Σειρά ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΞΕΝΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Συγγραφέας και τίτλος πρωτοτύπου MARIE GRAY STORIES TO MAKE YOU BLUSH, 3: SEVEN NAUGHTY TALES Copyright® Guy Saint-Jean Editeur Inc. 2004 Μετάφραση PENA Ρ ω ς ΣΗ-Ζ α ΪΡΗ Επιμέλεια κειμένου ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΑθΑΝΑΣΙΑΔΗΣ Παραγωγή ΜΙΝΩΑΣ Α.Ε.Ε.
1η έκδοση στην Ελλάδα: Μάιος 2006 Copyright® για την παρούσα έκδοση: Εκδόσεις ΜΙΝΩΑΣ Τ.Θ. 504 88,141 10 Ν. Ηράκλειο, ΑΘΗΝΑ τηλ.: 210 27 11 222 -fa x : 210 27 11 056 www.minoas.gr · e-mail:
[email protected] ISBN 960-699-278-0
Στο γιο μου,το Σάμιουελ,το άμεσο επακόλουθο του βιβλίου Ιστορίες που σε κάνουν να κοκκινίζεις (1996), ελπίζοντας πως δε θα κοκκινίσει από ντροπή όταν γίνει αρκετά μεγάλος για να καταλάβει τι είδους βιβλία γράφει η μαμά του!
Α γα π η τ ο ί α ν α γ ν ώ σ τ ε ς !
Στην αυγή της δημοσίευσης του τρίτου μου βιβλίου με ερωτικές ιστορίες, θέλω να σας πω πόσο ευγνώμων είμαι σε όλους εσάς που βοηθήσατε και με το παραπάνω να γίνουν επιτυχίες τα πρώτα μου βιβλία. Όλα αυτά τα χρόνια νιώθω αφάντα στα τυχερή που συνάντησα πολλούς από σας σε βιβλιοπωλεία ή οπουδήποτε παρουσιάστηκαν τα βιβλία μου. Αυτό που με ενθουσίασε και με ευχα ρίστησε πολύ ήταν το ότι έβλεπα πως, παρά τη διαφορά της ηλικίας,του στιλ,της προσωπικότη τας, όλοι σας είχατε μια λάμψη ζαβολιάς στα μάτια! Ελπίζω μ’ όλη μου την καρδιά πως θα βρείτε κάτι και σ’ αυτό το βιβλίο για να διασκε δάσετε , να χαμογελάσετε, και -γιατί ό χ ι ν α κοκ κινίσετε μια στάλα... Καλή σας ανάγνωση και κυρίως... πολλές απο λαύσεις ! Ειλικρινά δική σας, Μαρί Γκρέυ Δεκέμβριος 2003
Η Ρ ε Ϊ τ ς ε λ δ ε θ α π ι ς τ ε τ ε π ο τ ε πως μια απλή πρό σκληση θα μπορούσε ν’ αλλάξει τόσο δραματικά τη ζωή της. Η συγκεκριμένη, μάλιστα, ούτε καν απευθυνό ταν στην ίδια. Ο φάκελος έγραφε:
χΚυρίο χΐβόοι 'Βντουαρτξ αΛρόμος του υΜότου, 2650 Jttovipeafl, 5Καναδάο, Ήταν η διεύθυνσή της, βέβαια, αλλά η Ρέιτσελ δεν ήξερε καμιά κυρία Τζόσι Έντουαρτς. Κι όμως, ζούσε σ’ αυτό το δρόμο τρία ολόκληρα χρόνια. Κ α νονικά, θα είχε επιστρέφει το φάκελο στο ταχυ δρομείο γράφοντας επάνω του «ΠΑΡΑΛΗΠΤΗΣ ΑΓΝΩΣΤΟΣ», χωρίς να τον ανοίξει. Αλλά μια λε πτομέρεια τράβηξε την προσοχή της. Στο φάκελο, εκεί όπου έπρεπε να γράφει το όνομα του απ ο στολέα, υπήρχε ένα περίεργο σχέδιο: ένα χέρι που προσπαθούσε να κόψει ένα μήλο. Της θύμισε π α λιά γκραβούρα,σαν κι αυτές που βρίσκει κανείς σε βιβλία περασμένων αιώνων. Αλλά το πιο εντυπω
Πιο
Πολλές
Ιστορίες
Ποϊ Σε
Κ ανοϊν
Να Κ ο κ κ ι ν ί ζ ε ι ς
σιακό ήταν αυτό που έγραφε κάτω από την γκραβουρα: «& 1α την ύστατη ρύση του απαγορευμένου Ιβαρπού».
Η Ρέιτσελ ήταν το τέλειο παράδειγμα της νεαρής γυναίκας με την πέρα για πέρα ήρεμη ζωή. Εργα ζόταν ως υπάλληλος εδώ κι εφτά χρόνια στην ίδια λογιστική εταιρία και ήταν ανύπαντρη. Μια κανο νική «γεροντοκόρη», σκληραγωγημένη και εγκρα τής. Ήταν πέρα για πέρα ευτυχισμένη με τις έξι γάτες της, τις βιντεοκασέτες της με όλες τις τελευ ταίες ταινίες, τα κατεψυγμένα φαγητά μπροστά στην τηλεόραση και το ποπ-κορν που ετοιμαζόταν μέσα στο φούρνο μικροκυμάτων της. Όλα αυτά της έφταναν και της περίσσευαν. Για να λέμε μάλι στα την αλήθεια, η Ρέιτσελ πίστευε πως δεν ήταν καθόλου γοητευτική· και, εντάξει, δεν ήταν δα και η ομορφότερη γυναίκα του πλανήτη... Δεν είχε όμως κάνει ποτέ της την παραμικρή προσπάθεια για να φανεί ελκυστική σε κανέναν. Μακιγιαριζόταν ελάχιστα -δεν είχε ούτε την υπομονή, ούτε τη φαντασία που απαιτείται για κάτι τέτοιο-και ντυ νόταν με ρούχα απλώς άνετα,χωρίς κανένα στιλ. Οι συνάδελφοί της δεν είχαν κάνει καμιά προ σπάθεια για να τη γνωρίσουν καλύτερα. Την έβρι σκαν βαρετή· της φέρονταν ευγενικά μεν, αλλά
Μπαλ μασχέ
χωρίς καμιά ζεστασιά. Η Ρέιτσελ δεν είχε κανένα πρόβλημα με τη συμπεριφορά τους. Της φαίνο νταν όλοι τους, ούτως ή άλλως, αφάνταστα επιπό λαιοι και ασήμαντοι. Όσον αφορά τα συναισθηματικά, είχε περάσει μάλλον αρκετά δύσκολα. Είχε ερωτευτεί στα δε καεφτά της ένα αγόρι λίγο μεγαλύτερο από εκεί νη. Ο νεαρός τη συμπαθούσε πολύ, αλλά αναγκά στηκε να τη χωρίσει για να παντρευτεί μιαν άλλη νεαρή κοπέλα που είχε αφήσει έγκυο, λόγω μιας απροσεξίας το υ. Η Ρέιτσελ δεν είχε κάνει ποτέ της μόνιμη σχέση. Είχε χάσει την παρθενιά της μ’ ένα μάλλον δυσά ρεστο τρόπο κα ι,το χειρότερο, με το αγόρι με το οποίο είχε αποφασίσει να περάσει μαζί του όλη την υπόλοιπη ζωή της... Η δεύτερη και η τρίτη φο ρά που έκανε έρωτα μαζί του, παρόλο που ήταν πολύ αδέξιες κι αυτές, της είχαν δώσει μια ιδέα της ευχαρίστησης που ακόμη δεν είχε ανακαλύψει. Και τότε ήταν που ο νεαρός την παράτησε... Είχε αναστατωθεί πολύ κι ορκίστηκε ότι από δω και μπρος δε θα ξαναέμπλεκε ποτέ πια έτσι. Κι αυτό ήταν το τέλος των εξερευνήσεών της στον τομέα της σεξουαλικής της ευχαρίστησης. Εκείνη τη στιγμή δεν είχε φ αντα στεί ότι η «απεργία» της θα συνεχιζόταν για τόσο πολύ και ρό , αλλά δεν είχε το θάρρος να βγει και να γνωρί σει κάποιον άλλον. Πίστευε πως ο καινούριος της
Πιο Π ο λ λ έ ς
Ιστορίες Π
ου
Σ
ε
Κανοτν
Ν
α
Κ οκκινίζεις
εραστής θα την πλήγωνε με τον ίδιο τρόπο. Παρ’ όλ’ αυτά, είχε μάθει να ανακουφίζει κάπως τον εαυτό της. Όταν ένιωθε απογοήτευση αυνανιζό ταν, φαντασιώνοντας τον εαυτό της με τον άντρα που είχε τολμήσει να την παρατήσει: έκανε έρωτα μαζί του μπροστά στα μάτια της άλλης, που ανα στέναζε πικρά, με την κοιλιά ως το στόμα. Ήταν μαύρη παρηγοριά βέβαια, κι έτσι σιγά σιγά εγκατέλειψε τελείως κι αυτή την ελάχιστη εγωιστική ευχαρίστηση. Πίστευε πως είχε αφήσει πίσω της τέτοιου εί δους πειρασμούς - κ ι όμως,χωρίς να γνωρίζει το γιατί, αυτή η φρασούλα πάνω στο φάκελο κέντρι σε την περιέργειά της και την έκανε να τον ανοίξει. Διάβασε τα εξής : υλρπητή ιβυρία '£ντουαρτς, m -θώς μας δώσατε mi στο παρελθόν τη χαρά να αναβητήσετε μαβίμας απαγορευμένες απολαύσεις, ιβαθώς ξέ ρετε Ιβαλά πώς να ιχνηλατείτε τις επιθυμίες mi τα πάθη σας, ιβαθώς εκτιμάτε τη διακριτικότητα ττνν εξερευνήσεών μας, είστε καλεσμένη να παραστείτε στο πρώτο μας μπαλ μασίβέ } ια να τιμήσουμε όλοι μαβί την επέτειο της πρώτης περιπέτειάς μας. £ύμφΐχνα με την παράδοση, ελπίβουμε πννς θα αποδε χτείτε την παρούσα πρόσκληση με τον πιο στενό ή τους πιο
Μπαλ μ ασχ έ
στενούς συντρόφους σας. ££/ εσπερίδα θα πραγματοποι ηθεί στη διεύθυνση m i στην ημερομηνία που υποδεικνύο νται ίβατιιΐέριν. βΠα προφανείς δόρυς, σας παραπατού με να δείξετε την πρόσνδησή σας στην είσοδο. ξξδάτε να περάσουμε μια βραδιά που σβούρα θα σας μείνει αξέχαστη!^Αεν απαιτείται ναμιά ιδιαίτερη ενδυμα σία. 'Θμινς θα σας παραναδούσαμε να φορέσετε μάσνα, για να διατηρηθούν οι «ανταδδαγές» όσο πιο μυστιΐβές ναι μυστήριες είναι δυνατόν. ΑΤροσμένοντας με χαρά την ευχαρίστησή σας...
Πιο κάτω ήταν γραμμένη μια διεύθυνση... ένας δρόμος που δεν έλεγε τίποτε στη Ρέιτσελ. Έψαξε αμέσως στον οδηγό πόλης και τον ανακάλυψε, χω μένο στη σκιά κάποιου βουνού. Ήταν αδιέξοδο, προσιτό μόνο από τη μια πλευρά. Φυσικά,η πρώτη αντίδρασή της ήταν να τσαλα κώσει το γράμμα και να το πετάξει στα σκουπί δια. Μια που το είχε ήδη ανοίξει, δεν μπορούσε να το επιστρέψει στο ταχυδρομείο. Και βέβαια, σιγά μην πήγαινε σε τέτοιου είδους πάρτι! Ζέστανε ένα κατεψυγμένο γεύμα με μακαρόνια και το έφαγε βλέποντας ένα παλιό φιλμ με την Ελίζαμπεθ Τέυλορ. Την πήρε ο ύπνος στον καναπέ και δεν ξανασκέφτηκε τη ραδιούργα πρόσκληση. Αλλά το πρωί, καθώς έβγαζε έξω τα σκουπίδια της, κάτι την έσπρωξε ν’ αρχίσει να ψάχνει σαν
Πιο
Πολλές
Ιστορίες
Ποϊ
Σε
Κ ανοϊν
Να Κ ο κ κ ι ν ί ζ ε ι ς
τρελή τη σακούλα για να βρει το φάκελο. Τον ίσιω σε με προσοχή, τελείως μπερδεμένη από την π α ράξενη συμπεριφορά της, και τον άφησε πάνω στο μπουφέ της. Δεν έχασε το χρόνο της ξαναδιαβάζο ντας το γράμμα, αλλά ένιωσε μιαν αόριστη ανα κούφιση ξέροντας πως βρισκόταν ακόμη εκεί, απείραχτος... Όλη την ημέρα σκεφτόταν αυτόν το μυστηριώ δη χορό. Τι είδους άνθρωποι πηγαίνουν σε τέτοια πάρτι ;Τι αναζητούν ;Τι σπρώχνει τους ανθρώπους να δείχνουν τέτοια συμπεριφορά; Πώς θα εξελισ σόταν αυτό το μπαλ μασκέ;... Το ίδιο βράδυ, μόλις γύρισε σπίτι της και πριν ακόμη βγάλει τα παπούτσια της, κοίταξε την ημε ρομηνία που έγραφε η πρόσκληση. Το πάρτι ήταν σε οχτώ μέρες... Δεν ήταν έτοιμη φυσικά να περά σει τις επόμενες οχτώ μερούλες της αναστατωμέ νη και ανίκανη να συγκεντρωθεί στη δουλειά της, ούτε ζητώντας συνέχεια από τον εαυτό της να της απαντήσει σε όλων των ειδών τις ερωτήσεις! Ξαφ νικά κατάλαβε πως όχι μόνο θα σκεφτόταν το γε γονός μέχρι τη μοιραία ημέρα, αλλά και μετά, και για ολόκληρες εβδομάδες πιθανότατα. Είχε ανα καλύψει πράγματα που δεν ήξερε καν πως υπήρ χαν και, παρόλο που δεν ήθελε να το πιστέψει,την έκαιγε η περιέργεια. Πού θα μπορούσε να βρει τις απαντήσεις σε όλες τις ερωτήσεις της;... Συνειδητοποίησε πως
Μπαλμασκέ
ένιωθε την ανάγκη να μάθει περισσότερα γι’ αυτά τα γεγονότα. Συμβαίνουν συχνά; Εκείνη δεν τα ’χε ξανακούσει. Μήπως άραγε ήταν ξεκομμένη από την πραγματικότητα; Σκέφτηκε να πεταχτεί μέχρι το κοντινότερο βιβλιοπωλείο και να αναζητήσει διακριτικά περισσότερες πληροφορίες. Αλλά ποιο τμήμα έπρεπε να ψάξει; Τη σεξουαλικότητα; Την κοινωνιολογία; Αν προσφερόταν να τη βοηθήσει κάποιος υπάλληλος, θα έκανε χαρακίρι επιτόπου. Ο απλούστερος τρόπος ήταν η εφημερίδα. Οι αγ γελίες ίσως τη βοηθούσαν να ανακαλύψει κάτι. Άρχισε να ξεφυλλίζει την τοπική εφημερίδα και σταμάτησε στις μικρές αγγελίες. Είδε διαφημίσεις για γραφεία που προσέφεραν υπηρεσία συνοδών, με λίγο πολύ δυσ διά κριτους, ασαφείς όρους. Ύστερα πρόσεξε τις αγγελίες για μασάζ... αλλά κι άλλες αγγελίες, αγγελίες από ανθρώπους που έψαχναν σχεδόν για τα πάντα, από τον απλό σύ ντροφο ως τη «μοναδική περιπέτεια». Δε βρήκε όμως πουθενά οποιαδήποτε αναφορά για κάποιο μπαλ μασκέ ή οποιουδήποτε είδους οργανωμένη ερωτική βραδιά που περιλάμβανε πολλούς αν θρώπους. Απογοητευμένη, αναρωτήθηκε πού αλ λού έπρεπε να κοιτάξει. Σε κάποιο π ερ ιο δ ικό ; Ίσως, αλλά ποιος θα της το έστελνε; Αποφάσισε να προσπαθήσει να βγάλει από το μυαλό της το θέμα, διαβάζοντας ένα μυθιστόρημα του πιο αγαπημένου της συγγραφέα. Στις εννέα
Πιο
Πολλές Ι
στορίες
Π οτ Σ
ε
Κ
ανοτν
Ν
α
Κ
οκκινίζεις
το βράδυ είχε πια κουραστεί να διαβάζει δώδεκα φορές την κάθε παράγραφο προτού καταλάβει το νόημά της. Σηκώθηκε όρθια, άρπαξε το πορτοφό λι της και κατευθύνθηκε αποφασιστικά στο πιο κοντινό κατάστημα για να βρει το περιοδικό που θα της έδινε τις χρήσιμες και αναγκαίες πληροφο ρίες. Μα τι πήγαινε να κάνει; Οι γείτονες θα την αναγνώριζαν! Δίστασε μερικές στιγμές, κι ύστερα προχώρησε προς το σταθμό του μετρό. Διάλεξε έναν προορισμό τελείως τυχαία και κα τέβηκε μερικές στάσεις αργότερα. Δίπλα στην έξοδο του σταθμού, είδε ένα μαγαζί που πουλού σε είδη καπνιστού, εφημερίδες και περιοδικά. Εκεί μέσα θα ήταν τελείως ανώνυμη. Βρέθηκε μπροστά από ένα σωρό περιοδικά που ούτε στον ύπνο της δε θα φανταζόταν ότι υπήρ χαν. Ποιο έπρεπε να διαλέξει;... Στο μαγαζί μπή κε ένας άντρας και κατευθύνθηκε προς το μέρος της. Αμέσως η Ρέιτσελ προσποιήθηκε πως έψαχνε περιοδικά για ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Άρχισε να ξεφυλλίζει ένα απ’ αυτά, προσπαθώντας να μοιάζει -έτσι τουλάχιστον ήθελε να π ισ τεύ ει-τε λείως απορροφημένη. Με την άκρη του ματιού της πρόσεξε τον άντρα που, με ένα τελείως αδιάφορο και μάλλον βα ριεστημένο ύφ ος, δ ιά λ εξε ένα Playboy από το ράφι. «Χμμμ... αυτό μπορεί να μου χρησιμεύσει κι εμένα», σκάφτηκε βλέποντάς τον να απομακρύνεται. Καθώς ο άγνωστος προχώρη
Μπαλ μασκέ
σε προς το ταμείο, άρπαξε κι εκείνη το ίδιο περιο δικό, προσπαθώντας να το κρύψει κάτω από εκεί νο που υποτίθεται πως διάβαζε λίγο πριν. Μ’ αυτό τον τρόπο μπορεί ο ταμίας να μην πρόσεχε τι πε ριοδικό είχε διαλέξει. Προς μεγάλη της απογοήτευση, ο ταμίας άργη σε πολύ να εξυπηρετήσει τον ξένο μπροστά της, κάτι που έκανε την αγωνία της να παραταθεί. Όταν ήρθε η σειρά της, ο ταμίας, χωρίς να της ρίξει ούτε μια ματιά, χτύπησε στη μηχανή του την τιμή για το περιοδικό με τους υπολογιστές. «Τα πράγ ματα καλυτερεύουν», είπε η Ρέιτσελ στον εαυτό της. Αλλά τη στιγμή που ο ταμίας χτυπούσε το Playboy,την κοίταξε από πάνω ως κάτω και, μετά, της έκλεισε το μάτι. Τι αυθάδεια! Η Ρέιτσελ, στενοχωρημένη και προσβεβλημένη, πλήρωσε με τα λεφτά που έβγαλε σαν τρελή από το πορτοφόλι της και βγήκε όσο πιο γρήγορα μπορούσε από το μαγαζί, χωρίς καν να περιμένει τα ρέστα της, κρύβοντας το καταραμένο περιοδικό όσο πιο βαθιά μπορούσε στην τσάντα της...
Πίσω στο διαμέρισμά της, δεν ήταν πια βέβαιη για τίποτε. Τι την έπιασε να ταξιδέψει τόσα χιλιόμε τρα μακριά απ’ το σπίτι της για ν’ αγοράσει ένα περιοδικό που ουτε καν την ενδιέφερε; Το είδος
Πιο
Π
ολλές
Ιστορίες Π
οτ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Ν
α
Κ
οκκινίζεις
του περιοδικού που πάντα ονόμαζε «πρόστυχο» και για το οποίο, είναι η αλήθεια, ένιωθε ένα είδος απέχθειας μαζί και έλξης... Για να τελειώνει με το θέμα, άρχισε να ξεφυλλί ζει το τεύχος χωρίς να κοιτάζει τις φωτογραφίες, ψάχνοντας για άρθρα που μπορεί να την ενημέρω ναν για το κοσμικό γεγονός όπου την είχαν προσκαλέσει. Όχι ακριβώς «προσκαλέσει», αλλά τέ λος πάντων... Τα άρθρα του περιοδικού σπάνιζαν και δεν της έλεγαν και πολλά πράγματα. Υπήρχε μια συνέ ντευξη κάποιου δημοφιλούς παραγωγού ράδιοφώνου της Νέας Υόρκης,όπως και διάφορα κείμε να για τον κόσμο των τεχνών και της πολιτικής. Τί ποτε περισσότερο. Παραιτήθηκε από το ψάξιμο κι άρχισε να διαβάζει τη σελίδα με τις επιστολές των αναγνωστών. «Χριστούλη μου! Αυτός ο κόσμος είναι γεμάτος διεστραμμένους!» σκέφτηκε. Οι άν θρωποι ανέφεραν όλων των ειδών τις ιστορίες,που πάντως η Ρέιτσελ υποψιαζόταν πως περιείχαν με γάλη δόση φαντασίας. Έχασε γρήγορα το ενδιαφέρον της, παρά την παράξενη αναστάτωση που της είχαν προκαλέσει τα γράμματα. Άρχισε να ξεφυλλίζει όσο πιο γρή γορα μπορούσε και τις υπόλοιπες σελίδες... αλλά σε μια στιγμή σταμάτησε κι έμεινε με το στόμα ανοιχτό μπροστά από μια σειρά ιδιαίτερα προ κλητικών φωτογραφιών. Δύο γυναίκες και δύο
Μπαλ μασκέ
άντρες παρουσιάζονταν σε ακροβατικές στάσεις: ένας μελαχρινός με μια ξανθιά, κι ένας ξανθός με μια κοκκινομάλλα. Ύστερα να σου ο ξανθός με την ξανθιά και η κοκκινομάλλα με το μελαχρινό- και μετά η ξανθιά με την κοκκινομάλλα... Η Ρέιτσελ ένιωσε σαν να την είχε χτυπήσει κεραυνός. Ενώ το σώμα της αντιδρούσε στις φωτογραφίες,το μυαλό της δοκιμαζόταν σκληρά προσπαθώντας να τη λο γικέψει και να την πείσει πως οι φυσιολογικοί άν θρωποι δε ζούσαν στην πραγματικότητα τέτοια πράγματα. Αλλά αν κάποιος στην πόλη είχε κάνει τόσο κόπο για να οργανώσει ένα μπαλ μασκέ, θα πρέπει να υπήρχε ένα μικρό, έστω, μέρος του πλη θυσμού που ζούσε έτσι διεφθαρμένα... Εκείνη τη νύχτα,η Ρέιτσελ είχε το πρώτο ερωτι κό όνειρο της ζωής της. Το όνειρό της περιείχε τα πάντα- από τον άντρα που την πρόδωσε -τα χα ρακτηριστικά του προσώπου του ήταν παραμορ φωμένα και το πέος του τεράστιο, χάρη στο μαγι κό κόσμο των ονείρων τ η ς - μέχρι ένα απίστευτο πάρτι στο οποίο συμμετείχαν όλοι οι συνάδελφοί της... φορώντας διάφανες μάσκες και τίποτε άλλο! Ξύπνησε ιδρωμένη,το κορμί της καιγόταν, οι μη ροί της είχαν ανοίξει αδημονώντας να τους αποζη μιώσει για ό,τι τους είχε μόνη της αρνηθεί για υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα. Ανίκανη ν’ αντέξει άλλο, βούτηξε στη μάχη. Μόλις τα δάχτυ λά της άγγιξαν το κορμί της, ανατρίχιασε. Άρχισε
Πιο Π
ολλές
Ι
στορίες
Π
οτ
Σ
ε
Κ
ανοϊν
Να Κ
οκκινίζεις
τις μικρές κυκλικές κινήσεις, προσπαθώντας να παρατείνει την απόλαυσή της. Στριφογύρισε τα δάχτυλά της γύρω από το ανοιχτό αιδοίο της,γρα τσουνίζοντας μαλακά με το νύχι τη μικρή μπαλίτσα της σάρκας, που είχε υψωθεί περήφανα και θα τη βοηθούσε να έρθει σε οργασμό σε λίγα μόνο λε πτά. Σκέφτηκε για πρώτη φορά στη ζωή της πως χρειαζόταν κάποιον άλλο για να σβήσει αυτή την πυρκαγιά. Ένα χέρι, μια γλώσσα, ένα εντυπωσια κό πέος. Έχωσε ένα δάχτυλο μέσα της, μετά ένα δεύτερο, ύστερα ένα τρίτο. Έκανε ό ,τι μπορούσε για να ανακουφίσει τον εαυτό της. Γλίστρησε μέ σα της ολόκληρη την παλάμη της, γεμίζοντας τον εαυτό της ολοκληρωτικά, προκαλώντας του αμέ τρητους αναστεναγμούς και ανατριχίλες -κ α ι πάν’ απ’ όλα συνειδητοποιώντας πόσο πολύ της είχε λείψει αυτή η αίσθηση. Φαντασιώθηκε τον εραστή της, σκληρό σαν ατσάλι, λυσσασμένο, έτοιμο να τη διαπεράσει, να τη συντρίψει κάτω από το βάρος του. Το άλλο της χέρι αιωρήθηκε για λίγο πάνω από το κορμί της, ενώθηκε με το πρώτο,γλίστρησε στα χείλη και το υγρό άνοιγμα. Μερικά δευτερό λεπτα ήταν αρκετά. Παραδόθηκε στον πρώτο ορ γασμό που επέτρεψε στο κορμί της να νιώσει σ’ ολόκληρη τη ζωή της.
Τις επόμενες μέρες ζούσε μέσα σε πυκνή ομίχλη.
Μπαλ μασκέ
Δεν αναγνώριζε τον εαυτό της. Ήταν αναστατω μένη, η δουλειά της πήγαινε χάλια. Δεν είχε πολλή όρεξη. Τα βράδια,αντί να κουλουριαστεί στον κα ναπέ ήσυχα ήσυχα και να δει μια ταινία, κοίταζε το περιοδικό της -που τώρα πια ήταν κατατσαλακω μένο-και προσπαθούσε ν’ αποφασίσει ποια φω τογραφία τη φούντωνε περισσότερο. Μελετούσε τα μοντέλα με αφάνταστη υπομονή και συγκέ ντρωση ,προσπαθώντας να φανταστεί τι θα αισθα νόταν αν βρισκόταν κι εκείνη μέσα στις φωτογρα φίες. Αλλά η φαντασία έχει τα όριά της... Σχεδόν πάντα κατέληγε να αυνανίζεται, εκεί στη μέση του καθιστικού, φαντασιώνοντας ένα σωρό ανώνυμα κορμιά που γίνονταν ένα με το δικό της. Τελικά πήρε την απόφασή της. Την πήρε χωρίς καλά καλά να το θέλει η ίδια, υπακούοντας σε ένα βασικό έν στικτο : θα πήγαινε στο μπαλ μασκέ.
Όταν έφτασε η μεγάλη μέρα, προσπάθησε σκληρά να μη σκέφτεται τι την περίμενε. Ήταν έτοιμη να βουτήξει για πρώτη φορά στη ζωή της σε κάτι που της ήταν πέρα για πέρα άγνωστο. Ένιωθε αδύνα μη, σαν να την τραβούσε κάποιος αόρατος μαγνή της. Στην πραγματικότητα, ποτέ δεν την είχαν προσκαλέσει. Ε , ας πρόσεχαν! Δεν μπορούσε να αλλάξει πια γνώμη. Όλη την ημέρα παρίστανε την πολυάσχολη, ο
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες
Ποϊ Σ
ε
Κ
ανοϊν
Ν
α
Κ
οκκινίζεις
ζήλος της ήταν απίστευτος, κατέπληξε ακόμη και τον εαυτό της. Λειτουργούσε σαν μηχανή, πιέζο ντας το μυαλό της να σκέφτεται δύο μόνο στό χους : τη δουλειά της και την εμμονή της. Τι θα φο ρούσε ; Τι θα έβ λεπ ε; Αυτές οι ερωτήσεις -και πολλές άλλες-τη στοίχειωναν ανελέητα. Μέχρι το τέλος της μέρας, ένιωθε σαν να καιγό ταν ολόκληρη από πυρετό. Χίλιες φορές επανέλα βε στον εαυτό της πως δεν υπήρχε τίποτε που την ανάγκαζε να πάει σ’ αυτή τη γελοία συγκέντρωση. Αλλά ένα ρίγος αναμονής την έπειθε για το αντίθε το. Έπρεπε να πάει, αλλιώς θα τρελαινόταν. Αυτό που την έκανε να πάρει την οριστική της απόφαση ήταν μια ομάδα γυναικών που της μίλησαν ειρωνι κά πριν φύγει από το γραφείο: «Καλό Σαββατοκύριακο, Ρέιτσελ, είμαστε βέ βαιες πως θα κάνεις τις τρελίτσες σου πάλι, όπως πάντα!» Ώστε έτσι, ε ; Καλά λοιπόν, θα τους έδειχνε αυ τή ! Θα τις έκανε τις τρελίτσες της, θα έκανε τις πιο άγριες τρέλες, αλλιώς να μην τη λέγανε Ρέιτσελ! Καθώς γυρνούσε σπίτι της μετά τη δουλειά, αποφάσισε να σταματήσει σε ένα κατάστημα με ρούχα που βρισκόταν στο δρόμο της. Κοιτάζοντας το πρωί την ντουλάπα της -κάτι που της πήρε μό νο ένα-δυο λεπτά-, ήταν προφανές πως δεν είχε τίποτε κατάλληλο να φορέσει για ένα πάρτι σαν κι αυτό. Κι όμως, δεν είχε την παραμικρή ιδέα τι θα
Μπαλ μασκέ
φορούσαν οι υπόλοιποι! Έπεισε τον εαυτό της πως ένα μαύρο φόρεμα, απλό αλλά ελκυστικό, θα ήταν ό,τι έπρεπε. Το είδε αμέσως μόλις μπήκε στο τμήμα με τα γυναικεία. Ένα φουστάνι από λεπτό ύφασμα,στενό και κοντό... τόσο διαφορετικό από τα φορέματα που συνήθιζε να φοράει! Μπήκε στο δοκιμαστήριο για να το δοκιμάσει. Τη στιγμή που έβγαζε τα ρούχα που φορούσε εκείνη την ημέρα, ένιωσε άσχημα βλέποντας τα εσώρουχά της. Φό ρεσε το μαύρο φόρεμα -που της εφάρμοζε σαν γά ν τ ι-κ α ι μετά προχώρησε στο τμήμα με τα εσώ ρουχα. Διάλεξε ένα σετ, σουτιέν και κιλότα,όχι και τόσο προκλητικό, αλλά που χωρίς αμφιβολία θα την έκανε να ανασηκώσει τα φρύδια της λίγες μό λις εβδομάδες πριν. Φόρεσε το μεταξωτό σουτιέν και στάθηκε μπροστά στον καθρέφτη, κοιτάζο ντας τον εαυτό της για πρώτη φορά με επιείκεια. Αυτό που είδε την αναστάτωσε. Ποτέ δεν είχε κά τσει ν’ ασχοληθεί και να κοιτάξει το κορμί της μ’ αυτό τον τρόπο, να το κοιτάξει έτσι όπως θα το κοίταζε και κάποιος άλλος. Ένας άντρας... Προς μεγάλη της έκπληξη,το βρήκε αρκετά ελκυστικό. Τα λεπτά εσώρουχα αναδείκνυαν το σκούρο της χρώμα,το απαλό της δέρμα. Εξέτασε το κορμί της σαν να μην ήταν δικό της, σαν να μην της ανήκε. Έσπρωξε τη λεκάνη της μπροστά και φαντάστηκε πως ποζάριζε για το περιοδικό που την είχε ανα στατώσει τόσο... Ναι, δεν ήταν καθόλου κακιά!
Πιο Π
ολλές
Ι
στορίες
Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
Έπιασε με το χέρι της το σουτιέν κι άρχισε να χαϊ δεύει το στήθος της, έφερε μετά το χέρι της στην επίπεδη κοιλιά της και το έχωσε μέσα από την κι λότα. Ακούμπησε το πόδι της πάνω στο σκαμνάκι που βρισκόταν στη γωνία του δοκιμαστηρίου κι άρχισε να χαϊδεύει το αιδοίο της, που τώρα πια της είχε γίνει οικείο. Άγγιξε ελαφρά την τρυφερή σάρ κα ανάμεσα στους μηρούς της, έτριψε τις τριχούλες που είχε στερήσει εδώ και τόσα χρόνια από κάποιο χάδι. Αυνανιζόταν μπροστά από τον κα θρέφτη -π α λιά ούτε καν θα μπορούσε, φυσικά, να φανταστεί κάτι τέτοιο. Μόλις ήρθε σε οργασμό, έκλεισε τα μάτια της - κι αμέσως το μετάνιωσε. Όταν τα ξανάνοιξε, αυτό που είδε την αναστάτω σε : έβλεπε τον ίδιο της τον εαυτό, ξαναμμένο, με πρόσωπο κατακόκκινο, τα μάτια της, πελώρια, να την κοιτάνε άγρια, τα μαλλιά της αναστατωμένα... Ήταν στ’ αλήθεια αυτή; Ναι... και ήταν έτοιμη για όλα. Τελικά ένιωσε όπως μια γυναίκα - κι εκείνη τη βραδιά θα αποζημιωνόταν για όλα τα χαμένα χρόνια. Ζαλισμένη τόσο από την πράξη στην οποία είχε παραδοθεί όσο και από τα δυνατά αισθήματα,σω ματικά και συναισθηματικά, που μόλις την είχαν κατακλύσει, πλήρωσε τα ψώνια της και βγήκε από το κατάστημα με βήμα σταθερό και γρήγορο. Είχε άλλη μια στάση να κάνει. Έλεγξε ακόμη μια φορά τη διεύθυνση που είχε βρει στον τηλεφωνικό κατά-
Μπαλμασκέ
λυγο για ένα μαγαζί που πουλούσε θεατρικά κο στούμια και προχώρησε προς τα κει. Μόλις μπήκε στο κατάστημα,είδε αμέσως αυτό που έψαχνε. Ένα σωρό μαύρες βελούδινες μάσκες κρέμο νταν στους τοίχους, άλλες παράξενες κι άλλες πιο απλές. Διάλεξε μια απλή, φτιαγμένη από μαύρο βελούδο με δαντέλα στο ίδιο χρώμα. Καθώς πέρα σε μπροστά από τα ράφια με τις περούκες, ένιωσε ένα τσίμπημα ανησυχίας. Είχε ξεχάσει μια λεπτο μέρεια... Αν κάποιος ανακάλυπτε πως δεν ήταν η Τζόσι Έντουαρτς, η γυναίκα στην οποία απευθυ νόταν η πρόσκληση; Κι αν το πρόσωπο ή τα μαλ λιά αυτής της γυναίκας ήταν τελείως διαφορετικά από τα δικά της; Θα έπρεπε να δείξει την πρό σκλησή της στην είσοδο. Κι αν αυτός που θα του την έδειχνε ήξερε αυτή τη μυστηριώδη ξένη; Θα την έδιωχναν; Μετά από όλη αυτή την προσμονή; Αποφάσισε πως άξιζε να κάνει μια προσπάθειανα αυτοσχεδιάσει. Θα μπορούσε να πει πως η κυ ρία Έντουαρτς δεν μπορούσε να έρθει και της είχε δώσει την πρόσκληση. «Ελπίζω να μην υπάρχει κανένα πρόβλημα», θα έλεγε με το πιο αθώο της ύφος. «Μπορείτε να βασιστείτε στη διακριτικότητά μου. Ξέρετε,η Τζόσι δε θα έστελνε όποιον κι όποιον!» θα ολοκλήρωνε. Αυτό θα έπιανε μάλλον. Τέλος πάντων, καλύτερα να φορούσε ένα μαντίλι στα μαλλιά της για να μπει μέσα, ώστε να αποφύγε ι τις τυχόν ερωτήσε ις.
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
Όταν γύρισε σπίτι, αναστατωμένη και με κομ μένη την ανάσα,έφαγε ένα ελαφρύ αλλά θρεπτικό γεύμα. Εκείνη τη βραδιά είχε αναμφισβήτητα ανά γκη όλη την ενέργεια που θα μπορούσε να πάρει. Η μοιραία ώρα πλησίαζε. Έκανε ντους κι έτριψε όλο της το κορμί με λάδι πασχαλιάς. Έβαλε και λίγες σταγόνες άρωμα σε πολύ στρατηγικά ση μεία, όπως έκαναν και οι ηθοποιοί στις αγαπημέ νες της ταινίες: στον αυχένα, πίσω απ’ τ’ αυτιά, ανάμεσα στο στήθος, πίσω από τα γόνατα και στα μαλλιά. Δεν της πήρε πολύ χρόνο για να μακιγιαριστεί, μιας και η μάσκα κάλυπτε τελικά εντελώς τα χαρακτηριστικά της. Αλλά επέτρεψε στον εαυ τό της μια καινοτομία: κατακόκκινα κραγιόν με το οποίο έβαψε προσεχτικά τα χείλη της. Τελικά ήταν έτοιμη κι απολύτως ικανοποιημένη με το αποτέλεσμα. Όμως κάτι δεν πήγαινε καλά και δεν είχε καμία σχέση με την εμφάνισή τ η ς : ήταν απίστευτα νευρική. Αποφάσισε να θεραπεύσει τη νευρικότητά της με ένα ποτήρι τζιν, ένα ποτό που φυλούσε μόνο για εξαιρετικές περιπτώσεις, πράγ μα που σήμαινε δηλαδή πως δεν το είχε αγγίξει πο τέ, γιατί οι «εξαιρετικές περιπτώσεις» ήταν κάτι περισσότερο από σπάνιες στη ζωή της. Αλλά, αν δεν ήταν αυτή εξαιρετική περίπτωση, τότε ποια ήταν; Κατάπιε το ποτό της με μια γουλιά κι αμέ σως αισθάνθηκε καλύτερα. Ένιωσε μιαν αίσθηση ζεστασιάς και ικανοποίησης. Κάλεσε ταξί ενόσω
Μπαλ μασκέ
αισθανόταν ακόμη ένα βούισμα από το ποτό, ώστε να μην αλλάξει γνώμη, κι άκουσε τον οδηγό να πα τάει την κόρνα του λίγα λεπτά αργότερα. Όσην ώρα βρισκόταν μέσα στο ταξί,προσπάθη σε να απελευθερώσει το μυαλό της από όλες τις ερωτήσεις που τη στοίχειωναν. Ίσως να απογοη τευόταν. «Μα είναι δύσκολο ν’ απογοητευτεί κα νείς όταν δεν έχει την παραμικρή ιδέα γι’ αυτό που τον περιμένει!» σκέφτηκε για χιλιοστή φορά. Πο λύ σύντομα -πάρα πολύ σύντομα, όπως της φάνη κ ε - ο οδηγός σταμάτησε στη διεύθυνση που του είχε δώσει. Μπροστά της βρισκόταν ένα συνηθι σμένο κτίριο που δεν πρόσφερε καμιά ένδειξη για τις δραστηριότητες που λάμβαναν χώρα στο εσω τερικό του. Κόκκινα τούβλα, καμιά πινακίδα από έξω. Έλεγξε πάλι την πρόσκληση για να σιγου ρευτεί πως βρισκόταν στη σωστή διεύθυνση. Ναι, αυτή ήταν* Πλήρωσε τον οδηγό, και ξαφνικά την έπιασε πανικός. Κι αν δεν της επέτρεπαν να μπει μέσα; Θα έπρεπε να περπατήσει πολλή ώρα μέχρι να βρει έναν πολυσύχναστο δρόμο,γιατί σε τούτον εδώ δεν υπήρχε σχεδόν κανένα αυτοκίνητο. Εντά ξει, εντάξει... αλλά έπρεπε τουλάχιστον να προ σπαθήσει. «Είναι πάρα πολύ αργά για να γυρίσω πίσω τώ ρα!» έπεισε τον εαυτό της. Οι φόβοι της αποδείχθηκαν αβάσιμοι. Προφα νώς, οι οικοδεσπότες λειτουργούσαν με τη διακρι τικότητα που ανέμεναν οι επισκέπτες τους. Μπή 31
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
κε στο κτίριο, και ένας άντρας με μάσκα στο πρό σωπό του την πλησίασε. «Καλώς ήρθατε! Μπορώ να δω την πρόσκλησή σας, παρακαλώ;» Η Ρέιτσελ του έδωσε την πρόσκληση με χέρι που έτρεμε. Ο άντρας την ευχαρίστησε και την έπιασε μαλακά από το μπράτσο για να την οδηγήσει στο δωμάτιο όπου γινόταν η γιορτή· στη συνέχεια, εξαφανίστηκε. Η Ρέιτσελ στάθηκε εκεί για ένα λε πτό -που της φάνηκε αιώνας-, κι όταν συνήλθε αντιλήφθηκε πως κρατούσε την αναπνοή της. Το μυαλό της χρειάστηκε μερικά λεπτά για να προσαρμοστεί σ’ αυτό που γινόταν μπροστά στα μάτια της. Ούτε τα πιο άγρια όνειρά της δε θα μπορούσαν να την έχουν προετοιμάσει γι’ αυτή τη σκηνή. Ένα σωρό άνθρωποι τριγυρνούσαν σε μια τεράστια σάλα χορού, τρίβοντας λάγνα τα κορμιά τους ο ένας πάνω στον άλλο, στον ήχο της μουσι κής. Ο αμυδρός φωτισμός έκανε την ατμόσφαιρα να μοιάζει ακόμη πιο απόκοσμη. Η απέραντη αί θουσα θύμιζε μεσαιωνικό κάστρο: οι πέτρινοι τοί χοι ήταν καλυμμένοι με παλιά χαλιά, ενώ τεράστι οι φανοί την έλουζαν μ’ ένα φως που λες και είχε δική του ζωή. «Οι φλόγες της Κόλασης! Δεν υπάρχει καμία αμ φιβολία πως θα με καίνε ως τη Δευτέρα Παρουσία!» σκέφτηκε η Ρέιτσελ και πήρε μια βαθιά ανάσα. Άντρες και γυναίκες κινούνταν γύρω γύρω· με
Μπαλ μασκέ
ρικοί ήταν γυμνοί, άλλοι φορούσαν στολές που τους έκαναν να μοιάζουν αλλόκοτοι, όμως οι πε ρισσότεροι ήταν ντυμένοι με συνηθισμένα ρούχα σαν κι εκείνη. Τι κοινό είχαν; Κανένα πρόσωπο δε φαινόταν και κανένα κορμί δεν ήταν πολύ μακριά από το άλλο. Καταμήκος των τοίχων ήταν τοποθε τημένες μαλακές μαξιλάρες, και στις μικρές εσο χές τα ζευγάρια των γλεντζέδων έκαναν πολλά και διάφορα, μάλλον διακριτικά όμως, χωρίς να προκαλούν την παραμικρή αντίδραση των άλλων ατό μων στην αίθουσα. Πολύ λίγοι απ’ αυτούς έκαναν πραγματικά έρωτα - έδειχναν απλώς να ικανο ποιούνται με παρατεταμένα χάδια. Η Ρέιτσελ, αφού τους παρατήρησε για λίγα λε πτά, κατάλαβε πως τα ζευγάρια περνούσαν την ώρα τους αποπλανώντας ο ένας τον άλλο. Ο καθέ νας έμοιαζε να ψάχνει για τον ιδανικό σύντροφο με κριτήριο την επιθυμία του κορμιού του. Μερικές φορές κάποιο κορμί έμοιαζε να έχει βρει τον ιδανι κό σύντροφο που ταίριαζε στις αισθήσεις του, και τότε το ζευγάρι άρχιζε σιγά σιγά να χαϊδεύεται τρυφερά και να εξερευνά ο ένας τον άλλο. Αν η επιθυμία λειτουργούσε σύμφωνα με τις προσδο κίες τους, αποτραβιόνταν σε μια γωνιά κι εξαφα νίζονταν από την κοινή θέα. Αν δεν ικανοποιού νταν, τότε χώριζαν κι άρχιζαν πάλι να ψάχνουν το άτομο που θα ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις και στις ελπίδες τους.
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
Τίποτε δεν ήταν έξαλλο, καταναγκαστικό ή δυ σάρεστο. Όλοι φαίνονταν να σέβονται ο ένας την επιθυμία του άλλου, ν’ αφιερώνουν χρόνο για να ανακαλύψουν τι αναζητάει ο σύντροφός τους, αφήνοντάς τον ελεύθερο να γνωρίσει κι άλλα άτο μα, χωρίς να ζητούν υποσχέσεις. Στον αέρα αιωρούνταν μια ευγένεια: ο καθένας φαινόταν καθα ρά να νοιάζεται για την ικανοποίηση του άλλου. Η Ρέιτσελ είχε γοητευτεί. Ποιοι κρύβονταν πίσω από όλες αυτές τις μάσκες; Επιχειρηματίες; Εργαζόμε νοι ; Μητέρες; Επαγγελματίες; Εδώ δε μετρούσαν καθόλου όλ’ αυτά: ο καθένας έμοιαζε να έχει το ίδιο κοινωνικό υπόβαθρο με όλους τους υπόλοι πους, την ίδια επιθυμία. Ασημένια βάζα έκαναν το γύρο της αίθουσας, με προφυλακτικά κάθε είδους - οι άντρες αυτοεξυπηρετούνταν, επιλέγοντάς τα μερικές φορές με τη βοήθεια της συντρόφου τους. Υπήρχαν ακόμη μεγάλα δοχεία που φαίνονταν να περιέχουν καρά φες με παγωμένο νερό και διάφορα είδη ποτών και οι πάντες σερβιρίζονταν μόνοι τους. Η Ρέιτσελ έβγαλε το μαντίλι που κάλυπτε τα μαλλιά της, το έδεσε γύρω από τη μέση της και πλησίασε ένα από τα δοχεία. Ο λαιμός της κατάπιε με ευγνωμοσύνη το απίθανα δροσερό κοκτέιλ,χαρίζοντάς της άλλο ένα λεπτό αναμονής, προτού γίνει κι εκείνη ένα με το πάρτι. Δεν περίμενε πολύ. Ήταν έτοιμη να πιει άλλο
Μπαλ μασκέ
ένα ποτό, όταν μια παλάμη μαλακιά σαν βελούδο τής έπιασε απαλά το λαιμό. Δεν κούνησε ούτε ένα μι>* αρνήθηκε να στραφεί πίσω της, καλωσορίζο ντας από τα βάθη της καρδιάς της αυτή την τόσο τρυφερή κίνηση, που την απέτρεψε από το να πιε στεί και να πάρει εκείνη την πρωτοβουλία - να σπάσει τον πάγο... Το χέρι μετακινήθηκε στα μαλλιά της,χάιδεψε απαλά τ’ αυτιά της, ενώ επιδέξια δάχτυλα στέκο νταν σε κάθε καμπύλη. Ήταν χέρι γυναίκας; χέρι άντρα;... Γυναίκας: δε χωρούσε αμφιβολία. Θα μπορούσε ποτέ ένας άντρας να είναι τόσο τρυφε ρός ; Έκλεισε τα μάτια της και παραδόθηκε στα χάδια. Το χέρι, καταλαβαίνοντας την ενθάρρυνσή της, μετακινήθηκε στην πλάτη της, στη μέση της... άρχισε να χαϊδεύει απαλά την κοιλιά της... ενώ χείλη άγγιξαν το λαιμό της. Ένιωσε ένα κύμα ζε στασιάς και γύρισε τελικά για να γνωρίσει αυτόν το θρασύ -αλλά τόσο ελκυστικό-άγνωστο. Μπροστά της στεκόταν μια γυναίκα, ένα κεφά λι ψηλότερη από εκείνη, χάρη στα πανύψηλα τα κούνια τη ς. Μ αύρα μ α λλιά πλα ισίω να ν τους ώμους της κι έφταναν κάτω μέχρι τους μηρούς τη ς. Η Ρέιτσελ κατακοκκίνισε, κολακευμένη και μπερ δεμένη . Σκούρα μάτια την κοίταζαν επίμονα μέσα από μια μαύρη βελούδινη μάσκα διακοσμημένη με πολύχρωμες πούλιες, μάτια τόσο ταιριαστά με το τρυφερό χαμόγελο στα χείλη της παράξενης γυναί
Πιο
Πολλές
Ιστορίες
Ποϊ Σε
Κανοτν
Να
’Κ ο κ κ ι ν ί ζ ε ι ς
κας. Φαινόταν να περιμένει ένα σημάδι από τη Ρέιτσελ. «Δεν έχω... Δεν έχω... ποτέ...» «Μόλις έφτασες. Θα σ’ αφήσω να ρίξεις μια μα τιά τριγόρω. Θέλεις να ιδωθούμε αργότερα;» «Ναι... ίσως...» Η Ρέιτσελ δεν μπορούσε ν’ αρνηθεί πως τα χάδια αυτής της γοητευτικής γυναίκας την είχαν ξυπνή σει. Α λλά δεν είχε έρθει εδώ για τις χαρές που μπορούσε να της χαρίσει μια γυναίκα Το αντίθετο μάλιστα! Είχε την προσμονή μιας εντελώς διαφο ρετικής εμπειρίας στο μυαλό της. Μ’ αυτή τη σκέψη, πήρε τελικά το θάρρος και προχώρησε στην πίστα. Ένα ερωτικό κομμάτι πλημμύριζε το δωμάτιο με τη βραχνή, αισθησιακή φωνή μιας τραγουδίστριας. Τα κορμιά κινούνταν λάγνα σε αργό ρυθμό, αφήνοντας τα κύματα της μουσικής να τα παρασέρνουν σε πόζες που άλλες φορές ήταν προκλητικές, και άλλες άγριες. Η Ρέι τσελ, που δεν ήταν συνηθισμένη να χορεύει, αφέθηκε στην αρχή δειλά και κατόπιν,γοητευμένη απ’ αυτό το νέο κόσμο που είχε ανακαλύψει, πιο θαρ ρετά. Εγκατέλειψε όλες τις προκαταλήψεις της, όλες τις αυστηρές της προσδοκίες, τις έστειλε στους πέντε ανέμους κι άφησε το κορμί και το μυαλό της να χαρούν τις στιγμές που ζούσε. Ξαφνικά, είδε έναν άντρα που χόρευε μόνος του να την πλησιάζει αργά. Ήταν μέτριου αναστήμα
Μπαλ μασκέ
τος, φορούσε τζιν, μια μαύρη αμάνικη μπλούζα, και μια μικρή μάσκα που μόλις και έκρυβε τα μά τια του. Τα μακριά του μαλλιά ήταν δεμένα κοτσί δα. Εξέπεμπε κάτι σαν υπεροψία, σαν φλεγματικότητα, που δεν άρεσε και τόσο στη Ρέιτσελ. Αλλά ήταν ήδη δίπλα της. «Με θέλεις;» «Δεν ξέρω... Μόλις ήρθα». «Έλα,παραδέξου το... με θέλεις». Μόλις το είπε αυτό, έπιασε το στήθος και τους γλουτούς της κι έβαλε το γόνατό του ανάμεσα στα πόδια της τρίβοντας τους μηρούς της. Η Ρέιτσελ σφίχτηκε, μην ξέροντας τι να κάνει. Εκείνη ακρι βώς τη στιγμή, εμφανίστηκε ένας άντρας με αθλη τικό κορμί κι έσπρωξε τον εισβολέα μακριά· ευγε νικά αλλά πειστικά. « Σ ’ ευχαριστώ... Δεν έχω συνηθίσει σε τέτοιου είδους συμπεριφορά»,του είπε η Ρέιτσελ. «Δεν ανήκει εδώ. Πιθανώς θα μπήκε μέσα με πρόσκληση που απευθυνόταν σε κάποιον άλλο... Δυστυχώς κάτι τέτοιο είναι αναπόφευκτο. Θέλεις να σ’ αφήσω μόνη σ ου;» ρώτησε ο άντρας. « Όχι, όχι, αντίθετα...» Ο άγνωστος φορούσε πουκάμισο και φαρδύ παντελόνι με δερμάτινη ζώνη. Ακούμπησε τα χέ ρια της Ρέιτσελ στη μέση του. Εκείνη άρχισε να εξετάζει -διατακτικά στην αρχή και μετά πιο απο φασιστικά-το γεροδεμένο κορμί, την αγαλματέ-
Πιο Π
ολλές
Ι
στορίες
Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
via πλάτη. Άφησε τα χέρια της να περιπλανηθούν, εξερευνώντας κάθε του μυ, από τον τεράστιο λαι μό του μέχρι τους στρογγυλεμένους του γλουτούς. Της άρεσε πολύ αυτό που άγγιζε και θα ήθελε να μπορούσε να δει και το πρόσωπό του, αλλά καλυ πτόταν από μια μεγάλη τσόχινη μάσκα - κι όχι απλά μια μάσκα που σκέπαζε μόνο τα μάτια, και που θα της είχε επιτρέψει να καταλάβει και το σχήμα του προσώπου του... Προσπάθησε να γλι στρήσει τα χέρια της κάτω από τη μάσκα για να νιώσει το σαγόνι και τα χείλη του ξένου, όμως εκεί νος έπιασε τον καρπό της,τρυφερά αλλά σταθερά. Της άρπαξε τον άλλο καρπό κι έβαλε το χέρι της πίσω από το λαιμό του. Μ’ αυτό τον τρόπο θα μπορούσε τουλάχιστον να χαϊδέψει τα σγουρά του μαλλιά. Τα δυνατά του χέρια άρχισαν να εξερευ νούν ολόκληρο το κορμί τη ς,το στήθος,τη μέση, τους γλουτούς. Έγινε πιο απαιτητικός, σχεδόν τη σήκωσε από το πάτωμα,τρίβοντας τους γλουτούς της με έναν τρόπο που ήταν δυναμικός, φλογερός και τρυφερός - όλα μαζί. «Έλα...» της μουρμούρισε. Τον ακολούθησε σε μια από τις εσοχές, σίγουρη πως ήταν πάρα πολύ αργά πια για να κάνει πίσω. Ο άντρας τη σήκωσε εντελώς αυτή τη φορά από το πάτωμα και την ακούμπησε σε μια μικρή προεξο χή καταμήκος του τοίχου. Η Ρέιτσελ τύλιξε τα πό δια της γύρω από τη μέση του, ενώ το κορμί της
Μπαλ μασκέ
τρεμούλιαζε πάνω στο ζεστό του στήθος που την καλωσόριζε. Της άρεσε η κολόνια του, ξετρελαινό ταν με το άγγιγμά του, απογειωνόταν με τα χέρια του πάνω της. Ένιωσε την ξαφνική ανάγκη να τον φιλήσει, να κοιτάξει το πρόσωπό του. «Βγάλε τη μάσκα σου...» «Αυτό είναι το θέμα της σημερινής βραδιάς... να διατηρήσουμε την ανωνυμία μας. Δεν μπορώ να τη βγάλω...» «Θέλω να σε φιλήσω, να δω το πρόσωπό σου!» «Μην πεις μετά πως δεν επέμενες!» Έβγαλε τη μάσκα του. Μια μεγάλη μαύρη λω ρίδα κάλυπτε τα μάτια και το μέτωπό το υ . Ώστε το είχε προβλέψει... Αλλά πάλι... όχι, όχι, δεν το εί χε . Στο μάγουλό του υπήρχε ένα βαθύ σημάδι, που άρχιζε κάτω από το μάτι του κι έφτανε μέχρι τα χείλη του, ως την αριστερή πλευρά του πιγουνιού του. Προετοιμάστηκε να την αφήσει, σίγουρος πως η θέα τη δυσαρέστησε. Η Ρέιτσελ το κατάλαβε και τον φίλησε αμέσως, τρέχοντας τη γλώσσα της καταμήκος του προσώπου του, σταματώντας στα χείλη του και φιλώντας τον στο στόμα. Έγλειψε το λαιμό του, τα χείλη του, ήπιε λαίμαργα τη μυρωδιά του... Τα χέρια του αγνώστου άδραξαν το φόρεμά της, έφτασαν πίσω κι άνοιξαν το φερμουάρ. Ελευ θέρωσε το στήθος της και το φίλησε με πάθος. Έπειτα το λαιμό της, το στόμα της, τα μάτια της.
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες
Π
οτ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
Η Ρέιτσελ καθόταν ακόμη στην προεξοχή. Η πέτρα έξυνε το δέρμα της πλάτης της, ενώ το ορθωμένο πέος του άντρα τής πίεζε το στομάχι. Τη σήκωσε ακόμη μια φορά, σήκωσε και το φόρεμά της πάνω από τους γοφούς της και τράβηξε την κιλότα της με ένα επιτήδειο χέρι. Η Ρέιτσελ βρέθηκε να είναι εντελώς γυμνή, με το φόρεμά της κουλουριασμένο γύρω από τη μέση τ η ς : τελευταίο απομεινάρι μιας μακράς αποχής. Την έβαλε ν’ ακουμπήσει στα μα ξιλάρια, απελευθερώθηκε από το εσώρουχό του κι άρχισε να εξερευνά τους μηρούς της. Η Ρέιτσελ έπνιξε μια μικρή κραυγή. Ένιωσε πως ήταν έτοιμη να ουρλιάξει καθώς αισθάνθηκε κάτι σαν πόνο. Όταν όμως ο άντρας τη χάιδεψε με την καυτή του γλώσσα, χωρίς προειδοποίηση, ήρθε αμέσως σε οργασμό, ανίκανη και μη θέλοντας να συγκρατη θεί. Το κορμί της έτρεμε τόσο πολύ, που ο άντρας κατάλαβε τι της είχε συμβεί κι άρχισε να γλείφει λαίμαργα τα καυτά υγρά που έρρεαν από μέσα της. Το χέρι του ανέλαβε τα υπόλοιπα, τρίβοντας το δέρμα που περίμενε τόσον καιρό να το χαϊδέ ψουν , κι η Ρέιτσελ παραδόθηκε σε αυτό το γλυκό χάδι, με το κεφάλι ριγμένο πίσω, ακουμπισμένο στα μαξιλάρια. Και τότε την είδε. Τη γυναίκα που είχε συνα ντήσει στην αρχή της βραδιάς. Στεκόταν σε μια γωνιά της αίθουσας και τους κοιτούσε με ενδιαφέ ρον. Με μιαν αργή κίνηση, κι αφού σιγουρεύτηκε
Μπαλ μασκέ
ΤΒΟϊς η Ρέιτσελ την έβλεπε, γλίστρησε ένα από τα μακριά χέρια της ανάμεσα στους μηρούς της, αφή νοντας τα λεπτά της δάχτυλα να εξαφανιστούν στο μαλακό θάμνο. Καθώς ο άντρας έχωνε τα τολμηρά δάχτυλά του μέσα στη Ρέιτσελ, η γυναίκα τούς πλησίασε. Έσκυψε, άγγιξε ελαφρά με το στόμα της το στήθος της Ρέιτσελ, και μετά το έγλειψε με τα κατακόκκινα χείλη της, ενώ άρχισε να ρουφάει τις σκληρές ορθωμένες της θηλές, αφήνοντας ίχνη σκούρου κόκκινου κραγιόν γύρω τους. Κατόπιν γλίστρησε το λαιμό της στο πρόθυμο στόμα της. Ο άντρας αποσύρθηκε κι η ξένη κόλλησε πάνω στη Ρέιτσελ, τρίβοντας το τεράστιο στήθος της πάνω στο δικό της. Ο ιδρώτας τους ανακατεύτηκε, όπως και οι μυρωδιές των κορμιών τους. Τα πόδια της γυναίκας άνοιξαν τους μηρούς της Ρέιτσελ, τα αι δοία τους άρχισαν να τρίβονται το ένα πάνω στο άλλο, οι χυμοί τους χωρίζονταν μόνο από το λεπτό ύφασμα του φορέματος της ξένης. Ύστερα, αργά αργά, η γυναίκα φίλησε το στομάχι της Ρέιτσελ, τους γοφούς της, και τελικά η γλώσσα της δοκίμα σε τον καυτό χυμό της, ενώ η Ρέιτσελ ένιωθε πολύ αδύναμη για να διαμαρτυρηθεί. Δεν είχε έρθει εδώ για να κάνει έρωτα με μια γυναίκα... Τον άντρα ήθελε. Και τον ήθελε π ολύ! Η άλλη το αισθάνθηκε και της είπε: «Μην ανησυχείς, θα είναι όλος δικός σου... σύ ντομα...»
Πιο
Πολλές
Ιστορίες
Ποϊ
Σε
Κ ανοϊν
Να Κ ο κ κ ι ν ί ζ ε ι ς
Αμέσως τα δάχτυλά της άνοιξαν τα πρησμένα χείλη για να ανακαλυψουν το μικρό εξόγκωμα. Με μικρές κυκλικές κινήσεις, πρώτα των δάχτυλων της και έπειτα των χειλιών της, έκανε τη Ρέιτσελ να ρι γήσει ξανά, να έρθει και πάλι σε οργασμό, πριν χα θεί σ’ ένα σύννεφο μεταξιού. Όσο για τον άντρα, δεν προσβλήθηκε καθόλου από το θέαμα των δύο γυναικών που τρίβονταν η μία πάνω στην άλλη μπλέκοντας τα κορμιά τους. Η Ρέιτσελ ήταν συ γκλονισμένη από όλη την ηδονή που μόλις είχε δο κιμάσει -ή τ α ν κάτι πέρα από κάθε προσδοκία της. Χαμογέλασε στον άντρα, που φαινόταν να περιμένει κάποιο σημάδι της, Ξαναπήρε αμέσως τη θέση του, και με τα δάχτυλά του και τα χείλη του της χάρισε τις πιο έξοχες αισθήσεις. Η Ρέιτσελ παραδόθηκε στο τεράστιο πέος το υ , υγρό και πρησμένο, σκέτη απόλαυση, ρουφώντας αυτά τα χάδια που αναζητούσε για τόσον καιρό. Όλη η αί σθηση της λογικής της, όλη η ορθολογιστική της ικανότητα,ήταν τώρα χιλιόμετρα μακριά. Δεν ήταν παρά ένα κορμί πάνω στο οποίο άγνωστοι ξόδευ αν όλη τους την προσοχή. Ο λαιμός της ήταν ξερός, δάκρυα ευτυχίας άρχισαν να τρέχουν στα μάγου λά της από τα θολά της μάτια. Ξαφνικά αισθάνθηκε ένα νέο κύμα ηδονής που ερχόταν να την ανεβάσει και πάλι, που σάρωνε κάθε ίχνος διαύγειας στο πέρασμά του, που ήταν έτοιμο να την αλώσει, να την κάνει δική του, να την
Μπαλ μασκέ
οδηγήσει σε απίστευτους οργασμούς. Λίγο πριν ηρεμήσει και πάλι το κορμί της, ο άντρας τη σήκω σε και την ακούμπησε στην προεξοχή του τοίχου. Ύστερα χώθηκε μέσα της βίαια, γεμίζοντάς τη ολοκληρωτικά. Σκέφτηκε πως ήταν τεράστιος. Ήταν; Δεν μπορούσε να είναι σίγουρη, γιατί δεν εί χε και πολλές εμπειρίες. Τον ένιωσε σκληρό σαν σίδερο, το πέος του κυμάτιζε μέσα της χτυπώντας την ενάντια στον τοίχο, μελανιάζοντας με έναν υπέροχο τρόπο το μαλακό της δέρμα με κάθε ώθη σή του. Ήταν εντελώς δική του, μετακινιόταν μέ σα κι έξω της με ολόκληρο το κορμί του, άλλοτε άγρια, άλλοτε τρυφερά. Όταν τελικά τελείωσε μέ σα της, μια τελευταία του ώθηση τίναξε το κορμί της και κατέρρευσε στην αγκαλιά του σαν άψυχη κούκλα... Ο σύντροφός της την ακούμπησε τρυφερά πίσω στα βελούδινα μαξιλάρια. Η Ρέιτσελ βυθίστηκε σ’ ένα γλυκό λήθαργο για μερικές στιγμές, κι όταν άνοιξε τα μάτια της ο άντρας είχε εξαφανιστεί. Ήταν μόνη της. Ήθελε να κρατήσει μέσα της για πάντα αυτά τα συναισθήματα. Της έλειπε ήδη το αγαλματένιο του κορμί. Είχε περιμένει τόσο και ρό, κι ήθελε κι άλλο! Τα πόδια της έτρεμαν. Ντύ θηκε στα γρήγορα και σηκώθηκε για να τον ψάξει. Ήταν κιόλας με κάποιαν ά λ λ η ; Δεν έπρεπε να πουν κάτι ο ένας στον ά λλο ; Δεν έπρεπε να προ σπαθήσουν να ξαναϊδωθούν;
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
Έκανε το γύρο της αίθουσας, μα δεν τον είδε. Σερβιρίστηκε ένα ποτό και μετά άρχισε και πάλι να τον ψάχνει. Φαινόταν να έχει εξαφανιστεί. Έλεγξε όλες τις προεξοχές, προσπαθώντας, παρά τον π α νικό της, να είναι διακριτική. Ανάμεσα σε όλα τα μπλεγμένα κορμιά -άντρες και γυναίκες, γυναίκες και γυναίκες, άντρες και άντρες-, δεν τον βρήκε πουθενά. Δίστασε. Μήπως έπρεπε να μείνει λίγο ακόμη, με την ελπίδα να τον δει να εμφανίζεται; Ή να διακινδυνεύσει να τον πιάσει με κάποιαν άλλη, και να καταστρέψει αυτό που,χωρίς αμφιβολία,θα γινόταν μια μνήμη πολύτιμη; Σταμάτησε να απελ πίζεται, κατάπιε την απογοήτευσή της μαζί με λίγα δάκρυα, και προχώρησε προς την έξοδο. «Θέλετε να σας καλέσω ένα ταξί, παρακαλώ;» τη ρώτησε ο άντρας στην έξοδο. «Ναι,αν δε σας κάνει κόπο,σας ευχαριστώ πο λύ». Ήταν ο ίδιος άντρας που την είχε υποδεχτεί στην είσοδο. Γύρισε στο τηλέφωνο πίσω του, κι εκείνη τη στιγμή η Ρέιτσελ παρατήρησε έναν υπολογιστή και κάτι δισκέτες δίπλα του. Χωρίς δεύτερη σκέψη, με μια γρήγορη και κρυφή κίνηση, άρπαξε μια δι σκέτα που έγραφε: «ΚΑΛΕΣΜΕΝΟΙ». Ένα κλάσμα του δευτερολέπτου αργότερα, ο άντρας γύρισε προς τη μεριά της και την ενημέρωσε πως το ταξί της ερχόταν. Τον ευχαρίστησε, λέγοντας ότι θα πε ρίμενε έξω, και τράπηκε σε φυγή μέσα στη νύχτα.
Μπαλ μασκέ
* *
*
Έναν ολόκληρο μήνα προσπαθούσε. Κάθε φορά που έβγαινε έξω έψαχνε έναν άντρα μ’ ένα βαθύ σημάδι στο πρόσωπο. Νόμιζε πως τον έβλεπε όπου κι αν πήγαινε, μα δεν ήταν ποτέ αυτός. Η αναζήτη σή της έγινε ιδεοληψία, παραλήρημα. Ακολουθού σε ξένους στο δρόμο,απλά και μόνο γιατί, κοιτά ζοντας την πλάτη τους, πίστευε πως ήταν ο άντρας που έψαχνε απελπισμένα. Εκείνη η νύχτα την είχε μεταμορφώσει πέρα για πέρα. Πώς θα μπορούσε να επιστρέψει στη ζωή που έκανε π α λιότερα ; Έπρεπε να νιώσει και πάλι την ηδονή μ’ εκείνον, με κάποιον άλλον. Κατά προτίμηση μ’ εκείνον... Καταλάβαινε πως η ευχαρίστησή της ήταν τόσο μεγάλη επειδή δεν ήξερε τίποτε γι’ αυτόν. Αλλά μια φωνούλα μέσα στο κεφάλι της της έλεγε συνέ χεια πως αυτόν έπρεπε να συναντήσει π ά λι. Όχι απλά έναν άντρα, αυτόν. Μπορεί να ήταν παντρε μένος ή να ζούσε σε κάποιαν άλλη πόλη; Αυτή η σκέψη την έκανε να τρελαίνεται. Και η παλιοδισκέτα δεν της είχε αποκαλύψει τί ποτε... Θα ’πρεπε να το περιμένει! Πώς θα μπο ρούσε να βρει έναν άντρα που δεν ήξερε πώς λεγό ταν ; Ο κατάλογος των ονομάτων ήταν εντελώς άχρηστος. Αν είχε μια ένδειξη... ένα όνομα... κά τι!... Θα μπορούσε πάντως να κάνει μια επίσκεψη σε κάθε όνομα που ανέφερε ο κατάλογος... Αλλά,
Πιο
Π
ολλές
Ιστορίες
Π
οτ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
ξέροντας πως της έλειπαν οι κατάλληλες δικαιο λογίες, δε βρήκε το κουράγιο να προχωρήσει σε κάτι τέτοιο. Μετά από ένα μήνα αϋπνίας και ανι κανοποίητης επιθυμίας,ήταν απελπισμένη. Σιγά σιγά όμως, μια ιδέα άρχισε να διαμορφώ νεται στο μυαλό της. Τη σκέφτηκε μερικές μέρες, την εξέτασε απ’ όλες τις πλευρές, ζύγισε τα πλεο νεκτήματα και τα μειονεκτήματα. Για ένα μόνο ήταν σίγουρη: πως ήταν ο μοναδικός τρόπος. Χω ρίς να διστάσει άλλο, έβαλε το σχέδιό της σε εφαρ μογή, ένα βήμα τη φορά. Έπρεπε να κάνει την έρευνά της, έπρεπε να ρυθμίσει τα πάντα στην εντέλεια. Για την πιο κρίσιμη φάση του σχεδίου της, έλειψε μια μέρα από τη δουλειά της -παρόλο που τις τελευταίες μέρες πήγαινε πάντα αργοπορημένη !-και τελικά ολοκλήρωσε τις τελευταίες πι νελιές του σχεδίου της. Μια βδομάδα αργότερα, εκατό και παραπάνω άνθρωποι σε ολόκληρη την πόλη έλαβαν'μια πανέ μορφη πρόσκληση: β σ ε ίς που βοηθήσατε να ένει συντριτττιοή επιτυχία το πρώτο μπαί] μασίδέ μας, εσείς που μας ένετε επιστεφτεί βαι στο π α ρελθόν αναζητώντας την απαγορευμένη ευχαρίστηση, εσείς που ξέρετε πώς να ερευνήσετε τις επιθυμίες Και τα πάθη σας, εσείς που εκτιμάτε τη διακριτικότητα τινν εξερευνήσεών μας...
Ο Α ν τ υ κ ρ υ φ α κ ο υ γ ε δ ι α κ ρ ι τ ι κ ά τη συνομιλία στο διπλανό τραπέζι, όπου το «κλαμπ των στερημέ νων γυναικών» είχε την εβδομαδιαία συγκέντρω σή του. Δεν ήταν η πρώτη φορά. Τα αυτιά του Άντυ είχαν πολλές φορές συγκλονιστεί από τις αστείες, συχνά αξιολύπητες ιστορίες αυτών των γυναικών που είχαν μόνες τους ονομάσει έτσι το κλαμπ τους. Σύμπτωση ή όχι, κάθονταν πάντα στο ίδιο τραπέζι. Ο Άντυ δεν ήξερε αν συναντιόντου σαν κι άλλες ημέρες της εβδομάδας, αλλά κάθε Παρασκευή βράδυ, στα σίγουρα, βρίσκονταν εκεί, αρκετά κοντά του για να ακούει εύκολα -ίσως π ά ρα πολύ εύκολα-τη συνομιλία τους. Οι τέσσερις γυναίκες δεν είχαν ιδέα πόσο απλό και πόσο εν διαφέρον ήταν για τους άλλους πελάτες να ακούν τα δυσάρεστα συμβάντα της ζωής τους. Κι αυτές οι συγκεκριμένες στερημένες δεν ήταν καθόλου αρ γόσχολες! Ο Άντυ πίστευε πως κάθε βδομάδα, τουλάχιστον μία απ’ αυτές είχε να διηγηθεί κάποια ιστορία που τελείωσε καταστροφικά το προηγού μενο Σαββατοκύριακο. Κι αυτό που τον ενοχλού σε πιο πολύ ήταν πως τα ανέκδοτα, παρόλο που
Πιο
Πολλές
Ιστορίες
Ποϊ Σε
Κ ανοϊν
Να Κ ο κ κ ι ν ί ζ ε ι ς
ήταν πολλά και διαφορετικά, έμοιαζαν όλα σε γε νικές γραμμές: οι άντρες και η ανικανότητά τους να κάνουν μια γυναίκα να ευχαριστηθεί στο κρε βάτι. Σύμφωνα με την εμπειρία τους, οι άντρες εί τε παραήταν απασχολημένοι με την επίδειξη των δυνατοτήτων τους κι αντλούσαν ατέλειωτη ευχα ρίστηση μόνο και μόνο απ’ αυτό, χωρίς να τους απασχολεί καν η ευχαρίστηση της συντρόφου τους, είτε «εκσπερμάτωναν πρόωρα» -υπό μία μη κλινική έννοια της λέξης που σημαίνει ένα γρήγορο μέσα-έξω -και μετά ουπς! ώρα για ύπνο. Και το κυριότερο, κανείς από τους άντρες τους δεν μπο ρούσε να καταλάβει ή ακόμη και να αναγνωρίσει την ύπαρξη εννοιών όπως «ερωτικά παιχνίδια» ή «κλειτοριδικός οργασμός». Ακούγοντας τη γυναικοκουβέντα, φαίνεται πως όλοι οι άντρες ήταν πε πεισμένοι πως το πέος τους και μόνο κατείχε την αδιαμφισβήτητη δυνατότητα να κάνει μιρι γυναίκα να έρθει σε οργασμό, ανεξάρτητα από το πόσο άσχημα το χρησιμοποιούσαν. Τα αυτιά του Άντυ μόλις και άντεχαν να ανεχτούν τις βρισιές τους. «Τον ηλίθιο! Ούτε καν έβγαλε τις μπότες του! Αφού τσάκισε τα καημένα τα δαχτυλάκια των πο διών μου για τέταρτη φορά, έπρεπε να προσποιηθώ οργασμό ώστε να τον κάνω να τελειώσει την υποχρέωσή το υ !» «Πού να σας τα λέω ! Ο δικός μου πασαλείφτηκε προτού καν βγάλει το βρακί του. Ένιωσε τόσο
Υπόθεση τιμής
ταπεινωμένος... Του είπα ένα σωρό φορές πως δεν υπήρχε πρόβλημα, πως έτσι κι αλλιώς καλά ήταν και πως θα ήταν ακόμη καλύτερα την επόμενη φο ρά. Δεν τον έπεισα! Άλλος ένας γάιδαρος που νο μίζει πως το πέος του είναι το κλειδί όλης της σε ξουαλικής εμπειρίας!» «Το πουλί του τελευταίου μου γκόμενου ήταν τόσο μικρό, που νόμιζα πως έχωνε μέσα μου το δάχτυλό του. Είπα στον εαυτό μου: “ Επιτέλους, να κι ένας τύπος που ξέρει να χρησιμοποιήσει τα δάχτυλά τ ο υ !” Αλλά όχι, το πουλί του ήταν, που το κούνησε γύρω στα τρία δευτερόλεπτα, χωρίς να μετακινήσει κανέναν άλλο μυ του κορμιού του. Μετά βγήκε από μέσα μου, φόρεσε το σώβρακό του και μου προσέφερε ποτό!» Ο Άντυ τα έβρισκε όλα αυτά πολύ αποθαρρυντικά. Έπρεπε να το παραδεχτεί: αυτές οι δηλώ σεις ίσχυαν δυστυχώς για πολλούς άντρες. Μερι κοί ήταν αδέξιοι ή ανίδεοι και άλλοι πάλι σκέτοι εγωιστές. Αλλά να καταδικάζει κανείς ολόκληρο το αρσενικό γένος; Ε, όχι,ήταν άδικο. Σε τελευ ταία ανάλυση, υπήρχαν και μερικοί που κατέβαλ λαν προσπάθεια! Αυτές οι γυναίκες ήταν εξαιρετι κά άτυχες, κι ήταν πραγματικά ντροπή. Η τελευ ταία του σκέψη όμως του έδωσε μια ιδέα. Μια ιδέα που έλαβε μορφή σιγά σιγά,που έγινε όλο και πιο ελκυστική, όλο και πιο εφικτή... Μετά από ένα τελευταίο ποτό, αποφάσισε να γυρίσει σπίτι του 51
Πιο
Π
ολλές
Ιστορίες
Π
οτ
Σ
ε
Κ
ανοϊν
Να Κ
οκκινίζεις
και να σκεφτεί την ιδέα του λίγο περισσότερο, μό νος στο κρεβάτι.
Δύο εβδομάδες αργότερα, οι τέσσερις φιλενάδες του «κλαμπ των στερημένων γυναικών» βρίσκο νταν στη συνηθισμένη τους θέση. Για τη Βερόνικα, η κουβεντούλα τους έμοιαζε με ήχο χωρίς κανένα απολύτως νόημα. Προσπαθούσε πάντως όσο πιο σκληρά γινόταν να επικεντρωθεί στις λέξεις που ανταλλάσσονταν γύρω από το τραπέζι. Δεν μπο ρούσε να ξεκολλήσει τα μάτια της από την πόρτα, εκτός από καναδυό δευτερόλεπτα, ίσα ίσα για να κάνει τις φίλες της να πιστεύουν πως είναι παρού σα στη συζήτηση, κι ύστερα γύριζε πάλι να κοιτά ξει, με την ελπίδα να δει τον Άντυ να μπαίνει μέσα. Μια λεπτή σιλουέτα εμφανίστηκε, η σκιά ενός προσώπου, κι η καρδιά της Βερόνικα αναπήδησε αυτός ήταν; αυτός ο λιγάκι παράξενος νεαρός άντρας που της είχε χαρίσει μια απίστευτη νύχτα; Όχι... Πολύ μεγάλος σε ηλικία, πολύ μυώδης... Απογοητεύτηκε. Δεν το έδειξε βέβαια, στο κάτω κάτω της γραφής οι άντρες είναι καθάρματα, όλος ο κόσμος το ξέρει. Αυτή ήταν κι η πιο συνηθισμένη επωδός του «κλαμπ», που είχε γεννηθεί σχεδόν ένα χρόνο πριν και τα μέλη του είχαν ορκιστεί να συναντώνται μια φορά τη βδομάδα, στο ίδιο τρα πέζι, βρέξει χιονίσει, και να κοροϊδεύουν όλους
Υπόθεση τιμής
αυτούς τους καημενούληδες που τις έκαναν να υποφέρουν όσο υπέφεραν. Παρόλο που ήξεραν πως αυτό δε βελτίωνε τίποτε και δε θεράπευε πα λιές πληγές, το τελετουργικό κατά κάποιο τρόπο τις αποζημίωνε. Εκείνο το βράδυ η Βερόνικα ήξερε πως δεν μπορούσε ν’ αντέξει μερικές από τις βρισιές. Φυσι κά συμμεριζόταν κάποιες από τις απόψεις των φι λενάδων της, ως ένα βαθμό βέβαια. Όμως αυτές οι τέσσερις νέες γυναίκες, τόσο διαφορετικές η μία από την άλλη, όμορφες, έξυπνες, καλλιεργημένες, αστείες και γενναιόδωρες, είχαν πιαστεί κορόιδα από τέσσερις ηλιθίους που ήταν επίσης πολύ δια φορετικοί μεταξύ τους, αλλά εγωιστές, δειλοί, ψεύτες κι άχρηστοι όλοι τους· για να μην πούμε ότι το μόνο κεφάλι που ήξεραν να χρησιμοποιούν (παρόλο που κι αυτό δεν ήταν σίγουρο) ήταν αυτό που βρισκόταν στην άκρη ενός χαλαρού και όχι και τόσο ελκυστικού πέους. Για τη Βερόνικα όμως αυ τό δε σήμαινε πως όλοι οι άντρες ήταν χυδαίοι. Να, ο Άντυ για παράδειγμα... Ξαφνικά συνειδητοποί ησε πως δεν ήξερε σχεδόν τίποτε γι’ αυτόν, εκτός του ότι ήταν ευγενικός, υπομονετικός, δεκτικός κι ότι ήταν ο μόνος άντρας που την είχε κάνει να έρ θει σε οργασμό τρεις φορές, τη μία μετά την άλλη, χωρίς να ζητήσει τίποτε σε αντάλλαγμα! Φαινόταν παράξενος, λιμασμένος για σεξ, αλλά όχι με τον ίδιο τρόπο όπως οι άλλοι άντρες που είχε γνωρίσει 53
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
στο παρελθόν. Δεν μπορούσε παρά να αναθεωρή σει την κρίση της για το αρσενικό γένος, γιατί ο Άντυ τής είχε δείξει έντονο ζήλο και απίστευτη αυ τοσυγκέντρωση όταν της έκανε έρωτα. «Της είχε κάνει έρωτα»: ίσως δεν ήταν ο σωστός τρόπος να το πει... «Την είχε κάνει να έρθει σε οργασμό» ήταν πολύ πιο σωστό, γιατί είχε αρνηθεί να μπει μέσα της, προτιμώντας, όπως της είχε πει, να δια τηρήσει ανέπαφη την επιθυμία της για την επόμε νη φορά. Μπας κι είχε κάποιο πρόβλημα; Ο κυνι σμός και η πικρία της για τους άντρες την έκαναν να πιστεύει πως, δεν μπορεί, κάποιο πρόβλημα θα υπήρχε και με δαύτον. Κι όμως,και μόνο που σκε φτόταν την ηδονή που της είχε χαρίσει, ένιωθε να καίγονται τα μάγουλά της... «Τι έπαθες εσύ σήμερα;» «Ε... Τίποτα... τίποτα». «Μα εσύ είσαι κατακόκκινη! Τα μάτια σου δεν ξεκολλάνε από την πόρτα... περιμένεις κάποιον;» «Μπορεί...» Αυτό ήταν. Οι στερημένες γυναίκες του κλαμπ μπορεί να τα είχαν με τους άντρες, αλλά τα μέλη αναζητούσαν πάντα ένα καινούριο ειδύλλιο, κάτι ζουμερό για να κουτσομπολέψουν. Ανέκριναν τη Βερόνικα τόσο πολύ, που στο τέλος αναγκάστηκε να τους εξιστορήσει τα πάντα με το νι και με το σίγμα. «Τον λένε Άντυ. Τον συνάντησα στο σούπερ-
Υπόθεση τιμής
μάρκετ... Το βάζει ο νους σας; Μπροστά από βά ζα με σάλτσα ντομάτας!» Λλλά δεν τους τα είπε όλα από την αρχή. Μετά από αμέτρητα αστεία και χρονοβόρες βασανιστι κές στιγμές, παραδέχτηκε επιτέλους πως την είχε κάνει να νιώσει τέτοια δυνατή και άγρια επιθυμία, που τον είχε καλέσει σπίτι της το ίδιο βράδυ. Τους ΐίπε πως, μόλις άνοιξε την πόρτα, χώθηκε στην αγκαλιά του - και τα ’χασε σαν κατάλαβε πως κι εκείνος την αγκάλιασε τρυφερά, ευγενικά, μητρι κά σχεδόν. Μόνο αυτό ήταν το ασυνήθιστο πάνω το υ ; Όχι βέβαια. Πρώτ’ απ’ όλα, δεν προσπάθησε να της κά νει έρωτα, τουλάχιστον όχι με τον τρόπο που περί μενε εκείνη. Αφού την άναψε με τα φιλιά του, που γίνονταν όλο και πιο καυτά,την πήγε στην κρεβα τοκάμαρα,την ακούμπησε στο κρεβάτι και την ξέ ντυσε. Ύστερα έβγαλε τη ζώνη του κι έδεσε χαλα ρά τους αστραγάλους της στα κάγκελα του κρεβα τιού. Πήρε και μια από τις δικές της ζώνες κι έκα νε το ίδιο με τους καρπούς της. Μετά,την κοίταξε για λίγο και, βλέποντας την αβεβαιότητα στα μά τια της,της είπε τρυφερά: «Είσαι τόσο όμορφη... Μη φοβάσαι». Εκείνη πήρε μια βαθιά αναπνοή, συνειδητοποι ώντας πως μπορεί και να είχε κάνει μεγάλο λάθος που τον κάλεσε στο σπίτι της. Δεν είχε νιώσει έτσι στην αρχή και εμπιστευόταν πάντα το ένστικτό 55
Πιο
Πολλές
Ιστορίες
Ποϊ Σε
Κανοτν
Να Κ ο κ κ ι ν ί ζ ε ι ς
της. Μα αν ήταν να πάρει έτσι το μάθημά της... ε, τι να κάνουμε; Η ανησυχία της εξαφανίστηκε όταν ο Άντυ άρχισε να χαϊδεύει τους μηρούς της με τ’ ακροδάχτυλά του, προκαλώντας της ευχάριστα ρί γη αναμονής. Το χέρι του γλίστρησε, απαλό και χαδιάρικο, στα πόδια και στους γοφούς της, ύστε ρα στο στήθος της, που το γαργάλισε για λίγο πριν το φιλήσει λαίμαργα με το απαλό του στόμα. Α υ τά τα θαυμάσια χείλη μετακινήθηκαν στο τρεμάμενο κορμί της, για να καταλήξουν στους ανοι χτούς της μηρούς. Εκεί, μια γλώσσα ουράνια άρχι σε να τη γλείφει και να τη ρουφάει με απίστευτο ταλέντο. Πολύ γρήγορα ενέδωσε στον πρώτο ορ γασμό, κάνοντάς τον να χαμογελάσει. Σύντομα ξαναβρήκε την αναπνοή της. Το κεφάλι του Άντυ ακουμπούσε στην κοιλιά της, ένιωθε τα δάχτυλά του να πειράζουν το μουσκεμένο της αιδοίο. Το άγγιγμά του ήταν τόσο ευγενικό, που ένιωθε σαν να μην την άγγιζε. Συνέχισε έτσι για ένα λεπτό κι έπειτα άρχισε να την αγγίζει πιο σταθερά, πιο απαιτητικά -γλίστρησε ένα δάχτυλο μέσα της και μετά ένα δεύτερο. Τον ικέτευε να μπει μέσα της, τον ήθελε τόσο π ο λ ύ ! Α λλά ο Άντυ τη χάιδευε απαλά, όλο και πιο γρήγορα, όλο και πιο γρήγορα, μέχρι που ήρθε πάλι σε οργασμό. Την άφησε δεμέ νη στο κρεβάτι και τη βασάνιζε πολλές ώρες με μι κρά διαλείμματα ανάμεσα στους οργασμούς της, κατά τη διάρκεια των οποίων της έφερνε κάτι να
Υπόθεση τιμής
πιει. Υποτάχτηκε. Κάθε φορά που ήταν σίγουρη πως δε θα μπορούσε να ξαναέρθει σε οργασμό, εκείνος άλλαζε τα χάδια του για να της προσφέρει καινούρια τρέμουλα ευχαρίστησης μέσα από το κορμί της. Την είχε αφήσει στη μέση της νύχτας, στερώντας της την ευχαρίστηση να νιώσει το γυ μνό του σώμα δίπλα στο δικό της. Κοιμήθηκε βα θιά ικανοποιημένη... Τα τρία άλλα μέλη του κλαμπ κρέμονταν από το στόμα της. Ήταν δυνατόν να υπάρχει ένας τόσο τέλειος άντρας; Προσπάθησαν να την ανακρίνουν περισσότερο για να ταΐσουν τη φαντασία τους με πιο συγκεκριμένες λεπτομέρειες, αλλά η Βερόνικα δεν είχε τίποτε άλλο να τους προσφέρει. Εκείνη τη νύχτα, και τα τέσσερα μέλη του κλαμπ χρειάζο νταν απελπισμένα ανακούφιση από το χέρι τους για να μπορέσουν να κοιμηθούν.
Ο Άντυ κοίταξε τον καθρέφτη για τελευταία φορά. Ένα πρόσωπο όλο γωνίες, με μαλακά χαρακτηρι στικά , και με μια κομψότητα και χάρη που είχαν τη γοητεία παλαιότερων χρόνων. Μεταξένια μαλλιά έπεφταν πάνω στους λιγνούς αλλά καλοσχηματισμένους του ώμους. Είχε λεπτή μέση και φορούσε στενό σακάκι και άνετο παντελόνι. Τα μάτια του ήταν ιδιαίτερα γοητευτικά, γκρίζα, φωτεινά, με μακριές βλεφαρίδες που θα ζήλευε κάθε γυναίκα. 57
Πιο
Πολλές Ιστορίες Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
Κι αυτά τα φλογερά μάτια σκόπευαν να αποπλα νήσουν περισσότερες από μία γυναίκες. Ο Άντυ εί χε ένα στόχο τολμηρό μεν -ναι: εξόχως τολμηρόπλην βάσιμο, ένα στόχο που γεννήθηκε από μιαν απρόβλεπτη κατάσταση: όσο και να το πλήρωνε στο τέλος, κάθε μέλος του «κλαμπ των στερημέ νων γυναικών» θα μάθαινε για τα καλά πως δεν έπρεπε να σταματήσει να ελπίζει για τους άντρες σε τούτο το μάταιο κόσμο. Τουλάχιστον για μια φορά στη ζωή τους έπρεπε να νιώσουν με όλο τους το είναι έναν αξέχαστο εραστή, να έχουν μια ερω τική ιστορία, αν και σύντομη, με κάποιον που θα αφιέρωνε όλο του το χρόνο για να τις κάνει να νιώ σουν την υπέρτατη ηδονή. Δεν ήταν ζήτημα ενός πέους που δεν μπορούσε να σηκωθεί, δεν ήταν ζή τημα ενός πέους που απέδιδε άσχημα ή ενός ερα στή που δε νοιαζόταν καθόλου για το γυναικείο κορμί. Ήταν η καινούρια αποστολή του Άντυ -κ α ι η εμμονή του ήταν σχεδόν θρυλική. Αλλά θα ήταν μια λεπτότατη επιχείρηση. Οι τέσσερις γυναίκες ήταν τόσο γενναιόδωρες με τα μυστικά τους! Γ C αυτό και είχε εξυφάνει μια προσεχτική στρατηγική - και τη σημερινή νύχτα το δεύτερο σχέδιό του έμπαινε σε εφαρμογή. Χώνοντας αφηρημένα το χέρι του στις μεταξέ νιες του μπούκλες, είδε το ρολόι του και κατάλαβε πως ήταν αργά. Έπρεπε να επιλέξει το επόμενο θήραμα. Χωρίς καμία αμφιβολία, η Βερόνικα τον
Υπόθεση τ ι μ ή ς
περίμενε με ανυπομονησία, και του ήταν δύσκολο ν’ αντισταθεί στον πειρασμό να ξοδέψει περισσό τερο χρόνο μαζί της* αλλά μ’ αυτό τον τρόπο δε θα έκανε τίποτε για να προωθήσει το «σκοπό» του. Ήταν σίγουρα καλύτερο να ξελογιάσει κάποιαν άλλη. Το παράξενο πρόσωπό του φωτίστηκε μ’ ένα μακιαβελικό χαμόγελο κι έγλειψε τα χείλη με τη γλώσσα του, όπως κάνει ένας λύκος μυρίζοντας ένα κουνέλι...
Βλέποντάς τον να μπαίνει, η Βερόνικα στραβοκα τάπιε μια γουλιά απ’ το μαρτίνι της και παραλίγο να πνιγεί. Ταραγμένη, προσπάθησε να δείχνει ψύ χραιμη και ειλικρινά έκπληκτη που τον έβλεπε. Αφού έγιναν οι συστάσεις,ο Άντυ παράγγειλε ένα ποτό. Πρόσεξε τα μάτια όλων των «κοριτσιών» που έλαμπαν από περιέργεια κι ένιωσε υπερήφα νος. Ώστε η Βερόνικα δεν μπόρεσε ν’ αντισταθεί και τους τα είχε διηγηθεί όλα... Ήταν σαφέστατο πως τις είχε εντυπωσιάσει. Όλα θα εξελίσσονταν πιο εύκολα απ’ ό,τι περίμενε! Κάθισε πίσω άνετα κι άρχισε να ρουφάει γουλιά γουλιά το ποτό που είχε παραγγείλει, προσπαθώντας να εντοπίσει ποια γυναίκα του κλαμπ θα ενέδιδε ευκολότερα, παρά το γεγονός πως ήταν φιλενάδα της Βερόνι κα. Οι γυναίκες -όλος ο κόσμος έχει να λέει-καυχώνται για την πίστη τους στις φιλενάδες τους, ως
59
Πιο
Πολλές
Ιστορίες
Ποτ Σ ε
Κ α ν ο τ ν Να Κ ο κ κ ι ν ί ζ ε ι ς
τη μέρα που μια ιδιαίτερη κατάχτηση έρχεται να πετάξει στα σκουπίδια τις αυστηρές τους αρχές. Παρατηρώντας τες εναλλάξ και διακριτικά, διαπί στωσε πως μία υποψήφια ξεχώριζε από τις άλλες. Ήταν κοντά στα σαράντα, όμορφη και πληθωρική σαν ώριμο φρούτο. Η Τζούλια μιλούσε λίγο πιο δυνατά και πιο γρήγορα από τις άλλες, επιδιώκο ντας προφανώς να κάνει εντύπωση στον Άντυ. Γε λούσε με το παραμικρό αστείο, τον κοιτούσε μ’ ένα σωρό προφάσεις και μ’ ένα βλέμμα όλο υπονο ούμενα... Α,ήταν διαβόλου κάλτσα! Προσπαθού σε να τον ξελογιάσει τόσο διακριτικά, που δεν το παρατήρησε καμία. Γελώντας και κάνοντας διά φορες χειρονομίες, χιλιοστό το χιλιοστό, είχε κα τορθώσει να γλιστρήσει τόσο κοντά του, που άγγι ζε το πόδι το υ. Ο μηρός της ήταν τώρα κολλημένος πάνω του και τον έτριβε μαλακά. Η Βερόνικα π α ραήταν απασχολημένη με το να εκφράζει την επι θυμία της γ ι’ αυτόν ανοιχτά, κι οι δύο άλλες, η Σούζαν και η Άίνα, φλυαρούσαν τόσο πολύ, που θα μπορούσαν να ντροπιάσουν και μια κίσσα. Ο Άντυ, που δε χρειαζόταν και πολλή ενθάρ ρυνση , ανταπέδωσε τα διακριτικά χάδια της Τζού λια. Οι δυο τους φλέρταραν κατ’ αυτό τον τρόπο για καμιά ώρα, μέχρι που τα άλλα δύο μέλη του κλαμπ έδειξαν σημάδια αδημονίας· είχαν αργήσει κι έπρεπε να φύγουν. Το μυαλό του Άντυ βρισκό ταν σε εγρήγορση για το τι θα συνέβαινε μετά. Η
Υπόθεση τιμής
στιγμή που η Σούζαν και η Λίνα σηκώθηκαν για να φύγουν ήταν κάπως άβολη για τον Άντυ και την Τζούλια, όταν ξαφνικά... σκέφτηκε κάτι μεγάλοφυέστατο! «Να σας πάω σπίτι με το αυτοκίνητο;» πρότεινε ευγενικά στη Βερόνικα και την Τζούλια. «Σκεφτόμασταν να πάρουμε το μετρό, αλλά αν δεν υπάρχει πρόβλημα... Αν και είναι και κάπως αργά...» απάντησε η Βερόνικα. Ο Άντυ δεν άφησε τίποτε χωρίς να το σχεδιάσει επιμελώς. Άφησε πρώτα την Τζούλια, προσπαθώ ντας να μην ξεχάσει το δρόμο και τον αριθμό του σπιτιού της, και μετά ήρθε η σειρά της Βερόνικα. Τη φίλησε παθιασμένα μπροστά από την πολυκα τοικία όπου έμενε και στη συνέχεια έφυγε,εξηγώ ντας της πως το βραδάκι έπρεπε να κάνει μια χά ρη σ’ ένα φίλο του. Απογοητευμένη, η Βερόνικα τον έβαλε να της υποσχεθεί πως θα της τηλεφω νούσε. Μόλις έκλεισε η πόρτα πίσω της, ο Άντυ μπήκε τρέχοντας στο αυτοκίνητο και γύρισε από τον ίδιο δρόμο πίσω στην Τζούλια,που αναμφίβο λα θα τον περίμενε με ανοιχτές αγκάλες. Αν τον περίμενε, λέει... Του άνοιξε την πόρτα ημίγυμνη. Είχε μόλις βγει από το ντους και το νε ρό έσταζε από πάνω της. Το δέρμα της είχε ανα τριχιάσει, γιατί το ελαφρύ νεγκλιζέ δεν της πρόσφερε και καμιά τρομερή προστασία. Οι όρθιες θηλές της ικέτευαν να χαϊδευτούν, σταγόνες έτρε 61
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες
Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοϊν
Να Κ
οκκινίζεις
χαν από τα μουσκεμένα της μ α λλιά μέχρι τις άκρες του στήθους της. Ο Άντυ μπήκε μέσα χωρίς να πει λέξη και πήρε ένα από τα φρούτα που τόσο προκλητικά τού προσέφεραν το ζέστανε και με τα δυο του χέρια, και έπειτα ανέλαβαν δράση τα χείλη του. Ανάμεσα στα γλειψίματα και στα τσιμπήματα, η Τζούλια παρα δόθηκε σ’ αυτή την αισθησιακή προσοχή που της έδειχναν. Ένιωσε τη λεπτή σάρκα ανάμεσα στα πόδια της να υγραίνεται, να πρήζεται και να ανθίζει αργά. Τη στιγμή που ο Άντυ γονάτισε μπροστά της, σκέφτηκε φευγαλέα τη Βερόνικα... αλλά η σκέψη της πέταξε μακριά όταν η γλώσσα του άνοι ξε τρυφερά τους μηρούς της με μια πνοή ζεστής ανάσας. Βρισκόταν ξαπλωμένη μπροστά από την πόρτα* την έκλεισε σπρώχνοντάς τη με το πόδι της, και, χωρίς καμιά τύψη, άφησε την παράξενη γλώσ σα να τη δοκιμάσει σιγά σιγά, ενώ η ίδια αναστένα ζε κι αγκομαχούσε ηδονικά. Ο Άντυ την κοίταξε για μια στιγμή κι ύστερα άρχισε να τη φιλάει στο λαι μό, στην κοιλιά και στους γοφούς, που ήταν ανασηκωμένοι σε μια στάση παράδοσης. Η Τζούλια δεν απογοητεύτηκε. Πρώτα πρώτα ένιωσε τη γλώσσα του ν’ ανοίγει τα χείλη της διάπλατα, να μετακινείται με μέθοδο σε όλα τα περιγράμματά τους προσπαθώντας να απομνημονεύσει και την τελευταία τους λεπτομέρεια, και έπειτα αισθάνθηκε κάτι σαν δάχτυλο, κρίνοντας από το σταθερό
Υπόθεση τιμής
άγγιγμά του, που χώθηκε σε κάθε πτυχή εξερευνώ ντας τη σάρκα της, πριν χωθεί και στο τελευταίο, εσώτερο όριο του κορμιού της. Το ντροπαλό δά χτυλο έγινε πιο τολμηρό, προχώρησε μέσα της με παροξυσμό, μέχρι που μπήκε ολόκληρο. Και τότε εμφανίστηκε και πάλι η γλώσσα, που άρχισε να γλείφει και να ρουφάει με το ρυθμό της διείσδυσης του χεριού. Η Τζούλια δεν μπορούσε πια να συ γκρατηθεί. Ήξερε πως βρισκόταν στα πρόθυρα του οργασμού και προσπάθησε να κρατηθεί. Εκεί νη ακριβώς τη στιγμή,τα χάδια άλλαξαν το ρυθμό τους. Ο Άντυ προχώρησε από τις σχεδόν άγριες ωθήσεις σε πιο λεπτές, πιο ευγενικές... σχεδόν αθώες. Το χέρι βγήκε,η γλώσσα αποσύρθηκε και τώρα υπήρχε μόνο η ανάσα του,για να αναστατώ νει και να πειράζει το καυτό αιδοίο της Τζούλια. Της άνοιξε πάλι τα χείλη και φύσηξε απαλά, σαν να ’θελε να στεγνώσει τη σάρκα που άστραφτε, και μετά τραβήχτηκε, αιωρήθηκε πάνω από την Τζού λια, για να την κάνει να ουρλιάξει σχεδόν από επι θυμία. Το ήθελε αυτό το κορμί που ήξερε ελάχιστα και που σε μια στιγμή μπορεί να έβλεπε γυμνό. Ήθελε σαν τρελή να χωθεί άγρια μέσα της, να γίνει ένα μαζί της, να της ξεσκίσει το νεγκλιζέ. Ο Άντυ έβγαλε τα παπούτσια του και ξάπλωσε δίπλα στην Τζούλια, γλιστρώντας το πόδι του στο βελουδένιο της μηρό, πιέζοντας το υγρό και προ κλητικό της αιδοίο. Ύστερα άρχισε να το περι 63
Πιο
Πολλές
Ιστορίες
Ποϊ Σε
Κ ανοϊν
Να Κ ο κ κ ι ν ί ζ ε ι ς
στρέφει αργά αργά, περικυκλώνοντας την τρυφε ρή σάρκα. Το δάχτυλο του ποδιού του στηρίχτηκε στη μόνη θέση που μπορούσε να την κάνει να έρ θει σε οργασμό. Εκείνη αναπήδησε, σχεδόν τρο μαγμένη, κι ύστερα αφέθηκε στα χάδια του. «Δεν μπορώ να κρατηθώ άλλο... έλα μέσα μου, σε θέλω!» Η κραυγή της ενθάρρυνε μόνο το δάχτυλο του ποδιού του, που άρχισε να πιέζει με ανανεωμένη πεποίθηση τα ανοιχτά χείλη. Οι κινήσεις του έγιναν πιο απαιτητικές, βάναυσες σχεδόν. Η Τζούλια μπορούσε να ορκιστεί πως είχε χωθεί μέσα της. Ο Άντυ έπεσε πάνω της,τη φίλησε στο στόμα, έγλει ψε το λαιμό της με τη γλώσσα του, και έχωσε μέσα της ακόμη μια φορά το άπληστο χέρι του. Η Τζού λια μπορούσε να φανταστεί κάθε χειρονομία... τα τέσσερα δάχτυλα που χώνονταν βαθιά στη σάρκα της, σχεδόν οδυνηρά, ενώ ο αντίχειρας δούλευε στο μικρό βουναλάκι της τρωτής σάρκας. Κρατή θηκε μόνο λίγα λεπτά. Ο Άντυ ένιωσε τους μυς της να συσπώνται βίαια, μετά την υπερχείλιση, τους εύγευστους σπασμούς που εκλιπαρούσαν να δο κιμαστούν. Βύθισε το στόμα του κάτω, ανάμεσα στους καυτούς μηρούς του αποψινού του θύματος, βέβαιος -άλλη μια φ ο ρ ά -γ ια τον απαράμιλλο θρίαμβό του...
Υπόθεση τιμής
Η Βερόνικα δεν μπορούσε να σταθεί ακίνητη, είχε δολοφονικές διαθέσεις. Απόψε ήταν η νύχτα συνε δρίασης του κλαμπ, κι ακόμη δεν είχε καμία είδη ση από τον Άντυ. Οι «στερημένες συντρόφισσές» της δε θα δίσταζαν να ρωτήσουν για το «ειδύλλιό» της,και θα φαινόταν γελοία. Μα ούτε ένα τηλεφώ νημα; Ο μπάσταρδος! Την είχε πιάσει κορόιδο πραγματικά μ’ αυτή τη σάχλα που της είχε ξ ε φουρνίσει, «να διατηρήσει ανέπαφη την επιθυμία της για την επόμενη φορά». Την είχε πατήσει σαν έφηβη. Μα το χειρότερο σ’ όλη αυτή την πίκρα ήταν πως ένιωθε ακόμη μια ανεξήγητη επιθυμία για τον Άντυ. Ήξερε πως, αν της τηλεφωνούσε αυ τό το λεπτό, θα ήταν όλο χαμόγελα, έτοιμη να π α ρατήσει τα πάντα για να τον δει - κ ι αυτό την εξα γρίωνε περισσότερο. Πώς τον μισούσε! Από τότε που τον πρωτοσυνάντησε, το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να φαντάζεται διάφορες σκηνές, στις οποίες τον ξέντυνε τελείως, άρπαζε το πέος του με το χέρι της και το έχωνε μέσα της. Είδε τον εαυτό της να στέκεται από πάνω του, να γλιστράει το τε ράστιο πέος του βαθιά στο κορμί της και να τον ακούει ν’ αναστενάζει, όπως είχε κάνει κι εκείνη. Επιτάχυνε επικίνδυνα το ρυθμό της επάνω του για να τον κάνει να τελειώσει και μετά τον επιβράδυ νε πάλι για να τον βασανίσει. Αυτό το όραμα προ κάλεσε τσούξιμο στο αιδοίο της, και φούντωσε την οργή της. 65
Πιο
Πολλές
Ιστορίες
Ποτ Σ ε
Κανοτν
Να Κ ο κ κ ι ν ί ζ ε ι ς
«Να πάει να...» μονολόγησε κι ετοιμάστηκε να βγει έξω. Έφτασε λίγο νωρίτερα στο εστιατόριο και είδε την Τζούλια να πίνει μόνη το μαρτίνι της. Την πλη σίασε και κατάλαβε πως κάτι της συνέβαινε. «Τι έπαθες, Τζούλια; Δε φαίνεσαι καλά...» «Σ’ ευχαριστώ για το ενδιαφέρον... Καλά είμαι, δεν είναι τίποτε σημαντικό. Εσύ τι κάνεις,τι νέα;» «Α! Ξέρεις, μια από τα ίδια... είναι όλοι τους μπάσταρδοι». «Ναι, ξέρω κι εγώ ένα-δυο πραγματάκια γι’ αυτό! Να υποθέσω πως ο κούκλος ο Άντυ δε σου έδωσε σημεία ζωής;» «Έπρεπε να το ’χα καταλάβει». «Μα νόμιζα πως... Όταν... όταν σε πήγε σπίτι εκείνη τη νύχτα...» «Έπρεπε να τρέξει να βοηθήσει, λέει, ένα φίλο του για μια δουλειά...» «Α, μάλιστα. Ε ,τα ’χουν αυτά οι φιλίες...» Η Τζούλια αναστέναξε βαθιά και μετά πρόσθεσε: «Μας περνάει για χαζές;Άκου “ ένα φίλο” ... Σ ι γά!» « Τ ι; Νομίζεις πως τα έχει με κάποια;» «Ξέρω κι εγώ ; Ίσως...» Η Τζούλια κοκκίνισε αναστατωμένη. Έφυγε ένα βάρος από πάνω της που η Βερόνικα δεν είχε ξαναδεί τον Άντυ, ανακουφίστηκε που η φιλενάδα
Υπόθεση τ ιμής
της δεν ήξερε τίποτε για ό,τι συνέβη μεταξύ τους. Μέχρι, μάλιστα, που χάρηκε για ένα-δυο λεπτά, όταν σιγουρεύτηκε πως η Βερόνικα δεν είχε νιώσει την ευχαρίστηση της «δεύτερης φοράς». Όμως φοβόταν πως είχε πει πάρα πολλά, παρόλο που η παρατήρησή της δεν περιείχε κάτι ύποπτο. Ήπιε μια γουλιά από το ποτό της για να πάρει μιαν ανάσα και προσποιήθηκε πως δεν κατάλαβε το παράξενο βλέμμα που της έριξε η φίλη της. Ευτυ χώς γι’ αυτήν,τα άλλα δυο μέλη του κλαμπ έφτα σαν εκείνη τη στιγμή. Μαθαίνοντας πως η Βερόνι κα είχε απογοητευτεί και πάλι, άρχισαν τα συνηθι σμένα σχόλια και στη συνέχεια προχώρησαν στο τραπέζι τους. Αυτή τη φορά ήταν η Τζούλια με το ανήσυχο βλέμμα της που συγκέντρωσε την προσο χή της ομάδας. Οι φιλενάδες προσπάθησαν να της αποσπάσουν πληροφορίες, αλλά έπρεπε να συν δυάσουν τις προσπάθειές τους -κάτι που κράτησε σε ολόκληρο το γεύμα, και κάτι περισσότεροπροτού καταφέρουν να την κάνουν να μιλήσει. «Εντάξει,γνώρισα κι εγώ κάποιον, και δεν έχω νέα του από τότε. Αυτό είναι όλο κι όλο που μπο ρώ να σας πω...» Τα τρία υπόλοιπα μέλη κοιτάχτηκαν έκπληκτα. Η Τζούλια ήταν, άνευ ανταγωνισμού, η πιο σκληρή ανάμεσα στις τέσσερις «στερημένες γυναίκες», η πιο δύσκολη. Δεν τα είχε φτιάξει ποτέ με κανέναν ύστερα από το διαζύγιό της -ήταν να μην τα χά 67
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες
Π
οτ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
σουν; Δεν υπήρχε περίπτωση να την αφήσουν να τους ξεφύγει τόσο εύκολα. Άρχισαν να την ανα κρίνουν, την πίεζαν,της έκαναν ένα σωρό αστεία, τίποτε! Η σιωπή της είχε αρχίσει να φαίνεται ύπο πτη , κάτι που τόνισε πρώτη η Βερόνικα, και τότε η Τζούλια απείλησε να σηκωθεί και να φύγει. Οι φι λενάδες της δεν πήραν στα σοβαρά την απειλή της κι έτσι σηκώθηκε όρθια και πήρε την τσάντα της. Η Βερόνικα παρενέβη ακόμη μια φορά: «Έλα, έλα, μη θυμώνεις! Πες μας μόνο μερικά γαργαλιστικά που θα μας ικανοποιήσουν και μετά δε θα σε ξαναενοχλήσουμε! Όσο δε μας λες το π α ραμικρό , μας κάνεις να φανταζόμαστε ένα σωρό χαζομάρες...» «Ωραία, λοιπόν! Ωραία... Εσείς το ζητήσατε. Δεν είναι τόσο συναρπαστικό όσο υποθέτετε. Γνώ ρισα έναν τύπο που με ξετρέλανε. Περάσαμε τη νύχτα μαζί, και δεν έχω ακούσει νέα του έκτοτε. Ικανοποιηθήκατε; Αυτό είναι όλο». Οι άλλες άρχισαν να τη βομβαρδίζουν με του κόσμου τις ερωτήσεις: πώς ήταν στο κρεβάτι; με ποιον έμοιαζε; τον είχε μεγάλο; Η Τζούλια άρχισε και πάλι να τσαντίζεται. Ήταν φανερό πως δεν ένιωθε καθόλου άνετα και στο τέλος τους τα ξε φούρνισε όλα: «Δεν ξέρω αν τον είχε μεγάλο, δε μου επέτρεψε να τον αγγίξω ! Μ’ έκανε να τελειώσω όπως δεν το είχα κάνει για πάρα πολύ κ α ιρ ό ! Δε μου έκανε
Υπόθεση τ ιμής
έρωτα, “για να φουντώσει η επιθυμία μας μέχρι την επόμενη φ ορά”... Φυσικά δεν πρόκειται να υπάρξει επόμενη φορά. Και τώρα μπορείτε να ασχοληθείτε με κάτι άλλο!» Η απάντησή της έμοιαζε κεραυνός εν αιθρία. Η Βερόνικα την κοίταζε επίμονα, σκληρά. Φαινόταν κατάχλωμη, με ορθάνοιχτο στόμα, κυριολεκτικά παγωμένη. Η Τζούλια, καταλαβαίνοντας πως είχε προδοθεί, σηκώθηκε όρθια τόσο ξαφνικά, που έρι ξε κάτω την καρέκλα της· τράπηκε σε φυγή. Από τα μάτια της έτρεχαν δάκρυα και το πρόσωπό της ήταν κατακόκκινο από ντροπή. Η Σούζαν και η Λίνα δεν μπορούσαν να το π ι στέψουν. Μόλις και μετά βίας ανέπνεαν, και πέ ρασαν αρκετά λεπτά προτού μιλήσει κά π οια . Ήταν η Σούζαν που έσπασε τη σιωπή: «Βερόνικα... Ε, Βερόνικα! Είσαι καλά;» Η Βερόνικα γύρισε αργά προς το μέρος της. Έμοιαζε να βρίσκεται σε άλλο κόσμο κι έτρεμε από θυμό. «Η σκύλα! Πώς μπόρεσε!» «Πώς μπόρεσε εκείνος, να λες! Μην ξεχνάς πως έπαιξε κι αυτός κάποιο ρόλο σε όλα όσα διαδρα ματίστηκαν! Άλλος ένας μπάσταρδος!» Η Λίνα αναπήδησε: «Ξεχάστε τους μπάσταρδους και πέστε με τα μούτρα στο κέικ!» Άρχισαν να μιλάνε για διάφορα άσχετα θέματα. 69
Πιο Π
ολλές
Ι
στορίες
Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
Η Βερόνικα βασανιζόταν προσπαθώντας να υπο λογίσει πότε ακριβώς επιτελέστηκε το έγκλημα, πώς έπρεπε να είχε ενεργήσει για να το αποτρέψει, και τι επρόκειτο να κάνει «σ’ εκείνο τΟ παλιοθήλυκο την Τζούλια». Όσον αφορά τη Σούζαν και τη Λίνα, για να λέμε και την αλήθεια, χάρηκαν που ήρθαν έτσι τα πράγματα: μετά από έναν ολόκληρο χρόνο, τελικά κάτι είχε συμβεί! Χωρίς καμία αμφι βολία το κλαμπ είχε μόλις αποβάλει ένα μέλος από τον κατάλογό του - ίσως οριστικά· αλλά ο ενθου σιασμός που είχαν προκαλέσει όλα αυτά τα γεγο νότα άξιζε και με το παραπάνω!
Η Σούζαν ξαναείδε τον Άντυ στο βιβλιοπωλείο δί πλα στο σπίτι της. Πήγαινε εκεί κάθε Παρασκευή μετά τη δουλειά της, ψάχνοντας να βρει κάποιο καινούριο μυθιστόρημα που μπορούσε ν’ αντέξει το πορτοφόλι της. Στην αρχή έκανε πως δεν τον αναγνώρισε. Αλλά, μια και κατευθυνόταν προς το μέρος της, αποφάσισε να του δείξει την αποδοκι μασία και την ψυχρότητά της για τον τρόπο με τον οποίο φέρθηκε στις φίλες της. Αυτός όμως ήταν όλο χαμόγελα και αυτοπεποίθηση. Φορούσε ένα στενό τζιν που τον έκανε να φαίνεται ακόμη πιο αδύνατος. Περπατούσε αέρινα,λες και χόρευε, καθώς την πλησίαζε, και η Σούζαν αισθάνθηκε ένα έντονο κύμα επιθυμίας. Κοιτάζοντας τα χέρια του
Υπόθεση τιμής
θυμήθηκε τα λόγια της Βερόνικα... και φαντάστη κε ν’ αγγίζουν το δέρμα της... Ύστερα υπήρχε και η Τζούλια,που είχε ομολογήσει πως ποτέ στη ζωή της δεν είχε ξανανιώσει τέτοιο οργασμό... Μα τι στο καλό είχε πάνω του πια και τον ποθούσαν όλες; Τίποτε που θα μπορούσε να προσδιορίσει. Ένα... ένα συναίσθημα περισσότερο - το συναί σθημα πως θα μπορούσε να παραδοθεί στα χάδια του χωρίς τον παραμικρό κίνδυνο... εκτός ίσως από το να πεθάνει από ηδονή, σύμφωνα με όσα εί χαν πει οι δύο φίλες της. Οι δύο φίλες της... Ήταν έτοιμη να ξεχάσει τι μ π ά σ τα ρδος ήταν. Στην πραγματικότητα, σκάφτηκε, το «κλαμπ των στε ρημένων γυναικών» βρισκόταν στα πρόθυρα της διάλυσης. Η Βερόνικα δεν ήταν έτοιμη να συγχω ρήσει την Τζούλια, για την οποία δεν είχε καμιά τους κανένα νέο ύστερα από την τελευταία κοινή τους βραδιά. Το φωτεινό χαμόγελο του Άντυ την έβγαλε από την ονειροπόλησή της. «Γεια σου! Είσαι η Σούζαν, έτσι δεν είναι;» «Μμμ... ναι! Σωστά. Τι κάνεις;» «Υπέροχα!» Η Σούζαν τα έχασε. Φαινόταν να μην έχει καμία τύψη, ούτε καν αμηχανία. Δεν μπόρεσε να αντισταθεί και τον ρώτησε: «Τι κάνει η Βερόνικα; Έχω να τη δω από... από την προηγούμενη εβδομάδα». «Δεν ξέρω... Δεν την έχω δει ούτε εγώ». 71
Πιο Π
ολλές
Ι
στορίες
Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Ν
α
Κ
οκκινίζεις
«Α! Σκέφτηκα ότι...» «Ότι τα έχουμε; Όχι, δε συμβαίνει τίποτε. Φίλη μου είναι». Μάλιστα, σκάφτηκε η Σούζαν, πριν τον ρωτήσει με ένα λιγουλάκι σατανικό χαμόγελο: «Και η Τζούλια; Τι κάνει;» Ο κατά τα άλλα λαλίστατος συνομιλητής της παρέμεινε βουβός. Είχε σημειώσει ένα γκολ εις βάρος του. Ύστερα πήρε μια βαθιά αναπνοή και της είπε: «Δε συμβαίνει αυτό που σκέφτεσαι...» «Σκέφτομαι πως δημιούργησες μια καινούρια κατηγορία στο κλαμπ μ α ς: τους καλούς άντρες...» «Εντάξει, εντάξει. Άκου,χάρηκα που σε είδα πάλι,αλλά αν αυτός είναι ο τρόπος που...» «Λυπάμαι, μα δεν μπορούσα να αντισταθώ». Ο Άντυ κούνησε καταφατικά το κεφάλι του, σκέφτηκε λιγάκι και μετά είπε: «Έχεις φάει;» Η Σούζαν τού χάρισε το καλύτερο χαμόγελό της και κατευθύνθηκαν προς το κοντινότερο εστιατό ριο. Το γεύμα ήταν πολύ ευχάριστο και το τέλος του κάπως άσεμνο, μια και το τραπεζομάντιλο δεν κάλυπτε εντελώς τα πόδια τους. Οι επιφυλάξεις της Σούζαν εξαφανίστηκαν όταν ήρθε η σούπα και όταν έφτασε το κυρίως γεύμα, θεωρούσε πια το σύντροφό της εξαιρετικά ελκυστικό. Στο επι δόρπιο η κιλότα της είχε γίνει μούσκεμα, και την
Υπόθεση τιμής
ώρα που τους σερβίρισαν το κονιάκ -λες και τα βασανιστήρια έπρεπε να κρατήσουν όσο το δυνα τόν περισσότερο- έτρεμε από επιθυμία γι’ αυτό τον άντρα, τον τόσο απρόβλεπτο, τον τόσο ασυνή θιστο. Έφυγαν από το εστιατόριο πιασμένοι χε ράκι χεράκι. Όταν ο Άντυ τής πρότεινε «να πάνε μια βόλτα», συμφώνησε αμέσως. Θα άφηνε το αυ τοκίνητό της παρκαρισμένο στη θέση του. Ξεκίνησαν με το δικό του αμάξι, σιωπηλοί. Η Σούζαν προσπάθησε ν’ ανοίξει το φερμουάρ του, να φτάσει στο εσώρουχό του, αλλά δεν τα κατάφε ρε. Εκείνος έπιασε αμέσως το χέρι της, ευγενικά και σταθερά, το σήκωσε, το φίλησε τρυφερά και γλίστρησε το δικό του χέρι ανάμεσα στους μηρούς της που έκαιγαν. Εκείνη άνοιξε τα πόδια της, για να του δείξει πόσο ερεθισμένη ήταν και να του δώ σει το πράσινο φως. Ο Άντυ έστριψε στην κεντρική αρτηρία και κατευθύνθηκε προς το βουνό, που η κορυφή του πρόσφερε μια υπέροχη θέα της πόλης. Το αυτοκίνητο ακολούθησε τις στροφές του δρόμου και μετά στα μάτησε σε ένα ανοιχτό πάρκινγκ. Ο Άντυ έσβησε τη μηχανή, πήρε μια κουβέρτα από το πορτ-μπαγκάζ, έπιασε τη Σούζαν από το χέρι και την οδήγησε σε ένα μονοπάτι που φαινόταν να ξέρει καλά. Περπά τησαν για ένα λεπτό περίπου και έπειτα ο Άντυ έστρωσε την κουβέρτα στο χώμα και ζήτησε από τη Σούζαν να παραμείνει όρθια και να θαυμάσει την 73
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες
Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
πόλη που ακτινοβολούσε κάτω τους. Εκείνη υπά κουσε, παρόλο που ένιωθε μούσκεμα. Ύστερα ο Άντυ γονάτισε μπροστά της και της σήκωσε τη φούστα πάνω από τους γοφούς της. Έβγαλε την κιλότα της και η Σούζαν άνοιξε λίγο τα πόδια της κι αφέθηκε να χαϊδεύεται από ένα χέρι τόσο τρυφε ρό, που αναρωτιόταν αν το ά γγιγμ ά του ήταν πραγματικό ή απλά το γλυκό αεράκι αυτής της θαυμάσιας φθινοπωρινής βραδιάς. Όταν ένιωσε ένα δάχτυλο να χώνεται μέσα της, συνειδητοποίησε πόσο τη χρειαζόταν αυτή την επαφή. Μέσα σε ένα λεπτό μούσκεψε τόσο που σχεδόν ντράπηκε, ενώ ο Άντυ είχε γλιστρήσει άλλο ένα δάχτυλο μέσα της, πίνοντας λαίμαργα τους χυμούς της, εκτινάσσοντας τη γλώσσα του πέρα δώθε στο μικρό σημείο της σάρκας που την έκανε να τρέμει έτσι. Ένιωσε ακόμη και τους γλουτούς της να τρέμουν, καθώς το στόμα του δούλευε μέσα της. Ο Άντυ έγινε ακόμη πιο απαιτητικός, ρουφώ ντας τα χείλη της, δαγκώνοντάς τα απαλά με τα δόντια του. Η Σούζαν δεν ήξερε καλά καλά τι της έκανε, μα δεν την ένοιαζε. Τώρα και οι μηροί αλλά και οι γλουτοί της είχαν πλημμυρίσει με ένα παχύ, σαν κρέμα υγρό, που ο Άντυ σκορπούσε γενναιό δωρα. Έτσι, όταν άλλο ένα δάχτυλο χώθηκε πίσω της, εξεπλάγη ευχάριστα από το πόσο λίγο πόνε σε και πόση ευχαρίστηση ένιωσε. Ο Άντυ ερευνού σε το κορμί της από κάθε γωνία, χωνόταν στις πιο
Υπόθεση τ ιμής
βαθιές περιοχές του είναι της. Εκείνη λικνιζόταν πέ ρα δώθε ανάμεσα στα δυο του χέρια που έπαιζαν με το κορμί της λες και ήταν το πιο έξοχο βιολί, και τελικά ήρθε σε οργασμό με μιαν απίστευτη έντα ση. Ύστερα σωριάστηκε αδύναμη στην κουβέρτα, χωρίς να νοιάζεται καθόλου για την υπέροχη θέα της πόλης. Ήθελε σαν τρελή να ξεσκίσει το εσώ ρουχό του, που φυλάκιζε ένα πέος αναμφισβήτητα ακαταμάχητο, ακατάβλητο. Αλλά ο Άντυ δε φαι νόταν να μοιράζεται το ίδιο συναίσθημα. Έπεσε ολόκληρος πάνω στο πεινασμένο αιδοίο της και το έτριψε με το φυλακισμένο στο εσώρουχο πέος το υ. Χωρίς να της δώσει χρόνο να πάρει μια ανάσα,το απαιτητικό του χέρι άρχισε και πάλι να δουλεύει. Κύλησε ολόκληρος πάνω της κι έπιασε τη σάρκα που είχε πρηστεί από επιθυμία, ανοίγοντάς την ελαφρά, πιέζοντας με απίστευτη ακρίβεια το πιο ευαίσθητο όργανό της, που πλημμύρισε και πάλι. Μικρές ηλεκτρικές εκκενώσεις μεταδόθηκαν σε ολόκληρο το κορμί της Σούζαν, που εγκατέλειψε πια τις πρωτοβουλίες κι άφησε τον εαυτό της να λικνιστεί στο ρυθμό του εραστή της. Εκείνος μια αργούσε, μια την πείραζε, μια τη δάγκωνε, μια τη ρουφούσε, μια τη χάιδευε. Έπρεπε να ήταν μουσι κός, μ’ όλο αυτό το ταλέντο στις άκρες των δαχτύλων το υ ! Ένιωσε πως ήταν έτοιμη να έρθει και πά λι σε οργασμό, έναν οργασμό που έμοιαζε με γιγαντιαίο κύμα μέσα της. Ύστερα έχασε την αίσθηση 75 —
Πιο
Πολλές
Ιστορίες
Ποτ Σ ε
Κανοτν
Να Κ ο κ κ ι ν ί ζ ε ι ς
της πραγματικότητας και αφέθηκε για να νιώσει... απίστευτα... Αυτή τη φορά χρειάστηκε περισσό τερο χρόνο για να ανακτήσει τις αισθήσεις της, που μπορεί και να τις είχε χάσει τελείως για μια στιγμή. Άνοιξε τα μάτια και είδε τον Άντυ που εί χε ξεκουμπώσει την μπλούζα της και της φιλούσε τρυφερά το στήθος. Αυτή η τρυφερή προσοχή, το αντίθετο της προηγούμενης επίθεσής του, τη διέγειρε και πάλι. Ο Άντυ χαμογέλασε και σηκώθηκε ξαφνικά όρθιος. «Θα γυρίσω... Μην κουνηθείς, έχω μια ιδέα...» Η Σούζαν τον κοίταξε που έτρεξε στο αυτοκίνη τό του, πήρε ένα ζευγάρι δερμάτινα γάντια και τα φόρεσε. Η επαφή τους με το δέρμα της, μόλις γύρι σε , την έκανε να ριγήσει, λες κι είχε έρθει στην πα ρέα τους κάποιο καινούριο πρόσωπο. Έκλεισε τα μάτια της και αφέθηκε να χαϊδεύεται απ’ αυτό το παράξενο άγγιγμα, το τραχύ αλλά τόσο ευχάρι στο... Ο Άντυ γονάτισε ανάμεσα στους μουσκεμέ νους της μηρούς κι άφησε τα δερμάτινα γάντια να ταξιδέψουν σε ένα κορμί που έκαιγε ολόκληρο. Ύστερα, ένα από τα δερμάτινα δάχτυλα διαπέρα σε την τρυφερή σάρκα - το μαύρο των γαντιών ενάντια στο λευκό των μηρών και το ροζ των χειλιών,ήταν εντυπωσιακό. Η Σούζαν σήκωσε τους γλουτούς της με απροσδόκητη ευχαρίστηση απ’ αυτή την εισβολή, μια ηδονή που πολλαπλασιάστηκε όταν ήρθε και το άλλο γαντοφορεμένο χέρι
Υπόθεση τ ι μής
να συμπληρώσει τα χάδια στο άνοιγμα του αιδοίου της. Δε σκέφτηκε καν να του ζητήσει να χωθεί μέσα της,χαρούμενη για άλλη μια φορά από τον οργα σμό της, απ’ όλη αυτή την επίθεση στο κορμί της.
Ήταν σχεδόν μεσάνυχτα όταν ο Άντυ γύρισε τη Σούζαν πίσω στο αυτοκίνητό της. Αντάλλαξαν ένα τρυφερό φιλί, κι η Σούζαν δεν μπόρεσε να μη σκε φτεί πως δε θα τον έβλεπε ποτέ ξανά. Ήταν πάρα πολύ κακό, αλλά πιθανότατα ήταν και ό,τι καλύ τερο. Οι ώρες που είχε περάσει στην αγκαλιά του ήταν αξέχαστες, θα γαντζώνονταν για πάντα στη μνήμη της. Τι περισσότερο θα μπορούσε να θελή σει από τον Ά ν τ υ ; Δεν είχαν τίποτε κοινό. Του αναγνώριζε το θαυμάσιο ταλέντο του, που ήταν πράγματι εξαιρετικό. Κάτι παραπάνω από εξαι ρετικό. Τόσο εξαιρετικό, που δεν μπορούσε να σταματήσει να σκέφτεται την τρελή ιδέα που χώ θηκε ξαφνικά στο μυαλό της. Τον έβλεπε να φεύ γει κοιτάζοντας συνέχεια το αυτοκίνητό του, πριν βάλει μπροστά το δικό της. Η προχωρημένη ώρα τής επέτρεπε να τον παρακολουθήσει από απ ό σταση ασφαλείας. Τον ακολούθησε μέχρι το σπίτι του, σίγουρη πως δεν την είχε πάρει μυρωδιά, πως δεν υποψιάστηκε τίποτε. Έγραψε τη διεύθυνσή του και γύρισε στη συνέχεια σπίτι της για να κοι μηθεί σαν πουλάκι. 77
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
Ο Άντυ ξάπλωσε στο κρεβάτι του εκείνη τη νύ χτα με ένα ευχάριστο αίσθημα ολοκλήρωσης. Η αποστολή πήγαινε αρκετά καλά... Τρία από τα τέσσερα μέλη του «κλαμπ των στερημένων γυναι κών», ε ; Μμμ... δεν ήταν κι άσχημα για ένα τόσο σύντομο χρονικό διάστημα! Τσως συναντιόντου σαν και πάλι γρήγορα και οι τέσσερις, για να συμ φιλιωθούν και να αναγνωρίσουν πως οι άντρες δεν ήταν δα και τόσο σκάρτοι όσο νόμιζαν εκείνες. Ο Άντυ πίστευε ακράδαντα πως το γεγονός ότι είχαν έρθει σε οργασμό τόσο θεαματικά θα τις έκανε πο λύ εύκολα να ξεχάσουν πως είχαν μοιραστεί τον ίδιο άντρα - κι αυτή η λεπτομέρεια θα μπορούσε τελικά να τις βοηθήσει να γίνουν καλές φίλες και πάλι. Έκανε το καλύτερο που θα μπορούσε να κάνει για χάρη τους. Είχε βοηθήσει να αποκατα σταθεί η αμαυρωμένη φήμη του αρσενικού γένους, και ήταν περήφανος γι’ αυτό. Το μόνο που του έμενε τώρα ήταν να βρει έναν έξυπνο τρόπο για να αποπλανήσει και την τέταρ τη, τη Άίνα. Κρίνοντας όμως από τον τρόπο που είχαν ενδώσει οι άλλες...
« Σ ’ τ’ ορκίζομαι,Άίνα. Ήταν α-πί-στευ-τος». «Τόσο απίστευτος;» «Τώρα καταλαβαίνω γιατί η Βερόνικα τον ήθε λε μόνο για τον εαυτό της!»
Υπόθεση τ ι μής
«Καί, είμαι η μοναδική που δεν είχε την ευκαι ρία να γνωρίσει από κοντά το διάσημο Άντυ...» «Ναι,προς το παρόν...» Η Σούζαν δε σταματούσε να μιλάει και η Λίνα την άκουσε και την ξανάκουσε να περιγράφει όλα αυτά που της είχε κάνει ο Άντυ. Ναι, η Σούζαν ήταν η καλύτερή της φίλη. Ν αι,τα έλεγαν όλα με ταξύ τους. Αλλά τώρα πια άρχιζε να την ενοχλεί. Μέχρι που η Σούζαν τής έκανε μια πρόταση: «Γιατί δεν κολλάς εσύ στον αγαπητό μας τον Ά ντυ; Ξέρω πού ζει, και απ’ ό,τι πιστεύω οι κατα κτήσεις του είναι έτοιμες να τελειώσουν...» «Θέλεις να πάω σπίτι τ ο υ ; Και μετά; Θα του πω κάτι σαν: “ Γεια σου, βρε Άντυ! Άκουσα πως έκα νες όλες τις φιλενάδες μου να έρθουν σε οργασμό με έναν καταπληκτικό τρόπο. Δε μου έχει τύχει εδώ και πολλά χρόνια, μήπως μπορείς να βάλεις ένα χ ε ρ ά κ ιΌ χ ι, δεν είναι καθόλου καλή ιδέα». «Μην είσαι χαζή! Σκέφτομαι να του πεις κάτι σαν: “ Γεια σου,Άντυ. Η Σούζαν μού έδωσε τη δι εύθυνσή σου και βρισκόμουν στη γειτονιά. Ναι,σε ακολούθησε και έμαθε πού μένεις. Με παρακάλεσε να σου επιστρέφω αυτό”». Η Σούζαν έβγαλε από την τσάντα της ένα από τα γάντια που είχε χρησιμοποιήσει ο Άντυ για να την κάνει να τελειώσει για τρίτη φορά. Η Λίνα είχε μείνει κατάπληκτη από την εφευρετικότητα της φίλης της. Εκείνη πάλι ορκιζόταν πως έγινε τυ 79
Πι ο
Πολλές
Ιστορίες
Ποτ Σ ε
Κ α ν ο τ ν Να Κ ο κ κ ι ν ί ζ ε ι ς
χαία, πως μάλλον είχε πέσει από την τσέπη του καθώς τη γύριζε πίσω στο αυτοκίνητό της. Μμμ... μπορεί και να πετύχει, σκέφτηκε η Λίνα. Και μετά άρχισε να συλλογίζεται για τα καλά το σενάριο που επινόησε η Σούζαν. Ήταν καλή ιδέα, μεγαλοφυέστατη - θα ήταν ηλίθια να μην την εκ μεταλλευτεί. Ήταν σαφέστατο πως ο Άντυ απέ φευγε να συνδεθεί συναισθηματικά, και με λίγη καλή τύχη η ίδια θα περνούσε ένα αξέχαστο βρά δυ. Στη χειρότερη περίπτωση, θα γύριζε σπίτι της και δε θα το σκεφτόταν άλλο. Θα έβαζε σε εφαρ μογή το σχέδιό τους το βράδυ της Τετάρτης, αρκε τά αργά ώστε να έχει μια καλή πιθανότητα να τον βρει σπίτι του, κι αρκετά νωρίς ώστε να μην είναι κουρασμένος,σε περίπτωση που...
Όταν έφτασε η Τετάρτη, ντύθηκε με προσοχή, φό ρεσε τα πιο σέξι εσώρουχά της, έφτιαξε τα μαλλιά της και δεν ξέχασε να βάλει το άρωμά της σε ιδιαί τερα στρατηγικά σημεία. Παρκάρισε κοντά στο κτίριο όπου έμενε εκείνος, πήρε μια βαθιά ανα πνοή και βγήκε από το αυτοκίνητο. Προσπάθησε να χαλαρώσει, μέχρι που συνειδητοποίησε πως δεν ήξερε τον αριθμό του διαμερίσματος του. Κοίταξε τα ονόματα στα γραμματοκιβώτια των τεσσάρων διαμερισμάτων του κτιρίου. Το δεύτερο γραμμα τοκιβώτιο έγραφε: «Άντυ Κόννορς,2Β». Καθώς
Υπόθεση τ ιμής
δεν υπήρχε κανένας άλλος Άντυ στο κτίριο, προ φανώς ήταν αυτός. Ανέβηκε πάνω και βρέθηκε στην πόρτα 2 Β . Ακουγόταν απαλή μουσική κι η Λίνα ήταν έτοιμη να το βάλει στα πόδια. Κι αν δεν ήταν μόνος; Μια μικρή φωνή τής ψιθύρισε στ’ αυ τί: «Είχε αρκετές κατακτήσεις πρόσφατα, πρέπει να είναι μόνος. Αν πάλι δεν είναι, θα του δώσεις το γάντι και θα φύγεις! Δε θα υποθέσει ντε και καλά και τις προθέσεις σου!» Ακούσε αυτή τη μικρή φωνή, που δεν της είχε πει ποτέ ψέματα, και χτύ πησε σιγανά την πόρτα. Καμία απάντηση. Αυτή τη φορά η μικρή φωνή τής είπε: «Χτυπάς τόσο σι γά, που ακόμη κι εγώ δε σ’ ακούω!» Χτύπησε πιο δυνατά και επιτέλους άκουσε βήματα. Ο Άντυ άνοιξε τελικά την πόρτα· είχε μόλις βγει από το ντους και δε φορούσε παρά μόνο μια πε τσέτα που κρατούσε πάνω στο στήθος του. «Άντυ, λυπάμαι που σ’ ενοχλώ...» Η Λίνα μπερδεύτηκε. Κανονικά θα έπρεπε να νιώθει πολύ τυχερή που είχε βρει τον Άντυ σπίτι, και τόσο ελαφριά ντυμένο. Αλλά... κάτι δεν πή γαινε καλά, κάτι που δεν μπορούσε να το προσ διορίσει ... Εκείνη ακριβώς τη στιγμή,ο Άντυ την αναγνώ ρισε... κι άφησε την πετσέτα να πέσει, αποκαλύ πτοντας στη Λίνα αυτό που της είχε διαφύγει μια στιγμή πριν. Το «κλαμπ των στερημένων γυναι κών» είχε πιαστεί κορόιδο. Τώρα πια μπορούσε 81
Πιο
Πολλές
Ιστορίες
Ποϊ Σε
Κανοτν
Να Κ ο κ κ ι ν ί ζ ε ι ς
να επιβεβαιώσει πως ο Άντυ δεν έμοιαζε καθόλου με όλους τους άλλους άντρες που είχαν συναντή σει στη ζωή τους, για τον απλούστατο λόγο ότι ο Άντυ -ήταν γυναίκα!
Έ ρ γο τέχνης
Η Τ ζ α ς τ ι ν β α σ α ν ι ζ ό τ α ν , βασανιζόταν πολύ. Βρι σκόταν εδώ και αρκετούς μήνες σε αδιέξοδο και, καθώς δεν είχε αντιμετωπίσει ποτέ στη ζωή της μια τέτοια κατάσταση, προβληματιζόταν πολύ. Δεν ήταν ένα τραγικό αδιέξοδο με σοβαρές συνέ πειες, από οποιαδήποτε άποψη: δεν κινδύνευε η ζωή της, δεν ήταν άρρωστη, δεν την απειλούσε κά ποια τρομερή μοίρα. Όχι,το πρόβλημά της ήταν ο Αδάμ,ο Αδάμ που την περίμενε ακίνητος στον πίνακά του ονειρευόμενος την ολοκλήρωσή του. Ο Αδάμ ήταν το φετίχ της, το ιδανικό της, το όνειρό της. Είχε αρχίσει να τον ζωγραφίζει εδώ και δύο χρόνια κι ακόμη δεν είχε κατορθώσει να προ σθέσει τη λεπτομέρεια που θα τον ολοκλήρωνε. Ο πίνακας ήταν τεράστιος. Το μοντέλο της στεκόταν με τα πόδια ανοιχτά και τα χέρια πίσω από το κε φάλι, ενώ σγουρά μαλλιά στο χρώμα του μελιού χάιδευαν τους τεράστιους ώμους του. Το καθαρό βλέμμα του εξέπεμπε ένα κύμα σφοδρής επιθυ μίας : του άντρα που γνωρίζει καλά πως είναι ακα ταμάχητος και που το εκμεταλλεύεται δεόντως στην πραγματικότητα. Το υπέροχα τονισμένο
Πιο
Πολλές
Ιστορίες
Ποτ Σε
Κανοτν
Να Κ ο κ κ ι ν ί ζ ε ι ς
κορμί του φαινόταν να κάνει υποβλητικές κινήσεις, έτοιμο να ζωντανέψει. Το σαρκώδες στόμα του δεν ήθελε τίποτε περισσότερο από μια γυναίκα για να το φιλήσει. Στεκόταν έτσι περιμένοντας να τον κατακτήσουν... αυτός... κι ένα βουνό με χρήματα στα πόδια του. Η Τζαστίν ήταν σίγουρη πως ο πίνακας του Αδάμ θα άλλαζε τη ζωή της, αν φυσικά αποφάσιζε ποτέ της να τον τελειώσει. Ο Αδάμ αντιπροσώ πευε μια καινούρια ζωή,ήταν η επίσημη προώθη ση της καλλιτεχνικής της σταδιοδρομίας. Σκεφτό ταν πως το ταλέντο της είχε αποκαλυφθεί σε όλο του το μεγαλείο σε τούτον εδώ τον πίνακα, κι ας μην ήταν τελειωμένος. Την κατέκλυζαν συχνά μα γικές εικόνες· ιδέες για συναρπαστικά έργα ζω γραφικής συσσωρεύονταν στο κεφάλι της, περιμέ νοντας μόνο το χέρι της για να γίνουν πραγματικό τητα. Είχε τόσα να κάνει! Όμως αυτά τα θαυμά σια οράματα δε θα πραγματοποιούνταν όσο καιρό ο Αδάμ βρισκόταν ακόμη σε εξέλιξη... Αυτό ήταν το πρόβλημά της. Η Τζαστίν ήξερε καλά π ω ς, όσο ο Α δά μ παρέμενε ατελής, δεν υπήρχε κανένας λόγος να ξεκινήσει άλλον πίνακα. Το είχε κάνει αρκετές φορές, μα όποτε τα μάτια της γύριζαν για να κοιτάξουν τον Αδάμ, κάθε και νούρια ιδέα τής φαινόταν βαρετή και ανούσια. Ο Αδάμ τη βασάνιζε,τη στοίχειωνε. Δεν ήθελε πολλή δουλειά ακόμη. Όμως το κομ
Έργ ο τέχνης
μάτι που έμενε για να τελειώσει έπρεπε να είναι τέλειο. Η Τζαστίν είχε δημιουργήσει τον Αδάμ από διάφορους άντρες που είχε γνωρίσει και που σήμαιναν κάτι γι’ αυτήν. Για παράδειγμα,το κεφάλι με τις χρυσές μπούκλες και το ακαταμάχητο χα μόγελο ανήκε στον Αλεξάντερ. Ήταν συμφοιτητές στη σχολή καλών τεχνών. Τον είχε προσέξει από την πρώτη μέρα, αποφεύγοντας να τον πλησιάσει στην αρχή γιατί ήταν εντυπωσιακά όμορφος. Η Τζαστίν λάτρευε την ομορφιά από τη γέννησή της· η ομορφιά σε όλες της τις μορφές τη μάγευε, τη συγκινούσε. Αλλά στην περίπτωση του Αλεξάντερ ήταν πανίσχυρη, και, παρά την αλαζονεία και την αυτοπεποίθησή του, έπεσε αμέσως στα δίχτυα της γοητείας το υ . Μετά από αρκετές εβδομάδες που τον θαύμαζε και τον επιθυμούσε όλο και περισσότερο, που τον ονειρευόταν τις μοναχικές της νύχτες και προσπα θούσε να σκιτσάρει το υπέροχο πρόσωπό του σ’ ένα σωρό χαρτιά, τον πλησίασε μια Παρασκευή απόγευμα, όταν σχόλασαν από τα μαθήματα. Της πρότεινε να πάνε για ένα ποτό. Δε φάνηκε να αμ φιβάλλει ούτε ένα λεπτό πως εκείνη δε θα δεχόταν και την οδήγησε σταθερά έξω από το κτίριο της σχολής. Μόλις κάθισαν μπροστά από τα ποτήρια της μπίρας, της είπε με τον πιο φυσικό τρόπο του κόσμου: «Σε θέλω τόσο πολύ, όσο με θέλεις κι εσύ».
Πιο
Πολλές
Ιστορίες
Ποϊ Σε
Κανοτν
Να Κ ο κ κ ι ν ί ζ ε ι ς
Είχε προσπαθήσει να διαμαρτυρηθεί, αλλά ήταν μάταιο. Τον επιθυμούσε με απίστευτη ένταση. Δεν είχε κάνει ποτέ έρωτα με έναν τόσο όμορφο άντρα και δεν μπορούσε να περιμένει περισσότερο για να ανακαλύψει τι είδους εραστής ήταν. Παίρνοντας την πρωτοβουλία,του απάντησε: «Τότε τι κάνουμε εδώ ;» Πήγε σπίτι του,χωρίς να ρωτήσει τίποτε περισ σότερο . Ήθελε να είναι μαζί του, σε ένα κρεβάτι ή οπουδήποτε αλλού, φορώντας όσο το δυνατόν λιγότερα ρούχα. Εκείνος έκλεισε την πόρτα πίσω του και κάθισε σε μια καρέκλα, σε μια προκλητική θέση που την ανάγκασε να τον πλησιάσει. Προχώ ρησε κοντά του αργά, γονάτισε μπρος του και ξε κούμπωσε το πουκάμισό του. Φίλησε την κοιλιά και το στήθος του, γαργάλισε το λαιμό του με μι κρά φιλιά και δοκίμασε τελικά αυτό το στόμα που φιλούσε στα όνειρά της για βδομάδες και βδομά δες. Τα χείλη του ήταν απαλά και σαρκώδη, αισθη σιακά, θεϊκά. Φιλούσε σαν θεός, γλιστρώντας τη γλώσσα του στο στόμα της Τζαστίν, ευγενικά, σχε δόν δειλά, έπειτα πιο θαρραλέα, αχόρταγα. Ξε κούμπωσε τελικά την μπλούζα της και φίλησε το στητό της στήθος, γλείφοντάς το απαλά με τη γλώσσα του μέχρι που οι θηλές της ορθώθηκαν. Η Τζαστίν θαύμασε τα υπέροχα χρυσαφένια του μαλλιά, τις μακριές απαλές του μπούκλες που αναπηδούσαν. Τις χάιδεψε, κατάπληκτη κι από
Έ ρ γ ο τέχνης
λυτα ευχαριστημένη από την απαλότητα τους. Ξαφνικά θέλησε να δει αν οι τρίχες ανάμεσα στα πόδια του είχαν το ίδιο χρώμα. Έβγαλε το εσώ ρουχό του κι ελευθέρωσε το πέος του, ικανοποιη μένη που είχε σηκωθεί όρθιο, μπροστά στο πρό σωπό της. Ο θάμνος του ήταν σκοτεινότερος, αλλά περιείχε αμυδρές φωτεινές τριχούλες, στο ίδιο χρώμα με τα μαλλιά του. Γλίστρησε το τεντωμένο μέλος στο στόμα της και γιόρτασε μέχρι τα βάθη της καρδιάς της. Το στόμα της πείραζε το πέος του, το ρουφούσε, του χάριζε γενναιόδωρα σάλιο, το έγλειφε για να το μουσκέψει κι άλλο κι έπειτα το κατάπινε ακόμη πιο βαθιά. Ο Αλεξάντερ φαι νόταν να χαίρεται και χάιδεψε το λαιμό της ενθαρ ρυντικά. Η Τζαστίν πρόσθεσε ένα χέρι στο ταλα ντούχο στόμα της και άρχισε να το γλιστράει πάνω κάτω στο ορθωμένο πέος και να το πιέζει μαλακά ανάμεσα στα ευκίνητα δάχτυλά της. Μετά από λί γο, μια και ο Αλεξάντερ δε φαινόταν διατεθειμέ νος να χωθεί μέσα της, σηκώθηκε όρθια κι έβγαλε τα ρούχα της. Ύστερα κάθισε πάνω του,πιέζοντας το πρησμένο πέος του πάνω στο υγρό της αιδοίο. Τον φίλησε πάλι κι ένιωσε τα χέρια του να γλι στράνε ανάμεσα στους μηρούς της. Τη χάιδεψε τρυφερά κι η Τζαστίν τελικά τον γλίστρησε μέσα της, αργά, υπέροχα. Σιγά σιγά,το κορμί της άρχι σε να εκτινάσσεται προς τα πάνω με κάθε ώθησή του κι ύστερα να πέφτει προς τα πίσω με αυξανό
Πιο
Π ο λ λ έ ς Ι σ τ ο ρ ί ε ς Π οτ Σ
ε
Κ
ανοτν
Ν
α
Κ
οκκινίζεις
μενη δύναμη. Τον καβαλίκευε τώρα με πάθος, ελ πίζοντας πως δε θα σταματούσε τα χάδια του. Πό σο όμορφος ήταν! Το πρόσωπό του είχε πάρει μια μισοονειροπόλα, μισοχλευαστική έκφραση, ένας άγγελος που την κοίταζε με προσήλωση, με τα υπέροχα πράσινα μάτια του και τις ατέλειωτες βλεφαρίδες του. Διάβαζε την έκφρασή του, την άφηνε να χρησιμοποιήσει το κορμί του και την ομορφιά του όπως επιθυμούσε -ή τα ν όλος δικός της!Ώστε ήθελε να του κάνει εκείνη έρωτα; Πολύ καλά, λοιπόν! Θα του έκανε. Κατέβηκε από πάνω του και τον τράβηξε κάτω στο πάτωμα, αναγκάζοντάς τον να ξαπλώσει με την π λά τη. Έβγαλε τη ζώνη από το παντελόνι του κι έδεσε τους καρπούς του στα πόδια του καναπέ. Τα υπέροχα πράσινα μάτια του λαμπίρισαν ακόμη περισσότερο. Β λέ ποντάς τον στο έλεός της, η Τζαστίν αισθάνθηκε ένα τρέμουλο βαθιά μέσα στην κοιλιά της. Πλη σίασε το θύμα της κι άπλωσε τα πόδια της ανάμε σα στο κεφάλι του. Άρχισε να χαϊδεύεται και να αιωρείται πάνω ακριβώς από το πρόσωπό του, γλιστρώντας ένα δάχτυλο μέσα στο υγρό άνοιγμά της και πειράζοντας την τρυφερή σάρκα. Ύστερα γονάτισε, τοποθετώντας το αιδοίο της πάνω στα σαρκώδη χείλη του Αλεξάντερ, που τη φίλησαν, τη χάιδεψαν, και τη ρούφηξαν τόσο καλά, ώστε ένιω σε έτοιμη να έρθει σε οργασμό. Θέλοντας να καθυ στερήσει αυτή την υπέροχη στιγμή όσο γινόταν
Έ ργ ο τέχνης
περισσότερο,σηκώθηκε και κάθισε πάλι στο σηκω μένο του πέος. Και τότε έβαλε όλη την τεχνογνω σία της σε δράση: γλίστρησε αργά το πέος του μέ σα της, χαμηλώνοντας ένα χιλιοστό το λεπτό, ενώ ένιωθε τους μυς της να τον καταπίνουν υπέροχα. Μόλις μπήκε για τα καλά μέσα της, τον έσπρωξε ακόμη περισσότερο. Αισθάύθηκε μια θεσπέσια πίεση μέχρι τα βάθη της κοιλιάς της. Και τότε άρ χισε να λικνίζεται αργά, καθοδηγώντας το χέρι του ανάμεσα στους ανοιχτούς μηρούς της. Εκείνος χώ θηκε πιο βαθιά, συλλέγοντας πλούσιους χυμούς με τα δάχτυλά του. Η Τζαστίν ήθελε να τελειώσει. Άρχισε να κουνιέται, επιταχύνοντας ολοένα τις κι νήσεις της, ώσπου έφτασε σε ένα μανιώδη ρυθμό. Ο Αλεξάντερ τη χάιδευε, ξέροντας πως ο οργα σμός της πλησίαζε. Αλλά, μετά από αρκετά λεπτά, αν και πολύ ευχάριστα,η Τζαστίν συνειδητοποίη σε πως δεν μπορούσε να φτάσει στον οργασμό που περίμενε, και τότε ο Αλεξάντερ άρχισε να παλεύει με τα δεσμά του, ωθώντας όσο πιο σκληρά μπο ρούσε το πέος του βαθιά στο κορμί της. Τώρα εκτινασσόταν ολόκληρος, προσπαθώντας να σπά σει τα δεσμά του, με τα μάτια του πιο φωτεινά από ποτέ. Το βλέμμα του την έκανε να ξεχάσει την απογοήτευσή της. Η Τζαστίν αναπηδούσε πάνω κάτω στην πρόσκλησή του, μέχρι που εξερράγη κι ένιωσε το κορμί της να πλημμυρίζει από ευχαρί στηση. Τον έλυσε και ξάπλωσε δίπλα του στο χα
Πιο
Π
ολλές
Ιστορίες Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοϊν
Να Κ
οκκινίζεις
λί, στην αγκαλιά του πιο όμορφου άντρα που είχε κατακτήσει ως τώρα. Η Τζαστίν κι ο Αλεξάντερ συναντήθηκαν και πάλι μερικές φορές μετά απ’ αυτό. Όμως, εκτός από το να κάνουν έρωτα, δεν είχαν τίποτε άλλο κοινό. Η Τζαστίν πίστευε πως ήταν ευχάριστος κι έκανε καλή παρέα, αλλά δεν είχε καθόλου βάθος. Επιπλέον, καθώς εκείνος δεν είχε καμία πρόθεση να περιορίσει την εύνοιά του σε μία μόνο γυναίκα, δεν ήθελε με τίποτε να βρεθεί σε λίστα αναμονής και να είναι διαθέσιμη όποτε το απαιτούσε εκεί νος. Αποφάσισαν, χωρίς δραματικές σκηνές, να σταματήσουν να βλέπονται και να επιστρέφουν στις προηγούμενες ζωές τους. Όμως η Τζαστίν εί χε κρατήσει μέσα της ευχάριστες μνήμες από τον Αλεξάντερ, και ήταν φυσικό να έρθει αμέσως το πρόσωπό του στο μυαλό της όταν άρχισε να ζω γραφίζει τον Αδά μ. Αλλά το πρόσωπό του ήταν το μόνο που ήθελε να κρατήσει απ’ αυτόν. Όσον αφορά το θέμα του κορμιού, με τους τέ λειους μυς, τα μακριά πόδια και τα δυνατά χέρια, αυτό ανήκε δικαιωματικά στο Μισέλ. Ο Μισέλ ήταν αθλητικός τύπος. Και όχι αθλητής του καναπέ, πραγματικός αθλητής. Η Τζαστίν τον είχε δει αρκετές φορές όταν επισκεπτόταν το τε ράστιο πάρκο της πόλης όπου πήγαινε τακτικά να σχεδιάσει και να ζωγραφίσει. Απολάμβανε να πα ρατηρεί τους ανθρώπους γύρω τ η ς : μια μητέρα κι
Έ ρ γ ο τέχνης
ένα παιδί που πετούσαν χαρταετό, έναν ηλικιωμέ νο που καθόταν σ’ ένα παγκάκι και φαινόταν να συλλογίζεται τα χρόνια που πέρασαν, ένα αγκα λιασμένο ζευγάρι που περπατούσε αργά και κάθε λίγο και λιγάκι σταματούσε για να φιληθεί, ένα νε αρό άντρα που έκανε τζόκιν με ιδρωμένα ρούχα που αναδείκνυαν την τελειότητα του κορμιού του. Ένας νεαρός που έκανε τζόκιν και χαμογέλασε στην Τζαστίν. Μμμ... ναι, ένας πολύ όμορφος νεα ρός που έκανε τζόκιν... Την πρώτη φορά που τον είδε, τον σχεδίασε αμέσως για να μην τον ξεχάσει. Καθόταν στο ίδιο σημείο του πάρκου επί αρκετές ημέρες και κατόρ θωσε να τον παρατηρήσει καλά και να τον σχεδιά σει με ακρίβεια· οι επιδέξιες κινήσεις των μολυ βιών της αποκάλυπταν την ευελιξία και την ευρωστία του κορμιού του. Την έκτη μέρα σταμάτησε μπροστά της και τη ρώτησε για το σχέδιό της. Μι λούσε γαλλικά, κι η Τζαστίν, αν και δεν ήξερε τη γλώσσα καλά, κατάλαβε τι τη ρώτησε και του έδειξε το σχέδιο. Εκείνος, μόλις αναγνώρισε τον εαυτό του, κοκκίνισε, κάτι που ενθουσίασε την Τζαστίν, ιδιαίτερα μετά τη γνωριμία της με τον Αλεξάντερ, που έπαιρνε τις φιλοφρονήσεις για δε δομένες. Στάθηκε δίπλα της και την παρακολου θούσε να σκιτσάρει. Εκμεταλλευόμενη το γεγονός πως βρισκόταν τόσο κοντά της,η Τζαστίν δούλεψε περισσότερο μια-δυο λεπτομέρειες με τα μολύβια
Π ιο
Πολλές
Ιστορίες
Ποτ Σ ε
Κ α ν ο τ ν Να Κ ο κ κ ι ν ί ζ ε ι ς
της: λίγη σκιά, ένα σχήμα, μια έκφραση. Ύστερα του έδειξε το σχέδιο και του το χάρισε. Ο Μισέλ το δίπλωσε με περηφάνια,το έβαλε στο μπουφάν του κι έφυγε τρέχοντας. Η Τζαστίν δεν τον ξαναείδε μέχρι την επόμενη μέρα. Εμφανίστηκε από το συνηθισμένο του μονοπά τι, μόνο που αυτή τη φορά περπατούσε, δεν έτρε χε . Σταμάτησε μπροστά της και της χάρισε ένα μεγάλο και γοητευτικό χαμόγελο, στο οποίο η Τζαστίν ανταποκρίθηκε με ειλικρίνεια. Άπλωσε το χέρι του,η Τζαστίν το πήρε με την ίδια απλότητα, και περπάτησαν μαζί σιωπηλά προς την έξοδο του πάρκου. Περπατούσε με έναν εντελώς άγνωστο, αλλά ένιωθε καλά. Η σιωπή που μοιράζονταν δεν είχε τίποτε άσχημο - τ ο αντίθετο μάλλον. Οι ζε στές ακτίνες του ήλιου, εκείνο το απόγευμα του φθινοπώρου,χάιδευαντο ζευγάρι,ενώ ένα απαλό αεράκι έκανε την εμφάνισή του. Η Τζαστίν για μια στιγμή έκλεισε τα μάτια της νιώθοντας ευτυχισμέ νη, κι ο Μισέλ την αγκάλιασε. Εκείνη έγειρε πάνω στο γερό κορμί του, έβαλε το χέρι της γύρω από τη μέση του και αφέθηκε να την οδηγεί. Περπάτησαν πολύ, ανταλλάσσοντας κάπου κάπου μερικές λέ ξεις για το πώς απολάμβαναν ο ένας την παρέα του άλλου. Καμία ερώτηση για τις ζωές τους, κα μία συζήτηση για να υποθέσει ο ένας τις προθέσεις του άλλου, καμία περιττή λέξη. Κατέληξαν σε ένα άνοιγμα του πάρκου, όπου μίμοι, ζογκλέρ και κλό
Έ ρ γ ο τέχνης
ουν διασκέδαζαν τους περαστικούς. Ο Μισέλ στα μάτησε μια στιγμή για να της αγοράσει ένα τρια ντάφυλλο , εκείνη μύρισε το άρωμά του και μετά το γλίστρησε στα μαλλιά της. Στάθηκαν για λίγο να θαυμάσουν το πλήθος και τον ενθουσιασμό του και μετά πήγαν σε ένα μπιστρό. Έφαγαν, χαμογε λώντας ο ένας στον άλλο. Κανένας δεν τόλμησε να ανοίξει συζήτηση· ήταν ικανοποιημένοι με το να βλέπει ο ένας τον άλλο και να γελάνε. Έφαγαν και ήπιαν, και μετά ήπιαν λίγο περισσότερο. Λίγο αργότερα, μια ολιγομελής ορχήστρα άρχι σε να παίζει στη μικρή σκηνή του μπιστρό,ζεσταί νοντας την ατμόσφαιρα με τις μελωδίες της. Ο Μι σέλ ζήτησε από την Τζαστίν να χορέψουν κι εκείνη κόλλησε πάνω του κι άφησε τη μουσική και το πε ριβάλλον να αναλάβουν τα υπόλοιπα. Ένιωθε τό σο όμορφα! Ο Μισέλ ήταν πολύ πιο ψηλός απ’ αυ τή ν αισθανόταν μικροσκοπική στην αγκαλιά του. Χόρευε αξιοθαύμαστα καλά και τη λίκνιζε υπέρο χα στο ρυθμό της ορχήστρας. Όταν τελικά τη φί λησε , η Τζαστίν ένιωσε σαν να ήξεραν ο ένας τον άλλον χρόνια. Είχε μια φοβερή επιθυμία να τον πάρει σπίτι της μαζί της. Έπιασε την τσάντα της, έπιασε και το χέρι του Μισέλ και τον οδήγησε έξω από το μπιστρό. Έφτασαν στο σπίτι της σε λίγα λεπτά, και μόλις έκλεισαν την πόρτα γυμνώθηκαν, λουσμένοι από τα φώτα του δρόμου που χώνονταν μέσα από τα
Π ιο
Πολλές
Ιστορίες
Ποτ Σε
Κανοτν
Να Κ ο κ κ ι ν ί ζ ε ι ς
τεράστια παράθυρα της σοφίτας. Φιλήθηκαν π α θιασμένα, σαν ένα ζευγάρι που επανασυνδέθηκε μετά από μακροχρόνιο χωρισμό. Ο Μισέλ τη σή κωσε και την ακούμπησε απαλά στο κρεβάτι. Πή ρε το τριαντάφυλλο από τα μαλλιά της και χάιδεψε με τα βελουδένια πέταλά του το μισάνοιχτο στόμα της· εξερεύνησε το σχήμα του προσώπου της και το γλίστρησε κάτω στο λαιμό της, ανάμεσα και γύρω από το στήθος της, μόλις κι αγγίζοντας το τρεμάμενο δέρμα. Τοποθέτησε τη γλώσσα του στις ορθωμένες θηλές της. Το άγγιγμα της γλώσ σας του ήταν τόσο απαλό, έμοιαζε με του τριαντά φυλλου. Ύ στερα,το λουλούδι χάιδεψε τρυφερά την κοιλιά, τα πλευρά και τα πόδια της... Η Τζα στίν ήθελε αυτόν τον άντρα τόσο πολύ,που ένιωθε να παραλύει. Η κοιλιά της έτρεμε, το στήθος της είχε πρηστεί, οι μηροί της είχαν ανοίξει. Το τρια ντάφυλλο σύρθηκε ξανά πάνω στα πόδια της, πεί ραξε το εσωτερικό των ανοιχτών μηρών της και το ανυπόμονο αιδοίο της, μέχρι που ο Μισέλ ακού μπησε τα χείλη του, το ίδιο μαλακά, και τη φίλησε τρυφερά. Η Τζαστίν ένιωσε να λιώνει κάτω από την αναπνοή του, σπασμοί που τη συγκλόνισαν δόνησαν την κοιλιά της. Έπρεπε να χωθεί μέσα της, με το τεράστιο κορμί του πάνω από το δικό της, με τα πρόσωπά τους να πιέζονται το ένα στο άλλο... Ο Μισέλ διέκοψε τα χάδια και χώθηκε ανά μεσα στα πόδια της, πιέζοντας το πέος του στο
Έ ρ γ ο τέχνης
σπήλαιο που τρεμόλαμπε. Γλίστρησε μέσα της κι η Τζαστίν ένιωσε ολοκληρωμένη. Ύστερα τη σήκωσε ψηλά και την κάθισε πάνω στους μηρούς του. Εκείνη τύλιξε τα πόδια της γύρω από τη μέση του κι αφέθηκε να γλιστρήσει πάνω στο πέος του, που ήταν τόσο εντυπωσιακό όσο και το υπόλοιπο κορ μί του. Ο Μισέλ τη γέμιζε υπέροχα· χωνόταν μέσα της χωρίς έλεος και προκαλώντας της τόσο έντονα ρίγη ευχαρίστησης, που ήταν σίγουρη ότι θα τελεί ωνε μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα. Αλλά ο Μισέλ εί χε άλλα σχέδια. Τη σήκωσε πιο ψηλά, δίνοντας πε ρισσότερη δύναμη στη διείσδυσή του, και μερικές στιγμές αργότερα χώθηκε μέσα της μ’ ένα βαθύ, ατελείωτο στεναγμό. Η Τζαστίν ένιωσε να απ ο γοητεύεται, αισθανόταν πως βρισκόταν τόσο κο ντά σε ένα βροντερό οργασμό... αλλά ήδη το πέος του Μισέλ επέστρεφε στη ζωή κι άρχισε να το τρί βει πάνω στους καυτούς μηρούς της. Τη γύρισε ανάποδα και, χωρίς να χάσει λεπτό, βυθίστηκε μέ σα της, σηκώνοντας τους μηρούς της. Η Τζαστίν αισθάνθηκε ηδονή, το ρίγος επέστρεψε. Άρχισε να χαϊδεύεται τρυφερά, προσπαθώντας να βρει ένα ρυθμό που να ταιριάζει με το ζήλο του Μισέλ. Δεν κατάφερε να φτάσει σε οργασμό... Όμως ένιωθε ολοκληρωμένη, ή έτσι τουλάχιστον φαινόταν από τα κατακόκκινα μάγουλά της,τον ιδρώτα στα χεί λη της, τους παλμούς της κοιλιάς της. Κόλλησε πάνω στο Μισέλ, που κουνιόταν με εντυπωσιακή
Πιο
Πολλές
Ιστορίες
Ποϊ Σε
Κανοτν
Να Κ ο κ κ ι ν ί ζ ε ι ς
δύναμη. Όταν στηρίχτηκε στα χέρια και στα γόνα τά της για να μπορεί να την πιάνει καλύτερα, οι κι νήσεις του έγιναν έξαλλες. Χωνόταν βίαια μέσα της, χτυπώντας σχεδόν το κεφάλι της στον τοίχο. Η Τζαστίν ένιωσε πως δεν μπορούσε να κρατηθεί άλ λο, η κοιλιά της ήταν έτοιμη να διαλυθεί από την επίθεσή του. Πήρε μια βαθιά αναπνοή για να κα θυστερήσει το κύμα της ευχαρίστησης... ω... που διακόπηκε από τη δεύτερη εκσπερμάτωση του Μισέλ... Κατέρρευσε δίπλα της και την τράβηξε τρυφε ρά κοντά του. Η Τζαστίν σηκώθηκε, έβαλε μουσι κή και επέστρεψε για να ξαπλώσει στην αγκαλιά του και να κοιμηθεί σαν μωρό. Έκαναν έρωτα τέσ σερις φορές εκείνη τη νύχτα, καθώς και το από γευμα της επόμενης μέρας. Ένα πράγμα θα μπο ρούσε να πει η Τζαστίν για το Μισέλ: ήταν παιχνι διάρης! Μόλις τελείωνε, ήταν έτοιμος ν’ αρχίσει πάλι. Θα προτιμούσε βέβαια να μην τελείωνε τόσο γρήγορα, για να μπορεί κι εκείνη να παίρνει αυτό που θέλει. Μα δε γινόταν. Κρίμα βέβαια, αλλά δεν ήταν και για θάνατο. Σκεφτόταν πως, όταν θα τον γνώριζε καλύτερα, θα έβρισκε κάποιο διακριτικό τρόπο για να τον κάνει να καταλάβει, κι αυτή η μι κρή λεπτομέρεια θα λυνόταν από μόνη της. Όμως αυτό αποδείχτηκε αδύνατο. Μερικές μέ ρες αργότερα,η Τζαστίν έμαθε ότι ο Μισέλ δε ζούσε στην πόλη. Περνούσε από κει, κι έπρεπε να συ
Έ ρ γ ο τέχνης
νεχίσει το ταξίδι του προκειμένου να εκπαιδευτεί για τους επόμενους ολυμπιακούς αγώνες. Της εξομολογήθηκε πως ήταν ερωτευμένος μαζί της και της ζήτησε να τον ακολουθήσει... Η Τζαστίν το σκέφτηκε για μια στιγμή και συνειδητοποίησε πως της ήταν αδύνατον. Δε θ’ άφηνε την πόλη που γεν νήθηκε, την πόλη όπου είχε ζήσει μια ζωή, για να πάει να μείνει σε μια παράξενη χώρα, όπου οι άν θρωποι μιλούσαν μιαν άλλη γλώσσα, μόνο και μό νο για το Μισέλ. Τον συμπαθούσε πολύ, αλλά δεν ήταν παράφορα ερωτευμένη μαζί του. Ο Μισέλ απογοητεύτηκε. Έφυγε τελικά και της υποσχέθηκε πως θα της τηλεφωνούσε όταν θα ξαναρχόταν στην πόλη της. Η Τζαστίν είπε στον εαυτό της πως ο Μισέλ θα κολακευόταν σίγουρα όταν θα μάθαινε πως είχε δώσει στον Αδάμ το υπέροχο κορμί του... Τέλος, ο Άντονυ... Βέβαια... Τον είχε συναντή σει σε μια δημοφιλέστατη έκθεση έργων τέχνης. Το πλήρες όνομά του ήταν Άντονυ Ξαβιέρ Χόργουντ ο Τρίτος και είχε σκάσει στα γέλια όταν άκουσε ολόκληρο το επιτηδευμένο επίθετό το υ. Ο Άντονυ απέπνεε ευημερία, κομψότητα κι όλα όσα μπορούν να αγοράσουν τα χρήματα. Εκείνο το βράδυ είχε παραδεχτεί πως βαριόταν μέχρι θανά του και την είχε σύρει έξω από την γκαλερί, στο πιο κομψό εστιατόριο της πόλης. Ο μετρ καλωσό ρισε εγκάρδια τον «Κύριο Χόργουντ τον Τρίτο», και,χωρίς να παραγγείλει ο Άντονυ, στο τραπέζι 99
Πιο
Πολλές
Ιστορίες
Ποϊ Σε
Κανοτν
Να Κ ο κ κ ι ν ί ζ ε ι ς
τους παρουσιάστηκε μια σαμπάνια. Τους συμπε ριφέρονταν λες και ήταν μέλη κάποιας βασιλικής οικογένειας. Από εκείνη την πρώτη νύχτα και με τά, η Τζαστίν άρχισε να πιστεύει πως την περίμενε ένα παρόμοιο πεπρωμένο, πως μια μέρα όλη αυτή η πολυτέλεια και η ελευθερία θα μπορούσαν να εί ναι και δικές της. Δεν τον αγαπούσε αυτόν τον άντρα, αλλά η οι κονομική του κατάσταση και η αδιαφορία του για όλες τις μικρές χαρές της ζωής τη διέγειραν στο έπακρο. Δίπλα του έμαθε τις αληθινές τρέλες της πολυτέλειας -σεξουαλικής και υλικής-, και αυτό την ξετρέλαινε. Μ,αζί του μπορούσε ν’ αφήσει τον εαυτό της να μεταμορφωθεί σε οτιδήποτε: πόρνη πολυτελείας, κολλητή φιλενάδα, μυστικοσύμβουλο, κρυφή ερωμένη... Έβλεπαν ο ένας τον άλλον για μερικούς μήνες, στους οποίους ο Άντονυ είχε πάει την Τζαστίν στις Μπαχάμες για τα γενέθλιά της. Το ζεύγος είχε πε ράσει το μεγαλύτερο μέρος της βραδιάς στο καζί νο του ξενοδοχείου. Είχαν παίξει δυνατά, ποντά ροντας κολοσσιαία ποσά. Και τους πλήρωσαν... ακριβά! Όλο το βράδυ η τύχη τούς χαμογελούσε, και, κάθε φορά που η Τζαστίν κέρδιζε, ένιωθε τα χαμη λότερα χείλη της να ανοίγουν όλο και περισσότερο, αφήνοντας αλμυρά μαργαριτάρια υγρασίας στη δαντελένια κιλότα της. Τίποτε δεν μπορούσε να
Έ ργ ο τέχνης
σταθεί στο δρόμο της κι ο σωρός από τις μάρκες μπροστά της γινόταν μεγαλύτερος ώρα με την ώρα. Συνέχισε να παίζει,μέχρι που έκρινε πως εί χαν κερδίσει αρκετά λεφτά για να προχωρήσουν στην επόμενη πράξη. Ο στόχος της είχε επιτευχθεί και επέμενε να πά ρουν τα χρήματα στο δωμάτιό τους αντί να τα το ποθετήσουν στο χρηματοκιβώτιο του ξενοδοχείου. Ένα παρακλητικό βλέμμα κι ένα ακαταμάχητο χαμόγελο έδωσαν στην Τζαστίν αυτό που ήθελε. Μερικές στιγμές αργότερα, τους έδωσαν μια τε ράστια τσάντα γεμάτη χαρτονομίσματα κι ένα μπουκάλι σαμπάνια, κέρασμα του ξενοδοχείου. Η Τζαστίν πήρε την τσάντα και σκόρπισε το περιεχό μενό της πάνω στα σατέν σεντόνια του τεράστιου κρεβατιού. Παρέμεινε ακίνητη για μια στιγμή* τα μάτια της είχαν καρφωθεί στο βουνό του ονείρου. Έπειτα άρχισε να ξεντύνεται αργά μπροστά από τον Άντονυ και, φορώντας μόνο τα ψηλοτάκουνά της,τεντώθηκε νωχελικά πάνω στο κρεβάτι. Το προκλητικό της βλέμμα μεταμορφώθηκε γρήγορα σε παιδιάστικη χαρά. Πέταξε τις γόβες κι άρχισε να χορεύει και να πηδάει στο κρεβάτι, σκορπίζο ντας παντού, και με τα δυο της χέρια, χαρτονομί σματα, γλιστρώντας στα σεντόνια, ξαπλωμένη σε όλο το μήκος του κρεβατιού, αφήνοντας κάθε π ό ρο του δέρματός της να νιώσει την τραχιά αίσθηση των χαρτονομισμάτων. Τόσα λεφτά... Σ ε μια λάμ
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες
Ποϊ Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
ψή, είδε όλα τα πράγματα που θα μπορούσε ν’ αγοράσει με λίγα μόνο χρήματα από όλο αυτό το σωρό. Σιγά σιγά ηρέμησε, άνοιξε τα πόδια της κι έκανε νόημα στον Άντονυ. Στην πραγματικότητα, αυτό που τη διέγειρε δεν ήταν ο Άντονυ, αλλά ο σωρός των χαρτονομι σμάτων ανάμεσα στα οποία είχε βρεθεί το κορμί της. Την άναβαν τόσο πολύ, που άρπαξε μερικά και τα έτριψε αργά πάνω στην κοιλιά της και στο γενναιόδωρο στήθος της. Ύστερα τα χέρια της άδραξαν περισσότερα, καλύπτοντας ολόκληρο το κορμί της. Έτριψε το λαιμό και το πρόσωπό της αναπνέοντας το λεπτό άρωμά τους, και κατόπιν γλίστρησε ένα ακόμη χαρτονόμισμα ανάμεσα στους ανοιχτούς της μηρούς. Το χαρτονόμισμα ζά ρωσε, και τότε η Τζαστίν τύλιξε γύρω του το με σαίο της δάχτυλο και το έχωσε μέσα της απαλά για να μη σκίσει το εύθραυστο δέρμα. Αλλά μερικές στιγμές αργότερα το δάχτυλό της κουνιόταν μέσα κι έξω, βαθιά και όλο και πιο βαθιά στο κορμί της, ξύνοντας και ταλαιπωρώντας την υγρή της σάρκα. Βλέποντας πως ο Άντονυ την παρακολουθούσε, σηκώθηκε,τον άρπαξε από το πέος και τύλιξε με ρικά χαρτονομίσματα γύρω του. Άρχισε να τον αυνανίζει με το χέρι της, τρίβοντας μαζί και τα χαρτονομίσματα, ενώ το πέος του μεγάλωνε ακό μη περισσότερο. Ύστερα άνοιξε τα πόδια της και τον οδήγησε ανάμεσα στους μηρούς της, τραβώ
Έ ργ ο τέχνης
ντας το πέος του με το παράξενο προφυλαχτικό χαρτονόμισμα, που εξαφάνισε γρήγορα μέσα στη σάρκα της. Τα δάχτυλα του Άντονυ τη χάιδευαν σκληρά και το πέος του τιναζόταν μέσα της με τό σο σφρίγος, που η ανάσα της κοβόταν και οι ανα στεναγμοί της πολλαπλασιάζονταν κάθε στιγμή που περνούσε. Γόρισε για να θαυμάσει το σωρό που κόπιασε τόσο να μαζέψει, τον έτριψε στο στήθος της και χαϊδεύτηκε πάνω του μέχρι τα βάθη τού είναι της. Ο ήχος τους έμοιαζε με μουσική στ’ αυτιά της, τα ζαρωμένα χαρτονομίσματα είχαν απορροφήσει τη μυρωδιά των φλέγόμενων κορμιών τους. Ο Άντονυ χώθηκε μέσα της με δύναμη, σπρώχνοντάς τη χω ρίς οίκτο, μέχρι που βγήκε απότομα και ψέκασε το σωρό των 100.000 δολαρίων με το σπέρμα του. Η Τζαστίν τα άρπαξε, τα έγλειψε και τα κόλλησε πά νω στο στήθος της χαϊδεύοντας τον εαυτό της κι αφήνοντας μ’ ευγνωμοσύνη τη γλώσσα του εραστή της να υγράνει τα μελανιασμένα της χείλη. Αλλά, αν και την έγλειψε πάλι, και μολονότι ήταν πολύ ευχάριστο, κατάλαβε, για άλλη μια φορά, πως δε θα δοκίμαζε τις δονήσεις που περίμενε. Πήρε βα θιά αναπνοή, προσποιήθηκε οργασμό, που φάνηκε να πείθει τον εραστή της, και ξάπλωσε πάνω στα τσαλακωμένα, σκληρά και μουσκεμένα χαρτονο μίσματα. Η Τζαστίν ονειρευόταν ακόμη εκείνο το βράδυ,
Πιο Π ολλές Ι στορίες
Ποϊ Σ
ε
Κ
ανοϊν
Να Κ
οκκινίζεις
κι ας μην είχε έρθει σε οργασμό όπως ήλπιζε, κι αυτό ακριβώς το βράδυ είχε κατά νου όταν ζωγρά φισε όλα εκείνα τα χρήματα στα πόδια του Αδάμ. Μα και πάλι, δεν εκτιμούσε τον Άντονυ όσο θα ήθελε. Έ βλεπε φυσικά τα πολλά και λεπτά του γνωρίσματα, αλλά για την ίδια η κύρια γοητεία του, αν και σιχαινόταν να το παραδέχεται, ήταν ο τραπεζικός του λογαριασμός. Ήταν θαυμάσιος άντρας,γενναιόδωρος και ευγενικός,ήξερε πώς να προσφέρει ευχαρίστηση κι είχε τα μέσα για να το κάνει. Ήταν ελκυστικός και αρκετά καλός ερα στής... Μα η Τζαστίν κατάλαβε πως έπρεπε να τον εγκαταλείψει για ν’ αποφύγει να τον πληγώσει, εκ μεταλλευόμενη την πολυτέλεια που της προσέφερε, χωρίς να είναι ερωτευμένη μαζί του. Κι αυτό ακριβώς έκανε. Στο μεταξύ, καθώς η Τζαστίν αναλογιζόταν όλες αυτές τις θαυμάσιες στιγμές, δε σημείωνε κα μία πρόοδο. Δε βρισκόταν ξαπλωμένη σ’ ένα τερά στιο κρεβάτι γεμάτο με χιλιάδες δολάρια, δεν έκα νε έρωτα με οποιονδήποτε απ’ αυτούς τους άντρες με τους οποίους είχε περάσει τόσο όμορφα - κι ο Αδάμ δεν είχε τελειώσει ακόμη... Του Αδάμ τού έλειπε ένα όργανο ζωτικής σημα σίας : το πέος το υ . Η Τζαστίν δεν είχε καν αρχίσει να το σχεδιάζει. Ήταν το μοναδικό μέρος της ανα τομίας του που του έλειπε. Δεν ήταν σε θέση ν’ αποφασίσει τι είδους πέος έπρεπε να έχει ο Α δά μ .
Έ ργ ο τέχνης
Μερικές μέρες ήθελε να το κάνει τόσο υπέροχο όσο και το υπόλοιπο κορμί του, μακρύ και χοντρό, θε ϊκό. Άλλες μέρες πάλι, ήθελε να είναι πέος κοινού θνητού, έχοντας απλώς το απαραίτητο μήκος και πλάτος. Θα μπορούσε να του έδινε το πέος του Άντονυ. Ήταν αρκετά συμπαθητικό, παχουλό και μαλακό, αλλά η απόδοσή του στο κρεβάτι δεν έλε γε και πολλά. Θα μπορούσε σίγουρα να του έδινε το πέος του Μισέλ -και παραλίγο να ενδώσει-, γιατί ήταν ο μόνος άντρας από τους τρεις που θυ μόταν στοργικά. Όμως η Τζαστίν ήταν απολύτως πεπεισμένη πως το πέος του Αδάμ έπρεπε να είναι ακριβές αντίγραφο του άντρα που θα την έκανε να ξετρελαθεί πραγματικά. Όλοι οι Αλεξάντερ, οι Μισέλ και οι Άντονυ αυτού του κόσμου είχαν διά φορα καλά πράγματα πάνω τους, αλλά κανένας τους δεν είχε κατορθώσει να την κάνει να έρθει σε οργασμό... τουλάχιστον όχι με το πάθος,την ορμή και την ένταση που είχε ακούσει άλλες να μιλάνε γι’ αυτό το θέμα. Μόλις κατόρθωνε να το ζήσει κι αυτό, ήταν σί γουρη πως τα υπόλοιπα θ’ ακολουθούσαν. Θα ελευθερωνόταν από τις εμμονές της, θα έβαζε την τελευταία πινελιά στον Αδάμ και θ’ άρχιζε να ζω γραφίζει όλα τα ανεκτίμητα έργα τέχνης που ζούσαν μέσα της. Όμως αναρωτιόταν αν θα μπορού σε ποτέ να αποχωριστεί τον Αδάμ. Ποια τιμή θα ζητούσε για έναν πίνακα που αντιπροσώπευε ένα
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
τόσο μεγάλο μέρος της ζωής της; Γιατί ο Αδάμ έλεγε πολλά για την Τζαστίν... Αν και πλάσμα της φαντασίας της, τίποτε π α ραπάνω, θα έλεγε κανείς,από μια ονειρική εικόνα, τον «ζωντάνευε» τακτικά, κι αυτό της χάριζε με γάλη ανακούφιση. Τον συμβουλευόταν γι’ αυτά που έπρεπε να κάνει στη μια ή στην άλλη περί πτωση, ιδιαίτερα σε περιόδους κρίσης. Κι ο Αδάμ τής χάριζε τη σιωπηλή του φρόνηση, την απεριόρι στη υποστήριξή τ ο υ . Κι όταν αισθανόταν μόνη, τον φανταζόταν δίπλα της, να την αγκαλιάζει σφι χτά με το δυνατό κορμί το υ . Κάτι τέτοιες στιγμές ξεχνούσε το όργανο της ανατομίας του που έλειπε και που σύμφωνα με τις φαντασιώσεις της ήταν τεράστιο, σαν να πετάχτηκε μέσα από αρχαίο μύ θο -κ α ι ως προς το μέγεθος και ως προς την αποδοτικότητά του. Τα πάντα επιτρέπονταν! Εκτός όμως από την τελειότητά του στο σεξ, ο Αδάμ διέ θετε και όλες τις άλλες ιδιότητες που έψαχνε σ’ έναν άντρα. Ήταν τόσο ευχαριστημένη μαζί του! Ήταν το τέλειο ζευγάρι - τρυφεροί,γεμάτοι κα τανόηση, αγαπημένοι. Ήταν η ερωμένη του,η μη τέρα του, η αδελφή το υ. Κι ήταν ο εραστής της, ο πατέρας της, ο στενός της φίλος. Και σαν εραστής ήταν εξαιρετικός... Ο Αδάμ δεν της έκανε ποτέ έρωτα δύο φορές με τον ίδιο τρόπο - κάτι κατα νοητό , άμα ο άντρας αλλάζει πέος κάθε φορά που τον βλέπεις!
Έρ γο τέχνης
Αλλά τον τελευταίο καιρό ένιούθε ένα κενό όταν επέστρεφε στη σκληρή πραγματικότητα του κρύου και μοναχικού κρεβατιού της με τον Αδάμ πίσω στον καμβά του. Ήταν απογοητευμένη. Αναρω τιόταν πότε και πώς θα συναντούσε τον τέλειο παρτενέρ της στον έρωτα, αυτόν που θα την έκανε να τρελαίνεται τόσο πολύ, που θα ήθελε να δανει στεί το πέος του για το έργο της. Τι μνήμες θα δημιουργούνταν μ’ αυτόν τον άντρα, μνήμες που θα τον επέβαλλαν στην ίδια επίλεκτη ομάδα με τους άλλους εραστές της, όλους αυτούς που άξιζαν να δανείσουν ένα μέρος του κορμιού και της προσω πικότητάς τους στον Α δ ά μ ; Το όργανο που θα χά ριζε στον Αδάμ έπρεπε να αντιπροσωπεύει την αποθέωση της αρρενωπότητας, γιατί η Τζαστίν ήταν σίγουρη πως μόνο ένα τέτοιο πέος θα την έκανε επιτέλους να έρθει πραγματικά σε οργα σμό. Αν ούτε ο Μισέλ ούτε ο Αλεξάντερ ούτε ο Άντονυ δεν κατόρθωσαν κάτι τέτοιο, μολονότι εξαιρετικά προικισμένοι και οι τρεις τους, μόνο ένα όντως συναρπαστικό πέος, ένα πέος που θα έκοβε την ανάσα, θα μπορούσε να κάνει τη διαφο ρά. Σκέφτηκε τον εαυτό της στα χέρια του Αδάμ, φαντασιώθηκε να τον καβαλικεύει άγρια, αισθάνθηκε το απέραντο πέος του να χώνεται στο αιδοίο της. Φαντάστηκε τα δυνατά του χέρια να γλιστρά νε στη φλέγόμενη επιδερμίδα της, να μαλάσσουν 107
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες Ποϊ
Σ
ε
Κ
ανοϊν
Να Κ
οκκινίζεις
το στήθος της με αφάνταστη τρυφερότητα και πά θος . Ένιωθε το πέος του, σκληρό σαν μάρμαρο, να γλιστράει μέσα της, βαθιά, γρήγορα - όλο και πιο γρήγορα, όλο και πιο γρήγορα. Ύστερα τον τρά βηξε έξω και τον κατάπιε με το στόμα της, προκα λώντας του ηδονικούς αναστεναγμούς, χαϊδεύο ντας το ευαίσθητο κεφάλι, και κάθε εκατοστό αυ τού του τεράστιου πέους που γέμιζε ασφυκτικά το λαιμό της. Όταν τον ένιωσε στα πρόθυρα του ορ γασμού, τον έχωσε πάλι μέσα της, άρχισε να κου νιέται με φρενιτιώδη ρυθμό πάνω του, τον βασάνι ζε , μέχρι που τέλειωσαν αμέσως κι οι δυο τους μα ζί. Φαντάστηκε τον εαυτό της ζαλισμένο από ηδο νή, να τρέμει ολόκληρη, να φωνάζει με όλη τη δύ ναμη των πνευμόνων της, να παραδίδει το κορμί της σε απολαύσεις αφάνταστες. Η υπέροχη φαντασίωσή της αντικαταστάθηκε από κατάθλιψη. Γιατί να μη μπορεί να εφεύρει ένα αντάξιο πέος για τον Αδάμ και να τελειώνει μια για πάντα; Ήταν σίγουρη πως θα την έκανε να ξε χάσει όλη την αίγλη αυτού του ιδανικού Α δάμ. Ίσως θα έπρεπε να το διακινδυνεύσει. Στα πρόθυρα της συνολικής κατάρρευσης, κα τάλαβε πως δε θα ήταν σε θέση να το κάνει ποτέ: ούτε να εφεύρει το πέος του ονείρου, ούτε να έρ θει σε έναν οργασμό τόσο έντονο όσο τον φαντα ζόταν. Δεν ήθελε να βυθιστεί κι άλλο στην κατά θλιψη και την αποθάρρυνση,γι’ αυτό κι αποφάσι
Έ ργ ο τέχνης
σε να βγει και να προσπαθήσει να σκεφτεί κάτι άλλο.
Ο ήλιος είχε μόλις ανατείλει, και η Τζαστίν δού λευε. Εκείνος κοιμόταν ήρεμα όταν τράβηξε το σε ντόνι που τον κάλυπτε. Ήταν ακόμη αρκετά ζαλι σμένη και βιάστηκε να πιάσει τα πινέλα της για να βάλει την τελευταία πινελιά στον Αδάμ της. Ήταν βέβαιη πως ο Μαρκ δε θα είχε καμία αντίρρηση να τον χρησιμοποιήσει γι’ αυτόν το λόγο, αλλά ήθελε να τελειώσει προτού σηκωθεί, μήπως και τον πεί ραζε. Γιατί τότε θα ήταν πάρα πολύ αργά,η δου λειά της -επιτέλους! - θα είχε τελειώσει... Την πρώτη φορά που τα χάδια του την έφεραν σε οργασμό είχε μείνει κατάπληκτη και το είχε αποδώσει στο οινόπνευμα που είχε καταναλώσει. Το θυμόταν πεντακάθαρα. Ο Μαρκ είχε χωθεί μέ σα της κι έμοιαζε έτοιμος να τελειώσει. Όμως παρέμεινε μέσα της, τουλάχιστον ένα μέρος του, αφήνοντας μόνο την άκρη του πέους του να τρίβε ται πάνω στα χείλη του αιδοίου της. Την ξετρέλαι νε. Πολύ απαλά ο Μαρκ την πείραξε,τη βασάνισε, εφαρμόζοντας όση πίεση χρειαζόταν στην τρυφε ρή της σάρκα. Ο οργασμός ήρθε χωρίς να την προ ειδοποιήσει, την έκανε να ριγήσει για αρκετές υπέροχες στιγμές. Τη δεύτερη φορά ήταν πιο νηφάλια. Δεν ήταν
Πιο
Π
ολλές
Ι σ τ ο ρ ί ε ς Π οτ Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
μεθυσμένη! Και δεν υπήρχε καμιά αμφιβολία πως το πέος του ήταν υπεύθυνο για την έκσταση που είχε νιώσει. Αυτή τη φορά τη χτύπησε την ώρα που χωνόταν μέσα της, και η Τζαστίν παραδόθηκε σ’ ένα τεράστιο κύμα ευχαρίστησης που τη μετέφερε στον Παράδεισο, πλημμυρίζοντας τους μηρούς της, πλημμυρίζοντας τα πάντα στην πορεία του. Την τρίτη φορά ήξερε τελικά με ποιου άντρα έπρεπε να μοιάζει το πέος του Αδάμ. Το σκεφτό ταν όλη νύχτα, ενώ ο Μαρκ κοιμόταν στο κρεβάτι δίπλα της. Στεκόταν τώρα μπροστά από τον Α δάμ, κα τσουφιασμένη από την αυτοσυγκέντρωση, κοιτά ζοντας πέρα δώθε ανάμεσα στο κρεβάτι όπου κοι μόταν το μοντέλο της και τον καμβά όπου βρισκό ταν ο Αδάμ περιμένοντας υπομονετικά την άξια αρρενωπότητά του. Ανέπνεε δυνατά, απολύτως απορροφημένη από τη δουλειά της. Κάθε λεπτο μέρεια έπρεπε να είναι τέλεια. Μπορεί κάποιος να σκεφτόταν πως ένα όργανο,ένα μόνο μικρό μέλος του ανθρώπινου σώματος, θα ήταν εύκολο να σχε διαστεί -α λ λ ά υπήρχαν τόσο πολλές λεπτομέρει ες που έπρεπε να εξεταστούν, ιδιαίτερα μ’ αυτό το ιδιαίτερο όργανο! Το χ ρ ώ μ α ,για παράδειγμα. Έ πρεπε να χρησιμοποιήσει διαφορετικές σκιές και μπογιές για να το πετύχει. Και ένα πέος αποτελείται από πολυάριθμες και σημαντικότατες λε πτομέρειες.
Έ ρ γ ο τέχνης
Ίσα που το πίστευε... απ’ όλους τους άντρες του πλανήτη, ήταν ο Μαρκ που της χάρισε τέτοια με γάλη ευχαρίστηση! Όλα αυτά τα χρόνια που απο γοητευόταν από τους εραστές της, ο Μαρκ, ο πιο στενός της φίλος, περίμενε υπομονετικά τη σειρά του,χω ρίς να δείχνει δυσαρέσκεια και χωρίς να επιμένει. Και, στο τέλος, ήταν ο Μαρκ που είχε εκτελέσει τον απίστευτο άθλο. Ωραία λοιπόν! Θα κρατούσε την υπόσχεσή της και θα αναπαριστούσε το πέος του Μαρκ όσο το δυνατόν πιο πιστά στο κορμί του Αδάμ. Η υπόσχεση είναι υπόσχεση, και με όλα όσα την είχε κάνει να νιώσει, άξιζε πραγματικά το φόρο τιμής. Η Τζαστίν δούλεψε σκληρά σχεδόν δύο ώρες και στο τέλος ικανοποιή θηκε με το αποτέλεσμα. Πισωπάτησε για να θαυ μάσει τον τελικό καρπό των κόπων της. Ο καλλιτέ χνης μέσα της δεν ήταν αρκετά πεπεισμένος για την τελειότητα του συνόλου, αλλά η κάθε ίνα του κορμιού της, που συνδεόταν στενά με κάθε εκατο στό του ζωγραφισμένου άντρα, είχε μαγευτεί... Γιατί ο Αδάμ είχε επιτέλους το πέος του. Ένα πέος μια σταλιά, λεπτό και ελαφρά κυρτό αριστερά... αλλά τι πέος, Θεούλη μου!
111
Πασαρέλα
i
Ο Ν τ ο μ ε ν ι κ ο δ ε ν μ π ο ρ ο ύ σ ε να κάνει α λλιώ ς. Έφταιγε το αίμα στις φλέβες του, έφταιγαν οι λό φοι της μάκρινής πατρίδας του,της Σικελίας, που τον έκαναν ανίκανο να αντισταθεί. Να αντισταθεί σε ένα εκθαμβωτικό χαμόγελο, σε μακριά ξέπλεκα μαλλιά, στο ανοιγόκλείσιμο των βλεφαρίδων, σε ένα όλο υπονοούμενα περπάτημα, στους στρογ γυλούς γοφούς που λιανίζονταν στο δικό τους ρυθ μό, σ’ ένα χαριτωμένο λαιμό μ’ ένα ραφινάτο κό σμημα... Αχ! Οι γοητευτικές γυναίκες ήταν πάρα π ο λ λ ές,τα όπλα τους πολύ ισχυρά για εκείνον -έναν αδύναμο θνητό!-, ακόμη και για να προ σπαθήσει να αντισταθεί. Για να λέμε πάντως και την αλήθεια, δεν είχε την παραμικρή επιθυμία να το κάνει. Σίγουρα αυτή η συνεχής, ακαταμάχητη κλίση του προς το γυναικείο φύλο τον είχε κάνει να χάσει τη σύζυγό του. Αλλά τι πείραζε; Τώρα ήταν ελεύθερος και ιδιοκτήτης μιας καθαρής συνείδη σης. Δεν είχε περάσει ποτέ περισσότερες από μία νύχτες με την ίδια γυναίκα, κι έτσι δεν είχε ποτέ την ευκαιρία να δοκιμάσει κάτι άλλο εκτός από τη σχέση μιας βραδιάς. Τόσο το καλύτερο! Αυτό σή
Πιο
Πολλές Ιστορίες
Π οτ Σ
ε
Κ
ανοϊν
Να Κ
οκκινίζεις
μαινε πως θα μπορούσε να ικανοποιήσει ακόμη περισσότερες γυναίκες, να προσφέρει τη χαρά σε όσες την είχαν ανάγκη με την ασύγκριτη ικανότη τά του. Δεν ξεχνούσε ποτέ πως η ζωή είναι σύντο μη και το κορμί μπορεί να μας αφήσει στα κρύα του λουτρού οποιαδήποτε στιγμή. Ο γέρος πατέ ρας του του είχε πει επανειλημμένα πως έπρεπε να χρησιμοποιήσει το κορμί του προτού να είναι πολύ αργά. Κι αυτό ήταν ένα θέμα για το οποίο ο πατέ ρας του ήξερε πάρα πολλά! Θυμήθηκε εκείνα τα ηλιόλουστα απογεύματα, όταν ήταν έφηβος, κι είχε μόλις δει όλα τα θαυμά σια που επρόκειτο να του προσφέρει η ζωή. Είχε κατέβει στο χωριό με τον πατέρα του για να φάνε και να πιουν κάτι μετά τη δουλειά της ημέρας. Δυο άντρες -ο ένας δεν είχε αρχίσει ακόμη να ξυρίζεται κι ο άλλος με γκρίζους κροτάφους-κάθισαν στη σκιά και θαύμαζαν τις υπέροχες γυναίκες γύρω τους. Ένα ζεστό αεράκι τούς έλουζε, προσθέτο ντας μια πλασματική διάσταση στη σκηνή. Και τό τε ήταν που ο πατέρας του του επεσήμανε πως κά θε γυναίκα έχει κάτι που αυτός επισήμως αποκαλεί «αναμφισβήτητη γοητεία»: ένα κολακευτικό προφίλ, τέλεια χαρακτηριστικά, ένα περήφανο μέ τωπο, ψηλά ζυγωματικά... Όλες οι γυναίκες ήταν γι’ αυτόν η ενσάρκωση της απόλυτης ομορφιάς, εί τε ήταν δεκαέξι χρονών, είτε εβδομήντα έξι. «Βλέπεις, αγόρι μου, η γυναίκα είναι όμορφη εξ
Πασαρέλα
ορισμού. Ο Θεός τη δημιούργησε για να αντιπρο σωπεύσει την ομορφιά στον κόσμο. Κοίταξε εκεί την Άντζελα, που είναι στην αρχή της εγκυμοσύνης της. Δες πώς λάμπουν τα μάτια της, κοίτα το στή θος της που είναι πρησμένο, γεμάτο γάλα για το μωρό της. Και η Κλάρα; Ακόμη και στην ηλικία της τα πόδια της είναι μακριά και σφιχτά, έτοιμα να τυλιχτούν γύρω από τη μέση του άντρα της. Και η μικρή εκεί - τόσο νέα,κι όμως έχει ήδη τρεις θαυ μαστές ! Δεν είναι παράξενο όμως με τα μάτια που έχει... Τις γυναίκες, γιε μου, πρέπει να τις λατρεύ εις. Αν βλάψεις μια γυναίκα, είναι σαν να βλάπτεις το Θεό τον ίδιο». Ο Ντομένικο είχε μάθει το μάθημά του τόσο κα λά, που του είχε γίνει δεύτερη φύση. Θαύμαζε τις γυναίκες και τις σεβόταν όσο το δυνατόν περισσό τερο. Όμως είχε μάθει πως, εκτός από τα καλά που του προσέφεραν, τον έκαναν και να υποφέρει -κάτι εντελώς παράξενο γι’ αυτόν- επειδή δεν τις καταλάβαινε αρκετά. Προσπαθούσε σκληρά να τις αγαπήσει και να τις κάνει ευτυχισμένες, αλλά ήταν τόσο πολλές, που ο στόχος του ήταν απέραντος... Ένιωθε πως ο πατέρας του δε θα ενέκρινε πάντα τις πολλαπλές του κατακτήσεις και τις καρδιές που είχε κάνει να δυστυχήσουν. Μπας και δεν είχε καταλάβει καλά κάποιες λεπτομέρειες;... Σ ’ αυτή την περίπτωση, θα τα συζητούσανε κάποια στιγμή οι δυο τους στον ουρανό .
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες Π
οτ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
Στο μεταξύ, τον είχαν ανάγκη τόσο πολλές γυ ναίκες! Δεν μπορούσε να καταλάβει ακόμη πώς ήταν δυνατόν να παραμελούνται τόσες γυναίκες. Το έβρισκε ασύλληπτο πώς μπορούσαν οι άντρες να είναι τόσο αδέξιοι - παρόλο που η αλήθεια εί ναι ότι το να κάνεις έρωτα σε μια γυναίκα είναι τέ χνη και μερικοί καλλιτέχνες είναι πιο ταλαντούχοι από τους άλλους. Λένε πως οι Ιταλοί είναι όμορφοι, κι ο Ντομένικο ήταν πραγματικά όμορφος, με τη μελαχρινή κοψιά του, τις μαύρες του μπούκλες, τα σκούρα του μάτια και το εκθαμβωτικό του χαμόγελο. Με ρικές φορές παραφορτωνόταν με κοσμήματα, αλ λά κατά βάθος δεν το έκανε για επίδειξη· ήταν μια άκακη μορφή ματαιοδοξίας. Λένε επίσης ότι οι Ιταλοί είναι οι καλύτεροι εραστές στον κόσμο, κι ο Ντομένικο είχε την πρόθεση να αποδείξει ότι το απόφθεγμα ήταν αληθινό. Αλλά για να το καταφέ ρει χρειαζόταν πρακτική και διορατικότητα, κι έπρεπε να ξέρει όσο το δυνατόν περισσότερα για τις μυστικές επιθυμίες των γυναικών. Αυτό δεν το είχε καταλάβει ποτέ η σύζυγός του. Η ίδια είχε ωφεληθεί στο έπακρο από την τελειότητα της τέ χνης το υ ! Τι σημασία όμως έχει η τελειότητα, όταν το αποτέλεσμα είναι αυτό που μετράει; Δεν είχε δει τα πράγματα όπως τα έβλεπε αυτός και συχνά τον απειλούσε πως θα τον παρατήσει. Ο Ντομένι κο είχε κάνει ό ,τι περνούσε απ’ το χέρι του για να
Πασαρέλα
την κάνει ευτυχισμένη, υποκύπτοντας σε κάθε της ιδιοτροπία. Μια μέρα μέχρι που προσποιήθηκε πως ήταν κλέφτης και είχε μπει στο σπίτι σπάζο ντας την πόρτα, για να την κάνει ν’ αναστενάξει από πόνο κι ευχαρίστηση. Αλλά κώφευε στις φα ντασιώσεις του και το μόνο που έκανε ήταν να τον γλείφει αδέξια και πολλές φορές με αποστροφή. Κι αυτό δεν ήταν το χειρότερο. Το χειρότερο -κι αυτό ήταν που εξόργισε τον Ντομένικο και του χά ρισε ένα θαυμάσιο λόγο γιά να την απατήσει-ήταν η ατέλειωτη κριτική της. Δε σταματούσε ποτέ να γκρινιάζει: «Ντομένικο, δεν είσαι καλός σε τίποτε. Άκου επ α γ γελμ α τία ς φ ω τογράφ ος! Α υτό δεν είναι επάγγελμα! Είσαι ένας αποτυχημένος. Δε θα κά νεις ποτέ τίποτε, μόνο θα φωτογραφίζεις απορρυ παντικά για διαφημίσεις και φάρμακα για κρεα τοελιές!» Η αλήθεια ήταν πως η σταδιοδρομία του δεν εί χε πάρει το δρόμο που θα ήθελε. Αλλά αυτά τα συμβόλαια για διαφημίσεις που η σύζυγός του αποκαλούσε «γελοία» πλήρωναν όλες τις μικρές πολυτέλειες που επιθυμούσε η μαντάμ. Όχι, δεν ήταν αυτό ακριβώς που επιθυμούσε να κάνει, αλ λά μια μέρα θα το έκανε -π α ρ ά τα ειρωνικά σχό λια που ξεφούρνιζε συνέχεια η αγαπητή σύζυγός του. Και φυσικά δεν ήταν κακό να κάνεις διαφημί σεις φαρμάκων για κρεατοελιές, ιδιαίτερα δε αν εί 119
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες
Π
οτ
Σ
ε
Κ
ανοϊν
Να Κ
οκκινίζεις
χες να φωτογραφίσεις ένα τόσο όμορφο μοντέλο! Αυτή ήταν και η πρώτη του κατάκτηση αφότου παντρεύτηκε. Εκείνη ήταν δεν ήταν δεκαεννιά, το πολύ είκοσι χρονών. Και ήξερε πολύ καλά τι έκα νε! Μόλις μπήκε στο στούντιο,τον κοίταξε ξεδιά ντροπα από πάνω μέχρι κάτω και του ’δωσε να καταλάβει πως ήταν ο τύπος της. Δεν υπήρχε κα μιά αμφιβολία πως έβλεπε μπροστά της έναν πε πειραμένο άντρα - και πολύ πιο ενδιαφέροντα από τους νεαρούς της ηλικίας της. Ήταν ολοφάνε ρο ακόμη πως δεν έπρεπε να δουλέψει και πολύ σκληρά για να τον κερδίσει. Όταν τελείωσε η φωτογράφιση ,του γλίστρησε τον αριθμό του τηλεφώ νου της και, το ίδιο βράδυ, ο Ντομένικο βρέθηκε ξαπλωμένος σ’ ένα στρώμα νερού δίπλα της. Η αλήθεια είναι πως είχε αγχωθεί πολύ για να απο φασίσει : να αγνοήσει το χαρτάκι που έκαιγε στην τσέπη του και να γυρίσει σαν καλός σύζυγος στην γκρινιάρα γυναικούλα του ή να ικανοποιήσει τη φαντασίωσή του -την πρώτη και σίγουρα την τε λευταία-για την οποία κανένας δε θα μάθαινε τί ποτε;... Η αγωνία του δεν κράτησε πολύ. Της τη λεφώνησε κι έκλεισε ένα δωμάτιο σε ένα από τα πολλά ξενοδοχεία στον κεντρικό δρόμο της πόλης. Δεν ήταν και πέντε αστέρων, κάθε άλλο, αλλά δεν είχε και κατσαρίδες. Όσον αφορά τη μικρή, αυτό που μετρούσε για κείνην ήταν η σεξουαλικότητά του και το γεγονός πως ήταν παντρεμένος, κάτι
Πασαρέλα
που εγγυόταν διακριτικότητα κι ελάχιστες συνέ πειες. Και, ποιος ξέρει, το γεγονός πως ήταν φω τογράφος θα μπορούσε ίσως να τη βολέψει μια μέ ρα... Ο Ντομένικο διατηρούσε ακόμη τρυφερά στη μνήμη του το δωμάτιο που έγινε μάρτυρας της πρώτης εξωσυζυγικής του περιπέτειας. Οι μπεζ τοίχοι έπρεπε να ήταν άσπροι μια φορά κι έναν καιρό. Η κουβέρτα,κόκκινη και φθαρμένη,διακο σμημένη με ασαφή μαύρα σχέδια, ταίριαζε γάντι με τα καψίματα των τσιγάρων. Τα έπιπλα, στο ίδιο χρώμα με τους τοίχους, ήταν για πέταμα, όμως το στρώμα του νερού έκανε μια χαρά τη δουλειά του και οι καθρέφτες στο ταβάνι ήταν αρκετά καθαροί για να θαυμάζονται οι εραστές στον ελεύθερο χρό νο τους. Ο Ντομένικο την περίμενε μια ώρα περί που , κατά τη διάρκεια της οποίας τον έτρωγαν οι τύψεις. Καθώς όμως φανταζόταν αυτό που θα επακολουθούσε, οι τύψεις του άρχισαν σιγά σιγά να λιώνουν όπως ο πάγος στον ήλιο. Κι όταν σκά φτηκε τη μικρή και την ομορφιά της... Α χ,τις λά τρευε τις μικρούλες. Ονειρευόταν τη μέρα που θα γινόταν επίσημος φωτογράφος των πιο διάσημων μανεκέν και θα ταξίδευε σ’ ολόκληρο τον κόσμο μ’ αυτές τις μικρές θεές να κρέμονται από το μπρά τσο το υ . Αυτή που περίμενε τώρα δα δεν ήταν και τόσο διάσημη, μα ήταν κούκλα. Είχε την ψηλή, λε πτή σιλουέτα που διέθεταν όλες, μικρό στρογγυλό
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες
Π
οτ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Ν
α
Κ
οκκινίζεις
στήθος, ελεύθερο κι όλο θράσος κάτω από την ελαφριά της μπλούζα, κι ένα περπάτημα σκέτο πειρασμό. Μόλις ήρθε, πήρε την κατάσταση στα χέρια της. Ξεντύθηκε χωρίς να πει λέξη, ξέντυσε και τον Ντομένικο και, χωρίς προκαταρκτικά, σιω πηλή, πήρε το ήδη σκληρό πέος του στο στόμα της. Σίγουρα δεν ήταν η πρώτη φορά που το έκανε! Οι επιδόσεις της ήταν υψηλοτάτου επιπέδου. Καμιά σχέση με το παθητικό ρουφηγματάκι που αποφά σισε μια φορά να του χαρίσει η αξιολύπητη σύζυ γός το υ ! Ο Ντομένικο την άφησε λοιπόν να συνεχί σει για μια στιγμή, κι έπειτα, βλέποντας την όρεξή της, έσπρωξε το πέος του ακόμη πιο βαθιά στο λαιμό της. Αυτή καλωσόρισε την κίνησή του- φαι νόταν να της αρέσει μάλιστα,γιατί από εκείνο το λεπτό και μετά άρχισε να χαϊδεύεται. Την άδραξε από τα μαλλιά κι όργωσε το λαιμό της ακόμη πιο σκληρά. Εκείνη τον άρπαξε από τους όρχεις κι ο Ντομένικο σκέφτηκε ότι θα τελείωνε μέσα σε μια στιγμή. Αλλά ήταν ακόμη τόσο νωρίς! Αποσύρθη κε και το κορίτσι ξάπλωσε με την κοιλιά - ο ι γλου τοί της, υψωμένοι στον αέρα,του προσέφεραν μια γοητευτική θέα. Ο Ντομένικο, βλέποντας πόσο υγρή ήταν και πόσο έτοιμη να τον δεχτεί, μπήκε σε δράση. Άρχισε να γλιστράει πυρετωδώς μέσα της πιάνοντάς την από τα λεπτά πλευρά της, και κα τόπιν τη γύρισε ανάποδα, διατάζοντάς τη να τον καβαλικέψει για να μπορέσει να κοιτάζει τα πάντα
Πασαρέλα
από τον καθρέφτη. Εκμεταλλεύτηκε τα κύματα από το στρώμα νερού για να τη διαπερνάει σκλη ρά, χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια. Την έκανε να βογγά και ν’ αναστενάζει· της έκανε έρωτα τρεις φορές, τη] μια μετά την άλλη, μέχρι που το πέος του άρχισε να τον εκλιπαρεί να σταματήσει. Άφησε τη μικρή ικανοποιημένη και πονεμένη και ύστερα κοιμήθηκε βαθιά δίπλα της. Τις πρώτες πρωινές ώρες, σαν κύριος που ήταν, την πήγε σπίτι της με την αστραφτερή κόκκινη Καμάρο του, με τη μουσική να παίζει και τη σκεπή του αυτοκινήτου ανοιχτή, και της υποσχέθηκε να της τηλεφωνήσει σύντομα. Εκείνη ήξερε πως δε θα το κάνει, αλλά δεν την πείραζε καθόλου. Ύστερα ήρθε η πρόταση για τη διαφήμιση κά ποιου απορρυπαντικού για πλυντήρια. Το μανε κέν δεν ήταν τόσο μικρό σε ηλικία όσο το πρώτο είχε την αυτοπεποίθηση και τη χαρακτηριστική ανεμελιά μιας ικανοποιημένης σεξουαλικά τρια ντάρας. Ήταν κι αυτή παντρεμένη, και του ομολό γησε πως ονειρευόταν πάντα κάποιον αρρενωπό εραστή της μιας βραδιάς. Ο Ντομένικο αισθάνθηκε υποχρεωμένος να κάνει το όνειρό της πραγμα τικότητα. Από εκείνη τη νύχτα στο ξενοδοχείο εί χαν περάσει μήνες και δεν είχε υπάρξει καμία συ νέπεια. Διαβεβαίωσε τον εαυτό του πως ήταν σε θέση να αντεπεξέλθει έξοχα και σε μια δεύτερη εξωσυζυγική περιπέτεια. Χάρισε στη συνεργάτιδά 123
Πιο Π
ολλές
Ι
στορίες
Π
ογ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
του μια υπέροχη νύχτα, που κι εκείνη τη δέχτηκε με ευγνωμοσύνη. Γευμάτισαν παρέα (και μάλιστα πλήρωσε εκείνη!) στη σουίτα του μεγαλύτερου ξε νοδοχείου της πόλης. Κατά τη διάρκεια του γεύ ματος , ο Ντομένικο της έκανε κομπλιμέντα για την ομορφιά και τη χάρη της, ενώ τη χάιδευε συνέχεια κάτω από το τραπέζι. Το γεύμα συνεχίστηκε στο τεράστιο λουτρό, μέσα στο τζακούζι, όπου ήπιαν σαμπάνια και ρούφηξαν φράουλες... κι άλλα πολ λά... Ο Ντομένικο της έκανε έρωτα ήρεμα, άγρια, ρομαντικά, βίαια. Έβαλε σε εφαρμογή όλα όσα ήξερε, της έκοψε την ανάσα για δύο ώρες και τρεις φορές απανωτά. Να λοιπόν που ξανάκανε τρεις φορές έρωτα στη σειρά! Προφανώς το τρία ήταν ο τυχερός του αριθμός! Την έγλειψε,τη ρούφηξε,τη φίλησε,τη διαπέρασε, και την έγλειψε πάλι. Εκεί νη είχε αλλεπάλληλους οργασμούς, κάτι που δεν της είχε ξανασυμβεί στη ζωή της. Μόλις ξημέρωσε εκείνη η θαυμάσια νύχτα, που και οι δύο ήξεραν ότι δε θα επαναλαμβανόταν, πήγε ο καθένας στο σπίτι του με υπέροχες αναμνήσεις. Από τότε, είχαν υπάρξει κι άλλες. Έφταναν χω ρίς προειδοποίηση -π ώ ς να τις σταματήσει; Ήταν αδύνατο να τις εγκαταλείψει στη μοναξιά τους τις καημενούλες. Έ τσι, υποκύπτοντας σε ένα κύμα γενναιοδωρίας που φούσκωνε μέσα του, ή για να αποφύγει να τις πληγώσει, υπέκυπτε πάντα στις απαιτήσεις τους. Ενέδωσε λοιπόν και στη ρεσε-
Πασαρέλα
ψιονίστ μιας μικρής εφημερίδας για την οποία έκανε περιστασιακές φωτογραφίσεις... Ύστερα εμφανίστηκε μια όμορφη Ασιάτισσα που τον είχε βοηθήσει όταν χάλασε το αυτοκίνητό του... Αργό τερα μια συνάδελφος φωτογράφος τον ερωτεύτη κε τρελά - κάτι πολύ κακό, γιατί δεν ήταν από τους άντρες που μπορούσαν να κάνουν δεσμό... Μετά ήρθε το κορίτσι από το εργαστήριο όπου εμ φάνιζε τις φωτογραφίες του, όταν δεν είχε το χρό νο να τις εμφανίσει ο ίδιος... Και στη συνέχεια η σερβιτόρα του αγαπημένου του μπαρ, καθώς επί σης και δυο-τρεις πελάτισσες - ουφ, είχε σταμα τήσει πια να μετράει... Κι έπειτα γνώρισε από κο ντά και τη γειτόνισσά το υ. Και τότε ήταν που η νό μιμη σύζυγός του αποφάσισε πως το μαχαίρι είχε φτάσει στο κόκαλο. «Με απατούσες με όποιο θηλυκό περνούσε από μπροστά σου. Ήταν πολύ σκληρό, αλλά άντεχα. Αυτή τη φορά όμως το παράκανες. Με απάτησες δίπλα στο σπίτι μου, στη γειτονιά μου!» Αχ... το σπίτι τους, η γειτονιά τους... Ήταν κατακόκκινη από οργή, έτοιμη να τον γρατσουνίσει, να πηδήξει στο λαιμό του εχθρού, στον προδότη που είχε εισβάλει στο έδαφος της. Μα τι πράγμα τα ήταν κι αυτά... Αλλά,τελικά, περασμένα ξεχα σμένα. Συμφώνησαν να χωρίσουν όσο το δυνατόν πιο ήρεμα, και τελικά δεν έκαναν κι άσχημα. Τώρα ο Ντομένικο ήταν έτοιμος να απογειώσει 125
Πιο
Π
ολλές
Ιστορίες
Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
τη σταδιοδρομία του. Αρκετά δούλεψε με ερασι τέχνες. Ήταν καιρός πια ν’ ανοίξει τα φτερά του για μεγαλύτερα πράγματα: το ταλέντο το είχετώρα είχε και την ελευθερία. Τίποτε δεν τον κρα τούσε σ’ αυτή την πόλη, που θα την εγκατέλειπε χωρίς την παραμικρή τύψη έτσι και του προέκυπτε κάποια ευκαιρία. Άρχισε λοιπόν να ψάχνει ανάμε σα στις φωτογραφίες που είχε κατά καιρούς τρα βήξει , έφτιαξε το φάκελό του κι άρχισε να χτυπάει πόρτες.
Ένα μήνα αργότερα είχε ήδη γευτεί δεκάδες αρνή σεις. Βρέθηκε σε ένα γελοίο φαύλο κύκλο: οι με γάλες αντιπροσωπείες δεν του έδιναν ούτε μια ευ καιρία γιατί δεν είχε εργαστεί ποτέ για λογαρια σμό τους. Χρειαζόταν απαραιτήτως συστάσεις, συστάσεις... Χωρίς να μπορεί να σκεφτεί τίποτε άλλο, στα πρόθυρα της πλήρους αποθάρρυνσης, κοίταξε το σωρό με τις επιχειρηματικές κάρτες που είχε μαζέ ψει εδώ και πολλά χρόνια κι είχε φυλάξει από την αρχή της σταδιοδρομίας του. Είχε εκατοντάδες, οι πιο πολλές από αντιπροσώπους μικρών επιχειρή σεων που είχαν βάλει λουκέτο εδώ και καιρό. Δεν υπήρχε περίπτωση να του φανεί χρήσιμη καμιά τους. Α λλά , καθώς ετοιμάστηκε να βάλει στην άκρη τις κάρτες χωρίς καν να τις εξετάσει προσε ~
126 ~
Πασαρέλα
χτικά, μια απ’ αυτές γλίστρησε από το σωρό και αιωρήθηκε για μια στιγμή στον αέρα, σαν οιωνός, πριν πέσει στα πόδια του. Ήταν ενός συναδέλφου του, που τον είχε γνωρίσει όταν δούλευαν μαζί στη διαφήμιση μιας εταιρίας ετοίμων ενδυμάτων. Τον είχε ξεχάσει τελείως! Χρόνια πριν, ο Τζόναθαν είχε δουλέψει για διάφορα πρακτορεία μοντέλων κι εί χε τραβήξει άπέιρες φωτογραφίες για πολλά πε ριοδικά μόδας. Ο Ντομένικο αποφάσισε να του τηλεφωνήσει αμέσως και να του πει το πρόβλημά του. Τον πέτυχε -καλό σημάδι-και συμφώνησαν να συναντηθούν σε ένα μπαρ της πόλης όπου σύ χναζε ο Τζόναθαν. Τα ποτά ήταν πανάκριβα,αλλά το μέρος ήταν καλό για να σε δει κάποιος· ο Ντο μένικο το θεώρησε επένδυση. Με την πρώτη ματιά κατάλαβε πως είχε έρθει σε επαφή με το κατάλληλο πρόσωπο. Όλα επάνω του φώναζαν επιτυχία. Ντυμένος στα δερμάτινα απ’ την κορυφή ως τα νύχια, είχε αυτή την επιμελώς ατημέλητη εμφάνιση που έκανε όλα τα κεφά λια να γυρίζουν. Κόντευε τα πενήντα, αλλά φαινό ταν πολύ μικρότερος. Ύστερα από μερικά ποτά, ο Ντομένικο έμαθε πως είχε καλές διασυνδέσεις με διάφορα πρακτορεία, περιοδικά και άλλες ιδιαί τερα ενδιαφέρουσες πηγές εισοδήματος. Αποφά σισε να του τα πει όλα και να είναι ειλικρινής. Του παρουσίασε το φάκελό του και του εμπιστεύτηκε τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε προσπαθώντας να
Πιο
Πολλές
Ιστορίες
Ποτ Σε
Κ α ν ο τ ν Να Κ ο κ κ ι ν ί ζ ε ι ς
βρεθεί σε ένα περιβάλλον που εκ των προτέρων ήξερε πόσο πολύ θα τον ενέπνεε. Δεν τον ένοιαζε, είπε, να κάνει ως και διάφορες θυσίες ακόμη για να εργαστεί σοβαρά,για να κάνει κάτι που θα τον εκτόξευε ψηλά. Έπρεπε να βρει μια δουλειά που δε θα του εγγυόταν μόνο το σεβασμό των συνα δέλφων του, αλλά κι έναν πιο άνετο τρόπο ζωής. Περίμενε ότι ο Τζόναθαν θα κρατούσε ζηλόφθονα όλη την επιτυχία για τον εαυτό του, αλλά ο φίλος του παρατήρησε αμέσως το ταλέντο του Ντομένι κο, ιδιαίτερα στις γυμνές φωτογραφίες, και του υποσχέθηκε να του δώσει μερικές ευκαιρίες τις επόμενες εβδομάδες, ανάλογα με το τι θα ήταν διαθέσιμο. Ο Ντομένικο ένιωσε καλύτερα κι άρχισε να τον ρωτάει ένα σωρό πράγματα για την επαγγελματι κή του ζωή. Έμαθε λοιπόν ότι ο Τζόναθαν είχε φω τογραφ ίσει π ο λλές επ ιδ είξεις υψηλής μόδα ς. Έμαθε ακόμη ότι η ζωή ενός γνωστού φωτογρά φου αντιστοιχούσε με τα όνειρά το υ : ακαταμάχη τα μοντέλα, σχεδόν καθημερινά όργια, υπέροχα και πρόθυμα γυμνά κορμιά - τα πάντα... Όλα αυ τά άλλωστε ήταν που είχαν πείσει τον Τζόναθαν να επιστρέψει για λίγο σ’ αυτό το εξαντλητικό επάγ γελμα που του χάριζε όλα όσα ήταν σημαντικά στη ζωή, πριν αποσυρθεί όσο βρισκόταν ακόμη στην κορυφή της καριέρας του. Ονειρευόταν συχνά κά ποιον διάδοχό του και θα έδινε μετά χαράς στον
Πασαρέλα
Ντομένικο μια ευκαιρία για να του αποδείξει αν ήταν ή όχι αντάξιός του. Οι δύο φίλοι το διέλυσαν μετά από αρκετά πο τά. Την επόμενη μέρα, παρά τον έντονο πονοκέ φαλό του, ο Ντομένικο πήγε στο στούντιο για να τραβήξει τις τελευταίες, όπως ήλπιζε, ταπεινές πό ζες το υ . Έβλεπε ήδη τον εαυτό του διάσημο, να βγάζει φωτογραφίες σε όλες τις σπουδαίες επιδεί ξεις μόδας κάι να τις πουλάει σαν χρυσάφι στα πε ριοδικά. Οι ομορφότερες γυναίκες του κόσμου θα ταξίδευαν μαζί του: η πανέμορφη Σίντυ, που τη φαντασιωνόταν από τότε που την είχε πρωτοδεί σε ένα περιοδικό- ύστερα, καθώς περνούσε ο και ρός, η Κλόντια,η Λίντα,η Κέιτ... Ω, θα ενέδιδαν εύκολα στη γοητεία και το ταλέντο του, και θα απαιτούσαν να είναι αυτός και μόνο αυτός που θα είχε το προνόμιο να τις φωτογραφίζει... και μετά να κά νει έρω τα μα ζί τ ο υ ς - ασφ α λώ ς! Έ να ς άντρας μπορεί να ονειρευτεί, δεν μπορεί; Αλλά στο μεταξύ είχε μια δουλειά να κάνει. Μια όχι και τόσο «γκλάμουρ» δουλειά: έπρεπε να φω τογραφίσει σκυλοτροφές... Παρόλο που ήταν αλ λεργικός στα σκυλιά και τα μισούσε με όλο του το είναι, δέχτηκε τη φωτογράφιση γιατί είχε μείνει από χρήματα. Τι εφιάλτης! Παρηγοριόταν με την ιδέα πως πολύ σύντομα η ζωή του θα άλλαζε ριζικά. Κατόρθωσε να τραβήξει τις φωτογραφίες, και γύρισε σπίτι γεμάτος τρίχες σκυλιών, με κατακόκ 129
Πιο
Πολλές Ι
στορίες
Ποϊ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
κινα μάτια, με τη μύτη του να τρέχει και το λαιμό του να καίει... αλλά είχε τουλάχιστον το τηλέφωνο του μανεκέν της διαφήμισης, μιας χαριτωμένης κοκκινομάλλας με μακριά πόδια και μάτια που έλαμπαν. Πέρασε μια πολύ ευχάριστη νύχτα μαζί της· της επέτρεψε μάλιστα να τον ρουφήξει πολ λές φ ορές: η κοπέλα τρελαινόταν να κάνει τους άντρες να τελειώνουν στο στόμα της κι έγλειφε σαν θεά. Ποιος άντρας, αλήθεια, θα ήθελε να της στερήσει αυτή την ευχαρίστηση; Κι ήταν αληθινή τίγρη. Το πρωί το πέος του σπαρταρούσε ευτυχι σμένο, ενώ τα πλευρά και οι γλουτοί του ήταν γε μάτα γρατσουνιές από τα μακριά κατακόκκινα νύχια της. Αναρωτιόταν αν θα ήταν και η Σίντυ τό σο αδηφάγα. Αυτή την εποχή ήταν γνωστό πως δεν είχε καμιά σοβαρή σχέση: προς το παρόν ο συγχρονισμός ήταν σωστός. Αλλά καλά θα έκανε να μην την κρατήσει μακριά του για υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα.
Ο Τζόναθαν του τηλεφώνησε δυο μέρες αργότερα. Ένας παρασκευαστής αρωμάτων τού είχε προ σφέρει ένα συμβόλαιο, και ο Τζόναθαν με τη σειρά του σκέφτηκε να το δώσει στον Ντομένικο για να δει τη δουλειά το υ . Πριν επιλέξει τον προστατευόμενό του, έπρεπε να σιγουρευτεί πως ήταν αληθι νός επαγγελματίας. Ο Ντομένικο δέχτηκε με εν
Πασαρέλα
θουσιασμό και του υποσχέθηκε ότι θα έκανε ό ,τι περνούσε από το χέρι του για να φανεί αντάξιος των προσδοκιών του. Παρουσιάστηκε στο ραντε βού του μισή ώρα νωρίτερα και μύρισε την ατμό σφαιρα. Α , επαγγελματίες! Βρισκόταν επιτέλους ανάμεσα σε αληθινούς επαγγελματίες, που ο κα θένας τους εκτελούσε και μια συγκεκριμένη δου λειά, χωρίς να σπαταλάει ούτε λεπτό. Η νεαρή γυ ναίκα που έπρεπε να φωτογραφίσει ήταν μαγευτι κή. Τα μακριά της μαλλιά έφταναν μέχρι τους γλουτούς της, τυλίγοντας τις νοστιμότατες καμπύ λες της με μια μεταξένια κουρτίνα. Ο Ντομένικο χαμογέλασε, τρέμοντας από αναμονή. Η κοπέλα δεν ήταν ακόμη γνωστή σαν μοντέλο, αλλά ο Ντο μένικο αισθάνθηκε πως το μέλλον της θα ήταν λα μπρό. Είπε στον εαυτό του πως σε μερικά χρόνια θα της θύμιζε την πρώτη τους κοινή φωτογράφιση και μαζί θα γεύονταν τη λαμπρή άνοδό τους στην κορυφή της επιτυχίας. Τι όμορφα που θα ήταν! Προς το παρόν, παραλίγο να υποκύψει στον πει ρασμό και να την πλησιάσει για να τις χαρίσει μια από τις ακαταμάχητες φιλοφρονήσεις του - αλλά διακυβεύονταν πολλά εδώ. Όφειλε στον Τζόνα θαν να χτίσει την αξιοπιστία του και να επιδείξει απαράμιλλο επαγγελματισμό. Δεν έκανε απλά τη δουλειά του λοιπόν: δούλεψε με τόσο ταλέντο και ζήλο, που εξέπληξε ακόμη και τον ίδιο. Η κοπέλα ήταν πραγματικά θαυμάσια, κι απ’ αυτό που ο 131
Πιο
Π
ολλές
Ιστορίες Π
οϊ
Σ
ε
Κ
άνουν
Να Κ
οκκινίσεις
Ντομένικο μπορούσε να δει μέσα από το φακό του, έμοιαζε σχεδόν εξωπραγματική. Ήξερε εκ των προτέρων ότι αυτές οι φωτογραφίες θα ήταν από τις καλύτερες που τράβηξε ποτέ. Έφυγε χα μογελώντας, ανυπόμονος σαν σχολιαρόπαιδο να δει τα αποτελέσματα της δουλειάς του.
Οι φωτογραφίες ήταν όντως καταπληκτικές κι ο Τζόναθαν εντυπωσιάστηκε. Ο παρασκευαστής των αρωμάτων έμεινε κατευχαριστημένος μαζί τους, και τους υποσχέθηκε να τους απασχολήσει πάλι στο άμεσο μέλλον. Ο Ντομένικο πετούσε στα ουράνια! Ήξερε πως αυτό το πρώτο συμβόλαιο θα τον εκτόξευε σε ύψη δυσθεώρητα, και ένιωσε σαν να καθόταν σε αναμμένα κάρβουνα περιμένοντας το επόμενο. Του τηλεφώνησαν τρεις εβδομάδες αργότερα. Ο Τζόναθαν τον ρώτησε αν επιθυμούσε να καλύψει μια επίδειξη μόδας για το περιοδικό Σελέκτ που θα γινόταν στη Νέα Τόρκη το επόμενο Σαββατο κύριακο. Το Σελέκτ ήταν το πιο μοντέρνο περιοδι κό της χώρας. Ο Ντομένικο μόλις και μετά βίας πί στεψε στην τύχη του, και πήδηξε ολόκληρος από τη χαρά του. Ο Τζόναθαν του εξήγησε πως επρό κειτο για μια φιλανθρωπική επίδειξη μόδας που διοργάνωναν διάφοροι κορυφαίοι μόδιστροι. Ο Ντομένικο δε νοιαζόταν για τις λεπτομέρειες. Το
Πασαρέλα
μόνο που ήθελε να ξέρει ήταν το πότε και το ποό. Αν συμμετείχαν κορυφαίοι σχεδιαστές μόδας, έπρεπε να υπάρχουν και κορυφαία μοντέλα... Τα ράχτηκε πολύ και προσπάθησε να ανακαλύψει ποιες θα έπαιρναν μέρος, αλλά ο Τζόναθαν δεν ήξερε να του πει. Του έδωσε μόνο το όνομα ενός μεγάλου ξενοδοχείου της Νέας Τόρκης και του εί πε να βρίσκεται εκεί τουλάχιστον μία ώρα νωρίτε ρα. Θα του έστελνε ένα αεροπορικό εισιτήριο και μια κάρτα εισόδου τις επόμενες μέρες. Το έβλεπε καθαρά τώρα: ένα πλήθος ανθρώ πων, απίστευτα πλούσιων και ντυμένων με τα τε λευταία μοντέλα των διασημότερων σχεδιαστών της παγκόσμιας μόδας. Μύριζε τα ακριβότερα αρώματα, έβλεπε να ακτινοβολούν ανεκτίμητα κοσμήματα, άκουγε μαγικά φλάουτα να παίζουν και τις φυσαλίδες από τις ακριβότερες σαμπάνιες του κόσμου να χορεύουν στο ρυθμό τους. Μια που η επίδειξη ήταν φιλανθρωπικού χαρακτήρα, αναμ φισβήτητα θα έκαναν την εμφάνισή τους κινημα τογραφικά και τηλεοπτικά αστέρια. Τποσχέθηκε στον εαυτό του να φτάσει πολύ νωρίτερα για να μη χάσει λεπτό,για να χαρεί με όλη του την ψυχή αυ τό το γεγονός, που -δεν υπήρχε καμία αμφιβολίαθα σηματοδοτούσε την αρχή της καινούριας του ζωής. Όσο δε για τα μανεκέν που θα συμμετείχαν, άφηνε τον εαυτό του να φαντασιώνεται τα καλύτε ρα. Κι αν ήταν εκεί όλες οι αγαπημένες τ ο υ ; Καμιά 133
Π ιο
Π
ολλές
Ι
στορίες
Π
οτ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Ν
α
Κ
οκκινίζεις
τους δε θα ήθελε να χάσει ένα τέτοιο γεγονός. Άρχισε την ημέρα του ονειρευόμενος. Πέταξε όλες τις άχρηστες σκέψεις από το κε φάλι του και επικεντρώθηκε σε όλα όσα θα έπαιρ ναν σίγουρα σάρκα και οστά πολύ σύντομα. Το μυαλό του πήδηξε τα προκαταρκτικά και πήγε αμέσως στα παρασκήνια, όπου επικρατούσε ένας χαρούμενος παροξυσμός. Οι μοδίστρες έτρεχαν πίσω από τους μακιγιέρ, οι οποίοι, κι ενώ οι θεές έφτιαχναν ταυτόχρονα τα μαλλιά τους, έκαναν ό,τι μπορούσαν για να τις κάνουν ομορφότερες. Ανάμεσα από τα σύννεφα της λακ και της πού δρας, ο Ντομένικο δεν μπόρεσε να μην κοιτάξει κάποια στήθη εδώ και κάποιους γλουτούς εκεί κι όχι όποιας κι όποιας! Η Σίντυ φορούσε μόνο μια μικροσκοπική κιλότα και πανύψηλα τακού νια... Η Κλόντια, ένα διαφανές σουτιέν και καλ τσοδέτες... Όσο για την Κέιτ... η Κέιτ ήταν θεόγυμνη και κούμπωνε στο λαιμό της ένα υπέροχο, ασορτί με τα σκουλαρίκια της περιδέραιο... Και η Λεϊλά φορούσε ψηλές μπότες και δερμάτινο κα πέλο... Από το σαγόνι του Ντομένικο έτρεχαν σά λια. Ένιωθε απίστευτα ευτυχισμένος και κοιτού σε γύρω του προσπαθώντας να βρει την αναπνοή του, πασχίζοντας να χαράξει στη μνήμη του ως και την τελευταία λεπτομέρεια. Πόσοι άντρες θα ήταν έτοιμοι να διαπράξουν τα χειρότερα εγκλή ματα για να βρίσκονται στη θέση τ ο υ ; Μυριάδες,
Πασαρέλα
ήταν βέβαιος. Και το καλύτερο; Ο ίδιος πληρωνό ταν γι’ αυτό! Στην κατάσταση που βρισκόταν δεν ήξερε ακό μη ποιο απ’ αυτά τα απίστευτα όμορφα πλάσματα θα προσπαθούσε να αποπλανήσει πρώτο. Είχε παρατηρήσει περισσότερες από μία να τον κοιτά ζουν μ’ ένα σατανικό χαμόγελο. Μήπως γιατί έβλε παν πως ήταν χαριτωμένος; ή επειδή η επώδυνη στύση του παραήταν προφανής; Δεν είχε σημασία. Ο Ντομένικο ανταποκρινόταν με χαμόγελα που ήλπιζε πως ήταν γοητευτικά και ακαταμάχητα. Πάντως η Σίντυ ήταν η πρώτη που σκούντησε με τον αγκώνα της την Κλόντια κοιτάζοντάς τον. Οι δύο φίλες χαχάνισαν και πήγαν να βρουν την Κέιτ, τη Λίντα και τη Λεϊλά. Τα πέντε πανέμορφα μο ντέλα τον κοιτούσαν τώρα αναστατωμένα, επίμο να, με αυθάδεια. Ο Ντομένικο θυμήθηκε για άλλη μια φορά πως έπρεπε να αποδείξει στον Τζόναθαν ότι ήταν αντάξιος της εμπιστοσύνης το υ. Κατέβα λε τεράστια προσπάθεια να γυρίσει τα μάτια του αλλού, αλλά την τελευταία στιγμή είδε την Κλόντια να γλείφει ένα από τα λατρευτά δάχτυλά της κοιτάζοντάς τον επίμονα, με μια χειρονομία που δε θα μπορούσε να είναι πιο ξεκάθαρη. Ξεροκα τάπιε , και την είδε να χαϊδεύει το στήθος της με το υγρό δάχτυλό της. Οι θηλές της σηκώθηκαν όρθιες ακόμη περισσότερο, κι εκμεταλλεύτηκε τη στιγμή για να χαϊδέψει απαλά με το δάχτυλό της και την 135 —
Πιο
Π
ολλές
Ι
στορίες
Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Ν
α
Κ
οκκινίζεις
άλλη θηλή. Το σάλιο της έκανε και τις δυο θηλές της να λάμπουν. Οι τέσσερις άλλες θεές πιάστηκαν από τη μέση κι άρχισαν να χαϊδεύονται κι αυτές για να ζεσταθούν κοιτάζοντάς τον. Ο Ντομένικο ένιωσε ξαφνικά το μέρος να βράζει! Δεν τολμούσε να πιστέψει πως αυτά τα πανέμορφα πλάσματα έκαναν ό,τι έκαναν για χάρη του. Τα διαβολάκια! Τώρα θα τους έδειχνε!Αλλά,όσο κι αν ήθελε να γί νει ένα μαζί τους,το κορμί του είχε παραλύσει. Το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να στέκεται εκεί ακίνητος, ενώ η στύση του γινόταν ολοένα και πιο οδυνηρή. Στο μεταξύ,η Σίντυ γλίστρησε το μακρύ της χέρι στην κοιλιά της Κλόντια, που τώρα έτρε με ολόκληρη. Η Κέιτ έτριψε απαλά το λαιμό και τους ώμους της Λίντα, ενώ εκείνη γονάτισε πίσω από τη Σίντυ και -μ’ ένα άγγιγμα απαλό σαν κα λοκαιρινό αεράκι-χάιδεψ ε τους μηρούς της. Δε γελούσαν πια. Τα αγγελικά πρόσωπά τους φαίνο νταν ονειροπόλα, τρυφερά, εγκαταλειμμένα... Ο Ντομένικο σκέφτηκε ότι το καλύτερο ήταν να τις κάνει όλες ευτυχισμένες. Αναμφισβήτητα κάτι θα κέρδιζε κι αυτός, αλλά, ως γνήσιος εραστής όλων των γυναικών, δεν μπορούσε να φανταστεί πως μπορούσε να ικανοποιήσει τη μία περισσότε ρο από τις άλλες. Δεν ήταν σωστό. Αναρωτιόταν ακόμη, όταν οι πέντε σειρήνες τού έκαναν όλες μα ζί νεύμα. Εκείνη τη στιγμή κατάλαβε πως δεν είχε κανένα νόημα να βασανίζεται: εκείνες θα έκαναν
Πασαρέλα
κουμάντο. Ήξερε πως διέθετε αρκετή ενέργεια για όλες τους, κι αυτό ήταν το σημαντικό. Μιας και ήταν μεγαλωμένος με σωστές αρχές, υπάκου σε αμέσως, πλησιάζοντας το θείο κουιντέτο μετά από μια τελευταία φευγαλέα σκέψη για τον Τζό ναθαν και τις επαγγελματικές του προσδοκίες. Ήταν έτοιμος να θυσιάσει τη σταδιοδρομία του, αν ήταν απαραίτητο, μόνο και μόνο για να δει τι θα συνέβαινε με τούτες εδώ. Τον καλωσόρισαν με ανοιχτές αγκάλες και τον έβαλαν στη μέση. Τότε ήταν που ο Ντομένικο βεβαιώθηκε στα σίγουρα πως ο Παράδεισος υπάρχει κι ότι δεν είναι κάτι που έχουν εφεύρει οι θρησκείες ψάχνοντας νεο συλλέκτους. Δέκα υπέροχα χέρια έβγαλαν τα ρού χα τους και η ανάσα από πέντε καυτά στόματα έβαλε φωτιά στο κορμί του και πλημμύρισε ευτυ χία το τρεμάμενο πέος το υ . Ανυπομονούσε να το χώσει σ’ ένα απ’ αυτά τα καυτά αιδοία που τον περίμεναν -δ εν τον ένοιαζε σε π οιο! Αντίθετα όμως, ένα ζεστό, υγρό και προκλητικό στόμα τον κατά πιε, και μάλιστα με εξαιρετική επιδεξιότητα. Τα χέρια του έπιαναν βελουδένιο δέρμα και μεταξέ νια μαλλιά. Θα ήθελε να έχει δέκα χέρια για να χαϊδέψει όλα αυτά τα στήθη, τους γλουτούς,τις κοιλιές,τα αιδοία! Ψηλαφούσε, έγλειφε και ρου φούσε όσο καλύτερα μπορούσε, προσπαθώντας να συγκρατήσειτην εκσπερμάτωσή του. Το στόμα που τον είχε αρχικά φυλακίσει αποσύρθηκε, κι είχε 137
Πιο
Π
ολλές
Ιστορίες
Π
οτ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
βρεθεί τώρα ξαπλωμένος στο πάτωμα, μ’ ένα ζευ γάρι πόδια ανοιχτά πάνω από το πρόσωπό του, δύο λατρευτά στήθη να τρίβονται πάνω στους άρ χεις του, μια πολύ υγρή και πολύ καυτή σάρκα να κολλάει στο χέρι του, και τρία χέρια -ναι ,·τρία !-να πειράζουν απαλά και τρομαχτικά αργά το πέος του. Τα άλλα χέρια χάιδευαν διάφορα αιδοία, με στά στόματα φιλιόντουσαν κι έγλειφαν υπέροχα στήθη, αξιοθαύμαστοι γλουτοί πιέζονταν ο ένας πάνω στον άλλο. Το αιδοίο που έπαιζε με το στό μα του αποσύρθηκε τώρα, και η θεά στάθηκε πά νω από το ζαλισμένο Ντομένικο με τα πόδια της ανάμεσα στο κεφάλι του, προσφέροντάς του μια ανεμπόδιστη θέα των ανοιγμένων της χειλιών. Ύστερα μια άλλη στάθηκε μπροστά της, τόσο κο ντά που τα στήθη τους αγγίχτηκαν, κι άρχισε να τη χαϊδεύει αργά, επιτρέποντας στο θύμα τους να δει με ζωηρές λεπτομέρειες δάχτυλα να εξερευνούν πτυχές εύθραυστης σάρκας, να γλιστρούν μέσα τους και να ρίχνουν μια παχιά σταγόνα ηδονής κα τευθείαν επάνω στη γλώσσα του. Ο Ντομένικο ένιωσε ένα χέρι -ή π ο λ λ ά ν α γλιστρά στο μηρό του και να ξαναρπάζει το άπληστο πέος το υ. Εκεί νη ακριβώς τη στιγμή μια τρίτη νεράιδα γλίστρησε πίσω από τις άλλες δύο, στάθηκε από πάνω του και χάιδεψε το στήθος και την κοιλιά της δεύτερης, πριν χώσει το χέρι της ανάμεσα στους ανοιχτούς μηρούς της. Αυτή που τη χάιδευαν κάθισε οκλα-
Πασαρέλα
δον κάτω για να δοκιμάσει πρώτα το αιδοίο κά ποιας άλλης, απ’ όπου έρρεαν άφθονα υγρά. Το χέρι στο πέος του Ντομένικο έγινε στόμα που άρ χισε να αντλεί άγρια, για να αποσυρθεί τη στιγμή που αισθάνθηκε ότι η στύση του είχε πάρει γιγαντιαίες διαστάσεις. Ένα αιδοίο πήρε θέση επάνω του, και γλίστρησε χαμηλά, σφίγγοντας το πέος του. Ένα αιδοίο μαλακό, κα υτό,γλισ τερό... Η ιδιοκτήτρια αυτού του γοητευτικού μέλους άρχισε να κουνάει τους γοφούς της πέρα δώθε, επιβάλλο ντας το ρυθμό τ η ς : στην αρχή θαρρείς με οκνηρία, κι έπειτα, βαθμιαία, όλο και πιο γρήγορα. Τότε ήταν που ο Ντομένικο παρατήρησε την πέμπτη καλλονή να στέκεται πέρα από τις άλλες. Καθό ταν σ’ ένα από τα τραπεζάκια του μακιγιάζ με τα πόδια ανοιχτά, κρατώντας ένα μπουκάλι άρωμα με μέγεθος και σχήμα τεράστιου πέους, και ξάφ νου το γλίστρησε απότομα μέσα τ η ς : γρήγορα, γρήγορα, ολοένα και πιο γρήγορα. Α π ’ όλα όσα συνέβαιναν, αυτό το όραμα διέγειρε περισσότερο τον Ντομένικο: το μουσκεμένο μπουκάλι που εξα φανιζόταν βαθιά μέσα της κι έπειτα έβγαινε έξω λαμπρό και υγρό. Μετά κι απ’ αυτό, όλα έγιναν εντελώς ξαφνικά. Σήκωσε τους γοφούς του για να χωθεί πιο βαθιά στη γυναίκα που καθόταν πάνω στο πέος του, ενώ με τα χέρια του άρπαξε τις υγραμένες σάρκες πάνω από το κεφάλι του. Η καλλονή που καθόταν στο τραπέζι χαϊδευόταν
Π ιο
Π
ολλές
Ιστορίες Π
οτ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Ν
α
Κ
οκκινίζεις
ακόμη, και το μπουκάλι άρχισε να βυθίζεται βαθιά μέσα της σ’ ένα φρενήρη ρυθμό. Τελείωσε ταυτό χρονα με τα δύο αιδοία που έτριβαν τα χέρια του η θεά που καθόταν πάνω του κι αυτή που αυνανι ζόταν βασανίστηκαν από βίαιους σπασμούς - τ ο μπουκάλι του αρώματος ακινητοποιήθηκε βαθιά μέσα στο τρεμάμενο κορμί όπου είχε εισβάλει. Λαχανιάζοντας μ’ αυτό το παραδείσιο όραμα, στα μισά του δρόμου ανάμεσα στη φαντασία και την πραγματικότητα, ο Ντομένικο έκλεισε τα μά τια. Κοιμήθηκε στο λεπ τό ,γ ια να ξυπνήσει μια ώρα αργότερα στο σαλόνι του,χωμένος στην αγα πημένη του πολυθρόνα, και με το εσώρουχό του να κολλάει.
Επέζησε από την αναμονή· δύσκολα,αλλά επέζησε... Οι μέρες κυλούσαν με αφόρητη βραδύτητα, ποικιλμένες μονάχα από αυθόρμητες στύσεις που οφείλονταν στη φαντασία του, μια φαντασία που -στα πιο άγρια όνειρά του-γινόταν σχεδόν χειρο πιαστή... Μετά από μια βδομάδα,είχε στύση σχε δόν όλη την ώρα. Φυσικά, προσπαθούσε να μην τρέφει μεγάλες προσδοκίες. Αυτό που ευχόταν περισσότερο απ’ όλα στον κόσμο ήταν να του δο θεί μια τόση δα πιθανότητα. Αρνιόταν να παραδε χτεί πως δε θα μπορούσε να δοκιμάσει τουλάχι στον ένα μικροσκοπικό μόριο του ονείρου του.
Πασαρέλα
Ακόμη κι αυτό θα ήταν αρκετό! Άξιζε και με το παραπάνω να το δοκιμάσει. Ετοίμασε βιαστικά τη βαλίτσα του και την άνοιξε εκατό φορές, προσπα θώντας να μην ξεχάσει τίποτε - αλλά χωρίς να τα πάρει όλα τελικά. Το πρωί της μεγάλης ημέρας βρισκόταν σε μια τέτοια κατάσταση ταραχής και εξάντλησης, που παραλίγο να χάσει το αεροπλάνο του. Φτάνοντας στη Νέα Τόρκη, μπήκε φουριόζος στο πρώτο ταξί που περίμενε στην πιάτσα. Όταν ο οδηγός έβαλε μπροστά, ο Ντομένικο ήξερε πως ήταν η τυχερή του μέρα και ότι η τύχη του θα συνε χιζόταν. Εκμεταλλεύτηκε την ήσυχη διαδρομή για να ηρεμήσει λιγάκι και για να πάρει το ύφος του επαγγελματία που ήταν συνηθισμένος σε τέτοιου είδους καταστάσεις. Έπρεπε να το καταφέρει αυ τό , ιδιαίτερα για τα μοντέλα. Οι γυναίκες ήταν τό σο διορατικές! Έπρεπε να τις πείσει εκατό τοις εκατό πως ήταν βέβαιος για τον εαυτό του και έτοιμος για όλα, και να μη φανεί και πολύ ανα στατωμένος... Μόνο που θα έπρεπε και το πέος του να συμπεριφερθεί με τον ίδιο τρόπο! Φορούσε χαλαρό εσώρουχο για να κρύψει μια πιθανή ανεπι θύμητη στύση και για να έχει ευκολία κινήσεων. Επιπλέον, μια προηγούμενη κατάκτησή του τον είχε διαβεβαιώσει πως μ’ αυτό το εσώρουχο οι γλουτοί του έδειχναν χάρμα. Έφτασε νωρίς νωρίς, σύμφωνα με το πρόγραμ μα. Συστήθηκε σε μια κοπέλα που κρατούσε μία
Πιο
Π
ολλές
Ιστορίες Π
οτ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
κατάσταση με ονόματα. Εκείνη ήλεγξε το επίθετό του και τον οδήγησε στο ιερό μέρος όπου αναμφι σβήτητα θα μεταμορφωνόταν στον καινούριο αγαπημένο των μοντέλων - και ίσως στον εραστή που θα τις ικανοποιούσε από δω κι εμπρός. Η νε αρή γυναίκα που τον οδηγούσε δεν ήταν, πάντως, καθόλου ελκυστική. Ψυχρή, υπερβολικά ψηλή και λεπτή,ήταν τόσο τεντωμένη που ο Ντομένικο ση μείωνε προσεχτικά όλα όσα του έλεγε για να μη χρειαστεί να της ξαναμιλήσει. Αλλά τι πείραζε; Οι καλλονές που θα τον καλωσόριζαν μερικά λεπτά αργότερα θα τον αποζημίωναν και με το παραπά νω για τούτην εδώ. Και μόνο αυτή η σκέψη προ κάλεσε νέα αναστάτωση στο πέος του, που είχε σηκωθεί ολόρθο και βασανιζόταν. Η νεαρή γυναί κα τού έδειξε το ατελιέ των φωτογράφων -ένα πο λυτελέστατο δωμάτιο-και το δρόμο για τα παρα σκήνια. Ο Ντομένικο ήταν σε κατάσταση αλλο φροσύνης. Έβλεπε ήδη τον εαυτό του να ξεμονα χιάζει κάθε θεά σε μια γωνία, να της βγάζει τα ρού χα που με τόσο επαγγελματισμό είχε φορέσει και να τη διαπερνά άγρια, κάνοντάς τη να ουρλιάζει από ευχαρίστηση και να τον ικετεύει να μη σταμα τήσει. Υπήρχαν τόσο πολλές δυνατότητες! Η συνο δός του τον ενημέρωσε πως είχαν έρθει δώδεκα μανεκέν απ’ όλο τον κόσμο και ύστερα τον άφησε να τακτοποιηθεί. Ο Ντομένικο έβγαλε από την τσάντα του όλες του τις μηχανές, τα φλας και τα
Πασαρέλα
φιλμ του, παίρνοντας μια βαθιά ανάσα σε κάθε του κίνηση για να μειώσει το μέγεθος της ήδη ογκώδους στύσης το υ. Ήταν έτοιμος. Όπλισε την καλή του φωτογρα φική μηχανή και προσπάθησε να νιώσει άνετα με το περιβάλλον,που ήταν πολύ ήρεμο ακόμη. Έ ρι ξε μια ματιά έξω : μοδίστρες μετέφεραν διαφανείς τσάντες γεμάτες ρούχα, και μακιγιέρ ετοίμαζαν τα σύνεργά τους· καφές έβραζε ήσυχα σε καφετιέρες κι ένας νεαρός τοποθετούσε τεράστια καλάθια με φρούτα και διάφορες λιχουδιές σ’ ένα μεγάλο μπουφέ. Τα μανεκέν θα έφταναν από στιγμή σε στιγμή. Ο Ντομένικο παρατήρησε τον εαυτό του στον καθρέφτη κι έβαλε τις τελευταίες πινελιές στην εμ φάνισή το υ : ξεκούμπωσε το πουκάμισό του για να αποκαλύψει έναν παχύ θάμνο από τρίχες και μια χοντρή χρυσή αλυσίδα, ψέκασε με κολόνια το λαι μό του, και σιγουρεύτηκε πως είχε το κουτί με τα προφυλακτικά του - ποτέ δεν ξέρεις πότε θα τα χρειαστείς! Έστρωσε το μουστάκι του μ’ ένα ψα λιδάκι , χτένισε καναδυό μπούκλες στα μαλλιά του και κάθισε άνετα στην καρέκλα του κάνοντας πως διαβάζει ένα περιοδικό, για να δείξει πως βαριό ταν από την αναμονή. Ξαφνικά άκουσε πολλά μπερδεμένα βήματα, λες και οι δώδεκα θεές είχαν φτάσει συγχρόνως. Τέλεια! Θα τον έστελναν στον Παράδεισο όλες μα 143
Πιο
Π
ολλές
Ιστορίες Π
οτ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
ζί και θα τις αγκάλιαζε με ένα και μόνο βλέμμα του. Ανακάθισε, ακούγοντάς τες ακριβώς από έξω, φόρεσε το πιο σαγηνευτικό του χαμόγελο και κόλλησε τα μάτια του στην πόρτα που θα αποκά λυπτε το πεπρωμένο του... Η πόρτα άνοιξε. Και ο Ντομένικο αντίκρισε ένα πλήθος από π ι τσιρίκια που έκαναν απίστευτο σαματά -το μεγα λύτερο δεν πρέπει να ήταν περισσότερο από εννέα χρονών-, όλα τους τρομερά αναστατωμένα από την πρώτη πραγματική επίδειξη μόδας που θα έπαιρναν μέρος!
Δύο συν ένας
είναι το τσιγάρο! Μου το προσέφερε ο Ιβάν, που ξέρει πολύ καλά τις συνήθειές μου. Ο πυκνός καπνός μού καίει υπέροχα το λαι μό, και με τα δαχτυλίδια του που υψώνονται τε μπέλικα στον αέρα μού γαργαλάει τα ρουθούνια έτσι όπως βγαίνουν απ’ το τσιγάρο, απ’ αυτό το καρφί στο φέρετρό μου που με τίποτε δεν μπορώ να διώξω μια για πάντα απ’ τη ζωή μου. Ο ιδρώτας στο σώμα μου στεγνώνει σιγά σιγά, ενώ ο χτύπος της καρδιάς μου επιβραδύνεται σ’ έναν κανονικό ρυθμό. Τι απόδοση! Ο Ιβάν με εκ πλήσσει πάντα. Κάθε φορά που κάνουμε έρωτα είναι καλύτερη από την τελευταία - και τούτη η φορά ήταν καταπληκτική. Αυτό φαίνεται κι από την κατάσταση του κρεβατιού! Η μία γωνία του στρώματος σέρνεται στο πάτωμα, ενώ οι τρεις άλ λες ξεκουράζονται στο πλαίσιο του κρεβατιού. Τα σεντόνια, που πριν ήταν τεντωμένα προσεχτικά πάνω από το στρώμα, είναι τώρα μπλεγμένα γύρω από τα πόδια μας. Ακόμη και το κουβερλί έχει γί νει σωρός-κουβάρι. Αλλά δεν παλεύαμε, όχι, κάθε άλλο! Π ο ςο
α π ο λ α υ σ τ ικ ό
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοϊν
Ν
α
Κ
οκκινίζεις
Δεν ξέρω τι είναι αυτό που κάνει τον έρωτά μας τόσο εξαιρετικό. Κάθε φορά ταξιδεύουμε μακριά, μέσα σε μια ατμόσφαιρα βαθιά σεξουαλική, παραδομένοι σε αμοιβαία ευχαρίστηση. Μεταμορ φωνόμαστε σε ζώα -α λ λά σε ζώα που αγαπούν το ένα το άλλο και θέλουν να ευχαριστήσουν τον παρτενέρ τους. Περίεργο... Ο Ιβάν είναι από τη φύση του πολύ ντροπαλός, μα στο κρεβάτι απο καλύπτει συνεχώς καινούρια πρόσωπα. Μου ανοί γεται χωρίς αμηχανία και περιορισμούς, μου εξη γεί με κάθε λεπτομέρεια την εκάστοτε φαντασίω σή του, κι εγώ παίζω πρόθυμα το παιχνίδι. Έχου με παίξει τόσο πολλά παιχνίδια μαζί, που αναρω τιέμαι μερικές φορές ποιος είναι πραγματικά ο Ιβάν και τι ονειρεύεται η πραγματική Σάρα... Το τι του λέω ! Συνήθως παρατηρώ τη διάθεσή του και σκαρφίζομαι μιαν ανάλογη φαντασίωση. Αν γελά ει κι είναι χαρούμενος, γίνομαι πονηρή υπηρέτρια με κοντή ποδιά και ασορτί σκουφάκι. Ύστερα εκείνος παίζει το ιδιότροπο αφεντικό, που τρέχει πίσω από την αυθαδέστατη υπηρέτριά του, μέχρις ότου καταρρέουμε από το γέλιο και τον ενθουσια σμό. Αν καταλάβω πως νιώθει λυπημένος ή πως έχει κατάθλιψη, παριστάνω την τρυφερή και π α θιασμένη ερωμένη. Του κάνω ένα ήρεμο μασάζ, αφήνοντας το πέος του να σηκωθεί αργά και υπέ ροχα. Ύστερα κάνουμε έρωτα για πολλή ώρα, όλο πάθος. Αλλά η φάση που μου αρέσει περισσότερο
Δύ ο συν έ ν α ς
είναι όταν παριστάνει τον άξεστο, όταν προσπαθεί ανοιχτά και άμεσα να με ρίξει στο κρεβάτι με τη σταθερότητα της στύσης του. Μπορεί να γίνει τό σο αγροίκος, τόσο φαλλοκράτης! Τότε κι εγώ μετατρέπομαι σε πόρνη, του επιτίθεμαι, με λόγια και με έργα, και τον βασανίζω ανελέητα - μέχρι που βυθίζεται μέσα μου από πίσω, αρπάζοντας τους γοφούς μου και με τα δυο του χέρια για να χωθεί δυνατότερα. Με λίγα λόγια, αρέσουν και στους δυο μας αυτές οι μικρές παραστάσεις που μας φέρνουν πιο κοντά και μας κάνουν συνεργούς σε λίγο πολύ πραγματικά γεγονότα και, ας πούμε, αναμνήσεις. Όμως η «ρουτίνα» μας έχει αλλάξει από τότε που... Χμμμ... πότε ήταν, ακριβώς; Θυμάμαι πως ήταν μια Τρίτη που αργήσαμε κι οι δυο να γυρί σουμε από τη δουλειά μας. Ήμασταν κουρασμέ νοι εκείνο το βράδυ και θέλαμε πολύ να κάνουμε έρωτα, μα χωρίς να έχουμε αποφασίσει πώς. Ο Ιβάν ήταν σκεφτικός. Ίσως προσπαθούσε να φα νταστεί κάποιο σενάριο, κι έτσι άρχισα να του βγάζω το εσώρουχό του, ενώ ακόμη έπλενε τα πιά τα. Έσκυψα μπροστά του,του πείραξα την κοιλιά και τους γλουτούς και μετά γονάτισα στο πάτωμα. Φαινόταν αναποφάσιστος, άρα γιατί να μην έκανα εγώ το πρώτο βήμα; Δεν αντιστάθηκε κι άρχισα να τον ρουφάω, μάλλον αδιάφορα. Του άρεσε, αν και εξακολουθούσε να παραμένει ήρεμος και σκεφτι 149
Πιο
Π
ολλές
Ιστορίες Ποϊ Σ
ε
Κ
ανοϊν
Ν
α
Κ
οκκινίζεις
κός. Φαινόταν να έχει κάτι άλλο στο μυαλό του... «Τι θα σε ευχαριστούσε πραγματικά;» με ρώ τησε. Μια και το στόμα μου ήταν γεμάτο και είχα μά θει να μη μιλάω κάτω από τέτοιες συνθήκες, εκεί νος συνέχισε: «Θα ήθελες άλλο ένα π έος;» Κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά. «Ποτέ; Έλα, πες μου...» Επανέλαβα την κίνηση. «Κι αν ήταν δυο πέη, το δικό μου και κάποιου άλλου;» Αυτή τη φορά δίστασα. Γιατί δεν είχα σκεφτεί ποτέ κάτι τέτοιο; Κι όμως είχα φαντασιωθεί τόσο πολλά πράγματα -κ α ι όχι και τα πιο συντηρητικά στο είδος τους. Τον ρούφηξα σκληρότερα για να του δώσω την έγκρισή μου. «Α χά! Και πώς το φαντάζεσαι αυτό το άλλο πέ ος ; Μεγαλύτερο από το δικό μ ο υ;» Χμμμ... Πολύ λεπτό θέμα έθετε! Προτίμησα να μην απαντήσω σ’ αυτή την πονηρή ερώτηση και προσποιήθηκα πως δεν τον άκουσα. «Στοιχηματίζω πως θα ήθελες ένα μεγάλο μαύ ρο πέος, σαν κι αυτά που βλέπεις στις ταινίες...» Αυτή η ιδέα είχε μια παράξενη επίδραση πάνω μου. Δεν είχα ποθήσει ποτέ όλα αυτά τα μεγάλα μαύρα πέη που έβλεπα στις πορνοταινίες. Εντά ξει, μερικά ήταν θαυμάσια, αλλά μάλλον με φόβι
Δύο συν έ ν α ς
ζαν. Από την άλλη, βέβαια, οι άντρες που τα διέθε ταν ήταν πάντα ελκυστικότατοι. Επιπλέον, οι μαύ ροι άντρες έχουν καταπληκτικούς γλουτούς! Και, ό,τι κι αν νομίζουν μερικοί, διαθέτουν πράγματι τεράστια πέη... Φαντάστηκα έναν απ’ αυτούς τους γεροδεμένους και καλογυμνασμένους τύπους, με κορμί μοντέλου και τιτάνιο πέος. Αυτό έφτανε και περίσσευε. Αλλά όταν πρόσθεσα στην εικόνα την παρουσία, κάπου εκεί, και του Ιβάν, ένιωσα ένα πολύ ευχάριστο τσούξιμο χαμηλά στην κοιλιά μου. Τον ρούφηξα πιο σταθερά, συμπιέζοντας το κεφάλι του με τα χείλη μου,τινάζοντας ελαφριά το πέος του με τη γλώσσα μου. «Μ μμ... Θα ρουφ ούσες και τον άλλο τύπ ο έτσι;» Παρέμεινα σιωπηλή. «Θα ήθελα πολύ να το δω αυτό. Και μόνο που το σκέφτομαι...» Το πέος του τρεμούλιασε και πρήστηκε ακόμη περισσότερο. «Έλα, πες μου, θα τον ρουφούσες έτσι; Θα τον άφηνες να σου κάνει έρωτα; Θα μ’ άφηνες να σας παρακολουθήσω;...» Οι εικόνες συσσωρεύονταν στο κεφάλι μου. Εί δα μπροστά μου έναν τεράστιο άντρα που το πέος του κρεμόταν κάτω, σχεδόν μέχρι τα γόνατά του. Κατάπια όσο περισσότερο μπορούσα με το στόμα μου, ενώ ο Ιβάν μπαινόβγαινε με δύναμη μέσα μου 151
Πιο
Π
ολλές
Ι
στορίες
Π
οτ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
όπως μόνο αυτός ήξερε. Μετά ο ξένος αποσύρθη κε και τη θέση του πήρε ο Ιβάν. Τον ρούφηξα ανυ πόμονα, ενώ ο άλλος γονάτισε πίσω μου και τοπο θέτησε το τερ ά σ τιο πέος του ανάμεσα στους υγρούς και ανοιχτούς μηρούς μου. Ήταν κολοσσι αίος, κι ο πόνος ανακατεύτηκε με μιαν άγρια ευ χαρίστηση. Ένιωσα παραβιασμένη,λεηλατημένη, γεμάτη... Ύστερα, δάχτυλα -τα δικά μου μήπως με άρπαξαν, μάλαξαν την τρυφερή μου σάρκα ανελέητα, με συνέτριψαν με τραχιά κι οδυνηρά χτυπήματα. Ένιωσα στα πρόθυρα του οργασμού κι επιτάχυνα το ρούφηγμά μου στον Ιβάν, ενώ ο άλλος άντρας όργωνε το αιδοίο μου γρήγορα,γρή γορα, όλο και πιο γρήγορα. Ο άντρας με σφυροκοπούσε με δύναμη - ίσα που μπόρεσα να κρατηθώ και να μην ουρλιάξω... Τέλος, βγήκε από μέσα μου ψεκάζοντας την πλάτη και τους γλουτούς μου με έναν ολόκληρο κάδο, όπως μου φάνηκε, καυτού σπέρματος. Προφανέστατα, ενώ το μυαλό μου τα φανταζόταν όλα αυτά, ρουφούσα τον Ιβάν με πρωτοφανή ζήλο και χωρίς την παραμικρή ευγέ νεια. Όταν ο Ιβάν εξερράγη στο στόμα μου, ένιω σα να πλημμυρίζω ολόκληρη, ζαλισμένη από την απέραντη ευχαρίστηση... Από εκείνη τη μέρα και μετά, η συγκεκριμένη εικόνα με στοίχειωνε. Δεν μπορούσα να σταματή σω να σκέφτομαι πώς θα ήταν να έχω, μόνο για τον εαυτό μου,τον Ιβάν,τον ασύγκριτο εραστή μου,κι
Δ ύ ο συν έ ν α ς
άλλον έναν άντρα ταυτόχρονα. Πίστευα όλο και. περισσότερο στη φαντασίωσή μου. Έλεγα στον εαυτό μου πως όφειλε να πραγματοποιηθεί... αλ λά π ώ ς; Όποτε ο Ιβάν κι εγώ κάναμε έρωτα μετά από εκείνη την νύχτα, αυτό το τρίτο πρόσωπο μας έκανε διαρκώς παρέα. Ο Ιβάν δεν το ήξερε, φυσι κά. Το εγώ του άντρα είναι απίθανα εύθραυστο, και δεν ήθελα να τον κάνω να πιστεύει ότι αυτός ο άλλος άντρας ήταν απαραίτητος για να μπορέσω να ευχαριστηθώ. Κι όμως... Κι όμως δεν μπορούσα να κρατήσω το μεγάλο μου στόμα κλειστό για πολύ. Μόλις μια βδομάδα μετά την εμφάνιση αυτής της καυτής φαντασίω σης , ρώτησα τον Ιβάν αν συμφωνούσε να κάνουμε μια από τις προσεχείς ημέρες ένα ερωτικό τρίο. Δι ευκρίνισα πως εννοούσα δύο άντρες για μένα, ώστε να μη του γεννηθούν οποιεσδήποτε ψεύτικες ελπίδες. Αντέδρασε με τον τρόπο που περίμενα: «Δηλαδή εγώ δε σου φτάνω, ε ;...» «Αυτό δεν ισχύει και το ξέρεις!» Έκανα ό ,τι περνούσε από το χέρι μου για να τον παρηγορήσω. Του είπα πως δεν είχα ποτέ έναν εραστή τόσο τέλειο σαν κι αυτόν, έναν εραστή που να ’χει κάνει τόσο πολλά για τη σεξουαλικότητά μου, έναν εραστή για τον οποίο θα ήμουν ευγνώ μων σ’ όλη ΐην υπόλοιπη ζωή μου. Του μίλησα σταράτα, κάτι που δεν ήταν δύσκολο άλλωστε, καθώς τα περισσότερα απ’ όσα έλεγα ήταν αληθινά. 153
Πιο
Πολλές
Ιστορίες
Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοϊν
Ν
α
Κ
οκκινίζεις
«Με έχεις γεμίσει τόσο πολύ σεξουαλικά, που θέλω να φτάσω στο όριο των αισθήσεων που εσύ και μόνο εσύ μ’ έκανες να γευτώ. Δεν μπορείς να μου το αρνηθείς: εσύ ήσουν που το ’βαλές στο μυαλό μου!» ολοκλήρωσα. «Εντάξει, αφού το βλέπεις έτσι, τι να π ω ; Με κολακεύεις... Αλλά,αν σου αρέσει πολύ,τι κάνου με μετά; Ε ;» «Ηρέμησε, Ιβάν... για μια φαντασίωση μιλάμε. Δεν έχω πρόθεση να παίρνω μέρος σε όργιο κάθε Σαββατοκύριακο. Και δεν είναι απαραίτητο να γνωρίσουμε τον άλλο άντρα. Για να πω την αλή θεια, δε θα το ήθελα καθόλου. Έτσι, αν απογοη τευτεί ή δεν κάνει για το κόλπο, δε θα βρεθούμε και σε δύσκολη θέση εσύ κι εγώ . Θα ήταν το πιο όμορφο δώρο που θα μπορούσε να μου χαρίσει ένας άντρας!» «Άσε με να το σκεφτώ...» Δεν είπα τίποτε άλλο. Αρκετά οξυδερκής, π ι στεύω , από τη φύση μου, μπορώ συνήθως να πω πότε είναι καλύτερα να μένω στην πάντα και ν’ αφήνω τα πράγματα να παίρνουν το δρόμο τους. Είχα ήδη θίξει το θέμα και το μόνο που θα μπο ρούσα να κάνω τώρα ήταν να περιμένω για να δω τι θ’ αποφάσιζε εκείνος... Μ’ άφησε να περιμένω τρεις ολόκληρες εβδομά δες· τρεις εβδομάδες που περνούσαν με ρυθμό χε λώνας· τρεις εβδομάδες κατά τις οποίες αναρωτή
Δύο συν έ ν α ς
θηκα εκατό φορές αν με είχε ξεχάσει, αν δεν ήξερε πώς να μου αρνηθεί αυτή την περιπέτεια χωρίς να με πληγώσει, αν μου κρατούσε κακία γι’ αυτή τη μικρή μου ιδιοτροπία. Καιγόμουν από ανυπομο νησία να μάθω την απάντησή του, ιδιαίτερα επει δή είχα δει με τα ίδια μου τα μάτια, δυο μέρες αφότου εκμυστηρεύτηκα στον Ιβάν την επιθυμία μου, τον άντρα που θα μπορούσε να κάνει το όνει ρό μου πραγματικότητα. Τώρα που ήξερα πως υπήρχε, ήταν πια αδύνατο να σβήσω τις σκέψεις μου. Φαίνεται θεότρελο που αυτός ο άντρας έκανε την εμφάνισή του στο χώρο της δουλειάς μου, μα να που συνέβη. Ήταν από τους άντρες εκείνους που δεν εμφανίζονται ποτέ, παρά μόνο στα πιο άγρια όνειρα των γυναικών. Φορούσε το χαλαρό σακάκι των κουριερ της εταιρίας με την οποία συ νεργαζόμασταν επί χρόνια, αλλά δεν τον είχα ξαναδεί. Γιατί, και μισή φορά να τον είχε πάρει το μάτι μου, ήμουν σίγουρη πως δε θα τον ξεχνούσα ποτέ. Βλέποντάς τον, ένιωσα το χαρακτηριστικό εκείνο τσούξιμο χαμηλά στην κοιλιά μου, κάτι που αισθάνομαι μόνο όταν έχω τη γλώσσα του Ιβάν ανάμεσα στα πόδια μου. Η φαντασία μου είχε υπερνικήσει την πραγματικότητα: αυτός ήταν ο δεύτερος άντρας - το πέος που θα μου χάριζε την ηδονή ταυτόχρονα με τον εραστή μου. Αλλά δεν ήταν μαύρος. Όχι,τα χαρακτηριστικά 155
Π ιο
Πολλές Ιστορίες Πο
ϊ
Σ
ε
Κ
ανοϊν
Ν
α
Κ
οκκινίζεις
του ήταν ινδιάνικα. Ήταν πανύψηλος, με φαρδείς ώμους, στενή μέση, μακριά και δυνατά πόδια. Τα πλούσια μαύρα του μαλλιά ήταν δεμένα πίσω, αλογοουρά, με μια ταινία. Τεράστια μαύρα αμυ γδαλωτά μάτια έκαναν το πρόσωπό του να μοιά ζει σχεδόν... τρομαχτικό... Σε πλημμύριζε δέος... Το μαυρισμένο του δέρμα ήταν στο χρώμα του χαλκού - ω , φαινόταν νοστιμότατο... Ο δυνατός του λαιμός έφερε στο νου μου ένα άγριο άλογο... Τον επιθύμησα όπως δεν είχα επιθυμήσει ποτέ άντρα σ’ ολόκληρη τη ζωή μου. Στεκόμουν εκεί με την τσάντα μου να κρέμεται από τον ώμο, με το ’να πόδι μπροστά απ’ τ’ άλλο, σαν παγωμένη εικόνα κινηματογραφικής ταινίας. Η ρεσεψιονίστ τον χαι ρέτησε με το συνηθισμένο της χαμόγελο, υπέγρα ψε το συνοδευτικό και πήρε το φάκελο. Ο Ινδιάνος μου της χάρισε ένα εκθαμβωτικό χαμόγελο -που έκανε όλο του το πρόσωπο να λάμψει-, έκανε με ταβολή κι έφυγε. Είχα γίνει χίλια κομμάτια. Δεν είχα δει ποτέ -όχι με σάρκα και οστά, εν πάση περιπτώσει- μια τέ τοια αισθησιακή ύπαρξη. Τον ήθελα γυμνό μπρο στά μου, το υπέροχο αγαλματένιο κορμί του στο έλεός μου, το πέος του, που φανταζόμουν μακρύ και σκληρό, θαμμένο στο στόμα μου. Ήθελα να τον ακούω να βογγάει από ηδονή, να νιώσω τα δυ νατά του χέρια στους ώμους μου, στο κορμί μου... Με δυο λέξεις, με είχε αναστατώσει. Χρειάστηκα
Δύο συν έ νας
λίγα λεπτά για να ανακτήσω τον αυτοέλεγχό μου και προσποιήθηκα ότι έψαχνα κάτι στο πορτοφό λι μου. Όταν ηρέμησα, βγήκα από το κτίριο και προχώρησα προς το αυτοκίνητό μου. Έ β α λα μπρος, κι είχα αφήσει σχεδόν το πάρκινγκ, όταν παρατήρησα ένα φορτηγάκι που ο οδηγός του -ο μπρούντζινος θεός μ ο υ - έψαχνε κάτι στα χαρτιά του. Η αδρεναλίνη μου με πυροβόλησε και πάλι, ξεχύθηκε σαν θάλασσα μέσα στο κορμί μου, κι όταν εκείνος ετοιμάστηκε να φύγει/τον άφησα να με προσπεράσει. Υπνωτισμένη, τον ακολούθησα χωρίς καλά καλά να καταλαβαίνω πού πάω, μέχρι που φτάσαμε σ’ ένα. εμπορικό κέντρο. Μετά τον έχασα. Απογοητευμένη, αναστατωμένη, βρήκα επιτέλους τα λογικά μου. Τι στο καλό έκανα; Έπαιρνα από πίσω έναν παντελώς άγνωστό μ ο υ; Τι θα σκεφτόταν; Ουφ! Ξέφυγα παρατρίχα από μια πολύ αδέξια κατάσταση. Κι όμω ς,τις μέρες που ακολούθησαν έβρισκα διαρκώς διάφορες προφάσεις για να πηγαίνω στο γραφείο υποδοχής την ίδια πάντα ώρα, με την ελπίδα να τον ξαναδώ. Ήρθε τρεις φορές, και κάθε φορά άφηνε την κιλό τα μου μούσκεμα και το μυαλό μου χαμένο για το υπόλοιπο της ημέρας. Τώρα ήταν αυτός, κι όχι κά ποιος ασαφής χαρακτήρας, που παρακολουθούσε και συμμετείχε όταν κάναμε σεξ με τον Ιβάν. Τα χαρακτηριστικά του εντυπώθηκαν στο νου μου, κι ήταν αυτός που μ’ έκανε να λιώνω όταν μ’ άγγιζαν 157
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες Π
ογ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
τα χέρια του Ιβάν. Και το βράδυ... Ω, πάλι, και πάλι και πάλι. Τον ρούφηξα με τρομερό ζήλο. Τον άφησα να μου κάνει έρωτα άγρια, οδυνηρά, μέσω του πέους του Ιβάν. Αχ, ο καημενούλης ο Ιβάν! Να τον ρωτούσα άραγε αν είχε σκεφτεί την πρότασή μ ο υ; Να τολ μούσα να διακινδυνεύσω τα πάντα δίνοντάς του ένα τελεσίγραφο; Το τσιγάρο μού καίει σχεδόν τα δάχτυλα. Ανασηκώνομαι για να βρω ένα τασάκι κι ο Ιβάν εκμεταλλεύεται τη στιγμή για να φτιάξει τα μαξιλάρια που είναι πεταμένα γύρω μας, πριν με κλείσει τρυφερά στην αγκαλιά του. «Γι’ αυτό που μου είπες... η απάντηση είναι ναι...» Σκέφτομαι πως σίγουρα έχω τρελαθεί και, για να μην αναπτερωθούν χωρίς λόγο οι ελπίδες μου, παριστάνω την αθώα, προσποιούμαι πως δεν έχω ιδέα για τι πράγμα μιλάει: «“ Ναι” ;Τι “ ναι” ;» «Δέχομαι, ξέρεις, αυτό που μου ζήτησες... Τον άλλο άντρα...» «Αστειεύεσαι!» «Όχι, όχι». Αναπνέει βαθιά. «Απλώς... απλώς ελπίζω να μη συμβεί αυτό που φοβάμαι. Ελπίζω να μην αρχίσεις να προτιμάς κά τι... κάτι τέτοια και δε με θέλεις άλλο... Δε θα το συγχωρούσα ποτέ στον εαυτό μου. Στο μεταξύ, θα
Δύο συν έ ν α ς
σιγουρευτώ πως το να σε δω με έναν άλλο άντρα δε θα με κάνει να τρελαθώ». «Μα, αγάπη μου, εγώ ανάβω και μόνο που σε σκέφτομαι...» Είναι αλήθεια. Α λλά παραλείπω, φυσικά, να περιγράφω με λεπτομέρειες τι με διεγείρει τόσο πολύ. Δε θα ρίξω λάδι στη φωτιά λέγοντάς του πως ο ίδιος παίζει παθητικό μονάχα ρόλο στη φα ντασίωση που με διεγείρει τόσο πολύ. Τα υγρά που μουσκεύουν τους μηρούς μου μαρτυρούν την έντονη επιθυμία μου. Φέρνω το χέρι του Ιβάν προς τους γλουτούς μου και με χτυπάει μαλακά. Ύστε ρα κάνουμε έρωτα παθιασμένα και κοιμόμαστε βαθιά ο ένας στην αγκαλιά του άλλου. Κοιμάμαι ταραγμένα... Αυτό που με στοιχειώ νει είναι πως, με την έγκριση του Ιβάν στην τσέπη, πρέπει τώρα να βρω έναν τρόπο να πραγματοποι ήσω το σχέδιό μου. Πώς να πλησιάσω τον όμορφο ξένο; Όλες οι επιλογές,η καθεμιά και πιο εξω πραγματική από την άλλη, παίζουν στο κεφάλι μου. Πώς θα του φαινόταν αν τον πλησίαζα στα ίσια και του έλεγα τα σχέδιά μ ο υ; Μήπως έπρεπε να χειριστώ το θέμα με έναν κάπως πιο λεπτό τρό πο ; Ή να τον στρίμωχνα σε κάποια γωνία, κι έπει τα, ανάλογα με την αντίδρασή του, να τον έσερνα στο σχεδόν συζυγικό μου κρεβάτι; «Απ’ αυτό το πλευρό να κοιμάσαι»: εδώ ταιριάζει αυτή η κουβέ ντα . Αλλά νιώθω πως, έτσι και δεν αλλάξω πλευρό, 159-
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες Π
οτ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
θα μείνω εγώ στο μηδέν... Για τώρα και για πάντα... Είναι σχεδόν πρωί όταν, εξαντλημένη από τις σκέψεις, κοιμάμαι τελικά σαν από θαύμα. Η τε λευταία μου σκέψη: Θα βρω πραγματικά το θάρ ρος να πραγματοποιήσω την επιθυμία μου;
Τον λένε Σέυ. Ανήκει στη φυλή των Χιούρον. Τον έχω δει δύο φορές αυτή τη βδομάδα, κι ακόμη δεν έχω αποφασίσει πώς να τον πλησιάσω - αν και ση μείωσα μια κάποια πρόοδο, επειδή τώρα ξέρει τουλάχιστον πως υπάρχω. Στάθηκα πολύ τυχε ρή... Το απόγευμα, ένας πελάτης έστειλε ένα φά κελο που έπρεπε να παραδοθεί επειγόντως σε μέ να προσωπικά. Όταν η ρεσεψιονίστ μού ζήτησε να περάσει κάποιος απ’ το γραφείο μου, δεν είχα ιδέα ότι θα ήταν εκείνος κι ότι θ’ άκουγα τη ζεστή φωνή του να μου λέει: «Είστε η Σάρα Λ . ;» Σκέφτηκα πως θα τα έκανα θάλασσα. Ο τρόπος που πρόφερε το όνομά μου είχε μια περίεργη επί δραση πάνω μου. Βρισκόταν εκεί, μόλις μερικά εκατοστά μακριά μου, κρατώντας ένα στιλό για να υπογράψω το έγγραφο. Μα ταράχτηκα τόσο πολύ από την απρόσμενη παρουσία του, που στεκόμουν παγωμένη, αποθαυμάζοντας το απλωμένο του χέ ρι. Τον είδα να χτυπάει την πόρτα του σπιτιού μου αργά τη νύχτα. Θα την άνοιγα, ολόγυμνη, και θ’
Δύο συν έ ν α ς
άφηνα τη φύση να κάνει, τα υπόλοιπα. Μόλις θα ήμασταν έτοιμοι ν’ αρχίσουμε, θα ερχόταν κοντά μας κι ο Ιβάν*αν φυσικά το ήθελε· διαφορετικά, θα στεκόταν κάπου κοντά για να μας κοιτάζει. Θα τον άφηνα ν’ αποφασίσει τι επιθυμούσε περισσό τερέ, ήταν το λιγότερο που θα μπορούσα να κά νω... Ναι, έτσι θα γινόταν... Αλλά τώρα έπρεπε να πω κάτι, πριν ο Σέυ μ’ αφήσει στα κρύα του λου τρού. Τη στιγμή που του έδωσα πίσω το στιλό του, του χάρισα το πιο γοητευτικό μου χαμόγελο, κι όταν απάντησε: «Σας ευχαριστώ πάρα πολύ, κυ ρία Σάρα!» του είπα σαν χαζή: «Δεσποινίς, δε σποινίς!» Έ γινα κατακόκκινη απ’ την ντροπή. Σκέφτηκα πως θα πέθαινα από την ηλιθιότητά μου, όταν μου απάντησε: «Α!Ώ στε δεν είστε πα ντρεμένη ;» Στο οποίο δεν μπορούσα να βρω τίπο τε καλύτερο να απαντήσω από ένα: «Ε... όχι εντε λώς». Αστεία αστεία, η ηλιθιότητά μου βγήκε σε καλό. Αν αποφάσιζα να δοκιμάσω το σχέδιό μου και να τον δελεάσω να έρθει σπίτι μου με την πρό φαση μιας σημαντικής επιστολής που έπρεπε τά χα να παραδοθεί μέχρι την επόμενη μέρα,το γεγο νός πως ήξερε ότι ήμουν δεσμευμένη ίσως να τον βοηθούσε να αποφύγει τυχόν παρεξηγήσεις. Τι εί χα πραγματικά να χάσω - εκτός από τον εγωισμό μου, την τιμή μου και την υπόληψή μ ο υ; Το ίδιο απόγευμα ανακοίνωσα στον Ιβάν το σχέδιόγχου. Εκείνος κάθεται ήρεμος και μ’ ακούει, 161
Π ιο
Π
ολλές
Ι
στορίες
Π
οτ
Σ
ε
Κ
ανοϊν
Ν
α
Κ
οκκινίζεις
χωρίς να λέει τίποτε, χωρίς να τολμήσει να με διακόψει ,να υποβάλει ερωτήσεις ή να φέρει οποιαδή ποτε αντίρρηση. Είμαι συγκινημένη και μιλάω γρήγορα, σχεδόν τραυλίζω. Μόλις τελειώνω και ηρεμώ λίγο, ο Ιβάν λέει τελικά: «Μου φαίνεται πως είσαι ερωτευμένη μ’ αυτόν τον άντρα...» Καλά έκανα, σκέφτομαι, που δεν άφησα τον εν θουσιασμό μου να με παρασύρει. Διαμαρτύρομαι έντονα, λέγοντας ότι ο Σέυ είναι απλώς πραγματι κά πολύ ελκυστικός και ότι οποιαδήποτε γυναίκα θα αναστατωνόταν από την εμφάνιση και την πα ρουσία του. Αυτό δε φαίνεται να τον καθησυχάζει· σηκώνεται όρθιος, έτοιμος να βάλει τις φωνές. Μοιάζει με σχολιαρόπαιδο που του ’κλεψαν το μπισκότο το υ. Θεέ μου, δεν μπορεί ν’ αλλάξει γνώ μη! Όχι τώρα!... Στα πρόθυρα του πανικού, κα τορθώνω να επιβληθώ στον εαυτό μου. «Αγάπη μου», του λέω, «μπορούμε, αν θέλεις, να τα ξεχάσουμε όλα. Έλα,ηρέμησε. Δεν έγινε δα και τίποτε. Δε θα σου ξαναμιλήσω γι’ αυτό το ζή τημα». Τι γενναία που φάνηκα! Έ ριξα άδεια για να πιάσω γεμάτα - κι ο καημενούλης τσιμπάει και, θεωρώντας και πάλι πως είναι ο κύριος της κατά στασης, μου χαρίζει ένα μεγάλο χαμόγελο. «Όχι, εντάξει!» λέει. «Σε τελευταία ανάλυση, εγώ φταίω που έβαλα την ιδέα στο κεφάλι σου. Δε
Δύ ο συν έ ν α ς
θα κάνω πίσω τώρα! Το σχέδιό σου μπορεί ανετό τατα να πραγματοποιηθεί. Για πες μου τώρα τις λεπτομέρειες...» Περιγράφω το Σέυ στα γρήγορα, και μετά του λέω το σενάριο που έχω κατά νου. Μια και παίρνω χρόνο για να στολίσω την ιστορία μου με λεπτομέ ρειες, ο Ιβάν μού βγάζει τα ρούχα μου ένα-ένα. Ύστερα με διακόπτει για να νιώσει το άγγιγμα του καυτού στόματός μου στο πέος του. Τέλος, κάνουμε έρωτα. Άγριο. Το πρόσωπο και το κορμί του Σέυ χορευουν στο κεφάλι μου. Δεν μπορώ να περιμένω άλλο. Τους θέλω και τους δύο τώρα. Απόψε. Πότε μπορεί να γίνει; Α ύ ρ ιο ; Αδύνατον. Μεθαύριο... Ριχνόμαστε ο ένας στην αγκαλιά του άλλου και κοιμόμαστε. Φαντασιώνομαι την πραγ ματοποίηση της επιθυμίας μου, ενώ ο Ιβάν προ σπαθεί να πνίξει τις αμφιβολίες και τους τελευταί ους του ενδοιασμούς, προτού να είναι πάρα πολύ αργά. Ίσως ν’ αναρωτιέται πού πάει να μπλέξει... Θα κάνω ό ,τι περνά από το χέρι μου για να τον κα θησυχάσω , θα επιβεβαιώσω με κάθε τρόπο την αγάπη που του έχω... αν και εκείνος φαντάζεται το αντίθετο...
Με το που ξύπνησα την επόμενη μέρα, άρχισα να προετοιμάζω τη μεγάλη μου κίνηση. Η πρόφαση για να έρθει στο σπίτι μου ο Σέυ έπρεπε να είναι 163
Πιο Π
ολλές
Ι
στορίες
Π
οτ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
καλή. Αν την παρασχεδίαζα επαγγελματική και χρησιμοποιούσα την εταιρία κούριερ με την οποία συνεργάζεται και η επιχείρηση όπου δουλεύω για να πάρει κάποιο έγγραφο από το σπίτι μου, ίσως μου ζητούσαν εξηγήσεις. Επίσης, δεν έπρεπε να ξε χάσω πως ήταν δυνατόν να παρουσιαστεί στην πόρτα μου κάποιος άλλος κούριερ κι όχι αυτός. Φαντάζεστε τη φάτσα μ ο υ; Όχι, έπρεπε να παίξω το παιχνίδι «προσωπικά», να έρθω σε επαφή με τον ίδιο το Σέυ και να του πω ότι η επιχείρηση δεν πρέ πει να μάθει τίποτε, πως θα ήταν εξαιρετικά σημα ντικό να εμφανιστεί αυτοπροσώπως σπίτι μου το βράδυ, και πως τον περίμενε ένα μεγάλο φιλοδώρη μα αν φρόντιζε την υπόθεση προσωπικά,επειδή ξέ ρω πόσο αποδοτικός είναι και μπλα-μπλα-μπλα. Θα ’πιάνε... Τα λεπτά κυλούσαν εξαιρετικά αργά, αξιολύπητα αργά, μέχρι τη μοιραία ώρα που είχα προγραμματίσει να του τηλεφωνήσω και να του κλείσω ραντεβού σπίτι μου για την επομένη - αν ήταν διαθέσιμος. Με τόσο σημαντικό έγγραφο στα χέρια, καλέ μου Σέυ, ποιον άλλο να εμπιστευτώ, μου λες;... Αρκετές φορές κατά τη διάρκεια της ημέρας σκέφτηκα πως δε θα έβρισκα το θάρρος να προχωρήσω. Αν σταματούσα για να σκεφτώ τις συ νέπειες αυτού του τηλεφωνήματος, θ’ άρχιζα να πι στεύω πως ήμουν εντελώς τρελή. Αναλογιζόμενη όμως τις απολαύσεις που με περίμεναν, ξεχνούσα μυστηριωδώς όλους μου τους ενδοιασμούς.
Δ υ ο συν έ ν α ς ι
Πήγε τέσσερις η ώρα: ή τώρα ή ποτέ. Σχηματί ζω τον αριθμό με τρεμάμενο χέρι, προσπαθώντας να πείσω τον εαυτό μου ότι είναι πολύ πιθανό να μη βρίσκεται εκεί αλλά έξω, σε μια επείγουσα π α ράδοση. Κι όμως: αφού με βάζουν στην αναμονή για λίγο, ακούω την υπέροχη φωνή τ ο υ . Σχεδόν ψιθυρίζω -και οι τοίχοι έχουν αυτιά!-, λέγοντάς του τι χάρη θα ήθελα να μου κάνει. Συμφωνεί αμέ σως, μου ζητάει τη διεύθυνσή μου και με διαβεβαιώνει πως θα μου χτυπήσει το κουδούνι στις οχτώ ακριβώς. Το μυαλό μου είναι αλλού όλο το υπόλοιπο της ημέρας. Προσπαθώ να εργαστώ αποτελεσματικά, αλλά χωρίς επιτυχία. Κι όμως, πασχίζω να συγκε ντρωθώ σε ένα σημαντικό έγγραφο μέχρι την τε λευταία στιγμή. Στις πέντε η ώρα, θα ορμήξω από το κτίριο, θα τρέξω σπίτι για να πω στον Ιβάν τα καλά νέα και θα του πω καλησπέρα με έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο.
Και σκεφτόμουν πως δεν περνούσε η μέρα χθες! Το κάθε λεπτό που με χωρίζει από τούτο το βράδυ νομίζω πως δε θα περάσει ποτέ, πως δε θα συμβεί τίποτε απ’ όσα λαχταράω να συμβουν. Αναρωτιέ μαι τι θα εμφανιστεί για να χαλάσει τη βραδιά μου: μήπως αλλάξει γνώμη ο Ιβάν;... μήπως δεν καταφέρω να πείσω το Σέυ τόσο εύκολα όσο ελπί 165
Πιο
Π
ολλές
Ι
στορίες
Π οτ Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
ζω;... μήπως εμφανιστεί σαν φάντης μπαστούνι η μητέρα μ ο υ ; Η τελευταία σκέψη με κάνει να ορμήξω ξαφνικά στο τηλέφωνο για να αποκλείσω αυτή τη φριχτή πιθανότητα. Τη λατρεύω τη μαμά μου αλλά όχι απόψε! Η ώρα φτάνει τελικά πέντε. Αφήνω το κτίριο γρηγορότερα από χθες και φτάνω στο διαμέρισμά μου σε χρόνο-ρεκόρ. Ο Ιβάν είναι ήδη εκεί, έτοιμος να με καθησυχάσει πως δεν έχει αλλάξει γνώμη. Φαίνεται μάλιστα εξιταρισμένος. Δόξα τω Θεώ! Δε θα ’χα το κουράγιο να τον πείσω με κάποιο σκο τεινό σχέδιο. Όταν καθόμαστε να φάμε βραδινό κανείς μας δε θέλει να παραφάει, για να είμαστε σε φόρμα το βράδυ. Στις εφτά δε με χωράει ο τό πος. Ο Ιβάν με παίρνει από το χέρι και με πηγαίνει στην μπανιέρα* ανοίγει το νερό και ρίχνει μια γεν ναία δόση αρωματικού κρεμοσάπουνου. Μετά με ξεντύνει τρυφερά και με βάζει μέσα στο ζεστό αφρό. Πλένει απαλά το πρόσωπό μου, κάνοντας απαλό μασάζ στους κροτάφους και τα μάγουλα μου,τρ ίβ ει ολόκληρο το κορμί μου, σταματάει στην κοιλιά μου και τη μαλάσσει στοργικά. Χώνω σχεδόν όλο μου το κεφάλι μέσα στο νερό κι αφή νομαι να επιπλέω γευόμενη τα χάδια του Ιβάν. Με διεγείρει αργά, με κάνει να αισθανθώ βαθιά μέσα στην κοιλιά μου ένα ευχάριστο τσίμπημα αναμο νής κι επιθυμίας. Χώνεται κι αυτός τελικά στην μπανιέρα, προκαλώντας μικρά κύματα. Γονατίζω
Δυο συν έ ν α ς
μπροστά του, γλιστράω το σκληρό πέος του ανά μεσα στους μηρούς μου, το τρίβω στα πρησμένα χείλη μου. Ο Ιβάν ξαπλώνει, επιτρέποντάς μου για μερικές στιγμές να τον χρησιμοποιήσω όπως επι θυμώ. Ύστερα βγαίνει από την μπανιέρα. «Συνέχισε χωρίς εμένα...» μου λέει. «Κοντεύει οχτώ. Θα ’μαι στην κρεβατοκάμαρα». Μόνη τώρα, χαϊδεύομαι σαν τρελή. Χαλαρώνω τόσο πολύ, που είμαι τελείως ήρεμη όταν το κου δούνι της πόρτας χτυπάει λίγα λεπτά αργότερα. Βγαίνω από την μπανιέρα, φοράω ένα βελούδινο μπουρνούζι κι ανοίγω την πόρτα. Νά τος,είναι στο σπίτι μου! Επιτέλους. «Σας ενοχλώ; Ω, λυπάμαι...» Τον καθησυχάζω και τον τραβάω μέσα. Αφήνω το μπουρνούζι μου ν’ ανοίξει μια στάλα,για νατού δείξω το γυμνό, μουσκεμένο μου κορμί, και κλείνω την πόρτα, ενώ η μια μου θηλή τρίβεται πάνω στο δερμάτινο σακάκι του. Ύστερα βρίσκω το θάρρος να τον κοιτάξω βαθιά μέσα στα τεράστια μάτια του, προσπαθώντας ν’ ανακαλύψω τι πρέπει να κάνω στη συνέχεια. Εκείνος με κοιτά για μια στιγ μή κι έπειτα μου χαμογελάει. Στέκομαι στις μύτες των ποδιών μου και θάβω το πρόσωπό μου στο λαιμό του, ρουφώντας τη μεθυστική μυρωδιά της επιδερμίδας του. Τα χέρια του είναι ήδη στο κορμί μου- με απαλλάσσει τελείως από το μπουρνούζι, αφήνοντάς με ολόγυμνη· νιώθω πάνω στη λεκάνη 167
Π ιο
Π
ολλές
Ιστορίες
Π
οτ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
μου το σκληρό του πέος μέσα από το παντελόνι του. Δίνω συγχαρητήρια στον εαυτό μου για την επιτυχία μου. Ήταν όλα πολύ πιο εύκολα απ’ ό,τι περίμενα! Τουλάχιστον προς το παρόν. «Σε ήθελα από την πρώτη στιγμή που σε είδα», του λέω. Δεν περιμένω και δεν ελπίζω καμία απάντηση. Δεν του δίνω όμως και την ευκαιρία, γιατί σκεπά ζω τα χείλη του με τα δικά μου μ’ ένα φιλί που μου επιστρέφει πυρετωδώς. Αναρωτιέμαι αν ο Ιβάν μάς παίρνει μάτι... αλλά, προς το παρόν, προτιμώ ν’ αφιερωθώ στο Σέυ. Επιτίθεμαι στα ρούχα του, βγάζω το σακάκι του, το πουκάμισό του, κι ανοίγω το φερμουάρ του παντελονιού του με χέρια που τρέμουν. Το πέος του είναι καλύτερο κι από τα πιο άγρια όνειρά μου. Είναι χοντρό, μακρύ, δυνατό, λαχταριστό. Στην πραγματικότητα, ολόκληρο το κορμί του έχει την τελειότητα μπρούντζινου αγάλ ματος, το ίδιο και η χαλκόχρωμη επιδερμίδα του είμαι μαγεμένη. Δεν μπορώ να κρατηθώ, φιλάω το υπέροχο δέρμα του, δαγκώνω τους ώμους του και το λαιμό του, γλείφω την κοιλιά του, τον κορμό του, τα μπράτσα τ ο υ . Διαφορετικά απ’ ό ,τι είχα φανταστεί, εγώ είμαι αυτή που τον σέρνει στον καναπέ και που του βγάζει το παντελόνι. Τον βά ζω να κάτσει άνετα, και γονατίζω μπροστά του, όπως μια υπηρέτρια μπροστά στον κύριό της. Το πέος του ριγά, με υπνωτίζει. Βάζω πάνω του τη
Δύο σ υ ν έ ν α ς
γλώσσα μου, χαϊδεύοντας το λεπτό δέρμα, σταμα τώντας σε κάθε διόγκωση,σε κάθε φλέβα. Δε νο μίζω πως μπορώ να το χώσω ολόκληρο στο στόμα μου, αλλά προσπαθώ, ενώ αισθάνομαι την πίεση στο πίσω μέρος του λαιμού μου. Είναι νόστιμο, έχει διαφορετική γεύση απ’ αυτή που ξέρω - πιο λεπτή. Φαίνεται να απολαμβάνει την προσοχή μου, τα χέρια του ταξιδεύουν στα μαλλιά μου και στο πρόσωπό μου. Πιστεύω πως το πέος του έχει φτάσει στο μέγιστο μέγεθος του, και το εκμεταλ λεύομαι σταματώντας να τον ρουφάω· γλιστράω το κορμί μου στο δικό του και το απολαυστικό πέ ος του στο φλέγόμενο αιδοίο μου, θαυμάζοντας άλαλη τα μάτια το υ. Μια λέξη θα μπορούσε να τα χαλάσει όλα... Τελικά τον χώνω μέσα μου. Είναι πραγματικά τεράστιος κι είναι δύσκολο για το κορμί μου να τον πάρει όλο. Αλλά αυτή είναι η πιο μικρή μου ανησυχία τώρα! Τα χέρια του πιάνουν σταθερά το στήθος μου και το μαλάσσουν με δύ ναμη. Ύστερα γλείφει τις ορθωμένες μου θηλές. Γεύομαι τη φανταστική στιγμή που το πέος του μένει ακίνητο, βαθιά μέσα στο αιδοίο μου, περιμέ νοντας ένα μου σημάδι. Σφίγγω τους μυς γύρω από το ρόπαλό του, ελπίζοντας να τον κάνω να νιώσει την ευγνωμοσύνη μου, κι αρχίζω να κουνιέ μαι αργά, προσπαθώντας να καταλάβω πόσο μα κριά μπορώ να π ά ω . Με την έντονη ευχαρίστηση που μου χαρίζει, αρχίζω να κουνιέμαι,γρηγορότε 169
Πιο Ποαλες Ιστορίες Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Ν
α
Κ
οκκινίζεις
ρα, γρηγορότερα, όλο και πιο γρήγορα, τραβώντας τον πιο βαθιά μέσα μου. Ανασηκώνομαι για να νιώσω τον πόνο. Στενάζω κι έρχομαι σε οργασμό. Συνειδητοποιεί τι συμβαίνει, σηκώνεται όρθιος, με παίρνει στην αγκαλιά του και με γυρίζει μπρούμυ τα. Γονατίζω μπροστά στον καναπέ με τους αγκώ νες μου πάνω του και του προσφέρω τους γλου τούς μου. Ανοίγει τους μηρούς μου και, προς με γάλη έκπληξή μου,γονατίζει κι αυτός,κι αρχίζει να γλείφει το καυτό μου αιδοίο. Τον αφήνω να συνε χίσει για μερικά λεπτά, και μετά τον παρακαλώ να χωθεί βίαια μέσα μου. Κάνει ό,τι του ζήτησα και ίσα που συγκρατώ μια κραυγή έκπληξης από το θαυμάσιο πόνο που αισθάνομαι. Συνθλίβει το αι δοίο μου, νιώθω έτοιμη να σκιστώ στα δύο, και ω, είναι υπέροχο. Μισανοίγω τα μάτια μου και βλέπω να έρχεται ο Ιβάν. Τον είχα ξεχάσει εντε λώς ! Ένα κύμα τύψης με κατακλύζει. Ίσως είχε δί κιο τελικά. Ίσως δε θα είμαι σε θέση να ξεχάσω το Σέυ μετά από τη σημερινή νύχτα, και θα τον επι θυμώ ακόμη περισσότερο... Αλλά είναι πάρα πολύ αργά για να σκεφτώ οτιδήποτε τώρα. Βλέποντας τον Ιβάν τόσο κοντά μας, μεγάλο και σκληρό και μ’ ένα βλέμμα όλο αυτοπεποίθηση, ένα υπέροχο κύ μα ηδονής κυλάει μέσα μου. Αισθάνομαι επιθυμη τή, όμορφη, σαγηνευτική. Θέλω να του κάνω επί δειξη , χωρίς κανένα φραγμό. Ανασηκώνομαι λίγο και, κοιτάζοντάς τον, αρχίζω να χαϊδεύω το στήθος
Δύ ο συν έ ν α ς
μου. Το τσιμπάω, το γρατσουνάω ,το τεντώνω έτσι ώστε να μπορώ να το φιλήσω και να το γλείψω. Ο Ιβάν είναι πίσω μας τώρα κι ο Σέυ δεν έχει υποχω ρήσει. Είναι θαυμάσιο! Όλα συμβαίνουν ακριβώς όπως τα ονειρεύτηκα! Περιμένω πως σε μια στιγ μή θα γίνει κάτι που θα σπάσει την ατμόσφαιρα και θα τα καταστρέψει όλα. Μα όταν ο Ιβάν κάθε ται στον καναπέ κι αρχίζει να χαϊδεύει το πέος του μπροστά στο πρόσωπό μου, βρίσκομαι σε κατά σταση ευδαιμονίας. Δεν ξέρω αν κοιτάζει πραγμα τικά το Σέυ ή αν ο Σέυ ενοχλείται από την παρου σία του, και δε με νοιάζει. Όπως και να ’ναι όμως, η απόδοση του νέου εραστή μου δεν επηρεάζεται καθόλου, κι ο Ιβάν φαίνεται απόλυτα απορροφημένος από την ευχαρίστηση που του προσφέρω. Στην πραγματικότητα, σταματάει να παλεύει αρ κετά γρήγορα... Μετά από μερικές στιγμές εκτο ξεύει το σπέρμα του στο λαιμό μου. Αλλά μένει στη θέση του και παραμένει εξίσου σκληρός. Τον βγάζω έξω από το στόμα μου κι αρχίζω να χαϊ δεύω τους όρχεις του και τους μηρούς του, γλείφο ντας τον στο ρυθμό που κουνιέται μέσα μου ο Σ έυ. Ξαναβρίσκει γρήγορα τη στύση του, αλλά νιώθω το Σέυ να κουνιέται γρηγορότερα και να γίνεται ακόμη πιο σκληρός. Με διαπερνάει με τόσο ζήλο, χτυπώντας τους γλουτούς μου πάνω στους μηρούς του, κι αισθάνομαι πως βρίσκεται κοντά στον ορ γασμό. Χτυπάει τους γλουτούς μου ακόμη περισ 171
Π ιο
Π
ολλές
Ιστορίες Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοϊν
Να Κ
οκκινίζεις
σότερο, ακολουθώ το ρυθμό του προσδοκώντας κάθε ώθησή του, όταν ξάφνου αρπάζει τους γ ο φούς μου και θάβεται άγρια βαθιά τους, βγάζο ντας ένα φοβερό βογγητό. Μένει μέσα μου χαϊ δεύοντας την πλάτη και τους γλουτούς μου καθώς η ανάσα του αρχίζει να γίνεται και πάλι κανονική. Φαντάζομαι πως οι δύο άντρες μου συμβουλεύο νται ο ένας τον άλλο τώρα,γιατί ο Ιβάν παίρνει το χέρι του από το πέος του και σηκώνεται από τον καναπέ για ν’ αλλάξει θέση με το Σέυ. Για μια στιγμή φοβάμαι πως αυτός ο γενναίος παλιός κα ναπές θα πέσει θύμα των υπερβολών μας... Μα ήδη ο Ιβάν είναι μέσα μου. Αναγνωρίζω την αίσθη σή τ ο υ ,τ ο ρυθμό το υ,τη ν προσέγγισή του. Τον καλωσορίζω χαρωπά κι αμέσως αρχίζω να χα ϊ δεύω το τεράστιο πέος μπροστά μου. Αλλά έπει τα συμβαίνει κάτι περίεργο. Καθώς καταπίνω το Σέυ με το στόμα μου κι αρχίζω να τον γλείφω με ζήλο, ο Ιβάν βγαίνει από μέσα μου κι αρχίζει να με παρατηρεί. Κάθεται εκεί, με το πέος του στο χέρι, το πρόσωπό του απαθές. Δε θέλει άραγε να μου κάνει έρωτα μετά από κάποιον άλλον; Ξαφνικά συνειδητοποιώ την ακρότητα της κατάστασης, και καταλαβαίνω πως μπορεί να έχω αλλάξει την κοι νή ζωή μας μια για πάντα. Ενώ τα χείλη και η γλώσσα μου χαϊδεύουν το πανέμορφο ξένο πέος, ορκίζομαι πως δε θ’ αφήσω τη σκέψη του Σέυ κι αυτή τη νύχτα να μπει ανάμεσά μας. Και,ξαφνικά,
Δύο συν έ ν α ς
φοβάμαι. Φοβάμαι πως ο Ιβάν δε θα με βλέπει πια με τον ίδιο τρόπο, φοβάμαι πως θα αισθάνεται απατημένος. Βιάζομαι να τελειώσω με το Σέυ, χρησιμοποιώ τα χέρια μου για να τον κάνω να έρ θει σε οργασμό όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Το κορμί του υπακούει στην ξαφνική απαίτησή μου, και με ψεκάζει με το καυτό του σπέρμα. Παρά τις τελευταίες μου σκέψεις, δεν μπορώ να μην πω στον εαυτό μου ότι έζησα κάτι ονειρεμένο. Ακόμη κι αν δεν μπορέσουμε να μιλήσουμε ποτέ για τού τη τη νύχτα, εμένα θα μου μείνει αξέχαστη για πά ντα. Ξέροντας πως κάτι τέτοιο πιθανόν να μην ξανασυμβεί ποτέ, χώνω το πέος του Σέυ στο στόμα μου για λίγο και το γλείφω αργά. Ο Ιβάν έχει εξα φανιστεί. Ανακουφίζομαι. Σηκώνομαι πιασμένη από τη θέση μου και κουλουριάζομαι στην αγκα λιά του Σέυ. Με χαϊδεύει τρυφερά,φιλάει τα μαλ λιά μου, τα βλέφαρα,τα μάγουλα,τα χείλη μου. Μια τελευταία αγκαλιά κι ύστερα, ξαφνικά, σηκώ νεται όρθιος: «Πήγαινε να τον βρεις, νομίζω πως είναι απα ραίτητο . Εγώ φεύγω τώρα». Τι άγγελος! Οπότε δεν είναι απαραίτητο να σκεφτώ ή ν’ αποφασίσω εγώ πώς να του συμπεριφερθώ, να τον ρωτήσω τι σκέφτεται ή τι προτίθεται να κάνει εκείνος. Τον φιλάω για τελευταία φορά και πηγαίνω να βρω τον Ιβάν. Γλιστρώ σιωπηλά στο κρεβάτι μας και τον αγκαλιάζω. Λίγα λεπτά 173
Πιο Π ολλές Ι στορίες
Π
οτ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
αργότερα ακούω την πόρτα να κλείνει πίσω από το Σέυ -π ίσ ω από μιαν αλησμόνητη φαντασίωση. Προσπαθώ να κοιμηθώ, μα ένα σωρό αντιφατικές σκέψεις συναγωνίζονται η μία την άλλη στον ήδη υπερφορτωμένο εγκέφαλό μου. Έχω κάνει το χει ρότερο λάθος της ζωής μ ο υ; Το άξιζε τάχα αυτή η ακραία ευχαρίστησή μ ο υ ; Πώς θα μου συμπεριφερθεί ο Ιβάν το πρω ί; Κουλουριάζομαι ακόμη πιο κοντά στον εραστή μου, στο φίλο μου. Είμαι σί γουρη πως είναι τόσο μπλεγμένος όσο κι εγώ και πρέπει να κρατηθώ και να μη του μιλήσω. Θα ήθε λα να μου πει τι αισθάνεται! Το κορμί του είναι ανήσυχο, και η κανονική αλλά ρηχή του ανάσα φα νερώνει πως δεν κοιμάται. Παίρνει το χέρι μου και το βάζει πάνω στην καρδιά το υ . Η χειρονομία του με καθησυχάζει λίγο, μου επιτρέπει να απελευθε ρώσω τη βαθιά ανάσα που έχω κρατήσει τόσο πολλή ώρα μέσα μου. Νυστάζω και τολμώ να πα ραδοθώ στον ύπνο, με την ελπίδα ότι ο ήλιος θα ανατείλει και πάλι αύριο, όπως έκανε κι αυτό το πρωί, λούζοντας την ήρεμη ζωή μας με τις ζεστές του ακτίνες.
Όταν ξυπνάω ,το κρεβάτι είναι άδειο* δεν υπάρχει κανένα ίχνος του Ιβάν πουθενά. Κοιτάζοντας την ώρα, συνειδητοποιώ ότι είναι απίθανο να έφυγε ήδη για τη δουλειά του. Τα γεγονότα της νύχτας
Δύ ο συν έ ν α ς
χώνονται βίαια στο νυσταγμένο μου κεφάλι και μια θαμπή ανησυχία με κάνει να σηκωθώ από το κρεβάτι, παρόλο που θα μπορούσα να κοιμηθώ τουλάχιστον μια ώρα ακόμη. Δεν είναι στην κουζίνα- ούτε στο σαλόνι. Το δω μάτιο που χρησιμοποιούμε για γραφείο είναι άδειο,το ίδιο και το μπάνιο. Ψάχνω για κάποιο σημείωμα - πάντα αφήνει όταν βγαίνει έξω χωρίς να μου το έχει πει. Τίποτε... εκτός από τη γάτα, που έρχεται να τριφτεί στα πόδια μου ρουθουνίζο ντας, δίχως να δίνει δεκάρα για την ανησυχία που ροκανίζει το στομάχι μου. Ο καφές είναι έτοιμος. Ωραία, κάτι είναι κι αυτό... Προσπαθώ να καθαρί σω το κεφάλι μου καθισμένη σε μια καρέκλα με μια κούπα καφέ στα χέρια, για να θυμηθώ αν μου είχε πει κάτι για κάποιο ασυνήθιστα πρωινό ρα ντεβού. Δε θυμάμαι τίποτε. Μόνο το υπέροχο κορ μί του Σέυ θυμάμαι, να τρίβεται πάνω στο αιδοίο μου, και το καυτό από επιθυμία βλέμμα του Ιβάν. Προσπαθώ να διώξω μακριά τις μνήμες. Αργότερα θα έχω όσο καιρό θέλω για να τις σκεφτώ. Προς το παρόν είμαι απλώς φοβισμένη. Ένα κακό προαί σθημα κυλάει στις φλέβες μου. Νιώθω άχρηστη τι θέλω και κάθομαι εδ ώ ; Αρχίζω να ετοιμάζομαι όπως κάθε πρωί, ελπίζοντας πως η δραστηριότητα θα μου κάνει καλό. Ευτυχώς που έτυχε να έχω ένα πρωινό συμβού λιο στη δουλειά. Θα με βοηθήσει να περάσει λίγο ο 175
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες
Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοϊν
Να Κ
οκκινίζεις
χρόνος... Αλλά το συμβούλιο τελειώνει και κανένα μήνυμα δε με περιμένει. Είναι ήδη περασμένες έντεκα κι ακόμη δεν έχω είδηση από τον Ιβάν. Προσπαθώ να του τηλεφωνήσω στο γραφείο του, αλλά μου απαντουν πως δεν έχει φτάσει ακόμη. Κι όμως τον περίμεναν κι εκείνον για συμβούλιο στις εννέα ακριβώς. Παριστάνω την αθώα, μη θέλοντας να προδώσω την ανησυχία μου: «Ναι, φυσικά, αν έχω νέα του θα του πω να σας τηλεφωνήσει το συντομότερο δυνατόν». Η υπόλοιπη μέρα περνάει απίστευτα αργά* τί ποτε καθησυχαστικό δε συμβαίνει. Η τηλεφωνική μου κλήση στις τρεις η ώρα στο γραφείο του δεν έχει καλύτερη επιτυχία από την πρώτη και κατα λαβαίνω από τη φωνή της γραμματέως του πως κι εκείνη ανησυχεί. Τελικά δεν αντέχω άλλο και φεύ γω από το γραφείο. Φτάνω λαχανιασμένη στο σπί τι, με τα νεύρα μου κουρέλια. Και καταλαβαίνω αμέσως ότι ο Ιβάν είχε περάσει από κει. Πώς να μην παρατηρήσω ότι λείπει το στερεοφωνικό, ότι η ντουλάπα είναι άδεια από αντρικά ρούχα και ότι στο μπάνιο δεν υπάρχει ούτε δείγμα από ξυραφά κι ή αφρό ξυρίσματος; Τα τρία τελευταία συρτάρια της ντουλάπα ς είναι κι αυτά ά δεια . Έ φ υγε... Έφυγε στ’ αλήθεια. Είμαι σε κατάσταση σύγχυσης. Ο εγκέφαλός μου καταγράφει όλες αυτές τις λεπτομέρειες, προ σπαθεί να αποκρυπτογραφήσει τη σημασία τους,
Δύο σ υ ν έ ν α ς
αλλά το μόνο που νιώθω είναι μια έντονη ψύχρα που παγώνει το είναι μου. Όλα συσσωρεύονται στο κεφάλι μου ανάκατα, από τις θαυμάσιες στιγ μές που περάσαμε μαζί ως την ηλίθια επιμονή μου να ζωντανέψω μιαν αυθόρμητη, μα πέρα για πέρα ανώφελη φαντασίωση. Τώρα που τα εξετάζω όλα, βλέπω πως είχε δίκιο που με εγκατέλειψε. Για να είμαι τίμια, πρέπει να αναγνωρίσω ότι η προηγού μενη νύχτα γεμίζει ακόμη όλες μου τις σκέψεις και ότι η ανάμνηση του κορμιού του Σέυ θα είναι δύ σκολο να σβηστεί. Ειλικρινά πιστεύω ότι ο Ιβάν πιθανώς δεν πείστηκε για την πίστη μου σ’ εκείνον κι ότι δεν μπορούσε να σβήσει από το μυαλό του το γεγονός πως έκανα έρωτα με έναν άλλο άντρα. Τώρα συνειδητοποιώ ότι αυτή η εικόνα θα ερχόταν ανάμεσά μας ξανά και ξανά και τελικά θα μας δη λητήριαζε. Μόνη σ’ αυτό το διαμέρισμα που αγα πώ τόσο πολύ -μα που το στοιχειώνει η βαριά σκιά του Ιβάν-, αισθάνομαι άθλια. Είμαι εξοργισμένη με τη γελοιότητα της συμπεριφοράς μου. Δεν μπο ρούσα να είμαι ικανοποιημένη με έναν εξαιρετικό άντρα, όπως οι περισσότερες γυναίκες στον πλα νήτη ; Όχι! Έπρεπε να ζητήσω περισσότερα, νομί ζοντας πως θα άντεχα όλα τα αντιφατικά συναι σθήματα. Κλαίω για ώρες,από θυμό κι από θλίψη. Μου λείπει ήδη τρομερά ο Ιβάν. Είναι ο μόνος που θα μπορούσε να με ανακουφίσει... αν το άξιζα βέ βαια, που δεν το άξιζα... Κλαίω με λυγμούς. Τα 177
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες Π
οτ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Ν
α
Κ
οκκινίζεις
δάκρυα με εξαντλούν και κοιμάμαι βαθιά στον κα ναπέ, όπου μένω ξαπλωμένη άβολα όλη τη νύχτα.
Κάθε μέρα που περνάει χωρίς μια λέξη από τον Ιβάν με καταθλίβει περισσότερο. Μου λείπει τόσο πολύ, που πονάω παντού. Κι όμως δεν μπορώ να σβήσω την εικόνα του Σέυ από το ηλίθιο κεφάλι μου και σκέφτομαι αν θα συμφωνούσε, άραγε, να ξαναϊδωθούμε. Μισώ τον εαυτό μου γι’ αυτές τις σκέψεις, μα δεν μπορούν να φύγουν από μέσα μου. Περνούν σχεδόν δύο μήνες προτού τελικά απο φασίσω να βγω στην πόλη με μια φίλη μου, μια Πα ρασκευή βράδυ. Περπατάμε σε μια πολύβουη λε ωφόρο , ψάχνοντας να βρούμε κάπου να κάτσου με. Δεν ξέρουμε πραγματικά τι θέλουμε, πεινάμε πολύ, αλλά αυτό που χρειαζόμαστε περισσότερο είναι ένα ποτό, καλή μουσική και ευχάριστη π α ρέα. Η νύχτα είναι γλυκιά- για πρώτη φορά αφότου με εγκατέλειψε ο Ιβάν αισθάνομαι λίγο καλύ τερα και σκέφτομαι ότι μπορεί μια μέρα,παρά το φριχτό μου λάθος, να συγχωρήσω τον εαυτό μου. Ξαφνικά, μπροστά στα μάτια μου, εμφανίζεται ένα από τα φαντάσματα που μ’ έχουν στοιχειώσει. Θα τον αναγνώριζα οπουδήποτε. Οι σμιλευμένοι ώμοι,η λεπτή μέση,η μακριά κοτσίδα... Αναστα τώνομαι τόσο πολύ από την παρουσία του, που
Δ ύ ο συν έ ν α ς
σχεδόν δεν αντιλαμβάνομαι ότι δεν είναι μόνος. Έχει παρέα στο πλάι του, ένα δάχτυλο γαντζώνε ται με άνεση στη ζώνη του Σέυ. Αυτό με καθησυ χάζει. Δεν πρέπει να ταραχτώ. Δεν είναι μόνος, οπότε δε γεννάται θέμα: δε θα κάνω αισθητή την παρουσία μου. Η καρδιά μου σφυροκοπάει, νιώθω να καίγομαι, οι παλάμες μου είναι υγρές. Αχ, Θε ούλη μου, να μη με δει, να μη με δει! Το ζευγάρι -και είναι σίγουρα ζευγάρι-συνεχί ζει να κουβεντιάζει, χωρίς να έχει αντιληφθεί την παρουσία μου και την αναστάτωσή μου. Ο Σέυ σκύβει και φιλάει στο μάγουλο το ταίρι του... και μόνο εκείνη τη στιγμή συνειδητοποιώ πως δεν εί ναι γυναίκα αλλά άντρας. Το προφίλ του με κάνει να αναπηδήσω από την έκπληξη. Η καρδιά μου χτυπάει σαν τρελή. Τα μαλλιά είναι σίγουρα πιο μακριά και το στιλ των ρούχων έχει αλλάξει κά πως -είναι επιμελώς ατημέλητο-, μα είναι σίγουρα αυτός: ο Ιβάν.
179
Πάνω από δύο ώρες τώρα δεν ακούστηκε κιχ. Ούτε στεναγμοί, ούτε κλάματα, ούτε τσιρίδες· τίποτε. Η σιωπή είναι υπέροχη... Υπάρχουν πολλά πράγματα που παλιά έπαιρνα ως δεδομένα- να, όπως αυτή τη θεία σιωπή, που τη βλέπω με τελείως διαφορετικό μάτι τώρα πια. Αυτά τα θαύματα, αν και τόσο απλά και συνηθι σμένα, έχουν γίνει ένα άπιαστο όνειρο: να περά σω ένα ήρεμο βράδυ στο σπίτι μ’ ένα καλό βιβλίο, ν’ αποφασίσω την τελευταία μόλις στιγμή να πάω εκδρομή στην εξοχή για το Σαββατοκύριακο, να πάω να δω μια καλή ταινία αποφασίζοντάς το έτσι στα ξαφνικά, να κοιμηθώ δώδεκα ώρες σερί, ειδικά τα πρωινά, να κάνω έρωτα όλη νύχτα... αυτή την περίοδο, ακόμη και μερικά λεπτά έρωτα θα ήταν κάτι! Τα δίδυμα είναι έξι μηνών τώρα. Αχ, πόσο τα αγαπά ω ! Αυτά τα λατρευτά μωράκια βρίσκουν πάντα κάποιο τρόπο να με κάνουν να χαμογελά σω, ανεξάρτητα από το πόσο κουρασμένη ή πιε σμένη είμαι. Τα ήθελα και τα λαχταρούσα· κι έκανα τα πάντα για να τ’ αποκτήσω. Άφησα ακό Σ
π α ςα μ ε το ρε κ ό ρ!
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες
Πο
ϊ
Σ
ε
Κ
ανοϊν
Ν
α
Κ
οκκινίζεις
μη κι έναν άντρα που αγάπησα για κάποιον άλλο που συμφωνούσε... ή τουλάχιστον δεν αρνήθηκε την ιδέα να κάνει ένα μωρό με μένα.Έ να μωρό. Αλλά η μοίρα και τα μυστήρια της γενετικής απο φάσισαν πως θα είχα δύο... Και μερικά από τα σχέδιά μου έπρεπε ν’ αλλάξουν ριζικά. Φυσικά δεν περίμενα να διασκεδάζω και να το ρίχνω έξω καθημερινά. Αυτό έλειπε! Ήξερα πολύ καλά τι με περίμενε. Αλλά μερικές φορές... μοιάζει με εφιάλ τη... Κάποιες μέρες είναι χειρότερες από τις άλλες, και δυστυχώς αυτές οι μέρες γίνονται όλο και περισσότερες. Τα δίδυμα περνούν όλα τα στάδιά τους μαζί ή το ένα μετά από το άλλο. Τόσο καιρό τώρα, η οδοντοφυΐα των μωρών μας μας έχει κρατήσει ξάγρυπνους ολόκληρες νύχτες. Έχουμε θεραπεύσει ολόκληρη την κλίμακα των παιδικών ασθενειών... Η ανεμοβλογιά μάς άφησε τρεις εβδομάδες πριν, μετά από τη γρίπη που τα κρεβάτωσε για ένα τριήμερο. Και να μην ξεχνάμε και τους κολικούς που παρουσιάζονταν μέχρι την ηλικία των τριών μηνών - και φυσικά την ακόρε στη πείνα τους. Κι όταν κλαίνε και τα δυο μαζί και θέλουν να τους αλλάξουμε πάνα ή να φάνε και να ανακουφιστούν συγχρόνως, ο Λουις κι εγώ σκουπίζουμε δάκρυα απόγνωσης από τα μάγου λά μας. Αλλά μη βγάζετε εσφαλμένα συμπεράσματα για τα συναισθήματά μου. Δε θ’ άλλαζα τίποτε απ’
Μωράκι μου.
όσα έχουμε βιώσει από τη μέρα που γεννήθηκαν τίποτε απολύτως. Παρόλο που αυτοί οι έξι μήνες ήταν δύσκολοι,ήταν παράλληλα και οι πιο ευτυ χισμένοι μήνες της ζωής μου. Η αγάπη που αισθά νομαι για την Έριν και το Νίκολας είναι απέρα ντη, μεγαλύτερη από τη ζωή την ίδια, δυνατή, άγρια, απίστευτη J- σχεδόν γελοία. Μπορώ να περάσω ώρες ατέλειωτες παρακολουθώντας τα να μεγαλώνουν -κά τι που κάνουν με τρομακτική ταχύτητα!- και δεν παύω ποτέ να θαυμάζω και το μικρότερο ακόμη άθλο τους. Κι αν δεν αισθανό μουν τόσο ασουλούπωτη, σάμπως από γυναίκα να μεταμορφώθηκα σε ψυγείο που περπατάει, τα πράγματα θα ήταν καλύτερα... Με άλλα λόγια, αν ένιωθα επιθυμητή κι αν ο Λούις κι εγώ βρίσκαμε το χρόνο και την ενέργεια να κάνουμε έρωτα κάπου κάπου, η ζωή μου θα ήταν σκέτο όνειρο. Και τι δε θα ’δινα για να ξαναβρώ το πάθος που μοιραζόμασταν παλιά σε κάθε μας ευκαιρία! Ο Λούις κι εγώ κάναμε συνέχεια έρωτα - κάθε ώρα της μέρας, σε οποιοδήποτε μέρος, σε οποια δήποτε περίσταση. Αχ! Είχαμε πραγματικά μια φανταστική ερωτική ζωή μέχρι τη γέννηση του Νίκολας και της Έριν. Θυμάμαι πολύ καλά πως, από τη στιγμή που έμεινα έγκυος, ήθελα να κάνω έρωτα όλη την ώρα. Οι μικρές αποδράσεις στο εξοχικό μας γίνονταν όλο και πιο αναζωογονητι κές. Πηγαίναμε εκεί, οι δυο μας,για μερικές ημέ 185
ΠΙ Ο Ι ί Ο Α Α Ε Σ Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Ε Σ Π Ο Ϊ Σ
ε
ΚΑΝΟΪΝ Ν
α
ΚΟΚΚΙΝΙΖΕΙΣ
ρες -ησυχίας και ηρεμίας, που ανακατεύονταν με την ευχαρίστηση και το καλό σεξ και μας έκαναν πραγματικά μεγάλο καλό. Ο Λουις άναβε μια ωραία φωτιά και, μόλις το δωμάτιο λουζόταν με ζεστασιά, ξαπλώναμε γυμνοί και έτοιμοι πάνω σε μια παχιά γούνα. Ο εραστής μου ευχαριστιόταν από τη στρογγυλάδα της κοιλιάς μου και τη χάιδευε τρυφερά... Τα μάτια του φανέρωναν μια βαθιά χαρά ανακατεμένη με έντονη επιθυμία. Με φιλούσε πολλή ώρα, έτρεχε τη γλώσσα του σ’ ολό κληρο το κορμί μου, καθυστερούσε στο πρησμένο μου στήθος. Με έκανε να έρθω σε οργασμό αργά, με τρυφερά βασανιστήρια. Το ζεστό του χέρι χάιδευε τη μαλακή, εκτεθειμένη σάρκα, μέχρι που δεν άντεχα άλλο. Μετά με έγλειφε και με ρου φούσε, απολαμβάνοντάς το, γλιστρώντας ένα δάχτυλο μέσα μου και διαπερνώντας με τόσο μαλακά, που ένιωθα σαν να με γαργαλούσε. Ένα δεύτερο δάχτυλο ερχόταν να ενωθεί με το πρώτο, ενώ ο αντίχειρας του άλλου του χεριού πίεζε στα θερά το αιδοίο μου, εξερευνώντας το μεταξένιο περιβάλλον. Κατόπιν, τρία δάχτυλα ακινητοποιούνταν μέσα μου, με άνοιγαν πλατιά, ενώ το στό μα του Λουις με έγλειφε πιο άγρια, ανακατεύο ντας το σάλιο του με το καυτό υγρό που έρρεε από το κορμί μου. Μόλις ένιωθε πως ήμουν έτοι μη να σβήσω, με χάιδευε πιο έντονα,πιο σκληρά, μέχρι που οι μύες του αιδοίου μου πάλλονταν
Μωράκ ι μου.
κάτω από τα δάχτυλά του, μαρτυρώντας του πως βρισκόμουν στα μισά του οργασμού. Ενθουσια ζόταν με τον αυξανόμενο ενθουσιασμό μου κι έγλειφε τους καρπούς της ευχαρίστησής μου από τα λαμπερά δάχτυλά του. Τελικά με διαπερνού σε, ήπια και τρυφερά,για το καλό μου. Σ ’ αυτό το επίπεδο ενθουσιασμού, ήμουν ανίκανη να υπ ο βληθώ ακόμη και στην παραμικρότερη ταλαιπω ρία ! Τον τραβούσα βαθύτερα και βαθύτερα μέσα μου, θαυμάζοντας το δέρμα του και την αντανά κλαση της φωτιάς στα υπέροχα μάτια του. Τα σγουρά του μαλλιά αναπηδούσαν γύρω από το πρόσωπό του στο ρυθμό του χορού του μέσα μου, και τα καυτά και μουσκεμένα μας κορμιά γίνο νταν ένα, χορεύοντας υπέροχα το ένα πάνω στο άλλο. Εκείνες ήταν μέρες μια φορά! Για να επιστρέφω στο Λούις και το ρόλο του ως πατέρα, μπορώ να σας διαβεβαιώσω πως εκτελεί τα καθήκοντά του στο ακέραιο. Πήρε ένα μήνα άδεια από τη δουλειά του όταν γεννήθηκαν τα δίδυμα, αλλά ακόμη και τώρα που γύρισε στο γραφείο αλλάζει πάνες -που τελειωμό δεν έχουν!-και κάνει μπάνιο την Έριν όσο εγώ φρο ντίζω το Νίκολας. Αυτός τα βάζει σχεδόν κάθε βράδυ στο κρεβάτι για να κοιμηθούν -να κοιμη θούν! ωραίο ανέκδοτο...- και με βοηθάει να τα τάί'σω. Εκτιμώ αφάνταστα όσα κάνει. Και σήμε ρα μπορώ να πω πως, αν ήμουν μόνη μ’ αυτά τα 187
Πιο
Π
ολλές
Ιστορίες Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοϊν
Να Κ
οκκινίζεις
μωρά, είναι σίγουρο πως θα είχα τρελαθεί. Είναι υπέροχος άντρας! Αλλά... αλλά υπάρχει ένα πρόβλημα, μια σκιά που κρέμεται πάνω από την αγάπη τού ενός για τον άλλο, μια σκιά που με καταθλίβει. Δεν έχουμε κάνει έρωτα αφότου γεννήθηκαν τα δίδυμα. Κάθε φορά που βάζουμε τα μωρά στο κρεβάτι και κάνουμε σχέδια να βρεθούμε επιτέλους μια στά λα μαζί, ένα απ’ τα δυο πιάνει το κλάμα, ξυπνώ ντας φυσικά και το άλλο, και μερικές φορές χρει αζόμαστε μια ώρα ή και παραπάνω για να τα ξανακοιμίσουμε. Ως τότε, βέβαια,η επιθυμία μας έχει μετατραπεί σε αφόρητη κούραση. Μέχρι που πιστεύω πως τα αγγελούδια μας καταλαβαίνουν τις προθέσεις μας,γιατί επανειλημμένα επιλέγουν την πιο ακατάλληλη ώρα για να μας υπενθυμί σουν την ύπαρξή τους... Πρέπει να έχουμε προ σπαθήσει να κάνουμε έρωτα εκατοντάδες φορές, αλλά στην πιο κρίσιμη στιγμή, όταν πραγματικά έχουμε ανάψει κι οι δυο, τα λαχανιάσματά μας πνίγονται από ένα «Ο οάαααααααααααααααααααΐ» κι έπειτα από άλλο ένα, ολόιδιο με το πρώτο... Φυσικά ο πρώτος μήνας πέρασε χωρίς να κατα λάβουμε το παραμικρό. Το δεύτερο μήνα ήμουν τόσο κουρασμένη, που αν ηρεμούσα έστω και για λίγα λεπτά ξάπλωνα αμέσως για να πάρω pta ανάσα. Και φυσικά κοιμόμουν στο λεπτό! Ο Λού-
Μ ωρ άκ ι μου.
ις δεν επέμενε εκείνο τον καιρό, δεν προσπάθησε ποτέ να με αποπλανήσει. Αλλά αργότερα εκείνος ήταν ποο δεν άντεχε. Γύριζε από τη δουλειά του, μαγείρευε και με βοηθούσε την ώρα του ύπνου των παιδιών, με τις πάνες, με τις πιτζάμες και μ’ όλα τα υπόλοιπα. Μόλις τα παιδιά τακτοποιού νταν στο κρεβάτι, αποσυρόταν κι εκείνος στην κρεβατοκάμαρα. Όταν ξάπλωνα δίπλα του λίγα λεπτά αργότερα, κοιμόταν ήδη. Πόσο μου λείπει! Μα δεν μπορώ να τον πλη σιάσω αρκετά και να σπάσω τον πάγο γιατί φοβάμαι πως θα με διώξει. Δεν έχω νιώσει ποτέ τόσο απωθητική, και θα τον καταλάβαινα αν δε με ήθελε πια. Έχω μαύρους κύκλους κάτω από τα μάτια,είμαι χλωμή,το κορμί μου έχει αλλάξει και, γενικά, μόνο εμφανίσιμη δεν είμαι. Και δε με βοη θάει καθόλου να τρομοκρατούμαι με την ιδέα ότι η ευχαρίστηση που νιώθαμε κάποτε κάνοντας έρωτα δε θα είναι ποτέ πια η ίδια. Κι αν δε με βρίσκει πια ελκυστική; Κι αν το κορμί μου δεν αντιδρά στα χάδια του όπως πριν; Κι αν δεν είμαι ικανή να τον ανάψω; Κι αν, κι αν; Κι όμως, όταν φέρνω στο νου μου όλες τις κοι νές ερωτικές μας μνήμες, φουντώνω από επιθυ μία... Σκέφτομαι πως ένα και μόνο μου βλέμμα τον έκανε να καταλαβαίνει ότι τον ήθελα, ή πως εκείνος χτυπούσε το μηρό μου με έναν ορισμένο τρόπο που μου έλεγε ότι ήθελε να βρεθεί μόνος 189
Πιο
Π
ολλές
Ιστορίες Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοϊν
Να Κ
οκκινίζεις
μαζί μου έστω και για ένα λεπτό μονάχα, όπου και να βρισκόμασταν. Τρελαινόμουν να νιώθω το Λουις μέσα μου, να χώνεται όλο και πιο βαθιά, να γλιστράει σταθερά στο υγρό κορμί μου, να με γεμίζει με τη ζεστασιά και την ανυπομονησία του... Ο Λουις μου είχε κάνει μια φορά έρωτα κατά τη διάρκεια μιας θεατρικής παράστασης, στα παρασκήνια. Βρήκαμε ένα άδειο δωμάτιο στο διάλειμμα, μπήκαμε μέσα διακριτικά και σιγου ρευτήκαμε πως δε μας είχε δει κανένας. Έκλεισα την πόρτα κι εκείνος στάθηκε πίσω μου. Άρχισε να μου χαϊδεύει το στήθος, χώνοντας τα χέρια του στο βαθύ ντεκολτέ του φορέματος μου. Δάγκωσε τα πλευρά μου και τον αυχένα μου χαϊδεύοντας διαρκώς το στήθος μου, που πρηζόταν ήδη από την εγκυμοσύνη, και γλίστρησε ένα γόνατο ανά μεσα στα πόδια μου για να τα ανοίξει. Κατόπιν σήκωσε το φόρεμά μου ψηλά πάνω από τους γοφούς μου, έβγαλε την κιλότα μου γυμνώνοντας τους γλουτούς μου στο σκοτάδι και γλίστρησε ένα καυτό χέρι ανάμεσα στα πόδια μου. Με έψαξε, με άνοιξε και μ’ έτριψε τόσο πολύ και τόσο καλά, που ήρθα αμέσως σε οργασμό, με τους αγκώνες καρφωμένους στην πόρτα του δωματίου. Έβγαλε τελικά τα εσώρουχό του και χώθηκε μέσα μου σκληρά, χωρίς να λυπηθεί το μουσκεμένο μου αιδοίο, και μου έκανε έρωτα γρήγορα, με απαρά
Μωράκι μ ο υ .
μιλλη ένταση. Βγήκαμε από το δωμάτιο με αναψοκοκκινισμένα μάγουλα και με μάτια που έλα μπαν... Τα κορμιά μας ταιριάζουν απόλυτα. Έχουμε το σωστό ύψος για να κάνουμε έρωτα όρθιοι, καθιστοί ή ξαπλωμένοι. Όποτε έρχεται από πάνω μου κι εγώ διπλώνω τα πόδια μου γύρω από το λαιμό του ή όποτε καβαλικεύω τους μηρούς του για να τον γλιστρήσω μέσα μου, δεν υπάρχει τίπο τε καλύτερο από το πέος του για να γεμίσει κάθε εκατοστό του κορμιού μου. Ξέρει πώς να φτάσει στα πιο ευαίσθητα σημεία μου, να τα χρησιμοποι ήσει, να τα σπρώξει, να τα τραβήξει, να τα διεγεί ρει... με λίγα λόγια, όποτε κάνω έρωτα με το Λούις, ξέρω πως θέλω να περάσω το υπόλοιπο της ζωής μου μαζί του. Τώρα αναρωτιέμαι αν έχει κι αυτός την ίδια επιθυμία. Πώς να τον καταλάβω έτσι που καταντήσαμε! Αφότου γέννησα, σκέφτηκα πως απείχε ερωτι κά από σεβασμό. Ήξερε ότι ήμουν κουρασμένη και προσπαθούσε να κάνει τα πράγματα όσο το δυνατόν ευκολότερα για μένα. Αλλά μήπως παρεξήγησα τη στάση του;... Μήπως έχω αλλάξει στα μάτια τ ο υ ; Ίσως με βλέπει και με εκτιμά ως μητέρα αλλά όχι πια ως ερωμένη... Ένα πράγμα είναι σίγουρο: η κατάσταση αυτή δεν μπορεί να συνεχιστεί άλλο. Τον θέλω κάθε μέρα, από τη δεύτερη βδομάδα που γέννησα και μετά. Ήταν 191
Π ιο
Π
ολλές
Ιστορίες Π
οτ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
αδύνατο να κάνουμε έρωτα τότε, αλλά τώρα δεν είναι. Μα δεν ξέρω πώς να ξαναβρώ εκείνη τη χημεία, εκείνο το πάθος... Πρέπει να προσπαθήσω να γίνω πιο επιθυμη τή. Όχι τόσο για κείνον, όσο για μένα... Κάθε φορά όμως που αποφασίζω να κάνω την πρώτη κίνηση, χάνω τον έλεγχο. Αισθάνομαι άσχημα για το κορμί μου, αδέξια, αβέβαιη για τον εαυτό μου. Είναι αλήθεια πως έχω αφεθεί κι έχω παραμελή σει την εμφάνισή μου. Αν μη τι άλλο, θα μπορού σα να ντυθώ λίγο πιο ελκυστικά· λίγο μακιγιάζ δε θα μου ’κανε δα και μεγάλο κακό... Αλήθεια, πόσο καιρό έχω να πάω για ψώνια; Κουράζομαι και μόνο που σκέφτομαι πως πρέπει να βγω από το σπίτι σπρώχνοντας το τεράστιο διπλό καρότσι γεμάτο με πάνες, μωρομάντιλα, αλλαξιές, μπιμπερό και όλα τα σχετικά. Πρέπει όμως να βρω τη διάθεση, να ξεφύγω απ’ αυτή τη νωθρότητα. Πρέπει...
Πιο γρήγορα το έκανα, παρά το είπα! Τα μωρά μου βρίσκονται με ασφάλεια στα χέρια της μπέιμπι-σίτερ και είμαι επιτέλους μόνη... Προσπαθώ ν’ αποφασίσω τι θα κάνω ανάμεσα στις απεριόρι στες επιλογές μου γι’ αυτή τη μέρα· διαλέγω να πάω για ψώνια και κατευθύνομαι προς την πόλη. Είναι μια όμορφη ανοιξιάτικη μέρα και νιώθω
Μωράκι μου.
ξέγνοιαστη. Δεν είχα συνειδητοποιήσει ποτέ πόσο ευχάριστη είναι μια απλή βόλτα σ’ ένα δρόμο γεμάτο μπουτίκ,τη μια πιο δελεαστική από την άλλη! Τελικά σε ένα κατάστημα με γυναικεία εσώρουχα αποφασίζω να δοκιμάσω μερικά σκανδαλιστικά κομμάτια που σίγουρα θα ξετρελάνουν το Λούις. Δε μου αρέσει αυτό που βλέπω στον καθρέφτη, αλλά πιέζω τον εαυτό μου να αγορά σω κάτι. Έκανα ένα βήμα προς τη σωστή κατεύ θυνση ! Το στομάχι μου μουγκρίζει από την πείνα, και σταματώ σ’ ένα κομψό εστιατόριο εκεί κοντά, κάθομαι με την άνεσή μου σ’ ένα τραπέζι και μελετώ αργά τον κατάλογο. Με τη γωνία του ματιού μου, βλέπω να πλησιάζει ο σερβιτόρος. «Γεια σας! Είσαστε έτοιμη να παραγγείλετε;» Ύστερα το πρόσωπό μου φωτίζεται μ’ ένα χαμόγελο. Χρειάζομαι μερικές στιγμές για να τον αναγνωρίσω. Η φωνή του μου μοιάζει γνωστή, ιδιαίτερα όταν λέει το όνομά μου: «Κάρολάίν;... Τι κάνεις; Πέρασε τόσος και ρός!» Δεν μπορώ να πιστέψω στα μάτια μου. Ο Γκά μπριελ... Ζούσε δίπλα στο σπίτι μου όταν ήταν έφηβος. Περάσαμε πολλά βράδια οι δυο μας κου βεντιάζοντας μέχρι τις πρωινές ώρες,τόσο καιρό πριν. Αλλά τώρα τίποτε πάνω του δε θυμίζει την άχαρη εφηβεία και τα σπυράκια που είχε τότε. 193
Πιο Π
ολλές
Ι
στορίες
Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοϊν
Ν
α
Κ
οκκινίζεις
Πώς άλλαξε! Ο Γκάμπριελ του σήμερα μοιάζει με νεαρό θεό... Σε ένα κλάσμα του δευτερολέπτου, υπολογίζω πως είναι περίπου δέκα χρόνια μικρό τερος από μένα- πρέπει να είναι στα είκοσι τρία τώρα. Χαμογελάω όσο πιο ζεστά μπορώ, παρά την αναστάτωσή μου: «Γκάμπριελ! Καλά, πώς ψήλωσες έτσι! Θα χρειαζόμουν σκάλα για να σε φιλήσω...» Σκύβει εκείνος και με φιλάει γλυκά και στα δύο μάγουλα. Μαθαίνω πως έχει ανοίξει αυτό το μικρό εστιατόριο με ένα φίλο του,τον Ντέρεκ, με την κληρονομιά που του άφησε ο πατέρας τ ο υ . Η επιχείρηση πάει μια χαρά, είναι ευτυχισμένος και, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, ενθουσιάστηκε που με είδε. Ο μονόλογός του μου δίνει την ευκαιρία να τον παρατηρήσω και να δω πόσο πολύ άλλαξε στη διάρκεια των τελευταίων χρόνων. Καταρχάς, είναι πολύ ψηλός, αλλά αυτό ήταν αναμενόμενο, μιας και ήταν ήδη ψηλός στα δεκάξι του. Αλλά το κορμί του είναι εντυπωσιακό, λαμβάνοντας υπό ψη πόσο αδύνατος ήταν τότε. Είναι άψογος: γλυ κύτατα αυθόρμητος, με εκτυφλωτικό χαμόγελο, με μεγάλα καστανά κι εκφραστικά μάτια, δυνατά άκρα, αδύνατη, λυγερή μέση και υπέροχα μακριά πόδια... Αλλά αυτό που με συναρπάζει πάν’ απ’ όλα είναι η φωνή του. Ήταν έτσι από παλιά; Η μνήμη μου δε με βοηθάει, και άλλωστε δεν είμαι βέβαιη πως θα είχα δώσει προσοχή σε μια τέτοια
Μωράκι μ ο υ .
λεπτομέρεια τότε. Όμως σήμερα, με το αθλητικό του στιλ, το θαυμάσιο κορμί και το αξιολάτρευτο πρόσωπό του, η ζεστή κι ερωτική φωνή του προ σθέτει πολλούς πόντους στη γοητεία του. Δε στα ματάει να χαμογελάει,το ίδιο κι εγώ. Ύστερα με ρωτάει αν μπορεί να καθίσει δίπλα μου. «Ο Ντέρεκ μπορεί να τα καταφέρει και χωρίς εμένα! Τι θα ήθελες να φας;» Ίσα που τραυλίζω μερικές λέξεις και απομα κρύνεται- γυρίζει λίγες στιγμές αργότερα και κάθεται απέναντι μου. Μιλάμε για το παρελθόν και για όλα όσα έχουν συμβεί στις ζωές μας. Ύστερα ένας άλλος νεαρός άντρας έρχεται στο τραπέζι, κρατώντας ένα πιάτο με ορεκτικά για μένα. Ο Γκάμπριελ τον πιάνει από το χέρι: «Ντέρεκ! Μείνε μαζί μας. Θέλω να σου γνωρί σω την Κάρολάίν, μια παλιά φίλη ». «Ω, επιτέλους! Έχω ακούσει τόσα για σας. Τώρα μπορώ λοιπόν να βάλω ένα πρόσωπο -και τι πρόσω πο!- στο όνομα που μου λέει και μου ξαναλέει ο Γκάμπριελ τόσα χρόνια τώρα». Ο Γκάμπριελ γίνεται κατακόκκινος, κάτι που τον κάνει ακόμη πιο γοητευτικό. Πίστευα πως ήταν λιγουλάκι τσιμπημένος μαζί μου τότε και τα λόγια του Ντέρεκ το επιβεβαιώνουν - και βέβαια με κολακεύουν κιόλας. Μόνοι ξανά, συνεχίζουμε την κουβέντα μας από κει που την είχαμε αφήσει. Ο Γκάμπριελ είναι τέλειος: χαρούμενος, ειλικρι 195
Πιο Π ολλές Ι
στορίες
Ποϊ Σ
ε
Κ
ανοτν
Ν
α
Κ
οκκινίζεις
νής, αστείος και έξυπνος, με ένα μεταδοτικό γέλιο. «Ξέρεις, Κάρολάίν», καταλήγει, «ήσουν πάντα κάτι το ιδιαίτερο για μένα. Όταν ήμουν δεκάξι,σε είχα ερωτευτεί. Δε σου είπα ποτέ λέξη φυσικά! Αλλά είμαι τόσο ευτυχισμένος που σε ξαναβρήκα. Θα είσαι πάντα κάτι το ιδιαίτερο για μένα... κι είσαι πιο όμορφη από ποτέ!» Σιγά μην είμαι! Όμως η ευχαρίστηση που παίρνω από το κομπλιμέντο του μου κάνει τόσο καλό, που συνεχίζω το παιχνίδι. Τον ευχαριστώ από τα βάθη της καρδιάς μου, αναγνωρίζοντας πως κι εκείνος ήταν κάτι ξεχωριστό για μένα, κι έχει παραμείνει κάτι ξεχωριστό, και χωρίζουμε δίνοντας αμοιβαίες υποσχέσεις να ξαναϊδωθούμε σύντομα. Επιστρέφω, στο τέλος αυτής της θαυ μάσιας ημέρας, για να πάρω τα μωρά μου. Φυσι κά μου έλειψαν πολύ, αυτό έλειπε, αλλά νιώθω ζωντανή και πάλι. Ξαφνικά συνειδητοποιώ ότι ο κόσμος δεν έχει αλλάξει, μόνο που εγώ δεν απο τελώ πια μέρος τ ο υ ! Πρέπει σίγουρα να χαρίζω συχνότερα στον εαυτό μου τέτοιες εξόδους. Απόψε θα προσπαθήσω να αποπλανήσω το Λούις. Τα κομπλιμέντα του Γκάμπριελ και του Ντέρεκ μ’ έκαναν ευτυχισμένη, μ’ έκαναν να νιώσω ποθητή. Είναι απίστευτο τι μπορούν να σου κάνουν τα κολακευτικά λόγια, ιδιαίτερα αν προ έρχονται από συμπαθέστατους νεαρούς άντρες που, χωρίς καμία αμφιβολία, έχουν αμέτρητες
Μωράκι μου.
επιλογές μπροστά τους - νεότερες κοπέλες και πολύ πιο αδύνατες από μένα! Αν βάλουν και τα αγαπημένα μου μικρά ένα χεράκι , λέτε να μπορέ σουμε ο Λουις κι εγώ να συνεχίσουμε αυτό που παρατήσαμε έξι μήνες πριν
Ο Λουις δεν είναι και σε εξαιρετική διάθεση. Πέρασε μια πολύ κακή ημέρα στο γραφείο, λέει. Είμαι απογοητευμένη, πικραμένη, λυπημένη. Δεν είχα ούτε καν την ευκαιρία να φανερώσω τη χαρούμενη διάθεσή μου ή να του δείξω το νέο μου εσώρουχο. Ξάπλωσε νωρίς στο κρεβάτι, αμέσως μόλις κοιμήθηκαν τα παιδιά. Δεν μπορώ να μη σκεφτώ τον Γκάμπριελ. Εκείνος ίσως να εκτιμού σε την επιθυμία μου. Μπορεί να τον άναβε η ιδέα να χρησιμοποιήσει το κορμί μου όπως ήθελε. Τον σκέφτομαι γυμνό στο κρεβάτι μου. Αυτή η εικόνα μοιάζει -και είναι- απαγορευμένη, αλλά τι να γίνει; μιλάμε για έναν άντρα τρομερά επιθυμητό. Προσπαθώ να φανταστώ τι θα ένιωθα γλιστρώ ντας κάτω από το κορμί του, με τα μεγάλα του χέρια να με φυλακίζουν και με το υπέροχο στόμα του να με φιλάει παθιασμένα. Τον βλέπω να χαϊ δεύει απαλά το στήθος μου, να το μαλάσσει, να το γλείφει, να το δαγκώνει. Χαϊδεύει τους μηρούς μου με το τεράστιο χέρι του και τους ανοίγει με το ανυπόμονο γόνατό του. Το βάρος του με 197
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες
Π οτ Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
συντρίβει· κρατάει τους καρπούς μου πάνω από το κεφάλι μου. Χώνεται βίαια μέσα μου κι αρχίζει να κουνάει τη λεκάνη του. Τυλίγω τα πόδια μου γύρω από τη μέση του. Με διαπερνά αργά στην αρχή, λες και θέλει να με αποζημιώσει για όλα αυτά τα χαμένα χρόνια... κι ολόκληρο το κορμί μου τρεμουλιάζει. Μετακινώ τους γοφούς μου, γυρνάω ανάποδα, ενώ με κρατάει ακόμη από τα χέρια, και τον ικετεύω να χωθεί μέσα μου από πίσ ω . Με υπακούει - το μεγάλο του πέος με πονάει, με γεμίζει. Πιάνει τους γοφούς μου και φιλάει την πλάτη μου και τους ώμους μου, χαϊ δεύει το στήθος μου και με τα δυο του χέρια. Έρχομαι σε οργασμό ταυτόχρονα με κείνον και -τώρα πια μόνη στο κρεβάτι-το μουσκεμένο μου χέρι θάβεται ανάμεσα στους μηρούς μου. Σ κέ φτομαι το Λούις κι αναρωτιέμαι τι στο καλό πρέ πει να κάνω...
Μερικές μέρες αργότερα, αφού πέρασα μια φρι χτή μέρα με δυο διαβολάκια που ούρλιαζαν ασταμάτητα, ο Λούις με ενημερώνει ότι το βράδυ θα γυρίσει σπίτι αργά. Ανίκανη να αντιμετωπίσω άλλο ένα γεύμα και δύο μπάνια, συν τη μάχη του ύπνου, παρακαλώ μια γειτόνισσα να έρθει και να κάτσει με την Έριν και το Νίκολας μερικές ωρίτσες. Μου το έχει ζητήσει άπειρες φορές! Για να
Μωράκ ι μου.
δούμε, ήταν ειλικρινής;... Δέχεται αμέσως - τι ανακούφιση! Ελεύθερη επιτέλους, περπατάω σχεδόν στην τύχη, προσπαθώντας να σκεφτώ αν πεινάω. Τα πόδια μου με οδηγούν, χωρίς καλά καλά να το καταλάβω, στο εστιατόριο του Γκάμπριελ και του Ντέρεκ. Βλέποντας την κατσούφικη έκφρασή μου, ο Γκάμπριελ μου προσφέρει ένα ποτό, που το δέχομαι με ειλικρινή ευγνωμοσύνη. Το ποτό είναι εύγευστο, ζητάω κι άλλο... κι έπειτα κι άλλο... Αισθάνομαι πολύ καλύτερα τώρα. Αυτό το βράδυ θα φερθώ καλά στον εαυτό μου: ένα καλό γεύμα, καλή παρέα... και θα ’μαι και συντροφιά με τον Γκάμπριελ - αυτό πού το βάζεις;... Φέρνει ένα μπουκάλι κρασί και το πίνουμε σιωπηλοί, κοιτά ζοντας ο ένας τον άλλο στα μάτια. «Κάρολάίν,τι σου συμβαίνει;...» Ταραγμένη, δεν τολμώ ν’ αρχίσω μια κουβέντα που θα τον κάνει να βαρεθεί. Ενοχλούμαι από την επιθυμία που νιώθω γι’ αυτόν τον άντρα, όμως δεν αισθάνομαι ότι απειλούμαι κι αυτό με ανακουφί ζει. Πιάνει το χέρι μου και με κοιτάζει σταθερά. «Δεν μπορώ να σε βλέπω δυστυχισμένη», λέει. «Έλα, ας πιούμε λίγο κρασί ακόμα». «Δεν είμαι δυστυχισμένη, κάθε άλλο. Απλώς...» Του λέω πως ο Λούις κι εγώ δεν έχουμε κάνει έρωτα έξι μήνες τώρα και πως δεν ξέρω πραγμα τικά πού πατώ και πού πηγαίνω. Αναστατωμέ 199
Πιο
Π
ολλές
Ιστορίες
Π
οτ
Σ
ε
Κ
ανοϊν
Ν
α
Κ
οκκινίζεις
νος, λέει πως ο Λουις είναι ανόητος, πως δεν ξέρει πόσο τυχερός είναι που έχει μια σύζυγο σαν κι εμένα που τον αγαπά και τον θέλει. Συνεχίζει λέγοντας πως ο ίδιος θα έδινε τα πάντα για να βρεθεί στη θέση του. Θεούλη μου, με κάνει να νιώθω γυναίκα, σέξι, προκλητική! Μου λέει και μου ξαναλέει πως είμαι όμορφη, ελκυστική και πως πάντα με ήθελε. Παραδέχομαι από μέσα μου πως κι εγώ τον επιθυμούσα τώρα πια, αλλά δεν πρέπει ούτε να το σκέφτομαι αυτό το πράγμα. Όμως οι φαντασιώσεις δε βλάπτουν κανέναν... και ξέρω πολύ καλά πως η συγκεκριμένη πολύ γρήγορα θα φουντώσει μέσα μου. Τουλάχιστον να που η σεξουαλικότητά μου δεν έχει πεθάνει! Του χαμογελάω, σαν να κατοχυρώνω αυτό που υπήρ χε μεταξύ μας, και φαίνεται να καταλαβαίνει ακριβώς τι νιώθω. Συνεχίζουμε να μιλάμε για διάφορα... για τον έρωτα,για την τρυφερότητα... Νιώθω καλά,ευτυχισμένη και γεμάτη. Περιέργως, η κουβέντα μας δε βαραίνει, δεν ξεφεύγει. Πιστεύω πως και οι δύο συνειδητοποιούμε ότι δε θα δοκιμάσουμε ποτέ τη φαντασίωσή μας, κι αυτό ακριβώς είναι που την κάνει τόσο συναρπαστική. Έχουμε τελειώσει το μπουκάλι και είμαι μισομεθυσμένη. Μόλις και μετά βίας είμαι σε θέση να συνειδητοποιήσω τις καυτές εικόνες που συνεπήραν το μυαλό μου. Αχ, και τι δε θα ’κανα για χάρη τ ο υ ! Και μπορώ να δω στα λαμπερά του μάτια
Μωράκι μου.
πως το ίδιο σκέφτεται κι εκείνος για μένα... Ώρα όμως να φύγω. Ο περίπατος μέχρι το σπίτι θα μου κάνει καλό, θα ηρεμήσει τη λίμπιντό μου... τουλά χιστον έτσι ελπίζω. Ο Γκάμπριελ με συνοδεύει ως την πόρτα και με βοηθάει να βάλω το σακάκι μου. Αλλά, αντί να μου χαρίσει πεταχτά και αθώα φιλιά στο μάγουλο όπως την προηγούμενη φορά, με φιλάει άγρια στο στόμα, πιέζοντας τη γλώσσα του στη δίκιά μου, τρίβοντας το σκληρό του πέος στο μηρό μου. Πώς ν’ αντισταθώ; Δεν μπορώ. Έτσι τον φιλάω κι εγώ, αυξάνοντας την πίεση στο βουβώνα του. «Θα ήμουν τρελός αν σ’ άφηνα να φύγεις έτσι. Θέλεις να...» «Σσς! Μην πεις τίποτε». Τον φιλάω πάλι και φεύγω προτού οι αισθήσεις μου δε μου το επιτρέψουν. Είμαι σχεδόν νηφάλια όταν πια φτάνω σπίτι, μα καθόλου ήρεμη. Αφού νανούρισα τις μικρές μου αγαπούλες, τις φιλάω και τις βάζω στα κρε βάτια τους, τη μία μετά την άλλη. Είναι Παρα σκευή και ο Λούις δε δουλεύει αύριο. Άραγε, αν δεν αργήσει πολύ να γυρίσει σπίτι, θα μπορέσω να χρησιμοποιήσω την κατάσταση όπου με έφερε ο Γκάμπριελ και να τον αιφνιδιάσω;... Μ’ αυτή τη σκέψη, ξαπλώνω στο κρεβάτι. Αχ, αυτό το κρεβάτι έχει γνωρίσει τόσες και τόσες νύχτες ευτυχίας!... Προσπαθώ να συγκε
201
Πιο Π
ολλές
Ι
στορίες
Ποϊ Σ
ε
Κ
ανοϊν
Ν
α
Κ
οκκινίζεις
ντρωθώ σε τούτες τις μνήμες, αλλά η κούραση και η επίδραση του κρασιού υπερισχύουν. Γρή γορα κοιμάμαι βαθιά - και πνίγομαι στα όνει ρα... Είμαι με τον Γκάμπριελ και φιλιόμαστε με πάθος, λες και θέλουμε να μεταβιβάσουμε μόνο με τα χείλη την επιθυμία που μας τρελαίνει. Κάθε φορά που συναντιούνται τα μάτια μας νιώθω να ριγώ ,το αιδοίο μου τον καλεί... Με σέρνει στην πόρτα, μου δίνει ένα κράνος, βάζει μπρος τη μοτοσικλέτα του και ξεκινάμε με ταχύτητα. Κρα τιέμαι πάνω του πιέζοντας το στήθος μου στην πλάτη του, γλιστρώντας τα χέρια μου ανάμεσα στα πόδια του. Είναι θεόσκληρος. Κατευθυνόμαστε έξω από την πόλη· δεν έχω ιδέα πού με πάει. Άλλωστε, δε με νοιάζει τίποτε τώρα. Παίρνουμε έναν παράδρομο όλο στροφές και, αναζωογονη μένη από την ταχύτητα, τον χαϊδεύω συνέχεια. Ξαφνικά εμφανίζεται η αντανάκλαση μιας λίμνης μπροστά μας· η μηχανή αφήνει τον κεντρικό δρό μο και μπαίνει σ’ ένα στενό. Ο Γκάμπριελ με βοη θάει να κατέβω από τη μηχανή και με οδηγεί σ’ ένα ξέφωτο πολύ κοντά στη λίμνη. Τ ’ αστέρια λάμπουν, η νύχτα και το χορτάρι είναι δροσερά και μαλακά. Ο Γκάμπριελ μ’ ακουμπάει στον κορμό ενός δέντρου. Είναι τόσο ψηλός! Το κορμί του συντρίβει το δικό μου, τα χείλη του μου δαγκώνουν το λαιμό, τα αυτιά, το πρόσωπο. Με φιλάει κι αισθάνομαι το αιδοίο μου να λιώνει από
Μ ωρ ά κ ι μου.
τη λαχτάρα. Η κιλότα μου είναι ήδη μούσκεμα και το πέος του ανυπόμονο, σφηνωμένο μέσα στο στενό παντελόνι του. Το ελευθερώνω και γονατί ζω μπροστά του. Τον θέλω τόσο πολύ, που όταν τον γλιστράω στο στόμα μου το αιδοίο μου τρέ μει από την επιθυμία. Τον καταπίνω τελείως, τον γλείφω και τον ρουφάω μέχρι τα τρίσβαθα της καρδιάς μου. Τα χέρια μου αρπάζουν τους σφι χτούς και στρογγυλούς γλουτούς του και τους ανοίγουν απαλά. Έ πειτα βάζω το ένα μου χέρι κάτω από τη φούστα μου και γλιστράω ένα δά χτυλο στην υγρή σχισμή του αιδοίου μου... Αυτό το ίδιο δάχτυλο ερευνά τώρα επιδέξια τους γλου τούς του καινούριου μου εραστή, που αναστενά ζει καθώς το γλιστράω μέσα του. Το χέρι μου κουνιέται πολύ μαλακά, πειράζοντας και τρίβο ντας τη σάρκα του, ενώ το στόμα μου κάνει, στον Γκάμπριελ που αγκομαχάει, όλα όσα ξέρει. Δεν μπορεί να περιμένει άλλο. Με αγκαλιάζει, με ανασηκώνει, με βοηθάει να βγάλω την κιλότα μου. Ύστερα με σηκώνει ακόμη πιο ψηλά και με πιέζει πάνω στον κορμό, με τα πόδια μου τυλιγ μένα γύρω από τη μέση του. Γλιστράω κάτω χαμηλά, πάνω στο τεράστιο πέος του, με τα χέρια μου γαντζωμένα σ’ ένα κλαδί πάνω από το κεφά λι μου. Δεν μπορώ να σταματήσω μια κραυγή ευτυχίας. Παραμένω εκεί, έτοιμη να έρθω σε οργασμό χωρίς το παραμικρότερο χάδι. Τα χέρια 203
Π ιο
Πολλές
Ιστορίες
Ποϊ Σε
Κ α νοϊν
Να Κ ο κ κ ι ν ί ζ ε ι ς
του Γκάμπριελ αρπάζουν τους γλουτούς μου και με σηκώνουν πάλι, αφήνοντάς με να πέσω πάνω στο πέος του, που με διαπερνάει ακόμη βαθύτε ρα. Επαναλαμβάνει τον ίδιο ελιγμό, μέχρι που κουνιόμαστε με φρενιτιώδη ρυθμό. Ο φλοιός του δέντρου γρατσουνάει την πλάτη και τους γλου τούς μου. Αναστενάζω, κι ο Γκάμπριελ μ’ ανα γκάζει να παρατήσω το κλαδί και με παίρνει στην αγκαλιά του. Με μεταφέρει στη μοτοσικλέτα του και ξαπλώνω πάνω της θαυμάζοντας τον εραστή μου και την ακίνητη λίμνη. Η μυρωδιά του δέρ ματος και της βενζίνης εισβάλλει στα ρουθούνια μου, ενώ το πέος του Γκάμπριελ γεμίζει το κορμί μου. Σκέφτομαι πως είμαι έτοιμη να τελειώσω, αλλά προς μεγάλη μου έκπληξη ο Γκάμπριελ σταματάει και βγαίνει από μέσα μου. Με σηκώ νει πάλι και μ’ ακουμπάει στο κάθισμα της μοτο σικλέτας. Τα ευκίνητα δάχτυλά του ξεκουμπώ νουν την μπλούζα μου και βγάζουν το σουτιέν μου. Το κορμί μου εκτίθεται στο σεληνόφωτο και στο δροσερό αεράκι. Για να με ζεστάνει, φιλάει το στήθος και την κοιλιά μου, χαϊδεύοντας το τρεμάμενο άνοιγμά μου. Το άγγιγμά του είναι υπέροχο. Επειδή είναι άραγε διαφορετικό; Δεν έχει βέβαια την επιδεξιότητα του Λούις, αλλά η ανυπομονησία και η βιαιότητά του με αποζημιώ νουν. Χώνει μέσα μου ένα δάχτυλο, έπειτα άλλο, μετά ένα τρίτο. Ύστερα χαμηλώνει τα χείλη του,
Μωράκι μου.
που φιλούν και τρίβουν την ερεθισμένη σάρκα μου με μεγάλη μαεστρία. Μετά ανοίγει τα γόνα τά μου, ανεβαίνει στη μοτοσικλέτα και κάθεται πρόσωπο με πρόσωπο με μένα, ενώ εγώ τυλίγω τα πόδια μου γύρω από τη μέση του. Το πέος του τρεμολάμπει μια στιγμή στην αστροφεγγιά, πριν χωθεί στη ζεστασιά του κορμιού μου. Αργά και τρυφερά μού κάνει έρωτα, σηκώνοντάς με απαλά για να μπορώ να τυλίξω τα χέρια μου γύρω από τους ώμους του και να καθίσω επάνω του. Τον χώνω ευτυχισμένη μέσα μου, νιώθοντας πως έχει γίνει ακόμη μεγαλύτερος, ότι με γεμίζει ακόμη περισσότερο. Δεν αντέχω κι αρχίζω να χαϊδεύομαι δυνατά - κάτι πολύ κολακευτικό για το θεϊκό του πέος. Στα πρόθυρα του οργασμού, επιταχύνω το ρυθμό. Κατόπιν όλα αρχίζουν να γίνονται πολύ γρήγορα. Ο Γκάμπριελ με ξαναρπάζει από τους γλουτούς και κουνιέται μέσα μου με μεγαλύτερη ένταση. Δε χρειάζεται να χαϊδευ τώ άλλο, το τρίψιμο του κορμιού μου πάνω στο δικό του με πλημμυρίζει με αλλεπάλληλους ορ γασμούς. Όταν εκρήγνυται μέσα μου, καταρρέω στα χέρια του απόλυτα ικανοποιημένη. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή ο Νίκολας αποφασί ζει να βγάλει μια κραυγή, και πετάγομαι όρθια με την καρδιά μου να χτυπάει σαν τρελή. Πριν τρέξω στο δωμάτιο των παιδιών, ευχαριστώ σιωπηλά το Νίκολας που δε φώναξε δυο στιγμές νωρίτερα 205
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες Π
οτ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
κι αμέσως η Έριν ενώνει το κλάμα της με το κλά μα του αδελφού της. Τότε κοιτάζω την ώρα: δύο το πρωί- κι ο Λούις ακόμη να φανεί.
Είναι σχεδόν τρεισήμισι όταν τα πράγματα ηρε μούν πάλι. Αλλά αμφιβάλλω αν θα πάω για ύπνο αμέσως. Πού είναι ο Λούις; Με κυριεύει η ανησυ χία. Όποτε αργεί, φαντάζομαι το αυτοκίνητό του ζωσμένο στις φλόγες και τον ίδιο πληγωμένο και αβοήθητο. Αμέσως γεμίζω ενοχές. Η διαγωγή μου με τον Γκάμπριελ είναι άμεμπτη... εκτός από τον ύπνο μου - αλλά, στο κάτω κάτω της γραφής, δεν μπορώ να ελέγξω τα όνειρά μου! Κι όμως δεν υπήρξε τίποτε αθώο σε κείνο το τελευταίο φιλί στο εστιατόριο. Ξέρω πως αυτές οι σκέψεις μου είναι αδικαιολόγητες, μα δεν μπορώ να τις σβή σω . Αυτό που συνέβη στον ύπνο μου με τον Γκά μπριελ ήταν τόσο έντονο, τόσο παθιασμένο, τόσο θαυμάσιο... τόσο υπέροχο, όσο πολλές νύχτες με το Λούις μαζεμένες... Αισθάνομαι άθλια. Πρέπει να κάνω κάτι, και σύντομα μάλιστα, αν δε θέλω να χωρίσουμε με το Λούις. Η πόρτα ανοίγει. Ο Λούις τρέχει προς την κρε βατοκάμαρα. Βλέποντας πως είμαι ξύπνια, ορμάει στην αγκαλιά μου. Μισοκλαίει. Μυρίζει καπνό και τσιγάρα. Το πρόσωπό του καίει. Φιλάει το λαιμό μου,κολλάει επάνω μου, μουρμουρίζει πως
Μωράκι μου.
μ’ αγαπά. Με ικετεύει να μην τον μισήσω. Μου εξηγεί πως με την απόσταση μεταξύ μας ένιωθε πολύ άσχημα, χρειαζόταν κάποιο χρόνο μόνος. Πήγε σ’ ένα μπαρ και μέθυσε, αναλογιζόμένος το πρόβλημά μας. Μια γυναίκα προσπάθησε να τον παρηγορήσει -μια πολύ όμορφη γυναίκα, λ έ ε ικαι, καταλαβαίνοντας πως εξακολουθεί να είναι επιθυμητός, αισθάνθηκε καλύτερα. Μα πώς μπορώ να τα βάλω εγώ μαζί τ ο υ ; Αν ήξερε πως το ίδιο πράγμα ακριβώς συνέβη με μένα και τον Γκάμπριελ! Τον αγκαλιάζω και του λέω πως τον αγαπάω πιο πολύ από ποτέ και ότι το μόνο που χρειαζόμαστε είναι λίγος χρόνος. Με κοιτάζει. Τα μάτια του είναι τόσο όμορφα, παρά την κοκκινίλα τους! Με φιλάει παθιασμένα. Με την ένταση του φιλιού του, νιώθω το κορμί μου να αντιδρά και να του ανοίγεται εντελώς. Ξαφνικά, δε μας χωρίζει τίποτε - είμαι έτοιμη ακόμη και να στοιχηματίσω πως τα μικρά μας θα μας αφήσουν ήσυχους αυτή τη φορά! Ο Λούις αντιδρά παρό μοια, και η στύση του μοιάζει να θέλει να σκίσει το παντελόνι του. Ξεντυνόμαστε με ταχύτητα αστραπής και μένουμε γυμνοί, παραδομένοι στην επιθυμία μας. Ο Λούις κάνει σαν τρελός Δεν τον αναγνωρίζω. Με φιλάει βίαια,τα γένια του γρατσουνάνε το πρόσωπό μου. Με συντρίβει, εμποδί ζει τις κινήσεις μου, στερεί το κορμί μου από κάθε δυνατότητα κίνησης. Η βιαιότητα της επιθυμίας 207
Πιο
Π
ολλές
Ιστορίες
Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοϊν
Ν
α
Κ
οκκινίζεις
του με ησυχάζει, με μαγεύει, με ανάβει, και γρή γορα βρισκόμαστε χωμένοι ο ένας μέσα στον άλλο. Το πέος του Λούις θάβεται βαθιά μέσα μου - η αίσθηση είναι υπέροχη. Ξαφνικά,ηρεμεί. Σαν να έχει φτάσει στο τέλος μιας εξαντλητικής ανα ζήτησης, ησυχάζει, με φιλάει στοργικά και γλι στρά στο κορμί μου πιο μαλακά τούτη τη φορά. Δεν ξέρω πώς να περιγράφω την ευχαρίστηση και την ευτυχία που με γεμίζουν μαζί με το πέος του το πέος που πεθύμησα τόσο π ολύ! Οι κινήσεις του είναι τώρα ήρεμες, προσεχτικές, όλο τρυφεράδα. Φιλάει το λαιμό μου, τα βλέφαρά μου, τα χείλη μου, το μέτωπό μου, γλείφει μοναδικά τους ώμους και το στήθος μου, τα χέρια του χαϊδεύουν τις μασχάλες και τα πλευρά μου, μπλέκονται στα μαλλιά μου... Αλλά αυτό διαρκεί μόνο λίγες στιγ μές. Ξαναγίνεται φλογερός και απομακρύνεται λίγο για να μπορέσω να σηκώσω τα πόδια μου και να τα στηρίξω στους ώμους το υ . Αυτή η θέση τον κάνει πάντα να τελειώνει αμέσως, αυτό το γνωρίζω πολύ καλά, κι έτσι προσπαθώ να γυρίσω μπρούμυτα. Τότε με αδράχνει, αφήνει το κορμί μου να πέσει πάνω στα μαξιλάρια,χιμά πάνω μου και οι γοφοί του χτυπάνε τους γλουτούς μου με απίστευτο ζήλο. Παρά τις ελπίδες μου, εκείνη ακριβώς τη στιγ μή η Έριν επιλέγει να ξυπνήσει ακόμη μια φορά και η διαπεραστική κραυγή της βγάζει το Νίκο-
Μωράκι μου.
λας από το βαθύ του υπνο. Ο Λούις δεν επιβρα δύνει καθόλου. Με κοιτάζει ερωτηματικά, αλλά εγώ γυρίζω απλώς το κεφάλι μου στο πλάι και παραμένω απαθής. Τολμάμε και τ’ αφήνουμε να φωνάξουν για λίγο. Μερικά δευτερόλεπτα περ νούν και τα δίδυμα αρχίζουν να τσιρίζουν δυνατό τερα. Ο Λούις κουνιέται γρηγορότερα, με τραβάει πάνω του με περισσότερη δύναμη και τελειώνει μέσα μου. Μ’ αγκαλιάζει για ένα δευτερόλεπτο, κι ύστερα σηκώνεται και φεύγει, ανήσυχος για τα παιδιά μας. Απογοητευμένη απ’ αυτή τη στροφή των γεγο νότων, που στην αρχή υπόσχονταν πολλά, νιώθω ευτυχισμένη που κατάλαβα τουλάχιστον πως το πάθος μας παραμένει ζωντανό. Μια νύχτα, μια μοναδική νύχτα έρωτα και ηρεμίας θα τα καλυτερεύσει όλα. Αν και σύντομο, το σημερινό επεισόδιο αναβίωσε την ελπίδα μου πως η ερωτική μας ζωή θα επιζήσει απ’ αυτή την ταραχώδη περίοδο και πως θα την ξεπεράσουμε πιο αγαπημένοι από ποτέ. Αυτή η προοπτική με ανακουφίζει, με κάνει τόσο ευτυχισμένη, που κοιμάμαι χωρίς να απλώ σω χείρα βοήθειας στο Λούις.
Την επόμενη μέρα αρχίζουμε τα σχέδια: την πρώ τη ρομαντική φυγή μας εδώ και έξι μήνες. Σίγου ρα το πρώτο διήμερο θα το περάσουμε ανησυχώ 209
Π ιο
Πολλές
Ιστορίες
Ποϊ Σε
Κανοτν
Να Κ ο κ κ ι ν ί ζ ε ι ς
ντας για τα παιδιά μας, και όλο θ’ αναρωτιόμαστε αν είναι καλά με τη γειτόνισσα, που προσφέρθηκε να τα κρατήσει κατά τη διάρκεια της απουσίας μας. Μα δεν πειράζει. Ο Λούις έκανε κράτηση σε ξενοδοχείο. Έχουμε συμφωνήσει να φύγουμε στα γενέθλιά μου για να πάμε κάπου, που ο Λούις μού το κρατάει μυστικό μέχρι να φτάσουμε. Αυτό μου δίνει αρκετό χρόνο για να ετοιμάσω τα πάντα. Το μόνο που μου είπε ήταν πως θα ξετρε λαθώ με το μέρος: μέσα στην εξοχή,χωρίς τουρι στικά αξιοθέατα ή κάτι άλλο που να μας αποσπά την προσοχή. Το πρόγραμμά μας; Να κάνουμε έρωτα μέχρι πλήρους εξαντλήσεως και μετά να κοιμόμαστε μέχρι να νιώσουμε έτοιμοι να κάνου με έρωτα και πάλι. Η τέλεια ιδέα για διακοπές! Είμαι εντελώς αναστατωμένη με την προοπτι κή της δραπέτευσής μας. Τίποτε δε θα χαλάσει αυτές τις μέρες της απομόνωσης: κανένα κλάμα, καμία αλλαγή πάνας, κανένα μπιμπερό που πρέ πει να ετοιμαστεί - κανένα τηλεφώνημα που θα καλεί το Λούις να δουλέψει όλο το βράδυ. Η κάθε ώρα που περνάει μέχρι να φτάσει η μέρα που θα αναχωρήσουμε είναι σκέτο βασανιστήριο. Σ κ έ φτομαι συνέχεια το Λούις, όλη την ευχαρίστηση που θα του χαρίσω και που δε θα διστάσει να μου την επιστρέφει διπλή. Τγρή από την επιθυμία γι’ αυτόν, φαντάζομαι ένα κρεβάτι με ακατάστατα σεντόνια και δυο κορμιά που λικνίζονται πέρα
Μωράκι μου.
δώθε στο ρυθμό της ηδονής. Όποτε τον βλέπω να ξυρίζεται, να ντύνεται ή να ετοιμάζει τα παιδιά για το κρεβάτι, θέλω μόνο ένα πράγμα: να σκίσω το εσώρουχό του και να τον βυθίσω μέσα μου. Θέλω να τον τρελάνω από την επιθυμία, να τον υποτάξω, να τον κάνω να φωνάζει από ευχαρί στηση . Ίσα που μπορώ και κρατιέμαι και δεν τον κολλάω στον τοίχο, δεν τον ρίχνω στο τραπεζάκι του σαλονιού για να τον πάρω όσο πιο βαθιά μπορώ μέσα στο αιδοίο μου, αρχίζοντας ν’ ανεβοκατεβαίνω επάνω του όλο έξαψη και πάθος. Βασανίζομαι τόσο πολύ, που δεν μπορώ να κοι μηθώ. Τώρα έμειναν μόνο τρεις νύχτες μέχρι να φύγουμε κι είμαι ξαπλωμένη στο κρεβάτι περιμέ νοντας το Λούις, που δουλεύει ως αργά. Αλλά δεν πειράζει! Δεν ξέρει τι τον περιμένει! Α , η προτελευταία νύχτα... Μ’ έχει πιάσει μανία. Σιγουρεύομαι πως τα έχω κανονίσει όλα, σκέφτομαι αυτό κι εκείνο και τ’ άλλο: κάθε πιθα νότητα. Μοιάζω με λιονταρίνα στο κλουβί, με πιάνει πονοκέφαλος, νιώθω σαν να ’χω πυρετό. Η " χτεσινή νύχτα ήταν η χειρότερη απ’ όλες. Στριφο γύριζα στο κρεβάτι μας, ανίκανη να βρω μιαν άνετη θέση. Αισθάνομαι σαν να βρίσκομαι μέσα σε μια κυψέλη γεμάτη μέλισσες. Είμαι τόσο ανήσυχη για το αύριο! Ξυπνάω με το πρώτο φως της αυγής, ανοίγω τα μάτια μου και συνειδητοποιώ πως σήμερα είναι η 211
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες
Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοϊν
Να Κ
οκκινίζεις
μέρα που θα καταφέρουμε τελικά να αποζημιω θούμε για όλο το χαμένο χρόνο. Είμαι ευτυχισμέ νη. Νιώθω τρομερά ελκυστική, έτοιμη να τον βασανίσω. Αποφασίζω πως αυτό το ταξίδι στο μικρό μας καταφύγιο θα μείνει αξέχαστο στον εραστή μου: θα φορέσω ένα κολλητό μίνι,πανύ ψηλες γόβες και θα του κάνω τη ζωή δύσκολη. Είμαι έτοιμη για όλα... Αν εξαιρέσει κανείς τα κόκκινα σπυράκια που καλύπτουν ολόκληρο το κορμί μου και που με κάνουν να έχω ανεξέλεγκτη φαγούρα. Διάβολε, γιατί ξέχασε να μου πει η μαμά μου πως δεν έχω περάσει την ιλαρά;
Έ να ς καυτός άντρας
Ο Κ ο λ λ ι ν ξ τ π ν η ς ε α ν α ς τ α τ ο ς . Ήταν ένα από εκείνα τα βάναυσα ξυπνήματα, όπως όταν ξυπνά με από εφιάλτη και νιώθουμε πως μόλις ξεφύγαμε από κάτι επικίνδυνο: κρύος ιδρώτας, ένας κόμπος στο στομάχι,το συναίσθημα πως όπου να ’ναι θα εμφανιστεί μια φοβερή καταστροφή - ή ότι μας έχει ήδη χτυπήσει μία καταστροφή... Η καρ διά χτυπάει σε ξέφρενους ρυθμούς, το στήθος σφίγγει σαν μέγγενη. Με λίγα λόγια, ήταν ένα φοβερό ξύπνημα. Προσπάθησε ν’ αναπηδήσει από το κρεβάτι, αλλά κατάλαβε πως του ήταν αδύνα τον. «Τι συμβαίνει;...» Τότε μόνο παρατήρησε το σωληνάκι στο χέρι του και το φρικτό «μπιπ-μπιπ» της μηχανής δίπλα στο κρεβάτι. Προσπάθησε να καταλάβει πού βρισκόταν. Όμως η μνήμη του δεν τον βοήθη σε καθόλου. Κατάλαβε πως ήταν στο νοσοκομείο, αλλά δεν ήξερε γιατί ή πώς είχε φτάσει εκεί. Προ σπάθησε να συγκρατήσει τον πανικό του και τις άπειρες ερωτήσεις που γεννήθηκαν μέσα του κι αντιμετώπισε τα γεγονότα: εκτός από το όνομά
Π ιο
Πολλές
Ιστορίες
Ποτ Σε
Κανοτν
Να Κ ο κ κ ι ν ί ζ ε ι ς
του, δε θυμόταν τίποτε άλλο. Θυμήθηκε αόριστα αυτό το δωμάτιο, στο οποίο μάλιστα είχε ξαναξυπνήσει -μια ώρα, μια μέρα, μια βδομάδα πριν;-, κι ένα γιατρό που τον είχε εξετάσει. Θυμόταν επίσης πως είχε εξηγήσει στο γιατρό πως είχε μόνο ασαφείς αναμνήσεις. Ο γιατρός τον εξέτασε πιο προσεχτικά, κι αφού δε βρήκε κάτι ανησυχητικό, του είχε πει πως η μνήμη του θα επέστρεφε αναμφισβήτητα μέρα με την ημέρα. «Χτυπήσατε στο κεφάλι. Σ ’ αυτές τις περιπτώ σεις τέτοια αποτελέσματα θεωρούνται αναμενό μενα. Είστε νέος, είστε υγιής, και δε νομίζω πως θα πέσω έξω αν σας πω ότι θα είστε καλύτερα σε μερικές μέρες». «Χτύπησα... στο κεφάλι;...» Ο Κόλλιν προσπάθησε να θυμηθεί το ατύχημα, έστω και αμυδρά. Δε θυμήθηκε το παραμικρό εκτός από μερικά άλλα πράγματα που του είχε πει ο γιατρός, πως κάποια γειτόνισσα είχε τηλε φωνήσει στο ασθενοφόρο όταν έπεσε από μια σκάλα, κόβοντας μάλλον τα κλαδιά ενός δέντρου. Ήταν σίγουρα τυχερός. Κανένα σπασμένο κόκα λο, κανένα σημαντικό πρόβλημα, πέρ’ από μια εξάρθρωση στον καρπό - κι αυτή την εξοργιστική αμνησία. Φυσικά ευγνωμονούσε το Θεό που δεν τραυματίστηκε σοβαρότερα και δεν αισθανόταν κανέναν πόνο. Αν και παραπονύθηκε μερικές φορές για ένα μούδιασμα γύρω από τους γλου
Έ ν α ς καυτός άντρας
τούς και καναδυό μελανιές. Το δεξί του χέρι, ακινητοποιημένο με νάρθηκα, δεν του προκαλούσε τον παραμικρό πόνο - τουλάχιστον όχι προς το παρόν. Το αριστερό, δεμένο με επίδεσμο, δεν ήταν και τόσο άσχημα, εφόσον δεν το κουνούσε. Προσπάθησε αμέσως να κουνήσει και τα πόδια του για να σιγουρευτεί πως ήταν καλά και σ’ εκεί νο το μέτωπο. Έκανε έπειτα να σηκωθεί, αλλά ξάπλωσε και πάλι αδύναμος στο κρεβάτι, πιο ζαλισμένος από ποτέ. Η όρασή του θόλωσε κι έκλεισε τα μάτια ώσπου να περάσει ο ίλιγγος. Παρά τις δεκάδες ερωτήσεις και την αόριστη ανη συχία που τον βασάνιζε, βυθίστηκε μ’ ευγνωμοσύ νη σ’ ένα βαθύ ύπνο, βέβαιος πως το ξύπνημά του θα απαντούσε σε όλες τις ερωτήσεις του.
Το δεύτερό του ξύπνημα το προκάλεσε η εύθυμη φωνή του γιατρού, που άνοιγε τις κουρτίνες του νοσοκομειακού δωματίου για να γλιστρήσει μέσα ο φωτεινός απογευματινός ήλιος. Ο Κόλλιν τίναξε την ομίχλη του ύπνου από το κεφάλι του, συνει δητοποιώντας, πριν καλά καλά ξυπνήσει, πως η μνήμη του δεν είχε επιστρέφει ακόμη. Ήξερε πως το όνομά του ήταν Κόλλιν, αλλά τίποτε περισσό τερο. Κι όμως, ένιωθε πολύ καλύτερα. Μετά από μερικές στιγμές κατάλαβε ότι η ναυτία και ο ίλιγ γος που είχε πριν είχαν τώρα εξαφανιστεί. Οι 217
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες
Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοϊν
Ν
α
Κ
οκκινίζεις
αισθήσεις του ήταν σε εγρήγορση, αισθανόταν αρκετά καλά και πεινούσε. Πεινούσε σαν λύκος. Καθάρισε το λαιμό του και ρώτησε το γιατρό: «Πόσο καιρό βρίσκομαι εδώ ;» «Είστε μαζί μας δυο μέρες. Φτάσατε την περα σμένη Δευτέρα το απόγευμα και τώρα είναι Τετάρτη. Κοιμάστε σχεδόν συνέχεια από τότε... Χθες μείνατε άγρυπνος για περίπου μισή ώρα, αλλά αυτό ήταν όλο. Μήπως αρχίσατε να θυμό σαστε τίποτε; Θα σας αφαιρέσουμε την ενδοφλέ βια, δεν τη χρειάζεστε άλλο, και μετά θα σας εξε τάσω . Πονάνε τα χέρια σας;» «Όχι και τόσο. Νιώθω μια χαρά στην αριστερή πλευρά και μόνο κάτι σουβλιές στη δεξιά όταν προσπαθώ να κουνηθώ· αλλά αυτό είναι όλο». «Υπέροχα. Πέσατε από αρκετά μεγάλο ύψος, είναι σχεδόν θαύμα που τραυματιστήκατε τόσο λίγο. Πώς ονομάζεστε;» «Κόλλιν... Ντάνμπυ...» «Πού μένετε;» Ο Κόλλιν σταμάτησε. Η απάντηση έμοιαζε να αιωρείται στην άκρη της γλώσσας του, μα αρνιό ταν να διασχίσει τα χείλη του. Κατσούφιασε· καμία εικόνα του σπιτιού του δεν του ήρθε στο μυαλό. «Δεν έχω την παραμικρή ιδέα. Έχετε τα χαρ τιά μου;» Ο γιατρός τού παρέδωσε ένα πορτοφόλι, που ο
Έ ν α ς καυτός άντρας
Κόλλιν δεν το αναγνώρισε. Κοίταξε το περιεχό μενό του κι ένιωσε παράξενα. Η φωτογραφία στην άδεια οδήγησης κι όλες οι άλλες πληροφο ρίες έμοιαζαν ν’ ανήκουν σε κάποιον άγνωστο. Ο γιατρός κράτησε ψηλά έναν καθρέφτη κι ο Κόλλιν είδε ότι ήταν πράγματι ο άντρας στη φωτογρα φία. Διάβασε τα έγγραφα με ενδιαφέρον, μαθαί νοντας ότι ήταν τριάντα τριών ετών, ανύπαντρος, υγιέστατος, δωρητής σώματος. Είχε διάφορες πιστωτικές κάρτες, ένα αυτοκίνητο, ένα καρνέ επιταγών, και ζούσε σε μια ήρεμη οδό στα προά στια. Ο Κόλλιν ήξερε τι αντιπροσώπευαν αυτά τα πράγματα, ήξερε τη γειτονιά που ζουσε και σίγουρα ήξερε πώς να πάει ως εκεί με το αυτοκί νητο· μπορούσε να πει ποιος χρόνος ήταν, ποιος μήνας, ποια πόλη και ποια χώρα... Αλλά δεν μπο ρούσε να θυμηθεί το ατύχημα ή οτιδήποτε είχε προηγηθεί. Προφανώς ήταν άγαμος. Ωραία. Μνη στή όμως είχε; Ζούσαν οι γονείς του; και ποιοι ήταν; Είχε οικογένεια στην περιοχή; Ποιοι ήταν οι φίλοι τ ο υ ; Τι δουλειά έκανε; Ρώτησε πάλι το για τρό: «Δεν ήρθε κανένας να με επισκεφτεί; Καμιά φίλη, κάποιος αδελφός, κάποιος συνάδελφος;» «Κανένας δεν ήρθε ακόμη, και μόνο μια γειτόνισσά σας, νοσοκόμα στο επάγγελμα, ενδιαφέρεται για σας. Περιμένετε μέχρι αύριο,κι αν η μνή μη σας δεν έχει επιστρέφει ως τότε, θα την παρα219
Π ιο
Πολλές
Ιστορίες
Ποτ Σ ε
Κανοτν
Να Κ ο κ κ ι ν ί ζ ε ι ς
καλέσουμε να έρθει να σας δει. Ίσως σας βοηθή σει να θυμηθείτε κάτι». Ο γιατρός ολοκλήρωσε την εξέτασή του κι έφυ γε. Προηγουμένως,του υποσχέθηκε ότι θα έστελ νε κάποιον να του φέρει φαγητό. Μόλις ο Κόλλιν έμεινε μόνος, κοιτάχτηκε πολλή ώρα στον καθρέ φτη. Μπροστά του βρισκόταν ένας νεαρός άντρας, αρκετά όμορφος, παρά τη χλωμάδα του και τους σκοτεινούς κύκλους κάτω από τα μάτια του, πράγμα που απέδωσε στις περιστάσεις. Σήκωσε το χέρι του -αυτό που μπορούσε να κου νήσει πιο εύκολα- και ύστερα άρχισε να εξετάζει το κορμί του, που το ένιωθε παράξενα άγνωστο και μόνο αόριστα γνωστό. Φάνηκε ικανοποιημέ νος με ό,τι είδε: μεγάλα χέρια, δυνατοί ώμοι, μακριά και καλά διαμορφωμένα πόδια, επίπεδο στομάχι· τα μικρά δάχτυλα των ποδιών του ήταν λίγο μακριά, αλλά δε βαριέσαι. Μετά κοίταξε το πέος του, που το μέγεθος του τον ευχαρίστησε πολύ. «Δεν ξέρω ποιος είμαι, αλλά τουλάχιστον όλα είναι στη θέση τους!» σκέφτηκε. «Το μόνο που μένει να διευκρινιστεί είναι ποια εκμεταλλεύεται αυτό το θηρίο!» Όπως του υποσχέθηκε ο γιατρός, σε λίγο του έφεραν φαγητό. Η νεαρή νοσοκόμα που έφερε το δίσκο ήταν πανέμορφη: μια ιδέα γεμάτη, με λατρευτά λακκάκια στα μάγουλα κι ένα εκθαμ
Έ ν α ς καυτός άντρας
βωτικό χαμόγελο. Το στηθοσκόπιο που φορούσε την έκανε να μοιάζει με μικρό κοριτσάκι που έπαιζε τη γιατρό. Η στενή στολή της του επέτρε ψε να διαμορφώσει γνώμη για το κορμί τ η ς : μικρό και μυτερό στήθος, στρογγυλοί γλουτοί... Ο Κόλλιν κυριεύτηκε από ένα έντονο συναίσθημα κι αναρωτήθηκε αν γνώριζε αυτό το αξιολάτρευτο πρόσωπο και πριν το ατύχημά το υ. «Τι κάνει ο πιο χαριτωμένος ασθενής του ορό φου ;» Ο Κόλλιν κοκκίνισε λίγο,κολακευμένος. «Όχι κι άσχημα», απάντησε, «δεδομένων των περιστάσεων... Σ...συγνώμη, αλλά νιώθω πως σας έχω ξανασυναντήσει. Γνωριζόμαστε;» «Τι ερώτηση! Όχι, όχι, δε γνωριζόμαστε,του λάχιστον όχι πολύ. Μπορεί βέβαια κάπου να έχουν συναντηθεί οι δρόμοι μας, δε ζούμε δα και σε καμιά μεγαλούπολη! Λοιπόν,χρειάζομαι λίγα λεπτάκια για να σιγουρευτώ ότι όλα είναι εντά ξει. Ο γιατρός βέβαια σας εξέτασε λεπτομερέ στατα, αλλά πρέπει να ελέγξω το νάρθηκα και τον επίδεσμο και να πάρω τη θερμοκρασία σας. Μετά απ’ αυτό, μπορείτε να φάτε. Πρέπει να λιμοκτο νείτε!» «Θα έτρωγα ολόκληρο άλογο. Αλλά με την ησυχία σας, με την ησυχία σας...» Η αδελφή έβαλε ένα θερμόμετρο στο στόμα του κι έσκυψε από πάνω του για να κοιτάξει το
221
Πιο Π
ολλές
Ι
στορίες
Π
οτ
Σ
ε
Κ
ανοϊν
Να Κ
οκκινίζεις
νάρθηκα του... Έτριψε απαλά τα δάχτυλά του που ξεμύτιζαν από την άκρη και μετά του είπε να τεντώσει το χέρι του για να μπορέσει να εξετάσει την άκρη του νάρθηκα. Το χέρι του ακούμπησε τη μέση της. Το κορμί της νεαρής γυναίκας ήταν ζε στό και ολόσφιχτο, η αίσθησή του τρυφερή. Η ατμόσφαιρα δεν ήταν ακριβώς ερωτική, αλλά ο Κόλλιν δεν μπορούσε να μην αναστατωθεί απ’ αυτό το κορμί, τόσο κοντά καθώς ήταν στο δικό του, και από την εντυπωσιακή ομορφιά της αδελ φής. Δεν έδωσε άλλη σημασία σ’ αυτό που του έκανε, και σύντομα το χέρι του δεν ακουμπούσε πλέον τη μέση της, αλλά το στήθος της. Ένα μικρό αλλά σφιχτό στήθος, σχεδόν εφηβικό. Η Αυτού Εξοχότης το πέος του επέλεξε αυτήν ακριβώς τη στιγμή για να γνωστοποιήσει την παρουσία του με μια αστραπιαία στύση,κι ο Κόλλιν έγινε κατακόκκινος. Η νοσοκόμα το παρατήρησε, αλλά προσποιήθηκε πως δεν είχε καταλάβει τίποτε. Ο ασθενής έδινε μεγάλη μάχη με τα δάχτυλά του για να μη χουφτώσουν αυτή τη σάρκα που τον έβαζε σε τέτοιο πειρασμό, αλλά εκείνη τη στιγμή η νεα ρή γυναίκα απομακρύνθηκε λίγο, προσποιούμενη πως ήθελε να πάρει κάτι από το κομοδίνο δίπλα στο κρεβάτι. Ο Κόλλιν συνειδητοποίησε πως το χέρι του, παρά τις βουλές του κυρίου του, ακου μπούσε πάνω σ’ αυτό το θαυμάσιο στήθος, κι αισθάνθηκε τη θηλή της να ορθώνεται. Επιθυμού
Έ ν ας καυτός άντρας
σε τόσο πολύ να της ξεκουμπώσει τη στολή και να αισθανθεί και τα δυο της στήθη, να δοκιμάσει το δέρμα που φαινόταν τόσο τρυφερό... «Ώστε εκτός απ’ αυτά τα μικρά πονάκια και το πρόβλημα της μνήμης όλα τα άλλα είναι εντάξει;» «Ν...ναι...» «Δε νιώθετε κανένα πιάσιμο, τόσες μέρες ξαπλωμένος;» « Λίγο, στη ν πλάτη...» «Μου επιτρέπετε να σας βοηθήσω να αναση κωθείτε; Θα νιώσετε πιο άνετα. Όταν φάτε, θα σας βοηθήσω να σηκωθείτε όρθιος». Γλίστρησε το ένα της χέρι κάτω από τους ώμους του Κόλλιν και τον έτριψε απαλά. Ύστερα τον έτριψε πιο χαμηλά, στην πλάτη, τους μυς και τα κόκαλα. Ο Κόλλιν αναπήδήσε όταν έτριψε λίγο πιο έντονα τον ένα του γοφό και ανασήκωσε το σεντόνι για να αποκαλυψει μια μοβ μελανιά. Δεν είχε νιώσει κανέναν πόνο σ’ αυτό το σημείο μέχρι που τον άγγιξε η γοητευτική νοσοκόμα. Εκείνη ζήτησε συγνώμη και σήκωσε το σεντόνι λίγο περισσότερο για να δει την έκταση της ζημιάς. Δεν ήταν τίποτε σοβαρό, του είπε. Αλλά, καθώς ήταν μια ευσυνείδητη επαγγελματίας, επωφελή θηκε της ευκαιρίας για να εξετάσει καλύτερα ένα άλλο όργανο, που ήταν πράγματι σε εξαιρετική κατάσταση. Ψηλάφισε τα οστά της λεκάνης του, προφασιζόμενη πως ήλεγχε αν οι αρθρώσεις ήταν 223 ~
Πιο
Πολλές
Ιστορίες
Ποϊ Σε
Κ ανοϊν
Να Κ ο κ κ ι ν ί ζ ε ι ς
στη θέση τους, κι ύστερα γλίστρησε τα δάχτυλά της φέρνοντάς τα κάτω από τους γλουτούς του. Ο Κόλλιν ένιωθε το πέος του να τρεμοπαίζει· ντρε πόταν, αλλά δεν μπορούσε να κάνει απολύτως τίποτε γι’ αυτό. Το συγκεκριμένο άγγιγμα δεν ήταν βέβαια παρά η δουλειά μιας νοσοκόμας που την ενδιέφερε ιδιαίτερα η καλή κατάσταση του ασθενή της, όχι;... Δεν ήταν και τόσο βέβαιος πάντως ήταν ακαταμάχητο. Του ζήτησε ν’ ανοίξει τα πόδια του για να σιγουρευτεί πως όλα ήταν εντάξει και συνέχισε το μασάζ της. Τα χέρια της γλίστρησαν πάνω από τη μέση του, στην κοιλιά του, και κατόπιν χώρισαν για να πιάσουν τους όρχεις του, πριν γλιστρήσουν ανάμεσα στα πόδια του ξαναψηλαφώντας τους όρχεις του, που ήταν έτοιμοι να στήσουν ολονύχτιο χορό. Μετά άνοιξε τα δάχτυλά της και χτύπησε τους μηρούς του μ’ ένα άγγιγμα ελαφρύ σαν φτερό. Τελικά ξανασηκώθηκε όρθια κι ο Κόλλιν ένιω σε λύπη κι ανακούφιση μαζί. Ήλπιζε με όλη του την καρδιά πως θα επέστρεφε για να ελέγξει την κατάστασή του σε μερικές ώρες. «Θα θέλατε να σας βοηθήσω να φάτε; Δεν είναι τόσο εύκολο με το αριστερό χέρι, η παλάμη σας πρέπει να πονάει πολύ...» Ο Κόλλιν ήταν έτοιμος να αρνηθεί, όμως μετά της έριξε ένα δήθεν θλιμμένο βλέμμα για να της δείξει ότι εκτίμησε την προσφορά της. Εκείνη
Έ ν α ς καυτός άντρας
κάθισε δίπλα του και τον βοήθησε να φάει με μια σχεδόν μητρική τρυφερότητα. Ανάμεσα στις κουταλιές ο Κόλλιν αναρωτήθηκε αν άρχισε να ερω τεύεται αυτό το τόσο γοητευτικό πρόσωπο. Του άρεσε να νιώθει αδύναμος, και θα συμφωνούσε εκατό τοις εκατό να τον φροντίζει έτσι για μέρες και μέρες! Δεν είχε κατορθώσει ακόμη να ηρεμή σει τη στύση του,η οποία χαλάρωσε μεν για μια στιγμή, μόνο και μόνο για να φουντώσει και πάλι, μόλις η νοσοκόμα -η Άννα· δεν είχε το πιο όμορ φο όνομα στον κόσμο ;-του χαμογέλασε. Τον τάιζε αργά, σιγουρευόταν πως του έδινε αρκετό χρόνο μετά από κάθε κουταλιά για να μασήσει καλά καλά και να καταπιεί. Στο μεταξύ, του μιλούσε περί ανέμων και υδάτων με τη μελω δική φωνή της. Ο Κόλλιν ήταν μαγεμένος, μασού σε την τροφή του μηχανικά, δεν καταλάβαινε τι έτρωγε, προτιμώντας να θαυμάζει κάθε λεπτομέ ρεια του θαυμάσιου προσώπου της, ν’ ακούει το καθαρό σαν καμπάνα γέλιο της, να προσέχει το χαμόγελο στα χείλη της. Όταν το πιάτο του άδεια σε, η αδελφή νοσοκόμα παραδέχτηκε πως είχε καθίσει πολύ μαζί του και πως έπρεπε να πάει να φροντίσει και άλλους ασθενείς. Τον βοήθησε να σηκωθεί και να περπατήσει για λίγο γύρω γύρω στο δωμάτιο και έφυγε. *
*
225
*
Πιο
Π
ολλές
Ιστορίες
Π
ου
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
Ξανά στο κρεβάτι του, στο τέλος της ημέρας, ο Κόλλιν ένιωσε τη δύναμή του να επιστρέφει. Σκέφτηκε το φαγητό που είχε φάει κι αναρωτήθηκε αν όλα όσα είχε κατεβάσει στο στομάχι του ήταν πράγματα που του άρεσαν. Ο τρόπος όμως που τον τάιζε η Άννα έφτανε και περίσσευε για να τον κάνει να καταπιεί οτιδήποτε! Δεν μπορούσε να σταματήσει να τη σκέφτεται, και όποτε άκουγε βήματα να πλησιάζουν η καρδιά του χτυπούσε σαν τρελή, προσμένοντάς τη να φανεί από στιγμή σε στιγμή. Το πέος του αναδεύτηκε πάλι, σηκώ νοντας ελαφρά το σεντόνι που τον κάλυπτε. Ξαφνικά χτύπησε το τηλέφωνο. Έκπληκτος, ο Κόλλιν δεν ήξερε αν έπρεπε να απαντήσει ή όχι. Αλλά η περιέργειά του νίκησε και σήκωσε το ακουστικό, ανυπομονώντας ν’ ακούσει μια φωνή που μπορεί να του ήταν γνωστή. «Κόλλιν! Εγώ είμαι,η μαμά!» «Α... γεια...» «Είσαι κα λά ; Έσπασες τίποτε; Άκου με, είμαι στη Φλόριντα με το Λάρρυ. Θέλεις να γυρίσω; Έχεις φ άει; Έχεις κοιμηθεί; Ήρθε κανένας να σε δ ε ι; Που ’ν’ ο πατέρας σου; Τι έγινε; Πες μου!» Ο Κόλλιν παρέμεινε σιωπηλός. Αν αυτή ήταν πραγματικά η μητέρα του, ο τυραννικός, τσιρι χτός, σχεδόν υστερικός τόνος της φωνής της δεν του θύμισε τίποτε. Προσπάθησε να της εξηγήσει ότι όλα ήταν μπερδεμένα στο μυαλό το υ :
Έ ν α ς καυτός άντρας
«Ακούστε, ε... άκου, μαμά. Το μόνο που ξέρω είναι ότι χτύπησα στο κεφάλι μου. Δε θυμάμαι απολύτω ς τίποτε...» «Τι; Χτύπησες στο κεφάλι; Αχ, το ’ξερα εγώ πως δεν έπρεπε να σ’ αφήσω μόνο σου στο σπίτι. Ο πατέρας σου φταίει. Μα τι έκανες; Πώς έπεσες; Τραυματίστηκες σοβαρά;» «Σου είπα, δε θυμάμαι τίποτε... Δεν ξέρω τι συνέβη...» «Έλα τώρα! Αστειεύεσαι; Δεν μπορεί να τα ’χεις ξεχάσει όλα έτσι ξαφνικά! Ακόμη κι εμένα; Δε με θυμάσαι; Πες μου πως αστειεύεσαι! Γυρίζω αμέσως πίσω. Παίρνω το Λάρρυ κι ερχόμαστε». «Δεν υπάρχει λόγος, μαμά! Καλά είμαι...» «Να τα μας πάλι! Δε με θέλεις! Υποθέτω πως όλες σου οι φιλενάδες θα βρίσκονται εκεί και θα σε φροντίζουν, ε ; Αλλά εμένα, τη μητέρα σου, που ό,τι κι αν κάνω...» «Δεν υπάρχει κανένας εδώ. Και ποια είναι η φιλενάδα μ ο υ ;» «Εννοείς ποια απ’ όλες; Καημένε Κόλλιν! Πάντα μού έλεγες πως έχεις ένα σωρό, αλλά δε βρήκες ποτέ το χρόνο να μου συστήσεις ούτε μισή! Πού να ξέρω εγώ η καημένη ποια απ’ όλες είναι η φιλενάδα σου; Εγώ η μαμά σου είμαι μοναχά!» «Μάλιστα...» Ο Κόλλιν ένιωθε απογοητευμένος. Η γυναίκα
Πιο
Πολλές
Ιστορίες
Ποϊ Σε
Κ ανοϊν
Να Κ ο κ κ ι ν ί ζ ε ι ς
στην άλλη άκρη της γραμμής τού προξενούσε πονοκέφαλο. Ώστε αυτή ήταν η μητέρα του, αυτή η φωνακλού που ούτε με πλάγιο τρόπο δεν μπο ρούσε να της πάρει λέξη, μια γυναίκα που φαινό ταν να μην έχει καταλάβει το παραμικρό από τα λίγα λόγια που κατάφερε να της πει... Δεν άντεχε να μιλήσει ούτε δευτερόλεπτο παραπάνω μαζί της. «Θα σε δω όταν γυρίσεις, μαμά. Εντάξει;» «Εντάξει. Αγκαλίτσες και φιλάκια, και προ σπάθησε να φροντίσεις τον εαυτό σου! Σου υπό σχομαι να γυρίσω όσο πιο γρήγορα μπορώ. Αχ, με έσκασες! Ο ίδιος μου ο γιος και να μη θυμάται την αγαπημένη του μητέρα! Κλείνω κι έρχομαι!» Ο Κόλλιν θα ορκιζόταν πως ήταν έτοιμη να ξεκινήσει. Αυτό του έλειπε τώρα! Της έστειλε ένα φιλί και της είπε ότι ανυπομονούσε να τη δει και, εντάξει, δεν ήταν κι εντελώς ψέμα αυτό... Μετά έκλεισε το τηλέφωνο και ξανασκέφτηκε τα λόγια της μητέρας του. Κατάλαβε ότι αυτός ο Λάρρυ, που του ανέφερε, δεν ήταν ο πατέρας το υ . Αλλά γιατί να φταίει ο πατέρας του για το ατύχη μά του; Και ποιος ήταν ο Λάρρυ; Οχ, σκέτος εφιάλτης! Από την άλλη, φαινόταν να έχει τόσο πολλές φιλενάδες που δεν προλάβαινε ούτε στη μάνα του να τις γνωρίσει. Μάλιστα! Ωραία λοι πόν , ποιος ο ψόγος; Ίσως ήταν ένας από εκείνους τους τύπους που περνούσαν κάθε Σαββατοκύ
Έ ν α ς καυτός άντρας
ριακο με διαφορετική κατάκτηση! Η ιδέα ήταν εξαιρετικότατη. Και η Άννα τον είχε αποκαλέσει «χαριτωμένο»... Αυτό κι αν ήταν εξαιρετικό! Κι αν η μητέρα του έλεγε την αλήθεια, σίγουρα κάποια από τις φιλενάδες του θα του έκανε επί σκεψη, αργά ή γρήγορα. Μπορεί να μην είχαν μάθει ακόμη τα νέα... Αυτό ήταν βάλσαμο για την καρδιά του· και,λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός πως δεν μπορούσε να θυμηθεί το παραμικρό, αποφάσισε να καταλήξει σε κάποια συμπερά σματα για το άτομό του. Ακόμη δεν ήξερε όμως τι δουλειά έκανε για να ζήσει, κι αυτή η λεπτομέ ρεια τον ενοχλούσε. Το γεγονός πως ήταν πάνω σε μια σκάλα όταν συνέβη το ατύχημα δεν του έδινε καμιά ιδιαίτερη πληροφορία, αλλά αν ζούσε μόνος σ’ ένα σπίτι στα προάστια έπρεπε να είναι αρκετά πλούσιος και να ’χει ένα προσοδοφόρο επάγγελμα,ή τουλάχιστον μια δουλειά υπαλλή λου με υψηλές αποδοχές. Έψαξε πάλι το πορτο φόλι του για καμιά επαγγελματική άδεια, απ’ αυτές που έχουν ορισμένοι τεχνικοί ή εξειδικευμένοι επαγγελματίες, ή καμιά επαγγελματική κάρτα, δική του, κάποιου συναδέλφου του ή γνω στού τ ο υ . Αλλά στο πορτοφόλι του υπήρχε μόνο η ταυτότητά του, που την είχε ήδη κοιτάξει. Πέρασε το υπόλοιπο βράδυ περιμένοντας επι σκέπτες που δεν ήρθαν ποτέ, ελπίζοντας μάταια να επανέλθει η χαμένη του μνήμη. Ήλπιζε να μπο
Πιο
Π
ολλές
Ιστορίες
Π οτ Σ
ε
Κ
ανοτν
Ν
α
Κ
οκκινίζεις
ρούσε να πάει σπίτι του για να καταφέρει να μάθει περισσότερα. Αλλά ο γιατρός τού το είχε αρνηθεί: ήθελε να τον κρατήσει στο νοσοκομείο για παρακολούθηση μια-δυο μέρες ακόμη... Η νύχτα του ήταν ανήσυχη. Ξύπνησε αρκετές φορές, λόγω της δραστηριότητας στο νοσοκομείο: τις σειρήνες των ασθενοφόρων, τα ράντσα των ασθενών με τις ρόδες που έτριζαν... Θυμόταν αμυδρά πως κάποιος είχε έρθει για να τον θερμο μετρήσει, μα πάλι δεν ήταν βέβαιος. Επέπλεε σε μιαν ομίχλη γεμάτη από τις κουβέντες της μητέ ρας του, τα λόγια του γιατρού και την ανάμνηση της Άννας,της όμορφης νοσοκόμας του. Την ονει ρεύτηκε, χωρίς να ξέρει αν ήταν πραγματικά κοι μισμένος. Μύρισε το άρωμά της κι αισθάνθηκε την απαλότητα του χεριού της όπως το είχε γλι στρήσει στους γοφούς του... Είδε για άλλη μια φορά το ακαταμάχητο χαμόγελο, τα γοητευτικά λακκάκια,το μικρό,σφιχτό στήθος κάτω από τη στολή. Είχε πάλι στύση στον ύπνο του, κι ακρι βώς εκείνη τη στιγμή η Άννα μπήκε στο δωμάτιο για να επισκεφτεί τον ασθενή της μια τελευταία φορά πριν σχολάσει. Τα λαστιχένια παπούτσια της πλησίασαν αθόρυβα το κρεβάτι το υ . Σήκωσε το σεντόνι που τον κάλυπτε για να ρίξει άλλη μία ματιά στη μελανιά. Όμως η εξέτασή της διακόπη κε από τη θέα του πέους του, που αντίκριζε με περηφάνια το πρόσωπό της. Ανίκανη να αντιστα
Έ νας καυτός άντρας
θεί,το έπιασε συνεσταλμένα. Πόσο σκληρό και ζεστό ήταν! Η παλάμη της άρχισε να γλιστράει αργά στο σηκωμένο μέλος. Πέθαινε για να το δοκιμάσει! Ο Κόλλιν αναστέναξε στον ύπνο τ ο υ . Τι ευχάριστο όνειρο! Πάνω που τη σκεφτόταν, την έίδε να σκύβει από πάνω του. Το χέρι της συνέχι σε να τον χαϊδεύει, λίγο πιο σταθερά τώρα, και τα υπέροχα χείλη της έκλεισαν πάνω από το κεφάλι του πέους του. Το έγλειφε αργά, γευόμενη τις διάφανες σταγονίτσες του σπερματικού υγρού που, αναβλύζοντας, αποδείκνυαν τον ενθουσια σμό του κατόχου τ ο υ . Επιτάχυνε την κίνηση του χεριού της, και ύστερα με το άλλο της χέρι άρχισε να χαϊδεύει το όσχεό του, ενώ ταυτόχρονα γλί στρησε ένα δάχτυλο, ευγενικά και με γνώση, γύρω από τους πρησμένους του όρχεις. Αυτό δεν ήταν σίγουρα το πρώτο πέος που περιποιούνταν! Το στόμα της ρουφούσε με τέλεια πίεση, ενώ το παχύ σάλιο της λίπαινε το ήδη καυτό μέλος του, επιτρέποντάς της να το γλιστρήσει ακόμη πιο εύκολα στα βάθη του λαίμαργου λαιμού της. Ο Κόλλιν ένιωσε πως ήταν έτοιμος να πλημμυρίσει το λαρύγγι της με το σπέρμα του. Όμως εκείνη τη στιγμή η πόρτα άνοιξε και η Άννα αναπήδησε. Σήκωσε το κεφάλι και φώναξε στη συνάδελφό της: «Τα πάει μια χαρά,τα πάει μια χαρά!» Διέσχισε το δωμάτιο με μεγάλα βήματα κι εξα-
Π ιο
Πολλές
Ιστορίες
Ποτ Σε
Κανοτν
Να Κ ο κ κ ι ν ί ζ ε ι ς
φανίστηκε. Ο Κόλλιν ξύπνησε, μεγάλος και σκλη ρός σαν άλογο, κι αναρωτήθηκε αν ονειρευόταν. Αλλά, όνειρο-ξεόνειρο, ένα πράγμα ήξερε πως του είχε συμβεί στα σίγουρα, κάτι που συνεχιζό ταν ακόμα φέρνοντάς τον στα άκρα. Προσπάθησε να πιάσει το άγρυπνο πέος του με το αριστερό του χέρι, μ’ όλο τον πόνο που ένιωσε στο βραχίονά του, αλλά συνειδητοποίησε πως ήταν πάρα πολύ αργά. Καυτό υγρό εκτοξεύτηκε κι απλώθη κε στο στομάχι του προτού προλάβει να φτάσει εκεί το χέρι του για να τελειώσει τη δουλειά. Ανα κουφισμένος, αναστατωμένος, κι αόριστα ανήσυ χος από το πώς του ξεγλίστρησε το πέος του -και πόσο γρήγορα!-, έπεσε σε βαθύ ύπνο, παρακαλώντας τον εγκέφαλό του να συνεργαστεί, ώστε, όταν με το καλό θα ξυπνούσε,η ζωή του να βρι σκόταν πίσω στον κανονικό της ρυθμό, όπως πριν από το ατύχημα.
Ξύπνησε χαράματα. Έφταιγε ο θόρυβος από τα καροτσάκια με τους δίσκους του πρωινού, που φαίνονταν να κάνουν αγώνα ταχύτητας στους διαδρόμους. Μια γυναίκα, κοντά στα πενήντα, του έφερε και το δικό του δίσκο. Ανακάθισε κι άρχισε να χαζεύει το φαγητό προσπαθώντας να βάλει τις σκέψεις του σε μια τάξη. Ήταν απογοη τευμένος που δεν είχε δει την Άννα,τη γοητευτική
Έ ν α ς καυτός άντρας
νοσοκόμα του της προηγούμενης ημέρας... αλλά προφανώς δεν ήταν σε υπηρεσία είκοσι τέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο! Σε κάθε περίπτωση, πάντως, δεν αισθανόταν και πολύ στα καλά του. Το αξύριστο πρόσωπό του τον έτρωγε κι η μελα νιά στο γοφό του του υπενθύμιζε συνεχώς την καλή του την Άννα, στέλνοντας μικρά τσιμπήμα τα επιθυμίας στο πέος του. Το βρήκε περίεργο, στη δυσάρεστη κατάσταση που βρισκόταν, να σκέφτεται περισσότερο μια τελείως ξένη, ανεξάρ τητα από το πόσο όμορφη ήταν. Δε θυμόταν τίπο τε περισσότερο από την προηγούμενη μέρα για τον ίδιο του τον εαυτό, την επαγγελματική του ζωή,για τις συνθήκες του ατυχήματος του. Περι μένοντας να τον προσέξει η όμορφη νοσοκόμα του, ξέχασε όλα τα υπόλοιπα, βάζοντας την προηγούμενη ζωή του σε δεύτερη μοίρα. «Πρέπει να είμαι πολύ καυτός άντρας, αν αυτό είναι το μόνο που μπορώ να σκεφτώ!» Περίμενε από τη νοσοκόμα που είχε φέρει το δίσκο του να προσφερθεί να τον βοηθήσει,γιατί τα δημητριακά ήταν καυτά και θα ταλαιπωριόταν να τα φέρει στο στόμα του με το αριστερό του χέρι. Περίμενε, και περίμενε, μέχρι που κατάλαβε πως τον είχαν εγκαταλείψει στη μοίρα του. Ύστε ρα σήκωσε το κουτάλι με το καλό του χέρι, κατόρθωσε να το βυθίσει στο μπολ και να το φέρει στα χείλη του. Ο πόνος στο βραχίονά του 233
Πιο Π ο λ λ έ ς
Ιστορίες
Ποϊ Σε
Κανοτν
Να Κ ο κ κ ι ν ί ζ ε ι ς
χειροτέρευε, κι απογοητεύτηκε όταν είδε πόσα δημητριακά είχαν παραμείνει στο κουτάλι όταν αυτό έφτασε στον προορισμό του. Προσπάθησε πάλι, με καταστροφικά αποτελέσματα τούτη τη φορά: άδειασε το μισό μπολ στο κρεβάτι του και χειροτέρεψε τον πόνο του. Μετά από λίγο σταμά τησε τις προσπάθειες κι αρκέστηκε να φάει ένα φρούτο και να πιει μια γουλιά χλιαρό καφέ. Ο γιατρός μπήκε στο δωμάτιό του χωρίς να χτυπήσει. «Πώς αισθάνεστε σήμερα;» «Α! Τα ίδια.. .» «Ακόμη τίποτε, ε; Έχω παρακαλέσει ένα συνάδελφο νευρολόγο να έρθει για να σας εξετά σει. Είναι η τρίτη ημέρα και λυπούμαι με την ελά χιστη πρόοδο που σημειώσατε. Αλλά μην ανησυ χείτε ! Έχουμε δει περιπτώσεις αμνησίας σαν τη δική σας να διαρκούν πολύ περισσότερο. Ο συνά δελφός μου θα έρθει από στιγμή σε στιγμή». «Σας ευχαριστώ... Η ώρα δεν περνάει όταν δεν αισθάνεσαι πραγματικά άρρωστος!» «Είχα την εντύπωση πως η Άννα σάς πρόσεξε και με το παραπάνω... Της εξήγησα πως αισθα νόσασταν λίγο χαμένος και της ζήτησα να είναι ιδιαίτερα προσεχτική χτες τη νύχτα. Θα απογοη τευόμουν αν ξέχασε να μου κάνει το χατίρι...» «Όχι, αντιθέτως... ήταν... έεε... ήταν άψογη!» Ο Κόλλιν κοίταξε από την άλλη μεριά, φοβού-
Ένας καυτός άντρας
μένος πως ο γιατρός θα τον ρωτούσε περισσότε ρα για την επίδραση που είχε η Άννα πάνω του. «Και είστε πολύ τυχερός», συνέχισε ο γιατρός, «επειδή σήμερα το πρωί, τουλάχιστον για μία ώρα,η Γκλόρια έχει βάρδια στον όροφό σας». «Η Γκλόρια; Ποια Γκλόρια;» «Μια νοσοκόμα για την οποία μιλάει ολόκληρο το νοσοκομείο. Θα δείτε, θα δείτε...» Και είδε. Μπήκε φουριόζα ξαφνικά στο δωμά τιο, γεμίζοντάς το μ’ ένα μεθυστικό άρωμα. Ήταν η τέλεια εικόνα της λατινοαμερικάνικης ομορφιάς: ψηλή, λεπτή, με μεγάλο στήθος, γενναιόδωρους γοφούς, μικροσκοπική μέση και ατελείωτα πόδια· μελαχρινό δέρμα, μαύρα μαλλιά όλο μπούκλες που έφταναν ως τη μέση της, μαύρα τεράστια μάτια1 κι ένα στόμα... ένα στόμα θεϊκό, με γεμάτα χείλη και δόντια τόσο λευκά που λαμπύριζαν τυφλώνοντας τον Κόλλιν. Τι κάλλος, Θεέ μου! Κατάλαβε αμέσως γιατί μια τέτοια γυναίκα τρο φοδοτούσε τις κουβέντες ενός ολόκληρου νοσοκο μείου! Αλλά για άλλη μια φορά είχε το συναίσθη μα πως την είχε δει κάπου, πως την ήξερε, από κοντά ή από μακριά... Όμως, μη θέλοντας να φανεί ηλίθιος κάνοντάς της την ίδια ερώτηση που είχε κάνει και στην Άννα, προτίμησε να περιμένει και να δει τι θα συνέβαινε. Η Γκλόρια τον πλησία σε χαμογελώντας ζεστά και χάιδεψε το μάγουλό του με τα μακριά, αισθησιακά δάχτυλά της.
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Ν
α
Κ
οκκινίζεις
«Πώς νιώθει η αγαπούλα μας σήμερα; Η Άννα μού είπε πως είστε χαριτωμένος,γλυκός και υπά κουος -ακριβώς ο τύπος μου!» «Είμαι... είμαι καλά, είμαι καλά, ευχαριστώ». «Θα δείτε πόσο θα σας ανακουφίσει η Γκλόρια! Δεν έχουμε όμως πολύ χρόνο για να γνωριστούμε πριν σας αφήσω στη φροντίδα των συναδέλφων μου για την υπόλοιπη μέρα. Αλλά έτσι είναι η ζω ή! Και η Άννα θα επιστρέφει έτσι κι αλλιώς το απογευματάκι. Τουλάχιστον είχα την τύχη να σας παρακολουθήσω χτες τη νύχτα και να σας προσέ χω την ώρα που κοιμόσασταν. Ω ,τ ι άγγελος!... Τέτοιος άγγελος, που θα σας προσφέρω κάτι που δεν το συνηθίζουμε. Μπορούμε να κάνουμε μια εξαίρεση, επειδή συμπαθούμε πραγματικά το γιατρό που ασχολείται με την περίπτωσή σας... κι επειδή κι εσείς είστε αξιολάτρευτος. Πρέπει να φροντίζουμε τους αγαπημένους μας ασθενείς! Προσέξτε με λοιπόν. Θα σας βοηθήσω να γίνετε ευπαρουσίαστος, θα σας ξυρίσω και θα σας πλύνω. Αλλά πρώτα πρέπει να φάτε. Αν δεν τρώτε, πώς θα γίνετε κα λά; Εμπρός λοιπόν, φάτε!» Δισταχτικός, ο Κόλλιν δεν τόλμησε ν’ απαντή σει σ’ αυτή τη θαυμάσια κι αυταρχική γυναίκα. Ένιωθε σαν σχολιαρόπαιδο. Έφαγε τα υπόλοιπα δημητριακά, κρύα τώρα, που τον τάιζε εκείνη με μικρές μικρές κουταλιές. Θα μπορούσε να τον κάνει να φάει τα πάντα με το χεράκι της! Κάθε
Έ ν α ς καυτός άντρας
φορά που έκλεινε τα χείλη του, του σκούπιζε το στόμα με το δάχτυλό της, αγγίζοντάς τον λίγο περισσότερο από το κανονικό. Το δέρμα της ήταν απαλό και αισθησιακό. Και μιλάμε μόνο για το δάχτυλό της! Σαν καλό αγόρι,ήπιε το ποτήρι με το χυμό που του έφερε στο στόμα, και τελείωσε τον άνοστο καφέ του, καταπίνοντάς τον με καλα μάκι. Ικανοποιημένη, η Γκλόρια του πήρε το δίσκο, βγήκε έξω και επέστρεψε λίγα λεπτά αργότερα με μια μεγάλη τσάντα. «Εδώ έχω όλα τα απαραίτητα για να γίνετε κούκλος. Μόλις αποφάσισα, μάλιστα, ότι έχω όση ώρα θέλω στη διάθεσή μου: είστε ο τελευταίος ασθενής μου για σήμερα. Τι λέτε;» «Ναι, αλλά...» «Α , δεν έχει “ α λλά” ! Απαγορεύονται οι δια μαρτυρίες! Μήπως είστε ντροπαλός; Απ’ ό,τι μου είπε η Άννα, δεν το νομίζω -κά θε άλλο, θα έλεγα! Θα πρέπει να σας τονίσω πως είμαι πολύ καλή με το ξυράφι - επαγγελματίας. Βλέπω πολλούς γυμνούς άντρες καθημερινά και υπόσχομαι να είμαι προσεχτική». Ο Κόλλιν δεν είχε τίποτε άλλο να προσθέσει και την άφησε να κάνει τη δουλειά της. Αν και δίστασε για μια στιγμή, όταν είδε την Γκλόρια να πηγαίνει στην πόρτα και λίγο μετά να την κλεί νει, αφού πρώτα ψιθύρισε κάτι σε μιαν άλλη νο σοκόμα.
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες
Π
οτ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Να Κ
οκκινίζεις
«Επιτέλους μόνοι...» Πλησίασε το κρεβάτι κι άνοιξε την τσάντα της. Έτριψε το πρόσωπό του με μια ζεστή πετσέτα και του άπλωσε αφρό ξυρίσματος. «Ποπό, δε ζεσταίνεστε εδώ μέσα;» Ο Κόλλιν δεν είχε την ίδια άποψη, αλλά δεν είπε τίποτε. Η Γκλόρια ξεκούμπωσε τα δύο πρώ τα κουμπιά της στολής της, και το θύμα της έμει νε να απολαμβάνει το θαυμάσιο σουτιέν της, κάτασπρο πάνω στο σκούρο της δέρμα. Ένα λεπτό, χρυσό μενταγιόν κρεμόταν από το λαιμό της κι ο Κόλλιν το χάζεψε. Το έβλεπε να κουνιέ ται στην αισθησιακή χαράδρα του γοητευτικού της στήθους και μια τρελή λαχτάρα τον έπιασε να βρεθεί στη θέση του. Η Γκλόρια χειριζόταν το ξυράφι αξιοθαύμαστα, αλλά το κρεβάτι και ο νάρθηκάς του εμπόδιζαν τις κινήσεις της. Τον βοήθησε να σηκωθεί και τον κάθισε σε μια μικρή καρέκλα στη γωνία του δωματίου. Με κομμένη την ανάσα, ο Κόλλιν πρόσεξε πως μισάνοιξε τα πόδια της και βολεύτηκε μπροστά του, κοντά στο πρόσωπό του, φανερώνοντάς του μια λατρευτή καλτσοδέτα ασορτί με τις κάλτσες της. Ποιος θα περίμενε τέτοια όμορφα αξεσουάρ να φοριούνται παρέα με λαστιχένια παπούτσια; Όμως η Γκλό ρια θα μετέτρεπε σε σαγηνευτικό οτιδήποτε κι αν φορούσε. Ο ποδόγυρος της στολής της ακουμπούσε τώρα πάνω στο πέος του Κόλλιν, που
Έ ν α ς καυτός άντρας
ξύπνησε με μια μικρή αναπήδηση. Αυτό το μέλος του σώματός του δεν έκλεινε ποτέ μάτι, λοιπόν! Οι μηροί της συμπίεσαν ελαφρά τους γοφούς του. Βρισκόταν τόσο κοντά του, που μπορούσε να θαυμάσει το δέρμα της, να μυρίσει τη γλυκιά της αναπνοή. Το θαυμάσιο στήθος της ταλαντευόταν άσπλαχνα μπροστά στα μάτια του, κι ο Κόλλιν ένιωσε το πέος του να ριγά μόνο και μόνο με τη θέα της καλτσοδέτας της. Ήταν αβάσταχτο! Σκέφτηκε να διαμαρτυρηθεί, αλλά εκείνη δούλευε με τέτοια ένταση και τόσο καλά, που κόντευε πια να τελειώσει το ξύρισμά του. Αναστενάζοντας, απο φάσισε να αφεθεί στα χέρια της. «Μοιάζετε να υποφέρετε... μήπως πρέπει να ξαπλώσετε πάλι για να συνεχίσω;» Τον βοήθησε να ξανασηκωθεί πιέζοντας το ονειρικό κορμί της επάνω του, τον οδήγησε στο κρεβάτι και τον ξάπλωσε. Ύστερα πήγε στο μπά νιο κι επέστρεψε με μια λεκάνη γεμάτη νερό. Του έβγαλε τη νοσοκομειακή ρόμπα, κάλυψε την κοι λιά του, χαμηλά, μ’ ένα σεντόνι κι άρχισε να τον σαπουνίζει αργά. Έπλυνε τα αυτιά του και το λαι μό του,του έτριψε τους ώμους,χαϊδεύοντάς τους ταυτόχρονα, και καθυστέρησε λιγάκι στο στήθος του, τρέχοντας έπειτα το σφουγγάρι στα πλευρά και στην κοιλιά του. Κατόπιν του έπλυνε τα χέρια, γλιστρώντας αργά το σφουγγάρι της σε κάθε δάχτυλο. Ξανάρχισε πάλι το παιχνίδι τ η ς : αυτή τη 239
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες
Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοτν
Ν
α
Κ
οκκινίζεις
φορά έμεινε περισσότερο στο στήθος του, χαϊδεύ οντας τις ερεθισμένες θηλές του, που ήταν εξαιρε τικά ευαίσθητες. Χαμογέλασε, βλέποντας το ρίγος που προκαλούσε στο κορμί του και το σεντόνι που είχε σηκωθεί πάνω από την κοιλιά του. «Προτιμάτε να σταματήσω; Να ζητήσω να με βοηθήσει κάποιος για να τελειώσω;...» «Όχι... όχι, δεν υπάρχει πρόβλημα...» Το κεφάλι του πάσχιζε να βρει λόγους που θα την έκαναν να σταματήσει... προσπαθούσε να φανταστεί το κορίτσι του, που έπρεπε να του μεί νει πιστός... Αλλά το άλλο του κεφάλι, αυτό που έπαιρνε πάντα τις αποφάσεις στο τέλος, επενέβη. Μπροστά στα μάτια του χόρευαν εικόνες της Άννας, της χθεσινής νοσοκόμας, και της Γκλόρια... και οι δυο τους ήταν τώρα εδώ, μαζί του, πάνω στο νοσοκομειακό του κρεβάτι... και ο ίδιος, ακί νητος, με τη γλώσσα να κρέμεται έξω, δεν ήξερε πού να πρωτοκοιτάξει. Λες να... λες να τις γνώρι ζε ήδη αυτές τις θαυμάσιες υπάρξεις; Λες να ήταν ανάμεσα στις πολυάριθμες κατακτήσεις που του είχε αναφέρει η μητέρα τ ο υ ; Αλλά τότε γιατί δεν αποκάλυπταν τη σχέση τους μαζί τ ο υ ; Αν πάντως ήταν έτσι, έπρεπε να παραδεχτεί πως είχε φοβερό γούστο! Η Άννα και η Γκλόρια ήταν αναμφισβή τητα οι ομορφότερες γυναίκες που θα μπορούσε να γνωρίσει ένας άντρας και, παρόλο που ήταν πολύ διαφορετικές μεταξύ τους, ξυπνούσαν μια
Έ ν α ς χαυτός άντρας
τρελή επιθυμία μέσα του - κάτι που πιστοποιού σε το κορμί του με τον πιο εμφανή τρόπο. Η Γκλόρια ένιωσε τη σύγχυσή του και τη συμ μερίστηκε . Σήκωσε το σεντόνι που τον κάλυπτε κι άρχισε να πλένει το υπόλοιπο μέρος του κορμιού του. Ξεκίνησε με τα πόδια του, ρίχνοντάς τους ζεστό νερό και σαπουνίζοντάς τα επιμελώς. Έτρι ψε γερά τα δάχτυλα των ποδιών του, έπειτα τους αστραγάλους του και τελικά τα γόνατα. Χρησι μοποίησε και τα δυο της χέρια για να πλύνει επι δέξια κάθε μηρό, πριν τον γυρίσει στο πλάι. Έ δω σε ένα πεταχτό φιλί στη μελανιά στο γοφό του, και το χέρι της έτριψε τους γλουτούς του, σαπου νίζοντάς τους απαλά. Το άλλο της χέρι γλίστρησε τρυφερά πάνω από το γοφό του και ήρθε επικίν δυνα κοντά στο πέος του, που ήταν έτοιμο να εκραγεί. Ο Κόλλιν βόγγηξε. «Σσσσς! Μη φοβάστε... Σας είπα, θα είμαι προσεχτική!» Και ήταν. Ξεκούμπωσε τελείως τη στολή της και γλίστρησε το πέος του Κόλλιν ανάμεσα στο στήθος της. Κυμάτιζε από πάνω του σαν μαγικό φίδι, κι ο Κόλλιν συναρπάστηκε από τη θέα του μικρού χρυσού μενταγιόν της που ακολουθούσε πιστά κάθε της κίνηση και ταλαντευόταν πάνω από το όρθιο πέος του. Η Γκλόρια έπιασε τα στή θη της, ένα σε κάθε χέρι, και τα πίεσε μαζί σε μια υπέροχη μέγγενη. Μετά άρχισε να τα χαϊδεύει 241
Π ιο
Πολλές
Ιστορίες
Πο ϊ
Σε
Κ α ν ο τ ν Να Κ ο κ κ ι ν ί ζ ε ι ς
πρώτα πολύ αργά, έπειτα με έναν ταχύτερο ρυθ μό... Ο Κόλλιν είχε αγριέψει από την επιθυμία γι’ αυτή τη γυναίκα που τη γνώριζε μόνο λίγα λεπτά της ώρας, κι ένιωθε έτοιμος να τελειώσει. Όμως δεν τόλμησε να της χαρίσει το παραμικρότερο χάδι, την παραμικρότερη αγκαλιά, φοβούμενος πως θα σταματούσε και θα χανόταν από κοντά του. Προσπάθησε να τη σπρώξει μακριά του, να τη σταματήσει, να την αναγκάσει να συνεχίσει να επιταχύνει, να επιβραδύνει... η θέλησή του είχε εξαφανιστεί στην αναλαμπή των ματιών της και θα ’κανε τα πάντα για να τον σηκώσει η Γ κλόρια από το κρεβάτι και να τον σύρει στο γύρο του θανάτου. Ξαφνικά εκείνη σταμάτησε να χαϊδεύε ται , απομακρύνθηκε από κοντά του κι άρχισε να μαζεύει τα πράγματά της. « Τ ι; Τι έκανα; Γιατί σταματήσατε; Δεν μπορεί τε να φύγετε τώ ρα!» «Α! Θα... θα επιστρέψω αργότερα... αν έχετε διάθεση...» Τον παράτησε στη μέση της τρελής του επιθυ μίας και κοίταξε για λίγο το συναρπαστικό κορμί της, πριν κουμπώσει μέχρι επάνω τη στολή της. Ο Κόλλιν τη θαύμασε με μάτια θολά, και νόμισε πως την είδε να διστάζει. Αλλά εκείνη περπάτησε αγέρωχα μπροστά του, χούφτωσε το υπέροχο στήθος της, γλίστρησε ένα δάχτυλο μέσα στην κιλότα της και χαϊδεύτηκε ελαφρά.
Έ νας καυτός άντρας
«Αργότερα, ίσως...» Ύστερα έφυγε. Μόλις έκλεισε η πόρτα, ο Κόλλιν, ξανά, ένιωσε το καυτό σπέρμα να εκτοξεύε ται από το πέος του.
Δεν την είδε μέχρι που τελείωσε τη βάρδια της. Τώρα πλησίαζε εννέα η ώρα και, όταν μια άλλη νοσοκόμα μπήκε στο δωμάτιο, κατάλαβε πως είχε φύγει χωρίς να τον επισκεφτεί. Ήταν αναστατω μένος με την ιδέα να ξαναδεί την Άννα, και ήλπιζε να τελειώσει η αναμονή με μια καλή παρέα· αλλά η γυναίκα που εμφανίστηκε δεν είχε τίποτε κοινό ούτε με την Άννα, ούτε με την Γκλόρια... Παρέμεινε σιωπηλή όσο έπαιρνε τη θερμοκρασία του. Δεν είπε ούτε ένα «γεια» όταν μπήκε, και εξέτα σε το γύψο και τον επίδεσμό του με απότομες κινήσεις. Τα χέρια της δεν ήταν απαλά σαν της Άννας, αλλά ξηρά και τραχιά. Κι αυτό δεν ήταν το χειρότερο. Ο Κόλλιν είχε καλομάθει. Μέχρι τότε τον φρόντιζαν δύο νεαρές νοσοκόμες απίστευτης ομορφιάς -χω ρίς καμία αμφιβολία οι ομορφότε ρες στο νοσοκομείο, αν όχι σε ολόκληρο τον κλά δο ! Όμως ήταν ολοφάνερο πως η τύχη του είχε στερέψει· οι δύο προηγούμενες σαγηνευτικές αδελφές τον έκαναν να νιώθει πικρή απογοήτευ ση γι’ αυτήν εδώ που τον φρόντιζε τώρα. Προσπάθησε να είναι ευγενικός και φιλικός,για 243
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες
Π
οτ
Σ
ε
Κ
ανοϊν
Να Κ
οκκινίζεις
να ανακαλύψει αν η νοσοκόμα είχε δει το γιατρό του και αν ήξερε τίποτε για το πότε θα επέστρεφε σπίτι του. Εκείνη μουρμούρισε πως δεν είχε δει κανένα γιατρό από το πρωί,ήταν πιθανότατα εξα ντλημένοι από την προηγούμενη μέρα που έπαιζαν γκολφ και δεν εξαρτιόταν από εκείνη να αποφασί σει πότε θα του έδιναν εξιτήριο. Ο Κόλλιν σταμά τησε τις προσπάθειες αφήνοντάς τη να συνεχίσει τη δουλειά της, και η σιωπή έγινε γρήγορα καταθλιπτική. Τον ρώτησε αν ήθελε να ουρήσει, μα η ιδέα και μόνο πως θα έδειχνε το καημένο του το πέος σ’ αυτή τη δράκαινα τον φόβισε ως τα κατάβαθα του είναι του. Το πέος του είχε συρρικνωθεί, είχε εξα φανιστεί σχεδόν. Άσε, θα τα κατάφερνε και μόνος το υ! Η νοσοκόμα έφυγε τελικά και ο Κόλλιν άρχισε να σκέφτεται πώς θα περνούσε τη μέρα του. Ήταν αδύνατο να διαβάσει ή να κάνει οποια δήποτε άλλη δραστηριότητα. Θα μπορούσε να τηλεφωνήσει σε κάποιον - αλλά σε ποιον; Και δεν είχε ακόμη τηλεόραση. Ήταν έτοιμος να μπήξει τα κλάματα... Παρ’ όλ’ αυτά, αφού παρατήρησε όλα τα έπιπλα κι όλες τις γωνιές του δωματίου, προσπάθησε να συγκεντρωθεί για να δει αν ήταν δυνατόν να θυμηθεί κάτι, οτιδήποτε, από τη ζωή του. Δεν κατάφερε τίποτε, αλλά τελικά είδε κατά πληκτος πως, μ’ αυτά και μ’ αυτά, είχαν περάσει αρκετές ώρες. Η δράκαινα του έφερε ένα δίσκο, μουρμουρίζοντας:
Ένας καυτός άντρας
«Πρέπει να σας τάί'σω!» Ο Κόλλιν ένιωθε πως θα του ήταν αδύνατο να καταπιεί την παραμικρή μπουκιά έτσι και τον τάιζε αυτή η στρίγγλα. Δεν της απάντησε και κοί ταξε απλώς το δίσκο... δεν πεινούσε. Προτίμησε να περιμένει την Άννα. Δάγκωσε μια μπουκιά ψωμί κι αποκοιμήθηκε.
Η φρικτή νοσοκόμα του τον επισκέφτηκε μόνο για μία φορά ακόμη, αλλά αυτό ήταν αρκετό για να του διαλύσει τα νεύρα. Από τις τέσσερις η ώρα περίμενε ανυπόμονα να εμφανιστεί η Άννα, σίγου ρος πως θα ερχόταν να τον δει στην αρχή της βάρ διας της. Αλλά στις τέσσερις και τέταρτο ακόμη να φανεί... Ένιωθε πικρά απογοητευμένος, όμως σκέφτηκε πως υπήρχε και η Γκλόρια, που θα την έβλε πε το επόμενο πρωί. Ίσως να ’ταν καλύτερα να ξεκουραστεί λίγο. Έτσι θα μπορούσε να επικε ντρωθεί στην ανάρρωσή του, στις προσπάθειές του να θυμηθεί και στην επικείμενη επιστροφή του στο σπίτι. Θα παρακαλούσε το γιατρό να του φωνάξει τη μυστηριώδη γειτόνισσα. Η Άννα και η Γκλόρια θα τον απολάμβαναν καλύτερα μόλις αισθανόταν και πάλι αρκετά δυνατός και με τη μνήμη του απο καταστημένη. Οι αποφάσεις που πήρε διάρκεσαν τέσσερα λεπτά ακριβώς... μέχρι που εμφανίστηκε στο δωμάτιό του μια εκθαμβωτική ξανθιά... 245
Πιο
Π
ολλές
Ιστορίες
Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοϊν
Ν
α
Κ
οκκινίζεις
«Γεια σας! Είμαι η Λούσυ και θα σας φροντίσω εγώ απόψε!» Ο Κόλλιν έμεινε να χάσκει.Ήταν θεά! Αδύνατη και ψηλή, με αθλητικό παράστημα. Τα μακριά ξανθά της μαλλιά ήταν δεμένα πίσω αλογοουρά, που ταλαντευόταν με το ρυθμό των βημάτων της. Τα φωτεινά μπλε της μάτια άστραφταν, αποκρυπτογραφώντας, λες, κάθε του σκέψη. Ήταν μαυρισμένη, αλλά μ’ εκείνο το χρυσό χρώμα που χαρίζει η ζωή στην ύπαιθρο, κι όχι οι άπειρες ώρες ηλιοθεραπείας στην παραλία. Η μύτη και τα ζυγωματικά της ήταν γεμάτα κουκλίστικες φακί δες. Ήταν πραγματικά απολαυστική, το στιλ της γυναίκας που λάτρευε ο Κόλλιν. Καθόλου μητρι κή όπως η Άννα, καθόλου εξουσιαστική και αυταρχική όπως η Γκλόρια· απλώς γλυκιά, θηλυ κή, ελκυστική και απίστευτα προκλητική. Φαινό ταν , ακόμη, παράξενα εξοικειωμένη μαζί του... Ο Κόλλιν την αντιχαιρέτησε τραυλίζοντας. Εκείνη τον ρώτησε για την κατάσταση της υγείας του, αν πονούσε, αν είχε δει το γιατρό του. Τον πληροφόρησε πως πιθανότατα θα έπαιρνε εξιτή ριο από το νοσοκομείο το επόμενο απόγευμα, εάν βέβαια οι αυριανές εξετάσεις συμφωνούσαν με τις προσδοκίες του γιατρού και του νευρολόγου. Οι ειδήσεις τον γέμισαν χαρά. Τη ρώτησε για πόσο θα κράταγε το νάρθηκα και τον επίδεσμο, μα δεν ήξερε να του πει. Όσο του μιλούσε,τον πλησίαζε
Έ νας καυτός άντρας
όλο και περισσότερο κι άρχισε να τον εξετάζει σαν καλή νοσοκόμα που ήταν. Η θερμοκρασία του ήταν κανονική και όλα τα υπόλοιπα ήταν επίσης ενθαρρυντικά. «Οι συναδέλφισσές μου μου είπαν πως έχετε μια άσχημη μελανιά στο γοφό σας. Επιτρέψτε μου να τη δω...» Ο Κόλλιν σήκωσε το σεντόνι για να μπορέσει να δει τη μελανιά, και ντροπιάστηκε βλέποντας το θρασύ του πέος σηκωμένο. Δεν μπορούσε να κάτσει στ’ αυγά του μια φορά; Έπρεπε να κάνει επίδειξη σ’ όλα τα όμορφα πλάσματα που περ νούσαν από μπροστά τ ο υ ; Αμέσως μόλις αναλο γίστηκε πόσα αγγελικά κορίτσια τον πλησίασαν πρόσφατα, και τη στάση τους απέναντι του, το πέος του αναπήδησε και η στύση του μεγάλωσε ακόμη περισσότερο. Η Λούσυ χαμογέλασε μονάχα κι εξέτασε τη μελανιά, ρίχνοντας επίσης μια ματιά στο δέρμα γύρω από το γύψο. Του πρότεινε να του βάλει κάποια αλοιφή για ν’ αποφύγει τη φαγούρα που σίγουρα θα τον έπιανε σύντομα. Ο Κόλλιν συμ φώνησε πάραυτα -αυτό έλειπε!-και τα βασανι στήρια ξανάρχισαν. Η Λούσυ είχε μακριά, δυνατά χέρια. Πρώτα έκανε μασάζ στους ώμους του και μετά άπλωσε λοσιόν στην κοιλιά και στα πλευρά του, χωρίς να του προκαλέσει τον παραμικρό πόνο. Ο πόνος εμφανίστηκε στους καημένους του 247
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες
Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοϊν
Ν
α
Κ
οκκινίζεις
τους όρχεις όταν άπλωσε την αλοιφή στο κορμό, στα πλευρά και στην κοιλιά του. Έτριβε κι έτρι βε, και το πέος του γινόταν ολοένα και πιο σκλη ρό. Έφτασε στα πόδια του, κάνοντας κύκλους με τα χέρια της στο εσωτερικό των μηρών του - φ α ι νόταν να το διασκεδάζει... Ύστερα επέστρεψε πίσω στην κοιλιά του, στη μέση, στην πλάτη τ ο υ . Ο Κόλλιν προσπάθησε να μετακινηθεί για να τη διευκολύνει, αλλά παρέλυσε μ’ αυτό που αποκα λύφθηκε από το ανοιγμένο φερμουάρ της στολής της... Δεν ήταν κάποια προκλητική δαντέλα αλά Γκλόρια. Όχι! Η Λούσυ φορούσε ένα από εκείνα τα βαμβακερά σουτιέν που επιτρέπουν στο στή θος να ανεβοκατεβαίνει αρμονικά. Οι θηλές της ήταν λεπτές και μυτερές κι ο Κόλλιν ένιωσε ξαφ νικά την ανάγκη να τις γευτεί. Το απαιτητικό του πέος το ήθελε πολύ αυτό το γυμνασμένο και χρυ σαφένιο σώμα. Ήθελε να νιώσει το εσωτερικό του κορμιού της, που θα ήταν σίγουρα μεταξένιο και στενό. Την ήθελε σαν τρελός, σαν... Στο μεταξύ η Λούσυ έτριβε με κρέμα το πέος του, που ήταν πρησμένο όσο δεν πήγαινε άλλο. Γλιστρούσε το χέρι της από τη βάση στο κεφάλι, πιέζοντας απαλά τη ράχη τ ο υ . Η αίσθηση ήταν μαγευτική, αέρινη. Για μια στιγμή ο Κόλλιν έκλει σε τα μάτια και παραδόθηκε στο θαύμα. Είχε την εντύπωση πως ήταν λιγότερο παθητικός με τη Λούσυ απ’ ό,τι με τις άλλες κι αναρωτήθηκε πώς
Έ ν α ς καυτός άντρας
θα της έβγαζε τα ρούχα για να νιώσει το προκλη τικό κορμί της πάνω στο δικό του. Είχε ξεχάσει και την Άννα και την Γκλόρια και τους πάντες. Όχι πως έρχονταν δεύτερες σε σύγκριση με τη Λούσυ, αλλά την παρούσα στιγμή ο δύστυχος ο Κόλλιν βρισκόταν σε άλλο κόσμο. Ήταν έτοιμος να την τραβήξει πάνω του και να τη φιλήσει, βάζοντας όλη του τη λαχτάρα σ’ αυτό το φιλί. Την ώρα όμως που άπλωσε το χέρι του, εκείνη σταμά τησε να τον τρίβει: «Τελείωσα. Ελπίζω να νιώθετε πιο άνετα τώρα». Ο Κόλλιν, παραζαλισμένος, βρέθηκε άλλη μια φορά στα μισά μιας ακατάσβεστης επιθυμίας. Αλλά, αντί να απογοητευτεί, αναρωτήθηκε πόσοι άντρες είχαν τέτοια τύχη. Τι ποσοστό αντρών στη Γη θα μπορούσε να καυχηθεί πως ένιωσε τη χάρη τριών τόσο όμορφων και επιθυμητών γυναικών; Έπρεπε να έχει ευλογηθεί από το Θεό, έπρεπε να είναι ο άντρας που επιθυμούν οι γυναίκες - και μάλιστα οι γυναίκες με όλη τη σημασία της λέξης. Η ιδέα πως ήταν ο τύπος του άντρα που επιθυ μούσε κάθε πραγματικό θηλυκό τον καταευχαρί στησε, δεν έβλεπε κανένα πρόβλημα εδώ. Αντίθε τα, διαπίστωσε πως ένα τέτοιο χαρακτηριστικό τού ταίριαζε γάντι και ταίριαζε καταπληκτικά με τον άντρα που πίστευε πως ήταν. Όμως μια δυσάρεστη σκέψη τρύπωσε στο μυα 249
Πιο Π
ολλές
Ιστορίες
Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοϊν
Να Κ
οκκινίζεις
λό του, χωρίς να είναι σε θέση να τη διώξει. Ο Κόλλιν ήλπιζε πως αυτές οι τρεις γυναίκες -οι τόσο όμορφες και γοητευτικές, που φαινόταν μάλιστα να τις ξέρει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο δεν ήταν κάποιες που είχε κάποτε προδώσει, παρατώντας τες για μιαν άλλη. Δεν άξιζαν τίποτε λιγότερο από έναν τέλειο άντρα! Αλλά το γεγονός ότι ήταν τόσο προσεχτικές μαζί του,το γεγονός ότι φαίνονταν να ευχαριστιούνται και οι ίδιες όταν του χάριζαν όλη τους την προσοχή, τον έκανε να σκεφτεί πολύ. Πρέπει να τις ήξερε... Όπως είχε πει και η Άννα, δε ζούσαν δα και σε καμιά μεγαλού πολη· σίγουρα είχαν δει ο ένας τον άλλο σε κάποιο μπαρ ή στο δρόμο. Ωραία, και τ ι ; Ο Κόλλιν δηλα δή τις είχε απλά παρατηρήσει; Θα έπρεπε να ’σαι τρελός για να μη γυρίσεις να τις κοιτάξεις με γουρλωμένα μάτια καθώς περνούσαν! Ανακεφαλαίωση, λοιπόν: ο Κόλλιν Ντάνμπυ ήταν πολύ δημοφιλής με τις γυναίκες· ζούσε μόνος σε ένα όμορφο προάστιο· δεν είχε καμία επίσημη ερωμένη - κάτι που, μετά και από τα γεγονότα των τελευταίων ημερών, φαινόταν να είναι περισσότερο πλεονέκτημα παρά μειονέκτη μα... Τα κομμάτια του γρίφου άρχισαν να τακτο ποιούνται. Προφανώς υπήρχαν ακόμη πολλές λεπτομέρειες να αποκαλυφθούν, αλλά τα πράγ ματα φαίνονταν μια χαρά ως εδώ. Ενθαρρυμένος, αποφάσισε τελικά να ζητήσει
Έ ν ας καυτός άντρας
από το γιατρό του να φωνάξει τη μυστηριώδη γειτόνισσα, που, αν τον ήξερε καλά, θα τον δια φώτιζε ενδεχομένως για πολλές από τις πτυχές της ζωής του. Ο γιατρός δέχτηκε να επικοινωνή σει μαζί της και τον ενημέρωσε, έπειτα από λίγο, πως θα ερχόταν να τον επισκεφτεί νωρίς το από γευμα. Ο Κόλλιν περίμενε ανυπόμονα την επισκέπτριά του. Ήταν περισσότερο από βέβαιος ότι θα τον βοηθούσε να συναρμολογήσει κάποιες αναμνήσεις του -αναμνήσεις που,χωρίς αμφιβο λία, θα αποτελούσαν το έναυσμα για να επανέλθει η μνήμη του. Γύρω στις εφτά, η Λούσυ επέστρεψε για να βεβαιωθεί πως ήταν καλά. Αφού τελείωσε τη βια στική εξέτασή της, η πόρτα του δωματίου άνοιξε για να αποκαλύψει την -όπως πάντα τρομερά ελκυστική-Άννα. Ο Κόλλιν παρέμεινε σιωπηλός και πρόσεξε πως η Άννα έμοιαζε να γνωρίζει πολύ καλά τη Λούσυ,γιατί οι δύο γυναίκες αντάλλαξαν ένα χαμόγελο συνενοχής. Η Άννα πλησίασε το κρεβάτι και του χαμογέλασε. Η πόρτα του δωμα τίου άνοιξε πάλι και μπήκε η Γκλόρια, με όλη της τη μεγαλοπρέπεια. Πλησίασε την Άννα και τη Λούσυ και του ’κλείσε με νόημα το μάτι. Ύστερα μια τέταρτη γυναίκα μπήκε στο δωμάτιο - κι ο Κόλλιν έπαθε σοκ. Βλέποντας τη γειτόνισσά του, την όμορφη Σύλβια, το ατύχημα που τον έφερε στο νοσοκομείο -κα ι ό ,τι τον οδήγησε σε τούτο
Πιο
Πολλές Ι στορίες
Π
οϊ
Σ
ε
Κ
ανοϊν
Ν
α
Κ
οκκινίζεις
το ατύχημα-ξαναγύρισε αμέσως στη μνήμη του... Η Σύλβια, η νοσοκόμα... Εκείνος, ο Κόλλιν, που δε δούλευε,ήταν άνεργος. Και το σπίτι... που ανήκε στον πατέρα του και που τον άφηνε να ζει εκεί γιατί τον λυπόταν. Ο πατέρας του... που δεν είχε έρθει να τον επισκεφτεί στο νοσοκομείο. Μπορεί τελικά να μην ήθελε καν να τον δει... όπως και η μητέρα του, άλλωστε. Σάμπως ήρθε αυτή να τον επισκεφτεί;... Ούτως ή άλλως, πάντως, αναγνώρισε τη Σύλβια - τ η Σύλβια, τη θεά! Ω, πόσο ντρεπόταν να της μιλήσει... Ο Κόλλιν θυμήθηκε πόσο συχνά την κατασκόπευε όταν ξεντυνόταν μπροστά από το παράθυρό της τη νύχτα... και κοκκίνισε... Καυτός άντρας και κουραφέξαλα - αυτός; Αυτός είχε να κάνει σεξ εδώ και αιώνες! Θυμήθηκε πεντακάθαρα την Άννα, τη Λούσυ και την Γκλόρια να κολυμπούν στην πισίνα της Σύλβια και τον ίδιο πάνω σε μια σκάλα να προ σπαθεί να τις πάρει μάτι καλύτερα... για να θαυ μάσει τα μισόγυμνα, εκτεθειμένα στο ζεστό απο γευματινό ήλιο κορμιά τους. Και τελικά το πέσιμό του, όταν έβγαλαν τελεί ως τα μαγιό τους...
Σύγχρονη ξ έ ν η λ ο γ ο τ εχ ν ία Μ α ρ ί Γ κρέυ
Και άλλες ιστορίες που σε κάνουν να κοκκινίζεις Νουβέλες Μετάφραση: Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη
^ιι u/1/jc} ΐιΓΪφ ί^ H C L L t KUVLLV MU
KHfllVlTtlJ
Ερωτικές ιστορίες που σημαδεύουν την καθημερινό τητα και γιορτάζουν τον έρωτα και την επιθυμία. Σύγ χρονες ιστορίες απόλυτης απόλαυσης, όπως οι φα ντασιώσεις μας, γεμάτες αισθησιακό χιούμορ και τρυ φερότητα. Μια πρόσκληση για να ζήσετε τη ζωή ως το μεδούλι της, για να απολαύσετε το απόλυτο, για να εκτιμήσετε τον αισθησιασμό και το πάθος... «Οι πρώτες ιστορίες της Μαρί Γκρέυ έγιναν αμέσως διε θνές μπεστ σέλερ, και η Καναδέζα συγγραφέας έσπευοε να μας δώσει άλλες επτά “άτακτες* νουβέλες, γιατί στις ερωτικές σκηνές η απελευθερωμένη γυναικεία πένα είναι άλλο πράγμα...» PLAYBOY
Μ α ρ ίΓκ ρ έ υ
Ιστορίες που σε κάνουν να κοκκινίζεις Νουβέλες Μετάφραση: Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη Ερωτικές ιστορίες που χαϊδεύουν τις αισθήσεις, το κορμί, την ψυχή, απολαυστικές ερωτικές φαντα σιώσεις, γεμάτες σφοδρές επιθυμίες, γραμμένες με πάθος, πνεύμα, χιούμορ. Γιατί δεν υπάρχει τί ποτα πιο ρεαλιστικό από τη φαντασίωση. Πυρπο λεί τις αισθήσεις, χαϊδεύει το κορμί αλλά και την ψυχή. «Υπέροχα ερωτικό... Η αισθησιακή ευχαρίστηση στην καλύτερη μορφή της!» LEDROIT
|σπΤο^5 ου^ σε κάνουν να KP W '