η περιουσία του σε τραπέζια χαρτοπαιξίας, ερχόμαστε να αναρωτηθούμε για τα κίνητρα και την ανειλικρίνεια όποιου ενθαρρύνει την εξοχότητά του σε περισσότερες απερισκεψίες παρέχοντάς του πίστωση για έναν τέτοιο σκοπό. Σαλόνι της οικείας Γουόρφορντ Πέμπτη απόγευμα Όπως οι περισσότεροι του κύκλου του, ο λόρδος Άντερλι είχε διαβάσει την Έκδοση πίνοντας τον πρωινό του καφέ. Βλαστήμησε άγρια, και κακομεταχειρίστηκε το βαλέ του και όποιον άλλον υπηρέτη είχε την ατυχία να βρεθεί μπροστά του εκείνη την ημέρα. Έχοντας σπείρει δυσαρέσκεια και αγανάκτηση στο σπίτι του, είχε τρέξει γρήγορα στη μέλλουσα σύζυγό του. Εκεί άρχισε να αραδιάζει ξεδιάντροπα ψέματα, αρνούμενος με δήθεν αγανάκτηση τα πάντα. Είχε φέρει μαζί του την προσβλητική φυλλάδα. Μόλις εμφανίστηκε στο σαλόνι όπου τον περίμενε η μνηστή του, πέταξε την εφημερίδα σε ένα τραπέζι σε μία εντυπωσιακή επίδειξη ψεύτικης οργής. «Δεν μπορώ να καταλάβω πώς τη βγάζουν καθαρή όλα αυτά τα κοπρόσκυλα της Πρωινής Έκδοσης όταν δημοσιεύουν τέτοια βρόμικα ψέματα» είπε. «Πρέπει κάποιος να τους δώσει ένα μάθημα. Έχει περάσει πολύς καιρός από τότε
270
LORETTA CHASE
που τους έκαναν μήνυση γι’ αυτές τις βρομιές. Αν ο Τομ Φοξ ήταν κύριος, θα τον καλούσα σε μονομαχία. Αλλά αφού δεν είναι, θα επιμείνω να τον συλλάβουν.» Η λαίδη Κλάρα πήρε μια βαθιά ανάσα και εξέπνευσε αργά πριν μιλήσει. «Οι άνθρωποι μπορούν να γίνουν πολύ κακοί. Θα εκμεταλλευτούν την πιο αθώα κατάσταση και θα τη μετατρέψουν σε κάτι το επαίσχυντο. Μεγαλοποιούν το κάθε τι που θα ακούσουν ή θα δουν. Όμως, η Έκδοση ποτέ δεν αναφέρει ονόματα, έτσι δεν είναι; Όπως κι αν έχει, όποιος το διαβάσει αυτό σίγουρα δεν θα πιστέψει πως αναφέρεται σε σένα.» «Όχι;» Κοίταξε σκυθρωπά την εφημερίδα. Παρόλο που δεν είχε θεωρήσει ποτέ τη λαίδη Κλάρα Φέρφαξ ιδιαίτερα έξυπνη, είχε φανταστεί πως θα έβλεπε το ολοφάνερο. «Και βέβαια όχι» του είπε. «Ο Χάρι είπε πως ακόμα κι ένας άντρας με χαμηλή νοημοσύνη θα ήξερε ότι δεν πρέπει να χαρτοπαίξει εδώ. Αυτό το μέρος είναι εξαιρετικά ανέντιμο, είπε.» Το πρόσωπό του αναψοκοκκίνισε. «Το διάβασε κι ο Λόνγκμορ αυτό;» Έγνεψε προς τη σκανδαλοθηρική φυλλάδα. «Ω, συχνά παίρνει ένα αντίτυπο της Πρωινής Έκδοσης καθώς γυρίζει σπίτι έπειτα από όπου έχει πάει μετά το θέατρο ή κάποια δεξίωση» του είπε. «Ήρθε πριν από λίγο. Πήγαινε να επισκεφτεί τη μαντάμ ντε Βεϊγιόν. Ήθελε να προσπαθήσει να την πείσει να πάνε μαζί μια βόλτα. Πιστεύεις πως είναι ευυπόληπτη γυναίκα;» Όχι αν βγει με τον αδερφό σου, σκέφτηκε εκείνος. «Δεν έχω ακούσει τίποτα το αντίθετο» της απάντησε. «Κι εγώ πιστεύω πως πρέπει να είναι» αποκρίθηκε η λαίδη Κλάρα. «Είναι φίλη της δούκισσας του Κλίβντον, και προφανώς την είχε γνωρίσει και ο δούκας όταν είχε πάει στο Παρίσι. Δεν φαντάζομαι πως θα την έπαιρναν στο θέατρο αν δεν ήταν καθωσπρέπει.» «Ο Κλίβντον δεν φαίνεται να νοιάζεται για το τι σκέφτονται οι άλλοι γι’ αυτόν» είπε ο Άντερλι.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
271
Ωστόσο, δεν είπε –και η Κλάρα ήταν πολύ διακριτική για να του το τονίσει– πως με ένα ετήσιο εισόδημα που αριθμούσε εκατοντάδες χιλιάδες, ο δούκας του Κλίβντον είχε την πολυτέλεια να μη νοιάζεται για το τι έλεγε ο κόσμος. «Νοιάζεται για όσα λέγονται σχετικά με τη δούκισσά του και την κόρη της» είπε η λαίδη Κλάρα. «Ο Βασιλιάς και η Βασίλισσα την αποδέχτηκαν. Δεν νομίζω πως θα ήθελε να βάλει σε κίνδυνο τη θέση της κάνοντας παρέα με ανάρμοστα άτομα.» «Θα ήταν ανοησία από μέρους της, συμφωνώ.» «Αν είναι αξιοπρεπής, η μαμά θα ησυχάσει» είπε η λαίδη Κλάρα. «Ο σύζυγος της μαντάμ τής άφησε τα πάντα. Τη μαμά δεν την πειράζει που είναι χήρα. Ανέκαθεν φοβόταν πως ο Χάρι θα κατέληγε να παντρευτεί κάποια χορεύτρια ή σερβιτόρα.» Το πρόσωπο του Άντερλι φούντωσε. Η μητέρα του ήταν το ευαίσθητο σημείο του. Κι όμως, δεν ήταν σερβιτόρα, αλλά η κόρη ενός πανδοχέα. Είχε υπάρξει ερωμένη πολυτελείας πριν καταφέρει να μπει στον κύκλο των ευυπόληπτων γυναικών. Δυστυχώς το πέτυχε μετά τη δική του γέννηση. Κανείς δεν ενδιαφερόταν αν κάποιος ήταν νόθος, αρκεί να ήταν βασιλικό μπάσταρδο. Δεν είναι μικρό πράγμα να έχεις βασιλική καταγωγή. Αυτός, όμως, καταγόταν από μία πανδοχέα και κάποιον άγνωστο ευκατάστατο επαρχιώτη. Στις φλέβες του δεν κυλούσε ούτε μία στάλα βασιλικό αίμα. «Να παντρευτεί;» ρώτησε ξαφνιασμένος. «Ο Λόνγκμορ;» Αυτό ήταν αδιανόητο. «Έχει προχωρήσει κιόλας τόσο πολύ;» Η Κλάρα ανασήκωσε τους ώμους. «Ποιος μπορεί να ξέρει; Πάντως δείχνει να την έχει συμπαθήσει ιδιαίτερα. Και ξέρεις τον Χάρι, πάντα πέφτει με τα μούτρα στο…» Σταμάτησε, βήχοντας, και έφερε το χέρι της στο μέτωπό της. Ήταν μια μικρή, ακούσια χειρονομία, όμως ήταν αρκετή για να του θυμίσει πως προσφάτως ήταν άρρωστη. Τόσο άρρωστη, που αναγκάστηκε η οικογένεια να κλείσει τις πόρτες
272
LORETTA CHASE
του σπιτιού σε όλους εκτός από ελάχιστους επισκέπτες, επί τρεις ημέρες. Έτρεξε κοντά της και γονάτισε δίπλα από την καρέκλα της. «Αγαπητή μου, δεν αισθάνεσαι καλά;» Άφησε το χέρι της να πέσει. «Όχι, λιγάκι… Ω, δεν είναι τίποτα, μόνο έμεινα κλεισμένη μέσα στο σπίτι πολύ, όπως φαίνεται. Αυτό που χρειάζομαι είναι λίγο καθαρό αέρα. Σκέφτομαι να πω να μου ετοιμάσουν το μόνιππο και να κάνω καμιά βόλτα γύρω από το πάρκο.» «Ανοησίες» της είπε εκείνος. «Αν θέλεις να πάρεις αέρα, θα χαρώ να σε συνοδέψω. Το μόνο που χρειάζεται είναι να στείλεις μια καμαριέρα να σου φέρει το σκούφο και την κάπα σου.» *** Δεν είχε έρθει ακόμη η τυπική ώρα για περίπατο όταν ο λόρδος Λόνγκμορ έστριψε την άμαξά του στην Πύλη Κάμπερλαντ του Χάιντ Παρκ. Άκουγε την παρέα του που φλυαρούσε σε σπαστά Αγγλικά, και του φαινόταν τόσο αστείο, που δεν μπορούσε να συγκρατήσει το χαμόγελό του, παρόλο που δεν είχε την πιο χαρούμενη διάθεση. «Έχεις πάρα πολλά μέσα στο κεφάλι σου» είπε η μαντάμ. «Ένα κομμάτι του λόρδου μου με προσέχει. Το άλλο μέρος του είναι σε άλλα μέρη. Είμαι υποχρεωμένη να αναρωτηθώ, Μήπως του προκαλώ ανία;» «Άρχισα να εύχομαι, πράγμα αρκετά περίεργο, να ήσουν λιγάκι πιο βαρετή» της είπε. «Η διέγερση είναι μάλλον μεγαλύτερη από όση μπορώ να αντέξω. Χθες βράδυ…» Κούνησε δεξιά-αριστερά το κεφάλι του. «Αλλά τώρα ήρεμος φαίνεσαι! Καθόλου τρομαγμένος.» Γύρισε και την κοίταξε. «Ξεγέλασες την Υψηλή Κοινωνία με απίστευτη ευκολία. Μα τω Θεώ, γυναίκες που θα πρέπει να σε έχουν κοιτάξει καταπρόσωπο αμέτρητες φορές την ώρα που διορθώνεις τους φιόγκους τους και όλα τα συ-
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
273
ναφή θα έπρεπε να σε είχαν αναγνωρίσει, ακόμα κι αυτές που κάθονταν στην άλλη μεριά του θεάτρου. Πολλοί από τους άντρες που ήρθαν στο θεωρείο χθες βράδυ βρίσκονταν στο Γουάιτ εκείνη την ημέρα που στεκόσουν κάτω από τη βροχή στη Σεν Τζέιμς, παρέχοντάς τους ένα όμορφο θέαμα με τα εσώρουχα και τους αστραγάλους σου.» «Οι άνθρωποι βλέπουν αυτό που περιμένουν να δουν» του είπε. «Στο μαγαζί ξέρουν πως θα δουν τη μοδίστρα. Όταν κάποιος δεν είναι στο μαγαζί αλλά σε ένα μέρος που δεν τον περιμένουν, απλώς θυμίζει κάτι αόριστα.» Η αλλαγμένη φωνή της, η ψεύτικη προφορά, τα σπαστά Αγγλικά που της ξέφευγαν. Ήταν και κάτι άλλο που θαύμαζε πάνω της: την ευκολία με την οποία η Σοφί παρατούσε ένα χαρακτήρα για να υιοθετήσει κάποιον άλλον. «Αυτοί που έχουν μαγαζιά είναι σαν τους υπηρέτες – αόρατοι» συνέχισε. «Έξω από το γνωστό τους χώρο, οι πελάτες τους δεν τους αναγνωρίζουν. Αν κάποιος προσποιηθεί, με τόλμη και αυτοπεποίθηση, πως είναι κάποιος άλλος, ο παριστάμενος απλώς θα το δεχτεί.» Οι υπηρέτες ήταν ένα άλλο θέμα. Κανένας δεν ήταν αόρατος σε αυτούς. Αν δεν ήταν έτσι, τότε η μαντάμ θα μπορούσε να μείνει στην οικεία Κλίβντον, και ο Λόνγκμορ θα είχε μία έννοια λιγότερη. Όμως, κάτι τέτοιο ήταν αδιαπραγμάτευτο. Κανείς δεν μπορούσε να περιμένει από ένα πολυάριθμο υπηρετικό προσωπικό να κρατήσει ένα τέτοιο μυστικό – ή οποιοδήποτε μυστικό, ανεξαιρέτως. Είχε εμφανιστεί με μία από τις μεταμφιέσεις της και είχε προσλάβει Γαλλίδες υπηρέτριες από κάποιο πρακτορείο που γνώριζε και εμπιστευόταν. Αυτοί ήταν οι παρατρεχάμενοι που την περιποιούνταν στο ξενοδοχείο της. Την κατάλληλη ώρα, η Έκδοση θα εξηγούσε τις συνθήκες κάτω από τις οποίες είχε φύγει από τη Γαλλία. Ο Λόνγκμορ δεν είχε καμία αμφιβολία πως θα ήταν μία ανατριχιαστική ιστορία προδοσίας με μία βασανιστική διαφυγή από τους Εχθρούς μέσα στο σκοτάδι.
274
LORETTA CHASE
Κούνησε το κεφάλι του. «Ωστόσο, μου είναι ακόμη δύσκολο να το χωνέψω. Οι ίδιοι άντρες που σε χάζευαν από το θεωρείο του Γουάιτ να συναγωνίζονται τώρα στα Γαλλικά για το ποιος είναι ο πιο έξυπνος κι ο πιο γοητευτικός.» «Επειδή όλα είχαν στηθεί τόσο καλά» του είπε. «Το μόνο που θέλαμε ήταν να προσποιηθείτε εσύ και η λαίδη Κλάρα πως δεν με αναγνωρίζετε.» «Πρόσεξα πως η Κλάρα κατάφερε να το κάνει χωρίς να χρησιμοποιήσει κάποιο τρανταχτό ψέμα.» Όμως, η Κλάρα είχε πάρει μονάχα ένα μικρό ρόλο στο έργο. Η Σοφί ήταν η πρωταγωνίστρια. Ήταν αυτή που έπρεπε να υιοθετήσει μία άλλη ταυτότητα, έχοντας όλα τα βλέμματα μέσα στο θέατρο καρφωμένα πάνω της. Το είχε κατορθώσει με τόση ικανότητα και αυτοπεποίθηση, που του έκοψε την ανάσα. Έδειχνε τελείως χαλαρή, κι ο Λόνγκμορ είχε σκεφτεί, Βρίσκεται στο στοιχείο της. «Έπαιξες το ρόλο σου εξαιρετικά» του είπε. «Τόσο καλά, που σχεδόν με υποσκέλισες. Ακόμη να ξεπεράσω την έκπληξη για τα άψογα Γαλλικά σου.» Ανασήκωσε τους ώμους του. «Έτσι κέρδισα μερικά κολακευτικά σχόλια από τον Άντερλι. Είχε το θράσος μέχρι και να με συγχαρεί για τη γροθιά μου – και να πει ότι του άξιζε.» «Θα έλεγε οτιδήποτε» του είπε η Σοφί. «Έχει μπει σε μεγάλους μπελάδες.» Αυτό ήταν ένα από τα πολλά θέματα που απασχολούσαν τον Λόνγκμορ. «Και θα κάνει οτιδήποτε» είπε. «Θυμήσου το αυτό. Να θυμάσαι ακόμα πως δεν είναι χαζός. Καλά θα κάνεις να φυλάγεσαι.» Η Σοφί μαγκώθηκε. «Δεν μπορώ να το πιστέψω πως εσύ δίνεις σε εμένα συμβουλές. Ξέχασες τη μέρα που πήγαμε στης Κακόγουστης;» «Δεν είναι το ίδιο.» «Το ίδιο είναι. Προσποιούμαι πως είμαι κάποια που δεν είμαι. Συνέχεια το κάνω αυτό. Προσποιούμαι πως δεν θέλω να
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
275
χαστουκίσω μία πελάτισσα. Προσποιούμαι πως δεν είναι ηλίθια. Προσποιούμαι πως μου αρέσει να αλλάζω μία κορδέλα δεκατέσσερις φορές, επειδή αυτή δεν ξέρει τι θέλει ή τι της αρέσει αν δεν της πουν καμιά τριανταριά φίλες της τη γνώμη τους.» «Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με πελάτισσες σε μαγαζί» της θύμισε. «Το ξέρω πολύ καλά αυτό. Ξέχασες ποιανού ιδέα ήταν; Ξέχασες πως εσύ ο ίδιος είπες ότι ήταν ένα τέλειο σχέδιο;» «Ήσουν ολόγυμνη όταν μου το είπες. Εκείνην τη στιγμή οποιοδήποτε σχέδιο θα μου φαινόταν τέλειο.» «Καλά, λοιπόν. Έπρεπε κάπως να σου σφηνωθεί στο κεφάλι.» «Όχι καλά. Αυτό έγινε πριν μας φανερώσει ο Κλίβντον όλες αυτές τις ανησυχητικές λεπτομέρειες για τον Άντερλι.» Ενώ εκείνοι έψαχναν να βρουν την Κλάρα, ο Κλίβντον έκανε τη δική του έρευνα. Είχε μάθει πως τα χρέη του λόρδου Άντερλι ήταν πολύ μεγαλύτερα από όσο έλεγαν οι φήμες, οι οποίες διέδιδαν ήδη ένα αστρονομικό ποσό. Ήταν τόσο πολύ χρεωμένος, που πολλοί από τους πιστωτές του τον είχαν υπό στενή επιτήρηση. Δεν θα ήταν ο πρώτος αριστοκράτης που θα αποφάσιζε να αγνοήσει τις υποχρεώσεις του και να φύγει για την Ευρώπη. «Έχει μπλέξει με μερικούς ύποπτους τοκογλύφους» είπε η Σοφί, κουνώντας περιφρονητικά το χέρι της. «Έχω μάθει γι’ αυτούς.» «Οι μέθοδοί τους δεν είναι πάντα έντιμες» είπε ο Λόνγκμορ. «Ξέρω πώς είναι.» «Δεν είναι άκακοι νταήδες σαν αυτούς που έχει προσλάβει η Κακόγουστη.» Η Σοφί ξεφύσησε. «Σ’ το είπα: Ξέρω. Δεν έχεις ιδέα με ποιους είχαμε να κάνουμε στο Παρίσι.» «Όχι, δεν έχω» συμφώνησε. «Γίνεται όλο και πιο προφανές το πόσο λίγα γνωρίζω για σένα.»
276
LORETTA CHASE
…εκτός από το ότι έχει ένα τέλειο στήθος και εκπληκτικά οπίσθια, και όταν κάνει έρωτα είναι απολύτως ειλικρινής. …και το ότι εκείνος αφιερώνει πολύ χρόνο ψάχνοντας να βρει έναν τρόπο για να την ξαναρίξει στο κρεβάτι του. «Θα πρέπει να αφήσουμε για κάποια άλλη φορά τις εξομολογήσεις» του είπε. «Έρχονται.» Σήκωσε το κεφάλι. Η άμαξα του Άντερλι πλησίαζε. «Αυτό που θέλω από σένα είναι να μην έχεις τόσο μεγάλη αυτοπεποίθηση» της είπε. «Δεν θέλω να μπλέξεις σε μπελάδες.» «Δεν ξέρεις για τι είμαι ικανή. Δεν μοιάζω με την αδερφή σου. Ποτέ δεν είχα κάποιον να με προστατεύει. Δεν φαντάζεσαι τι μπορεί να αντιμετωπίσεις για να αποκτήσεις ένα πετυχημένο μαγαζί. Πάψε να χολοσκάς για τους πιστωτές και τους τοκογλύφους του Άντερλι, και άφησέ το πάνω μου. Θα πρέπει να πιστέψεις πως ξέρω τι κάνω, έτσι ώστε να μπορέσεις να συγκεντρωθείς στο δικό σου ρόλο. Πρέπει να είσαι ο Λόνγκμορ που φλερτάρει με τη μαντάμ ντε Βεϊγιόν. Κοίταξέ με. Τώρα είμαι η μαντάμ.» Και μεταμορφώθηκε. Του φαινόταν σαν θαύμα καθώς την παρακολουθούσε. Ενώ πλησίαζε η άλλη άμαξα, η συμπεριφορά της άλλαξε εντελώς: η στάση του κορμιού της και ο τρόπος που κινείτο, ακόμα και το πρόσωπό της δεν φαινόταν εντελώς ίδιο. Όλο αυτό συνέβη με ένα δυσδιάκριτο τρόπο που δεν μπορούσε κανείς να τον περιγράψει με λόγια. Αντιθέτως με το ρόλο της εξαδέλφης Γκλάντις, αυτήν τη φορά δεν είχε μεταμφιεστεί. Δεν υπήρχαν χρωματιστά γυαλιά για να ξεθωριάσουν το λαμπερό μπλε των ματιών της, ούτε τεχνητές ατέλειες που θα κατέστρεφαν το τέλειο δέρμα της, και καθόλου ενοχλητικά μείγματα που θα θάμπωναν το χρυσό των μαλλιών της. Ήταν ντυμένη πιο ακριβά και υπερβολικά απ’ ό,τι συνήθως –και αυτό δεν ήταν μικρό κατόρθωμα–, όμως το πρόσωπό της ήταν εκτεθειμένο.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
277
Και παρ’ όλα αυτά, είχε γίνει κάποια άλλη, λες και είχε εκατοντάδες πρόσωπα στη διάθεσή της. Μπορούσε να γίνει ένα εντελώς διαφορετικό άτομο τόσο εύκολα, όσο εύκολα μια άλλη γυναίκα θα άλλαζε καπέλα. Από κάποια άποψη, μέσα από τη δυνατή προσωπικότητα που είχε δημιουργήσει, έκανε τον κόσμο να πιστεύει την αυταπάτη που είχε κατασκευάσει. Ωστόσο είχε δίκιο, τουλάχιστον εν μέρει: Ο Λόνγκμορ έπρεπε να σταματήσει να σκέφτεται την υπέροχη και αινιγματική Σοφία Νουαρό και να συγκεντρωθεί στη γοητεία της μαντάμ ντε Βεϊγιόν. Είχε μπει μέσα στο πάρκο από την Πύλη Κάμπερλαντ που βρισκόταν στη βορειότερη γωνία του κήπου, ούτως ώστε να πέσει «τυχαία» πάνω στο άλλο ζευγάρι. Τα περισσότερα μέλη της Υψηλής Κοινωνίας του Λονδίνου έμπαιναν συνήθως στο Χάιντ Παρκ προκαλώντας μεγάλο συνωστισμό στη νοτιοανατολική πλευρά του πάρκου. Στόχος του Λόνγκμορ και της συνοδού του ήταν να αφήσουν να φανεί πως έφευγαν τη στιγμή που θα γινόταν η συνάντηση. Όντας στην ίδια ευθεία, οι δύο άμαξες σταμάτησαν, και ο Λόνγκμορ έκανε τις συστάσεις. Η Κλάρα επέδειξε γυναικεία περιέργεια για τη μαντάμ στο βαθμό ακριβώς που έπρεπε. Ο Άντερλι ακολούθησε το αντρικό μοντέλο: προσπάθησε όσο πιο διακριτικά γινόταν να ζυγιάσει τις αρετές της μαντάμ που κρύβονταν κάτω από την μπέρτα και τα φουσκωτά μανίκια του πρωινού φουστανιού της. Αλλά, φυσικά, για τον Λόνγκμορ ήταν εμφανές, όπως θα ήταν και για οποιονδήποτε άλλον άντρα, πως ο Άντερλι είχε διακρίνει την υπέροχη σιλουέτα της και είχε μείνει να τη χαζεύει περισσότερο από όσο χρειαζόταν. Έκανε μια γενναία προσπάθεια να κρύψει το ενδιαφέρον του –αυτό έπρεπε να του το αναγνωρίσουν–, όμως η μαντάμ έκλεψε την προσοχή του. Ήταν το δύσμοιρο ψάρι που κολυμπούσε μέσα στα δίχτυα
278
LORETTA CHASE
της χωρίς να έχει συνειδητοποιήσει πως είχε ήδη πιαστεί. Το προηγούμενο βράδυ ο Λόνγκμορ την είχε δει να σαγηνεύει και τους φίλους του. Σήμερα το απόγευμα την παρακολουθούσε να ρίχνει ανύποπτα το δόλωμα: μία λοξή ματιά προς τον Άντερλι, μία ελαφριά κλίση του κεφαλιού της, κάποια χειρονομία, ένα φευγαλέο χαμόγελο. Μέσα σε πέντε λεπτά τον είχε παγιδεύσει. Μία λάμψη όλο νόημα φώτισε τα μάτια του Άντερλι, και ένας σιωπηλός διάλογος άρχισε ανάμεσά τους – και ο Λόνγκμορ άρχισε να έχει πονοκέφαλο από τη μεγάλη προσπάθεια που κατέβαλε να προσποιηθεί πως δεν τους είχε προσέξει. Όλο αυτό το διάστημα, η μαντάμ μιλούσε κυρίως με την Κλάρα. Έδειχνε πως διψούσε να κερδίσει την επιδοκιμασία της νεαρής κοπέλας. Και όλη αυτή την ώρα, η Κλάρα άκουγε τα σπαστά Αγγλικά της μαντάμ με εντελώς σοβαρή έκφραση, δείχνοντας πως δεν είχε πάρει είδηση τη σιωπηλή επικοινωνία που διαδραματιζόταν στο παρασκήνιο. «Είμαι πολύ… Ω, ποια είναι η λέξη που θέλω;» Η μαντάμ συνοφρυώθηκε χαριτωμένα. «Να τρέχεις πολύ. Α, μπροστά. Είμαι πολύ μπροστά, ναι; Πολύ τολμηρή.» «Κάθε άλλο» είπε ο Άντερλι, ο ιππότης. Ξιπασμένο, ύπουλο κάθαρμα. Η μαντάμ προσποιήθηκε πως δεν τον πρόσεξε, έχοντας φαινομενικά στραμμένη όλη την προσοχή της στην Κλάρα. «Αλλά, λαίδη μου, αυτό θέλω. Ποιος ξέρει τι θα έρθει; Σήμερα είμαστε ευχαριστημένοι, τόσο ευτυχισμένοι. Την άλλη μέρα, αυτός που αγαπάμε τόσο πολύ –πουφ!– έχει φύγει. Αυτό ήρθε στη ζωή μου. Τη μία μέρα όλα ήταν χαρά και ησυχία. Τη μέρα που ακολούθησε, όλα έγιναν αναστάτωση. Mon epoux*, πέθανε. Έπειτα, το Παρίσι τρελάθηκε. Ποιος μπορεί να πει τι θα έρθει;» «Σίγουρα όχι εγώ» είπε ο Λόνγκμορ. * Ο σύζυγός μου. (Σ.τ.Ε.)
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
279
«Ο χρόνος, αυτός φεύγει μακριά μας. Δεν μπορεί κανείς να τον παρακολουθήσει.» Έκλεισε τα μάτια. «Αυτή η λέξη δεν είναι σωστή.» «Η λέξη που ψάχνετε, μαντάμ, είναι περιμένει» της είπε ο Λόνγκμορ. Είχε μάθει το κόλπο της να μπερδεύει τις λέξεις με άλλες που είχαν παραπλήσια σημασία. Απαιτώ όταν ήθελε να πει ζητώ. Διαδέχομαι αντί για ακολουθώ. «Πιστεύω πως αυτό θέλατε να πείτε, επειδή ο χρόνος δεν μας περιμένει, κι εσείς δεν θέλετε να περιμένετε για πολύ.» «Είναι τόσο αλήθεια» είπε η μαντάμ. «Βιάζομαι. Καλή μου λαίδη Κλάρα –la très belle sœur* του λόρδου Λούνμουρ–, επιτρέψτε να γνωριστούμε η μία με την άλλη. Ας συναντηθούμε ξανά.» Έριξε μια φευγαλέα ματιά προς το μέρος του Άντερλι. «Αύριο, ναι; Θα πάμε στην έκθεση ζωγραφικής στο… Ποιο είναι το μέρος, λόρδε Λούν-μουρ;» «Στο Βρετανικό Ινστιτούτο» είπε εκείνος. «Αυτό το μέρος» είπε η μαντάμ. «Έπεισα το λόρδο Λούν-μουρ να με συνοδέψει για να βλέπουμε την τέχνη.» «Ω, ναι, πολύ θα το ήθελα» είπε η Κλάρα. Δεν ξέσπασε σε νευρικά γέλια, ούτε ανέφερε πόσες φορές ο αδερφός της είχε πει πως προτιμούσε να του βγάλουν τα μάτια με καυτό σίδερο παρά να στριμωχτεί μέσα στον κόσμο και να χαζεύει πίνακες, κάνοντας βαρύγδουπα και, αναπόφευκτα, λάθος σχόλια γι’ αυτούς. Συγκρατήθηκε και γύρισε προς τον Άντερλι, κοιτώντας τον καλοπροαίρετα. «Αλλά ίσως εσύ να το βρίσκεις βαρετό, Άντερλι. Αν είναι έτσι, δεν χρειάζεται να βάλεις σε δοκιμασία την υπομονή σου. Ο αδερφός μου μπορεί μια χαρά να συνοδέψει δύο κυρίες. Μπορεί να δανειστεί τη μεγάλη άμαξα του μπαμπά.» «Στο λόρδο δεν του αρέσει να παρατηρεί τους πίνακες;» * Πολύ όμορφη αδερφή. (Σ.τ.Ε.)
280
LORETTA CHASE
ρώτησε η μαντάμ, κοιτώντας τον Άντερλι με σουφρωμένα χείλη. «Με τη συντροφιά δύο τόσο όμορφων και γοητευτικών κυριών, θα μου άρεσε να κοιτάζω ακόμα και τις πλάκες του δρόμου» είπε ο Άντερλι. Αποκλειστικό στην Πρωινή Έκδοση του Φοξ Παρασκευή 12 Ιουνίου Περίεργη Σύμπτωση; Μία ενδιαφέρουσα πληροφορία τράβηξε την προσοχή του γράφοντος. Μάθαμε προσφάτως πως, λίγες μέρες πριν από τον εορτασμό των γενεθλίων του Βασιλιά την 28η Μαΐου, σε κάποιο συγκεκριμένο τζέντλεμαν διάφορες επιχειρήσεις αρνήθηκαν περαιτέρω πίστωση καθώς έχει υψηλές καθυστερούμενες οφειλές. Όπως γνωρίζουμε όλοι, πολλοί από τους ράφτες, τους προμηθευτές επίπλων, τους κρασέμπορους, τους καπνοπώλες, τους υποδηματοποιούς και λοιπούς επιχειρηματίες βρίσκονται συχνά υποχρεωμένοι να περιμένουν μήνες, κάποιες φορές και χρόνια, ώστε να τακτοποιήσουν οι πελάτες τους τούς λογαριασμούς τους. Η Μεγαλειότητά του, πριν πεθάνει, όπως όλοι θυμούνται, άφησε χρέη που ανέρχονται σε πολλές δεκάδες χιλιάδες λίρες. Σε ποιο έσχατο σημείο μπορεί να έχει οδηγηθεί ένας έμπορος ώστε να αρνείται περαιτέρω πίστωση σε έναν από τους άρχοντες πελάτες του, μπορούμε μόνο να εικάσουμε. Ίσως δεν χρειάζεται να βασανίσουμε το μυαλό μας τόσο πολύ σχετικά με τη σχέση που μπορεί να υπάρχει ανάμεσα σε αυτή την αλλαγή αντιμετώπισης και στην αιτία που οδηγήθηκε ο συγκεκριμένος λόρδος σε ένα βιαστικό αρραβώνα, αφού εξέθεσε μία γνωστή λαίδη. Όπως όλοι γνωρίζουν, η λαίδη συνοδεύεται από μία τεράστια προίκα που αγγίζει τις εκατό χιλιάδες λίρες.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
281
Το ίδιο απόγευμα Στο Βρετανικό Ινστιτούτο γινόταν η ετήσια καλοκαιρινή έκθεση των παλιών δασκάλων, που πρόβαλλε πίνακες από τις συλλογές όλων των σπουδαίων προσωπικοτήτων, από τη Μεγαλειότητά του μέχρι διάφορους δούκες, μαρκησίες, λόρδους, λαίδες και σερ. Ελάχιστοι προνομιούχοι είχαν παρακολουθήσει μία ιδιωτική επίδειξη το προηγούμενο Σάββατο. Τη Δευτέρα, η έκθεση είχε ανοίξει για το κοινό. Παρά την αποστροφή του για το σπουδαιοφανή λαουτζίκο που συνωστιζόταν γύρω από τα έργα τέχνης, ο λόρδος Λόνγκμορ μάλλον βρήκε ένα κάποιο ενδιαφέρον στους πίνακες που αναπαριστούσαν σκηνές από μάχες και αποκρουστικούς θανάτους. Δεν είχε καλή διάθεση. Λίγη ώρα μετά την άφιξή τους, ο Άντερλι και η μαντάμ είχαν αρχίσει να μένουν πίσω από τον Λόνγκμορ και την αδερφή του. Τώρα βρίσκονταν έξω από το ακουστικό τους πεδίο, αλλά σε σημείο που τους έβλεπαν ακόμη. Ο Άντερλι στεκόταν πολύ κοντά στη μαντάμ καθώς συζητούσαν φαινομενικά για το νούμερο 53, «Γυναίκα Συλληφθείσα επί Μοιχεία» του Ρόκο Μαρκόνι. «Είδες την Έκδοση, υποθέτω» είπε η Κλάρα, αποσπώντας τον από μία μελαγχολικά ευχάριστη φαντασίωση, της οποίας το εντυπωσιακότερο σημείο ήταν η στιγμή που έσπαζαν όλα τα δόντια του Άντερλι. «Όπως και όλος ο κόσμος» απάντησε. «Ο Άντερλι έγινε έξω φρενών. Ζήσαμε άλλη μία σκηνή όταν ήρθε να με πάρει. Απειλούσε να κάνει μήνυση στον Φοξ για συκοφαντική δυσφήμηση. Προσποιήθηκα ότι τον συμμεριζόμουν, ωστόσο του επισήμανα πως μία εβδομάδα πριν από το γάμο μας δεν είναι ο κατάλληλος χρόνος για να μπλέξει σε νομικές αντιπαραθέσεις. Του είπα πως ο πατέρας λέει ότι είναι απίθανο να διώξουν ποινικώς τον Φοξ από τη στιγμή που δεν κατονομάζει κανέναν. Ο πατέρας τόνισε
282
LORETTA CHASE
πως αν ο προηγούμενος βασιλιάς δεν είχε σταθεί ικανός να συλλάβει όσους τον έμπλεκαν σε σκάνδαλα, ένα μηδενικό σαν τον Άντερλι δεν έχει καμία πιθανότητα επιτυχίας.» «“Ένα μηδενικό σαν τον Άντερλι”» επανέλαβε ο Λόνγκμορ. «Και του το είπες κατάμουτρα.» Τον κοίταξε αθώα. «Εγώ απλώς επανέλαβα αυτό που είπε ο πατέρας.» «Πολύ σκληρό από μέρους σου.» «Ναι. Φαντάζομαι πως θα λέει τα προβλήματά του στη μαντάμ.» Η Κλάρα τούς έριξε μια ματιά. «Δείχνει να τον συμπονά, δεν νομίζεις;» Η μαντάμ κοιτούσε τον Άντερλι και τον άκουγε με μεγάλη προσοχή, έχοντας το ένα της χέρι ακουμπισμένο στο κέντρο τού υπερβολικά σφιχτού κορσάζ της. «Πάει στράφι το ταλέντο της» είπε ο Λόνγκμορ. «Είναι πλασμένη για το θέατρο.» «Εκπλήσσομαι που μπορείς να τους κοιτάζεις έτσι ανέκφραστα» είπε η Κλάρα. «Είναι τόσο διασκεδαστική. Τόσο έξυπνη, κι ας δείχνει πως δεν έχει καθόλου μυαλό. Πραγματικά την αγαπάω.» «Ποια από τις δύο εννοείς;» «Και τις δύο» απάντησε η Κλάρα. Έφερε το βλέμμα της πίσω στον αδερφό της. «Εσύ δεν φαίνεσαι να το διασκεδάζεις.» «Δεν μπορώ» είπε. «Ο τύπος έχει μπει στα χωράφια μου. Έτσι λέει το σχέδιο. Υποτίθεται πως πρέπει να ρίχνω καχύποπτες ματιές προς το μέρος τους.» Αυτό είχε αποδειχτεί εξαιρετικά εύκολο. «Μετά, όταν εξαντληθεί η υπομονή μου, θα πρέπει να κάνω άγριο καβγά με τη μαντάμ.» «Τέλεια» είπε η Κλάρα. «Κι εκείνη θα τρέξει στην αγκαλιά του για παρηγοριά.» Αυτό θα έπρεπε να είναι πολύ αστείο. Δεν ήταν. «Ναι» είπε. «Αυτό είναι το σχέδιο.» Ξεκίνησε προς το μέρος τους.
Κεφάλαιο 14 Βρετανικό Ινστιτούτο. Όπως πλησιάζουν οι προσκυνητές έναν ιερό ναό, με ανάμεικτα αισθήματα λατρείας και φόβου, έτσι κι εμείς παρατηρούμε την καλοκαιρινή έκθεση με τα έργα των παλιών διδασκάλων του Βρετανικού Ινστιτούτου… Εδώ μέσα βρίσκονται 176 πίνακες… Και δεν υπάρχει ούτε ένας ανάμεσά τους που να μην τον ορέγονται σαν πολύτιμο πετράδι. –The Court Journal, Σάββατο 13 Ιουνίου 1835 Παρόλο που κανείς δεν θα πίστευε ότι ο Άντερλι θα μπορούσε να επιδείξει περισσότερη ξιπασιά, εκείνος το κατάφερε. Φόρεσε στα χείλη ένα προκλητικό χαμόγελο και, παύοντας να ψιθυρίζει στο αφτί της Γαλλίδας, σήκωσε αργά το κεφάλι του. «Λόρδε Λούν-μουρ, λαίδη Κλάρα» είπε η μαντάμ με ένα αθώο χαμόγελο. «Πάμε πολύ αργά σε σχέση με σας, νομίζω.» «Μη βιάζεστε» είπε ο Λόνγκμορ. «Οι πίνακες θα βρίσκονται εδώ για λίγο καιρό ακόμη. Απλώς απορήσαμε τι το τόσο συναρπαστικό βρήκατε σε αυτόν εδώ.» «Eh bien*, με κάνει να θυμάμαι κάτι άλλο, κι έτσι είπα στο λόρδο Άντ’λι ένα μικρό ανέκδοτο.» Κοκκίνισε. * Βασικά. (Σ.τ.Ε.)
284
LORETTA CHASE
Μα, στ’ αλήθεια κοκκίνισε. Ο Λόνγκμορ ήξερε πως διέθετε εκπληκτικές υποκριτικές ικανότητες. Τις είχε επιδείξει πολλές φορές. Ήξερε ότι μπορούσε να κλάψει επί παραγγελία. Μπορούσε ακόμα και να κάνει τα μάτια της να γεμίσουν με δάκρυα που δεν θα κυλούσαν ποτέ. Όμως, ποτέ δεν είχε ακούσει να κοκκινίζει κάποιος κατόπιν εντολής. «Πολύ θα ήθελα να το ακούσω κι εγώ» είπε. Ο Άντερλι κοίταξε την Κλάρα. «Φοβάμαι πως δεν είναι κατάλληλο για τα αφτιά μιας ανύπαντρης γυναίκας.» «Αλλά είναι εντελώς κατάλληλο για ένα μέλλοντα γαμπρό;» είπε η Κλάρα, ανασηκώνοντας τα φρύδια και ρίχνοντάς τους ένα παγερό βλέμμα. Ήταν μία έκφραση από εκείνες που είχε τελειοποιήσει η μητέρα τους. «Παρακαλώ, ma chère* –αγαπητή μου λαίδη–, μην το πάρετε σαν προσβολή» είπε η Γαλλίδα. «Είναι μόνο ένα άτακτο μικρό αστείο. Ο λόρδος Άντ-λι θα σας το πει όταν παντρευτείτε.» Η Κλάρα έστρεψε το παγωμένο βλέμμα της στον πίνακα. «Είναι ενδιαφέρον, δεν συμφωνείτε, το πόσο επονείδιστο αμάρτημα είναι η μοιχεία όταν τη διαπράττει γυναίκα. Αλλά για τους άντρες είναι κυριολεκτικά πηγή υπερηφάνειας. Νομίζω πως είναι ένας εξαιρετικός πίνακας, αλλά δεν είναι του γούστου μου.» Απομακρύνθηκε, με την πλάτη στητή και το κεφάλι ψηλά. Μετά από ένα στιγμιαίο δισταγμό, ο Άντερλι την ακολούθησε. «Αν ήμουν στη θέση σου, μαντάμ, θα είχα λίγο περισσότερο το νου μου» είπε ο Λόνγκμορ. «Κάποιοι ίσως να παρεξηγήσουν τη… εμ… φιλικότητά σου.» «Να έχω λίγο περισσότερο το νου μου;» ρώτησε. «Εσείς οι Άγγλοι. Τόσο στενόμυαλοι. Φλέρταρα λιγάκι. Πού είναι * Αγαπητή μου. (Σ.τ.Ε.)
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
285
το κακό; Είναι ένα προνόμιο των παντρεμένων γυναικών.» «Στις παρούσες συνθήκες, μπορεί να παρεξηγηθεί σαν κάτι περισσότερο από φλερτ.» Εκείνη κούνησε αδιάφορα το χέρι. «Η εγγλέζικη νοοτροπία είναι τόσο παράξενη. Εδώ, όλοι δίνουν προσοχή στις ανύπαντρες κοπέλες. Φλερτάρουν και χορεύουν, και όλοι οι άντρες τις κυνηγούν. Στη Γαλλία, αυτές οι ματμαζέλ κάθονται φρόνιμες με τους κηδεμόνες τους. Πρέπει να είναι ήσυχες και σεμνές, σαν καλόγριες. Οι παντρεμένες γυναίκες είναι που απολαμβάνουν το φλερτ και τις περιπετειούλες, αλλά πολύ διακριτικά.» «Δεν είσαι στη Γαλλία πια, μαντάμ.» «Δεν με εγκρίνεις, λόρδε; Βρίσκεις τους τρόπους μου όχι εγκάρδιους;» «Αντιθέτως, πιστεύω ότι είναι υπέρ του δέοντος εγκάρδιοι» της είπε. «Τότε, τι σημαίνει αυτό; Από ποια άποψη είμαι πολύ εγκάρδια; Επειδή κουβεντιάζω με το φίλο σου;» «Με το μέλλοντα σύζυγο της αδερφής μου» είπε ο Λόνγκμορ. «Και λοιπόν;» ρώτησε με ένα αδιάφορο γελάκι. «Φοβάσαι πως θα της τον πάρω; Και αν το κάνω αυτό, ίσως είναι καλύτερα για εκείνην. Αν ήμουν εγώ ένα κορίτσι αρραβωνιασμένο, δεν θα ήθελα έναν άντρα που πηγαίνει τόσο εύκολα σε μία άλλη γυναίκα. Και αυτό να συμβαίνει λίγες μόνο μέρες πριν από το γάμο! Α, καλά. Ίσως να της κάνω μεγάλη χάρη.» Η φωνή της Κλάρα –όχι πολύ δυνατή για να είναι ευδιάκριτη, αλλά αψιά για να φανερώσει τη δυσαρέσκειά της– τράβηξε την προσοχή τους. Ό,τι κι αν ήταν αυτό που έλεγε, έκανε τον Άντερλι να στέκεται πολύ σφιγμένος. Ένα μουντό κόκκινο χρώμα σκέπασε την ανοιχτόχρωμη επιδερμίδα του, και τώρα δεν φαινόταν τόσο αγγελικός και ποιητικός.
286
LORETTA CHASE
«Αλλά να, βλέπεις;» είπε η Γαλλίδα. «Ήδη μαλώνουν.» «Έτσι φαίνεται.» Η Κλάρα έκανε χειρονομίες και είχε το πιγούνι της υψωμένο. Άρχισε να απομακρύνεται από τον Άντερλι, εκπέμποντας γύρω της θυμό. Εκείνος έτρεξε πίσω της. Εξαφανίστηκαν και οι δύο πίσω από μία πόρτα. «Δεν είναι έξυπνο να του κάνει σκηνή ζηλοτυπίας» είπε η Γαλλίδα. «Τον κάνει να θυμώνει. Τόσο κοντά στο γάμο, είναι ανόητο. Έτσι μπορεί να διώξεις τον άντρα από κοντά σου.» Κούνησε αποδοκιμαστικά το κεφάλι. «Ίσως να είναι ο ίδιος πολύ πρόθυμος να φύγει» είπε ο Λόνγκμορ. Γέλασε πάλι, με εκείνο το χαρακτηριστικό γαλλικό γέλιο, και ύστερα ανασήκωσε τους ώμους, πάλι με τον ίδιο χαρακτηριστικό τρόπο. «C’ est la vie*. Αυτό που χάνει ο ένας, το κερδίζει κάποιος άλλος, ναι;» Αν δεν ήξερε –αν δεν θύμιζε στον εαυτό του πως ήξερε–, θα σκεφτόταν πως είχε να κάνει με μία τυχοδιώκτρια, έμπειρη με τους άντρες, έμπειρη με τον κόσμο όλον. Θα πίστευε πως είχε μια στρατιά από εραστές. Όμως, όχι – μονάχα εμένα. Το ήξερε αυτό. Ήξερε πως ήταν ο πρώτος. Και ίσως αυτό να ήταν το πρόβλημα. Μήπως είχε δημιουργήσει ένα τέρας; Μήπως… Για όνομα του Θεού, τι σκεφτόταν; Σκεφτόταν όπως η Σοφί. Ο υπάλληλος που εμφανίστηκε δίπλα του τον τράβηξε από τις παράλογες σκέψεις του. «Με συγχωρείτε, λόρδε μου» είπε ο άντρας «αλλά ο λόρδος Άντερλι μού ζήτησε να μεταφέρω τη θλίψη του στην κυρία και σε σας. Μου ανέθεσε να σας πω ότι η δεσποσύνη της, η αδερφή σας, είναι αδιάθετη, και εξέφρασε την επιθυμία να επιστρέψει στο σπίτι.» * Έτσι είναι η ζωή. (Σ.τ.Ε.)
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
287
Ο Λόνγκμορ κοίταξε γύρω του. Η λογομαχία του με τη Γαλλίδα, παρόλο που ήταν διακριτική, είχε τραβήξει την προσοχή κάποιων. Η παράσταση δεν τελείωσε, τους είπε βουβά. Η μαντάμ κουνούσε το κεφάλι. «Δεν ταιριάζουν» είπε. «Αμέσως το κατάλαβα.» «Το είδες, αλήθεια;» είπε ο Λόνγκμορ. «Και σε ποια νομίζεις ότι θα ταίριαζε καλύτερα;» Τον κοίταξε με μισόκλειστα μάτια. «Είναι παράξενο, λόρδε Λούν-μουρ, αλλά κι εγώ ανακάλυψα πως δεν είμαι τόσο καλά. Είναι ο αέρας εδώ μέσα, πιστεύω. Με βαραίνει. Ή ίσως να φταίει η παρέα. Νομίζω πως προτιμώ να γυρίσω στο ξενοδοχείο μου.» Αποκλειστικό στην Πρωινή Έκδοση του Φοξ Σάββατο 13 Ιουνίου Η ετήσια καλοκαιρινή έκθεση του Βρετανικού Ινστιτούτου προσέλκυσε ένα μεγάλο αριθμό διακεκριμένων επισκεπτών. Εκείνοι που παρευρέθηκαν χθες, ωστόσο, ίσως να παρατήρησαν, εκτός από τα εκθέματα, το δράμα που ξετυλιγόταν κάτω από τους πίνακες. Την εμφάνισή του έκανε ένα προσφάτως αρραβωνιασμένο ζευγάρι, το οποίο έχει αναφερθεί και κατά το παρελθόν στις σελίδες μας. Μαζί του ήταν και ο αδερφός της λαίδης, καθώς και η Γαλλίδα κυρία που έχει συνοδέψει η εξοχότητά του πολλές φορές από τότε που εκείνη αφίχθη στο Λονδίνο. Με λύπη μας σας γνωστοποιούμε πως ανάμεσα στα ζευγάρια εκδηλώθηκε διαμάχη. Εμείς δεν θα πούμε πως δημιουργήθηκαν σκηνές ζηλοτυπίας, όμως κάποιοι επισκέπτες ίσως πρόσεξαν μια κάποια ψυχρή ατμόσφαιρα ανάμεσα στις δύο γυναίκες πριν από την πρόωρη – και χωριστή– αναχώρησή τους. Η παγωνιά στην ατμόσφαιρα ίσως να ήταν αποτέλεσμα της ιδιαίτερης προσοχής που έδειξε
288
LORETTA CHASE
ο ένας από τους κύριους στη συνοδό του μέλλοντος γαμπρού του απ’ ό,τι στη λαίδη που πρόκειται να παντρευτεί εντός ολίγων ημερών. Θα ήμασταν ασυνεπείς αν δεν προσθέταμε πως τη στιγμή που αποχώρησε ο μέλλων γαμπρός, δεν ήταν η μνηστή του εκείνη που τον κοιτούσε μαραζωμένη.
Οίκος Νουαρό Σάββατο απόγευμα «Όχι» είπε ο Λόνγκμορ. Τσαλάκωσε το σημείωμα και το πέταξε στο άδειο τζάκι. «Δεν ζητούσα την άδειά σου» είπε η Σοφί. Βρίσκονταν στο δωμάτιο του δεύτερου ορόφου όπου, όπως είχε ανακαλύψει ο Λόνγκμορ, οι αδερφές δούλευαν σύμφωνα με τα προσωπικά τους ταλέντα. Εδώ η δούκισσα του Κλίβντον σχεδίαζε τις πληθωρικές δημιουργίες της. Εδώ ήταν που η δεσποινίς Λιόνι μοχθούσε πάνω από τα λογιστικά βιβλία της. Και εδώ η δεσποινίς Σοφία συνέτασσε τα δράματά της για την Έκδοση και σκάρωνε σχέδια για να διατηρήσει την εκτίμηση της Υψηλής Κοινωνίας για τον Οίκο Νουαρό. Ο Λόνγκμορ την είχε βρει να δουλεύει σκληρά. Στα δάχτυλά της είχε μελάνι, και μια πιτσιλιά στο μάγουλο. Μία χρυσαφένια μπούκλα είχε ξεφύγει από την καρφίτσα της και κρεμόταν πάνω από το αριστερό της φρύδι. «Έχεις μελάνια στο πρόσωπό σου» της είπε. «Μην αλλάζεις θέμα. Αυτή η πρόσκληση είναι τέλεια.» «Είναι η τέλεια ευκαιρία για να βρεθείς σε μπελάδες.» Σύμφωνα με το σημείωμα που είχε πετάξει ο Λόνγκμορ, ο λόρδος Άντερλι επιθυμούσε τη συμβουλή της μαντάμ για κάποιο προσωπικό του θέμα. Θα του έκανε την τιμή να δειπνήσει μαζί του απόψε στο Ξενοδοχείο Μπράνσγουικ; «Όχι, μας απάλλαξε από τον κόπο» του είπε. «Τώρα μπορείς να παραβιάσεις το σπίτι του.»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
289
Την κοίταξε έντονα. «Μήπως σου θόλωσαν το μυαλό οι αναθυμιάσεις από το μελάνι;» τη ρώτησε. «Δεν ανέφερες ποτέ κάτι για παραβίαση σπιτιού. Γιατί, στην ευχή, θα πρέπει να κάνω κάτι τέτοιο;» «Για να βρεις ενοχοποιητικά στοιχεία.» «Δεν βρήκες ήδη αρκετά; Δεν φτάνουν τα ραπόρτα του Φένγουικ και των αμέτρητων εγκληματιών που κάνει παρέα; Τα κουτσομπολιά που έμαθε ο Κλίβντον από τις λέσχες και τις θείες του; Οι ιδιωτικές οικονομικές αναφορές, που μονάχα η δεσποινίς Λιόνι ξέρει πώς βρήκε. Τι περισσότερο θέλεις;» «Γράμματα από γιατρούς που παρακολουθούν τη γυναίκα του, την οποία έχει κλείσει σε κάποιο τρελοκομείο παρά τη θέλησή της» του είπε. «Τι πράγμα;» «Θα ήταν χρήσιμο να μάθουμε πως έχει ήδη μία σύζυγο» είπε η Σοφί. «Είναι προτιμότερο να είναι καλά και να ζει στην Ιρλανδία, αλλά και τρελή μάς κάνει.» «Θα ήταν πολύ χρήσιμο κάτι τέτοιο» είπε. «Αλλά είναι πολύ απίθανο. Αυτού του είδους τα πράγματα συμβαίνουν σε μυθιστορήματα τρόμου – η τρελή γυναίκα στη σοφίτα… ο από καιρό χαμένος νόμιμος κληρονόμος που είναι φυλακισμένος στο υπόγειο επί είκοσι χρόνια. Στη δική μας περίπτωση είναι απίθανο, λυπάμαι που το λέω.» «Χρειαζόμαστε κάτι πολύ δραστικό» του είπε. «Δεν λέει τίποτα στον κόσμο αν ένας ευπατρίδης είναι βουτηγμένος μέχρι τα αφτιά στα χρέη, αν χαρτοπαίζει ή αν κυνηγάει γυναίκες. Δεν είναι αρκετό για να εξουδετερώσει το σοβαρό έγκλημα της λαίδης Κλάρα να τον αφήσει να τη φιλήσει με όχι αδερφικό τρόπο και να της αναστατώσει τα ρούχα.» «Τι έγινε με το τελευταίο κομμάτι της Πρωινής Έκδοσης που αναφερόταν στους πιστωτές και στην περίεργη σύμπτωση;» τη ρώτησε. «Μου ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι. Σίγουρα θα μπήκε στη δυσμένεια κάποιων πολύ σχολαστικών.» Δεν
290
LORETTA CHASE
γνώριζε αυτή την ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια μέχρι που δημοσιεύτηκε στη σκανδαλοθηρική φυλλάδα. «Ήταν πολύ καλό, όμως θα ήθελα κάτι πιο αποτελεσματικό» του είπε. «Επιστολές από τους πιστωτές ή τους τοκογλύφους. Ενδιαφέρουσες υποσχέσεις του τύπου, “Καλύτερα να παντρευτείς γρήγορα, λόρδε μου, αλλιώς να περιμένεις σοβαρή σωματική βλάβη”. Τέτοιου είδους πράγματα.» Χρειάστηκε λίγη ώρα μέχρι να ηρεμήσει το μυαλό του αρκετά ώστε να μελετήσει αυτά που του έλεγε. Είχε τον τρόπο της να παρασέρνει τον άλλον στην παράσταση που έστηνε το άοκνο μυαλό της. Ταξινόμησε γρήγορα τα θέματα πριν της απαντήσει. «Σοφί, ποιος βλάκας θα αναλωνόταν να γράψει κάτι τέτοιο; Και τι σόι ανεγκέφαλος θα ήταν αυτός που θα το πραγματοποιούσε;» «Θα έμενες εμβρόντητος» του είπε. «Οι περισσότεροι εγκληματικοί τύποι δεν διαθέτουν πολύ μεγάλο εγκέφαλο. Έχουν μυαλουδάκια μικρά σαν του σκίουρου και δεν σκέφτονται τίποτε άλλο παρά καρύδια, καρύδια, καρύδια και πώς θα αποκτήσουν περισσότερα. Ο απαίσιος τοκογλύφος, για παράδειγμα, δεν χρειάζεται να είναι ιδιοφυΐα στα Οικονομικά. Πρέπει απλώς να είναι καλός στο να συσσωρεύει στοίβες από καρύδια. Ρώτα τη Λιόνι. Βέβαια, εκείνη είναι σωστό δαιμόνιο στα Οικονομικά. Αλλά οι περισσότεροι από αυτούς…» «Σοφί.» «Ούτε και ο Άντερλι είναι ιδιαίτερα έξυπνος» είπε. «Ούτε κι εγώ. Όμως, είμαι ικανότατος να ξελογιάσω μια γυναίκα αν το βάλω στο μυαλό μου, κι αυτός…» «Εσύ είσαι πολύ πιο έξυπνος από αυτόν» του είπε. «Δεν μπορώ να πιστέψω πως είναι τόσο ηλίθιος ώστε να καλέσει μια γυναίκα για να δειπνήσει μαζί του λίγες μόνο μέρες πριν από το γάμο του. Και να την καλέσει σε ένα ξενοδοχείο που όχι μόνο δεν το αντέχει η τσέπη του, αλλά που θα μπορούσε ο οποιοσδήποτε να τον αναγνωρίσει. Καταλαβαίνω πολύ
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
291
καλά το πώς έμπλεξε με τόσο εξωφρενικά χρέη. Είναι από εκείνους τους άντρες που υποθέτουν ότι όλα θα εξελιχθούν ευνοϊκά για το δικό τους όφελος. Η επόμενη ζαριά, το επόμενο μοίρασμα της τράπουλας. Κοντολογίς, είναι ένας βλάκας, και δεν έχει την παραμικρή ελπίδα να με ξελογιάσει. Εγώ τον ξελογιάζω, θυμάσαι;» «Όχι. Ποτέ δεν συμφώνησα να ξελογιάσεις τον οποιονδήποτε.» Τον πλησίασε, χαμογελώντας, και τον έπιασε από το πέτο. «Άκουσέ με» του είπε, κοιτώντας τον με τα λαμπερά μπλε μάτια της. «Όχι. Λες παλαβομάρες.» «Εγώ δεν είμαι η Κλάρα. Μπορώ να προστατέψω τον εαυτό μου.» «Όχι πάντα.» «Πάντα» του είπε. «Και σίγουρα μπορώ στη συγκεκριμένη περίπτωση. Ο Άντερλι κινδυνεύει πολύ περισσότερο από μένα απ’ ό,τι κινδυνεύω εγώ από αυτόν. Θα δειπνήσω μαζί του, όπως μου ζήτησε, στο Μπράνσγουικ. Θα τον κρατήσω εκεί το λιγότερο δύο ώρες. Έτσι θα έχεις άφθονο χρόνο για να ψάξεις το σπίτι του. Δεν είναι και μεγάλο.» Όχι, δεν ήταν. Ο Άντερλι είχε αναγκαστεί να ξεπουλήσει το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του. Όσα δεν μπόρεσε να πουλήσει, τα είχε υποθηκεύσει. Η οικογενειακή περιουσία είχε πάει σε ένα στρατιωτικό και στην οικογένειά του. Τώρα, ο Άντερλι νοίκιαζε ένα μικρό σπιτάκι κοντά στη Λέστερ Σκουέαρ. «Είναι ιδιωτική κατοικία» είπε ο Λόνγκμορ. «Με υπηρετικό προσωπικό, παρόλο που όλοι αναρωτιούνται πώς τους πληρώνει. Η πορεία μου στη ζωή δεν ήταν και η πιο ευυπόληπτη, όπως ξέρεις, αλλά ένα πράγμα που δεν έχω κάνει ποτέ είναι να παραβιάσω το σπίτι ενός κύριου.» «Δεν διαφέρει πολύ από το να παραβιάσεις την απαγόρευση κυκλοφορίας που ορίζει το σχολείο. Ή να τρυπώ-
292
LORETTA CHASE
σεις κρυφά στα καταλύματα. Είμαι σίγουρη πως τα έχεις κάνει αυτά.» «Πώς το ξέρεις;» τη ρώτησε. Στεκόταν πολύ κοντά του. Το άρωμά της πλημμύριζε τον αέρα γύρω του. Γλιστρούσε μέσα στο μυαλό του και μπλοκάριζε τη λειτουργία του. «Πήγες σε ιδιωτικό σχολείο, και ξέρω πως δεν σου έδωσαν κάποιο βραβείο για καλή συμπεριφορά.» «Θέλω να πω, πώς ξέρεις ότι δεν διαφέρουν αυτά τα πράγματα; Πώς ξέρεις από αυτά, Σοφί;» Του άφησε το πέτο και έκανε ένα βήμα προς τα πίσω. «Ω, για όνομα του Θεού, είναι προφανές. Μιλάμε για κτήρια. Με πόρτες και παράθυρα. Οι διαρρήκτες είτε παραβιάζουν τις κλειδαριές είτε ανοίγουν ξεκλείδωτα παράθυρα. Ή τα σπάνε.» Έκανε μια αόριστη χειρονομία. «Δεν είμαι σίγουρη για το ποια είναι η καταλληλότερη μέθοδος… Αλλά θα ξέρει ο Φένγουικ.» «Τότε, βάλε τον Φένγουικ να το κάνει» της είπε. «Είναι μικρός και μπορεί να περάσει απαρατήρητος. Μπορεί να χωθεί σε στενά μέρη, και μιας και είναι έμπειρος κακοποιός, έχει λιγότερες πιθανότητες να τον τσακώσουν και να τον βομβαρδίσουν με ενοχλητικές ερωτήσεις. Αν τελικά τον πιάσουν, μπορούμε εύκολα να τον γλιτώσουμε από φασαρίες.» «Δεν ξέρει να διαβάζει» του είπε. Έγειρε το κεφάλι της στο πλάι και τον κοίταξε προσεκτικά, χαμένη στις σκέψεις της. Τι αεικίνητο μυαλουδάκι! «Νόμιζα πως θα απολάμβανες την προοπτική να διαρρήξεις το σπίτι του Άντερλι και να ανακαλύψεις τα καταχθόνια μυστικά του» είπε. «Θα το απολάμβανα αν αυτός ήταν στο σπίτι του εκείνη την ώρα. Ενώ εσύ θα βρισκόσουν κάπου αλλού.» «Προσπάθησε να λογικευτείς. Τίποτα δεν πρόκειται να μου συμβεί. Δεν γίνεται. Αν ο Άντερλι πάρει αυτό που θέλει από μένα, θα χάσει το ενδιαφέρον του.» «Ίσως και όχι.» Ο Λόνγκμορ δεν είχε χάσει το δικό του.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
293
Αντιθέτως είχε χάσει τη γαλήνη του μυαλού του. Δεν θυμόταν να είχε σπαταλήσει άλλη φορά τόσο χρόνο για να σκέφτεται μια γυναίκα όσο είχε αφιερώσει για χάρη της. Χωρίς αρκετή ερωτική δραστηριότητα, αυτό ήταν το πρόβλημα. «Αν ενδώσω, δεν θα ανυπομονεί να ικανοποιηθεί» του είπε. «Δεν θα ψάχνει την ευκαιρία για να με ξεμοναχιάσει. Δεν θα πρέπει να κυνηγάει τη λεία του. Δεν θα αδημονεί. Έτσι, εγώ θα τον κρατήσω σε κάποια απόσταση, όχι μεγάλη για να μην τον αποθαρρύνω, αλλά αρκετή ώστε να εντείνω την επιθυμία του για κυνήγι. Γιατί πρέπει να σ’ το εξηγώ; Άντρας είσαι. Ξέρεις πώς σκέφτονται οι άντρες.» «Η αλήθεια είναι πως δεν σκεφτόμαστε και τόσο πολύ.» «Ξέρεις τι εννοώ.» «Αυτό που ξέρω είναι πως κάτι τέτοιες καταστάσεις εύκολα μπορούν να ξεφύγουν.» Θυμήθηκε τους μεθυσμένους νεαρούς στο πανδοχείο. Η φαντασία του έπλασε εικόνες με τη Σοφί στο έλεος του Άντερλι. «Θα ήθελα να μάθω πώς θα μπορούσε να ξεφύγει μία κατάσταση με έναν άντρα που τον θεωρώ αποκρουστικό» του είπε. «Ή μήπως φαντάζεσαι ότι όλες οι γυναίκες είναι παραδομένες στις ηδονές, και το μόνο που πρέπει να κάνουν οι άντρες είναι να τις φιλήσουν και να τις χαϊδέψουν για να τις κάνουν να χάσουν το μυαλό τους;» «Δεν πρόκειται να σε φιλήσει και να σε χαϊδέψει» της είπε. «Και δεν πρόκειται να χάσω το μυαλό μου» ανταπάντησε. «Απ’ ό,τι θυμάμαι, δεν ήσουν και πολύ λογική μαζί μου.» «Ήσουν εσύ» του είπε. «Δεν είναι καθόλου το ίδιο. Καταλαβαίνω τη διαφορά, και πραγματικά το βρίσκω απογοητευτικό που δεν την καταλαβαίνεις κι εσύ. Θεωρείς πως όλες οι γυναίκες είναι ίδιες; Αλλά όχι, μη μου απαντήσεις σε αυτό. Δεν θέλω να ξέρω. Προτιμώ να διατηρήσω κάποιες από τις κοριτσίστικες ψευδαισθήσεις μου.»
294
LORETTA CHASE
«Κοριτσίστικες ψευδαισθήσεις; Έχεις καθόλου από αυτές, μα τω Δία; Επειδή εμένα μου φαίνεται…» Σταμάτησε. Τότε συνειδητοποίησε πως οι γυναίκες πάντα του φαίνονταν λίγο-πολύ ίδιες. Εκτός από αυτήν. «Δεν έχει σημασία. Δεν ξέρω πια τι να σκεφτώ.» «Μη σκέφτεσαι» του είπε. «Το μόνο που χρειάζεται να κάνεις είναι να μπεις στο σπίτι του και να βρεις ενοχοποιητικά στοιχεία. Εγώ θα τον κρατήσω απασχολημένο.» Ήταν αποφασισμένη να πάει, κι εκείνος δεν μπορούσε να την εμποδίσει – εκτός κι αν την έδενε σε μία καρέκλα και την κρατούσε κλειδωμένη μέσα σε κάποιο δωμάτιο. Αλλά και πάλι θα έβρισκε κάποιον τρόπο για να ξεγλιστρήσει, δεν είχε καμία αμφιβολία. «Πολύ καλά» συμφώνησε. Ήρθε ξανά κοντά του. Ακούμπησε το χέρι της στο στέρνο του. «Σ’ ευχαριστώ» του είπε. «Το ξέρω πως ανησυχείς για μένα, και ξέρω πως θα μου έλεγες να πάω στο διάβολο αν δεν επρόκειτο για την αδερφή σου.» Αυτό δεν ήταν ακριβώς αλήθεια, όμως δεν διαφώνησε. Αντιθέτως έκλεισε το πρόσωπό της μέσα στα χέρια του και τη φίλησε, σθεναρά, κτητικά, στο στόμα. Την κράτησε έτσι και κοίταξε μέσα στα λαμπερά, απατηλά της μάτια. «Θα το εκτιμούσα αν προσπαθούσες να μη φιληθείς και να μη χαϊδευτείς» της είπε. «Με αυτόν.» «Έχε μου εμπιστοσύνη» είπε τρυφερά. Την ήθελε. Τη σκεφτόταν πολύ, και η ανησυχία του για εκείνην τον έκανε να νιώθει άρρωστος. Όμως, δεν την εμπιστευόταν. Γι’ αυτό και δεν πίστεψε ούτε για μια στιγμή πως δεν θα έκανε αυτό που είχε βάλει στο μυαλό της, ασχέτως με τη δική του ή όχι συνεργασία. Βλέποντας πως δεν είχε άλλη εναλλακτική από το να συνεργαστεί, αποφάσισε να δει την καλή όψη των πραγμάτων: Θα είχε μεγάλη πλάκα να διαρρήξει το σπίτι του Άντερλι και να ανακαλύψει κάτι που
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
295
θα έσβηνε για πάντα αυτό το αλαζονικό χαμόγελο από το πρόσωπό του. Και αν δεν έβγαινε κάποιο αποτέλεσμα από εδώ, υπήρχε πάντα η προοπτική να τον πυροβολήσει κάποιος. Το ίδιο βράδυ Ήταν αρκετά εύκολο να μπει στο σπίτι του Άντερλι. Αφού έκανε μία αναγνώριση στο χώρο, ο Φένγουικ ειδοποίησε πως το προσωπικό είχε αποσυρθεί στα διαμερίσματα των υπηρετών, όπου εκεί κάπνιζαν, έπιναν και έπαιζαν ένα σαματατζίδικο παιχνίδι με χαρτιά. Ο τρόπος που είχε χρησιμοποιήσει ο Φένγουικ για να εισβάλει στο σπίτι ήταν εντελώς απλός. Σκαρφάλωσε σε μία υδρορροή, και από εκεί πέρασε στο εσωτερικό μέσα από ένα από τα πολλά ανασφάλιστα παράθυρα. Πήγε στην μπροστινή είσοδο του σπιτιού και άνοιξε την πόρτα για να μπει και ο Λόνγκμορ. Όποιος τους έβλεπε, θα υπέθετε πως κάποιος υπηρέτης είχε ανοίξει σε έναν από τους φίλους του Άντερλι. Μετά από αυτό, η σημαντικότερη δυσκολία ήταν να κυκλοφορήσουν μέσα σε ένα εντελώς άγνωστο και κακοφωτισμένο σπίτι χωρίς να πέσουν πάνω σε έπιπλα ή δίχως να πετάξουν κάτω εύθραυστα αντικείμενα. Μετά από μερικά τριξίματα και γδούπους που τους έκοψαν το αίμα, ο Λόνγκμορ χαλάρωσε. Ξέχασε την έννοια του να μην τον πιάσουν και συγκεντρώθηκε στο σκοπό του να ανακαλύψει κάτι. Αυτό αποδείχτηκε πιο δύσκολο. Τα δωμάτια που έψαξαν είχαν όλα τα σημάδια ενός αδιάφορου, αν όχι απολύτως εχθρικού, προσωπικού. Αυτό εξηγούσε το πάρτι που γινόταν κάτω και τα ξεκλείδωτα παράθυρα.
296
LORETTA CHASE
Μαζί με τον Φένγουικ βρήκαν ένα μεγάλο αριθμό χαρτικών: άφθονες εφημερίδες και αθλητικά περιοδικά, δελτία αγώνων και αντίτυπα της Πρωινής Έκδοσης του Φοξ. Στοίβες από προσκλήσεις. Ένα σωρό από παραπεταμένη αλληλογραφία. Υπήρχαν και πολλοί λογαριασμοί προμηθευτών, όμως κανένας δεν έκρυβε μυστικά που να μην τα είχαν ανακαλύψει η Λιόνι ή ο Κλίβντον. Ο Λόνγκμορ έψαξε με ιδιαίτερη προσοχή το γραφείο, αναζητώντας ψεύτικους πάτους και κρυφά χωρίσματα. Δεν βρήκε τίποτα. Με ένα αίσθημα αποστροφής, προχώρησε στην κρεβατοκάμαρα του Άντερλι. Έψαξε το σεκρετέρ, στο κομοδίνο, στην ντουλάπα, και κάτω από τα μαξιλάρια και το στρώμα. Βρήκε πολλά σκουπίδια, δείγματα κακού νοικοκυριού. Ήταν μια βαρετή δουλειά, και του φάνηκε πως μόλις είχε αρχίσει το ψάξιμο με τον Φένγουικ, όταν κάπου από το σπίτι ακούστηκαν χτυπήματα. Την ίδια στιγμή, οι καμπάνες της εκκλησίας της γειτονιάς χτύπησαν δέκα φορές. Δέκα η ώρα. Κιόλας. Ο Φένγουικ, ο οποίος είχε αναλάβει σκοπός, είπε: «Κάτι γίνεται κάτω, κύριε εξοχότατε.» Παύση. «Κάποιος ανεβαίνει τη σκάλα.» Μία στιγμή αργότερα, ο Λόνγκμορ άκουσε φωνές να πλησιάζουν. «Εσύ, στην ντουλάπα» είπε. Το αγόρι εξαφανίστηκε αμέσως μέσα στην ντουλάπα. Ο λόρδος Λόνγκμορ έπεσε στο πάτωμα και σύρθηκε κάτω από το κρεβάτι. *** Αντίθετα με τις θείες του Κλίβντον, πολλοί γαλαζοαίματοι που έρχονταν για να μείνουν λίγο καιρό στο Λονδίνο κατέλυαν σε ένα από τα πολλά πολυτελή ξενοδοχεία του Γουέστ
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
297
Εντ. Το Κλάρεντον στη Νιου Μποντ Στριτ, όπως και άλλα του επιπέδου του, ήταν συνηθισμένο να ικανοποιεί τις απαιτήσεις των πελατών του, και μάλιστα με διακριτικότητα. Η μαντάμ ντε Βεϊγιόν είχε κλείσει μία από τις μεγαλύτερες σουίτες. Αν αποφάσιζε να χρησιμοποιήσει τα διαμερίσματά της σαν ιδιωτικά διαμερίσματα, το προσωπικό του Κλάρεντον θα υποστήριζε με χαρά αυτή την επιλογή. Δεν ήταν δουλειά τους να κάνουν ερωτήσεις, και σίγουρα δεν είχαν κανένα δικαίωμα να κουτσομπολεύουν για το τι έκανε εκεί ή ποιον συναντούσε. Αυτός ήταν ο λόγος που το είχε επιλέξει ο Κλίβντον για το σχέδιό τους. Καθώς ήταν αργά όταν επέστρεψε η Γαλλίδα, η είσοδός της προκάλεσε την έντονη προσοχή των πελατών και του προσωπικού. Φορούσε ένα εντυπωσιακό βραδινό φόρεμα, για το οποίο είχε ήδη προμηθεύσει την Έκδοση με μια λεπτομερή περιγραφή για την έκδοση της Δευτέρας. Ήταν μία από τις πιο λαμπρές δημιουργίες της Μαρσλίν, και ο Οίκος Νουαρό θα κέρδιζε ένα πανηγυρικό αφιέρωμα στην εφημερίδα. Στο Παρίσι, οι μανδύες από μαύρο ταφτά ήταν πολύ της μόδας. Συνδυάζονταν συνήθως κατά αντιδιαστολή με κάποιο φόρεμα από μαλακότερο ύφασμα, φτιαγμένο από μουσελίνα ή mouselline de laine. Όμως, η Μαρσλίν είχε ταιριάξει ένα βαθύ κόκκινο σατέν με το μαύρο ταφταδένιο μανδύα, πράγμα που δημιουργούσε ένα πλούσιο, αισθησιακό θρόισμα που συνόδευε κάθε της κίνηση. Όσες γυναίκες είχαν δει απόψε τη μαντάμ ντε Βεϊγιόν είχαν κοιτάξει το φόρεμά της με τον πόθο που συνήθως διακρίνει κανείς σε αντρικά βλέμματα. Ο λόρδος Λόνγκμορ δεν την είχε κοιτάξει ποτέ έτσι. Αλλά εκείνος είναι διαφορετικός, σκέφτηκε η Σοφί. Το πρόσωπό του ήταν το ίδιο ανεξιχνίαστο με το δικό της. Έπρεπε να τον παρατηρήσει κάποιος από πολύ κοντά για να διακρίνει τη λάμψη που φώτιζε τα μαύρα του μάτια όταν την κοιτούσε με βλέμμα πιο προσηλωμένο απ’ ό,τι συνή-
298
LORETTA CHASE
θως… Και ίσως έβλεπε και ένα συγκεκριμένο στράβωμα των χειλιών του ή μία κλίση του κεφαλιού του… Ανατρίχιασε καθώς θυμήθηκε την τελευταία φορά που την είχε κοιτάξει έτσι, μόλις λίγες ώρες πριν, μία μόνο στιγμή πριν τη φιλήσει. Είχε πολύ άσχημη διάθεση. Αν δεν έπρεπε να σώσει τη λαίδη Κλάρα, και μάλιστα μέσα σε τόσο λίγο χρόνο, η Σοφί θα μπορούσε άνετα να έχει γελοιοποιηθεί για χάρη του. Θα μπορούσε να είχε κλάψει τη νύχτα στο μαξιλάρι της. Να είχε γράψει αηδιαστικά στιχάκια για Εραστές που τους Χώρισε η Μοίρα. Θα μπορούσε ακόμα και να είχε απαγγείλει ολόκληρα κατεβατά από το Ρωμαίο και Ιουλιέτα, και να είχε ξεσπάσει σε λυγμούς επειδή αυτοί οι νεαροί εραστές δεν είχαν βιώσει τόσο άσχημη κατάσταση όπως ήταν η δική της. Όμως, δεν είχε το χρόνο να συμπεριφερθεί σαν ευσυγκίνητη χαζοβιόλα. Ήταν υποχρεωμένη να παίξει το ρόλο της Κλεοπάτρας μπροστά στον Μάρκο Αντώνιο Άντερλι – και η αλήθεια ήταν πως ποτέ δεν θεώρησε τον Μάρκο Αντώνιο άξιο για τη Βασίλισσα της Αιγύπτου. Λιγάκι κουτεντές, σκεφτόταν ανέκαθεν. Μελετούσε το ρόλο της επικίνδυνης ξελογιάστρας, όταν ο υπηρέτης που στεκόταν έξω από τη σουίτα της άνοιξε την πόρτα και την πληροφόρησε πως ο λόρδος Λόνγκμορ την περίμενε στο σαλόνι. Οι χτύποι της καρδιάς της επιταχύνθηκαν. Πίστευε πως θα είχε χρόνο να χαλαρώσει και να ανασυγκροτηθεί πριν από την άφιξη του Λόνγκμορ. Το να είναι ήρεμη όποτε βρισκόταν μαζί του δεν ήταν τόσο εύκολο όσο θα έπρεπε να είναι. Πολλές φορές είχε την εντύπωση πως εκείνος κοιτούσε κατευθείαν μέσα στο μυαλό της και έβλεπε πράγματα που δεν έπρεπε να δει. Ήταν σαν να στεκόταν μπροστά του γυμνή, με τη μόνη διαφορά πως δεν την πείρα-
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
299
ζε να βλέπει το γυμνό κορμί της. Αυτό που την ένοιαζε, και μάλιστα πολύ, ήταν να μην κοιτάζει μέσα στο κεφάλι της. Δεν θα ήταν εύκολο να διατηρείται σε επιφυλακή μετά από το εξοντωτικό βράδυ που είχε περάσει με το λόρδο Άντερλι. Το μυαλό της είχε εξασθενήσει. Σε όλη τη διάρκεια του δείπνου προσπαθούσε να είναι συγκεντρωμένη στην κουβέντα τους, και ταυτόχρονα να τον κρατάει σε μια εξυπηρετική απόσταση. Έπρεπε να παίξει καλά το ρόλο της, ώστε να τον φέρει στην κατάσταση που ήθελε. Ήταν σαν να χόρευε με έναν άντρα που είχε δύο αριστερά πόδια. Εκείνος είχε προσπαθήσει να είναι διακριτικός, και η Σοφί δυσκολεύτηκε να προσποιηθεί πως δεν είχε καταλάβει τι ακριβώς επεδίωκε. Ήταν δύσκολη δουλειά, και είχε απομυζήσει την ενέργειά της. Και το όλο σχέδιο είχε κρατήσει περισσότερο απ’ όσο είχε υπολογίσει. Ωστόσο, τα είχε καταφέρει, και αυτό ήταν που είχε κρατήσει στο μυαλό της. Όπως επίσης, αυτό ήταν που της χάρισε ζωντάνια την ώρα που έμπαινε στο σαλόνι της, η αυτοπεποίθηση προσωποποιημένη. Μία καμαριέρα βιάστηκε να οπισθοχωρήσει, όμως η Σοφί δεν της έδωσε καμία σημασία. Ο Λόνγκμορ στεκόταν κοντά στο παράθυρο, με ένα ποτήρι στο χέρι. Τα μαύρα του μαλλιά ήταν αναστατωμένα και το φουλάρι του χαλαρωμένο. Δεν μπορούσε να πει με σιγουριά αν είχε μπλέξει σε κάποιον καβγά ή αν απλώς είχε κοιμηθεί με τα ρούχα του. Η εμφάνισή του ήταν εντελώς απρεπής και τα σκοτεινά του μάτια είχαν μία περίεργη λάμψη. Η Σοφί έκανε νόημα στην κοπέλα να αποσυρθεί. «Πήγαινε να ξαπλώσεις» είπε. «Θα χτυπήσω, αν σε χρειαστώ.» Μόλις η πόρτα έκλεισε πίσω από την καμαριέρα, η Σοφί έβγαλε τα γάντια της. «Ελπίζω να σε περιποιήθηκαν καλά» είπε. Πρόσεξε μία καράφα, κατά τα τρία τέταρτα άδεια, σε ένα από τα φινετσάτα τραπεζάκια του σαλονιού.
300
LORETTA CHASE
«Με τάισαν και φρόντισαν να κρατούν γεμάτο το ποτήρι μου» της είπε. «Πού, διάβολο, ήσουν;» Πέταξε τα γάντια της στην πλησιέστερη καρέκλα, έλυσε το μανδύα της και τον ακούμπησε προσεκτικά πάνω τους. Οι μοδίστρες πρόσεχαν πολύ τα ρούχα, τα δίπλωναν και τα τακτοποιούσαν όμορφα. Οι σπουδαίες κυρίες άφηναν αυτήν τη δουλειά στις καμαριέρες τους. «Πόσο χρειάστηκε να πιεις;» τον ρώτησε. «Ξέχασες ότι δειπνούσα με το λόρδο Άντερλι;» «Επί πέντε ώρες;» «Και βέβαια όχι. Δεν μπορεί να… Τι ώρα είναι;» Της έριξε μια λοξή ματιά, έβγαλε το ρολόι από την τσέπη του και το άνοιξε με μια απότομη κίνηση. «Είναι δώδεκα και μισή. Περασμένα μεσάνυχτα» της απάντησε με όχι και τόσο ήρεμη φωνή. «Δεν είναι πέντε ώρες» του είπε. «Τι, στο διάβολο, έκανες όλες αυτές τις ώρες;» «Τον κρατούσα απασχολημένο.» «Για δύο ώρες μου είχες πει.» «Αυτό που είπα ήταν πως θα μπορούσα να σου δώσω τουλάχιστον δύο ώρες περιθώριο» του είπε. «Δεν είπες κάτι τέτοιο.» «Τι διαφορά έχει;» τον ρώτησε. «Ή μήπως έχεις εκνευριστεί επειδή αναγκάστηκες να διακόψεις απότομα την έρευνά σου, νομίζοντας πως έχεις μόνο δύο ώρες στη διάθεσή σου;» «Δεν έχει καμία σημασία η έρευνά μου.» «Δεν έχει; Αυτός ήταν ο στόχος τού αποψινού σχεδίου.» «Προφανώς όχι» της είπε. «Προφανώς εσύ βρήκες κάτι καλύτερο να σε απασχολήσει.» «Νομίζω πως βρήκα.» «Ανυπομονώ να ακούσω τι ήταν αυτό.» Δεν είχε σκοπό να του περιγράψει τους διάφορους ελιγμούς και τις κινήσεις αντιπερισπασμού που είχε χρησιμο-
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
301
ποιήσει. Δεν ήθελε να φανερώσει σε κανέναν άντρα –πολύ περισσότερο στο συγκεκριμένο– τα κόλπα που χρησιμοποιούσε προκειμένου να χειραγωγεί τους άντρες. «Οφείλεις να ξέρεις τι δεν ήταν» του είπε. «Δεν το πιστεύω πως στέκεσαι εκεί και με αγριοκοιτάζεις λες και είμαι μία επιπόλαιη αδερφή. Πόσες φορές πρέπει να σ’ το πω; Δεν είμαι η λαίδη Κλάρα που δεν ξέρει να φυλάγεται και καταλήγει σε σκοτεινές βεράντες με χρεοκοπημένους λόρδους. Δεν είμαι καμιά λαίδη. Δεν είμαι αφελής.» «Έστω κι έτσι…» «Τίποτα δεν συνέβη» είπε. «Δεν είμαι τόσο βλάκας, ώστε να αφήσω να συμβεί οτιδήποτε. Τίποτα δεν συνέβη.» Ήθελε να τον πιάσει και να τον ταρακουνήσει. Πώς μπορούσε να τη θεωρεί τόσο ανόητη; Πώς μπορούσε να πιστεύει πως ήταν τόσο εύκολη; «Αν κρίνω από την άσχημη διάθεση που φαίνεται πως έχεις, το μόνο που μπορώ να συμπεράνω είναι πως ούτε κι εσύ κατάφερες κάτι. Ή μήπως βρήκες κάτι χειρότερο απ’ ό,τι θα μπορούσε κανείς να φανταστεί; Ανατριχιαστικά λείψανα στο κατώι ή…» «Τούφες σκόνης κάτω από το κρεβάτι» της είπε. «Και κάτι που έμοιαζε με ψόφιο τρωκτικό. Δεν το άγγιξα. Κρίνω μόνο από τη μυρωδιά. Θα μπορούσαν να ήταν και οι κάλτσες του επίδοξου εραστή σου.» «Έψαξες κάτω από το κρεβάτι;» ρώτησε η Σοφί. «Γιατί δεν έβαλες τον Φένγουικ να το κάνει; Είναι μικρότερος και έχει λιγότερες πιθανότητες να χτυπήσει το κεφάλι του…» Σταμάτησε, πλάθοντας στο μυαλό της την εικόνα του Λόνγκμορ να στριμώχνει το γεροδεμένο κορμί του κάτω από ένα κρεβάτι. «Ω, όχι! Χτύπησες το κεφάλι σου;» Προχώρησε προς το μέρος του. «Άσε με να δω. Θα έπρεπε να πεις στους υπηρέτες να σου φέρουν πάγο. Θα ειδοποιήσω να φέρουν.» Ο Λόνγκμορ έκανε ένα βήμα πίσω. «Δεν χτύπησα το κεφάλι μου» της είπε. «Ξέρω να το προσέχω. Έχω βρεθεί κι άλλες φορές κάτω από κρεβάτια, αν και όχι πρόσφατα. Έμει-
302
LORETTA CHASE
να από κάτω εντελώς ακίνητος όσο ένα ζευγάρι από τους υπηρέτες εκμεταλλευόταν την απουσία του κυρίου τους και συνουσιαζόταν μπροστά από την ντουλάπα του. Μέσα στην οποία είχε κρυφτεί ο Φένγουικ.» Έκανε μεταβολή, πλησίασε το τραπέζι με την καράφα και ξαναγέμισε το ποτήρι του. Έμεινε να τον κοιτάζει ενώ η φαντασία της ζωγράφιζε τη σκηνή που μόλις της είχε περιγράψει. Ήξερε πώς ήταν αυτά τα πράγματα. Είχε δει τέτοιες εικόνες. Όμως, τις είχε κοιτάξει ψυχρά, νιώθοντας κυρίως περιέργεια. Προσπάθησε να συμμαζέψει το μυαλό της, αλλά εκείνο ακολουθούσε δικούς του δρόμους, φτιάχνοντας σκοτεινές εικόνες με εκείνον, γυμνό, να μπαίνει μέσα της και να την κάνει να νιώθει πράγματα που δεν είχε νιώσει ποτέ ως τότε, τόσο άγρια, και συνάμα απολαυστικά συναισθήματα, που σχεδόν την έκαναν να πονάει. Φωτιές άναψαν σε κάθε σημείο του κορμιού της όσο θυμόταν. Ένιωσε την ανάγκη να διασχίσει το δωμάτιο, να ανοίξει ένα παράθυρο και να σκύψει έξω. Όμως, όχι, δεν ήταν εντελώς αλήθεια αυτό. Αυτό που ήθελε ήταν να τρέξει κοντά του και να του ζητήσει να το κάνει ξανά, να την αγγίξει και να τη φιλήσει. Να την αγαπήσει και να την κάνει δική του και να διώξει κάθε θύμηση από τη γεμάτη υπονοούμενα φωνή του Άντερλι, και από το πρόσωπο και το κορμί του που έγερναν τόσο κοντά στο δικό της. Πίεσε τον εαυτό της να δείξει συμπάθεια, αλλά και θυμηδία. «Αλλά δεν σε αντιλήφθηκαν» είπε. «Θα μπορούσα να είχα αρχίσει να τραγουδάω το Ο Θεός Σώζει το Βασιλιά, αλλά αμφιβάλλω αν θα το πρόσεχαν» της είπε. «Ευτυχώς, η στάση δεν ήταν βολική για να διαρκέσει πολύ. Δεν άργησαν. Όταν τελείωσαν, είπαν μερικά αστεία και έφυγαν – ίσως για να επαναλάβουν την παράσταση στο διπλανό δωμάτιο. Δεν έμεινα για να το μάθω. Ξέθαψα τον Φένγουικ, και αποσυρθήκαμε.» Ήπιε από το ποτό του.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
303
Η Σοφί δεν μίλησε. Έμεινε να παρατηρεί τα χέρια του και την κίνηση των ώμων του, και τον τρόπο που έπαιζε το φως με τις γραμμές στο πρόσωπό του. «Αναγκάστηκα να κατέβω από την υδρορροή» είπε ο Λόνγκμορ μέσα στη σιωπή. «Κι έπειτα, ο Φένγουικ ανέπτυξε μία κριτική για τον τρόπο της κατάβασής μου.» Επιτέλους βρήκε τη λαλιά της. «Πιστεύω πως…» «Ήταν χάσιμο χρόνου!» Ακούμπησε με δύναμη το ποτήρι στο δίσκο, κάνοντας την καράφα να αναπηδήσει. «Ο Άντερλι δεν κρύβει τίποτα στο σπίτι του που να μην το ξέρουμε ήδη. Ήταν όπως ακριβώς σου είπα. Όλα αυτά που ελπίζεις να βρεις είναι πράγματα φανταστικά που συναντάς σε μυθιστορήματα. Σε φαντασιώσεις. Κι εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με μία καταραμένη φαντασίωση!»
Κεφάλαιο 15 Όποτε στα μετάξια η Τζούλια μου είναι ντυμένη Τότε, τότε σκέφτομαι πόσο πολύ της πηγαίνει Τα ρούχα της σαν θάλασσα τρικυμισμένη. Μετά, όταν ρίχνω το βλέμμα μου να δω Το τολμηρό λίκνισμα που φτάνει ως εδώ Ω, πόσο η λάμψη της με μαγεύει! – Robert Herrick, Τα Ρούχα της Τζούλια, 1648 Το κεφάλι της έπεσε πίσω σαν να την είχε χαστουκίσει. Ύστερα, ο Λόνγκμορ ένιωσε την ανάγκη να χτυπήσει κάτι, κατά προτίμηση τον εαυτό του. Συμπεριφερόταν σαν ανόητος, επειδή είχε αφήσει τον εαυτό του να παρασυρθεί σε μία παράλογη κατάσταση, για την οποία δεν έφταιγε κανείς άλλος παρά μόνον ο ίδιος. Εκείνος ήταν που είχε επιμείνει να συναντηθούν εδώ αφού ολοκλήρωναν τις αποστολές που είχαν αναλάβει. Με αυτό τον τρόπο, είχε δικαιολογηθεί, αν ο Άντερλι έκανε την ανοησία να ακολουθήσει τη μαντάμ στα διαμερίσματά της, ο Λόνγκμορ θα βρισκόταν εκεί για να το περιποιηθεί το κάθαρμα. Πράγματι βρισκόταν εκεί. Σύμφωνα με το πρωτόκολλο
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
305
της Υψηλής Κοινωνίας, η ώρα δεν ήταν περασμένη. Ωστόσο ήταν πολύ αργά για να επιστρέφει μία γυναίκα από ένα δείπνο που υποτίθεται πως θα διαρκούσε δύο ώρες. Και μάλιστα να γυρίζει έτσι. Είχε εμφανιστεί με υπερβολικό αέρα και με ένα χαμόγελο αυτοπεποίθησης – το χαμόγελο της γυναίκας που ξέρει πως είναι επιθυμητή και που πιστεύει ότι ο πόθος είναι το καθήκον της. Είχε κάνει μία είσοδο εντυπωσιακή, σαν να ήταν βασίλισσα, ή κάποιο άλλο μυθικό πλάσμα, μία θεά γεννημένη σε κάποιο σύννεφο ή στην πνοή του αγέρα. Και έμοιαζε σαν να περπατούσε σε σύννεφο με αυτό το φόρεμα, ένας απίστευτος συνδυασμός βαθύ ροζ και μαύρου, σατέν και δαντέλας. Κάτω από το φως της λάμπας, το τριανταφυλλί μετάξι αντανακλούσε τα χρώματα του ηλιοβασιλέματος μέσα σε καταιγίδα. Όμως, όχι ενός εγγλέζικου ηλιοβασιλέματος. Του έφερνε στο μυαλό μία άγρια, μαγική δύση στα βουνά της Τοσκάνης, όπου ο άνεμος κουβαλούσε μαζί του τα μεθυστικά αρώματα της λεβάντας και του γιασεμιού. Την είχε παρακολουθήσει να βγάζει τα γάντια της, και είχε νιώσει τους παλμούς του να επιταχύνονται. Την είχε δει να λύνει το μαύρο μανδύα που έπεφτε στους ώμους της, και το στιλπνό ύφασμα να γλιστράει από πάνω της, αφήνοντας πίσω του μύριους ψιθύρους. Το μπροστινό μέρος του φουστανιού της σκεπαζόταν από φίνα δαντέλα. Με τα μάτια της φαντασίας του είδε τι κρυβόταν από κάτω, και πιο κάτω, και παρακάτω, μέχρι το γυμνό της δέρμα που γνώριζε πια τόσο καλά. Ήξερε πώς ήταν να νιώθει τις βελούδινες καμπύλες του κορμιού της κάτω από τα χέρια του. Την είχε δει να βγάζει τον ανάλαφρο μανδύα, και του είχε κοπεί η ανάσα. Το ντεκολτέ της ήταν σκανδαλωδώς χαμηλό, συγκρατώντας με το ζόρι το καλοσχηματισμένο στήθος της. Όλα αυτά. Ο Άντερλι τα είχε δει όλα αυτά.
306
LORETTA CHASE
Αυτή η σκέψη τον είχε κάνει έξαλλο. Έπειτα θύμωσε μαζί της, επειδή τον εξαγρίωνε, και μετά με τον εαυτό του, επειδή το επέτρεπε να συμβεί. Συμπεριφερόταν σαν παράφρονας και σαν πρωτόγονος – ω, και σαν μαθητούδι. «Να πάρει η οργή, Σοφί» είπε. Τα μάγουλά της κοκκίνισαν. «Δεν το πιστεύω πως κάνεις τόση φασαρία γι’ αυτό» του είπε. «Είσαι ο άντρας που δεν νοιάζεται καθόλου για το τι λένε οι άλλοι. Είσαι αυτός που αψηφά και κοροϊδεύει τις συμβατικότητες, που χαίρεται να ρισκάρει, που απολαμβάνει ό,τι πιο επικίνδυνο. Αυτό είναι κάτι που θα το έβλεπες σαν φάρσα.» «Δεν ήταν φάρσα.» «Καλά, λοιπόν. Θα ήθελα να μάθω πού πήγε η αίσθηση του χιούμορ που είχες» του είπε. «Θα ήθελα να μάθω τι έγινε η δίψα σου για περιπέτεια. Να μάθω…» «Εσύ να μου πεις. Γιατί, στον κόρακα, νοιάζομαι γι’ αυτά που κάνεις; Γιατί θα πρέπει να νοιάζομαι;» «Δεν καταλαβαίνω τι λες.» «Όχι, και κυρίως δεν καταλαβαίνω εγώ τον εαυτό μου. Ποτέ άλλοτε δεν ήμουν τόσο…» Ποτέ δεν ήμουν τόσο, τι; Τι ήταν, αν όχι εαυτός του; Τι ήταν; Παρ’ όλα αυτά, η γλώσσα του δεν σταματούσε, χωρίς να περνάει πρώτα από το μυαλό του, ως συνήθως. «Άφησα τον εαυτό μου να παρασυρθεί από αυτά τα παράλογα σχέδιά σου και… το βρίσκω διασκεδαστικό. Στη συνέχεια δεν είναι. Και μετά δεν μπορώ να το απολαύσω. Δεν κατάφερα ούτε καν να διασκεδάσω τη διάρρηξη με τον ανήλικο εγκληματία Φένγουικ, επειδή όλη την ώρα, κάθε λεπτό, όσο διάβαζα τους βαρετούς λογαριασμούς αυτού του σάτυρου και τα απαίσια παλιόχαρτα από τους πιστωτές του, όλη αυτή την ώρα σκεφτόμουν τι διπρόσωπος παλιάνθρωπος που είναι, και πόσο απελπισμένος πρέπει να ήταν για να διαλέξει να παγιδεύσει την αδερφή μου… Κι έπειτα ήσουν κι εσύ, τόσο σίγουρη πως μπορούσες να τον κουμαντάρεις…»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
307
«Μπορώ!» του είπε. «Το έκανα! Πώς γίνεται να είσαι τόσο χοντροκέφαλος;» Κράτησε τη φωνή της χαμηλή, όμως η ένταση που υπέβοσκε ήταν ολοφάνερη. «Το ξέρω πως δεν έχει συνείδηση. Ξέρω πως δεν νοιάζεται καθόλου για τις γυναίκες. Γι’ αυτόν είναι μόνο διασκέδαση. Ακόμα και το να παγιδέψει μια γυναίκα με τον πιο άνανδρο τρόπο δεν του φαίνεται άτιμο. Είναι μέρος του παιχνιδιού. Γι’ αυτόν είναι σαν να παίζει ζάρια, χαρτιά ή ιππόδρομο. Τα ξέρω όλα αυτά. Εγώ μπορώ να τον δω πιο καθαρά από σένα. Κι εσύ πιστεύεις πως διατρέχω οποιονδήποτε κίνδυνο από αυτόν; Από αυτόν ανάμεσα σε τόσους άνδρες; Πιστεύεις πως θα άφηνα αυτό τον άνθρωπο να με ξελογιάσει; Πώς γίνεται να είσαι τόσο βλάκας;» «Αυτό θα ήθελα να ξέρω» της είπε. «Πώς γίνεται να είμαι τόσο ηλίθιος, ώστε να καταστρέψω ένα ωραίο βράδυ ανησυχώντας για σένα; Και τώρα, ενώ απομένει αρκετό από αυτό το ωραίο βράδυ, εξακολουθώ να το χάνω καβγαδίζοντας μαζί σου.» Το πρόσωπό της κοκκίνισε και τα όμορφα μπλε μάτια της έγιναν δύο θυμωμένες σχισμές. Το ξέσπασμά της έγινε σε χαμηλόφωνα, οργισμένα Γαλλικά. «Δίκιο έχεις. Μεγάλο χάσιμο χρόνου και για τους δυο μας. Λοιπόν, ας μη σε καθυστερώ άλλο, λόρδε μου.» Προχώρησε προς την πόρτα, με τα σατέν της να ψιθυρίζουν θυμωμένα, και τους φιόγκους της να τρέμουν από οργή. Την άνοιξε απότομα, εκπλήσσοντας τον υπηρέτη που είχε γείρει πάνω της σε μία προσπάθεια να ακούσει μέσα από την κλειδαρότρυπα. «Bonsoir, monsieur*» είπε, τονίζοντας την κάθε συλλαβή. «Bonsoir, madame**» της είπε ο Λόνγκμορ. Μάζεψε το καπέλο και τα γάντια του και κίνησε για την πόρτα. * Καλησπέρα, κύριε. (Σ.τ.Ε.) ** Καλησπέρα, κυρία. (Σ.τ.Ε.)
308
LORETTA CHASE
Η Σοφί στάθηκε, με το πιγούνι ανασηκωμένο, να τον κοιτάζει εριστικά. Μπλε φλόγες φώτιζαν τα μάτια της. Κόκκινο χρώμα είχε βάψει τα μάγουλα και το λαιμό της. Η φωτιά που την έκαιγε χρωμάτισε το αλαβάστρινο μπούστο της που ανεβοκατέβαινε γρήγορα. Ο Λόνγκμορ την προσπέρασε και βρόντηξε την πόρτα στο πρόσωπο του υπηρέτη. Πέταξε κάτω τα γάντια και το καπέλο του. Τη σήκωσε στην αγκαλιά του. «Ω, όχι, μη» διαμαρτυρήθηκε εκείνη. «Δεν θα παίξεις το αυταρχικό αρσενικό μαζί μου, καταραμένε άντρα.» Άρχισε να τον χτυπάει στο στήθος. «Άφησέ με κάτω.» Η φωνή της ήταν ψυχρή και τραχιά. «Ανάγκασέ με» της είπε, με ακόμα πιο ψυχρή και τραχιά φωνή. Άρχισε να συστρέφεται μέσα στα χέρια του. «Θα βάλω τις φωνές.» «Όχι, δεν θα το κάνεις.» Τη φίλησε, και όχι ήρεμα, αλλά με όλη την απελπισία, το θυμό και το φόβο που έβραζαν μέσα του όλη την ημέρα. Η Σοφί συνέχισε να παλεύει για να ελευθερωθεί –ούτε και αυτή ήρεμα–, όμως ο Λόνγκμορ ένιωσε το στόμα της να παραδίνεται πριν το κάνει το κορμί της. Όλα τα υπόλοιπα ήταν μόνο πικάρισμα. Κι εκείνος ήταν πικαρισμένος, και ακόμη δεν είχε δείξει ούτε το μισό απ’ ό,τι ένιωθε. Την κουβάλησε μέχρι τον καναπέ. Διέκοψε το φιλί για να της πει: «Εγώ φεύγω τώρα.» «Ωραία» του είπε. «Καιρός ήταν.» Την έριξε στον καναπέ, και το σατέν του σφύριξε θυμωμένα καθώς η Σοφί πάλευε να ανασηκωθεί και να πάρει θέση καθίσματος. «Αντίο» της είπε. «Στον αγύριστο» του απάντησε.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
309
Έβγαλε το πανωφόρι του. «Δεν πρόκειται να έρθω ποτέ ξανά» είπε. «Το ποτέ δεν είναι αρκετός χρόνος.» Έλυσε το φουλάρι του. «Τελείωσα μαζί σου.» «Εγώ έχω τελειώσει προ πολλού.» Άρχισε να ξεκουμπώνει το παντελόνι του. Κράτησε τα χέρια του πολύ σταθερά. Δεν βιαζόταν. Ένα. Κουμπί. Τη φορά. Η Σοφί τον κοιτούσε με μισόκλειστα μάτια. «Ονειρεύεσαι» του είπε. «Ποτέ. Ούτε σε ένα εκατομμύριο χρόνια.» «Δεν πρόκειται ούτε τα ρούχα να σου βγάλω» είπε εκείνος. «Είναι μεγάλος κόπος.» «Δεν σου αξίζει να δεις το όμορφο κορμί μου.» «Δεν είναι και τόσο όμορφο.» «Ναι, είναι. Και πολύ πιο όμορφο από το δικό σου, το οποίο δεν θέλω να δω ποτέ ξανά. Ποτέ. Ιδιαίτερα αυτό το μέρος.» Το βλέμμα της χαμήλωσε στο μπροστινό μέρος του παντελονιού του, όπου ο αναστατωμένος ανδρισμός του παλλόταν πάνω στο επικάλυμμα. Δεν ήξερε να ξεχωρίσει τη διαφορά ανάμεσα στο να μαλώνει με μία γυναίκα και στο να της κάνει έρωτα. Αυτήν τη στιγμή, ούτε και ο ίδιος ήξερε. Έγειρε πίσω στον καναπέ. Ο Λόνγκμορ την κράτησε από τα πόδια και την τράβηξε έτσι ώστε να ξαπλώσει πίσω. Σύρθηκε πάνω της και πέρασε ένα βελούδινο μαξιλάρι κάτω από το κεφάλι της. «Δεν θα το ανεχτώ αυτό» είπε η Σοφί. Το στόμα της στράβωσε, όλο θυμό. «Είσαι απαίσιος, ο χειρότερος, ο πιο ανόητος, ο πιο αναίσθητος κρετίνος που ντρόπιασε τη γη με τη γέννησή του.» Έσκυψε και φίλησε μία-μία τις δύο θυμωμένες άκρες των χειλιών της. Έπειτα τη φίλησε κανονικά στο στόμα, βαθιά και πεινασμένα. Βρισκόταν ακόμη σε αναταραχή, αλλά αυτό είχε όλο και λιγότερη σημασία. Είχε κουραστεί να σκέφτεται, να ανησυχεί.
310
LORETTA CHASE
Την είχε κάνει να χάσει την ψυχραιμία της, και τώρα ήταν φουντωμένη και θυμωμένη όσο κι εκείνος. Δεν ήταν καθόλου σίγουρος για το ποιο ήταν το πρόβλημά τους, όμως δεν του φαινόταν και τόσο σημαντικό. Η Σοφί σήκωσε τα χέρια και τον άρπαξε από τους ώμους. Προσπάθησε να τον ταρακουνήσει, πράγμα παράλογο. Ήταν γελοίο να προσπαθεί. Ήταν σαν να πάλευε να γκρεμίσει ένα σπίτι. Ο Λόνγκμορ ένιωσε τα χέρια της να κινούνται προς τα πάνω, να κλείνουν γύρω από το λαιμό του, σαν να ήθελε να τον στραγγαλίσει. Ύστερα ανασηκώθηκε λιγάκι, και τα χέρια της τυλίχτηκαν γύρω του και τον τράβηξαν, κι εκείνος χαμήλωσε χωρίς να αντιδράσει. Βυθίστηκε στην αίγλη της. Στο άρωμά της, στην αίσθηση του απαλού, καλοσχηματισμένου κορμιού της, στη γεύση και στους ήχους της. Στους ψιθύρους του σατέν πάνω στη δαντέλα, στο θρόισμα των μεσοφοριών της, στο υπέροχο τραγούδι του φορέματός της. Άφησε το χέρι του να γλιστρήσει κάτω, ακολουθώντας τις καμπύλες του λαιμού, των ώμων και του μεστωμένου στήθους της που με δυσκολία κρατιόταν πίσω από το χαμηλό ντεκολτέ. Εκείνη έκανε τόξο την πλάτη της και αναστέναξε, μουρμουρίζοντας ένα: «Ανάθεμά σε». Πέρασε το χέρι του μέσα από το μπούστο της και πίεσε, έτριψε, ένα-ένα τα μεταξένια της στήθη. Η Σοφί σπαρτάρησε κάτω από το κορμί του, και οι γοφοί της άρχισαν να κινούνται παρασυρμένοι από απροκάλυπτη ευχαρίστηση. Απροκάλυπτη. Έντιμη. Τράβηξε το στόμα του από το δικό της και σκόρπισε ανάλαφρα φιλιά στο μονοπάτι που είχε χαράξει νωρίτερα το χέρι του, πάνω στο λαιμό, στον ώμο και στο στήθος της. Τράβηξε το κορσάζ κάτω και άρχισε να βυζαίνει, και, ανάμεσα στα βογκητά της, η Σοφί τού είπε πως ήταν ένας αχαρακτήριστος, ένας αχρείος άντρας, και πως ποτέ, ποτέ
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
311
δεν θα υπέκυπτε σε αυτόν, ασχέτως με το πόσο θα την εκλιπαρούσε. Ο Λόνγκμορ σήκωσε τη φούστα και τα μεσοφόρια της, και μουρμούρισε στα Γαλλικά πως εκείνη ήταν ανυπόφορη, απερίγραπτη, και πως δεν ήθελε να έχει καμία σχέση μαζί της. «Φεύγω και δεν πρόκειται να ξαναγυρίσω ποτέ» είπε καθώς γονάτιζε ανάμεσα στα πόδια της. «Ωραία» ξεφώνισε πνιχτά. «Ανυπομονώ να απαλλαγώ από σένα.» Πέρασε τα δάχτυλά του κάτω από τον κορσέ της και βρήκε την κορδέλα στη μέση της. «Δεν θα μου λείψεις καθόλου» είπε καθώς την έλυνε. «Σε έχω ήδη ξεχάσει» του αντιγύρισε. Της κατέβασε τα εσώρουχα, αργά, μέχρι κάτω από τα γόνατά της. Οι ζαρτιέρες της είχαν το ίδιο τριανταφυλλί χρώμα με το φόρεμά της. Τις ξεκούμπωσε. Χάιδεψε τα βελούδινα πόδια της, κατευθυνόμενος προς τα πάνω. Προς εκείνο το υπέροχο, εντελώς θηλυκό μέρος που χρύσιζε κάτω από το φως της λάμπας. Όταν ακούμπησε το χέρι του εκεί, την άκουσε να κρατάει την ανάσα της. «Α, αυτό είναι δικό μου» της είπε. «Ποτέ.» «Ω, ναι, μαντάμ» επέμεινε. «Ω, ναι, δεσποινίς Νουαρό. Σοφί.» Όποια κι αν είσαι. Τη χάιδεψε, και η Σοφί ρίγησε και άφησε έναν πνιχτό στεναγμό. Ακούστηκε σαν ναι. Κινήθηκε κάτω από το χέρι του, ενθαρρύνοντάς τον, ζητώντας του περισσότερα. «Χαζέ άντρα» είπε. «Κι όμως, ξέρω ακριβώς τι να κάνω σε αυτή την κατάσταση» είπε, και ήταν η μόνη φράση που μπορούσε να συντάξει σωστά. Η Σοφί ήταν υγρή, έτοιμη. Το μυαλό του ήταν τόσο θολωμένο, που δεν μπορούσε ούτε να μιλήσει. Λόγια ασυνάρτητα, βραχνά και ξέπνοα. Αλλά κι εκείνη δεν ήταν σε
312
LORETTA CHASE
καλύτερη θέση. Ήταν και οι δύο ξαναμμένοι, τρελαμένοι. Κι όμως, τη χάιδευε και την ικανοποιούσε. Για εκείνον ήταν ένα είδος τιμωρίας. Αλλά του άρεσε – πολύ. Ο τρόπος που κινείτο, έτσι όπως πιανόταν η ανάσα της σε κάθε τίναγμα ευχαρίστησης, έτσι όπως λαχάνιαζε την ώρα που τη χάιδευε. Έκλεισε μέσα στη ζεστασιά του χεριού της τον ανδρισμό του και άφησε τα δάχτυλά της να γλιστρήσουν σε όλο το μήκος του. Το κράτημά της ήταν σφιχτό, κτητικό. «Τώρα» είπε με φωνή που ακούστηκε σαν νιαούρισμα. Σαν αγριόγατα. «Τώρα, λόρδε μου, απαίσιε άντρα.» Ο Λόνγκμορ ένιωσε το αίμα να κοχλάζει μέσα στις φλέβες του, τρελαίνοντάς τον. Ενστικτωδώς. Χωρίς καθόλου σκέψη. Μπήκε μέσα της, και γέλασε – για την ένταση του συναισθήματος, για το θρίαμβο. Την κράτησε από τα οπίσθια, από τα όμορφα οπίσθιά της, και έσπρωξε ξανά και ξανά. Χωρίς λεπτότητα. Μόνο έξαψη. Πόθος. Κατάκτηση. Δική μου, με κάθε ώθηση. Δική μου, δική μου, δική μου. Κι εκείνη τον αντιμετώπισε με τον ίδιο τρόπο: πρωτόγονα, απλά, απροσποίητα, αχόρταγα. Τον πήρε δικό της και του πρόσφερε τον εαυτό της απλόχερα και ασυγκράτητα. Έδιναν τη μάχη του εραστή, έναν πόλεμο που δεν έμοιαζε καθόλου με πόλεμο. Κι όταν ο ρυθμός τους εναρμονίστηκε, όταν έγινε πιο γρήγορος και πιο βίαιος, ο κόσμος γύρω τους σκοτείνιασε, μαλάκωσε και σώπασε. Κάθε σκέψη πέταξε μακριά. Δεν υπήρχε τίποτε άλλο παρά μόνο το τώρα. Ένιωσε τα χέρια της να σφίγγονται στα μπράτσα του, και το κορμί της να δονείται καθώς πλησίαζε στο αποκορύφωμα της ηδονής. Κι έπειτα η Σοφί ανασηκώθηκε, έχωσε τα δάχτυλά της στα μαλλιά του και τον τράβηξε για να τον φιλήσει. Είχε μία ιδιαίτερη γεύση αυτό το φιλί, και μία ξεχωριστή σημασία η δική του απάντηση. Δεν είχε λόγια να το περιγράψει. Η αίσθηση ήταν καινούρια, καυτή και σαρωτική. Ύστερα η Σοφί τον τράβηξε κάτω, κοντά της, κι εκείνος τη φιλούσε ασταμάτητα, σαν πεινασμένος. Και όλος ο κόσμος
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
313
ήταν εδώ, εκείνη και αυτός, ενωμένοι. Ένας κόσμος που δονήθηκε, ανατινάχτηκε, εκτοξεύτηκε. *** Έμεινε ξαπλωμένος πάνω της, με τη Σοφί αφημένη στην πιο αναξιοπρεπή στάση. Το ένα πόδι της κρεμόταν από τον καναπέ, με την κάλτσα τυλιγμένη γύρω από τον αστράγαλο. Δεν της είχε βγάλει ούτε τα παπούτσια. Ήταν τόσο αστείο και τόσο… διεγερτικό. Τόσο πάθος. Τόσο συναίσθημα: αισθήσεις που τίποτα άλλο στη ζωή δεν μπορούσε να του προσφέρει. Η Σοφί έμεινε για λίγο ακίνητη, καθώς η ανάσα της ησύχαζε, απολαμβάνοντας το βάρος και τη ζεστασιά του κορμιού του, την απερίγραπτη ευχαρίστηση του να νιώθει το σώμα ενός άντρα –αυτού του άντρα– ενωμένο με το δικό της. Εκείνην τη στιγμή έκανε την παραχώρηση στον εαυτό της να προσποιηθεί πως ήταν πράγματι η Γαλλίδα που ενδιαφερόταν μόνο για τις πρόσκαιρες απολαύσεις. Η Γαλλίδα που δεν έχει άλλες ευθύνες παρά μόνο να ικανοποιεί τον εαυτό της, να παγιδεύει άντρες στα δίχτυα της και να διασκεδάζει με τη δύναμη που είχε πάνω τους και με τις ηδονές που μπορούσαν αυτοί να της προσφέρουν. Ο Λόνγκμορ μετακινήθηκε. «Λοιπόν, αυτό ας σου γίνει μάθημα» της είπε. Επέτρεψε άλλη μία υποχώρηση στον εαυτό της και άφησε τα δάχτυλά της να χαϊδέψουν τα πυκνά, μαύρα του μαλλιά. Εκείνος γύρισε το κεφάλι του μέσα στο χέρι της, σαν σκυλί που αναζητούσε το χάδι. Η Σοφί συνειδητοποίησε πως ήταν ένας άντρας απίστευτα σεξουαλικός, και αυτό δεν έπρεπε να την εκπλήσσει. Ήταν εκπληκτικά ρωμαλέος, άνετος και σίγουρος με το κορμί του. «Δεν είσαι τόσο τρελαμένος τώρα;» τον ρώτησε. «Το μυαλό μου είναι εντελώς καθαρό.»
314
LORETTA CHASE
Με ήρεμες κινήσεις, τραβήχτηκε από πάνω της και σηκώθηκε από τον καναπέ. Έσκυψε και φίλησε το γόνατό της και της διόρθωσε τα ρούχα με μία ευκολία που, θα έλεγε κανείς, ήταν σαν να την έντυνε και να την έγδυνε εδώ και χρόνια. Η Σοφί ήξερε πως οφειλόταν μόνο στην καλή εξάσκηση που είχε κάνει, χρόνια εξάσκησης με διάφορες γυναίκες, ωστόσο έδειχνε σαν να ήταν και κάτι περισσότερο από αυτό. Υπήρχε μία οικειότητα, λες και ήταν εραστές από πάντα. Σχεδόν σαν… να ζούσαν μαζί. Κάπως έτσι θα πρέπει να ήταν με την αδερφή της και τον Κλίβντον. Ήταν μαζί, οι ζωές τους είχαν ενωθεί, και θα απολάμβαναν συνέχεια στιγμές σαν κι αυτήν. Ή όπως, ας πούμε, όταν έπαιρναν το πρωινό τους παρέα. Ο Λόνγκμορ ανέβασε το παντελόνι του και το κούμπωσε. «Δεν θα μου πεις να πάω για ύπνο;» τον ρώτησε. «Για κάποιο λόγο δεν νυστάζω καθόλου» της είπε. «Τότε, μπορώ να σου πω τι κατάφερα απόψε, κι εσύ θα με ακούσεις χωρίς να αντιδράς σαν τρελός και ζηλιάρης άντρας» του είπε. «Δεν καταλαβαίνω γιατί, διάβολο, ζήλεψα.» Πλησίασε το δίσκο που του είχαν φέρει οι υπηρέτες. Γέμισε ένα ποτήρι για τον εαυτό του και ένα για εκείνην, και τα πήρε μαζί του. Αφού της έδωσε το δικό της, ίσιωσε την πλάτη του και έκανε ένα βήμα πίσω. Ήπιε από το ποτό του. Έκλεισε τα μάτια του. Η Σοφί περίμενε. Ο Λόνγκμορ άνοιξε τα μάτια και κάρφωσε το βλέμμα του πάνω στο κορσάζ της. «Αυτό» είπε. «Εσένα στο δείπνο, κι αυτόν το γλοιώδη σάτυρο να γλυκοκοιτάζει το υπέροχο στήθος σου.» Ρούφηξε τα λόγια του σαν να ήταν το πολυτιμότερο κομπλιμέντο ή και μία διακήρυξη αιώνιας αφοσίωσης. Ναι, τα είχε χαϊδέψει και φιλήσει, αλλά ο χαρακτηρισμός «υπέροχο», όταν προερχόταν από τα δικά του χείλη, έμοιαζε με ποίημα. Δεν ήταν από τους άντρες που κολάκευαν μία γυναίκα. Ήταν εντελώς ευθύς.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
315
Κι εκείνη… δεν ήταν. «Η Μαρσλίν το έκοψε σκοπίμως χαμηλό» του είπε. «Έπρεπε να του δώσουμε κάτι σκανδαλιστικό να χαζεύει όσο εγώ θα του φανέρωνα άλλους κρυφούς πειρασμούς μου: τα αμύθητα πλούτη μου, τα οποία ανέφερα περιστασιακά. Και τη μοναξιά μου. Και το πόσο πολύ έχω επιθυμήσει ένα σύζυγο.» Είδε τα μαύρα μάτια του να φωτίζονται καθώς αφομοίωνε τα όσα του έλεγε. Κάθισε δίπλα της στον καναπέ, με το μηρό του κολλημένο στο δικό της. Τελικά δεν ήταν τόσο βραδύνους όσο νόμιζε ο κόσμος. «Καταλαβαίνεις;» του είπε. «Βλέπεις γιατί δεν χρειάστηκε να αντιμετωπίσω καμία απόπειρά του να με αποπλανήσει;» «Τον έβαλες σε πειρασμό για μεγαλύτερο έπαθλο» είπε ο Λόνγκμορ. «Τον έκανες να πιστεύει πως στόχευε σε λίγα. Αυτός ήθελε μόνο να σε ρίξει στο κρεβάτι, αλλά εσύ τον προκάλεσες να τζογάρει για περισσότερα.» «Η περιουσία της μαντάμ ανταγωνίζεται εκείνην του δούκα του Κλίβντον, σύμφωνα με την Πρωινή Έκδοση.» «Και κάνει την προίκα της Κλάρα να δείχνει ασήμαντη.» Ήπιε σκεφτικά μια γουλιά από το κρασί του. «Ωστόσο, κάλλιο πέντε και στο χέρι, λένε.» «Το ξέρω. Γι’ αυτό έπρεπε να φροντίσω ώστε η εμφάνισή μου να είναι ακατανίκητα απολαυστική.» «Και τα κατάφερες μια χαρά.» Η φωνή του είχε βαθύνει. Της πήρε το ποτήρι από τα χέρια και το ακούμπησε μαζί με το δικό του στο πάτωμα. Έσκυψε και φίλησε την κορυφή του στήθους της. Έκανε το ίδιο και από την άλλη μεριά. Έπειτα έσυρε τη γλώσσα του πάνω στο λαιμό της. Η Σοφί πήρε μια βαθιά ανάσα. Η γλώσσα του έκανε περίεργα πράγματα στο σημείο που το χέρι της συναντούσε το ντεκολτέ της, και αυτό δημιουργούσε μεγάλη αναστάτωση στο στομάχι της. Έσφιξε μία τούφα από τα μαλλιά του στο χέρι της. «Μας έχουν απομείνει λίγες μόνο μέρες» είπε.
316
LORETTA CHASE
Σήκωσε το κεφάλι του και την κοίταξε με μισόκλειστα μάτια. «Ξέρουμε τι πρέπει να κάνουμε» της είπε. «Έχουμε ένα γενικό σχέδιο. Πρέπει να το βελτιώσουμε ενόψει των τελευταίων εξελίξεων.» Τα μάτια του έμοιαζαν με σκοτεινό ουρανό, και η Σοφί διέκρινε στα βάθη τους μια ξεχωριστή λάμψη, κάτι σαν διαβολικό αστέρι. «Ας ασχοληθούμε με αυτό αργότερα» της είπε. Αργότερα. Αυτήν τη φορά, αφού δεν ήταν τόσο αναστατωμένος ή τόσο ανυπόμονος, ο Λόνγκμορ την είχε μεταφέρει από τα πιο ευκολοπρόσιτα διαμερίσματα στην απομόνωση της κρεβατοκάμαράς της. Τώρα, μετά από τον έρωτά τους, ο Λόνγκμορ κοιμήθηκε. Ίσως και να κοιμόταν μέχρι το απόγευμα αν δεν είχε γλιστρήσει μέχρι τη μεριά που έπρεπε να ήταν εκείνη και δεν έβρισκε μόνο κρύα σεντόνια αντί για το ζεστό της κορμί. Αφού ψαχούλεψε στα τυφλά, άνοιξε τα μάτια, στηρίχτηκε στους αγκώνες του και κοίταξε έξω από τις κουρτίνες του κρεβατιού. Το πρώτο πρωινό φως της μέρας έμπαινε στο δωμάτιο μέσα από τις μισοτραβηγμένες κουρτίνες του παράθυρου. Δεν φαινόταν κανένα σημάδι της Σοφί. Σηκώθηκε και, ξέροντας πως δεν θα ήταν έξυπνο από μέρους του να τριγυρνάει γυμνός στο χώρο, φόρεσε το παντελόνι του. Δεν είχε ιδέα για το ποιος θα μπορούσε να εμφανιζόταν αυτή την ώρα, αλλά αν και κάποιες καμαριέρες ήταν συνηθισμένες σε τέτοιου είδους θεάματα και δεν σοκάρονταν εύκολα, υπήρχαν άλλες που ίσως να έβαζαν τις τσιρίδες και να μιλούσαν. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να προσελκύσει ενοχλητικούς υπαλλήλους του ξενοδοχείου. Το μόνο που δεν χρειαζόταν η Γαλλίδα ήταν να μπλέξει σε
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
317
κάποιο σκάνδαλο με τον πρωτότοκο γιο της μαρκησίας του Γουόρφορντ. Βρήκε τη Σοφί καθισμένη σε ένα σεκρετέρ στο σαλόνι, να σημειώνει. «Τι, στο διάβολο, κάνεις;» τη ρώτησε. «Μόλις που βγήκε ο ήλιος.» «Πρέπει να γράψω το άρθρο μου για το σημερινό τεύχος της Πρωινής Έκδοσης» του είπε. «Δεν θα είναι καλό αν ο Τομ δεν μπορέσει να τυπώσει σήμερα, και θα έπρεπε να το έχει στα χέρια του εδώ και μισή ώρα.» Άφησε κάτω την πέννα της. «Όμως, τελείωσε, και θα χρειαστώ μόνο ένα λεπτό για να του το στείλω. Έχουμε έναν ωραίο τρόπο να στέλνουμε κάτι τέτοια στην Έκδοση χωρίς να μας παίρνουν είδηση.» Είχε φορέσει μία φουντωτή ρόμπα πάνω από κάτι που έμοιαζε με εξίσου εκκεντρικό νυχτικό, κρίνοντας από τους φραμπαλάδες που ξεπετάγονταν κάτω από το τελείωμα της ρόμπας. Βγήκε από το δωμάτιο μέσα σε ένα σύννεφο από μουσελίνες και κορδέλες που φτεροκοπούσαν. Τη θυμήθηκε να πετάγεται όρθια, με το νυχτικό της να έχει πάρει φωτιά, εκείνο το βράδυ στην καταιγίδα, τότε που είχαν σταματήσει για να διανυκτερεύσουν στο πανδοχείο. Ένιωσε ένα σφίξιμο στο στήθος, και μια μαχαιριά. Αισθανόταν ευτυχισμένος, αλλά και αναστατωμένος ταυτόχρονα. Πλησίασε ένα παράθυρο και κοίταξε έξω, προσπαθώντας να αγνοήσει τα συναισθήματά του. Λίγα λεπτά αργότερα, η Σοφί επέστρεψε, με τα φρύδια σμιγμένα, κρατώντας ένα γράμμα. «Πολύ ενδιαφέρον» είπε. «Παραδόθηκε πριν από λίγο.» Εκείνος έριξε μια ματιά στο γράμμα, κοίταξε αλλού, κι έπειτα την πλησίασε για να το δει καλύτερα. Ο γραφικός χαρακτήρας τού φαινόταν γνωστός. Δεν τον είχε δει κάπου τελευταία; Η Σοφί κάθισε στο σεκρετέρ και άνοιξε τη σφραγίδα.
318
LORETTA CHASE
Χθες. Τότε ήταν που τον είχε δει. Είχε τσαλακώσει το σημείωμα μέσα στο χέρι του και το είχε πετάξει. Η Σοφί έριξε μια ματιά στο γράμμα και χαμογέλασε. «Μάλιστα» είπε. Το διάβασε ξανά, αυτήν τη φορά πιο αργά, αφήνοντας να της ξεφεύγει ένα γελάκι πότε-πότε. Ο Λόνγκμορ στεκόταν και περίμενε, έχοντας αρχίσει να χάνει τα αποθέματα της καλής του διάθεσης. «Είναι κάποιο σημαντικό μυστικό;» ρώτησε. «Ή μπορώ να μοιραστώ κι εγώ το αστείο;» Του έδωσε το γράμμα. Εκείνος δεν το πήρε, μόνο κοίταξε στο τέλος, την υπογραφή. Άντερλι. Όπως το είχε φανταστεί. «Θέλεις να το διαβάσεις;» τον ρώτησε. «Ή να σ’ το διαβάσω εγώ; Πραγματικά πιστεύω πως πρέπει να διαβαστεί δυνατά για τέλεια απήχηση.» «Εμπρός» της είπε. «Διάβασέ το.» «“Αγαπητή μου μαντάμ ντε Βεϊγιόν, δυστυχώς αδυνατώ να κοιμηθώ. Πραγματικά αδυνατώ να χαλαρώσω. Η καρδιά μου είναι πολύ γεμάτη για να ηρεμήσει, το μυαλό μου υπερβολικά αναστατωμένο. Είναι αδύνατο να κοιμηθώ αν πρώτα δεν απαλλάξω την καρδιά μου από το βάρος που τη φόρτωσε εκείνο το ουράνιο πλάσμα που μου την έκλεψε εντελώς. Ακόμα και τώρα ακούω τη φωνή σας, σαν επίμονη μελωδία. Κλείνω τα μάτια, και το μόνο που μπορώ να δω είναι τα όμορφα…”» «Στήθη» είπε ο Λόνγκμορ. «Το μόνο που μπορούσε να δει ήταν τα στήθη σου, το παλιοκάθαρμα.» «Μάτια» είπε η Σοφί, ακουμπώντας το δάχτυλό της στο σημείο που το έγραφε. «Τα όμορφα μάτια μου, “σαν δύο απύθμενες θάλασσες, γεμάτες σαγήνη και μυστήριο”.» «Θα κάνω εμετό.» «Να σταματήσω;» τον ρώτησε. «Όχι, συνέχισε. Έχω μια ακατανίκητη επιθυμία να το ακούσω όλο, σαν την περιέργεια που έχει κάποιος όταν κοι-
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
319
τάζει ένα ατύχημα ή όταν βλέπει να μεταφέρουν τραυματίες από κάποιο γκρεμισμένο κτήριο.» «“Ανέκαθεν πίστευα ότι ήμουν απρόσβλητος στα ερωτικά σκιρτήματα και στον πόνο της αγάπης”» συνέχισε την ανάγνωση η Σοφί. «“Πάντα έλεγα πως αυτού του είδους τα συναισθήματα ήταν για μαθητούδια και ποιητές. Κι έπειτα σας γνώρισα. Παρακαλώ, συγχωρείστε με, μαντάμ… Δεν συνειδητοποιώ τι γράφω. Τα έχω χαμένα. Είμαι τόσο μπερδεμένος. Το μόνο που ξέρω είναι πως δεν μπορώ να ησυχάσω αν δεν σας γράψω λίγα λόγια, έστω και αδέξια…”» «Αυτό το πέτυχε, πάντως.» «“…λίγα λόγια, έστω και αδέξια, για να εκφράσω τα συναισθήματά μου. Είστε τόσο καλή, γεμάτη με κατανόηση, πολυαγαπητή μου λαίδη. Ελπίζοντας πως θα συμμεριστείτε τα αισθήματά μου, ο ταπεινός θαυμαστής σας.”» «Τι αποτρόπαιη βία πάνω σε ένα αθώο φύλλο χαρτιού.» Η Σοφί γέλασε ξανά πριν συνεχίσει. «“Στείλτε μου μόνο μια-δυο λέξεις, ικανές να με γλιτώσουν από περισσότερη απελπισία. Μία μικρή ελπίδα είναι το μόνο που ζητάω… Πείτε μου αν και πότε θα σας δω ξανά. Για όνομα του Θεού, κάντε το γρήγορα. Είμαι δικός σας. Με αφοσίωση, Α.”» Σήκωσε το βλέμμα της στον Λόνγκμορ. «Δεν είναι υπέροχο;» είπε. «Υπέροχο; Τα έχεις χάσει τελείως; Το θράσος αυτού του τύπου! Που να κολλήσει πανούκλα, το ήξερα πως ήταν ένας τιποτένιος, αλλά κάθε μέρα αποδεικνύει πως ο χαρακτηρισμός μου ήταν πολύ επιεικής. Αυτός ξεπερνάει κάθε όριο! Να είναι αρραβωνιασμένος με την αδερφή μου και να θέλει να κάνει έρωτα στην… στην…. Πώς να το πω;» Εκείνη ανασήκωσε τα φρύδια με απορία. «Στην πώς-νατο-πω;» Την κοίταξε, συνοφρυωμένος. «Ξέρεις τι εννοώ.» «Στη “θεία” σου, ίσως.»
320
LORETTA CHASE
«Όχι θεία, Σοφί. Όχι αυτό. Ποτέ αυτό.» Πώς γινόταν να είναι τόσο χοντροκέφαλη; «Τίποτα τέτοιο.» «Τότε, τι;» Έγνεψε με το χέρι του προς το γράμμα. «Το ξέρει πως σε συνοδεύω παντού. Ξέρει πως έχω κάποιο ενδιαφέρον. Ένας τζέντλεμαν δεν μπαίνει στα χωράφια κάποιου άλλου.» «Ακούς τι λες;» του είπε. «Κάνεις λες και η μαντάμ να είναι αληθινή. Όλα είναι θέατρο, θυμάσαι;» «Δεν είναι αυτό το θέμα.» «Αυτό ακριβώς είναι το θέμα.» «Το θέμα είναι πως δεν έχει καμία δουλειά να σου γράφει ερωτικά γράμματα» της είπε. «Αν μπορώ να χαρακτηρίσω έτσι αυτό το στομφώδες παραλήρημα που ντροπιάζει όλα τα ερωτικά γράμματα που έχουν γραφτεί ως τώρα.» «Λόνγκμορ.» «Νόμιζα πως είχα γίνει Χάρι τώρα πια» της είπε. «Ή ήταν κι αυτό ένα θέατρο;» «Ποιο πράγμα; Δεν καταλαβαίνω τι εννοείς.» Ούτε κι αυτός ήταν σίγουρος για το τι εννοούσε. Κοίταξε το γράμμα στο χέρι της. Το χέρι της… Τα απαλά της χέρια. Είχαν περάσει αυτά τα χέρια μέσα από τα μαλλιά του, είχαν τυλιχτεί γύρω από το λαιμό του, είχαν κρατήσει τον ανδρισμό του, του είχαν δείξει πόσο τον ήθελε. «Πώς τολμάει;» είπε. «Πώς τολμάει το παλιοτόμαρο να ακούει συνέχεια τη φωνή σου; Πώς τολμάει να ισχυρίζεται πως είναι αναστατωμένος και μπερδεμένος; Ούτε που σε ξέρει. Είναι μεγάλη προσβολή.» Η Σοφί τον παρατηρούσε προσεκτικά, έχοντας το κεφάλι γερμένο στο πλάι και προσπαθώντας να τον καταλάβει. «Τι έχεις πάθει;» του είπε. «Απλώς τα λέει αυτά τα πράγματα.» «Ναι» είπε ο Λόνγκμορ. «Λέει αυτά που θέλουν να ακούνε οι γυναίκες. Πως σκεφτόμαστε τα μάτια τους και όχι τα στήθη τους. Τις φωνές τους, όχι το μέρος ανάμεσα στα
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
321
πόδια τους. Τα λόγια τους, και όχι τον πιο γρήγορο τρόπο για να βρεθούμε κάτω από τα φουστάνια τους.» «Μα, προσπαθεί να με ρίξει στο κρεβάτι» του θύμισε. «Εδώ είναι το θέμα. Τι, στην ευχή, σε έχει πιάσει; Είπες πως είχες ηρεμήσει. Νόμιζα πως το είχαμε διευκρινίσει αυτό το ζήτημα. Πόσες φορές πρέπει να συνουσιαστούμε για να…» «Δεν συνουσιαζόμαστε» είπε ανάμεσα από τα δόντια του. «Δεν είναι πρέπον μία κυρία να χρησιμοποιήσει άλλη λέξη.» «Κάνουμε έρωτα» της είπε. Της άρπαξε το γράμμα, το έκανε ένα σφιχτό μικρό μπαλάκι στο χέρι του και το πέταξε στην άλλη άκρη του δωματίου. «Εσύ κι εγώ. Κάνουμε έρωτα. Υπάρχει μία διαφορά. Τεράστια διαφορά. Κι αυτός δεν έχει κανένα δικαίωμα να σου κάνει έρωτα μέσα από το αστοιχείωτο, ηλίθιο γράμμα του. Και επειδή εγώ δεν σου γράφω αστοιχείωτα, ηλίθια γράμματα που θα κάνουν τους άλλους να γελάνε… και επειδή δεν λέω…» Σταμάτησε απότομα, συνειδητοποιώντας τη φόρτιση, το παράξενο συναίσθημα του να νιώθει πληγωμένος και ευτυχισμένος και αξιολύπητος ταυτόχρονα. Έμεινε να την κοιτάζει για πολλή ώρα. Είχε τα χέρια της σταυρωμένα. Τα δάχτυλά της ήταν πάλι λερωμένα με μελάνι. Αυτήν τη φορά δεν είχε πάει και στο πρόσωπό της. Τον κοιτούσε τόσο έντονα, που τα μάτια της έμοιαζαν σαν να τρυπούσαν, σαν να διαπερνούσαν το κρανίο του, προσπαθώντας να κατανοήσουν αυτό που με δυσκολία καταλάβαινε κι ο ίδιος. «Απλώς, επειδή δεν λέω…» Γύρισε πάλι στην κρεβατοκάμαρα. Η Σοφί τον ακολούθησε. Μάζεψε τα ρούχα του από το πάτωμα και ό,τι άλλο είχε ρίξει, τα πέταξε στην πιο κοντινή από τις τρεις καρέκλες του δωματίου και άρχισε να ντύνεται. Μέσα σε μία απόλυτη, τεταμένη σιωπή.
322
LORETTA CHASE
«Είναι ένα θέατρο» του είπε τελικά. «Εσύ δεν έχεις συνηθίσει να υποκρίνεσαι, και σου δημιουργεί πρόβλημα και σε… αποπροσανατολίζει.» Φόρεσε το πουκάμισό του, ξεκούμπωσε το παντελόνι του και έχωσε το πουκάμισο μέσα. «Το κόλπο είναι να το πιστεύεις την ώρα που το κάνεις» συνέχισε η Σοφί «αλλά να ξαναγίνεσαι ο εαυτός σου όταν κατεβαίνεις από τη σκηνή.» Έβαλε το γιλέκο του και το κούμπωσε. Κάθισε στην καρέκλα και φόρεσε τις κάλτσες και τα παπούτσια του. «Έχει πέσει στην παγίδα μας» του είπε. Σηκώθηκε, πήρε το φουλάρι από την πλάτη της καρέκλας και το έριξε γύρω από το λαιμό του. Το έδεσε γρήγορα, με έναν τρόπο που θα έκανε τον βαλέ του να πάθει καρδιακή προσβολή. «Ο Άντερλι είναι το θύμα» συνέχισε η Σοφί. «Είναι το κορόιδο. Ο στόχος. Δεν είναι αλήθεια.» Φόρεσε το πανωφόρι του. «Ναι, είναι» της είπε. «Όχι, δεν…» «Ναι, είναι. Εσύ κι εγώ: αυτή είναι η αλήθεια. Σ’ αγαπώ.» Την άκουσε να παίρνει μια απότομη, βαθιά αναπνοή. «Αυτό είναι το πρόβλημα που έχω – ο ηλίθιος. Σ’ αγαπώ.» Έμεινε εντελώς ακίνητη, για μία φορά –για πρώτη φορά– πολύ σοκαρισμένη για να προσποιηθεί το αντίθετο, υπερβολικά έκπληκτη για να διατηρήσει την ανέκφραστη έκφραση στο πρόσωπό της. Τα μπλε μάτια της είχαν γίνει τεράστια. Έσκυψε και πίεσε το στόμα του στο δικό της. «Φεύγω τώρα» της είπε. «Είναι πολύ ξαφνικό. Έχω ανάγκη να… πιω. Ή να τσακωθώ. Κάτι, τέλος πάντων. Σ’ αγαπώ. Αυτό είναι το θέμα. Αυτό συνέβη. Ναι.» Της γύρισε την πλάτη και κούνησε δύσπιστα το κεφάλι του. Έπειτα γέλασε και έφυγε. ***
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
323
Η Σοφί κοιτούσε την πόρτα από την οποία είχε φύγει. «Αυτό δεν συνέβη» ψιθύρισε. «Το φαντάστηκα.» Το βλέμμα της ταξίδεψε στο δωμάτιο όπου τώρα δεν είχε απομείνει κανένα ίχνος του. Δεν μπορούσε να είχε κάνει κάτι τέτοιο. Ήταν ο τελευταίος άντρας στη γη που θα έκανε μία τέτοια δήλωση. Όμως, το στόμα της την έτσουζε ακόμη από το πάθος αυτού του τελευταίου φιλιού. Στο μυαλό της είχε αποτυπωθεί το πικρό του χαμόγελο και η αλλόκοτη χροιά του γέλιου του μία στιγμή πριν φύγει. Έτρεξε έξω από το δωμάτιο, στο διπλανό, και μετά στο άλλο… Και σταμάτησε απότομα μόλις έφτασε στην πόρτα του διαδρόμου. Τι έκανε; Δεν μπορούσε να βγει στο διάδρομο με το νυχτικό της. Και για να κάνει τι ακριβώς; Όπως ήταν τα πράγματα… Αλλά όχι. Πρόσεξε. Δεν ήταν εντελώς ασυνήθιστο, το ήξερε, για μία χήρα ξένη να διασκεδάζει έναν τζέντλεμαν μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες. Τα περισσότερα μέλη της Υψηλής Κοινωνίας τώρα γύριζαν στα σπίτια τους μετά από τη νυχτερινή τους ψυχαγωγία, και τα διαμερίσματά της, όπως όλα των ξένων πρεσβευτών, ήταν σχεδιασμένα ώστε να φιλοξενούν και επισκέπτες. Όσοι είχαν ακούσει την πρωινή αποχώρηση του Λόνγκμορ από εδώ θα μπορούσαν να φανταστούν διάφορα, όμως δεν θα είχαν καμία συγκεκριμένη ιστορία. Εκτός κι αν τους έδινε εκείνη μία μέσω της Πρωινής Έκδοσης. Οι υπηρέτες είχαν καλοπληρωθεί για να μην κουτσομπολέψουν τη Γαλλίδα, σε καμία γλώσσα. Αν έτρεχε ξωπίσω του στο διάδρομο με τα νυχτικά της, κάποιοι θα έβλεπαν – και αυτό θα τους έδινε μία βέβαιη ιστορία.
324
LORETTA CHASE
Γύρισε στο σαλόνι. «Έτσι κι αλλιώς, δεν θα κάνει καμία διαφορά» μουρμούρισε. Τι θα κέρδιζε αν έτρεχε πίσω του; Χωρίς αμφιβολία, περισσότερα αινιγματικά σχόλια. Κάθισε στο σεκρετέρ και κοίταξε την πέννα που είχε αφήσει λίγη ώρα πριν. Η καρδιά της ακόμη χτυπούσε δυνατά. Τα λόγια που της είχε πει δεν ήταν και τόσο αινιγματικά. Το Σ’ αγαπώ, η καρδιά της μπορούσε να το καταλάβει πολύ καλά. «Φαίνεται πως κι εγώ, η χαζή, σ’ αγαπώ, Χάρι» ψιθύρισε. «Και δεν είναι καλό αυτό.» Έμεινε για λίγο ακίνητη, να στοχάζεται την απελπιστικότητα της κατάστασης, ενώ το μυαλό της έψαχνε συνέχεια για κάποιο σχέδιο, όπως ήταν στη φύση του να κάνει. Όμως, κανένα σχέδιο δεν υπήρχε που να μπορούσε να οδηγήσει σε ένα καλό τέλος. Δεν μπορούσε να γίνει η ερωμένη του. Θα έκανε κακό στο μαγαζί. Όσο για γάμο… Ήταν για γέλια κάτι τέτοιο. Ακόμα κι αν ήταν τόσο απερίσκεπτος και τρελός για να της το ζητήσει, η ίδια δεν μπορούσε να δεχτεί. Η αριστοκρατία έβραζε ακόμη για το ξελόγιασμα του Κλίβντον από τη Μαρσλίν. Άλλη μία ανισογαμία θα αποτελείωνε μια για πάντα τον Οίκο Νουαρό. Και η λαίδη Γουόρφορντ θα ήταν αυτή που θα ηγείτο του εχθρικού στρατεύματος. Τουλάχιστον η Μαρσλίν είχε την κοινή λογική να ερωτευτεί έναν ορφανό. Η Σοφί σκέφτηκε τους Φέρφαξ, όλους μαζί να έχουν συμμαχήσει εναντίον της. Ακόμα και η λαίδη Κλάρα. Στο κάτω-κάτω, ήταν άλλο να αγαπάς τη μοδίστρα ή την καμαριέρα σου και άλλο να την αποδέχεσαι σαν αδερφή. Κι έπειτα ήταν και το ακανθώδες θέμα των προγόνων της.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
325
Όχι, ήταν γελοίο και ανώφελο, και πραγματικά δεν είχε χρόνο για να κλαψουρίζει και να κάνει τρελά σχέδια. Ήδη είχε ένα σχέδιο έτοιμο που δεν ήταν καθόλου τρελό. Μόνο που θα χρειαζόταν όλη της την ευφυΐα για να το φέρει εις πέρας.
Κεφάλαιο 16 Η μαρκησία του Χέρτφορντ είχε προσκαλέσει ένα μεγάλος μέρος της Υψηλής Κοινωνίας, την επόμενη Δευτέρα, στην πρώτη της γιορτή της σεζόν, στην οικεία της στο Ρίτζεντ Παρκ… Υπολογίζουμε πως θα πρέπει να στάλθηκαν πάνω από πεντακόσιες προσκλήσεις. –The Court Journal, Σάββατο 13 Ιουνίου 1835 Αποκλειστικό στην Πρωινή Έκδοση του Φοξ Δευτέρα 15 Ιουνίου Υπό το φως του πρόσφατου συμβάντος στην ετήσια θερινή έκθεση του Βρετανικού Ινστιτούτου, μπορούμε μόνο να εκφράσουμε έκπληξη για τη μόνιμη επιμονή ενός συγκεκριμένου τζέντλεμαν σε απερισκεψίες. Ο εν λόγω λόρδος έχει κερδίσει –είτε με έντιμο τρόπο είτε όχι, το αφήνουμε στην κρίση των αναγνωστών μας– το χέρι της προεξέχουσας λονδρέζικης καλλονής, αληθινό διαμάντι, ένας τίτλος που δεν μπορούν να της αρνηθούν ούτε οι πιο σκληροπυρηνικοί μισογύνηδες. Μία αληθινή λαίδη, απαράμιλλης ομορφιάς και χάρης, θα έπρεπε να γεννά αισθήματα απόλυτης αφοσίωσης σε οποιαδήποτε αντρική καρδιά που δεν την έχει σκληρύνει ο εγωκεντρισμός
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
327
και η αδιαφορία. Γεγονός είναι, οι σπατάλες του προαναφερόμενου τζέντλεμαν σε βάρος της τεράστιας οικογενειακής περιουσίας που του άφησε ο στοργικός πατέρας του έφεραν την υπόλοιπη οικογένεια σε πραγματική ένδεια. Στ’ αλήθεια, το Λονδίνο είχε πολλά χρόνια να δει μια τόσο ξεδιάντροπη περίπτωση οικονομικής ανευθυνότητας και απερισκεψίας. Ακόμα και ο άγραφος κώδικας που επιτρέπει σε έναν τζέντλεμαν να αγνοεί τις διαμαρτυρίες των πιστωτών του τού επιβάλλει να πληρώνει εγκαίρως όλα τα χρέη τιμής προς τους φίλους του. Στ’ αλήθεια, για να βρούμε μια αντίστοιχη περίπτωση, θα πρέπει να ανατρέξουμε στο 1816, όταν ο Ωραίος Μπρούμελ το έβαλε στα πόδια μέσα στη νύχτα, αφήνοντας υπόλογους τους φίλους του για ένα αμοιβαίο δάνειο τριάντα χιλιάδων λιρών, συν κάποια ποσά που όφειλε σε μερικά άτομα που δεν ήταν φίλοι του. Προς το παρόν, δεν ξέρουμε τι ακριβώς να σκεφτούμε. Το μόνο που μπορούμε είναι να μεταφέρουμε στους αναγνώστες μας ένα παράξενο περιστατικό: Την Κυριακή το βράδυ, ο εν λόγω τζέντλεμαν εντοπίσθηκε σε ένα πριβέ τραπέζι του Ξενοδοχείου Μπράνσγουικ. Ομολογουμένως δεν είναι ασυνήθιστο να συναντάμε παρέες κύριων που απολαμβάνουν το έξοχο φαγητό και κρασί του ξενοδοχείου. Μόνο που κανένας άλλος κύριος δεν συντρόφευε την εξοχότητά του. Η μοναδική παρουσία στο τραπέζι του ήταν μία νεαρή Γαλλίδα χήρα που τελευταία φορά την είχαμε δει αγκαζέ με τον αδερφό της αρραβωνιαστικιάς του.
Οίκος Νουαρό Τρίτη απόγευμα «Όχι, όχι!» φώναξε η Μαρσλίν. «Τι έχεις στο μυαλό σου, Σοφί; Είναι απαραίτητο να φορέσει άσπρα η λαίδη Κλάρα. Κι εσύ πρέπει να φορέσεις το μπλε.»
328
LORETTA CHASE
«Νόμιζα πως βιάστηκες να φτιάξεις το δαμασκηνί γι’ αυτήν τη δεξίωση» είπε η Σοφί. Η Μαρσλίν κούνησε τα χέρια, απορρίπτοντας το δαμασκηνί φόρεμα και τα σχέδια που είχε γι’ αυτό. «Αυτό ήταν πριν δω τα δύο φουστάνια μαζί, κι εσένα να στέκεσαι μαζί με τη λαίδη Κλάρα. Όχι, όχι, δεν ταιριάζει. Δεν το συζητάμε. Η αντίθεση είναι πολύ έντονη.» Τρεις κούκλες μανεκέν, από τις δώδεκα που είχαν αγοράσει, φορούσαν τα φορέματα εκείνην τη στιγμή. Η απόκτηση των μανεκέν ήταν μία σπατάλη που η Λιόνι δεν είχε επιδοκιμάσει, ωστόσο έτσι γίνονταν έξοχες επιδείξεις που εντυπωσίαζαν τις πελάτισσες. Η Κακόγουστη είχε μόνο δύο παλιομοδίτικα κομμάτια για να κάνουν αυτήν τη δουλειά. «Και φυσικά κάνει έντονη αντίθεση» είπε η Σοφί. «Εγώ είμαι μια ζωηρή νεαρή χήρα. Η λαίδη Κλάρα είναι μία άγαμη νέα γυναίκα.» «Το ξέρω αυτό» είπε η Μαρσλίν ανυπόμονα. «Όμως, αν η λαίδη Κλάρα φορέσει το άσπρο κι εσύ το δαμασκηνί, η διαφορά θα φανεί τόσο υπερβολική, κι εσύ σε σύγκριση θα δείξεις έκφυλη. Ζωηρή μάς κάνει. Είναι ενδιαφέρον. Αλλά έκλυτη είναι αφορμή για κριτική. Και δεν είσαι εσύ αυτή που θέλουμε να κριθεί.» Στράφηκε στον αδερφό της λαίδης Κλάρα. «Πείτε μας κι εσύ, λόρδε Λόνγκμορ.» Εκείνος έκανε ένα βήμα πίσω. «Α, όχι, ευχαριστώ. Όταν πρόκειται για γυναικεία ρούχα, γίνομαι σαν τον Μαντ Ντικ. Εκείνος αρνείται να πλησιάσει σούστες, κουμπιά και τα συναφή, κι εγώ αρνούμαι να αντιδικήσω για την αισθητική τους.» Αυτός, η λαίδη Κλάρα, η Μαρσλίν και η Σοφί στέκονταν στην απομονωμένη σάλα συσκέψεων του πρώτου ορόφου, μακριά από την αναταραχή του ισογείου – μία πολύ μεγαλύτερη αναταραχή από αυτήν που περίμεναν για τις δέκα μέρες που είχαν απομείνει μέχρι το κλείσιμο της σεζόν. Στην Υψηλή Κοινωνία άρεσε να κλείνει τη σεζόν με μία σειρά από λαμπρές εκδηλώσεις, που συνοδεύονταν από φα-
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
329
ντασμαγορικές εκρήξεις πυροτεχνημάτων, κατά τις οποίες οι οικοδεσπότες συναγωνίζονταν για το ποιος θα παρουσιάσει το πιο εντυπωσιακό θέαμα. Παρομοίως, ο ανταγωνισμός των γυναικών για το φόρεμα που θα προκαλούσε τη μεγαλύτερη ζήλια ήταν τόσο ανυποχώρητος και λυσσαλέος, όπως αν προετοιμάζονταν για πόλεμο. Την Πέμπτη, η λαίδη Μπάρθαμ θα έδινε τον ετήσιο χορό της. Σκοπός της, όπως πάντα, ήταν να επισκιάσει, αν όχι να ακυρώσει, όλες τις άλλες εκδηλώσεις της σεζόν, συμπεριλαμβανομένης και της γιορτής του δούκα και της δούκισσας του Σεν Άλμπανς που θα γινόταν εκείνο το βράδυ, καθώς και της δεξίωσης του δούκα και της δούκισσας του Νορθάμπερλαντ στην Έπαυλη Σιόν την Παρασκευή. Η επιθυμία της να ξεπεράσει όλους τους άλλους ήταν ο προφανής λόγος που η λαίδη Μπάρθαμ είχε προσκαλέσει όχι μόνο τους πρωταγωνιστές του συνταρακτικού σκανδάλου Άντερλι, αλλά και ένα ζευγάρι που περιλαμβανόταν σε ελάχιστες λίστες καλεσμένων: το δούκα και τη δούκισσα του Κλίβντον. Όταν ο καλός κόσμος έμαθε πως τόσο η λαίδη Κλάρα Φέρφαξ όσο και η κατά τις φήμες αντίζηλός της μαντάμ ντε Βεϊγιόν ράβονταν στον Οίκο Νουαρό, μισή ντουζίνα από τα θηλυκά μέλη της αριστοκρατίας εγκατέλειψαν τις δικές τους μοδίστρες και έτρεξαν στο νούμερο 56 της οδού Σεν Τζέιμς. Αναμφίβολα ήλπιζαν πως θα μπορούσαν να ρίξουν μια ματιά στις δύο γυναίκες, κατά προτίμηση την ώρα που θα προσπαθούσαν να βγάλει η μία τα μάτια της άλλης, και οπωσδήποτε να δουν από κοντά τη νέα δούκισσα του Κλίβντον. Αλλά αυτά ήταν τα μικρότερα κίνητρα. Το κυριότερο ήταν να ξεπεράσουν όλες τις υπόλοιπες, μαζί και την Παριζιάνα αιθέρια ύπαρξη, τη μαντάμ ντε Βεϊγιόν. Ήταν λες και το να ράψουν ένα φόρεμα στον Οίκο Νουαρό ήταν ο μοναδικός τρόπος να πετύχουν το στόχο τους – έστω κι αν αυτό
330
LORETTA CHASE
σήμαινε πως θα έμπαιναν στη λίστα των εχθρών της μαρκησίας του Γουόρφορντ. Από τη στιγμή που η κατευχαριστημένη Λιόνι απέδωσε στη Σοφί την κοσμοσυρροή όλων αυτών των επιθυμητών πελατισσών, ασχολήθηκε με ανανεωμένες τις δυνάμεις της με τους λογαριασμούς της. Σήμερα εκμεταλλευόταν τη βάρδια της Σοφί στον Οίκο για να επισκεφτεί τους υφασματέμπορους. Το μάτι της έκοβε στα υφάσματα τόσο καλά όσο και στα νούμερα. Ωστόσο, η Μαρσλίν ήταν η αναγνωρισμένη διάνοια στο σχέδιο. Αν ήταν παρούσα η Λιόνι, θα έλεγε στη Σοφί: «Και φυσικά θα φορέσεις το μπλε. Δεν είπε η Μαρσλίν πως έτσι πρέπει;» Η λαίδη Κλάρα, που είχε πάει να μελετήσει τα φορέματα, πρόσθεσε τώρα και τη δική της γνώμη. «Θα είσαι υπέροχη με το μπλε. Είναι η τέλεια απόχρωση για τα μάτια σου. Και θα αναδείξει τέλεια τα διαμάντια.» «Τα διαμάντια;» ρώτησε ο Λόνγκμορ. «Φυσικά» είπε η λαίδη Κλάρα. «Η Γαλλίδα θα πρέπει να είναι φορτωμένη με διαμάντια, για να διεγείρει την όρεξη ενός συγκεκριμένου κυρίου.» Η Σοφί είδε το σκοτεινό βλέμμα του να στρέφεται πάνω της. Είχε να τον δει από τη Δευτέρα το πρωί. Στην πραγματικότητα, αυτή ήταν η πρώτη φορά που την κοιτούσε από τη στιγμή που είχε φτάσει με την αδερφή του. Της φάνηκε πως η λάμψη στα μάτια του ήταν χιούμορ.Ίσως τελικά να μην ήταν ερωτευμένος. Ίσως να ήταν μια προσωρινή παράκρουση, κι έπειτα να συνήλθε, όπως ακριβώς συνερχόταν τα πρωινά μετά από τα νυχτερινά του γλέντια. Ένας ερωτευμένος άντρας όφειλε να δείχνει το λιγότερο προβληματισμένος, ίσως χλομός και κακοδιάθετος. Όφειλε να νιώθει ερωτικά σκιρτήματα, όπως τόσο κοινότοπα το είχε θέσει ο λόρδος Άντερλι. Ίσως, όμως, να ήταν ανοησία από μέρους της να περιμένει να δει έναν άντρα σαν τον Λόνγκμορ να ανησυχεί για
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
331
ένα τόσο ασήμαντο θέμα όπως το να είναι ερωτευμένος. Δεν έδειχνε νευρικός. Κανείς δεν μπορούσε να τον κατηγορήσει για άκρατο συναισθηματισμό. Δεν φαινόταν ευσυγκίνητος. Ούτε ευαίσθητος. Και αυτό ήταν κάτι που άρεσε στη Σοφί. Όπως και πολλά άλλα σε εκείνον. Μην το σκέφτεσαι μην το σκέφτεσαι μην το σκέφτεσαι. Συγκεντρώθηκε στο τώρα και στο πώς να ξεμπερδέψει με αυτήν τη συνάντηση έχοντας διατηρήσει ανέπαφη την αυτοκυριαρχία και την αξιοπρέπειά της. «Δεν είναι η κατάλληλη ώρα για να κάνει η Γαλλίδα διακριτική εμφάνιση» είπε. «Ω, καμιάς η εμφάνιση δεν θα είναι διακριτική στο χορό της λαίδης Μπάρθαμ» είπε η Κλάρα, αγνοώντας την ένταση που υπήρχε ανάμεσα στον αδερφό της και σε μία από τις μοδίστρες της. «Οι γυναίκες φοράνε ό,τι περιέχουν οι μπιζουτιέρες τους.» «Όχι όμως κι εσείς, λαίδη Κλάρα» είπε η Μαρσλίν. «Εσείς θα φορέσετε πολύ απλά κοσμήματα. Η ομορφιά σας δεν χρειάζεται στολίδια, ούτε και το φόρεμα που θα βάλετε. Ένα έξοχο φουστάνι δεν θα έπρεπε να έχει ανάγκη από πολλά χρυσαφικά για να αναδειχτεί. Και το πιο σημαντικό, θέλουμε να τονίσουμε την αγνότητα και την αθωότητά σας.» «Και θέλουμε να προσποιηθούμε πως εγώ δεν διαθέτω ούτε αγνότητα ούτε αθωότητα» είπε η Σοφί. «Δηλαδή, πως η Γαλλίδα δεν διαθέτει.» Ο Λόνγκμορ πλησίασε τα μανεκέν και κοίταξε προσεκτικά το μπλε φουστάνι. «Για ποιο λόγο έχεις αντίρρηση;» ρώτησε. «Αυτό το μπλε θα τονίσει το χρώμα των ματιών σου – των εξαίσιων ματιών σου… Ή μήπως ήταν τα χείλη σου… Ή η ψυχή σου, που ο κόλακας ο Άντερλι χαρακτήρισε εξαίσια;» «Είμαι εξαίσια» είπε η Σοφί. «Ολόκληρη.» «Το είπε αυτό ο λόρδος Άντερλι, στ’ αλήθεια;» ρώτησε η λαίδη Κλάρα.
332
LORETTA CHASE
«Το έγραψε» απάντησε ο Λόνγκμορ. «Δεν σ’ το είπε η Γαλλίδα;» «Πότε να της το έλεγε η Γαλλίδα;» ρώτησε η Σοφί. «Αυτές τις μέρες η λαίδη Κλάρα δεν τα πάει πολύ καλά με τη Γαλλίδα, το ξέχασες;» «Έχω μπερδευτεί με το ποιος είναι ποιος και τι κάνει» απάντησε εκείνος. «Πολλή πονηριά και υπονοούμενα για το λιγοστό εγκέφαλό μου. Πολλή απάτη.» Είναι η δεύτερη φύση μου, σκέφτηκε η Σοφί. Ή ίσως και η πρώτη. Με μια καλή δόση χιούμορ, μίλησε στη λαίδη Κλάρα για το ερωτικό γράμμα. Είδε τη λαίδη να κοιτάζει τον αδερφό της –ψάχνοντας για κάποια αντίδραση;– όμως εκείνος δεν την πρόσεξε. Πηγαινοερχόταν μπροστά στα μανεκέν, έχοντας τα χέρια σταυρωμένα πίσω από την πλάτη του. Έμοιαζε σαν να έκανε μια γενική επιθεώρηση στο στράτευμά του. Από μία άποψη, αυτό έκανε. Δύο από τα φορέματα ήταν κομμάτια του εξοπλισμού της Σοφί και της λαίδης Κλάρα. «Χαίρομαι που δεν το γνώριζα» είπε η λαίδη Κλάρα μόλις, με το ανάλογο μένος, η Σοφί τελείωσε την αναμετάδοση του πιεστικού κόρτε του λόρδου Άντερλι. «Αλλιώς δεν θα κατάφερνα να διατηρήσω την ψυχραιμία μου χθες που πέρασε από το σπίτι.» Χαμογέλασε συγκρατημένα. «Ήταν έξαλλος με το άρθρο της Πρωινής Έκδοσης. Για άλλη μια φορά απείλησε να τους κάνει μήνυση. Ισχυρίστηκε συκοφαντική δυσφήμηση. Έμεινα με τα χέρια σταυρωμένα και περίμενα να τελειώσει το μονόλογό του. Νόμιζα πως η μητέρα θα ξεσπούσε, όμως εκείνη παρέμεινε συγκρατημένη και αποδοκιμαστική. Αυτός θα πρέπει να κατάλαβε πως ακολουθούσε λάθος τακτική, επειδή όταν είδε πως δεν κέρδιζε κανενός τη συμπάθεια, ησύχασε. Έπειτα με διαβεβαίωσε πως το περιστατικό ήταν εντελώς αθώο.» «Λυπάμαι που έχασα αυτή την παράσταση» είπε ο Λόν-
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
333
γκμορ καθώς κοιτούσε από κοντά το μπλε φουστάνι. «Έπρεπε να περάσω από τη γιορτή της μαρκησίας του Χέρτφορντ.» Πήγε σε αυτήν τη δεξίωση αφού μου είπε πως με αγαπάει, σκέφτηκε η Σοφί. Αφού της είχε πει πως την αγαπούσε και μετά είχε πάρει ένα ύφος σαν να ήταν κάποιο αστείο ή κάποιο πρόβλημα… Και είχε γελάσει… Και είχε φύγει. Η Μαρσλίν πήγε κοντά του. «Υπάρχει κάτι που σε ανησυχεί για της Σοφί…» Σταμάτησε απότομα, συνοφρυωμένη, και πλησίασε το λευκό φουστάνι που είχε ράψει για την Κλάρα. «Σοφί, νομίζεις πως αυτά τα μανίκια θα έπρεπε να είναι…» Κοίταξε το φόρεμα, και ύστερα τη λαίδη Κλάρα. Μισόκλεισε τα μάτια και έσφιξε τα χείλη με εκείνο το ύφος που έπαιρνε όταν το καλλιτεχνικό μάτι της διέκρινε κάποιο λάθος που κανείς άλλος δεν μπορούσε να παρατηρήσει. «Τα μανίκια» είπε. «Δεν είναι εντελώς… Λαίδη Κλάρα, θα πρέπει να κάνετε τον κόπο να προβάρετε το φουστάνι.» «Ναι, φυσικά. Γι’ αυτό ήρθα. Και δεν ήταν καλό που με συνόδεψε ο Χάρι, ενώ θα μπορούσε να είχε πάει στο Άσκοτ; Οι αγώνες αρχίζουν σήμερα, ξέρετε, και δεν έχει χάσει ούτε μία φορά την έναρξή τους από τότε που γύρισε από την Ευρώπη.» Η Μαρσλίν χαμογέλασε και οδήγησε τη δεσποσύνη της μέχρι το μπουντουάρ. Η πόρτα έμεινε ανοιχτή, και η μελωδική φωνή της λαίδης Κλάρα ακουγόταν τέλεια. «Κρίμα που έχασε την παράσταση του λόρδου Άντερλι» είπε. «Θα μπορούσε να αποζημιωθεί για το Άσκοτ. Πιστεύω πως ο Χάρι θα πέθαινε από τα γέλια. Η μαμά, φυσικά, δεν διέκρινε τίποτα το αστείο. Ήταν φανερά εξοργισμένη, ωστόσο κατάφερε να συγκρατηθεί. Πράγμα για το οποίο την παραδέχομαι. Είναι πολύ δύσκολο να παραμένεις ήρεμος όταν προσβάλλουν τη νοημοσύνη σου.» Ο Λόνγκμορ πλησίασε τη Σοφί. «Θα ήθελα να σε δω φορτωμένη με διαμάντια… και τίποτε άλλο» είπε με τη χαμηλή φωνή του που μούδιαζε το μυαλό και το κορμί της
334
LORETTA CHASE
ταυτόχρονα. Πιο δυνατά, απάντησε στην αδερφή του: «Είμαι περίεργος για το πώς δικαιολογήθηκε το κάθαρμα.» «Ω, κατηγόρησε εσένα» είπε η Κλάρα με κάπως πνιχτή φωνή. Η Σοφί μπορούσε να ακούσει το θρόισμα των ρούχων, και τη Μαρσλίν να μουρμουρίζει κάτι. «Εμένα;» ρώτησε ο Λόνγκμορ. Έσκυψε και έγλειψε το αφτί της Σοφί. Εκείνη έσφιξε τις γροθιές της. Έπρεπε να τραβηχτεί μακριά του, όμως ήταν τόσο απολαυστικό. Τόσο σκανδαλιάρικο. «Ισχυρίστηκε πως πλήγωσες τα αισθήματα της Γαλλίδας» έλεγε η Κλάρα. «Είπε πως απλώς προσπαθούσε να την ευθυμήσει. Εγώ είπα πως είναι μάλλον περίεργος τρόπος να το κάνει δειπνώντας μαζί της σε κάποιο ξενοδοχείο. Γιατί δεν της πρότεινε να κάνουν μία μικρή βόλτα στον καθαρό αέρα; Γιατί δεν τη συμβούλεψε να επισκεφτεί το Αμφιθέατρο Άστλεϊ, ή το ζωολογικό κήπο, ή να δει μια κωμωδία στο θέατρο;» Ο Λόνγκμορ φιλούσε το λαιμό της Σοφί πάνω από τις σούρες της πουκαμίσας της. Του ήταν πολύ δύσκολο να συγκεντρωθεί σε αυτά που έλεγε η λαίδη Κλάρα. Αλλά και η Σοφί ένιωθε πολύ άβουλη για να τραβηχτεί μακριά. «Καλό… αυτό» είπε. «Δεν τον συγχώρεσες τόσο εύκολα.» «Καθόλου» της απάντησε η λαίδη Κλάρα. «Το ξέρω πως εκνευρίστηκε μαζί μου. Περίμενε να χαμογελάω και να δέχομαι ό,τι κι αν λέει. Πιστεύει πως μπορεί να κάνει ό,τι του αρέσει απλώς και μόνο επειδή έχει τη δύναμη να αποκαταστήσει το καλό μου όνομα – το καλό όνομα που κατέστρεψε αυτός. Σκόπιμα.» Ο Λόνγκμορ σταμάτησε να φιλάει τη Σοφί. Την κοίταξε βαθιά μέσα στα μάτια. «Είναι πολύ δύσκολο» της είπε. «Δεν μπορώ να κάνω αυτό που κάνω και συγχρόνως να σκέφτομαι.» «Τότε, απομακρύνσου.» «Δεν θέλω.»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
335
«Το ξέρω πως ήθελε να διακόψουμε επί τόπου» συνέχισε η Κλάρα. «Όμως, δεν τολμάει. Κάλλιο πέντε και στο χέρι, ξέρεις… Αλλά, Θεέ μου, τι θα κάνω αν τα πράγματα δεν πάνε καλά και…» «Σιωπή!» της είπε απότομα η Μαρσλίν. «Όλα καλά θα πάνε. Έχετέ μας εμπιστοσύνη, αγαπητή μου.» «Να σας έχουμε εμπιστοσύνη» μουρμούρισε ο Λόνγκμορ, συνεχίζοντας να την κοιτάζει στα μάτια. «Τι αστείο που είναι.» *** Μιας και ήταν καλύτερα να μην εμφανίζεται προς το παρόν πολύ συχνά η Σοφί στο μαγαζί, απέφυγε την αίθουσα επιδείξεων. Η Μαρσλίν ήταν εκείνη που συνόδεψε τη λαίδη Κλάρα και τον αδερφό της στο ισόγειο και έμεινε μαζί τους μέχρι το τέλος – προκαλώντας χωρίς αμφιβολία αναστάτωση στις υπόλοιπες πελάτισσες. Ωστόσο, η Μαρσλίν δεν άργησε να επιστρέψει. Με έκφραση αυστηρή, έβγαλε γρήγορα το δαμασκηνί φόρεμα από την κούκλα. Πέρασε το ρούχο στο χέρι της, έπιασε τη Σοφί και την τράβηξε μαζί της μέχρι το μπουντουάρ. «Δεν υπάρχει λόγος να νευριάζεις» είπε η Σοφί. Η Μαρσλίν γινόταν κυκλοθυμική όταν επρόκειτο για τις δημιουργίες της. «Αφού λες ότι πρέπει να φορέσω το μπλε, θα φορέσω το μπλε.» «Ξέρω γιατί θέλεις να βάλεις το δαμασκηνί» είπε η Μαρσλίν. «Είναι υπέροχο. Θα κάνει τον Λόνγκμορ να λιποθυμήσει.» «Μπορεί να του κάνει διάφορα» είπε η Σοφί «αλλά όχι και να λιποθυμήσει. Είναι από τους άντρες που λένε σε μια κοπέλα πως την α… αγαπούν, κι έπειτα γε… γελάνε. Σαν να ήταν α… αστείο.» Προς απογοήτευσή της άρχισε να κλαίει.
336
LORETTA CHASE
«Ω, καλή μου.» Η Μαρσλίν έριξε το φόρεμα σε μία καρέκλα και αγκάλιασε την αδερφή της. Αυτό ήταν όλο. Έμεινε απλώς να την κρατάει ενώ η Σοφί έκλαιγε και έκλαιγε μέχρι να ξεσπάσει. Έπειτα, η Μαρσλίν την οδήγησε στο σαλόνι του πάνω ορόφου και της έφερε να πιει μπράντι, το καλύτερο γιατρικό που είχαν οι αδερφές Νουαρό για κάθε είδους ενόχληση. «Δουλεύεις πολύ σκληρά» είπε η Μαρσλίν μετά από τις πρώτες γουλιές. «Έχεις φορτωθεί πολλά. Ακόμα και η Λιόνι το λέει.» «Όμως, σας έχω αφήσει μόνες τις δυο σας να κάνετε τα πάντα. Κι εσύ τώρα έχεις κι ένα σύζυγο! Είστε νιόπαντροι ακόμη!» «Με τη Λιόνι έχουμε μεγάλη βοήθεια από τη Σελίνα Τζέφρις και μερικές από τις μοδίστρες μας» της είπε η Μαρσλίν. «Με τον Κλίβντον βρίσκουμε πάντα το χρόνο που χρειαζόμαστε για να είμαστε μαζί. Το ότι είναι κάποιος παντρεμένος δεν σημαίνει πως πρέπει οπωσδήποτε να είναι όλη την ώρα μαζί με το σύντροφό του.» «Όμως…» «Όμως τίποτα. Έχεις παρακουραστεί. Ήδη είχες πολλά να κάνεις και μόνο φροντίζοντας για τα συμφέροντά μας. Τώρα ανέλαβες και το πρόβλημα της λαίδης Κλάρα. Και είναι και ο αδερφός της, να ερωτοτροπεί μαζί σου την ώρα που εσύ προσπαθείς να οργανώσεις ένα προσεκτικό, καλοδουλεμένο και παράτολμο σχέδιο.» Η Σοφί συνάντησε το βλέμμα της αδερφής της πάνω από την καράφα με το μπράντι. Σχέδια και κόλπα και απάτες και κάθε είδους μηχανορραφίες ήταν μέρος της οικογενειακής κληρονομιάς. Αν υπήρχε ένα πράγμα που οι αδερφές της καταλάβαιναν το ίδιο καλά ή ίσως και καλύτερα από την τέχνη της ραπτικής, ήταν η τέχνη της εξαπάτησης.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
337
«Και είναι και οι αδερφές μου» είπε η Σοφί «που επιβλέπουν την επιχείρηση, που ξεθεώνονται πάνω από φουστάνια και ανέχονται κακομαθημένες κυρίες… ενώ εγώ βρίσκομαι στο Ξενοδοχείο Κλάρεντον, προσποιούμενη τη Βασίλισσα του Σαβά με έξοδα του γαμπρού μου.» Η Μαρσλίν γέλασε. «Θεέ μου, δεν μπορεί να είσαι τόσο χαζή, ώστε να σε απασχολεί αυτό! Ο Κλίβντον είναι ενθουσιασμένος που συμμετέχει στο κόλπο μας. Και μην ξεχνάς πως δεν νοιάζεται για τα λεφτά. Δεν είναι σαν εμάς. Ποτέ του δεν χρειάστηκε να τα σκεφτεί, πόσω μάλλον να ανησυχήσει γι’ αυτό το θέμα – και είναι εντελώς απίθανο να το κάνει ποτέ. Σε παρακαλώ, μη σκέφτεσαι το Κλάρεντον και τους υπηρέτες της Γαλλίδας. Οι φίλοι του άντρα μου θα χάσουν ή θα κερδίσουν αυτή την εβδομάδα περίπου όσα ξόδεψε εκείνος για σένα. Αλλά αυτοί δεν θα διασκεδάσουν τόσο όσο διασκέδασε ο Κλίβντον με αυτό που κάνουμε.» Ένα βάρος έφυγε από πάνω της. Η Σοφί χαμογέλασε στην αδερφή της. «Έχει μεγάλη πλάκα» είπε. «Με έχει απορροφήσει τόσο η έννοια μου για τη λαίδη Κλάρα, που ξέχασα πως κάνω αυτό για το οποίο είμαι γεννημένη. Και είναι μία ευχάριστη αλλαγή από το να εξυπηρετώ βαρετές γυναίκες.» «Αυτό είναι το μόνο μειονέκτημα» είπε η Μαρσλίν με ένα μικρό αναστεναγμό. «Μου αρέσει να σχεδιάζω ρούχα. Μου αρέσει να τα φτιάχνω. Μάλιστα, ούτε καν που με πειράζει το ότι πολλές φορές επαναλαμβάνω τα ίδια και τα ίδια.» «Σε κάνουν να χαλαρώνεις» είπε η Σοφί. «Δεν χρειάζεται να σκέφτεσαι. Απλώς να κάνεις. Είναι η χαρά της δημιουργίας.» «Αγαπώ τα πάντα στη δουλειά μου.» «Εκτός από τις πελάτισσες.» Η Μαρσλίν γέλασε. «Μακάρι να μπορούσε η κάθε πελάτισσα να στέλνει ένα μανεκέν στη θέση της. Καλά, όχι όλες. Μερικές έχουν πολύ πλάκα. Η λαίδη Κλάρα είναι σωστή
338
LORETTA CHASE
απόλαυση, ακόμα κι όταν διαφωνεί μαζί μου για πράγματα που της είναι εντελώς άγνωστα. Αλλά οι περισσότερες από αυτές… Πραγματικά, αν το σκεφτεί κανείς…» Σώπασε για λίγο, κοιτώντας την καράφα. «Θα πρέπει να υπάρχει κάποιος τρόπος.» «Καλή μου, αν προτιμάς να είσαι μία δούκισσα και να σχεδιάζεις φορέματα στον πύργο σου αποκλειστικά για σένα και μόνο για το κέφι σου, ξέρεις πως η Λιόνι κι εγώ μπορούμε να αναλάβουμε το μαγαζί.» «Θα πέθαινα έτσι και τα παρατούσα» είπε η Μαρσλίν. «Κάτι μέσα μου θα γκρεμιζόταν. Είναι κρίμα, όμως η εξαδέλφη Έμα κάπως μας επηρέασε. Σε πείσμα της μαμάς και του μπαμπά και όλων των άλλων.» «Μας ενέπνευσε» της είπε η Σοφί. «Ήμασταν καταδικασμένες να γίνουμε απατεώνισσες σαν τους άλλους – και είμαστε. Όμως, η εξαδέλφη Έμα μάς έκανε κάτι παραπάνω. Και τώρα δεν μπορούμε να συμβιβαστούμε με κάτι λιγότερο, αυτό είναι όλο.» Η Μαρσλίν σήκωσε το ποτήρι της, και η Σοφί τη μιμήθηκε. «Στην εξαδέλφη Έμα.» «Στην εξαδέλφη Έμα» είπε και η Σοφί. Ήπιαν. «Και πρέπει να βάλω το μπλε φουστάνι» συμπλήρωσε η Σοφί «επειδή…» «Επειδή το άλλο θα κάνει τον Λόνγκμορ να λιποθυμήσει, κι εμείς τον θέλουμε να επαγρυπνεί» είπε η Μαρσλίν. «Και μιας και αναφερθήκαμε στον Λόνγκμορ…» Κοίταξε τη Σοφί, ανασηκώνοντας ερωτηματικά τα φρύδια. Κάνουμε έρωτα, είχε πει. «Ναι» είπε. «Ναι, το έκανα. Αυτό. Αυτό για το οποίο μου έχεις μιλήσει.» «Το θέμα περί οικογένειας.» «Περίμενα την κατάλληλη στιγμή για να σ’ το πω» είπε η Σοφί. «Όμως, δεν βρέθηκε χρόνος. Τελευταία βλεπόμαστε για λίγες ώρες.»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
339
Εξήγησε στην αδερφή της όσα είχαν συμβεί κατά τη διάρκεια της διαδρομής προς και από το Πόρτσμουθ. Ήξερε πως η Μαρσλίν δεν θα θύμωνε και δεν θα την απόπαιρνε. Οι Νουαρό δεν έμοιαζαν με τους υπόλοιπους ανθρώπους. Γι’ αυτούς υπήρχαν κανόνες που δεν τους καταλάβαιναν και δεν τους έδιναν σημασία. Έμεινε να την ακούει, χαμογελώντας πότε-πότε, και μόλις η Σοφί τελείωσε, ανασήκωσε με γαλλική χάρη τους ώμους, χαρακτηριστική κίνηση όλων των Νουαρό. «Ήταν αναπόφευκτο να γίνει αργά ή γρήγορα» είπε. «Η αγνότητα και η ηθική δεν συμβαδίζουν με τους Νουαρό, έτσι δεν είναι; Και έχεις συμπληρώσει τα είκοσι τρία σου χρόνια. Είναι αξιοθαύμαστο που κράτησες την αγνότητά σου τόσο καιρό.» «Δεν μου δόθηκε η ευκαιρία, μάλλον» είπε η Σοφί. «Καλά-καλά δεν έχεις χρόνο για να κοιμηθείς. Πού να βρεθεί για ερωτικές περιπέτειες; Κι όμως, καταφέρνουμε να τον βρίσκουμε όταν πρέπει.» «Δεν είμαι σίγουρη ότι έπρεπε.» «Εγώ είμαι» είπε η Μαρσλίν. «Το ξέρω πως είναι μία άβολη κατάσταση, και δεν σε κατηγορώ που κλαις, ξέροντας πόσο δύσκολα και μπερδεμένα είναι τα πράγματα μαζί του.» «Δύσκολα και μπερδεμένα; Ακατόρθωτα, θέλεις να πεις.» «Θα το παραδεχτώ, φαίνονται μάλλον ακατόρθωτα.» Η Μαρσλίν χαμογέλασε. «Όμως, αγάπη μου –ma soeur cherie*–, θα πρέπει να σε συγχαρώ για το καλό σου γούστο.» Οικεία Γουόρφορντ Πέμπτη 18 Ιουνίου «Παρακαλώ να δώσετε προσοχή σε αυτό, μητέρα» είπε η λαίδη Κλάρα. Τίναξε ελαφρά την Πρωινή Έκδοση, ξερόβη* Αγαπημένη μου αδερφή. (Σ.τ.Ε.)
340
LORETTA CHASE
ξε και άρχισε να διαβάζει. «“Θα φαινόταν πως το χάσμα που άνοιξε πριν από λίγες μέρες ανάμεσα σε κάποιον λόρδο και μία νεαρή Γαλλίδα χήρα έχει πια γεφυρωθεί, και όλα είναι ξανά μέλι γάλα. Χθες βράδυ το ζευγάρι δείπνησε στο Ξενοδοχείο Κλάρεντον μαζί με το δούκα και τη δούκισσα που τους σύστησαν, όπως θα θυμούνται οι αναγνώστες μας, την προηγούμενη εβδομάδα στο Βασιλικό Θέατρο. Η μαντάμ φορούσε ένα φόρεμα από ροζ βελούδο, με κορσάζ ντραπέ σε όλη την επιφάνεια του στήθους, και πλάτη εφαρμοστή. Πολύ κοντά, φουσκωτά μανίκια, κομμένα μπροστά για να προβάλλουν…”» Όταν έφτασε στο σημείο «μέλι γάλα», ο λόρδος Άντερλι σηκώθηκε από την καρέκλα του και πλησίασε το γείσο του τζακιού για να κοιτάξει τη συλλογή της λαίδης Γουόρφορντ από γυάλινα λουλούδια Μουράνο. Δεν έδωσε καμία προσοχή στην υπόλοιπη ανάγνωση, η οποία περιείχε και την τελευταία κουραστική λεπτομέρεια από το ντύσιμο της μαντάμ και της δούκισσας. Είχε κάνει και σήμερα, όπως κάθε μέρα εκτός Τρίτης, την τυπική του επίσκεψη, σε ώρα που η οικογένεια δεν δεχόταν επισκέψεις. Είναι σαν να πηγαίνω γυρεύοντας για μπελάδες, σκέφτηκε. Δεν ήταν σίγουρος για το αν μπορούσε να αντέξει για πολύ ακόμα την ακατάσχετη φλυαρία της Κλάρα και τη συγκαταβατική ευγένεια της μητέρας της. «Μέλι γάλα, πραγματικά» είπε η λαίδη Γουόρφορντ. «Δεν θα μου προκαλούσε έκπληξη αν ο Λόνγκμορ έσπαγε τα μούτρα του Τομ Φοξ για την αναίδειά του.» «Το πιο πιθανό είναι να γελάσει ο Χάρι» είπε η Κλάρα. «Ωστόσο είναι ενδιαφέρον, λόρδε Άντερλι, που όλα τακτοποιήθηκαν μεταξύ τους. Έτσι δεν είναι;» «Δεν μπορώ να πιστέψω παρά πως το ραντεβού για το δείπνο είχε κλειστεί νωρίτερα» είπε εκείνος. «Χωρίς αμφιβολία, η κυρία δεν θα ήθελε να αναστατώσει τους φίλους της. Ο δούκας και η δούκισσα είναι χρόνων φίλοι, πιστεύω.»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
341
«Τότε, φαίνεται πως ο αδερφός μου εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία για να καλοπιάσει τη Γαλλίδα» είπε η Κλάρα. «Όταν βάλει κάτι στο νου του, μπορεί να το πετύχει.» «Αν ο Λόνγκμορ ήθελε να πετύχει κάτι, το μόνο που μπορεί να υποθέσει κανείς είναι πως στόχευε να κερδίσει το ενδιαφέρον της κυρίας» είπε η λαίδη Γουόρφορντ. «Κάτι μου λέει πως αυτό είναι, από τότε που τον είδα μαζί της στο θέατρο. Α, θα μπορούσε να ήταν χειρότερα τα πράγματα, είμαι βέβαιη.» Με μια σερβιτόρα ή μια χορεύτρια. «Νομίζω πως θα τη συμπαθήσεις, μητέρα» είπε η Κλάρα. «Δείχνει καλοσυνάτη. Τουλάχιστον δεν θα είναι μια ενοχλητική νύφη.» «Νύφη;» ρώτησε ο Άντερλι. «Τους πάντρεψες κιόλας;» «Πιστεύω πως είναι θέμα χρόνου» απάντησε η Κλάρα. «Μα, εσύ τις προάλλες έδειξες να την αντιπαθείς» σχολίασε εκείνος. «Αυτό ήταν πριν μου πεις ότι ο Χάρι είχε πληγώσει τα αισθήματά της. Ξέρω πόσο εριστικός μπορεί να γίνει ο αδερφός μου.» «Απαράδεκτα αγενής» είπε η λαίδη Γουόρφορντ. «Δυστυχώς, ο Λόνγκμορ έχει την ευχέρεια να γίνει αγενής σε πολλές γλώσσες.» «Εν πάση περιπτώσει, η λαίδη Μπάρθαμ θα ζητήσει να τη συστήσει απόψε στη μητέρα, κι εμείς δεν έχουμε άλλες επιλογές από το να το δεχτούμε ή να το ανεχτούμε.» «Δεν βλέπω άλλη εναλλακτική από το να συμφωνήσω να γνωρίσω την κυρία» είπε η λαίδη Γουόρφορντ. «Κανείς ποτέ δεν μπορεί να είναι σίγουρος με τον Λόνγκμορ, όμως αφού φαίνεται πως τρέφει σοβαρά αισθήματα γι’ αυτήν τη νεαρά, προτιμώ να ξεκινήσω φιλικά τη γνωριμία μας. Κι αν τελικά δεν γίνει τίποτα…» Η λαίδη Γουόρφορντ έκανε μια χειρονομία αδιαφορίας. «Μικρό το κακό. Η σεζόν σχεδόν τελείωσε, και δεν θα χρειαστεί να την ξαναδούμε μέχρι τον επόμενο χρόνο. Μέχρι τότε, ποιος ξέρει τι μπορεί να συμβεί;»
342
LORETTA CHASE
«Πράγματι» συμφώνησε ο λόρδος Άντερλι. «Ποιος ξέρει;» Απομακρύνθηκε από το τζάκι. «Δεν θέλω να καταχραστώ το χρόνο σας. Ξέρω πως θα θέλετε να ξεκουραστείτε και να ετοιμαστείτε για τον αποψινό χορό.» Καμία τους δεν προσπάθησε να τον κρατήσει άλλο. Τις αποχαιρέτησε αν όχι με ιδιαίτερη θέρμη, τουλάχιστον με μεγάλη ευγένεια. Καθώς έφευγε από το σαλόνι, χαρούμενος όσο κι εκείνες για την αναχώρησή του, άκουσε την Κλάρα να λέει: «Ανυπομονώ να δω τι θα φοράει η μαντάμ ντε Βεϊγιόν.» Έπνιξε ένα χαμόγελο και απομακρύνθηκε. Μέλι γάλα, έτσι; Η πονηρή μικρή τσαχπίνα. Άσε την Έκδοση να δημοσιεύει ό,τι θέλει. Άσ’ τους να πιστεύουν ό,τι τους καπνίσει. Εκείνος ήξερε την αλήθεια γι’ αυτήν. Ο χορός της κόμισσας Μπάρθαμ Τρίτη βράδυ Ο Λόνγκμορ παρατηρούσε τη λαίδη Μπάρθαμ να πλησιάζει. «Ό,τι κι αν κάνεις» είπε με χαμηλή φωνή «μην κάνεις στη μητέρα μου μια τέτοια υπόκλιση.» «Για ποια υπόκλιση μιλάς;» ρώτησε η Γαλλίδα. «Ξέρεις ποια εννοώ. Εκείνη που μοιάζει με ρεβεράντζα μεθυσμένης μπαλαρίνας.» «Αυτό που λες είναι εξωφρενικό» του είπε. «Γιατί θα έκανα κάτι τέτοιο;» Δεν είχε χρόνο να της απαντήσει, επειδή η λαίδη Μπάρθαμ τούς είχε ήδη πλησιάσει, μέσα στα χαμόγελα. Μία στιγμή αργότερα συνόδευε τη Γαλλίδα για να γνωρίσει τη μητέρα του. Τις άφησε να προχωρήσουν μπροστά, ενώ εκείνος παρατηρούσε όλους όσοι παρακολουθούσαν τη μαντάμ. Το μπλε
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
343
φόρεμα έδειχνε αρκετά όμορφο στο μαγαζί. Τώρα ήταν μαγευτικό. Λεπτό ασημί κέντημα σχημάτιζε ένα διπλό σχέδιο στο πρώτο φύλλο του μπλε κρεπ, το οποίο έπεφτε χαλαρά πάνω από το σατέν που φορούσε από κάτω. Αραχνοΰφαντη δαντέλα ανέμιζε γύρω της και μικρά μπριγιάν λαμποκοπούσαν στα μανίκια. Κάτω από τους πολυελαίους, ήταν σαν να έβλεπε το φως του ήλιου να τρεμοφέγγει πάνω στη γαλάζια θάλασσα. Το φόρεμα είχε χαμηλό κόψιμο, ό,τι έπρεπε για να επιδεικνύει τα αμέτρητα διαμάντια που φορούσε – και τα οποία, με λίγη τύχη, δεν θα μάθαινε κανείς πως τα είχαν χρεώσει στο δούκα του Κλίβντον στο Ράντελ εντ Μπριτζ. Ο Λόνγκμορ κοίταξε γύρω του στην αίθουσα, εντοπίζοντας τυχαία το λόρδο Άντερλι να περιφέρεται άσκοπα κοντά στον μπουφέ, με ένα χαμόγελο ικανοποίησης στα χείλη. *** «Αγαπητή μου λαίδη Γουόρφορντ, θα ήθελα να σας παρουσιάσω τη μαντάμ ντε Βεϊγιόν» είπε η λαίδη Μπάρθαμ. Η λαίδη Γουόρφορντ ίσιωσε λιγάκι περισσότερο την πλάτη της και έσφιξε το κορμί της. Το γαλάζιο βλέμμα της καρφώθηκε πάνω στη Γαλλίδα, σαν να ήθελε να κοιτάξει μέχρι τα κατάβαθα της ψυχής της. Για μια στιγμή, η μαντάμ αναρωτήθηκε μήπως η λαίδη Μπάρθαμ είχε κάνει κάποιο λάθος ή μήπως δεν είχε καταλάβει καλά. Οι κυρίες υποτίθεται πως ρωτούσαν τις άλλες γυναίκες αν επιθυμούσαν συστάσεις, προκειμένου να αποφευχθούν άβολες στιγμές. Ίσως η λαίδη Γουόρφορντ να είχε συμφωνήσει αρχικά, αλλά στο μεταξύ να είχε αλλάξει γνώμη. Mon Dieu, θα γίνω ρεζίλι, σκέφτηκε. Ο περίγελος στη σημαντικότερη εκδήλωση της σεζόν. Ωστόσο, τίποτα από όσα περνούσαν από το μυαλό της Γαλλίδας δεν φαίνονταν εξωτερικά. Στα χείλη της φόρεσε
344
LORETTA CHASE
ένα συγκρατημένο χαμόγελο, αρκετό να την κάνει συμπαθή, αλλά όχι γλοιώδη. Στο κάτω-κάτω, η μαντάμ ντε Βεϊγιόν είχε μεγάλη περιουσία, και στο Παρίσι ήταν Κάποια. Η λαίδη Γουόρφορντ κατένευσε καταδεχτικά. «Μαντάμ.» «Λαίδη Γουόρφορντ.» Η Γαλλίδα δεν ανταπέδωσε το νεύμα. Βυθίστηκε σε μία από τις χαρακτηριστικές υποκλίσεις των Νουαρό, αυτή που ο Λόνγκμορ τής είχε πει να μην κάνει. Άκουσε όλους όσοι ήταν κοντά να κρατούν την ανάσα τους. Όταν σηκώθηκε, η λαίδη Γουόρφορντ είχε μία σκεφτική έκφραση. Ο Λόνγκμορ εμφανίστηκε και έπιασε τη Γαλλίδα από τον αγκώνα. «Θεέ και Κύριε, μαντάμ, είναι η μητέρα μου, όχι ο Λουδοβίκος ο 15ος. Εσείς οι Γάλλοι κάνετε τα πάντα υπερβολικά.» «Για ποιο υπερβολικό μιλάτε;» είπε η Γαλλίδα. «Είναι η μαντάμ η μαρκησία, ναι; Τι λάθος είναι στην υπόκλισή μου για την κομψή μάμα σας; Από την οποία, ναι, ζητώ συγγνώμη.» Στράφηκε στη λαίδη Γουόρφορντ. «Θα με συγχωρήσετε, σας παρακαλώ, Μαντάμ… α, όχι. Πρέπει να πω λαίδη Γουόρφορντ. Τα Αγγλικά μου δεν είναι ακόμη τέλεια.» «Είμαι βέβαιη πως με τον καιρό θα τα τελειοποιήσετε, μαντάμ ντε Βεϊγιόν» είπε η λαίδη Γουόρφορντ. «Όπως φαίνεται πως έχετε τελειοποιήσει… άλλα πράγματα.» Έριξε μια ματιά στο γιο της πριν ξαναγυρίσει στη συνοδό του. «Πιστεύω πως αυτός είναι για σας ο πρώτος χορός στην Αγγλία.» «Μάλιστα, Μαντάμ – λαίδη Γουόρφορντ. Κάνω το ντεμπούτο μου χάρη στη μεγάλη καλοσύνη της φίλης σας λαίδης Μπάρθαμ.» «Μα, φυσικά, έπρεπε να σας καλέσω» είπε η λαίδη Μπάρθαμ. «Μου ήταν αδιανόητο να μην έχω την πιο πολυσυζητημένη κυρία του Λονδίνου στο πάρτι μου.»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
345
«Φυσικά και έπρεπε» είπε η λαίδη Γουόρφορντ με ένα γλυκό χαμόγελο. «Και οπωσδήποτε έπρεπε να έχω και τη δεύτερη πολυσυζητημένη, τη δούκισσα του Κλίβντον» είπε η λαίδη Μπάρθαμ, γελώντας. «Μιας και οι περισσότερες συζητήσεις γίνονται στα Αγγλικά» είπε ο Λόνγκμορ «η μαντάμ βρίσκεται στην ευχάριστη θέση να μην καταλαβαίνει τα περισσότερα που λέγονται. Τολμώ να πω ότι δύσκολα αντιλαμβάνεται τις τρεις από τις δέκα λέξεις της συζήτησης που κάνουμε τώρα. Μαντάμ, φαίνεστε λίγο ζαλισμένη. Πιστεύω πως έχετε ανάγκη από ένα ποτό. Λαίδη Μπάρθαμ, μητέρα, Κλάρα, νομίζω πως μας επιτρέπετε να αποχωρήσουμε;» Και την τράβηξε μακριά.
Κεφάλαιο 17 Αν ο κύριος Μπρίνσλεϊ Σέρινταν ήταν ένας τιποτένιος, ανάξιος, άσωτος άντρας, του οποίου ο γάμος ήταν ένας έντεχνος διακανονισμός με τους ανυπόμονους πιστωτές του, τότε θα ήμασταν οι πρώτοι που θα καταδικάζαμε την κίνηση που έκανε. –The Court Journal, Σάββατο 13 Ιουνίου 1835 Χόρεψαν. Δεν ήταν όπως το περίμενε η Σοφί. Ήταν τόσο προσηλωμένη στο σχέδιό της και στο να παίξει καλά το ρόλο της, που είχε σχεδόν ξεχάσει ότι δεν ήταν μία ηθοποιός επί σκηνής, αλλά μία κυρία σε κάποια δεξίωση. Η μουσική είχε αρχίσει την ώρα που ο Λόνγκμορ την απομάκρυνε από τη μητέρα του. Την επόμενη στιγμή, ο λόρδος και η λαίδη Μπάρθαμ άρχισαν να χορεύουν, όχι μεταξύ τους, αλλά με τους παρτενέρ που υποδείκνυε το πρωτόκολλο. «Α, η τέλεια δικαιολογία για να αποφύγουμε τις ευγενικές συζητήσεις» είπε τότε ο Λόνγκμορ. Παρέσυρε τη Σοφί ανάμεσα στα ζευγάρια που στροβιλίζονταν και πέρασε το χέρι του γύρω από τη μέση της. «Δεν είμαι σίγουρη…» είπε εκείνη, κρατώντας την ανάσα της. «Πάει πολύς καιρός από τότε που…»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
347
«Θα σε καθοδηγώ εγώ» της είπε στα Γαλλικά. «Άφησέ το πάνω μου, μαντάμ. Έχε μου εμπιστοσύνη.» Λίγο αργότερα, την είχε παρασύρει σε ένα βαλς, κι εκείνη είχε ξεχάσει δουλειές, σχέδια και απατεώνες. Για την ώρα, υπήρχε μόνον αυτός ο άντρας, και οι κινήσεις του αθλητικού, σίγουρου κορμιού του που χόρευε με την ίδια αυτοπεποίθηση και την ίδια αρρενωπή χάρη όπως και όταν έκανε κάθε τι άλλο. Στριφογύριζαν μέσα στην αίθουσα, και η Σοφί είχε την αίσθηση ότι πετούσε ανάμεσα σε σύννεφα από σατέν και μετάξια, άσπρα και παστέλ, μαύρα και γκρίζα, και ζωηρόχρωμα πετράδια. Όλα στροβιλίζονταν γύρω της, ενώ πολύχρωμα άστρα έλαμπαν ανάμεσα στα σύννεφα: σμαράγδια, ζαφείρια, ρουμπίνια, μαργαριτάρια και διαμάντια –πάνω από όλα, διαμάντια– που άστραφταν κάτω από τη λάμψη των κρυστάλλινων πολυελαίων. Ήταν σαν να βρισκόταν στο βασίλειο των παραμυθιών. Σε πόσες τέτοιες εκδηλώσεις είχε παρευρεθεί, παίζοντας το ρόλο της υπηρέτριας; Πόσες φορές είχε περιγράψει τέτοιες σκηνές για τους αναγνώστες της Πρωινής Έκδοσης; Μόνο που πάντα τις περιέγραφε σαν παρατηρητής. Είχε να χορέψει αιώνες, όπως είχε προσπαθήσει να του πει. Από τότε που έμενε στο Παρίσι. Αλλά και τότε, ποτέ δεν είχε παραστεί σε μία δεξίωση σαν αυτήν. Ποτέ δεν είχε χορέψει στην αγκαλιά ενός άντρα που… Αγαπούσε. Σήκωσε το κεφάλι και τον είδε να την κοιτάζει, με μία υποψία χαμόγελου στα χείλη, και μία λάμψη στα μαύρα μάτια του. Λάμψη θυμηδίας, μαζί με κάτι άλλο που δεν μπορούσε να αναγνωρίσει. «Άτακτο κορίτσι» της είπε στα Γαλλικά. «Τι σου είπα για την υπόκλιση; Και γιατί το περίμενα πως δεν θα μου έδινες την παραμικρή προσοχή;» «Είχα τους λόγους μου» του απάντησε στην ίδια γλώσσα.
348
LORETTA CHASE
Της ήταν πολύ πιο εύκολο να μιλάει έτσι παρά με τα σπαστά Αγγλικά της Γαλλίδας. Τα Γαλλικά τής έβγαιναν φυσικά και αβίαστα. Το να δολοφονεί την αγγλική γλώσσα με πραγματικό γαλλικό στιλ απαιτούσε προσπάθεια. «Πάντα έχεις» της είπε. «Πρώτον, μία χορευτική ρεβεράντζα τραβάει τα βλέμματα. Δεύτερον, το φόρεμα επιδεικνύεται με έναν τρόπο που καμία άλλη κίνηση δεν μπορεί να το κάνει.» «Ούτε και τώρα;» τη ρώτησε. «Δεν σχεδιάστηκε έτσι ώστε να ξεδιπλώνει όλη την ομορφιά του κατά τη διάρκεια του χορού;» «Μαθαίνεις» του είπε. «Για αυτοάμυνα. Σαν τον Κλίβντον.» Κοίταξε μακριά, και η Σοφί ακολούθησε το βλέμμα του. Η Μαρσλίν και ο δούκας χόρευαν, και θα πρέπει να ήταν σε όλους τους παριστάμενους προφανής ο λόγος που εκείνος είχε καταπατήσει ένα βασικό κανόνα της τάξης του και είχε παντρευτεί μία έμπορο. Επίσης θα πρέπει να ήταν προφανές πως είχε παντρευτεί μία γυναίκα που τον αγαπούσε. Η Μαρσλίν δεν φορούσε στο πρόσωπό της τη συνηθισμένη ανέκφραστη μάσκα. Ήταν ο εαυτός της: μια γυναίκα βαθιά, βαθιά ερωτευμένη με τον άντρα της. Της αξίζει να έχει καλή τύχη, σκέφτηκε η Σοφί. Η Μαρσλίν αγωνιζόταν από τότε που ήταν μικρό παιδί. Είχε κάνει το καλύτερο που μπορούσε σε έναν κακό γάμο με ένα γοητευτικό ερωτύλο. Και μόλις εμφανίστηκε η χολέρα και κατέστρεψε τον κόσμο τους με όσα αυτός περιείχε, όταν διέλυσε όλα αυτά για τα οποία είχαν αγωνιστεί, εκείνη είχε μαζέψει ό,τι είχε απομείνει από την οικογένειά της και τους είχε φέρει στην Αγγλία, μονάχα με μία χούφτα νομίσματα και με ένα δυνατό πείσμα να τα καταφέρει. Η Σοφί τράβηξε το βλέμμα της από την αδερφή της. «Αν καταλαβαίνεις τόσα πολλά για το σχέδιο του φορέματος, τότε ξέρεις και πως είχα απώτερα κίνητρα» είπε. «Είναι αλή-
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
349
θεια πως τόσο αυτό όσο και τα υπόλοιπα φορέματα πρέπει να δείχνουν όμορφα και σε ακινησία αλλά και σε κίνηση. Όμως, εγώ ήθελα να σου θυμίσω την προηγούμενη αποστολή μου, εκείνην που μας πήγε μέχρι την Ορτένς την Απαίσια. Θυμάσαι;» «Λες και θα μπορούσα να ξεχάσω. Ειδικότερα η κρεατοελιά σου είναι βαθιά χαραγμένη –ή μήπως θα έπρεπε να πω ριζωμένη– στη μνήμη μου.» «Πήγαμε εκεί για να μπορέσω να δω αν το μαγαζί είχε παραμείνει ίδιο ή αν είχε αλλάξει και μας απειλούσε» του είπε. «Έπρεπε να δω το φόρεμα της μητέρας σου, επειδή θα είχαν κάνει την καλύτερη δουλειά τους για χάρη της. Ήταν όντως καλύτερη από τα συνηθισμένα, εντούτοις εξακολουθούσε να είναι ασυγκρίτως κατώτερη από τη δική μας. Αλλά πώς μπορώ να κάνω τη μητέρα σου να το δει;» «Δεν καταλαβαίνω τι σχέση έχει αυτό με την υπόκλιση» είπε ο Λόνγκμορ. «Δεν σου πέρασε από το μυαλό πως τη στιγμή που μας σύστηναν η μητέρα σου ήταν περικυκλωμένη από τις δημιουργίες του Οίκου Νουαρό; Η λαίδη Μπάρθαμ, η λαίδη Κλάρα κι εγώ, όλες φορούσαμε δημιουργίες της Μαρσλίν. Η μητέρα σου δεν μπορεί να μην πρόσεξε τη διαφορά ανάμεσα σε αυτό που φοράει εκείνη και στα ρούχα που φοράμε εμείς. Ίσως της πάρει λίγο χρόνο μέχρι να το αφομοιώσει εντελώς, όμως εμείς φυτέψαμε το σπόρο.» «Δουλειά» είπε εκείνος. «Η υπόκλιση ήταν μέρος της δουλειάς.» «Διαφήμιση.» «Κάνεις το κεφάλι μου να γυρίζει, μαντάμ» της είπε. Την παρέσυρε σε μια περιστροφή που έκανε και το δικό της κεφάλι να γυρίζει. Κι έπειτα ξέχασε εντελώς τη δουλειά. Πώς μπόρεσε ποτέ να πιστέψει ότι το βαλς ήταν ένας απλός χορός; Χορεύοντας μαζί του ήταν σαν να έκανε έρωτα, ένα βασανιστικό έρωτα με αγγίγματα και δίχως χάδια. Κρατή-
350
LORETTA CHASE
ματα και όχι αγκαλιές. Ένα αίσθημα αυξανόμενης έντασης και διέγερσης χωρίς τρόπο να ξεσπάσει, χωρίς περιθώρια αποκορύφωσης. Ήταν αρκετά κοντά του ώστε να αισθάνεται τη ζέστη του κορμιού του, και την ανάσα του που γινόταν όλο και πιο γρήγορη. Ήταν ένα τόσο βαθιά ερωτικό συναίσθημα, με το ένα του χέρι να κρατάει το δικό της και το άλλο του περασμένο στη μέση της. Σαν να βρισκόταν εκεί ακριβώς που ανήκε, εκεί που ανήκε πάντα. Σκέφτηκε τις γυναίκες γύρω της, αυτές που χόρευαν με την ίδια οικειότητα με άντρες που δεν ήταν εραστές τους. Πώς μπορώ να σταματήσω; αναρωτήθηκε. Πώς μπορώ να γυρίσω ξανά στη ζωή μου χωρίς αυτόν; Ανόητες ερωτήσεις. Οι δυο τους έπαιζαν ένα παιχνίδι, και αυτή η ερωτική σχέση μεταξύ τους –αν ήταν κάτι τέτοιο– ήταν απλώς μία τυχαία συνάντηση. Μόνο ένας αληθινός βλάκας θα τη μετέφραζε σε ρομαντικό δράμα. Δεν είχε τα περιθώρια να φερθεί σαν βλάκας. Είχε μία δουλειά να τελειώσει. Και αν έκανε κάποιο λάθος, η ζωή μιας νεαρής γυναίκας θα καταστρεφόταν… και θα έπαιρνε μαζί της τις ελπίδες, τα όνειρα και τη σκληρή δουλειά χρόνων τριών άλλων γυναικών. Ωστόσο της ήταν δύσκολο να παραμείνει ασυγκίνητη και μεθοδική όσο χόρευε μαζί του. Όταν η μουσική σταμάτησε, της φάνηκε πως είχε κρατήσει πολύ λίγο. Ήθελε να τυλίξει τα χέρια της γύρω από το λαιμό του, να τον φιλήσει ασυγκράτητα και να κρατηθεί πάνω του επειδή… Επειδή για πολύ λίγο είχε γνωρίσει πώς ήταν να ζει πραγματικά στον κόσμο του χωρίς να τον παραβιάζει. Για πολύ λίγο είχε μάθει πώς ήταν να νιώθει ξεχωριστή με εκείνο τον παράξενο τρόπο που είχαν υπάρξει ξεχωριστοί και οι προπάτορές της. Όχι επειδή ήταν καλλιτέχνες, ή εφευρέτες, ή γενναίοι στρατιώτες, ή επειδή είχαν συνεισφέρει με κά-
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
351
ποιον τρόπο στην ανθρωπότητα, αλλά επειδή είχαν απλώς γεννηθεί ξεχωριστοί: αριστοκράτες. Παρ’ όλα αυτά, πάνω από όλα, είχε φανταστεί, είχε πιστέψει, είχε νιώσει, ακόμα και με την κυνική, σκοτεινή καρδιά των Νουαρό, πως ήταν ξεχωριστή για εκείνον. Ίσως και να ήταν. Όμως, ήξερε πώς θα έπρεπε να τελειώσει αυτή η ιστορία. Καιρός να βάλει ένα τέλος σε τούτη τη φαρσοκωμωδία. Ή δράμα. Δεν ήταν σίγουρη για τι ακριβώς επρόκειτο. Λίγη ώρα αργότερα Ο Λόνγκμορ κοίταξε τη Γαλλίδα που προσπαθούσε να ανοίξει δρόμο ανάμεσα σε μια ομάδα από άντρες. Εκείνος στεκόταν με τη μητέρα του, η οποία παρακολουθούσε την ίδια γυναίκα. Όπως και ο Άντερλι, από την άλλη μεριά της αίθουσας. «Έχεις σκοπό να αφήσεις τους άλλους να σε νικήσουν;» τον ρώτησε η μητέρα του. «Αν ήμουν στη θέση σου, Χάρι, δεν θα ήμουν τόσο σίγουρος για εκείνην. Μπορεί να έκανες την πιο γρήγορη εκκίνηση, όπως το έθεσες, όμως αυτοί εδώ θα μπορούσαν πολύ άνετα να κερδίσουν το χαμένο χρόνο.» Για την ώρα δεν υπήρχε κανένας άλλος τριγύρω, εκτός από μία πολύ ηλικιωμένη κυρία –άλλη μία από τις φίλες της γιαγιάς Γουόρφορντ–, η οποία ήταν σχεδόν εντελώς κουφή. Για κάμποση ώρα ήταν αναγκασμένοι να της επαναλαμβάνουν τα πάντα έξι ή επτά φορές, όπως και να απαντούν στην ίδια ερώτηση με την ίδια συχνότητα, αλλά τώρα είχε ρίξει το κεφάλι πάνω στο πλούσιο μπούστο της και ροχάλιζε. Παρόλο που κανείς δεν μπορούσε να τους ακούσει, ο Λόνγκμορ ξαφνιάστηκε. Έριξε ένα ερωτηματικό βλέμμα στη μητέρα του.
352
LORETTA CHASE
«Μη με κοιτάζεις έτσι» του είπε αγριεμένα. «Μου αποδεικνύεις μόνο πόσο κουτός είσαι.» «Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς» της είπε. «Η κυρία δεν μου φαίνεται να ανταποκρίνεται στην εικόνα της νύφης που έχεις φτιάξει στο μυαλό σου, κι όμως να που βιάζεσαι να με παντρέψεις.» «Δεν έχει καμία σχέση με αυτό που είχα στο μυαλό μου» παραδέχτηκε η μητέρα του. «Κι όμως.» Ο Λόνγκμορ σήκωσε τα φρύδια του. «Τα Αγγλικά της είναι απαίσια» είπε η λαίδη. «Δεν μπορεί να έχει πάρει την κατάλληλη μόρφωση.» «Μερικοί άνθρωποι απλώς δεν έχουν έφεση στις ξένες γλώσσες» της είπε. «Έφεση ή όχι, δεν είμαι καθόλου σίγουρη πως δεν είναι τελείως κοκορόμυαλη. Εντούτοις είναι μια όμορφη κοπέλα…» «Με όμορφη περιουσία.» «Μη γίνεσαι χυδαίος.» «Αν ήταν απένταρη, δεν θα με παρότρυνες να την κυνηγήσω» είπε ο Λόνγκμορ. «Και δεν καταλαβαίνω προς τι τόση βιασύνη.» Κοίταξε προς την πίστα όπου περιφερόταν ο Άντερλι, παρακολουθώντας τη Γαλλίδα. «Ω, κοίτα, αυτός που χορεύει με τη μαντάμ είναι ο τρίτος γιος της λαίδης Μπάρθαμ. Θα είναι πολύ κρίμα αν καταφέρει να κερδίσει την καρδιά της κυρίας μαζί με την εντυπωσιακή περιουσία της.» «Θα ήταν πολύ κρίμα αν έχανες οποιαδήποτε γυναίκα από αυτό το ανώριμο πλάσμα» είπε η μητέρα του. «Πάντως κάνε ό,τι θέλεις, Χάρι. Πάντα αυτό έκανες. Το ίδιο και η αδερφή σου. Μα τω Θεώ, μου έχουν τύχει τα πιο ανυπάκουα παιδιά. Αν με είχε ακούσει, τώρα δεν θα βρισκόταν σε αυτή την άσχημη κατάσταση. Κάθε μέρα που περνάει, τον αντιπαθώ όλο και περισσότερο. Πολύ περισσότερο, τον απεχθάνομαι. Κοίταξέ τον. Χόρεψε δύο χορούς με την Κλάρα και την παράτησε. Όσο σκέφτομαι τους άντρες που θα μπορούσε να
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
353
έχει. Ω, πάει πολύ. Και δες, ακόμα κι αυτός κάνει τα γλυκά μάτια στη μαντάμ. Πώς τολμάει;» «Όλοι τη γλυκοκοιτάζουν.» «Κι εσύ είσαι πολύ ψύχραιμος, πρέπει να πω.» «Πιστεύω πως είναι από τα πράγματα που πρέπει να συνηθίζει κάποιος. Τραβάει την προσοχή όπου κι αν πηγαίνει.» Η λαίδη Γουόρφορντ παρατήρησε για λίγο τη Γαλλίδα, με τα φρύδια της σμιγμένα. «Ξέρεις, Χάρι, κάποια μου θυμίζει.» Ο χορός τελείωσε, και ο Λόνγκμορ είδε τον Άντερλι να προχωράει προς τη Γαλλίδα. «Ω, όχι, φιλαράκο» είπε. «Διασκέδασε όσο θέλεις, αλλά όχι με την εύθυμη χήρα μου.» «Και γιατί όχι;» ρώτησε η μητέρα του. «Δεν είναι δική σου. Δεν έκανες τίποτα για να εξασφαλίσεις το ενδιαφέρον της.» «Αυτός δεν έχει καμία δουλειά μαζί της από τη στιγμή που είναι αρραβωνιασμένος με την αδερφή μου. Για να μην αναφέρω πως η μαντάμ υποσχέθηκε σε μένα αυτόν το χορό.» «Μη δημιουργήσεις σκηνή, Χάρι. Κυρίως όχι εδώ.» «Μητέρα, με πληγώνεις βαθιά. Ποτέ δεν δημιουργώ σκηνές.» Δεν βιάστηκε να διασχίσει την αίθουσα και δεν έσπρωξε κανέναν στο διάβα του. Ο λόρδος Λόνγκμορ δεν χρειαζόταν να κάνει κάτι τέτοιο. Το μόνο που έπρεπε ήταν να πάρει μια συγκεκριμένη έκφραση, και ο κόσμος βιαζόταν να του ανοίξει δρόμο. *** Μόλις τους πλησίασε ο Λόνγκμορ, ο Άντερλι ήταν σκυμμένος πολύ κοντά στη μαντάμ και της έλεγε κάτι. «Λυπάμαι που διακόπτω το τετ-α-τετ» είπε. «Όμως, αυτός ο χορός είναι δικός μου.» «Πιστεύω πως κάνεις λάθος» είπε ο Άντερλι. «Η μαντάμ έχει υποσχεθεί αυτόν το χορό σε μένα.»
354
LORETTA CHASE
Η Γαλλίδα κοίταξε με έκπληξη πότε τον έναν και πότε τον άλλον. Έπειτα πήρε μια έκφραση στενοχώριας. «Πολύ κρίμα» είπε. «Θα πρέπει να με συγχωρέσετε, λόρδε Άντ’λι. Ο λόρδος Λούν-μουρ μιλάει σωστά. Αυτόν το χορό, τον υποσχέθηκα σε εκείνον. Η απαίσια μνήμη μου… Σας εκλιπαρώ να με συγχωρήσετε. Όμως, εσείς θα έχετε τον επόμενο.» «Μετά από αυτόν είναι το δείπνο» είπε ο Λόνγκμορ. «Από τη στιγμή που αυτός είναι ο χορός του δείπνου, έχω το προνόμιο να σας συνοδέψω μέσα. Για να δειπνήσουμε.» «C’ est exact*» είπε. «Το ξέχασα αυτό.» «Πόσο εύκολα ξεχνάτε» είπε ο Λόνγκμορ. Του έριξε μια καθόλου φιλική ματιά, και μετά στράφηκε με αρκετή τρυφερότητα προς τον Άντερλι. «Θα σας δω μετά το δείπνο, λόρδε Άντ’λι. Αν δεν είμαι πολύ κουρασμένη.» Ο Άντερλι έκανε μια υπόκλιση και έφυγε, εξακολουθώντας να χαμογελάει. Ο Λόνγκμορ τον κοίταζε μέχρι να απομακρυνθεί πριν ξαναστραφεί στη Γαλλίδα. «Νομίζεις πως θα βρεις κουραστική την παρέα μου;» «Δεν είπα αυτό. Μεταφράζεις λάθος τα λόγια μου.» «Και το βλέμμα σου επίσης;» «Δεν μπορώ να σε κατανοήσω» του είπε. «Πρόσεξα το βλέμμα που του έριξες. Δεν ισχυρίστηκα ποτέ πως είμαι έξυπνος, αλλά θεωρώ πως ξέρω να αναγνωρίζω μια ερωτιάρικη ματιά όταν τη δω.» «Και γιατί δεν θα έπρεπε να φλερτάρω;» τον ρώτησε. «Γιατί επαναλαμβάνουμε αυτήν τη διαφωνία ξανά και ξανά; Έχω κάποιο κολάρο γύρω από το λαιμό μου, σαν σκυλί; Δεν είμαι το σκυλάκι σου, λόρδε Λούν-μουρ. Δεν σου ανήκω.» Με αυτό το πλευρό να κοιμάσαι, της απάντησε σιωπηλά. «Ίσως όχι» της είπε. «Όμως, ο κύριος ανήκει στην αδερφή μου, όπως σου έχω επισημάνει. Πολλές φορές.» *Ακριβώς. (Σ.τ.Ε.)
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
355
«Αυτό είναι τερατώδες. Για ποιο πράγμα με κατηγορείς; Πως κλέβω αυτό τον άντρα από την αδερφή σου;» «Τις προάλλες έδειχνες να πιστεύεις πως έπρεπε να της τον κλέψεις.» Αντιπαρήλθε τα λόγια του. «Είχα θυμώσει και είπα μερικά ανόητα πράγματα. Αλλά, μόλις πριν από λίγο, γνώρισα τη μητέρα σου που μου φέρθηκε τόσο φιλικά. Και η αδερφή σου μου συγχώρεσε το μικρό λάθος που έκανα. Γιατί να θέλω να τους αναστατώσω; Εδώ είμαι μία ξένη. Μόνη. Κανείς δεν με προστατεύει. Έχω μόνο τους φίλους μου να με προσέχουν, και χαίρομαι που κάνω φίλους.» Τα χείλη της κρέμασαν. «Κι εγώ χαίρομαι που κάνεις» της είπε. «Ωστόσο, όταν γίνεσαι τόσο φιλική…» «Όχι! Έδειξα μόνο λίγη συμπάθεια.» Τον κοίταξε με τα μπλε μάτια της να αστράφτουν. «Φλέρταρα μαζί του λιγάκι, έτσι όπως κάνουν όλες οι γυναίκες. Δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει να μου λες πως δεν πρέπει να το κάνω. Εσύ δεν μου είπες ούτε μία λέξη που να δείχνει κάποια ιδιαίτερη εκτίμηση.» «Είπα δύο, απ’ ό,τι θυμάμαι» απάντησε ήρεμα. «Τι περισσότερο θέλεις, μαντάμ;» Ένα ροζ χρώμα έβαψε τα μάγουλά της και απλώθηκε μέχρι τα διαμάντια που περιέβαλαν το λαιμό της και έπεφταν ως το στήθος της. «Πιστεύω πως παίζεις μαζί μου» είπε. «Αυτό νομίζεις; Πως παίζω με τα αισθήματά σου;» «Φαίνεσαι να πιστεύεις πως πρόκειται για ένα μεγάλο αστείο.» «Δεν είναι;» Δάκρυα γυάλισαν στα μάτια της, και εκείνην τη στιγμή ο Λόνγκμορ κατάλαβε ότι δεν έπαιζαν. Ή, κι αν έπαιζαν, ακροβατούσαν πάνω από την αλήθεια. «Ναι» του είπε. «Ναι, είναι. Διασκεδαστικότατο. Χα-χα.» Έκανε μεταβολή μέσα σε μια αντάρα σατέν και δαντέλας, και απομακρύνθηκε, με τους γοφούς της να λικνίζονται και το πιγούνι ψηλά.
356
LORETTA CHASE
*** Ίσα που είχε γυρίσει την πλάτη της στον Λόνγκμορ, όταν εμφανίστηκε ο λόρδος Άντερλι μπροστά της. «Νόμιζα πως είχατε υποσχεθεί αυτόν το χορό στο λόρδο Λόνγκμουρ» της είπε. «Φαίνεται πως είμαι fatiguée*» απάντησε. Άνοιξε νευρικά τη βεντάλια της και την κούνησε απότομα μπροστά από το πρόσωπό της. «Και ζεσταίνομαι.» Εκείνος θα πίστευε πως η νευρικότητά της οφειλόταν σε εκείνον. «Έχασα τη διάθεσή μου για χορό. Δεν με ευχαριστεί αυτή η δεξίωση.» «Ούτε κι εμένα» της είπε στα Γαλλικά με αγγλική προφορά. «Και τον γνωρίζετε το λόγο.» Τον κοίταξε πάνω από τη βεντάλια της. «Αλήθεια;» «Δεν σας τον έχω πει;» Η φωνή του έγινε χαμηλή και ρυθμική. «Δεν σας ξεδίπλωσα την καρδιά μου; Κάθε λέξη που σας έγραψα είναι κομμάτι από την καρδιά μου. Το ξέρετε πως ζω ένα μαρτύριο. Γιατί με βασανίζετε;» Κοίταξε γύρω της. «Γίνεστε αδιάκριτος. Μπορεί κάποιος να σας ακούσει.» «Θα πρέπει να το ξεκαθαρίσουμε αυτό» της είπε. «Κάθε μέρα αλλάζετε γνώμη.» «Κάθε μέρα! Πόσες μέρες έχουν περάσει; Μέρες, λόρδε μου. Όχι χρόνια, ούτε μήνες ούτε εβδομάδες. Λίγες μέρες. Λίγα γράμματα.» Α, ναι, του είχε απαντήσει. Του είχε δώσει λόγους να ελπίζει και αιτίες να απελπίζεται. Τον είχε ενθαρρύνει ενώ έδειχνε να τον απομακρύνει ή να παραμένει αναποφάσιστη. Όμως, είχε προσέξει να μην του γράψει τίποτα το υπερβολικά αμφίρροπο ή αποθαρρυντικό που θα τον κάνει να τα παρατήσει. «Δεν πρέπει να με πιέζετε.» «Δεν έχω χρόνο για να περιμένω» της είπε. «Αν σκοπεύετε να ποδοπατήσετε την καρδιά μου, κάντε το τώρα. Σκοτώ* Κουρασμένη. (Σ.τ.Ε.)
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
357
στε τις ελπίδες μου, αλλά κάντε το γρήγορα, για όνομα του Θεού, και γλιτώστε με από τη μιζέρια μου.» Η Σοφί απομακρύνθηκε. Εκείνος την ακολούθησε. «Με πιέζετε» του είπε. «Δεν πρέπει να πιέζουν μια γυναίκα σε θέματα καρδιάς.» «Κατάλαβα τη δική μου καρδιά τη στιγμή που σας γνώρισα. Κατάλαβα πως ανήκει ο ένας στον άλλον.» Αμέσως μόλις έμαθες για τη μεγάλη περιουσία μου. Τους πλησίασε ένας υπηρέτης, κρατώντας ένα δίσκο με ποτήρια με σαμπάνια. Η Σοφί κούνησε αρνητικά το κεφάλι και συνέχισε να προχωράει προς τον προορισμό της. «Δεν μπορούμε να μιλήσουμε εδώ μέσα» του είπε. «Πολύς κόσμος. Πολλή κίνηση. Θα συναντηθούμε άλλη φορά.» «Θα μαζευτούν μέσα για το δείπνο. Δεν θα υπάρξει καλύτερη ώρα. Και δεν θα υπάρξει άλλη φορά. Πρέπει να μάθω απόψε. Μου υποσχεθήκατε μια απάντηση σήμερα.» «Είστε πολύ ανυπόμονος.» Και είχε βάλει τα δυνατά της για να τον φέρει σε αυτή την κατάσταση. «Μαντάμ, για μένα ο χρόνος τελειώνει.» «Α, ναι, πρόκειται να παντρευτείτε.» «Αυτό εσείς θα το αποφασίσετε.» «Δεν μπορώ να αντέξω τη σκέψη πως θα σας πάρω από αυτό το όμορφο κορίτσι» του είπε. «Να ραγίσω την καρδιά της; Δεν είμαι από αυτές τις γυναίκες.» Όσο μιλούσαν, η Σοφί δεν σταμάτησε ούτε για μια στιγμή, παρά συνέχισε να προχωράει με νωχελικά βήματα, αφήνοντάς τον να την ακολουθεί. «Να της ραγίσετε την καρδιά; Με το ζόρι με ανέχεται, όπως πολύ καλά ξέρετε. Το έχετε δει. Όλη η οικογένεια με απεχθάνεται. Αν δεν υπήρχε μια στιγμή ανοησίας, θα ήμουν ελεύθερος. Και τότε θα μπορούσα να περιμένω όσο θα θέλατε για να αποφασίσετε.» «Μια στιγμή ανοησίας; Και πώς να ξέρω ότι δεν είμαι κι εγώ άλλη μια στιγμή ανοησίας για σας;»
358
LORETTA CHASE
«Τι απόδειξη θέλετε;» Είχαν πλησιάσει την μπαλκονόπορτα, η οποία ήταν ανοιχτή για να επιτρέπει στον αέρα της αίθουσας να ανακυκλώνεται τη ζεστή τούτη βραδιά. Πιο πέρα υπήρχε μία μικρή βεράντα, περιστοιχισμένη από ένα ξύλινο κιγκλίδωμα. Μερικά από τα φώτα της αίθουσας χορού έριχναν τη λάμψη τους στη βεράντα. Στα αριστερά, ένα μέρος του κιγκλιδώματος έμενε στις σκιές. Πέρα από τη βεράντα, φανοί φώτιζαν τους κήπους. Πολύ ρομαντικά. Η Σοφί χαμογέλασε. Δρασκέλισε την μπαλκονόπορτα και προχώρησε προς το σκιερό μέρος της βεράντας. «Τι απόδειξη;» τη ρώτησε εκείνος ξανά. «Δεν πρόκειται να μπλέξω σε καμιά περιπέτεια» του είπε με χαμηλή φωνή. «Ήμουν πιστή στον άντρα μου. Δεν είμαι διεφθαρμένη. Δεν θα γίνω η ερωμένη σας. Δεν είμαι πόρνη πολυτελείας.» «Δεν γυρεύω ερωμένη.» Και βέβαια όχι. Οι ερωμένες στοίχιζαν πολύ. Η Σοφί δεν μίλησε. «Οι προθέσεις μου είναι έντιμες» της είπε. «Μπορώ να το αποδείξω.» Γύρισε και τον κοίταξε. «Μπορώ» επέμεινε εκείνος. «Ελάτε να φύγουμε μαζί. Τώρα. Απόψε. Μπορούμε να φτάσουμε στη Σκοτία σε λιγότερο από δύο μέρες. Και να παντρευτούμε αμέσως μόλις φτάσουμε εκεί.» «Να κλεφτούμε;» τον ρώτησε. «Θα κάνατε κάτι τέτοιο;» «Γιατί όχι; Δεν πάει πολύς καιρός που το έκανε ο Σέρινταν. Και αντίθετα με αυτόν, εμείς δεν χρειάζεται να ανησυχούμε πως θα μας κυνηγήσουν.» Ακούμπησε το χέρι της στο μέρος της καρδιάς της και κοίταξε αλλού. «Μαντάμ;» Κούνησε αρνητικά το κεφάλι. «Όχι, μη με πλησιάζετε.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
359
Πρέπει να σκεφτώ. Δεν είναι αυτό που σκεφτόμουν. Δεν είμαι προετοιμασμένη.» Όσο μιλούσε, έκανε μερικές γρήγορες, συγκαλυμμένες προσαρμογές στο φόρεμά της. «Ποτέ δεν περίμενα ότι θα φθάνατε τόσο μακριά» είπε. «Να φύγετε μαζί μου… Θα θυμώσουν οι φίλοι σας. Αυτό σημαίνει ότι ίσως θα πέσετε σε δυσμένεια.» «Δεν με νοιάζει» της είπε. «Αν έχω εσάς, τίποτε άλλο δεν μετράει. Μαντάμ, σας ικετεύω.» Ακούμπησε τα χέρια του στους ώμους της και τη γύρισε προς το μέρος του. Η Σοφί δεν αντιστάθηκε. Την τράβηξε στην αγκαλιά του. «Ελάτε να φύγουμε.» «Όχι!» ούρλιαξε. «Όχι! Σταματήστε! Βοήθεια!» Όσο φώναζε σε Γαλλικά και Αγγλικά, τον έσπρωξε μακριά της. Τη στιγμή που το έκανε αυτό, το μπούστο του φουστανιού της γλίστρησε, ακριβώς όπως είχε σχεδιαστεί, αποκαλύπτοντας τη λευκή δαντέλα της πουκαμίσας της και ένα μικρό κομμάτι από τους κομψούς βενετσιάνικους κορσέδες της Μαρσλίν. Την ίδια στιγμή, την κατάλληλη στιγμή, μία ομάδα καλεσμένων βγήκε στη βεράντα, με πρώτη τη λαίδη Κλάρα. Ο Άντερλι πετάχτηκε μακριά από τη Σοφί σαν να είχε κάποια μολυσματική ασθένεια. «Τι διάβολο;» είπε. «Τι είναι αυτό;» «Είναι εντελώς προφανές τι είναι» είπε η λαίδη Κλάρα. Προχώρησε προς το μέρος του και τον χαστούκισε. «Κτήνος. Ψεύτη. Ξεδιάντροπε.» «Αίσχος!» είπε κάποιος από τους παριστάμενους. «Με αηδιάζεις» είπε η λαίδη Κλάρα. «Δεν πρόκειται να σε παντρευτώ. Ας πιστέψει ο κόσμος ό,τι θέλει για μένα, αλλά δεν θα σε παντρευόμουν ακόμα κι αν ήσουν ο τελευταίος άντρας πάνω στη γη.» «Μα, δεν…» τραύλισε ο Άντερλι. «Αίσχος!» «Απαράδεκτο!»
360
LORETTA CHASE
Κι άλλες φωνές ακούστηκαν, πάνω στο ίδιο μοτίβο. Η Μαρσλίν άνοιξε δρόμο ανάμεσα στους παρατυχόντες και πλησίασε τη Σοφί. «Ma pauvre dame*!» Κοίταξε άγρια τον Άντερλι. «Quel monster **!» «Μα, εγώ ποτέ δεν…» είπε εκείνος. «Κτήνος!» φώναξε κάποιος. «Τέρας!» «Τι, στο διάβολο, γίνεται εδώ;» Ο Λόνγκμορ εμφανίστηκε μέσα από το πλήθος. Κοίταξε τη Σοφί. Κοίταξε τον Άντερλι. Ξεκίνησε προς το μέρος του. Ο Κλίβντον τον τράβηξε προς τα πίσω. «Μη» του είπε. «Μη λερώνεις τα χέρια σου.» «Δεν αξίζει τον κόπο» είπε κάποιος άλλος. «Άσε τον να σαπίσει» ακούστηκε ένας τρίτος. «Όχι στη βεράντα μου» είπε η λαίδη Μπάρθαμ. Στεκόταν στην μπαλκονόπορτα. Πίσω της φαινόταν η λαίδη Γουόρφορντ. Με τα φώτα της αίθουσας να λάμπουν πίσω τους, έμοιαζαν κι οι δύο με τιμωρούς αγγέλους. «Λόρδε Άντερλι, θα πρέπει να σας ζητήσω να φύγετε» είπε η λαίδη Μπάρθαμ. «Και δεν είστε πια ευπρόσδεκτος εδώ.» *** Ο Λόνγκμορ ήξερε τι έπρεπε να κάνει. «Μην τον χτυπήσεις για κανέναν απολύτως λόγο» τον είχε συμβουλέψει ο Κλίβντον, και οι τρεις αδερφές Νουαρό είχαν συμφωνήσει μαζί του. Αυτή είναι η μεγάλη στιγμή της Κλάρα, του είχαν πει όλοι. Άφησέ την εκείνη να το αναλάβει. Άφησε να δουν όλοι όσοι την είχαν κρίνει. * Άμοιρή μου κυρία. (Σ.τ.Ε.) ** Τι τέρας. (Σ.τ.Ε.)
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
361
Κι έτσι ο Λόνγκμορ είχε αφήσει την Κλάρα να χαστουκίσει τον Άντερλι. Όμως, ο παλιολεχρίτης απομακρυνόταν στα μουλωχτά, και μέσα στα μάτια του Λόνγκμορ χόρευαν φωτιές. Ξεκίνησε προς το μέρος του Άντερλι. Δεν είχε κάνει ούτε τρία βήματα, όταν άκουσε τη φωνή της Γαλλίδας, τρεμουλιαστή και παραμορφωμένη από τα δάκρυα. «Λόρδε Λούνμουρ.» Γύρισε. Εκείνη στεκόταν, με το χέρι της αδερφής της γύρω από τους ώμους της, και το όμορφο φόρεμά της αναστατωμένο. Δάκρυα κυλούσαν στο πρόσωπό της. «Σας παρακαλώ, συνοδέψτε με μέχρι το ξενοδοχείο μου.» Στη θέα του αναστατωμένου φουστανιού, το μυαλό του θόλωσε από οργή. Το μόνο που μπορούσε να σκεφτεί ήταν το φονικό, και σχεδόν είπε: «Θα σας πάει ο Κλίβντον.» Όμως, τα υπέροχα μπλε μάτια τον είχαν υπνωτίσει. Πήρε μια βαθιά αναπνοή και άφησε αργά τον αέρα να βγει από τα πνευμόνια του. Πήγε κοντά της. «Φυσικά, μαντάμ» είπε. Τη σήκωσε στα χέρια του και την κουβάλησε μέσα στην αίθουσα, ανάμεσα στους αριστοκράτες που ψιθύριζαν, και από εκεί στο διάδρομο, στις σκάλες, και έξω από το σπίτι. Την κρατούσε, ενώ το πρόσωπό της ήταν κρυμμένο στον ώμο του, μέχρι να έρθει η άμαξα που είχε ειδοποιηθεί στα γρήγορα για να τους μεταφέρει. Μέσα σε λίγα λεπτά εμφανίστηκε η άμαξα της οικοδέσποινάς τους. Γρήγορα έχωσε τη Σοφί μέσα. Μόλις έστριψαν σε μία γωνία και χάθηκαν από την οικεία Μπάρθαμ, ο Λόνγκμορ μίλησε. «Πήγε καλά, νομίζω.» Η Σοφί είχε σωριαστεί δίπλα του, δακρυσμένη και τρέμοντας. Το τρέμουλο σταμάτησε. Ανακάθισε και εμφάνισε το μικρότερο μαντίλι του κόσμου με το οποίο σκούπισε ζωηρά τα δάκρυα. «Σχεδόν τέλεια» είπε. «Σχεδόν;»
362
LORETTA CHASE
«Υποτίθεται πως δεν θα κυνηγούσες τον Άντερλι έχοντας στο μυαλό σου να κάνεις φόνο. Δεν θα τον κυνηγούσες καθόλου. Σ’ το εξήγησα αυτό. Όλοι σ’ το εξηγήσαμε. Θα υποβάθμιζε το αποτέλεσμα. Έχεις ξεχάσει πώς γίνεται; Προσέβαλε την πώς-να-το-πω.» «Τη θεία μου» είπε, στρέφοντας το βλέμμα του στο παράθυρο. Μερικές φορές γινόταν βλάκας, πολύ βλάκας. «Αν τον χτυπούσες, το θέμα θα είχε τακτοποιηθεί, το πρόβλημα θα είχε λυθεί. Δεν θέλαμε να τακτοποιηθεί έτσι. Θέλαμε να ντροπιαστεί, έτσι όπως είχε ντροπιάσει την αδερφή σου.» Έγειρε πίσω στο κάθισμά του και έκλεισε τα μάτια του. «Το ξέρω.» «Αλλά το ξέχασες» είπε. «Δεν μπορεί κανείς να ξεχνάει τέτοια πράγματα. Παραλίγο να τα καταστρέψεις όλα.» «Σε άγγιξε» της είπε. «Για τρία δευτερόλεπτα.» «Είδε την πουκαμίσα σου.» «Ένα εκατοστό της.» «Και τον κορσέ σου.» «Άλλο ένα εκατοστό. Το ίδιο και όλοι οι άλλοι. Αυτό ήταν το ζητούμενο.» «Το ξέρω» είπε. «Όμως, είμαι ερωτευμένος άντρας, και ένας ερωτευμένος δεν σκέφτεται λογικά.» Έπεσε σιωπή στην άμαξα. Απέξω, ο καλπασμός των αλόγων και ο ξερός χτύπος από τις ρόδες ακούγονταν ολοκάθαρα. Ο Λόνγκμορ άκουσε φωνές από μακριά. Κάποια καμπάνα χτύπησε κάπου. «Κάτι πρέπει να γίνει μαζί σου» είπε. «Έχεις ήδη κάνει κάτι» του είπε. «Πολλές φορές. Σε δύο διαφορετικά πανδοχεία. Χρησιμοποιώντας διάφορες τεχνικές.» Κάνουμε έρωτα. «Πιστεύω πως πρέπει να σε παντρευτώ» είπε.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
363
*** Η Σοφί ένιωσε ένα αναφιλητό να της σφίγγει το στήθος. Το συγκράτησε. «Δύο προτάσεις μέσα σε ένα βράδυ» είπε. «Η λάμψη των διαμαντιών θα πρέπει να τυφλώνει τα μυαλά των αντρών.» «Αυτό είναι που μου αρέσει σε σένα. Ο ρομαντισμός σου.» Γύρισε και τον κοίταξε. «Λοιπόν, είναι αστείο, σωστά; Για μας. Και αν δεν κάνω κάποιο αστείο, θα κλάψω. Αρκετά έκλαψα απόψε.» «Εκείνο το κλάμα ήταν ψεύτικο.» «Δεν ξέρω ακριβώς ποια είναι η διαφορά» του είπε. «Και αυτό, κατά παράδοξο τρόπο, είναι άλλο ένα που μου αρέσει σε σένα. Εν πάση περιπτώσει, μου αρέσει ή όχι, η μητέρα μου θέλει να σε παντρευτώ.» «Θέλει να παντρευτείς τη Γαλλίδα, εννοείς.» «Σε βρίσκει αρκούντως ελκυστική, αν και όχι πολύ έξυπνη. Αλλά θα θεωρήσει πως αυτό μας κάνει ταιριαστούς, από τη στιγμή που δεν είμαι ιδιαίτερα προικισμένος με μυαλό.» «Δεν μπορείς να παντρευτείς τη Γαλλίδα» είπε η Σοφί. «Και δεν μπορείς να παντρευτείς ούτε εμένα.» «Τότε, τι προτείνεις να κάνουμε;» τη ρώτησε. «Δεν ξέρω.» «Λοιπόν, σκέψου» της είπε. «Γλίτωσες την αδερφή μου από μία κατάσταση που κανείς δεν πίστευε πως θα μπορούσε να διορθωθεί. Σίγουρα μπορείς να σκαρώσεις κι ένα σχέδιο για μας. Πρέπει να το κάνεις. Δεν έχεις κάποιο πονηρό κόλπο για να κάνεις τη μητέρα μου να σε αγαπήσει;» «Εν καιρώ, ίσως την παρασύρω στον Οίκο Νουαρό» είπε. «Μπορεί και να την πείσω να με ανεχτεί σαν μοδίστρα της. Αλλά το να την κάνω να με αγαπήσει είναι άπιαστο όνειρο. Φαντάσου μόνο πώς θα αισθανόταν.» «Αισθήματα» μουρμούρισε εκείνος.
364
LORETTA CHASE
«Είναι γυναίκα. Είναι μητέρα. Προσπάθησε να μπεις στη θέση της. Ο Κλίβντον παντρεύτηκε την αδερφή μου αντί για την κόρη της. Έπειτα, εσύ αποφασίζεις να παντρευτείς εμένα, την αδερφή της γυναίκας που κατέστρεψε τα ρομαντικά σχέδιά της, και που ως εκ τούτου είμαι υπεύθυνη, τουλάχιστον έμμεσα, για τα προβλήματα της Κλάρα.» «Είναι τόσο σημαντικό να σε αγαπήσει η μητέρα μου;» τη ρώτησε. Δεν καταλαβαίνεις, ήθελε να του φωνάξει. Η οικογένειά μου δεν έχει κάνει τίποτε άλλο από το να καταστρέφει οικογένειες. Εδώ και γενιές πολλές. Ούτε κι εγώ είμαι καλή. Δεν είμαι ενάρετη. Είμαι απατεώνισσα. Αλλά δεν μου αρέσει αυτό που είμαι. Δεν το θέλω. «Οι γονείς σου θα σε αποκληρώσουν» του είπε. «Αυτό είναι το πιο ισχυρό όπλο που έχουν. Ίσως το μοναδικό όπλο.» «Τότε, φαντάζομαι πως θα πρέπει να κάνω κατάληψη σε κάποια δωμάτια πάνω από το μαγαζί και να αφήσω τη γυναίκα μου να με ζήσει.» «Χάρι.» Συνάντησε το βλέμμα της. «Το ξέρεις πως αυτό είναι παράλογο» του είπε. «Θα το μισούσες. Και ξέρεις πως η Λιόνι έχει την οικονομική διαχείριση; Εγώ και η Μαρσλίν δεν τα πάμε καλά με τα χρήματα. Για να είμαι πιο ακριβής, είμαστε καλές κυρίως στο να τα ξοδεύουμε.» Έμεινε να την κοιτάζει για αρκετή ώρα. Ύστερα άφησε έναν αναστεναγμό. «Είμαστε χαμένοι» είπε. «Σε αυτή την περίπτωση…» Την τράβηξε στην αγκαλιά του.
Κεφάλαιο 18 Στους περισσότερους από τους κεντρικούς δρόμους της πρωτεύουσας, εσάρπες, μουσελίνες, αξεσουάρ για τα γυναικεία φορέματα και άλλα πολλά αναδεικνύονταν με τη βοήθεια καθρεφτών, και τις νύχτες με τους πολυελαίους και με όσο φως έδιναν οι φανοί, με έναν εκθαμβωτικό τρόπο, όπως οι λυρικές περιγραφές που διαβάζουμε στα παραμύθια της Χαλιμάς. –Η βίβλος των επαγγελμάτων της Αγγλίας και η βιβλιοθήκη των χρήσιμων τεχνών, 1818 Την Παρασκευή, η Έκδοση δημοσίευσε όλες τις λεπτομέρειες του σκηνικού που διαδραματίστηκε στο χορό της λαίδης Μπάρθαμ –πράγμα που εξασφάλισε πως εκείνη θα έκανε το πιο εκρηκτικό κλείσιμο της σεζόν–, μαζί με εκτενείς περιγραφές των ρούχων που φορούσαν οι πρωταγωνίστριες αυτού του δράματος. Το Σάββατο, η Έκδοση πληροφόρησε τους αναγνώστες της πως η Μαντάμ ντε Βεϊγιόν είχε εξαφανιστεί από το Λονδίνο με τον ίδιο μυστηριώδη τρόπο που είχε εμφανιστεί. Είχε φύγει από το Ξενοδοχείο Κλάρεντον την Παρασκευή το βράδυ, προφανώς, με μία άμαξα τεσσάρων αλόγων. Και
366
LORETTA CHASE
αυτή ήταν η τελευταία πληροφορία που είχε καταφέρει να ανακαλύψει η Έκδοση. Την Κυριακή, η εφημερίδα έγραψε πως ο λόρδος Άντερλι είχε διαγραφεί από όλες τις λέσχες. Τη Δευτέρα, η Έκδοση ανακοίνωσε πως ο λόρδος Άντερλι είχε αναχωρήσει από το Λονδίνο μέσα στη νύχτα. Οι πιστωτές του, είπε, τον κυνηγούσαν. Την Τρίτη, η Σοφί κάθισε στο σεκτρετέρ της, στο δωμάτιο εργασίας που μοιραζόταν με τις αδερφές της. Συνέτασσε μία περιγραφή του φορέματος που θα φορούσε η λαίδη Μπάρθαμ στο χορό του Άλμακ το επόμενο βράδυ. Παρόλο που το άρθρο δεν θα δημοσιευόταν στην Έκδοση πριν από την Πέμπτη, εκείνη προσπαθούσε να κάνει προκαταβολικά λίγη δουλειά την ώρα των διαλειμμάτων στο μαγαζί. Με την όλο και αυξανόμενη ονομαστή πελατεία και τη φούρια για τις τελευταίες εκδηλώσεις της σεζόν, είχε να περιγράψει περισσότερα φορέματα από όσα πριν. Χάρη στη μαντάμ ντε Βεϊγιόν, ο Οίκος Νουαρό θα προσπερνούσε την ημέρα των πληρωμών άθικτος. Η Σοφί έφτιαχνε τα μαλλιά της όταν η Μαίρη Πάρμεντερ τής είπε πως την ήθελαν στο δωμάτιο συσκέψεων. Μόλις μπήκε στην αίθουσα, βρήκε το λόρδο Λόνγκμορ, τη λαίδη Κλάρα και τη λαίδη Γουόρφορντ να κοιτάζουν προσεκτικά το δαμασκηνί φόρεμα. Με το που την άκουσαν, στράφηκαν όλοι προς την πόρτα, και τρία ζευγάρια μάτια καρφώθηκαν πάνω της. Η Σοφί δεν ταράχτηκε. Δεν γούρλωσε τα μάτια από έκπληξη. Δεν άφησε κανένα επιφώνημα. Έδειξε μόνο το ευγενικό ενδιαφέρον μιας υπεύθυνης μοδίστρας. Η λαίδη Γουόρφορντ σκυθρώπιασε, και μετά άφησε να της ξεφύγει μια πνιχτή κραυγή έκπληξης. «Μαντάμ ντε Βεϊγιόν;» είπε. «Μα, νόμιζα…» Σταμάτησε καθώς το βλέμμα της περιεργαζόταν από πάνω μέχρι κάτω την εμφάνιση της Σοφί. Ήταν ντυμένη κομψά και με στιλ, έτσι όπως όφειλε να
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
367
είναι μία μοδίστρα. Ωστόσο, το φόρεμά της δεν είχε καμία σχέση με τα ρούχα που θα φορούσε η μαντάμ ντε Βεϊγιόν. Η Σοφί έκανε μια υπόκλιση. Την υπόκλιση των Νουαρό. Δεν ήταν απαραίτητο, όμως εκείνη την έκανε έτσι κι αλλιώς, ίσως για να εκνευρίσει το λόρδο Λόνγκμορ, ο οποίος την είχε συνοδέψει μέχρι το ξενοδοχείο την Πέμπτη το βράδυ, είχε μείνει μαζί της, και ύστερα είχε εξαφανιστεί, ξεχνώντας προφανώς ακόμα και την ύπαρξή της. «Ναι, είναι η Γαλλίδα» είπε ο Λόνγκμορ. «Χωρίς να είναι. Είναι μία από αυτές τις τρομερές Νουαρό, μητέρα. Η συγκεκριμένη είναι η Σοφία, εκείνη που προσφέρθηκε να ταπεινωθεί τις προάλλες, προκειμένου να γλιτώσει την Κλάρα από ένα δυστυχισμένο γάμο.» Η καρδιά της Σοφί άρχισε να χτυπά πιο δυνατά. Δεν μίλησε. Προσπάθησε να παραμείνει ανέκφραστη, παρόλο που ήταν αρκετά δύσκολο τη στιγμή που της είχε κοπεί το αίμα από το φόβο. Η λαίδη Γουόρφορντ κοίταξε την κόρη της, έπειτα το γιο της και τέλος τη Σοφί. «Ήταν ένα έξυπνο κόλπο που επινόησε η δεσποινίς Νουαρό» συνέχισε εκείνος. «Το έκανε επειδή η Κλάρα είναι η αγαπημένη τους πελάτισσα και δεν ήθελαν να τη χάσουν. Και επειδή την αγαπούν, όπως φαίνεται.» Σταμάτησε για λίγο. «Κι εγώ αγαπώ τη δεσποινίδα Νουαρό. Όμως, υπάρχει ένα πρόβλημα. Δεν πρόκειται να με παντρευτεί αν δεν την αγαπήσεις κι εσύ.» «Παντρευτεί!» Μία μόνο λέξη. Μία κραυγή απόγνωσης από τη μητέρα του. «Δεν θα με παντρευτεί αν δεν την αγαπήσεις» είπε. «Θα ήθελα να κάνεις μία προσπάθεια.» Η λαίδη Γουόρφορντ έκλεισε τα μάτια και κλυδωνίστηκε αμυδρά. «Καλύτερα να καθίσετε, μητέρα» πρότεινε η λαίδη Κλάρα. Η λαίδη άνοιξε τα μάτια. «Ανοησίες. Είμαι μια χαρά.»
368
LORETTA CHASE
Ύψωσε το πιγούνι. «Μία μοδίστρα. Άλλη μία μοδίστρα.» Κοίταξε γύρω της, και η Σοφί διέκρινε τη σαστιμάρα στο βλέμμα της. «Λαίδη μου» άρχισε. «Ίσως τελικά να καθίσω» είπε η λαίδη Γουόρφορντ. Ο Λόνγκμορ τής τράβηξε μία καρέκλα. Εκείνη κάθισε. «Αυτή η σκηνή στο χορό της λαίδης Μπάρθαμ» είπε μετά από λίγο «ήταν… προσχεδιασμένη;» «Όλα οργανωμένα, μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια» απάντησε ο Λόνγκμορ. «Οργανωμένα από τη δεσποινίδα Νουαρό. Ήταν δικό της το σχέδιο. Το επινόησε όταν φέρναμε πίσω την Κλάρα από το Πόρτσμουθ. Και αυτό η δεσποινίς Νουαρό το κατόρθωσε. Χωρίς εκείνην, δεν θα είχα βρει ποτέ την Κλάρα.» «Ω, Χάρι» είπε η λαίδη Γουόρφορντ. «Δεν πρόκειται να με παντρευτεί αν δεν την αγαπήσεις» επανέλαβε εκείνος. «Τη συμπαθούσες αρκετά πριν.» «Ω, σε παρακαλώ» είπε η Σοφί. «Δεν ήταν το ίδιο. Τότε ήμουν μία λαίδη. Με μεγάλη περιουσία. Τα λεφτά έχουν τη δύναμη να κουκουλώνουν πολλά αρνητικά, όπως πολύ καλά ξέρεις. Δεν είναι σωστό από μέρους σου να πληγώνεις τα αισθήματα της μητέρας σου.» Στράφηκε προς τη μητέρα. «Λαίδη μου, ίσως θα θέλατε ένα τονωτικό.» Χωρίς να περιμένει καμία συναίνεση, πήγε στο ντουλάπι που φύλαγαν το μπράντι για περιπτώσεις ξαφνικών λιποθυμιών ή κρίσεων, συνηθισμένα περιστατικά σε ένα μαγαζί που απευθυνόταν σε γυναίκες. «Δεν καταλαβαίνω τι του ήρθε του λόρδου Λόνγκμορ να σας υποβάλει σε τέτοια αναστάτωση» είπε καθώς σέρβιρε το μπράντι. «Χωρίς καμία προετοιμασία, τολμώ να πω.» «Αν είχα πει στη μητέρα μας τι σχεδίαζα, δεν θα είχε έρθει» είπε ο Λόνγκμορ. «Ήρθα» είπε αργά η λαίδη Γουόρφορντ. «Δηλαδή, πίστευα πως θα ερχόμουν για να δω τι μπορούσε να σωθεί από
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
369
τα… προικιά της Κλάρα.» Τα μάτια της βούρκωσαν. «Γι’ αυτό τον τρομερό γάμο. Με εκείνο τον απαίσιο άντρα. Κι εσύ…» «Με έσωσε, μαμά» είπε η λαίδη Κλάρα. «Με έσωσε. Δύο φορές.» Η λαίδη Γουόρφορντ γύρισε προς την κόρη της. Το βλέμμα της φανέρωνε μόνο αγάπη. Αυτό έκανε την καρδιά της Σοφί να πονέσει. Η δική της μητέρα δεν την είχε κοιτάξει ποτέ έτσι… όποτε τύχαινε να είναι κοντά τους… όποτε θυμόταν πως είχε παιδιά. Έδωσε το μπράντι στη λαίδη Γουόρφορντ. Εκείνη ήπιε. Για μια στιγμή έμεινε να κοιτάζει μέσα στο ποτήρι. Κανείς δεν μίλησε. Η καρδιά της Σοφί χτυπούσε τόσο δυνατά, που θα έπρεπε να την άκουγαν όλοι. Τόσο ακατάστατα, που νόμισε πως θα λιποθυμούσε. Ωστόσο πίεσε τον εαυτό της να συγκρατηθεί και διατήρησε την έκφραση που όφειλε να έχει. Ευγενικό ενδιαφέρον. Σεβαστική, αλλά όχι υπερβολικά. Οι μοδίστρες έπρεπε πάντα να έχουν το πάνω… «Σκέφτομαι πως ίσως…» είπε η λαίδη Γουόρφορντ. Σταμάτησε. «Σκέφτομαι πως ίσως μπορέσω να… τη συμπαθήσω.» Τα παιδιά της απάντησαν ταυτόχρονα. «Ω, έλα τώρα, μητέρα!» «Αλήθεια, μαμά!» Το βλέμμα της λαίδης Γουόρφορντ στάθηκε στη Σοφί. «Είναι εντελώς παράλογο να περιμένεις να σε αγαπήσω με τόσο λίγο που σε ξέρω» είπε. «Τέλος πάντων.» Περίμεναν. «Τέλος πάντων, μου έκανες μία… μεγάλη εξυπηρέτηση.» Σταμάτησε για να ανασυγκροτηθεί. «Μία πολύ μεγάλη εξυπηρέτηση, η οποία είναι δύσκολο να ξεπληρωθεί… Και πραγματικά ήταν πολύ προκλητικό από μέρους σου. Αλλά, τουλάχιστον, είσαι ευπαρουσίαστη. Και η αδερφή σου είναι μία δούκισσα. Δεν είναι μικρό πράγμα αυτό. Εν πάση περιπτώσει, τίποτα δεν μπορεί να σταματήσει τον Χάρι όταν του μπει κάτι στο κεφάλι.»
370
LORETTA CHASE
«Σου φτάνει αυτό, Σοφί;» ρώτησε ο Λόνγκμορ. «Δεν είναι ό,τι ακριβώς ήθελες, αλλά για την ώρα πιστεύω πως είναι το καλύτερο που μπορεί να κάνει.» Η Σοφί έπνιξε ένα λυγμό. «Ναι, θα πρέπει να φτάνει» είπε. «Θα προσπαθήσω να την κάνω να με αγαπήσει περισσότερο, αλλά στο μεταξύ… ναι, φτάνει… Μου φτάνει, επειδή… Επειδή θα είμαι τόσο δυστυχισμένη χωρίς εσένα.» Έτρεξε στην αγκαλιά του. *** Την Παρασκευή, τη μέρα μετά τον τελευταίο χορό της Βασίλισσας για τη σεζόν, η δεσποινίς Σοφία Νουαρό και ο λόρδος του Λόνγκμορ παντρεύτηκαν με ειδική άδεια στο κόκκινο σαλόνι της οικείας Κλίβντον. Οι καλεσμένοι ήταν πολύ περισσότεροι από όσους παρευρέθηκαν στο γάμο του δούκα. Αυτήν τη φορά, μαζί με τις αδερφές και την ανιψιά της νύφης και τις περισσότερες θείες του Κλίβντον, ήρθαν ο λόρδος και η λαίδη Γουόρφορντ, καθώς και τα πέντε παιδιά τους. Αργότερα, μετά το γαμήλιο πρόγευμα, όταν ο μαρκήσιος και η μαρκησία επέστρεψαν στο σπίτι τους και έμειναν μόνοι στο σαλόνι τους, ο λόρδος Γουόρφορντ είπε: «Καινούριο είναι αυτό το φόρεμα, αγαπητή μου;» «Ναι, ναι, καινούριο» απάντησε η λαίδη Γουόρφορντ, έκπληκτη. Ο σύζυγός της, απ’ όσο πολύ καλά θυμόταν, δεν είχε προσέξει ποτέ τίποτα από αυτά που φορούσε. Έδινε σημασία μόνο στους λογαριασμούς, κάποιες φορές γκρίνιαζε γι’ αυτούς, αλλά μέχρι εκεί. «Πολύ σε κολακεύει» της είπε με βραχνή φωνή. «Μου θυμίζεις το κορίτσι που παντρεύτηκα.» Εκείνη κοκκίνισε λιγάκι. «Αλήθεια;» «Ναι.» Σηκώθηκε, έκλεισε την πόρτα του καθιστικού και την κλείδωσε.
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
371
Κι έπειτα, όσα έγιναν την έκαναν να ξεχάσει να του πει μια περίεργη σκέψη της που αφορούσε στα μάτια της καινούριας της νύφης. *** Μετά το γαμήλιο γεύμα, οι νιόπαντροι ξεκίνησαν για το Λανκασάιρ, αφού οι αδερφές αποφάσισαν πως η κοινωνία του Λονδίνου χρειαζόταν χρόνο για να ξεχάσει τη μαντάμ ντε Βεϊγιόν πριν γνωρίσει τη νέα λαίδη Λόνγκμορ. Ο Λόνγκμορ και η Σοφί σταμάτησαν για να διανυκτερεύσουν στο Ξενοδοχείο Έιντζελ, περίπου σαράντα πέντε χιλιόμετρα έξω από το Λονδίνο. Και ήταν εκεί που, αφού την έγδυσε εντελώς και έκανε έρωτα σε κάθε εκατοστό του κορμιού της, την ώρα που ήταν παραδομένος στην ευδαιμονία του σμιξίματός τους, η Σοφί τραβήχτηκε από την αγκαλιά του και ανακάθισε. «Υπάρχει κάτι που πρέπει να σου πω.» «Πάντα υπάρχει κάτι» της είπε. «Θα έπρεπε να σ’ το είχα πει πριν το γάμο. Η Μαρσλίν ξαφνιάστηκε που δεν το έκανα.» «Κάποια ομολογία;» Στηρίχτηκε στον αγκώνα του. «Φόνο, μήπως; Κάποιος τρελός σύζυγος στη σοφίτα; Αλλά όχι, ήσουν παρθένα.» «Αυτή ήταν η μόνη αγνότητα που πήρες» του είπε. «Δεν είμαι και τόσο φανατικός οπαδός της αγνότητας.» Το βλέμμα του χαμήλωσε στα στήθη της. Κάτω από το φως της λάμπας, έλαμπαν σαν δύο πανέμορφα φεγγάρια. Όχι ολόγιομα. Περισσότερο σαν τριών τετάρτων, με ένα σαγηνευτικό ανασήκωμα, όπως το ανασήκωμα της μύτης της. «Κοίταξε τα μάτια μου» του είπε. «Σε λίγο. Τώρα θαυμάζω το στήθος σου. Πιστεύω πως θα μπορούσα να γράψω ένα ποίημα γι’ αυτό. Τόσο εξαίσιο είναι. Και για τα οπίσθιά σου. Είναι τέλεια. Θα έπρεπε να
372
LORETTA CHASE
ποζάρεις για τα αγάλματα της Αφροδίτης. Όμως, δεν θέλω να σε γλυκοκοιτάζουν οι διάφοροι σάτυροι. Καλύτερα να σε κρατήσω για τον εαυτό μου.» «Πραγματικά σε αγαπώ» του είπε. «Και καλά κάνεις. Σου ταιριάζω απόλυτα.» «Έτσι είναι. Με καταλαβαίνεις. Γι’ αυτό, είμαι σίγουρη πως δεν θα το πάρεις στραβά.» «Κάτι κακό μού προμηνύεται» είπε ο Λόνγκμορ. «Τίποτα δεν σε τρομάζει εσένα. Κοίταξε τα μάτια μου.» Υπάκουσε. «Λοιπόν;» τον ρώτησε. «Είναι εντυπωσιακά μπλε. Ασυνήθιστο χρώμα.» «Είναι το μπλε των ντε Λούσι.» «Προφανώς είναι αποκλειστικότητα της οικογένειας» της είπε. «Είναι περίεργο πώς δεν τα πήρε η μεγάλη σου η αδερφή, αλλά τα πήρε η κόρη της.» Τα υπέροχα μπλε μάτια γούρλωσαν. Ο Λόνγκμορ την κοίταξε για λίγο. «Αυτή ήταν η ομολογία;» «Ναι. Το ήξερες;» «Μερικές φορές» της είπε «καταλαβαίνω πως ένα κι ένα κάνουν δύο. Είχες αφήσεις τόσους υπαινιγμούς για το παρελθόν σου. Κατάλαβα πως θα πρέπει να υπήρχε κάποιο θέμα, αλλά ήμουν πολύ απασχολημένος με την προσπάθειά μου να σε ξελογιάσω, και δεν είχα χρόνο να σε πιέσω να μου μιλήσεις. Όμως, σήμερα έγινε ξαφνικά ξεκάθαρο.» «Σήμερα» είπε. «Πριν, κατά τη διάρκεια, ή μετά την τελετή;» «Έχει καμία σημασία;» «Ναι, επειδή η Μαρσλίν είπε πως σε παντρεύτηκα με ψέματα.» «Κάτι τέτοιο θα με διασκέδαζε ακόμα περισσότερο, αλλά δεν είναι αλήθεια. Ήξερα ακριβώς πού πήγαινα να μπλέξω. Πάντα το ήξερα, θα έλεγα. Το ήξερα πως δεν ήσουν σαν όλες τις άλλες. Πως δεν ήσουν βαρετή.»
ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ
373
«Κανείς ποτέ δεν έχει κατηγορήσει τους ντε Λούσι για πλήξη» του είπε. «Ωστόσο δεν είχα μια ολοκληρωμένη άποψη μέχρι τη στιγμή που σας είδα όλες μαζεμένες για το γάμο: εσένα, τη δούκισσα, τη Λιόνι και τη Λούσι. Θυμήθηκα τη λαίδη Ντάργουιτς που μίλησε για τους ντε Λούσι. Θυμήθηκα με τι τρόπο της απάντησες, κάνοντας και κάποιο μικρό αστείο. Θυμήθηκα τη βαρετή περιγραφή που έκανες στο φόρεμα της αδερφής μου.» «Για να σου αποσπάσω την προσοχή» του είπε. «Τα κατάφερες. Μέχρι σήμερα. Σήμερα έγινε ολοφάνερο. Και σκέφτηκα: “Μα τω Δία, αυτή η μέρα πάει όλο και καλύτερα. Ο γάμος μου θα δώσει στον κύκλο μας το τελειωτικό χτύπημα. Θα σκεφτούν πως έρχεται η Επανάσταση, ή πως η Αποκάλυψη πλησιάζει. Έπεισα τον πιο γλυκό σατανά με μορφή γυναίκας να ορκιστεί ψέματα πως θα με αγαπά, θα με τιμά και θα με υπακούει για το υπόλοιπο της ζωής μας… ”» «Δεν ήταν ψέμα αυτό» διαμαρτυρήθηκε. «Εκτός από το “υπακούει”.» «“Και είναι μία Τρομερή ντε Λούσι. Μπλέχτηκα σε μια συμμορία”. Η καρδιά μου αγαλλίασε. Και σχεδόν μάτωσα τα χείλη μου από την προσπάθεια να μη γελάσω.» Ένα χαμόγελο άρχισε να σχηματίζεται στα χείλη της. «Ήμουν σχεδόν σίγουρη πως δεν θα σε πείραζε» του είπε. «Να με πειράξει; Είναι τέλειο.» «Εσύ είσαι τέλειος. Και πιστεύω πως σου αξίζει μία ανταμοιβή, επειδή δεν έπεσες κάτω από τα γέλια και δεν κατέστρεψες τη σοβαρότητα της κατάστασης.» «Κόντεψα να πεθάνω.» Έγειρε μέσα στην αγκαλιά του. «Μία μεγάλη ανταμοιβή» του είπε. «Υπάρχει μόνο κάτι.» Άφησε τα δάχτυλά της να συρθούν από το στήθος του πιο χαμηλά. «Ό,τι θέλεις.» «Δεν Πρέπει Να Μάθει Ποτέ Κανείς» του είπε.