Π Ο Λ Ι Τ Ι Σ Μ Ι Κ Η
Θ Ε Ω Ρ Ι Α
Κ Ρ Ι Τ Ι Κ Η
Michael Hardt - Antonio Negri
Αυτοκρατορία
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ:
ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ ΚΑΛΑΪΤΖΗΣ
Αυτοκρατορία
Τίτλος πρωτοτύπου: MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
Empire
Copyright © 2000 by the President and Fellow s of Harvard College All rights reserved Η παρούσα έκδοση έγινε από το αγγλικό πρωτότυπο κατόπιν συμφωνίας με το Harvard University Press.
ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ - ΚΡΙΤΙΚΗ________________________________ MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI: Αυτοκρατορία © Γ ι α την ελληνική γλώσσα, εκδόσεις SCRIPTA
Ασκληπιού 10, Αθήνα 10680, τηλ.: 210.3616528, fax: 210.3616529 http://www.scripta.gr - e-mail:
[email protected] ISBN 960-7909-45-3
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ Μετάφραση ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ ΚΑΛΑΪΤΖΗΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ SCRIPTA ΑΘΗΝΑ 2002
■ |
Κάθε εργαλείο είναι ένα όπλο, αν το χειρίζεσαι σωστά.
Ανι D i F ranco Οι άνθρωποι πολεμούν και χάνουν τη μά χη , και αυτό για το οποίο πολέμ ησαν γίνεται πραγματικότητα πα ρά την ήττα τους, και τότε αποδεικνύεται πω ς δεν εί ναι αυτό ακριβώς που είχα ν οραματιστεί, και πρέπει άλλοι άνθρωποι να πολεμήσουν γ ι’ αυτό, κάτω από ένα άλλο όνομα.
W illiam M orris
Ευχαριστούμε τον Σωτήρη Ν τά λη , πολιτικό επιστήμονα-διεθνολόγο, για τη θεώρηση της μετάφρασης.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ
Θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε τους φίλους και συνα δέλφους μας που διάβασαν αποσπάσματα του χειρο γράφου και από τα σχόλια των οποίων ωφεληθήκαμε. Ειδικότερα ευχαριστούμε τους: Robert Adelman, Etienne Balibar, Denis Berger, Yann Moulier Boutang, Tom Conley, Arif Dirlik, Luciano FerrariBravo, David Harvey, Fred Jameson, Rebecca Karl, Wahneema Lubiano, Saree Makdisi, Chri stian Marazzi, Valentin Mudimbe, Judith Revel, Ken Surin, Christine Thorsteinsson, Jean-M arieVincent, Paolo Virno, Lindsay Waters και Kathi Weeks. To αρχικό παράθεμα από την Ani DiFranco προέρ χεται από το «My IQ» © 1993 Righteous Babe Music, και χρησιμοποιείται κατόπιν αδείας.
J
/
J
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Πρόλογος .............................................................................
13
Μ ΕΡΟ Σ ΠΡΩΤΟ Η πολιτική συγκρότηση του π α ρ ό ν το ς........................ 1.1 Παγκόσμια τ ά ξ η ..................................................... 1.2 Βιοπολιτική π α ρ α γ ω γ ή ......................................... 1.3 Εναλλακτικές εντός της Αυτοκρατορίας . . . . .
23 23 48 73
Μ ΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Μ ορφές μετάβασης της κ υρ ια ρ χία ς............................... 2.1 Δύο Ευρώπες, δύο νεωτερικότητες ................... 2.2 Η κυριαρχία του εθνικού κ ρ ά το υ ς...................... 2.3 Η διαλεκτική της αποικιακής κυριαρχίας . . . . 2.4 Συμπτώματα της μ ετά β α σ η ς............................... 2.5 Δικτυακή εξουσία: Η έννοια της κυριαρχίας στις ΗΠΑ και η νέα Αυτοκρατορία ................. 2.6 Η αυτοκρατορική κυριαρχία ............................... ΙΝΤΕΡΜΕΔΙΟ: ΑΝΤΙ-ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
105 105 135 161 191 221 251
......................
'280
ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ Μορφές μετάβασης της π α ρ α γ ω γ ή ς ............................. 3.1 Τα όρια του ιμπεριαλισμού .................................. 3.2 Πειθαρχική κυβερνητότητα.................................. 3.3 Αντίσταση, κρίση, μ ετασχημ ατισμ ός.................
299 299 325 351
12
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
3.4 Μεταεκσυγχρονισμός, ή η Πληροφορικοποίηση της π α ρ α γ ω γ ή ς........................................................ 3.5 Μεικτό π ο λ ίτευ μ α ................................................... 3.6 Η κεφαλαιοκρατική κυριαρχία, ή Πώς διοικείται η παγκόσμια κοινωνία ε λ έ γ χ ο υ ...........................
434
ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ Η παρακμή και η πτώση της Α υτοκρα τορίας............ 4.1 Δυνητικότητες ........................................................ 4.2 Γένεση και φ θ ο ρ ά ................................................... 4.3 Το πλήθος εναντίον της Αυτοκρατορίας ..........
469 469 490 519
Σ η μ ειώ σ εις...........................................................................
547
Ευρετήριο ελληνικών όρων και ο νο μ ά τω ν...................
623
Ευρετήριο ξένων όρων και ονομάτων ...........................
628
377 408
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Η Αυτοκρατορία γίνεται πραγματικότητα μπροστά στα ίδια μας τα μάτια. Κατά τις τελευταίες δεκαετίες, με την ανατροπή των αποικιακών καθεστώτων και, πολύ εντονότερα, με την τε λική κατάρρευση των φραγμών που προέβαλλε η Σοβιετική Έ νωση στην κεφαλαιοκρατική παγκόσμια αγορά, γίναμε μάρτυ ρες μιας ακαταμάχητης και αμετάκλητης παγκοσμιοποίησης των οικονομικών και πολιτισμικών ανταλλαγών. Μαζί με την παγκόσμια αγορά και τα παγκόσμια κυκλώματα παραγωγής αναδύθηκε μια παγκόσμια τάξη πραγμάτων, μιά νέα λογική και άρθρωση της εξουσίας -κοντολογίς, μια νέα μορφή κυριαρ χίας. Η Αυτοκρατορία είναι το πολιτικό υποκείμενο που κατ’ ουσίαν ρυθμίζει αυτές τις παγκόσμιες ανταλλαγές, η κυριαρχι κή δύναμη που κυβερνά τον κόσμο. Πολλοί υποστηρίζουν ότι η παγκοσμιοποίηση της κεφαλαιο κρατικής παραγωγής και ανταλλαγής συνεπάγεται τη μεγαλύ τερη αυτονόμηση των οικονομικών σχέσεων από τους ελέγχους της πολιτείας και άρα την παρακμή της πολιτικής κυριαρχίας. Κάποιοι χαιρετίζουν αυτή τη νέα εποχή ως εποχή απελευθέ ρωσης της κεφαλαιοκρατικής οικονομίας από τους περιορισμούς και τις στρεβλώσεις που της επέβαλλαν οι πολιτικές δυνάμεις· άλλοι θρηνούν γιατί βλέπουν να κλείνουν οι θεσμικοί δίαυλοι που έδιναν τη δυνατότητα στους εργάτες και τους πολίτες να επηρεάζουν και να αμφισβητούν την ψυχρή λογική του κεφα λαιοκρατικού κέρδους. Ασφαλώς ουδείς αμφιβάλλει ότι, παράλ ληλα προς τις διαδικασίες της παγκοσμιοποίησης, η κυριαρχι κή εξουσία των εθνικών κρατών, ενώ παραμένει ενεργή, στα διακά έχει παρακμάσει. Οι βασικοί παράγοντες της παραγωγής και της ανταλλαγής -το χρήμα, η τεχνολογία, οι άνθρωποι και τα αγαθά- κινούνται με διαρκώς αυξανόμενη ευκολία, χωρίς
14
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
τους περιορισμούς που επέβαλλαν τα εθνικά σύνορα- ως εκ τού του, το εθνικό κράτος έχει ολοένα και λιγότερο τη δύναμη να ρυθμίζει αυτές τις ροές και να επιβάλλει την εξουσία του στην οικονομία. Και τα ισχυρότερα των εθνικών κρατών δεν πρέπει πλέον να θεωρούνται ως ανώτατες και κυρίαρχες αρχές, ούτε εκτός αλλά ούτε και εντός των εθνικών τους συνόρων. Η πα ρακμή της κυριαρχικής εξουσίας των εθνικών κρατών, εντούτοις, δεν συνεπάγεται και την αποδυνάμωση αυτής καθαυτήν της κυ ριαρχίας.' Καθ’ όλη τη διάρκεια των σύγχρονων μετασχηματι σμών, οι πολιτικοί έλεγχοι, οι κρατικές λειτουργίες και οι ρυθ μιστικοί μηχανισμοί εξακολούθησαν να κυβερνούν τη σφαίρα της οικονομικής και κοινωνικής παραγωγής και ανταλλαγής. Η βασική μας υπόθεση είναι ότι η κυριαρχία έχει λάβει μια νέα μορφή, συντιθέμενη από μία σειρά εθνικών και υπερεθνικών ορ γανισμών τους οποίους διέπει μία και η αυτή εξουσιαστική λο γική. Αυτή η νεοφανής, παγκόσμια μορφή κυριαρχίας είναι ό,τι εμείς ονομάζουμε Αυτοκρατορία. Η παρακμή της κυριαρχίας των εθνικών κρατών και η αυ ξανόμενη αδυναμία τους να ρυθμίσουν τις οικονομικές και πο λιτισμικές ανταλλαγές αποτελεί στην πραγματικότητα ένα από τα κυριότερα συμπτώματα της έλευσης της Αυτοκρατορίας. Η κυριαρχία του εθνικού κράτους ήταν ο ακρογωνιαίος λίθος των ιμπεριαλιστικών καθεστώτων που οικοδόμησαν οι ευρωπαϊκές δυνάμεις κατά τους νεότερους χρόνους. Με τον όρο «Αυτοκρα τορία», εντούτοις, εννοούμε κάτι τελείως διαφορετικό από τον όρο «ιμπεριαλισμός». Τα σύνορα που ορίστηκαν από το σύστη μα των εθνικών κρατών των νεότερων χρόνων ήταν θεμελιώδη για την ευρωπαϊκή αποικιοκρατία και την οικονομική επέκτα ση:, τα εδαφικά όρια του έθνους περιχάρασσαν το κέντρο από το οποίο η εξουσία ασκούνταν σε εξωτερικές, ξένες περιοχές μέσω ενός συστήματος διαύλων και φραγμών που εναλλακτικά διευ κόλυναν και παρεμπόδιζαν τις ροές της παραγωγής και της κυ κλοφορίας. 0 ιμπεριαλισμός αποτελούσε όντως μια προέκταση της κυριαρχικής εξουσίας των ευρωπαϊκών εθνικών κρατών, πέ ραν των δικών τους συνόρων. Τελικά, σχεδόν όλα τα εδάφη του
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
15
πλανήτη μπορούσαν να διαμοιραστούν και ο παγκόσμιος χάρ της μπορούσε να σημανθεί με τα ευρωπαϊκά χρώματα: κόκκινο για τα βρετανικά εδάφη, μπλε για τα γαλλικά, πράσινο για τα πορτογαλικά, κ.ο.κ. Οπουδήποτε ρίζωσε η νεότερη έννοια της εθνικής κυριαρχίας, οικοδόμησε έναν Λεβιάθαν που δέσποζε στον κοινωνικό τομέα και επέβαλλε ιεραρχικές εδαφικές οριο θετήσεις, τόσο για να αστυνομεύει την καθαρότητα της δικής του ταυτότητας όσο και για να αποκλείει καθετί το αλλότριο. Το πέρασμα στην Αυτοκρατορία αναδύεται μέσα από το λυ κόφως της νεωτερικής κυριαρχίας. Αντίθετα από τον ιμπεριαλι σμό, η Αυτοκρατορία δεν εγκαθιστά κάποιο εδαφικό κέντρο εξουσίας ούτε εξαρτάται από αμετακίνητα σύνορα και φραγ μούς. Είναι ένας αποκεντρωμένος και α.πεδαφιχοποιητιχός*' μη χανισμός, που σταδιακά ενσωματώνει ολόκληρο τον πλανήτη στα ανοιχτά, επεκτεινόμενα σύνορά του. Η Αυτοκρατορία δια χειρίζεται υβριδικές ταυτότητες, ευέλικτες ιεραρχίες και πολ λαπλές ανταλλαγές, μέσα από μεταβαλλόμενα δίκτυα προ στάγματος. Τα διακεκριμένα εθνικά χρώματα του ιμπεριαλιστι κού χάρτη του κόσμου έχουν αναμειχθεί σχηματίζοντας το αυτοκρατορικό ουράνιο τόξο. Ο μετασχηματισμός της παγκόσμιας γεωγραφικής εικόνας που είχε επιβάλει ο νεότερος ιμπεριαλισμός και η υλοποίηση της παγκόσμιας αγοράς σηματοδοτούν μια μετάβαση στο εσω τερικό του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής. Ακόμη ση μαντικότερο δε, η γεωγραφική κατανομή των τριών κόσμων (του Πρώτου, του Δεύτερου και του Τρίτου) έχει διαταραχτεί, ούτως ώστε να βρίσκουμε διαρκώς τον Πρώτο Κόσμο μέσα στον Τρίτο και τον Τρίτο μέσα στον πρώτο, ενώ ο Δεύτερος φαίνεται να έχει σβηστεί από το χάρτη. Το κεφάλαιο μοιάζει να βρίσκεται ενώπιον ενός εξομαλυμένου κόσμου - ή μάλλον ενός * Για την απόδοση του όρου territorialize και των παραγώγων και συνθέτων του ακολουθήσαμε την ελληνική μετάφραση του έργου των Deleuze και Guattari Ο Αντιοιδίπους, μτφρ. Καίτη Χατζηδήμου και Ιουλιέττα Ράλλη, εκδ. Ράππα, Αθήνα, 1973. (Σ.τ.μ.)
16
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
κόσμου που προσδιορίζεται από νέα και πολύπλοκα καθεστώτα διαφοροποίησης και ομοιογενοποίησης, απεδαφικοποίησης και επανεδαφικοποίησης. Η κατασκευή των ατραπών και των ορίων αυτών των παγκόσμιων ροών συνοδεύτηκε από έναν με τασχηματισμό των ίδιων των κυρίαρχων παραγωγικών διαδικα σιών, με αποτέλεσμα ο ρόλος της βιομηχανικής εργασίας στο εργοστάσιο να έχει περισταλεί και αντίθετα να δίνεται προτε ραιότητα στην επικοινωνιακή, συνεργατική και συναισθηματική εργασία. Με τον μετα-εκσυγχρονισμό της παγκόσμιας οικονο μίας, η δημιουργία πλούτου τείνει ολοένα και περισσότερο προς αυτό που αποκαλούμε «βιοπολιτική παραγωγή», την παραγωγή του ίδιου του κοινωνικού βίου, κατά την οποία το οικονομικό, το πολιτικό και το πολιτισμικό ολοένα περισσότερο αλληλεπικαλύπ^ονται και επενδύουν το ένα το άλλο. Πολλοί εντοπίζουν την ύπατη εξουσία που κυβερνά τις δια δικασίες της παγκοσμιοποίησης και τη νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι υπέρμαχοι χαιρετί ζουν τις Ηνωμένες Πολιτείες ως τον παγκόσμιο ηγέτη και τη μοναδική υπερδύναμη, ενώ οι αρνητές τις καταδικάζουν ως έναν ιμπεριαλιστή δυνάστη. Και οι δύο αυτές απόψεις βασίζον ται στην υπόθεση ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες περιβλήθηκαν απλώς το μανδύα της παγκόσμιας δύναμης τον οποίο έχουν πλέον απεκδυθεί τα ευρωπαϊκά έθνη. Αν ο 19ος αιώνας ήταν ο αιώνας της Βρετανίας, τότε ο 20ός έγινε ο αιώνας της Αμερι κής. Κατά συνέπεια, η σοβαρότερη κατηγορία που μπορούν να προσάψουν στις ΗΠΑ οι αρνητές τους είναι ότι επαναλαμβάνουν τις πρακτικές των παλαιών ευρωπαίων ιμπεριαλιστών, ενώ οι υπέρμαχοι τους τις χαιρετίζουν ως έναν πιο αποτελεσματικό και μεγαλόψυχο ηγέτη του κόσμου, ο οποίος φρόντισε να μάθει από τα λάθη των Ευρωπαίων. Η βασική μας υπόθεση, ωστόσο, ότι έχει αναδυθεί μια νέα αυτοκρατορική μορφή κυριαρχίας, αντιφάσκει και προς τις δύο προηγούμενες απόψεις. Ούτε οι Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά, εδώ που τα λέμε, ούτε και κανένα άλλο εθνικό κράτος δεν μπορεί σήμερα να αποτελέσει το κέν τρο ενός ιμττεριαλιστικοό σχεδίου. Ο ιμπεριαλισμός έχει ξοφλή-
fig""™ !
1
- r f
___ I
ΑΤΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
17
σει. Κανένα έθνος δεν πρόκειται να ηγηθεί του κόσμου με τον τρόπο που ηγήθηκαν τα ευρωπαϊκά έθνη κατά τους νεότερους χρόνους. Οι Ηνωμένες Πολιτείες κατέχουν όντως προνομιακή θέση στην Αυτοκρατορία, αυτή η προνομία τους όμως δεν οφείλεται στις ομοιότητές τους προς τις παλαιές δυνάμεις του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού αλλά στις διαφορές τους. Οι διαφορές αυτές γί νονται σαφέστερα αντιληπτές, αν εστιάσουμε στα κυριολεκτικώς ειπείν αυτοκρατορικά (και όχι ιμπεριαλιστικά) θεμέλια του πολιτεύματος των Ηνωμένων Πολιτειών, όπου με τον όρο «πο λίτευμα» εννοούμε τόσο το τυπικό Σύνταγμα, τον γραπτό κα ταστατικό χάρτη με τις διάφορες τροποποιήσεις και τη νομο λογία που έχει παραχθεί βάσει αυτού, όσο και την υλική πολι τειακή συγκρότηση, δηλαδή τη διαρκή διαμόρφωση και αναδιαμόρφωση της σύνθεσης των κοινωνικών δυνάμεων.* Ο Thomas Jefferson, οι συντάκτες του Federalist και οι υπόλοι ποι ιδεολογικοί ιδρυτές των Ηνωμένων Πολιτειών, όλοι ανεξαι ρέτως εμπνεύστηκαν από το αρχαίο αυτοκρατορικά μοντέλο· πίστεψαν ότι δημιουργούσαν στην άλλη άκρη του Ατλαντικού μια νέα Αυτοκρατορία με ανοιχτά, διευρυνόμενα σύνορα, όπου η εξουσία θα κατανεμόταν κατ’ ουσίαν σε δίκτυα. Αυτό το αυτοκρατορικό ιδεώδες επιβίωσε και ωρίμασε μέσα στην πολιτεια κή ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών και σήμερα έχει αναδυθεί σε παγκόσμια κλίμακα, σε πλήρως υλοποιημένη μορφή. Πρέπει να τονίσουμε ότι χρησιμοποιούμε εδώ τον όρο «Αυ τοκρατορία» όχι ως μεταφορά, γεγονός που θα απαιτούσε από δειξη των ομοιοτήτων που συνδέουν τη σημερινή παγκόσμια * Ο όρος constitution χρησιμοποιείται αδιακρίτως στην αγγλική γλώσσα για να δηλώσει τόσο τον καταστατικό χάρτη μιας χώρας όσο και το σύνολο των θεσμών οι οποίοι διέπουν το πολίτευμα ενός κράτους, ενώ στην ελληνική έχει επικρατήσει να δηλώνει μόνο την πρώτη έν νοια. Στη συνέχεια του βιβλίου, και χάριν της καλύτερης ροής της ελ ληνικής μετάφρασης, επιλέξαμε να τον μεταφράζουμε, ανάλογα με τα συμφραζόμενα, ως σύνταγμα, πολίτευμα, συγκρότηση ή σύσταση. (Σ.τ.μ.)
18
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
τάξη με τις αυτοκρατορίες της Ρώμης, της Κίνας, των αμερι κανικών ηπείρων, κ.ο.κ., αλλά μάλλον ως μια έννοια, η οποία χρήζει καταρχάς θεωρητικής προσέγγισης.2 Η έννοια της Αυ τοκρατορίας διακρίνεται κατά βάση από την έλλειψη συνόρων η εξουσία της Αυτοκρατορίας δεν έχει όρια. Πρώτα απ’ όλα, λοιπόν, η έννοια της Αυτοκρατορίας προϋποθέτει ένα καθεστώς το οποίο ουσιαστικά περικλείει τη χωρική ολότητα, ή μάλλον κυβερνά όλον τον «πολιτισμένο» κόσμο. Δεν υπάρχουν εδαφικά σύνορα που να περιορίζουν την εξουσία της. Κατά δεύτερον, η έννοια της Αυτοκρατορίας παρουσιάζεται όχι ως ένα ιστορικά προσδιορισμένο καθεστώς που σχηματίζεται μέσα από κατα- . κτήσεις, αλλά μάλλον ως μια τάξη πραγμάτων που κατ’ ουσίαν αναστέλλει την ιστορία και με αυτόν τον τρόπο παγιώνει την υφιστάμενη κατάσταση των πραγμάτων εις τους αιώνας. Από την οπτική της Αυτοκρατορίας, πάντα έτσι θα είναι τα πράγ ματα και πάντα έτσι έπρεπε να είναι. Με άλλα λόγια, η Αυ τοκρατορία παρουσιάζει την εξουσία της όχι ως μια μεταβατι κή στιγμή μέσα στον ρου της ιστορίας, αλλά ως ένα καθεστώς χωρίς χρονικά όρια και, υπ’ αυτήν την έννοια, έξω από την ιστορία ή στο τέλος της. Κατά τρίτον, η εξουσία της Αυτοκρα τορίας λειτουργεί σε όλους τους καταγραφείς της κοινωνικής τάξης, εκτεινόμενη ώς τα βάθη του κοινωνικού κόσμου. Η Αυ τοκρατορία δεν διαχειρίζεται μόνον ένα έδαφος και έναν πλη θυσμό, αλλά δημιουργεί επίσης τον ίδιο τον κόσμο στον οποίο ενοικεί. Δεν ρυθμίζει μόνον την ανθρώπινη αλληλεπίδραση, αλ λά αποσκοπεί να εξουσιάσει άμεσα την ανθρώπινη φύση. Το αντικείμενο της εξουσίας της είναι ο κοινωνικός βίος στο σύνο λό του, και γι’ αυτό η Αυτοκρατορία αποτελεί την παραδειγ ματική μορφή της βιοεξουσίας. Τέλος, μολονότι η πρακτική της Αυτοκρατορίας βαφτίζεται συνεχώς στο αίμα, η έννοια της Αυ τοκρατορίας είναι πάντοτε αφιερωμένη στην ειρήνη -μια διηνε κή και καθολική ειρήνη εκτός της ιστορίας. Η Αυτοκρατορία με την οποία βρισκόμαστε αντιμέτωποι διαθέτει τεράστιες δυνάμεις καταδυνάστευσης και καταστρο φής, το’ γεγονός αυτό όμως επ’ ουδενί πρέπει να μας κάνει να
Β Β Β Ο Η 9 ·
1
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
19
νοσταλγήσουμε τις παλαιές μορφές κυριαρχίας. Το πέρασμα στην Αυτοκρατορία και οι συνεπαγόμενες διαδικασίες της παγ κοσμιοποίησης προσφέρουν νέες δυνατότητες για τις δυνάμεις της απελευθέρωσης. Η παγκοσμιοποίηση ασφαλώς δεν είναι μονοδιάστατη και οι πολλαπλές διαδικασίες που αναγνωρίζουμε ως παγκοσμιοποίηση δεν είναι ούτε ενιαίες ούτε μονοσήμαντες. Φρονούμε ότι έχουμε το πολιτικό καθήκον, όχι απλώς να αντισταθούμε σε αυτές τις διαδικασίες, αλλά να τις οργανώσουμε με νέο τρόπο και να τις ανακατευθύνουμε προς νέους στόχους. Οι δημιουργικές δυνάμεις του πλήθους που συντηρούν την Αυ τοκρατορία είναι εξίσου ικανές να οικοδομήσουν αυτόνομα μιαν αντι-Αυτοκρατορία, μια εναλλακτική μορφή πολιτικής οργάνω σης των παγκόσμιων ροών και ανταλλαγών. Τούτο σημαίνει πως οι αγώνες για την αμφισβήτηση και την ανατροπή της Αυ τοκρατορίας, όπως και εκείνοι για την οικοδόμηση μιας πραγ ματικής εναλλακτικής, θα λάβουν χώρα στο ίδιο το αυτοκρατορικό πεδίο -και μάλιστα τέτοιου είδους νέοι αγώνες έχουν ήδη αρχίσει να εμφανίζονται στην παγκόσμια σκηνή. Μέσα από αυ τούς τους αγώνες, και από πολλούς άλλους σαν κι αυτούς, το πλήθος θα χρειαστεί να επινοήσει νέες δημοκρατικές μορφές και μια νέα συντακτική εξουσία, διά της οποίας κάποια μέρα θα κατορθώσουμε να προχωρήσουμε πέρα από την Αυτοκρα τορία. Η γενεαλογία που θα ακολουθήσουμε αναλύοντας τη μετά βαση από τον ιμπεριαλισμό στην Αυτοκρατορία θα είναι καταρχάς ευρωπαϊκή και κατόπιν ευρω-αμερικανική, όχι επειδή πιστεύουμε ότι αυτές οι περιοχές είναι η αποκλειστική ή η προνομιούχος κοιτίδα κάθε νέας ιδέας ή ιστορικής καινοτομίας, αλλά απλώς γιατί αυτή ήταν η βασικότερη γεωγραφική πορεία την οποία ακολούθησε η ανάπτυξη των εννοιών και των πρα κτικών που ζωογονούν τη σύγχρονη Αυτοκρατορία -παράλλη λα, όπως θα υποστηρίξουμε, με την ανάπτυξη του κεφαλαιο κρατικού τρόπου παραγωγής.3 Εντούτοις, μολονότι η γενεαλο γία της Αυτοκρατορίας είναι υπ’ αυτήν την έννοια ευρωκεντρική, οι παρούσες δυνάμεις της δεν περιορίζονται σε μία μόνο πε
20
.
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
ριοχή. Η εξουσιαστική λογική που κατά κάποια έννοια έλκει την καταγωγή της από την Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολι τείες, σήμερα επενδύει πρακτικές κυριάρχησης σε ολόκληρο τον πλανήτη. Το σημαντικότερο όμως είναι πως και αυτές ακό μη οι δυνάμεις που αμφισβητούν την Αυτοκρατορία και κατ’ ου σίαν προεικονίζουν μια εναλλακτική παγκόσμια κοινωνία δεν περιορίζονται σε κάποια συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή. Η γεωγραφική κατανομή αυτών των εναλλακτικών δυνάμεων, η νέα χαρτογραφία, ακόμη περιμένει να γραφτεί -ή μάλλον γρά φεται σήμερα μέσα από τις αντιστάσεις, τους αγώνες και τις επιθυμίες του πλήθους. Γράφοντας το παρόν βιβλίο προσπαθήσαμε να εφαρμόσουμε μια κατά το δυνατόν ευρεία διεπιστημονική προσέγγιση.4 Η έρευνά μας φιλοδοξεί να είναι εξίσου φιλοσοφική και ιστορική, πολιτι σμική και οικονομική, πολιτική και ανθρωπολογική. Εν μέρει, αυτή η ευρεία διεπιστημονικότητα επιβάλλεται από το ίδιο το αντικείμενο της μελέτης μας, αφ’ ης στιγμής στην Αυτοκρατο ρία ολοένα και πιο πολύ καταρρέουν τα στεγανά που ίσως προηγουμένως δικαιολογούσαν τις μονοδιάστατες επιστημονι κές προσεγγίσεις. Στον αυτοκρατορικό κόσμο είναι απαραίτητο, λόγου χάριν, ο οικονομολόγος να έχει κάποια βασική γνώση της πολιτισμικής παραγωγής προκειμένου να κατανοήσει την οικονομία, όπως και ο κριτικός του πολιτισμού είναι απαραίτη το να έχει κάποια βασική γνώση των οικονομικών διαδικασιών για να κατανοήσει την κουλτούρα. Η διεπιστημονικότητα είναι μια προϋπόθεση που επιβάλλεται ακριβώς από το στόχο της μελέτης μας. Αυτό που ευελπιστούμε ότι έχουμε συνεισφέρει με τούτο το βιβλίο, είναι ένα γενικό θεωρητικό πλαίσιο και μια συλλογή εννοιολογικών εργαλείων για τη θεωρητική ανάλυση αλλά και την ανάληψη δράσης εντός της Αυτοκρατορίας και εναντίον της.5 Όπως οι περισσότεροι ογκώδεις τόμοι, και αυτός μπορεί να διαβαστεί με πολλούς διαφορετικούς τρόπους: από την αρχή προς το τέλος, από το τέλος προς την αρχή, τμηματικά, πη
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
21
δώντας κεφάλαια ή ακολουθώντας τα νήματα των ανταποκρί σεων μεταξύ των διαφόρων παραγράφων του βιβλίου. Τα κεφά λαια του Α' Μέρους επέχουν ρόλο εισαγωγής στη γενικότερη προβληματική της Αυτοκρατορίας. Στο κυρίως σώμα του βιβλί ου, στα Μέρη Β' και Γ', περιγράφουμε τη μετάβαση από τη νεωτερικότητα στη μετανεωτερικότητα, ή μάλλον από τον ιμπεριαλισμό στην Αυτοκρατορία. Το Β' Μέρος αφηγείται αυ τή τη μετάβαση κυρίως από τη σκοπιά της ιστορίας των ιδεών και της κουλτούρας και καλύπτει το διάστημα από τους πρώι μους νεότερους χρόνους έως τις μέρες μας. Ο μίτος που δια τρέχει αυτό το τμήμα είναι η γενεαλογία της έννοιας της κυ ριαρχίας. Το Γ' Μέρος αφηγείται την ίδια ιστορία από τη σκο πιά της παραγωγής, όπου ο όρος «παραγωγή» καλύπτει ένα εξαιρετικά ευρύ φάσμα, από την οικονομική παραγωγή ώς την παραγωγή της υποκειμενικότητας. Αυτή η αφήγηση καλύπτει μια βραχύτερη περίοδο και επικεντρώνεται κυρίως στους μετα σχηματισμούς που συντελέστηκαν στην κεφαλαιοκρατική πα ραγωγή από τα τέλη του 19ου αιώνα ώς τις μέρες μιας. Γι’ αυ τό και ο τρόπος που έχουν δομηθεί εσωτερικά τα Μέρη Β' και Γ' είναι ανάλογος: τα αρχικά κεφάλαια εξετάζουν το νεωτερικό, ιμπεριαλιστικό στάδιο· τα μεσαία κεφάλαια αναλύουν τους μη χανισμούς της μετάβασης· και τα τελευταία πραγματεύονται τον σημερινό μας, μετανεωτερικό, αυτοκρατορικό κόσμο. Δομήσαμε το βιβλίο με αυτό τον τρόπο Θέλοντας να τονί σουμε τη σπουδαιότητα της μεταπήδησης από τη σφαίρα των ιδεών στη σφαίρα της παραγωγής. Το Ιντερμέδιο μεταξύ του Β' και του Γ' Μέρους λειτουργεί ως αρμός που αρθρώνει τη με τατόπιση από τη μια οπτική στην άλλη. Αυτή η αλλαγή οπτι κής φιλοδοξούμε να λειτουργήσει κάπως σαν εκείνη τη στιγμή στο Κεφάλαιο, όπου ο Marx μας καλεί να αφήσουμε τη θορυ βώδη σφαίρα της ανταλλαγής και να κατέλθουμε στο κρυφό εν διαίτημα της παραγωγής. Ακριβώς στη σφαίρα της παραγωγής αποκαλύπτονται εναργώς οι κοινωνικές ανισότητες και, επιπλέ ον, εκεί εκδηλώνονται οι δραστικότερες αντιστάσεις και εναλ λακτικές προτάσεις στην εξουσία της Αυτοκρατορίας. Γι’ αυτό
22
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
στο Δ' Μέρος προσπαθούμε να εντοπίσουμε αυτές τις εναλλα κτικές προτάσεις που σήμερα χαράζουν τις πρώτες γραμμές μιας κίνησης που θα οδηγήσει πέρα από την Αυτοκρατορία. Το βιβλίο άρχισε να γράφεται πολύ μετά το τέλος του Πολέμου του Κόλπου και ολοκληρώθηκε πολύ πριν από την έναρξη του πολέμου στο Κοσσυφοπέδιο. Τούτο σημαίνει ότι ο αναγνώστης πρέπει να τοποθετήσει την επιχειρηματολογία μας στο χρονικό διάστημα που μεσολάβησε ανάμεσα σε αυτά τα δυο γεγονόταορόσημα στην οικοδόμηση της Αυτοκρατορίας.
ΜΕΡΟΣ
ΠΡΩΤΟ
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ
1.1 Π Α Γ Κ Ο Σ Μ Ι Α Τ Α Ξ Η
Ο καπιταλισμός θριαμβεύει μόνον όταν ταυτίζεται με το κράτος, όταν γίνεται ο ίδιος κράτος.
F ernand Braudel Απεργάζονται σφαγές κι αυτό το λένε ειρήνη.
Τακιτος
Η προβληματική της αυτοκρατορίας προσδιορίζεται καταρχάς από ένα απλό γεγονός: την ύπαρξη παγκόσμιας τάξεως. Η τά ξη αυτή εκφράζεται με τη μορφή ενός δικαϊκού σχηματισμού. Το αρχικό μας καθήκον, συνεπώς, είναι να συλλάβουμε τη συγ κρότηση της τάξεως που διαμορφώνεται σήμερα. Πρέπει εξαρ χής να αποκλείσουμε δύο συνήθεις όσο και εκ διαμέτρου αντί θετες αντιλήψεις αυτής της τάξεως: αφ’ ενός την ιδέα ότι η πα ρούσα τάξη προκύπτει τρόπον τινά αυθόρμητα από την αλλη λεπίδραση ριζικώς ετερογενών παγκόσμιων δυνάμεων, ωσάν να ήταν μια αρμονική σύνθεση, ενορχηστρωμένη από το φυσικό και αμερόληπτο, αόρατο χέρι της παγκόσμιας αγοράς· και αφ’ ετέρου την ιδέα ότι η τάξη αυτή υπαγορεύεται από μία και μό νη δύναμη και από ένα και μόνο κέντρο ορθολογικότητας, ανώ τερο των παγκόσμιων δυνάμεων, το οποίο κατευθύνει τις ποι
24
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
κίλες φάσεις της ιστορικής εξέλιξης σύμφωνα με το συνειδητό και παντεποπτικό σχέδιό του -κάτι σαν θεωρία συνωμοσίας της παγκοσμιοποίησης.1
Τα Ηνωμένα Έθνη Πριν ερευνήσουμε τη συγκρότηση της Αυτοκρατορίας από την άποψη του δικαίου, πρέπει να αναλύσουμε με κάποια λεπτομέ ρεια τις συνταγματικές διαδικασίες οι οποίες έχουν καταλήξει να ορίζουν τις κεντρικές δικαϊκές κατηγορίες, ειδικότερα δε να προσέξουμε τη μακρά διαδικασία μετάβασης από το κυρίαρχο . δίκαιο των εθνικών κρατών (και το διεθνές δίκαιο που απέρρεε από αυτό) στα πρώτα μετανεωτερικά παγκόσμια μορφώματα αυτοκρατορικού δικαίου. Ως μια πρώτη προσέγγιση, μπορεί κα νείς να εννοήσει αυτή τη μετάβαση ως τη γενεαλογία των δικαϊκών μορφών που οδήγησε στον υπερεθνικό ρόλο των Ηνω μένων Εθνών και των ποικίλων θυγατρικών τους θεσμών, και που σήμερα οδηγεί πέραν αυτού. Αποτελεί κοινή παραδοχή ότι η έννοια της διεθνούς τάξεως που η ευρωπαϊκή νεωτερικότητα συνεχώς πρότεινε και επαναπρότεινε, τουλάχιστον από τη Συνθήκη της Βεστφαλίας και με τά, διέρχεται σήμερα κρίση.2 Στην πραγματικότητα ανέκαθεν διερχόταν κρίση και η κρίση αυτή ήταν μια από τις κινητήριες δυνάμεις που πίεζαν συνεχώς για την έλευση της Αυτοκρατο ρίας. Ίσως αυτή η έννοια της παγκόσμιας τάξεως, και της κρί σης που τη συνοδεύει, πρέπει να χρονολογηθεί από την εποχή των Ναπολεόντειων πολέμων, όπως υποστηρίζουν ορισμένοι με λετητές, ή ίσως η απαρχή της πρέπει να εντοπιστεί στο συνέ δριο της Βιέννης και την ίδρυση της Ιεράς Συμμαχίας.3 Εν πάση περιπτώσει, δεν χωρεί αμφιβολία πως, όταν πια ξεσπάει ο Α' Παγκόσμιος πόλεμος και στη συνέχεια ιδρύεται η Κοινωνία των Εθνών, μια έννοια διεθνούς τάξεως, ομού με την κρίση της, έχει πλέον οριστικά εδραιωθεί. Η γένεση των Ηνωμένων Εθνών στο τέλος του Β' Παγκοσμίου πολέμου απλώς επανεισήγαγε, παγίωσε και επεξέτεινε αυτή τη διαμορφούμενη διεθνή
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
25
δικαϊκή τάξη, η οποία αρχικά ήταν ευρωπαϊκή αλλά σταδιακά έγινε παγκόσμια. Τα Ηνωμένα Έθνη μπορούν κατ’ ουσίαν να θεωρηθούν ως το επιστέγασμα όλης αυτής της συντακτικής διαδικασίας, ένα επιστέγασμα που αποκαλύπτει τα όρια της έν νοιας της διεθνούς τάξεως, ενώ ταυτόχρονα προοιωνίζεται μια μετεξέλιξη πέραν αυτής, προς μια νέα έννοια παγκόσμιας τά ξεως. Θα μπορούσε ασφαλώς κανείς να αναλύσει τη δικαϊκή δο μή των Ηνωμένων Εθνών με καθαρά αρνητικούς όρους, περιοριζόμενος στην αποδυνάμωση της εξουσίας των εθνικών κρατών μέσα στο διεθνές πλαίσιο, παράλληλα όμως θα όφειλε να ανα γνωρίσει ότι η έννοια του δικαίου, όπως αυτό ορίζεται από το Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, προοιωνίζεται μια νέα, θετική πηγή παραγωγής δικαίου, αποτελεσματική σε παγκόσμια κλί μακα -ένα νέο κέντρο κανονιστικής παραγωγής, ικανό να δια δραματίσει κυρίαρχο δικαΐκό ρόλο. Τα Ηνωμένα Έθνη λειτουρ γούν ως αρμός στη γενεαλογία από τις διεθνείς στις παγκό σμιες δικαϊκές δομές. Αφ’ ενός η όλη εννοιολογική δομή των Ηνωμένων Εθνών βασίζεται στην αναγνώριση και νομιμοποίη ση της κυριαρχικής εξουσίας των μεμονωμένων κρατών, και ως εκ τούτου ευθυγραμμίζεται απόλυτα με το παλαιό πλαίσιο του διεθνούς δικαίου, όπως αυτό οριζόταν από σύμφωνα και συνθή κες. Αφ’ ετέρου, όμως, αυτή η διαδικασία νομιμοποίησης είναι αποτελεσματική μόνο στο βαθμό που μεταβιβάζει το κυριαρχι κό δικαίωμα σε ένα πραγματικό υπερεθνικό κέντρο. Πρόθεσή μας εδώ δεν είναι ούτε να επικρίνουμε -ούτε να θρηνήσουμε για - τις σοβαρές (ενίοτε δε και τραγικές) ανεπάρκειες αυτής της διαδικασίας· η αλήθεια είναι ότι τα Ηνωμένα Έθνη και το σχέδιο της διεθνούς τάξεως δεν μας ενδιαφέρουν ως αυτοσκο πός, αλλά μάλλον ως ένας πραγματικός ιστορικός μοχλός, ο οποίος προώθησε τη μετάβαση προς ένα κυριολεκτικά παγκό σμιο σύστημα. Κατά συνέπεια, είναι ακριβώς οι ανεπάρκειες της διαδικασίας που την καθιστούν αποτελεσματική. Για να εξετάσουμε καλύτερα αυτή τη μετάβαση όσον αφορά το δίκαιο, χρήσιμο είναι να μελετήσουμε το έργο του Hans Kelsen, ενός από τους σημαντικότερους διανοητές που με το
26
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
έργο τους συνέβαλαν στη δημιουργία των Ηνωμένων Εθνών. Ήδη από τις δεκαετίες του 1910 και του ’20, ο Kelsen υπο στήριζε ότι το διεθνές σύστημα δικαίου έπρεπε να νοηθεί ως η ύπατη πηγή κάθε εθνικού δικαϊκού σχηματισμού και καθεστώ τος. Ο Kelsen κατέληξε σε αυτή την πρόταση αναλύοντας την τυπική δυναμική των επιμέρους ρυθμίσεων των κρατών. Υπο στήριξε ότι τα όρια του εθνικού κράτους έθεταν ένα ανυπέρ βλητο εμπόδιο στην πραγμάτωση της ιδέας του δικαίου. Για τον Kelsen, η μερική ρύθμιση που παρείχε το εσωτερικό δίκαιο των εθνικών κρατών οδηγούσε πάλι κατ’ ανάγκην στην καθολικότητα και αντικειμενικότητα της διεθνούς ρύθμισης. Αυτή η τελευταία δεν είναι απλώς λογική αλλά και ηθική, γιατί μπο ρεί να θέσει τέρμα σε συγκρούσεις ανάμεσα σε κράτη άνισης ισχύος και αντ’ αυτών των συγκρούσεων να βεβαιώσει μια ισό τητα, η οποία αποτελεί την αρχή κάθε πραγματικής διεθνούς κοινότητας. Πίσω από την τυπική ακολουθία που περιέγραψε ο Kelsen, συνεπώς, κρυβόταν μια πραγματική και ουσιαστική επιθυμία εκσυγχρονισμού, όπως τον εννοούσε ο Διαφωτισμός. Ο Kelsen προσέβλεπε, με τον τρόπο του Kant, σε μια έννοια δι καίου η οποία θα μπορούσε να αποτελέσει «οργανωτική αρχή της ανθρωπότητας και η οποία, ως εκ τούτου, θα ταυτιζόταν με την ύπατη ηθική ιδέα».4 Ήθελε να προχωρήσει πέρα από την εξουσιαστική λογική που διείπε τις διεθνείς σχέσεις, ώστε «τα μεμονωμένα κράτη να μπορούν να θεωρούνται νομικώς ισότιμες οντότητες» και να μπορεί να σχηματιστεί ένα «παγκόσμιο και καθολικό κράτος», οργανωμένο ως μια «καθολική κοινότητα, ανώτερη των επιμέρους κρατών, τα οποία και θα εγκολπωνό ταν».5 Ήταν, επομένως, φυσικό και επόμενο το γεγονός ότι ο Kelsen αργότερα θα είχε το προνόμιο να παρακολουθήσει τις εργασίες της διάσκεψης του Σαν Φρανσίσκο κατά την οποία ιδρύθηκαν τα Ηνωμένα Έθνη και να δει τη θεωρητική του υπό θεση να γίνεται πραγματικότητα. Για τον Kelsen, τα Ηνωμέ να Έθνη προσέδιδαν οργανωμένη μορφή σε μια ορθολογική ιδέα.6 Έδιναν σάρκα και οστά σε μια ιδέα του πνεύματος· πρό-
ΛΤΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
27
τειναν μια πραγματική βάση αποτελεσματικότητας για ένα υπερβασιακό σχήμα εγκυρότητας του δικαίου, υπερκείμενο του εθνικού κράτους. Η εγκυρότητα και η αποτελεσματικότατα του δικαίου μπορούσαν πλέον να ενωθούν στην ύπατη δικαϊκή πη γή, και υπ’ αυτούς τους όρους η ιδέα του Kelsen περί μιας θε μελιακής νόρμας μπορούσε επιτέλους να γίνει πραγματικότητα. Ο Kelsen συνέλαβε την τυπική κατασκευή και εγκυρότητα του συστήματος ως ανεξάρτητες από την υλική δομή που το οργανώνει, στην πραγματικότητα όμως η δομή αυτή πρέπει με κάποιον τρόπο να υπάρξει και να οργανωθεί υλικά. Πώς μπορεί να οικοδομηθεί στην πράξη το σύστημα; Αυτό είναι το σημείο όπου η σκέψη του Kelsen παύει να μας είναι χρήσιμη: παρα μένει απλώς μια φανταστική ουτοπία. Η μετάβαση που εμείς θέλουμε να μελετήσουμε συνίσταται ακριβώς σε αυτό το χάσμα που χωρίζει την τυπική σύλληψη, η οποία θεμελιώνει την εγκυ ρότητα της δικαϊκής διαδικασίας σε μια υπερεθνική πηγή, από την υλική πραγμάτωσή της. Ο βίος των Ηνωμένων Εθνών, από την ίδρυσή τους μέχρι το τέλος του ψυχρού πολέμου, είναι μια μακρά ιστορία ιδεών, συμβιβασμών και περιορισμένων εμπει ριών, κατά το μάλλον ή ήττον προσανατολισμένη στην οικοδό μηση μιας τέτοιας μορφής υπερεθνικής ρύθμισης. Τα αδιέξοδα αυτής της διαδικασίας είναι προφανή και δεν υπάρχει λόγος να τα περιγράψουμε εδώ με περισσότερες λεπτομέρειες. Ασφαλώς, η κυρίαρχη θέση των Ηνωμένων Εθνών στο γενικότερο πλαίσιο του υπερεθνικού σχεδίου ανάμεσα στα έτη 1945 και 1989 επέ φερε ορισμένες άκρως στρεβλές θεωρητικές και πρακτικές συ νέπειες. Και όμως, όλα αυτά δεν στάθηκαν ικανά να εμποδί σουν τη θεσμοθέτηση [constitutionalization] μιας υπερεθνικής εξουσίας.7 Μέσα από τις αμφίσημες εμπειρίες των Ηνωμένων Εθνών άρχισε να διαμορφώνεται η δικαϊκή έννοια της Αυτο κρατορίας. Οι θεωρητικές αντιδράσεις σε αυτή τη θεσμοθέτηση μιας υπερεθνικής παγκόσμιας εξουσίας υπήρξαν εντούτοις ολωσδιό λου ανεπαρκείς. Αντί να αναγνωρίσει το πραγματικά καινοτομικό στοιχείο αυτών των υπερεθνικών διαδικασιών, η μεγάλη
28
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
πλειονότητα των θεωρητικών του δικαίου προσπάθησε απλώς να αναβιώσει αναχρονιστικά μοντέλα για να τα εφαρμόσει στα νέα προβλήματα. Σε μεγάλο βαθμό, μάλιστα, τα μοντέλα που είχαν πρυτανεύσει κατά τη γένεση του εθνικού κράτους απλώς ξεσκονίστηκαν και επαναπροτάθηκαν ως ερμηνευτικό σχήμα για την ανάγνωση της οικοδόμησης μιας υπερεθνικής εξουσίας. Η «εσωτερική αναλογία» [domestic analogy] έγινε έτσι το βα σικό μεθοδολογικό εργαλείο για την ανάλυση των διεθνών και υπερεθνικών μορφών τάξεως.8 Δύο γραμμές σκέψης ενεργοποι ήθηκαν ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια αυτής της μετάβασης, τις οποίες χάριν οικονομίας μπορούμε να εκλάβουμε ως αναβιώσεις ' της χομπσιανής και της λοκιανής ιδεολογίας που σε μιαν άλλη εποχή είχαν καθορίσει τις ευρωπαϊκές αντιλήψεις περί κυρίαρ χου κράτους. Η χομπσιανή εκδοχή επικεντρώνεται κατ’ αρχήν στη μετα βίβαση του τίτλου της κυριαρχίας και αντιλαμβάνεται τη συγ κρότηση της υπερεθνικής κυρίαρχης οντότητας ως μια υπό μορ φήν κοινωνικού συμβολαίου συμφωνία, η οποία βασίζεται στη σύγκλιση προϋπαρχόντων κρατικών υποκειμένων.9 Μια νέα υπερβατική εξουσία, «tertium super partes», η οποία κατ’ αρχήν συγκεντρώνεται στα χέρια του στρατού (εκείνου που έχει εξου σία ζωής και θανάτου, του χομπσιανού «Θεού επί γης»), είναι, σύμφωνα με αυτή τη σχολή, ο μόνος ικανός τρόπος για να συγ- . κροτηθεί ένα ασφαλές διεθνές σύστημα και συνεπώς για να αντιμετωπιστεί η αναρχία που αναπόφευκτα παράγουν τα κυ ρίαρχα κράτη.10 Κατά τη λοκιανή εκδοχή, αντίθετα, η ίδια δια δικασία προβάλλεται με όρους περισσότερο αποκεντρωμένους και πλουραλιστικούς. Σε αυτό το πλαίσιο, τη στιγμή ακριβώς που ολοκληρώνεται η μεταβίβαση του τίτλου της κυριαρχίας προς ένα υπερεθνικό κέντρο, αναδύονται δίκτυα τοπικών και συνταγματικά αποτελεσματικών αντίπαλων δυνάμεων για να αμφισβητήσουν και/ή να υποστηρίξουν το νέο εξουσιαστικό μόρ φωμα. Περισσότερο από ένα καθεστώς παγκόσμιας ασφάλειας, συνεπώς, αυτό που προτείνεται εδώ είναι ένα παγκόσμιο συν ταγματικό καθεστώς [constitutionalism], ή, μάλλον, αυτή η
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
29
δεύτερη εκδοχή ισοδύναμοί με ένα σχέδιο υπερκέρασης των κρατικών επιταγών μέσω της συγκρότησης μιας παγκόσμιας κοινωνίας πολιτών. Η συνθηματολογία αυτή σκοπό έχει να υποβάλει τις αξίες της παγκοσμιοποίησης, οι οποίες θα διαπό τιζαν τη νέα διεθνή τάξη, ή μάλλον τη νέα υπερεθνική δημο κρατία.11 Ενώ η χομπσιανή υπόθεση τονίζει τη διαδικασία ενός κοινωνικού συμβολαίου η οποία οδηγεί στη δημιουργία μιας νέ ας, συγκεντρωτικής και υπερβατικής, υπερεθνικής εξουσίας, η λοκιανή υπόθεση εστιάζεται στις αντίπαλες δυνάμεις που ζωο γονούν τη συντακτική διαδικασία και στηρίζουν την υπερεθνι κή εξουσία. Και στις δύο περιπτώσεις, εντούτοις, η νεοπαγής παγκόσμια εξουσία παρουσιάζεται μόνο κατ’ αναλογίαν προς την κλασική αντίληψη περί κυριαρχικής εξουσίας των εθνικών κρατών. Αντί λοιπόν να αναγνωρίσουν τη διαφορά φύσεως που διακρίνει την αυτοκρατορική εξουσία, οι δύο αυτές υποθέσεις απλώς εμμένουν στις παλιές κληρονομημένες μορφές της συγ κρότησης του κράτους: η μεν χομπσιανή εκδοχή σε μια μοναρ χική μορφή, η δε λοκιανή σε μια φιλελεύθερη. Μολονότι, δεδομένων των συνθηκών υπό τις οποίες διατυ πώθηκαν αυτές οι θεωρίες (διαρκούντος του ψυχρού πολέμου, σε μια εποχή που τα Ηνωμένα Έθνη στην καλύτερη περίπτω ση προχωρούσαν χωλαίνοντας), οφείλουμε να αναγνωρίσουμε την εκπληκτική διορατικότητα των εισηγητών τους, πρέπει επίσης να τονίσουμε ότι αδυνατούν να εξηγήσουν την πραγμα τική καινοτομία των ιστορικών διαδικασιών, των οποίων σήμε ρα γινόμαστε μάρτυρες.12 Από αυτήν την άποψη οι θεωρίες αυ τές μπορούν να αποβούν και όντως αποβαίνουν επιζήμιες, διότι παραθεωρούν τον επαυξημένο ρυθμό, τη σφοδρότητα και την αναγκαιότητα με τις οποίες λειτουργεί το νέο παράδειγμα. Αυ τό που δεν κατορθώνουν να αντιληφθούν είναι ότι η αυτοκρα τορική κυριαρχία σηματοδοτεί μιαν αλλαγή παραδείγματος. Παραδόξως (αν και στην πραγματικότητα δεν είναι τόσο παρά δοξο), μόνο η σύλληψη του Kelsen θέτει το πρόβλημα στις πραγματικές του διαστάσεις, έστω και αν η σύλληψή του αυτή περιορίζεται σε μιαν αυστηρά φορμαλιστική θεώρηση. Ποια πο
30
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
λιτική εξουσία υφίσταται ήδη ή μπορεί να δημιουργηθεί, έρω τά ο Kelsen, που να αποβεί επαρκής για μια παγκοσμιοποίη ση των οικονομικών και κοινωνικών σχέσεων; Ποια πηγή πα ραγωγής δικαίου, ποια θεμελιώδης νόρμα και ποιος διοικητι κός μηχανισμός, μπορούν να στηρίξουν μια νέα τάξη και να αποσοβήσουν την επαπειλούμενη εκτροπή της σε παγκόσμια αταξία;
Η συγκρότηση της Αυτοκρατορίας Πολλοί σύγχρονοι θεωρητικοί εμφανίζονται απρόθυμοι να ανα-, γνωρίσουν την παγκοσμιοποίηση της κεφαλαιοκρατικής παρα γωγής και την παγκόσμια αγορά της ως θεμελιωδώς νέα κα τάσταση και σημαίνουσα ιστορική μεταβολή. Οι θεωρητικοί που ασπάζονται τη θεωρία ενός ενιαίου παγκόσμιου συστήματος [world-systems perspective], επί παραδείγματι, υποστηρίζουν ότι η κεφαλαιοκρατία ανέκαθεν λειτουργούσε ως μια παγκό σμια οικονομία, και συνεπώς εκείνοι που κάνουν τόσο θόρυβο για το νεοφανές της σημερινής παγκοσμιοποίησης της κεφα λαιοκρατικής οικονομίας έχουν απλώς παρανοήσει το παρελθόν της.13 Ασφαλώς είναι σημαντικό να τονίζουμε τόσο τη διαρκή, θεμελιακή σχέση της κεφαλαιοκρατίας με την παγκόσμια αγο ρά (ή τουλάχιστον μια τάση της προς την παγκοσμιοποίηση της αγοράς), όσο και τους διαρκώς διευρυνόμενους κύκλους της κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης· όμως η δέουσα προσοχή στις ab origine καθολικές ή καθολικευτικές διαστάσεις της κεφαλαιο κρατικής ανάπτυξης δεν πρέπει να μας εμποδίζει να διακρίνου με τη ρήξη ή τη μεταβολή που συντελείται σήμερα στην κε φαλαιοκρατική παραγωγή και στις παγκόσμιες εξουσιαστικές σχέσεις. Φρονούμε ότι αυτή η μεταβολή καθιστά σήμερα απο λύτως σαφές και ■εφικτό το κεφαλαιοκρατικό σχέδιο ενός συγ κερασμού της οικονομικής με την πολιτική εξουσία, την υλο ποίηση, με άλλα λόγια, μιας αμιγώς κεφαλαιοκρατικής τάξης. πραγμάτων. Από πολιτειακή σκοπιά, οι διαδικασίες της παγ κοσμιοποίησης δεν αποτελούν πλέον απλώς γεγονός, αλλά και
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
31
πηγή δικαϊκών ορισμών, η οποία τείνει να προβάλει ένα μονα δικό, υπερεθνικό μόρφωμα πολιτικής εξουσίας. Άλλοι θεωρητικοί εμφανίζονται απρόθυμοι να αναγνωρίσουν τη μείζονα μεταβολή στις παγκόσμιες εξουσιαστικές σχέσεις, γιατί διαπιστώνουν ότι τα επικρατέστερα κεφαλαιοκρατικά εθνι κά κράτη εξακολουθούν να ασκούν ιμπεριαλιστική κυριάρχηση σε άλλα έθνη και περιοχές του πλανήτη. Ιδωμένες από αυτή τη σκοπιά, οι σύγχρονες τάσεις προς ένα αυτοκρατορικό καθεστώς συνιστούν όχι ένα θεμελιωδώς νέο φαινόμενο, αλλά απλώς ένα περαιτέρω στάδιο τελείωσης του ιμπεριαλισμού.14 Χωρίς να υποτιμούμε αυτές τις πραγματικές και διόλου αμελητέες γραμ μές συνέχειας, θεωρούμε εντούτοις σημαντικό να σημειώσουμε ότι αυτό που προηγουμένως ήταν σύγκρουση ή ανταγωνισμός μεταξύ περισσότερων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, έχει πλέον, από πολλές και σημαντικές απόψεις, υποκατασταθεί από την ιδέα μίας και μόνης δύναμης η οποία υπερκαθορίζει όλες τις προηγούμενες, τις δομεί με τρόπο ενιαίο και τις αντιμετωπίζει βάσει μιας κοινής έννοιας δικαίου, η οποία είναι σαφώς μετααποικιακή και μεταϊμπεριαλιστική. Αυτό είναι κατ’ ουσίαν το αφετηριακό σημείο της μελέτης μας για την Αυτοκρατορία: μια νέα έννοια δικαίου, ή μάλλον μια νέα εγγραφή της εξουσίας και ένας νέος σχεδιασμός της παραγωγής των κανόνων και των έννομων εργαλείων καταναγκασμού που διασφαλίζουν τα συμβό λαια και επιλύουν τις συγκρούσεις. Πρέπει εδώ να τονίσουμε ότι αποδίδουμε ιδιαίτερη σημασία στα δικαϊκά μορφώματα της συγκρότησης της Αυτοκρατορίας στην αρχή της έρευνάς μας, όχι λόγω κάποιου εξειδικευμένου επιστημονικού ενδιαφέροντος -ωσάν το δίκαιο ή ο νόμος αφ’ εαυτών, ως παράγοντες ρύθμισης, να ήταν ικανά να αντιπροσω πεύσουν τον κοινωνικό κόσμο στην ολότητά του- αλλά μάλλον επειδή παρέχουν επαρκείς ενδείξεις των διαδικασιών της αυτοκρατορικής συγκρότησης. Τα νέα δικαϊκά μορφώματα μας δί νουν μια πρώτη εικόνα της τάσης για συγκεντρωτική και ενι αία ρύθμιση τόσο της παγκόσμιας αγοράς όσο και των παγκό σμιων εξουσιαστικών σχέσεων, με όλες τις δυσκολίες που πα
32
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
ρουσιάζει ένα τέτοιο σχέδιο. Οι δικαικοί μετασχηματισμοί κατ’ ουσίαν προοιωνίζονται αλλαγές στην υλική συγκρότηση της παγκόσμιας εξουσίας και τάξεως. Η μετάβαση της οποίας σή μερα γινόμαστε μάρτυρες, από το παραδοσιακό διεθνές δίκαιο, το οποίο καθοριζόταν από συμβάσεις και συνθήκες, προς τον ορι σμό και τη συγκρότηση μιας νέας, κυριαρχικής, υπερεθνικής, παγκόσμιας εξουσίας (και άρα προς μια αυτοκρατορική έννοια δικαίου), καίτοι ατελής, μας δίνει ένα πλαίσιο για να ερμηνεύ σουμε τις ολοποιητικές κοινωνικές διαδικασίες της Αυτοκρατο ρίας. Στην πραγματικότητα, ο δικαϊκός μετασχηματισμός λει τουργεί ως σύμπτωμα των μεταβολών που συντελούνται orrjy υλική, βιοπολιτική συγκρότηση των κοινωνιών μας. Οι αλλαγές αυτές δεν αφορούν μόνο το διεθνές δίκαιο και τις διεθνείς σχέ σεις αλλά και τις εξουσιαστικές σχέσεις στο εσωτερικό κάθε χώρας. Μελετώντας και κρίνοντας λοιπόν τις νέες μορφές διε θνούς και υπερεθνικού δικαίου, θα προσεγγίζουμε ταυτόχρονα τον πυρήνα της πολιτικής θεωρίας της Αυτοκρατορίας, όπου το πρόβλημα της υπερεθνικής κυριαρχίας, της πηγής της νομιμότητάς της και της άσκησής της θα φέρνουν στο προσκήνιο πο λιτικά, πολιτισμικά και εν τέλει οντολογικά προβλήματα. Για να προσεγγίσουμε την έννοια της Αυτοκρατορίας όπως διαμορφώνεται στο χώρο του δικαίου, ίσως πρέπει προηγουμέ νως να ανατρέξουμε στη γενεαλογία της έννοιας, η οποία θα μας δώσει κάποιους προκαταρκτικούς όρους για την έρευνά μας. Η έννοια της Αυτοκρατορίας φτάνει ώς εμάς μέσω μιας μακράς, κατά κύριο λόγο ευρωπαϊκής παράδοσης, η οποία ανά γεται τουλάχιστον στην αρχαία Ρώμη και διά της οποίας το δικαϊκο-πολιτικό μόρφωμα της Αυτοκρατορίας συνδέθηκε στενά με τις χριστιανικές απαρχές των ευρωπαϊκών πολιτισμών. Εκεί η έννοια της Αυτοκρατορίας συνένωσε δικαϊκές κατηγορίες και καθολικές ηθικές αξίες, κάνοντάς τες να εργαστούν από κοινού, ως ένα οργανικό όλον. Η ένωση αυτή δεν έπαψε να λειτουργεί μέσα στην έννοια της Αυτοκρατορίας, όποιες κι αν ήταν οι ιστορικές της περιπέτειες. Κάθε σύστημα δικαίου αποτελεί τρό πον τινά την αποκρυστάλλωση ενός συγκεκριμένου συνόλου
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
33
αξιών, γιατί η ηθική αποτελεί μέρος της υλικότητας κάθε δικαϊκού θεμελίου, όμως η Αυτοκρατορία -και ειδικότερα η ρω μαϊκή παράδοση του αυτοκρατορικου δικαίου- αποτελεί ιδιάζουσα περίπτωση κατά το ότι εξωθεί στα άκρα τη σύμπτωση και την καθολικότητα του ηθικού και του δικαϊκού: εν τη Αυ τοκρατορία υπάρχει ειρήνη, εν τη Αυτοκρατορία υπάρχει η δια σφάλιση της δικαιοσύνης για όλους τους λαούς. Η έννοια της Αυτοκρατορίας παρουσιάζεται σαν μια παγκόσμια μουσική συμ φωνία, εκτελουμενη υπό τη διεύθυνση ενός και μόνου διευθυντή ορχήστρας, σαν μια συγκεντρωτική εξουσία η οποία συντηρεί την κοινωνική ειρήνη και παράγει τις ηθικές της αλήθειες. Και προκειμένου να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι, δίνεται σε αυτή τη μία και μόνη εξουσία η απαραίτητη ισχύς ώστε να διεξάγει, όποτε παραστεί ανάγκη, «δίκαιους πολέμους», στα σύνορα εναν τίον των βαρβάρων και στο εσωτερικό εναντίον των απειθάρχων.15 Εξαρχής, συνεπώς, η Αυτοκρατορία θέτει σε κίνηση μια ηθικοπολιτική δυναμική η οποία βρίσκεται στον πυρήνα της δικαϊκής έννοιάς της. Αυτή η δικαϊκή έννοια ενέχει δύο θεμε λιώδεις τάσεις: κατά πρώτον, την έννοια ενός δικαίου το οποίο επιβεβαιώνεται με την οικοδόμηση μιας νέας τάξεως που εγκολπώνεται όλο το χώρο αυτού που θεωρεί πολιτισμό, έναν χώρο απεριόριστο και καθολικό· και κατά δεύτερον, μια έννοια δικαίου το οποίο περικλείει όλο το χρόνο στο ηθικό του θεμέ λιο. Η Αυτοκρατορία εξαντλεί τον ιστορικό χρόνο, αναστέλλει την ιστορία και συγκαλεί το παρελθόν και το μέλλον μέσα στη δική της ηθική τάξη. Με άλλα λόγια, η Αυτοκρατορία παρου σιάζει την τάξη που δημιουργεί ως μόνιμη, διηνεκή και αναγ καία. Στη ρωμαιο-γερμανική παράδοση που ήκμασε κατά τον Με σαίωνα, αυτές οι δύο έννοιες δικαίου συμπορεύονταν.16 Αρχής γενομένης από την Αναγέννηση, εντούτοις, με το θρίαμβο του κοσμικού, οι δύο αυτές έννοιες διαχωρίστηκαν και καθεμιά εξε λίχθηκε ανεξάρτητα. Αφ’ ενός αναδύθηκε στη νεότερη ευρω παϊκή σκέψη μια έννοια διεθνούς δικαίου, και αφ’ ετέρου καλ
34
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
λιεργήθηκαν ουτοπίες «διηνεκούς ειρήνης». Στην πρώτη περί πτωση, η τάξη που είχε επαγγελθεί η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία επιδιωκόταν, πολύ μετά την πτώση αυτής της τελευταίας, μέ σω ενός μηχανισμού συνθηκών ο οποίος θα οικοδομούσε μια διεθνή τάξη μεταξύ κυρίαρχων κρατών, λειτουργώντας κατ’ αναλογίαν προς τους μηχανισμούς των κοινωνικών συμβολαίων που διασφάλιζαν την τάξη στο εσωτερικό ενός εκάστου εθνικού κράτους και της κοινωνίας των πολιτών του. Μια πλειάδα διανοητών, από τον Grotius ώς τον Puffendorf, επεξεργάστηκαν θεωρητικά αυτή τη διαδικασία με τυπικούς όρους. Στη δεύτερη περίπτωση, η ιδέα μιας «διηνεκούς ειρήνης» επανεμφανιζόταν διαρκώς στην ιστορία της νεότερης Ευρώπης, από τον Bemadin de Saint Pierre ώς τον Immanuel Kant. Η ιδέα αυτή πα ρουσιαζόταν ως ένα ιδεώδες του Λόγου, ως ένα «φως» που οφεί λε να κρίνει αλλά και να συνενώσει το δίκαιο με την ηθικότη τα, ως προαπαιτούμενη υπερβασιακή αρχή του δικαϊκού συστή ματος και ιδεώδες σχήμα του Λόγου και της ηθικής. Η θεμε λιακή εναλλαγή αυτών των δύο εννοιών διαπότισε όλη την ευ ρωπαϊκή νεωτερικότητα, περιλαμβανομένων και των δύο μειζόνων ιδεολογιών που σημάδεψαν την ώριμη φάση της: της φιλε λεύθερης ιδεολογίας, η οποία βασίζεται στην ειρηνική συμφω νία των δικαϊκών δυνάμεων και τον παραγκωνισμό τους από την αγορά- και της σοσιαλιστικής ιδεολογίας, η οποία επικεν τρώνεται στη διεθνή ενότητα διαμέσου της οργάνωσης των αγώνων και τον παραγκωνισμό του δικαίου. Μήπως, λοιπόν, θα ήταν ορθό να υποστηρίξουμε ότι αυτές οι δύο διαφορετικές εξελίξεις της έννοιας του δικαίου, που διήγαν βίους παράλληλους κατά τους αιώνες της νεωτερικότητας, τείνουν σήμερα να συνενωθούν και να παρουσιαστούν ως μία κατηγορία; Έχουμε την υπόνοια ότι όντως έτσι έχουν τα πράγ ματα και ότι, στη μετανεωτερική εποχή, η έννοια του δικαίου θα πρέπει να εννοηθεί και πάλι σε σχέση με την έννοια της Αυτοκρατορίας. Εντούτοις, αφ’ ης στιγμής ένα μεγάλο μέρος της έρευνάς μας θα στραφεί γύρω από αυτό ακριβώς το ερώτη μα, οδηγώντας μας συχνά στην αμφιβολία και την αμηχανία,
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
35
φρονούμε πως είναι καλό να μην καταλήξουμε τόσο βιαστικά σε οριστικά συμπεράσματα, έστω και αν εν προκειμένω περιοριζό μαστε μόνο στην ανάλυση της έννοιας του δικαίου. Μπορούμε ήδη να διακρίνουμε, ωστόσο, ορισμένα σημαντικά συμπτώματα της αναβίωσης της έννοιας της Αυτοκρατορίας -συμπτώματα τα οποία λειτουργούν ως λογικές προκλήσεις που εμφανίζονται στο πεδίο της ιστορίας και που η θεωρία δεν μπορεί να τα αγνοήσει. Ένα τέτοιο σύμπτωμα, επί παραδείγματι, είναι η αναζωπύ ρωση του ενδιαφέροντος για την έννοια του « b e llu m ju stu m » , του δίκαιου πολέμου, η οποία καθίσταται εκ νέου αποτελεσμα τική. Η έννοια αυτή, η οποία ήταν οργανικά συνδεδεμένη με την τάξη που επέβαλλαν οι αρχαίες αυτοκρατορίες και της οποίας η πλούσια και πολύπλοκη γενεαλογία ανάγεται στη βι βλική παράδοση, έχει αρχίσει προσφάτως να επανεμφανίζεται ως κεντρική αφήγηση πολιτικών συζητήσεων, ιδιαίτερα μετά τον Πόλεμο του Κόλπου.17 Κατά παράδοση, η έννοια του b e llu m ju s tu m στηρίζεται πρωτίστως στην αντίληψη ότι, όταν ένα κράτος αντιμετωπίζει την απειλή μιας επίθεσης η ο π ο ία μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την εδαφική του ακεραιότητα ή την πολι τική του ανεξαρτησία, έχει ένα ju s a d b e llu m (δικαίωμα διε ξαγωγής πολέμου).18 Αναμφίβολα, υπάρχει κάτι ανησυχητικό σε αυτή την αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος για την έννοια του b e llu m ju s tu m , την οποία η νεωτερικότητα, ή μάλλον οι δυνά μεις της νεωτερικής εκκοσμίκευσης, τόσες προσπάθειες είχαν καταβάλει να εξαλείψουν από τη μεσαιωνική παράδοση. Η πα ραδοσιακή έννοια του δίκαιου πολέμου συνεπάγεται την ανα γωγή του πολέμου σε τετριμμένη πρακτική [banalization] και την αποθέωσή του ως ηθικού εργαλείου, δύο ιδέες τις οποίες η νεωτερική πολιτική σκέψη και η διεθνής κοινότητα των εθνι κών κρατών είχαν οριστικά αποποιηθεί. Αυτά τα δύο παραδο σιακά χαρακτηριστικά έχουν επανεμφανιστεί στον δικό μας, μετανεωτερικό κόσμο: αφ’ ενός ο πόλεμος λαμβάνει το χαρα κτήρα μιας απλής πράξης αστυνόμευσης, αφ’ ετέρου η νέα εξουσία, η οποία νομιμοποιείται να επιτελέσει ηθικά καθήκοντα μέσω του πολέμου, καθοσιώνεται.
36
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
Μακράν του να επαναλαμβάνει απλώς αρχαίες ή μεσαιωνι κές αντιλήψεις, εντούτοις, η σημερινή έννοια παρουσιάζει ορι σμένες πραγματικά θεμελιακές καινοτομίες. Ο δίκαιος πόλεμος δεν αποτελεί πλέον επ’ ουδενί ενέργεια άμυνας ή αντίστασης, όπως συνέβαινε, λόγου χάριν, στη χριστιανική παράδοση, από τον Άγιο Αυγουστίνο έως και τους σχολαστικούς της Αντιμε ταρρύθμισης, ως ανάγκη της «επίγειας πολιτείας» να διασφαλί σει την επιβίωσή της. Μάλλον έχει καταστεί μια ενέργεια η οποία δικαιώνεται αφ’ εαυτής. Δύο διαφορετικά στοιχεία συν δυάζονται σε αυτήν την έννοια του δίκαιου πολέμου: πρώτον, η νομιμότητα του στρατιωτικού μηχανισμού, καθόσον είναι ηθικά θεμελιωμένη, και δεύτερον, η αποτελεσματικότητα της στρα τιωτικής δράσης για την επίτευξη της επιθυμητής τάξεως και ειρήνης. Η σύνθεση αυτών των δύο στοιχείων ίσως συνιστά όν τως καίριο παράγοντα, καθοριστικό για τη θεμελίωση και τη νέα παράδοση της Αυτοκρατορίας. Σήμερα ο εχθρός, απαράλ λαχτα όπως και ο ίδιος ο πόλεμος, καταλήγει να θεωρείται ταυτόχρονα τετριμμένος [banalized] (καθώς μετατρέπεται σε στόχο μιας κοινότοπης αστυνομικής καταστολής) και απόλυτος [absolutized] (ως ο Εχθρός, μια απόλυτη απειλή για την ηθι κή τάξη). Ο Πόλεμος του Κόλπου μάς έδωσε ίσως το πρώτο πλήρως αρθρωμένο παράδειγμα αυτής της νέας επιστημολογίας της έννοιας.19 Η αναβίωση της έννοιας του δίκαιου πολέμου ίσως είναι απλώς ένα σύμπτωμα της ανάδυσης της Αυτοκρατο ρίας, δεν παύει όμως να είναι ένα ενδεικτικότατο και ισχυρό τατο σύμπτωμα!
Το μοντέλο της αυτοκρατορικής εξουσίας Πρέπει να αποφύγουμε να ορίσουμε το πέρασμα στην Αυτο κρατορία με αμιγώς αρνητικούς όρους, με όρους αυτού που δεν είναι, όπως λόγου χάριν συμβαίνει όταν κανείς λέει: το νέο πα ράδειγμα ορίζεται από την οριστική αποδυνάμωση των κυρίαρ χων εθνικών κρατών, από την εξάλειψη κάθε ρύθμισης των διε θνών αγορών, από το τέλος της ανταγωνιστικής διαπάλης με
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
37
ταξύ κρατικών υποκειμένων κ.ο.κ. Εάν το νέο παράδειγμα συνίστατο μόνο σε αυτά, τότε οι επιπτώσεις του θα ήταν αληθινά αναρχικές. Η εξουσία, εντούτοις -και δεν ήταν μόνον ο Michel Foucault που μας το δίδαξε αυτό- φοβάται και αποστρέφεται το κενό. Το νέο παράδειγμα ήδη λειτουργεί με απολύτως θετι κούς όρους -και δεν θα ήταν δυνατόν να συμβαίνει το αντίθετο. Το νέο παράδειγμα είναι ταυτόχρονα σύστημα και ιεραρχία, συγκεντρωτική κατασκευή κανόνων και ευρεία παραγωγή νομι μότητας που εξαπλώνεται στον παγκόσμιο χώρο. Έ χει a b in itio διαμορφωθεί ως μια δυναμική και ευέλικτη συστημική δομή η οποία αρθρώνεται οριζόντια. Με τον όρο «δομή» εννο ούμε εδώ, για λόγους οικονομίας, ένα υβρίδιο της συστημικής θεωρίας του Niklas Luhmann και της περί δικαιοσύνης θεωρίας του John Rawls.20 Ορισμένοι ονομάζουν αυτή την κατάσταση «διακυβέρνηση χωρίς κυβέρνηση», για να δείξουν τη δομική λο γική, ενίοτε αδιόρατη, αλλά πάντοτε, και μάλιστα ολοένα πε ρισσότερο, αποτελεσματική, η οποία συμπαρασύρει όλα τα δρώντα υποκείμενα στην τάξη του όλου.21 Η συστημική ολότη τα καταλαμβάνει δεσπόζουσα θέση στην παγκόσμια τάξη, διακόπτοντας οριστικά τους δεσμούς με κάθε προηγούμενη διαλε κτική και αναπτύσσοντας μια ενσωμάτωση των δρώντων υπο κειμένων που μοιάζει γραμμική και αυθόρμητη. Την ίδια ώρα, όμως, διαφαίνεται ολοένα πιο καθαρά η αποτελεσματικότητα της συναίνεσης κάτω από μια υπέρτατη εξουσία που επιβάλλει τη ρύθμιση. Όλες οι συγκρούσεις, όλες οι κρίσεις και τα σχί σματα κατ’ ουσίαν προάγουν τη διαδικασία της ενσωμάτωσης και στον ίδιο βαθμό απαιτούν την περαιτέρω ισχυροποίηση της κεντρικής εξουσίας. Η ειρήνη, η ισορροπία και η κατάπαυση της σύγκρουσης είναι οι αξίες προς τις οποίες κατατείνουν τα πάντα. Η ανάπτυξη του παγκόσμιου συστήματος (και του αυτοκρατορικού δικαίου πρώτα πρώτα) μοιάζει να είναι η ανά πτυξη ενός μηχανισμού που επιβάλλει διαδικασίες συνεχούς θε σμοθέτησης, οι οποίες οδηγούν σε συστημικές ισορροπίες -ενός μηχανισμού που δημιουργεί μια διαρκή απαίτηση για εξουσία. Ο μηχανισμός αυτός φαίνεται να προκαθορίζει την άσκηση της
38
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
εξουσίας και τη δράση σε όλο τον κοινωνικό χώρο. Κάθε κίνη ση είναι αμετάβλητη και μπορεί να βρει την υποδεδειγμένη θέ ση της μόνο μέσα στο ίδιο το σύστημα, στην ιεραρχική σχέση που της έχει παραχωρηθεί. Αυτή η προκατεστημένη κίνηση ορίζει την πραγματικότητα της διαδικασίας της αυτοκρατορικής θεσμοθέτησης της παγκόσμιας τάξεως -το νέο παράδειγμα. Αυτό το αυτοκρατορικό παράδειγμα είναι ποιοτικά διάφορο των ποικίλων προσπαθειών που έγιναν κατά την περίοδο της μετάβασης, προκειμένου να καθοριστεί ένα σχέδιο διεθνούς τά ξεως.22 Ενώ οι προηγούμενες, μεταβατικές θεωρήσεις επικεν τρώνονταν στη νομιμοποιητική δυναμική που θα οδηγούσε προς τη νέα τάξη, στο νέο παράδειγμα είναι ωσάν αυτή η νέα τάξη να έχει ήδη συγκροτηθεί. Το εννοιολογικό αδιαχώριστο του τίτλου και της άσκησης της εξουσίας βεβαιώνεται εξαρχής, ως το ουσιαστικό a priori του συστήματος. Η ατελής σύμπτω ση, ή μάλλον οι διαρκώς παρόντες χρονικοί και χωρικοί διαχω ρισμοί ανάμεσα στη νέα κεντρική εξουσία και το πεδίο εφαρ μογής της ρύθμισής της, δεν οδηγούν σε κρίσεις ή παράλυση, αλλά απλώς εξωθούν το σύστημα να τις ελαχιστοποιήσει και να τις εξουδετερώσει. Κοντολογίς, η αλλαγή παραδείγματος χαρα κτηρίζεται, αρχικά τουλάχιστον, από την παραδοχή ότι μόνο μια θεσπισμένη εξουσία, υπερκαθορισμένη όσον αφορά τα κυ ρίαρχα εθνικά κράτη αλλά και σχετικά αυτόνομη από αυτά, δύναται να λειτουργεί ως κέντρο της νέας παγκόσμιας τάξεως, ασκώντας επ’ αυτής μιαν αποτελεσματική ρύθμιση και, όποτε κριθεί αναγκαίο, εξαναγκασμό. Έπεται λοιπόν, όπως το θέλησε ο Kelsen, αλλά μόνον ως παράδοξη συνέπεια της ουτοπίας του, ότι ένα είδος δικαϊκού θετικισμού επικρατεί και στο σχηματισμό μιας νέας δικαϊκής ρύθμισης.23 Η ικανότητα σχηματισμού ενός συστήματος κατ’ ουσίαν προϋποτίθεται της πραγματικής διαδικασίας σχηματι σμού του. Επιπλέον, η διαδικασία του σχηματισμού, και τα υποκείμενα που δραστηριοποιούνται στο πλαίσιο αυτής της δια δικασίας, έλκονται προκαταβολικά προς τη θετικά προσδιορι σμένη δίνη του κέντρου, και η έλξη αυτή γίνεται ακαταμάχη
ΛΤΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
39
τη, όχι μόνον εν ονόματι της ικανότητας του κέντρου να ασκεί πίεση, αλλά και εν ονόματι της τυπικής εξουσίας, που εδρεύει σε αυτό, να οργανώνει και να συστηματοποιεί την ολότητα. Και πάλι συναντούμε εδώ ένα υβρίδιο των θεωριών του Luhmann και του Rawls, πριν από αυτούς όμως έχουμε τον Kelsen, εκεί νον τον ουτοπιστή και για το λόγο αυτό ακούσιο και αντιφατι κό εξερευνητή του ψυχισμού του αυτοκρατορικού δικαίου! Και πάλι, οι αρχαίες έννοιες της Αυτοκρατορίας μάς βοη θούν να αρθρώσουμε καλύτερα τη φύση αυτής της διαμορφούμενης παγκόσμιας τάξεως. Όπως μας διδάσκουν ο Θουκυδίδης, ο Λίβιος, ο Τάκιτος (αλλά και ο Machiavelli που σχολιάζει το έργο τους), η Αυτοκρατορία δεν σχηματίζεται επί τη βάσει αυ τής καθαυτήν της ισχύος της, αλλά επί τη βάσει της ικ α νό τη τάς της να παρουσιάζει αυτή την ισχύ ως υπηρετούσα το δίκαιο και την ειρήνη. Κάθε επέμβαση των αυτοκρατορικών στρατιών πραγματοποιείται κατόπιν εκκλήσεως μιας ή περισσότερων από τις πλευρές που εμπλέκονται σε μια ήδη υφιστάμενη σύγ κρουση. Η Αυτοκρατορία δεν γεννάται αυτόβουλα, αλλά μάλλον κατόπιν ρ η τή ς απαίτησης και συγκροτείται επί τη βάσει της ικανότητάς της να επιλύει συγκρούσεις. Η Αυτοκρατορία δια μορφώνεται, και η επέμβασή της καθίσταται νόμιμη για το ισχύον σύστημα δικαίου, μόνον αφού έχει ήδη εισαχθεί στην αλυσίδα των διεθνών συναινέσεων που σκοπό έχουν να επιλύ σουν υφιστάμενες συγκρούσεις. Για να επιστρέφουμε στον Machiavelli, η επέκταση της Αυτοκρατορίας έχει τις ρίζες της στην εσωτερική πορεία των συγκρούσεων τις οποίες θέλει να επιλύσει.24 Το πρώτο μέλημα της Αυτοκρατορίας, συνεπώς, εί ναι να διευρύνει τη σφαίρα των συναινέσεων που στηρίζουν την εξουσία της. Το αρχαίο μοντέλο είναι χρήσιμο για μια πρώτη προσέγγι ση, χρειάζεται όμως να προχωρήσουμε πολύ πέρα από αυτό για να αρθρώσουμε τους όρους του παγκόσμιου εξουσιαστικού μο ντέλου που έχει τεθεί σε ισχύ σήμερα. Ο δικαϊκός θετικισμός και οι θεωρίες του φυσικού δικαίου, ο συμβολαϊσμός και ο θε σμικός ρεαλισμός, ο φορμαλισμός και ο συστημισμός είναι θεω
40
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
ρήσεις που μπορούν, καθεμιά από τη σκοπιά της, να περιγρά φουν κάποια όψη του. Ο δικαϊκός θετικισμός μπορεί να δώσει έμφαση στην ανάγκη για την ύπαρξη μιας ισχυρής εξουσίας στο κέντρο της κανονιστικής διαδικασίας· οι θεωρίες του φυσι κού δικαίου μπορούν να τονίσουν τις αξίες της ειρήνης και της ισορροπίας που προτείνει η αυτοκρατορική διαδικασία- ο συμβολαϊσμός μπορεί να προβάλει το σχηματισμό της συναίνεσης· ο ρεαλισμός μπορεί να φέρει στο φως τις διαμορφωτικές διαδι κασίες των θεσμών που ανταποκρίνονται στις νέες διαστάσεις της συναίνεσης και της αυθεντίας· και ο φορμαλισμός μπορεί να προσφέρει λογικό έρεισμα σε αυτό που ο συστημισμός δικαιο λογεί και οργανώνει λειτουργικά, δίνοντας έμφαση στον ολοποιητικό χαρακτήρα της διαδικασίας. Ποιο δικαϊκό μοντέλο όμως κατορθώνει να συλλάβει όλα αυτά τα γνωρίσματα της νέ ας υπερεθνικής τάξεως; Επιχειρώντας έναν πρώτο ορισμό, θα ήταν καλό να αναγνω ρίσουμε ότι η δυναμική και οι αρθρώσεις της νέας υπερεθνικής δικαϊκής τάξεως εμφανίζουν έντονες αντιστοιχίες προς τα νέα χαρακτηριστικά που κατέληξαν να διακρίνουν τις ρυθμίσεις του εσωτερικού δικαίου των κρατών κατά τη μετάβαση από τη νεωτερικότητα στη μετανεωτερικότητα.25 Πρέπει να αντιληφθουμε αυτή την αντιστοιχία (ίσως όπως ο Kelsen και οπωσδήπο τε με τρόπο ρεαλιστικό), όχι τόσο ως μια «εσωτερική αναλο γία» για το διεθνές σύστημα, αλλά μάλλον ως μια «υπερεθνική αναλογία» για το εσωτερικό δικαϊκό σύστημα. Βασικό χαρα κτηριστικό γνώρισμα και των δύο συστημάτων είναι η ηγεμο νία επί δικαϊκών πρακτικών, όπως η διαδικασία, η πρόληψη και η απευθυνση. Η κανονιστικότητα* η κύρωση και η κατα στολή απορρέουν εξ αυτών και διαμορφώνονται στο πλαίσιο των διαδικαστικών εξελίξεων. Η αιτία της σχετικής (αλλά απο τελεσματικής) σύμπτωσης του νέου τρόπου λειτουργίας του εσωτερικού και του υπερεθνικού δικαίου είναι καταρχάς ότι λει τουργούν στο ίδιο πεδίο, δηλαδή στο πεδίο της κρίσης. Όπως εντούτοις δίδαξε ο Carl Schmitt, η κρίση στο πεδίο της εφαρ μογής του νόμου πρέπει να μας εφιστά την προσοχή στην
ΛΤΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
41
«εξαίρεση» η οποία ίσχυε τη στιγμή της παραγωγής του.26 Το εθνικό και το υπερεθνικό δίκαιο διακρίνονται αμφότερα για τον εξαιρετικό τους χαρακτήρα. Η λειτουργία της εξαίρεσης εδώ είναι πολύ σημαντική. Προκειμένου η εξουσία που πραγματοποιεί την επέμβαση να απο κτήσει τον έλεγχο και να επιβληθεί σε μια τόσο απόλυτα ρευ στή κατάσταση, είναι απαραίτητο να της παραχωρηθεί (ΐ) η δυνατότητα να ορίζει, κατ’ εξαίρεσιν κάθε φορά, τα αιτήματα της επέμβασης· και (2) η δυνατότητα να κινητοποιεί τις δυνά μεις και τα εργαλεία που με ποικίλους τρόπους μπορούν να εφαρμοστούν στην πολυμορφία και την πολλαπλότητα των δι ευθετήσεων που διέρχονται κρίση. Εδώ, συνεπώς, γεννάται, εν ονόματι του εξαιρετικού χαρακτήρα της επέμβασης, μια μορφή δικαίου που κατ’ ουσίαν είναι ένα δ ίκ α ιο τ η ς α σ τυνομίας. Η διαμόρφωση ενός νέου δικαίου έχει εγγραφεί στην εκδίπλωση της πρόληψης, της καταστολής και της ρητορικής βίας που αποσκοπούν στην αποκατάσταση της κοινωνικής ισορροπίας: όλα αυτά είναι ιδιάζοντα γνωρίσματα της δράσης της αστυνο μίας. Μπορούμε λοιπόν να αναγνωρίσουμε την αρχική και υπο νοούμενη πηγή του αυτοκρατορικού δικαίου με όρους της αστυ νομικής δράσης και της ικανότητας που έχει η αστυνομία να δημιουργεί και να διαφυλάσσει την τάξη. Η νομιμότητα της αυτοκρατορικής ρύθμισης υποστηρίζει την άσκηση αστυνομικής εξουσίας, ενώ ταυτόχρονα η δράση της παγκόσμιας αστυνομι κής δύναμης καταδεικνύει την πρακτική αποτελεσματικότητα της αυτοκρατορικής ρύθμισης. Η δικαϊκή δύναμη να κυριαρχεί επί της εξαίρεσης και η ικανότητα να αναπτύσσει αστυνομική δύναμη είναι συνεπώς δύο αρχικές συνιστώσες που προσδιορί ζουν το μοντέλο της αυτοκρατορικής εξουσίας.
Καθολικές αξίες Εύλογα θα μπορούσαμε να αναρωτηθούμε σε αυτό το σημείο, εντούτοις, αν πρέπει να συνεχίσουμε να χρησιμοποιούμε τον δικαϊκό όρο «δίκαιο» σε αυτά τα συμφραζόμενα. Πώς μπορούμε
42
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
να ονομάζουμε δίκαιο (και ειδικότερα αυτοκρατορικό δίκαιο) μια σειρά τεχνικών που, θεμελιωμένες σε ένα καθεστώς διαρ κούς εξαίρεσης και στην ισχύ της αστυνομίας, ανάγουν το δί καιο και το νόμο σε ζήτημα καθαρής αποτελεσματικότητας; Για να απαντήσουμε σε αυτά τα ερωτήματα, πρέπει προηγου μένως να ερευνήσουμε προσεκτικότερα τη διαδικασία της αυτοκρατορικής συγκρότησης της οποίας σήμερα γινόμαστε μάρ τυρες. Πρέπει εξαρχής να τονίσουμε ότι η πραγματικότητα της συγκρότησης της Αυτοκρατορίας καταδεικνύεται όχι μόνο από τους μετασχηματισμούς που επιφέρει στο διεθνές δίκαιο, αλλά και από τις αλλαγές που επιβάλλει στο διοικητικό δίκαιο κάθε μεμονωμένης κοινωνίας και εθνικού κράτους, ή μάλλον στο δι οικητικό δίκαιο της κοσμοπολιτικής κοινωνίας.27 Μέσα από τον σημερινό μετασχηματισμό του υπερεθνικού δικαίου, η διαδικα σία της αυτοκρατορικής συγκρότησης τείνει αμέσως ή εμμέσως να διεισδύσει στο εσωτερικό δίκαιο των εθνικών κρατών και να το αναδιαμορφώσει, με αποτέλεσμα το υπερεθνικό δίκαιο να υπερκαθορίζει σημαντικά το εσωτερικό δίκαιο κάθε κράτους. Ίσως το σημαντικότερο σύμπτωμα αυτού του μετασχηματι σμού είναι η ανάπτυξη του αποκαλούμενου δ ικ α ιώ μ α το ς τη ς ε π έ μ β α σ η ς ·28 Αυτό κατά κοινή παραδοχή εκλαμβάνεται ως το δικαίωμα ή καθήκον των επικρατέστερων υποκειμένων της παγ κόσμιας τάξεως να επεμβαίνουν σε εδάφη άλλων υποκειμένων προκειμένου να προλάβουν ή να επιλύσουν ανθρωπιστικά προ βλήματα, να διασφαλίσουν συμφωνίες και να επιβάλουν την ει ρήνη. Το δικαίωμα της επέμβασης ήταν ένα από τα κυριότερα όπλα που δόθηκαν στα Ηνωμένα Έθνη, βάσει του Χάρτη τους, για τη διαφύλαξη της διεθνούς τάξεως· η σύγχρονη αναδιαμόρφωση αυτού του δικαιώματος, όμως, συνιστά ένα ποιοτικό άλ μα. Τα μεμονωμένα κυρίαρχα κράτη ή η υπερεθνική δύναμη (του ΟΗΕ) δεν επεμβαίνουν πλέον απλώς και μόνο για να δια σφαλίσουν ή να επιβάλουν την εφαρμογή διεθνών συμφωνιών που αποτελούν προϊόν οικειοθελούς δέσμευσης, όπως συνέβαινε με βάση την παλιά διεθνή ρύθμιση. Τώρα τα υπερεθνικά υπο κείμενα, που νομιμοποιούνται όχι δικαίω αλλά συναινέσει,
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
43
επεμβαίνουν εν ονόματι κάθε είδους καταστάσεων έκτακτης ανάγκης και ανώτερων ηθικών αρχών. Αυτό που κρύβεται πίσω από τον επεμβατισμό αυτής της μορφής δεν είναι απλώς ένα μόνιμο καθεστώς εκτάκτου ανάγκης και εξαίρεσης, αλλά ένα μόνιμο καθεστώς εκτάκτου ανάγκης και εξαίρεσης το οποίο δι καιώνεται διά τη ς ε π ικ λ η σ ε ω ς θεμ ελιω δώ ν αξιώ ν δικαιοσύνης. Με άλλα λόγια, το δίκαιο της αστυνομίας νομιμοποιείται από καθολικές αξίες.29 Μήπως λοιπόν πρέπει να υποθέσουμε ότι, αφ’ ης στιγμής αυτό το νεοφανές δικαίωμα της επέμβασης αποσκοπεί κυρίως στην επίλυση επειγόντων ανθρωπίνων προβλημάτων, η νομιμότητά του θεμελιώνεται σε καθολικές αξίες; Μήπως πρέπει να ερμηνεύσουμε αυτή την κίνηση ως μια διαδικασία που, επί τη βάσει των μεταβαλλόμενων στοιχείων του ιστορικού πλαισίου, θέτει σε κίνηση έναν συντακτικό μηχανισμό ο οποίος ωθείται από τις παγκόσμιες δυνάμεις της δικαιοσύνης και της ειρήνης; Μήπως, συνεπώς, βρισκόμαστε σε μια κατάσταση που ελάχι στα απέχει από τον παραδοσιακό ορισμό της Αυτοκρατορίας, όπως διακηρύχθηκε από το αρχαίο, ρωμαιοχριστιανικό φαντασιακό; Θα ήταν υπερβολικά παρακινδυνευμένο να απαντήσουμε κα ταφατικά στα παραπάνω ερωτήματα σε αυτό το πρώιμο στάδιο της έρευνάς μας. Ο ορισμός της διαμορφούμενης αυτοκρατορικής εξουσίας ως μιας επιστήμης της αστυνομίας η οποία βασί ζεται στην πρακτική του δίκαιου πολέμου για να αντιμετωπί σει τις καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης που διαρκώς ανακύ πτουν, είναι πιθανώς σωστός, εξακολουθεί όμως να είναι απο λύτως ανεπαρκής. Όπως έχουμε δει, οι φαινομενολογικοί προσ διορισμοί της νέας παγκόσμιας τάξεως υφίστανται σε μια εξαι ρετικά ασταθή κατάσταση, η οποία εξίσου σωστά θα μπορούσε να εκφραστεί με όρους κρίσεως και πολέμου. Πώς μπορούμε να συμβιβάσουμε τη νομιμοποίηση αυτής της τάξεως, που επιτυγ χάνεται με την πρόληψη και την αστυνόμευση, με το γεγονός ότι αυτή η κρίση και ο πόλεμος καταδεικνύουν την εξαιρετικά προβληματική γένεση και νομιμότητα αυτής της έννοιας της
44
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
δικαιοσύνης; Όπως έχουμε ήδη αναφέρει, αυτές αλλά και άλ λες παρόμοιες τεχνικές δείχνουν ότι αυτό του οποίου σήμερα γινόμαστε μάρτυρες είναι η διαδικασία της υλικής συγκρότησης της νέας πλανητικής τάξεως, της παγίωσης του διοικητικού μηχανισμού της και της παραγωγής νέων ιεραρχιών διοίκησης στον παγκόσμιο χώρο. Ποιος θα αποφασίσει για τους ορισμούς της δικαιοσύνης και της τάξεως στο χώρο που εκτείνεται αυτή η ολότητα, κατά τη διαδικασία της συγκρότησής της; Ποιος θα μπορέσει να ορίσει την έννοια της ειρήνης; Ποιος θα μπορέσει να προσδώσει ενότητα στη διαδικασία αναστολής της ιστορίας και να χαρακτηρίσει δίκαιη αυτή την αναστολή; Ως προς αυτά τα ερωτήματα, η προβληματική της Αυτοκρατορίας είναι απο λύτως ανοιχτή, όχι κλειστή. Στο σημείο αυτό, το πρόβλημα του νέου δικαϊκού μηχανι σμού παρουσιάζεται στην πιο άμεση μορφή του: μια παγκόσμια τάξη, μια δικαιοσύνη και ένα δίκαιο που είναι ακόμη δυνητικά αλλά ωστόσο εφαρμόζονται σε εμάς έμπρακτα. Ολοένα και πε ρισσότερο αναγκαζόμαστε να νιώσουμε ότι είμαστε κι εμείς συμμέτοχοι σε αυτήν τη νέα εξέλιξη και καλούμαστε να ανα λάβουμε τις ευθύνες μας για ό,τι μέλλει γενέσθαι μέσα σε αυ τό το πλαίσιο. Σε αυτές τις νέες διαστάσεις τοποθετούνται τα καθήκοντά μας ως πολιτών, όπως ακριβώς και η ηθική μας ευ θύνη -εδώ μετρούνται η δύναμη και η αδυναμία μας. Θα μπο ρούσαμε να πούμε, μιμούμενοι τον Kant, ότι η εσωτερική ηθι κή μας προδιάθεση, όταν έρχεται αντιμέτωπη με την κοινωνι κή τάξη και δοκιμάζεται μέσα σε αυτήν, τείνει να προσδιορίζε ται από τις ηθικές, πολιτικές και δικαϊκές κατηγορίες της Αυ τοκρατορίας. Ή θα μπορούσαμε να πούμε ότι η εξωτερική ηθι κότητα κάθε ανθρώπινου όντος και πολίτη βρίσκει πλέον μέτρο σύγκρισης μόνο στο πλαίσιο της Αυτοκρατορίας. Αυτό το νέο πλαίσιο μας αναγκάζει να έρθουμε αντιμέτωποι με μια σειρά εκρηκτικών αδιεξόδων, γιατί μέσα σε αυτό το νέο δικαϊκό και θεσμικό Είναι που διαμορφώνεται, τίθενται υπό αμφισβήτηση οι σχετικές με το δίκαιο ιδέες και πρακτικές μας και τα μέσα τής ελπίδας μας. Τα μέσα της ιδιωτικής και ατομικής κατανόησης
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
45
των αξιών διαλύονται: με την εμφάνιση της Αυτοκρατορίας, βρισκόμαστε αντιμέτωποι όχι πλέον με τις τοπικές διαμεσολα βήσεις του καθολικού αλλά με αυτό καθεαυτό ένα συμπαγές καθολικό. Η οικειότητα των αξιών, τα καταφύγια πίσω από τα οποία αυτές παρουσίαζαν την ηθική τους ουσία, τα προστατευ τικά όρια έναντι της εισβολής της εξωτερικότητας -όλα εξα φανίζονται. Είμαστε όλοι αναγκασμένοι να αναμετρηθούμε με απόλυτα ερωτήματα και ρηξικέλευθες εναλλακτικές λύσεις. Στην Αυτοκρατορία, η ηθική, η ηθικότητα και η δικαιοσύνη χαλκεύονται σε νέες διαστάσεις. Σε όλη τη διάρκεια της έρευνάς μας ερχόμασταν αντιμέτω ποι με μια κλασική προβληματική της πολιτικής φιλοσοφίας: την παρακμή και την πτώση της Αυτοκρατορίας.30 Ίσως φανεί παράδοξο το ότι εξετάζουμε αυτό τον «τόπο» στην αρχή, την ίδια ώρα που πραγματευόμαστε την αρχική οικοδόμηση της Αυτοκρατορίας- όμως, στην πραγματικότητα, το γίγνεσθαι της Αυτοκρατορίας υλοποιείται επί τη βάσει των ίδιων όρων που διέπουν την παρακμή και την πτώση της. Η Αυτοκρατορία ανα δύεται σήμερα ως το κέντρο εκείνο που υποστηρίζει την παγ κοσμιοποίηση των παραγωγικών δικτύων και ρίχνει το ευρύτα το δίχτυ της προσπαθώντας να εγκολπωθεί όλες τις εξουσια στικές σχέσεις στη δική της παγκόσμια τάξη -και όμως, την ίδια στιγμή αναπτύσσει μια ισχυρή αστυνομική λειτουργία εναν τίον των νέων βαρβάρων και των επαναστατών σκλάβων που απειλούν την τάξη της. Η δύναμη της Αυτοκρατορίας φαίνεται να υποτάσσεται στις διακυμάνσεις της τοπικής εξουσιαστικής δυναμικής και στις μεταβαλλόμενες, επιμέρους δικαϊκές ρυθμί σεις, οι οποίες προσπαθούν, χωρίς όμως ποτέ η προσπάθειά τους να στέφεται από πλήρη επιτυχία, να μας επαναφέρουν σε ένα καθεστώς κανονικότητας εν ονόματι της «εξαιρετικότητας» των διοικητικών διαδικασιών. Αυτά τα ίδια χαρακτηριστικά, εντούτοις, ήταν εκείνα που προσδιόρισαν και την αρχαία Ρώμη κατά την παρακμή της και που ταλάνισαν τόσο πολλούς από τους διαφωτιστές θαυμαστές της. Δεν πρέπει να περιμένουμε ότι κάποια στιγμή θα αρθεί η πολυπλοκότητα των διαδικασιών
46
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
που οικοδομούν τη νέα αυτοκρατορική σχέση δικαίου. Απεναν τίας, οι διαδικασίες είναι και θα παραμείνουν αντιφατικές. Το ερώτημα του ορισμού της δικαιοσύνης και της ειρήνης δεν πρό κειται να βρει οριστική λύση· η ισχύς της νέας αυτοκρατορικής συγκρότησης δεν θα ενσαρκωθεί σε μια συναίνεση που αρθρώ νεται στο πλήθος. Οι όροι της δικαϊκής πρότασης της Αυτο κρατορίας είναι εντελώς ασαφείς, μολονότι συγκεκριμένοι. Η Αυτοκρατορία γεννάται και αυτοπαρουσιάζεται ως κρίση. Μή πως λοιπόν θα έπρεπε να την εκλάβουμε ως μια Αυτοκρατορία της παρακμής, με όρους ανάλογους με εκείνους που περιέγρα ψαν ο Montesquieu και ο Gibbon; Ή μήπως γίνεται σωστότε ρα αντιληπτή με τους κλασικούς όρους, ως μια Αυτοκρατορία της φθοράς; Καταρχάς, εδώ πρέπει να εννοήσουμε τη φθορά όχι μόνο από ηθική αλλά και από δικαϊκή και πολιτική σκοπιά, γιατί, σύμφωνα με τον Montesquieu και τον Gibbon, όταν οι διάφο ρες μορφές διακυβέρνησης δεν είναι στέρεα εδραιωμένες στην πολιτεία, τίθεται αναπόδραστα σε λειτουργία ο κύκλος της φθο ράς και η κοινότητα κατακερματίζεται.31 Δεύτερον, πρέπει να εννοήσουμε τη φθορά και από μεταφυσική σκοπιά: όπου η οντότητα και η ουσία, η αποτελεσματικότατα και η αξία δεν βρίσκουν κοινή ικανοποίηση, εκεί αναπτύσσεται όχι η γένεση αλλά η φθορά.32 Αυτοί είναι μερικοί από τους θεμελιακούς άξο νες της Αυτοκρατορίας στους οποίους θα επιστρέφουμε αργότε ρα για να τους εξετάσουμε πιο αναλυτικά. Ας μας επιτραπεί, εν κατακλείδι, μια τελευταία αναλογία που έχει να κάνει με τη γένεση του Χριστιανισμού στην Ευρώ πη και την εξάπλωσή του την εποχή της παρακμής της Ρω μαϊκής Αυτοκρατορίας. Κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικα σίας μια τεράστια δυνατότητα υποκειμενικότητας κατασκευά στηκε και παγιώθηκε με όρους της προφητείας ενός μελλοντι κού κόσμου, ενός χιλιαστικού σχεδίου. Η νέα αυτή υποκειμενι κότητα παρέσχε μια απόλυτη εναλλακτική πρόταση στο πνεύ μα του αυτοκρατορικού δικαίου -ένα νέο οντολογικό υπόβαθρο. Από αυτή την άποψη, η Αυτοκρατορία έγινε δεκτή ως «το πλή
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
47
ρωμα του χρόνου» και η ενότητα όλου του γνωστού πολιτισμού, αλλά αμφισβητήθηκε στο σύνολό της με βάση έναν τελείως διαφορετικό ηθικό και οντολογικό άξονα. Κατά τον ίδιο τρόπο, σήμερα, δεδομένου ότι τα όρια και τα ανεπίλυτα προβλήματα του νέου αυτοκρατορικού δικαίου έχουν παγιωθεί, η θεωρία και η πρακτική μπορούν να προχωρήσουν πέρα από αυτά, βρίσκον τας και πάλι ένα οντολογικό υπόβαθρο ανταγωνισμού -στους κόλπους της Αυτοκρατορίας, αλλά επίσης εναντίον και πέραν αυτής, στο ίδιο επίπεδο ολότητας.
1.2 Β Ι Ο Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Η Π Α Ρ Α Γ Ω Γ Η
Η «αστυνομία» εμφανίζεται ως μια διοίκηση στην κεφα λή του κράτους, μαζί με το δικαστικό σώμα, το στρατό και το θησαυροφυλάκιο. Πράγματι. Και όμως, στην πραγ ματικότητα, αγκαλιάζει όλα τα υπόλοιπα. Ο Turquet το λέει ως εξής: «Απλώνει τα κλαδιά της σε όλες τις εκδη λώσεις της ζωής του λαού, σε όλα όσα κάνουν ή επιχει ρούν οι άνθρωποι. Το πεδίο δράσης της περιλαμβάνει το δικαστικό σώμα, το θησαυροφυλάκιο και το στρατό.» Η αστυνομία εμπεριέχει τα πάντα.
M ichel F oucault
Από τη άποψη του δικαίου, μπορέσαμε να διακρίνουμε ορισμέ να στοιχεία της ιδεώδους γένεσης της Αυτοκρατορίας, αν όμως περιοριζόμασταν σε αυτή μόνο την άποψη, θα ήταν δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να καταλάβουμε πώς όντως τίθεται σε κίνηση ο αυτοκρατορικός μηχανισμός. Οι δικαϊκές έννοιες και τα δικαϊκά συστήματα αναφέρονται πάντα σε κάτι άλλο, έξω από αυτά. Μέσα από την εξέλιξη και την άσκηση του δικαίου παραπέμ πουν στις υλικές συνθήκες που ορίζουν το έρεισμά τους στην κοινωνική πραγματικότητα. Η ανάλυσή μας πρέπει τώρα να κατέλθει στο επίπεδο αυτής της υλικότητας και εκεί να διερευνήσει τον υλικό μετασχηματισμό του εξουσιαστικού παρα δείγματος. Χρειάζεται να ανακαλύψουμε τα μέσα και τις δυνά μεις της παραγωγής της κοινωνικής πραγματικότητας, καθώς και τις υποκειμενικότητες που την εμψυχώνουν.
Η βιοεξουσία στην κοινωνία του ελέγχου Από πολλές απόψεις, το έργο του Michel Foucault έχει προε
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
49
τοιμάσει το έδαφος για μια τέτοια διερεύνηση της υλικής λει τουργίας της αυτοκρατορικής εξουσίας. Καταρχάς, το έργο του Foucault μας επιτρέπει να διαγνώσουμε ένα σημαντικό ιστορι κό πέρασμα των κοινωνικών μορφών από την π ε ιθ α ρ χ ικ ή κ ο ι νωνία στην κ οινω νία του ε λ έ γ χ ο υ .1 Πειθαρχική είναι εκ ε ίν η η κοινωνία στην οποία το κοινωνικό πρόσταγμα οικοδομείται μέ σα από ένα διάχυτο δίκτυο d is p o s itif s , ή μηχανισμών, οι οποί οι παράγουν και ρυθμίζουν τα ήθη, τα έθη και τις παραγωγικές πρακτικές. Η ενεργοποίηση αυτής της κοινωνίας και η δια σφάλιση της υπακοής στην εξουσία και τους μηχανισμούς συμπερίληψης και/ή αποκλεισμού της επιτυγχάνονται μέσω πει θαρχικών θεσμών (της φυλακής, του εργοστασίου, του ασύλου, του νοσοκομείου, του πανεπιστημίου, του σχολείου κ.ο.κ.), οι οποίοι δομούν τον κοινωνικό χώρο και προβάλλουν έναν τρόπο σκέψης ο οποίος συνάδει προς τη «λογική» της πειθαρχίας. Η πειθαρχική εξουσία κατ’ ουσίαν κυβερνά δομώντας τις παραμέ τρους και τα όρια της σκέψης και της πρακτικής, επικυρώνον τας και επιβάλλοντας φυσιολογικές κ α ι/ή αποκλίνουσες συμπε ριφορές. Ο Foucault εν γένει αναφέρεται στο παλαιό καθεστώς και την κλασική περίοδο του γαλλικού πολιτισμού για να εικο νογραφήσει την ανάδυση της πειθαρχικότητας, γενικότερα όμως μπορούμε να πούμε ότι ολόκληρη η πρώτη φάση της κε φαλαιοκρατικής συσσώρευσης (στην Ευρώπη και αλλού) συντελέστηκε υπ’ αυτό το εξουσιαστικό παράδειγμα. Αντίθετα, ως κοινωνία του ελέγχου πρέπει να εννοήσουμε την κοινωνία εκεί νη (η οποία εμφανίζεται στην αντίπερα άκρη της νεωτερικότητας και ανοίγεται προς το μετανεωτερικό), όπου οι μηχανισμοί του προστάγματος γίνονται ολοένα πιο «δημοκρατικοί», ολοένα πιο εμμενείς στο κοινωνικό πεδίο, καθώς κατανέμονται στο νου και το σώμα όλων των πολιτών. Ως εκ τούτου, οι συμπεριφορές κοινωνικής ένταξης και αποκλεισμού, οι οποίες αποτελούν ίδιον της εξουσίας, ολοένα περισσότερο εσωτερικεύονται από τα ίδια τα υποκείμενα. Η εξουσία πλέον ασκείται μέσω μηχανισμών οι οποίοι οργανώνουν με άμεσο τρόπο τους νόες (σε επικοινωνιακά συστήματα, πληροφορικά δίκτυα, κλπ.) και τα σώματα (σε
50
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
συστήματα κρατικής προνοίας, επιτηρούμενες δραστηριότητες, κλπ.), ωθώντας τα προς μια κατάσταση αυτόβουλης αλλοτρίω σης από την αίσθηση της ζωής και την επιθυμία για δημιουρ γικότητα. Μπορούμε συνεπώς να πούμε ότι η κοινωνία του ελέγχου χαρακτηρίζεται από μια επίταση και γενίκευση των σωφρονιστικών μηχανισμών της πειθαρχικότητας που εμψυχώ νουν εκ των έσω τις κοινές και καθημερινές μας πρακτικές, εν αντιθέσει όμως προς την πειθαρχία, ο έλεγχος αυτός εκτείνεται πολύ πέραν των δομημένων εστιών των κοινωνικών θεσμών, μέσα από ευέλικτα και μεταβαλλόμενα δίκτυα. Κατά δεύτερον, το έργο του Foucault μας επιτρέπει να αντιληφθούμε τη β ιο π ο λ ιτ ιχ ή φύση του νέου εξουσιαστικού πα ραδείγματος.2 Η βιοεξουσία είναι μια μορφή εξουσίας που ρυθ μίζει τον κοινωνικό βίο εκ των έσω, παρακολουθώντας τον, ερ μηνεύοντας τον, απορροφώντας τον και αναδιαρθρώνοντάς τον. Η εξουσία μπορεί να επιτύχει την αποτελεσματική διοίκηση ολόκληρου του φάσματος του βίου του πληθυσμού μόνον όταν καθίσταται μια αναπόσπαστη, ζωτική λειτουργία την οποία κά θε άτομο ενστερνίζεται και επανενεργοποιεί εκουσίως. Όπως λέει ο Foucault, «Η ζωή έχει γίνει πλέον... αντικείμενο της εξουσίας».3 Η υψηλότερη λειτουργία αυτής της εξουσίας είναι να επενδύσει τη ζωή σε όλες της τις εκφάνσεις, και πρωταρχι κό μέλημά της έχει να διευθύνει τη ζωή. Η βιοεξουσία αναφέρεται συνεπώς σε μια κατάσταση κατά την οποία το άμεσο ζη τούμενο της εξουσίας είναι η παραγωγή και αναπαραγωγή της ίδιας της ζωής. · Αυτές οι δυο διαφορετικές γραμμές του έργου του Foucault συναντώνται, υπό την έννοια ότι μόνον η κοινωνία του ελέγχου είναι σε θέση να υιοθετήσει το βιοπολιτικό πλαίσιο ως απο κλειστικό πεδίο αναφοράς της. Κατά τη μετάβαση από την πειθαρχική κοινωνία στην κοινωνία του ελέγχου υλοποιήθηκε ένα νέο εξουσιαστικό παράδειγμα, οριζόμενο από τις τεχνολο γίες που αντιλαμβάνονται την κοινωνία ως πεδίο άσκησης της βιοεξουσίας. Στην πειθαρχική κοινωνία, οι επιπτώσεις των βιοπολιτικών τεχνολογιών παρέμεναν μερικές, υπό την έννοια ότι
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
51
η πειθάρχηση αναπτυσσόταν σύμφωνα με μια σχετικώς κλει στή, γεωμετρική και ποσοτική λογική. Η πειθαρχικότητα κα θήλωνε τα άτομα μέσα σε θεσμούς, αλλά δεν κατόρθωνε να τα απορροφήσει εξ ολοκλήρου στο ρυθμό των παραγωγικών πρα κτικών και της παραγωγικής κοινωνικοποίησης· δεν έφτανε μέ χρι του σημείου να διαποτίσει τις συνειδήσεις και τα σώματα των ατόμων, μέχρι του σημείου να τα χειρίζεται και να τα ορ γανώνει στο σύνολο των δραστηριοτήτων τους. Στην πειθαρχι κή κοινωνία, συνεπώς, η σχέση μεταξύ εξουσίας και ατόμου παρέμενε στατική: η πειθαρχική εισβολή της εξουσίας ήταν ανάλογη της αντίστασης του ατόμου. Απεναντίας, όταν η εξου σία γίνεται εξ ολοκλήρου βιοπολιτική, ολόκληρο το κοινωνικό σώμα περιλαμβάνεται στον εξουσιαστικό μηχανισμό και ανα πτύσσεται στη δυνητικότητά του. Η σχέση αυτή είναι ανοιχτή, ποιοτική και συναισθηματική. Έχοντας υπαχθεί σε μια εξουσία η οποία εισχωρεί ώς τα γάγγλια της κοινωνικής δομής και των διαδικασιών ανάπτυξής της, η κοινωνία αντιδρά ως ένα σώμα. Η εξουσία ως εκ τούτου εκδηλώνεται ως έλεγχος, ο οποίος ει σχωρεί ώς τα βάθη των συνειδήσεων και των σωμάτων του πληθυσμού -και ταυτόχρονα εκτείνεται στο σύνολο των κοινω νικών σχέσεων.4 Θα μπορούσε να πει κανείς ότι, με το πέρασμα από την πει θαρχική κοινωνία στην κοινωνία του ελέγχου, έχει πλέον πραγματωθεί πλήρως η σχέση αμοιβαίας εμπλοκής όλων των κοι νωνικών δυνάμεων την οποία η κεφαλαιοκρατία επεδίωκε να εντείνει σε όλα τα στάδια της ανάπτυξής της. Ο Marx διέγνωσε κάτι ανάλογο σε ό,τι αποκάλεσε πέρασμα από την τυπική στην πραγματική υπαγωγή της εργασίας στο κεφάλαιο,5 και αργότερα οι φιλόσοφοι της Σχολής της Φρανκφούρτης ανέλυσαν ένα πολύ σχετικό πέρασμα της υπαγωγής της κουλτούρας (και των κοινωνικών σχέσεων) στην ολοκληρωτική μορφή του Κρά τους, ή μάλλον στο πλαίσιο της στρεβλής διαλεκτικής του Δια φωτισμού.6 Το πέρασμα που μας απασχολεί εδώ είναι θεμελιωδώς διαφορετικό, κατά το ότι αντί να επικεντρώνεται στο μο νοδιάστατο της διαδικασίας την οποία περιέγραψε ο Marx και
52
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
αναδιατύπωσε και επεξέτεινε η σχολή της Φρανκφούρτης, το φουκωικό πέρασμα πραγματεύεται κυρίως την πληθυντικότητα και την πολλαπλότητα -και οι Deleuze και Guattari αναπτύσ σουν αυτή τη θεώρηση με ακόμη μεγαλύτερη ενάργεια.7 Η ανά λυση της πραγματικής υπαγωγής, όταν αυτή νοείται ως επενδύουσα όχι μόνο την οικονομική ή μόνο την πολιτισμική διά σταση της κοινωνίας, αλλά μάλλον αυτόν καθαυτόν τον κοινω νικό ιφ ί ο », και φροντίζει να λάβει υπόψη της τις τροπικότητες της πειθαρχικότητας και/ή του ελέγχου, διασπά τη γραμμική και ολοκληρωτική μορφή της κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης. Η κοινωνία των πολιτών απορροφάται από το κράτος, αυτό όμως έχει ως συνέπεια μιαν έκρηξη των στοιχείων που προηγουμέ νως συντονίζονταν και διαμεσολαβούνταν από αυτήν. Οι αντι στάσεις παύουν να είναι περιθωριακές και ενεργοποιούνται στο κέντρο μιας κοινωνίας η οποία διανοίγεται σε δίκτυα· τα ατο μικά σημεία μοναδικοποιούνται σε χίλια διαφορετικά επίπεδα. Αυτό που ο Foucault σιωπηρά οικοδόμησε (και που ο Deleuze και ο Guattari κατέστησαν σαφές) είναι συνεπώς το παράδοξο μιας εξουσίας που, ενώ συνενώνει και εγκολπώνεται κάθε στοι χείο του κοινωνικού βίου (χάνοντας έτσι την ικανότητα να δια μεσολαβεί αποτελεσματικά τις διάφορες κοινωνικές δυνάμεις), αφήνει ταυτόχρονα να διαφανεί ένα νέο πλαίσιο, ένα νέο περι βάλλον μέγιστης πολλαπλότητας και ανεπίσχετης μοναδικοποίησης -ένα περιβάλλον του συμβάντος.8 Οι συλλήψεις αυτές της κοινωνίας του ελέγχου και της βιο εξουσίας περιγράφουν και οι δύο κεντρικές πτυχές της έννοιας της Αυτοκρατορίας. Η έννοια της Αυτοκρατορίας είναι το πλαί σιο εντός του οποίου πρέπει να νοηθεί η νέα πανοικουμενικότητα [omniversality] των υποκειμένων, και το τέλος προς το οποίο κατατείνει το νέο εξουσιαστικό παράδειγμα. Εδώ ανοίγε ται ένα πραγματικό χάσμα ανάμεσα στα διάφορα παλαιά θεω ρητικά πλαίσια του διεθνούς δικαίου (τόσο του διεθνούς συμβα τικού δικαίου όσο και της μορφής που έλαβε με την ίδρυση των Ηνωμένων Εθνών) και τη νέα πραγματικότητα του αυτοκρατορικού δικαίου. Όλα τα ενδιάμεσα στοιχεία της διαδικασίας
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
53
έχουν κατ’ ουσίαν παραμεριστεί, με αποτέλεσμα η νομιμότητα της διεθνούς τάξεως να μην μπορεί πλέον να οικοδομηθεί μέσω διαμεσολαβήσεων αλλά να πρέπει μάλλον να γίνει αντιληπτή αμέσως σε όλη της την ποικιλότητα. Ήδη έχουμε διαπιστώσει αυτό το γεγονός από την άποψη του δικαίου. Είδαμε, όντως, πως όταν η νέα έννοια δικαίου εμφανίζεται μέσα στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης και παρουσιάζεται ως ικανή να χειριστεί την καθολική, παγκόσμια σφαίρα ως ένα μοναδικό, συστημικό σύνολο, πρέπει να υιοθετήσει μια άμεση προϋπόθεση (την ανά ληψη δράσης σε ένα καθεστώς εξαίρεσης) και μια ανάλογη, εύπλαστη και συντακτική τεχνολογία (τις τεχνικές της αστυνο μίας). Μολονότι το καθεστώς της εξαίρεσης και οι τεχνολογίες της αστυνομίας συνιστούν τον συμπαγή πυρήνα και το κεντρικό στοιχείο του νέου αυτοκρατορικού δικαίου, αυτό το νέο καθε στώς δεν έχει εντούτοις καμία σχέση με τα δικαϊκά τεχνάσμα τα της δικτατορίας ή του ολοκληρωτισμού που σε άλλες επο χές περιέγραψαν τόσο επιδεικτικά και διεξοδικά πολλοί (και μάλιστα πάρα πολλοί!) συγγραφείς.9 Αντίθετα, η εξουσία του δι καίου εξακολουθεί να διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στα συμφραζόμενα της σημερινής μετάβασης: το δίκαιο εξακολουθεί να εί ναι αποτελεσματικό και (ακριβώς μέσω του καθεστώτος της εξαίρεσης και των τεχνικών της αστυνομίας) γίνεται διαδικασία. Αυτός είναι ένας ριζικός μετασχηματισμός που αποκαλύπτει την αδιαμεσολάβητη σχέση μεταξύ εξουσίας και υποκειμενικοτήτων, καταδεικνύοντας με αυτόν τον τρόπο τόσο την αδυναμία των «προγενέστερων» διαμεσολαβήσεων όσο και την ανεπίσχετη χρο νική μεταβλητότητα του συμβάντος.10 Σε όλη την έκταση των απεριόριστων πλανητικών χώρων, ώς τα μύχια του βιοπολιτικού κόσμου, και ενώπιον μιας απρόβλεπτης χρονικότητας -αυτοί εί ναι οι προσδιορισμοί βάσει των οποίων πρέπει να οριστεί το υπε ρεθνικό δίκαιο. Εδώ είναι που η έννοια της Αυτοκρατορίας πρέ πει να αγωνιστεί για την εδραίωσή της, που πρέπει να αποδεί ξει την αποτελεσματικότητά της, και, κατά συνέπεια, εδώ είναι που πρέπει να τεθεί σε λειτουργία η μηχανή.
54
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
Από αυτή την άποψη, το βιοπολιτικό πλαίσιο του νέου πα ραδείγματος καταλαμβάνει κεντρική θέση στην ανάλυσή μας. Αυτό ακριβώς το πλαίσιο παρέχει στην εξουσία μια εναλλαγή, όχι μόνο μεταξύ της υπακοής και της ανυπακοής, ή μεταξύ της τυπικής πολιτικής συμμετοχής και της άρνησής της, αλλά και όλου του φάσματος της ζωής και του θανάτου, του πλούτου και της φτώχειας, της παραγωγής και της κοινωνικής αναπαραγω γής, κ.ο.κ. Δεδομένων των μεγάλων δυσχερειών που αντιμετω πίζει η νέα έννοια δικαίου στην προσπάθεια να ανταποκριθεί σε αυτή τη διάσταση της αυτοκρατορικής εξουσίας και δεδομένης της αδυναμίας του να αγγίξει τη βιοεξουσία με τρόπο συγκε κριμένο και ως προς όλες τις υλικές πλευρές της, το αυτοκρατορικό δίκαιο μπορεί, στην καλύτερη περίπτωση, να εκφράσει μόνο μερικώς το υποκείμενο σχέδιο της νέας συγκρότησης της παγκόσμιας τάξης, και αδυνατεί κατ’ ουσίαν να συλλάβει την κινητήρια δύναμη που θέτει σε λειτουργία αυτή την τάξη. Η ανάλυσή μας πρέπει να επικεντρωθεί μάλλον στην παραγωγική διάσταση της βιοεξουσίας.11
Η παραγωγή του βίου Το ερώτημα της παραγωγής σε σχέση με τη βιοεξουσία και την κοινωνία του ελέγχου αποκαλύπτει εντούτοις μια πραγμα τική αδυναμία του έργου των συγγραφέων από τους οποίους δα νειστήκαμε αυτές τις έννοιες. Πρέπει, λοιπόν, να διασαφήσουμε τις «ζωτικές» ή βιοπολιτικές διαστάσεις του έργου του Fou cault όσον αφορά τη δυναμική της παραγωγής. Ο Foucault υποστήριξε σε αρκετές μελέτες του, στα μέσα της δεκαετίας του ’70, ότι δεν μπορεί κανείς να κατανοήσει το πέρασμα από το «κυρίαρχο» κράτος του Παλαιού Καθεστώτος στο «πειθαρχι κό» κράτος της νεωτερικότητας χωρίς να λάβει υπόψη του τον τρόπο με τον οποίο το βιοπολιτικό πλαίσιο τέθηκε σταδιακά στην υπηρεσία της κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης: «Ο έλεγ χος που ασκεί η κοινωνία στα άτομα δεν διεξάγεται μόνο δια μέσου της συνείδησης ή της ιδεολογίας, αλλά και μέσα στο σώ
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
55
μα και με το σώμα. Για την κεφαλαιοκρατική κοινωνία η βιοπολιτική είναι αυτό που έχει τη μέγιστη σπουδαιότητα, το βιο λογικό, το σωματικό, το υλικό.»12 Ένας από τους κύριους στόχους της ερευνητικής του στρα τηγικής εκείνης της περιόδου ήταν να προχωρήσει πέραν των εκδοχών του ιστορικού υλισμού, μεταξύ αυτών και διαφόρων παραλλαγών της μαρξιστικής θεωρίας οι οποίες ερευνούσαν το πρόβλημα της εξουσίας και της κοινωνικής αναπαραγωγής στο επίπεδο του εποικοδομήματος, αποσυνδέοντάς το από το πραγ ματικό, βασικό επίπεδο της παραγωγής. Ως εκ τούτου, ο Foucault προσπάθησε να επαναφέρει το πρόβλημα της κοινω νικής αναπαραγωγής και όλα τα στοιχεία του αποκαλούμενου εποικοδομήματος στο εσωτερικό της υλικής, θεμελιακής δομής και να ορίσει αυτό το πεδίο όχι μόνο με οικονομικούς αλλά και με πολιτισμικούς, σωματικούς και υποκειμενικούς όρους. Μπο ρούμε να καταλάβουμε λοιπόν πώς η αντίληψη που είχε ο Foucault για το κοινωνικό όλον τελειοποιήθηκε και υλοποιή θηκε όταν σε μια μεταγενέστερη φάση του έργου του κατόρ θωσε να ξεσκεπάσει τις γενικές γραμμές της κοινωνίας του ελέγχου ως μιας εξουσιαστικής μορφής η οποία ενεργοποιούν ταν σε ολόκληρο το φάσμα της βιοπολιτικής της κοινωνίας. Απ’ ό,τι φαίνεται, εντούτοις, ο Foucault -ακόμη και όταν συνέλα βε με εξαιρετική δύναμη τον βιοπολιτικό ορίζοντα της κοινω νίας και τον όρισε ως ένα πεδίο εμμένειας- δεν κατόρθωσε πο τέ να απεγκλωβιστεί από τη στρουκτουραλιστική επιστημολο γία, η οποία κατηύθυνε εξαρχής τις έρευνές του. Με τον όρο στρουκτουραλιστική επιστημολογία εννοούμε εδώ την επανεφεύρεση μιας λειτουργικής ανάλυσης στο χώρο των επιστημών του ανθρώπου, μια μέθοδο που ουσιαστικά θυσιάζει τη δυναμι κή του συστήματος, τη δημιουργική χρονικότητα των κινήσεών του και την οντολογική ουσία της πολιτισμικής και κοινωνικής αναπαραγωγής.13 Στην πραγματικότητα, αν σε αυτό το σημείο ρωτούσαμε τον Foucault ποιος ή τι κατευθύνει το σύστημα, ή, μάλλον, ποιος είναι ο «βίος», ή απάντησή του θα ήταν μια αμή χανη σιωπή. Αυτό που τελικά αποτυγχάνει να συλλάβει ο
56
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
Foucault είναι η πραγματική δυναμική της παραγωγής μέσα στη βιοπολιτική κοινωνία.14 Αντίθετα, ο Deleuze και ο Guattari μας παρουσιάζουν μια κυριολεκτικά μεταστρουκτουραλιστική αντίληψη της βιοεξου σίας, η οποία ανανεώνει την υλιστική σκέψη και ερείδεται στα θερά στο ερώτημα της παραγωγής του κοινωνικού Είναι. Το έρ γο τους απομυθοποιεί τον στρουκτουραλισμό και όλες τις φιλο σοφικές, κοινωνιολογικές και πολιτικές συλλήψεις που καθι στούν τη σταθερότητα του επιστημολογικού πλαισίου ένα ανα πόδραστο σημείο αναφοράς. Ο Deleuze και ο Guattari εστιά ζουν την προσοχή μας με σαφήνεια στην οντολογική ουσία, της κοινωνικής παραγωγής. Οι μηχανές παράγουν. Η συνεχής λει τουργία των κοινωνικών μηχανών στις ποικίλες διατάξεις και συναρμογές τους παράγει τον κόσμο και τα υποκείμενα που τον απαρτίζουν. Ο Deleuze και ο Guattari ανακαλύπτουν την πα ραγωγικότητα της κοινωνικής αναπαραγωγής (δημιουργική πα ραγωγή, παραγωγή αξιών, κοινωνικών σχέσεων, συναισθημάτων, στοιχείων μεταβολής), κατορθώνουν όμως να την αρθρώσουν μόνο επιφανειακά και εφήμερα, ως έναν χαοτικό, απροσδιόρι στο ορίζοντα που χαρακτηρίζεται από το ασύλληπτο συμβάν.15 Μπορούμε να συλλάβουμε καλύτερα τη σχέση μεταξύ κοι νωνικής παραγωγής και βιοεξουσίας στο έργο μιας ομάδας σύγ χρονων ιταλών μαρξιστών συγγραφέων, οι οποίοι αντιλαμβάνον ται τη βιοπολιτική διάσταση από τη σκοπιά της νέας φύσης της παραγωγικής εργασίας και της ζωντανής ανάπτυξής της μέσα στην κοινωνία, χρησιμοποιώντας όρους όπως «μαζική δια νοητικότητα», «άυλη εργασία», και τη μαρξική έννοια της «γε νικής διάνοιας» [general intellect].16 Οι αναλύσεις αυτές εκκι νούν από δύο συντονισμένα ερευνητικά σχέδια. Το πρώτο συνίσταται στην ανάλυση των πρόσφατων μετασχηματισμών της παραγωγικής εργασίας και της τάσης της να γίνει ολοένα πε ρισσότερο άυλη. Τον κεντρικό ρόλο που διαδραμάτιζε προηγου μένως η εργατική δύναμη των εργατών του μαζικού εργοστα σίου στην παραγωγή της υπεραξίας, σήμερα όλο και περισσό τερο τον καταλαμβάνει η πνευματική, άυλη και επικοινωνιακή
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
57
εργατική δύναμη. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να αναπτυ χθεί μια νέα πολιτική θεωρία της αξίας, η οποία θα μπορεί να θέσει το πρόβλημα της νέας κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης της αξίας στο κέντρο του μηχανισμού της εκμετάλλευσης (και ίσως με αυτόν τον τρόπο στο κέντρο μιας δυνατής επανάστα σης). Το δεύτερο, και συνακόλουθο του πρώτου, ερευνητικό σχέδιο που αναπτύχθηκε από αυτή τη σχολή συνίσταται στην ανάλυση της άμεσα κοινωνικής και επικοινωνιακής διάστασης της ζωντανής εργασίας στη σύγχρονη κεφαλαιοκρατική κοινω νία, και ως εκ τούτου θέτει επίμονα το πρόβλημα των νέων μορφών υποκειμενικότητας που αναδύονται, αναφορικά τόσο με την εκμετάλλευσή τους όσο και με την επαναστατική τους δυ νατότητα. Η άμεσα κοινωνική διάσταση της εκμετάλλευσης της ζωντανής άυλης εργασίας διαποτίζει με την εργασία όλα τα συναφή στοιχεία που ορίζουν μεν το κοινωνικό, αλλά ταυτόχρο να ενεργοποιούν τα κριτικά στοιχεία που αναπτύσσουν τη δυ νατότητα της ανυποταγής και της επανάστασης μέσα από το σύνολο των εργασιακών πρακτικών. Μετά από μια νέα θεωρία της αξίας, συνεπώς, πρέπει να διατυπωθεί και μια νέα θεωρία της υποκειμενικότητας η οποία λειτουργεί κυρίως μέσω της γνώσης, της επικοινωνίας και της γλώσσας. Οι αναλύσεις αυτές έχουν ως εκ τούτου αποκαταστήσει τη σπουδαιότητα της παραγωγής μέσα στη βιοπολιτική διαδικα σία της κοινωνικής συγκρότησης, ταυτόχρονα όμως την έχουν από ορισμένες απόψεις απομονώσει -καθώς τη συλλαμβάνουν σε μια καθαρή μορφή και την εξευγενίζουν τοποθετώντας τη σε ένα ιδεώδες επίπεδο. Ήταν ωσάν η ανακάλυψη νέων μορφών παραγωγικών δυνάμεων -της άυλης εργασίας, της μαζικοποιημένης πνευματικής εργασίας, της εργασίας της «γενικής διά νοιας»- να αρκούσε για να συλλάβουμε. συγκεκριμένα τη δυνα μική και δημιουργική σχέση μεταξύ υλικής παραγωγής και κοινωνικής αναπαραγωγής. Όταν επανεισάγουν την παραγωγή στα βιοπολιτικά συμφραζόμενα, την παρουσιάζουν σχεδόν απο κλειστικά πάνω στον ορίζοντα της γλώσσας και της επικοινω νίας. Μια από τις σοβαρότερες αδυναμίες αυτών των συγγρα
58
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
φέων, κατά συνέπεια, υπήρξε η τάση τους να αντιμετωπίζουν τις νέες εργασιακές πρακτικές της βιοπολιτικής κοινωνίας μ ό νον από τις πνευματικές και άυλες πτυχές τους. Η παραγωγι κότητα των σωμάτων και η αξία του συναισθήματος, εντούτοις, καταλαμβάνουν απολύτως κεντρική θέση σε αυτό το πλαίσιο. Θα αναλύσουμε τις τρεις πρωταρχικές πλευρές της άυλης ερ γασίας στη σύγχρονη οικονομία: την επικοινωνιακή εργασία της βιομηχανικής παραγωγής που πρόσφατα διασυνδέθηκε δη μιουργώντας πληροφοριακά δίκτυα, την αλληλοδραστική εργα σία της συμβολικής ανάλυσης και της επίλυσης προβλημάτων, και την εργασία της παραγωγής και του χειρισμού των αισθη μάτων (βλ. κεφάλαιο 3.4). Αυτή η τρίτη πτυχή, με το βάρος που δίνει στην παραγωγικότητα του υλικού, του σωματικού, συνιστά ένα άκρως σημαντικό στοιχείο των σύγχρονων δικτύων της βιοπολιτικής παραγωγής. Ως εκ τούτου, το έργο αυτής της σχολής και οι αναλύσεις της γενικής διάνοιας που επιχείρησε αποτελούν αναμφίβολα μια πρόοδο, όμως το εννοιολογικό της πλαίσιο παραμένει υπερβολικά καθαρό, σχεδόν αγγελικό. Σε τελική ανάλυση, και αυτές οι νέες έννοιες το μόνο που κατορ θώνουν είναι να ξύσουν την επιφάνεια της παραγωγικής δυνα μικής του νέου θεωρητικού πλαισίου της βιοεξουσίας.17 Το δικό μας χρέος, συνεπώς, είναι να προχωρήσουμε με βά ση αυτές τις εν μέρει επιτυχημένες απόπειρες να διαγνωσθούν οι δυνατότητες της βιοπολιτικής παραγωγής. Συνδυάζοντας αυ τά ακριβώς τα διαφορετικά ειδοποιά χαρακτηριστικά του βιοπολιτικού πλαισίου που έχουμε περιγράφει μέχρις εδώ και επαναφέροντάς τα στην οντολογία της παραγωγής, θα μπορέσουμε να συλλάβουμε τη νέα μορφή του συλλογικού βιοπολιτικού σώ ματος, το οποίο μπορεί εντούτοις να παραμένει τόσο αντιφατι κό όσο είναι και παράδοξο. Το σώμα αυτό γίνεται δομή όχι αρνούμενο αλλά αποδεχόμενο τη γενεσιουργό παραγωγική δύναμη που το εμψυχώνει· γίνεται γλώσσα (γλώσσα τόσο της επιστή μης όσο και της κοινωνίας) γιατί είναι ένα πλήθος μοναδικών και καθορισμένων σωμάτων που αναζητούν μια σχέση· κατά συνέπεια, αποτελεί ταυτόχρονα παραγωγή και αναπαραγωγή,
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
59
δομή και εποικοδόμημα, γιατί είναι η ζωή στην πληρέστερη έννοιά της και η πολιτική στην κυριολεκτική της έννοια. Η ανάλυσή μας θα κατέλθει στη ζούγκλα των παραγωγικών και αμφίσημων προσδιορισμών που μας παρέχει το βιοπολιτικό σώ μα.18 Το πλαίσιό της λοιπόν πρέπει να είναι η εκδίπλωση της ίδιας της ζωής, η διαδικασία της συγκρότησης του κόσμου, της ιστορίας. Η ανάλυση πρέπει να προταθεί όχι μέσω ιδεωδών μορφών, αλλά μέσα στο πυκνό σύμπλεγμα της εμπειρίας.
Εταιρείες και επικοινωνία Όταν διερωτώμαστε πώς θεσπίστηκαν τα πολιτικά και κυρίαρ χα στοιχεία του αυτοκρατορικού μηχανισμού, ανακαλύπτουμε ότι δεν είναι ανάγκη να περιορίσουμε την ανάλυσή μας, ή ακό μη και να την επικεντρώσουμε, στους επίσημους υπερεθνικούς κανονιστικούς θεσμούς. Οι θυγατρικοί οργανισμοί του ΟΗΕ, μα ζί με τους μεγάλους πολυεθνικούς και υπερεθνικούς οικονομι κούς και εμπορικούς οργανισμούς (το Διεθνές Νομισματικό Τα μείο, την Παγκόσμια Τράπεζα, την GATT κ.ο.κ.), σχετίζονται με την υπερεθνική δικαϊκή συγκρότηση μόνον όταν θεωρούνται στο πλαίσιο της δυναμικής της βιοπολιτικής παραγωγής της παγκόσμιας τάξεως. Πρέπει να σημειώσουμε ότι η νομιμότητα αυτών των οργανισμών δεν διασφαλίζεται πλέον με βάση τη λειτουργία που επιτελούσαν στην παλιά διεθνή τάξη. Αυτό που τους νομιμοποιεί σήμερα είναι μάλλον η λειτουργία που απέ κτησαν πρόσφατα μέσα στη συμβολική της αυτοκρατορικής τά ξεως. Αποσπασμένοι από το νέο πλαίσιο, οι θεσμοί αυτοί καθί στανται αναποτελεσματικοί. Το παλαιό θεσμικό πλαίσιο στην καλύτερη περίπτωση συμβάλλει στη διάπλαση και εκπαίδευση του διοικητικού προσωπικού του αυτοκρατορικού μηχανισμού, στο «ντρεσάρισμα» της νέας αυτοκρατορικής ελίτ. Ο βασικός συνεκτικός ιστός του βιοπολιτικού κόσμου οικοδομείται υπό ορισμένες σημαντικές απόψεις από τις τεράστιες υπερεθνικές εταιρείες. Είναι βέβαια αλήθεια ότι το κεφάλαιο ανέκαθεν οργανωνόταν προσβλέποντας σε όλη την πλανητική
60
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
σφαίρα, μόνο όμως στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα οι πολυε θνικές και υπερεθνικές βιομηχανικές και οικονομικές εταιρείες άρχισαν πραγματικά να δομούν τα πλανητικά εδάφη βιοπολιτικά. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι αυτές οι εταιρείες ήρθαν απλώς να καταλάβουν τη θέση που κατείχαν τα διάφορα αποικιοκρατικά και ιμπεριαλιστικά συστήματα σε προγενέστερα στάδια της κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης, από τον ευρωπαϊκό ιμπερια λισμό του 19ου αιώνα ώς τη φορντική φάση της ανάπτυξης που συντελέστηκε κατά τον 20ό αιώνα.19 Αυτό αληθεύει εν μέρει, όμως αυτή η θέση είχε μετασχηματιστεί εκ θεμελίων από τη νέα πραγματικότητα της κεφαλαιοκρατίας. Οι δραστηριότητες των εταιρειών δεν περιορίζονται πλέον στην επιβολή αφηρημένου ελέγχου και την οργάνωση απλών ληστρικών επιχειρήσεων και άνισης ανταλλαγής. Αντίθετα, δομούν και διαρθρώνουν ευ θέως τα εδάφη και τους πληθυσμούς. Τείνουν να μετατρέψουν τα εθνικά κράτη σε απλά όργανα καταγραφής των ροών των αγαθών, των χρημάτων και των πληθυσμών που εκείνες θέτουν σε κίνηση. Οι υπερεθνικές εταιρείες κατανέμουν άμεσα την ερ γατική δύναμη στις διάφορες αγορές, επιμερίζουν λειτουργικά τους πλουτοπαραγωγικούς πόρους και οργανώνουν ιεραρχικά τους ποικίλους τομείς της παγκόσμιας παραγωγής. Ο περίπλο κος μηχανισμός που επιλέγει επενδύσεις και κατευθύνει τους οικονομικούς και νομισματικούς χειρισμούς καθορίζει τη νέα γεωγραφία της παγκόσμιας αγοράς, ή μάλλον τη νέα βιοπολιτική δόμηση του κόσμου.20 Η πιο ολοκληρωμένη μορφή αυτού του κόσμου παρουσιάζε ται από τη νομισματική σκοπιά. Από αυτή τη σκοπιά μπορού με να διακρίνουμε έναν ορίζοντα αξιών και έναν μηχανισμό κα ταμερισμού, έναν μηχανισμό συσσώρευσης και έναν τρόπο κυ κλοφορίας, μια εξουσία και μια γλώσσα. Δεν υπάρχει τίποτα, κανένα ίχνος ((γυμνής ζωής», κανένας εξωτερικός τρόπος θεώ ρησης, που να μπορεί να τοποθετηθεί έξω από αυτό το διαποτισμένο από το χρήμα πεδίο. Τίποτα δεν γλιτώνει από το χρή μα. Η παραγωγή και η αναπαραγωγή περιβάλλονται χρηματι κό ένδυμα. Στην πραγματικότητα, κάθε βιοπολιτική μορφή εμ
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
61
φανίζεται ενδεδυμένη έναν χρηματικό μανδύα. «Συσσώρευσε, συσσωρέυσε! Αυτό λένε οι νόμοι και οι προφήτες»!21 Οι μεγάλες βιομηχανικές και οικονομικές δυνάμεις, κατά συνέπεια, δεν παράγουν μόνον αγαθά αλλά και υποκειμενικό τητες. Παράγουν ωφέλιμες υποκειμενικότητες μέσα στα βιοπολιτικά συμφραζόμενα: παράγουν ανάγκες, κοινωνικές σχέσεις, σώματα και νόες -τουτέστιν, παράγουν παραγωγούς.22 Στη βιοπολιτική σφαίρα, η ζωή τίθεται στην υπηρεσία της παραγωγής και η παραγωγή στην υπηρεσία της ζωής. Πρόκειται για μια τεράστια κυψέλη, όπου η βασίλισσα επιβλέπει αδιάκοπα την παραγωγή και την αναπαραγωγή. Όσο βαθύτερα προχωράει η ανάλυση τόσο περισσότερο βρίσκει, όλο και εντονότερα, τις διασυνδεόμενες συναρμόσεις αλληλοδραστικών σχέσεων.23 Ένας τόπος όπου πρέπει να εντοπίσουμε τη βιοπολιτική πα ραγωγή της τάξεως είναι οι άυλοι σύνδεσμοι της παραγωγής της γλώσσας, της επικοινωνίας και της συμβολικής που ανα πτύσσονται στις βιομηχανίες των επικοινωνιών.24 Η ανάπτυξη επικοινωνιακών δικτύων εμφανίζει οργανική σχέση με την ανά δυση της νέας παγκόσμιας τάξεως -πρόκειται, με άλλα λόγια, για μια σχέση αιτίας και αποτελέσματος, παραγωγού και προϊ όντος. Η επικοινωνία όχι μόνον εκφράζει αλλά και οργανώνει το κίνημα της παγκοσμιοποίησης. Οργανώνει το κίνημα πολ λαπλασιάζοντας και διαρθρώνοντας τις διασυνδέσεις μέσω δι κτύων. Εκφράζει το κίνημα και ελέγχει την έννοια και την κα τεύθυνση του φαντασιακού που διατρέχει αυτές τις επικοινωνιακές συνδέσεις· με άλλα λόγια, το φαντασιακό καθοδηγείται και διοχετεύεται στο πλαίσιο της επικοινωνιακής μηχανής. Αυ τό που οι θεωρίες της εξουσίας της νεωτερικότητας αναγκά στηκαν να θεωρήσουν ως υπερβατικό, δηλαδή ως εξωτερικό στις παραγωγικές και κοινωνικές σχέσεις, εδώ μορφοποιείται εντός, είναι εμμενές στις παραγωγικές και κοινωνικές σχέσεις. Η διαμεσολάβηση απορροφάται από την παραγωγική μηχανή. Η πολιτική σύνθεση του κοινωνικού χώρου καθηλώνεται στη σφαίρα της επικοινωνίας. Γι’ αυτό οι βιομηχανίες επικοινωνιών έχουν καταλάβει τέτοια κεντρική θέση. Γιατί όχι μόνον οργα
62
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
νώνουν την παραγωγή σε μια νέα κλίμακα και επιβάλλουν μια νέα δομή, κατάλληλη για την πλανητική σφαίρα, αλλά και κα θιστούν εμμενή τη δικαίωσή της. Η εξουσία, καθώς παράγει, οργανώνει- καθώς οργανώνει, μιλάει και εκφράζεται ως αυθεν τία. Η γλώσσα, καθώς επικοινωνεί, παράγει αγαθά αλλά κυ ρίως δημιουργεί υποκειμενικότητες, τις βάζει να σχετιστούν με ταξύ τους και τις ρυθμίζει. Οι βιομηχανίες των επικοινωνιών εν σωματώνουν το φαντασιακό και τη συμβολική στον βιοπολιτικό ιστό, όχι απλώς θέτοντάς τα στην υπηρεσία της εξουσίας αλλά ουσιαστικά ενσωματώνοντάς τα στην ίδια τη λειτουργία της.25 Στο σημείο αυτό μπορούμε να αρχίσουμε να εξετάζουμε το ερώτημα της νομ ιμ οπ οίη σ η ς της νέας παγκόσμιας τάξεως. Η νομιμοποίησή της δεν γεννάται από τις προϋπάρχουσες διεθνείς συμφωνίες ούτε από τη λειτουργικότητα των πρώτων, εμβρυϊκών υπερεθνικών οργανισμών, που και αυτοί δημιουργήθηκαν μέσω συνθηκών βασισμένων στο διεθνές δίκαιο. Η νομιμοποίηση του αυτοκρατορικού μηχανισμού γεννάται, τουλάχιστον εν μέρει, από τις βιομηχανίες των επικοινωνιών, δηλαδή από το μετα σχηματισμό του νέου τρόπου παραγωγής σε μηχανή. Είναι ένα υποκείμενο που παράγει τη δική του εικόνα αυθεντίας. Αυτή εί ναι μια μορφή νομιμοποίησης που δεν εξαρτάται από τίποτε άλ λο έξω από τον εαυτό της, και η οποία επαναπροτείνεται ατε λεύτητα αναπτύσσοντας δικές της γλώσσες αυτοεπικύρωσης. Μια περαιτέρω συνέπεια πρέπει να εξεταστεί βάσει των προαναφερθέντων. Αν η επικοινωνία είναι ένας από τους ηγεμονικούς τομείς της παραγωγής και επιδρά στο σύνολο του βιοπολιτικού πεδίου, τότε πρέπει να θεωρήσουμε την επικοινωνία και το βιοπολιτικό πλαίσιο ως συνυπάρχοντα. Αυτό μας επαναφέρει στο παλιό πεδίο όπως το περιέγραψε, φέρ’ ειπείν, ο Jurgen Habermas. Στην πραγματικότητα, όταν ο Habermas επεξεργά στηκε την έννοια της επικοινωνιακής πρακτικής, δείχνοντας τό σο αποτελεσματικά την παραγωγική της μορφή και τις οντολο γικές της επιπτώσεις, εξακολουθούσε να βασίζεται σε μια οπτι κή έξω από αυτές τις συνέπειες της παγκοσμιοποίησης, σε μια στάση ζωής και αλήθειας που μπορούσε να αντιταχθεί στον πλη
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
63
ροφοριακό αποικισμό του Είναι.26 Ο αυτοκρατορικός μηχανισμός, εντούτοις, αποδεικνύει ότι αυτή η εξωτερική σκοπιά δεν υφίσταται πλέον. Απεναντίας, η επικοινωνιακή παραγωγή και η κατα σκευή της αυτοκρατορικής νομιμοποίησης συμπορεύονται. Η μη χανή είναι αυτοεπικυρούμενη, αυτοποιητική -δηλαδή συστημική. Κατασκευάζει κοινωνικούς ιστούς που απομακρύνουν ή καθιστούν αναποτελεσματική κάθε αντίφαση· δημιουργεί καταστάσεις στις οποίες, πριν εξουδετερώσει διά της βίας τη διαφορά, φαίνεται να την απορροφά σε ένα ασήμαντο παιχνίδι αυτογεννώμενων και αυτορρυθμιζόμενων ισορροπιών. Όπως και αλλού έχουμε υποστηρί ξει, κάθε δικαι'κή θεωρία που εξετάζει τις συνθήκες της μετανεωτερικότητας πρέπει να λάβει υπόψη της αυτόν ειδικά τον επικοινωνιακό προσδιορισμό της κοινωνικής παραγωγής.27 Η αυτοκρατορική μηχανή ζει παράγοντας ένα περιβάλλον ισορροπιών και/ή εξαλείφοντας τις πολυπλοκότητες, διατεινόμενη ότι προωθεί το σχέδιο της καθολικής υπηκοότητας και ότι γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο εντατικοποιεί την αποτελεσματικότατα της επέμβασής της σε κάθε στοιχείο της επικοινωνιακής σχέσης, ενώ ταυτόχρο να διαλύει την ταυτότητα και την ιστορία με τρόπο απολύτως μετανεωτερικό.28 Εντούτοις, αντίθετα απ’ ό,τι θα υποστήριζαν οι πε ρισσότερες μετανεωτερικές αναλύσεις, η αυτοκρατορική μηχανή, μακράν του να εξαλείφει τις κυρίαρχες αφηγήσεις, ουσιαστικά τις παράγει και τις αναπαράγει (ιδιαίτερα τις ιδεολογικές κυρίαρχες αφηγήσεις) προκειμένου να επικυρώσει και να αποθεώσει τη δική της εξουσία.29 Σε αυτή τη σύμπτωση της παραγωγής μέσω της γλώσσας, της γλωσσικής παραγωγής της πραγματικότητας και της γλώσσας της αυτοεπικύρωσης, κρύβεται ένα βασικό κλειδί για την κατανόηση της αποτελεσματικότητας, της εγκυρότητας και της νομιμοποίησης του αυτοκρατορικού δικαίου.
Επέμβαση Αυτό το νέο πλαίσιο περιλαμβάνει νέες μορφές και νέες διαρθρώσεις τ η ς ά σ κ η σ η ς τ η ς ν ό μ ιμ η ς βία ς. Κατά τη διαμόρ φωσή της, η νέα εξουσία πρέπει να αποδείξει την αποτέλεσμα-
64
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
τικότητα της ισχύος της, την ίδια στιγμή που κατασκευάζονται οι βάσεις της νομιμοποίησής της. Στην πραγματικότητα, η νο μιμότητα της νέας εξουσίας εν μέρει βασίζεται άμεσα στην αποτελεσματικότατα με την οποία χρησιμοποιεί την ισχύ της. Ο τρόπος με τον οποίο επιδεικνύεται η αποτελεσματικότητα της νέας εξουσίας δεν έχει καμιά σχέση με την παλιά διε θνή τάξη που αργοπεθαίνει- ούτε έχει ιδιαίτερη ανάγκη τα ερ γαλεία που άφησε πίσω της η παλιά τάξη. Οι εκδιπλώσεις της αυτοκρατορικής μηχανής ορίζονται από μια ολόκληρη σειρά νέ ων χαρακτηριστικών, όπως το απεριόριστο πεδίο των δραστη ριοτήτων της, η μοναδικοποίηση και ο συμβολικός εντοπισμός των ενεργειών της, και η σύνδεση της κατασταλτικής δράσης με όλες τις πλευρές της βιοπολιτικής δομής της κοινωνίας. Ελλείψει ενός καλύτερου όρου, θα τα ονομάσουμε «επεμβάσεις». Η ανεπάρκεια αυτή αφορά τους όρους και όχι τις έννοιες, για τί στην πραγματικότητα δεν πρόκειται για επεμβάσεις σε ανε ξάρτητες δικαϊκές περιοχές, αλλά μάλλον για ενέργειες που πραγματοποιούνται στο εσωτερικό ενός κόσμου ενοποιημένου από την κυρίαρχη δομή της παραγωγής και της επικοινωνίας. Ουσιαστικά, η επέμβαση έχει εσωτερικοποιηθεί και καθολικευ τεί. Στο προηγούμενο κεφάλαιο αναφερθήκαμε τόσο στα δομι κά μέσα της επέμβασης που συνεπάγονται οι εκδιπλώσεις των νομισματικών οργανισμών και οι οικονομικοί ελιγμοί στο υπε ρεθνικό πεδίο αλληλεξαρτώμενων παραγωγικών καθεστώτων όσο και στις επεμβάσεις που πραγματοποιούνται στο πεδίο της επικοινωνίας και στις επιπτώσεις τους στη νομιμοποίηση του συστήματος. Εδώ θέλουμε να διερευνήσουμε τις νέες μορφές επέμβασης που συνεπάγονται την άσκηση υλικής βίας από μέ ρους της αυτοκρατορικής μηχανής στα πλανητικά της εδάφη. Οι εχθροί τους οποίους αντιμάχεται η Αυτοκρατορία σήμερα, ίσως αποτελούν περισσότερο μια ιδεολογική απειλή παρά μια στρατιωτική πρόκληση, εντούτοις η εξουσία της Αυτοκρατορίας η οποία ασκείται διά της βίας και όλες οι εκδιπλώσεις που δια σφαλίζουν την αποτελεσματικότητά της είναι ήδη εξαιρετικά προηγμένες τεχνολογικά και σταθερά παγιωμένες πολιτικά.30
Α Υ Τ Ο Κ Ρ Α Τ Ο Ρ ΙΑ
65
Το οπλοστάσιο της νόμιμης βίας που καθιστά δυνατή την αυτοκρατορική επέμβαση είναι πραγματικά ήδη τεράστιο, και θα έπρεπε να συμπεριλάβουμε σε αυτό όχι μόνο τη στρατιωτι κή επέμβαση αλλά και άλλες μορφές, όπως την ηθική και τη δικαϊκή επέμβαση. Στην πραγματικότητα, θα ήταν σωστότερο να πούμε ότι η δυνατότητα της Αυτοκρατορίας για επέμβαση δεν ξεκινάει άμεσα με τα όπλα θανάσιμης βίας που έχει στη διάθεσή της, αλλά μάλλον με τα ηθικά της εργαλεία. Ό,τι ονο μάζουμε ηθική επέμβαση ασκείται σήμερα από πληθώρα σω μάτων, περιλαμβανομένων των μέσων μαζικής επικοινωνίας και των θρησκευτικών οργανώσεων, εκ των οποίων όμως τα σημαν τικότερα ίσως είναι κάποιοι αποκαλούμενοι μη κυβερνητικοί οργανισμοί (Μ ΚΟ ), οι οποίοι, ακριβώς επειδή δεν ελέγχονται άμεσα από τις κυβερνήσεις, υποτίθεται ότι ενεργούν βάσει ηθι κών επιταγών. Ο όρος καλύπτει ευρύ φάσμα ομάδων, εδώ όμως αναφερόμαστε κυρίως στις πλανητικές, περιφερειακές και τοπι κές οργανώσεις που έχουν αφιερωθεί στο ανθρωπιστικό έργο και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως η Διε θνής Αμνηστία, η Oxfam και οι Γιατροί χωρίς Σύνορα. Τέτοιου είδους ανθρωπιστικοί ΜΚΟ ουσιαστικά είναι (ακόμη κι αν αυτό αντιφάσκει προς τις προθέσεις των μελών τους) μερικά από τα πλέον ισχυρά ειρηνευτικά όπλα που διαθέτει η νέα παγκόσμια τάξη -οι φιλανθρωπικές εκστρατείες και τα τάγματα επαιτείας της Αυτοκρατορίας. Αυτοί οι ΜΚΟ διεξάγουν «δίκαιους πολέ μους» χωρίς όπλα, χωρίς βία, χωρίς σύνορα. Σαν τους δομινι κανούς μοναχούς στην ύστερη μεσαιωνική περίοδο και τους Ιη σουίτες στη χαραυγή της νεωτερικότητας, οι ομάδες αυτές αγωνίζονται να εντοπίσουν τις καθολικές ανάγκες και να υπε ρασπιστούν τα ανθρώπινα δικαιώματα. Μέσω της γλώσσας και της δράσης τους, πρώτα ορίζουν τον εχθρό ως στέρηση (ελπί ζοντας να προλάβουν σοβαρές βλάβες) και στη συνέχεια ανα γνωρίζουν τον εχθρό ως αμαρτία. Είναι δύσκολο να μη θυμηθούμε εδώ πώς στη χριστιανική ηθική θεολογία το κακό τίθεται αρχικά ως στέρηση του καλού και κατόπιν η αμαρτία ορίζεται ως η αξιόποινη άρνηση του κα
66
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
λού. Μέσα σε αυτό το λογικό πλαίσιο δεν είναι παράξενο αλλά μάλλον απολύτως φυσικό που, στις προσπάθειές τους να αντιδράσουν στη στέρηση, οι ΜΚΟ καταλήγουν να καταγγέλλουν δημόσια τους αμαρτωλούς (ή μάλλον τον Εχθρό με κυριολεκτι κά ιεροεξεταστικούς όρους)· ούτε είναι περίεργο που αφήνουν στην «κοσμική πτέρυγα» την υποχρέωση να επιλύσει στην πράξη τα προβλήματα. Με αυτό τον τρόπο, η ηθική επέμβαση έχει γίνει μια δύναμη πρώτης γραμμής της αυτοκρατορικής επέμβασης. Στην ουσία, η επέμβαση αυτή προεικονίζει το κα θεστώς της εξαίρεσης εκ των κάτω, και αυτό το κάνει χωρίς σύνορα, οπλισμένη με μερικά από τα πιο αποτελεσματικά μέ σα επικοινωνίας και προσανατολισμένη προς τη συμβολική πα ραγωγή του Εχθρού. Οι ΜΚΟ είναι πλήρως διαποτισμένοι από το βιοπολιτικό πλαίσιο της συγκρότησης της Αυτοκρατορίας· προεξοφλούν τη δύναμη της ειρηνευτικής και παραγωγικής επέμβασης της δικαιοσύνης. Δεν πρέπει λοιπόν να μας ξενίζει που οι έντιμοι θεωρητικοί του δικαίου της παλιάς διεθνούς σχο λής (όπως ο Richard Falk) έμελλε να γοητευτούν από τους ΜΚΟ.31 Η προβολή από τους ΜΚΟ της νέας τάξεως ως ενός ει ρηνικού βιοπολιτικού πλαισίου φαίνεται να έχει τυφλώσει αυ τούς τους θεωρητικούς και να μην τους αφήνει να διακρίνουν τα βάναυσα αποτελέσματα που παράγει η ηθική επέμβαση ως προεικόνιση της παγκόσμιας τάξεως.32 Η ηθική επέμβαση χρησιμεύει συχνά ως προκαταρκτική πράξη που ανοίγει το δρόμο για τη στρατιωτική επέμβαση. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η στρατιωτική ανάπτυξη παρουσιάζεται ως μια διεθνώς επικυρωμένη αστυνομική δράση. Σήμερα η στρατιωτική επέμβαση σταδιακά όλο και λιγότερο αποτελεί προϊόν αποφάσεων που προέρχονται από την παλιά διεθνή τά ξη ή ακόμη και τις δομές του ΟΗΕ. Συχνότερα υπαγορεύεται μονομερώς από τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες αναλαμβά νουν το πρωταρχικό καθήκον και κατόπιν ζητάνε από τους συμμάχους τους να θέσουν σε κίνηση μια διαδικασία ένοπλης αναχαίτισης και/ή καταστολής του εκάστοτε εχθρού της Αυτο κρατορίας. Οι εχθροί αυτοί τις περισσότερες φορές ονομάζονται
Α Υ Τ Ο Κ Ρ Α Τ Ο Ρ ΙΑ
67
τρομοκράτες, μια χονδροειδής εννοιολογική και ορολογική απλούστευση, ριζωμένη στην αστυνομική νοοτροπία. Η σ χέσ η μεταξύ πρόληψης και κ α τα σ το λή ς είναι ιδιαίτερα ευκρινής στις περιπτώσεις επεμβάσεων σε εθνοτικές συγκρούσεις. Οι συγκρούσεις μεταξύ εθνοτικών ομάδων και η συνακόλουθη επιβολή νέων και/ή αναβιωμένων εθνοτικών ταυτοτήτων ουσια στικά καταλύουν τις παλιές συσσωματώσεις που βασίζονταν σε εθνικές πολιτικές γραμμές. Οι συγκρούσεις αυτές καθιστούν πε ρισσότερο ρευστό τον ιστό των πλανητικών σχέσεων και, καταφάσκοντας νέες ταυτότητες και νέες τοπικότητες, αποτελούν μια περισσότερη εύπλαστη ύλη, δεκτική στην επέμβαση. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η καταστολή μπορεί να αρθρωθεί μέσα από μια προληπτική δράση που κατασκευάζει νέες σχέσεις (οι οποίες τε λικά θα παγιωθούν εν ειρήνη, αλλά μόνο μετά από νέους πολέ μους) και νέους εδαφικούς και πολιτικούς σχηματισμούς που εί ναι λειτουργικοί (ή μάλλον λειτουργικότεροι, περισσότερο ευπρο σάρμοστοι) για τη συγκρότηση της Αυτοκρατορίας.33 Ένα δεύτε ρο παράδειγμα καταστολής προετοιμασμένης μέσα από την προ ληπτική δράση είναι οι εκστρατείες εναντίον εταιρικών επιχειρη ματικών ομάδων, των επονομαζόμενων «μαφιών», ιδιαίτερα όσων εμπλέκονται στο εμπόριο ναρκωτικών. Η ουσιαστική καταστολή αυτών των ομάδων ίσως δεν είναι τόσο σημαντική όσο η ποινικοποίηση των δραστηριοτήτων τους και η σήμανση κοινωνικού συναγερμού για την ίδια την ύπαρξή τους, προκειμένου να κατα στεί ευκολότερος ο έλεγχός τους. Μολονότι ο έλεγχος των «εθνο τικών τρομοκρατών» και των «μαφιών των ναρκωτικών» ίσως αντιπροσωπεύουν τον κεντρικό στόχο ενός ευρέος φάσματος αστυνομικού ελέγχου από μέρους της αυτοκρατορικής εξουσίας, η δραστηριότητα αυτή είναι φυσική, δηλαδή συστημική. Ο «δίκαι ος πόλεμος» στηρίζεται αποτελεσματικά από την «ηθική αστυνο μία», όπως ακριβώς η εγκυρότητα του αυτοκρατορικού δικαίου και η νόμιμη λειτουργία του υποστηρίζονται από την αναγκαία και διαρκή άσκηση αστυνομικής εξουσίας. Είναι σαφές ότι τα διεθνή και υπερεθνικά δικαστήρια είναι αναγκασμένα να ακολουθήσουν την ίδια γραμμή. Οι στρατιωτι
68
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
κές και αστυνομικές δυνάμεις προλαμβάνουν τα δικαστήρια και προδιαγράφουν τους κανόνες της δικαιοσύνης που αυτά πρέπει κατόπιν να εφαρμόσουν. Η ένταση των ηθικών αρχών στις οποίες είναι εμπεπιστευμένη η οικοδόμηση της νέας παγκό σμιας τάξεως δεν μπορεί να αλλάξει το γεγονός ότι πρόκειται ουσιαστικά για μια αντιστροφή της συμβατικής τάξης της συν ταγματικής λογικής. Τα ενεργά μέρη που υποστηρίζουν το αυτοκρατορικό πολίτευμα είναι πεπεισμένα πως όταν θα έχει πια προχωρήσει αρκετά η οικοδόμηση της Αυτοκρατορίας, τα δικα στήρια θα είναι σε θέση να αναλάβουν τον ηγετικό τους ρόλο στον ορισμό της δικαιοσύνης. Για την ώρα, ωστόσο, παρότε τα διεθνή δικαστήρια δεν έχουν μεγάλη εξουσία, η δημόσια επί δειξη των δραστηριοτήτων τους εξακολουθεί να είναι εξαιρετι κά σημαντική. Τελικά, πρέπει να διαμορφωθεί μια νέα δικαϊκή λειτουργία η οποία θα επαρκεί για τη συγκρότηση της Αυτο κρατορίας. Τα δικαστήρια θα χρειαστεί να μετασχηματιστούν βαθμηδόν από ένα όργανο που απλώς επιβάλλει ποινές εις βά ρος του καταδικασμένου σε ένα δικαστικό σώμα ή σύστημα σωμάτων που θα υπαγορεύουν και θα επικυρώνουν την αλληλοσυσχέτιση μεταξύ της ηθικής τάξεως, της άσκησης της αστυ νομικής δράσης και του μηχανισμού νομιμοποίησης της αυτοκρατορικής κυριαρχίας.34 Αυτό λοιπόν το είδος συνεχούς επέμβασης, ταυτόχρονα ηθικής και στρατιωτικής, είναι στην ουσία η λογική μορφή της άσκησης βίας που απορρέει από ένα παράδειγμα νομιμοποίησης το οποίο βασίζεται σε ένα καθεστώς μόνιμης εξαίρεσης και αστυνομικής δράσης. Οι επεμβάσεις πραγματοποιούνται πάντα κατ’ εξαίρεσιν, μολονότι αποτελούν συνήθη πρακτική· λαμβάνουν τη μορφή αστυνομικών δράσεων διότι αποσκοπούν στη διατήρηση μιας εσωτερικής τάξεως. Με τον τρόπο αυτό, η επέμβαση είναι ένας αποτελεσματικός μηχανισμός που μέσα από τις αστυνομικές εκδιπλώσεις συμβάλλει άμεσα στην οικοδόμηση της ηθικής, κανο νιστικής και θεσμικής τάξεως της Αυτοκρατορίας.
Α Υ Τ Ο Κ Ρ Α Τ Ο Ρ ΙΑ
69
Βασιλικές προνομίες Ό,τι κατά παράδοση αποκαλούνταν βασιλικές προνομίες της κυριαρχίας φαίνεται ουσιαστικά να επαναλαμβάνεται, και μάλι στα σημαντικά ανανεωμένο, στην οικοδόμηση της Αυτοκρατο ρίας. Αν θέλαμε να παραμείνουμε στο εννοιολογικό πλαίσιο του κλασικού εθνικού και διεθνούς δικαίου, ίσως μπαίναμε στον πειρασμό να πούμε ότι σχηματίζεται ένα υπερεθνικό οιονεί-κράτος. Αυτό για εμάς δεν αποτελεί, εντούτοις, έναν ακριβή χαρα κτηρισμό της κατάστασης. Όταν οι βασιλικές προνομίες της νεωτερικής κυριαρχίας επανεμφανίζονται στην Αυτοκρατορία, λαμβάνουν μια τελείως διαφορετική μορφή. Φέρ’ ειπείν, μπορεί η κυρίαρχη λειτουργία της εκδίπλωσης στρατιωτικών δυνάμεων που εφαρμοζόταν από τα νεωτερικά εθνικά κράτη να διευθύνε ται σήμερα από την Αυτοκρατορία, όμως, όπως έχουμε δει, η δικαίωση τέτοιων εκδιπλώσεων βασίζεται πλέον σε ένα καθε στώς μόνιμης εξαίρεσης, ενώ οι ίδιες οι εκδιπλώσεις λαμβάνουν τη μορφή αστυνομικής δράσης. Άλλες βασιλικές προνομίες, όπως η απονομή της δικαιοσύνης και η επιβολή φόρων, εμφα νίζουν το ίδιο είδος στοιχειώδους ύπαρξης. Έχουμε ήδη αναλύ σει την περιθωριακή θέση της δικαστικής εξουσίας στη συν ταγματική διαδικασία της Αυτοκρατορίας, και θα μπορούσε κα νείς να υποστηρίξει ακόμα ότι η επιβολή φόρων καταλαμβάνει περιθωριακή θέση που ολοένα και περισσότερο συνδέεται με τοπικές ανάγκες. Στην ουσία, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η κυριαρχία της ίδιας της Αυτοκρατορίας πραγματώνεται στις παρυφές, εκεί όπου τα σύνορα είναι ευέλικτα και οι ταυτότητες υβριδικές και ρευστές. Θα ήταν δύσκολο να πούμε ποιο είναι σημαντικότερο για την Αυτοκρατορία, το κέντρο ή οι παρυφές. Όντως, κέντρο και περιθώριο μοιάζει να αλλάζουν διαρκώς θέ σεις, διαφεύγοντας οποιονδήποτε συγκεκριμένο εντοπισμό. Θα μπορούσαμε ακόμη να πούμε ότι αυτή καθαυτή η διαδικασία είναι δυνητική και ότι η δύναμή της έγκειται στη δύναμη του δυνητικού. Θα μπορούσε εντούτοις κανείς να αντιτείνει σε αυτό το ση-
70
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
μείο ότι, αν και είναι δυνητική και ενεργεί στις παρυφές, η δια δικασία οικοδόμησης της αυτοκρατορικής κυριαρχίας είναι από πολλές απόψεις απολύτως πραγματική! Ασφαλώς δεν θέλουμε να αρνηθούμε αυτό το γεγονός. Αυτό που υποστηρίζουμε, αντί θετα, είναι ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα ξεχωριστό είδος κυριαρχίας -με μιαν ασυνεχή μορφή κυριαρχίας που θα έπρεπε να θεωρηθεί στοιχειώδης ή περιθωριακή στο βαθμό που ενεργεί «στην τελική στιγμή», μια κυριαρχία που εντοπίζει το μόνο ση μείο αναφοράς της στην οριστική απολυτότητα της εξουσίας που μπορεί να ασκήσει. Η Αυτοκρατορία έτσι εμφανίζεται με τη μορφή μιας μηχανής εξαιρετικά υψηλής τεχνολογίας: είναι δυνητική, φτιαγμένη για να ελέγχει το περιθωριακό συμβάν, και οργανωμένη για να κυριαρχεί και όταν παραστεί ανάγκη να επεμβαίνει εκεί όπου το σύστημα εμφανίζει βλάβη (παρόμοια με τις πλέον προηγμένες τεχνολογίες της ρομποτικής παραγω γής). Η δυνητικότητα και η ασυνέχεια της αυτοκρατορικής κυ ριαρχίας, εντούτοις, δεν ελαχιστοποιούν την αποτελεσματικότητα της ισχύος της- αντιθέτως, αυτά ακριβώς τα χαρακτηριστι κά χρησιμεύουν για να επιβάλλουν το μηχανισμό της, καταδει κνύοντας την αποτελεσματικότητά της στο σύγχρονο ιστορικό πλαίσιο και τη νόμιμη δύναμή της να επιλύει παγκόσμια προ βλήματα στην τελική στιγμή. Είμαστε πλέον σε θέση να απαντήσουμε στο ερώτημα εάν, επί τη βάσει αυτών των νέων βιοπολιτικών αρχών, η μορφή και ο βίος της Αυτοκρατορίας μπορούν σήμερα να αντιπροσωπευ τούν από ένα δικαϊκό μοντέλο. Έχουμε ήδη δει ότι αυτό το δικαϊκό μοντέλο δεν μπορεί να συγκροτηθεί από τις υπάρχουσες δομές του διεθνούς δικαίου, εννοούμενες ακόμη και από τη σκο πιά των πλέον προηγμένων εξελίξεων των Ηνωμένων Εθνών και των άλλων σημαντικών διεθνών οργανισμών. Οι μορφές διε θνούς τάξης που έχουν επεξεργαστεί αυτοί οι οργανισμοί, στην καλύτερη περίπτωση θα μπορούσε να θεωρηθούν ως μια διαδι κασία μετάβασης προς τη νέα αυτοκρατορική εξουσία. Η συγ κρότηση της Αυτοκρατορίας δεν διαμορφώνεται ούτε επί τη βά σει κάποιου συμβολαϊκού ή βασισμένου σε συνθήκες μηχανι
Α Υ Τ Ο Κ Ρ Α Τ Ο Ρ ΙΑ
71
σμού ούτε μέσω κάποιας ομοσπονδιακής πηγής. Η πηγή της αοτοκρατορικής κανονιστικότητας γεννάται από μια νέα μηχα νή, μια νέα οικονομικο-βιομηχανικο-επικοινωνιακή μηχανή -κοντολογίς, από μια παγκοσμιοποιημένη βιοπολιτική μηχανή. Καθίσταται λοιπόν σαφές ότι πρέπει να στρέψουμε την αναζή τησή μας σε κάτι άλλο απ’ όσα συγκροτούσαν μέχρι τώρα τις βάσεις της διεθνούς τάξεως, σε κάτι που δεν θα βασίζεται στη μορφή του δικαίου, η οποία, στις πλέον ετερόκλητες παραδό σεις, θεμελιωνόταν στο νεωτερικό σύστημα των εθνικών κρα τών. Η αδυναμία, ωστόσο, να συλλάβουμε τη γένεση της Αυ τοκρατορίας και τη δυνητική μορφή της με κάποιο από τα πα λιά εργαλεία της δικαϊκής θεωρίας, τα οποία χρησιμοποίησαν το ρεαλιστικό, το θεσμικό, το θετικιστικό πλαίσιο και το πλαί σιο της θεωρίας του φυσικού δικαίου, δεν πρέπει να μας οδη γήσει να δεχτούμε ένα κυνικό πλαίσιο καθαρής ισχύος ή κά ποια ανάλογη μακιαβελλική θέση. Στη γένεση της Αυτοκρατο ρίας λειτουργεί όντως μια ορθολογικότητα, η οποία μπορεί μεν να διαγνωστεί από τη σκοπιά της δικαϊκής παράδοσης, σαφέ στερα όμως μπορεί να διαγνωστεί στη συχνά κρυφή ιστορία του βιομηχανικού μάνατζμεντ και των πολιτικών χρήσεων της τε χνολογίας. (Και εδώ δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτή η πορεία έρευνας θα αποκαλύψει τον ιστό της ταξικής διαπάλης και τις θεσμικές του επενέργειες, έναν ιστό που θα τον αναλύσουμε στην επόμενη παράγραφο.) Είναι μια ορθολογικότητα που μας τοποθετεί στην καρδιά της βιοπολιτικής και των βιοπολιτικών τεχνολογιών. Αν θέλαμε να ακολουθήσουμε τον διάσημο τριμερή τύπο του Max Weber σχετικά με τις μορφές νομιμοποίησης της εξου σίας, το ποιοτικό άλμα που εισάγει στον ορισμό η Αυτοκρατο ρία θα συνίστατο στο απρόβλεπτο μείγμα (ΐ) στοιχείων τυπι κής ή παραδοσιακής εξουσίας, (2) μιας επέκτασης της γραφει οκρατικής εξουσίας η οποία έχει προσαρμοστεί φυσιολογικά στο βιοπολιτικό πλαίσιο, και (3) μιας ορθολογικότητας οριζό μενης από το «συμβάν» ή το «χάρισμα» που αναδύεται ως μια δύναμη μοναδικοποίησης του όλου και της αποτελεσματικότη-
72
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
τας των αυτοκρατορικών επεμβάσεων.35 Η λογική που διέπει αυτή τη νεοβεμπεριανή θεώρηση θα ήταν μάλλον λειτουργική παρά μαθηματική, και μάλλον ριζωματική και κυματοειδής πα ρά επαγωγική ή απαγωγική. Θα είχε να κάνει με τη διαχείρι ση των γλωσσικών ακολουθιών ως συνόλων μηχανογενών ακο λουθιών καταδήλωσης και ταυτόχρονα δημιουργικής, κοινολε κτικής και αμείωτης καινοτομίας. Το θεμελιώδες αντικείμενο που ερμηνεύουν οι αυτοκρατορικές εξουσιαστικές σχέσεις είναι η παραγωγική δύναμη του συ στήματος, του νέου βιοπολιτικού οικονομικού και θεσμικού συ στήματος. Η αυτοκρατορική τάξη διαμορφώνεται όχι μόνο επί τη βάσει των δυνάμεων συσσώρευσης που διαθέτει, αλλά και της ικανότητάς της να αναπτύσσει τον εαυτό της βαθύτερα, να αναγεννάται και να επεκτείνεται σε όλο το βιοπολιτικό πλέγμα της παγκόσμιας κοινωνίας. Η απολυτότητα της αυτοκρατορικής εξουσίας είναι ο συμπληρωματικός όρος στην πλήρη εμμένειά της στην οντολογική μηχανή της παραγωγής και αναπα ραγωγής, και άρα στο βιοπολιτικό πλαίσιο. Ίσως, τελικά, αυτό να μην μπορεί να αντιπροσωπευτεί από μια δικαϊκή τάξη, εντούτοις είναι μια τάξη, μια τάξη που καθορίζεται από τη δυνητικότητά της, από το δυναμισμό της, από τη λειτουργική έλ λειψη κάθε οριστικότητας. Η θεμελιώδης νόρμα της νομιμο ποίησης θα καθιδρυθεί έτσι στα βάθη της μηχανής, στην καρ διά της κοινωνικής παραγωγής. Η κοινωνική παραγωγή και η δικαϊκή νομιμοποίηση δεν πρέπει να θεωρούνται ως πρωτεύου σες και δευτερεύουσες δυνάμεις, ούτε ως στοιχεία της βάσης και του εποικοδομήματος, αλλά πρέπει μάλλον να εννοηθούν σε μια κατάσταση απόλυτου παραλληλισμού και μείξης, συνεκτεινόμενες σε όλη τη βιοπολιτική κοινωνία. Στην Αυτοκρατορία και στο καθεστώς βιοεξουσίας που αυτή εγκαθιδρύει, η οικονο μική παραγωγή και η πολιτική συγκρότηση τείνουν ολοένα και περισσότερο να ταυτιστούν.
1.3 ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΕΝΤΟΣ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ Μόλις λάβει υλική υπόσταση στην εξουσία των εργατι κών συμβουλίων, η οποία πρέπει να αντικαταστήσει κά θε άλλη εξουσία σε διεθνή κλίμακα, το προλεταριακό κί νημα γίνεται προϊόν του εαυτού του, και αυτό το προϊόν είναι το ίδιο παραγωγός. Ο παραγωγός είναι το ίδιο του το τέλος. Μόνο τότε η θεαματική άρνηση της ζωής κα θίσταται με τη σειρά της αντικείμενο άρνησης.
Gur D ebord Τώρα είναι η ώρα που πυρώνει το καμίνι, και μόνο φως πρέπει να (ραίνεται.
Josfi M arti Ερωτοτροπώντας με τον Hegel, θα έλεγε κανείς ότι η οικοδό μηση της Αυτοκρατορίας είναι καλή καθ’ εαυτήν, αλλά όχι και δ ί’ εα υ τή ν.1 Ένα από τα αποτελεσματικότερα εγχειρήματα των ιμπεριαλιστικών εξουσιαστικών δομών της νεωτερικότητας ή ταν ότι ύψωσαν στεγανά ανάμεσα στις μάζες του πλανήτη, χωρίζοντάς τες σε αντίπαλα στρατόπεδα, ή μάλλον σε μια μυριά δα αντιμαχόμενων πλευρών. Μερίδες του προλεταριάτου στις ισχυρότερες χώρες έφτασαν ακόμη και να πιστέψουν ότι τα συμφέροντά τους ήταν άρρηκτα συνδεδεμένα με την εθνική τους ταυτότητα και το αυτοκρατορικό πεπρωμένο. Για το λόγο αυτό, οι σημαντικότερες περιπτώσεις εξέγερσης και επανάστα σης εναντίον αυτών των νεωτερικών εξουσιαστικών δομών ήταν εκείνες που προέταξαν από κοινού τον αγώνα εναντίον της εκ μετάλλευσης και τον αγώνα εναντίον του εθνικισμού, της αποι κιοκρατίας και του ιμπεριαλισμού. Σε αυτές τις ιστορικές στιγ μές η ανθρωπότητα εμφανίστηκε για μια μαγική στιγμή ενω μένη από την κοινή επιθυμία της για απελευθέρωση, και εμείς νομίσαμε ότι διακρίναμε την εικόνα ενός μέλλοντος όπου οι μη
74
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
χανισμοί κυριάρχησης των νεότερων χρόνων θα καταστρέφον ταν εξάπαντος. Οι εξεγερμένες μάζες, η επιθυμία τους για απε λευθέρωση, οι πειραματισμοί τους για την οικοδόμηση εναλλα κτικών οδών και οι περιπτώσεις κατά τις οποίες έδειξαν ότι η δράση τους μπορεί να έχει συντακτική δύναμη, όλα αυτά, στις καλύτερες στιγμές τους προοιωνίζονταν τη διεθνοποίηση και την παγκοσμιοποίηση των σχέσεων, πέρα από τις διαιρέσεις που ήθελε να επιβάλει η εθνική, αποικιακή και ιμπεριαλιστική εξουσία. Στην εποχή μας, αυτή η εκκινούσα από το πλήθος επιθυμία αντιμετωπίστηκε (κατά τρόπο παράξενο και καταχρη στικό, εντούτοις πραγματικό) με την οικοδόμηση της Αυτοκρα τορίας. Θα μπορούσε κανείς ακόμη και να πει ότι η οικοδόμη ση της Αυτοκρατορίας και των παγκόσμιων δικτύων της απο τελεί μιαν α π ά ν τ η σ η στους ποικίλους αγώνες εναντίον των εξουσιαστικών μηχανισμών της νεωτερικότητας, και ιδίως στον ταξικό αγώνα που εμφορήθηκε από την επιθυμία του πλήθους για απελευθέρωση. Το πλήθος είναι αυτό που ζήτησε να γεν νηθεί η Αυτοκρατορία. Το ότι η Αυτοκρατορία είναι καλή κ α θ ’ εα υτή ν, όμως, δεν σημαίνει ότι είναι κ α λή και S i’ εαυτήν. Μολονότι η Αυτοκρατο ρία έχει ίσως συντελέσει στον τερματισμό της αποικιοκρατίας και του ιμπεριαλισμού, κατασκευάζει τις δικές της εξουσιαστι κές και εκμεταλλευτικές σχέσεις, που από πολλές απόψεις είναι περισσότερο βάναυσες από εκείνες τις οποίες κατέλυσαν. Το τέ λος της διαλεκτικής της νεωτερικότητας δεν συνεπέφερε το τέ λος της διαλεκτικής της εκμετάλλευσης. Σήμερα, σχεδόν όλη η ανθρωπότητα έχει σε κάποιο βαθμό απορροφηθεί ή υποταχθεί στα δίκτυα της κεφαλαιοκρατικής εκμετάλλευσης. Βλέπουμε πλέον μια μικρή μειονότητα, η οποία ελέγχει τεράστια πλούτη, να διαχωρίζεται με ακόμη πιο ακραίο τρόπο από πλήθη τα οποία ζουν μέσα στην ανέχεια, στα όρια της ανισχυρότητας. Οι γεωγραφικές και φυλετικές οροθετήσεις της καταπίεσης και της εκμετάλλευσης, που εδραιώθηκαν κατά την περίοδο της αποι κιοκρατίας και του ιμπεριαλισμού, από πολλές απόψεις δεν έχουν εξαφανιστεί, αλλά απεναντίας έχουν αυξηθεί εκθετικά.
Α Υ Τ Ο Κ Ρ Α Τ Ο Ρ ΙΑ
75
Μολονότι δεν αρνούμαστε τίποτε από τα παραπάνω, εξακο λουθούμε να υποστηρίζουμε ότι η οικοδόμηση της Αυτοκρατο ρίας αποτελεί ένα βήμα προόδου στην προσπάθεια να απαλλα γούμε από κάθε αίσθημα νοσταλγίας για τις προγενέστερες εξουσιαστικές δομές και να απορρίψουμε οποιαδήποτε πολιτική στρατηγική συνεπάγεται την επάνοδο σε εκείνη την παλιά τά ξη πραγμάτων, όπως, λόγου χάριν, την προσπάθεια παλινόρθω σης του εθνικού κράτους ως προστατευτικού μηχανισμού έναντι του παγκόσμιου κεφαλαίου. Υποστηρίζουμε ότι η Αυτοκρατορία είναι καλύτερη, με τον ίδιο τρόπο που ο Marx επιμένει ότι η κεφαλαιοκρατία είναι καλύτερη από τις μορφές κοινωνίας και τους τρόπους παραγωγής που είχαν προηγηθεί. Η άποψη του Marx βασίζεται σε μια υγιή και ευδιάκριτη απέχθεια για τις κοντόφθαλμες και ανελαστικές ιεραρχίες που ήρθε να αντικα ταστήσει η κεφαλαιοκρατική κοινωνία, καθώς και στην παρα δοχή ότι η νέα κατάσταση δημιουργεί αυξημένες δυνατότητες απελευθέρωσης. Κατά τον ίδιο τρόπο και εμείς σήμερα μπο ρούμε να διαπιστώσουμε ότι η Αυτοκρατορία καταργεί τα βά ναυσα καθεστώτα της νεωτερικής εξουσίας και ταυτόχρονα αυ ξάνει τις δυνατότητες της απελευθέρωσης. Έχουμε πλήρη συνείδηση ότι, υιοθετώντας αυτή τη θέση, κολυμπούμε ενάντια στο ρεύμα των φίλων και συντρόφων μας της Αριστεράς. Στις μακρές δεκαετίες της τρέχουσας κρίσης που μετά τη δεκαετία του 1960 ταλανίζει την κομμουνιστική, σοσιαλιστική και φιλελεύθερη Αριστερά, μια σημαντική μερίδα του κριτικού στοχασμού, τόσο στις κυρίαρχες όσο και στις εξαρτημένες χώρες, προσπάθησε να ανασυστήσει εστίες αντί στασης με βάση τις ταυτότητες των κοινωνικών υποκειμένων ή των εθνικών και τοπικών ομάδων, θεμελιώνοντας συχνά την πολιτική ανάλυση στον ε ν τ ο π ισ μ ό τω ν α γώ νω ν. Τέτοιου είδους επιχειρήματα κατασκευάζονται ενίοτε με όρους κινημάτων ή πολιτικών «τοπο-εδρικών», στα οποία τα όρια του τόπου (νοού μενου είτε ως ταυτότητας είτε ως εδάφους) αντιπαρατίθενται στον αδιαφοροποίητο και ομοιογενή χώρο των παγκόσμιων δι κτύων.2 Άλλες φορές, τέτοιου είδους πολιτικά επιχειρήματα
76
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
απορρέουν από τη μ,ακρά παράδοση του αριστερού εθνικισμού, σύμφωνα με την οποία (στις καλύτερες των περιπτώσεων) το έθνος νοείται ως ο κυριότερος μηχανισμός άμυνας έναντι της κυριάρχησης του ξένου και/ή του παγκόσμιου κεφαλαίου.3 Ο συλλογισμός στον οποίο βασίζονται σήμερα οι ποικίλες μορφές «τοπικής» αριστερής στρατηγικής φαίνεται καθ’ όλα αντιδρα στικός: Εάν η κεφαλαιοκρατική κυριαρχία προσλαμβάνει ολοέ να περισσότερο παγκόσμιο χαρακτήρα, τότε οι αντιστάσεις μας εναντίον της πρέπει να υπεραμυνθούν του τοπικού και να εγεί ρουν φραγμούς στις προϊούσες ροές του κεφαλαίου. Ιδωμένες από αυτή τη σκοπιά, η πραγματική παγκοσμιοποίηση του κε φαλαίου και η συγκρότηση της Αυτοκρατορίας πρέπει να ερμηνευθούν ως ενδείξεις απώλειας των κεκτημένων και ήττας. Εμείς, εντούτοις, μολονότι θαυμάζουμε και σεβόμαστε το πνεύμα ορισμένων από τους υποστηρικτές της, υποστηρίζουμε ότι, με τα σημερινά δεδομένα, αυτή η τοπικιστική τοποθέτηση είναι τόσο εσφαλμένη όσο και επιζήμια. Είναι εσφαλμένη καταρχάς επειδή δεν κατορθώνει να θέσει το πρόβλημα στις πραγματικές του διαστάσεις. Σε πολλές από αυτές τις αναλύ σεις ο ορισμός του προβλήματος εδράζεται σε έναν εσφαλμένο διαχωρισμό μεταξύ παγκόσμιου και τοπικού, κατά τον οποίο θεωρείται δεδομένο ότι το παγκόσμιο συνεπάγεται ομοιογενοποίηση και αδιαφοροποίητη ταυτότητα, ενώ το τοπικό διαφυλάσσει την ετερογένεια και τη διαφορά. Συχνά σε αυτό το επι χείρημα λανθάνει η υπόθεση ότι οι διαφορές του τοπικού είναι τρόπον τινά φυσικές, ή τουλάχιστον ότι η προέλευσή τους είναι αδιαμφισβήτητη. Οι τοπικές διαφορές προϋπάρχουν της παρού σας κατάστασης και πρέπει να τύχουν υπεράσπισης και προ στασίας έναντι της εισβολής της παγκοσμιοποίησης. Δεδομέ νων τέτοιων υποθέσεων, δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το γε γονός ότι πολλές συνηγορίες του τοπικού υιοθετούν την ορολο γία της παραδοσιακής οικολογίας ή και ταυτίζουν αυτό το «το πικό» πολιτικό σχέδιο με την προστασία της φύσης και της βιοποικιλότητας. Η άποψη αυτή μπορεί να εκτραπεί εύκολα σε ένα είδος αρχεγονισμού [primordialism], ο οποίος απολιθώνει
Α Τ Τ Ο Κ Ρ Α Τ Ο Ρ ΙΑ
77
και ρομαντικοποιεί τις κοινωνικές σχέσεις και ταυτότητες. Αντίθετα, αυτό που πρέπει να προσέξουμε ιδιαίτερα είναι ακρι βώς η π α ρ α γ ω γ ή τη ς τ ο π ικ ό τη τ α ς , δηλαδή οι κοινωνικοί μη χανισμοί που δημιουργούν και αναδημιουργούν τις ταυτότητες και τις διαφορές οι οποίες νοούνται ως το τοπικό.4 Οι διαφορές της τοπικότητας δεν είναι ούτε προϋπάρχουσες ούτε φυσικές, αλλά μάλλον απότοκες ενός καθεστώτος παραγωγής. Με ανά λογο τρόπο, η παγκοσμιότητα δεν θα έπρεπε να νοείται με όρους πολιτισμικής, πολιτικής ή οικονομικής ομοιογενοποίησης. Αντιθέτως, η παγκοσμιοποίηση, όπως και ο εντοπισμός, πρέπει να νοείται ως ένα κα θ εσ τώ ς παραγωγής ταυτότητας και διαφο ράς, ή μάλλον ομοιογενοποίησης και ετερογενοποίησης. Το κα ταλληλότερο πλαίσιο, συνεπώς, για να καταδείξουμε τη διάκρι ση πλανητικού και τοπικού ίσως έχει να κάνει με τα διαφορε τικά δίκτυα ροών και εμποδίων, όπου η τοπική στιγμή ή θεώ ρηση δίνει προτεραιότητα στους επανεδαφικοποιητικούς φραγ μούς ή όρια, ενώ η πλανητική στιγμή ευνοεί την κινητικότητα των απεδαφικοποιητικών ροών. Είναι σφάλμα, εν πάση περιπτώσει, να υποστηρίζουμε ότι μπορούμε να (επανα)θεσπίσουμε τοπικές ταυτότητες οι οποίες θα βρίσκονται τρόπον τινά ε κ τ ό ς και θα προστατεύονται έναντι των πλανητικών ροών του κεφα λαίου και της Αυτοκρατορίας. Αυτή η αριστερή στρατηγική αντίστασης στην παγκοσμιο ποίηση και υπεράσπισης της τοπικότητας είναι εκτός από εσφαλμένη και επιζήμια, διότι συχνά ό,τι εμφανίζεται ως τοπι κή ταυτότητα δεν είναι αυτόνομο και αυτεξούσιο, αλλά στην πραγματικότητα τροφοδοτεί και υποστηρίζει την ανάπτυξη του κεφαλαιοκρατικού αυτοκρατορικού μηχανισμού. Η παγκοσμιο ποίηση ή η απεδαφικοποίηση που επιχειρείται από τον αυτοκρατορικό μηχανισμό κατ’ ουσίαν δεν αντίκειται στον εντοπι σμό ή την επανεδαφικοποίηση, αλλά μάλλον κινητοποιεί ευκί νητα και μεταβαλλόμενα κυκλώματα διαφοροποίησης και ταύ τισης. Η στρατηγική της τοπικής αντίστασης παραγνωρίζει και άρα συγκαλύπτει τον εχθρό. Δεν είμαστε επ’ ουδενί αντίθετοι σε αυτή καθαυτή την παγκοσμιοποίηση των σχέσεων -τουναν-
78
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
τίον, όπως ήδη έχουμε πει, οι ισχυρότερες δυνάμεις του αρι στερού διεθνισμού έχουν κατ’ ουσίαν ηγηθεί αυτής της διαδι κασίας. Ο εχθρός είναι μάλλον ένα ιδιάζον καθεστώς παγκό σμιων σχέσεων, το οποίο εμείς αποκαλούμε Αυτοκρατορία. Κυ ρίως όμως αυτή η στρατηγική υπεράσπισης του τοπικού είναι επιζήμια γιατί συσκοτίζει και φτάνει μέχρι του σημείου να αρνείται τις πραγματικές εναλλακτικές οδούς και τις δυνατότητες απελευθέρωσης που ανοίγονται ε ν τ ό ς της Αυτοκρατορίας. Πρέ πει να πάψουμε άπαξ διά παντός να αναζητούμε ένα έξω, να απεγκλωβιστούμε από μια θεώρηση η οποία φαντασιώνεται μια καθαρότητα για την πολιτική μας. Περισσότερο ωφέλιμο είναι, τόσο θεωρητικά όσο και πρακτικά, να εισέλθουμε στο πεδίο της Αυτοκρατορίας και να αντιμετωπίσουμε τις ομοιογενοποιητικές και ετερογενοποιητικές ροές της σε όλη τους την πολυπλοκότητα, θεμελιώνοντας την ανάλυσή μας στη δύναμη του παγκόσμιου πλήθους.
Το οντολονικό δράμα των Res Gestae Η κληρονομιά που μας άφησε η νεωτερικότητα είναι μια κλη ρονομιά αδελφοκτόνων πολέμων, ολέθριας «ανάπτυξης», στυ γνού «εκπολιτισμού» και, παλαιότερα, αδιανόητης βίας. Ο Erich Auerbach έγραψε κάποτε ότι η τραγωδία είναι το μόνο λογοτεχνικό είδος που μπορεί κυριολεκτικά να διεκδικήσει το όνομα του ρεαλισμού στη δυτική λογοτεχνία, και ίσως αυτό να αληθεύει ακριβώς λόγω των τραγωδιών τις οποίες επέβαλλε η δυτική νεωτερικότητα στον κόσμο.5 Στρατόπεδα συγκέντρωσης, πυρηνικοί εξοπλισμοί, γενοκτονίες, δουλεία, απαρτχάιντ: δεν εί ναι δύσκολο να απαριθμήσουμε τις διάφορες σκηνές της τρα γωδίας. Επιμένοντας, εντούτοις, στον τραγικό χαρακτήρα της νεωτερικότητας, δεν έχουμε ασφαλώς την πρόθεση να μιμηθούμε τους «τραγικούς» φιλοσόφους της Ευρώπης, από τον Scho penhauer ώς τον Heiddeger, οι οποίοι μεταπλάθουν αυτούς τους πραγματικούς ολέθρους σε μεταφυσικές αφηγήσεις για την αρνητικότητα του Είναι, ωσάν αυτές οι απολύτως πραγματικές
Α Υ Τ Ο Κ Ρ Α Τ Ο Ρ ΙΑ
79
τραγωδίες να ήταν απλώς μια ψευδαίσθηση, ή μάλλον, ωσάν να ήταν το απώτατο πεπρωμένο μας! Η σύγχρονη αρνητικότητα δεν εδράζεται σε κάποια υπερβατική σφαίρα, αλλά στη σκληρή πραγματικότητα που ξεδιπλώνεται μπροστά στα μάτια μας: στα πεδία των πατριωτικών μαχών του Α' και του Β' Παγκο σμίου πολέμου, από την πολύνεκρη μάχη του Βερντέν μέχρι τα ναζιστικά κρεματόρια και την αστραπιαία εξολόθρευση χιλιά δων ανθρώπων στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι, τους ισοπεδωτικούς βομβαρδισμούς στο Βιετνάμ και την Καμπότζη, τις σφα γές από το Σετίφ και το Σοβέτο μέχρι τη Σάμπρα και τη Σατίλα, και πολλά ακόμη. Δεν υπάρχει Ιώβ που να μπορεί να υπομείνει τόσα μαρτύρια! (Και οποιοσδήποτε προσπαθήσει να συντάξει έναν κατάλογό τους, γρήγορα συνειδητοποιεί το μάταιο της προσπάθειας μπροστά στο πλήθος και την ένταση των τρα γωδιών.) Ε λοιπόν, αν α υ τή η νεωτερικότητα έχει φτάσει στο τέλος της, και αν το εθνικό κράτος των νεότερων χρόνων, το οποίο υπήρξε η αναπόδραστη συνθήκη της ιμπεριαλιστικής κυ ριάρχησης και αναρίθμητων πολέμων, εξαφανίζεται από την παγκόσμια σκηνή, τότε καλώς να χαθεί! Πρέπει να αποβάλου με κάθε άτοπη νοσταλγία για την belle epoque αυτής της νεωτερικότητας. Δεν μπορούμε, εντούτοις, να αρκεστούμε σε αυτή την πολι τική καταδίκη της νεωτερικής εξουσίας, η οποία βασίζεται στην h isto ria re ru m g e sta ru m , την αντικειμενική ιστορία που έχου με κληρονομήσει. Πρέπει να εξετάσουμε επίσης τη δύναμη των r e s g e s ta e , τη δύναμη του πλήθους να δημιουργεί ιστορία, η οποία και λαμβάνει νέα μορφή σήμερα, ε ν τ ό ς της Αυτοκρατο ρίας. Πρόκειται για το μετασχηματισμό μιας επιβεβλημένης στο πλήθος αναγκαιότητας -μιας αναγκαιότητας την οποία σε κάποιο βαθμό το ίδιο το πλήθος επεδίωκε καθ’ όλη τη διάρκεια της νεωτερικότητας ως δυνατότητα διαφυγής από την εντοπι σμένη αθλιότητα και εκμετάλλευση- σε προϋπόθεση που καθι στά εφικτή την απελευθέρωση, μια νέα δυνατότητα σε αυτό το νέο πεδίο της ανθρωπότητας. Τότε ακριβώς αρχίζει το οντολογικό δράμα, όταν η αυλαία
80
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
ανοίγει σε μια σκηνή όπου η ανάπτυξη της Αυτοκρατορίας γί νεται η κριτική της και η διαδικασία της οικοδόμησής της γί νεται η διαδικασία της ανατροπής της. Αυτό το δράμα είναι οντολογικό υπό την έννοια ότι εδώ, στο πλαίσιο αυτών των δια δικασιών, παράγεται και αναπαράγεται το Είναι. Θα χρειαστεί να διασαφήσουμε και να αρθρώσουμε πολύ εκτενέστερα αυτό το δράμα στη συνέχεια της μελέτης μας, πρέπει όμως εξαρχής να τονίσουμε ότι δεν πρόκειται απλώς για μια ακόμη παραλλαγή της διαλεκτικής του Διαφωτισμού. Δεν προτείνουμε τη νιοστή εκδοχή του αναπόφευκτου περάσματος από το Καθαρτήριο (στην προκειμένη περίπτωση υπό το ένδυμα του νέου αυτοκρατορικού μηχανισμού) για να προσφέρουμε μιαν αχτίδα ελπίδας για ένα ευτυχές μέλλον. Δεν επαναλαμβάνουμε το σχήμα μιας ιδεώδους τελεολογίας η οποία δικαιώνει οποιαδήποτε μετάβαση εν ονόματι ενός υπεσχημένου τέλους. Απεναντίας, ο συλλογι σμός μας εδώ βασίζεται σε δύο μεθοδολογικές προσεγγίσεις οι οποίες φιλοδοξούν να είναι αντιδιαλεκτικές και απολύτως εμμενείς: η πρώτη είναι κ ρ ιτ ικ ή και α π ο δ ο μ η τικ ή , και σκοπό έχει να ανατρέψει τις ηγεμονικές γλώσσες και κοινωνικές δομές και με τον τρόπο αυτό να αποκαλύψει μια εναλλακτική οντολογική βάση η οποία εδρεύει στις δημιουργικές και παραγωγικές πρα κτικές του πλήθους· η δεύτερη είναι δ ο μ ικ ή και η θ ικ ο π ο λ ιτ ικ ή , και επιδιώκει να οδηγήσει τις διαδικασίες παραγωγής της υπο κειμενικότητας προς τη συγκρότηση μιας αποτελεσματικής κοινωνικής, πολιτικής εναλλακτικής, μιας νέας συντακτικής δύναμης.6 Η κριτική μας προσέγγιση ανταποκρίνεται στην ανάγκη για μια πραγματική ιδεολογική και υλική αποδόμηση της αυτοκρατορικής τάξεως. Στον μετανεωτερικό κόσμο, το κυρίαρχο θέαμα της Αυτοκρατορίας οικοδομείται μέσα από μια ποικιλία αυτονομιμοποιούμενων λόγων και δομών. Πολύ καιρό πριν, συγ γραφείς αποκλίνοντες μεταξύ τους, όπως ο Lenin, ο Horkheimer, ο Adorno αλλά και ο Debord, αναγνώρισαν αυτό το θέαμα ως το πεπρωμένο της θριαμβεύουσας κεφαλαιοκρατίας. Παρά τις σημαντικές διαφοροποιήσεις τους, οι εν λόγω συγ
Α Τ Τ Ο Κ Ρ Α Τ Ο Ρ ΙΑ
81
γραφείς μάς παρέχουν πραγματικές προεικονίσεις της πορείας που θα ακολουθήσει η κεφαλαιοκρατική ανάπτυξη.7 Η αποδόμηση αυτού του θεάματος δεν μπορεί να είναι μόνο κειμενική, αλλά οφείλει διαρκώς να επιδιώκει να εστιάσει τις δυνάμεις της στη φύση των γεγονότων και στους πραγματικούς προσδιορι σμούς των αυτοκρατορικών διαδικασιών που κινητοποιούνται στην εποχή μας. Η κριτική προσέγγιση ως εκ τούτου επιδιώ κει να φέρει στο φως τις αντιφάσεις, τους κύκλους και τις κρί σεις της διαδικασίας, γιατί σε καθεμιά από αυτές τις στιγμές η φανταστική αναγκαιότητα της ιστορικής εξέλιξης μπορεί να ανοιχτεί σε εναλλακτικές δυνατότητες. Με άλλα λόγια, η αποδόμηση της h is to r ia r e r u m g e sta ru m , της φασματικής επικρά τησης της παγκοσμιοποιημένης κεφαλαιοκρατίας, αποκαλύπτει τη δυνατότητα εναλλακτικών μορφών κοινωνικής οργάνωσης. Ίσως η μεθοδολογική σκευή του κριτικού και υλιστικού αποδομισμού να μην είναι αρκετή για να προχωρήσουμε περισσότερο -όμως και μόνο αυτό αποτελεί μια σημαντική συνεισφορά.8 Σε τούτο το σημείο η πρώτη μεθοδολογική προσέγγιση πρέ πει να παραδώσει τη σκυτάλη στη δεύτερη, τη δομική και ηθικοπολιτική. Εδώ πρέπει να εντρυφήσουμε στο οντολογικό υπό στρωμα των συγκεκριμένων εναλλακτικών οδών που αδιάκοπα προωθούνται από τα r e s g e s ta e , τις υποκειμενικές δυνάμεις που ενεργούν μέσα στα ιστορικά συμφραζόμενα. Αυτό που εμφαίνεται εδώ δεν είναι μια νέα ορθολογικότητα, αλλά ένα νέο σενά ριο διαφορετικών έλλογων ενεργημάτων -ένας ορίζοντας δρα στηριοτήτων, αντιστάσεων, βουλήσεων και επιθυμιών οι οποίες αρνούνται την ηγεμονική τάξη, προτείνουν γραμμές διαφυγής και σφυρηλατούν εναλλακτικά συντακτικά δρομολόγια. Αυτό το πραγματικό υπόστρωμα, ανοιχτό στην κριτική, αναθεωρημένο από την ηθικοπολιτική προσέγγιση, αντιπροσωπεύει το πραγ ματικό οντολογικό σημείο αναφοράς της φιλοσοφίας, ή μάλλον το πεδίο που αρμόζει σε μια φιλοσοφία της απελευθέρωσης. Η προσέγγιση αυτή διακόπτει μεθοδολογικά τους δεσμούς με κά θε φιλοσοφία της ιστορίας στο βαθμό που αρνείται κάθε ντετερμινιστική σύλληψη της ιστορικής εξέλιξης και κάθε «ορθο
82
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
λογική» αποθέωση του αποτελέσματος. Αντίθετα, καταδεικνύει πώς το ιστορικό συμβάν εδρεύει στη δυνητικότητα. «Δεν είναι τα δύο που ανασυντίθενται σε ένα, αλλά το ένα που χωρίζεται σε δύο», σύμφωνα με την όμορφη, αντικομφουκιανή (και αντιπλατωνική) ρήση των κινέζων επαναστατών.9 Η φιλοσοφία δεν είναι η γλαύκα της Αθηνάς που πετάει και φεύγει μετά την πραγμάτωση της ιστορίας για να πανηγυρίσει το αίσιο τέλος της· η φιλοσοφία είναι μάλλον υποκειμενική πρόταση, επιθυμία και «πράξις» που εφαρμόζεται στο συμβάν.
Οι επωδοί της «Διεθνούς»
Υπήρξε μια εποχή, όχι πολύ παλιά, που ο διεθνισμός αποτε λούσε απαραίτητο συστατικό των προλεταριακών αγώνων και της προοδευτικής πολιτικής γενικότερα. «Το προλεταριάτο δεν έχει πατρίδα», ή, μάλλον, «πατρίδα του προλεταριάτου είναι ολόκληρος ο κόσμος». Η «Διεθνής» ήταν ο ύμνος των επανα στατών, ο ύμνος ενός ουτοπικού μέλλοντος. Πρέπει να σημειώ σουμε ότι η ουτοπία αυτών των συνθημάτων στην πραγματικό τητα δεν είναι διεθνιστική, αν με τον όρο «διεθνισμός» εννοού με μια μορφή συναίνεσης μεταξύ ετερογενών εθνικών ταυτοτή των η οποία διαφυλάσσει τις μεταξύ τους διαφορές, αλλά δια πραγματεύεται κάποιον βαθμό συμφωνίας. Ο προλεταριακός διεθνισμός αντιτασσόταν μάλλον στον εθνικισμό, και ως εκ τού του ήταν υπερεθνικός και παγκόσμιος. Εργάτες όλου του κό σμου ενωθείτε! -όχι επί τη βάσει εθνικών ταυτοτήτων αλλά άμεσα, μέσω των κοινών αναγκών και επιθυμιών, ασχέτως ορίων και συνόρων. Ο διεθνισμός ήταν η βούληση ενός ενεργού μαζικού υποκει μένου το οποίο αντιλαμβανόταν ότι τα εθνικά κράτη ήταν οι βασικοί παράγοντες της κεφαλαιοκρατικής εκμετάλλευσης και ότι το πλήθος στρατολογούνταν διαρκώς για να πολεμήσει, στους παράλογους πολέμους τους -το οποίο αντιλαμβανόταν,, κοντολογίς, ότι το εθνικό κράτος ήταν μια πολιτική μορφή που. οι αντιφάσεις της δεν ήταν δυνατόν να αρθούν και να εξυψω
Α Υ Τ Ο Κ Ρ Α Τ Ο Ρ ΙΑ
83
θούν και το μόνο που απέμενε ήταν να καταστραφοόν. Η διε θνής αλληλεγγύη ήταν όντως ένα σχέδιο για την καταστροφή του εθνικού κράτους και την οικοδόμηση μιας νέας, παγκό σμιας κοινότητας. Αυτό το προλεταριακό πρόγραμμα κρυβόταν πίσω από τους συχνά αμφίσημους τακτικούς ορισμούς που παρήγαγαν τα σοσιαλιστικά και κομμουνιστικά κόμματα τον αιώ να που διήρκεσε η ηγεμονική επίδρασή τους στο προλεταριά το.10 Αν το εθνικό κράτος ήταν ένας σημαντικός κρίκος στην αλυσίδα της κυριάρχησης και ως εκ τούτου έπρεπε να κατα στραφεί, τότε πρωταρχικό καθήκον του εθνικού προλεταριάτου ήταν να καταστρέψει τον ίδιο τον εαυτό του, στο βαθμό που ορι ζόταν από το έθνος, και με τον τρόπο αυτό να βγάλει τη διεθνή αλληλεγγύη από τη φυλακή στην οποία είχε παγιδευτεί. Η διε θνής αλληλεγγύη έπρεπε να αναγνωριστεί όχι ως πράξη φιλαν θρωπίας ή αλτρουισμού για το καλό των άλλων, ως μια ευγενι κή θυσία για μιαν άλλη εθνική εργατική τάξη, αλλά μάλλον ως προσιδιάζουσα και αναπόσπαστη από την επιθυμία και τον αγώ να κάθε εθνικού προλεταριάτου για απελευθέρωση. Ο προλετα ριακός διεθνισμός οικοδόμησε έναν παράδοξο και ισχυρό πολιτι κό μηχανισμό, ο οποίος πίεζε διαρκώς για την υπέρβαση των συνόρων και των ιεραρχιών των εθνικών κρατών και οραματιζό ταν κάθε ουτοπικό μέλλον μόνο στο παγκόσμιο επίπεδο. Σήμερα πρέπει να αντιληφθούμε όλοι ότι η εποχή ενός τέ τοιου προλεταριακού διεθνισμού έχει οριστικά παρέλθει. Αυτό, εντούτοις, δεν αναιρεί το ότι η έννοια του διεθνισμού όντως συν τηρήθηκε ανάμεσα στις μάζες και εναπέθεσε ένα είδος γεωλο γικού στρώματος βασάνων και επιθυμίας, μια ανάμνηση από νί κες και ήττες, ένα ίζημα ιδεολογικών εντάσεων και αναγκών. Επιπλέον, το προλεταριάτο σήμερα είναι στην πραγματικότητα όχι απλώς διεθνές αλλά και (τουλάχιστον υπό μια ορισμένη έν νοια) παγκόσμιο. Ίσως έμπαινε κανείς στον πειρασμό να πει ότι ο προλεταριακός διεθνισμός πραγματικά «βγήκε νικητής», δεδομένης της αποδυνάμωσης των εξουσιών των εθνικών κρα τών με την πρόσφατη μετάβαση προς την παγκοσμιοποίηση και την Αυτοκρατορία, όμως αυτή θα ήταν μια παράξενη και
84
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
ειρωνική έννοια νίκης. Θα ακριβολογούσαμε περισσότερο αν λέ γαμε, ακολουθώντας το παράθεμα του William Morris που χρησιμεύει ως ένα από τα μότο του ανά χείρας βιβλίου, ότι αυ τό για το οποίο πολέμησαν εν τέλει πραγματοποιήθηκε παρά την ήττα τους. Η πρακτική του προλεταριακού διεθνισμού εκφράστηκε με τη μεγαλύτερη σαφήνεια στους διεθνείς κύκλους των αγώνων. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο η (εθνική) γενική απεργία και η εξέ γερση εναντίον του (εθνικού) κράτους μπορούσαν κατ’ ουσίαν να εννοηθούν μόνο ως στοιχεία επικοινωνίας μεταξύ των αγώ νων και των διαδικασιών της απελευθέρωσης στο διεθνιστικό πεδίο. Σε όλη τη διάρκεια του 19ου και του 20ού αιώνα, από το Βερολίνο ώς τη Μόσχα, από το Παρίσι ώς το Νέο Δελχί, από το Αλγέρι ώς το Ανόι, από τη Σαγκάη ώς την Τζακάρτα, από την Αβάνα ώς τη Νέα Τόρκη, κάθε αγώνας είχε αντίκτυ πο στους υπόλοιπους. Ένας κύκλος κατασκευάστηκε καθώς τα νέα της εξέγερσης διαδίδονταν και πυροδοτούσαν εξεγέρσεις σε νέα συμφραζόμενα, όπως ακριβώς σε μια προγενέστερη εποχή τα εμπορικά πλοία μετέφεραν τα νέα της επανάστασης των σκλάβων από νησί σε νησί σε ολόκληρη την Καραϊβική, μετα δίδοντας τη φλόγα της επανάστασης και προκαλώντας μιαν αλυσίδα εμπρηστικών καταστάσεων που ήταν αδύνατο να κα τασιγαστούν. Για να σχηματιστεί ένας κύκλος, πρέπει οι απο δέκτες των ειδήσεων να είναι σε θέση να «μεταφράσουν» τα γε γονότα στη δική τους γλώσσα, να αναγνωρίσουν τους αγώνες ως δικούς τους, και έτσι να προσθέσουν έναν κρίκο στην αλυ σίδα. Σε ορισμένες περιπτώσεις, αυτή η «μετάφραση» είναι μάλλον περίτεχνη: όπως, λόγου χάριν, στην περίπτωση των κινέζων διανοουμένων, οι οποίοι στο γύρισμα του 20ού αιώνα μπόρεσαν να αφουγκραστούν τους αντιαποικιακούς αγώνες που διεξάγονταν στις Φιλιππίνες και την Κούβα και να τους μετα φράσουν στη διάλεκτο των δικών τους επαναστατικών σχεδίων. Σε άλλες περιπτώσεις είναι πολύ πιο άμεση: αυτό συνέβη με το κίνημα για την ίδρυση εργατικών συνεδρίων στα εργοστάσια, στο Τορίνο της Ιταλίας, το οποίο εμπνεύστηκε άμεσα από την
Α Υ Τ Ο Κ Ρ Α Τ Ο Ρ ΙΑ
85
είδηση της επικράτησης των μπολσεβίκων στη Ρωσία. Αντί να σκεφτόμαστε τους αγώνες ως σχετιζόμενους μεταξύ τους όπως οι κρίκοι μιας αλυσίδας, ίσως είναι καλύτερο να θεωρήσουμε ότι μεταδίδονται σαν ένα μικρόβιο που τροποποιεί κάθε φορά ανά λογα τη μορφή του για να βρει σε κάθε περιβάλλον έναν κα τάλληλο ξενιστή. Δεν είναι δύσκολο να εντοπίσουμε τις περιόδους κορύφωσης της έντασης σε αυτούς τους κύκλους. Ένα πρώτο κύμα μπορεί να θεωρηθεί ότι ξεσπάει μετά το 1848 με την πολιτική υποκί νηση της Πρώτης Διεθνούς, και συνεχίζεται κατά τις δεκαετίες του 1880 και του 1890 με το σχηματισμό των σοσιαλιστικών πολιτικών και συνδικαλιστικών ενώσεων, για να κορυφωθεί με τά τη Ρωσική Επανάσταση του 1905 και τον πρώτο διεθνή κύ κλο αντιιμπεριαλιστικών αγώνων." Ένα δεύτερο κύμα εκδηλώ θηκε μετά τη Σοβιετική Επανάσταση του 1917· επακολούθησε μια διεθνής κλιμάκωση των αγώνων την οποία μπόρεσε να ανα χαιτίσει μόνο η ανάδυση των φασιστικών καθεστώτων αφ’ ενός, και να επαναπορροφήσει το Νιου Ντηλ και τα αντιφασιστικά μέτωπα αφ’ ετέρου. Και τέλος, ένα τρίτο κύμα αγώνων ξεκίνη σε με την Κινεζική Επανάσταση και συνεχίστηκε μέσω των αφρικανικών και λατινοαμερικανικών απελευθερωτικών αγώνων μέχρι τα εκρηκτικά γεγονότα που συγκλόνισαν όλον τον κόσμο κατά τη δεκαετία του 1960. Αυτοί οι διεθνείς κύκλοι αγώνων ήταν η πραγματική κινη τήριος δύναμη που οδήγησε την εξέλιξη των θεσμών του κεφα λαίου και την ώθησε σε μια διαδικασία μεταρρύθμισης και ανα διάρθρωσης.12 Ο προλεταριακός, αντιαποικιακός και αντιιμπεριαλιστικός διεθνισμός, ο αγώνας για την επικράτηση του κομ μουνισμού, που δεν έπαψε να λειτουργεί σε όλα τα ισχυρότερα επαναστατικά γεγονότα του 19ου και του 20ού αιώνα, προεξό φλησε και προεικόνισε τις διαδικασίες της παγκοσμιοποίησης του κεφαλαίου και το σχηματισμό της Αυτοκρατορίας. Υπ’ αυ τήν την έννοια, ο σχηματισμός της Αυτοκρατορίας αποτελεί μιαν απάντηση στον προλεταριακό διεθνισμό. Δεν υπάρχει τί ποτε διαλεκτικό ή τελεολογικό σε αυτή την προεξόφληση και
86
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
την προεικόνιση της κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης από τους μαζικούς αγώνες. Απεναντίας, αυτοί καθαυτούς οι αγώνες απο τελούν αποδείξεις της δημιουργικότητας της επιθυμίας, ουτο πίες της βιωμένης εμπειρίας, διεργασίες της ιστορικότητας ως δυνατότητας -κοντολογίς, οι αγώνες συνιστούν τη γυμνή πραγ ματικότητα των r e s g e sta e . Μια κάποιου είδους τελεολογία κα τασκευάζεται μόνον κατόπιν εορτής, p o s t fe stu m . Οι αγώνες που προηγήθηκαν και προεικόνισαν την παγκο σμιοποίηση ήταν εκφράσεις της δύναμης της ζωντανής εργα σίας, η οποία επιδίωξε να απελευθερωθεί από τα ανελαστικά, εδαφοποιητικά καθεστώτα που της είχαν επιβληθεί. Καθώς, αμ φισβητεί τη νεκρή εργασία που έχει συσσωρευτεί εναντίον της, η ζωντανή εργασία προσπαθεί πάντοτε να καταλύσει τις παγιωμένες εδαφικοποιητικές δομές, τις εθνικές οργανώσεις και τα πολιτικά μορφώματα που την κρατούν δέσμια. Με τη δύνα μη της ζωντανής εργασίας, με την αεικίνητη δραστηριότητά της και με την απεδαφικοποιητική της επιθυμία, αυτή η διαδι κασία της ρήξης ανοίγει διάπλατα όλες τις πόρτες της ιστορίας. Όταν κανείς υιοθετεί τη σκοπιά της δραστηριότητας του πλή θους, της παραγωγής της υποκειμενικότητας και της επιθυμίας, μπορεί να καταλάβει πώς η παγκοσμιοποίηση, στο βαθμό που επιφέρει μια πραγματική απεδαφικοποίηση των προγενέστερων δομών εκμετάλλευσης και ελέγχου, είναι στην πραγματικότητα μια συνθήκη απελευθέρωσης του πλήθους. Πώς μπορεί όμως να υλοποιηθεί στην εποχή μας αυτή η δυνατότητα της απελευθέ ρωσης; Μήπως η ίδια ακαταμάχητη επιθυμία για ελευθερία που οδήγησε στη διάλυση και τον αφανισμό το εθνικό κράτος και που τόσο καίριο ρόλο διαδραμάτισε στη μετάβαση προς την Αυτοκρατορία εξακολουθεί να επιβιώνει κάτω από τις στάχτες του παρόντος, τις στάχτες της φωτιάς που κατέκαψε το εστια σμένο στη βιομηχανική εργατική τάξη διεθνιστικό προλεταρια κό υποκείμενο; Τι έχει πάρει τη θέση εκείνου του υποκειμένου; Υπό ποια έννοια μπορούμε να πούμε ότι το οντολογικό ρίζωμα ενός νέου πλήθους έχει καταλήξει να αποτελεί έναν θετικό ή εναλλακτικό παράγοντα στην άρθρωση της παγκοσμιοποίησης;
Α Υ Τ Ο Κ Ρ Α Τ Ο Ρ ΙΑ
87
0 τυφλοπόντικας και το φίδι Πρέπει να αντιληφθούμε ότι το ίδιο το υποκείμενο της εργα σίας και της εξέγερσης έχει αλλάξει ριζικά. Η σύνθεση του προλεταριάτου έχει μεταβληθεί και κατά συνέπεια το ίδιο πρέ πει να συμβεί και με την εικόνα που έχουμε γι’ αυτό. Από εννοιολογική σκοπιά εννοούμε τον όρο π ρ ο λετα ρ ιά το ως μια ευρεία κατηγορία η οποία περιλαμβάνει όλους εκείνους που η ερ γασία τους γίνεται έμμεσα ή άμεσα αντικείμενο εκμετάλλευσης και υπόκειται στα κεφαλαιοκρατικά πρότυπα παραγωγής και αναπαραγωγής.13 Σε μια προγενέστερη εποχή η κατηγορία του προλεταριάτου επικεντρωνόταν και ενίοτε κατ’ ουσίαν υπαγό ταν στη β ιο μ η χ α ν ικ ή ε ρ γ α τ ικ ή τάξη , παραδειγματική μορφή της οποίας ήταν ο αρσενικού γένους εργάτης του μαζικού ερ γοστασίου. Τόσο οι οικονομικές αναλύσεις όσο και τα πολιτικά κινήματα συχνά αναγνώριζαν ηγετική θέση σε αυτή τη βιομη χανική εργατική τάξη έναντι των υπόλοιπων μορφών εργασίας (όπως η αγροτική εργασία και η αναπαραγωγική εργασία). Σή μερα, όμως, αυτή η εργατική τάξη έχει σχεδόν εξαφανιστεί από προσώπου γης. Δεν έχει πάψει να υφίσταται, αλλά έχει εκτο πιστεί από την προνομιακή θέση που απολάμβανε στην κεφα λαιοκρατική οικονομία και από την ηγεμονική θέση που κατεί χε στην ταξική σύνθεση του προλεταριάτου. Το προλεταριάτο δεν είναι πια αυτό που ήταν, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι έχει εξαφανιστεί. Σημαίνει μάλλον ότι βρισκόμαστε και πάλι αντι μέτωποι με το αναλυτικό καθήκον να κατανοήσουμε τη νέα σύνθεση του προλεταριάτου ως κοινωνικής τάξης. Το γεγονός ότι στην κατηγορία του προλεταριάτου συγκα ταλέγουμε όλους όσοι υφίστανται εκμετάλλευση από την κε φαλαιοκρατική κυριάρχηση και υπόκεινται σε αυτήν δεν πρέ πει να μας οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι το προλεταριάτο εί ναι μια ομοιογενής ή αδιαφοροποίητη μονάδα. Στην πραγματι κότητα διαιρείται προς ποικίλες κατευθύνσεις από διαφορές και διαστρωματώσεις. Σε κάποιες περιπτώσεις η εργασία είναι μισθωτή, σε άλλες όχι· σε κάποιες περιπτώσεις περιορίζεται
88
MICHAEL HAKDT - ANTONIO NEGI
μέσα στους τοίχους του εργοστασίου, σε άλλες διασπείρετι χωρίς περιορισμούς στο κοινωνικό πεδίο* σε κάποιες περιπτά σεις περιορίζεται σε ένα οχτάωρο την ημέρα και σε σαράντ ώρες την εβδομάδα, ενώ σε κάποιες άλλες εκτείνεται και ys μίζει όλο το χρόνο της ανθρώπινης ζωής* σε κάποιες μορφέ εργασίας αποδίδεται ελάχιστη αξία, ενώ κάποιες άλλες εξαίρι νται και καταλαμβάνουν κορυφαία θέση στην κεφαλαιοκρατικ οικονομία. Θα προσπαθήσουμε να αποδείξουμε (στο κεφάλαι 3.4) ότι μεταξύ των διαφόρων μορφών παραγωγής που εφα( μόζονται σήμερα, η μορφή της άυλης εργατικής δύναμης (πο ενέχεται στην επικοινωνία, τη συνεργασία και την παραγωγ και αναπαραγωγή συναισθημάτων) καταλαμβάνει διαρκώς κε> τρικότερη θέση τόσο στο σχήμα της κεφαλαιοκρατικής παρο γωγής όσο και στη σύνθεση του προλεταριάτου. Αυτό που θι λουμε να τονίσουμε εδώ είναι ότι όλες αυτές οι ποικίλες μο( φές εργασίας κατά κάποιον τρόπο υποτάσσονται στην κέφι λαιοκρατική πειθαρχία και τις κεφαλαιοκρατικές σχέσεις π< ραγωγής. Ακριβώς αυτό το γεγονός, ότι υφίσταται εντός τι κεφαλαίου και συντηρεί το κεφάλαιο, ορίζει το προλεταριάι ως κοινωνική τάξη. Πρέπει να εξετάσουμε πιο εμπεριστατωμένα τη μορφή το αγώνων με τους οποίους το νέο προλεταριάτο εκφράζει τις επ θυμίες και τις ανάγκες του. Κατά την τελευταία πεντηκοντα τία, και ιδιαίτερα κατά τις δύο δεκαετίες που εκτείνονται « ι το 1968 μέχρι την πτώση του τείχους του Βερολίνου, η ανι διάρθρωση και η παγκόσμια επέκταση της κεφαλαιοκρατικ! παραγωγής έχει συνοδευτεί από τη μεταλλαγή των προλετ ριακών αγώνων. Όπως είπαμε, η μορφή ενός διεθνούς κύκλ αγώνων βασισμένων στην επικοινωνία και τη μετάφραση τ< κοινών επιθυμιών της εξεγερμένης εργασίας δεν φαίνεται ! υπάρχει πια. Το γεγονός, εντούτοις, ότι ο κύκλος ως ιδιάζουΚ μορφή της συναρμογής των αγώνων έχει εκλείψει δεν οδηΐ απλά σε μια άβυσσο. Απεναντίας, μπορούμε να εντοπίσοι*| ισχυρά γεγονότα στην παγκόσμια σκηνή τα οποία αποκαί πτουν το ίχνος της άρνησης του πλήθους να γίνει αντικείμβ
Α Τ Τ Ο Κ Ρ Α Τ Ο Ρ ΙΑ
89
εκμετάλλευσης και σηματοδοτούν ένα νέο είδος προλεταριακής αλληλεγγύης και μαχητικότητας. Σκεφτείτε τους πλέον ριζοσπαστικούς και δραστικούς αγώ νες των τελευταίων χρόνων του 20ού αιώνα: τα επεισόδια του 1989 στην πλατεία Τιενανμέν, την Ιντιφάντα εναντίον της ισραηλινής κρατικής εξουσίας, την εξέγερση του Μαίου του 1992 στο Λος Άντζελες, την εξέγερση στην Τσιάπας του Μεξικού που άρχισε το 1994, τη σειρά των απεργιακών κινητοποιήσεων που παρέλυσαν τη Γαλλία τον Δεκέμβριο του 1995, καθώς και εκείνες που αποσυντόνισαν τη Νότια Κορέα το 1996. Καθένας από αυτούς τους αγώνες είχε ιδιάζοντα χαρακτήρα και βασιζό ταν σε άμεσα τοπικά προβλήματα, και κατά συνέπεια με κα νόναν τρόπο δεν θα μπορούσαν να συνενωθούν απαρτίζοντας μιαν αλυσίδα εξεγέρσεων εκτεινόμενη σε παγκόσμια κλίμακα. Κανένα από αυτά τα γεγονότα δεν ενέπνευσε έναν κύκλο αγώ νων, γιατί οι επιθυμίες και οι ανάγκες που εξέφραζαν δεν μπο ρούσαν να μεταφραστούν κατάλληλα, ώστε να μεταλαμπαδευ τούν σε διαφορετικά συμφραζόμενα. Με άλλα λόγια, οι (δυνά μει) επαναστάτες σε άλλα μέρη του κόσμου δεν μπόρεσαν να αφουγκραστούν τα γεγονότα που τεκταίνονταν στο Πεκίνο, τη Ναμπλούς, το Λος Άντζελες, την Τσιάπας, το Παρίσι ή τη Σε ούλ και να τους αναγνωρίσουν αμέσως ως δικούς τους. Επιπλέ ον, οι αγώνες αυτοί όχι μόνο δεν κατορθώνουν να μεταδοθούν σε άλλα συμφραζόμενα, αλλά η μεταδοτικότητά τους είναι πε ριορισμένη ακόμη και σε τοπικό επίπεδο, και έτσι συχνά έχουν πολύ σύντομη διάρκεια εκεί όπου γεννιούνται, και σβήνουν εν τη γενέσει τους. Αυτό ασφαλώς είναι ένα από τα κεντρικά και πιο επείγοντα παράδοξα της εποχής μας: στην υπέρμετρα εξυ μνημένη εποχή της επικοινωνίας, οι αγώνες έχουν σ χ εδ ό ν χ ά σει τη μ ε τ α δ ο τ ικ ό τ η τ α τους.
Το παράδοξο της αδυναμίας μετάδοσης καθιστά εξαιρετικά προσπάθεια να συλλάβουμε και να εκφράσουμε τη νέα δύναμη που απορρέει από όλους αυτούς τους αγώνες. Θα έπρεπε να μπορούμε να αναγνωρίσουμε πως ό,τι έχασαν ol αγώνες σε έκταση, διάρκεια και μεταδοτικότητα, το κέρδισαν δύσκολη τ η ν
90
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
σε ένταση. Θα έπρεπε να μπορούμε να αναγνωρίσουμε ότι αν και αυτοί οι αγώνες επικεντρώθηκαν στις τοπικές και άμεσες περιστάσεις, έθεσαν προβλήματα υπερεθνικού ενδιαφέροντος, προβλήματα που προσιδιάζουν στη νέα μορφή της αυτοκρατορικής κεφαλαιοκρατικής ρύθμισης. Στο Λος Άντζελες, επί παραδείγματι, οι εξεγέρσεις πυροδοτήθηκαν από τοπικούς φυλετι κούς ανταγωνισμούς και σχήματα κοινωνικού και οικονομικού αποκλεισμού που από πολλές απόψεις αφορούν μόνο την (μετα-)αστική περιοχή, ταυτόχρονα όμως τα γεγονότα εξακοντί στηκαν σε ένα γενικότερο επίπεδο, στο βαθμό που εκδηλώθη καν ως άρνηση του μεταφορντικού καθεστώτος κοινωνικού ελέγχου. Όπως και η Ιντιφάντα υπό ορισμένες απόψεις, οι εξε γέρσεις του Λος Άντζελες έδειξαν πώς η παρακμή των κάθε-; στώτων διαπραγμάτευσης και των μηχανισμών κοινωνικής δια-; μεσολάβησης που είχε επιβάλει ο φορντισμός καθιστούσαν εξαι ρετικά επισφαλή τη διαχείριση των φυλετικά και κοινωνικά; ετερογενών μητροπολιτικών περιοχών. Η διαρπαγή εμπόρευμά·* των και ο εμπρησμός ιδιωτικών περιουσιών δεν ήταν απλώς και? μόνο μεταφορές αλλά η πραγματική πλανητική συνθήκη της< κινητικότητας και της μεταβλητότητας των μεταφορντικών; κοινωνικών διαμεσολαβήσεων.14 Στην Τσιάπας, επίσης, η εξέΐ γερση επικεντρώθηκε κυρίως σε τοπικά προβλήματα: προβλή*| ματα αποκλεισμού και ελλιπούς αντιπροσώπευσης που αφορούν σαν ειδικά τη μεξικανική κοινωνία και το κράτος του Μεξικού! τα οποία επίσης σε κάποιον περιορισμένο βαθμό είχαν από και» ρού καταστεί κοινά στις φυλετικές ιεραρχήσεις του μεγαλύτ® ρου μέρους της Λατινικής Αμερικής. Η εξέγερση των Ζαπατβ στας, εντούτοις, ήταν και αυτή ένας άμεσος αγώνας εναντίοί του κοινωνικού καθεστώτος που είχε επιβάλει η NAFTA καί γενικότερα του συστηματικού αποκλεισμού και της καθυπόι ξης που συντελούνταν κατά την περιφερειακή οικοδόμηση παγκόσμιας αγοράς.15 Τέλος, οι μαζικές απεργιακές κινητοπ: ήσεις που παρέλυσαν το Παρίσι και ολόκληρη τη Γαλλία τέλη του 1995, όπως κι εκείνες της Σεούλ, είχαν στόχο ■ συγκεκριμένα τοπικά και εθνικά εργατικά ζητήματα (όπως
Α Υ Τ Ο Κ Ρ Α Τ Ο Ρ ΙΑ
91
συντάξεις, οι μισθοί και η ανεργία), ο αγώνας όμως αναγνωρί στηκε αμέσως ως μια σαφής αμφισβήτηση της νέας κοινωνικής και οικονομικής κατασκευής της Ευρώπης. Οι γαλλικές απεργιακές κινητοποιήσεις ζητούσαν προπάντων μια νέα έννοια δη μοσίου, μια νέα κατασκευή του δημόσιου χώρου έναντι των νεο φιλελεύθερων μηχανισμών ιδιωτικοποίησης που συνοδεύουν κα τά το μάλλον ή ήττον παντού το σχέδιο της κεφαλαιοκρατικής παγκοσμιοποίησης.16 Ίσως ακριβώς επειδή όλοι αυτοί οι αγώνες δεν έχουν τη δυνατότητα της μετάδοσης και ως εκ τούτου δεν μπορούν να διαδοθούν οριζόντια με τη μορφή ενός κύκλου, αναγ κάζονται, αντίθετα, να πραγματοποιούν κάθετα άλματα και να εκδηλώνονται αμέσως στο πλανητικό επίπεδο. Θα έπρεπε να μπορούμε να αναγνωρίσουμε ότι στην προκει μένη περίπτωση δεν έχουμε να κάνουμε με την εμφάνιση ενός νέου κύκλου διεθνών αγώνων, αλλά μάλλον με την ανάδυση μιας νέας ποιότητας κοινωνικών κινημάτων. Θα έπρεπε να μπορούμε να αναγνωρίσουμε, με άλλα λόγια, τα θεμελιωδώς νέα κοινά χαρακτηριστικά που παρουσιάζουν όλοι αυτοί οι αγώ νες, παρά τη ριζική τους ετερογένεια. Καταρχάς, κάθε αγώνας, μολονότι σταθερά ριζωμένος στις τοπικές συνθήκες, πραγματο ποιεί αμέσως ένα άλμα προς το παγκόσμιο επίπεδο και επιτί θεται στην αυτοκρατορική συγκρότηση στη γενικότητά της. Κα τά δεύτερον, όλοι οι αγώνες καταλύουν την παραδοσιακή διά κριση μεταξύ οικονομικού και πολιτικού αγώνα. Οι αγώνες εί ναι ταυτόχρονα οικονομικοί, πολιτικοί και πολιτισμικοί -και γι’ αυτό το λόγο είναι αγώνες βιοπολιτικοί, αγώνες που αφορούν τη μορφή του βίου. Είναι αγώνες συντακτικοί, που δημιουργούν νέ ους δημόσιους χώρους και νέες μορφές κοινότητας. Θα έπρεπε να μπορούμε να τα αντιληφθούμε όλα αυτά, δεν είναι όμως τόσο εύκολο. Πρέπει μάλιστα να παραδεχτούμε ότι, ακόμη και στην προσπάθεια να εντοπίσουμε την πραγματική καινοτομία αυτών των καταστάσεων, εμποδιζόμαστε από την οχληρή εντύπωση ότι οι εν λόγω αγώνες είναι πάντα ήδη γερασμένοι, παρωχημένοι και αναχρονιστικοί. Οι αγώνες στην πλατεία Τιενανμέν μιλούσαν μια γλώσσα δημοκρατίας που
92
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
έμοιαζε από καιρού ξεπερασμένη· οι κιθάρες, τα κεφαλομάντιλα, τα αντίσκηνα και τα συνθήματα, όλα έμοιαζαν σαν ένας ασθενής απόηχος του Μπέρκλεϊ της δεκαετίας του 1960. Οι απεργιακές κινητοποιήσεις του Παρισιού και της Σεούλ έμοια ζαν να μας μεταφέρουν πάλι στην εποχή του εργάτη του μαζι κού εργοστασίου, ωσάν να ήταν ο επιθανάτιος ρόγχος μιας θνήσκουσας εργατικής τάξης. Όλοι αυτοί οι αγώνες, οι οποίοι πα ρουσιάζουν όντως νέα στοιχεία, φαίνονται ήδη εξαρχής γερασμένοι και παρωχημένοι -ακριβώς επειδή δεν διαθέτουν μετα δοτικότητα, επειδή οι γλώσσες τους δεν μπορούν να μεταφρα στούν. Οι αγώνες δεν μεταδίδονται παρά την υπερπροβολή τους από την τηλεόραση, το Ίντερνετ και κάθε άλλο μέσο που μπο ρεί να φανταστεί κανείς. Και πάλι βρισκόμαστε αντιμέτωποι με το παράδοξο της αδυναμίας μετάδοσης. Μπορούμε βέβαια να αναγνωρίσουμε την ύπαρξη πραγματι κών εμποδίων τα οποία δυσχεραίνουν τη μετάδοση των αγώ νων. Ένα τέτοιο εμπόδιο είναι η έλλειψη εντοπισμού ενός κοι νού εχθρού εναντίον του οποίου θα κατευθύνονται οι αγώνες. Το Πεκίνο, το Λος Άντζελες, η Ναμπλούς, η Τσιάπας, το Παρίσι, η Σεούλ: σε καθεμιά περίπτωση η κατάσταση φαίνεται ιδιάζουσα, στην πραγματικότητα όμως όλοι αυτοί οι αγώνες επιτί θενται στην παγκόσμια τάξη της Αυτοκρατορίας και αναζητούν μια πραγματική εναλλακτική οδό. Η αποσαφήνιση της φύσης του κοινού εχθρού είναι συνεπώς ένα θεμελιώδες πολιτικό κα θήκον. Ένα δεύτερο εμπόδιο, το οποίο κατ’ ουσίαν άπτεται του ; πρώτου, είναι ότι δεν υπάρχει κάποια κοινή γλώσσα αγώνων ; που θα μπορούσε να «μεταφράσει» την ιδιάζουσα γλώσσα ενός,: εκάστου σε ένα κοσμοπολίτικο ιδίωμα. Οι αγώνες που διεξά-i γονται σε άλλα μέρη του κόσμου, ακόμη και οι δικοί μας αγώ-| νες, μοιάζουν γραμμένοι σε μια ακατάληπτη ξένη γλώσσα. Και? αυτό συνεπάγεται ένα σημαντικό πολιτικό καθήκον: να κατα-;| σκευάσουμε μια κοινή γλώσσα που θα διευκολύνει την επικοι-1 νωνία, όπως έκαναν οι γλώσσες του αντιιμπεριαλισμού και το^| προλεταριακού διεθνισμού για τους αγώνες της προηγούμενης! εποχής. Ίσως αυτή η νέα γλώσσα πρέπει να είναι ένας νέος τύτ|
Α Υ Τ Ο Κ Ρ Α Τ Ο Ρ ΙΑ
93
πος επικοινωνίας, ο οποίος θα λειτουργεί με βάση όχι τις ομοι ότητες αλλά τις διαφορές: μια επικοινωνία μοναδικοτήτων. Ο εντοπισμός ενός κοινού εχθρού και η επινόηση μιας κοι νής γλώσσας αγώνων είναι ασφαλώς σημαντικά πολιτικά καθή κοντα, και θα τα προωθήσουμε όσο μπορούμε σε τούτο το βι βλίο, όμως η διαίσθησή μας μάς λέει ότι αυτή η πορεία ανάλυ σης δεν κατορθώνει εν τέλει να συλλάβει την πραγματική δυνα τότητα που παρουσιάζουν οι νέοι αγώνες. Έχουμε, με άλλα λό για, τη διαίσθηση ότι το μοντέλο της οριζόντιας άρθρωσης των αγώνων σε έναν κύκλο δεν επαρκεί πλέον για να γίνει κατα νοητός ο τρόπος με τον οποίο οι σύγχρονοι αγώνες επιτυγχάνουν να καταστούν σημαντικοί σε παγκόσμια κλίμακα. Ένα τέτοιο μοντέλο ουσιαστικά μας εμποδίζει να διακρίνουμε τις πραγματι κά νέες δυνατότητες που δημιουργούν αυτοί οι αγώνες. Ο Marx προσπάθησε να κατανοήσει τη συνέχεια του κύ κλου των προλεταριακών αγώνων που αναδύονταν στην Ευρώ πη του 19ου αιώνα παρομοιάζοντάς τους με τα υπόγεια λαγού μια που σκάβει ένας τυφλοπόντικας. Ο τυφλοπόντικας του Marx θα έβγαινε στην επιφάνεια σε περιόδους ανοιχτής ταξι κής σύγκρουσης και κατόπιν θα αποσυρόταν κάτω από το έδα φος -όχι για να βυθιστεί παθητικά σε χειμερία νάρκη, αλλά για να σκάψει τα λαγούμια του, παρακολουθώντας την κίνηση των καιρών, προχωρώντας παράλληλα με την ιστορία, ούτως ώστε στην κατάλληλη στιγμή (το 1830, το 1848, το 1870) να βγει πάλι στην επιφάνεια. «Καλά τα κατάφερες, γερο-τυφλοπόντικα!»17 Λοιπόν, έχουμε την υπόνοια ότι αυτός ο γερο-τυφλοπόντικας του Marx εν τέλει ψόφησε. Νομίζουμε ότι, στην πραγ ματικότητα, με το σύγχρονο πέρασμα στην Αυτοκρατορία, οι δομημένες στοές του τυφλοπόντικα έχουν αντικατασταθεί από τις απεριόριστες κυματοειδείς κινήσεις του φιδιού.18 Τα βάθη του νεωτερικού κόσμου και τα υπόγεια περάσματά του, στη μετανεωτερικότητα έχουν γίνει όλα επιφανειακά. Οι σημερινοί αγώνες γλιστρούν αθόρυβα πάνω σε αυτά τα επιφανειακά, αυτοκρατορικά τοπία. Ίσως η αδυναμία μετάδοσης των αγώνων, η έλλειψη στέρεα δομημένων επικοινωνιακών διαύλων, να είναι
94
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
στην πραγματικότητα προσόν και όχι αδυναμία -προσόν γιατί όλα τα κινήματα είναι αμέσως ανατρεπτικά καθ’ εαυτά και δεν περιμένουν από κανενός είδους εξωτερική βοήθεια ή εξάπλωση να εγγυηθεί την αποτελεσματικότητά τους. Ίσως όσο περισσό τερο επεκτείνει το κεφάλαιο τα πλανητικά δίκτυα της παρα γωγής και του ελέγχου του τόσο περισσότερο ισχυρή μπορεί να είναι η οποιαδήποτε μοναδική εστία εξέγερσης. Απλώς και μό νο επικεντρώνοντας τις δικές τους δυνάμεις, συγκεντρώνοντας τις ενέργειές τους σε έναν έντονο και συμπαγή δακτύλιο, αυτοί οι οφιοειδείς αγώνες πλήττουν ευθέως τις ύψιστες αρθρώσεις της αυτοκρατορικής τάξεως. Η Αυτοκρατορία παρουσιάζει έναν επιφανειακό κόσμο, το δυνητικό κέντρο του οποίου μπορεί να προσεγγιστεί αμέσως από οποιοδήποτε σημείο της επιφάνειας. Αν αυτά τα σημεία επρόκειτο να συγκροτήσουν κάτι που να μοιάζει με έναν νέο κύκλο αγώνων, θα ήταν ένας κύκλος που θα προσδιοριζόταν όχι από την επικοινωνιακή επέκταση των αγώνων αλλά μάλλον από τη μοναδική τους ανάδυση, από την ένταση που χαρακτηρίζει καθέναν από αυτούς ξεχωριστά. Κον τολογίς, αυτή η νέα φάση ορίζεται από το γεγονός ότι οι εν λό γω αγώνες δεν συνδέονται οριζόντια, αλλά καθένας τους πραγ ματοποιεί ένα κάθετο άλμα, φτάνοντας αμέσως στο δυνητικό κέντρο της Αυτοκρατορίας. Από τη σκοπιά της επαναστατικής παράδοσης, θα μπορού σε κανείς να αντιτείνει ότι οι τακτικές επιτυχίες των επανα στατικών κινητοποιήσεων του 19ου και του 20ού αιώνα χαρα κτηρίζονταν ακριβώς από την ικανότητα να θραύουν και να ανοίγουν τον α σ θ ενέσ τερ ο κ ρ ίκ ο της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας, ότι αυτή είναι η στοιχειώδης αρχή της επαναστατικής διαλε κτικής, και ότι, ως εκ τούτου, η σημερινή κατάσταση δεν φαί νεται ιδιαίτερα ευοίωνη. Είναι ασφαλώς αλήθεια ότι οι οφιοει-< δεις αγώνες των οποίων γινόμαστε μάρτυρες σήμερα, δεν δια θέτουν κάποια σαφή επαναστατική τακτική, ή ίσως και να εί ναι παντελώς ακατανόητοι από την άποψη της τακτικής. Εν τούτοις, καθώς βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια σειρά έντονοί ανατρεπτικών κοινωνικών κινημάτων που προσβάλλουν τα υψη-ΐ
Α Υ Τ Ο Κ Ρ Α Τ Ο Ρ ΙΑ
95
λότερα κλιμάκια της αυτοκρατορικής οργάνωσης, ίσως δεν εί ναι πλέον χρήσιμο να επιμένουμε στην παλιά διάκριση μεταξύ στρατηγικής και τακτικής. Στη συγκρότηση της Αυτοκρατο ρίας δεν υπάρχει πλέον ένα «έξω» από την εξουσία και έτσι δεν υπάρχουν πλέον ασθενείς κρίκοι -αν με τον όρο αυτό εννοούμε ένα εξωτερικό σημείο όπου οι αρθρώσεις της πλανητικής εξου σίας είναι ευάλωτες.19 Για να καταστεί σημαντικός, κάθε αγώ νας πρέπει να προσπαθήσει να πλήξει την καρδιά της Αυτο κρατορίας, το ισχυρότερο σημείο της. Το γεγονός αυτό, εντού τοις, δεν δίνει προτεραιότητα σε κάποιες γεωγραφικές περιο χές, ωσάν μόνο τα κοινωνικά κινήματα που εκδηλώνονται στην Ουάσιγκτον, τη Γενεύη ή το Τόκιο να μπορούσαν να πλήξουν την καρδιά της Αυτοκρατορίας. Αντιθέτως, η οικοδόμηση της Αυτοκρατορίας και η παγκοσμιοποίηση των οικονομικών και πολιτισμικών σχέσεων συνεπάγονται ότι το δυνητικό κέντρο της Αυτοκρατορίας μπορεί να δεχτεί επίθεση από κάθε σημείο. Ως εκ τούτου η μέριμνα της παλιάς επαναστατικής σχολής σχετικά με την τακτική είναι εντελώς παρωχημένη· η μόνη δυ νατή στρατηγική για τους αγώνες είναι εκείνη μιας συντακτι κής αντίπαλης δύναμης, η οποία αναδύεται μέσα στους κόλ πους της ίδιας της Αυτοκρατορίας. Όσοι δυσκολεύονται να αποδεχτούν την καινοτομία και την επαναστατική δυναμική αυτής της κατάστασης από τη σκοπιά των ίδιων των αγώνων, ίσως την αναγνωρίσουν ευκολότερα από τη σκοπιά της αυτοκρατορικής εξουσίας, η οποία είναι αναγκα σμένη να αντιδράσει στους αγώνες αυτούς. Ακόμη και όταν οι αγώνες γίνονται τόποι ουσιαστικά κλειστοί στην επικοινωνία, προκαλούν το έντονο κριτικό ενδιαφέρον της Αυτοκρατορίας.20 Είναι διδακτικά μαθήματα για τους μαθητευόμενους της διοί κησης και τα κυβερνητικά κλιμάκια -μαθήματα που απαιτούν κατασταλτικά εργαλεία. Το βασικότερο δίδαγμα είναι ότι τέ τοιου είδους γεγονότα δεν πρέπει να επαναληφθουν, αν πρόκει ται να συνεχιστούν οι διαδικασίες της κεφαλαιοκρατικής παγ κοσμιοποίησης. Οι αγώνες αυτοί, εντούτοις, έχουν το δικό τους βάρος, τη δική τους ειδική ένταση και κυρίως είναι εμμενείς
96
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGR
στις διαδικασίες και τις εξελίξεις της αυτοκρατορικής εξουσίας Επενδύουν και συντηρούν τις ίδιες τις διαδικασίες της πάγκο σμιοποίησης. Η αυτοκρατορική εξουσία ψιθυρίζει τα ονόματο των αγώνων σαν μαγική επωδή προκειμένου να τους εξαναγ· κάσει στην παθητικότητα και να κατασκευάσει μια παραποιη μένη εικόνα τους, κυρίως όμως προκειμένου να ανακαλύψε ποιες διαδικασίες της παγκοσμιοποίησης είναι εφικτές κα ποιες όχι. Με αυτόν τον αντιφατικό και παράδοξο τρόπο οι αυτοκρατορικές διαδικασίες της παγκοσμιοποίησης προϋποθέτουν αυτά τα γεγονότα, αναγνωρίζοντάς τα ταυτόχρονα ως όρια και ευκαιρίες για την αναδιαμόρφωση των οργάνων της ίδιας τηι Αυτοκρατορίας. Οι διαδικασίες της παγκοσμιοποίησης δεν θβ υπήρχαν ή θα αναγκάζονταν να περιπέσουν σε στασιμότητα, αν δεν ανατρέπονταν συνεχώς και δεν ωθούνταν ταυτόχρονα απ<ί αυτές τις εκρηκτικές κινητοποιήσεις του πλήθους που θίγουν άμεσα τα υψηλότερα κλιμάκια της αυτοκρατορικής εξουσίας.
0 δικέφαλος αετός
Το έμβλημα της Αυστρο-ουγγρικής Αυτοκρατορίας, ένας αετόι με δύο κεφαλές, θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως μια επαρκής πρώτη αναπαράσταση της σημερινής μορφής της Αυτοκρατο^ ρίας. Ενώ όμως στο παλαιότερο έμβλημα οι δύο κεφαλές χ,οϋ τούσαν προς διαφορετικές κατευθύνσεις για να δείξουν τη σχε^ τική αυτονομία και την ειρηνική συνύπαρξη των αντίστοιχ* εδαφών, στη δική μας περίπτωση θα έπρεπε να είναι στραμμ νες προς τα μέσα και η μία να επιτίθεται στην άλλη. Η πρώτη "Χεφαλή του αυτοκρατορικού αετού είναι μια καϊκή δομή και μια συντεταγμένη δύναμη, κατασκεύασμά από το μηχανισμό της βιοπολιτικής εξουσίας. Η δικαϊκή δια* κασία και ο αυτοκρατορικός μηχανισμός υπόκεινται πάντα αντιφάσεις και κρίσεις. Η τάξη και η ειρήνη -οι προεξάρχ σες αξίες που προτείνει η Αυτοκρατορία- δεν μπορούν ποτέ; επιτευχθούν, αλλά εντούτοις επαναπροτείνονται διαρκώς. Η καϊκή διαδικασία της συγκρότησης της Αυτοκρατορίας τελεί,·
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
97
συνεχή κρίση, η οποία θεωρείται (τουλάχιστον από τους λιγό τερο προσεκτικούς θεωρητικούς) ως το τίμημα της ανάπτυξής της. Υπάρχει, όμως, πάντα ένα πλεόνασμα. Η διαρκής επέκτα ση της Αυτοκρατορίας και η συνεχής πίεση να εναρμονιστεί ολοένα και περισσότερο με την πολυπλοκότητα και το βάθος της βιοπολιτικής σφαίρας αναγκάζουν τον αυτοκρατορικό μη χανισμό, όταν φαίνεται ότι επιλύει μια σύγκρουση, να ανοίγει διαρκώς άλλες. Προσπαθεί να τις καταστήσει σύμφωνες προς το σχέδιό του, όμως εκείνες αναδύονται και πάλι ασύμφωνες, με όλα τα στοιχεία του νέου πεδίου, ευκίνητες στο χώρο και ευ έλικτες στο χρόνο. Η άλλη κεφαλή του αυτοκρατορικου αετού είναι το πολυφωνικό πλήθος των παραγωγικών, δημιουργικών υποκειμενικο τήτων της παγκοσμιοποίησης που έχουν μάθει να ταξιδεύουν πάνω σε αυτή την αχανή θάλασσα. Βρίσκονται σε διαρκή κί νηση και σχηματίζουν αστερισμούς μοναδικοτήτων και συμβάν των οι οποίοι επιβάλλουν συνεχείς παγκόσμιες ανακατατάξεις στο σύστημα. Αυτή η ατελεύτητη κίνηση μπορεί να είναι γεω γραφική, μπορεί όμως επίσης να αναφέρεται σε τροποποιήσεις της μορφής και των διαδικασιών της μείξης και της υβριδικοποίησης. Η σχέση μεταξύ «συστήματος» και «ασυστημικών κι νήσεων» δεν μπορεί να ισοπεδωθεί συμμορφούμενη με οποιαδή ποτε λογική αντιστοιχίας σε αυτή τη διαρκώς μεταβαλλόμενη ατοπία.21 Ακόμη και τα ασυστημικά στοιχεία που παράγονται από το νέο πλήθος είναι στην πραγματικότητα παγκόσμιες δυ νάμεις που δεν μπορούν να έχουν μια σύμμετρη σχέση, έστω και ανεστραμμένη, με το σύστημα. Κάθε επαναστατικό συμβάν που ξεσπάει μέσα στην τάξη του αυτοκρατορικού συστήματος προκαλεί ένα σοκ στο σύνολο του συστήματος. Από αυτή την άποψη, το θεσμικό πλαίσιο στο οποίο ζούμε χαρακτηρίζεται από ριζική τυχαιότητα και επισφάλεια, ή μάλλον από την αδυ ναμία πρόβλεψης των α κ ολουθιώ ν τω ν σ υμ βά ντω ν -ακολουθιών που πάντα είναι περισσότερο σύντομες ή περισσότερο συμπα γείς χρονικά και έτσι ολοένα λιγότερο ελέγξιμες.22 Γίνεται διαρκώς δυσκολότερο για την Αυτοκρατορία να παρέμβει στις
98
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGR]
απρόβλεπτες χρονικές ακολουθίες των συμβάντων, όταν αυτά επιταχύνουν τη χρονικότητά τους. Η πιο σημαντική πλευρά που έχουν επιδείξει οι αγώνες είναι ίσως αναπάντεχες επιτα χύνσεις, συχνά σωρευτικές, που μπορούν να γίνουν δυνητικά ταυτόχρονες, εκρήξεις που αποκαλύπτουν μια κυριολεκτικά οντολογική δύναμη και μια μη προβλέψιμη επίθεση στις πιο κεντρικές ισορροπίες της Αυτοκρατορίας. Όπως ακριβώς η Αυτοκρατορία στο θέαμα της ισχύος τηι προσδιορίζει συνεχώς συστημικές ανασυνθέσεις, έτσι και οι νέ ες μορφές αντίστασης συντίθενται μέσα από τις ακολουθίες τω\ συμβάντων του αγώνα. Αυτό είναι άλλο ένα θεμελιακό- χαρα κτηριστικό της σημερινής ύπαρξης του πλήθους, ταυτόχρονο ε ν τ ό ς και εν α ν τ ίο ν της Αυτοκρατορίας. Νέες μορφές α γώ να και νέες υποκειμενικότητες παράγονται στη σύμπτωση των συμβάν των, στον καθολικό νομαδισμό, στη γενική μείξη και επιμιξία ατόμων και πληθυσμών, και στις τεχνολογικές μεταμορφώσεκ του αυτοκρατορικού βιοπολιτικού μηχανισμού. Αυτές οι νέε< μορφές και υποκειμενικότητες παράγονται επειδή, παρότι ο αγώνες είναι πράγματι αντισυστημικοί, δ εν α ντιτίθ εντα ι απλά» στο αυτοκρατορικό σύστημα -δεν είναι α π λώ ς αρνητικές δυνά* μεις. Ταυτόχρονα εκφράζουν, τρέφουν και αναπτύσσουν με θε τικό τρόπο τα δικά τους συντακτικά σχέδια· στοχεύουν στη* απελευθέρωση της ζωντανής εργασίας, δημιουργώντας αστερ® σμούς κραταιών μοναδικοτήτων. Αυτή η συντακτική πλευρά της κίνησης του πλήθους, στις αναρίθμητες όψεις της, είνο( όντως το θετικό πεδίο της ιστορικής οικοδόμησης της Αυτοί κρατορίας. Δεν πρόκειται για μια ιστορικιστική θετικότητα αλ» λά, αντίθετα, για μια θετικότητα των res g e s ta e του πλήθουΙ μια ανταγωνιστική και δημιουργική θετικότητα. Η απεδαφικ<| ποιητική δύναμη του πλήθους είναι η παραγωγική δύναμη πΟΙ στηρίζει την Αυτοκρατορία και ταυτόχρονα η δύναμη που απα| τεί και καθιστά αναγκαία την καταστροφή της. Σε αυτό το σημείο, εντούτοις, πρέπει να αναγνωρίσουμε η μεταφορά μας καταρρέει και ότι ο δικέφαλος αετός σι πραγματικότητα δεν αποτελεί επαρκή αναπαράσταση της σ;
ΑΪΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
99
σης μεταξύ Αυτοκρατορίας και πλήθους, γιατί τοποθετεί και τα δύο στο ίδιο επίπεδο και έτσι δεν αναγνωρίζει τις πραγματικές ιεραρχίες και ασυνέχειες που ορίζουν τη σχέση τους. Από μια άποψη η Αυτοκρατορία στέκεται σαφώς πάνω από το πλήθος και το υποτάσσει στην εξουσία του μηχανισμού της, ο οποίος περιβάλλει τα πάντα, σαν ένας νέος Λεβιάθαν. Ωστόσο, ταυτό χρονα, από την άποψη της κοινωνικής παραγωγικότητας και δημιουργικότητας, από αυτό που έχουμε αποκαλέσει οντολογι κή θεώρηση, η ιεραρχική σχέση αντιστρέφεται. Το πλήθος εί ναι η πραγματική παραγωγική δύναμη του κοινωνικού μας κό σμου, ενώ η Αυτοκρατορία είναι απλώς ένας μηχανισμός κατά ληψης ο οποίος επιβιώνει τρεφόμενος αποκλειστικά από τη ζω τικότητα του πλήθους -είναι, όπως θα έλεγε ο Marx, ένα καθεστώς-βρικόλακας συσσωρευμένης νεκρής εργασίας που επι βιώνει μόνο ρουφώντας το αίμα των ζωντανών. Μόλις υιοθετήσουμε αυτή την οντολογική θεώρηση, μπορούμε να επιστρέψουμε στο δικαϊκό πλαίσιο που διερευνήσαμε προηγου μένως και να εντοπίσουμε τους λόγους στους οποίους οφείλεται το πραγματικό έλλειμμα που μαστίζει τη μετάβαση από το διεθνές δημόσιο δίκαιο στο νέο δημόσιο δίκαιο της Αυτοκρατορίας, δηλα δή τη νέα περί δικαίου αντίληψη που χαρακτηρίζει την Αυτοκρα τορία. Με άλλα λόγια, η διάψευση και η συνεχής αστάθεια από τις οποίες υπέφερε το αυτοκρατορικό δίκαιο στις προσπάθειές του να καταλύσει τις παλιές αξίες που χρησίμευαν ως σημεία αναφο ράς για το διεθνές δημόσιο δίκαιο (τα εθνικά κράτη, η διεθνής τά ξη που διαμορφώθηκε με την ειρήνη της Βεστφαλίας, τα Ηνωμέ να Έθνη, κ.ο.κ.), καθώς και η αποκαλούμενη αναταραχή που συν οδεύει αυτές τις διαδικασίες, είναι όλα συμπτώματα ενός κυριολε κτικά οντολογικού ελλείμματος. Καθώς οικοδομεί την υπερεθνική μορφή της, η εξουσία φαίνεται να απογυμνώνεται από οποιοδήποτε πραγματικό έρεισμα, ή μάλλον φαίνεται να λείπει η κινητήρια δύναμη που θα προωθήσει την κίνησή της. Η κυριαρχία του βιοπολιτικού αυτοκρατορικού πλαισίου πρέπει συνεπώς να θεωρηθεί καταρχάς ως ένας κενός μηχανισμός, ένας θεαματικός μηχανι σμός, ένας παρασιτικός μηχανισμός.
100
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
Μια νέα έννοια του Είναι επιβάλλεται στη συγκρότηση τηί Αυτοκρατορίας από τη δημιουργική κίνηση του πλήθους, ή μάλλον είναι διαρκώς παρούσα σε αυτή τη διαδικασία ως εναλ λακτικό παράδειγμα. Αυτή η έννοια του Είναι είναι σύμφυτη με την Αυτοκρατορία και προωθεί τη συγκρότησή της, όχι ως ένα αρνητικό που κατασκευάζει ένα θετικό ούτε ως μια οποιαδήπο τε άλλη τέτοια διαλεκτική επίλυση. Μάλλον ενεργεί ως μια απολύτως θετική δύναμη που ωθεί την κρατούσα εξουσία προι μια αφηρημένη και κενή ενοποίηση, έναντι της οποίας εμφανί ζεται ως η κατεξοχήν εναλλακτική πρόταση. Από αυτή την άποψη, όταν η συντεταγμένη εξουσία της Αυτοκρατορίας εμ φανιστεί απλώς ως στέρηση του Είναι και της παραγωγής, ωι ένα αφηρημένο και κενό ίχνος της συντακτικής εξουσίας τοι πλήθους, τότε όλοι θα μπορέσουμε να αντιληφθούμε την πραγ ματική οπτική της ανάλυσής μας. Πρόκειται για μια οπτική η οποία είναι ταυτόχρονα στρατηγική και τακτική, όταν αυτά το δύο έχουν πάψει πλέον να διαφέρουν.
ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ Σ ε έν α εξ α ιρ ετ ικ ό κ ε ίμ ε ν ο , γρ α μ μ έν ο κ α τ ά τ η ν π ερ ίο δ ο τηι
α π ομ όνω σ η ς του, ο L o u is A lth u s s e r δ ια βά ζει το ν M a c h ia v e lh κ α ι θ έτει το π ο λ ύ ε ύ λ ο γ ο ερώ τημ α, ε ά ν ο Ηγεμόνας π ρ έπ ει να θεω ρη θεί ω ς ε π α ν α σ τ α τ ικ ό π ο λιτικ ό μ α ν ιφ έσ τ ο .1 Γ ια να απαν* τη σ ει σ το ερ ώ τη μ α , ο A lth u s s e r π ρ ο σ π α θ εί κ α τ α ρ χ ά ς να ορίσει τη «μ ορφ ή του μ α νιφ έσ το υ » ως ιδ ια ίτερο υ κ ε ιμ ε ν ικ ο υ είδους, σ υ γκ ρ ίνο ντα ς τα χα ρ α κ τ η ρ ισ τ ικ ά του Ηγεμόνα μ ε εκ είν α τοί
κ α τ εξ ο χ ή ν π ο λιτικ ο ύ μ α νιφ έσ του, του Μανιφέστου του Κομμούς νιστικού Κόμματος του M a r x και το υ E n g e ls. Μ ε τ α ξ ύ τω ν S0i αυτώ ν κ ειμ έν ω ν β ρ ίσ κ ει μ ια ν α να μ φ ισ β ήτη τη δ ο μ ικ ή ομηόττβ τα. Κ α ι σ τα δύο η μ ορφ ή τ η ς επ ιχ ε ιρ η μ α τ ο λ ο γία ς α π οτελείτϋέ α π ό «ένα ν α π ο λύ τω ς ιδιά ζοντα μ η χ α νισ μ ό [ d i s p o s itif ] ο οποίας κ α θιερ ώ νει ε ιδ ικ έ ς σ χ έ σ εις μετα ξύ του λ ό γ ο υ κα ι του “αντικεα μ έ ν ο υ ” του κ α ι μ ετ α ξ ύ του λό γο υ κ α ι του “υ π ο κ ε ιμ έ ν ο υ ” τ ο υ ί
ΑίΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
101
(σ. 55). Σ ε κ ά θ ε π ερ ίπ τω σ η ο π ο λ ιτ ικ ό ς λ ό γ ο ς γεν νά τ α ι α π ό την π α ρ α γ ω γ ικ ή σ χ έ σ η μ ε τ α ξ ύ υ π ο κ ειμ ένο υ κ α ι α ντικ ειμ ένο υ , α π ό το γ ε γ ο ν ό ς ότι η ε ν λ ό γ ω σ χ έ σ η σ υνισ τά α υτή κα θα υτή τη σ κοπ ιά τω ν r e s g e s ta e , μ ια ς α υ το σ υ γκ ρ ο το ό μ ενη ς σ υ λ λ ο γ ικ ή ς δράσης που κ α τ α τ ε ίν ε ι σ το σ τ ό χ ο της. Κ ο ν τ ο λ ο γ ίς , σαφώ ς έξω από κ ά θ ε π αράδοση π ο λ ιτ ικ ή ς ε π ισ τ ή μ η ς (ε ίτ ε σ τ η ν κ λ α σ ικ ή μορφή της, η ο π ο ία ο υ σ ια σ τικ ά α φ ορ ούσ ε τ η ν α νά λ υ σ η τω ν μορφών δια κυβ έρ νη σ η ς, ε ίτ ε σ τη σ ύ γχ ρ ο ν η , που ισοδύνα μ οί μ ε μ ια επ ισ τ ή μ η τη ς δ ια χείρ ισ η ς), τα μ α ν ιφ έσ τ α του M a c h ia v e lli και τω ν M a r x κ α ι E n g e ls ορίζουν το π ο λ ιτ ικ ό ω ς τ η ν κίνη σ η του π λή θους κ α ι ορίζουν το σ τό χ ο ως τη ν α υ τ ο π α ρ α γω γή του υποκειμ ένου. Ε δώ έ χ ο υ μ ε μ ια υ λ ισ τ ικ ή τ ε λ εο λ ο γ ία . Π α ρά τ η ν π α ρ α π ά νω σ η μ α ν τ ικ ή ο μ ο ιό τ η τ α , σ υ ν ε χ ίζ ε ι ο A lth u sse r, οι δια φ ορές τω ν δύο μ α ν ιφ έσ τ ω ν είνα ι σ η μ α ντικ ές. Η π ρ ω τα ρχική διαφορά σ υνίσ τα τα ι σ το γ ε γ ο ν ό ς ότι, ενώ σ το κείμ ενο του M a r x κ α ι του E n g e ls τ ο υ π ο κ είμ ενο π ο υ ορίζει τ η ν οπτική γω νία του κ ειμ έν ο υ (το νεω τερ ικ ό π ρ ο λ ετ α ρ ιά τ ο ) κ α ι το α ντικ είμ ενο (το κ ο μ μ ο υ νισ τικ ό κ ό μ μ α κ α ι ο κ ο μ μ ο υ νισ μ ό ς) νο ούνται ω ς τα υ τοχρ όνω ς π α ρόντα , ούτω ς ώ σ τε η α ύξουσα ο ρ γά νωση του πρώ του να σ υ ν ε π ά γ ετ α ι ά μ εσ α τ η δ η μ ιο υ ρ γία του δεύτερου, σ το μ α κ ια β ε λ λ ικ ό σ χ έ δ ιο υ π ά ρ χει μ ια α να π ό φ ευ κ τη α πόσταση μ ετ α ξ ύ του υ π ο κ ειμ ένο υ (του π λή θ ο υ ς) κ α ι του α ντ ι κ ειμ ένο υ (του Η γ ε μ ό ν α κ α ι του ελεύθ ερ ο υ κρά τους). Η α π ό σταση α υτή ο δ η γ ε ί το ν M a c h ia v e lli σ το ν Ηγεμόνα να α να ζη τήσει ένα ν δ η μ ο κ ρ α τικ ό μ η χ α ν ισ μ ό , ικ α νό να σ υνδ έσ ει το υπο κ είμ ενο μ ε το α ντικ είμ ενο . Μ ε ά λ λ α λ ό γ ια , ενώ το μ α νιφ έσ το του M a r x κ α ι του E n g e ls χ α ρ ά σ σ ει μ ια γ ρ α μ μ ικ ή κ α ι α να γ κ α ία α ιτιότη τα , το μ α κ ια β ε λ λ ικ ό κ ε ίμ ε ν ο π ρ ο τείνει μ ά λ λ ο ν ένα σ χ έ διο κα ι μ ια ουτοπία. Ο A lth u s s e r π α ρ α δ έχ ετ α ι τ ε λ ικ ά ότι κα ι τα δύο κ ε ίμ ε ν α εφ α ρμ όζουν κ α τ ’ ουσίαν τη θεω ρη τική π ρ ότα σ η στο ε π ίπ ε δ ο τη ς πράξεω ς· κ α ι τα δύο π ρ οϋπ οθ έτο υν το παρόν ως κ ε ν ό γ ια το μ έ λ λ ο ν , « v id e p o u r l e fu tu r» (σ. 62), κα ι σ ε α υ τόν τον α νο ιχ τ ό χ ώ ρ ο κα θιερώ νουν μ ια ε μ μ ε ν ή π ρά ξη του υ π ο κ ειμ ένου η οπ οία σ υνισ τά μ ια ν έα σ τά σ η του Ε ίνα ι. Ε ίνα ι α υτή η ε κ λ ο γ ή του π εδίου τη ς εμ μ έ ν ε ια ς , εντο ύτο ις,
102
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
α ρ κ ετή γ ια να ορίσει μ ια μ ορφ ή του μ α νιφ έσ το υ που θα α π ο τ ε λ ο ύ σ ε ένα ν τρ όπ ο π ο λ ιτ ικ ο ύ λ ό γ ο υ κ α τ ά λ λ η λ ο γ ια το ε π α ν α σ τ α τη μ έν ο υπ ο κ είμ ενο τη ς μ ετα νεω τερ ικ ό τη τα ς ; Η μ ε τ α ν ε ω τ ε ρ ικ ή κ α τά σ τα σ η είνα ι εξόχω ς παράδοξη, ό τα ν θεω ρηθεί α π ό τη β ιο π ο λ ιτ ικ η σ κ ο π ιά -ν ο ο ύ μ ε ν η , δ η λα δ ή , ω ς έν α σ υ ν ε χ ές κ ύ κ λ ω μ α ζω ής, π α ρ α γ ω γ ή ς κ α ι π ο λ ιτ ικ ή ς , π ο υ κ υ ρ ια ρ χείτα ι σ ε π α γ κ ό σ μ ιο ε π ίπ ε δ ο α π ό το ν κ εφ α λ α ιο κ ρ α τ ικ ό τρ ό π ο π α ρ α γω γή ς . Α φ ’ ενός, σ ε α υ τή ν τ η ν κ α τά σ τα σ η ό λ ε ς οι δ υ νά μ εις τ η ς κ οινω νία ς τ είν ο υ ν να ε ν ερ γο π ο ιο ύ ντ α ι ως π α ρ α γ ω γ ικ έ ς δυνά μ ε ις · α φ ’ ετέρ ο υ , όμω ς, α υ τ ές οι ίδ ιες δυνά μ εις υπ ο τά σ σ ο ντα ι σ ε μ ια π α γ κ ό σ μ ια κυ ρια ρ χία , η ο π ο ία γ ίν ε τ α ι σ υ νεχ ώ ς π ω α φ η ρη μ έ ν η κ α ι έ τ σ ι δ εν μ π ο ρ ε ί να σ υ λ λ ά β ε ι τ η ν έννο ια τω ν μ η χ α ν ι σμ ώ ν τ η ς α να π α ρ α γ ω γ ή ς τ η ς ζω ής. Σ τ η μ ε τ α ν εω τ ερ ικ ό τ η τ α , το « τ έ λ ο ς τ η ς ιστορίας» ουσ ια σ τικ ά ε π ιβ ά λ λ ε τ α ι, μ ε τ έ τ ο ιο τρ όπ ο όμως, που, τα υ τό χρ ο να κ α ι παραδόξω ς, ό λ ε ς οι δ υ νά μ εις τη ς α ν θρ ω π ότη τα ς κ α λο ύ ντα ι να σ υ μ β ά λο υ ν σ τ η ν π λ α ν η τ ικ ή α να π α ρ α γ ω γ ή τ η ς ερ γα σ ία ς, τ η ς κ οινω νία ς κ α ι τ η ς ζωής. Σ ε α υ τό το π λα ίσ ιο, η π ο λ ιτ ικ ή (ότα ν νοείτα ι ω ς δ ιο ίκ η σ η κ α ι μ ά ν α τ ζ μ εν τ ) χ ά ν ε ι ό λη τ η ς τη διαφ άνεια. Μ έ σ α α π ό τις θ εσ μ ικ ές δ ια δ ικ α σ ίες τη ς κ α νονικ οπ οίη σ η ς, η εξουσ ία σ υ γ κ α λ ύ π τ ε ι μ ά λ λ ο ν παρά α π ο κ α λ ύ π τ ε ι κα ι δ ιερ μ η νεύ ει τ ις σ χ έ σ ε ις που δ ιέπ ο υ ν τον έ λ ε γ χ ο που α σ κ ε ί σ τη ν κοινω νία κα ι τη ζωή. Π ώ ς μ π ο ρ ε ί ένα ς ε π α ν α σ τ α τ ικ ό ς π ο λ ιτ ικ ό ς λ ό γ ο ς να ε π α ν ε ν ε ρ γ ο π ο ιη θ ε ί σ ε α υτή τη ν κ α τά σ τα σ η ; Π ώ ς μ π ο ρ ε ί να κερ δ ίσ ει μ ια νέα σ υνο χή κ α ι να π λη ρ ώ σ ει κ ά π ο ιο ε ν δ ε χ ό μ εν ο μ α ν ιφ έσ τ ο μ ε μ ια ν έα υ λ ισ τ ικ ή τ ε λ ε ο λ ο γ ία ; Π ώ ς μ π ο ρ ο ύ μ ε να κ α τ α σ κ ευ ά σ ουμ ε ένα ν μ η χ α ν ισ μ ό γ ια να π ρ ο σ ε γ γ ίσ ο υ μ ε το υ π ο κ είμ ενο (το π λή θ ο ς ) μ ε το α ντ ικ είμ ενο (τη ν κ ο σ μ ο π ο λ ιτ ικ ή α π ελ ευ θ έρ ω σ η ) σ το π λα ίσ ιο τη ς μ ετα νεω τερ ικ ό τη τα ς ; Ο π ω σ δ ή π ο τε, δ εν μ π ο ρ ε ί κ α νείς να ε π ιτ ύ χ ε ι κά τι τέτο ιο , α κ ό μ η κ ι ό τα ν δ έ χ ε τ α ι α π ό λ υ τα το ε π ιχ ε ίρ η μ α του π εδίου τη ς εμ μ έν εια ς , α π λ ώ ς καα μ ό νο α κολουθώ ντα ς τ ις υπ οδ είξεις που π ροσ φ έρει το μ α ν ιφ έσ τ ο του M a r x κ α ι του E n g els. Σ τ η ν ψ υχρή α τα ραξία τ η ς μ ετ α ν εω τ ερ ι κ ό τη τα ς, εκ ε ίν ο που ο M a r x και ο E n g e ls θεώ ρησαν ω ς σ υμ -
παρουσία του π α ρ α γω γικ ο ύ υ π ο κ ειμ ένο υ κα ι τ η ς δ ια δ ικ α σ ία ς ί
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
103
της α π ελευ θ έρ ω σ η ς είνα ι ολω σ διόλου α διανόη το. Κ α ι όμω ς, α π ό τη μ ετα νεω τερ ικ ή σ κ ο π ιά μ α ς οι όροι του μ α κ ια β ε λ λ ικ ο υ μ α ν ι φέστου μ ο ιά ζει να α π ο κ τ ο ύ ν ν έ α επ ικ α ιρ ό τη τα . Υ π ερ β ά λλο ντα ς λ ίγ ο ως προς τ η ν α ν α λ ο γ ία μ ε το ν M a c h ia v e lli, θα μ π ο ρ ο ύσ α μ ε να θ έσ ουμ ε το π ρ ό β λη μ α ως εξής: Π ώ ς μ π ο ρ ε ί να β ρ ει ένα κέντρο η π α ρ α γ ω γ ικ ή ερ γα σ ία π ου είνα ι κ α τ εσ π α ρ μ έν η σ ε π ο ι κίλα δ ίκ τυ α ; Π ώ ς μ π ο ρ ε ί η υ λ ικ ή κ α ι ά υ λη π α ρ α γ ω γ ή του νοός και του σώ μ α τος τω ν π ο λ λ ώ ν να οικ οδ ομ ή σ ει μ ια κ ο ινή λ ο γικ ή κ α ι κα τεύθ υνσ η , ή, μ ά λ λ ο ν , π ώ ς μ π ο ρ ε ί να β ρ ει το ν η γ ε μόνα τη ς η π ρ οσ π ά θεια γεφ ύρ ω σ η ς τ η ς α π ό σ τα σ η ς π ο υ χ ω ρ ίζει το σ χ η μ α τ ισ μ ό του π λ ή θ ο υ ς α π ό τη σ υ γκ ρ ό τ η σ η εν ό ς δ η μ ο κρατικού π ο λ ιτ ικ ο ύ μ η χα νισ μ ο ύ ; Α υ τ ή η α να λ ο γ ία , εντούτοις, α π ο δ εικ νύ ετα ι σ το τ έ λ ο ς α ν ε παρκής. Π α ρ α μ ένει σ το ν η γ ε μ ό ν α του M a c h ia v e lli μ ια ο υτο π ι κή συνθήκη η οπ οία α π ο μ α κ ρ υ νει τ ο σ χ έ δ ιο α π ό το υ π ο κ είμ ε νο και η οποία , π α ρ ά τη ρ ιζικ ή ε μ μ έ ν ε ια τ η ς μ εθόδ ου, ε μ π ι στεύεται τ η ν π ο λ ιτ ικ ή λ ε ιτ ο υ ρ γ ία σ ε έ ν α υψ η λό τερ ο επ ίπ εδ ο . Α ντιθέτω ς, ο π ο ια δ ή π ο τε μ ε τ α ν εω τ ερ ικ ή α π ελευ θ έρ ω σ η π ρ έ π ε ι να ε π ιτ ε υ χ θ ε ί σ το π λα ίσ ιο α υτού του κόσμ ου, σ το ε π ίπ ε δ ο τη ς εμ μ ένεια ς, χ ω ρ ίς κ α μ ία δ υ ν α τ ό τ η τ α ο π ο ιο υ δ ή π ο τ ε ο υ το π ικ ο ύ έξω. Η μ ορφ ή μ ε τ η ν οπ οία π ρ έ π ε ι να ε κ φ ρ α σ τ ε ί το π ο λ ιτ ικ ό ως υ π ο κ ειμ ενικ ό τ η τ α σ ή μ ερα δ εν είνα ι κα θό λο υ σαφής. Μ ια λ ύ ση σ ’ α υτό το π ρ ό β λη μ α θα έ π ρ ε π ε να π ρ ο σ ε γ γ ίσ ε ι π ερ ισ σ ό τε ρο το υπ ο κ είμ ενο μ ε το α ν τ ικ είμ ενο του σ χ εδ ίο υ, να τα τ ο π ο θετήσει σ ε μ ια σ χ έ σ η ε μ μ έ ν ε ια ς α κ ό μ η β α θ ύτερ η α π ό εκ ε ίν η που π έ τ υ χ α ν ο M a c h ia v e lli ή ο M a r x και ο E n g e ls, μ ε ά λ λ α λ ό για , να τα το π ο θ ετή σ ει σ ε μ ια δια δ ικ α σ ία α υ το π α ρ α γω γή ς . Ίσω ς χ ρ ειά ζετ α ι να επ α νεφ εύ ρ ο υ μ ε τ η ν έννο ια τ η ς υ λισ τικ ή ς τ ε λ εο λ ο γ ία ς που δ ια τύπ ω σ ε ο S p in o z a σ τη χ α ρ α υ γ ή τ η ς νεω τερικότητας, ότα ν υπ ο σ τή ρ ιξε ότι ο π ρ ο φ ή τη ς π α ρ ά γ ε ι τ ο λ α ό του.2 Ίσω ς μ α ζ ί μ ε τον S p in o z a π ρ έ π ε ι να α να γνω ρ ίσ ο υ μ ε τη ν προφ η τική επ ιθ υ μ ία ως α κ α τ α μ ά χ η τ η , κ α ι τόσο π ερ ισ σ ό τερο ισχυρή, όσο π ερ ισ σ ότερο τα υ τίζετα ι μ ε το π λή θος. Λ εν είνα ι κ α θόλου αυτονόητο ότι α υτή η π ρ ο φ η τικ ή λ ε ιτ ο υ ρ γ ία μ π ο ρ ε ί να α ντα π ο κ ρ ιθ εί α π ο τ ε λ ε σ μ α τ ικ ά σ τις π ο λ ιτ ικ έ ς μ α ς α ν ά γ κ ε ς κα ι
104
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGR
να υ π ο σ τη ρ ίξει έ ν α π ο λ ιτ ικ ό μ α ν ιφ έ σ τ ο τ η ς μ ε τ α ν ε ω τ ε ρ ικ ή ι επ α ν ά σ τ α σ η ς ενα ντίο ν τ η ς Α υτο κ ρ α το ρία ς, όμω ς ο ρ ισ μ ένες ανα λ ό γ ιε ς κ α ι π α ρ ά δοξες σ υ μ π τώ σ εις φ α ίνοντα ι ό ντω ς ε κ π λ η κ τ ι κ ές . Λ ό γ ο υ χ ά ρ ιν , ενώ ο M a c h ia v e lli υπ ο σ τη ρ ίζει ότι
το σ χεδ υ
ο ικ οδ όμ η σ η ς μ ια ς ν έα ς κ οινω νία ς ε κ τω ν κά τω α π α ιτ ε ί «όπλα, κ α ι « χρ ή μ α » κ α ι ε π ιμ έ ν ε ι ότι π ρ έ π ε ι να τα α να ζη τή σ ο υ μ ε έξω ο S p in o z a α π α ντά : Μ α μ ή π ω ς δ εν τ α κ α τ έ χ ο υ μ ε ήδη; Μ ή π ω τ α ό π λ α π ου χ ρ ειά ζο ντα ι δ εν εδ ρ εύο υν α κρ ιβ ώ ς μ έ σ α σ τη δημι ο υρ γικ ή κ α ι π ρ ο φ η τικ ή δύνα μ η του π λή θο υς; Ίσω ς κ α ι εμείζ το π ο θ ετώ ντα ς εα υ το ύ ς μ έ σ α σ τ η ν επ α ν α σ τ α τ ικ ή επ ιθ υ μ ία τη, νεω τερ ικ ότη τα ς, μ π ο ρ ο ύ μ ε μ ε τ η σ ειρά μ α ς να α π α ντή σουμ ε Μ α , μ ή π ω ς δ εν δ ια θ έτο υ μ ε ή δη τ α « ό π λα » κ α ι το « χρ ή μ α » π ο χρ ειά ζο ντα ι; Τ ο είδος του χ ρ ή μ α τ ο ς π ο υ ο M a c h ia v e lli ε π ιμ έ νει ότι είνα ι α π α ρ α ίτη το ίσω ς εδ ρ εύει ό ντω ς σ τ η ν π α ρ α γω γικ ό τ η τ α του π λή θου ς, του ά μ εσ ου π α ρ ά γο ν τ α τη ς β ιο π ο λ ιτ ικ ή ς πα ρ α γ ω γ ή ς κ α ι α να π α ρ α γω γή ς. Τ ο ε ίδ ο ς τω ν ό π λω ν π ο υ α παι τούνται ίσω ς π ε ρ ιέ χ ε τ α ι σ τη δυνα τό τη τα του π λή θ ο υ ς να σαμ
π οτά ρει κ α ι να κ α τα σ τρ έψ ει μ ε τη δ ικ ή του π α ρ α γ ω γ ικ ή δόνα μ η τ η ν π α ρ α σ ιτικ ή τά ξη του μ ετα ν εω τ ερ ικ ο υ π ρ ο σ τά γμ α το ς. Σ ή μ ερ α ένα μ α νιφ έσ το , έ ν α ς π ο λ ιτ ικ ό ς λ ό γ ο ς , π ρ έ π ε ι να φι λ ο δ ο ξ ε ί να ε κ π λ η ρ ώ σ ε ι μ ια σ π ιν ο ζ ικ ή π ρ ο φ η τ ικ ή α π ο σ το λή τ η ν α π ο σ τ ο λ ή μ ια ς εμ μ ενο ύ ς ε π ιθ υ μ ία ς η οπ οία οργα νώ νει τ π λή θος. Α ε ν υ π ά ρ χει ε ν τελεί εδώ κ α ν έ ν α ς ντετ ερ μ ιν ισ μ ό ς ή ον τοπ ία : π ρ ό κ ειτα ι μ ά λ λ ο ν γ ια ένα ρ ιζ ο σ π α σ τ ικ ό α ντ ίπ α λ ο δέοι θ εμ ελιω μ ένο ο ν τ ο λ ο γ ικ ά ό χ ι σ ε κ ά π ο ιο « v id e p o u r l e fu tu r α λ λ ά σ τη ν π ρ α γμ α τ ικ ή δ ρ α σ τη ρ ιό τη τα του π λή θους, τη δημι ουρ γία του, τ η ν π α ρ α γ ω γ ή κ α ι τ η δ ύνα μ ή το υ - μ ια υ λ ισ τ ικ τ ε λ εο λ ο γ ία .
ΜΕΡΟΣ
ΔΕΥΤΕΡΟ
ΜΟΡΦΕΣ ΜΕΤΑΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑΣ
2.1 ΔΥΟ Ε Υ Ρ Ω Π Ε Σ , ΔΥΟ Ν Ε Ω Τ Ε Ρ Ι Κ Ο Τ Η Τ Ε Σ
Είτε βεβαιώσεις το αλάθητο και συναγάγεις από αυτό την κυριαρχία είτε προϋποθέσεις την κυριαρχία και εξαγάγεις από αυτήν το αλάθητο, είσαι όπως και να ’χει αναγκασμέ νος να αναγνωρίσεις και να εγκρίνεις μιαν απόλυτη εξουσία. Και το ίδιο αποτέλεσμα επιβάλλεται είτε μέσω της κατα πίεσης των κυβερνήσεων είτε μέσω της λογικής των φιλο σόφων, είτε θεωρήσεις κυρίαρχο το λαό είτε το βασιλιά.
F rancois Guizot
Στη Βιέννη των αρχών του 20ού αιώνα, όπου διαδραματίζεται το μυθιστόρημα του Robert Muzil Ο ά νθρω π ος χ ω ρ ίς ιδ ιό τη τες, ο κόμης Λάινσντορφ, ένας πεφωτισμένος αριστοκράτης, ξε διαλύνει τις περιπλοκές της νεωτερικότητας, στέκει όμως αμή χανος μπροστά σε ένα κεντρικό παράδοξο. «Αυτό που εξακο λουθώ να μην καταλαβαίνω», λέει, «είναι το εξής: Ό τι το “αγα πάτε αλλήλους” είναι καλό και ότι η κυβέρνηση χρειάζεται μια ισχυρά χείρα για να το επιβάλει, είναι ανέκαθεν γνωστό- γιατί λοιπόν ξαφνικά να λένε “είτε το ένα είτε το άλλο”-,»1 Για τους φιλανθρώπους του κόσμου του Muzil υπάρχει μια σύγκρουση στην καρδιά της νεωτερικότητας ανάμεσα, αφ’ ενός μεν στις εμμενείς δυνάμεις της επιθυμίας και της συναναστροφής, και
106
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
αφ’ ετέρου την ισχυρά χείρα μιας εξουσίας η οποία δεσπόζει των πάντων, επιβάλλοντας και εφαρμόζοντας μια τάξη στο κοι νωνικό πεδίο. Αυτή η ένταση αναμενόταν να αρθεί, ή τουλάχι στον να διαμεσολαβηθεί, από την κυριαρχία του κράτους, και όμως επανεμφανίζεται διαρκώς, καλώντας μας να προκρίνουμε είτε το ένα είτε το άλλο: ελευθερία ή δουλεία, απελευθέρωση της επιθυμίας ή καθυπόταξή της. Ο κόμης Λάινσντορφ εντοπί ζει ευκρινώς μιαν αντίφαση η οποία διαποτίζει την ευρωπαϊκή νεωτερικότητα και εδρεύει στον πυρήνα της έννοιας που έδωσε αυτή στην κυριαρχία. Η ιχνηλάτηση της μορφής που λαμβάνει η έννοια της κυ ριαρχίας μέσα από τις ποικίλες εξελίξεις της νεότερης ευρω παϊκής φιλοσοφίας θα μας επιτρέψει να αντιληφθούμε ότι η Ευ ρώπη και η νεωτερικότητα δεν είναι ούτε ενιαίες ούτε ειρηνι κές κατασκευές, αλλά μάλλον χαρακτηρίζονταν εξαρχής από τη διαπάλη, τη σύγκρουση και την κρίση. Διακρίνουμε τρεις στιγμές στη συγκρότηση της ευρωπαϊκής νεωτερικότητας: πρώτον, την επαναστατική ανακάλυψη του επιπέδου της εμμένειας· δεύτερον, την αντίδραση εναντίον αυτών των εμμενών δυ νάμεων και την κρίση στη μορφή που λαμβάνει η εξουσία· και τρίτον, τη μερική και προσωρινή άρση αυτής της κρίσεως με το σχηματισμό του νεότερου κράτους ως τόπ ου κυριαρχίας ο οποίος . υπερβαίνει και διαμεσολαβεί το επίπεδο των εμμενών δυνάμεων. Στη διάρκεια αυτής της πορείας, αυτή καθαυτήν η ευρωπαϊκή νεωτερικότητα γίνεται ολοένα πιο αδιαχώριστη από την αρχή της κυριαρχίας. Και όμως, όπως θρηνεί ο κόμης Λάινσντορφ, . ακόμη και στο ζενίθ της νεωτερικότητας, η αρχική ένταση γ ί-' νεται διαρκώς αισθητή, με όλη τη σφοδρότητά της. Η νεωτερική κυριαρχία είναι έννοια ευρωπαϊκή, υπό την έν νοια ότι αναπτύχθηκε καταρχάς στην Ευρώπη, σε συνδυασμό με την εξέλιξη αυτής καθαυτήν της νεωτερικότητας. Ηί έννοια αυτή λειτούργησε ως ακρογωνιαίος λίθος για την οικοδόμηση του ευρωκεντρισμού. Μολονότι όμως εκπορεύτηκε από την Ευ- , ρώπη, η έννοια της νεωτερικής κυριαρχίας εν πολλοίς γεννήθη-ΐ κε και εξελίχθηκε μέσα από τη σχέση της Ευρώπης με το έξω!
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
107
της, ιδιαίτερα δε μέσα από το αποικιακό σχέδιο της Ευρώπης και την αντίσταση που προέβαλαν σε αυτό οι γηγενείς πληθυ σμοί των αποικιών. Η νεωτερική κυριαρχία αναδυθηκε λοιπόν ως η έννοια της ευρωπαϊκής αντίδρασης και κυριάρχησης τόσο εντός όσο και εκτός των ευρωπαϊκών συνόρων. Πρόκειται για δύο συνεκτεινόμενες και συμπληρωματικές όψεις μιας και της αυτής εξέλιξης: κυριάρχηση στο εσωτερικό της Ευρώπης και ευρωπαϊκή κυριάρχηση στον υπόλοιπο κόσμο.
Το επαναστατικό επίπεδο της εμμένειας Όλα ξεκίνησαν από μια επανάσταση. Στην Ευρώπη, μεταξύ του 1200 και του 1600, σε αποστάσεις που μόνο οι έμποροι και οι οργανωμένοι στρατοί μπορούσαν να διασχίσουν και μόνο η εφεύρεση της τυπογραφίας έμελλε να τις γεφυρώσει αργότερα, συνέβη κάτι μοναδικό. Οι άνθρωποι διακήρυξαν εαυτούς κυρί ους του βίου τους, παραγωγούς πόλεων και ιστορίας και εφευ ρέτες ουρανίων. Κληρονόμησαν μια δυαρχική συνείδηση, μια ιε ραρχική θέαση της κοινωνίας και μια μεταφυσική αντίληψη της επιστήμης· και κληροδότησαν στις μέλλουσες γενεές μια πειραματική ιδέα της επιστήμης, μια συντακτική αντίληψη της ιστορίας και των πόλεων, και έθεσαν το Είναι ως εμμενές πε δίο γνώσης και δράσης. Ο στοχασμός αυτής της αρχικής πε ριόδου, γεννημένος ταυτόχρονα στην πολιτική, την επιστήμη, την τέχνη, τη φιλοσοφία και τη θεολογία, καταδεικνύει τη ριζοσπαστικότητα των δυνάμεων που ενεργοποιούνται κατά την εποχή της νεωτερικότητας. Συχνά υποστηρίζεται ότι οι απαρχές της ευρωπαϊκής νεωτε ρικότητας εκπηγάζουν από μια διαδικασία εκκοσμίκευσης, η οποία αρνήθηκε τη θεϊκή και υπερβατική αυθεντία πάνω στα εγκόσμια. Η διαδικασία αυτή ήταν αναμφίβολα σημαντική, φρονούμε όμως ότι, στην πραγματικότητα, ήταν απλώς ένα σύμ πτωμα του πρωταρχικού γεγονότος της νεωτερικότητας: της κατάφασης των δυνάμεων του κόσμου ετούτου, της ανακάλυψης του επιπέδου της εμμένειας. «Omne ens habet aliquod esse
108
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGljj
proprium» -κάθε οντότητα έχει μια μοναδική ουσία.2 Η από φανση αυτή του D uns Scotus ανατρέπει τη μεσαιωνική αντί ληψη για το Είναι ως αντικείμενο αναλογικής, και άρα δυαρ χικής κατηγόρησης, ως ένα Είναι που με το ένα πόδι πατάί σε αυτόν τον κόσμο και με το άλλο σε μια υπερβατική σφαίρο Βρισκόμαστε στις αρχές του 14ου αιώνα, στην καρδιά των ανα ταραχών που συγκλόνισαν τον Μεσαίωνα. Ο Duns Scotus λ®| στους συγχρόνους του ότι η σύγχυση και η παρακμή των κα| ρών μπορεί να θεραπευτεί μόνο με την εκ νέου επικέντρωσί του στοχασμού στη μοναδικότητα του Είναι. Αυτή η μοναδικό τητα δεν είναι εφήμερη ούτε τυχαία, αλλά οντολογική. Η ισ χ| αυτής της απόφανσης και οι επιπτώσεις της στη σκέψη της λΙ ριόδου φάνηκαν καθαρά από την αντίδραση του Dante Alighil ri, χιλιάδες μίλια μακριά από τον βρετανικό Βορρά του D Scotus. Αυτό το ενικό Είναι είναι ισχυρό, έγραψε ο Dante, τά το ότι είναι η ορμή που πραγματώνει «totam potent! intellectus possibilis» -όλη τη δύναμη της δυνατής διάνοι Στη γενέθλια σκηνή τη ς ευρωπαϊκής νεωτερικότητας η ανθ| πότητα ανακάλυψε τη δύναμή της μέσα στον κόσμο και εν μάτωσε αυτό το μεγαλείο της σε μια νέα συνείδηση Λόγου δυνατότητας. Τον 15ο αιώνα, μια πλειάδα συγγραφέων κατέδειξαν τη q νεκτικότητα και την επαναστατική πρωτοτυπία της νέας, εμμ νούς οντολογικής γνώσης. Ας αναφέρουμε τρεις μόνον, αντιπρ σωπευτικές φωνές. Πρώτον, τον Nikolaus Kuzanus: «Ο συΐ γισμός είναι μια κίνηση του πνεύματος από το q u ia e s t q u id e s t και εφόσον το q u id e s t απέχει άπειρα από το φ e s t, μια τέτοια κίνηση δεν πρόκειται ποτέ να καταλήξει σε τέλος. Και είναι μια εξαιρετικά ευάρεστη κίνηση, αφού πρόκί ται για την ίδια τη ζωή της διάνοιας· από αυτό το γεγονός τέτοια κίνηση βρίσκει ευχαρίστηση, αφού η ενέργεια τη ί κί"ί σης δεν γεννά κόπω ση, αλλά μάλλον φως και θερμότητα Δεύτερο, τον Pico d e lla Mirandola: «Όταν εννοείτε τον ως ζωντανό και γιγνώσκον ον, βεβαιωθείτε προπάντων ότι τή η γνώση και αυτή η ζωή νοούνται ως απαλλαγμένες
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
109
κάθε ατέλεια. Σκεφτείτε μια γνώση που γνωρίζει τα πάντα ανεξαιρέτως με τον πιο τέλειο τρόπο· και προσθέστε επίσης ότι ο γιγνώσκων γνωρίζει τα πάντα αφ’ εαυτού, οπότε δεν υπάρχει ανάγκη να αναζητήσει τη γνώση έξω από τον εαυτό του, γεγο νός το οποίο θα τον καθιστούσε ατελή.»5 Με αυτόν τον τρόπο ο Pico della M irandola, αντί να εννοήσει έναν απόμακρο, υπερβατικό Θεό, μετατρέπει τον ανθρώπινο νου σε θεϊκή μη χανή γνώσης. Τέλος, τον Bovillus: «Αυτός που ήταν εκ φύσεως απλώς άνθρωπος [homo] γίνεται, μέσω της αφειδούς συμβο λής της τέχνης, διπλά άνθρωπος, δηλαδή homohomo.»6 Μέσα από τις δικές της ισχυρές τέχνες και πρακτικές, η ανθρωπότη τα εμπλουτίζεται και διπλασιάζεται: homohomo, η ανθρωπότη τα στο τετράγωνο. Σε αυτή την πρώτη αρχή της νεωτερικότητας, λοιπόν, η γνώση μεταπήδησε από το υπερβατικό επίπεδο στο εμμενές, και συνακόλουθα αυτή η ανθρώπινη γνώση έγινε ένα πράττειν, μια πρακτική μετασχηματισμού της φύσης. Ο S ir Francis Bacon οραματίστηκε έναν κόσμο όπου «ό,τι έχει ανακαλυφθεί στις τέχνες και τις επιστήμες μπορεί πλέον να αναδιοργανωθεί διαμέσου της χρήσεως, του στοχασμού, της παρατήρησης, της τεκμηρίωσης... γιατί καλό είναι να πραγματεύεται κανείς τις πιο απόμακρες πραγματικότητες και τα απόκρυφα μυστικά της φύσης υιοθετώντας μια καλύτερη χρήση και μια τελειότερη τε χνική του νου και της διάνοιας».7 Στο ίδιο πλαίσιο, ο Galileo Galilei υποστηρίζει (και μ’ αυτόν θα κλείσουμε ετούτο τον κύ κλο de dignitate hominis) ότι έχουμε τη δυνατότητα να συνα γωνιστούμε τη θεία γνώση: Δεχόμενος ότι η ανθρώπινη αντιληπτική ικανότητα είναι εντατική, στο βαθμό που ο όρος αυτός συγκομίζει εντατι κά, δηλαδή σε τέλειο βαθμό, πλήθος προτάσεις, λέω ότι η ανθρώπινη διάνοια κατανοεί ορισμένα πράγματα σε τόσο τέλειο βαθμό και είναι τόσο απόλυτα βέβαιη γι’ αυτά, ώστε αποβαίνει εφάμιλλη της αντιληπτικής ικανότητας που διαθέτει η ίδια η φύση ως προς αυτά- στα πράγματα
110
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
αυτά περιλαμβάνονται οι καθαρές μαθηματικές επιστήμες, δηλαδή η γεωμετρία και η αριθμητική, σχετικά με τις οποίες η θεία διάνοια γνωρίζει απείρως περισσότερες προ τάσεις εφόσον τις γνωρίζει όλες, όσον όμως αφορά εκείνες; τις λίγες που μπορεί να κατανοήσει η ανθρώπινη διάνοια,.; πιστεύω ότι η γνώση της είναι εφάμιλλη της θείας γνώ- * σης, ως προς την αντικειμενική της βεβαιότητα.8
Το επαναστατικό σε όλη αυτή τη σειρά των φιλοσοφικών εξελίξεων που εκτείνονται από τον 13ο έως τον 16ο αιώνα, εί ναι ότι οι δυνάμεις της δημιουργίας που προηγουμένως- είχαν; εναποτεθεί αποκλειστικά στους ουρανούς επιστρέφουν τώρα στη , γη. Αυτή είναι η ανακάλυψη της πληρότητας του επιπέδου της | εμμένειας. ] Όπως στη φιλοσοφία και την επιστήμη, έτσι και στην πο-1 λιτική, η ανθρωπότητα επανιδιοποιήθηκε σε αυτή την πρώιμη * περίοδο της νεωτερικότητας εκείνο που της είχε αφαιρέσει η μεσαιωνική υπερβατικότητα. Σε διάστημα τριών ή τεσσάρων * αιώνων, η διαδικασία επανίδρυσης της αυθεντίας πάνω στη βά- < ση ενός ανθρώπινου καθολικού και μέσα από τη δράση του πλή- { θους των μοναδικοτήτων ολοκληρώθηκε με μεγάλη ορμητικό τατα, εν μέσω φρικτών τραγωδιών και ηρωικών κατακτήσεων. Ο William του Όκκαμ, επί παραδείγματι, υποστήριξε ότι η εκ- j κλησία είναι το πλήθος των πιστών -«Ecclesia est multitudo i fidelium»9-, εννοώντας ότι δεν είναι ανώτερη ούτε μπορεί να j διαχωριστεί από την κοινότητα των χριστιανών, αλλά είναι ε μ -' μενής σε αυτήν την κοινότητα. Ο Marsilius της Πάδουας έδωσε τον ίδιο ορισμό για την Πολιτεία: η δύναμη της Πολιτείας και η δύναμη των νόμων της δεν εκπορεύονται από ανώτερες * αρχές, αλλά από την «εκκλησία» του δήμου [assembly of \ citizens].10 Μια νέα αντίληψη της εξουσίας και μια νέα/έννοια ί απελευθέρωσης τέθηκαν σε κίνηση: από τον Dante και την ! απολογία του ύστερου Μεσαίωνα περί της «δυνατής διανοίας» > ώς τον Thomas More και την αποθέωση της «τεράστιας και :| ανεξήγητης δύναμης» του κατά φύσιν βίου και της εργασίας ω ς5
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
111
θεμελίου για την πολιτική διευθέτηση· από τη δημοκρατία των προτεσταντικών σεκτών ώς τον Spinoza και την αντίληψή του περί της απολυτότητας της δημοκρατίας. Όταν πια φτάνουμε στον Spinoza, ο ορίζοντας της εμμένειας και ο ορίζοντας της δη μοκρατικής πολιτικής τάξης κατ’ ουσίαν συμπίπτουν απόλυτα. Το επίπεδο της εμμένειας είναι αυτό στο οποίο πραγματώνονται οι δυνάμεις της ενικότητας και προσδιορίζεται ιστορικά, τεχνικά και πολιτικά η αλήθεια της νέας ανθρωπότητας. Γι’ αυτό ακρι βώς, επειδή δεν μπορεί να υπάρξει κανενός είδους εξωτερική διαμεσολάβηση, το μοναδικό παρουσιάζεται ως το πλήθος." Οι πρώτες αρχές της νεωτερικότητας υπήρξαν επαναστατι κές και επέφεραν την ανατροπή της παλαιάς τάξης πραγμάτων. Η συγκρότηση της νεωτερικότητας δεν αφορούσε μια θεωρία σε κενό αέρος, αλλά θεωρητικά ενεργήματα, άρρηκτα συνδεό μενα με τις μεταβολές που συντελούνταν στην πρακτική και την πραγματικότητα. Τα σώματα και οι νόες μετασχηματίστη καν εκ θεμελίων. Αυτή η ιστορική διαδικασία υποκειμενοποίησης [subjectivization] ήταν επαναστατική, υπό την έννοια ότι καθόρισε μια παραδειγματική και αμετάκλητη αλλαγή στον τρόπο ζωής του πλήθους.
Η νεωτερικότητα ως κρίση Η νεωτερικότητα δεν είναι μια ενιαία έννοια, αλλά μάλλον εμ φανίζεται με δύο τουλάχιστον τρόπους ύπαρξης. Ο πρώτος είναι αυτός που ήδη έχουμε ορίσει, μια ριζοσπαστική επαναστατική διαδικασία. Αυτή η νεωτερικότητα καταλύει τους δεσμούς της με το παρελθόν και διακηρύσσει την εμμένεια του νέου παρα δείγματος του κόσμου και του βίου. Αναπτύσσει τη γνώση και τη δράση εν είδει επιστημονικού πειραματισμού και ορίζει μια τάση για μια δημοκρατική πολιτική, τοποθετώντας την ανθρω πότητα και την επιθυμία στο κέντρο της ιστορίας. Από τον τεχνίτη ώς τον αστρονόμο, από τον έμπορο ώς τον πολιτικό, στην τέχνη όσο και στη θρησκεία, η υλική ύπαρξη αποκτά μια νέα ζωή.
112
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
Αυτή η νέα ανάδυση προκάλεσε εντούτοις έναν πόλεμο. Πώς θα μπορούσε μια τόσο ριζική ανατροπή να μην πυροδοτήσει ισχυρό ανταγωνισμό; Πώς θα μπορούσε αυτή η επανάσταση να μην ορίσει μιαν αντεπανάσταση; Έγινε όντως μια αντεπανά σταση με την κυριολεκτική έννοια του όρου: μια πολιτισμική, φιλοσοφική, κοινωνική και πολιτική κινητοποίηση η οποία, αφ’ ης στιγμής ήταν αδύνατο να ξανακάνει τα πράγματα όπως ήταν, αλλά και να καταστρέψει τις νέες δυνάμεις, προσπάθησε να επιβληθεί στα αναδυόμενα κινήματα και στη διαμορφούμενη δυναμική και να σφετεριστεί τη δύναμή τους. Αυτός είναι ο δεύτερος τρόπος ύπαρξης της νεωτερικότητας, που σκοπό- έχει να καταπολεμήσει τις νέες δυνάμεις και να εδραιώσει μια υπερισχύουσα εξουσία που θα τις συγκρατεί. Γεννήθηκε μέσα από την επανάσταση της Αναγέννησης με σκοπό να αλλάξει τον προσανατολισμό της, να μεταφυτεύσει τη νέα εικόνα της αν θρωπότητας σε ένα υπερβατικό επίπεδο, να σχετικοποιήσει την ικανότητα της επιστήμης να μεταμορφώνει τον κόσμο, και κυ ρίως να αντιταχθεί στην επανιδιοποίηση της εξουσίας από το πλήθος. Ο δεύτερος τρόπος ύπαρξης της νεωτερικότητας αντιπαρατάσσει μια υπερβατική συντεταγμένη δύναμη σε μια εμμενή συντακτική δύναμη, την τάξη στην επιθυμία. Έτσι η Ανα γέννηση απέληξε σε πόλεμο -έναν θρησκευτικό, κοινωνικό και εμφύλιο πόλεμο. Η ευρωπαϊκή Αναγέννηση, προπάντων όμως η ιταλική Ανα γέννηση, με τα υπέροχα και διεστραμμένα έργα που τη δια κρίνουν, έγινε το πεδίο ενός εμφυλίου πολέμου για τη μορφή με την οποία θα υλοποιούνταν η νεωτερικότητα. Όταν η Μεταρ ρύθμιση διαδόθηκε στην Ευρώπη, ήταν σαν ένας δεύτερος κυ κλώνας να ερχόταν να προστεθεί στον πρώτο, επαναλαμβάνον τας στη θρησκευτική συνείδηση των μαζών τις εναλλακτικές της ανθρωπιστικής κουλτούρας. Έτσι ο εμφύλιος πόλεμος δια πότισε τον λαϊκό βίο και διείσδυσε ώς τα ενδόμυχα της ανθρώ πινης ιστορίας. Η ταξική διαπάλη αναπτύχθηκε πάνω σε αυτό το πεδίο, αντιπαρατάσσοντας στη γένεση της κεφαλαιοκρατίας τη δημιουργικότητα του νέου τρόπου εργασίας και της νέας τά
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
113
ξης εκμετάλλευσης, στο πλαίσιο μιας λογικής η οποία συνδυά ζει σημεία τόσο προόδου όσο και αντίδρασης. Ήταν μια τιτά νια σύγκρουση, σαν εκείνη που αναπαράστησε ο Μιχαήλ Άγγε λος στην οροφή της Καπέλα Σιστίνα: η τραγική σύγκρουση που σηματοδότησε τη γένεση της νεωτερικότητας. Η επανάσταση της ευρωπαϊκής νεωτερικότητας έφτασε στο θερμιδωριανό σημείο της. Στην μάχη για ηγεμονία επί του πα ραδείγματος της νεωτερικότητας, η νίκη πήγε με το μέρος του δεύτερου τρόπου και των δυνάμεων της τάξεως που προσπάθη σαν να εξουδετερώσουν την ισχύ της επανάστασης. Μολονότι δεν ήταν δυνατόν τα πράγματα να ξαναγίνουν όπως πριν, ήταν εντούτοις δυνατόν να επανεδραιωθούν ιδεολογίες προστάγματος και εξουσίας, και με αυτόν τον τρόπο να αναπτυχθεί μια νέα υπερβατική εξουσία, εκμεταλλευόμενη την ανησυχία και το φό βο των μαζών, την επιθυμία τους να περιορίσουν την αβεβαιό τητα του βίου και να αυξήσουν την ασφάλεια. Η επανάσταση έπρεπε να σταματήσει. Καθ’ όλο τον 16ο αιώνα, οποτεδήποτε οι καρποί της επανάστασης εμφαίνονταν σε όλη τη λαμπρότη τά τους, η σκηνή έπρεπε να ζωγραφίζεται με τα χρώματα του λυκόφωτος. Το αίτημα για ειρήνη κυριάρχησε -για ποια ειρή νη όμως; Ενώ ο Τριακονταετής πόλεμος στην καρδιά της Ευ ρώπης έδινε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της αμετάκλητης κρίσεως στην πιο αποκρουστική μορφή της, οι συνειδή σεις, ακόμη και οι πιο ισχυρές και συνετές, ενέδιδαν στην αναγ καιότητα του Θερμιδώρ και τους όρους της άθλιας και ταπει νωτικής ειρήνης. Η ειρήνη ήταν μια αξία που σε ελάχιστο διά στημα είχε απολέσει τις ουμανιστικές, ερασμιακές συνδηλώσεις που προηγουμένως την είχαν καταστήσει οδό του μετασχημα τισμού. Η ειρήνη είχε γίνει η άθλια προϋπόθεση της επιβίωσης, η επιτακτική ανάγκη αποφυγής του θανάτου. Η ειρήνη χαρα κτηριζόταν απλώς και μόνο από την κόπωση του αγώνα και την τοκογλυφία των παθών. Ο Θερμιδώρ είχε νικήσει, η επα νάσταση είχε λήξει. Ο Θερμιδώρ της επανάστασης, εντούτοις, δεν έθεσε τέρμα στην κρίση, αλλά απλώς τη διαιώνισε. Ο εμφύλιος πόλεμος δεν
114
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
έπαψε, αλλά απορροφήθηκε και ενσωματώθηκε στην έννοια της νεωτερικότητας. Η ίδια η νεω τερικ ότητα ορίζεται α π ό τη ν κρί ση, μια κρίση που γεννάται από τη συνεχή σύγκρουση των εμμενών, οικοδομητικών, δημιουργικών δυνάμεων με την υπερβα τική εξουσία που σκοπό έχει να αποκαταστήσει την τάξη.12 Αυ τή η σύγκρουση είναι το κλειδί για να κατανοήσουμε την έννοια της νεωτερικότητας, όμως χαλιναγωγήθηκε με τρόπο αποτελε σματικό και αναχαιτίστηκε. Η πολιτισμική και η θρησκευτική επανάσταση υποχρεώθηκαν να χωρέσουν σε ανελαστικές και ενίοτε θηριώδεις δομές περιστολής. Τον 17ο αιώνα η Ευρώπη ξανάγινε φεουδαρχική. Η αντιμεταρρυθμιστική καθολική εκκλη σία ήταν το πρώτο και πιο αποτελεσματικό παράδειγμα αυτής: της αντίδρασης, γιατί αυτή η ίδια εκκλησία είχε κλυδωνιστεί νωρίτερα από τη σεισμική δόνηση της Μεταρρύθμισης και της επαναστατικής επιθυμίας. Οι προτεσταντικές εκκλησίες και πο λιτικές τάξεις δεν υπολείφθηκαν στην παραγωγή της αντεπανά στασης. Απ’ άκρου εις άκρον της Ευρώπης, οι φλόγες της προ κατάληψης είχαν ανάψει. Και όμως, τα κινήματα της ανανέω σης εξακολούθησαν το απελευθερωτικό τους έργο στη βάση. Όπου οι χώροι έκλειναν, τα κινήματα στρέφονταν στο νομαδισμό και την έξοδο, μεταφέροντας μαζί τους την επιθυμία και την ελπίδα που είχε γεννήσει μια ακαταμάχητη εμπειρία.13 Η εσωτερική σύγκρουση της ευρωπαϊκής νεωτερικότητας είχε ταυτόχρονα αντίκτυπο σε παγκόσμια κλίμακα ως εξωτερι κή σύγκρουση. Η ανάπτυξη της αναγεννησιακής σκέψης συνέ πεσε με την ευρωπαϊκή ανακάλυψη της Αμερικής και τις απαρ χές της ευρωπαϊκής κυριάρχησης στον υπόλοιπο κόσμο. Η Ευ ρώπη είχε ανακαλύψει το έξω της. «Αν η περίοδος της Ανα γέννησης αποτελεί μια ποιοτική τομή στην ιστορία της ανθρω πότητας», γράφει ο Samir Amin, «είναι ακριβώς επειδή, από τούδε και στο εξής, οι Ευρωπαίοι συνειδητοποιούν ότι /η κατάκτηση του κόσμου από τον πολιτισμό τους αποτελεί εναν εφι κτό στόχο... Από αυτή τη στιγμή, και όχι προηγουμένως, Ο ευρωκεντρισμός αποκρυσταλλώνεται.»14 Αφ’ ενός, ο αναγεννη σιακός ουμανισμός εγκαινίασε μια επαναστατική αντίληψη περί
ΑΪΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
115
ανθρώπινης ισότητας, ενικότητας και κοινότητας, συνεργασίας και πλήθους, που εναρμονιζόταν με τις δυνάμεις και τις επιθυ μίες οι οποίες εκτείνονταν οριζόντια σε ολόκληρο τον πλανήτη, διπλασιασμένες από την ανακάλυψη νέων πληθυσμών και εδα φών. Αφ’ ετέρου, εντούτοις, η ίδια αντεπαναστατική δύναμη που είχε προσπαθήσει να ελέγξει τις συντακτικές και ανατρεπτικές δυνάμεις στο εσωτερικό της Ευρώπης, άρχιζε παράλληλα να συ νειδητοποιεί το ενδεχόμενο και την ανάγκη να υποτάξει άλλους πληθυσμούς στην ευρωπαϊκή κυριαρχία. Ο ευρωκεντρισμός γεν νήθηκε ως αντίδραση στη δυνατότητα μιας άρτι ανακαλυφθείσης ανθρώπινης ισότητας1 ήταν μια αντεπανάσταση σε παγκόσμια κλίμακα. Και σ’ αυτήν την περίπτωση κατόρθωσε να υπερισχύσει ο δεύτερος τρόπος ύπαρξης της νεωτερικότητας, και πάλι όμως όχι οριστικά. Η ευρωπαϊκή νεωτερικότητα είναι από τη γένεσή της ένας πόλεμος σε δύο μέτωπα. Η ευρωπαϊκή υπερο χή διέρχεται πάντοτε κρίση -και πρόκειται για την ίδια ακρι βώς κρίση που ορίζει και την ευρωπαϊκή νεωτερικότητα. Τον 17ο αιώνα, η έννοια της νεωτερικότητας ως κρίσεως παγιώθηκε οριστικά. Ο αιώνας άρχισε με την εκτέλεση στην πυρά του Giordano Bruno, και στη συνέχεια είδε τερατώδεις εμφυλίους πολέμους να ξεσπάνε στη Γαλλία και την Αγγλία, προπάντων όμως αντίκρισε το φρικτό θέαμα τριάντα ετών γερ μανικού εμφυλίου πολέμου. Την ίδια ώρα, η ευρωπαϊκή κατάκτηση των αμερικανικών ηπείρων και η σφαγή και η υποδού λωση των γηγενών πληθυσμών τους συνεχίζονταν με προϊούσα ένταση. Κατά το δεύτερο ήμισυ του αιώνα, η μοναρχική απο λυταρχία φαινόταν να διακόπτει οριστικά την πορεία προς την ελευθερία στις χώρες της ηπειρωτικής Ευρώπης. Η απολυταρ χία προσπάθησε να καθηλώσει την έννοια της νεωτερικότητας και να την αποκαθάρει από την κρίση που την ορίζει χρησιμο ποιώντας ένα νέο οπλοστάσιο υπερβατικών εννοιών. Ταυτόχρο να, εκτός Ευρώπης η κατάκτηση παραχωρούσε σταδιακά τη θέση της στην αποικιοκρατία, και η επισφαλής αναζήτηση για χρυσό, πλούτη και λάφυρα αντικαταστάθηκε από τα αποκλει στικά εμπορικά δικαιώματα, τις σταθερές μορφές παραγωγής
116
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
και το αφρικανικό δουλεμπόριο. 0 17ος αιώνας, εντούτοις -και αυτό ακριβώς τον κάνει τόσο αμφίσημο- ήταν ένας εύθραυστος, μπαρόκ αιώνας. Από τα τρίσβαθα του κοινωνικού κόσμου ανα δυόταν πάντα η ανάμνηση αυτού που προσπαθούσε να θάψει. Μπορούμε να επιβεβαιώσουμε αυτό το γεγονός με μία μόνο αλλά τεράστιας σημασίας αναφορά: τη φιλοσοφική θεωρία περί εμμένειας του Spinoza, η οποία κυριάρχησε στην ευρωπαϊκή σκέψη του δεύτερου μισού του αιώνα. Πρόκειται για μια φιλο σοφική θεωρία η οποία ανανέωσε την αίγλη του επαναστατικού ουμανισμού, τοποθετώντας την ανθρωπότητα και τη φύση στη θέση του Θεού, μεταμορφώνοντας τον κόσμο σε έδαφος της πρακτικής, και καταφάσκοντας τη δημοκρατία του πλήθους ως απόλυτη μορφή της πολιτικής. Ο Spinoza θεώρησε την ιδέα του θανάτου -εκείνου τού θανάτου που τα κράτη και οι εξου σίες κράδαιναν σαν όπλο έναντι της επιθυμίας και της ελπίδας για απελευθέρωση- απλώς σαν ένα είδος ομηρίας για τον εκβιασμό της ελευθερίας της σκέψης, και ως εκ τούτου τον απέκλεισε από τη φιλοσοφία του: «Τίποτε δεν σκέφτεται λιγό τερο ένας ελεύθερος άνθρωπος από το θάνατό του, και η γνώ ση του είναι μια μελέτη ζωής και όχι θανάτου.»15 Εκείνος ο έρωτας που οι ουμανιστές θεωρούσαν ως την υπέρτατη μορφή έκφρασης της διάνοιας τέθηκε από τον Spinoza ως το μοναδι κό δυνατό θεμέλιο για την απελευθέρωση των μοναδικοτήτων και ως το ηθικό κονίαμα του συλλογικού βίου. «Δεν υπάρχει τί ποτε στη φύση που να είναι αντίθετο προς αυτόν τον πνευματι κό Έρωτα, ή που να μπορεί να τον εξαλείψει.»16 Σε αυτή την κορυφαία στιγμή του στοχασμού του, ο Spinoza κατέθεσε υπέρ της άρρηκτης συνέχειας του επαναστατικού προγράμματος του ουμανισμού στη διάρκεια του 17ου αιώνα.
Ο υπερβασιακός μηχανισμός
/
Το αντεπαναστατικό σχέδιο για την επίλυση της κρίσης της νεωτερικότητας αναπτύχθηκε κατά τους αιώνες του Διαφωτι σμού.17 Πρωταρχικό καθήκον του Διαφωτισμού ήταν να τιθαΐ
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
117
σεύσει την ιδέα της εμμένειας χωρίς να αναπαραγάγει τον από λυτο δυϊσμό της μεσαιωνικής κουλτούρας, κατασκευάζοντας έναν υπερβασιακό μηχανισμό ικανό να επιβάλει την πειθαρχία σε πλήθος τύποις ελεύθερα υποκείμενα. Ο οντολογικός δυϊσμός της κουλτούρας του Παλαιού Καθεστώτος έπρεπε να υποκατα σταθεί από έναν λειτουργικό δυϊσμό και η κρίση της νεωτερικότητας έπρεπε να επιλυθεί με την αρωγή κατάλληλων μηχα νισμών διαμεσολάβησης. Έπρεπε πάση θυσία το Είναι του πλή θους να μην εννοηθεί με τον τρόπο του Spinoza, σε ευθεία, άμεση σχέση με το θείο και τη φύση, ως ηθικός παραγωγός της ζωής και του κόσμου. Αντίθετα, έπρεπε σε κάθε περίπτω ση να επιβληθεί μια μορφή διαμεσολάβησης στην πολυπλοκότητα των ανθρώπινων σχέσεων. Οι φιλόσοφοι έριζαν για το πού θα εδραζόταν αυτή η διαμεσολάβηση και ποιο μεταφυσικό επί πεδο θα καταλάμβανε, ήταν όμως απόλυτη ανάγκη η διαμεσολάβηση να οριστεί με κάποιο τρόπο ως αναπόδραστη προϋπό θεση κάθε ανθρώπινης δράσης, τέχνης και σχέσης. Εξ ου και στην τριάδα v is -c u p id ita s -a m o r (ισχύς-επιθυμία-έρως), που συνιστούσε την παραγωγική μήτρα της επαναστατικής σκέψης του ουμανισμού, ήρθε να αντιπαραταχθεί μια τριάδα ιδιαζουσών διαμεσολαβήσεων. Η φύση και η εμπειρία είναι αδιάγνωστες, εκτός μόνον διαμέσου του φ ίλτρ ου των φ α ιν ο μ έ ν ω ν η ανθρώπι νη γνώ σ η είναι ανέφικτη, εκτός μόνον διαμέσου του σ το χ α σ μ ο ύ της δ ιά ν ο ια ς και ο ηθικός κόσμος είναι απρόσβατος, εκτός μό νον διαμέσου της σ χ η μ α τ ο π ο ίη σ ε ς τ η ς λ ο γ ικ ή ς . Αυτό που ενερ γοποιείται εδώ είναι μια μορφή διαμεσολάβησης, ή μάλλον μια εαυτοσκοπική αναδίπλωση και ένα είδος ασθενούς υπερβατικό τητας, η οποία σχετικοποιεί την εμπειρία και ακυρώνει κάθε έκφανση του άμεσου και του απόλυτου στον ανθρώπινο βίο και την ανθρώπινη ιστορία. Γιατί όμως είναι αναγκαία η σχετικό τητα; Γιατί να μην μπορούν η γνώση και η βούληση να διεκδικήσουν την απολυτότητα; Επειδή κάθε κίνηση αυτόβουλης συγκρότησης του πλήθους πρέπει να υποταχθεί σε μια προσυντεταγμένη τάξη, και επειδή ο ισχυρισμός ότι οι άνθρωποι μπο ρούν να θεσπίσουν την ελευθερία τους χωρίς διαμεσολαβήσεις
118
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
θα επέφερε μια ανατρεπτική φρενίτιδα. Αυτός είναι ο βασικός πυρήνας της ιδεολογικής μετάβασης, στη διάρκεια της οποίας κατασκευάστηκε η ηγεμονική έννοια της ευρωπαϊκής νεωτερικότητας. Το πρώτο αριστοτεχνικό στρατήγημα αυτής της κατασκευ ής αποπερατώθηκε από τον Rene Descartes. Μολονότι ο Descartes διατεινόταν ότι επιδίωκε ένα νέο ουμανιστικό σχέδιο γνώσης, στην πραγματικότητα αποκατέστησε την υπερβατική τάξη. Θέτοντας τον Λόγο ως αποκλειστικό πεδίο διαμεσολάβησης μεταξύ του Θεού και του κόσμου, κατ’ ουσίαν επανεπιβεβαίωνε τη δυαρχία ως ειδοποιό χαρακτηριστικό της εμπειρίας και της σκέψης. Εδώ πρέπει να φανούμε προσεκτικοί. Η διαμεσολάβηση στον Descartes δεν είναι ποτέ σαφώς καθορισμέ νη, ή, μάλλον, αν παρακολουθήσουμε κατά γράμμα το κείμενό του, ανακαλύπτουμε ότι η διαμεσολάβηση εδρεύει κατά μυστή ριο τρόπο μόνο στη θεία βούληση. Η πανουργία του στρατηγή ματος του Descartes έγκειται κυρίως στο εξής: 'Οταν εξετάζει την κεντρικότητα της σκέψης στην υπερβασιακή λειτουργία της διαμεσολάβησης, ορίζει ένα είδος ιζήματος της θείας υπερ βατικότητας. Ο Descartes υποστηρίζει ότι η λογική της διαμεσολάβησης εδρεύει στη σκέψη και ότι ο Θεός είναι πολύ μα κριά από τη σκηνή, όμως ένας άνθρωπος του νέου κόσμου σαν τον Blaise Pascal έχει απόλυτο δίκιο όταν αντιτείνει ότι αυτό αποτελεί απλώς ένα παράδειγμα της απάτης του Descartes.18 Στην πραγματικότητα, ο Θεός του Descartes είναι πολύ κοντά: ο Θεός είναι η εγγύηση ότι η υπερβασιακή εξουσία εγγράφεται στις συνειδήσεις και τη σκέψη ως αναγκαία, καθολική, και άρα προσυντεταγμένη: Παρακαλώ, μη διστάσετε να διακηρύξετε με όλες σας τις δυνάμεις ότι ο Θεός είναι εκείνος που έθεσε αυτούς τους νόμους στη φύση, όπως ακριβώς ένας βασιλιάς θέτει τους νόμους στο βασίλειό του. Ούτε ένας από αυτούς δεν μας είναι ακατανόητος, αν προσπαθήσουμε να τον σκεφτούμε. Είναι όλοι τους έμφυτοι στη νόησή μας, όπως ακριβώς
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
119
ένας βασιλιάς θα εντύπωνε τους νόμους του στην καρδιά όλων των υπηκόων του, αν είχε αρκετή δύναμη για να το κάνει. Η μεγαλοσύνη του Θεού, από την άλλη, είναι κάτι που δεν μπορούμε να το κατανοήσουμε, και ας το γνωρί ζουμε. Αλλά το γεγονός και μόνον ότι τη θεωρούμε ακα τανόητη μας κάνει να την εκτιμούμε ακόμη πιο πολύ· όπως ακριβώς ένας βασιλιάς έχει περισσότερη μεγαλοπρέ πεια όταν παραμένει λιγότερο οικείος στους υπηκόους του, αρκεί βέβαια να μην καταλήξουν να πιστέψουν ότι δεν έχουν βασιλιά -πρέπει να τον γνωρίζουν αρκετά, ώστε να μην αμφιβάλλουν γι’ αυτό.19 Η σφαίρα της δυνατότητας που είχε διανοίξει η ουμανιστι κή αρχή της υποκειμενικότητας περιορίζεται a priori από την επιβολή μιας υπερβατικής εξουσίας και τάξεως. Ο Descartes εισάγει και πάλι λαθραία τη θεολογία στο πεδίο που είχε κα θαρίσει ο ουμανισμός, και ο μηχανισμός που προτείνει είναι ανένδοτα υπερβασιακός. Με τον Descartes βρισκόμαστε στην αρχή της ιστορίας του Διαφωτισμού, ή μάλλον της αστικής ιδεολογίας.20 Ο υπερβασιακός μηχανισμός που προτείνει αποτελεί το σήμα κατατεθέν της σκέψης του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού. Τόσο στα εμπειριοκρατι κά όσο και στα ιδεοκρατικά ρεύματα, ο υπερβατισμός ήταν ο αποκλειστικός ορίζοντας της ιδεολογίας, και κατά τους επόμε νους αιώνες σχεδόν όλα τα μείζονα φιλοσοφικά ρεύματα έμελλε να παρασυρθούν σε αυτό το σχέδιο. Η σύμπλευση της πνευμα τικής εργασίας και της θεσμικής, πολιτικής και επιστημονικής ρητορικής κατέστη απόλυτη σε αυτό το πεδίο, και κάθε εννοιολογικό μόρφωμα κατέληξε να φέρει τη σφραγίδα της: η τυπο ποίηση της πολιτικής, η εργαλειοποίηση της επιστήμης και της τεχνικής για τον προσπορισμό κέρδους, η ειρήνευση των κοινωνικών ανταγωνισμών. Ασφαλώς, σε καθένα από αυτά τα πεδία συναντούμε ιστορικά προσδιορισμένες εξελίξεις, όλα όμως συνδέονταν πάντοτε με το νήμα της θαυμαστής εκείνης αφή γησης που η ευρωπαϊκή νεωτερικότητα διηγούνταν για τον
120
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
εαυτό της, ενός παραμυθιού ειπωμένου σε μια υπερβασιακή διά λεκτο.21 Από πολλές απόψεις, το έργο του Immanuel Kant στέκεται στο κέντρο αυτής της εξέλιξης. Η σκέψη του Kant είναι εξαι ρετικά γόνιμη και πολυσχιδής, εδώ όμως ενδιαφερόμαστε κυ ρίως για εκείνο το νήμα της που αναγορεύει την υπερβασιακή αρχή σε κορυφαίο σημείο της ευρωπαϊκής νεωτερικότητας. 0 Kant κατορθώνει να τοποθετήσει το υποκείμενο στο κέντρο ενός μεταφυσικού ορίζοντα, ταυτόχρονα όμως κατορθώνει να το ελέγξει με τη βοήθεια των τριών εγχειρημάτων που αναφέραμε προηγουμένως: την εκκένωση της εμπειρίας μέσα στα φαινόμε να, την απομείωση της γνώσης σε πνευματική διαμεσολάβηση και την εξουδετέρωση της ηθικής δράσης στο σχηματισμό της λογικής. Η διαμεσολάβηση που επικαλούνταν ο Descartes όταν επανεπιβεβαίωνε τη δυαρχία, στον Kant δεν υποστασιοποιείται στη θεότητα, αλλ’ εντούτοις σε μια ψευδοοντολογική κριτική -σε μια διατακτική λειτουργία της συνείδησης και μιαν ακαθό ριστη όρεξη της βούλησης. Η ανθρωπότητα είναι το κέντρο του σύμπαντος, αυτή όμως δεν είναι η ανθρωπότητα που μέσω της τέχνης και της δράσης καθιστούσε εαυτήν homohomo. Είναι μια ανθρωπότητα χαμένη στην εμπειρία, παραπλανημένη στην προσπάθεια να κατακτήσει ένα ηθικό ιδεώδες. Ο Kant μας επαναφέρει στην κρίση της νεωτερικότητας, όταν ορίζει την ανακάλυψη του ίδιου του υποκειμένου ως κρίση, όμως αυτή η κρίση έχει μετατραπεί σε απολογία του υπερβασιακού ως του μοναδικού και αποκλειστικού ορίζοντα κάθε γνώσης και δρά σης. Ο κόσμος γίνεται ένα αρχιτεκτόνημα ιδεωδών μορφών, η μόνη πραγματικότητα που μας παραχωρείται. Ποτέ άλλοτε ο ρομαντισμός δεν εκφράστηκε πιο ισχυρά απ’ ό,τι στο έργο του Kant. Ιδού το leitmotif της καντιανής φιλο σοφίας: η αναγκαιότητα του υπερβασιακού, το ανέφικτο οποιασδήποτε μορφής αμεσότητας, ο εξορκισμός κάθε ζωτικής μορφής από την κατανόηση και τη δράση του Είναι. Από αυτή την άποψη, ίσως θα έπρεπε να θεωρήσουμε ότι αυτός που ερμηνεύ ει με μεγαλύτερη ενάργεια τον καντιανισμό και τη ρομαντική
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
121
του χειρονομία είναι ο Arthur Schopenhauer. Το ότι είναι δύ σκολο, αν όχι αδύνατο, να επανασυνδέσουμε το φαίνεσθαι του πράγματος με το πράγμα καθεαυτό είναι ακριβώς η κατάρα αυ τού του κόσμου της οδύνης και της ανάγκης. Και αυτός είναι ο λόγος που ο κόσμος μας δεν είναι φτιαγμένος έτσι που να μπο ρούν να ευημερήσουν οι ευγενείς και υψηλές δυνάμεις, οι δυνά μεις που κατατείνουν στην αλήθεια και το φως.22 Με άλλα λό για, ο Schopenhauer αντιλαμβάνεται τον καντιανισμό ως την οριστική εκκαθάριση της ουμανιστικής επανάστασης. Για τον ίδιο ακριβώς λόγο, ο Schopenhauer αντέδρασε ακό μη πιο έντονα εναντίον του Hegel, αποκαλώντας τον «Κάλιμπαν του πνεύματος», για να δείξει τη βαρβαρότητα της σκέψης του.23 Βρήκε απαράδεκτο το γεγονός ότι ο Hegel θα μετέτρεπε με τό ση βία την αναιμική συντακτική λειτουργία της υπερβασιακής κριτικής του Kant σε στέρεη οντολογική μορφή. Αυτή ήταν όντως η μοίρα του υπερβασιακού στην ευρωπαϊκή ιδεολογία της νεωτερικότητας. Ο Hegel αποκάλυψε εκείνο που ελάνθανε εξαρ χής στην πορεία της αντεπανάστασης: ότι η απελευθέρωση της νεότερης ανθρωπότητας μπορούσε να είναι μόνο μια λειτουργία της κυριάρχησής της, ότι η εμμενής επιδίωξη του πλήθους με τασχηματίζεται στην αναγκαία και υπερβατική εξουσία του Κράτους. Είναι αλήθεια ότι ο Hegel αποκαθιστά τον ορίζοντα της εμμένειας και αφαιρεί την αβεβαιότητα από τη γνώση, την αναποφασιστικότητα από τη δράση και το φιντεΐστικό άνοιγμα από τον καντιανισμό. Εντούτοις, η εμμένεια που αποκαθιστά ο Hegel είναι κατ’ ουσίαν μια αδιέξοδη εμμένεια, κατά την οποία η δυνατότητα του πλήθους αρνείται και υποτάσσεται στην αλ ληγορία της θεϊκής τάξης. Η κρίση του ουμανισμού μετατρέπεται σε διαλεκτική δραματουργία, και σε κάθε σκηνή ο σκοπός είναι το παν και τα μέσα είναι απλώς φιοριτούρα. Δεν υπάρχει πια τίποτα που να αγωνίζεται, να επιθυμεί, να αγαπά- το περιεχόμενο της δυνατότητας αναχαιτίζεται, ελέγχε ται, ηγεμονεύεται από την τελικότητα. Παραδόξως, το αναλο γικό Είναι της μεσαιωνικής χριστιανικής παράδοσης αναβιώνει ως διαλεκτικό Είναι. Είναι ειρωνικό που ο Schopenhauer διά
122
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
λεξε να χαρακτηρίσει Κάλιμπαν τον Hegel, τη μορφή που αρ γότερα έμελλε να προβληθεί ως σύμβολο της αντίστασης εναν τίον της ευρωπαϊκής κυριάρχησης και της κατάφασης της μη ευρωπαϊκής επιθυμίας. Το εγελιανό δράμα του Άλλου και της σύγκρουσης μεταξύ κυρίου και δούλου, εντούτοις, δεν μπορούσε να συντελεστεί με ιστορικό φόντο άλλο από την ευρωπαϊκή επέκταση και την υποδούλωση των λαών της Αφρικής, της Ασίας και των αμερικανικών ηπείρων. Είναι αδύνατο, με άλλα λόγια, να μη συνδέσουμε τη φιλοσοφική ανάκτηση του Άλλου στο πλαίσιο του απόλυτου Πνεύματος του Hegel και της καθο λικής ιστορίας του που οδηγεί από ελάσσονες λαούς στην αποκορύφωσή της στην Ευρώπη με την ολωσδιόλου πραγματική βία της ευρωπαϊκής κατάκτησης και της αποικιοκρατίας. Κον τολογίς, η ιστορία του Hegel δεν συνιστά απλώς μια ισχυρή επίθεση εναντίον του επαναστατικού επιπέδου της εμμένειας, αλλά και μια άρνηση της μη ευρωπαϊκής επιθυμίας. Τέλος, με μια άλλη πράξη βίας, αυτός ο «Κάλιμπαν του πνεύματος» εισήγαγε στην εξέλιξη της νεωτερικότητας την εμπειρία μιας νέας σύλληψης της χρονικότητας, και παρουσία σε αυτή τη χρονικότητα σαν μια διαλεκτική τελεολογία η οποία εκπληρώνεται και φτάνει στο τέλος της. Ο όλος γενετι κός σχεδιασμός της έννοιας βρήκε επαρκή αντιπροσώπευση στην έκβαση της διαδικασίας. Η νεωτερικότητα είχε τελειωθεί και δεν υπήρχε καμιά πιθανότητα να προχωρήσει κανείς παρα πέρα. Δεν ήταν τυχαίο, λοιπόν, που μια επιπλέον και οριστική πράξη βίας καθόρισε τη σκηνή: η διαλεκτική της κρίσεως ειρήνευσε υπό την κυριαρχία του Κράτους. Η ειρήνη και η δι καιοσύνη βασίλευσαν και πάλι: «Το κράτος καθ’ εαυτό και δι’ εαυτό αποτελεί ένα ηθικό όλον... Είναι σημαντικό για την πο ρεία του Θεού μέσα στον κόσμο να υπάρχει Κράτος».24
Η νεωιερική κυριαρχία Η πολιτική λύση που πρόσφερε ο Hegel στο μεταφυσικό δρά μα της νεωτερικότητας καταδεικνύει τη βαθιά και στενή σχέ
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
123
ση που συνδέει τη νεότερη ευρωπαϊκή πολιτική με τη μεταφυ σική . Η πολιτική εδρεύει στον πυρήνα της μεταφυσικής, γιατί η νεότερη ευρωπαϊκή μεταφυσική εμφανίστηκε ως απάντηση στην πρόκληση των απελευθερωμένων μοναδικοτήτων και της επαναστατικής συγκρότησης του πλήθους. Λειτούργησε ως το κυριότερο όπλο του δεύτερου τρόπου ύπαρξης της νεωτερικότητας, στο μέτρο που παρέσχε έναν υπερβατικό μηχανισμό ο οποίος μπορούσε να επιβάλει την τάξη στο πλήθος και να απο τρέψει την αυθόρμητη οργάνωση και την αυτόνομη έκφραση της δημιουργικότητάς του. Ο δεύτερος τρόπος της νεωτερικότητας χρειαζόταν προπάντων να διασφαλίσει τον έλεγχο των νέων μορφών κοινωνικής παραγωγής, τόσο στην Ευρώπη όσο και στα αποικιακά εδάφη, προκειμένου να εξουσιάσει και να εκμεταλλευτεί τις νέες δυνάμεις που μετασχημάτιζαν τη φύση. Ως εκ τούτου, το κύριο ζητούμενο της πολιτικής, όπως και της μεταφυσικής, ήταν να εξαλειφθεί η μεσαιωνική μορφή της υπερβατικότητας, η οποία απλώς παρεμποδίζει την παραγωγή και την κατανάλωση, και ταυτόχρονα να διατηρηθεί η υπερβα τικότητα στο βαθμό που είχε ως επίπτωση την κυριάρχηση σε μια μορφή ανταποκρινόμενη προς τους τρόπους του συναναστρέφεσθαι και της παραγωγής στη νέα ανθρωπότητα. Η καρ διά του προβλήματος της νεωτερικότητας φάνηκε καθαρά στην πολιτική φιλοσοφία, και εδώ ήταν που η νέα μορφή διαμεσολάβησης βρήκε τον καταλληλότερο τρόπο αντίδρασης στις επα ναστατικές μορφές της εμμένειας: έναν υπερβατικό πολιτικό μηχανισμό. Η πρόταση του Thomas Hobbes για έναν απώτατο και απόλυτο ανώτατο άρχοντα, έναν «επίγειο Θεό», διαδραματίζει βασικό ρόλο στη νεωτερική κατασκευή ενός υπερβατικού πολι τικού μηχανισμού. Η πρώτη στιγμή της συλλογιστικής του Hobbes είναι η παραδοχή του εμφύλιου πολέμου ως άρχικής κατάστασης της ανθρώπινης κοινωνίας, μιας γενικευμένης σύγ κρουσης μεταξύ ανεξάρτητων δρώντων υποκειμένων. Σε μια δεύτερη στιγμή, προκειμένου να διασφαλιστεί η επιβίωση από τους θανάσιμους κινδύνους του πολέμου, οι άνθρωποι πρέπει να
124
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
συνομολογήσουν ένα είδος συμφώνου, το οποίο εκχωρεί σε έναν ηγέτη το απόλυτο δικαίωμα δράσης, ή μάλλον την απόλυτη εξουσία να κάνει τα πάντα εκτός του να αφαιρέσει τα μέσα της ανθρώπινης επιβίωσης και αναπαραγωγής. «Διαπιστώνοντας ότι η ορθή λογική είναι κάτι ανύπαρκτο, καλείται η λογική ενός ή περισσότερων ανθρώπων να καλύψει το κενό- και αυτός ο άν θρωπος, ή οι άνθρωποι, είναι εκείνος, ή εκείνοι που θα έχουν την κυρίαρχη εξουσία.»25 Η θεμελιακή μετάβαση επιτυγχάνεται μέσω ενός συμβολαίου -ενός εντελώς σιωπηρού συμβολαίου που προηγείται κάθε κοινωνικής δράσης ή εκλογής- το οποίο με ταβιβάζει κάθε αυτόνομη εξουσία του πλήθους σε μια κυρίαρχη; εξουσία η οποία ίσταται υπεράνω αυτού και το εξουσιάζει. Αυτός ο υπερβατικός πολιτικός μηχανισμός συστοιχεί προς τους αναγκαίους και αναπόδραστους υπερβατικούς όρους που. έθεσε η νεότερη φιλοσοφία στο απόγειο της εξέλιξής της, στην; καντιανή σχηματοποίηση και την εγελιανή διαλεκτική. Σύμ φωνα με τον Hobbes, οι ατομικές βουλήσεις των διαφόρων υπο κειμένων συγκλίνουν και αντιπροσωπεύονται από τη βούληση, του υπερβατικού κυριάρχου. Ως εκ τούτου, η κυριαρχία χαρα κτηρίζεται τόσο από την υπέρβαση όσο και από την αντιπρο σώπευση, δύο έννοιες που η ουμανιστική παράδοση τις είχε θε-ί ωρήσει αντιφατικές. Αφ’ ενός η υπερβατικότητα του ανώτατου; άρχοντα θεμελιώνεται όχι σε κάποιο εξωτερικό θρησκευτικό; υπόβαθρο, αλλά αποκλειστικά στην εμμενή λογική των ανθρώγ< πίνων σχέσεων. Αφ’ ετέρου η αντιπροσώπευση που λειτουργεί; για να νομιμοποιήσει αυτή την κυρίαρχη εξουσία, ταυτόχρονα; την αποξενώνει ολωσδιόλου από το πλήθος των υποκειμένων^ Όπως ο Jean Bodin προηγουμένως, έτσι και ο Hobbes παρα δέχτηκε ότι «η ουσία της μεγαλειότητας του ανώτατου άρχονΙ τα και της απόλυτης εξουσίας του συνίσταται στο ότι επιβάλω λει το νόμο στους υπηκόους γενικά χωρίς τη συγκατάθεσή! τους»,26 ο Hobbes όμως κατορθώνει να συνδυάσει αυτή την; αντίληψη με ένα συμβολαϊκό σχήμα αντιπροσώπευσης που νο μιμοποιεί a priori την κυρίαρχη εξουσία. Εδώ γεννάται η έν-| νοια της νεωτερικής κυριαρχίας στην κατάσταση υπερβασιακή|
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
125
καθαρότητας που τη διακρίνει. Το συμβόλαιο της συναναστρο φής είναι σύμφυτο με το συμβόλαιο της υποταγής και δεν δια χωρίζεται από αυτό. Αυτή η θεωρία της κυριαρχίας συνιστά την πρώτη πολιτική λύση στην κρίση της νεωτερικότητας. Στην ιστορική περίοδο κατά την οποία διατυπώθηκε, η θε ωρία του Hobbes για την κυριαρχία εξυπηρέτησε την ανάπτυ ξη της μοναρχικής απολυταρχίας, στην πραγματικότητα όμως το υπερβασιακό σχήμα της μπορούσε να εφαρμοστεί εξίσου κα λά σε ποικίλες μορφές διακυβέρνησης: μοναρχικές, ολιγαρχικές και δημοκρατικές. Καθώς η αστική τάξη ερχόταν στο προσκή νιο, φαινόταν όντως να μην υπάρχει άλλη εναλλακτική πρότα ση ως προς αυτό το εξουσιαστικό σχήμα. Δεν ήταν τυχαίο, λοι πόν, που ο δημοκρατικός ρεπουμπλικανισμός του Rousseau κα τέληξε να ομοιάζει με το χομπσιανό μοντέλο. Το κοινωνικό συμβόλαιο του Rousseau διασφαλίζει ότι η συμφωνία μεταξύ των ατομικών βουλήσεων αναπτύσσεται και εξιδανικεύεται με την οικοδόμηση μιας γενικής βούλησης, και ότι αυτή η γενική βούληση εκκινεί από την απαλλοτρίωση των ατομικών βουλή σεων υπέρ της κυριαρχίας του κράτους. Ως μοντέλο κυριαρχίας, το «ρεπουμπλικανικό απόλυτο» του Rousseau κατ’ ουσίαν δεν διαφέρει καθόλου από τον «επίγειο Θεό» του Hobbes, το μο ναρχικό απόλυτο. «Αν τους εννοήσουμε σωστά, όλοι αυτοί οι όροι [του συμβολαίου] συγκεφαλαιώνονται σε έναν και μόνο, δη λαδή την πλήρη απαλλοτρίωση κάθε συμβαλλομένου, και όλων των δικαιωμάτων του, υπέρ του συνόλου της κοινότητας.»27 Οι υπόλοιποι όροι που επιτάσσει ο Rousseau για τον καθορισμό της κυρίαρχης εξουσίας με τη λαϊκή και δημοκρατική της έν νοια ελάχιστη σημασία έχουν, μπροστά στον απολυταρχισμό του υπερβατικού θεμελίου. Ειδικότερα, η έννοια που αποδίδει ο Rousseau στην άμεση εκπροσώπηση στρεβλώνεται και τελικά σαρώνεται από την εκπροσώπηση της ολότητας που κατ’ ανάγ κην συνδέεται προς αυτήν -και αυτό συνάδει απόλυτα με τη χομπσιανή έννοια της εκπροσώπησης. Στην πραγματικότητα, ο Hobbes και ο Rousseau απλώς επαναλαμβάνουν το παράδοξο που είχε ήδη προσδιορίσει εννοιολογικά ο Jean Bodin κατά το
126
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
δεύτερο μισό του 16ου αιώνα. Κυριαρχία με την κυριολεκτική έννοια του όρου μπορούμε να πούμε ότι υπάρχει μόνο στη μο ναρχία, γιατί μόνο ένας μπορεί να είναι κυρίαρχος. Αν επρόκειτο να εξουσιάζουν δύο ή τρεις, δεν θα υπήρχε κυριαρχία, καθό σον ο κυρίαρχος δεν μπορεί να υπόκειται στην εξουσία άλλων.28 Μπορεί να διακηρύσσονται δημοκρατικές, πλουραλιστικές ή λαϊκές πολιτικές μορφές, στην πραγματικότητα όμως η νεωτερική κυριαρχία έχει μόνο μία μορφή: αυτήν της μίας και μόνης υπερβατικής εξουσίας. Υπάρχει, εντούτοις, στη βάση της νεωτερικής θεωρίας της κυριαρχίας, ένα επιπλέον εξαιρετικά σημαντικό στοιχείο -ένα περιεχόμενο που πληρώνει και τρέφει τη μορφή της κυρίαρχης εξουσίας. Αυτό το περιεχόμενο αντιπροσωπεύεται από την κε φαλαιοκρατική ανάπτυξη και επικύρωση της αγοράς ως θεμε λίου των αξιών της κοινωνικής αναπαραγωγής.29 Χωρίς αυτό το περιεχόμενο, που παραμένει πάντα σιωπηρό, εργαζόμενο πάντα στο εσωτερικό του υπερβασιακού μηχανισμού, η μορφή της κυ ριαρχίας δεν θα είχε καταφέρει να επιβιώσει στη νεωτερικότητα και η ευρωπαϊκή νεωτερικότητα δεν θα είχε καταφέρει να καταλάβει ηγεμονική θέση σε παγκόσμια κλίμακα. Όπως έχει επισημάνει ο Arif Dirlik, ο ευρωκεντρισμός διαφοροποιήθηκε από τους υπόλοιπους εθνοκεντρισμούς (όπως τον σινοκεντρισμό) και απέκτησε παγκόσμια περιωπή, κυρίως επειδή υποστηρί χτηκε από τις δυνάμεις του κεφαλαίου.30 Η ευρωπαϊκή νεωτερικότητα είναι αδιαχώριστη από την κεφαλαιοκρατία. Η κεντρική σχέση μεταξύ μορφής και περιεχο μένου της νεωτερικής κυριαρχίας βρίσκει την πλήρη άρθρωσή της στο έργο του Adam Smith. Ο Smith εκκινεί από μια θεωρία περί βιομηχανίας η οποία εντοπίζει την αντίφαση Λεταξύ ιδιωτικού πλουτισμού και δημοσίου συμφέροντος. Μια πρώτη σύνθεση αυτών των δύο επιπέδων εναποτίθεται στο «αόρατο χέρι» της αγοράς: ο κεφαλαιοκράτης «αποσκοπεί μόνο στο ίδιον κέρδος» αλλά «ένα αόρατο χέρι τον οδηγεί να εργαστεί για έναν σκοπό ο οποίος δεν ήταν μέσα στις προθέσεις του».31 Αυ τή η πρώτη σύνθεση, όμως, είναι επισφαλής και παροδική. Η
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
127
πολιτική οικονομία, θεωρούμενη ως κλάδος της επιστήμης του διοικητή και του νομοθέτη, πρέπει να προχωρήσει πολύ περισ σότερο για να τη συλλάβει. Πρέπει να εννοήσει το «αόρατο χέ ρι» της αγοράς ως προϊόν αυτής της ίδιας, η οποία έτσι απο σκοπεί στην οικοδόμηση των συνθηκών που θα καταστήσουν εφικτή την αυτονομία της αγοράς: «Αφού λοιπόν έχουν αφαιρεθεί όλα τα συστήματα είτε των προνομίων είτε των περιορι σμών, το πρόδηλο και απλό σύστημα της φυσικής ελευθερίας εγκαθιδρύεται αυτόβουλα.»32 Και σε αυτήν την περίπτωση, ωστόσο, η σύνθεση δεν είναι καθόλου διασφαλισμένη. Στην πραγματικότητα, χρειάζεται και ένα τρίτο πέρασμα. Αυτό που είναι αναγκαίο, είναι αναγκαίο για το Κράτος, το οποίο είναι ελάχιστο αλλά αποτελεσματικό, προκειμένου να εναρμονίσει την ευημερία των πολιτών με το δημόσιο συμφέρον, ανάγοντας στο ίδιο μέτρο αξίας όλες τις κοινωνικές λειτουργίες και τις ερ γασιακές δραστηριότητες. Το αν αυτό το Κράτος παρεμβαίνει ή όχι, είναι δευτερεύον αυτό που προέχει είναι να δίνει περιεχό μενο στη διαμεσολάβηση των συμφερόντων και να αντιπροσω πεύει τον άξονα της ορθολογικότητας αυτής της διαμεσολάβησης. Το πολιτικό υπερβασιακό του νεότερου Κράτους ορίζεται ως ένα οικονομικό υπερβασιακό. Η θεωρία του Smith για την αξία ήταν η ψυχή και η ουσία της έννοιας του νεότερου κυ ρίαρχου κράτους. Η σύνθεση της θεωρίας της νεωτερικής κυριαρχίας με τη θεωρία της παραγόμενης από την κεφαλαιοκρατική πολιτική οικονομία αξίας πραγματοποιείται εν τέλει στον Hegel, όπως στο έργο του υπάρχει μια τέλεια πραγμάτωση της συνείδησης της ένωσης των απολυταρχικών και δημοκρατικών πλευρών -δηλαδή της χομπσιανής και της ρουσσωικής άποψης- της θε ωρίας της νεωτερικής κυριαρχίας. Εν σχέσει προς τις σφαίρες του αστικού δικαίου [Privatrecht] και της ιδιωτικής ευημερίας, τις σφαίρες της οικο γένειας και της κοινωνίας των πολιτών, το κράτος είναι αφ’ ενός μια εξωτερική αναγκαιότητα και η ύψιστη εξου
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
128
σία, στη φύση της οποίας υποτάσσονται οι νόμοι και τα συμφέροντα τους και από την οποία εξαρτώνται. Αφ’ ετέ ρου όμως είναι το εμμενές τους τέλος, και η ευρωστία του έγκειται στην ενότητα του καθολικού και απώτατου τέ λους του με τα επιμέρους συμφέροντα των ιδιωτών, στο γεγονός ότι αυτοί έχουν υποχρεώσεις προς το Κράτος στην ίδια ακριβώς έκταση που έχουν και δικαιώματα.33
Η εγελιανή σχέση μεταξύ του επιμέρους και του καθολικού συνδυάζει με επαρκείς και λειτουργικούς όρους τη χομπσιανήρουσσωική θεωρία περί κυριαρχίας και τη θεωρία του .Smith περί αξίας. Η νεωτερική ευρωπαϊκή κυριαρχία είναι μια κεφα λαιοκρατική κυριαρχία, μια μορφή προστάγματος το οποίο υπερκαθορίζει τη σχέση μεταξύ ατομικότητας και καθολικότητας ως λειτουργία της ανάπτυξης του κεφαλαίου.
Η μηχανή της κυριαρχίας
Όταν η σύνθεση κυριαρχίας και κεφαλαίου έχει ολοκληρωθεί, και η υπερβατικότητα της εξουσίας έχει πλήρως μετασχηματι στεί σε υπερβασιακή άσκηση εξουσίας, τότε η κυριαρχία γίνε ται μια πολιτική μηχανή που εξουσιάζει όλο το φάσμα της κοι νωνίας. Μέσα από τις εργασίες αυτής της κυριαρχικής μηχα νής το πλήθος μετασχηματίζεται κάθε στιγμή σε διατεταγμένη ολότητα. Πρέπει να προσέξουμε ιδιαίτερα αυτό το πέρασμα, γιατί εδώ μπορούμε να διακρίνουμε καθαρά πώς το υπερβασιακό σχήμα είναι μια ιδεολογία η οποία λειτουργεί με συγκεκρι μένο τρόπο και πόσο διαφορετική είναι η νεωτερική κυριαρχία από εκείνη του Παλαιού Καθεστώτος. Εκτός του ότι είναι μια πολιτική εξουσία η οποία καταφέρεται εναντίον όλων των εξω τερικών πολιτικών δυνάμεων, ένα κράτος αντίπαλο όλων γων άλλων κρατών, η κυριαρχία είναι επίσης μια αστυνομική εξου σία. Πρέπει αδιάκοπα και εκτεταμένα να πραγματοποιεί το θαύμα της υπαγωγής των μοναδικοτήτων στην ολότητα, της βούλησης όλων στη γενική βούληση. Η νεότερη γραφειοκρατία
ΑΥΤΟ Κ ΡΑΤ Ο ΡΙΑ
129
είναι το βασικό όργανο του οπερβασιακού -H egel d ix it. Ακόμη και αν ο Hegel υπερβάλλει λιγάκι ως προς την οιονεί θεολογική αγιοποίηση του σώματος των κρατικών λειτουργών, τουλά χιστον αποσαφηνίζει τον κεντρικό ρόλο τους για την αποτελε σματική λειτουργία του νεότερου Κράτους. Η γραφειοκρατία κινεί το μηχανισμό που συνδυάζει νομιμότητα και οργανωτική αποτελεσματικότητα, τίτλο και άσκηση της εξουσίας, πολιτική και αστυνομία. Η υπερβασιακή θεωρία της νεωτερικής κυριαρ χίας, φτάνοντας με αυτόν τον τρόπο στην ωριμότητά της, υλο ποιεί ένα νέο «άτομο» απορροφώντας την κοινωνία στην εξου σία. Σιγά σιγά, καθώς η διοίκηση αναπτύσσεται, η σχέση κοι νωνίας και εξουσίας, του πλήθους και του κυρίαρχου Κράτους, αντιστρέφεται έτσι ώστε πλέον η εξουσία και το Κράτος να πα ράγουν την κοινωνία. Αυτό το πέρασμα που συντελείται στην ιστορία των ιδεών συμβαδίζει όντως με την εξέλιξη της κοινωνικής ιστορίας. Αντι στοιχεί στη μετατόπιση της οργανωτικής δυναμικής του Κρά τους από το πεδίο της μεσαιωνικής ιεραρχίας σε εκείνο της νε ωτερικής πειθαρχίας, από τον έλεγχο στη λειτουργία. Ο Max Weber και ο Michel Foucault, για να αναφέρουμε μόνο τους επιφανέστερους, έχουν επιμείνει διεξοδικά σε αυτούς τους με τασχηματισμούς των κοινωνιολογικών σχημάτων της εξουσίας. Κατά τη μακρά μετάβαση από τη μεσαιωνική στη νεωτερική κοινωνία, η πρώτη μορφή του πολιτικού καθεστώτος ήταν, όπως έχουμε δει, ριζωμένη στην υπερβατικότητα. Η μεσαιωνι κή κοινωνία ήταν οργανωμένη σύμφωνα με ένα ιεραρχικό σχή μα αναβαθμών εξουσίας. Αυτό ακριβώς το ιεραρχικό σχήμα κα τέστρεψε η νεωτερικότητα κατά την ανάπτυξή της. Ο Fou cault κάνει λόγο γι’ αυτή τη μετάβαση ως το πέρασμα από το παράδειγμα της κυριαρχίας στο παράδειγμα της κυβερνητικότητας (gouvernementalite), όπου με τον όρο κυριαρχία εννοεί την υπερβατικότητα ενός μόνο σημείου προστάγματος σε όλο το κοινωνικό πεδίο, ενώ με τον όρο κυβερνητικότητα εννοεί τη γενική οικονομία της πειθαρχίας που διέπει την κοινωνία.34 Εμείς προτιμούμε να αντιλαμβανόμαστε αυτό το πέρασμα ως
13Ο
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGfl
μια μετάβαση που συντελείται στο εσ ω τερ ικ ό της έννοιας τη κυριαρχίας, τη μετάβαση σε μια νέα μορφή υπερβατικότητα< Η νεωτερικότητα υποκατέστησε την παραδοσιακή υπερβατικέ τητα του προστάγματος με την υπερβατικότητα της ρυθμιστι κής λειτουργίας. Οι διατάξεις της πειθαρχίας είχαν αρχίσει νι διαμορφώνονται ήδη από την κλασική εποχή, μόνο όμως στ νεωτερικότητα το πειθαρχικό διάγραμμα έγινε διάγραμμα αυ τής της ίδιας της διοίκησης. Όσον καιρό διαρκεί αυτό το πέ ρασμα, η διοίκηση καταβάλλει συνεχή, εκτεταμένη και ακάμα τη προσπάθεια να καταστήσει το κράτος ολοένα περισσότερ ενδογενές στην κοινωνική πραγματικότητα και με τον τρότί αυτό να παραγάγει και να ρυθμίσει την κοινωνική εργασία. Q εκ τούτου οι παλιές τοποθετήσεις, όπως εκείνη του Tocquevil le, περί συνέχειας των διοικητικών σωμάτων στις διάφορες to ριόδους του κοινωνικού γίγνεσθαι αναθεωρούνται εκ θεμελίων όταν δεν απορρίπτονται άρδην. Ο Foucault, εντούτοις, προχοο ράει ακόμη περισσότερο, μέχρι του σημείου να ισχυριστεί ότι c πειθαρχικές διαδικασίες, που τίθενται σε εφαρμογή από τη δι οίκηση, εισχωρούν τόσο βαθιά στην κοινωνία ώστε κατορθώ νουν να διαμορφωθούν ως μηχανισμοί οι οποίοι συνυπολογίζού τη συλλογική βιολογική διάσταση της αναπαραγωγής του πλη θυσμού. Η υλοποίηση της νεωτερικής κυριαρχίας ισοδυναμεί μ τη γένεση της βιοεξουσίας.35 Πριν από τον Foucault, ο Max Weber περιέγραψε επίση τους διοικητικούς μηχανισμούς οι οποίοι εμπλέκονταν στη δια μόρφωση της νεωτερικής κυριαρχίας.36 Ενώ η ανάλυση το Foucault είναι εκτεταμένη στη διαχρονική της ευρύτητα, ' ανάλυση του Weber αποδεικνύεται αποτελεσματική στη ou*y χρονική της βαθύτητα. Όσον αφορά τη συζήτησή μας για τ νεωτερική κυριαρχία, η συμβολή του Weber είναι καταρχάς ισχυρισμός ότι η έναρξη της νεωτερικότητας ορίζεται ως ρήξ' -μια δημιουργική συνθήκη των ατόμων και του πλήθους οποία αντιπαρατίθεται στη διαδικασία της κρατικής επανιδίί ποίησης. Κατά συνέπεια, η κρατική κυριαρχία ορίζεται ως ρύ( μίση αυτού του συσχετισμού δυνάμεων. Η νεωτερικότητα χο
ΛΤΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
131
ρακτηρίζεται προπάντων από την ένταση των αντίπαλων δυνά μεων. Κάθε διαδικασία νομιμοποίησης ρυθμίζεται από αυτή την ένταση και προσπαθεί να αναχαιτίσει την ικανότητά της να προκαλέσει ρήξη και να ανακτήσει τη δημιουργική της πρωτο βουλία. Ο εγκλεισμός της κρίσεως της νεωτερικότητας σε μια νέα κυρίαρχη εξουσία μπορεί να αποδοθεί με παλιές και οιονεί φυσιοκρατικές μορφές, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της πα ραδοσιακής νομιμοποίησης- ή, αντίθετα, μπορεί να αποδοθεί με ιερές και καινοτόμες, ανορθολογικά καινοτόμες μορφές, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της χαρισματικής νομιμοποίησης- ή τέλος, και αυτή είναι εν πολλοίς η αποτελεσματικότερη μορφή της ύστερης νεωτερικότητας, μπορεί να αποδοθεί με τη μορφή του διοικητικού εξορθολογισμου. Η ανάλυση αυτών των μορφών νομιμοποίησης αποτελεί τη δεύτερη συμβολή του Weber στο θέμα μας, η οποία θεμελιώνεται στην πρώτη, δηλαδή την πα ραδοχή του δυϊσμού του παραδείγματος. Το τρίτο συναφές ση μείο είναι η επεξεργασία που επιχειρεί ο Weber του διαδικα στικού χαρακτήρα του μετασχηματισμού, της πάντοτε παρού σας και εφικτής αλληλοδιαπλοκής ποικίλων μορφών νομιμοποί ησης, και της διαρκούς ικανότητάς τους να επεκτείνονται και να εισχωρούν βαθύτερα στον έλεγχο της κοινωνικής πραγματι κότητας. Από αυτό προκύπτει ένα τελευταίο παράδοξο: εάν από τη μια η διαδικασία αυτή κλείνει την κρίση της νεωτερικότη τας, από την άλλη την ξανανοίγει. Η μορφή της διαδικασίας του κλεισίματος είναι τόσο κρίσιμη και συγκρουσιακή όσο και η γένεση της νεωτερικότητας. Από αυτή την άποψη, το έργο του Weber παρουσιάζει το σημαντικό πλεονέκτημα να έχει εξολοθρευσει ολοσχερώς την αυτάρεσκη και θριαμβευτική σύλ ληψη της κυριαρχίας του νεωτερικού Κράτους που είχε παραγάγει ο Hegel. Η ανάλυση του Weber επεκτάθηκε γρήγορα από τους συγ γραφείς εκείνους που είχαν αποδυθεί στην κριτική της νεωτε ρικότητας, από τον Heidegger και τον Lukacs ώς τον Horkheimer και τον Adorno. Όλοι αναγνώρισαν ότι ο Weber είχε αποκαλύψει την ψευδαίσθηση της νεωτερικότητας, την ψευδαίσθη
132
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGR
ση ότι ο ανταγωνιστικός δυϊσμός που εδρεύει στη βάση της νε ωτερικότητας μπορούσε να υπαχθεί σε μια ενιαία σύνθεση, ι οποία θα επένδυε το σύνολο της κοινωνίας και της πολιτικής περιλαμβάνοντας τις παραγωγικές δυνάμεις και τις σχέσεις τη< παραγωγής. Αναγνώρισαν, τέλος, ότι είχε παρέλθει πλέον η πε ρίοδος της ακμής της νεωτερικής κυριαρχίας και άρχιζε η πα ρακμή της. Καθώς η νεωτερικότητα παρακμάζει, μια νέα εποχή ανοίγε ται, και εδώ βρίσκουμε πάλι τη δραματική αντίθεση που υπήρ χε στις απαρχές και στη βάση της νεωτερικότητας. Υπάρχε κάτι που να έχει πράγματι αλλάξει; Ο εμφύλιος πόλεμος βρί σκεται πάλι σε πλήρη έξαρση. Η σύνθεση της ανάπτυξης τω\ παραγωγικών δυνάμεων και των σχέσεων της κυριάρχησης φαί νεται και πάλι επισφαλής και εξωπραγματική. Οι επιθυμίες τοι πλήθους και ο ανταγωνισμός του προς κάθε μορφή κυριαρχία* το ωθούν να απεκδυθεί και πάλι τις διαδικασίες της νομιμοποί ησης που υποβαστάζουν την κυρίαρχη εξουσία. Ασφαλώς, κα νείς δεν θα μπορούσε να φανταστεί κάτι τέτοιο ως μια επι στροφή εκείνου του παλαιού κόσμου των επιθυμιών που εμψύ χωσαν την πρώτη ουμανιστική επανάσταση. Οι νέες υποκειμε νικότητες εδρεύουν σε ένα νέο πεδίο· η νεωτερικότητα και ο κεφαλαιοκρατικές σχέσεις της έχουν αλλάξει άρδην τη σκηνί στην πορεία αυτής της ανάπτυξης. Και όμως, κάτι παραμένε αμετάβλητο: έχει κανείς την αίσθηση ενός deja vu όταν βλέπε να επανεμφανίζονται οι αγώνες που συνεχώς απορρέουν απ* εκείνες τις απαρχές. Η εμπειρία της επανάστασης θα αναγεν νηθεί μετά τη νεωτερικότητα, αλλά μέσα στις νέες συνθήκε που με τόσο αντιφατικό τρόπο οικοδόμησε η νεωτερικότητα. i επιστροφή του Machiavelli στις απαρχές μοιάζει να συνδυάζε ται με την ηρωική αέναη επιστροφή του Nietzsche. Όλα είνα διαφορετικά και τίποτε δεν φαίνεται να έχει αλλάξει. Πρόκει ται άραγε για την έλευση μιας νέας ανθρώπινης δύναμης; «Για τί αυτό είναι το μυστικό της ψυχής: όταν ο ήρωας την είχ εγκαταλείψει, τότε μόνο την πλησίασε σε κατάσταση ονειρικ-ο υπερήρωας.»31
ΑΤΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
133
0 ΟΤΜΑΝΙΣΜΟΣ ΜΕΤΑ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ Σ τις τ ε λ ε υ τ α ίε ς μ ε λ έ τ ε ς του M ic h e l F o u c a u lt γ ια τ η ν ιστορία της σ εξο υ α λικ ό τη τα ς α να βιώ νει η ίδια ε π α ν α σ τ α τ ικ ή ορμή που ζω ογόνη σ ε το ν α ν α γ ε ν ν η σ ια κ ό ουμανισμό. Η η θ ικ ή μ έ ρ ιμ ν α του εαυτού ε π α ν εμ φ α ν ίζ ετ α ι ω ς σ υ ν τ α κ τ ικ ή δ ύνα μ η α υτοδ η μ ιουρ γίας. Π ώ ς είνα ι δυνα τόν ο σ υ γ γ ρ α φ έα ς που τό σ ο μ ό χ θ η σ ε γ ια να μ α ς π είσ ε ι γ ια το θάνατο του Α νθρώ π ου, ο δ ια νο η τή ς π ο υ σ ε όλη τη στα διοδρομ ία του δ ε ν έ π α ψ ε να υψ ώ νει το λά β α ρ ο του α ντιουμανισμού, να σ υ ν τ α χ θ ε ί σ το τ έ λ ο ς μ ε τα β α σ ικ ά α ξιώ μα τα τη ς ου μ α νισ τικ ή ς παράδοσης; Δ ε ν θ έ λ ο υ μ ε να υ π α ινιχ θ ο υ μ ε ότι ο F o u c a u lt φ ά σ κ ει κ α ι α ντιφ ά σ κ ει ή ότι υπ α να χ ώ ρ η σ ε α π ό την π α λα ιό τερ η το π ο θ έτ η σ ή το υ· π ά ντα τ ό ν ιζ ε μ ε ιδ ια ίτερ η ε π ι μονή τ η σ υ ν έπ εια του λ ό γ ο υ του. Μ ά λ λ ο ν , σ το κ ύ κ ν ειο ά σ μ α του, ο F o u c a u lt θ έτει έ ν α π αράδοξο όσο κ α ι ε π ε ίγ ο ν ερώ τημ α : Τι σ η μ α ίνει ο ουμ α νισ μ ός μ ε τ ά το θάνατο το υ Α νθρ ώ π ο υ; Ή μ ά λλον, τι μ π ο ρ ε ί να σ η μ α ίνει έ ν α ς α ντιο υ μ α νισ τικ ό ς (ή μ ε τ α ανθρώ πινος) ουμανισμός; Ε τούτο το ερ ώ τημ α , ω στόσο, μ ό νο φ α ινο μ ενικ ά είνα ι πα ρά δοξο, κι α υ τό ο φ είλετα ι ε ν μ έ ρ ει σ ε μ ια ν ο ρ ο λ ο γικ ή σ ύ γχ υ σ η δύο δια φ ορετικώ ν εννοιώ ν ουρανισμ ού. Ο α ντιουμ α νισ μ ός, που α π ο τ έ λ ε σ ε τόσο σ η μ α ντ ικ ό σ χ έ δ ιο γ ια τον F o u c a u lt κ α ι τον A lth u s s e r σ τη δ εκ α ετ ία του 1960, μ π ο ρ ε ί να σ υ νδ εθ εί ουσια στικά μ ε μ ια μ ά χ η που ε ίχ ε δώ σει ο S p in o z a τρ εις α ιώ νες πριν. Ο S p in o za κ α τ α δ ίκ α σ ε κ ά θ ε α ντίλη ψ η τ η ς α νθ ρ ω π ό τη τα ς ως ενός imperium in imperio. Μ ε ά λ λ α λ ό γ ια , α ρ νή θ η κ ε να α να γνω ρίσει σ τη ν ανθρώ πινη φύση νόμους δ ια φ ορ ετικούς α π ό τους νόμους τ η ς φ ύσ εω ς ω ς όλου. Η D o n n a H a r a w a y σ υ νεχ ίζει το σ χέδιο του S p in o z a σ τ ις μ έ ρ ε ς μ α ς, κα θώ ς ε π ιμ έ ν ε ι να κ α τ α λύσ ει τα σ τ ε γ α ν ά π ου υψ ώ νουμε α νά μ εσ α σ το ν άνθρω πο, τ ο ζώο και τη μ η χ α ν ή . Ε ά ν όμ ω ς εννο ή σ ο υ μ ε το ν Ά νθ ρ ω π ο ω ς χ ω ρ ισ τό απ ό τη φ ύση, τ ό τ ε ο Ά νθ ρ ω π ο ς δ ε ν υ π ά ρ χει. Α υ τ ή α κρ ιβ ώ ς η πα ραδοχή είνα ι ο θάνατος του Α νθρώ π ου. Ο α ντιουμ ανισ μ ός, εντούτοις, δ εν έ ρ χ ε τ α ι κ α τ ’ α ν ά γ κ η ν σ ε
134
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGR!
αντίθεσ η μ ε το επ α να σ τα τικ ό π νεύμ α του α να γεννησ ια κού ουμα· νισμού, του οποίου τις γ ε ν ικ έ ς γρ α μ μ ές εκ θ έσ α μ ε νωρίτερα, απι
τον K u sa n u s μ έχ ρ ι τον M a rsiliu s. Μ ά λ λο ν , αυτός ο ουμανισμό < α κ ολουθ εί κα τά πόδας το εκ κ ο σ μ ικ ευ τικ ό σ χ έδ ιο του α να γεννη σιακού ουρανισμού, η, ακριβέστερα , τη ν α να κά λυψ η του επ ιπ έδ οι τη ς ε μ μ έν εια ς που αυτός ανακάλυψ ε. Κ α ι τα δύο σ χ έδ ια βα σίζον ται σ ε μ ια ν επ ίθ εσ η εναντίον τη ς υπερβα τικότητας. Υ π ά ρχει μ ιι α δια μ φ ισ βή τη τη σ υ νέχ εια μ ετ α ξ ύ τη ς θρησκευτικής σκέψ ης, πο\
ε κ χ ω ρ εί μ ια ν εξουσία ε π ί τη ς φύσεω ς σ τον Θεό, κ α ι τη ς νεω τε ρ ικ ή ς «κοσμ ικής» σ κέψ η ς, που ε κ χ ω ρ εί τη ν ίδια εξουσία ε π ί τη< φύσεω ς στον Ά νθρω πο. Η υπ ερ β α τικό τη τα του Θ εού α π λώ ς μ ε ταβιβάζεται στον Ά νθρω πο. Ό π ω ς ο Θ εός π ριν α π ό αυτόν, ετού τος ο Ά νθρω πος που σ τέκ ει χω ρ ισ τά α π ό και πάνω α π ό τη φύσι δεν έ χ ε ι θέση σ ε μ ια φ λ ο σ ο φ ία τη ς εμ μ ένεια ς. Κ α ι όπω ς ο Θε ός, ετούτη η υπ ερβα τική μορφή Α νθρώ π ου ο δ η γ ε ί γρ ή γο ρ α σ τ η επ ιβ ο λ ή κοινω νικής ιεραρχίας κ α ι κυριάρχησης. Ο αντιουμανι σμός, συνεπώ ς, νοούμενος ως άρνηση κ ά θ ε υπ ερβα τικότητας, δ ε π ρ έπ ει καθόλου να σ υ γ χ έ ετ α ι μ ε τη ν άρνηση τ η ς vis viva, τη δ η μ ιουρ γική ς ζω ντανής δύναμης που ζω ο γο νεί το επαναστατικά ρ εύμ α τ η ς νεω τερικ ή ς παράδοσης. Α π ενα ντία ς, η άρνηση τη υπ ερ βα τικότη τα ς είναι η συνθήκη π ου κα θισ τά δυνα τό να σ υλλο γιζό μ α σ τε α υτή ν τ η ν εμ μ εν ή εξουσία, μ ια α να ρ χικ ή β ά σ η φίλο σοφίας: « Ν ΐ D ie u , n i m a itre , n i Y hom m e.» Ο ουμ α νισ μ ός τω ν τελ ευ τα ίω ν έρ γω ν του F o u c a u lt, συνε πώ ς, δ ε ν π ρ έ π ε ι να θεω ρείται ότι α ντιφ ά σ κ ει ή α κ ό μ η ότι πα ρ ε κ κ λ ίν ε ι α π ό τη ν έννοια του θανάτου του Α νθρ ώ π ου που δια κ ή ρ υ ξε είκ ο σ ι χ ρ ό ν ια ενω ρίτερα . Μ ό λ ις α να γνω ρ ίσ ο υ μ ε τα μ ε ταα νθρώ π ινα σ ώ μ α τα κα ι νόες μ α ς, μ ό λ ις δ ο ύ μ ε τους εα υ το ύ μ α ς ω ς τα π ιθ η κ ο ειδ ή κ α ι τα c y b o rg s π ου είμ α σ τ ε , χ ρ ειά ζετα κ α τ ό π ιν να ερ ευ νή σ ο υ μ ε τη vis viva, τις δ η μ ιο υ ρ γικ ές δυνά μ ει που μ α ς ζω ογονούν όπω ς ζω ογονούν κα ι ό λη τη φ ύση, κ α ι π ο π ρ α γμ α τώ νο υ ν τις δ υ να τό τη τές μας. Α υ τό ς είνα ι ο ουμ α νισμ ό μ ε τ ά τ ο θάνατο του Α νθρώ π ου: ό,τι ο F o u c a u lt ονομά ζει «1 tr a v a il d e s o i s u r so i» , το δ ια ρ κ ές σ υ ν τ α κ τ ικ ό σ χ έ δ ιο δημιουρ γ ία ς η μ ώ ν α υτώ ν κ α ι του κόσμ ου.
2.2 Η Κ Υ Ρ Ι Α Ρ Χ Ι Α ΤΟΥ Ε Θ Ν Ι Κ Ο Υ Κ ΡΑ Τ Ο Υ Σ
Έλεος, ξένοι, μη μας αφήνετε μόνους με τους Γάλλους! από γκράφιτι σε τοίχο του Παρισιού, 1995 Νομίζαμε ότι πεθαίναμε για την πατρίδα. Δεν αργήσα με να συνειδητοποιήσουμε ότι το κάναμε για τα θησαυ ροφυλάκια των τραπεζών.
Anatole F rance
Καθώς η ευρωπαϊκή νεωτερικότητα σταδιακά ελάμβανε μορφή, εξουσιαστικοί μηχανισμοί κατασκευάζονταν για να αντεπεξέλθουν στην κρίση, αναζητώντας διαρκώς ένα πλεόνασμα που θα την επέλυε ή τουλάχιστον θα την αναχαίτιζε. Στο προηγούμε νο κεφάλαιο ιχνηλατήσαμε την οδό μιας απάντησης στην κρί ση, η οποία απέληξε στην ανάδυση του νεότερου κυρίαρχου κράτους. Η δεύτερη προσέγγιση επικεντρώνεται στην έννοια του έθνους, μια εξέλιξη η οποία προϋποθέτει την προηγούμενη και στηρίζεται σε αυτήν προκειμένου να κατασκευάσει έναν τε λειότερο μηχανισμό αποκατάστασης της τάξης και του διοικη τικού ελέγχου.
Η γένεση του έθνους Η έννοια του έθνους στην Ευρώπη αναπτύχθηκε στο έδαφος του κληρονομικού (patrimonial) και απολυταρχικού κράτους. Το κληρονομικό κράτος οριζόταν ως ιδιοκτησία του μονάρχη. Στις ποικίλες συναφείς μορφές που έλαβε στις διάφορες ευρω παϊκές χώρες, το κληρονομικό και απολυταρχικό κράτος ήταν η ενδεδειγμένη πολιτική μορφή για τη διακυβέρνηση των φε ουδαρχικών κοινωνικών και παραγωγικών σχέσεων.1 Η φεου
136
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
δαρχική ιδιοκτησία έπρεπε να μεταβιβάζεται, και το επ’ αυτής δικαίωμα να εκχωρείται, σύμφωνα προς τους αναβαθμούς της κοινωνικής κατανομής της εξουσίας, με τον ίδιο τρόπο που τα επίπεδα της διοίκησης έπρεπε να μεταβιβάζονται κατά τους επόμενους αιώνες. Η φεουδαρχική ιδιοκτησία αποτελούσε μέρος του σώματος του μονάρχη, όπως ακριβώς, αν μετακινηθούμε στη σφαίρα του μεταφυσικού, το κυρίαρχο μοναρχικό σώμα αποτελούσε μέρος του σώματος του Θεού.2 Κατά τον 16ο αιώνα, μεσούσης της Μεταρρύθμισης και της σφοδρής αντιπαράθεσης μεταξύ των δυνάμεων της νεωτερικότητας, η κληρονομική μοναρχία εξακολουθούσε να παρουσιάζε ται ως διασφαλιστής της ειρήνης και του κοινωνικού βίου. Δια τηρούσε ακόμη τον έλεγχο επί του κοινωνικού γίγνεσθαι με τρόπο που της επέτρεπε να απορροφά αυτή τη διαδικασία στο μηχανισμό κυριάρχησής της. «Cujus regio, ejus religio» -ή μάλλον, η θρησκεία έπρεπε να υποτάσσεται στον εδαφικό έλεγ χο του ηγεμόνα. Το παραπάνω απόφθεγμα δεν άφηνε κανένα περιθώριο αμφισημίας· αντίθετα, εναπέθετε εξ ολοκλήρου στην εξουσία του κληρονομικού ηγεμόνα τη διαχείριση της μετάβα σης προς μια νέα τάξη πραγμάτων. Ακόμη και η θρησκεία υπα γόταν στην κυριότητά του. Κατά τον 17ο αιώνα, η απολυταρ χική αντίδραση στις επαναστατικές δυνάμεις της νεωτερικότητας αποθέωσε το κράτος της κληρονομικής μοναρχίας και το χρησιμοποίησε ως όπλο για τους δικούς της σκοπούς. Σε εκεί νο το σημείο, ωστόσο, η αποθέωση του κληρονομικού κράτους δεν μπορούσε παρά να είναι παράδοξη και αμφίβολη, αφού τα φεουδαρχικά θεμέλια της ισχύος του είχαν αρχίσει να καταρρέ ουν. Οι διαδικασίες της πρωταρχικής συσσώρευσης του κεφα λαίου επέβαλαν νέους όρους σε όλες τις εξουσιαστικές δομές.3 Ώς την εποχή των τριών μεγάλων αστικών Επαναστάσεις (της Αγγλικής, της Αμερικανικής και της Γαλλικής), δεν υπήρχε πολιτική εναλλακτική πρόταση η οποία θα μπορούσε να αντικρούσει με επιτυχία αυτό το μοντέλο. Το απολυταρχικό και κληρονομικό μοντέλο επιβίωσε σ’ αυτήν την περίοδο μόνο με την υποστήριξη ενός ιδιάζοντος συμβιβασμού των πολιτικών δυ
Α ΪΤ Ο Κ Ρ Α Τ Ο Ρ ΙΑ
137
νάμεων, ενώ η ουσία του διαβρωνόταν εκ των έσω, εξαιτίας προπάντων της ανάδυσης νέων παραγωγικών δυνάμεων. Παρά ταύτα, το απολυταρχικό και κληρονομικό μοντέλο επιβίωσε και, το σημαντικότερο, μετασχηματίστηκε αναπτύσσοντας ορι σμένα βασικά χαρακτηριστικά τα οποία έμελλε να κληροδοτη θούν στους επόμενους αιώνες. Ο μετασχηματισμός του απολυταρχικού και κληρονομικού μοντέλου συνίστατο σε μια κλιμακωτή διαδικασία, η οποία υποκατέστησε το θεολογικό υπόβαθρο της εδαφικής κληρονο μιάς με ένα νέο, εξίσου υπερβατικό υπόβαθρο.4 Πλέον, ήταν μάλλον η πνευματική ταυτότητα του έθνους και όχι το θείο σώ μα του βασιλιά εκείνη που έθετε το έδαφος και τον πληθυσμό ως μια ιδεώδη αφαίρεση. Ή μάλλον, το υποστατό έδαφος και ο υποστατός πληθυσμός εκλαμβάνονταν ως προεκτάσεις της υπερβατικής ουσίας του έθνους. Μ ε α υτόν το ν τρόπο, η νεω τερική έννο ια του έθνους π α ρ έλ α β ε το κ λη ρ ο ν ο μ ικ ό σώ μα του μ ο ναρχικού κρ ά τους κ α ι το επ α ν εφ η ύ ρ ε σ ε ν έα μορφή. Η νέα ολό
τητα της εξουσίας δομήθηκε εν μέρει, αφ’ ενός από τις νέες κε φαλαιοκρατικές παραγωγικές διαδικασίες και αφ’ ετέρου από τα παλαιά δίκτυα της απολυταρχικής διοίκησης. Αυτή η αμή χανη δομική σχέση σταθεροποιήθηκε με τη συνδρομή της εθνι κής ταυτότητας: μιας πολιτισμικής, ενοποιού ταυτότητας, θε μελιωμένης στη βιολογική συνέχεια των δεσμών αίματος, στη χωρική συνέχεια του εδάφους και στη γλωσσική κοινότητα. Είναι προφανές ότι, αν και αυτή η διαδικασία διατήρησε τη βαρύτητα της σχέσης προς τον ανώτατο άρχοντα, πολλά στοι χεία άλλαξαν. Το σημαντικότερο είναι ότι, καθώς ο κληρονομι κός ορίζοντας μετασχηματίστηκε σε εθνικό ορίζοντα, η φεου δαρχική τάξη του υπηκόου ( s u b je c tu s ) έδωσε τη θέση της στην πειθαρχική τάξη του πολίτη ( c iv e s ). Η μεταλλαγή του πληθυσμού από υπηκόους σε πολίτες ήταν μια ένδειξη της μεταπήδησής του από έναν παθητικό ρόλο σε έναν ενεργητικό. Το έθνος παρουσιάζεται ανέκαθεν ως μια ενεργός δύναμη, ως μια γενεσιουργός μορφή κοινωνικών και πολιτικών σχέσεων. Όπως τονίζουν ο Benedict Anderson και άλλοι, το έθνος συ
138
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
χνά βιώνεται ως (ή τουλάχιστον λειτουργεί ωσάν να ήταν) μια συλλογική φαντασίωση, μια ενεργός δημιουργία του κοινού των πολιτών.5 Σε αυτό το σημείο μπορούμε να διαπιστώσουμε τόσο τη συγγένεια όσο και την ειδοποιό διαφορά ανάμεσα στις έν νοιες του κληρονομικού και του εθνικού κράτους. Το τελευταίο αναπαράγει πιστά την ολοποιητική ταυτότητα του πρώτου, όσον αφορά τόσο το έδαφος όσο και τον πληθυσμό, όμως το έθνος και το εθνικό κράτος προτείνουν νέους τρόπους για να υπερκεραστεί η επισφάλεια της νεωτερικής κυριαρχίας. Οι έν νοιες αυτές πραγμοποιούν την κυριαρχία με τον πιο ανελαστι κό τρόπο· μετατρέπουν τη σχέση της κυριαρχίας σε π ρ ά γμ α (συχνά παρουσιάζοντάς την ως εκ φύσεως δεδομένη -by natu ralizing it) και με αυτόν τον τρόπο εκριζώνουν κάθε κατάλοι πο κοινωνικού ανταγωνισμού. Το έθνος αποτελεί ένα είδος ιδε ολογικής παρακαμπτήριου που επιχειρεί να αποδεσμεύσει τις έννοιες της κυριαρχίας και της νεωτερικότητας από τον αντα γωνισμό και την κρίση που τις διέπουν. Η εθνική κυριαρχία αναστέλλει τις συγκρουσιακός απαρχές της νεωτερικότητας (όταν δεν τις εξαλείφει οριστικά), και κλείνει όσες από τις εναλλακτικές οδούς της είχαν αρνηθεί να εκχωρήσουν τις δυ νάμεις τους στην κρατική εξουσία.6 Ο μετασχηματισμός της έννοιας της νεωτερικής κυριαρχίας στην έννοια της εθνικής κυριαρχίας απαίτησε επίσης ορισμένες νέες υλικές συνθήκες. Το σημαντικότερο, απαίτησε την καθιέρω ση μιας νέας ισορροπίας ανάμεσα στις διαδικασίες της κεφαλαι οκρατικής συσσώρευσης και τις εξουσιαστικές δομές. Η πολιτική νίκη της αστικής τάξης, όπως σαφέστατα δείχνουν η Αγγλική και η Γαλλική Επανάσταση, συνέπεσε με την τελείωση της έν νοιας της νεωτερικής κυριαρχίας διά της τελείωσης της έννοιας της εθνικής κυριαρχίας. Πίσω από την ιδανική διάσταση λης έν νοιας του έθνους κρύβονταν ταξικά μορφώματα τα οποία ρλεγχαν ήδη τις διαδικασίες της συσσώρευσης. Το «έθνος», λοιπόν, ήταν μεν η υποστασιοποίηση της ρουσσωικής «γενικής βούλησης», ταυτόχρονα όμως ήταν και ό,τι η πρώιμη βιομηχανική ιδεολογία αντιλαμβανόταν ως «κοινότητα αναγκών» (δηλαδή, ως την κε
ΛΤΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
139
φαλαιοκρατική ρύθμιση της αγοράς), η οποία κατά τη μακρά εποχή της πρωταρχικής συσσώρευσης στην Ευρώπη ήταν κατά το μάλλον ή ήττον φιλελεύθερη και πάντοτε αστική. Όταν, κατά τον 19ο και τον 20ό αιώνα, η έννοια του έθνους μεταγγίστηκε σε πολύ διαφορετικά ιδεολογικά συμφραζόμενα και πυροδότησε λαϊκές κινητοποιήσεις σε περιοχές και κράτη, τόσο εντός όσο και εκτός Ευρώπης, τα οποία δεν είχαν εμπει ρία ούτε της φιλελεύθερης επανάστασης ούτε του ίδιου επιπέ δου πρωταρχικής συσσώρευσης, εξακολουθούσε πάντα να πα ρουσιάζεται ως μια έννοια κεφαλαιοκρατικού εκσυγχρονισμού, που διατεινόταν ότι συνδύαζε το διαταξικό αίτημα για πολιτική ενότητα με τις ανάγκες της οικονομικής ανάπτυξης. Με άλλα λόγια, το έθνος τέθηκε ως το μοναδικό ενεργό μέσο που ήταν σε θέση να αποφέρει νεωτερικότητα και ανάπτυξη. Η Rosa Luxemburg καταφέρθηκε έντονα (όσο και μάταια) εναντίον του εθνικισμού στο πλαίσιο των συζητήσεων της Τρίτης Διεθνούς, κατά τα χρόνια που προηγήθηκαν του Α' Παγκοσμίου πολέμου. Η Luxemburg αντιτάχθηκε σε μια πολιτική «εθνικής αυτοδιά θεσης» για την Πολωνία ως στοιχείου του επαναστατικού προ γράμματος, το κατηγορώ της όμως εναντίον του εθνικισμού ήταν πολύ γενικότερο.7 Η κριτική που επιφύλαξε η Luxemburg στην έννοια του έθνους δεν ήταν απλώς μια κριτική του εκ συγχρονισμού αυτού καθαυτόν, μολονότι αναμφίβολα είχε πλή ρη συναίσθηση των αμφισημιών που εμπεριείχε η κεφαλαιο κρατική ανάπτυξη· ούτε η πρωταρχική της ανησυχία ήταν οι διασπάσεις που αναπόφευκτα θα προκαλουσαν τα εθνικιστικά κινήματα στους κόλπους της ευρωπαϊκής εργατικής τάξης, καίτοι το νομαδικό πέρασμά της από την κεντρική και την ανα τολική Ευρώπη ασφαλώς την είχε ευαισθητοποιήσει σχετικά. Το ισχυρότερο επιχείρημα της Luxemburg ήταν, μάλλον, ότι το έθνος είναι συνώνυμο της δικτατορίας και συνεπώς εξ ορι σμού ασυμβίβαστο προς οποιαδήποτε απόπειρα δημοκρατικής οργάνωσης. Η Luxemburg αντιλήφθηκε ότι η εθνική κυριαρχία και οι εθνικές μυθολογίες κατ’ ουσίαν νοσφίζονται το έδαφος της δημοκρατικής οργάνωσης, ανανεώνοντας τις δυνάμεις της
140
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
εδαφικής κυριαρχίας και εκσυγχρονίζοντας το πρόγραμμά της διά της κινητοποίησης μιας ενεργού κοινότητας. Η διαδικασία οικοδόμησης του έθνους, που ανανέωσε την έννοια της κυριαρχίας και της έδωσε έναν νέο ορισμό, σύντομα έγινε ένας ιδεολογικός εφιάλτης σε κάθε ιστορικό πλαίσιο. Η κρίση της νεωτερικότητας, η οποία είναι η αντιφατική συμπαρουσία του πλήθους και μιας εξουσίας που θέλει να το περιορί σει στην αρχή του ενός -τουτέστιν η συμπαρουσία ενός νεοφα νούς παραγωγικού συνόλου ελεύθερων υποκειμενικοτήτων και μιας πειθαρχικής εξουσίας που θέλει να το εκμεταλλευτεί- εν τέλει δεν ειρηνεύει ούτε επιλύεται με την ανάδυση της έννοιας του έθνους, όπως δεν ειρήνευσε ούτε επιλύθηκε με την ανάδυ ση της έννοιας της κυριαρχίας ή του κράτους. Το έθνος μπορεί μόνο να παραλλάξει ιδεολογικά την κρίση, να τη μεταθέσει, και να ανακόψει προσωρινά τη δύναμή της.
Το έθνος και η κρίση της νεωτερικότητας Ο Jean Bodin με το έργο του ηγείται του ρεύματος εκείνου της ευρωπαϊκής σκέψης που οδηγεί στην έννοια της εθνικής κυριαρχίας. Το σπουδαιότερο έργο του, Les s ix liv r e s d e la R e p u b liq u e , που πρωτοεμφανίστηκε το 1576, ακριβώς στην καρδιά της κρίσης της Αναγέννησης, πραγματευόταν ως κύριο πρόβλημά του τους εμφύλιους και θρησκευτικούς πολέμους που ταλάνιζαν τη Γαλλία και την Ευρώπη της εποχής του. Ο Bo din βρέθηκε ενώπιον πολιτικών κρίσεων, συγκρούσεων και πο λέμων, όμως αυτά τα στοιχεία ρήξης δεν τον οδήγησαν στη διατύπωση μιας ειδυλλιακής εναλλακτικής πρότασης, ούτε καν σε απλώς θεωρητικό ή ουτοπικό επίπεδο. Αυτός είναι και ο λό γος που το έργο του δεν συνιστούσε απλώς μια γόνιιΐη συμβο λή στον νεωτερικό ορισμό της κυριαρχίας, αλλά μιφ αποτελε σματική πρόβλεψη της μετέπειτα εξέλιξης της κυριαρχίας στο εθνικό επίπεδο. Υιοθετώντας μια ρεαλιστική οπτική, κατόρθω σε να διαβλέψει την κριτική που θα επιφύλασσε η ίδια η νεωτερικότητα στην κυριαρχία.
ΑΪΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
141
Η κυριαρχία, υποστήριξε ο Bodin, δεν είναι δυνατόν να παραχθεί από την ενότητα του Ηγεμόνα και του πλήθους, του δημόσιου και του ιδιωτικού, ούτε το πρόβλημα που θέτει μπο ρεί να επιλυθεί όσο κανείς εμμένει στο πλαίσιο ενός κοινωνικού συμβολαίου ή στο πλαίσιο του φυσικού δικαίου. Όντως, η πρωταρχή της πολιτικής εξουσίας και ο ορισμός της κυριαρχίας συνίστανται στη νίκη της μιας πλευράς επί της άλλης, σε μια νί κη που καθιστά τον έναν κυρίαρχο και τον άλλον υπήκοο. Η ισχύς και η βία δημιουργούν τον ηγεμόνα. Οι υλικοί προσδιορι σμοί της εξουσίας επιβάλλουν την p le n itu d e p o te s ta tis (την πληρότητα της εξουσίας). Πρόκειται για την πληρότητα και την ενότητα της εξουσίας, καθόσον «η ένωση των μελών [της πολιτείας] τελεί υπό την προϋπόθεση της ενοποίησης κάτω από έναν και μοναδικό ηγέτη, από τον οποίο εξαρτάται η αποτελε σματικότατα όλων των υπολοίπων. Ένας κυρίαρχος ηγεμόνας είναι, ως εκ τούτου, απολύτως απαραίτητος, διότι η δική του εξουσία είναι αυτή που ειδοποιεί όλα τα μέλη της πολιτείας».8 Αφού απορρίψει το πλαίσιο του φυσικού δικαίου και τις υπερβατικές θεωρήσεις που αυτό πάντα με κάποιον τρόπο επι καλείται, ο Bodin μας δίνει τη μορφή ενός ηγεμόνα, ή μάλλον ενός Κράτους, το οποίο ρεαλιστικά, και άρα ιστορικά, οικοδομεί τη δική του πρωταρχή και δομή. Το νεότερο Κράτος προ ήλθε από αυτόν ακριβώς το μετασχηματισμό, και μόνο στο πλαίσιο αυτού του μετασχηματισμού μπορούσε να συνεχίσει να αναπτύσσεται. Αυτός είναι ο θεωρητικός αρμός, διά του οποίου η θεωρία της νεωτερικής κυριαρχίας συνδέεται με την εμπειρία της εδαφικής κυριαρχίας και την τελειώνει. Παραλαμβάνοντας το ρωμαϊκό δίκαιο και αντλώντας από την ικανότητά του να διαρθρώνει τις πηγές του δικαίου και να ρυθμίζει τις μορφές της ιδιοκτησίας, το δόγμα του Bodin κατέστη η θεωρία ενός ενιαίου πολιτικού σώματος με τη διάρθρωση ενός διοικητικού μηχανισμού, το οποίο φαινόταν να υπερβαίνει τις δυσχέρειες της κρίσης της νεωτερικότητας. Η μετατόπιση του κέντρου του θεωρητικού ενδιαφέροντος από το ζήτημα της νομιμότητας στο ζήτημα του βίου του Κράτους και της κυριαρχικής εξουσίας του
142
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
ως ενοποιημένου σώματος αποτέλεσε σημαντική πρόοδο. Όταν ο Bodin έκανε λόγο για «το πολιτικό δικαίωμα της κυριαρ χίας», ήδη προεξοφλούσε τον εθνικό (και σωματικό) υπερκαθορισμό της κυριαρχίας, και χάραζε με αυτόν τον τρόπο μια πρω τότυπη και ευθεία οδό η οποία έμελλε να προεκταθεί στους επόμενους αιώνες.9 Μετά τον Bodin, κατά τον 17ο και τον 18ο αιώνα, αναπτύ χθηκαν παράλληλα στην Ευρώπη δύο θεωρητικές σχολές, οι οποίες επίσης έδωσαν κεντρική θέση στην έννοια της κυριαρ χίας και ουσιαστικά διέβλεψαν την έννοια της εθνικής κυριαρ χίας: η παράδοση του φυσικού δικαίου και η ρεαλιστική (ή ιστορικιστική) παράδοση της κρατικής θεωρίας.10 Και οι δύο σχολές διαμεσολάβησαν την υπερβασιακή σύλληψη της κυριαρ χίας με μια ρεαλιστική μεθοδολογία που κατόρθωσε να συλλάβει τους όρους της υλικής διαπάλης· και οι δύο συνέδεσαν την οικοδόμηση του κυρίαρχου κράτους με τη συγκρότηση της κοινωνικοπολιτικής κοινότητας που αργότερα θα αποκαλούνταν έθνος. Όπως ο Bodin, έτσι και οι δύο αυτές σχολές βρίσκονταν διαρκώς αντιμέτωπες με την κρίση της θεωρητικής έννοιας της κυριαρχίας, η οποία επανεμφανιζόταν διαρκώς μέσα από τον ανταγωνισμό των δυνάμεων της νεωτερικότητας και τη δικαΐκή και διοικητική κατασκευή του μορφώματος του κράτους. Στη σχολή του φυσικού δικαίου, από τον Grotius ώς τον Althusius και από τον Thomasius ώς τον Puffendorf, οι μορ φές της κυριαρχίας απώλεσαν τον υπερβασιακό χαρακτήρα τους και θεμελιώθηκαν στην πραγματικότητα των θεσμικών και δι οικητικών διαδικασιών. Η κυριαρχία κατανεμόταν, θέτοντας σε κίνηση ένα σύστημα πολλαπλών συμβολαίων, σχεδιασμένο να παρεμβαίνει σε κάθε κόμβο της διοικητικής δομής της εξου σίας. Αυτή η διαδικασία δεν επικεντρώθηκε στην κόρυφή του κράτους και τον τίτλο απλώς της κυριαρχίας· μάλλον, το πρό-τ βλήμα της νομιμοποίησης άρχισε να προσεγγίζεται από την άποψη ενός δ ιο ικ η τικ ο ύ μ η χ α ν ισ μ ο ύ ο οποίος λειτουργούσε μέ σω των διαρθρώσεων και της ά σ κ η σ η ς τ η ς εξουσίας. Ο κλοιός της κυριαρχίας και της υποταγής έκλεισε γύρω από τον ίδιο
ΑΥΤΟ Κ ΡΑΤΟ ΡΙΑ
143
του τον εαυτό, αναπαράγοντας εαυτόν, πολλαπλασιαζόμενος και επεκτεινόμενος σε όλη την κοινωνική πραγματικότητα. Η κυ ριαρχία κατέληξε να μελετάται λιγότερο από την άποψη των ανταγωνιστών που ενέχονταν στην κρίση της νεωτερικότητας και περισσότερο ως μια διοικητική διαδικασία που διαρθρώνει αυτούς τους ανταγωνισμούς και σκοπεύει να επιβάλει μια ενό τητα στη διαλεκτική της εξουσίας, καθιστώντας την αφηρημένη και πραγμοποιώντας τη μέσω της ιστορικής δυναμικής. Μια σημαντική μερίδα της σχολής του φυσικού δικαίου ανέπτυξε με αυτόν τον τρόπο την ιδέα της κατανομής και της διάρθρωσης της υπερβατικής κυριαρχίας μέσω των πραγματικών μορφών της διοίκησης." Εντούτοις, η σύνθεση που ελάνθανε στη σχολή του φυσικού δικαίου έλαβε ρητή μορφή στο πλαίσιο του ιστορικισμού. Θα ήταν οπωσδήποτε εσφαλμένο να αποδώσουμε στον ιστορικισμό του Διαφωτισμού την άποψη που ουσιαστικά μόνον αργότερα αναπτύχθηκε, από τις αντιδραστικές σχολές της περιόδου που ακολούθησε τη Γαλλική Επανάσταση -την άποψη, δηλαδή, η οποία συνδυάζει τη θεωρία της κυριαρχίας με τη θεωρία του έθνους και θεμελιώνει και τις δύο σε ένα κοινό ιστορικό έδα φος. Και όμως υπάρχουν ήδη, σ’ αυτήν την πολύ πρώιμη πε ρίοδο, τα σπέρματα της μετέπειτα εξέλιξης. Ενώ μια σημαντι κή μερίδα της σχολής του φυσικού δικαίου ανέπτυξε την ιδέα της διάρθρωσης της υπερβατικής κυριαρχίας μέσω των πραγ ματικών μορφών της διοίκησης, οι ιστορικιστές διανοητές του Διαφωτισμού επιχείρησαν να συλλάβουν την υ π ο κ ε ιμ ε ν ικ ό τ η τ α της ισ το ρ ικ ή ς δ ια δ ικ α σ ία ς και έτσι να βρουν ένα αποτελεσμα τικό έρεισμα για τον τίτλο και την ά σ κ η σ η τ η ς κυριαρχίας.12 Στο έργο του Giambattista Vico, λόγου χάριν, εκείνου του ε κ π λ η κ τ ικ ο ύ διάττοντος αστέρος που έλαμψε στο στερέωμα της εποχής του Διαφωτισμού, όλοι οι προσδιορισμοί της δικαϊκής έννοιας της κυριαρχίας θεμελιώθηκαν στη δύναμη της ιστορικής εξέλιξης. Οι υπερβατικές μορφές της κυριαρχίας ερ μηνεύτηκαν ως ενδείξεις μιας θεόπεμπτης διαδικασίας, η οποία ήταν ταυτόχρονα ανθρώπινη και θεία. Αυτή η κατα
144
MICHAEL HARDT - ANTONIO N E G R i
σκευή της κυριαρχίας (ή μάλλον η πραγμοποίηση της κυριαρ-*; χίας) μέσα στην ιστορία ήταν εξαιρετικά δραστική. Σε αυτό το^ ιστορικό πεδίο, το οποίο εξωθεί κάθε ιδεολογική κατασκευή να;] αντιμετωπίσει την πραγματικότητα, η εκ γενετής κρίση της, νεωτερικότητας ουδέποτε έληξε -και ούτε υπήρχε ανάγκη να; λήξει, αφού η ίδια η κρίση παρήγε νέες μορφές οι οποίες αδιά- ; κόπα υποκινούσαν την ιστορική και πολιτική εξέλιξη, ενώ εξα-ί κολουθούσαν να τελούν υπό την εξουσία του υπερβατικού ηγε*| μόνα. Τι ευφυής αντιστροφή της προβληματικής! Και όμως,ί ταυτόχρονα, τι πλήρης μυθοποίηση της κυριαρχίας! Τα στοι χεία της κρίσης, μιας κρίσης διαρκούς και ανεπίλυτης*, θεω-| ρούνταν τώρα ως ενεργά στοιχεία προόδου. Στην πραγματικός τητα, μπορούμε ήδη στον Vico να αναγνωρίσουμε σε εμβρυώ-ί δη μορφή την απολογία του Hegel περί «αποτελεσματικότη-ί τας», η οποία αναγορεύει την παρούσα διευθέτηση του κόσμουν σε τέλος της ιστορίας.13 Αυτά που στον Vico παρέμειναν απλώς υπαινιγμοί και προς τάσεις, αναδύθηκαν εντούτοις ως κατηγορηματική και ρηξικές λευθη διακήρυξη στον ύστερο γερμανικό Διαφωτισμό. Στη σχο-f λή του Αννόβερου, καταρχάς, και ύστερα στο έργο του J. Giij Herder, η νεωτερική θεωρία της κυριαρχίας στράφηκε απο-if κλειστικά στην ανάλυση αυτού που νοούνταν ως κοινωνική και; πολιτισμική συνέχεια: της πραγματικής ιστορικής συνέχειας^ του εδάφους, του πληθυσμού και του έθνους. Το επιχείρημα του| Vico, ότι η ιδεώδης ιστορία εδρεύει στην ιστορία όλων των! εθνών, έγινε πιο ριζοσπαστικό στον H erder, έτσι ώστε κάθβΐ ανθρώπινη τελείωση να θεωρείται, από μια ορισμένη άποψη,*! εθνική.14 Η ταυτότητα, συνεπώς, νοείται όχι ως άρση των κοι-f νωνικών και ιστορικών διαφορών, αλλά ως προϊόν μιας αρχέγο-ί| νης ενότητας. Το έθνος είναι ένα πλήρες μόρφωμα εξο»σίας|| που π ρ ο ϋ π ά ρ χει της ιστορικής εξέλιξης· ή μάλλον, δεν νοείται*! ιστορική εξέλιξη που να μην προεικονίζεται ήδη στην απαρχής Με άλλα λόγια, το έθνος ενισχύει την έννοια της κυριαρχίας! ισχυριζόμενο ότι προηγείται αυτής.15 Είναι η υλική μηχανή πουξ διατρέχει ολόκληρη την ιστορία, το «πνεύμα» που κατεργάζε-|
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
145
ται την ιστορία. Το έθνος τελικά γίνεται η συνθήκη που καθι στά εφικτή κάθε ανθρώπινη δράση, ακόμη και αυτόν τον κοι νωνικό βίο.
0 λαός ίου έθνους Μεταξύ του τέλους του 18ου και των αρχών του 19ου αιώνα, η έννοια της εθνικής κυριαρχίας τελικά παρουσιάστηκε στην ευ ρωπαϊκή σκέψη στην ολοκληρωμένη μορφή της. Στη βάση αυ τού του οριστικού σχήματος της έννοιας υπήρχε ένα τραύμα, η Γαλλική Επανάσταση, και η άρση αυτού του τραύματος, η ιδιο ποίηση και αποθέωση της έννοιας του έθνους από τις δυνάμεις της αντίδρασης. Τα βασικά στοιχεία αυτής της ταχείας αναδιαμόρφωσης της έννοιας του έθνους, που τη μετέτρεψε σε πραγματικό πολιτικό όπλο, μπορεί να βρεθούν συνοψισμένα στο έργο του Emmanuel-Joseph Si eyes. Στην εξαίρετη όσο και λιβελογραφική πραγματεία του Τι είνα ι η Τ ρ ίτη Τ ά ξη ; συνδύασε την έννοια του έθνους με την έννοια της Τρίτης Τάξης, δηλα δή της αστικής τάξης. Ο Sieyes προσπάθησε να επαναφέρει την έννοια την κυριαρχίας στην ουμανιστική αφετηρία της και να ανακαλύψει εκ νέου τις επαναστατικές της δυνατότητες. Αυ τό που ενδιαφέρει κυρίως την έρευνά μας είναι ότι η έντονη εμπλοκή του Sieyes στην επαναστατική δράση τού επέτρεψε να ερμηνεύσει την έννοια του έθνους ως μια δ ο μ ικ ή π ο λ ιτ ικ ή έννοια , ως έναν συνταγματικό μηχανισμό. Εντούτοις, σταδιακά γίνεται σαφές, ιδίως στο ύστερο έργο του Sieyes, στο έργο των μαθητών του και προπάντων σ’ εκείνο των επικριτών του, ότι καίτοι το έθνος διαμορφώθηκε διαμέσου της πολιτικής, εν τέλει ήταν μια πνευματική κατασκευή, και με αυτόν τον τρόπο η έννοια του έθνους απογυμνώθηκε από την επανάσταση και πα ραδόθηκε στα κάθε είδους Θερμιδώρ. Το έθνος έγινε απερίφρα στα η έννοια που συνόψιζε την αστική ηγεμονική λύση στο πρόβλημα της κυριαρχίας.16 Στις περιπτώσεις εκείνες που η έννοια του έθνους έχει πα ρουσιαστεί ως λαϊκή και επαναστατική, όπως όντως υπήρξε κα-
146
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
τά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης, θα υπέθετε κανείς ότι το έθνος αποδεσμεύτηκε από τη νεωτερική έννοια της κυ ριαρχίας και τους συνακόλουθους μηχανισμούς υποταγής καί κυριάρχησης, και ότι, αντίθετα, προσανατολίστηκε προς μια δημοκρατική έννοια κοινότητας. Η σύνδεση της έννοιας τοιι έθνους με την έννοια του λαού ήταν όντως μια δραστική και νοτομία, και αποτέλεσε πράγματι τον πυρήνα της ιακωβινική< ευαισθησίας, όπως και της ευαισθησίας άλλων επαναστατικών ομάδων. Ωστόσο, εκείνο που παρουσιάζεται ως επαναστατική και απελευθερωτικό σε αυτήν την έννοια της εθνικής, λαϊκήν κυριαρχίας, στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτε περισσότερέ από μια περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης, μια περαιτέρω επέκταση της υποταγής και της κυριάρχησης που εξαρχής κοι| βαλούσε μαζί της η νεωτερική έννοια της κυριαρχίας. Η επ | σφαλής ισχύς της κυριαρχικής εξουσίας ως λύση στην κρί<η| της νεωτερικότητας αρχικά ανέτρεξε για υποστήριξη στο έθνο^ και κατόπιν, όταν το έθνος αποδείχθηκε εξίσου επισφαλής λύ! ση, αποτάθηκε στο λαό. Με άλλα λόγια, όπως ακριβώς η ένΐ νοια του έθνους συμπληρώνει την έννοια της κυριαρχίας υπά! στηρίζοντας ότι προηγείται αυτής, έτσι και η έννοια του λαρ| συμπληρώνει την έννοια του έθνους μέσω μιας άλλης, πλασμο| τικής λογικής οπισθοδρόμησης. Κάθε λογικό βήμα προς τα π | σω συμβάλλει στην εδραίωση της ισχύος της κυριαρχίας μυθα ποιώντας το υπόβαθρό της, βασιζόμενο, δηλαδή, στον φυσιιΙ χαρακτήρα της έννοιας. Η ταυτότητα του έθνους, και ακόμΐ περισσότερο η ταυτότητα του λαού, πρέπει να φαίνονται φυαέ κές και αρχέγονες. J Εμείς, αντίθετα, πρέπει να αφαιρέσουμε αυτή την επίπλι· στη φυσικότητα [de-naturalize] από τις εν λόγω έννοιες και ν| αναρωτηθούμε τι είναι και πώς φτιάχνεται ένα έθνος, άλλά κ ΐ τι είναι και πώς φτιάχνεται ένας λαός. Μολονότι «ο λαός» ι | θεται ως το αρχέγονο θεμέλιο του έθνους, η νεω τερικ ή σόλλί φ η του λ α ο ύ α π ο τ ε λ ε ί κ α τ ’ ουσίαν π ροϊόν του εθ νικ ο ύ κράτοά
και επιβιώνει μόνο μέσα στο ιδιάζον ιδεολογικό πλαίσιο % εθνικού κράτους. Πολλές σύγχρονες αναλύσεις των εθνών Μ
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
147
του εθνικισμού από ένα ευρό φάσμα οπτικών ακολουθούν λαν θασμένη πορεία ακριβώς επειδή βασίζονται αβασάνιστα στη φυ σικότητα της έννοιας και της ταυτότητας του λαού. Πρέπει να σημειώσουμε ότι η έννοια του λαού είναι πολύ διαφορετική από την έννοια του πλήθους.17 Ήδη τον 17ο αιώνα, ο Hobbes είχε απόλυτη επίγνωση αυτής της διαφοράς και της σημασίας της για την οικοδόμηση μιας κυρίαρχης τάξης: «Αποτελεί σημαντι κό εμπόδιο για την πολιτική κυβέρνηση, ιδιαίτερα τη μοναρχι κή, το γεγονός ότι οι άνθρωποι δεν κάνουν την απαραίτητη διά κριση μεταξύ λαού και πλήθους. Ο λαός είναι κάτι ενιαίο, κά τι που έχει μία βούληση και στο οποίο μπορεί να αποδοθεί μό νο μία δράση· τίποτε από αυτά δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ισχύει για το πλήθος. Ο λαός άρχει σε όλα τα καθεστώτα. Για τί ακόμη και στις μοναρχίες ο λαός διοικεί· γιατί ο λαός βού λεται με τη βούληση του ενός... (όσο παράδοξο κι αν φαίνεται αυτό) βασιλιάς είναι ο λαός.»18 Το πλήθος είναι μια πολλαπλό τητα, ένα επίπεδο μοναδικοτήτων, ένα ανοιχτό σύνολο σχέσε ων, που δεν είναι ομοιογενές ούτε ταυτόσημο με τον εαυτό του και διατηρεί μιαν ακαθόριστη, συμπεριληπτική σχέση με όσους βρίσκονται έξω από αυτό. Ο λαός, αντίθετα, τείνει προς την εσωτερική ταυτότητα και ομοιογένεια, ενώ ταυτόχρονα τονίζει τη διαφορά του από ό,τι παραμένει έξω από αυτόν, και το απο κλείει. Ενώ το πλήθος είναι μια ατελής δομική σχέση, ο λαός είναι μια δομημένη σύνθεση, προετοιμασμένη για κυριαρχία. Ο λαός παρέχει μία και μόνη βούληση και δράση, η οποία είναι ανεξάρτητη από -και συχνά συγκρούεται με- τις ποικίλες βου λήσεις και δράσεις του πλήθους. Κάθε έθνος οφείλει να μετα τρέψει το πλήθος σε λαό. Δύο θεμελιακά εγχειρήματα συμβάλλουν στην κατασκευή της νεωτερικής έννοιας του λαού σε συνάρτηση με την έννοια του έθνους στην Ευρώπη του 18ου και του 19ου αιώνα. Το ση μαντικότερο από αυτά είναι οι μηχανισμοί του αποικιακού φυ λετισμού που κατασκευάζουν την ταυτότητα των ευρωπαϊκών λαών σε ένα διαλεκτικό παιχνίδι αντιθέσεων με τους αυτόχθονες Άλλους της αποικίας. Οι έννοιες του έθνους, του λαού και
148
MICHAEL HARDT - ANTONIO NE
της φυλής δεν έχουν ποτέ μεγάλη απόσταση μεταξύ τους.19 κατασκευή μιας απόλυτης φυλετικής διαφοράς αποτελεί ■: απαραίτητο έδαφος για τη σύλληψη μιας ομοιογενούς εθνικ ταυτότητας. Πλήθος εξαίρετες μελέτες εμφανίζονται σήμε(; οπότε οι πιέσεις της μετανάστευσης και της πολυπολιτισμι» τητας προκαλούν συγκρούσεις στον ευρωπαϊκό χώρο, για αποδείξουν ότι, παρά την επίμονη νοσταλγία ορισμένων, οι ι ρωπαϊκές κοινωνίες και λαοί ουδέποτε υπήρξαν πράγματι; αμιγείς και ομοιόμορφοι.20 Η ταυτότητα του λαού κατασκειι στηκε <ϊε ένα φαντασιακό επίπεδο το οποίο συγκάλυψε ή x εξάλειψε τις διαφορές, και αυτό σε πρακτικό επίπεδο -μεταφρ ζόταν σε φυλετική καθυπόταξη και κοινωνική αποκάθαρση. Το δεύτερο βασικό εγχείρημα για την κατασκευή του λα« το οποίο διευκολύνεται από το πρώτο, είναι η επισκίαση τι εσωτερικών διαφορών μέσω της α ντιπ ρ ο σ ώ π ευ σ η ς σύμπανί του πληθυσμού από μια ηγεμονική ομάδα, φυλή ή τάξη, αντιπροσωπευτική ομάδα είναι ο ενεργός παράγοντας που β| σκεται πίσω από την αποτελεσματικότητα της έννοιας τ έθνους. Στην πορεία της ίδιας της Γαλλικής Επανάστασης, σ διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ του Θερμιδώρ και της van λεόντειας περιόδου, η έννοια του έθνους αποκάλυψε το θεμ λιακό της περιεχόμενο και χρησιμέυσε ως αντίδοτο στην έννο και τις δυνάμεις της επανάστασης. Ακόμη και στο πρώιμο ί γο του Sieyes μπορούμε να δούμε καθαρά πώς το έθνος χρη< μεύει για να κατευνάσει την κρίση και πώς η κυριαρχία θα ει στρέψει στους προγενέστερους κατόχους της μέσω της αν προσώπευσης της αστικής τάξης. Ο Sieyes υποστηρίζει ότι έ έθνος μπορεί να έχει μόνον ένα γενικό συμφέρον: θα ήταν αί νατό να υπάρξει ευταξία αν το έθνος αναγνώριζε περισσότει του ενός, διαφορετικά συμφέροντα. Η κοινωνική ευτάξία προ ποθέτει κατ’ ανάγκην την ενότητα των στόχων και/τη συμφ via των μέσων.21 Η έννοια του έθνους στα πρώτα χρόνια τ Γαλλικής Επανάστασης ήταν η πρώτη υπόθεση για την κατ σκευή λαϊκής ηγεμονίας και το πρώτο συνειδητό μανιφέσ μιας κοινωνικής τάξης, παράλληλα όμως ήταν η έσχατη δι
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
149
κήρυξη ενός πλήρως τετελεσμένου κοσμικού μετασχηματισμού, ένα επιστέγασμα, μια ύστατη επισφράγιση. Ποτέ η έννοια του έθνους δεν ήταν τόσο αντιδραστική όσο όταν αυτοπαρουσιάστηκε ως επαναστατική.22 Παραδόξως, η επανάσταση αυτή δεν μπορεί παρά να είναι τελειωμένη, ένα τέλος της ιστορίας. Η μετάβαση από την επαναστατική δράση στην πνευματική κα τασκευή του έθνους και του λαού είναι αναπόφευκτη και λαν θάνει στις ίδιες της τις έννοιες.23 Η εθνική κυριαρχία και η λαϊκή κυριαρχία ήταν επομένως προϊόντα μιας πνευματικής κατασκευής, δηλαδή της κατα σκευής μιας ταυτότητας. Όταν ο Edmund Burke αντέκρουσε τον Sieyes, η θέση του κατ’ ουσίαν ήταν πολύ λιγότερο διαφο ρετική απ’ όσο θα μας έκανε να πιστέψουμε το θερμό πολεμι κό κλίμα της εποχής. Ακόμη και για τον Burke, η εθνική κυ ριαρχία είναι κατ’ ουσίαν το προϊόν της πνευματικής κατα σκευής μιας ταυτότητας. Το γεγονός αυτό γίνεται ακόμη εμ φανέστερο στο έργο εκείνων που ύψωσαν το λάβαρο του αντεπαναστατικού σχεδίου στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Οι μορφές υπό τις οποίες νοήθηκε αυτή η πνευματική κατασκευή στην ευρω παϊκή ήπειρο αναζωπύρωσαν τόσο την ιστορική όσο και τη βουλησιαρχική παράδοση του έθνους και πρόσθεσαν στην αντί ληψη της ιστορικής εξέλιξης μια υπερβασιακή σύνθεση όσον αφορά την έννοια της εθνικής κυριαρχίας. Αυτή η σύνθεση εμ φανίζεται πάντα ήδη τετελεσμένη στην ταυτότητα του έθνους και του λαού. Ο Johann Gottlieb Fichte, επί παραδείγματι, υποστηρίζει με όρους λίγο ώς πολύ μυθολογικούς ότι η πατρί δα και ο λαός είναι αντιπρόσωποι και δείκτες της επίγειας αι ωνιότητας· είναι ό,τι εδώ, στη γη, μπορεί να είναι αθάνατο.24 Η ρομαντική αντεπανάσταση ήταν στην πραγματικότητα περισ σότερο ρεαλιστική από την επανάσταση του Διαφωτισμού. Δια τύπωσε και παγίωσε το ήδη τετελεσμένο, αποθεώνοντάς το μέ σα στο άκτιστο φως της ηγεμονίας. Η Τρίτη Τάξη είναι εξου σία- το έθνος είναι η ολοποιητική της αναπαράσταση· ο λαός είναι το συμπαγές και φυσικό θεμέλιό της· και η εθνική κυ ριαρχία είναι το αποκορύφωμα της ιστορίας. Κάθε ιστορική
150
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGB
εναλλακτική πρόταση στην αστική ηγεμονία είχε ως εκ τούτοι οριστικά υποσκελιστεί από το επαναστατικό παρελθόν της ίδιά της αστικής τάξης.25 Η αστική διατύπωση της έννοιας της εθνικής κυριαρχία υπερέβη κατά πολύ κάθε προγενέστερη διατύπωση της νεωτε ρικής κυριαρχίας. Εδραίωσε μια ιδιάζουσα και ηγεμονική εικό να της νεωτερικής κυριαρχίας, την εικόνα της νίκης της αστ$ κής τάξης, η οποία κατόπιν περιβλήθηκε ιστορικό ένδυμα κά καθολική εφαρμογή. Η εθνική ιδιαιτερότητα είναι μια κρατακ καθολικότητα. Όλα τα νήματα της μακράς εξέλιξης κατέληξα συνυφασμένα εδώ. Στην ταυτότητα, δηλαδή την πνευματική ουσία, του λαού και του έθνους υπάρχει ένα έδαφος εμπλουτι σμένο με πολιτισμικές σημασίες, με μια κοινή ιστορία και μκ γλωσσική κοινότητα· υπάρχει όμως επιπλέον η εδραίωση μι* ταξικής νίκης, μιας σταθερής αγοράς, η δυνατότητα οικονομι κής επέκτασης και νέοι χώροι για επενδύσεις και εκπολιτισμό Κοντολογίς, η κατασκευή της εθνικής ταυτότητας εγγυάται μιι διαρκώς ενισχυόμενη νομιμοποίηση και το δικαίωμα και τη' εξουσία μιας ιερής και απαραβίαστης, ακαταπολέμητης ενότη τας. Αυτή είναι μια αποφασιστική μεταβολή στην έννοια τηι κυριαρχίας. Άρρηκτα συνδεδεμένη με τις έννοιες του έθνους κά του λαού, η νεωτερική έννοια της κυριαρχίας μετατοπίζει τι κέντρο βάρους από τη διαμεσολάβηση των συγκρούσεων κα της κρίσης στην ενιαία εμπειρία ενός έθνους-υποκειμένου καί της φαντασιακής του κοινότητας.
0 εθνικισμός των υποδεεστέρων
■
Ως αυτό το σημείο επικεντρωθήκαμε στην εξέλιξη της έννοια! του έθνους στον ευρωπαϊκό χώρο, την εποχή που η/ Ευρώπι ετοιμαζόταν να καταλάβει τη θέση του παγκόσμιου ^υριάρχου Εκτός Ευρώπης, εντούτοις, η έννοια του έθνους συχνά λειτούρ γησε πολύ διαφορετικά. Από κάποιες απόψεις, μάλιστα, θο μπορούσε κανείς να πει ότι η λειτουργία της έννοιας του έθνουι αντιστρέφεται όταν γίνεται χρήση της μεταξύ υποταγμένων
ΑΤ ΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
151
μάλλον παρά κυρίαρχων ομάδων. Γ ια να το π ο ύ μ ε π ιο καθαρά, φαίνεται ότι, ενώ σ τα χ έ ρ ια τω ν κυ ριά ρ χω ν η έννο ια του έθνους υ π η ρ ετεί τη σ τα σ ιμ ό τη τα κ α ι τ η ν π α λινόρθ ω σ η , σ τ α χ έ ρ ια τω ν υ π ο τα γμ ένω ν γ ίν ε τ α ι έν α ό π λ ο α λ λ α γ ή ς κ α ι επ α νά σ τα σ η ς.
Η προοδευτική φύση του εθνικισμού των υποδεεστέρων ορί ζεται από δύο πρωταρχικές λειτουργίες, καθεμιά από τις οποί ες είναι εξαιρετικά αμφίσημη. Το σημαντικότερο είναι ότι το έθνος εμφανίζεται ως προοδευτικό στο βαθμό που χρησιμεύει ως γραμμή άμυνας εναντίον της κυριάρχησης ισχυρότερων εθνών και εξωτερικών οικονομικών, πολιτικών και ιδεολογικών δυνάμεων. Το δικαίωμα αυτοδιάθεσης των υποδεέστερων εθνών είναι κατ’ ουσίαν ένα δικαίωμα απόσχισης από τον έλεγχο των κυρίαρχων δυνάμεων.26 Ως εκ τούτου, οι αντιαποικιακοί αγώνες χρησιμοποίησαν την έννοια του έθνους ως όπλο για να νικήσουν και να εκδιώξουν τον εχθρό κατακτητή, ενώ οι αντιιμπεριαλιστικές πολιτικές ομοίως ύψωσαν εθνικά τείχη για να φράξουν το δρόμο στις πανίσχυρες δυνάμεις του ξένου κεφαλαίου. Η έν νοια του έθνους χρησιμέυσε επίσης ως ιδεολογικό όπλο για την αντίκρουση του κυρίαρχου «λόγου», ο οποίος παρουσίαζε τον κυριαρχούμενο πληθυσμό και πολιτισμό ως κατώτερους· το αί τημα για εθνική ταυτότητα επιβεβαίωνε την αξιοπρέπεια του λαού και νομιμοποιούσε την απαίτηση για ανεξαρτησία και ισό τητα. Σε καθεμιά από αυτές τις περιπτώσεις, το έθ νο ς είνα ι π ρ ο ο δ ευ τικ ό α π ο λ ύ τ ω ς κ α ι μ ό ν ο ω ς μ ια ο χ υ ρ ω μ έν η γρ α μ μ ή ά μ υνας εν α ν τ ίο ν ισ χυρ ότερ ω ν εξω τερ ικ ώ ν δυνά μεω ν. Όσο προο
δευτικά εμφανίζονται όμως αυτά τα τείχη στην προστατευτική τους λειτουργία έναντι της εξωτερικής κυριάρχησης, άλλο τόσο εύκολα μπορούν να λειτουργήσουν αντίστροφα για το εσωτερι κό που προστατεύουν. Η άλλη όψη του οικοδομήματος που ανθίσταται στις ξένες δυνάμεις είναι και αυτή μια δύναμη κυ ριάρχησης, που ασκεί μια ίση και αντίρροπη εσωτερική κατα πίεση, καταστέλλοντας την εσωτερική διαφορά και αντίθεση στο όνομα της εθνικής ταυτότητας, της ενότητας και της ασφά λειας. Πολλές φορές η προστασία και η καταστολή δύσκολα διαχωρίζονται. Αυτή η στρατηγική της «εθνικής προστασίας»
152
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGR||
είναι ένα δίκοπο μαχαίρι το οποίο κατά καιρούς εμφανίζεται| αναγκαίο, παρά την καταστρεπτικότητά του. Το έθνος εμφανίζεται προοδευτικό, κατά δεύτερον, στο βαθ-ΐ μό που θέτει τον κοινό χαρακτήρα μιας δυνητικής κοινότητας^ Μέρος των «εκσυγχρονιστικών» επιπτώσεων του έθνους στις| υποταγμένες χώρες ήταν η ενοποίηση ετερόκλητων πληθυσμών;; με την κατεδάφιση των θρησκευτικών, εθνοτικών, πολιτισμι· κών και γλωσσικών στεγανών. Η ενοποίηση του πληθυσμού σ^ χώρες όπως η Ινδονησία, η Κίνα και η Βραζιλία, επί παρα*| δείγματι, είναι μια συνεχής διαδικασία η οποία προϋποθέτει, την υπερκέραση αναρίθμητων τέτοιων στεγανών -και δεν είναι;; λίγες οι περιπτώσεις που η εθνική ενοποίηση προετοιμάστηκε; από την ευρωπαϊκή αποικιακή εξουσία. Σε περιπτώσεις πληθυ σμών της διασποράς, εξάλλου, το έθνος φαίνεται κατά καιρούςως η μόνη πρόσφορη έννοια για να φανταστεί κανείς την κοι-τί νότητα της υποδεέστερης ομάδας -όπως, λόγου χάριν, η Aztlatt προβάλλει στη φαντασία ως η γεωγραφική πατρίδα των ala; Raza», του πνευματικού έθνους των Λατίνων της Νότιας Αμε ρικής. Ίσως είναι αλήθεια, όπως λέει ο Benedict Anderson, ότι ένα έθνος πρέπει να νοείται ως μια φανταστική κοινότητα -εδώ; όμως πρέπει να παραδεχτούμε ότι ο παραπάνω ισχυρισμός-; αντιστρέφεται, ούτως ώστε το έθνος να γίνεται ο μόνος τρόπος; για να φανταστούμε την κοινότητα! Κάθε φαντασίωση μιας κοιή! νότητας υπερκωδικοποιείται ως έθνος, με αποτέλεσμα η αντί·' ληψη που έχουμε για την έννοια της κοινότητας να φτωχαίνει δραματικά. Όπως στο πλαίσιο των κυρίαρχων χωρών, έτσι και εδώ η πολλαπλότητα και η μοναδικότητα του πλήθους κατα-. πνίγονται μέσα στον ασφυκτικό κλοιό της ταυτότητας και της ομοιογένειας του λαού. Και πάλι, η ενοποιός δύναμη του υπο-* δεέστερου έθνους είναι ένα μαχαίρι με δύο κόψεις, τη μια προ-| οδευτική και την άλλη οπισθοδρομική. | Η διπλή, ταυτόχρονα προοδευτική και οπισθοδρομική, όψη| του εθνικισμού των υποδεεστέρων απαντά σε όλη της την αμ-| φισημία στην παράδοση του μαύρου εθνικισμού των Ηνωμένων| Πολιτειών. Μολονότι δεν διαθέτει κάποιον εδαφικό προσδιορι-..
ΑΤΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
153
σμό (και αυτό αναμφίβολα τον διαφοροποιεί από την πλειονό τητα των άλλων εθνικισμών των υποδεεστέρων), εμφανίζει και αυτός τις δύο θεμελιώδεις προοδευτικές λειτουργίες -αγωνιζόμενος ενίοτε να τοποθετηθεί σε ανάλογη θέση με τα κανονικά, εδαφικά προσδιορισμένα έθνη. Στις αρχές της δεκαετίας του 1960, λόγου χάριν, μετά την τεράστια ώθηση που έδωσε στα εθνικιστικά κινήματα των υποδεέστερων πληθυσμών η διάσκε ψη της Μπαντούνγκ και η ανάδυση εθνικοαπελευθερωτικών αγώνων στην Αφρική και τη Λατινική Αμερική, ο Malcolm X επιχείρησε να μετατοπίσει το κέντρο βάρους των αιτημάτων των αφροαμερικανικών αγώνων από τα «πολιτικά» στα «αν θρώπινα δικαιώματα» και με αυτή την αλλαγή της ρητορικής του να θέσει πλέον τα αιτήματά του όχι στο Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά στη Γενική Συνέλευση των Ηνω μένων Εθνών.27 Ο Malcolm X, όπως και πολλοί άλλοι αφροαμερικανοί ηγέτες, τουλάχιστον μετά τον Marcus Garvey, αντελήφθη καθαρά πόσο ενίσχυε ένα σύνολο τη θέση του, όταν μι λούσε ως έθνος και λαός. Εν προκειμένω, η έννοια του έθνους διαμορφώνει μια αμυντική θέση δια χω ρισ μ ού από την ηγεμονι κή «εξωτερική» δύναμη και ταυτόχρονα αντιπροσωπεύει την αυτόνομη δύναμη της ενωμένης κοινότητας, τη δύναμη του λαού. Περισσότερη σημασία από οποιεσδήποτε ανάλογες θεωρητι κές και ρητορικές προτάσεις έχουν εντούτοις οι εφαρμοσμένες πρακτικές του μαύρου εθνικισμού, δηλαδή η ευρεία ποικιλία δραστηριοτήτων και φαινομένων που εκλαμβάνονται από τους ίδιους τους συντελεστές τους ως εκδηλώσεις του μαύρου εθνικι σμού: από τις ομάδες επιδείξεων και τις παρελάσεις ώς τα προ γράμματα επισιτισμού, τα χωριστά σχολεία και τα σχέδια για οικονομική ανάπτυξη και αυτάρκεια της κοινότητας. Όπως λέ ει ο Wahneema Lubiano, «Ο μαύρος εθνικισμός είναι σημαντι κός λόγω της παρουσίας του σε όλες τις εκφάνσεις του βίου των μαύρων Αμερικανών».28 Σε όλες αυτές τις ποικίλες δραστηριό τητες και τους τομείς του βίου, ο μαύρος εθνικισμός προσδιορί ζει ακριβώς τα κυκλώματα αυτοαξιοποίησης που συγκροτούν την κοινότητα και καθιστούν δυνατή τη σχετική αυτονομία και
154
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGR
αυτοσυγκρότησή της. Κατά συνέπεια, παρά τον ετερόκλητι χαρακτήρα των φαινομένων που συνωθούνται κάτω από τη' ετικέτα του μαύρου εθνικισμού, μπορούμε ακόμη να αναγνωρί σουμε σε αυτά τις δυο θεμελιακές προοδευτικές λειτουργίες τοι εθνικισμού των υποδεεστέρων: την άμυνα και την ενοποίησι της κοινότητας. 0 μαύρος εθνικισμός μπορεί να ονοματοδοτή: σει κάθε έκφραση διαχωρισμού και αυτόνομης δύναμης τοι αφροαμερικανικού λαού. Και στην περίπτωση του μαύρου εθνικισμού, ωστόσο, τι προοδευτικά στοιχεία συνοδεύονται αναπόφευκτα από τις αντί δραστικές σκιές τους. Οι κατασταλτικές δυνάμεις του,έθνουι και του λαού τρέφονται από την αυτοαξιοποίηση της κοινότη τας και καταστρέφουν την πολλαπλότητά της. Όταν ο μαύροι εθνικισμός θέτει ως βάση του την ομοιομορφία και την ομοιο γένεια του αφροαμερικανικού λαού (επισκιάζοντας, φέρ’ ειπείν τις ταξικές διαφορές), ή όταν ορίζει ένα τμήμα της κοινότηται (λόγου χάριν τους αφροαμερικανούς άντρες) ως de facto αντί προσώπους του συνόλου, η βαθιά αμφισημία των προοδξυτικώ’ λειτουργιών του εθνικισμού των υποδεεστέρων εμφανίζεται πι< καθαρά από ποτέ.29 Εκείνες ακριβώς οι δομές που διαδραματί ζουν έναν αμυντικό ρόλο σε σχέση με το έξω -εργαζόμενες γιι να επεκτείνουν την δύναμη, την αυτονομία και την ενότητα τηι κοινότητας- είναι οι ίδιες που διαδραματίζουν έναν κατασταλ τικό ρόλο εσωτερικά, αρνούμενες την πολλαπλότητα της ίδιαι της κοινότητας. Πρέπει να τονίσουμε, εντούτοις, ότι οι αμφίσημες προοδευ τικές λειτουργίες της έννοιας του έθνους υφίστανται κυρίω όταν το έθνος δεν συνδέεται πραγματικά με την κυριαρχία, δη λαδή όταν το κατά φαντασίαν έθνος δεν υφίσταται (ακόμη) όταν το έθνος παραμένει απλώς ένα όνειρο. Μόλις το έθνος αρ χίζει να σχηματίζεται ως κυρίαρχο κράτος, οι προοδευτικές λει τουργίες του σχεδόν εξαφανίζονται. Ο Jean Genet γοητεύτηκ από την επαναστατική επιθυμία των Μαύρων Πανθήρων κα των Παλαιστινίων, αναγνώρισε όμως ότι, αν γίνονταν κυρίαρχι έθνος, αυτό θα σήμαινε την απώλεια των επαναστατικών του
Α ΐΤ Ο Κ Ρ Α Τ Ο Ρ ΙΑ
155
ιδιοτήτων. «Την ημέρα που οι Παλαιστίνιοι θα αναγνωριστούν επίσημα», είπε, «εγώ θα πάψω να είμαι με το μέρος τους. Την ημέρα που οι Παλαιστίνιοι θα γίνουν ένα έθνος όπως όλα τα άλλα, εγώ δεν θα είμαι πια στο πλευρό τους.»30 Με την εθνική «απελευθέρωση» και την οικοδόμηση του εθνικού κράτους, όλες οι κατασταλτικές λειτουργίες της νεωτερικής κυριαρχίας ανα πόφευκτα ανθούν εν πλήρει δυνάμει.
0 ολοκληρωτισμός ίου εθνικού κράτους Όταν το εθνικό κράτος λειτουργεί ως θεσμός κυριαρχίας, κα τορθώνει τελικά να άρει την κρίση της νεωτερικότητας; Η έν νοια του λαού και η συνεπαγόμενη βιοπολιτική μετατόπιση της κυριαρχίας επιτυγχάνουν να μεταβάλουν τους όρους και το πε δίο της σύνθεσης μεταξύ συντακτικής και συντεταγμένης εξου σίας, και μεταξύ της δυναμικής των παραγωγικών δυνάμεων και των σχέσεων της παραγωγής, με τρόπο που να μας μετα φέρουν πέρα από αυτή την κρίση; Μια πλειάδα συγγραφέων, ποιητών και πολιτικών (συχνά προερχόμενων από προοδευτικά, σοσιαλιστικά και αντιιμπεριαλιστικά κινήματα) έχουν αναμφί βολα πιστέψει ότι έτσι όντως έχουν τα πράγματα. Η μετα στροφή της ιακωβινικής Αριστεράς του 19ου αιώνα, η ολοένα πιο έντονη υιοθέτηση εθνικών προγραμμάτων από τη Δεύτερη και την Τρίτη Διεθνή και οι εθνικιστικές μορφές των απελευθερω τικών αγώνων στον αποικιακό και μετααποικιακό κόσμο ώς και τη σημερινή αντίσταση των εθνών στις διαδικασίες της παγκο σμιοποίησης και τις καταστροφές που αυτές προκαλούν: όλα αυτά φαίνεται να ενισχύουν την άποψη ότι το εθνικό κράτος όντως καθιστά εφικτή μια νέα δυναμική, πέραν της ιστορικής και εννοιολογικής καταστροφής του νεωτερικου κυρίαρχου κρά τους.31 Μολαταύτα, αντιμετωπίζουμε τη λειτουργία του έθνους από διαφορετική σκοπιά και έχουμε την άποψη ότι υπό την εξουσία του έθνους και του λαού του η κρίση της νεωτερικότητας πα ραμένει οριστικά ανοιχτή. Όταν συνεχίζουμε να παρακολουθου-
156
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG!
με τη γενεαλογία της έννοιας της κυριαρχίας στην Ευρώπη τοιί| 19ου και του 20ού αιώνα, καθίσταται σαφές ότι η μορφή-κρά4 τος της νεωτερικότητας εξετράπη σε μια ολόκληρη σειρά βαρ| βαρισμών. Όταν η ταξική διαπάλη άνοιξε και πάλι τη μυθο·ΐ ποιημένη σύνθεση της νεωτερικότητας στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα και κατέδειξε για άλλη μια φορά την ισχυρή αντίθεση μεταξύ του κράτους και του πλήθους και μεταξύ των παραγωγικών δυνάμεων και των σχέσεων της παραγωγής, ή αντίθεση αυτή οδήγησε αμέσως σε έναν ευρωπαϊκό εμφύλιο πσλεμο -έναν εμφύλιο πόλεμο που εντούτοις περιβλήθηκε το έν δυμα συρράξεων μεταξύ κυρίαρχων εθνικών κρατών.32 Κατά τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο, η ναζιστική Γερμανία, μαζί με τα ποι κίλα ευρωπαϊκά φασιστικά κινήματα, ήρθε αντιμέτωπη με τη σοσιαλιστική Ρωσία. Τα έθνη παρουσιάστηκαν ως μυθοποιήσεις ή υποκατάστατα των αντίπαλων ταξικών υποκειμένων. Εάν ή ναζιστική Γερμανία είναι ο ιδεότυπος του μετασχηματισμού της νεωτερικής κυριαρχίας σε εθνική κυριαρχία και της διάρθρωσής της σε κεφαλαιοκρατική μορφή, τότε η σταλινική Ρωσία είναι ο ιδεότυπος του μετασχηματισμού του λαϊκού συμφέροντος καί της ανάλγητης λογικής που απορρέει από αυτό σε ένα σχέδιά εθνικού εκσυγχρονισμού, το οποίο κινητοποιεί προς ίδιον όφε λος τις παραγωγικές δυνάμεις που επιζητούν την απελευθέρω ση από την κεφαλαιοκρατία. Θα μπορούσαμε εδώ να αναλύσουμε την εθνικοσοσιαλιστική αποθέωση της νεωτερικής έννοιας της κυριαρχίας και το μετα σχηματισμό της σε εθνική κυριαρχία: τίποτε δεν θα μπορούσε να καταδείξει σαφέστερα τη συνεκτικότητα αυτής της μετάβα σης από τη μεταβίβαση της εξουσίας από την πρωσική μοναρ χία στο χιτλερικό καθεστώς, με τις ευλογίες της γερμανικής αστικής τάξης. Αυτή η μετάβαση, όμως, είναι γνωστή ΐοις πάσι, όπως γνωστή είναι και η εκρηκτική βία με την οπ^ία συντελέστηκε η μεταβίβαση της εξουσίας, η υποδειγματική πει θαρχία του γερμανικού λαού, η στρατιωτική και πολιτική αν-ί δρεία που επέδειξε υπηρετώντας το έθνος, και οι δευτερογενείς επιπτώσεις που μπορούμε να ονομάσουμε, χάριν οικονομίας,'
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
157
Άουσβιτς (ως σύμβολο του εβραϊκού ολοκαυτώματος) και Μπούχενβαλντ (ως σύμβολο της εξολόθρευσης των κομμουνι στών, των ομοφυλοφίλων, των τσιγγάνων και άλλων). Ας αφήσουμε αυτή την ιστορία σε άλλους μελετητές και στην καται σχύνη της ιστορίας. Περισσότερο μας ενδιαφέρει εδώ η άλλη όψη του εθνικού ζητήματος όπως διαμορφώθηκε στην Ευρώπη αυτής της περιό δου. Με άλλα λόγια, μας ενδιαφέρει τι πραγματικά συνέβη όταν ο εθνικισμός πορευόταν χέρι χέρι με τον σοσιαλισμό στην Ευρώπη. Για να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα, πρέπει να ξαναθυμηθούμε ορισμένες κεντρικές στιγμές της ιστορίας του ευρωπαϊκού σοσιαλισμού. Ειδικότερα, πρέπει να θυμηθούμε ότι όχι πολύ μετά την ίδρυσή της, ανάμεσα στα μέσα και τα τέλη του 19ου αιώνα, η σοσιαλιστική Διεθνής χρειάστηκε να συμβι βαστεί με τα ισχυρά εθνικιστικά κινήματα, και ότι μέσα από αυτήν την αντιπαράθεση το αρχικό διεθνιστικό μένος του ερ γατικού κινήματος γρήγορα εξανεμίστηκε. Οι πολιτικές των ισχυρότερων ευρωπαϊκών εργατικών κινημάτων, στη Γερμανία, την Αυστρία, τη Γαλλία και προπάντων την Αγγλία, ύψωσαν αμέσως το λάβαρο του εθνικού συμφέροντος. Ο σοσιαλδημο κρατικός ρεφορμισμός διαποτίστηκε από αυτόν το συμβιβασμό που νοήθηκε ότι γίνεται εν ονόματι του έθνους -έναν συμβιβα σμό μεταξύ ταξικών συμφερόντων, δηλαδή μεταξύ του προλε ταριάτου και ορισμένων στρωμάτων της αστικής ηγεμονικής δομής κάθε χώρας. Ας μη μιλήσουμε καν για την επαίσχυντη ιστορία προδοσίας, στην οποία μερίδες του ευρωπαϊκού εργατι κού κινήματος υποστήριξαν τις ιμπεριαλιστικές επιχειρήσεις των ευρωπαϊκών εθνικών κρατών, ούτε για την ασυγχώρητη μωρία που οδήγησε τα ποικίλα ευρωπαϊκά ρεφορμιστικά κινή ματα να συγκατατεθούν συλλήβδην στο να οδηγηθούν οι μάζες στη σφαγή του Α' Παγκοσμίου πολέμου. Ο σοσιαλδημοκρατικός ρεφορμισμός είχε όντως μιαν επαρκή θεωρία για να στηρίξει αυτές τις θέσεις. Επινοήθηκε από μερι κούς αυστριακούς σοσιαλδημοκράτες διανοούμενους, συγχρόνους του κόμητος Λάινσντορφ του Musil. Στο ειδυλλιακό περιβάλλον
158
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
της αλπικής Κακανίας, στο ήπιο διανοητικό κλίμα της «επι στροφής στον Kant», οι διανοούμενοι εκείνοι, όπως ο Otto Bauer, επέμειναν στην αναγκαιότητα να θεωρηθεί η εθνικότη τα θεμελιακό στοιχείο του εκσυγχρονισμού.33 Στην πραγματικό τητα, πίστευαν ότι από την αντιπαράθεση της εθνικότητας (ο* ριζόμενης ως κοινότητος χαρακτήρα) και της κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης (νοούμενης ως κοινωνίας) θα προέκυπτε μια διαλε κτική που στην εκδίπλωσή της εν τέλει θα ευνοούσε το προλε ταριάτο και την προοδευτική του ηγεμονία στην κοινωνία. Αυ τό το πρόγραμμα αγνόησε το γεγονός ότι η έννοια του εθνικού κράτους είναι όχι διαιρετή αλλά μάλλον οργανική, όχι υπερβασιακή αλλά υπερβατική, και ότι ακόμη και στην υπερβατικότητά της είναι κατασκευασμένη για να αντιτάσσεται προς κά θε τάση από μέρους του προλεταριάτου να επανιδιοποιηθεί τους κοινωνικούς χώρους και τον κοινωνικό πλούτο. Τι θα μπορούσε να σημαίνει λοιπόν ο εκσυγχρονισμός, αν είναι θεμελιακά συνδεδεμένος με την αναμόρφωση του καπιταλιστικού συστήματος και εχθρικά διακείμενος προς κάθε άνοιγμα της επαναστατικής διαδικασίας; Οι εν λόγω συγγραφείς αποθέωσαν το έθνος χωρίς να θέλουν να πληρώσουν το τίμημα αυτής της αποθέωσης. Ή μάλλον, το αποθέωσαν ενώ ταυτόχρονα μυθοποιούσαν την κα ταστρεπτική δύναμη της έννοιας του έθνους. Δεδομένης αυτής της άποψης, η υποστήριξη για τα ιμπεριαλιστικά σχέδια και τον διιμπεριαλιστικό πόλεμο ήταν όντως λογική και αναπόφευ κτη θέση για τον σοσιαλδημοκρατικό ρεφορμισμό. Και ο μπολσεβικισμός μπήκε στο παιχνίδι της εθνικιστικής μυθολογίας, ιδίως μέσα το διάσημο προεπαναστατικό φυλλάδιο του Στάλιν αναφορικά με τον μαρξισμό και το εθνικό ζήτημα.3* Σύμφωνα με τον Στάλιν, τα έθνη είναι αμέσως επαναστατικά, και επανάσταση σημαίνει εκσυγχρονισμός. Μέσα από/την ερ μηνεία του Στάλιν, εντούτοις, καθώς ο εθνικισμός γίνεται σο σιαλιστικός, ο σοσιαλισμός γίνεται ρωσικός και ο Ιβάν ο Τρο μερός πηγαίνει να αναπαυτεί στο μνήμα πλάι στον Λένιν. Η κομμουνιστική Διεθνής μεταμορφώνεται σε συνέλευση της «πέμ πτης φάλαγγας» των ρωσικών εθνικών συμφερόντων. Η έννοια
ΑΪΤΟ ΚΡΑ Τ Ο ΡΙΑ
159
της κομμουνιστικής επανάστασης -το απεδαφικοποιητικό φάντα σμα που είχε στοιχειώσει την Ευρώπη και τον κόσμο, και που από την Παρισινή Κομμούνα ώς το 1917 στην Αγία Πετρούπολη και τη Μεγάλη Πορεία του Μάο είχε κατορθώσει να συνενώσει αποστάτες, διεθνιστές παρτιζάνους, απεργούς εργάτες και κοσμο πολίτες διανοούμενους- μετατράπηκε εν τέλει σε ένα επανεδαφικοποιητικό καθεστώς εθνικής κυριαρχίας. Αποτελεί τραγική ει ρωνεία το ότι ο εθνικοσοσιαλισμός στην Ευρώπη κατέληξε να μοιάζει με τον εθνικό σοσιαλισμό. Αυτό δεν συνέβη επειδή «τα δύο άκρα συναντιόνται», όπως θα ήθελαν να πιστεύουν ορισμένοι φιλελεύθεροι, αλλά διότι ο αφηρημένος μηχανισμός της εθνικής κυριαρχίας βρίσκεται στην καρδιά και των δύο. Όταν, μεσούντος του ψυχρού πολέμου, η έννοια του ολο κληρωτισμού εισήχθη στην πολιτική επιστήμη, μόνο εξωτερικά στοιχεία του ζητήματος κατόρθωσε να αγγίξει. Στη συνεπέστε ρη μορφή της, η έννοια του ολοκληρωτισμού χρησιμοποιήθηκε για να καταγγείλει την καταστροφή της δημόσιας σφαίρας, την επιβίωση των ιακωβινικών ιδεολογιών, τις ακραίες μορφές του φυλετικού εθνικισμού και την άρνηση των δυνάμεων της αγο ράς. Η έννοια του ολοκληρωτισμού, ωστόσο, έπρεπε να σκάψει βαθύτερα στα πραγματικά φαινόμενα και ταυτόχρονα να δώσει μια καλύτερη εξήγησή τους. Στην πραγματικότητα, ο ολοκλη ρωτισμός δεν συνίσταται απλώς στην ολοποίηση των εκφάνσε ων του κοινωνικού βίου και την καθυπόταξή τους σε μια παγ κόσμια πειθαρχική νόρμα, αλλά και στην άρνηση του ίδιου του κοινωνικού βίου, τη διάβρωση του θεμελίου του και τη θεωρη τική και πρακτική αποστέρηση κάθε δυνατότητας ύπαρξης του πλήθους. Αυτό που είναι ολοκληρωτικό είναι το οργανικό θεμέ λιο και η ενιαία πηγή της κοινωνίας και του κράτους. Η κοι νότητα δεν είναι μια δυναμική συλλογική δημιουργία αλλά ένας αρχέγονος ιδρυτικός μύθος. Μια αρχέγονη έννοια του λαού δη μιουργεί μια ταυτότητα η οποία ομοιογενοποιεί και αποκαθαί ρει την εικόνα του πληθυσμού, ενώ εμποδίζει τις εποικοδομητι κές αλληλοδράσεις των διαφορών στο εσωτερικό του πλήθους. Ο Sieyes διέκρινε ήδη το έμβρυο του ολοκληρωτισμού στις
160
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG]
αντιλήψεις του 18ου αιώνα περί εθνικής και λαϊκής κυριαρχία αντιλήψεις που κατ’ ουσίαν διατηρούσαν την απόλυτη εξουσΙ της μοναρχίας και τη μετέφεραν στην εθνική κυριαρχία. Μπι ρεσε να διαβλέψει τη μελλοντική μορφή αυτού που θα μποροι σαμε να αποκαλέσουμε «ολοκληρωτική δημοκρατία».35 Στην τι ταμένη ατμόσφαιρα των συζητήσεων για το Σύνταγμα και τον τρίτο χρόνο της Γαλλικής Επανάστασης, ο Sieyes κατή· γειλε τα «φαύλα σχέδια για την επιβολή μιας ολοκληρωτικά πολιτείας [re-total] αντί μιας δημοκρατούμενης πολιτείας [η publique], τα οποία θα απέβαιναν μοιραία για την ελευθερΙ και καταστρεπτικά τόσο για τη δημόσια όσο και για την ιδκ τική σφαίρα».36 Η έννοια του έθνους και οι πρακτικές του εθν κισμού πορεύονται εξαρχής στο δρόμο που οδηγεί όχι στη δι μοκρατική πολιτεία, αλλά στην «re-total», στο ολοκληρωτι» καθεστώς, δηλαδή στην ολοκληρωτική υπερκωδικοποίηση τ< κοινωνικού βίου.
2.3 Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΗ Σ ΑΠΟΙΚΙΑΚΗΣ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑΣ
Στον Toussaint l’Ouverture Τουσσαίν, συ ο πιο δύστυχος άνθρωπος μες στους ανθρώπους! Ν’ ακούς τον Ζευγολάτη που σφυρίζοντας Δουλεύει τ ’ αλέτρι του, ή τάχα τώρα Βρίσκεις προσκέφαλο σε κάποιου βαθιού μπουντρουμιού το βουβό κελί— Ω, άθλιε αρχηγέ! πού και πότε Θα βρεις υπομονή! Μα, μην πεθάνεις. Κάλλιο Σ τις αλυσίδες σου να βάλεις όψη χαρωπή: Μόλο που συ έπεσες, και πια δεν έχεις σηκωμό, Ζήσε και παρηγορήσου. Πίσω σου έχεις αφήσει Δυνάμεις που για σένα θα δουλέψουν αέρα, γη και ουρανόΑνάσα δεν υπάρχει του αέρα μας Που εσένα θα ξεχάσει. Έ χεις συμμάχους θαυμαστούςΟι φίλοι σου είναι χαρές, οδύνες, Κ ι αγάπη, και ο αδάμαστος του ανθρώπου νους.
William Wordsworth
Χρειάζεται τώρα να επιχειρήσουμε μια αναδρομή στο παρελθόν για να εξετάσουμε τη γενεαλογία της έννοιας της κυριαρχίας υπό το πρίσμα της αποικιοκρατίας. Η κρίση της νεωτερικότητας είχε εξαρχής στενή σχέση με τη φυλετική καθυπόταξη και τον αποικισμό. Ενώ στην επικράτειά του το εθνικό κράτος και οι επικουρικές του ιδεολογικές δομές μοχθούν ακάματα για να δημιουργήσουν και να αναπαραγάγουν την καθαρότητα του λα ού, στο εξωτερικό, το εθνικό κράτος είναι μια μηχανή που πα ράγει Άλλους, δημιουργεί φυλετική διαφορά, και εγείρει στεγα νά που οριοθετούν και υποστηρίζουν το νεωτερικό υποκείμενο της κυριαρχίας. Αυτά τα όρια και οι φραγμοί δεν είναι εντού τοις αδιαπέραστα, αλλά εξυπηρετούν τη ρύθμιση αμφίδρομων
162
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG1
ροών μεταξύ της Ευρώπης και του έξω της. Οι Ανατολίτες, Αφρικανοί, οι Ινδιάνοι της Αμερικής είναι όλοι τους αναγκαί συστατικά για την αρνητική θεμελίωση αυτής καθεαυτήν τι ευρωπαϊκής ταυτότητας και της νεωτερικής κυριαρχίας. Ο μι λαψός Άλλος του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού εξυπηρετεί ως βάο και θεμέλιό του, ακριβώς όπως και η παραγωγική σχέση με τ «μαύρες ηπείρους» εξυπηρετεί ως οικονομικό θεμέλιο των ει ρωπαϊκών εθνικών κρατών.1 Η φυλετική διαπάλη, σύμφυτη μ την ευρωπαϊκή νεωτερικότητα, είναι ένα ακόμη σύμπτωμα τι μόνιμης κρίσης που χαρακτηρίζει τη νεωτερική κυριαρχία. ] αποικία τελεί σε διαλεκτική αντίθεση προς την ευρωπαϊκή νι ωτερικότητα, ως απαραίτητος σωσίας και ανεπίσχετος ανταγο νιστής. Η αποικιακή κυριαρχία είναι μια ακόμη ανεπαρκή απόπειρα να αρθεί η κρίση της νεωτερικότητας.
Το γένος ίων ανθρώπων είναι ένα και πολλά
Η εποχή των ευρωπαϊκών ανακαλύψεων και της στάδιά* εντονότερης επικοινωνίας μεταξύ των χωρών και των λαών τι γης που επακολούθησε, κόμιζαν μαζί τους πάντοτε ένα πρα· ματικά ουτοπικό στοιχείο. Είναι όμως τόσο πολύ το αίμα π< έχει χυθεί, τόσο πολλές οι ζωές και οι πολιτισμοί που έχοι αφανιστεί, που φαίνεται πολύ επιτακτικότερη η ανάγκη να κι ταγγείλουμε αυτή τη βαρβαρότητα και τη φρίκη της δυτικοει ρωπαϊκής (και εν συνεχεία και αμερικανικής, σοβιετικής κι ιαπωνικής) επέκτασης και ελέγχου του πλανήτη. Θεωρούς όμως σημαντικό να μην ξεχνάμε τις ουτοπικές τάσεις που αν καθεν συνόδευαν την πορεία προς την παγκοσμιοποίηση, καίτ οι τάσεις αυτές καταβάλλονταν συνεχώς από τις δυνάμεις τι νεωτερικής κυριαρχίας. Η εκτίμηση για τις διαφορές και η τι στη στην καθολική ελευθερία και ισότητα του ανθρώπινου γ νους, ίδιον της επαναστατικής σκέψης του αναγεννησιακού ο μανισμού, επανεμφανίζεται εδώ σε παγκόσμια κλίμακα. Αυ; ακριβώς το ουτοπικό στοιχείο παγκοσμιοποίησης μας εμποδίζ να παλινδρομήσουμε απλώς στον παρτικουλαρισμό και τον απ
ΑΥΤΟ Κ ΡΑΤΟ ΡΙΑ
163
μονωτισμό, ως αντίδραση στις ολοποιητικές δυνάμεις του ιμπε ριαλισμού και της φυλετικής κυριάρχησης, ωθώντας μας αντ’ αυτού να χαλκεύσουμε ένα σχέδιο αντιπαγκοσμιοποίησης, αντιΑυτοκρατορίας. Αυτή η ουτοπική στιγμή, εντούτοις, δεν ήταν ποτέ μονοσήμαντη. Είναι μια τάση που συγκρούεται διαρκώς με την κυρίαρχη τάξη πραγμάτων και την κυριάρχηση. Ξεχω ρίζουμε τρεις παραδειγματικές εκδηλώσεις αυτού του ουτοπι σμού, με όλη του την αμφισημία, στο στοχασμό του Bartolome de las Casas, του Toussaint fOuverture και του Karl Marx. Στο πρώτο μισό του αιώνα που ακολούθησε την ευρωπαϊκή απόβαση στις αμερικανικές ηπείρους, στην Ισπανιόλα, ο Barto lome de las Casas διεπίστωσε ιδίοις όμμασιν, με φρίκη, τη βαρβαρότητα των κονκισταδόρων και των αποικιστών, και την υποδούλωση και γενοκτονία των Ινδιάνων της Αμερικής. Η πλειονότητα του ισπανικού στρατού, των διοικητών και των αποικιστών, διψασμένη για χρυσό και εξουσία, είδε τους κατοί κους αυτού του νέου κόσμου ως αμετάκλητα Άλλους, υποδεέ στερους των ανθρώπων, ή, τουλάχιστον, εκ φύσεως υποτελείς των Ευρωπαίων -και ο Las Casas μας αφηγείται πώς οι άρτι αφιχθέντες Ευρωπαίοι τους συμπεριφέρθηκαν χειρότερα κι από ζώα. Σε αυτά τα συμφραζόμενα, είναι απορίας άξιον που ο Las Casas, ο οποίος ήταν μέλος της ισπανικής ιεραποστολής, μπό ρεσε να διαχωρίσει τη στάση του από το ρεύμα της κρατούσας άποψης αρκετά, ώστε να επιμείνει στην ανθρώπινη υπόσταση των Ινδιάνων της Αμερικής και να αμφισβητήσει τη βαναυσό τητα των ισπανών κυριάρχων. Η διαμαρτυρία του εκπορεύεται από μια απλή αρχή: το γ έ ν ο ς τω ν ανθρώ πω ν είνα ι ένα κα ι όλοι οι άνθρω ποι είνα ι ίσοι μ ετ α ζ ό τους.
Ταυτόχρονα, όμως, οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι το αν θρωπιστικό σχέδιο του αγαθού επισκόπου της Τσιάπας είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τη συναίσθηση ενός υψηλού ιεραπο στολικού έργου. Στην πραγματικότητα, ο Las Casas μπορεί να διανοηθεί την ισότητα μόνο με όρους ομοιότητας. Οι Ινδιάνοι της Αμερικής είναι ισότιμοι με τους Ευρωπαίους κατά φύσιν μόνο στο βαθμό που και οι ίδιοι είναι δυνάμει Ευρωπαίοι, ή,
164
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG:
μάλλον, δυνάμει Χριστιανοί: «Η φύση των ανθρώπων είναι μ και η αυτή και άπαντες καλούνται από τον Χριστό με τον ίδ τρόπο.»2 Ο Las Casas δεν μπορεί να διακρίνει πέρα από τ ευρωκεντρική θεώρηση των αμερικανικών ηπείρων, σύμφωνα | την οποία το υψηλότερο δείγμα γενναιοδωρίας και φιλανθρ< πίας θα ήταν να υπαγάγουν τους Ινδιάνους της Αμερικής στ έλεγχο και την κηδεμονία της αληθινής θρησκείας και του π λιτισμού της. Οι ιθαγενείς είναι υπανάπτυκτοι δυνάμει Ευρ< παίοι. Τπ’ αυτήν την έννοια, ο Las Casas ανήκει σε έναν «λ γο» που φτάνει ώς την καρδιά του 20ου αιώνα, περί της δυν τότητας τελείωσης των αγρίων. Για τους Ινδιάνους της Αμε( κής, όπως και για τους Εβραίους της Ισπανίας του 16ου αιών ο δρόμος που οδηγεί από το διωγμό στην ελευθερία πρέπ προηγουμένως να διέλθει από τον εκχριστιανισμό. Ο Las Cas ουσιαστικά δεν απέχει και τόσο από την Ιερά Εξέταση. Παρ δέχεται ότι το ανθρώπινο γένος είναι ένα, αδυνατεί όμως ’ διακρίνει ότι είναι ταυτόχρονα και πολλά. Περισσότερο από δύο αιώνες μετά τον Las Casas, στα τέ3 του 18ου αιώνα, όταν η κυριάρχηση της Ευρώπης στις αμε$ κανικές ηπείρους είχε μεταπηδήσει από την κατάκτηση, σφαγή και τη λαφυραγώγηση στη σταθερότερη αποικιακή δ μή τής ευρείας κλίμακας δουλοκτητικής παραγωγής και τ< εμπορικών μονοπωλίων, ένας μαύρος σκλάβος, ονόμα Toussaint l’Ouverture, ηγήθηκε του πρώτου επιτυχούς αγώ' ανεξαρτησίας κατά της νεωτερικής δουλοκτησίας, στη γαλλιι αποικία του Αγίου Δομίνικου (σημερινή Αϊτή). Ο Toussai fOuverture εισέπνευσε τη ρητορική της Γαλλικής Επανάστ σης που εκπήγαζε στην αμιγή μορφή της από το Παρίσι. Αν γάλλοι επαναστάτες που εναντιώνονταν στο παλαιό καθεστι διακήρυσσαν το καθολικό ανθρώπινο δικαίωμα για «liber! egalite et fraternite», o Toussaint υπέθεσε ότι οι μαύροι,/οι fj γάδες και οι λευκοί της αποικίας είχαν και εκείνοι θέση κάΐ από την ευρύχωρη σκέπη των δικαιωμάτων του πολίτη. Θθ ρήσε ότι η νίκη επί της φεουδαρχικής αριστοκρατίας και η δ® τράνωση των καθολικών αξιών στην Ευρώπη συνεπάγονταν η
ΑΤ ΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
165
τη νίκη κατά της «φυλετικής αριστοκρατίας», καθώς και την κατάργηση της δουλοκτησίας. Όλοι πλέον θα είναι ελεύθεροι πολίτες, ισότιμα αδέλφια μέσα στη νεόκοπη γαλλική δημοκρα τία. Οι επιστολές του Toussaint προς τους γάλλους στρατιωτι κούς και κυβερνητικούς ηγέτες ακολουθούν άψογα τη ρητορική της Επανάστασης μέχρι το ανωτέρω λογικό της συμπέρασμα, αποκαλύπτοντας έτσι την υποκρισία της. Ίσως αφελώς, ή ίσως ως συνειδητή πολιτική τακτική, ο Toussaint αποδεικνύει ότι οι ηγέτες της Επανάστασης προδίδουν τις αρχές για τις οποίες ισχυρίζονται ότι αγωνίστηκαν. Σε μια έκθεσή του προς το γαλ λικό Διευθυντήριο, την 14η Μπρυμαίρ του πέμπτου έτους της Γαλλικής Επανάστασης (5 Νοεμβρίου 1797), ο Toussaint προ ειδοποίησε τους γάλλους ηγέτες ότι οποιαδήποτε επιστροφή στη δουλοκτησία, οποιαδήποτε απεμπόληση αρχών, θα ήταν αδύνατη. Μια διακήρυξη ελευθερίας είναι αμετάκλητη: «Πι στεύετε ότι άνθρωποι που έχουν απολαύσει την ευλογία της ελευθερίας θα δεχτούν αγόγγυστα να τους την αρπάξουν μέσ’ απ’ τα χέρια;... Όμως όχι, αυτό το χέρι που έθραυσε τα δεσμά μας, δεν θα μας σύρει πάλι στη σκλαβιά. Η Γαλλία δεν θα υπα ναχωρήσει από τις αρχές της, δεν θα ανακαλέσει από εμάς το μέγιστο των ευεργετημάτων της.»3 Οι διακηρύξεις καθολικών δικαιωμάτων που τόσο κατηγο ρηματικά εξαπολύθηκαν στο Παρίσι επιστρέφουν από τον Άγιο Δομίνικο, μόνο για να γεμίσουν με φρίκη τη καρδιά των Γάλ λων. Στο ταξίδι της από την άλλη μεριά του Ατλαντικού, η καθολικότητα των ιδανικών απέκτησε μεγαλύτερη ρεαλιστικότητα και τέθηκε σε εφαρμογή. Όπως γράφει ο Aime Cesaire, ο Toussaint lOuverture προώθησε το σχέδιο στο πεδίο «που χω ρίζει την α π λ ή σ κ έψ η από την α π τ ή πραγματικότητα· το δι καίωμα από την εφαρμογή του· τη λογική από την εμπρέπουσα αλήθεια της».4 Ο Toussaint ερμηνεύει κατά γράμμα τη Δια κήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και εννοεί να τη δει να μεταφράζεται αυτούσια σε πράξη. Η επανάσταση με ηγέτη τον Toussaint δεν επιζητεί την απελευθέρωση από την ευρωπαϊκή ηγεμονία απλώς και μόνο για να επιστρέφει σε έναν απολε-
166
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG
σθέντα αφρικανικό κόσμο ή να ανασυστήσει παραδοσιακ εξουσιαστικές μορφές σε συνθήκες απομόνωσης· ο Toussai προσδοκά τις μορφές εκείνες της ελευθερίας και της ισότητ που πρόσφατα είχαν γίνει διαθέσιμες σ’ έναν κόσμο που 7ΐ ρουσίαζε διαρκώς περισσότερες αλληλοζευξεις.5 Ενίοτε, όμως, ο Toussaint γράφει ωσάν αυτή καθεαυτή ιδέα της ελευθερίας να ήταν δημιούργημα των Γάλλων, ωσά\ ίδιος και οι στασιαστές σύντροφοί του να ήταν ελεύθεροι μό ελέω Παρισιού. Ίσως αυτό να είναι απλώς ένα ρητορικό στρ τήγημα του Toussaint, ένα δείγμα της ειρωνικής του δου) πρέπειας προς τους γάλλους εξουσιαστές· οπωσδήποτε όμ δεν πρέπει να διανοηθεί κανείς ότι η ελευθερία είναι ευρωπι κή ιδέα. Οι δούλοι του Άγιου Δομίνικου είχαν εξεγερθεί ενάνι στα αφεντικά τους από την πρώτη στιγμή της αιχμαλωσί τους και της αναγκαστικής μετανάστευσής τους από την Αφ, κή. Η ελευθερία δεν τους εκχωρήθηκε, αλλά την κέρδισαν μ σα από αιματηρό και ακάματο αγώνα. Ούτε η επιθυμία τ ελευθερίας ούτε η κατάκτησή της προήλθαν από τη Γαλλ και οι μαύροι του Αγίου Δομίνικου δεν χρειάζονταν τους Πα ζιάνους για να τους διδάξουν να μάχονται γι’ αυτήν. Αυτό η ο Toussaint προσλαμβάνει, και το χρησιμοποιεί με τρόπο α^ στό, είναι η ιδιάζουσα ρητορική των γάλλων επαναστατών, π δίνει νόμιμη μορφή στο αίτημά του για απελευθέρωση. Τον 19ο αιώνα, ο Karl Marx, όπως ο Las Casas και Toussaint l’Ouverture πριν απ’ αυτόν, αναγνώρισε την ουτοι κή δυνατότητα των διαρκώς εντεινόμενων διαδικασιών παγ» σμιας αλληλεπίδρασης και επικοινωνίας. Όπως ο Las Casi έτσι και ο Marx ένιωσε αποστροφή για τη βαναυσότητα τ ευρωπαϊκής κατάκτησης και εκμετάλλευσης. 0 καπιταλισμ γεννήθηκε στην Ευρώπη με το αίμα και τον ιδρώτα των και κτημένων και αποικισμένων μη ευρωπαϊκών λαών: «Η συγ* λυμμένη δουλεία των μισθωτών εργατών στην Ευρώπη χρ© ζόταν την απροκάλυπτη δουλεία του Νέου Κόσμου ως υπό£ θρό της».6 Όπως ο Toussaint, έτσι και ο Marx αναγνώρισε τ ανθρώπινη ελευθερία ως ένα καθολικό σχέδιο, το οποίο πρέι
ΑΥΤΟ Κ ΡΑΤ Ο ΡΙΑ
167
να υλοποιηθεί μέσα από την πρακτική και από το οποίο κανέ νας πληθυσμός δεν πρέπει να εξαιρεθεί. Ωστόσο, αυτή η παγκόσμια ουτοπική χροιά στον Marx εί ναι αμφίσημη, ίσως μάλιστα περισσότερο απ’ ό,τι στις δύο προ ηγούμενες περιπτώσεις, όπως διαφαίνεται σαφώς από τη σειρά άρθρων που έγραψε για τη N e w Y o rk D a ily T r ib u n e το 1853, σχετικά με τη βρετανική ηγεμονία στην Ινδία. Πρωταρχικός στόχος του Marx σε αυτά τα άρθρα ήταν να διασαφήσει τη συ ζήτηση που διεξαγόταν εκείνη την εποχή στο βρετανικό κοινο βούλιο, σχετικά με το καθεστώς της Εταιρείας των Ανατολικών Ινδιών, και να τοποθετήσει αυτή τη συζήτηση στο ευρύτερο ιστορικό πλαίσιο της βρετανικής αποικιακής ηγεμονίας. Ο Marx ασφαλώς σημειώνει εξαρχής τη βαναυσότητα με την οποία εισήχθη ο βρετανικός «πολιτισμός» στην Ινδία και τον όλεθρο και τα δεινά που προκάλεσε η αρπακτική απληστία του βρετανικού κεφαλαίου και της βρετανικής κυβέρνησης. Μολα ταύτα, προειδοποιεί αμέσως, με όρους που μας επαναφέρουν στην επαναστατική όψη της Αναγέννησης, ότι δεν αρκεί απλώς να αντιδράσουμε στη βαρβαρότητα των Βρετανών υποστηρίζον τας τυφλά την καθεστηκυία τάξη της ινδικής κοινωνίας. Το σύστημα των χωριών, που ο Marx υπέθετε ότι προϋπήρχε της βρετανικής αποικιοκρατικής εισβολής, δεν ήταν άξιο υπεράσπι σης: «Όσο αποκρουστικά κι αν είναι για το ανθρώπινο αίσθημα να τα βλέπει» ο όλεθρος και τα δεινά που προκάλεσαν οι Βρε τανοί, «δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτές οι ειδυλλιακές κοινό τητες των χωριών, καίτοι ίσως φαίνονται αβλαβείς, αποτελού σαν ανέκαθεν το σταθερό θεμέλιο του ανατολικού δεσποτισμού, περιόριζαν τον ανθρώπινο νου στα ελάχιστα δυνατά όρια, καθι στώντας τον πρόθυμο εργαλείο προκατάληψης, υποδουλώνοντάς τον στους παραδοσιακούς κανόνες, στερώντας του κάθε μεγα λείο και ιστορική δυναμική.»7 Ούτε η εξουσιαστική δομή των ινδών ηγεμόνων είναι άξια υποστήριξης, ακόμη και ως αντί δραση στους Βρετανούς: «Δεν είναι παράδοξο που οι ίδιοι άν θρωποι που καταδικάζουν “τις βάρβαρες πολυτέλειες του Στέμ ματος και της Αριστοκρατίας της Αγγλίας” χύνουν ποταμούς
168
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGI
δακρύων για την πτώση των ινδών Nabob, Rujah και Jagida η συντριπτική πλειονότητα των οποίων δεν διαθέτει καν το κ< ρος της αρχαιότητας, καθώς όλοι αυτοί είναι σφετεριστές πρ< σφάτως ανακύψαντες, οι οποίοι ανήλθαν στην εξουσία με τ βοήθεια της αγγλικής ίντριγκας.»8 Η αποικιακή κατάσταση πολύ εύκολα ολισθαίνει σε ένα δ λήμμα μεταξύ δύο κακών: είτε υποταγή στο βρετανικό κέφι λαιο και τη βρετανική εξουσία είτε επιστροφή στις παραδοσκ κές ινδικές κοινωνικές δομές και υποταγή στους ινδούς ηγεμι νες· είτε ξένη είτε εγχώρια κυριάρχηση. Για τον Marx πρέπ να υπάρχει κι ένας τρίτος δρόμος, που απορρίπτει αμφότερι τις ανωτέρω εναλλακτικές, ένας δρόμος ανυποταγής και ελει θερίας. Υπ’ αυτή την έννοια, επειδή η Αγγλία δημιούργησε ΐ συνθήκες που καθιστούσαν εφικτή μια νέα μορφή κοινωνία! «όποια κι αν ήταν τα εγκλήματα της, έγινε εν αγνοία της 1 εργαλείο της ιστορίας που προκάλεσε εκείνη την επανάσταση) Το κεφάλαιο μπορεί, υπό ορισμένες συνθήκες, να ενεργεί ως $ ναμη διαφωτισμού. Συνεπώς, όπως ο Toussaint, έτσι και Marx θεώρησε πως δεν ωφελούσε να ανατρέψει κανείς την ξ νη κυριάρχηση, απλώς και μόνο για να επαναφέρει κάποια η ραδοσιακή μορφή καταπίεσης σε συνθήκες απομόνωσης, ί εναλλακτική οδός πρέπει να προσβλέπει σε μια νέα μ,ορς ελευθερίας, συνδεδεμένη με τα επεκτεινόμενα δίκτυα της πα κόσμιας ανταλλαγής. Η μόνη «εναλλακτική» οδός που μπορεί να διανοηθεί Marx, εντούτοις, είναι η οδός από την οποία έχει ήδη διέλί και η ευρωπαϊκή κοινωνία. Ο Marx δεν αντιλαμβάνεται τη δΐ φορά της ινδικής κοινωνίας, τις διαφορετικές δυνατότητες εμπεριέχει. Γι’ αυτό μπορεί να αντιληφθεί το ινδικό παρελθ μόνον ως κενό και στατικό: «Η ινδική κοινωνία δεν έχει καμ ιστορία, τουλάχιστον καμία γνωστή ιστορία. Αυτό /που ονομ ζουμε ιστορία της Ινδίας δεν είναι άλλο από το ιστορικό αλί πάλληλων εισβολέων που θεμελίωσαν τις αυτοκρατορίες τβ στην παθητική βάση εκείνης της αγόγγυστα υπομένουσας % αμετάβλητης κοινωνίας.»10 Ο ισχυρισμός ότι η ινδική κοινώς
ΑΥΤΟ Κ ΡΑΤΟ ΡΙΑ
169
δεν έχει ιστορία δεν σημαίνει πως δεν συνέβη τίποτε στην Ινδία, αλλά ότι η πορεία των γεγονότων έχει καθοριστεί απο κλειστικά από εξωτερικές δυνάμεις, ενώ η ινδική κοινωνία παρέμεινε παθητική, «αγόγγυστα υπομένουσα και αμετάβλητη». Ασφαλώς η άποψη του Marx περιοριζόταν από την ελλιπή γνώση του παρόντος και του παρελθόντος της Ινδίας." Η έλ λειψη πληροφόρησής του, πάντως, δεν είναι αυτό που μας εν διαφέρει. Το επίμαχο ζήτημα είναι ότι ο Marx είναι σε θέση να συλλάβει την ιστορία εκτός Ευρώπης μόνο σαν να ακολουθεί απαρέγκλιτα την ίδια οδό από την οποία έχει ήδη διέλθει η Ευρώπη. «Η Αγγλία έχει να εκπληρώσει μια διττή αποστολή στην Ινδία», έγραψε, «τη μια καταστρεπτική, την άλλη αναγεννητική -την εξουδετέρωση της παλιάς ασιατικής κοινωνίας και την υλική θεμελίωση μιας δυτικής κοινωνίας στην Ασία.»12 Η Ινδία μπορεί να προοδεύσει μόνον αν μετασχηματιστεί σε δυτική κοινωνία. Ο κόσμος ολόκληρος μπορεί να πάει μπροστά μόνον αν ακολουθήσει τα βήματα της Ευρώπης. Σε τελική ανά λυση, ο ευρωκεντρισμός του Marx δεν διαφέρει και πολύ από τον ευρωκεντρισμό του Las Casas.
Η κρίση της αποικιακής δουλοκτησίας Μολονότι η ουτοπική χροιά δεν έπαψε να γίνεται αισθητή κα τά την ιστορική διαδικασία της διασύνδεσης και της διεπικοινωνίας του κόσμου στους νεότερους χρόνους, εντούτοις διαρκώς καταστελλόταν στρατιωτικά και ιδεολογικά από τις δυνάμεις της ευρωπαϊκής κυριάρχησης. Το σημαντικότερο επακόλουθο αυτής της καταστολής ήταν η διάπραξη σφαγών σε πρωτοφα νή κλίμακα και η παγίωση φυλετικών, πολιτικών και οικονομι κών δομών ευρωπαϊκής κυριαρχίας στον μη ευρωπαϊκό κόσμο. Η αύξηση της ευρωπαϊκής υπεροχής οφειλόταν κατά μεγάλο μέρος στην ανάπτυξη και τη διάδοση της κεφαλαιοκρατίας που ικανοποίησε την καταφανώς ακόρεστη δίψα της Ευρώπης για πλούτο. Η εξάπλωση της κεφαλαιοκρατίας σε πλανητικό επί πεδο, όμως, δεν ήταν ούτε ομοιόμορφη ούτε μονοσήμαντη δια-
170
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGI
δικασία. Η κεφαλαιοκρατία αναπτύχθηκε άνισα σε διαφορετι| κές περιοχές και πληθυσμούς: έκανε άλματα προόδου, δίστασ| και υποχώρησε ακολουθώντας ποικίλες διαφορετικές οδούφί Μια τέτοια παρακαμπτήριο οδός χαράσσεται και στις αμερικα^ νικές ηπείρους, από την ιστορία της ευρείας κλίμακας αποικίας κής δουλοκτητικής παραγωγής, μεταξύ του τέλους του 17oi και των μέσων του 19ου αιώνα· μια ιστορία που δεν είναι πρό| κεφαλαιοκρατική, αλλά μάλλον γράφτηκε στο π λ α ίσ ιο των σύν| θετών και αντιφατικών εξελίξεων του κεφαλαίου. | Η ευρείας κλίμακας παραγωγή των φυτειών με την εργασί^ των δούλων εγκαινιάστηκε στην Καραϊβική, στα μέσα του 17οΐ| αιώνα, από άγγλους και γάλλους κτηματίες, οι οποίοι εισήγαί γαν αφρικανούς δούλους για να καλύψουν το κενό που είχε δη*ί μιουργήσει ο αφανισμός των γηγενών πληθυσμών από τα ευρωΐ παϊκά όπλα και τις ασθένειες. Στα τέλη του 18ου αιώνα, τβί προϊόντα της εργασίας των δούλων στις αμερικανικές ηπείρού| αποτελούσαν το ένα τρίτο της αξίας του ευρωπαϊκού εμπορίου.*! Η ευρωπαϊκή κεφαλαιοκρατία ανέπτυξε μια εξαιρετικά αμφί^ σημη σχέση με τη δουλοκτητική παραγωγή των αμερικανικά)! ηπείρων. Ευλόγως θα υποστήριζε κανείς, όπως πολλοί έχου| κάνει, ότι αφ’ ης στιγμής η κεφαλαιοκρατία βασιζόταν ιδεολο| γικά και υλικά στην ελεύθερη εργασία, ή μάλλον στην κύριοί τητα που διατηρούσε ο εργάτης επί της εργατικής δύναμή! του, θα έπρεπε να είναι ασυμβίβαστη με την εργασία των δούί λων. Υπ’ αυτό το πρίσμα, η αποικιακή δουλοκτησία θα μπο* ρούσε να θεωρηθεί ως μια προϋπάρχουσα μορφή παραγωγή^ ανάλογη της φεουδαρχίας, την οποία σταδιακά το κεφάλαιο κα| τορθώνει να αντιπαρέλθει. Σε αυτή την περίπτωση, η κεφαλαιΊ οκρατική ιδεολογία της ελευθερίας θα ήταν μια γνήσια δύναμή διαφωτισμού. Μολαταύτα, η σχέση του κεφαλαίου με την αποικιακή δουί λοκτησία είναι στην πραγματικότητα πολύ πιο στενή και περί·? πλοκή. Καταρχάς, μολονότι η ιδεολογία του καπιταλισμού εί*ί ναι όντως αντίθετη προς τη δουλοκτησία, στην πράξη, το κ©ί φάλαιο όχι μόνο υπήγαγε και ενδυνάμωσε τα ανά τον κόσμό
ΑΥΤΟ Κ ΡΑΤ Ο ΡΙΑ
171
υπάρχοντα συστήματα δουλοκτητικής παραγωγής, αλλά επι πλέον δ η μ ιο ύ ρ γη σ ε ν έ α σ υ σ τή μ α τα δουλοκ τη σ ία ς, σ ε πρωτοφα νή κλίμακα, ιδιαίτερα στις αμερικανικές ηπείρους.14 Θα μπο ρούσε κανείς να ερμηνεύσει τη δημιουργία δουλοκτητικών συ στημάτων από το κεφάλαιο ως ένα είδος μαθητείας στην κεφαλαιοκρατία, κατά την οποία η δουλοκτησία λειτουργεί ως με ταβατικό στάδιο μεταξύ των φυσικών (δηλαδή των αυτάρκων και απομονωμένων) οικονομιών που προϋπήρχαν της ευρωπαϊ κής εισβολής και της καθαυτό κεφαλαιοκρατίας. Όντως, η κλί μακα και η οργάνωση των φυτειών που δημιουργήθηκαν στην Καραϊβική τον 18ο αιώνα, από ορισμένες απόψεις προοιωνίζον ταν το ευρωπαϊκό εργοστάσιο του 20ού.15 Εντούτοις, η δουλο κτητική παραγωγή στις αμερικανικές ηπείρους και το αφρικα νικό δουλεμπόριο δεν ήταν μόνο, ούτε καν κυρίως, ένα μεταβα τικό στάδιο προς την κεφαλαιοκρατία. Ήταν ένα σχετικά στα θερό έρεισμα, ένα υπόβαθρο υπερεκμετάλλευσης, πάνω στο οποίο πάτησε η ευρωπαϊκή κεφαλαιοκρατία. Δεν υπάρχει καμιά αντίφαση εδώ: η εργασία των δούλων στις αποικίες καθιστούσε δυνατή την κεφαλαιοκρατία στην Ευρώπη, και το ευρωπαϊκό κεφάλαιο δεν είχε κανένα συμφέρον να παραιτηθεί από αυτήν. Την ίδια περίοδο που οι ευρωπαϊκές δυνάμεις οικοδομούσαν τις βάσεις της δουλοκτητικής οικονομίας στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, υπήρξε και στην Ευρώπη, ιδίως στην ανατολική αλλά και τη νότια, μια επαναφεουδαρχικοποίηση της αγροτικής οικονομίας και, συνεπώς, μια ισχυρότατη τάση να παρεμποδι στεί η κινητικότητα της εργασίας και να καθηλωθούν οι συν θήκες της αγοράς εργασίας. Η Ευρώπη παλινδρόμησε σε μια δεύτερη περίοδο δουλείας. Το ζητούμενο εδώ δεν είναι απλώς να καταδικάσουμε τον παραλογισμό της αστικής τάξης, αλλά να κατανοήσουμε πώς η δ ο υ λ ο κ τη σ ία κ α ι η α γ γ α ρ ε ία μ π ο ρ ο ύ ν να είνα ι κ α θ ’ ό λα σ υ μ β α τ ές μ ε τ η ν κ εφ α λ α ιο κ ρ α τ ικ ή π α ρ α γω γή , ως μηχανισμοί που περιστέλλουν την κινητικότητα του ερ γατικού δυναμικού και παρεμποδίζουν τις κινήσεις του. Η δου λεία, η αγγαρεία και οι λοιπές μορφές καταναγκαστικής οργά νωσης της εργασίας -από τον κουλισμό του Ειρηνικού και τη
172
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGIj
λατινοαμερικανική ειλωτεία ώς το απαρτχάιντ της Νότιοί Αφρικής- αποτελούν όλες βασικά και αναπόσπαστα στοιχεί των διαδικασιών της κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης. Κατά τή περίοδο αυτή, η δουλεία και η μισθωτή εργασία ακολουθού από κοινού, σαν χορευτικό ζευγάρι, τα συντονισμένα βήματι της κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης.16 Ασφαλώς πολλοί υψηλόφρονες και πεφωτισμένοι υπέρμαχο της κατάργησης της δουλείας στην Ευρώπη και τις αμερικανι κές ηπείρους, κατά τα τέλη του 18ου και τις αρχές του 19ο αιώνα, επιχειρηματολόγησαν κατά της δουλείας από ηθικ' άποψη. Ωστόσο, τα επιχειρήματα που χρησιμοποίησαν για νί ζητήσουν την κατάργησή της είχαν ουσιαστικό αντίκρισμα μό νον όταν εξυπηρετούσαν τα συμφέροντα του κεφαλαίου, λόγο χάριν, όταν χρησίμευαν για να περιστείλουν τα κέρδη της δον λοκτητικής παραγωγής ανταγωνιστών. Ακόμη και τότε, όμω< η δύναμή τους ήταν σχετικά περιορισμένη. Στην πραγματικό τητα, ούτε τα ηθικά επιχειρήματα του ευρωπαϊκού χώρου ούτ οι υπολογισμοί της αποδοτικότητας στον εξωευρωπαϊκό χώρ ήταν δυνατόν να πείσουν το ευρωπαϊκό κεφάλαιο να ξηλώσει τι δουλοκτητικά καθεστώτα. Ο μόνος κατάλληλος μοχλός μπο ρούσε να είναι η εξέγερση και η επανάσταση των ίδιων τω· δούλων. Όπως ακριβώς το κεφάλαιο προβαίνει στην αναδιάρ θρωση της παραγωγής και την εισαγωγή νέων τεχνολογιών μό νον ως απάντηση στην οργανωμένη απειλή του εργατικοί ανταγωνισμού, έτσι και το ευρωπαϊκό κεφάλαιο δεν επρόκειτι να παραιτηθεί από τη δουλοκτητική παραγωγή, αν προηγουμέ νως οι οργανωμένοι δούλοι δεν αποτελούσαν απειλή για τη δύ ναμή του και δεν καθιστούσαν ανέφικτη τη διατήρηση εκείνοι του συστήματος παραγωγής. Με άλλα λόγια, η δουλεία δ© εγκαταλείφθηκε για οικονομικούς λόγους, αλλά μάλλον αν® τράπηκε από πολιτικές δυνάμεις.17 Ο πολίτικος αναβρασμόι ασφαλώς περιέστειλε την οικονομική αποδοτικότητα του συ στήματος, το σημαντικότερο όμως ήταν ότι οι εξεγερμένοι δού λοι κατέληξαν να αποτελούν ένα υπολογίσιμο αντίπαλο δέος. Ε Αϊτινή Επανάσταση ήταν αναμφίβολα το σημαντικότερο ορόση·
α τ τ ο κ ρ α τ ο ρ ια
173
μο στη νεότερη ιστορία της εξέγερσης των δούλων -και στις αρχές του 19ου αιώνα το φάσμα της πλανήθηκε πάνω από τις αμερικανικές ηπείρους, όπως ακριβώς το φάσμα της Οκτωβρια νής Επανάστασης έμελλε να στοιχειώσει τον ευρωπαϊκό καπι ταλισμό, έναν αιώνα αργότερα. Δεν πρέπει πάντως να λησμο νούμε ότι η εξέγερση και ο ανταγωνισμός αποτελούσαν αναπό σπαστο τμήμα της δουλοκτησίας σε όλη την έκταση των αμε ρικανικών ηπείρων, από την πόλη της Νέας Υόρκης ώς την Μπαχία. Η δουλοκτητική οικονομία, όπως και η οικονομία της ίδιας της νεωτερικότητας, ήταν μια οικονομία κρίσεως. Ο ισχυρισμός ότι τα καθεστώτα της δουλείας και της αγγα ρείας είναι σύμφυτα με την κεφαλαιοκρατική παραγωγή και ανάπτυξη προοιωνίζεται τη στενή σχέση μεταξύ της επιθυμίας των εργαζόμενων υποκειμένων να αποδράσουν από τη σχέση διοίκησης και των προσπαθειών του κεφαλαίου να εγκλωβίσει τον πληθυσμό σε αμετακίνητα εδαφικά στεγανά. Ο Yann Moulier Boutang τονίζει τον πρωταρχικό ρόλο που διαδραμα τίζουν αυτές οι γραμμές διαφυγής στην ιστορία της κεφαλαιο κρατικής ανάπτυξης: Μια ανώνυμη, συλλογική, διαρκής και ακαταμάχητη δύ ναμη αποσκίρτησης ήταν αυτή που οδήγησε την αγορά εργασίας προς την ελευθερία. Αυτή η ίδια δύναμη ανάγ κασε τον φιλελευθερισμό να παραγάγει την απολογία της ελεύθερης εργασίας, του δικαιώματος της ιδιοκτησίας και των ανοιχτών συνόρων. Υποχρέωσε επίσης τους οικονομο λόγους της αστικής τάξης να καθιερώσουν πρότυπα που ακινητοποιούν την εργασία, την πειθαρχούν και αγνοούν τα στοιχεία της συνεχούς διαφυγής. Όλα αυτά λειτούργη σαν για να επινοήσουν ξανά και ξανά, χίλιες διαφορετικές μορφές δουλείας. Αυτή η αναπόδραστη πλευρά της συσ σώρευσης προηγείται του ερωτήματος για την προλεταριο ποίηση της φιλελεύθερης εποχής. Οικοδομεί τις βάσεις του νεωτερικού κράτους.18
174
MICHAEL HARDT - ANTONIO NE
Η απεδαφικοποιητική επιθυμία του πλήθους είναι η δύν η οποία κινεί την όλη διαδικασία της κεφαλαιοκρατικής c πτύξης, και το κεφάλαιο οφείλει διαρκώς να επιχειρεί να αναχαιτίσει.
Η παραγωγή ιης ετερότητας
Η αποικιοκρατία και η φυλετική καθυπόταξη λειτουργούν προσωρινή λύση στην κρίση της ευρωπαϊκής νεωτερικότη όχι μόνο από οικονομική και πολιτική άποψη, αλλά και την άποψη της ταυτότητας και της κουλτούρας. Η αποι κρατία κατασκευάζει μορφές ετερότητας και διαχειρίζεται ροές τους συνθέτοντάς τες σε μια πολύπλοκη διαλεκτική δ< Η αρνητική κατασκευή μη Ευρωπαίων Άλλων είναι τελικά τό που θεμελιώνει και συντηρεί αυτήν καθαυτήν την ευρώ: κή ταυτότητα. Η αποικιακή ταυτότητα λειτουργεί καταρχάς διαμέσου | μανιχαϊστικής λογικής αποκλεισμού. Όπως μας λέει ο Fi Fanon, «Ο αποικιακός κόσμος είναι ένας κόσμος χωρισμι στα δύο».19 Οι αποικισμένοι αποκλείονται από τους ευρώ· κούς χώρους όχι μόνο σωματικά και εδαφικά, και όχι μόνο την άποψη των δικαιωμάτων και των προνομίων, αλλά όσον αφορά τη σκέψη και τις αξίες. Το αποικισμένο υποκε νο κατασκευάζεται στο μητροπολιτικό φαντασιακό ως ά', και έτσι, στο βαθμό που αυτό είναι δυνατό, ο αποικισθείς c βάλλεται από τις βάσεις που ορίζουν τις αξίες του ευρωπαί πολιτισμένου κόσμου. (Δεν καταλαβαίνουν από λόγια- δεν (. ρούν να ελέγξουν τον εαυτό τους- δεν σέβονται την αξία της θρώπινης ζωής- το μόνο που καταλαβαίνουν είναι η βία.) Η λετική διαφορά είναι ένα είδος μαύρης τρύπας που μπορε καταβροχθίσει κάθε ικανότητα για κακουργία, βαρβάρκ αχαλίνωτη σεξουαλικότητα, κ.ο.κ. Έτσι το μελαψό αποικκ νο υποκείμενο φαίνεται καταρχάς σκοτεινό και μυστήριό μέσα στην ξενότητά του. Η αποικιακή κατασκευή ταυτοτή βασίζεται σημαντικά στο απαρασάλευτο της διαχωριστι
Α ΤΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
175
γραμμής μεταξύ μητρόπολης και αποικίας. Η καθαρότητα των ταυτοτήτων, τόσο με τη βιολογική όσο και με την πολιτισμική έννοια, είναι ζήτημα υψίστης σημασίας, και η διατήρηση του συνόρου αποτελεί λόγο σημαντικής ανησυχίας. «Στην πραγμα τικότητα, όλες οι αξίες», τονίζει ο Fanon, «έχουν αμετάκλητα δηλητηριαστεί και νοσήσει ευθύς ώς αφεθούν να έρθουν σε επα φή με την αποικισμένη φυλή.»20 Τα στεγανά που προστατεύουν αυτόν τον αμόλυντο ευρωπαϊκό χώρο βρίσκονται σε κατάσταση διαρκούς πολιορκίας. Το αποικιακό δίκαιο λειτουργεί κατά κύ ριο λόγο με βάση αυτά τα στεγανά, υπό την έννοια αφ’ ενός ότι υποστηρίζει την «επιλεκτική» λειτουργία τους και αφ’ ετέρου ότι εφαρμόζεται διαφορετικά στα υποκείμενα εκατέρωθεν της διαχωριστικής γραμμής. Το απαρτχάιντ είναι μία μόνο μορφή, ίσως η εμβληματική, της διαμερισματοποίησης του αποικιακού κόσμου. Τα στεγανά που διαιρούν τον αποικιακό κόσμο δεν υψώνον ται απλώς με βάση φυσικά σύνορα, μολονότι σχεδόν πάντα υπάρχουν και υλικά ορόσημα που Θα βοηθήσουν να εκληφθεί ως φυσική η διαίρεση. Η ετ ερ ό τη τα δ εν είνα ι δ εδ ο μ ένη , α λ λ ά π α ρ ά γετα ι. Αυτή η υπόθεση συνιστά το κοινό αφετηριακό σημείο μιας ευρείας γκάμας θεωρητικών μελετών που εμφανίστηκαν τις τελευταίες δεκαετίες, ανάμεσα στις οποίες περίοπτη θέση κατέ χει η γόνιμη μελέτη του Edward Said: «Ξεκίνησα με την υπό θεση ότι η Ανατολή δεν είναι ένα αδρανές γενονός της φύσης... ότι η Ανατολή δημιουργήθηκε -ή, όπως το λέω εγώ, “οριενταλοποιήθηκε”.» Ο Οριενταλισμός δεν είναι απλώς ένα πρόγραμμα ακαδημαϊκής έρευνας για την πρόσκτηση ακριβέστερης γνώσης ενός υπαρκτού αντικειμένου, της Ανατολής, αλλά μάλλον ο «λό γος» που, καθώς εκτυλίσσεται, δημιουργεί το δικό του αντικεί μενο. Τα δύο βασικότερα χαρακτηριστικά αυτού του οριενταλικού σχεδίου είναι η ομοιογενοποίηση της Ανατολής από το Μαγκρέμπ ώς την Ινδία (οι Ανατολίτες είναι παντού μέσες-άκρες οι ίδιοι) και η ουσιολογικοποίησή του (essentialization) (η Ανατο λή και ο χαρακτήρας του Ανατολίτη συνιστούν άχρονες και αμε τάβλητες ταυτότητες). Το αποτέλεσμα, όπως τονίζει ο Said,
176
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG:
δεν είναι η Ανατολή ως όντως έχει, ένα εμπειρικό αντικείμενο] αλλά η Ανατολή έτσι όπως έχει οριενταλοποιηθεί, ένα αντικεέ μενο του ευρωπαϊκού λόγου [discourse].21 Η Ανατολή, συνεπώς τουλάχιστον όπως εμείς τη γνωρίζουμε διαμέσου του Οριεντα» λισμού, είναι ένα δημιούργημα λόγου [discourse], που έχει επί νοηθεί στην Ευρώπη και κατόπιν εξήχθη πάλι στην Ανατολή Η αναπαράσταση είναι ταυτόχρονα μορφή δημιουργίας και μορ| φή αποκλεισμού. | Μεταξύ των ακαδημαϊκών κλάδων που ενέχονται σε αυτ^ την πολιτισμική παραγωγή ετερότητας, η ανθρωπολογία ήτα] ίσως η σημαντικότερη ετικέτα υπό την οποία ο γηγενής Άλλφί εισήχθη στην Ευρώπη και εν συνεχεία εξήχθη από αυτήν.! Από τις πραγματικές διαφορές των μη ευρωπαϊκών λαών, η] ανθρωπολόγοι του 19ου αιώνα κατασκεύασαν ένα άλλο, διαφσί ρετικής φύσεως Είναι- διαφορετικά πολιτισμικά και σωματική χαρακτηριστικά ερμηνεύτηκαν ως η ουσία του Αφρικανού, το)( Άραβα, του Αβορίγινα κ.ο.κ. 'Οταν η αποικιακή επέκταση βρ|| σκόταν στο αποκορύφωμά της και οι ευρωπαϊκές δυνάμεις s i χαν αποδυθεί στον βίαιο ανταγωνισμό για τον έλεγχο της Αφρ^ κής, η ανθρωπολογία και η μελέτη των μη ευρωπαϊκών λαώ| έγινε όχι απλώς μια ακαδημαϊκή ενασχόληση αλλά και ένα ει| ρύ πεδίο δημοκοπίας. Ο Άλλος εισήχθη στην Ευρώπη -σε μοΐί| σεία φυσικής ιστορίας, ανοιχτές για το κοινό εκθέσεις πρωτ« γονών λαών, κ.ο.κ.- και έτσι έγινε ολοένα πιο προσιτός στΙ λαϊκό φαντασιακό. Τόσο στην ακαδημαϊκή όσο και στην εκλα®| κευμένη μορφή της, η ανθρωπολογία του 19ου αιώνα παρουσία] σε τα μη ευρωπαϊκά υποκείμενα και κουλτούρες ως υπανάπτυί κτες εκδοχές των Ευρωπαίων και του πολιτισμού τους: ήτοι σημεία πρωτογονισμού που αντιπροσώπευαν προγενέστερα στά| δια στην πορεία προς τον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Έτσι τα δια] χρονικά στάδια της εξέλιξης του ανθρώπινου γένους πρ^ς τϋί πολιτισμό νοήθηκαν ως συγχρονικά παρόντα στους διάφοροι^ πρωτόγονους λαούς και κουλτούρες του πλανήτη.23 Η ανθρωπάί λογική έκθεση των μη Ευρωπαίων Άλλων στο πλαίσιο αυτή| της εξελικτικής θεωρίας των πολιτισμών χρησιμέυσε για ν |
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
177
επιβεβαιώσει και να επικυρώσει την προεξάρχουσα θέση των Ευρωπαίων και δι’ αυτού να νομιμοποιήσει το αποικιακό σχέ διο στο σύνολό του. Σημαντικά τμήματα της επιστήμης της ιστορίας επίσης εμ φυτεύτηκαν βαθιά στην ακαδημαϊκή και λαϊκή παραγωγή της ετερότητας, συνεπώς και στη νομιμοποίηση της αποικιακής εξουσίας. Λόγου χάριν, φτάνοντας στην Ινδία και μη βρίσκοντας κανενός είδους ιστοριογραφία που θα μπορούσε να τους είναι χρήσιμη, οι βρετανοί διοικητές αναγκάστηκαν να γράψουν τη δική τους αινδική ιστορία» για να στηρίξουν και να προωθήσουν τα συμφέροντα της αποικιακής εξουσίας. Οι Βρετανοί έπρεπε να ιστορικοποιήσουν το ινδικό παρελθόν προκειμένου να αποκτή σουν πρόσβαση σε αυτό και να το εκμεταλλευτούν για τους δι κούς τους σκοπούς. Αυτή η βρετανική συγγραφή της ινδικής ιστορίας, εντούτοις, όπως και ο σχηματισμός του αποικιακού κράτους, μπορούσε να επιτευχθεί μόνο με την επιβολή στην ιν δική πραγματικότητα της ευρωπαϊκής αποικιοκρατικής λογικής και των μοντέλων που ήταν σύμφωνα με αυτή.24 Έτσι το πα ρελθόν της Ινδίας προσαρτήθηκε στη βρετανική ιστορία, ούτως ώστε να αποτελέσει απλώς ένα τμήμα της -ή μάλλον οι βρετα νοί λόγιοι και διοικητές επινόησαν μια ινδική ιστορία και την εξήγαγαν στην Ινδία. Αυτή η ιστοριογραφία υποστήριξε το Raj [τη βρετανική κυριαρχία] και ακολούθως κατέστησε το παρελ θόν απρόσβατο στους Ινδούς ως ιστορία. Έτσι η πραγματικότη τα της Ινδίας και των Ινδών υποσκελίστηκε από μια δραστική αναπαράσταση που τους πρόβαλε ως Άλλους στην Ευρώπη, ως ένα πρωτόγονο στάδιο στην τελεολογία του πολιτισμού.
Η διαλεκτική της αποικιοκρατίας Στη λογική των αποικιοκρατικών αναπαραστάσεων, η κατα σκευή ενός διαχωρισμένου αποικισμένου Άλλου και ο διαχωρι σμός της ταυτότητας και της ετερότητας καταλήγει παραδόξως να είναι ταυτόχρονα απόλυτος και εξαιρετικά οικείος. Η διαδι κασία συνίσταται κατ’ ουσίαν από δύο στιγμές συνδεόμενες με
178
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG|
ταξύ τους διαλεκτικά. Κατά την πρώτη στιγμή η διαφορά πρ| πει να εξωθηθεί ώς τα άκρα. Στο αποικιακό φαντασιακό | αποικισμένος δεν είναι απλώς ένας άλλος που έχει εξοστρακί στεί από τη σφαίρα του πολιτισμού- μάλλον, νοείται ή παράγβ ται ως ο Άλλος, ως η απόλυτη άρνηση, ως το πιο απομακρ! σμένο σημείο του ορίζοντα. Οι ιδιοκτήτες δούλων στις αποικίί του 18ου αιώνα, επί παραδείγματι, αντιλήφθηκαν καθαρά τβ απόλυτο χαρακτήρα αυτής της διαφοράς. «Ο Νέγρος είναι ένί πλάσμα που η φύση του και η ψυχοσύνθεσή του δεν διαφέρο(| απλώς από την ευρωπαϊκή, αλλά είναι οι ακριβώς αντίθετά της. Η ευγένεια και η συμπόνια ξυπνούν στα στήθη του αδιΐ σώπητο και θανάσιμο μίσος- όμως οι βουρδουλιές, οι βρισιές κ | η κακομεταχείριση γεννούν ευγνωμοσύνη, στοργή και τυφλ] αφοσίωση!»25 Αυτή είναι η νοοτροπία των ιδιοκτητών δούλωΊ σύμφωνα μ ένα φυλλάδιο που προπαγανδίζει την κατάργημΐ της δουλείας. Το μη ευρωπαϊκό υποκείμενο ενεργεί, ομιλεί χ& σκέφτεται με τρόπο α κριβώ ς α ντίθ ετο από το ευρωπαϊκό. j Ακριβώς επειδή η διαφορά του Άλλου είναι απόλυτη, μπορί σε μια δεύτερη στιγμή να λειτουργήσει αντίστροφα, ως θεμέλΙ του Εαυτού. Με άλλα λόγια, η μοχθηρία, η βαρβαρότητα και| έκλυση του αποικισμένου Άλλου είναι εκείνα που καθιστούν νατή την αγαθότητα, την ευγένεια και την κοσμιότητα του ρωπαϊκού Εαυτού. Αυτό που εκ πρώτης όψεως φαίνεται παρ| ξένο, αλλότριο και μακρινό καταλήγει έτσι να είναι πολύ κβ τινό και οικείο. Η γνώση, η οπτική επαφή, ακόμη και η ματική επαφή με τους αποικισμένους είναι σημαντική, έστω αν αυτή η γνώση και η επαφή πραγματοποιούνται μόνο επίπεδο της αναπαράστασης και ελάχιστη σχέση έχουν με πραγματικά υποκείμενα των αποικιών και της μητρόπολης, αγώνας σώμα με σώμα με τον δούλο, η αίσθηση του ιδρώ που ποτίζει το δέρμα του, η μυρωδιά που αναδίνει το c ώμα "ά ορίζουν τη ζωτικότητα του κυρίου. Αυτή η οικειότητα, εντ< τοις, επ’ ουδενί συσκοτίζει τη σαφήνεια της διαίρεσης μετά των δύο αντιμαχόμενων ταυτοτήτων, αλλά απλώς καθιστά ©I τακτική την ανάγκη αστυνόμευσης των ορίων και της καθα
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
179
τητας των ταυτοτήτων. Σ ε α υ τή ν α κριβώ ς τη δ ια λ ε κ τ ικ ή κ ίν η ση π α ρ ά γετα ι η τα υ τό τη τα του ευρ ω π α ϊκού Ε α υτού. Άπαξ και το αποικιακό υποκείμενο κατασκευαστεί ως Άλλος, μπορεί κα τόπιν να υπαχθεί (να ακυρωθεί και να ανασυσταθεί) στους κόλ πους μιας υψηλότερης ενότητας. Ο απόλυτος Άλλος επιστρέφει δι’ αντανακλάσεως σε ό,τι πιο ίδιον υπάρχει. Μόνο διαμέσου της αντίθεσης προς τους αποικισμένους το μητροπολιτικό υπο κείμενο γίνεται πραγματικά ο Εαυτός του. Αυτό που εκ πρώ της όψεως έμοιαζε ως απλή λογική αποκλεισμού, συνεπώς, αποδεικνύεται πως είναι μια αρνητική διαλεκτική αναγνώρισης. 0 αποικιστής παράγει τον αποικισμένο ως άρνηση, μέσω όμως ενός διαλεκτικού ελιγμού, η αρνητική ταυτότητα του αποικισμένου γίνεται με τη σειρά της αντικείμενο άρνησης για να θε μελιώσει τον θετικό αποικιστή Εαυτό. Και η νεωτερική ευρω παϊκή σκέψη και ο νεωτερικός Εαυτός συνδέονται αναγκαστι κά με αυτό που ο Paul Gilroy ονομάζει «σχέση του φυλετικού τρόμου και της φυλετικής καθυπόταξης».26 Τα χρυσωμένα μνη μεία όχι μόνο των ευρωπαϊκών πόλεων αλλά και αυτής της ευ ρωπαϊκής διανόησης θεμελιώνονται στη στενή διαλεκτική δια πάλη με τους Άλλους της. Οφείλουμε να σημειώσουμε ότι ο αποικιακός κόσμος ουδέ ποτε προσαρμόστηκε πραγματικά στην απλουστευτική διμερή διαίρεση αυτής της διαλεκτικής δομής. Οποιαδήποτε ανάλυση της αϊτινής κοινωνίας του 18ου αιώνα πριν από την επανάστα ση, λόγου χάριν, δεν μπορεί να περιοριστεί στη μελέτη των λευκών και των μαύρων, αλλά πρέπει να λάβει υπόψη της του λάχιστον και τη θέση των μουλάτων, οι οποίοι άλλοτε συντάσ σονταν με τους λευκούς, βάσει της ιδιοκτησίας και της ελευθε ρίας που απολάμβαναν, και άλλοτε με τους μαύρους, λόγω του μη λευκού χρώματος του δέρματός τους. Ακόμη και από απλώς φυλετική άποψη, αυτή η κοινωνική πραγματικότητα απαιτεί τουλάχιστον τρεις άξονες ανάλυσης -και αυτό, όμως, δεν είναι αρκετό για να συλλάβουμε τις πραγματικές κοινωνικές διαιρέ σεις. Πρέπει επίσης να αντιληφθεί κανείς τη διαπάλη μεταξύ των διαφόρων τάξεων των λευκών, όπως πρέπει να αντιληφθεί
180
MICHAEL HARDT - ANTONIO NE<
και τα συμφέροντα των μαύρων σκλάβων ως χωριστά από συμφέροντα των ελεύθερων μαύρων και των μαρούν. Κοντά γίς, η πραγματική κοινωνική κατάσταση στις αποικίες ι αναλύεται ποτέ ακριβώς σε ένα απόλυτο δυαδικό ζεύγος με ξύ αντιμαχόμενων δυνάμεων. Η πραγματικότητα εμφανΙ πάντα άπειρες πολλαπλότητες. Αυτό που υποστηρίζουμε ε< εντούτοις, δεν είναι ότι η πραγματικότητα παρουσιάζει αι την εύκολη δυαδική δομή αλλά ότι η αποικιοκρατία, ως α< ρημένος μηχανισμός που παράγει ταυτότητες και ετερότηι επιβάλλει δυαδικές διαιρέσεις στον αποικιακό κόσμο. Η ατ κιοκρατία ομοιογενοποιεί τις πραγματικές κοινωνικές διαφο δημιουργώντας μια δεσπόζουσα αντίθεση, η οποία εξωθεί διαφορές σε απόλυτα άκρα και κατόπιν υπάγει την αντίθί αυτή στην ταυτότητα του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Η πραγ\ τ ικ ό τ η τ α δ εν είνα ι δ ια λ ε κ τ ικ ή , η α π ο ικ ιο κ ρ α τία είνα ι.
Το έργο μιας πλειάδας συγγραφέων, όπως ο Jean -P Sartre και ο Franz Fanon, οι οποίοι αντιλήφθηκαν ότι αποικιακές αναπαραστάσεις και η αποικιακή κυριαρχία έχ διαλεκτική μορφή, έχει αποδειχθεί χρήσιμο από πολλές α ψεις. Κατά πρώτον, η διαλεκτική κατασκευή αποδεικνύει δεν υπάρχει καμιά ουσία στις αντιμαχόμενες ταυτότητες. Λευκός και ο Μαύρος, ο Ευρωπαίος και ο Ανατολίτης, ο ατ κιστής κι ο αποικισμένος, είναι όλοι αναπαραστάσεις που ) τουργούν μόνο στη μεταξύ τους συνάφεια και (παρά τα φαι μένα) δεν διαθέτουν κανένα πραγματικό, αναγκαίο υπόβα1 στη φύση, τη βιολογία ή την ορθολογικότητα. Η αποικιοκρα είναι ένας αφηρημένος μηχανισμός ο οποίος κατασκευάζει ε ρότητα και ταυτότητα. Και όμως, στην αποικιοκρατική κα στάση αυτές οι διαφορές και οι ταυτότητες λειτουργούν ω< να ήταν απόλυτες, ουσιολογικές και φυσικές. Η πρώτη συ πεια της διαλεκτικής θεώρησης είναι συνεπώς η άρση του σικού χαρακτήρα της φυλετικής και πολιτισμικής δίαφορ Αυτό δεν σημαίνει ότι άπαξ και αναγνωριστούν ως τέχνη κατασκευές, οι αποικιακές ταυτότητες εξαφανίζονται· απεν τίας, αποτελούν πραγματικές ψευδαισθήσεις και εξακολουθ
α τ τ ο κ ρ α τ ο ρ ια
181
να λειτουργούν ωσάν να ήταν ουσιολογικές. Αυτή η παραδοχή δεν συνιστά αφ’ εαυτής μια πολιτική, αλλά απλώς μια ένδειξη του εφικτού μιας αντιαποικιακής πολιτικής. Κατά δεύτερον, η διαλεκτική θεώρηση καθιστά σαφές ότι η αποικιοκρατία και οι αποικιακές αναπαραστάσεις θεμελιώνονται σε έναν βίαιο αγώ να ο οποίος πρέπει να επαναλαμβάνεται διαρκώς. Ο ευρωπαϊ κός Εαυτός πρέπει να αντιμετωπίσει τον Άλλο για να συναι σθανθεί και να διατηρήσει την εξουσία του, για να αναδημιουρ γεί διαρκώς τον εαυτό του. Η γενικευμένη εμπόλεμη κατάστα ση που διαρκώς υπόκειται των αποικιακών αναπαραστάσεων δεν είναι τυχαία, ούτε καν ακούσια -η βία είναι το απαραίτητο θεμέλιο της ίδιας της αποικιοκρατίας. Κατά τρίτον, ο ορισμός της αποικιοκρατίας ως μιας αρνητικής διαλεκτικής της ανα γνώρισης καθιστά σαφείς τις δυνατότητες για ανατροπή που ενυπάρχουν στην κατάσταση. Για έναν διανοητή σαν τον Fanon, η μνεία του Hegel υποδηλώνει ότι ο Κύριος μπορεί να επιτύχει μόνο μια επιφανειακή μορφή αναγνώρισης· ο Δούλος είναι αυτός που, μέσα από τον αγώνα για τη ζωή του που αψη φά το θάνατο, έχει τη δυνατότητα να κινηθεί προς την πλήρη συνείδηση.27 Η διαλεκτική θα έπρεπε λογικά να υποδηλώνει μια κίνηση, όμως η συγκεκριμένη διαλεκτική της ευρωπαϊκής κυριαρχικής ταυτότητας έχει περιπέσει σε στάση. Η αποτυχη μένη διαλεκτική υποδεικνύει τη δυνατότητα μιας πραγματικής διαλεκτικής μέσα από την αρνητικότητα η οποία θα προωθή σει την ιστορία.
Το μπούμερανγκ της ετερότητας Πολλοί συγγραφείς, ιδιαίτερα κατά τη μακρά περίοδο των σφο δρών αγώνων για τον αποαποικισμό, από το τέλος του Β' Παγ κοσμίου πολέμου ώς τη δεκαετία του 1960, υποστήριξαν ότι αυ τή η θετική διαλεκτική της αποικιοκρατίας που θεμελιώνει και εδραιώνει την ευρωπαϊκή κυριαρχική ταυτότητα πρέπει να αμ φισβητηθεί από μια κυριολεκτικά αρνητική και άρα επαναστα τική διαλεκτική. Δεν μπορούμε να καταβάλουμε την αποικιακή
182
MICHAEL HARDT - ANTONIO N1
παραγωγή ετερότητας, υποστήριξαν αυτοί οι συγγραφείς, ατ και μόνο αποκαλύπτοντας τον τεχνητό χαρακτήρα των δ ουργημένων ταυτοτήτων και διαφορών -και ελπίζοντας ότ αυτόν τον τρόπο θα φτάσουμε αμέσως σε μια κατάφαση γνήσιας καθολικότητας της ανθρωπότητας. Η μόνη δυ\ στρατηγική είναι μια στρατηγική ανατροπής ή αναστροφής ίδιας της αποικιακής λογικής. «Της ενότητας που εν τέλε προκόψει με το συνασπισμό όλων των καταπιεσμένων λαώ έναν κοινό αγώνα», υποστηρίζει ο Sartre, «πρέπει να προι θεί στις αποικίες αυτό που θα ονομάσω στιγμή της αποκό! σης ή της αρνητικότητας: αυτός ο αντιφυλετικός φυλετισμό ναι η μόνη οδός που θα οδηγήσει στην κατάργηση των φυ) κών διαφορών.»28 Ο Sartre φαντάζεται ότι αυτή η αρνη· διαλεκτική θα κινητοποιήσει εν τέλει την ιστορία. Η αρνητική διαλεκτική έχει τις περισσότερες φορές εν θεί από πολιτισμική άποψη, λόγου χάριν, ως το σχέδιο negritude -της προσπάθειας να αποκαλυφθεί η ουσία ή η ι) των μαύρων πληθυσμών. Σύμφωνα με αυτή τη λογική, η α: τηση στις αποικιακές αναπαραστάσεις οφείλει να εμπερι συμμετρικώς αντίστροφες αναπαραστάσεις. Ακόμα κι όταν ι γνωρίζουμε τη nigritude των αποικισμένων ως μια παραγ και μυθοποίηση η οποία έχει κατασκευαστεί από το ευρωπι φαντασιακό, δεν την αρνούμαστε ούτε την καταστρέφουμε, λά μάλλον την καταφάσκουμε -ως ουσία! Σύμφωνα με Sartre, οι επαναστατικοί ποιητές της negritude, όπως ο β Cesaire και ο Leopold Senghor, αναδέχονται τον αρνητικό λο που έχουν κληρονομήσει από την ευρωπαϊκή διαλεκτική τον μετασχηματίζουν σε κάτι θετικό, επιτείνοντάς τον, διε κώντας τον ως στιγμή αυτοσυνείδησης. Έχοντας πάψει π) να αποτελεί δύναμη σταθεροποίησης και ισορροπίας, ο εξ: ρωμένος Άλλος έχει γίνει άγριος, πραγματικά; Άλλος -δη> ικανός για ανταπόδοση και για αυτόνομη πρωτοβουλία. A όπως τόσο όμορφα και απειλητικά εξαγγέλλει ο Sartre, ί «η στιγμή του μπούμερανγκ».29 Η αρνητική στιγμή δύνατα επιφέρει μια ανταποδοτική καταστροφή του ευρωπαϊκού ]
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
183
τού -ακριβώς επειδή η ευρωπαϊκή κοινωνία και οι αξίες της θε μελιώνονται στην εξημέρωση και την αρνητική καθυπόταξη των αποικισμένων. Η στιγμή της αρνητικότητας τίθεται ως το αναγκαίο πρώτο βήμα σε μια μετάβαση προς τον απώτατο στό χο μιας αφυλετικής κοινωνίας η οποία θα αναγνωρίζει την ισό τητα, την ελευθερία και την ανθρώπινη ταυτότητα σε όλους.30 Παρά τη συνεκτική διαλεκτική λογική αυτής της σάρτρειας πολιτισμικής πολιτικής, έχουμε την εντύπωση ότι η στρατηγι κή την οποία προτείνει είναι ολωσδιόλου απατηλή. Η δύναμη της διαλεκτικής, η οποία στα χέρια της αποικιακής εξουσίας μυθοποίησε την πραγματικότητα του αποικιακού κόσμου, υιο θετείται εκ νέου ως μέρος ενός αντιαποικιακού σχεδίου, ωσάν η διαλεκτική να ήταν η πραγματική μορφή κίνησης της ιστορίας. Η πραγματικότητα και η ιστορία, εντούτοις, δεν είναι διαλε κτικές, και κανένας ιδεαλιστικός ρητορικός ακροβατισμός δεν μπορεί να τις αναγκάσει να εναρμονιστούν με τη διαλεκτική κί νηση. Η στρατηγική της αρνητικότητας, όμως, η στιγμή του μπούμερανγκ, εμφανίζεται υπό τελείως διαφορετικό φως, όταν εκφραστεί σε μη διαλεκτική μορφή και από πολιτική μάλλον παρά από πολιτισμική σκοπιά. Ο Fanon, επί παραδείγματι, αρνείται την πολιτισμική πολιτική της negritude με τη συνείδη ση της μαύρης ταυτότητας που τη διακρίνει, και αντ’ αυτής θέ τει την επαναστατική αντίθεση από την άποψη της σωματικής βίας. Η στιγμή της αποικιοκρατίας συνιστά την αρχική στιγμή της βίας: τη στιγμή της κυριάρχησης και εκμετάλλευσης του αποικισμένου από τον αποικιστή. Η δεύτερη στιγμή, η απάν τηση του αποικισμένου σε αυτή την αρχική βία, μπορεί να λά βει κάθε είδους στρεβλή μορφή μέσα στο αποικιακό πλαίσιο. «Ο αποικισμένος άνθρωπος θα εκδηλώσει πρώτα αυτή την επι θετικότητα που τον έχει ποτίσει ώς το μεδούλι ενάντια στον δι κό του λαό.»31 Οι εκρήξεις βίας μεταξύ του αποικισμένου πλη θυσμού, που ενίοτε θεωρούνται κατάλοιπα αρχαίων φυλετικών ή θρησκευτικών ανταγωνισμών, είναι στην πραγματικότητα πα θολογικές αντανακλάσεις της βίας της αποικιοκρατίας, που συ-
184
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG
χνότερα εκδηλώνονται με τη μορφή δεισιδαιμονιών, μύθων, ) ρών και διανοητικών διαταραχών. Ο Fanon δεν συνιστά να q βούνται οι αποικισμένοι και να αποφεύγουν τη βία. Η ίδια αποικιοκρατία, με τον τρόπο που λειτουργεί, διαιωνίζει τη βί και αν η βία δεν αντιμετωπιστεί άμεσα, θα συνεχίσει να εκδ λώνεται με αυτές τις καταστρεπτικές, παθολογικές μορφές, μόνη οδός που οδηγεί στην υγεία και την οποία μπορεί να c στήσει ο δρ Fanon είναι μια ανταποδοτική «βία ενάντια σ βία».32 Επιπλέον, αυτή είναι η μόνη οδός που οδηγεί στην ατ λευθέρωση. Ο δούλος που ποτέ δεν αγωνίζεται για την ελευ( ρία, που ό,τι δικαίωμα απολαμβάνει του έχει απλώς εκχωρηΙ από τον κύριό του, θα μείνει για πάντα δούλος. Αυτή ακριβι είναι η «ανταπόδοση» που πρότεινε ο Malcolm X ως στραι γική αντιμετώπισης της βίας της λευκής υπεροχής στις Ην μένες Πολιτείες.33 Τόσο για τον Fanon όσο και για τον Malcolm X, εντούτο αυτή η αρνητική στιγμή, αυτή η βίαιη αμοιβαιότητα, δεν οδ γεί σε κάποια διαλεκτική σύνθεση· δεν είναι η ανάκρουση π θα αναλυθεί σε μια μέλλουσα αρμονία. Αυτή η ανοιχτή αρνηκότητα είναι απλώς η υγιής έκφραση ενός πραγματικού αντ γωνισμού, μιας άμεσης σχέσης καταναγκασμού. Επειδή δεν ι ναι το μέσο που οδηγεί σε μια τελική σύνθεση, αυτή η αρνη· κότητα δεν συνιστά αφ’ εαυτής μια πολιτική- μάλλον δήμιου γεί απλώς μιαν απόσχιση από την αποικιακή κυριάρχηση κ προλειαίνει το πεδίο για την πολιτική. Η πραγματική πολί' κή διαδικασία της συγκρότησης θα χρειαστεί να συντελεστεί αυτό το ανοιχτό πεδίο δυνάμεων με μια θετική λογική, διαχ< ρισμένη από τη διαλεκτική της αποικιακής κυριαρχίας.
Το δηλητηριώδες δώρο της εθνικής απελευθέρωσης
|
Ο εθνικισμός των υποδεεστέρων έχει όντως, όπως υποστηρίξ με στο προηγούμενο κεφάλαιο, επιτελέσει σημαντικές προοδε τικές λειτουργίες. Το έθνος έχει χρησιμοποιηθεί από τις εξα τημένες ομάδες τόσο ως αμυντικό όπλο, για να προστατέψ
λ ϊτ ο κ ρ α τ ο ρ ια
185
την ομάδα έναντι της εξωτερικής κυριάρχησης, όσο και ως σύμβολο της ενότητας, της αυτονομίας και της δύναμης της κοινότητας.34 Από την περίοδο του αποαποικισμου και μετά, το έθνος παρουσιάστηκε ως το αναγκαίο μέσο για τον πολιτικό εκσυγχρονισμό και άρα ως η αναπόφευκτη οδός προς την ελευ θερία και την αυτοδιάθεση. Η επαγγελία μιας παγκόσμιας δη μοκρατίας των εθνών, με κατοχύρωση της τυπικής τους ισότη τας και της κυριαρχικής εξουσίας ενός εκάστου, αναγράφηκε στον αρχικό Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών: «Ο Οργανισμός και τα Μέλη του... θα ενεργούν συμφώνως προς... την αρχή της κυριαρχικής ισότητας όλων των μελών του.»35 Η εθνική κυ ριαρχία σημαίνει την ελευθερία από την ξένη κυριάρχηση και την αυτοδιάθεση των λαών, και ως εκ τούτου σηματοδοτεί την οριστική συντριβή της αποικιοκρατίας. Ωστόσο, οι προοδευτικές λειτουργίες της εθνικής κυριαρχίας συνοδεύονται πάντα από ισχυρές δομές εσωτερικής καταδυνά στευσης. Οι κίνδυνοι της εθνικής απελευθέρωσης καθίστανται σαφέστεροι όταν τους θεωρήσουμε έξωθεν, από τη σκοπιά του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος στο οποίο βρίσκεται εντεταγμένο το «απελεύθερο» έθνος. Όντως, η εξίσωση εθνικισμός ίσον πολιτικός και οικονομικός εκσυγχρονισμός, που είχε δια κηρυχθεί από τους ηγέτες πολυάριθμων αντιαποικιακών και αντιιμπεριαλιστικών αγώνων, από τον Γκάντι και τον Χο Τσι Μινχ ώς τον Νέλσον Μαντέλα, κατ’ ουσίαν καταλήγει να είναι ένα απατηλό τέχνασμα. Η εξίσωση αυτή χρησιμεύει για να κι νητοποιήσει λαϊκές δυνάμεις και να πυροδοτήσει ένα κοινωνικό κίνημα, πού όμως οδηγεί αυτό το κίνημα και ποια συμφέροντα εξυπηρετεί; Στις περισσότερες περιπτώσεις πρόκειται για έναν αγώνα δ ι’ α ντιπ ροσ ώ π ω ν , κατά τον οποίο το σχέδιο του εκσυγ χρονισμού εδραιώνει ταυτόχρονα στην εξουσία μια νέα ηγετική ομάδα η οποία έχει επιφορτιστεί με την υλοποίησή του. Με αυ τόν τον τρόπο η επανάσταση παραδόθηκε, δεμένη χειροπόδαρα, στη νέα αστική τάξη. Πρόκειται, θα έλεγε κανείς, για μια φλε βαριάτικη επανάσταση, που θα έπρεπε να ακολουθηθεί από μια Οκτωβριανή. Όμως το ημερολόγιο τρελάθηκε: Ο Οκτώβριος
186
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGB ’
δεν έρχεται ποτέ, οι επαναστάτες εγκλωβίζονται στο «ρεαλι σμό», και ο εκσυγχρονισμός καταλήγει να έχει χάσει το δράμι του μέσα στις ιεραρχίες της παγκόσμιας αγοράς. Ο έλεγχο που ασκεί η παγκόσμια αγορά, δεν είναι εντούτοις το αντίθετί του εθνικού ονείρου μιας αυτόνομης, εαυτοκεντρικής ανάπτυξης Ο εθνικισμός των αντιαποικιακών και αντιιμπεριαλιστικώί αγώνων κατ’ ουσίαν έχει αποτελέσματα αντίθετα από τα aval μενόμενα, και οι απελεύθερες χώρες βρίσκονται υποταγμένη! στη διεθνή οικονομική τάξη. | Αυτή καθαυτή η έννοια της απελευθερωτικής εθνικής κυ| ριαρχίας είναι αμφίσημη, αν όχι τελείως αντιφατική. Ενώ αυτόΐ ο εθνικισμός επιδιώκει να απελευθερώσει το πλήθος από την| ξένη κυριάρχηση, οικοδομεί ε σ ω τ ε ρ ικ έ ς δομές κυριάρχησης εξίσου ανελαστικές. Η θέση του εθνικού κράτους που έχει μό λις κατακτήσει τα κυριαρχικά του δικαιώματα είναι αδύνατον! να γίνει αντιληπτή όταν εξετάζεται από τη σκοπιά της ρόδινη<| φαντασίωσης του ΟΗΕ περί αρμονικής ενορχήστρωσης ισότιμων^ και αυτόνομων εθνικών υποκειμένων. Το μετααποικιακό εθνική κράτος λειτουργεί ως βασικό και υποταγμένο στοιχείο στην παγ*| κόσμια οργάνωση της καπιταλιστικής αγοράς. Όπως υποστηρί ζει ο Partha Chatterjee, η εθνική απελευθέρωση και η εθνικής κυριαρχία δεν είναι απλώς ανίσχυρες απέναντι σε αυτή την πα*-, γκόσμια κεφαλαιοκρατική ιεράρχηση, αλλά συμβάλλουν και oil ίδιες στην οργάνωση και τη λειτουργία της: |
Πουθενά στον κόσμο ο εθνικισμός ως εθνικισμός δεν έχεΐ| αμφισβητήσει τη νομιμότητα του ζευγαρώματος του Λόγου! με το κεφάλαιο. Η εθνικιστική σκέψη... δεν διαθέτει τα; ιδεολογικά μέσα για να αντεπεξέλθει σε αυτή την αμφι σβήτηση. Η διαπάλη μεταξύ του μητροπολιτικού κεφα-’ λαίου και του λαού-έθνους αίρεται απορροφώντας τον πο-| λιτικό βίο του έθνους στο σώμα του κράτους. Εκκολαπτήριο παθητικής επανάστασης, το εθνικό κράτος τώρα προΐ σπαθεί να εξεύρει μια θέση για «το έθνος» μέσα στην παγ κόσμια τάξη του κεφαλαίου, ενώ αγωνίζεται να διατηρήσει
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
187
τις αντιφάσεις μεταξύ κεφαλαίου και λαού σε διαρκή ανα στολή. Κάθε πολιτική πρέπει πλέον να υποτάσσεται στις δυσβάστακτες απαιτήσεις του κράτους-το-οποίο-αντιπροσωπεύει-το-έθνος.36 Ολόκληρη η λογική αλληλουχία της αντιπροσώπευσης μπο ρεί να συνοψιστεί ως εξής: ο λαός αντιπροσωπεύει το πλήθος, το έθνος αντιπροσωπεύει τον λαό και το κράτος αντιπροσωπεύ ει το έθνος. Κάθε κρίκος της αλυσίδας είναι μια απόπειρα ανα στολής της κρίσης της νεωτερικότητας. Κάθε περίπτωση αντι προσώπευσης ισοδυναμεί με ένα περαιτέρω βήμα αφαίρεσης και ελέγχου. Από την Ινδία ώς την Αλγερία και από την Κούβα ώς το Βιετνάμ, το κράτος είναι το δηλητηριώδες δώρο της εθνικής απελευθέρωσης. Ο τελευταίος κρίκος, πάντως, ο οποίος εξηγεί γιατί είναι αναγκαία η υποταγή του μετααποικιακού εθνικού κράτους, εί ναι η παγκόσμια τάξη που έχει επιβάλει το κεφάλαιο. Η πλα νητική κεφαλαιοκρατική ιεραρχία που υπάγει τα τύποις κυ ρίαρχα εθνικά κράτη στη δική της τάξη είναι θεμελιακά διά φορη των αποικιακών και ιμπεριαλιστικών κυκλωμάτων διε θνούς κυριάρχησης. Το τέλος της αποικιοκρατίας σημαίνει και το τέλος του νεωτερικού κόσμου και των εξουσιαστικών καθε στώτων της νεωτερικότητας. Το τέλος των νεωτερικών αποικιοκρατικών καθεστώτων δεν σήμανε την αρχή μιας εποχής απεριόριστης ελευθερίας, αλλά μάλλον παρέδωσε τη σκυτάλη σε νέες μορφές κυριάρχησης, οι οποίες λειτουργούν σε πλανη τική κλίμακα. Εδώ αρχίζει πράγματι να διαφαίνεται, για πρώ τη φορά, η μετάβαση στην Αυτοκρατορία.
ΜΟΛΥΝΣΗ Ό τ α ν ο L o u is - F e r d in a n d D e s to u c h e s ( C e lin e ) π ή γ ε σ τ η ν Α φ ρ ικ ή , α υτό που σ υ νά ντη σ ε ή τα ν η νόσος. Σ τ ο α λη σ μ ό νη το α φ ρ ικ α νικ ό τ μ ή μ α του β ιβ λ ίο υ του
Ταξίδι στο τέλος της νύχτας,
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI*
188
ο α φ η γη τ ή ς , μ έ σ α στο π α ρ α λή ρ η μ α του π υρ ετού του, ε ίδ ε έ ν α ν ί π λ η θ υ σ μ ό δ ια π ο τισ μ ένο ώς τα μ ύ χ ια του α π ό τη νόσο: «Ο ι ιθα -1
γ ε ν ε ίς σ ε α υτά τα μ έρ η υπ έφ ερ α ν φ ρ ιχ τά α π ό κ ά θ ε λ ο γ ή ς μ ε - ί τ α δ ο τ ιχή α σ θ ένεια [toutes les maladies attrapables].;;1 Ίσω ς j να μ η ν έ π ρ ε π ε να π ε ρ ιμ έ ν ο υ μ ε τ ίπ ο τ ε ά λ λ ο α π ό τον D e s to u c h e s , δ εδ ομ ένου ότι α π ε σ τ ά λ η σ τη ν Α φ ρ ικ ή α π ό τ η ν ) Κ ο ινω νία τω ν Ε θνώ ν γ ια να π ροσ φ έρει τ ις υ π η ρ εσ ίες του ως ) υ γ ιειν ο λ ό γο ς , α σ φ αλώ ς όμω ς η σ κ έψ η του C e lin e δ εν μ π ο ρ ο ύ- ’· σ ε να α π ο β ά λ ει τα κ λ ισ έ τ η ς α π ο ικ ια κ ή ς σ υνείδησης.
|
Υ π ά ρ χουν δύο όψ εις σ ε α υτή τη σ ύνδεση μ ετ α ξ ύ α π ο ικ ιο κ ρ α τία ς κα ι ασθένειας. Κ α τ α ρ χ ά ς , το γ ε γ ο ν ό ς κ α ι μ ό νο ότι οι
| · τ ε λ ε ί μ ια δικαίω ση γ ια το α π ο ικ ια κ ό σ χ έδ ιο : « Α υ τ ο ί οι ν έ γ ρ ο ι | είνα ι άρρω στοι! Θα δ ε ίτ ε! Ε ίνα ι τ ε λ ε ίω ς δ ιεφ θ α ρ μ ένο ι [toutf creves et tout pourris]!... Ε ίνα ι εκ φ υ λισ μ ένο ι!» (σ ελ. 1 4 2 ) | ιθ α γ ε ν είς π λ η θ υ σ μ ο ί μ α σ τίζο ντα ι α π ό τις λο ιμ ώ δ εις νόσους α π ο -
νόσος είνα ι δ ε ίγ μ α σ ω μ α τικ ή ς κ α ι η θικ ή ς φθοράς, δ ε ίγ μ α έλ~ , λ ε ιψ ή ς π ο λιτισ μ ο ύ. Το ε κ π ο λ ιτ ισ τ ικ ό σ χ έ δ ιο τ η ς α π ο ικ ιο κ ρ α -· τίας, συνεπώ ς, δ ικ α ιώ νετα ι α π ό τ η ν υ γ ιε ιν ή π ο υ ε π ιφ έρ ει. Α π ό 1 τ η ν ά λ λ η όψη του νομ ίσ μ α τος, όμω ς, α π ό τ η ν ευ ρ ω π α ϊκ ή σ κο πιά , ο μ ε γ α λ ύ τ ε ρ ο ς κ ίνδυνος τ η ς α π ο ικ ιο κ ρ α τία ς είνα ι η νόσος j - ή μ ά λ λ ο ν η μ ό λυ νσ η . Σ τ η ν Α φ ρ ικ ή , ο L o u is - F e r d in a n d β ρ ί σ κ ει « κ ά θ ε λ ο γ ή ς μεταδοτική α σ θένεια » . Σ ω μ α τ ικ ή μ ό λυ νσ η , η θικ ή σ ή ψ η , τρ έλα : η σκουρά δα τω ν α π ο ικ ια κ ώ ν εδα φ ώ ν χαιΑ π λη θ υ σ μ ώ ν είνα ι μ ε τ α δ ο τ ικ ή κ α ι οι Ε υρω πα ίοι δ ια τ ρ έχ ο υ ν διαρ κ ή κίνδυνο. (Π ρ όκ ειτα ι ουσ ια σ τικ ά γ ια τ η ν ίδ ια α λή θ εια που ο μ ο λ ο γ ε ί ο Κ ο υ ρ τ ς σ τ η ν Καρδιά του Σκότους το υ C o n ra d ). Ά π α ξ κ α ι κ α θ ιερ ω θ εί η δια φ οροπ οίη σ η μ ετ α ξ ύ το υ α γνο ύ , π ο λ ι τισ μ έν ο υ Ε υρω π α ίου κ α ι του διεφ θ α ρ μ ένου, βά ρβα ρου Ά λ λ ο υ , α νο ίγο ντα ι οι δ υ να τό τη τες όχι μ ό νο γ ια μ ια ε κ π ο λ ιτ ισ τ ικ ή δ ια - ί δικ α σ ία π ου ο δ η γ ε ί α π ό τη νόσο σ τ η ν υ γ ε ία , α λ λ ά α να π ό φ ευ κ τ α κ α ι γ ια τ η ν α ντίσ τρ οφ η δ ια δικα σ ία , ε κ ε ίν η π ο υ ο δ η γ ε ί α π ό τ η ν υ γ ε ία σ τη νόσο. Η μ ό λ υ ν σ η είνα ι ο δια ρ κ ή ς κ α ι α π τ ό ς κίνδυνος, η σ κ ο τεινή π λευ ρ ά τ η ς ε κ π ο λ ιτ ισ τ ικ ή ς α π ο σ το λή ς. Ε ίνα ι ενδ ια φ έρ ο ν το γ ε γ ο ν ό ς ότι, σ το
Ταξίδι του C e lin e , η
ΑΥΤΟ Κ ΡΑΤΟ ΡΙΑ
189
νόσος τω ν α π ο ικ ια κ ώ ν εδα φ ώ ν κ α τ ’ ουσίαν δ εν α π ο τ ε λ ε ί δ ε ίγ μ α θανάτου, α λ λ ά μ ια ς υπ ερα φ θονία ς ζωής. Ο α φ η γ η τ ή ς , ο L o u is F e r d in a n d , β ρ ίσ κ ει ότι όχι μ ό νο ο π λη θυ σ μ ό ς, α λ λ ά κ α ι το ίδιο το α φ ρ ικ α νικ ό το π ίο είνα ι «τερα τώ δες» (σ. 1 4 0 ). Η α σ θ ένεια της ζ ο ύ γκ λ α ς είνα ι ότι η ζω ή ξεφ υτρώ νει α π ό π α ντού, ότι τα π ά ντα μ εγα λ ώ ν ο υ ν, χ ω ρ ίς περιορισμούς. Τι φ ρίκη γ ια έ ν α ν υ γ ιεινο λό γο ! Η νόσος που μ ετ α δ ίδ ει η α π ο ικ ία είνα ι η έ λ λ ε ιψ η ορίων σ τη ζω ή, μ ια α π εριόρ ισ τη μ όλυνσ η . Α ν κ ο ιτά ξει κ α νείς τη μ η τ έ ρ α π α τρ ίδ α , η Ε υρ ώ π η εμ φ α ν ίζ ε τ α ι κ α θ η σ υ χ α σ τ ικ ά στείρα. (Ν α θυμηθούμε, σ τη ν Καρδιά του Σκότους, τ η νεκ ρ ικ ή χ λ ο μ ά δ α τω ν Β ρ υ ξ ελ λώ ν που σ υνα ντά ο Μ ά ρ λ ο ο υ κ α τ ά τη ν επ ισ τρ οφ ή του α π ό το Β ε λ γ ικ ό Κ ο ν γ κ ό · σ υ γκ ρ ινό μ ενο όμω ς μ ε την τερα τώ δη , δίχω ς όρια υπεραφ θονία τη ς ζω ής σ τη ν α π ο ικ ία , το σ τείρο π ερ ιβ ά λλ ο ν τ η ς Ε υρ ώ π η ς φ α ντάζει α να κ ο υ φ ισ τικ ό .) Η σ κοπ ιά του υ γ ιε ιν ο λ ό γ ο υ είνα ι ίσω ς η π ιο π ρ ο νο μ ια κ ή γ ια να α ντιλη φ θ ο ύμ ε τα ά γ χ η τη ς α π ο ικ ιο κ ρ α τ ικ ή ς συνείδη σ η ς. Η φρί κη που ε ξ α π έ λ υ σ ε η ευ ρ ω π α ϊκ ή κ α τ ά κ τ η σ η κ α ι ο α π ο ικ ισ μ ό ς είναι μ ια φ ρίκη α π ερ ιό ρ ισ τη ς επ α φ ή ς, ρ ο ή ς κ α ι α ν τ α λ λ α γ ή ς - ή , μ ά λ λο ν , η φ ρίκη τ η ς μ ό λυ νσ η ς, τ η ς ε π ιμ ιξ ία ς κ α ι τ η ς δ ίχω ς όρια ζωής. Η υ γ ιε ιν ή α π α ιτ ε ί π ρ ο σ τα τευ τικ ο ύ ς φ ρα γμ ούς. Η ε υ ρ ω π α ϊκή α π ο ικ ιο κ ρ α τία τ α λα νιζό τα ν διαρκώ ς α π ό τ η ν α ντίθ εσ η μ ετ α ξ ύ τ η ς χ ρ η σ τ ή ς α ν τ α λ λ α γ ή ς κ α ι του κ ινδ ύνο υ τ η ς μ ό λ υ ν σης, κ α ι γ ι ’ α υ τό χ α ρ α κ τ η ρ ιζ ό τ α ν α π ό μ ια σ ύνθ ετη δ ια π λ ο κ ή ροώ ν κ α ι υ γ ιε ιν ο λ ο γ ικ ώ ν φ ρ α γμ ώ ν, τόσ ο α νά μ εσ α σ τη μ η τ ρ ό π ο λη κ α ι τ η ν α π ο ικ ία όσο κ α ι α νά μ εσ α σ τα α π ο ικ ια κ ά εδά φ η . Οι σ ύ γ χ ρ ο ν ε ς δ ια δ ικ α σ ίες τ η ς π α γ κ ο σ μ ιο π ο ίη σ η ς έ χ ο υ ν κ α τα λύ σ ει π ο λ λ ά α π ό τα σ τ ε γ α ν ά του α π ο ικ ια κ ο ύ κόσμ ου. Π α ρ ά λ λ η λ α μ ε τους σ υνή θεις π α νη γυ ρ ισ μ ο ύ ς γ ια τ ις α π ρ ό σ κ ο π τ ες ρ οές σ το νέο μ α ς π λ α ν η τ ικ ό χ ω ρ ιό , μ π ο ρ ε ί κ α ν ε ίς α κ ό μ η να α ι σ θα νθεί μ ια α νη σ υ χ ία γ ια τ η ν α υ ξη μ ένη επ α φ ή κ α ι μ ια ο ρ ισ μ έ νη ν ο σ τ α λ γ ία γ ια τ η ν α π ο ικ ιο κ ρ α τ ικ ή υ γ ιε ιν ή . Η
σ κ ο τ ε ιν ή
π λευρ ά τ η ς σ υνείδ η σ η ς τ η ς π α γ κ ο σ μ ιο π ο ίη σ η ς είνα ι ο φ όβος τη ς μ ό λ υ ν σ η ς . Α ν κ α τα ρ ρ ίψ ο υ μ ε τ α π λ α ν η τ ικ ά σ τ ε γ α ν ά κ α ι α νοίξουμ ε τ ο δρόμο γ ια κ α θ ο λ ικ ή επ α φ ή σ το π λ α ν η τ ικ ό μ α ς χω ριό, π ώ ς θα εμ π ο δ ίσ ο υ μ ε τ η ν εξ ά π λω σ η τ η ς α σ θ έν εια ς κ α ι
190
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
τη ς φθοράς; Α υ τ ή η α νη σ υ χ ία εκ δ η λ ώ ν ετ α ι μ ε τη μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η σ α φ ή νεια όσον αφορά τ η ν π α νδ η μ ία του AIDS } Η ρ α γ δ α ία τα χ ύ τ η τ α μ ε τ η ν ο π ο ία ε ξ α π λώ νετ α ι το AIDS σ τ ις α μ ερ ικ α ν ικ ές ηπείρους, τη ν Ε υρώ πη, τη ν Α φ ρ ικ ή κα ι τη ν Α σ ία έ δ ε ιξ ε κα θα ρά το ν ν έο κίνδυνο μ ια ς π α γ κ ό σ μ ια ς μ όλυνσ η ς. Κ α θ ώ ς το A ID S ε ν τ ο π ίσ τ η κ ε π ρ ώ τα ω ς α σ θ έ ν ε ια κ α ι ύσ τερ α ω ς π α γ κ ό σ μ ια π α ν δ η μ ία , ε κ π ο ν ή θ η κ α ν χ ά ρ τ ε ς π ο υ α π ο τυ π ώ νο υ ν τ ις π η γ έ ς κ α ι τ η ν π ορ εία εξ ά π λω σ ή ς του, οι οποίοι σ υ χ νά εμ φ α νίζο υν ως ε π ίκ ε ν τ ρ ο τ η ν κ εν τ ρ ικ ή Α φ ρ ικ ή κ α ι τ η ν Α ϊτ ή , μ ε όρους που θυμίζουν το α π ο ικ ια κ ό φ α ντασ ια κό: α χ α λ ίν ω τ η σ εξο υ α λικ ό τη τα , η θικ ή διαφθορά κα ι έ λ λ ε ιψ η υγιεινή ς. Ό ντω ς, οι κυρία ρ χοι ( λ ό γο ι» [discourses] γ ια τ η ν π ρ όλη ψ η του AIDS ε ίχ α ν όλοι να κ ά νουν μ ε τ η ν υ γιεινή : Π ρ έ π ε ι να α π ο φ εύ γ ο υ μ ε τ η ν επ α φ ή κα ι να χ ρ η σ ιμ ο π ο ιο ύ μ ε π ρ ο φ υλα κ τικ ά . Τ α μ έ λ η τω ν ια τρ ικ ώ ν κ α ι αν^ θρω π ιστικώ ν επ ιτρ ο π ώ ν είνα ι α ν α γ κ α σ μ έ ν α να σ η κώ σ ουν ψ η λά τ α χ έ ρ ια γ ε μ ά τ α α π ό γνω σ η π ου ερ γά ζο ντα ι μ ε α υτο ύς τους μ ο λ υ σ μ έν ο υ ς π λη θυ σ μ ούς, οι οποίοι σ έβ ο ντα ι τόσο λ ίγ ο τ η ν υ γ ιε ι νή! (Φ α ντ α σ τ είτ ε τι θα έ λ ε γ ε ο δόκτω ρ D e s to u c h e s ! ) Τ α δ ιε θνή κα ι υπ ερ εθ νικ ά σ χ έ δ ια γ ια να ε μ π ο δ ισ τ ε ί η εξά π λω σ η του
AIDS π ρ οσ π ά θ η σ α ν να ε π ιβ ά λ ο υ ν π ρ ο σ τ α τ ευ τ ικ ά σ τ ε γ α ν ά σε) ένα ά λ λ ο ε π ίπ ε δ ο , α π α ιτώ ντα ς όπ οιος θ έλει να π ερ ά σ ει τα εθνι κ ά σύνορα να υ π ο β λ η θ εί π ρ ο η γο υ μ ένω ς σ ε ε ξ έτα σ η γ ια το ν ιό HIV. Τ α σύνορα τω ν εθνικ ώ ν κρα τώ ν, εντο ύτο ις, κα θίσ τα ντα ι
ο λο ένα π ερ ισ σ ότερο δ ια π ερ α τά α π ό κ ά θ ε είδ ο υς ροές. Τ ίπ ο τ α ; δεν μ π ο ρ ε ί να επ α να φ έρ ει τ ις υ γ ιε ιν έ ς α σ π ίδ ες τω ν α ποικια κώ ν\
συνόρων. Η ε π ο χ ή τη ς π α γκ ο σ μ ιο π ο ίη σ η ς είνα ι η ε π ο χ ή της·, κ α θ ο λ ικ ή ς μόλυνσ η ς.
2.4 Σ Υ Μ Π Τ Ω Μ Α Τ Α Τ Η Σ Μ Ε Τ Α Β Α Σ Η Σ
Ιδού λοιπόν ο άνθρωπος έξω από τον λαό μας, έξω από την ανθρώπινη φύση μας. Είναι συνεχώς πεινασμένος, τ ί ποτα δεν του ανήκει έξω από τη στιγμή, την παρατεταμένη στιγμή του μαρτυρίου... Μόνο ένα πράγμα έχει: την οδύνη του, όμως δεν υπάρχει τίποτα πάνω σ’ ολό κληρο το πρόσωπο της γης που να μπορεί να του χρησι μέψει για γιατρειά, δεν έχει έδαφος να στεριώσει τα δυο του πόδια, δεν έχει στήριγμα για να πιαστεί, κι έτσι έχει ακόμα πιο λίγα κι από τον ακροβάτη που κρεμιέται από την αιώρα του μιούζικ χωλ, γιατί αυτός είναι τουλάχιστον δεμένος μ’ ένα σχοινί.
F ranz Kafka
Το τέλος της αποικιοκρατίας και ο μαρασμός των δυνάμεων του έθνους είναι δηλωτικά μιας γενικότερης μετάβασης από το παράδειγμα της νεωτερικής κυριαρχίας σε εκείνο της αυτοκρατορικής κυριαρχίας. Οι ποικίλες μετανεωτερικές και μετααποικιακές θεωρίες που είδαν το φως από τη δεκαετία του 1980 και εφεξής μας δίνουν μια πρώτη εικόνα αυτής της μετάβασης, όμως η προοπτική τους αποδεικνύεται πολύ περιορισμένη. Ό πως δηλώνει και το πρόθημα αμετα-», οι μετανεωτερικοί και μετααποικιακοί θεωρητικοί δεν κουράζονται να κρίνουν -και να επιζητούν την απελευθέρωση από- τις εξουσιαστικές μορφές του παρελθόντος και τις τρέχουσες επιβιώσεις τους. Οι μετανεωτερικοί εμμένουν ιδιαιτέρως στην παρατεταμένη επίδραση του Διαφωτισμού, θεωρώντας την πηγή κυριάρχησης· οι μετααποικιακοί θεωρητικοί προσπαθούν να εξαλείψουν τα κατάλοιπα της αποικιακής σκέψης. Έχουμε την υπόνοια ότι οι μετανεωτερικές και μετααποικιακές θεωρίες κινδυνεύουν να βρεθούν προ αδιεξόδου, διότι δεν
192_________________________ MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRjj
■i
κατορθώνουν να αναγνωρίσουν επαρκώς το σημερινό αντικείμε» νο της κριτικής, δηλαδή παρανοούν τον πραγματικό σημεριν| εχθρό. Τι γίνεται, όμως, αν η νεωτερική εξουσιαστική μορφή που αυτοί οι κριτικοί (αλλά κι εμείς οι ίδιοι) τόσους κόπου^ έχουν καταβάλει να περιγράφουν και να αμφισβητήσουν, έχ^Ι πάψει πλέον να κυβερνά την κοινωνία μας; Τι γίνεται, αν αυ< τοί οι θεωρητικοί έχουν αφιερωθεί τόσο έντονα στην προσπά θεια να καταπολεμήσουν τα κατάλοιπα μιας παρελθούσας μαφ φής κυριαρχίας, ώστε να μην κατορθώνουν να αναγνωρίζουν τή νέα μορφή που γιγαντώνεται στο παρόν; Αν οι κυρίαρχες δυνάς« μεις που αποτελούν το σκοπούμενο αντικείμενο της κριτική^ έχουν μεταλλαγεί, έτσι ώστε να αφαιρούν κάθε ίχνος δυναμά σμού από οποιαδήποτε ανάλογη μετανεωτερική αμφισβήτηση! Κοντολογίς, τι γίνεται, αν ένα νέο εξουσιαστικό παράδειγμά μια μετανεωτερική μορφή κυριαρχίας, έχει έρθει να αντικατα στήσει το νεωτερικό παράδειγμα και τη νεωτερική μορφή τη< εξουσίας, επιβάλλοντας διαφορικές ιεραρχήσεις στις υβριδικέ< και αποσπασματικές υποκειμενικότητες που αυτές οι θεωρίες αποθεώνουν; Εν τοιαύτη περιπτώσει, οι νεωτερικές μορφές κώ ριαρχίας δεν θα αποτελούσαν πλέον το επίμαχο ζήτημα, και ά μετανεωτερικές και μετααποικιακές στρατηγικές που εμφανή ζονται ως απελευθερωτικές δεν θα αμφισβητούσαν τις νέες εξού» σιαστικές στρατηγικές, αλλά κατ’ ουσίαν θα ταυτίζονταν με αυ τές, ακόμη και θα τις ενίσχυαν παρά τη θέλησή τους! Όταν αρχίζουμε να εξετάζουμε τις ιδεολογίες του εταιρικοί κεφαλαίου και της παγκόσμιας αγοράς, βλέπουμε καθαρά ότι αι μετανεωτερικοί και μετααποικιακοί θεωρητικοί, οι οποίοι υπε ραμύνονται μιας πολιτικής της διαφοράς, της ρευστότητας κα| της υβριδικότητας προκειμένου να αμφισβητήσουν τους δυαδισμούς και τον ουσιολογισμό της νεωτερικής κυριαρχίας, έχουν υπερφαλαγγιστεί από τις στρατηγικές της εξουσίας. Η εξουσίο έχει εκκενώσει το προπύργιο στο οποίο επιτίθενται και, χωρίί να γίνει αντιληπτή, έχει προσεγγίσει τα μετόπισθεν των δυνά1 μεών τους και έχει ενωθεί μαζί τους στην επίθεση, εν ονόματ της διαφοράς. Ως εκ τούτου, αυτοί οι θεωρητικοί προσπαθούν
Α Υ ΤΟ Κ ΡΑΤΟ ΡΙΑ
193
να ανοίξουν μια ήδη ανοιγμένη πόρτα. Δεν θέλουμε να υπαινιχθούμε ότι οι μετανεωτερικοί και/ή οι μετααποικιακοί θεωρητι κοί είναι τρόπον τινά οι λακέδες του παγκόσμιου κεφαλαίου και της παγκόσμιας αγοράς. Ο Anthony Appiah και ο Arif Dirlik στερούνται γενναιοδωρίας όταν τοποθετούν αυτούς τους συγ γραφείς της θέση μιας «comprador ιντελιγκέντσιας» και της «ιντελιγκέντσιας της παγκόσμιας κεφαλαιοκρατίας».1 Δεν είναι ανάγκη να αμφισβητήσουμε τις δημοκρατικές, ισονομιστικές, ενίοτε δε και αντικεφαλαιοκρατικές επιθυμίες που κινητοποιούν μεγάλες μερίδες αυτών των πεδίων ερεύνης, είναι όμως σημαν τικό να διερευνήσουμε τη χρησιμότητα αυτών των θεωριών στα συμφραζόμενα του νέου εξουσιαστικού παραδείγματος. Ο νέος εχθρός δεν είναι απλώς ανθεκτικός απέναντι στα όπλα του πα ρελθόντος, αλλά στην πραγματικότητα ενισχύεται από αυτά, και για τούτο συστρατεύεται με τους επίδοξους ανταγωνιστές του για να εφαρμοστούν στον πληρέστερο βαθμό. Ζήτω η δια φορά! Κάτω οι ουσιακές δυαδικότητες! Σε κάποιο βαθμό, οι μετανεωτερικές και μετααποικιοκρατικές θεωρίες είναι σημαντικές ε π ε ν έ ρ γ ε ιε ζ οι οποίες απηχούν ή σκιαγραφούν την εξάπλωση της παγκόσμιας αγοράς και τη με τάβαση σε μια νέα μορφή κυριαρχίας. Οι θεωρίες αυτές προοι ωνίζονται την Αυτοκρατορία, με τρόπο όμως ασαφή και συγκε χυμένο, χωρίς να συνειδητοποιούν το παραδειγματικό άλμα που συνιστά αυτή η μετάβαση. Πρέπει να εντρυφήσουμε βαθιά σε αυτή τη μετάβαση, να αναλύσουμε τους όρους της και να απο σαφηνίσουμε τα ειδοποιά χαρακτηριστικά που συγκροτούν τη νέα Αυτοκρατορία. Η στάθμιση της αξίας και των περιορισμών των μετανεωτερικών και μετααποικιοκρατικών θεωριών είναι ένα πρώτο βήμα σε αυτό το σχέδιο.
Η πολιτική ιης διαφοράς Για να εκτιμήσει κανείς πλήρως τις κριτικές δυνάμεις των με τανεωτερικών λόγων [discourses], πρέπει προηγουμένως να εστιάσει στις νεωτερικές μορφές κυριαρχίας. Όπως είδαμε στις
194
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG|
προηγούμενες παραγραφοος, ο κοσμος της νεωτερικής κυρία χίας είναι μανιχαϊστικός, διχασμένος από μια σειρά δυαδικοί αντιθέσεων που ορίζουν τον Εαυτό και τον Άλλο, το άσπρο κρ το μαύρο, το έσω και το έξω, τον εξουσιαστή και τον εξουσιο^ ζόμενο. Η μετανεωτερική σκέψη αμφισβητεί ακριβώς αυτή δυαδική λογική της νεωτερικότητας και από αυτήν την άποψ| παρέχει σημαντικά βοηθήματα σε όσους αγωνίζονται να αμ^ σβητήσουν τους νεωτερικούς λόγους της πατριαρχίας, της απς κιοκρατίας και του ρατσισμού. Στα συμφραζόμενα των μεταν ωτερικών θεωριών, η υβριδικότητα και οι αμφισημίες της κοι^ϊ τούρας μας και της αίσθησης του ανήκειν μοιάζει να αμφισβή τούν τη δυαδική λογική του Εαυτού και του Άλλου που κρύβ ται πίσω από τις νεωτερικές αποικιοκρατικές, σεξιστικές ρατσιστικές κατασκευές. Παρόμοια, η μετανεωτερική επιμονι στη διαφορά και την ιδιαιτερότητα εναντιώνεται στον ολοκλη; ρωτισμό των καθολικευτικών λόγων και δομών της εξουσίας· ^ κατάφαση των κατακερματισμένων κοινωνικών ταυτοτήτων ε{| φανίζεται ως μέσο αμφισβήτησης της κυριαρχικής εξουσίας, τρ σο του νεωτερικού υποκειμένου όσο και του νεωτερικού εθνική κράτους, καθώς και των ιεραρχήσεων που αυτά συνεπάγοντας Η μετανεωτερική κριτική ευαισθησία είναι εξαιρετικά σημαντ| κή από αυτή την άποψη, διότι συνιστά την πρόταση (ή το σύ( πτώμα) μιας ρήξης σε σχέση προς την όλη εξέλιξη της νεο ρικής κυριαρχίας. Είναι δύσκολο να προβούμε σε γενικεύσεις όσον αφορά το« πολυπληθείς λόγους που συνωθούνται κάτω από το σύνθημί της μετανεωτερικότητας, οι περισσότεροι από αυτούς όμως sm κινούν, έμμεσα τουλάχιστον, από την κριτική του Jeap Framjois Lyotard για τις κυρίαρχες αφηγήσεις της νεωτερικα τητας, από τις διαβεβαιώσεις του Jean Baudrillard για τα π® λιτισμικά ομοιώματα ή από την κριτική του Jacques D erria για τη δυτική μεταφυσική. Στη στοιχειωδέστερη και απλοί στερη διατύπωσή τους, οι μετανεωτερικές θεωρίες ορίζοντ| από πολλούς υποστηρικτές τους ως φέρουσες έναν μοναδίί! κοινό παρονομαστή, μια γενικευμένη επίθεση κατά του Διαφβ
ΑΥΤΟ Κ ΡΑΤ Ο ΡΙΑ
195
τισμού.2 Από αυτή την άποψη, το μαχητικό τους σύνθημα είναι σαφές: ο Διαφωτισμός είναι το πρόβλημα και η μετανεωτερικότητα η λύση. Πρέπει να προσέξουμε, εντούτοις, να εξετάσουμε λεπτομε ρέστερα τι ακριβώς εννοείται με τους όρους «Διαφωτισμός» ή «νεωτερικότητα» από αυτή τη μετανεωτερική προοπτική.3 Υπο στηρίξαμε προηγουμένως ότι η νεωτερικότητα πρέπει να εν νοηθεί όχι ως ομοιόμορφη και ομογενής, αλλά μάλλον ως συγ κροτούμενη από τουλάχιστον δύο διακριτές και αντικρουόμενες παραδόσεις. Η πρώτη παράδοση είναι εκείνη που ξεκίνησε από την επανάσταση του αναγεννησιακού ουμανισμού, από τον Duns Scotus ώς τον Spinoza, με την ανακάλυψη του τόπου της εμμονής και την αποθέωση της ενικότητας και της διαφο ράς. Η δεύτερη παράδοση, το θερμιδωριανό σημείο της ανα γεννησιακής επανάστασης, επιζητεί να ελέγξει τις ουτοπικές δυνάμεις της πρώτης με την οικοδόμηση και διαμεσολάβηση δυϊσμών, και καταλήγει στην έννοια της νεωτερικής κυριαρχίας σαν προσωρινή λύση. Όταν οι μετανεωτερικοί προτάσσουν την αντίθεσή τους σε μια νεωτερικότητα και έναν Διαφωτισμό που μεγαλύνουν την καθολικότητα του Λόγου απλώς και μόνο για να υποστηρίξουν την υπεροχή του λευκού ευρωπαίου αρσενικού, πρέπει να γίνει σαφές ότι κατ’ ουσίαν επιτίθενται στη δεύτερη παράδοση του σχήματός μας (και δυστυχώς αγνοούν ή αντιπαρέρχονται την πρώτη). Θα ήταν ακριβέστερο, με άλλα λόγια, να μη θέσουμε τη μετανεωτερική θεωρία ως αμφισβήτηση του Διαφωτισμού και της νεωτερικότητας in toto, αλλά ειδικά της παράδοσης της νεωτερικής κυριαρχίας. Και θα ήμασταν ακόμη πιο ακριβείς αν λέγαμε ότι οι ποικίλες θεωρητικές αμφισβητή σεις συνδυάζονται και αποκτούν τη μέγιστη συνοχή όταν εκ φράζονται ως μια αμφισβήτηση της διαλεκτικής, με το σκεπτι κό ότι αποτελεί τη θεμελιακή λογική της ηγεμόνευσης, του αποκλεισμού και του προστάγματος της νεωτερικότητας -τόσο γιατί υποβάθμισε την πολλαπλότητα της διαφοράς ανάγοντάς τη σε δυαδικές αντιθέσεις όσο και γιατί συνακόλουθα υπήγαγε αυτές τις διαφορές σε μια ενιαία τάξη. Σύμφωνα με αυτή τη
196
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG]
συλλογιστική, αν αυτή καθαυτή η νεωτερική εξουσία είναι δια λεκτική, τότε το μετανεωτερικό σχέδιο πρέπει να είναι μη δια λεκτικό. Μόλις αναγνωρίσουμε τους μετανεωτερικούς λόγους ως επί θέση κατά της διαλεκτικής μορφής της νεωτερικής κυριαρχίας μπορούμε να δούμε καθαρότερα πώς αυτοί αμφισβητούν συστή ματα ηγεμόνευσης όπως ο ρατσισμός και ο σεξισμός, αποδο μώντας τα στεγανά που συντηρούν τις ιεραρχήσεις μεταξύ λειί κού και μαύρου, αρσενικού και θηλυκού κ.ο.κ. Έτσι οι μεταν$ ωτερικοί μπορούν να εκλάβουν τη θεωρητική τους πρακτική ω διάδοχο ενός ολόκληρου συστήματος νεότερων και σύγχρονω απελευθερωτικών αγώνων. Η ιστορία των αμφισβητήσεων τήί ευρωπαϊκής πολιτικοοικονομικής ηγεμονίας και της αποικιακή της εξουσίας, οι επιτυχίες των εθνικοαπελευθερωτικών κίνημά των, των γυναικείων κινημάτων και των αντιρατσιστικών αγώ νων, όλα αυτά ερμηνεύονται ως κληρονομιά της μετανεωτερί κής πολιτικής, γιατί και αυτά αποσκοπούσαν να καταλύσου την τάξη και τους δυϊσμούς της νεωτερικής κυριαρχίας. Αν ϋ νεωτερικό είναι το πεδίο της εξουσίας του λευκού, του αρσεν« κού και του Ευρωπαίου, τότε, με τέλεια συμμετρικό τρόπο, t μετανεωτερικό θα είναι το πεδίο της απελευθέρωσης του μ λευκού, του μη αρσενικού, του μη Ευρωπαίου. Όπως λέει ο bel hooks, στην καλύτερη μορφή της η ριζοσπαστική μετανεωτερί κή πρακτική, μια πολιτική της διαφοράς, ενσωματώνει τι αξίες και τις φωνές των εκτοπισμένων, των περιθωριοποιημέ νων, όσων υφίστανται εκμετάλλευση και καταπίεση.4 Οι δυαδι κότητες και οι δυϊσμοί της νεωτερική'ς κυριαρχίας δεν κατα λύονται απλώς και μόνο για να καθιδρυθούν νέοι στη θέα! τους· μάλλον, η δύναμη των δυαδικοτήτων εξανεμίζεται καθώ «αφήνουμε τις διαφορές να αλληλεπιδράσουν αδιακρίτως συνέ ρων».5 ' Η μετανεωτερική σκέψη έχει προσληφθεί από ευρύ φάσμί διανοουμένων ως πολεμιστήριο σάλπισμα για ένα νέο παρά δείγμα ακαδημαϊκής και διανοητικής πρακτικής, ως μια πρακ ματική ευκαιρία να απαγκιστρωθεί ο καθένας από τα κυρίαρ](ί
ΑΥΤΟ Κ ΡΑΤΟ ΡΙΑ
197
παραδείγματα της ακαδημαϊκής πρακτικής του τομέα του.6 Από τη δική μας σκοπιά, ένα από τα σημαντικότερα παρα δείγματα αυτής της κινητοποίησης είναι η μετανεωτερική αμ φισβήτηση που παρατηρείται στο πεδίο των διεθνών σχέσεων.7 Εδώ το «νεωτερικό» παράδειγμα έρευνας λίγο ώς πολύ ταυτί ζεται με τις μεθόδους του ρεαλισμού και του νεορεαλισμού και άρα επικεντρώνεται στην έννοια της κυριαρχίας, νοούμενης συ νήθως ως συνώνυμης της εξουσίας των εθνικών κρατών, της έννομης χρήσης της κρατικής βίας, και της εδαφικής ακεραιότη τας. Από τη μετανεωτερική σκοπιά, οι εν λόγω «νεωτερικές» διεθνείς σχέσεις τείνουν, εξαιτίας της αποδοχής αυτών των συ νόρων και της επικέντρωσης του ενδιαφέροντος τους σε αυτά, να υποστηρίζουν την κρατούσα εξουσία και την κυριαρχία των εθνικών κρατών. Ως εκ τούτου, οι θεωρητικοί αυτού του πεδίου αποσαφηνίζουν έναν σύνδεσμο μεταξύ της κριτικής των δυαρχικών δυϊσμών του «Διαφωτισμού» που αναπτύχθηκαν στο πλαί σιο των μετανεωτερικών φιλοσόφων και φιλολόγων και της αμ φισβήτησης των απαρασάλευτων συνόρων της νεωτερικής κρα τικής κυριαρχίας. Οι μετανεωτερικοί θεωρητικοί των διεθνών σχέσεων προσπαθούν να αμφισβητήσουν την κυριαρχική εξου σία των κρατών αποδομώντας τις οροθετήσεις των αρχουσών δυνάμεων, τονίζοντας διεθνείς κινήσεις και ροές οι οποίες δεν υπακούουν σε καμιά κανονικότητα και κατακερματίζοντας με αυτόν τον τρόπο τις σταθερές ενότητες και αντιθέσεις. Ο «λό γος» και η «ερμηνεία» παρουσιάζονται ως δραστικά όπλα εναν τίον της θεσμικής ανελαστικότητας των νεωτερικών οπτικών. Οι μετανεωτερικές αναλύσεις που προκύπτουν προοιωνίζονται το ενδεχόμενο μιας παγκόσμιας πολιτικής της διαφοράς, μιας πολιτικής απεδαφικοποιημένων ροών στην επιφάνεια σε έναν ομαλό κόσμο, απαλλαγμένο από τις αυστηρές αυλακώσεις των κρατικών συνόρων. Μολονότι πολλοί από τους μετανεωτερικούς θεωρητικούς εί ναι σαφείς όσον αφορά την απόρριψη της λογικής της νεωτερι κής κυριαρχίας, εν γένει τελούν υπό άκρα σύγχυση όσον αφορά τη φύση της ενδεχόμενης απελευθέρωσής μας από αυτήν -ίσως
198
MICHAEL HARDT - ANTONIO NE<
ακριβώς επειδή δεν μπορούν να αντιληφθούν καθαρά τις μορ της εξουσίας που σήμερα την έχουν υποσκελίσει. Όταν παρ σιάζουν τις θεωρίες τους ως μέρος ενός σχεδίου πολιτικής α λευθέρωσης, με άλλα λόγια, οι μετανεωτερικοί εξακολουθούν σκιαμαχούν με παλιούς εχθρούς: με τον Διαφωτισμό, ή μάλ με τις νεωτερικές μορφές κυριαρχίας και τις δυαδικές ανα* γές της διαφοράς και της πολλαπλότητας σε μία και μι εναλλαγή μεταξύ του Ιδιου και του Άλλου. Η κατάφαση ' υβριδικοτήτων και η ελεύθερη διαπλοκή των διαφορών αί κρίτως συνόρων, εντούτοις, είναι απελευθερωτικές μόνο σε πλαίσιο στο οποίο η εξουσία ορίζει την ιεραρχία αποκλειστ μέσω ουσιακών ταυτοτήτων, δυαδικών διαιρέσεων και στα ρών αντιθέσεων. Οι δομές και η λογική της εξουσίας στον σ χρονο κόσμο είναι ολωσδιόλου άτρωτες απέναντι στα α απε) θερωτικά» όπλα της μετανεωτερικής πολιτικής της διαφο( Στην πραγματικότητα και η Αυτοκρατορία εμφανίζεται προ< τεθειμένη να απαλλαγεί από αυτές τις νεωτερικές μορφές ριαρχίας και να επιτρέψει τη διαπλοκή των διαφορών αδια: τως συνόρων. Παρά τις καλύτερες των προθέσεων, συνεπώι μετανεωτερική πολιτική της διαφοράς όχι μόνο είναι αναπι λεσματική, αλλά μπορεί ακόμη και να ταυτιστεί με τις τουργίες και τις πρακτικές της αυτοκρατορικής εξουσίας, να τις ενδυναμώσει. Το κακό είναι ότι οι μετανεωτερικές θ ρίες εστιάζουν την προσοχή τους τόσο επίμονα στις παι μορφές εξουσίας από τις οποίες προσπαθούν να απομακρυνί τρέχοντας, ώστε, έτσι όπως έχουν το κεφάλι στραμμένο 7ΐ τα πίσω, υπάρχει ο κίνδυνος, χωρίς να το καταλάβουν, να f θούν πιασμένες στη φιλόξενη αγκάλη της νέας εξουσίας. J αυτή την άποψη, οι πανηγυρικές βεβαιώσεις των μετανεωτ κών μπορούν εύκολα να φανούν αφελείς, αν όχι καθαρά μι ποιητικές. Αυτό που θεωρούμε σημαντικότερο στα διάφορα μετανεο ρικά ρεύματα σκέψης είναι το ιστορικό φαινόμενο που αντιτ σωπεύουν: αποτελούν το σύμπτωμα μιας ρήξης στην παράδ της νεωτερικής κυριαρχίας. Υπάρχει, ασφαλώς, μια μακρά
ΛΤΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
199
ράδοση «αντι-νεωτερικής» σκέψης, η οποία αντιτάσσεται στη νεωτερική κυριαρχία, περιλαμβανομένων και των διαπρεπών διανοητών της Σχολής της Φρανκφούρτης (αλλά και όλης της δημοκρατικής γραμμής που την καταγωγή της την έχουμε αναγάγει στον αναγεννησιακό ουμανισμό). Το νέο στοιχείο, εντούτοις, είναι ότι οι μετανεωτερικοί θεωρητικοί προοιωνίζον ται το τ έ λ ο ς της νεωτερικής κυριαρχίας και επιδεικνύουν μια νέα ικανότητα να στοχάζονται έξω από το πλαίσιο των νεωτερικών δυαδισμών και ταυτοτήτων, ενός στοχασμού της πληθυντικότητας και της πολλαπλότητας. Όσο συγκεχυμένα και ασυ νείδητα κι αν το κάνουν, υποδηλώνουν τη μετάβαση προς τη συγκρότηση της Αυτοκρατορίας.
Η απελευθέρωση των υβριδικοτήτων, ή Πέραν των κοινωνικών δυαδισμών Ένα ορισμένο ρεύμα μετααποικιακών σπουδών προτείνει επίσης μια παγκόσμια πολιτική της διαφοράς και θα μπορούσε κάλλιστα να τοποθετηθεί στην ίδια γραμμή με τη μετανεωτερική θε ωρία. Η ανάλυσή μας αναφορικά με τη νεωτερική κυριαρχία στα προηγούμενα κεφάλαια θέτει ήδη ένα βάσιμο σκεπτικό για μια σύμπλευση μεταξύ μετααποικιακών και μετανεωτερικών θεωριών. Στο βαθμό που η νεωτερική κυριαρχία ταυτίστηκε με την τάση της Ευρώπης για παγκόσμια κυριάρχηση, και, ακόμη σημαντικότερο, στο βαθμό που η αποικιακή διοίκηση και οι ιμπεριαλιστικές πρακτικές αποτελούσαν θεμελιακά συστατικά της συγκρότησης της νεωτερικής κυριαρχίας, οι μετανεωτερικές και μετααποικιακές θεωρίες μοιράζονται όντως έναν κοινό εχθρό. Η μετανεωτερικότητα εμφανίζεται από αυτή την άποψη ως θεμελιακά μεταευρωκεντρική. Οι μετααποικιακές σπουδές περιλαμβάνουν μια ευρεία και ετερόκλητη ομάδα λόγων, εδώ όμως θέλουμε να εστιάσουμε στο έργο του Homi Bhabha, γιατί παρουσιάζει το σαφέστερο και καλύτερα αρθρωμένο παράδειγμα της συνέχειας μεταξύ με τανεωτερικών και μετααποικιακών λόγων. Ένας από τους βα-
200
MICHAEL HARDT - ANTONIO P
σικότερους και μόνιμους στόχους της επίθεσης του Bhabl ναι οι δ υ α δ ικ ές δια ιρέσ εις. Στην πραγματικότητα, ολόκλη μετααποικιακό σχέδιο όπως το παρουσιάζει καθορίζεται την απόρριψη των δυαδικών διαιρέσεων που στοιχειοθέ' την αποικιακή κοσμοθεωρία. Ο κόσμος δεν διχοτομείται κατατέμνεται σε αντίπαλα στρατόπεδα (κέντρο εναντίον φέρειας, Πρώτος εναντίον Τρίτου Κόσμου), αλλά μάλλον ρίζεται και ανέκαθεν καθοριζόταν από αναρίθμητες επιμ και ευκίνητες διαφορές. Η άρνηση του Bhabha να θεω τον κόσμο από τη σκοπιά των δυαδικών διαιρέσεων τον ο να απορρίψει τις θεωρίες της ολότητας και της ταυτότηται ομοιογένειας και του ουσιακού χαρακτήρα των κοινω' υποκειμένων. Οι ποικίλες αυτές αρνήσεις εμφανίζουν εξαιρ στενή συνάφεια. Η δυαδική αντίληψη του κόσμου προϋπι τον ουσιολογισμό και την ομοιογένεια όσον αφορά τις ταυ τες των δύο μισών του, και, μέσω της σχέσης που αναπτ ται μεταξύ των δύο πλευρών του κεντρικού συνόρου, υπαι> ται την υπαγωγή κάθε εμπειρίας σε μια συνεκτική κοινι ολότητα. Κοντολογίς, ο ίσκιος που στοιχειώνει την ανάλυα Bhabha και συνδέει με συνεκτικό τρόπο τους ποικίλους πάλους είναι η εγελιανή διαλεκτική, δηλαδή η διαλεκτικυπάγει σε μια συνεκτική ολότητα τις ουσιακές κοινωνικές τότητες οι οποίες αντιπαρατίθενται μεταξύ τους. Υπ’ αυτή έννοια, θα μπορούσε κανείς να πει ότι η μετααποικιακή θ (ή τουλάχιστον αυτή η εκδοχή της), όπως και οι μετανει κές θεωρίες, χαρακτηρίζεται προπάντων από τη μη δια/ κότητά της. Η κριτική της διαλεκτικής που επιχειρεί ο Bhabha -< δή η επίθεσή του εναντίον των δυαδικών διαιρέσεων, τα σιακών ταυτοτήτων και της ολοποίησης- είναι ταυτόχρον κοινωνιολογική εξαγγελία σχετικά με την πραγματική των κοινωνιών και ένα πολιτικό σχέδιο που αποσκοπεί κοινωνική αλλαγή. Οι κοινωνικές ταυτότητες και τα έθν δέποτε υπήρξαν πραγματικά συνεκτικές φαντασιακές κοι τες· η μίμηση του λόγου του αποικιστή από τον αποικκ
Α Υ ΤΟ Κ ΡΑΤΟ ΡΙΑ
201
αρθρώνει εκ νέου την όλη έννοια της ταυτότητας και την απο ξενώνει από την ουσία· οι κουλτούρες είναι πάντα μερικοί και υβριδικοί σχηματισμοί. Αυτό το κοινωνικό γεγονός είναι η βά ση πάνω στην οποία μπορεί να υλοποιηθεί ένα ανατρεπτικό πο λιτικό σχέδιο για να καταστρέψει τη δυαδική δομή της εξου σίας και της ταυτότητας. Εν περιλήψει, λοιπόν, η απελευθερω τική λογική του Bhabha έχει ως εξής: Η εξουσία, ή οι δυνά μεις της κοινωνικής καταστολής, λειτουργούν επιβάλλοντας δυαδικές δομές και ολοποιητικές λογικές στις κοινωνικές υπο κειμενικότητες, περιστέλλοντας τη διαφορά τους. Αυτές οι κα τασταλτικές δομές, όμως, δεν είναι ποτέ ολικές, και οι διαφο ρές βρίσκουν πάντα κάποιον τρόπο να εκφράζονται (μέσω της μίμησης, της αμφισημίας, της υβριδικοποίησης, των κατακερ ματισμένων ταυτοτήτων, κ.ο.κ.) Το μετααποικιακό πολιτικό σχέδιο, συνεπώς, συνίσταται στην κατάφαση της πολλαπλότη τας των διαφορών, ούτως ώστε να υπονομευτεί η εξουσία των κρατουσών δυαδικών δομών. Η ουτοπία την οποία οραματίζεται ο Bhabha μετά τη θραύ ση και την εκτόπιση των δυαδικών και ολοποιητικών δομών δεν είναι μια απομονωμένη και αποσπασματική ύπαρξη αλλά μια νέα μορφή κοινότητας, μια κοινότητα του «ανοίκειου», ένας νέος διεθνισμός, μια συνάθροιση ανθρώπων μέσα στη διασπορά. Αυτή καθαυτή η κατάφαση της διαφοράς και της υβριδικότητας είναι, σύμφωνα με τον Bhabha, μια κατάφαση της κοινό τητας: «Να ζεις στον ανοίκειο κόσμο, να βρίσκεις τις αμφιση μίες και τα διφορούμενά του να αναπαρίστανται στον οίκο της μυθοπλασίας, ή τους χωρισμούς και τις διασπάσεις του να εκτελούνται στο έργο τέχνης, σημαίνει επίσης να καταφάσκεις μια βαθιά επιθυμία για κοινωνική αλληλεγγύη».8 Τα σπέρματα της εναλλακτικής κοινότητας, σύμφωνα με τον Bhabha, αναφύονται από την προσεκτική εστίαση στην τοπικότητα της κουλτούρας, την υβριδικότητα, και την αντίστασή της στη^δυήΐδική δόμηση των κοινωνικών ιεραρχιών. Πρέπει να προσέξουμε να αντιληφθουμε τη μορφή της ηγεμονεύουσας δύναμης που επέχει το ρόλο του εχθρού (ή μάλλον
202
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGR:
του αρνητικού θεμελίου) σε αυτό το μετααποικιακό πλαίσιο. Η εξουσία θεωρείται εκ προοιμίου ότι λειτουργεί αποκλειστικό μέσω μιας διαλεκτικής και δυαδικής δομής. Η μόνη μορφή κυ ριάρχησης που αναγνωρίζει ο Bhabha, με άλλα λόγια, είναι εκείνη η νεωτερική κυριαρχία. Γ ι αυτό, επί παραδείγματι, μπο ρεί να λέει «ιεραρχική ή δυαδική», ωσάν οι δύο όροι να ήταν ισοδύναμοι: από τη δική του σκοπιά, η ιεραρχία θεμελιώνεται κατ’ ανάγκην σε δυαδικές διαιρέσεις, ούτως ώστε το γεγονός και μόνο της υβριδικότητας να έχει τη δύναμη να καταλύει την ιεραρχία to u t cou rt. Αυτή καθαυτή η υβριδικότητα είναι μια υλοποιημένη πολιτική της διαφοράς που επιτρέπει την ελεύθε ρη διαπλοκή των διαφορών αδιακρίτως συνόρων. Εδώ είναι και το ισχυρότερο σημείο συνάντησης του μετααποικιακού με το μετανεωτερικό: στην από κοινού επίθεση εναντίον της διαλε κτικής της νεωτερικής κυριαρχίας και την πρόταση της απε λευθέρωσης ως μιας πολιτικής της διαφοράς. Σαν τους μετανεωτερικούς θεωρητικούς, οι μετααποικιακοί θεωρητικοί όπως ο Bhabha μας ενδιαφέρουν κυρίως στο βαθμό που αποτελούν συμπτώματα της κοσμοϊστορικής μεταβολής που ζούμε, δηλαδή της μετάβασης προς την Αυτοκρατορία. Ίσως αυτοί καθαυτοί οι λόγοι [discourses] να είναι δυνατοί μό νον όταν τα καθεστώτα της νεωτερικής κυριαρχίας οδεύουν ήδη προς τη δύση τους. Όπως οι μετανεωτερικοί, εντούτοις, και οι μετααποικιακοί θεωρητικοί εν γένει δίνουν μια εξαιρετικά συγ κεχυμένη εικόνα αυτής της μετάβασης, γιατί παραμένουν προ σηλωμένοι στην επίθεση εναντίον μιας παλιάς μορφής εξουσίας και προτείνουν μια στρατηγική απελευθέρωσης που μόνο στο παλιό πεδίο θα μπορούσε να είναι αποτελεσματική. Η μετααποικιακή θεώρηση εξακολουθεί να ενδιαφέρεται κυρίως για την αποικιακή κυριαρχία. Όπως λέει ο Gyan Prakash, «Το μετααποικιακό υπάρχει ως επακόλουθο, ως κάτι που έπεται -έρχεται αφού κάνει ό,τι έχει να κάνει η αποικιοκρατία».9 Ίσως αυτό κα θιστά τη μετααποικιακή θεωρία εξαιρετικά παραγωγικό εργα λείο για μια νέα ανάγνωση της ιστορίας, αποδεικνύεται όμως εντελώς ανεπαρκές για τη θεωρητική ανάλυση της σύγχρονης
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
203
παγκόσμιας εξουσίας. Ο Edward Said, αναμφίβολα ένας από τους πλέον πνευματώδεις διανοητές που συγκαταλέγονται κά τω από την ταμπέλα της μετααποικιακής θεωρίας, κατορθώνει να καταδικάσει τις σύγχρονες παγκόσμιες εξουσιαστικές δομές μόνο στο βαθμό που διαιωνίζουν πολιτισμικά και ιδεολογικά κατάλοιπα της ευρωπαϊκής αποικιακής εξουσίας.10 Καταγγέλλει ότι «η τακτική των μεγάλων αυτοκρατοριών [δηλαδή των ευ ρωπαϊκών ιμπεριαλισμών], οι οποίες διαλύθηκαν μετά τον Α' Παγκόσμιο πόλεμο, αντιγράφονται σήμερα από τις ΗΠΑ».11 Αυ τό που λείπει από την καταγγελία του είναι μια παραδοχή της καινοτομίας των δομών και της λογικής της εξουσίας που διευ θετούν τον σύγχρονο κόσμο. Η Αυτοκρατορία δεν είναι ένας ασθενής απόηχος των νεωτερικών ιμπεριαλιστικών καθεστώ των, αλλά μια θεμελιακά νέα μορφή εξουσίας.
Φονταμενταλισμός και/ή Μετανεωτερικόιητα Ένα άλλο σύμπτωμα της ιστορικής μετάβασης που ήδη βρι σκόταν σε εξέλιξη κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώ να είναι η έξαρση των αποκαλούμενων φονταμενταλιστικών κινη μάτων. Από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και μετά, οι λαμπροί ιδεολόγοι της γεωπολιτικής και οι θεωρητικοί του τέλους της ιστορίας πρόβαλαν επίμονα τον φονταμενταλισμό ως τον υπ’ αριθμόν ένα κίνδυνο που απειλεί την παγκόσμια τάξη και σταθερότητα. Ο φονταμενταλισμός, εντούτοις, είναι μια ανεπαρκής και συγκεχυμένη κατηγορία που ομαδοποιεί τελεί ως ανόμοια φαινόμενα. Γενικά, θα μπορούσε να πει κανείς ότι τα φονταμενταλιστικά κινήματα, όσο ετερόκλητα κι αν είναι, νοούνται τόσο από τους οπαδούς όσο και από τους αντιπάλους τους ως αντινεωτερικά κινήματα, αναβιώσεις αρχέγονων ταυτο τήτων και αξιών εκλαμβάνονται ως ένα είδος ιστορικής οπι σθοδρόμησης, ένα είδος απ-εκσυγχρονισμού. Πιο ακριβές και πιο χρήσιμο, όμως, είναι να εννοήσουμε τις ποικίλες εκφάνσεις του φονταμενταλισμου όχι ως ανα-δημιουργία ενός προνεωτερι-
204
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGI
κοό κόσμου, αλλά μάλλον ως σθεναρή άρνηση της ιστορικ-ί μετάβασης που συντελείται στην εποχή μας. Τπ’ αυτή την έ' νοια, συνεπώς, όπως και οι μετανεωτερικές και μετααποικιακέ θεωρίες, και ο φονταμενταλισμός αποτελεί σύμπτωμα της μι τάβασης προς την Αυτοκρατορία. Συχνά σήμερα, ο τρόπος με τον οποίο χρησιμοποιείται όρος «φονταμενταλισμός», ιδιαίτερα από τα ΜΜΕ, περιορίζι την ποικιλότητα των κοινωνικών μορφωμάτων που φέρουν αι τό το όνομα αναφερόμενος αποκλειστικά στον ισλαμικό φοντι μενταλισμό, η πολυσυνθετότητα του οποίου εν συνεχεία ανάγι ται σε έναν βίαιο και μισαλλόδοξο θρησκευτικό φανατισμό m είναι προπάντων «αντιδυτικός». Αυτός καθαυτόν ο ισλαμικι φονταμενταλισμός ασφαλώς λαμβάνει ποικίλες μορφές και έχ μια μακρά ιστορία που εκτείνεται σε όλη τη νεότερη εποχή. ] ισλαμική κίνηση θρησκευτικής αφύπνισης και ο ισλαμικός ρι φορμισμός απέκτησαν μεγάλη ισχύ σε διάφορες στιγμές τι 18ου και του 19ου αιώνα, και οι σημερινές μορφές του ισλαμ κού ριζοσπαστισμού φέρουν ευδιάκριτες ομοιότητες με τα πρ< γενέστερα κινήματα. Οι ποικίλες μορφές του ισλαμικού φοντι μενταλισμού, εντούτοις, οφείλουν τη συνεκτικότητά τους κυρίο στο ότι εμ φ α νίζοντα ι ρ ιζικ ά α ντίθ ετες π ρος τη νεω τ ερ ιχ ό τ η ι κ α ι το ν εκ σ υ γχ ρ ο ν ισ μ ό . Στο βαθμό που ο πολιτικός και πολιτ σμικός εκσυγχρονισμός ήταν μια διαδικασία εκκοσμίκευσης, ι ισλαμικά φονταμενταλιστικά κινήματα τον αντιστρατεύοντι θέτοντας ιερά κείμενα στο κέντρο των πολιτικών θεσμών, κ< θρησκευτικούς ηγέτες, ιερείς και δικαστές σε θέσεις πολιτικά εξουσίας. Όσον αφορά επίσης τους ρόλους των δύο φύλων, τ οικογενειακές δομές και τις πολιτισμικές μορφές, μια αμετι βλητη παραδοσιακή θρησκευτική νόρμα νοείται συνήθως ο αντιπαρατιθέμενη στις σταδιακά μεταλλασσόμενες κοσμικι μορφές της νεωτερικότητας. Απέναντι στη δυναμική της νεί τερικότητας και στην κοσμική κοινωνία, ο φονταμενταλισμι φαίνεται να προτείνει μια κοινωνία στατική και θεοκρατούμεν Ιδωμένα υπ’ αυτό το φως, επομένως, ως μια αντινεωτερικότητι τα ισλαμικά φονταμενταλιστικά κινήματα μοιάζει να έχουν απι
205
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
δυθεί σε μια προσπάθεια να αναστρέψουν τις διαδικασίες του κοινωνικού εκσυγχρονισμού, να διαχωριστούν από τις παγκό σμιες ροές της νεωτερικότητας και να ανα-δημιουργήσουν έναν προνεωτερικό κόσμο. Η ιρανική επανάσταση του 1979, επί παραδείγματι, απ’ αυτή τη σκοπιά θα φαινόταν ως μια αντ-επανάσταση η οποία παλινόρθωσε μιαν αρχαία τάξη πραγμάτων. Τα κινήματα του χριστιανικού φονταμενταλισμού των Ηνω μένων Πολιτειών παρουσιάζονται επίσης ως κινήματα εναντίον του κοινωνικού εκσυγχρονισμού, τα οποία με βάση ιερά κείμε να ανα-δημιουργούν αυτό που εικάζεται πως είναι μια κοινωνι κή μορφή του παρελθόντος. Τα κινήματα αυτά πρέπει ασφαλώς να τοποθετηθούν στην ίδια γραμμή με τη μακρά παράδοση των ΗΠΑ αναφορικά με σχέδια για τη δημιουργία στην αμερικανι κή ήπειρο μιας Νέας Ιερουσαλήμ, μιας χριστιανικής κοινότητας διαχωρισμένης τόσο από τη φθορά της Ευρώπης όσο και από τη βαρβαρότητα του ((απολίτιστου» κόσμου.12 Ο προεξάρχων στόχος των σημερινών χριστιανικών φονταμενταλιστικών ομά δων είναι η (ανα)δημιουργία της σταθερής και ιεραρχημένης πυρηνικής οικογένειας που φαντάζονται ότι υπήρχε σε μια προ γενέστερη εποχή, και αυτό ακριβώς το σχέδιο τις ωθεί σε ορ γανωμένες εκστρατείες κατά των εκτρώσεων και της ομοφυλο φιλίας. Τα χριστιανικά φονταμενταλιστικά κινήματα των Ηνω μένων Πολιτειών είναι επίσης σταθερά προσανατολισμένοι (λι γότερο ή περισσότερο απροκάλυπτα, ανάλογα με τον τόπο και την εποχή) προς ένα σχέδιο λευκής υπεροχής και φυλετικής καθαρότητας. Η Νέα Ιερουσαλήμ στη φαντασία των χριστια νών φονταμενταλιστών είναι σχεδόν πάντα μια λευκή και πα τριαρχική Ιερουσαλήμ. Μολαταύτα, ο συνήθης χαρακτηρισμός των φονταμενταλιστικών κινημάτων ως επιθυμίας επιστροφής σε έναν πράνεωτερικό ή παραδοσιακό κόσμο και στις κοινωνικές αξίες που τον χαρακτηρίζουν, περισσότερο συσκοτίζει την αλήθεια παρά τη διαφωτίζει. Στην πραγματικότητα, τα φονταμενταλιστικά ορά ματα μιας επιστροφής στο παρελθόν θεμελιώνονται εν γένει σε —
™
206
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI |
της σταθερής, πυρηνικής, ετεροφυλόφιλης οικογένειας που δια κήρυξαν οι χριστιανοί φονταμενταλιστές, επί παραδείγματι, ου δέποτε υπήρξε στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η «παραδοσιακή οι- | κογένεια» που εξυπηρετεί ως ιδεολογικό τους θεμέλιο είναι απλώς μια συρραφή αξιών και πρακτικών, η οποία έλκει την καταγωγή της περισσότερο από τα τηλεοπτικά προγράμματα; παρά από οποιαδήποτε πραγματικά ιστορικά βιώματα στο; πλαίσιο του θεσμού της οικογένειας.13 Είναι μια πλασματική ει-; κόνα που προβάλλεται στο παρελθόν, όπως η M ain Streeti U.S.A. της Disneyland, κατασκευασμένη εκ των υστέρων μέσα»' από το πρίσμα των σύγχρονων ανησυχιών και φόβων. Η.«επι-' στροφή στην παραδοσιακή οικογένεια» των χριστιανών φόντα-1 μενταλιστών επ’ ουδενί συνιστά οπισθοδρόμηση, αλλά μάλλον| πρόκειται για μια νέα επινόηση που αποτελεί μέρος ενός πολι τικού σχεδίου εναντίον της σύγχρονης κοινωνικής τάξης. Παρομοίως, οι σημερινές μορφές του ισλαμικού φονταμεντα-ϊ λισμού δεν πρέπει να εννοούνται ως μια επιστροφή σε παρελ-Ι θούσες κοινωνικές μορφές και αξίες, ούτε καν όσον αφορά τουφ φανατικούς πιστούς. Σύμφωνα με τον Fazlur Rahman: «Στη·*! πραγματικότητα ακυρολεκτούμε, όταν αποκαλούμε τέτοιου εί^| δους φαινόμενα του ισλαμικού χώρου “φονταμενταλιστικά”, πα-ί ρεκτός στο βαθμό που τονίζουν ως θεμέλιο του Ισλάμ δύο αυ θεντικές πηγές: το Κοράνιο και τη Σούννα του προφήτη Μωά-< μεθ. Ειδάλλως, τονίζουν την ijtihad,* την αυθεντική σκέψη».1*; Όντως, οι μορφές του σύγχρονου ισλαμικού ριζοσπαστισμού σίζονται πρωτίστως στην «αυθεντική σκέψη» και την επινόησή! αυθεντικών αξιών και πρακτικών, οι οποίες απηχούν ίσως εκεί·! νες άλλων περιόδων θρησκευτικής αφύπνισης ή φονταμενταλι#| σμού, στην πραγματικότητα όμως αποσκοπούν στην αντίδρασή κατά της παρούσας κοινωνικής τάξης. Και στις δύο περιπτώ^ σεις, συνεπώς, η φονταμενταλιστική «επιστροφή στην παι ση» αποτελεί κατ’ ουσίαν μια νέα επινόηση.15
ΊΙ * Ερμηνεία σύμφωνα με το δόγμα. (Σ.τ.μ.)
ΑΥΤΟ Κ ΡΑΤΟ ΡΙΑ
207
Ίσως είναι καλύτερα, λοιπόν, να εννοήσουμε το αντινεωτερικό μένος που διέπει τα φονταμενταλιστικά κινήματα όχι ως ένα προνεωτερικό αλλά ως ένα μετανεωτερικό σχέδιο. Η μετανεωτερικότητα του φονταμενταλισμού πρέπει να εντοπιστεί κυ ρίως στην άρνηση της νεωτερικότητας ως όπλου της ευρω-αμερικανικής ηγεμονίας -και από αυτήν την άποψη ο ισλαμικός φονταμενταλισμός είναι πράγματι η χαρακτηριστικότερη περί πτωση. Στα συμφραζόμενα των ισλαμικών παραδόσεων, ο φονταμενταλισμός είναι μετανεωτερικός στο βαθμό που απορρίπτει την παράδοση της ισλαμικής νεωτερικότητας, για την οποία η νεωτερικότητα ήταν ανέκαθεν υπερκωδικευμένη ως αφομοίωση ή υποταγή στην ευρω-αμερικανική ηγεμονία. «Αν στον πρώτο ενθουσιασμό της μετααποικιακής περιόδου, “νεωτερικό” σήμαινε την επιδίωξη δυτικής εκπαίδευσης, τεχνολογίας και εκβιο μηχάνισης», γράφει ο Akbar Ahmed, «τότε “μετανεωτερικό” θα σήμαινε μιαν επάνοδο στις παραδοσιακές μουσουλμανικές αξίες και μιαν απόρριψη της νεωτερικότητας.»16 Θεωρούμενος απλώς από πολιτισμική σκοπιά, ο ισλαμικός φονταμενταλισμός είναι ένα παράδοξο είδος μετανεωτερικής θεωρίας -μετανεωτερικής απλώς και μόνο επειδή χρονολογικά έπεται της ισλαμι κής νεωτερικότητας και αντιτίθεται σε αυτήν. Εντούτοις, ου σιαστικότερα μετανεωτερικός εμφανίζεται από γεωπολιτική σκοπιά. Ο Rahman γράφει: «Ο σύγχρονος μετανεωτερικός φονταμενταλισμός, κατά έναν σημαντικό τρόπο, είναι καινοφανής, διότι η φλόγα που τον εμψυχώνει είναι αντιδυτική... Εξ ου και η καταδίκη της κλασικής νεωτερικότητας ως μιας αμιγώς δυτικοποιητικής δύναμης.»17 Ασφαλώς, ισχυρές μερίδες του Ισλάμ έχουν υπάρξει κατά κάποια έννοια «αντι-δυτικές» ήδη από την πρώτη εμφάνιση του ισλαμισμού. Από αυτή την άποψη, συνε πώς, στο βαθμό που η Ιρανική Επανάσταση συνιστούσε μια σθεναρή απόρριψη της παγκόσμιας αγοράς, μπορούμε ίσως να εννοηθεί ως η πρώτη μετανεωτερική επανάσταση. Το πάντρεμα μετανεωτερικότητας και φονταμενταλισμού εί ναι ασφαλώς παράξενος συνδυασμός, δεδομένου ότι ο μετανεω τερικός και ο φονταμενταλιστικός λόγος καταλαμβάνουν εκ
208
MICHAEL HARDT - ANTONIO NECr'
διαμέτρου αντίθετες θέσεις στη διπολική αντίθεση: υβριδικόι τα εναντίον καθαρότητας, διαφορά εναντίον ταυτότητας, κιντ κότητα εναντίον στάσεως. Έχουμε την εντύπωση ότι οι μετ νεωτερικοί και το σημερινό κύμα φονταμενταλιστών έχουν ε φανιστεί όχι απλώς ταυτόχρονα αλλά και ως απάντηση ίδια κατάσταση, μόνο που τοποθετήθηκαν σε αντίθετους πόλου της παγκόσμιας ιεραρχίας, σύμφωνα με μια, εκπληκτική ομί λογουμένως, γεωγραφική κατανομή. Απλουστεύοντας σε μεγί λο βαθμό, θα έλεγε κανείς ότι οι μετανεωτερικοί λόγοι [di< courses] ελκύουν κυρίως τους νικητές των διαδικασιών της 7topj| κοσμιοποίησης και οι φονταμενταλιστικοί τους ηττημένους Με άλλα λόγια, οι σύγχρονες παγκόσμιες τάσεις για αυξημέν κινητικότητα, απροσδιοριστία και υβριδικότητα έχουν βιωθι από ορισμένους μεν ως ένα είδος απελευθέρωσης, από άλλου όμως ως επίταση των δεινών τους. Ασφαλώς, ομάδες λαϊκή υποστήριξης για τα φονταμενταλιστικά σχέδια -από το ΕθνΐΧ| Μέτωπο της Γαλλίας και τον χριστιανικό φονταμενταλισμί των Ηνωμένων Πολιτειών ώς τους Αδελφούς του Ισλάμ- έχού εξαπλωθεί ευρύτερα ‘ανάμεσα σε όσους έχουν περισσότερο υπθ ταχθεί και αποκλειστεί από τους πρόσφατους μετασχηματί σμούς της παγκόσμιας οικονομίας και απειλούνται περισσότερι από την αυξημένη κινητικότητα του κεφαλαίου. Οι ηττημένυ των διαδικασιών της παγκοσμιοποίησης ίσως είναι εκείνοι πο μας δίνουν την ισχυρότερη ένδειξη του μετασχηματισμού πο συντελείται στις ημέρες μας. ■!
Η ιδεολογία της παγκόσμιας αγοράς
1
Πολλές από τις προσφιλείς αντιλήψεις των μετανεωτερικών κ« μετααποικιακών θεωρητικών βρίσκουν τέλεια αντιστοιχία στηΐ τρέχουσα ιδεολογία του εταιρικού κεφαλαίου και της παγκόί σμιας αγοράς. Η ιδεολογία της παγκόσμιας αγοράς ήταν πάν ο αντιθεμελιώδης και αντιουσιακός λόγος par excellence. Κ υ | κλοφορία, κινητικότητα, ποικιλότητα και μείξη είναι οι συνθή® κες που την καθιστούν εφικτή. Το εμπόριο συνενώνει τις δκ*1
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
209
φορές, και όσο περισσότερες αυτές οι διαφορές, τόσο το καλύ τερο! Οι διαφορές (αγαθών, πληθυσμών, πολιτισμών, κ.ο.κ.) φαίνεται να πολλαπλασιάζονται επ’ άπειρον στην παγκόσμια αγορά, η οποία σε τίποτα δεν επιτίθεται με μεγαλύτερο μένος απ’ όσο στα σταθερά σύνορα: σαρώνει κάθε δυαδική διαίρεση με τις άπειρες πολλαπλότητές της. Καθώς σήμερα η παγκόσμια αγορά υλοποιείται σε διαρκώς πιο ολοκληρωμένη μορφή, τείνει να αποδομήσει τα σύνορα του εθνικού κράτους. Σε μια προγενέστερη περίοδο, τα εθνικά κρά τη ήταν οι προεξάρχοντες συντελεστές της νεωτερικής ιμπε ριαλιστικής οργάνωσης της παγκόσμιας παραγωγής και ανταλ λαγής, στην παγκόσμια αγορά όμως εμφανίζονται διαρκώς πε ρισσότερο ως απλά προσκόμματα. Ο R obert Reich, πρώην υπουργός Εργασίας των ΗΠΑ, είναι σε άριστη θέση να ανα γνωρίζει και να πανηγυρίζει για την υπέρβαση των εθνικών συ νόρων στην εποχή της παγκόσμιας αγοράς. Υποστηρίζει ότι «καθώς σχεδόν όλοι οι παράγοντες της παραγωγής -το χρήμα, η τεχνολογία, τα εργοστάσια και ο εξοπλισμός- μετακινούνται εύκολα αδιακρίτως συνόρων, αυτή καθαυτή η ιδέα μιας [εθνι κής] οικονομίας αρχίζει να χάνει τη σημασία της». Στο μέλλον «δεν θα υπάρχουν εθνικά προϊόντα και τεχνολογίες, εθνικές εταιρείες, εθνικές βιομηχανίες. Δεν θα υπάρχουν πλέον εθνικές οικονομίες, τουλάχιστον όχι με την έννοια που τις εννοούμε σή μερα».18 Με την κατάλυση των εθνικών συνόρων, η παγκόσμια αγορά αποδεσμεύεται από τις δυαδικές διαιρέσεις που είχαν επιβάλει τα εθνικά κράτη, και μέσα σε αυτόν τον νεοφανή ελεύθερο χώρο εμφανίζεται ένα τεράστιο πλήθος διαφορών. Οι διαφορές αυτές ασφαλώς δεν διαπλέκονται ελεύθερα σε έναν εξομαλυμένο παγκόσμιο χώρο, αλλά μάλλον οργανώνονται σε παγκόσμια δίκτυα εξουσίας, συγκροτούμενα από εξαιρετικά διαφοροποιημένες και ευκίνητες δομές. Ο Arjun Appadurai συλλαμβάνει το νέο ποιόν αυτών των δομών κατ’ αναλογίαν προς την έννοια του τοπίου [landscape], και ακριβέστερα, ενός θαλασσινού τοπίου [seascape]: μέσα στον σύγχρονο κόσμο δια κρίνει τοπία οικονομικά [finanscapes], τεχνολογικά [techno
210
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGI
scapes], εθνοτικά [ethnoscapes], κ.ο.κ.19 To επίθημα a-scapei μας επιτρέπει αφ’ ενός να δηλώσουμε τη ρευστότητα και τη | έλλειψη κανονικότητας αυτών των ποικίλων πεδίων και αφ| ετέρου να δείξουμε τα τυπικά κοινά στοιχεία που συνδέουν τ<5 μείς τόσο ετερόκλητους όσο τα οικονομικά, ο πολιτισμός, τ® εμπορεύματα και η δημογραφία.* Η παγκόσμια αγορά καθιε-r] ρώνει μια πραγματική πολιτική της διαφοράς. Τα ποικίλα -τοπία [-scapes] της παγκόσμιας αγοράς παρέΙ χουν νέες δυνατότητες στο κεφάλαιο, σε κλίμακα αδιανόηι μέχρι πρότινος. Δεν πρέπει να μας εκπλήσσει, λοιπόν, που μετανεωτερική σκέψη και οι βασικές αντιλήψεις της έχουν ευ δοκιμήσει στα ποικίλα πεδία της πρακτικής και της θεωρίι^ που προσιδιάζουν στο κεφάλαιο, όπως το μάρκετινγκ, το νατζμεντ και η οργάνωση της παραγωγής. Η μετανεωτερική τητα συνιστά όντως τη λογική, βάσει της οποίας λειτουργεί τί παγκόσμιο κεφάλαιο. Το μάρκετινγκ εμφανίζει ίσως την πά έκδηλη συνάφεια με τις μετανεωτερικές θεωρίες, και θα μποί ρούσε κανείς να πει ακόμη και ότι οι στρατηγικές του κεφαι λαιοκρατικού μάρκετινγκ ήταν από καιρού μετανεωτερικές avant la lettre. Αφ’ ενός οι πρακτικές του μάρκετινγκ και κατανάλωσης εμπορευμάτων αποτελούν πρόσφορο έδαφος την ανάπτυξη της μετανεωτερικής σκέψης: ορισμένοι μετανεα» τερικοί θεωρητικοί, επί παραδείγματι, θεωρούν την ασταμάτηί τη αγορά και κατανάλωση εμπορευμάτων και εμπορευματοποι| ημένων εικόνων ως παραδειγματικές και ειδοποιούς δραστήριοι τητες της μετανεωτερικής εμπειρίας, ως τα συλλογικά μας το ξίδια μέσα από την υπερπραγματικότητα.20 Αφ’ ετέρου η μετα^ νεωτερική σκέψη -με την έμφαση που δίνει σε έννοιες όπως διαφορά και η πολλαπλότητα, την αποθέωση του φετιχισμο * Η λέξη scape ενέχει δύο έννοιες: στην περίπτωση π.χ. τ ο * landscape έχει την έννοια του τοπίου, ενώ, σύμφωνα με μια παλαιότέ·| ρη χρήση, είναι συνώνυμη του ρήματος escape (διαφεύγω, δραπετεύω|| ξεφεύγω), όπως δηλώνεται π.χ. στην περίπτωση του scape-goat (το»| αποδιοπομπαίου τράγου). (Σ.τ.μ.)
?
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
211
και των ομοιωμάτων, τη διαρκή συναρπαγή της από το νέο και τη μόδα- αποτελεί μια άριστη περιγραφή των ιδεωδών κεφα λαιοκρατικών σχημάτων της εμπορευματικής κατανάλωσης και ως εκ τούτου δίνει μια ευκαιρία να τελειοποιηθούν οι στρατη γικές του μάρκετινγκ. Όπως λέει ένας θεωρητικός του μάρκε τινγκ, υπάρχουν σαφείς «παραλληλισμοί μεταξύ των πρακτικών της σύγχρονης αγοράς και των αρχών της μετανεωτερικότητας».21 Αυτό καθαυτό το μάρκετινγκ είναι μια πρακτική που βασί ζεται στις διαφορές, και όσο περισσότερες είναι οι διαφορές που δίνονται κάθε φορά, τόσο περισσότερες στρατηγικές μάρκε τινγκ μπορούν να αναπτυχθούν. Οι όλο και περισσότερο υβριδικοί και διαφοροποιημένοι πληθυσμοί συνιστούν έναν διαρκώς αυξανόμενο αριθμό «αγορών-στόχων» [target markets], καθεμιά από τις οποίες είναι δυνατόν να προσπελαστεί με ειδικές στρα τηγικές μάρκετινγκ -άλλη για τους ομοφυλόφιλους άντρες λα τινικής καταγωγής ηλικίας 18 έως 22 ετών, άλλη για τις έφηβες κινεζοαμερικανικής καταγωγής, κ.ο.κ. Το μετανεωτερικό μάρκετινγκ αναγνωρίζει τη διαφορά κάθε εμπορεύματος και κάθε μερίδας του πληθυσμού και προσαρμόζει ανάλογα τις στρατηγικές του.22 Κάθε διαφορά είναι και μια νέα ευκαιρία. Οι πρακτικές του μετανεωτερικού μάρκετινγκ αντιπροσω πεύουν τον κύκλο της κατανάλωσης του σύγχρονου κεφαλαίου, την εξωτερική του όψη, ακόμη περισσότερο όμως μας ενδιαφέ ρουν οι μετανεωτερικές τάσεις στο πλαίσιο του κύκλου της κε φαλαιοκρατικής παραγωγής. Όσον αφορά την παραγωγική σφαίρα, η μετανεωτερική σκέψη είχε ίσως τον ισχυρότερο αντί κτυπο στον τομέα της θεωρίας της διαχείρισης και της οργάνω σης. Οι θεωρητικοί αυτού του κλάδου υποστηρίζουν ότι οι με γάλες και πολύπλοκες νεωτερικές οργανώσεις, με τις αυστηρές οριοθετήσεις τους και τις ομοιογενείς τους μονάδες, δεν επαρ κούν για αποτελεσματική επιχειρηματική δράση στον μετανε ωτερικό κόσμο. «Η μετανεωτερική οργάνωση», γράφει ένας από αυτούς τους θεωρητικούς, «έχει ορισμένα διακριτικά χαρα κτηριστικά -με προεξάρχον την έμφαση στο μικρομεσαίο μέ-
212
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEC
γεθος και την πολυπλοκότητα, και την υιοθέτηση ευέλικτων ι μών και τρόπων διαθεσμικής συνεργασίας προκειμένου να αν ποκρίνεται στις άστατες οργανωτικές και περιβαλλοντικές σ θήκες.»23 Οι μετανεωτερικές οργανώσεις ως εκ τούτου εννοο ται είτε ως τοποθετούμενες στο μεταίχμιο μεταξύ διαφορετικ συστημάτων ή πολιτισμικών μορφωμάτων είτε ως ενδογεν υβριδικές. Το ουσιώδες για το μετανεωτερικό μάνατζμεντ εί οι οργανώσεις να είναι ευμετάβλητες, ευέλικτες και ικανές αντεπεξέλθουν στη διαφορά. Εδώ οι μετανεωτερικές θεωρ προλειαίνουν το έδαφος για το μετασχηματισμό των εσωτε κών δομών των κεφαλαιοκρατικών οργανώσεων. Η «κουλτούρα» στους κόλπους αυτών των οργανώσεων έ επίσης υιοθετήσει τις αρχές της μετανεωτερικής σκέψης. Αυκαθαυτές οι μεγάλες υπερεθνικές εταιρείες που υπερβαίνουν εθνικά σύνορα και λειτουργούν ως συνδετικά στοιχεία του πι κόσμιου συστήματος εμφανίζουν στο εσωτερικό τους πολύ | γαλύτερη ποικιλότητα και πολιτισμική ρευστότητα απ’ όσο στενού τοπικού χαρακτήρα νεωτερικές εταιρείες προηγούμεν εποχών. Οι σύγχρονοι γκουρού της εταιρικής κουλτούρας, 7 απασχολούνται από τη διοίκηση ως σύμβουλοι και σχεδιασ στρατηγικής, κηρύσσουν την αποτελεσματικότητα και την αι δοτικότητα της ποικιλότητας και της πολυπολιτισμικότηι εντός των εταιρειών.24 Αν εξετάσει κανείς προσεκτικότερα 1 εταιρική ιδεολογία των ΗΠΑ (και σε μικρότερο αλλά εντούτ σημαντικό βαθμό την εταιρική πρακτική των ΗΠΑ), γίνε' σαφές ότι οι εταιρείες δεν λειτουργούν απλώς αποκλείοντας Άλλο, οριζόμενο με βάση το φύλο ή τη φυλή. Στην πραγμα κότητα, οι παλιές νεωτερικές μορφές φυλετικής και σεξιστι» θεωρίας είναι οι σεσημασμένοι εχθροί της νέας εταιρικής κοι τούρας. Οι εταιρείες επιδιώκουν να συμπεριλάβουν τη δια<$κ στη σφαίρα τους και με τον τρόπο αυτό να μεγιστοποιήσουν δημιουργικότητα, την ελεύθερη διαπλοκή και την ποικιλόττ του εργασιακού χώρου τους. Η εταιρεία πρέπει δυνητικά περιλαμβάνει ανθρώπους κάθε φυλής, φύλου και σεξουαλυ προσανατολισμού· η καθημερινή ρουτίνα του εργασιακού χώ(
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
213
πρέπει να ανανεώνεται με απρόσμενες αλλαγές και μιαν ατμό σφαιρα κεφιού. Κατεδαφίστε τα παλιά στεγανά και αφήστε ν’ ανθίσουν χίλια λουλούδια!25 Καθήκον του προϊσταμένου, συνα κόλουθα, είναι να οργανώνει αυτές τις ενέργειες και τις διαφο ρές προς το συμφέρον του κέρδους. Αυτό το σχέδιο εύστοχα κα λείται «διαχείριση ποικιλότητας» [diversity management], ΐ π ’ αυτό το φως, οι εταιρείες εμφανίζονται όχι μόνον ως «προοδευ τικές» αλλά και ως «μετανεωτερικές», ως πρωτεργάτες μιας απολύτως ρεαλιστικής πολιτικής της διαφοράς. Αλλά και οι παραγωγικές διαδικασίες του κεφαλαίου έχουν λάβει μορφές που απηχούν τα μετανεωτερικά σχέδια. Θα έχου με πολλές ευκαιρίες να αναλύσουμε (ιδίως στο κεφάλαιο 3.4) πώς η παραγωγή κατέληξε να οργανώνεται σε ευέλικτα και υβριδικά δίκτυα. Αυτή είναι, κατά τη γνώμη μας, η σημαντικότερη άποψη υπό την οποία οι σύγχρονοι μετασχηματισμοί του κεφα λαίου και της παγκόσμιας αγοράς συνιστούν μια πραγματική διαδικασία μεταεκσυγχρονισμού. Ασφαλώς συμφωνούμε με εκείνους τους σύγχρονους θεωρη τικούς, όπως ο David Harvey και ο Fredric Jameson, που θε ωρούν τη μετανεωτερικότητα ως μια νέα φάση κεφαλαιοκρατι κής συσσώρευσης και εμπορευματοποίησης, η οποία συνοδεύει τη σημερινή υλοποίηση της παγκόσμιας αγοράς.26 Η παγκόσμια πολιτική της διαφοράς που καθιέρωσε η παγκόσμια αγορά δεν ορίζεται από την ελεύθερη διαπλοκή και την ισότητα, αλλά από την επιβολή νέων ιεραρχιών, ή μάλλον από μια συνεχή διαδικασία ιεράρχησης. Οι μετανεωτερικές και μετααποικιακές θεωρίες (και τα φονταμενταλιστικά κινήματα με πολύ διαφορε τικό τρόπο) είναι κατ’ ουσίαν οι φρουροί που σηματοδοτούν αυ τή την υπό εξέλιξη μετάβαση, και από αυτήν, την άποψη είναι απολύτως απαραίτητες.
Επιτροπές αλπθείας Είναι σωτήριο να μην ξεχνάμε ότι οι μετανεωτερικοί και μετααποικιακοί λόγοι [discourses] είναι αποτελεσματικοί μόνο σε
214
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG
πολύ συγκεκριμένες γεωγραφικές τοποθεσίες και μεταξύ μια| συγκεκριμένης τάξης του πληθυσμού. Ως πολιτικός λόγος, ij μετανεωτερικότητα απολαύει κάποιας αναγνώρισης στην Ευρώ πη, την Ιαπωνία και τη Λατινική Αμερική, όμως ο κύριος τ4 πος εφαρμογής της είναι ο κύκλος μιας ελίτ μερίδας της διά νόησης των ΗΠΑ. Με ανάλογο τρόπο και η μετααποικιακή θ© ωρία, η οποία συμμερίζεται ορισμένες από τις μετανεωτερικέι τάσεις, έχει αναπτυχθεί κυρίως στους κόλπους μιας κοσμοπολιΊ τικής ομάδας η οποία κινείται μεταξύ των μητροπόλεων και των μεγαλύτερων πανεπιστημίων της Ευρώπης και των Ηνω μένων Πολιτειών. Αυτή η ιδιαιτερότητα δεν ακυρώνει τις θεω; ρητικές προοπτικές, θα έπρεπε όμως να μας κάνει να σταθούν με για μια στιγμή και να συλλογιστούμε τις πολιτικές επιπτώ σεις της και τις πρακτικές της συνέπειες. Μια πληθώρα γνή! σια προοδευτικών και απελευθερωτικών λόγων έχουν εμφανιΐ στεί καθ’ όλη την ιστορία στους κόλπους ομάδων της ελίτ, κ α ί δεν έχουμε εδώ την πρόθεση να αμφισβητήσουμε την προσφώ ρά μιας τέτοιας θεωρητικοποίησης to u t c o u rt. Περισσότερο ση μαντική από την ιδιαιτερότητα αυτών των θεωρητικών είναι ή απήχηση των αντιλήψεών τους σε διαφορετικές γεωγραφικέ^ και ταξικές θέσεις. Ασφαλώς, από τη σκοπιά πολλών ανά τον κόσμο, η υβρι κότητα, η κινητικότητα και η διαφορά δεν εμφανίζονται ως| άμεσα απελευθερωτικές αυτές καθαυτές. Μεγάλα σύνολα πλη θυσμών θεωρούν την κινητικότητα ως μια πτυχή των δεινών τους, γιατί εκδιώχθηκαν από τις εστίες τους με αυξανόμενη τα χύτητα και υπό δεινές συνθήκες. Για πολλές δεκαετίες, στό| πλαίσιο της διαδικασίας του εκσυγχρονισμού, πραγματοποιήθη*; καν μαζικές μεταναστεύσεις από τις αγροτικές περιοχές προς] τα μητροπολιτικά κέντρα, τόσο στο εσωτερικό κάθε χώρας όσο-5 και ανά τον πλανήτη. Η διεθνής ροή της εργασίας αυξανόταν! διαρκώς τα τελευταία χρόνια, όχι μόνο από τον Νότο προς το* Βορρά, με τη μορφή νόμιμων και παράνομων αλλοδαπών εργα-j τών ή μεταναστών, αλλά και από τον Νότο προς τον Νότο, μ<§ τη μορφή δηλαδή προσωρινών ή ημιμόνιμων μεταναστεύσεων!
α ττο κ ρα το ρια
215
από τη μια περιοχή του Νότου στην άλλη, όπως των νοτιοασιατών εργατών στον Περσικό κόλπο. Ακόμη και αυτές οι μα ζικές εργατικές μεταναστεύσεις, εντούτοις, επισκιάζονται, τόσο αριθμητικά όσο και από την άποψη της αθλιότητας που τις συ νοδεύει, από τις περιπτώσεις όσων εξαναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες και τη γη τους εξαιτίας του λιμού και του πολέμου. Και μόνο μια βιαστική ματιά στον κόσμο, από την Κεντρική Αμερική ώς την Κεντρική Αφρική και από τη Βαλ κανική ώς τη Νοτιοανατολική Ασία, αρκεί για να αποκαλύψει την απέλπιδα κατάσταση εκείνων στους οποίους επιβλήθηκε μια τέτοια κινητικότητα. Γι’ αυτούς, η κινητικότητα αδιακρί τως συνόρων συχνά ισοδυναμεί με εξαναγκαστική μετανάστευ ση σε συνθήκες έσχατης ένδειας και δύσκολα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί απελευθερωτική. Στην πραγματικότητα, ένας σταθερός και περιχαραγμένος χώρος διαβίωσης, μια ορισμένη ακινησία, μπορεί αντιθέτως να εμφανίζεται ως η επιτακτικότε ρη ανάγκη. Η μετανεωτερική επιστημολογική αμφισβήτηση του «Δια φωτισμού» -η επίθεση εναντίον των κυρίαρχων αφηγήσεών του και η κριτική της αλήθειας του- χάνει επίσης την απελευθε ρωτική αύρα της όταν μεταφερθεί εκτός των στρωμάτων της ελίτ της ευρωπαϊκής και βορειοαμερικανικής διανόησης. Ας εξετάσουμε, φέρ’ ειπείν, την εντολή της Επιτροπής Αλήθειας που σχηματίστηκε με τη λήξη του εμφύλιου πολέμου στο Ελ Σαλβαδόρ, ή τους ανάλογους θεσμούς που έχουν καθιερωθεί σε μεταδικτατορικά και μετααυταρχικά καθεστώτα της Λατινικής Αμερικής και της Νότιας Αφρικής. Στα συμφραζόμενα της κρα τικής τρομοκρατίας και συγκάλυψης των γεγονότων, η εμμονή στην πρωτοκαθεδρία της έννοιας της αλήθειας ίσως είναι μια ισχυρή και απαραίτητη μορφή αντίστασης. Η διακρίβωση και δημοσιοποίηση της αλήθειας σχετικά με τα γεγονότα του πρό σφατου παρελθόντος -η απόδοση ευθυνών σε κρατικούς αξιωματούχους για συγκεκριμένες ενέργειες και σε ορισμένες περι πτώσεις η επιβολή ποινών- εμφανίζεται σε αυτές τις περιπτώ σεις ως αναπόδραστη προϋπόθεση κάθε δημοκρατικού μέλλον-
216
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRlyj
τος. Ot κυρίαρχες αφηγήσεις του Διαφωτισμού στην προκειμέ-| νη περίπτωση δεν φαίνονται ιδιαίτερα καταπιεστικές, και η έν-ι| νοια της αλήθειας δεν είναι ρευστή ούτε ασταθής -τουναντίον!! Η αλήθεια είναι ότι ο τάδε στρατηγός διέταξε το βασάνισμά! και τη δολοφονία του δείνα συνδικαλιστή ηγέτη, και ότι ο τά^Ι δε συνταγματάρχης ήταν επικεφαλής της σφαγής του δείνα χω^Ι ριού. Η δημοσιοποίηση τέτοιων αληθειών συνιστά ένα υποδειγ^Ι ματικά διαφωτιστικό σχέδιο της νεωτερικής πολιτικής, και ή | κριτική της σε αυτά τα συμφραζόμενα το μόνο που θα εξυπη·|I ρετούσε θα ήταν να βοηθήσει τις συσκοτιστικές και κατασταλ^| τικές δυνάμεις του καθεστώτος που βάλλεται. . || Στον σημερινό αυτοκρατορικό κόσμο μας, η απελευθερωτική δυναμικότητα των μετανεωτερικών και μετααποικιακών λόγω^Ι [discourses] που έχουμε περιγράφει ανταποκρίνεται στην κο6|| τάσταση μόνο μιας ελίτ του πληθυσμού, η οποία απολαύει opt-Jj σμένων δικαιωμάτων, ενός κάποιου επιπέδου ευμάρειας καΐ| μιας κάποιας θέσης στην παγκόσμια ιεραρχία. Ωστόσο, αυτή ία παραδοχή δεν θα έπρεπε να εκληφθεί ως πλήρης ανασκευήII Στην πραγματικότητα το θέμα δεν λύνεται με την επιλογή ε(ί> τε του ενός είτε του άλλου άκρου. Η διαφορά, η υβριδικότητί και η κινητικότητα δεν είναι από μόνες τους απελευθερωτικές όπως δεν είναι ούτε η αλήθεια, η καθαρότητα και η στάσις, ϊ πραγματική επαναστατική πρακτική έχει να κάνει με το επί πεδο της παραγωγής. Η αλήθεια δεν θα μας ελευθερώσει, ί κατάκτηση όμως του ελέγχου της παραγωγής της θα μας ελει! θερώσει. Η κινητικότητα και η υβριδικότητα δεν είναι απελεΐ| θερωτικές, η κατάκτηση όμως του ελέγχου της παραγωγής τή| κινητικότητας και της στάσεως, της καθαρότητας και της σύ{ΐ|Γ μίξης είναι. Οι πραγματικές επιτροπές αλήθειας της Αυτοκρ τορίας θα είναι συντακτικές συνελεύσεις του πλήθους, κοινών κά εργοστάσια για την παραγωγή της αλήθειας.
ΛΤΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
217
0 ΦΤΩΧΟΣ Σ ε ό λ ες α νεξα ιρέτω ς τ ις ισ το ρ ικ ές περιόδους ε ν τ ο π ίζ ετ α ι ένα α εί-π α ρ ό ν κ ο ιν ω ν ικ ό υ π ο κ ε ίμ ε ν ο , σ υ χ ν ά α ρ ν η τ ικ ά , ε ν τ ο ύ τ ο ις ε π ιτ α κ τ ικ ά , γύρω α π ό μ ια κ ο ινή ζω ντα νή μ ο ρ φ ή . Η μ ο ρ φ ή α υ τή δεν είνα ι ε κ ε ίν η τω ν ισ χυρ ώ ν κ α ι τω ν π λουσ ίω ν: α υ τ ο ί είνα ι α π λώ ς μ ε ρ ικ έ ς κ α ι ε ν τ ο π ισ μ έ ν ε ς μ ορ φ ές,
quantitate signatae.
Το μ ό νο α ν ε π ίδ ε κ τ ο εν τ ο π ισ μ ο ύ «κ οινό όνομ α » α μ ιγ ο ύ ς δια φο ράς σ ε ό λ ε ς τ ις ε π ο χ έ ς είνα ι εκ ε ίν ο του φτω χού. Ο φ τω χ ό ς ε ί ναι ενδ εή ς, α π ο κ λ εισ μ έν ο ς , θύμα κ α τ α π ίεσ η ς κ α ι ε κ μ ε τ ά λ λ ε υ σης - κ ι ω στόσο ζω ντανός! Ε ίνα ι ο κοινός π α ρ ο νο μ α σ τή ς τη ς ζωής, το θ ε μ έ λ ιο του π λή θ ο υ ς. Ε ίνα ι π α ρ ά ξενο , τ α υ τό χ ρ ο να όμως κα ι δ ια φ ω τισ τικό, το ότι οι μ ετ α ν ε ω τ ε ρ ικ ο ί σ υ γ γ ρ α φ είς σπάνια προκρίνουν α υτή τη μ ορφ ή σ τη δια τύπ ω σ η τω ν θεωριών τους. Ε ίνα ι πα ράξενο γ ια τ ί ο φ τω χός είνα ι υ π ό μ ια ορισμ ένη άποψ η μ ια α ένα η μ ετ α ν ε ω τ ε ρ ικ ή μορφ ή: η μ ο ρ φ ή ενό ς ε γ κ ά ρ σιου, π α ντα χ ο ύ παρόντος, δια φ ορετικού, ευ κ ίν η τ ο υ υπ ο κ ειμ ένο υ η α ψ ευδή ς μ α ρτυρ ία του α ν ε π ίσ χ ε τ α κ υ β ευ τικ ο ύ χ α ρ α κ τ ή ρ α τη ς ύπαρξης. Α υ τ ό το κ ο ιν ό όνομα, ο φ τω χός, ε ίν α ι ε π ίσ η ς το θ ε μ έ λ ιο κ ά θε δ υ ν α τ ό τ η τ α ς τ η ς α νθ ρ ω π ό τη τα ς. Ό π ω ς π α ρ α τ ή ρ η σ ε ο N ic c o ld M a e h ia v e lli, σ το α ίτ η μ α τ η ς « επ ισ τρ ο φ ή ς σ τ ις α π α ρ χ έ ς » π ου χ α ρ α κ τ η ρ ίζ ει τ η ν ε π α ν α σ τ α τ ικ ή φ ά ση τω ν θρησκειώ ν και τω ν ιδ ε ο λ ο γ ιώ ν τ η ς νεω τερ ικ ότη τα ς, ο φ τω χ ό ς σ χ ε δ ό ν π ά ν τοτε θεω ρείται π ρ ο ικ ισ μ ένο ς μ ε μ ια π ρ ο φ η τικ ή ικ α νό τη τα : ο φ τω χός ό χ ι μ ό ν ο β ρ ίσ κ ετ α ι ε ν τω κόσμ ω , α λ λ ά είνα ι η ίδια η δ υνα τότη τα του κόσμ ου. Μ ό ν ο ο φ τω χό ς β ιώ ν ει ρ ιζ ικ ά το υπ ο στα τό κ α ι π α ρ όν Ε ίνα ι, μ έ σ α σ τ η ν έ ν δ εια κ α ι τα β ά σ α να , κ α ι άρα μ ό νο ο φ τω χό ς έ χ ε ι τ η ν ικ α ν ό τ η τα να α να νεώ σ ει το Ε ίνα ι. Η θ ειότη τα του π λή θ ο υ ς τω ν φ τω χώ ν δ εν π ροοιω νίζετα ι κ α μ ιά υπ ερ βα τικότη τα . Α π εν α ν τία ς , εδώ κ α ι μ ό ν ο ν εδώ , σ ε το ύτο ν το ν κόσμο, σ τ η ν ύπαρξη τω ν φ τω χώ ν, το ε π ίπ ε δ ο τ η ς ε μ μ έ ν ε ια ς ε κ δη λώ νεται, επ ιβ εβ α ιώ ν ετ α ι, εδρ α ιώ νετα ι κ α ι α νο ίγ ε τ α ι. Ο φ τω χ ό ς είνα ι ο ε π ί γ η ς θεός. Σ ή μ ερ α δ ε ν υ π ά ρ χει κ α ν η ψ ευδαίσθηση ενό ς υπ ερ β α τικ ο ύ
218
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGR|
Θεού. Οι φ τ ω χ ο ί έ χ ο υ ν δ ια λύσ ει τ η ν εικ ό να του κα ι έ χ ο υ ν
ανα|
κ τή σ ει τη δύνα μ η της. Κ α ιρ ό πριν, η νεω τερ ικ ό τη τα εγκ α ίνιά · σ τ η κ ε μ ε το γ έ λ ιο του R a b e la is , μ ε τη ρ ε α λ ισ τ ικ ή υπ ερ ο χ ή τη ς κ ο ιλ ιά ς τω ν φτω χώ ν, μ ε μ ια π ο ιη τικ ή που εκφ ρ ά ζει ό λα όσα υπ ά ρ χου ν σ τη ν ενδ εή α νθ ρ ω π ότη τα « α π ό τη ζώ νη κα ι κάλ τω». Α ρ γ ό τ ε ρ α , μ έ σ α α π ό τ ις δ ια δ ικ α σ ίες τ η ς π ρ ω τ α ρ χ ικ ή ξ συσσώ ρευσης, το π ρ ο λετα ρ ιά το α να δ ύθ η κ ε ω ς έ ν α σ υ λ λ ο γ ικ ό υπ ο κ είμ ενο που μ π ο ρ ο ύ σ ε να ε κ φ ρ α σ τ εί μ έ σ α σ τη ν υλικότητάΜ κα ι τη ν ε μ μ έ ν ε ια , ως ένα π λ ή θ ο ς φ τω χώ ν που ό χι μ ό νο π ρ ο φ ή ψ τ ε υ ε α λ λ ά και π α ρ ή γ α γ ε , δη μ ιουρ γώ ντα ς έ τ σ ι δ υ να τό τη τες ποιίΐ δ εν ή τα ν α π λ ώ ς ο υσ ια σ τικ ές α λ λ ά σ υ γκ εκ ρ ιμ έν ες . Σ ή μ ερ α
τε-;
λος, σ τα β ιο π ο λ ιτ ικ ά κ α θ εσ τώ τα π α ρ α γ ω γ ή ς κ α ι σ τις δια δικα 4 σ ίες του μ ε τ α ε κ σ υ γ χ ο ν ισ μ ο ύ , ο φ τω χό ς είνα ι μ ια υ π ο τ α γ μ έ ν η μορφ ή, θύμα ε κ μ ε τ ά λ λ ε υ σ η ς , α λ λ ά εντο ύτο ις μ ια μορφ ή παρα γω γή ς . Ε δώ έ γ κ ε ιτ α ι η κα ινοτομ ία . Π α ντο ύ σ ή μ ερα , σ τη β ά σ η ? τη ς έννο ια ς κ α ι του κοινού ονόμ α τος του φ τω χού, υ π ά ρ χει μια· σ χ έ σ η π α ρ α γω γή ς. Γ ια τ ί οι μ ετ α ν ε ω τ ε ρ ικ ο ί α δ υνα τούν να α ντί-, λη φ θ ού ν α υτή τη μ ετά β α σ η ; Μ α ς λ έ ν ε ότι έ ν α κ α θ εσ τώ ς ε γ -, κά ρ σ ιω ν γ λ ω σ σ ικ ώ ν σ χ έ σ ε ω ν π α ρ α γ ω γ ή ς έ χ ε ι ε ισ β ά λ ε ι σ το ε ν ο π ο ιη μ έν ο κ α ι α φ η ρ η μ ένο σ ύ μ π α ν τ η ς αξίας. Π ο ιο είνα ι όμω ς το υ π ο κ είμ ενο π ου π α ρ ά γει « εγκ ά ρ σ ια » , που δ ίνει δημιουργικός νόη μ α σ τη γ λ ώ σ σ α - π ο ιο ά λ λ ο , α ν ό χι οι φ τω χο ί, που είναι·; υ π ο τ α γ μ έ ν ο ι κ α ι επ ιθ υμ ούντες, εξα θ λιω μ ένο ι κ α ι ισ χυροί, ο λ ο έ - ί να π ερ ισ σ ότερο ισχυροί; Ε δώ , σ ε α υτή τ η ν ε π ικ ρ ά τ εια τ η ς παγ-·}, κ ό σ μ ια ς π α ρ α γ ω γ ή ς , ο φ τ ω χ ό ς δ ε ν δ ια κ ρ ίνετα ι π λ έ ο ν μ ό ν ο ν ί
α π ό τ η ν π ρ ο φ η τικ ή του ικ α νό τη τα α λ λ ά κ α ι α π ό τ ο γ ε γ ο ν ό ς ό τ ι !
η πα ρουσ ία του είνα ι α π α ρ α ίτη τη γ ια τ η ν π α ρ α γ ω γ ή εν ό ς κοί- j νού π λούτου, α π ό το γ ε γ ο ν ό ς ότι υφ ίσ τα τα ι ο λ ο έν α π ερ ισ σ ό τερο |
τ η ν ε κ μ ε τ ά λ λ ε υ σ η κ α ι ε γ γ ρ ά φ ε τ α ι ο λ ο έν α π ιο σ τενά σ το ν κα- | τ ά λ ο γ ο τω ν α π ο λα β ώ ν τ η ς εξουσίας. Ο φ τω χ ό ς είνα ι α π ό μ ό νο ς |
του δύναμη. Υ π ά ρ χει Π α γ κ ό σ μ ια Φ τώ χ εια , π ά νω α π ’ ό λα όμω ς j
υ π ά ρ χει Π α γ κ ό σ μ ια Δ υνα τό τη τα , κ α ι μ ό νο ο φ τω χ ό ς είνα ι ικ α - 1 νός γ ι ’ αυτό.
Vogelfrei, «ελεύθερ ο π ο υ λί» , είνα ι ο όρος π ο υ χ ρ η σ ιμ ο π ο ίη -} σ ε ο M a r x γ ια να π ε ρ ιγ ρ ά φ ε ι το π ρ ο λετα ρ ιά το , το ο π οίο σ τις ·
αττο κ ρα το ρια
219
α π α ρ χ ές τ η ς νεω τερ ικ ό τη τα ς, σ τ ις δ ια δ ικ α σ ίες τ η ς π ρ ω τα ρ χ ι κή ς συσσώ ρευσης α π ελ ευ θ ερ ώ θ η κ ε διττά : κ α τ α ρ χ ά ς α π ε λ ε υ θ ε ρώ θηκε α π ό τ η ν ε π ’ α υτού κ υ ρ ιό τη τα του α φ έ ν τ η (δ η λα δ ή α π ό τη δ ο υ λ ε ία )4 κ α ι κ α τ ά δ εύτερ ον «α π ελευ θ ερ ώ θ η κ ε» α π ό τ α μ έ σα π α ρ α γω γή ς , α π ο χ ω ρ ίσ τ η κ ε α π ό τη γ η , μ η έ χ ο ν τ α ς π λ έ ο ν τίπ οτα να π ο υ λ ή σ ει, π α ρ εκ τ ό ς τ η ν π ρ οσ ω π ικ ή το υ ε ρ γ α τ ικ ή δύναμη. Υ π ’ α υτή τ η ν έννο ια , το π ρ ο λετα ρ ιά το ε ξ α ν α γ κ ά σ τ η κ ε να γ ίν ε ι η κα θα ρή δυνα τό τη τα του πλούτου. Τ ο κ υ ρ ία ρ χο ρ εύ μα τη ς μ α ρ ξ ισ τ ικ ή ς π αράδοσης, εντούτοις, α π εχ θ α ν ό τ α ν π ά ντα τους φ τω χούς, α κρ ιβώ ς ε π ε ιδ ή ή τα ν «ελεύθερ ο ι σ α ν π ο υλιά » , επ ειδ ή ή τα ν ά τρω τοι α π ό τ η ν π ειθ α ρ χ ία του ερ γο σ τ α σ ίο υ κα ι την π ειθ α ρ χ ία π ου ή τ α ν α π α ρ α ίτη τη γ ια τ η ν ο ικ ο δ ό μ η σ η του σοσιαλισμού. Φ τά νει να θυμ ηθούμ ε τ ις σ φ οδ ρές κ α τ η γ ο ρ ίε ς γ ια ο υτοπ ισ μ ό π ου δ έ χ τ η κ α ν α π ό τους εκ π ρ ο σ ώ π ο υ ς του σ ο σ ια λι στικού ρ ε α λ ισ μ ο ύ ο V itto r io D e S ic a κ α ι ο C e s a r e Z a v a ttin i, όταν, σ τ ις α ρ χ έ ς τ η ς δ ε κ α ε τ ία ς του 1950, έ β α λ α ν τους φ τω χούς να π ε τ ά ν ε μ α κ ρ ιά κ α β ά λ α σ ε σ κ ου π όξυλα , σ το τ έ λ ο ς τη ς υ π έ ρ ο χη ς τα ιν ία ς τους Θ αύμα στο Μιλάνο. To Vogelfrei είνα ι ένα ς ά γ γ ε λ ο ς ή έ ν α ς α τίθ α σ ο ς δαίμονας. Κ α ι εδώ , σ τη μ ετ α ν εω τ ερ ικ ό τ η τ α , έ π ε ιτ α α π ό τό σ ες π ρ ο σ π ά θειες να μ ετα μ ο ρ φ ώ σ ο υ ν τους φ τω χο ύς σ ε π ρ ο λετά ρ ιο υ ς κ α ι τους π ρ ο λετά ρ ιο υς σ ε σ τρ α τό α π ελευ θ έρ ω σ η ς (μ ε τη ν έννο ια του σ τρ α τού να β α ρ ύνει κ α τ ά π ο λ ύ έν α ν τ ι τ η ς έννο ια ς τη ς α π ε λευ θ έρ ω σ η ς), α να δ ύετα ι κ α ι π ά λ ι σ το ε κ τ υ φ λ ω τ ικ ό φω ς τη ς η μ έρ α ς τ ο π λή θ ο ς , το κ ο ιν ό όνομ α τω ν φ τω χώ ν. Β γ α ίν ε ι π λ ή ρως σ το π ρ ο σ κ ή νιο , γ ια τ ί σ τη μ ε τ α ν ε ω τ ε ρ ικ ό τ η τ α ο υ π ο τ α γ μ έ ν ο ς α π ο ρ ρ ό φ η σ ε το θύμα τ η ς ε κ μ ε τ ά λ λ ε υ σ η ς . Μ ε ά λ λ α λ ό για , οι φ τω χ ο ί, κ ά θ ε φ τω χός, το π λ ή θ ο ς τω ν φ τω χώ ν ανθρώ πω ν, έ χ ο υ ν κ α τ α β ρ ο χ θ ίσ ει κ α ι χ ω ν έ ψ ε ι το π λ ή θ ο ς τω ν π ρ ο λ ε τάριω ν. Α π ό α υ τό κ α ι μ ό ν ο το γ ε γ ο ν ό ς οι φ τ ω χ ο ί έ χ ο υ ν γ ίν ε ι π α ρ α γω γικ ο ί. Α κ ό μ η κα ι το εκ π ο ρ ν ευ ό μ εν ο σώ μα , το ε ν δ ε έ ς π ρόσω πο, η π είν α του π λ ή θ ο υ ς - ό λ ε ς οι μ ο ρ φ έ ς του φ τω χο ύ έ χ ο υ ν γ ίν ε ι π α ρ α γ ω γ ικ έ ς . Κ α ι οι φ τ ω χ ο ί έ χ ο υ ν γ ι ’ α υτό το λ ό γ ο γ ίν ε ι α κ ό μ α σ η μ α ντικ ό τερ ο ι: η ζω ή τω ν φ τω χ ώ ν ε π εν δ ύ ει το ν π λ α ν ή τ η κ α ι τον π ε ρ ιβ ά λ λ ε ι μ ε τ η ν επ ιθ υ μ ία τ η ς γ ια δ η -
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
220
μ ιο υ ρ γ ικ ό τ η τ α και ελευθ ερ ία . Οι φ τ ω χ ο ί είνα ι η π ρ οϋπ όθ εσ ή ’ κ ά θ ε π α ρ α γω γή ς. Λ έ ν ε ότι σ τη ρίζα τη ς μ ε τ α ν εω τ ερ ικ ή ς ευα ισ θη σ ία ς κ α ι τη ς κ α τ α σ κ ε υ ή ς τ η ς έννο ια ς τ η ς μ ε τ α ν ε ω τ ε ρ ικ ό τ η τ α ς βρίσκονται! εκ είνο ι οι γ ά λ λ ο ι σ ο σ ια λ ισ τές φ ιλόσοφ οι που σ τα νιά τα τους α π οθ έω σ α ν τ η ν π ειθ α ρ χία του ερ γο σ τα σ ίο υ κα ι τους
πολλά υπο4
σ χό μ ενο υ ς ορίζοντες του υπ α ρ κτο ύ σ ο σ ια λισ μ ού, οι οποίοι εμη φ α νίσ τη κ α ν ω ς μ ετ α ν ο ο ύ ν τ ες μ ε τ ά τ η ν κρ ίσ η του 1968 κ α ι τα πα ρ ά τη σ α ν, δ ια κη ρ ύσ σ οντα ς τη μ α τ α ιό τ η τ α τ η ς α ξίω σης τ ο υ κομ μ ουνισ μ ού να ε π α ν ιδ ιο π ο ιη θ εί το ν κο ινω νικ ό π λούτο. Σ ή μ ε 4 ρα, οι ίδιοι φ ιλόσοφ οι κ υ νικ ά α ποδομ ούν, απορρίτττουν ω ς τε~\ τρ ιμ μ ένο κ α ι χ λ ευ ά ζο υ ν κ ά θ ε κοινω νικ ό α γώ να π ο υ αμφισβητείς τον κ α θ ο λ ικ ό θρίαμβο τ η ς α ν τ α λ λ α κ τ ικ ή ς αξίας. Τ α Μ Μ Ε καί; η κ ου λτούρ α τους μ α ς λ έ ν ε ότι α υ το ί οι φ ιλόσοφ οι είνα ι ε κ ε ίν ο ι που α να γνώ ρ ισ α ν ετο ύ τη τη ν έα ε π ο χ ή του κόσμ ου, α υτό όμωςς δεν είνα ι α λή θ εια . Η α να κ ά λυ ψ η τη ς μ ε τ α ν εω τ ερ ικ ό τ η τ α ς σ υνί-\ σ τα το σ τ η ν επ α να π ρ ό τα σ η του φ τω χο ύ σ το κ έ ν τ ρ ο του π ο λ ιτ ι-ί κού κ α ι π α ρ α γ ω γ ικ ο ύ πεδίου. Α υ τ ό π ο υ ή τα ν όντω ς π ρ ο φ η τικ ό ,ί ή τα ν τ ο γ έ λ ιο του φ τω χού, σ α ν ελ εύ θ ερ ο π ο υ λί, C h a r lie C h a -: p lin , όταν, α π α λ λ α γ μ έ ν ο ς α π ό ο π ο ιεσ δ ή π ο τ ε ο υ τ ο π ικ έ ς ψ ευδαι ^| σ β ή σ εις κ α ι π ρ οπ ά ντω ν α π ό ο π ο ια δ ή π ο τ ε π ειθ α ρ χ ία τ η ς α π ε - ί λευθ έρ ω σ η ς, ε ρ μ ή ν ευ σ ε τους «μ οντέρνο υς καιρούς)) τ η ς φ τ ώ χ ε ιά ας, α λ λ ά τα υ τόχρ ονα σ υ ν έ δ ε σ ε τ ο όνομ α τω ν φ τω χ ώ ν μ ε τό$ όνομ α τ η ς ζω ής, μ ια ς α π ελ ευ θ ερ ω μ έν η ς ζω ής κ α ι μ ια ς α π ε λ ε υ θερ ω μ ένη ς π α ρ α γω γικ ό τ η τ α ς .
3
2.5 Δ Ι Κ Τ Υ Α Κ Η Ε ΞΟΥΣΙ Α: Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑΣ ΣΤ ΙΣ ΗΠΑ ΚΑΙ Η ΝΕ Α Α Υ Τ Ο Κ Ρ Α Τ Ο Ρ Ι Α
Είμαι πεπεισμένος ότι κανένα προηγούμενο Σύνταγμα δεν ήταν τόσο καλά υπολογισμένο όσο το δικό μας γι® να ανταποκρίνεται στις ανάγκες μιας εκτεταμένης αυτο κρατορίας και της αυτοκυβέρνησης.
T homas J efferson Το Σύνταγμά μας είναι τόσο απλό και πρακτικό που μας δίνει τη δυνατότητα να αντιμετωπίζουμε εξαιρετικές ανάγκες με αλλαγές στην έμφαση και τη διάταξη χωρίς να χάνεται η ουσία.
F ranklin D. R oosevelt
Προκειμένου να διερευνήσουμε τη φύση της αυτοκρατορικής κυριαρχίας πρέπει καταρχάς να επιχειρήσουμε μια αναδρομή στο παρελθόν, για να εξετάσουμε τις πολιτικές μορφές που προετοίμασαν το έδαφος για την έλευσή της και συνιστούν την προϊστορία της. Η Αμερικανική Επανάσταση αποτελεί μια στιγμή σημαντικής καινοτομίας και ρήξης στη γενεαλογία της νεωτερικής κυριαρχίας. Το πολιτειακό σχέδιο των ΗΠΑ, όπως αναδύθηκε από τους αγώνες για την ανεξαρτησία και διαμορ φώθηκε μέσα από μια ιστορία πλούσια σε εναλλακτικές δυνα τότητες, άνθισε σαν σπάνιο λουλούδι στο παραδοσιακό έδαφος της νεωτερικής κυριαρχίας. Η προσπάθεια εντοπισμού των πρώτων εμφανίσεων της έννοιας της κυριαρχίας στις Ηνωμένες Πολιτείες θα μας επιτρέψει να αντιληφθούμε τις ειδοποιούς διαφορές της από τη νεωτερική κυριαρχία που έχουμε περιγρά φει ώς εδώ και να διακρίνουμε τις βάσεις πάνω στις οποίες δια μορφώθηκε η νέα, αυτοκρατορική έννοια της κυριαρχίας.
222
----------------------------1
.......... -
"
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGR '
...
-
» ■
Η Αμερικανική Επανάσταση και η διττή επίδραση της Ρώμης
Η Αμερικανική Επανάσταση και η «νέα πολιτική επιστήμηί που εξήγγειλαν οι συντάκτες του Federalist αποκόπηκε απ
αττο κρα τορια
223
του λαού στη νομοθετική διαδικασία, από εκπροσώπους που τους εκλέγει ο ίδιος· όλα αυτά είναι αρχές που είτε ανακαλύπτονται για πρώτη φορά είτε έχουν δεχτεί τις ση μαντικότερες βελτιώσεις κατά τους νεότερους χρόνους. Εί ναι μέσα, και μάλιστα πανίσχυρα, με τα οποία μπορεί να διατηρηθούν οι αρετές της δημοκρατικής διακυβέρνησης και να περιοριστούν ή να αποφευχθούν εντελώς οι ατέλειες.1 Αυτό που αρχίζει να διαμορφώνεται εδώ είναι μια εξαιρετι κά κοσμική και εμμενειοκρατική ιδέα, παρά τη βαθιά θρη σκευτικότητα που διακρίνει όλα τα κείμενα των πατέρων του αμερικανικού Συντάγματος. Πρόκειται για μια ιδέα η οποία ανακαλύπτει και πάλι τον επαναστατικό ουμανισμό της Ανα γέννησης και τον τελειοποιεί καθιστώντας τον μια πολιτική και πολιτειακή επιστήμη. Η εξουσία μπορεί να συγκροτείται από μια ολόκληρη σειρά δυνάμεων οι οποίες αυτορρυθμίζονται και διευθετούνται σε δίκτυα. Η κυριαρχία μπορεί να ασκηθεί μέσα σε έναν αχανή ορίζοντα δραστηριοτήτων, οι οποίες την επιμε ρίζουν χωρίς να ακυρώνουν την ενότητά της και την υποτάσ σουν στη δημιουργική κίνηση του πλήθους. Μελετητές της σύγχρονης ιστορίας, όπως ο J. G. A. Pocock, που συνδέουν την ανάπτυξη του Συντάγματος των ΗΠΑ και την έννοια που αυτό αποδίδει στην πολιτική κυριαρχία με τη μακιαβελλική παράδοση, κατορθώνουν να κατανοήσουν εντυπω σιακά καλά αυτή την παρέκκλιση από τη νεωτερική έννοια της κυριαρχίας.2 Δεν συνδέουν το Σύνταγμα των ΗΠΑ με τον μπα ρόκ και αντιμεταρρυθμιστικό μακιαβελλισμό, ο οποίος κατα σκευάζει μια απολογία της κρατικής λογικής και κάθε αδικίας που απορρέει από αυτήν, αλλά με την παράδοση του δημοκρα τικού μακιαβελλισμού, ο οποίος, αφού ενέπνευσε τους πρωτερ γάτες της Αγγλικής Επανάστασης, ανοικοδομήθηκε στην α τλαντική έξοδο από τους ευρωπαίους δημοκράτες, οι οποίοι μπο ρεί να έχασαν τη μάχη, αλλά όχι και τον πόλεμο.3 Αυτή η δη μοκρατική παράδοση όντως πατάει γερά στα κείμενα του ίδιου του Machiavelli. Διατηρεί καταρχάς τη μακιαβελλική έννοια
224
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGfl
της εξουσίας ως συντακτικής δύναμης -δηλαδή ως γεννήματος μιας ενδογενούς και εμμενούς κοινωνικής δυναμικής. Για τα Machiavelli, η εξουσία είναι πάντοτε δημοκρατική· είναι πάνΙ τότε το γέννημα της ζωής του πλήθους και συνιστά τη ραχο κοκαλιά της έκφρασής του. Η ελεύθερη πόλη του αναγεννή σιακού ουμανισμού είναι η ουτοπία στην οποία βρίσκει αγκυρο βόλιο αυτή η επαναστατική αρχή. Η δεύτερη μακιαβελλική αρ χή που εφαρμόζεται εδώ είναι ότι στο κοινωνικό θεμέλιο αυτή της δημοκρατικής κυριαρχίας ενέχεται πάντοτε μια μορφή συγ κρούσης. Η εξουσία οργανώνεται μέσα από την ανάδυση και διαπλοκή αντιμαχομενων δυνάμεων. Ως εκ τουτου, η πόλη εί ναι μια συντακτική δύναμη που διαμορφώνεται μέσα από πολ λαπλές κοινωνικές συγκρούσεις, οι οποίες αρθρώνονται σε σιΐ νεχείς συνταγματικές διαδικασίες. Έτσι ερμήνευσε ο MachU(| velli την οργάνωση της δημοκρατικής αρχαίας Ρώμης, και έτβ η αναγεννησιακή έννοια της πόλεως χρησιμέυσε ως θεμέλιο γιι μια ρεαλιστική πολιτική θεωρία και πρακτική: η κοινωνικ σύγκρουση συνιστά τη βάση για τη σταθερότητα της εξουσίαι και τη λογική βάσει της οποίας θα επεκταθεί η πόλη. Η σκέ ψη του Machiavelli πυροδότησε μια κοπερνίκεια επανάστασή που μετέβαλε τη μορφή της πολιτικής και την όρισε ως διηνε κή κίνηση. Αυτά είναι τα κυριότερα διδάγματα που άντλησή από τον Machiavelli το δόγμα της δημοκρατίας που διακηρύ* χθηκε από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού.4 ^ Όμως ο Machiavelli και οι εκείθεν του Ατλαντικού δήμο» κράτες δεν γοητεύτηκαν μόνο από τη δημοκρατική Ρώμη. Η «νέα επιστήμη της πολιτικής» που εγκαινιάστηκε στις Ηνωμέ|| νες Πολιτείες εμπνεύστηκε και από την αυτοκρατορική Ρώ μηΐ ιδίως από την εικόνα που δίνει γι’ αυτήν η ιστορική έκθεση το ϊ| Πολύβιου. Καταρχάς, το μοντέλο που παρουσιάζει ο Πολύβιος] για την αυτοκρατορική Ρώμη ισχυροποίησε το θεμέλιο της δ η | μοκρατικής διαδικασίας της διαμεσολάβησης και της προσέδ σε οριστική μορφή ως μια σύνθεση ποικίλων μορφών διακυβέρ νησης. Ο Πολύβιος εννόησε την τέλεια μορφή της εξουσίας δομούμενη από ένα μεικτό πολίτευμα που συνδυάζει τη μονά
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
225
χική, την αριστοκρατική και τη δημοκρατική εξουσία.5 Οι νέοι πολιτικοί επιστήμονες των Ηνωμένων Πολιτειών οργάνωσαν αυτές τις τρεις μορφές εξουσίας ως τους τρεις κλάδους του δη μοκρατικού πολιτεύματος. Κάθε ανισορροπία μεταξύ αυτών των εξουσιών -και αυτό είναι το δεύτερο σημάδι της επιρροής του Πολύβιου- συνιστά ένα σύμπτωμα φθοράς. Το μακιαβελλικό Σύνταγμα των Ηνωμένων Πολιτειών είναι μια δομή που απο σκοπεί να εξουδετερώσει τη φθορά -τη φθορά τόσο των φα τριών όσο και των ατόμων, των ομάδων και του κράτους. Το Σύνταγμα σχεδιάστηκε έτσι ώστε να ανθίσταται σε οποιαδήπο τε κυκλική ολίσθηση στη φθορά, ενεργοποιώντας ολόκληρο το πλήθος και οργανώνοντας τη συντακτική του ικανότητα σε δί κτυα οργανωμένων αντίπαλων δυνάμεων, σε ροές ποικίλων και ισόρροπων λειτουργιών, και σε μια διαδικασία δυναμικής και εκτεταμένης αυτορρύθμισης. Αυτά τα αρχαία μοντέλα, εντούτοις, μόνο μέχρις εδώ μπο ρούν να χαρακτηρίσουν την εμπειρία των ΗΠΑ, γιατί από πολ λές απόψεις ήταν πραγματικά νέα και πρωτότυπη. Σε πολύ διαφορετικές συγκυρίες, ο Alexis de Tocqueville και η Han nah Arendt κατόρθωσαν να αντιληφθούν τον καινοτομικό χα ρακτήρα αυτής της νέας ιδεολογίας και της νέας μορφής εξου σίας. Ο Tocqueville ήταν ο πιο επιφυλακτικός από τους δύο. Μολονότι αναγνώρισε το σφρίγος του νέου πολιτικού σύμπαντος που διαμορφωνόταν στις Ηνωμένες Πολιτείες και διέκρινε τον τρόπο με τον οποίο η σύνθεση ετερογενών μορφών διακυβέρνη σης είχε σφυρηλατηθεί σε μια ρυθμισμένη μαζική δημοκρατία, ισχυρίστηκε επίσης ότι στην περίπτωση της Αμερικής η δημο κρατική επανάσταση είχε αγγίξει τα φυσικά της όρια. Γι’ αυτό το λόγο, η απόφανσή του σχετικά με το αν η αμερικανική δη μοκρατία θα μπορούσε να αποφύγει τη γνωστή κυκλική διαδι κασία της φθοράς ήταν ανάμεικτη, και όχι απερίφραστα απαι σιόδοξη.6 Η Hannah Arendt, αντίθετα, χαιρέτησε ανεπιφύλα κτα την αμερικανική δημοκρατία ως κοιτίδα αυτής καθαυτήν της νεωτερικής πολιτικής. Η Arendt υποστήριξε ότι κεντρική ιδέα της Αμερικανικής Επανάστασης είναι η εδραίωση της
226
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG
ελευθερίας, ή μάλλον η ίδρυση ενός πολιτικού σώματος οποίο θα διασφαλίζει το χώρο που χρειάζεται η ελευθερία ■) να λειτουργήσει.7 Η Arendt δίνει το κύριο βάρος στην εδραί σ η αυτής της δημοκρατίας μέσα στην κοινωνία, δηλαδή σ απαρασάλευτο του θεμελίου της και τη σταθερότητα της λ τουργίας της. Σύμφωνα με τη δική της εκτίμηση η επανάστ ση στέφεται με επιτυχία, μέχρι του σημείου να θέτει τέρμα σ δυναμική των συντακτικών δυνάμεων και να ιδρύει μια στα{ ρή συντεταγμένη εξουσία. Αργότερα θα επιχειρήσουμε μια κριτική αυτής της έννοι της δικτυακής εξουσίας που εμπεριέχει το Σύνταγμα των ΗΠ προς το παρόν όμως θέλουμε απλώς να τονίσουμε την πρωί τυπία της. Αντίθετα από τις νεωτερικές ευρωπαϊκές αντιλήψί περί κυριαρχίας, σύμφωνα με τις οποίες η πολιτική εξουα εναποτίθεται σε μια υπερβατική σφαίρα, με αποτέλεσμα ’ αποκόπτονται και να αποξενώνονται οι πηγές της εξουσίας α; την κοινωνία, εδώ η έννοια της κυριαρχίας.αναφέρεται σε μ εξουσία η οποία εδρεύει εξ ολοκλήρου στο εσωτερικό της κ< νωνίας. Η πολιτική δεν αντιτίθεται στην κοινωνία, αλλά τ ενσωματώνει και την τελειώνει.
Επεκτατική Αυτοκρατορία
Πριν προχωρήσουμε να εξετάσουμε πώς εξελίχθηκε και μετ σχηματίστηκε στην πορεία της ιστορίας των ΗΠΑ η νέα αρ; της κυριαρχίας, ας αφιερώσουμε λίγο χρόνο για να εστιάσου| την προσοχή μας στη φύση της ίδιας της έννοιας. Το πρώ χαρακτηριστικό της έννοιας της κυριαρχίας, όπως διαμορφώθ κε στις ΗΠΑ, είναι ότι προβάλλει την ιδέα της εμμένειας X εξουσίας εν αντιθέσει προς τον υπερβατικό χαρακτήρα της \ ωτερικής ευρωπαϊκής κυριαρχίας. Η ιδέα της εμμένειας εδρ ζεται σε μια ιδέα παραγωγικότητας. Στην αντίθετη περίπτωο η αρχή θα ακυρωνόταν: αν βασιζόταν μόνο στην εμμένεια, ' ποτά δεν θα επέτρεπε στην κοινωνία να γίνει πολιτική. | πλήθος που συγκροτεί την κοινωνία είναι παραγωγικό. Κα)
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
227
συνέπεια, η αμερικανική έννοια της κυριαρχίας δεν συνίσταται στη ρύθμιση του πλήθους αλλά προκύπτει μάλλον ως αποτέλε σμα των παραγωγικών συνεργιών του πλήθους. Η ουμανιστική επανάσταση της Αναγέννησης και οι συνακόλουθες εμπειρίες του σχισματικού Προτεσταντισμού ανέπτυξαν αυτή την ιδέα της παραγωγικότητας. Ακολουθώντας τις κατευθύνσεις της προτεσταντικής ηθικής, θα έλεγε κανείς ότι μόνο η παραγωγι κή δύναμη του πλήθους καταδεικνύει την ύπαρξη του Θεού και την επί γης παρουσία του θείου.8 Η εξουσία δεν είναι κάτι που μας διαφεντεύει άνωθεν, αλλά κάτι που εμείς μπορούμε να το δημιουργήσουμε. Η αμερικανική Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας αποθεώνει τη νέα ιδέα της εξουσίας με τη μεγαλύτερη δυνατή σαφήνεια. Η χειραφέτηση της ανθρωπότητας από κάθε υπερ βατική εξουσία θεμελιώνεται στη δύναμη του πλήθους να οικοδομεί τους δικούς του πολιτικούς θεσμούς και να συγκροτεί κοι νωνία. Αυτή η αρχή της συντακτικής παραγωγής, όμως, υποχωρεί σε -ή εξηγείται από- μια διαδικασία εαυτοσκόπησης σε ένα εί δος διαλεκτικής χορογραφίας. Αυτό είναι το δεύτερο χαρακτη ριστικό της έννοιας που προσέλαβε η κυριαρχία στις ΗΠΑ. Κα τά τη διαδικασία συγκρότησης της κυριαρχίας στο επίπεδο της εμμένειας ανακύπτει επίσης μια εμπειρία του πεπερασμένου, που οφείλεται στην αντιμαχόμενη και πολλαπλή φύση του πλή θους αυτού καθαυτό. Η νέα αρχή της κυριαρχίας φαίνεται να παράγει το δικό της εσωτερικό όριο. Για να εμποδίσει αυτά τα εμπόδια να καταλύσουν την τάξη και να αποδυναμώσουν εντε λώς το σχέδιό της, η κυρίαρχη εξουσία πρέπει να καταφυγει στην άσκηση ελέγχου. Με άλλα λόγια, μετά την πρώτη στιγ μή της κατάφασης ακολουθεί μια διαλεκτική άρνηση της συν τακτικής δύναμης του πλήθους που διατηρεί την τελεολογία του σχεδίου της κυριαρχίας. Μήπως λοιπόν βρισκόμαστε αντι μέτωποι με ένα σημείο κρίσης στην επεξεργασία της νέας έν νοιας; Μήπως η υπερβατικότητα, που αρχικά απορρίφθηκε όσον αφορά τον ορισμό της πηγής της εξουσίας, επιστρέφει από την πίσω πόρτα στην άσκηση της εξουσίας, όταν το πλήθος
228
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGl
ορίζεται ως πεπερασμένο και απαιτεί ως εκ τούτου ειδικά ερί γαλεία σωφρονισμού και ελέγχου; Ένα τέτοιο επακόλουθο αποτελεί μια απειλή που δεν μπ< ρεί ποτέ να αποκλειστεί, αφού όμως αναγνωρίσει αυτά τα εσ«ι| τερικά όρια, η νέα έννοια της κυριαρχίας, όπως διατυπώθη: στις ΗΠΑ, κάνει ένα εξαιρετικά ορμητικό άνοιγμα προς το έξι σχεδόν σαν να ήθελε να εκδιώξει την ιδέα του ελέγχου και στιγμή της εαυτοσκόπησης από το Σύνταγμά της. Το τρίτο χι ρακτηριστικό αυτής της έννοιας της κυριαρχίας είναι η τάι για ένα ανοιχτό, επεκτατικό σχέδιο που θα λειτουργεί σε α· ριόριστο πεδίο. Μολονότι το κείμενο του Συντάγματος τ ΗΠΑ δίνει ιδιαίτερο βάρος στην εαυτοσκοπική στιγμή, ο βίι και η εφαρμογή του Συντάγματος αντίθετα, καθ’ όλη τη διάρ| κεια της νομικής και πολιτικής τους ιστορίας, εμφανίζοντι ανοιχτά σε κάθε είδους επεκτατική κίνηση, στην ανανεωμέ διακήρυξη του δημοκρατικού θεμελίου της εξουσίας. Η αρχι της επέκτασης αντιμάχεται διαρκώς τις δυνάμεις της νομιμι ποίησης και του ελέγχου.9 ^ Είναι εκπληκτικό το πόσο μοιάζει αυτό το αμερικανικό πε£| ραμα με την αρχαία πολιτειακή εμπειρία, και ιδιαίτερα με πολιτική θεωρία που άντλησε έμπνευση από την αρχαία Ρώμ Σε εκείνη την παράδοση, η σύγκρουση μεταξύ ορίου και επι κτασης αιρόταν πάντοτε υπέρ της επέκτασης. Ο Machiavel' όρισε ως επεκτατικές τις πολιτείες που το δημοκρατικό τι θεμέλιο είχε ως αποτέλεσμα τόσο τη διαρκή παραγωγή συγ| κρούσεων όσο και την ιδιοποίηση νέων εδαφών. Ο Πολύβι* θεώρησε τον επεκτατικό χαρακτήρα ως ανταμοιβή για την τ© λειότητα με την οποία συντελέστηκε η σύνθεση των τριών μορ^ φών διακυβέρνησης, γιατί η υπέροχη μορφή μιας τέτοιας εξοι»| σίας ενθαρρύνει τη δημοκρατική πίεση του πλήθους να υπερβε! κάθε όριο και έλεγχο. Χωρίς επέκταση, η πολιτεία κινδυνεύβΙ διαρκώς να απορροφηθεί στον κύκλο της φθοράς.10 | Πρέπει να διακρίνουμε αυτή τη δημοκρατική επεκτατική! τάση που υπονοείται στην έννοια της δικτυακής εξουσίας α π | άλλες, καθαρά επεκτατικές και ιμπεριαλιστικές μορφές ε
ΑΥΤΟ Κ ΡΑΤ Ο ΡΙΑ
229
κτασης. Η θεμελιώδης διαφορά είναι ότι η επεκτατική διάθεση της εμμενούς έννοιας της κυριαρχίας έχει το χαρακτήρα της συμπερίληψης και όχι του αποκλεισμού. Με άλλα λόγια, όταν επεκτείνεται, αυτή η νέα κυριαρχία δεν προσαρτά ούτε κατα στρέφει τις ξένες δυνάμεις με τις οποίες έρχεται αντιμέτωπη, αλλά αντίθετα επιχειρεί ένα άνοιγμα προς αυτές και τις περι κλείει στο δίκτυο. Αυτό που διευρύνεται είναι η βάση της συ ναίνεσης και έτσι, μέσω του δομικού δικτύου των αντίπαλων δυνάμεων, ολόκληρο το κυρίαρχο σώμα ανασχηματίζεται διαρ κώς. Ακριβώς λόγω αυτής της επεκτατικής της τάσης, η νέα έννοια της κυριαρχίας είναι βαθιά ρεφορμιστική.11 Μπορούμε τώρα να διακρίνουμε σαφώς την ε π ε κ τ α τ ικ ή τά ση της δημοκρατικής πολιτείας από τον ε π ε κ τ α τ ισ μ ό των υπερβατικών ηγεμόνων -ή , επειδή περί αυτού κυρίως πρόκει ται, από τον επεκτατισμό των εθνικών κρατών της νεωτερικότητας. Η ιδέα της κυριαρχίας ως μιας εξουσίας η οποία επεκτείνεται σε δίκτυα ισορροπεί στον αρμό που συνδέει την αρχή μιας δημοκρατικής πολιτείας με την ιδέα της Αυτοκρατορίας. Η Αυτοκρατορία μπορεί να εννοηθεί μόνον ως μια οικουμενική πολιτεία, ένα δίκτυο αντίπαλων δυνάμεων δομημένο έτσι ώστε να αποτελεί ένα απεριόριστο και περιεκτικό αρχιτεκτόνημα. Αυτή η αυτοκρατορική επέκταση δεν έχει καμιά σχέση με τον ιμπεριαλισμό, ούτε με εκείνους τους κρατικούς οργανισμούς που έχουν σχεδιαστεί για κατάκτηση, διαρπαγή, γενοκτονία, αποικισμό και υποδούλωση. Σε αντίθεση με τέτοιου είδους ιμπερια λιστικές συμπεριφορές, η Αυτοκρατορία επεκτείνει και εδραιώ νει το μοντέλο της δικτυακής εξουσίας. Ασφαλώς, όταν εξετά ζουμε αυτές τις αυτοκρατορικές διαδικασίες ιστορικά (και σύν τομα θα εστιάσουμε στην εκδίπλωσή τους μέσα στην ιστορία των ΗΠΑ), βλέπουμε καθαρά ότι οι επεκτατικές στιγμές της Αυτοκρατορίας είναι λουσμένες στα δάκρυα και το αίμα, όμως η ταπεινή ιστορία δεν ακυρώνει τη διαφορά που παρουσιάζουν οι δύο έννοιες. Ίσως το βασικότερο χαρακτηριστικό της αυτοκρατορικής κυριαρχίας είναι ότι ο χώ ρ ο ς τ η ς είνα ι π ά ν τ ο τ ε α νο ιχτό ς. Όπως
230
MICHAEL HARDT - ANTONIO NE'
είδαμε σε προηγούμενα κεφάλαια, η νεωτερική κυριαρχία αναπτύχθηκε στην Ευρώπη από τον 16ο αιώνα και έπειτ^ αντιλήφθηκε το χώρο ως περιχαραγμένο, και τα σύνορά αστυνομεύονταν πάντοτε από την κυρίαρχη διοίκηση. Η νεω' ρική κυριαρχία εδρεύει ακριβώς στο όριο. Αντίθετα, σύμφωΐ| με την αυτοκρατορική έννοια της κυριαρχίας, η εξουσία βρίσκ τη λογική που διέπει την τάξη της πάντα ανανεωμένη και πά τα αναδημιουργημένη μέσα στην επέκταση. Αυτός ο ορισμ της αυτοκρατορικής εξουσίας γεννά πλήθος παράδοξα: το m ράδοξο της αδιαφορίας των υποκειμένων σε συνδυασμό με $ μοναδικοποίηση των παραγωγικών δικτύων· το παράδοξο τι ανοιχτού και επεκτεινόμενου χώρου της Αυτοκρατορίας σε συ δυασμό με τις συνεχείς του επανεδαφικοποιήσεις· κ.ο.κ. Η ιδι μιας Αυτοκρατορίας που είναι ταυτόχρονα και μια δημοκρατι» πολιτεία σχηματίζεται εντούτοις ακριβώς με τη σύνδεση κ α ι« συνδυασμό των εκ διαμέτρου αντίθετων όρων που περιέχουν ^ παραπάνω παράδοξα. Η ένταση αυτών των εννοιολογικών π ραδόξων θα διαποτίσει την άρθρωση και την ίδρυση της αυτ κρατορικής κυριαρχίας στην πράξη. Τέλος, πρέπει να τονίσουμε ότι στη βάση της ανάπτυξης κί της επέκτασης της Αυτοκρατορίας βρίσκουμε μια ιδέα ειρήνι Πρόκειται για μια εμμενή ιδέα ειρήνης που αντιτάσσεται να στην υπερβατική ιδέα περί ειρήνης, δηλαδή στην ειρήνη μόνο ο υπερβατικός κυρίαρχος μπορεί να επιβάλει σε μια κι νωνία που η φύση της καθορίζεται από τον πόλεμο. Ο Βιρ λιος μας δίνει ίσως την υψηλότερη έκφραση αυτής της ρω| κής ειρήνης: «Η έσχατη εποχή που προφήτευσε το μαντε| έχει έρθει·/η θαυμαστή τάξη των αιώνων γεννιέται και πάλι».|
Ανοιχτά σύνορα Η υλοποίηση της αυτοκρατορικής έννοιας της κυριαρχίας συνί| στά μια μακροχρόνια διαδικασία η οποία εξελίχθηκε μέσα απ* τις διάφορες φάσεις της πολιτειακής ιστορίας των ΗΠΑ. γραπτό κείμενο, ασφαλώς το Σύνταγμα των ΗΠΑ παρέμειν
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
231
κατά το μάλλον ή ήττον αμετάβλητο (αν εξαιρέσει κανείς ορι σμένες εξαιρετικά σημαντικές τροποποιήσεις), το Σύνταγμα όμως πρέπει επίσης να εννοείται ως ένα ολικό καθεστώς δικαϊκής ερμηνείας και πρακτικής που ασκείται όχι μόνο από δικη γόρους και δικαστές αλλά και από τα υποκείμενα καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας. Αυτό το υλικό, κοινωνικό σύνταγμα έχει όντως υποστεί ριζικές μεταβολές από την ίδρυση της πολιτείας και μετά. Η πολιτειακή ιστορία των ΗΠΑ πρέπει ουσιαστικά να διαιρεθεί σε τέσσερις διαφορετικές φάσεις ή καθεστώτα.13 Μια πρώτη φάση εκτείνεται από τη Διακήρυξη της Ανεξαρτη σίας ώς τον εμφύλιο πόλεμο και την αποκατάσταση της ενότη τας· μια δεύτερη, εξαιρετικά αντιφατική φάση, αντιστοιχεί στην εποχή του προοδευτισμού, καλύπτοντας το γύρισμα του αιώνα, από το ιμπεριαλιστικό δόγμα του Theodore Roosevelt μέχρι τον διεθνή ρεφορμισμό του Woodrow Wilson· μια τρίτη φάση ξεκινάει από το Νιου Ντηλ και τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο και φτάνει μέχρι το αποκορύφωμα του ψυχρού πολέμου· και τέλος, μια τέταρτη φάση εγκαινιάζεται με τα κοινωνικά κινήματα της δεκαετίας του 1960 και συνεχίζεται κατά την περίοδο της διά λυσης της Σοβιετικής Ένωσης και του ανατολικοευρωπαϊκού μπλοκ. Καθεμιά από αυτές τις φάσεις της πολιτειακής ιστορίας των ΗΠΑ αποτελεί ένα περαιτέρω βήμα για την υλοποίηση της αυτοκρατορικής κυριαρχίας. Κατά την πρώτη φάση της πολιτειακής ιστορίας των ΗΠΑ, στο διάστημα που ορίζουν οι προεδρίες του Thomas Jefferson και του Andrew Jackson, ο ανοιχτός χώρος του συνόρου έγινε το εννοιολογικό πεδίο της ρεπουμπλικανικής δημοκρατίας: αυ τό το άνοιγμα επέτρεψε στο Σύνταγμα τον πρώτο του ισχυρό ορισμό. Οι διακηρύξεις της ελευθερίας είχαν νόημα μόνο σε έναν χώρο όπου η συγκρότηση του κράτους θεωρούνταν ως μια ανοιχτή διαδικασία, μια συλλογική αυτοδημιουργία.14 Το ση μαντικότερο, αυτό το αμερικανικό πεδίο ήταν απαλλαγμένο από τις μορφές της συγκεντροποίησης και της ιεραρχίας που χαρακτήριζαν την Ευρώπη. Ο Tocqueville και ο Marx, εξ αντιθέτων ορμώμενοι, συμφωνούν στο εξής: η αμερικανική κοι-
IF 232
H *1'1 \ / L
.
4 \·
iU
n\
..
'■
MICHAEL HARDT - ANTONIO N1
νωνία των πολιτών δεν αναπτύσσεται υπό το βάρος του ζυ| της φεουδαρχικής και αριστοκρατικής εξουσίας αλλά εκ» από ένα ξεχωριστό και πολύ διαφορετικό θεμέλιο.15 Ένα αργ| όνειρο φαίνεται και πάλι δυνατό να πραγματοποιηθεί. Ένα < ριόριστο έδαφος ανοίγεται στην επιθυμία ( c u p id ita s ) της*! θρωπότητας, η οποία μπορεί έτσι να αποφύγει την κρίσην· γεννά η σχέση μεταξύ αρετής ( v irtu s) και τύχης (foriuna)Jj είχε στήσει ενέδρα στη δημοκρατική επανάσταση της Ευ και ήταν υπεύθυνη για τον εκτροχιασμό της. Σύμφωνα σκοπιά των αρτιγέννητων Ηνωμένων Πολιτειών, τα εμτ στην ανθρώπινη εξέλιξη τίθενται από τη φύση -και η φύσ%| εμφανίζει ανυπέρβλητους ανταγωνισμούς ή παγιωμένες κοινί| κές σχέσεις. Είναι ένα πεδίο πρόσφορο για μετασχηματί και διάσχιση. Ήδη στην πρώτη φάση, συνεπώς, βεβαιώνεται μια νέ<χ | χή κυριαρχίας, διαφορετική από την ευρωπαϊκή: η ελευβ γίνεται κυρίαρχη και η κυριαρχία ορίζεται ως ριζικά δήμο» τική μέσα σε μια ανοιχτή και ακατάπαυστη διαδικασία κτασης. Το σύνορο είναι ένα σύνορο ελευθερίας. Πόσο κο^ θα ήταν η ρητορική των συντακτών του F e d e r a lis t και ανεπαρκής η «νέα πολιτική επιστήμη» τους, αν δεν είχαν ως προϋπόθεση αυτόν τον αχανή και κινητό ουδό του συνό$ Η ίδια η ιδέα της έλλειψης, που -όπως και η ιδέα του μου- βρισκόταν στον πυρήνα της ευρωπαϊκής έννοιας της Λ τερικής κυριαρχίας, εξοβελίζεται a priori από τις συντακτΐ| διαδικασίες της αμερικανικής εμπειρίας. Ο Jefferson κα Jackson κατάλαβαν τη σπουδαιότητα του συνόρου και το γνώρισαν ως το θεμέλιο στο οποίο στηριζόταν η επεκτατΜ τάση της δημοκρατίας.16 Η ελευθερία και το σύνορο εμφανίΐ μια σχέση αλληλεξάρτησης: κάθε δυσκολία, κάθε όριο ,™ ελευθερίας είναι ένα εμπόδιο που πρέπει να ξεπεραστεί, ουδός που πρέπει να υπερβληθεί. Από τις ακτές του Ατλ κού ώς εκείνες του Ειρηνικού εκτεινόταν μια περιοχή πλοή και ελευθερίας, διαρκώς πρόσφορη για τη χάραξη νέων γρ μών διαφυγής. Σε αυτό το πλαίσιο υπάρχει τουλάχιστον μια *
ΑΤ ΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
233
ρική μετατόπιση της άρσης της αμφίσημης διαλεκτικής που εί δαμε να αναπτύσσεται στο εσωτερικό του αμερικανικού Συν τάγματος, το οποίο υπέταξε τις εμμενείς αρχές της Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας σε μια υπερβατική τάξη συνταγματικής εαυτοσκόπησης. Στις εκτάσεις αυτών των αχανών ανοιχτών χώρων η συντακτική τάση αποδεικνύεται νικήτρια έναντι της ρυθμι στικής εαυτοσκόπησης, όπως και η πρωτοβουλία του πλήθους έναντι της συγκεντροποίησης της εξουσίας. Εντούτοις η ουτοπία των ανοιχτών χώρων, που τόσο σημαν τικό ρόλο διαδραματίζει στην πρώτη φάση της αμερικανικής πολιτειακής ιστορίας, ήδη ενέχει με εξαιρετικά ευφυή τρόπο μια βάρβαρη μορφή καθυπόταξης. Το βορειοαμερικανικό πεδίο μπορεί να εννοηθεί ως κενό μόνον αν αγνοήσουμε ηθελημένα την ύπαρξη των αυτοχθόνων κατοίκων της Αμερικής -ή μάλ λον αν τους εννοήσουμε ως ανθρώπινα όντα μιας διαφορετικής τάξεως, ως υπανθρώπους, ως μέρος του φυσικού περιβάλλοντος. Όπως ακριβώς η γη πρέπει να καθαριστεί από τα δέντρα και τις πέτρες για να καλλιεργηθεί, έτσι και το βορειοαμερικανικό πεδίο πρέπει να καθαριστεί από τους αυτόχθονες κατοίκους του. Όπως ακριβώς οι κάτοικοι των συνόρων πρέπει να παρα σκευαστούν κατάλληλα για να αντιμετωπίσουν τους βαρείς χει μώνες, έτσι κι εκείνοι πρέπει να οπλιστούν για να αντιμετωπί σουν τους γηγενείς πληθυσμούς. Οι αυτόχθονες Αμερικανοί θε ωρούνταν απλώς ως ένα εξαιρετικά οχληρό στοιχείο της φύσης, και εξαπολύθηκε ένας διαρκής πόλεμος με σκοπό την εκδίωξη και/ή την εξάλειψή τους. Εδώ βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια αντίφαση που δεν μπορεί να την απορροφήσει η συνταγματική μηχανή: οι αυτόχθονες Αμερικανοί δεν μπορούσαν να ενσωμα τωθούν στην επεκτατική κίνηση του συνόρου ως τμήμα της συνταγματικής τάσης· έπρεπε μάλλον να τεθούν εκτός του πε δίου για να είναι δυνατόν οι χώροι του να παρουσιαστούν ως ανοιχτοί και να πραγματοποιηθεί η επέκταση. Αν το Σύνταγμα των ΗΠΑ τους είχε αναγνωρίσει, δεν θα υπήρχε κανένα πραγ ματικό σύνορο στην ήπειρο, ούτε ανοιχτοί χώροι που περίμεναν να πληρωθούν. Οι αυτόχθονες Αμερικανοί υπήρχαν μόνον εκτός
234
til
'ΊΛ ' r>*\ \
Vi,
.
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGI
Συντάγματος, ως το αρνητικό θεμέλιό του: με άλλα λόγια, αποκλεισμός και ο αφανισμός τους αποτελούσαν αναγκαίες ouVfg θήκες για τη λειτουργία του Συντάγματος αυτού καθαυτό. All τή η αντίφαση ίσως δεν είναι δυνατόν καν να γίνει αντιλητ ως κρίση, αφού οι αυτόχθονες Αμερικανοί έχουν τόσο δραματ κά αποκλειστεί και καταστεί εξωτερικά στοιχεία όσον αφορά τις διεργασίες της συνταγματικής μηχανής. Στην πρώτη φάση που εκτείνεται από τη θεμελίωση της δϊ μοκρατικής πολιτείας ως τον αμερικανικό εμφύλιο, η συνταγί ματική δυναμική περιήλθε όντως σε κρίση, λόγω μιας εσωτερ κής αντίφασης. Ενώ οι αυτόχθονες Αμερικανοί τέθηκαν εκτό<| του Συντάγματος, οι Αφροαμερικανοί είχαν εξαρχής συμπεριλήΙ φθεί σε αυτό. Η σύλληψη του συνόρου και η ιδέα και η προ κτική ενός ανοιχτού χώρου δημοκρατίας κατ’ ουσίαν ήταν νυφασμένες με μια εξίσου ανοιχτή και δυναμική έννοια του ού, του πλήθους και της φυλής. Ο δημοκρατικός λαός είνο ένας νέος λαός, ένας λ α ό ς σ ε κ α τά σ τα σ η εξόδου π ο υ εποικίζει! τα κενά (ή εκκενωμένα) νέα εδάφη. Από μιας αρχής, ο αμερ«1 κανικός χώρος δεν ήταν μόνον ένας εκτεταμένος, απεριόριστο χώρος αλλά και ένας εντατικός χώρος: ένας χώρος διασταυρώ» σεων, ένα «χωνευτήρι» διαρκούς υβριδικοποίησης. Η πρώτή πραγματική κρίση που κλυδώνισε την αμερικανική έννοια τη ζ ελευθερίας εκδηλώθηκε σε αυτόν τον εσωτερικό, εντατικό χώ-Η ρο. Η μαύρη δουλεία, μια πρακτική κληρονομημένη από τιςί αποικιοκρατικές δυνάμεις, ήταν ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο για; το σχηματισμό ενός ελεύθερου λαού. Το θαυμαστό αμερικανικό': α ντ ία π ο ίχ ια κ ό πολίτευμα όφειλε να ενσωματώσει αυτόν τον κα*'ϊ τεξοχήν α π ο ικ ιο κ ρ α τικ ό θεσμό στον ίδιο τον πυρήνα του. Οι' αυτόχθονες Αμερικανοί μπορούσαν να αποκλειστούν, γιατί η| νέα πολιτεία δεν εξαρτώνταν από την εργασία τους, η εργασία: των μαύρων δούλων όμως αποτελούσε ένα βασικό στήριγμα των* νεόκοπων Ηνωμένων Πολιτειών: οι Αφροαμερικανοί έπρεπε ναι συμπεριληφθούν στο Σύνταγμα, δεν ήταν όμως δυνατόν να συμπεριληφθούν ως ίσοι. (Οι γυναίκες, εννοείται, κατέλαβαν μια| παρόμοια θέση.) Οι συνταγματολόγοι των νότιων πολιτειών δενί|
ΑΥ ΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
235
δυσκολεύτηκαν να αποδείξουν ότι το Σύνταγμα, στη διαλεκτι κή, εαυτοσκοπική και «φεντεραλιστική» του στιγμή, επέτρεπε -έως και απαιτούσε- αυτή τη στρεβλή ερμηνεία της κοινωνι κής κατανομής της εργασίας που ήταν ολωσδιόλου αντίθετη με την κατάφαση της ισότητας, όπως είχε εκφραστεί στη Διακή ρυξη της Ανεξαρτησίας. Την ευαίσθητη φύση αυτής της αντίφασης τη δείχνει ο αλ λόκοτος συμβιβασμός που έγινε κατά το σχεδίασμά του Συν τάγματος, ένας συμβιβασμός που επιτεύχθηκε μόνο μετά από επίπονες διαπραγματεύσεις, βάσει του οποίου ο πληθυσμός των δούλων βαρύνει στον καθορισμό του αριθμού των αντιπροσώπων κάθε πολιτείας στη Βουλή των Αντιπροσώπων, σε μια αναλο γία όμως όπου ένας σκλάβος ισοδυναμεί με τα τρία πέμπτα ενός ελεύθερου ατόμου. (Οι νότιες πολιτείες κατέβαλαν μεγάλες προσπάθειες για να κάνουν αυτή την αναλογία το δυνατόν υψη λότερη, ούτως ώστε να αυξήσουν τη δύναμή τους στο Κογκρέ σο, ενώ οι βόρειες προσπάθησαν να την ελαττώσουν.) Οι συνταγματολόγοι κατ’ ουσίαν αναγκάστηκαν να π ο σ ο τιχ ο π ο ιή σ ο υ ν τη συνταγματική αξία κάθε φυλής. Έτσι τα μέλη της συντα κτικής Βουλής διακήρυξαν ότι ο αριθμός των αντιπροσώπων «θα καθορίζεται προσθέτοντας στον συνολικό αριθμό των ελεύ θερων ατόμων, περιλαμβανομένων και εκείνων που προσωρινά υπηρετούν τη στρατιωτική τους θητεία, και, με την εξαίρεση των μη φορολογούμενων Ινδιάνων, τα τρία πέμπτα των υπόλοι πων ατόμων».17 Αν η αναλογία περιοριζόταν σε ένα για τους λευκούς και μηδέν για τους αυτόχθονες Αμερικανούς, το πρό βλημα θα ήταν σχετικά μικρό, όμως τα τρία πέμπτα είναι πο λύ ενοχλητικός αριθμός για ένα Σύνταγμα. Οι αφροαμερικανοί σκλάβοι δεν ήταν δυνατόν ούτε να συμπεριληφθούν στο σύνολό τους αλλά ούτε και να αποκλειστούν εντελώς. Η μαύρη δουλεία αποτελούσε κατά παράδοξο τρόπο τόσο μια εξαίρεση όσο και ένα θεμέλιο του Συντάγματος. Αυτή η αντίφαση γέννησε μια κρίση στην άρτι αναπτυχθείσα αμερικανική έννοια της κυριαρχίας, γιατί εμπόδιζε την ελεύθερη κυκλοφορία, τη μείξη και την ισότητα που ζωογονούν
236
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEi
το θεμέλιό της.18 Η αυτοκρατορική κυριαρχία πρέπει πάντα '; υπερβαίνει τους φραγμούς και τις οριοθετήσεις, τόσο μέσα επικράτειά της όσο και στα σύνορα. Αυτή ακριβώς η διαρκΙ υπέρβαση καθιστά ανοιχτό τον αυτοκρατορικό χώρο. Τα πέρβλητα εσωτερικά στεγανά μεταξύ λευκών και μαύρων, εΛ θέρων και δούλων, εμπόδισαν τη λειτουργία του μηχανισμ της αυτοκρατορικής ενσωμάτωσης και κλόνισαν την ιδεολογι* φιλοδοξία των ανοιχτών χώρων. ^ Ο Abraham Lincoln ασφαλώς είχε δίκιο όταν, διευθύνοντα τον αμερικανικό εμφύλιο, σκέφτηκε τον εαυτό του ως ανακή νιστή του έθνους. Η ψήφιση της δεκάτης τετάρτης τροποποίΐ σης σήμανε την αρχή μιας σειράς δικαϊκών αγώνων που έμ λε να διαρκέσουν περισσότερο από έναν αιώνα, σχετικά με ii πολιτικά δικαιώματα και την ίση μεταχείριση των ΑφροαμεΜ κανών. Επιπλέον, η συζήτηση για τη δουλεία ήταν άρρηκ« συνδεδεμένη με τις συζητήσεις για τα νέα εδάφη. Αυτό διακυβευόταν ήταν ο επαναπροσδιορισμός του χ ώ ρ ο υ του θνους. Το ερώτημα που ζητούσε απάντηση ήταν αν η ελεύθεΜ μαζική έξοδος του πλήθους, ενωμένου σε μια πλουραλιστι» κοινότητα, είχε ακόμη τη δυνατότητα να εξελίσσεται, να λειοποιείται και να υλοποιεί μια νέα διαμόρφωση του δημόσιό χώρου. Η νέα δημοκρατία έπρεπε να καταστρέψει την υπερβ σιακή ιδέα του έθνους με όλες τις φυλετικές διαιρέσεις του κβ να δημιουργήσει τον δικό της λαό, οριζόμενο όχι από στοιχεΜ κληρονομημένα από το παρελθόν, αλλά από μια νέα ηθική συγκρότησης και της επέκτασης της κοινότητας. Το νέο έθνο δεν μπορούσε παρά να είναι το προϊόν της πολιτικής και πολιί τισμικής διαχείρισης υβριδικών ταυτοτήτων.
Το κλείσιμο του αυτοκρατορικού χώρου Οι απέραντοι ανοιχτοί αμερικανικοί χώροι κάποια στιγμή εξανί τλήθηκαν. Ακόμη και ο εκτοπισμός των αυτοχθόνων Αμερικ» νών ολοένα πιο μακριά και ο περιορισμός τους σε διαρκώς μ» κρότερες εκτάσεις, δεν επαρκούσε. Κατά τον 19ο και τον 2CN
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
237
αιώνα, η αμερικανική ελευθερία, το νέο μοντέλο της δικτυακής εξουσίας που πρότεινε, και η σύλληψή της ως εναλλακτικής πρότασης έναντι της νεωτερικής κυριαρχίας, όλα αυτά προσέκρουσαν στην αναπόφευκτη παραδοχή ότι το ανοιχτό πεδίο ήταν περιορισμένο. Η εξέλιξη του Συντάγματος των ΗΠΑ εφε ξής θα ισορροπούσε σε ένα αντιφατικό όριο. Κάθε φορά που ο επεκτατικός χαρακτήρας του συνταγματικού σχεδίου ερχόταν αντιμέτωπος με τα όριά του, η πολιτεία έμπαινε στον πειρασμό να αποδοθεί σε έναν ευρωπαϊκού χαρακτήρα ιμπεριαλισμό. Ωστόσο, υπήρχε πάντα και μια δεύτερη λύση: η επάνοδος στο σχέδιο της αυτοκρατορικής κυριαρχίας και η άρθρωσή του με τροπο συνεπή προς την αρχική «ρωμαϊκή» αποστολή των Ηνω μένων Πολιτειών. Αυτή η νέα πράξη του πολιτικού σχεδίου των ΗΠΑ διαδραματίστηκε στην εποχή του Προοδευτισμού, από τη δεκαετία του 1890 ώς τον Α' Παγκόσμιο πόλεμο. Την ίδια περίοδο η ταξική διαπάλη ανήλθε στο προσκήνιο της ιστορίας των Ηνωμένων Πολιτειών. Η ταξική διαπάλη έθε τε το πρόβλημα της ελλείψεως, όχι απόλυτα, αλλά με όρους που προσιδίαζαν στην ιστορία της κεφαλαιοκρατίας: τουτέστιν, ως την αδικία όσον αφορά τη διανομή των αγαθών της ανά πτυξης σύμφωνα με τις γραμμές του κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας. Ο ταξικός διαχωρισμός αναδύθηκε ως ένα όριο που απειλούσε να αποσταθεροποιήσει τις εκτεταμένες ισορρο πίες του Συντάγματος. Ταυτόχρονα, τα μεγάλα τραστ του κε φαλαίου άρχισαν να οργανώνουν νέες μορφές οικονομικής εξου σίας, αποσυνδέοντας τον πλούτο από την παραγωγικότητα και το χρήμα από τις παραγωγικές σχέσεις. Ενώ στην Ευρώπη αυ τό βιώθηκε σε μια σχετικά συνεχή γραμμή εξέλιξης -επειδή το χρηματοδοτικό κεφάλαιο βασίστηκε στην κοινωνική θέση της γαιοπροσόδου και της αριστοκρατίας-r, στις Ηνωμένες Πολιτεί ες ήταν ένα εκρηκτικό γεγονός. Έθεσε σε κίνδυνο την ίδια την πιθανότητα ενός πολιτεύματος που θα λειτουργούσε υπό μορφήν δικτύων, γιατί, όταν μια δύναμη γίνεται μονοπωλιακή, το ίδιο το δίκτυο καταστρέφεται. Αφ’ ης στιγμής η επέκταση του χώ ρου δεν ήταν πια δυνατή, και άρα ήταν πλέον αδύνατο να χρη
238
MICHAEL HARDT - ANTONIO ΝΕΟΪ
σιμοποιηθεί ως στρατηγική άρσης των συγκρούσεων, η κοινι νική σύγκρουση εμφανίστηκε ευθέως ως ένα βίαιο και αδιά)ϋ λακτο γεγονός. Η είσοδος στη σκηνή του μεγάλου εργατικοί κινήματος των ΗΠΑ επιβεβαίωσε το κλείσιμο του σύνταγμα· κού χώρου της διαμεσολάβησης και της πιθανότητας της χωρίί! κής μετατόπισης των συγκρούσεων. Η εξέγερση της πλατεία^ Χέιμαρκετ και η απεργία των εργατών της Πούλμαν το ■ σαν καθαρά: δεν υπάρχει πλέον ανοιχτός χώρος, και άρα η δια| πάλη θα οδηγήσει σε ευθεία σύγκρουση, εδώ ακριβώς, χωρΙ καμιά δυνατότητα μετατόπισης.19 Στην πραγματικότητα, ότ< η εξουσία βρέθηκε αντιμέτωπη με τα χωρικά της όρια, αναγ^ κάστηκε να αναδιπλωθεί στον εαυτό της. Αυτό ήταν το νέ^ί πλαίσιο βάσει του οποίου έπρεπε να γίνουν όλες οι κινήσεις τι παιχνιδιού. Το κλείσιμο του χώρου προκάλεσε μια σοβαρή αμφισβή ση του αρχικού αμερικανικού συνταγματικού πνεύματος, και οδός αντιμετώπισης αυτής της αμφισβήτησης ήταν γεμάτη κιιίί δύνους. Ποτέ δεν εκδηλώθηκε εντονότερα η παρόρμηση να τατραπούν οι Ηνωμένες Πολιτείες σε κάτι ανάλογο της ευ παϊκής κυριαρχίας. Οι έννοιες που έχουμε παραλάβει πβ| «αντίδρασης», «ενεργού αντεπανάστασης», «προληπτικής αστώ νομικής δράσης» και «Κράτους Pinkerton», αναπτύχθηκαν όλε στις Ηνωμένες Πολιτείες στη διάρκεια αυτής της περιόδου, i ταξική καταστολή όπως εφαρμόστηκε στις ΗΠΑ δεν είχε τίπο τα να ζηλέψει από τους διάφορους κάιζερ καί' τσάρους της Ευ ρώπης. Σήμερα, αυτή η θηριώδης περίοδος της κεφαλαιοκράτη κής και κρατικής καταστολής δεν έχει σβήσει, έστω και αν τβ ονόματα των πρωτεργατών της (όπως αυτά των Frick, Cal* negie, Mellon και Morgan) χρησιμεύουν πλέον μόνο για ν( κοσμούν τα υπέρθυρα φιλανθρωπικών ιδρυμάτων. Πόσο θηριώ δης ήταν αυτή η καταστολή -κ ι όσο ισχυρότερη ήταν η κατΛ στολή τόσο ισχυρότερη ήταν και η αντίσταση! Αυτό είναι πά έχει πραγματικά σημασία. Αν τα πράγματα είχαν εξελιχθί διαφορετικά, αν η αντίσταση έναντι της καταστολής δεν ήτβΒ τόσο ισχυρή, αυτό το βιβλίο για την Αυτοκρατορία, ως μι|Β
ΑΥ ΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
239
μορφή υπονόμευσης διαφορετική του ιμπεριαλισμού, δεν θα εί χε λόγο να γραφτεί. Οι δυνατές γραμμές απάντησης στο κλείσιμο του χώρου της βορειοαμερικανικής ηπείρου ήταν ποικίλες, αντιφατικές και αντικρουόμενες. Και οι δύο προτάσεις που πρυτάνευσαν και κα θόρισαν την κατεύθυνση της μετέπειτα ανάπτυξης του Συντάγ ματος αναπτύχθηκαν στο πλαίσιο του αμερικανικού «προρδευτισμού» των αρχών του 20ού αιώνα. Η πρώτη προτάθηκε από τον Theodore Roosevelt, η δεύτερη από τον Woodrow Wilson· η πρώτη έθεσε σε εφαρμογή μια τελείως παραδοσιακή, ευρω παϊκού χαρακτήρα ιμπεριαλιστική ιδεολογία, ενώ η δεύτερη υι οθέτησε μια διεθνιστική ιδεολογία ειρήνης ως επέκταση της συνταγματικής σύλληψης της δικτυακής εξουσίας. Και οι δύο προτάσεις φιλοδοξούσαν να αποτελέσουν απαντήσεις στο ίδιο πρόβλημα: την κρίση της κοινωνικής σχέσης και συνακόλουθα την κρίση του ανοιχτού χώρου που είχε διακηρύξει ο Jefferson. Και για τις δύο, το δεύτερο σημαντικότερο στοιχείο ήταν η φθο ρά της συνταγματικής δικτυακής εξουσίας μέσω της διαμόρφω σης πανίσχυρων τραστ. Τόσο η προεδρία του Roosevelt όσο και εκείνη του Wilson σημαδεύτηκαν από την ψήφιση σημαντικών προοδευτικών νόμων εναντίον των μεγάλων τραστ, από τη ρύθ μιση του καθεστώτος των σιδηροδρόμων από τον Roosevelt μέ χρι την ευρεία ρύθμιση των επιχειρήσεων και των οικονομικών από τον Wilson. Κοινό τους πρόβλημα ήταν να κατανοήσουν πώς μπορούσε να κατευναστεί ο ταξικός ανταγωνισμός, ο οποί ος πλέον είχε σχεδόν καταστρέψει το μοντέλο της δικτυακής εξουσίας. Αναγνώρισαν ότι κάτι τέτοιο ήταν αδύνατο να γίνει μέσα στα όρια που επέβαλλε το σύστημα -και αυτό είναι το τρίτο κοινό σημείο τους. Το ανοιχτό πεδίο είχε αναλωθεί και, ακόμη κι αν δεν είχε εξαντληθεί εντελώς, οποιοσδήποτε χώρος για περαιτέρω κίνηση δεν μπορούσε να εξασφαλιστεί με δημο κρατικούς όρους. Αφ’ ης στιγμής ήταν ανέφικτη μια εσωτερική λύση στο κλείσιμο του χώρου, ο προοδευτισμός της αμερικανικής ιδεολο γίας έπρεπε να πραγματωθεί στρεφόμενος προς τα έξω. Και οι
240
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGM
δύο απαντήσεις έδιναν έμφαση σε αυτήν την προς τα έξω κί| νηση, το σχέδιο όμως του Wilson είχε πολύ πιο έντονα ουτο πικό χαρακτήρα από το σχέδιο του Roosevelt. Για τον Roose velt, ο Ισπανοαμερικανικός πόλεμος και η ανασύνταξη τβ Σκληροτράχηλων Ιππέων (Rough Riders) πάνω στο λόφο Σ α| Χουάν συνιστούσαν το πρότυπο της λύσης, και αυτή η εικόν απέκτησε κεντρικότερη θέση στην πολιτική του καθώς ο ίδιο υφίστατο τη λαϊκιστική του μεταστροφή. Η λύση που πρότειν ο Roosevelt για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα των ορίων χώρου προϋπέθετε την εγκατάλειψη των αρχικών χαρακτηρ στικών του αμερικανικού μοντέλου και αντ’ αυτών την επιδΰ ξη στόχων και τη χρήση μεθόδων ανάλογων με εκείνους το λαϊκιστικού αποικιακού ιμπεριαλισμού ενός Cecil Rhodes του προοδευτικού ιμπεριαλισμού της γαλλικής Τρίτης Δημ κρατίας.20 Αυτή η ιμπεριαλιστική οδός οδήγησε στην αποικιΛ κρατική εμπειρία των Ηνωμένων Πολιτειών στις Φιλιππίν «Έχουμε καθήκον απέναντι στους ανθρώπους που ζουν μέα στη βαρβαρότητα», υποστήριξε ο Roosevelt, «να μεριμνήσου ώστε να ελευθερωθούν από τα δεσμά τους.» Οποιαδήποτε ραχώρηση σε απελευθερωτικούς αγώνες που έδιναν τη δυνατ τητα της αυτοκυβέρνησης σε απολίτιστους πληθυσμούς όπως Φιλιππινέζοι θα συνιστούσε συνεπώς «διεθνές έγκλημα».21 Roosevelt, μαζί με γενιές ολόκληρες ευρωπαίων ιδεολόγ«$ πριν απ’ αυτόν, χρησιμοποίησε την ιδέα του «εκπολιτισμού» επαρκή δικαιολογία για την ιμπεριαλιστική κατάκτηση και ριάρχηση. Η λύση που πρότεινε ο Wilson για να αντιμετωπιστεί η κ(ί ση του χώρου ακολούθησε εντελώς διαφορετική κατεύθυνση, σχέδιό του για διεθνή επέκταση της δικτυακής εξουσίας ΐβ Συντάγματος ήταν μια απτή πολιτική ουτοπία. Πουθενά χλευάστηκε καταφανέστερα η ερμηνεία που έδωσε ο Wilsj) στην αμερικανική ιδεολογία απ’ ό,τι στην Ευρώπη την περίο της Συνθήκης των Βερσαλλιών, όμως ούτε και στις Ηνωμέ Πολιτείες εκτιμήθηκε ιδιαίτερα. Είναι αλήθεια ότι η Κοινών! των Εθνών, το λαμπρό επιστέγασμα του σχεδίου Wilson
ΑΤΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
241
μια ευρωπαϊκή και παγκόσμια ειρήνη, δεν κατόρθωσε ποτέ να υπερνικήσει το βέτο του Κογκρέσου’ ωστόσο η σύλληψή του μιας παγκόσμιας τάξεως, βασισμένης στη διεύρυνση του συν ταγματικού σχεδίου των ΗΠΑ, η ιδέα μιας ειρήνης ως απότοκου ενός νέου, παγκόσμιου δικτύου δυνάμεων, ήταν μια δραστι κή πρόταση με διάρκεια στο χρόνο.22 Η πρόταση αυτή ανταποκρινόταν στην αρχική λογική του Συντάγματος των ΗΠΑ και την ιδέα της επεκτατικής Αυτοκρατορίας που αυτό προέβαλλε. Οι ευρωπαίοι νεωτερικοί δεν μπόρεσαν να μη χλευάσουν αυτή την πρόταση μιας μετανεωτερικής Αυτοκρατορίας: οι ιστορικές καταγραφές είναι γεμάτες από τα ειρωνικά και υβριστικά σχό λια του Georges Clemenceau και του Lloyd George, αλλά και των φασιστών, που όλοι τους διακήρυξαν ότι η απόρριψη του σχεδίου του Wilson αποτελούσε κεντρικό στοιχείο των δικτατορικών και πολεμοχαρών σχεδίων τους. Σήμερα, εντούτοις, ο ατυχής και αδικημένος Wilson εμφανίζεται υπό ένα μάλλον διαφορετικό φως: ουτοπιστής, αναμφίβολα, αλλά εναργής στις προβλέψεις του όσον αφορά το στυγερό μέλλον που περίμενε την Ευρώπη των εθνών κατά τα επερχόμενα έτη· επινοητής μιας παγκόσμιας κυβέρνησης ειρήνης που ασφαλώς ήταν ανέ φικτη, το όραμα της οποίας όμως αποδείχτηκε ένας επαρκής κι νητήριος μοχλός για το πέρασμα στην Αυτοκρατορία. Όλα αυτά ισχύουν, ακόμη κι αν ο Wilson δεν το αναγνώρισε. Εδώ ουσια στικά αρχίζουμε να θίγουμε συγκεκριμένα τη διαφορά μεταξύ ιμπεριαλισμού και Αυτοκρατορίας, και σε αυτές τις ουτοπίες του Wilson μπορούμε να διακρίνουμε την ευφυΐα και τη διορα τικότητα ενός σπουδαίου ηλίθιου.
0 αμερικανικός ιμπεριαλισμός Η τρ ίτη φάση ή καθεστώς του Συντάγματος των ΗΠΑ μπορού με να θεωρήσουμε ότι υλοποιείται πλήρως με την ψήφιση των νομοθετικών ρυθμίσεων του Νιου Ντηλ, όπως ο Νόμος περί εθνικών βιομηχανικών σχέσεων για το σκοπό της μελέτης μας όμως καλύτερο είναι να τοποθετήσουμε την έναρξή του νωρίτε
242
MICHAEL HARDT - ANTONIO NE'
ρα, ακόμη και στην Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917 κ α ι1 περίοδο κατά την οποία η απειλή της βάραινε πάνω στις Ην μένες Πολιτείες και τον κόσμο. Εκ των υστέρων, στις πρώ·^ δεκαετίες που ακολούθησαν την Οκτωβριανή Επανάσταση μ?) ρούμε ήδη να διακρίνουμε τις ρίζες του ψυχρού πολέμου -τη πολική διαίρεση των εδαφών του πλανήτη και τον φρενιι ανταγωνισμό μεταξύ των δύο συστημάτων. Αυτή καθαυτή η μοθεσία του Νιου Ντηλ, σε συνδυασμό με την οικοδόμηση avjj λόγων συστημάτων προνοίας στη Δυτική Ευρώπη, θα μποροΜ να θεωρηθεί ως απάντηση στην απειλή που ένιωσαν να δέχ® ται οι ΗΠΑ από τη σοβιετική εμπειρία, δηλαδή από τη,ν αι^Ι νόμενη δύναμη των εργατικών κινημάτων τόσο στο εσωτερι| όσο και στο εξωτερικό.23 Οι Ηνωμένες Πολιτείες βρέθηκαν και περισσότερο να ωθούνται από την ανάγκη να κατευνάσοΙ τον ταξικό ανταγωνισμό, και έτσι ο αντικομμουνισμός έγιν«| κυρίαρχη επιταγή. Η ψυχροπολεμική ιδεολογία στάθηκε! αφορμή για την εμφάνιση των πιο υπερβολικών μορφών μα χαϊστικής διαίρεσης, και αυτό είχε αποτέλεσμα την επανεμ^ νιση στις Ηνωμένες Πολιτείες ορισμένων από τα κεντρί; στοιχεία που έχουμε δει ότι καθόριζαν τη νεωτερική ευρωτ κή κυριαρχία. Κατά τη διάρκεια αυτής της φάσης, αλλά σε όλη την ρεία του 20ού αιώνα, γινόταν ολοένα πιο σαφές ότι οι Ηνωρ νες Πολιτείες, μακράν του να είναι εκείνο το μοναδικό και ϊ μοκρατικό έθνος που είχαν φανταστεί οι ιδρυτές τους, μια J τοκρατορία της Ελευθερίας, ήταν ο πρωταίτιος απροσχημφ στων και βάναυσων ιμπεριαλιστικών σχεδίων, τόσο στο εσύ ρικό όσο και στο εξωτερικό. Ο χαρακτηρισμός της κυβέρνήΜ των ΗΠΑ ως αστυνόμου του κόσμου και εγκεφάλου που κ α ί ύθυνε την καταστολή των ανά τον κόσμο διεξαγόμενων λευθερωτικών αγώνων, στην πραγματικότητα δεν γεννήθηκ5 ι| δεκαετία του 1960, ούτε καν με την έναρξη του ψυχρού πο μου, αλλά μπορεί να χρονολογηθεί από τη Σοβιετική Επα στάση και πιθανόν ακόμη παλιότερα. Ίσως αυτά που πα | σιάσαμε ως ε ξ α ιρ έ σ ε ις στην ανάπτυξη της αυτοκρατορ
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
243
εξουσίας θα έπρεπε αντίθετα να συνδυαστούν και να θεωρηθούν ως μια πραγματική τάση, μια εναλλακτική κατεύθυνση στο πλαίσιο της συνταγματικής ιστορίας των ΗΠΑ. Με άλλα λόγια, ίσως πρέπει να αναζητήσουμε τις ρίζες αυτών των ιμπεριαλι στικών πρακτικών στις ίδιες τις απαρχές της χώρας, στη μαύ ρη δουλεία και τους γενοκτόνους πολέμους εναντίον των αυτο χθόνων Αμερικανών. Προηγουμένως εξετάσαμε τη μαύρη δουλεία ως συνταγματι κό πρόβλημα της προπολεμικής περιόδου, όμως η φυλετική καθυπόταξη και η υπερεκμετάλλευση της μαύρης εργασίας συνε χίστηκε πολύ μετά την ψήφιση της Δεκάτης Τρίτης, της Δεκάτης Τετάρτης και της Δεκάτης Πέμπτης Τροποποίησης. Τα ιδεολογικά και υλικά στεγανά που υψώνονταν γύρω από τους Αφροαμερικανούς αντέφασκαν ανέκαθεν προς την αυτοκρατορική έννοια των ανοιχτών χώρων και της μείξης των πληθυσμών. Ειδικότερα, η θέση της μαύρης εργασίας στις Ηνωμένες Πολι τείες εμφάνιζε ισχυρές αναλογίες με τη θέση της αποικιακής εργασίας στα ευρωπαϊκά καθεστώτα, όσον αφορά τον καταμε ρισμό της εργασίας, τις εργασιακές συνθήκες και τη διάρθρω ση των μισθολογίων. Πράγματι, η υπερεκμετάλλευση της μαύ ρης εργασίας μάς προσφέρει ένα παράδειγμα, ένα εσωτερικό παράδειγμα, της ιμπεριαλιστικής τάσης από την οποία έχει διαποτιστεί η ιστορία των ΗΠΑ. Ένα δεύτερο παράδειγμα αυτής της ιμπεριαλιστικής τάσης, εξωτερικό τούτη τη φορά, μπορούμε να βρούμε στην ιστορία του δόγματος Monroe και στις προσπάθειες των ΗΠΑ να επε κτείνουν τον έλεγχό τους σε όλη την έκταση των αμερικανικών ηπείρων. Το δόγμα που εξήγγειλε ο πρόεδρος James Monroe το 1823, παρουσιάστηκε καταρχάς ως αμυντικό μέτρο έναντι της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας: οι ελεύθερες και ανεξάρτητες αμερικανικές ήπειροι «εφεξής δεν πρέπει να νοούνται ως έδα φος πρόσφορο για μελλοντικές αποικιστικές δραστηριότητες από τις ευρωπαϊκές δυνάμεις».24 Οι Ηνωμένες Πολιτείες επω μίζονταν το ρόλο του προστάτη όλων των εθνών της Βόρειας και Νότιας Αμερικής εναντίον μιας ευρωπαϊκής εισβολής -ένας
dore Roosevelt στο δόγμα Monroe, αξιώνοντας για τις Η'
κανικές ηπείρους απλώς ως περιπτώσεις άμυνας εναντίον μια ισχυρή παράδοση ιμπεριαλισμού περιβεβλημένου αντιιμι ριαλιστικό ένδυμα. Διαρκούντος του ψυχρού πολέμου αυτό το ιμπεριαλιστι
έγινε αδιαχώριστη από την κυριάρχηση και την εκμετάλλει τους με ιμπεριαλιστικές μεθόδους. Η ανάμειξη των ΗΠΑ ι σης. Από μια άποψη, και αναμφίβολα στο πλαίσιο της γένι) τερης επεξεργασίας της ψυχροπολεμικής ιδεολογίας από 1 κυβέρνηση των ΗΠΑ, ο πόλεμος του Βιετνάμ ευθυγραμμιζόι με μια παγκόσμια πολιτική στρατηγική υπεράσπισης j «ελεύθερου κόσμου» έναντι του κομμουνισμού, ώστε να αναχί τιστεί η εξάπλωσή του. Ταυτόχρονα όμως ο πόλεμος δεν μ| ρούσε παρά να είναι κατ’ ουσίαν μια συνέχεια του ευρωπαΐ» ιμπεριαλισμού από πλευράς των Ηνωμένων Πολιτειών. Τη j καετία του 1960 οι ευρωπαϊκές αποικιακές δυνάμεις έχοέ( κρίσιμες μάχες και η επιρροή τους έφθινε. Σαν τους επαγγ) ματίες πυγμάχους που τους βρίσκει το γήρας, άρχισαν να βγ! νουν από το ρινγκ, και οι Ηνωμένες Πολιτείες πήραν τη θί τους ως οι νέοι πρωταθλητές. Ο στρατός των ΗΠΑ δεν αμ^ βάλλε ποτέ ότι ήταν αρκετά ισχυρός για να αποφύγει ταπεϊί σεις ανάλογες μ’ εκείνη που υπέστησαν οι Γάλλοι στο Nlj Μπιεν Φου. Οι Αμερικανοί, κατά τη σύντομη παραμονή tj στο Βιετνάμ, ενήργησαν με όλη τη βία, την κτηνωδία και·; βαρβαρότητα που ταίριαζε σε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή ιμπεβ
ΑΪΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
245
λιστική δύναμη. Φαινόταν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα αυτοανακηρύσσονταν νόμιμοι κληρονόμοι των ευρωπαϊκών δυνάμεων που παρήκμαζαν, ενδυόμενες τον ιμπεριαλιστικό μανδύα τους και ξεπερνώντας τες στις δικές τους ιμπεριαλιστικές πρακτι κές. Η περιπέτεια των ΗΠΑ στο Βιετνάμ, φυσικά, δεν ήταν νι κηφόρα. Επιδεικνύοντας απαράμιλλο σθένος και θάρρος, οι Βιετναμέζοι αντιμετώπισαν δύο ιμπεριαλιστικές δυνάμεις στη σειρά, και βγήκαν νικητές -μολονότι οι καρποί που έδρεψαν από αυτήν την ιστορία αποδείχτηκαν έκτοτε υπερβολικά πι κροί. Από την άποψη των Ηνωμένων Πολιτειών, εντούτοις, και όσον αφορά τη σύντομη συνταγματική ιστορία τους που εδώ επιχειρούμε να συνθέσουμε, ο πόλεμος του Βιετνάμ μπορεί να θεωρηθεί ως η κατακλείδα της ιμπεριαλιστικής τάσης και συ νεπώς ως ένα σημείο μετάβασης σε ένα νέο συνταγματικό κα θεστώς. Η οδός ενός ιμπεριαλισμού που θα μιμούνταν τον ευ ρωπαϊκό είχε καταστεί αδιάβατη μια για πάντα, και στο εξής οι Ηνωμένες Πολιτείες θα ήταν αναγκασμένες να αναδιπλω θούν και ταυτόχρονα να κάνουν ένα άλμα μπροστά, προς μια κυριολεκτικά αυτοκρατορική μορφή εξουσίας. Θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε το 1968 ως ορόσημο για το τέλος του τρίτου και την αρχή του τέταρτου καθεστώτος του Συντάγματος των Η Π Α .26 Η μεγάλη επίθεση των Βιετκόνγκ την ημέρα του Τετ, τον Ιανουάριο, σήμανε την έναρξη της αμετάκλητης στρατιωτικής ήττας των ιμπεριαλιστικών περιπετει ών των ΗΠΑ. Σημαντικότερο όμως είναι το γεγονός ότι, όπως συμβαίνει πριν από κάθε μεταβολή στα συνταγματικά καθε στώτα, η πίεση για επιστροφή στις δημοκρατικές αρχές και το αρχικό συνταγματικό πνεύμα είχε ήδη προετοιμαστεί από τα ισχυρά εσωτερικά κοινωνικά κινήματα. Την ίδια ακριβώς πε ρίοδο που οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν εμπλακεί βαθύτερα σε μια ιμπεριαλιστική επιχείρηση στο εξωτερικό, τη στιγμή που είχαν παρεκτραπεί στον μεγαλύτερο βαθμό από το αρχικό συν ταγματικό σχέδιο, το συντακτικό πνεύμα ανθούσε και εκδηλω νόταν πανίσχυρο στο εσωτερικό -όχι μόνο στα αντιπολεμικά
346
MICHAEL HARDT - ANTONIO NE^
κινήματα, αλλά και στα κινήματα για τα πολιτικά δικαίωμά και τα κινήματα της Μαύρης Δύναμης, στα φοιτητικά κινή{, τα και τέλος στο δεύτερο κύμα των γυναικείων κινημάτων, ανάδυση των ποικίλων στοιχείων της Νέας Αριστεράς συΐ| στούσε μια τρανή και πανίσχυρη κατάφαση της αρχής της σ<| τακτικής δύναμης και της διακήρυξης της επαναδιάνοιξης κοινωνικών χώρων.
Πέρα από τον ψυχρό πόλεμο
Κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου, όταν οι Ηνωμένες λιτείες υιοθέτησαν με διφορούμενο τρόπο το ένδυμα του ιμ ριαλισμού, υπέταξαν τις παλιές ιμπεριαλιστικές δυνάμιεις καθεστώς τους. Ο ψυχρός πόλεμος που κήρυξαν οι Ηνωμέ Πολιτείες δεν κατατρόπωσε τον σοσιαλιστικό εχθρό, και ίο ποτέ να μην ήταν αυτός ο πραγματικά πρωταρχικός του χος. Η Σοβιετική Ένωση κατέρρευσε υπό το βάρος των διχη της, εσωτερικών αντιφάσεων. Το περισσότερο που κατόρθωο ψυχρός πόλεμος ήταν να δημιουργήσει κάποιες από τις πρ<1 ποθέσεις της απομόνωσης που, απηχούμενες στο εσωτερικό ι | σοβιετικού μπλοκ, είχαν αποτέλεσμα των πολλαπλασίασα εκείνων των εκρηκτικών εσωτερικών αντιφάσεων. Η σημανΙ κότερη συνέπεια του ψυχρού πολέμου ήταν η αναδιοργάνώΙ των γραμμών της ηγεμονίας στο εσωτερικό του ιμπεριαλιστο! κόσμου, γεγονός που επιτάχυνε την πτώση των παλαιών δυάΙ μεων και ευνόησε την πρωτοβουλία των ΗΠΑ για τη συγκί τηση μιας αυτοκρατορικής τάξης. Οι Ηνωμένες Πολιτείες Η θα είχαν βγει νικήτριες από τον ψυχρό πόλεμο, αν ο νέος, Ι πος ηγεμονικής πρωτοβουλίας δεν είχε ήδη προετοιμαστεί. Λ τό το αυτοκρατορικό σχέδιο, ένα σχέδιο για την άσκηση 1 κτυακής εξουσίας σε παγκόσμια κλίμακα, καθορίζει την τέά ΐ τη φάση ή καθεστώς της συνταγματικής ιστορίας των ΗΠΑ| Κατά τα τελευταία χρόνια του ψυχρού πολέμου, οι Hvc νες πολιτείες «επωμίστηκαν αποκλειστικά» την ευθύνη άσκησης μιας διεθνούς αστυνομικής εξουσίας. Ο Πόλεμος
Α ΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
247
Κόλπου ήταν η πρώτη φορά που οι Ηνωμένες Πολιτείες μπό ρεσαν να ασκήσουν αυτή την εξουσία στην πλήρη μορφή της. Πράγματι, ο πόλεμος αυτός ήταν μια επιχείρηση καταστολής ελάχιστου ενδιαφέροντος, αν κρίνει κανείς από τους στόχους, τα τοπικά συμφέροντα και τις πολιτικές ιδεολογίες που διακυβεύονταν. Έχουμε δει πολλούς ανάλογους πολέμους να διεξάγονται απευθείας από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους. Το Ιράκ κατηγορήθηκε ότι είχε παραβιάσει το διεθνές δί καιο, και συνεπώς έπρεπε να δικαστεί και να τιμωρηθεί. Η σπουδαιότητα του Πολέμου του Κόλπου οφείλεται μάλλον στο ότι παρουσίασε τις Ηνωμένες Πολιτείες ως τη μόνη δύναμη που ήταν ικανή να διαχειρίζεται τη διεθνή δικαιοσύνη, και τού το όχι ως λ ε ιτ ο υ ρ γία που ε ξ υ π η ρ ε τ ε ί τα δικ ά τ η ς εθ νικ ά κ ίν η τρα, α λ λ ά ε ν ονόματι του π α γκ ό σ μ ιο υ δικαίου. Ασφαλώς, πολ λές δυνάμεις είχαν προηγουμένως ισχυριστεί ψευδώς ότι ενερ γούσαν επ’ ωφελεία του καθολικού συμφέροντος, όμως αυτός ο νέος ρόλος των Ηνωμένων Πολιτειών είναι διαφορετικός. Ίσως είναι πιο ακριβές να πούμε ότι αυτή η αξίωση για καθολικότητα είναι επίσης ψευδής, είναι όμως ψευδής κατά έναν καινούρ γιο τρόπο. Η παγκόσμια αστυνομική δράση των ΗΠΑ δεν εξυ πηρετεί ιμπεριαλιστικά συμφέροντα αλλά αυτοκρατορικά. Υπ’ αυτήν την έννοια, ο Πόλεμος του Κόλπου, όπως υποστήριξε ο George Bush, ανήγγειλε πράγματι τη γέννηση μιας νέας παγ κόσμιας τάξεως. Η νομιμοποίηση της αυτοκρατορικής τάξεως δεν μπορεί εντούτοις να στηριχτεί στην απλή αποτελεσματικότητα της νο μικής κύρωσης και της στρατιωτικής ισχύος που καθιστά δυ νατή την επιβολή της. Πρέπει να αναπτυχθεί μέσα από την παραγωγή διεθνών δικαϊκών προτύπων που αυξάνουν την εξου σία του παλιού ηγεμονικού δρώντος υποκειμένου με τρόπο διαρ κή και νόμιμο. Εδώ ωριμάζει εν τέλει και εμφανίζεται και πά λι στο προσκήνιο η συνταγματική διαδικασία που είχε ξεκινή σει με τον Wilson. Ανάμεσα στον Α' και τον Β' Παγκόσμιο πό λεμο, ανάμεσα στον μεσσιανισμό του Wilson και τις διεθνείς οικονομικές πρωτοβουλίες του Νιου Ντηλ (στις οποίες θα επι
248
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGIj
στρέψουμε στο κεφάλαιο 3.2), ιδρύθηκε μια σειρά διεθνών γανισμών, η οποία παρήγαγε αυτό που με τους παραδοσιακοί συμβατικούς όρους του διεθνούς δικαίου αποκαλείται πλεόνά σμα κανονιστικότητας και αποτελεσματικότητας. Αυτό το πλί όνασμα απέκτησε μια εκτεταμένη και προσανατολισμένα κά θολική βάση κατά το πνεύμα των συμφωνιών του Σαν ΦρανσΙ σκο που ίδρυσαν τα Ηνωμένα Έθνη. Μπορεί ο ψυχρός πόλεμο να αποτέλεσε εμπόδιο για την ενοποιητική, εσωτερική διαδ( κασία, όμως δεν την έφραξε εντελώς. Κατά τους χρόνους τα ψυχρού πολέμου σημειώθηκε τόσο ένας πολλαπλασιασμός το» διεθνών οργανισμών που είχαν τη δυνατότητα παραγωγής δΐ καίου όσο και μια μείωση των αντιστάσεων στον τρόπο της λε| τουργίας τους. Τονίσαμε στο κεφάλαιο 1.1 πώς η πλήθυνση α| τών των διαφορετικών διεθνών οργανισμών και η συνένωι τους σε ένα σύνολο συμβιωτικών σχέσεων -ωσάν ο ένας απαιτούσε τον άλλο για τη νομιμοποίησή του- οδήγησαν πέ{| από μια σύλληψη διεθνούς δικαίου βασισμένη στη σύμβασηΙ τη διαπραγμάτευση, και αντ’ αυτής υπαινίχθηκαν μια κεντρί εξουσία, μια έννομη υπερεθνική μηχανή δικαϊκής δράσης, αυτό τον τρόπο η αντικειμενική διαδικασία απέκτησε ένα υ: κειμενικό πρόσωπο. Οι μεγάλοι διεθνείς θεσμοί, που είχαν νηθεί στην περιορισμένη βάση των διαπραγματεύσεων και συμφώνων, είχαν αποτέλεσμα έναν πολλαπλασιασμό οργι σμών και παραγόντων που άρχισαν να ενεργούν ωσάν να η μια κεντρική εξουσία η οποία επικύρωνε το δίκαιο. Με το τέλος του ψυχρού πολέμου, οι Ηνωμένες ΠολιτεΙ κλήθηκαν να αναλάβουν το ρόλο αυτού που θα διασφαλίσει θα προσδώσει δικαϊκή αποτελεσματικότητα στη σύνθετη δια< κασία του σχηματισμού ενός νέου υπερεθνικού δικαίου. Ό: ακριβώς στον Ιο αιώνα μ.Χ. οι ρωμαίοι συγκλητικοί ζήτη από τον Αύγουστο να αναλάβει την αυτοκρατορική εξουσία διοίκησης χάριν του κοινού καλού, έτσι και σήμερα οι διε1 οργανισμοί (τα Ηνωμένα Έθνη, οι διεθνείς νομισματικοί ορηβί νισμοί, ακόμη και οι ανθρωπιστικές οργανώσεις) ζητούν από | Ηνωμένες Πολιτείες να αναλάβουν τον ηγετικό ρόλο σε μια
ΑΪΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
249
παγκόσμια τάξη. Σε όλες τις τοπικές συγκρούσεις που έλαβαν χώρα στα τέλη του 20ού αιώνα, από την Αϊτή ώς τον Περσικό κόλπο και από τη Σομαλία ώς τη Βοσνία, οι Ηνωμένες Πολι τείες καλούνται να επέμβουν στρατιωτικά -και αυτές οι εκ κλήσεις είναι πραγματικές και ουσιαστικές, όχι απλώς διαφη μιστικά πυροτεχνήματα που αποσκοπούν στην κατασίγαση των διαφωνιών που εκφράζονται από μερίδα της κοινής γνώμης των ΗΠΑ. Ακόμη κι αν οι ΗΠΑ δεν επιθυμούσαν να επέμβουν, ο στρατός τους θα έπρεπε να ανταποκριθεί στις εκκλήσεις εν ονόματι της ειρήνης και της τάξεως. Αυτό είναι ίσως ένα από τα βασικότερα χαρακτηριστικά της Αυτοκρατορίας -δηλαδή, το ότι εδρεύει σε ένα παγκόσμιο πλαίσιο το οποίο απαιτεί διαρκώς την ύπαρξή της. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι η ειρηνευτική αστυνομία, μόνο την τελευταία στιγμή όμως, όταν οι υπερεθνι κές οργανώσεις της ειρήνης απαιτούν μια οργανωτική δράση και ένα αρθρωμένο σύνολο δικαϊκών και οργανωτικών πρωτο βουλιών. Υπάρχουν πολλοί λόγοι που εξηγούν την προνομιακή θέση των Ηνωμένων Πολιτειών στη νέα πλανητική συγκρότηση της αυτοκρατορικής εξουσίας. Μπορεί εν μέρει να εξηγηθεί από τη μετεξέλιξη του ρόλου των Ηνωμένων Πολιτειών (ιδίως του στρατιωτικού τους ρόλου) από κεντρική μορφή του αγώνα εναν τίον της ΕΣΣΔ σε κεντρική μορφή της άρτι ενοποιημένης παγ κόσμιας τάξης. Μολαταύτα, από την άποψη της συνταγματικής ιστορίας που διερευνούμε εδώ, μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι η προνομιακή θέση των Ηνωμένων Πολιτειών οφείλεται σε πο λύ σημαντικότερο βαθμό στην αυτοκρατορική τάση (προσανα τολισμό) του Συντάγματος τους αυτού καθαυτό. Το Σύνταγμα των ΗΠΑ, όπως είπε ο Jefferson, είναι αυτό που είναι καλύτε ρα ρυθμισμένο για να στηρίξει μια εκτεταμένη Αυτοκρατορία. Πρέπει να τονίσουμε γι’ άλλη μια φορά ότι αυτό το Σύνταγμα είναι αυτοκρατορικό και όχι ιμπεριαλιστικό. Είναι αυτοκρατορικό γιατί (εν αντιθέσει προς το σχέδιο του ιμπεριαλισμού να επεκτείνει πάντοτε την εξουσία του γραμμικά σε κλειστούς χώ ρους και να εισβάλλει, να καταστρέφει και να υποτάσσει τις
250
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGR;
■(
χώρες που υπόκεινται στην κυριαρχία του) το συνταγματική σχέδιο των ΗΠΑ έχει κατασκευαστεί κατά το πρότυπο τ η | αναδιάρθρωσης ενός ανοιχτού χώρου και της αδιάκοπης επανε| ^ φεύρεσης ποικίλων και μοναδικών σχέσεων που αρθρώνονται αίί| δίκτυα και εκτείνονται σε ένα απεριόριστο πεδίο. Η σύγχρονη ιδέα της Αυτοκρατορίας γεννάται μέσα από παγκόσμια εξάπλωση του εσωτερικού συνταγματικού σχεδίο' των ΗΠΑ. Ουσιαστικά, μέσω της επέκτασης των εσ ω τερ ικ συνταγματικών διαδικασιών είναι που μπορούμε να εισέλθου;; σε μια συντακτική διαδικασία Αυτοκρατορίας. Το διεθνές δ* καιο ανέκαθεν έπρεπε να είναι μια διαδικασία που προέκυτ από τη διαπραγμάτευση και επικυρωνόταν από συμβάσεις ταξύ εξω τ ερ ικ ώ ν συμβαλλομένων -τόσο στον αρχαίο κόσ, όπως τον απεικόνισε ο Θουκυδίδης στον Διάλογο των Μηλί όσο και στην εποχή της κρατικής λογικής και στις νεωτερικ διακρατικές σχέσεις. Αντίθετα, σήμερα το δίκαιο προϋποθέ μια εσωτερική και συντακτική θεσμική διαδικασία. Τα δίκτ που οικοδομούν οι συμφωνίες και οι συνεργασίες, οι δίαυλοι διαμεσολάβησης και της άρσης των συγκρούσεων, και ο συν νισμός των ποικίλων δυναμικών των κρατών, όλα έχουν θεσμί θετηθεί στο εσωτερικό της Αυτοκρατορίας. Ζούμε μια πρώ ’ φάση του μετασχηματισμού του πλανητικού συνόρου σε ανοιχτό χώρο αυτοκρατορικής κυριαρχίας.
2.6 Η ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ
Οι νέοι άνθρωποι της Αυτοκρατορίας είναι εκείνοι που πι στεύουν σε καινούργια ξεκινήματα, σε νέα κεφάλαια, στο γύρισμα της σελίδας· εγώ εξακολουθώ να παλεύω με την ίδια παλιά ιστορία, ελπίζοντας ότι, πριν τελειώσει, θα μου αποκαλύψει γιατί πίστευα ότι άξιζε τον κόπο. J.
Μ . COETZEE
Υπάρχει μια μακρά παράδοση σύγχρονης κριτικής αφιερωμένη στην αποκήρυξη των δυϊσμών της νεωτερικότητας. Η οπτική, εντούτοις, που υιοθετεί αυτή η κριτική παράδοση τοποθετείται στον κατεξοχήν χώρο της ίδιας της νεωτερικότητας, τόσο «εντός» όσο και «εκτός», στον ουδό ή το σημείο κρίσεως. Ωστό σο, αν κάτι έχει αλλάξει με το πέρασμα στον κόσμο της Αυτο κρατορίας, είναι ότι αυτή η μεθόριος έχει πάψει πλέον να υφίσταται, και συνεπώς η στρατηγική της σύγχρονης κριτικής τεί νει πλέον να μην είναι αποτελεσματική. Ας πάρουμε, για παράδειγμα, τις απαντήσεις που δόθηκαν στην ιστορία της νεότερης ευρωπαϊκής φιλοσοφίας από τον Kant ώς τον Foucault στο ερώτημα «Τι είναι Διαφωτισμός». Ο Kant μας δίνει την κλασική νεωτερική απόδοση της επιταγής του Διαφωτισμού: Sapere aude (Να έχεις το θάρρος να μετα χειρίζεσαι τον δικό σου νου), ξέφυγε από την παρούσα κατά σταση της «ανωριμότητας» και γιόρτασε τη δημόσια χρήση του Λόγου στο κέντρο της κοινωνικής σφαίρας.1 Η εκδοχή του Foucault, όταν την εξετάσουμε μέσα στο ιστορικό της πλαίσιο, κατ’ ουσίαν δεν απέχει και πολύ. Τον Foucault δεν τον απα σχολούσε ο δεσποτισμός του Φρειδερίκου Β', τον οποίο ο Kant ήθελε να κατευθύνει προς ορθολογικότερες πολιτικές θέσεις, αλλά μάλλον το πολιτικό σύστημα της Πέμπτης Γαλλικής Δη
252
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG
μοκρατίας, όπου μια ευρεία σφαίρα πολιτικής ανταλλαγής θε ρούνταν πλέον δεδομένη. Η απάντησή του ωστόσο επιμένει κ πάλι στην ανάγκη κατάλυσης του συνόρου που χωρίζει αυ.; που κατά παράδοση θα θεωρούνταν το «έσω» της υποκειμ* κότητας από το «έξω» της δημόσιας σφαίρας -αν και από σκοπιά του Foucault η διαίρεση αντιστρέφεται, ούτως ώστε yi διαχωρίζει το «έσω» του συστήματος από το «έξω» της υπβι κειμενικότητας.2 Η ορθολογικότατα της σύγχρονης κριτικής, βαρυτικό της κέντρο, τίθεται σε αυτήν ακριβώς τη μεθόριο. | Ο Foucault προσθέτει όντως μια επιπλέον γραμμή έρευνα^ η οποία επιδιώκει να προχωρήσει πέρα^άπό αυτές τις οριοθ< τήσεις και τη σύγχρονη περί δημόσιας σφαίρας αντίληψη. «Τ βασικό ερώτημα... είναι το εξής: Πώς μπορεί η αύξηση το) ικανοτήτων [ c a p a c ite s ] να αποσυνδεθεί από την εντατικοποίΐ ση των εξουσιαστικών σχέσεων;» Και αυτό το νέο καθήκτ αξιώνει μια νέα μέθοδο: «Πρέπει να προχωρήσουμε πέρα aii την εναλλαγή μεταξύ έσω και έξω.» Η απάντηση του Fo< cault, εντούτοις, είναι αρκετά παραδοσιακή: «Πρέπει να είμί στε στο μεταίχμιο.»3 Εν τέλει, η φιλοσοφική κριτική του Δϋί φωτισμού που επιχειρεί ο Foucault επιστρέφει στην ίδια, χί ρακτηριστική του Διαφωτισμού άποψη. Σε αυτή την παλινδρό μική κίνηση μεταξύ έσω και έξω, η κριτική της νεωτερικότι τας τελικά δεν υπερβαίνει τους όρους και τα όριά της, αλλί μάλλον μετεωρίζεται στα σύνορά της. Η ίδια έννοια της μεθορίου που χρησιμεύει ως άποψη γϊ την κριτική του εξουσιαστικού συστήματος -ενός τόπου πβΙ βρίσκεται τόσο εντός όσο και εκτός- εμψυχώνει και την κριι! κή παράδοση της νεότερης πολιτικής θεωρίας. Ο νεότερος ρί πουμπλικανισμός χαρακτηριζόταν επί μακρόν από έναν συνδυά σμό ρεαλιστικών θεμελίων και ουτοπικών πρωτοβουλιών, σχέδια των ρεπουμπλικανών είναι πάντα γερά ριζωμένα δεσπόζουσα ιστορική διαδικασία, αποσκοπούν όμως να με" σχηματίσουν τη σφαίρα της πολιτικής που δημιουργεί με τρόπο αυτό ένα έξω, έναν νέο χώρο απελευθέρωσης. Τα τρ. επιφανέστερα παραδείγματα αυτής της κριτικής παράδοσης
ΑΤ ΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
253
νεότερης πολιτικής θεωρίας αποτελούν, κατά τη γνώμη μας, ο Machiavelli, ο Spinoza και ο Marx. Ο στοχασμός τους εδρά ζεται πάντα στις πραγματικές διαδικασίες σύστασης της νεωτερικής κυριαρχίας, επιχειρώντας να προκαλέσει μιαν έκρηξη των αντιφάσεών τους και να ανοίξει το χώρο για μια εναλλα κτική κοινωνία. Το έξω δομείται εκ των έσω. Για τον Machiavelli, η συντακτική δύναμη που πρόκειται να ιδρύσει μια δημοκρατική πολιτική γεννάται από τη ρήξη τής μεσαιωνικής τάξεως και μέσα από την ανάγκη να επιβληθεί κάποια ρύθμιση στους χαοτικούς μετασχηματισμούς της νεωτερικότητας. Η νέα δημοκρατική αρχή είναι μια ουτοπική πρωτο βουλία που ανταποκρίνεται άμεσα στην πραγματική ιστορική διαδικασία και στις απαιτήσεις της κοσμοϊστορικής κρίσεως. Στον Spinoza, επίσης, η κριτική της νεωτερικής κυριαρχίας προκύπτει μέσα από την ιστορική διαδικασία. Έναντι των εκδιπλώσεων της μοναρχίας και της αριστοκρατίας, που μπορούν να παραμείνουν μόνον περιορισμένες μορφές, ο Spinoza ορίζει τη δημοκρατία ως την απόλυτη μορφή διακυβέρνησης, γιατί στη δημοκρατία άρχει το σύνολο της κοινωνίας, όλο το πλήθος· στην πραγματικότητα, η δημοκρατία είναι η μόνη μορφή διακυβέρ νησης όπου μπορεί να πραγματωθεί το απόλυτο. Για τον Marx, τέλος, κάθε απελευθερωτική πρωτοβουλία, από τους αγώνες για την αύξηση των ημερομισθίων ώς τις πολιτικές επαναστάσεις, αποβλέπει στην ανεξαρτησία της αξίας χρήσεως έναντι του κό σμου της ανταλλακτικής αξίας, έναντι των τροπικοτήτων της κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης -αυτή η ανεξαρτησία όμως υφίσταται μόνο εντός της ίδιας της κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης. Σε όλες τις προηγούμενες περιπτώσεις, η κριτική της νεωτερικότητας τοποθετείται μέσα στην ιστορική εξέλιξη των εξουσια στικών μορφών, ως ένα έσω που αναζητά το έξω του. Ακόμη και στις πλέον ριζοσπαστικές και ακραίες μορφές αυτής της αξίω σης για ένα έξω, το έσω εξακολουθεί να υπολαμβάνεται ως θε μέλιο -αν και, ενίοτε, αρνητικό- του προτάγματος. Στον συντα κτικό σχηματισμό μιας νέας πολιτείας του Machiavelli, στη δη μοκρατική απελευθέρωση του πλήθους του Spinoza και στην
'254
MICHAEL HARDT - ANTONIO NE'gr |
επαναστατική κατάργηση του κράτους του Marx, το έσω συνβί χίζει να ζει κατά έναν αμφίσημο αλλά καθόλου λιγότερο συγκε* κριμένο τρόπο μέσα στο έξω που προβάλλεται ως ουτοπία. | Πρόθεσή μας εδώ δεν είναι να υπαινιχθούμε ότι οι νεότερες κριτικές της νεωτερικότητας δεν έφτασαν ποτέ σε ένα πραγ»· ματικό σημείο ρήξης που να επιτρέπει μιαν αλλαγή οπτικής ούτε ότι είναι αδύνατον να ωφεληθεί το σχέδιό μας από αυτά τα νεότερα κριτικά θεμέλια. Η μακιαβελλική ελευθερία, η σπί* νοζική επιθυμία και η μαρξική ζωντανή εργασία είναι όλες έν| νοιες που περιέχουν πραγματική μετασχηματιστική δύναμη: δύναμη να αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα και να προχο ρήσουν πέρα από τις δεδομένες συνθήκες της ύπαρξης. Η δ$| ναμη αυτών των κριτικών εννοιών, που εκτείνεται πολύ πέρ της αμφίσημης σχέσης τους με τις νεωτερικές κοινωνικές μές, συνίσταται προπάντων στο ότι τίθενται ως οντολογικά τήματα.4 Η δύναμη της νεότερης κριτικής της νεωτερικότητ εδρεύει στο σημείο ακριβώς όπου αρνείται τον εκβιασμό αστικού ρεαλισμού -με άλλα λόγια, στο σημείο όπου η ουτο κή σκέψη, προχωρώντας πέρα από τις πιέσεις της ομολογίι που πάντα την περιορίζει σε αυτό που ήδη υφίσταται, λαμβάν μια νέα συντακτική μορφή. Οι περιορισμοί αυτών των κριτικών γίνονται ευδιάκριτ όταν εξετάζουμε τη δύναμή τους να μετασχηματίζουν όχι μόν| το στόχο προς τον οποίο αποβλέπουμε, αλλά και την οπτι» γωνία της κριτικής. Ένα σύντομο παράδειγμα είναι μάλλον α|| κετό για να δείξει αυτή τη δυσχέρεια. Το πέμπτο βιβλίο Ηθικής του Spinoza είναι ίσως το εξοχότερο επίτευγμα της ν| ότερης κριτικής της νεωτερικότητας. Ο Spinoza αναδέχεται θεωρητική πρόκληση να στοιχειοθετήσει την πλήρη γνώση αλήθειας και να ανακαλύψει την οδό της απελευθέρωσης σώματος και του νου, με τρόπο θετικό και απόλυτο. Όλες? υπόλοιπες νεωτερικές μεταφυσικές τοποθετήσεις, ιδίως εκείν οι υπερβατικές απόψεις των οποίων ο Descartes και ο Hobfc είναι οι πρώτοι μείζονες εκπρόσωποι, είναι επουσιώδεις και θοποιητικές συγκρινόμενες με αυτό το σχέδιο της απελευθέρ
Λ ΤΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
255
σης. Ο πρωταρχικός στόχος του Spinoza είναι η οντολογική ανάπτυξη της ενότητας της αληθούς γνώσης και του ισχυρού σώματος παράλληλα με την απόλυτη κατασκευή μοναδικής και συλλογικής εμμονής. Ποτέ πριν ο φιλοσοφικός στοχασμός δεν είχε τόσο ριζικά υποσκάψει τους παραδοσιακούς δυϊσμούς της ευρωπαϊκής μεταφυσικής, και άρα ποτέ πριν δεν είχε τόσο ισχυρά αμφισβητήσει τις πολιτικές πρακτικές της υπερβατικό τητας και της κυριάρχησης. Κάθε οντολογία που δεν φέρει τη σφραγίδα της ανθρώπινης δημιουργικότητας απορρίπτεται. Η επιθυμία (cupiditas) που εξουσιάζει την πορεία της ύπαρξης και της ενέργειας της φύσης και των ανθρώπων γίνεται έρωτας (amor) -ο οποίος επενδύει τόσο το φυσικό όσο και το θείο. Και όμως, στο τελευταίο βιβλίο της Ηθικής, η ουτοπία αυτή έχει μόνο μια αφηρημένη και αόριστη σχέση με την πραγματικότη τα. Κατά καιρούς, εκκινώντας από αυτό το υψηλό επίπεδο οντολογικής ανάπτυξης, ο στοχασμός του Spinoza επιχειρεί όντως να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα, όμως η ασκητι κή πρόταση αμφιρρέπει, σκοντάφτει και εξαφανίζεται μέσα στη μυστικιστική προσπάθεια να συμφιλιώσει τη γλώσσα της πραγματικότητας με τη γλώσσα της θεολογίας. Τελικά, και στον Spinoza, όπως και στους υπόλοιπους εξέχοντες νεότερους κριτικούς της νεωτερικότητας, η αναζήτηση ενός έξω φαίνεται να εξοκέλλει και να προτείνει απλώς απεικάσματα μυστικισμού, αρνητικές ενοράσεις του απόλυτου.
Δεν υπάρχει πλέον έξω Οι τομείς που νοούνται ως έσω και έξω και η μεταξύ τους σχέ ση διαμορφώνονται διαφορετικά σε μια ποικιλία νεωτερικών λό γων.3 Έχουμε, εντούτοις, την εντύπωση ότι η ίδια η χωρική διάταξη του έσω και του έξω αποτελεί ένα γενικό και θεμε λιακό χαρακτηριστικό της νεωτερικής σκέψης. Κατά τη μετά βαση από το νεωτερικό στο μετανεωτερικό και από τον ιμπε ριαλισμό στην Αυτοκρατορία, εξαλείφεται σταδιακά ο διαχωρι σμός του έσω και του έξω.
256
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG
Ο μετασχηματισμός αυτός είναι ιδιαίτερα εμφανής όταν θεωρήσουμε από την άποψη της έννοιας της κυριαρχίας. Η : ωτερική κυριαρχία έχει εν γένει νοηθεί με όρους μιας (πρα ματικής ή φανταστικής) εδαφικής επικράτειας και της σχέί αυτού του εδάφους με το έξω του. Οι κοινωνικοί θεωρητικοί ■ πρώιμης νεωτερικότητας, επί παραδείγματι, από τον Hobb| ώς τον Rousseau, αντιλαμβάνονταν την πολιτική τάξη ως χώρο περιορισμένο και εσωτερικό, ο οποίος αντιτίθεται ή αν διαστέλλεται προς την εξωτερική τάξη της φύσης. Ο περι^ ρακωμένος χώρος της πολιτικής τάξης, η θέση της, καθορί2| ται μέσω του διαχωρισμού της από τους εξωτερικούς χώρ της φύσης. Με ανάλογο τρόπο, οι θεωρητικοί της νεότερης χολογίας αντιλαμβάνονταν τις ορμές, τα πάθη, τα ένστικτα το ασυνείδητο μεταφορικά με όρους χωρικούς, ως ένα έξω'Μ σα στον ανθρώπινο νου, ως μια προέκταση της φύσεως βαί μέσα μας. Εδώ η κυριαρχική εξουσία του Εγώ έγκειται διαλεκτική σχέση μεταξύ της φυσικής τάξης των ορμών της πολιτικής τάξης της λογικής ή της συνείδησης. Τέλος|| ποικίλοι λόγοι της νεότερης ανθρωπολογίας σχετικά με:;|| πρωτόγονες κοινωνίες λειτουργούν ως ένα έξω που οριοθ τον πολιτισμένο κόσμο. Η διαδικασία του εκσυγχρονισμού, i όλα αυτά τα ποικίλα πλαίσια, είναι η εσωτερίκευση του δηλαδή ο εκπολιτισμός της φύσης. Στον αυτοκρατορικό κόσμο, η διαλεκτική της κυριαρ]( μεταξύ πολιτικής και φυσικής τάξεως έχει λήξει. Υπ’ αυτήν ■ έννοια ο σύγχρονος κόσμος μπορεί να θεωρηθεί μετανεωτεριχΙ Η «μετανεωτερικότητα», όπως μας λέει ο Fredric Jamesfl] «είναι αυτό που απομένει όταν πλέον η διαδικασία του εκο χρονισμού έχει ολοκληρωθεί και η φύση έχει εξαφανιστεί | τα καλά.»6 Ασφαλώς εξακολουθούμε να έχουμε δάση και λους και καταιγίδες στον κόσμο μας και εξακολουθούμε ϊ αντιλαμβανόμαστε ως κινητήριες δυνάμεις της ψυχής μ α ί|| φυσικά ένστικτα και πάθη· όμως δεν έχουμε φύση, υπό την.^ νοια ότι πλέον τα δάση και όλα τα παραπάνω φαινόμενα -4 νοούνται ως έξω, δηλαδή, δεν τα αντιλαμβανόμαστε ως πρωί
ΑΥ ΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
257
τυπα και ανεξάρτητα από το τέχνημα της πολιτικής τάξης. Σε έναν μετανεωτερικό κόσμο όλα τα φαινόμενα και οι δυνάμεις είναι τεχνητά, ή, όπως θα μπορούσε να πει κανείς, αποτελούν μέρος της ιστορίας. Η νεωτερική διαλεκτική του έσω και του έξω έχει αντικατασταθεί από ένα παιχνίδι βαθμών και εντάσε ων, υβριδικότητας και τεχνητότητας. Το έξω έχει επίσης ατονήσει από την άποψη μιας μάλλον διαφορετικής νεωτερικής διαλεκτικής που καθόριζε τη σχέση μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού στη φιλελεύθερη πολιτική θεω ρία. Οι δημόσιοι χώροι της νεωτερικής κοινωνίας, που απαρτί ζουν τον τόπο της φιλελεύθερης πολιτικής, τείνουν να εξαφανι στούν στον μετανεωτερικό κόσμο. Σύμφωνα με τη φιλελεύθερη παράδοση, το νεωτερικό άτομο, ενώ αισθάνεται οικεία στους ιδιωτικούς του χώρους, θεωρεί το δημόσιο ως έξω του. Το έξω είναι ο τόπος που προσιδιάζει στην πολιτική, όπου η δράση του ατόμου εκτίθεται στην παρουσία άλλων και εκεί επιζητεί ανα γνώριση.7 Κατά τη διαδικασία του μεταεκσυγχρονισμού, ωστό σο, τέτοιου είδους δημόσιοι χώροι ιδιωτικοποιούνται ολοένα και περισσότερο. Το κέντρο βάρους του αστικού τοπίου μετατίθεται από την κοινή πλατεία και τη δημόσια συνάντηση της νεωτερικότητας στους κλειστούς χώρους των εμπορικών κέντρων, των αυτοκινητοδρόμων υπερταχείας κυκλοφορίας και των περι τειχισμένων κοινοτήτων. Η αρχιτεκτονική και ο πολεοδομικός σχεδιασμός μεγαλουπόλεων όπως το Λος Άντζελες και το Σάο Πάολο έχουν συντελέσει στον περιορισμό της δημόσιας πρό σβασης και αλληλόδρασης, ούτως ώστε να αποφεύγεται η τυ χαία συνάντηση ετερογενών πληθυσμών, δημιουργώντας μια σειρά προστατευόμενων χώρων, εσωτερικών και απομονωμέ νων.8 Ως επιπλέον παράδειγμα, σκεφτείτε πώς τα προάστια του Παρισιού έχουν μεταμορφωθεί σε μια σειρά άμορφων και αόρι στων χώρων που προωθούν μάλλον την απομόνωση, παρά την αλληλόδραση και την επικοινωνία. Ο δημόσιος χώρος έχει ιδιωτικοποιηθεί σε τέτοια έκταση που πλέον δεν έχει νόημα να αντιλαμβανόμαστε την κοινωνική οργάνωση με όρους μιας δια λεκτικής ιδιωτικών και δημόσιων χώρων, έσω και έξω. Ο τό
258
Λ * ι
,-,ι:
MICHAEL HARDT - ANTONIO NE
πος της νεωτερικής φιλελεύθερης πολιτικής έχει εξαφανιο και συνεπώς, από αυτή την άποψη, η μετανεωτερική και αυ κρατορική κοινωνία μιας χαρακτηρίζεται από ένα έλλειμμια « πολιτικού. Στην πραγματικότητα, ο τόπος της πολιτικής απο-πραγμοποιηθεί. Από αυτήν την άποψη, η ανάλυση της κοινωνίας του θέ| ματος που επιχείρησε ο Guy Debord μοιάζει σήμιερα, περισ« τερο από τριάντα χρόνια μετά τη σύνθεσή της, εύστοχη επίκαιρη.9 Στην αυτοκρατορική κοινωνία το θέαμα είναι δυνητικός τόπος, ή, ακριβέστερα, ένας μ ψ τ ό π ο ς της πολιτικ|| Το θέαμα είναι ταυτόχρονα ενιαίο και διάχυτο με τρόπο_που;|| ναι αδύνατον να διαχωρίσουμε οποιοδήποτε έσω από το έξω 1 -αδύνατον να διαχωρίσουμε το φυσικό από το κοινωνικό, Jj ιδιωτικό από το δημόσιο. Η φιλελεύθερη έννοια του δημοσ(| ως του έξω τόπου όπου ενεργούμε παρουσία άλλων, έχει τοβ καταστεί καθολική (διότι πλέον βρισκόμαστε πάντα κάτω οφ το βλέμμα άλλων, παρακολουθούμενοι από τις κάμερες ασ<{ λείας), όσο και εξιδανικευτεί ή απο-πραγμοΑοιηθεί στους δυνί τικούς χώρους του θεάματος. Το τέλος τού έξω ισοδύναμοί/, το τέλος της φιλελεύθερης πολιτικής. Τέλος, δεν υπάρχει πλέον έξω και με τη στρατιωτική νοια. Όταν ο Francis Fukuyama υποστηρίζει ότι η σύγχρο ιστορική μετάβαση καθορίζεται από το τέλος της ιστορίας, νοεί ότι η εποχή των μειζόνων συρράξεων έχει φτάσει στο λος της: η κυρίαρχη εξουσία δεν θα εκστρατεύει πλέον ενανι του Άλλου της, ούτε θα αντιμετωπίζει το έξω της, αλλά λον σταδιακά θα επεκτείνει τα σύνορά της ώστε να εγκολτ θεί ολόκληρο τον πλανήτη ως δική της επικράτεια.10 Η ιστό των ιμπεριαλιστικών, διιμπεριαλιστικών και αντιιμπεριαλιστ] κών πολέμων έχει λήξει. Το πέρας αυτής της ιστορίας σημ δεψε την αρχή της κατίσχυσης της ειρήνης. Ή , ορθότε( έχουμε εισέλθει στην εποχή των ελασσονών και εσωτερικί συρράξεων. Κάθε αυτοκρατορικός πόλεμος είναι ένας εμφύλ* πόλεμος, μια ενέργεια αστυνόμευσης -από το Λος Άντζελες % τη Γρανάδα ώς το Μογκαντίσου και το Σαράγεβο. Στην πρβ(
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
259
ματικότητα, η διάκριση καθηκόντων μεταξύ εξωτερικών και εσωτερικών δυνάμεων επιβολής (μεταξύ του στρατού και της αστυνομίας, της CIA και του FBI) γίνεται ολοένα και περισσό τερο ασαφής και ακαθόριστη. Από τη δική μας σκοπιά, το τέλος της ιστορίας στο οποίο αναφέρεται ο Fukuyama ισοδυναμεί με τη λήξη της κρίσεως που εντοπίσαμε στο κέντρο της νεωτερικότητας, της συνεκτι κής και καίριας διαπάλης που αποτέλεσε το θεμέλιο και τη raison d ’e tr e της νεωτερικής κυριαρχίας. Η ιστορία έχει τελει ώσει ακριβώς και μόνο στην έκταση που νοείται με εγελιανούς όρους -ως η κίνηση μιας διαλεκτικής αντιφάσεων, ως μια δια πλοκή απόλυτων αρνήσεων και υπαγωγής. Τα δυαδικά ζεύγη που καθόριζαν τη νεωτερική διαπάλη έχουν απολέσει τη σαφή νειά τους. Ο Άλλος που μπορούσε να οροθετήσει έναν νεωτερικό κυρίαρχο Εαυτό έχει κερματιστεί και έχει απολέσει το σα φές του περίγραμμα, και δεν υπάρχει πλέον ένα έξω που να μπορεί να περιχαράξει τον τόπο της κυρίαρχης εξουσίας. Το έξω ήταν εκείνο που προσέδιδε συνοχή στην κρίση. Σήμερα κα θίσταται ολοένα και πιο δύσκολο για τους ιδεολόγους των Ηνω μένων Πολιτειών να κατονομάσουν έναν μοναδικό, ενιαίο εχθρό· αντίθετα, μοιάζει να υπάρχουν ελάσσονες και δυσδιάκριτοι εχθροί παντού.11 Το τέλος της κρίσης της νεωτερικότητας έχει επιφέρει μια πλήθυνση των ελασσονών και αόριστων κρίσεων, ή, όπως προτιμούμε εμείς να λέμε, έχει οδηγήσει σε μια πανκρίση. Είναι χρήσιμο εδώ να θυμηθούμε (και θα αναπτύξουμε εκτε νέστερα αυτό το σημείο στο Γ' Μέρος) ότι η καπιταλιστική αγορά είναι μια μηχανή που ανέκαθεν αντιτασσόταν σε κάθε διάκριση μεταξύ έσω και έξω. Οι φραγμοί και οι αποκλεισμοί την ανακόπτουν αντίθετα, ευημερεί όταν εγκολπώνεται διαρ κώς περισσότερα στην επικράτειά της. Το κέρδος μπορεί να γεννηθεί μόνο μέσα από την επαφή, τη συμπλοκή, την ανταλ λαγή και το εμπόριο. Η υλοποίηση της παγκόσμιας αγοράς θα συνιστούσε το καταληκτικό σημείο αυτής της τάσης. Στην ιδε ατή της μορφή, δεν υπάρχει έξω για την παγκόσμια αγορά:
260
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEl
ολόκληρος ο πλανήτης αποτελεί πεδίο δράσης της.12 ΜπορούΙ λοιπόν να χρησιμοποιήσουμε τη μορφή της παγκόσμιας αγοβ| ως διάγραμμα για να κατανοήσουμε την αυτοκρατορική ριαρχία. Ίσως, όπως ο Foucault αντιλήφθηκε το πανοπτικόν || το διάγραμμα της νεωτερικής εξουσίας, η παγκόσμια αγορά | μπορεί να χρησιμεύσει επαρκώς -καίτοι στην πραγματικότηΝ| δεν αποτελεί αρχιτεκτόνημα αλλά αντιαρχιτεκτόνημα- ως δ|| γραμμα της αυτοκρατορικής εξουσίας.13 Ο αυλακωμένος χώρος της νεωτερικότητας κατασκεύασε πους οι οποίοι διαρκώς εμπλέκονταν και θεμελιώνονταν σε διαλεκτικό παιχνίδι με τα έξω τους. Ο χώρος της αυτοκρ ρικής κυριαρχίας, αντίθετα, είναι εξομαλυμένος. Ίσως μοια απαλλαγμένος από τις δυαδικές κατατμήσεις και τις αυλα» σεις των νεωτερικών συνόρων, στην πραγματικότητα όμως ζεται από τόσες ατελείς γραμμές που μόνο φαινομενικά ouvtfii έναν συνεχή, ομοιόμορφο χώρο. Υπ’ αυτή την έννοια, η σα«| προσδιορισμένη κρίση της νεωτερικότητας υποκαθίσταται!! μια παν-κρίση στον αυτοκρατορικό κόσμο. Μέσα σε αυτόν·* εξομαλυμένο χώρο της Αυτοκρατορίας, δεν υπάρχει κανένας 1 π ο ς εξουσίας -η εξουσία βρίσκεται παντού και πουθενά. Η τοκρατορία είναι μια ου-τοπια, η ορθότερα ένας μ η -τό π ο ζ.
Αυτοκραιορικός φυλετισμός Μια από τις όψεις της μετάβασης από τη νεωτερική στην,! τοκρατορική κυριαρχία φαίνεται στη μεταβολή των εκφάν του φυλετισμού στις κοινωνίες μας. Πρέπει καταρχάς να?Ι μειώσουμε ότι γίνεται διαρκώς δυσκολότερο να διαπιστώο την κεντρική γραμμή που εφαρμόζει ο φυλετισμός. Όντο πολιτικοί, τα ΜΜΕ, ακόμη και οι ιστορικοί μάς λένε συν« ότι ο φυλετισμός έχει σταθερά υποχωρήσει στις νεωτερικές ! νωνίες -από την κατάργηση της δουλείας ώς τους αγώνες! αποαποικισμού και τα κινήματα για τα πολιτικά δικαιάη Ορισμένες ειδικές παραδοσιακές πρακτικές του φυλετιο έχουν αναμφίβολα ατονήσει, και ίσως νιώσει κανείς τον
ΛΐΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
261
σμό να θεωρήσει την κατάργηση του καθεστώτος απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική ως τη συμβολική κατακλείδα μιας ολόκλη ρης εποχής φυλετικού διαχωρισμού. Από τη δική μας οπτική, ωστόσο, είναι σαφές ότι ο φυλετισμός δεν έχει υποχωρήσει αλ λά ουσιαστικά έχει προοδεύσει στον σύγχρονο κόσμο, τόσο σε έκταση όσο και σε ένταση. Φαίνεται να έχει ατονήσει απλώς και μόνο επειδή η μορφή και οι στρατηγικές του έχουν αλλά ξει. Αν θεωρήσουμε ότι οι μανιχαϊστικές διαιρέσεις και οι άτεγ κτες πρακτικές αποκλεισμού (στη Νότια Αφρική, στο άστυ της αποικίας, στις νοτιοανατολικές πολιτείες των ΗΠΑ ή στην Πα λαιστίνη) στοιχειοθετούν το παράδειγμα των νεωτερικών μορ φών φυλετισμού, πρέπει πλέον να εξετάσουμε ποια είναι η μετανεωτερική μορφή του φυλετισμού και ποιες οι στρατηγικές του στη σύγχρονη αυτοκρατορική κοινωνία. Πολλοί αναλυτές περιγράφουν τη συγκεκριμένη μετάβαση ως μια μεταβολή της δεσπόζουσας θεωρητικής μορφής του φυ λετισμού, από μια φυλετική θεωρία που θεμελιώνεται στη βιο λογία προς μια φυλετική θεωρία που θεμελιώνεται στην κουλ τούρα. Η δεσπόζουσα νεωτερική φυλετική θεωρία και οι συνεπακόλουθες πρακτικές διαχωρισμού επικεντρώνονται σε ουσια στικές βιολογικές διαφορές μεταξύ των διαφόρων φυλών. Το αί μα και τα γονίδια βρίσκονται πίσω από τη διαφορά του χρώ ματος του δέρματος, ως η αληθής ουσία της φυλετικής διαφο ράς. Συνεπώς, οι υποταγμένοι λαοί εκλαμβάνονται (τουλάχιστον σιωπηρά) ως έτερόν τι του ανθρώπου, ως όντα διαφορετικής τάξεως. Αυτές οι θεμελιωμένες στη βιολογία νεωτερικές φυλετι κές θεωρίες υπαινίσσονται ή ρέπουν προς μια οντολογική δια φορά -ένα αναγκαίο, αιώνιο και αμετάβλητο ρήγμα στην τάξη του όντος. Συνεπώς, απαντώντας σε αυτήν τη θεωρητική τοπο θέτηση, ο νεωτερικός αντιφυλετισμός τοποθετείται εναντίον της έννοιας της βιολογικής ουσιοκρατίας, και επιμένει ότι, αντίθε τα, οι φυλετικές διαφορές θεσπίζονται από τις κοινωνικές και πολιτισμικές δυνάμεις. Οι νεωτερικοί θεωρητικοί του αντιφυλετισμού εμφορούνται από την πεποίθηση ότι ο κοινωνικός κον στρουκτιβισμός θα μας απαλλάξει από τα δεσμά της βιολογικής
262
MICHAEL HARDT - ANTONIO NE
αιτιοκρατίας: αν οι διαφορές μας είναι κοινωνικά και πολίζ σμικά προσδιορισμένες, τότε όλοι οι άνθρωποι είναι καταρ^ ίσοι, της αυτής οντολογικής τάξεως, της αυτής φύσεως. Με τη μετάβαση στην Αυτοκρατορία, ωστόσο, οι βιολογικ διαφορές έχουν υποκατασταθεί με κοινωνιολογικά και πολίί σμικά σημαίνοντα ως βασική αναπαράσταση του φυλετικού ς σους και φόβου. Με τον τρόπο αυτό, η αυτοκρατορική φυλε κή θεωρία βάλλει εναντίον του νεωτερικού αντιφυλετισμού ] των μετόπισθεν, και ουσιαστικά προσυπογράφει και επιστ| τεύει τα επιχειρήματά του. Η αυτοκρατορική φυλετική θεω| συμφωνεί ότι οι φυλές δεν συνιστουν απομονώσιμες βιολογοί μονάδες και ότι η φύση δεν μπορεί να κατατμηθεί σε διαφο| τικές ανθρώπινες φυλές. Συμφωνεί επίσης ότι η συμπεριφο των ατόμων και οι ικανότητες ή οι κλίσεις τους δεν είναι aaj τέλεσμα αίματος ή γονιδίων, αλλά οφείλονται στο γεγονός < ανήκουν σε διαφορετικές, ιστορικά προσδιορισμένες, κουλτς ρες.14 Οι διαφορές, συνεπώς, δεν είναι σταθερές και αμετάβλ τες αλλά τυχαία επακόλουθα της κοινωνικής ιστορίας. Σ ΐ πραγματικότητα η αυτοκρατορική φυλετική θεωρία και η ve τερική αντιφυλετική θεωρία λένε εν πολλοίς το ίδιο πράγρ και από αυτή την άποψη είναι δύσκολο να τις ξεχωρίσου| Πράγματι, ακριβώς επειδή αυτό το σχετικιστικό και πολιΓ σμολογικό επιχείρημα υπολαμβάνεται κατ’ ανάγκην ως αν’ φυλετικό, η δεσπόζουσα ιδεολογία ολόκληρης της κοινών^ μας μπορεί να εμφανίζεται ως αντίθετη στο φυλετισμό, κα'·? αυτοκρατορική φυλετική θεωρία μπορεί να εμφανίζεται ως * λου φυλετική. Πρέπει, ωστόσο, να εξετάσουμε με περισσότερη προσρ τον τρόπο λειτουργίας της αυτοκρατορικής φυλετικής θεω; Ο Etienne Balibar ονομάζει αυτή τη νέα μορφή φυλετί'1 διαφορικό φυλετισμό, έναν φυλετισμό χωρίς φυλή, ή, ορθότε έναν φυλετισμό που δεν στηρίζεται στη βιολογική έννοια ; φυλής. Ο Balibar λέει ότι, καίτοι η βιολογία έχει έγκατα?’ φθεί ως θεμέλιο και έρεισμα, η κουλτούρα καλείται πλέαν^ αναπληρώσει το ρόλο που προηγουμένως κατείχε η βιολογ
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
263
Έχουμε συνηθίσει να σκεφτόμαστε ότι η φύση και η βιολογία είναι σταθερές και αμετάβλητες ενώ αντίθετα η κουλτούρα εί ναι εύπλαστη και ρευστή: οι κουλτούρες μπορούν να αλλάζουν στη ροή της ιστορίας και να αναμειγνύονται ώστε να δώσουν απεριόριστο αριθμό υβριδίων. Από την οπτική της αυτοκρατορικής φυλετικής θεωρίας, ωστόσο, υπάρχουν αυστηρά όρια στην ευελιξία και τη συμβατότητα που μπορούν να εμφανίσουν οι διάφορες κουλτούρες. Οι διαφορές που παρουσιάζουν οι κουλ τούρες και οι παραδόσεις είναι, σε τελική ανάλυση, ανυπέρβλη τες. Είναι μάταιο, έως και επικίνδυνο, σύμφωνα πάντα με την αυτοκρατορική θεωρία, να επιτρέπουμε στις κουλτούρες να ανα μειγνύονται ή να επιμένουμε ότι πρέπει να κάνουν κάτι τέτοιο: οι Σέρβοι και οι Κροάτες, οι Χούτου και οι Τούτσι, οι Αμερι κανοί με αφρικανικές ρίζες κι εκείνοι με κορεατικές πρέπει να μείνουν διαχωρισμένοι. Ως θεωρία κοινωνικής διαφοράς, η πολιτισμική θέση δεν εί ναι λιγότερο «ουσιακή» από τη βιολογική, ή τουλάχιστον θεμε λιώνει ένα εξίσου ισχυρό θεωρητικό υπόβαθρο για τον κοινωνι κό διαχωρισμό και τη διάκριση. Εντούτοις συνιστά μια πλουραλιστική θεωρητική θέση: όλες οι πολιτισμικές ταυτότητες εί ναι καταρχάς ισότιμες. Αυτός ο πλουραλισμός αποδέχεται όλες τις διαφορές τού ποιοι είμαστε, αρκεί να δεχόμαστε να ενερ γούμε βάσει αυτών των διαφορών ταυτότητας, αρκεί να ενερ γούμε σύμφωνα με τη φυλή μας. Συνεπώς, οι φυλετικές διαφο ρές είναι καταρχάς τυχαίες, στην πράξη όμως απολύτως αναγ καίες ως ορόσημα κοινωνικού διαχωρισμού. Η θεωρητική υπο κατάσταση της κουλτούρας για τη φυλή ή τη βιολογία μετα σχηματίζεται έτσι, όλως παραδόξως, σε μια θεωρία για τη δια τήρηση της φυλής.16 Αυτή η μεταβολή της φυλετικής θεωρίας μάς δείχνει πώς η αυτοκρατορική θεωρία μπορεί να υιοθετήσει αυτό που κατά παράδοση εκλαμβανόταν ως αντιφυλετική θέση, διατηρώντας παρά ταύτα μια ισχυρή αρχή κοινωνικού διαχω ρισμού. Πρέπει να σημειώσουμε σε τούτο το σημείο ότι αυτή κα θαυτή η αυτοκρατορική φυλετική θεωρία είναι μια θεωρία δια-
264
.. V ' / j s
..
MICHAEL HARDT - ANTONIO NE
χωρισμού και όχι μια θεωρία ιεράρχησης. Ενώ η νεωτερική λετική θεωρία προϋποθέτει μια ιεραρχία των φυλών ως τη μελιώδη συνθήκη που καθιστά απαραίτητο το διαχωρισμός αυτοκρατορική θεωρία καταρχάς δεν κάνει λόγο για ανωτ©| τητα ή κατωτερότητα των διαφόρων φυλών ή εθνοτικών oj δων. Το θεωρεί ως ένα καθαρά τυχαίο, πρακτικό θέμα. Με < λα λόγια, η φυλετική ιεραρχία θεωρείται όχι αιτία, αλλά αϊ τέλεσμα της κοινωνικής συγκυρίας. Έστω, λόγου χάριν, ότι αφροαμερικανοί φοιτητές μιας δεδομένης περιοχής εμφανή σταθερά χαμηλότερες επιδόσεις στα τεστ ικανοτήτων από τι αμερικανούς φοιτητές ασιατικής καταγωγής. Αυτό, η οςυτοκ| τορική θεωρία δεν το αποδίδει σε κάποιου είδους φυλετική ) τωτερότητα, αλλά μάλλον σε πολιτισμικές διαφορές: η κο» τούρα των Αμερικανών ασιατικής καταγωγής δίνει μεγαλύτ| έμφαση στην εκπαίδευση, παροτρύνει τους φοιτητές στην 0 ( δική μελέτη, κ.ο.κ. Η φυλετική ιεραρχία καθορίζεται μόνον ι των υστέρων, ως συνέπεια της κουλτούρας κάθε φυλής -δη) δή, βάσει των επιδόσεών της. Σύμφωνα λοιπόν με την αοί κρατορική θεωρία, η φυλετική υπεροχή ή καθυπόταξη δεν αϊ τελούν θεωρητικό ζήτημα, αλλά προκύπτουν μέσα από j ελεύθερο ανταγωνισμό, μέσα από ένα είδος εμπορεύματος αξιοκρατίας της κουλτούρας. Η φυλετική πρακτική, ασφαλώς, δεν συμμερίζεται κατ’ ανς κην την εικόνα που διαμορφώνει για τον εαυτό της η φυλετΙ θεωρία, που είναι και το μόνο αντικείμενο που έχουμε διεβ νήσει ώς εδώ. Απ’ όσα έχουμε δει, ωστόσο, καθίσταται συ» ότι η αυτοκρατορική φυλετική πρακτική έχει απολέσει ένα | σικό έρεισμα: δεν διαθέτει πλέον τη θεωρία της φυλετικής ,(β τερότητας που θεωρούνταν θεμέλιο των νεωτερικών πρακτι* φυλετικού αποκλεισμού. Σύμφωνα με τον Gilles Deleuze τον Felix Guattari, ωστόσο, «ο ευρωπαϊκός φυλετισμός... λειτούργησε ποτέ με βάση τον αποκλεισμό, ή το χαρακτήρα κάποιου ως Άλλου... ο φυλετισμός λειτουργεί με βάση | προσδιορισμό επιπέδων απόκλισης σε σχέση με τη φυσιογ^ μία του Λευκού Ανθρώπου, ο οποίος επιδιώκει να εντάξει*?
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
265
απάδοντα χαρακτηριστικά σε ολοένα πιο έκκεντρα και οπισθοδρομικά κύματα... Από τη σκοπιά του φυλετισμού, δεν υπάρχει εξωτερικό, δεν υπάρχει λαός εκτός».17 Ο Deleuze και ο Guattari μας προκαλούν να αντιληφθούμε τη φυλετική πρακτι κή όχι με όρους δυαδικών διαιρέσεων και αποκλεισμού, αλλά ως μια στρατηγική διαφορικής συμπερίληψης. Καμιά ταυτότη τα δεν καθορίζεται ως Άλλη, κανείς δεν αποκλείεται από την περιοχή, δεν υπάρχει έξω. Όπως ακριβώς η φυλετική θεωρία δεν μπορεί να θέσει ως αφετηριακό σημείο οποιεσδήποτε ου σιαστικές διαφορές μεταξύ των ανθρώπινων φυλών, έτσι και η αυτοκρατορική φυλετική πρακτική δεν μπορεί να αρχίσει απο κλείοντας τον φυλετικώς Άλλο. Η λευκή υπεροχή λειτουργεί μάλλον προσεγγίζοντας καταρχάς την ετερότητα και κατόπιν υποτάσσοντας τις διαφορές ανάλογα με το βαθμό απόκλισής τους από τη λευκότητα. Αυτό δεν έχει καμιά σχέση με το μί σος ή το φόβο του ξένου, άγνωστου Άλλου. Είναι ένα μίσος που γεννάται εκ του σύνεγγυς και διαμορφώνεται μέσα από τους βαθμούς της διαφοράς του πλησίον. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι κοινωνίες μιας είναι απαλλαγμένες από φυλετικούς αποκλεισμούς· ασφαλώς διασχίζονται από πο λυάριθμες γραμμές φυλετικών στεγανών, σε κάθε αστικό τοπίο και σε ολόκληρο τον πλανήτη. Το ζήτημα, μάλλον, είναι ότι ο φυλετικός αποκλεισμός προκύπτει εν γένει ως αποτέλεσμα της διαφορικής συμπερίληψης. Με άλλα λόγια, θα ήταν λάθος σή μερα, και ίσως να είναι επίσης παραπλανητικό όταν εξετάζου με το παρελθόν, να θεωρήσουμε το απαρτχάιντ ή τους νόμους του Jim Crow ως κατεξοχήν παραδείγματα φυλετικής ιεράρχη σης. Η διαφορά δεν εγγράφεται στο δίκαιο, και η επιβολή της ετερότητας δεν καταντά ακραία. Η Αυτοκρατορία δεν αντιλαμ βάνεται τις διαφορές με όρους απόλυτους· δεν θεωρεί ποτέ τις φυλετικές διαφορές ως διαφορές φύσεως, αλλά πάντα ως διαφο ρές βαθμού, ποτέ ως αναγκαίες, αλλά πάντα ως τυχαίες. Η καθυπόταξη ενσαρκώνεται σε καθεστώτα καθημερινών πρακτι κών, που είναι περισσότερο ευκίνητες και ευέλικτες, αλλά πα ρά ταύτα δημιουργούν φυλετικές ιεραρχίες μόνιμες και στυγνές.
266
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG;
Η μορφή και οι στρατηγικές του αυτοκρατορικού φυλεΐ σμού μάς βοηθούν να υπογραμμίσουμε την αντίθεση μεταξύ ωτερικής και αυτοκρατορικής κυριαρχίας σε ένα γενικότε{ επίπεδο. Ο αποικιακός φυλετισμός, ο φυλετισμός της νεωτε^ κής κυριαρχίας, καταρχάς εξωθεί τη διαφορά στα άκρα και στ συνέχεια ανακτά τον Άλλο ως αρνητικό θεμέλιο του Εαυτ| (βλ. κεφάλαιο 2.3). Η νεωτερική κατασκευή ενός λαού εμπλ κεται στενά σε αυτό το εγχείρημα. Ένας λαός ορίζεται όχι μ νον αναφορικά προς ένα κοινό παρελθόν και κάποιες κοινές ε· θυμίες ή κοινές δυνατότητες, αλλά κυρίως σε μια διάλεκτε σχέση με τον Άλλο του, με το έξω του. Ένας λαός (είτε ζει διασπορά είτε σε μια αναγνωρισμένη εδαφική επικράτεια) of ζεται πάντα βάσει ενός τόπ ου (δυνητικού ή πραγματικού), τάξη που παγιώνει η Αυτοκρατορία, αντίθετα, δεν έχει καμ σχέση με αυτή τη διαλεκτική. Ο αυτοκρατορικός φυλετισμός,* αλλιώς ο διαφορικός φυλετισμός, εντάσσει τους Άλλους τάξη του και εν συνεχεία ενορχηστρώνει αυτές τις διαφορές | ένα σύστημα ελέγχου. Οι μόνιμες και βιολογικές έννοιες λαών τείνουν με αυτόν τον τρόπο να διαλυθούν σε ένα ρευσ| και άμορφο πλήθος, το οποίο ασφαλώς διαπερνάται από γρα$| μές διαπάλης και αντιπαλότητας, που όμως καμιά τους δεν ρουσιάζεται ως πάγια και αιώνια μεθόριος. Η επιφάνεια της τοκρατορικής κοινωνίας τελεί σε κατάσταση διαρκούς μεταβή λής, ούτως ώστε να αποσταθεροποιεί κάθε έννοια τόπου. Η τρική στιγμή του αυτοκρατορικού φυλετισμού συμβαίνει στο νορό του, στην πλανητική αντίθεση μεταξύ έσω και έξω. Όπι είπε ο Du Bois σχεδόν έναν αιώνα πριν, το πρόβλημα του 20| αιώνα είναι το πρόβλημα της γραμμής του χρώματος. Ο α' κρατορικός φυλετισμός, αντίθετα, ατενίζοντας ίσως τον 21oiiij ώνα, αρκείται στη διαπλοκή των διαφορών και στη διαχείριι των μικροσυγκρούσεων μέσα στη διαρκώς επεκτεινόμενη σφί ρα δράσης του.
αττοκρατορια
267
Περί γενέσεως και φθοράς της υποκειμενικότητας Η σταδιακή έλλειψη διάκρισης μεταξύ έσω και έξω έχει ση μαντικές επιπτώσεις για την κοινωνική παραγωγή της υποκει μενικότητας. Μια από τις κεντρικές και συνηθέστερες θέσεις των θεσμικών αναλύσεων που προτείνει η νεωτερική κοινωνική θεωρία είναι ότι η υποκειμενικότητα δεν είναι εκ των προτέρων δεδομένη και αυθεντική αλλά τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό σχηματιζόμενη στο πεδίο των κοινωνικών δυνάμεων. Υπ’ αυτήν την έννοια, η νεωτερική κοινωνική θεωρία απεκδύεται σταδια κά κάθε έννοια προσωπικής υποκειμενικότητας στη λειτουργία μειζόνων κοινωνικών θεσμών, όπως η φυλακή, η οικογένεια, το εργοστάσιο και το σχολείο. Δύο όψεις αυτής της παραγωγικής διαδικασίας θα έπρεπε να υπογραμμιστούν. Πρώτον, η υποκειμενικότητα είναι μια συ νεχής κοινωνική διαδικασία ένταξης. Όταν το αφεντικό σε χαι ρετά στον εργασιακό χώρο ή ο γυμνασιάρχης σε χαιρετά στο διάδρομο του σχολείου, σχηματίζεται μια υποκειμενικότητα. Οι υλικές πρακτικές που εκδιπλώνονται για το υποκείμενο στα συμφραζόμενα του θεσμού (είτε γονατίζοντας για να προσευχη θείς είτε αλλάζοντας χιλιάδες πάνες) είναι η παραγωγική δια δικασία της υποκειμενικότητας. Με έναν αυτοπαθητικό τρόπο, συνεπώς, μέσα από τις δικές του δράσεις, το υποκείμενο ενεργείται, γεννάται. Δεύτερον, οι θεσμοί παρέχουν προπάντων έναν διακεκριμένο χώρο (το σπίτι, την εκκλησία, την αίθουσα διδα σκαλίας, το χώρο εργασίας), όπου θεσπίζεται η παραγωγή της υποκειμενικότητας. Οι ποικίλοι θεσμοί της νεωτερικής κοινω νίας θα έπρεπε συνεπώς να θεωρηθούν ως ένα αρχιπέλαγος ερ γοστασίων παραγωγής υποκειμενικότητας. Στην πορεία της ζωής, ένα άτομο περνά γραμμικά από τους διάφορους θεσμούς, βγαίνοντας από τον έναν και εισερχόμενο στον άλλον (από το σχολείο στο στρατό στο εργοστάσιο) και διαμορφώνεται από αυτούς. Η σχέση μεταξύ έσω και έξω είναι θεμελιακή. Κάθε θεσμός έχει τη δική του λογική και τους δικούς του κανόνες υποκειμενοποίησης: «Το σχολείο μάς λέει, “Δεν είσαι πια στο
268
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEffl
σπίτι σου”· ο στρατός μάς λέει, “Δεν είσαι πια στο σχολείο’?! Εντούτοις, μέσα στα τείχη κάθε θεσμού το άτομο είναι τουλΙ χιστον εν μέρει προστατευμένο από τις δυνάμεις των άλλων Μ σμών στο μοναστήρι συνήθως κανείς δεν κινδυνεύει από το χανισμό της οικογένειας, στο σπίτι συνήθως κανείς είναι από το πλαίσιο της πειθαρχίας του εργοστασίου. Αυτός ο φώς καθορισμένος τόπος των θεσμών αντικατοπτρίζεται κανονική και πάγια μορφή των παραγόμενων υποκειμενικό των. Κατά τη μετάβαση στην αυτοκρατορική κοινωνία, η πρωί όψη της νεωτερικής συνθήκης εξακολουθεί να ισχύει, δηλαδή! υποκειμενικότητες εξακολουθούν να παράγονται στο κοινωνα εργοστάσιο. Στην πραγματικότητα, οι κοινωνικοί θεσμοί π ά ΐ γουν υποκειμενικότητα με ολοένα και πιο έντονο τρόπο. μπορούσαμε να πούμε ότι η μετανεωτερικότητα είναι αυτό » προκύπτει όταν η θεωρία του κοινωνικού κονστρουκτιβισ[| εξωθείται στα άκρα και κάθε υποκειμενικότητα αναγνώριζα ως τεχνητή. Ωστόσο, πώς είναι δυνατόν αυτό, όταν σήμεΙ όπως λένε σχεδόν όλοι, οι εν λόγω θεσμοί διέρχονται πα νί κρίση και διαρκώς καταρρέουν; Αυτή η γενική κρίση δεν 1 μαίνει κατ’ ανάγκην ότι η θεσμοί έχουν πάψει να παράγ! υποκειμενικότητα. Αυτό που έχει αλλάξει, μάλλον, είναι η δ | τερη συνθήκη: δηλαδή, ο τόπος της παραγωγής της υποκει| νικότητας δεν καθορίζεται πλέον με τον ίδιο τρόπο. Η κ ρ| σημαίνει, με άλλα λόγια, ότι σήμερα οι περιφράξεις που κοΛ ρίζαν προηγουμένως τον περιορισμένο χώρο των θεσμών έ χ | καταρρεύσει, οπότε η λογική που άλλοτε λειτουργούσε πρό| στως εντός των θεσμικών τειχών, τώρα εξαπλώνεται σε ό | κλήρο το κοινωνικό πεδίο. Το έσω και το έξω αρχίζουν να | νονται δυσδιάκριτα. Αυτή η παν-κρίση των θεσμών λαμβάνει τελείως δίας κές μορφές κατά περίπτωση. Φέρ’ ειπείν, ολοένα λιγότερες ’ ρίδες του πληθυσμού των ΗΠΑ ζουν σε πυρηνική οικογένέ ενώ σταθερά αυξανόμενες μερίδες εγκλείονται στις φυλά» Και οι δύο θεσμοί, ωστόσο, η πυρηνική οικογένεια και η φ«1
ΑΤ ΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
269
κή, διέρχονται εξίσου κρίση, υπό την έννοια ότι ο τόπος της αποτελεσματικότητάς τους γίνεται ολοένα και πιο ακαθόριστος. Δεν θα έπρεπε να νομίσει κανείς ότι η κρίση της πυρηνικής οι κογένειας έχει επιφέρει έναν μαρασμό των δυνάμεων της πα τριαρχίας. Απεναντίας, λόγοι και πρακτικές «οικογενειακών αξιών» μοιάζει να βρίσκονται παντού στο κοινωνικό πεδίο. Το παλιό φεμινιστικό σύνθημα «Το προσωπικό είναι το πολιτικό» έχει αντιστραφεί με τέτοιο τρόπο, ώστε τα σύνορα μεταξύ δη μόσιου και ιδιωτικού έχουν διασπαστεί, εξαπολύοντας κυκλώ ματα ελέγχου σε όλη την έκταση της «ιδιωτικής δημόσιας σφαίρας».19 Με ανάλογο τρόπο, η κρίση της φυλακής σημαίνει ότι η λογική και οι τεχνικές του εγκλεισμού έχουν ολοένα και περισσότερο εξαπλωθεί σε άλλους τομείς της κοινωνίας. Η πα ραγωγή υποκειμενικότητας στην αυτοκρατορική κοινωνία τείνει να μην περιορίζεται σε συγκεκριμένους τόπους. Το άτομο εξα κολουθεί πάντα να βρίσκεται στους κόλπους της οικογένειας, του σχολείου, της φυλακής, κ.ο.κ. Μέσα στη γενικότερη κα τάρρευση, λοιπόν, η λειτουργία των θεσμών γίνεται τόσο πε ρισσότερο εντατική όσο και εκτατική. Οι θεσμοί λειτουργούν παρότι καταρρέουν -και ίσως να λειτουργούν τόσο καλύτερα όσο περισσότερο καταρρέουν. Η αοριστία του τό π ο υ της παρα γωγής αντιστοιχεί στην ακαθοριστία της μ ο ρ φ ή ς των παραγόμενων υποκειμενικοτήτων. Κατά συνέπεια, οι αυτοκρατορικοί κοινωνικοί θεσμοί ίσως μπορεί να θεωρηθούν σε μια ρευστή δια δικασία γένεσης και φθοράς της υποκειμενικότητας. Αυτή η μετάβαση δεν εντοπίζεται μόνο στις κυρίαρχες χώ ρες και περιοχές, αλλά τείνει να γενικευτεί σε διαφορετικό βαθ μό σε ολόκληρο τον κόσμο. Η απολογία της αποικιακής διοί κησης τιμούσε πάντα την προσπάθειά της να ιδρύσει κοινωνι κούς και πολιτικούς θεσμούς στις αποικίες, θεσμούς που θα συνιστούσαν τη ραχοκοκαλιά μιας νέας κοινωνίας πολιτών. Ενώ κατά τη διαδικασία του εκσυγχρονισμού οι κυρίαρχες χώρες εξάγουν θεσμικές μορφές στις εξαρτημένες, στην παρούσα δια δικασία του μεταεκσυγχρονισμού, α υ τό που ε ξ ά γ ε τ α ι είνα ι η γενικ ή κ ρ ίσ η τω ν θεσμώ ν. Η θεσμική δομή της Αυτοκρατορίας
270
MICHAEL HARDT - ANTONIO NE
μοιάζει μ’ ένα πρόγραμμα λογισμικού υπολογιστή που κουβ λάει έναν ιό, έτσι ώστε να τροποποιεί συνεχώς και να φθείρ τις θεσμικές μορφές που υπάρχουν γύρω του. Η αυτοκρατοριι κοινωνία του ελέγχου είναι κατ’ αποκλειστικότητα παντού · ημερήσια διάταξη.
Η τριπλή επιταγή της Αυτοκρατορίας
Ο γενικός μηχανισμός αυτοκρατορικού ελέγχου συνίσταται μέρα από τρεις διακριτές στιγμές: μια συμπεριληπτική, μια λη διαφορική και μια τρίτη διαχειριστική. Η πρώτη στιγμή ναι η μεγάθυμη, γενναιόδωρη όψη της Αυτοκρατορίας. Όλοι ναι ευπρόσδεκτοι μέσα στα σύνορά της, ασχέτως φυλής, θ σκεύματος, χρώματος, σεξουαλικού προσανατολισμού κ.ο.κ. ναι η συμπεριληπτική στιγμή της Αυτοκρατορίας που κάνει δεν βλέπει τις διαφορές· δεν κάνει καμιά απολύτως διάκριβ αλλά τους αποδέχεται όλους.20 Επιτυγχάνει καθολική συμτ ληψη παραμερίζοντας διαφορές που είναι άκαμπτες ή ανεπίί κτες ελέγχου και οι οποίες κατά συνέπεια θα μπορούσαν Α§ προκαλέσουν κοινωνική σύγκρουση. Αυτός ο παραμερισμός διαφορών απαιτεί από εμάς να θεωρήσουμε τις διαφορές επο σιώδεις ή σχετικές και να φανταστούμε όχι μια κατάστας στην οποία δεν υπάρχουν αλλά μάλλον μια κατάσταση οποία δεν τις συναισθανόμαστε. Ένας πέπλος άγνοιας προει μάζει μια καθολική αποδοχή. Όταν η Αυτοκρατορία εθελο φλεί σε αυτές τις διαφορές, και όταν πιέζει τους φορείς τους || τις παραμερίσουν, μπορεί να υπάρξει μια εν μέρει αλληλεπι* λυπτόμενη συναίνεση σε όλο τον αυτοκρατορικό χώρο. Ο πα μερισμός των διαφορών σημαίνει, ουσιαστικά, την αφαίρεση δυνατότητας των ποικίλων συντακτικών υποκειμενικοτήτων, i δημόσιος χώρος μιας ουδετερότητας της ισχύος που προκυτ καθιστά δυνατή την εμπέδωση και νομιμοποίηση μιας καθο κής έννοιας δικαίου που σχηματίζει τον πυρήνα της ΑυτοκρΙ τορίας. Ο νόμος της συμπεριληπτικής ουδέτερης αδιαφορίΐ αποτελεί ένα καθολικό έρεισμα, υπό την έννοια ότι εφαρμός
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
271
ται εξίσου σε όλα τα υποκείμενα που υπάρχουν και θα μπορού σαν να υπάρξουν κάτω από την αυτοκρατορική εξουσία. Σε αυ τή την πρώτη στιγμή, συνεπώς, η Αυτοκρατορία είναι μια μη χανή καθολικής ένταξης, ένας ανοιχτός καταπιόνας με απεριό ριστη όρεξη, που καλεί όλους να έρθουν εν ειρήνη στην επικράτειά της. (Δώστε μου τους φτωχούς σας, τους πεινασμένους σας, τις ποδοπατημένες μάζες σας...) Η Αυτοκρατορία δεν οχυρώνει τα σύνορά της για να απωθήσει τους αλλότριους, αλ λά μάλλον τους έλκει στη δική της ειρηνική τάξη, σαν πανί σχυρος στρόβιλος. Με τα σύνορα και τις διαφορές αποσιωπημένες ή παραμερισμένες, η Αυτοκρατορία είναι ένα είδος εξο μαλυμένου χώρου, στην επιφάνεια του οποίου γλιστρούν οι υπο κειμενικότητες χωρίς ουσιαστική αντίσταση ή διαπάλη. Η δεύτερη στιγμή του αυτοκρατορικού ελέγχου, η διαφορι κή του στιγμή, περιλαμβάνει την επικύρωση των διαφορών που έχουν γίνει δεκτές στην αυτοκρατορική σφαίρα. Ενώ από δικαϊκή άποψη οι διαφορές πρέπει να παραμεριστούν, από την πολιτισμική άποψη οι διαφορές αποθεώνονται. Εφόσον αυτές οι διαφορές θεωρούνται τώρα πολιτισμικές και τυχαίες και όχι βιολογικές και ουσιώδεις, θεωρείται ότι δεν θίγουν την κεντρι κή περιοχή της κοινότητας ή της αλληλεπικαλυπτόμενης συ ναίνεσης που χαρακτηρίζει τον συμπεριληπτικό μηχανισμό της Αυτοκρατορίας. Είναι διαφορές μη συγκρουσιακές, το είδος των διαφορών που θα μπορούσαν να παραμεριστούν όποτε αυτό κριθεί αναγκαίο. Φέρ’ ειπείν, από το τέλος του ψυχρού πολέμου και μετά, οι εθνοτικές ταυτότητες έχουν ενεργά επανεμφανιστεί στις σοσιαλιστικές και πρώην σοσιαλιστικές χώρες με τη στα θερή υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών, του ΟΗΕ και άλ λων παγκόσμιων οργανισμών. Οι τοπικές γλώσσες, τα παραδο σιακά τοπωνύμια, οι τέχνες και οι χειροτεχνίες κ.ο.κ. αποθεώ νονται ως σημαντικά συστατικά της μετάβασης από τον σοσια λισμό στην κεφαλαιοκρατία.21 Οι διαφορές αυτές θεωρούνται «πολιτισμικές» μάλλον παρά «πολιτικές», υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα οδηγήσουν σε ανεξέλεγκτες συγκρούσεις αλλά θα λειτουργήσουν μάλλον ως μια δύναμη ειρηνικού προσδιορισμού
272
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEl
τοπικών ταυτοτήτων. Με ανάλογο τρόπο, πολλές επίσημες φημιστικές καμπανιές της πολυπολιτισμικότητας στις Ηνο νες Πολιτείες περιέχουν την αποθέωση των εθνοτικών και λιτισμικών διαφορών υπό την αιγίδα της καθολικής συμπερίΐ ψης. Εν γένει, η Αυτοκρατορία δεν δημιουργεί διαφορές. Πα νει αυτό που βρίσκει έτοιμο και το επεξεργάζεται. Η διαφορική στιγμή του αυτοκρατορικού ελέγχου πρέπει| ακολουθηθεί από τη διαχείριση και την ιεράρχηση αυτών διαφορών σε μια γενική οικονομία προστάγματος. Ενώ η κιακή εξουσία επιζητούσε να παγιώσει αμιγείς, διακριτές τότητες, η Αυτοκρατορία ευημερεί σε κυκλώματα κίνηφηςίΐ ανάμειξης. Ο αποικιακός μηχανισμός ήταν ένα είδος καλού» που παρήγε παγιωμένα, διακριτά εκμαγεία, αλλά η αυτοκρ ρική κοινωνία του ελέγχου λειτουργεί διά της προσαρμσγ «σαν ένα αυτοπαραμορφούμενο έκχυμα που διαρκώς αλ από τη μια στιγμή στην επόμενη, ή σαν ένας ηθμός, που σχέδιό του αλλάζει από το ένα σημείο στο άλλο».22 Το α ί| κιακό θέτει μια απλή εξίσωση με μία και μόνη λύση* το atifl κρατορικό βρίσκεται αντιμέτωπο με πολλαπλές σύνθετες βλητές που αλλάζουν διαρκώς και επιδέχονται μια ποικ(§ πάντοτε ατελών αλλά εντούτοις αποτελεσματικών λύσεων. ·| Τπό μία ορισμένη έννοια, συνεπώς, το αποικιακό μπορ θεωρηθεί περισσότερο ιδεολογικό και το αυτοκρατορικό π« σότερο πραγματιστικό. Σκεφτείτε ως παράδειγμα αυτοκραί κής στρατηγικής την πρακτική των εργοστασίων της Αγγλίας και των ανθρακωρυχείων των Απαλλαχίων στις του 20ού αιώνα. Τα εργοστάσια και τα ορυχεία εξαρτώνταν <Α την εργασία ανθρώπων που είχαν μεταναστεύσει πρόσφατα · διάφορες ευρωπαϊκές χώρες, πολλοί από τους οποίους συ ζαν παραδόσεις έντονης εργατικής μαχητικότητας. Τα aq κά, ωστόσο, δεν δίστασαν να συνδυάσουν αυτό το δυνάμει β?| κτικό μείγμα εργατών. Ανακάλυψαν, όντως, ότι η συνύ» κατάλληλα κατευθυνόμενων μερίδων εργατών διαφορετ εθνικής προέλευσης σε κάθε συνεργείο και σέ κάθε σήρ|Ι αποδεικνυόταν μια ισχυρή συνταγή προστάγματος. Οι γλ
Α ΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
273
κές, πολιτισμικές και εθνοτικές διαφορές στο εσωτερικό κάθε εργατικού δυναμικού επενεργούσαν σταθεροποιητικά, διότι μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως όπλο καταπολέμησης της εργατικής οργάνωσης. Ήταν προς το συμφέρον του αφεντικού το χωνευτήρι να μη διαλύει τις ταυτότητες και κάθε εθνοτική ομάδα να συνεχίσει να ζει σε ξεχωριστή κοινότητα, διατηρών τας τις διαφορές της. Μια παρόμοια στρατηγική μπορούμε να δούμε σε πιο πρό σφατες πρακτικές διαχείρισης του εργατικού δυναμικού στις μπανανοφυτείες της Κεντρικής Αμερικής.23 Πολλαπλές εθνοτι κές διαιρέσεις μεταξύ των εργατών λειτουργούν ως ένα στοιχείο ελέγχου στην εργασιακή διαδικασία. Η υπερεθνική εταιρεία αντιμετωπίζει με διαφορετικές μεθόδους και βαθμούς εκμετάλ λευσης και καταπίεσης καθεμιά από τις εθνοτικές ομάδες των εργατών -διαφορετικά αυτούς που έχουν ευρωπαϊκή καταγωγή από εκείνους που έχουν αφρικανική και από τις διάφορες ομά δες των Ινδιάνων της Αμερικής. Οι ανταγωνισμοί και οι διαι ρέσεις μεταξύ των εργατών σύμφωνα με τις διάφορες γραμμές εθνικότητας και ταυτοποίησης αποδεικνύεται ότι αυξάνουν το κέρδος και διευκολύνουν τον έλεγχο. Η πλήρης πολιτισμική αφομοίωση (εν αντιθέσει προς τη δικαϊκή ένταξη) είναι σίγου ρο ότι δεν αποτελεί προτεραιότητα της αυτοκρατορικής στρα τηγικής. Η εκ νέου ανάδυση εθνοτικών και εθνικών διαφορών στο τέλος του 20ού αιώνα, όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά και στην Αφρική, την Ασία και τις αμερικανικές ηπείρους, έχει φέ ρει την Αυτοκρατορία αντιμέτωπη με μια ακόμα πιο σύνθετη εξίσωση που περιέχει μια μυριάδα μεταβλητών σε κατάσταση συνεχούς αλλαγής. Το ότι αυτή η εξίσωση δεν έχει μία και μο ναδική λύση δεν αποτελεί πραγματικά πρόβλημα -το αντίθετο. Η τυχαιότητα, η κινητικότητα και η ευελιξία είναι η πραγμα τική δύναμη της Αυτοκρατορίας. Η αυτοκρατορική «λύση» δεν θα είναι να αρνηθεί ή να μετριάσει αυτές τις διαφορές, αλλά μάλλον να τις επικυρώσει και να τις διευθετήσει σε έναν απο τελεσματικό μηχανισμό προστάγματος. Το «διαιρεί και βασίλευε» δεν είναι συνεπώς η σωστή δια
274
MICHAEL HARDT - ANTONIO NJ
τύπωση για την αυτοκρατορική στρατηγική. Τις περισσοί φορές, η Αυτοκρατορία δεν δημιουργεί διαιρέσεις, αλλά αναγνωρίζει ήδη υπάρχουσες ή δυνατές διαφορές, τις αποθ? και τις διαχειρίζεται στο πλαίσιο μιας γενικής οικονομίας στάγματος. Η τριπλή επιταγή της Αυτοκρατορίας είναι συ νευσε, διαφοροποίησε, διαχειρίσου.
Από την κρίση σιη φθορά Στην αρχή του Β' Μέρους αναλύσαμε μια έννοια της νεωτ κής κυριαρχίας ως κρίσεως: μιας κρίσεως που ορίζεται | διαρκή διαπάλη μεταξύ αφ’ ενός του επιπέδου των έμμονων} νάμεων της επιθυμίας και της συνεργασίας του πλήθους καΐ;| ετέρου της υπερβατικής εξουσίας που επιζητά να συγκρααυτές τις δυνάμεις και να τους επιβάλει μια τάξη. Μπ< τώρα να δούμε ότι η αυτοκρατορική κυριαρχία, αντίθετα* οργανώνεται γύρω από μια κεντρική διαπάλη αλλά μάλλον,!| σα από ένα ευέλικτο δίκτυο μικροσυγκρούσεων. Οι αντι< της αυτοκρατορικής κοινωνίας είναι δυσδιάκριτες, πολλαή| σιαζόμενες και δύσκολα εντοπίσιμες: οι αντιφάσεις βρίσκι παντού. Αντί για κρίση, συνεπώς, η έννοια που ορίζει την,;| τοκρατορική κυριαρχία θα μπορούσε να είναι αυτή μιας κρίσεως, ή, όπως προτιμάμε, αυτή της φθοράς. Αποτελεί %d τόπο στην κλασική φιλολογία περί Αυτοκρατορίας, από τον,Γ λύβιο ώς τον Montesquieu και τον Gibbon, ότι η Αυτοκι ρία με τη γέννησή της παρακμάζει και φθείρεται. Αυτή η ορολογία μπορεί εύκολα να παρανοηθεί. Είναι, μαντικό να διευκρινίσουμε ότι ο ορισμός της αυτοκρατορ^ κυριαρχίας ως φθοράς επ’ ουδενί συνιστά ηθική καταγγ§ Στη σύγχρονη και νεωτερική χρήση της, η φθορά έχει πβ μάτι καταντήσει έννοια ανεπαρκής για τους σκοπούς μας. 1 ρα συνήθως αναφέρεται μόνο στο διεφθαρμένο, σε αυτό που; ρεκκλίνει από το ηθικό, το αγαθό, το καθαρό. Εμείς με β την έννοια θέλουμε να δηλώσουμε μια γενικότερη διαδικί αποσύνθεσης ή μεταβολής, απαλλαγμένη από κάθε ηθική |
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
275
δήλωση, αντλώντας από την αρχαία χρήση του όρου που εν πολλοίς έχει χαθεί. Ο Αριστοτέλης, φέρ’ ειπείν, εννοεί τη φθο ρά ως μια εξέλιξη των σωμάτων, μια διαδικασία συμπληρωμα τική της γένεσης.24 Θα μπορούσαμε να σκεφτούμε τη φθορά, συνεπώς, ως μια απο-γένεση -μια αντίστροφη διαδικασία της γένεσης και της σύνθεσης, μια στιγμή μεταμόρφωσης που δυ νητικά αποδεσμεύει χώρους για την αλλαγή. Πρέπει να ξεχάσουμε όλες τις κοινότοπες εικόνες που μας έρχονται στο νου όταν κάνουμε λόγο για αυτοκρατορική παρακμή, φθορά και εκ φυλισμό. Τέτοιες ηθικολογίες δεν έχουν καμιά θέση εδώ. Το πιο σημαντικό είναι ένα αυστηρό επιχείρημα για τη μορφή, με άλλα λόγια, ότι η Αυτοκρατορία χαρακτηρίζεται από μια ρευ στότητα μορφής -μια πλημμυρίδα και άμπωτη διαμόρφωσης και παραμόρφωσης, γένεσης και εκφυλισμού. Το να πούμε ότι η αυτοκρατορική κυριαρχία ορίζεται από τη φθορά σημαίνει, αφ’ ενός, ότι η Αυτοκρατορία δεν είναι αμιγής ή ότι είναι υβριδική και, αφ’ ετέρου, ότι η αυτοκρατορική εξου σία λειτουργεί κατεδαφίζοντας. (Εδώ η λατινική ετυμολογία της λέξης αποδεικνύεται ακριβής: c o rru p tio , α π ό το cu m ru m p e r e : συντρίβω). Η αυτοκρατορική κοινωνία πάντα και παντού κατεδαφίζει, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οδεύει αναγκαστικά στην ερείπωση. Όπως η κρίση της νεωτερικότητας στο χαρα κτηρισμό μας δεν παρέπεμπε σε οποιαδήποτε επικείμενη ή αναγκαία κατάρρευση, έτσι και η φθορά της Αυτοκρατορίας δεν αποτελεί ένδειξη κάποιας τελεολογίας ή κάποιου ορατού τέ λους. Με άλλα λόγια, η κρίση της νεωτερικής κυριαρχίας δεν ήταν προσωρινή ούτε εξαιρετική (με τον τρόπο που θα αναφε ρόταν κανείς στο χρηματιστηριακό κραχ του 1929 ως κρίση), αλλά μάλλον αποτελούσε τον κανόνα της νεωτερικότητας. Με ανάλογο τρόπο, επί παραδείγματι, η φθορά δεν συνιστά μια πα ρέκκλιση από την αυτοκρατορική κυριαρχία αλλά την ίδια την ουσία της και τον modus operandi της. Η αυτοκρατορική οι κονομία, φέρ’ ειπείν, λειτουργεί ακριβώς μέσω της κρίσεως, και δεν μπορεί να λειτουργήσει διαφορετικά. Υπάρχει βέβαια μια παράδοση που θεωρεί τη φθορά ως το τραγικό ελάττωμα της
276
MICHAEL HARDT - ANTONIO Ni
Αυτοκρατορίας, το ατύχημα χωρίς το οποίο η Αυτοκρατορία! είχε θριαμβεύσει: σκεφτείτε τον Shakespeare και τον Git ως δύο τελείως διαφορετικά παραδείγματα. Εμείς, αντίθ θεωρούμε τη φθορά όχι τυχαία αλλά αναγκαία. Ή , ακριβέ»! ρα, θεωρούμε ότι η Αυτοκρατορία απαιτεί να είναι τυχαίες οι σχέσεις. Η αυτοκρατορική εξουσία θεμελιώνεται στη κάθε καθορισμένης οντολογικής σχέσης. Η φθορά είναι α* το σημείο της απουσίας οποιασδήποτε οντολογίας. Στο οντή γικό κενό, η φθορά γίνεται αναγκαία, αντικειμενική. Η ά») κρατορική κυριαρχία ευημερεί μέσα στον πολλαπλασιασμό | | αντιφάσεων τις οποίες γεννά η φθορά- σταθεροποιείται απά| αστάθειές της, από τις μη καθαρότητές της και την πρόέ ξη· ειρηνεύει από τον πανικό και τις ανησυχίες που αδιά* γεννά. Η φθορά είναι το όνομα της διηνεκούς διαδικασίας 1 λαγής και μεταμόρφωσης, το αντιθεμελιακό θεμέλιο, ο ατ τολογικός τρόπος του Είναι. Έχουμε φτάσει συνεπώς σε μια σειρά διακρίσεων που ολογικά σηματοδοτούν τη μετάβαση από τη νεωτερική αυτοκρατορική κυριαρχία: από τον λαό στο πλήθος, από τη | | λεκτική αντίθεση στη διαχείριση των υβριδικοτήτων, από 1 τόπο της νεωτερικής κυριαρχίας στον μη-τόπο της Αυτοκραρι ρίας, από την κρίση στη φθορά.
ΑΡΝΗΣΗ
I
4 Ο Μ π ά ρ τ λ ε μ π ι θα π ρ ο τιμ ο ύ σ ε να μ η ν . Τ ο μ υ σ τή ρ ιο τ η ς κ λα κ ή ς νο υ β έλ α ς του H e r m a n M e l v i l l e ε ίν α ι η α π ο λυ τό τη τα ί· άρνησης. Ό τ α ν το α φ εν τικ ό του τού ζ η τ ά ε ι να ε κ τ ε λ έ σ ε ι τα), θή κ οντά του, ο Μ π ά ρ τ λ ε μ π ι ή ρ εμ α α π α ν τ ά ξα νά κ α ι ξανά: 4 π ρ οτιμ ούσ α να μ ην». Ο χ α ρ α κ τ ή ρ α ς το υ M e l v i l l e εντάσοΛ στη μ α κ ρ ά π αράδοση τη ς ά ρνη σ η ς τ η ς ερ γα σ ία ς. Ο ποιοσδή τ ε ε ρ γ ά τ η ς έ χ ε ι σώας τα ς φρένας, α να μ φ ίβ ο λ α θ έλει να αρ θ εί τη ν εξουσ ία του α φ εντικ ο ύ του, ό μ ω ς ο Μ π ά ρ τ λ ε μ π ι εξα α υτή τη στά ση σ τα άκρα. Λ εν α ν τ ιτ ίθ ε τ α ι σ ε α υτό ή σ ε εκι
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
277
το σ υ γκ εκ ρ ιμ έν ο κ α θ ή κ ον, ο ύ τ ε π ρ ο β ά λ λ ει κ ά π ο ια δ ικ α ιο λ ο γ ία για την άρνησή του -α π λ ώ ς , π α θ η τικ ά κ α ι α π ό λ υ τ α , α ρνείτα ι. Η συμπ εριφορά του Μ π ά ρ τ λ ε μ π ι είνα ι όντω ς α φ ο π λ ισ τ ικ ή , ε ν μέρει διότι είνα ι τόσο ή ρ εμ ος κ α ι γ α λή νιο ς, π ερ ισ σ ό τερο όμω ς επειδή η άρνη σή του είνα ι τόσο α όρισ τη που γ ίν ε τ α ι α π ό λυ τη . Α π λώ ς π ρ οτιμ ά να μην. Μ ε δ εδ ο μ ένο το ενδια φ έρον του M e lv ille γ ια τη μ ετ α φ υ σ ι κή, δεν είνα ι π ε ρ ίε ρ γ ο π ου ο Μ π ά ρ τ λ ε μ π ι π ρ ο σ φ έρ ετα ι γ ια ο ντο λο γικ ές ε ρ μ η ν ε ί ε ς Η ά ρνη σ ή του είνα ι τόσο α π ό λ υ τ η που ο Μ π ά ρ τ λ ε μ π ι εμ φ α νίζετα ι χ ά ρ τ η ς λευ κ ό ς, έ ν α ς άνθρω πος χ ω ρίς ιδιότη τες ή, όπω ς θα έ λ ε γ α ν οι φ ιλόσοφ οι τη ς Α ν α γέ ν ν η σ η ς ,
homo tantum, α π λ ώ ς άνθρω πος κα ι τ ίπ ο τ ε π ερισ σ ότερο. Κ α ι στην π ορεία τ η ς ιστορίας ξεγυ μ ν ώ ν ετ α ι τόσο π ο λ ύ -π λ η σ ιά ζ ο ν τας όλο κ α ι π ιο π ο λ ύ σ τη γ υ μ ν ή α νθ ρ ω π ότη τα , τη γ υ μ ν ή ζωή, το γυ μ νό Ε ίν α ι- που τ ε λ ικ ά σ βή νει, εξα τ μ ίζ ετ α ι μ έ σ α σ τα σω θικά τη ς δια β όη τη ς φ υ λα κ ή ς του Μ α ν χ ά τ α ν , τους Τάφους. Ο Μ ά ικ λ Κ , ο κ εν τ ρ ικ ό ς χ α ρ α κ τ ή ρ α ς σ το υ π έρ ο χ ο μ υθ ισ τό ρημα του J . Μ . C o e tz e e Βίος και πολιτεία του Μάικλ Κ, είνα ι ά λλη μ ια μ ορφ ή α π ό λ υ τ η ς άρνησης. Ε νώ όμ ω ς ο Μ π ά ρ τ λ ε μ π ι είναι α κ ίνη τος, σ χ εδ ό ν α π ο λ ιθ ω μ έν ο ς σ τ η ν κα θα ρ ή του π α θ η τικότη τα , ο Κ είνα ι π ά ν τ α α εικ ίν η τ ο ς , π ά ν τ α ε π ί π οδός. Ο Μ ά ικ λ Κ ε ίν α ι έ ν α ς κ η π ο υ ρ ό ς, έ ν α ς α π λ ό ς ά νθρω π ος, τό σ ο απλός που μ ο ιά ζει α λλό κ ο σ μ ο ς. Σ ε μ ια φ α ντα σ τικ ή χ ώ ρ α δ ιχ α σμένη α π ό τ ο ν ε μ φ ύ λ ιο π ό λ ε μ ο , το ν σ τ α μ α τ ο ύ ν σ υ ν ε χ ώ ς οι κλούβες, τ α φ ρ ά γμ α τ α κ α ι τα σ η μ εία ε λ έ γ χ ο υ π ο υ α ν ε γ ε ίρ ε ι η εξουσία, α υτό ς όμω ς κ α τορθώ νει σ ιω π η ρά να τ α α ρνη θεί, να συ νεχίσ ει να κ ιν ε ίτ α ι. Ο Μ ά ικ λ Κ
δ ε ν σ υ ν ε χ ίζ ε ι να κ ιν ε ίτ α ι
απλώ ς κ α ι μ ό ν ο χ ά ρ ιν τ η ς α έν α η ς κίνη σ η ς. Τ α φ ρ ά γμ α τ α δ εν εμποδίζουν α π λ ώ ς τ η ν κ ίνη σ η , μ ο ιά ζει να εμ π ο δ ίζ ο υ ν κ α ι τη ζωή, κι έ τ σ ι τ α α ρνείτα ι α π ό λ υ τ α π ρ ο κ ειμ ένο υ να κ ρ α τή σ ει τη ζωή σ ε κ ίνη σ η . Α υ τ ό που π ρ α γμ α τ ικ ά θ έλ ει είνα ι να φ υτέψ ει κολοκύθες κ α ι να δει να μ ε γ α λ ώ ν ο υ ν οι κ λ η μ α τ σ ίδ ε ς τους. Η άρνηση τη ς εξουσ ία ς α π ό τον Κ είνα ι το ίδιο α π ό λ υ τ η μ ε ε κ ε ί νη του Μ π ά ρ τ λ ε μ π ι, κ α ι α υτή α κριβώ ς η α π ο λ υ τ ό τ η τ α κα ι η α π λό τη τα τον τοπ οθ ετούν, επ ίσ η ς, σ ε ένα ε π ίπ ε δ ο ο ν τ ο λ ο γ ικ ή ς
278
MICHAEL HARDT - ANTONIO N©
κα θα ρότητα ς. Ο K ε π ίσ η ς π ρ ο σ ε γ γ ίζ ε ι στο ε π ίπ ε δ ο τη ς γυμ\^ χ α θ ο λ ιχ ό τ η τ α ς : «μια ανθρώ πινη ψ υχή πά νω κ α ι π έρ α α π ό θε τα ξινόμ η σ η »,2 σ το Ε ίνα ι α π λώ ς, ως
homo tantum.
Α υ τ ο ί οι α π λ ο ί άνθρω ποι κ α ι η σ τά σ η τη ς α π ό λ υ τ η ς άρ σ η ς που υιοθετούν δεν μ π ο ρ ε ί παρά να ξυπ νή σ ουν το μ ίσ ο ς μ ενα ντίο ν τ η ς εξουσίας. Η ά ρνη σ η τ η ς ε ρ γα σ ία ς κ α ι τ η ς ε ξ σίας, ή μ ά λ λ ο ν ή ά ρνη ση τ η ς ο ικ ειο θ ελο υ ς δ ο υλεία ς, ε ίν α ι α π α ρ χ ή μ ια ς α π ελ ευ θ ερ ω τ ικ ή ς π ο λιτικ ή ς. Π ο λ ύ κ α ιρ ό πρίνοι E tie n n e d e L a B o e tie κ ή ρ υξε μ ια π α ρόμοια π ο λ ιτ ικ ή άρνηο « Α π οψ α σ ίσ τε να μ η ν ε ίσ τ ε π ια δούλοι, κ α ι α μ έσ ω ς θα βρεθείί ελεύθ ερ οι. Δ ε ν σας ζητάω να σ η κ ώ σ ετ ε χ έ ρ ι στον τύραννο να τον α να τρ έψ ετε, α λ λ ά α π λ ώ ς να π ά ψ ετ ε να το ν υ π ο σ τη ρ ί τ ε · κ α ι τ ό τ ε θα τον δείτε, σ α ν ένα τερ ά σ τιο Κ ο λ ο σ σ ό που χ ά σ ε ι το βά θρο του, να κ α τα ρ ρ έει κά τω α π ό το δ ικ ό του βάρ κα ι να γ ίν ε τ α ι κ ο μ μ ά τια .» 3 Ο L a B o e tie α ντ ελ ή φ θ η τ η ν πο τικ ή δύνα μ η τ η ς άρνησης, τη δύνα μη να α φ α ιρ έσ ο υ μ ε το ν εβέ τ ό μ α ς α π ό τη σ χ έ σ η κ α τα δ υνά σ τευσ η ς, κ α ι μ έ σ α α π ό τ η ν έ ξ δό μ α ς να α να τρ έψ ο υ μ ε τ η ν κ υ ρ ία ρ χη δύνα μ η π ο υ μ α ς εξου ζει. Ο Μ π ά ρ τ λ ε μ π ι κ α ι ο Μ ά ικ λ Κ σ υ νεχ ίζο υ ν τ η ν π ο λ ιι ά ρνη σ η ς τ η ς εθ ελο ύ σ ια ς δο υ λεία ς π ο υ ε ισ η γ ή θ η χ ε ο L a Β ο έ ύ ω θώ ντας τ η σ το α π όλυτο. Α υ τ ή η ά ρνη ση α σ φ α λώ ς είνα ι η α ρ χ ή μ ια ς α π ελεύθερο χ ή ς π ο λ ιτ ικ ή ς · είνα ι όμω ς μ ό νο μ ια α ρ χ ή . Η ά ρνη σ η α υτή θαυτή είνα ι κ ενή . Ο Μ π ά ρ τ λ ε μ π ι κ α ι ο Μ ά ικ λ Κ μ π ο ρ ε ί να
ji
ναι γ ο η τ ε υ τ ικ έ ς ψ υχές, όμ ω ς η ύπα ρξή το υς σ τ η ν α π ό λ υ τ η θαρότητά τη ς μ ετεω ρ ίζετα ι σ το χ ε ίλ ο ς μ ια ς αβύσσου. Οι γρ μ έ ς δ ια φ υ γή ς τους α π ό τ η ν εξουσία είνα ι εν τ ελ ώ ς μ ο ν α χ ι λ κ α ι α κρ οβα τούν διαρκώ ς σ τα όρια τη ς α υτο χειρ ία ς. Κ α ι μ ε λ ιτ ικ ο ύ ς όρους, η ά ρνη σ η α π ό μ ό ν η τ η ς (τ η ς ε ρ γα σ ία ς ,
1
εξουσ ία ς κ α ι τ η ς ο ικ ειο θ ελο υ ς δ ο υ λεία ς) ο δ η γ ε ί μ ό νο σ ε έναΆ δος κ ο ινω νικ ή ς α υτοχειρ ία ς. Ό π ω ς λ έ ε ι ο S p in o z a , α ν απλ) κ ό ψ ο υ μ ε τ η ν τυρ α ννικ ή κ ε φ α λ ή του κο ινω νικ ο ύ κορμού, εξ α ί λο υ θ ο ύ μ ε να α π ο μ έν ο υ μ ε μ ε το πα ρα μ ορφ ω μ ένο π τώ μ α τ η ς Κ νωνίας. Α υ τ ό π ου χ ρ ε ια ζ ό μ α σ τ ε είνα ι να δ η μ ιο υ ρ γή σ ο υ μ ε ί νέο κ ο ινω νικ ό σώ μα, κ α ι α υτό είνα ι ένα σ χ έ δ ιο που υπ ερ β α ί
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
279
κατά π ολύ τη ν άρνηση. Οι γ ρ α μ μ έ ς δ ια φ υ γή ς μ α ς, η έξοδός μας π ρ έπ ει να είνα ι σ υ ν τ α κ τ ικ έ ς κ α ι να δ η μ ιο υρ γο ύν μ ια π ρ α γ ματική ε ν α λ λ α κ τ ικ ή οδό. Π έ ρ α α π ό τ η ν α π λ ή ά ρνη σ η , ή ως μέρος α υτή ς τ η ς άρνησης, χ ρ ε ιά ζ ε τ α ι ε π ίσ η ς να κ α τα σ κ ευ ά σ ο υ μ ε ένα νέο μ ο ν τ έ λ ο β ίο υ κα ι π ρ οπ ά ντω ν μ ια ν έα κ ο ινό τη τα . Α υ
homo tantum, α λ homohomo, σ ε μ ια α νθ ρ ω π ότη τα υψ ω μένη στο τετ ρ ά
τό το σ χ έδ ιο δεν ο δ η γ ε ί σ τη γ υ μ ν ή ζωή του λά στον
γωνο, ε μ π λ ο υ τ ισ μ έ ν η α π ό τη σ υ λ λ ο γ ικ ή ευφ υΐα κα ι τ η ν α γ ά π η της κοινότητας.
ΙΝΤΕΡΜΕΔΙΟ
ΑΝΤΙ-ΑΤΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
Ενώ αυτή η Ουράνια Πολιτεία έχει κατέβει για προ νήμα στη γη, καλεί όλους τους λαούς κι έτσι συλ μια κοινωνία ξένων, που μιλούν όλες τις γλώσσες.
Αγιος Ατγοτς θέλουμε να καταστρέψουμε όλα εκείνα τα γελοία μεία των «υπέρ πατρίδος πεσόντων» που μας κοιτούν υψηλού σε κάθε χωριό, και στη θέση τους να εγεί| μνημεία για τους λιποτάκτες. Τα μνημεία αυτά θα ay προσωπεόουν και όσους πέθαναν στον πόλεμο, γιατί $ θένας τους πέθανε αναθεματίζοντας τον πόλεμο και νώντας την ευτυχία του λιποτάκτη. Η αντίσταση γενν ται από τη λιποταξία.
m
Αντιφασίστας Παρτιζάνος, Βενετία,
ή
Έχουμε φτάσει πλέον σε μια κρίσιμη καμπή της επιχειρημ τολογίας μας. Η πορεία που έχουμε διανύσει ώς τώρα -από παραδοχή της νεωτερικότητας ως κρίσεως μέχρι τις αναλύσι των πρώτων αρθρώσεων μιας νέας, αυτοκρατορικής μορφής ·ΐ ριαρχίας- μας έχει επιτρέψει να κατανοήσουμε τους μετασ| ματισμούς που επιφέρει η συγκρότηση της παγκόσμιας τάξ» Αυτή η τάξη όμως θα ήταν ένα κέλυφος κενό περιεχομένου, δεν καθόριζε ταυτόχρονα ένα νέο καθεστώς π α ρ α γω γή ς. Εί πλέον, δεν έχουμε μπορέσει ακόμη να δώσουμε οποιαδήποτε ) γικά συνεπή ένδειξη για το είδος των πολιτικών υποκείμενα τήτων που θα μπορούσαν να αμφισβητήσουν και να ανατρέψΐ
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
281
τις δυνάμεις της Αυτοκρατορίας, διότι αυτές οι υποκειμενικότη τες θα λάβουν μορφή μόνο στο πεδίο της παραγωγής. Μοιάζει σαν, σε τούτο το σημείο, να μπορούμε να διακρίνουμε μόνο τις σκιές των μορφών που θα ζωογονήσουν το μέλλον μας. Ας επι χειρήσουμε λοιπόν να εισέλθουμε στο κρυφό ενδιαίτημα της πα ραγωγής, για να εξετάσουμε τις μορφές που ενεργούν εκεί. Ωστόσο, ακόμη κι αν καταφέρουμε να αγγίξουμε την παρα γωγική, οντολογική διάσταση της προβληματικής και των αντιστάσεων που ανακύπτουν εκεί, δεν θα είμαστε και πάλι σε θέση -ούτε καν στο τέλος του βιβλίου- να υποδείξουμε μια ήδη υπάρχουσα και συγκεκριμένη επεξεργασία μιας πολιτικής πρό τασης, εναλλακτικής της Αυτοκρατορίας. Και κανένα τέτοιο ουσιαστικό σχέδιο δράσης δεν πρόκειται να προκόψει από μια θεωρητική ανάλυση όπως η δική μας. Θα προκόψει μόνο στην πράξη. Σε κάποιο σημείο του στοχασμού του, ο Marx χρειά στηκε την Παρισινή Κομμούνα για να κάνει το απαραίτητο άλ μα και να εννοήσει τον κομμουνισμό με συγκεκριμένους όρους, ως μια ουσιαστική εναλλακτική πρόταση στην κεφαλαιοκρατι κή κοινωνία. Κάποιο ανάλογο πείραμα, ή σειρά πειραμάτων, τα οποία θα προωθήσει το πνεύμα της συλλογικής πρακτικής, ασφαλώς θα χρειαστούν και σήμερα, για να γίνει το επόμενο συγκεκριμένο βήμα και να δημιουργηθεί ένα νέο κοινωνικό Σώ μα, πέραν της Αυτοκρατορίας.
Ένα μεγάλο συνδικάτο! Η μελέτη μας αφορμήθηκε από την υπόθεση ότι η εξουσία της Αυτοκρατορίας και οι μηχανισμοί της αυτοκρατορικής κυριαρ χίας μπορούν να εννοηθούν μόνον όταν τους αντιμετωπίσουμε στη γενικότερη δυνατή κλίμακα, στην παγκοσμιότητά τους. Φρονούμε ότι, για να αμφισβητήσουμε και να αντισταθούμε στην Αυτοκρατορία και την παγκόσμια αγορά της, είναι απα ραίτητο να θέσουμε οποιαδήποτε εναλλακτική πρόταση σε εξί σου παγκόσμιο επίπεδο. Οποιαδήποτε μεμονωμένη πρόταση μιας κοινότητας που τελεί σε απομόνωση, οριζόμενης με φυλε
282
MICHAEL HARDT - ANTONIO NI
τικά, θρησκευτικά ή τοπικά χαρακτηριστικά, «αποσυνδει νης» από την Αυτοκρατορία και θωρακισμένης έναντι των δυ| μεών της με παγιωμένα σύνορα, είναι προορισμένη να κάτι ξει σε κάποιου είδους γκέτο. Είναι αδύνατο να αντισταΙ στην Αυτοκρατορία με ένα σχέδιο που στοχεύει σε μια περια σμένη, τοπική αυτονομία. Δεν μπορούμε ούτε να επιστρέψι σε κάποιου είδους προγενέστερη κοινωνική μορφή ούτε να χωρήσουμε σε συνθήκες απομόνωσης. Αντίθετα, πρέπει μέί από την Αυτοκρατορία να ανοίξουμε το δρόμο που θα μας λει στην αντίπερα όχθη. Ο Deleuze και ο Guattari υποστήρι ότι, αντί να αντισταθουμε στην παγκοσμιοποίηση του κει πρέπει μάλλον να επιταχύνουμε τη διαδικασία. «Ποια ό| ερωτούν, «είναι η επαναστατική οδός; Υπάρχει όντως μια τέτή οδός; —Να αποτραβηχτεί κανείς από την παγκόσμια αγοράν Ή μήπως να ακολουθήσει την αντίθετη κατεύθυνση; Να πρ χωρήσει, δηλαδή, ακόμη περισσότερο στην κίνηση της αγορα της αποκωδίκευσης και της απεδαφικοποίησης;»1 Η Αυτοκρατί ρία μπορεί να αμφισβητηθεί αποτελεσματικά μόνο στο δικό τϊ επίπεδο γενικότητας και μόνο αν εξωθήσουμε τις διαδικασί που παρέχει πέρα από τα σημερινά όριά τους. Πρέπει να δ χτούμε αυτή την πρόκληση και να μάθουμε να σκεφτόμαστε π® κόσμια και να ενεργούμε παγκόσμια. Πρέπει να απαντήσου| »)σου[ στην παγκοσμιοποίηση με μιαν αντι-παγκοσμιοποίηση , στιί Αυτοκρατορία με μιαν αντι-Αυτοκρατορία. Από αυτήν την άποψη, ίσως αντλήσουμε έμπνευση από τ | Άγιο Αυγουστίνο, ο οποίος οραματίστηκε ένα σχέδιο αμφισβ' τησης της παρακμάζουσας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Καμί περιορισμένη κοινότητα δεν θα κατόρθωνε να παράσχει μ{ εναλλακτική πρόταση στην αυτοκρατορική εξουσία· μόνο μιΐ καθολική, παγκόσμια κοινότητα, η οποία θα ενώσει όλους τοι πληθυσμούς και όλες τις γλώσσες σε μια κοινή πορεία, μπο| να επιτύχει κάτι τέτοιο. Η θεία πολιτεία είναι μια καθολικ; πολιτεία ξένων, οι οποίοι συναντώνται, συνεργάζονται, επικ< νωνούν. Το δικό μας προσκύνημα στη γη, ωστόσο, σε αντίθε® με εκείνο του Άγιου Αυγουστίνου, δεν έχει κάποιο υπερβατι*$
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
283
«τέλος» πέραν αυτού· είναι και παραμένει απολύτως εμμενές. Η διαρκής κίνησή του, το γεγονός ότι συνενώνει τους ξένους σε κοινωνία, το ότι κάνει τον κόσμο σπίτι του, είναι ταυτόχρονα μέσον και τέλος, ή μάλλον ένα μέσον χωρίς τέλος. Υπ’ αυτό το πρίσμα, οι Βιομηχανικοί Εργάτες του Κόσμου (Industrial Workers of the World - IWW) είναι το μεγάλο αυγουστίνειο σχέδιο της σύγχρονης εποχής. Στις πρώτες δεκαε τίες του 20ού αιώνα οι Wobblies, όπως τους ονόμαζαν, οργά νωσαν ισχυρές απεργιακές κινητοποιήσεις και εξεγέρσεις απ’ άκρου εις άκρον των Ηνωμένων Πολιτειών, από το Λόρενς της Μασαχουσέτης και το Πάτερσον του Νιου Τζέρσι ώς το Έβερετ της Ουάσινγκτον.2 Η ακατάπαυστη κίνηση των Wobblies ήταν όντως ένα εμμενές προσκύνημα, το οποίο δημιουργούσε μια νέα κοινωνία μέσα στο κέλυφος της παλιάς, χωρίς να κα θιερώνει πάγιες και αμετακίνητες εξουσιαστικές δομές. (Μάλι στα, το σημείο στο οποίο επέμεινε, και εξακολουθεί να επιμέ νει, η κριτική της επίσημης Αριστεράς, σχετικά με τη δράση του IWW, ήταν ότι οι απεργιακές κινητοποιήσεις που οργάνω νε, καίτοι ισχυρές και συχνά νικηφόρες, ουδέποτε άφησαν πίσω τους μακρόβιες συνδικαλιστικές δομές.) Οι Wobblies είχαν εντυπωσιακή επιτυχία μεταξύ των τεράστιων και ευκίνητων πληθυσμών των μεταναστών, γιατί μιλούσαν όλες τις γλώσσες εκείνου του υβριδικου εργατικού δυναμικού. Οι δύο παραδεδεγ μένες εκδοχές για την προέλευση του παρωνύμιού «Wobbly»* είναι ενδεικτικές των δύο κεντρικών χαρακτηριστικών του κι νήματος, της οργανωτικής του ευκινησίας και της εθνογλωσσικής του υβριδικότητας: σύμφωνα με την πρώτη, το παρωνύμιο Wobbly αναφέρεται στην έλλειψη ενός κέντρου, στο ευέλικτο και απρόβλεπτο οδοιπορικό της στρατευμένης δύναμης του IWW- σύμφωνα με τη δεύτερη, το παρωνύμιο προήλθε εκ πα ραφθοράς των αρχικών του IWW από έναν κινέζο μάγειρα του Σιάτλ («I Wobbly Wobbly»). Πρωταρχικό μέλημα του IWW ήταν η καθολικότητα του σχεδίου του. Εργάτες κάθε γλώσσας * Ασταθής, ταλαντευόμενος, κλυδωνιζόμενος. (Σ.τ.μ.)
284
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEti
και φυλής του κόσμου (αν και, στην πράξη, το κίνημα κατά» ρε να επεκτείνει τη δράση του μόνον ώς το Μεξικό) και εργϊΙ τες κάθε επαγγέλματος έπρεπε να συνασπιστούν σε «Ένα γάλο Συνδικάτο». Λαμβάνοντας ως πρότυπο το IWW, και, ως προς τούτο, χωρίζοντας σαφώς τη θέση μας από τη θέση του Αγίου Αυγφ στίνου, πρέπει να χαλκεύσουμε το πολιτικό μας όραμα ακολ θώντας τη γραμμή της ριζοσπαστικής ρεπουμπλικανικής παρ δόσης της νεότερης δημοκρατίας. Τι σημαίνει να είναι καν σήμερα ρεπουμπλικανός; Ποιο νόημα μπορεί να έχει στη νεωτερική εποχή η επανυιοθέτηση της ανταγωνιστικής σιάο η οποία συνιστούσε μια ριζικά δημοκρατική εναλλακτική τάση στο πλαίσιο της νεωτερικότητας; Ποιο είναι το πρίο που πρέπει να υιοθετήσει η κριτική για να είναι κατάλληλη αποτελεσματική; Εξακολουθεί να υφίσταται, σ’ αυτό το πέρ σμα από τη νεωτερικότητα στη μετανεωτερικότητα, ένας τό* από τον οποίο μπορούμε να εξαπολύσουμε την κριτική μας να οικοδομήσουμε μια εναλλακτική πρόταση; Ή , αν έχουΰ εναποτεθεί στον μη-τόπο της Αυτοκρατορίας, μπορούμε να κοδομήσουμε έναν ισχυρό μη-τόπο και να τον υλοποιήσουμε κεκριμένα, ως πεδίο ενός μετανεωτερικού ρεπουμπλικανισμού|
0 μη-τόπος της εκμετάλλευσης Για να διερευνήσουμε αυτή την προβληματική, ας μας επιτρα πεί μια σύντομη παρέκβαση. Αναφέραμε προηγουμένως ότι·'] θεωρητική μέθοδος του Marx, ακολουθώντας την παράδοσ) των νεότερων κριτικών της νεωτερικότητας, τοποθετείται σι πλαίσιο της διαλεκτικής μεταξύ έσω και έξω. Οι προλετάριο κοί αγώνες συνιστούν -με πραγματικούς, οντολογικούς όρουφ την κινητήρια δύναμη της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Εξαναγ κάζουν το κεφάλαιο να υιοθετεί διαρκώς υψηλότερα επίπεδα τ ί χνολογίας και έτσι να μετασχηματίζει την εργασιακή διαδικβ σία.3 Οι αγώνες αναγκάζουν το κεφάλαιο να αναδιαρθρώνει τι σχέσεις παραγωγής και να μετασχηματίζει τις σχέσεις κυριάρ
ΑΤΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
285
χησης. Από τη βιοτεχνική ώς την ευρείας κλίμακας βιομηχανι κή παραγωγή, από το χρηματοδοτικό κεφάλαιο ώς την υπερε θνική αναδιάρθρωση και παγκοσμιοποίηση της αγοράς, ανέκα θεν οι πρωτοβουλίες της οργανωμένης εργατικής δύναμης είναι αυτές που καθορίζουν τη μορφή της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Μέσα σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο, ο τόπος της εκμετάλλευσης είναι ένας διαλεκτικά προσδιορισμένος τόπος. Η εργατική δύ ναμη είναι το πλέον εγγενές στοιχείο, η ίδια η πηγή του κε φαλαίου. Ταυτόχρονα, ωστόσο, η εργατική δύναμη αντιπροσω πεύει το έξω του κεφαλαίου, δηλαδή τον τόπο, όπου το προλε ταριάτο αναγνωρίζει τη δική του αξία χρήσης, τη δική του αυ τονομία, και όπου θεμελιώνει την ελπίδα του για απελευθέρω ση. Η άρνηση της εκμετάλλευσης -ή μάλλον η αντίσταση, το σαμποτάζ, η ανυποταξία, η εξέγερση και η επανάσταση- συνιστά την κινητήρια δύναμη της πραγματικότητας που ζούμε, και ταυτόχρονα τη ζωντανή της εναντίωση. Στη σκέψη του Marx, η σχέση μεταξύ του έσω και του έξω της καπιταλιστι κής ανάπτυξης προσδιορίζεται πλήρως από το διττό πρίσμα του προλεταριάτου, τόσο εντός όσο και εκτός του κεφαλαίου. Αυτή η χωρική διάταξη έχει οδηγήσει σε πολλές πολιτικές τοποθε τήσεις, θεμελιωμένες στο όνειρο της κατάφασης του τόπου της αξίας χρήσης, αμιγούς και ξεχωριστής από την ανταλλακτική αξία και τις καπιταλιστικές σχέσεις. Στον σύγχρονο κόσμο, αυτή η χωρική διάταξη έχει μετα βληθεί. Αφ’ ενός οι σχέσεις της κεφαλαιοκρατικής εκμετάλλευ σης εξαπλώνονται παντού, παύουν να περιορίζονται στο εργο στάσιο και τείνουν να καταλάβουν ολόκληρο το κοινωνικό πε δίο. Αφ’ ετέρου οι κοινωνικές σχέσεις επενδύουν εξ ολοκλήρου τις σχέσεις της παραγωγής, καθιστώντας αδύνατη οποιαδήπο τε εξωτερικότητα μεταξύ κοινωνικής και οικονομικής παραγω γής. Η διαλεκτική μεταξύ των παραγωγικών δυνάμεων και του συστήματος κυριάρχησης δεν έχει πλέον έναν κα θο ρ ισ μ ένο τ ό πο. Οι ίδιες οι ιδιότητες της εργατικής δύναμης (η διαφορά, το μέτρο και η αποφασιστικότητα) είναι πλέον αδύνατον να προσ διοριστούν, και, ομοίως, η εκμετάλλευση δεν μπορεί να εντοπι
286
MICHAEL HARDT - ANTONIO Ν ί
στεί ούτε να ποσοτικοποιηθεί. Ουσιαστικά, αντικείμενο τηςΙ μετάλλευσης και της κυριάρχησης τείνουν πλέον να μην συγκεκριμένες παραγωγικές δραστηριότητες, αλλά η καθο ικανότητα του παράγειν, δηλαδή η αφηρημένη κοινωνική στηριότητα και η περιεκτική της δύναμη. Αυτή η αφηρημ εργασία είναι μια δραστηριότητα χωρίς τόπο, και όμως εξαιρετικά ισχυρή. Είναι το συνεργαζόμενο σύνολο πνεύμα και χειρός, νοών και σωμάτων· είναι τόσο το μη-ανήκειν 1 και η δημιουργική κοινωνική διάχυση της ζωντανής εργαβ είναι η επιθυμία και η πάλη του πλήθους των ευκίνητων;! ευέλικτων εργατών και ταυτόχρονα είναι διανοητική ενέρ και γλωσσική και επικοινωνιακή κατασκευή του πλήθους Ι εργατών της διανοητικής και της συναισθηματικής εργασία Το έσω που προσδιορίζεται από την αξία χρήσης και τ ο ! της ανταλλακτικής αξίας δεν βρίσκονται πουθενά, και συνεη οποιαδήποτε πολιτική της αξίας χρήσης, η οποία βασιζόΐ ανέκαθεν σε μια ψευδαίσθηση δυνατότητας διαχωρισμού, πλέον οριστικά αδιανόητη. Αυτό δεν σημαίνει, ωστόσο, έχουν πάψει η παραγωγή και η εκμετάλλευση. Ούτε έχ« σταματήσει η καινοτομία και η ανάπτυξη, ή η διαρκής διάρθρωση των εξουσιαστικών σχέσεων. Αντιθέτως, σήμερα ;* ρισσότερο από ποτέ, καθώς οι παραγωγικές δυνάμεις τείνουν® απ-εντοπιστούν, να γίνουν πλήρως καθολικές, παράγουν όχι .Μ νον εμπορεύματα αλλά και πλούσιες και ισχυρές κοινωνι» σχέσεις. Αυτές, ωστόσο, οι νέες παραγωγικές δυνάμεις δεν ο! δέονται με έναν συγκεκριμένο τόπο, γιατί καταλαμβάνω όλους τους τόπους, και παράγουν και τυγχάνουν εκμετάλλευΟΪ μέσα σε αυτόν τον αόριστο μη-τόπο. Η καθολικότητα της m θρώπινης δημιουργικότητας, η σύνθεση της ελευθερίας, επιθυμίας και της ζωντανής εργασίας, είναι τα τεκταινόμ στον μη-τόπο των μετανεωτερικών σχέσεων παραγωγής. Η $1 τοκρατορία είναι ο μη-τόπος της παγκόσμιας παραγωγής όΐΜ πραγματοποιείται η εκμετάλλευση της εργασίας. Αντίθετα, χωρίς πιθανή σχέση ομολογίας με την αυτοκρατορία, βρίο με πάλι εδώ τον επαναστατικό φορμαλισμό του νεότερου
Α ΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
287
πουμπλικανισμού. Παραμένει φορμαλισμός, γιατί στερείται τό που, είναι όμως ένας δραστικός φορμαλισμός, αφού πλέον γίνε ται αντιληπτός όχι ως προϊόν αφαίρεσης των ατομικών και συλ λογικών υποκειμένων, αλλά ως η γενική δύναμη που συγκροτεί τα σώματα και τους νόες τους. Ο μη-τόπος έχει μυαλό, καρδιά, κορμό και άκρα, παγκόσμια.
Εναντίωση: Νομαδισμός, αποσκίρτηση, έξοδος Η παραπάνω παραδοχή μάς επαναφέρει στο αρχικό ερώτημα: Τι σημαίνει να είναι κανείς ρεπουμπλικανός σήμερα; Έχουμε ήδη δει ότι η κριτική απάντηση που έδωσε η νεωτερικότητα, εισάγοντας τη διαλεκτική μεταξύ έσω και έξω, δεν είναι πλέ ον εφικτή. Η έννοια του μετανεωτερικού ρεπουμπλικανισμού, για να είναι αποτελεσματική, θα χρειαστεί να κατασκευαστεί au m ilie u , με βάση τη βιωμένη εμπειρία του παγκόσμιου πλή θους. Ένα στοιχείο το οποίο μπορούμε να επισημάνουμε με βε βαιότητα, στο πιο βασικό και στοιχειώδες επίπεδο, είναι η ε π ι θυμία εναντίω ση ς. Σε γενικές γραμμές, η επιθυμία εναντίωσης δεν φαίνεται να απαιτεί ιδιαίτερη εξήγηση. Η απείθεια κατά της αρχής είναι μια από τις φυσικότερες και υγιέστερες ενέρ γειες. Εμείς θεωρούμε ευνόητο ότι όσοι γίνονται αντικείμενα εκμετάλλευσης θα αντισταθούν και -δεδομένων των κατάλλη λων συνθηκών- θα εξεγερθούν. Σήμερα, ωστόσο, αυτό ίσως να μην είναι τόσο προφανές. Μια πλειάδα πολιτικών επιστημόνων, εκφραστών μιας ορισμένης παράδοσης, υποστήριξαν ότι το πρό βλημα δεν είναι γιατί εξεγείρεται ο λαός, αλλά γιατί δεν το κά νει. Ή μάλλον, όπως λένε ο Deleuze και ο Guattari, «το θε μελιακό πρόβλημα της πολιτικής φιλοσοφίας εξακολουθεί να εί ναι ακριβώς εκείνο που τόσο καθαρά διέβλεψε ο Spinoza (και το ανακάλυψε εκ νέου ο Wilhelm Reich): “Γιατί οι άνθρωποι μάχονται για τη δουλεία τους τόσο πεισματικά, ωσάν να μάχον ταν για τη σωτηρία τους;”»5 Το κύριο ερώτημα της πολιτικής φιλοσοφίας σήμερα δεν είναι αν ή για ποιο λόγο θα υπάρξει αντίσταση και εξέγερση, αλλά μάλλον πώς θα προσδιοριστεί ο
288
8" "
jU ΜΛ..Ι/ ....... s< ..
MICHAEL HARDT - ANTONIO H i
εχθρός εναντίον του οποίου θα εκδηλωθεί αυτή η εξέη Πράγματι, συχνά η αδυναμία να αναγνωρίσουμε τον εχθρό ο λόγος που οδηγεί την επιθυμία εναντίωσης σε έναν τόσόΐ ράδοξο φαύλο κύκλο. Η επισήμανση του εχθρού, ωστόσο,?! είναι ασήμαντο καθήκον, δεδομένου ότι η εκμετάλλευση πλέον να μην έχει έναν συγκεκριμένο τόπο και ότι είμαστ#! θισμένοι σε ένα εξουσιαστικό σύστημα, τόσο βαθύ και περί™ κο που δεν μπορούμε πλέον να καθορίσουμε οποιαδήποτε,, κεκριμένη διαφορά ή μέτρο. Υφιστάμεθα την εκμετάλ την αλλοτρίωση και την εξουσία ως εχθρούς, αλλά δεν ξέρ πού πρέπει να εντοπίσουμε την παραγωγή της καταπίεσης,: όμως, εξακολουθούμε να αντιστεκόμαστε και να αγωνιζόμ Δεν πρέπει να μεγαλοποιούμε αυτά τα λογικά παρά Παρόλο που, στο νέο πεδίο της Αυτοκρατορίας, η εκμετ ση και η κυριάρχηση συχνά δεν μπορούν να προσδιοριστούν^ συγκεκριμένους τόπους, εντούτοις υφίστανται. Η παγκόσμιό τα της εξουσίας που επιβάλλουν αντιπροσωπεύει το ανεα μένο είδωλο -κάτι σαν το φωτογραφικό αρνητικό- της γενϊί τητας των παραγωγικών δραστηριοτήτων του πλήθους, όμως, αυτή η ανεστραμμένη σχέση μεταξύ της αυτοκρατορ εξουσίας και της δύναμης του πλήθους δεν δηλώνει κανενός| δους ομολογία. Ουσιαστικά, η αυτοκρατορική εξουσία δεν (ϋί ρεί πλέον να τιθασεύσει τις δυνάμεις του πλήθους· μπορεί νον να επιβάλει έλεγχο επί των γενικών κοινωνικών και πα γωγικών ικανοτήτων. Από την άποψη της οικονομίας, το σθωτό καθεστώς αντικαθίσταται, ως ρυθμιστική λειτουρ από ένα ευέλικτο και παγκόσμιο νομισματικό σύστημα· η νονιστική εξουσία αντικαθίσταται από διαδικασίες ελέγχου αστυνόμευσης· και η άσκηση κυριάρχησης διαμορφώνεται μέ επικοινωνιακών δικτύων. Με αυτόν τον τρόπο, η εκμετάλλεϋ και η κυριάρχηση συγκροτούν έναν γενικό μη-τόπο επάνω αυτοκρατορικό πεδίο. Καίτοι η εκμετάλλευση και η κυριάρ)( ση εξακολουθούν να βιώνονται με τρόπο συγκεκριμένο, στο τσί του πλήθους, εντούτοις είναι άμορφες, τόσο που μοιάζει ? μην υπάρχει πλέον τόπος καταφυγής. Αν πλέον δεν υπάρ
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
280
ένας τόπος που να μπορεί να γίνει αντιληπτός ως έξω, πρέπει να εναντιωνόμαστε σε κάθε τόπο. Αυτή η εναντίωση γίνεται το βασικό κλειδί για κάθε ενεργό πολιτική τοποθέτηση στον κό σμο, για κάθε αποτελεσματική επιθυμία -ίσως και για την επι θυμία της ίδιας της δημοκρατίας. Οι πρώτοι αντιφασίστες παρ τιζάνοι στην Ευρώπη, ένοπλοι λιποτάκτες οι οποίοι αντιτάχθηκαν στις δωσίλογες κυβερνήσεις τους, εύστοχα ονομάστηκαν «against-men».6 Σήμερα η γενικευμένη στάση εναντίωσης του πλήθους πρέπει να αναγνωρίσει ότι ο εχθρός της είναι η αυτοκρατορική κυριαρχία και να ανακαλύψει τα κατάλληλα μέσα για να ανατρέψει την εξουσία της. Εδώ βλέπουμε για άλλη μια φορά τη ρεπουμπλικανική αρ χή στις βασικότερες εκφάνσεις της: αποσκίρτηση, έξοδος και νομαδισμός. Ενώ στην πειθαρχική εποχή το σ α μ π ο τ ά ζ ήταν η θεμελιακή μορφή αντίστασης, στην εποχή του αυτοκρατορικού ελέγχου ίσως είναι η α π ο σ κ ίρ τη σ η . Ενώ στη νεωτερικότητα η εναντίωση σήμαινε συχνά μια ευθεία και/ή διαλεκτική αντιπα ράθεση δυνάμεων, στη μετανεωτερικότητα ίσως είναι περισσό τερο αποτελεσματική εάν υιοθετήσει μια πλάγια ή διαγώνια στάση. Οι μάχες κατά της Αυτοκρατορίας ίσως κερδηθούν μέ σω της αφαίρεσης και της αυτομολίας. Αυτή η αποσκίρτηση δεν έχει ορισμένο τόπο· είναι η εκκένωση των τόπων της εξου σίας. Από την αρχή της νεωτερικότητας, η κινητικότητα και με τανάστευση του εργατικού δυναμικού διασπούν τις πειθαρχικές συνθήκες στις οποίες περιορίζονται οι εργάτες. Και η εξουσία μετέρχεται την πιο ακραία βία εναντίον αυτής της κινητικότη τας. Από αυτήν την άποψη, η δουλεία μπορεί να εξεταστεί σε ένα continuum με τα διάφορα καθεστώτα μισθωτής εργασίας, ως ο πλέον ακραίος κατασταλτικός μηχανισμός που χρησιμο ποιήθηκε για να εμποδίσει την κινητικότητα του εργατικού δυ ναμικού. Η ιστορία της μαύρης δουλείας στις αμερικανικές ηπείρους καταδεικνύει τόσο τη ζωτική ανάγκη να ελεγχθεί η κινητικότητα της εργασίας όσο και την ακατάσχετη επιθυμία της απόδρασης από μέρους των δούλων: από τα αμπάρια των
290
MICHAEL HARDT - ANTONIO NI
πλοίων του Μεσαίου Περάσματος ώς τις εκλεπτυσμένες κα| σταλτικές μεθόδους που επιστρατεύτηκαν εναντίον των φυ^ί δων σκλάβων. Η κινητικότητα και ο μαζικός νομαδισμός εργατών εκφράζουν πάντοτε μιαν άρνηση και μια αναζήτ απελευθέρωσης: την αντίσταση κατά των φρικτών συνθη> εκμετάλλευσης και την αναζήτηση της ελευθερίας και νέ| βιοτικών συνθηκών. Θα ήταν ενδιαφέρον, όντως, να γραφτεί γενική ιστορία των τρόπων της παραγωγής από τη σκοπιά επιθυμίας των εργατών για κινητικότητα (από την ύπαΐθ| στην πόλη, από την πόλη στη μητρόπολη, από το ένα κράΐ|| στο άλλο, από τη μια ήπειρο στην άλλη), αντί να διατρέχουν αυτή την εξέλιξη απλώς από τη σκοπιά της ρύθμισης που ετα βάλλει το κεφάλαιο στις τεχνολογικές συνθήκες της εργασίι Η ιστορία αυτή θα αναδιάρθρωνε αισθητά τη μαρξική σύλληι^ των σταδίων οργάνωσης της εργασίας, η οποία χρησιμέυσε θεωρητικό πλαίσιο για μια πληθώρα συγγραφέων, ώς τον Ρο1| nyi.7 Σήμερα, η κινητικότητα της εργατικής δύναμης και των | ταναστευτικών κινημάτων είναι εξαιρετικά διάχυτη και δυσα ληπτη. Ακόμη και οι σημαντικότερες μετακινήσεις πληθυσμ<« της νεωτερικότητας (περιλαμβανομένων και των μεταναστεύο ων λευκών και μαύρων ένθεν κακείθεν του Ατλαντικού) σ υ » στούν γεγονότα λιλιπούτειας σημασίας, συγκρινόμενα με τεράστιες μετακινήσεις πληθυσμών της εποχής μας. Ένα φάν| τασμα στοιχειώνει τον κόσμο και αυτό είναι το φάντασμα μετανάστευσης. Όλες οι δυνάμεις του παλαιού κόσμου έχο$| συνασπιστεί σε μια αμείλικτη επιχείρηση εναντίον του, όμως | κίνηση αυτή είναι ακαταμάχητη. Παράλληλα με τη φυγή ατ τον αποκαλούμενο Τρίτο Κόσμο, υπάρχουν ροές πολιτικών ·πρό| σφύγων και μετεγκαταστάσεις διανοητικής εργατικής δύναμης εκτός από τις μαζικές μετακινήσεις του προλεταριάτου m απασχολείται στη γεωργία, τη βιομηχανία και τον τομέα το υπηρεσιών. Οι νόμιμες και τεκμηριωμένες μετακινήσεις μοιά| ζουν ασήμαντες μπροστά στις λαθρομεταναστεύσεις: τα σύνορ της εθνικής κυριαρχίας είναι διάτρητα, και κάθε απόπειρα πλή||
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
291
ρους ρύθμισής τους συναντά σφοδρές πιέσεις. Οι οικονομολόγοι επιχειρούν να εξηγήσουν αυτό το φαινόμενο παρουσιάζοντας τις εξισώσεις και τα μοντέλα τους, τα οποία, ακόμη κι αν ήταν τέ λεια, δεν θα αρκούσαν να εξηγήσουν την ανεπίσχετη επιθυμία για ελεύθερη μετακίνηση. Στην ουσία, η δύναμη που πιέζει από τα μετόπισθεν είναι, αρνητικά οριζόμενη, η ανάγκη αποσκίρτη σης από τις άθλιες πολιτισμικές και υλικές συνθήκες της αυτοκρατορικής αναπαραγωγής· θετικά οριζόμενο όμως, αυτό που έλκει προς τα εμπρός είναι η πλησμονή της επιθυμίας και η συσσώρευση των εκφραστικών και παραγωγικών ικανοτήτων που οι διαδικασίες της παγκοσμιοποίησης έχουν προσδιορίσει στη συνείδηση κάθε ατόμου και κοινωνικής ομάδας -και, συνε πώς, μια ορισμένη ελπίδα. Η αποσκίρτηση και η έξοδος είναι μια κραταιά μορφή ταξικού αγώνα, στο πλαίσιο και εναντίον της αυτοκρατορικής μετανεωτερικότητας. Αυτή η κινητικότη τα, ωστόσο, εξακολουθεί να συνιστά ένα αυθόρμητο επίπεδο αγώνα, και, όπως σημειώσαμε νωρίτερα, τις περισσότερες φο ρές σήμερα οδηγεί σε μια νέα συνθήκη ένδειας και αθλιότητας χωρίς ρίζες. Μια νέα νομαδική ορδή, μια νέα φυλή βαρβάρων, θα εμφα νιστεί για να κατακλύσει ή να εκκενώσει την Αυτοκρατορία. Ο Nietzsche, κατά έναν παράδοξο τρόπο, προείδε αυτή την εξέλι ξη, τον 19ο αιώνα: «Πρόβλημα: πού είναι οι βά ρβα ροι του εικο στού αιώνα; Προφανώς θα φανερωθούν και θα εδραιωθούν μόνο μετά από τρομερές κοινωνικές κρίσεις.»8 Δεν μπορούμε να πού με τι ακριβώς προείδε ο Nietzsche μέσα στην ενάργεια του πα ραληρήματος του, όμως, πράγματι, ποιο άλλο πρόσφατο γεγο νός θα μπορούσε να αποτελέσει ισχυρότερο παράδειγμα της δύ ναμης της αποσκίρτησης και της εξόδου, της δύναμης της νο μαδικής ορδής, από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και την κατάρρευση σύσσωμου του σοβιετικού μπλοκ; Κατά την αποσκίρτηση από τη «σοσιαλιστική πειθαρχία», η άγρια κινη τικότητα και η μαζική μετανάστευση συνέβαλαν τα μάλα στην κατάρρευση του συστήματος. Πράγματι, η αποσκίρτηση των παραγωγικών κλιμακίων αποδιοργάνωσε και έπληξε την ίδια
292
MICHAEL HARDT - ANTONIO ΝΪ
την καρδιά του πειθαρχικού συστήματος του γραφειοκρατ σοβιετικού κόσμου. Η μαζική έξοδος άρτια καταρτισμένων! γατών από την Ανατολική Ευρώπη συνετέλεσε αποφασιβ στην κατάρρευση του Τείχους.9 Καίτοι αναφέρεται σε ίδιο φίες του συστήματος του σοσιαλιστικού κράτους, το προτ μενο παράδειγμα καταδεικνύει ότι η κινητικότητα του ερ κού δυναμικού μπορεί όντως να εκφράσει μια ανοιχτή πολι^ διαπάλη και να συνεισφέρει στην καταστροφή του καθεστώ! Αυτό που χρειαζόμαστε, ωστόσο, είναι κάτι πολύ περισσοί Χρειαζόμαστε μια δύναμη ικανή όχι μόνο να οργανώνει τις ταστρεπτικές ικανότητες του πλήθους, αλλά και να συγ* σει μέσα από τις επιθυμίες του πλήθους μια εναλλακτική τάση. Η αντί-Αυτοκρατορία πρέπει προσέτι να είναι ένα I παγκόσμιο όραμα, ένας νέος τρόπος ζωής μέσα στον κάσμο|| Πολυάριθμα ρεπουμπλικανικά πολιτικά σχέδια της νεο κότητας θεώρησαν την κινητικότητα ως ένα προνομιακό για αγώνα και οργάνωση: από τους καλούμενους Σοσιανούς Αναγέννησης (τοσκανοί και λομβαρδοί χειροτέχνες και απσ« λοι της Μεταρρύθμισης οι οποίοι, εκδιωγμένοι από τη χ<® τους, υποδαύλισαν την ανατροπή των καθολικών εθνών της ρώπης, από την Ιταλία ώς την Πολωνία), έως τις σέχτες 17ου αιώνα που οργάνωσαν υπερατλαντικά ταξίδια ως αντίδ ση στις σφαγές της Ευρώπης· από τους αγκιτάτορες του στις Ηνωμένες Πολιτείες της δεκαετίας του 1910 ώς τους ρωπαίους αυτονομιστές της δεκαετίας του 1970. Σε αυτά · νεότερα παραδείγματα, η κινητικότητα έγινε ενεργός πολπ και στοιχειοθέτησε μια πολιτική τοποθέτηση. Αυτή η κιν κότητα του εργατικού δυναμικού και η πολιτική έξοδος έχήΙ άπειρα νήματα τα οποία συνυφαίνονται -παλιές παραδόσεις νέες ανάγκες υφίστανται συγκερασμό, όπως συνυφάνθηκα9 ρεπουμπλικανισμός της νεωτερικότητας και ο νεότερος ταξιί! αγώνας. Ο μετανεωτερικός ρεπουμπλικανισμός, αν πρόκειται! βγει ποτέ στο προσκήνιο, πρέπει να αντεπεξέλθει σε ένα λογο καθήκον.
α τ ύ ο κ ρ α τ ο ρ ια
293
Οι νεοβάρβαροι Όσοι εναντιώνονται, ενώ δραπετεύουν από τους τοπικούς και ειδικούς περιορισμούς της ανθρώπινης συνθήκης τους, πρέπει ταυτόχρονα να προσπαθούν διαρκώς να κατασκευάσουν ένα νέο σώμα και μια νέα ζωή. Αυτό είναι ένα κατ’ ανάγκην βίαιο, βαρβαρικό πέρασμα, όπως όμως λέει ο Walter Benjamin, πρό κειται για έναν θετικό βαρβαρισμό: «Βαρβαρισμοί; Ακριβώς. Το δεχόμαστε αυτό, προκειμένου να εισαγάγουμε μια νέα, θετική έννοια βαρβαρισμού. Τι αναγκάζεται να κάνει ο βάρβαρος από την ένδεια της εμπειρίας; Να ξεκινήσει εκ νέου, να ξεκινήσει από το νέο.» Ο νεοβάρβαρος «δεν θεωρεί τίποτε μόνιμο. Όμως, γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, βλέπει παντού έναν δρόμο. Εκεί όπου οι άλλοι συναντούν τείχη ή βουνά, ακόμη κι εκεί, αυτός βλέπει έναν δρόμο. Επειδή όμως βλέπει έναν δρόμο παντού, εί ναι αναγκασμένος πάντα να αφανίζει τα πράγματα στο πέρα σμά του... Επειδή βλέπει δρόμους παντού, τοποθετείται πάντα στα σταυροδρόμια. Καμιά στιγμή δεν μπορεί να ξέρει τι θα φέ ρει η επόμενη. Ό,τι υπάρχει το κατεδαφίζει, όχι χάριν της κα τεδάφισης, αλλά για το δρόμο που περνάει μέσα από αυτό».10 Οι νεοβάρβαροι καταστρέφουν με μια καταφατική βία και χαράσσουν νέες οδούς βίου μέσα από τη δική τους υλική -ύπαρξη. Αυτές οι βαρβαρικές αναπτύξεις ενεργούν πάνω στις ανθρώ πινες σχέσεις εν γένει, σήμερα όμως μπορούμε να τις διακρί νουμε κατεξοχήν στις σωματικές σχέσεις και διατάξεις του φύ λου και της σεξουαλικότητας.11 Οι συμβατικές νόρμες των σω ματικών και σεξουαλικών σχέσεων, μεταξύ φύλων και στο εσω τερικό κάθε φύλου, παρουσιάζονται ολοένα και περισσότερο ανοιχτές στην αμφισβήτηση και τη μεταλλαγή. Τα ίδια τα σώ ματα μετασχηματίζονται και μεταβάλλονται για να δημιουργή σουν νέα, μεταανθρώπινα σώματα.12 Η πρώτη συνθήκη αυτού του σωματικού μετασχηματισμού είναι η παραδοχή ότι η αν θρώπινη φύση επ’ ουδενί είναι ξεχωριστή από τη φύση ως όλον, ότι δεν υπάρχουν πάγια και αναγκαία όρια μεταξύ του ανθρώ που και του ζώου, μεταξύ του ανθρώπου και της μηχανής, με
294
MICHAEL HARDT - ANTONIO N]
ταξύ του αρσενικού και του θηλυκού, κ.ο.κ.- πρόκειται για παραδοχή ότι η ίδια η φύση είναι ένα τεχνητό πεδίο, ανοι; σε διαρκώς νέες μεταβολές, μείξεις και υβριδικοποιήσεις.13 μόνο ανατρέπουμε συνειδητά τις παραδοσιακές οροθετήα υιοθετώντας λόγου χάριν την παρενδυσία, αλλά και κινούμαι σε μια δημιουργική, απροσδιόριστη ζώνη au m ilie u , στο εν μέσο και χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη μας αυτές τις οροθι σεις. Οι σημερινές σωματικές μεταλλαγές συνιστούν μια; θ ρ ω π ο λο γιχ ή έξοδο και αντιπροσωπεύουν ένα εξαιρετικά ση{ τικό, ακόμη όμως αρκετά διφορούμενο, στοιχείο της διάτοΐ που υιοθετεί ο ρεπουμπλικανισμός καθώς εναντιώνεται στον, τοκρατορικό εκπολιτισμό. Η ανθρωπολογική έξοδος είναι μαντική κυρίως επειδή εδώ ακριβώς αρχίζει να εμφανίζετε θετική, εποικοδομητική όψη της μεταλλαγής: μιας οντολογΜ μεταλλαγής εν ενεργεία, της συγκεκριμένης επινόησης-,α πρώτου νέου τό π ο υ μ έ σ α σ το ν μ η -τ ό π ο . Αυτή η δημιου| εξέλιξη δεν καταλαμβάνει α π λώ ς κάποιον ήδη υπάρχοντα τι αλλά μάλλον επινοεί έναν νέο’ είναι μια επιθυμία που δημι γεί ένα νέο σώμα· μια «μεταμόρφωση» που καταλύει όλες I νατουραλιστικές ομολογίες της νεωτερικότητας. Ωστόσο, η έννοια της ανθρωπολογικής εξόδου εξ α χ ο λ ο ιί να είναι εξαιρετικά διφορούμενη, γιατί οι μέθοδοί της, η υ| δικοποίηση και η μεταλλαγή, είναι οι ίδιες μέθοδοι που μέΐ| χεται και η αυτοκρατορική κυριαρχία. Στον σκοτεινό κι της λογοτεχνίας του κυβερνοπάνκ, φέρ’ ειπείν, η ελευθερία τοδιαμόρφωσης συχνά είναι αδιαχώριστη από τις δυνάμεις ελέγχου που περισφίγγει τα πάντα.14 Ασφαλώς και χρειάί να αλλάξουμε τα σώματά μας και εμάς τους ίδιους, και στα με τρόπο ίσως πολύ ριζικότερο από αυτόν που φαντάζσ οι συγγραφείς του κυβερνοπάνκ. Στον σύγχρονο κόσμο μας·*' συνήθεις πλέον μεταλλαγές του σώματος, όπως το b piercing και τα τατουάζ, η μόδα του πανκ και οι διάφορες ajj μιμήσεις της, είναι όλα αρχικές ενδείξεις αυτού του σωματικ μετασχηματισμού, εν τέλει όμως δεν μπορούν να ανταπο: θούν στο βαθμό της ριζικής μεταλλαγής που είναι απαραί·
Α ΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
295
εδώ. Η θέληση εναντίωσης έχει πραγματική ανάγκη από ένα σώμα που να είναι απολύτως ανίκανο να υποκύψει στον έλεγ χο. Χρειάζεται ένα σώμα που να είναι ανίκανο να προσαρμοστεί στην οικογενειακή ζωή, στην πειθαρχία του εργοστασίου, στους κανονισμούς της παραδοσιακής σεξουαλικής ζωής, κ.ο.κ. (Αν ανακαλύψετε ότι το σώμα σας αρνείται αυτούς τους «φυσιολο γικούς» τρόπους ζωής, μη σας καταλάβει η απόγνωση -συνει δητοποιήστε το χάρισμά σας!)15 Εκτός του να είναι ριζικά ανέ τοιμο για κανονικοποίηση (normalization), ωστόσο, το νέο σώ μα πρέπει να είναι και ικανό να δημιουργήσει μια καινούργια ζωή. Πρέπει να προχωρήσουμε πολύ πιο πέρα, για να ορίσουμε εκείνον τον νέο τόπο του μη-τόπου, πολύ πιο πέρα από τις απλές εμπειρίες της μείξης και της υβριδικοποίησης, και από τα πειράματα που διενεργούνται σχετικά με αυτές. Πρέπει να φτάσουμε να συγκροτήσουμε ένα συνεκτικό πολιτικό τέχνημα, ένα τ ε χ ν η τ ό γ ίγ ν εσ θ α ι, με την ίδια έννοια που οι ουμανιστές μι λούσαν για έναν h o m o h o m o τον οποίο θα παρήγαγε η τ έ χ ν η και η γνώση, και που ο Spinoza μίλησε για ένα κραταιό σώμα το οποίο θα παρήγαγε εκείνη η ύψιστη συνείδηση που εμποτί ζεται από έρωτα. Οι άπειρες ατραποί των βαρβάρων πρέπει να σχηματίσουν έναν νέο τρόπο ζωής. Ωστόσο, τέτοιου είδους μετασχηματισμοί θα παραμένουν πάντα ασθενείς και αμφίσημοι, όσο νοούνται μόνο με όρους μορ φής και τάξεως. Η ίδια η υβριδικότητα είναι μια χειρονομία κε νή περιεχομένου, και η απλή άρνηση της τάξης μάς αφήνει απλώς στο χείλος της ανυπαρξίας -ή , ακόμη χειρότερα, οι χει ρονομίες αυτές κινδυνεύουν να ενισχύσουν την αυτοκρατορική εξουσία, αντί να την αμφισβητήσουν. Η νέα πολιτική αποκτά πραγματική υπόσταση μόνον όταν πάψουμε να εστιάζουμε στο ερώτημα της μορφής και της τάξης και επικεντρωθούμε στα καθεστώτα και τις πρακτικές της παραγωγής. Στο πεδίο της παραγωγής θα μπορέσουμε να διαπιστώσουμε ότι αυτή η κινη τικότητα και η τεχνητότητα δεν αντιπροσωπεύουν απλώς κατ’ εξαίρεσιν εμπειρίες μικρών προνομιούχων ομάδων, αλλά μάλλον δηλώνουν την κοινή παραγωγική εμπειρία του πλήθους. Ήδη
296
MICHAEL HARDT - ANTONIO NE
από τον 19ο αιώνα, οι προλετάριοι αναγνωρίζονταν ως οι νο δες του καπιταλιστικού κόσμου.16 Ακόμη κι όταν η ζωή τ* παραμένει καθηλωμένη σε μια γεωγραφική τοποθεσία (ι συμβαίνει τις περισσότερες φορές), η δημιουργικότητα και παραγωγικότητά τους ορίζουν σωματικές και οντολογικές ταναστεύσεις. Οι ανθρωπολογικές μεταμορφώσεις των σωμάτ καθιδρύονται μέσα από την κοινή εμπειρία της εργασίας των νέων τεχνολογιών που έχουν καταστατικά αποτελέσρ και οντολογικές επιπτώσεις. Τα εργαλεία λειτούργησαν ανέ' θεν ως ανθρώπινες προσθέσεις, ενταγμένα στα σώματά μας σα από τις εργασιακές μας πρακτικές, ως ένα είδος ανθρω λογικής μεταλλαγής τόσο ατομικά όσο και από την άποψη συλλογικού κοινωνικού βίου. Η σύγχρονη μορφή εξόδου βίος των νεοβαρβάρων απαιτούν να γίνουν τα εργαλεία α<· «ποιητικές» προσθέσεις, ελευθερώνοντάς μας από τις συνθή της νεωτερικής ανθρωπότητας. Για να επιστρέφουμε στη ξική παρέκβαση που κάναμε νωρίτερα, όταν η διαλεκτική ταξύ του έσω και του έξω λήγει, και όταν ο διακριτός τό της αξίας χρήσεως εξαφανίζεται από το αυτοκρατορικό πεδ' οι νέες μορφές της εργατικής δύναμης επιφορτίζονται με το θήκον να παραγάγουν εκ νέου τον άνθρωπο (ή μάλλον τον τα-άνθρωπο). Το καθήκον αυτό θα επιτευχθεί πρωτίστως μέ από τις νέες και ολοένα πιο άυλες μορφές της συναισθηματική και διανοητικής εργατικής δύναμης, μέσα στην κοινότητα π" αυτές συνιστούν, στην τεχνητότητα που παρουσιάζουν ως διο δράσης. Με αυτό το πέρασμα, η αποδομητική φάση της κριτική σκέψης, η οποία από τον Heidegger και τον Adorno ώς ι Derrida προσέφερε ένα ισχυρό εργαλείο για την έξοδο από νεωτερικότητα, έχει χάσει την αποτελεσματικότητά της.17 Είν« πλέον μια κλεισμένη παρένθεση και μας φέρνει αντιμέτωπου* με ένα νέο καθήκον: να οικοδομήσουμε, στον μη-τόπο, έναν νέ ' τόπο· να κατασκευάσουμε οντολογικά νέους προσδιορισμούς το ' ανθρώπινου, της ζωής -μια ισχυρή τεχνητότητα του Είναι, cyborg μύθος της Donna Haraway, που εδρεύει στο αμφίση;
ΑΥ ΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
297
όριο μεταξύ ανθρώπου, ζώου και μηχανής, μας εισάγει σήμερα, πολύ αποτελεσματικότερα απ’ όσο η αποδόμηση, σε αυτά τα νέα πεδία πιθανότητας -πρέπει όμως να μην ξεχνάμε ότι είναι ένας μύθος και τίποτε περισσότερο. Αντίθετα, η δύναμη που πρέπει να προωθήσει τη θεωρητική πρακτική ώστε να πραγ ματώσει αυτά τα πεδία της δυνητικής «μεταμόρφωσης» εξακο λουθεί να είναι (και μάλιστα όλο και πιο έντονα) η κοινή εμπειρία των νέων παραγωγικών πρακτικών και η συγκέντρω ση της παραγωγικής εργασίας στο ευπλαστο και ρευστό πεδίο των νέων επικοινωνιακών, βιολογικών και μηχανικών τεχνολο γιών. Το να είναι κανείς ρεπουμπλικανός σήμερα, συνεπώς, ση μαίνει πρώτα απ’ όλα να μάχεται εκ των έσω και να οικοδομεί εναντίον της Αυτοκρατορίας, στα υβριδικά, διαμορφούμενα πε δία της. Και εδώ πρέπει να προσθέσουμε, ενάντια σε κάθε ηθικολογική διάθεση και στάση δυσαρέσκειας και νοσταλγίας, ότι αυτό το νέο αυτοκρατορικό πεδίο παρέχει μεγαλύτερες δυνατό τητες για δημιουργία και απελευθέρωση. Το πλήθος, στη θέ λησή του για εναντίωση και στην επιθυμία του για απελευθέ ρωση, πρέπει να ανοίξει δρόμο, μέσα από την Αυτοκρατορία, για να βγει από την άλλη πλευρά.
Μ ΕΡΟ Σ ΤΡΙΤΟ
ΜΟΡΦΕΣ ΜΕΤΑΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ
3.1 ΤΑ Ο Ρ Ι Α Τ Ο Τ Ι Μ Π Ε Ρ Ι Α Λ Ι Σ Μ Ο Υ
Ολόκληρος σχεδόν ο κόσμος έχει διαμοιραστεί και ό,τι απόμεινε από αυτόν διαμελίστηκε, κατακτήθηκε και αποικίστηκε. Όσο σκέφτομαι εκείνα τα άστρα που βλέ πουμε πάνω απ’ τα κεφάλια μας τις νύχτες, εκείνους τους αχανείς κόσμους που ποτέ δεν θα μπορέσουμε να φτά σουμε. Θα προσαρτούσα και τους πλανήτες, αν μπορούσαείναι μια σκέψη που συχνά με βασανίζει. Με θλίβει να τους βλέπω, τόσο καθαρά κι όμως τόσο μακριά. Cecil R hodes
Για μεγάλο διάστημα του 20ού αιώνα, η κριτική του ιμπερια λισμού υπήρξε ένα από τα πλέον ενεργά και επείγοντα μέτω πα της μαρξιστικής θεωρίας.1 Ασφαλώς, πολλά από τα επιχει ρήματα αυτής της κριτικής είναι παρωχημένα σήμερα και η κατάσταση στην οποία αναφέρονται έχει ριζικά μεταβληθεί. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν έχουμε να μάθουμε τίποτε από αυτά. Οι εν λόγω κριτικές θεωρήσεις του ιμπεριαλισμού μπο ρούν να μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε τη μετάβαση από τον ιμπεριαλισμό στην Αυτοκρατορία, γιατί, υπό ορισμένες απόψεις, προεξόφλησαν αυτή τη μετάβαση. Μια από τις κεντρικές θέσεις της παράδοσης του σχετικού
300
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGB1
με τον ιμπεριαλισμό μαρξιστικού στοχασμού είναι ότι υπάρχει μια ενδογενής σχέση μεταξύ κεφαλαιοκρατίας και επέκτασης και ότι η κεφαλαιοκρατική επέκταση λαμβάνει αναπόφευκτα! την πολιτική μορφή του ιμπεριαλισμού. Ο ίδιος ο Marx ελάχι? στα έγραψε περί ιμπεριαλισμού, οι αναλύσεις του όμως για τηνί κεφαλαιοκρατική επέκταση είναι θεμελιώδεις για την όλη πα^ ράδοση αυτής της κριτικής. Εκείνο που εξήγησε σαφέστατα ρ Marx είναι ότι το κεφάλαιο λειτουργεί συνεχώς μέσω μιας ανα* διάταξης των ορίων τού έσω και του έξω. Πράγματι, το κεφά λαιο δεν λειτουργεί περιχαρακωμένο σε ένα πάγιο έδαφος καί πληθυσμό, αλλά πάντα εκτείνεται πέραν των ορίων του καί «εσωτερικοποιεί» νέους χώρους: «Η τάση για τη δημιουργία της παγκόσμιας αγοράς είναι αμέσως δεδομένη στην ίδια την έννοια του κεφαλαίου. Κάθε όριο εμφανίζεται ως φραγμός που πρέπει να υπερκεραστεί.»2 Αυτός ο δυσήνιος χαρακτήρας του κεφαλαίου συνιστά ένα αεί-παρόν σημείο κρίσεως, σύμφυτο μέ τη βαθύτερη ουσία του κεφαλαίου: η συνεχής επέκταση είναι τ) πάντα ανεπαρκής αλλά εντούτοις αναγκαία προσπάθειά του κε φαλαίου να κατασιγάσει μιαν ακόρεστη δίψα. Δεν θέλουμε να! υπονοήσουμε ότι αυτή η κρίση και οι φραγμοί θα οδηγήσουν κατ’ ανάγκην το κεφάλαιο σε κατάρρευση. Απεναντίας, όπως ισχύει και για τη νεωτερικότητα στο σύνολό της, η κρίση απ&ϊ τελεί για το κεφάλαιο μια φυσική κατάσταση, δηλωτική όχι του τέλους του, αλλά της τάσης και του τρόπου λειτουργίας!; του. Και η οικοδόμηση του ιμπεριαλισμού από το κεφάλαιο και η μετέπειτα κίνησή του πέραν αυτού είναι δεδομένα στη σύν-· θετή διαπλοκή ορίων και φραγμών. i ■ί
Η χρεία ενός έξω
λ
Ο Marx αναλύει την αδιάκοπη ανάγκη του κεφαλαίου για επέ^Α κταση εστιάζοντας καταρχάς στη διαδικασία της υ λο π ο ίη σ η ξϊ | και κατά συνέπεια στην ποσοτικά άνιση σχέση μεταξύ του ερ*"| γάτη ως παραγωγού και του εργάτη ως καταναλωτή εμπορευ-1 μάτων.3 Το πρόβλημα της υλοποίησης είναι ένας από τους πα-·1
ΛΤΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
301
ράγοντες που ωθούν το κεφάλαιο πέραν των ορίων του και γεν νούν την τάση για την παγκοσμιοποίηση της αγοράς. Για να εννοήσουμε καλύτερα το συγκεκριμένο πρόβλημα πρέπει να ξε κινήσουμε από την εκμετάλλευση. «Αρχικά», διαβάζουμε στα G r u n d risse , «το κεφάλαιο εξωθεί τους εργάτες πέραν της αναγ καίας εργασίας στην υπερεργασία [surplus labour]. Μόνον έτσι υλοποιείται το κεφάλαιο και παράγει υπεραξία [surplus value]» (σ. 421). Ο μισθός του εργάτη (σύστοιχος προς την αναγκαία εργασία) πρέπει να είναι μικρότερος της συνολικής αξίας που παράγει. Αυτή η υπεραξία, εντούτοις, πρέπει να βρει μιαν επαρ κή αγορά για να υλοποιηθεί. Αφ’ ης στιγμής κάθε εργάτης πρέ πει να παράγει περισσότερη αξία από αυτήν που καταναλώνει, η ζήτηση του εργάτη ως καταναλωτή δεν μπορεί ποτέ να αποτελέσει επαρκή ζήτηση για την παραγωγή της υπεραξίας. Σε ένα κλειστό σύστημα, ως εκ τούτου, η κεφαλαιοκρατική παρα γωγή και η ανταλλακτική διαδικασία καθορίζονται από μια σει ρά φραγμών: «Το κεφάλαιο, συνεπώς, θέτει το χρόνο της αναγ καίας εργασίας ως φραγμό στην ανταλλακτική αξία της παρα γωγικής ικανότητας της ζωντανής εργασίας· το χρόνο της πρό σθετης εργασίας ως φραγμό στο χρόνο της αναγκαίας εργασίαςκαι την υπεραξία ως φραγμό στο χρόνο της υπερεργασίας» (σ. 422). Όλοι αυτοί οι φραγμοί απορρέουν από έναν και μοναδικό φραγμό, οριζόμενο από την άνιση σχέση μεταξύ του εργάτη ως παραγωγού και του εργάτη ως καταναλωτή. Βέβαια, η κεφαλαιοκρατική τάξη (από κοινού με τις άλλες τάξεις που συμμετέχουν στα κέρδη της) θα καταναλώσει ένα μέρος της υπεραξίας, δεν μπορεί όμως να καταναλώσει το σύ νολό της, γιατί, αν έκανε κάτι τέτοιο, δεν θα απέμενε υπερα ξία για επανεπένδυση. Αντί να καταναλώνουν όλη την υπερα ξία, οι κεφαλαιοκράτες οφείλουν να επιδεικνύουν εγκράτεια, δη λαδή να συσσωρεύουν.4 Αυτό καθαυτό το κεφάλαιο απαιτεί από τους κεφαλαιοκράτες να απαρνούνται τις απολαύσεις και να αφίστανται κατά το δυνατόν από την «κατασπατάληση» της υπεραξίας, όσον αφορά τη δική τους κατανάλωση. Αυτή η πολιτισμική εξήγηση της κεφαλαιοκρατικής ηθικής
302
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG
και εγκράτειας, εντούτοις, αποτελεί απλώς ένα σύμπτωμα τι πραγματικών οικονομικών φραγμών που τίθενται στους κόλ$ πους της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής. Αφ’ ενός, αν θέλουμε να υπάρξει κέρδος, οι εργάτες πρέπει να παράγουν περισσότε-? ρη αξία από αυτήν που καταναλώνουν. Αφ’ ετέρου, αν θέλουμε* να πραγματοποιηθεί συσσώρευση, η κεφαλαιοκρατική τάξη και οι εξαρτώμενοι από αυτήν δεν μπορούν να καταναλώνουν όλη την παραγόμενη υπεραξία. Αν η εργατική τάξη, από κοινού με την κεφαλαιοκρατική τάξη και τους εξαρτώμενους από αυτήν,δεν είναι δυνατόν να απαρτίσουν μια επαρκή αγορά και να αγο*| ράσουν όλα τα εμπορεύματα που έχουν παραχθεί, τότε, μολονότι έχει συντελεστεί η εκμετάλλευση και έχει εξαχθεί η υπε ραξία, η αξία αυτή δεν μπορεί να υλοποιηθεί.5 Ο Marx τονίζει επιπλέον ότι αυτός ο φραγμός επιτείνεται συνεχώς καθώς η εργασία γίνεται περισσότερο παραγωγική, Με την αύξηση της παραγωγικότητας και τη συνακόλουθη;· άνοδο στη σύνθεση του κεφαλαίου, το μεταβλητό κεφάλαιο λαδή ο μισθός που πληρώνονται οι εργάτες) αποτελεί ένα διαρ-*, κώς μικρότερο τμήμα της συνολικής αξίας των εμπορευμάτων; ' Αυτό σημαίνει ότι η καταναλωτική δύναμη των εργατών μειώτ| νεται διαρκώς σε σχέση με τα παραγόμενα εμπορεύματα: «Όσι η παραγωγικότητα αυξάνεται τόσο έρχεται σε σύγκρουση με την περιορισμένη βάση από την οποία συναρτώνται οι σχέσειςκατανάλωσης.»6 Η υλοποίηση του κεφαλαίου, συνεπώς, εμποδί-; ζεται από το φαινόμενο της «περιορισμένης βάσης» των δυνά μεων της κατανάλωσης. Σημειωτέον ότι ο φραγμός αυτός ου-? δεμία σχέση έχει με την απόλυτη παραγωγική δύναμη ενός' πληθυσμού ή την απόλυτη καταναλωτική του δύναμη (αναμφί-·; βολα, το προλεταριάτο θα μπορούσε και θα ήθελε να κατανα λώνει περισσότερο), αλλά μάλλον αφορά τη σ χ ε τ ικ ή κατανα λωτική δύνα μ η ενός πληθυσμού σ το πλαίσιο των κεφαλαιοκρα τικών σχέσεων παραγωγής και αναπαραγωγής. Προκειμένου να υλοποιηθεί η υπεραξία που γεννάται κατά τη διαδικασία της παραγωγής και να αποφευχθεί η υποτίμησην που συνεπάγεται η υπερπαραγωγή, ο Marx υποστηρίζει ότι το
ΑΥ ΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
303
κεφάλαιο πρέπει να επεκτείνει τη σφαίρα δράσης του: «Απα ραίτητη προϋπόθεση της βασιζόμενης στο κεφάλαιο παραγωγής είναι, ως εκ τούτου, η δημιουργία μιας συνεχώς διευρυνόμενης σφαίρας κυκλοφορίας, είτε διά της απευθείας επέκτασης της ίδιας της σφαίρας κυκλοφορίας είτε διά της δημιουργίας περισ σότερων σημείων στο εσωτερικό της ως σημείων παραγωγής» (σ. 407). Η επέκταση της σφαίρας κυκλοφορίας μπορεί να επι τευχθεί με την εντατικοποίηση των αγορών που ήδη υφίστανται στο εσωτερικό της κεφαλαιοκρατικής σφαίρας διά της δημιουρ γίας νέων αναγκών και ελλείψεων το ποσό όμως του μισθού που διατίθεται στους εργάτες για να ξοδεύουν και η ανάγκη των κεφαλαιοκρατών να συσσωρεύουν θέτουν έναν ανυπέρβλητο φραγμό σε αυτή την επέκταση. Εναλλακτικά, πρόσθετοι κατα ναλωτές μπορεί να δημιουργηθούν με τη στρατολόγηση νέων πληθυσμών στην κεφαλαιοκρατική σχέση, αυτό όμως δεν αρκεί για να σταθεροποιήσει τη βασικά άνιση σχέση μεταξύ προσφο ράς και ζήτησης, μεταξύ της αξίας που παράγει και της αξίας που δύναται να καταναλώσει ο πληθυσμός των ενεχόμενων στην κεφαλαιοκρατική σχέση προλετάριων και καπιταλιστών.7 Τουναντίον, και οι νέοι προλετάριοι θα αποτελούν πάντα μιαν ανεπαρκή αγορά για την αξία αυτών που παράγουν, και, κατά συνέπεια, το μόνο που θα κατορθώνουν θα είναι να αναπαρά γουν απλώς το πρόβλημα σε ευρύτερη κλίμακα.8 Η μόνη απο τελεσματική λύση για το κεφάλαιο είναι να στραφεί έξω από τον εαυτό του και να ανακαλύψει μη κεφαλαιοκρατικές αγορές, στις οποίες θα ανταλλάξει τα εμπορεύματα και θα υλοποιήσει την αξία τους. Η επέκταση της σφαίρας κυκλοφορίας εκτός της κεφαλαιοκρατικής επικράτειας μετατοπίζει την αποσταθεροποι ητική ανισότητα. Η Rosa Luxemburg διεύρυνε την ανάλυση του Marx σχε τικά με το πρόβλημα της υλοποίησης, μεταβάλλοντας όμως την οπτική της. Η Luxemburg θεωρεί το γεγονός ότι «οι εξωτερι κοί καταναλωτές, νοούμενοι ως έτεροι-των-κεφαλαιοκρατών κα ταναλωτές, είναι όντως απαραίτητοι» (σσ. 365-66) προκειμένου το κεφάλαιο να υλοποιήσει την υπεραξία του, ως ενδεικτικό της
304
MICHAEL HARDT - ANTONIO ΝΕΟΙ
εξάρτησης του κεφαλαίου από το έξω του. Η κεφαλαιοκραά είναι «η πρώτη μορφή οικονομίας που αδυνατεί να υπάρξει εαυτής, που έχει ανάγκη από άλλα οικονομικά συστήματα μέσο και έδαφος ανάπτυξης».9 Το κεφάλαιο είναι ένας οργι σμός που αδυνατεί να επιβιώσει χωρίς να στρέφεται διαρ: πέραν των ορίων του, χωρίς να απομυζά το εξωτερικό του ριβάλλον. Το έξω έχει ζωτική σημασία γι’ αυτόν. Η ανάγκη να επεκτείνει διαρκώς τη σφαίρα του ελέγχ,ι του είναι ίσως η ασθένεια του ευρωπαϊκού κεφαλαίου, ενδεχι μένως όμως είναι και η κινητήρια δύναμη η οποία ώθησε Ευρώπη στη θέση του παγκόσμιου κυριάρχου που κατέλα] κατά τους νεότερους χρόνους. «Ίσως λοιπόν η μεγαλύτερη αρί τή της Δύσης», υποθέτει ο Fernand Braudel, «περιορισμέ καθώς βρέθηκε σε ένα στενόχωρο “ακρωτήρι της Ασίας”, ήτο το γεγονός ότι χρειάστηκε τον κόσμο, ότι χρειάστηκε να α: τολμήσει να ξεμακρύνει από το κατώφλι της.»10 Το κεφάλα’ τείνει από μιας αρχής να γίνει μια παγκόσμια δύναμη, ή μά λον η παγκόσμια δύναμη.
Εσωτερικοποιώντας* το έξω :'4
Το κεφάλαιο δεν επεκτείνεται μόνο για να ανταποκριθεί cpb ανάγκες της υλοποίησης και να εξεύρει νέες αγορές, αλλά για να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις της ακόλουθης στον κύκ$ της συσσώρευσης στιγμής, δηλαδή της διαδικασίας της κει λοαοποίησης. Αφού η υπεραξία υλοποιηθεί ως χρήμα (μέσω εντατικοποίησης των αγορών που ήδη υφίστανται στην καπί' λιστική επικράτεια και της εξάρτησης από μη κεφαλαιοκρα? κές αγορές), η υλοποιημένη υπεραξία πρέπει να επενδυθεί, νέου στην παραγωγή, πρέπει δηλαδή να μετατραπεί και * Χρησιμοποιούμε τον λιγότερο δόκιμο όρο «εσωτερικοποιώντμ|| από τον πιο δόκιμο «εσωτερικεύοντας» για να αντιδιαστείλουμε άιΙ| την ενεργητικού-επιθετικού χαρακτήρα διαδικασία από τη διαδικαί της εσωτερίκευσης, η οποία έχει περισσότερο παθητική έννοια. (Σ.τ^
ΑΤΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
305
σε κεφάλαιο. Η κεφαλαιοποίηση της υλοποιημένης υπεραξίας επιβάλλει ότι, για τον επόμενο κύκλο της παραγωγής, ο κεφα λαιοκράτης θα πρέπει να μεριμνήσει για την αγορά πρόσθετων προμηθειών παγίου κεφαλαίου (πρώτων υλών, μηχανικού εξο πλισμού, κ.ο.κ.) και πρόσθετου μεταβλητού κεφαλαίου (δηλαδή εργατικής δύναμης) -γεγονός που, με τη σειρά του, θα επιβά λει μιαν ακόμη μεγαλύτερη επέκταση της αγοράς για περαιτέ ρω υλοποίηση. Η αναζήτηση πρόσθετου παγίου κεφαλαίου (συγκεκριμένα, περισσότερων και πιο σύγχρονων πρώτων υλών) ωθεί το κεφά λαιο προς μια μορφή ιμπεριαλισμού χαρακτηριζόμενου από τη λεηλασία και την κλοπή. Το κεφάλαιο, υποστηρίζει η Rosa Luxemburg, «λεηλατεί όλο τον κόσμο, πορίζεται τα μέσα πα ραγωγής του από κάθε γωνιά της γης, αρπάζοντάς τα, αν χρει αστεί και διά της βίας, από όλα τα επίπεδα του πολιτισμού και από όλες τις μορφές κοινωνίας... Σταδιακά, το κεφάλαιο αναγ κάζεται εκ των πραγμάτων να αναλίσκει ολοένα και πιο πολύ ολόκληρο τον πλανήτη, για να εξασφαλίσει μιαν απεριόριστη γκάμα μέσων παραγωγής, αναφορικά τόσο προς την ποιότητα ως και προς την ποσότητα, ούτως ώστε να εξεύρει τρόπους πα ραγωγικής αξιοποίησης για την υπεραξία που έχει υλοποιή σει».11 Κατά τον προσπορισμό πρόσθετων μέσων παραγωγής, το κεφάλαιο σχετίζεται με το μη κεφαλαιοκρατικό περιβάλλον και εξαρτάται από αυτό, χωρίς όμως να το εσωτερικοποιεί -ή μάλ λον, χωρίς να μετατρέπει κατ’ ανάγκην αυτό το περιβάλλον σε κεφαλαιοκρατικό. Το έξω παραμένει έξω. Ο χρυσός και τα δια μάντια, επί παραδείγματι, μπορούν άνετα να εξορύσσονται στο Περού και τη Νότια Αφρική ή το ζαχαροκάλαμο να συλλέγεται στην Τζαμάικα και την Ιάβα, ενώ αυτές οι κοινωνίες και η πα ραγωγή τους εξακολουθούν να λειτουργούν βάσει μη κεφαλαιο κρατικών σχέσεων. Απεναντίας, ο προσπορισμός πρόσθετου μεταβλητού κεφα λαίου, δηλαδή η απασχόληση νέας εργατικής δύναμης και η δημιουργία νέων προλετάριων, προϋποθέτει μια μορφή κεφα λαιοκρατικού ιμπεριαλισμού. Η παράταση της εργάσιμης ημέ
306
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEC
ρας των ήδη υφισταμένων στην κεφαλαιοκρατική σφαίρα ερ· τών μπορεί ασφαλώς να αποφέρει πρόσθετη εργατική δύνα| όμως η αύξηση αυτής της μορφής έχει κάποιο όριο. Για το υπ| λοιπο της νέας εργατικής δύναμης, το κεφάλαιο πρέπει να μιουργεί και να απασχολεί συνεχώς νέους προλετάριους από || κεφαλαιοκρατικές ομάδες και χώρες. Η σταδιακή προλεταρυ ποίηση του μη κεφαλαιοκρατικού περιβάλλοντος προϋποθέτ τη διαρκή επανέναρξη της διαδικασίας της πρωταρχικής σο$ σώρευσης -και, ως εκ τούτου, την κ εφ α λα ιο π ο ίη σ η αυτού κι θαυτό του μη κεφαλαιοκρατικού περιβάλλοντος. Σύμφωνα με ι Rosa Luxemburg, αυτή ακριβώς είναι η πραγματική κςρινο^ μία της κεφαλαιοκρατικής κατάκτησης: «Όλοι οι κατακτητι επιδίωκαν να κυριαρχήσουν στη χώρα που κατακτούσαν και > την εκμεταλλευτούν, ουδείς όμως ενδιαφερόταν να απογυμνώ τον λαό από τις παραγωγικές του δυνάμεις και να καταλύ την κοινωνική του οργάνωση.»12 Κατά τη διαδικασία της κθ λαιοποίησης το έξω εσ ω τερ ικ ο π ο ιείτα ι. Ως εκ τούτου, το κεφάλαιο δεν αρκεί απλώς να έχει ανοιχ| ανταλλαγή με τις μη κεφαλαιοκρατικές κοινωνίες ή απλώς λ νοσφίζεται τον πλούτο τους· πρέπει επίσης να τις μετασχημ τίζει σε κεφαλαιοκρατικές. Αυτή είναι η ουσία του ορισμού π< δίνει ο Rudolf Hilferding στον όρο «εξαγωγή κεφαλαίου»: «Λ γοντας “εξαγωγή κεφαλαίου” εννοώ την εξαγωγή αξίας η οπη αποσκοπεί να γεννήσει υπεραξία στο εξωτερικό.»13 Αυτό ϊ| εξάγεται είναι μια σχέση, μια κοινωνική μορφή, η οποία γεννήσει ή θα αναπαραγάγει τον εαυτό της. Ωσεί ιεραπόστο^ ή βρικόλακας, το κεφάλαιο αγγίζει ό,τι είναι ξένο και το κά? δικό του. «Η αστική τάξη», γράφουν ο Marx και ο Enge «εξαναγκάζει όλα τα έθνη, επί ποινή αφανισμού, να υιοθετ σουν τον αστικό τρόπο παραγωγής· τα εξαναγκάζει να ενστι νιστούν ό,τι εκείνη αποκαλεί πολιτισμό, τουτέστιν να γίνς( και αυτά αστικά. Κοντολογίς, δημιουργεί τον κόσμο κατ’ ει> να της.»14 Από οικονομική άποψη, αυτός ο εκπολιτισμός καί εκσυγχρονισμός είναι ισοδύναμα της κεφαλαιοποίησης, δηλ# της ενσωμάτωσης στον διευρυνόμενο κύκλο της κεφαλαιοκρο|
αττοκρατορια
307
κής παραγωγής και συσσώρευσης. Με αυτόν τον τρόπο το μη κεφαλαιοκρατικό περιβάλλον (το έδαφος, οι κοινωνικές μορφές, οι κουλτούρες, οι παραγωγικές διαδικασίες, η εργατική δύναμη, κ.ο.κ.) υπάγεται τυπικά στο κεφάλαιο. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι, στην πραγματικότητα, το ευρωπαϊκό κεφάλαιο δεν αναδημιουργεί τα μη κεφαλαιοκρατι κά εδάφη «κατ’ εικόνα του», ωσάν να γίνονταν όλα ομοιογενή. Είναι γεγονός ότι, όταν οι μαρξιστές κριτικοί του ιμπεριαλισμού αναγνώρισαν τις διαδικασίες με τις οποίες το κεφάλαιο εσωτερικοποιεί το έξω του, στις περισσότερες περιπτώσεις υποτίμη σαν τη σημασία της άνισης ανάπτυξης και της γεωγραφικής διαφοροποίησης που λανθάνει σε αυτές.15 Κάθε τεμάχιο μη κε φαλαιοκρατικού περιβάλλοντος μετασχηματίζεται δια φ ο ρ ετικά , και όλα εντάσσονται ο ρ γα νικ ά στο διογκούμενο σώμα του κε φαλαίου. Με άλλα λόγια, τα διάφορα τεμάχια του έξω δεν εσωτερικοποιούνται με βάση ένα μοντέλο ομοιότητας, αλλά ως δια φορετικά όργανα τα οποία λειτουργούν από κοινού απαρτίζον τας ενιαίο σώμα. Στο σημείο αυτό μπορούμε να διακρίνουμε τη θεμελιακή αντίφαση της κεφαλαιοκρατικής επέκτασης: η εξάρτηση του κεφαλαίου από το έξω του, από το μη κεφαλαιοκρατικό περι βάλλον του, η οποία ικανοποιεί την ανάγκη υλοποίησης της υπεραξίας, έρχεται σε σύγκρουση με την εσωτερικοποίηση του μη κεφαλαιοκρατικού περιβάλλοντος, η οποία ικανοποιεί την ανάγκη κεφαλαιοποίησης της υλοποιημένης υπεραξίας. Ιστορι κά, αυτές οι δύο διαδικασίες έχουν συχνά συντελεστεί κατ’ ακολουθίαν. 'Ενα έδαφος και ένας πληθυσμός πρώτα καθίσταν ται προσιτά ως ένα έξω για ανταλλαγή και υλοποίηση, και ακολούθως εισάγονται στη σφαίρα της καθαυτό κεφαλαιοκρατι κής παραγωγής. Το σημαντικό, εντούτοις, είναι ότι, άπαξ και ένα τεμάχιο του εξωτερικού περιβάλλοντος «εκπολιτιστεί», άπαξ και ενσωματωθεί οργανικά στα άρτι διευρυμένα σύνορα της επικράτειας της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής, δεν δύναται πλέον να λειτουργεί ως το αναγκαίο για την υλοποίηση της υπεραξίας του κεφαλαίου έξω. Υπ’ αυτήν την έννοια, η κεφα
308
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGI
λαιοποίηση θέτει έναν φραγμό στην υλοποίηση και τανάπαλινί| ή μάλλον, η εσωτερικοποίηση αντιβαίνει προς την εξάρτηση^ από το έξω. Η δίψα του κεφαλαίου πρέπει να σβηστεί με νέα;Ί' αίμα, και γι’ αυτό το λόγο πρέπει να αναζητά διαρκώς νέα σύρ|ύ νορα. Είναι λογικό να υποθέσουμε ότι κάποια ώρα αυτές οι δύο στιγμές του κύκλου της συσσώρευσης, η υλοποίηση και η κε φαλαιοποίηση, θα έρθουν σε άμεση σύγκρουση και θα υπονοεί μεύσουν η μια την άλλη. Τον 19ο αιώνα, το πεδίο που ήτα^Ι πρόσφορο για την κεφαλαιοκρατική επέκταση (για τον π| σπορισμό περισσότερων πρώτων υλών, εργατικής δύναμης καϊ| αγορών) φαινόταν να εκτείνεται απεριόριστα, τόσο στην Ευρώ* πη όσο και αλλού. Στην εποχή του Marx, η κεφαλαιοκρατικ' παραγωγή συνιστούσε ένα πολύ μικρό μέρος της παγκόσμιαι παραγωγής. Ελάχιστες χώρες είχαν να επιδείξουν αξιόλογη κβ| φαλαιοκρατική παραγωγή (η Αγγλία, η Γαλλία και η Γερμα| νία), ενώ ακόμη και σε αυτές μεγάλο τμήμα της παραγωγή παρέμενε μη κεφαλαιοκρατικό -γεωργική παραγωγή τη βάσ της οποίας αποτελούσαν οι χωρικοί, βιοτεχνική παραγω' κ.ο.κ. Η Luxemburg, εντούτοις, υποστηρίζει ότι, αφ’ ης στιγ« μής η γη είναι πεπερασμένη, η λογική αντίφαση θα απολή εν τέλει σε πραγματική σύγκρουση: «Όσο πιο βίαια, ανελέη' και ολοκληρωτικά ο ιμπεριαλισμός επιφέρει την παρακμή τα» μη κεφαλαιοκρατικών πολιτισμών, τόσο γρηγορότερα τραβι το χαλί κάτω από τα πόδια της κεφαλαιοκρατικής συσσώρευΐ σης. Καίτοι ο ιμπεριαλισμός είναι η ιστορικά ενδεδειγμένη μι θοδος για την παράταση της σταδιοδρομίας της κεφαλαιοκι τίας, είναι επίσης το ασφαλές μέσο που θα επιφέρει την ταχεΙ λήξη αυτής της σταδιοδρομίας.»16 Αυτή η αντιφατική έντασή είναι ευδιάκριτη σε όλη την πορεία εξέλιξης του κεφαλαίοι* όμως το πραγματικό της μέγεθος αποκαλύπτεται μόνο όριο, στο σημείο κρίσεως -όταν το κεφάλαιο βρίσκεται αντιμβΐ τωπο με το πεπερασμένο της ανθρωπότητας και της γης ο μεγάλος ιμπεριαλιστής Cecil Rhodes παρουσιάζεται ως ;: υποδειγματικός καπιταλιστής. Οι ανεκμετάλλευτες εκτάσε\»
Λ ΪΤ Ο ΚΡΑΤ Ο ΡΙΑ
309
του πλανήτη ελαττώνονται και η ιμπεριαλιστική επέκταση του κεφαλαίου έρχεται αντιμέτωπη με τα όριά της. Ο Rhodes, αμετανόητος τυχοδιώκτης, ατενίζει μελαγχολικά και γεμάτος λαχτάρα τα αστέρια ψηλά στον ουρανό, αποθαρρημένος από τον τυραννικό πειρασμό αυτών των νέων συνόρων, των τόσο κοντι νών και όμως τόσο μακρινών. Μολονότι οι κριτικές του ιμπεριαλισμού και της κεφαλαιο κρατικής επέκτασης παρουσιάζονται συχνά με αυστηρά ποσοτι κούς, οικονομικούς όρους, το διακύβευμα για τους μαρξιστές θε ωρητικούς είναι προπάντων π ο λιτικ ό . Αυτό δεν σημαίνει ότι οι οικονομικές μετρήσεις (και οι κριτικές τους) δεν πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη· σημαίνει, μάλλον, ότι οι οικονομικές σχέ σεις πρέπει να εξεταστούν όπως πραγματικά διαρθρώνονται μέ σα στα ιστορικά και κοινωνικά συμφραζόμενα, ως μέρος των πολιτικών σχέσεων εξουσίας και κυριάρχησης.17 Το σημαντικό τερο πολιτικό μέλημα για τους συγγραφείς αυτούς όσον αφορά την οικονομική επέκταση είναι να καταδείξουν την αναπόφευ κτη αδήριτη σχέση μεταξύ κεφαλαιοκρατίας και ιμπεριαλι σμού. Σύμφωνα με τη συλλογιστική τους, εάν η κεφαλαιοκρατία και ο ιμπεριαλισμός είναι ουσιωδώς συναφείς, τότε οποιοσ δήποτε αγώνας εναντίον του ιμπεριαλισμού (και των πολέμων, της αθλιότητας, της ένδειας και του εξανδραποδισμου που αυ τός επιφέρει) πρέπει να είναι επίσης ένας κατά μέτωπο αγώ νας εναντίον της κεφαλαιοκρατίας. Οποιαδήποτε πολιτική στρατηγική φιλοδοξεί να αναμορφώσει τη σημερινή μορφή της κεφαλαιοκρατίας και να εξαλείψει τον ιμπεριαλιστικό της χα ρακτήρα είναι μάταιη και αφελής, διότι ο πυρήνας της κεφα λαιοκρατικής αναπαραγωγής και συσσώρευσης αναπόφευκτα εμπεριέχει την ιμπεριαλιστική επέκταση. Το κεφάλαιο δεν εί ναι δυνατόν να συμπεριφερθεί διαφορετικά -αυτή είναι η φύση του. Τα δεινά του ιμπεριαλισμού δεν είναι δυνατόν να αντιμε τωπιστούν, ει μη μόνον διά της εξαλείψεως της ίδιας της κε φαλαιοκρατίας.
310
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG]
Εξίσωση και υπαγωγή
To βιβλίο του Λένιν για τον ιμπεριαλισμό είναι γραμμένο xy ρίως ως μια σύνθεση των αναλύσεων άλλων συγγραφέων, πρ& κειμένου να τις καταστήσει προσιτές σε ευρύ κοινό.18 Το κ νο του Λένιν, ωστόσο, πραγματοποιεί και τις δικές του, προ τότυπες συνεισφορές, η σημαντικότερη από τις οποίες είναι 0Λ επιχειρεί την κριτική του ιμπεριαλισμού από την άποψη τρϊ υποκειμένου, συνδέοντάς την έτσι με τη μαρξιστική αντίληψΐ περί της επαναστατικής δυναμικής που λανθάνει σε κάθε κρ|| ση. Ο Λένιν μας εφόδιασε με ένα σύνολο χρήσιμων εργαλείων] με ένα σύνολο μηχανών για την παραγωγή της αντιιμπεριαλΜ στικής υποκειμενικότητας. ,J Ο Λένιν παρουσιάζει συχνά τα επιχειρήματά του εν είδ(| πολεμικής. Η δική του ανάλυση του ιμπεριαλισμού αρθρώνετε κυρίως μέσω της αμφισβήτησης των θέσεων που ανέπτυξαν ,| Rudolf Hilferding και ο Karl Kautsky. Για να αναπτύξει όμ<ώ τα επιχειρήματα της κριτικής του, ο Λένιν έλαβε σοβαρά υπό| ψη, ενίοτε δε και ενστερνίστηκε, τις θεωρητικές παραδοχές κ<)| των δύο αυτών συγγραφέων. Ακόμη σημαντικότερο, ο Λένιν υιοθέτησε τη βασική θέση του Hilferding, ότι καθώς το κεφ$| λαιο επεκτείνεται διά της ιμπεριαλιστικής οικοδόμησης τή | παγκόσμιας αγοράς, ανακύπτουν διαρκώς μεγαλύτερα εμπόδιΐ για την A u s g le ic h u n g (την εξίσωση) των ποσοστών κέρδουέ μεταξύ των διαφόρων κλάδων και τομέων της παραγωγής. Η αδιατάρακτη κεφαλαιοκρατική ανάπτυξη, εντούτοις, έχει ανάγ κη τουλάχιστον από μια τάση για εξίσωση των οικονομικώ! συνθηκών: ίσες τιμές για ίσα αγαθά, ίσο κέρδος για ίσο κεφά| λαιο, ίσοι μισθοί και ίση εκμετάλλευση για ίση εργασία, x.o.ji Ο Hilferding αντελήφθη ότι ο ιμπεριαλισμός -ο οποίος δομε| τα έθνη και τα εδάφη της κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης μ| ολοένα πιο ανελαστικό τρόπο και εκχωρεί την εξουσία σ τ| εθνικά μονοπώλια- αποτελεί τροχοπέδη για τη διαμόρφωσι ενός εξισωμένου ποσοστού κέρδους και ως εκ τούτου υποσκάΐ πτει τη δυνατότητα μιας επιτυχούς κεφαλαιοκρατικής διαμεσθ|
Αϊ ΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
311
λάβησης της διεθνούς ανάπτυξης.19 Στην πραγματικότητα, η κυριάρχηση και ο κατακερματισμός της παγκόσμιας αγοράς από τα μονοπώλια είχαν καταστήσει πρακτικώς αδύνατη τη διαδικασία της εξίσωσης. Μόνο με την επέμβαση των εθνικών κεντρικών τραπεζών, ή μάλλον με την επέμβαση μιας ενιαίας, διεθνούς τράπεζας, θα μπορούσε αυτή η αντίφαση, προάγγελος οικονομικών αλλά και στρατιωτικών πολέμων, να εξισωθεί και να ειρηνεύσει. Κοντολογίς, ο Λένιν υιοθέτησε την υπόθεση του Hilferding ότι το κεφάλαιο είχε εισέλθει σε μια νέα φάση διε θνούς ανάπτυξης η οποία χαρακτηριζόταν από την ακμή των μονοπωλίων, και ότι αυτό επέφερε τόσο μια επίταση των αντι φάσεων όσο και μια κρίση της εξίσωσης. Δεν δέχτηκε, όμως, ότι η ουτοπία μιας ενιαίας διεθνούς τράπεζας μπορούσε να αποτελέσει σοβαρό ενδεχόμενο, ούτε ότι θα μπορούσε ποτέ να επέλθει μια A u fh e b u n g (άρση) της κρίσης, η οποία εντούτοις θα πραγματοποιούνταν με κεφαλαιοκρατικούς όρους. Ακόμη περισσότερο ουτοπική και επιζήμια θεώρησε ο Λένιν τη θέση του Kautsky, ο οποίος επίσης αφορμήθηκε από το έρ γο του Hilferding. Ο Kautsky κατ’ ουσίαν υποστήριξε ότι η κεφαλαιοκρατία μπορούσε να επιτύχει μια πραγματική πολιτική και οικονομική ενοποίηση της παγκόσμιας αγοράς. Την εποχή των βίαιων ιμπεριαλιστικών συγκρούσεων μπορούσε να τη δια δεχτεί ένα νέο, ειρηνικό κεφαλαιοκρατικό στάδιο, ένα «ουλτραιμπεριαλιστικό» στάδιο. Οι μεγιστάνες του κεφαλαίου μπορού σαν να συνασπιστούν σε ένα και μόνο παγκόσμιο τραστ, υποκαθιστώντας τον ανταγωνισμό και τη διαπάλη μεταξύ των ποι κίλων, εθνικών χρηματοδοτικών κεφαλαίων με ένα διεθνές, ενι αίο χρηματοδοτικό κεφάλαιο. Ως εκ τούτου ισχυρίστηκε ότι εί ναι δυνατόν να φανταστούμε ένα μελλοντικό στάδιο, όπου το κεφάλαιο θα επιτύχει μια ειρηνική υπαγωγή και άρση της αντί φασης, κατά την οποία όχι μια ενιαία τράπεζα αλλά δυνάμεις της αγοράς και μονοπώλια κατά το μάλλον ή ήττον κρατικά ρυθμιζόμενα θα μπορούν με κάποιον τρόπο να προσδιορίσουν την παγκόσμια εξίσωση του ποσοστού του κέρδους.20 Ο Λένιν συμφώνησε με τη βασική θέση του Kautsky ότι η κεφαλαίο-
312
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGI
κρατική ανάπτυξη εμφανίζει μια τάση για διεθνή συνεργασία ποικίλων εθνικών χρηματοδοτικών κεφαλαίων και ενδεχομένωί για την οικοδόμηση ενός και μόνου παγκόσμιου τραστ. ΕκείνΙι που προκάλεσε την έντονη αντίδρασή του, εντούτοις, ήταν όι ο Kautsky χρησιμοποιούσε το όραμα ενός ειρηνικού μέλλον για να αρνηθεί τη δυναμική της παρούσας πραγματικότητα για το λόγο αυτό, ο Λένιν καταδίκασε τη «βαθύτατα αντιδρά! στική επιθυμία του [Kautsky] να αμβλύνει τις αντιφάσεις» παρούσας κατάστασης.21 Αντί να περιμένουν τη μελλοντΟΜ έλευση κάποιου ειρηνικού ούλτρα-ιμπεριαλισμού, οι επαναο τες έπρεπε να δράσουν άμεσα, εκμεταλλευόμενοι τις αντιφάσε^ί που δημιουργούσε η παρούσα ιμπεριαλιστική οργάνωση του φαλαίου. Έτσι ο Λένιν, ενώ σε γενικές γραμμές υιοθέτησε τις αναλ| τικές προτάσεις αυτών των δύο συγγραφέων, απέρριψε τις λιτικές τους θέσεις. Μολονότι κατά βάση συμφώνησε με ανάλυση του Hilferding αναφορικά με την τάση για μια πα κόσμια αγορά η οποία θα κυριαρχείται από μονοπώλια, αρν| θηκε ότι ένα τέτοιο σύστημα είχε ήδη αρχίσει να εφαρμόζει με τρόπο που μπορούσε να διαμεσολαβήσει και να εξισώσει ποσοστό του κέρδους. Το αρνήθηκε όχι τόσο από θεωρητοί άποψη όσο από πολιτική. Ο Λένιν υποστήριξε ότι, κατά τη νοπωλιακή φάση, η κεφαλαιοκρατική ανάπτυξη θα μαστιζόι από μια σειρά αντιφάσεων και ότι οι κομμουνιστές έπρεπε εργαστούν για να επιτείνουν αυτές ακριβώς τις αντιφάσεις, εργατικό κίνημα είχε χρέος να αντιταχθεί σε οποιαδήποτε φαλαιοκρατική απόπειρα να οργανωθεί μια αποτελεσματι» εξίσωση των ιμπεριαλιστικών ποσοστών κέρδους, και το κα μουνιστικό κόμμα είχε καθήκον να παρέμβει και να εντείνει αντικειμενικές αντιφάσεις της ανάπτυξης. Αυτό που έπρετ προπάντων να αποφευχθεί, ήταν η ευόδωση της τάσης πρ έναν «ούλτρα-ιμπεριαλισμό» που θα αύξανε υπέρμετρα την ιο του κεφαλαίου και θα εξαφάνιζε για μεγάλο χρονικό διάστημΙ κάθε δυνατότητα αγώνα ο οποίος θα προσπαθούσε να πλήξ* τους περισσότερο αντιφατικούς και γι’ αυτό περισσότερο ασβ
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
313
νείς κρίκους της αλυσίδας της κυριάρχησης. Ο Λένιν γράφει, εί τε ως ελπίδα είτε ως πρόβλεψη: «Αυτή η εξέλιξη συντελείται υπό τέτοιες συνθήκες, με τέτοιο ρυθμό και μέσα από τέτοιες αντιφάσεις, συγκρούσεις και ανακατατάξεις -όχι μόνον οικονο μικές αλλά και πολιτικές, εθνικές κλπ.- που αναπόφευκτα ο ιμπεριαλισμός θα διαρραγεί και η κεφαλαιοκρατία θα μετασχη ματιστεί στο αντίθετό της, π ο λ ύ π ρ ιν πραγματοποιηθεί ένα παγκόσμιο τραστ και συντελεστεί η “ούλτρα-ιμπεριαλιστική” παγκόσμια συγχώνευση των εθνικών χρηματοδοτικών κεφα λαίων».22 Η συλλογιστική πορεία που ακολουθεί εδώ ο Λένιν μεταξύ λογικοαναλυτικών και πολιτικών προτάσεων ήταν ασφαλώς στρεβλή. Ο συλλογισμός του, μολαταύτα, ήταν εξαιρετικά απο τελεσματικός από τη σκοπιά του υποκειμένου. Όπως είπε ο Ilya Babel, η σκέψη του Λένιν ακολούθησε «την αινιγματική καμπύλη της ευθείας» που οδήγησε την ανάλυση της πραγμα τικότητας της εργατικής τάξης στην αναγκαιότητα της πολιτι κής της οργάνωσης. Ο Λένιν αντελήφθη το άκαιρο στοιχείο που εμπεριείχε ο ορισμός του ιμπεριαλισμού και διέβλεψε στις υπο κειμενικές πρακτικές της εργατικής τάξης όχι μόνο τα δυνατά προσκόμματα στην ευθύγραμμη επίλυση των κρίσεων της κε φαλαιοκρατικής υλοποίησης (τα οποία και η Luxemburg είχε τονίσει), αλλά και την υπαρκτή και απτή δυνατότητα, αυτές οι πρακτικές -οι αγώνες, οι εξεγέρσεις και οι επαναστάσεις- να επιφέρουν την εξάλειψη του ίδιου του ιμπεριαλισμού.23 Υπ’ αυ τή την έννοια, ο Λένιν προώθησε την κριτική του ιμπεριαλι σμού από τη θεωρία στην πράξη.
Από τον ιμπεριαλισμό στην Αυτοκρατορία Μια από τις πλέον αξιοπρόσεκτες πτυχές της ανάλυσης του Λένιν είναι η κριτική του ιμπεριαλισμού ως πολιτικής έννοιας. Ο Λένιν έβαλε την προβληματική της νεωτερικής κυριαρχίας και εκείνη της κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης κάτω από το μι κροσκόπιο μιας ενιαίας κριτικής, και συνυφαίνοντας τα διαφο
MICHAEL HARDT - ANTONIO N EG R ||
ρετικά νήματα της κριτικής, μπόρεσε να δει πέρα από τη νεω-ί τερικότητα. Με άλλα λόγια, μέσα από την πολιτική επανεπε-;;; ξεργασία της έννοιας του ιμπεριαλισμού, ο Λένιν, περισσότερο; από κάθε άλλον μαρξιστή, μπόρεσε να διαβλέψει τη μετάβαση,; σε ένα νέο κεφαλαιοκρατικό στάδιο, πέραν του ιμπεριαλιστικού^ και να επισημάνει τον τόπο (ή μάλλον τον μη-τόπο) της ανα-; δυόμενης αυτοκρατορικής κυριαρχίας. Μελετώντας τον ιμπεριαλισμό, ο Λένιν δεν περιορίστηκα? στο έργο των διαφόρων κοντινών στην εποχή του μαρξιστών'} συγγραφέων, αλλά ανέτρεξε και στο έργο του John Hobson και στη δική του, αστική, λαϊκιστική εκδοχή της κριτικής του? ιμπεριαλισμού.24 Ο Λένιν έμαθε πολλά από τον Hobson -τοκ οποία, παρεμπιπτόντως, θα μπορούσε να είχε μάθει εξίσου χα% λά από τους γερμανούς, γάλλους ή ιταλους λαϊκιστές θεωρητι-· κούς του ιμπεριαλισμού. Συγκεκριμένα, κατάλαβε ότι τα εθ ν ι κά κράτη της νεότερης Ευρώπης χρησιμοποιούν τον ιμπεριαλι·* σμό για να μεταθέσουν εκτός των συνόρων τους τις πολιτικές! αντιφάσεις που ανακύπτουν στο εσωτερικό ενός εκάστου. TV εθνικό κράτος ζητά από τον ιμπεριαλισμό να άρει, ή μάλλον νοί; μετατοπίσει, την ταξική διαπάλη και τις αποσταθεροποιητικές;! της επιπτώσεις. Ο Cecil Rhodes εξέφρασε την ουσία αυτής της λειτουργίας του ιμπεριαλισμού με τη μεγαλύτερη σαφήνεια: «Η! πεφιλημένη ιδέα μου συνιστά μια λύση για το κοινωνικό πρό*| βλήμα, δηλαδή, για να σώσουμε 4 0 εκατομμύρια κατοίκους του3 Ηνωμένου Βασιλείου από έναν αιματηρό εμφύλιο πόλεμο*! εμείς, οι πολιτικοί των αποικιών, πρέπει να προσαρτήσουμε νέα,*! εδάφη για να εγκαταστήσουμε τον πλεονάζοντα πληθυσμό καΐ| να εξασφαλίσουμε νέες αγορές για τα αγαθά που παράγουν όσοι* εργάζονται στα εργοστάσια και τα ορυχεία. Η Αυτοκρατορία»! όπως ανέκαθεν έλεγα, είναι ζήτημα επιβίωσης. Αν θέλετε ναι αποφύγετε τον εμφύλιο πόλεμο, πρέπει να γίνετε ιμπεριαλι-η! στές.»25 Μέσω του ιμπεριαλισμού, το νεότερο κράτος εξάγει τα-4 ξική διαπάλη και εμφύλιο πόλεμο για να διατηρήσει την τάξή: και την κυριαρχική εξουσία του στο εσωτερικό. Ο Λένιν είδε τον ιμπεριαλισμό ως ένα δομικό στάδιο στη'
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
315
εξέλιξη του νεότερου κράτους. Φαντάστηκε μιαν αναγκαία και γραμμική πορεία μετάβασης από τις πρώτες μορφές του νεότε ρου ευρωπαϊκού κράτους στο εθνικό κράτος και εν συνεχεία στο ιμπεριαλιστικό κράτος. Σε κάθε αναβαθμό αυτής της εξέλιξης, το κράτος καλούνταν να επινοήσει νέους τρόπους οικοδόμησης της λαϊκής συναίνεσης, και ως εκ τούτου το ιμπεριαλιστικό κράτος έπρεπε να βρει έναν τρόπο να ενσωματώσει το πλήθος και τις αυθόρμητες μορφές ταξικού αγώνα του στις ιδεολογικές κρατικές δομές· έπρεπε να μεταμορφώσει το πλήθος σε λαό. Η ανάλυση αυτή αποτελεί την πρώτη πολιτική άρθρωση της έν νοιας της ηγεμονίας που αργότερα θα διαδραμάτιζε κεντρικό ρόλο στη σκέψη του Gramsci.26 Έτσι ο Λένιν ερμήνευσε τον ιμπεριαλιστικό λαϊκισμό ως απλώς μια άλλη εκδοχή της πρό τασης της κυριαρχίας ως λύσης για την κρίση της νεωτερικότητας. Με βάση αυτή την ερμηνεία του ιμπεριαλισμού ως ηγεμονι κού στοιχείου της κυριαρχίας, ο Λένιν μπόρεσε να εξηγήσει τα διαρθρωτικά αποτελέσματα και τις ολοκληρωτικές συνέπειες της ιμπεριαλιστικής πολιτικής. Διέκρινε με θαυμαστή ενάργεια την κεντρομόλο δυναμική του ιμπεριαλισμού, η οποία σταδιακά υπέσκαπτε τη διάκριση μεταξύ του «έσω» και του «έξω» της κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης. Η οπτική που υιοθέτησε η Luxemburg στην κριτική του ιμπεριαλισμού ήταν ριζωμένη στο «έξω», δηλαδή στις αντιστάσεις που μπορούσαν να επανοργανώσουν τις μη κεφαλαιοκρατικές αξίες χρήσης του πλήθους, τό σο στις κυρίαρχες όσο και στις εξαρτημένες χώρες. Ιδωμένες από τη σκοπιά του Λένιν, εντούτοις, η θεώρηση και η στρατη γική που προτείνει η Luxemburg δεν ευσταθούν. Οι επιβεβλη μένοι από την ιμπεριαλιστική πολιτική δομικοί μετασχηματι σμοί τείνουν να εξαλείψουν κάθε δυνατότητα εξωτερικής ύπαρ ξης, τόσο στις κυρίαρχες όσο και στις εξαρτημένες χώρες. Η οπτική της κριτικής έπρεπε να τοποθετηθεί όχι εκτός, αλλά στο εσωτερικό της κρίσης που διέπει τη νεωτερική κυριαρχία. Ο Λένιν πίστεψε ότι, με τον Λ' Παγκόσμιο πόλεμο, κατά τον οποίο το ιμπεριαλιστικό στάδιο της νεωτερικής κυριαρχίας είχε
316
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
οδηγήσει ευθέως σε μια πολύνεκρη σύρραξη μεταξύ εθνικών» κρατών, είχε επέλθει η κορύφωση της κρίσης. Ο Λένιν εν τέλει αναγνώρισε ότι, καίτοι ο ιμπεριαλισμός κβιί το μονοπωλιακό στάδιο αποτελούσαν όντως εκφάνσεις της παγ^| κόσμιας εξάπλωσης του κεφαλαίου, οι ιμπεριαλιστικές πρακτι κές και οι αποικιακές διοικήσεις, διαμέσου των οποίων συχνά: επιδιωκόταν η υλοποίησή τους, είχαν καταλήξει να αποτελούν! προσκόμματα στην περαιτέρω ανάπτυξη του κεφαλαίου. Ιδιαί τερα δε τόνισε το γεγονός, που το έχουν σημειώσει και πολλοί άλλοι κριτικοί του ιμπεριαλισμού, ότι ο ανταγωνισμός, θεμ©4 λιώδης για τη λειτουργία και την επέκταση του κεφαλαίου, .treesιμπεριαλιστικό στάδιο αναπόφευκτα ατονεί, εν συγκρίσει προ^ την αύξηση των μονοπωλίων. Ο ιμπεριαλισμός, με τα αποκλειΐ στικά εμπορικά δικαιώματα και τους προστατευτικούς δασμούς που επιβάλλει, με τη διάκριση που κάνει μεταξύ μητροπολίτη κών και αποικιακών εδαφών, διαρκώς θέτει και ενισχύει α μ ε τακίνητες οροθετήσεις, εμποδίζοντας ή διοχετεύοντας όπως αυτ; τός θέλει τις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτισμικές ροές»· Όπως είδαμε προηγουμένως με πολιτισμικούς όρους (στο κεγ φάλαιο 2.3) και όπως υποστηρίζει η Luxemburg με οικονομι κούς όρους, ο ιμπεριαλισμός συναρτάται κατά μεγάλο μέρος; προς αυτά τα αμετακίνητα σύνορα και τη διάκριση μεταξύ έσώ και έξω. Ο ιμπεριαλισμός ουσιαστικά δημιουργεί έναν ασφυκτι-; κό κλοιό γύρω από το κεφάλαιο -ή μάλλον, από κάποιο σημείου και πέρα, τα σύνορα που έχουν δημιουργήσει οι ιμπεριαλιστι κές πρακτικές παρακωλύουν την κεφαλαιοκρατική ανάπτυξη' και την πλήρη πραγμάτωση της παγκόσμιας αγοράς της. Τρ| κεφάλαιο πρέπει μοιραία να συντρίψει τον ιμπεριαλισμό και να>; εξαλείψει τα όρια μεταξύ του έσω και του έξω. Θα ήταν υπερβολικό αν λέγαμε ότι, επί τη βάσει αυτών των; διαισθητικών συμπερασμάτων, η ανάλυση του ιμπεριαλισμού καί; της κρίσης του που επιχειρεί ο Λένιν οδηγεί ευθέως στη θεωρία^ της Αυτοκρατορίας. Είναι αλήθεια, πάντως, ότι η επαναστατική θεώρησή του αποκάλυψε τον θεμελιακό κόμβο της κεφαλαιο κρατικής ανάπτυξης -ή μάλλον τον γόρδιο δεσμό που έπρεπε ν®ί
Α Υ ΤΟ Κ ΡΑΤΟ ΡΙΑ
317
λυθεί. Καίτοι η πρακτική και πολιτική πρόταση του Λένιν για μια παγκόσμια επανάσταση ναυάγησε (και σύντομα θα επικε ντρωθούμε στους λόγους αυτής της αποτυχίας της), εντούτοις ήταν αναγκαίος ένας μετασχηματισμός παρόμοιος με εκείνον που προέβλεψε. Η ανάλυση του Λένιν για την κρίση του ιμπε ριαλισμού διέθετε την ίδια ισχύ και αναγκαιότητα που διέθετε και η ανάλυση του Machiavelli για την κρίση της μεσαιωνικής τάξεως: η αντίδραση έπρεπε να είναι επαναστατική. Αυτές είναι οι δύο εναλλακτικές επιλογές που λανθάνουν στο έργο του Λέ νιν: ε ίτ ε π α γ κ ό σ μ ια κ ο μ μ ο υ νισ τικ ή επ α νά σ τα σ η ε ίτ ε Α υτο κ ρ α τορία, και υπάρχει μια βαθιά αναλογία μεταξύ αυτών των δύο.
Οι ελλείποντες τόμοι του Κεφαλαίου Για να κατανοήσουμε το πέρασμα από τον ιμπεριαλισμό στην Αυτοκρατορία, εκτός από τη διερεύνηση της ανάπτυξης του ί διου του κεφαλαίου, πρέπει να κατανοήσουμε τη γενεαλογία και από τη σκοπιά του ταξικού αγώνα. Αυτή η θεώρηση μάλλον βαρύνει περισσότερο, όταν έχουμε να κάνουμε με πραγματικά ιστορικά κινήματα. Οι θεωρίες περί μετάβασης στον ιμπεριαλι σμό και πέραν αυτού που δίνουν το κύριο βάρος στην καθαρή κριτική της δυναμικής του κεφαλαίου, διατρέχουν τον κίνδυνο να υποτιμήσουν την ισχύ της πραγματικής κινητήριας δύναμης, η οποία ενεργεί και κατευθύνει την καπιταλιστική ανάπτυξη από τον εσώτατο πυρήνα της: την ισχύ των κινημάτων και των αγώνων του προλεταριάτου. Μπορεί να είναι πολύ δύσκολο να αντιληφθούμε αυτή την κινητήρια δύναμη, διότι συχνά συγκα λύπτεται από την ιδεολογία του Κράτους και των κυρίαρχων κοινωνικών τάξεων, ακόμη όμως και όταν εμφανίζεται μόνον αμυδρά ή σποραδικά, δεν παύει να είναι αποτελεσματική. Η ιστορία αποκτά λογικό ειρμό μόνον όταν την εξουσιάζει η υπο κειμενικότητα, μόνον όταν (όπως λέει ο Nietzsche) η ανάδυση της υποκειμενικότητας αναδιαμορφώνει τελεσιουργά και τελικά αίτια στην ιστορική εξέλιξη. Σε αυτό ακριβώς έγκειται και η δύναμη του προλεταριάτου.
318
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRfS
Φτάνουμε έτσι στην ευαίσθητη εκείνη μετάβαση διά της'ί οποίας η υποκειμενικότητα του ταξικού αγώνα μετασχηματίΐ'| ζει τον ιμπεριαλισμό σε Αυτοκρατορία. Σε τούτο το τρίτο μ έ Α ρος του βιβλίου μας θα ιχνηλατήσουμε τη γενεαλογία της οι* κονομικής τάξεως της Αυτοκρατορίας, ούτως ώστε να αποκα-'" λύψουμε την παγκόσμια φύση του προλεταριακού ταξικού; αγώνα και την ικανότητά του να προεξοφλεί και να προεικο νίζει τις κινήσεις του κεφαλαίου προς την πραγμάτωση της παγκόσμιας αγοράς. Μένει ακόμη, εντούτοις, να καθορίσουμε ένα θεωρητικό σχήμα που θα μπορεί να μας στηρίξει σε αυ^ τήν την έρευνα. Οι παλαιές αναλύσεις του ιμπεριαλισμού «δώί θα αποδειχθούν ανεπαρκείς, διότι εν τέλει σταματούν στά^ πρόθυρα της ανάλυσης της υποκειμενικότητας και επικεντρώ|| νονται μάλλον στις αντιφάσεις της ανάπτυξης του κεφαλαίο» αυτού καθαυτό. Χρειάζεται να καθορίσουμε ένα θεωρητικοί σχήμα, το οποίο να αποδίδει στην υποκειμενικότητα των κο νωνικών κινημάτων του προλεταριάτου πρωταγωνιστικό ρόλ&| στις διαδικασίες της παγκοσμιοποίησης και της συγκρότησης? της παγκόσμιας τάξης. :-Μ Υπάρχει ένα παράδοξο στη σκέψη του Marx που ίσως εί*| ναι ιδιαιτέρως διαφωτιστικό για την επίλυση των πρόβλημά·* των που αντιμετωπίζουμε εδώ. Από τις σημειώσεις του για συγγραφή του Κεφαλαίου φαίνεται ότι ο Μαρξ σχεδίαζε νβ| γράψει τρεις τόμους οι οποίοι δεν γράφτηκαν ποτέ: έναν τον μισθό, έναν δεύτερο για το κράτος και έναν τρίτο για παγκόσμια αγορά.27 Θα μπορούσε κανείς να πει ότι τα περιφ] χόμενα του τόμου σχετικά με τον μισθό, στο βαθμό που όντ επρόκειτο να είναι ένας τόμος με θέμα τους μισθωτούς, περι»| λήφθησαν εν μέρει στα πολιτικά και ιστορικά κείμενα τ Marx, όπως Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη κάΐ Οι ταζικοί αγώνες στη Γαλλία, και στα γραπτά του σχετι: με την Παρισινή Κομμούνα.28 Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο τους τόμους σχετικά με το κράτος και την παγκόσμια αγ Οι ποικίλες σχετικές σημειώσεις του Marx είναι διάσπαρ και απολύτως ανεπαρκείς· δεν υφίσταται ούτε καν ένα π|
Λ ΪΤ Ο ΚΡΑΤ Ο ΡΙΑ
319
σχέδιο αυτών των τόμων. Τα σχόλια του Marx σχετικά με την έννοια του κράτους αποσκοπούν λιγότερο σε μια γενική θεω ρητική συζήτηση και περισσότερο στην ανάλυση μιας συγκε κριμένης κάθε φορά εθνικής πολιτικής: είναι σχόλια που αφο ρούν τον βρετανικό κοινοβουλευτισμό, τον γαλλικό βοναπαρτι σμό, τη ρωσική απολυταρχία, κ.ο.κ. Ο περιορισμένος, εθνικός χαρακτήρας αυτών των καταστάσεων είναι η αιτία που κατέ στησε αδύνατη τη διαμόρφωση μιας γενικής θεωρίας. Σύμφω να με τον Marx, τα πολιτειακά χαρακτηριστικά κάθε εθνικού κράτους συναρτώνταν με τη διαφορά που παρουσίαζαν οι διά φορες εθνικές οικονομίες όσον αφορά το ποσοστό κέρδους, κα θώς και με τις υφιστάμενες διαφορές όσον αφορά το καθεστώς της εκμετάλλευσης -κοντολογίς, με τους ιδιάζοντες κρατικούς υπερκαθορισμούς των διαδικασιών της αξιοποίησης σε διαφο ρετικές εθνικές εστίες ανάπτυξης. Τ ο εθ ν ικ ό κ ρ ά το ς ή τα ν μ ια εν ικ ή ο ρ γά νω σ η του ορίου. Ύ π ’ αυτές τις σ υ νθ ή κ ες , μια γενική θεωρία περί κράτους δεν μπορούσε παρά να είναι αβέβαιη και να δύναται να εννο η θ εί μ όνο σ ε έν α υ π ερ β ο λ ικ ά α φ η ρ η μ ένο επ ίπ ε δ ο . Ως εκ τούτου, οι δυσκολίες που συνάντησε ο Marx στη συγγραφή των τόμων του Κ ε φ α λ α ίο υ σχετικά με το κρά τος και την παγκόσμια αγορά κατά βάση συνδέονται: ο τόμος σ χ ε τ ικ ά με το κράτος δεν μπορούσε να γραφτεί πριν υλοποιη θεί η παγκόσμια αγορά. Η σκέψη του Marx, εντούτοις, προσανατολιζόταν προς μια στιγμή κατά την οποία η καπιταλιστική αξιοποίηση και οι πο λιτικές διαδικασίες της διοίκησης θα συνέκλιναν και θα αλληλεπικαλύπτονταν σε παγκόσμιο επίπεδο. Το εθνικό κράτος μό νο εφήμερο ρόλο διαδραμάτιζε στο έργο του. Οι διαδικασίες της καπιταλιστικής ανάπτυξης καθορίζουν την αξιοποίηση και την εκμετάλλευση ως λειτουργίες ενός παγκόσμιου συστήματος πα ραγωγής, και κάθε πρόσκομμα που εμφανίζεται σε αυτό το πε δίο τείνει μακροπρόθεσμα να υπερκεραστεί. «Η τάση για δημι ουργία μιας παγκόσμιας αγοράς», έγραψε, «είναι αμέσως δεδο μένη στην έννοια του ίδιου του κεφαλαίου. Κάθε όριο εμφανί ζεται ως φραγμός που πρέπει να υπερκεραστεί.»29 Μια μαρξική
320
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG
θεωρία περί κράτους είναι δυνατόν να γραφτεί μόνον αφοό έχουν υπερκεραστεί όλα αυτά τα παγιωμένα εμπόδια και κράτος και το κεφάλαιο κατ’ ουσίαν θα ταυτίζονται. Με ά> λόγια, η παρακμή των εθνικών κρατών ισοδυναμεί κατά βά με την πλήρη υλοποίηση της σχέσης μεταξύ κράτους και φαλαίου. Όπως γράφει ο Fernand Braudel, «Ο καπιταλισ θριαμβεύει μόνον όταν ταυτίζεται με το κράτος, όταν γίνεται ; ίδιος κράτος».30 Σήμερα είναι ίσως επιτέλους δυνατόν (αν α χ 1 μη νιώθει κανείς την ανάγκη να το κάνει) να συντάξουμε το δύο ελλείποντες τόμους του Κ εφ α λα ίο υ · ή μάλλον, παραμένο τας συνεπείς στο πνεύμα της μεθόδου του Marx και συγκε τρώνοντας τις ενορατικές παρατηρήσεις του σχετικά με το κρ τος και την παγκόσμια αγορά, θα μπορούσε κανείς να αποπβ»; ραθεί τη συγγραφή μιας επαναστατικής κριτικής της Αυτοκρ τοριας. Οι σχετικές με το κράτος και την παγκόσμια αγορά αναλ σεις έχουν καταστεί εφικτές στο πλαίσιο της Αυτοκρατορ'~ και για έναν ακόμη λόγο: διότι, σε αυτό το σημείο της αν πτυξής του, η ταξική διαπάλη ασκεί επίδραση χ ω ρ ίς κ α νεν π εριορισ μ ό στη ν οργάνωση της εξουσίας. Έχοντας κατορθώ; να επεκταθεί σ ε παγκόσμιο επίπεδο, η καπιταλιστική ανάπι ξη έρχεται αντιμέτωπη με το πλήθος απευθείας, χωρίς κάνε είδους διαμεσολάβηση. Γι’ αυτό και η διαλεκτική, ή μάλλον επιστήμη του ορίου και της οργάνωσής του, εξανεμίζεται. Ωθώ: τας το εθνικό κράτος προς την κατάργησή του και ως εκ το;, του υπερβαίνοντας τους φραγμούς που αυτό είχε θέσει, η τα* κή διαπάλη προτείνει τη συγκρότηση της Αυτοκρατορίας κατεξοχήν πεδίου ανάλυσης και σύγκρουσης. Χωρίς αυτόν φραγμό, συνεπώς, η κατάσταση της διαπάλης είναι απολύτ' ανοιχτή. Το κεφάλαιο και η εργασία αντιπαρατίθενται σε ευ0 ως ανταγωνιστική μορφή. Αυτή είναι η θεμελιώδης προϋπό” ση κάθε πολιτικής θεωρίας του κομμουνισμού. ίI
ΛΤΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
321
ΚΥΚΛΟΙ Α π ό τον ιμ π ερ ια λισ μ ό σ τ η ν Α υ το κ ρ α το ρ ία κ α ι α π ό τ ο εθ νικ ό κράτος σ τ η ν π ο λ ίτ ικ η ρ ύθμ ισ η τη ς π α γ κ ό σ μ ια ς α γορ ά ς: α υτό του οποίου γ ιν ό μ α σ τ ε μ ά ρ τυρ ες σήμ ερα , ιδ ω μ ένο α π ό τ η σ κ ο πιά του ισ τορικού υλισ μ ού, είνα ι μ ια π ο ιο τικ ή μ ε τ ά β α σ η σ το πλαίσιο τη ς νεό τερ η ς ισ τορίας.1 Ό τ α ν α δ υνα το ύμ ε να εκ φ ρ ά σουμε επ α ρ κ ώ ς τ η ν τερ ά σ τια σ η μ α σ ία α υτή ς τ η ς μ ετά β α σ η ς, ενίοτε ορίζουμε ε λ λ ιπ ώ ς α υτό που σ υ ν τ ελ είτα ι ως είσ οδο σ τη μ ετα νεω τερ ικ ότη τα . Α να γνω ρ ίζο υ μ ε τ η ν έ ν δ εια α υ τή ς τη ς π ερ ι γραφής, κ ά π ο ιες φορές όμω ς τ η ν π ρ ο τιμ ο ύμ ε α π ό ά λ λ ε ς , διότι ο όρος α υτός δ η λώ νει τ ο υ λ ά χ ισ τ ο ν τ η ν κ οσ μ ο ϊσ το ρ ικ ή μ ε τ α β ο λή που σ υ ν τ ελ είτα ι στη σ ύ γχ ρ ο ν η ιστορία. Ά λ λ ο ι σ υ γγρ α φ είς , εντούτοις, φ α ίνετα ι να υπ ο τιμ ο ύ ν τη δ ια φ ο ρ ετικ ό τη τα τ η ς κ α τάσ τασής μ α ς κ α ι επ α να φ έρ ο υ ν τ η ν α νά λυσ η σ τ ις κ α τ η γ ο ρ ίε ς μ ια ς κ υ κ λ ικ ή ς α ν τ ίλ η ψ η ς τ η ς ισ το ρ ικ ή ς ε ξ έ λ ιξ η ς . Α υ τ ό π ο υ ζούμε σ ή μ ερα , κ α τ ά τ η ν ά π οψ ή τους, είνα ι α π λ ώ ς μ ια α κ ό μ η φάση σ τους κ α νο νικ ά επ α ν α λ α μ β α νό μ εν ο υ ς κ ύ κ λ ο υ ς τω ν μ ο ρ φών τη ς ο ικ ο νο μ ικ ή ς α νά π τ υ ξ η ς ή τω ν μ ορ φ ώ ν τ η ς δ ια κ υ β έρ νησης. Γ νω ρ ίζουμ ε π ο λ λ έ ς θεω ρίες ισ τορ ικώ ν κ ύ κ λω ν, α π ό τ η ν κ υ κ λ ικ ή ε ν α λ λ α γ ή τω ν μ ορ φ ώ ν δ ια κ υ β έρ νη σ η ς π ο υ κ λη ρ ο νο μ ή σ α μ ε α π ό τ η ν ε λ λ η ν ο ρ ω μ α ϊκ ή α ρ χ α ιό τη τ α ώ ς τ η ν κ υ κ λ ικ ή α νά πτυξη κ α ι π α ρ α κ μ ή του π ο λ ιτ ισ μ ο ύ π ου δ ια π ίσ τω σ α ν σ υ γ γ ρ α φείς του 20ού αιώ να, όπ ω ς ο O s w a ld S p e n g le r κ α ι ο J o s e O r te ga y G a sse t. Υ πά ρχουν, α σ φ α λώ ς, τερ ά σ τ ιες δια φ ο ρ ές α νά μ εσ α σ τη ν κ υ κ λ ικ ή α π ο τ ίμ η σ η τω ν μ ορ φ ώ ν δια κ υ β έρ νη σ η ς π ο υ ε π ι χ ε ιρ ε ί ο Π λ ά τ ω να ς κ α ι σ τ η ν α π ο λ ο γ ία υ π έρ τ η ς Ρ ω μ α ϊκ ή ς Α υ τοκρατορίας που σ υ γ γ ρ ά φ ει ο Π ολύβ ιος, ή α νά μ εσ α σ τη να ζισ τική ιδ ε ο λ ο γ ία του S p e n g le r κ α ι το ν ισ χυρ ό ισ το ρ ικ ισ μ ό του F e r n a n d B r a u d e l. Κ α τ ά τ η ν ά π οψ ή μ α ς, όμω ς, α υ τή η σ υ λ λ ο γισ τ ικ ή είνα ι σ το σ ύ νο λό τ η ς α νεπ α ρ κ ή ς, δ ιότι κ ά θ ε κ υ κ λ ικ ή θεώ ρηση φ α ίνετα ι να π α ρ α θ εω ρ εί το γ ε γ ο ν ό ς ότι η ιστορία ε ί ναι προϊόν τ η ς α νθ ρ ώ π ινη ς δράσης, κ α ι να ε π ιβ ά λ λ ε ι έ ν α ν α ντ ι κ ε ιμ ε ν ικ ό νόμ ο ο ο π οίος εξο υσ ιά ζει τ ις π ρ ο θ έσ εις κ α ι τ ις α ντ ί-
322
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEC
σ τά σ εις, τ ις ή τ τ ες και τις νίκες, τις χ α ρ έ ς κ α ι τα β ά σ α να τ ανθρώ πω ν. Ή , α κ όμ η χ ειρ ό τ ερ α , κ ά νει τις α νθρώ π ινες π ρά ξε να χ ο ρ εύ ο υ ν σ το ρυθμ ό τω ν κ υ κ λ ικ ώ ν κα τα σ κ ευώ ν. Ο G io v a n n i A rr ig h i υ ιο θ έτη σ ε τη μ ε θ ο δ ο λ ο γ ία τω ν μ α κ ρ χ ρ ό νιω ν κ ύ κ λω ν γ ια να σ υ γ γ ρ ά φ ε ι μ ια π λο ύ σ ια κ α ι εξα ιρ ετι ενδια φ έρου σ α μ ε λ έ τ η γ ια τον αμακρό ε ικ ο σ τ ό α ιώ να » } Η μ ε ' τ η του π ρ ο σ π α θ ε ί κ α τ α ρ χ ά ς να ε ξ η γ ή σ ε ι π ώ ς η κ ρ ίσ η
π -'
έ π λ η ξ ε τ η ν η γ ε μ ο ν ία κ α ι τη συσσώ ρευση τω ν ΗΠΑ κ α τ ά τη κ α ε τ ία του 1970 (η οπ οία κ α τα δ εικ ν ύ ετ α ι, λ ό γ ο υ χ ά ρ ιν , α π ό α π οσ ύνδ εσ η του δολα ρίου α π ό το ν κα νόνα του χ ρ υ σ ο ύ το 1
...
κ α ι τ η ν ή τ τ α του σ τρατού τω ν ΗΠΑ σ το Β ιε τ ν ά μ ) σ υνισ τρ θ εμ ελ ια κ ή καμττή σ τ η ν ισ τορία τ η ς π α γ κ ό σ μ ια ς κεφ α λα ιοκρ τίας. Ο A r r ig h i εντο ύ το ις π ισ τ εύ ει ότι, γ ια να εξ ετά σ ο υ μ ε σ ύ γχ ρ ο ν η μ ετ ά β α σ η , π ρ έ π ε ι να α να τρ έξο υ μ ε σ το π α ρ ελθ ό ν να εν τ ά ξ ο υ μ ε τ η ν κρ ίσ η τ η ς δ εκ α ετ ία ς του 1970 σ τη μ α κ, χ ρ ο ν η ιστορία τω ν κ ύ κ λ ω ν τ η ς κ εφ α λ α ιο κ ρ α τ ικ ή ς συσσώρευα Α κ ο λο υ θ ώ ντα ς τ η μ ε θ ο δ ο λ ο γ ία του F e r n a n d B r a u d e l, ο rig h i ο ικ ο δ ο μ εί έ ν α ν τερ ά σ τιο ισ το ρ ικ ό κ α ι α ν α λ υ τ ικ ό μ η χα σμό, α π α ρ τιζόμ ενο α π ό τ έσ σ ερ ις σ η μ α ντικ ο ύς σ υ σ τη μ ικ ο ύ ς κ κ λο υ ς κ εφ α λ α ιο κ ρ α τ ικ ή ς συσσώ ρευσης, α π ό τ έσ σ ερ ις «μακρο αιώ νες», σ τη δια δοχή τω ν οπ οίω ν οι Η ν ω μ έ ν ε ς Π ο λ ιτ ε ίε ς α ν γνω ρ ίζοντα ι ως ε π ίγ ο ν ο ς τω ν Γ ενο β έζ ω ν, τω ν Ο λλα νδ ώ ν τω ν Β ρετανώ ν. Η ισ τορ ικ ή θεώ ρηση ω θ εί το ν A r r ig h i να δ είξει μ ε ποι τρ ό π ο τ α π ά ν τ α επ α ν έρ χ ο ν τ α ι, ή ειδ ικ ό τερ α μ ε π ο ιο τρ ό π ο ,t κ εφ α λα ιο κ ρ α τία π ά ν τ ο τ ε ε π α ν έρ χ ε τ α ι. Η κρ ίσ η τ η ς δ εκ α ετ του 1970, σ υνεπώ ς, σ τ η ν π ρ α γμ α τ ικ ό τ η τ α δ εν είνα ι κ ά τ ι κ ; νούργιο. Α υ τ ό π ου σ υμ β α ίνει σ το κ ε φ α λ α ιο κ ρ α τ ικ ό σ ύσ τη μ α μ έρ α , υ π ό τ η ν η γ ε μ ο ν ία τω ν Η ν ω μ έν ω ν Π ο λ ιτ ειώ ν , σ υνέβ η σ τους Β ρ ετα νο ύ ς έ ν α ν αιώ να πριν, κ α ι π ρ ιν α π ’ α υτούς στ« Ο λλα νδ ο ύ ς κ α ι τους Γ ενοβ έζους. Η κρ ίσ η ή τα ν έν δ ειξ η μ ια ς τάβασ η ς, η οπ οία α π ο τ ε λ ε ί τ ο σ η μ είο κ α μ π ή ς σ ε κ ά θ ε συο μ ικ ό κ ύ κ λ ο τ η ς συσσ ώ ρευσ η ς, α π ό μ ια π ρ ώ τη φ ά σ η υ λ ικ ε π έ κ τ α σ η ς (επ έν δ υ σ η ς σ τ η ν π α ρ α γ ω γ ή ) σ ε μ ια δ εύτερ η ο ικ ο νο μ ικ ή ς ε π έ κ τ α σ η ς (π ερ ιλ α μ β α ν ο μ έν η ς τ η ς κ ερ δ ο σ κ ο π ία *
ΑΪΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
323
Η μ ετ ά β α σ η α π ό τη ν υ λ ικ ή σ τ η ν ο ικ ο νο μ ικ ή ε π έ κ τ α σ η , π ο υ ο A rrig h i υπ οσ τη ρίζει ότι χ α ρ α κ τ η ρ ίζ ει τ η ν ο ικονομ ία τω ν ΗΠΑ από τις α ρ χ έ ς τ η ς δ εκ α ετ ία ς του 1980 κα ι μ ε τ ά , έ χ ε ι π ά ντο τε μια φ θινοπ ω ριάτικη χ ρ ο ιά , σ η μ α το δ ο τεί το π έρ α ς ενό ς κύκλου. Στη σ υ γ κ ε κ ρ ιμ έ ν η π ερ ίπ τω σ η υπ οδ ηλώ νει το τ έ λ ο ς τ η ς η γ ε μ ο νίας τω ν ΗΠΑ ε π ί του π α γκ ό σ μ ιο υ κ εφ α λα ιο κ ρ α τικ ο ύ σ υσ τή μ α τος, γ ια τ ί το τ έ λ ο ς κ ά θ ε μ α κ ρ ου κ ύ κ λο υ σ υ ν ε π ά γ ετ α ι π ά ν τ ο τ ε μια γεω γ ρ α φ ικ ή μ ε τ α τ ό π ισ η του ε π ικ έν τ ρ ο υ τω ν σ υσ τη μ ικώ ν διαδικασιώ ν συσσώ ρευσης του κεφ α λα ίου. « Α ν ά λ ο γ ε ς μ ε τ α τ ο π ί σεις)), γρ ά φ ει ο A rrig h i, « έχ ο υ ν σ υ ν τ ε λ ε σ τ ε ί σ ε ό λες τις κ ρ ίσ εις και τις ο ικ ο νο μ ικ ές ε π ε κ τ ά σ ε ις που σ η μ α το δ ό τη σ α ν τη μ ε τ ά βαση α π ό τον ένα ν σ υ σ τη μ ικ ό κ ύ κ λ ο συσσώ ρευσης σ το ν ά λ λ ο ν .» 3 Ο A r r ig h i υπ οσ τη ρ ίζει ότι οι Η ν ω μ έ ν ε ς Π ο λ ιτ ε ίε ς έχ ο υ ν π λέο ν παραδώ σει τη σ κ υ τά λ η σ τη ν Ια π ω νία κ α ι ότι α υτή θα ε ί ναι η η γ ε τ ικ ή δύναμη του επ ό μ εν ο υ κ ύ κ λ ο υ τ η ς κ εφ α λα ιο κ ρ α τική ς συσσώ ρευσης. Δ εν μ α ς ενδ ια φ έρ ει εδώ να εξ ετά σ ο υ μ ε α ν ο A r r ig h i έ χ ε ι δί κιο ή ό χ ι να π ρ ο β ά λ λ ει α υτή τ η ν υπ όθ εσ η, σ χ ε τ ικ ά μ ε τ η ν π α ρακμή τω ν Η νω μ ένω ν Π ο λ ιτ ειώ ν κ α ι τ η ν ά νοδ ο τ η ς Ια πω νίας. Α υ τό που κυρίω ς μ α ς ενδ ια φ έρ ει είνα ι ότι σ το π λ α ίσ ιο τ η ς κ υ κ λ ικ ή ς θεώ ρησης του A r r ig h i δ ε ν είνα ι δυνα τόν να γ ίν ε ι α π ο δεκτή μ ια ρ ή ξη του σ υσ τή μ α τος, μ ια α λ λ α γ ή π α ρ α δ είγμ α το ς, ένα συμβάν. Α ν τ ίθ ε τ α , ό λα π ρ έ π ε ι να επ α ν έρ χ ο ν τ α ι εσ α εί, κα ι μ ε α υτόν το ν τρ όπ ο η ιστορία τ η ς κ εφ α λ α ιο κ ρ α τ ία ς μ ε τ α β ά λ λ ε ται σ ε αιώ νια επ α να φ ορ ά του ίδιου. Ε ν τ έ λ ε ι, μ ια τ έ τ ο ια κ υ κ λ ι κή α νά λυσ η σ υ γ κ α λ ύ π τ ε ι τ η ν κ ιν η τ ή ρ ια δύνα μ η τ η ς κ ρ ίσ η ς κα ι της αναδιάρθρω σης. Μ ο λ ο ν ό τ ι ο ίδιος ο A r r ig h i έ χ ε ι ερ ευ νή σ ει επ ισ τ α μ ένω ς τ ις σ υ νθ ή κ ες κ α ι τα κ ιν ή μ α τ α τ η ς α νά το ν κ όσ μ ο ε ρ γα τ ικ ή ς τάξη ς, σ τα σ υμ φ ρα ζόμ ενα του σ υ γ κ ε κ ρ ιμ έ ν ο υ β ιβ λ ίο υ και υ π ό τ η ν επ ή ρ εια του ισ τορ ικού του μ η χ α ν ισ μ ο ύ , έ χ ε ι κ α νείς τη ν εντύ π ω σ η ότι η κ ρ ίσ η τ η ς δ ε κ α ετ ία ς του 1970 ή τα ν α π λ ώ ς μ έρ ο ς τω ν α ν τ ικ ειμ ενικ ώ ν κ α ι α να π όδ ρα σ τω ν κ ύ κ λ ω ν τη ς κ ε φ α λα ιο κ ρ α τικ ή ς συσσώ ρευσης, κ α ι ό χ ι τ ο α π ο τ έ λ ε σ μ α τ η ς προ λ ετ α ρ ια κ ή ς κ α ι α ντ ικ εφ α λ α ιο κ ρ α τικ ή ς ε π ίθ εσ η ς π ο υ ε κ δ η λ ώ θ η κ ε σ ε κ υ ρ ία ρ χες κ α ι υ π ο τ α γ μ έ ν ε ς χώ ρ ες. Η συσσώ ρευση α υτώ ν
324
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEC
των α γώ νω ν ή τα ν ο κ ινη τή ρ ιο ς μ ο χ λ ό ς τ η ς κρίση ς, κ α ι αι καθόρισαν τους όρους κ α ι τ η φάση τη ς κ εφ α λ α ιο κ ρ α τ ικ ή ς διάρθρω σης. Π ιο σ η μ α ντικ ές , εντο ύτο ις, α π ό ο π ο ια δ ή π ο τ ε ι· ρικού χ α ρ α κ τ ή ρ α σ υζήτη σ η σ χ ε τ ικ ά μ ε τη ν κρ ίσ η τ η ς δεκι τία ς του 1970, είναι οι π ιθ α νότη τες ρ ή ξη ς που δια φα ίνοντα ι μέρα. Π ρ έ π ε ι να εντο π ίσ ο υ μ ε πού, μ έ σ α σ τα υπ ερ εθ νικ ά δίχ· π α ρ α γω γή ς, τα κ υ κ λώ μ α τα τ η ς π α γκ ό σ μ ια ς α γο ρ ά ς κ α ι τις ν η τ ικ έ ς δ ο μ ές τ η ς κ εφ α λα ιο κ ρ α τικ ή ς εξουσίας, υπ ά ρ χει η duttf τ ό τη τα ρ ή ξη ς κα ι η κ ινη τή ρ ια δύνα μη γ ια τ η ν υλο π ο ίη σ η μ έ λ λ ο ν τ ο ς το οποίο δ εν θα είνα ι α π λ ώ ς κ α τα δ ικ α σ μ ένο να να λα μ βά νει τους π α ρ ελθ ό ντες κ ύ κ λο υ ς τ η ς κεφ α λα ιοκρατία ς.
3.2 ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΚΤΒΕΡΝΗΤΟΤΗΤΑ
Φαίνεται πολιτικώς αδύνατο για μια κεφαλαιοκρατική δημοκρατία να οργανώσει τις δαπάνες στην κλίμακα που απαιτείται για να πραγματοποιηθεί το μεγάλο πείραμα που θα επαλήθευε την άποψή μου -παρεκτός κι αν το έκανε σε συνθήκες πολέμου. J o h n M a y n a r d K e y n e s , 2 9 Ι ο υ λ ίο υ 1 9 4 0
Ο παλαιός ιμπεριαλισμός -η εκμετάλλευση για αλλότριο κέρδος- δεν έχει θέση στα σχέδιά μας. HARRY S . T r u m a n , Π ρ ό ε δ ρ ο ς τ ω ν Η Π Α , 2 0 Ια ν ο υ ά ρ ιο υ 1949
Το πρώτο μείζον κύμα μαρξιστικών θεωρητικών αναλύσεων του ιμπεριαλισμού εμφανίστηκε περί την περίοδο του Α' Παγκοσμίου πολέμου. Την ίδια περίοδο άρχισαν να συντελούνται ορισμένες εκ θεμελίων αλλαγές στο παγκόσμιο κεφαλαιοκρατικό σύστη μα. Εξερχόμενη από τη Σοβιετική Επανάσταση του 1917 και τον πρώτο μεγάλο διιμπεριαλιστικό πόλεμο, ήταν σαφές ότι η κεφαλαιοκρατική ανάπτυξη δεν μπορούσε να συνεχιστεί όπως πριν. Υπήρχαν, όπως είπαμε, δύο σαφείς εναλλακτικές επιλο γές: είτε μιας παγκόσμιας κομμουνιστικής επανάστασης είτε ενός μετασχηματισμού του κεφαλαιοκρατικού ιμπεριαλισμού προς την κατεύθυνση της Αυτοκρατορίας. Το κεφάλαιο έπρεπε να ανταποκριθεί σε αυτή την πρόκληση, όμως η παγκόσμια συγκυρία δεν ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκή. Κατά τη δεκαετία του 1920, η αταξία της κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης στα ιμπερια λιστικά κράτη είχε φτάσει στο μη περαιτέρω. Η αύξηση και συγκέντρωση της βιομηχανικής παραγωγής, την οποία ο πόλε μος είχε ωθήσει στο έπακρο, συνεχιζόταν με ραγδαίους ρυθμούς στα κυρίαρχα κεφαλαιοκρατικά κράτη, ενώ η διάδοση του ται-
326
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
ηλορισμού καθιστούσε δυνατή τη συνεχή αύξηση των επιπέδων! παραγωγικότητας. Εντούτοις, αυτή η ορθολογική οργάνωση τη β εργασίας δεν συνεπέφερε την ορθολογική οργάνωση των αγο*| ρών αντίθετα, απλώς επέτεινε την αναρχία που επικρατούσε σ | αυτές. Το καθεστώς των μισθών στις κυρίαρχες κεφαλαιοκρατι*! κές χώρες γινόταν διαρκώς πιο ισχυρό και ανελαστικό, αχο-ΐ λουθώντας το φορντικό πρότυπο. Τα πάγια καθεστώτα υψηλών μισθών λειτουργούσαν εν μέρει ως απάντηση στην απειλή που] θεωρούνταν ότι συνιστούσε η Οκτωβριανή Επανάσταση, ω|1 ένας εμβολιασμός κατά της μετάδοσης της κομμουνιστικής νό|| σου. Στο μεταξύ, η αποικιακή επέκταση συνεχιζόταν με αδιά| πτωτο ρυθμό, καθώς οι νικητές του πολέμου διεμέριζαν τα γερ^ μάνικά, αυστριακά και τουρκικά εδάφη υπό τις διόλου θεμιτές ευλογίες της Κοινωνίας των Εθνών. Αυτό είναι το σύνολο των παραγόντων που βρίσκονται στ βάση της μεγάλης οικονομικής κρίσης του 1929 -μιας κρίσ οφειλόμενης τόσο στην κεφαλαιοκρατική υπερεπένδυση όσο xad στην προλεταριακή υποκατανάλωση των κυρίαρχων κεφαλαία!' κρατικών χωρών.1 Όταν η «Μαύρη Παρασκευή» της Γουώ® Στρητ σήμανε και επίσημα την έναρξη της κρίσης, οι κρατούν! τες αναγκάστηκαν να αντιμετωπίσουν τα γενικά προβλήματ του κεφαλαιοκρατικού συστήματος και να αναζητήσουν μια εφί|! κτή λύση, αν υπήρχε ακόμη κάποια τέτοια. Αυτό που θα έπρεί πε να είχαν κάνει στις Βερσαλλίες, κατά τη διάρκεια των δια! πραγματεύσεων της ειρήνης -να θεραπεύσουν, δηλαδή, τα α ίτ Μ του διιμπεριαλιστικού πολέμου αντί να αρκεστούν στην τιμωρίιίί των ηττημένων2- έπρεπε τώρα να γίνει στο εσωτερικό κάθ χώρας. Το κεφαλαιοκρατικό σύστημα έπρεπε να υποβληθεί djfl ριζικό μετασχηματισμό. Οι κυβερνήσεις των ισχυρότερων ιμι ριαλιστικών χωρών αποδείχτηκαν εντούτοις ανίκανες να επιι χουν κάτι τέτοιο. Στη Μεγάλη Βρετανία και τη Γαλλία η ταρρύθμιση δεν έγινε ποτέ και οι ελάχιστες απόπειρες που στ μειώθηκαν αποτελματώθηκαν λόγω της συντηρητικής αντίδρ σης που συνάντησαν. Στην Ιταλία και τη Γερμανία το σχέδ αναδιάρθρωσης των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων εξελίχθηκε
Λ ΪΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
327
τελεί στα κινήματα του ναζισμού και του φασισμού.3 Αλλά και στην Ιαπωνία, η καπιταλιστική ανάπτυξη έλαβε τη μορφή του μιλιταρισμού και του ιμπεριαλισμού.4 Μόνο στις Ηνωμένες Πο λιτείες η καπιταλιστική μεταρρύθμιση ευοδώθηκε, προτεινόμενη ως μια δημοκρατική νέα κοινωνικοοικονομική πολιτική. Το επονομαζόμενο Νιου Ντηλ συνιστούσε μια πραγματική παρέκ κλιση από τις προγενέστερες μορφές αστικής ρύθμισης της οι κονομικής ανάπτυξης. Για τους σκοπούς της ανάλυσής μας, η σημασία του Νιου Ντηλ πρέπει να αποτιμηθεί όχι μόνον επί τη βάσει της ικανότητάς του να αναδιαρθρώσει τις παραγωγικές και εξουσιαστικές σχέσεις στο εσωτερικό μιας συγκεκριμένης κυρίαρχης κεφαλαιοκρατικής χώρας, αλλά προπάντων επί τη βάσει των παγκόσμιων επιπτώσεων του -επιπτώσεων οι οποίες δεν ήταν άμεσες και εξόφθαλμες, υπήρξαν όμως βαθιές. Με το Νιου Ντηλ άρχισε να εδραιώνεται η πραγματική διαδικασία της υπέρβασης του ιμπεριαλισμού.
Μια νέα κοινωνικοοικονομική πολιτική για τον κόσμο Το Νιου Ντηλ υποστηρίχτηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες από μια ισχυρή πολιτική υποκειμενικότητα, τόσο μεταξύ των λαϊ κών δυνάμεων όσο και των ελίτ. Οι δύο όψεις που από το ξε κίνημα του αιώνα επεδείκνυε ο αμερικανικός προοδευτισμός, η φιλελεύθερη και η φιλολαϊκή, συνέκλιναν στο πρόγραμμα δρά σης του Franklin Delano Roosevelt. Δικαίως θα έλεγε κανείς ότι ο Roosevelt επέλυσε τις αντιφάσεις του αμερικανικού προοδευτισμού χαλκεύοντας μια σύνθεση της αμερικανικής έφεσης προς τον ιμπεριαλισμό και της ρεφορμιστικής κεφαλαιοκρατίας, όπως είχαν εκφραστεί από τον Theodore Roosevelt και τον Woodrow Wilson.5 Αυτή η υποκειμενικότητα ήταν η κινητήρια δύναμη που μετασχημάτισε σταδιακά την κεφαλαιοκρατία των ΗΠΑ και ανανέωσε την κοινωνία τους. Το κράτος αποθεώθηκε όχι μόνον ως διαμεσολαβητής των συγκρούσεων αλλά και ως κινητήρας της κοινωνικής κινητικότητας. Οι μετασχηματισμοί της κρατικής δικαϊκής δομής έθεσαν σε κίνηση δικονομικούς
328
MICHAEL HARDT - ANTONIO NE«
μηχανισμούς οι οποίοι καθιστούσαν δυνατή την ισχυρή συμ τοχή και έκφραση πληθώρας κοινωνικών δυνάμεων. Το κράφα ανέλαβε επίσης πρωταγωνιστικό ρόλο στην οικονομική ρύθ ση, καθώς ο κεϋνσιανισμός εφαρμόστηκε στην εργασιακή νομισματική πολιτική. Οι μεταρρυθμίσεις αυτές προώθησαν μαντικά την κεφαλαιοκρατία των ΗΠΑ, η οποία έτσι ανατ χθηκε σε καθεστώς υψηλών μισθών, υψηλής κατανάλωσης c λά και υψηλής συγκρουσιακότητας. Από την εξέλιξη αυτή νήθηκε η τριάδα που θα συγκροτούσε το νεότερο κράτος πρή| νοίας: μια σύνθεση ταιηλορισμού, όσον αφορά την οργάνο της εργασίας, φορντισμού, όσον αφορά το καθεστώς των σθών, και κεϋνσιανισμού, όσον αφορά τη μακροοικονομική ρι μίση της κοινωνίας.6 Αυτό το κράτος προνοίας δεν ήταν προβ| μιας οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής η οποία συνδύο τη δημόσια αρωγή με ιμπεριαλιστικά ελατήρια, όπως είχε βεί στην περίπτωση της Ευρώπης, αλλά μάλλον ένα κράτ προνοίας που επένδυε τις κοινωνικές σχέσεις στην ολότ τους, επιβάλλοντας ένα καθεστώς πειθαρχίας, συνοδευόμ από μεγαλύτερη συμμετοχή στις διαδικασίες της συσσώρευα Ήταν μια κεφαλαιοκρατία που ήθελε να είναι διαφανής, ρυθμί| ζόμενη από ένα κράτος που εφάρμοζε τον φιλελεύθερο σχεδκ σμο. Πρέπει να διευκρινίσουμε ότι η απολογία του κράτους πμ νοίας του Roosevelt που επιχειρούμε ενέχει κάποιο στοιχι υπερβολής, προκειμένου να αποδείξουμε τη βασική μας θέι ότι το μοντέλο του Νιου Ντηλ (απαντώντας στην κρίση ποΙ μάστιζε όλα τα κυρίαρχα κεφαλαιοκρατικά κράτη μετά τον Παγκόσμιο πόλεμο) ήταν η πρώτη έκφανση μιας ισχυρής υπ< κειμενικότητας η οποία έκλινε προς την κατεύθυνση της I κρατορίας. Το Νιου Ντηλ παρήγαγε την υψηλότερη μορφή πει-\ θα ρ χικ ή ζ διακυβέρνησης. Όταν μιλάμε για πειθαρχική δ βέρνηση, δεν αναφερόμαστε απλώς στις δικαϊκές και πολιτικές; μορφές που την οργανώνουν. Αναφερόμαστε κατ’ αρχήν στο ότι^ σε μια πειθαρχική κοινωνία, όλη η κοινωνία, με όλες τις παρα| γωγικές και αναπαραγωγικές αρθρώσεις της, υπακούει στ«
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
329
πρόσταγμα του κεφαλαίου και του κράτους, και ότι η κοινωνία τείνει, σταδιακά αλλά αδιάλειπτα, να κυβερνάται αποκλειστικώς με βάση τα κριτήρια της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής. Η π ειθ α ρ χικ ή κοινω νία είνα ι σ υνεπ ώ ς μ ια κ ο ινω νία -ερ γο σ τά σ ιο .1
Η πειθαρχικότητα είναι ταυτόχρονα μορφή παραγωγής και μορφή διακυβέρνησης, έτσι που η πειθαρχική παραγωγή και η πειθαρχική κοινωνία τείνουν να ταυτιστούν απόλυτα. Στη νέα κοινωνία-εργοστάσιο, οι παραγωγικές υποκειμενικότητες σφυρηλατούνται ως μονοδιάστατες λειτουργίες της οικονομικής ανάπτυξης. Τα σχήματα, οι δομές και οι ιεραρχίες του καταμε ρισμού της κοινωνικής εργασίας διαδίδονται ευρύτερα και ορί ζονται με κάθε λεπτομέρεια, καθώς η κοινωνία των πολιτών απορροφάται ολοένα και περισσότερο από το κράτος: οι νέοι κανόνες καθυπόταξης και τα πειθαρχικά κεφαλαιοκρατικά κα θεστώτα εκτείνονται σε ολόκληρο το κοινωνικό πεδίο.* Ακριβώς όταν το πειθαρχικό καθεστώς φτάνει στο υψηλότερο επίπεδο ανάπτυξης και στην πληρέστερη εφαρμογή του, αποκαλύπτεται ως το έσχατο όριο της κοινωνικής διευθέτησης, ως μια κοινω νία η οποία τείνει να ξεπεραστεί. Αυτό ασφαλώς οφείλεται εν πολλοίς στην κινητήρια δύναμη που λειτουργεί πίσω από τη διαδικασία, την υποκειμενική δυναμική της αντίστασης και της εξέγερσης, στην οποία θα επιστρέφουμε στο επόμενο κεφάλαιο. Το μοντέλο του Νιου Ντηλ ήταν, συνεπώς, πρώτα απ’ όλα μια εξέλιξη που προσιδίαζε στην πολιτική των ΗΠΑ, μια απάν τηση στην εσωτερική οικονομική κρίση, ταυτόχρονα όμως έγι νε ένα λάβαρο, το οποίο ο στρατός των ΗΠΑ δεν σταμάτησε να υψώνει στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου πολέμου. Αρκετές εξηγήσεις δόθηκαν για τους λόγους που ώθησαν τις Ηνωμένες Πολιτείες να μπουν στον πόλεμο. Ο Roosevelt υποστήριζε πάν τα ότι παρασύρθηκε στη δίνη του πολέμου από τη δυναμική της διεθνούς πολιτικής. Αντίθετα, ο Keynes και οι οικονομολό γοι πίστευαν ότι οι ανάγκες του Νιου Ντηλ -καθώς το 1937 βρέθηκε αντιμέτωπο με ένα νέο είδος κρίσης, αμφισβητούμενο πλέον από την πολιτική πίεση που ασκούσαν τα εργατικά αι τήματα- είχαν υποχρεώσει την κυβέρνηση των ΗΠΑ να επιλέ-
330
MICHAEL HARDT - ANTONIO N EG R Ij
ξει την οδό του πολέμου. Αντιμέτωπες με έναν διεθνή αγώνας για νέα ανακατανομή της παγκόσμιας αγοράς, οι Ηνωμένες! Πολιτείες δεν μπορούσαν να αποφύγουν τον πόλεμο, ιδίως για*; τί, μαζί με το Νιου Ντηλ, και η οικονομία των ΗΠΑ είχε ει-, σέλθει σε μιαν ακόμη επεκτατική φάση. Σε κάθε περίπτωση, η είσοδος των ΗΠΑ στον Β' Παγκόσμιο πόλεμο συνέδεσε άρρη κτα το Νιου Ντηλ με την κρίση των ευρωπαϊκών ιμπεριαλι σμών και το προέβαλε στη σκηνή της παγκόσμιας διακυβέρνη· σης ως ένα εναλλακτικό, διάδοχο μοντέλο. Εφεξής, οι επιπτώ σεις των μεταρρυθμίσεων του Νιου Ντηλ θα γίνονταν αισθητές σε ολόκληρο τον πλανήτη. Την επαύριο του πολέμου, πολλοί είδαν το μοντέλο του Νιου. Ντηλ ως τη μόνη οδό για την παγκόσμια ανάκαμψη (υπό τις| ειρηνικές δυνάμεις της ηγεμονίας των ΗΠ Α). Όπως έγραψ*| ένας αμερικανός σχολιαστής, «Μόνο μια νέα κοινωνικοοικονο μική πολιτική για τον κόσμο, πιο μεγαλόπνοη και σταθερή από το παραπαίον σημερινό Νιου Ντηλ, μπορεί να εμποδίσει το ξέσπασμα ενός Γ' Παγκοσμίου πολέμου».9 Τα σχέδια οικονομι κής ανόρθωσης που τέθηκαν σε εφαρμογή μετά τη λήξη του Β '; Παγκοσμίου πολέμου στην πραγματικότητα επέβαλαν σε όλα τα κυρίαρχα κεφαλαιοκρατικά κράτη, εξίσου στους νικητές) Συμμάχους και στις ηττημένες δυνάμεις, την προσχώρηση στο εκτεταμένο μοντέλο πειθαρχικής κοινωνίας, σύμφωνα με το| πρότυπο που οικοδομήθηκε από το Νιου Ντηλ. Έτσι οι προγεί νέστερες ευρωπαϊκές και ιαπωνικές μορφές κρατικής αρωγής! και η ανάπτυξη του σωματειακού κράτους (τόσο στη φιλελεύ-; θέρη όσο και στην εθνικοσοσιαλιστική μορφή του) υπέστησαν; ουσιώδη μετασχηματισμό. Γεννήθηκε το «κοινωνικό κράτος», ήΐ μάλλον το παγκόσμιο πειθαρχικό κράτος, το οποίο συνυπολόγι σε σε μεγαλύτερο εύρος και βάθος τούς κύκλους ζωής των πλη-, θυσμών, διευθετώντας την παραγωγή και αναπαραγωγή τους) στο πλαίσιο ενός σχήματος συλλογικής διαπραγμάτευσης, παγιωμένης από ένα σταθερό νομισματικό καθεστώς. Με την επέ κταση της ηγεμονίας των ΗΠΑ, το δολάριο έγινε βασιλιάς. Η δραστηριοποίηση του δολαρίου (μέσω του Σχεδίου Μάρσαλ
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
331
στην Ευρώπη και της οικονομικής ανόρθωσης στην Ιαπωνία) ήταν η αναπόδραστη οδός προς τη μεταπολεμική αναδιάρθρω ση· η εμπέδωση της ηγεμονίας του δολαρίου (με τις συμφωνίες του Μπρέττον Γουντς) συνδέθηκε με τη σταθερότητα όλων των πρότυπων μέτρων αξίας· και η στρατιωτική ισχύς των ΗΠΑ κα θόρισε την απώτατη άσκηση της κυριαρχίας αναφορικά με κάθεμιά από τις κυρίαρχες και εξαρτημένες κεφαλαιοκρατικές χώρες. Έκτοτε, και ώς τη δεκαετία του 1960, το μοντέλο αυτό επεκτάθηκε και τελειοποιήθηκε. Ήταν ο Χρυσός Αιώνας της μεταρρύθμισης της κεφαλαιοκρατίας σε παγκόσμια κλίμακα, σύμφωνα με το πρότυπο του Νιου Ντηλ.10
Αποαποικισμός, αποκέντρωση και πειθαρχία Συνεπεία του σχεδίου για οικονομική και κοινωνική μεταρρύθ μιση υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ, κατά τη μεταπολεμική πε ρίοδο μετασχηματίστηκαν και οι ιμπεριαλιστικές πολιτικές των κυρίαρχων κεφαλαιοκρατικών χωρών. Η νέα παγκόσμια σκηνή προσδιορίστηκε και οργανώθηκε με βάση κυρίως τρεις μηχανι σμούς ή διαδικασίες: (ΐ) τη διαδικασία του αποαποικισμού που σταδιακά ανασυγκρότησε την παγκόσμια αγορά σύμφωνα με γραμμές ιεράρχησης οι οποίες διακλαδίζονταν εκκινώντας από τις Ηνωμένες Πολιτείες· (2) τη σταδιακή αποκεντροποίηση της παραγωγής· και (3) την οικοδόμηση ενός πλαισίου διεθνών σχέσεων το οποίο διέδωσε σε ολόκληρο τον πλανήτη το πει θαρχικό παραγωγικό καθεστώς και την πειθαρχική κοινωνία στις διαδοχικές μετεξελίξεις της. Καθεμιά από αυτές τις διαδι κασίες συνιστά ένα περαιτέρω βήμα στη μετάβαση από τον ιμπεριαλισμό προς την Αυτοκρατορία. Ο αποαποικισμός, ο πρώτος μηχανισμός, ήταν αναμφίβολα μια οδυνηρή και βάναυση διαδικασία. Την έχουμε ήδη εξετάσει ακροθιγώς στο κεφάλαιο 2.3 και έχουμε παρακολουθήσει τις τα ραχώδεις κινήσεις της από τη σκοπιά των γηγενών πληθυσμών που αγωνίζονταν για την ελευθερία τους. Τώρα πρέπει να εξε τάσουμε ιστορικά τη διαδικασία από τη σκοπιά των κυρίαρχων
332
MICHAEL HARDT - ANTONIO NB«
δυνάμεων. Οι αποικιακές κτήσεις των ηττημένων, της Γε νιας, της Ιταλίας και της Ιαπωνίας, όπως ήταν επόμενο, εξ μίστηκαν ή απορροφήθηκαν από άλλες δυνάμεις. Εν τω μετοί και οι αποικιακές βλέψεις των νικητών (της Βρετανίας, Γαλλίας, του Βελγίου και της Ολλανδίας) είχαν ακινητήο Εκτός του ότι είχαν να αντιμετωπίσουν τα εντεινόμενα απε θερωτικά κινήματα των αποικιών, βρέθηκαν να εμποδίζον και από τη διπολική διαίρεση μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών Σοβιετικής Ένωσης. Αλλά και τα κινήματα του αποαποικιο δεν άργησαν να εγκλωβιστούν στις αρπάγες αυτής της ψυ) πολεμικής μέγκενης, και έτσι, μολονότι είχαν θέσει ως κό στόχο τους την ανεξαρτησία, αναγκάστηκαν να συνταχθ με ένα από τα δυο στρατόπεδα.12 Αυτό που είχε πει ο Truii το 1947, διαρκούσης της ελληνικής κρίσεως, εξακολούθησε· ισχύει για τις δυνάμεις του αποαποικισμού και τις μετααποικιί κές δυνάμεις ώς το τέλος του ψυχρού πολέμου: «Στην παρού φάση της παγκόσμιας ιστορίας, σχεδόν όλα τα έθνη καλούν να επιλέξουν μεταξύ δύο αλληλοαποκλειόμενων τρόπων ζωήςΛ Έτσι, η γραμμική πορεία του αποαποικισμού διακοπή» από την ανάγκη εκλογής ενός παγκόσμιου αντιπάλου και στο χισης με ένα από τα δύο μοντέλα διεθνούς τάξης. Οι Ηνωμ νες Πολιτείες, που σε γενικές γραμμές αντιμετώπιζαν ευνοΐιί τη διαδικασία του αποαποικισμού, αναγκάστηκαν εκ των πρ μάτων, λόγω του ψυχρού πολέμου και της συντριβής των πβ(| λαιών ιμπεριαλιστικών καθεστώτων, να αναλάβουν τον πρωτ γωνιστικό ρόλο ως διεθνής θεματοφύλακας της κεφαλαιοκρ τίας και, συνεπώς, ως αμφίσημος κληρονόμος των παλαιών αποικιακών δυνάμεων. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την παραμό φωση και την παρεκτροπή της διαδικασίας του αποαποικισμού τόσο από πλευράς των υποκειμένων του αντιαποικιακού αγώνα όσο και από πλευράς των Ηνωμένων Πολιτειών. Οι Ηνωμέν Πολιτείες κληρονόμησαν μεν μια παγκόσμια τάξη, ήταν όμο μια τάξη που οι εξουσιαστικές μορφές της αντέφασκαν προς δικό τους πολιτειακό σχέδιο, προς τη δική τους αυτοκρατορική μορφή κυριαρχίας. Ο πόλεμος του Βιετνάμ ήταν το επεισόδιά
αττοκρατορια
333
που σήμανε τη λήξη της αμφίσημης κληρονομιάς του παλαιού ιμπεριαλιστικού ενδύματος από τις Ηνωμένες Πολιτείες, και που κινδύνευσε να ματαιώσει οποιαδήποτε περαιτέρω πιθανή διάνοιξη ενός αυτοκρατορικού «νέου συνόρου» (βλ. κεφάλαιο 2.5). Το στάδιο αυτό ήταν και το τελευταίο εμπόδιο για την ωρίμαση του νέου αυτοκρατορικού σχεδίου, το οποίο εν τέλει θα οικοδομούνταν πάνω στην τέφρα των παλαιών ιμπεριαλι σμών. Σιγά σιγά, μετά τον πόλεμο του Βιετνάμ, οργανώθηκε η νέα παγκόσμια αγορά: μια αγορά που κατέλυσε τις αμετακίνη τες οριοθετήσεις και τις ιεραρχικές διαδικασίες των ευρωπαϊ κών ιμπεριαλισμών. Με άλλα λόγια, η ολοκλήρωση της διαδι κασίας του αποαποικισμού σηματοδότησε την έλευση μιας νέ ας παγκόσμιας ιεράρχησης των σχέσεων κυριάρχησης -και απαρασάλευτοι κλειδοκράτορες της όλης διαδικασίας ήταν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Την οδυνηρή και βάναυση ιστορία της πρώτης περιόδου του αποαποικισμού τη διαδέχτηκε μια δεύτε ρη περίοδος, κατά την οποία οι δυνάμεις κυριάρχησης εξούσια ζαν λιγότερο μέσω των στρατιωτικών εξοπλισμών και περισσό τερο μέσω του δολαρίου. Αυτό ήταν ένα τεράστιο βήμα προς την οικοδόμηση της Αυτοκρατορίας. Ο δεύτερος μηχανισμός χαρακτηρίζεται από μια διαδικασία αποκέντρωσης των τόπων και ροών της παραγωγής.14 Και εδώ, όπως και στην περίπτωση του αποαποικισμού, η όλη διαδικα σία χωρίζεται σε δυο μεταπολεμικά στάδια. Ένα πρώτο, νεοαποικιακό στάδιο συνεπαγόταν τη συνέχιση των παλαιών ιεραρ χικών ιμπεριαλιστικών μεθόδων και τη διατήρηση, αν όχι και επίταση, των μηχανισμών άνισης ανταλλαγής μεταξύ εξαρτη μένων περιοχών και κυρίαρχων εθνικών κρατών. Αυτή η πρώ τη περίοδος, εντούτοις, ήταν μια σύντομη μεταβατική φάση, και όντως στο διάστημα μιας εικοσαετίας το σκηνικό άλλαξε άρδην. Στα τέλη της δεκαετίας του 1970, ή μάλλον με τη λή ξη του πολέμου του Βιετνάμ, οι υπερεθνικές εταιρείες άρχισαν να επεκτείνουν σταθερά τις δραστηριότητές τους σε παγκόσμιο επίπεδο, σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Οι υπερεθνικές έγιναν η βασική κινητήρια δύναμη για τον οικονομικό και πολιτικό με
MICHAEL HARDT - ANTONIO NE
τασχηματισμό των μετααποικιακών χωρών και των εξαρτη ! νων περιοχών. Κατά πρώτον, εξυπηρέτησαν στη μεταγωγή τεχνολογίας που ήταν απαραίτητη για την κατασκευή του ου παραγωγικού άξονα των εξαρτημένων κρατών· κατά δε-' ρον, κινητοποίησαν το εργατικό δυναμικό και τις τοπικές ραγωγικές ικανότητες αυτών των χωρών- και τέλος, οι υπε θνικές συγκέντρωσαν τις ροές του πλούτου που άρχισε να κλοφορεί σε διευρυμένη βάση, σε ολόκληρο τον πλανήτη. Αυ οι πολλαπλές ροές άρχισαν να συγκλίνουν κυρίως προς Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες διασφάλιζαν και συντόνιζ όταν δεν διηύθυναν άμεσα, την κίνηση και τη λειτουργία, τ ‘ υπερεθνικών. Αυτή ήταν μια κρίσιμη συντακτική φάση της τοκρατορίας. Μέσω των δραστηριοτήτων των υπερεθνική* εταιρειών, η διαμεσολάβηση και η εξίσωση των ποσοστών κέ δους έπαψαν να εξαρτώνται από την εξουσία των ισχυρότ εθνικών κρατών. Επιπλέον, η σύσταση κεφαλαιοκρατικών συ,; φερόντων συνδεδεμένων με τα νέα μετααποικιακά εθνικά κρ τη, μακράν του να αντιβαίνει στην παρέμβαση των υπερεθ κών, αναπτύχθηκε στην ίδια την περιοχή των υπερεθνικών ετεινε να διαμορφωθεί υπό τον έλεγχό τους. Μέσω της αποκέν,,; τρώσης των παραγωγικών ροών άρχισαν να προσδιορίζονται νέτ ες τοπικές οικονομίες και ένας νέος καταμερισμός της εργα|; σίας.15 Δεν υπήρχε ακόμη παγκόσμια τάξη, όμως κάποιας μορ φής τάξη είχε αρχίσει να διαμορφώνεται. Παράλληλα με τη διαδικασία του αποαποικισμού και την αποκέντρωση των ροών, ένας τρίτος μηχανισμός αφορούσε τήΐ διάδοση των πειθαρχικών μορφών παραγωγής και διακυβέρνη σης σε παγκόσμια κλίμακα. Η διαδικασία αυτή ήταν εξαιρετικά;;! αμφίσημη. Στις μετααποικιακές χώρες, η πειθαρχία απαιτούσ®| καταρχάς το μετασχηματισμό της μαζικής λαϊκής κινητοποίη σης για απελευθέρωση σε μια κινητοποίηση για παραγωγή. Οι ανά τον κόσμο αγρότες αποσπάστηκαν από τα χωράφια και τα ;· χωριά τους και ρίχτηκαν στο πυρωμένο καμίνι της παγκόσμιας ) παραγωγής.16 Το ιδεολογικό μοντέλο που προβλήθηκε από τις 1 κυρίαρχες χώρες (ιδίως από τις Ηνωμένες Πολιτείες) συνίστατο ί
αττοκρατορια
335
από φορντικά καθεστώτα μισθών, ταιηλορικές μεθόδους οργά νωσης της εργασίας και ένα κράτος προνοίας το οποίο φιλοδο ξούσε να είναι εκσυγχρονιστικό, πατερναλιστικό και προστατευ τικό. Από τη σκοπιά του κεφαλαίου, ιδεώδης στόχος αυτού του μοντέλου ήταν εν τέλει κάθε εργάτης στον κόσμο, αρκούντως πειθαρχημένος, να είναι ανταλλάξιμος στην παγκόσμια παραγω γική διαδικασία -να σχηματιστεί δηλαδή μια παγκόσμια κοινωνία-εργοστάσιο και ένας παγκόσμιος φορντισμός. Οι υψηλοί μι σθοί, που αποτελούν χαρακτηριστικό ενός φορντικού καθεστώ τος, και η συνακόλουθη κρατική αρωγή παρέχονταν ως αντα μοιβή του εργάτη για την αποδοχή της πειθάρχησης, για την ένταξή του στο παγκόσμιο εργοστάσιο. Δεν πρέπει πάντως να παραλείψουμε να τονίσουμε ότι αυτές οι ιδιάζουσες σχέσεις πα ραγωγής που αναπτύχθηκαν στις κυρίαρχες χώρες, ουδέποτε υλοποιήθηκαν με την ίδια μορφή στις εξαρτημένες περιοχές της παγκόσμιας οικονομίας. Το καθεστώς των υψηλών μισθών που διακρίνει τον φορντισμό και τα ευρέα προγράμματα κοινωνικής αρωγής που διακρίνουν το κράτος προνοίας υλοποιήθηκαν μόνο αποσπασματικά και για περιορισμένες μερίδες του πληθυσμού στις εξαρτημένες κεφαλαιοκρατικές χώρες. Εντούτοις, στην πραγματικότητα δεν χρειαζόταν να υλοποιηθούν όλα αυτά· η επαγγελία τους χρησιμέυσε μάλλον ως ιδεολογικό δέλεαρ, ώστε να εξασφαλιστεί μια επαρκής συναίνεση για το εκσυγχρονιστικό πρόγραμμα. Το ουσιαστικό περιεχόμενο της προσπάθειας, η δια δικασία που κυριολεκτικά απογείωσε την κατάσταση προς τη νεωτερικότητα και η οποία όντως τελεσφόρησε, ήταν η διάδοση του πειθαρχικού καθεστώτος σε όλες ανεξαιρέτως τις σφαίρες της κοινωνικής παραγωγής και αναπαραγωγής. Οι ηγέτες των σοσιαλιστικών κρατών ήταν κατ’ ουσίαν σύμ φωνοι με αυτό το πειθαρχικό σχέδιο. Ο περίφημος ενθουσια σμός του Λένιν για τον ταιηλορισμό επισκιάστηκε αργότερα από τα εκσυγχρονιστικά σχέδια του Μάο.17 Αλλά και η επίση μη σοσιαλιστική συνταγή για τον αποαποικισμό ακολούθησε τη βασική λογική που υπαγόρευαν οι κεφαλαιοκρατικές υπερεθνι κές και οι διεθνείς οργανισμοί: κάθε μετααποικιακή κυβέρνηση
336
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG1
έπρεπε να παραγάγει εργατικό δυναμικό κατάλληλο για το πει^ θαρχικό σύστημα. Πλείστοι όσοι σοσιαλιστές οικονομολόγοι (ιδίως όσοι λόγω θέσεως θα εκπονούσαν το σχεδίασμά των ocfj κονομιών χωρών οι οποίες είχαν ελευθερωθεί πρόσφατα από ζυγό της αποικιοκρατίας) υποστήριξαν ότι η εκβιομηχάνιι ήταν η αναπόδραστη οδός για την ανάπτυξη18 και απαρίθμησι τα οφέλη της επέκτασης των «τοπικών φορντικών» οικονυς μιών.19 Τα οφέλη αυτά ήταν ουσιαστικά μια ψευδαίσθηση, καί η ψευδαίσθηση δεν κράτησε για πολύ, αυτό όμως δεν ήταν αρ* κετό για να αλλάξει σημαντικά την πορεία των μετααποικια*^ κών χωρών και να τις απομακρύνει από την οδό που οδηγού στον εκσυγχρονισμό και την πειθαρχικοποίηση. Αυτή φαινότα^ % να είναι η μόνη οδός που ανοιγόταν γι’ αυτές.20 Η πειθαρχικός τητα ήταν παντού ο κανόνας. ψ Οι τρεις αυτοί μηχανισμοί -ο αποαποικισμός, η αποκέντρω*ί| ση της παραγωγής και η πειθαρχικότητα- χαρακτηρίζουν την*; αυτοκρατορική δύναμη του Νιου Ντηλ, και καταδεικνύουν αφϊ: ποιο βαθμό απομακρύνθηκε και προχώρησε πέρα από τις πα<ί λιές πρακτικές του ιμπεριαλισμού. Ασφαλώς οι αρχικοί εμπνευτ στές του Νιου Ντηλ στις Ηνωμένες Πολιτείες κατά τη δεκαε^Ι τία του 1930 ουδέποτε φαντάστηκαν ότι οι ιδέες τους θα τυ4 χαιναν μιας τόσο ευρείας εφαρμογής, ήδη όμως στη δεκαετία? του 1940, διαρκούντος του πολέμου, οι ηγέτες του κόσμου άρ* χισαν να αντιλαμβάνονται το ρόλο και τη δύναμη του Νιου; Ντηλ για την εδραίωση μιας παγκόσμιας οικονομικής και πο λιτικής τάξεως. Με την εγκατάστασή του στο αξίωμα του προ-ί έδρου, ο Harry Truman κατάλαβε ότι ο παλαιός ευρωπαϊκός? ιμπεριαλισμός δεν μπορούσε να έχει θέση στα σχέδια της χώ-» ρας του. Ό χι, η νέα εποχή επεφύλασσε κάτι καινούργιο.
Λ ΪΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
337
απόσταση, σήμερα έχουμε την εντύπωση ότι, στην πραγματι κότητα, ο ρόλος του ήταν δευτερεύων. Μολονότι οι κατοπτρικές αντιπαραθέσεις του ψυχρού πολέμου κατέπνιξαν τόσο το αυτοκρατορικό σχέδιο των ΗΠΑ όσο και το σταλινικό σχέδιο του σοσιαλιστικού εκσυγχρονισμού, επρόκειτο ουσιαστικά για ελάσσονα στοιχεία της όλης διαδικασίας. Το πραγματικά ση μαίνον στοιχείο, η σημασία του οποίου υπερβαίνει κατά πολύ την ιστορία του ψυχρού πολέμου, ήταν ο κολοσσιαίος μετααποικιακός μετασχηματισμός του Τρίτου Κόσμου υπό τη μορ φή του εκσυγχρονισμού και της ανάπτυξης. Σε τελική ανάλυση, εκείνο το σχέδιο ήταν σχετικώς ανεξάρτητο από τη δυναμική και τους περιορισμούς του ψυχρού πολέμου, και θα μπορούσε κανείς σχεδόν να υποστηρίξει, p o s t fa c tu m , ότι στον Τρίτο Κό σμο ο ανταγωνισμός μεταξύ των δύο μπλοκ απλώς επιτάχυνε τις διαδικασίες της απελευθέρωσης. Είναι βέβαια γεγονός ότι οι ελίτ του Τρίτου Κόσμου, οι οποίες ετέθησαν επικεφαλής του αντιαποικιακού και του αντιιμπεριαλιστικού αγώνα, εκείνη την περίοδο συνδέθηκαν ιδεολο γικά με τη μια ή την άλλη πλευρά της ψυχροπολεμικής διαί ρεσης, και ότι και στις δύο περιπτώσεις καθόρισαν το μαζικό σχέδιο της απελευθέρωσης με όρους εκσυγχρονισμού και ανά πτυξης. Για εμάς, ωστόσο, έτσι καθώς ισορροπούμε στην αντί περα όχθη της νεωτερικότητας, δεν είναι δύσκολο να αντιληφθούμε την τραγική έλλειψη προοπτικής που συνεπαγόταν η μετάφραση της απελευθέρωσης σε εκσυγχρονισμό. Ο μύθος της νεωτερικότητας -κατά συνέπεια και της κυριαρχίας, του έθνους, του πειθαρχικού μοντέλου, κ.ο.κ.- ήταν κατ’ ουσίαν η αποκλειστική ιδεολογία των ελίτ, όμως στην προκειμένη περί πτωση δεν είναι αυτό που κυρίως μας ενδιαφέρει. Οι επαναστατικές διαδικασίες της απελευθέρωσης, όπως προσδιορίστηκαν από το πλήθος, κατ’ ουσίαν προχώρησαν πέ ραν της ιδεολογίας του εκσυγχρονισμού και στην πορεία έφε ραν στο φως μια τεράστια νέα παραγωγή υποκειμενικότητας. Αυτή η υποκειμενικότητα δεν μπορούσε να περιοριστεί στη δι πολική σχέση ΗΠΑ-ΕΣΣΔ, ούτε στα δύο ανταγωνιστικά κάθε-
338
MICHAEL HARDT - ANTONIO NE
στώτα, τα οποία απλώς αναπαρήγαν τις νεωτερικές τροπι τητες της κυριάρχησης. Όταν ο Νεχρού, ο Σουκάρνο και.) Τσου-Εν-λάι συνήλθαν στη διάσκεψη της Μπαντούνγκ 1955, ή όταν πρωτοεμφανίστηκε το κίνημα των αδεσμεύτ [nonalignment movement] στη δεκαετία του 1960, αυτό οποίο δόθηκε έκφραση δεν ήταν τόσο το μέγεθος της αθλ τητας που μάστιζε τις χώρες τους ούτε η ελπίδα για μιαν επβί νάληψη των θριάμβων της νεωτερικότητας, αλλά μάλλον η τ | ράστια δυνατότητα απελευθέρωσης που παρήγαν οι ίδιοι ^ πληθυσμοί των υποδεέστερων χωρών.21 Αυτή η διάσταση τηί μη ευθυγράμμισης αποτελούσε πρόγευση μιας νεοφανούς κά γενικευμένης επιθυμίας. c| Το ερώτημα τι πρέπει να κάνουμε μετά την απελευθέρωΟϋ ώστε να μη βρεθούμε υπό την κυριαρχία του ενός ή του άλλο) στρατοπέδου παρέμεινε αναπάντητο. Αυτό που ήταν σαφές κα γεννούσε πλήθος δυνατότητες, αντίθετα, ήταν οι υποκειμενική τητες που ωθούσαν πέραν της νεωτερικότητας. Οι ουτοπικές εί# κόνες της Σοβιετικής και της Κινεζικής Επανάστασης ως εναλί λακτικών οδών ανάπτυξης έσβησαν όταν οι εν λόγω επαναστά^ σεις εξάντλησαν τα όριά τους, ή μάλλον, όταν δεν κατόρθωσα!) να εξεύρουν έναν τρόπο για να προχωρήσουν πέρα από τη νείι τερικότητα. Το αμερικανικό μοντέλο ανάπτυξης αποδείχτηκε εξίσου περιορισμένο, αφού σε όλη τη μεταπολεμική περίοδο otj Ηνωμένες Πολιτείες παρουσιάζονταν περισσότερο ως η αστυνομική δύναμη των παλαιών ιμπεριαλισμών παρά ως κομιστής; μιας νέας ελπίδας. Ο αγώνας των υποδεέστερων πληθυσμών για την απελευθέρωσή τους παρέμεινε ένα εκρηκτικό και ανεπίσχετο κράμα. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, οι απελευ θερωτικοί αγώνες, η επίδραση των οποίων ήταν πλέον αισθητή? σε κάθε πόρο του παγκόσμιου χώρου, προσέλαβαν τέτοια ορμή,?* κινητικότητα και μορφική πλαστικότητα που οδήγησαν το σχέ διο του κεφαλαιοκρατικού εκσυγχρονισμού (τόσο στις φιλελεύ θερες όσο και στις σοσιαλιστικές εκφάνσεις του) έξω στην ανοι-': χτή θάλασσα, όπου έχασε τον προσανατολισμό του. Πίσω από' την επίφαση της διπολικής διαίρεσης Η Π Α -ΕΣΣΔ μπορούσαν να ,
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
339
διακρίνουν ένα μόνο πειθαρχικό μοντέλο, και εναντίον αυτού του μοντέλου στοχέυσαν τα τεράστια κινήματα, με μορφές αγώνα που ήταν κατά το μάλλον ή ήττον αμφίσημες, κατά το μάλλον ή ήττον πεπλανημένες, αλλά ωστόσο πραγματικές. Αυ τή η τιτάνια νέα υποκειμενικότητα υπαινισσόταν και καθιστού σε αναγκαία μιαν αλλαγή παραδείγματος. Σε αυτό το σημείο φάνηκε καθαρά η ανεπάρκεια της θεω ρίας και της πρακτικής της νεωτερικής κυριαρχίας. Όταν πλέ ον φτάνουμε στις δεκαετίες του 1960 και του ’70, παρότι το μο ντέλο του πειθαρχικού εκσυγχρονισμού είχε επιβληθεί παγκοσμίως, παρότι η πολιτική του κράτους προνοίας που είχαν υιο θετήσει οι κυρίαρχες χώρες προόδευε ακάθεκτη και υποστηρι ζόταν αφελώς από τους ηγέτες των εξαρτημένων χωρών, και ενώ είχε διαμορφωθεί ένας νέος κόσμος επικοινωνιακών μέσων και δικτύων, οι μηχανισμοί της νεωτερικής εξουσίας δεν επαρκούσαν πλέον για να ελέγξουν τις νέες υποκειμενικότητες. Πρέπει να τονίσουμε εδώ ότι, όπως το παράδειγμα της νεωτε ρικής εξουσίας έχανε την αποτελεσματικότητά του, έτσι και οι κλασικές θεωρίες του ιμπεριαλισμού και του αντιιμπεριαλισμού έχαναν όποιες ερμηνευτικές δυνατότητες είχαν. Σε γενικές γραμμές, όταν αυτές οι θεωρίες εξέταζαν το ξεπέρασμα του ιμπεριαλισμού, το αντιλαμβάνονταν ως μια διαδικασία η οποία θα συντελούνταν σε αδιάρρηκτη συνέχεια με το παράδειγμα του εκσυγχρονισμού και της νεωτερικής κυριαρχίας. Αυτό που συ νέβη, εντούτοις, ήταν ακριβώς το αντίθετο. Μαζικοποιημένες υποκειμενικότητες, πληθυσμοί, καταπιεσμένες τάξεις, τη στιγ μή ακριβώς που εισέρχονταν στις διαδικασίες του εκσυγχρονι σμού, άρχισαν να τις μετασχηματίζουν και να προχωρούν πέρα απ’ αυτές. Οι αγώνες για απελευθέρωση, τη στιγμή ακριβώς που έβρισκαν τη θέση τους και υποτάσσονταν στην παγκόσμια αγορά, αναγνώριζαν ως ανεπαρκή και τραγικό τον θεμέλιο λίθο της νεωτερικής κυριαρχίας. Η εκμετάλλευση και η κυριάρχηση δεν ήταν πλέον δυνατόν να επιβάλλονται στις νεωτερικές τους μορφές. Καθώς οι τεράστιες νέες υποκειμενικές δυνάμεις ανα δύονταν από τον αποικισμό και έφταναν στη νεωτερικότητα,
340
MICHAEL HARDT - ANTONIO NE
αναγνώρισαν ότι το π ρ ω τ α ρ χ ικ ό τους κ α θ ή κ ο ν δ ε ν ή τα ν να πρ σχω ρήσουν σ τη νεω τερ ικ ό τη τα , α λ λ ά να ε ζ έλ θ ο υ ν α π ο αυτή.
Προς ένα νέο παγκόσμιο παράδειγμα Μια α λ λ α γ ή π α ρ α δ είγμ α το ς συντελούνταν στην παγκόσμια κονομική και π ο λ ιτ ικ ή τά ξη . Ένα σημαντικό στοιχείο αυτ της μετάβασης ήταν ότι ο ρόλος της παγκόσμιας αγοράς ως μής ιεραρχίας και προστάγματος κατέστη περισσότερο σημ τικός και αποφασιστικός σε όλες τις ζώνες και τις περιοχ όπου προηγουμένως είχαν λειτουργήσει τα παλαιά ιμπερια στικά καθεστώτα. Η παγκόσμια αγορά άρχισε να εμφανίζετ ως κεντρικό εξάρτημα ενός μηχανισμού ο οποίος μπορούσε ρυθμίζει τα παγκόσμια δίκτυα κυκλοφορίας. Αυτή η ενοποίη εξακολουθούσε να ισχύει μόνο σε τυπικό επίπεδο. Οι διαδι» σίες που ανέκυψαν σε αυτό το συγκρουσιακό πεδίο των ατ λευθερωτικών αγώνων και της επεκτεινόμενης κεφαλαιοκρατι* κής κυκλοφ ορίας δεν ή τα ν κατ’ α ν ά γ κ η ν ή άμεσα συμβατές τις νέες δομές της παγκόσμιας αγοράς. Η ενσωμάτωση προχώ*| ρήσε άνισα και με διαφορετικές ταχύτητες. Σε διαφορετική, περιοχές, αλλά συχνά και στο πλαίσιο μίας μόνο περιοχής, νυπήρχαν ποικίλες μορφές εργασίας και παραγωγής, καθώς και διαφορετικά καθεστώτα κοινωνικής αναπαραγωγής. Αυτό πτ ίσως είχε φανεί ως ένας συνεκτικός κεντρικός άξονας αναδιάρ-, θρωσης της παγκόσμιας παραγωγής, θρυμματίστηκε σε χίλιοι επιμέρους κομμάτια και η ενοποιητική διαδικασία βιώθηκεπαντού με τρόπο μοναδικό. Μακράν τού να είναι μονοδιάσταγ* τη, η διαδικασία αναδιάρθρωσης και ενοποίησης του προσταγή ματος επί της παραγωγής ουσιαστικά ήταν μια έκρηξη αναρίθ* μητων διαφορετικών παραγωγικών συστημάτων. Οι διαδικασίες! ενοποίησης της παγκόσμιας αγοράς λειτούργησαν παραδόξως, μέσω της ποικιλότητας και της διαφοροποίησης, μολαταύτα η τάση για ενοποίηση της παγκόσμιας αγοράς ήταν πραγματική Οι επιπτώσεις αυτής της τάσης ήταν πολλές και σημαντι» κές. Αφ’ ενός, η ευρεία εξάπλωση του πειθαρχικού μοντέλου ορ-·
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
341
γάνωσης της εργασίας και της κοινωνίας πέρα από τις κυρίαρ χες περιοχές δημιούργησε στον υπόλοιπο κόσμο ένα παράξενο αίσθημα εγγύτητας, έλκοντάς τον προς αυτές τις κυρίαρχες πε ριοχές και ταυτόχρονα απωθώντας τον και απομονώνοντάς τον σε ένα γκέτο. Οι απελευθερωτικοί αγώνες, δηλαδή, κατέληξαν «νικηφόροι» αλλά παραδομένοι στο γκέτο της παγκόσμιας αγο ράς -ένα τεράστιο γκέτο με απροσδιόριστα σύνορα, μια παραγκούπολη, μια favela. Αφ’ ετέρου, τεράστιοι πληθυσμοί υπέστη σαν αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί μ ισ θ ω τή χ ε ιρ α φ έ τ η σ η , ως συνέπεια αυτών των διαδικασιών. Η μισθωτή χειραφέτηση σήμαινε την είσοδο μεγάλων μαζών εργατών στο πειθαρχικό καθεστώς της νεωτερικής καπιταλιστικής παραγωγής, είτε αυ τό συνέβαινε στο εργοστάσιο, στα χωράφια είτε σε κάποιον άλ λο τόπο κοινωνικής παραγωγής, και με αυτόν τον τρόπο οι εν λόγω πληθυσμοί απελευθερώθηκαν από το καθεστώς ημιδουλείας που είχε διαιωνίσει ο ιμπεριαλισμός. Η είσοδος στο σύ στημα της μισθωτής εργασίας μπορεί να είναι αιματηρή (και ήταν)· μπορεί να αναπαράγει συστήματα θηριώδους καταπίεσης (και το έχει κάνει)· ακόμη όμως και στα δεσμά των νέων παραγκουπόλεων και των favelas, η μισθωτή σχέση προσδιορίζει τη συγκρότηση νέων αναγκών, επιθυμιών και αιτημάτων. Λό γου χάριν, οι αγρότες που γίνονται μισθωτοί εργάτες και υπόκεινται στην πειθαρχία της νέας οργάνωσης της εργασίας, σε πολλές περιπτώσεις είναι αναγκασμένοι να υποστούν χειρότερες συνθήκες διαβίωσης, και δεν μπορούμε να πούμε ότι είναι πιο ελεύθεροι από τον παραδοσιακό εδαφικοποιημένο εργάτη, όμως διαπνέονται από μ ια ν έ α επ ιθ υ μ ία α π ελευ θ έρ ω σ η ς. Όταν το νέο πειθαρχικό καθεστώς δημιουργεί την τάση για μια παγκόσμια αγορά της εργατικής δύναμης, δημιουργεί επίσης την πιθανό τητα της αντίθεσής της. Δημιουργεί την επιθυμία για απόδρα ση από το πειθαρχικό καθεστώς και ένα απείθαρχο πλήθος ερ γατών που επιθυμούν να είναι ελεύθεροι. Η αυξανόμενη κινητικότητα μεγάλων μερίδων του παγκό σμιου προλεταριάτου είναι άλλη μια σημαντική συνέπεια της προσανατολισμένης ενοποίησης της παγκόσμιας αγοράς. Σε
342
MICHAEL HARDT - ANTONIO NE
αντιδιαστολή με τα παλαιά ιμπεριαλιστικά καθεστώτα, οποία τα ρεύματα της εργατικής κινητικότητας υπάκουαν τά κύριο λόγο σε μια κάθετη ρύθμιση μεταξύ αποικίας και μή τρόπολης, η παγκόσμια αγορά διανοίγει ευρύτερες, οριζόν ατραπούς. Η συγκρότηση της παγκόσμιας αγοράς, οργανωμ νης σύμφωνα με το πειθαρχικό μοντέλο, διασχίζεται από σεις που ανοίγουν την κινητικότητα προς κάθε κατεύθυνο πρόκειται για μια εγκάρσια κινητικότητα, η οποία είναι ριζ ματική μάλλον παρά δενδροειδής. Αυτό που μας ενδιαφέρει εί δεν είναι απλώς να δώσουμε μια φαινομενολογική περιγραφή της υφιστάμενης κατάστασης, αλλά και να αντιληφθούμε εγγενείς δυνατότητές της. Η νέα εγκάρσια κινητικότητα πειθαρχημένου εργατικού δυναμικού είναι σημαντική γιατί δ ιρ λώνει μια πραγματική και ισχυρή αναζήτηση ελευθερίας κβΐΗ μια διαμόρφωση νέων, νομαδικών επιθυμιών οι οποίες είνο#1 αδύνατο να ανασχεθούν και να ελεγχθούν στο πλαίσιο του πεί§|[ θαρχικού καθεστώτος.22 Είναι αλήθεια ότι πολλοί εργάτες ανάΐ τον κόσμο υποβάλλονται σε εξαναγκαστικές μεταναστεύσεις;! υπό αντίξοες συνθήκες, που αυτές καθαυτές δεν θα μπορούσε! να θεωρηθούν απελευθερωτικές. Είναι αλήθεια, επίσης, ότι αυ? ’ τή η κινητικότητα σπάνια αυξάνει το κόστος της εργατικής δύ- j ναμης· απεναντίας, τις περισσότερες φορές το ελαττώνει, αυξά-' νοντας αντίθετα τον ανταγωνισμό μεταξύ των εργατών. Η κι νητικότητα, εντούτοις, συνεπάγεται ένα υψηλό τίμημα για το | κεφάλαιο, και αυτό είναι η αυξημένη επιθυμία για απελευθέ- I ρωση. j Κάποιες σημαντικές μακροοικονομικές συνέπειες προκύπτουν από τη νέα κινητικότητα που εφαρμόστηκε στο παγκό- j σμιο πειθαρχικό παράδειγμα του κεφαλαίου. Η κινητικότητα : των πληθυσμών καθιστά διαρκώς δυσκολότερη την ανεξάρτητη διαχείριση των εθνικών αγορών (ιδίως των εθνικών αγορών ερ γασίας). Το κατάλληλο πεδίο για την εφαρμογή του κεφαλαιο κρατικού ελέγχου δεν περιχαράσσεται πλέον από εθνικά σύνο ρα ή από τα παραδοσιακά διεθνή στεγανά. Οι εργάτες που εγκαταλείπουν τον Τρίτο Κόσμο και αναζητούν εργασία ή
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
ΜΆ
πλουτισμό στον Πρώτο συμβάλλουν στην υπονόμευση των ορίων που χωρίζουν τους δύο αυτούς κόσμους. Στην πραγματι κότητα ο Τρίτος Κόσμος δεν εξαφανίζεται κατά τη διαδικασία ενοποίησης της παγκόσμιας αγοράς, αλλά εισβάλλει στον Πρώ το, εγκαθίσταται στην καρδιά του ως γκέτο, παραγκούπολη, favela, αενάως παραγόμενος και αναπαραγόμενος. Ο Πρώτος Κόσμος, με τη σειρά του, μεταφέρεται στον Τρίτο υπό μορφήν χρηματιστηρίων και τραπεζών, υπερεθνικών εταιρειών και ψυ χρών ουρανοξυστών χρήματος και προστάγματος. Η οικονομική γεωγραφία και η πολιτική γεωγραφία αποσταθεροποιούνται, με αποτέλεσμα τα σύνορα μεταξύ των διαφόρων ζωνών να καθί στανται ρευστά και μεταβλητά. Κατά συνέπεια, η παγκόσμια αγορά τείνει να είναι το μοναδικό συνεκτικό πεδίο για την απο τελεσματική εφαρμογή της κεφαλαιοκρατικής διαχείρισης και του κεφαλαιοκρατικού προστάγματος. Σε αυτό το σημείο τα κεφαλαιοκρατικά καθεστώτα είναι αναγκασμένα να υποβληθούν σε μια διαδικασία μεταρρύθμισης και αναδιάρθρωσης, ώστε να διασφαλίσουν την ικανότητά τους να οργανώνουν την παγκόσμια αγορά. Αυτή η τάση γίνεται σα φής μόνο στη δεκαετία του 1980 (και εδραιώνεται οριστικά με τά την κατάρρευση του σοβιετικού μοντέλου εκσυγχρονισμού), τα βασικά χαρακτηριστικά της όμως είναι προσδιορισμένα με σαφήνεια ήδη από τη στιγμή της πρώτης εμφάνισής της. Πρέ πει να είναι ένας νέος μηχανισμός του γενικού ελέγχου της παγ κόσμιας διαδικασίας και άρα ένας μηχανισμός που θα μπορεί να συντονίζει πολιτικά τη νέα δυναμική της παγκόσμιας επι κράτειας του κεφαλαίου και τις υποκειμενικές διαστάσεις των δρώντων υποκειμένων πρέπει να είναι σε θέση να αρθρώσει την αυτοκρατορική διάσταση του προστάγματος και την εγκάρ σια κινητικότητα των υποκειμένων. Θα δούμε στο επόμενο κε φάλαιο με ποιον τρόπο αυτή η διαδικασία υλοποιήθηκε ιστορι κά, και έτσι θα αρχίσουμε να εξετάζουμε άμεσα τις διαδικασίες της συγκρότησης ενός παγκόσμιου μηχανισμού διακυβέρνησης.
344
MICHAEL HARDT - ANTONIO NE
Πραγματική υπαγωγή και παγκόσμια αγορά
Πριν προχωρήσουμε, η ερμηνευτική ανάπτυξη της μελέτης απαιτεί να εξετάσουμε λεπτομερέστερα τη σχέση μεταξύ τάσης για υλοποίηση της παγκόσμιας αγοράς και του πα| δείγματος της πειθαρχικής παραγωγής και διακυβέρνη Πώς η διάδοση των πειθαρχικών καθεστώτων σε όλο τον κ σμο συνιστά μια θεμελιακή στιγμή στη γενεαλογία της Αυτ„ κρατορίας; Μπορούμε να δώσουμε μια εξήγηση γι’ αυτό, συνδυάσουμε την περιγραφή που επιχειρεί ο Marx σχετικά ι< τις φάσεις της κεφαλαιοκρατικής υπαγωγής της κοινωνίας, τις αναλύσεις του σχετικά με την τάση για την παγκόσμια αγο| ρά. Οι δυο αυτές κινήσεις κατ’ ουσίαν συμπίπτουν σε ένα opjgj σμένο σημείο, ή μάλλον η κεφαλαιοκρατική υπαγωγή της κο^ νωνίας τείνει να ολοκληρωθεί με την οικοδόμηση της παγκό-» σμιας αγοράς. i Προηγουμένως είδαμε ότι οι πρακτικές του ιμπεριαλισμού5 προϋποθέτουν την εσωτερικοποίηση του έξω από το κεφάλαιο; και άρα συνιστούν διαδικασίες τ υ π ικ ή ς υ π α γ ω γ ή ς της εργασίας στο κεφάλαιο. Ο Marx χρησιμοποιεί τον όρο «τυπική υπάγω?*? γή» για να κατονομάσει τις διαδικασίες διά των οποίων το κ ε-; φάλαιο ενσωματώνει στις δικές του σχέσεις παραγωγής έργα-? σιακές πρακτικές που διαμορφώθηκαν έξω από την επικράτειά ; του.23 Οι διαδικασίες της τυπικής υπαγωγής συνδέονται συνε-| πώς άρρηκτα με την επέκταση της επικράτειας της κεφαλαιο κρατικής παραγωγής και των κεφαλαιοκρατικών αγορών. Σε? ορισμένο σημείο, καθώς η κεφαλαιοκρατική επέκταση αγγίζει j τα όριά της, οι διαδικασίες της τυπικής υπαγωγής δεν μπορούν, | να συνεχίζουν να διαδραματίζουν τον κεντρικό ρόλο. Οι διαδι-1 κασίες της π ρ α γμ α τ ικ ή ς υ π α γ ω γ ή ς της εργασίας στο κεφάλαιο ■$ δεν συναρτώνται προς το έξω ούτε προϋποθέτουν τις ίδιες δια- 1 δικασίες επέκτασης. Μέσω της πραγματικής υπαγωγής, η εν- | σωμάτωση της εργασίας στο κεφάλαιο γίνεται περισσότερο | εντατική παρά εκτεταμένη και η κοινωνία διαμορφώνεται σε ·ί διαρκώς αυξανόμενο βαθμό από το κεφάλαιο. Υπάρχουν βέβαια ί
ΑΥΤΟ Κ ΡΑΤ Ο ΡΙΑ
345
διαδικασίες πραγματικής υπαγωγής που δεν προϋποθέτουν την ύπαρξη μιας παγκόσμιας αγοράς, είναι όμως αδύνατο να υπάρ ξει μια πλήρως υλοποιημένη παγκόσμια αγορά χωρίς τις διαδι κασίες της πραγματικής υπαγωγής. Με άλλα λόγια, η υλοποί ηση της παγκόσμιας αγοράς και η γενική εξίσωση ή τουλάχι στον διαχείριση των ποσοστών κέρδους σε παγκόσμια κλίμακα είναι αδύνατο να προκόψουν ως αποτελέσματα απλώς και μόνο οικονομικών ή νομισματικών παραγόντων, αλλά πρέπει να συμ βούν μέσω ενός μετασχηματισμού των κοινωνικών και παρα γωγικών σχέσεων. Ο κεντρικός μηχανισμός αυτού του μετα σχηματισμού είναι η πειθαρχία. Όταν διαμορφώνεται μια νέα κοινωνική πραγματικότητα, ενσωματώνοντας την ανάπτυξη του κεφαλαίου και την προλεταριοποίηση του πληθυσμού σε μία και μόνη διαδικασία, πρέπει και η ίδια η πολιτική μορφή του προστάγματος να τροποποιηθεί και να αρθρωθεί με τον τρόπο και στην κλίμακα που είναι απαραίτητα γι’ αυτή τη διαδικα σία, διαμορφώνοντας ένα παγκόσμιο οιονεί κράτος του πειθαρ χικού καθεστώτος. Τα ενορατικά πορίσματα του Marx σχετικά με τις διαδικα σίες της πραγματικής υπαγωγής δεν μας παρέχουν το κλειδί που χρειαζόμαστε. Πρέπει να εξηγήσουμε το πέρασμα από την τυπική στην πραγματική υπαγωγή μέσα από τις πρακτικές των ενεργών υποκειμενικών δυνάμεων. Με άλλα λόγια, η πειθαρχικότητα, εξωθημένη στα άκρα, επιβεβλημένη από την παγκόσμια ταιηλοροποίηση των εργασιακών διαδικασιών, δεν μπορεί να καθορίσει στην πράξη την ανάγκη για μια νέα μορ φή προστάγματος παρά μόνο διαμέσου της έκφρασης των ενερ γών κοινωνικών υποκειμενικοτήτων. Η παγκοσμιοποίηση των αγορών, μακράν τού να είναι απλώς ο ειδεχθής καρπός του κε φαλαιοκρατικού επιχειρηματικού δαιμόνιου, ήταν κατ’ ουσίαν απότοκος των επιθυμιών και των αιτημάτων τής ανά τον κόσμο ταιηλορικής, φορντικής και πειθαρχημένης εργατικής δύναμης. Υπ’ αυτήν την έννοια, οι διαδικασίες της τυπικής υπαγωγής προεξόφλησαν και οδήγησαν στην ωρίμαση την πραγματική υπαγωγή, όχι επειδή η τελευταία ήταν προϊόν της πρώτης
346
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEdj
(όπως φαινόταν να πιστεύει ο Marx), αλλά επειδή κατά διαδικασίες της τυπικής υπαγωγής δημιουργήθηκαν προϋποί σεις απελευθέρωσης και αγώνα που μόνο η πραγματική υ~ γωγή μπορούσε να τις ελέγξει. Ως αντίδραση σε αυτές τις κ νήσεις, τόσο στις κυρίαρχες όσο και στις εξαρτημένες χώρε ' έπρεπε να δημιουργηθεί μια νέα μορφή ελέγχου, προκειμέν να εδραιώσει το πρόσταγμα επ’ αυτού που πλέον δεν μπορού_ να ελεγχθεί με πειθαρχικούς όρους.
ΠΡΩΤΑΡΧΙΚΕΣ ΣΥΣΣΩΡΕΥΣΕΙΣ Ακριβώς τη στιγμή που φαίνεται να χάνεται από την παγχ σμια σκηνή, το προλεταριάτο καθίσταται η οικουμενική μθ) της εργασίας. Ο ανωτέρω ισχυρισμός στην πραγματικότητα δ έ^ είναι τόσο παράδοξος όσο ίσως φαίνεται. Εκείνο που χάθηκε είλ ναι η ηγεμονική θέση της βιομηχανικής εργατικής τάξης, η A οποία ούτε εξαφανίστηκε ούτε καν μειώθηκε αριθμητικά -αλλνί απλώς απώλεσε την ηγεμονική θέση που κατείχε και μετατο πίστηκε γεωγραφικά. Η έννοια του προλεταριάτου, εντούτοις όπως εμείς την αντιλαμβανόμαστε, δεν αναφέρεται μόνο στη βιομηχανική εργατική τάξη αλλά και σε όλους όσοι υπάγονται στο κεφάλαιο, υφίστανται εκμετάλλευση από αυτό και παρά γουν υπό την εξουσία του κεφαλαίου. Από αυτήν την άποψη, συνεπώς, καθώς το κεφάλαιο παγκοσμιοποιεί διαρκώς περισσό τερο τις σχέσεις παραγωγής του, όλες οι μορφές της εργασίας·\ τείνουν να προλεταριοποιηθούν. Σε κάθε κοινωνία και κάθε γω νιά του κόσμου, το προλεταριάτο είναι η ολοένα πιο γενικευμένη μορφή της κοινωνικής εργασίας. Ο M arx περιέγραψε τις διαδικασίες της προλεταριοποίησης από τη σκοπιά της πρωταρχικής συσσώρευσης, της συσσώρευ σης που είναι απαραίτητο να προηγηθεί πριν αρχίσει να λαμ βάνει χώρα η κεφαλαιοκρατική παραγωγή και αναπαραγωγή. Αυτό που απαιτείται δεν είναι απλώς μια συσσώρευση πλούτου ή ιδιοκτησίας, αλλά μια κοινωνική συσσώρευση. Για τον Marx
αττοκρατορια
347
■ήταν αρκετό να περιγράφει το αγγλικό παράδειγμα αυτού του κοινωνικού μετασχηματισμού, αφ’ ης στιγμής η Α γγλία αντι προσώπευε «το αποκορύφωμα» της καπιταλιστικής ανάπτυξης της εποχής του. Στην Αγγλία, εξηγεί ο Marx, η προλεταριο ποίηση επιτεύχθηκε καταρχάς με την περίφραξη των κοινόκτητων γαιών και την απομάκρυνση των γεωργών από τις αγροτικές εκτάσεις, και κατόπιν με τον ανάλγητο κολασμό της αλητείας και της επαιτείας. Κ α τ’ αυτόν τον τρόπο, ο άγγλος χωρικός «αποδεσμεύτηκε» από όλα τα προηγούμενα μέσα δια βίωσης, οδηγήθηκε αγεληδόν προς τις νέες βιομηχανικές πό λεις και ετοιμάστηκε για τη μισθωτή σχέση και την πειθαρχία της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής. Η σημαντικότερη κινητήρια δύναμη για τη δημιουργία κεφαλαιοκρατών, αντίθετα, προήλθε εκτός της Αγγλίας, από το εμπόριο -ή μάλλον από τις κατα κτήσεις, το δουλεμπόριο και το αποικιακό σύστημα. «Οι θη σαυροί που μαζεύτηκαν έξω από την Ευρώπη με απροκάλυπτες διαρπαγές, υποδουλώσεις και σφαγές», γράφει ο Marx, «ανέρρευσαν στη μητρόπολη και εκεί μετατράπηκαν σε κεφάλαιο.»' Η τεράστια εισροή πλούτου ήταν περισσότερη απ’ όση μπορού σαν να απορροφήσουν οι παλιές, φεουδαρχικές σχέσεις παρα γωγής. Οι άγγλοι κεφαλαιοκράτες εμφανίστηκαν στο προσκή νιο για να ενσαρκώσουν το νέο καθεστώς προστάγματος που θα ήταν σε θέση να εκμεταλλευτεί αυτόν τον πρωτοφανή πλούτο. Θα ήταν σφάλμα, εντούτοις, να εκλάβουμε την αγγλική εμπειρία του γίγνεσθαι-προλεταρίους και γίγνεσθαι-καπιταλιστές ως αντιπροσωπευτική όλων των υπολοίπων. Κατά τους τελευταίους τρεις αιώνες, καθώς οι κεφαλαιοκρατικές σχέσεις παραγωγής και αναπαραγωγής έχουν εξαπλωθεί σε όλο τον κό σμο, παρόλο που η πρωταρχική συσσώρευση προϋπέθετε ανέ καθεν το διαχωρισμό του παραγωγού από τα μέσα παραγωγής και άρα τη δημιουργία τάξεων προλετάριων και καπιταλιστών, κάθε διαδικασία κοινωνικού μετασχηματισμού ήταν μοναδική. Σε καθεμία περίπτωση, οι προΰπάρχουσες κοινωνικές και πα ραγωγικές σχέσεις, οι διαδικασίες μετάβασης, ακόμη και η μορφή των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων της παραγωγής και,
348
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEC
ιδίως, τ η ς α να π α ρ α γω γή ς που π ρ ο έκ υ π τα ν α π ό α υτή τη μεβ ά σ η , δια φ οροποιούντα ν α ν ά λ ο γ α μ ε τις ιδιά ζουσες π ο λ ιτ ισ μ ό κ α ι ισ το ρ ικ ές διαφορές. Π α ρ ’ ό λ ες α υ τ ές τις σ η μ α ντ ικ ές δια φορές, δ εν π α ύει να
ναι χ ρ ή σ ιμ η μ ια ομ α δοπ οίη σ η τω ν νεότερ ω ν δ ια δ ικα σ ιώ ν 1
π ρ ω το γενο ύς συσσώ ρευσης σ ε δύο γ ε ν ικ ά μ ο ν τ έ λ α , τα ο π ο ία ■ νίζουν τη σ χ έ σ η μ ετ α ζ ύ π λ ο ύ τ ο υ κ α ι π ρ ο σ τ ά γ μ α τ ο ς , κ α ι σ χ έ σ η μ ετ α ξ ύ του
μέσα και του έξω. Σ ε ό λ ε ς τ ις περηττώ σι
η π ρ ω τ α ρ χ ικ ή συσσ ώ ρευσ η του κ εφ α λ α ίο υ α π α ιτ ε ί έ ν α ν \ συνδυα σ μ ό του π λο ύτο υ κ α ι του π ρ ο σ τά γμ α το ς. Α υ τ ό π ο υ δ κ ρ ίνει τ ο πρώ το μ ο ν τ έ λ ο , τ ο ο π οίο π ε ρ ιέ γ ρ α ψ ε ο M a t x αναι
ρ όμ ενος σ τ η ν Α γ γ λ ί α κ α ι τ ο ο π οίο ισ χ ύ ει γ ε ν ικ ά γ ια τ η ν 1 ρ ώ π η σ το σ ύ νο λό τη ς, είνα ι ότι ο νέο ς π λ ο ύ τ ο ς γ ια τ η ν π(. τ α ρ χ ικ ή συσσώ ρευση του κ εφ α λ α ίο υ π ρ ο έ ρ χ ε τ α ι α π ό τ ο έ (α π ό τα α π ο ικ ια κ ά εδ ά φ η ) κ α ι το π ρ ό σ τ α γμ α α να φ ύ ετα ι t εσ ω τερ ικ ό (μ έσ ω τ η ς ε ξ έ λ ιξ η ς τω ν α γ γ λ ικ ώ ν κ α ι ευρω πα ΐκ σ χ έ σ ε ω ν π α ρ α γ ω γ ή ς ). Σ ύ μ φ ω να μ ε τ ο δ εύ τ ερ ο μ ο ν τ έ λ ο , οπ οίο δια κρ ίνει τ ις π ερ ισ σ ό τερ ες α π ό τ ις ν εω τ ερ ικ ές δ ια δ υ
ό)
σ ίε ς τ η ς π ρ ω τ ο γ εν ο ύ ς σ υσ σ ώ ρ ευσ η ς ε κ τ ό ς Ε υρ ώ π η ς, οι
α ν τ ισ τ ρ έφ ο ν τ α ι, έ τ σ ι π ου ο ν έ ο ς π λ ο ύ τ ο ς α να φ ύ ετα ι ε κ τ έσω , ενώ το π ρ ό σ τ α γμ α π ρ ο έρ χ ετ α ι α π ό το έξω (συνήθω ς α το ευ ρ ω π α ϊκ ό κ εφ ά λα ιο ). Η α ντισ τρ ο φ ή π λο ύ το υ /π ρ ο σ τά γμ α ·
κ α ι έσ ω /έξω σ τα δύο μ ο ν τ έ λ α έ χ ε ι α π ο τ έ λ ε σ μ α μ ια ο λ ό κ λ ιι σειρά διαφορώ ν σ τους οικονομ ικ ούς, π ο λ ιτ ικ ο ύ ς κ α ι κοινωνικά
σ χ η μ α τισ μ ο ύ ς του κ εφ α λα ίο υ α νά το ν κόσμ ο. Π ο λ λ έ ς α π ό < τ έ ς τις δια φ ορές που σ υ ν επ ά γ ο ν τα ι τ α δυο μ ο ν τ έ λ α π ερ ιγι φ τη κ α ν επ α ρ κ ώ ς α π ό θεω ρη τικούς τ η ς υπ α νά π τυξη ς, μ ε φ< κ εντρ ικ ώ ν και π ερ ιφ ερ εια κ ώ ν κ α π ιτ α λ ισ τ ικ ώ ν σ χ η μ α τισ μ ώ ν: Κ α θ ώ ς μ ετ α β α ίν ο υ μ ε α π ό τη ν εω τερ ικ ό τη τα σ τη μ ετ α ν ι τερ ικ ό τη τα , οι δ ια δ ικ α σ ίες τ η ς π ρ ω τα ρ χ ικ ή ς σ υσσώ ρευση ς
<
νεχίζοντα ι. Η π ρ ω τα ρ χικ ή συσσώ ρευση δ εν είνα ι μ ια δια δ υ σ ία που σ υμ βα ίνει ά π α ξ διά π α ντό ς· α π ενα ντία ς, οι κεφ α λα κ ρ α τ ικ έ ς σ χ έ σ εις τη ς π α ρ α γ ω γ ή ς κα ι οι κ ο ινω νικ ές τά ξεις
π]
π ει διαρκώ ς να α να π α ρ ά γο ντα ι. Α υ τ ό που έ χ ε ι α λ λ ά ξ ε ι είνα ι μ ο ν τ έ λ ο ή ο τρόπ ος τ η ς π ρ ω τα ρ χ ικ ή ς συσσώ ρευσης. Κ α τ α ρ χ
ΑΥΤΟ Κ ΡΑΤΟ ΡΙΑ
η διαπλοκή μεταξύ έσω και έξω που διακρίνει τα δ ' κά μοντέλα έχει σταδιακά ατονήσει. Σημαντικότερη η αλλαγή που συντελείται όσον αφορά τη φύση τηςϊ και του συσσωρευμένου πλούτου. Στη μετανεωτερικοινωνικός πλούτος που έχει συσσωρευτεί είναι ολοέ λος· αφορά κοινωνικές σχέσεις, επικοινωνιακά συστήμ ροφορίες και συναισθηματικά δίκτυα. Αντιστοίχως, νωνικη εργασία γίνεται ολοένα πιο άυλη· παράγει κ ράγει ταυτόχρονα και άμεσα όλες τις πτυχές του κοιν ' ου. Καθώς το προλεταριάτο καθίσταται η οικουμένη της εργασίας, το αντικείμενο της προλεταριακής έργα θίσταται εξίσου οικουμενικό. Η κοινωνική εργασία πα ίδια τη ζωή. Πρέπει να τονίσουμε ιδιαίτερα τον θεμελιακό ρόλο ροφοριακής συσσώρευσης στις διαδικασίες της μετανε πρωταρχικής συσσώρευσης και της διαρκώς αυξανόμε νωνικοποίησης της παραγωγής. Μ ε την ανάδυση της ν 1 ροφοριακής οικονομίας, καθίσταται απαραίτητη μια συσσώρευση της πληροφορίας πριν μπορέσει να λάβει κεφαλαιοκρατική παραγωγή. Η πληροφορία διακομίζ των δικτύων της τόσο τον πλούτο όσο και το πρόστα παραγωγής, διαταράσσοντας κάθε προγενέστερη αντίλη τικά με το έσω και το έξω, αλλά και περιστέλλοντας νική ακολουθία που προηγουμένως καθόριζε την πρω συσσώρευση. Μ ε άλλα λόγια, η πληροφοριακή συσσ (όπως και η πρωταρχική συσσώρευση που ανέλυσε ο καταλύει ή τουλάχιστον αποδιαρθρώνει τις προϋπάρχου ραγωγικές διαδικασίες, όμως (αντίθετα από την πρω συσσώρευση του Marx) ενσωματώνει αμέσως αυτές τις γωγικές διαδικασίες στα δικά της δίκτυα και επιφέρει λότερα δυνατά επίπεδα παραγωγικότητας σε διάφορες της παραγωγής. Η χρονική ακολουθία της ανάπτυξης κνώνεται έτσι σε ένα καθεστώς αμεσότητας, καθώς το της κοινωνίας τείνει να ενσωματωθεί με κάποιον τρόπο κτυα της πληροφοριακής παραγωγής. Τα πληροφοριακά
350
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG
τείνο υ ν π ρος κ ά τ ι π ου μ ο ιά ζει μ ε χρονική ταυτοσημία της κο νωνικής παραγωγής. Γ ι ’ α υ τό το λ ό γ ο , η επ α ν ά σ τ α σ η τ η ς π λ ιι ροψ οριακής συσσώ ρευσης α π α ιτ ε ί έ ν α τερ ά σ τιο ά λ μ α προς ισ χυρ ότερ η κ οινω νικ οπ οίη σ η τ η ς π α ρ α γω γή ς. Α υ τ ή η αυξημένοι κ οινω νικ οπ οίη σ η , π α ρ ά λ λ η λ α μ ε τ η συρρίκνω ση του κοινω νικό χώ ρ ου κα ι τ η ς χ ρ ο νικ ό τη τα ς, είνα ι μ ια δ ια δ ικα σ ία που α να μ φ ί* β ο λ α ω φ ε λ ε ί το κ εφ ά λα ιο μ ε τ η ν α υ ξη μ ένη παραγωγικότητά!?, της, τα υ τό χρ ο να όμω ς είνα ι μ ια δια δ ικα σ ία η οπ οία πα ραπέμπ ει, 1 π έρ α ν τ η ς ε π ο χ ή ς του κ εφ α λ α ίο υ , προς έ ν α ν ν έο κ ο ινω νικ ό I τρόπ ο π α ρ α γω γή ς.
3.3 Α Ν Τ ΙΣ Τ Α Σ Η , Κ Ρ ΙΣ Η , Μ Ε Τ Α Σ Χ Η Μ Α Τ ΙΣ Μ Ο Σ
Η συνέχεια του αγώνα είναι εύκολη: οι εργάτες χρειάζον ται μόνο τον εαυτό τους και το αφεντικό απέναντι τους. Η συνέχεια όμως της οργάνωσης είναι πράγμα σπάνιο και πολύπλοκο: μόλις καθιερωθεί, δεν αργεί να γίνει υπο χείριο της κεφαλαιοκρατίας ή του εργατικού κινήματος που υπηρετεί την κεφαλαιοκρατία.
M ario T ronti Η Νέα Αριστερά ξεπήδησε... από την περιστρεφόμενη λεκάνη του Έλβις.
J erry R ubin
Προηγουμένως ορίσαμε τον πόλεμο του Βιετνάμ ως παρέκκλι ση από το συνταγματικό σχέδιο των ΗΠΑ και την τάση τους για τη δημιουργία Αυτοκρατορίας. Εντούτοις, ο πόλεμος ήταν ταυτόχρονα μια έκφραση της επιθυμίας των Βιετναμέζων για ελευθερία, μια έκφραση της αγροτικής και προλεταριακής υπο κειμενικότητας -ένα θεμελιακό παράδειγμα αντίστασης, εναν τίον τόσο των τελικών μορφών του ιμπεριαλισμού όσο και του διεθνούς πειθαρχικού καθεστώτος. Ο πόλεμος του Βιετνάμ συνιστά ένα πραγματικό σημείο καμπής στην ιστορία της σύγ χρονης κεφαλαιοκρατίας, στο μέτρο που η βιετναμέζικη αντί σταση εκλαμβάνεται ως συμβολικό κέντρο μιας ολόκληρης σει ράς αγώνων ανά τον κόσμο, οι οποίοι ώς τότε είχαν παραμείνει διαχωρισμένοι και απομακρυσμένοι μεταξύ τους. Η αγροτική τάξη, η οποία είχε υποταχθεί στο πολυεθνικό κεφάλαιο, το (μετα)αποικιακό προλεταριάτο, η βιομηχανική εργατική τάξη των κυρίαρχων κεφαλαιοκρατικών χωρών και τα νεοφανή στρώματα του διανοούμενου προλεταριάτου, έτειναν όλα προς έναν κοινό τόπο εκμετάλλευσης μέσα στην κοινωνία-εργοστάσιο του παγ-
352
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG
κοσμιοποιημένου πειθαρχικού καθεστώτος. Οι ποικίλοι αγών συνέκλιναν εναντίον ενός κοινού εχθρού: τη ς διεθνούς πειθαρχ; κ η ς τάξεω ς. Μια αντικειμενική ενότητα καθιερώθηκε, κάπο φορές με πλήρη συνείδηση των αγωνιζομένων κι άλλες όχι. μακροχρόνιος κύκλος των αγώνων εναντίον των πειθαρχικά καθεστώτων είχε αγγίξει την ωριμότητα και τώρα πίεζε το κ ί φάλαιο να μεταβάλει τις δομές του και να υποβληθεί σε μια αΛ';( λαγή παραδείγματος.
Δύο, τρία, πολλά Βιετνάμ
\
^1 Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, το διεθνές σύστημα καπιτα^ /
*
λιστικής παραγωγής διερχόταν κρίση.1 Η κεφαλαιοκρατική κρί·| ση, όπως μας λέει ο Marx, είναι μια κατάσταση που απαιαπό το κεφάλαιο να υποβληθεί σε γενική υποτίμηση και εκ θρων ανακατάταξη των σχέσεων παραγωγής, ως αποτέλεσμί της καθοδικής πίεσης που ασκεί το προλεταριάτο στο ποσοστ»| κέρδους. Με άλλα λόγια, η κεφαλαιοκρατική κρίση δεν είνα| απλώς μια λειτουργία της δυναμικής του ίδιου του κεφαλαίο^ αλλά προκαλείται ευθέως από τον προλεταριακό ανταγωνισμό^ Η μαρξική έννοια της κρίσης μάς βοηθάει να εντοπίσουμε τα| σημαντικότερα χαρακτηριστικά της κρίσης που εκδηλώθηκε! στα τέλη της δεκαετίας του 1960. Η πτώση του ποσοστού κέρ*ί δους και η ρήξη των εξουσιαστικών σχέσεων γίνονται καλύτε-jj ρα κατανοητές, όταν τις θεωρήσουμε α πόρροια της συρροής κο»| συσσώρευσης προλεταριακών και αντικεφαλαιοκρατικών επιθέ*! σεων εναντίον του διεθνούς κεφαλαιοκρατικού συστήματος. Στις κυρίαρχες κεφαλαιοκρατικές χώρες, η περίοδος αυτή| έγινε μάρτυρας μιας σφοδρότατης εργατικής επίθεσης που εν| πρώτοις στόχευσε εναντίον των πειθαρχικών καθεστώτων της| κεφαλαιοκρατικής εργασίας. Η επίθεση καταρχάς εκφράστηκε1 ως μια γενικευμένη άρνηση της εργασίας και ειδικότερα ως άρ-^ νηση της εργασίας στο εργοστάσιο. Στόχος της ήταν να πλήξεΐ| την παραγωγικότητα και οποιοδήποτε μοντέλο ανάπτυξης βα-! σιζόταν στην αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας ow j
f
________________________________________________________
εργοστάσιο. Η άρνηση του πειθαρχικού καθεστώτος και η κα τάφαση της σφαίρας της μη εργασίας έγιναν τα ειδοποιά χα ρακτηριστικά ενός νέου συνόλου συλλογικών πρακτικών και μιας νέας μορφής βίου.3 Κατά δεύτερον, η επίθεση εξυπηρέτη σε την ανατροπή των διαιρέσεων που είχε επιβάλει στην αγο ρά εργασίας το κεφάλαιο. Τα τρία βασικότερα χαρακτηριστικά της αγοράς εργασίας -ο διαχωρισμός των κοινωνικών ομάδων (βάσει των κοινωνικών στρωμάτων, της φυλής, της εθνοτικής ταυτότητας, ή του φύλου), η ρευστότητα της αγοράς εργασίας (κοινωνική κινητικότητα, τριτογενοποίηση, νέες σχέσεις μετα ξύ της αμέσως και της εμμέσως παραγωγικής εργασίας, κ.ο.κ.), και οι ιεραρχίες της αγοράς της αφηρημένης εργασίας- απειλήθηκαν όλα από την αυξανόμενη αδιαλλαξία και ομοψυχία των εργατικών αιτημάτων. Η αυξανόμενη κοινωνικοποίηση του κεφαλαίου συνεπέφερε την κοινωνική συνένωση του προλετα ριάτου. Αυτή η όλο και πιο ενιαία φωνή έθεσε το γενικό αίτη μα για έναν εγγυημένο κοινωνικό μισθό και ένα κράτος πρό νοιας εξαιρετικά υψηλού επιπέδου.4 Τρίτον και τελευταίο, η ερ γατική επίθεση στόχευσε αμέσως εναντίον της κεφαλαιοκρατι κής εξουσίας. Η άρνηση της εργασίας και η κοινωνική συνένω ση του προλεταριάτου συνασπίστηκαν σε μια κατά μέτωπο επί θεση εναντίον της εξαναγκαστικής οργάνωσης της κοινωνικής εργασίας και των πειθαρχικών δομών της εξουσίας. Αυτή η ερ γατική επίθεση είχε καθαρά πολιτικό χαρακτήρα -ακόμη και στις περιπτώσεις που πολλές μαζικές πρακτικές, ιδίως της νε ολαίας, έμοιαζε να είναι εξ ορισμού απολιτικές- στο βαθμό που εξέθεσε και έπληξε τα πολιτικά νευραλγικά κέντρα της οικο νομικής οργάνωσης του κεφαλαίου. Μεταρρυθμίσεις στα τοπικά και διεθνή καθεστώτα επέβα λαν και οι αγώνες των αγροτών και των προλετάριων στις εξαρτημένες χώρες. Οι επί δεκαετίες διεξαγόμενοι επαναστατι κοί αγώνες -από την Κινεζική Επανάσταση ώς το Βιετνάμ και από την Κουβανική Επανάσταση ώς την πληθώρα των απελευ θερωτικών αγώνων στη Λατινική Αμερική, την Αφρική και τον αραβικό κόσμο- είχαν προωθήσει ένα αίτημα για μισθούς που
L
354
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGKI|
τα διάφορα σοσιαλιστικά και/ή εθνικιστικά ρεφορμιστικά κάθε*' στώτα έπρεπε να το ικανοποιήσουν και το οποίο ευθέως απο*| σταθεροποίησε το διεθνές οικονομικό σύστημα. Η ιδεολογία rott'i εκσυγχρονισμού, ακόμη και όταν δεν κόμιζε «ανάπτυξη», γεν;'| νούσε νέες επιθυμίες που υπερέβαιναν τις καθεστηκυίες σχέσεις | παραγωγής και αναπαραγωγής. Η απρόσμενη αύξηση του κό'τΙ στους των πρώτων υλών, της ενέργειας και ορισμένων αγροτι-'ί κών εμπορευμάτων στις δεκαετίες του 1960 και του 1970 ήτα® ένα σύμπτωμα των νέων επιθυμιών και της αυξανόμενης πίεσης λ που ασκούσε το διεθνές προλεταριάτο όσον αφορά το καθεστώ|| των μισθών. Οι αγώνες αυτοί δεν είχαν μόνον ποσοτικές.επι» πτώσεις, αλλά προσδιόρισαν και ένα ποιοτικά νέο στοιχείο, ΤΜ οποίο απέβη καθοριστικό για την ένταση της κρίσης. Για π ε || ρισσότερο από έναν αιώνα, οι πρακτικές του ιμπεριαλισμού ε|1 χαν λειτουργήσει για να υπαγάγουν κάθε μορφής παραγιός ανά τον κόσμο στον έλεγχο του κεφαλαίου, και, στη δεδομέν»| μεταβατική περίοδο, η τάση αυτή απλώς εντάθηκε, προκαλώ ^ τας αναπόφευκτα μια πιθανή ή δυνητική ενότητα του διεθνούΙ® προλεταριάτου. Αυτή η δ υ νη τικ ή εν ό τ η τ α ουδέποτε πραγματώΐ θηκε πλήρως ως π α γ κ ό σ μ ια π ο λ ιτ ικ ή εν ό τ η τ α , μολαταύτα ο@| επιπτώσεις της ή τ α ν σημαντικές. Με άλλα λόγια, το σημαντι4| κότερο εδώ φαίνεται ότι δεν είναι οι ελάχιστες περιπτώσεις πραγματικής και ενσυνείδητης διεθνούς οργάνωσης της εργα|| σίας, αλλά μάλλον η α ν τ ικ ε ιμ ε ν ικ ή σύμπτωση αγώνων οι οποίη| οι αλληλεπικαλύπτονται, ακριβώς επειδή, παρά τη ριζική τους! ετερογένεια, στόχευαν όλοι εναντίον του διεθνούς πειθαρχικό» καθεστώτος του κεφαλαίου. Η αύξουσα σύμπτωση προσδιόρισα αυτό που θα ονομάσουμε συσσώρευση αγώνων. Αυτή η συσσώρευση αγώνων υπέσκαψε τη στρατηγική του κεφαλαίου, η οποία είχε βασιστεί επί μακράν στις ιεραρχίες τω*> διεθνών καταμερισμών της εργασίας για να εμποδίσει οποιαδή* ποτέ μορφή παγκόσμιας ενότητας των εργατών. Ή δη τον 19ό αιώνα, πριν ο ιμπεριαλισμός φτάσει στο απόγειο της ακμής του^ ο Engels θρηνούσε για το γεγονός ότι το αγγλικό προλεταριά' το είχε τοποθετηθεί στη θέση μιας «αριστοκρατίας της εργατι'
Λ ΪΤ Ο Κ Ρ Α Τ Ο Ρ ΙΑ
355
κής τάξης», γιατί τα συμφέροντά του συνέπλεαν μάλλον με το σχέδιο του βρετανικού ιμπεριαλισμού και όχι με τις δυνάμεις της αποικιακής εργατικής δύναμης. Κατά την περίοδο της πα ρακμής των ιμπεριαλιστικών καθεστώτων, ασφαλώς επιβίωναν ισχυροί διεθνείς καταμερισμοί της εργασίας, όμως τα ιμπερια λιστικά πλεονεκτήματα οποιασδήποτε εθνικής εργατικής τάξης είχαν αρχίσει να αποδυναμώνονται. Οι κοινοί αγώνες του προ λεταριάτου των εξαρτημένων χωρών αφαίρεσαν από την παλαιά ιμπεριαλιστική στρατηγική τη δυνατότητα να μετατοπίζει την κρίση από τον μητροπολιτικό χώρο στα αποικιακά εδάφη. Ήταν πλέον ανέφικτο να βασιστεί κανείς στην παλιά στρατη γική του Cecil Rhodes, να αποσοβεί τους εσωτερικούς κινδύ νους που γεννούσε η ταξική διαπάλη στην Ευρώπη μεταθέτον τας τις οικονομικές πιέσεις στην ακόμη αδιατάρακτη τάξη του κυριαρχούμενου από το ιμπεριαλιστικό καθεστώς πεδίου, το οποίο συντηρούνταν με βάναυσα αποτελεσματικές τεχνικές. Το προλεταριάτο που είχε σχηματιστεί στο ιμπεριαλιστικό πεδίο ήταν πλέον και αυτό οργανωμένο, οπλισμένο και επικίνδυνο. Υπήρξε λοιπόν μια τάση για συνένωση του διεθνούς και πολυε θνικού προλεταριάτου σε μια κοινή επίθεση εναντίον του κεφα λαιοκρατικού πειθαρχικού συστήματος.5 Η αντίσταση και η πρωτοβουλία του προλεταριάτου στις εξαρτημένες χώρες βρήκε απήχηση ως σύμβολο και πρότυπο τόσο πάνω όσο και μέσα στο προλεταριάτο των κυρίαρχων κεφαλαιοκρατικών χωρών. Λόγω αυτής της σύγκλισης, οι εργατικοί αγώνες σε όλη την επικράτεια του διεθνούς κεφαλαίου επέτασσαν ήδη το τέλος του διαχωρισμού σε Πρώτο και Τρίτο Κόσμο και την ενδεχό μενη πολιτική ενοποίηση ολόκληρου του παγκόσμιου προλετα ριάτου. Η σύγκλιση των αγώνων έθετε σε διεθνή κλίμακα το πρόβλημα του μετασχηματισμού της εργασιακής συνεργασίας σε επαναστατική οργάνωση και της πραγμάτωσης της δυνητι κής πολιτικής ενότητας. Με αυτήν την αντικειμενική σύγκλιση και συσσώρευση των αγώνων, οι τριτοκοσμικές θεωρήσεις, που ίσως προηγουμένως είχαν κάποια περιορισμένη χρησιμότητα, κατέστησαν πλέον
356
MICHAEL HARDT - ANTONIO N E|
τελείως ανώφελες. Θεωρούμε ότι ο τριτοκοσμισμός χαρακ· ζεται από την αντίληψη πως η θεμελιακή αντίφαση και ο ταρχικός ανταγωνισμός του διεθνούς κεφαλαιοκρατικού σι ματος εντοπίζεται μεταξύ του κεφαλαίου του Πρώτου Κό και της εργασίας του Τρίτου. Η δυνατότητα για επανάι εδρεύει συνεπώς αποκλειστικά και μόνον στον Τρίτο Κό< Την άποψη αυτή την έχουν επικαλεστεί, ρητά ή σιωπηρά, κίλες Θεωρίες της εξάρτησης, Θεωρίες της υπανάπτυξης και ωρήσεις που υιοθετούν την αντίληψη του παγκόσμιου συστή| τος.7 Η περιορισμένη αρετή της τριτοκοσμικής προοπτικής νίσταται στο ότι αντιτάχθηκε ευθέως στην «πρωτοκοσμική» ευρωκεντρική άποψη, ότι η καινοτομία και η αλλαγή ανέκαΙ προέρχονταν, και μπορούν να προέλθουν, μόνον από τον ευ| αμερικανικό χώρο. Εντούτοις, η κατοπτρική αντίκρουση αι του εσφαλμένου ισχυρισμού οδηγεί απλώς σε μιαν εξί' εσφαλμένη τοποθέτηση. Θεωρούμε αυτή την τριτοκοσμική π| οπτική ανεπαρκή, διότι αγνοεί τις καινοτομίες και τους α' γωνισμούς της εργασίας που σημειώνονται στον Πρώτο και Δεύτερο Κόσμο. Επιπλέον, και πιο σημαντικό εν προκειμένω, τριτοκοσμική προοπτική εθελοτυφλεί στην πραγματική σύγκλι ση των ανά των κόσμο αγώνων που παρατηρείται εξίσου σε κ ϋ | ρίαρχες και εξαρτημένες χώρες.
Η απάντηση του κεφαλαίου στην κρίση
si
1 Καθώς η παγκόσμια συρροή των αγώνων υπέσκαπτε τις κεφ«ί| λαιοκρατικές και ιμπεριαλιστικές ικανότητες της πειθαρχίας, η! οικονομική τάξη που είχε επικρατήσει στον πλανήτη σχεδόν] για μια τριακονταετία, ο Χρυσός Αιώνας της αμερικανική® ηγεμονίας και της κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης, άρχισε να | αποδιαρθρώνεται. Η μορφή και η ουσία της κεφαλαιοκρατικής'! διαχείρισης της διεθνούς ανάπτυξης κατά τη μεταπολεμική π ε-| ρίοδο υπαγορεύτηκε στη διάσκεψη του Μπρέττον Γουντς, στο·] Νιου Χαμπσάιρ, το 1944.® Το σύστημα του Μπρέττον Γουντς] βασίστηκε σε τρία θεμελιακά στοιχεία. Το πρώτο του χαρα-]
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
357
κτηριστικό ήταν η εκτενής οικονομική ηγεμονία των Ηνωμέ νων Πολιτειών επί όλων ανεξαιρέτως των μη σοσιαλιστικών χωρών. Η ηγεμονία αυτή διασφαλιζόταν από τη στρατηγική επιλογή μιας φιλελεύθερης ανάπτυξης, βασιζόμενης στο σχετικώς ελεύθερο εμπόριο και κυρίως στη διατήρηση του χρυσού (του οποίου οι Ηνωμένες Πολιτείες κατείχαν το ένα τρίτο πε ρίπου του παγκόσμιου αποθέματος) ως εγγύησης της δύναμης του δολαρίου. Το δολάριο «άξιζε το βάρος του σε χρυσάφι». Δεύτερον, το σύστημα απαιτούσε τη συμφωνία για νομισματική σταθεροποίηση μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και των υπό λοιπων κυρίαρχων κεφαλαιοκρατικών χωρών (αρχικά της Ευ ρώπης και κατόπιν της Ιαπωνίας) στα παραδοσιακά εδάφη των ευρωπαϊκών ιμπεριαλιστικών καθεστώτων, τα οποία προηγου μένως βρίσκονταν υπό την κυριαρχία της αγγλικής στερλίνας και του γαλλικού φράγκου. Η μεταρρύθμιση στις κυρίαρχες κε φαλαιοκρατικές χώρες μπορούσε συνεπώς να χρηματοδοτηθεί από ένα πλεόνασμα εξαγωγών προς τις Ηνωμένες Πολιτείες και να διασφαλιστεί από το νομισματικό σύστημα του δολαρί ου. Τέλος, το Μπρέττον Γουντς υπαγόρευσε την ίδρυση μιας οιονεί ιμπεριαλιστικής σχέσης των Ηνωμένων Πολιτειών επί όλων των υποταγμένων, μη σοσιαλιστικών χωρών. Η εσωτερι κή οικονομική ανάπτυξη των Ηνωμένων Πολιτειών και η στα θεροποίηση και μεταρρύθμιση στην Ευρώπη και την Ιαπωνία διασφαλίζονταν από τις Ηνωμένες Πολιτείες, στο μέτρο που αυτές συσσώρευαν ιμπεριαλιστικά υπερκέρδη μέσα από τη σχέ ση τους με τις εξαρτημένες χώρες. Το σύστημα νομισματικής ηγεμονίας των ΗΠΑ συνιστούσε μια θεμελιακά νέα διευθέτηση διότι, ενώ ο έλεγχος των προ γενέστερων νομισματικών συστημάτων (ιδίως του βρετανικού) είχε εναποτεθεί απαρέγκλιτα στα χέρια ιδιωτών τραπεζιτών και επενδυτών, το Μπρέττον Γουντς έδωσε τον έλεγχο σε ορι σμένους κυβερνητικούς και ρυθμιστικούς οργανισμούς, περιλαμβανομένων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, της Παγκό σμιας Τράπεζας και τελικώς του Ομοσπονδιακού Αποθεματικού Συστήματος των ΗΠΑ.9 Το Μπρέττον Γουντς μπορεί συνεπώς
V» -Ί$ Μ
358
MICHAEL HARDT - ANTONIO NE
να θεωρηθεί ως η νομισματική και οικονομική όψη της ηγε| νιας που επέβαλλε το μοντέλο του Νιου Ντηλ στην παγκόσμΙ κεφαλαιοκρατική οικονομία. Οι κεϋνσιανοί και ψευδοϊμπεριαλιστικοί μηχανισμοί τι Μπρέττον Γουντς τελικώς περιήλθαν σε κρίση, όταν η συνέ· ση των εργατικών αγώνων στις Ηνωμένες Πολιτείες, την ρώπη και την Ιαπωνία αύξησαν το κόστος της σταθεροποίη και του ρεφορμισμού, και οι αντιιμπεριαλιστικοί και αντικ© λαιοκρατικοί αγώνες στις εξαρτημένες χώρες άρχισαν να υ σκάπτουν την εξαγωγή υπερκερδών.10 Όταν ο ιμπεριαλιστι: μηχανισμός δεν μπορούσε πλέον να προχωρήσει άλλο και οι γατικοί αγώνες έγιναν ακόμη πιο απαιτητικοί, το εμπορικό ζύγιο των ΗΠΑ άρχισε να γέρνει επικίνδυνα υπέρ της Ευρώ· και της Ιαπωνίας. Μια πρώτη φάση της κρίσης -υφέρπου μάλλον παρά καλπάζουσας- εκτείνεται από τις αρχές ώς τα τ Μ λη της δεκαετίας του 1960. Αφ’ ης στιγμής οι ασφαλιστικές κλίδες που προέβλεπε το Μπρέττον Γουντς έκαναν το δολάρΜ de facto αμετάτρεπτο, η νομισματική διαμεσολάβηση της θνούς παραγωγής και του διεθνούς εμπορίου αναπτύχθηκε σ η | διάρκεια μιας φάσης η οποία χαρακτηριζόταν από τη σχετικά ελεύθερη κυκλοφορία του κεφαλαίου, την οικοδόμηση μια$ ισχυρής αγοράς ευρωδολαρίου και τον καθορισμό πολιτικής ισο^ τίμιας κατά το μάλλον ή ήττον παντού στις κυρίαρχες χώρες.*?! Ωστόσο, η έκρηξη του 1968 στην Ευρώπη, τις Ηνωμένες Πολι^ τείες και την Ιαπωνία, σε συνδυασμό με τη στρατιωτική νίκη των Βιετναμέζων επί των Ηνωμένων Πολιτειών, διέλυσε τελείς ως αυτή την προσωρινή σταθερότητα. Το στασιμοπληθωρισμό τον διαδέχτηκε ένας καλπάζων πληθωρισμός. Η δεύτερη φάση της κρίσεως μπορεί να θεωρηθεί ότι αρχίζει στις 17 Αυγούστου· 1971, όταν ο πρόεδρος Nixon αποσυνέδεσε το δολάριο από τον Χρυσό Κανόνα (Golden Standard), καθιστώντας το de jure αμετάτρεπτο και προσθέτοντας 10% προσεπιβάρυνση σε όλες· τις εισαγωγές από την Ευρώπη προς τις Ηνωμένες Πολιτείες.11 Όλο το χρέος των ΗΠΑ ουσιαστικά μεταβιβάστηκε στην Ευ ρώπη. Αυτό το εγχείρημα μπόρεσε να επιτελεστεί μόνο λόγο»'
α τ τ ο κ ρ α τ ο ρ ια
359
της οικονομικής και πολιτικής δύναμης των Ηνωμένων Πολι τειών, οι οποίες θύμισαν με αυτόν τον τρόπο στους Ευρωπαίους τους αρχικούς όρους της συμφωνίας, την ηγεμονία τους ως άκρον άωτον της εκμετάλλευσης και του κεφαλαιοκρατικού προστάγματος. Στη δεκαετία του 1970 η κρίση εκδηλώθηκε ανοιχτά και έπληξε τη δομή του συστήματος. Το σύστημα των πολιτικών και οικονομικών ισορροπιών που επινοήθηκε στο Μπρέττον Γουντς είχε περιέλθει σε πλήρη αποδιοργάνωση, και το μόνο που απέμενε από αυτό ήταν το απροκάλυπτο γεγονός της ηγε μονίας των ΗΠΑ. Η φθίνουσα αποτελεσματικότητα των μηχα νισμών του Μπρέττον Γουντς και η αποδιάρθρωση του νομι σματικού συστήματος του φορντισμού στις κυρίαρχες χώρες κα τέστησαν σαφές ότι η ανοικοδόμηση ενός διεθνούς συστήματος του κεφαλαίου θα έπρεπε να περιλαμβάνει μια ευρεία αναδιάρ θρωση των οικονομικών σχέσεων και μια αλλαγή παραδείγμα τος όσον αφορά τον ορισμό του παγκόσμιου προστάγματος. Μια τέτοια κρίση, εντούτοις, δεν είναι πάντοτε απόλυτα αρνητικό ή απρόσδεκτο συμβάν, ιδωμένη από τη σκοπιά του κεφαλαίου. Ο Marx υποστηρίζει ότι το κεφάλαιο στην πραγματικότητα ωφε λείται σημαντικά από τις οικονομικές κρίσεις, εξαιτίας της μετασχηματιστικής τους δύναμης. Σε σχέση με το γενικότερο σύ στημα, οι μεμονωμένοι κεφαλαιοκράτες είναι συντηρητικοί. Επικεντρώνονται κυρίως στην άμεση μεγιστοποίηση του ατομι κού τους κέρδους, ακόμη κι όταν αυτό μπορεί να οδηγήσει μα κροπρόθεσμα το συλλογικό κεφάλαιο στην καταστροφή. Η οι κονομική κρίση μπορεί να εξουδετερώσει αυτές τις αντιστάσεις, να καταστρέψει τους ασύμφορους τομείς, να αναδιαρθρώσει την οργάνωση της παραγωγής και να ανανεώσει τις τεχνολογίες της. Με άλλα λόγια, η οικονομική κρίση μπορεί να προαγάγει έναν μετασχηματισμό που θα αποκαταστήσει ένα υψηλό γενι κό ποσοστό κέρδους, αντεπιτιθέμενη κατ’ αυτόν τον τρόπο στην ίδια περιοχή που ορίζεται από την εργατική επίθεση. Η γενική υποτίμηση του κεφαλαίου και οι προσπάθειές του να καταλύσει την οργάνωση των εργατών εξυπηρετούν το μετασχη-
360
MICHAEL HARDT - ANTONIO NE
3 ματισμό της ουσίας της κρίσεως -των ανισορροπιών της κλοφορίας και της υπερπαραγωγής- σε έναν αναδιοργανω; μηχανισμό προστάγματος, ο οποίος αναδιαρθρώνει τη μεταξύ ανάπτυξης και εκμετάλλευσης. Με δεδομένη την ένταση και τη συνοχή των αγώνων σημειώθηκαν κατά τις δεκαετίες του 1960 και του ’70, το φάλαιο διέθετε δύο εναλλακτικές για να επιτύχει τον κατ σμό των αγώνων και την αναδιάρθρωση του ελέγχου, τις ες δοκίμασε διαδοχικά. Η πρώτη εναλλακτική, που είχε ρισμένη αποτελεσματικότητα, ήταν η κ α τ α σ τ α λ τ ικ ή ε π ιλ -ένα κατ’ ουσίαν συντηρητικό εγχείρημα. Η κατασταλι στρατηγική του κεφαλαίου αποσκοπούσε στην πλήρη αναβ φή της κοινωνικής διαδικασίας, με το διαχωρισμό και την α κέντρωση της αγοράς εργασίας, και την αποκατάσταση ελέγχου σε όλο τον κύκλο της παραγωγής. Έτσι το κεφά ευνόησε τις οργανώσεις που ζητούσαν έναν εγγυημένο για περιορισμένο τμήμα του εργατικού δυναμικού, καθηλών τας το εν λόγω τμήμα του πληθυσμού εντός των δομών α·' των οργανώσεων και επιτείνοντας το διαχωρισμό μεταξύ αυ των εργατών και άλλων, περισσότερο περιθωριοποιημένων πλη θυσμών. Η ανασυγκρότηση ενός συστήματος της ιεραρχικ^ διαμερισματοποίησης, τόσο στο εσωτερικό κάθε έθνους όσο διεθνώς, επιτεύχθηκε με τον έλεγχο της κοινωνικής κινητι; τητας και ρευστότητας. Η κατασταλτική χρήση της τεχνο». γίας, περιλαμβανομένης της αυτοματοποίησης και κομπιουτ ροποίησης της παραγωγής, ήταν ένα από τα βασικότερα ότ που χρησιμοποιήθηκαν σε αυτή την προσπάθεια. Ο προηγούμ νος θεμελιακός τεχνολογικός μετασχηματισμός στην ιστορώ της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής (δηλαδή η εισαγωγή γραμμής συναρμολόγησης και του καθεστώτος της μαζικής ραγωγής) επέφερε κρίσιμες μεταβολές στις άμεσες παραγωγι κές διαδικασίες (ταιηλορισμός) και ένα τεράστιο βήμα προς κατεύθυνση της ρύθμισης του κοινωνικού κύκλου της αναπαραή γωγής (φορντισμός). Οι τεχνολογικοί μετασχηματισμοί της δβν καετίας του 1970, εντούτοις, με την έντονη τάση τους για α;
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
361
τοματικό εξορθολογισμό, ώθησαν αυτά τα καθεστώτα στο έπα κρο της αποτελεσματικότητάς τους, στο σημείο θραύσης. Οι ταιηλορικοί και φορντικοί μηχανισμοί δεν μπορούσαν πλέον να ελέγξουν τη δυναμική των παραγωγικών και κοινωνικών δυνά μεων.13 Η καταστολή που ασκήθηκε μέσω του παλαιού πλαισί ου ελέγχου μπορούσε ίσως σε κάποιο βαθμό να συγκρατήσει τις καταστρεπτικές δυνάμεις της κρίσης και τη μανία της εργατι κής επίθεσης, τελικά όμως αποτελούσε ταυτόχρονα μια αυτοκαταστροφική απάντηση που θα προκαλούσε ασφυξία στην ίδια την κεφαλαιοκρατική παραγωγή. Την ίδια εποχή, λοιπόν, είχε αρχίσει να διαφαίνεται μια δεύ τερη εναλλακτική, η οποία θα συνεπαγόταν έναν τεχνολογικό μετασχηματισμό που θα αποσκοπούσε πλέον όχι στην κατα στολή, αλλά μάλλον στην αλλαγή της ίδιας της σύνθεσης του προλεταριάτου, και άρα στην ενσωμάτωση και τον έλεγχο των νέων πρακτικών και μορφών του, ούτως ώστε να αποβούν επι κερδείς για το κεφάλαιο. Εντούτοις, για να καταλάβουμε πώς προέκυψε η δεύτερη δυνατότητα απάντησης του κεφαλαίου στην κρίση, η εναλλακτική που συνιστά μια μεταβολή παρα δείγματος, πρέπει να ερευνήσουμε πέρα από την άμεση λογική της κεφαλαιοκρατικής στρατηγικής και προγραμματισμού. Η ιστορία των κεφαλαιοκρατικών μορφών είναι πάντα κατ’ ανάγ κην μια αντιδραστική ιστορία: αν αφηνόταν απερίσπαστο, το κεφάλαιο ουδέποτε θα εγκατέλειπε ένα επικερδές καθεστώς. Με άλλα λόγια, η κεφαλαιοκρατία υποβάλλεται σε συστημικό μετασχηματισμό μόνον όταν εξαναγκάζεται να το πράξει και όταν το τρέχον καθεστώς δεν μπορεί πλέον να διατηρηθεί. Για να συλλάβουμε τον ενεργό χαρακτήρα της διαδικασίας, πρέπει να υιοθετήσουμε τη σκοπιά της αντίπαλης πλευράς -δηλαδή τη σκοπιά του προλεταριάτου, καθώς και εκείνη του εναπομένοντος μη κεφαλαιοκρατικού κόσμου, ο οποίος σταδιακά συμπαρασύρεται σε κεφαλαιοκρατικές σχέσεις. Η δύναμη του προλεταριά του θέτει όρια στο κεφάλαιο και όχι μόνον αποτελεί αποφασι στικό παράγοντα για την έκβαση της κρίσης, αλλά και υπαγο ρεύει τους όρους και τη φύση του μετασχηματισμού. Το προλε-
:i62
MICHAEL HAHDT - ANTONIO NEC
ταριατο ουσιαστικά επινοεί τις κοινωνικές και παραγωγικές μ φές που το κεφάλαιο θα αναγκαστεί να υιοθετήσει στο μέλλσν;$ Μπορούμε να σχηματίσουμε μια πρώτη εντύπωση αυτού καθοριστικού ρόλου του προλεταριάτου, αν αναρωτηθούμε πι σε όλη τη διάρκεια της κρίσης οι Ηνωμένες Πολιτείες κα· θωσαν να διατηρήσουν την ηγεμονία τους. Η απάντηση, κάτι ένα μεγάλο μέρος και ίσως κατά παράδοξο τρόπο, δεν βρίι ται στη μεγαλοφυΐα των πολιτικών ή των κεφαλαιοκρατών τι ΗΠΑ, αλλά στη δύναμη και τη δημιουργικότητα του προλε ριάτου τους. Ενώ προηγουμένως, από μια άλλη προοπτική, ωρήσαμε τη βιετναμέζικη αντίσταση ως συμβολικό κέντρο .τι αγώνων, τώρα, από την άποψη της μεταβολής παραδείγματα του διεθνούς κεφαλαιοκρατικού προστάγματος, το προλεταριάτά των ΗΠΑ εμφανίζεται ως η υποκειμενική μορφή που εξέφραοφΙ με τον πληρέστερο τρόπο τις επιθυμίες και τις ανάγκες τι διεθνών και πολυεθνικών εργατών.14 Διαψεύδοντας τη συνήθη αντίληψη, ότι το προλεταριάτο των ΗΠΑ είναι αδύναμο λόγω) της χαμηλής κομματικής και συνδικαλιστικής του εκπροσώπηή! σης σε σύγκριση με την Ευρώπη και αλλού, ίσως πρέπει να τ ο | θεωρήσουμε ισχυρό ακριβώς γι’ αυτούς τους λόγους. Η δύναμη ! της εργατικής τάξης δεν εδρεύει στους αντιπροσωπευτικούς θε σμούς αλλά στον ανταγωνισμό και την αυτονομία των ίδιων των; εργατών.15 Αυτό ακριβώς σημάδεψε την πραγματική δύναμη ί της βιομηχανικής εργατικής τάξης των ΗΠΑ. Επιπλέον, η δη-) μιουργικότητα και ο συγκρουσιακός χαρακτήρας του προλετα ριάτου ενοικούσαν επίσης, και ίσως σε σημαντικότερο βαθμό, στους εργαζόμενους πληθυσμούς εκτός των εργοστασίων. Ακό- ' μη κι εκείνοι (και μάλιστα ιδιαίτερα εκείνοι) που ενεργά αρνή- 1 θηκαν την εργασία, έθεσαν σοβαρές απειλές και δημιουργικές . εναλλακτικές.16 Κατά συνέπεια, για να καταλάβουμε τη συνέχι ση της ηγεμονίας των ΗΠΑ δεν αρκεί να αναφέρουμε τις σχέ σεις καταναγκασμού που άσκησε η κεφαλαιοκρατία των ΗΠΑ πάνω στους κεφαλαιοκράτες άλλων χωρών. Η ηγεμονία των ΗΠΑ ουσιαστικά στηρίχτηκε από την ανταγωνιστική δύναμη του προλεταριάτου των Ηνωμένων Πολιτειών.
λ τ τ ο κ ρ α τ ο ρ ια
363
Η νέα ηγεμονία ποο φαινόταν να παραμένει στα χέρια των ΗΠΑ συνέχιζε σε αυτή τη φάση να είναι περιορισμένη, εγκλω βισμένη στο πλαίσιο παλαιών μηχανισμών πειθαρχικής ανα διάρθρωσης. Χρειαζόταν μια μεταβολή παραδείγματος για το σχεδίασμά της αναδιαρθρωτικής διαδικασίας σύμφωνα με τις γραμμές της πολιτικής και τεχνολογικής αλλαγής. Με άλλα λόγια, το κεφάλαιο έπρεπε να αντιμετωπίσει και να ανταποκριθεί στη νέα παραγωγή υποκειμενικότητας του προλεταριά του. Αυτή η νέα παραγωγή υποκειμενικότητας (πέρα από τον αγώνα για το σύστημα προνοίας που έχουμε ήδη αναφέρει) έφτασε σε ό,τι θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε οικολογικό αγώνα, αγώνα για τον τρόπο ζωής, ο οποίος τελικά εκφράστη κε στις εξελίξεις της άυλης εργασίας.
Η οικολογία του κεφαλαίου Εξακολουθούμε να μην είμαστε σε θέση να κατανοήσουμε τη φύση της δεύτερης μορφής απάντησης του κεφαλαίου στην κρί ση, της μεταβολής παραδείγματος που θα το βοηθήσει να προ χωρήσει πέρα από τη λογική και τις πρακτικές του πειθαρχι κού εκσυγχρονισμού. Πρέπει να επιχειρήσουμε άλλη μια ανα δρομή στο παρελθόν και να εξετάσουμε τους περιορισμούς που επιβλήθηκαν στο κεφάλαιο από το διεθνές προλεταριάτο και το μη κεφαλαιοκρατικό περιβάλλον, δύο περιορισμούς που κατέ στησαν απαραίτητο το μετασχηματισμό και υπαγόρευσαν τους όρους του. Την εποχή του Α' Παγκοσμίου πολέμου, πολλοί παρατηρη τές, και ειδικότερα οι μαρξιστές θεωρητικοί του ιμπεριαλισμού, νόμιζαν ότι είχε σημάνει η ύστατη ώρα για το κεφάλαιο, ότι εί χε φτάσει στα πρόθυρα μιας μοιραίας καταστροφής. Η κεφαλαιοκρατία είχε πραγματοποιήσει σταυροφορίες επέκτασης επί δεκαετίες ολόκληρες, είχε εκμεταλλευτεί εξαντλητικά σημαντι κά τμήματα του πλανήτη για να επιτύχει τη συσσώρευσή της και για πρώτη φορά ήταν αναγκασμένη να αντιμετωπίσει τα όρια που έθεταν τα σύνορά της. Καθώς αυτά τα όρια έκλειναν,
364
MICHAEL HARDT - ANTONIO ΝΕΟΙ
οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις βρέθηκαν αναπόφευκτα εμπλεγ] νες σε μια θανάσιμη σύγκρουση μεταξύ τους. Το κεφάλα»! εξαρτιόταν από το έξω του, από το μη κεφαλαιοκρατικό πι βάλλον του, όπως είχε πει η Rosa Luxemburg, προκειμένου υλοποιήσει την υπεραξία και με αυτόν τον τρόπο να συνεχίι τους κύκλους της συσσώρευσής του. Στις αρχές του 20ού αι< να, φάνηκε ότι οι ιμπεριαλιστικές περιπέτειες της κεφαλαία! κρατικής συσσώρευσης σύντομα θα εξαντλούσαν το πέριξ κεφαλαίου μη κεφαλαιοκρατικό φυσικό περιβάλλον και ότι κεφάλαιο θα λιμοκτονούσε μέχρι θανάτου. Οτιδήποτε βρισκό| ταν έξω από την κεφαλαιοκρατική σχέση -είτε αυτό ήταν θρωπος, ζώο, φυτό ή ορυκτό-, για το κεφάλαιο και την ε: κτασή του θεωρούνταν φύση.17 Η κριτική του κεφαλαιοκρατικι ιμπεριαλισμού εξέφραζε έτσι μια οικολογική συνείδηση -οικοΐ λογική ακριβώς στο μέτρο που διέβλεπε τα πραγματικά όρι της φύσης και τις ολέθριες συνέπειες της καταστροφής της.11 Λοιπόν, καθώς γράφουμε αυτό το βιβλίο και ο 20ός αιώνα,! οδεύει προς το τέλος του, η κεφαλαιοκρατία όλως παραδόξωήί χαίρει άκρας υγείας, η συσσώρευσή της είναι πιο ακμαία απ$ ποτέ. Πώς μπορούμε να συμβιβάσουμε αυτό το γεγονός με τ ιο ενδελεχείς αναλύσεις μιας πλειάδας μαρξιστών συγγραφέων στο'] ξεκίνημα του αιώνα, που αναφέρονταν στις ιμπεριαλιστικές συγ*;: κρούσεις ως συμπτώματα μιας επικείμενης οικολογικής κατα*-; στροφής που θα εξωθούσε τη φύση στα όριά της; Υπάρχουν τρεις τρόποι για να προσεγγίσουμε το μυστήριο της συνεχιζό-f μενης ευρωστίας του κεφαλαίου. Καταρχάς, κάποιοι ισχυρίζον ται ότι το κεφάλαιο έπαψε πλέον να είναι ιμπεριαλιστικό, ότι| έχει αναμορφωθεί, ότι επανήλθε στις ημέρες της νεότητάς το υ | και ανέπτυξε φιλική, οικολογική σχέση με το μη κεφαλαίο-| κρατικό περιβάλλον του. Ακόμη κι αν δεν υπήρχαν οι αναλύσεις | θεωρητικών όπως ο Marx και η Luxemburg, που απέδειξαν ότι μια τέτοια διαδικασία αντιβαίνει στην ίδια την ουσία της κε φαλαιοκρατικής συσσώρευσης, και μόνο μια βιαστική ματιά στη σύγχρονη παγκόσμια πολιτική οικονομία θα ήταν αρκετή j για να μας πείσει να απορρίψουμε αυθωρεί αυτή την εξήγ
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
365
Είναι αρκετά σαφές ότι η κεφαλαιοκρατική επέκταση συνεχί στηκε με αυξανόμενους ρυθμούς κατά το δεύτερο ήμισυ του 20ού αιώνα, ανοίγοντας νέες περιοχές στην κεφαλαιοκρατική αγορά και υπάγοντας μη κεφαλαιοκρατικές παραγωγικές διαδι κασίες στην εξουσία του κεφαλαίου. Μια δεύτερη υπόθεση ίσως είναι ότι η αναπάντεχη μακροβιότητα της κεφαλαιοκρατίας προϋποθέτει απλώς μια συνέχιση των ίδιων διαδικασιών επέκτασης και συσσώρευσης που αναλύ σαμε προηγουμένως, μόνο που η πλήρης εξάντληση του περι βάλλοντος δεν είναι ακόμη προ των πυλών, και η στιγμή που το κεφάλαιο θα βρεθεί αντιμέτωπο με τα όριά του και θα συντελεστεί η οικολογική καταστροφή είναι ακόμη μακριά. Οι παγκόσμιες πλουτοπαραγωγικές πηγές του μη κεφαλαιοκρατι κού περιβάλλοντος έχουν όντως αποδειχτεί τεράστιες. Μολονό τι η αποκαλούμενη Πράσινη Επανάσταση έχει υπαγάγει στην κεφαλαιοκρατική σφαίρα μια μεγάλη μερίδα της παγκόσμιας μη κεφαλαιοκρατικής αγροτικής παραγωγής, και άλλα σχέδια εκσυγχρονισμού έχουν ενσωματώσει νέα εδάφη και πολιτισμούς στον κύκλο της κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης, απομένουν ακόμη τεράστια (αν και, εννοείται, περιορισμένα) κοιτάσματα εργατικής δύναμης και υλικών πόρων για να υπαχθούν στην κε φαλαιοκρατική παραγωγή και πιθανοί τόποι για την επέκταση των αγορών. Η κατάρρευση των σοσιαλιστικών καθεστώτων στη Σοβιετική Ένωση και την Ανατολική Ευρώπη, λόγου χάριν, από κοινού με το άνοιγμα της κινεζικής οικονομίας κατά τη μετά τον Μάο εποχή, έχει προσφέρει στο παγκόσμιο κεφά λαιο πρόσβαση σε αχανείς εκτάσεις μη κεφαλαιοκρατικού περι βάλλοντος -προετοιμασμένου για την κεφαλαιοκρατική υπαγω γή από την εποχή του σοσιαλιστικού εκσυγχρονισμού. Ακόμη και σε περιοχές που έχουν ήδη ενταχθεί σταθερά στο παγκό σμιο κεφαλαιοκρατικό σύστημα, εξακολουθούν να υπάρχουν άφθονες ευκαιρίες επέκτασης. Με άλλα λόγια, σύμφωνα με αυ τή τη δεύτερη υπόθεση, τα μη κεφαλαιοκρατικά περιβάλλοντα εξακολουθούν να υπάγονται τυπικά στην επικράτεια του κεφα λαίου, και συνεπώς η συσσώρευση μπορεί ακόμη να λειτουργεί,
3G6
MICHAEL HARDT - ANTONIO NECT
εν μέρει τουλάχιστον, μέσω αυτής της τυπικής υπαγωγής: Κασσάνδρες του επικείμενου αφανισμού του κεφαλαίου έσφαλαν, απλώς βιάστηκαν να μιλήσουν. Οι περιορισμοί του κεφαλαιοκρατικού περιβάλλοντος, εντούτοις, είναι πραγματικό^ Αργά ή γρήγορα, οι άλλοτε άφθονοι φυσικοί πόροι θα εξαντλη·^ θούν. Μια τρίτη υπόθεση, η οποία μπορεί να θεωρηθεί συμπλη ρωματική της δεύτερης, είναι ότι σήμερα το κεφάλαιο εξακα*' λουθεί να συσσωρεύει μέσω της υπαγωγής σε έναν κύκλο διευρ| ρυμένης αναπαραγωγής, αλλά ότι όλο και περισσότερο αυτό, που υπάγεται δεν είναι το μη κεφαλαιοκρατικό περιβάλλον .αλτ λά η δική του κεφαλαιοκρατική περιοχή -δηλαδή, ότι η υπα γωγή δεν είναι πλέον τυπική αλλά πραγματική. Το κεφάλαιο?' έχει πάψει πλέον να στρέφεται εκτός των ορίων του και έ χ « | επικεντρωθεί στο εσωτερικό της επικράτειάς του, και συνεπώς η επέκταση του είναι μάλλον εντατική παρά εκτατική. Αυτή η | μετάβαση επικεντρώνεται σε ένα ποιοτικό άλμα όσον αφορά, την τεχνολογική οργάνωση του κεφαλαίου. Προγενέστερα στά§ δια της βιομηχανικής επανάστασης εισήγαγαν τα μηχανοποίη-; τα καταναλωτικά αγαθά και κατόπιν τις μηχανοποίητες μηχα*! νές, τώρα όμως βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μηχανοποίητες!? πρώτες ύλες και τρόφιμα -εν ολίγοις, με μηχανοποίητη φύση' και μηχανοποίητη κουλτούρα.19 Θα μπορούσαμε να πούμε, συ? νεπώς, ακολουθώντας τον Fredric Jameson, ότι ο μεταεκσυγχρονισμός είναι η οικονομική διαδικασία που εμφανίζεται στο προσκήνιο όταν οι μηχανικές και βιομηχανικές τεχνολογίες έχουν επεκταθεί μέχρι του σημείου να επενδύσουν όλο τον κότ σμο, όταν έχει πλέον ολοκληρωθεί η διαδικασία του εκσυγχρο νισμού και όταν η τυπική υπαγωγή του μη κεφαλαιοκρατικού·; περιβάλλοντος έχει αγγίξει τα όριά της. Μέσω των διαδικασιών! του σύγχρονου τεχνολογικού μετασχηματισμού, όλη η φύση·' έχει μετατραπεί σε κεφάλαιο, ή τουλάχιστον έχει υπαχθεί στο κεφάλαιο.20 Ενώ η νεωτερική συσσώρευση βασίζεται στην τυπι κή υπαγωγή του μη κεφαλαιοκρατικού περιβάλλοντος, η μετανεωτερική συσσώρευση βασίζεται στην πραγματική υπαγωγή ;
λ τ τ ο κ ρ α τ ο ρ ια
367
της ίδιας της κεφαλαιοκρατικής περιοχής. Αυτή φαίνεται ότι είναι η πραγματική απάντηση του κεφαλαίου στην απειλή της «οικολογικής καταστροφής», μια απάντηση που προσβλέπει στο μέλλον.21 Εντούτοις, η ολοκλήρωση της εκβιομηχάνισης της κοινωνίας και της φύσης, η ολοκλήρωση του εκσυγχρονι σμού, αποτελεί μόνο την προϋπόθεση για το πέρασμα στο μεταεκσυγχρονισμό και συλλαμβάνει το μετασχηματισμό μόνο με αρνητικούς όρους, ως ένα μετά-. Στο επόμενο κεφάλαιο θα εξε τάσουμε άμεσα τις πραγματικές διαδικασίες του μεταεκσυγχρονισμού, ή της πληροφορικοποίησης της παραγωγής.
Η προσβολή του πειθαρχικού καθεστώτος Για να καταλάβουμε αυτό το πέρασμα σε βάθος, πρέπει να αγ γίξουμε με κάποιον τρόπο το καθοριστικό του θεμέλιο, το οποίο εδρεύει στους υποκειμενικούς μετασχηματισμούς της εργατικής δύναμης. Κατά την περίοδο της κρίσης, στις δεκαετίες του 1960 και του ’70, η επέκταση του συστήματος προνοίας και η καθολίκευση της πειθαρχίας τόσο στις κυρίαρχες όσο και στις εξαρτημένες χώρες δημιούργησε ένα νέο περιθώριο ελευθερίας για το εργαζόμενο πλήθος. Με άλλα λόγια, οι εργάτες εκμε ταλλεύτηκαν την πειθαρχική εποχή, και προπάντων τις στιγ μές διαφωνίας και τις περιόδους πολιτικής αποσταθεροποίησης (όπως την περίοδο της κρίσης του Βιετνάμ), για να επεκτείνουν τις κοινωνικές δυνάμεις της εργασίας, να αυξήσουν την αξία της εργατικής δύναμης και να ανασχεδιάσουν το σύνολο των αναγκών και των επιθυμιών στις οποίες έπρεπε να ανταποκριθούν ο μισθός και το σύστημα πρόνοιας. Με την ορολογία του Marx, θα έλεγε κανείς ότι η αξία της αναγκαίας εργασίας εί χε αυξηθεί τρομερά -και ασφαλώς, πράγμα που είναι πιο ση μαντικό από τη σκοπιά του κεφαλαίου, καθώς ο χρόνος της αναγκαίας εργασίας αυξάνεται, ο χρόνος της υπερεργασίας (και συνεπώς το κέρδος) αντιστοίχως μειώνεται. Από τη σκοπιά του κεφαλαιοκράτη, η αξία της αναγκαίας εργασίας εμφανίζεται ως ένα αντικειμενικό οικονομικό μέγεθος -ως η τιμή της εργατι
368
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEdjj
κής δύναμης, ανάλογη με την τιμή των σιτηρών, του πετρ λαίου και άλλων εμπορευμάτων-, στην πραγματικότητα όμ αυτή η αξία προσδιορίζεται κοινωνικά και αποτελεί την ένδ ξη μιας ολόκληρης σειράς κοινωνικών αγώνων. Ο καθορισμό του συνόλου των κοινωνικών αναγκών, η ποιότητα του χρόν της μη εργασίας, η οργάνωση των οικογενειακών σχέσεων, μέσος όρος ζωής των ανθρώπων, παίζουν όλα το ρόλο τους κατ’ ουσίαν απηχούνται στο κόστος της αναπαραγωγής του sp γάτη. Η τεράστια αύξηση του κοινωνικού μισθού (όσον αφορ τόσο τους μισθούς της εργασίας όσο και το σύστημα προνοίαό κατά την περίοδο της κρίσης των δεκαετιών του 1960 και ’70, προέκυψε άμεσα από τη συσσώρευση των κοινωνικών αγώ ||Ι νων στην περιοχή της αναπαραγωγής, στην περιοχή της μη e p fj γασίας, στην περιοχή του βίου. Οι κοινωνικοί αγώνες όχι μόνο αύξησαν το κόστος της ανα-<'| παραγωγής και τον κοινωνικό μισθό (μειώνοντας κατά συνέ^Ι πεια το ποσοστό κέρδους), αλλά επιπλέον, και σημαντικότερσΛ επέβαλαν μιαν αλλαγή στην ποιότητα και τη φύση της ίδιας τη^ΙΙ εργασίας. Ιδίως στις κυρίαρχες κεφαλαιοκρατικές χώρες, όποίΜ το περιθώριο της ελευθερίας που παρεχόταν στους εργάτες ύστβ-'|| ρα απο τους αγώνες τους ήταν το μέγιστο, η άρνηση του πει-r (ι θαρχικου καθεστώτος του κοινωνικού εργοστασίου συνοδεύτηκα από μια επανατίμηση της κοινωνικής αξίας σύνολης της ομάδας-) των παραγωγικών δραστηριοτήτων. Ήταν πλέον σαφές ότι το ;ι πειθαρχικό καθεστώς δεν μπορούσε να χαλιναγωγήσει τις ανάγ- J κες και τις επιθυμίες της νεολαίας. Η προοπτική ευρέσεως μιαίγ εργασίας που να εγγυάται μόνιμη και σταθερή απασχόληση για) ένα οκτάωρο την ημέρα, πενήντα εβδομάδες το χρόνο για μια | ολόκληρη ζωή, προοπτική που είχε αποτελέσει το όνειρο πολ-ν| λών από τους γονείς τους, φάνταζε πλέον σαν ένα είδος θανά του. Η μαζική άρνηση του πειθαρχικού καθεστώτος, που έλαβε ποικίλες μορφές, δεν ήταν απλώς μια έκφραση αρνητισμού αλ λά και μια στιγμή δημιουργίας, αυτό που ο Nietzsche ονομάζει ! μεταστοιχείωση των αξιών [transvaluation]. f! Οι ποικίλες μορφές κοινωνικής αμφισβήτησης και πείραμα- ,·
ΛΓΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
369
τισμού επικεντρώθηκαν όλες σε μια άρνηση να αποδοθεί αξία στο είδος εκείνο του πάγιου προγραμματισμού της υλικής πα ραγωγής που χαρακτήριζε το πειθαρχικό καθεστώς, τα μαζικά του εργοστάσια και την πυρηνική οικογενειακή δομή του.22 Αντίθετα, τα κινήματα απέδιδαν αξία σε μια περισσότερο ευέ λικτη δυναμική δημιουργικότητας και σε ό,τι θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε περισσότερο άυλες μορφές παραγωγής. Από τη σκοπιά των παραδοσιακών «πολιτικών» μερίδων των κινημάτων που εκδηλώθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες κατά τη δεκαετία του 1960, οι ποικίλες μορφές πολιτισμικού πειραματισμού που άνθησαν δυναμικά στη διάρκεια εκείνης της περιόδου, φάνηκαν ως ένα είδος παρέκκλισης από τους «πραγματικούς» πολιτικούς και οικονομικούς αγώνες, αυτό όμως που δεν κατόρθωσαν να αντιληφθούν αυτές οι μερίδες ήταν ότι ο «απλώς πολιτισμικός» πειραματισμός είχε βαθύτατες πολιτικές και οικονομικές προε κτάσεις. Η «υπαναχώρηση» [dropping out] συνιστούσε στην πραγ ματικότητα έναν εξαιρετικά ανεπαρκή χαρακτηρισμό όσων συνέβαιναν στο Χέιτ-Άσμπερι και απ’ άκρου εις άκρον των Ηνω μένων Πολιτειών κατά τη δεκαετία του 1960. Τα δύο βασικά εγχειρήματα ήταν η άρνηση του πειθαρχικού καθεστώτος και ο πειραματισμός με νέες μορφές παραγωγικότητας. Η άρνηση εμφανίστηκε σε ευρεία ποικιλία μορφών και πολλαπλασιάστηκε σε χιλιάδες καθημερινές πρακτικές. Ήταν ο φοιτητής του κο λεγίου που πειραματιζόταν με το LSD αντί να αναζητήσει την επαγγελματική του αποκατάσταση· ήταν η νέα γυναίκα που αρνιόταν να παντρευτεί και να κάνει οικογένεια· ήταν ο «ακα μάτης» αφροαμερικανός εργάτης που είχε προσχωρήσει στο χρόνο των CP (colored people), των εγχρώμων, αρνούμενος την εργασία με κάθε δυνατό τρόπο.23 Η νεολαία που αρνουνταν την απονεκρωτική επανάληψη της κοινωνίας-εργοστασίου επινόησε νέες μορφές κινητικότητας και ευελιξίας, νέους τρόπους ζωής. Τα φοιτητικά κινήματα πίεσαν να αποδοθεί υψηλή κοινωνική αξία στη γνώση και τη διανοητική εργασία. Τα φεμινιστικά κι νήματα, που αποσαφήνισαν το πολιτικό περιεχόμενο των «προ
370
MICHAEL HARDT - ANTONIO ΝΪ
σωπικών» σχέσεων και αρνήθηκαν την πατριαρχική πειθαρ αύξησαν την κοινωνική αξία αυτού που κατά παράδοση ρούνταν γυναικεία εργασία, η οποία ενέχει υψηλό περιεχόμ συναισθηματικής και μεριμνητικής εργασίας και επικεντρώ|| ται σε υπηρεσίες αναγκαίες για την κοινωνική αναπαραγω1} Ολόκληρο το οπλοστάσιο των κινημάτων και όλη η αναδυό||| νη αντικουλτούρα τόνισαν την κοινωνική αξία της συνεργαβ και της επικοινωνίας. Η μαζική μεταστοιχείωση των αξιών κοινωνικής παραγωγής και της παραγωγής νέων υποκείμενοι τήτων άνοιξε το δρόμο για έναν δραστικό μετασχηματισμό εργατικής δύναμης. Στο επόμενο κεφάλαιο θα δούμε εκτε πώς οι δείκτες της αξίας των κινημάτων -η κινητικότητας* ευελιξία, η γνώση, η επικοινωνία, η συνεργασία, το συναίς~ μα- έμελλε να καθορίσουν το μετασχηματισμό της κεφαλαΐ) κρατικής παραγωγής κατά τις επόμενες δεκαετίες. Οι ποικίλες αναλύσεις των «νέων κοινωνικών κινημάτο έχουν προσφέρει πολλά, επιμένοντας στην πολιτική σπουδαίο τητα των πολιτισμικών κινημάτων έναντι των κοντόθωρων κονομικών θεωρήσεων, οι οποίες ελαχιστοποιούν τη σημαο τους.25 Οι αναλύσεις αυτές, όμως, είναι και οι ίδιες εξαιρετική περιορισμένες γιατί, όπως ακριβώς οι θεωρήσεις τις οποίι αντικρούουν, διαιωνίζουν μια στενή, κοντόθωρη αντίληψη τι οικονομικού και του πολιτισμικού. Και το σημαντικότερο, δι κατορθώνουν να διακρίνουν τη βαθιά οικονομική δύναμη ι ω | πολιτισμικών κινημάτων, ή μάλλον την αυξανόμενη αδυναμία*! διάκρισης μεταξύ οικονομικών και πολιτισμικών φαινομένων»! Αφ’ ενός οι καπιταλιστικές σχέσεις επεκτείνονταν για να υπα·^ γάγουν όλες τις πτυχές της κοινωνικής παραγωγής και αναπ ραγωγής, όλη τη βιοτική σφαίρα1 αφ’ ετέρου οι πολιτισμικέ^ σχέσεις αναπροσδιόριζαν τις διαδικασίες της παραγωγής και τ^| οικονομικές δομές της αξίας. Ένα καθεστώς παραγωγής, κι προπάντων ένα καθεστώς παραγωγής υποκειμενικότητας, κ * | ταλυόταν και ένα άλλο επινοούνταν μέσα από την τεράστιοςζ! συσσώρευση των αγωνων. Αυτά τα νέα κυκλώματα παραγωγής της υποκειμενικότη-· ■'■ί
'■3
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
371
τας, τα οποία επικεντρώθηκαν στις δραματικές μεταβολές της αξίας και της εργασίας, πραγματώθηκαν εντός και ενάντια στην τελευταία περίοδο της πειθαρχικής οργάνωσης της κοινω νίας. Τα κινήματα προεξόφλησαν τη συνειδητοποίηση από μέ ρους του κεφαλαίου μιας ανάγκης για μεταβολή παραδείγματος στην παραγωγή και υπαγόρευσαν τη μορφή και τη φύση της. Αν δεν είχε γίνει ο πόλεμος του Βιετνάμ, αν δεν είχαν συμβεί οι εργατικές και φοιτητικές εξεγέρσεις της δεκαετίας του 1960, αν δεν είχε υπάρξει το 1968 και το δεύτερο κύμα γυναικείων κι νημάτων, αν δεν είχε διεξαχθεί όλη εκείνη η σειρά των αντιιμπεριαλιστικών αγώνων, το κεφάλαιο θα είχε αρκεστεί να δια τηρήσει τη δική του εξουσιαστική διευθέτηση, ευτυχές που δεν θα είχε χρειαστεί να μπει στον κόπο να μεταβάλει το παρά δειγμα της παραγωγής! Και θα είχε πολλούς λόγους να είναι ευχαριστημένο: διότι τα φυσικά όρια της ανάπτυξης το εξυπη ρετούσαν μια χαρά· διότι απειλούνταν από την ανάπτυξη της άυλης εργασίας· διότι γνώριζε ότι η εγκάρσια κινητικότητα και υβριδικοποίηση της παγκόσμιας εργατικής δύναμης άνοιγε δυ νατότητες για νέες κρίσεις και ταξικές συγκρούσεις πρωτοφα νούς έντασης. Η αναδιάρθρωση της παραγωγής, από τον φορντισμό στον μεταφορντισμό, από τον εκσυγχρονισμό στο μεταεκσυγχρονισμό, προοικονομήθηκε από την ανάδυση μιας νέας υποκειμενικότητας.26 Η μετάβαση από τη φάση της τελειοποί ησης του πειθαρχικού καθεστώτος στη διάδοχη φάση της με ταβολής του παραγωγικού παραδείγματος κινήθηκε εκ των κά τω, από ένα προλεταριάτο που η σύνθεσή του είχε ήδη αλλά ξει. Το κεφάλαιο δεν χρειαζόταν να εφεύρει ένα νέο παράδειγ μα (ακόμη κι αν είχε τη δυνατότητα να το κάνει), διότι η αλη θινά δ η μ ιο υ ρ γικ ή σ τ ιγ μ ή ε ίχ ε ήδη σ υ ν τ ελ εσ τεί. Το πρόβλημα του κεφαλαίου ήταν μάλλον να επιβληθεί σε μια νέα σύνθεση, η οποία είχε ήδη παραχθεί αυτόνομα και καθοριζόταν στο πλαίσιο μιας νέας σχέσης με τη φύση και την εργασία, μιας σχέσης αυτόνομης παραγωγής. Σε αυτό το σημείο το πειθαρχικό σύστημα έχει πλέον τε λείως απαρχαιωθεί και πρέπει να εγκαταλειφθεί. Το κεφάλαιο
372
MICHAEL HARDT - ANTONIO
πρεπει να επιτύχει εναν αρνητικό αντικατοπτρισμό και αναστροφή του νέου ποιου της εργατικής δύναμης· πρέπϊ| προσαρμοστεί, ώστε να μπορέσει και πάλι να διοικήσει, πτευόμαστε ότι αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι βιομ νικές και πολιτικές δυνάμεις που εξαρτώνται σε μεγάλο και εστιάζουν όλες τις δυνάμεις τους στον ακραίο εκσυ·^ σμό του πειθαρχικού παραγωγικού μοντέλου (όπως τα στοιχεία του ιαπωνικού και ανατολικοασιατικού κεφαλαίο*' ναι εκείνες που θα υποστούν τις σοβαρότερες συνέπειες σε? τή τη μεταβατική περίοδο. Οι μόνες μορφές του κεφαλαίου, θα μπορέσουν να ευδοκιμήσουν στον νέο κόσμο θα είναι προσαρμόζονται και κατορθώνουν να διοικήσουν τη νέα συνεργατική, επικοινωνιακή και συναισθηματική σύνθεση! εργατικής δύναμης.
0 επιθανάτιος ρόγχος της σοβιετικής πειθαρχίας Τώρα που έχουμε επιχειρήσει μια πρώτη προσέγγιση των θηκών και των μορφών του νέου παραδείγματος, θέλουμε? εξετάσουμε εν συντομία μια κολοσσιαία υποκειμενική συνέ που σημειώθηκε κατά τη μετάβαση στο νέο παράδειγμα: , κατάρρευση του σοβιετικού συστήματος. Η θέση μας, οποία μοιραζόμαστε με πολλούς μελετητές του σοβιετικού σμου,27 είναι ότι το σύστημα περιήλθε σε κρίση και κατέρρ λόγω της δομικής του αδυναμίας να υπερβεί το μοντέλο , πειθαρχικής κυβερνητότητας, σε σχέση τόσο με τον τρόπο ραγωγής, ο οποίος ήταν φορντικός και ταιηλορικός, όσο κοκ? τη μορφή πολιτικής διοίκησης, που ήταν κεϋνσιανή-σοσιαλι? κή και άρα ουσιαστικά εκσυγχρονιστική στο εσωτερικό ιμπεριαλιστική στο εξωτερικό. Αυτή η έλλειψη ευελιξίας προσαρμογή των εκδιπλώσεων του προστάγματος και του ραγωγικου μηχανισμού στις αλλαγές της εργατικής δύνα; επέτεινε τις δυσκολίες του μετασχηματισμού. Η δυσβάστα γραφειοκρατία του σοβιετικού κράτους, κληροδοτημένη από μακρά περίοδο εντατικού εκσυγχρονισμού, έφερε τη σοβιέτ
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
37a
δύναμη σε αδιέξοδο όταν χρειάστηκε να αντιδράσει στις νέες απαιτήσεις και επιθυμίες που εξέφραζαν οι υποκειμενικότητες οι οποίες αναδύονταν σε παγκόσμιο επίπεδο, καταρχάς στο πλαίσιο της διαδικασίας του εκσυγχρονισμού και κατόπιν στα εξώτερα όριά της. Η πρόκληση της μετανεωτερικότητας τέθηκε κατ’ αρχήν όχι από τις εχθρικές δυνάμεις αλλά από τη νέα υποκειμενικό τητα της εργατικής δύναμης και τη νέα διανοητική και επικοινωνιακή της σύνθεση. Το καθεστώς, ιδιαίτερα όσον αφορά τις ανελεύθερες όψεις του, στάθηκε ανίκανο να ανταποκριθεί επαρκώς σε αυτά τα υποκειμενικά αιτήματα. Το σύστημα θα μπορούσε να είχε συνεχίσει να λειτουργεί, και για ένα ορισμέ νο χρονικό διάστημα όντως συνέχισε, βάσει του μοντέλου του πειθαρχικού εκσυγχρονισμού, αλλά δεν μπόρεσε να συνδυάσει τον εκσυγχρονισμό με τη νέα κινητικότητα και δημιουργικότη τα της εργατικής δύναμης, τις αναγκαίες προϋποθέσεις για τη ζωογόνηση του νέου παραδείγματος και των πολύπλοκων μη χανισμών του. Στα συμφραζόμενα της Στρατηγικής Πρωτοβου λίας Άμυνας (Star Wars), της κούρσας των πυρηνικών εξοπλι σμών και της εξερεύνησης του διαστήματος, η Σοβιετική Ένω ση ίσως να είχε εξακολουθήσει να είναι εφάμιλλη των αντιπά λων της από τεχνολογική και στρατιωτική άποψη, το σύστημα όμως δεν μπορούσε να αντέξει την ανταγωνιστική διαμάχη στο υποκειμενικό μέτωπο. Με άλλα λόγια, δεν μπόρεσε να φανεί ανταγωνιστική εκεί ακριβώς όπου κρίνονταν οι πραγματικές εξουσιαστικές συγκρούσεις, και δεν μπόρεσε να αντεπεξέλθει στις προκλήσεις της συγκριτικής παραγωγικότητας των οικο νομικών συστημάτων, διότι οι προηγμένες τεχνολογίες της επι κοινωνίας και της κυβερνητικής είναι αποτελεσματικές μόνον όταν έχουν τις ρίζες τους στην υποκειμενικότητα, ή, μάλλον, όταν εμψυχώνονται από παραγωγικές υποκειμενικότητες. Για το σοβιετικό καθεστώς, το να διαχειριστεί τη δύναμη των νέων υποκειμενικοτήτων ήταν ένα ζήτημα ζωής ή θανάτου. Σύμφωνα με την άποψή μας, λοιπόν, μετά τα δραματικά τε λευταία χρόνια της εξουσίας του Stalin και τις ανεπιτυχείς και
374
MICHAEL HARDT - ANTONIO N.
νοτομίες του Khrushchev, το καθεστώς του Brezhnev επέ' λε ένα πάγωμα στην παραγωγική κοινωνία των πολιτών είχε επιτύχει ένα υψηλό επίπεδο ωριμότητας και η οποία, τά τις τεράστιες επιστρατεύσεις για πόλεμο και παραγωγι; τητα, ζητούσε κοινωνική και πολιτική αναγνώριση. Στον λαιοκρατικό κόσμο, η μαζική προπαγάνδα του ψυχρού πολέ και η εντυπωσιακή ιδεολογική μηχανή της παραχάραξης της παραπληροφόρησης δεν μας επέτρεψαν να δούμε τις πρ ματικές εξελίξεις της σοβιετικής κοινωνίας και της πολιτ διαλεκτικής που εκτυλισσόταν εκεί. Η ψυχροπολεμική ιδε* γία χαρακτήρισε εκείνη την κοινωνία ολοκληρωτική, πραγματικότητα όμως ήταν μια κοινωνία που διασχιζόταν ισχυρές στιγμές δημιουργικότητας και ελευθερίας, το ίδιο ιο ρές με τους ρυθμούς της οικονομικής ανάπτυξης και του τισμικού εκσυγχρονισμού. Η Σοβιετική Ένωση έγινε καλόι κατανοητή όχι ως μια ολοκληρωτική κοινωνία αλλά μάλλον μια γραφειοκρατική δικτατορία.28 Και μόνο αν παραμερίσο αυτούς τους παραμορφωτικούς χαρακτηρισμούς μπορούμε δούμε πώς παρήχθη και αναπαρήχθη η πολιτική κρίση στη βιετική Ένωση, έως το σημείο να επιφέρει τελικά το θάνα του καθεστώτος. Η αντίσταση στη γραφειοκρατική δικτατορία ήταν η δό μη που κατηύθυνε την κρίση. Η άρνηση της εργασίας από ρους του σοβιετικού προλεταριάτου ήταν ουσιαστικά η ί* ακριβώς μέθοδος αγώνα που χρησιμοποίησε το προλεταρι ’ στις κεφαλαιοκρατικές χώρες, εξωθώντας τις κυβερνήσεις έναν κύκλο κρίσης, μεταρρύθμισης και αναδιάρθρωσης. Α* είναι η βασική μας θέση: ότι παρά τις καθυστερήσεις που ρουσίασε η ανάπτυξη της ρωσικής κεφαλαιοκρατίας, παρά μαζικές απώλειες που υπέστη η Σοβιετική Ένωση κατά τον Παγκόσμιο πόλεμο, παρά τη σχετική πολιτισμική απομόνο τον σχετικό αποκλεισμό από την παγκόσμια αγορά, τις βάνά\ σες πολιτικές φυλάκισης, λιμοκτονίας και δολοφονίας του n k F θυσμού, παρ’ όλα αυτά, και παρά τις τεράστιες διαφορές που χώριζαν από το προλεταριάτο των κυρίαρχων κεφαλαιοκρα
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
375
κών χωρών, το προλεταριάτο στη Ρωσία και τις υπόλοιπες χώ ρες του σοβιετικού μπλοκ κατόρθωσε στις δεκαετίες του 1960 και του ’70 να θέσει τα ίδια προβλήματα που έθεσε το προλε ταριάτο των κεφαλαιοκρατικών χωρών.29 Ακόμη και στη Ρωσία και στις υπόλοιπες χώρες που υπάγονταν στον σοβιετικό έλεγ χο, το αίτημα για υψηλότερους μισθούς και μεγαλύτερη ελευ θερία προβαλλόταν διαρκώς εντονότερο, ακολουθώντας το ρυθ μό του εκσυγχρονισμού. Και όπως ακριβώς στις κεφαλαιοκρα τικές χώρες, ορίστηκε μια νέα μορφή εργατικής δύναμης, η οποία πλέον εξέφραζε τεράστιες παραγωγικές ικανότητες βάσει μιας νέας ανάπτυξης των διανοητικών δυνάμεων της παραγω γής. Αυτήν ακριβώς τη νέα παραγωγική πραγματικότητα, αυ τό το ζωντανό διανοούμενο πλήθος, προσπάθησαν να φυλακί σουν στα κλουβιά μιας πειθαρχικής οικονομίας πολέμου (ενός πολέμου που διαρκώς επινοούνταν ρητορικά) και να περιχαρα κώσουν στις δομές της σοσιαλιστικής ιδεολογίας περί εργασίας και οικονομικής ανάπτυξης, δηλαδή σε μια σοσιαλιστική δια χείριση του κεφαλαίου που δεν είχε πλέον κανένα νόημα. Η σο βιετική γραφειοκρατία δεν μπόρεσε να κατασκευάσει το αναγ καίο οπλοστάσιο για τη μ ετα ν εω τ ερ ικ ή κινητοποίηση της νέας εργατικής δύναμης. Αντίθετα, φοβήθηκε τη νέα εργατική δύνα μη, τρομοκρατημένη από την κατάρρευση των πειθαρχικών καθεστώτων, από τους μετασχηματισμούς των ταιηλορικών και φορντικών υποκειμένων που προηγουμένως είχαν εμψυχώσει την παραγωγή. Σε αυτό ακριβώς το σημείο η κρίση έγινε μη αναστρέψιμη και, με δεδομένη την ακινησία της μπρεζνιεφικής χειμέριας νάρκης, καταστροφική. Αυτό που εμείς θεωρούμε σημαντικό δεν είναι τόσο η έλλει ψη ή οι παραβιάσεις της ατομικής και τυπικής ελευθερίας των εργατών, αλλά μάλλον η σπατάλη της παραγωγικής ενέργειας ενός πλήθους που είχε εξαντλήσει τις δυνατότητες της νεωτερικότητας και ήθελε πλέον να απελευθερωθεί από τη σοσιαλι στική διαχείριση της κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης προκειμένου να εκδηλώσει ένα υψηλότερο επίπεδο παραγωγικότητας. Αυτή η καταστολή και αυτή η ενέργεια ήταν οι δυνάμεις που,
:)76
MICHAEL HARDT - ANTONIO N
εξ αντιθέτου ορμώμενες, οδήγησαν στην κατάρρευση του σο τικού κόσμου σαν να ήταν ένας πύργος από τραπουλόχαρτα., γκλάσνοστ και η περεστρόικα ασφαλώς εξέφρασαν την αυ κριτική της σοβιετικής εξουσίας και τόνισαν την ανάγκη δημοκρατικής μετάβασης ως προϋπόθεσης για μια ανανεωμπαραγωγικότητα του συστήματος, αλλά εφαρμόστηκαν πο αργά και πολύ άτολμα για να σταματήσουν την κρίση. Η βιετική μηχανή αναδιπλώθηκε στον εαυτό της και σταμάτ να λειτουργεί, έχοντας στερηθεί τα καύσιμα που μόνον οι \r παραγωγικές υποκειμενικότητες μπορούσαν να παραγάγουν, τομείς της διανοητικής και της άυλης εργασίας ανακάλεσαν, συναίνεσή τους από το καθεστώς, και η έξοδός τους καταδί' σε το σύστημα σε θάνατο: θάνατο από τη σοσιαλιστική νί: του εκσυγχρονισμού, θάνατο από την ανικανότητα να εκμετ* λευτεί τα αποτελέσματα και τα πλεονάσματά του, θάνατο α J μια οριστική ασφυξία η οποία κατέπνιξε τις υποκειμενικές θήκες που απαιτούσαν μια μετάβαση στη μετανεωτερικότητ»
3.4 Μ ΕΤ Α Ε Κ ΣΥ ΓΧ ΡΟ Ν ΙΣΜ Ο Σ , Ή Η Π Λ Η Ρ Ο Φ Ο Ρ ΙΚ Ο Π Ο ΙΗ Σ Η Τ Η Σ Π ΑΡΑ ΓΩ ΓΗΣ
Η μ ε τ α ν ε ω τ ε ρ ικ ό τ η τ α δ ε ν ε ίν α ι κ ά τ ι π ο υ μ π ο ρ ο ύ μ ε ν α τ ο ο ρ ίσ ο υ μ ε μ ια γ ι α π ά ν τ α κ α ι κ α τ ό π ι ν ν α τ ο χ ρ η σ ι μ ο π ο ι ο ύ μ ε μ ε ή σ υ χ η σ υ ν ε ίδ η σ η . Η έ ν ν ο ια , α ν υ π ά ρ χ ε ι, έ χ ε ι π ρ ο κύψ ει σ το τ έλ ο ς κ α ι ό χι σ τη ν α ρ χή τω ν σ υζη τή σ εώ ν μας γ ι’ αυτήν. F r e d r ic J a m e so n
Το καλά νέα από την Ουάσινγκτον είναι ότι σύσ σωμο το Κογκρέσο υποστηρίζει την ιδέα μιας λε ωφόρου των πληροφοριών. Τα κακά νέα είναι ότι κανείς δεν έχει συνείδηση του τι ακριβώς σημαίνει αυτό. EDW ARD M a r k e y , μ έ λ ο ς τ ο υ Κ ο γ κ ρ έ σ ο υ
Έχει πλέον επικρατήσει να εξετάζουμε τη διαδοχή των οικο νομικών παραδειγμάτων από τον Μεσαίωνα και μετά σε τρεις διακριτές στιγμές, καθεμιά από τις οποίες προσδιορίζεται από τον τομέα που εκάστοτε επικρατεί στην οικονομία: ένα πρώτο παράδειγμα, κατά το οποίο κυρίαρχος τομέας της οικονομίας ήταν η γεωργία και η εξόρυξη πρώτων υλών, ένα δεύτερο, κα τά το οποίο την πρώτη θέση την καταλάμβανε η βιομηχανία και η παραγωγή διαρκών αγαθών, και ένα τρίτο και σύγχρονό μας παράδειγμα, κατά το οποίο στην καρδιά της οικονομικής παραγωγής βρίσκεται η παροχή υπηρεσιών και ο χειρισμός της πληροφορίας.1 Η κυρίαρχη θέση έχει συνεπώς περάσει από την πρωτογενή στη δευτερογενή και κατόπιν στην τριτογενή παρα γωγή. Ο οικονομικός εκ σ υ γ χ ρ ο ν ισ μ ό ς συνεπάγεται το πέρασμα από το πρώτο στο δεύτερο παράδειγμα, από την κυριαρχία της γεωργίας στην κυριαρχία της βιομηχανίας. Εκσυγχρονισμός ση
378
MICHAEL HARDT - ANTONIO
μαίνει εκβιομηχάνιση. Θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε πέρασμα από το δεύτερο στο τρίτο παράδειγμα, από την ριαρχία της βιομηχανίας στην κυριαρχία των υπηρεσιών και ' πληροφορίας, ως μια διαδικασία οικονομικού μ ε τ α ε κ σ υ γ χ ι σμου, ή μάλλον π λη ρ οφ ορ ικοπ οίη σ η ς. 0 καταφανέστερος ορισμός και ένδειξη των μεταβολών συντελούνται κατά το πέρασμα από το ένα παράδειγμα στο λο, εμφανίζονται καταρχάς με ποσοτικούς όρους, σε σχέση προς το ποσοστό του πληθυσμού που απασχολείται σε κα“ από αυτούς τους παραγωγικούς τομείς είτε προς το ποσ της συνολικής αξίας που παράγεται από τους διάφορους τ~ της παραγωγής. Οι αλλαγές στα στατιστικά δεδομένα της < σχόλησης στις κυρίαρχες καπιταλιστικές χώρες κατά την ρασμένη εκατονταετία όντως δηλώνουν δραματικές μεταβο Η ποσοτική θεώρηση, εντούτοις, μπορεί να οδηγήσει σε σ* ρές παρανοήσεις των ανωτέρω οικονομικών παραδειγμάτων^ ποσοτικοί δείκτες δεν μπορούν να συλλάβουν ούτε τον π ό α μετασχηματισμό κατά την κίνηση από το ένα παράδειγμα άλλο ούτε την ιερ ά ρ χη σ η των οικονομικών τομέων στο πλα( κάθε παραδείγματος. Κατά τη διαδικασία του εκσυγχρονιο και της μετάβασης προς το παράδειγμα όπου κυριαρχεί ο μηχανικός τομέας, η αγροτική παραγωγή δεν παρουσί* απλώς ποσοτική κάμψη (τόσο ως προς το ποσοστό των ερ τών που απασχολούνταν σε αυτήν όσο και ως προς το ποσο της συνολικής αξίας που παραγόταν από αυτήν), αλλά επί και σημαντικότερο, μετασχηματίστηκε η ίδια η γεωργία. Ό τ η γεωργία βρέθηκε υπό την κυριαρχία της βιομηχανίας, ακό κι όταν εξακολουθούσε να υπερισχύει ποσοτικά, υποτάχθη στις κοινωνικές και οικονομικές πιέσεις της βιομηχανίας, επιπλέον, η ίδια η αγροτική παραγωγή εκβιομηχανίστηκε. γεωργία, ασφαλώς, δεν εξαφανίστηκε· εξακολούθησε να απ λεί βασικό συστατικό των νεότερων βιομηχανικών οικονομι ' ήταν όμως πλέον μια μετασχηματισμένη, εκβιομηχανισμ' γεωργία. Η ποσοτική θεώρηση δεν κατορθώνει επίσης να αντιληφ
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
379
τις ιεραρχίες μεταξύ εθνικών ή τοπικών οικονομιών στο παγ κόσμιο σύστημα, γεγονός που οδηγεί σε κάθε είδους ιστορικά εσφαλμένες παραδοχές, με την επισήμανση αναλογιών εκεί όπου δεν υπάρχουν. Από ποσοτική άποψη, λόγου χάριν, θα υπέ θετε κανείς ότι μια κοινωνία του 20ού αιώνα, που το μεγαλύ τερο μέρος του εργατικού δυναμικού της απασχολείται στη γε ωργία ή την εξόρυξη πρώτων υλών και το μεγαλύτερο μέρος της αξίας της παράγεται από αυτούς τους τομείς (όπως η Ινδία ή η Νιγηρία), βρίσκεται σε ανάλογη θέση με μια κοινωνία που υπήρξε κάποια στιγμή στο παρελθόν και η οποία εμφάνιζε την ίδια αναλογία απασχολούμενων εργατών και παραγόμενης αξίας σε αυτούς τους τομείς (όπως η Γαλλία ή η Αγγλία). Η ιστορι κή ψευδαίσθηση μορφοποιεί την αναλογία ως μια δυναμική ακολουθία, ούτως ώστε ένα οικονομικό σύστημα να καταλαμ βάνει την ίδια θέση ή στάδιο σε μια εξελικτική ακολουθία, την οποία ένα άλλο οικονομικό σύστημα κατείχε σε κάποια προγε νέστερη περίοδο, ωσάν να πορεύονταν όλα στον ίδιο δρόμο και να προχωρούσαν ευθυγραμμισμένα. Ωστόσο, από ποιοτική άπο ψη, από την άποψη της θέσης τους στις παγκόσμιες εξουσια στικές σχέσεις, οι οικονομίες αυτών των κοινωνιών καταλαμ βάνουν θέσεις που δεν επιδέχονται καμία σύγκριση μεταξύ τους. Στην προγενέστερη χρονικά περίπτωση (της Γαλλίας ή της Αγγλίας του παρελθόντος), η αγροτική παραγωγή υφίστατο ως κυρίαρχος τομέας της εθνικής οικονομίας, ενώ στη με ταγενέστερη (της Ινδίας ή της Νιγηρίας του 20ού αιώνα), είναι υποταγμένη στη βιομηχανία, στο πλαίσιο του παγκόσμιου συ στήματος. Οι δύο οικονομίες δεν πορεύονται στον ίδιο δρόμο, αλλά λειτουργούν σε ριζικά διαφορετικές, έως και αποκλίνουσες καταστάσεις -η μεν κυριαρχίας, η δε υποταγής. Σε αυτές τις διαφορετικές ιεραρχικά θέσεις, μια πληθώρα οικονομικών πα ραγόντων διαφοροποιούνται πλήρως -οι ανταλλακτικές σχέσεις, οι σχέσεις πίστωσης και δανεισμού, κ.ο.κ.3 Για να βρεθεί η δεύ τερη οικονομία σε θέση ανάλογη με της πρώτης, θα έπρεπε να αναστρέψει την εξουσιαστική σχέση και να καταλάβει μια θέ ση κυριαρχίας στη σύγχρονή της οικονομική σφαίρα, όπως, λό
380
MICHAEL HARDT - ANTONIO N
γου χάριν, έκανε η Ευρώπη στη μεσαιωνική οικονομία του σογειακού κόσμου. Η ιστορική αλλαγή, με άλλα λόγια, π ρ έ1 να εξετάζεται με βάση τις εξουσιαστικές σχέσεις που διέ την οικονομική σφαίρα στο σύνολό της.
Ψευδαισθήσεις ανάπτυξης Ο λόγος [discourse] της οικονομικής ανάπτυξης, που επι| θηκε κατά τη μεταπολεμική περίοδο, υπό την ηγεμονία ΗΠΑ, σε συνδυασμό με το μοντέλο του Νιου Ντηλ, χρησ ποιεί τέτοιου είδους ψευδείς ιστορικές αναλογίες ως θεμέλιο την προώθηση οικονομικών πολιτικών. Ο λόγος αυτός ε> βάνει την οικονομική ιστορία όλων των χωρών σαν να ακο' θεί ένα και το αυτό σχήμα ανάπτυξης, το οποίο κάθε χ·' πραγματώνει σε διαφορετικούς χρόνους και με διαφορετικές. , χύτητες. Με αυτή τη λογική, οι χώρες των οποίων η οικο κή παραγωγή στην παρούσα φάση δεν βρίσκεται στο ίδιο πεδο με εκείνη των κυρίαρχων χωρών, θεωρούνται αναπτυο μενες, με την ιδέα ότι, αν συνεχίσουν στο δρόμο που ακολ θησαν προηγουμένως οι κυρίαρχες χώρες και επαναλάβουν οικονομική πολιτική και στρατηγική τους, κάποια στιγμή; κατακτήσουν μιαν ανάλογη θέση ή στάδιο. Η αναπτυξιακή ώρηση, εντούτοις, δεν κατορθώνει να αντιληφθεί ότι οι οικ μίες των αποκαλούμενων ανεπτυγμένων χωρών καθορίζονται μόνον από ορισμένους ποσοτικούς παράγοντες ή από την εσ ρική τους δομή, αλλά επίσης, και τούτο είναι το σημαντικό α π ό τ η ν κυ ρία ρ χη θέση τους σ το π α γκ ό σ μ ιο σύστημα . Οι κριτικές της αναπτυξιακής θεώρησης που επιχείρησαν θεωρίες της υπανάπτυξης και της εξάρτησης, οι οποίες γε θηκαν κυρίως στον λατινοαμερικανικό και τον αφρικανικό χ ρο κατά τη δεκαετία του 1960, ήταν ωφέλιμες και σημαντικ ακριβώς επειδή τόνισαν το γεγονός ότι η εξέλιξη ενός τοπικ ή εθνικού οικονομικού συστήματος εξαρτάται σε μεγάλο βαθ από τη θέση του στην ιεραρχία και τις εξουσιαστικές δομές παγκόσμιου κεφαλαιοκρατικού συστήματος.4 Οι κυρίαρχες
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
381
ριοχές θα εξακολουθήσουν να αναπτύσσονται και οι εξαρτημέ νες να υπαναπτύσσονται ως αλληλοστηριζόμενοι πόλοι της παγ κόσμιας εξουσιαστικής δομής. Το να πει κανείς ότι οι εξαρτη μένες οικονομίες δεν αναπτύσσονται, δεν σημαίνει και ότι δεν αλλάζουν ή δεν εξελίσσονται· σημαίνει, μάλλον, ότι παραμένουν εξαρτημένες μέσα στο παγκόσμιο σύστημα και έτσι δεν φτά νουν ποτέ στην υπεσχημένη μορφή μιας κυρίαρχης, ανεπτυγ μένης οικονομίας. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μεμονωμένες χώ ρες ή περιοχές ίσως κατορθώσουν να αλλάξουν θέση στην ιε ραρχία, το θέμα όμως είναι ότι, άσχετα από το ποιος κατα λαμβάνει ποια θέση, η ιεραρχία παραμένει ο καθοριστικός πα ράγοντας.5 Και οι ίδιοι οι θεωρητικοί της υπανάπτυξης, εντούτοις, επα ναλαμβάνουν μιαν ανάλογη ψευδαίσθηση οικονομικής ανάπτυ ξης.6 Σχηματοποιώντας, μπορούμε να πούμε ότι η συλλογιστι κή τους αφορμάται από δύο έγκυρους ιστορικούς ισχυρισμούς, κατόπιν όμως εξάγει από αυτούς ένα λανθασμένο συμπέρασμα. Καταρχάς, υποστηρίζουν ότι, μέσω της επιβολής αποικιακών καθεστώτων και/ή άλλων μορφών ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας, η υπανάπτυξη των εξαρτημένων οικονομιών δημιουργήθηκε και συντηρήθηκε με την ένταξή τους στο παγκόσμιο δίκτυο των κυρίαρχων κεφαλαιοκρατικών οικονομιών, με τη μερική άρθρω ση και άρα με την πραγματική και συνεχή τους εξάρτηση από τις κυρίαρχες οικονομίες. Κατά δεύτερον, υποστηρίζουν ότι οι κυρίαρχες οικονομίες είχαν εξαρχής αναπτύξει τις πλήρως διαρ θρωμένες και ανεξάρτητες δομές τους σε καθεστώς σχετικής απομόνωσης και περιορισμένης αλληλεπίδρασης με τις άλλες οικονομίες και τα παγκόσμια δίκτυα.7 Από αυτούς τους δύο, κατά το μάλλον ή ήττον αποδεκτούς, ιστορικούς ισχυρισμούς, εξάγουν εντούτοις ένα άκυρο συμπέρα σμα: αν οι ανεπτυγμένες οικονομίες έφτασαν σε πλήρη άρθρω ση σε καθεστώς σχετικής απομόνωσης και οι υπανάπτυκτες οι κονομίες αποδιαρθρώθηκαν και εξαρτήθηκαν μέσω της ένταξής τους στα παγκόσμια δίκτυα, τότε ένα σχέδιο για σχετική απο μόνωση των υπανάπτυκτων οικονομιών θα έχει αποτέλεσμα
·«■
382
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGf
την ανάπτυξη και την πλήρη άρθρωσή τους. Με άλλα λόγιο ως εναλλακτική πρόταση στην «ψευδή ανάπτυξη» που υπο1 πουν οι οικονομολόγοι των κυρίαρχων καπιταλιστικών χωρι οι θεωρητικοί της υπανάπτυξης αντέταξαν μια «πράγματι: ανάπτυξη», η οποία προϋποθέτει την αποσύνδεση της οικ< μίας από τις σχέσεις εξάρτησής της και την άρθρωση μιας τόνομης οικονομικής δομής σε καθεστώς σχετικής απομόνωση^ Εφόσον αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο αναπτύχθηκαν οι ρίαρχες χώρες, αυτός πρέπει να είναι και ο σωστός δρόμος να αποδράσει μια χώρα από τον κλοιό της υπανάπτυξης, συλλογισμός αυτός, όμως, ζητεί από εμάς να πιστέψουμε οι νόμοι της οικονομικής ανάπτυξης θα υπερβούν τρόπον τιι τις διαφορές που στοιχειοθετούν την ιστορική αλλαγή. Η εναλλακτική έννοια της ανάπτυξης βασίζεται παραδόξι στην ίδια ιστορική ψευδαίσθηση που επέχει κεντρική θέ< στην κυρίαρχη ιδεολογία της ανάπτυξης, την οποία έρχεται αντικρούσει. Η μεροληπτική υλοποίηση της παγκόσμιας α· ράς θα έπρεπε να εξαλείψει κάθε ιδέα ότι σήμερα μια χώρα περιοχή μπορεί να απομονωθεί ή να αποσυνδεθεί από τα παγ#] κόσμια δίκτυα της εξουσίας, προκειμένου να ανα-δημιουργή τις συνθήκες του παρελθόντος και να αναπτυχθεί όπως συνέβη! κάποτε με τις κυρίαρχες κεφαλαιοκρατικές χώρες. Σήμερα^ ακόμη και οι κυρίαρχες χώρες εξαρτώνται από το παγκόσμια σύστημα· οι αλληλεπιδράσεις της παγκόσμιας αγοράς έχο«ιν| επιφέρει μια γενικευμένη αποδιάρθρωση όλων των οικονομιών.) Ολοένα και περισσότερο, οποιαδήποτε απόπειρα απομόνωσης ή§ διαχωρισμού θα έχει ως μοναδικό αποτέλεσμα μιαν ακόμη πι0| βάναυση μορφή ηγεμόνευσης από το παγκόσμιο σύστημα, την| ολίσθηση σε ένα καθεστώς αδυναμίας και ένδειας.
Πληροφορικοποίηση Οι διαδικασίες του εκσυγχρονισμού και της εκβιομηχάνισης μ©*3 τασχημάτισαν και ανακαθόρισαν όλα τα στοιχεία του κοινωνι*;:| κού επιπέδου. Όταν η γεωργία εκσυγχρονίστηκε, ακολουθών-· !
ΛϊΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
383
τας το πρότυπο της βιομηχανίας, το αγρόκτημα σταδιακά έγι νε εργοστάσιο, με όλη την πειθαρχία, την τεχνολογία, τις μι σθωτές σχέσεις, κ.ο.κ., του εργοστασίου. Η γεωργία εκσυγχρο νίστηκε ως βιομηχανία. Γενικότερα, η ίδια η κοινωνία βαθμη δόν εκβιομηχανίστηκε, μέχρι του σημείου να μετασχηματιστούν ακόμη και οι ανθρώπινες σχέσεις, και η ανθρώπινη φύση. Η κοινωνία έγινε εργοστάσιο. Στις αρχές του 20ού αιώνα, ο Robert Musil στοχάστηκε πολύ εύστοχα πάνω στο μετασχη ματισμό της ανθρωπότητας κατά το πέρασμα από τον ειδυλ λιακό αγροτικό κόσμο στο κοινωνικό εργοστάσιο: «Υπήρχε μια εποχή που οι άνθρωποι μεγάλωναν φυσικά σε συνθήκες που έβρισκαν να τους περιμένουν και αυτός ήταν ένας πολύ υγιής τρόπος αυτοπραγμάτωσης. Σήμερα όμως, με όλους αυτούς τους κλυδωνισμούς των πάντων, όταν όλα ξεριζώνονται από το χώ μα που τα γέννησε, ακόμα και στις περιπτώσεις που αφορούν την παραγωγή της ψυχής, θα έπρεπε πράγματι κανείς να αντι καταστήσει τις παραδοσιακές ανθρώπινες δεξιότητες με το εί δος εκείνο της ευφυΐας που συμβαδίζει με τη μηχανή και το ερ γοστάσιο.»8 Οι διαδικασίες του γίγνεσθαι άνθρωπον και η ίδια η ανθρώπινη φύση μετασχηματίστηκαν ριζικά κατά τη μετά βαση που σηματοδότησε ο εκσυγχρονισμός. Στην εποχή μας, εντούτοις, ο εκ σ υ γ χ ρ ο ν ισ μ ό ς έ χ ε ι φ τά σ ει στο τ έ λ ο ς του. Με άλλα λόγια, η βιομηχανική παραγωγή δεν επεκτείνει πλέον την κυριαρχία της σε άλλες οικονομικές μορ φές και κοινωνικά φαινόμενα. Ένα σύμπτωμα αυτής της μετα βολής είναι κατάδηλο στις ποσοτικές αλλαγές που παρατηρούν ται στην απασχόληση. Ενώ η διαδικασία του εκσυγχρονισμού δηλώθηκε με μια μετατόπιση της εργασίας από τη γεωργία και την εξόρυξη πρώτων υλών (τον πρωτογενή τομέα) στη βιομη χανία (τον δευτερογενή), η διαδικασία του μεταεκσυγχρονισμού, ή πληροφορικοποίησης, έχει καταδειχθεί με τη μετατό πιση από τη βιομηχανία στην παροχή υπηρεσιών (τον τριτογενή τομέα), μια μεταβολή που έχει συντελεστεί στις κυρίαρχες κεφαλαιοκρατικές χώρες, και ιδιαίτερα στις Ηνωμένες Πολιτεί ες, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1970. Ο τομέας των
4
384
MICHAEL HARDT - ANTONIO f lf
υπηρεσιών καλύπτει ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων, από την τρική μέριμνα, την εκπαίδευση και τα οικονομικά ώς τις φορές, την ψυχαγωγία και τη διαφήμιση. Τα σχετικά επα'“ ματα είναι κατά το πλείστον εξαιρετικά ευκίνητα και προ" θέτουν ευέλικτες ικανότητες. Ακόμη σημαντικότερο δε, κή θέση σε όλα επέχουν η γνώση, η πληροφορία, το συναί μα και η επικοινωνία. Υπ’ αυτή την έννοια, πολλοί ονομ τη μεταβιομηχανική οικονομία, οικονομία της πληροφορίας! Ο ισχυρισμός ότι ο εκσυγχρονισμός έχει λάβει τέλος και γ σήμερα, η παγκόσμια οικονομία υφίσταται μια διαδικασία ταεκσυγχρονισμού προσανατολισμένη προς μια οικονομίαςJ πληροφορίας δεν σημαίνει ότι η βιομηχανική παραγωγή θα ψει να υφίσταται, ή έστω και ότι θα πάψει να διαδραματ σημαντικό ρόλο, ακόμη και στις πιο ισχυρές κεφαλαιοκρα περιοχές του πλανήτη. Όπως οι διαδικασίες της εκβιομηχ σης μετασχημάτισαν τη γεωργία και την έκαναν περισσό παραγωγική, έτσι και η πληροφοριακή επανάσταση θα σχηματίσει τη βιομηχανία, ανακαθορίζοντας και ανανεώνο τις διαδικασίες της βιομηχανικής παραγωγής. Η νέα διευθ κή επιταγή που ενεργοποιείται εδώ είναι: «Αντιμετωπίστε·: βιομηχανικό προϊόν ως υπηρεσία.»9 Στην ουσία, καθώς οι μηχανίες μετασχηματίζονται, ο διαχωρισμός μεταξύ βιομηχ_ κών προϊόντων και υπηρεσιών γίνεται όλο και πιο δυσδιάκ τος.10 Όπως με τη διαδικασία του εκσυγχρονισμού το σύν της παραγωγής έτεινε να εκβιομηχανιστεί, έτσι και με τη δικασία του μεταεκσυγχρονισμού το σύνολο της παραγω κατατείνει στην παραγωγή υπηρεσιών, στο να πληροφορικ ποιηθεί. Ασφαλώς όλες οι χώρες, ακόμη και οι κυρίαρχες κεφαλαΐ κρατικές, δεν ακολουθούν την ίδια οδό μεταεκσυγχρονισ Βάσει των αλλαγών που έχουν παρατηρηθεί στα στατιστικά δομένα της απασχόλησης, από το 1970 και μετά, στις χ Λ της Ομάδας των 7 (G-7), οι Manuel Castells και Yu Aoyama έχουν διακρίνει δύο βασικά μοντέλα ή οδούς που γούν στην πληροφορικοποίηση.11 Και τα δυο προϋποθέτουν
ΑΥΤΟ Κ ΡΑΤΟ ΡΙΑ
385
αύξηση της απασχόλησης σε μεταβιομηχανικές υπηρεσίες, κα θένα όμως δίνει έμφαση σε διαφορετικά είδη υπηρεσιών και σε διαφορετικές σχέσεις μεταξύ του τομέα των υπηρεσιών και του τομέα της βιομηχανικής παραγωγής. Η πρώτη οδός κατατείνει στο μ ο ν τ έ λ ο μ ια ς οικ ονομ ία ς τω ν υπ η ρεσιώ ν, και το προβάδι σμα εδώ το έχουν οι Ηνωμένες Πολιτείες, το Ηνωμένο Βασί λειο και ο Καναδάς. Το μοντέλο αυτό προϋποθέτει μια ραγδαία κάμψη των βιομηχανικών επαγγελμάτων και αντίστοιχη άνοδο στα επαγγέλματα του τομέα των υπηρεσιών. Συγκεκριμένα, οι οικονομικές υπηρεσίες που διαχειρίζονται το κεφάλαιο καταλή γουν να κυριαρχούν επί των άλλων τομέων των υπηρεσιών. Στο δεύτερο μοντέλο, το π λη ρ ο φ ο ρ ικ ο -β ιο μ η χ α νικ ό , τυπικά παρα δείγματα του οποίου αποτελούν η Ιαπωνία και η Γερμανία, η βιομηχανική α π α σ χ ό λ η σ η παρακμάζει με βραδύτερους ρυθμούς απ’ ό,τι στο πρώτο, και, το σημαντικότερο, η διαδικασία της πληροφορικοποίησης εντάσσεται στην ήδη υπάρχουσα βιομηχα νική παραγωγή, την οποία και αποσκοπεί να ενδυναμώσει. Γι’ αυτό το λόγο, οι υπηρεσίες που έχουν άμεση σχέση με τη βιο μηχανική παραγωγή εξακολουθούν να είναι οι σημαντικότερες σε αυτό το μοντέλο, εν σχέσει προς τις άλλες υπηρεσίες. Τα δύο μοντέλα αντιπροσωπεύουν δύο στρατηγικές που υιοθετούν οι κυρίαρχες καπιταλιστικές χώρες για να αντεπεξέλθουν στην οικονομική μετάβαση και να εξασφαλίσουν πλεονεκτήματα, πρέπει όμως να καταστεί σαφές ότι αμφότερα προσανατολίζον ται σταθερά προς την πληροφορικοποίηση της οικονομίας και την απόδοση αυξημένης σημασίας στις παραγωγικές ροές και δίκτυα. Μολονότι οι εξαρτημένες χώρες και περιοχές του κόσμου δεν είναι σε θέση να υλοποιήσουν τέτοιου είδους στρατηγικές, οι διαδικασίες του μεταεκσυγχρονισμού επιβάλλουν και σε αυ τές αμετάκλητες αλλαγές. Το γεγονός ότι η πληροφορικοποίηση και η στροφή προς τον τομέα των υπηρεσιών έχει μέχρι τούδε συντελεστεί πρωτίστως στις κυρίαρχες κεφαλαιοκρατικές χώ ρες και όχι στις υπόλοιπες δεν πρέπει να μας οδηγήσει και πά λι σε μια αντίληψη της παγκόσμιας οικονομικής συγκυρίας με
386
MICHAEL HARDT - ANTONIO NE
όρους γραμμικών σταδίων ανάπτυξης. Είναι αλήθεια ότι, κα*1 η βιομηχανική παραγωγή στις κυρίαρχες χώρες παρακμά'' ουσιαστικά εξάγεται στις εξαρτημένες χώρες, λόγου χάριν, αν τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ιαπωνία στο Μεξικό και Μαλαισία. Τέτοιου είδους γεωγραφικές μεταβολές και μετατ πίσεις ίσως οδηγήσουν κάποιους να πιστέψουν ότι υπάρχει νέα παγκόσμια οργάνωση των οικονομικών σταδίων, σύμφω!$ με την οποία οι κυρίαρχες χώρες είναι οικονομίες πληροφορ κών υπηρεσιών, οι πρώτοι τη τάξει υποτελείς τους είναι βιομ " χανικές οικονομίες και οι ακόμη υποδεέστεροι είναι γεωργικ ' Υιοθετώντας κανείς, λόγου χάριν, την προοπτική των σταδίΐι της ανάπτυξης, ίσως καταλήξει στο συμπέρασμα ότι, μέσω σύγχρονης εξαγωγής της βιομηχανικής παραγωγής, μια μο δα κατασκευής αυτοκινήτων που χτίζει η Φορντ στη Βραζιλ* κατά τη δεκαετία του 1990 μπορεί να συγκριθεί με ένα εργζ στάσιο της Φορντ στο Ντιτρόιτ της δεκαετίας του 1930, για™ και οι δύο αυτές περιπτώσεις της παραγωγής ανήκουν στο ίδυρ βιομηχανικό στάδιο. ί;ΐ| Σε μια προσεκτικότερη εξέταση, εντούτοις, θα διαπιστώσοι#] με ότι τα δύο εργοστάσια δεν επιδέχονται σύγκριση και οι μβ|| ταξύ τους διαφορές είναι θεμελιώδεις. Καταρχάς, διαφέρουν ρϋ| ζικά από την άποψη της τεχνολογίας και των παραγωγικών] πρακτικών. 'Οταν το πάγιο κεφάλαιο εξάγεται, συνήθως εξάγει ται στο υψηλότερο επίπεδο παραγωγικότητάς του. Τούτο ση-ι μαίνει ότι το εργοστάσιο της Φορντ στη Βραζιλία της δεκαε τίας του 1990 δεν θα έχει χτιστεί με την τεχνολογία του εργο στασίου της Φορντ στο Ντιτρόιτ της δεκαετίας του 1930, αλλά: θα έχει βασιστεί στις πιο προηγμένες και παραγωγικές τεχνο-ί λογίες ηλεκτρονικών υπολογιστών και πληροφορικής από τις διαθέσιμες. Και μόνον η τεχνολογική υποδομή του εργοστασίου θα το ενέτασσε απερίφραστα στην πληροφοριακή οικονομία* Δεύτερον, και ίσως πιο σημαντικό, τα δύο εργοστάσια τελοόν σε διαφορετικές σχέσεις κυριαρχίας ως προς την παγκόσμια οι κονομία ως σύνολο. Η μονάδα κατασκευής του Ντιτρόιτ της δεκαετίας του 1930 βρισκόταν στην κορυφή της παγκόσμιας οι
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
387
κονομίας και παρήγε την υψηλότερη αξία- αντίθετα, η μονάδα κατασκευής της δεκαετίας του 1990, είτε βρίσκεται στο Σάο Πάολο είτε στο Κεντάκυ είτε στο Βλαδιβοστόκ, καταλαμβάνει μια εξαρτημένη θέση στην παγκόσμια οικονομία -υποτάσσεται στην υψηλής αξίας παραγωγή υπηρεσιών. Σήμερα, κάθε μορ φής οικονομική δραστηριότητα τείνει να υπαχθεί στην κυριαρ χία της πληροφοριακής οικονομίας και να μετασχηματιστεί ποιοτικά από αυτήν. Οι γεωγραφικές διαφοροποιήσεις της παγ κόσμιας οικονομίας δεν συνιστούν ενδείξεις συμπαρουσίας δια φορετικών σταδίων ανάπτυξης, αλλά γραμμές που ακολουθεί η νέα παγκόσμια ιεράρχηση της παραγωγής. Γίνεται ολοένα σαφέστερο από τη σκοπιά των εξαρτημένων περιοχών ότι ο εκσυγχρονισμός έχει πάψει πλέον να αποτελεί το κλειδί για την οικονομική πρόοδο και τον ανταγωνισμό. Οι πιο εξαρτημένες περιοχές, λόγου χάριν οι υποσαχάριες περιοχές της Αφρικής, έχουν κατ’ ουσίαν αποκλειστεί από τις ροές του κεφαλαίου και τις νέες τεχνολογίες, με αποτέλεσμα να βρίσκον ται στα πρόθυρα της λιμοκτονίας.12 Ο ανταγωνισμός για τις θέ σεις του μεσαίου επιπέδου της παγκόσμιας ιεραρχίας διεξάγε ται όχι μέσω της εκβιομηχάνισης αλλά μέσω της πληροφορικοποίησης της παραγωγής. Μεγάλες χώρες που συνδυάζουν ποικίλους τύπους οικονομιών, όπως η Ινδία και η Βραζιλία, μπορούν να υποστηρίζουν ταυτόχρονα όλα τα επίπεδα των πα ραγωγικών διαδικασιών την παραγωγή υπηρεσιών με βάση την πληροφορία, τη σύγχρονη βιομηχανική παραγωγή αγαθών και την παραδοσιακή χειροτεχνία, την αγροτική παραγωγή και την εξόρυξη πρώτων υλών. Δεν είναι πλέον αναγκαίο να υπάρχει μια τακτική ιστορική πρόοδος από τη μια μορφή παραγωγής στην άλλη· μάλλον αναμειγνύονται και συνυπάρχουν. Όλες οι μορφές παραγωγής υπάρχουν μέσα στα δίκτυα της παγκόσμιας αγοράς και τελούν υπό την κυριαρχία της πληροφοριακής πα ραγωγής υπηρεσιών. Οι μετασχηματισμοί της ιταλικής οικονομίας, από τη δεκα ετία του 1950 και εξής, αποδεικνύουν περίτρανα ότι οι σχετικά καθυστερημένες οικονομίες δεν ακολουθούν απλώς τα στάδια
388
MICHAEL HARDT - ANTONIO NE®«
που διήλθαν οι κυρίαρχες περιοχές, αλλά εξελίσσονται βάό εναλλακτικών και μεικτών μοντέλων. Μετά τον Β' Παγκόσμ πόλεμο, η Ιταλία εξακολουθούσε να είναι μια κατά βάση αγρ τική κοινωνία, κατά τις δεκαετίες του 1950 και του ’60 διήλθε μια αλματώδη, μολονότι ατελή, διαδικασία εκσυγχρον σμού και εκβιομηχάνισης, ένα πρώτο οικονομικό θαύμα. Αργ^ τέρα, όμως, κατά τις δεκαετίες του 1970 και του ’80, και οι διαδικασίες της εκβιομηχάνισης δεν είχαν ακόμη ολοκληρ θεί, η ιταλική οικονομία επιχείρησε άλλη μια διαδικασία μετι$|| σχηματισμού, μια διαδικασία μεταεκσυγχρονισμού, επιτελώντο ένα δεύτερο οικονομικό θαύμα. Τα θαύματα της ιταλικής οικς| νομίας στην πραγματικότητα δεν ήταν άλματα προόδου που της επέτρεπαν να καλύψει την απόσταση από τις άλλες κυ ρίαρχες οικονομίες· μάλλον ήταν κράματα ετερογενών, ατελο οικονομικών μορφών. Αυτό το οποίο έχει μεγαλύτερη σημασίι στη συγκεκριμένη περίπτωση, και ίσως θέσει επωφελώς την® ιταλική περίπτωση ως γενικό μοντέλο για κάθε άλλη υπανά^| πτυκτη οικονομία, είναι ότι η ιταλική οικονομία δ ε ν περίμενιΜ να ο λο κ λη ρ ώ σ ει το ένα στάδιο (τ η ν ε κ β ιο μ η χ ά ν ισ η ) γ ια να χω ρ ή σ ει σ το ε π ό μ ε ν ο (τη ν π λη ροψ ορικοπ οίη σ η ). Σύμφωνα
μ*| δύο σύγχρονους οικονομολόγους, ο πρόσφατος μετασχηματισμός! της ιταλικής οικονομίας αποκαλύπτει «μια ενδιαφέρουσα μετά^Ι βάση από τον πρωτοβιομηχανισμό στον πρωτοπληροφορικι-|| σμό».13 Διάφορες περιοχές του πλανήτη θα αναπτυχθούν έτ<κ| ώστε να εμφανίζουν στοιχεία αγροτικής οικονομίας συγκερα-a σμένα με μια εν μέρει εκβιομηχάνιση και μια εν μέρει πληρο-1 φορικοποίηση. Έτσι όλα τα οικονομικά στάδια εμφανίζονταιJ ταυτόχρονα παρόντα, συγχωνευμένα σε μια υβριδική, σύνθετη^* οικονομία, η οποία ποικίλλει στις διάφορες περιοχές του πλα-'jS νήτη, διαφοροποιούμενη όχι ως προς το είδος αλλά ως προς τοίΐί βαθμό. Όπως ο εκσυγχρονισμός σε μια προηγούμενη εποχή, έτσί.-ϊ και ο μεταεκσυγχρονισμός ή πληροφορικοποίηση σήμερα σημα- J τοδοτεί έναν νέο τρόπο του γίγνεσθαι άνθρωπον. Όπου το θέμα;1[ είναι η παραγωγή της ψυχής, όπως θα έλεγε και ο Musil, εκεί;!
ΛΪΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
389
θα έπρεπε όντως οι παραδοσιακές τεχνικές των βιομηχανικών μηχανών να αντικατασταθούν από την κυβερνητική ευφυΐα της πληροφορίας και των επικοινωνιακών τεχνολογιών. Πρέπει να εφεύρουμε αυτό που ο Pierre Levy ονομάζει «μια ανθρωπολο γία του κυβερνοχώρου».14 Αυτή η αλλαγή των μεταφορών που χρησιμοποιούμε μας δίνει μια πρώτη εικόνα του επικείμενου μετασχηματισμού, χρειάζεται όμως πολύ προσεκτικότερη έρευ να για να αποσαφηνίσουμε τις αλλαγές που προκύπτουν κατά τη μετάβαση προς μια πληροφοριακή οικονομία, όσον αφορά την αντίληψη που έχουμε σήμερα για το ανθρώπινο και την ίδια την ανθρωπότητα.
Η κοινωνιολογία της άυλης εργασίας Η μετάβαση προς μια πληροφοριακή οικονομία συνεπάγεται κατ’ ανάγκην μιαν αλλαγή στην ποιότητα και τη φύση της ερ γασίας. Αυτή είναι η πιο άμεση κοινωνιολογική και ανθρωπολογικη επίπτωση του περάσματος από ένα οικονομικό παρά δειγμα σε ένα άλλο. Σήμερα η πληροφορία και η επικοινωνία έχουν καταλήξει να διαδραματίζουν θεμελιώδη ρόλο στην πα ραγωγική διαδικασία. Μια πρώτη όψη αυτού του μετασχηματισμού επισημαίνεται από πολλούς όσον αφορά τη μεταβολή που συντελείται στη βιο μηχανική εργασία -και εδώ ο κλάδος της αυτοκινητοβιομηχα νίας χρησιμοποιείται ως σημείο αναφοράς- με τη μετάβαση από το φορντικό μοντέλο στο τογιοτικό.15 Η πρωταρχική δομι κή διαφορά μεταξύ των δύο αυτών μοντέλων αφορά το σύστη μα επικοινωνίας μεταξύ του τομέα της παραγωγής και του το μέα της κατανάλωσης των αγαθών, δηλαδή τη μετάδοση της πληροφορίας μεταξύ του εργοστασίου και της αγοράς. Το φορ ντικό μοντέλο κατασκεύασε μια σχετικά «βωβή» σχέση μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης. Στη φορντική εποχή, η μαζική παραγωγή τυποποιημένων αγαθών μπορούσε να βασίζεται σε μια επαρκή ζήτηση και γι’ αυτό ελάχιστα χρειαζόταν να «ακούει» την αγορά. Ένα κύκλωμα ανάδρασης από την κατα-
390
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG]
νάλωση προς την παραγωγή επέτρεπε στις αλλαγές που ση'«| μειώνονταν στην αγορά να επιφέρουν αλλαγές στην παραγωγι-:| κή μηχανική, αυτό όμως το επικοινωνιακό κύκλωμα ήταν πε-,Ι ριορισμένο (λόγω των αμετάβλητων και διαμερισματοποιημέ»; νων διαύλων που χρησιμοποιούσαν οι δομές του προγραμματι-'Ί σμού και του σχεδιασμού) και αργό (λόγω της ανελαστικότη- j τας των τεχνολογιών και των διαδικασιών της μαζικής παρα- j γωγής). :] Ο τογιοτισμός βασίζεται σε μια αντιστροφή της φορντικής » επικοινωνιακής δομής μεταξύ της παραγωγής και της κατανάλωσης. Σε ιδανικές συνθήκες, σύμφωνα με το τογιοτικό μοντέ λο, ο προγραμματισμός της παραγωγής θα επικοινωνεί με τις <5 αγορές συνεχώς και άμεσα. Τα εργοστάσια θα διατηρούν μη δε- ' νικό απόθεμα, και τα εμπορεύματα θα παράγονται στην κα τάλληλη στιγμή, για να διατεθούν αμέσως, σύμφωνα με την εκάστοτε ζήτηση των υπαρχουσών αγορών. Το μοντέλο αυτό,: · συνεπώς, προϋποθέτει όχι απλώς ένα πολύ ταχύτερο κύκλωμα ανάδρασης, αλλά και μιαν αντιστροφή της σχέσης, επειδή, θεω ρητικά τουλάχιστον, η απόφαση για παραγωγή ουσιαστικά έπεται και ανταποκρίνεται στην απόφαση της αγοράς. Στις πιο .·; ακραίες περιπτώσεις, το αγαθό δεν παράγεται παρά μόνον αφού ο πελάτης το έχει ήδη επιλέξει και αγοράσει. Σε γενικές γραμ μές, εντούτοις, θα ήταν ακριβέστερο να θεωρήσουμε το μοντέ λο του τογιοτισμού ως μια προσπάθεια για συνεχή δυνατότητα αλληλόδρασης ή ταχείας επικοινωνίας μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης. Αυτό το βιομηχανικό πλαίσιο μας αποκαλύπτει μια πρώτη διάσταση του κεντρικού ρόλου που έχουν καταλήξει να διαδραματίζουν η επικοινωνία και η πληροφορία στην παρα γωγή. Θα έλεγε κανείς ότι η τελεσιουργός και η επικοινωνιακή δράση εμφανίζονται στενά συνυφασμένες στην πληροφορικοποιημένη βιομηχανική διαδικασία, πρέπει όμως να σημειώσου με ότι πρόκειται για μια απισχνασμένη έννοια της επικοινωνίας ως απλής μετάδοσης αγοραίων δεδομένων.16 Οι οικονομικοί τομείς των υπηρεσιών παρουσιάζουν ένα πλουσιότερο μοντέλο παραγωγικής επικοινωνίας. Είναι αλήθεια
ΑΥΤΟ Κ ΡΑΤΟ ΡΙΑ
391
ότι οι π ερ ισ σ ότερ ες υπ η ρ εσ ίες βασίζονται σ τη σ υ ν εχ ή ανταλλα γή πληροφοριών και γνώσεων. Αφ’ ης στιγμής η παραγωγή υπηρεσιών δεν καταλήγει σε κάποιο υλικό αγαθό με διάρκεια, θα ορίσουμε την εργασία που ενέχεται σε αυτήν την παραγωγή ως «ά υ λη ε ρ γα σ ία » -τουτέστιν εργασία η οποία παράγει ένα άυλο αγαθό, λόγου χάριν μια υπηρεσία, ένα πολιτισμικό προϊ όν, γνώ σ η ή επικοινωνία.17 Μπορούμε να αντιληφθούμε μια όψη της άυλης εργασίας κατ’ αναλογίαν προς τη λειτουργία ενός ηλεκτρονικού υπολογιστή. Η ολοένα διευρυνόμενη χρήση των ηλεκτρονικών υπολογιστών τείνει σταδιακά να ανακαθορίσει τις εργασιακές πρακτικές και σχέσεις, αλλά και όλες τις κοινωνι κές πρακτικές και σχέσεις. Η εξοικείωση και η ευχέρεια χει ρισμού της υπολογιστικής τεχνολογίας καθίσταται σε όλο και περισσότερες περιπτώσεις βασικό προσόν για την εργασία στις κυρίαρχες χώρες. Ακόμη και σε επαγγέλματα όπου δεν υπάρ χει άμεση επαφή με ηλεκτρονικούς υπολογιστές, είναι ευρύτα τα διαδεδομένος ο χειρισμός των συμβόλων και της πληροφο ρίας κατά το πρότυπο του ηλεκτρονικού υπολογιστή. Σε μια προγενέστερη εποχή, οι εργάτες μάθαιναν πώς να ενεργούν σαν μηχανές τόσο εντός όσο και εκτός του εργοστασίου. Μάθαμε (με τη βοήθεια των φωτογραφιών του Muybridge, φέρ’ ειπείν) να αντιλαμβανόμαστε εν γένει την ανθρώπινη δραστηριότητα ως μηχανική. Σήμερα, ολοένα περισσότερο σκεφτόμαστε σαν υπολογιστές, ενώ οι επικοινωνιακές τεχνολογίες και το δικό τους μοντέλο αλληλόδρασης καταλαμβάνουν ολοένα πιο κεντρι κή θέση στις εργασιακές δραστηριότητες. Μια νέα πτυχή του ηλεκτρονικού υπολογιστή είναι ότι μπορεί να τροποποιεί συνε χώς την ίδια τη λειτουργία του μέσω της χρήσης του. Και οι στοιχειωδέστερες ακόμη μορφές τεχνητής νοημοσύνης τού επι τρέπουν να διευρύνει και να τελειοποιεί τη λειτουργία του βά σει της αλληλόδρασής του με τον χρήστη και το περιβάλλον. Το ίδιο είδος σ υνεχο ύς α λ λ η λ ο δ ρ α σ τ ιχ ό τ η τ α ς χαρακτηρίζει ένα ευρύ φάσμα σύγχρονων παραγωγικών δραστηριοτήτων, είτε εμπλέκεται άμεσα σε αυτές η σ υσ κ ευή του ηλεκτρονικού υπο λογιστή είτε όχι. 0 ηλεκτρονικός υπολογιστής και η επικοινω-
392
MICHAEL HARDT - ANTONIO NE
νιακή επανάσταση της παραγωγής έχουν μετασχηματίσει εργασιακές πρακτικές, ούτως ώστε να κατατείνουν όλες πρί| το μοντέλο των πληροφοριακών και επικοινωνιακών τεχνολ γιών.18 Οι αλληλοδραστικές και κυβερνητικές μηχανές γίνοντ® ένα νέο πρόσθετο μέλος, το οποίο εντάσσεται στο σώμα και ,·^ νου μας, και ένα πρίσμα μέσα από το οποίο επαναπροσδιοβί ζουμε αυτό καθαυτό το σώμα και το νου μας. Η ανθρωπολογία του κυβερνοχώρου αποτελεί στην πραγματικότητα μια πα| χή της νέας ανθρώπινης κατάστασης. ^ Ο Robert Reich ονομάζει το είδος της άυλης εργασίας ενέχεται στην υπολογιστική και επικοινωνιακή εργασία .«συ[< βολικο-αναλυτικές υπηρεσίες» -καθήκοντα που προϋποθέτο» «στρατηγικές επίλυσης προβλημάτων, προσδιορισμού προβλή μάτων και στρατηγικές δραστηριότητες μεσιτείας».19 Αυτό ί είδος εργασίας διεκδικεί την υψηλότερη αξία και γι’ αυτό Ι Reich το θεωρεί κλειδί για τον ανταγωνισμό στη νέα παγκι σμια οικονομία. Αναγνωρίζει, πάντως, ότι η ανάπτυξη αυτώ| των βασισμένων στη γνώση επαγγελμάτων δημιουργικού βολικού χειρισμού συνεπάγεται μιαν αντίστοιχη ανάπτυ! επαγγελμάτων χαμηλής αξίας, τα οποία δεν απαιτούν ιδιαίΐ ρες ικανότητες, επαγγελμάτων στερεότυπου χειρισμού συμ| λων, όπως η εισαγωγή δεδομένων και η ηλεκτρονική επεξερί γασία κειμένου. Εδώ αρχίζει να διαφαίνεται ένας θεμελια: καταμερισμός της εργασίας μέσα στη σφαίρα της άυλης π α ρ α γωγής. Πρέπει να σημειώσουμε ότι μία από τις συνέπειες της πλη^ϊ ροφορικοποίησης της παραγωγής και της ανάδυσης της άυλι εργασίας είναι η πραγματική ομοιογενοποίηση των εργασιακώ|| διαδικασιών. Από τη σκοπιά του Marx, τον 19ο αιώνα, οι συγ|| κεκριμένες πρακτικές των διαφόρων εργατικών δράστηριοτή^Ί των ήταν ριζικά ετερογενείς: η κατασκευή ενδυμάτων και η υφαντουργία ενείχαν ποιοτικά μη συγκρίσιμες συγκεκριμένες] ενέργειες. Μόνο σε ένα αφηρημένο επίπεδο, όπου πλέον δεν λαμβάνονται υπόψη οι συγκεκριμένες πρακτικές, μπορούσα» διαφορετικές εργασιακές δραστηριότητες να συνδεθούν και να j
Λ ΪΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
393
θεωρηθούν ομοιογενείς, όχι πλέον ως κατασκευή ενδυμάτων και υφαντουργία, αλλά γενικά ως δαπάνη ανθρώπινης εργασίας, ως α φ η ρ η μ ένη ερ γα σ ία .20 Σήμερα, εντούτοις, με την υπολογιστικοποίηση της παραγωγής, η ετερογένεια της συγκεκριμένης ερ γασίας τείνει να μειωθεί, και ο εργάτης απομακρύνεται ολοένα περισσότερο από το αντικείμενο της εργασίας του. Η εργασία της υπολογιστικοποιημένης κατασκευής ενδυμάτων και της υπολογιστικοποιημένης υφαντουργίας ίσως ενέχουν τις ίδιες συγ κεκριμένες πρακτικές -δηλαδή το χειρισμό συμβόλων και πλη ροφορίας. Τα εργαλεία, ασφαλώς, ανέκαθεν αποσπούσαν από την εργατική δύναμη το αντικείμενο της εργασίας σ ε κάποιον βαθμό. Σε προγενέστερες περιόδους, εντούτοις, τα εργαλεία γε νικά σχετίζονταν με τρόπο σχετικά ανελαστικό με ορισμένα καθήκοντα ή ορισμένες ομάδες καθηκόντων· διαφορετικά εργα λεία αντιστοιχούσαν σε διαφορετικές δραστηριότητες -τα εργα λεία του ράπτη, τα εργαλεία του υφαντουργού, ή αργότερα η ραπτομηχανή και ο μηχανικός αργαλειός. Ο ηλεκτρονικός υπο λογιστής, αντίθετα, προτείνεται ως το καθολικό εργαλείο, ή μάλλον ως το κεντρικό εργαλείο, το οποίο καθίσταται απαραί τητο για όλες τις δραστηριότητες. Με την υπολογιστικοποίηση της παραγωγής, ως εκ τούτου, η εργασία τείνει προς τη θέση της αφηρημένης εργασίας. Το μοντέλο του ηλεκτρονικού υπολογιστή, όμως, μπορεί να εξηγήσει μόνο μία όψη της επικοινωνιακής και άυλης εργασίας που ενέχεται στην παραγωγή υπηρεσιών. Η άλλη όψη της άυ λης εργασίας είναι η σ υ να ισ θ η μ α τικ ή ερ γα σ ία της ανθρώπινης επαφής και αλληλόδρασης. Οι υπηρεσίες υγείας, φέρ’ ειπείν, βασίζονται σημαντικά στη μεριμνητική και συναισθηματική ερ γασία, και, ομοίως, η βιομηχανία της ψυχαγωγίας επικεντρώ νεται στη δημιουργία και τον κατάλληλο χειρισμό του συναι σθήματος. Πρόκειται και εδώ για άυλη εργασία, έστω κι αν εί ναι σωματική και συναισθηματική, υπό την έννοια ότι τα προϊ όντα της δεν είναι απτά, αλλά είναι μάλλον ένα αίσθημα ηρε μίας, ευεξίας, ικανοποίησης, συγκίνησης ή πάθους. Κατηγορίες όπως «αυτοπρόσωπες υπηρεσίες» [in-person services] ή υπηρε-
394
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGI
σίες εγγύτητας χρησιμοποιούνται συχνά για τον προσδιορισμέ αυτού του είδους της εργασίας, όμως το πραγματικά ειδοποι| χαρακτηριστικό της είναι η δημιουργία και ο επιδέξιος χειρί* σμός του συναισθήματος. Η συναισθηματική παραγωγή, ανταλ* λαγή και επικοινωνία αυτού του είδους συνδέεται εν γένει με την ανθρώπινη επαφή, η επαφή όμως μπορεί να είναι πραγμα τική ή δυνητική, όπως συμβαίνει με τη βιομηχανία της Sum σκέδασης. . Η δεύτερη όψη της άυλης εργασίας, η συναισθηματική της όψη, εκτείνεται πολύ πέραν του μοντέλου της ευφυΐας και της επικοινωνίας που ορίζουν οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές. Μπο^ ρούμε να κατανοήσουμε σαφέστερα τη συναισθηματική εργασίβί αν ξεκινήσουμε από αυτό που οι φεμινιστικές αναλύσεις της «γυναικείας εργασίας» έχουν ονομάσει «εργασία σύμφωνα με το ρυθμό του σώματος».21 Η μεριμνητική εργασία είναι αναμφίβο λα διαποτισμένη από το σωματικό στοιχείο, τα συναισθήματα: εντούτοις που παράγει είναι άυλα. Αυτό που παράγει η συναί·? σθηματική εργασία είναι κοινωνικά δίκτυα, μορφές κοινότητας, βιοεξουσία. Εδώ μπορεί κανείς να αντιληφθεί για άλλη μια φσρά ότι η τελεσιουργός δράση της οικονομικής παραγωγής έχει ενωθεί με την επικοινωνιακή δράση των ανθρωπίνων σχέσεων στη συγκεκριμένη περίπτωση, όμως, η επικοινωνία δεν έχει απισχνανθεί, αλλά η παραγωγή έχει εμπλουτιστεί φτάνοντας στο επίπεδο της πολυπλοκότητας που διακρίνει την ανθρώπινη αλληλόδραση. Κοντολογίς, μπορούμε να διακρίνουμε τρεις τύπους άυλη< εργασίας, οι οποίοι οδηγούν τον τομέα των υπηρεσιών στην κο ρυφή της πληροφοριακής οικονομίας. Ο πρώτος έχει να κάνει με μια βιομηχανική παραγωγή η οποία πληροφορικοποιήθηκί και ενσωμάτωσε επικοινωνιακές τεχνολογίες με τρόπο που με τασχηματίζει την ίδια την παραγωγική διαδικασία. Η παραγω γή βιομηχανικών προϊόντων θεωρείται υπηρεσία και η υλικτ εργασία της παραγωγής υλικών αγαθών αναμειγνύεται με -κα κατατείνει προς- την άυλη εργασία. Ο δεύτερος τύπος είναι ί άυλη εργασία των αναλυτικών και συμβολικών καθηκόντων, ί
Α Υ ΤΟ Κ ΡΑΤΟ ΡΙΑ
395
οποία η διακρίνεται αφ’ ενός σε δημιουργικό και ευφυή χειρι σμό και αφ’ ετέρου σε στερεότυπα συμβολικά καθήκοντα. Τέ λος, ένας τρίτος τύπος άυλης εργασίας έχει να κάνει με την πα ραγωγή και το χειρισμό του συναισθήματος και απαιτεί την (δυνητική ή πραγματική) ανθρώπινη επαφή, την εργασία σύμ φωνα με το ρυθμό του σώματος. Αυτοί είναι οι τρεις τύποι της εργασίας που ηγούνται του μεταεκσυγχρονισμού της παγκό σμιας οικονομίας. Πριν προχωρήσουμε, πρέπει να τονίσουμε ότι σε καθεμιά από αυτές τις μορφές άυλης εργασίας, η συνεργασία είναι από λυτα εγγενής σε αυτή καθαυτήν την εργασία. Η άυλη εργασία προϋποθέτει άμεσα την κοινωνική αλληλόδραση και συνεργα σία. Με άλλα λόγια, η συνεργατική διάσταση της άυλης εργα σίας δεν επιβάλλεται ούτε οργανώνεται έξωθεν, όπως ίσχυε για προγενέστερες μορφές εργασίας, αλλά μάλλον η συνεργασία εί ναι απολύτως ε μ μ ε ν ή ς σ τη ν ίδια τη ν ε ρ γα σ ια κ ή δρα στηριότη τα.22 Το γεγονός αυτό καθιστά προβληματική την παλαιά αντί ληψη (κοινή στην κλασική και τη μαρξική πολιτική οικονομία), σύμφωνα με την οποία η εργασία νοείται ως «μεταβλητό κεφά λαιο», τουτέστιν ως μια δύναμη η οποία ενεργοποιείται και αποκτά συνοχή μόνον χάρη στο κεφάλαιο, διότι οι συνεργατι κές δυνάμεις της εργατικής δύναμης (ιδίως της άυλης εργατι κής δύναμης) παρέχουν στην εργασία τη δυνατότητα της αυτοαξιοποίησης. Οι νόες και τα σώματα εξακολουθούν να έχουν ανάγκη από τους άλλους προκειμένου να παραγάγουν αξία, αυ τοί οι άλλοι όμως που χρειάζονται δεν παρέχονται κατ’ ανάγ κην από το κεφάλαιο και την ικανότητά του να οργανώνει την παραγωγή. Σήμερα η παραγωγικότητα, ο πλούτος και η δημι ουργία κοινωνικών πλεονασμάτων παίρνουν τη μορφή της συ νεργατικής αλληλόδρασης μέσα από γλωσσικά, επικοινωνιακά και συναισθηματικά δίκτυα. Με αυτόν τον τρόπο, κατά την έκ φραση των δημιουργικών της ενεργειών, η άυλη εργασία φαίνε ται να παρέχει τη δυνατότητα για ένα είδος αυθόρμητου και στοιχειώδους κομμουνισμού.
396
MICHAEL HARPT - ANTONIO NEQj
Δικχυακή παραγωγή
Η πρώτη γεωγραφική συνέπεια της μετάβασης από μια βιομΐ® χανική σε μια πληροφοριακή οικονομία είναι η δραματική a t κέντρωση της παραγωγής. Οι διαδικασίες του εκσυγχρονισμ και η μετάβαση στο βιομηχανικό παράδειγμα προκάλεσαν έντονη συσσώρευση παραγωγικών δυνάμεων και μαζικές ναστεόσεις εργατικής δύναμης προς συγκεκριμένα κέντρα, γ οποία εξελίχθηκαν σε βιομηχανικές πόλεις, όπως το Μάν στερ, η Οζάκα και το Ντιτρόιτ. Η αποτελεσματικότητα μαζικής βιομηχανικής παραγωγής εξαρτιόταν από τη συγκέ τρώση και την εγγύτητα των στοιχείων, προκειμένου να ουργηθεί ο χώρος του εργοστασίου και να διευκολυνθούν η ταφορά και η επικοινωνία. Η πληροφορικοποίηση της βιομηχ<| νιας και η προϊούσα κυριαρχία της παραγωγής των υπηρεσίι εντούτοις, έχουν πια καταστήσει περιττή μια τέτοια συγκέ τρώση της παραγωγής. Το μέγεθος και η αποτελεσματικότηι δεν συσχετίζονται πλέον γραμμικά· στην πραγματικότητα,, μεγάλη κλίμακα έχει πολλές φορές αποβεί ανασταλτικός ράγοντας. Η πρόοδος στον τομέα των τηλεπικοινωνιών και τ(ι πληροφοριακών τεχνολογιών έχει καταστήσει δυνατή μιαν an ti| δαφικοποίηση της παραγωγής, που ουσιαστικά έχει διασπείρ^Ι τα μαζικά εργοστάσια και έχει ερημώσει τα βιομηχανικά a
Λ ΪΤ Ο ΚΡΑΤ Ο ΡΙΑ
397
Με τη μετάβαση στην πληροφοριακή οικονομία, η αλυσίδα συναρμολόγησης ως οργανωτικό μοντέλο της παραγωγής έχει υποκατασταθεί από το δ ίκ τυο, γεγονός π ου συνεπάγεται το με τασχηματισμό των μορφών της συνεργασίας και της επικοινω νίας τόσο στο εσωτερικό της ίδιας μονάδας παραγωγής όσο και μεταξύ περισσότερων μονάδων. Το μαζικό βιομηχανικό εργο στάσιο καθόριζε τα κυκλώματα της εργασιακής συνεργασίας κατ’ αρχήν μέσω της υλικής ανάπτυξης των εργατών στο χώ ρο της εργασίας. Κάθε εργάτης επικοινωνούσε με τους διπλα νούς του και η επικοινωνία εν γένει περιοριζόταν στη σωματι κή εγγύτητα. Ομοίως, η συνεργασία μεταξύ περισσότερων μο νάδων παραγωγής απαιτούσε την υλική εγγύτητα προκειμένου αφ’ ενός να συντονίζονται οι κύκλοι της παραγωγής και αφ’ ετέρου να ελαχιστοποιούνται οι δαπάνες της μεταφοράς και ο χρόνος της παραγωγής των αγαθών. Η απόσταση, λόγου χάριν, μεταξύ του ανθρακωρυχείου και του χαλυβουργείου και η αποτελεσματικότητα των μεταξύ τους διαύλων μεταφοράς και επι κοινωνίας, συνιστούσαν σημαντικούς παράγοντες για τη γενικό τερη αποδοτικότητα της παραγωγής χάλυβος. Ομοίως, στον το μέα της αυτοκινητοβιομηχανίας, η αποτελεσματικότητα της επικοινωνίας και της μεταφοράς στο πλαίσιο της αλυσίδας των υπεργολάβων που εμπλέκονταν στη διαδικασία είχε ζωτική ση μασία για τη γενικότερη αποδοτικότητα του συστήματος. Αντί θετα, με τη μετάβαση στην πληροφοριακή παραγωγή και τη δικτυακή δομή της οργάνωσης, η παραγωγική συνεργασία και η αποδοτικότητα της παραγωγής παύουν να εξαρτώνται σε τέ τοιο βαθμό από την εγγύτητα και τη συγκέντρωση. Οι πληρο φοριακές τεχνολογίες τείνουν να μειώσουν τη σημασία των αποστάσεων. Οι εργάτες που εμπλέκονται σε μια διαδικασία μπορούν κατ’ ουσίαν να επικοινωνούν και να συνεργάζονται από απομακρυσμένες μεταξύ τους τοποθεσίες, χωρίς να είναι απα ραίτητη κάποια εγγύτητα. Στην πραγματικότητα, το δίκτυο της εργασιακής συνεργασίας δεν απαιτεί κάποιο εδαφικό ή υλι κό κέντρο. Η τάση για απεδαφικοποίηση της παραγωγής γίνεται ακό-
398
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGR*
μη εντονότερη στις διαδικασίες της άυλης εργασίας που έχουν! να κάνουν με το χειρισμό της γνώσης και της πληροφορίας. Q$f εργασιακές διαδικασίες μπορούν να διεξάγονται σε μορφή σχέ·ί|| δόν απόλυτα συμβατή με τα επικοινωνιακά δίκτυα, για τ α | οποία η τοποθεσία και η απόσταση έχουν πολύ περιορισμένη! σημασία. Οι εργάτες μπορούν ακόμη και να παραμένουν σπιτΐ;ί| τους και από εκεί να συνδέονται ηλεκτρονικά με το δίκτυο. H a εργασία της πληροφοριακής παραγωγής (τόσο υπηρεσιών όσό;Ι και υλικών αγαθών) βασίζεται σε αυτό που μπορούμε να ovofj μάσουμε αφηρημενη συνεργασία. Η εργασία αυτού του είδουςΙ δίνει ακόμη μεγαλύτερο βάρος στη μετάδοση των γνώσεων. καΐ;|| της πληροφορίας μεταξύ των εργατών, ωστόσο οι συνεργαζόμεΛ νοι εργάτες δεν χρειάζεται να είναι παρόντες και είναι δυνατόν^ ακόμη και να μη γνωρίζονται μεταξύ τους, ή να έχουν γνωρι- J στεί μόνο μέσω των παραγωγικών πληροφοριών που ανταλλάσ-lj σουν. Το κύκλωμα της συνεργασίας ενσωματώνεται στο δίκτυο ·; και το εμπόρευμα σε ένα αφηρημένο επίπεδο. Με αυτόν ταν|| τρόπο, οι μονάδες παραγωγής μπορούν να απεδαφικοποιηθούνΐ και να κατατείνουν προς μια δυνητική ύπαρξη, σαν ένα ζεύγος1 συντεταγμένων μέσα στο επικοινωνιακά δίκτυο. Αντίθετα απ’;| ό,τι ίσχυε στο παλαιό, κάθετο βιομηχανικό και εταιρικό μοντέ λο, η παραγωγή σήμερα τείνει να οργανώνεται σε οριζόντιες, : δικτυακές επιχειρήσεις.24 Τα πληροφοριακά δίκτυα αποδεσμεύουν επίσης την παρα γωγή από εδαφικούς περιορισμούς στο βαθμό που τείνουν να 1 φέρουν τον παραγωγό σε άμεση επαφή με τον καταναλωτή,'! ασχέτως της μεταξύ τους απόστασης. 0 Bill Gates, συνιδρυτής \ της Microsoft Corporation, οδηγεί αυτή την τάση στα άκρα, ; όταν προλέγει ένα μέλλον στο οποίο τα δίκτυα θα καταλύσουν! τους φραγμούς της κυκλοφορίας και θα επιτρέψουν να αναδυθεί · μια ιδεώδης κεφαλαιοκρατία, «απαλλαγμένη από κάθε είδους! προστριβές»: «Η λεωφόρος της πληροφορίας θα διευρύνει την ηλεκτρονική αγορά και θα την καταστήσει τον κορυφαίο μεσο λαβητή, τον καθολικό μεσάζοντα.»25 Αν γινόταν ποτέ πραγμα- Ι τικότητα το όραμα του Gates, τα δίκτυα θα έτειναν να ελαχι
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
399
στοποιήσουν κάθε απόσταση και να καταστήσουν άμεσες τις συναλλαγές. Σε αυτή την περίπτωση, ο τόπος της παραγωγής και ο τόπος της κατανάλωσης θα βρίσκονταν σε άμεση επαφή, ασχέτως της γεωγραφικής τους θέσης. Οι τάσεις για απεδαφικοποίηση της παραγωγής και αυξη μένη κινητικότητα του κεφαλαίου δεν είναι απόλυτες, και οι αντίρροπες τάσεις που εκδηλώνονται είναι σημαντικές· στο μέ τρο όμως που όντως εξακολουθούν να ενισχύονται, αποδυναμώ νουν τη διαπραγματευτική ικανότητα της εργασίας. Στην επο χή της φορντικής οργάνωσης της βιομηχανικής μαζικής παρα γωγής, το κεφάλαιο ήταν περιορισμένο σε συγκεκριμένη περιο χή, και γι’ αυτό το λόγο αναγκαζόταν να διαπραγματεύεται βά σει συμβάσεων με περιορισμένο εργαζόμενο πληθυσμό. Η πληροφορικοποίηση της παραγωγής και η αυξανόμενη σπουδαιότητα της άυλης παραγωγής τείνουν να αποδεσμεύσουν το κεφά λαιο από τους περιορισμούς του εδάφους και της διαπραγμά τευσης. Το κεφάλαιο μπορεί να αποχωρήσει από τη διαπραγ ματευτική διαδικασία με δεδομένο τοπικό πληθυσμό, μετατο πίζοντας τη μονάδα παραγωγής του σε ένα άλλο σημείο του παγ κόσμιου δικτύου -ή απλώς χρησιμοποιώντας αυτή τη δυνατό τητα μετατόπισης ως όπλο στις διαπραγματεύσεις. Με αυτόν τον τρόπο ολόκληροι εργατικοί πληθυσμοί, οι οποίοι είχαν απο λαύσει μιαν ορισμένη σταθερότητα και τη δύναμη που τους έδι ναν οι συμβάσεις, έχουν βρεθεί σε ολοένα πιο επισφαλείς εργα σιακές καταστάσεις. Μόλις η διαπραγματευτική θέση της ερ γασίας αποδυναμωθεί, η δικτυακή παραγωγή μπορεί να χωρέσει ποικίλες μορφές μη εγγυημένης εργασίας, όπως την εργα σία του ελεύθερου συνεργάτη, την εργασία κατ’ οίκον, την ερ γασία μερικής απασχόλησης και την εργασία κατ’ αποκοπήν.26 Η αποκεντροποίηση και η παγκόσμια διασπορά των διαδι κασιών και των μονάδων της παραγωγής, χαρακτηριστική του μεταεκσυγχρονισμού ή της πληροφορικοποίησης της οικονο μίας, προκαλεί αντίστοιχη συγκεντροποίηση του ελέγχου επί της παραγωγής. Η φυγόκεντρος κίνηση της παραγωγής αντι σταθμίζεται από την κεντρομόλο κίνηση του ελέγχου. Σε τόπι-
400
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
κό επίπεδο, τα εσωτερικά στα παραγωγικά συστήματα υπολο4 γιστικά δίκτυα και επικοινωνιακές τεχνολογίες επιτρέπουν την· πιο εκτεταμένη επιτήρηση των εργατών από μια κεντρική; * απομακρυσμένη τοποθεσία. Ο έλεγχος της εργασιακής δραστη-if ριότητας είναι δυνατόν να ασκείται εξατομικευμένα και ατβ- . λεύτητα σε ένα δυνητικό Πανοπτικό της δικτυακής παραγω# γής. Η συγκεντροποίηση του ελέγχου, εντούτοις, γίνεται ακό* μη σαφέστερη στο παγκόσμιο επίπεδο. Η γεωγραφική διασπούν ρά της βιομηχανικής παραγωγής έχει δημιουργήσει μια ζήτη#| ση για διαρκώς περισσότερο συγκεντροποιημένη διαχείριση καιΑ προγραμματισμό, καθώς και για μια νέα συγκεντροποίηση των . υπηρεσιών εξειδικευμένων παραγωγών, ιδιαίτερα οικονομικών?·. υπηρεσιών.27 Οι οικονομικές υπηρεσίες, καθώς και εκείνες πσ»'> σχετίζονται με το εμπόριο σε ορισμένες πόλεις-κλειδιά (όπως Νέα Τόρκη, το Λονδίνο και το Τόκιο), διευθύνουν και καθοδη-'„ γούν τα παγκόσμια δίκτυα της παραγωγής. Ως μαζική δημογραφική αλλαγή, συνεπώς, η παρακμή και η ερήμωση των βιομηχανικών αστικών κέντρων συμβάδισε με την άνοδο των πλα νητικών πόλεων, ή, μάλλον, των πόλεων ελέγχου.
Οι λεωφόροι της πληροφορίας Η δομή και η διαχείριση των επικοινωνιακών δικτύων συνι-1 στούν ουσιώδεις προϋποθέσεις για την παραγωγή στην πληροί φοριακή οικονομία. Τα δίκτυα αυτά πρέπει να οικοδομούνταΐκαι να αστυνομεύονται με τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η τάξη και τα κέρδη. Δεν πρέπει λοιπόν να μας ξενίζει το γεγονός άτ*.'1 η κυβέρνηση των ΗΠΑ θεωρεί την ίδρυση και τη ρύθμιση μιας., διεθνούς πληροφοριακής υποδομής ως μια από τις βασικότερες1;1 προτεραιότητές της και ότι τα επικοινωνιακά δίκτυα έχουν κα ταστεί το πιο δραστήριο πεδίο συγχωνεύσεων και ανταγωνι-.; σμού για τις ισχυρότερες υπερεθνικές εταιρείες. / Ως σύμβουλος στην Ομοσπονδιακή Επιτροπή Επικοινωνιών» ο Peter Cowhey εντοπίζει μια ενδιαφέρουσα αναλογία αναφορι-’ κά με το ρόλο που διαδραματίζουν τα δίκτυα στο νέο παρά^γ
Λ VTO Κ Ρ Α Τ Ο Ρ Ι Α
401
δείγμα της παραγωγής και της εξουσίας. Η κατασκευή νέας υποδομής για την πληροφορία, λέει, εξασφαλίζει τις συνθήκες και τους όρους για μια πλανητική παραγωγή και διακυβέρνη ση, όπως ακριβώς συνέβη και με την οδοποιία στην περίπτωση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.28 Η ευρεία κατανομή της ρωμαϊκής μηχανικής και τεχνολογίας αποτελούσε όντως τόσο το πιο μακροχρόνιο δώρο που έκανε η αυτοκρατορική εξουσία στα εδάφη της όσο και τη θεμελιώδη προϋπόθεση για τον έλεγχό τους. Οι ρωμαϊκές οδοί, εντούτοις, δεν διαδραμάτισαν κεντρικό ρόλο στις αυτοκρατορικές παραγωγικές διαδικασίες αλλά απλώς διευκόλυναν την κυκλοφορία των αγαθών και των τε χνολογιών. Ίσως μια καλύτερη αναλογία για την παγκόσμια υποδομή της πληροφορίας αποτελεί η κατασκευή του σιδηρο δρομικού δικτύου για την προώθηση των συμφερόντων των ιμπεριαλιστικών οικονομιών του 19ου και του 20ού αιώνα. Η κατασκευή σιδηροδρομικών δικτύων στις κυρίαρχες χώρες ενίσχυσε την εθνική βιομηχανική οικονομία, ενώ στην περίπτωση των αποικισμένων και οικονομικά εξαρτημένων περιοχών διευ κόλυνε τη διείσδυση των κεφαλαιοκρατικών επιχειρήσεων, κα θιστώντας δυνατή την ενσωμάτωσή τους στα ιμπεριαλιστικά οι κονομικά συστήματα. Όπως οι ρωμαϊκές οδοί, όμως, και τα σι δηροδρομικά δίκτυα μόνον εξωτερικό ρόλο διαδραμάτισαν στην ιμπεριαλιστική και βιομηχανική παραγωγή, προεκτείνοντας τους διαύλους της επικοινωνίας και της μεταφοράς και επιτρέ ποντας την πρόσβαση σε νέες πρώτες ύλες, αγορές και εργατι κό δυναμικό. Η κ α ινο το μ ία τη ς ν έα ς υπ οδ ομ ή ς τ η ς π λη ρ ο φ ο ρίας σ υνίσ τα τα ι σ το γ ε γ ο ν ό ς ότι είνα ι ενσ ω μ α τω μ ένη κα ι α π ο
Στην κορυ φή της σύγχρονης παραγωγής, η πληροφορία και η επικοινωνία είναι τα ίδια τα παραγόμενα εμπορεύματα· αυτό καθαυτό το δί κτυο είναι ο τόπος τόσο της παραγωγής όσο και της κυκλοφο ρίας τους. Από πολιτική άποψη, η παγκόσμια υποδομή της πληροφο ρίας μπορεί να θεωρηθεί ως συνδυασμός ενός δη μ οκ ρ α τικ ο ύ μη χανισμού και ενός ο λ ιγ ο π ω λ ια κ ο ύ μηχανισμού, οι οποίοι λει λύτω ς ε μ μ ε ν ή ς σ τις ν έες π α ρ α γ ω γ ικ έ ς δια δικα σ ίες.
402
MICHAEL HARDT - ANTONIO NE
τουργούν ακολουθώντας διαφορετικά μοντέλα δικτυακών στημάτων. Το δημοκρατικό δίκτυο είναι ένα απολύτως οριζ τιο και απεδαφικοποιημένο μοντέλο. Το Ίντερνετ, το οποίο κίνησε ως ένα πρόγραμμα της DARPA (της Υπηρεσίας Πρι μένων Ερευνητικών Προγραμμάτων του υπουργείου Αμόνης τ * ΗΠΑ) αλλά έχει πλέον επεκταθεί σε παγκόσμια κλίμακα, α; τελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της δημοκρατικής κτυακής δομής. Ένας απροσδιόριστος και δυνητικά απεριό| στος αριθμός διασυνδεόμενων κόμβων επικοινωνούν χωρίς xcv| τρικό σημείο ελέγχου· κάθε κόμβος, άσχετα από το εδαφΐ>*(| στίγμα του συνδέεται με όλους τους υπόλοιπους μέσω μιας μι>$ ριάδας δυνητικών ατραπών και αναμεταδοτών. Το Ίντερνετ, ω^> εκ τούτου^ μοιάζει με τη δομή των τηλεφωνικών δικτύων, και πράγματι, σε γενικές γραμμές τα ενσωματώνει ως δικές τοιί| επικοινωνιακές ατραπούς, όπως ακριβώς βασίζεται στην υπολο·*’ γιστική τεχνολογία για τα σημεία της επικοινωνίας του. Η( ανάπτυξη της κινητής τηλεφωνίας και των φορητών υπολογι στών, που καθιστούν με ακόμη πιο ριζικό τρόπο δυνατή την κι-1' νητικότητα των επικοινωνιακών σημείων στο εσωτερικό του κτύου, έχει εντείνει τη διαδικασία της απεδαφικοποίησης. G$j αρχικός σχεδιασμός του Ίντερνετ αποσκοπούσε στην κατα- | σκευή ενός δικτύου που θα άντεχε σε μια στρατιωτική επίθε- ; ση. Αφ’ ης στιγμής στερείται κέντρου και σχεδόν κάθε τμήμα j του μπορεί να λειτουργήσει ως αυτόνομο όλον, το δίκτυο μπορεί να εξακολουθήσει να λειτουργεί ακόμη κι όταν ένα μέρος του έχει καταστραφεί. Η ίδια σχεδιαστική αρχή που διασφαλίζει την επιβίωση, η αποκεντροποίηση, είναι αυτή που καθιστά τόσο δυσχερή τον έλεγχο του δικτύου. Αφ’ ης στιγμής κανένα σημείο του δικτύου δεν είναι απαραίτητο για την επικοινωνία μεταξύ των άλλων, είναι δύσκολο γι’ αυτό να ρυθμίσει ή να απαγορεύσει την επικοινωνία τους. Αυτό το δημοκρατικό μο ντέλο είναι ό,τι ο Deleuze και ο Guattari ονομάζουν ρίζωμα, μια δικτυακή δομή χωρίς κέντρο και ιεράρχηση.29 Το μοντέλο του ολιγοπωλιακού δικτύου εφαρμόζεται κατεξοχήν στα συστήματα εκπομπής πληροφοριών. Σύμφωνα με αυ
Λ ΤΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
403
τό το μοντέλο, λόγου χάριν στα τηλεοπτικά ή στα ραδιοφωνι κά συστήματα, υπάρχει ένα μοναδικό και σχετικά σταθερό ση μείο εκπομπής, ενώ τα σημεία λήψης είναι δυνητικώς άπειρα και εδαφικώς απροσδιόριστα, μολονότι νεότερες μορφές, όπως τα δίκτυα της καλωδιακής τηλεόρασης, κατορθώνουν σε κάποιο βαθμό να καθηλώσουν αυτές τις ατραπούς. Το δίκτυο εκπομπής χαρακτηρίζεται από τη συγκεντροποιημένη παραγωγή, τη μα ζική κατανομή και τη μονόδρομη επικοινωνία. Ολόκληρη η πο λιτισμική βιομηχανία -από τη διανομή των εφημερίδων και των βιβλίων ώς εκείνη των ταινιών και των βιντεοκασετώνλειτουργεί κατά παράδοση ακολουθώντας αυτό το μοντέλο. Ένας σχετικά μικρός αριθμός εταιρειών (σε ορισμένες μάλιστα περιοχές ακόμη και ένας μόνο επιχειρηματίας, όπως ο Rupert Murdoch, ο Silvio Berlusconi ή ο Ted Turner) μπορεί ουσια στικά να ελέγχει όλα αυτά τα δίκτυα. Το ολιγοπωλιακό μοντέ λο δεν αποτελεί ρίζωμα αλλά μια δενδροειδή δομή που υπο τάσσει όλους τους κλάδους της στην κεντρική ρίζα. Τα δίκτυα της νέας υποδομής της πληροφορίας αποτελούν μια υβριδική σύνθεση αυτών των δύο μοντέλων. Όπως ακριβώς σε μια προγενέστερη εποχή ο Λένιν και άλλοι επικριτές της κεφαλαιοκρατίας αντελήφθησαν μια κίνηση συγχώνευσης των διεθνών εταιρειών σε οιονεί μονοπώλια (στους τομείς των σιδη ροδρόμων, των τραπεζών, της ηλεκτρικής ενέργειας κ.τ.ό.), έτσι και σήμερα γινόμαστε μάρτυρες ενός ανταγωνισμού μετα ξύ υπερεθνικών εταιρειών προκειμένου να ιδρύσουν και να πα γιώσουν οιονεί μονοπώλια της νέας υποδομής της πληροφορίας. Οι διάφορες εταιρείες τηλεπικοινωνιών, οι κατασκευαστές λογι σμικού και ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού των ηλεκτρονι κών υπολογιστών και οι εταιρείες που ασχολούνται με τους το μείς της πληροφόρησης και της ψυχαγωγίας συγχωνεύονται και επεκτείνουν το φάσμα των επιχειρήσεών τους, διαγκωνιζόμενες για την κατανομή και τον έλεγχο των νέων ηπείρων των πα ραγωγικών δικτύων. Ασφαλώς θα περισωθούν ορισμένες δημο κρατικές μερίδες ή πτυχές αυτού του συγχωνευμένου δικτύου, οι οποίες θα προβάλουν αντίσταση στον έλεγχο, λόγω της αλ-
404
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
ληλοδραστικής και αποκεντροποιημένης δομής του δικτύου· ήδη όμως έχει δρομολογηθεί μια μαζική συγκεντροποίηση του ελέγχου μέσω τής (de facto ή de jure) ενοποίησης των μειζόνων στοιχείων της εξουσιαστικής δομής της πληροφορίας και της επικοινωνίας: του Χόλιγουντ, της Microsoft, της IBM, της AT&T κ.ο.κ. Οι νέες επικοινωνιακές τεχνολογίες, που ευαγγε λίζονται μια νέα δημοκρατία και ένα νέο καθεστώς κοινωνικής ισότητας, έχουν στην πραγματικότητα δημιουργήσει νέες γραμ μές ανισότητας και αποκλεισμού, τόσο εντός των κυρίαρχων χωρών όσο και, ιδιαίτερα, έξω από αυτές.30
ΟΙ ΚΟΙΝΟΚΤΗΤΕΣ ΓΑΙΕΣ Κ α θ ’ ό λ η τη νεω τερ ικ ή π ερ ίοδο έ χ ε ι π α ρ α τη ρ η θ εί μ ια κ ίνη σ η ιδ ιω τ ικ ο π ο ίη σ η ς τ η ς δ η μ ό σ ια ς π ερ ιο υσ ία ς. Σ τ η ν Ε υ ρ ώ π η οι α π έ ρ α ν τ ε ς κ ο ιν ό κ τ η τ ε ς ε κ τ ά σ ε ις π ου δ η μ ιο υ ρ γή θ η κ α ν μ ε τ η ν κα τάρ ρ ευσ η τ η ς Ρ ω μ α ϊκ ή ς Α υ το κ ρ α το ρ ία ς κ α ι τ η ν ά νοδ ο του Χ ρ ισ τ ια ν ισ μ ο ύ π ερ ιή λ θ α ν τ ε λ ικ ά σ ε χ έ ρ ια ιδιω τώ ν κ α τ ά τ η ν ε ξ έ λ ιξ η τη ς κ εφ α λ α ιο κ ρ α τ ικ ή ς π ρ ω τα ρ χ ικ ή ς συσσώ ρευσης. Σ ε όλο τον κόσ μ ο, ό,τι α π ο μ έν ει α π ό τους α χ α ν ε ίς δ η μ όσ ιους χ ώ ρους είνα ι π λ έ ο ν μόνο υ λ ικ ό γ ια θρύλους: το δά σος του Ρ ο μ π έ ν τω ν Δ ασώ ν, οι Μ ε γ ά λ ε ς Π εδ ιά δ ες τω ν Ινδιά νω ν τ η ς Α μ ερ ικ ή ς, οι σ τ έ π ε ς τω ν νομ α δικώ ν φυλώ ν, κ.ο.κ. Κ α τ ά τ η ν εδρα ίω ση τη ς β ιο μ η χ α ν ικ ή ς κοινω νίας, η κ α τα σ κ ευ ή κα ι η κα τα σ τρ ο φ ή τω ν δημόσιω ν χώ ρ ω ν α ν α π τ ύ χ θ η κ ε σ ε μ ια ο λ ο έν α π ιο έντο νη σ π ειροειδή γ ρ α μ μ ή . Ε ίνα ι α λή θ εια π ω ς ό τα ν υ π α γο ρ ευ ό τα ν α π ό τις α ν ά γ κ ε ς τ η ς συσσώ ρευσης (γ ια τ η ν εν ίσ χ υ σ η μ ια ς ε π ιτ ά χ υ ν σ η ς ή ενό ς ά λμ α τ ο ς τ η ς α νά π τυξη ς, τ η σ υ γκ έν τ ρ ω σ η κ α ι κ ινη το π οίη σ η τω ν μ έ σ ω ν π α ρ α γω γή ς , τη δ ιε ξ α γ ω γή π ο λ έμ ο υ , κ .ο .κ .), η δ η μ όσ ια π ερ ιουσ ία ε π ε κ τ ε ιν ό τ α ν διά τ η ς α π α λ λ ο τ ρ ίω σ η ς ευ ρ έω ν τ ο μ έω ν τ η ς κ οινω νία ς τω ν π ο λ ιτ ώ ν κ α ι τ η ς μ ετ α β ίβ α σ η ς του π λο ύτο υ κα ι τ η ς π ερ ιουσ ία ς σ τ η ν κ ο ινό τη τα . Ε κ ε ίν η η δ η μ ό σ ια περιουσία, εντούτοις, σ ύντομ α π ερ ιερ χ ό τα ν κα ι π ά λ ι σ τα χ έ ρ ια ιδιω τώ ν. Σ ε κ ά θ ε δια δικ α σ ία η κ ο ιν ό κ τ η τ η κ α τ ο χ ή , η
Α Υ ΤΟ Κ ΡΑΤΟ ΡΙΑ
405
οποία θεω ρείται φ υσική , μ ε τ α σ χ η μ α τ ίζ ε τ α ι ε ις βά ρ ο ς του δ η μ ο σίου σ ε μ ια δ εύτερ η και τρ ίτη φύση που λ ε ιτ ο υ ρ γ ε ί τ ε λ ικ ά γ ια το ιδ ιω τικ ό κέρδος. Μ ια δ εύτερ η φύση δ η μ ιο υ ρ γή θ η κ ε, λ ό γ ο υ χ ά ρ ιν, μ ε τ η ν α ν έ γ ε ρ σ η τ ε χ ν η τ ώ ν φ ρ α γμ ά τω ν σ τους π οτα μ ούς τη ς δ υ τικ ή ς Β ό ρ εια ς Α μ ε ρ ικ ή ς κ α ι τη ν ά ρδευσ η τω ν άνυδρω ν πεδιά δω ν, ενώ κ α τ ό π ιν α υτός ο νέο ς π λ ο ύ τ ο ς π ερ ιή λ θ ε σ τα χ έ ρια τω ν μ εγ ισ τ ά ν ω ν τ η ς α γρ ο το β ιο μ η χα νία ς. Η κ εφ α λα ιο κ ρ α τία κ ιν η τ ο π ο ιε ί ένα ν σ υ ν εχ ή κ ύ κ λ ο ιδ ιω τικ ή ς επ α ν ιδ ιο π ο ίη σ η ς τω ν δημ όσ ιω ν α γαθώ ν: τη ς ο ικ ειο π ο ίη σ η ς αυτού που είνα ι δημόσιο. Η άνοδος κα ι η π τώ σ η του κρά τους π ρονοίας σ το ν 20ό αιώ να είνα ι ένα ς ε π ιπ λ έ ο ν κ ύ κ λ ο ς σ ε α υτή τη σ π ειρ ο ειδ ή κ ίνη σ η τω ν δ η μ όσ ιω ν α π α λλο τρ ιώ σ εω ν κα ι τω ν ιδιω τικ ώ ν ιδ ιο π ο ιή σ ε ων. Η κρίση του κράτους π ρονοίας σ ή μ α νε κ α τ ’ α ρ χ ή ν ότι οι δο μ έ ς τη ς δη μ όσ ια ς α ρ ω γή ς κ α ι κ α τα νο μ ή ς, π ο υ κ α τ α σ κ ευ ά σ τ η κ α ν μ ε δη μ όσ ια κ ο νδ ύ λια , ιδιω τικ οπ οιούντα ι κ α ι γίν ο ν τ α ι α ντ ι κ ε ίμ εν ο ιδ ιοπ οίη σ η ς γ ια π ρ ο σ ω π ικ ό όφελος. Η τ ρ έχ ο υ σ α νεο φ ι λ ε λ εύ θ ε ρ η τάσ η γ ια ιδ ιω τικ ο π ο ίη σ η τω ν τ ο μ έω ν τ η ς π α ρ α γω γ ή ς ε ν έ ρ γ ε ια ς κα ι π λη ρ οφ ορ ία ς σ η μ α το δ ο τεί ά λ λ η μ ια κ α μ π ή τη ς σπείρας. Α υ τ ή σ υνίσ τα τα ι σ τ η ν εκ χ ώ ρ η σ η σ ε ιδ ιω τ ικ ές ε π ι χ ε ιρ ή σ ε ις τω ν δικ τύω ν τ η ς ε ν έ ρ γ ε ια ς κ α ι τη ς π λη ρ οφ ορ ία ς που ο ικ ο δ ομ ή θ η κ α ν μ ε τ ερ ά σ τ ιες δ α π ά νες δ η μ όσ ιου χ ρ ή μ α το ς. Τα α γο ρ α ία κ α θ εσ τώ τα κα ι ο ν εο φ ιλελευ θ ερ ισ μ ό ς επ ιβ ιώ νο υ ν α π ό α υ τ ές τ ις ιδ ιο π ο ιή σ εις τη ς δευτέρ α ς, τρ ίτ η ς κ α ι νιο σ τή ς φύσης. Οι κ ο ιν ό κ τ η τ ες γα ίες , που ά λ λ ο τ ε εθεω ρ είτο ότι συνισ τούσ α ν τη β ά σ η τ η ς έννοια ς του δημοσίου, α π α λλο τρ ιώ νο ντα ι γ ια ιδιω τικ ή χ ρ ή σ η κ α ι κ α νείς δεν μ π ο ρ ε ί να κ ά νει τ ίπ ο τ ε γ ι ’ αυτό. Το δ η μ ό σ ιο δ ια λ ύ ε τ α ι, ιδ ιω τ ικ ο π ο ιε ίτ α ι, α κ ό μ η κ α ι ω ς έννο ια . Ή μ ά λ λ ο ν , η εμμενής σ χ έ σ η μεταξύ του κοινού και του δημοσίου
αντικαθίσταται από την υπερβατική εξουσία της ατομικής ιδιο κτησίας. Λ εν έ χ ο υ μ ε εδώ τη ν π ρ όθεσ η να θρη νή σ ουμ ε γ ια τη ν κ α τ α στροφή κ α ι τ η ν ιδιοπ οίη σ η που ε π ιχ ε ιρ ε ί διαρκώ ς η κ εφ α λ α ιο κρ α τία σ ε όλο τον κόσ μ ο, μ ο λο νό τι το να α ντισ τα θ ο ύ μ ε σ τη ν π ίεσ ή τ η ς (κα ι ειδ ικ ό τερ α να α ντισ τα θ ο ύ μ ε σ τ η ν ιδιο π ο ίη σ η του κρά τους π ρονοίας) σ υνισ τά α σ φ αλώ ς έ ν α εζό χ ω ς η θικ ό κα ι σ η
406
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG
μ α ν τ ικ ό χ ρ έο ς . Θ έλ ο υ μ ε μ ά λ λ ο ν να ερ ευ νή σ ο υ μ ε π ο ια είνα ι η' ισ χύουσ α έννοια του κοινού σ ή μ ερα , σ τη ν κ α ρ διά τ η ς μετανεω *' τερ ικ ότη τα ς, τη ς επ α νά σ τα σ η ς τη ς πλη ροφ ορία ς, κ α ι τω ν συνα* [ κόλουθ ω ν μ ε τ α σ χ η μ α τ ισ μ ώ ν του τρόπ ου π α ρ α γω γή ς . Έ χ ο υ μ ε : τ η ν εντύ π ω σ η ότι, σ τη ν ουσία, σ ή μ ερ α σ υ μ μ ε τ έ χ ο υ μ ε σ ε μ ια
,
π ερ ισ σ ότερο ρ ιζικ ή κ α ι β α θ ιά κο ινο κ τη μ ο σ ύ νη α π ό α υτή ποοΜ γνώ ρ ισ ε π ο τ έ η ιστορία τ η ς κ εφ α λα ιο κ ρ α τία ς. Τ ο γ ε γ ο ν ό ς είν α ι, ότι σ υ μ μ ε τ έ χ ο υ μ ε σ ε έ ν α ν π α ρ α γ ω γ ικ ό κ ό σ μ ο φ τ ια γ μ έ ν ο απ&: επ ικ ο ινω νια κ ά κ α ι κ οινω νικ ά δίκ τυ α , α λ λ η λ ο δ ρ α σ τ ικ έ ς υπ η ρ ε-
j
σ ίες κ α ι κ ο ιν έ ς γ λ ώ σ σ ε ς . Η ο ικ ο ν ο μ ικ ή κ α ι κ ο ιν ω ν ικ ή μ α ς A, π ρ α γμ α τ ικ ό τ η τ α κα θορίζετα ι λ ιγ ό τ ε ρ ο α π ό τα υ λ ικ ά αντικείμε**^ να π ου κ α τα σ κ ευά ζο ντα ι κ α ι κ α τα να λώ νο ντα ι κ α ι π ερ ισ σ ότερο ΐ|
$ κ<κ|
α π ό σ υ ν -π α ρ α γό μ εν ες υττηρεσίες κ α ι σ χ έσ εις . Η π α ρ α γ ω γ ή ολο~ ένα κ α ι π ερ ισ σ ό τερ ο σ η μ α ίνει τ η ν οικο δ ό μ η σ η σ υ νερ γα σ ία ς επ ικ ο ινω νια κ ώ ν μ ορφ ώ ν κοινότη τα ς.
Η ίδ ια η έννο ια τ η ς α το μ ικ ή ς ιδ ιο κ τη σ ία ς, νο ο ύμ ενη ς ως α
π ο κ λ εισ τ ικ ο ύ δ ικ α ιώ μ α το ς χ ρ ή σ η ς ενό ς α γα θ ο ύ κ α ι δ ιά θεσ η ς A όλου του π λο ύτο υ π ου π ρ ο έρ χετ α ι α π ό τ η ν κ α τ ο χ ή του, ο λο ένα π ερ ισ σ ό τερ ο σ τ ερ ε ίτ α ι νο ή μ α τ ο ς μ έ σ α σ τη ν έ α κ α τ ά σ τ α σ η . Υ π ά ρ χουν σ υ νεχώ ς λ ιγ ό τ ε ρ α α γα θ ά που μ π ο ρ ο ύν να κ α τ έχ ο ν τ α ι κα ι να χρ η σ ιμ ο π ο ιο ύ ντα ι α π ο κ λ ε ισ τ ικ ά σ ε α υτό το π λ α ίσ ιο · η κ ο ινό τη τα είνα ι αυτή που π α ρ ά γει κα ι, ενώ π α ρ ά γ ε ι, α να π α ρά γ ε τ α ι κα ι α νακαθορίζεται. Έ τσ ι η θ εμ ελίω σ η τη ς κ λ α σ ικ ή ς νεω τερ ική ς έννο ια ς τη ς α το μ ικ ή ς ιδ ιο κ τη σ ία ς σ ε έ ν α ν ο ρ ισ μ ένο β α θ μ ό δ ια λύ ετα ι μ έ σ α στον μ ετ α ν εω τ ερ ικ ό τρόπ ο π α ρ α γω γή ς. Θα ε ίχ ε κ α ν είς να α ντ ιτ είν ει, εντούτοις, ότι η ν έα κοινω νική κ α τά σ τα σ η τ η ς π α ρ α γ ω γ ή ς δ εν έ χ ε ι α π οδ υνα μ ώ σ ει ο ύ τε στο ε λ ά χ ισ τ ο το δ ικ α ϊκ ό κ α ι π ο λ ιτ ικ ό κ α θ εσ τώ ς τ η ς α το μ ικ ή ς ιδιο κτη σ ία ς. Η ε ν ν ο ιο λ ο γικ ή κ ρ ίσ η τ η ς α το μ ικ ή ς ιδ ιο κ τη σ ία ς δ εν σ υ νεπ ιφ έρ ει μ ια έμ π ρ α κ τ η κρ ίσ η , α λ λ ά , α ντίθ ετα , τ ο κ α θεσ τώ ς τη ς ιδ ιω τικ ή ς ε κ μ ε τ ά λ λ ε υ σ η ς τ ε ίν ει να ε φ α ρ μ ο σ τε ί σ ε π α γ κ ό σ μ ια κ λ ίμ α κ α . Α υ τ ή η έν σ τ α σ η θα ή τα ν ε ύ λ ο γ η α ν εξαιρούσα μ ε το γ ε γ ο ν ό ς ότι, στο π λα ίσ ιο τη ς γλ ω σ σ ικ ή ς κ α ι σ υ ν ερ γα τ ι κ ή ς π α ρ α γω γή ς , η ερ γα σ ία κ α ι η δ η μ όσ ια π ερ ιο υσ ία τείνο υ ν να α λ λ η λ επ ικ α λ υ φ θ ο ύ ν . Η ιδιω τικ ή περιουσία , πα ρά τις δ ικ α ϊκ ές
λττοκρατορια
407
της εξουσίες, δ εν μ π ο ρ ε ί να μ η ν π ρ οσ λα μ βά νει ο λ ο έν α π ιο α φ η ρ η μ ένο κ α ι υπ ερ β α τικ ό χ α ρ α κ τ ή ρ α και άρα να κα θίσ τα τα ι ο λο ένα π ιο α π ο κ ο μ μ έν η α π ό τ η ν π ρ α γμ α τ ικ ό τ η τ α . Σ ε α υτό το π εδ ίο θα χ ρ ε ια σ τ ε ί να α να δ υθ εί μ ια νέα έννοια τω ν α κοινόκτη τω ν γαιώ ν». Ο D e le u z e κ α ι ο G u a tta r i υ π ο σ τη ρίζουν σ το
Τι είναι φιλοσοφία; ότι στη σ ύ γχ ρ ο ν η ε π ο χ ή , κα ι στο
π λα ίσ ιο τ η ς επ ικ ο ινω νια κ ή ς κ α ι α λλ η λ ο δ ρ α σ τικ ή ς π α ρ α γω γή ς, η κ α τα σ κ ευ ή εννοιώ ν δεν συνιστώ α π λ ώ ς ένα ε π ισ τ η μ ο λ ο γ ικ ό ε γ χ ε ίρ η μ α α λ λ ά κα ι ένα ο ν τ ο λ ο γ ικ ό σ χέδ ιο. Η κ α τα σ κ ευ ή ε ν νοιών κα ι αυτού που ονομάζουν «κοινά ονόμ α τα » είνα ι όντω ς μ ια δ ρ α σ τη ρ ιότη τα η οπ οία συνδυάζει τ η ν ευφ υΐα κ α ι τη δράση του π λή θους, βά ζοντά ς τ ες να σ υνερ γα σ τούν. Η κ α τα σ κ ευ ή ε ν νοιών είνα ι συνώ νυμη τ η ς π ρ α γμ α τ ικ ή ς υ λο π ο ίη σ η ς ενό ς σ χ ε δ ί ου το ο π οίο συνιστώ μ ια κ οινότη τα . Δ εν υ π ά ρ χει ά λ λ ο ς τρόπ ος γ ια να κ α τα σ κ ευ ά σ ο υ μ ε έ ννο ιες α π ό το να ε ρ γα σ τ ο ύ μ ε μ ε ένα ν κ ο ινό τρόπο. Α υ τ ή η κ ο ιν ό τ η τ α είνα ι, α π ό τη σ κ ο π ιά τ η ς φ α ι νο μ εν ο λ ο γία ς τη ς π α ρ α γω γή ς , α π ό τη σ κ ο π ιά τ η ς ε π ισ τ η μ ο λ ο γία ς τ η ς έννοιας, κ α ι α π ό τη σ κ ο π ιά τη ς π ράξης, ένα σ χ έδ ιο στο οποίο έ χ ε ι ε π ε ν δ υ θ εί ε ξ ολο κ λή ρ ο υ το π λή θος. Οι κοινές
γαίες είναι η ενσάρκωση, η παραγωγή και η απελευθέρωση του πλήθους. Ο R o u s s e a u ε ίπ ε ότι το πρώ το ά το μ ο που θ έ λ η σ ε ένα κ ο μ μ ά τι τ η ς φ ύσης ως α π ο κ λ ε ισ τ ικ ό κ τ ή μ α του κα ι το μ ε τ α σ χ η μ ά τ ισ ε σ τ η ν υ π ερ β α τικ ή μ ορφ ή τ η ς α το μ ικ ή ς ιδιο κ τη σ ία ς ή τα ν εκ ε ίν ο ς (ή εκ ε ίν η ) π ου εφ η ύ ρ ε το κα κό. Τ ο α γα θ ό , α ντιθέτω ς, είνα ι ό,τι είνα ι κοινό.
3.5 ΜΕΙΚΤΟ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑ
ίί Ένα από τα θαυμαστά στοιχεία της λεωφόρου της x ροφορίας είναι ότι η δυνητική ισότητα είναι απείρως κολότερο να επιτευχθεί από την πραγματική ισ ό τη 1 Όλοι έχουμε πλαστεί ίσοι στον εικονικό κόσμο.
Bill (Ια
Η μεταβολή του παραδείγματος της παραγωγής προς το κτυακό μοντέλο συνέβαλε στην ενδυνάμωση της εξουσίας υπερεθνικών εταιρειών πέρα και πάνω από τα παραδοσιακά ; νορα των εθνικών κρατών. Πρέπει να αναγνωρίσουμε την νοτομία αυτής της σχέσης όσον αφορά τον μακροχρόνιο α γ” για επικράτηση μεταξύ κεφαλαιοκρατών και κράτους. Η ιο ρία αυτής της διαμάχης εύκολα παρανοείται. Πρέπει να κατ; λάβουμε ότι, κι αυτό είναι το σημαντικότερο, παρά τον συν: ανταγωνισμό μεταξύ κεφαλαιοκρατών και κράτους, η σχέ,(, τους είναι πραγματικά σχέση αντιπαράθεσης μόνον όταν οι πιταλιστές θεωρούνται ως μεμονωμένα άτομα. Ο Marx και ο Engels παρουσιάζουν το κράτος σαν το δι«“ θυντικό συμβούλιο μιας εταιρείας, το οποίο στη συγκεκριμέν περίπτωση διαχειρίζεται τα συμφέροντα των κεφαλαιοκρατών^ εννοώντας με αυτό ότι, μόλο που η δράση του κράτους ενίονΓ αντιβαίνει προς τα άμεσα συμφέροντα των μεμονωμένων κεφο^ λαιοκρατών, πάντα αποσκοπεί στο μακροπρόθεσμο όφελος τ* συλλογικού κεφαλαιοκράτη, δηλαδή του συλλογικού υποκειμ1*' νου του κοινωνικού κεφαλαίου ως όλου.1 Σύμφωνα με τη συλ*ΐ λογιστική τους, ο ανταγωνισμός μεταξύ των μεμονωμένων κε' φαλαιοκρατών, όσο ελεύθερος και αν είναι, δεν εγγυάται το xotg. νό καλό του συλλογικού κεφαλαιοκράτη, γιατί η εγωτιστικΑ'
ΛΓΓΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
40!»
παρόρμησή τους για άμεσο κέρδος είναι κατά βάση κοντό φθαλμη. Το κράτος πρέπει, για προληπτικούς λόγους, να δια μεσολαβεί τα συμφέροντα των μεμονωμένων κεφαλαιοκρατών, ανάγοντάς τα στο συλλογικό συμφέρον του κεφαλαίου. Ως εκ τούτου, όλοι οι κεφαλαιοκράτες αντιμάχονται τις εξουσίες του κράτους, μολονότι το κράτος ενεργεί προς το δικό τους, συλλο γικό συμφέρον. Η σύγκρουση αυτή, ιδωμένη από τη σκοπιά του συνολικού κοινωνικού κεφαλαίου, είναι κατ’ ουσίαν μια ευτυχής, ενάρετη διαλεκτική.
Όταν οι γίγαντες εξουσιάζουν τη Γη Η διαλεκτική κράτους-κεφαλαίου έχει λάβει διαφορετικές μορ φές στις διάφορες φάσεις της κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης. Μια βιαστική και αδρομερής περιοδοποίηση θα μας βοηθήσει να εντοπίσουμε τουλάχιστον τα βασικότερα χαρακτηριστικά αυ τής της δυναμικής. Κατά τον 18ο και τον 19ο αιώνα, καθώς η κεφαλαιοκρατία εδραιωνόταν πλήρως στην Ευρώπη, το κράτος διαχειριζόταν τις υποθέσεις του συνολικού κοινωνικού κεφαλαί ου αλλά η διαχείριση αυτή απαιτούσε σχετικώς ήπιες παρεμ βατικές εξουσίες. Εκ των υστέρων, η περίοδος αυτή έχει καταλήξει να θεωρείται (όχι δίχως κάποιο βαθμό διαστρέβλωσης) ως ο χρυσός αιώνας της ευρωπαϊκής κεφαλαιοκρατίας, χαρακτηρι ζόμενος από το ελεύθερο εμπόριο μεταξύ σχετικά μικρών κε φαλαιοκρατών. Την ίδια περίοδο, πριν αναπτυχθούν πλήρως οι αποικιακές διοικήσεις, έξω από το ευρωπαϊκό εθνικό κράτος το ευρωπαϊκό κεφάλαιο κινήθηκε με ακόμη λιγότερους περιορι σμούς. Σε μεγάλο βαθμό, οι κεφαλαιοκρατικές εταιρείες είχαν περιβληθεί με κυριαρχική εξουσία όταν ανέπτυσσαν την επιχει ρηματική τους δράση σε αποικιακά ή προαποικιακά εδάφη, εγκαθιδρύοντας το δικό τους μονοπώλιο καταναγκασμού, τη δι κή τους αστυνομία, τα δικά τους δικαστήρια. Η ολλανδική Εταιρεία των Ανατολικών Ινδιών, επί παραδείγματι, εξούσιαζε τα εδάφη που εκμεταλλευόταν στην Ιάβα μέχρι το τέλος του 18ου αιώνα επιβάλλοντας τις δικές της κυριαρχικές δομές.
410
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGi
Ακόμη και μετά τη διάλυση της Εταιρείας, το 1800, το κε^ λαιο συνέχισε να εξουσιάζει σχετικά ελεύθερο από κάθε κραώ κή διαμεσολάβηση ή έλεγχο.2 Η ίδια λίγο ώς πολύ κατάστα ίσχυε για τους κεφαλαιοκράτες που είχαν δραστηριοποιηθώ στις βρετανικές αποικίες της νότιας Ασίας και της Αφρικής. κυριαρχική εξουσία της Εταιρείας των Ανατολικών Ινδιών δ ιή ^ κεσε ώς το 1858, όταν ο Νόμος περί Ανατολικών Ινδιών υ: γαγε την Εταιρεία στον έλεγχο της βασίλισσας, ενώ στη Νόΐ Αφρική η απρόσκοπτη επικράτηση των κεφαλαιοκρατών τυχί διωκτών και επιχειρηματιών διήρκεσε τουλάχιστον μέχρι τ* τέλος του αιώνα.3 Η περίοδος αυτή χαρακτηριζόταν ως εκ jo ' , του από μια σχετικά μικρή ανάγκη κρατικής παρέμβασης, σο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό: στο εσωτερικό τω # ευρωπαϊκών εθνικών κρατών, οι μεμονωμένοι κεφαλαιοκράτεί; ανέχονταν να εξουσιάζονται από το κράτος (προς ίδιον, συλλο γικό όφελος) χωρίς σοβαρές αντιδράσεις, ενώ στα αποικιακά'·' εδάφη ήταν κατ’ ουσίαν αυτοί οι κυρίαρχοι. Η σχέση κράτους-κεφαλαίου άλλαξε βαθμηδόν κατά τον 19ο'ί:ί και τον 20ό αιώνα, όταν μια σειρά κρίσεις που εκδηλώθηκα^ | άρχισαν να απειλούν την εξέλιξη του κεφαλαίου. Στην Ευρώπη * και τις Ηνωμένες Πολιτείες, ανώνυμες εταιρείες, τραστ και ·, καρτέλ κατέληξαν να εγκαθιδρύσουν οιονεί μονοπωλιακά κάθε- s στώτα σε έναν ή και περισσότερους συναφείς βιομηχανικούς το μείς, η ισχύς των οποίων εκτεινόταν πολύ πέραν των εθνικών | συνόρων. Η μονοπωλιακή φάση επαπειλούσε άμεσα την ευρώ- 1 στία της κεφαλαιοκρατίας, γιατί επιδρούσε διαβρωτικά στον 1 μεταξύ των κεφαλαιοκρατών ανταγωνισμό, ο οποίος είναι η ζω οποιός δύναμη του συστήματος.4 Εκτός αυτού, ο σχηματισμός μονοπωλίων και οιονεί μονοπωλίων υπονόμευσε τις διαχειριστι κές ικανότητες του κράτους, με αποτέλεσμα οι τεράστιες εται ρείες να αποκτήσουν τη δύναμη να επιβάλουν τα ειδικότερα συμφέροντά τους έναντι του συμφέροντος του συλλογικού κεφα λαιοκράτη. Αυτό οδήγησε σε μια ολόκληρη σειρά αγώνων, κα τά τους οποίους το κράτος προσπάθησε να επιβάλει το πρό σταγμά του στις εταιρείες, ψηφίζοντας νόμους που απαγόρευαν
λττο κρατο ρια
411
το σχηματισμό των τραστ, αυξάνοντας τους φόρους και τους δα σμούς, και επεκτείνοντας την κρατική ρύθμιση που αφορούσε τους βιομηχανικούς τομείς. Αλλά και στα αποικιακά εδάφη, η ανεξέλεγκτη δραστηριοποίηση των κυρίαρχων εταιρειών και των τυχοδιωκτών κεφαλαιοκρατών οδηγούσε ταχέως στην κρί ση. Λόγου χάριν, η ινδική εξέγερση του 1857 εναντίον των δυ νάμεων της Εταιρείας των Ανατολικών Ινδιών έκανε τη βρετα νική κυβέρνηση να συνειδητοποιήσει θορυβημένη τις καταστρο φές που ήταν ικανοί να προκαλέσουν οι κεφαλαιοκράτες των αποικιών, αν αφήνονταν ανεξέλεγκτοι. Ο Νόμος περί Ινδιών που ψήφισε το βρετανικό κοινοβούλιο τον επόμενο χρόνο απο τελούσε μια ευθεία απάντηση στην ενδεχόμενη κρίση. Οι ευ ρωπαϊκές δυνάμεις σταδιακά εγκαθίδρυσαν πλήρως διαρθρωμέ νες και λειτουργικές διοικήσεις στα αποικιακά εδάφη, επαναφέροντας ουσιαστικά την αποικιακή οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα οριστικά στη δικαιοδοσία των εθνικών κρατών και διασφαλίζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τα συμφέροντα του συνολικού κοινωνικού κεφαλαίου έναντι των ενδεχόμενων κρί σεων. Τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά, τα εθνικά κράτη αναγκάστηκαν να παρέμβουν πιο δυναμικά για να προστατέ ψουν τα συμφέροντα του συνολικού κοινωνικού κεφαλαίου έναν τι των μεμονωμένων κεφαλαιοκρατών. Σήμερα έχει πλέον ωριμάσει πλήρως μια τρίτη φάση αυτής της σχέσης, κατά την οποία οι μεγάλες υπερεθνικές εταιρείες έχουν κατ’ ουσίαν υποσκελίσει τη δικαιοδοσία και την εξουσία των εθνικών κρατών. Ίσως λοιπόν να νομίσει κανείς ότι αυτή η μακραίωνη διαλεκτική σχέση έχει φτάσει πια στο τέλος της: το κ ρ ά το ς έ χ ε ι η τ τ η θ ε ί κ α ι οι ε τ α ιρ είες κυβερνούν π λ έ ο ν το ν π λ α ν ή τ η ! Τα τελευταία χρόνια έχει εμφανιστεί ένα πλήθος με λετών προερχόμενων από το χώρο της Αριστεράς, οι οποίες ερ μηνεύουν αυτό το φαινόμενο με καταστροφολογική διάθεση, υποστηρίζοντας ότι η ανθρωπότητα κινδυνεύει αφημένη στις διαθέσεις των αχαλίνωτων κεφαλαιοκρατικών εταιρειών, και νοσταλγώντας τις παλιές προστατευτικές εξουσίες των εθνικών κρατών.5 Αντίστοιχα, οι συνήγοροι του κεφαλαίου πανηγυρίζουν
412
MICHAEL HARDT - ANTONIO Nl
την έλευση μιας νέας εποχής απελευθέρωσης της αγοράς ελευθερίας του εμπορίου. Αν όντως συνέβαινε κάτι τέτ ωστόσο, αν δηλαδή το κράτος είχε όντως πάψει να διευθύνει * υποθέσεις του συλλογικού κεφαλαίου και η ενάρετη διαλεκτ της σύγκρουσης κράτους-κεφαλαίου είχε όντως λήξει, τότε τοί που θα έπρεπε να φοβούνται περισσότερο για το μέλλον ι ήταν οι κεφαλαιοκράτες! Χωρίς το κράτος, το κοινωνικό κεη λαιο δεν έχει τρόπους να προστατέψει και να υλοποιήσει συλλογικά του συμφέροντα. Το γεγονός ότι οι κεφαλαιοκρατικές εταιρείες υπερίσχυ του κράτους, στην πραγματικότητα δεν συνιστά επαρκή χα κτηρισμό της σύγχρονης φάσης. Μολονότι οι υπερεθνικές ρείες και τα παγκόσμια δίκτυα παραγωγής και κυκλοφορίι έχουν υπονομεύσει τις εξουσίες των εθνικών κρατών, οι κραί κές λειτουργίες και τα συνταγματικά στοιχεία έχουν ουσιαο κά μετατοπιστεί σε άλλα επίπεδα και τομείς. Πρέπει να ερβίί|| νήσουμε πιο διεισδυτικά τον τρόπο με τον οποίο έχει μετα(ί θεί η σχέση κράτους-κεφαλαίου. Πρέπει καταρχάς να αντιλη?! φθούμε την κρίση που διέρχονται οι πολιτικές σχέσεις στο εθνιήΙ κό πλαίσιο. Καθώς η ιδέα της εθνικής κυριαρχίας χάνει τ ψ α αποτελεσματικότητά της, το ίδιο συμβαίνει και με τη λεγόμε?!| νη αυτονομία του πολιτικού.6 Σήμερα η ιδέα της πολιτικής ως3 ανεξάρτητης σφαίρας καθορισμού της συναίνεσης και ως σφαί ρας διαμεσολάβησης μεταξύ αντιμαχόμενων κοινωνικών δυνά^-Ι μεων έχει πολύ λίγο χώρο για να υπάρξει. Η συναίνεση καθο- | ρίζεται σε σημαντικότερο βαθμό από οικονομικούς παράγοντες, | όπως οι ισορροπίες των εμπορικών ισοζυγίων και η κερδοσκο- ,] πία επί της αξίας των νομισμάτων. Ο έλεγχος αυτών των κι- | νήσεων δεν βρίσκεται στα χέρια των πολιτικών δυνάμεων που κατά παράδοση νοούνται ως φορείς της κυριαρχίας, και η συ- ■ ναίνεση δεν προσδιορίζεται μέσα από τους παραδοσιακούς πο- : λιτικούς μηχανισμούς, αλλά με άλλους τρόπους. Η κυβέρνηση και η πολιτική έχουν καταλήξει να είναι πλήρως εντεταγμένες στο σύστημα του υπερεθνικού προστάγματος. Οι διαδικασίες του ελέγχου αρθρώνονται μέσω μιας σειράς διεθνών οργανισμών
λ τ τ ο κ ρ α τ ο ρ ια
413
και λειτουργιών. Το ίδιο ισχύει για τους μηχανισμούς της πο λιτικής διαμεσολάβησης, οι οποίοι στην πραγματικότητα λει τουργούν εφαρμόζοντας μάλλον τις κατηγορίες της γραφειοκρα τικής διαμεσολάβησης και της διαχειριστικής κοινωνιολογίας παρά τις παραδοσιακές πολιτικές κατηγορίες της διαμεσολάβησης των συγκρούσεων και της συνδιαλλαγής της ταξικής πά λης. Η πολιτική δεν εξαφανίζεται- εκείνο που εξαφανίζεται εί ναι οποιαδήποτε έννοια αυτονομίας του πολιτικού. Η παρακμή οποιασδήποτε αυτόνομης πολιτικής σφαίρας ση ματοδοτεί και την παρακμή κάθε ανεξάρτητης σφαίρας στην οποία μπορούσε να αναδυθεί η επανάσταση στο πλαίσιο του εθνικού πολιτικού καθεστώτος, ή κάθε ανεξάρτητης σφαίρας στην οποία ο κοινωνικός χώρος μπορούσε να μετασχηματιστεί με τη χρήση των οργάνων του κράτους. Η παραδοσιακή ιδέα του αντίπαλου δέους και η ιδέα της αντίστασης κατά της νεωτερικής κυριαρχίας γενικότερα καθίστανται ως εκ τούτου ολοέ να πιο ανεδαφικές. Η κατάσταση αυτή θυμίζει από ορισμένες απόψεις την κατάσταση που αντιμετώπισε σε μια διαφορετική εποχή ο Machiavelli: την παθητική και ολέθρια ήττα της «ου μανιστικής» επανάστασης και αντίστασης από τις δυνάμεις της κυριαρχικής ηγεμονίας, ή μάλλον του πρώιμου νεωτερικού κρά τους. Ο Machiavelli αντελήφθη ότι τα έργα μεμονωμένων ανδρών (όπως οι ήρωες που βιογραφεί ο Πλούταρχος) δεν είχαν πλέον τη δυνατότητα ούτε καν να αγγίξουν τη νέα κυριαρχία της ηγεμονίας. Έπρεπε να βρεθεί ένας νέος τύπος αντίστασης, ανάλογος με τις νέες διαστάσεις της κυριαρχίας. Και σήμερα μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι οι παραδοσιακές μορφές αντί στασης, όπως οι θεσμοθετημένες εργατικές οργανώσεις που αναπτύχθηκαν κατά το μεγαλύτερο διάστημα του 19ου και του 20ού αιώνα, έχουν αρχίσει να αποδυναμώνονται. Και πάλι πρέ πει να επινοηθεί ένας νέος τύπος αντίστασης. Τέλος, η παρακμή των παραδοσιακών σφαιρών της πολιτι κής και της αντίστασης συμπληρώνεται από το μετασχηματι σμό του δημοκρατικού κράτους, ούτως ώστε οι λειτουργίες του να έχουν ενσωματωθεί σε μηχανισμούς προστάγματος στο πλα-
414
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG
νητικό επίπεδο των υπερεθνικών εταιρειών. Το εθνικό δη;· κρατικό μοντέλο της κρατικά κατευθυνόμενης εκμετάλλευα λειτούργησε στα κυρίαρχα κεφαλαιοκρατικά κράτη όσο εί_. την ικανότητα να ρυθμίζει την αυξανόμενη συγκρουσιακότηι,.τ με δυναμικό τρόπο -όσο, με άλλα λόγια, μπορούσε να συντηρεί τη δυνατότητα της ανάπτυξης και την ουτοπία του κρατικοί σχεδιασμού, όσο, προπάντων, η ταξική διαπάλη σε κάθε χώρί| προσδιόριζε ένα είδος δυϊσμού της εξουσίας πάνω στον οπο«| μπορούσαν να βρουν τη θέση τους οι ενωτικές κρατικές δομές! Στο βαθμό που αυτές οι συνθήκες έχουν εκλείψει, τόσο ansu πραγματική όσο και από ιδεολογική άποψη, το εθνικό δήμο*! κρατικό κεφαλαιοκρατικό κράτος έχει αυτοκαταστραφεί. ενότητα της μίας και μόνης κυβέρνησης έχει αποδιαρθρωθ και επενδυθεί σε κάποιους ξεχωριστούς φορείς (τράπεζες, διε^ θνείς οργανισμοί σχεδιασμού, κ.ο.κ., εκτός από τους κατά πα-< ράδοση ξεχωριστούς φορείς), που όλοι τους, συνεχώς περισσόν! τερο, προσφεύγουν για νομιμότητα στο υπερεθνικό επίπεδο τη${| εξουσίας. ■| Μολαταύτα, η παραδοχή της ενδυνάμωσης των υπερεθνικών εταιρειών πέρα και πάνω από τον θεσμικό έλεγχο των εθνικών,! κρατών δεν θα έπρεπε να μας οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι! αυτοί καθαυτοί οι θεσμικοί μηχανισμοί και έλεγχοι έχουν πα-γ* ρακμάσει, ότι οι υπερεθνικές εταιρείες, σχετικά ανεξάρτητες] από τα εθνικά κράτη, τείνουν να ανταγωνίζονται ελεύθερα και) να αυτοδιοικούνται. Απεναντίας, οι συνταγματικές λειτουργίες! έχουν μετατοπιστεί σε άλλο επίπεδο. Μόλις αναγνωρίσουμε την παρακμή του παραδοσιακού εθνικού συνταγματικού συστήμα τος, πρέπει να διερευνήσουμε πώς η εξουσία θεσμοθετείται σ ε; ένα υπερεθνικό επίπεδο -μ ε άλλα λόγια, πώς αρχίζει να δια μορφώνεται το πολίτευμα της Αυτοκρατορίας.
Η πυραμίδα του πλανητικού πολιτεύματος Εκ πρώτης όψεως, και στο επίπεδο της καθαρά εμπειρικής πα ρατήρησης, το νέο παγκόσμιο πολιτειακό πλαίσιο εμφανίζεται
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
415
ως ένα άτακτο, ακόμη και χαοτικό σύνολο ελέγχων και αντι προσωπευτικών οργανώσεων. Αυτά τα πλανητικά πολιτειακά στοιχεία κατανέμονται σε ευρύ φάσμα φορέων (σε εθνικά κρά τη, σε συνασπισμούς εθνικών κρατών και σε διεθνείς οργανι σμούς κάθε είδους) που διακρίνονται με βάση τη λειτουργία και το περιεχόμενό τους (π.χ. πολιτικοί, νομισματικοί, υγειονομικοί και μορφωτικοί οργανισμοί) και διασχίζονται από ποικίλες πα ραγωγικές δραστηριότητες. Αν κοιτάξουμε προσεκτικότερα, εντούτοις, αυτό το άτακτο σύνολο εμφανίζει ορισμένα σταθερά σημεία αναφοράς. Περισσότερο από στοιχεία που επιβάλλουν μια τάξη, αυτά τα σημεία αναφοράς είναι μήτρες που περιχα ράσσουν σχετικά συνεκτικούς ορίζοντες μέσα στην αταξία της πλανητικής δικαικής και πολιτικής ζωής. Αναλύοντας αυτούς τους σχηματισμούς της παγκόσμιας εξουσίας στους διάφορους φορείς και οργανισμούς της, μπορούμε να διακρίνουμε μια πυ ραμιδοειδή δομή η οποία συντίθεται από τρία προοδευτικά ευ ρύτερα διαζώματα, καθένα από τα οποία περιέχει περισσότερα επίπεδα. Στην στενή κορυφή της πυραμίδας υπάρχει μια υπερδυναμη, οι Ηνωμένες Πολιτείες, η οποία κατέχει την ηγεμονία στην παγκόσμια χρήση της ισχύος -μια υπερδύναμη που μπορεί να ενεργήσει αφ’ εαυτής αλλά προτιμά να ενεργεί σε συνεργασία με άλλους υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών. Αυτό το μο ναδικό status διαμορφώθηκε οριστικά με το τέλος του ψυχρού πολέμου και επαληθεύτηκε για πρώτη φορά στον Πόλεμο του Περσικού κόλπου. Καθώς η πυραμίδα αρχίζει να πλαταίνει, σε ένα δεύτερο επίπεδο που ανήκει επίσης στο πρώτο διάζωμα, μια ομάδα εθνικών κρατών ελέγχουν τα κυριότερα παγκόσμια νομισματικά όργανα και έτσι έχουν την ικανότητα να ρυθμίζουν τις διεθνείς ανταλλαγές. Αυτά τα εθνικά κράτη συνδέονται με ταξύ τους με μια σειρά οργανισμών -την Ομάδα των 7 (G-7), τις λέσχες του Παρισιού και του Λονδίνου (London and Paris Clubs), το Νταβός, κ.ο.κ. Τέλος, σε ένα τρίτο επίπεδο του πρώτου διαζώματος ένα ετερογενές σύνολο συνασπισμών (που περιλαμβάνουν λίγο ώς πολύ τις ίδιες δυνάμεις που ασκούν την
416
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEC
ηγεμονία στο στρατιωτικό και το νομισματικό επίπεδο; α' πτύσσουν την πολιτισμική και βιοπολιτική εξουσία σε πα· σμιο επίπεδο. Κάτω από το πρώτο και ανώτερο διάζωμα του ενοποιημε πλανητικού ελέγχου υπάρχει ένα δεύτερο διάζωμα στο οποίο πρόσταγμα κατανέμεται ευρέως σε ολόκληρο τον κόσμο, δίν< τας έμφαση όχι τόσο στην ενοποίηση όσο στην άρθρωση, επίπεδο αυτό δομείται κυρίως από τα δίκτυα που έχουν εΙ πλώσει οι υπερεθνικές κεφαλαιοκρατικές εταιρείες σε όλο φάσμα της παγκόσμιας αγοράς -δίκτυα ροών κεφαλαίου, χνολογίας, πληθυσμών, κ.τ.ό. Αυτοί οι παραγωγικοί οργανκη που είναι υπεύθυνοι για τη διαμόρφωση και τον εφοδιασμό τι αγορών, εκτείνονται εγκάρσια υπό την αιγίδα και την εγγύησ® της κεντρικής εξουσίας που συνιστά το πρώτο διάζωμα πλανητικής εξουσίας. Δανειζόμενοι την παλιά έννοια του Δι«|| φωτισμού για την κατασκευή των αισθήσεων με το πέρασμοέ| ενός τριαντάφυλλου μπροστά από το πρόσωπο του αγάλματος^ θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι υπερεθνικές εταιρείες ζωογο-ιί νούν την ανελαστική δομή της κεντρικής εξουσίας. Στην πραγ-"| ματικότητα, μέσω της πλανητικής κατανομής κεφαλαίων, τε^'ΐ χνολογιών, αγαθών και πληθυσμών, οι υπερεθνικές εταιρείες;| κατασκευάζουν αχανή δίκτυα επικοινωνίας και εξασφαλίζουν | την ικανοποίηση των αναγκών. Η μοναδική και μονοσήμαντη κορυφή του.παγκόσμιου ελέγχου αρθρώνεται έτσι από τις υπε ρεθνικές εταιρείες και την οργάνωση των αγορών. Η παγκό σμια αγορά ομοιογενοποιεί όσο και διαφοροποιεί περιοχές, ξα ναγράφοντας τη γεωγραφία του πλανήτη. Επίσης στο δεύτερο διάζωμα, σε ένα επίπεδο που συχνά υποτάσσεται στην εξουσία των υπερεθνικών εταιρειών, εδρεύει το γενικό σύνολο των κυ ρίαρχων εθνικών κρατών, τα οποία πλέον συνιστούν τοπικούς, εδαφικοποιημένους οργανισμούς. Τα εθνικά κράτη εξυπηρετούν διάφορες λειτουργίες: πολιτική διαμεσολάβηση όσον αφορά τις παγκόσμιες ηγεμονικές δυνάμεις, διαπραγμάτευση όσον αφορά τις υπερεθνικές εταιρείες, και ανακατανομή του εισοδήματος σύμφωνα με τις βιοπολιτικές ανάγκες στο εσωτερικό των δικών
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
417
τους περιορισμένων εδαφών. Τα εθνικά κράτη λειτουργούν ως φίλτρα της ροής της παγκόσμιας κυκλοφορίας και ρυθμιστές της άρθρωσης του πλανητικού ελέγχου· με άλλα λόγια, συλ λαμβάνουν και κατανέμουν τις ροές του πλούτου από και προς την παγκόσμια εξουσία, και μεριμνούν για την πειθάρχηση των πληθυσμών τους, στο βαθμό που αυτό είναι ακόμη δυνατό. Το τρίτο και ευρύτερο διάζωμα της πυραμίδας, τέλος, αποτελείται από ομάδες που εκπροσωπούν τα λαϊκά συμφέροντα στην πλανητική διευθέτηση της εξουσίας. Το πλήθος δεν μπο ρεί να ενσωματωθεί αμέσως στις δομές της πλανητικής εξου σίας αλλά πρέπει να διηθηθεί μέσα από μηχανισμούς εκπρο σώπησης. Ποιες ομάδες και οργανισμοί εκπληρώνουν τη διαμφισβητική και/ή νομιμοποιητική λειτουργία της λαϊκής εκπρο σώπησης στις παγκόσμιες εξουσιαστικές δομές; Ποιος εκπρο σωπεί τον Λαό στο πλανητικό πολίτευμα; Ή , ακόμη σημαντι κότερο, ποιου είδους δυνάμεις και διαδικασίες μεταμορφώνουν το πλήθος σε έναν Λαό ο οποίος μπορεί κατόπιν να εκπροσω πηθεί στο πλανητικό πολίτευμα; Σε πολλές περιπτώσεις το ρό λο αυτό τον επωμίζονται τα εθνικά κράτη, ιδίως η ομάδα των εξαρτημένων ή ελασσονών κρατών. Μέσα στη Γενική Συνέλευ ση των Ηνωμένων Εθνών, φέρ’ ειπείν, οι όμιλοι των εξαρτημέ νων εθνικών κρατών, τα οποία αποτελούν την πλειοψηφία από αριθμητική άποψη αλλά τη μειοψηφία από άποψη ισχύος, λει τουργούν τουλάχιστον ως ένας συμβολικός χαλινός και νομιμο ποίηση των μειζόνων δυνάμεων. Υπ’ αυτήν την έννοια υποτίθε ται ότι ολόκληρος ο κόσμος εκπροσωπείται στα έδρανα της Γε νικής Συνέλευσης του ΟΗΕ και των άλλων πλανητικών φόρουμ. Στην προκειμένη περίπτωση, αφ’ ης στιγμής αυτά καθαυτά τα εθνικά κράτη παρουσιάζονται (τόσο στις κατά το μάλλον ή ήττον δημοκρατικές χώρες όσο και στα αυταρχικά καθεστώτα) ως εκπρόσωποι της βούλησης του Λαού τους, η εκπροσώπηση των εθνικών κρατών μπορεί να θεωρηθεί ότι εκφράζει τη λαϊκή βούληση μόνον έμμεσα, μέσω δύο επιπέδων εκπροσώπησης: το εθνικό κράτος εκπροσωπεί τον Λαό, ο οποίος εκπροσωπεί το πλήθος.
418
λ.**-*»»··.
IHU'irj
If : W :.i
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGB
Τα εθνικά κράτη, εντούτοις, δεν είναι οι μόνοι οργανισι που κατασκευάζουν και εκπροσωπούν τον Λαό στη νέα πλανι τική διευθέτηση. Στο τρίτο διάζωμα της πυραμίδας, ο παγκ< σμιος Λαός εκπροσωπείται επίσης, με περισσότερη σαφήνβ,^ και αμεσότητα, όχι από κυβερνητικά σώματα αλλά από ποι: λους οργανισμούς οι οποίοι είναι τουλάχιστον σε κάποιο βα< ανεξάρτητοι από τα εθνικά κράτη και το κεφάλαιο. Συχνά ωρείται ότι οι οργανισμοί αυτοί λειτουργούν ως οι δομές μιι πλανητικής κοινωνίας των πολιτών, η οποία διοχετεύει τις α νά » κες και τις επιθυμίες του πλήθους σε μορφές επιδεκτικές προσώπησης στο πλαίσιο της λειτουργίας των πλανητι: Ail εξουσιαστικών δομών. Σε αυτή τη νέα πλανητική μορφή εί’ ακόμη δυνατόν να εντοπίσουμε επιβιώσεις παραδοσιακών στατικών της κοινωνίας των πολιτών, όπως είναι οι θρησκει κοί θεσμοί και οι θεσμοί των Μ Μ Ε. Τα ΜΜ Ε έχουν από κα*| ρού αυτοχαρακτηριστεί ως η φωνή ή ακόμη και η συνείδηι του Λαού απέναντι στην εξουσία των κρατών και τα ιδιωτι: συμφέροντα του κεφαλαίου. Παρουσιάζονται ως μια περαιτέρω! ασφαλιστική δικλίδα της κυβερνητικής δράσης, παρέχοντας μιΛ· αντικειμενική και ανεξάρτητη άποψη για όλα όσα θέλει ή χρει άζεται να γνωρίζει ο Λαός. Από καιρού έχει καταστεί σαφές,, εντούτοις, ότι στην πραγματικότητα, σε πολλές περιπτώσεις τ« ’| ΜΜ Ε δεν λειτουργούν και τόσο ανεξάρτητα από το κεφάλαιο^ αφ’ ενός και από τα κράτη αφ’ ετέρου.7 Οι θρησκευτικές οργαή| νώσεις είναι ένας επιπλέον τομέας των μη κυβερνητικών θβ-'ΐ σμών που εκπροσωπούν τον Λαό, με μακρότατη παράδοση. Tfltj αυξανόμενα θρησκευτικά φονταμενταλιστικά κινήματα (ισλαμιΛί κά και χριστιανικά), στο βαθμό που εκπροσωπούν τον Λαό έναν-! τι του κράτους, θα έπρεπε ίσως να εννοηθούν ως συστατικά της) νέας πλανητικής κοινωνίας των πολιτών -όταν όμως τέτοιου εί δους θρησκευτικές οργανώσεις αντιπαρατίθενται στο κράτος,) τείνουν συχνά να γίνουν και οι ίδιες κράτη. ίι Οι νεότερες και ίσως οι πιο σημαντικές δυνάμεις στην παγ κόσμια κοινωνία των πολιτών είναι οι λεγόμενοι μη κυβερνητι κοί οργανισμοί (ΜΚΟ). Μέχρι στιγμής ο όρος δεν έχει τύχεν
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
419
ενός αυστηρού ορισμού, θα ορίζαμε όμως ως ΜΚΟ οποιονδήποτε οργανισμό εμφανίζεται ως εκπρόσωπος του Λαού και προα σπιστής των συμφερόντων του, χωριστά από (και συχνά ενάντια σε) τις δομές του κράτους. Πολλοί μάλιστα θεωρούν τους ΜΚΟ ως συνώνυμους των «λαϊκών οργανώσεων», γιατί το συμφέρον του Λαού ορίζεται σε αντιδιαστολή προς το κρατικό συμφέρον.8 Οι οργανισμοί αυτοί λειτουργούν σε επίπεδο τοπικό, εθνικό και υπερεθνικό. Ο όρος ΜΚΟ καλύπτει έτσι ένα τεράστιο και ετε ρογενές σύνολο οργανισμών: σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, στις αρχές της δεκαετίας του 1990 υπήρχαν περισσότεροι από 80.000 ΜΚΟ παγκοσμίως. Η αποστολή ορισμένων από αυτούς είναι παρόμοια με την παραδοσιακή συνδικαλιστική αποστολή των επαγγελματικών ενώσεων (π.χ. η Ένωση Αυτοαπασχολού μενων Γυναικών του Αχμενταμπάντ στην Ινδία)· άλλες συνεχί ζουν το ιεραποστολικό έργο των θρησκευτικών σεχτών (όπως οι καθολικές υπηρεσίες ανθρωπιστικής βοήθειας)· και άλλες, τέ λος, προσπαθούν να εκπροσωπήσουν πληθυσμούς οι οποίοι δεν τυγχάνουν εκπροσώπησης από τα εθνικά κράτη (όπως το Παγ κόσμιο Συμβούλιο Αυτοχθόνων Λαών). Θα ήταν μάταιο να προ σπαθήσουμε να περιλάβουμε τις λειτουργίες που επιτελεί αυτό το αχανές και ετερόκλητο σύνολο οργανισμών σε έναν και μό νο ορισμό.9 Ορισμένοι επικριτές τους βεβαιώνουν ότι οι ΜΚΟ, αφ’ ης στιγμής λειτουργούν εκτός του πλαισίου της κρατικής εξουσίας και συχνά έρχονται σε αντιπαράθεση με αυτήν, συμπλέουν με το σχέδιο του παγκόσμιου κεφαλαίου και αυτό εξυπηρετούν. Υποστηρίζουν συγκεκριμένα ότι, ενώ το παγκόσμιο κεφάλαιο προσβάλλει τις εξουσίες του εθνικού κράτους εκ των άνω, οι ΜΚΟ λειτουργούν ως μια «παράλληλη στρατηγική “εκ των κά τω”», παρουσιάζοντας την «κοινοτική όψη» του νεοφιλελευθερι σμού.10 Ίσως όντως αληθεύει ότι οι δραστηριότητες πολλών ΜΚΟ συντελούν στην προαγωγή του νεοφιλελεύθερου σχεδίου του παγκόσμιου κεφαλαίου, πρέπει όμως να τονίσουμε ότι αυτό δεν αρκεί ως κατηγορικός προσδιορισμός των δραστηριοτήτων όλων των ΜΚΟ. Το γεγονός ότι είναι μη κυβερνητικοί ή ακό
420
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEC
μη και αντίθετοι προς τις εξουσίες των εθνικών κρατών δεν κεί αφ’ εαυτού για να τους τοποθετήσει στην ίδια γραμμή τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Υπάρχουν πολλοί τρόποι να «μ ναι κανείς εκτός και να αντιτίθεται προς το κράτος, και το ve φιλελεύθερο σχέδιο είναι μόνο ένας από αυτούς. Για την έρευνά μας, και στα συμφραζόμενα της Αυτοκρα ρίας, περισσότερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ένα υποσύνολο ΜΙ οι οποίοι προσπαθούν να εκπροσωπήσουν τους λιγότερο ιο ρούς ανάμεσά μας, εκείνους που δεν έχουν τρόπο να μεριμνή σουν αφ’ εαυτών για την εκπροσώπησή τους. Οι εν λόγω ΜΚ( που ενίοτε αποκαλούνται συλλήβδην ανθρωπιστικοί οργανισμ έχουν κατ’ ουσίαν καταλήξει να είναι από τους ισχυρότερο και πλέον εξέχοντες στη σύγχρονη παγκόσμια τάξη. Στ πραγματικότητα η αποστολή τους δεν είναι να προαγάγουν τ επιμέρους συμφέροντα οποιασδήποτε περιορισμένης ομάί αλλά μάλλον να εκπροσωπήσουν άμεσα τα παγκόσμια καί κουμενικά ανθρώπινα συμφέροντα. Οι οργανισμοί προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (όπως η Διεθνής Αμνηστία και· ή | Americas Watch), οι ομάδες ειρήνης (όπως οι Μάρτυρες τη#1 Ειρήνης και οι Shanti Sena) και οι οργανισμοί που μεριμνούνε για την παροχή ιατρικής περίθαλψης και τον επισιτισμό πλη^|| θυσμών που μαστίζονται από τον πόλεμο και το λιμό (όπως η | Oxfam και οι Γιατροί χωρίς Σύνορα), όλοι υπερασπίζονται την) ανθρώπινη ζωή προσπαθώντας να εξαλείψουν τους βασανισμοός,'ϊ την πείνα, τις σφαγές, τις φυλακίσεις και τις πολιτικές δολο*1' φονίες. Η πολιτική τους δράση απορρέει από ένα οικουμενικό | | ηθικό αίτημα -το διακύβευμα είναι η ίδια η ζωή. Απ’ αυτή την >; άποψη, ίσως δεν είναι ακριβές να λέμε ότι οι συγκεκριμένοι .1; ΜΚΟ εκπροσωπούν όσους δεν μπορούν να εκπροσωπήσουν τον-ι·? εαυτό τους (τους πληθυσμούς που υποφέρουν από τον πόλεμο, τις μάζες που μαστίζονται από το λιμό, κ.ο.κ.) ή ακόμη και ότι, εκπροσωπούν τον πλανητικό Λαό στο σύνολό του. Οι οργανι σμοί αυτοί κάνουν κάτι πολύ περισσότερο. Αυτό που πραγματι κά εκπροσωπούν είναι η ζωτική δύναμη που κρύβεται κάτω από την έννοια του Λαού, και ως εκ τούτου μετατρέπουν την
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
421
πολιτική σε ένα ζήτημα το οποίο άπτεται του συνόλου της ζω ής, της ζωής σε όλη της τη γενικότητα. Οι εν λόγω ΜΚΟ απλώνονται σε όλη την έκταση και το βάθος του πεδίου της βιοεξουσίας· αποτελούν τις τριχοειδείς απολήξεις των εξουσια στικών δικτύων της εποχής μας, ή (για να επιστρέφουμε στη γενική μας μεταφορά) αποτελούν την ευρεία βάση της πυραμί δας της πλανητικής εξουσίας. Εδώ, σε αυτό το πιο πλατύ, το πιο καθολικό επίπεδο, οι δραστηριότητες των ΜΚΟ συμπίπτουν με τις διεργασίες της Αυτοκρατορίας «πέραν της πολιτικής», στο πεδίο της βιοεξουσίας, καλύπτοντας τις ανάγκες της ίδιας της ζωής.
ο Πολύβιος και η αυιοκραιορική διακυβέρνηση Αν αποστασιοποιηθούμε λίγο από το επίπεδο της εμπειρικής περιγραφής, δεν θ’ αργήσουμε να αντιληφθούμε ότι η ανωτέρω τριμερής διαίρεση των λειτουργιών και στοιχείων που έχει προ κόψει μας επιτρέπει να διεισδύσουμε αμέσως στην προβλημα τική της Αυτοκρατορίας. Με άλλα λόγια, η σύγχρονη εμπειρι κή κατάσταση μοιάζει με τη θεωρητική περιγραφή της αυτοκράτορικής εξουσίας ως ύπατης μορφής διακυβέρνησης, την οποία επεξεργάστηκε ο Πολύβιος σχετικά με τη Ρώμη και μας κληροδοτήθηκε από την ευρωπαϊκή παράδοση.11 Για τον Πολύ βιο, η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία αντιπροσώπευε το απόγειο της πολιτικής εξέλιξης, γιατί συνδύαζε τις τρεις «αγαθές» μορφές εξουσίας -τη μοναρχία, την αριστοκρατία και τη δημοκρατία, ενσαρκωμένες στις μορφές του Αυτοκράτορα, της Συγκλήτου και της λαϊκής c o m itia . Η Αυτοκρατορία εμπόδιζε την ολίσθη ση αυτών των αγαθών μορφών στον φαύλο κύκλο της φθοράς, όπου η μοναρχία μεταπίπτει σε τυραννίδα, η αριστοκρατία σε ολιγαρχία και η δημοκρατία σε οχλοκρατία ή αναρχία. Σύμφωνα με την ανάλυση του Πολύβιου, η μοναρχία δια σφαλίζει την ενότητα και τη συνέχεια της εξουσίας. Είναι το θεμέλιο και η ύστατη στιγμή της αυτοκρατορικής εξουσίας. Η αριστοκρατία καθορίζει τη δικαιοσύνη, το μέτρο και την αρετή,
422
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI-1
και αρθρώνει τα δίκτυά τους σε όλη την έκταση της κοινωνικής σφαίρας. Επιβλέπει την αναπαραγωγή και την κυκλοφορία της αυτοκρατορικής εξουσίας. Τέλος, η δημοκρατία οργανώνει το πλήθος σύμφωνα με ένα σχήμα εκπροσώπησης, ούτως ώστε να είναι δυνατόν, αφ’ ενός ο Λαός να υποτάσσεται στην εξουσία του καθεστώτος, αφ’ ετέρου το καθεστώς να δεσμεύεται ότι θα ικανοποιεί τις ανάγκες του Λαού. Η δημοκρατία εγγυάται την πειθαρχία και την ανακατανομή. Και η σύγχρονη Αυτοκρατο ρία συγκροτείται -τηρουμένων των αναλογιών- από μια λει τουργική ισορροπία μεταξύ αυτών των τριών μορφών εξουσίας: της ενότητας της εξουσίας και του μονοπωλίου της ισχύος που προσιδιάζουν στη μοναρχία- των αριστοκρατικών αρθρώσεων διαμέσου των υπερεθνικών εταιρειών και των εθνικών κρατών4 και της δημοκρατικής-αντιπροσωπευτικής c o m itia , η οποία πα ρουσιάζεται τόσο με τη μορφή των εθνικών κρατών όσο και με τη μορφή των ΜΚΟ, των Μ Μ Ε και άλλων «λαϊκών» οργανώ σεων. Θα έλεγε κανείς ότι το επερχόμενο αυτοκρατορικό πολί τευμα συνδυάζει τις τρεις αγαθές διαβαθμίσεις της διακυβέρνη σης σε μια σχέση η οποία τυπικά συμφωνεί με το μοντέλο του Πολύβιου, μολονότι η ουσία της πόρρω απέχει από τις κοινωνι κές και πολιτικές δυνάμεις της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Μπορούμε να αντιληφθούμε τις ομοιότητες και τις διαφορές μας από το μοντέλο της αυτοκρατορικής εξουσίας που επεξερ γάστηκε ο Πολύβιος, αν τοποθετηθούμε μέσα στη γενεαλογία των ερμηνειών του Πολύβιου, όπως διαμορφώνεται στην ιστορία της ευρωπαϊκής πολιτικής σκέψης. Η μείζων ερμηνευτική γραμμή φτάνει ώς εμάς μέσω του Machiavelli και της ιταλι κής Αναγέννησης- εμψύχωσε τη μακιαβελλική παράδοση στις συζητήσεις που προηγήθηκαν και ακολούθησαν την Αγγλική Επανάσταση, και τέλος βρήκε την ύψιστη εφαρμογή της στη σκέψη των Ιδρυτών Πατέρων και στο κείμενο του Συντάγμα τος των ΗΠΑ.12 Η καίρια αλλαγή που συντελέστηκε στην εξέ λιξη αυτής της ερμηνευτικής παράδοσης ήταν ο μετασχηματι σμός του κλασικού τρ ιμ ερούς μοντέλου του Πολύβιου σε ένα τ ρ ιλ ε ιτ ο υ ρ γ ιχ ό μοντέλο πολιτειακής οικοδόμησης. Σε μια κοι
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
423
νωνία η οποία ακόμη ήταν μεσαιωνική, πρωτοαστική, όπως η Φλωρεντία του Machiavelli ή ακόμη και η προεπαναστατική Αγγλία, η σύνθεση του Πολύβιου εννοούνταν ως μια κατασκευή που συνδύαζε τρία διακριτά ταξικά σώματα: στη μοναρχία ανή κε η ένωση και η ισχύς, στην αριστοκρατία η γη και ο στρα τός και στην αστική τάξη η πόλη και το χρήμα. Για να εξα σφαλιστεί η εύρυθμη λειτουργία του κράτους, κάθε δυνατή σύγ κρουση μεταξύ αυτών των σωμάτων έπρεπε να αρθεί προς όφε λος του συνόλου. Στη νεωτερική πολιτική επιστήμη εντούτοις, από τον Montesquieu ώς τους υποστηρικτές της ομοσπονδια κής μορφής για τις νεοπαγείς Ηνωμένες Πολιτείες, η σύνθεση αυτή μετατράπηκε σε ένα μοντέλο που ρύθμιζε πλέον όχι σώ ματα αλλά λειτουργίες.13 Οι ίδιες οι κοινωνικές ομάδες και τά ξεις εθεωρείτο ότι ενσάρκωναν λειτουργίες: την εκτελεστική, τη δικαστική και την αντιπροσωπευτική. Οι λειτουργίες αυτές αφαιρούνταν από τα συλλογικά κοινωνικά υποκείμενα ή τάξεις που τις υλοποιούσαν και παρουσιάζονταν, αντίθετα, ως αμιγώς δικαϊκά στοιχεία. Οι τρεις λειτουργίες οργανώθηκαν λοιπόν σε μια ισορροπία η οποία τυπικά δεν διέφερε από την ισορροπία που προηγουμένως είχε υποστηρίξει τη διαταξική λύση. Ήταν μια ισορροπία ασφαλιστικών δικλίδων, μια σχέση βάρους και αντίβαρου, η οποία κατόρθωνε διαρκώς να αναπαράγει την ενό τητα του κράτους και τη συνοχή των μερών του.14 Έχουμε την εντύπωση ότι, από ορισμένες απόψεις, το αρχι κό πολύβειο μοντέλο συγκρότησης της Αυτοκρατορίας είναι πιο κοντά στη δική μας πραγματικότητα απ’ ό,τι ο μετασχηματι σμός του από τη νεωτερική φιλελεύθερη παράδοση. Σήμερα για άλλη μια φορά βρισκόμαστε σε μια γενετική φάση της εξουσίας και της συσσώρευσής της, σε μια φάση κατά την οποία οι λει τουργίες θεωρούνται πρωτίστως από τη σκοπιά των σχέσεων και της υλικότητας της ισχύος, παρά από την προοπτική μιας δυνατής ισορροπίας και τυποποίησης της συνολικής οριστικής διευθέτησης. Σε αυτή τη φάση του αυτοκρατορικού πολιτεύμα τος, τα αιτήματα που εκφράστηκαν από τη νεωτερική ανάπτυ ξη του συνταγματισμού (π.χ. για τη διάκριση των εξουσιών και
424
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG
την τυπική νομιμότητα των διαδικασιών) έχουν πάψει πλέον έχουν την κύρια προτεραιότητα (βλ. κεφάλαιο 1.1). 1,1 Θα μπορούσε κανείς ακόμη και να υποστηρίξει ότι το μορφούμενο σήμερα) αυτοκρατορικό πολίτευμα συνιστά κατ’ , ουσίαν εξέλιξη και συνύπαρξη μάλλον των «κακών» μορφώ# διακυβέρνησης παρά των «αγαθών» μορφών, όπως υποστηρίζκ· η παράδοση. Στην πραγματικότητα, όλα τα στοιχεία του μει* κτού πολιτεύματος εμφανίζονται εκ πρώτης όψεως σαν μέσβ|; από έναν παραμορφωτικό φακό. Η μοναρχία, αντί να θεμελιώ^| νει τη νομιμοποίηση και την υπερβατική συνθήκη της ενότητα^ της εξουσίας, παρουσιάζεται μάλλον ως μια παγκόσμια αστυνο*ί μική δύναμη και άρα ως μια μορφή τυραννίδας. Η υπερεθνική! αριστοκρατία φαίνεται να προτιμά την οικονομική κερδοσκοπίβ| από την επιχειρηματική αρετή και έτσι εμφανίζεται ως παρά-| σιτική ολιγαρχία. Τέλος, οι δημοκρατικές δυνάμεις, που σε cw$! τό το πλαίσιο θα έπρεπε να συνιστουν το ενεργό και α ν ο ι χ τ & ί στοιχείο της αυτοκρατορικής μηχανής, εμφανίζονται μάλλον ω ς I συντεχνιακές δυνάμεις, ως ένα σύνολο προκαταλήψεων και ψοΦ ταμενταλιστικών ιδεών, προδίδοντας ένα πνεύμα που είναι συν τηρητικό όταν δεν είναι απερίφραστα αντιδραστικό.15 Τόσο στο: κρατικό όσο και στο διεθνές επίπεδο, αυτή η περιορισμένη σφαίρα της αυτοκρατορικής «δημοκρατίας» διαμορφώνεται μάλ λον ως Λαός (μια οργανωμένη ιδιαιτερότητα η οποία υπεραμύ νεται κεκτημένων προνομίων και ιδιοτήτων) παρά ως πλήθος % (η καθολικότητα των ελεύθερων και παραγωγικών πρακτικών). ;
Υβριδικό πολίτευμα Εντούτοις, η Αυτοκρατορία που αναδύεται σήμερα δεν συνιστά στην πραγματικότητα μια επανάληψη του αρχαίου πολύβειου μοντέλου, ακόμη και στην αρνητική, «κακή» μορφή του. Η ση- (| μερινή διευθέτηση γίνεται καλύτερα κατανοητή με μετανεωτερικούς όρους, δηλαδή ως μια εξέλιξη πέρα από το νεωτερικό, φιλελεύθερο μοντέλο ενός μεικτού πολιτεύματος. Το πλαίσιο της δικαϊκής τυποποίησης, ο συνταγματικός μηχανισμός των
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
425
εγγυήσεων και το σχήμα της ισορροπίας, όλα έχουν μετασχη ματιστεί με βάση δύο πρωταρχικούς άξονες κατά τη μετάβαση από το νεωτερικό στο μετανεωτερικό πεδίο. Ο πρώτος άξονας μετασχηματισμού αφορά τη φύση της μεί ξης του πολιτεύματος -πρόκειται για μια μετάβαση από το μο ντέλο ενός mixtum διακριτών σωμάτων ή λειτουργιών που πρυτάνευσε κατά τους αρχαίους και νεότερους χρόνους σε μια δια δικασία υβριδικοποίησης των κυβερνητικών λειτουργιών η ο ποία παρατηρείται στην τρέχουσα κατάσταση. Οι διαδικασίες της πραγματικής υπαγωγής, της υπαγωγής της εργασίας στο κεφάλαιο και της απορρόφησης της πλανητικής κοινωνίας από την Αυτοκρατορία, εξαναγκάζουν τα εξουσιαστικά μορφώματα να καταλύσουν το χωρικό μέτρο και την απόσταση που είχαν καθορίσει τις σχέσεις τους, συγχωνεύοντας τα μορφώματα σε υβριδικές μορφές. Η μεταβολή των χωρικών σχέσεων μετα σχηματίζει την ίδια της άσκηση της εξουσίας. Καταρχάς, η μετανεωτερική αυτοκρατορική μοναρχία προϋποθέτει την κυριαρ χία επί της ενότητας της παγκόσμιας αγοράς, και άρα καλεί ται να εγγυηθεί την κυκλοφορία των αγαθών, των τεχνολογιών και του εργατικού δυναμικού -να εγγυηθεί, ουσιαστικά, τη συλ λογική διάσταση της αγοράς. Οι διαδικασίες της παγκοσμιο ποίησης της μοναρχικής εξουσίας, εντούτοις, μπορούν να έχουν νόημα μόνο αν τις θεωρήσουμε από τη σκοπιά μιας σειράς υβριδικοποιήσεων που επιχειρεί η μοναρχία με άλλες μορφές εξου σίας. Η αυτοκρατορική μοναρχία δεν εντοπίζεται σε έναν διακριτό, απομονώσιμο χώρο -και η μετανεωτερική Αυτοκρατορία μας δεν έχει Ρώμη. Αυτό καθαυτό το μοναρχικό σώμα είναι πο λυμορφικό και χωρικά διακεχυμένο. Η διαδικασία της υβριδικοποίησης καθίσταται ακόμη σαφέστερη σε σχέση με την εξέ λιξη της αριστοκρατικής λειτουργίας, και ειδικότερα την ανά πτυξη και άρθρωση των παραγωγικών δικτύων και αγορών. Στην πραγματικότητα, οι αριστοκρατικές λειτουργίες τείνουν να συγκεραστούν αξεδιάλυτα με τις μοναρχικές λειτουργίες. Στην περίπτωση της μετανεωτερικής αριστοκρατίας, το πρό βλημα δεν συνίσταται μόνο στη δημιουργία ενός κάθετου αγω
426
MICHAEL HARDT - ANTONIO N
γού μεταξύ ενός κέντρου και μιας περιφέρειας για την παρα γωγή και πώληση εμπορευμάτων, αλλά και στη διαρκή συσχέτιση ενός ευρέος φάσματος παραγωγών και καταναλωτών στο’ εσωτερικό κάθε αγοράς αλλά και μεταξύ περισσότερων αγορών. Η πολυδιάστατη σχέση μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης καθίσταται ακόμη πιο σημαντική όταν η παραγωγή των εμπο ρευμάτων τείνει να ορίζεται κατά κύριο λόγο από άυλες υπηρεσίες οι οποίες έχουν ενσωματωθεί στις δικτυακές δομές. Εδώ η υβριδικοποίηση καθίσταται κεντρικό και καθοριστικό στοιχείο της διαμόρφωσης των κυκλωμάτων παραγωγής και κυκλοφο ρίας.’6 Τέλος, οι δημοκρατικές λειτουργίες της Αυτοκρατορίας προσδιορίζονται στο πλαίσιο των μοναρχικών και αριστοκρατι κών υβριδικοποιήσεων, μεταβάλλοντας υπό ορισμένες απόψεις, τις σχέσεις τους και εισάγοντας νέους συσχετισμούς δυνάμεων,' Και στα τρία επίπεδα, αυτό που προηγουμένως εννοούνταν ως| μείξη, το οποίο στην πραγματικότητα ήταν η οργανική άλλη- : λεπίδραση λειτουργιών που παρέμεναν ξεχωριστές και ευδιά κριτες, τείνει σήμερα προς μια υβριδικοποίηση των ίδιων των λειτουργιών. Ίσως λοιπόν μπορούμε να ορίσουμε τον πρώτο άξονα του μετασχηματισμού ως μια μετάβαση από το μεικτό πολίτευμα στο υβριδικό. Ένας δεύτερος άξονας πολιτειακού μετασχηματισμού, που καταδεικνύει τόσο τη μετατόπιση της πολιτειακής θεωρίας όσο και ένα νέο ποιόν του πολιτεύματος αυτού καθαυτό, αποκαλύ πτεται από το γεγονός ότι, στην παρούσα φάση, το πρόσταγμα πρέπει να ασκείται σε διαρκώς μεγαλύτερη έκταση όσον αφο ρά τις χρονικές διαστάσεις της κοινωνίας και άρα όσον αφορά τη διάσταση της υποκειμενικότητας. Πρέπει να ερευνήσουμε πώς η μοναρχική στιγμή λειτουργεί τόσο ως μια ενοποιημένη παγκόσμια κυβέρνηση επί της κυκλοφορίας των αγαθών όσο και ως ένας μηχανισμός της οργάνωσης της συλλογικής κοινω νικής εργασίας που καθορίζει τις συνθήκες της αναπαραγωγής της.17 Η αριστοκρατική στιγμή πρέπει να αναπτύξει το ιεραρ χικό της πρόσταγμα και τις ρυθμιστικές λειτουργίες της επί της υπερεθνικής άρθρωσης της παραγωγής και κυκλοφορίας, 4 ϊ ί
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
427
όχι μόνο μέσω των παραδοσιακών νομισματικών οργάνων, αλ λά και σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό μέσω των οργάνων και των δυναμικών της συνεργασίας των ίδιων των κοινωνικών παρα γόντων. Οι διαδικασίες της κοινωνικής συνεργασίας πρέπει να τυποποιηθούν συνταγματικά ως μια αριστοκρατική λειτουργία. Τέλος, μολονότι τόσο η μοναρχική όσο και η αριστοκρατική λειτουργία υπαινίσσονται την υποκειμενική και την παραγωγι κή διάσταση του νέου υβριδικού πολιτεύματος, το κλειδί γι’ αυ τούς τους μετασχηματισμούς εδρεύει στη δημοκρατική στιγμή, και η χρονική διάσταση της δημοκρατικής στιγμής πρέπει τε λικά να αναφέρεται στο πλήθος. Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε, εντούτοις, ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με τον αυτοκρατορικό υπερκαθορισμό της δημοκρατίας, κατά τον οποίο το πλήθος πα γιδεύεται σε ευέλικτους και μεταβαλλόμενους μηχανισμούς ελέγχου. Εδώ ακριβώς πρέπει να εντοπιστεί το σημαντικότερο ποιοτικό άλμα: από το πειθαρχικό στο ελεγκτικό παράδειγμα της διακυβέρνησης.18 Η εξουσία ασκείται ευθέως στις κινήσεις των παραγωγικών και συνεργατικών υποκειμενικοτήτων- οι θε σμοί σχηματίζονται και ανακαθορίζονται ατελεύτητα, ακολου θώντας το ρυθμό αυτών των κινήσεων- και η τοπογραφία της εξουσίας δεν έχει πλέον να κάνει κυρίως με χωρικές σχέσεις, αλλά μάλλον εγγράφεται στις χρονικές μετατοπίσεις των υπο κειμενικοτήτων. Εδώ βρίσκουμε και πάλι τον μη-τόπο της εξουσίας που μας αποκάλυψε νωρίτερα η διερεύνηση της έννοι ας της κυριαρχίας. Ο μη-τόπος είναι ο χώρος όπου ασκούνται οι υβριδικές ελεγκτικές λειτουργίες της Αυτοκρατορίας. Σε αυτόν τον αυτοκρατορικό μη-τόπο, στον υβριδικό χώρο που κατασκευάζει η πολιτειακή διαδικασία, συναντούμε ακόμη αμείωτη και ανεπίσχετη την παρουσία των υποκειμενικών κι νήσεων. Η προβληματική μας μοιάζει κάπως με εκείνη του μει κτού πολιτεύματος, τώρα όμως διαποτίζεται από όλη τη σφο δρή ένταση των μετατοπίσεων, των μετατροπών και των υβριδικοποιήσεων που συνεπάγεται η μετάβαση στη μετανεωτερικότητα. Εδώ αρχίζει να διαμορφώνεται η κίνηση από το κοι νωνικό στο πολιτικό και το δικαϊκό που ανέκαθεν καθορίζει τις
428
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG
συντακτικές διαδικασίες· εδώ αρχίζουν να αναδύονται οι αμοι** βαίες σχέσεις μεταξύ κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων πσϊ|ί· απαιτούν να αναγνωριστούν επίσημα μέσα στη συνταγματική διαδικασία· και τέλος, εδώ οι ποικίλες λειτουργίες (μοναρχία,'? αριστοκρατία και δημοκρατία) σταθμίζουν τη δύναμη των υπο» κειμενικοτήτων που τις συγκροτούν και αποπειρώνται να συλ-, λάβουν τμήματα των συντακτικών τους διαδικασιών. "Ί •Ί 0 αγώνας για το πολίτευμα Απώτατος στόχος της ανάλυσης των συνταγματικών διαδικα*·; σιών και μορφών της Αυτοκρατορίας είναι ο εντοπισμός του π®|: δίου στο οποίο μπορούν να αναδυθούν αμφισβητήσεις και εναλ§| λακτικές προτάσεις. Στην Αυτοκρατορία, όπως ουσιαστικά κμ|;>: στην περίπτωση των καθεστώτων των αρχαίων χρόνων και της νεωτερικότητας, αυτό καθαυτό το πολίτευμα συνιστουσε ένα πβ* δίο αγώνα, σήμερα όμως η φύση αυτού του πεδίου και του αγώ*ν1 να που διεξάγεται επ’ αυτού δεν είναι σε καμιά περίπτωση ξβ*| κάθαρη. Ο γενικός σκελετός του σημερινού αυτοκρατορικού πο*| λιτεύματος μπορεί να εννοηθεί υπό τη μορφή ενός ριζωματικοί »' και καθολικού δικτύου επικοινωνίας, στο οποίο εγκαθιδρύονται αμφίδρομες σχέσεις ανάμεσα σε όλα τα σημεία ή κόμβους. Ένα,, τέτοιο δίκτυο μοιάζει παραδόξως να είναι ταυτόχρονα απόλυτ* ί ανοιχτό και απόλυτα κλειστό στον αγώνα και την παρέμβαση» ,] Αφ’ ενός το δίκτυο επιτρέπει τυπικά σε όλα τα πιθανά υποκείμένα που απαρτίζουν τον ιστό των σχέσεων να είναι ταυτόχρο να παρόντα, αφ’ ετέρου όμως το ίδιο το δίκτυο είναι ένας κυ ριολεκτικός μη-τόπος. Ο αγώνας για το πολίτευμα πρέπει να j) διεξαχθεί σε αυτό το αμφίσημο και μεταβαλλόμενο πεδίο. Υπάρχουν τρεις μεταβλητές-κλειδιά που θα καθορίσουν αυ τόν τον αγώνα, μεταβλητές οι οποίες ενεργούν στο πεδίο που· ανοίγεται ανάμεσα στο κοινό και το μοναδικό, ανάμεσα στο : αξιωματικό σύστημα του προστάγματος και τον αυτοπροσδιορι-,ί σμό του υποκειμένου, και ανάμεσα στην παραγωγή της υπο κειμενικότητας από την εξουσία και την αυτόνομη αντίσταση ;j I
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
429
τών ίδιων των υποκειμένων. Η πρώτη μεταβλητή αφορά τη διασφάλιση του δικτύου και του γενικευμένου ελέγχου που αυ τό ασκεί, ούτως ώστε το δίκτυο (θετικά) να μπορεί πάντα να λειτουργεί και (αρνητικά) να μην είναι δυνατόν να λειτουργεί εναντίον αυτών που βρίσκονται στην εξουσία.19 Η δεύτερη με ταβλητή αφορά εκείνους που κατανέμουν υπηρεσίες στο δίκτυο καθώς και την αξίωση να αμείβονται δίκαια αυτές οι υπηρεσίες, ώστε το δίκτυο να μπορεί να υποστηρίζει και να αναπαράγει ένα κεφαλαιοκρατικό οικονομικό σύστημα και ταυτόχρονα να παράγει τον κοινωνικό και πολιτικό καταμερισμό που του αρ μόζει.20 Η τρίτη μεταβλητή, τέλος, παρουσιάζεται στο εσωτερι κό του δικτύου αυτού καθαυτό. Έ χει να κάνει με τους μηχανι σμούς με τους οποίους παράγονται διαφορές μεταξύ των υπο κειμενικοτήτων και με τους τρόπους που οι εν λόγω διαφορές ενεργούν μέσα στο σύστημα. Σύμφωνα με τις τρεις αυτές μεταβλητές, κάθε υποκειμενι κότητα πρέπει να μετατραπεί σε ένα υποκείμενο το οποίο εξου σιάζεται μέσα στα γενικά δίκτυα του ελέγχου (με την έννοια που είχε ο όρος s u b d ic tu s στην πρώιμη νεωτερικότητα, δηλα δή αυτού που υποτάσσεται σε μια κυρίαρχη εξουσία) και ταυ τόχρονα κάθε υποκείμενο πρέπει να είναι ένα ανεξάρτητο δρων υποκείμενο παραγωγής και κατανάλωσης στο εσωτερικό των δικτύων. Είναι πράγματι δυνατή αυτή η διττή άρθρωση; Είναι δυνατόν για το σύστημα να υποστηρίζει ταυτόχρονα την πολι τική υποταγή και την υποκειμενικότητα του παραγωγου/καταναλωτή; Δεν φαίνεται να συμβαίνει κάτι τέτοιο. Στην ουσία, η θεμελιώδης προϋπόθεση της ύπαρξης του κ α θ ο λικ ο ύ δικτύου, η οποία αποτελεί και την κεντρική υπόθεση αυτού του πολιτεια κού πλαισίου, είναι να είναι υβριδικό, και αυτό σημαίνει, στην προκειμένη περίπτωση, ότι το πολιτικό υποκείμενο πρέπει να είναι παροδικό και παθητικό, ενώ το δρων υποκείμενο που πα ράγει και καταναλώνει πρέπει να είναι παρόν και ενεργητικό. Αυτό σημαίνει ότι, μακράν του να αποτελεί μιαν απλή επανά ληψη μιας παραδοσιακής ισορροπίας, ο σχηματισμός του νέου μεικτού πολιτεύματος οδηγεί σε μια θεμελιακή ανισορροπία με-
430
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGR
ταξύ των καθιερωμένων δρώντων υποκειμένων και άρα σε μια νέα κοινωνική δυναμική που απελευθερώνει το υποκείμενο τηφ, παραγωγής και της κατανάλωσης από τους μηχανισμούς της| πολιτικής καθυπόταξης (ή τουλάχιστον καθιστά αμφίσημη της θέση του μέσα σε αυτούς). Εδώ ακριβώς φαίνεται να αναδύεται:! η κύρια εστία του αγώνα, στο πεδίο της παραγωγής και της ρύθμισης της υποκειμενικότητας. | Άραγε θα προκόψει πράγματι αυτή η κατάσταση από τον | κεφαλαιοκρατικό μετασχηματισμό του τρόπου της παραγωγής, ;| τις πολιτισμικές εξελίξεις της μετανεωτερικότητας και τις δια- I δικασίες πολιτικής συγκρότησης της Αυτοκρατορίας; Ασφαλώς!:| δεν μπορούμε ακόμη να καταλήξουμε σε αυτό το συμπέρασμα. 1 Μπορούμε εντούτοις να διαπιστώσουμε ότι σε αυτή τη νέα κα- | τάσταση η στρατηγική της εξισορροπημένης και ρυθμισμένης | συμμετοχής, την οποία ανέκαθεν ακολούθησαν τα φιλελεύθερα 4 και αυτοκρατορικά μεικτά πολιτεύματα, βρίσκεται αντιμέτωπη | με νέες δυσκολίες και με την ισχυρή έκφραση της αυτονομίας ΐ των ατομικών και συλλογικών παραγωγικών υποκειμενικοτή- | των που εμπλέκονται στη διαδικασία. Στο πεδίο της παραγω- ·| γής και ρύθμισης της υποκειμενικότητας, και στη διάκριση με- % ταξύ πολιτικού υποκειμένου και οικονομικού υποκειμένου, φαί- ι νεται ότι μπορούμε να εντοπίσουμε ένα πραγματικό πεδίο αγώ- | να, στο οποίο όλοι οι στρατηγικοί ελιγμοί του πολιτεύματος και j οι ισορροπίες μεταξύ των διαφόρων δυνάμεων μπορούν να επα- , νανοιχθούν -μια αληθινή κατάσταση κρίσης και ίσως εν τέλει ; μια κατάσταση επανάστασης. I
Το θέαμα του πολιτεύματος Εντούτοις, το ανοιχτό πεδίο του αγώνα που αποκαλύπτεται από αυτή την ανάλυση, γρήγορα ακυρώνεται όταν εξετάσουμε τους νέους μηχανισμούς με τους οποίους χειραγωγούνται άνωθεν τα υβριδικά δίκτυα συμμετοχής.21 Στην ουσία, η συνεκτική ύλη που συγκρατεί τις διάφορες λειτουργίες και σώματα του υβριδικου πολιτεύματος είναι αυτό που ο Guy Debord αποκάλεσε «το
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
431
θέαμα», ένας ολοκληρωμένος και διάχυτος μηχανισμός εικόνων και ιδεών που παράγει και ρυθμίζει τον δημόσιο λόγο και την κοινή γνώμη.22 Στην κοινωνία του θεάματος, αυτό που κάποτε το φαντάζονταν ως δημόσια σφαίρα, το ανοιχτό πεδίο της πο λιτικής ανταλλαγής και συμμετοχής, εξανεμίζεται. Το θέαμα αφανίζει κάθε συλλογική μορφή κοινωνικότητας -ατομικοποιώντας τα κοινωνικά δρώντα υποκείμενα μέσα στα χωριστά τους αυτοκινούμενα οχήματα και μπροστά στις χωριστές τους βιντεοοθόνες- και ταυτόχρονα επιβάλλει μια νέα μαζική κοινωνικό τητα, μια νέα ομοιομορφία δράσης και σκέψης. Σε αυτό το θε αματικό πεδίο, οι παραδοσιακές μορφές αγώνα για το πολίτευ μα γίνονται αδιανόητες. Η κοινή αντίληψη ότι τα ΜΜ Ε (και ειδικότερα η τηλεόρα ση) έχουν καταστρέψει την πολιτική είναι εσφαλμένη μόνο στο βαθμό που φαίνεται να βασίζεται σε μια εξιδανικευμένη αντί ληψη του τι συνιστούσε τον δημοκρατικό πολιτικό λόγο, την ανταλλαγή και τη συμμετοχή στην εποχή που προηγήθηκε της σημερινής εποχής της πληροφόρησης. Η διαφορά της σημερι νής χειραγώγησης της πολιτικής από τα ΜΜ Ε στην πραγματι κότητα δεν είναι διαφορά φύσεως αλλά βαθμού. Με άλλα λό για, ασφαλώς έχουν υπάρξει προηγουμένως πολυάριθμοι μηχα νισμοί διαμόρφωσης της κοινής γνώμης και της δημόσιας αντί ληψης περί κοινωνίας, όμως τα σύγχρονα ΜΜ Ε παρέχουν ασύγ κριτα πιο ισχυρά εργαλεία γι’ αυτούς τους σκοπούς. Όπως λέει ο Debord, στην κοινωνία του θεάματος μόνο αυτό που φαίνεται υπάρχει, και τα μείζονα μήντια έχουν κατά κάποιον τρόπο τον μονοπωλιακό έλεγχο της εικόνας που παρουσιάζεται στον γενι κό πληθυσμό. Ο νόμος του θεάματος σαφώς επικρατεί στη σφαίρα της προεκλογικής πολιτικής που κατευθύνεται από τα Μ Μ Ε, μιας τέχνης χειραγώγησης που ίσως εγκαινιάστηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά έχει πλέον διαδοθεί σε παγκόσμια κλίμακα. Ο λόγος των προεκλογικών εκστρατειών εστιάζει σχεδόν αποκλειστικά στο φαίνεσθαι των υποψηφίων, στον σω στό συγχρονισμό και την κυκλοφορία εικόνων. Τα μείζονα δί κτυα των Μ Μ Ε οργανώνουν ένα είδος δευτερογενούς θεάματος
432
MICHAEL HARDT - ANTONIO NI
που έχει αντίκτυπο (και αναμφίβολα εν μέρει διαμορφώνει) θέαμα που στήνουν οι υποψήφιοι και τα πολιτικά κόμματα τους υποστηρίζουν. Ακόμη και το παλιό αίτημα, που πρόσ<] ακούσαμε να ξαναδιατυπώνεται, για επικέντρωση των πό, κών εκστρατειών λιγότερο στην εικόνα και περισσότερο σε τήματα ουσίας, σήμερα μοιάζει απελπιστικά αφελές. Ομοια αντίληψη ότι οι πολιτικοί λειτουργούν ως διασημότητες και οι πολιτικές εκστρατείες διεξάγονται ακολουθώντας τη λσ της διαφήμισης -δύο υποθέσεις που έμοιαζαν ριζοσπαστικές σκανδαλώδεις πριν από μια τριακονταετία- σήμερα θεωρι δεδομένη. Ο πολιτικός λόγος είναι ένα αρθρωμένο μπαράζ φημίσεων που αποσκοπεί στην πώληση του «εμπορεύμαι και η πολιτική συμμετοχή περιορίζεται στην επιλογή με· αναλώσιμων εικόνων. 'Οταν λέμε ότι το θέαμα συνεπάγεται τ η χ ε ιρ α γ ώ γ η σ η τ α ΜΜΕ της κοινής γνώμης και της πολιτικής δράσης, δεν λουμε να υπαινιχθουμε ότι υπάρχει ένα ανθρωπάκι στα to σκήνια, ο φοβερός και τρομερός Μάγος του Οζ, που ελέ όλα όσα βλέπουμε, σκεφτόμαστε και πράττουμε. Δεν υπά κάποια μοναδική εστία ελέγχου η οποία να υπαγορεύει το αμα. Το θέαμα, εντούτοις, λειτουργεί σε γενικές γραμμές ο να υπήρχε ένα τέτοιο σημείο κεντρικού προστάγματος. Οι νωμοσιολογίες περί κυβερνητικών και εξωκυβερνητικών σκι ριών για την κατάκτηση του παγκόσμιου ελέγχου, που αι λώς έχουν πολλαπλασιαστεί κατά τις τελευταίες δεκαε' πρέπει συνεπώς να αναγνωριστούν ως ταυτόχρονα αληθείς ψευδείς. Όπως εξηγεί με πολύ εύστοχο τρόπο ο F re Jameson αναφερόμενος στο χώρο του σύγχρονου κινηματο· φου, οι συνωμοσιολογίες είναι ένας χονδροειδής αλλά αποτ σματικός μηχανισμός για να προσεγγίσουμε τον τρόπο λειτ γίας της ολότητας.23 Το θέαμα της πολιτικής λειτουργεί ο τα ΜΜΕ, ο στρατός, η κυβέρνηση, οι υπερεθνικές εταιρείε παγκόσμιοι οικονομικοί οργανισμοί, κ.ο.κ, να καθοδηγού' συνειδητά και απερίφραστα από μία και μόνη εξουσία, μολ τι στην πραγματικότητα κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει.
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
433
Η κοινωνία του θεάματος εξουσιάζει χρησιμοποιώντας ένα πανάρχαιο όπλο. Ο Hobbes αντιλήφθηκε πολύ καιρό πριν ότι για αποτελεσματική κυριάρχηση «το Πάθος στο οποίο πρέπει να υπολογίζει κανείς είναι ο Φόβος».24 Για τον Hobbes, ο φό βος είναι αυτό που συγκρατεί και διασφαλίζει την κοινωνική τάξη και ακόμη και σήμερα ο φόβος είναι ο πρωταρχικός μη χανισμός ελέγχου που σφραγίζει την κοινωνία του θεάματος.25 Μολονότι το θέαμα φαίνεται να λειτουργεί μέσω της επιθυμίας και της απόλαυσης (της επιθυμίας για εμπορεύματα και της απόλαυσης της κατανάλωσης), στην πραγματικότητα λειτουρ γεί μέσω της μετάδοσης του φόβου -ή , μάλλον, το θέαμα δη μιουργεί μορφές επιθυμίας και απόλαυσης που είναι στενά δε μένες με το φόβο. Στη γλώσσα της πρώιμης νεωτερικής ευρω παϊκής φιλοσοφίας, η μετάδοση του φόβου ονομαζόταν π ρ ο κ α τά λη ψ η . Και πράγματι, η πολιτική του φόβου ανέκαθεν διαδι δόταν μέσω ενός είδους προκατάληψης. Αυτό που έχει αλλάξει είναι οι μορφές και οι μηχανισμοί των προκαταλήψεων που με ταδίδουν το φόβο. Το θέαμα του φόβου που συνέχει το μετανεωτερικό, υβριδικό πολίτευμα και η χειραγώγηση του κοινού και της πολιτικής από τα ΜΜΕ ασφαλώς αποδυναμώνουν τον αγώνα για το αυτοκρατορικό πολίτευμα. Φαίνεται ωσάν να μην έχει απομείνει κανένας τόπος για να ορθώσει κανείς το ανάστημά του, καμιά δυνατότητα να έχει αποτέλεσμα μια ενδεχόμενη αντίσταση, παρεκτός μια αδυσώπητη μηχανή εξουσίας. Είναι σημαντικό να αντιληφθούμε τη δύναμη του θεάματος και την αδυναμία των παραδοσιακών μορφών αγώνα, η ιστορία όμως δεν τελειώνει εδώ. Καθώς οι παλιές εστίες και μορφές αγώνα παρακμάζουν, εμφανίζονται νέες και ισχυρότερες. Το θέαμα της αυτοκρατορικής τάξης πραγμάτων δεν είναι ένας απόρθητος κόσμος, αλλά ουσιαστικά ανοίγεται στο πραγματικό ενδεχόμενο της ανατρο πής του και νέων δυνατοτήτων επανάστασης.
s
■i 3.6 Η Κ Ε Φ Α Λ Α Ι Ο Κ Ρ Α Τ Ι Κ Η Κ Υ Ρ Ι Α Ρ Χ Ι Α , Ή Π ΩΣ Δ Ι Ο Ι Κ Ε Ι Τ Α Ι Η Π ΑΓ Κ Ο Σ Μ Ι Α Κ ΟΙ ΝΩΝΙ Α ΕΛΕΓΧΟΥ
Όσο η κοινωνία βασίζεται στο χρήμα, ποτέ δεν θα ’χ ο » με αρκετό από δαύτο. ' • ' Μ Ίιι „
Από φυλλάδιο παρισινής απεργίας, Δεκέμβριος 19
HUf, I»..1-
Πρόκειται για την αναίρεση του κεφαλαιοκρατικού τρότι παραγωγής στους κόλπους του ίδιου του κεφαλαιοκρα^Ι κού τρόπου παραγωγής, και άρα για μια αυτοαναιρούμ αντίφαση, η οποία παρουσιάζεται ως απλό μεταβατικό στάδιο προς μια νέα μορφή παραγωγή^!
prima facie
K a r l M arje I
Ο συνδυασμός κεφαλαίου και κυριαρχίας ίσως φαίνεται αντιφατί τικός. Η νεωτερική κυριαρχία έγκειται κατά βάση στην v m p m β α τ ιχ ό τ η τ α του κυριάρχου -είτε αυτός είναι ο Ηγεμόνας είτέ'Ι το κράτος είτε το έθνος είτε ακόμη και ο Λαός- επί του κοΜ νωνικού επιπέδου. Ο Hobbes καθιέρωσε τη χωρική μεταφορά! της κυριαρχίας που έμελλε να καθορίσει όλη τη νεωτερική ποτί λιτική σκέψη με τον συγκεντρωτικό Λεβιάθαν του, ο οποίος δβπΐ σπάζει της κοινωνίας και του πλήθους και τα ελέγχει. Ο κυΛ ρίαρχος είναι το πλεόνασμα της εξουσίας που εξυπηρετεί την : άρση ή την αναβολή της κρίσης της νεωτερικότητας. Επιπλέ- | ον, η νεωτερική κυριαρχία λειτουργεί, όπως αναλυτικά διαπι-1 στώσαμε, δημιουργώντας και συντηρώντας αμετακίνητα στεγα- ΐ νά μεταξύ των εδαφών, των πληθυσμών, των κοινωνικών λει- ] τουργιών κ.ο.κ. Η κυριαρχία είναι κατά συνέπεια και ένα πλε- ί όνασμα κώδικα, μια υπερκωδικοποίηση των κοινωνικών ροών
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
435
και λειτουργιών. Με άλλα λόγια, η κυριαρχία επιβάλλεται δη μιουργώντας αυλακώσεις στο κοινωνικό πεδίο. Το κεφάλαιο, αντιθέτως, λειτουργεί στο επίπεδο της ε μ μ έ μέσω αναμεταδοτών και δικτύων σχέσεων κυριάρχησης, χωρίς να εξαρτάται από κάποιο υπερβατικό κέντρο εξουσίας. Το κεφάλαιο τείνει από την ιστορία του να καταλύσει τις παραδο σιακές κοινωνικές οριοθετήσεις, επεκτεινόμενο σε νέα εδάφη και εγκολπούμενο νέους πληθυσμούς στις διαδικασίες του. Το κεφάλαιο λειτουργεί, σύμφωνα με την ορολογία του Deleuze και του Guattari, επιβάλλοντας μια γενικευμένη αποκωδίκευση των ροών, μιας μαζική απεδαφικοποίηση, και εν συνεχεία δη μιουργώντας συνδέσεις μεταξύ αυτών των απεδαφικοποιημένων και αποκωδικευμένων ροών.1 Μπορούμε να εννοήσουμε τον απεδαφικοποιητικό και εμμενή χαρακτήρα της λειτουργίας του κεφαλαίου αν εξετάσουμε τρία βασικά χαρακτηριστικά του, τα οποία ανέλυσε ο ίδιος ο Marx. Πρώτον, κατά τις διαδικασίες της πρωταρχικής συσσώρευσης, το κεφάλαιο αποσπά τους πλη θυσμούς από τα ειδικά κωδικοποιημένα εδάφη και τους θέτει σε κίνηση. Εκκαθαρίζει τις αγροτικές εκτάσεις και δημιουργεί ένα «ελεύθερο» προλεταριάτο. Κατά την ακάθεκτη προέλαση του κεφαλαίου ανά τον κόσμο, οι παραδοσιακές κουλτούρες και μορφές κοινωνικής οργάνωσης καταστρέφονται, προκειμένου να δημιουργηθούν τα δίκτυα και οι ατραποί μίας μόνο κουλτούρας και ενός μόνο συστήματος παραγωγής και κυκλοφορίας. Δεύτε ρον, το κεφάλαιο ανάγει όλες τις μορφές αξίας σε ένα κοινό επίπεδο και τις συνδέει όλες μέσω του χρήματος, του γενικού τους ισοδύναμου. Το κεφάλαιο τείνει να αναγάγει κάθε προγε νέστερη μορφή κοινωνικού κύρους, τίτλου και προνομίου στο επίπεδο της χρηματικής συνάφειας (cash nexus), δηλαδή σε ποσοτικούς και σύμμετρους οικονομικούς όρους. Τρίτον, οι νό μοι βάσει των οποίων λειτουργεί το κεφάλαιο δεν είναι διακε κριμένοι και αμετάβλητοι νόμοι οι οποίοι ίστανται υπεράνω και διευθύνουν αφ’ "υψηλού τα εγχειρήματα του κεφαλαίου, αλλά ιστορικά μεταβλητοί νόμοι οι οποίοι είναι εμμενείς στην ίδια τη λειτουργία του κεφαλαίου: ο νόμος του ποσοστού του κέρδους,
νειαζ,
436
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEOft]
του ποσοστού της εκμετάλλευσης, της υλοποίησης της υπερα- ■ ξίας κ.ο.κ. Ως εκ τούτου, το κεφάλαιο δεν έχει ανάγκη από μια υπέρ-. βατική εξουσία αλλά από έναν μηχανισμό ελέγχου, ο οποίος θα εδρεύει στο επίπεδο της εμμένειας. Μέσα από την κοινωνική ανάπτυξη του κεφαλαίου, οι μηχανισμοί της νεωτερικής κυ ριαρχίας -οι διαδικασίες της κωδικοποίησης, υπερκωδικοποίησης και ανακωδικοποίησης που επέβαλαν μια υπερβατική τάξη σε ένα οριοθετημένο και κατακερματισμένο κοινωνικό πεδίο- , αντικαθίστανται σταδιακά από ένα α ξιω μ α τικ ό σύστημα : δηλαδή από ένα σ ύνολο εξισ ώ σ εω ν κ α ι σ χ έ σ εω ν που προσδιορίζει, και συνδυάζει μεταβλητές και συντελεστές αμέσως και εξίσου ; στα ποικίλα πεδία, χωρίς καμία αναφορά σε προγενέστερους και παγιωμένους ορισμούς και όρους.2 Προεξάρχον χαρακτηρι στικό ενός τέτοιου αξιωματικού συστήματος είναι ότι οι σχέσεις προηγούνται των όρων τους. Με άλλα λόγια, σε ένα αξιωματι-; κό σύστημα, τα αιτήματα «δεν είναι προτάσεις που ενδέχεται να είνα ι α λη θ είς η ψ ευδείς, α φ ’ η ς σ τ ιγ μ ή ς π ε ρ ιέ χ ο υ ν σχετικώς απροσδιόριστες μ ε τ α β λ η τ έ ς . Μόνον όταν δώσουμε συγκεκριμένες τιμές σ ε αυτές τις μεταβλητές, ή, με άλλα λόγια, όταν τις υποκαταστήσουμε με σταθερές, γίνονται τα αιτήματα προτά-y σεις, αληθείς ή ψευδείς, ανάλογα με τις σταθερές που έχουν επιλεγεί».3 Το κεφάλαιο λειτουργεί ακριβώς μέσω ενός τέτοιου αξιωματικού συστήματος των προτασιακών λειτουργιών. Η γε νική ισοδυναμία του χρήματος συνενώνει όλα τα στοιχεία σε ποσοτικώς προσδιορίσιμες, σύμμετρες σχέσεις, και κατόπιν οι εμμενείς νόμοι ή εξισώσεις του κεφαλαίου προσδιορίζουν την ανάπτυξη και τις συσχετίσεις τους, σύμφωνα με τις εκάστοτε σταθερές που έχουν υποκαταστήσει τις μεταβλητές των εξι σώσεων. Όπως ένα αξιωματικό σύστημα αποσταθεροποιεί οποιουσδήποτε όρους και ορισμούς προϋπάρχουν των σχέσεων της λογικής απαγωγής, έτσι και το κεφάλαιο εξαφανίζει τους παγιωμένους φραγμούς της προκεφαλαιοκρατικής κοινωνίας -και ακόμη και τα σύνορα του εθνικού κράτους τείνουν να πε ριέλθουν σε δεύτερη μοίρα, καθώς αυτό υλοποιείται μέσα στην
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
437
παγκόσμια αγορά. Το κεφάλαιο κατατείνει στη δημιουργία ενός εξομαλυμένου χώρου, ο οποίος χαρακτηρίζεται από ακωδικοποίητες ροές, ευελιξία, συνεχή μεταβολή και προσανατολισμέ νη εξίσωση.4 Ως εκ τούτου, η υπερβατικότητα της νεωτερικής κυριαρχίας αντιβαίνει προς την εμμένεια του κεφαλαίου. Ιστορικά, το κε φάλαιο βασίστηκε στην κυριαρχία και την υποστήριξη που του παρείχαν οι δομές δικαίου και καταναγκασμού που αυτή επέ βαλλε, όμως αυτές οι ίδιες δομές έρχονταν διαρκώς σε αντίφα ση με τις αρχές του και δυσχέραιναν σε πρακτικό επίπεδο τη λειτουργία του, παρακωλύοντας τελικά την ανάπτυξή του. Η όλη ιστορία της νεωτερικότητας που έχουμε ιχνηλατήσει ώς εδώ μπορεί να θεωρηθεί ως η εξελικτική πορεία των προσπα θειών να ξεπεραστεί και να διαμεσολαβηθεί αυτή η αντίφαση. Η ιστορική διαδικασία της διαμεσολάβησης δεν υπήρξε ένα ισότιμο πάρε-δώσε, αλλά μάλλον μια μονομερής κίνηση, από την υπερβατική θέση της κυριαρχίας προς το εμμενές πεδίο του κεφαλαίου. Ο Foucault ανιχνεύει την εξέλιξη αυτής της κίνη σης στην ανάλυσή του σχετικά με τη μετάβαση που συντελέστηκε μεταξύ του 17ου και του 18ου αιώνα από την «κυριαρ χία» (μιαν απόλυτη μορφή κυριαρχικής εξουσίας, συγκεντρωμέ νης στη βούληση και το πρόσωπο του Ηγεμόνα) προς την «κυβερνητικότητα» [gouvernementalite] (μια μορφή κυριαρχικής εξουσίας η οποία εκφράζεται μέσω μιας αποκεντρωμένης οικο νομίας της εξουσίας και της διαχείρισης των αγαθών και των πληθυσμών).5 Το πέρασμα από μια μορφή κυριαρχικής εξουσίας σε μιαν άλλη συμπίπτει σημαντικά με την πρώιμη ανάπτυξη και επέκταση του κεφαλαίου. Καθένα από τα νεότερα παρα δείγματα κυριαρχικής εξουσίας υποστηρίζει όντως τη λειτουρ γία του κεφαλαίου για μια συγκεκριμένη ιστορική περίοδο, ταυτόχρονα όμως θέτει προσκόμματα στην ανάπτυξη του κεφα λαίου, τα οποία τελικά πρέπει να ξεπεραστούν. Αυτή η εξελισ σόμενη σχέση συνιστά ίσως την κεντρική προβληματική που καλείται να αντιμετωπίσει κάθε θεωρία του κεφαλαιοκρατικού κράτους.
438
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRff
Η κοινωνία των πολιτών χρησιμέυσε για ένα διάστημα ω ςs διαμεσολαβητής μεταξύ των εμμενών δυνάμεων του κεφαλαίο*) ' και της υπερβατικής εξουσίας της νεωτερικής κυριαρχίας. Ο Hegel δανείστηκε τον όρο από τα κείμενα βρετανών οικονομά λόγων, και τον εννόησε ως έναν παράγοντα διαμεσολάβησης μεταξύ των ιδιοτελών προσπαθειών της πλειονότητας των οικο νομικών ιδιωτών και του ενιαίου συμφέροντος του Κράτους. Η κοινωνία των πολιτών διαμεσολαβεί μεταξύ των (εμμενών) ; Πολλών και του (υπερβατικού) Ενός. Οι θεσμοί που τη συγκρο τούν λειτούργησαν ως δίαυλοι που διοχέτευαν τις ροές των κοι< νωνικών και οικονομικών δυνάμεων, οδηγώντας τες προς -μια συνεκτική ενότητα και, αναρρέοντας, σαν ένα αρδευτικό δίκτυο, διένειμαν το πρόσταγμα αυτής της ενότητας σε όλα τα μήκη,; και τα πλάτη του εμμενούς κοινωνικού πεδίου. Αυτοί οι μη , κρατικοί θεσμοί, με άλλα λόγια, οργάνωσαν την κεφαλαιοκρα-1 τική κοινωνία υποτάσσοντάς τη στην τάξη του Κράτους και στη συνέχεια επεξέτειναν την κρατική εξουσία σε όλο το εύρος της κοινωνίας. Χρησιμοποιώντας τους όρους του δικού μας εννοιολογικού πλαισίου, θα λέγαμε ότι η κοινωνία των πολιτών ήταν το πεδίο επί του οποίου η κυριαρχία του νεότερου κράτους κατέστη εμμενής (εμφανιζόμενη ως κεφαλαιοκρατική κοινωνία) και, ταυτόχρονα, το πεδίο όπου, αντιστρόφως, η κεφαλαιοκρατι κή κοινωνία κατέστη υπερβατική (προσεγγίζοντας το Κράτος). Στην εποχή μας, εντούτοις, η κοινωνία των πολιτών έχει πάψει να χρησιμεύει ως επαρκές σημείο διαμεσολάβησης μετα ξύ του κεφαλαίου και της κυριαρχίας. Οι δομές και οι θεσμοί που τη συγκροτούν οδεύουν σήμερα προς το μαρασμό. Έχουμε και με άλλες ευκαιρίες υποστηρίξει ότι αυτός ο μαρασμός μπο ρεί να γίνει σαφώς αντιληπτός, ιδωμένος από τη σκοπιά της παρακμής της διαλεκτικής μεταξύ του κεφαλαιοκρατικού Κρά τους και της εργασίας, δηλαδή της φθίνουσας αποτελεσματικότητας και της αποδυνάμωσης του ρόλου των εργατικών συνδι κάτων, της παρακμής της συλλογικής διαπραγμάτευσης με την εργασία, και της φθίνουσας αντιπροσώπευσης της εργασίας στο πολίτευμα.6 Ο μαρασμός της κοινωνίας των πολιτών μπορεί
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
439
επίσης να διαγνωσθεί ως επακόλουθο της μετάβασης από την πειθαρχική κοινωνία στην κοινωνία του ελέγχου (βλ. κεφάλαιο 2.6). Σήμερα, οι κοινωνικοί θεσμοί που συγκροτούν την πειθαρ χική κοινωνία (το σχολείο, η οικογένεια, το νοσοκομείο, το ερ γοστάσιο), οι οποίοι εν πολλοίς είναι ίδιοι ή στενά συναφείς με τους θεσμούς που νοούνταν υπό τον όρο «κοινωνία των πολι τών», διέρχονται παντού κρίση. Καθώς τα τείχη αυτών των θε σμών καταρρέουν, η λογική της υποκειμενοποίησης (subjectification) που προηγουμένως λειτουργούσε μέσα στους περιορι σμένους χώρους τους, πλέον εξαπλώνεται, γενικεύεται σε όλο το κοινωνικό πεδίο. Η κατάρρευση των θεσμών, ο μαρασμός της κοινωνίας των πολιτών και η παρακμή της πειθαρχικής κοινωνίας, όλα συνεπάγονται μιαν εξομάλυνση των αυλακώσε ων που είχαν επιβληθεί στον κοινωνικό χώρο της νεωτερικότητας. Εδώ εμφανίζονται τα δίκτυα της κοινωνίας του ελέγχου.7 Συγκρινόμενη με την πειθαρχική κοινωνία και την κοινωνία των πολιτών, η κοινωνία του ελέγχου αποτελεί ένα βήμα προς την κατεύθυνση του επιπέδου της εμμένειας. Οι πειθαρχικοί θεσμοί, οι οριοθετήσεις εντός των οποίων είναι αποτελεσματική η λογική τους και η αυλάκωση που επιβάλλουν στον κοινωνικό χώρο, συνιστούν όλα περιπτώσεις καθετότητας ή υπερβατικό τητας επί του κοινωνικού πεδίου. Πρέπει να προσέξουμε, όμως, να εντοπίσουμε πού ακριβώς εδρεύει η υπερβατικότητα της πει θαρχικής κοινωνίας. Ο Foucault επέμεινε ιδιαίτερα στο γεγο νός, και αυτό ήταν το ευφυές κεντρικό σημείο της ανάλυσής του, ότι η άσκηση της πειθαρχίας είναι απολύτως εμμενής στις υποκειμενικότητες που εξουσιάζει. Με άλλα λόγια, η πειθαρχία δεν είναι μια έξωθεν φωνή, η οποία υπαγορεύει τις πρακτικές μας αφ’ υψηλού, δεσπόζοντας εφ’ ημών, όπως θα έλεγε ο Hob bes, αλλά μάλλον κάτι σαν εσώτερος ψυχαναγκασμός, μη δυνάμενος να διακριθεί από τη βούλησή μας, εμμενής σε -και αδιαχώριστος από- την ίδια την υποκειμενικότητά μας. Ωστό σο οι θεσμοί που αποτελούν την αναγκαία συνθήκη της πει θαρχίας και καθορίζουν χωρικά τις ζώνες αποτελεσματικότητας της άσκησής της διατηρούν μιαν ορισμένη διάκριση από τις
440
MICHAEL HARDT - ANTONIO N
κοινωνικές δυνάμεις τις οποίες παράγουν και οργανώνουν ουσίαν συνιστοόν μια περίπτωση κυριαρχίας, ή μάλλον ένα μείο διαμεσολάβησης με την κυριαρχία. Τα τείχη της φυλά: ταυτόχρονα καθιστούν εφικτή και περιορίζουν την εφα| της λογικής του εγκλεισμού. Διαφοροποιούν τον κοινωνικό χώρ^| Ο Foucault γεφυρώνει με εξαιρετικά ευφυή τρόπο την απή| στάση που χωρίζει τα υπερβατικά τείχη των θεσμών από την εμμενή άσκηση της πειθαρχίας, με τις θεωρίες του για τρ|ίΐ d i s p o s i t i f και το δ ιά γ ρ α μ μ α , οι οποίες αρθρώνουν μια σει σταδίων αφαίρεσης.8 Χωρίς να αποφεύγουμε την απλούστευσ% μπορούμε να πούμε ότι ο d is p o s i t i f (που μπορεί να μεταφραστεί·; ως μηχανισμός, μηχανή ή εκδίπλωση) είναι η γενική στρατη»; γική που βρίσκεται πίσω από την εμμενή και πραγματική' άσκηση της πειθαρχίας. Η λογική του εγκλεισμού, φέρ’ ειπείν*· 4 είναι ο ενιαίος d i s p o s itif π ου επιτηρεί ή αντίκειται -και υπ’ αυ<*§ τήν την έννοια αποτελεί μια αφηρημένη και διακεκριμένη μορτ* φή- στην πληθώρα των σωφρονιστικών πρακτικών. Σε ένα δεύ-ΐ τερο επίπεδο αφαίρεσης, το δ ιά γρ α μ μ α καθιστά δυνατές τις εκ-· διπλώσεις του πειθαρχικού d is p o s itif. Η εγκλειστική αρχιτε κτονική του Πανοπτικού, επί παραδείγματι, που καθιστά τους I τροφίμους διαρκώς ορατούς από ένα κεντρικό σημείο εξουσίας, είναι το διάγραμμα ή το δυνητικό σχέδιο που πραγματώνεται στους ποικίλους πειθαρχικούς d is p o s itifs . Τέλος, και οι ίδιοι οι β θεσμοί πραγματώνουν ως επιμέρους εκφάνσεις το διάγραμμα σε ·: ειδικές και συγκεκριμένες κοινωνικές μορφές. Η φυλακή (τα | τείχη της, οι διευθυντές της, οι φύλακες, οι νόμοι κ.ο.κ.) δεν 4 εξουσιάζει τους τροφίμους της με τον τρόπο που ένας ηγεμόνας | ανάσσει στους υπηκόους του. Δημιουργεί έναν χώρο μέσα στον ·| οποίο οι τρόφιμοι, μέσω των στρατηγικών των d is p o s itif s του | εγκλεισμού και μέσω συγκεκριμένων πρακτικών, α υτο π ειθ α ρ - § χ ο ύ ντα ι. Θα ήταν ακριβέστερο, συνεπώς, αν λέγαμε ότι ο πει- | θαρχικός θεσμός δεν είναι αφ’ εαυτού κυρίαρχος, αλλά ότι η | αφαίρεσή του από, ή η υπερβατικότητά του επί του κοινωνικού ,| πεδίου της παραγωγής της υποκειμενικότητας συνιστά το καί- ;·< ριο στοιχείο για την άσκηση της κυριαρχίας στην πειθαρχική J
ΑΤΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
441
κοινωνία. Η κυριαρχία έχει γίνει δυνητική (χωρίς όμως γι’ αυ τό το λόγο να είναι λιγότερο πραγματική), και πραγματώνεται πάντα και παντού μέσω της άσκησης της πειθαρχίας. Σήμερα η κατάρρευση των τειχών που περιχαράκωναν τους θεσμούς και η άμβλυνση των κοινωνικών αυλακώσεων αποτε λούν συμπτώματα της ισοπέδωσης αυτών των περιπτώσεων καθετότητας, οι οποίες τείνουν να εμφανίσουν την οριζόντια θέση των κυκλωμάτων του ελέγχου. Η μετάβαση από την πειθαρχι κή κοινωνία στην κοινωνία του ελέγχου επ’ ουδενί σημαίνει το τέλος της πειθαρχίας. Στην πραγματικότητα, η εμμενής άσκη ση της πειθαρχίας -δηλαδή η αυτοπειθάρχηση των υποκειμέ νων, οι ακατάπαυτοι ψιθυρισμοί της πειθαρχικής λογικής μέσα στις ίδιες τις υποκειμενικότητες- επεκτείνεται σε ακόμη γενι κότερο επίπεδο μέσα στην κοινωνία του ελέγχου. Αυτό που έχει αλλάξει είναι ότι, παράλληλα με την κατάρρευση των θε σμών, οι πειθαρχικοί d is p o s itif s έχουν πλέον καταστεί λιγότε ρο περιορισμένοι και συνδεδεμένοι χωρικά με το κοινωνικό πε δίο. Η σωφρονιστική πειθαρχία, η σχολική πειθαρχία, η πει θαρχία του εργοστασίου, κ.ο.κ., συνυφαίνονται σε μια υβριδική παραγωγή υποκειμενικότητας. Ουσιαστικά, κατά τη μετάβαση στην κοινωνία του ελέγχου, τα υπερβατικά στοιχεία της πει θαρχικής κοινωνίας φθίνουν, ενώ οι εμμενείς πλευρές της επι τείνονται και γενικεύονται. Η εμμενής παραγωγή της υποκειμενικότητας στην κοινωνία του ελέγχου συμφωνεί με την αξιωματική λογική του κεφαλαί ου, και η ομοιότητά τους είναι ενδεικτική μιας νέας και πιο πο λύπλοκης συμβατότητας μεταξύ της κυριαρχίας και του κεφα λαίου. Είναι αλήθεια ότι η παραγωγή υποκειμενικότητας στην κοινωνία των πολιτών και την πειθαρχική κοινωνία σε κάποια δεδομένη περίοδο προώθησε την εξουσία του κεφαλαίου και δι ευκόλυνε την επέκτασή του. Οι νεωτερικοί κοινωνικοί θεσμοί παρήγαγαν κοινωνικές ταυτότητες πολύ περισσότερο ευκίνητες και ευέλικτες από τις προγενέστερες υποκειμενικές μορφές. Οι υποκειμενικότητες που παρήχθησαν στο πλαίσιο αυτών των θε σμών έμοιαζαν με τα τυποποιημένα μηχανικά εξαρτήματα που
442
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEg
παράγονταν μαζικά στο εργοστάσιο: ο τρόφιμος, η μητέρα, εργάτης, ο φοιτητής, κ.ο.κ. Κάθε εξάρτημα επιτελούσε μ" συγκεκριμένη λειτουργία στη συναρμολογημένη μηχανή, ήτ*' όμως τυποποιημένο, προϊόν μαζικής παραγωγής, και συνεπώς ήταν δυνατόν να υποκατασταθεί από κάθε άλλο εξάρτημα τ “' ιδίου τύπου. Σε κάποιο σημείο, εντούτοις, η αμεταβλησία αυτώίί? των τυποποιημένων εξαρτημάτων, των ταυτοτήτων που παρ' γαν οι θεσμοί, κατέληξε να αποτελεί εμπόδιο για την περαιτέ·' ρω πρόοδο προς την κινητικότητα και την ευελιξία. Η μετάβ ση στην κοινωνία του ελέγχου προϋποθέτει την παραγωγή μια υποκειμενικότητας η οποία δεν θα είναι καθηλωμένη σε κάποϋ ταυτότητα, αλλά υβριδική και ευπροσάρμοστη. Καθώς τα τείχη που όριζαν και απομόνωναν τις επιπτώσεις των νεωτερικών θε-· σμών προοδευτικά καταρρέουν, οι υποκειμενικότητες τείνουν να , παράγονται ταυτόχρονα από περισσότερους θεσμούς, σε διαφο^ " ρετικούς συνδυασμούς και δόσεις. Ασφαλώς στην πειθαρχική κοινωνία κάθε άτομο είχε περισσότερες ταυτότητες, όμως σβ κάποιον βαθμό καθεμιά από αυτές τις διαφορετικές ταυτότητες οριζόταν από διαφορετικό τόπο και διαφορετικό χρόνο του βίου: ί η μία ήταν η ταυτότητα της μητέρας ή του πατέρα στο σπίτι, ; η άλλη του εργάτη στο εργοστάσιο, ή του φοιτητή στο σχολείο, ; του τροφίμου στη φυλακή και του διανοητικώς ασθενούς στο άσυλο. Στην κοινωνία του ελέγχου αυτοί οι χώροι, αυτοί οι σα- ; φώς διακεκριμένοι τόποι εφαρμογής, τείνουν να χάσουν την ευ- , κρίνεια και τις οριοθετήσεις τους. Μια υβριδική υποκειμενικό τητα η οποία παράγεται στην κοινωνία του ελέγχου ίσως να μη φέρει την ταυτότητα του τροφίμου της φυλακής ή του διανοητικώς ασθενούς, μπορεί όμως να συγκροτείται ταυτόχρονα από τη λογική που διέπει και τις δύο. Είναι ο εργάτης του εργο στασίου έξω από το εργοστάσιο, ο μαθητής έξω από το σχο λείο, ο τρόφιμος έξω από τη φυλακή, ο φρενοβλαβής έξω από το άσυλο -όλα την ίδια στιγμή. Δεν ανήκει σε καμιά ταυτότη τα και ανήκει σε όλες -βρίσκεται έξω από το στενό πλαίσιο των θεσμών αλλά εξουσιάζεται πολύ πιο έντονα από την πει θαρχική λογική τους.9 Όπως ακριβώς η αυτοκρατορική κυριαρ-
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
443
χία, έτσι και οι υποκειμενικότητες της κοινωνίας του ελέγχου συγκροτούνται ως κράματα.
Ένας εξομαλυμένος κόσμος Με τη μετάβαση της κυριαρχίας προς το επίπεδο της εμμένειας έχουν καταρρεύσει τα στεγανά τόσο στο εσωτερικό κάθε εθνικού περιβάλλοντος όσο και σε παγκόσμια κλίμακα. Ο μα ρασμός της κοινωνίας των πολιτών και η γενική κρίση των πει θαρχικών θεσμών συμπίπτουν με την αποδυνάμωση των εθνι κών κρατών ως οριοθετήσεων που σημειοδοτούν και οργανώ νουν τους επιμερισμούς της παγκόσμιας εξουσίας. Η καθίδρυση της παγκόσμιας κοινωνίας του ελέγχου που αμβλύνει τις αυλα κώσεις των εθνικών συνόρων, συμβαδίζει με την υλοποίηση της παγκόσμιας αγοράς και την πραγματική υπαγωγή της πλανη τικής κοινωνίας στο κεφάλαιο. Κατά τον 19ο και τις αρχές του 20ού αιώνα, ο ιμπεριαλι σμός συνέβαλε στην επιβίωση και επέκταση του κεφαλαίου (βλ. κεφάλαιο 3.1). Ο διαμερισμός του κόσμου μεταξύ των ισχυρό τερων εθνικών κρατών, η καθίδρυση αποικιακών διοικήσεων, η επιβολή αποκλειστικών εμπορικών δικαιωμάτων και δασμών, η δημιουργία μονοπωλίων και καρτέλ, διαφοροποιημένων ζωνών εξόρυξης πρώτων υλών και βιομηχανικής παραγωγής, κ.ο.κ., όλα βοήθησαν το κεφάλαιο κατά την περίοδο της παγκόσμιας επέκτασής του. Ο ιμπεριαλισμός ήταν ένα σύστημα σχεδιασμέ νο για να εξυπηρετήσει τις ανάγκες και να προωθήσει τα συμ φέροντα του κεφαλαίου, στη φάση που αυτό κατακτούσε τον κόσμο. Και όμως, όπως έχουν παρατηρήσει οι περισσότεροι από τους (κομμουνιστές, σοσιαλιστές α λ λ ά κα ι καπιταλιστές) κριτι κούς του ιμπεριαλισμού, ο ιμπεριαλισμός ταυτόχρονα, εξαρχής, αντιστρατευόταν το κεφάλαιο. Ήταν ένα φάρμακο που ταυτό χρονα απειλούσε τη ζωή του ασθενούς. Μολονότι ο ιμπεριαλι σμός άνοιξε δρόμους για το κεφάλαιο και το εφόδιασε με μη χανισμούς που του επέτρεψαν να διεισδύσει σε νέα εδάφη, και μολονότι διέδωσε τον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής, ταυ-
444
MICHAEL HARDT - ANTONIO N I
τόχρονα δημιούργησε και επέβαλλε ανελαστικές οριοθετήο μεταξύ των διαφόρων χώρων του πλανήτη, απαρέγκλιτες έ\ ες του έσω και του έξω, οι οποίες κατ’ ουσίαν εμπόδιζαν απρόσκοπτη ροή του κεφαλαίου, της εργασίας και των αγαθώ -παρακωλύοντας αναπόφευκτα την πλήρη υλοποίηση της τιαγ| κόσμιας αγοράς. Ο ιμπεριαλισμός είναι ένας μηχανισμός πλανητικής αυ> κωσης, διοχέτευσης, κωδικοποίησης και εδαφικοποίησης Τ'7* ροών του κεφαλαίου, ο οποίος εμποδίζει ορισμένες ροές και dip ευκολύνει άλλες. Η παγκόσμια αγορά, αντίθετα, απαιτεί ένανί ομαλό χώρο ακωδικοποίητων και απεδαφικοποιημένων ροών. Β|! σύγκρουση μεταξύ της αυλάκωσης που επιβάλλει ο ιμπεριαλι*. σμός και του ομαλού χώρου που απαιτεί η κεφαλαιοκρατική! παγκόσμια αγορά μάς παρέχει μια νέα προοπτική, η οποία μα6| επιτρέπει να επανεξετάσουμε την πρόρρηση της Rosa Luxem-il burg περί κατάρρευσης της κεφαλαιοκρατίας: «Μολονότι bjj ιμπεριαλισμός είναι η ιστορικά ενδεδειγμένη μέθοδος για την ■ παράταση της σταδιοδρομίας της κεφαλαιοκρατίας, είναι ταυ τόχρονα το μέσον που αναπόφευκτα θα επισπεύσει την κατάρ-1 ρευσή του.»10 Η διεθνής τάξη και ο αυλακωμένος χώρος του'ί ιμπεριαλισμού εξυπηρέτησαν όντως την προώθηση του καπιτα- ; λισμού, τελικά όμως έγιναν τροχοπέδη για τις απεδαφικοποιητικές ροές και τον εξομαλυμένο χώρο που απαιτεί η κεφαλαιο κρατική ανάπτυξη και μοιραία έπρεπε να παραμεριστούν. Η·; Rosa Luxemburg είχε κατ’ ουσίαν δίκαιο: ο ιμ π ερ ια λισ μ ό ς θα ε ίχ ε ο δ η γ ή σ ε ι σ το θάνατο του κ εφ α λα ίο υ, α ν δ εν ε ίχ ε υπερκε ράστε/. Η πλήρης υλοποίηση της παγκόσμιας αγοράς σημαίνει α να π ό φ ευ κ τα το τέλος του ιμπεριαλισμού. Η αποδυνάμωση της εξουσίας των εθνικών κρατών και η αποδιάρθρωση της διεθνούς τάξεως συνεπιφέρουν την οριστική άρση της αποτελεσματικότητας του όρου «Τρίτος Κόσμος». Θα μπορούσε κανείς να διηγηθεί αυτή την ιστορία ως μια απλούστατη αφήγηση. Ο όρος πλάστηκε ως συμπλήρωμα στη διπο λική ψυχροπολεμική διαίρεση μεταξύ των ισχυρότερων κεφα λαιοκρατικών και των μειζόνων σοσιαλιστικών εθνών, με απο
ΛΤΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
445
τέλεσμα ως Τρίτος Κόσμος να νοείται ό,τι απέμενε έξω από αυτό το κύριο πεδίο της σύγκρουσης, ο ελεύθερος χώρος ή το σύνορο για την κατάκτηση του οποίου θα ανταγωνίζονταν οι δύο πρώτοι κόσμοι. Αφ’ ης στιγμής ο ψυχρός πόλεμος έχει πλέ ον λήξει, η λογική αυτής της διαίρεσης έχει πάψει να ισχύει. Αυτό είναι αλήθεια, όμως ο νοικοκυρεμένος επίλογος αυτής της απλής αφήγησης δεν κατορθώνει να εξηγήσει την ιστορική τύ χη που είχε στην πραγματικότητα ο όρος, όσον αφορά τις σημαίνουσες χρήσεις και επιπτώσεις του. Πολλοί υποστήριξαν, αρχής γενομένης τουλάχιστον από τη δεκαετία του 1970, ότι ο Τρίτος Κόσμος στην πραγματικότητα ουδέποτε υπήρξε, υπό την έννοια ότι ο συγκεκριμένος όρος επι χειρεί να παρουσιάσει ως ομοιογενή μονάδα ένα κατ’ ουσίαν ετερόκλητο σύνολο εθνών, αποτυγχάνοντας να συλλάβει, ή ακό μη και αρνούμενος να δεχτεί τις σημαντικές κοινωνικές, οικο νομικές και πολιτισμικές διαφορές μεταξύ της Παραγουάης και του Πακιστάν, του Μαρόκου και της Μοζαμβίκης. Η παραδο χή αυτής της πραγματικής πολλαπλότητας, εντούτοις, δεν πρέ πει να μας εμποδίσει να αντιληφθούμε ότι, από τη σκοπιά του κεφαλαίου σε μια εποχή που όδευε προς την παγκόσμια κατά κτηση, μια τέτοια ενιαία και ομοιογενοποιητική σύλληψη διέ θετε όντως κάποια εγκυρότητα. Η Rosa Luxemburg, επί παραδείγματι, υιοθετεί σαφώς την οπτική του κεφαλαίου, όταν δι αιρεί τον κόσμο σε κεφαλαιοκρατική επικράτεια και μη κεφα λαιοκρατικό περιβάλλον. Αναμφίβολα, οι ποικίλες ζώνες αυτού του περιβάλλοντος παρουσιάζουν ριζικές διαφορές μεταξύ τους, από την άποψη όμως του κεφαλαίου συνιστούν όλες το έξω: ένα πεδίο πρόσφορο για την εκτεταμένη συσσώρευσή του και για μελλοντική κατάκτηση. Κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέ μου, όταν οι περιοχές του Δεύτερου Κόσμου είχαν ουσιαστικά κορεστεί, ο Τρίτος Κόσμος αντιπροσώπευε για τα ισχυρότερα κεφαλαιοκρατικά έθνη τον εναπομένοντα ανοιχτό χώρο, το πε δίο της δυνατότητας. Οι ποικίλες πολιτισμικές, κοινωνικές και οικονομικές μορφές μπορούσαν ενδεχομένως να υπαχθούν όλες τυπικά στη δυναμική της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής και
446
MICHAEL HARDT - ANTONIO N:
των κεφαλαιοκρατικών αγορών. Από την άποψη αυτής της δεχόμενης υπαγωγής, παρά τις υπαρκτές και ουσιώδεις δια ρές μεταξύ των εθνών που τον αποτελούσαν, ο Τρίτος Κόβ ήταν όντως ένας. Εξίσου εύλογη είναι και η διάκριση που κάνουν ο Sa Amin, ο Immanuel Wallerstein και άλλοι, εντός της κες οκρατικής επικράτειας, μεταξύ κεντρικών, περιφερειακών ημιπεριφερειακών χωρών.11 Το κέντρο, η περιφέρεια και η περιφέρεια διαφοροποιούνται λόγω διαφορετικών κοινωνική πολιτικών και γραφειοκρατικών μορφών, λόγω διαφορετική παραγωγικών διαδικασιών και διαφορετικών μορφών συ
Οι γεωγραφικές διαιρέσεις μεταξύ εθνικών κρατών, ή ακό μη και μεταξύ κεντρικών και περιφερειακών, βόρειων και νό τιων ομάδων εθνικών κρατών, δεν επαρκούν πλέον για να εκ φράσουν τους παγκόσμιους επιμερισμούς, την παγκόσμια κατα νομή της παραγωγής, της συσσώρευσης και των κοινωνικώ μορφών. Μέσω της αποκέντρωσης της παραγωγής και τη εδραίωσης της παγκόσμιας αγοράς, οι διεθνείς επιμερισμοί κα ροές της εργασίας και του κεφαλαίου έχουν κατακερματίστε
α τ τ ο κ ρ α τ ο ρ ια
447
και πολλαπλασιαστέα τόσο, ώστε να μην είναι πλέον εφικτό να οριοθετούμε ευρείες γεωγραφικές ζώνες ως κέντρο και περιφέ ρεια, Βορρά και Νότο. Σε γεωγραφικές περιοχές όπως το Νό τιο Άκρο της Λατινικής Αμερικής ή η Νοτιοανατολική Ασία, όλα τα επίπεδα της παραγωγής μπορούν να υπάρχουν ταυτό χρονα και στον ίδιο χώρο, από τα υψηλότερα ώς τα χαμηλότε ρα επίπεδα της τεχνολογίας, της παραγωγικότητας και της συσσώρευσης, ενώ ένας περίπλοκος κοινωνικός μηχανισμός συν τηρεί τη διαφοροποίηση και την αλληλόδρασή τους. Αλλά και στα μητροπολιτικά κέντρα, η εργασία γεφυρώνει την απόστα ση που χωρίζει τα ύψη από τα βάθη της κεφαλαιοκρατικής πα ραγωγής, δημιουργώντας ένα συνεχές: οι εργασιακοί χώροι αν θυγιεινών συνθηκών της Νέας ΐόρκης και του Παρισιού μπο ρούν να συναγωνιστούν εκείνους του Χονγκ Κονγκ και της Μα νίλας. Αν ο Πρώτος και ο Τρίτος Κόσμος, το κέντρο και η πε ριφέρεια, ο Βορράς και ο Νότος ήταν ποτέ πραγματικά διαχω ρισμένοι με βάση εθνικά σύνορα, σήμερα σαφώς διαποτίζουν αλλήλους, κατανέμοντας τις ανισότητες και τους φραγμούς με βάση πολλαπλές και κατακερματισμένες οριοθετήσεις. Με αυ τό δεν θέλουμε να πούμε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Βρα ζιλία, η Βρετανία και η Ινδία δεν εμφανίζουν πλέον καμία δια φορά, όσον αφορά την κεφαλαιοκρατική παραγωγή και κυκλο φορία, αλλά μάλλον ότι μεταξύ τους δεν υπάρχουν διαφορές φύσεως, μόνο διαφορές βαθμού. Κάθε έθνος και κάθε περιοχή πε ριέχει σε διαφορετικές αναλογίες αυτό που προηγουμένως νοούν ταν ως Πρώτος και Τρίτος Κόσμος, κέντρο και περιφέρεια, Βορράς και Νότος. Η γεωγραφία της άνισης ανάπτυξης και οι γραμμές της διαίρεσης και της ιεράρχησης δε συμπίπτουν πλέ ον με αμετακίνητα εθνικά ή διεθνή σύνορα, αλλά με ρευστές υπο- και υπερεθνικές οριοθετήσεις. Ίσως ορισμένοι διαμαρτυρηθούν, εύλογα σε κάποιο βαθμό, ότι οι κυρίαρχες φωνές της παγκόσμιας τάξεως διακηρύσσουν το θάνατο του εθνικού κράτους τη στιγμή ακριβώς που το «έθνος» έχει αναδυθεί ως ένα επαναστατικό όπλο για τους υπο ταγμένους, για τους κατατρεγμένους αυτής της γης. Μετά τη
448
MICHAEL HARDT - ANTONIO NB
νίκη των εθνικοαπελευθερωτικών αγώνων και την ανάδυ δυνάμει αποσταθεροποιητικών διεθνών συμμαχιών, οι οπο ωρίμαζαν επί δεκαετίες μετά τη διάσκεψη της Μπαντούν ποιος καλύτερος τρόπος θα υπήρχε για να υπονομεύσουμε δύναμη του εθνικισμού και του διεθνισμού του Τρίτου Κόσρ από το να του στερήσουμε το κεντρικό και κατευθυντήριο σμά του, το εθνικό κράτος! Με άλλα λόγια, σύμφωνα με παραπάνω άποψη, η οποία παρέχει τουλάχιστον μια εύλογη ι δοχή γι’ αυτή την περίπλοκη ιστορία, το εθνικό κράτος, που χε διατελέσει ο εγγυητής της διεθνούς τάξεως και ο θεμέ) λίθος της ιμπεριαλιστικής κατάκτησης και κυριαρχίας, έγιναΙ μέσω της ανόδου και της οργάνωσης των αντιιμπεριαλιστικίι δυνάμεων, το στοιχείο που θέτει περισσότερο από κάθε άλλο I κίνδυνο τη διεθνή τάξη. Γι’ αυτό ο υποχωρών ιμπεριαλισμ αναγκάστηκε να εγκαταλείψει και να καταστρέψει το καλό ρο όπλο του οπλοστασίου του, πριν αυτό στραφεί εναντίον Φρονούμε, εντούτοις, ότι αποτελεί μοιραίο σφάλμα να τρ φούμε οποιαδήποτε νοσταλγία για τις εξουσίες του εθνικού κρ τους ή να προσπαθούμε να αναβιώσουμε οποιαδήποτε πολιτιχ αποθεώνει το έθνος. Καταρχάς, οι προσπάθειες αυτού του δους είναι μάταιες, γιατί η παρακμή του εθνικού κράτους είναι απλώς αποτέλεσμα μιας ιδεολογικής τοποθέτησης που μπορούσε να αντιστραφεί από μια πράξη πολιτικής βούληο είναι μια δομική και αμετάκλητη διαδικασία. Το έθνος δενξ ήταν απλώς ένα πολιτισμικό μόρφωμα, ένα αίσθημα του ανήΛ κειν και μια κοινή κληρονομιά, αλλά ταυτόχρονα, και ίσως πρωτίστως, μια δικαϊκή-οικονομική δομή. Η φθίνουσα αποτελεσματικότητα αυτής της δομής μπορεί να ανιχνευθεί με cwHj φήνεια μέσα από την εξέλιξη μιας ολόκληρης σειράς παγκό- $ σμιων δικαϊκών-οικονομικών οργανισμών, όπως η GATT, σ Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, η Παγκόσμια Τράπεζα και J το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Η παγκοσμιοποίηση της πα1·,' | ραγωγής και της κυκλοφορίας, υποστηριζόμενη από αυτή την | υπερεθνική ραχοκοκαλιά, εκτοπίζει την αποτελεσματικότητα | των εθνικών δικαϊκών δομών. Δεύτερον, και σημαντικότερο, 1
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
449
ακόμη κι αν το έθνος εξακολουθούσε να αποτελεί ένα αποτελε σματικό όπλο, κουβαλάει μαζί του μια ολόκληρη σειρά κατα σταλτικών δομών και ιδεολογιών (όπως υποστηρίξαμε στο κε φάλαιο 2.2), και οποιαδήποτε στρατηγική βασίζεται σε αυτό θα έπρεπε να απορριφθεί γι’ αυτόν και μόνο το λόγο.
Οι νέες κατατμήσεις Η γενική εξίσωση ή εξομάλυνση του κοινωνικού χώρου, εντού τοις, τόσο από την άποψη του μαρασμού της κοινωνίας των πο λιτών όσο και από την άποψη της παρακμής των εθνικών συ νόρων, δεν αποτελεί ένδειξη ότι οι κοινωνικές ανισότητες και κατατμήσεις έχουν εκλείψει. Αντίθετα, από πολλές απόψεις έχουν γίνει περισσότερο ανελαστικές, λαμβάνοντας όμως διαφο ρετική μορφή. Θα ήταν ίσως πιο ακριβές αν λέγαμε ότι το κέν τρο και η περιφέρεια, ο Βορράς και ο Νότος έχουν πάψει πλέ ον να ορίζουν μια διεθνή τάξη πραγμάτων και έχουν ελαττώσει τη μεταξύ τους απόσταση. Η Αυτοκρατορία χαρακτηρίζεται από την έντονη προσέγγιση τελείως άνισων πληθυσμών, η οποία δημιουργεί μια κατάσταση μόνιμου κοινωνικού κινδύνου και απαιτεί ισχυρούς μηχανισμούς της κοινωνίας του ελέγχου προκειμένου να εξασφαλίζεται η διάκριση και να διασφαλίζεται ο νέος τρόπος διαχείρισης του κοινωνικού χώρου. Οι τάσεις της αστικής αρχιτεκτονικής στις μεγαλουπόλεις του κόσμου καταδεικνύουν μια πτυχή των νέων κατατμήσεων. Εκεί όπου η ψαλίδα μεταξύ του πλούτου και της φτώχειας έχει ανοίξει υπερβολικά και η γεωγραφική απόσταση μεταξύ πλου σίων και φτωχών έχει μειωθεί, σε πλανητικές πόλεις όπως το Λος Άντζελες, το Σάο Πάολο και η Σιγκαπούρη, είναι ανάγκη να λαμβάνονται προσεκτικά μέτρα για τη συντήρηση της με ταξύ τους διάκρισης. Το Λος Άντζελες διεκδικεί ίσως τα πρω τεία όσον αφορά την τάση προς ό,τι ο Mike Davis ονομάζει «φρουριακή αρχιτεκτονική», σύμφωνα με την οποία όχι μόνο οι ιδιωτικές κατοικίες αλλά και τα εμπορικά κέντρα και τα δη μόσια κτίρια δημιουργούν ανοιχτά και ελεύθερα περιβάλλοντα
450
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG1
στο εσωτερικό, διαμορφώνοντας ταυτόχρονα ένα αδιαπέραστα εξωτερικό.12 Η τάση αυτή της πολεοδομίας και της αρχιτεκτο-1 νίκης των αστικών περιοχών έχει επιβάλει με συγκεκριμένους, ! γεωγραφικούς όρους αυτό που προηγουμένως ονομάσαμε τέλος j του έξω, ή μάλλον την παρακμή του δημόσιου χώρου που επέ- ' τρεπε την ανοιχτή και απροσχεδίαστη αλληλόδραση. Η αρχιτεκτονική ανάλυση, ωστόσο, μόνον ως μια πρώτη ει σαγωγή μπορεί να χρησιμεύσει στην προβληματική των νέων , διακρίσεων και κατατμήσεων. Οι νέες γραμμές του επιμερισμοό ορίζονται σαφέστερα από την πολιτική της εργασίας. Η επανά* στάση των ηλεκτρονικών υπολογιστών και της πληροφορίας έχει καταστήσει εφικτή την ανά τον κόσμο σύνδεση διαφορετι κών ομάδων εργατικής δύναμης σε πραγματικό χρόνο και έχει οδηγήσει σε έναν λυσσαλέο και αχαλίνωτο συναγωνισμό μετα ξύ των εργατών. Οι πληροφοριακές τεχνολογίες χρησιμοποιή θηκαν για να αποδυναμώσουν τις δομικές αντιστάσεις της ερ γατικής δύναμης, αναφορικά τόσο προς την ακαμψία των δο μών του μισθού όσο και προς τις πολιτισμικές και γεωγραφικές διαφορές. Με αυτόν τον τρόπο, το κεφάλαιο έχει μπορέσει να·: επιβάλει τόσο τη χρονική ευελιξία όσο και τη χωρική κινητι-;' κότητα. Πρέπει να διευκρινίσουμε ότι η διαδικασία αποδυνάμωσης των αντιστάσεων και των άτεγκτων στοιχείων της ερ γατικής δύναμης έχει καταστεί μια τελείως πολιτική διαδικα σία, προσανατολισμένη προς μια μορφή διαχείρισης η οποία με γιστοποιεί το οικονομικό κέρδος. Εδώ ακριβώς αποκτά κεντρι κή σημασία η θεωρία της αυτοκρατορικής διοικητικής δράσης. Η αυτοκρατορική πολιτική της εργασίας έχει σχεδιαστεί πρωτίστως για να κατεβάζει την τιμή της εργασίας. Αυτό κατ’ ουσίαν μοιάζει με μια διαδικασία πρωταρχικής συσσώρευσης, μια διαδικασία αναπρολεταριοποίησης. Η ρύθμιση της εργάσι μης ημέρας, που κυριολεκτικά αποτελούσε τον θεμέλιο λίθο της σοσιαλιστικής πολιτικής των δύο τελευταίων αιώνων, έχει πλήρως καταλυθεί. Η εργάσιμη ημέρα συχνά διαρκεί δώδεκα, δεκατέσσερις, δεκαέξι ώρες, χωρίς να υπάρχουν Σαββατοκύρια κα ή διακοπές· υπάρχει εξίσου δουλειά για άντρες, γυναίκες και
ΑΤΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
451
παιδιά, όπως και για τους ηλικιωμένους και τα άτομα με ειδι κές ανάγκες. Η Αυτοκρατορία έχει δουλειά για όλους! Όσο πιο μηδαμινή είναι η ρύθμιση του καθεστώτος της εκμετάλλευσης τόσο μεγαλύτερη είναι η προσφορά εργασίας. Αυτή είναι η βά ση πάνω στην οποία δημιουργούνται οι νέες κατατμήσεις της εργασίας. Οι κατατμήσεις αυτές προσδιορίζονται (στη γλώσσα των οικονομολόγων) από διαφορετικά επίπεδα παραγωγικότη τας, μπορούμε όμως να συνοψίσουμε την αλλαγή λέγοντας απλώς ότι προσφέρεται περισσότερη εργασία και χαμηλότεροι μισθοί. Σαν ένα θεϊκό σάρωθρο που σαρώνει την κοινωνία (έτσι περιέγραψε ο Hegel την επιβολή βαρβαρικού δικαίου, αρχικά από τον Αττίλα τον θύννο), οι νέες νόρμες της παραγωγικότη τας διαφοροποιούν και διαιρούν τους εργάτες. Υπάρχουν ακόμη γωνιές του κόσμου όπου η φτώχεια επιτρέπει την αναπαραγω γή της εργατικής δύναμης με σχετικά χαμηλό κόστος, όπως υπάρχουν ακόμη περιοχές των μητροπόλεων όπου οι διαφορές της καταναλωτικής δύναμης πιέζουν μια κατώτερη τάξη να ξε πουληθεί για λιγότερα, ή μάλλον να ανεχθεί ένα περισσότερο βάναυσο καθεστώς κεφαλαιοκρατικής εκμετάλλευσης. Οι οικονομικές και νομισματικές ροές ακολουθούν κατά το μάλλον ή ήττον τα ίδια παγκόσμια σχήματα που ακολουθεί και η ευέλικτη οργάνωση της εργατικής δύναμης. Αφ’ ενός το κερ δοσκοπικό και χρηματοδοτικό κεφάλαιο ρέει προς τα εκεί όπου η τιμή της εργατικής δύναμης είναι η ελάχιστη δυνατή και όπου η δύναμη της διοίκησης να διασφαλίσει την εκμετάλλευ ση είναι η μέγιστη. Αφ’ ετέρου οι χώρες που εξακολουθούν να διατηρούν τον άτεγκτο χαρακτήρα της εργασίας και να αντιτίθενται στην πλήρη ευελιξία και κινητικότητά της τιμωρούνται, υποφέρουν τα πάνδεινα και εν τέλει καταστρέφονται από τους παγκόσμιους νομισματικούς μηχανισμούς. Η χρηματαγορά εμ φανίζει καθοδική τάση όταν ελαττώνεται το ποσοστό της ανερ γίας, ή μάλλον όταν αυξάνεται το ποσοστό των εργατών που δεν είναι άμεσα ευέλικτοι και ευκίνητοι. Το ίδιο συμβαίνει όταν η κοινωνική πολιτική μιας χώρας δεν συμμορφώνεται πλήρως με το αυτοκρατορικό ουκάζιο της ευελιξίας και της κινητικό
452
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG
τητας -ή μάλλον όταν ορισμένα στοιχεία του κράτους προνο διατηρούνται ως επιβιώσεις του εθνικού κράτους. Η νομισματι·^ κή πολιτική ενισχύει τις κατατμήσεις που υπαγορεύονται α: την εργασιακή πολιτική. Ο φόβος της βίας, της φτώχειας και της ανεργίας είναι τελική ανάλυση η βασικότερη και αμεσότερη δύναμη που δη* μιουργεί και συντηρεί τις νέες κατατμήσεις. Αυτό που κρύβετά*| πίσω από τις ποικίλες πολιτικές των νέων κατατμήσεων είνββ| μια πολιτική επικοινωνίας. Όπως υποστηρίξαμε και νωρίτερα^ το θεμελιακό περιεχόμενο της πληροφορίας που παρουσιάζσυϊ| οι τεράστιες εταιρείες των επικοινωνιών είναι ο φόβος. Ο διαρί» κής φόβος της φτώχειας και η ανησυχία για το μέλλον είναι τ?^ καίρια όπλα που πυροδοτούν έναν αγώνα μεταξύ των φτωχώ*> για εργασία και τα οποία εξασφαλίζουν τη συντήρηση της σόγΐ| κρούσης στους κόλπους του αυτοκρατορικού προλεταριάτου. Qt·! φόβος είναι ο βασικός εγγυητής των νέων κατατμήσεων.
Η αυτοκρατορική διοίκηση
Αφού είδαμε πώς αμβλύνονται με το σχηματισμό της Αυτοκρα- 1 τορίας οι παραδοσιακές κοινωνικές οριοθετήσεις και πώς ταυ-τ,^ τόχρονα δημιουργούνται νέες κατατμήσεις, πρέπει να ερευνή σουμε και τις τροπικότητες της αυτοκρατορικής διοίκησης, μέ σω των οποίων εκδιπλώνονται οι ποικίλες εξελίξεις. Εύκολα ,ι*' διαπιστώνει κανείς ότι αυτές οι διαδικασίες βρίθουν αντιφάσε- . ων. Όταν η εξουσία γίνεται εμμενής και η κυριαρχία μετασχη- if ματίζεται σε κυβερνητικότητα, οι λειτουργίες της εξουσίας και ?: τα καθεστώτα του ελέγχου πρέπει να αναπτυχθούν σε ένα συ νεχές το οποίο αμβλύνει τις διαφορές, ανάγοντάς τες σε ένα s κοινό επίπεδο. Έχουμε δει όμως ότι, τουναντίον, κατά τη διάρ κεια αυτής της διαδικασίας οι διαφορές οξύνονται, έτσι που η αυτοκρατορική ολοκλήρωση να δημιουργεί νέους μηχανισμούς διάκρισης και κατάτμησης των διαφόρων στρωμάτων του πλη θυσμού. Το πρόβλημα της αυτοκρατορικής διοίκησης, συνεπώς, είναι πώς θα διαχειριστεί αυτή τη διαδικασία της αυτοκρατορι-
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
453
κής ολοκλήρωσης και, κατά συνέπεια, πώς θα ειρηνεύσει, θα κινητοποιήσει και θα ελέγξει τις διακεκριμένες και κατακερ ματισμένες κοινωνικές δυνάμεις. Έτσι οριζόμενο, όμως, το πρόβλημα εξακολουθεί να μην έχει τεθεί σαφώς. Ο κατακερματισμός του πλήθους αποτελούσε στην πραγματικότητα την προϋπόθεση της πολιτικής διοίκησης από καταβολής κόσμου. Η διαφορά σήμερα έγκειται στο γεγο νός ότι, ενώ στα καθεστώτα της εθνικής κυριαρχίας της νεωτερικότητας η διοίκηση προσπαθούσε να επιτύχει μια γραμμική ενσωμάτωση των συγκρούσεων και να δημιουργήσει έναν συνε κτικό μηχανισμό ικανό να τις καταστείλει, δηλαδή προσπαθού σε να επιτύχει μια ορθολογική κανονικοποίηση (normalization) του κοινωνικού βίου αναφορικά τόσο προς τον διοικητικό στόχο της ισορροπίας όσο και προς την ανάπτυξη διοικητικών μεταρ ρυθμίσεων, στο πλαίσιο της Αυτοκρατορίας η διοίκηση υιοθετεί τη δομή ενός fractal και αποσκοπεί να ενσωματώσει τις συγ κρούσεις όχι επιβάλλοντας έναν συνεκτικό κοινωνικό μηχανι σμό, αλλά ελέγχοντας τις διαφορές. Δεν είναι πλέον δυνατόν να εννοήσουμε την αυτοκρατορική διοίκηση με βάση έναν εγελιανό ορισμό της διοίκησης, ο οποίος θεμελιώνεται στις διαμεσο λαβήσεις της αστικής κοινωνίας που συνιστουν το χωρικό κέν τρο του κοινωνικού βίου- εξίσου αδύνατο όμως είναι να την εν νοήσουμε σύμφωνα με έναν βεμπεριανό ορισμό, δηλαδή έναν ορθολογικό ορισμό ο οποίος βασίζεται σε μια συνεχή χρονική διαμεσολάβηση και μια διαμορφούμενη αρχή νομιμότητας. Μια πρώτη αρχή που διέπει την αυτοκρατορική διοίκηση είναι ότι, κατά την άσκησή της, η διαχείριση των πολιτικών στόχων τείνει να διαχωρίζεται από τη διαχείριση των γραφειο κρατικών μέσων που χρησιμοποιούνται για την επίτευξή τους. Το νέο παράδειγμα έτσι δεν διαφέρει απλώς, αλλά και αντιτίθεται προς το παλιό μοντέλο δημόσιας διοίκησης που εφάρμο σε το νεωτερικό κράτος, σύμφωνα με το οποίο καταβάλλονταν αδιάκοπες προσπάθειες για να εναρμονιστεί το σύστημα των γραφειοκρατικών μέσων με τους πολιτικούς στόχους. Στο αυτοκρατορικό καθεστώς, οι γραφειοκρατικοί μηχανισμοί (και τα δι-
454
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG~'
οικητικά μέσα γενικότερα) αντιμετωπίζονται όχι με βάση τη!, γραμμική λογική της λειτουργικής χρησιμότητάς τους για την'!; επίτευξη των επιθυμητών στόχων, αλλά με βάση μια διαφορική.;, και πολυσχιδή λογική. Το πρόβλημα της διοίκησης δεν είναι πρόβλημα ενότητας, αλλά εργαλειακής πολυλειτουργικότητας* Ενώ για τη νομιμοποίηση και διοίκηση του νεότερου κράτους’ η καθολικότητα και η ισότητα των διοικητικών ενέργημά’*, των ήταν τα υπέρτατα χαρακτηριστικά, στο αυτοκρατορικό καθεστώς το βασικό είναι η μοναδικότητα και η κατάλληλό* ? τητα των διοικητικών ενεργημάτων ως προς συγκεκριμένους' στόχους. · ■·£ Από αυτή την πρώτη αρχή, εντούτοις, προκύπτει κάτι που φαίνεται παράδοξο. Ακριβώς στο μέτρο που η διοίκηση μοναδικοποιείται (singularized) και παύει πλέον να λειτουργεί απλώς ως ο φορέας των συγκεντροποιημένων πολιτικών και διαβου·* ·, λευτικών οργάνων, γίνεται διαρκώς περισσότερο αυτόνομη και έρχεται σε στενότερη επαφή με ποικίλες κοινωνικές ομάδες: · ομάδες επιχειρηματικές και εργατικές, εθνοτικές και θρησκευ τικές, νόμιμες και παράνομες, κ.ο.κ. Αντί να συμβάλλει στην κοινωνική ολοκλήρωση, η αυτοκρατοριχή διοίκηση ενεργεί μάλλον ως ένας μηχανισμός διασποράς και διαφοροποίησης. Αυτή είναι η δεύτερη αρχή που διέπει την αυτοκρατορική διοί κηση. Η διοίκηση έτσι θα τείνει να εμφανίζει συγκεκριμένες , διαδικασίες οι οποίες επιτρέπουν στο καθεστώς να έρθει σε άμεση επαφή με τις ποικίλες κοινωνικές μοναδικότητες, και η αποτελεσματικότητά της θα αυξάνεται όσο περισσότερο άμεση θα είναι η επαφή της με τα διάφορα στοιχεία της κοινωνικής πραγματικότητας. Γι’ αυτό και η διοικητική δράση γίνεται ολο ένα περισσότερο αυτοκεντρική και κατά συνέπεια λειτουργική μόνο ως προς τα συγκεκριμένα προβλήματα που έχει να επιλύ σει. Γίνεται ολοένα πιο δύσκολο να εντοπίσουμε μια συνεχή γραμμή διοικητικής δράσης στην έκταση που καλύπτει το σύ νολο των αναμεταδοτών και των δικτύων του αυτοκρατορικού καθεστώτος. Κοντολογίς, η παλιά διοικητική αρχή της καθολικότητας, της ίσης αντιμετώπισης, έχει αντικατασταθεί από τη
ΑΥΤΟ Κ ΡΑ ΤΟ ΡΙΑ
455
διαφοροποίηση και τη μοναδικοποίηση των διαδικασιών, επιφυ λάσσοντας διαφορετική αντιμετώπιση σε καθεμιά. Μολονότι είναι δύσκολο να ανιχνεύσουμε μια συνεκτική και καθολική γραμμή διαδικασίας, ανάλογη με εκείνη που χαρα κτήριζε τα εξουσιαστικά συστήματα της νεωτερικότητας, τούτο δεν σημαίνει ότι ο αυτοκρατορικός μηχανισμός στερείται ενό τητας. Η αυτονομία και η ενότητα της διοικητικής δράσης οικοδομούνται με άλλους τρόπους, χωρίς να είναι απαραίτητα ού τε η κανονιστική απαγωγή των δικαϊκών συστημάτων της ηπειρωτικής Ευρώπης ούτε ο διαδικασιακός φορμαλισμός των αγγλοσαξονικών συστημάτων. Η αυτονομία και η ενότητα δημιουργούνται μάλλον διά της προσαρμογής στις αρθρωτικές λο γικές που λειτουργούν κατά την οικοδόμηση της Αυτοκρατο ρίας, όπως η αστυνομική και στρατιωτική λογική (ή μάλλον η καταστολή των δυνάμει ανατρεπτικών δυνάμεων στο πλαίσιο της αυτοκρατορικής ειρήνης), η οικονομική λογική (η επιβολή της αγοράς, η οποία με τη σειρά της κυβερνάται από το νομι σματικό καθεστώς), και η ιδεολογική και η επικοινωνιακή λο γική. 0 μόνος τρόπος για να επιτύχει η διοικητική δράση την αυτονομία και τη νομιμοποίηση της εξουσίας της στο πλαίσιο του αυτοκρατορικού καθεστώτος είναι να πορευτεί ακολουθών τας τις διαφοροποιητικές γραμμές που χαρακτηρίζουν αυτές οι λογικές. Αυτή η εξουσιοδότηση, εντούτοις, δεν είναι άμεση. Η διοίκηση δεν είναι στρατηγικά προσανατολισμένη προς την υλοποίηση της αυτοκρατορικής λογικής. Υποτάσσεται στην αυτοκρατορική λογική, στο βαθμό που αυτή ζωογονεί τα στρα τιωτικά, νομισματικά και επικοινωνιακά μέσα που την εξουσιο δοτούν. Η διοικητική δράση έχει καταστεί κ α τ’ ουσίαν μη στρατηγική, και γ ι’ αυτό νομιμοποιείται δι’ ετερόκλητων και πλάγιων μέσων. Αυτή είναι η τρίτη αρχή που διέπει τη διοι κητική δράση στο αυτοκρατορικό καθεστώς. Αφού εντοπίσαμε τις τρεις «αρνητικές» αρχές της αυτοκρα τορικής διοικητικής δράσης -τον εργαλειακό της χαρακτήρα, τη διαδικαστική αυτονομία της και την ετερογένειά της-, πρέ πει να ερευνήσουμε πώς μπορεί να λειτουργεί χωρίς να πυρο
456
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG.
δοτεί διαρκώς βίαιους κοινωνικούς ανταγωνισμούς. Ποια είναι αρετή που εξασφαλίζει σε αυτό το διαλυμένο σύστημα ελέγχου; ji άνισης μεταχείρισης και κατακερματισμού έναν επαρκή βαθμό συναίνεσης και νομιμοποίησης; Το ερώτημα αυτό μας οδηγεί στην τέταρτη αρχή, το «θετικό» χαρακτηριστικό της αυτοκρατορικής διοίκησης. Η ενοποιούσα μήτρα και η επικρατέστερη αξία της αυτοκρατορικής διοίκησης έγκεινται στην τ ο π ικ ή της· α π ο τ ε λ ε σ μ χ τ ικ ό τ η τ α .
Για να καταλάβουμε πώς η τέταρτη αρχή μπορεί να υποστηρίξει το διοικητικό σύστημα στο σύνολό του, ας δούμε tf; είδος των διοικητικών σχέσεων που διαμορφώθηκαν ανάμεσα^ στις φεουδαρχικές μορφές εδαφικής οργάνωσης και στις μα? ναρχικές εξουσιαστικές δομές στην Ευρώπη του Μεσαίωνα, Μ αναμεσα στις οργανώσεις της μαφίας και τις κρατικές δομές; στους νεότερους χρόνους. Και στις δύο περιπτώσεις η διαδικαστική αυτονομία, η διαφοροποιημένη εφαρμογή και οι εδαφικοποιημένοι δεσμοί με ποικίλα τεμάχια του πληθυσμού, σε συνδυασμό με τη συγκεκριμένη και περιορισμένη άσκηση νό? μιμης βίας, δεν αντέβαιναν σε γενικές γραμμές προς την αρ χή της συνεκτικής και ενιαίας διευθέτησης. Αυτά τα συστή ματα κατανομής της διοικητικής εξουσίας διατήρησαν τη συ νοχή τους χάρη στην τοπική αποτελεσματικότατα μιας σειράς ειδικών εκδιπλώσεων στρατιωτικών, οικονομικών και ιδεολο γικών δυνάμεων. Στο ευρωπαϊκό μεσαιωνικό σύστημα, ο τι μαριώτης ήταν απαραίτητος για να συνεισφέρει ένοπλους* άντρες και χρήματα όποτε τα χρειαζόταν ο μονάρχης (ενώ η ιδεολογία και η επικοινωνία ελέγχονταν κατά μεγάλο μέρος από την εκκλησία). Στο σύστημα της μαφίας, η διοικητική αυτονομία της διευρυμένης οικογένειας και η εκδίπλωση μιας μορφής βίας που έμοιαζε με εκείνη της αστυνομίας σε όλη ; την έκταση του κοινωνικού πεδίου διασφάλιζαν την πίστη στις βασικές αρχές του κεφαλαιοκρατικού συστήματος και υποστήριζαν την κρατούσα πολιτική τάξη. Όπως συμβαίνει σε αυτά τα παραδείγματα που αντλήσαμε από τη μεσαιωνική κοινωνία και τον τρόπο οργάνωσης των οικογενειών της μα-
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
457
φίας, έτσι και η αυτονομία των εδαφικοποιημένων διοικητι κών σωμάτων δεν αντιβαίνει προς την αυτοκρατορική διοίκη ση -τουναντίον συνεπικουρεί και επεκτείνει την παγκόσμια αποτελεσματικότητά της. Η τοπική αυτονομία αποτελεί μια θεμελιώδη προϋπόθεση, το sine qua non της ανάπτυξης του αυτοκρατορικού καθεστώ τος. Στην πραγματικότητα, με δεδομένη την κινητικότητα των πληθυσμών στην Αυτοκρατορία, θα ήταν αδύνατο να αξιώσουμε μια αρχή περί νόμιμης διοίκησης, αν η αυτονομία αυτής της δι οίκησης δεν ακολουθούσε νομαδική πορεία μαζί με τους πλη θυσμούς. Ομοίως αδύνατο θα ήταν για τη διοίκηση να ρυθμίσει τα τεμάχια του πλήθους μέσω διαδικασιών που τα εξαναγκά ζουν να αναπτύξουν μεγαλύτερη κινητικότητα και ευελιξία σε υβριδικές πολιτισμικές μορφές και πολυφυλετικά γκέτο, αν και η ίδια δεν ήταν εξίσου ευέλικτη και ικανή για συγκεκριμένες και συνεχείς αναθεωρήσεις και διαφοροποιήσεις. Η συναίνεση των πληθυσμών στο αυτοκρατορικό καθεστώς δεν είναι κάτι ά νωθεν επιβαλλόμενο, από τις υπερβατικές αρχές της αγαθής δι οίκησης, όπως ορίστηκαν από τα κράτη δικαίου της νεωτερικότητας. Η συναίνεση αυτή μάλλον διαμορφώνεται μέσω της τοπικής αποτελεσματικότητας του καθεστώτος. Μόνο αδρομερώς μπορέσαμε να σκιαγραφήσουμε εδώ την αυτοκρατορική διοίκηση. Ένας ορισμός της που επικεντρώνεται μόνο στην αυτόνομη τοπική αποτελεσματικότητα της διοικητι κής δράσης δεν αρκεί αφ’ εαυτού για να διασφαλίσει το σύστη μα έναντι πιθανών απειλών, εξεγέρσεων, ανατροπών και επα ναστάσεων, ή έστω έναντι των φυσικών συγκρούσεων μεταξύ τοπικών τεμαχίων της διοίκησης. Αυτό το επιχείρημα, εντού τοις, κατορθώνει να μετατρέψει τη συζήτηση σε μια συζήτηση περί των «βασιλικών προνομιών» της αυτοκρατορικής κυβέρνη σης -μόλις καθιερώσουμε την αρχή ότι η ρύθμιση της σύγ κρουσης και η προσφυγή στην άσκηση νόμιμης βίας πρέπει να αρθούν με όρους αυτορρύθμισης (της παραγωγής, του χρήματος και της επικοινωνίας) και με τη βοήθεια των εσωτερικών αστυ νομικών δυνάμεων της Αυτοκρατορίας. Σε αυτό το σημείο, το
458
MICHAEL HARDT
ANTONIO NEGRI
ερώτημα σχετικά με τη διοίκηση μετατρέπεται σε ερώτημα σχετικά με το πρόσταγμα.
Το αυτοκρατορικό πρόσταγμα 'ό
Ενώ τα καθεστώτα της νεωτερικότητας έτειναν ολοένα περισ- j σότερο να ευθυγραμμίσουν τη διοίκηση με το πρόσταγμα μέχρι ' του σημείου να τα καταστήσουν αδιαχώριστα, το αυτοκρατορι- | κό πρόσταγμα παραμένει διαχωρισμένο από τη διοίκηση. Τόσο 1. στο νεωτερικό όσο και στο αυτοκρατορικό καθεστώς, οι εσωτε- , j ρικές αντιφάσεις καθώς και οι κίνδυνοι και οι πιθανές πάρε- | κτροπές μιας μη συγκεντροποιημένης διοίκησης καθιστούν α- ■ παραίτητη τη διασφάλιση ενός υπάτου προστάγματος. Οι πρώ- | τοι θεωρητικοί των δικαϊκών θεμελίων του νεότερου κράτους } εννοούν αυτή την ανάγκη ως μια πρωταρχική προσφυγή σε μια | υπέρτατη δύναμη, όμως η θεωρία του αυτοκρατορικού προ- \ στάγματος δεν έχει ανάγκη τέτοιους μύθους όσον αφορά τη γενεαλογία της. Δεν είναι οι εκκλήσεις ενός πλήθους το οποίο τε- ■ λεί σε διαρκή εμπόλεμη κατάσταση εκείνες που καθιστούν | απαραίτητη μια ειρηνοποιό υπέρτατη δύναμη (όπως υποστηρί- ■ ζει ο Hobbes), ούτε οι εκκλήσεις μιας εμπορικής τάξης η ;; οποία απαιτεί την ασφάλεια των συμβάσεων (όπως υποστηρί- | ζουν ο Locke και ο Hume). Το αυτοκρατορικό πρόσταγμα εί- Μ ναι μάλλον απότοκο μιας κοινωνικής έκρηξης η οποία έχει ανα- 1 τρέψει όλες τις παλιές σχέσεις που συγκροτούσαν την κυριαρχία. | Το αυτοκρατορικό πρόσταγμα δεν ασκείται πλέον μέσω των 1 πειθαρχικών τροπικοτήτων του νεωτερικού κράτους, αλλά μάλ- 1 λον μέσω των τροπικοτήτων του βιοπολιτικού ελέγχου. Οι τρο- 1 πικότητες αυτές έχουν ως βάση και αντικείμενό τους ένα πα- | ραγωγικό πλήθος το οποίο είναι αδύνατο να πειθαρχηθεί και να 1 κανονικοποιηθεί, μολαταύτα όμως πρέπει να κυβερνηθεί, ακόμη 1 και μέσα στην αυτονομία του. Η έννοια του Λαού δεν λειτουρ- | γεί πλέον ως το οργανωμένο υποκείμενο του συστήματος του προστάγματος και, συνακόλουθα, η ταυτότητα του Λαού αντί- ; καθίσταται από την κινητικότητα, την ευελιξία και την αέναη )
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
459
διαφοροποίηση του πλήθους. Αυτή η μεταβολή απομυθοποιεί και καταστρέφει την κυκλική αντίληψη περί της νομιμότητας της εξουσίας που είχε επικρατήσει κατά τους νεότερους χρό νους, σύμφωνα με την οποία η εξουσία κατασκευάζει από το πλήθος ένα ενιαίο υποκείμενο, το οποίο με τη σειρά του μπο ρεί να νομιμοποιήσει αυτήν ακριβώς την εξουσία. Αυτή η σοφι στική ταυτολογία έχει πάψει να λειτουργεί. Το πλήθος κυβερνάται με τα εργαλεία που παρέχει το μετανεωτερικό κεφαλαιοκρατικό σύστημα και στο πλαίσιο των κοινωνικών σχέσεων της πραγματικής υπαγωγής. Το πλήθος μπορεί να άρχεται με βάση τις γραμμές που ισχύουν διεθνώς, στην παραγωγή, τις ανταλλαγές, την κουλτούρα -με άλλα λό για, στο βιοπολιτικό πλαίσιο της ύπαρξής του. Μέσα στην απεδαφικοποιημένη αυτονομία της, εντούτοις, η βιοπολιτική ύπαρ ξη του πλήθους έχει τη δυνατότητα να μετασχηματιστεί σε μια αυτόνομη μάζα ευφυούς παραγωγικότητας, σε μια απόλυτη δη μοκρατική δύναμη, όπως θα έλεγε ο Spinoza. Στην περίπτωση που θα συνέβαινε κάτι τέτοιο, η κεφαλαιοκρατική κυριάρχηση της παραγωγής, της ανταλλαγής και της επικοινωνίας θα ανα τρεπόταν. Πρώτο και κύριο καθήκον της αυτοκρατορικής κυ βέρνησης είναι να αποτρέψει αυτό ακριβώς το ενδεχόμενο. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, όμως, ότι η συγκρότηση της Αυτοκρατορίας οφείλει την ύπαρξή της ακριβώς σε εκείνες τις δυνάμεις που θέτουν αυτή την απειλή, τις αυτόνομες δυνάμεις της παραγω γικής συνεργασίας. Οι δυνάμεις αυτές πρέπει να ελέγχονται, αλλά να μην καταστρέφονται. Η διασφάλιση που παρέχει η Αυτοκρατορία στο παγκοσμιοποιημένο κεφάλαιο δεν συνεπάγεται κάποιας μορφής μικροπο λιτική και/ή μακροπολιτική διαχείριση των πληθυσμών. Ο μη χανισμός του προστάγματος δεν έχει πρόσβαση στους τοπικούς χώρους και τις καθορισμένες χρονικές ακολουθίες του βίου όπου λειτουργεί η διοίκηση· η εξουσία του δεν φτάνει ώς τις μοναδι κότητες και τη δραστηριότητά τους. Αυτό που κατ’ ουσίαν επι διώκει το αυτοκρατορικό πρόσταγμα είναι να επενδύσει και να προστατέψει, και αυτό που διασφαλίζει όσον αφορά την κεφα-
460
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI |
λαιοκρατική ανάπτυξη, είναι μάλλον οι γενικές ισορροπίες του παγκόσμιου συστήματος. Το αυτοκρατορικό πρόσταγμα λειτουργεί διά τριών μέσων με παγκόσμια και απόλυτη ισχύ: της βόμβας, του χρήματος και του αιθέρα. Το οπλοστάσιο των θερμοπυρηνικών όπλων, που κατ’ ουσίαν έχει συγκεντρωθεί στην κορυφή της Αυτοκρατο ρίας, αντιπροσωπεύει τη συνεχή δυνατότητα αφανισμού της ίδιας της Αυτοκρατορίας. Πρόκειται για μια επιχείρηση απόλυ της βίας, για έναν νέο μεταφυσικό ορίζοντα, που αλλάζει άρδην την αντίληψη σύμφωνα με την οποία το κυρίαρχο κράτος δια τηρούσε το μονοπωλιακό δικαίωμα άσκησης της έννομης φυσι κής βίας. Κάποτε, στην εποχή της νεωτερικότητας, αυτό το; μονοπωλιακό δικαίωμα νομιμοποιούνταν είτε ως απαλλοτρίωση των όπλων του βίαιου και αναρχικού όχλου, της άτακτης μάζας των ιδιωτών οι οποίοι έτειναν να αλληλοσφαγούν, είτε ως αμυν τικό εργαλείο εναντίον του εχθρού, δηλαδή εναντίον άλλων λα ών οργανωμένων σε κράτη. Και τα δύο σκεπτικά νομιμοποίη σης απέβλεπαν, σε τελική ανάλυση, στην επιβίωση του πληθυ σμού. Σήμερα έχουν πάψει πλέον να είναι αποτελεσματικά. Η απαλλοτρίωση των μέσων της βίας από τον δήθεν αυτοκαταστροφικό πληθυσμό τείνει να λάβει τη μορφή απλών διοικητι κών και αστυνομικών επιχειρήσεων, οι οποίες αποσκοπούν στη διατήρηση των κατατμήσεων των παραγωγικών εδαφών. Αλλά και η δεύτερη δικαιολογία αρχίζει να χάνει την αποτελεσματικότητά της, καθώς το ενδεχόμενο ενός πυρηνικού πολέμου με ταξύ κρατικών δυνάμεων γίνεται ολοένα πιο απίθανο. Η ανά πτυξη πυρηνικών τεχνολογιών και η αυτοκρατορική συγκέν τρωσή τους έχουν περιστείλει την κυριαρχική εξουσία των πε ρισσότερων χωρών του κόσμου, σε βαθμό που τους έχουν αφαιρέσει την εξουσία να λαμβάνουν αποφάσεις για πόλεμο και ει ρήνη, η οποία συνιστά βασικό στοιχείο του παραδοσιακού ορι σμού της κυριαρχίας. Επιπλέον, η έσχατη απειλή της αυτοκρατορικής βόμβας έχει αναγάγει κάθε μορφή πολέμου σε μια περιορισμένης έκτασης σύγκρουση, έναν εμφύλιο πόλεμο, έναν βρόμικο πόλεμο, κ.τ.ό. Έ χει μετατρέψει κάθε πόλεμο σε απο-
4
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
461
κλειστικό τομέα δράσης της διοικητικής και αστυνομικής δύ ναμης. Πουθενά αλλού η μετάβαση από τη νεωτερικότητα στη μετανεωτερικότητα και από τη νεωτερική κυριαρχία στην Αυ τοκρατορία δεν είναι περισσότερο έκδηλη απ’ ό,τι θεωρούμενη από τη σκοπιά της βόμβας. Η Αυτοκρατορία ορίζεται εδώ σε τελική ανάλυση ως ο «μη-τόπος» της ζωής, ή, με άλλα λόγια, ως η απόλυτη ικανότητα καταστροφής. Η Αυτοκρατορία είναι η έσχατη μορφή βιοεξουσίας στο βαθμό που συνιστά την από λυτη αντιστροφή της δύναμης της ζωής. Το χρήμα είναι το δεύτερο παγκόσμιο μέσο απόλυτου ελέγ χου. Η οικοδόμηση της παγκόσμιας αγοράς συνίσταται καταρχάς στη νομισματική αποδιάρθρωση των εθνικών αγορών, τη διάλυση των εθνικών και/ή τοπικών καθεστώτων νομισματικής ρύθμισης και την υπαγωγή αυτών των αγορών στις ανάγκες των χρηματοδοτικών δυνάμεων. Καθώς οι εθνικές νομισματικές δομές τείνουν να χάσουν όποια χαρακτηριστικά κυριαρχίας εί χαν, μπορούμε να δούμε να αναδύεται από μέσα τους το περί γραμμα μιας νέας μονομερούς νομισματικής επανεδαφικοποίησης, η οποία επικεντρώνεται στα πολιτικά και οικονομικά κέν τρα της Αυτοκρατορίας, τις πλανητικές πόλεις. Δεν πρόκειται για την οικοδόμηση ενός καθολικού νομισματικού καθεστώτος επί τη βάσει νέων παραγωγικών τοπικοτήτων, νέων τοπικών κυκλωμάτων κυκλοφορίας και συνεπώς νέων αξιών· απεναντίας, πρόκειται για μια νομισματική κατασκευή βασισμένη αμιγώς στις πολιτικές αναγκαιότητες της Αυτοκρατορίας. Το χρήμα εί ναι ο αυτοκρατορικός διαιτητής, όπως όμως συμβαίνει και στην περίπτωση της πυρηνικής απειλής, αυτός ο διαιτητής δεν έχει ούτε καθορισμένη τοποθεσία ούτε υπερβατικό κύρος. Όπως ακριβώς η πυρηνική απειλή εξουσιοδοτεί τη γενικευμένη δύνα μη της αστυνομίας, έτσι και ο νομισματικός διαιτητής αρθρώ νεται διαρκώς σε σχέση προς τις παραγωγικές λειτουργίες, τα μέτρα της αξίας και τις κατανομές του πλούτου που συγκρο τούν την παγκόσμια αγορά. Οι νομισματικοί μηχανισμοί είναι τα πρωταρχικά μέσα ελέγχου της αγοράς.13 Ο αιθέρας είναι το τρίτο και τελευταίο θεμελιώδες μέσο του
462
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
αυτοκρατορικού ελέγχου. Η διαχείριση της επικοινωνίας, η διάρθρωση του εκπαιδευτικού συστήματος και η ρύθμιση της κουλτούρας εμφανίζονται σήμερα περισσότερο παρά ποτέ ως ηγεμονικά προνόμια. Όλα αυτά, ωστόσο, διαλύονται στον αιθέ ρα. Τα σύγχρονα συστήματα επικοινωνίας δεν υποτάσσονται στην κυριαρχία· αντίθετα, η κυριαρχία φαίνεται να υποτάσσεται στην επικοινωνία -ή μάλλον η εξουσία αρθρώνεται μέσω των επικοινωνιακών συστημάτων. Στον τομέα της επικοινωνίας, τα παράδοξα που επιφέρουν την κατάλυση της εδαφικής και/ή εθνικής κυριαρχίας είναι ευκρινέστερα απ’ οπουδήποτε αλλού. Οι απεδαφικοποιητικές ικανότητες της επικοινωνίας είναι μο ναδικές: η επικοινωνία δεν αρκείται στον περιορισμό ή την αποδυνάμωση της νεωτερικής εδαφικής κυριαρχίας· τουναντίον, επιτίθεται στην ίδια τη δυνατότητα σύνδεσης μιας τάξης με έναν χώρο. Επιβάλλει μια συνεχή και ολοκληρωμένη κυκλοφο ρία σημείων. Η απεδαφικοποίηση είναι η πρωταρχική δύναμη και η κυκλοφορία η μορφή μέσω της οποίας εκδηλώνεται η κοινωνική επικοινωνία. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, και σε αυτόν τον αιθέρα, οι γλώσσες γίνονται λειτουργικές για την κυκλοφορία και καταλύουν κάθε κυριαρχική σχέση. Αλλά και η εκπαίδευ ση και η κουλτούρα δεν μπορούν να μην υποταχθούν στη συνε χή κυκλοφορία της κοινωνίας του θεάματος. Εδώ φτάνουμε σε ένα ακραίο όριο της διαδικασίας κατάλυσης της σχέσης μετα ξύ τάξης και χώρου. Σε τούτο το σημείο δεν μπορούμε να εν νοήσουμε αυτή τη σχέση παρά μόνον σε ένα ν ά λ λ ο χώ ρ ο , σε ένα αλλού το οποίο κατ’ αρχήν δεν μπορεί να περιληφθεί στην άρθρωση κυριαρχικών πράξεων. Ο χώρος της επικοινωνίας απεδαφικοποιείται πλήρως. Είναι απολύτως έτερος σε σχέση με τους υπολειμματικούς χώρους που έχουμε αναλύσει από τη σκοπιά του μονοπωλίου της υλι κής ισχύος και του ορισμού του νομισματικού μέτρου. Εδώ δεν πρόκειται για υπόλειμμα, αλλά για μεταμ όρφ ω ση: μια μετα μόρφωση όλων των στοιχείων της πολιτικής οικονομίας και της κρατικής θεωρίας. Η επικοινωνία είναι η μορφή της κεφαλαιο κρατικής παραγωγής κατά την οποία το κεφάλαιο κατόρθωσε
Α ΥΤΟ ΚΡΑ ΤΟ ΡΙΑ
463
να υποτάξει την κοινωνία πλήρως και σε παγκόσμια κλίμακα στο καθεστώς του, καταπνίγοντας όλες τις εναλλακτικές οδούς. Αν πρόκειται να προταθεί ποτέ μια εναλλακτική, αυτή θα πρέ πει να προκόψει από το εσωτερικό της κοινωνίας της πραγμα τικής υπαγωγής και να καταδείξει όλες τις αντιφάσεις που εδρεύουν στον πυρήνα της. Αυτά τα τρία μέσα ελέγχου μάς επαναφέρουν στα τρία δια ζώματα της πυραμίδας της αυτοκρατορικής εξουσίας. Η βόμβα είναι μια δύναμη μοναρχική, το χρήμα αριστοκρατική και ο αι θέρας δημοκρατική. Ίσως νομίσει κανείς ότι, σε καθεμιά από αυτές τις περιπτώσεις, τα ηνία των εν λόγω μηχανισμών βρί σκονται στα χέρια των Ηνωμένων Πολιτειών, ή ενός συμπλέγ ματος από νέες Ρώμες: της Ουάσινγκτον (που ελέγχει τη βόμ βα), της Νέας Υόρκης (που ελέγχει το χρήμα) και του Λος Άντζελες (που ελέγχει τον αιθέρα). Εντούτοις, οποιαδήποτε ανάλογη εδαφική σύλληψη του αυτοκρατορικού χώρου καταρρίπτεται διαρκώς από τη θεμελιακή ευελιξία, την κινητικότητα και την απεδαφικοποίηση που λειτουργούν στον πυρήνα του αυτοκρατορικού μηχανισμού. Ίσως είναι δυνατόν να αποδοθούν ορισμένοι εδαφικοί προσδιορισμοί στο μονοπώλιο της ισχύος και τη ρύθμιση του χρήματος, δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με την επικοινωνία. Η επικοινωνία έχει καταστεί το κεντρικό στοιχείο που καθιδρύει τις σχέσεις της παραγωγής, κατευθύνοντας την κεφαλαιοκρατική ανάπτυξη και μετασχηματίζοντας ταυτόχρονα τις παραγωγικές δυνάμεις. Αυτή η δυναμική παράγει μια εξαι ρετικά ανοιχτή κατάσταση: εδώ ο συγκεντροποιημένος τόπος της εξουσίας πρέπει να αντιμετωπίσει τη δύναμη των παραγω γικών υποκειμενικοτήτων, τη δύναμη όλων εκείνων που συμ βάλλουν στην αλληλοδραστική παραγωγή της επικοινωνίας. Εδώ, στην έντονη κυκλοφορία που διακρίνει αυτόν τον τομέα της αυτοκρατορικής κυριάρχησης επί των νέων μορφών παρα γωγής, η επικοινωνία διασπείρεται στον ευρύτατο δυνατό βαθ μό σε τριχοειδείς μορφές.
464
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG"
Οι ΙΣΧΥΡΕΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΙΣ ΠΑΡΗΛΘΑΝ ΑΝΕΠΙΣΤΡΕΠΤΙ! <
((Οι ισχυρές κυβερνήσεις παρήλθαν ανεπιστρεπτί» είναι η πολε μική ιαχή που ακούγεται από συντηρητικούς και φιλελεύθερους\ σε όλη την Αυτοκρατορία. Το ρεπουμπλικανικό Κογκρέσο των;; Ηνωμένων Πολιτειών, με επικεφαλής τον Newt Gingrich, αγω νίστηκε να απομυθοποιήσει το φετίχ της ισχυρής κυβέρνησης] αποκαλώντας την «ολοκληρωτική» και «φασιστική» (σε μια συ*( νεδρίαση που φιλοδοξούσε να είναι αυτοκρατορική αλλά κατέ λήξε καρναβαλική). Νομίσαμε πως είχαμε επιστρέφει στιζ£ εποχές των περίφημων λιβέλων του Henry Ford εναντίον του1’ Franklin D. Roosevelt! Ή μάλλον στις πολύ λιγότερο λαμπρές; εποχές της πρώτης κυβέρνησης της Margaret Thatcher, όταύ μανιωδώς, και με μια αίσθηση χιούμορ που αποτελεί ίδιον απο κλειστικά των Βρετανών, προσπάθησε να ξεπουλήσει τα δημό- ] σια αγαθά του έθνους, από τα συστήματα των επικοινωνιών ώζ\ το σύστημα ύδρευσης, από το σιδηροδρομικό δίκτυο και τα και-', τάσματα του πετρελαίου ώς τα πανεπιστήμια και τα νοσοκο-1 μεία. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, εντούτοις, οι αντιπρόσωποι της,ί πλέον άπληστης συντηρητικής πλευράς τελικά παρατράβηξαν | το σχοινί, κάτι που στο τέλος το παραδέχτηκαν όλοι. Το βασι- ί κότερο σημείο, και η κτηνώδης ειρωνεία του πράγματος, ήταν < ότι σήμαναν την επίθεση εναντίον της ισχυρής κυβέρνησης τη ] στιγμή ακριβώς που η εξέλιξη της μετανεωτερικής πληροφοριακής επανάστασης είχε ανάγκη περισσότερο από ποτέ μια·ξ ισχυρή κυβέρνηση, για να υποστηρίξει τις προσπάθειές της -για | την οικοδόμηση των λεωφόρων της πληροφορίας, τον έλεγχο ί των ισορροπιών των χρηματιστηριακών συναλλαγών παρά τις "] άγριες διακυμάνσεις της κερδοσκοπίας, τη διατήρηση των νο- ii μισματικών αξιών σε σταθερά επίπεδα, τις δημόσιες επενδύσεις ; στο στρατιωτικοβιομηχανικό σύστημα που θα βοηθούσαν στο μετασχηματισμό του τρόπου της παραγωγής, τη μεταρρύθμιση j του εκπαιδευτικού συστήματος προκειμένου να προσαρμοστεί 1 στα νέα παραγωγικά δίκτυα, κ.ο.κ. Εκείνη ακριβώς την εποχή,
ΑΤΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
465
μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, τα αυτοκρατορικά καθήκοντα που έπρεπε να επωμιστεί η κυβέρνηση των ΗΠΑ ήταν εξαιρετικά επείγοντα και η ισχυρή κυβέρνηση πε ρισσότερο απαραίτητη από ποτέ. Όταν οι αμύντορες της παγκοσμιοποίησης του κεφαλαίου φωνάζουν εναντίον της ισχυρής κυβέρνησης, δεν είναι μόνον υποκριτές αλλά και αγνωμονες. Πού θα βρισκόταν το κεφάλαιο, αν δεν είχε κατορθώσει να ελέγξει την ισχυρή κυβέρνηση και να τη βάλει να δουλεύει για αιώνες αποκλειστικά για το δικό του συμφέρον; Και πού θα βρισκόταν σήμερα το αυτοκρατορικό κεφάλαιο, αν η ισχυρή κυβέρνηση δεν ήταν αρκετά ισχυρή, ώστε να έχει εξουσία ζωής και θανάτου επί όλου του πλανητι κού πλήθους; Πού θα βρισκόταν το κεφάλαιο χωρίς μια ισχυρή κυβέρνηση, ικανή να κόβει χρήματα προκειμένου να παράγει και να αναπαράγει μια πλανητική τάξη η οποία θα διασφαλίζει την εξουσία και τον πλούτο του κεφαλαίου; Ή χωρίς τα επικοινωνιακά δίκτυα που απαλλοτριώνουν τη συνεργασία του πα ραγωγικού πλήθους; Κάθε πρωί όταν ξυπνάνε, οι κεφαλαιοκρά τες και οι ανά τον κόσμο εκπρόσωποί τους, αντί να διαβάζουν τα αναθέματα εναντίον της ισχυρής κυβέρνησης στη Wall Street Journal, θα έπρεπε να γονυπετούν και να δοξάζουν τον Θεό για την ύπαρξή της! Τώρα που οι πιο ακραίοι συντηρητικοί αντίπαλοι της ισχυ ρής κυβέρνησης έχουν συντρίβει υπό το βάρος του παράδοξου της θέσης τους, εμείς θέλουμε να σηκώσουμε τα λάβαρά τους από εκεί που τα άφησαν να πέσουν, μέσα στη λάσπη. Τώρα εί ναι η σειρά μας να φωνάξουμε: «Οι ισχυρές κυβερνήσεις παρήλθαν ανεπιστρεπτί!» Γιατί θα έπρεπε αυτό το σύνθημα να εί ναι αποκλειστική ιδιοκτησία των συντηρητικών; Ασφαλώς, έχον τας σφυρηλατηθεί μέσα στον ταξικό αγώνα, γνωρίζουμε καλά ότι η ισχυρή κυβέρνηση έχει λειτουργήσει, εκτός των άλλων, ως ένα όργανο για την ανακατανομή του κοινωνικού πλούτου και ότι, υπό την πίεση του αγώνα της εργατικής τάξης, απέβη χρήσιμη στη μάχη για την ισότητα και τη δημοκρατία. Σήμε ρα, όμως, αυτοί οι καιροί έχουν παρέλθει. Στην αυτοκρατορική
466 — —
■
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI |M — ---■■ —
μετανεωτεριχότητα, η ισχυρή κυβέρνηση έχει γίνει απλώς το δεσποτικό μέσο για την κυριάρχηση και την ολοκληρωτική πα~ ραγωγή της υποκειμενικότητας. Η ισχυρή κυβέρνηση διευθύνει τη μεγάλη ορχήστρα των υποκειμενικοτήτων που έχουν πλέον εκπέσει σε εμπορεύματα. Και συνακόλουθα, έχει γίνει ο παράγοντας που καθορίζει τα όρια της επιθυμίας: αυτές είναι στην πραγματικότητα οι γραμμές οι οποίες, στη βιοπολιτική Αυτόκρατορία, ιδρύουν τη νέα κατανομή της εργασίας στον πλάνητικό ορίζοντα, βοηθώντας την αναπαραγωγή μιας εξουσίας της εκμετάλλευσης και της υποταγής. Εμείς, αντίθετα, αγωνιζόμαστε επειδή η επιθυμία δεν έχει όρια και (εφόσον η επιθυμία να υπάρχουμε και η επιθυμία να παράγουμε είναι ένα και το αυτό) επειδή η απόλαυση και η αναπαραγωγή της ζωής μπορεί να συντελείται συνέχεια, ελεύθερα και ισότιμα.
| ί '] , ; ' .! '< I \ ■ \
Ο ρ ισ μ ένοι ίσω ς α ντιτείνο υ ν ότι κ ά π ο ια μ ορφ ή ε λ έ γ χ ο υ εξα κ ο λ ο υ θ ε ί να είνα ι α π α ρ α ίτη τη κ α ι σ το π α ρ α γ ω γ ικ ό β ιο π ο λ ιτ ικ ό σ όμ π α ν, κ α ι ότι, α ν θ έ λ ο υ μ ε να ε ίμ α σ τ ε ρ ε α λ ισ τ έ ς , θα έ π ρ ε π ε
·
να ε π ιδ ιώ κ ο υ μ ε ό χ ι να κ α τ α σ τ ρ έ φ ο υ μ ε τ η ν ισ χ υ ρ ή κ υ β έρ νη σ η , α λ λ ά να π α ρ έμ β ο υ μ ε σ τ ις μ ο ρ φ ές ε λ έ γ χ ο υ της. Π ρ έ π ε ι να θέ σ ο υ μ ε έν α τ έ ρ μ α σ ε α υ τ ές τ ις ψ ευδ α ισ θή σ εις π ο υ τό σ α χ ρ ό ν ια έ χ ο υ ν τα λ α ν ίσ ει τη σ ο σ ια λισ τικ ή κ α ι τ η ν κ ο μ μ ο υ ν ισ τ ικ ή π α ρ ά δοση! Α π εν α ν τ ία ς , α π ό τη σ κ ο π ιά του π λή θ ο υ ς κ α ι τ η ς επ ιδ ίω ξή ς του γ ια α υτόνομ η α υτο κ υ β έρ νη σ η , π ρ έ π ε ι να θέσ ο υ μ ε έ ν α τέρ μ α σ τη σ υ ν εχ ή επ α ν ά λ η ψ η του ίδιου, γ ια τ η ν ο π ο ία κ α ι ο M a r x θρηνούσε 150 χ ρ ό ν ια πριν, ό τα ν ε ίπ ε ότι ό λ ε ς οι ε π α ν α σ τά σ εις το μ ό νο που κα τόρθω σα ν ή τα ν να τ ελ ειο π ο ιή σ ο υ ν το κ ρ ά τος α ν τ ί να το κ α τα λύσ ου ν. Α υ τ ή η ε π α ν ά λ η ψ η έ χ ε ι γ ίν ε ι α κ ό μ η π ιο ευδ ιά κ ρ ιτη σ τον αιώ να μ α ς, ό τα ν ο μ ε γ ά λ ο ς σ υμ β ι β α σ μ ό ς (σ τη φ ιλελεύ θ ερ η , σ ο σ ια λισ τικ ή κ α ι φ α σ ισ τικ ή μ ορφ ή το υ ) μ ετ α ξ ύ τ η ς ισ χυρ ή ς κυ β έρ νη σ η ς, τω ν ισ χυρώ ν ε π ιχ ε ιρ ή σ ε ω ν κ α ι τ η ς ισ χυ ρ ή ς ε ρ γα σ ία ς ε ξ α ν ά γ κ α σ ε το κ ρ ά το ς να π α ρα γ ά γ ε ι φ ρ ιχτούς, π ρ ω τόγνω ρ ους κα ρπούς: σ τρ α τό π εδ α σ υ γ κ έ ν τρω σης, γ κ ο υ λ ά γ κ , γ κ έ τ ο , κ.τ.ό.
Είστε μόνο μια δράκα αναρχικών, θα κραυγάσει τελικά εναν τίον μας ο νέος Πλάτωνας. Αυτό δεν αληθεύει. Θα ήμασταν
'
Α ΥΤΟ ΚΡΑ ΤΟ ΡΙΑ
467
α ν α ρ χ ικ ο ί α ν δ εν μ ιλ ο ύ σ α μ ε (όπ ω ς έ κ α ν α ν ο Θ ρα σ όμ α χος κ α ι ο Κ α λ λ ικ λ ή ς , οι αθάνατοι σ υ ν δ ια λ εγό μ εν ο ι π ου μ α ς π α ρ ο υσ ία σ ε ο Π λά τ ω να ς ) α π ό τη σ κ ο π ιά μ ια ς υ λικ ό τ η τ α ς σ υ γ κ ρ ο τ η μ έ ν η ς σ τα δ ίκ τυ α τ η ς π α ρ α γ ω γ ικ ή ς σ υνερ γα σ ία ς, μ ε ά λ λ α λ ό γ ια , α ν δεν υ ιο θ ετ ο ύ σ α μ ε τ η ν π ρ ο ο π τ ικ ή μ ια ς α νθ ρ ω π ό τη τα ς που κ α τ α σ κ ευ ά ζετα ι π α ρ α γ ω γ ικ ά , π ου σ υ γκ ρ ο τ είτ α ι μ έ σ ω του «κοινού ονόμ α τος» τ η ς ελευθ ερ ία ς. Ό χ ι, δ εν ε ίμ α σ τ ε α ν α ρ χ ικ ο ί α λ λ ά κ ο μ μ ο υ ν ισ τ ές π ου έ χ ο υ ν δει π όσ η κ α τ α σ τ ο λ ή κ α ι π ό σ ο ν όλεθρο α π ε ρ γ ά σ τ η κ α ν οι φ ιλ ελ εύ θ ερ ες κ α ι σ ο σ ια λ ισ τ ικ έ ς ισ χ υ ρ ές κ υ β ερ νή σ εις . Έ χ ο υ μ ε δει πώ ς ό λα α υτά α να βιώ νουν σ τ η ν α υτο κ ρ α το ρικ ή κ υ β έρ νη σ η , τ η σ τ ιγ μ ή α κριβώ ς π ου τα κ υ κ λώ μ α τα τ η ς π α ρ α γ ω γ ικ ή ς σ υ νερ γα σ ία ς κ α τ έ σ τ η σ α ν τ η ν ε ρ γ α τ ικ ή δύνα μ η ως ό λο ν ικ α νή να α υ τ ο σ υ γ κ ρ ο τ η θ ε ί σ ε κ υ βέρνη σ η .
ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ
Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΚΑΙ Η ΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ
4.1 Δ Υ Ν Η Τ Ι Κ Ο Τ Η Τ Ε Σ
Ο λαός δεν υφίσταται πλέον, ή δεν έχει γεννηθεί ακόμα . . . ο λαός ελλείπει.
Giles D eleuze
Κατά την ανάπτυξη της έρευνάς μας μελετήσαμε γενικά την Αυτοκρατορία από τη σκοπιά αυτού που είναι και υπάρχει, και συνεπώς από οντολογική σκοπιά. Κατά καιρούς, εντού τοις, για να ενισχύσουμε την επιχειρηματολογία μας, προσεγ γίσαμε την προβληματική της Αυτοκρατορίας με έναν ηθικοπολιτικό λόγο, υπολογίζοντας τη μηχανική των παθών και των συμφερόντων -λόγου χάριν, όταν, στα πρώτα βήματα της μελέτης, υποστηρίξαμε ότι, από τη σκοπιά του πλήθους, η Αυτοκρατορία είναι λιγότερο κακή ή καλύτερη από το προγε νέστερο εξουσιαστικό παράδειγμα. Η αγγλική πολιτική θεω ρία κατά την περίοδο από τον Hobbes μέχρι τον Hume απο τελεί ίσως το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα ενός τέτοιου ηθικοπολιτικού λόγου, ο οποίος αφορμήθηκε από μια πεσιμι-
470
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRu
στική περιγραφή της προκοινωνικής ανθρώπινης φύσης και' επιχείρησε μέσω της εξάρτησης από μια υπερβασιακή έννοια-1 εξουσίας να τεκμηριώσει τη νομιμότητα του Κράτους. Ο κα-; τά το μάλλον ή ήττον φιλελεύθερος Λεβιάθαν είναι λιγότερο ι κακός, συγκρινόμενος προς τον πόλεμο όλων εναντίον όλων, , καλύτερος γιατί καθιδρύει και συντηρεί την ειρήνη.1 Η πολι τική θεωρητικοποίηση αυτού του είδους, όμως, δεν είναι πλέον χρήσιμη. Υποστηρίζει ότι το υποκείμενο μπορεί να εννοηθεί, προκοινωνικά και εκτός της κοινότητας, για να του επιβάλει ; κατόπιν ένα είδος υπερβασιακής κοινωνικοποίησης. Στην Αυ τοκρατορία, καμιά υποκειμενικότητα δεν βρίσκεται εκτός,· και όλοι οι τόποι έχουν υπαχθεί σε έναν γενικό μη-τόπο. Η υπερβασιακή μυθοπλασία της πολιτικής δεν ευσταθεί πλέον και παύει να έχει αποδεικτική χρησιμότητα, αφού όλοι υπάρχου-; με εξ ολοκλήρου μέσα στη σφαίρα του κοινωνικού και του πο λιτικού. Μόλις αναγνωρίσουμε αυτόν τον ριζικό προσδιορισμό της μετανεωτερικότητας, η πολιτική φιλοσοφία μάς ωθεί να εισέλθουμε στο πεδίο της οντολογίας.
Εκτός μέτρου (το άμετρο)
|
Όταν λέμε ότι η πολιτική θεωρία πρέπει να ενδιαφερθεί για την οντολογία, εννοούμε πρώτα απ’ όλα ότι η πολιτική δεν μπορεί να κατασκευαστεί εκ των έξω. Η πολιτική είναι αμέσως δεδομένη· είναι ένα πεδίο αμιγούς εμμένειας. Η Αυτοκρατορία διαμορφώνεται σε αυτόν τον επιφανειακό ορίζοντα, όπου βρίσκονται εμφυτευμένα τα σώματα και οι νόες μας. Είναι αμιγώς θετική. Δεν υπάρχει κάποιος εξωτερικός έλλογος μηχανισμός που να ευθύνεται για τη σύστασή της. Τα πλέον φυσικά πράγματα στον κόσμο είναι ότι ο κόσμος αυτός εμφανίζεται πολιτικά ενοποιημένος, ότι η αγορά είναι παγκόσμια και ότι η εξουσία οργανώνεται σε όλη την έκταση αυτής της καθολικότητας. Η αυτοκρατορική πολιτική διαρθρώνει το Είναι στην παγκό σμια έκτασή του -μια μεγάλη θάλασσα, που μόνον οι άνεμοι και τα ρεύματα την κινούν. Η εξουδετέρωση της υπερβασιακής
ί j * ■ ; Γ:
} : ,
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
471
φαντασίας είναι λοιπόν η πρώτη έννοια υπό την οποία το πολι τικό στην αυτοκρατορική επικράτεια είναι οντολογικό.2 Το πολιτικό πρέπει επίσης να νοηθεί ως οντολογικό λόγω του ότι όλοι οι υπερβασιακοί προσδιορισμοί της αξίας και του μέτρου που χρησίμευαν για να ρυθμίσουν τις στρατηγικές ανα πτύξεις της εξουσίας (ή μάλλον για να προσδιορίζουν τις τιμές, τις υποδιαιρέσεις και τις ιεραρχίες της) έχουν χάσει τη συνοχή τους. Από τους ιερούς μύθους της εξουσίας που χρησιμοποίησαν ιστορικοί ανθρωπολόγοι, όπως ο Rudolph Otto και ο Georges Dumezil, ώς τους κανόνες της νέας πολιτικής επιστήμης που περιέγραψαν οι συντάκτες τού The Federalist· από τα Δικαι ώματα του Ανθρώπου ώς τους κανόνες του διεθνούς δημόσιου δικαίου -όλα αυτά αρχίζουν να χάνονται με τη μετάβαση στην Αυτοκρατορία. Η Αυτοκρατορία υπαγορεύει τους νόμους της και διαφυλάσσει την ειρήνη σύμφωνα με ένα μοντέλο μετανεωτερικού δικαίου και μετανεωτερικού νόμου, μέσα από ευκίνητες, ρευστές και εντοπισμένες διαδικασίες.3 Η Αυτοκρατορία συνιστά τον οντολογικό ιστό όπου συνυφαίνονται όλες οι εξουσιαστικές σχέσεις -σχέσεις πολιτικές και οικονομικές, αλλά και κοινωνι κές και προσωπικές. Σε αυτόν τον υβριδικό πολιτικό τομέα, η βιοπολιτική δομή τού Είναι είναι το πεδίο στο οποίο αποκαλύ πτεται η εσωτερική δομή της αυτοκρατορικής συγκρότησης, γιατί στην παγκοσμιότητα της βιοεξουσίας κάθε παγιωμένο μέ τρο αξίας τείνει να εξαλειφθεί και ο αυτοκρατορικός ορίζοντας της εξουσίας αποκαλύπτεται τελικά ένας ορίζοντας εκτός μέ τρου. Ό χι μόνον το πολιτικό υπερβασιακό αλλά και το υπερβασιακό αυτό καθαυτό έχει πάψει να προσδιορίζει το μέτρο. Η μεγάλη δυτική μεταφυσική παράδοση ανέκαθεν αποστρε φόταν το άμετρο. Από την αριστοτελική θεωρία περί της αρε τής ως μεσότητας4 έως την εγελιανή θεωρία περί του μέτρου ως έννοιας-κλειδιού για το πέρασμα από την ύπαρξη στην ου σία,5 το πρόβλημα του μέτρου έχει απαρέγκλιτα συνδεθεί με το πρόβλημα της υπερβατικής τάξεως. Ακόμη και η μαρξική θεω ρία της αξίας αποδίδει τον δικό της φόρο τιμής σε αυτήν τη με ταφυσική παράδοση: η θεωρία του Marx για την αξία είναι ου-
472
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEQ1
σ(.αστικά μια θεωρία για το μέτρο της αξίας.6 Μόνο στον οντοτ'ΐ λογικό ορίζοντα της Αυτοκρατορίας, εντούτοις, ο κόσμος εξέρ χεται επιτέλους από τα όρια του μέτρου, και εδώ μπορούμε να δούμε καθαρά το βαθύ μίσος που τρέφει η μεταφυσική για άμετρο. Το μίσος αυτό προέρχεται από την ιδεολογική καιότητα να δοθεί ένα υπερβατικό οντολογικό θεμέλιο στην ξη. Ακριβώς όπως ο Θεός είναι αναγκαίος για την κλασική υπερβατικότητα της εξουσίας, έτσι και το μέτρο είναι αναγκα για την υπερβατική θεμελίωση των αξιών του νεωτερικού τους. Αν δεν υπάρχει μέτρο, λένε οι μεταφυσικοί, δεν υπάρχί κόσμος· και αν δεν υπάρχει κόσμος, δεν υπάρχει Κράτος.. σα σε αυτό το πλαίσιο δεν μπορεί κανείς να διανοηθεί το άμη| τρο, ή, μάλλον, δεν πρέπει να το διανοηθεί. Από την αρχή νεωτερικότητας, το άμετρο ήταν το αντικείμενο μιας ανέκκλτ της προγραφής, μιας επιστημολογικής απαγόρευσης. Σήμεββ εντούτοις, αυτή η μεταφυσική ψευδαίσθηση εξαφανίζεται, για στα συμφραζόμενα της βιοπολιτικής οντολογίας, αδιανόητο ναι πλέον το υπερβατικό. Σήμερα, όταν γίνεται ακόμη λόγιο· για πολιτική υπερβατικότητα, αμέσως αυτή εκπίπτει σε τυρ νίδα και βαρβαρισμό. Όταν λέμε άμετρο, εννοούμε ότι οι πολιτικές αναπτύξεις τ<Μ αυτοκρατορικού Είναι βρίσκονται εκτός κάθε προσυντεταγμέν μέτρου. Εννοούμε ότι οι σχέσεις μεταξύ των τρόπων τού Είνθί| και των τμημάτων της εξουσίας κατασκευάζονται πάντα εκ νέθ(^ και εμφανίζουν απεριόριστη ποικιλομορφία. Οι ενδείκτες το)| προστάγματος (όπως και εκείνοι της οικονομικής αξίας) ορίζσ^ ται με βάση πάντοτε τυχαία και καθαρά συμβατικά στοιχεία| Ασφαλώς υπάρχουν κορυφές αυτοκρατορικής εξουσίας οι οποίεβ| διασφαλίζουν ότι αυτή η τυχαιότητα δεν θα καταστεί ανατρ πτική, δηλαδή ότι δεν θα ενωθεί με τις θύελλες που σηκώνονται! στις θάλασσες του Είναι -κορυφές όπως το μονοπώλιο των π υ || ρηνικών εξοπλισμών, ο έλεγχος του χρήματος και ο αποικισμόίΐ των αιθέρων. Οι εν λόγω βασιλικές αναπτύξεις της ΑυτοκρατΟτΙ ρίας διασφαλίζουν ότι η τυχαιότητα καθίσταται αναγκαιότητα! και δεν ολισθαίνει σε αταξία. Αυτές οι υψηλότερες δυνάμεις||
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
473
εντούτοις, δεν αντιπροσωπεύουν μια μορφή τάξης ή ένα μέτρο του σύμπαντος· απεναντίας, η αποτελεσματικότητά τους βασί ζεται στην καταστροφή (διά της βόμβας), στην κρίση (διά του χρήματος) και στο φόβο (διά της επικοινωνίας). Ίσως αναρωτηθεί κανείς σε τούτο το σημείο αν η ιδέα της αμετρίας δεν συνεπάγεται την απόλυτη άρνηση της έννοιας του δικαίου. Η ιστορία της ιδέας του δικαίου όντως, σε γενικές γραμμές, αναφερόταν σε κάποια έννοια μέτρου, είτε αυτό ήταν ένα μέτρο ισότητας είτε ένα μέτρο αναλογικότητας. Επιπλέον, όπως λέει ο Αριστοτέλης, ακολουθώντας σε αυτό το σημείο τον Θέογνη, «στη δικαιοσύνη συμπεριλαμβάνεται κάθε άλλη αρετή [έν δέ δικαιοσύνη συλλήβδην πάσ’ αρετή έστιν]».7 Μήπως λοιπόν ο ισχυρισμός μας είναι απλώς ανόητος και μηδενιστικός, όταν υποστηρίζουμε ότι στην οντολογία της Αυτοκρατορίας η αξία βρίσκεται εκτός μέτρου; Μήπως ισχυριζόμαστε ότι δεν μπορεί να υπάρξει καμιά αξία, καμιά δικαιοσύνη και εν τέλει καμιά αρετή; Ό χι, σε αντίθεση με εκείνους που έχουν υποστηρίξει από καιρού ότι η αξία μπορεί να βεβαιωθεί μόνο με τη μορφή του μέτρου και της τάξης, εμείς υποστηρίζουμε ότι η αξία και η δικαιοσύνη μπορούν να υπάρξουν και να ευδοκιμήσουν μέσα σε έναν άμετρο κόσμο. Εδώ μπορούμε να διαπιστώσουμε: και πάλι τη σπουδαιότητα της επανάστασης του αναγεννησιακού ουμανισμού. Μ Dieu, ni maitre, ni l ’homme -καμιά υπερβατι κή εξουσία ή μέτρο δεν θα προσδιορίσουν τις αξίες του κόσμου μας. Η αξία θα προσδιορίζεται μόνον από τη συνεχή καινοτο μία και δημιουργία της ίδιας της ανθρωπότητας.
Πέραν του μέτρου (το δυνητικό) Ακόμη κι αν το πολιτικό έχει καταστεί μια περιοχή εκτός μέ τρου, ωστόσο η αξία εξακολουθεί να υπάρχει. Ακόμη κι αν στη μετανεωτερική κεφαλαιοκρατία δεν υφίσταται πλέον μια στα θερή κλίμακα μέτρησης της αξίας, εντούτοις η αξία είναι ισχυ ρή και πανταχού παρούσα. Το γεγονός αυτό καταδεικνύεται καταρχάς από τη συνέχιση της εκμετάλλευσης, και κατά δεύτε-
474
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI ffl
pov από το γεγονός ότι η παραγωγική καινοτομία και η δημι ουργία πλούτου συνεχίζονται αδιάπτωτες -και μάλιστα, κινητο ποιούν την εργασία σε κάθε πόρο του κόσμου. Στην Αυτοκρα τορία, η κατασκευή της αξίας λαμβάνει χώρα πέραν του μέ τρου. Η αντίθεση ανάμεσα στις άμετρες υπερβολές της αυτοκρατορικής παγκοσμιοποίησης και την πέραν του μέτρου πα ραγωγική δραστηριότητα πρέπει να ερμηνευτεί από τη σκοπιά της υποκειμενικής δραστηριότητας η οποία δημιουργεί και ανα δημιουργεί τον κόσμο στο σύνολό του. Αυτό που πρέπει να τονιστεί σε τούτο το σημείο, όμως, εί ναι κάτι πιο σημαντικό από τον απλό ισχυρισμό ότι η εργασία παραμένει το κεντρικό συντακτικό θεμέλιο της κοινωνίας κα θώς το κεφάλαιο μετασχηματίζεται για να φτάσει στο μετανεωτερικό στάδιό του. Ενώ το «εκτός μέτρου» αναφέρεται στην αδυναμία της εξουσίας να υπολογίσει και να ρυθμίσει την πα ραγωγή σε παγκόσμιο επίπεδο, το «πέραν του μέτρου» αναφέ- 1 ρεται στη ζωτικότητα των παραγωγικών συμφραζομένων, την . έκφραση της εργασίας ως επιθυμίας και την ικανότητά της να συγκροτήσει τον βιοπολιτικό ιστό της Αυτοκρατορίας εκ των κάτω. Το πέραν του μέτρου αναφέρεται στον νέο τόπο μέσΛ στον μη-τόπο, τον τόπο που ορίζεται από την παραγωγική δρα στηριότητα η οποία είναι αυτόνομη από οποιοδήποτε εξωτερι κό καθεστώς μέτρου. Το πέραν του μέτρου αναφέρεται σε μια δυνητικότητα η οποία επενδύει ολόκληρο τον βιοπολιτικό ιστό της αυτοκρατορικής παγκοσμιοποίησης. Με τον όρο δυνητικό εννοούμε το σύνολο των δυνάμεων του ενεργείν (είναι, εράν, μετασχηματίζειν, δημιουργείν) που εδρεύ ουν στο πλήθος. Έχουμε ήδη δει με ποιους τρόπους το δυνητι κό σύνολο δυνάμεων του πλήθους κατασκευάζεται μέσα από τους αγώνες και εδραιώνεται μέσα στην επιθυμία. Τώρα πρέπει να ερευνήσουμε πώς το δυνητικό μπορεί να ασκήσει πίεση στα όρια του δυνατού, και με αυτόν τον τρόπο να αγγίξει το πραγ ματικό. Το πέρασμα από το δυνητικό μέσω του δυνατού στο πραγματικό είναι η θεμελιώδης πράξη της δημιουργίας.8 Η ζων τανή εργασία είναι αυτή που κατασκευάζει το πέρασμα από το
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
475
δυνητικό στο πραγματικό· αυτή είναι το όχημα της δυνατότη τας. Η εργασία που έχει θραύσει τα δεσμά της οικονομικής, κοι νωνικής και πολιτικής πειθαρχίας, και έχει υπερβεί κάθε ρυθμι στική διάσταση της νεωτερικής κεφαλαιοκρατίας μαζί με τη μορφή-κράτος που αυτή επέβαλλε, εμφανίζεται τώρα ως γενικευμένη κοινωνική δραστηριότητα.9 Σε σχέση με την υφιστάμε νη τάξη και τους κανόνες αναπαραγωγής της, η εργασία αποτε λεί παραγωγικό πλεόνασμα. Το εν λόγω παραγωγικό πλεόνασμα είναι ταυτόχρονα το αποτέλεσμα μιας συλλογικής δύναμης χει ραφέτησης και η ουσία της νέας κοινωνικής δυνητικότητας των παραγωγικών και απελευθερωτικών ικανοτήτων της εργασίας. Κατά τη μετάβαση στη μετανεωτερικότητα, μια από τις πρωταρχικές προϋποθέσεις της εργασίας ήταν να λειτουργεί εκτός μέτρου. Η αυστηρή χρονική οργάνωση της εργασίας και όλα τα υπόλοιπα οικονομικά και/ή πολιτικά μέτρα που της εί χαν επιβληθεί καταλύονται. Σήμερα η εργασία είναι αμέσως μια κοινωνική δύναμη που ζωογονείται από τις δυνάμεις της γνώσης, του συναισθήματος, της επιστήμης και της γλώσσας. Πράγματι, η εργασία είναι η παραγωγική δραστηριότητα μιας γενικής διάνοιας και ενός γενικού σώματος εκτός μέτρου. Η ερ γασία φαίνεται απλώς ως η δύναμη του ενεργείν, η οποία είναι ταυτόχρονα μοναδική και καθολική: μοναδική στο βαθμό που η εργασία έχει γίνει η αποκλειστική επικράτεια του νοός και του σώματος του πλήθους· και καθολική στο βαθμό που η επιθυμία που εκδηλώνει το πλήθος κατά την κίνηση από το δυνητικό στο δυνατό συστήνεται διαρκώς ως κοινό πράγμα. Μόνον όταν λαμβάνει μορφή αυτό που είναι κοινό, μπορεί να λάβει χώρα η παραγωγή και να αυξηθεί η γενική παραγωγικότητα. Οτιδήπο τε προβάλλει προσκόμματα στη δύναμη - του ενεργείν είναι απλώς ένα εμπόδιο που πρέπει να ξεπεραστεί -ένα εμπόδιο που τελικά υπερφαλαγγίζεται, αποδυναμώνεται και συντρίβεται από τις κριτικές δυνάμεις της εργασίας και την καθημερινή, παθη τική σοφία των συναισθημάτων. Η δύναμη του ενεργείν συγ κροτείται από την εργασία, την ευφυΐα, το πάθος και το συναί σθημα σε έναν κοινό τόπο.
476
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
Η έννοια της εργασίας ως της κοινής δύναμης του ενεργείν τελεί σε συγχρονική, συνεκτεινόμενη και δυναμική σχέση με την οικοδόμηση της κοινότητας. Η σχέση αυτή είναι αμοιβαία, έτσι που, αφ’ ενός οι μοναδικές δυνάμεις της εργασίας δημι ουργούν διαρκώς νέες κοινές κατασκευές, και αφ’ ετέρου αυτό που είναι κοινό μοναδικοποιείται.10 Μπορούμε συνεπώς να ορί σουμε τη δυνητική δύναμη της εργασίας ως μια δύναμη αυτοαξιοποίησης η οποία υπερβαίνει τα όριά της, εκρέει προς τον άλλο, και, μέσα από αυτήν την επένδυση, συγκροτεί ένα εκτε ταμένο αίσθημα κοινότητας. Οι κοινές ενέργειες της εργασίας, της ευφυΐας, του πάθους και του συναισθήματος διαμορφώνουν μια συντακτική δύναμη. Η διαδικασία που περιγράφουμε δεν είναι απλώς τυπική· εί ναι υλική και πραγματώνεται στο βιοπολιτικό πεδίο. Η δυνητικότητα της ενέργειας και ο μετασχηματισμός των υλικών συν θηκών, τα οποία κατά καιρούς ιδιοποιείται η δύναμη του ενερ γείν και εμπλουτίζεται από αυτά, συγκροτούνται σε οντολογικούς μηχανισμούς πέραν του μέτρου. Αυτός ο οντολογικός μη χανισμός πέραν του μέτρου είναι μια εκτεταμένη δύναμη, μια δύναμη ελευθερίας, οντολογική κατασκευή και διασπορά προς κάθε κατεύθυνση. Ο τελευταίος ορισμός θα μπορούσε να θεωρηθεί πλεοναστι κός. Αν η δύναμη του ενεργείν κατασκευάζει την αξία εκ των κάτω, αν μετασχηματίζει την αξία σύμφωνα με το ρυθμό αυ τού που είναι κοινό, και αν ιδιοποιείται συντακτικά τις υλικές συνθήκες της πραγμάτωσής της, τότε είναι προφανές ότι μέσα της εδρεύει μια εκτεταμένη δύναμη πέραν του μέτρου. Ο ορι σμός αυτός, εντούτοις, δεν είναι πλεοναστικός, αλλά μάλλον προσθέτει μια νέα διάσταση στην έννοια, στο μέτρο που κα ταδεικνύει τον θετικό χαρακτήρα του μη-τόπου και την αδυ ναμία επίσχεσης της κοινής δράσης πέραν του μέτρου. Αυτός ο εκτεταμένος ορισμός λειτουργεί αντι-διαλεκτικά, καταδει κνύοντας τη δημιουργικότητα αυτού που βρίσκεται πέραν του μέτρου. Όσον αφορά την ιστορία της φιλοσοφίας, θα μπορού σαμε να προσθέσουμε, προκειμένου να ορίσουμε την έννοια αυ
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
477
τής της εκτεταμένης δύναμης, ότι ενώ οι ορισμοί της δύναμης του ενεργείν με όρους του μοναδικού και του κοινού είναι σπινοζικοί, αυτός ο τελευταίος ορισμός είναι κατ’ ουσίαν μια νιτσεϊκή σύλληψη. Η προς κάθε κατεύθυνση δυνατότητα επέ κτασης της δύναμης του ενεργείν καταδεικνύει την οντολογι κή βάση της μεταστοιχείωσης των αξιών [transvaluation], δη λαδή την ικανότητά της όχι μόνο να καταστρέφει τις αξίες που προέρχονται από την υπερβατική σφαίρα του μέτρου αλλά και να δημιουργεί νέες αξίες.11 Στο οντολογικό πεδίο της Αυτοκρατορίας, λοιπόν, οργωμένο και αρδευόμενο εξ ολοκλήρου από μιαν ισχυρή, αυτοαξιοποιουμενη και συντακτική εργασία, έχει εμφυτευτεί μια δυνητικότητα η οποία επιδιώκει να καταστεί πραγματική. Τα κλειδιά της δυνατότητας, ή μάλλον των τροπικοτήτων του Είναι που μετα σχηματίζουν το δυνητικό σε πραγματικότητα, εδρεύουν σε αυ τή την πέραν του μέτρου σφαίρα.
0 παρασιτικός χαρακτήρας της αυτοκρατορικής εξουσίας Θα μπορούσε κανείς να αντιτείνει σε τούτο το σημείο ότι, πα ρά τις δυνάμεις του πλήθους, η Αυτοκρατορία εξακολουθεί να υφίσταται και να διοικεί. Εμείς οι ίδιοι έχουμε περιγράφει εκτενώς τη λειτουργία της και υπογραμμίσαμε την ακρότητα της βίας της. Σε σχέση με τη δυνητικότητα του πλήθους, εντούτοις, η αυτοκρατορική κυβέρνηση εμφανίζεται ως ένα κε νό κέλυφος ή ένα παράσιτο.12 Μήπως αυτό σημαίνει ότι οι εξου σιαστικές επενδύσεις που πραγματοποιεί διαρκώς η Αυτοκρα τορία για να διατηρήσει την αυτοκρατορική τάξη και την αδυ ναμία του πλήθους είναι πράγματι αναποτελεσματικές; Αν όντως συνέβαινε αυτό, τότε η επιχειρηματολογία που έχουμε αναπτύξει έως εδώ σχετικά με τον εξωγενή χαρακτήρα της αυ τοκρατορικής διακυβέρνησης ως προς τις οντολογικές αναπτύ ξεις του πλήθους θα ήταν αντιφατική. Το χάσμα μεταξύ δυνητικότητας και δυνατότητας που νομίζουμε ότι μπορεί να γεφυρωθεί από τη σκοπιά της δράσης του πλήθους, ουσιαστικά δια-
478
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
t
τηρείται ανοιχτό από την αυτοκρατορική κυριάρχηση. Οι δύο δυνάμεις μοιάζει να στέκονται σε αντιπαράθεση. < Δεν θεωρούμε όμως ότι κάτι τέτοιο αποτελεί όντως αντίφα- ί ση. Μόνο στην τυπική λογική η αντίφαση είναι στατική· η αντίφαση δεν είναι ποτέ στατική, εντούτοις, στην υλική λογική (δηλαδή στην πολιτική, ιστορική και οντολογική λογική), η S οποία την τοποθετεί στο πεδίο του δυνατού και άρα στο πεδίο της εξουσίας. Πράγματι, η σχέση που επιβάλλει η αυτοκρατο ρική διακυβέρνηση στη δυνητικότητα του πλήθους είναι απλώς μια στατική σχέση καταπίεσης. Οι επενδύσεις της αυτοκρατο- I ρικής διακυβέρνησης είναι ουσιαστικά αρνητικές, εκδιπλουμε- : νες μέσα από διαδικασίες που αποσκοπούν να ρυθμίσουν εξαναγ- · καστικά τις δράσεις και τα συμβάντα τα οποία κινδυνεύουν να : εκτραπούν σε αταξία. Σε κάθε περίπτωση η αποτελεσματικό- I τητα της αυτοκρατορικής διακυβέρνησης είναι ρυθμιστική και ί όχι συντακτική, ούτε καν όταν οι επιπτώσεις της είναι μακρο χρόνιες. Οι πλεονασμοί του αυτοκρατορικού προστάγματος διαμορφώνουν στην καλύτερη περίπτωση το χρονικό που κατα- λ γράφει τον πολιτικό βίο, ή μάλλον την πλέον ασθενή και επα-1 ναληπτική εικόνα των προσδιορισμών του Είναι. Οι βασιλικές προνομίες της αυτοκρατορικής διακυβέρνησης, το μονοπώλιό που διαθέτει επί της βόμβας, του χρήματος και του επικοινωνιακου αιθέρος, είναι απλώς καταστρεπτικές ικα νότητες και άρα δυνάμεις άρνησης. Η δράση της αυτοκρατορι-·\ κής διακυβέρνησης παρεμβαίνει στο σχέδιο του πλήθους να ; συρράψει τη δυνητικότητα και τη δυνατότητα μόνο διακόπτον- ·: τας και επιβραδύνοντάς το. Από αυτήν την άποψη, η αυτοκρα- , τορία επηρεάζει την πορεία της ιστορικής κίνησης, αλλά δεν μπορεί γι’ αυτόν το λόγο να οριστεί ως μια θετική ικανότητα ' -τουναντίον, η νομιμότητα του προστάγματος της όλο και πε ρισσότερο υποσκάπτεται από αυτές τις κινήσεις. Όταν η δράση της Αυτοκρατορίας αποβαίνει αποτελεσματι κή, αυτό δεν οφείλεται στη δική της δύναμη αλλά στο γεγονός ότι ωθείται από τον αντίκτυπο της αντίστασης του πλήθους εναντίον της. Θα έλεγε κανείς ότι, υπ’ αυτήν την έννοια, η
ΛΤΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
479
αντίσταση κατ’ ουσίαν προηγείται της εξουσίας.13 Όταν η αυτοκρατορική διακυβέρνηση επεμβαίνει, επιλέγει να πλήξει και να καταστρέψει τις απελευθερωτικές παρορμήσεις του πλήθους, και κατά συνέπεια προωθείται από την αντίσταση. Οι βασιλι κές επενδύσεις της Αυτοκρατορίας και όλες οι πολιτικές πρω τοβουλίες της κατασκευάζονται σύμφωνα με το ρυθμό τού Είναι του πλήθους. Με άλλα λόγια, η αποτελεσματικότητα των ρυθ μιστικών και κατασταλτικών διαδικασιών της Αυτοκρατορίας πρέπει εν τέλει να αποδοθεί στη δυνητική, συντακτική δράση του πλήθους. Η ίδια η Αυτοκρατορία δεν είναι μια θετική πραγ ματικότητα. Τη στιγμή που ενισχύεται, αυτομάτως αποδυνα μώνεται. Κάθε αυτοκρατορική δράση αποτελεί μιαν αντίδραση στην αντίσταση του πλήθους η οποία θέτει ένα νέο εμπόδιο που το πλήθος πρέπει να το υπερβεί.14 Το αυτοκρατορικό πρόσταγμα δεν παράγει τίποτε ζωτικό και τίποτε οντολογικό. Από οντολογική σκοπιά, το αυτοκρατο ρικό πρόσταγμα είναι αμιγώς αρνητικό και παθητικό. Ασφαλώς η εξουσία βρίσκεται παντού, βρίσκεται όμως παντού διότι παν τού ενεργοποιείται ο σύνδεσμος μεταξύ δυνητικότητας και δυ νατότητας, ένας σύνδεσμος ο οποίος συνιστά τη μόνη σφαίρα επιρροής του πλήθους· είναι ένα παράσιτο που αντλεί τη ζωτι κότητά του από την ικανότητα του πλήθους να δημιουργεί διαρκώς νέες πηγές ενέργειας και αξίας. Εντούτοις, ένα παρά σιτο που απομυζά την ικμάδα του ξενιστή του, μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την ίδια την ύπαρξή του. Η λειτουργία της αυτοκρατορικής εξουσίας είναι αναπόδραστα συνδεδεμένη με την παρακμή της.
Νομαδισμός και επιμειξία Ο οντολογικός ιστός της Αυτοκρατορίας κατασκευάζεται από την πέραν του μέτρου δραστηριότητα του πλήθους και τις δυ νητικές του δυνάμεις. Αυτές οι δυνητικές, συντακτικές δυνάμεις συγκρούονται αδιάκοπα με τη συντεταγμένη δύναμη της Αυτο κρατορίας. Είναι καθ’ όλα θετικές, εφόσον η τάση «εναντίωσής»
480
MICHAEL HARDT
ANTONIO NEGBL
τους είναι στάση «υποστήριξης», με άλλα λόγια, είναι μια αντΜ στάση η οποία γίνεται αγάπη και κοινότητα. Βρισκόμαστε το*·:, ποθετημένοι ακριβώς σε εκείνον τον αρμό της άπειρης περατότητας ο οποίος συνδέει το δυνητικό με το δυνατό, αποδυόμενοι? στη μετάβαση από την επιθυμία σε ένα επερχόμενο μέλλον. '· Αυτή η οντολογική σχέση λειτουργεί καταρχάς στο χώρο. Η · δυνητικότητα ενός παγκόσμιου χώρου συνιστά τον πρώτο προσ-ϊ διορισμό των κινήσεων του πλήθους -μια δυνητικότητα που| πρέπει να καταστεί πραγματική. Ο χώρος που απλώς μπορεί| να διασχιστεί πρέπει να μετασχηματιστεί σε έναν χώρο ζωής* η κυκλοφορία πρέπει να γίνει ελευθερία. Με άλλα λόγια, το ευ-,: κίνητο πλήθος πρέπει να επιτύχει μια παγκόσμια υπηκοότητα.; Η αντίσταση του πλήθους στη σκλαβιά -ο αγώνας εναντίον τη<£ δουλείας τού ανήκειν σε ένα έθνος, σε μια ταυτότητα και σεί έναν λαό, και άρα η αποσκίρτηση από την κυριαρχία και τα : όρια που θέτει αυτή στην υποκειμενικότητα- είναι εντελώς θε τικά. Ο νομαδισμός και η επιμειξία εμφανίζονται εδώ ως μορ φές αρετής, ως οι πρώτες ηθικές πρακτικές στο πεδίο της Αυ τοκρατορίας. Από αυτή τη σκοπιά, ο αντικειμενικός χώρος της κεφαλαιοκρατικής παγκοσμιοποίησης καταλύεται. Μόνον ένας χώρος που ζωογονείται από την υποκειμενική κυκλοφορία και μόνον ένας χώρος που καθορίζεται από τις ανεπίσχετες μετακι νήσεις (νόμιμες ή λαθραίες) των ατόμων και των ομάδων μπο ρεί να είναι πραγματικός. Οι σημερινοί πανηγυρισμοί του τοπι κού μπορεί να είναι οπισθοδρομικοί και αντιδραστικοί, ακόμη και φασιστικοί, όταν αντιτάσσονται στην κυκλοφορία και τη μείξη, ενισχύοντας έτσι τα τείχη του έθνους, της εθνοτικής ταυτότητας, της φυλής, του λαού κ.τ.ό. Η έννοια του τοπικού, εντούτοις, δεν ορίζεται κατ’ ανάγκην από την απομόνωση και την καθαρότητα. Πράγματι, αν καταλύσει κανείς τα τείχη που περιζώνουν το τοπικό (διαχωρίζοντας έτσι την έννοια από τη φυλή, τη θρησκεία, την εθνοτική ταυτότητα, το έθνος και τον λαό), μπορεί να τη συνδέσει ευθέως με το καθολικό. Το συγ κεκριμένο καθολικό είναι αυτό που επιτρέπει στο πλήθος να περνάει από τον έναν τόπο στον άλλο και να ορίσει τον δικό
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
481
του τόπο. Αυτός είναι ο κοινός τόπος του νομαδισμού και της επιμειξίας. Μέσα από την κυκλοφορία συντίθεται το κοινό αν θρώπινο είδος, ένας πολυφυλετικός Ορφέας με απεριόριστη δύ ναμη· μέσα από την κυκλοφορία συντίθεται η ανθρώπινη κοινό τητα. Έξω από κάθε διαφωτιστική νεφελοκοκκυγία ή καντιανή ονειροφαντασία, η επιθυμία του πλήθους δεν είναι το κοσμοπο λίτικο κράτος, αλλά ένα κοινό είδος.16 Ωσάν σε μια κοσμική επιφοίτηση, τα σώματα αναμειγνύονται και οι νομάδες μιλούν μια κοινή γλώσσα. Σε αυτά τα συμφραζόμενα, η οντολογία παύει να είναι μια αφηρημένη επιστήμη. Προϋποθέτει την εννοιολογική παραδοχή της παραγωγής και αναπαραγωγής τού Είναι και άρα την πα ραδοχή ότι η πολιτική πραγματικότητα συγκροτείται από την κίνηση της επιθυμίας και την έμπρακτη υλοποίηση της εργα σίας ως αξίας. Η χωρική διάσταση της οντολογίας καταδει κνύεται σήμερα μέσα από τις απτές διαδικασίες της παγκο σμιοποίησης του πλήθους, ή μάλλον της οικοδόμησης μιας κοι νότητας, της επιθυμίας για ανθρώπινη επικοινωνία. Ένα σημαντικό παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο λει τουργεί αυτή η χωρική διάσταση συνιστά η διαδικασία που σήμανε το τέλος του Τρίτου Κόσμου, καθώς και όλης της δοξα σμένης και επαίσχυντης ιστορίας των παρελθόντων αγώνων του, της δύναμης των επιθυμιών που είχαν διαποτίσει τις δια δικασίες της απελευθέρωσής του, και των πενιχρών αποτελε σμάτων που έστεψαν την όλη προσπάθεια. Οι πραγματικοί ήρωες της απελευθέρωσης του Τρίτου Κόσμου ίσως υπήρξαν οι μετανάστες και οι πληθυσμιακές ροές που κατέλυσαν παλιά και νέα σύνορα. Πράγματι, ο μετααποικιακός ήρωας είναι ένας ήρωας που συνεχώς παραβιάζει τα εδαφικά και φυλετικά στε γανά, που καταστρέφει τους τοπικισμούς και προοιωνίζεται έναν κοινό πολιτισμό. Το αυτοκρατορικό πρόσταγμα, αντίθετα, απομονώνει τους πληθυσμούς μέσα στην ένδεια και τους επι τρέπει να ενεργήσουν μόνο μέσα στο ασφυκτικό πλαίσιο των εξαρτημένων μετααποικιακών κρατών. Η έξοδος από τον τοπι κισμό, η υπέρβαση των τελωνείων και των συνόρων και η απο-
482
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI ,Ij
σκίρτηση από την κυριαρχία ήταν οι δυνάμεις που κατόρθωσαν την απελευθέρωση του Τρίτου Κόσμου. Εδώ περισσότερο από οπουδήποτε αλλού μπορούμε να αντιληφθούμε με σαφήνεια τη διαφορά που προσδιόρισε ο Marx μεταξύ χ ε ιρ α φ έ τ η σ η ς και α π ελευ θ έρ ω σ η ς .Π Η χειραφέτηση είναι η είσοδος νέων εθνών και λαών στην αυτοκρατορική κοινωνία του ελέγχου, με τις νέ ες ιεραρχίες και κατατμήσεις της· η απελευθέρωση, απεναν τίας, σημαίνει την κατάλυση των συνόρων και των σχημάτων της εξαναγκαστικής μετανάστευσης, την επανιδιοποίηση του χώρου, και τη δύναμη του πλήθους να καθορίζει την πλανητι κή κυκλοφορία και μείξη των ατόμων και των πληθυσμών. Η έννοια του Τρίτου Κόσμου, που κατασκευάστηκε από την αποικιοκρατία και τον ιμπεριαλισμό των εθνικών κρατών και κατόπιν βρέθηκε παγιδευμένος στις αρπάγες του ψυχρού πολέμου, καταστρέφεται όταν συντρίβονται οι παλιοί κανόνες της πολιτικής πειθαρχίας που επέβαλλε το νεωτερικό κράτος (και οι συνακόλουθοι μηχανισμοί γεωγραφικής ή εθνοτικής ρύθμισης των πληθυσμών). Καταστρέφεται όταν σε όλη την έκταση του οντολογικού πεδίου της παγκοσμιοποίησης ο πιο κατατρεγμένος γίνεται το ισχυρότερο Είναι, γιατί η νέα νομαδική του μοναδικότητα είναι η πιο δημιουργική δύναμη, και η προς κάθε κατεύθυνση κίνηση της επιθυμίας του είναι αφ’ εαυτής η επερχόμενη απελευθέρωση. Η δύναμη του κυκλοφορείν είναι ο βασικός προσδιορισμός της δυνητικότητας του πλήθους, και η κυκλοφορία είναι η πρώ τη ηθική πράξη της αντιαυτοκρατορικής οντολογίας. Αυτή η οντολογική πτυχή της βιοπολιτικής κυκλοφορίας και μείξης το νίζεται ακόμη περισσότερο όταν την αντιδιαστείλουμε με άλλες σημασίες που αποδίδονται στη μετανεωτερική κυκλοφορία, όπως οι αγοραίες ανταλλαγές ή η ταχύτητα της επικοινωνίας. Αυτές οι πτυχές της ταχύτητας και της κυκλοφορίας ανήκουν μάλλον στη βία του αυτοκρατορικού προστάγματος.18 Οι ανταλ λαγές και η επικοινωνία που κυριαρχούνται από το κεφάλαιο εντάσσονται στη λογική του, και μόνο μια ριζική πράξη αντίστάσης μπορεί να συλλάβει και πάλι την παραγωγική έννοια
,
1 : ' \ 1 i
! ί , ι
j
'
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
483
της νέας κινητικότητας και υβριδικότητας των οποκειμένων και να πραγματώσει την απελευθέρωσή τους. Αυτή η ρήξη, και μόνον αυτή, μας μεταφέρει στο οντολογικό πεδίο του πλήθους και στο πεδίο όπου η κυκλοφορία και η υβριδικοποίηση είναι βιοπολιτικές. Η βιοπολιτική κυκλοφορία επικεντρώνεται στους αποχρώντες προσδιορισμούς των δραστηριοτήτων της παραγω γής, της αυτοαξιοποίησης και της ελευθερίας, και τους αποθε ώνει. Η κυκλοφορία είναι η παγκόσμια έξοδος, ή μάλλον ο παγ κόσμιος νομαδισμός· και είναι μια σωματική έξοδος, ή μάλλον μια επιμειξία.
Γενική διάνοια και βιοεξουσία Επιμείναμε προηγουμένως στη σπουδαιότητα και τους περιορι σμούς της έννοιας της «γενικής διάνοιας» που επεξεργάστηκε ο Marx (κεφάλαιο 2.1). Σε κάποιο συγκεκριμένο σημείο της κε φαλαιοκρατικής ανάπτυξης, το οποίο ο Marx διέβλεψε απλώς ως απώτερο μέλλον, οι δυνάμεις της εργασίας διαποτίζονται από τις δυνάμεις της επιστήμης, της επικοινωνίας και της γλώσσας. Η γενική διάνοια είναι μια συλλογική, κοινωνική ευ φυΐα δη μιουργούμενη από συσσωρευμένες γνώσεις, τεχνικές και τεχνογνωσίες. Η αξία της εργασίας υλοποιείται έτσι από μια νέα καθολική και συγκεκριμένη εργατική δύναμη μέσα από την ιδιοποίηση και την ελεύθερη χρήση των νέων παραγωγι κών δυνάμεων. Αυτό που ο Marx είδε ως μέλλον είναι η σημε ρινή εποχή. Ο ριζικός μετασχηματισμός της εργατικής δύναμης και η ενσωμάτωση της επιστήμης, της επικοινωνίας και της γλώσσας στην παραγωγική δύναμη αναπροσδιόρισαν ολόκληρη τη φαινομενολογία της εργασίας και τον παγκόσμιο ορίζοντα της παραγωγής. Το μειονέκτημα του λόγου περί γενικής διανοίας είναι ότι διατρέχει τον κίνδυνο να περιοριστεί αποκλειστικά στο επίπεδο της σκέψης, ωσάν οι νέες δυνάμεις της εργασίας να ήταν μό νον διανοητικές, όχι όμως και σωματικές (κεφάλαιο 3.4). Όπως είδαμε προηγουμένως, υπάρχουν νέες δυνάμεις και νέες θέσεις
484 MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI j* --------------------------------------------------------------------------------------------------------
συναισθηματικής εργασίας, οι οποίες χαρακτηρίζουν την έργατική δύναμη στον ίδιο βαθμό που τη χαρακτηρίζει και η δια- ■< νοητική εργασία. Η βιοεξουσία ονοματοδοτεί αυτές τις παρα γωγικές ικανότητες του βίου που είναι εξίσου διανοητικές και σωματικές. Οι δυνάμεις της παραγωγής είναι στην πραγματι κότητα σήμερα καθ’ όλα βιοπολιτικές· με άλλα λόγια, διαποτί-; ζουν και συγκροτούν άμεσα όχι μόνο την παραγωγή αλλά και ολόκληρη τη σφαίρα της αναπαραγωγής. Η βιοεξουσία γίνεται, συντελεστής της παραγωγής όταν ολόκληρο το πλαίσιο της] αναπαραγωγής υπάγεται στην κεφαλαιοκρατική εξουσία, όταν , δηλαδή αυτή καθαυτή η αναπαραγωγή και οι ζωτικές σχέσεις ί που τη συγκροτούν γίνονται άμεσα παραγωγικές. Η βιοεξουσία , είναι μια άλλη ονομασία για την πραγματική υπαγωγή της κοι- 1 νωνίας στο κεφάλαιο και αμφότερες είναι συνώνυμα της παγ- ] κοσμιοποιημένης παραγωγικής τάξης. Η παραγωγή πληρώνει ] τις επιφάνειες της Αυτοκρατορίας- είναι ένας μηχανισμός γεμ ά -" τος ζωή, μια ευφυή ζωή η οποία, εκφραζόμενη στην παραγωγή και την αναπαραγωγή, αλλά και στην κυκλοφορία (της έργα- . σίας, των συναισθημάτων και των γλωσσών), σφραγίζει την κοινωνία με ένα νέο συλλογικό νόημα και εντοπίζει την αρετή και τον πολιτισμό μέσα στη συνεργασία. Οι δυνάμεις της επιστήμης, της γνώσης, του συναισθήματος ; και της επικοινωνίας είναι οι πρωταρχικές δυνάμεις που συγ κροτούν την ανθρωπολογική μας δυνητικότητα και αναπτύσ σονται στις επιφάνειες της Αυτοκρατορίας. Αυτή η ανάπτυξη : εκτείνεται στις γενικές γλωσσικές περιοχές που χαρακτηρίζουν τις διασταυρώσεις της παραγωγής με τη ζωή. Η εργασία γίνε ται όλο και πιο άυλη και υλοποιεί την αξία της μέσα από μια μοναδική και διαρκή διαδικασία καινοτομίας στον τομέα της παραγωγής- είναι όλο και περισσότερο ικανή να αναλώσει ή να χρησιμοποιήσει τις υπηρεσίες της κοινωνικής αναπαραγωγής με τρόπο ολοένα πιο εκλεπτυσμένο και αλληλοδραστικό. Η ευ φυΐα και το συναίσθημα (ή μάλλον ο νους στον ίδιο βαθμό με το σώμα), τη στιγμή ακριβώς που γίνονται οι πρωταρχικές πα ραγωγικές δυνάμεις, προκαλούν την ταύτιση της παραγωγής
ΑΤΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
485
και της ζωής στο πεδίο όπου λειτουργούν, γιατί η ζωή δεν εί ναι τίποτε άλλο από την παραγωγή και αναπαραγωγή ενός συ νόλου σωμάτων και νοών. Η σχέση μεταξύ παραγωγής και ζωής έχει συνεπώς μετα βληθεί, έτσι που πλέον έχει εξ ολοκλήρου αντιστραφεί όσον αφορά την αντίληψη που έχει γι’ αυτήν η επιστήμη της πολι τικής οικονομίας. Η ζωή πλέον δεν παράγεται στους κύκλους της αναπαραγωγής οι οποίοι υποτάσσονται στην εργάσιμη ημέ ρα· τουναντίον, η ζωή είναι αυτό που διαποτίζει και κυριαρχεί σε όλη την παραγωγή. Πράγματι, η αξία της εργασίας και της παραγωγής καθορίζονται βαθιά μέσα στα σπλάχνα της ζωής. Η βιομηχανία δεν παράγει πλεόνασμα άλλο από αυτό που παράγεται από την κοινωνική δραστηριότητα -και αυτός είναι ο λό γος που, θαμμένη μέσα στο τεράστιο κήτος της ζωής, η αξία είναι πέραν του μέτρου. Δεν θα υπήρχε πλεόνασμα, αν η παρα γωγή δεν ζωογονούνταν εξ ολοκλήρου από την κοινωνική ευ φυΐα, από τη γενική διάνοια και ταυτόχρονα από τις συναισθη ματικές εκφράσεις που καθορίζουν τις κοινωνικές σχέσεις και κυβερνούν τις αρθρώσεις του κοινωνικού Είναι. Το πλεόνασμα της αξίας καθορίζεται σήμερα από τα συναισθήματα, τα σώμα τα που διαποτίζονται από τη γνώση, την ευφυΐα του νου και την καθαρή δύναμη του ενεργείν. Η παραγωγή εμπορευμάτων τείνει να ολοκληρώνεται αποκλειστικά διαμέσου της γλώσσας, όπου λέγοντας γλώσσα εννοούμε μηχανισμούς ευφυΐας οι οποίοι ανανεώνονται διαρκώς από τα συναισθήματα και τα υποκειμε νικά πάθη.19 Θα έπρεπε να έχει καταστεί σαφές σε τούτο το σημείο τι συγκροτεί την κοινω νικ ή σ υ νερ γα σ ία εδώ, στις επιφάνειες της αυτοκρατορικής κοινωνίας: οι συνεργίες της ζωής, ή μάλλον οι παραγωγικές εκφάνσεις της γ υ μ ν ή ς ζω ής. Ο Giorgio Agamben έχει χρησιμοποιήσει τον όρο «γυμνή ζωή» για να αναφερθεί στο αρνητικό όριο της ανθρωπότητας και να εκθέσει πίσω από τις πολιτικές αβύσσους που έχει κατασκευάσει ο νεωτερικός ολο κληρωτισμός τις (κατά το μάλλον ή ήττον ηρωικές) συνθήκες της ανθρώπινης παθητικότητας.20 Εμείς θα λέγαμε, αντίθετα,
486
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
ότι μέσα από τις θηριωδίες που διέπραξαν θέλοντας να αφαιρέσουν από τα ανθρώπινα όντα και την ελάχιστη ικμάδα γυμνής ζωής, ο φασισμός και ο ναζισμός προσπάθησαν μάταια να κα ταστρέψουν την τεράστια δύναμη που μπορούσε να αποτελέσει αυτή η γυμνή ζωή και να εξαλείψουν τη μορφή με την οποία συσσωρεύονται οι νέες δυνάμεις της παραγωγικής συνεργασίας του πλήθους. Θα μπορούσε κανείς να πει, σύμφωνα με αυτή την ιδέα, ότι τα αντιδραστικά παραληρήματα του φασισμού και του : ναζισμού εξαπολύθηκαν όταν το κεφάλαιο ανακάλυψε πως η κοινωνική συνεργασία δεν ήταν πλέον το αποτέλεσμα της επένδυσης του κεφαλαίου, αλλά μάλλον μια αυτόνομη δύναμη,; το a priori κάθε παραγωγικής πράξης. Όταν η ανθρώπινη δύ- ; ναμη εμφανίζεται αμέσως ως μια αυτόνομη, συνεργατική συλ λογική δύναμη, η κεφαλαιοκρατική προϊστορία φτάνει στο τέ λος της. Με άλλα λόγια, η κεφαλαιοκρατική προϊστορία τελει ώνει, όταν η κοινωνική και υποκειμενική συνεργασία παύει πλέον να είναι προϊόν και καθίσταται προϋπόθεση, όταν η γυ μνή ζωή περιβάλλεται το μεγαλείο μιας παραγωγικής δύναμης, ή μάλλον όταν εμφανίζεται ως ο πλούτος της δυνητικότητας. Οι επιστημονικές, συναισθηματικές και γλωσσικές δυνάμεις του πλήθους μετασχηματίζουν επιθετικά τις συνθήκες της κοι νωνικής παραγωγής. Το πεδίο στο οποίο οι παραγωγικές δυνά μεις περιέρχονται και πάλι στην κατοχή του πλήθους είναι ένα πεδίο ριζικών μεταμορφώσεων -η σκηνή ενός δημιουργικού εγ χειρήματος. Το εγχείρημα αυτό συνίσταται προπάντων σε μια πλήρη αναθεώρηση της παραγωγής της συνεργατικής υποκει μενικότητας· συνίσταται, δηλαδή, σε μια πράξη σύμμειξης και υβριδικοποίησης με τις μηχανές που το πλήθος έχει επανιδιοποιηθεί και επανεφεύρει· συνίσταται, ως εκ τούτου, σε μια έξο δο που δεν είναι μόνο χωρική αλλά και μηχανική, υπό την έν νοια ότι το υποκείμενο μετασχηματίζεται σε (και βρίσκει τη συνεργασία που το συγκροτεί πολλαπλασιασμένο στη) μηχανή. Αυτή είναι μια νέα μορφή εξόδου, μια έξοδος προς (ή μαζί με) τη μηχανή -μια μηχανογενής έξοδος.21 Η ιστορία του νεωτερικού εργάτη και του υποκειμένου της νεωτερικής κυριαρχίας
r
ΛΠΌΚΡΑΤΟΡΙΑ
487
ήδη περιλαμβάνει μια μακρά σειρά μηχανογενών μεταμορφώ σεων, η υβριδικοποίηση όμως των ανθρώπων και των μηχανών δεν καθορίζεται πλέον από τη γραμμική πορεία που ακολου θούνταν κατά τη νεωτερική περίοδο. Έχουμε φτάσει στη στιγ μή που η εξουσιαστική σχέση η οποία είχε κυριαρχήσει στις υβριδικοποιήσεις και τις μηχανογενείς μεταμορφώσεις μπορεί πλέον να αντιστραφεί. Ο Marx αναγνώρισε ότι η σύγκρουση μεταξύ εργατών και μηχανών ήταν μια ψευδοσύγκρουση: «Χρειάστηκε τόσο χρόνο όσο και εμπειρία πριν οι εργάτες μά θουν να διακρίνουν μεταξύ των μηχανών και της χρησιμοποίη σής τους από το κεφάλαιο, και μετατοπίσουν τις επιθέσεις τους από τα υλικά όργανα της παραγωγής στη μορφή της κοινωνίας που χρησιμοποιούσε αυτά τα όργανα.»22 Τώρα οι νέες δυνητικότητες, η γυμνή ζωή του παρόντος, έχουν την ικανότητα να ανα λάβουν τον έλεγχο των διαδικασιών της μηχανογενους μετα μόρφωσης. Στην Αυτοκρατορία ο πολιτικός αγώνας για τον ορι σμό της μηχανογενούς δυνητικότητας, ή μάλλον για τις εναλ λακτικές οδούς του περάσματος από το δυνητικό στο πραγμα τικό, συνιστά ένα κεντρικό μέτωπο του αγώνα. Αυτό το νέο πε δίο της παραγωγής και της ζωής ανοίγει για την εργασία ένα μέλλον μεταμορφώσεων που η υποκειμενική συνεργασία μπορεί και πρέπει να το ελέγξει ηθικά, πολιτικά και παραγωγικά.
Res Cestae/Machinae Τα τελευταία χρόνια έχει γίνει πολύς λόγος για το τέλος της ιστορίας, και έχουν ε π ίσ η ς εκφραστεί πολλές δικαιολογημένες ενστάσεις στους αντιδραστικούς πανηγυρισμούς ενός τέτοιου τέ λους το οποίο θα θεωρούσε ως αιώνιο το τρέχον εξουσιαστικό καθεστώς. Είναι ασφαλώς αλήθεια, μολαταύτα, ότι στη νεωτερικότητα η εξουσία του κεφαλαίου και οι θεσμοί της κυριαρχίας που επιβάλλει είχαν ένα στέρεο έρεισμα στην ιστορία και ασκούσαν την εξουσία τους πάνω στην ιστορική διαδικασία. Στην εποχή της μετανεωτερικότητας, οι δυνητικές δυνάμεις του πλήθους σηματοδοτούν το τέλος αυτής της εξουσίας και
488
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI j
■i
των θεσμών της. Α υ τ ή η ιστορία έχει τελειώσει. Η κεφαλαιο κρατική εξουσία αποκαλύπτεται ως μεταβατική περίοδος. Και ' όμως, αν η υπερβατική τελεολογία που κατασκεύασε η κεφα λαιοκρατική νεωτερικότητα πνέει τα λοίσθια, πώς μπορεί το πλήθος να ορίσει αντ’ αυτής ένα υλιστικό τέλος;23 Θα μπορέσουμε να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα μόνον αφού επιχειρήσουμε μια φαινομενολογική και ιστορική ανάλυση της σχέσης μεταξύ δυνητικότητας και δυνατότητας, δηλαδή αφού απαντήσουμε στο ερώτημα αν, πώς και πότε η δυνητικότητα του πλήθους περνάει μέσα από την πιθανότητα και καταλήγει να γίνει πραγματικότητα. Η οντολογία του δυνατού εί ναι υπ’ αυτήν την έννοια το κεντρικό πεδίο της ανάλυσης. Αυ τή η προβληματική έχει τεθεί από πολλούς συγγραφείς, από τον Lukacs μέχρι τον Benjamin, από τον Adorno μέχρι τον ύστερο Wittgenstein, από τον Foucault μέχρι τον Deleuze, και ουσιαστικά απ’ όλους εκείνους που έχουν αποδεχτεί το λυκόφως της νεωτερικότητας. Όμως σε όλες αυτές τις περιπτώσεις το ερώτημα είχε να αντιμετωπίσει υπέρμετρα μεταφυσικά εμπό δια. Γι’ αυτό και σήμερα μπορούμε να διαπιστώσουμε πόσο ισχνές ήταν οι απαντήσεις τους σε σχέση με το μέγεθος του ερωτήματος. Το σίγουρο είναι ότι η σημερινή προβληματική δεν διατρέχει τον κίνδυνο να μιμηθεί τα παλιά μοντέλα της με ταφυσικής παράδοσης, ακόμη και τα πλέον ισχυρά από αυτά. Αν είναι να υπάρξει κάποια λύση στο πρόβλημα, αυτή δεν μπο ρεί παρά να είναι υλική και εκρηκτική. Ενώ στην αρχή την προσοχή μας την τράβηξε η ένταση των στοιχείων της δυνητι κότητας που συγκροτούσαν το πλήθος, τώρα πρέπει να εστιά σουμε στην υπόθεση ότι αυτές οι δυνητικότητες συσσωρεύονται και αγγίζουν έναν ουδό πραγμάτωσης, ανάλογης με τη δύναμή τους. Υπ’ αυτήν την έννοια μιλάμε για γενική διάνοια και για την άρθρωσή της σε γνώση, συναίσθημα και συνεργασία· και ομοίως υπ’ αυτήν την έννοια μιλάμε για τις ποικίλες μορφές της συλλογικής εξόδου εκείνων των νομαδικών κινήσεων του πλήθους που ιδιοποιούνται χώρους και τους ανανεώνουν. Εδώ έχουμε να κάνουμε με δύο περάσματα. Το πρώτο συνί-
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
489
σταται στο ότι η δυνητικότητα ολοποιεί το πεδίο των r e s Η δυνητικότητα βγαίνει στο προσκήνιο και αποδεικνύει ότι έχει λήξει οριστικώς η ικανότητα της h is to r ia r e r u m g e sta ru m να εξουσιάζει τις ενεργές δυνητικές μοναδικότητες. Αυτή είναι η h is to r ia που τελειώνει όταν οι νέες δυνητικότητες αναδύονται ως ισχυρές και απελευθερώνονται από ένα Είναι το οποίο έχει επενδυθεί ηγεμονικά από το κεφάλαιο και τους θε σμούς του. Σήμερα μόνο τα r e s g e s ta e είναι φορτισμένα με ιστορικές ικανότητες, ή μάλλον σήμερα δεν υπάρχει ιστορία, μόνον ιστορικότητα. Το δεύτερο πέρασμα συνίσταται στο ότι αυτές οι μοναδικές δυνητικότητες, καθώς κατακτούν την αυτο νομία τους αποκτούν επίσης την ικανότητα της αυτοαξιοποίησης. Εκδηλώνονται ως μηχανές καινοτομίας. Δεν αρνούνται απλώς να εξουσιάζονται από τα παλιά συστήματα της αξίας και της εκμετάλλευσης, αλλά ουσιαστικά δημιουργούν τις δικές τους, μη αναγώγιμες δυνατότητες. Σε αυτό το σημείο ορίζεται το υλιστικό τέλος, θεμελιωμένο στη δράση των μοναδικοτήτων, μια τελεολογία η οποία προκύπτει από τα r e s g e s ta e και μια μορφή της μηχανογενούς λογικής του πλήθους. Τα r e s g e s ta e , οι μοναδικές δυνητικότητες που λειτουργούν στη σύνδεση μεταξύ του δυνατού και του πραγματικού, στο πρώτο πέρασμα βρίσκονται εκτός του μέτρου, ενώ στο δεύτερο πέραν του μέτρου. Οι μοναδικές δυνητικότητες, που συνιστούν τον αρμό ο οποίος συνδέει το δυνατό με το πραγματικό, εκμε ταλλεύονται και τις δύο αυτές καταστάσεις: την ύπαρξή τους εκτός του μέτρου ως όπλο καταστροφής (αποδομητικό όσον αφορά τη θεωρία και ανατρεπτικό όσον αφορά την πράξη)· και την ύπαρξή τους εκτός του μέτρου ως συντακτική δύναμη. Το δυνητικό και το δυνατό συνδυάζονται ως μη αναγώγιμη καινο τομία και ως μια επαναστατική μηχανή. g e sta e .
4.2 Γ Ε Ν Ε Σ Η Κ Α Ι Φ Θ Ο ΡΑ
Δεν μπορείς να χύσεις ούτε σταγόνα αμερικανικό αίμα χωρίς να χύσεις το αίμα ολόκληρου του κόσμου... Το αί μα μας είναι σαν την πλημμυρίδα του Αμαζόνιου, είναι φτιαγμένο από χίλια ευγενικά ρεύματα που όλα χύνονται στο ίδιο ποτάμι. Δεν είμαστε τόσο έθνος, όσο ένας ολό κληρος κόσμος· γιατί, εκτός κι αν διεκδικήσουμε- για πρόγονό μας όλο τον κόσμο, σαν τον Μελχισεδέκ, δεν έχουμε πατέρα και μητέρα... Η καταγωγή μας χάνεται μέσα στην οικουμενική πατρότητα... Είμαστε οι κληρο νόμοι όλου του χρόνου, και με όλα τα έθνη χωρίζουμε την κληρονομιά μας.
H erman M elville Η μοίρα θέλησε να βρίσκεται η Αμερική από τούδε και στο εξής στο κέντρο μάλλον παρά στην περιφέρεια του δυτικού πολιτισμού.
Walter L ippmann Δεν γίνεται να ξεφύγει κανείς από την αμερικανική υπό θεση.
L ouis-F erdinand Celine
Η θεωρία της συγκρότησης της Αυτοκρατορίας είναι ταυτόχρο να και μια θεωρία της παρακμής της, όπως ομολογείται εδώ και χιλιετίες από τους θεωρητικούς της Αυτοκρατορίας. Ήδη στην ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα, ο Θουκυδίδης, ο Τάκιτος και ο Πολύβιος εξιστόρησαν την αλληλουχία της ανόδου και της πτώσης, όπως έκαναν αργότερα οι Πατέρες της Εκκλησίας και οι θεωρητικοί του πρώιμου Χριστιανισμού. Κανένας από αυτούς τους διανοητές, όταν μιλούσε για την Αυτοκρατορία, δεν σκό πευε απλώς να επαναλάβει την κλασική θεωρία περί εναλλαγής
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
491
«θετικών» και «αρνητικών» μορφών διακυβέρνησης, γιατί η Αυτοκρατορία υπερβαίνει εξ ορισμού αυτή την εναλλαγή. Ωστό σο, η ενδογενής κρίση της έννοιας της Αυτοκρατορίας αποσα φηνίστηκε πλήρως μόνο κατά την περίοδο του Διαφωτισμού και την περίοδο της οικοδόμησης της ευρωπαϊκής νεωτερικότητας, όταν συγγραφείς όπως ο Montesquieu και ο Gibbon ανέδειξαν το πρόβλημα της παρακμής της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας σε έναν από τους κεντρικούς «τόπους» της ανάλυσης των πολιτι κών μορφών του νεότερου κυρίαρχου κράτους.1
Άνοδος και πτώση (Machiavelli) Ήδη κατά την κλασική αρχαιότητα η έννοια της Αυτοκρατο ρίας προϋπέθετε την κρίση. Η Αυτοκρατορία νοούνταν στο πλαίσιο μιας νατουραλιστικής θεωρίας των μορφών διακυβέρνη σης· και, μολονότι διακόπτει την κυκλική εναλλαγή καλών και κακών μορφών, δεν εξαιρείται από το πεπρωμένο της φθοράς της πολιτείας και του πολιτισμού ως συνόλου. Η ιστορία κυ ριαρχείται από την «Τύχη» (τη Μοίρα, το Πεπρωμένο), η οποία κατά καιρούς καταστρέφει αναπόδραστα την τελειότητα που επιτυγχάνει η Αυτοκρατορία. Από τον Θουκυδίδη ώς τον Τάκιτο και από την Αθήνα στη Ρώμη, η αναγκαία ισορροπία μεταξύ των μορφών του κοινού βίου και του προστάγματος το ποθετούνταν σε αυτό το γραμμικό πεπρωμένο. Οι αναλύσεις του Πολύβιου για τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία διέρρηξαν κάθε δεσμό με αυτή την αντίληψη περί κυκλικού χαρακτήρα της ιστορικής εξέλιξης, σύμφωνα με την οποία η ανθρώπινη κατασκευή του πολιτικού μεταπίπτει διαρκώς από τις καλές στις κακές μορ φές πολιτείας και εξουσίας: από τη μοναρχία στην τυραννίδα, από την αριστοκρατία στην ολιγαρχία και από τη δημοκρατία στην αναρχία, και κατόπιν να αρχίζει έναν νέο κύκλο. Ο Πολύ βιος υποστήριξε ότι η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία αποσπάστηκε από αυτόν τον κύκλο δημιουργώντας μια σύνθεση των καλών μορφών εξουσίας (βλ. κεφάλαιο 3.5). Έτσι η Αυτοκρατορία νο είται όχι τόσο ως κυριαρχία επί του καθολικού χώρου και χρό
492
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGR
νου, όσο ως μια κίνηση που συνενώνει τους χώρους και τις χρο νικότητες με τη συμβολή των κοινωνικών δυνάμεων οι οποίε επιδιώκουν να αποδεσμευθοόν από τον φυσικό κυκλικό χαρα κτήρα του χρόνου της ιστορίας. Η υπέρβαση της γραμμής τοι πεπρωμένου μπορεί εντούτοις να αποβεί αβέβαιη. Η σύνθεσι των καλών μορφών διακυβέρνησης, η κυβέρνηση της πολιτική» αρετής, μπορεί να αψηφήσει το πεπρωμένο, δεν μπορεί όμως vc το αντικαταστήσει. Η κρίση και η παρακμή είναι προσδιορι σμοί που πρέπει να υπερνικούνται καθημερινά. Την εποχή του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, συγγραφείς όπω< ο Montesquieu και ο Gibbon απέρριψαν αυτή τη νατουραλιστική σύλληψη της διαδικασίας. Η παρακμή της Αυτοκρατο ρίας εξηγήθηκε από τη σκοπιά της κοινωνικής επιστήμης, ωι επακόλουθο της αδυναμίας να έχουν διάρκεια οι ιστορικές και κοινωνικές κατασκευές του πλήθους και η αρετή των ηρώων της. Ως εκ τούτου, η φθορά και η παρακμή της Αυτοκρατορίας δεν αποτελούσαν φυσικό προαπαιτούμενο, το οποίο καθοριζόταν από το κυκλικό πεπρωμένο της ιστορίας, αλλά μάλλον ήταν απότοκο της ανθρώπινης αδυναμίας (ή τουλάχιστον, της μεγά λης δυσκολίας) διακυβέρνησης ενός απεριόριστου χωρόχρονου. Η απεραντοσύνη της Αυτοκρατορίας υπονόμευε την ικανότητα να λειτουργήσουν και να διαρκέσουν οι καλοί θεσμοί. Μολα ταύτα, η Αυτοκρατορία ήταν ένα τέλος προς το οποίο κατέτειναν η επιθυμία και η πολιτική αρετή του πλήθους και οι αν θρώπινες δυνατότητές του να παραγάγει ιστορία. Ή ταν μια επισφαλής κατάσταση, η οποία δεν μπορούσε να υποστηρίξει τον απεριόριστο χωρόχρονο, αλλά αντίθετα περιόριζε τους κα θολικούς στόχους της διακυβέρνησης σε πεπερασμένες πολιτι κές και κοινωνικές διαστάσεις. Οι συγγραφείς του Διαφωτισμού μάς είπαν ότι η διακυβέρνηση που εγγίζει την τελειότητα θα οικοδομηθεί με μετριοπάθεια, καλύπτοντας περιορισμένο χωρό χρονο. Μεταξύ της Αυτοκρατορίας και της πραγματικότητας του προστάγματος υπήρχε ως εκ τούτου μια αντίφαση αρχών, η οποία αναπόφευκτα θα προκαλούσε κρίσεις. Ο Machiavelli, ανατρέχοντας στη σύλληψη των αρχαίων
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
I
; ΐ
! 1
m
και προεξοφλώντας εκείνη των νεότερων, είναι όντως αυτός που μας παρέχει την πληρέστερη εξεικόνιση του παραδόξου της Αυ τοκρατορίας.2 Αποσαφήνισε την προβληματική διαχωρίζοντάς την τόσο από το φυσικοποιητικό πεδίο των αρχαίων όσο και από το κοινωνιολογικό πεδίο των νεοτέρων, παρουσιάζοντάς τη μάλλον στο πεδίο της εμμένειας και της αμιγούς πολιτικής, Στον Machiavelli, η εκτεταμένη διακυβέρνηση προωθείται με τη διαλεκτική των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων της Πολιτείας. Μόνον εκεί όπου οι κοινωνικές τάξεις και οι πολιτι κές τους εκφράσεις εκδηλώνονται σε μια ανοιχτή και συνεχή διαπλοκή αντίπαλων δυνάμεων, συνδυάζονται η ελευθερία με την επέκταση, και κατά συνέπεια μόνον εκεί καθίσταται εφι κτή η Αυτοκρατορία. Δεν υπάρχει έννοια της Αυτοκρατορίας, μας λέει ο Machiavelli, που να μην είναι ταυτόχρονα μια κατηγορηματικώς εκτεταμένη σύλληψη της ελευθερίας. Ακριβώς σε αυτήν τη διαλεκτική της ελευθερίας, συνεπώς, εδρεύουν τα στοιχεία της φθοράς και της καταστροφής. Όταν ο Machiavelli πραγματεύεται την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, εστιάζει κατά πρώτο λόγο στην κρίση της πολιτικής θρησκεί ας, ή μάλλον στην παρακμή της κοινωνικής σχέσης που είχε συνενώσει τις διαφορετικές ιδεολογικές κοινωνικές δυνάμεις και τους είχε επιτρέψει να συμμετάσχουν από κοινού στην ανοιχτή αλληλεπίδραση των αντίπαλων δυνάμεων. Η χριστιανική θρη σκεία είναι εκείνη που κατέστρεψε τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, καταστρέφοντας το πολιτικό πάθος που είχε διατηρήσει η ειδωλολατρική κοινωνία, τη συγκρουσιακή αλλά πιστή συμμετο χή των πολιτών στη συνεχή τελειοποίηση του πολιτεύματος και της διαδικασίας της ελευθερίας. Με αυτόν τον τρόπο η αρχαία αντίληψη περί της αναγκαί ας και φυσικής φθοράς των καλών μορφών διακυβέρνησης εκτο πίζεται ριζικά, γιατί αυτές οι καλές μορφές διακυβέρνησης μπορούν να αποτιμηθούν μόνο σε σχέση με την κοινωνική και πολιτική σχέση που οργάνωνε το πολίτευμα. Ομο,ίως εκτοπίζε ται και η αντίληψη σχετικά με την κρίση του απεριόριστου και ανεξέλεγκτου χωρόχρονου την οποία προέβαλαν ο Διαφωτισμός
L
Γ
494
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGR:
και η νεωτερικότητα, γιατί και αυτή οδηγούσε πίσω στη σφαί ρα της πολιτικής δύναμης: αποκλειστικά και μόνο σε αυτή τ» βάση μπορούν να αποτιμηθούν ο χώρος και ο χρόνος. Η εναλ λαγή λοιπόν δεν εστιάζεται μεταξύ διακυβέρνησης και φθοράς ή μεταξύ Αυτοκρατορίας και παρακμής, αλλά μεταξύ αφ’ ενόι της κοινωνικά εδραιωμένης και εκτεταμένης διακυβέρνησης δηλαδή της «πολιτικής» και «δημοκρατικής» διακυβέρνησης και αφ’ ετέρου κάθε άλλης πρακτικής του κυβερνάν η οποί: θεμελιώνει την εξουσία της στην υπερβατικότητα και την κα ταστολή. Σε τούτο το σημείο πρέπει να διευκρινίσουμε πως όταν μιλάμε για «πολιτεία» ή για «δημοκρατία» εντός εισάγω γικών ως βάση για την εκτεταμένη δραστηριότητα της Πολι τείας και ως μόνη πιθανότητα για μια Αυτοκρατορία με διάρ κεια στο χρόνο, εισάγουμε μια έννοια συμμετοχής η οποία συν δέεται με τη ζωτικότητα ενός πληθυσμού και με την ικανότη τά του να παράγει μια διαλεκτική αντίπαλων δυνάμεων -μιι έννοια, κατά συνέπεια, που ελάχιστα έχει να κάνει με την κλα σική ή τη νεωτερική έννοια της δημοκρατίας. Ακόμη και οι βα σιλείες του Τζένγκις Χαν και του Ταμερλάνου ήταν από αυτί την άποψη σε κάποιο βαθμό «δημοκρατικές», όπως «δημοκρα τικές» ήταν και οι λεγεώνες του Ιούλιου Καίσαρα, οι στρατιέ του Ναπολέοντα και τα στρατεύματα του Στάλιν και του Αϊ ζενχάουερ, εφόσον καθένα τους καθιστούσε δυνατή τη συμμε τοχή ενός πληθυσμού ο οποίος υποστήριζε την επεκτατικι δράση της «δημοκρατίας». Το βασικότερο σημείο όλων αυτώ' των περιπτώσεων, και της γενικής έννοιας της Αυτοκρατορίας είναι να επιβεβαιωθεί ένα πεδίο εμμένειας. Η εμμένεια ορίζετα ως απουσία κάθε εξωτερικού ορίου από τις τροχιές της δράση του πλήθους, και συνδέεται μόνον, στις καταφάσεις και τις κα ταστροφές της, με καθεστώτα δυνατότητας που συγκροτούν τι σχηματισμό και την ανάπτυξή της. Εδώ βρισκόμαστε να έχουμε επιστρέφει στην καρδιά το παραδόξου με το οποίο κάθε θεωρία περί της Αυτοκρατορία συλλαμβάνει τη δυνατότητα της παρακμής της -τώρα όμω μπορούμε να αρχίσουμε να το εξηγούμε. Αν η Αυτοκρατορία εί
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
495
ναι πάντοτε μια απόλυτη θετικότητα, η υλοποίηση μιας κυβέρ νησης του πλήθους και ένας απολύτως εμμενής μηχανισμός, τό τε εκτίθεται στην κρίση ακριβώς στο πεδίο αυτού του ορισμού, και όχι επειδή την αντιστρατεύεται κάποια άλλη αναγκαιότη τα ή υπερβατικότητα. Η κρίση είναι το σημάδι μιας εναλλα κτικής δυνατότητας στο επίπεδο της εμμένειας -μια κρίση η οποία δεν είναι αναγκαία, αλλά είναι πάντοτε δυνατή. Ο Machiavelli μας βοηθά να κατανοήσουμε αυτή την εμμενή, συν τακτική και οντολογική έννοια της κρίσης. Μόνο στην πα ρούσα κατάσταση, εντούτοις, καθίσταται απόλυτα σαφής η συ νύπαρξη της κρίσης και του επιπέδου της εμμένειας. Αφ’ ης στιγμής οι χωροχρονικές διαστάσεις της πολιτικής δράσης δεν συνιστούν πλέον τα όρια αλλά τους δομικούς μηχανισμούς της αυτοκρατορικής διακυβέρνησης, η συνύπαρξη του θετικού και του αρνητικού στο πεδίο της εμμένειας διαμορφώνεται πλέον ως μια ανοιχτή εναλλαγή. Σήμερα, οι ίδιες κινήσεις και τάσεις συγκροτούν τόσο την άνοδο όσο και την πτώση της Αυτοκρα τορίας.
Finis Europae (Wittgenstein) Η συνύπαρξη του αυτοκρατορικού πνεύματος με τα σημάδια της κρίσης και της παρακμής εμφανίστηκε με ποικίλες μορφές στον ευρωπαϊκό λόγο των δύο τελευταίων αιώνων, συχνά ως ένας στοχασμός είτε σχετικά με το τέλος της ευρωπαϊκής ηγε μονίας είτε σχετικά με την κρίση της δημοκρατίας και το θρίαμβο της μαζικής κοινωνίας. Έχουμε επισταμένως αναφέρει σε τούτο το βιβλίο ότι οι νεωτερικές κυβερνήσεις της Ευρώπης ανέπτυξαν όχι α υ τ ο χ ρ α τ ο ρ ιχ έ ς αλλά ιμπεριαλιστικές μορφές. Μολαταύτα η έννοια της Αυτοκρατορίας επιβίωσε στον ευρω παϊκό χώρο και το έλλειμμα πραγματοποίησής της προκαλούσε μια διαρκή ελεγειακή διάθεση. Οι διάφορες απόψεις που διατυπώθηκαν στον ευρωπαϊκό χώρο σχετικά με την Αυτοκρα τορία και την παρακμή μάς ενδιαφέρουν για δύο κυρίως λόγους: αφ’ ενός, επειδή η κρίση του ιδεώδους μιας αυτοκρατορικής Ευ-
496
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
ρώπης αποτελεί κεντρικό θέμα τους, και αφ’ ετέρου επειδή η κρίση αυτή πλήττει εκείνο ακριβώς το κρυφό σημείο του ορι σμού της Αυτοκρατορίας στο οποίο εδρεύει η έννοια της δημο κρατίας. Ένα άλλο στοιχείο που πρέπει να έχουμε υπόψη μας εδώ είναι η οπτική από την οποία διατυπώθηκαν αυτές οι από ψεις: μια οπτική που υιοθετεί το ιστορικό δράμα της πτώσης της Αυτοκρατορίας από τη σκοπιά μιας συλλογικά βιωμένης εμπειρίας. Το μοτίβο της κ ρ ίσ η ς τη ς Ε υρ ώ π η ς μεταφράστηκε σε έναν λόγο περί παρακμής της Αυτοκρατορίας και συνδέθη κε με την κρίση της δημοκρατίας, καθώς και με τις μορφές συ νείδησης και αντίστασης που υποδηλώνει αυτή η κρίση. . Ο Alexis de Tocqueville ήταν ίσως ο πρώτος που έθεσε το πρόβλημα με αυτούς τους όρους. Η ανάλυσή του για τη μαζική δημοκρατία στις Ηνωμένες Πολιτείες, με το πνεύμα της πρω τοβουλίας και της επέκτασης που τη διακρίνει, τον οδήγησε στην πικρή και προφητική παραδοχή της αδυναμίας των ευρω παϊκών ελίτ να διατηρήσουν την ηγετική θέση τους στον παγ κόσμιο πολιτισμό.3 Ο Hegel είχε ήδη διαβλέψει κάτι ανάλογο: «Η Αμερική είναι... η χώρα του μέλλοντος, και η κοσμοϊστορική σημασία της μένει ακόμη να αποκαλυφθεί στους αιώνες που έρχονται... Είναι μια χώρα της επιθυμίας για όλους εκεί νους που έχουν κουραστεί από το ιστορικό οπλοστάσιο της γηραιάς Ευρώπης.»4 Ο Tocqueville, εντούτοις, αντελήφθη αυτή τη μετάβαση με πολύ βαθύτερο τρόπο. Η αιτία της κρίσης του ευρωπαϊκού πολιτισμού και των αυτοκρατορικών πρακτικών του έγκειται στο ότι η ευρωπαϊκή αρετή -ή μάλλον η αριστο κρατική της ηθική, οργανωμένη μέσα στους θεσμούς της νεωτερικής κυριαρχίας- αδυνατεί να συμβαδίσει με τις ζωτικές δυ νάμεις της μαζικής δημοκρατίας. Ο θάνατος του Θεού που πολλοί ευρωπαίοι διανοητές άρχι σαν να διαβλέπουν ήταν στην πραγματικότητα ένα σημάδι ότι είχε λήξει ο ρόλος της Ευρώπης ως κέντρου του κόσμου, γεγο νός που μπορούσαν να το εξηγήσουν μόνο από τη σκοπιά ενός νεωτερικου μυστικισμού. Από τον Nietzsche ώς τον Burkhardt, από τον Thomas Mann ώς τον Max Weber, από τον Spengler
ΑΤΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
497
ώς τον Heidegger και τον Ortega y Gasset, αλλά και για μια πλειάδα άλλων συγγραφέων οι οποίοι έζησαν το γύρισμα από τον 19ο στον 20ό αιώνα, αυτή η διαίσθηση έγινε μια μόνιμη επωδός που τραγουδήθηκε με μεγάλη πικρία.5 Η εμφάνιση των μαζών στο κοινωνικό και πολιτικό τοπίο, η εξάντληση των πο λιτισμικών και παραγωγικών μοντέλων της νεωτερικότητας, ο μαρασμός των ευρωπαϊκών ιμπεριαλιστικών σχεδίων και οι συγ κρούσεις μεταξύ εθνών για ζητήματα ελλείψεως, φτώχειας και ταξικού αγώνα: όλα αυτά εμφανίστηκαν ως αμετάκλητα σημεία παρακμής. Ο μηδενισμός κυριάρχησε στην εποχή γιατί οι και ροί ήταν ανέλπιδες. Ο Nietzsche έκανε την οριστική διάγνωση: «Η Ευρώπη νοσεί.»6 Οι δύο Παγκόσμιοι πόλεμοι που θα ερή μωναν τα εδάφη της, ο θρίαμβος του φασισμού και σήμερα, με τά την κατάρρευση του σταλινισμού, η επανεμφάνιση των απο τρόπαιων φασμάτων του εθνικισμού και της μισαλλοδοξίας, όλα αυτά αποτελούν αποδείξεις που επιβεβαιώνουν τις προηγούμε νες διαισθήσεις. Σύμφωνα με τη δική μας οπτική, εντούτοις, ο σχηματισμός μιας νέας Αυτοκρατορίας έναντι των γηραιών δυνάμεων της Ευ ρώπης είναι καλό και όχι κακό. Ποιος θέλει να ξαναδεί εκείνη την αναιμική και παρασιτική ευρωπαϊκή άρχουσα τάξη που οδήγησε κατευθείαν από το παλαιό καθεστώς στον εθνικισμό, από τον λαϊκισμό στον φασισμό, και η οποία σήμερα πιέζει για έναν γενικευμένο νεοφιλελευθερισμό; Ποιος θέλει να συνεχίσει να βλέπει εκείνες τις ιδεολογίες και τους γραφειοκρατικούς μη χανισμούς που έθρεψαν και υποστήριξαν τις σαπρές ευρωπαϊκές ελίτ; Και ποιος μπορεί να ανεχτεί ακόμη εκείνα τα συστήματα εργατικής οργάνωσης και τις συντεχνίες που απομύζησαν κάθε ίχνος ζωτικού πνεύματος; Σκοπός μας εδώ δεν είναι να θρηνήσουμε για την κρίση της Ευρώπης αλλά μάλλον να εντοπίσουμε στις σχετικές αναλύσεις τα στοιχεία που, ενώ επιβεβαιώνουν αυτή την τάση, ταυτόχρο να φανερώνουν τις δυνατές μορφές αντίστασης, τα περιθώρια θετικής αντίδρασης και τις εναλλακτικές μορφές του πεπρωμέ νου. Τα στοιχεία αυτά έχουν ανακύψει πολλές φορές σχεδόν
498
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEC
παρά τη θέληση των θεωρητικών που ανέλυαν την κρίση τ καιρών τους: πρόκειται για μια αντίσταση η οποία πραγμαποιεί ένα άλμα προς έναν μελλοντικό χρόνο -ένα πράγματι μελλοντικό παρελθόν, ένα είδος συντελεσμένου μέλλοντα. 1 αυτή την έννοια, μέσα από τις επώδυνες αναλύσεις των αιτί της, η κρίση της ευρωπαϊκής ιδεολογίας μπορεί να αποκαλύι τον ορισμό νέων, ανοιχτών πηγών. Γι’ αυτό είναι σημαντικό παρακολουθήσουμε την εξέλιξη της κρίσης της Ευρώπης, ετι δή όχι μόνο σε συγγραφείς όπως ο Nietzsche και ο Weber, < λά και στην κοινή γνώμη της εποχής, η καταγγελία της κ σης αποκάλυψε μια εξαιρετικά ισχυρή θετική πλευρά, η οπ< περιείχε τα θεμελιακά χαρακτηριστικά της νέας παγκόσμ Αυτοκρατορίας όπου εισερχόμαστε σήμερα. Οι παράγοντες ι κρίσης του παλαιού αυτοκρατορικού κόσμου έγιναν τα θεμέϊ του νέου. Η αδιαφοροποίητη μάζα, που με την παρουσία ι και μόνο στάθηκε ικανή να καταλύσει τη νεωτερική παράδο και την υπερβατική της εξουσία, εμφανίζεται τώρα ως μια ισ; ρή παραγωγική δύναμη και μια ανεπίσχετη πηγή αξιοποίησ Μια νέα ζωτικότητα, όμοια σχεδόν με τις βαρβαρικές δυνάμ που αφάνισαν τη Ρώμη, αναζωογονεί το πεδίο της εμμένε που μας είχε αφήσει ως ορίζοντα ο θάνατος του ευρωπαίου Θε Κάθε θεωρία σχετικά με την κρίση του ευρωπαίου Ανθρώτ και την παρακμή της ιδέας της Ευρωπαϊκής Αυτοκρατορ αποτελεί κατά κάποιον τρόπο σύμπτωμα της νέας ζωτικής ι μής των μαζών, ή, όπως εμείς προτιμούμε να λέμε, της επι! μίας του πλήθους. Ο Nietzsche το βροντοφώναξε από τις β' νοκορφές: «Έχω χωνέψει μέσα μου το πνεύμα της Ευρώτ -τώρα θέλω να ανταποδώσω το χτύπημα!»7 Η υπέρβαση ι νεωτερικότητας σημαίνει την υπέρβαση των φραγμών και τ υπερβατικών αρχών του ευρωκεντρισμού και οδηγεί σε μια ο στική υιοθέτηση του πεδίου της εμμένειας ως αποκλειστώ πεδίου της θεωρίας και της πρακτικής της πολιτικής. Στους χρόνους που ακολούθησαν το ξέσπασμα του Α' Πι κοσμίου πολέμου, όσοι είχαν συμμετάσχει στη μεγάλη σφα προσπάθησαν απεγνωσμένα να καταλάβουν και να ελέγξι
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
499
την κρίση. Θυμηθείτε τις μαρτυρίες του Franz Rosenzweig και του W alter Benjamin. Ο μηχανισμός με τον οποίο μπορούσε να απελευθερωθεί η εμπειρία της κρίσης ήταν ένα είδος κοσμικής εσχατολογίας.8 Μετά την ιστορική εμπειρία του πολέμου και της αθλιότητας, και ίσως επίσης διαισθανόμενοι το επερχόμενο ολοκαύτωμα, προσπάθησαν να ανακαλύψουν μιαν ελπίδα και ένα φως λύτρωσης. Η προσπάθεια αυτή, όμως, δεν κατόρθωσε να ξεφύγει από το ισχυρό υπόρρευμα της διαλεκτικής. Οπωσ δήποτε η διαλεκτική, εκείνη η αναθεματισμένη διαλεκτική που είχε μεριμνήσει για τη συνοχή και το χρίσμα των ευρωπαϊκών αξιών, είχε εκκενωθεί εκ των έσω και τώρα οριζόταν με καθα ρά αρνητικούς όρους. Ωστόσο, το εσχατολογικό τοπίο στο οποίο αναζητούσε την απελευθέρωση και την απολύτρωση αυτός ο μυστικισμός, εξακολουθούσε να εμπλέκεται υπερβολικά στην κρίση. Ο Benjamin το ομολόγησε με πικρία: «Το παρελθόν κουβαλάει μαζί του έναν χρονικό δείκτη με τον οποίο αναφέρεται στη λύτρωση. Υπάρχει μια μυστική συμφωνία μεταξύ των γενεών του παρελθόντος και της γενιάς του παρόντος. Η έλευ σή μας επί γης ήταν αναμενόμενη. Όπως κάθε προηγούμενη γενιά, είμαστε κι εμείς προικισμένοι με μιαν α σ θενή μεσσιανι κή δύναμη, μια δύναμη στην οποία το παρελθόν έχει κάποια δι καιώματα.»9 Αυτή η θεωρητική εμπειρία προέκυψε εκεί ακριβώς όπου η κρίση της νεωτερικότητας εμφανίστηκε με τη μεγαλύτερη ένταση. Στο ίδιο πεδίο άλλοι συγγραφείς επιδίωξαν να διακόψουν τους δεσμούς με τα υπολείμματα της διαλεκτικής και με τις δυνάμεις της υπαγωγής. Έχουμε ωστόσο την εντύπωση ότι ακόμη και τα ισχυρότερα πνεύματα της εποχής δεν μπόρεσαν να διακόψουν τους δεσμούς με τη διαλεκτική και την κρίση. Στον Max Weber η κρίση της κυριαρχίας και της νομιμότητας μπορεί να αρθεί μόνο με την προσφυγή στις ανορθολογικές μορ φές του χαρίσματος. Στον Carl Schmitt ο ορίζοντας των κυ ριαρχικών πρακτικών μπορεί να καθαρίσει μόνο με την προ σφυγή στην «απόφαση». Μια ανορθολογική διαλεκτική, εντού τοις, δεν μπορεί να άρει ή έστω να μετριάσει την κρίση της
500
MICHAEL HARDT - ANTONIO N EG R I■
πραγματικότητας.10 Και ο βαρύς ίσκιος μιας αισθητικοποιημένης διαλεκτικής γλιστράει ακόμη και στην αντίληψη του Heidegger σχετικά με μια ποιμαντική λειτουργία πάνω σε ένα διαλυμένο και κατακερματισμένο Είναι. Για την πραγματική αποσαφήνιση αυτού του τοπίου, χρω στούμε πολλά στην ομάδα των γάλλων φιλοσόφων που, αρκε τές δεκαετίες αργότερα, στη δεκαετία του 1960, ξαναδιάβασαν τον Nietzsche.11 Οι νέες αναγνώσεις τους συνεπάγονταν έναν αναπροσανατολισμό της οπτικής τής κριτικής, ο οποίος συντελέστηκε όταν άρχισαν να παραδέχονται το τέλος της λειτουρ-· γίας της διαλεκτικής και όταν αυτή η παραδοχή τους επιβε βαιώθηκε από τις νέες πρακτικές, πολιτικές εμπειρίες που επίτ. κεντρώνονταν στην παραγωγή της υποκειμενικότητας. Επρόκειτο για μια παραγωγή της υποκειμενικότητας ως δύναμης,, ως συγκρότησης μιας αυτονομίας η οποία δεν μπορούσε να αναχθεί σε οποιαδήποτε αφηρημένη ή υπερβατική σύνθεση.12 Ό χι πια η διαλεκτική αλλά η άρνηση, η αντίσταση, η βία και η θε τική κατάφαση του Είναι σημάδευαν τη σχέση μεταξύ του εντοπισμού της κρίσης στην πραγματικότητα και της κατάλ-.1 ληλης απάντησης. Αυτό που στην καρδιά της κρίσης, τη δεκα ετία του 1920, εμφανίστηκε ως υπερβατικότητα εναντίον της ιστορίας, λύτρωση εναντίον της φθοράς και μεσσιανισμός εναν τίον του μηδενισμού, τώρα οικοδομούνταν ως μια οντολογικά σαφής τοποθέτηση εκτός και εναντίον, και άρα πέραν κάθε δυ νατού καταλοίπου διαλεκτικής. Επρόκειτο για έναν νέο υλισμό ο οποίος αρνιόταν κάθε υπερβατικό στοιχείο και συνιστούσε έναν ριζικό αναπροσανατολισμό του πνεύματος. Για να κατανοήσουμε τη βαθύτητα αυτής της μετάβασης, θα ήταν καλό να επικεντρωθούμε στην επίγνωση και την προ εικόνισή της που συναντούμε στη σκέψη του Ludwig Wittgen stein. Το πρώιμο έργο του Wittgenstein έδωσε νέα πνοή στα κυρίαρχα θέματα του ευρωπαϊκού στοχασμού των αρχών του 20ού αιώνα: τη συνθήκη της εγκατοίκησης στην έρημο της έν νοιας και την αναζήτηση νοήματος, τη συνύπαρξη ενός μυστικισμού της ολότητας με την οντολογική τάση για παραγωγή I
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
501
της υποκειμενικότητας. Η σύγχρονη ιστορία και το δράμα της, λοιπόν, που είχαν απογυμνωθεί από κάθε διαλεκτική, απαλλά χθηκαν από τον Wittgenstein από κάθε τυχαιότητα. Η ιστορία και η εμπειρία έγιναν το τοπίο μιας υλιστικής και ταυτολογικής επανίδρυσης του υποκειμένου σε μια απελπισμένη προσπά θεια να βρεθεί συνοχή μέσα στην κρίση. Μεσούντος του Α' Παγ κοσμίου πολέμου, ο Wittgenstein έγραψε: «Το πώς έχουν τα πράγματα, είναι ο Θεός. Ο Θεός είναι, το πώς έχουν τα πράγ ματα. Μόνο από τη συνείδηση τ η ς μ ο ν α δ ικ ό τ η τ α ς τ η ς ζω ής μ ου προκύπτει η θρησκεία - η επιστήμη - και η τέχνη.» Και παρακάτω: «Αυτή η σ υνείδη σ η είναι η ίδια η ζωή. Μπορεί να υπάρξει ηθική ακόμη κι αν δεν υπάρχει κανένα ζωντανό ον έξω από μένα τον ίδιο; Αν η ηθική υποτίθεται ότι είναι κάτι θεμε λιακό, μπορεί. Αν έχω δίκιο, τότε για την ηθική κρίση δεν αρ κεί να είναι δεδομένος ένας κόσμος. Τότε αυτός καθαυτόν ο κό σμος δεν είναι ούτε καλός ούτε κακός... Το καλό και το κακό εισάγονται μόνο μέσω του υ π ο κ ειμ ένο υ . Και το υποκείμενο δεν αποτελεί μέρος του κόσμου, αλλά ένα όριό του.» Ο Wittgen stein αποκηρύσσει τον Θεό του πολέμου και την έρημο των πραγμάτων στην οποία το καλό και το κακό έχουν γίνει πλέον αδιαχώριστα, τοποθετώντας τον κόσμο στο όριο της ταυτολογικής υποκειμενικότητας: «Εδώ μπορεί κανείς, αν το καλοσκεφτεί, να δει ότι ο σολιψισμός ταυτίζεται με τον καθαρό ρεαλι σμό.»13 Αυτό το όριο, εντούτοις, είναι δημιουργικό. Η εναλλαγή είναι απολύτως δεδομένη όταν, και μόνο όταν, η υποκειμενικό τητα τίθεται εκτός του κόσμου: «Οι προτάσεις μου χρησιμεύουν ως διασαφήσεις κατά τον εξής τρόπο: όποιος με καταλαβαίνει, τελικά τις αναγνωρίζει ως στερούμενες νοήματος, αφού τις έχει χρησιμοποιήσει -σαν αναβαθμούς- για να προχωρήσει πέρα από αυτές. (Πρέπει, θα λέγαμε, να πετάξει μακριά τη σκάλα αφού προηγουμένως πατήσει πάνω της για να ανεβεί.) Πρέπει να ξεπεράσει αυτές τις προτάσεις και τότε θα δει σωστά τον κόσμο.»14 Ο Wittgenstein αναγνωρίζει το τέλος κάθε δυνατής διαλεκτικής και κάθε νοήματος που εδρεύει στη λογική του κό σμου και όχι στην περιθωριακή, υποκειμενική υπέρβασή του.
502
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEG
Η τραγική πορεία αυτής της φιλοσοφικής εμπειρίας μά$*' επιτρέπει να συλλάβουμε τα στοιχεία που ανέδειξαν την αντί ληψη της κρίσης της νεωτερικότητας και της παρακμής της ιδέας της Ευρώπης σε (αρνητική αλλά αναγκαία) συνθήκη για τον ορισμό της μέλλουσας Αυτοκρατορίας. Αυτοί οι συγγραφείς ήταν φωνές βοώντων εν τη ερήμω. Ένα μέρος αυτής της γενιάς θα κατέληγε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Άλλοι θα διαιώνιζαν την κρίση μέσω μιας πλανημένης πίστης στον σοβιετικά εκσυγχρονισμό. Και άλλοι, μια σημαντική μερίδα αυτών των ; συγγραφέων, θα κατέφευγαν στην Αμερική. Αυτοί ήταν πράγ ματι φωνές βοώντων εν τη ερήμω, όμως οι σπάνιες και μοναδι κές προεικονίσεις της ζωής στην έρημο μας δίνουν τα μέσα γι«ι να στοχαστούμε σχετικά με τις δυνατότητες του πλήθους στη νέα πραγματικότητα της μετανεωτερικής Αυτοκρατορίας. Οι συγγραφείς αυτοί ήταν οι πρώτοι που όρισαν τη συνθήκη της πλήρους απεδαφικοποίησης της μέλλουσας Αυτοκρατορίας, και τοποθετήθηκαν στο πλαίσιό της με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που τοποθετούνται σήμερα τα πλήθη. Η αρνητικότητα, η άρνηση συμμετοχής, η ανακάλυψη μιας κενότητας η οποία επενδύει τα πάντα: αυτό σημαίνει να τοποθετείται κανείς κατηγορηματικά μέσα σε .μια αυτοκρατορική πραγματικότητα η οποία ορίζεται από την κρίση. Η Αυτοκρατορία είναι η έρημος και η κρίση καθίσταται σε αυτό το σημείο αδιαχώριστη από την τάση της ιστορίας. Ενώ στον αρχαίο κόσμο η αυτοκρατορική κρίση εκλαμβανόταν ως απότοκο της φυσικής κυκλικής πορείας της ιστορίας, και ενώ στον νεωτερικό κόσμο προσδιοριζόταν από μια σειρά χωροχρονικών αδιεξόδων, τώρα οι μορφές της κρίσης και οι πρακτικές της Αυτοκρατορίας έχουν καταστεί αδιαχώρι στες. Οι θεωρητικοί του 20ού αιώνα μάς διδάσκουν, εντούτοις, ότι σε αυτόν τον απεδαφικοποιημένο και άκαιρο χώρο όπου οικοδομείται η νέα Αυτοκρατορία και μέσα στην έρημο του νοή ματος, η μαρτυρία της κρίσης μπορεί να δώσει τη θέση της στην υλοποίηση ενός μοναδικού και συλλογικού υποκειμένου, στις δυνάμεις του πλήθους. Το πλήθος έχει εσωτερικοποιήσει την έλ λειψη θέσης και καθορισμένου χρόνου· είναι ευκίνητο και ευέ-
αττοκρατορια
503
λικτο, και εκλαμβάνει το μέλλον μόνον ως μια ολότητα δυνατο τήτων οι οποίες διακλαδίζονται προς κάθε κατεύθυνση. Το επερχόμενο αυτοκρατορικό σόμπαν, τυφλό στο νόημα, έχει γεμίσει από την πολυποίκιλη ολότητα της παραγωγής της υποκειμενι κότητας. Η παρακμή δεν είναι πλέον ένα μελλοντικό πεπρωμέ νο, αλλά η παρούσα πραγματικότητα της Αυτοκρατορίας.
Αμέρικα, Αμέρικα Η φυγή μιας μερίδας ευρωπαίων διανοουμένων στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν μια απόπειρα να ανακαλυφθεί και πάλι ένας χα μένος τόπος. Μήπως η αμερικανική δημοκρατία δεν θεμελιώ θηκε ουσιαστικά στη δημοκρατία της εξόδου, στις καταφατικές και μη διαλεκτικές αξίες, στον πλουραλισμό και την ελευθερία; Μήπως αυτές οι αξίες, μαζί με την αντίληψη περί νέων συνό ρων, δεν δημιουργούσαν εκ νέου τη διεύρυνση της δημοκρατι κής βάσης τους, πέρα από κάθε αφηρημένο θεωρητικό εμπόδιο του έθνους, της εθνοτικής ταυτότητας και της θρησκείας; Αυτό το εμβατήριο εκτελούνταν άλλες φορές φόρτε, στο σχέδιο της «Pax Americana» που διακήρυσσε η φιλελεύθερη ηγεσία, και άλλες φορές σε πιο χαμηλούς τόνους, οι οποίοι αντιπροσωπεύον ταν από το αμερικανικό όνειρο της κοινωνικής κινητικότητας και των ίσων ευκαιριών που δίνονταν σε κάθε έντιμο άνθρωπο για πλουτισμό και ελευθερία -κοντολογίς, από τον «αμερικανι κό τρόπο ζωής». Το σχέδιο του Νιου Ντηλ για να ξεπεραστεί η κρίση της δεκαετίας του 1930, τόσο διαφορετικό και τόσο πιο φιλελεύθερο από τα ευρωπαϊκά πολιτικά και πολιτισμικά σχέ δια αντιμετώπισης της κρίσης, υποστήριξε αυτή τη σύλληψη του αμερικανικού ιδεώδους. Όταν η Hannah Arendt υποστήρι ξε ότι η Αμερικανική Επανάσταση ήταν ανώτερη της Γαλλι κής, γιατί η Αμερικανική ήταν μια απεριόριστη αναζήτηση πο λιτικής ελευθερίας ενώ η Γαλλική ένας περιορισμένος αγώνας ενάντια στην ανέχεια και την ανισότητα, δεν αποθέωσε απλώς ένα ιδεώδες ελευθερίας^που ήταν πλέον άγνωστο στους Ευρω παίους, αλλά και το επανεδαφικοποίησε στις Ηνωμένες Πολι-
504
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI'
τείες.15 Υπό μια ορισμένη έννοια, λοιπόν, φαινόταν ωσάν η συ νέχεια που κάποτε υπήρχε μεταξύ της ιστορίας των Ηνωμένων· -; Πολιτειών και της ιστορίας της Ευρώπης να είχε διαρραγεί και ΐ οι Ηνωμένες Πολιτείες να είχαν χαράξει μια διαφορετική πο- ’ ρεία· στην πραγματικότητα όμως οι Ηνωμένες Πολιτείες αντι προσώπευαν για εκείνους τους ευρωπαίους διανοούμενους την , αναβίωση μιας ιδέας ελευθερίας που η Ευρώπη την είχε απολέσει. '] Στα μάτια μιας Ευρώπης που μαστιζόταν από την κρίση, οι Ηνωμένες Πολιτείες, η ««Αυτοκρατορία της ελευθερίας» του . Jefferson, αντιπροσώπευαν την ανανέωση της αυτοκρατορικής ιδέας. Οι μεγάλοι αμερικανοί συγγραφείς του 19ου αιώνα είχαν .' τραγουδήσει τις επικές διαστάσεις της ελευθερίας που παρείχ# ’ η νέα ήπειρος. Στον Whitman ο νατουραλισμός έγινε καταφα-·: τικός και στον Melville ο ρεαλισμός επιθυμητικός. Ένας αμε ρικανικός τόπος εδαφικοποιήθηκε εν ονόματι ενός πολιτεύματος , ελευθερίας και ταυτόχρονα απεδαφικοποιούνταν συνεχώς με τη διάνοιξη νέων συνόρων και την έξοδο. Οι μεγάλοι αμερικανοί φιλόσοφοι, από τον Emerson ώς τον Whitehead και τον Pier ce, άνοιξαν τον εγελιανισμό (ή μάλλον την απολογία της ιμπε- , ριαλιστικής Ευρώπης) στα πνευματικά ρεύματα μιας διαδικα σίας πρωτόγνωρης, τεράστιας, αποφασισμένης και απεριόρι στης.16 Οι Ευρωπαίοι, ταλανισμένοι από την κρίση, σαγηνεύτηκαν από αυτά τα τραγούδια των σειρήνων μιας νέας Αυτοκρατορίας,. Και ο ευρωπαϊκός φιλαμερικανισμός και ο αντιαμερικανισμός του 20ού αιώνα αποτελούν εκδηλώσεις της δύσκολης σχέσης μεταξύ των Ευρωπαίων που μαστίζονταν από την κρίση και του αυτοκρατορικού σχεδίου των Ηνωμένων Πολιτειών. Η αμερικα νική ουτοπία προσελήφθη ποικιλοτρόπως, λειτούργησε όμως ως κεντρικό σημείο αναφοράς για όλη την Ευρώπη. Η αδιάκοπη ανησυχία ήταν έκδηλη τόσο στη μελαγχολία που προκαλούσε , η κρίση όσο και στο πνεύμα των πρωτοποριών, με άλλα λόγια, στην αυτοκαταστροφή της νεωτερικότητας και της αόριστης αλλά ακατανίκητης θέλησης για καινοτομία, που έδωσε την
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
505
ώθηση στο τελευταίο κύμα των ευρωπαϊκών πολιτισμικών κι νημάτων, από τον εξπρεσιονισμό και τον φουτουρισμό ώς τον κυβισμό και την αφαίρεση. Η στρατιωτική ιστορία της διπλής διάσωσης της Ευρώπης από τις στρατιωτικές δυνάμεις των Ηνωμένων Πολιτειών στους δύο Παγκόσμιους πολέμους συνοδεύτηκε από μια διάσωση από πολιτική και πολιτισμική άποψη. Η αμερικανική ηγεμονία επί της Ευρώπης, που θεμελιώθηκε σε χρηματοδοτικές, οικονομι κές και στρατιωτικές δομές, προσέλαβε την επίφαση φυσικού φαινομένου μέσα από μια σειρά πολιτισμικών και ιδεολογικών εγχειρημάτων. Αρκεί να σκεφτεί κανείς, λόγου χάριν, πώς στα χρόνια που ακολούθησαν τη λήξη του Β' Παγκοσμίου πολέμου το κέντρο της καλλιτεχνικής παραγωγής και η ιδέα της μο ντέρνας τέχνης μετατοπίστηκε από το Παρίσι στη Νέα Υόρκη. Ο Serge Guilbaut αφηγείται τη συναρπαστική ιστορία του πώς, όταν το παρισινό καλλιτεχνικό στερέωμα είχε περιέλθει σε αποδιοργάνωση εξαιτίας του πολέμου και της ναζιστικής κα τοχής, και στα μέσα μιας ιδεολογικής εκστρατείας για την προώθηση του ηγετικού ρόλου των Ηνωμένων Πολιτειών στον μεταπολεμικό κόσμο, ο αφηρημένος εξπρεσιονισμός νεοϋρκέζων καλλιτεχνών όπως ο Jackson Pollock και ο Robert Motherwell καθιερώθηκε ως φυσική συνέχεια και νόμιμος κληρονόμος του ευρωπαϊκού μοντερνισμού και ειδικότερα του παρισινού. Η Νέα Υόρκη σφετερίστηκε την ιδέα της μοντέρνας τέχνης: Η αμερικανική τέχνη περιγράφεται έτσι ως η λογική κο ρύφωση μιας μακροχρόνιας και ανεπίσχετης τάσης για αφαίρεση. Ευθύς ως η αμερικανική κουλτούρα περιβλήθηκε το κύρος ενός διεθνούς προτύπου, η σημασία αυτού που ήταν ειδικά αμερικανικό έπρεπε να αλλάξει: αυτό που προηγουμένως ήταν χαρακτηριστικά αμερικανικό έγινε τώρα αντιπροσωπευτικό της «δυτικής κουλτούρας» στο σύ νολό της. Με αυτόν τον τρόπο η αμερικανική τέχνη με ταμορφώθηκε από τοπική σε διεθνή και κατόπιν σε οι κουμενική τέχνη... Από αυτή την άποψη, η μεταπολεμι-
506
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI'·'
κή αμερικανική κουλτούρα κατέλαβε θέση ανάλογη με εκείνη της αμερικανικής οικονομικής και στρατιωτικής ι σχύος: κατέστη υπεύθυνη για την επιβίωση των δημοκρα τικών ελευθεριών στον «ελεύθερο» κόσμο.17
Αυτή η μετάβαση στην ιστορία της καλλιτεχνικής παραγω- | γής και, πράγμα πολύ σημαντικότερο, της κριτικής της τέχνης, ;■ είναι μία μόνο πτυχή της πολύπλευρης ιδεολογικής επιχείρησης ^ που σφυρηλάτησε την παγκόσμια ηγεμονία των Ηνωμένων Πο- ·;\ λιτειών ως φυσική και αναπόδραστη συνέπεια της ευρωπαϊκής ·; | κρίσης. . | Παραδόξως, ακόμη και τα θηριώδη εθνικιστικά κινήματα ' | της Ευρώπης, που είχαν οδηγήσει σε τόσο βίαιες συγκρούσεις κατά το πρώτο ήμισυ του αιώνα, εν τέλει παραμερίστηκαν από ■>? έναν ανταγωνισμό για το ποιος θα εκδήλωνε αποτελεσματικό- J τέρα τα ισχυρά φιλοαμερικανικά του αισθήματα. Ίσως η Σοβιε- · ;$ τική Ένωση του Λένιν να είχε στην πραγματικότητα ακούσει · , το τραγούδι των σειρήνων του φιλοαμερικανισμού πιο καθαρά από όλους τους υπόλοιπους. Η μεγάλη πρόκληση ήταν να ανα- '4 παραχθούν τα αποτελέσματα της κεφαλαιοκρατίας που είχε λ| επιτύχει την κορυφαία εκδήλωσή της στην περίπτωση των ,<* Ηνωμένων Πολιτειών. Οι Σοβιετικοί διαφωνούσαν με τα μέσα j που μετέρχονταν οι Ηνωμένες Πολιτείες και υποστήριζαν, αντί- -j θετά, ότι ο σοσιαλισμός μπορούσε να επιτύχει τα ίδια αποτελέ- ·1 σματα με σκληρή εργασία και θυσία της ελευθερίας. Η ίδια ν τρομερή αμφισημία διατρέχει όσα έγραψε ο Gramsci σχετικά < με τον φιλοαμερικανισμό και τον φορντισμό, ένα από τα βασι- '! κότερα κείμενα για να κατανοήσουμε το αμερικανικό πρόβλη μα με βάση την ευρωπαϊκή οπτική.18 Ο Gramsci είδε τις Ηνω μένες Πολιτείες, με το συνδυασμό των νέων ταιηλορικών μορ φών οργάνωσης της εργασίας και την ισχυρή κεφαλαιοκρατική ι θέληση για επικράτηση που τις διέκρινε, ως το αναπόδραστο σημείο αναφοράς για το μέλλον: αυτή ήταν η μόνη οδός ανά πτυξης. Για τον Gramsci, λοιπόν, ήταν ζήτημα του να καταλά βει κανείς αν εκείνη η επανάσταση θα ήταν ενεργητική (όπως
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
507
αυτή της σοβιετικής Ρωσίας) ή παθητική (όπως εκείνη της φα σιστικής Ιταλίας). Η εναρμόνιση μεταξύ του φιλοαμερικανισμού και του κρατικού σοσιαλισμού έπρεπε να είναι εμφανής, με τους παράλληλους δρόμους ανάπτυξης που ακολουθούνταν στις δύο πλευρές του Ατλαντικού καθ’ όλη τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου, ο οποίος τελικά οδήγησε σε μια επικίνδυνη άμιλλα όσον αφορά την εξερεύνηση του διαστήματος και τους πυρηνι κούς εξοπλισμούς. Αυτοί οι παράλληλοι δρόμοι απλώς υπο γραμμίζουν ότι ένας κάποιος φιλοαμερικανισμός είχε διεισδύσει στην καρδιά ακόμη και του ισχυρότερου αντιπάλου. Οι εξελίξεις που συντελέστηκαν στη Ρωσία τον 20ό αιώνα αποτελούσαν σε κάποιο βαθμό μια μικρογραφία των ευρωπαϊκών εξελίξεων. Η άρνηση της ευρωπαϊκής συνείδησης να παραδεχτεί την παρακμή της εκδηλώθηκε συχνά ως προβολή της ευρωπαϊκής κρίσης στην αμερικανική ουτοπία. Η προβολή αυτή συνεχίστη κε για πολύ, όσο εξακολουθούσε να θεωρείται αναγκαία και επιτακτική η επανανακάλυψη ενός τόπου ελευθερίας που θα μπορούσε να συνεχίσει το τελεολογικό όραμα του οποίου ο εγελιανός ιστορικισμός αποτελεί ίσως την υψηλότερη έκφραση. Οι παραδοξότητες αυτής της προβολής πληθύνθηκαν, μέχρις ότου η ευρωπαϊκή συνείδηση, αντιμέτωπη με την αδιαμφισβήτητη και αμετάκλητη παρακμή της, αντέδρασε πηγαίνοντας στο αντίθετο άκρο: η πρωταρχική εστία του ανταγωνισμού, ο οποί ος είχε επιβεβαιώσει και επαναλάβει την τυπική δύναμη της ουτοπίας των Ηνωμένων Πολιτειών, τώρα αντιπροσώπευε την πλήρη ανατροπή της. Η Ρωσία του Σολζενίτσιν έγινε το από λυτο αρνητικό των πιο γελοιογραφικών και απολογητικών ει κόνων της ουτοπίας των Ηνωμένων Πολιτειών στη μορφή του Arnold Toynbee. Δεν πρέπει να μας εκπλήσσει που οι ιδεολο γίες σχετικά με το τέλος της ιστορίας, οι οποίες είναι τόσο εξε λικτικές όσο είναι και μετανεωτερικές, ήρθαν να ολοκληρώσουν αυτό το ιδεολογικό χάος. Η Αμερικανική Αυτοκρατορία θα θέ σει τέρμα στην Ιστορία. Γνωρίζουμε, εντούτοις, ότι η ιδέα της Αμερικανικής Αυτο κρατορίας ως εξαγοράς της ουτοπίας είναι ολωσδιόλου απατη-
508
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGR|
λή. Πρώτα απ’ όλα, η επερχόμενη Αυτοκρατορία δεν είναι αμε ρικανική και οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν αποτελούν το κέντρο της. Η θεμελιακή αρχή της Αυτοκρατορίας, όπως την έχουμε περιγράφει σε όλη την έκταση αυτού του βιβλίου, είναι ότι η εξουσία της δεν έχει κάποιο υποστατό και εδαφικά προσδιορίσιμο πεδίο ή κέντρο. Η αυτοκρατορική εξουσία κατανέμεται σβ δίκτυα, διαμέσου ευκίνητων και αρθρωτών μηχανισμών προ* στάγματος. Με αυτό δεν θέλουμε να πούμε ότι η κυβέρνησή:, και το έδαφος των Ηνωμένων Πολιτειών δεν έχουν καμιά διαήί φορά από τις κυβερνήσεις και τα εδάφη των υπόλοιπων κρατώνϊ οι Ηνωμένες Πολιτείες ασφαλώς κατέχουν προνομιακή θέσηί στις παγκόσμιες κατατμήσεις και ιεραρχίες της Αυτοκρατορία©:; Ωστόσο, καθώς οι εξουσίες και τα σύνορα των εθνικών κρατών! καταρρέουν, οι διαφορές μεταξύ των εθνικών εδαφών σχετικό* ποιούνται ολοένα και πιο πολύ. Δεν πρόκειται πλέον για δια*' φορές φύσεως (όπως συνέβαινε, λόγου χάριν, με τις διαφορές! μεταξύ του εδάφους της μητρόπολης και του εδάφους της αποι κίας), αλλά για διαφορές βαθμού. Πέραν αυτού, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν μπορούν να επα νορθώσουν ούτε να εξαγοράσουν την κρίση και την παρακμή της Αυτοκρατορίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι ο τόπος στον οποίο μπορεί να καταφύγει το ευρωπαϊκό ή ακόμη και to νεωτερικό υποκείμενο, προκειμένου να διαλύσει την αμηχανία και τη δυστυχία του- τέτοιος τόπος δεν υπήρξε ποτέ. Το μέσο·' για την υπέρβαση της κρίσης είναι η οντολογική μετατόπιση του υποκειμένου. Γι’ αυτό η σημαντικότερη αλλαγή συντελείται εντός της ανθρωπότητας, αφού το τέλος της νεωτερικότητας σημαίνει και το τέλος της ελπίδας να βρεθεί κάτι που να μπο ρεί να προσδώσει ταυτότητα στον Εαυτό έξω από την κοινότη τα, έξω από τη συνεργασία και έξω από τις ζωτικές και αντι φατικές σχέσεις που κάθε άτομο βρίσκει σε έναν μη-τόπο, δη* λαδή στον κόσμο και στο πλήθος. Εδώ ακριβώς επανεμφανίζε ται η ιδέα της Αυτοκρατορίας, όχι ως εδάφους, όχι στις καθο ρισμένες χωροχρονικές της διαστάσεις, και όχι από την άποψη ενός λαού και της ιστορίας του, αλλά μάλλον απλώς ως ο ιστός
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
509
μιας οντολογικής ανθρώπινης διάστασης η οποία τείνει να γίνει οικουμενική.
Κρίση Το πέρασμα στη μετανεωτερικότητα και την Αυτοκρατορία προϋποθέτει μια πραγματική σύγκλιση των σφαιρών που άλλο τε διακρίνονταν ως βάση και εποικοδόμημα. Η Αυτοκρατορία λαμβάνει μορφή όταν η γλώσσα και η επικοινωνία, ή μάλλον όταν η άυλη εργασία και η συνεργασία, καθίστανται κυρίαρχη παραγωγική δύναμη (βλ. κεφάλαιο 3.4). Τότε το εποικοδόμημα ενεργοποιείται, και το σύμπαν στο οποίο ζούμε γίνεται ένα σόμ παν παραγωγικών γλωσσολογικών δικτύων. Οι γραμμές της παραγωγής και η γραμμή της αναπαράστασης συναντώνται και υφίστανται συγκερασμό στην ίδια γλωσσική και παραγωγική σφαίρα. Σε αυτό το πλαίσιο, οι διακρίσεις που διέπουν τις κεν τρικές κατηγορίες της πολιτικής οικονομίας τείνουν να απολέσουν τη σαφήνειά τους. Η παραγωγή γίνεται αδιαχώριστη από την αναπαραγωγή· οι παραγωγικές δυνάμεις συγχωνεύονται με τις παραγωγικές σχέσεις· το πάγιο κεφάλαιο τείνει να συγκρο τείται και να αναπαρίσταται στο πλαίσιο του μεταβλητού κε φαλαίου, στους νόες, τα σώματα και τη συνεργασία των παρα γωγικών υποκειμένων. Τα κοινωνικά υποκείμενα είναι ταυτό χρονα παραγωγοί και προϊόντα αυτής της ενιαίας μηχανής. Ως εκ τούτου, σε αυτή τη νέα ιστορική διάταξη, δεν είναι πλέον δυνατόν να εντοπίσουμε ένα σημείο, ένα υποκείμενο, μια αξία ή μια πρακτική που να βρίσκεται «εκτός». Μολαταύτα, ο σχηματισμός αυτής της ολότητας δεν εξαλεί φει την εκμετάλλευση. Μάλλον την αναπροσδιορίζει, κυρίως όσον αφορά την επικοινωνία και τη συνεργασία. Η εκμετάλ λευση είναι η απαλλοτρίωση της συνεργασίας και η ακύρωση των νοημάτων της γλωσσικής παραγωγής. Κατά συνέπεια, στους κόλπους της Αυτοκρατορίας αναδύονται διαρκώς αντι στάσεις κατά του προστάγματος. Οι αντιδράσεις στην εκμε τάλλευση αρθρώνονται κατά μήκος των παγκόσμιων δικτύων
510
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
παραγωγής και παράγουν κρίσεις σε κάθε κόμβο τους. Η κρίση εκδηλώνεται στην ίδια έκταση με τη μετανεωτερική ολότητα της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής· συνιστά χαρακτηριστικό του αυτοκρατορικού ελέγχου. Από αυτήν την άποψη, η παρακ μή και η πτώση της Αυτοκρατορίας δεν ορίζεται ως διαχρονι κή κίνηση αλλά ως συγχρονική πραγματικότητα. Η κρίση διαποτίζει κάθε στιγμή της ανάπτυξης και της ανασύνθεσης της ολότητας. Με την πραγματική υπαγωγή της κοινωνίας στο κεφάλαιο, οι κοινωνικοί ανταγωνισμοί μπορούν να εκραγούν ως συγκρούσεις ανά πάσα στιγμή και σε κάθε όρο της επικοινωνιακής.παραγωγής και ανταλλαγής. Το κεφάλαιο έχει γίνει ένας κόσμος. Η αξία χρήσης και κάθε άλλη αναφορά σε αξίες και διαδικασίες αξιοποίησης που εθεωρείτο ότι λειτουργούσαν εκτός του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής σταδιακά έχουν εξαφανιστεί. Η υποκειμενικότητα είναι πλήρως εμβαπτισμένη στην ανταλλαγή και τη γλώσσα, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι έχει πλέον ειρηνεύσει. Η τεχνολογική ανάπτυξη που βασίζεται στη γενίκευση των επικοινωνιακών σχέσεων της παραγωγής είναι μια κινητήρια δύναμη της κρίσης, και η παραγωγική γενική διάνοια ένα εκκολαπτήριο ανταγωνισμών. Η κρίση και η παρακμή δεν αναφέρονται σε κάτι έξω από την Αυτοκρατορία, αλλά στα πιο μύχια στοιχεία της. Αφορούν την παραγωγή της ίδιας της υποκειμενικότητας, και έτσι είναι συνάμα προσιδιάζουσες και αντίθετες προς τις διαδικασίες της αναπαραγωγής της Αυτοκρατορίας. Η κρίση και η παρακμή δεν είναι ένα κρυφό θεμέλιο ούτε ένα δυσοίωνο μέλλον, αλλά μια εναργής και κατάδηλη πραγματικότητα, ένα διαρκώς αναμενόμενο συμβάν, μια διαρκώς παρούσα λανθάνουσα κατάσταση. Έχουν πια σημάνει μεσάνυχτα σε μια νύχτα φαντασμάτων. Τόσο η νέα εξουσία της Αυτοκρατορίας όσο και η νέα άυλη και συνεργατική δημιουργικότητα του πλήθους κινούνται μέσα στις σκιές και τίποτα δεν καταφέρνει να φωτίσει το πεπρωμένο πού διαγράφεται μπροστά τους. Μολαταύτα, έχουμε αρχίσει να αποκτούμε ένα νέο σημείο αναφοράς (και ίσως αύριο και μια
. '
,j
■,: i ,'
^
'J | "J | | | |
ν ?
'
,ιί 1 | | ; ί j J ί
ί
j
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
511
νέα συνείδηση), το οποίο συνίσταται στο ότι η Αυτοκρατορία καθορίζεται από την κρίση, ότι η παρακμή της έχει πάντοτε ήδη αρχίσει, και, συνακόλουθα, στο ότι κάθε γραμμή ανταγω νισμού οδηγεί στο συμβάν και τη μοναδικότητα. Τι συνέπειες έχει, από πρακτική άποψη, το ότι η κρίση είναι εμμενής και αδιαχώριστη από την Αυτοκρατορία; Είναι δυνατόν, μέσα σε αυτό το βαθύ σκοτάδι, να επεξεργαστούμε μια θετική θεωρία και να καθορίσουμε μια πρακτική του συμβάντος;
Γένεση Δύο κεντρικά εμπόδια μας εμποδίζουν να αποκριθούμε άμεσα σε αυτά τα ερωτήματα. Το πρώτο παρουσιάζεται από την ασφυκτική επιρροή της αστικής μεταφυσικής και ειδικότερα από την ευρέως διαδεδομένη ψευδαίσθηση ότι η κεφαλαιοκρα τική αγορά και το κεφαλαιοκρατικό καθεστώς παραγωγής είναι αιώνια και ανυπέρβλητα. Η παράδοξη φυσικότητα του καπιτα λισμού είναι μια καθαρή και απλοϊκότατη μυθοποίηση και πρέ πει να σπεύσουμε να βγούμε από αυτήν την πλάνη. Το δεύτε ρο εμπόδιο το συνιστουν οι πολυάριθμες θεωρητικές τοποθετή σεις που δεν διακρίνουν καμία εναλλακτική στην παρούσα μορ φή εξουσίας εκτός από ένα τυφλό αναρχικό έτερον και οι οποί ες έτσι συμμερίζονται το μυστικισμό του ορίου. Από αυτή την ιδεολογική σκοπιά, το βάσανο της ύπαρξης δεν κατορθώνει να αρθρωθεί, να γίνει συνειδητό και να ιδρύσει ένα σημείο εξέγερ σης. Αυτή η θεωρητική θέση οδηγεί απλώς σε μια κυνική το ποθέτηση και σε εφησυχαστικές πρακτικές. Η ψευδαίσθηση της, φυσικότητας της κεφαλαιοκρατίας και η ριζικότητα του ορίου ουσιαστικά συμπληρώνουν η μια την άλλη. Η συνενοχή τους εκφράζεται με τη μορφή μιας εξαντλητικής ανισχυρότητας. Το θέμα είναι ότι καμία από αυτές τις θέσεις, ούτε η απο λογητική ούτε η μυστικιστική, δεν κατορθώνει να συλλάβει τη βασικότερη πτυχή της βιοπολιτικής τάξης: την παραγωγικότη τά της. Δεν μπορούν να ερμηνεύσουν τις δυνητικές δυνάμεις του πλήθους που τείνουν διαρκώς να καταστούν δυνατές και πραγ
512
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI·:
ματικές. Με άλλα λόγια, έχουν χάσει τα ίχνη της θεμελιακής παραγωγικότητας του Είναι. Μπορούμε να απαντήσουμε στο ερώτημα του πώς είναι δυ νατόν να εξέλθουμε από την κρίση μόνον αν χαμηλώσουμε το βλέμμα μας στη βιοπολιτική δυνητικότητα, την εμπλουτισμένη από τις μοναδικές και δημιουργικές διαδικασίες της παραγω γής της υποκειμενικότητας. Ωστόσο, πώς γίνονται δυνατές η ρήξη και η καινοτομία, στον απόλυτο ορίζοντα όπου είμαστε εμβαπτισμένοι, σε έναν κόσμο όπου οι αξίες μοιάζει να έχουν, απορριφθεί μέσα σε ένα κενό σημασίας και μια έλλειψη κάθε, μέτρου; Εδώ δεν χρειάζεται να ανατρέξουμε και πάλι σε.μια. περιγραφή της επιθυμίας και των οντολογικών της πλεονασμά I των ούτε να επιμείνουμε γι’ άλλη μια φορά στη διάσταση του «πέραν». Αρκεί να αναφερθούμε στον παραγωγικό προσδιορισμό της επιθυμίας και κατά συνέπεια στην παραγωγικότητά της. Ουσιαστικά, η πλήρης σύμμειξη του πολιτικού, του κοινωνικού και του οικονομικού στη συγκρότηση του παρόντος αποκαλό-ι 1 πτει έναν βιοπολιτικό χώρο ο οποίος εξηγεί την ικανότητα της επιθυμίας να αντιμετωπίσει την κρίση -πολύ καλύτερα απ’ ό,τι η νοσταλγική ουτοπία της Hannah Arendt για τον πολιτικό χώρο.19 Ο όλος εννοιολογικός ορίζοντας ως εκ τούτου αναπροσ διορίζεται ριζικά. Το βιοπολιτικό, ιδωμένο από την οπτική της. επιθυμίας, δεν είναι άλλο από συγκεκριμένη παραγωγή, ανθρώ =1 πινη συλλογικότητα εν δράσει. Η επιθυμία εμφανίζεται εδώ ως a ένας παραγωγικός χώρος, ως η πραγματικότητα της ανθρώπι νης συνεργασίας κατά την οικοδόμηση της ιστορίας. Αυτή η παραγωγή είναι ακραιφνώς ανθρώπινη αναπαραγωγή, η δύναμη της γένεσης. Η επιθυμητική παραγωγή είναι γένεση, ή μάλλον το πλεόνασμα της εργασίας και της συσσώρευσης μιας δύναμης ενσωματωμένης στη συλλογική κίνηση των μοναδικών ουσιών, ταυτόχρονα αιτία και τελείωσή της. Όταν η ανάλυσή μας πατάει γερά στον βιοπολιτικό κόσμο όπου η κοινωνική, οικονομική και πολιτική παραγωγή και ανα παραγωγή ταυτίζονται, η οντολογική και η ανθρωπολογική θε ώρηση τείνουν να αλληλεπικαλυφθούν. Η Αυτοκρατορία διατεί-
I
ΑΥΤΟ ΚΡΑΤΟ ΡΙΑ
513
νέται ότι είναι ο κυρίαρχος αυτού του κόσμου γιατί μπορεί να τον καταστρέφει. Τι φρικτή ψευδαίσθηση! Στην πραγματικότη τα εμείς είμαστε οι κύριοι του κόσμου γιατί η επιθυμία και η εργασία μας τον αναγεννούν συνεχώς. Ο βιοπολιτικός κόσμος είναι μια ανεξάντλητη συνύφανση γενετικών πράξεων, κινητή ρια δύναμη των οποίων είναι το συλλογικό (ως σημείο συνάν τησης μοναδικοτήτων). Καμιά μεταφυσική, εκτός από μια πα ραληρηματική μεταφυσική, δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι καθο ρίζει την ανθρωπότητα ως απομονωμένη και ανίσχυρη. Καμιά οντολογία, εκτός από μια υπερβατική οντολογία, δεν μπορεί να εξορίσει την ανθρωπότητα στην ατομικότητα. Καμιά ανθρωπο λογία, εκτός από μια παθολογική ανθρωπολογία, δεν μπορεί να ορίσει την ανθρωπότητα ως αρνητική δύναμη. Η γένεση, το πρώτο γεγονός της μεταφυσικής, της οντολογίας και της αν θρωπολογίας, είναι ένας συλλογικός μηχανισμός, μια συσκευή επιθυμίας. Το βιοπολιτικό γίγνεσθαι γιορτάζει αυτή την «πρώ τη» διάσταση με απόλυτους όρους. Η πολιτική θεωρία αναγκάζεται από αυτή τη νέα πραγμα τικότητα να επαναπροσδιορίσει εαυτήν ριζικά. Στη βιοπολιτική κοινωνία, επί παραδείγματι, ο φόβος δεν μπορεί να χρησιμο ποιηθεί, όπως πρότεινε ο Thomas Hobbes, ως αποκλειστική κινητήρια δύναμη της συμβολαϊκής συγκρότησης της πολιτι κής, ακυρώνοντας με αυτόν τον τρόπο τον έρωτα του πλήθους. Ή μάλλον, στη βιοπολιτική κοινωνία η απόφαση του ανώτατου άρχοντα δεν μπορεί ποτέ να ακυρώσει την επιθυμία του πλή θους. Αν εκείνες οι ιδρυτικές στρατηγικές της νεωτερικής κυ ριαρχίας χρησιμοποιούνταν σήμερα, με τις αντιθέσεις που συνε πιφέρουν, ο κόσμος θα ακινητούσε γιατί δεν θα ήταν πλέον εφι κτή η γένεση. Για να λάβει χώρα η γένεση, το πολιτικό πρέ πει να ενδώσει στον έρωτα και την επιθυμία, και αυτό σημαί νει στις θεμελιακές δυνάμεις της βιοπολιτικής παραγωγής. Το πολιτικό δεν είναι αυτό που σήμερα μας διδάσκει ότι είναι ο κυνικός μακιαβελλισμός των πολιτικών είναι μάλλον, όπως μας λέει ο δημοκράτης Machiavelli, η δύναμη της γένεσης, της επιθυμίας, του έρωτα. Η πολιτική θεωρία πρέπει να αναπροσα
514
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
νατολιστεί προς αυτή την κατεύθυνση και να υιοθετήσει τη γλώσσα της γένεσης. Η γένεση είναι το p r im u m του βιοπολιτικου κόσμου της Αυτοκρατορίας. Η βιοεξουσία -ένας ορίζοντας της υβριδικοποίησης του φυσικού και του τεχνητού, των αναγκών και των μη χανών, της επιθυμίας και της συλλογικής οργάνωσης του οικο νομικού και του κοινωνικού- πρέπει συνεχώς να αναγεννά εαυτήν προκειμένου να υπάρξει. Η γένεση είναι εκεί, πριν από κά θε άλλο, ως βάση και κινητήρια δύναμη της παραγωγής και της αναπαραγωγής. Η γενετική σύνδεση νοηματοδοτεί την επι κοινωνία, και οποιοδήποτε μοντέλο (καθημερινής, φιλοσοφικής ή πολιτικής) επικοινωνίας δεν ασπάζεται αυτό το πρωτείο είναι εσφαλμένο. Οι κοινωνικές και πολιτικές σχέσεις της Αυτοκρακ. τορίας απηχούν αυτή τη φάση της εξέλιξης της παραγωγής και ερμηνεύουν τη γενετική και παραγωγική βιόσφαιρα. Έχουμε έτσι φτάσει σε ένα όριο της δυνητικότητας της πραγματικής υπαγωγής της παραγωγικής κοινωνίας στο κεφάλαιο -ακριβώς ’ όμως σε αυτό το όριο η δυνατότητα γένεσης και η συλλογική δύναμη της επιθυμίας αποκαλύπτονται σε όλη τους της ισχύ.
Φθορά Στους αντίποδες της γένεσης βρίσκεται η φθορά. Μακράν του να είναι το αναγκαίο συμπλήρωμα της γένεσης, όπως θα ήθε λαν τα ποικίλα ρεύματα της πλατωνικής φιλοσοφίας, η φθορά είναι η απλή άρνησή της.20 Η φθορά διασπά την αλυσίδα της επιθυμίας και διακόπτει την επέκτασή της στον βιοπολιτικό ορίζοντα της παραγωγής. Κατασκευάζει μαύρες τρύπες και οντολογικά κενά στον βίο του πλήθους που ούτε οι πιο στρεβλοί χειρισμοί της πολιτικής επιστήμης δεν κατορθώνουν να τα συγκαλύψουν. Η φθορά, αντίθετα από την επιθυμία, δεν είναι μια οντολογική κινητήρια δύναμη, αλλά απλώς η έλλειψη οντολογικού θεμελίου των βιοπολιτικών πρακτικών τού Είναι. Στην Αυτοκρατορία η φθορά εδρεύει παντού. Είναι ο ακρο γωνιαίος λίθος και ο βασικός άξονας της κυριάρχησης. Απαντά
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
515
υπό διάφορες μορφές στην ανώτατη κυβέρνηση της Αυτοκρατο ρίας και τις υποτελείς της διοικήσεις, στις πιο εκλεπτυσμένες και τις πιο εκφαυλισμένες αστυνομικές δυνάμεις, στα λόμπυ των αρχουσών τάξεων, στα παράνομα κυκλώματα των ανερχόμενων κοινωνικών ομάδων, στις εκκλησίες και τις σέχτες, στους δράστες και τους διώκτες των σκανδάλων, στις μεγαλύ τερες οικονομικές εταιρείες και τις καθημερινές οικονομικές συναλλαγές. Μέσω της φθοράς, η αυτοκρατορική εξουσία απλώνει ένα προπέτασμα καπνού σε όλο τον κόσμο, και ο εξουσιασμός του πλήθους ασκείται μέσα σε αυτό το βρομερό νέφος, όπου δεν μπορούν να λάμψουν το φως και η αλήθεια. Δεν είναι περίεργο το πώς αντιλαμβανόμαστε τη φθορά και εντοπίζουμε την ισχυρή κενότητα του πέπλου της αδιαφορίας που η αυτοκρατορική εξουσία απλώνει σε όλον τον κόσμο. Στην πραγματικότητα, η ικανότητα να αντιλαμβάνεται κανείς τη φθορά είναι, για να χρησιμοποιήσουμε μια φράση του Descar tes, «la faculte la mieux partagee du monde», η πιο συνηθι σμένη ικανότητα στον κόσμο. Η φθορά γίνεται εύκολα αντιλη πτή γιατί εμφανίζεται αμέσως ως μια μορφή βίας, ως μια προ σβολή. Και αποτελεί όντως μια προσβολή: η φθορά είναι στην πραγματικότητα το σημάδι της αδυναμίας σύνδεσης της εξου σίας με την αξία, και η καταγγελία της είναι συνεπώς μια άμε ση συναίσθηση της έλλειψης του Είναι. Η φθορά είναι αυτό που αποχωρίζει ένα σώμα και έναν νου από αυτό που μπορούν να κάνουν. Αφού η γνώση και η ύπαρξη στον βιοπολιτικό κόσμο συνίστανται πάντα σε μια παραγωγή αξίας, αυτή η έλλειψη του Είναι εμφανίζεται ως ένα τραύμα, μια επιθυμία καταστροφής τον s o c iu s , μια απογύμνωση του κόσμου από το Είναι. Οι μορφές υπό τις οποίες εμφανίζεται η φθορά είναι τόσο πολλές που αν προσπαθούσαμε να τις απαριθμήσουμε θα ήταν σαν να θέλαμε να αδειάσουμε τη θάλασσα με κοχλιάριο. Ας προσπαθήσουμε, εντούτοις, να δώσουμε μερικά παραδείγματα, ακόμη κι αν αυτά δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να θεωρηθεί ότι αντιπροσωπεύουν το σύνολο. Καταρχάς, η φθορά υπάρχει ως ατομική επιλογή η οποία αντιτάσσεται και καταστρατηγεί τη
516
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
θεμελιώδη κοινότητα και αλληλεγγύη που ορίζεται από τη βιοπολιτική παραγωγή. Αυτή η μικρή, καθημερινή βία της ισχύος είναι μια μορφή φθοράς που ακολουθεί το πρότυπο των παρά νομων κυκλωμάτων της μαφίας. Κατά δεύτερον, υπάρχει η φθο ρά της παραγωγικής τάξης, ή μάλλον η εκμετάλλευση. Σε αυ τήν περιλαμβάνεται το ότι οι αξίες που προέρχονται από τη συλλογική συνεργασία της εργασίας απαλλοτριώνονται, και εκείνο που στο βιοπολιτικό πλαίσιο ήταν a b o r ig in e δημόσιο, ιδιωτικοποιείται. Η κεφαλαιοκρατία έχει καθοριστική ανάμειξη σε αυτή τη φθορά της ιδιωτικοποίησης. Όπως λέει ο Άγιος Αυ γουστίνος, οι μεγάλες βασιλείες είναι απλώς μεγεθυσμένες προ βολές μικρών κλεφτών. Ο επίσκοπος της Ιππώνος Αυγουστίνος, εντούτοις, τόσο ρεαλιστής στην πεσιμιστική σύλληψη της εξου ί σίας, θα έμενε άναυδος μπροστά στους σημερινούς μικρούς κλέ φτες της νομισματικής και οικονομικής εξουσίας. Πράγματι, όταν η κεφαλαιοκρατία χάνει κάθε σχέση με την αξία (τόσο ως μέτρο της ατομικής εκμετάλλευσης όσο και ως κανόνα της συλλογικής προόδου), αμέσως εμφανίζεται ως φθορά. Η ολοένα πιο αφηρημένη ακολουθία του τρόπου λειτουργίας της (από τη συσσώρευση της υπεραξίας ώς τη νομισματική και οικονομική κερδοσκοπία) αποδεικνύεται μια ευθεία πορεία προς τη γενικευμένη φθορά. Αν η κεφαλαιοκρατία είναι εξ ορισμού ένα σύ στημα φθοράς, το οποίο όμως διατηρεί τη συνοχή του, όπως στο μύθο του Mandeville, χάρη στη συνεργατική του ευφυΐα και εξιλεώνεται σύμφωνα με όλες τις ιδεολογίες του, αριστερές και δεξιές, χάρη στην προοδευτική του λειτουργία, τότε, όταν, χάνεται το μέτρο και το προοδευτικό «τέλος» καταρρέει, δεν απομένει τίποτε ουσιαστικό από την κεφαλαιοκρατία, παρεκτός. η φθορά. Κατά τρίτον, η φθορά γίνεται φανερή στον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η ιδεολογία, ή μάλλον στη διαστρέβλωση των σημασιών της γλωσσικής επικοινωνίας. Εδώ η φθορά θίγει τη σφαίρα του βιοπολιτικού, προσβάλλοντας τους παραγωγικούς κόμβους της και παρακωλύοντας τις γενετικές της διαδικασίες. Η προσβολή αυτή εκδηλώνεται, κατά τέταρτον, όταν στις πρα κτικές της αυτοκρατορικής διακυβέρνησης η απειλή του τρό-
ΑΤΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
517
μου γίνεται όπλο για την άρση περιορισμένων ή τοπικών συγ κρούσεων και μηχανισμός της αυτοκρατορικής ανάπτυξης. Στην περίπτωση αυτή η αυτοκρατορική εξουσία μεταμφιέζεται και μπορεί να εμφανίζεται εναλλάξ ως φθορά ή καταστροφή, ωσάν, θα έλεγε κανείς, να θέλει να αποκαλύψει τη βαθιά σχέση αλ ληλεξάρτησης που συνδέει αυτά τα δύο. Η φθορά και η κατα στροφή χορεύουν αγκαλιασμένες πάνω από την άβυσσο, πάνω από την αυτοκρατορική έλλειψη του Είναι. Θα μπορούσαμε να παραθέσουμε άπειρα ανάλογα παραδείγ ματα φθοράς, στη βάση όμως όλων αυτών των μορφών της φθο ράς βρίσκεται μια επιχείρηση οντολογικής ακύρωσης που ορί ζεται και εφαρμόζεται ως η εξολόθρευση της μοναδικής ουσίας του πλήθους. Το πλήθος πρέπει να ενοποιηθεί ή να κατατμηθεί σε διαφορετικές μονάδες: αυτός είναι ο ενδεδειγμένος τρόπος φθοράς του. Γι’ αυτό οι αρχαίες και νεότερες έννοιες της φθο ράς δεν μπορούν να μεταφραστούν άμεσα στη μετανεωτερική έννοια. Ενώ στους αρχαίους και τους νεότερους χρόνους η φθο ρά οριζόταν σε σχέση με τα αξιακά σχήματα και/ή σχέσεις και εκδηλωνόταν ως κιβδήλευσή τους, έτσι που ενίοτε μπορούσε να συντελέσει στο μετασχηματισμό των μορφών διακυβέρνησης και την παλινόρθωση των αξιών, σήμερα, αντίθετα, η φθορά δεν είναι σε θέση να συμβάλει σε οποιονδήποτε τέτοιο μετασχημα τισμό, γιατί αυτή καθαυτή η φθορά αποτελεί την ουσία και την ολότητα της Αυτοκρατορίας. Η φθορά είναι η καθαρή ύπαρξη του προστάγματος, χωρίς καμιά σύμμετρη ή επαρκή αναφορά στον κόσμο της ζωής. Είναι πρόσταγμα προσανατολισμένο στην καταστροφή της μοναδικότητας του πλήθους μέσω της εξαναγ καστικής ενοποίησης και/ή της βίαιης κατάτμησης. Γι’ αυτό η Αυτοκρατορία αναπόφευκτα παρακμάζει σε κάθε στιγμή της ανόδου της. Αυτή η αρνητική μορφή προστάγματος που επιβάλλεται στην παραγωγική βιοεξουσία γίνεται ακόμη πιο παράδοξη όταν τη θεωρήσουμε από τη σκοπιά της σωματικότητας. Η βιοπολιτική γένεση μετασχηματίζει άμεσα τα σώματα του πλήθους. Πρόκειται, όπως έχουμε δει, για σώματα εμπλουτισμένα με
518
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
διανοητική και συνεργατική δύναμη, για σώματα τα οποία εί ναι ήδη υβριδικά. Αυτό που μας παρέχει η γένεση στη μετανεωτερικότητα είναι συνεπώς σώματα «πέραν του μέτρου». Σε αυτά τα συμφραζόμενα η φθορά εμφανίζεται απλώς σαν νόσος, ματαίωση και ακρωτηριασμός. Με αυτόν τον τρόπο αντιμετώ πιζε ανέκαθεν η εξουσία τα εμπλουτισμένα σώματα. Η φθορά εμφανίζεται επίσης με τη μορφή ψυχώσεων, ναρκωτικών, αγω νίας και πλήξης, αλλά και αυτό είναι κάτι που ανέκαθεν συνέβαινε στους κόλπους της νεωτερικότητας και των πειθαρχικών κοινωνιών. Η ιδιαιτερότητα της φθοράς σήμερα έγκειται απε ναντίας στη ρήξη της συνέχειας των μοναδικών σωμάτων και την παρακώλυση της δράσης τους -σε μια ρήξη της παραγω γικής βιοπολιτικής κοινότητας και μια παρακώλυση του βίου της. Εδώ λοιπόν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα παράδοξο. Η Αυτοκρατορία αναγνωρίζει ότι μέσα στη συνεργατική σχέση τα σώματα παράγουν περισσότερα και ότι μέσα στην κοινότητα τα σώματα απολαμβάνουν περισσότερα, και επωφελείται από αυτό, ταυτόχρονα όμως είναι αναγκασμένη να παρεμποδίζει και να ελέγχει αυτή τη συνεργατική αυτονομία, ούτως ώστε να μην καταστραφεί από αυτήν. Η φθορά επιχειρεί να παρεμποδίσει αυτήν την «πέραν του μέτρου» κίνηση που επιτυγχάνουν τα σώματα μέσω της κοινότητας, αυτήν τη μοναδική καθολίκευση της νέας δύναμης των σωμάτων, που απειλεί την ίδια την ύπαρξη της Αυτοκρατορίας. Το παράδοξο είναι ανεπίλυτο: όσο περισσότερο πλουτίζει ο κόσμος τόσο περισσότερο η Αυτοκρα τορία, η οποία βασίζεται σε αυτόν τον πλούτο, πρέπει να κα ταργήσει τις συνθήκες της παραγωγής του. Το χρέος μας είναι να ερευνήσουμε με ποιον τρόπο εν τέλει η φθορά μπορεί να αναγκαστεί να δώσει το προβάδισμα στη γένεση.
4.3 ΤΟ ΠΛΗΘΟΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ
Οι μεγάλες μάζες έχουν ανάγκη από μια υλική θρησκεία των αισθήσεων [eine sinnliche Religion]. Ό χι μόνον οι μεγάλες μάζες, αλλά και ο φιλόσοφος την έχει ανάγκη. Μονοθεϊσμός της λογικής και της καρδιάς, πολυθεϊσμός της φαντασίας και της τέχνης, αυτό είναι που μας χρει άζεται. .. Πρέπει να αποκτήσουμε μια νέα μυθολογία, αυ τή η μυθολογία όμως θα πρέπει να υπηρετεί τις ιδέες. Θα πρέπει να είναι μια μυθολογία της λογικής.
Das alteste Systemprogramm des deutschen Idealismus τω ν H e g e l , H o l d e r l in ή S c h e l l in g
Δεν μας λείπει η επικοινωνία, αντίθετα, έχουμε πολλή από δαότη. Μας λείπει η δημιουργία. Μας λείπει η αντί
σταση απέναντι στο παρόν. G il l e s D e l e u z e κ α ι F e l ix G u a t t a r i
Η αυτοκρατορική εξουσία δεν μπορεί πλέον να άρει τη διαπά λη των κοινωνικών δυνάμεων μετερχόμενη διαμεσολαβητικά σχήματα τα οποία μεταθέτουν τους όρους αυτής της διαπάλης. Οι μορφές της κοινωνικής διαπάλης που συγκροτούν το πολιτι κό αντιπαρατίθενται άμεσα, χωρίς κανενός είδους διαμεσολάβηση. Αυτή είναι και η ουσιαστική καινοτομία του αυτοκρατορικού καθεστώτος. Η Αυτοκρατορία δημιουργεί μεγαλύτερες δυ νατότητες για επανάσταση απ’ ό,τι τα εξουσιαστικά καθεστώ τα της νεωτερικότητας, γιατί, παράλληλα προς το μηχανισμό που επιβάλλει το πρόσταγμά της, μας παρέχει μια εναλλακτι κή: το σύνολο όλων εκείνων που έχουν γίνει αντικείμενα εκμε τάλλευσης και καθυπόταξης, ένα πλήθος που αντιπαρατίθεται στην Αυτοκρατορία άμεσα, χωρίς καμιά μεταξύ τους διαμεσολάβηση. Σε αυτό το σημείο, λοιπόν, όπως λέει και ο Άγιος Αυ-
520
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
γουστίνος, το καθήκον μας είναι να διερευνήσουμε, όσο καλύ τερα μας το επιτρέπουν οι δυνάμεις μας, «την άνοδο, την ανά πτυξη και τα προδιαγεγραμμένα τέλη των δύο πολιτειών. οποία βρίσκουμε... συνυφασμένα... και συγκερασμένα».1 Έχον τας πλέον εξετάσει διεξοδικά την Αυτοκρατορία, πρέπει να επι- ί; κεντρώσουμε την προσοχή μας απευθείας στο πλήθος και στη δυνητική πολιτική του δύναμη. j
Οι δύο πολιτείες Πρέπει να ερευνήσουμε με ποιους συγκεκριμένους τρόπους, το πλήθος μπορεί να μετατραπεί σε π ο λ ιτ ικ ό υ π ο κ είμ ενο μέσα στο πλαίσιο της Αυτοκρατορίας. Είναι ασφαλώς δυνατόν να αντιληφθούμε την ύπαρξη του πλήθους όσον αφορά τη συγκρότηση της Αυτοκρατορίας, ίσως όμως, αν περιοριστούμε σε αυτή τη θεώρηση, να αποκομίσουμε την εντύπωση ότι το πλήθος γεννάται και συντηρείται από το αυτοκρατορικό πρόσταγμα. Στη νέα, μετανεωτερική μορφή της Αυτοκρατορίας δεν υπάρχει πλέον αυτοκράτωρ Καρακάλλας, ο οποίος να εκχωρεί τ η ν ιδιότητα του πολίτη σε όλους τους υπηκόους του, διαμορφώνοντας με αυτόν τον τρόπο το πλήθος ως πολιτικό υποκείμενο. Ο σχηματισμός του πλήθους των υπό εκμετάλλευση υποδουλωμένων παραγωγών μπορεί να γίνει σαφέστερα αντιληπτός μέσα στην ιστορία των επαναστάσεων του 20ού αιώνα. Οι προϋποθέσεις για την αναγνώριση των πολιτικών δικαιωμάτων του πλήθους γεννήθηκαν, διαδόθηκαν και παγιώθηκαν μέσα από τις κομ μουνιστικές επαναστάσεις του 1917 και του 1949, τους μεγάλους αντιφασιστικούς αγώνες των δεκαετιών του 1930 και του ’40, και τους πολυάριθμους απελευθερωτικούς αγώνες της δε καετίας του 1960, με τελευταίους εκείνους του 1989. Μακράν του να έχουν ηττηθεί, οι επαναστάσεις του 20ου αιώνα έχουν η καθεμιά τους προαγάγει και μεταβάλει τους όρους της ταξικής διαπάλης, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις μιας νέας πολιτικής υποκειμενικότητας, ενός στασιαστικού πλήθους εναντιούμενου στην αυτοκρατορική εξουσία. Ο ρυθμός που καθιέρωσαν αυτά
|
1 :5
1
) ; >!| : ί, ;? ; ■' ι j j
'·
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
521
τα επαναστατικά κινήματα είναι ο ρυθμός στον οποίο χτυπάει η καρδιά μιας νέας a e ta s , ένα νέο πλήρωμα και μια νέα μετα μόρφωση των καιρών. Η συγκρότηση της Αυτοκρατορίας δεν είναι το αίτιο αλλά το αιτιατό της ανόδου αυτών των νέων δυνάμεων. Δε πρέπει να μας ξενίζει, λοιπόν, που η Αυτοκρατορία, όσο κι αν προσπαθεί, αδυνατεί να οικοδομήσει ένα σύστημα δικαίου ικανό να αντεπεξέλθει στη νέα πραγματικότητα της παγκοσμιοποίησης των κοινωνικών και οικονομικών σχέσεων. Αυτή η αδυναμία (την οποία χρησιμοποιήσαμε ως αφετηριακό σημείο για την έρευνά μιας στο κεφάλαιο Ι.ΐ) δεν οφείλεται στη σημαντική διεύρυνση του πεδίου που καλείται να καλύψει η νέα ρύθμιση· ούτε είναι απλώς συνέπεια των δυσχερειών που παρουσιάζει η μετάβαση από το παλαιό σύστημα του διεθνούς δημοσίου δικαίου σε ένα νέο, αυτοκρατορικό σύστημα. Αντίθετα, η εν λόγω αδυναμία εξηγείται από την επαναστατική φύση του πλήθους, οι αγώνες του οποίου έχουν δημιουργήσει την Αυτοκρατορία ως ανε στραμμένο είδωλο της δικής του εικόνας, και το οποίο αντι προσωπεύει πλέον, σε αυτή τη νέα σκηνή, μιαν ανεπίσχετη δύ ναμη και ένα πλεόνασμα αξίας σε σχέση με κάθε μορφή δικαί ου και νόμου. Για να επαληθεύσουμε αυτή την υπόθεση, αρκεί να κοιτά ξουμε τη σημερινή εξέλιξη του πλήθους και να επιμείνουμε στη ζωτικότητα των σημερινών εκφάνσεών του. Όταν το πλήθος εργάζεται, παράγει και αναπαράγει αυτόνομα ολόκληρο το σόμ παν της ζωής. Αυτή η αυτόνομη παραγωγή και αναπαραγωγή συνεπάγεται την οικοδόμηση μιας νέας οντολογικής πραγματι κότητας. Εργαζόμενο, το πλήθος κατ’ ουσίαν παράγει εαυτό ως μοναδικότητα. Είναι μια μοναδικότητα η οποία ιδρύει έναν νέο τόπο μέσα στον μη-τόπο της Αυτοκρατορίας, μια μοναδικότη τα που συνιστά μια πραγματικότητα η οποία παράγεται διά της συνεργασίας, αναπαρίσταται από τη γλωσσική κοινότητα, και αναπτύσσεται από τις κινήσεις της υβριδικοποίησης. Το πλήθος καταφάσκει τη μοναδικότητά του αντιστρέφοντας την ιδεολογική ψευδαίσθηση ότι όλοι οι άνθρωποι στους πλανητι-
522
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
κούς χώρους της παγκόσμιας αγοράς είναι ανταλλάξιμοι. Βοη θώντας την ιδεολογία της αγοράς να ορθοποδήσει, το πλήθος προάγει μέσω της εργασίας του τη βιοπολιτική μοναδικοποίηση ομάδων και συνόλων της ανθρωπότητας, σε όλους ανεξαιρέ τως τους κόμβους της παγκόσμιας ανταλλαγής. Οι ταξικοί αγώνες και οι επαναστατικές διαδικασίες του πα ρελθόντος υπέσκαψαν τις πολιτικές εξουσίες των εθνών και των λαών. Η επαναστατική προεισαγωγή που γράφηκε κατά τον 19ο και τον 20ό αιώνα προλείανε το έδαφος για τη νέα υπο κειμενική μορφή της εργασίας που βλέπουμε να υλοποιείται σήμερα. Η συνεργασία και η επικοινωνία σε όλες τις σφαίρες της βιοπολιτικής παραγωγής ορίζουν μια νέα παραγωγική μο ναδικότητα. Το πλήθος δεν σχηματίζεται απλώς με τον εική και ως έτυχε συμφυρμό εθνών και λαών· είναι η μοναδική δύ ναμη μιας ν έα ς π ολιτεία ς. Ίσως αντέτεινε κανείς σε τούτο το σημείο, και πολύ εύλο γα, ότι όλα αυτά εξακολουθούν να μην είναι αρκετά για να κα θιερώσουν το πλήθος ως ένα κυριολεκτικά πολιτικό υποκείμε νο, πολύ λιγότερο μάλιστα ως ένα υποκείμενο που δύναται να ελέγχει το πεπρωμένο του. Αυτή η ένσταση εντούτοις δεν συ ν ιστά ανυπέρβλητο εμπόδιο, γιατί το επαναστατικό παρελθόν και οι σύγχρονες συνεργατικές παραγωγικές ικανότητες, μέσω των οποίων συνεχώς μεταγράφονται και ανασχηματίζονται τα ανθρωπολογικά χαρακτηριστικά του πλήθους, δεν μπορεί παρά να αποκαλύπτει ένα «τέλος», μια υλική διαβεβαίωση απελευθέ ρωσης. Στον αρχαίο κόσμο, ο Πλωτίνος αντιμετώπισε μια πα ρόμοια κατάσταση: «Ας καταφύγουμε λοιπόν στην αγαπημένη μας πατρίδα»: αυτή είναι η πιο ορθόδοξη συμβουλή... Η πατρίδα είναι για εμάς το μέρος απ’ όπου έχουμε έρθει, και εκεί βρί σκεται ο Πατέρας. Ποια θα είναι λοιπόν η πορεία μας, ποιος ο τρόπος της διαφυγής μας; Αυτό το ταξίδι δεν εί ναι από εκείνα που μπορούν να κάνουν τα πόδια· τα πόδια μάς πηγαίνουν μόνον από τον έναν τόπο στον άλλο· ούτε
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
523
χρειάζεται να ετοιμάσεις άμαξα ή σκάφος θαλάσσιο για να σε μεταφέρει- όλα αυτά πρέπει να τα ξεχάσετε και να αποστρέψετε το βλέμμα από πάνω τους: πρέπει να κλεί σετε τα μάτια και αντί γι’ αυτά να επιστρατεύσετε μιαν άλλη όραση, την οποία πρέπει να ξυπνήσετε μέσα σας, μια όραση που όλοι την έχουν, λίγοι όμως τη χρησιμοποι ούν.2 Με αυτόν τον τρόπο ο αρχαίος μυστικισμός εξέφρασε το νέο τέλος. Σήμερα, όμως, το πλήθος ενοικεί στις αυτοκρατορικές επιφάνειες όπου δεν υπάρχει Πατέρας Θεός ούτε υπερβατικό τητα. Αντίθετα, αυτό που υπάρχει είναι η εμμενής εργασία μας. Η τελεολογία του πλήθους είναι θεουργική· συνίσταται στη δυ νατότητά του να κατευθύνει τις τεχνολογίες και την παραγωγή αποσκοπώντας στη δική του χαρά και την αύξηση της δύναμής του. Το πλήθος δεν έχει λόγο να αναζητήσει έξω από την ιστο ρία του και την παρούσα παραγωγική του δύναμη τα απαραί τητα μέσα που θα οδηγήσουν στη συγκρότησή του ως πολιτι κού υποκειμένου. Μια υλική μυθολογία του Λόγου αρχίζει έτσι να διαμορφώ νεται, μια μυθολογία που οικοδομείται μέσα στις γλώσσες, τις τεχνολογίες και όλα τα μέσα που συγκροτούν τον κόσμο του βίου. Πρόκειται για μια υλική θρησκεία των αισθήσεων, η οποία απομακρύνει το πλήθος από κάθε κατάλοιπο κυριαρχικής εξουσίας και από κάθε «τσιμπίδα» Αυτοκρατορίας. Η μυθολο γία του Λόγου είναι η συμβολική και φαντασιακή άρθρωση που επιτρέπει στη μυθολογία του πλήθους να εκφραστεί ως δρα στηριότητα και συνείδηση. Η μυθολογία των γλωσσών του πλήθους ερμηνεύει το τέλος μιας εγκόσμιας πολιτείας η οποία έχει αποσχιστεί δυνάμει του ίδιου του πεπρωμένου της από κά θε ανήκειν ή υποταγή σε μια πολιτεία του Θεού που έχει χά σει πλέον κάθε προνόμιο και νομιμότητα. Στις μεταφυσικές και υπερβατικές διαμεσολαβήσεις, στη βία και τη φθορά αντιπαρατίθεται με αυτόν τον τρόπο η απόλυτη συγκρότηση της εργα σίας και της συνεργασίας, η επίγεια πολιτεία του πλήθους.
•1
524
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI"
Απεριόριστες διαδρομές (το δικαίωμα σε μια παγκόσμια υπηκοότητα) Η συγκρότηση του πλήθους εμφανίζεται καταρχάς ως μια κί νηση στο χώρο, η οποία συγκροτεί το πλήθος σε απεριόριστο τόπο. Η κινητικότητα των εμπορευμάτων, κατά συνέπεια και του ιδιάζοντος εμπορεύματος που συνιστά η εργατική δύναμη, έχει προβληθεί από την πρώτη ακόμη εμφάνιση της κεφαλαιοκρατίας ως η θεμελιακή προϋπόθεση της συσσώρευσης. Εντού τοις, τα είδη κίνησης των ατόμων, των ομάδων και των πλη θυσμών που συναντούμε σήμερα στην Αυτοκρατορία είναι αδύ νατον να υποταχθούν απόλυτα στους νόμους της κεφαλαιοκρα τικής συσσώρευσης -ανά πάσα στιγμή υπερχειλίζουν και συν τρίβουν τα δεσμά του μέτρου. Οι κινήσεις του πλήθους περιχα ράσσουν νέους χώρους και οι διαδρομές του ιδρύουν νέους τό πους διαμονής. Η αυτόβουλη κίνηση είναι αυτή που ορίζει τον τόπο ο οποίος προσιδιάζει στο πλήθος. Τα διαβατήρια και τα διάφορα νομικά έγγραφα θα έχουν ολοένα λιγότερο τη δυνατό τητα να ρυθμίζουν τις κινήσεις μας πέραν των συνόρων. Μια νέα γεωγραφία καθιερώνεται από το πλήθος, καθώς οι παρα γωγικές ροές των σωμάτων ορίζουν νέους ποταμούς και λιμέ νες. Οι πολιτείες της γης θα γίνουν ταυτόχρονα μεγάλες δεξα μενές συνεργατικής ανθρωπότητας και κινητήριες μηχανές της κυκλοφορίας, προσωρινές διαμονές και δίκτυα για τη μαζική κατανομή της ζωντανής ανθρωπότητας. Μέσω της κυκλοφορίας το πλήθος επανιδιοποιείται το χώρο και αυτοσυγκροτείται ως ενεργό υποκείμενο. Αν εξετάσουμε προσεκτικότερα τον τρόπο λειτουργίας αυτής της νέας συντα κτικής διαδικασίας της υποκειμενικότητας, θα διαπιστώσουμε ότι οι νέοι χώροι περιγράφονται από ανοίκειες τοπολογίες, από υπόγεια και ανεπίσχετα ριζώματα -από γεωγραφικές μυθολο γίες που σηματοδοτούν τις νέες οδούς του πεπρωμένου. Οι κι νήσεις αυτές συχνά συνεπάγονται ως αντίτιμο φρικτές δοκιμα σίες, ταυτόχρονα όμως ενέχουν μια επιθυμία απελευθέρωσης η οποία δεν κατασιγάζεται παρά μόνον επανιδιοποιούμενη νέους
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
525
χώρους, γύρω από τους οποίους οικοδομούνται νέες ελευθερίες. Παντού όπου φτάνουν αυτές οι κινήσεις, και σε όλα τα μέρη από τα οποία περνούν, καθορίζουν νέες μορφές βίου και συνερ γασίας -παντού δημιουργούν τον πλούτο που η παρασιτική μετανεωτερική κεφαλαιοκρατία αλλιώς δεν θα ήξερε πώς να την απομυζήσει από το αίμα του προλεταριάτου, γιατί διαρκώς πε ρισσότερο σήμερα η παραγωγή συντελείται μέσα στην κίνηση και τη συνεργασία, στην έξοδο και την επικοινωνία. Είναι δυ νατόν να φανταστούμε τη γεωργία και τις βιομηχανίες υπηρε σιών των ΗΠΑ χωρίς την εργασία των μεξικανών μεταναστών, ή τα αραβικά πετρέλαια χωρίς την εργασία των Παλαιστινίων και των Πακιστανών; Και ποια τύχη θα είχαν οι λαμπροί, επα ναστατικοί τομείς της άυλης παραγωγής, από το «design» ώς τη μόδα, και από την ηλεκτρονική ώς την επιστήμη στην Ευ ρώπη, τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ασία, αν δεν υπήρχε η «παράνομη εργασία» των μεγάλων μαζών που έλκονται προς τους ακτινοβόλους ορίζοντες του κεφαλαιοκρατικού πλούτου και της ελευθερίας; Οι μαζικές μεταναστεύσεις έχουν γίνει απαραί τητες για την παραγωγή. Κάθε οδός διανοίγεται, χαρτογραφεί ται και ταξιδεύεται. Φαίνεται ότι όσο πιο έντονα ταξιδεύεται και όσο περισσότερα είναι τα δεινά που κατακάθονται σε αυ τήν, τόσο πιο παραγωγική γίνεται. Αυτές οι οδοί ακριβώς απαλλάσσουν την «επίγεια πολιτεία» από την αχλή και τη σύγ χυση με την οποία την περιβάλλει η Αυτοκρατορία. Έτσι το πλήθος αποκτά τη δύναμη να βεβαιώσει την αυτονομία του, τα ξιδεύοντας και εκφραζόμενο μέσω ενός μηχανισμού εκτεταμέ νης, εγκάρσιας εδαφικής επανιδιοποίησης. Η παραδοχή της δυνατής αυτονομίας του ευκίνητου πλή θους, εντούτοις, απλώς θίγει το πραγματικό πρόβλημα. Αυτό που πρέπει να συλλάβουμε είναι με ποιον τρόπο το πλήθος ορ γανώνεται και επαναπροσδιορίζεται ως θετική, πολιτική δύνα μη. Ώς εδώ μπορέσαμε να περιγράφουμε τη δυνατή ύπαρξη αυ τής της πολιτικής δύναμης μόνο με τυπικούς όρους. Θα ήταν όμως σφάλμα να σταματήσουμε, χωρίς να προχωρήσουμε στη διερεύνηση των ώριμων μορφών συνείδησης και πολιτικής ορ
526
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
γάνωσης του πλήθους, χωρίς να αντιληφθούμε πόσο μεγάλη εί ναι ήδη η ισχύς του σε αυτές τις εδαφικές μετακινήσεις της ερ γατικής δύναμης της Αυτοκρατορίας. Πώς μπορούμε να εντοπί σουμε (και να φέρουμε στο φως) μια συντακτική πολιτική τά ση στο πλαίσιο και πέραν του αυθόρμητου χαρακτήρα των κι νήσεων του πλήθους; Το ερώτημα αυτό μπορεί να προσεγγιστεί καταρχάς από την αντίπαλη πλευρά, με την εξέταση των στρατηγικών της Αυτοκρατορίας που καταστέλλουν αυτές τις κινήσεις. Η Αυτο κρατορία στην πραγματικότητα δεν ξέρει πώς να ελέγξει αυτές τις οδούς και το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να θέσει εκ,τός νόμου όσους τις διανύουν, ακόμη και όταν οι κινήσεις τους εί ναι απαραίτητες για την ίδια την κεφαλαιοκρατική παραγωγή. Οι βιβλικών διαστάσεων γραμμές μετανάστευσης από τη Νότια προς τη Βόρεια Αμερική αποκαλούνται επίμονα από τους νέους βαρόνους των ναρκωτικών «το μονοπάτι της κοκαΐνης»· ή πάλι, οι αρθρώσεις της εξόδου από τη Βόρεια και την υποσαχάρια Αφρική βαφτίζονται από τους ευρωπαίους ηγέτες «οδοί της τρο μοκρατίας»· ή, τέλος, οι πληθυσμοί που αναγκάζονται να δια φύγουν διαπλέοντας τον Ινδικό ωκεανό είναι καταδικασμένοι να γίνουν δούλοι στην «ευδαίμονα Αραβία»· και ο κατάλογος δεν έχει τέλος. Κι ωστόσο, οι πληθυσμιακές ροές συνεχίζονται. Η Αυτοκρατορία πρέπει να περιορίσει και να απομονώσει τις κι νήσεις του πλήθους στο χώρο, για να τις εμποδίσει να προσλάβουν πολιτική νομιμότητα. Είναι εξαιρετικά σημαντικό από αυ τή την άποψη για την Αυτοκρατορία να χρησιμοποιήσει τις δυ νάμεις της για να διαχειριστεί και να ενορχηστρώσει τις ποικί λες δυνάμεις του εθνικισμού και του φονταμενταλισμού (βλ. τα κεφάλαια 2.2 και 2.4). Και είναι εξίσου σημαντικό να χρησιμο ποιήσει καίρια τις στρατιωτικές και αστυνομικές δυνάμεις της για να συνετίσει τους απείθαρχους και τους στασιαστές.3 Από μόνες τους, ωστόσο, αυτές οι αυτοκρατορικές πρακτικές εξακο λουθούν να μην αγγίζουν την πολιτική ένταση που διατρέχει τις αυθόρμητες κινήσεις του πλήθους. Ό λ ε ς α υ τ έ ς οι κ α τ α σ τ α λ τ ικ έ ς ε ν έ ρ γ ε ιε ς ο υ σ ια σ τικ ά α γ γ ίζ ο υ ν μ ό ν ο εξ ω τ ερ ικ ά το
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
527
πλήθος και τις κινήσεις του. Η Αυτοκρατορία μπορεί μόνο να απομονώσει, να διαιρέσει και να διαχωρίσει. Το αυτοκρατορικό κεφάλαιο όντως προσβάλλει αυτές τις κινήσεις του πλήθους με αδιάπτωτη αποφασιστικότητα: περιπολεί τις θάλασσες και τα χερσαία σύνορα- επιβάλλει διαιρέσεις και κατατμήσεις στο εσω τερικό κάθε χώρας- και στο πεδίο της εργασίας ενισχύει τις διασπάσεις και τις οριοθετικές γραμμές της φυλής, του φύλου, της γλώσσας, της κουλτούρας, κ.ο.κ. Ακόμη και τότε, όμως, πρέπει να προσέχει να μην περιορίζει υπερβολικά την παραγω γικότητα του πλήθους, γιατί και η Αυτοκρατορία εξαρτάται από αυτή τη δύναμη της παραγωγικότητας. Οι κινήσεις του πλήθους πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να εκτείνονται διαρ κώς ευρύτερα μέσα στο παγκόσμιο τοπίο, και οι προσπάθειες καταστολής του πλήθους στην πραγματικότητα συνιστούν αντινομικές, ανεστραμμένες εκφάνσεις αυτής της ισχύος του. Αυτό μας επαναφέρει στα θεμελιακά ερωτήματα: Πώς μπο ρούν να καταστούν πολιτικές οι ενέργειες του πλήθους; Πώς μπορεί το πλήθος να οργανώσει και να συσπειρώσει τις δυνά μεις του εναντίον της καταπίεσης και των αδιάκοπων εδαφικών κατατμήσεων της Αυτοκρατορίας; Η μόνη απάντηση που μπο ρούμε να δώσουμε σε αυτά τα ερωτήματα είναι ότι η δράση του πλήθους καθίσταται πολιτική κυρίως όταν αρχίζει να αντιπαρατίθεται άμεσα και με επαρκή συνείδηση στις κεντρικές κα τασταλτικές λειτουργίες της Αυτοκρατορίας. Όταν δηλαδή αρ χίζει να αναγνωρίζει και να αντιμάχεται τις αυτοκρατορικές πρωτοβουλίες, και να μην τους επιτρέπει να αποκαθιστούν συ νεχώς την τάξη- όταν υπερβεί και καταλύσει τα όρια και τις κατατμήσεις που επιβάλλονται στη νέα συλλογική εργατική δύναμη· όταν συλλέξει αυτές τις εμπειρίες της αντίστασης και τις χρησιμοποιήσει συντονισμένα για να πλήξει τα νευραλγικά κέντρα του αυτοκρατορικού προστάγματος. Αυτό το καθήκον του πλήθους, καίτοι σαφές σε εννοιολογικό επίπεδο, παραμένει εντούτοις μάλλον αφηρημένο. Ποιες συγ κεκριμένες και απτές πρακτικές θα δώσουν ψυχή σε αυτό το πολιτικό σχέδιο; Δεν μπορούμε να το γνωρίζουμε σε τούτο το
528___________________________ MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
στάδιο. Αυτό που μπορούμε όμως να διακρίνουμε είναι μια πρώ-· ί τη αρχή ενός πολιτικού προγράμματος για το παγκόσμιο πλή θος, ένα αρχικό πολιτικό αίτημα: το δ ικ α ίω μ α σ ε μ ια πα γκό~ σ μ ια υ π η κ ο ό τη τ α . Κατά τις διαδηλώσεις του 1996 για τους sa n s p a p ie r s , τους αλλοδαπούς που διαμένουν στη Γαλλία χω ρίς επίσημη άδεια, τα πανό των διαδηλωτών απαιτούσαν «Papiers pour tous!» Άδειες παραμονής για όλους σημαίνει καταρχάς ότι όλοι πρέπει να έχουν πλήρη πολιτικά δικαιώματα στη χώρα όπου ζουν και εργάζονται. Αυτό δεν είναι ένα ουτοπικό ή μη ρεαλιστικό πολιτικό αίτημα. Το αίτημα είναι απλώς να ανα μορφωθεί η νομική υπόσταση των πληθυσμών, ώστε να σρμβαδίσει με τους πραγματικούς οικονομικούς μετασχηματισμούς των τελευταίων ετών. Το ίδιο το κεφάλαιο απαίτησε την αυξη μένη κινητικότητα της εργατικής δύναμης και τη συνεχή με τανάστευση πέραν των εθνικών συνόρων. Η κεφαλαιοκρατική παραγωγή στις ισχυρότερες περιοχές (στην Ευρώπη, τις Ηνω μένες Πολιτείες και την Ιαπωνία, αλλά και στη Σιγκαπούρη, τη Σαουδική Αραβία και αλλού) εξαρτάται πλήρως από την εισροή εργατών από τις εξαρτημένες περιοχές του κόσμου. Εξ ου και το πολιτικό αίτημα είναι να αναγνωριστεί νομικά το υφι στάμενο γεγονός της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής και όλοι οι εργάτες να αποκτήσουν πλήρη πολιτικά δικαιώματα. Αυτό το πολιτικό αίτημα που διαμορφώνεται μέσα στη μετανεωτερικότητα, κατ’ ουσίαν εμμένει στη θεμελιακή νεωτερική συνταγμα τική αρχή η οποία συνδέει το δίκαιο με την εργασία, και ως εκ τούτου ανταμείβει τον εργάτη ο οποίος παράγει κεφάλαιο με την παραχώρηση πολιτικών δικαιωμάτων. Το αίτημα αυτό μπορεί επίσης να λάβει γενικότερη και ρι ζοσπαστικότερη μορφή σε σχέση με τις μετανεωτερικές συνθή κες της Αυτοκρατορίας. Σε πρώτο χρόνο, το πλήθος απαιτεί από κάθε κράτος να αναγνωρίσει νομικά τις μεταναστεύσεις που είναι απαραίτητες για το κεφάλαιο· σε δεύτερο χρόνο, όμως, πρέπει να διεκδικήσει το δικαίωμα να ελέγχει αυτές καθαυτές τις κινήσεις. Το πλήθος πρέπει να είναι σε θέση να αποφασίζει αν, πότε και προς τα πού θα κινηθεί. Πρέπει ομοίως να έχει το
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
529
δικαίωμα να ακινητήσει και να απολαύσει έναν τόπο, αντί να είναι αναγκασμένο να βρίσκεται διαρκώς σε κίνηση. Τ ο γ ε ν ικ ό δ ικ α ίω μ α να ε λ έ γ χ ε ι τ η ν κ ίν η σ η του είνα ι το κορυφ αίο α ίτη μ α του π λή θ ο υ ς γ ια μ ια π α γ κ ό σ μ ια υ π η κ ο ό τη τα . Το αίτημα αυτό είναι ρηξικέλευθο στο βαθμό που αμφισβητεί τον θεμελιακό μηχανισμό του αυτοκρατορικού ελέγχου επί της παραγωγής και του βίου του πλήθους. Η παγκόσμια υπηκοότητα είναι η δύναμη του πλήθους να επανιδιοποιηθεί τον έλεγχο του χώρου και με αυτόν τον τρόπο να σχεδιάσει μια νέα χαρτογραφία.
Χρόνος και Σώμα (το δικαίωμα σε έναν κοινωνικό μισθό) Πολλά είναι τα νέα στοιχεία που ανακύπτουν στις απεριόριστες διαδρομές του κινούμενου πλήθους, εκτός από τις χωρικές δια στάσεις που εξετάσαμε ώς εδώ. Ειδικότερα, το πλήθος δράττεται του χρόνου και κατασκευάζει νέες χρονικότητες, τις οποίες μπορούμε να αντιληφθούμε αν επικεντρωθούμε στους μετασχη ματισμούς της εργασίας. Η κατανόηση της κατασκευής νέων χρονικοτήτων θα μας βοηθήσει να δούμε πώς το πλήθος έχει τη δυνατότητα να προσδώσει συνοχή στη δράση του, μετατρέποντάς τη σε πραγματική πολιτική τάση. Οι νέες χρονικότητες της βιοπολιτικής παραγωγής δεν μπο ρούν να εννοηθούν στο πλαίσιο των παραδοσιακών αντιλήψεων περί χρόνου. Στα Φ υσικά , ο Αριστοτέλης ορίζει το χρόνο ως το μέτρο της κίνη σ η ς ανάμεσα σε ένα πριν και ένα μετά. Ο ορι σμός του Αριστοτέλη διαθέτει το σημαντικό πλεονέκτημα ότι διαχωρίζει τον ορισμό του χρόνου από την ανεξάρτητη εμπειρία και την πνευματοκρατία. Ο χρόνος είναι μια συλλογική εμπει ρία που ενσαρκώνεται και αποκτά ζωή στις κινήσεις του πλή θους. Ο Αριστοτέλης, εντούτοις, προχωρά και ανάγει αυτόν τον συλλογικό χρόνο που καθορίζεται από την εμπειρία του πλή θους σε ένα υπερβατικό πρότυπο μέτρου. Σε όλη την ιστορία της δυτικής μεταφυσικής, από τον Αριστοτέλη ώς τον Kant και τον Heidegger, ο χρόνος δεν έπαυε να εδρεύει σε αυτό το υπερ βατικό ενδιαίτημα. Στη νεωτερικότητα, η πραγματικότητα δεν
530
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
ήταν νοητή παρεκτός ως μέτρο, και ακολούθως το μέτρο δεν ήταν νοητό παρεκτός ως ένα (πραγματικό ή τυπικό) a priori που περιέκλειε το Είναι σε μια υπερβατική τάξη. Μόνο με τη μετάβαση στη μετανεωτερικότητα συντελέστηκε μια πραγματι κή ρήξη με αυτή την παράδοση -μια ρήξη όχι με το πρώτο συνθετικό του αριστοτελικού ορισμού του χρόνου ως συλλογικής συγκρότησης, αλλά με τη δεύτερη, υπερβατική διαμόρφωσή του. Στη μετανεωτερικότητα, αντίθετα, ο χρόνος δεν ορίζεται πλέον από κάποιο υπερβατικό μέτρο, από κάποιο a priori: ο χρόνος αναφέρεται άμεσα στην ύπαρξη. Εδώ ακριβώς καταλύεται η αριστοτελική παράδοση του μέτρου. Στην πραγματικότη τα, από τη δική μας σκοπιά ο υπερβατισμός της χρονικότητας καταλυεται οριστικά και αμετάκλητα από το γεγονός ότι είναι πλέον αδύνατο να μετρήσουμε την εργασία, είτε διά συμβάσε ων είτε διά υπολογισμού. Ο χρόνος υπάγεται και πάλι στη συλ λογική ύπαρξη και κατά συνέπεια εδρεύει μέσα στη συνεργα σία του πλήθους. Μέσα από αυτήν τη συνεργασία, τη συλλογική ύπαρξη και τα επικοινωνιακά δίκτυα που σχηματίζονται και ανασχηματίζονται στο εσωτερικό του πλήθους, το πλήθος αυτό ιδιοποιείται 3ϊ το χρόνο στο επίπεδο της εμμένειας. Ο χρόνος δεν είναι δεοΟς μένος a priori, αλλά μάλλον φέρει τη σφραγίδα της συλλογι κής δράσης. Η νέα φαινομενολογία της εργασίας του πλήθους αποκαλύπτει την εργασία ως τη θεμελιακή δημιουργική δρα στηριότητα που μέσω της συνεργασίας υπερβαίνει κάθε εμπό διο που της επιβάλλεται και αναδημιουργεί συνεχώς τον κόσμο. Η δραστηριότητα του πλήθους συγκροτεί το χρόνο πέραν του μέτρου. Ο χρόνος μπορεί ως εκ τούτου να ορίζεται ως το άμε τρο της κίνησης μεταξύ ενός πριν και ενός μετά, ως μια εμμενής διαδικασία συγκρότησης.4 Οι διαδικασίες της οντολογικής συγκρότησης εκτυλίσσονται μέσα από τις συλλογικές κινήσεις της συνεργασίας, σε νέους ιστούς που υφαίνονται από την πα ραγωγή της υποκειμενικότητας. Σε αυτόν ακριβώς τον τόπο της οντολογικής συγκρότησης το νέο προλεταριάτο εμφανίζεται ως συντακτική δύναμη.
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
531
Πρόκειται για ένα ν έο π ρ ο λετα ρ ιά το και όχι για μια ν έα Η διάκριση είναι θεμελιώδης. Όπως εξηγήσαμε και προηγουμένως, το «προλεταριάτο» είναι μια γ ε ν ικ ή έννοια που ορίζει όλους εκείνους των οποίων η ερ γασία γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης από το κεφάλαιο, το σύνολο του συνεργατικού πλήθους (κεφάλαιο 1.3). Η βιομηχα νική εργατική τάξη αντιπροσώπευε μόνο μια επ ιμ έ ρ ο ο ς στιγμή στην ιστορία του προλεταριάτου και των επαναστάσεών του, την περίοδο κατά την οποία το κεφάλαιο ήταν σε θέση να ανά γει την αξία στο μέτρο. Σε εκείνη την περίοδο, μόνον η εργα σία των μισθωτών εργατών εμφανιζόταν ως παραγωγική, και ως εκ τούτου όλα τα υπόλοιπα τμήματα της εργασίας εμφανί ζονταν ως απλώς αναπαραγωγικά ή ακόμη και μη παραγωγι κά. Στο βιοπολιτικό πλαίσιο της Αυτοκρατορίας, εντούτοις, η παραγωγή του κεφαλαίου συγκλίνει ολοένα περισσότερο με την παραγωγή και την αναπαραγωγή του ίδιου του κοινωνικού βί ου· έτσι γίνεται διαρκώς δυσκολότερο να διατηρήσουμε τις δια κρίσεις μεταξύ παραγωγικής, αναπαραγωγικής και μη παραγω γικής εργασίας. Η εργασία -υλική ή άυλη, πνευματική ή σω ματική- παράγει και αναπαράγει τον κοινωνικό βίο, και σε αυ τή τη διαδικασία υφίσταται εκμετάλλευση από το κεφάλαιο. Αυτή η πλατιά εικόνα της βιοπολιτικής παραγωγής μάς επι τρέπει εν τέλει να αντιληφθοόμε την πλήρη γενικότητα της έν νοιας του προλεταριάτου. Η προοδευτική αδυναμία διάκρισης μεταξύ παραγωγής και αναπαραγωγής στο βιοπολιτικό πλαίσιο τονίζει και αυτή το άμετρο του χρόνου και της αξίας. Καθώς η εργασία μετατοπίζεται εκτός των τειχών του εργοστασίου, γί νεται ολοένα δυσκολότερο να διατηρήσουμε τη μυθοπλασία οποιουδήποτε μέτρου της εργάσιμης ημέρας, διαχωρίζοντας με αυτόν τον τρόπο το χρόνο της παραγωγής από το χρόνο της αναπαραγωγής, ή το χρόνο της εργασίας από το χρόνο της σχό λης. Δεν υπάρχουν ρολόγια να μετρούν το χρόνο στο πεδίο της βιοπολιτικής παραγωγής· το προλεταριάτο παράγει σε όλη του τη γενικότητα, παντού, εικοσιτέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο. Η γενικότητα της βιοπολιτικής παραγωγής αποσαφηνίζει β ιο μ η χ α ν ικ ή ε ρ γ α τ ικ ή τά ξη .
532
MICHAEL HARDT - ANTONIO N EG R lff "'k
;i1* ένα δεύτερο προγραμματικό πολιτικό αίτημα του πλήθους: έναν ,’ι κοινωνικό μισθό και ένα ε γ γ υ η μ έ ν ο εισ ό δ η μ α γ ια όλους. Ο κοι- | νωνικός μισθός αντιδιαστέλλεται καταρχάς προς τον οικογενει- , ακό μισθό, το βασικό όπλο του σεξουαλικού καταμερισμού της ■ εργασίας, σύμφωνα με τον οποίο ο μισθός που πληρώνεται για J την παραγωγική εργασία του άρρενος εργάτη θεωρείται ότι κα- j λύπτει και την άμισθη αναπαραγωγική εργασία της συζύγου ;ί του και των προστατευόμενων μελών που διαμένουν μαζί του. .;· Ο οικογενειακός μισθός διατηρεί απαρασάλευτα τον έλεγχο της οικογένειας από τον άρρενα μισθωτό και διαιωνίζει την εσφαλ- , μένη αντίληψη σχετικά με το π οια εργασία είναι παραγωγική ί και ποια όχι. Καθώς η διάκριση μεταξύ παραγωγής και ανα- | παραγωγικής εργασίας εξασθενεί, εκλείπουν και οι λόγοι οι ■·' οποίοι νομιμοποιούσαν τον οικογενειακό μισθό. Ο κοινωνικός μισθός εκτείνεται πολύ πέραν της οικογένειας, σε όλο το πλή- ·;ί θος, ακόμη και σ’ εκείνους που είναι άνεργοι, γιατί όλο το πλήθος παράγει, και η παραγωγή του είναι αναγκαία από τη σκοπιά του συνολικού κοινωνικού κεφαλαίου. Με τη μετάβαση στη | μετανεωτερικότητα και τη βιοπολιτική παραγωγή, η εργατική δύναμη έχει καταστεί όλο και περισσότερο συλλογική και κοι- jj νωνική. Ακόμη και το παλιό σύνθημα «ίσες αμοιβές για ίση ερ- ; γασία» δεν βρίσκει κανένα έρεισμα όταν η εργασία δεν μπορεί ' πλέον να εξατομικευτεί και να μετρηθεί. Το αίτημα για έναν κοινωνικό μισθό επεκτείνει σε όλο τον πληθυσμό το αίτημα για την αναγνώριση κάθε δραστηριότητας η οποία είναι απαραίτητη ; για την παραγωγή του κεφαλαίου ως παραγωγικής εργασίας και για την ισότιμη αποζημίωσή της, ούτως ώστε ο κοινωνικός μι σθός να συνιστά όντως ένα ασφαλές εισόδημα. Μόλις η υπηκοό τητα θα έχει επεκταθεί σε όλους, θα μπορούμε να ονομάσουμε αυτό το εγγυημένο εισόδημα «εισόδημα υπηκοότητας», ένα εισό δημα το οποίο θα οφείλεται σε κάθε μέλος της κοινωνίας. '. /
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
παραγωγή και ο βίος τείνουν να ταυτιστούν, ο ταξικός αγώνας έχει τη δυνατότητα να εκραγεί σε όλα τα πεδία του βίου. Το πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε τώρα είναι πώς μπορούν να ανακύψουν στην πραγματικότητα συγκεκριμένες περιπτώσεις ταξικού αγώνα, και ακόμη πώς αυτές οι περιπτώ σεις μπορούν να διαμορφώσουν ένα συνεκτικό πρόγραμμα αγώ νων, μια συντακτική δύναμη επαρκή για την καταστροφή του εχθρού και την οικοδόμηση μιας νέας κοινωνίας. Το ερώτημα είναι κατ’ ουσίαν πώς το σώμα του πλήθους μπορεί να διαμορ φωθεί ως τέλος. Η πρώτη διάσταση του τέλους του πλήθους έχει να κάνει με τις έννοιες της γλώσσας και της επικοινωνίας. Εάν η επι κοινωνία γίνεται όλο και περισσότερο ο ιστός της παραγωγής, και εάν η γλωσσική συνεργασία όλο και περισσότερο έχει κα ταστεί η δομή της παραγωγικής σωματικότητας, τότε ο έλεγ χος επί της γλωσσικής έννοιας και του νοήματος και επί των δικτύων επικοινωνίας γίνεται ένα ολοένα πιο κεντρικό ζήτημα για τον πολιτικό αγώνα. Ο Jurgen Habemas φαίνεται να έχει κατανοήσει αυτό το γεγονός, αναγνωρίζει όμως τις απελευθε ρωτικές λειτουργίες της γλώσσας και της επικοινωνίας μόνον στο άτομο και σε απομονωμένα τμήματα της κοινωνίας.5 Η με τάβαση στη μετανεωτερικότητα και την Αυτοκρατορία εμποδί ζει μια τέτοια διαμερισματοποίηση του σύμπαντος του βίου και αμέσως παρουσιάζει την επικοινωνία, την παραγωγή και τον βίο ως ένα σύνθετο όλον, ως έναν ανοιχτό τόπο σύγκρουσης. Οι θεωρητικοί και οι εφαρμοστές της επιστήμης έχουν από καιρού εμπλακεί σε αυτές τις εστίες της πολεμικής, σήμερα όμως όλη η εργατική δύναμη (είτε είναι υλική είτε άυλη, διανοητική ή χειρωνακτική) βρίσκεται εμπλεγμένη σε αγώνες για τον καθο ρισμό των εννοιών της γλώσσας και σε αγώνες εναντίον του* * T elos στο πρωτότυπο, σε όλο το υποκεφάλαιο. (Σ.τ.μ.)
534
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
αποικισμού της επικοινωνιακής κοινωνικότητας από το κεφά λαιο. Όλα τα στοιχεία της φθοράς και της εκμετάλλευσης μας επιβάλλονται από τα γλωσσικά και επικοινωνιακά καθεστώτα παραγωγής: το να τα καταστρέψουμε με λέξεις είναι το ίδιο επείγον όσο και το να τα καταστρέψουμε με έργα. Στην πραγ ματικότητα αυτό δεν είναι ζήτημα ιδεολογικής κριτικής, αν με τον όρο ιδεολογία εννοούμε ένα πεδίο ιδεών και γλώσσας που ανήκει στο εποικοδόμημα και κατά συνέπεια είναι εξωτερικό της παραγωγής. Ή μάλλον, στην ιδεολογία του αυτοκρατορικού καθεστώτος, η κριτική γίνεται αμέσως κριτική τόσο της πολι τικής οικονομίας όσο και της βιωμένης εμπειρίας. Πώς είναι δυνατόν η έννοια και το νόημα να προσανατολιστούν διαφορε τικά ή να οργανωθούν σε εναλλακτικούς, συνεκτικούς επικοινωνιακούς μηχανισμούς; Πώς μπορούμε να ανακαλύψουμε και να κατευθύνουμε τις πραξιακές γραμμές των γλωσσικών συνόλων και των επικοινωνιακών δικτύων που δημιουργούν τον ιστό της ζωής και της παραγωγής; Η γνώση πρέπει να γίνει γλωσσική δράση και η φιλοσοφία πρέπει να γίνει πραγματική ε π α νιδιοπ οίη σ η τη ς γνώ σ η ς.6 Με άλλα λόγια, η γ ν ώ σ η και η επι κοινωνία πρέπει να συγκροτήσουν τον βίο μέσα από τον αγώνα. Μια πρώτη διάσταση του τέλους παρουσιάζεται όταν οι μη χανισμοί που συνδέουν την επικοινωνία με τους τρόπους του βί ου αναπτύσσονται μέσα από τον αγώνα του πλήθους. Σε κάθε γλώσσα και επικοινωνιακά δίκτυο αντιστοιχεί ένα σύστημα μηχανών και το ερώτημα των μηχανών και της χρή σης τους μας επιτρέπει να εντοπίσουμε μια δεύτερη διάσταση του τέλους του πλήθους, η οποία ολοκληρώνει προεκτείνει την πρώτη. Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι οι μηχανές και οι τεχνολο γίες δεν είναι ουδέτερες ούτε ανεξάρτητες οντότητες. Είναι βιοπολιτικά εργαλεία που αναπτύσσονται σε συγκεκριμένα καθε στώτα παραγωγής, τα οποία διευκολύνουν ορισμένες πρακτικές και απαγορεύουν άλλες. Οι διαδικασίες κατασκευής του νέου προλεταριάτου που έχουμε παρακολουθήσει, εδώ υπερβαίνουν έναν θεμελιακό ουδό, όταν το πλήθος αναγνωρίζει εαυτό ως μηχανογενές, όταν αντιλαμβάνεται τη δυνατότητα μιας νέας χρή
; ■
1
:
|
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
535
σης των μηχανών και της τεχνολογίας στην οποία το προλετα ριάτο δεν υπάγεται ως «μεταβλητό κεφάλαιο», ως εσωτερικό τμήμα της παραγωγής του κεφαλαίου, αλλά μάλλον συνιστά αυ τόνομο φορέα παραγωγής. Κατά τη μετάβαση από τον αγώνα για τις έννοιες της γλώσσας στην οικοδόμηση ενός νέου συστή ματος μηχανών, το τέλος κερδίζει μεγαλύτερη συνοχή. Αυτή η δεύτερη διάσταση του τέλους εξυπηρετεί ώστε αυτό που έχει κατασκευαστεί μέσα στη γλώσσα να καταστεί μια διαρκής, σω ματική πρόοδος της επιθυμίας σε ένα καθεστώς ελευθερίας. Η υβριδικοποίηση του ανθρώπου και της μηχανής δεν είναι πλέον μια διαδικασία που λαμβάνει χώρα μόνο στις παρυφές της κοι νωνίας· αντίθετα, είναι ένα θεμελιακό επεισόδιο στον πυρήνα της συγκρότησης του πλήθους και της δύναμής του. Αφ’ ης στιγμής για να συντελεστεί αυτή η μεταλλαγή πρέ πει να κινητοποιηθούν σημαντικά συλλογικά μέσα, το τέλος πρέπει να διαμορφωθεί ως συλλογικό τέλος. Πρέπει να πραγματωθεί ως ένας τόπος συνάντησης υποκειμένων και ως ένας μηχανισμός της συγκρότησης τοίΤπληθους.7 Αυτή είναι η τρίτη διάσταση της σειράς των μεταβάσεων μέσω των οποίων δια μορφώνεται η υλική τελεολογία του νέου προλεταριάτου. Εδώ η συνείδηση και η βούληση, η γλώσσα και η μηχανή καλούνται να στηρίξουν τη συλλογική κατασκευή της ιστορίας. Η επίδει ξη αυτού του γίγνεσθαι δεν μπορεί να συνίσταται σε τίποτε άλ λο από την εμπειρία και τον πειραματισμό του πλήθους. Για το λόγο αυτό η δύναμη της διαλεκτικής, η οποία φαντάζεται το συλλογικό ως σχηματιζόμενο διά της μεσολάβησης μάλλον πα ρά διά της σύστασης, έχει καταλυθεί οριστικά. Η κατασκευή της ιστορίας υπ’ αυτήν την έννοια είναι η κατασκευή της ζωής του πλήθους. Η τέταρτη διάσταση έχει σχέση με τη βιοπολιτική. Η υπο κειμενικότητα της ζωντανής εργασίας αποκαλύπτει απλά και άμεσα κατά τον αγώνα για τον καθορισμό των εννοιών της γλώσσας και της τεχνολογίας πως όταν κάποιος μιλάει για ένα συλλογικό μέσο συγκρότησης ενός νέου κόσμου, μιλάει για τη σύνδεση μεταξύ της δύναμης της ζωής και της πολιτικής της
536
MICHAEL HARDT
ANTONIO NEGRI" <
οργάνωσης. To πολιτικό, το κοινωνικό, το οικονομικό και τα ζωτικό ενοικούν όλα μαζί εδώ. Είναι απολύτως αλληλοσυσχετιζόμενα και ανταλλάξιμα. Οι πρακτικές του πλήθους επενδύουν αυτόν τον σύνθετο και ενιαίο ορίζοντα -έναν ορίζοντα που είναι ταυτόχρονα οντολογικός και ιστορικός. Εδώ ακριβώς ο βιοπολιτικός ιστός ανοίγεται στη δομική, συντακτική δύναμη. Ως εκ τούτου, η πέμπτη και τελευταία διάσταση σχετίζεται άμεσα με τη συντακτική δύναμη του πλήθους -ή μάλλον, με το ■·' προϊόν της δημιουργικής φαντασίας του πλήθους που διαμορ- ■ φώνει τη σύσταση του εαυτού του. Η εν λόγω συντακτική δύ ναμη καθιστά δυνατό το συνεχές άνοιγμα σε μια διαδικασία ρι ζικού και προοδευτικού μετασχηματισμού. Καθιστά πιθανές την ισότητα και την αλληλεγγύη, αυτά τα εύθραυστα αιτήματα που ήταν θεμελιακά αλλά παρέμειναν αφηρημένα σε όλη την ιστο ρία των συνταγμάτων της νεωτερικότητας. Δεν πρέπει να μας εκπλήσσει που το μετανεωτερικό πλήθος αφαιρεί από το Σύν- ; ταγμα των ΗΠΑ ό,τι του επέτρεπε να γίνει, πάνω από -και ενάντια- σε όλα τα άλλα συντάγματα, ένα αυτοκρατορικό σύνταγμα: την έννοια ενός απεριόριστου συνόρου ελευθερίας και τον ορισμό μιας ανοιχτής χωρικότητας και χρονικότητας που είχαν αναγορευτεί σε συντακτική δύναμη. Αυτό το νέο φάσμα δυνατοτήτων επ’ ουδενί εγγυάται ό,τι μέλλει γενέσθαι. Και όμως, παρά τις επιφυλάξεις αυτού του είδους, υπάρχει κάτι πραγματικό που προεικονίζει ένα επερχόμενο μέλλον: το τέλος που μπορούμε να νιώσουμε να πάλλεται, το πλήθος που κατα σκευάζουμε μέσα στην επιθυμία. Τώρα μπορούμε να διατυπώσουμε ένα τρίτο πολιτικό αίτη μα του πλήθους: το δικ α ίω μ α σ τ η ν επ α νιδ ιο π ο ίη σ η . Το δικαίω μα στην επανιδιοποίηση είναι καταρχάς το δικαίωμα στην επανιδιοποίηση των μέσων παραγωγής. Οι σοσιαλιστές και οι κομ μουνιστές από καιρού ζητούσαν να έχει το προλεταριάτο ελεύ θερη την πρόσβαση και τον έλεγχο των μηχανών και των υλι κών που χρησιμοποιεί για να παράγει. Στο πλαίσιο της άυλης και βιοπολιτικής παραγωγής, εντούτοις, αυτό το παραδοσιακό αίτημα λαμβάνει νέα μορφή. Το πλήθος όχι μόνον χρησιμοποι
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
537
εί τις μηχανές για να παράγει, αλλά γίνεται και το ίδιο ολοέ να περισσότερο μηχανογενές, καθώς τα μέσα παραγωγής εν σωματώνονται ολοένα περισσότερο στους νόες και τα σώματά του. Σε αυτό το πλαίσιο η επανιδιοποίηση σημαίνει την ελεύ θερη πρόσβαση και τον έλεγχο της γνώσης, της πληροφορίας, της επικοινωνίας και των συναισθημάτων -γιατί αυτά είναι ορι σμένα από τα βασικότερα μέσα βιοπολιτικής παραγωγής. Το γεγονός ότι αυτές οι παραγωγικές μηχανές έχουν ενσωματωθεί στο πλήθος δεν σημαίνει ότι το πλήθος τις ελέγχει. Απεναν τίας, καθιστά περισσότερο δολερή και επισφαλή την αλλοτρίω σή τους. Στην πραγματικότητα το δικαίωμα επανιδιοποίησης είναι το δικαίωμα του πλήθους για αυτοέλεγχο και αυτόνομη αυτοπαραγωγή.
Posse Το τέλος του πλήθους πρέπει να επιβιώσει και να οργανώσει τον πολιτικό του χώρο εναντίον της Αυτοκρατορίας και μάλι στα μέσα στο «πλήρωμα του χρόνου» κομ τις οντολογικές συν θήκες που αυτή προσφέρει. Έχουμε δει πώς το πλήθος κινείται σε απεριόριστες διαδρομές και υλοποιείται επανιδιοποιούμενο το χρόνο και υβριδικοποιώντας νέα μηχανογενή συστήματα. Έχουμε επίσης δει πώς η δύναμη του πλήθους υλοποιείται μέ σα στο κενό το οποίο παραμένει αναπόφευκτα στην καρδιά της Αυτοκρατορίας. Τώρα πρέπει να θέσουμε μέσα σε αυτές τις διαστάσεις το πρόβλημα της μεταβολής του πλήθους σε υπο κείμενο. Με άλλα λόγια, οι δυνητικές συνθήκες πρέπει τώρα να καταστούν πραγματικές και να λάβουν συγκεκριμένη μορφή. Απέναντι στη θεία πολιτεία, η επίγεια πολιτεία πρέπει να καταδείξει τη δύναμή της ως μηχανισμού της μυθολογίας του Λό γου ο οποίος οργανώνει τη βιοπολιτική πραγματικότητα του πλήθους. Το όνομα που θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε για να αναφερ θούμε στο πλήθος στην πολιτική του αυτονομία και την παρα γωγική του δραστηριότητα είναι ο λατινικός όρος p o s s e -η δύ-
538 MICHAEL HARDT - ANTONIO -----------------------------------------------------------------------------------------·----NEGRI ■ ------— j.
να μη ως ρήμα, ως δραστηριότητα. Στον αναγεννησιακό σαμανι σμό η τριάδα e s s e -n o s s e -p o s s e (είναι-γιγνώσκειν-δύνασθαι) σανιστούσε τον μεταφυσικό πυρήνα εκείνου του συντακτικού φι λοσοφικού παραδείγματος που έμελλε να περιέλθει σε κρίση καθώς σταδιακά ελάμβανε μορφή η νεωτερικότητα. Η νεότερη ευρωπαϊκή φιλοσοφία, όσον αφορά τις απαρχές της και τα δη μιουργικά στοιχεία της που δεν ήταν υποταγμένα στον υπερβατισμό, εμφάνιζε διαρκώς την τάση να θέσει το p o s s e στο κέ- , ντρο της οντολογικής δυναμικής: το p o s s e είναι ο μηχανισμός που συνυφαίνει τη γνώση και το Είναι σε μια εκτενή, συντα-; κτική διαδικασία. Όταν η Αναγέννηση ωρίμασε και έφτασε στο · σημείο της σύγκρουσης με τις δυνάμεις της αντεπανάστασης, το ουμανιστικό p o s s e έγινε δύναμη και σύμβολο αντίστασης, ανάλογο της έννοιας που δίνει ο Bacon στην in v e n tio ή τον πειραματισμό, της σύλληψης του Campanella για τον έρωτα, της χρήσης της p o te n tia από τον Spinoza. To p o s s e είναι ό,τι μπορούν να καταφέρουν ένα σώμα και ένας νους. Ακριβώς επει δή συνέχισε να χρησιμοποιείται στα συμφραζόμενα της αντί στασης, ο μεταφυσικός όρος έγινε πολιτικός. To p o s s e αναφέρεται στη δύναμη του πλήθους και στο τέλος του, μια ενσαρ κωμένη δύναμη γνώσης και Είναι, πάντα ανοιχτή στο δυνατό. Σύγχρονα αμερικανικά συγκροτήματα της ραπ έχουν ανα καλύψει και πάλι τον όρο «posse» ως ουσιαστικό, για να σημειοδοτήσουν την ορμή που μουσικά και κυριολεκτικά διακρί νει το συγκρότημα, τη μοναδική διαφορά του μετανεωτερικού πλήθους. Φυσικά, η πιο άμεση αναφορά για τους ράπερ είναι μάλλον το p o s s e c o m ita tu s της παράδοσης της Άγριας Δύσης, η σκληροτράχηλη εκείνη ομάδα ενόπλων που ήταν σε διαρκή ετοιμότητα να καταδιώξουν τους παρανόμους κατόπιν εντολής του σερίφη. Αυτή η αμερικανική ονειροφαντασία περί των αυ τόκλητων προστατών της έννομης τάξεως και περί των παρα βατών της, εντούτοις, δεν είναι το κύριο αντικείμενο του ενδια φέροντος μας. Περισσότερο μας ενδιαφέρει να ανιχνεύσουμε μια βαθύτερη, κρυμμένη ετυμολογία του όρου. Έχουμε την εντύπω ση ότι ίσως μια παράξενη μοίρα έχει επαναφέρει στο προσκή-
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
5:to
νιο την αναγεννησιακή έννοια και ότι έχει, με μια δόση τρέλας, καταστήσει και πάλι τον όρο αντάξιο της υψηλής πολιτικής του παράδοσης. Από αυτή την άποψη θέλουμε να μιλήσουμε για p o s s e και όχι για u r e s-p u b lic a n , γιατί το κοινό και η δραστηριότητα των μοναδικοτήτων που το συνθέτουν υπερβαίνουν κάθε αντικείμενο (res) και είναι συνταγματικά αδύνατον να περιχαρακωθούν σε αυτό. Απεναντίας, οι μοναδικότητες είναι παραγωγοί. Όπως το «posse» της Αναγέννησης, το οποίο διαποτιζόταν από τη γνώ ση και έδρευε στη μεταφυσική ρίζα του Είναι, έτσι και αυτές οι μοναδικότητες θα εδρεύουν στην απαρχή της νέας πραγμα τικότητας του πολιτικού που το πλήθος ορίζει μέσα στο κενό της αυτοκρατορικής οντολογίας. To p o s s e είναι η σκοπιά που καλύτερα από κάθε άλλη μάς επιτρέπει να συλλάβουμε το πλήθος ως μια μοναδική υποκειμενικότητα: το p o s s e συνιστά τον τρόπο παραγωγής και ύπαρξής του. Όπως συμβαίνει με όλες τις καινοτομικές διαδικασίες, ο τρόπος παραγωγής που προκύπτει αντιτίθεται στις συνθήκες από τις οποίες πρέπει να απελευθερωθεί. Ο τρόπος παραγωγής του πλήθους αντιτίθεται στην εκμετάλλευση εττσνόματι της ερ γασίας, στην ιδιοκτησία εν ονόματι της συνεργασίας, και στη φθορά εν ονόματι της ελευθερίας. Αυτοαξιοποιεί τα σώματα μέ σα στην εργασία, επανιδιοποιείται την παραγωγική ευφυΐα μέ σα από τη συνεργασία και μετασχηματίζει την ύπαρξη σε ελευ θερία. Η ιστορία της ταξικής σύνθεσης και η ιστορία της ερ γατικής μαχητικότητας δείχνουν τη μήτρα αυτών των διαρκώς νέων και όμως σαφώς καθορισμένων ανασχηματισμών της αυτοαξιοποίησης, της συνεργασίας και της πολιτικής αυτοοργά νωσης ως ένα αποτελεσματικό κοινωνικό σχέδιο. Η πρώτη φάση της πραγματικά κεφαλαιοκρατικής εργατι κής μαχητικότητας, δηλαδή η φάση της βιομηχανικής παρα γωγής που προηγήθηκε της πλήρους ανάπτυξης των καθεστώ των του φορντισμού και του ταιηλορισμού, προσδιοριζόταν από τη μορφή του επαγγελματία εργάτη, του υπερεξειδικευμένου εργάτη ο οποίος ήταν ιεραρχικά εντεταγμένος στη βιομηχανι
540
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGR]
κή παραγωγή. Η μαχητικότητα αυτή προϋπέθετε καταρχάς το μετασχηματισμό της ιδιάζουσας δύναμης αξιοποίησης της ίδιας της εργασίας του εργάτη και της παραγωγικής συνεργασίας σε ένα όπλο που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε ένα σχέδιο επανιδιοποίησης, σχέδιο στο οποίο θα διατρανωνόταν η μοναδι κή μορφή της παραγωγικής δύναμης του ίδιου του εργάτη. Μια πολιτεία εργατικών συμβουλίων ήταν το σύνθημά του· ένα σο βιέτ παραγωγών ήταν το τέλος του· μια αυτονομία στην άρ θρωση του εκσυγχρονισμού ήταν το πρόγραμμά του. Η γένεση του νεωτερικού εργατικού συνδικάτου και η κατασκευή του κόμματος ως προφυλακής, αφ’ ενός χρονολογούνται από αυτή την περίοδο των εργατικών αγώνων και αφ’ ετέρου ουσιαστικά την υπερκαθορίζουν. Η δεύτερη φάση της κεφαλαιοκρατικής εργατικής μαχητι κότητας, η οποία αντιστοιχούσε στην ανάπτυξη των καθεστώ των του φορντισμού και του ταιηλορισμού, οριζόταν από τη μορφή του μαζικού εργάτη. Η μαχητικότητα του μαζικού ερ γάτη συνδύαζε τη δική της αυτοαξιοποίηση ως άρνηση της ερ γασίας στο εργοστάσιο με την επέκταση της επιρροής του σε όλους τους μηχανισμούς της κοινωνικής αναπαραγωγής. Το πρόγραμμα αυτής της δεύτερης φάσης ήταν να δημιουργήσει μια πραγματική εναλλακτική πρόταση για το σύστημα της κε φαλαιοκρατικής εξουσίας. Η οργάνωση των μαζικών εργατικών συνδικάτων, η οικοδόμηση του κράτους προνοίας και ο σοσιαλ δημοκρατικός ρεφορμισμός ήταν όλα αποτελέσματα των σχέσε ων πίεσης που όριζε ο μαζικός εργάτης και του υπερκαθορισμού που αυτές οι σχέσεις επέβαλλαν στην κεφαλαιοκρατική ανά πτυξη. Η κομμουνιστική εναλλακτική ενήργησε σε αυτή τη φάση ως ένα αντίπαλο δέος στο εσωτερικό των διαδικασιών της κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης. Σήμερα, στη φάση της εργατικής μαχητικότητας που αντι στοιχεί στο μεταφορντικό και πληροφοριακό καθεστώς παρα γωγής, εμφανίζεται η μορφή του κ ο ινω νικ ο ύ ε ρ γ ά τ η , σ τη ν οποία συνυφαίνονται τα διάφορα νήματα της άυλης εργατικής δύναμης. Μια συντακτική δύναμη που συνδέει τη μαζική δια
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
541
νοητικότητα και την αυτοαξιοποίηση είναι το βασικότερο ζη τούμενο. Με άλλα λόγια, το πρόγραμμα του κοινωνικού εργά τη είναι ένα σχέδιο σ υ γκ ρ ό τη σ η ς. Στη σημερινή παραγωγική μήτρα, η συντακτική δύναμη της εργασίας μπορεί να εκφραστεί ως αυτοαξιοποίηση του ανθρώπινου (το ίδιο δικαίωμα υπηκοό τητας για όλους σε όλη τη σφαίρα της παγκόσμιας αγοράς)- ως συνεργασία (το δικαίωμα να επικοινωνεί, να κατασκευάζει γλώσσες και να ελέγχει τα επικοινωνιακά δίκτυα)- και ως πο λιτική δύναμη, ή μάλλον ως συγκρότηση μιας κοινωνίας στην οποία η βάση της παραγωγής καθορίζεται από την έκφραση των αναγκών όλων. Αυτή είναι η οργάνωση του κοινωνικού ερ γάτη και της άυλης εργασίας, μια οργάνωση της παραγωγικής και πολιτικής δύναμης ως μιας βιοπολιτικής ενότητας που τη διαχειρίζεται το πλήθος, οργανώνεται από το πλήθος, διευθύνε ται από το πλήθος -η απόλυτη δημοκρατία σε πλήρη εφαρμογή. To p o s s e παράγει τα χρωμοσώματα της μελλοντικής του οργάνωσης. Τα σώματα βρίσκονται στην πρώτη γραμμή αυτής της μάχης, σώματα τα οποία παγιώνουν με αμετάστρεπτο τρό πο τα αποτελέσματα παρελθόντων αγώνων και ενσωματώνουν μια δύναμη η οποία έχει κατακτηθεί οντολογικά. Η εκμετάλ λευση δεν πρέπει απλώς να απορριφθεί από την άποψη της πρακτικής, αλλά και να ακυρωθεί όσον αφορά τις θεωρητικές" αρχές της, στη βάση της, να αφαιρεθεί από τη γένεση της πραγματικότητας. Η εκμετάλλευση πρέπει να αποκλειστεί από τα σώματα της άυλης εργατικής δύναμης, όπως ακριβώς πρέ πει να αποκλειστεί από τις κοινωνικές γνώσεις και τα συναι σθήματα της αναπαραγωγής (της γένεσης, του έρωτα, της συ νέχειας των σχέσεων της συγγένειας και της κοινότητας, κ.ο.κ.) που συνδυάζουν την αξία και το συναίσθημα στην ίδια δύναμη. Η συγκρότηση νέων σωμάτων, έξω από την εκμετάλ λευση, συνιστά μια θεμελιακή βάση του νέου τρόπου παραγωϊή « ·
Ο τρόπος παραγωγής του πλήθους επανιδιοποιείται τον πλούτο από το κεφάλαιο και ταυτόχρονα κατασκευάζει έναν νέο πλούτο, συναρθρωμένο με τις δυνάμεις της επιστήμης και
542
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
της κοινωνικής γνώσης μέσα από τη συνεργασία. Η συνεργα σία ακυρώνει τον τίτλο της ιδιοκτησίας. Στη νεωτερικότητα, η ατομική ιδιοκτησία συχνά νομιμοποιούνταν από την εργασία, αυτή η εξίσωση όμως, ακόμη κι αν τότε είχε όντως κάποιο νόημα, σήμερα τείνει να καταλυθεί εντελώς. Η ατομική ιδιο κτησία των μέσων παραγωγής σήμερα, στην εποχή της ηγεμο νίας της συνεργατικής και άυλης εργασίας, είναι απλώς μια σαπρή και τυραννική παρωχημένη κατάσταση. Τα εργαλεία της παραγωγής τείνουν να ανασυντεθούν μέσα στη συλλογική υπο κειμενικότητα, τη συλλογική ευφυΐα και το συλλογικό συναί σθημα των εργατών η επιχειρηματική δράση τείνει να οργα νώνεται από τη συνεργασία των υποκειμένων μέσα στη γενική διάνοια. Έτσι αρχίζει να εμφανίζεται στην παγκόσμια σκηνή η οργάνωση του πλήθους ως πολιτικού υποκειμένου, ως p o s s e . Το πλήθος είναι η βιοπολιτική αυτοοργάνωση. Ασφαλώς θα έρθει κάποια στιγμή που η επανιδιοποίηση και η αυτοοργάνωση θα φτάσουν σε έναν ουδό και θα διαμορφώσουν ένα πραγματικό συμβάν. Τότε ακριβώς καταφάσκεται πραγμα τικά το πολιτικό -όταν η γένεση έχει ολοκληρωθεί και η αυτοαξιοποίηση, η συνεργατική σύγκληση των υποκειμένων και η προλεταριακή διαχείριση της παραγωγής γίνονται συντακτική δύναμη. Αυτό είναι το σημείο όπου η νεωτερική δημοκρατία παύει να υφίσταται και εμφανίζεται στο προσκήνιο το μετανεωτερικό p o s s e . Αυτή είναι η ιδρυτική στιγμή μιας επίγειας πο λιτείας ισχυρής και διαχωρισμένης από τη θεία. Η ικανότητα αυτής της πολιτείας να κατασκευάζει τόπους, χρονικότητες, με ταναστεύσεις και νέα σώματα ήδη βεβαιώνει την ηγεμονία της μέσα από τις ενέργειες του πλήθους εναντίον της Αυτοκρατο ρίας. Η φθορά που χρησιμοποιεί ως όπλο η Αυτοκρατορία ήδη υπονομεύεται από την παραγωγικότητα των σωμάτων, από τη συνεργασία και από τα σχέδια για παραγωγικότητα του πλή θους. Το μόνο συμβάν που μένει ακόμη να συντελεστεί είναι η οικοδόμηση, ή μάλλον η ανταρσία, μιας ισχυρής οργάνωσης. Η γενετική αλυσίδα σχηματίζεται και εδραιώνεται στην οντολο γία, η σκαλωσιά συνεχώς ανεγείρεται και ανανεώνεται από τη
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
543
νέα συνεργατική παραγωγικότητα, και έτσι περιμένουμε μόνο την ωρίμαση της πολιτικής ανάπτυξης του p o s s e . Δεν έχουμε να προσφέρουμε κάποιο μοντέλο γι’ αυτό το συμβάν. Μόνο το πλήθος μέσα από τον έμπρακτο πειραματισμό του θα προσφέ ρει τα μοντέλα και θα καθορίσει πότε και πώς το δυνατό θα γί νει πραγματικό.
Ο ΜΑΧΟΜΕΝΟΣ Σ τ η μ ε τ α ν εω τ ερ ικ ή ε π ο χ ή , κα θώ ς η μ ορ φ ή το υ λ α ο ύ δ ια λύ ετα ι, ο μ α χ ό μ ε ν ο ς είνα ι α υτός π ου εκ φ ρ ά ζει κ α λ ύ τ ε ρ α τ η ζω ή του π λή θους: ο π α ρ ά γο ντα ς τ η ς β ιο π ο λ ιτ ικ ή ς π α ρ α γ ω γ ή ς κ α ι τ η ς α ντ ίσ τ α σ η ς κ α τ ά τ η ς Α υτοκρ α τορία ς. Ό τ α ν μ ιλ ά μ ε γ ια μ α χ ό μ ενο , δεν έ χ ο υ μ ε σ το νου μ α ς μ ια μ ορ φ ή σα ν ε κ ε ίν η του κ α τ η φούς, α σ κ η τικ ο ύ π α ρ ά γο ντα τ η ς Τ ρ ίτη ς Δ ιεθ νο ύ ς που η ψ υχή του ε ίχ ε β α θ ιά δ ια π ο τ ισ τ εί α π ό τ η λ ο γ ικ ή του σ ο β ιετικ ο ύ κρ ά τους, κ α τ ά τον ίδιο τρόπο π ου η β ο ύ λ η σ η του π ά π α ε ί χ ε εμ φ υ τ ε υ τ ε ί σ τ η ν κ α ρδιά τω ν ιπ π ο τώ ν τ η ς Κ ο ιν ω ν ία ς του Ιησού. Δ ε ν έ χ ο υ μ ε σ το νου μ α ς τ ίπ ο τ ε α ν ά λ ο γ ο μ ε α υ τά κ α ι κ α ν έ ν α ν που να ε ν ε ρ γ ε ί β ά σ ει του κ α θ ή κ ο ντο ς κ α ι τ η ς π ειθ α ρ χ ία ς, π ο υ να δ ια τ είνετ α ι ότι οι ε ν έ ρ γ ε ιέ ς του α π ο ρ ρ έο υν α π ό έν α ιδεώ δες σ χέδ ιο . Α να φ ερ ό μ α σ τε, α ντίθ ετα , σ ε μ ια μ ο ρ φ ή η ο π ο ία π ρ ο σ ε γ γ ίζ ε ι π ερ ισ σ ό τερ ο τους κ ο μ μ ο υ ν ισ τ έ ς κ α ι α π ε λ ε υ θ ε ρ ω τ έ ς μ α χ η τ έ ς τω ν επ α να σ τά σ εω ν του 2 0 ο ύ αιώ να, το υς δια νο ο ύμ ε νους π ου εκ δ ιώ χθ η κ α ν κα ι εξ ο ρ ίσ τη κ α ν κ α τ ά τ η δ ιά ρ κ εια τω ν α ντιφ α σ ισ τικ ώ ν αγώ νω ν, τους δ η μ ο κ ρ ά τες το υ ισ π α νικ ο ύ ε μ φ υ λ ίο υ κ α ι τω ν ευρω παϊκώ ν α ντισ τα σ ια κ ώ ν κ ινη μ ά τω ν, κ α ι τους μ α χ η τ έ ς τ η ς ελευθ ερ ία ς όλω ν τω ν α ντ ια π ο ικ ια κ ώ ν κ α ι α ντ ιιμ π ερ ια λισ τ ικ ώ ν π ολέμ ω ν. Έ ν α α ρ χ ε τ υ π ικ ό π α ρ ά δ ε ιγ μ α α υτή ς τ η ς ε π α ν α σ τ α τ ικ ή ς μορφής είνα ι ο μαχόμ ιενος α γκ ιτ ά τ ο ρ α ς τω ν Β ιο μ η χ α ν ικ ώ ν Ε ρ γα τώ ν του Κ ό σ μ ο υ . Ο W o b b ly κ α τ α σ κ εύ α σ ε σ υ νδ έσ μ ο υ ς μ ετ α ξ ύ του ερ γα ζό μ ενο υ λ α ο ύ ε κ τω ν κά τω , μ έ σ α α π ό τη σ υ νεχ ή υποκίνησ η, κ α ι ενώ ορ γά νω νε α υτούς τους σ υν δ έσ μ ους έ κ α ν ε να γ ε ν ν η θ ε ί η ο υ το π ικ ή σ κ έψ η κ α ι η επ α ν α σ τ α -
,ί 544___________________________ MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRj' τ ικ ή γνώ σ η . Ο μ α χ ό μ ε ν ο ς ή τα ν ο θ εμ ελια κ ό ς π α ρ ά γο ν τ α ς τη ς «μ α κρ άς π ορ είας» χ ε ιρ α φ έ τ η σ η ς τ η ς ερ γα σ ία ς π ου σ υ ν τ ε λ ε σ τ ή χ ε α π ό τον 1 9ο ώς τον 2 0 ό αιώ να, η δ η μ ιο υ ρ γικ ή μ ο να δ ικ ό τη τα εκ ε ίν η ς τ η ς γ ιγ ά ν τ ια ς σ υ λ λ ο γ ικ ή ς κ ίνη σ η ς που σ υνισ το ύσ ε ο α γώ ν α ς τ η ς ε ρ γ α τ ικ ή ς τάξης. Κ α θ ’ ό λ η α υ τή τη μ α κ ρ ά π ερ ίοδ ο, η δ ρ α σ τη ρ ιό τη τα του μ α χ ό μ ε ν ο υ σ υνίσ τα το, π ρ ώ τ α π ’ όλα , σ ε π ρ α κ τ ικ έ ς α ντίσ τα σ η ς στο π λ α ίσ ιο του ερ γο σ τα σ ίο υ κα ι τ η ς κοινω νία ς ενα ντίο ν τη ς κ εφ α λ α ιο κ ρ α τ ικ ή ς ε κ μ ε τ ά λ λ ε υ σ η ς . Σ υ νίσ τα το ε π ίσ η ς , μ έσ ω κ α ι π έρ α ν τη ς α ντίσ τα σ η ς, σ τη σ υ λ λ ο γ ικ ή κ α τ α σ κ ευ ή κ α ι ά σ κ η σ η ενό ς α ντ ίπ α λ ο υ δέους ικανού να α ποδιαρθρώ σει τη δύνα μ η τη ς κ εφ α λ α ιο κ ρ α τ ία ς κ α ι να τη ν α ντικ ρο ύ σ ει μ ε ένα ε ν α λ λ α κ τ ικ ό π ρ ό γρ α μ μ α δ ια κ υ β έρ νη σ η ς. Σ ε α ντ ιδ ια σ τ ο λ ή μ ε το ν κ υ νισ μ ό τ η ς α σ τ ικ ή ς τάξης, μ ε τ η νο μ ισ μ α τικ ή α λλο τρ ίω σ η , τ η ν α π α λ λοτρ ίω σ η του βίου, τη ν ε κ μ ε τ ά λ λ ε υ σ η τη ς ερ γα σ ία ς, το ν α π ο ικ ισ μ ό τω ν α ισ θη μ ά τω ν, κ .ο .κ ., ο μ α χ ό μ ε ν ο ς ο ρ γά νω νε το ν α γώ να. Η ε ξ έ γ ε ρ σ η ή τα ν το π ερ ή φ α νο έ μ β λ η μ α του μ α χό μ ενο υ . Α υ τ ό ς ο μ α χ ό μ ε ν ο ς μ α ρ τύ ρ η σ ε ε π α ν ε ιλ η μ μ έ ν α κ α τ ά τ η ν τ ρ α γ ι κ ή ιστορία τω ν κ ο μ μ ο υνισ τικ ώ ν α γώ νω ν. Μ ε ρ ικ έ ς φορές, όχι όμω ς σ υχνά , οι σ υνή θεις δ ο μ ές του κρ ά τους δ ικ α ίο υ επ α ρ κ ο ύσ α ν γ ια τ ις κ α τ α σ τ α λ τ ικ έ ς ε ν έ ρ γ ε ιε ς π ο υ α π α ιτο ύ ντα ν π ρ ο κ ειμ ένο υ να ε ξ ο υ δ ε τ ε ρ ω θ ε ί το α ν τ ίπ α λ ο δέος. Ό τ α ν δ ε ν επ α ρ κ ο ύ σ α ν, εντούτοις, οι φ α σ ίσ τες κ α ι οι Λ ε υ κ ο ί τ η ς κ ρ α τ ικ ή ς τρομοκρα τίας, ή μ ά λ λ ο ν οι μ α ύρ ες μ α φ ίες που υπ η ρ ετο ύσ α ν τους κ ά θ ε λ ο γ ή ς «δη μ οκρ α τικούς» κ εφ α λα ιο κ ρ ά τες, κ α λ ο ύ ν τ α ν να δώ σουν μ ια χ ε ίρ α β ο ή θ εια ς κ α ι να ενισ χύ σ ο υ ν τ ις έν ν ο μ ε ς κ α τ α σ τ α λ τ ι κ έ ς δομές. Γ ια τ ί όμω ς σ ή μ ερα , ύστερα α π ό τόσο π ο λ λ έ ς νίκ ες τη ς κ ε φ α λα ιοκ ρα τία ς, αφού οι σ ο σ ια λ ισ τικ ές ε λ π ίδ ε ς έ χ ο υ ν μ α ρ α θ εί μ π ρ ο σ τά σ τ η σ υ νειδ η το π ο ίη σ η τ η ς π ρ α γμ α τ ικ ό τ η τ α ς , κ α ι αφού η κ εφ α λα ιο κ ρ α τικ ή β ία ενα ντίο ν τ η ς ε ρ γα σ ία ς έ χ ε ι π α γ ιω θ εί υ π ό το όνομ α του ο ύ λτρ α -ιμ π ερ ια λισ μ ο ύ , εξα κ ο λο υθο ύν να α να κ ύ π τ ο υ ν π ε ρ ιπ τ ώ σ ε ις μ α χ η τ ικ ό τ η τ α ς , γ ια τ ί οι α ν τ ισ τ ά σ ε ις έ χ ο υ ν βα θ ύνει, κ α ι γ ια τ ί ο α γώ ν α ς ε ξ α κ ο λ ο υ θ εί να επ α ν εμ φ α ν ί ζετα ι μ ε α να νεω μ ένη ορ μ η τικ ότη τα ; Θα έ π ρ ε π ε να π ο ύ μ ε ευθύς
Λ
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
545
αμέσως ότι αυτή η νέα μαχητικότητα δεν επαναλαμβάνει απλώς τις οργανωτικές συνταγές της παλαιάς επαναστατικής εργατικής τάξης. Σήμερα ο μαχόμενος δεν μπορεί ούτε καν να ισχυριστεί ότι ενεργεί ως εκπρόσωπος, ακόμη και όσον αφορά τις στοιχειωδέστερες ανθρώπινες ανάγκες όσων υφίστανται εκ μετάλλευση. Η επαναστατική πολιτική μαχητικότητα σήμερα πρέπει να ανακαλύψει και πάλι αυτό που ήταν πάντα η προσιδιάζουσα μορφή της: όχι αντιπροσωπευτική αλλά συντακτική δράση. Η μαχητικότητα σήμερα είναι μια θετική, συντακτική και καινοτομική δραστηριότητα. Αυτή είναι η μορφή στην οποία εμείς και όλοι όσοι εξεγείρονται εναντίον της εξουσίας του κεφαλαίου αναγνωρίζουμε εαυτούς ως μαχομένους σήμερα. Οι μαχόμενοι ανθίστανται στο αυτοκρατορικό πρόσταγμα με δημιουργικό τρόπο. Μ ε άλλα λόγια, η αντίσταση συνδέεται άμεσα μ ε μια συνταγματική επένδυση στη βιοπολιτική σφαίρα και με το σχηματισμό συνεργατικών μηχανισμών παραγωγής και κοινότητας. Εδώ έγκειται η ισχυρή καινοτομία της σημερι νής μαχητικότητας: υιοθετεί και πάλι τις επαναστατικές αρετές που της έχουν κληροδοτήσει δύο αιώνες ανατρετττικής εμπει ρίας, ταυτόχρονα όμως συνδέεται με έναν νέο κόσμο, έναν κό σμο που δεν γνωρίζει έξω. Γνωρίζει μόνο ένα έσω, μια ζωτική και αναπόδραστη συμμετοχή σε ένα σύνολο κοινωνικών δομών, χωρίς καμιά δυνατότητα υπέρβασής τους. Αυτό το έσω είναι η παραγωγική συνεργασία της μαζικής διανοητικότητας και των συναισθηματικών δικτύων, η παραγωγικότητα της μετανεωτερικής βιοπολιτικής. Η μαχητικότητα μετατρέπει την αντίστα ση σε αντίπαλο δέος και την επανάσταση σε σχέδιο έρωτα. Υπάρχει ένας αρχαίος μύθος που ίσως θα μπορούσε να εικο νογραφήσει τον μελλοντικό βίο της κομμουνιστικής μαχητικό τητας: ο μύθος του Αγίου Φραγκίσκου της Ασσίζης. Σκεφτείτε το έργο του. Για να καταγγείλει τη φτώχεια του πλήθους υιο θέτησε εκείνη την κοινή συνθήκη και ανακάλυψε σε αυτήν την οντολογική δύναμη μιας νέας κοινωνίας. Ο κομμουνιστής μα χητής κάνει το ίδιο, εντοπίζοντας στην κοινή συνθήκη του πλή θους τον τεράστιο πλούτο του. Ο Άγιος Φραγκίσκος, αντιτιθέ-
546
MICHAEL HARDT - ANTONIO NEGRI
μένος στην εκκολαπτόμενη κεφαλαιοκρατία, αρνήθηκε κάθε εργαλειακή πειθαρχία, και στην ταπείνωση της σάρκας (μέσα στην ανέχεια και τη συντεταγμένη εξουσία) αντιπαρέθεσε μια χαρούμενη ζωή, που περιελάμβανε το σύνολο του Είναι και της φύσης, τα ζώα, την αδελφή σελήνη, τον αδελφό ήλιο, τα πετεινά του αγρού, τους φτωχούς και όσους υφίσταντο εκμετάλ λευση, όλα τούτα μαζί, ενάντια στη βούληση της εξουσίας και στη φθορά. Στη μετανεωτερικότητα βρισκόμαστε και πάλι στην κατάσταση του Αγίου Φραγκίσκου, αντιπαραθέτοντας στην αθλιότητα της εξουσίας τη χαρά τού Είναι. Αυτή είναι μια επα νάσταση που καμιά εξουσία δεν θα την ελέγξει -για τί η βιοε ξουσία και ο κομμουνισμός, η συνεργασία και η επανάσταση παραμένουν ενωμένες, μέσα στην αγάπη, την απλότητα και την αθωότητα. Αυτή είναι η ανεπίσχετη ελαφροσυνη και χαρά τού να είναι κανείς κομμουνιστής.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΠΡΟΛΟΓΟΣ 1. Για την αποδυνάμωση της κυριαρχίας των εθνικών κρατών και το μετασχηματισμό της κυριαρχίας στο σύγχρονο παγκόσμιο σύστημα, βλ. Saskia Sassen, (New York: Columbia U niversity Press, 1996). 2. Για την έννοια της αυτοκρατορίας, βλ. Maurice Duverger, «Le concept d’empire», στο M aurice Duverger, επιμ., (Paris: PUF, 1980), σσ. 5-23. 0 Duverger επιμερίζει τα ιστο ρικά παραδείγματα σε δύο βασικά μοντέλα, συγκαταλέγοντας στο μεν ένα τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, στο δε άλλο την Κινεζική, την Αραβι κή, τη Μεσοαμερικανική κ.ά. Η δική μας ανάλυση έχει να κάνει κυ ρίως με το ρωμαϊκό μοντέλο, γιατί αυτό ακριβώς ζωογόνησε την ευρωαμερικανική παράδοση που οδήγησε στη σημερινή παγκόσμια τάξη. 3. «Η νεωτερικότητα δεν είναι ένα φαινόμενο της Ευρώπης ως ανε ξάρτητου συστήματος, αλλά της Ευρώπης ως κέντρου». Enrique D ussel, «Beyond Eurocentrism: The World System and the Limits of Modernity», στο Fredric Jameson και Masao Miyoshi, επιμ., (Durham: Duke University Press, 1998), σσ. 3-31- αναφέρεται στη σ. 4. 4. Δύο κείμενα που υιοθετούν τη διεπιστημονική προσέγγιση μας χρησιμέυσαν ως υποδείγματα για τη συγγραφή του παρόντος: του Marx και το του D eleuze και του Guattari. 5. Ασφαλώς η δική μας μελέτη δεν είναι η μόνη που προετοιμάζει το έδαφος για την ανάλυση και την κριτική της Αυτοκρατορίας. Μολο νότι δεν χρησιμοποιούν τον όρο «Αυτοκρατορία», διαπιστώνουμε ότι το έργο μιας πλειάδας συγγραφέων προσανατολίζεται προς την ίδια κα τεύθυνση· σε αυτούς συγκαταλέγονται οι F redric Jam eson, David Harvey, Arjun Appadurai, Gayatri Spivak, Edward Said, Giovanni Arrighi και A rif Dirlik, για να αναφέρουμε ορισμένους μόνο από τους πιο γνωστούς.
tion
LosingControl?SovereigntyinanAge of Globaliza Le concept
d’empire
CulturesofGlobalization
φάλαιο
A ThousandPlateaus
The
ΤοΚε
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
548
ΜΕΡΟΣ
ΠΡΩΤΟ
1.1 ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΤΑΞΗ 1. Ή δη το 1974, ο Franz S ch um ann τόνιζε την τάση για τη δη μιουργία μιας παγκόσμιας τάξεως στο
TheLogic of WorldPower:An Inquiry into the Origins, Currents, and Contradictions of World Politics (New York: Pantheon, 1974).
2. Για τους συνδυασμούς των ευρωπαϊκών συμφώνων περί διεθνούς ειρήνης, βλ. Leo Gross, «The Peace of W estphalia, 1648-1948», 42, v. 1 (1948), 20-41. 3. 0 Danilo Zolo, , μτφρ. David M cK ie (Cambridge: Polity Press, 1997), είναι αυτός που διατυπώνει με τον πιο σαφή τρόπο την υπόθεση ότι η γένεση του πα ραδείγματος του σχεδίου για μια νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων πρέ πει να εντοπιστεί στην Ειρήνη της Βιέννης. Στη μελέτη μας ακολου θούμε την ανάλυσή του από πολλές απόψεις. Βλ. επίσης Richard Falk, «The Interplay of W estphalia and Charter Conception of In ternational Legal Order», στο C. A. Blach και Richard Falk, επιμ., (Princeton: Princeton University Press, 1969), 1:32-70. 4. Hans K elsen, (Tubingen: Mohr, 1920), σ. 205. Βλ. επίσης (New York: Rinehart, 1952), σ. 586. 5. K elsen, σ. 319. 6. Βλ. Kans Kelsen, (New York: Praeger, 1950). 7. Για το νομικό παρελθόν των Ηνωμένων Εθνών, βλ. A lf Ross, (Totowa, N.J.: Bedm inster Press, 1966)· Benedetto Conforti, (Boston: Kluwer Law International, 1996)· Richard Falk, Samuel S. Kim και Saul H. Mendlovitz, επιμ., (Boulder: Westview Press, 1991). 8. Για την έννοια της «εσωτερικής αναλογίας» τόσο από τη σκοπιά της γενεαλογίας όσο και από εκείνη της διεθνούς δικαϊκής πολιτικής, βλ. H edley B ull, (London: Macmillan, 1977)·
AmericanJournal ofInternational Law, Cosmopolis: Prospects for World Government
The Future of International Legal Order Das Problemdes Souverdnitdt unddie Theorie des Volkerrechts: Beitrag zu einer Reinen Rechtslehre Principles ofInternational Law Das Problemdes Souverdnitdt, TheLawofthe UnitedNations United Nations: Peace and Progress The Law and Practice of the United Nations The United Nations andaJust WorldOrder TheAnarchical Society
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
549
TheDomesticAnalogyand World
και προπάντων, Hidemi Suganami, (Cambridge: Cambridge University Press, 1989). Για μια κριτική και ρεαλιστική θεώρηση που διαφωνεί με τις συλλήψεις μιας «εσωτερικής αναλογίας», βλ. Jam es Ν. Rosenau, (Princeton: Princeton University Press, 1990). 9. Βλ. Norberto Bobbio, (Bologna: II Mulino, 1984). 10. Για τη θέση του Norberto Bobbio όσον αφορά αυτά τα επιχει ρήματα, βλ. κυρίως (Turin: Edizioni Sonda, 1989). Γε νικότερα για τις πρόσφατες τάσεις της διεθνιστικής σκέψης και την εναλλαγή μεταξύ στατικών και κοσμοπολιτικών προσεγγίσεων, βλ. Zolo, 11. Βλ. το έργο του Richard Falk, κυρίως (New York: F ree Press, 1975)· (Philadelphia: Temple University Press, 1987)· και (Philadelphia: Temple University Press, 1992). H προέλευση του λόγου του F alk και της ιδεαλιστικής ρεφορμιστικής γραμμής που ακολουθεί θα μπορούσε με ακρίβεια να εντοπιστεί στις πε ρίφημες αρχικές προτάσεις που έθεσαν οι Grenville Clark και Louis Β. Sohn, (Cambridge, Mass.: Harvard University Press, 1958). 12. Στο κεφάλαιο 2.4 θα εξετάσουμε εν συντομία το έργο συγγρα φέων που αμφισβητούν τον παραδοσιακό κλάδο των διεθνών σχέσεων υιοθετώντας μια μετανεωτερική θεώρηση. 13. «Η κεφαλαιοκρατία ήταν από μιας αρχής υπόθεση της παγκό σμιας οικονομίας... Παρερμηνεύουμε την κατάσταση όταν ισχυριζόμαστε ότι μόνο στον 20ό αιώνα η κεφαλαιοκρατία έγινε “παγκόσμια”». Immanuel Wallerstein, (Cambridge: Cambridge University Press, 1979), σ. 19. Η πληρέστερη αναφορά αυ τό το θέμα είναι του Immanuel W allerstein, , 3 τόμοι (New York: Academic Press, 1974-1988). Βλ. επίσης Giovanni Arrighi, (London: Verso, 1995). 14. Βλ., π.χ., Samir Amin, (New York: Monthly R eview Press, 1992). 15. Για την ανάλυση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας έχουμε βασιστεί σε ορισμένα από τα κλασικά κείμενα, όπως, Gaetano de Sanctis:
OrderProposals
Turbulence in World Politics: A Theory of Change and Continuity IIproblemadellaguerra e le vie della pace Ιΐ terzoassente
Cosmopolis. Worlds the Edge of Time
A Study of Future ThePromise of WorldOrder Explorations at
WorldPeacethroughWorldLaw
System
The Capitalist World-Economy σε The Modem World TheLongTwentiethCentury Empire of Chaos
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
550
Storiadei Romani, 4 τ. (Turin: Bocca, 1907-1923)· Hermann Dessau, Geschichte der romanischen Keiserzeit, 2 τ. (Berlin: W eidmann, 1924-1930)· M ichael Rostovzeff, Social andE conomicHistory of the Roman Empire, 2 τ. (Oxford: Clarendon Press, 1926)· Pietro de Francisci, G enesi e struttura del principato augusteo (Rome: Sampaolesi, 1940)· και Santo Mazzarino, F ra Oriente ed Occidente (Florence: La Nuova Italia, 1947). 16. Βλ. Johannes Adam Hartung, D ieLehrevonder Weltherrschaft imMittelalter (H alle, 1909)· Heinrich Dannenbauer, επιμ., Das Reich:Idee undGestalt (Stuttgart: Cotta, 1940)· Georges de Lagarde, «La conception medieval de l’ordre en face de l’umamisme, de la R enaissance et de la Reform e», στο Congresso internazionale di studi umanistici, (Milan: Marzorati, 195l)· και Santo Mazzarino, μτφρ. George Holm es (New York: Knopf, 1966). 17. Βλ. M ichael Walzer, β' έκδ. (New York: Basic Books, 1992). Η αναβίωση της θεωρίας περί δικαίου πολέ μου στη δεκαετία του 1990 καταδεικνύεται από τα δοκίμια που περιέχονται στο Jean Bethke Elshtain, επιμ., (Oxford: Basil Blackwell, 1992). 18. Πρέπει εδώ να διακρίνουμε μεταξύ του (του δι καιώματος διεξαγωγής πολέμου) και του (του δικαίου του πολέμου), ή μάλλον των κανόνων περί ορθής διεξαγωγής του πολέμου. Βλ. Walzer, σσ. 61-63 και 90. 19. Για τον πόλεμο του Κόλπου και το δίκαιο, βλ. Norberto Bobbio, (Venice: M arsilio, 199l)· Ramsey Clark, (New York: Thunder’s Mouth Press, 1992)· Jurgen Habermas, μτφρ. Max Pensky (Lincoln: University of Nebraska Press, 1994)· και Jean Bethke Elshtain, επιμ., (New York: Doubleday, 1992). 20. Για την επίδραση του συστημισμού του Niklas Luhmann στη διε θνή δικαϊκή θεωρία, βλ. τα δοκίμια του Gunther Teubner στο Gunter Teubner και Alberto Febbrajo, επιμ., (Milan: GiuffrS, 1992). Μια διασκευή των ηθικοδικαϊκών θεωριών του John Rawls επιχειρήθηκε από τον Charles R.
Umanesimo e scienza politica The End of the Ancient World, Just and Unjust Wars, Just War Theory jus ad bellum jus inbello
Just and Unjust Wars, Unagueragiusta? Sul conflitto del Golfo The Fire This Time: U.S. War Crimes in the Gulf The Past as Future, But Was It Just? Reflections on the Morality of the Persian Gulf War
Autopoietic Systems
State, Law, and Economy of
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
551
Political Theory and International Relations
Beitz στο (Princeton: Princeton University Press, 1979). 21. Η έννοια αυτή εισήχθη και αρθρώθηκε στο James Rosenau, «Governance, Order, and Change in World Politics», στο Jam es Rosenau και Ernst-Otto Czempiel, (Cambridge: Cambridge University Press, 1992). 22. Στο ένα άκρο, βλ. τη συλλογή δοκιμίων που περιλαμβάνονται στο V. Rittenberger, επιμ., (Oxford: Oxford University Press, 1994). 23. Βλ. Hans Kelsen, (Chapel Hill: U niver sity of North Carolina Press, 1999). 24. Για την ερμηνεία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από τον Machiavelli, βλ. Antonio Negri, (Milan: Sugarco, 1992), σσ. 75-96· στην αγγλική έκδοση, μτφρ. Maurizia Boscagli (Minneapolis: University of Minnesota Press, 1999). 25. Για μια ερμηνεία της δικαϊκής μετάβασης από τη νεωτερικότητα στη μετανεωτερικότητα, βλ. M ichael Hardt και Antonio Negri, (M inneapolis: University of Minnesota Press, 1995), κεφ. 6 και 7. 26. Είναι περίεργο που σε αυτή τη διεθνιστική συζήτηση το μόνο σχεδόν έργο του Carl Schmitt που αναφέρεται είναι το (Cologne: Greven, 1950), όταν στην πραγματικότητα το σημαντικότερο έργο του σε αυτά τα συμφραζόμενα είναι οι 8η έκδ. (Berlin: Duncker & Humblot, 1993), και οι θέσεις που έχει αναπτύξει σχετικά με τον ορισμό της έννοιας του πολιτικού και την παραγωγή του δικαίου. 27. Για να διαμορφώσουμε μιαν επαρκή εικόνα αυτής της διαδικα σίας, ίσως είναι αρκετό να διαβάσουμε εκ παραλλήλου τα κλασικά έρ γα των κλάδων του διεθνούς δικαίου και της διεθνούς οικονομίας, συν δυάζοντας τις παρατηρήσεις και τις υποδείξεις τους, οι οποίες προέρχον ται μεν από διαφορετικούς επιστημονικούς κλάδους, αλλά συμμερίζονται έναν κάποιο νεορεαλισμό, ή μάλλον έναν ρεαλισμό υπό τη χομπσιανή έννοια. Βλ. π.χ., Kenneth N eal Waltz, (New York: Random House, 1979)· και Robert Gilpin, (Princeton: Princeton University Press, 1987).
Governance without Government
tionandRegimes
theModernState,
BeyondAnarchy: International Coopera Peace throughLaw
IIpotere costituente Insurgencies: Constituent Power and
Labor of Dionysus: A Critique of the State-Form ErdeinVolkerrecht desJusPublicumEuropaeum Verfassungslehre,
DerNomosder
Theory of International Politics The Political Economy of International Relations
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
552
28. Για μια πρώτη εικόνα της εκτεταμένης και συχνά συγκεχυμένης φιλολογίας σχετικά με αυτό το θέμα, βλ. Gene Lyons και M ichael Mastanduro, επιμ., (Baltimore: Johns Hopkins U niversity Press, 1995)· Arnold Kanter και Linton Brooks, επιμ., (New York: Norton, 1994)· Mario Bettati, (Paris: Odile Jacob, 1995)· και Maurice Bernard, (Paris: Presses de Sciences Politiques, 1995). 29. Για την ηθική των διεθνών εκτός από τις προτάσεις του M ichael Walzer και του Charles Beitz που έχουμε ήδη αναφέρει, βλ. επίσης Stanley Hoffmann, (Syracuse: Syracuse University Press, 198l)- και Terry Nardin και David R. M apel, επιμ., (Cambridge: Cam bridge University Press, 1992). 30. Αναφερόμαστε εδώ στα δυο κλασικά κείμενα: M ontesquieu,
Beyond Westphalia? State Sovereignty and International Intervention U.S. In terventionPolicyfor the Post-Cold War World Ledroit d’ingerence LaRnde Tordre militaire σχέσεων, Duties beyond Borders Traditions of International Ethics
Considerations on the Causes of the Greatness of the Romans and TheirDecline, μτφρ. David Lowenthal (New York: F ree Press, 1965)· και Edward Gibbon, T he History of the Decline and Fall of the RomanEmpire, 3 τ. (London: Penguin, 1994).
31. Όπως επαρκώς έχει δείξει ο Jean Ehrard, η άποψη ότι η πα ρακμή της Ρώμης άρχισε με τον Καίσαρα δεν σταμάτησε να προβάλλε ται σε όλη την ιστοριογραφική παράδοση της εποχής του Διαφωτισμού. Βλ. Jean Ehrard, (Paris: A. Colin, 1965). 32. Ο νόμος της φθοράς των πολιτικών καθεστώτων ελάνθανε ήδη στη θεωρία των μορφών διακυβέρνησης, όπως διατυπώθηκε κατά την περίοδο των σοφιστών και κωδικοποιήθηκε κατόπιν από τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη. Ο νόμος της «πολιτικής» φθοράς μεταφράστηκε αργότερα σε νόμο ιστορικής εξέλιξης διαμέσου θεωριών οι οποίες εξέ λαβαν τα ηθικά σχήματα των μορφών διακυβέρνησης ως κυκλικές χρο νικές εξελίξεις. Από όλους τους ποικίλων θεωρητικών τάσεων διανοητές που αποδόθηκαν σε αυτή την προσπάθεια (και η συμβολή των στωικών είναι θεμελιώδης ως προς αυτό), ο Πολύβιος είναι εκείνος που πραγμα τικά περιέγραψε αυτό το μοντέλο στην οριστική του μορφή, αποθεώνον τας τη δημιουργική επενέργεια της φθοράς.
LapolitiquedeMontesqieu
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
553
1.2 ΒΙΟΠΟΛΙΊΊΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ 1. Το πέρασμα από την πειθαρχική κοινωνία στην κοινωνία τοο ελέγχου δεν αρθρώνεται ρητά από τον Foucault αλλά παραμένει σε λανθάνουσα κατάσταση στο έργο του. Στην ερμηνεία που υιοθετούμε εδώ ακολουθούμε τα άριστα σχόλια του G illes D eleuze. Βλ. G illes D eleuze, (Paris: M inuit, 1986)· και «Post-scriptum sur les soci6tes du contrdle», στο (Paris: M inuit, 1990). Βλ. επί σης M ichael Hardt, «The Withering of Civil Society», v. 45 (χειμώνας 1995), 27-44. 2. Βλ. κυρίως M ichel Foucault, μτφρ. Robert Hurley (New York: Vintage, 1978), 1:135-145. Για άλλες ανα λύσεις της έννοιας της βιοπολιτικής στο έργο του Foucault βλ. «The Politics of Health in the Eighteenth Century», στο επιμ. Colin Gordon (New York: Pantheon, 1980), σσ. 166-228· «La naissance de la medecine sociale», στο 3:818-825. Για παραδείγματα του έργου άλλων συγγραφέων που υιοθετούν την έννοια της βιοπολιτικής του Foucault, βλ. Hubert Dreyfus και Paul Rabinow, επιμ., (Chicago: University of Chicago Press, 1992), σσ. 133-142· και Jacques Donzelot, μτφρ. Robert Hurley (New York: Pantheon, 1979). 3. M ichel Foucault, «Les mailles du pouvoir», στο (Paris: Gallimard, 1994), 4:182-201· το παράθεμα είναι από τη σ. 194. 4. Πολλοί διανοητές έχουν ακολουθήσει σε αυτό το σημείο τον Fou cault και έθεσαν επιτυχημένα την προβληματική του κράτους προνοίας. Βλ. κυρίως Jacques Danzelot, (Paris: Fayard, 1984)· και Franfois Ewald, (Paris: S euil, 1986). 5. Βλ. Karl Marx, «R esults of the Im mediate Process of Production», μτφρ. Rodney Livingstone, δημοσιευμένο ως παράρτημα στο μτφρ. Ben Fowkes (New York: Vintage, 1976), 1:9481084. Βλ. επίσης Antonio Negri, μτφρ. Harry Cleaver, M ichael Ryan και M aurizio V iano (N ew York: Auto nomedia, 1991). 6. Βλ. Marx Horkheimer και Theodor Adorno, μτφρ. John Cumming (New York: H erder and Herder, 1972).
Foucault
Pourparlers
Social Texts, The History of Sexuality, Power/Knowledge, Dits et Ecrits,
meneutics
Michel Foucault: Beyond Structuralism and Her The Policing of Families, Dits et Ecrits L’invention du social L’etat providence
Capital,
Enlightenment,
Marx beyond Marx,
The Dialectic of
554
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
A ThousandPlateaus,
7. Βλ. G illes D eleuze και Felix Guattari, μτφρ. Brian Massumi (Minneapolis: University of M innesota Press, 1 9 8 7 ).
8. Βλ. για παράδειγμα, Peter D ew s, L ogics of Disintegration: Poststructuralist Thought andtheClaimsofCritical Theory(London: Verso, 1 9 8 7 ), κεφ. 6 και 7 . Όταν υιοθετεί κανείς αυτόν τον ορισμό για την εξουσία και τις κρίσεις που τη διασχίζουν, ο λόγος του Foucault (και ακόμη περισσότερο του D eleuze και του Guattari) παρέχει ένα αποτελεσματικό θεωρητικό πλαίσιο για την κριτική του κράτους πρό νοιας. Για αναλύσεις που κατά το μάλλον ή ήττον ακολουθούν την ίδια γραμμή με αυτούς τους λόγους, βλ. Claus Offe, (Cam bridge, Mass: M I T Press, 1 9 8 5 )· Antonio Negri, (London: R ed Notes, 1 9 8 8 )· τα δοκίμια του Antonio N egri που περιλαμβάνονται στο M ichael Hardt και Antonio N egri, (M inneapolis: U niversity of M innesota Press, 1 9 9 4 ) , σ. 2 3 - 2 1 3 . 9. Οι έννοιες του «ολοκληρωτισμού» που κατασκευάστηκαν κατά την ψυχροπολεμική περίοδο αποδείχτηκαν χρήσιμες ως εργαλεία προ παγάνδας αλλά εντελώς ανεπαρκείς ως αναλυτικά εργαλεία, οδηγώντας τις περισσότερες φορές σε ολέθριες ιεροεξεταστικές μεθόδους και επι ζήμια ηθικά επιχειρήματα. Μόνο ντροπή θα έπρεπε να μας προκαλεί το θέαμα όλων εκείνων των ραφιών στις βιβλιοθήκες μας που είναι γεμά τα αναλύσεις του ολοκληρωτισμού και θα μπορούσαμε να τις πετάξουμε χωρίς κανέναν δισταγμό. Για μια ευσύνοπτη παρουσίαση της περί ολοκληρωτισμού φιλολογίας, από τις πιο συνεκτικές ώς τις πλέον πα ράλογες μορφές της, βλ. Hannah Arendt, (New York: Harcourt, Brace, 1951)· επίσης Jeanne Kirkpatrick, (New York: Simon and Schu ster, 1982). Θα εξετάσουμε με περισσότερες λεπτομέρειες την έννοια του ολοκληρωτισμού στο κεφάλαιο 2.2. 10. Αναφερόμαστε εδώ στη θεματική της που ανα πτύχθηκε στον γερμανικό χώρο κυρίως κατά τις δεκαετίες του 1920 και του ’30, ξεκινώντας από τον Ernst Jlinger και καταλήγοντας στον Carl Schmitt. Αλλά και στον γαλλικό χώρο έκαναν την εμφάνισή τους ανά λογες απόψεις κατά τη δεκαετία του 1930, οι οποίες εξακολουθούν να προκαλούν διαφωνίες ακόμη και σήμερα. Η μορφή του Georges Bataille
Disorganized Capilatism: Contemporary Transformations of Work and Politics Revolution Retrie ved: Selected Writings επίσης Labor of Dionysus
nism Dictatorships and Double Standards
The Origins of Totalitaria
Mobilmachtung
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
555
βρίσκεται στο κέντρο αυτής της συζήτησης. Σε ένα διαφορετικό πλαίσιο, σχετικά με τη «γενική κινητοποίηση» ως παράδειγμα συγκρότησης της συλλογικής εργατικής δύναμης στη φορντική κεφαλαιοκρατία, βλ. Jean Paul de Gaudemar, (Paris: Maspero, 1978). 11. Θα μπορούσαμε να ανιχνεύσουμε μια πολύ ενδιαφέρουσα γραμ μή συζητήσεων που κατ’ ουσίαν αναπτύσσουν τη φουκωική ερμηνεία της βιοεξουσίας από την ανάγνωση που επιχειρεί ο Jacques Derrida του «Critique of Violence» του Walter Benjamin («Force of Law», στο D rucilla Cornell, M ichel R osenfeld και David Gray Carlson, επιμ., [New York: Routledge, 1992], σσ. 3-67) ώς την πιο πρόσφατη και εξαιρετικά εν διαφέρουσα συμβολή του Giorgio Agamben, (Turin: Einaudi, 1995). Έχουμε εντούτοις την εντύπωση ότι είναι απαραίτητο όλες αυτές οι συζητήσεις να επιστρέ φουν στο ερώτημα των παραγωγικών διαστάσεων του «βίου», να εντο πίσουν με άλλα λόγια την υλιστική διάσταση της έννοιας πέρα από κά θε σύλληψη η οποία είναι αμιγώς νατουραλιστική (της ζωής ως «ζωής») ή απλώς ανθρωπολογική (όπως έχει την τάση να κάνει κυρίως ο Agamben, καθιστώντας ουσιαστικά αδιάφορη την έννοια). 12. M ichel Foucault, «La naissance de la medecine sociale», στο (Paris: Gallimard, 1994), 3:210. 13. Βλ. Henri Lefebvre, (Paris: Anthropos, 1971)· G illes D eleuze, «Α quoi reconnait-on le structuralisme?», στο Franijois Chatelet, επιμ., τ. 8 (Paris: Hachette, 1972), σσ. 299-355· επίσης Fredric Jameson, (Princeton: Princeton University Press, 1972). 14. Όταν o D eleuze διατυπώνει τις μεθοδολογικές του διαφορές από τον Foucault σε μια προσωπική επιστολή γραμμένη το 1977, το βασι κότερο σημείο διαφωνίας αφορά εν τέλει ακριβώς ένα τέτοιο ζήτημα παραγωγής. Ο D eleuze προτιμά τον όρο «επιθυμία» ( ) από την απόλαυση ) του Foucault, επειδή, όπως εξηγεί, η επιθυμία συλ λαμβάνει την πραγματική και ενεργό δυναμική της παραγωγής της κοι νωνικής πραγματικότητας, ενώ η απόλαυση είναι απλώς αδρανής και αντιδραστική: «Η απόλαυση διακόπτει τη θετικότητα της επιθυμίας και τη συγκρότηση του επιπέδου της εμμένειας αυτής της επιθυμίας». Βλ. G illes D eleuze, «Desir et plaisir», v. 325 (Ο κτώβριος 1994), 59-65* το παράθεμα είναι από τη σ. 64.
Lamobilisationgenerate
Deconstruction and the Possibility of Justice Homo sacer: il potere sovrano e la nuda vita
Dits et Ecrits
House ofLanguage
(plaisir
L’ideoiogiestructuraliste Histoire de laphilosophic, The Prison-
desir
Magazine Litteraire,
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
556
15. Ο F elix Guattari ανέπτυξε ίσως τις ακραίες συνέπειες αυτού του είδους κοινωνικής κριτικής, δείχνοντας μεγάλη προσοχή ώστε να αποφύγει να εκτραπεί στο αντίθετο των «μεγάλων αφηγήσεων» ύφος της μετανεωτερικής επιχειρηματολογίας, στο μτφρ. Paul Brains και Julian Pefanis (Sydney: Power Publications, 1995). Από μεταφυσική άποψη, μεταξύ των οπαδών του N ietzsche βρίσκουμε χον τρικά ανάλογες θέσεις να εκφράζονται στο Massimo Cacciari, DRAN: (Paris: L’Eclat, 1991). 16. Στην αγγλική γλώσσα, βλ. κυρίως τα δοκίμια που περιλαμβάνον ται στο Paolo V im o και M ichael Hardt, επιμ., (Minneapolis: University of M innesota Press, 1996). Επίσης βλ. Christian Mazzari: (Bellinzona: Edizioni Casagrande)· και πολλά τεύχη του γαλλικού περιοδικού ιδίως τα ν. 10 (1992) και 35-36 (1996). Για μια ανάλυση που αποδίδει τα κεντρικά στοιχεία αυτού του σχεδίου αλλά εν τέλει δεν κατορθώνει να συλλάβει τη δύναμή του, βλ. Andr6 Corz, (Paris: Galil6e, 1997). 17. To πλαίσιο στο οποίο οικοδομείται αυτή η γραμμή έρευνας είναι ταυτόχρονα ο μεγάλος της πλούτος και ο πραγματικός της περιορισμός. Η ανάλυση πρέπει στην πραγματικότητα να προχωρήσει πέρα από τους περιορισμούς της «εργατιστικής» ανάλυσης της κεφαλαιο κρατικής ανάπτυξης και της μορφής-κράτους. Ένας από αυτούς τους περιορισμούς, επί παραδείγματι, τονίζεται από την Gayatri Spivak στο (New York: Routledge, 1988), σ. 162, η οποία επιμένει στο γεγονός ότι η έννοια που λαμβάνει η αξία σε αυτή τη γραμμή της μαρξιστικής ανάλυσης ίσως λειτουργεί στις κυρίαρχες χώρες (περιλαμβανομένων σε αυτά τα συμφραζόμενα και ορισμένων ρευμάτων της φεμινιστικής θεωρίας), αστοχεί όμως εντελώς στα συμφραζόμενα των εξαρτημένων περιοχών του πλανήτη. Η αμφι σβήτηση της Spivak είναι οπωσδήποτε εξαιρετικά σημαντική για την προβληματική που αναπτύσσουμε σε τούτη τη μελέτη. Στην πραγματι κότητα, από μεθοδολογική άποψη, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το βα θύτερο και στερεότερο προβληματικό σύμπλεγμα που έχει ώς τώρα τύχει επεξεργασίας για την κριτική της βιοπολιτικής βρίσκεται στη φε μινιστική θεωρία, ειδικότερα στις μαρξιστικές και σοσιαλιστικές φεμι
Chaosmosis,
meridiens de la decision dans la pensee contemporaine
Radical Thought in Italy IIpostodei calzini: lasvoltalinguistica dell’economiaei suoi effetti nellapolitica Futuranterieur,
possible
Misere du present, richesse du
(operaista)
InOther Worlds: Essays inCultural Politics
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
557
νιστικές θεωρίες που εστιάζουν στη γυναικεία εργασία, στη συναισθη ματική εργασία και την παραγωγή της βιοεξουσίας. Ίσως αυτό είναι το καταλληλότερο πλαίσιο για την ανανέωση της μεθοδολογίας των ευρω παϊκών «εργατιστικών» σχολών. 18. Οι θεωρίες περί «αναταραχής» της διεθνούς τάξης, και ακόμη περισσότερο της παγκόσμιας τάξης, τις οποίες αναφέραμε προηγου μένως (βλ. κυρίως το έργο του J . G. R uggie), γενικά αποφεύγουν στην εξήγηση των αιτίων αυτής της αναταραχής οποιαδήποτε αναφο ρά στον αντιφατικό χαρακτήρα των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων. Η κοινωνική αναταραχή θεωρείται απλώς συνέπεια της διεθνούς δυναμι κής που διαμορφώνεται μεταξύ κρατικών δρώντων υποκειμένων, με τρόπο ώστε αυτή η αναταραχή να μπορεί να φυσικοποιηθεί μέσα στα αυστηρά πειθαρχικά όρια των διεθνών σχέσεων. Οι κοινωνικοί και τα ξικοί αγώνες κατ’ ουσίαν συγκαλύπτονται από την ίδια τη μέθοδο της ανάλυσης. Από αυτή την άποψη, συνεπώς, ο «παραγωγικός βίος» στην πραγματικότητα δεν μπορεί να κατανοηθεί. Το ίδιο, κατά το μάλλον ή ήττον, ισχύει και για τους συγγραφείς που ασπάζονται την άποψη ενός παγκόσμιου συστήματος, οι οποίοι εστιάζουν πρωτίστως στους κύκλους του συστήματος και τις συστημικές κρίσεις (βλ. τις μελέτες του W allerstein και του A rrighi που αναφέραμε προηγουμένως). Ο κόσμος που παρουσιάζουν είναι κατ’ ουσίαν ένας κόσμος (και μια ιστορία) χωρίς υποκειμενικότητα. Αυτό που τους διαφεύγει είναι η λειτουργία του παραγωγικού βίου, ή μάλλον το γεγονός ότι το κεφά λαιο δεν είναι πράγμα αλλά κοινωνική σχέση, μια ανταγωνιστική σχέση, η μια πλευρά της οποίας ζωογονείται από την παραγωγική ζωή του πλήθους. 19. Ο Giovanni Arrighi, (London: V erso, 1995), φέρ’ ειπείν, διακρίνει μια τέτοια συνέχεια στο ρόλο των κεφαλαιοκρατικών εταιρειών. Για μια τεκμηριωμένη αντίθετη άποψη όσον αφορά την περιοδοποίηση και τη μεθοδολογική προσέγγιση, βλ. L ucian o F e rra r i Bravo, «Introduzione: vecchie e nuove questioni nella teoria dell’im perialism o», στο Luciano F e rra r i Bravo, επιμ., (M ilan: F e ltrin e lli, 1975), σσ. 7-70.
The Long Twentieth Century
Imperialismo e classe operaia multinazionale
20. Βλ., από τη σκοπιά της πολιτικής ανάλυσης, Paul Kennedy, H ouse, 1993)· και από τη σκοπιά της οικονομικής τοπογραφίας και της σοσια
Preparingfor the Twenty-first Century(New York: Random
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
558
λιστικής κριτικής, David Harvey, The Condition of Postmodernity (Oxford: Blackwell, 1989). 21. Marx, 1:742. 22. Η βιβλιογραφία που θα μπορούσαμε να παραθέσουμε σχετικά με αυτό το θέμα είναι φαινομενικά ανεξάντλητη. Στην πραγματικότητα, οι θεωρίες της διαφήμισης και της κατανάλωσης έχουν ενσωματωθεί >■-. (ακριβώς στην κατάλληλη ώρα) στις θεωρίες της παραγωγής, ώς το ση μείο να έχουμε πλέον ιδεολογίες «προσοχής» οι οποίες προβάλλονται ως οικονομική αξία! Εν πάση περιπτώσει, για μια επιλογή από την πλη θώρα των μελετών που άπτονται αυτού του πεδίου, καλό θα ήταν να ανατρέξει κανείς στα Susan Strasser, Satisfaction Guaranteed: The Making of the American Mass Market (New York: Pantheon, 1989)· Gary Cross, Time and Money: The Making o f Consumer Culture ! (New York: Routledge, 1993)· και, για μια περισσότερο ενδιαφέρουσα 1 ανάλυση από μια άλλη σκοπιά, The Project on Disney, Inside the | Mouse (Durham: Duke University Press, 1995). Η παραγωγή του πα- ) ραγωγού, εντούτοις, δεν είναι απλώς η παραγωγή του καταναλωτή. | Ενέχει επίσης την παραγωγή ιεραρχιών, μηχανισμών συμπερίληψης και | αποκλεισμού, κ.ο.κ. Ενέχει εν τέλει την παραγωγή κρίσεων. Από αυτή | την άποψη, βλ. Stanley Aronowitz και W illiam D iF azio, The Jobless | Future (Minneapolis: University of M innesota Press, 1994). 23. Χρωστάμε πολλά στον D eleuze και τον Guattari και στο έργο I τους A Thousand Plateaus για την πληρέστερα επεξεργασμένη φαινοjj μενολογική περιγραφή αυτού του βιομηχανικού-νομισματικού-κόσμου) φύσης, που συγκροτεί το πρώτο επίπεδο της παγκόσμιας τάξης. j 24. Βλ. Edward Comor, επιμ., The Global Political Economy of i Communication (London: M acmillan, 1994). 25. Βλ. Stephen Bradley, επιμ., Globalization, Technologies, and ■
Capital,
Competition: The Fusion of Computers and Telecommunications in the 90s (Cambridge, Mass.: Harvard Business School Press, 1993)· επίσης Simon Serfaty, The Media and Foreign Policy (London: Macmillan, 1990). 26. Βλ. Jurgen Habermas, Theory of Communicative Action, επιμ. Thomas McCarthy (Boston: Beacon Press, 1984). Θα εξετάσουμε διεξοδικότερα τη σχέση μεταξύ επικοινωνίας και παραγωγής στο κεφάλαιο 3.4. 27. Βλ. Hardt και Negri, Labor of Dionysus, κεφ. 6 και 7.
j
| j
| I ;
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
559
28. Παρά τον εξτρεμισμό των συγγραφέων που παρουσιάζονται στο M artin Albrow και Elizabeth King, επιμ., (London: Sage, 1990), και τη σχετική μετριοπάθεια του Bryan S . Turner, (London: S ag e , 1990), και του M ike Feath erston e, επιμ., (London: Sage, 199l), oi διαφορές μεταξύ των ποικίλων θέσεών τους είναι στην πραγματικότητα σχετικά ασήμαντες. Πρέπει πάντα να μην ξεχνάμε ότι η εικόνα μιας «παγκόσμιας κοινωνίας των πολιτών» γεννάται όχι μόνο στη σκέψη ορι σμένων μετανεωτερικών φιλοσόφων και ορισμένων οπαδών του H aber mas (όπως ο Je a n Cohen και ο Andrew Arato), αλλά επίσης, και αυ τό είναι πιο σημαντικό, στη λοκιανή παράδοση των διεθνών σχέσεων. Αυτή η δεύτερη ομάδα περιλαμβάνει σημαντικούς θεωρητικούς όπως ο R ichard F alk , ο David H eld, ο Anthony Giddens και (υπό ορισμένες απόψεις) ο Danilo Zolo. Σχετικά με την έννοια της κοινωνίας των πο λιτών στα παγκόσμια συμφραζόμενα, βλ. M ich ael W alzer, επιμ., (Providence: Berghahn Books, 1995). 29. Με την εικονοκλαστική ειρωνεία που χαρακτηρίζει τα πιο πρό σφατα κείμενα του Je a n Baudrillard, όπως το μτφ p . Paul Patton (Bloom ington: Indiana U niversity Press, 1995), ένα ορισμένο ρεύμα των γάλλων μετανεωτερικών έχει επιστρέψει σε ένα κυριολεκτικά υπερρεαλιστικό πλαίσιο. 30. Υπάρχει μια αδιάρρηκτη συνέχεια από τις έννοιες της «επιβολής της δημοκρατίας» και της «δημοκρατικής μετάβασης» των τελευταίων ετών του ψυχρού πολέμου στις αυτοκρατορικές θεωρίες της «επιβολής της ειρήνης». Έχουμε ήδη τονίσει το γεγονός ότι πολλοί ηθικοί φιλό σοφοι υποστήριξαν τον πόλεμο του Κόλπου ως δίκαιη υπόθεση, ενώ θε ωρητικοί του δικαίου, ακολουθώντας το σημαντικό παράδειγμα του R ichard F alk , σε γενικές γραμμές ανατάχθηκαν σε αυτόν. Βλ., για παράδειγμα, R ichard F alk , «Twisting the U.N. Charter to U.S. Ends», στο H am id Mowlana, George G erbner and H erbert Sch iller, επιμ.,
Globalization, Knowledge, TheoriesofModernityandPostmodernity Global Culture, Nationalism, Globalization, andModernity and Society
Towarda Global Civil Society
Take Place,
TheGulfWarDidNot
Triumph of the Image: The Media’s War in the Persian Gulf (Boulder: Westview Press, 1992), σσ. 175-190. Βλ. επίσης την ανάλυ ση του πολέμου του Κόλπου στο Danilo Zolo, C osmopolis: Prospects for World Government, μτφρ. D avid M cK ie (Cam bridge: Polity Press, 1997). 31. Για ένα αντιπροσωπευτικό παράδειγμα, βλ. Richard Falk,
560
Positive Prescriptions for the Future,
Πρόγραμμα Σπουδών για την Παγκόσμια Τάξη, διατριβή ν. 20 (Princeton: Center for International Studies, 199l). Για να δούμε πώς οι ΜΚΟ ενσωματώνονται σε αυτό το κατά το μάλλον ή ήττον λοκιανό πλαίσιο του «παγκόσμιου συνταγματισμού», θα έπρεπε να αναφερθούμε στις δημόσιες διακηρύξεις του Antonio Cassese, προέδρου του Δικαστηρίου του ΟΗΕ στο Άμστερνταμ, εκτός από τα βιβλία του, (Oxford: Clarendon Press, 1986), και (Philadelphia: Temple University Press, 1990). 32. Ακόμη και οι προτάσεις για αναμόρφωση των Ηνωμένων Εθνών κινούνται κατά το μάλλον ή ήττον σε αυτές τις γραμμές. Για μια καλή βιβλιογραφία τέτοιων μελετών, βλ. Joseph Preston Baratta,
World
International Lawin a Divided World Human Rights in a Changing
Stren gthening the United Nations: ABibliography on U.N. Reformand WorldFederalism(New York: Greenwood, 1987).
33. Αυτή είναι μια κατεύθυνση η οποία προωθήθηκε σε ορισμένα στρατηγικά έγγραφα που δημοσιοποιήθηκαν από τις στρατιωτικές υπη ρεσίες των ΗΠΑ. Σύμφωνα με το παρόν δόγμα του Πενταγώνου, το σχέ διο διεύρυνσης της αγοραίας δημοκρατίας θα έπρεπε να υποστηριχτεί τόσο από κατάλληλες μικροστρατηγικές, οι οποίες θα βασίζονται σε (πραγματικές και συστημικές) ζώνες εφαρμογής, όσο και από τον αδιά κοπο εντοπισμό καίριων σημείων και ρωγμών στα ανταγωνιστικά ισχυ ρά πολιτισμικά μπλοκ, οι οποίες θα οδηγούσαν στη διάλυσή τους. Βλ. το έργο του Maurice Rounai του Στρατηγικού Ινστιτούτου του Παρι σιού. Βλ. επίσης τις μελέτες σχετικά με τον επεμβατισμό των ΗΠΑ που αναφέρονται στη σημ. 28 του κεφαλαίου 1.1. 34. Θα έπρεπε να αναφέρουμε, και πάλι, το έργο του Richard Falk και του Antonio Cassese. Πρέπει να τονίσουμε, ειδικότερα, πώς μια «ασθενής» σύλληψη της άσκησης των δικαϊκών λειτουργιών από το Δι καστήριο του ΟΗΕ έχει σταδιακά, συχνά υπό την επίδραση των πολι τικών δυνάμεων της Αριστεράς, μετασχηματιστεί σε μια «ισχυρή» σύλ ληψη. Μ ε άλλα λόγια, υπάρχει μια μετάβαση από το αίτημα να ενισχυθεί το Δικαστήριο του ΟΗΕ με τις λειτουργίες της δικαϊκής κύρω σης που υπάγονται στη δικαιοδοσία της δομής του ΟΗΕ, στο αίτημα να διαδραματίσει έναν άμεσο και ενεργό ρόλο στις αποφάσεις που λαμβάνονται από τον ΟΗΕ και τα όργανά του όσον αφορά νόρμες ισότητας και υλικής δικαιοσύνης μεταξύ κρατών, έως του σημείου να αναλαμβάνει άμεση επέμβαση εν ονόματι των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
561
EconomyandSociety
35. Βλ. Max Weber, , μτφρ. Guenther Roth και Claus Wittich (Berkeley: University of California Press, 1968), τ. 1, κεφ. 3, παράγραφος 2, «The Three Pure Types of Authority», σσ. 215-216.
1.3 ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΕΝΤΟΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ 1. Σκοπεύουμε εδώ να «ερωτοτροπήσουμε με τον H egel» με τον τρόπο που περιέγραψε ο Marx στο διάσημο υστερόγραφό του στον Α' τόμο του (μτφρ. Ben Fow kes [New York: Vintage, 1976]) της 24ης Ιανουάριου 1873 (σσ. 102-103). Όπως και στην περίπτωση του M arx, οι όροι τού H egel μας είναι χρήσιμοι για να στήσουμε το πλαί σιο της επιχειρηματολογίας μας, γρήγορα όμως θα προσκρούσουμε στο πραγματικό όριο της χρησιμότητάς τους. 2. Η παρουσίαση που επιχειρούμε εδώ είναι ομολογουμένως απλουστευμένη, και πολλές μελέτες έχουν να παρουσιάσουν πολύ πιο λεπτο μερείς σχετικές αναλύσεις. Έχουμε, εντούτοις, την εντύπωση ότι αυτές οι πολιτικές αναλύσεις επανέρχονται πάντοτε στην έννοια της «άμυνας» ή της «διαφύλαξης» της περιχαρακωμένης τοπικής ταυτότητας ή εδά φους. Η Doreen Massey υποστηρίζει ρητά μια «πολιτική του τόπου», όπου ο τόπος δεν εννοείται ως περιχαρακωμένος αλλά ως ανοιχτός και πορώδης, ούτως ώστε να μπορεί να εισδεχθεί ροές που προέρχονται πέ ραν αυτού, στο (M inneapolis: University of M innesota Press, 1994), βλ. ιδίως σ. 4. Αυτό που θα είχαμε να αντι τείνουμε είναι ότι η ιδέα ενός τόπου χωρίς κανενός είδους σύνορο απο γυμνώνει τελείως την έννοια από το περιεχόμενό της. Για μια άριστη επισκόπηση της σχετικής φιλολογίας και μια εναλλακτική αντίληψη του τόπου, βλ. A rif Dirlik, «Place-based Imagination: Globalism and the Politics of Place», αδημοσίευτο χειρόγραφο. 3. Θα εξετάσουμε εκτενέστερα την έννοια του έθνους στο κεφά λαιο 2.2.
Κεφαλαίου
Space, Place, andGender
4. «θεωρώ τον τόπο ως θεμελιακό υλικό γνώρισμα της ανθρώπινης δραστηριότητας, παραδέχομαι όμως ότι αυτός ο τόπος αποτελεί προϊόν κοινωνικής παραγωγής». David Harvey, (Chicago: University of Chicago Press, 1984), σ. 374. Και o Arjun Appadurai εξετάζει την «παραγωγή της τοπικότητας» με τρόπο που
The Limits of Capital
562
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ I
συμφωνεί με τη θεώρηση του H arvey και με τη δική μας ανάλυση στο Modernity at Large: Cultural Dimensions of Globalization (M in neapolis: University of M innesota Press, 1996), σ. 178-199. 5. Erich Auerbach, Mimesis: The Representation of Reality in Western Literature, μτφρ. W illard T rask (Princeton: Princeton University Press, 1953). 6. Αυτή η μεθοδολογική σύνδεση μεταξύ κριτικής και οικοδόμησης που εδράζεται στέρεα στη βάση ενός συλλογικού υποκειμένου αρθρώ θηκε σαφώς στις ιστορικές μελέτες του ίδιου του M arx και αναπτύ χθηκε από ποικίλα ρεύματα ετερόδοξης μαρξιστικής ιστοριογραφίας του 20ού αιώνα, π.χ. στο έργο του Ε. Ρ. Thompson, των ιταλών εργατιστών συγγραφέων και των νοτιοασιατών ιστορικών που υιοθετούν την οπτική των subaltern studies. 7. Βλ., για παράδειγμα, το Society of Spectacle του Guy Debord, μτφρ. Donald Nicholson-Sm ith (New York: Zone Books, 1994), το οποίο, με τον δικό του παραληρηματικό τρόπο, αποτελεί ίσως την σα φέστερη άρθρωση της σύγχρονης συναίσθησης του θριάμβου του κεφα λαίου. 8. Για ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα αυτής της αποδομητικής μεθό δου που δείχνει καθαρά τις αρετές και τους περιορισμούς της, βλ. το έρ γο της Gayatri Spivak, ιδίως την εισαγωγή της στο R an ajit Guha και Gayatri Spivak, επιμ., Selected Subaltern Studies (New York: Oxford University P ress, 1988), σσ. 3-32. 9. Βλ. A rif Dirlik, «M ao Zedong and “ Chinese M arxism ” », στο S aree M akdisi, C esare Casarino και R ebecca K arl, επιμ., Marxism beyond Marxism (New York: Routledge, 1996), σσ. 119-148. Βλ. επ ί σης A rif Dirlik, «M odernism and Antimodernism in M ao Zedong’s M arxism », στο A rif D irlik, Paul H ealy και N ick Knight, επιμ., Critical Perspectives on Mao Zedong’s Thought (Atlantic Heights, N .J.: H um anities Press, 1997), σσ. 59-83. 10. Για τις τακτικές αμφισημίες της «εθνικής πολιτικής» των σοσια λιστικών και κομμουνιστικών κομμάτων, βλ. κυρίως το έργο των αυστρο-μαρξιστών συγγραφέων, π.χ. του Otto Bauer, Die Nationalitatenfrage und die Sozialdemocratie (Vienna: W iener Volksbuchhandlung, 1924)· και το σημαντικό δοκίμιο του Stalin, «M arxism and the National Question», στο Marxism and the National and Colonial Question (New York: International Publishers, 1935), σσ. 3-61. Θα
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
563
επιστρέφουμε σε αυτούς τους συγγραφείς στο κεφάλαιο 2.2. Για μια ιδιάζουσα και εξαιρετικά ενδιαφέρουσα περίπτωση, βλ. Enzo Traverso, (Paris: La Breche, 1990). 11. Για τον κύκλο των αντιιμπεριαλιστικών αγώνων κατά τα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα (ιδωμένων από την κινεζική σκοπιά), βλ. R ebecca Karl, (Durham: Duke University Press, υπό έκδοση). 12. Σχετικά με την υπόθεση ότι οι αγώνες προηγούνται και προει κονίζουν την κεφαλαιοκρατική ανάπτυξη και αναδιάρθρωση, βλ. Antonio Negri, (London: R ed Notes, 1988). 13. Αυτή η έννοια του προλεταριάτου μπορεί συνεπώς να εννοηθεί με τους όρους του Marx ως η προσωποποίηση μιας αυστηρά οικονομι κής κατηγορίας, δηλαδή το υποκείμενο της εργασίας που υπάγεται στο κεφάλαιο. Καθώς επαναπροσδιορίζουμε την ίδια την έννοια της εργα σίας και διευρύνουμε το φάσμα των δραστηριοτήτων που καλύπτονται από αυτήν (άποψη που και αλλού έχουμε υποστηρίξει), η παραδοσιακή διάκριση μεταξύ του οικονομικού και του πολιτισμικού καταλύεται. Ακόμη και στις πιο οικονομικά προσανατολισμένες διατυπώσεις του Marx, εντούτοις, το προλεταριάτο πρέπει στην πραγματικότητα να εν νοηθεί ως μια κυριολεκτικά κατηγορία. Βλ. M ichael Hardt και Antonio Negri, (M inneapolis: University of M innesota Press, 1994), σσ. 3-21· και Antonio Negri, «Twenty Theses on Marx», στο Saree Makdisi, Casarino και R ebecca Karl, επιμ., (New York: Routledge, 1996), σσ. 149-180. 14. Βλ. M ichael Hardt, «Los Angeles Novos», , v. 12/13 (1991), 12-26. 15. Βλ. Luis Gomez, επιμ., Supplement, (1996). 16. Βλ. κυρίως v. 33/34, (1996). Βλ. επίσης Raghu Krishnan, «D ecem ber 1995: The F irst R evolt against Globalization», 48, v. 1 (Μάιος 1996), 1-22. 17. Karl Marx, (New York: International Publishers, 1963), σ. 121. 18. Βλ. G illes D eleuze, «Postscript on Control Societies», στο
Les marxistes et laquestionjuive
Stagingthe World: China and the NonWest at the Turn of the Twentieth Century RevolutionRetrieved
πολιτική Labor of Dionysus Cesare Marxismbeyond Marxism
Futuranterieur Mexique: du Chiapas ά la crise financiere, Futuranterieur Futur anterieur, Tous ensemble! Reflections sur les luttes de novembre-decembre MonthlyReview, The Eighteenth Brumaire of Louis Bonaparte
564
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Negatiations, μτφρ. M artin Joughin (New York: Columbia University Press, 1995), σσ. 177-182. 19. Αντίθετα από τις θεωρίες του «ασθενέστερου κρίκου», οι οποίες όχι μόνο διαδραμάτισαν κεντρικό ρόλο όσον αφορά την τακτική της Τρίτης Διεθνούς αλλά και υιοθετήθηκαν ευρέως από την αντιιμπεριαλιστική παράδοση στο σύνολό της, το ιταλικό εργατιστικό κίνημα των δε καετιών του 1960 και του ’70 πρότεινε μια θεωρία του «ισχυρότερου κρί κου». Για τη βασική θεωρητική θέση αυτού του κινήματος, βλ. M ario Tronti, Operai e capitale (Turin: Einaudi, 1966), ιδίως τις σσ. 89-95. 20. Μπορεί κανείς να βρει πλούσια και αδιάλειπτη τεκμηρίωση γ ι’ αυτές τις τεχνικές της παραπληροφόρησης και της αποσιώπησης σε δη μοσιεύματα ποικίλων εντύπων, από τη Le Monde Diplomatique ώς το Ζ Magazine και το Covert Action Bulletin. Ο Noam Chomsky εργά στηκε ακάματα για να ξεσκεπάσει και να καταπολεμήσει τέτοια φαι νόμενα παραπληροφόρησης στα πολυάριθμα βιβλία και τις διαλέξεις του. Βλ., για παράδειγμα, Edw ard H erm an και Noam Chomsky, Manufacturing Consent: The Political Economy of Mass Media (New York: Pantheon, 1988). Ο Πόλεμος του Κόλπου αποτελεί ένα άριστο παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο διαχειρίζεται η Αυτοκρατορία την επικοινωνία. Βλ. W. Lance Bennett και D avid L . Paletz, επιμ., Taken
by Storm: The Media, Public Opinion, and U.S. Foreign Policy in the Gulf War (Chicago: University of Chicago Press, 1994)· επίσης D ouglas K ellner, The Persian Gulf TV War (Boulder: Westview Press, 1992). 21. Αυτή η επιχείρηση ισοπέδωσης των αγώνων υπό τη μορφή μιας ανεστραμμένης ομολογίας με το σύστημα αντιπροσωπεύεται επαρκώς από το (από άλλες απόψεις εξαιρετικά εντυπωσιακό και σημαντικό) έρ γο του Immanuel Wallerstein και των θεωρητικών που υιοθετούν την προοπτική του παγκόσμιου συστήματος. Β λ., για παράδειγμα, το Giovanni Arrighi, Terence Hopkins και Immanuel Wallerstein,
Antisystemic Movements (London: Verso, 1989). 22. Χωρίς να ξεχνάμε τους περιορισμούς που αναφέραμε προηγου μένως, θα έπρεπε να αναφέρουμε εδώ το έργο του F61ix G uattari, ιδίως τα γραπτά της τελευταίας περιόδου του, όπως το Chaosmosis, μτφρ. Paul B ains και Ju lia n Pefanis (Sydney: Power Publications, 1995).
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
565 ΠΟΛΙΤΙΚΟ Μ Α ΝΙΦΕΣΤΟ
1. L ou is Althusser, «M achiavel et nous», στο Ecrits philosophiques et politiques, τ. 2, επιμ. F r a n c i s M atheron (P aris: Stock/ IMEC, 1995), σσ. 39-168· απ’ όπου και τα υπόλοιπα παραθέματα του κειμένου. 2. Βλ. Baruch Spinoza, Theologico-Political Treatise, τ. 1 του Chief Works, μτφρ. R. Η. M. Elwes (New York: Dover, 1951).
ΜΕΡΟΣ
ΔΕΥΤΕΡΟ
2.1 ΔΥΟ ΕΥΡΩ ΠΕΣ, ΔΥΟ Ν ΕΩ ΤΕΡ ΙΚ Ο Τ Η ΤΕ Σ 1. R ob ert M usil, The Man without Qualities, μτφρ. Soph ie Wilkins (New York: Knopf, 1995), 2:1106. 2. Johannes Duns Scotus, Opus Oxoniense, Βιβλίο IV , Distinctio X III, Quaestio I στο Opera Omnia, τόμ. 8 (H ildesheim : Georg Olms Verlagsbuchhandlung, 1969), σ. 807. 3. Dante Alighieri, De Monarchia, επιμ. Louis Bertalot (Frankfurt: Friedrichsdorf, 1918), Βιβλίο I, κεφ. 4, σ. 14. 4. Nicholas of Cusa, «Complementum Theologicum », στο Opera, τόμ. 2 (Frankfurt: M inerva, 1962), κεφ. 2, fol. 93b (φωτοαντιγραφική αναπαραγωγή της έκδοσης που επ ιμελήθηκε ο Ja c q u e s L e F e v re
[Paris: 1514]). 5. Giovanni Pico della Mirandola, Of Being and Unity, μτφρ. Victor Hamm (Milwaukee: Marquette University Press, 1943), σσ. 21- 22.
6. Carolus Bovillus (Charles de Bovelles), II libro del sapiente, επιμ. Eugenio Garin (Turin: Einaudi, 1987), κεφ. 22, σ. 73. 7. Francis Bacon, Works, επιμ. James Spalding, Robert Ellis και Donald Heath (London: Longman and Co., 1857), 1:129-130. 8. G alileo G alilei, Opere (Florence: G. Berb0ra Editore, 1965), 7:128-129. 9. W illiam of Ockham, A Short Discourse on the Tyrannical Government, μτφρ. Jo h n K ilcullen (Cam bridge: Cam bridge U n i
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
566
versity Press, 1992), Βιβλίο III, κεφ. 16, σ. 104. Ο μεταφραστής απο δίδει τη φράση «multitudo fidelium» ως «εκκλησίασμα των πιστών» («congregation of the faithful»). 10. Βλ. M arsilius of Padua, Defensor Pads (Cambridge: Cam bridge University Press, 1928). 11. Αυτή η επαναστατική πτυχή των απαρχών της νεωτερικότητας απαντά στην πιο εναργή και συνθετική μορφή της στο έργο του Spinoza. Βλ. Antonio Negri, The Savage Anomaly, μετφρ. M ichael H ardt (M inneapolis: University of M innesota Press, 1991). 12. Τα ποικίλα φιλοσοφικά πλαίσια αρνητικής σκέψης του 19ου και του 20ού αιώνα, από τον N ietzsche ώς τον H eidegger, έχουν ου σιαστικά δίκιο όταν προβλέπουν το τέλος της νεωτερικής μεταφυσι κής και συνδέουν τη νεωτερικότητα με την κρίση. Ωστόσο, αυτό που δεν αντιλαμβάνονται γενικά αυτοί οι συγγραφείς, είναι ότι εδώ ενερ γοποιούνται δύο νεωτερικότητες, και ότι η κρίση είναι το άμεσο απο τέλεσμα της σύγκρουσής τους. Γι’ αυτό αδυνατούν να διακρίνουν τις εναλλακτικές στο εσωτερικό της νεωτερικότητας οι οποίες εκτείνο νται πέρα από τα όρια της νεωτερικής μεταφυσικής. Για την αρνητι κή σκέψη και την κρίση, βλ. M assim o C acciari, Krisis: saggio sulla crisis del pensiero negativo da Nietzsche a Wittgenstein (M ilan: F eltrin elli, 1976). 13. Γ ι’ α υ τ ά
τα
περά σμα τα
στην
ε υ ρ ω π α ϊκ ή
ν ε ω τ ε ρ ικ ό τ η τ α , β λ .
Ernst Bloch, The Principle of Hope, 3 τ ό μ ο ι , μ τ φ ρ . Neville P laice, Stephen P laice κ α ι Paul Knight (Cam bridge, M ass.: M I T Press, 1 9 8 6 )· ε π ί σ η ς ( σ ε έ ν α τ ε λ ε ί ω ς δ ι α φ ο ρ ε τ ι κ ό π ν ε υ μ α τ ι κ ό κ α ι ε ρ μ η ν ε υ τ ι κ ό
Reinhart Koselleck, Critique and Crisis: Enlightenment and the Pathogenesis of Modem Society (Cambridge, M ass.: M IT Press,
π λ α ίσ ιο )
1 9 8 8 ).
14. Samir Amin, Eurocentrism, μτφρ. Russell Moore (New York: Monthly Review Press, 1989), σσ. 72-73. 15. Baruch Spinoza, Ethics, στο The Collected Works of Spinoza, επιμ. Edwin Curley, τόμ. 1 (Princeton: Princeton University Press, 1985), Μέρος IV, Πρόταση 67, σ. 584. 16. Στο ίδιο, Μέρος V , Πρόταση 37, σ. 613. 17. Η ανάλυσή μας αντλεί από το έργο του Ernst Cassirer, The Philosophy of the Enlightenment, μτφρ. Fritz C. A. Koelln και James P. Pettegrove (Princeton: Princeton University Press, 195l)· Max
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
567
Horkheimer και Theodor Adorno, Dialectic of Enlightenment, μτφρ. John Cumming (New York: Continuum, 1972)· και Michel Foucault, «What Is Enlightenment?)), στο Ethics: Subjectivity and Truth, τόμ. 1 του The Essential Works of Foucault 1954-1984, επιμ. Paul Rabinow (New York: New Press, 1997), σσ. 303-319. 18. Βλ. Jacques Chevalier, Pascal (Paris: Plon, 1922), σ. 265. 19. Rene Descartes, «Letter to Mersenne (15 April 1630)», στο Philosophical Letters, επιμ. Anthony Kenny (Oxford: Blackwell, 1970), σ. 11. Για το γαλλικό πρωτότυπο βλ. Oeuvres completes, επιμ. Charles Adam και Paul Tannery (Paris: Vrin, 1969), 1:145. 20. Βλ. Antonio Negri, Descartes politico o della ragionevole ideologia (Milan: Feltrinelli, 1970). 21. Για ένα πιο πρόσφατο παράδειγμα που ακολουθεί αυτή την υπερβασιακή γραμμή της ευρωπαϊκής αυταρέσκειας, βλ. Massimo Cacciari, Geo-filosofia dell’Europa (Milan: Adelphi, 1994). 22. Βλ. Arthur Schopenhauer, The World as Will and Repre sentation, μτφρ. E. F. J. Payne, 2 τόμοι (New York: Dover, 1966). 23. Στο ίδιο, «Πρόλογος στη β' έκδοση», σ. χχϊ. 24. G. W. F. Hegel, Elements of the Philosophy of Right, μτφρ. Η. B. Nisbet, επιμ. Allen Wood (Cambridge: Cambridge University Press, 1991), §258 Προσθήκη, σ. 279 (η μετάφραση έχει τροποποιηθεί). 25. Thomas Hobbes, The Elements of Law (Cambridge: Cambridge University Press, 1928), Μέρος II, Βιβλίο 10, παράγραφος 8, σ. 150. 26. Jean Bodin, On Sovereignty: Four Chapters from the Six Books of the Commonwealth, επιμ. και μτφρ. Julian Franklin (Cambridge: Cambridge University Press, 1992), σ. 23 (από το Βιβλίο I, κεφ. 8). 27. Jean-Jacques Rousseau, On the Social Contract, στο The Collected Writings of Rousseau, τόμ. 4, επιμ. Roger Master και Christopher Kelly (Hanover, N.H.: University Press of New England, 1994), Βιβλίο I, κεφ. 6, σ. 138. 28. Βλ. Bodin, On Sovereignty. 29. C. B. Macpherson, The Political Theory of Possessive Individualism (Oxford: Oxford University Press, 1962). 30. Βλ. Arif Dirlik, The Postcolonial Aura (Boulder: Westview Press, 1997).
568
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
31. Adam Sm ith, The Nature and Causes of the Wealth of Nations (Oxford: Clarendon Press, 1976), Βιβλίο IV, κεφ. ii, παρά γραφος 9, σ. 456. 32. Στο ίδιο, Βιβλίο I V , Κεφάλαιο ίχ, παράγραφος 51, σ. 687. 33. Hegel, Elements of the Philosophy of Right, §261, σ. 283. 34. Βλ. M ichel Foucault, « L a “ gouvernementalite” », στο Dits et Ecrits (Paris: G allim ard, 1994), 3:635-657. 35. Βλ. την ανάλυση της έννοιας της βιοεξουσίας στον Foucault που επιχειρήσαμε στο κεφάλαιο 1.2. 36. Βλ. κυρίως M ax Weber, Economy and Society, 2 τόμοι, μτφρ. Guenther Roth και C laus Wittich (Berkeley: University of California
Press, 1968). 37. Friedrich Nietzsche, Thus Spake Zarathustra, μτφρ. Thomas Common (New York: Modern Library, 1967), κεφ. 35, «The Sublime Ones», σ. 111.
2.2 Η ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ TOY ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
1. Για μια διεξοδική ανάλυση τόσο της συνήθους μορφής του απο λυταρχικού κράτους όσο και των παραλλαγών με τις οποίες εμφανίστη κε ανά την Ευρώπη, βλ. Perry Anderson, Lineages of the Absolutist State (London: New Left Books, 1974). 2. Βλ. Ernst Kantorowitz, The King’s Two Bodies: A Study in Medieval Political Theology (Princeton: Princeton University Press, 1957)· και το δοκίμιό του «C hristus-Fiscu s», στο Synopsis: Festgabe fur Alfred Weber (H eidelberg: V erlag Lam bert Schneider, 1948), σσ. 223-235. Βλ. επίσης M arc Leopold Bloch, The Royal Touch: Sacred Monarchy and Scrofula in England and France, μτφρ. J . E. Anderson (London: Routledge and Kegan Paul, 1972). 3. Για μια ανάλυση που συνδέει την οικονομική μετάβαση από τη φεουδαρχία στην κεφαλαιοκρατία με την ανάπτυξη της νεωτερικής ευ ρωπαϊκής φιλοσοφίας, βλ. Franz Borkenau, Der Obergang vom feudalen zum bUrgerlichen Weltbild: Studien zur Geschichte der Philosophie der Manufakturperiode (Paris: Felix Alcan, 1934). Για μια άριστη ανάλυση της φιλοσοφικής συγγραφικής παραγωγής σχετικά με αυτή την προβληματική, βλ. Alessandro Pandolfi, Genealogie et
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
569
dialectique de la raison mercantiliste (Paris: L’Harmattan, 1996). 4. Βλ. Pierangelo Schiera, Dall’arte de governo alle scienze dello stato (Milan, 1968). 5. Βλ. Benedict Anderson, Imagined Communities: Reflections on the Origin and Spread of Nationalism (London: Verso, 1983). 6. Βλ. Etienne Balibar, «The Nation Form: History and Ideology», στο Etienne Balibar και Immanuel Wallerstein, Race, Nation, Class (London: Verso, 1991), σσ. 86-106. Βλ επίσης Slavoj Zizek, «Le reve du nationalisme explique par le reve du mal radical», Futur anterieur, v. 14 (1992), σσ. 59-82. 7. Τα σχετικά δοκίμια της Luxemburg βρίσκονται συγκεντρωμένα στο Rosa Luxemburg, The National Question, επιμ. Horace Davis (New York: Monthly Review Press, 1976). Για μια επιμελημένη συνο πτική παρουσίαση των θέσεων της Luxemburg, βλ. Joan Cocks, «From Politics to Paralysis: Critical Intellectuals Answer the National Question», Political Theory, 24, v. 3 (Αύγουστος 1996), 518537. 0 Λένιν επέκρινε έντονα την τοποθέτηση της Luxemburg γιατί δεν κατόρθωσε να διακρίνει τον «προοδευτικό» χαρακτήρα του εθνικι σμού (ακόμη και του αστικού εθνικισμού) των εξαρτημένων χωρών. Ο Λένιν έτσι καταφάσκει το δικαίωμα για εθνική αυτοδιάθεση, το οποίο στην πραγματικότητα ισοδυναμεί με το καθολικό δικαίωμα απόσχισης. Βλ. V. I. Lenin, The Right of Nations to Self-Determination (Westport, Conn.: Greenwood Press, 1951), σσ. 9-64. 8. Jean Bodin, Six Books of the Commonwealth, μτφρ. M. J. Tooley (Oxford: Blackwell, 1955), Βιβλίο VI, κεφ. 6, σ. 212 (η μετά φραση έχει τροποποιηθεί). 9 . Για άριστες ερμηνείες του έργου του Bodin που το εντάσσουν σταθερά στη δυναμική της Ευρώπης του 16ου αιώνα, βλ. Julian Η. Franklin, Jean Bodin and the Rise of Absolutist Theory (Cambridge: Cambridge University Press, 1 9 7 3 ) · επίσης Gerard Mairet, Dieu mortel: essai de non-philosophie de l’Etat (Paris: P U F , 1 9 8 7 ). Για μια γενικότερη θεώρηση που παρακολουθεί την ανάπτυξη της έννοιας της κυριαρχίας στη μακρά ιστορία της ευρωπαϊκής πολιτικής σκέψης, βλ. G6rard Mairet, Le principe de souverainete (Paris: Gallimard, 1 9 9 7 ). 10. Βλ. F ried rich M einecke, Die Idee der Staatsrason in der neueren Geschichte (Munich: Oldenbourg, 1 9 2 4 ) . Βλ. επίσης τα άρ θρα που έχει συγκεντρώσει ο Wilhelm Dilthey στο Weltanschauung
570
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
und Analyse des Menschen seit Renaissance und Reformation, τ. 2 του Gesammelte Schriften (Leipzig: Teubner, 1914). 11. Μ ε την αξιοσημείωτη εξαίρεση του έργου του Otto von Gierke, The Development of Political Theory, μτφρ. Bernard Freyd (New York: Norton, 1939). 12. Βλ. Friedrich Meinecke, Historicism: The Rise of a New Historical Outlook, μτφρ. J . E. Anderson (London: Routledge and Kegan Paul, 1972). 13. Για τον εντοπισμό των σπερμάτων του εγελιανού ιδεαλισμού στον Vico, βλ. Benedetto Croce, The Philosophy of Giambattista Vico, μτφρ. R. G. Collingwood (New York: Russell and Russell, 1964)· καθώς και Hayden White, «What Is Living and What Is Dead in Croce’s Criticism of Vico», στο Giorgio Tagliacozzo, επιμ., Giambattista Vico: An International Symposium (Baltimore, Johns Hopkins University Press, 1969), σσ. 379-389. 0 White τονίζει κυρίως τον τρόπο με τον οποίο ο Croce ερμήνευσε το έργο του Vico ως ιδεαλιστικό, μετατρέποντας τη φιλοσοφία της ιστορίας του Vico σε μια φι λοσοφία του πνεύματος. 14. Βλ. Giam battista Vico, De Universi Juris principio et fine uno, στο Opere giuridiche (Florence: Sansoni, 1974), σσ. 17-343· επί σης Joh an Gottfried H erder, Reflections on the Philosophy of the History of Mankind, μτφρ. Fran k M anuel (Chicago: University of Chicago Press, 1968). 15. 0 Emmanuel-Joseph Sieyes, σε μάλλον διαφορετικά συμφραζόμενα, διακηρύσσει απερίφραστα την απόλυτη προτεραιότητα του έθνους: «Το έθνος υπάρχει πριν από καθετί άλλο, είναι η πρώτη αρχή των πάντων». Βλ. Quest-ce que le Tiers Etat? (Geneva: Droz, 1992), κεφ. 5, σ. 180. 16. Για το έργο του Sieyes και τις εξελίξεις της Γαλλικής Επανά στασης, βλ. Antonio Negri, II potere costituente: saggio sulle alternative del moderno (Milan: Sugarco, 1992), κεφ. 5, σσ. 223-286. 17. Για μια κατατοπιστική ανάλυση της διάκρισης μεταξύ του πλή θους και του λαού, βλ. Paolo Virno, «Virtuosity and Revolution: The Political Theory of Exodus», στο Paolo Virno και M ichael Hardt, επιμ., Radical Thought in Italy (M inneapolis: U niversity of M innesota Press, 1996), σσ. 189-210. 18. Thomas H obbes, De Cive (New York: A ppleton CenturyCrofts, 1949), κεφ. XII, τμήμα 8, σ. 135.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
571
19. Βλ. fitienne B alibar, «R acism and N ationalism », στο Etienne B a lib ar και Immanuel W allerstein, Race, Nation, Class (London: V erso, 1991), σσ. 37-67. Θα επιστρέφουμε στο ερώτημα του έθνους στο πλαίσιο της αποικιοκρατίας, στο επόμενο κεφάλαιο. 20. Βλ., για παράδειγμα, Robert Young, Colonial Desire: Hybridity in Theory, Culture, and Race (London: Routledge, 1995). 21. Βλ. Sieyds, Quest-ce que le Tiers £tat. 22. Βλ. την εισαγωγή του Roberto Zapperi, ό.π., σσ. 7-117. 23. Πολύ περισσότερο από έναν αιώνα αργότερα, η έννοια του εθνικού-λαϊκού που επεξεργάστηκε ο Antonio Gramsci εννοήθηκε ως μέρος μιας προσπάθειας ανάκτησης ακριβώς της ηγεμονικής ταξικής λειτουρ γίας στην υπηρεσία του προλεταριάτου. Για τον Gramsci, το εθνικό-λαϊκό είναι η ετικέτα υπό την οποία οι διανοούμενοι θα ενώνονταν με τον λαό, και άρα μια ισχυρή πηγή για την οικοδόμηση μιας λαϊκής ηγεμο νίας. Βλ. Antonio Gram sci, Quaderni del carcere (Turin: Einaudi, 1977), 3:2113-20. Για μια άριστη κριτική της έννοιας του εθνικού-λαϊκού του Gram sci, βλ. Alberto A sor R osa, Scrittori e popolo, 7η έκδ. (Rome: Savelli, 1976). 24. Joh an n Gottlieb Fich te, Addresses to the German Nation, μτφρ. R . F . Jo n e s και G. H. Turnbull (W estport Conn.: Greenwood Press, 1979).
25. Πρέπει να σημειώσουμε ότι οι ποικίλες φιλελεύθερες ερμηνείες του Hegel, από αυτήν του Rudolf Haym ώς εκείνη του Franz Rosenzweig, το μόνο που κατόρθωσαν ήταν να αφομοιώσουν την πολιτική του σκέψη εστιάζοντας στις εθνικές πτυχές της. Βλ. Rudolf Haym, Hegel und sein Zeit (Berlin, 1857)· Franz Rosenzweig, Hegel und der Staat (Munich, 1920)· και Eric Weil, Hegel et lTttat (Paris: Vrin, 1950). 0 Rosenzweig είναι αυτός που κατανοεί καλύτερα την τραγωδία της αναπόφευκτης σύνδεσης μεταξύ έθνους και εθνικότητας στη σκέψη του Hegel. Βλ. Franz Rosenzweig, The Star of Redemption, μτφρ. William Hallo (New York: Holt, Rinehart and Winston, 1971)· και την άριστη ερμηνεία του, Stephane Moses, Systeme et revelation: la philosophie de Franz Rosenzweig (Paris: Seuil, 1982). 26. «[Οι σοσιαλιστές] πρέπει γΓ αυτό το λόγο αναμφίβολα να απαι τήσουν από τους σοσιαλδημοκράτες των καταπιεστικών χωρών (των αποκαλούμενων “μεγάλων” εθνών ειδικότερα) να αναγνωρίσουν και να υπερασπιστούν το δικαίωμα των καταπιεζόμενων εθνών για αυτοδιάθε-
572
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
ση με την πολιτική έννοια του όρου, δηλαδή, το δικαίωμά τους για πο- ■'$ λιτικό διαχωρισμό». Lenin, The Right of Nations to Self-Det;i ermination, a. 65. i 27. Βλ. Malcolm X, «The Ballot or the Bullet», στο Malcolm X .> Speaks (New York: Pathfinder, 1989), σσ. 23-44. Για μια ανάλυση του εθνικισμού του Malcolm X, ειδικότερα των προσπαθειών του να ιδρύσει την Οργάνωση της Αφροαμερικανικής Ενότητας κατά το τελευταίο έτος jf της ζωής του, βλ. William Sales, Jr., From Civil Rights to Black | Liberation: Malcolm X and the Organization of Afro-American Unity § (Boston: South End Press, 1994). | 28. Wahneema Lubiano, «Black Nationalism and Black Common J Sense: Policing Ourselves and Others», στο Wahneema LubianO, 1 επιμ., The House That Race Built (New York: Vintage, 1997), σσ. | 232-252· το παράθεμα είναι από τη σ. 236. Βλ. επίσης Wahneema J Lubiano, «Standing in for the State: Black Nationalism and | “Writing” the Black Subject», Alphabet City, v. 3 (Οκτώβριος 1993), J σσ. 20-23. J 29. To ζήτημα της «μαύρης κυριαρχίας» είναι ακριβώς το κύριο θέ- 1 μα της κριτικής του Cedric Robinson για την υποστήριξη του W. Ε. | Β. Du Bois στη Λιβερία κατά τις δεκαετίες του 1920 και του ’30. Ο | Robinson πιστεύει ότι ο Du Bois είχε άκριτα υποστηρίξει τις δυνάμεις | της νεωτερικής κυριαρχίας. Βλ. Cedric Robinson, «W. Ε. Β. Du Bois | and Black Sovereignty», στο Sidney Lemelle και Robin Kelley, επιμ., | Imagining Home: Culture, Class, and Nationalism in the African Diaspora (London: Verso, 1994), σσ. 145-157. ΐ 30. Jean Genet, «Interview avec Wischenbart» στο Oeuvres J completes, τ. 6 (Paris: Gallimard, 199l), σ. 282. Γενικότερα για την ' εμπειρία του Genet με τους Μαύρους Πάνθηρες και τους Παλαιστίνι- :ί ους, βλ. το τελευταίο μυθιστόρημά του, Prisoner of Love, μτφρ. Bar- ,! bara Bray (Hanover, N.H.: Wesleyan University Press, 1992). ■ 31. 0 Benedict Anderson υποστηρίζει ότι οι φιλόσοφοι αδίκως περιφρόνησαν την έννοια του έθνους και ότι θα πρέπει να την εξετάσουμε υπό ένα περισσότερο ουδέτερο φως. «Μέρος της δυσκολίας έγκειται στο ότι έχουμε ασυνείδητα την τάση να υποστασιοποιούμε την ύπαρξη του Εθνικισμού-με-κεφαλαίο-Ε (μάλλον όπως θα μπορούσε κανείς να υποστασιοποιήσει την ανθρώπινη Ηλικία-με-κεφαλαίο-Η) και κατόπιν να “τον” ταξινομούμε ως μια ιδεολογία. (Σημειωτέον ότι αν καθένας έχει
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
573
μια ηλικία, η Ηλικία είναι απλώς μια αναλυτική έκφραση.) Τα πράγ ματα θα ήταν ευκολότερα, πιστεύω, αν κανείς την αντιμετώπιζε ωσάν να ανήκε στην ίδια κατηγορία με τη “συγγένεια” και τη “θρησκεία” μάλλον, παρά με τον “φιλελευθερισμό” ή τον “φασισμό”.» Anderson, Imagined Communities, σ. 5. Καθένας μας ανήκει σε ένα έθνος, όπως καθένας μας ανήκει (ή έχει) σε μια ηλικία, σε μια φυλή, σε ένα φύλο, κ.ο.κ. Ο κίνδυνος εδώ είναι ότι ο Anderson φυσιχοποιεί το έθνος και το ανήκειν μας σε αυτό. Εμείς, αντίθετα, πρέπει να αποψοσιχοποιησουμε το έθνος και να αναγνωρίσουμε την ιστορική του κατασκευή και τις πο λιτικές του επιπτώσεις. 32. Για τη σχέση μεταξύ του ταξικού αγώνα και των δύο Παγκο σμίων πολέμων, βλ. Ernst Nolte, Der Europaische Biirgerkrieg, 19171945 (Frankfurt: Propyloen Verlag, 1987). 33. To βασικότερο κείμενο που πρέπει να μελετηθεί στα συμφραζόμενα των αυστριακών σοσιαλδημοκρατών θεωρητικών είναι το Otto Bauer, Die Nationalitatenfrage und die Sozialdemokratie (Vienna: Wiener Volksbuchhandlung, 1924). Μεταφράσεις αποσπασμάτων του στην αγγλική γλώσσα περιλαμβάνονται στο Austro-Marxism, μτφρ. Tom Bottomore και Patrick Goode (Oxford: Clarendon Press, 1978). 34. Βλ. Joseph Stalin, «Marxism and the National Question», στο Marxism and the National and Colonial Question (New York: International Publishers, 1935), σσ. 3-61. 35. Υιοθετούμε αυτόν τον όρο, χωρίς όμως να ακολουθούμε την πο λιτική σκοπιά του J. L. Talmon, The Origins of Totalitarian Dem ocracy (London: Seeker and Warburg, 1952). 36. Παρατίθεται στην εισαγωγή του Roberto Zapperi στο Sieyes, Quest-ce que le Tiers Etat, σσ. 7-117· το παράθεμα είναι από τη σ. 77.
2.3 Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΙΚΙΑΚΗΣ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑΣ 1. «Η πιο σκοτεινή πλευρά της Αναγέννησης υπογραμμίζει... την αναβίωση της κλασικής παράδοσης ως δικαίωσης της αποικιακής εξάπλωσης», W alter M ignolo, The Darker Side of the Renaissance: Literacy, Territoriality, and Colonization (Ann Arbor: University of M ichigan P ress, 1995), σ. vi. 2. Bartolom e de L a s C asas, In Defense of the Indians, επιμ.
574
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Stafford Poole (D e Kalb: Northern Illinois University Press, 1974), σ. 271. Βλ. επίσης Lew is H anke, All Mankind Is One: A Study of the Disputation between Bartolome de Las Casas and Juan Gines de Sepulveda in 1550 on the Intellectual and Religious Capacity of the American Indians (D e K alb : Northern Illinois U niversity P ress, 1974). 3. Παρατίθεται στο C. L. R. James, The Black Jacobins, 2η έκδ. (New York: Random House, 1963), σ. 196. 4. Aime Cesaire, Toussaint L ’Ouverture: la revolution frangaise et le probleme colonial (Paris: Presence Africaine, 1961), σ. 309. 5. Βλ. Eugene Genovese, From Rebellion to Revolution: AfroAmerican Slave Revolts in the Making of the Modem World (Baton Rouge: L ouisian a State University P ress, 1979), σ. 88. 6. K arl M arx, Capital, μτφρ. Ben Fow kes (New York: Vintage, 1976), 1:925. 7. K arl M arx, «The British R u le in India», στο Surveys from Exile, τ. 2 του Political Writings (London: Penguin, 1973), σ. 306. 8. K arl M arx, «The Native States», στο Letters on India (Lahore: Contemporary India Publication, 1937), σ. 51. 9. Marx, «The British Rule in India», σ. 307. 10. K arl M arx, «The Future R esu lts of British R u le in India», στο
Surveys from Exile, τ. 2 του Political Writings (London: Penguin, 1973), σ. 320. 11. 0 Aijaz Ahmad τονίζει ότι η ανάλυση της ινδικής ιστορίας που δίνει ο Marx φαίνεται να προέρχεται ευθέως από τον Hegel. Βλ. Aijaz Ahmad, In Theory: Classes, Nations, Literatures (London: Verso, 1992), σσ. 231 και 241. 12. Marx, «The Future Results of British Rule in India», σ. 320. 13. Robin Blackburn, The Overthrow of Colonial Slavery, 17761848 (London: Verso, 1988), σσ. 3 και 11. 14. Βλ. Elizabeth Fox Genovese και Eugene Genovese, Fruits of Merchant Capital: Slavery and Bourgeois Property in the Rise and Expansion of Capitalism (Oxford: Oxford University Press, 1983), σ. vii. 15. Blackburn, The Overthrow of Colonial Slavery, σ. 8. 16. Η σχέση μεταξύ μισθωτής εργασίας και δουλείας στην κεφαλαι οκρατική ανάπτυξη είναι ένα από τα κεντρικά θέματα που αναλύονται
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
575
στο Yann M oulier Boutang, De I’esclavage au salariat: economie historique du salariat bride (P aris: P resses universitaires de F ran ce, 1998). 17. Αυτό είναι ένα από τα κεντρικά επιχειρήματα του Robin Blackburn στο Overthrow of Colonial Slavery. Βλ. ιδιαίτερα, σ. 520. 18. Moulier Boutang, De l’esclavage au salariat, σ. 5. 19. Franz Fanon, The Wretched of the Earth, μτφρ. Constance Farrington (New York: Grove Press, 1963), σ. 38. Για τις μανιχαϊκές διαιρέσεις του αποικιακού κόσμου, βλ. Abdul JanMohamed, «The Eco nomy of Manichean Allegory: The Function of Racial Difference in Colonialist Literature», Critical Inquiry, 12, v. 1 (φθινόπωρο 1985), 57-87. 20. Fanon, The Wretched of the Earth, σ. 42. 21. Edward S aid , Orientalism (New York: Vintage, 1978), σσ. 4-5 και 104. 22. Η πολιτισμική ανθρωπολογία έχει υποβληθεί σε μια εκ θεμε λίων αυτοκριτική κατά τις τελευταίες δεκαετίες, τονίζοντας πόσο πολ λές από τις ισχυρότερες αρχικές κατευθύνσεις του κλάδου συμμετείχαν και υποστήριξαν τα αποικιακά σχέδια. Τα πρώιμα κλασικά κείμενα αυ τής της κριτικής είναι τα G erard L eclerc, Anthropologie et colonialisme: essai sur l’histoire de l’africanisme (P aris: F ayard, 1972)* και T ala l A sad, επιμ., Anthropology and the Colonial Encounter (London: Ithaca P ress, 1973). Από τα πολλά πιο πρόσφατα έργα ιδιαί τερα χρήσιμο βρήκαμε το Nicholaus Thomas, Colonialism’s Culture: Anthropology Travel, and Government (Princeton: Princeton University P ress, 1994). 23. To επιχείρημα αυτό αναπτύσσεται σαφώς στο V alentin Mudimtye, The Invention of Africa: Gnosis, Philosophy, and the Order or Knowledge (Bloomington: Indiana University Press, 1988), βλ. κυρίως σσ. 64, 81 και 108. 24. R an a jit Guha, An Indian Historiography of India: A Nin eteenth-Century Agenda and Its Implications (Calcutta: Centre for Studies in Social Sciences, 1988), σ. 12. 25. An Inquiry into the Causes of the Insurrection of Negroes in the Island of St. Domingo (London and Philadelphia: Crukshank, 1792), σ. 5. 26. Βλ. Paul Gilroy, The Black Atlantic (Cambridge, Mass.: Harvard University Press, 1993), σσ. 1-40.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
576
27. Βλ. F ran z Fanon, Black Skin, W hite M asks, μτφρ. Charles Lam M arkmann (New York: Grove Press, 1967), σσ. 216-222. 28. Jean -P aul Sartre, «B lack Orpheus», στο «W hat is Literature?» and O th er Essays (Cam bridge, M ass.: H arvard U niversity P ress, 1988), σ. 296. 29. Jean -P au l Sartre, «Πρόλογος», στο Fanon, The W retched of the Earth, σ. 20.
30. «Κατ’ ουσίαν, η nigritude εμφανίζεται ως ο ασθενής χρόνος [le μιας διαλεκτικής πορείας: η θεωρητική και πρακτική κα τάφαση της λευκής υπεροχής είναι η θέση· η στάση της nigritude ως αντιθετικής αξίας είναι η στιγμή της αρνητικότητας. Αυτή όμως η αρ νητική στιγμή δεν είναι από μόνη της αρκετή, και αυτοί οι μαύροι άν θρωποι που τη χρησιμοποιούν το γνωρίζουν πολύ καλά· γνωρίζουν ότι αποσκοπεί στο να προετοιμάσει τη σύνθεση ή πραγμάτωση του ανθρώ πινου Είναι σε μια αφυλετική κοινωνία. Έτσι, η nigritude αυτοκαταστρέφεται· είναι “ένα σημείο από το οποίο πρέπει να περάσει κανείς” και όχι ένα “σημείο άφιξης”, ένα μέσον και όχι ένας σκοπός». Sartre, «Black Orpheus», σ. 327. 31. Fanon, The W retched o f the Earth, σ. 52. 32. Στο ίδιο, σσ. 58-65. 33. Βλ. M alcolm X , «The B allot or the B ullet», στο M alcolm X Speaks (New York: Pathfinder, 1989), σσ. 23-44. 34. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στη σφαίρα επιρροής των κομμουνι tem ps faible ]
στικών και σοσιαλιστικών κινημάτων, ο λόγος του εθνικισμού όχι μόνο νομιμοποίησε τον αγώνα για απελευθέρωση από τις αποικιακές δυνά μεις αλλά και χρησιμέυσε ως μέσο επίμονης προβολής της αυτονομίας και των διαφορών που παρουσίαζαν τα τοπικά επαναστατικά βιώματα έναντι των μοντέλων των κυρίαρχων σοσιαλιστικών δυνάμεων. Φέρ’ ειπείν, ο κινεζικός εθνικισμός ήταν το λάβαρο κάτω από το οποίο οι κινέζοι επαναστάτες μπόρεσαν να αντισταθούν στον σοβιετικό έλεγχο και στα σοβιετικά μοντέλα, μεταφράζοντας τον μαρξισμό στη γλώσσα της κινεζικής αγροτιάς (δηλαδή, στη σκέψη του Μάο Τσετούνγκ). Παρό μοια, στην περίοδο που ακολούθησε, οι επαναστάτες από το Βιετνάμ ώς την Κούβα και τη Νικαράγουα επέμειναν στην εθνική φύση των αγώ νων τους, προκειμένου να διακηρύξουν την αυτονομία τους από τη Μό σχα και το Πεκίνο.
35. Χάρτης του ΟΗΕ, Άρθρο 2.1, στο Leland Goodrich και Edvard
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
577
Charter of the United Nations (Boston: W orld Peace 1946), σ. 339. 36. Partha Chatterjee, Nationalist Thought and the Colonial World:ADerivative Discourse?(London: Zed Books, 1986), σ. 168.
H am bro, Foundation,
Μ ΟΛΥΝΣΗ
Journey to the End of the Night, τροποποιηθεί)· απόόπουκαι ταπαραθέματα Clobal Local Context, υπό και Jo h n O’N eill, «AIDS as a Globalizing Panic», στο M ike Featherstone, επιμ., G lobal Culture: Nationalism, Globalization, andModer nity(London: Sage, 1990), σσ. 329-342. 1. Louis-Ferdinand Cdline, μτφρ. Ralph Manheim (New York: New Directions, 1983), σ. 145 (η μετάφραση έχει που ακο λουθούν στο κείμενο. 2. Βλ. Cindy Patton, A ID S / έκδοση·
2.4 ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΒΑΣΗΣ 1. A rif D irlik, T he Postcolonial Aura: Third World Criticismin the Age of Global Capitalism(Boulder: Westview Press, 1997), σσ. 52-83· το παράθεμα είναι από τη σ. 77. 2. Βλ., για παράδειγμα, Ja n e F la x , T hinking Fragments (B e r keley: University of C alifornia P ress, 1990), σ. 29. 3. Για μια εξήγηση των λόγων που οδηγούν πολλούς μετανεωτερικούς θεωρητικούς να συγχωνεύουν τις ποικιλίες της νεωτερικής σκέψης συγκαταλέγοντάς τες όλες κάτω από την ετικέτα του «Διαφωτισμού», βλ. Kathi W eeks, (Ithaca: Cornell University Press, 1998), κεφ. 2. 4. bell hooks, (Boston: South End Press, 1990), σ. 25. 5. J a n e F la x , (London: Routledge, 1993), σ. 91. 6. Αυτό που χρειάζεται για μια μετανεωτερική κριτική είναι πρώτον να εντοπίσουμε ποια ακριβώς είναι η σημασία του «νεωτερικού» στο συγκεκριμένο πεδίο και έπειτα να θέσουμε το διάδοχο παράδειγμα το οποίο με κάποιο τρόπο συμφωνεί με κάποια μορφή μετανεωτερικής
Constituting Feminist Subjects Teaming: Race, Gender, and Cultural Politics DisputedSubjects
578
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
σκέψης. Σκεφτείτε, φέρ’ ειπείν, ένα πεδίο που εκ πρώτης όψεως θα φαινόταν απρόσφορο για την εφαρμογή ενός τέτοιου εγχειρήματος: τη δημόσια διοίκηση, δηλαδή τη μελέτη των μηχανισμών της γραφειο κρατίας. Το νεωτερικό παράδειγμα έρευνας που κυριαρχεί στο πεδίο προσδιορίζεται από μια «συνταγή ουδέτερης δημόσιας διοίκησης που αποδίδεται στον Wilson (διαχωρισμός της πολιτικής από τη διοίκηση), στον Taylor (επιστημονικό μάνατζμεντ) και στον W eber (ιεραρχικό πρόσταγμα)». C harles F o x και Hugh M iller, (Thousand Oaks, C alif.: S age, 1995), σ. 3. Οι ερευνητές που είναι πεπεισμένοι ότι αυτό το παράδειγμα είναι ξεπερασμένο και οδηγεί σε μη δημοκρατική κυβερνητική πρακτική μπορούν να χρησιμοποιήσουν τη μετανεωτερική σκέψη ως όπλο για το μετασχηματισμό του πεδίου. Σε αυτή την περίπτωση, προτείνουν μια «μη θεμελιώδη θεωρία λόγου» ως ένα μετανεωτερικό μοντέλο που θα δημιουργήσει περισσότερο ενεργές δημόσιες αλληλοδράσεις και έτσι θα εκδημοκρατίσει τη γραφειοκρατία (σ. 75). 7. Βλ. James D er Derian και Michael Shapiro, επιμ.,
ministration: TowardDiscourse
PostmodernPublicAd
International/Intertextual Relations: Postmodern Readings of World Politics (Lexington, Mass.: Lexington Books, 1989)· Jim George, Discourses of Global Politics: A Critical (Re)Introduction to In ternational Relations (Boulder: Lynne Rienner Publications, 1994)· και Michael Shapiro και Hayward Alker, Jr, επιμ., Territorial Identities and Global Flows (Minneapolis: University of Minnesota Pres, 1996). 8. Homi Bhabha, T he Location of Culture (London: Routledge, 1994), σ. 18. 9. Gyan Prakash, «Postcolonial Criticism and Indian His toriography», , v. 31/32 (1992), 8. 10. Βλ. Edward S a id , (New York: Vintage, 1993), σσ. 282-303. 11. Edward Said, «Arabesque», , 7 (Σε πτέμβριος 1990), 32. 12. 0 Anders Stephanson δίνει μια πολύ καλή περιγραφή των συλ λήψεων των Ηνωμένων Πολιτειών ως μιας «Νέας Ιερουσαλήμ» στο
Social Text
Culture and Imperialism NewStatesmanandSociety
Manifest Destiny: AmericanExpansionismandthe Empire ofRight
(New York: Hill and Wang, 1995). 13. «Όπως τα περισσότερα οράματα ενός “χρυσού αιώνος”, η “παρα
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
579
δοσιακή οικογένεια”. .. εξανεμίζεται σε μια προσεκτικότερη εξέταση. Είναι ένα ιστορικό αμάλγαμα δομών, αξιών και συμπεριφορών που πο τέ δεν συν-υπήρξαν στον ίδιο χρόνο και τόπο». Stephanie Coontz,
The Way We Never Were: American Families and the Nostalgia (New York: B asic Books, 1992), σ. 9. 14. F azlu r Rahm an, IslamandM odernity: Transformationofthe Intellectual Tradition(Chicago: University of Chicago Press, 1984), σ. 142. 15. «0 φονταμενταλισμός του ταπεινωμένου ισλαμικού κόσμου δεν είναι μια παράδοση του παρελθόντος αλλά ένα μετανεωτερικό φαινόμε νο: η αναπόφευκτη ιδεολογική αντίδραση στην αποτυχία του δυτικού εκσυγχρονισμού». R obert Kurz, «D ie K rise, die aus dem Osten Kam», μεταφρασμένο στα ιταλικά ως μτφρ. Anselm Ja p p e και M aria T eresa R icci (Rom e: M anifestolibri, 1994), σ. 16. Γενικότερα, για τις σύγχρονες πλάνες σχετικά με τις έννοιες της παράδοσης και της ομαδικής ταυτότητας, βλ. Arjun A ppadurai, «L ife after Prim ordialism », στο (M inneapolis: U n i versity of M innesota Press, 1996), σ. 139-157. 16. Akbar Ahmed, (New York: Routledge, 1992), σ. 32. 17. Rahm an, σ. 136. 18. R ob ert R eich, (New York: Random H ouse, 1992), σσ. 8 και 3. / 19. Βλ. Arjun Appadurai, «Disjuncture and Difference in the Global Cultural Economy», στο (Minneapolis: University of Minnesota Press, 1996), σσ. 27-47.
L’onore perduto del lavoro,
Modernity at Large Postmodernism and Islam IslamandModernity, The Work of Nations
Modernity at Large J e a n B audrillard, Selected W ritings,
20. Β λ., για παράδειγμα, επιμ. M ark Poster (Oxford: Blackwell, 1988)· επίσης Umberto Eco, μτφρ. W illliam W eaver (London: Picador,
Travels inHyper-reality, Postmodern Marketing
1986), σσ. 3-58. 21. Stephen Brown, (London: Routledge, 1995), σ. 157. Ενώ η πρακτική του μάρκετινγκ είναι μετανεωτερική, παρατηρεί ο Brown, η θεωρία του παραμένει πεισματικά «νεωτερική» (που στην προκειμένη περίπτωση σημαίνει θετικιστική). Η Elizabeth Hirschman και ο Morris Holbrook αντιμετωπίζουν επίσης με δυσαρέ σκεια την αντίσταση που επιδεικνύουν η θεωρία του μάρκετινγκ και η έρευνα της αγοράς στη μετανεωτερική σκέψη στο
Postmodern Con
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
580
sumerResearch: TheStudyofConsumptionas Text (Newbury Park, Calif.: Sage, 1992). 22. Βλ. George Yudice, «Civil Society, Consumption, and Governmentality in an Age of Global Restructuring: An Introduction», , v. 45 (χειμώνας 1995), 1-25. 23. William Bergquist, (San Francisco: Jossey-Bass, 1993), σ. xiii. Βλ. επίσης τα δοκίμια στο David Boje, Robert Gephart, Jr., και Tojo Joseph Thatchenkery, επιμ., (Thousand Oaks, Calif.: Sage, 1996). 24. Βλ. Avery Gordon, «The Work of Corporate Culture: Diversity Management», 44, τ. 13, v. 3 (άνοιξη/χειμώνας 1995), 330. 25. Βλ. Chris Newfield, «Corporate Pleasures for a Corporate Planet», 44, τ. 13, v. 3 (άνοιξη/χειμώνας 1995), 31-44. 26. Βλ. Fredric Jameson, (Durham: Duke University Press, 1991)· επίσης, David Harvey, (Oxford: Blackwell, 1989).
Social Text The Postmodern Organization: Mastering theArt ofIrreversible Change Postmodern Management and Organizational Theory Social Text, Social Text, Postmodernism, Or, TheCultural Logic ofLate Capitalism The Condition of Postmodemity 2.5 ΔΙΚΤΎΑΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ: Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑΣ ΣΤΙΣ ΗΠΑ ΚΑΙ Η ΝΕΑ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
1. A lexander Hamilton, Ja m e s M adison και Jo h n Ja y , T he Federalist, επιμ. M ax Beldt (Oxford: Blackwell, 1948), σ. 37. To συγ κεκριμένο παράθεμα είναι απότο ν. 9 του Federalist, και συγγραφέας του είναι ο Hamilton. 2. Βλ. J . G. A. Pocock, The M achiavellian Moment: Florentine Political Thought andtheAtlanticRepublican Tradition(Princeton: Princeton University Press, 1975)· επίσης J . C. D. Clark, The Lan guage of Liberty, 1660-1832 (Cambridge: Cambridge University
Press, 1994). 3. Για το ατλαντικό πέρασμα της ρεπουμπλικανικής παράδοσης από την Αγγλική ώς την Αμερικανική Επανάσταση, βλ. Antonio Negri, II (Milan: Sugarco, 1992), κεφ. 3 και 4, σσ. 117-222· και David Cressy,
potere costituente
Coming Over: Migration and Communication
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
581
between England and NewEngland in the Seventeenth Century 1987). 4. Βλ. πάλι Negri, 11 potere costituente. Βλ. επίσης J. G. A.
(Cambridge: Cam bridge University Press,
Pocock, «States, Republics, and Empires: The American Founding in Early Modern Perspective», στο Terence Ball και J. G. A. Pocock, επιμ., (Lawrence: Uni versity Press of Kansas, 1988), σσ. 55-77. 5. Βλ. Πολύβιου, μτφρ. Ian ScottKilvert (Harmondsworth: Penguin, 1979), Βιβλίο VI, σσ. 302-352. 6. Βλ. Alexis de Tocqueville, , 2 τόμοι (New York: Knopf, 1994), ιδίως την εισαγωγή του συγγραφέα, 1:3-16. 7. Βλ. H annah Arendt, (New York: Viking, 1963). 8. Αναφερόμαστε εδώ άμεσα στο M ax Weber, μτφρ. Talcott P arsons (New York: Scrib n er’s, 1950)· όμως επίσης βλ. M ichael W alzer, (New York: B asic Books, 1985). 9. Για μια διεξοδική ανάλυση των αντιφάσεων που εμπεριέχονται στο Σύνταγμα, βλ. κυρίως Michael Kammen, (New York: Knopf, 1986).
Conceptual Change and the Constitution TheRise oftheRomanEmpire, Democracy in America OnRevolution TheProtestantEthic and the Spirit of Capitalism, Exodus and Revolution AMachine That Would GoofItself 10. Στην ερμηνεία του Πολύβιου που επιχειρεί στους D iscourses, ο M achiavelli επιμένει διαρκώς στην ανάγκη να επεκταθεί η Πολιτεία ώστε να μην ολισθήσει στη φθορά. Βλ. Negri, IIpoterecostituente, σ σ. 75-97. 11. Ο συνδυασμός ρεφορμισμού και επεκτατισμού στο «Em pire of R igh t» παρουσιάζεται εξαιρετικά από τον A nders Stephanson στο
Manifest Destiny: American Expansion and the Empire of Right (New York: H ill and Wang, 1995). 12. Βιργίλιος, Ecologue IV , στα Ά παντα, επιμ. R . A. B. Mynors
(Oxford: Clarendon Press, 1969), στίχοι 4-5, σ. 10. Οι στίχοι στο πρω τότυπο: «U ltim a Cum aei uenit iam carm inis aetas; / magnus ab integro saeclorum nascitur ordo».
13. 0 Bruce Ackerman προτείνει μια περιοδοποίηση των πρώτων τριών καθεστώτων ή φάσεων της συνταγματικής ιστορίας των ΗΠΑ. Βλ.
We The People: Foundations σσ.
Mass.:
(Cambridge, Harvard Uni versity Press, 1991), ιδίως τις 58-80. 14. «Αυτό που μοιραζόμασταν προπάντων ήταν η αίσθηση μιας χώ ρας που δεν έμοιαζε με καμιά άλλη, που χαρακτηριζόταν με τρόπο μο
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
582
ναδικό από κοινωνική, οικονομική και χωρική ανοιχτοσόνη», Stephanson, 28. 15. Ο Marx εξήγησε τις οικονομικές απαρχές των Ηνωμένων Πο λιτειών αναλύοντας τον αμερικανό οικονομολόγο Henry Charles Carey. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι «μια χώρα όπου η αστική κοινωνία δεν αναπτύχθηκε με έρεισμα το φεουδαρχικό σύστημα, αλλά μάλλον ανα πτύχθηκε αφ’ εαυτής». Karl Marx, μτφρ. Martin Nicolaus (New York: Vintage, 1973), σ. 884. 0 Marx αναλύει επίσης τη διαφο ρά της κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης στις Ηνωμένες Πολιτείες (από κοινού με άλλες αποικίες, όπως η Αυστραλία), στο μτφρ. Ben Fowkes (New York: Vintage, 1976), 1:931-940. Για την ανάλυση που επιχειρεί ο Tocqueville σχετικά με τις κοινωνικοοικονομικές ρίζες των · Ηνωμένων Πολιτειών, βλ. τ. 1, κεφ. 2 και 3, σσ. 26-54. 16. Ο Thomas Jefferson «είδε την επέκταση ως αναγκαίο συμπλή ρωμα μιας σταθερής, ασφαλούς και ευημερούσας Αυτοκρατορίας της Ελευθερίας». Robert Tucker και David Hendrickson, (Oxford: Oxford University Press, 1990), σ. 162. 17. Σύνταγμα των ΗΠΑ, Άρθρο Ιο, παράγραφος 2. Για τον κανόνα των τριών πέμπτων, βλ. John Chester Miller, (New York: Free Press, 1977), σσ. 221-225. 18. Για μια σύντομη ιστορία των συνταγματικών κρίσεων που προκάλεσε η μαύρη δουλεία από την ψήφιση του Συντάγματος ώς τον αμε ρικανικό εμφύλιο, βλ. Kammen, σσ. 96-105. 19. Για την ανάδυση της βιομηχανικής εργατικής τάξης των ΗΠΑ ως ισχυρής δύναμης στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα, βλ. David Brody, Workers in Industrial America: Essays on Twentieth-Century Struggles (Oxford: Oxford University Press, 1980), σσ. 3-47· Stanley Aronowitz, False Promises: The Shaping of American Working Class Consciousness (New York: McGraw-Hill, 1973), σσ. 137-166· και Bruno Ramirez, When Workers Fight: The Politics of Industrial Relations in the Progressive Era, 1898-1916 (Westport, Conn.: Greenwood Press, 1978). 20. Για μια εμπεριστατωμένη της σχέσης μεταξύ του επε
Manifest Destiny, σ.
Grundrisse,
Capital,
DemocracyinAmerica,
Liberty. The Statecraft of Thomas Jefferson
Empire of
The Wolfby theEars:
Thomas Jefferson and Slavery
AMachine That WouldGoofItself,
ανάλυση
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
583
κτατισμού των ΗΠΑ και του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού από τη σκοπιά της εξωτερικής πολιτικής, βλ. Akira Iriye, U.S. 1914 (London: Routledge and Kegan Paul, 1977). 21. Παρατίθεται Frank Ninkovich, «Theodore R oosevelt: Civilization as Ideology», 20, v. 3 (καλοκαίρι 1986), 221-245· παράθεμα σσ. 232-233. 0 Ninkovich καταδεικνύει σα φώς πώς ο ιμπεριαλισμός του Roosevelt ήταν σταθερά θεμελιωμένος στην ιδεολογία της «διάδοσης του πολιτισμού». 22. Για τον Woodrow Wilson και την τύχη του προοδευτικού διε θνισμού, βλ. Thomas Knock, (Oxford: Oxford University Press, 1992). 23. Βλ. Antonio Negri, «Keynes and the Capitalist Theory of the State», στο Michael Hardt και Antonio Negri, (Minneapolis: University of Minnesota Press, 1994), σσ. 23-51. 24. Οι επιπτώσεις της αρχικής διακήρυξης του Monroe στην καλύ τερη περίπτωση μπορούν να χαρακτηριστούν αμφίσημες, και ο Ernst May υποστήριξε ότι το δόγμα γεννήθηκε τόσο από εσωτερικές πολιτι κές πιέσεις όσο και από τη διεθνή συγκυρία· βλ. (Cambridge, Mas.: Harvard University Press, 1975). To δόγμα υλοποιήθηκε ως πραγματικά αποτελεσματική εξωτερι κή πολιτική μόνο με τις ιμπεριαλιστικές επιχειρήσεις του Theodore Roosevelt και ειδικότερα με το σχέδιο για τη διάνοιξη της διώρυγας του Παναμά. 25. Για τη μακρά ιστορία των στρατιωτικών επεμβάσεων των ΗΠΑ στη Λατινική Αμερική και ιδιαίτερα στην Κεντρική Αμερική, βλ. Ivan Musicant, (New York: Macmillan, 1990)· Noam Chomsky, (Boston: South End Press, 1985)· Saul Landau, (Boulder: Westview Press, 1988). 26. 0 William Chafe θέτει το 1968 ως ορόσημο μιας μεταβολής στο καθεστώς των Ηνωμένων Πολιτειών από τη σκοπιά του κοινωνικού ιστορικού: «Όποιος ιστορικός χρησιμοποιεί τον όρο “αποφασιστική καμ πή” για να περιγράφει μια δεδομένη στιγμή, διακινδυνεύει να υπερα
Internationalism:
From Nationalism to Foreign Policy to στο Diplomatic History,
ToEndAll Wars: WoodrowWilsonand the Quest foraNewWorldOrder Labor of Dionysus
Monroe Doctrine
The Makingof the
The Banana Wars: AHistory of United States Military InterventioninLatinAmerica Turning the Tide: U.S. Intervention in Central America and the Struggle for Peace The Dangerous Doctrine: National Security and U.S. ForeignPolicy
584
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
πλουστεύσει την περιπλοκότητα της ιστορικής διαδικασίας. Ωστόσο, αν ο όρος χρησιμοποιηθεί για να δηλώσει ένα σημείο καμπής που σημα τοδοτεί το τέλος της κυριαρχίας ενός αστερισμού δυνάμεων και την αρ χή της κυριαρχίας ενός άλλου, φαίνεται κατάλληλος για την περιγραφή των γεγονότων που έλαβαν χώρα στην Αμερική το 1968». William Chafe, (Oxford: Oxford University Press, 1986), σ. 378. 0 Chafe συλλαμβάνει ακριβώς αυτό που εννοούμε μιλώντας για μεταβολή στο συνταγματικό καθεστώς, δηλαδή, το τέλος της κυριαρχίας ενός αστερισμού δυνάμεων και την αρχή της κυριαρχίας ενός άλλου. Για την ανάλυση που επιχει ρεί ο Chafe σχετικά με το ρεπουμπλικανικό πνεύμα των κινημάτων, βλ. σσ. 302-342.
The Unfinished Journey: America since World War II
2.6 Η ΑΪΤΟΚΡΑΤΟΡΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ 1. Immanuel Kant, «An Answer to the Question: “What Is En lightenment?”», στο επιμ. Hans Reiss, 2η έκδ. (Cambridge: Cambridge University Press, 1991), σσ. 54-60. 2. M ichel Fou cau lt, «W hat Is Enlightenm ent», στο τ. 1 του 1954-1984, επιμ. Paul Rabinow (New York: New Press, 1997), σσ. 309-319. 3. Στο ίδιο, σ. 315. 4. Για τη σχέση μεταξύ νεωτερικής μεταφυσικής και πολιτικής θεω ρίας, βλ. Antonio Negri, μτφρ. Michael Hardt (Minneapolis: University of Minnesota Press, 1991). 5. Διαφορετικές εκδοχές αυτής της χωρικής διάταξης του έσω και του έξω βρίσκουμε σε πολλούς από τους σύγχρονους φιλοσόφους που θαυμάζουμε -ακόμη και σε συγγραφείς όπως ο Foucault και ο Blanchot που αποστασιοποιούνται από τη διαλεκτική, ακόμη και στον Derrida, ο οποίος ενδιατρίβει σε εκείνη την παρυφή μεταξύ του έσω και του έξω που είναι το πιο αμφίσημο και το πιο ομιχλώδες σημείο της σύγχρονης σκέψης. Για τον Foucault και τον Blanchot, βλ. το δο κίμιο του Foucault «Maurice Blanchot: The Thought from Outside», μτφρ. Brian Massumi, στο (New York: Zone Books, 1987). Για τον Derrida, βλ. μτφρ. Alan Bass (Chicago: University of Chicago Press, 1982).
Political Writings,
Subjectivity and Truth,
Ethics: The Essential Works of Foucault
The SavageAnomaly,
Foucault/Blanchot Margins ofPhilosophy,
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
585
6. Fredric Jameson, Postm odernism, Or, The Cultural Logic of Late Capitalism(Durham: Duke University Press, 199l), σ. ix. 7. Έχουμε εδώ υπόψη μας πρωτίστως την έννοια που δίνει η Hannah Arendt στο πολιτικό, στο The H uman Condition(Chicago: University of Chicago Press, 1958). 8. Για το Λος Άντζελες, βλ. Mike Davis, Cityof Q uartz(London: Verso, 1990), σσ. 221-263. Για το Σάο Πάολο, βλ. Teresa Caldeira, «Fortified Enclaves: The New Urban Segregation», Public Culture, v. 8 (1996)· 303-328. 9. Βλ. Guy Debord, Society of Spectacle, μτφρ. Donald Nicholson-Smith (New York: Zone Books, 1994). 10. Francis Fukuyama, The End of H istory and the Last Man (New York: Free Press, 1992). 11. «Παρακολουθήσαμε την πολεμική μηχανή... να βάζει στο στόχα στρο έναν νέο τύπο εχθρού, που δεν είναι πλέον ένα άλλο Κράτος, ή ακόμη και ένα άλλο καθεστώς, αλλά ‘Tennemi quelconque” [ο οποιοσ δήποτε εχθρός]». Gilles Deleuze και Felix Guattari,
Plateaus, μτφρ.
A Thousand
Brian Massumi (Minneapolis: University of Min
nesota Press, 1987), σ. 422. 12. Υπάρχουν αναμφίβολα ζώνες στέρησης στους κόλπους της παγ κόσμιας αγοράς, όπου η ροή του κεφαλαίου και των αγαθών ελαττώνε ται σε ένα μίνιμουμ. Σε ορισμένες περιπτώσεις αυτή η στέρηση προσ διορίζεται από μια ρητή πολιτική απόφαση (όπως στην περίπτωση των εμπορικών κυρώσεων εις βάρος του Ιράκ), ενώ σε άλλες απορρέει από μια λανθάνουσα λογική του παγκόσμιου κεφαλαίου (όπως στην περί πτωση των κύκλων της φτώχειας και του λιμού στην υποσαχάρια Αφρι κή). Σε όλες τις περιπτώσεις, εντούτοις, αυτές οι ζώνες δεν συνιστούν ένα έξω στην παγκόσμια αγορά- μάλλον λειτουργούν στο πλαίσιο της παγκόσμιας αγοράς ως οι πλέον υποταγμένες βαθμίδες της παγκόσμιας οικονομικής ιεραρχίας. 13. Για μια άριστη εξήγηση της φουκωικής έννοιας του βλ. Gilles Deleuze, μτφρ. Selin Hand (Minneapolis: University of Minnesota Press, 1988), σσ. 34-37.
τος,
Foucault,
διαγράμμα
14. Βλ. Etienne Balibar, «Is There a “Neo-Racism ”?», στο Etienne Balibar και Immanuel W allerstein, (London: Verso, 1991), σσ. 17-28· 0 Avery Gordon και o Christopher Newfield εντοπίζουν κάτι ανάλογο ως φιλελεύθερο φυλετισμό, ο οποίος χαρακτη
Race, Nation, Class
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
586
στάσηη
ρίζεται κυρίως από «μια αντιφυλετική οποία συνυπάρχει με την υποστήριξη φυλετικών αποτελεσμάτων», στο «White Mythologies», 20, v. 4 (καλοκαίρι 1994), 737-757. To συγκεκριμένο παράθεμα είναι από τη σ. 737. 15. Balibar, «Is There a “Neo-Racism”?», σσ. 21-22. 16. Βλ. Walter Benn Michaels, (Durham: Duke University Press, 1995)· και «Race into Culture: A Critical Genealogy of Cultural Identity», 18, v. 4 (καλοκαίρι 1992), 655-685. 0 Benn Michaels ασκεί κριτική σε αυτό το είδος του φυλετισμού που εμφανίζεται στον πολιτισμικό πλουραλισμό, το κάνει όμως με έναν τρόπο που φαίνεται να υποστηρίζει έναν νέο φιλελεύθερο φυλετισμό. Βλ. την άριστη κριτι-. κή για το έργο του από τους Gordon και Newfield στο «White Mythologies». 17. Deleuze και Guattari, 178. 18. Στο ίδιο, σ. 209. 19. Βλ. L au ren Berlant,
Critical Inquiry,
Our America: Nativism, Mod
ernism, and Pluralism Critical Inquiry,
AThousandPlateaus, σ. The Queen of America goes to Was hington City: Essays on Sex and Citizenship (Durham : Duke UniversityPress, 1997). Σχετικά με τη διατύπωση της Berlant για την
αντιδραστική αντιστροφή του συνθήματος «Το προσωπικό είναι το πο λιτικό», βλ. σσ. 175-180. Για την άριστη ανάλυσή της τής «στενής δη μόσιας σφαίρας», βλ. σσ. 2-24. 20. Η φιλελεύθερη τάξη της Αυτοκρατορίας επιτυγχάνει το είδος
της «αλληλεπικαλυπτόμενης συναίνεσης» που προτείνει ο John Rawls, στο οποίο όλοι απαιτείται να παραμερίσουν τα «εκτενή δόγματά» τους προς το συμφέρον της ανεκτικότητας. Βλ. Jo h n Rawls, (New York: Columbia University Press, 1993). Για μια κριτική παρουσίαση της μελέτης του, βλ. Michael Hardt, «On Political Liberalism», 7, v. 1 (φθινόπωρο/χειμώνας 1993), 140-149.
Political
Liberalism
Qui Parle,
21. Για την (ανα)δημιουργία εθνοτικών ταυτοτήτων στην Κίνα, φέρ’ ειπείν, βλ. R ap lh Litzinger, «M emory Work: R econstituting the Ethnic in Post-M ao China», 13, v. 2 (1998), σσ. 177-182· το παράθεμα είναι από τη σ. 179. 22. G illes D eleuze, «P ostscript on Control S o c ie tie s», στο μτφρ. M artin Joughin (New York: Columbia University P ress, 1995), σσ. 177-182· το παράθεμα είναι από τη σ. 179.
Cultural Anthropology,
Negotiations,
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
587
23. Βλ. Philippe Bourgois, Ethnicityat W ork: DividedLabor on a Central American Banana Plantation (Baltimore: Johns Hopkins University Press, 1989). 24. Βλ. Αριστοτέλη, De generatione et corruptione (Π ερί γενέσεωςκαί φθοράς), μτφρ. C. J . F . W illiams (Oxford: Oxford University Press, 1982). Γενικότερα για τις φιλοσοφικές έννοιες της γένεσης και της φθοράς, βλ. R ein er Schumann, Des hegem onies brisies (Mouvezin: T.E.R., 1996).
Α ΡΝ Η ΣΗ
1. Βλ. ειδικότερα G illes D eleuze, «Bartleby, ou la formule», στο
Critique et clinique (P aris: M inuit, 1993), σ. 89-114· επίσης Giorgio Agamben, «B artleby o della contingenza», στο Bartleby: la form ula della creazione(M acerata: Quodlibet, 1993), σσ. 47-92. 2. J. M . Coetzee, The Life and Tim es of Michael K (H armondsworth: Penguin, 1983), σ. 151. 3. Etienne de L a Boetie, The Politics of Obedience: The Discourse of Voluntary Servitude, μτφρ. H arry Kurz (New York: F re e L ife Editions, 1975), σσ. 52-53. Στη γαλλική γλώ σσα, Discours delaservitude volontaire, στο Oeuvres completes(Geneva: Slatkine, 1967), σσ. 1-57· το παράθεμα είναι από τη σ. 14.
ΙΝ Τ ΕΡΜ ΕΔΙΟ : Η ΑΝΤΙ-ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
Anti-Oedipus,
1. G illes Deleuze και F elix Guattari, μτφρ. R obert H urley, M ark L an e και H elen L an e (M inneapolis: U niversity of M innesota Press, 1983), a. 239.
2. 'Ενας από τους πληρέστερους ιστορικούς απολογισμούς του IWW περιέχεται στο εκτενές μυθιστόρημα του Jo h n D os Passos, (New York: Library of America, 1996). Βλ. επίσης Joyce Kornbluh, επιμ.,
USA
Rebel Voices: an I.W.W. Anthology (Ann
Arbor: U niversity of M ichigan Press, 1964). 3. «Θα ήταν δυνατόν να γράψουμε μια ολόκληρη ιστορία των εφευ ρέσεων που έγιναν από το 1830 και εφεξής με μοναδικό σκοπό να πα
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
588
ράσχουν στο κεφάλαιο όπλα εναντίον του στασιασμού της εργατικής τά ξης». K arl M arx, μτφρ. Ben Fow kes (New York: Vintage,
Capital,
1976), 1:563. 4. Για τις αλλαγές στη σχέση μεταξύ εργασίας και αξίας, βλ. Antonio Negri, «Twenty Theses on Marx», στο Saree Makdisi, Cesare Casarino και Rebecca Karl, επιμ., (New York: Routledge, 1996), σσ. 149-180- επίσης, Antonio Negri, «Value and Affect», 2 , 26, v. 2 (καλοκαίρι 1999). 5. Deleuze και Guattari, σ. 29 (η μετάφραση έχει τροποποιηθεί). 6. Ένα από τα σημαντικότερα μυθιστορήματα με αντικείμενο την ιταλική αντίσταση eivat του Elio Vittorini (Άνθρωποι xac μη), στο οποίο το να είναι κανείς άνθρωπος σημαίνει να είναι εναντίον. Τα διηγήματα του Nanni Balestrini για τον ταξικό αγώνα στην Ιταλία κατά τις δεκαετίες του ’60 και του ’70 ακολουθούν αυτόν τον θετικό (Milan: προσδιορισμό της εναντίωσης. Βλ. ιδιαίτερα το Feltrinelli, 1971)· και το μεταφρασμένο στα αγγλικά μτφρ. Liz Heron (London: Verso, 1989). 7. 0 Yann Moulier Boutang υποστηρίζει ότι η μαρξική σύλληψη
MarxismBeyondMarxism
boundary Anti-Oedipus,
Uomini eno
Vogliamotutto The Unseen,
του «βιομηχανικού εφεδρικού στρατού» έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα ανθε κτικό εμπόδιο στην προσπάθειά μας να κατανοήσουμε τη δύναμη αυτής της κινητικότητας. Σ ε αυτό το πλαίσιο οι διαιρέσεις και διαστρωματώ σεις του εργατικού δυναμικού εν γένει νοούνται ως προκαθορισμένες και καθηλωμένες από την ποσοτική λογική της ανάπτυξης, δηλαδή από τις παραγωγικές ορθολογικότατες της κεφαλαιοκρατικής εξουσίας. Αυτός ο αυστηρός και μονοσήμαντος έλεγχος θεωρείται τόσο ισχυρός ώστε όλες οι μορφές εργατικής δύναμης θεωρούνται ως αμιγώς και αποκλειστικώς καθοριζόμενες από το κεφάλαιο. Ακόμη και πληθυσμοί ανέργων και με ταναστών πιστεύεται ότι εκπηγάζουν και καθορίζονται από το κεφάλαιο ως ένας «εφεδρικός στρατός». Η εργατική δύναμη απογυμνώνεται από την υποκειμενικότητα και τη διαφορά, εφόσον θεωρείται απολύτως υπο κείμενη στους σιδηρούς νόμους του κεφαλαίου. Β λ. Yann Moulier
De Tesclavage ausalariat The Will to Power,
Boutang, (Paris: Presses universitaires de France, 1998). 8. F ried rich N ietzsche, μτφρ. W alter Kaufm an και R. J. H ollingdale (New York: Vintage, 1968), σ. 465 (v. 868, Νοέμβριος 1887-Μάρτιος 1888).
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
589
9. Περιγράφουμε την έξοδο ως μια από τις κινητήριες δυνάμεις της κατάρρευσης του υπαρκτού σοσιαλισμού στη μελέτη μας (Minneapolis: University of Minnesota Press, 1994), σσ.
Labor of
Dionysus 263-269.
10. To πρώτο χωρίο είναι του W alter Benjam in, «Erfahrung und Armut», στο , επιμ. R o lf Tiedem ann και Hermann SchweppenM usen (Frankfurt: Suhrkam p, 1972), τ. 2, μέρος 1, σσ. 213-219· παράθεμα σ. 215. Το δεύτερο χωρίο είναι από το «The Destructive Character», στο επιμ. P eter Demetz (New York: Schocken Books, 1978), σ. 302-303. 11. Για τις μεταναστεύσεις της σεξουαλικότητας και της σεξουαλικής διαστροφής, βλ. Francois Peraldi, επιμ., (New York: Semiotext(e), 1981· και Sylvfcre Lotringer,
Gesammelte Schriften
Reflections,
Polysexuality Overexposed: Treating
Sexual PerversioninAmerica(New York: Pantheon, 1988). 0 Arthur
και η Marilouise Kroker επίσης τονίζουν την ανατρεπτικότητα των σωμάτων και των σεξουαλικών συμπεριφορών που αρνούνται την καθα ρότητα και τη φυσικοποίηση σε μελέτες όπως «The Last Sex: Fe minism and Outlaw Bodies», στο Arthur και Marilouise Kroker, επιμ., (New York: St Martin’s Press, 1993). Τέλος, η καλύτερη πηγή πληροφόρησης σχετι κά με πειράματα σωματικών και σεξουαλικών μετασχηματισμών ίσως είναι τα μυθιστορήματα της Kathy Acker· βλ. για παράδειγμα το
The Last Sex: Feminist and OutlawBodies
Empire ofthe Senseless (New York: Grove Press, 1988).
12. Για τις μεταανθρώπινες μεταλλαγές του σώματος, βλ. Ju d ith H alberstam και Ira Livingston, «Introduction: Posthuman B odies», στο Ju d ith H alberstam και Ira Livingston, επιμ., (Bloomington: Indiana University Press, 1995), σσ. 1-19· επίσης Steve Shaviro, (M inneapolis: University of M innesota Press, 1993). Για μια άλλη ενδιαφέρουσα εξερεύνηση των δυνητικών με ταλλαγών του ανθρώπινου σώματος, βλ. Alphonso L in gis, (New York: Routledge, 1994). Βλ. επίσης τα έργα performance του Stelarc, όπως το Stelarc, (D avis, Calif.: J . P. Publications, 1984).
PosthumanBodies
The CinematicBody
Bodies
Foreign Obsolete Body: Suspensions
13. Τα κείμενα που χρησιμεύουν ως βάση για ένα ευρύ φάσμα έργου που έχει γίνει καταλύοντας τα σύνορα μεταξύ ανθρώπων, ζώων και μη χανών είναι τα Donna Haraway, (New York: Routledge, 1991)· και Deleuze και
ReinventionofNature
Simians, Cyborgs, and Women: The
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
590
Anti-Oedipus,
Guattari, ιδίως οι σσ. 1-8. Πολυάριθμες μελέτες έχουν δημοσιευτεί στη δεκαετία του 1990, ιδίως στις Ηνωμένες Πολιτείες, για τις πολιτικές δυνατότητες του σωματικού νομαδισμού και του σωματι κού μετασχηματισμού. Για τρία από τα πλέον ενδιαφέροντα φεμινιστι κά παραδείγματα, θεωρημένα από πολύ διαφορετικές οπτικές γωνίες, βλ. R o si B raidotti, (New York: Columbia U niversity P ress, 1994)· C am illa G riggers, (M inneapolis: University of M innesota P ress, 1996)· και Anna Cam aiti H ostert, (Rom e: Castelvecchi, 1997).
Nomadic Subjects: Embodiment and Sexual Difference inContemporaryFeminist Theory Becoming-Woman in Postmodemity Passing 14. Ο έλεγχος και η μετάλλαξη είναι ίσως τα καθοριστικά θέματα της κυβερνοπάνκ λογοτεχνίας. Αρκεί να δει κανείς το σπερματικό κεί μενο του W illiam Gibson, (New York: Ace, 1984). Οι συναρπαστικότερες προσπάθειες διερεύνησης αυτών των θεμάτων, ωστόσο, βρίσκονται ίσως στα μυθιστορήματα του W illiam Burroughs και στις ταινίες του David Cronenberg. Για τον Burroughs και τον Cronenberg βλ. Steve Shaviro, (London: Serp en t’s T ail, 1997), σσ.
Neuromancer [Νευρομάντης]
DoomPatrols: ATheoretical
Fiction about Postmodernism 101- 121.
15. Αυτή η συμβουλή κατά του φυσικοποιημένου σώματος και ζωής ήταν ίσως η κεντρική αρχή της ψυχοθεραπευτικής πρακτικής του F elix Guattari. 16. «Το προλεταριάτο... εμφανίζεται ως ο κληρονόμος του νομαδι κού στον δυτικό κόσμο. Όχι μόνο πολλοί αναρχικοί επικαλούνται νομα δικά μοτίβα προερχόμενα εξ Ανατολών, αλλά και η αστική τάξη προ πάντων δεν άργησε να ταυτίσει τους προλετάριους με τους νομάδες, συγκρίνοντας το Παρίσι με μια πόλη στοιχειωμένη από νομάδες.» G illes Deleuze και F elix Guattari, μτφρ. Brian M assum i (M inneapolis: University of M innesota Press, 1987), σ. 558, σημ. 61. 17. Βλ. το δοκίμιο του Antonio Negri για το έργο του Jacq u e s D errida, «The Sp e cter’s Sm ile», στο M ichael Spinker, επιμ., (London: V erso, 1999), σσ. 5-16.
AThousandPlateaus,
Specters of Marx, GhostlyDemarcations
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
591
ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ 3.1 ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΟΤ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΜΟΥ 1. Για πηγές σχετικά με τη συζήτηση περί ιμπεριαλισμού από τον Kautsky ώς τον Lenin, βλ. την άριστη βιβλιογραφία που παρατίθεται στο Hans-Urlich Wehler, επιμ., (Cologne: Kiepenheuer and Witsch, 1970), σσ. 443-459. Για τις περί ιμπεριαλισμού συζητήσεις που αναπτύχθηκαν στη μεσοπολεμική περίοδο και συνεχί στηκαν ώς τη δεκαετία του 1960, βλ. τη βιβλιογραφία στο Dieter Senghaas, επιμ., (Frankfurt: Suhrkamp, 1972), σσ. 379-403. Για μια χρήσιμη σύνοψη των συζητήσεων στην αγγλική γλώσσα, βλ. Anthony Brewer, (London: Routledge and Kegan Paul,
Imperialismus
Imperialismus undstrukturelle Gewalt Marxist Theories of Imperialism:ACritical Survey 1980). 2. Karl Marx, G rundrisse, μτφρ. Martin N icolaus (New York:
Vintage, 1973), σ. 408· απ’ όπου και τα υπόλοιπα παραθέματα του κει μένου. Για την ανάλυση του Marx σχετικά με τους εσωτερικούς «φραγ μούς» της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής, βλ. και τ. 3, μτφρ. David Fernbach (London: Penguin, 1981), σσ. 349-375. 3. To ακόλουθο επιχείρημα ξυπνάει το φάντασμα των θεωριών της
Capital,
υποκατανάλωσης,
οι οποίες υποστηρίζουν ότι η αδυναμία να καταναλω θούν όλα τα εμπορεύματα που παράγονται είναι το μοιραίο ελάττωμα της κεφαλαιοκρατίας που αναπόφευκτα θα την οδηγήσει σε κατάρρευ ση. Πολλοί μαρξιστές και μη μαρξιστές οικονομολόγοι έχουν αντικρούσει με πειστικά επιχειρήματα την ιδέα ότι η τάση του κεφαλαίου να παράγει πάρα πολλά ή να καταναλώνει πάρα πολύ λίγα θα είναι κατα στροφική. Για μια αποτίμηση των επιχειρημάτων της θεωρίας της υπο κατανάλωσης που απαντούν στον Marx και τη Luxemburg, βλ. Michael Bleaney, (New York: In ternational Publishers, 1976), σσ. 102-119 και 186-201· και Ernest Mandel, Εισαγωγή στο Karl Marx, τ. 2, μτφρ. David Fernbach (Harmondsworth: Penguin, 1977), σσ. 69-77. Βλ. επίσης τη σημαντική κριτική του Nikolai Bukharin για τη Rosa Luxemburg στο επιμ. Kenneth Tarbuck, μτφρ. Rudolph Wichmann (London: Allen Lane, 1972), σσ. 151-270. Πρέπει να τονίσουμε ότι η οικονομική αναγκαιότητα που βα σίζεται σε ποσοτικούς υπολογισμούς συνιστά ενίοτε τη μορφή αλλά πο
Under-consumption Theories Capital,
Imperialism and the Accumulation of Capital,
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
592
τέ την ουσία των επιχειρημάτων του M arx και της Luxem burg. Οποια δήποτε αναγκαιότητα είναι στην πραγματικότητα ιστορική και κοινω νική. Αυτό που εντόπισαν ο M arx και η Luxem burg ήταν ένας οικονο μικός φραγμός που μας βοηθά να εξηγήσουμε πώς το κεφάλαιο έχει ιστορικά οδηγηθεί ή παρωθηθεί να επεκταθεί, να κινηθεί έξω από τον εαυτό του και να ενσωματώσει νέες αγορές στη σφαίρα επιρροής του.
4. Για την ανάλυση που επιχειρεί ο Marx σχετικά με τη θεωρία της εγκράτειας που διακρίνει την κεφαλαιοκρατική κατανάλωση, βλ. , τ. 1, μτφρ. Ben Fowkes (New York: Vintage, 1976), σσ. 738746, και 3:366. 5. «Η συνολική ποσότητα εμπορευμάτων, το ολικό προϊόν, πρέπει να πωληθεί, τόσο εκείνο το τμήμα που αντικαθιστά σταθερό και μεταβλη τό κεφάλαιο όσο κι εκείνο που αντιπροσωπεύει την υπεραξία. Αν δεν συμβεί αυτό, ή αν συμβεί μόνον εν μέρει, ή μόνο σε τιμές που είναι χα μηλότερες από την τιμή της παραγωγής, τότε, παρότι ο εργάτης ασφα λώς γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης, η εκμετάλλευσή του δεν υλο ποιείται ως τέτοια για τον κεφαλαιοκράτη και μπορεί ακόμη και να μη συνεπάγεται την υλοποίηση της εξαγόμενης υπεραξίας.» Marx, 3:352. 6. Ό.π., 3:353. 7. Για την επέκταση της παραγωγής και των αγορών, βλ. M arx, σ. 419· 1:910-911· 2:470-471· 3:349-355.
Capital
Capital,
Capital,
Grundrisse, Capital, 8. «Ο α ληθινός φραγμόςστην κεφαλαιοκρατική παραγωγή είναι το ίδιο το κεφάλαιο.» Μαρξ, Κ εφάλαιο, 3:358. 9. R o sa Luxem burg, The Accum ulation of Capital, αγγλ. μτφρ.
1968), σσ. 365-366 και 467. Η ανάλυση της Luxemburg για την κεφαλαιοκρατική συσσώρευση, οι κριτικές της του M arx και η θεωρία της για την κα τάρρευση της κεφαλαιοκρατίας έχουν όλα συζητηθεί πολύ από τότε που δημοσιεύτηκε το πρώτο της βιβλίο. Για μια κατατοπιστική σύνοψη των εν λόγω θεμάτων, βλ. την Εισαγωγή του M andel στο 2:11-79, ιδιαίτερα σσ. 62-69· Jo a n Robinson, Εισαγωγή στο Luxem burg, 13-28· και Paul Sweezy, (New York: Oxford University Press, 1942), σσ. 202-207. 10. Fernand B raudel, Capitalism and Material Life, 1400-1800, μτφρ. M iriam Kochan (New York: H arp er and Row, 1973), σ. 308. Agnes Schwarzchild (New York: Monthly Review Press,
Accumulationof Capital, σσ. Capitalist Development
Capital, The The Theoryof
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
593
TheAccumulationof Capital, a. 358. Finance Capital: A Study of the Latest Phase of Capitalist Development, επιμ. Tom Bottomore (London: Routledge and Kegan Paul, 1981), σ. 314. 14. M arx και Engels, M anifestoofthe Communist Party(London: 11. Luxemburg, 12. Ό.π., σ. 372. 13. R ud olf H ilferding,
Verso, 1998), o. 40. 15. Για την άνιση ανάπτυξη και τις γεωγραφικές διαφοροποιήσεις της κεφαλαιοκρατικής επέκτασης, βλ. David Harvey, (Chicago: University of Chicago Press, 1984)· και N eil Smith,
The Limits to Capital UnevenDevelopment: Nature, Capital, andtheProductionofSpace (Oxford: Blackwell, 1984). 16., Luxemburg, TheAccum ulationof Capital, σ. 446.
17. «Σαν τη δύναμη της οποίας αποτελεί την παγκόσμια έκφραση, ο ιμπεριαλισμός δεν είναι μια έννοια που μπορεί να αποτελέσει αντι κείμενο οποιουδήποτε σαφούς ορισμού με βάση οικονομικές έννοιες. Ο ιμπεριαλισμός μπορεί να συλληφθεί μόνον επί τη βάσει μιας πλήρως ανεπτυγμένης θεωρίας του κράτους.» M ichel A glietta, μτφρ. D avid Fern b ach (London: New L e ft Books, 1979), σ. 30. 18. Βλ. κυρίως V. I. Lenin, (New York: International Publishers, 1977). 19. Βλ. Hilferding, ιδιαίτερα σσ. 183-235. Η ανά λυση του Hilferding βασίζεται σημαντικά στη θεωρία του Marx περί εξίσωσης του γενικού ποσοστού κέρδους μέσω του ανταγωνισμού· βλ.
A Theory of
Capitalist Regulation,
Capitalism
Imperialism: The Highest Stage of Finance Capital,
Capital, 3:273-301. 20. Karl Kautsky, «Zwei Schriften zum Umlernen», Die Neue Zeit, 30 Απριλίου 1915, σ. 144. Αποσπάσματα από τα κείμενα του Kautsky σχετικά με τον ιμπεριαλισμό περιλαμβάνονται στο Karl ritings, επιμ. και μτφρ. Patrick Goode Kautsky: Selected Political W (London: Macmillan, 1983), σσ. 74-96. 21. V . I. Lenin, «P reface to N. Bukharin’s Pamphlet, Im perialism and the World Economy», στο Works (Moskow: Progress Publishers, 1964), 22:103-107· παράθεμα σ. 106. Βλ. και L enin, Im perialism , σσ. 111-112. Πρέπει εδώ να σημειώσουμε ότι, αν και ο Lenin ασφαλώς έχει δίκιο όταν υποστηρίζει πως η θέση του Kautsky παρεκκλίνει από τη μέθοδο του M arx όταν αγνοεί τις δυνατές συγ
Collected
594
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
κρούσεις και τις πρακτικές ευκαιρίες της παρούσας κατάστασης, η ερ μηνεία της τάσης για το σχηματισμό μιας ενοποιημένης παγκόσμιας αγοράς που δίνει ο Kautsky εμφανίζει αντιστοιχίες με το έργο του M arx, ειδικότερα με τα άρθρα του για την αποικιοκρατία στην Ινδία, όπου τόνισε μια γραμμική τάση της ιμπεριαλιστικής ανάπτυξης προς το σχηματισμό μιας παγκόσμιας αγοράς. Βλ. ιδιαίτερα K arl M arx, «The Future R esu lts of British R u le in India», στο τ. 2 του (London: Penguin, 1973), σσ. 319-325.
SurveysfromExile,
Political Writings
22. Lenin, «Preface to N. Bukharin’s Pamphlet, Imperialism and the World Economy», σ. 107. 23. Βλ. Antonio Negri, 33
La fabbrica della strategia: lezioni su Lenin(Padua: Για την οφειλή του Lenin στον Hobson, βλ. Giovanni Arrighi, The Geometry of Imperialism: The Limits of Hobson’s Paradigm, μτφρ. Patrick Cam iller (London: V erso, σσ. 25. Cecil Rhodes, παρατίθεται στο Lenin, Im perialism,σ. 79. C L E U P , 1 9 7 6 ).
24.
1 9 7 8 ),
2 3 -7 7 .
2 6 . Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να αποδώσουμε τα του Καίσαρος τω Καίσαρι σήμερα, όταν φαίνεται ότι βρισκόμαστε αντιμέτωποι με πο λυάριθμες εκδοχές ιστορικού αναθεωρητισμού. Στον φτωχό Gramsci, κομμουνιστή και μαχητή πριν απ’ όλα, που τον βασάνισε και τον σκό τωσε ο φασισμός και εν τέλει τα μεγάλα κεφάλια που χρηματοδοτού σαν τον φασισμό -στον φτωχό Gramsci έλαχε το δώρο να θεωρείται ο ιδρυτής μιας παράδοξης έννοιας ηγεμονίας, που δεν αφήνει χώρο για μια μαρξική πολιτική. (Βλ., π.χ., Ernesto L aclau και Chantal Mouffe,
Hegemony and Socialist Strategy: Towards a Radical Democratic Politics [London: V erso, ιδιαίτερα σσ. Πρέπει να αμυνό μαστε ενάντια σε τόσο γενναιόδωρες προσφορές! Βλ. Rom an Rosdolsky, T heMakingofMarx’s “Capital”,μτφρ. 1 9 8 5 ],
6 5 - 7 1 .)
27.
Peter Burgess (London: Pluto Press, 1 9 7 7 ). 2 8 . Για τον ελλείποντα τόμο σχετικά με το μισθό, βλ. Antonio Negri, μτφρ. H arry C leaver, M ichael Ryan και M aurizio V iano (New York: Autonomedia, 1 9 9 l ) , σσ. 1 2 7 - 1 5 0 · και M ichael Lebowitz, (London: M acm illan, 1 9 9 2 ) . Σχετικά με το ερώτημα της ύπαρξης μιας μαρξιστικής θεωρίας περί κράτους, βλ. τη συζήτηση μεταξύ Norberto Bobbio και Antonio Negri στο Norberto Bobbio, (Cambridge: Polity Press, 1 9 8 7 ).
MarxBeyondMarx, BeyondCapital: Marx’s Political Economyofthe Working Class WhichSocialism?
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
595
Grundrisse,
29. Μαρξ, σ. 408. 30. Fernand Braudel, μτφρ. Patricia Ranum (Baltimore: Johns Hopkins University Press, 1977), σ. 64.
Capitalism,
Afterthoughts onMaterial Civilizationand
ΚΥΚΛΟΙ 1. «Κάποιες φορές απλώς κουράζομαι κι εγώ όπως όλοι από το σλό γκαν “μετανεωτερικός”, όταν όμως μπαίνω στον πειρασμό να μετανιώσω γιατί κι εγώ έχω συμβάλει στην καθιέρωσή του, να θρηνήσω για τις λανθασμένες χρήσεις του και το κακό όνομα που έχει βγάλει, και να συμπεράνω με κάποια απροθυμία ότι προκαλεί περισσότερα προβλήμα τα απ’ όσα λύνει, πιάνω τον εαυτό μου να σταματά για να αναρωτηθεί αν κάποια άλλη έννοια μπορεί να εκφράσει τόσο παραστατικά, με τόσο αποτελεσματικό και οικονομικό τρόπο αυτό που θέλω.» Fredric Jameson, (Durham: Duke University Press, 1991), σ. 418. 2. Giovanni Arrighi, (London: Verso, 1994). 3. Ό.π., σ. 332.
Postmodernism, Or, The Cultural Logic ofLate Capitalism TheLongTwentiethCentury:Money, Power, andthe Origins ofOur Times
3.2 ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΚΥΒΕΡΝΗΤΟΤΗΤΑ 1. Βλ. James Devine, «Underconsumption, Over-investment, and the Origins of the Great Depression», Review of Radical Political Economics, 15, v. 2 (καλοκαίρι 1983), 1-27. Για την οικονομική κρίση του 1929, βλ. επίσης την κλασική ανάλυση του John Kenneth Galbraith, The Great Crash, 1929 (Boston: Houghton Mifflin, 1954), η οποία εστιάζει στην κερδοσκοπία ως αίτιο της κρίσης- και, πιο πρό σφατα, Gdrard Dumenil και D. Ldvy, dynamique du capital: un siecle d’economie americaine (Paris: PUF, 1996). Πιο γενικά, για τα θεωρητικά προβλήματα που κληροδότησε η κρίση του 1929 στην πολι τική οικονομία του 20ού αιώνα, βλ. Michel Aglietta, A Theory of Capitalist Regulation, μτφρ. David Fernbach (London: New Left
La
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
596
Accumulation,
Books, 1979)· και Robert Boyer και Ja c q u e s M istral, inflation, (Paris: PUF, 1978). 2. 0 John Maynard Keynes ήταν ίσως εκείνος που φάνηκε περισ σότερο διορατικός στη διάσκεψη των Βερσαλλιών. Ήδη στη διάσκεψη, και αργότερα στο δοκίμιό του «The Economic Consequences of Peace», κατήγγειλε τον πολιτικό εγωτισμό των νικητών που θα απέβαινε ένας από τους παράγοντες που συνέβαλαν στην οικονομική κρίση της δεκαετίας του 1920. 3. Αυτός ο τύπος ερμηνείας της οικονομικής και πολιτικής κρίσης του 1929 πρέπει να αντιπαραβληθεί με «αναθεωρητικές» ιστοριογραφι κές συλλήψεις του ύφους των F r a n c i s F u ret, Ernst Nolte και Renzo D e F e lic e . Καταδεικνύει τη μεγάλη σπουδαιότητα του οικονομικού στοιχείου στον ορισμό των πολιτικών επιλογών του 20ού αιώνα Οι αναθεωρητικές ιστορικές εκθέσεις, αντίθετα, ερμηνεύουν τις εξελίξεις του αιώνα ως μια γραμμική πρόοδο ιδεών που συχνά τίθενται σε διαλε κτική αντίθεση, με τον φασισμό και τον κομμουνισμό να καταλαμβά νουν τους δύο κύριους πόλους. Βλ., π.χ., Fran cois F u ret, illusion: essai sur XXe (P aris: R obert Laffont, 1995), ιδιαίτερα το κεφάλαιο στο οποίο εξετάζει τη σχέση μεταξύ κομμουνισμού και φασισμού (σσ. 189-248). 4. Βλ. Jo n H alliday, (New York: Pantheon, 1975), σσ. 82-133. 5. Κυρίως η «φιλελεύθερη» ιστοριογραφία συγγραφέων όπως ο Arthur M eier Schlesinger είναι αυτή που έχει επιμείνει στα συνθετι κά χαρακτηριστικά του αμερικανικού προοδευτισμού. Βλ. το έργο του 1865-1940, 3η έκδ. (New York, M acm illan, 1941). Βλ. επίσης Arthur Ekirch, J r .,
crises
d’une
l’idee communiste au
Le passe siecle
APolitical History ofJapanese Capitalism
Political and Social Growth of the American People, Progressivism in America: A Study of the Era from Theodore Roosevelt to WoodrowWilson(New York: New Viewpoints, 1974). 6. Αυτή είναι μια σημαντική εξέλιξη που ανιχνεύεται από τον M ichel Aglietta στο A T heoryof Capitalist Regulation, και από τον Benjam in Coriat στο L’ atelier et le chronometre (P aris: Christian
Bourgois, 1979). Βλ. επίσης Antonio N egri, «K eynes and the C ap italist Theory of the S tate », στο M ich ael H ardt και Antonio N egri, (M inneapolis: U niversity of M innesota Press, 1994), σσ. 23-51· και «C risis of the Planner-State: Communism and Revolutionary Organisation», στο (London:
Labor of Dionysus
RevolutionRetrieved
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
597
R ed Notes, 1988), σσ. 91-148. Μια καλή ανάλυση του New D eal και του κεϋνσιανισμού επιχειρεί επίσης η Suzanne de Brunhoff, μτφρ. M ike Sonen sch er (London: Pluto P ress, 1978), 61-80. 7. Η εστίαση της έννοιας της πειθαρχίας όπως την ανέπτυξε ο M ichel F o u cau lt ασφαλώς διαφέρει από τη δική μας, αναφερόμαστε όμως κι εμείς στις ίδιες πρακτικές και την ίδια παγκοσμιότητα εφαρ μογής. Το θεωρητικό ενδιαφέρον του F o u cau lt εστιάζεται κυρίως στο ότι η πειθαρχία εκδιπλώνεται μέσω θεσμικών αρχιτεκτονημάτων, ότι η δύναμή της δεν εντοπίζεται σε κάποια κεντρική πηγή αλλά στους τριχοειδείς σχηματισμούς της στο σημείο άσκησης, και ότι οι υποκει μενικότητες παράγονται εσωτερικεύοντας την πειθαρχία και ενερ γοποιώντας τις πρακτικές της. Όλα αυτά ισχύουν εξίσου και για τη δική μας θεώρηση. Εμείς, εντούτοις, εστιάζουμε κυρίως στον τρόπο με τον οποίο οι πρακτικές και οι σχέσεις της πειθαρχικότητας που προ έρχονται από το καθεστώς του εργοστασίου κατέληξαν να επενδύ σουν ολόκληρο το κοινωνικό πεδίο ως ένας μηχανισμός τόσο παραγω γής όσο και κυβέρνησης, δηλαδή ως ένα καθεστώς κοινωνικής παρα γωγής. 8. Το βασικό κείμενο που περιγράφει αυτή την εξέλιξη και προεξο φλεί τα αποτελέσματά της είναι το έργο του M arx Horkheimer και του Theodor Adorno, μτφρ. Jo h n Cumming (New York: H erder and H erder, 1972), το οποίο γράφτηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1940. Ύστερα από αυτό εμφανίστηκαν πολλές άλλες μελέτες που περιγράφουν ανάλογα την πειθαρχική κοινωνία και την αδυσώπητη εξέλιξή της ως μια «βιοπολιτική κοινωνία», έργα που προ έρχονται από διαφορετικές πολιτισμικές και διανοητικές παραδόσεις, όλα όμως εντοπίζουν με συνέπεια αυτήν την τάση. Για δύο από τις πιο δυνατές και ευφυείς μελέτες που αντιπροσωπεύουν τα αντίθετα άκρα αυτού του ευρέος φάσματος μελετών, βλ. H erbert M arcu se, (Boston: Beacon Press, 1964), γ ι’ αυτό που θα μπο ρούσαμε να το ονομάσουμε αγγλο-γερμανική πλευρά- και M ichel Foucault, μτφρ. Alan Sh eridan (New York: Pantheon, 1977), για τη λατινική πλευρά. 9. F re d a Kirchwey, «Program of Action», 11 Μαρτίου 1944, σσ. 300-305- παρατίθεται στο Serge Guilbaut,
Capital, and Economic Policy, σσ.
TheState,
Dialectic of Enlightenment,
Dimensional Man Discipline and Punish,
One-
Nation, HowNewYork Stole theIdeaofModernArt:Abstract Expressionism,Freedom,and
598
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
the Cold War,
μτφρ. Arthur Goldhammer (Chicago: U niversity of Chicago Press, 1983), σ. 103. 10. Για τη διάδοση του μοντέλου του New D eal σε άλλες κυρίαρ χες χώρες μετά τον Β ' Παγκόσμιο πόλεμο, βλ. Paul Kennedy,
The Rise andFall of the Great Powers: Economic Change andMilitary Conflict from1500 to 2000 (New York: Random H ouse, 1987), σσ. 347-437· και F ran z Schurm ann, The Logic of W orld Power: An Inquiry into the Origins, Currents, and Contradictions of World Politics (New York: Pantheon, 1974). 11. Για το ιστορικό της διαδικασίας του αποαποικισμού γενικά, βλ. M arc F e rro , Histoire des colonisations: des conquites aux independences, XHIe-XXe siecle (P aris: S e u il, 1994)· F ran k An- · sprenger, The Dissolution of the Colonial Empires (London: Routledge, 1989)· και R . F . H olland, European Decolonization, 19181981 (London: M acm illan, 1985).
12. Για τον αντίκτυπο της ηγεμονίας των ΗΠΑ στους αγώνες του αποαποικισμού, βλ. Giovanni Arrighi, (London: Verso, 1994), σσ. 69-75· και Francois Chesnais, αναθεωρημένη έκδοση (Paris: Syros, 1997). 13. H arry S . Truman, (Washington, D.C.: United S tates Government Printing Office, 1947), σ. 176· παρατίθεται στο
The Long Twentieth Century La mondializationducapital, Public Papers R ich ard F re e lan d , T he Truman Doctrine and the Origins of McCarthyism(New York: Schocken, 1971), σ. 85. Για τις αυστηρές δι πολικές ιδεολογικές διαιρέσεις που επιβλήθηκαν από τον ψυχρό πόλε μο, βλ. και πάλι Kennedy, T he Rise andFall of the Great Powers, σσ. 373-395· και Schurmann, TheLogic of WorldPower. 14. Για την αποκέντρωση της παραγωγής βιομηχανικών προϊόντων και υπηρεσιών (σε συνδυασμό με τη συγκεντροποίηση του προστάγμα τος), βλ. δύο βιβλία του S ask ia Sassen ,
The Mobility of Labor and Capital: A Study in International Investment and Labor Flow (Cam bridge University P ress, 1988), ιδιαίτερα τις σσ. 127-133· και The Global City: New York, London, Tokyo (Princeton: Princeton
University Press, 199l), σ. 22-34. Γενικότερα, για την κινητικότητα του κεφαλαίου και τους αντισταθμιστικούς ή περιοριστικούς παράγον τες, βλ. David Harvey, (Chicago: University of Chicago Press, 1984), σσ. 417-422. 15. Βλ. W ladim ir Andreff, (P aris: L a
TheLimits toCapital Lesmultinationalsglobales
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
599
TheEndoftheNation-State: TheRise ofRegional Economies Weapons of the Weak: Everyday Forms of Peasant Resistance
Decouverte, 1995)· και Kenichi Ohmae, (New York: Free Press, 1995). 16. Για τις αντιστάσεις των αγροτών στην κεφαλαιοκρατική πειθαρ χία, βλ. James Scott, (New Haven: Yale University Press, 1985), σ. 235 και αλλού. 17. Για τα οικονομικά σχέδια εκσυγχρονισμού στην Κίνα του Μάο, βλ. Maurice Meisner, 2η έκδ. (New York: Free Press, 1986), σσ. 113-139. 18. 0 Robert Sutcliffe, φέρ’ ειπείν, γράφει: «Μέχρι τώρα, καμιά μείζονα χώρα δεν έχει πλουτίσει χωρίς προηγουμένως να εκβιομηχανιστεί... Ο μεγαλύτερος πλούτος και οι καλύτερες βιοτικές συνθήκες κά τω από οιοδήποτε πολιτικό σύστημα συνδέονται στενά με την εκβιομη χάνιση.» Robert Sutcliffe, (Reading, Mass.: Addison-Wesley, 1971). 19. Για τον πλανητικό και περιφερειακό φορντισμό, βλ. κυρίως Alain Lipietz, μτφρ. David Marcey (London: Verso, 1987)· και «Towards a Global Fordism?», v. 132 (1982), 33-47. Για. την πρόσλη ψη του έργου του Lipietz στους κόλπους των αγγλο-αμερικανών οικο νομολόγων, βλ. David Ruccio, «Fordism on a World Scale: In ternational Dimensions of Regulation», 21, v. 4 (χειμώνας 1989), 33-53· και Bob Jessop, «Fordism and Post-Fordism: A Critical Reformulation», Michael Storper και Allen Scott, επιμ., (London: Routledge, 1992), σσ. 46-69. 20. Βλ., για παράδειγμα, Giovanni Arrighi και John Saul, «Socia lism and Economic Development in Tropical Africa», στο (New York: Monthly Review Press, 1973), σσ. 11-43· John Saul, «Planning for Socialism in Tanzania», στο Uchumi Editorial Board, επιμ., (Dar Es Salaam: Tanzania Publishing House, 1972), σσ. 1-29- και Terence Hopkins, «On Economic Planning in Tropical Africa», 1, v. 1 (Μάιος 1964), 77-88. Για δύο προσπάθειες εκτίμησης της αποτυ χίας των στρατηγικών οικονομικής ανάπτυξης και προγραμματισμού στην Αφρική (που αμφότερες όμως εξακολουθούν να φαντάζονται ότι εί ναι δυνατή μια «εναλλακτική» σοσιαλιστική ανάπτυξη), βλ. Samir
Mao’s China andAfter,
Industryand Underdevelopment
Mirages andMiracles: The Crises ofGlobal Fordism, NewLeft Review,
Economics,
Development
Reviewof Radical Political στο Pathways to Industrialization and Regional
the Political Economy ofAfrica
Essays on
Towards Socialist Planning Co-existence,
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
600
Maldevelopment: Anatomy ofa Global Failure Democracy and Development inAfrica
Amin, (London: Zed Books, 1990), ιδιαίτερα σσ. 7-74· και Claude Ake, (Washington, D.C.: The Brookings Institution, 1996). 21. Για έναν ενδιαφέροντα προσωπικό απολογισμό της διάσκεψης της Μπαντούνγκ και της σημασίας της, βλ. Richard Wright, (New York: World, 1956). Οι σημαντικότερες ομιλίες που εκφωνήθηκαν στη διά σκεψη περιλαμβάνονται στο George McTurnan Kahin, (Ithaca: Cornell University Press, 1956). Για το κίνημα των αδεσμεύτων, βλ. Leo Mates, (Belgrade: Institute for International Politics and Economics, 1972)· και M. S. Rajan, (New Delhi: Vikas Publishing, 1990). 22. Για τον νομαδισμό και τη συγκρότηση των υποκειμενικοτήτων, βλ. Gilles Deleuze και Fdlix Guattari, μτφρ. Brian Massumi (Minneapolis: University of Minnesota Press, 1987), ιδιαίτερα 351-423. 23. Για την τυπική και πραγματική υπαγωγή στο έργο του Marx, βλ. κυρίως Karl Marx, τ. 1, μτφρ. Ben Fowkes (New York: Vintage, 1976), σσ. 1019-38.
Color Curtain: A Report on the Bandung Conference
The
The AsianNonalignment: Theory and Nonalignment andNonalignment
African Conference Current Policy Movement
A ThousandPlateaus,
σσ.
Capital,
ΠΡΩΤΑΡΧΙΚΕΣ ΣΥΣΣΩΡΕΥΣΕΙΣ
Capital,
1. Karl Marx, τ. 1, μτφρ. Ben Fowkes (New York: Vintage, 1976), σ. 918. 2. Βλ. κυρίως Samir Amin, μτφρ. Brian Pearce (New York: Monthly Review Press, 1974)· και Andre Gunder Frank, (New York: Monthly Review Press, 1967).
AccumulationonaWorldScale, Capitalismand Underdevelopment inLatinAmerica
3.3 ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ, ΚΡΙΣΗ, ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ 1. Για την κρίση και την αναδιάρθρωση της κεφαλαιοκρατικής πα ραγωγής κατά τη δεκαετία του 1960, βλ. Michael Piore και Charles
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
601
TheSecondIndustrial Divide Accumulation, inflation, crises RevolutionRetrieved
Sabel, (New York: Basic Books, 1984). Για την οικονομική και οικονομική κρίση, βλ. Robert Boyer και Jacques Mistral, (Paris: PUF, 1978). 2. Βλ. Antonio Negri, «Marx on Cycle and Crisis», στο (London: Red Notes, 1988), σσ. 43-90. 3. Βλ. τα ιστορικά δοκίμια «Do You Remember Revolution?», συλ λογικό έργο, και «Do You Remember Counter-revolution?» του Paolo Virno στο Paolo Virno και Michael Hardt, επιμ., (Minneapolis: University of Minnesota Press, 1966), σσ. 225259. Βλ. επίσης Paolo Carpigniano, «Note su classe operaia e capitale in America negli anni sessanta», στο Sergio Bologna, Paolo Carpigniano και Antonio Negri, (Milan: Feltrinelli, 1976), σσ. 73-97. 4. Για την «έκρηξη του κράτους 1960», βλ. Frances Fox Piven και Richard Cloward, (New York: Pantheon, 1971), ειδι κότερα σσ. 183-199. Βλ. Piven και Cloward,
Radical Thought
inItaly
Crisi e organizzazione operaia πρόνοιαςτηςδεκαετίαςτου Regulatingthe Poor: The Functions of Public Welfare επίσης The NewClass War: Reagans Attack on the Welfare State and Its Consequences
(New York: Pantheon, 1982). 5. Βλ. Luciano Ferrari Bravo, «Introduzione: vecchie e nuove question! nella teoria dell’imperialismo», στο Luciano Ferrari Bravo, επιμ., (Milan: Fel trinelli, 1975), σσ. 7-70. 6. O Claude Ake φτάνει μέχρι του σημείου να χαρακτηρίσει ολό κληρο το κεφαλαιοκρατικό σύστημα ως μια σύγκρουση μεταξύ των «αστικών κρατών» και των «προλεταριακών κρατών» στο (London: Zed Books, 1978), σ. 11. 7. Αυτή η τριτοκοσμική προοπτική λανθάνει σε μεγάλο μέρος του έργου του Immanuel Wallerstein, του Andre Gunder Frank και του Samir Amin. 8. Για μια εκτενή ιστορική περιγραφή των γεγονότων και των πρω ταγωνιστών στη διάσκεψη του Μπρέττον Γουντς, βλ. Armand Van Dormael, (London: Macmillan, 1978). Για μια ιστορική περιγραφή που δίνει μια ευρύτερη άποψη της εκτενούς προετοιμασίας των Η Π Α για ηγεμονία κατά τη με ταπολεμική περίοδο, εξετάζοντας από κοινού τον οικονομικό προγραμ ματισμό του Μπρέττον Γουντς με τον πολιτικό προγραμματισμό του
Imperialismo e classe operaia multinazionale
Pressures inAfrica
Revolutionary
Bretton Woods: Birth of a Monetary System
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
602
Bretton Woods andDumbar tonOaks: AmericanEconomic andPolitical PostwarPlanninginthe Summerof 1994 (New York: St. Martin’s Press, 1995). 9. Giovanni Arrighi, The Long Twentieth Century (London:
Ντάμπαρτον Όουκς, βλ. George Schild,
Verso, 1994), σ. 278-279. 10. Για τη διεθνή οικονομική κρίση που ξέσπασε στη δεκαετία του 1970 με την κατάρρευση των μηχανισμών του Μπρέττον Γουντς, βλ. Peter Coffey, (New York: St. Martin’s Press, 1974)· επίσης Arrighi, σσ. 300324. 11. Για την οικονομία του ευρωδολαρίου ως στοιχείου της κρίσης, βλ. Jeffry Frieden, York: H arp er and Row, 1987), σσ. 79122 . 12. Για τη μετατρεψιμότητα του δολαρίου και τους ελιγμούς του Nixon το 1971, βλ. David Calleo και Benjamin Rowland,
The World Monetary Crisis The Long Twentieth Century,
Banking on the World: The Politics of American International Finance (New America and the World Political Economy: Atlantic Dreams and National Realities (Bloomington: Indiana University Press, 1973), σσ. 87-117* επίσης Coffey, The W orldMonetary Crisis, σσ. 25-42. 13. Για τα όρια του φορντισμού και την ανάγκη να βρεθεί ένα μεταφορντικό σχήμα παραγωγής και συσσώρευσης για το κεφάλαιο, βλ. Benjamin Coriat, (Paris: Christian Bourgeois, 1990). 1 4 . O Fredric Jameson υποστηρίζει ότι οι κοινωνικοί αγώνες της δε καετίας του 1 9 6 0 στον Πρώτο Κόσμο, ιδίως στις Η Π Α και τη Γαλλία, ακολουθούν τη γραμμή των ισχυρών κινημάτων αποαποικισμού και απελευθέρωσης που εκδηλώθηκαν στον Τρίτο Κόσμο κατά τις δεκαε τίες του 1 9 5 0 και του ’6 0 (ακόμη και ότι απορρέουν από αυτά). Βλ. Fredric Jameson, «Periodizing the 6 0 s » , στο of Theory: Essays, 1971-1986 (Minneapolis: University of Minnesota Press, 1 9 8 8 ), 2 : 1 7 8 - 2 0 8 , ιδίως σσ. 1 8 0 -1 8 6 . 15. Βλ. Giovanni Arrighi, «Marxist Century, American Century: The Making and Remaking of the World Labor Movement», στο Samir Amin, Andre Guilder Frank και Immanuel Wallerstein,
L’atelier et le robot: essai sur le fordisme et la production de masse ά lage de lelectronique
Ideologies
Transforming the Revolution: Soviet Movements and the World System(New York: Monthly Review Press, 1990), 54-95.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
603
16. Ο Robin Kelley δίνει μια άριστη περιγραφή της δυναμικής της προλεταριακής άρνησης και της δημιουργίας εναλλακτικών μορφών ζω ής στην υπέροχη ιστορική μελέτη του για τη μαύρη εργατική των Η Π Α , Race Rebels: Culture, Politics, and the Black Working Class (New York: Free Press, 1994). 17. Και στην οικολογική σκέψη, τουλάχιστον στα πιο γόνιμα δείγ ματά της, μπορούμε να δούμε καθαρά ότι η υπό συζήτηση «φύση» εί ναι εξίσου ανθρώπινη και μη ανθρώπινη· η οικολογία συνεπάγεται όχι απλώς τη διαφύλαξη πραγμάτων, αλλά και την παραγωγή σχέσεων και την παραγωγή υποκειμενικότητας. Βλ. Felix Guattari, Les trois Ecologies (Paris: Galilee, 1989)· επίσης Verena Andermatt Conley, Ecopolitics: The Environment in Poststructuralist Thought (London: Routledge, 1997). 0 Franco Piperno συνεχίζει αυτή την «οικολογική» γραμμή σκέψης, αν και σε διαφορετικό ιδίωμα, στο Elogio dello spirito pubblico meridionale (Rome: Manifestolibri, 1997). 18. Στην προσπάθειά της να συλλάβει τη σημασία και τα πραγμα τικά όρια του «έξω», η Rosa Luxemburg ήταν ίσως η πρώτη σημαντι κή οικολόγος του 20ού αιώνα. Τα καλύτερα δείγματα οικολογικής σκέ ψης σε συγγραφείς όπως ο Andre Gorz και ο James O’Connor υιοθε τούν μια μορφή επιχειρηματολογίας παρόμοια με την αντιιμπεριαλιστική τοποθέτηση της Luxemburg (μολονότι το έργο τους δεν είναι άμε σα επηρεασμένο από το δικό της): η κεφαλαιοκρατική παραγωγή κατ’ ανάγκην συνεπάγεται μια επέκταση στη φύση και την καταστροφή της φύσης, γεγονός που όχι μόνο έχει τραγικές συνέπειες για τη ζωή στον πλανήτη, αλλά και υπονομεύει τη μέλλουσα βιωσιμότητα της κεφαλαιοκρατίας αυτής καθαυτήν. Για τον Andre Gorz, βλ. Ecology and Politics, μτφρ. Patsy Vigderman και Jonathan Cloud (Boston: South End Press, 1980)· για -fov James O’Connor, βλ. «Capitalism, Nature, Socialism: A Theoretical Introduction», Capitalism, Nature, Soc ialism, 1, v. 1 (1989), 11-38. 19. «Η ύστερη κεφαλαιοκρατία εμφανίζεται έτσι ως η περίοδος κα τά την οποία όλοι οι κλάδοι της οικονομίας έχουν για πρώτη φορά εκβιομηχανιστεί πλήρως· σε αυτό θα μπορούσε κανείς να προσθέσει... την αυξανόμενη μηχανοποίηση του εποικοδομήματος». Ernst Mandel, Late Capitalism, μτφρ. Joris De Bres (London: Verso, 1978), σσ. 190191. 20. «Αυτή η καθαρότερη μορφή κεφαλαιοκρατίας της εποχής μας,
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
604
ως εκ τούτου, εξάλειψε τους θύλακες της προκεφαλαιοκρατικής οργά νωσης που ώς τότε είχε ανεχθεί και εκμεταλλευτεί ως υποτελείς της.» Fredric Jameson, (Durham: Duke University Press, 1990), σ. 36. 21. Δεν θέλουμε να υπονοήσουμε ότι το κεφάλαιο μπορεί εις το διη νεκές, μέσω της εξέλιξης, να συμβιβάσει την καταστρεπτική σχέση του με το (ανθρώπινο και μη) περιβάλλον του. Αυτό που μπορεί να κάνει η τεχνολογική εξέλιξη είναι να μεταθέσει το πεδίο της σύγκρουσης και να αναβάλει την κρίση, όμως τα όρια και οι ανταγωνισμοί παραμένουν. 22. Ο Stanley Aronowitz παρέχει μια χρήσιμη επανεκτίμηση του οπλοστασίου των κοινωνικών κινημάτων που εκδηλώθηκαν στις ΗΠΑ κατά τη δεκαετία του 1960 στο (London: Routledge, 1996), σσ. 57-90. 23. Βλ. και πάλι Kelley, ιδίως 17-100 για την κρυφή ιστορία της αντίστασης. 24. Για την ιστορία των αρνήσεων που προέβαλαν τα φεμινιστικά κινήματα στις ΗΠΑ κατά τις δεκαετίες του 1960 και του ’70, βλ. Alice Echols, 1967-1975 (Minneapolis: University of Minnesota Press, 1989). 25. Βλ., για παράδειγμα, Judith Butler, «Merely Cultural», IVeiv v. 227 (Ιανουάριος-Φεβρουάριος 1998), 33-44. To κείμενο που άσκησε τη μεγαλύτερη επιρροή όσον αφορά την πολιτική ερμηνεία των «νέων κοινωνικών κινημάτων» σύμφωνα με αυτές τις γραμμές είναι του Ernesto Laclau και του Chantal Mouffe, (London: Verso, 1985). 26. Βλ. Antonio Negri, μτφρ. James Newell (Oxford: Polity Press, 1989). 27. 0 Fredric Jameson, φέρ’ ειπείν, υποστηρίζει ότι η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης «οφειλόταν, όχι στην αποτυχία της, αλλά στην επιτυχία της, τουλάχιστον όσον αφορά τον εκσυγχρονισμό». Βλ. το «Actually Existing Marxism», στο Saree Makdisi, Cesare Casarino και Rebecca Karl, επιμ., (London: Routledge, 1996), σσ. 14-54· το παράθεμα είναι από τη σ. 43. Γενικό τερα για τον τρόπο με τον οποίο η ψυχροπολεμική προπαγάνδα (και των δύο πλευρών) δεν μας επέτρεψε να αντιληφθούμε τις πραγματικές
Capitalism
Radicalism
Postmodernism, Or, The Cultural Logic of Late
The DeathandRebirth ofAmerican Race Rebels, σσ.
DaringtoBe Bad: Radical FeminisminAmerica,
Left Review,
HegemonyandSocialist Strategy: Towards a Radical Democratic Politics The Politics of Subversion: AManifesto for the Twenty-first Century,
Marxism beyond Marxism
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
605
κινήσεις της κοινωνικής ιστορίας στο πλαίσιο του σοβιετικού καθεστώ τος, βλ. Moshe Lewin, (New York: Pantheon, 1985). 28. Βλ. Leon Trotsky, μτφρ. Marx Eastman (Garden City, N.Y.: Doubleday, 1937)· και Κορνήλιου Καστοριάδη, (Paris: Fayard, 1981). Βλ. επίσης τη σει ρά άρθρων του Denis Berger σχετικά με την κατάρρευση της Σοβιετι κής Ένωσης, «Perestroika: la revolution reellement existante?», v. 1 (1990), 53-62· «Que reste-t-il de la perestroika?», v. 6 (l99l), 15-20· και «L’Unione Sovi6tique l’heure du vide», v. 8 (l99l), 5-12. 29. Έχουμε την εντύπωση ότι θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει μια παράλληλη επιχειρηματολογία όσον αφορά την αλλαγή των κοινω νικών πρακτικών του κινεζικού προλεταριάτου στη μετα-Μάο εποχή που οδήγησε στο κίνημα του «Πολιτισμικού Πυρετού» κατά τη δεκαε τία του 1980. Βλ. Xudong Zhang, (Durham: Duke University Press, 1997). 0 Zhang δείχνει καθαρά την απίστευτη δημιουργικότητα που εκδηλώθηκε σ’ αυτήν την περίοδο.
TheMakingoftheSoviet System The Revolution Betrayed, Devant laguerre
anterieur, anterieur, Futur anterieur,
Reforms
h
Futur Futur
Chinese Modernismin the Era of
3.4 ΜΕΤΑΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΣ, Ή ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ 1. Τα κείμενα που θέτουν τις βάσεις για την τεράστια φιλολογία που ερίζει για την περιοδοποίηση των φάσεων της νεωτερικής παραγωγής είναι τα Daniel Bell, (New York: Basic Books, 1973)· και Alaine Touraine, μτφρ. Leonard Mayhew (New York: Random House, 197l). 2. Βλ. Manuel Castells και Yuko Aoyama, «Paths towards the Informational Society: Employment Structure in G-7 Countries, 193090», 133, v. 1 (1994), 5-33· αναφέρεται στη σ. 13. 3. Για τις ψευδείς ιστορικές αναλογίες που συνέβαλαν στην κρίση δανεισμού των χωρών του Τρίτου Κόσμου, βλ. Cheryl Payer, (London: Zed Books, 1991).
Comingof Post-industrial Society Post-industrial Society,
International LabourReview,
Lost: Foreign Credit and the Third World Development
Lent and
606
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
4. Οι κλασικές παρουσιάσεις των θεωριών της υπανάπτυξης και της εξάρτησης είναι των Andre Gunder Frank, (New York: Monthly Review Press, 1967)· και Fernando Enrique Cardoso και Enzo Faletto, , μτφρ. Marjory Mattingly Urquidi (Berkeley: University of California Press, 1979). Για μια εξαιρετικά περιεκτική κριτική των επιχειρημάτων της θεωρίας των σταδίων της ανάπτυξης, βλ. Immanuel Wallerstein, (Cambridge: Cambridge University Press, 1979), σσ. 3-5. 5. Ο λόγος περί ανάπτυξης ήταν μια ψευδαίσθηση, ήταν όμως μια πραγματική και αποτελεσματική ψευδαίσθηση που καθιέρωσε τις δικές της εξουσιαστικές δομές και θεσμούς σε ολόκληρο τον «αναπτύσσομε- * νο» κόσμο. Για τη θεσμοθέτηση της ανάπτυξης, βλ. Arturo Escobar,
Capitalism and Un derdevelopment in Latin America Dependency and Development in Latin America World-Economy
TheCapitalist
EncounteringDevelopment: TheMakingand Unmakingofthe Third World(Princeton: Princeton University Press, 1995), σσ. 73-101.
6. Για μια κριτική της αναπτυξιακής ιδεολογίας των θεωριών της εξάρτησης, βλ. στο ίδιο, σσ. 80-81. 7. Βλ., για παράδειγμα, Claude Ake, (Harlow, Essex: Longman, 1981), σ. 136. Αυτό είναι και το γε νικό πλαίσιο που παρουσιάζεται στο έργο των Andre Gunder Frank και Samir Amin. 8. Robert Musil, [Ο , μτφρ. Τούλα Σιετή, Οδυσσέας, 1992], μτφρ. Sophie Wilkins (New York: Knopf, 1995), 2:367. 9. Francois Bar, «Information Infrastructure and the Transfo rmation of Manufacturing», στο William Drake, επιμ., (New York: Twentieth Century Fund Press, 1995), 55-74· το παράθεμα είναι από τη σ. 56. 10. Βλ. Robert Chase και David Garvin, «The Service Factory», στο Gary Pisano και Robert Hayes, επιμ., (Boston: Harvard Business School Press, 1995), 35-45. 11. Βλ. Castells και Aoyama, «Paths towards the Informational Society», σσ. 19-28. 12. 0 Manuel Castells περιγράφει τις πιο εξαρτημένες περιοχές της παγκόσμιας οικονομίας ως «Τέταρτο Κόσμο». Βλ. το δοκίμιό του «The Informational Economy and the New International Division of
Africa
ιδιότητες
A Political Economy of
The Manwithout Qualities Άνθρωποςχωρίς
Information Infrastructure: Strategies for U.S. Policy σσ. sance
The New
Manufacturing Renais σσ.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
607
Labor», στο Martin Carnoy, Manuel Castells, Stephen Cohen και Fernando Enrique Cardoso, (University Park: Pennsylvania State University Press, 1993), σσ. 15-43. 13. Castells και Aoyama, «Paths towards the Informational Society», σ. 27. 14. Pierre Levy, (New York: Plenum Press, 1997). 15. Για τη σύγκριση μεταξύ φορντικού και ταιηλορικού μοντέλου, βλ. Benjamin Coriat, (Paris: Christian Bourgois, 1994). Για μια συ νοπτική ιστορική περιγραφή των αρχικών εξελίξεων των παραγωγικών μεθόδων της Toyota, βλ. Kazuo Wada, «The Emergence of the “Flow Production” Method in Japan», στο Haruhito Shiomi και Kazuo Wada, επιμ., (Oxford: Oxford University Press, 1995), σσ. 11-27. 16. Έχουμε κατά νου κυρίως την εννοιολογική διάκριση του Jurgen Habermas μεταξύ επικοινωνιακής και τελεσιουργού δράσης σε έργα όπως το μτφρ. Thomas Mc Carthy (Boston: Beacon Press, 1984). Για μια άριστη κριτική αυτής της διάκρισης, βλ. Christian Marazzi, e i (Bellinzona, Switzerland: Casagrande, 1995), σσ. 29-34. 17. Για έναν ορισμό και ανάλυση της άυλης εργασίας, βλ. Maurizio Lazzarato, «Immaterial Labor», στο Paolo Virno και Michael Hardt, επιμ., (Minneapolis: University of Min nesota Press, 1996), σσ. 133-147. Βλ. επίσης το λήμμα για την άυλη εργασία στο γλωσσάριο που παρατίθεται στο τέλος της ίδιας συλλογής, σ. 262. 18. Ο Peter Drucker καταλαβαίνει με ακραίους όρους τη μετάβαση προς την άυλη παραγωγή. «Οι βασικός οικονομικός πόρος - “το μέσο της παραγωγής”, για να χρησιμοποιήσουμε την ορολογία των οικονο μολόγων- δεν είναι πλέον το κεφάλαιο, ούτε οι φυσικοί πόροι (η “γη” των οικονομολόγων), ούτε η “εργασία”. Peter Drucker, (New York: Harper, 1993), σ. 8. Αυτό που δεν κατανοεί ο Drucker είναι ότι η γνώση δεν είναι δεδο-
formation Age
WorldinCyberspace
The NewGlobal Economy in the In
Collective Intelligence: Mankind’s Emerging
Penser άl’envers: travail et organizationdans l’enterpnse japonaise
FordismTransformed: TheDevelopment ofProduction Methods in the Automobile Industry
The Theory of Communicative Action, II posto dei calzini: la svolta linguistica dell’economia suoi effetti nella politica Radical Thought in Italy
Post-capitalist Society
Είναι και θαείναι ηγνώσην.
608
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
μένη αλλά παράγεται, και ότι η παραγωγή της προϋποθέτει νέους τύ πους μέσων παραγωγής και εργασίας. 19. Robert Reich, (New York: Knopf, 1991), 177. To σημαν τικότερο για τον Reich είναι κατ’ ουσίαν ότι το πλεονέκτημα -και τε λικά η εθνική επικράτηση- θα κερδηθούν στην παγκόσμια οικονομία στο πλαίσιο αυτών των νέων διαιρέσεων, μέσα από τη γεωγραφική κα τανομή αυτών των καθηκόντων υψηλής και χαμηλής αξίας. 20. Βλ. Karl Marx, τ. 1, μτφρ. Ben Fowkes (New York: Vintage, 1976), σσ. 131-137. 21. Βλ. Dorothy Smith, (Boston: Northeastern University Press, 1987), ιδίως τις σσ. 78-88. 22. 0 Marx στην εποχή του συνέλαβε τη συνεργασία ως αποτέλε σμα των ενεργειών του κεφαλαιοκράτη, που λειτουργούσε σαν ένας δι ευθυντής ορχήστρας ή σαν ένας στρατηγός στο πεδίο της μάχης, ανα πτύσσοντας και συντονίζοντας τις παραγωγικές δυνάμεις σε μια κοινή προσπάθεια. Βλ. 1:439-454. Για μια ανάλυση της σύγχρονης δυναμικής της κοινωνικής και παραγωγικής συνεργασίας, βλ. Antonio Negri, μτφρ. James Newell (Oxford: Polity Press, 1989). 23. Βλ. Saskia Sassen, (Princeton: Princeton University Press, 199l). 24. Για τη δικτυακή επιχείρηση, βλ. Manuel Castells, (Oxford: Blackwell, 1996), 151-200. 25. Bill Gates, (New York: Viking, 1995), 158. 26. Ορισμένοι ιταλοί διανοητές ερμηνεύουν την αποκεντροποίηση της δικτυακής παραγωγής στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις της βόρειας Ιταλίας ως μιαν ευκαιρία να δημιουργηθούν νέα κυκλώματα Βλ. Sergio Bologna και Andrea Fumagalli, επιμ.,
The WorkofNations: PreparingOurselves for 21st-CenturyCapitalism o.
Feminist Sociology
Capital, The Everyday World as Problematic: A
Capital, The Politics of Subversion: AManifestofor the Twenty-first Century, The Global City: New York, London, Tokyo TheRise of the NetworkSociety σσ. TheRoadAhead a.
αυτόνομης εργασίας. Il lavoro autonomodi secondagenerazione: scenari del postfordismoinItalia
(Milan: Feltrinelli, 1997). 27. Για την αύξηση των «υπηρεσιών εξειδικευμένων παραγωγών» σε συγκεντρωμένα κέντρα ελέγχου, βλ. Sassen, 90125. 28. Peter Cowhey, «Building the Global Information Highway: Toll Booths, Construction Contracts, and Rules of the Road», στο
The Global City, σσ.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
609
William Drake, επιμ., The New Information Infrastructure (New York: Twentieth Century Fund Press, 1995), σσ. 175-204· το παράθε μα είναι από τη σ. 175. 29. Για τις ριζωματικές και τις δενδροειδείς δομές, βλ. Gilles Deleuze και Felix Guattari, A Thousand Plateaus, μτφρ. Brian Massumi (Minneapolis: University of Minnesota Press, 1987), σσ. 3-25. 30. Για τις ψευδείς επαγγελίες περί ισότητας στη «λεωφόρο της πληροφορίας» που έχουν διατυπωθεί στις ΗΠΑ, βλ. Herbert Schiller, Information Inequality: The Deepening Social Crisis in America (New York: Routledge, 1996), ιδίως τις σσ. 75-89. Για μια ανάλυση της άνισης κατανομής της πληροφορίας και της τεχνολογίας σε παγκόσμιο επίπεδο, βλ. William Wresch, Disconnected: Haves and Have-Nots in the Information Age (New Brunswick, N.J.: Rutgers University Press, 1996).
3.5 ΜΕΙΚΤΟ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑ 1. Για μια ανάλυση ειδικά των χωρίων του έργου του Marx και του Engels που πραγματεύονται τη θεωρία περί κράτους, βλ. Antonio Negri, «Communist State Theory», στο Michael Hardt και Antonio Negri, Labor of Dionysus (Minneapolis: University of Minnesota Press, 1994), σσ. 139-176. 2. Βλ. M. C. Ricklefs, A History of Modern Indonesia, 2η έκδ. (London: Macmillan, 1993). Η πολύπλοκη σχέση μεταξύ της ολλανδι κής αποικιακής διοίκησης, των παραδοσιακών αρχών της Ιάβας και των οικονομικών δυνάμεων στις αρχές του 20ού αιώνα περιγράφεται πολύ όμορφα στο τετράτομο ιστορικό μυθιστόρημα του Pramoedya Ananta Toer, The Buru Quartet, μτφρ. Max Lane (London: Penguin Books, 1982-1992). 3. Βλ. Brian Gardner, The East India Company (London: Rupert Hart-Davis, 197l)· επίσης Geoffrey Wheatcroft, The Randlords (New York: Atheneum, 1986). 4. O Marx υποστήριξε ότι η μεγαλύτερη συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου επιδρά αρνητικά στις δυνάμεις του ανταγωνι σμού και ως εκ τούτου ήταν ανέκαθεν μια καταστρεπτική διαδικασία για το κεφάλαιο. Βλ. Karl Marx, Capital, τ. 3, μτφρ. David Fernbach
610
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
(London: Penguin, 1981), σσ. 566-573. O Lenin χρησιμοποίησε το ίδιο επιχείρημα στην ανάλυση που επιχείρησε σχετικά με τη μονοπωλιακή φάση του κεφαλαίου: Βλ. V. I. Lenin, Imperialism: The Highest Stage of Capitalism (New Tork: International Publishers, 1939), σσ. 16-30. 5. Βλ., για παράδειγμα, Richard Barnet και John Cavanagh, Global Dreams: Imperial Corporations and the New World Order (New York: Simon and Schuster, 1994). 6. Η έννοια της «αυτονομίας του πολιτικού», που ανήκει στην πα ράδοση της πολιτικής θεολογίας, ορίστηκε για πρώτη φορά επαρκώς από τον πολιτικό θεολόγο Thomas Hobbes. Την έννοια την εξήρε ακό μη σαφέστερα ο Carl Schmitt· βλ. κυρίως The Concept of the Political, μτφρ. George Schwab (New Brunswick, N.J.: Rutgers University Press, 1976)· επίσης Verfassunglehre, 8η έκδ. (Berlin: Duncker & Humblot, 1993). To πολιτικό νοείται εδώ ως θεμέλιο κάθε κοινωνικής σχέσης και πρωταρχική αξιολόγηση ή «απόφαση» που οικοδομεί τη σφαίρα της εξουσίας και έτσι διασφαλίζει το χώρο της ζωής. Είναι εν διαφέρον να παρατηρήσουμε ότι η σύλληψη του πολιτικού από τον Schmitt συνδέεται αναπόδραστα με τον δικαϊκό ορισμό του εθνικού κράτους. Βλ. Carl Schmitt, Der Nomos der Erde im Volkerrecht des jus publicum europaeum (Cologne: Greven Verlag, 1950). Η εκτενέ στερη μελέτη της σύλληψης του Schmitt που έχουμε υπόψη μας περι λαμβάνεται στο Carlo Galli, Genealogia della politica: C. Schmitt e la crisi del pensiero politico moderno (Bologna: II Mulino, 1996). H κριτική της έννοιας που αποδίδει ο Schmitt στην «αυτονομία του πολι τικού» θα έπρεπε επίσης να προεκταθεί και στις ποικίλες θέσεις που έχουν επηρεαστεί από το στοχασμό του. Στα δύο άκρα μπορούμε να αναφέρουμε τον Leo Strauss, ο οποίος προσπάθησε να ιδιοποιηθεί τη σύλληψη του Schmitt εντάσσοντάς τη στη δική του φιλελεύθερη σύλ ληψη του φυσικού δικαίου, και τον Mario Tronti, ο οποίος προσπάθη σε να βρει στην αυτονομία του πολιτικού ένα πεδίο που θα μπορούσε να υποστηρίξει έναν συμβιβασμό με τις φιλελεύθερες πολιτικές δυνάμεις σε μια περίοδο κατά την οποία τα κομμουνιστικά κόμματα της Δυτικής Ευρώπης διέρχονταν βαθιά κρίση. Για την ερμηνεία του κειμένου του Schmitt από τον Strauss και την αμφίσημη σχέση τους, βλ. Heinrich Meier, Carl Schmitt and Leo Strauss: The Hidden Dialogue, μτφρ. J. Harvey Lomax (Chicago: University of Chicago Press, 1995). Για τον Tronti, βλ. L ’autonomia del politico (Milan: Feltrinelli, 1977).
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
611
7. Υπάρχουν πολλές άριστες κριτικές των ΜΜΕ και της υποτιθέμε νης αντικειμενικότητας τους. Για δύο καλά παραδείγματα, βλ. Edward Said, Covering Islam: How the Media and the Experts Determine How We See the Rest of the World (New York: Pantheon, 1981)· επίσης Edward Herman και Noam Chomsky, Manufacturing Consent: The Political Economy of Mass Media (New York: Pantheon, 1988). 8. Βλ., για παράδειγμα, Elise Boulding, «IGOs, the UN, and International NGOs: The Evolving Ecology of the International System», στο Richard Falk, Robert Johansen και Samuel Kin, επιμ., The Constitutional Foundations of World Peace (Albany: SUNY Press, 1993), σσ. 167-188" το παράθεμα είναι από τη σ. 179. 9. Για την αποτίμηση των δραστηριοτήτων ποικίλων τύπων ΜΚΟ, βλ. John Clark, Democratizing Development: The Role of Voluntary Organizations (West Hartford, Conn.: Kumarian Press, 1990)· Lowell Livezey, Nongovernmental Organizations and the Ideas of Human Rights (Princeton: The Center of International Studies, 1988)· επίσης Andrew Natsios, «NGOs and the UN System in Complex Humanitarian Emergencies: Conflict or Cooperation?», στο Peter Diehl, επιμ., The Politics of Global Governance: International Organizations in an Independent World (Boulder: Lynne Reiner, 1997), σσ. 287-303. 10. James Petras, «Imperialism and NGOs in Latin America», Monthly Review, 49 (Δεκέμβριος 1997), 10-27. 11. Βλ. Polybius, The Rise of the Roman Empire, μτφρ. Ian ScottKilvert (Harmondsworth: Penguin, 1979), Βιβλίο VI, σσ. 302-352. 12. Βλ. G. A. Pocock, The Machiavellian Moment: Florentine Political Thought and the Atlantic Republican Tradition (Princeton: Princeton University Press, 1975). 13. Για το μετασχηματισμό που συντελέστηκε στο πλαίσιο του Συν τάγματος των Η Π Α , από ένα μοντέλο σωμάτων σε ένα λειτουργικό μο ντέλο, βλ. Antonio Negri, II potere costituente: saggio sulle alternative del moderno (Milan: Sugarco, 1992), κεφ. 4, σσ. 165-222. 14. Είναι ενδιαφέρον να σημειώσουμε εδώ ότι, τουλάχιστον μετά το συνταγματισμό της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, τις αρχές αυτές, που υποτίθεται ότι ανήκαν μόνο στον αγγλοσαξονικό κόσμο, τις υιοθέτησε και η παράδοση της συνταγματικής σκέψης στην ηπειρωτική Ευρώπη. Τα βασικότερα σχετικά κείμενα της γερμανικής παράδοσης είναι: Max Weber, Parlament und Regierung im neugeordneten Deutschland
612
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
(Munich: Duncker & Humblot, 1918)· Hugo Preuss, Staat, Recht und Freiheit (Tiibigen: Mohr, 1926)· και Hermann Heller, Die Souveranitdt (Berlin: W. de Gruyter, 1927). 15. Σε γενικές γραμμές, οι αναλύσεις που προέρχονται από την Αρι στερά είναι εκείνες που επιμένουν περισσότερο ότι η γένεση της Αυτο κρατορίας ενεργοποιεί τις «κακές» μορφές διακυβέρνησης. Βλ., για πα ράδειγμα, Etienne Balibar, La crainte des masses (Paris: Galilee, 1997), ένα βιβλίο που από άλλες απόψεις αποδεικνύεται εξαιρετικά ανοιχτό στην ανάλυση των νέων διαδικασιών της (μαζικής) παραγωγής της υποκειμενικότητας. 16. Για μια ανάλυση αυτών των διαδικασιών και μια επισταμένη διερεύνηση της σχετικής βιβλιογραφίας, βλ. Tann Moulier Boutang, «La revanche des externalites: globalisation des economies, externalites, mobilite, transformation de 1economic et de l’intervention ublique», Futur anterieur, v. 39-40 (φθινόπωρο 1997), σσ. 85-115. 17. Θα έπρεπε να έχει καταστεί σαφές απ’ όσα έχουμε πει μέχρις εδώ ότι η θεωρητική προϋπόθεση στην οποία βασίζεται η υπόθεσή μας πρέπει να περιέχει μια ριζικά αναθεωρημένη ανάλυση της αναπαραγω γής. Με άλλα λόγια, οποιαδήποτε θεωρητική σύλληψη η οποία θεωρεί την αναπαραγωγή απλώς ως μέρος της κυκλοφορίας του κεφαλαίου (όπως έχουν κάνει η κλασική οικονομική θεωρία, η μαρξική θεωρία και οι νεοκλασικές θεωρίες) δεν μπορεί να εξετάσει κριτικά τις συνθήκες της νέας κατάστασής μας, ειδικότερα εκείνες που απορρέουν από τις πολιτικοοικονομικές σχέσεις της παγκόσμιας αγοράς στην εποχή της μετανεωτερικότητας. Η περιγραφή που επιχειρούμε αναφορικά με τη βιοεξουσία στο κεφάλαιο 2.2 είναι το πρώτο βήμα για μια τέτοια ανα θεωρημένη ανάλυση της αναπαραγωγής. Για τον ορισμό ορισμένων θε μελιακών στοιχείων που έχουν σχέση με την ενσωμάτωση εργασίας, συ ναισθήματος και βιοεξουσίας, βλ. Antonio Negri, «Value and Affect», και Michael Hardt, «Affective Labor», boundary2, 26, v. 2 (καλοκαί ρι 1999). 18. Αναφερόμαστε και πάλι στο έργο του Michel Foucault και στην ερμηνεία του από τον Gilles Deleuze. Βλ. τη συζήτησή μας στο κεφά λαιο 1.2. 19. Αυτή η πρώτη μεταβλητή και η ανάλυση της λειτουργίας του δικτύου από συνταγματική σκοπιά σχετίζεται υπό ορισμένες απόψεις με τις ποικίλες αυτοποιητικές θεωρίες των δικτύων. Βλ., για παράδειγμα,
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
613
το έργο του Humberto M aturana και του Fran cisco V arela. Για μια εξαιρετική ανάλυση της συστημικής θεωρίας στα συμφραζόμενα των μετανεωτερικών θεωριών, βλ. Cary Wolfe, Critical Environments (M inneapolis: University of M innesota Press, 1998). 20. Τη δεύτερη μεταβλητή μάς βοηθούν να την κατανοήσουμε και οι ποικίλες εξελίξεις των συστημικών θεωριών. Το έργο του N iklas Luhmann ήταν αυτό που άσκησε μεγαλύτερη επιρροή στην ανάλυση των αυτοποιητικών συστημάτων από τη σκοπιά της φιλοσοφίας του δι καίου και της κοινωνίας. 21. Ο Jam eson επιχειρεί μια άριστη κριτική της «αντίληψης της
μαζικής κουλτούρας ως καθαρής χειραγώγησης». Υποστηρίζει ότι, αν και η μαζική κουλτούρα είναι «κατευθυνόμενη», περιέχει ουτοπικές δυ νατότητες. Βλ. F red ric Jam eson, «R eification and U topia in M ass Culture», στο Signatures of the Visible (New York: Routledge, 1992), ao. 9-34. 22. Βλ. Guy D ebord, Society of Spectacle, μτφρ. Donald Nicholson-Smith (New York: Zone Books, 1994)· και Comments on the Society of the Spectacle (London: V erso, 1990). 23. Fredric Jameson, «Totality as Conspiracy», στο The Geopolitical Aesthetic: Cinema and Space in the World System (Bloomington: Indiana University Press, 1992), σσ. 9-84. 24. Thomas Hobbes, Leviathan, επιμ. C. B. Macpherson (London: Penguin, 1968), o. 200. 25. Βλ. Brian Massumi, επιμ., The Politics of Everyday Fear (Minneapolis: University of Minnesota Press, 1993).
3.6 Η ΚΕΦΑΛΑΙΟΚΡΑΤΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ, Ή ΠΩΣ ΔΙΟ ΙΚ ΕΙΤΑ Ι Η Π Α ΓΚ Ο ΣΜ ΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΕΛ ΕΓΧΟ Υ
1. Giles Deleuze και Felix Guattari, Anti-Oedipus, μτφρ. Robert Hurley, Mark Lane και Helen Lane (Minneapolis: University of Minnesota Press, 1983), σ. 224. 2. Για τη σύλληψη του αξιωματικού συστήματος του κεφαλαίου στο έργο του D eleuze και του G uattari, βλ. G iles D eleuze και F e lix G uattari, A Thousand Plateaus, μτφρ. B rian M assum m i (M innea polis: University of M innesota Press, 1987), σσ. 452-473.
614
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Axiomatics, μτφρ. G. B. K eene (New York: 1962), σσ. 30-31. 4. Υπάρχει, ασφαλώς, ένα στοιχείο υπερβατικότητας και κατάτμη σης που είναι ουσιώδες για τη λειτουργία του κεφαλαίου, και αυτό εί ναι η ταξική εκμετάλλευση. Υπάρχει ένα όριο, όσο ευέλικτο ή δυσδιά κριτο κι αν είναι μερικές φορές, που το κεφάλαιο πρέπει να διατηρεί σε όλη την έκταση της κοινωνίας. Οι ταξικές διαιρέσεις παραμένουν ση μαντικά αποτελεσματικές στις νέες κατατμήσεις που διερευνούμε πα ρακάτω σε αυτό το κεφάλαιο. 5. Βλ. Michel Foucault, «La “gouvernementalite”», στο Dits et tcrits (Paris: Gallimard, 1994), 3:635-657· και II faut defendre la societe (Paris: Seuil/Gallimard, 1997). 6. Βλ. M ichael H ard t και Antonio N egri, Labor of Dionysus (M inneapolis: University of M innesota P ress, 1994), σσ. 257-259. 7. Βλ. M ichael H ardt, «The Withering of Civil Society», Social Text, v. 45 (χειμώνας 1988), σσ. 34-37. 3. R obert Blanche, F re e P ress of Glencoe,
8. Για μια άριστη εξήγηση της σύλληψης του «διαγράμματος» από τον Foucault, βλ. G illes D eleuze, Foucault, μτφρ. Sean H and (M inneapolis: University of M innesota P ress, 1988), σσ. 34-37.
9. Για τη σχέση μεταξύ ταυτότητας και ανήκειν, και για τη συγκρό τηση μιας «οποιασδήποτε» υποκειμενικότητας, βλ. Giorgio Agamben, The Coining Community, μτφρ. Michael Hardt (Minneapolis: Uni versity of Minnesota Press, 1974). 10. Rosa Luxemburg, The Accumulation of Capital, μτφρ. Agnes Schwarzchild (New York: Monthly Review Press, 1968), σ. 446. 11. To κλασικό έργο από αυτήν την άποψη είναι του Sam ir Amin, Accumulation on a World Scale, μτφρ. B rian Pearce (New York: Monthly Review P ress, 1974). 12. Βλ. M ike D avis, City of Quartz: Excavating the Future in Los Angeles (London: Verso, 1990), σσ. 221-263. 13. 0 Michel Aglietta έχει δείξει καθαρά από δομική σκοπιά τις βί αιες και δικτατορικές εξουσίες των νομισματικών καθεστώτων. Βλ. La violence de la monnaie (Paris: PUF, 1982). Βλ. επίσης τις μελέτες στο Werner Bonefeld και John Holloway, επιμ., Global Capital, National State, and the Politics of Money (London: Macmillan, 1995).
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
615
ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ 4.1 ΔΥΝΗΤΙΚΟΤΗΤΕΣ 1. Για τις πολιτικές θεωρίες αυτού του είδους, βλ. C. Β. Macpherson, The Political Theory of Possessive Individualism: Hobbes to Locke (New York: Oxford University Press, 1962)· επίσης Albert 0. Hirschman, The Passions and the Interests: Political Arguments for Capitalism before Its Triumph (Princeton: Princeton University Press, 1977). 2. Για την εμμενή σχέση μεταξύ πολιτικής και οντολογίας, βλ. Antonio Negri, The Savage Anomaly, μτφρ. Michael Hardt (Minneapolis: University of Minnesota Press, 1991)· επίσης Baruch Spinoza, Theologico-Political Treatise, στο The Chief Works of Spinoza, τ. 1, μτφρ. R. Η. M. Elwes (New York: Dover Press, 1991), oo. 1-278. 3. Για το μετανεωτερικό δίκαιο και τον μετανεωτερικό νόμο, βλ. Michael Hardt και Antonio Negri, Labor of Dionysus (Minneapolis: University of Minnesota Press, 1994), κεφ. 6, oo. 217-261. 4. Βλ. Remi Brague, Du temps chez Platon et Aristote (Paris: PUF, 1982). 5. G. W. F. Hegel, Science of Logic, μτφρ. A. V. Miller (Atlantic Highlands, N. J.: Humanities Press International, 1989), oo. 327-385. 6. To μέτρο της αξίας σημαίνει την τακτική της εκμετάλλευσης, τη νόρμα της κοινωνικής της κατανομής και την κεφαλαιοκρατική της αναπαραγωγή. Ασφαλώς ο Marx υπερβαίνει τον Marx, και ποτέ δεν θα έπρεπε να υποστηρίξει κανείς ότι οι αναλύσεις του σχετικά με την ερ γασία και την αξία είναι απλώς ένας λόγος περί μέτρου· πέραν της αξίας, η εργασία είναι πάντα η ζωντανή δύναμη του Είναι. Βλ. Antonio Negri, «Twenty Theses on Marx», στο Saree Makdisi, Cesare Casarino και Rebecca Karl, επιμ., Marxism beyond Marxism (New York: Routledge, 1996), oo. 149-180. 7. Aristotle, Nicomachean Ethics [Ηθικά Νιχομάχεια], μτφρ. Terence Irwin (Indianapolis: Hackett, 1985), o. 119 (I129b30). 8 Για το δυνητικό, βλ. Gilles Deleuze και Felix Guattari, What Is Philosophy?, μτφρ. Hugh Tomlinson και Graham Burchell (New York: Columbia University Press, 1994)· και Gilles Deleuze, Bergsonism, μτφρ. Hugh Tomlinson και Barbara Habberjam (New York:
616
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1988), σσ. 94-103. Η έννοια που αποδίδουμε στη δυνητικότητα και στη σχέση της με την πραγματικότητα είναι κατά τι διαφορετική εκείνης που δανείζεται ο Deleuze από τον Bergson, ο οποίος αντιδια στέλλει μεταξύ της μετάβασης από το δυνητικό στο υποστατό (virtualactual) και εκείνης από το δυνατό στο πραγματικό (possible-real). Πρωταρχικό μέλημα του Bergson είναι αυτή η διάκριση και η επιβε βαίωση του ζεύγους δυνητικό-υποστατό επί του ζεύγους δυνατό-πραγματικό να τονίσει τη δημιουργική δύναμη του Είναι και να υπογραμμί σει ότι το Είναι δεν είναι απλώς μια αναγωγή μιας πληθώρας δυνατών κόσμων σε έναν μοναδικό πραγματικό κόσμο επί τη βάσει της ομοιό τητας, αλλά μάλλον ότι είναι πάντοτε μια πράξη δημιουργίας και απρό βλεπτης καινοτομίας. Βλ. H enri B ergson, «T he P o ssible and the R e a l», στο The Creative Mind, μτφρ. M abelle Andison (New York: Philosophical L ibrary, 1946), σσ. 91-106. Εμείς ασφαλώς αναγνωρίζου με την ανάγκη να επιμείνουμε στις δημιουργικές δυνάμεις της δυνητικότητας, όμως αυτός ο μπερξονικός λόγος δεν επαρκεί για τους στόχους μας στο βαθμό που και εμείς επιμένουμε στην πραγματικότητα του δημιουργούμενου Είναι, στην οντολογική του βαρύτητα και στους θεσμούς που δομούν τον κόσμο, δημιουργώντας την αναγκαιότητα μέσα από την τυχαιότητα. Για τη μετάβαση από το δυνητικό στο πραγματικό, βλ. G ilbert Simondon, L ’individu et sa genese physicobiologique (Paris: PUF, 1964)· επίσης B rian M assum i, «T h e Autonomy of A ffect», Cultural Critique, v. 31 (φθινόπωρο 1995), 83-109. 9. Οι αναλύσεις του M arx σχετικά με την αφαίρεση εμφανίζουν μια Zone,
διττή σχέση με αυτό το λόγο της δυνητικότητας και της δυνατότητας. Καλό θα ήταν, μάλιστα, να διακρίνουμε μεταξύ δύο μαρξικών εννοιών αφαίρεσης. Αφ’ ενός, και από την πλευρά του κεφαλαίου, η αφαίρεση σημαίνει αποκοπή από τις δυνάμεις μας του ενεργείν, και άρα συνιστά μια άρνηση του δυνητικού. Αφ’ ετέρου όμως, και από την πλευρά της εργασίας, η αφαίρεση είναι το γενικό σύνολο των δυνάμεών μας του ενεργείν, αυτό καθαυτό το δυνητικό. Βλ. Antonio Negri, M arx beyond Marx, μτφρ. H arry Cleaver, M ichael Ryan και M aurizio Viano (New York: Automedia, 199l)· επίσης K arl M arx, Grundrisse, μτφρ. M artin N icolaus (New York: Vintage, 1973), σσ. 83-111.
10. Για τη σχέση μεταξύ μοναδικού και κοινού, βλ. Giorgio Agamben, The Coming Community, μτφρ. Michael Hardt (Minneapolis: University of Minnesota Press, 1993).
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
617
11. Βλ. κυρίως Friedrich Nietzsche, On the Genealogy of Morals, μτφρ. W alter Kaufman και R . J . H ollingdale (New York: Vintage,
1967). 12. Βλ. Bernard Aspe καί Muriel Combes, «Du vampire au parasite», Futur anterieur, v. 35-36 (1996), 207-219. 13. Για την προτεραιότητα της αντίστασης έναντι της εξουσίας, βλ. G illes Deleuze, Foucault, μτφρ. Sean H and (M inneapolis: University of M innesota Press, 1988), σ. 89: «Η τελευταία λέξη όσον αφορά την εξουσία είναι ότι η αντίσταση προηγείται».
14. Το ρεύμα της φαινομενολογίας της υποκειμενικότητας (εν αντιθέσει προς το χαϊντεγκεριανό ρεύμα) κατόρθωσε να αντιληφθεί ότι αυ τή η διαλεκτική μεταξύ εμποδίου και ορίου, σε σχέση με τη δύναμη του νου αφ’ ενός και την πολιτική εξουσία αφ’ ετέρου, αναγνώριζε τον ναζισμό και άρα το κεφαλαιοκρατικό κράτος ως το πραγματικό όριο της ιστορικής προόδου. Από τον Husserl ώς τον Sartre συναντούμε μια δι αρκή προσπάθεια να μετασχηματιστεί το όριο σε ουδό, ενώ από πολλές απόψεις ο Foucault συνεχίζει στην ίδια κατεύθυνση. Βλ. Edmund Husserl, Crisis of European Sciences and Transcendental Pheno menology, μτφρ. David Carr (Evanston, 111: Northwestern University Press, 1970)· Jean-Paul Sartre, Critique of Dialectical Reason, μτφρ. Quentin Hoare (London: Verso, 1990)· και Deleuze, Foucault. 15. Βλ. Ja c q u e s R anciSre, La mesentante: politique et phi losophic (P aris: G alilee, 1995). 16. Ένα παράδειγμα τέτοιας καντιανής ονειροφαντασίας είναι ο Lu cien Goldmann, Mensch, Gemeinschaft und Welt in der Phi losophic Immanuel Kants (Zurich: Europa V erlag, 1945). 17. Βλ. Karl Marx, «On the Jewish Question», στο Early Writings, μτφρ. Rodney Livingstone και Gregor Benton (London: Penguin, 1975), σ. 211-241. 18. Βλ. Paul V irilio , L ’insecurite du territoire (P aris: Stock, 1976). 19. Για τη σημασία του γλωσσικού στη σύγχρονη οικονομία, βλ. Christian M arazzi, II posto dei calzini: la svolta linguistica delTeconomia e i suoi effeti nella politica (Bellinzona: Casagrande, 1995). 20. Βλ. Giorgio Agamben, Homo sacer: il potere sovrano e la nuda vita (Turin: Einaudi, 1995). 21. Σχετικά με αυτή τη σύλληψη του μηχανογενούς, βλ. F e lix
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
618
Guattari, L ’inconscient machinique: essais de schizo-analyse (Fontenay-sous-Bois: Encres/Recherches, 1979)· επίσης G illes Deleuze και F glix Guattari, Anti-Oedipus, μτφρ. R obert H urley, M ark L an e και H elen L an e (M inneapolis: University of M innesota Press, 1983). 22. K arl M arx, Capital, τ. 1, μτφρ. B en Fow kes (New York: Vintage, 1976), σσ. 554-555.
23. Προφανώς όταν μιλάμε για ένα υλιστικό τέλος μιλάμε για ένα τέλος που κατασκευάζεται από τα υποκείμενα, συγκροτείται από το πλήθος εν δράσει. Αυτό προϋποθέτει μια υλιστική ανάγνωση της ιστο ρίας η οποία αναγνωρίζει ότι οι θεσμοί της κοινωνίας διαμορφώνονται μέσα από τη συνάντηση και τη σύγκρουση των κοινωνικών δυνάμεων αυτών καθαυτές. Το τέλος σε αυτή την περίπτωση δεν είναι προκαθο ρισμένο αλλά κατασκευάζεται μέσα στη διαδικασία. Οι υλιστές ιστορι κοί όπως ο Θουκυδίδης και ο M achiavelli, καθώς και οι μεγάλοι υλι στές φιλόσοφοι (ο Επίκουρος, ο Λουκρήτιος και ο Spinoza), δεν αρνήθηκαν ποτέ ένα τέλος κατασκευασμένο από ανθρώπινες ενέργειες. Όπως έγραψε ο M arx στην εισαγωγή του στα Grundrisse, δεν είναι η ανατομία του πιθήκου αυτή που εξηγεί την ανατομία του ανθρώπου, αλ λά, αντίθετα, η ανατομία του ανθρώπου εξηγεί εκείνη του πιθήκου (σ. 105). Το τέλος εμφανίζεται μόνο κατόπιν, ως αποτέλεσμα των ενεργει ών της ιστορίας.
4.2 ΓΕΝΕΣΗ ΚΑΙ ΦΘΟΡΑ 1. Βλ. Charles de Secondat M ontesquieu, Considerations of the Causes of the Greatness of the Romans and Their Decline, μτφρ. David Lowenthal (New York: F re e Press, 1965)· και Edward Gibbon, Decline and Fall of the Roman Empire, 3 τ. (New York: Knopf, 1993). 2. Βλ. M achiavelli, Discourses, μτφρ. L eslie W alker (New Haven: Y ale University P ress, 1950)· και Antonio Negri, 11 potere costituente (M ilan: Sugarco, 1992), σσ. 75-96. 3. Alexis de Tocqueville, Democracy in America, μτφρ. George Lawrence (New York: Harper and Row, 1996). 4. G. W. F. Hegel, Lectures on the Philosophy of World History, μτφρ. Η. B. Nisbet (Cambridge: Cambridge University Press, 1975), σ. 170.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
619
5. Ο M assim o Cacciari επιχειρεί μια ευφυή ανάλυση της τύχης και της παρακμής της ιδέας της Ευρώπης με τη χαρακτηριστική πολυμάθειά του στο Geo-filosofia dell' Europa (M ilan: Adelphi, 1994). 6. Friedrich Nietzsche, The Gay Science, μτφρ. W alter Kaufman (New York: Random H ouse, 1974), σ. 99 (παρ. 24). 7. Friedrich Nietzsche, Werke, επιμ. Giorgio Colli και Mazzino Montinari (Berlin: de Gruyter, 1967), τ. 8, μέρος 1, σ. 77· το παραθέ τει ο Cacciari, Geo-filosofia d e ll’ Europa, σ. 9. Στο πρωτότυπο διαβά ζουμε: «Ich habe den Geist Europas in mich genommen -nun will ich den Gegenschlag tun!» 8. Βλ. Franz Rosenzweig, The Star of Redemption, μτφρ. William Hallo (New York: Holt, Rinehart and Winston, 1971). 9. Walter Benjamin, «Theses of the Philosophy of History», στο Illuminations, μτφρ. Harry Zohn (New York: Schocken, 1968), σσ. 253-264· το παράθεμα είναι από τη σ. 254 (Πρόταση 2). 10. Για τις τύχες του ευρωπαϊκού ανορθολογισμού, βλ. Georg Lukacs, The Destruction of Reason, μτφρ. Peter Palmer (London: Merlin, 1980). 11. Αναφερόμαστε κυρίως στους G illes Deleuze, M ichel Foucault και Ja c q u e s D errida. 12. Βλ. H ans Ju rgen K rah l, Konstitution und Klassenkampf (Frankfurt: N eue Kritik, 1971).
13. Ludwig Wittgenstein, Notebooks, 1914-16, επιμ. G. H. von Wright και G. E. M. Anscombe, 2η έκδ. (Chicago: University of Chicago Press, 1979), σσ. 79-80 (ΐη και 2 Αυγούστου, και 2 Σεπτεμ βρίου 1916). 14. Ludwig Wittgenstein, Tractatus Logico-Philosophicus, μτφρ. D. F . P ears και B. F . M cG uinness (London: Routledge, 1961), σ. 74. 15. H annah Arendt, On Revolution (New York: Viking, 1963). 16. 0 Gilles Deleuze συχνά πλέκει το εγκώμιο της αμερικανικής λο γοτεχνίας για το νομαδισμό και τις απεδαφικοποιητικές της δυνάμεις. Φαίνεται ότι για τον Deleuze η Αμερική αντιπροσωπεύει μια απελευ θέρωση από τα κλειστά σύνορα της ευρωπαϊκής συνείδησης. Βλ., για παράδειγμα, «Whitman» και «Bartleby, ou la formule», στο Critique et clinique (Paris: Minuit, 1993), σσ. 75-80 και 89-114. 17. Serge Guilbaut, How New York Stole the Idea of Modem Art: Abstract Expressionism, Freedom, and the Cold War, μτφρ. Arthur Goldhammer (Chicago: University of Chicago P ress, 1983).
620
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
18. Β λ. Antonio G ram sci, «Am ericanism and F o rd ism », στο Selections from the Prison Notebooks, μτφρ. Quintin H oare και Geoffrey Nowell Smith (New York: International Publishers, 1971), σσ. 279-318. 19. H Hannah Arendt έχει αναδειχθεί σε μια από τις πιο αγαπη μένες συγγραφείς για όσους μελετητές της πολιτικής θεωρίας σε Ηνω μένες Πολιτείες και Ευρώπη θέλουν να συλλάβουν με νέο τρόπο την πολιτική. Βλ., για παράδειγμα, τα δοκίμια στο Bonnie Honig, επιμ., Feminist Interpretations of Hannah Arendt (University Park: Pen nsylvania State University Press, 1995)· επίσης C raig Calhoun και John McGowan, επιμ., Hannah Arendt and the Meaning of Politics (M inneapolis: University o f M innesota P ress, 1997). 20. Για τις φιλοσοφικές συλλήψεις της γενέσεως και της φθοράς, βλ. Reiner Schurmann, Des hegemonies brisees (Mouvezin: T.E.R., 1996).
4.3 TO ΠΛΗΘΟΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ 1. Άγιος Αυγουστίνος, The City of God, μτφρ. Henry Bettenson (Harmondsworth: Penguin, 1972), σ. 430 (Βιβλίο XI, Κεφάλαιο l). 2. Πλωτίνος, Enneads, μτφρ. Stephen MacKenna (London: Faber and Faber, 1956), σ. 63 (1.6.8). 3. Για τη στρατιωτική ισχύ της Αυτοκρατορίας βλ. M anuel D e L an d a, War in the Age of Intelligent Machines (New York: Zone, 1991). 4. Για τη συγκρότηση του χρόνου, βλ. Antonio Negri, La constituzione del tempo (Rome: Castelvecchi, 1997)· επίσης, Michael Hardt, «Prison Time», Genet: In the Language of the Enemy, Yale French Studies, v. 91 (1997), 64-79. Επίσης βλ. Eric Alliez, Capital Times, μτφρ. Georges Van Den Abeel (Minneapolis: University of Minnesota Press, 1996). 5. Βλ. Jiirgen H aberm as, Theory of Communicative Action, μτφρ. Thomas McCarthy (Boston: Beacon Press, 1984). Παρομοίως o Andre Gorz αναγνωρίζει μόνο μία μερίδα του προλεταριάτου ως σχετιζόμενη με τις νέες επικοινωνιακές κατευθύνσεις της παραγωγής στο Farewell to the Working Class, μτφρ. M ichael Sonenscher (Boston: South End Press, 1982).
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
621
6. Εδώ ακολουθούμε την ενδιαφέρουσα ετυμολογία που δίνει η B arbara C assin για τον όρο «φιλοσοφία».
7. Για τη συνταγματική έννοια της συνάντησης, βλ. τα ύστερα έργα του L ou is Althusser, όσα έγραψε μετά τον εγκλεισμό του κατά τη δε καετία του 1980, ειδικότερα το « L e courant souterrain du materialism e de la rencontre», στο τ. 1 (Paris: STOCK/IMEC, 1994), σσ. 539-579.
Ecritsphilosophiques et politiques,
:
ΕΥΡΕΤΗ ΡΙΟ ΕΛΛΗ ΝΙΚ Ω Ν ΟΡΩΝ ΚΑΙ ΟΝΟΜΑΤΩΝ
Α γ γλ ικ ή Ε πα νάσ τα σ η 223 αγορά 126-127. Βλ. και π α γ κ ό σ μ ια α γο ρά Α ϊτινή Ε πανάσταση 172, 179-180 α λήθεια 214-216
Αμερικανική Επανάσταση 221-226, 503504 αναγεννησιακός ουμανισμός 107-111, 114-115, 133-134, 16.2, 195, 223, 227, 473 ανάπτυξης θεωρίες 380-382. Βλ. και υ πανάπτυξης θεωρίες αναπαραγω γή, κοινωνική 56, 102, 126, 368, 509, 612 σημ. 17. Βλ. και βιο εξουσία αναπαράσταση 176 αναρχικοί 466-467 ανθρώπινα δικαιώματα 153, 420 ανθρωπολογία 176-177, 256 ανταπόδοση 183-184 αντιουμανισμός 133-134 αντιπροσώπευση 124, 148, 187 αξιωματικό σύστημα του κεφαλαίου 436 απαρτχάιντ 175, 260-262 απεδαφικοποίηση 15-16, 77, 86, 98, 174 επιχειρούμενη από το κεφάλαιο 282, 435, 462 τη ς παραγωγής 396-400 Βλ. και γραμμές διαφυγής απεργίες: Γαλλία· 89-91 Νότια Κορέα 89-91 αποαποικισμός 331-333 αποδόμηση 80-81
αποικιοκρατία 106-107, 114-115, 161181, 272-273, 409-410 αγώνες εναντίον της 73-74, 151,181-187 και ΗΠΑ 234-235
Βλ. και αποαποικισμός α ποκ εντρ οπ οίη σ η τ η ς π α ρ α γ ω γ ή ς 331334, 396-398 αποσ κίρτησ η 289-292 αποσύνδεση 281-282, 381-382 Α ρ ιστοτέλης 275, 473, 529 άρνηση 276-279, 285 α ρ χιτεκ το νικ ή 257-258, 260, 449-450 αστυνομία 35, 41-42, 45, 53, 128 κ α ι α υτοκρατορική επ έμ β α σ η 66-69,
258-259 ασυστημικές κινήσεις 97 Αυγουστίνος, επίσκοπος Ιππώ νος 282, 516, 519-520 Αυτοκρατορία, ορισμός τη ς έννοιας 1718 αυτονομία του πολιτικού 412-413 αυτονομιστές 292 αυτόχθονος Αμερικανοί 233-235
AIDS, πανδημία του 190 βάρβαροι 291-297 βασιλικές προνομίες τη ς κυριαρχίας 6972, 457, 478 Βερσαλλιών, διάσκεψ η 326 Β ιετνά μ , π όλεμ ος του 245, 351, 371 βιοεξουσία 49-54, 130, 514, 534-536 έ λ εγχ ο ς τ η ς 96-97, 421-422, 458-462, 517-518 ως φορέας παραγωγής 57, 58, 61,483485 Β ιομ ηχανικοί Ε ρ γ ά τες του Κόσμου (In
dustrial W orkers of the W orld) 283284, 292, 543 βιομηχανικός εφεδρικός στρατός 587 σημ. 7
Βφγιλιος 230
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΟΡΩΝ ΚΑΙ ΟΝΟΜΑΤΩΝ
624
Γαλλική Επανάσταση, 145-146, 148, 160, 164-166, 503 γενική βούληση 125, 128, 138 γενική διάνοια 56, 483 γραμμές διαφυγής 81, 173 γυμνή ζωή 279, 485 διάγραμμα 440 Διακήρυξη τη ς Ανεξαρτησίας 227, 233, 235 διαλεκτική 85-86, 256-257 της ταυτότητας 147, 162, 177-184 κριτική τη ς 196, 200-201, 476-477, 500-501 διαχείρισης και οργάνωσης, θεωρία 211 διεθνείς σχέσεις, ως ακαδημαϊκός κλά δος 197 διεθνισμός 78, 82-83, 201 δίκαιο και νόμος 41-42 αυτοκρατορικό 47, 99 διεθνές 24, 31-32, 37, 62, 67-68 υπερεθνικό 31-32, 40-41 δίκαιος πόλεμος 35, 65-67 δικαιοσύνη 43-44, 122, 473 δικαιώματα. Β λ. πλήθος, δικαιώματα του δικαστήρια, διεθνή και υπερεθνικά 68 δικτυακή εξουσία 222-225 δικτυακή παραγωγή 396-400 διοίκηση: αυτοκρατορική· 452-458 νεωτερική 129-130, 142-143 δουλεία 169-174, 289· στις ΗΠΑ 234-236,
243 δυνητικό 473-477, 486 εγγυημένο εισόδημα 532 εθνικισμός, αγώνες εναντίον του 73-74. Β λ. χα ι μαύρος εθνικισμός, υποδεε στέρων εθνικό κράτος 13-14, 75, 155-156, 319, 447-448 εθνικοαπελευθερωτικοί αγώνες. Β λ. α ποικιοκρατία, αγώνες εναντίον της εθνικοσοσιαλισμός 157-160 εθνικών κρατών, σύστημα 71, 416-417
έθνος, νεωτερική έννοια του 135-150 ειρήνη 44, 113, 122, 136, 249, 258 ως αρετή της Αυτοκρατορίας 33-34, 37, 96, 230, 470 εκκοσμίκευση 107-111, 134, 223 εκμετάλλευση 74, 87, 284-287, 509 εκσυγχρονισμός 337-340, 377-378, 382384 εμμμένεια 101, 116, 133-134, 217, 498, 530 ανακάλυψη της 107-111 τη ς αυτοκρατορικής εξουσίας 223, 226, 495 τη ς νεωτερικής εξουσίας 121 του κεφαλαίου 435-439 εναντίωση 287-292, 479 εξαίρεση, καθεστώς τη ς 41, 53, 69 έξοδος 114, 289-292, 483, 486 ανθρωπολογική 294-296 εξομαλυμένος χώρος 260, 437, 441 έξω εναντίον έσω 76-77, 251-260, 469470,584 σημ. 5 τη ς κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης 299-309, 315-316, 348-349 επανιδιοποίηση 533-537, 542 επ εκτα τική τάση: τη ς Αυτοκρατορίας 228-230 του κεφαλαίου 300-309 επέμβαση και κυριαρχία 42-43, 64-68 επικοινωνία 56-57, 61-65, 522, 533-534 μεταξύ των αγώνων 89-96 στην παραγωγή 389-401, 483-484 επικοινωνιών, βιομηχανίες 62, 462-463 επιμειξία 480-483 εποικοδόμημα 55, 59, 501-510 εργασία 475-476 αφηρημένη 393 άυλη 56, 88, 389-395 συναισθηματική 393-394, 484 εργατική τάξη, βιομηχανική 87, 346, 531 έρωτας 116, 255, 545 Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών 410-411 εταιρείες, υπερεθνικές 59, 408-414 εταιρική κουλτούρα 212-213 ευρωκεντρισμός 106, 114-115, 126, 169
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΟΡΩΝ ΚΑΙ ΟΝΟΜΑΤΩΝ
(ΟΗΕ), 24-27, 29, 42, 59, 70, 185, 248, 415
Η νω μ ένα Έ θνη
θέαμα 431-433, 462 250
Θ ουκυδίδης
ιδεολογία 534 ιδιοκτησία, ιδιωτική και δημόσια 404407, 542 ιμπεριαλισμός 60, 357-358, 443 αγώνες εναντίον του 73-74, 94 και ΗΠΑ 237, 242-246 μαρξιστικές κριτικές του 299-317, 363-367, 443 σε α ντιδια σ τολή με τη ν Α υτοκρατο ρία 15 Ίν τ ε ρ ν ε τ 402 Ιντιφ ά ντα 89-92. Βλ. χαι Π αλαιστίνιοι ιστορία: αναστολή τη ς 33 τέλ ο ς τ η ς 102, 258, 487-488 ιστορία, ω ς α κα δη μ α ϊκ ός κλάδος 177 ιστορικισμός 143-144 ιταλ ικ ή οικονομία 387-388
Κάλιμπαν 121-122 κατατμήσεις, κοινωνικές 449-452 κεϋνσιανισμός 328 κινητικότητα των πληθυσμών 290, 341342, 370, 458 δικαίωμα στην 524-529 και δεινά 214-215 κοινότητα 76-77, 201, 476 και έθνος 138, 139-40, 152-154, 159 κοινωνία του ελέγχου 48-54, 270-271, 426-427, 439-442 Κοινωνία των Εθνών 240 κοινωνία των πολιτών 52, 438-440 παγκόσμια 29, 417 κοινωνικός μισθός 532 κομμουνισμός 100, 320, 395, 467, 546 κράτος, κληρονομικό και απολυταρχικό 135-137 κεφαλαιοκρατικό 314-315, 317-320, 328, 408-414 νεωτερικό 131, 187
625
Βλ. χαι υπερβασιακός μηχανισμός Κ ράτος Προνοίας 405 κρίση 509-512 τη ς Ε υρώ πης 495-503 τω ν θεσμών 268-269 Βλ. χαι νεωτερικότητα, ως κρίση κ υβερνητικότητα 129, 437 κυβερνοπάνκ 294 κύκλοι αγώ νω ν 84-86, 88-89, 352 κυριαρχία: εθνικ ή 137-150 νεω τερική 105-107, 122, 132 σε σύγκρουση με το κεφ ά λα ιο 434437 λαός, ο 146-150, 266, 418-421, 424 αποδυνάμωση του 458-459, 543 Λος Άντζελες, εξέγερση του 89-92 μα ζική δια νοη τικότη τα 56, 540-541 μακιαβελλισμός 223-225 μανιφέστο 100-104 μ ά ρ κετινγκ 210-211 μαύρος εθνικισμός 152-155 μαφία 67, 456 μαχόμενος, ο 543-546 Μ έσ α Μ α ζικ ή ς Ε νη μ έρ ω σ η ς (ΜΜ Ε)
418, 431-433 μετα-άνθρω πος 293
μετααποικιακές θεωρίες 191-193,199-203 μεταβλητό κεφάλαιο 395, 535 μετανεωτερικές θεωρίες 191-199 μετανεωτερικότητα 102-103, 256, 321 μεταεκσυγχρονισμός 367, 377-380, 383389 μεταφορντισμός 90, 540-541 μετάφραση 84, 92 μέτρο αξίας 127, 470-473, 518 μη εργασία 368
(ΜΚΟ) 6566, 418-421 μη-τόπος της εξουσίας 258, 260, 276, 286-287, 427, 470, 508 και κατασκευή ενός νέου τόπου 294, 474 μοναδικότητα 93, 98, 110, 116, 128, 147, Μ η Κ υβερνητικοί Ο ργανισμοί
626
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΟΡΩΝ ΚΑΙ ΟΝΟΜΑΤΩΝ
521-522. Βλ. χαι συμβάν Μ παντούνγκ, διάσκεψη τη ς 153, 338 Μ πρέττον Γουντς, συμφωνίες του 331, 356-359 Νέα Αριστερά 246 νέα κοινωνικά κινήματα 370 νεωτερικότητα 78-80, 105-111 ως κρίση 111-116, 131-132, 155 μετανεωτερική κριτική τη ς 195-199, 215 Νιου Ν τηλ 85, 242, 247, 503 σε παγκόσμιο επίπεδο 327-331, 358 νομαδισμός 114, 289-292, 480-483 νομιμοποίηση 62-65, 68, 71, 131-132 οικογένεια 205, 268-269 ολοκληρωτισμός 158-160, 374 Ολλανδική Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών 409 οντολογία 79-81, 99, 281, 470-483 απουσία της 276, 517 οόλτρα-ιμπεριαλισμός 312-313 ουμανισμός 116, 133-134, 383
Βλ. χαι αναγεννησιακός ουρανισμός παγκόσμια αγορά 208-213, 259, 318-320, 340-346, 444-447 οικοδόμηση της 299-300 Βλ. χαι αποσόνδεση παγκοσμιοποίηση 24, 30, 61, 91, 189, 465, 480 εκ τω ν κ άτω 19, 74-77, 86, 95-96 Π α γκόσ μ ιος πόλεμ ος, Α ' 315 Π α γκόσ μ ιος πόλεμ ος, Β ' 329-330 Π αλαιστίνιοι 154-155 παν-κρίση 259, 269, 274 π αρ α κμ ή και π τώ σ η τη ς Α υτοκρατορίας
45-46, 490-495 π α ρ α σ ιτικ ή φύση τ η ς Α υτοκρα τορία ς
477-479 πειθαρχία 140, 219-220, 597 σημ. 7 άρνηση της 351-353, 367-376 πειθαρχική διακυβέρνηση 328-329, 334336, 338-343
πειθαρχική κοινωνία 48-51, 129-130, 439-443 πλήθος 97-104, 110-111, 132, 222, 227, 469 άρνησή του από τη νεωτερική κυ ριαρχία 117, 121-122, 128, 140 αυτοκρατορική φθορά του 517 δικαιώματα του 524-537 δυνάμεις του 285-297, 474-482 σε αντιδιαστολή με λαό 147, 159, 266, 424, 458-459 πληροφοριακή υποδομή 401-404 Π όλεμος του Π ερσικού 35, 36, 247, 415 π ο λ ιτικ ή θεω ρία 101, 513-514 Πολύβιος 224-225, 228, 421-424, 491 π ρ οκα τά λη ψ η 433 προοδευτισμός 239-241 προλεταριάτο 82-84, 101, 346-347, 531 ορισμός του 87-88
πρωταρχική συσσώρευση 136, 139, 346350, 404, 435 πυρηνικοί εξοπλισμοί 460-463 ρεπουμπλικανισμός 252, 284-297 ρίζωμα 402, 524 Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία 32, 45-46, 224, 228, 401, 421-424, 491-494 ρωμαϊκή δημοκρατία 223-224 Σ οβ ιετική Έ νω ση , κατάρρευση τη ς 246,
292, 372-376 σοβιετική επανάσταση 173, 185, 242, 325-326 σοσιαλιστική πειθα ρχία 291 στρουκτουραλισμός 55 συμβάν 53, 56, 71, 82, 97, 542-543 Βλ. χαι μοναδικότητα συναίσθημα. Βλ. εργασία, συναισθηματι κή
συνεργασία 396-398, 485-486, 522-523, 530, 540 συνταγματική ιστορία των ΗΠΑ, φάσεις της 230-231 συντακτική δύναμη 80, 95, 100, 253, 476, 536, 540
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΟΡΩΝ ΚΑΙ ΟΝΟΜΑΤΩΝ στο Σύνταγμα των ΗΠΑ 224, 226 ταιηλορισμός 325-326, 328, 334-335, 345-346, 360-361, 506, 539 τακτική και στρατηγική 95, 100 τελεολογία 85-86, 144, 227,507 ολιστική 100-103, 488, 522-523, 533537, 618 σημ. 23 Τ ιενανμ έν, π λ α τεία ς γεγονότα 89, 91 το π ικ ό εναντίον παγκόσμιου 75-78, 480481 το π ο -εδρικά κ ινή μ α τα 75 τριτοκοσμισμός 355-356 Τ ρ ίτο ς εναντίον Π ρώ του Κ όσμου 15, 342-343, 355, 444-447, 481-482 Τ σ ιάπ α ς, εξέγερση σε 89-92 υβριδικότητα 197-203, 295 διαχείριση τη ς 236 και πολίτευμα 424-428 υπαγω γή, τυπική και πραγματική 51, 344-346, 365-366, 425, 484, 510 υπανάπτυξης, θεωρίες 380-382 υπεραξία, υλοποίηση της 300-304 υπερβασιακός μηχανισμός 116-124, 226227 υπερπαραγω γή και υποκατανάλωση 300-301, 591 σημ. 3 υπηκοότητα, παγκόσμια 480, 528-529, 532
627
υπηρεσιών, οικονομίες 385-386, 393-394 υποδεεστέρων, εθνικισμός των 150-155, 184-187, 447-449 υποκειμενικότητα, παραγω γή τη ς 61, 86, 267-270, 430, 441-442, 500 νέα κυκλώματα τη ς 363, 370, 530 φ εμινιστικά κ ινή μ α τα 369-370 φθορά 46, 274-276, 514-518 κύκλος τ η ς 225-228 φιλελεύθερη π ο λ ιτικ ή 257-258 φιλοσοφία 82 φόβος 433, 452, 513 φ ονταμενταλισμός 203-208, 418, 526 φορντισμός 326, 328, 335, 345, 539 π αρ α κμ ή του 360-361 εναντίον του μοντέλου τ η ς T o y o ta
389-390 Φ ραγκίσκος τ η ς Α σσίζης 545-546 Φ ρανκφούρτης, Σ χο λ ή 52, 199 φυλετισμός: αυτοκρατορικός 260-266 νεω τερικός 147, 261-266 φυσικού δικαίου, θεωρίες 142-143 φ τώ χεια 217-220
χρήμα 461-463 χριστιανισμός 46, 65-66, 493 χρονικότητα 529-532 ψυχρός πόλεμος 244-250
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΞΕΝΩΝ ΟΡΩΝ ΚΑΙ ΟΝΟΜΑΤΩΝ
Agamben, Giorgio 485 Ahmed, Akbar 207 A ltusser, Louis 100-101, 133 Amin, Sam ir 114-115, 446 Anderson, Benedict 137, 152, 265 A ppadurai, Arjun 209 A ppiah, Anthony 193 A rendth, H annah 225-226, 503, 512 A rrighi, Giovanni 322-324 A uerbach, Erich 78 B aco n , F r a n c is 109 B a lib a r, E tie n n e 262 B a u e r, O tto 158 B e n ja m in , W a lte r 293, 499 B h a b h a, H om i 199-202 B o d in , J e a n 124, 140-142 B ov illu s 109 B ra u d e l, F e r n a n d 304, 320 B ru n o , G io rd a n o 115 B u rk e , E d m u n d 149 B u sh , G eo rg e 247 C a s te lls , M a n u e l, κ α ι Y uko A oyam a
384-385 Cdline, L ouis-F erdinand 187-190 Cesaire, Aime 165, 182 Chaplin, C harlie 220 C hatterjee, P artha 186-187 Coetzee, J . M . 277-278 Conrad, Joseph 188 Cowhey, P e ter 400 D ante, Alighieri 108, 110 Davis, M ike 449 D ebord, Guy 258, 4 30-4 3 3 D eleuze, Gilles, και F elix G uattari 52,
56, 264-265, 282, 287, 407, 435 D e sc a rte s, R e n d 118-119, 515 D e S ic a, V itto rio 219 D irlik , A rif 126, 193 d is p ro s itif 49, 100, 440-441 D u n s, S co tu s 108 F a lk , R ic h a rd 66 F a n o n , F ra n z 174-175, 180-181, 183-184
Federalist 222-223 F ic h te , J o h a n n G o ttlie b 149 F o u c a u lt, M ic h el 37, 48-52, 55-56, 129-
130, 437-441 και ουρανισμός 133-134 γ ια το Διαφωτισμό 251-252 F u k u y a m a, F r a n c is 258 G a lile o , G a lile i 109-110 G a tes, B ill 398 G e n et, J e a n 154-155 G ib b o n , E d w a rd 46, 491-492 G ilroy, P a u l 179 G in g rich , N ew t 464 G ram sci, A ntonio 315, 506 G u ilb a u t, S e rg e 505-506
H aberm as, Ju rg en 62, 533 H arraw ay, D onna 133, 296 H arvey, David 213 H egel, G. W. F . 73, 181, 438, 453, 496 Γ ια τ η νεω τερική κυριαρχία 121-124, 127-129, 131 H eidegger, M artin 500 H e rd er, J . G. 144 H ilferding, R u d o lf 306, 310-312
historia rerum gestarum Β λ. res gestae H obbes, T hom as 28-29, 123-125, 127,
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΞΕΝΩΝ ΟΡΩΝ ΚΑΙ ΟΝΟΜΑΤΩΝ 433, 513 για το λαό 147 H o b so n , J o h n 314 homohomo 109, 120, 279, 297 homo taatum 278-279 Ja c k so n , A n d rew 231-232 Ja m e s o n , F r e d r ic 213, 256, 366, 432 Je ffe rs o n , T hom as 231-232, 249, 504
629
για την κεφαλαιοκρατική κρίση 352, 359 θεωρία τη ς αξίας 471-472 βλ. και γενική διάνοια· υπαγωγή, τυ πική και πραγματική· Vogelfrei M a rx , K a rl, και F r ie d r ic h E ngels 100104, 306, 408 M e lv ille , H e rm a n 276-279 M o n ro e (δόγμ α ) 243-249 M o n te sq u ie u 46, 491
K an t, Im m an u el 120, 251 K autsky, K a rl 310-313 K elsen , H a n s 25-27, 29, 38 K eynes, J o h n M a y n a rd 329
M o re , T hom as 110 M o rris, W illia m 84 M o u lie r B o utang, T a n n 173 M u s il, R o b e rt 105-106, 383, 388
L a B o etie, 6 tie n n e d e 278 L as C asas, B arto lo m e d e 163 L e n in V . I. 310-317 Levy, P ie r r e 389 L in co ln , A b rah am 236 L ock e, J o h n 28-29 L ’O u v e rtu re , T o u ssa in t 164-166 L u b ia n o , W ah n eem a 153 L u h m an n , N ik las 37, 39 L u x em b u rg , R o sa : γ ια τον εθνικ ισ μ ό
N eg ritu d e 130-131 N ik o lau s C u sa n u s 108 N ie tz ch e , F r ie d r ic h 132, 291, 477, 497,
139 κριτική τοι> ιμπεριαλισμού 303-304, 308, 315-316, 364, 444 M a c h ia v e lli, N iccolo 100-104,132, 217,
317,413,513 για την αρχαία Ρώμη 39, 223-224, 228, 492-495 γ ια τ η συντακτική δύναμη 253 M alco lm X 153, 184 M a rsiliu s τη ς Π άδουας 110 M a rx , K a rl 75, 93, 99, 254, 281, 466, 482,
487 γ ια τ η βρετανική α ποικιοκρα τία
166-
169 για τις ΗΠΑ 231-232 γ ια τη ν κεφ α λα ιοκ ρατικ ή ε π έ κ τα σ η
299-304 οι ελλείποντες τόμοι του Κεφαλαίου 317-320
500 Nixon, R ichard 358
Pascal, B laise 118 P icco d e lla M ira n d o la , G iovanni 108-
109 Pockock, J . G . 223 posse 537-543 P rakash,G yan 202 R a h m a n , F a z lu r 206-207 R a w ls, J o h n 37, 39 R e ic h , R o b e rt 209, 392
res gestae 79-81, 86, 98, 101, 488-489 R h o d e s, C ecil 308-309, 314 R o o se v e lt, F r a n k lin D e la n o 327, 464 R o o se v e lt, T h e o d o re 239-240, 244, 327 R osenzw eig, F r a n z 499 R o u ss e a u , J e a n -J a c q u e s 125, 127-128,
407 S a id , E d w a rd 175, 203 S a r tr e , J e a n - P a u l 180-183 S ch m itt, C a rl 40, 499, 610 σημ. 6 S c h o p e n h a u e r, A rth u r 121-122 S ieyes, E m m a n u el-Jo sep h 145, 148, 160
630
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΞΕΝΩΝ ΟΡΩΝ ΚΑΙ ΟΝΟΜΑΤΩΝ
S m ith , A dam 126-128 S p in o z a , B a ru c h 103-104,
133-134,
Vico, G iam batista 143 Vogelfrei 218-220
253-255, 278, 477 Γ ια την εμ μ ένεια 111, 116 S ta lin J o s e p h 158
T hatcher, M argaret 464 T ocqueville, A lexis de 225, 231-232, 496 T rum an, H arry 336
W allerstein, Im m anuel 446 W eber, M ax 71, 129-130, 453, 499 W illiam του Ό κ κα μ 110 W ilson, W oodrow 239-241, 247, 327 W ittgenstein, Ludwig 500, 501 Zavattini, C esare 219
Τ Ο Β ΙΒ Λ ΙΟ Τ Ω Ν M IC H A E L H A R D T - A N T O N IO N E G R I
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ Σ Τ Ο ΙΧ Ε ΙΟ Θ Ε Τ Η Θ Η Κ Ε Κ Α Ι Σ Ε Λ ΙΔ Ο Π Ο ΙΗ Θ Η Κ Ε Α Π Ο Τ Ο Ν Π Α Ν Α Γ . Κ Α Π Ε Ν Η . Τ Ι Σ Δ ΙΟ Ρ Θ Ω Σ Ε ΙΣ Ε Κ Α Ν Ε Ο Π Α Ν Τ Ε Λ Η Σ Μ Π Ο Τ Κ Α Λ Α Σ . Τ Α Φ ΙΛ Μ Κ Α Ι Τ Ο Μ Ο Ν Τ Α Ζ Ε Γ ΙΝ Α Ν Σ Τ Ο «Φ Α ΣΜ Α ». Τ Υ Π Ω Θ Η Κ Ε Α Π Ο Τ Ο Ν Π Α Ν Α Γ ΙΩ Τ Η Γ Κ Ο Ν Η Κ Α Ι Β ΙΒ Λ ΙΟ Δ Ε Τ Η Θ Η Κ Ε Α Π Ο Τ Ο Υ Σ Θ. Η Λ ΙΟ Π Ο Υ Λ Ο Κ Α Ι Π . Ρ Ο Δ Ο Π Ο Υ Λ Ο , Σ Ε ΔΥΟ Χ ΙΛ ΙΑ Δ Ε Σ Α Ν Τ ΙΤ Υ Π Α , Γ ΙΑ Λ Ο Γ Α Ρ ΙΑ Σ Μ Ο Τ Ω Ν Ε Κ Δ Ο Σ Ε Ω Ν S C R IP T A , Α Σ Κ Λ Η Π ΙΟ Υ 1 0 , Α Θ Η Ν Α 1 0 6 8 0 , Τ Η Λ . 2 1 0 .3 6 1 6 5 2 8 , Φ Α Ξ 2 1 0 .3 6 1 6 5 2 9
0 Michael Hardt είναι επίκουρος καθηγητής στο Πρόγραμμα Λογοτεχνίας του Πανεπιστημίου Duke.
Ο Antonio Negri είναι ανεξάρτητος ερευνητής, συγγραφέας και τρόφιμος των φυλακών Rebibbia της Ρώμης. Έχει διατελέσει λέκτορας στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού και καθηγητής πολιτικής επιστήμης στο Πανεπιστήμιο της Πάδουας.
Μακέτα εξωφύλλου Αλέξανδρος '/σαρης Ο πίνακας είναι του J. Ratal Olbinski
Η Αυτοκρατορία, ro νέο βιβλίο το υ A nto nio N e g ri και το υ M ic h a e l Hardt, είναι ένα εκπ ληκτικό to u r de force. Γοαμμένο με μ ετα δ ο τικό ενθουσιασμ ό, με ευ ρ εία γνώ ση τη ς ισ το ρ ία ς και σ υσ τη μ α τική οργάνω ση, φ ιλ ο δ ο ξ ε ί να θ έσ ει τα θεμ έλια μ ιας τε λ ε ο λ ο γ ία ς τω ν τα ξικώ ν αγώ νω ν και τη ς ε ρ γ α τικ ή ς μ α χ η τικό τη τα ς, ακόμη πιο ο υσ ια σ τικά «κομμουνιστικής» από τη ν κ λ α σ ικ ή μ α ρ ξ ισ τικ ή . Γ ι’ α υ τό κ α ι η μ ε λ έ τη τ ο υ ς α ν α μ φ ίβ ο λ α θ α π υ ρ ο δ ο τή σ ε ι μ ια μ α κρ οχ ρ ό νια και π αθιασμ ένη σ υ ζή τη σ η α νά μ εσ α σ το υ ς φ ιλο σ ό φ ο υ ς , το υ ς π ο λιτικούς επ ισ τή μ ο νες κα ι το υ ς σ ο σ ια λ ισ τές . Ό π ο ια κα ι α ν είν α ι τα σ υ μ π ερ ά σ μ α τα α υ τή ς τη ς σ υζήτησης, τα ο φ έλ η για το υ ς σ κεπ τόμ ενους ανθρώ π ους το υ κα ιρ ο ύ μ ας θα είναι τερ ά σ τια .
ETIENNE BALIBAR Η Αυτοκρατορία είν α ι μ ια απ ό τις πιο ευ φ υ είς , εμ β ρ ιθ είς κα ι δ ιε ισ δ υ τικ ές π ο λιτικ ές ερ μ η ν είες π ου έχ ο υ μ ε σ τη δ ιά θ ε σ ή μ α ς μ έχ ρ ι τώ ρ α σ χ ε τικ ά μ ε το φ α ιν ό μ εν ο π ου ονο μ ά ζου μ ε «π αγκοσμ ιοπ οίηση». Α ν α μ ετρ ο ύ μ εν ο ι κ ρ ιτικ ά μ ε τις μ ε τα α π ο ικ ια κ έ ς κα ι μ ε τα ν ε ω τε ρ ικ έ ς θ ε ω ρ ίε ς , κ α ι γ ν ω ρ ίζ ο ν τα ς π ο λύ κ α λ ά τ ις π ο λ λ α π λ έ ς ε κ δ ο χ έ ς τη ς ν εω τερ ικ ό τη τα ς και τη ς κ εφ α λ α ιο κ ρ α τία ς , ο H ardt και ο N e g ri επ α ν εξετά ζ ο υ ν το ν μαρξισμό για να α να π τύξου ν έν α όραμ α τη ς π ο λιτικής π ου είναι τα υ τό χ ρ ο ν α π ρω τότυπ ο και επ ίκαιρο. Α υ τό το εξα ιρ ετικ ά εντυπ ω σιακό βιβλίο θα σ υ ζη τη θ εί για π ολύ καιρό.
DIPESH CHAKRABARTY Α φ ο ύ δια β ά σ ει κα νείς τη ν Αυτοκρατορία, δ εν μ π ορ εί να μην έχει σχημ ατίσει τη ν εντύπ ω ση ότι, α ν α υ τό τ ο βιβλίο δ εν είχ ε γρα φ εί, θα έπ ρ επ ε να εφ ευ ρ εθ εί. Α υ τό που μ ας π ρ ο σ φ έρ ο υ ν ο H ardt και ο N e g ri δ εν είναι τίπ ο τα λ ιγ ό τερ ο από μια νέα γ ρ α φ ή το υ Κομμουνιστικού Μανι φέστου σ ε σ χέσ η με τη ν επ οχή μ ας: η Αυτοκρατορία απ οδεικνύει α δ ιά ψ ευσ τα ότι η π α γκόσ μια κ ε φ α λ α ιο κ ρ α τία γεννά ανταγω νισμ ούς π ου τελ ικ ά θα π ρ ο κα λέσ ο υ ν τη ν έκ ρ η ξη το υ σ υσ τήμ ατος. Το β ιβ λίο α υ τό είναι το α γ γ ελ τή ρ ιο το υ τέλ ο υ ς όχι μόνο για το υ ς εφ η σ υ χασ μ ένους φ ιλελεύ θ ερ ο υ ς θ ια σ ώ τες το υ “τέλ ο υ ς τη ς ισ το ρ ία ς ”, α λ λά και για τις ψ ευδορ ιζο σ π α σ τικές Π ολιτισμ ικές Σ π ο υδές που α π ο φ εύ γο υ ν τη ν κ α τά μ έτω πο α ντιπ α ρ ά θ εσ η με τη σύγχρονη κ εφ α λα ιο κρ α τία . SLAVOJ ZIZEK
ISBN 9 b 0 -7 9 0 9 -MS-3