A KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998
K.Π. Kαβάφης: ο οικουμενικς ποιητής
2-31 AΦIEPΩMA Xρονολγιο Kωνσταντίνου Kαβάφη O ποιητής των μέλλουσων γενεών.
ΦIEPΩMA
Mε ορμητήριο την Aλεξάνδρεια κατέκτησε την αιωνιτητα
Tου Γιάννη Δάλλα
Eίρων και σαρκαστικς.
Tου Mιχάλη Πιερή Θρησκευτικές μεταστροφές.
Tης Diana Haas
Iδανικοί έρωτες.
EINAI ο ποιητής που μας δίδαξε τι «Σε μερικούς ανθρώπους έρχεται μια μέρα που πρέπει το μεγάλο Nαι ή το μεγάλο χι να πούνε...», ή τι «H Iθάκη σ’ έδωσε τ’ ωραίο ταξίδι./ Xωρίς αυτήν δεν θάβγαινες στον δρμο. / Aλλα δεν έχει να σε δώσει πια. / Kι αν πτωχική τη βρεις, η Iθάκη δεν σε γέλασε. / Eτσι, σοφς που έγινες, με τση πείρα, / ήδη θα το κατάλαβες, οι Iθάκες τι σημαίνουν». Kι αυτς που απάντησε έγκαιρα σε ερωτήματα που γεννώνται σε κοινωνίες
Tου X. Λ. Kαράογλου
Eπιμέλεια αφιερώματος:
Oι καβαφικοί βάρβαροι.
ΠEΓKY KOYNENAKH
Tου Martin Mckinsey
Στον ίδιο χώρο. Tο Aρχείο K.Π. Kαβάφη βρίσκεται πάντα στην οδ Mουρούζη.
Tης Mανλη Σαββίδη Tι εκμισε στην Tέχνη ο Kαβάφης;
Tου Γ. Π. Σαββίδη
Yπθεση ζωής. O Γ. Π. Σαββίδης αναφέρεται στο Aρχείο Kαβάφη και στην ενασχλησή του με το έργο του ποιητή. Tα «αποσιωπημένα» πεζά ποιήματα.
Tης Aννας Kατσιγιάννη Eικνες της ισλαμικής Aνατολής. O Kαβάφης συμπαθούσε τις λέξεις ανατολικής προέλευσης και την αραβική τέχνη.
Tου Mathias Kappler
H ειρωνεία στον K. Π. Kαβάφη.
Tης Kατερίνας Kωστίου O Kαβάφης στην ελληνική μουσική. Ποιοι και πώς εμελοποίησαν τον Aλεξανδριν ποιητή.
Tου Bασίλη Aγγελικπουλου
H κινηματογραφική προσέγγιση. H ελευθερία της επιθυμίας και η ταινία «Kαβάφης».
Tου Γιάννη Σμαραγδή Eξώφυλλο: O ποιητής Kωνσταντίνος Kαβάφης (προσωπογραφία του K. Π. Kαβάφη) και χειργραφο απ το ποίημα «Περιμένοντας τους Bαρβάρους».
Yπεύθυνη «Eπτά Hμερών» EΛEYΘEPIA TPAΪOY
κρίσης και ξεπεσμού: «Kαι τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους. Oι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις...». Kωνσταντίνος Kαβάφης: ο οικουμενικς ποιητής, που η παγκοσμιτητα του έργου του δεν είναι κενς λγος, αφού δεν υπάρχει ευρωπαϊκή χώρα που να μην έχει μεταφραστεί, ενώ, το ίδιο σχεδν συμβαίνει με τη βρειο και ντιο Aμερική ακμη και τη Bραζιλία. Ποιήματα απλά και διαυγή, ποτισμένα απ μια διάχυτη μελαγχολία, ξεχειλίζουν απ ειλικρίνεια αισθημάτων. Eπιδίωκε να γράφει αληθινά, χωρίς επιτίδευση, να είναι πάντα ζωντανς, προσωπικς. Oι στίχοι του αποκαλύπτουν έναν κσμο που στηρίζεται κυρίως στην εμπειρία· η γλώσσα που χρησιμοποιεί είναι πρωττυπη και αντιστοιχεί στο σύγχρονο ζητούμενο της ποίησης. Για τον Kαβάφη η ποιητική τέχνη ήταν μια επίπονη διαδικασία: Σύμφωνα με πληροφορίες που παρέχουν οι μελετητές του, το στάδιο γραφής ενς ποιήματος διαρκούσε ακμη και δεκαετίες. Aρχιζε ένα ποίημα, το άφηνε, το ξανάπιανε πολλές φορές, ώσπου να του δώσει την τελική μορφή, ώς τη στιγμή που το ’κρινε κατάλληλο για δημοσίευση. Tαυτχρονα, λεπτολγος καθώς ήταν, γινταν συχνά σχολαστικς χρονογράφος του εαυτού του, κατέγραφε πάντα τις χρονολογίες των διαφρων σταδίων επεξεργασίας ενς ποιήματος. Oσο ζούσε, ακολουθούσε μιαν ιδιτυπη εκδοτική τακτική: Aρχικά τύπωνε τα ποιήματά του σε μικρά φυλλάδια, αργτερα σε τεύχη και τέλος έφτιαχνε χειροποίητες συλλογές που τις μοίραζε σε φίλους και θαυμαστές. Σ’ αυτές εμπιστεύτηκε απ το 1912 και μετά τη διάδοση του έργου του. Xρησιμοποιούσε τα τυπωμένα αντίτυπα των ποιημάτων του σαν να ήταν χειργραφα πάνω στα οποία
2 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998
Xαλκογραφία του Γιάννη Kεφαλληνού, που απεικονίζει τον Kαβάφη σε μεγάλη ηλικία.
μπορούσε να κάνει ακμη και σημειώσεις. H τυπογραφία ήταν γι’ αυτν μονάχα ένα μέσον για να αναπαράγει σε περισστερα αντίτυπα τα ποιήματά του, χωρίς καν να σκέφτεται την εμπορική τους εκμετάλλευση. Δημιουργούσε καταλγους με σους εμπιστευταν το έργο του, κι σο ζούσε, σχεδν γνώριζε έναν προς έναν τους αποδέκτες· κατά κάποιον τρπο είχε εφεύρει έναν τρπο για να ελέγχει το αναγνωστικ κοιν του... Δύο χρνια μετά απ το θάνατο του ποιητή, το 1935, επιχειρείται η πρώτη συνολική παρουσίαση των έργων Kαβάφη, που μέχρι ττε ήταν διασπαρμένα σε μονφυλλα ή σε μικρές συλλογές. Tην φιλολογική επιμέλεια είχε η Pίκα Σεγκοπούλου, πρώτη σύζυγος του Aλέκου Σεγκπουλου, επίσημου κληρονμου του ποιητή. H έκδοση αυτή είχε χαρακτηριστεί απ τους ειδικούς ως το
βιβλίο «το ωραιτερο που κυκλοφρησε ποτέ στην Eλλάδα». Mετά τον πλεμο ακολουθούν κι άλλες εκδσεις αναγνωρίζεται ευρύτατα η δυναμική του καβαφικού έργου και πυκνώνουν οι μελέτες γύρω απ αυτ. O Γιώργος Kατσίμπαλης, ο Tίμος Mαλάνος, ο Γιώργος Σεφέρης, ο Στρατής Tσίρκας, ο Mιχάλης Πιερής και ο Γιώργος Σαββίδης ασχολήθηκαν επιμελώς με τον ποιητή, δίνοντας χι μνο πληροφορίες για τον ίδιο και την εποχή του, αλλά παράλληλα προσπάθησαν να τον προσεγγίσουν και ερμηνευτικά. Oι γνώσεις που κατατέθηκαν λα αυτά τα χρνια καθιστούν σήμερα το έργο του Kαβάφη προσπελάσιμο. Eνα έργο σπουδαίο, ανοικτ πάντα σε νέες ερμηνείες, αφού το Aρχείο Kαβάφη κρύβει ακμη πολλά μυστικά που σύντομα το Σπουδαστήριο Nέου Eλληνισμού υπσχεται να αποκαλύψει...
H μοναδική φωτογραφία του Πέτρου – Iωάννη Kαβάφη που έχει διασωθεί μέχρι σήμερα. (Aρχείο Kαβάφη).
H Xαρίκλεια Kαβάφη, στα πρώτα χρνια του γάμου της, στην Aγγλία. H φωτογραφία αυτή βρισκταν κορνιζαρισμένη στο σαλνι του ποιητή. (Aρχείο Kαβάφη. Λεύκωμα Kαβάφη 1863–1910, Eκδσεις Eρμής).
Xρονολγιο Kωνσταντίνου Kαβάφη 1863: O ποιητής με την παγκσμια ακτινοβολία γεννιέται στην Aλεξάνδρεια. Eίναι το ένατο και τελευταίο παιδί του Πέτρου I. Kαβάφη, μεγαλέμπορου βαμβακιού, απ φαναριώτικο γένος, που οι ρίζες του θεωρούνται βυζαντινές, και της Xαρίκλειας, το γένος Φωτιάδη, απ παλαιτερη οικογένεια της Πλης. Eζησε τα πρώτα παιδικά του χρνια στη γενέτειρα πλη σε εξαιρετικές συνθήκες ευημερίας. Στο ισγειο του διώροφου σπιτιού των Kαβάφηδων, στην αριστοκρατική οδ Σερίφ, στεγάζονταν τα γραφεία του ακμαίου εμπορικού οίκου «Kαβάφης & Σία» (κύριος συνεταίρος ο Γεώργιος Kαβάφης, θείος του ποιητή, εγκατεστημένος στο Λονδίνο), ενώ η οικογένεια του Πέτρου Kαβάφη «ζούσε μεγάλα» στο πρώτο και δεύτερο πάτωμα, διατηρώντας Γάλλο παιδαγωγ, Aγγλίδα τροφ, Eλληνες υπηρέτες, Iταλ αμαξά και Aιγύπτιο σεΐτη (θυρωρ). 1870: Mε τον πρωρο θάνατο του Πέτρου Kαβάφη αρχίζει ουσιαστικά και η σταθερή πορεία της οικογένειας προς την οικονομική κρίση και την παρακμή. 1872: H Xαρίκλεια Kαβάφη υποχρεώνεται να διαλύσει το σπίτι της οδού Σερίφ και να φύγει με τα παιδιά της στην Aγγλία, που θα παραμείνει επί έξι χρνια, με κύριο τπο
Πίνακας του Πέτρου Bλαχπουλου (λάδι) που απεικονίζει τον ποιητή μεσήλικα. («Προσωπογραφίες K. Π. Kαβάφη – Σύνδεσμος Aιγυπτιωτών Eλλήνων, 1995).
διανομής το Λίβερπουλ, ενώ ένα μικρ διάστημα θα παραμείνουν και στο Λονδίνο. Σ’ αυτ το διάστημα ο Kωνσταντίνος Kαβάφης θα μάθει σε βάθος την αγγλική γλώσσα και θα καλλιεργήσει την έμφυτη ροπή του προς τα Γράμματα μέσα απ το δοκιμασμένο αγγλικ εκπαιδευτικ σύστημα. 1878: H οικογένεια επιστρέφει στην Aλεξάνδρεια. O Kωνσταντίνος Kαβάφης είναι πλέον δεκαπέντε χρνων. Tην επμενη τριετία (σύμφωνα με στοιχεία που διαθέτει ο Mιχάλης Πιερής) και μέχρι την ένταξή του σε οργανωμένο σχολείο, ο Kαβάφης αρχίζει να μελετά και να εργάζεται πνευματικά απ μνος του, χρησιμοποιώντας βιβλία απ τις δανειστικές βιβλιοθήκες της Aλεξάνδρειας. 1881: O ποιητής θα συνεχίσει τις βασικές του σπουδές στο εμπορικοπρακτικ Λύκειο «O Eρμής» του Kωνσταντίνου Πανταζή, σχολείο που ιδρύεται εκείνη τη χρονιά και στο οποίο φοιτούν επίσης οι παιδικοί του φίλοι Mικές Pάλλης και Στέφανος Σκυλίτσης, ίσως και οι Tζων Pοδοκανάκης και Kίμων Περικλής. 1882: Nέα οικογενειακή μετακίνηση. Aυτή τη φορά προς την Πλη. Aιτία η εθνικιστική επανάσταση του Συνέχεια στην 4η σελίδα
KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998 - H KAΘHMEPINH
3
Συνέχεια απ την 3η σελίδα
Aραμπί στην Aίγυπτο και οι ταραχές που ακολούθησαν, κάνοντας τη θέση των εκεί Eυρωπαίων επισφαλή. H οικογένεια θα παραμείνει για τρία χρνια στην Πλη, φιλοξενούμενη του Φαναριώτη παππού του Γεωργάκη Φωτιάδη. H τριετής παραμονή στην Πλη θα σταθεί ιδιαίτερα κρίσιμη για τον Kαβάφη προς διάφορες κατευθύνσεις. Eίναι γνωστ τι αποφεύγει να ενημερώσει τους φίλους του για την ιδιωτική του ζωή, ενώ, σύμφωνα με ανέκδοτες βιογραφικές σημειώσεις της Pίκας Σεγκοπούλου, «ο ομοσεξουαλισμς του άρχισε να εκδηλώνεται στα 1883». Σύμφωνα δε με επιστολή της νονάς του Aμαλίας Πιταρίδου–Πάππου (22–11–1883), ο Kαβάφης της είχε εκφράσει την επιθυμία να τον βοηθήσει για να ακολουθήσει πολιτική και δημοσιογραφική καριέρα. Tην περίοδο πάντως που παραμένει στην Πλη, εκδηλώνονται και οι πρώτες συστηματικές του προσπάθειες να επιδοθεί στην τέχνη του ποιητικού λγου. H ατμσφαιρα και το τοπίο της Πλης φαίνεται να προκαλούν στον ποιητή ψυχική εφορία και αυτ διαπιστώνεται στα ποιήματά του «O Bεϊζαδές προς την ερωμένη του» (1884) και «Dünya Guzeli» (1884), αλλά ιδίως «Tο Nιχώρι» (1885), που εκφράζεται ο θαυμασμς του για τις φυσικές καλλονές του Πολίτικου τοπίου, το οποίο, άλλωστε, θα υμνήσει και στο πρώτο λογοτεχνικ του πεζ «Mια νυξ στο Kαλντέρι» (1884). Oι πρώτες αυτές ποιητικές αππειρες του Kαβάφη θεωρούνται τι βρίσκονται κάτω απ την άμεση επίδραση του αθηναϊκού ρομαντισμού: καθαρεύουσα γλώσσα, απαισιδοξη φιλοσοφία, θέματα τυπικά στον πεισιθανάτιο αθηναϊκ ρομαντισμ. 1885: (Oκτώβριος). O Kαβάφης επιστρέφει στην Aλεξάνδρεια μαζί με τη μητέρα και τους αδελφούς του Aλέξανδρο και Παύλο. H επιστροφή ταυτίζεται και με την απφασή του να εγκαταλείψει την αγγλική υπηκοτητα, την οποία είχε αποκτήσει ο πατέρας του γύρω στα 1850, και να πάρει την ελληνική. 1886: Aρχίζει να εργάζεται περιοδικά αλλάζοντας διάφορα επαγγέλματα. Πειραματίζεται στη δημοσιογραφία. 1888: Eργάζεται ως μεσίτης στο Xρηματηστήριο Bάμβακος. 1889–1892: Προσλαμβάνεται ως άμισθος Γραμματέας στην Yπηρεσία Aρδεύσεων. 1891: Θεωρείται μια σημαντική χρονιά για τον ποιητή. Eκδίδει σε μονφυλλο το πρώτο πραγματικά αξιλογο ποίημά του «Kτίσται» και δημοσιεύει μερικά απ τα πιο σημαντικά πεζά του κείμενα, πως τα δύο περί Eλγινείων που παρουσιάζουν δημσια την πολιτική πλευρά του ποιητή ή τα «Oλίγα περί στιχουργίας», «O Σακεσπήρος περί της ζωής» και «O καθηγητής Bλάκη περί της νεοελληνικής», στα οποία προβάλλονται οι κύριες αρετές του φιλλογου και του κριτικού Kαβάφη: καθαρή σκέψη, λεπτές παρατηρήσεις, ενάργεια και σαφήνεια στη διατύπωση. Tην ίδια χρονιά πειραματίζεται δημιουρ-
Tρία απ τα μεγαλύτερα αδέλφια του Kαβάφη σ’ ένα οικογενειακ ταξίδι στην Iταλία στα 1865. Δεξιά, ο μεγαλύτερος είναι ο Πέτρος – Iωάννης, 14 ετών, στο κέντρο καθιστς ο Aριστείδης, 12 ετών, και αριστερά με σταυρωμένα χέρια ο Aλέξανδρος, 9 ετών. (Λεύκωμα Kαβάφη 1863–1910, Eκδσεις Eρμής).
γικά γράφοντας ένα «δισυπστατο ποίημα», στο οποίο ενσωματώνει μεταφρασμένες περικοπές απ το περίφημο ποίημα Correspondances του Mποντλέρ, ποίημα που κατέχει θεμελιακή θέση στην ιστορία του ευρωπαϊκού συμβολισμού. Tην επμενη δεκαετία άλλωστε θα έχει μια σοβαρή θητεία στα κινήματα του παρνασσισμού και του συμβολισμού που θα παίξουν καθοριστική σημασία στην ποιητική του προσπάθεια. 1892: Προσλαμβάνεται ως έμμισθος έκτακτος στην ίδια υπηρεσία, θα έχει Aγγλους προϊσταμένους και θα παραμένει εκεί για τριάντα περίπου χρνια, έως το 1922, φτάνοντας στον βαθμ του υποτμηματάρχη. 1893–1899: Γράφει μερικά απ τα σημαντικά του ποιήματα, που πολύ θα συζητηθούν: «Kεριά» (1893), «Στην ίδια πλη» (πρώτη γραφή του ποιήματος «H Πλις» (1894), «Eνας Γέρος» (1894), «Πολυέλαιος» (1895), «Tείχη» (1896), «Tα παράθυρα» (1897), «Περιμένοντας τους βαρβάρους» (1899) και το «Πρώτο σκαλί» (1899). Aυτή τη χρονιά βάζει οικονομικ πργραμμα στη ζωή του και αρχίζει να κρατάει λογαριασμούς. Eπιχειρεί ταξίδι αναψυχής στο Kάιρο. 1894: O προϊστάμενς του αναφέρει: «Eίναι πολύ καλς γραφέας και κάνει έξοχη εργασία». Συνιστά να του δοθεί αύξηση η οποία και του δίνεται. 1896: Συνεργάζεται με την εφημε-
4 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998
ρίδα «Phere d’ Alexandrie». O Γ. Tσοκπουλος τον χαρακτηρίζει: «Σκεπτικιστής, φιλοσοφικς, μελαγχολικς με ειρωνική πικρία». 1897: Σε στενογραφημένες σημειώσεις καταγράφει τις προσπάθειές του να απαλλαγεί απ το πάθος του, που πιστεύει τι τον καταβάλλει σωματικά και πνευματικά. Στις 6 Mαρτίου, σημειώνει: «Πρέπει αλύγιστα να επιβάλω στον εαυτ μου ένα τέρμα έως την 1η Aπριλίου, διαφορετικά δεν θα μπορέσω να ταξιδέψω. Θ’ αρρωστήσω και πώς θα περάσω την θάλασσα, και πώς αρρωστημένος θ’ απολαύσω το ταξίδι μου; 16 Mαρτίου: Mεσάνυχτα. Yπέκυψα εκ νέου. Aπελπισία, απελπισία, απελπισία. Kαμιά ελπίδα δεν υπάρχει. Παρεκτς αν σταματήσω ώς τις 15 Aπριλίου. O Θες βοηθς». Παίρνει κανονική άδεια. 9 Mαρτίου με τον αδελφ του Tζον πηγαίνει στο Παρίσι. Bλέπει θεατρικές παραστάσεις κ.λπ. 14–21 Iουνίου στο Λονδίνο. Στις 28 Iανουαρίου επιστρέφουν στην Aλεξάνδρεια. 1899: Πεθαίνει η μητέρα του ποιητή, Xαρίκλεια, την οποία λάτρευε. Tεκμήριο αυτής της αγάπης αλλά και της συγκίνησης που του προκάλεσε ο θάνατς της, ένα ανέκδοτο στενογραφημένο ημερολγιο, στο οποίο ο ποιητής κατέγραψε αναδρομικά διάφορα στιγμιτυπα απ τη ζωή, την αρρώστια και τις τελευταίες ημέρες της Xαρίκλειας Kαβάφη.
1900: H πρώτη περίοδος μετά τον θάνατο της μητέρας του σημαδεύεται απ συνεχείς μετακινήσεις. Πηγαίνει στο Kάιρο. 1902: Eρχεται στην Aθήνα που και γνωρίζεται με τον Ξενπουλο και τον Πολέμη. H σημασία αυτού του ταξιδιού είναι μεγάλη για τον Kαβάφη, ο οποίος θα κρατήσει ένα λεπτομερές ημερολγιο στα αγγλικά. Σε επιστολή του προς την εξαδέλφη του Mαριγώ, αναφέρει τι πηγαίνοντας στην Aθήνα αισθανταν πως ένας πιστς που πηγαίνει προσκυνητής στη Mέκκα. Tην ίδια χρονιά γράφει τη στιχουργική μελέτη «H συνάντηση των φωνηέντων εν τη προσωδία», κείμενο που μαρτυρά τη βαθιά γνώση της νεοελληνικής ποιητικής παράδοσης. 1903: Tαξιδεύει για δεύτερη φορά στην Aθήνα, που και γνωρίζεται με τον Πορφύρα, ενώ στις 30 Nοεμβρίου της ίδιας χρονιάς δημοσιεύεται στα «Παναθήναια» το ιστορικ άρθρο του Ξενπουλου για τον Kαβάφη με τίτλο «Eνας Ποιητής». Aυτή τη χρονιά ο Kαβάφης γράφει ένα σημαντικ πεζ του κείμενο, τον «φιλοσοφικ έλεγχο» των ποιημάτων του, που είναι γνωστ με τον τίτλο «Ποιητική». 1907: Eγκαθίσταται στο περίφημο σπίτι–εργαστήριο της οδού Λέψιους που και θα περάσει το υπλοιπο της ζωής του δημιουργώντας το σημαντικτερο τμήμα, ποσοτικά και ποιοτικά, του έργου του. 1909: O Kαβάφης πιστεύει ολοένα και περισστερο στη συγγραφική του προσωπικτητα και μετατρέπεται σιγά αλλά σταθερά σε έναν συνειδητ και τίμιο τεχνίτη που προσηλώνεται με αυταπάρνηση στο έργο του. Aυτή τη χρονιά αρχίζει να συγγράφει τη «Γενεολογία» του. 1911: H πιο σημαντική ίσως χρονιά για τον Kαβάφη και το έργο του. O ποιητής αποκτά την προσωπική του φωνή, συγκροτεί τη δική του ποιητική περιοχή, η οποία κατά τον ίδιο ορίζεται απ τρεις μεγάλους θεματικούς κύκλους, οι οποίοι συχνά συμπλέκονται μέσα στο πλαίσιο του ίδιου ποιήματος. Πρκειται για τον φιλοσοφικ, τον ιστορικ και τον ηδονικ κύκλο, με βάση τους οποίους διακρίνεται αντίστοιχα η ποίησή του σε φιλοσοφική, ιστορική και ηδονική. Aπ καλλιτεχνική άποψη είναι φανερ τι ο ποιητής έχει περάσει πια οριστικά σε μια περίοδο ποιητικού ρεαλισμού. 1912: Xρονιά που επιχειρεί τη μείωση των εξδων του. Tα έξοδα ενδυμασίας του μειώνονται σχεδν στα μισά. 1914: O πλεμος συγκεντρώνει στην Aίγυπτο πολλούς Aγγλους λγιους. Eτσι, ο Kαβάφης θα κάνει την πιο σημαντική ίσως γνωριμία της ζωής του: γνωρίζεται και συνδέεται με μεγάλη φιλία με τον γνωστ Aγγλο μυθιστοριογράφο Eντουαρντ Mργκαν Φρστερ, οποίος πέντε χρνια αργτερα θα παρουσιάσει πρώτος τον Kαβάφη στο αγγλικ κοιν. 1915: Παρακολουθεί τις διαλέξεις που διοργανώνει το περιοδικ «Γράμματα». θα γνωρίσει τους T. Mαλάνο και τον M. Περίδη. 1916: Eκτακτος υποτμηματάρχης.
1917: Aνανεώνεται το συμβλαι του με την Yπηρεσία Aρδεύσεων για άλλα πέντε χρνια. Tην ίδια χρονιά γνωρίζεται με ένα άλλο «μυθικ» πρσωπο της καβαφικής βιογραφίας, τους κατά άλλους παράνομο γιο του και κατά άλλους ερωτικ του σύντροφο και φίλο και, πάντως, μετέπειτα γενικ κληρονμο του, τον Aλέκο Σεγκπουλο. 1921: Eνώ προτείνεται να προβιβαστεί σε τμηματάρχη, γράφει στους προϊσταμένους του τι για προσωπικούς λγους δεν επιθυμεί να ανανεώσει το συμβλαιο εργασίας του με την Yπηρεσία που λήγει τον επμενο Mάρτιο. 1922: Tον Aπρίλιο παραιτείται και χωρίς καμιά περίσπαση («επιτέλους ελευθερώθηκα απ αυτ το μισητ πράγμα») θα αφοσιωθεί με τη συμπλήρωση του ποιητικού του έργου. 1923: Πεθαίνει ο τελευταίος εν ζωή αδελφς του Tζον, σίγουρα ο πιο αγαπητς στον ποιητή, αφού πέρα απ τη στοργή και την αγάπη που του έδειξε σε λη του τη ζωή, ιδίως στα νεανικά του χρνια, υπήρξε και ο πρώτος θαυμαστής, φίλος και μεταφραστής του ποιητικού του έργου. 1926: H κυβέρνηση του δικτάτορα Παγκάλου απονέμει στον Kαβάφη το παράσημο του Φοίνικος, διάκριση την οποία ο ποιητής αποδέχεται υποστηρίζοντας τι «Tο παράσημο μου το απένειμε η Eλληνική Πολιτεία γι’αυτ και το κρατώ». 1927: Γνωρίζεται με τον Nίκο Kαζαντζάκη. 1928: Στο «Eντευκτήριο των Γραμμάτων» ειρωνεύεται τον Σκίπη και υπερασπίζεται τον Σικελιαν. Tο Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς τον επισκέπτεται ο κύριος εκφραστής του φουτουρισμού, Mαρινέτι. 1930: O ποιητής αρχίζει να υποφέρει απ το λάρυγγά του. 1932: Oι γιατροί διαπιστώνουν καρκίνο του λάρυγγα. Φεύγει ττε στην Aθήνα που του γίνεται τραχειοτομία. O ποιητής δεν μπορεί να μιλήσει πια. Σημειώνει πια μνο σε μερικά χαρτιά διάφορες παραγγελίες, συνήθως πρακτικής φύσης. Tην ίδια χρονιά ο Δημήτρης Mητρπουλος μελοποιεί δέκα ποιήματά του. 1933: Eπιστροφή στην Aλεξάνδρεια, με την υγεία του να χειροτερεύει συνεχώς· δουλεύει στο κρεβάτι πλέον το τελευταίο του ποίημα. Aρχές Aπριλίου μεταφέρεται στο Eλληνικ Nοσοκομείο, παθαίνει συμφρηση το Σάββατο 29 Aπριλίου, ημέρα των γενεθλίων του και πεθαίνει στις 2 το πρωί. O Kαβάφης, σο ζούσε, δεν εξέδωσε ποτέ ολκληρο το ποιητικ του έργο, το οποίο άλλωστε συμπλήρωνε ώς την τελευταία στιγμή του βίου του. «Eχω», έλεγε, «να γράψω ακμη είκοσι πέντε ποιήματα», σα περίπου βρέθηκαν στο Aρχείο του, τα «Aτελή» ποιήματα (Eπιμέλεια Pενάτα Λαβανίνι– Eισαγωγή Γ.Π. Σαββίδης, εκδσεις Iκαρος, 1995). Eπίσης, ο Kαβάφης δεν πραγματοποίησε ποτέ μια κανονική εμπορική έκδοση. Aκολουθούσε ένα δικ του ιδιρρυθμο σύστημα έκδοσης και κυκλοφορίας του έργου του, το οποίο και προκάλεσε πολλές συζητήσεις στο χώρο των κα-
Mια οικογενειακή φωτογραφία στη Γενεύη το 1865 (Λεύκωμα Kαβάφη 1863–1910, Eκδσεις Eρμής. H φωτογραφία αυτή έχει παραχωρηθεί απ τον K. Θ. Δημαρά).
βαφικών μελετών. Tο μείζον αυτ πρβλημα λύθηκε οριστικά το 1966 με τη διδακτορική διατριβή του Γ.Π. Σαββίδη, που είχε ως αντικείμενο τις «Kαβαφικές Eκδσεις». Περιληπτικά μπορεί να αναφερθεί τι υπήρξαν τρία διαφορετικά στάδια εκδοτικής τακτικής του Kαβάφη: τα «μονφυλλα», τα «τεύχη» και οι «συλλογές», τα οποία αντιπροσωπεύουν τρεις διαφορετικές φάσεις στην ιστορία της καβαφικής ποίησης. H μέθοδος των «μονοφύλλων» χρησιμοποιείται απ το 1891 έως και το 1904, οπτε ο ποιητής τυπώνει το πρώτο «τεύχος» με 21 ποιήματα. H πρώτη χρονολογικά «συλλογή» του κυκλοφρησε, ιδιωτικά πάντα, κατά την πάγια τακτική του, το 1912 και η πρώτη θεματική «συλλογή» του το 1917. Για πρώτη φορά κυκλοφρησε ολκληρο το σώμα της αναγνωρισμένης καβαφικής ποίησης το 1935 με επιμέλεια της Pίκας Σεγκοπούλου. (Στοιχεία για το Xρονολγιο Kαβάφη αντλήθηκαν απ το βιβλίο «Eισαγωγή στην Ποίηση του Kαβάφη – Eπιλογή Kριτικών Kειμένων. Eπιμέλεια: Mιχάλης Πιερής. Πανεπιστημιακές Eκδσεις Kρήτης, 1994, και απ το Xρονολγιο που είχε δημοσιευτεί παλιτερα στο περιοδικ «Xάρτης» και μας παραχωρήθηκε απ το «Σπουδαστήριο Nέου Eλληνισμού»).
Mετά τον θάνατο του πατέρα Kαβάφη, η οικογένεια απ το 1874 έως και το 1876 κατοικεί στο Λονδίνο, Queensborough Terrace. Δέκα δωμάτια, 220 λίρες το χρνο. Στον αριθμ 16, Queensborough Terrace, Hyde Park, υπάρχει σήμερα εντοιχισμένη πλάκα που αναφέρει τι εκεί έζησε ο ποιητής. (Λεύκωμα Kαβάφη 1863–1910, Eκδσεις Eρμής).
Oι εργασίες των Mιχάλη Πιερή, Diana Haas, X. Λ. Kαράογλου, Aννας Kατσιγιάννη, Kατερίνας Kωστίου, Matthias Kappler, Martin Mckinsey αποτελούν πυρήνες ευρύτερων εργασιών που ανακοινώθηκαν στο Συμπσιο Kαβάφη που έγινε στην Aγία Nάπα της Kύπρου στις 4 – 6 Aπριλίου 1997. Eυχαριστούμε θερμά τον καθηγητή κ. Mιχάλη Πιερή που επέτρεψε τη δημοσίευση των εργασιών στις «EΠTA HMEPEΣ» της Kαθημερινής, στο Aφιέρωμα για τον K. Π. Kαβάφη.
KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998 - H KAΘHMEPINH
5
O ποιητής των μελλουσών γενεών O Kαβάφης είναι κοντά στην παράδοση αλλά και στα ευρωπαϊκά ρεύματα μένων κοσμοπολιτικών καιρών μας. Tώρα που η λύση του δεν είναι αποκλειστική, αφού μεταφυτεύτηκε και καρποφρησε στη χώρα μας η επμενη κίνηση, με τη μοντέρνα μας ποίηση· τώρα που η φωνή του δεν είναι δεσμευτική, γιατί, γενιά τη γενιά, περάσαμε, απ χειραγώγηση σε χειραγώγηση και απ χειραφεσία σε χειραφεσία, σε πιο απελευθερωμένα πλέον πεδία· τώρα ακριβώς μπορεί να αποδώσει ουσιαστικά και ακίνδυνα η εκμετάλλευση της πνευματικής κληρονομιάς και του διδάγματος του Kαβάφη.
Tου Γιάννη Δάλλα Ποιητή, δοκιμιογράφου και καθηγητή του Iονίου Πανεπιστημίου.
MΠOPOYME σήμερα να ισχυριστούμε πως η νετερη ποίηση εξακολουθεί να διανύει την «εποχή του Kαβάφη»; H ερώτηση μοιάζει παραπλανητική και κάθε απάντηση θα είναι παρακινδυνευμένη. Aς δοκιμάσουμε να απαντήσομε, πρώτα με μια σειρά επεξηγήσεων και διακρίσεων. Διανύομε ακμη την εποχή του Kαβάφη –δεν εννοώ του καβαφισμού– σημαίνει πως δεν διανύουμε πλέον την εποχή λ.χ. του Παλαμά και των διαδχων του –των τελευταίων συμβολιστών ή των πρώτων εικονιστών– και δεν περάσαμε καν στην εποχή κάποιου άλλου, ας υποθέσουμε του Σεφέρη ή του Eλύτη. Γιατί, αν τον Παλαμά τον εκθρνισε ο Kαβάφης, τον Kαβάφη δεν τον εκτπισε ακμη κανένας. H παρουσία του είναι ζώσα και η επιρροή του εξακολουθητική και διάχυτη έως τις μέρες μας. Kαι για τη νετερη ποίηση ο ποιητής αναγνωρίζεται ακμη και τώρα ως ο πνευματικς της ανάδοχος.
Eργαλεία λγου
Tα ξένα ρεύματα Eνας ανάδοχος φυσικς και χι θετς σαν τους ξένους: τα ξένα ρεύματα. Kαι έτσι μας οικειώνει με την παράδοση, συνοδοιπορώντας έκτοτε με εκείνα τα ρεύματα. Mε αυτή τη διπλή εκβολή και τη συνοικονμηση μέσα μας: φυσικς και σχεδν πατρικς, αλλά χωρίς να μας υποχρεώνει και να μας δεσμεύει. Aυτς, που στην εποχή του μπορούσε χι απλώς να επικαλύπτει, αλλά και να αλλοτριώνει τη φωνή των πλησιαζντων. Eνώ των άλλων δύο το παράδειγμα δεν δέσμευε και δεν απέκλειε και άλλες φωνές ή τροπές του ποιητικού φαινομένου στην εποχή τους. Θα μπορούσε δηλαδή να υπάρξει, πως υπήρξε άλλωστε, ποίηση εκτς του υποδείγματος και πέραν της εποχής λ.χ. του Παλαμά. Nα υπάρξει, πως υπήρξε, μια ποικιλία άλλων φωνών και άρα διαφορετικών ποιητικών εκδοχών, την εποχή –και ανεξάρτητα απ τη λύση και τη φωνή– του Σεφέρη ή του Eλύτη. Φωνών επίκαιρων και φωνών ορυκτών: η επίκαιρη και μνη έγκυρη για να δοθεί το «παρών» στην ιστορική συγκυρία φωνή της πολιτικής αγωνίας μεταπολεμικά, η ορυκτή και μνη αυθεντική για την ποίηση και τη ριζική ανανέωσή της φωνή του εξίσου μαχητικού –και μολαταύτα αντιμαχμενου τη συμβατικτητα και οποιαδήποτε εξωποιητική σκοπιμτητα των καιρών– μεταπολεμικού υπερρεαλισμού. Yπήρξε, για παράδειγμα, ο έγκυρος και αυθεντικς μαζί ποιητής Eμπειρίκος, που αυτς εξαιρετικά και δεν δέσμευε και θα μπορούσε να γίνει μια καινούρια αφετηρία για τη
Tο πρώτο απ τέσσερα φύλλα χωρίς αρίθμηση σελίδας, διαστάσεων 19,5x13,5 εκ. Tο ποίημα «Tα τείχη» με υπογραφή Kωνσταντίνου Kαβάφη, δημοσιεύτηκε μαζί με την αγγλική μετάφραση που είχε κάνει ο αδελφς του Tζον. H συνεργασία των δύο αδελφών για τη μεταφραστική απδοση των ποιημάτων του Kωνσταντίνου συνεχίστηκε για πολλά χρνια.
μοντέρνα μας ποίηση. Mια αφετηρία, παρά την εικονοκλασία της, ξεκινημένη απ ορθδοξη και πλατύτατη βάση, η οποία συμπεριλάμβανε, εκτς απ τους ίδιους και την παράδοση του παλαμισμού και την παράδοση του καβαφισμού. Aντίθετα προς εκείνους, ο Kαβάφης υπήρξε στην εποχή του αποκλειστικς και δεσμευτικς. Aπέκλειε οποιαδήποτε άλλη λύση του ποιητικού μας αδιεξδου, καταδικάζοντάς την ως περιθωριακή ή ως υστεργραφη. Eτσι υπερκάλυψε ακμη και τη γνήσια, έρπουσα στη μητροπολιτική μας βάση, λύση του Kαρυωτάκη. Kαι δέσμευε ή εξοστράκιζε αλλοτριωτικά, καθώς είπαμε, -
6 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998
ποιον τον πλησίαζε ττε χωρίς την απαραίτητη απσταση ασφαλείας. Aπσταση που μπρεσε να κρατήσει λ.χ. ένας απ τους πρώτους ομγλωσσους χειριστές του ελεύθερου στίχου στη χώρα μας, ο ετερδοξος Tάκης Παπατσώνης και που δεν κράτησε αργτερα ο κατευθείαν επίγονς του A. Mάτσας. Δέσμευε πρώτιστα εξαιτίας της ιδιοτυπίας της γλώσσας του: της εξωτερικά ψηφιδωτής και κατά βάθος πολυεπίπεδης. Kαι απέκλειε κάθε άλλη λύση, χάρη στη δυνατή του προσωπικτητα, μια προσωπικτητα που ανέβαινε απ μέγα βάθος και κάλυπτε μέγα πλάτος: το βάθος της παράδοσης, το πλάτος των διαλυ-
Aλλά που βρίσκεται η σημασία αυτής της κληρονομιάς; Θα μπορούσα να επικεντρώσω σε μια και μνη επισήμανση την αξία της. Στην επισήμανση αυτή εξυπακούονται και οι άλλες επιμέρους αξίες της: οι αξίες τιμής και οι αξίες χρήσης της. Tην ορίζω λοιπν με μια φράση, ως εξής: μας έδωσε πίσω τα περιφρονημένα (ή αποστεωμένα) εργαλεία του λγου: μια έκφραση στα μέτρα της ομιλίας και των πραγμάτων. Mας έμαθε δηλαδή να μιλούμε και πάλι σωστά και λειτουργικά για τα πράγματα. Bρήκε στην εποχή του μια γλώσσα που είχε παγώσει στην επιφάνεια και δεν κυκλοφορούσε στο βάθος των σχέσεων: απ εκεί ηχούσε χωρίς έρμα προς τα πάνω μετέωρη και δεν διείσδυε καν στη συνείδηση και τη συναλλαγή του καιρού. Bρήκε την έτοιμη γλώσσα της συντεχνίας με την υψηλή τάχα συχντητα τνου και την τυποποιημένη γραμματική, ρυθμιστική ακμη και για την ποίηση. Kαι στη θέση τους έβαλε την ανοιχτή και κοινή λειτουργία του λγου. Στη θέση του νεκρού γλωσσικού κώδικα τη ζωντανή και ελεύθερη ομιλία. Kαι αυτή ακριβώς υπήρξε μια σιωπηρή επανάσταση. H γλώσσα ως ομιλία ξανάγινε διά μιας επικοινωνία, ξανάγινε μετάδοση χι πληροφορίας αλλά μηνύματος, ξανάγινε ποίηση. Mια ομιλία τρέχουσα, εξαργυρωμένη απ το παρν και απ την αγορά ή αναδυμενη απ το παρελθν και τα κείμενα. Που μηδένιζε την απσταση της ποίησης και απ την κοινή ή καθημερινή συνεννηση και απ τη δημσια ανακοίνωση ή εξαγγελία. Aπ την κοινή συνεννηση χωρίς να απορρυθμίζεται η φράση, απ την επίσημη εξαγγελία χωρίς να υπερυψώνεται ο τνος. Για πρώτη φορά μάθαμε να χρησιμοποιούμε μαζί του αδίσταχτα τις πιο αγοραίες λέξεις και φράσεις: «αλιτήριος», «καζίνο», «πραμάτεια», «παλιπαιδο σωστ», «τέτοιες ξυπνάδες μως πέρασι δεν έχουνε σε μας», «ζητώ ο ταλαίπωρος να μπαλωθώ», «οι ελαφροί ας με λέγουν ελαφρν», «δεν αποδείχθηκε· ας πάει να λέει». Kαι με τη δέουσα περίσκεψη να ε-
πιστρατεύομε άλλες γλωσσικές σκευές, διασκευές και σκευωρίες του εποικοδομήματος: «τγιες», «παράταξι», «ραδιουργίες», «οι αστρολγοι (οι πληρωμένοι) της αυλής εφλυαρούσαν», «τους τρέμουνε τους μάρτυράς μας οι ψευτοθεοί». H γλώσσα σε λη την ιστορική διαδρομή και τη στρατηγικτητά της που μέσα της έχει χωνέψει και ο μηχανισμς ο εξουσιαστικς της γραφειοκρατίας.
Mεταξοτυπία του ποιητή που έχει φιλοτεχνήσει ο Aλέκος Φασιανς. («Προσωπογραφίες K. Π. Kαβάφη – Σύνδεσμος Aιγυπτιωτών Eλλήνων, 1995).
Pεαλιστική γραφή Eτσι είδαμε να σημειώνεται στα ίδια πάντα γηγενή του πλαίσια, η αλλαγή μπροστά μας λου του ποιητικού τοπίου. Aλλαξε εκεί ακμη και το σώμα και η φρμα του ποιήματος. H φρμα η επίσημη και ο τνος ο συγκρατημένος της εξαγγελίας, πίσω απ τα καθαρά διαγραφμενα και παρ’ λα αυτά διαρρηγμένα πατρογονικά μοντέλα – είδη του ποιήματος, λ.χ. το επίγραμμα: Aνδρείοι σεις που πολεμήσατε και πέσατ’ ευκλεώς· τους πανταχού νικήσαντας μη φοβηθέντες. Mα πιο πολύ, με τη χαλάρωση του μέτρου και την ανισοσυλλαβία ειδικά των στίχων, έγινε ακουστική και φυσικτερη η ροή του λγου: η στιχουργία απ ποιητική λύθηκε και έγινε πεζή, θυμίζοντας πατήματα πεζρρυθμων ιάμβων και αφηγηματική ή ρητορική πλοκή και σύνταξη παρμένη απ την καθημερινή ομιλία. Λ.χ.: Tον χρνο εκείνον βρέθηκε χωρίς δουλειά· και συνεπώς ζούσεν απ’ τα χαρτιά, απ το τάβλι, και τα δανεικά. Ή και: Kουτς! στο κμμα να μπλεχθεί της Aννας — που να μην έσωνε να τη στεφανωθεί ο κυρ Aνδρνικος ποτέ. Eίδαμε προκοπή απ το φέρσιμ της, είδαμε ανθρωπιά; Aπ την αποφρτιση αυτή και τις αντίστοιχες νέες πλοκές του λγου –την αφηγηματική και τη ρητορική– επωφελήθηκε η ποίησή μας. Kοντά του μάθαμε τη ρεαλιστική γραφή, την αυστηρά πληροφοριακή και περιγραφική, καθώς και τη διανοητική, που συμπεραίνει, συζητά, συγκρίνει, σχολιάζει. Mάθαμε να ακριβολογούμε και να ευστοχούμε, να βλέπομε το πράγμα και το πρβλημά του. Mε σχλια ανάλογα και αντιπαραβολές και διαλγους και πορίσματα, σε κάθε δράμα της ζωής ή έκβαση της Iστορίας.
Iστορία και ζωή Σ’ αυτά τα γλωσσικά και εκφραστικά τοπία κινηθήκαμε και εμείς και προβληματιστήκαμε ανάλογα. Eκεί γνωρίσαμε μια ποίηση που δεν παράγει καταρχήν και αποκλειστικά συγκίνηση, για τέρψη των αυτιών, αλλά παράγει κατασταλαγμένη εμπειρία, προβληματική και σκέψη. Π.χ.: Yπεροψίαν και μέθην θα είχε ο Δαρείος ή:
ται ως γενάρχης, γιατί είναι ο πρώτος καταθέτης ή διδάξας τη μεταστροφή προσανατολισμού στην ποίηση της χώρας μας. Για μας υπήρξε και είναι ένας πρωτοπρος που μας χαλιναγωγεί. Mας ασφαλίζει ακριβώς απ’ την αποχαλίνωση και την αμετροέπεια του νθου, χι βέβαια του γνήσιου, μοντερνισμού. Kαι προπαντς μας είναι με τα θέματα, τη γλώσσα και την τεχνική του λγου του, οικείος. Kαι έτσι μας προφυλάσσει απ’ τους κινδύνους και την περιπέτεια του πολιτιστικού αποχρωματισμού ή ξενισμού. Eίναι απ’ το βάθος του ένας ρυθμιστής και ισοσταθμιστής, θα έλεγα, της ίδιας της οργανικτητας των νεοτερισμών και κάθε είδους πειραματισμού μας.
Mοντέρνα αναδίπλωση
Tρέμουν οι σπιτικοί μικροί θεοί και προσπαθούν τ’ ασήμαντά των πρσωπα να κρύψουν και τέλος: Eτσι σοφς που έγινες, με τση πείρα, ήδη θα το κατάλαβες η Iθάκες τι σημαίνουν. Mία ποίηση που δείχνει απ μέσα εκκρεμή την ανθρωπολογία, την κοσμολογία, τη θεολογία της. Που αποκαλύπτει τα διλήμματα των συνειδήσεων, τα αδιέξοδα του ανθρώπου στα μεταίχμια της Iστορίας, τους φενακισμούς του θείου. Kαι λα αυτά στα πιο ακραία κέντρα του πολιτισμού και μέσα απ’ τη συγκλίνουσα διάσταση του ασκητικού και του κοσμοπολιτικού, του ατομικού και του συλλογικού, του ιδιωτικού και καθημερινού και ταυτοχρνως του δημσιου και του ιστορικού. Kαι που ο χρνος, ο απώτερος και ο πρσφατος, είναι αδιαίρετος και αείποτε παρών: εκείνος δεν απολιθώθηκε ποτέ μέσα σε αυτν και αυτς τροφοδοτείται πάντοτε απ τα σύμβολα εκείνου: Iσως αυτήν την ώρα εις κανενς γειτνου σου το νοικοκερεμένο σπίτι μπαίνει – αρατος, άυλος – ο Θεδοτος, φέρνοντας τέτοιο ένα φρικτ κεφάλι. Mας δίδαξε μια ποίηση και γλώσσα, πως η ιστορία και η ζωή, πολυεπίπεδη, διασταυρούμενη, παλίμψηστη.
Aντιφάσεις των Eγκοσμίων Mες στα διασταυρούμενα επίπεδα και κάτω απ τις επανεγγραφές της, αναγνωρίζονται –σαν σε βαθιά δομή– και ξαναδοκιμάζονται έως τις μέρες μας οι διαχρονικοί της άξονες: απ τη μια πλευρά ο έλεος και ο φβος και απ την άλλη η ειρωνεία και η ε-
πίγνωση των αντιφάσεων των εγκοσμίων. Kαι ττε, σαν σε αδιέξοδες στοές ή στενοσκακα, οι ήρωες, ας είναι και επώνυμοι, κινούνται και είναι αντιήρωες. Kαι αντίθετα η ανώνυμη χειρονομία και στιγμή προβάλλει στα επίκεντρα και αποκτά σχεδν ιστορική διάσταση. Eνώ, κάτω απ τα «περικαλλή αγάλματα» που υποκρίνονται θεατρικτατα «ο ψεύτης χριστιανς επίσκοπος Πηγάσιος» και «ο ψεύτης χριστιανς ηγεμονίσκος Iουλιανς», πίσω απ τις νύχτες και τις μέρες που ξέπεσε αντίστοιχα, εκεί στην Aντιχεια Eνας εξ αυτών και εδώ στην Aλεξάνδρεια ένας Hγεμών εκ Δυτικής Λιβύης ή μέσα απ τους καυγάδες των καταγωγίων της Oσροηνής που χτυπήθηκε ο «πλατωνικς» Xαρμίδης, μέσα και πίσω και βαθύτερα απ αυτά, ακούγεται σαν εκκρεμές και συμπερίληψη ζωής ο χρνος της στιγμής ο πιο σπαραχτικς και ο πιο προσωπικς: Δώδεκα και μισή. Πώς πέρασεν η ώρα. Δώδεκα και μισή. Πώς πέρασαν τα χρνια.
Nετερος γενάρχης Aλλά τα προαναφερμενα, χαλάρωση του μέτρου και της φρμας, στροφή προς την πεζολογία και τη γραφειοκρατία, κατάλυση των χρονικών συμβάσεων με την ελεύθερη επικοινωνία παρελθντος και παρντος, διανοητική συγκίνηση και διαρκής υποβολή της αντιφατικτητας των ανθρωπίνων με την ειρωνεία, αυτά τα είδαμε αργτερα και μάλιστα τελείως αποδεσμευμένα και αχαλίνωτα με τα μοντέρνα ρεύματα και με την εισβολή του υπερρεαλισμού στη χώρα μας. Tι χρησιμεύει ττε ο Kαβάφης; Γιατί διατηρείται –αν διατηρείται ως νετερος γενάρχης μας– και πού βρίσκεται η πρωτοτυπία του ακμη και στις μέρες μας; Διατηρεί-
Για τους μοντέρνους –εννοώ τους πιο ακραίους– η διακοπή κάθε δεσμού με την παράδοση είναι δεδομένη. Kαι η ριζοσπαστικτητα εκφράζεται εξαιρετικά και εμφανέστερα σ’ αυτούς στην επιφάνεια της μορφής. Aνατροπή της καθιερωμένης λογικής και γλώσσας, που με τλμη αποτυπώνεται, συμπαρασύροντας εικονοκλαστικά και τα περιεχμενα στην έκφραση. Kαινούριοι τρποι, έστω και αν διακινούνται κάποτε μ’ αυτούς οι ίδιοι μύθοι. Kαι ττε η καταφυγή τους στη θεματική του παρελθντος τεχνουργείται. Kαι μως δεν είναι παρά μια μοντέρνα αναδίπλωση. Mοντέρνα αναδίπλωση που τεχνουργείται είναι λ.χ. απ’ τα παράγωγα του εικονισμού και ο Φληβάς ο Φοίνικας του Eλιοτ και ο Eλπήνορας του Πάουντ. Aς τα συγκρίνομε αντίστοιχα απ’ την άποψη του θέματος που μας ενδιαφέρει, λ.χ. με το Δέησις ή το [Σαμίου] Eπιτάφιον και την Iθάκη του Kαβάφη. Eδώ δεν έχουμε αναδίπλωση ή τέχνασμα. Θεματική και έκφραση αναδύονται αυτούσια απ τη βάση της παράδοσης και μως, ,τι απορρέει απ’ την ανάδυσή τους είναι μια καινούρια ποίηση.
Eπιρροή απ τη Δυτική Eυρώπη H τελευταία διαπίστωση μας οδηγεί στη σύγκριση: απ τους τρεις πατέρες της νετερης λογοτεχνίας μας ο Kάλβος και ο Σολωμς πρώτα βαφτίζονται στα ρεύματα της Δυτικής Eυρώπης και ύστερα, πατώντας απ το μεσαίωνα στην αναγέννηση και απ αναγέννηση σε μια επμενη ακμή –και χι παρακμή– αποχειραγωγούνται και αναδείχνονται πρωττυποι και κορυφαίοι ποιητές του τπου μας· ενώ ο Kαβάφης είναι ο μοναδικς και ανεπανάληπτος που βγαίνει μέσα απ’ την ελληνική παράδοση και γίνεται Eυρωπαίος., πρωτοπορεί συμβάλλοντας ως Eλληνας και με λη την παράδοση του χώρου του, στην ανανέωση της ποίησης στη σύγχρονη Eυρώπη. Mε τη σπουδαία αυτεπίγνωση πως είναι, καθώς γράφει ο ίδιος (στο «Aυτοεγκώμιο»), «ποιητής των μελλουσών γενεών».
KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998 - H KAΘHMEPINH
7
Eίρων και σαρκαστικς O Kαβάφης δεν καταδέχεται να ξεγελάσει ούτε τον εαυτν του... του φερσίματα: εμφάνιση, ενδύματα, τνος φωνής, χειρονομίες. Πρκειται για τον Aριστομένη Mενελάου, ήρωα του ποιήματος «Hγεμών εκ Δυτικής Λιβύης», η συμπεριφορά του οποίου είναι, σε πρώτο επίπεδο, απλώς θεατρική: παίζει (ή προσπαθεί να παίξει με ακρίβεια) τον ρλο που του έχει επιβάλει η διαμεσολαβημένη απ το μοντέλο της δεσπζουσας πολιτισμικής εξουσίας επιθυμία του. Ως και το νομά του είναι δανεικ. Tσο έχει αποξενωθεί απ την πραγματική ζωή του, θυμίζοντας την καβαφική προειδοποίηση του «Oσο Mπορείς» για τη ζωή που μπορεί να καταντήσει «ξένη και φορτική». Σε ένα δεύτερο επίπεδο, ο ήρωας αυτς είναι βέβαια κωμικοτραγικς, αφού η ψυχή του «τρέμει» πως ακριβώς οι «σαστισμένες κι αντιφατικές ψυχές» των γερντων στο σχετικ ποίημα. O Kαβάφης, πως ακριβώς «οι απαίσιοι Aλεξανδρινοί») είναι αμείλικτος μπροστά σε ένα τέτοιο εξωτερικ και εσωτερικ μασκάρεμα: Mήτε βαθύς στες σκέψεις ήταν, μήτε τίποτε. / Eνας τυχαίος, αστείος άνθρωπος. / Πήρε νομα ελληνικ, ντύθηκε σαν τους Eλληνας, / έμαθ’ επάνω, κάτω σαν τους Eλληνας να φέρεται· / κ’ έτρεμεν η ψυχή του μη τυχν / χαλάσει την καλούτσικην εντύπωσι / μιλώντας με βαρβαρισμούς δεινούς τα ελληνικά, / κ’ οι Aλεξανδρινοί τον πάρουν στο ψιλ, / ως είναι το συνήθειο τους, οι απαίσιοι. / Γι’ αυτ και περιορίζονταν σε λίγες λέξεις, / προσέχοντας με δέος τες κλίσεις και την προφορά· / κ’ έπληττεν ουκ ολίγον έχοντας / κουβέντες στοιβαγμένες μέσα του.
Tου Mιχάλη Πιερή Ποιητή, καθηγητή της Nεοελληνικής Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Kύπρου
«Eίμεθα ένα κράμα εδώ»: ο Pέμων ως εικνα του Xαρμίδη
H AΠOPPIΨH της υποκριτικής συμπεριφοράς στο κρίσιμο ζήτημα της εθνικής ταυττητας αποτελεί μείζον θέμα της καβαφικής ποίησης. H στάση αυτή οπλίζει, κατά τον Kαβάφη, τον καλλιτέχνη ή τον διανοούμενο με τα μνα θεμιτά πλα του: την ειρωνεία και τον σαρκασμ· εκείνο το συνωμοτικ γέλιο ανάμεσα στους μυημένους: «θυμάσαι πώς γελούσαμε με δαύτους σαν επισκέπτονταν τα σπουδαστήριά μας», που ως «δαύτοι» προσδιορίζονται οι λογής πολιτικάντηδες (βλ. «Eπάνοδος απ την Eλλάδα»). Aυτοί που κάτω απ το φέρσιμ τους το επιδεικτικά ελληνοποιημένο, ξεμυτίζει «καμιά Aραβία» και «καμιά Mηδία», τις οποίες ματαίως «οι καϋμένοι» προσπαθούν να περιμαζέψουν «με κωμικά τεχνάσματα». H οξύτατη αυτή ειρωνεία, που αγγίζει σχεδν τα ρια του καγχασμού, επιτείνεται και απ το γεγονς τι, σε αντίθεση προς την υποκρισία και το θεατρινισμ των μικροβασιλίσκων, ο συγκεκριμένος κειμενικς ήρωας του Kαβάφη είναι ένας απ εκείνους που δεν καταδέχονται «να ξεγελάσουν» τον εαυτ τους: «Aξίζει να γελοιούμαστε; – αυτ δεν θάταν βέβαια ελληνοπρεπές. / Σ’ Eλληνας σαν κ’ εμάς δεν κάνουν τέτοιες μικροπρέπειες». Ωστσο, ο δεύτερος ήρωας του ποιήματος, ο σιωπηλς Eρμιππος, αισθάνεται υποχρεωμένος να υποκριθεί τη φυλετική του μελαγχολία δημοσίως (στο κατάστρωμα), επειδή το πλοίο που κινείται προς την Aλεξάνδρεια τον απομακρύνει δήθεν απ την Eλλάδα. Eδώ συγκρούεται η πραγματική επιθυμία, το αληθιν αίσθημα, πως το εκφράζει ο ομιλητής του ποιήματος («νερά της Kύπρου, της Συρίας, και της Aιγύπτου, / αγαπημένα των πατρίδων μας νερά.») και το διαμεσολαβημένο αίσθημα: η κατασκευασμένη επιθυμία που οδηγεί τον Eρμιππο σε μια επίδειξη μελαγχολίας ή μάλλον σε μια σκηνοθεσία νοσηρής αυθυποβολής. O ομιλητής, ωστσο, του υπενθυμίζει τι και οι δύο ανήκουν σ’ εκείνους τους λίγους (τους «μυημένους») που δεν δικαιούνται να εξαπατούν τον εαυτ τους. «Pώτησε την καρδιά σου» επιμένει ο λογοποιητικς ήρωας του κειμένου, προσπαθώντας να διακψει την υποκριτική σιωπή του Eρμιππου, Pώτησε την καρδιά σου, σο που απ’ την Eλλάδα μακρυνμεθαν δεν χαίροσουν και συ; Aξίζει να γελοιούμαστε;
Aυτοσαρκασμς Tο χειρ γραφο του ποιήματος «Περιμένοντας τους βαρβάρους» απ τα «Aυτ γραφα Ποιήματα 1896–1910». Tο χειρ γραφο πρωτοήρθε στο φως απ τον Γ.Π. Σαββίδη, το 1968 (Aρχείο Kαβάφη).
Nαι, αξίζει, φαίνεται να λέει απ μέσα του ο Eρμιππος, μη αφήνοντας την καρδιά του να χαρεί (ή να δείξει) τη χαρά του, καθώς το πλοίο κινείται πλέον στα «αγαπημένα των πατρίδων νερά». Προτμά να ξεγελιέται, να αυτο–εξαπατάται, προκειμένου να προβάλει ένα δήθεν ελληνοπρεπές φέρσιμο. Oμως ο αδιάκριτος φίλος επιμένει, χαλώντας την παράσταση: «Aυτ» [που κάνεις] δεν είναι «βέβαια ελληνοπρεπές», του ψιθυρίζει ειρωνικά, για να καταλήξει στο κρεσέντο: A χι δεν ταιριάζουνε σ’ εμάς αυτά. Σ’ Eλληνες σαν κ’ εμάς δεν κάνουν τέτοιες μικροπρέπειες. «Eμείς», οι των σπουδαστηρίων δηλαδή και της τέχνης, που δεν είμαστε απλώς κάποιοι απ τους «πολυάριθμους επίλοιπους Eλληνες Aιγύπτου και Συρίας...» (βλ. «Στα 200
8 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998
π.X.»), αλλά ένα περιορισμένο «εμείς» μες στο ευρύτερο «εμείς», δεν έχουμε δικαίωμα ούτε περιθώριο για τέτοιου τύπου υπέρογκη υποκρισία. Eμείς, οφείλουμε να «την παραδεχτούμε την αλήθεια πια». Tην αλήθεια και μνον αυτή «T’ άλλα – [είναι] νειρα και ματαιοπονίες», πως έχει ξεκαθαριστεί αλλού (βλ. «Δημητρίου Σωτήρος, 162-150 π.X.»).
Eνάντιος στην υποκρισία H περίπτωση του ατμου που υποκρίνεται μια ιδεατή μορφή σχολιάζεται και σε ένα άλλο ποίημα, που έχουμε τον ήρωα που επιθυμεί να δει τον εαυτ του ως κάτι άλλο εκτς απ αυτ που ντως είναι. Tον ήρωα που εφευρίσκει ένα πρτυπο, που θα ήθελε να το κατακτήσει και το μιμείται, συνήθως ως προς τα εξωτερικά
Aλλος τύπος υποκριτικού ήρωα είναι αυτς που οι επιθυμίες του ελέγχονται απολύτως απ το αίσθημα της ματαιοδοξίας. Tο μοντέλο αυτ ο Kαβάφης το δουλεύει μ’ εκπληκτικ τρπο στον δραματικ μονλογο «Φιλέλλην», που η ειρωνεία διοχετεύεται μέσα απ πολλαπλά φίλτρα αυτοσαρκασμού. Στην αρχή του ποιήματος, η πράξη της συνειδητής αντιγραφής και της μίμησης προσηλώνεται στο εξωτερικ επίπεδο: «έκφρασις», «διάδημα», «επιγραφή», εγχάρακτο σχέδιο (στ. 1–11). Στο δεύτερο μέρος του ποιήματος, η διαμεσολαβημένη επιθυμία του ομιλητή περνά σ’ ένα βαθύτερο στρώμα, αυτ της γλώσσας (στ. 12–30). H υιοθέτηση της ελληνικής γλώσσας αποτελεί στοιχείο πολιτισμικής υπεροχής ανάμεσα στους «βαρβάρους». Στον επίλογο τέλος (στ. 21–24), ο βασιλίσκος αυτς που, πως έχει διαφανεί είναι προικισμένος με καλαισθησία («την χάραξι φρντισε τεχνικά να γίνει / χ’ υπερβολική, χι πομπώδης / με γράμματα
Eν πλει της Oσροήνης
κομψά»), δείχνει τι και ευφυΐα διαθέτει και αρκετή δση αυτοειρωνίας, αφού είναι σε θέση να γνωρίζει τι η επίδειξη της ελληνομάθειάς του (εκεί «πίσω απ’ τον Zάγρο» και «πέρα» απ τα «Φράατα», στηρίζεται σε γελοίο ανταγωνισμ προς τους ματαισπουδους, τους σοφιστές και τους άλλους στιχοπλκους της Συρίας. Eίναι προφανές τι το μοντέλο της διαμεσολαβημένης επιθυμίας στηρίζεται εδώ σ’ έναν ειρωνικτατο αναδιπλασιασμ του. Mιμείται κανείς μια ήδη ξεπεσμένη μίμηση του αρχετύπου. τσοι και τσοι βαρβαρτεροί μας άλλοι αφού το γράφουν, θα το γράψουμε κ’ εμείς. Eίναι τσο απλ. Aφού εδώ που βρίσκομαι δεν μπορώ να είμαι επίδοξος αντίζηλος του αυθεντικού, θα είναι αντίζηλος της ματαιοδοξίας, επιλέγοντας συνειδητά (αλλά και αυτοσαρκαζμενος) τη μίμηση της απομίμησης, δηλαδή ένα κακέκτυπο.
Aπ’ της ταβέρνας τον καυγά μας φέραν πληγωμένο τον φίλον Pέμωνα χθες περί τα μεσάνυχτα. Aπ’ τα παράθυρα που αφίσαμεν ολάνοιχτα, τ’ ωραίου του σώμα στο κρεββάτι φώτιζε η σελήνη. Eίμεθα ένα κράμα εδώ· Σύροι, Γραικοί. Aρμένιοι, Mήδοι. Tέτοιος κι ο Pέμων είναι. Oμως χθες σαν φώτιζε το ερωτικ του πρσωπο η σελήνη, ο νους μας πήγε στον πλατωνικ Xαρμίδη. Tο ποίημα αυτ, εκτς των άλλων, επιχειρεί την κειμενική κατοχύρωση της έννοιας του σύγχρονου μικτού χαρακτήρα ως αξίας ιστιμης προς το κλασικ ιδεώδες. Tην κατοχύρωση του παρντος, χι ως στείρου μιμητισμού του παρελθντος, αλλά ως δυναττητα ανάλογης λειτουργίας. Mε τους ίδιους ρους της κλασικής σκηνοθεσίας: την ίδια ερωτοπάθεια, τον ίδιο ερωτισμ, αλλά υπ σαφώς διαφορετικές (ιστορικές, γεωγραφικές, πολιτισμικές) συνθήκες.
Tο ήθος του αρχαίου κσμου Στην ίδια κατηγορία, μα σε άλλο επίπεδο, κινείται και το μοντέλο του Iουλιανού, πως αυτ σκιαγραφείται στη σχετική καβαφική ομάδα ποιημάτων. O Kαβάφης μισεί αυτν τον κατά βάση πουριταν και ματαιδοξο φορέα πολιτικής και πολιτισμικής εξουσίας, που πίστεψε τι μπορούσε να γυρίσει το ρεύμα της ιστορίας προς τα πίσω, να ματαιώσει τη φορά της προδου, με τη μίμηση κακέκτυπων συστημάτων, που είχε την αφέλεια να πιστεύει τι θα μπορούσαν να ταυτιστούν, ως τέλειες απομιμήσεις, με το ήθος του αρχαίου ελληνικού κσμου. Aπομίμηση μιας πραγματικτητας που δεν υπάρχει, ενς κσμου που ποτέ δεν θα ξέρουμε πώς ακριβώς ήταν, αλλά που θα νομίζουμε τι ήταν αυτ που κάθε φορά θα πιστεύουμε γι’ αυτν μέσω του κλασικιστικού ή άλλου (νέο ή νεοκλασικιστικού) ιδεώδους. O Kαβάφης μως δεν υπήρξε κλασικίζων, για να κάνω χρήση της γνωστής του φράσης «δεν είμαι Eλλην, ούτε ελληνίζων». Eίναι ντως κλασικς (κατά το είμαι «ελληνικς»), με την έννοια τι μπορεί να μεταφέρει στον δικ του καλλιτεχνικ και ερωτικ βίο φερσίματα και λειτουργίες ανάλογες ή αντίστοιχες προς το ήθος των αρχαίων αισθημάτων. Πρκειται δηλαδή πάντα για νέα, πραγματικά αισθήματα του παρντος, χι για κακέκτυπα του παρελθντος. Πρκειται για ποίηση η οποία στηρίζεται στην επεξεργασία της αισθητικής ηδονής που εκλύουν οι μορφές του παρντος. Hδονή χι απ την ψευδαίσθηση τι οι μορφές του παρελθντος μπορούν να υποκαταστήσουν το παρν· αλλά μέσα απ τη νοητική διαδικασία μιας ηδονικής προσέγγισης με ανάλογες αισθησιακές και αισθητικές απολαύσεις. «Eργάζομαι σαν τους αρχαίους», έλεγε ο Kαβάφης, «το ίδιο ερωτοπαθής». Δεν παριστάνω τι είμαι σαν εκείνους. Aλλά μπορώ να αισθανθώ ανάλογης υψηλής ποιτητας αισθητι-
Tλμη και πάθος
Σκίτσο του Kαβάφη (πενάκι / ακουαρέλα) απ τον γελοιογράφο Σ φο Aντωνιάδη, ο οποίος είχε ζήσει πολλά χρ νια στην Aίγυπτο και είχε γνωρίσει απ κοντά τον ποιητή. Tο σκίτσο αυτ δημοσιεύτηκε στη «Φιλολογική Πρωτοχρονιά» του 1964. («Προσωπογραφίες K.Π. Kαβάφη – Σύνδεσμος Aιγυπτιωτών Eλλήνων 1995).
κή ηδονή, εάν μεταφέρω στο βίο και στο έργο μου τους ρους εργασίας, την ηθική τους.
O ερωτισμς Σε ένα διαφορετικ μα ανάλογο επίπεδο κινείται και ο συλλογισμς που εντοπίζει την έννοια του μικτού χαρακτήρα στο «εδώ» μιας άσημης περιφερειακής πλης, που δεν υπάρχουν καθαραιμοι Eλληνες. «Eίμεθα ένα κράμα εδώ» Σύρων, Γραικών, Aρμένιων, Mήδων. Kι ο Pέμων «τέτοιος είναι». Kράμα. Που μπορεί, ωστσο, σε συγκεκριμένες στιγμές
να υποκαταστήσει τον Xαρμίδη και χι ο Xαρμίδης τον Pέμωνα. Φτάνει να υπάρξουν οι κατάλληλοι ροι: η συντροφιά νέων που να είναι δοσμένοι στις αισθησιακές και αισθητικές απολαύσεις, η μαγική ατμσφαιρα (που εδώ σηματοδοτείται απ τη λειτουργία του φωτς της σελήνης), η ομορφιά της νεανικής μορφής, πως εδώ το «ερωτικ πρσωπο» και το «ωραίο σώμα» του μιγάδα Pέμωνα. Kαι ττε «ο νους» φεύγει για ένα πραγματικά ωραίο ταξίδι σπάνιας αισθητικής, αισθησιακής και ηδονικής εμπειρίας.
Yπ τέτοιους ποιητικούς ρους, ο σύγχρονος μικτς χαρακτήρας δεν είναι, κατά το καβαφικ κείμενο, υποδεέστερος απ τον αρχαίο (και δήθεν απολύτως καθαραιμο). Oπως η κλασική ομορφιά του Xαρμίδη οδηγεί σε μια υψηλού επιπέδου διανοητική εμπειρία (τον ορισμ απ τον Σωκράτη του καλού και του κακού με βάση την ιδεώδη ομορφιά), έτσι και η μικτή ομορφιά του Pέμωνα οδηγεί σε ανάλογου τύπου διανοητικές εμπειρίες. Φτάνει βέβαια, υποδηλώνει το ποίημα, να υπάρξουν οι ανάλογες περιστάσεις: τα επικίνδυνα ξενύχτια, οι έκνομες εμπειρίες, η ασυνήθιστη ατμσφαιρα, η τολμηρή ελευθεριτητα, το γνήσιο πάθος, το αληθιν αίσθημα, η υψηλή αισθητική συγκίνηση, η καλή, τέλος, συγκυρία, ήτοι η επίδραση ορισμένων μαγικών είτε μαγευτικών στοιχείων (πιοτ, σεληνφως). «Eργάζομαι σαν τους αρχαίους. Eγραφαν ιστορία, έκαμναν φιλοσοφία, δράματα μυθολογικής τραγικτητος –ερωτοπαθείς– τσοι τους –μοια σαν εμένα», γράφει ο Kαβάφης σε ιδιωτικ μνημνιο τον Iούνιο του 1910. Eπισείω την προσοχή στη ρητορική του σημειώματος αυτού, που δεν είναι καθλου τυχαία. Oχι, ο σύγχρονος ποιητής «μοια σαν τους αρχαίους»· αλλά οι αρχαίοι «μοια» σαν αυτν: «μοια σαν εμένα» λέει το κείμενο. Aυτν τον τρπο διαχείρισης των αρχαίων μάς διδάσκει με τη ζωή και την τέχνη του ο μεγάλος Aλεξανδρινς ποιητής. * Tο κείμενο αυτ στηρίζεται σε ανακοίνωση
του γράφοντος στο «Συμπσιο για τον Kαβάφη», το οποίο διοργάνωσε το Tμήμα Bυζαντινών και Nεοελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Kύπρου στην Aγία Nάπα, τον Aπρίλιο του 1997.
KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998 - H KAΘHMEPINH
9
Θρησκευτικές μεταστροφές Oι θρησκευτικές ομάδες της Aλεξάνδρειας συχνά επηρέαζαν τους καβαφικούς ήρωες της (εξωτερικής) συμμρφωσής του προς την επικρατούσα θρησκευτική συμπεριφορά (δηλαδή της τακτικής του προσέλευσης στον κοινωνικ και θεσμικ της χώρο) φαίνεται να είναι απλς: «Hταν η εποχή καθ’ ην βασίλευεν / εν άκρα ευλαβεία, ο γέρων Iουστίνος / κ’ η Aλεξάνδρεια, πλις θεοσεβής / αθλίους ειδωλολάτρας αποστρέφονταν». Aλλά αξίζει να δούμε πιο προσεχτικά την κάθε μια απ τις θρησκευτικές ομάδες που αναφέρονται.
Tης Diana Haas Aναπληρώτριας καθηγήτριας στο τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πατρών
H TAYTOTHTA των καβαφικών προσώπων –μιλώ για τα μη ιστορικά πρσωπα, αυτά που ο ποιητής εντελώς «ελεύθερα τα πλάττει μες στον νου του» – προσδιορίζεται, ως γνωστν, απ ένα ή περισστερα στοιχεία, που, αν συγκεντρωθούν, ο κατάλογς τους θυμίζει επίσημο έγγραφο: χρονολογία, νομα, ηλικία, τπος παραμονής, καταγωγή, θρήσκευμα, χαρακτηριστικά προσώπου, μρφωση, επάγγελμα, οικονομική κατάσταση. Eδώ θα μας απασχολήσει το στοιχείο που αφορά στο θρήσκευμα και πιο συγκεκριμένα, μια πτυχή του ζητήματος: περιπτώσεις θρησκευτικής μεταστροφής καβαφικών προσώπων, περιπτώσεις, δηλαδή, προσώπων, που για κάποιους λγους σκέφτονται, προσπαθούν, αποφασίζουν ή αναγκάζονται να περάσουν τα σύνορα ανάμεσα σε θρησκευτικές ομάδες, σύνορα που στην Aλεξάνδρεια του Kαβάφη είναι αυστηρώς καθορισμένα. Στο ποίημα «Tων Eβραίων (50 μ.X.)» (δημ. 1912) ο Iάνθης Aντωνίου, Eλληνας κατά το νομα, τον τρπο ζωής, και την εμφάνιση. Eβραίος κατά την οικογενειακή παράδοση, ταλαντεύεται ανάμεσα σε δύο εξίσου αυστηρές θρησκευτικές συμπεριφορές: του «ωραίου και σκληρού ελληνισμού» και των «ιερών Eβραίων». H ιδιάζουσα κατάσταση του Iάνθη έγκειται στο τι η επιθυμία του να εγκαταλείψει τον Eλληνισμ αντιστοιχεί στο να (ξανα)γίνει ο εαυτς του, ένας εαυτς που υπήρχε ή υποτίθεται τι υπάρχει, αλλά που ο ήρωας θέλει κυρίως να προβάλει στο μέλλον: «Kαι γένομαι αυτς που θα ήθελα / πάντα να μένω· των Eβραίων, των ιερών Eβραίων, ο υις». Kαι είναι ακριβώς στο σημείο αυτ που επιμένει ο αφηγητής, σχολιάζοντας ειρωνικά την «ένθερμη δήλωσί» του: «Eνθερμη λίαν δήλωσίς του. «Πάντα να μένω των Eβραίων, των ιερών Eβραίων –» για να διαπιστώσει αμέσως τι «δεν έμεινε τοιούτος διλου». Eπομένως, ο Iάνθης θα παραμείνει χι «των ιερών Eβραίων ο υις» (επίσημη έκφραση μιας οικογενειακής και φυλετικής καταγωγής) αλλά παιδί (λέξη συναισθηματικά και αισθητικά φορτισμένη στην καβαφική ποίηση) που ανήκει σε άλλους γονείς, τον «Hδονισμ» και την «Tέχνη». «O Hδονισμς κ’ η Tέχνη της Aλεξανδρείας / αφοσιωμένο τους παιδί τον είχαν».
H περίπτωση Iγνατίου H περίπτωση του τέως Kλέωνα, νυν Iγνατίου, στο ποίημα «Iγνατίου
Oι εθνικοί και οι άλλοι...
O Kωνσταντίνος Kαβάφης πως τον φαντάστηκε και τον απεικνισε ο Aλέξανδρος Iσαρης («Προσωπογραφίες» K. Π. Kαβάφη – Σύνδεσμος Aιγυπτιωτών Eλλήνων, 1995).
Tάφος» (δημ. 1916), συνεχίζει και διαφοροποιεί συνάμα αυτή του Iάνθη Aντωνίου. Eκεί που ο Iάνθης (κάπου δύο ή τρεις αιώνες πριν) απέτυχε στην προσπάθειά του να εγκαταλείψει οριστικά μια θρησκευτική ταυττητα, ο Iγνάτιος το κατορθώνει: «Eδώ δεν είμαι ο Kλέων που ακούσθηκα / στην Aλεξάνδρεια... εδώ δεν είμαι ο Kλέων εκείνος... Eιμ’ ο Iγνάτιος, αναγνώστης, που πολύ αργά / συνήλθα· αλλ’ μως κι έτσι δέκα μήνες έζησα ευτυχείς / μες στη γαλήνη και μες στην ασφάλεια του Xριστού». H δήλωση του πρωταγωνιστή δεν σχολιάζεται ειρωνικά εδώ. Aλλά το λο ζήτημα είναι (πως το έδειξε αναλυτικά ο A. Mπελεζίνης) αν η αλλαγή του ονματος (απ εθνικ σε χριστιανικ), μαζί με τι βίαια αποκήρυξη –«Aπαγε· εδώ δεν είμαι ο Kλέων εκείνος / τα εικοσιοκτώ του χρνια να σβυσθούν»– φθάνουν για να «σβυσθεί» πραγματικά ο πρώτος του βίος, ο βίος ενς εθνικού που «ακούσθηκε» σε μια Aλεξάνδρεια «που δύσκολα ξιπάζονται» για τα (ακμα πολύ ελκυστικά) υλικά του αγαθά. Περιορίζομαι στην εξής παρατήρηση: η νέα ιδιτητα του Iγνατίου («αναγνώστης, ήτοι μισοκληρικς» σχολίασε ο Kαβάφης στον Γ. Λεχωνίτη), δεν εκφράζει ρήξη με την κοινωνία καθ’ εαυτή, αλλά την ένταξή του σε μια άλλη κοινωνία, την εκκλησιαστική. Eτσι, η «γαλήνη και η ασφάλεια του Xριστού» που νιώθει ο νεοφώτι-
10 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998
στος την ώρα που «συνέρχεται» αντιστοιχούν σε ένα «χριστιανικ καταφύγιο» (πως το ονμασε ο Γ. Π. Σαββίδης) με χαρακτήρα ταυτχρονα κοινωνικ και θεσμικ, ένα καταφύγιο απ τις απαιτήσεις του εθνικού βίου της Aλεξάνδρειας – προφανώς, απ τη «δύσκολη» προσπάθεια να «ξιπάσει» τους Aλεξανδρινούς.
Θρησκευτικές ομάδες Δύο στοιχεία που είδαμε στο «Iγνατίου τάφος» –η κοινωνική και θεσμική διάσταση μιας θρησκευτικής ταυττητας και το χάσμα που δημιουργείται ανάμεσα σε θρησκευτικές ομάδες– επανέρχονται και ενισχύονται στο ποίημα «Eίγε Eτελεύτα» (δημ. 1921). Bρισκμαστε στην Aλεξάνδρεια των ετών 518–527 μ.X. που, πως το παρατήρησε ο Γ. Δάλλας, έχουν γίνει τσες θρησκευτικές μεταστροφές, ώστε σοι παρέμειναν εθνικοί αποτελούν μειοντητα: «ένας απ τους λίγους εθνικούς / τους πολύ λίγους που είχαν μείνει». Kαι ο πρωταγωνιστής –ο ανώνυμος αναγνώστης του Φιλοστράτου– δεν αποτελεί εξαίρεση στον καννα, δεν συμπεριφέρεται (τουλάχιστον «στο φανερν») διαφορετικά απ αυτούς που έχουν περάσει στην αντίπερα –τη χριστιανική– χθη: «Aλλωστε –ασήμαντος / άνθρωπος και δειλς– στο φανερν / έκανε τον Xριστιαν κι αυτς κ’ εκκλησιάζονταν». O λγος
Aπ την μια, έχουμε τους πολλούς, τους Xριστιανούς, οι οποίοι έχουν συγχωνευθεί σε απρσωπη μάζα, σε «Aλεξάνδρεια, πλη θεοσεβή» που η συμπεριφορά της απέναντι στη μειοντητα διατυπώνεται με αριθμ ενικ: «αποστρέφονταν». Mια μαζική (και φανατική) συμπεριφορά, λοιπν, η οποία υπαγορεύεται (πως το δηλώνει το «κ’ η Aλεξάνδρεια») απ μια συγκεκριμένη ιστορική και πολιτική πραγματικτητα: απ την «εν άκρα ευλαβεία» βασιλεία του «γέροντος Iουστίνου», αυτοκράτορα γνωστού (ο Kαβάφης είχε διαβάσει τον ιστορικ Προκπιο) ως άξεστου και αγράμματου. Aπ την άλλη, έχουμε τους «πολύ λίγους», τους εθνικούς, οι οποίοι είναι αρκετοί μως ώστε να υπάρχει, στον ανώνυμο αναγνώστη του Φιλοστράτου, μια συλλογική συνείδηση («την λατρεία των θεών μας... τες καλαίστητες ελληνικές μας τελετές»), αλλά και για να αποτελούν αυτοί ομαδικ αντικείμενο «αποστροφής» για τη «θεοσεβή» πλη: «αθλίους ειδωλολάτρας αποστρέφονταν». Aλλωστε, ο χαρακτηρισμς «ασήμαντος άνθρωπος και δειλς», που εξηγεί τη συμμρφωση του πρωταγωνιστή («έκανε τον Xριστιαν κι αυτς κ’ εκκλησιάζονταν»), υποδηλώνει την ύπαρξη άλλων εθνικών, οι οποίοι δεν «έκαναν τους Xριστιανούς» και δεν «εκκλησιάζονταν». Tι είναι αυτ, άραγε, που επέτρεπε σε εκείνους τους άλλους εθνικούς να μην είναι «ασήμαντοι και δειλοί»; Mήπως το θέμα δεν είναι άσχετο με την αναφορά στην «πενιχρή κατοικία» που διαβάζει και ρεμβάζει ο «ασήμαντος και δειλς» εθνικς;
Aυτοσχολιασμς O Kαβάφης φαίνεται να θέλει να ξεκαθαρίσει το θέμα για τον εαυτ του σε χειργραφο αυτοσχλιο, που αρχίζει ως εξής: «H θέσις είναι αυτή. O αναγνώστης γίνεται συμπαθητικτερος. Πτωχς, δειλς, και εάν έδειχνε τη γνώμη του – αντικείμενον αποστροφής. Tο δε “άθλιος” δεν αναφέρεται εις αυτν, τον κατά πρσχη-
«... Tην Kυριακή τον θάψαν, στις δέκα το πρωί. Tην Kυριακή τον θάψαν: πάει εβδομάς σχεδν. Στην πτωχική του κάσα του έβαλε λουλούδια, ωραία λουλούδια κι άσπρα ως ταίριαζαν πολύ στην εμορφιά του και στα είκοσι δύο του χρνια...». — Aπσπασμα απ το ποίημα του Kαβάφη «Ωραία λουλούδια κι άσπρα ως ταίριαζαν πολύ», το οποίο ενέπνευσε τον Γιάννη Tσαρούχη. Tο παστέλ αυτ σχέδιο (1966;) ανήκει στον Aλέξιο Σαββάκη.
μα Xριστιαν, αλλά εις άλλους που το κηρύττουν που είναι εθνικοί και πολλάκις ευπορούν». Nομίζω τι η διάκριση που γίνεται εδώ ανάμεσα στον «πτωχ, δειλ» αναγνώστη και σε «άλλους που κηρύττουν που είναι εθνικοί και πολλάκις ευπορούν» μας επιτρέπει να επιβεβαιώσουμε τη σημασία του κοινωνικού, ακμη και ταξικού, στοιχείου στο ποίημα. Kαι να προτείνουμε τι, για τον πτωχ «αναγνώστη», η ανάγνωση και ο ρεμβασμς περί της επιστροφής του «δασκάλου» Aπολλωνίου, ο οποίος «θα επαναφέρει την λατρεία των θεών μας και τες καλαίσθητες ελληνικές μας τελετές», αποτελούν τη μνη δυνατή αντίσταση σε ένα καθεστώς που η «θεοσέβεια» και η «ευλάβεια» ταυτίζονται χι μνο με τον «φανατισμ» και τη «θρησκοληψία» (πως τονίζεται στο τέλος του ίδιου αυτοσχλιου), αλλά και με την αγραμματοσύνη και την ακαλαισθησία.
H χριστιανική μύηση Στο ποίημα «Aπ την σχολήν του περιωνύμου φιλοσφου» (1921) οι ιστορικοί ροι αντιστρέφονται σε σχέση με το προηγούμενο ποίημα: στην Aλεξάνδρεια της εποχής του
φιλοσφου Aμμωνίου Σακκά (γύρω στα 240 μ.X.) η επικρατούσα κοινωνική ομάδα, αυτή που μπορεί απ οικογενειακή παράδοση να συνεργάζεται με την πολιτική ηγεσία, ταυτίζεται με την εθνική παράταξη. Kαι οι γονείς ενς βαριεστημένου και κυνικού αλλά διλου αγράμματου πλουσιπαιδου, είναι «επιδεικτικά εθνικοί». H ιδιαιτερτητα της (εν δυνάμει) μεταστροφής του πρωταγωνιστή έγκειται βεβαίως στο τι, πρώτον, προκαλείται απ περιέργεια («Tην περιέργειάν του είλκυσε / κομάτ’ η Eκκλησία· να βαπτισθεί και να περάσει Xριστιανς»)· και δεύτερον, σκοπς της (γύρω απ τη φράση κλειδί «Eπρεπεν μως και να κάμει κάτι») είναι η ικανοποίηση μιας επαγγελματικής αναζήτησης. Δεν ξέρω αν ο Kαβάφης είχε υπψη του εδώ την «καριέρα» του ίδιου του «περιωνύμου φιλοσφου», για την οποία ο φίλος του E.M. Forster γράφει (στο Alexandria. A History and Guide, που εκδθηκε δύο χρνια μετά τη γραφή του ποιήματος): «(Ammonius Sakkas) began as a porter in the docks and a Christian, but abandoned both callings». Oπως και να έχει το πράγμα, υπάρχει μια ιδιαίτερη ειρωνεία στο γεγονς τι
στην περίπτωση του συγκεκριμένου προσώπου, για το οποίο το ενδεχμενο μιας θρησκευτικής μεταστροφής έχει έναν χαρακτήρα τσο δοκιμαστικ, γίνεται η μοναδική ρητή αναφορά, στο αναγνωρισμένο έργο του Kαβάφη, στην ύψιστη και υποτίθεται δεσμευτική πράξη της χριστιανικής μύσης: στη βάπτιση. Oσο δοκιμαστικς και να είναι ο χαρακτήρας της ενδεχμενης μεταστροφής, τα αίτια της απφασης να μην πραγματοποιηθεί είναι, για το εν λγω πρσωπο, σοβαρά. Διτι οι συνέπειες του «να βαπτιστεί και να περάσει Xριστιανς» –δηλαδή να «κακιώσει» με τους γονείς του και να του παυθούν «ευθύς» (γιατί οι «επιδεικτικά εθνικοί» δεν παίζουν) «τα λίαν γενναία δοσίματα»– θα είχαν ως τελικ αποτέλεσμα τον αποκλεισμ του απ τον μνο κσμο που φαίνεται να παίρνει στα σοβαρά: τον κσμο «των διεφθαρμένων οίκων της Aλεξανδρείας, κάθε κρυφού καταγωγίου κραιπάλης». Γι’ αυτ «αλλάζει γρήγορα γνώμη»· γι’ αυτ ακούγεται η επιφώνηση «–πράγμα φρικτν–» σχεδν σαν εξορκισμς· γι’ αυτ, τέλος, το «χριστιανικ» είναι το μνο επάγγελμα στο οποίο δεν σκέφτεται να γυρίσει ταν, σε
δέκα χρνια, η «μορφή» δεν θα είναι πια «εις άκρον ευειδής».
Tαξικές διακρίσεις Στο ποίημα «H αρρώστια του Kλείτου» (δημ. 1926) ο κοινωνικς παράγοντας, που επηρέαζε την απφαση για θρησκευτική μεταστροφή στα τρία προηγούμενα ποιήματα, γίνεται καθαρά ταξικς: «ένα είδωλο / που λάτρευε μικρή, πριν μπει αυτού, υπηρέτρια, / σε σπίτι Xριστιανών επιφανών, και χριστιανέψει». H περίπτωση «γριάς υπηρέτριας» μου θυμίζει αυτή του «πτωχού» εθνικού του «Eίγε ετελεύτα». Mε την εξής σημαντική διαφορά: τι το γύρω της περιβάλλον –το «σπίτι Xριστιανών επιφανών»– χαρακτηρίζεται χι απ αγραμματοσύνη αλλά αντιθέτως απ την «αρίστην αγωγή» και τη «σπάνια ελληνομάθεια» που είναι σε θέση να παρέχουν οι γονείς στον υι τους· ενώ η ίδια, ως αγράμματη, δεν έχει τη βοήθεια μιας διδασκαλίας για να συνδεθεί με το εθνικ της παρελθν, παρά αναγκάζεται να βασιστεί στη μνήμη της, με αποτέλεσμα η ικεσία της να μη μοιάζει με τις «καλαίσθητες ελληνικές τελετές» της εποχής του Aπολλωνίου του Tυανέα. Συνέχεια στην 12η σελίδα
KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998 - H KAΘHMEPINH
11
στού και του «επικατάρατου Σεραπίου». H δυσκολία οφείλεται στην καταπίεση ενς χριστιανικού καθεστώτος –τα «παραγγέλματα της ιεροτάτης εκκλησίας»– που καθημερινώς ελέγχει χι μνο κάθε πράξη του οπαδού του, χι μνο κάθε του λγο, αλλά και κάθε του σκέψη. Γι’ αυτ, τη στιγμή που πάει να πλησιάσει συναισθηματικά, δηλαδή ανθρώπινα, τον πατέρα του, δικαιολογώντας την παράτολμη πράξη του –τον «θρήνο» του και τον «οδυρμ»– ως κατ’ εξαίρεσιν, εκφέρει το εξορκιστικ «φρικτν ειπείν», αφήνοντας έτσι να πλανιέται μια αμφιβολία για το αν μπρεσε τελικά να υπερβεί το χάσμα που τους χωρίζει.
Συνέχεια απ την 11η σελίδα
Eτσι, «Oσα θυμάται μέλη / της ικεσίας ψάλλει· άκρες, μέσες». Kαι τίθεται το ερώτημα, αν η ανεπάρκεια της μνήμης της οφείλεται στην απσταση που χωρίζει χρονικά τη «γριά» απ την παιδική της ηλικία –απ ττε που «λάτρευε μικρή ένα είδωλο»– ή μήπως απορρέει απ την ύπαρξη ενς καθεστώτος που την υποχρέωσε, ως υπηρέτρια, να αποξενωθεί απ την πραγματική της παράδοση, και τη μοναδική φορά («μες στην δεινήν ανησυχία της») που ζητεί να την ξαναβρεί, την αναγκάζει να το κάνει «κρυφά».
Tο ασυμβίβαστο των θεσμών H ιδέα, πάντως, ενς αυταρχικού καθεστώτος που ελέγχει τη θρησκευτική συμπεριφορά των οπαδών του, επιβεβαιώνεται στο ποίημα «Iερεύς του Σεραπίου» (δημ. 1926), με τη διαφορά τι εδώ ο κοινωνικς παράγοντας υποχωρεί μπροστά στον θεσμικ, ο οποίος τείνει να γίνει και δογματικς. H θρησκευτική μεταστροφή του ανώνυμου πρωταγωνιστή έχει ήδη γίνει, για λγους που δεν αναφέρονται στο ποίημα· σημασία έχει τι ως υις χι μνο ενς εθνικού αλλά ενς ιερέα του Σεραπίου, έχει διακψει τη θρησκευτική παράδοση της οικογένειας (έως εδώ μας θυμίζει τον Iάνθη Aντωνίου), έχει γίνει χι μνο Xριστιανς, αλλά Xριστιανς φανατικς, ο οποίος (πως η «θεοσεβής Aλεξάνδρεια» στο «Eίγε Eτελεύτα», «σους αρνούνται» τον Iησού Xριστ «τους αποστρέφεται». Mε το συγκλονιστικ γεγονς του θανάτου του «γέροντος, καλού» πατέρα του, του «αγαπώντος τον το ίδιο πάντα» (ακμα
H φιλία
Tο χειργραφο του ποιήματος «Oύτος Eκείνος». Aπ τα «Aυτγραφα ποιήματα 1896 – 1910. (Aρχείο Kαβάφη).
και μετά τη μεταστροφή του δηλαδή), νιώθει την ανάγκη να περάσει το σύνορο μεταξύ δύο ασυμβίβαστων (κατά τη χριστιανική αντίληψη) θρη-
σκευτικών θεσμών, που ο καθένας τους χαρακτηρίζεται με επίθετο που δηλώνει έντονο δογματισμ: της «ιεροτάτης εκκλησίας» του Iησού Xρι-
Tο χρηματιστήριο της Aλεξάνδρειας την εποχή που ζούσε ο Kαβάφης (Aρχείο E.Λ.I.A.). O K. Π. Kαβάφης είχε κάρτα εισδου στο χρηματιστήριο, που διαπιστώνεται τι υπήρξε ανταποκριτής της εφημερίδας «Tηλέγραφος» (Λεύκωμα Kαβάφη, Eκδσεις Eρμής και Aρχείο Kαβάφη).
12 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998
Στο ποίημα «Mύρης· Aλεξάνδρεια του 340 μ.X.» (δημ. 1929) συγκεντρώνονται και συμπλέκονται λες οι συνιστώσες των περιπτώσεων θρησκευτικής μεταστροφής (ή μη) που είδαμε στα προηγούμενα ποιήματα (οικογένεια, κοινωνία/τάξη, θεσμς, δγμα) ενώ προστίθεται μια ακμη, αυτή που θα επισφραγίσει την αδυναμία να γεφυρωθεί το χάσμα ανάμεσα σε θρησκευτικές ομάδες: οι τύποι της θρησκείας. Περιορίζομαι στην εξής παρατήρηση (το θέμα των τύπων στο ποίημα έχει σχολιαστεί απ τους I.A. Σαρεγιάννη και E. Keeley, και έχει μελετηθεί εξονυχιστικά απ τον M. Πιερή): υπάρχουν στο «Mύρης» δύο, σχεδν συμμετρικές, περιπτώσεις εν δυνάμει μεταστροφής, ή τουλάχιστον, έντονης συμμετοχής σε άλλη θρησκευτική τελετουργία, που αποτυχαίνουν, την κορυφαία στιγμή, και οι δύο: η συμμετοχή του Xριστιανού Mύρη στους τύπους της θρησκείας της εθνικής παρέας του (ενδεχμενη επίσκεψη στο Σεράπιον, σπονδές στον Ποσειδώνα, λατρεία του Aπλλωνα) που βαθμιαία οδηγούν στο εξορκιστικ (και γι’ αυτ ψιθυριστ) «τη εξαιρέσει εμού» που εκφέρει ο Mύρης· και η συμμετοχή του εθνικού αφηγητή στους τύπους της θρησκείας του Mύρη (κατ’ εξαίρεσιν επίσκεψη σε «σπίτι Xριστιανών» και παρακολούθηση των τύπων της χριστιανικής κηδείας), που οδηγεί στη γρήγορη φυγή του απ το «φρικτ τους σπίτι». Bεβαίως, και στις δύο περιπτώσεις, η ουσία υπερνικά τον τύπο: η συμπεριφορά του Mύρη στο παρελθν τον έχει αποδείξει ουσιαστικά εξίσου ή και περισστερο εθνικ απ τους τυπικά εθνικούς του φίλους, και ο ουσιαστικς έρωτας που ένωνε τον Mύρη με τον αφηγητή επί δύο χρνια θα επιβιώσει στο μέλλον, παρά τη δύναμη των τύπων της θρησκείας του, μέσω της «θύμησης» του Mύρη. Δεν είναι τυχαίο τι, τελικά, η μνη περίπτωση επιτυχημένης «μύησης» στην αναγνωρισμένη ποίηση του Kαβάφη λειτουργεί στο επίπεδο χι της θρησκείας, αλλά της φιλίας: «Eμείς οι μυημένοι / οι φίλοι του οι στενοί· εμείς οι μυημένοι...» («Tέμεθος, Aντιοχεύς· 400 μ.X.»). Aλλά ο Tέμεθος δεν είναι Aλεξανδρεύς, είναι Aντιοχεύς...
Iδανικοί έρωτες Oι νεαροί ήρωες της καβαφικής ποίησης αγαπούσαν βαθιά, χωρίς υστεροβουλίες συγκροτούν ιδιαίτερη περιοχή, αριθμητικά και ποιοτικά αξιλογη. Eίναι ποιήματα γραμμένα (πλην ενς) μετά το 1916 και δημοσιευμένα μετά το 1917, δηλαδή στα χρνια της πλήρους ποιητικής ωριμτητας του Kαβάφη (ο ποιητής είναι 55 ετών). Oμως, αν η πρωρη απώλεια του ερωτικού συντρφου είναι το κοιν σημείο λων αυτών των ποιημάτων, απ την άλλη μεριά, κάθε ποίημα προσθέτει κάτι νέο, πλουτίζει την «περιοχή». Kαι εδώ χρειάζεται να θυμηθούμε το γνωστ αυτοσχλιο του ποιητή σε τρίτο πρσωπο: Eπανάληψη στον Kαβάφη δεν βρίσκεται ποτέ. Tο κάθε ποίημά του, χωρίς εξαίρεση, έχει κάτι διαφορετικ απ τα άλλα του. Aυτ, ως γνωστν, είναι απ τους πρώτους καννες της καβαφικής σύνθεσης. Kάθε νέο ποίημα προσθέτει στην περιοχή του κάτι (πτε πολύ, πτε λίγο). Kάποτε ποιήματα εισέρχονται στην περιοχή ως συμπληρώσεις. Kάποτε το φως ενς καινούργιου ποιήματος ελαφρά διαπερνά το ημίφως ενς παλαιοτέρου (φως στο ένα ποίημα, ημίφως στο άλλο) – χι στον βρντο.
Tου X.Λ. Kαράογλου Aναπληρωτή καθηγητή στο τμήμα Φιλολογίας του A.Π.Θ.
ΣYXNA η κριτική, μένοντας στην επιφάνεια της καβαφικής ποίησης, επέκρινε τον «αμαρτωλ» ηδονισμ της και την ακολασία της, συνδέοντάς τα μάλιστα με την προσωπική ζωή του ποιητή. Σήμερα, μπορεί να μη σκανδαλίζεται, πως και σο παλαιτερα, απ την ερωτική «ανορθοδοξία» της· ή, απεναντίας, μπορεί, ακμη, να κρίνει –λαθεμένα– πως ένα απ τα στοιχεία της γοητείας της έγκειται στη ρεαλιστική ειλικρίνειά της, στην τλμη του ποιητή να μιλήσει απερίφραστα για την κοινωνικά επιλήψιμη ερωτική του ιδιαιτερτητα. Λαθεμένα, αφενς, διτι καμιά ειλικρίνεια κανενς αισθήματος ή ιδέας δεν αρκεί για να δικαιώσει αισθητικά ένα έργο και, αφετέρου, διτι ο ηδονισμς της καβαφικής ποίησης δεν ταυτίζεται με τον ηδονισμ του ποιητή. O δεύτερος ενδιαφέρει μνον σους αρέσκονται να ρίχνουν, διακριτικά ή αδιάκριτα, το βλέμμα τους στην κρεβατοκάμαρα των άλλων ή σους αρέσκονται να εκθέτουν το κρεβάτι τους σε δημσια θέα· στην καλύτερη περίπτωση, θα ενδιέφερε τον θεωρητικ της λογοτεχνίας που θα μελετούσε τη μετάπλαση του προσωπικού βιώματος και της εμπειρίας σε τέχνη. Θα φαινταν, ίσως, αφελές ή ύποπτο αν, μιλώντας για τον ηδονισμ της καβαφικής ερωτικής ποίησης, αποσιωπούσαμε την εμφανέστατη και απροκάλυπτη, απ ένα σημείο και πέρα, ομοφυλοφιλία της. Aπ την άλλη μως πλευρά, πώς μπορεί κανείς να μιλήσει γι’ αυτ το θέμα, χωρίς να εκληφθεί ο λγος του ως έμμεση ή άμεση συνηγορία ή καταδίκη της ομοφυλοφιλίας; Ωστσο, οφείλουμε να δούμε το θέμα απ μιαν άλλη πλευρά: πέρα και πάνω απ τις ποιες διακρίσεις της ηδονής σε «φυσιολογική» ή «ανώμαλη» κτλ., η ερωτική ηθική κρίνεται απ την ποιτητα και την αρμονία της ερωτικής σχέσης. Eίναι η ποιτητα μιας σχέσης ιστιμης, αμοιβαίας αγάπης και αφοσίωσης, χωρίς ίχνος εξουσιαστικής συμπεριφοράς ή ιδιοτέλειας.
Bαθιά αγάπη Aπ αυτή την άποψη, οι έρωτες των καβαφικών νέων είναι έρωτες ηθικοί και ιδανικοί. Σε αντίθεση με ,τι θα ήθελε η προκατάληψή μας, οι καβαφικοί νέοι δεν είναι προώλεις ηδονοθήρες άνευ ορίων και ρων, που συνάπτουν εφήμερες ερωτικές σχέσεις, σχέσεις επιδερμικές και ανώδυνες· απεναντίας, αγαπούν βαθιά, με λη τη δύναμη και τη θέρμη της ηλικίας τους, δοσμένοι ο ένας στον άλλο χωρίς υστεροβουλία. O Kλείτος
Διαφορετικές ερωτικές ιστορίες
O ποιητής πως τον απεικνισε ο ζωγράφος Nίκος Xατζηκυριάκος – Γκίκας (Προσωπογραφίες του K.Π. Kαβάφη – Σύνδεσμος Aιγυπτιωτών Eλλήνων – 1995).
λ.χ. ο οποίος αρρώστησε απ’ τον καϋμο που ο εταίρος του [...] έπαυσε να τον αγαπά και να τον θέλει, είναι ένας Aλεξανδρινς νέος του 4ου αι. μ.X., απ καλή οικογένεια, με μρφωση και χριστιανική αγωγή, ένα συμπαθητικ / παιδί, περίπου είκοσι τριών ετών – / με αρίστην αγωγή, με σπάνια ελληνομάθεια. Στο σημείο αυτ χρειάζεται να επισημάνουμε τι, στο καβαφικ ερωτικ λεξιλγιο, για τη σήμανση του ερωτικού συντρφου χρησιμοποιείται συνηθέστατα η λέξη φίλος (ή, σπανίως, η λέξη εταίρος) που αποδίδει ευκρινώς την ποιτητα της σχέσης δύο νέων. Aντιθέτως, η λέξη – άπαξ εραστής χρησιμοποιείται σε αντιδιαστολή με τον φίλο, και δηλώνει επιδερμικές σχέσεις. Eτσι, η ωραία πραγμάτωσις του έρωτος προϋποθέτει μια σχέση ουσιαστική και αμοιβαίο ερωτικ πάθος: η πραγμάτωσις / που πρέπει να ’ναι κι απ’ τους δυο μ’ έντασιν επιθυμητή. Aλλως είναι μια απλαυσις μισή που φθείρει και οδηγεί σε μια κατάστασι εκνευριστική, πως τον ανώνυμο αφηγητή στο «Eνας νέος της τέχνης του λγου...».
Oμως, οι καβαφικοί έρωτες δεν αντέχουν στο χρνο· το τέλος τους είναι βέβαιο, σχεδν προδιαγεγραμμένο. Tο πσο σύντομος ήταν ο ωραίος βίος δεν έχει πρωτεύουσα σημασία. Aλλοτε μπορεί να είναι εξαιρετικά σύντομος (ένας μήνας στο «Γκρίζα») ή να έχει διαρκέσει δύο ή τρία, κατ’ ανώτατο ριο, χρνια (αντιστοίχως, «Mέσα στα καπηλειά», «Eγκατάλειψις»). Tο ουσιώδες είναι τι, για διάφορους και διαφορετικούς λγους, οι ερωτικές σχέσεις διακπτονται ή διαλύονται πρωρα, τουλάχιστον για τον έναν, σο ακμη διαρκεί η ένταση του συναισθήματος, και πριν ο κορεσμς και η ανία αμβλύνουν την έλξη και την επιθυμία. Πάντως δεν θα διαρκούσανε πολύ. / H πείρα των χρνων με το δείχνει διαπιστώνει, σε ώριμη πλέον ηλικία, ο αφηγητής–ήρωας του «Eν εσπέρα», προσπαθώντας μάλλον να αμβλύνει την πίκρα του πρωρου αποχωρισμού (κάπως βιαστικά / ήλθε και τα σταμάτησεν η Mοίρα). Mέσα στο corpus των ερωτικών ποιημάτων του Aλεξανδρινού, τα ποιήματα με θέμα τη διακοπή / διάλυση μιας δυνατής ερωτικής σχέσης
Πράγματι, σε κάθε ποίημα παρουσιάζεται μια διαφορετική ερωτική ιστορία, της οποίας η πρωρη διακοπή ή διάλυση εντοπίζεται στο πρσφατο ή στο μακριν παρελθν του ήρωα. O Kαβάφης γνωρίζοντας πολύ καλά την ανθρώπινη ψυχολογία, αποδίδει τις λεπτές εσωτερικές κινήσεις του ήρωα σε μια κρίσιμη στιγμή της ζωής του. H αφήγηση, με την παλινδρομική της κίνηση απ το παρν προς το παρελθν του, εστιάζεται στο προσωπικ δράμα του, στο πώς αντιδρά και στο πώς βιώνει τη διακοπή/διάλυση της ερωτικής του σχέσης. Πρκειται για μια αφήγηση που γίνεται είτε εκ των έσω, δηλαδή σε πρώτο πρσωπο απ τον ίδιο τον ήρωα, είτε εκ των έξω, δηλαδή σε τρίτο πρσωπο απ κάποιον αμέτοχο αλλά εξαιρετικά διεισδυτικ και διλου αδιάφορο αφηγητή. Σημειωτέον τι κατά την καβαφική τεχνική, συχνά η διάκριση του πλάγιου λγου και του ελεύθερου πλάγιου λγου είναι αδύνατη – μια τεχνική που, σε συνδυασμ με τη χρονική απσταση ανάμεσα στα γεγοντα και στην αφήγησή τους, αυξομειώνει τη συγκινησιακή φρτιση του λγου. H πρωρη διακοπή / διάλυση της σχέσης μπορεί να είναι: α) Aκούσια εκατέρωθεν, αναγκαστική και επιβαλλμενη έξωθεν: απ τη Mοίρα («Eν εσπέρα») ή απ τις «βιοτικές ανάγκες» («Πριν τους αλλάξει ο χρνος, «Γκρίζα») ή απ τον θάνατο Συνέχεια στην 14η σελίδα
KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998 - H KAΘHMEPINH
13
Συνέχεια απ την 13η σελίδα
(«Ωραία λουλούδια...», «Mύρης...», «Kίμων Λεάρχου...», «Tεχνουργς κρατήρων»). β) Eκούσια μονομερώς, δηλαδή οφειλμενη σε απφαση του ενς που εγκαταλείπει τον άλλον: χωρίς λγο («Mέρες του 1903») ή γιατί έπαψε πλέον να τον αγαπά («H αρρώστια του Kλείτου», «Eγκατάλειψις») ή γιατί ήθελε να σωθεί / απ’ την στιγματισμένη / την νοσηρά ηδονή («Eν απογνώσει») είτε για την αγάπη κάποιου τρίτου («Kίμων Λεάρχου...») ή για υλικά αγαθά που του πρσφερε άλλος («Mέσα στα καπηλειά–», «Ωραία λουλούδια...»). Oι συνέπειες απ την αιφνίδια και αθέλητη (για τον έναν τουλάχιστον) διακοπή/διάλυση της ερωτικής σχέσης (ανάλογα και με την αιτία που την προκάλεσε) είναι συνήθως συντριπτικές και οδηγούν στην ηθική εξουθένωση ή και στη φυσική εξντωση: O εικοσιτριάχρονος Kλείτος είν’ άρρωστος βαρειά απ τον πυρετ που φέτος θέρισε την Aλεξάνδρεια γιατί τον ηύρε ο πυρετς εξαντλημένο κιλας ηθικώς / απ’ τον καϋμ που ο εταίρος του, ένας νέος ηθοποις, / έπαυσε να τον αγαπά και αν τον θέλει. O ανώνυμος αφηγητής–ήρωας του «Mέσα στα καπηλειά–» καταντά ψυχικ και ηθικ ερείπιο, επειδή τον «άφισεν ο Tαμίδης / κ’ επήγεν με του Eπάρχου / τον υι για ν’ αποκτήσει / μια έπαυλι στον Nείλο. / ένα μέγαρον στην πλιν»· στη Bηρυτ που μετοίκησε απ την Aλεξάνδρεια «μες σ’ ευτελή κραιπάλη / διάγει ποταπώς», με μνη παρηγορία την ανάμνηση της δίχρονης ανιδιοτελούς σχέσης του με τον Tαμίδη. Παρομοίως, σε απγνωση βρίσκεται και ο νέος του φερώνυμου ποιήματος («Eν απογνώσει»), καθώς μάταια ζητεί να ξαναβρεί τον χαμένο έρωτα σε νέους εφήμερους δεσμούς. Oι νέες σχέσεις (ακριβέστερα οι σεξουαλικές συνευρέσεις) δεν αντικαθιστούν ούτε υποκαθιστούν τον διαλυμένο ερωτικ δεσμ· δεν δρουν καν σαν στιγμιαίο νηπενθές φάρμακο, διτι αυτ που επιζητεί στα χείλη καθενς / καινούργιου εραστή δεν είναι να ξεχάσει, αλλά να ξαναβρεί τα χείλη τα δικά του· υπ’ αυτές τις συνθήκες, η συνδρομή της φαντασίας και των παραισθήσεων φαίνεται αναγκαία (απ την φαντασίαν, / απ τις παραισθήσεις / στα χείλη άλλων νέων / τα χείλη του ζητεί / γυρεύει να αισθανθεί / ξανά τον έρωτά του), αλλά αποδεικνύεται αναποτελεσματική, καθιστώντας εντοντερη την απουσία. Στο «Kίμων Λεάρχου...», ο ομώνυμος ήρωας αγωνιά για την προοπτική της επανασύνδεσής του με τον Eρμοτέλη που τον είχε εγκαταλείψει για χάρη του εξαδέλφου του Mαρύλου. Tώρα, μετά τον θάνατο του αντίζηλου, φοβάται πως θα είναι αδύνατο να επανακτήσει ουσιαστικά τον Eρμοτέλη, καθώς το ίνδαλμα του Mαρύλου / θα ’ρχεται ανάμεσ τους.
Aπώλειες Oμως, η κορυφαία δραματική περίπτωση είναι του ποιήματος «Mύρης...». O αφηγητής – ήρωας την ώ-
Tο χειργραφο του ποιήματος «Eρωτος Aκουσμα». Tο ποίημα αυτ είχε μείνει αδημοσίευτο στα χαρτιά του Kαβάφη έως το 1968, στο φάκελο που επιγράφει «Πάθη». Ψηλά δεξιά στο χειργραφο υπήρχε μια ημερομηνία με μολύβι: 7.10.’10. Σύμφωνα μως με τους χρονολογικούς καταλγους του ποιητή, γράφτηκε τον Iούνιο του 1911. H εξήγηση της χρονολογίας μας δίνεται απ δύο αράδες με μολύβι, πάλι κάτω απ το ποίημα: «Tο άκουσμα ήταν το καλοκαίρι του 1910. Eκείνα τα περί E.M.» (Aρχείο Kαβάφη).
ρα που παρακολουθεί, εθνικς αυτς, τη χριστιανική νεκρική τελετουργία, απομονωμένος και ξένος μεταξύ των συγγενών του νεκρού που τον κοιτάζουν με δυσαρέσκεια, θυμάται τη συμπεριφορά του Mύρη, του νέου που λάτρευε παράφορα: O Mύρης, με την τελεία αίσθησι του ελληνικού ρυθμού, καίτοι χριστιανς, ζούσεν απολύτως σαν κ’ εμάς. / Aπ λους μας πιο έκδοτος στες ηδονές. Oταν μως ο αφηγητής θυμάται και τη στάση του χριστιανού Mύρη στις θρησκευτικές τελετές των φίλων του εθνικών πανικοβάλλεται: K’ εξαίφνης με κυρίευσε μια αλλκοτη / εντύπωσις. Aριστα, αισθανμουν / σαν να ’φευγεν απ κοντά μου ο Mύρης· αισθανμουν που ενώθη, Xριστιανς με τους δικούς του, και που γένομουν / ξένος εγώ, ξένος πολύ. Kαι το χειρτερο δεν είναι τι ο θάνατος του Mύρη που έκοψε βίαια και πρωρα την ερωτική τους σχέση και τι τώρα του φαίνεται ξένος, –το χειρτερο για τον αφηγητή είναι η φρικτή σκέψη του: μήπως είχα γελασθεί απ το πάθος μου, και πάντα του ήμουν ξένος– μια σκέψη που απειλεί να ακυρώσει αναδρομικά και το παρελθν της σχέσης τους. H αντίδραση του πανικβλητου αφηγητή είναι ενστικτώδης: Πετάχθηκα έξω απ’ το φρικτ τους σπίτι, / έφυγα γρήγορα πριν αρπαχθεί, πριν αλλοιωθεί / απ’ την χριστιανοσύνη τους η θύμηση του Mύρη. Tο πένθος κυριαρχεί και στο πα-
14 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998
ρν του ανώνυμου ήρωα στο «Ωραία λουλούδια...»: μία μλις εβδομάδα πριν εκήδεψε τον εικοσιδυάχρονο φίλο του. H απώλεια είναι πολύ νωπή ακμη, η πληγή δεν έχει επουλωθεί. Oταν, λοιπν, ξαναβρίσκεται στο καφενείο / που επήγαιναν μαζύ, αναπηδούν στη μνήμη οι επώδυνες στιγμές του πρσφατου παρελθντος: η πρσκαιρη διακοπή της σύντομης (και άνισης) ερωτικής τους σχέσης, η αγωνία του για την επανάκτηση του φίλου του, ο θάνατς του και η κηδεία. Yπ’ αυτές τις συνθήκες, στην έξοδο του ποιήματος, ο χώρος (το μαύρο, αυτή τη φορά, καφενείο, αφορμή και αφετηρία του ποιήματος) παύει να είναι απλ σκηνικ και μεταβάλλεται σε μαχαίρι στην καρδιά. H αφήγηση, συγκινησιακά ιδιαίτερα φορτισμένη, αδυνατεί να εξελιχθεί ομαλά: ταν το βράδυ επήγεν [...] στο καφενείον που / επήγαιναν μαζύ: / μαχαίρι στην καρδιά του / το μαύρο καφενείο / που / επήγαιναν μαζύ. Mια άλλη πτυχή της ψυχολογίας του πληγωμένου ερωτικού αισθήματος αναδεικνύεται στο «ατελές» ποίημα «Eγκατάλειψις». Eδώ, ο ήρωας αντιδρά με τρπο τελείως διαφορετικ απ τους προηγούμενους· χι μνο δεν ομολογεί τη λύπη του, αλλά επιχειρεί να υποβαθμίσει το γεγονς της εγκατάλειψής του και να εκμηδενίσει τις συνέπειές της. Πρκειται για μια αμυντική αντίδραση αυτοπροστασίας, που τον κάνει να μην παραδεχθεί τη σημασία και το βάρος
της απώλειας του αγαπημένου προσώπου. H καλαισθησία του, η εξυπνάδα του και η καταγωγή του τον κάνουν, λέγει, να μην πάρει στο τραγικ την εγκατάλειψί του. Eξάλλου, η εξαιρετική εμορφιά του δεν επέτρεπε να θιχθεί καθλου η σαρκική του φιλαυτία. Kαι προφανώς, επειδή αυτή η εγωιστική και υπεροπτική στάση δεν φαίνεται να είναι αποτελεσματική, σκέφτεται ακμη τι η υπσχεση του άλλου για παντοτινή αγάπη (για πάντα θάχουμε αγάπη εμείς) ήταν συμβατική και ελέχθη σε στιγμές έξαψης υπ την επήρεια του οινοπνεύματος, και πως, στο κάτω κάτω, μπορεί να είναι ικανοποιημένος αφού η σχέση τους κράτησε τρία ολκληρα χρνια, ενώ λίαν συχνά λιγτερο διαρκεί. Στο «Πριν τους αλλάξει ο χρνος», ο αναγκαστικς χωρισμς επισυμβαίνει λίγο πριν απ τη φυσική φθορά της σχέσης, ταν δηλαδή σχεδν έχει ολοκληρωθεί ο κύκλος της. H αγάπη των δύο νέων δεν ήταν ίδια ως πριν· / είχεν ελλατωθεί / η έλξις βαθμηδν, οπτε ο αφηγητής βλέπει την ευεργετική πλευρά του χωρισμού: μήπως καλλιτέχνης / εφάνηκεν η Tύχη / χωρίζοντάς τους τώρα / πριν σβύσει το αίσθημά των, / πριν τους αλλάξει ο Xρνος, και αιτιολογεί: ο ένας για τον άλλον / θα είναι ως να μένει πάντα / των είκοσι τεσσάρων / ετών τ’ ωραίο παιδί.
Eρωτική μνήμη Σε μερικά ποιήματα της περιοχής που εξετάζουμε η χρονική απσταση ανάμεσα στα γεγοντα και στην αφήγησή τους είναι πολύ μεγάλη («Mέρες του 1903», «Eν εσπέρα», «Γκρίζα», «O ήλιος του απογεύματος», «Tεχνουργς κρατήρων»). Eδώ, ο χρνος εμφανώς έχει αμβλύνει την πρώτη οδύνη, μως η πρωρα διαλυμένη σχέση εξακολουθεί να κατατρύχει τον ήρωα, καθώς η μνήμη (άλλοτε παυσίλυπος και άλλοτε μνησιπήμων), απ κάποια αφορμή, ανακαλεί θραύσματα του παρελθντος (τον πρτερο ηδονικ βίο ή την εικνα του αγαπημένου προσώπου κ.λπ.). Oμως οι μηχανισμοί ανάκλησης και η λειτουργία της μνήμης ανοίγουν ένα άλλο σπουδαίο κεφάλαιο της καβαφικής ποίησης που δεν μπορεί να μας απασχολήσει εδώ. Περιορίζομαι σε ένα παράδειγμα. Στο «O ήλιος του απογεύματος», η επίσκεψη του αφηγητή–ήρωα στη γνώριμή του κάμαρη (που τώρα είναι εμπορικ γραφείο), θέτει αυτομάτως σε λειτουργία την ερωτική μνήμη που ανακαλεί με εξαιρετική λεπτομέρεια και ακρίβεια την ερωτική κάμαρη του παρελθντος. H συγκινησιακή φρτιση, συγκρατημένη ακμη στην αρχή της περιγραφής, κορυφώνεται προς το τέλος (το δείχνουν φανερά τα αποσιωπητικά και το επιφώνημα), ταν χάρη στη χρονική σύμπτωση αναδύεται η τελευταία ερωτική συνομιλία: πλάι στο παράθυρο ήταν το κρεββάτι· / ο ήλιος του απογεύματος το ’φθανε ώς τα μισά. / ...Aπγευμα η ώρα τέσσερες, είχαμε χωρισθεί / για μια εβδομάδα μνο... Aλλοίμονον / η εβδομάς εκείνη έγινε παντοτινή.
Oι καβαφικοί βάρβαροι Oι ιμπεριαλιστικές τάσεις της εποχής στο ποίημα «Περιμένοντας τους βαρβάρους» Tου Martin McKinsey
τον ώμο του να βλέπουμε το θέαμα που αυτς –σαν άθελά του– περιγράφει. Σε αντίθεση με τους άλλους, τα μάτια του δεν τα στηλώνει στον ορίζο«ΛENE πως ένα έργο πέρασε τη δοκιντα, που υποτίθεται πως έχουν συμασία της διάρκειας… ταν φαίνεται γκεντρωθεί οι βάρβαροι, αλλά προς τα να δίνει απκριση στα νέα ερωτήματα μέσα, στην αυτοκρατορική πλη και των καιρών και μπορεί να προσαρμτους ανθρώπους της. Για κάποιο λγο ζεται στις καινούργιες περιστάσεις φαίνεται αδιάφορος για την είδηση της επικαιρτητας». Eτσι αρχίζει ο που τσο απασχολεί το σύντροφ του: Tσίρκας την ανάλυση του γνωσττε«Oι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα». ρου, ίσως, καβαφικού ποιήματος, του Eνδιαφέρεται περισστερο για τα σα «Περιμένοντας τους Bαρβάρους». γίνονται στην πλη: για τον αυτοκράTώρα που πλησιάζει η εκατοστή επέτορα που κάθεται επίσημος στη μεγάτειος του ποιήματος (γράφτηκε το Δελη πύλη, για τους ύπατους και τους κέμβριο του 1898» φαίνεται λογικ να πραίτορες, με τις κεντημένες τγες. αναρωτηθούμε σε ποιες «καινούργιες Δεν σχολιάζει τα σα βλέπει, απλώς απεριστάσεις» της επικαιρτητας ανταφήνει τις λεπτομέρειες και τις περιποκρίνεται. Σ’ αυτ το άρθρο θα ήθεστάσεις να μιλήσουν απ μνες τους. λα να ξανακοιτάξω το ποίημα σε σχέΠοιος είναι λοιπν αυτς ο άνθρωση με ένα νέο κριτικ πλαίσιο που συπος; Mοιάζει ταυτχρονα να ανήκει νήθως αναφέρεται στην αγγλφωνη στο πλήθος και να είναι ξεχωριστς. και γαλλφωνη λογοτεχνία: το μεTουλάχιστον, δείχνει να είναι λιγτετα–αποικιακ. ρο καλά πληροφορημένος απ τους Eνα ερώτημα που αποκτά ιδιαίτερη άλλους θεατές. Oμως, φαίνεται πρσημασία απ την μεταποικιακή σκοπιά θυμος να ταυτιστεί μαζί τους: «O αυλγω της ενασχλησής της με τις ιτοκράτωρ μας», λέει, «οι δυο μας ύμπεριαλιστικές αναπαραστάσεις του πατοι». Kαι δεν υπάρχει τίποτα στον Ξένου είναι «Tι απέγιναν οι βάρβατρπο που μιλάει που να τον δείχνει ροι;». Tο ποίημα δεν μας λέει. Kι μως, ξένο. Aπ σο μπορούμε να κρίνουμε διάφορες απαντήσεις έχουν προταθεί δεν πέφτει σε βαρβαρισμούς δεινούς. στο υποθετικ αυτ ερώτημα. O ίδιος Tο ποίημα, αν και σε διαλογική μορφή, ο Tσίρκας, για παράδειγμα, αναζητά είναι εντυπωσιακά μονοφωνικ. Aπ τη λύση στις σύγχρονες ιστορικές περιστάσεις. «H δραματική εξαφάνιση O Kωνσταντίνος Kαβάφης σε χαλκογραφία του Παναγιώτη Tέτση. («Προσω- αυτή την άποψη, είχε δίκιο ο Σαββίδης, που κάποτε το χαρακτήρισε εσωτων βαρβάρων του ποιήματος», γρά- πογραφίες» K.Π. Kαβάφη – Σύνδεσμος Aιγυπτιωτών Eλλήνων, 1995). τερικ μονλογο. Θα ήθελα, ωστσο, φει, «αντιστοιχεί ακριβώς στην αιφνίδια κατάρρευση του Mαχντισμού…» –δηλ. του θα ένιωθε σε ένα βαθμ, πως ανήκε εκεί. H παι- να υποδείξω πως η ομοιογένεια αυτή είναι ένα τέμουσουλμανικού κινήματος στον Aνω Nείλο, που δεία του, η ανατροφή του, οι γλώσσες που είχε μά- χνασμα απ μέρους του ποιήματος. Δεν το θεωρώ απλή σύμπτωση τι τον προηγούκατέπνιξε ο Aγγλος Στρατηγς Kitchner λίγους θει σαν παιδί, η ποίηση που διάβαζε νέος, τον είμήνες πριν ο Kαβάφης γράψει το ποίημά του. O Γ. χαν στρέψει οριστικά προς την Eυρώπη. Oμως θα μενο χρνο, φρέσκος απ το ταξίδι του στην EυΠ. Σαββίδης μάλλον θα παρέπεμπε το ερώτημα ένιωθε επίσης και τις διαφορές. Yπήρχε πρώτα ρώπη, ο Kαβάφης έγραψε την πρώτη εκδοχή του στον Edward Gibbon, του οποίου την «Παρακμή πρώτα ο ερωτικς του προσανατολισμς, με τον «Eίγε Eτελεύτα» του πιο περίτεχνου, ίσως, ποιήκαι Πτώση της Pωμαϊκής Aυτοκρατορίας» γνωρί- οποίον δεν είχε ακμη συμφιλιωθεί. Yστερα, ήταν ματς του στο μοτίβο της εξαφάνισης και της μεζουμε τι ο ποιητής διάβαζε εκείνη την εποχή. Kα- η καταγωγή του: γηγενής της Aιγύπτου, αν και ταμφίεσης. Aυτή η πρώτη εκδοχή, η «Aπουσία», τά τον Gibbon, η επιστήμη έχει θωρακίσει την Eυ- Eλληνας ως προς την ιθαγένεια. Kαι το σημαντικ- αρχίζει με μια ερώτηση: «Πού απεσύρθη, πού εχάρώπη «απέναντι σε κάθε μελλοντική επιδρομή του τερο ίσως για μας, η επαφή του με τους Aγγλους θη… ο σοφς», εδώ αλλά θα προσέξατε πσο το βαρβαρισμού αφού, για να επικρατήσουν, πρέπει αποικιοκράτες. Θα γνώριζε απ πρώτο χέρι εξαι- ερώτημα αυτ που αφορά έναν εθνικ σε ένα χρινα έχουν πάψει να είναι βάρβαροι». Για κείνον, η τίας της θέσης του στις Aρδεύσεις τι, πως λέει στιανικ κσμο αντανακλά το δικ μας ερώτημα επιβίωση του πολιτισμού εξασφαλίζεται απ τη ο Edward Said, «η πρώτη αρχή (της αποικιοκρα- για τους βαρβάρους σ’ έναν πολιτισμένο κσμο. διάδοση και τη συνέχεια των «τεχνών της ειρήνης τίας) είναι τι θα πρέπει να τηρείται μια ξεκάθαρη Bέβαια, αντί για βάρβαρο έχουμε τον Aπολλώνιο και της πολιτικής διαχείρισης» που αναπφευκτα και απλυτη ιεραρχική διάκριση μεταξύ άρχοντα τον Tυανέα, αλλά πως οι βάρβαροι, εκείνος «εσυνοδεύουν τις τεχνικές γνώσεις που χρειάζονται και αρχμενου, άσχετα αν ο τελευταίος είναι λευ- κρύφθηκε αίφνης» (παραθέτω απ την τελική για το σύγχρονο πλεμο. Πριν περάσουν τα σύνο- κς». Eυαίσθητος καθώς ήταν στις γνώμες των μορφή) «και δεν έμαθε κανείς / με θετικτητα τι έρα, οι βάρβαροι θα έχουν πάψει να είναι βάρβαροι. άλλων, θα ήξερε τι παρ’ λη την κουλτούρα του, γινε». Oπως εμείς, ο αφηγητής σ’ εκείνο το ποίηEτσι, η απάντηση στο ερώτημά μας, τι απέγιναν οι στα μάτια πολλών απ τους Aγγλους στην Aίγυπτο μα εικάζει πως ο απών πρωταγωνιστής «μεταμορ(χι λων βέβαια, είχε φιλικές σχέσεις με Bρετα- φωμένος… μεταξύ μας / γυρίζει αγνώριστος». βάρβαροι, πρέπει να είναι «Eχουν εκπολιτιστεί». Mάλλον έχετε ήδη μαντέψει ποια είναι η λύση Kαλά ώς εδώ. Ωστσο, πιστεύω πως αν ξανακοι- νούς πως ο E.M. Forster) ήταν στην καλύτερη πετάξουμε το ποίημα έχοντας κατά νου ορισμένα α- ρίπτωση Λεβαντίνος, στη χειρτερη ένας «wog». που προτείνω για το γρίφο της ταυττητας του άξιώματα της μεταποικιακής κριτικής, πως και Kαι να τον. Eνας εκπολιτισμένος ξένος στο Παρίσι γνωστου στο «περιμένοντας τους Bαρβάρους». σχετικά στοιχεία απ τη ζωή του ποιητή, θα δούμε ή στο Λονδίνο, που προσπαθεί να περάσει απαρα- Δεν εννοώ τον Kαβάφη, ούτε τον βάρβαρο που τι η απάντησή μας δεν μπορεί να είναι τσο απλή. τήρητος βλέποντας το θέαμα της ιμπεριαλιστικής περίμεναν οι άλλοι –έναν Tαμερλάνο ή Tζένγκις Πριν στραφούμε στο κείμενο, μως, θα ήθελα να μητρπολης, ρωτώντας ίσως, με τα καλύτερά του Xαν. Tέτοιοι βάρβαροι, πως λέει το ίδιο το ποίηστήσω τα σκηνικά με ένα περιστατικ μισο–πραγ- αγγλικά ή γαλλικά, «Mε συγχωρείται, τι περιμέ- μα, δεν υπάρχουν πια. Aυτς ο βάρβαρος, που ορίζεται σαν τέτοιος επειδή προέρχεται απ την ματικ, μισο–φανταστικ. Tο Mάη του 1897, συνο- νουμε συναθροισμένοι στην πλατεία;». Mε αυτή την εικνα θα ήθελα να αρχίσω την α- ενδοχώρα της αυτοκρατορίας προς την Aνατολή δευμενος απ τον αδελφ του Tζον, ο Kαβάφης ταξίδευε στο Παρίσι και το Λονδίνο, τις πρωτεύου- νάγνωση του «Περιμένοντας τους Bαρβάρους» ή προς το ντο της Eυρώπης –φοράει μπουλερ σες των δύο μεγαλύτερων αποικιοκρατικών δυνά- διτι υποψιάζομαι πως το πρσωπο που, στο ποίη- και πενς-νε – ή τγα, αναλγως. Iσως γι’ αυτ καμεων της εποχής. Kαι δεν μπορούμε παρά να υπο- μα, κάνει αλλεπάλληλες ερωτήσεις, κρατάει το νένας δεν προσέχει τον ελαφρ τνο εν τη προθέσουμε τι σκεφτταν ο Kαβάφης στις λεωφ- κλειδί για τη μοίρα των βαρβάρων. Δεν γνωρίζου- φορά, το μελαχροιν του δέρμα. Λοιπν, τι απέγιρους των μητροπλεων του fin–de–siecle. Kαθώς με πολλά γι’ αυτν. Tα χαρακτηριστικά του είναι α- ναν οι βάρβαροι; Tην απάντηση μας έδωσε κιλας χανταν μέσα στα πλήθη, χαιρταν τα θεάματα, α- σαφή, σαν να μας γυρνάει την πλάτη, σαν να α- ο ποιητής: Eκρύφθηκαν αίφνης και μεταμορφωμέπαρατήρητος με το μπουλερ και τα πενς–νε του, κούμε μνο τη φωνή του, κοιτάζοντας πάνω απ’ νοι γυρίζουν ανάμεσά μας. Mεταφραστή–Nεοελληνιστή
KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998 - H KAΘHMEPINH
15
Στον ίδιο χώρο Tο Aρχείο K.Π. Kαβάφη βρίσκεται πάντα στην οδ Mουρούζη Tου Mανλη Σαββίδη Διευθυντή του Σπουδαστηρίου Nέου Eλληνισμού
«EINAI φανερ τι βρισκ μαστε ακ μη μακριά απ την ώρα που θα μπορέσουμε να πούμε τι κατέχουμε το έργο του Kαβάφη, τι γνωρίζουμε τα περιστατικά της ζωής του σα σχετίζονται μ’ αυτ . Mε μιαν εξαίσια μεταθανάτιο φιλαρέσκεια, θα έλεγε κανείς τι ο ποιητής αυτ ς, με την επίμονα καλλιεργημένη αίσθηση των συλλογικών αντιδράσεων, εφρ ντισε να μας κληροδοτήσει με τέτοιον τρ πο τα χαρτιά του, ώστε επί χρ νια μακρά να δίνει λαβή στην έρευνα και στον σχολιασμ ». Aυτά έγραφε ο K.Θ. Δημαράς στα 1969, χαιρετίζοντας την έκδοση των Aνεκδ των Ποιημάτων απ τον Γ.Π. Σαββίδη ως «ένα απ τα πιο σημαντικά φιλολογικά γεγον τα της μεταπολεμικής ελληνικής παιδείας». Tο Aρχείο K.Π. Kαβάφη (απ που προήλθαν τα ανέκδοτα αυτά ποιήματα) περιέχει τη μερίδα του λέοντος απ «τα χαρτιά» του ποιητή, και στεγάζεται πλέον στο Σπουδαστήρι μας.
Στα βήματα των δασκάλων Tο Σπουδαστήριο Nέου Eλληνισμού είναι μια μη κερδοσκοπική εταιρεία που ιδρύθηκε στο τέλος του 1996, με σκοπ την έρευνα και την προβολή της νέας ελληνικής γραμματείας. H έδρα του είναι στην Aθήνα, στο κτίριο της οδού Mουρούζη, που ήταν και η τελευταία κατοικία του K.Θ. Δημαρά και του Γ.Π. Σαββίδη. Eνας απ τους βασικούς στ χους του Σπουδαστηρίου είναι να αυγατίσει την κληρονομιά των δύο δασκάλων μας, λειτουργώντας ως ερευνητικ κέντρο, με προίκα τα βιβλία τους, τις ανέκδοτες εργασίες και τα αρχεία τους. O χώρος κάλλιστα προσήκει, πως θα έλεγε και ο ποιητής, περιέχοντας σχ λια, κείμενα, τεχνολογία, γραφές, εις τεύχη ελληνισμού πολλή ερμηνεία. Tο Aρχείο Kαβάφη βρίσκεται λοιπ ν σήμερα στον ίδιο χώρο που βρισκ ταν εδώ και δέκα χρ νια – το νομα στο κουδούνι έχει απλώς αλλάξει. Λέγοντας «Aρχείο Kαβάφη», εννοούμε το τμήμα του αρχείου του ποιητή που έδειξε ο Aλέκος Σεγκ πουλος στον Γιώργο Σαββίδη τμηματικά, απ την πρώτη τους επαφή το 1953 μέχρι το 1963, οπ τε και του ανέθεσε τη μελέτη και την έκδοσή του. Tο 1969, το Aρχείο αυτ και η βιβλιοθήκη του ποιητή περιήλθαν στην κατοχή του Σαββίδη, χάρη
Tο διαβατήριο του K.Π. Kαβάφη. Δηλώνει επάγγελμ Kαβάφη).
Πάνω: Aνέκδοτο ποίημα απ το «Aρχείο Kαβάφη», με τίτλο «Στον ίδιο χώρο». Kάτω: Mια απ τις επεξηγηματικές σημειώσεις για το ποίημα «O θάνατος του Aυτοκράτορος Tακίτου». (Aνέκδοτο χειργραφο απ το Aρχείο Kαβάφη).
στη φωτισμένη αντίληψη της Kυβέλης Σεγκοπούλου (ο θαυμάσιος αυτ ς άνθρωπος έφυγε δυστυχώς απ κοντά μας τον περασμένο Aύγουστο). Yπάρχουν φυσικά και άλλα, ελάσσονα κατάλοιπα του ποιητή, είτε στο Mουσείο Mπενάκη, είτε στην Eταιρεία Eλληνικού Iστορικού και Λογοτεχνικού Aρχείου, είτε σκ ρπια αλλαχού.
Aμεση δημοσίευση του Aρχείου Tο Σπουδαστήριο Nέου Eλληνισμού προτίθεται να ολοκληρώσει τη δημοσίευση του Aρχείου Kαβάφη, με την δέουσα φροντίδα, μέσα σε εύλογο χρονικ διάστημα. Aυτ το διάστημα το προσδιορίζω σε μία πενταετία ή, αν προτιμάτε, το έτος 2003 που θα συμπληρώνονται εβδομήντα χρ νια απ το θάνατο
16 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998
του ποιητή, να έχει εκδοθεί στο σύνολ του το Aρχείο Kαβάφη, με την ενδεχ μενη ενσωμάτωση των άλλων καταλοίπων – αν βέβαια στέρξουν οι κάτοχοί τους. Hδη έχει δρομολογηθεί η έκδοση του αναλυτικού καταλ γου του Aρχείου, πως και του καταλ γου των βιβλίων της βιβλιοθήκης του ποιητή, ενώ εδώ και λίγο καιρ έχουνε ξεκινήσει συνεννοήσεις με το Kέντρο Eλληνικής Γλώσσας για έκδοση λημμάτων του Aρχείου που αφορούν στη γλώσσα. H δημοσίευση του Aρχείου θα είναι σταδιακή μέσα στην πενταετία αυτή, και θα γίνει απ τον πυρήνα των ερευνητών που την έχουν ήδη ξεκινήσει, και συγκεκριμένα την κυρία Nταϊάνα Xάας, την κυρία Pενάτα Λαβανίνι και τον κύριο Mιχάλη Πιερή. Eάν παραστεί ανάγκη, αυτ ς ο πυρήνας θα διευρυνθεί με
τις υποδείξεις και τις συμβουλές των τριών ειδικευμένων φιλολ γων (δράττομαι της ευκαιρίας να επισημάνω τι αγκαλά και είμαι φιλ λογος εκ φιλολ γων, δεν είμαι καβαφιστής, και ως εκ τούτου δεν σκοπεύω να εργαστώ προσωπικά στο Aρχείο Kαβάφη, παρά μ νον ως συντονιστής). Eπειδή στο Aρχείο Kαφάβη περιλαμβάνονται και λογαριασμοί και άλλα έγγραφα δίχως ιδιαίτερη λογοτεχνική αξία, θαρρώ πως είναι χρήσιμο να θυμίσω τις μεγάλες εν τητες που παραμένουν κατά το μεγαλύτερο μέρος ανέκδοτες, πολλές απ τις οποίες βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο φιλολογικής επεξεργασίας.
Hμερολγια και επιστολές Πρώτα τα ημερολ για που κρατούσε, κατά περι δους, ο ποιητής· ύστερα την αλληλογραφία του, επαγγελματική και προσωπική (ιδιαίτερο ενδιαφέρον, απ κάθε άποψη, παρουσιάζει η αλληλογραφία του με τον E.M. Forster – συνολικά 52 επιστολές, εκ των οποίων 23 του Kαβάφη και 29 του Forster)· τα βιογραφικά και αυτοβιογραφικά του κείμενα· το λεξικ που συνέτασσε ο ποιητής και τις γλωσσικές του παρατηρήσεις· τις σημειώσεις (μεταφραστικές, μετρικές και ιστο-
μα ποιητής, ενώ και οι δύο ημερομηνίες γέννησης που αναγράφονται είναι λάθος(!). (Aρχείο
ρικές) και τα άρθρα του, καθώς και τα άλλα πεζά, κριτικά ή δημιουργικά· και τέλος, τις διάφορες μορφές επεξεργασίας των ποιημάτων που διέσωσε. Eκτ ς απ τον λεπτομερή κατάλογο του Aρχείου, απ το υλικ αυτ θα προκύψουν και πλήθος έργα αναφοράς με χρονολ για, σημειώσεις και βοηθητικούς πίνακες. Oταν λη αυτή η εκδοτική προσπάθεια ολοκληρωθεί, θα είμαστε σε θέση να έχουμε –επιτέλους– τα πραγματικά Aπαντα του ποιητή, και χι αυτά που κυκλοφορούν εδώ και κάμποσα χρ νια ως «Aπαντα»... Kαι μακάρι να βρεθεί τ τε ο φιλ λογος συγγραφέας που θα μας δώσει μια σωστή βιογραφία του Kαβάφη, που θα στηρίζεται σε τεκμήρια κι χι σε εικασίες ή φαντασιώσεις. «O καινούργιος Kαβάφης, τον οποίον θα παραδώσει η εποχή μας στην υστεροφημία, θα είναι ασύμμετρα πιο σημαντικ ς απ εκείνον τον οποίον εβρήκαμε», έγραφε ο Δημαράς το 1963. Θαρρώ επίσης πως είναι χρήσιμο να επισημάνω τι στη δική μας εποχή, ταν μιλάμε για εκδ σεις, πρέπει πια να προσδιορίζουμε αν αυτές θα είναι έντυπες ή ηλεκτρονικές. Oι προαναφερθείσες εκδ σεις είναι εξ ορισμού λες έντυπες, αφού θα είναι φιλολογικές· μετά την κυκλοφορία τους μως, το Σπουδαστήριο θα μπορέσει να διαθέσει τα πρωτ τυπα ή τα χειρ γραφα του Aρχείου, ψηφιοποιημένα σε ηλεκτρονική μορφή, στα ερευνητικά ιδρύματα που θα ενδιαφερθούν να τα προ-
μηθευτούν για επιστημονικούς (και χι εμπορικούς) σκοπούς. Kαι φυσικά το Σπουδαστήριο θα χρησιμοποιήσει την υπάρχουσα τεχνολογία για να κυκλοφορήσει, εν ευθέτω χρ νω, ένα CD–ROM για τον Kαβάφη, το οποίο θα αξιοποιήσει λο το αρχειακ υλικ που βρίκεται στη διάθεσή του, οπτικ και ακουστικ .
Eρευνητικ κέντρο Oταν ξεκινήσει τη λειτουργία του ως ερευνητικ κέντρο, το Σπουδαστήριο Nέου Eλληνισμού θα δέχεται επί τ που μ νον ειδικευμένους ερευνητές (ας μην ξεχνάμε τι είναι ιδωτικ ς φορέας, με περιορισμένους π ρους)· μως στις αρχές του 1998, το Σπουδαστήριο θα ανοίξει στο ευρύ κοιν την ηλεκτρονική του «σελίδα» στο Internet, που και θα τοποθετεί σταδιακά το ψηφιοποιημένο του υλικ έτσι, ώστε, αυτ να είναι προσβάσιμο απ οποιονδήποτε διαθέτει έναν υπολογιστή και ένα modem, που και αν ευρίσκεται. Eξυπακούεται τι ένα μεγάλο μέρος του υλικού αυτού της Ψηφιακής Bιβλιοθήκης θα προέρχεται ή θα αφορά στο Aρχείο Kαβάφη. H δουλειά που έχουμε μπροστά μας είναι πολλή, και ο χρ νος πεπερασμένος. Eχουμε μως την υποχρέωση να ολοκληρώσουμε την αρχινισμένη προσπάθεια και να παραδώσουμε τον καθ’ ημάς Kαβάφη στο κοιν του και στους μελετητές του – ή καλύτερα: δεν έχουμε το δικαίωμα να μην το κάνουμε.
Tι εκμισε στην Tέχνη ο Kαβάφης; Tου Γ. Π. Σαββίδη
TO 1921, σε ηλικία 58 ετών, ο Kαβάφης έγραψε και δημοσίευσε ένα ποίημα, που προσπάθησε διστακτικά να συνοψίσει τη συνεισφορά του στην ποιητική τέχνη: Kάθομαι και ρεμβάζω. Eπιθυμίες κ’ αισθήσεις/ εκμισα εις την Tέχνην κάτι μισοειδωμένα,/ πρσωπα ή γραμμές ερώτων ατελών/ κάτι αβέβαιες μνήμες. Aς αφεθώ σ’ αυτήν./ Ξέρει να σχηματίσει. Mορφήν της Kαλλονής/ σχεδν ανεπαισθήτως τον βίον συμπληρούσα,/ συνδυάζουσα εντυπώσεις συνδυάζουσα τες μέρες. O απλ ς και μετριοπαθής αυτ ς απολογισμ ς χαρακτηρίζει, νομίζω, πολύ περισσ τερο τον ποιητή, παρά το σύνολο της ποίησής του. Γιατί, αν το καβαφικ έργο ήταν μονάχα αυτ που διεκδικεί τούτο το ποίημα, τ τε η πανελλήνια και παγκ σμια ακτινοβολία του θα έμεναν ανεξήγητες, θαρρώ.
Bέβαια, η ευλαβική εμπιστοσύνη που εκφράζει ο Kαβάφης στην Tέχνη ως συμπλήρωμα, αλλά ως συμπληρώτρια του βίου, δεν είναι λίγο πράγμα, ούτε και πολύ συνηθισμένο. H μεγάλη του αρετή και δύναμη, πιστεύω, είναι τι εγκαίρως αποφάσισε πως ήθελε να γίνει ποιητής και τίποτε άλλο. Oύτε πολιτικ ς, ούτε επιχειρηματίας, ούτε καν δάσκαλος. Eπάγγελμα: Ποιητής, έγραψε στο τελευταίο διαβατήρι του, και αυτ ν τον τίτλο ζήτησε να χαράξουν στην ταφ πετρά του. Mε ποιους τρ πους πραγματοποίησε το ιδανικ του; Πρώτα πρώτα θα ’λεγα με μιαν ασκητική προσήλωση στις πιο φίνες λεπτομέρειες της τέχνης του λ γου και χι στα μάταια ρυθμικά και λεκτικά στολίδια της, δίνοντας έτσι νέο, ουσιαστικ ν ημα στη λεγ μενη «καθαρή» ποίηση. Δεύτερον, με την τ λμη της ειλικρίνειας των αισθημάτων του απέναντι στον Eρωτα και στο Θάνατο –τ λμη και ειλικρίνεια που του δίνουν μιαν απ τις πιο τιμη-
τικές θέσεις στην παγκ σμια ποιητική πρωτοπορία. Tρίτον, με την ιστορική του αίσθηση και την κοινωνική του συνείδηση που προβάλλονται στο παρελθ ν και αντανακλώνται στο μέλλον του Eλληνισμού, ως αδιάκοπου εκφραστή του μεσογειακού πολιτισμού. Eτσι ο Kαβάφης, με τις κωσταντινουπολίτικες ρίζες του, με την αλεξανδρινή του αγωγή και με την κοσμοπολίτικη εμπειρία του, απ ερασιτέχνης περιφερειακ ς ποιητής του απ δημου ελληνισμού, έγινε βαθμιαία ο κεντρικ ς ποιητής του Mείζονος Eλληνισμού του καινούργιου, πλατιού ελληνικού κ σμου που άνοιξε ο Mεγαλέξαντρος, που υπερασπίστηκαν οι Bυζαντινοί, που αναφτέρωσε ο Bενιζέλος και σήμερα ακ μα, παρ’ λες τις αναδιπλώσεις του, εκτείνεται απ την Kύπρο ώς την Tασκένδη, και απ τον Kαναδά ώς την Aυστραλία. Eίναι ο κ σμος της κοινής ελληνικής λαλιάς. Aλήθεια, μια μεγάλη διαφορά του Kαβάφη απέναντι σε λους
τους Eλληνες συγχρ νους του είναι, θαρρώ, η ρεαλιστική νηφαλι τητά του απέναντι στο γλωσσικ ζήτημα. Eγινε δημοτικιστής απ νωρίς, αλλά αρνήθηκε να γίνει «καθαρευουσιάνος» της δημοτικής, δηλαδή νοθευτής της ζωτικής γλωσσικής παράδοσής μας. Προσπάθησε να σώσει και να ταιριάξει με ποιητική ακρίβεια λα τα ζωντανά στοιχεία της γλώσσας μας: αρχαία, μεσαιωνικά νε τερα –εκκλησιαστικά, λογοτεχνικά, ιδιωματικά και αγοραία, πως με άλλο τρ πο το προσπάθησε και ο Παλαμάς. Mα ο Kαβάφης το επέτυχε σε ασύγκριτο βαθμ , με την προσήλωση, την απλ τητα, την τ λμη και την ιστορική αίσθηση που είπαμε. Tελικά, μου φαίνεται πως κάθε αναγνώστης του Kαβάφη, Eλληνας ή ξένος, τον λογαριάζει σήμερα με ευγνωμοσύνη και θαυμασμ ως έναν απ τους πιο τίμιους, γοητευτικούς, σοφούς και ανθρώπινους διδασκάλους του αιώνα μας. Mικρά Kαφαβικά B΄, 1987.
KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998- H KAΘHMEPINH
17
Yπθεση ζωής O Γ. Π. Σαββίδης αναφέρεται στο Aρχείο Kαβάφη και στην ενασχλησή του με το έργο του ποιητή Δημοσιεύουμε αποσπάσματα απ τη συνέντευξη που είχε δώσει ο Γ.Π. Σαββίδης, ένας απ τους πλέον εξαίρετους Kαβαφιστές ανά τον κσμο, στον δημοσιογράφο Γιώργο Πηλιχ. Oλκληρη η συνέντευξη είχε πρωτοδημοσιευτεί στην εφημερίδα «Tα Nέα» και αργτερα περιλήφθηκε στους τμους των Mικρών Kαβαφικών. Σ’ αυτήν, ο Γ.Π. Σαββίδης αναλύει τη σχέση του με την ποίηση του Kαβάφη, αναφέρεται στο Aρχείο Kαβάφη και στο πώς η ενασχλησή του με τον ποιητή έγινε γι’ αυτν υπθεση ζωής. — Πτε και κάτω απ ποια ερεθίσματα ξεκινά η πνευματική συνάντησή σας με τον Kαβάφη; Σαββίδης: Ποιήματα του Kαβάφη νομίζω πρωτοπρσεξα σε ηλικία δεκατριών ετών, στην Aνθολογία του Hρακλή Aποστολίδη. Eκείνο που θυμάμαι πολύ καθαρά είναι τούτο: ταν πέθανε ο πατέρας μου, Xριστούγεννα του 1943 –ήμουν ττε 14 ετών– η μητέρα μου, μου έδωσε το πορτοφλι του, με σα χρήματα είχε μέσα, και μου είπε: «Πήγαινε να πάρεις ένα βιβλίο, για να θυμάσαι τον πατέρα σου». Kαι το βιβλίο που αγρασα ήταν τα Ποιήματα του Kαβάφη, στην θαυμάσια έκδοση της Aλεξάνδρειας, απ το βιβλιοπωλείο του Γανιάρη. — Πρκειται για την έκδοση του 1935, που είχε χρηματοδοτήσει ο κληρονμος του Kαβάφη, Aλέκος Σεγκπουλος; — Aκριβώς. Tη φιλολογική φροντίδα είχε αναλάβει η πρώτη σύζυγος του Σεγκπουλου και γραμματέας του Kαβάφη, Pίκα, και την καλλιτεχνική–τυπογραφική ο αδίκως σήμερα παραγνωρισμένος ζωγράφος Tάκης Kαλμούχος. — Eως εκείνη την εποχή, εκτς απ τα θρυλικά «φυλλάδια» που τύπωνε ο ίδιος ο Kαβάφης και τα χάριζε στους φίλους του και τους θαυμαστές της ποίησής του, δεν είχε κυκλοφορήσει στην Eλλάδα άλλο συγκροτημένο βιβλίο με ποιήματα του Kαβάφη; Kαι συγκεκριμένα, πριν απ τη γνωστή πρώτη αθηναϊκή έκδοση του «Iκαρου», το 1948, δεν έχουμε άλλη έκδοση στην Eλλάδα; — Oχι, δεν έχουμε. Eως το θάνατο του ποιητή, δεν έχουμε παρά τις ιδιωτικές εκδσεις του, γιατί ο Kαβάφης ποτέ δεν θέλησε να εμπορευτεί την καλλιτεχνική του εργασία. Kαι ανάμεσα 1935 και 1948 δεν έγινε άλλη έκδοση, κυρίως επειδή τα 2.000 αντίτυπα της πολυτελέστατης έκδοσης Kαλμούχου–Σεγκπουλου ήταν, φαίνεται, αρκετά για την ττε ζήτηση της ελληνικής βιβλιαγοράς... — Aς ξαναγυρίσουμε στην πρώτη σας επαφή με τον Kαβάφη και το εν-
διαφέρον που δείχνετε έκτοτε για το έργο του. Tι είναι, πάνω απ’ λα, εκείνο που σας κινεί το ενδιαφέρον στην ποίηση Kαβάφη; — Δεν θα μπορούσα να προσδιορίσω αποφθεγματικά το κύριο στοιχείο που με ελκύει και με κρατά κοντά στην ποίηση του Kαβάφη. Eκείνο, πάντως, που πραγματικά συνέβη είναι πως, απ εκείνη την ουσιαστικά πρώτη γνωριμία μου, το 1943–44, με τον Kαβάφη, δεν επέρασε χρνος που να μη διαβάσω λο το ποιητικ του έργο. Δηλαδή, κοντεύουν απ ττε σαράντα χρνια. Kαι ποτέ δεν μου βγήκε σκάρτος. Yπάρχουν ασφαλώς ποιήματά του που αγαπώ περισστερο και άλλα που γουστάρω λιγτερο –χι πάντα τα ίδια, αλλάζουν απ’ αυτή την άποψη, αλλά αλλάζω κι εγώ– αλλά ποτέ δεν βαρέθηκα ούτε τον βρήκα «άσχετο». Kαι βέβαια, σιγά σιγά, έγινε για μένα υπθεση ζωής ο Kαβάφης... — Θα επιμείνω στο ερώτημα για το ποιοι είναι οι συγκεκριμένοι λγοι που ο Kαβάφης αποκτά αυτή τη σημασία για σας. — Aπ κάποιο σημείο και μετά συνειδητοποίησα τι είναι ο σημαντικτερος Eλληνας ποιητής, μετά τους αρχαίους. Oσοδήποτε σημαντικούς ποιητές κι αν έχουμε, κανείς δεν είναι σημαντικτερος απ τον Kαβάφη ή οικουμενικτερος, πιστεύω. — Aς επιστρέψουμε για λίγο στο Aρχείο Kαβάφη. Για ποιους λγους ο Σεγκπουλος, στα 30 χρνια που μεσολάβησαν απ τον θάνατο του Kαβάφη, δεν είχε αποφασίσει τη χειρονομία που έκανε απέναντί σας; (Eμπιστεύτηκε το Aρχείο Kαβάφη στον Γ.Π. Σαββίδη το 1962) — Περί τα τέλη της πρώτης δεκαετίας απ το θάνατο του Kαβάφη, ο Σεγκπουλος εμπιστεύτηκε ένα μικρ μέρος του Aρχείου (κυρίως βιογραφικά και βιβλιογραφικά στοιχεία) στον Mιχάλη Περίδη. Λυπάμαι που θα το πω, αλλά πρέπει: ο Περίδης αν και μας πρσφερε πολύτιμο υλικ, δεν αποδείχτηκε άξιος αυτής της εμπιστοσύνης. Kατπιν, ο Σεγκπουλος εμπιστεύτηκε άλλο ένα μικρ μέρος του Aρχείου στον Γιώργο Παπουτσάκη, ο οποίος το αξιοποίησε καλύτερα, αλλά κατακράτησε και αυτς έναν άγνωστο σήμερα σταθμ στοιχείων, που εξαφανίστηκαν μετά τον πρωρο θάνατ του. Tελικά, γιατί ο Σεγκπουλος έδειξε σε μένα λο το Aρχείο και μου το εμπιστεύτηκε, ενσω ζούσε ακμα ο Παπουτσάκης, είναι κάτι στο οποίο δυσκολεύομαι να απαντήσω κατηγορηματικά. Eχω την εντύπωση τι ο Σεγκπουλος, μολοντι δεν ήταν συστηματικς άνθρωπος των γραμμάτων, ήταν σε θέση να διακρίνει τη
18 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998
O Γ. Π. Σαββίδης, για τον οποίο η μελέτη της ζωής και του έργου του Kαβάφη υπήρξε υπθεση ζωής.
διαφορά εργασίας που έκαναν ερασιτέχνες λγιοι, πως ήταν ο Περίδης και ο Παπουτσάκης, και ενς φιλολγου που είχε διαφορετικ σύστημα δουλειάς. Γιατί με είδε να δουλεύω – δούλεψα κάμποσο καιρ στο σπίτι του, πάνω σε ελάχιστα στοιχεία που βρίσκονταν στην επιφάνεια. Kαι ττε, ένα βράδυ, η κυρία Kυβέλη Σεγκοπούλου, φαντάζομαι εκ συμφώνου με τον άντρα της, μου είπε: «Ξέρεις, βρήκα και άλλα χαρτιά, σε μια βαλίτσα. Θα σου τα φέρουμε να τα ιδείς...». — Hταν τα άγνωστα έως εκείνη τη στιγμή ποιήματα του Kαβάφη, που φέρατε στη δημοσιτητα το 1968; — Hταν λος εκείνος ο θησαυρς! Ποιήματα, πεζά, αλληλογραφία, ιδιωτικά χαρτιά. Oλκληρο το εργαστήρι του Kαβάφη! — Πιστεύετε, τελικά, τι το βιβλίο για τον Kαβάφη δεν έχει γραφτεί ακμη; — Oύτε και θα γραφτεί ποτέ! — Πού είναι η δυσκολία; — Δυσκολίες, χι δυσκολία, θα ’λεγα. Πρώτα πρώτα, το γεγονς τι κάθε γενεά, επμενο είναι να θεωρεί πως εκείνη πρωτοανακαλύπτει τον «αληθιν» Kαβάφη. Yστερα, το έργο του είναι απίστευτα πολυσύνθετο. Σας θυμίζω τον λγο που μας είπε στα 1946 ο Σεφέρης: Oτι απ μια στιγμή και πέρα –περίπου απ το 1911 και μετά, δηλαδή στα 22 ωριμ-
τερα χρνια της ζωής του– το έργο του Kαβάφη δεν πρέπει να διαβάζεται απλώς σαν μια σειρά απ μεμονωμένα ποιήματα, αλλά σαν ένα μεγάλο ποίημα που συντίθεται απ επιμέρους κομμάτια. Kάτι που τώρα ξέρουμε πως ήταν απλυτα μέσα στη δημιουργική συνείδηση του Kαβάφη. Mνο που δημιουργεί έναν τέτοιο λαβύρινθο εσωτερικών αλληλουχιών, ώστε να απαιτεί έναν δεύτερο Kαβάφη –έναν κριτικ με ίση ευαισθησία και μαστοριά– για να μας δώσει την «πλήρη» εικνα του. Aρα, έτσι ή αλλιώς, η εικνα αυτή θα είναι έργο πολλών γενεών και πάμπολλων ανθρώπων. — Mελετώντας επί τσα χρνια το έργο του Kαβάφη, πως άλλωστε και το έργο τσων άλλων σημαντικών Eλλήνων ποιητών, θα μπορούσατε ίσως να μας πείτε τι νέο και ουσιαστικ έφερε ο Kαβάφης στην ποίηση; — Δεν βλέπω άλλο τρπο παρά να σας απαντήσω αποφθεγματικά – πράγμα που κατά καννα απογεύγω. Λοιπν, ας πούμε: Mια τιμιτερη και συνεπώς ακριβέστερη έκφραση απέναντι στον Eρωτα και στον Θάνατο, στο Eγώ και στο Eμείς. Ή, αν προτιμάτε, η Ποίηση στην κψη του ξυραφιού. Mέσα απ το πρίσμα της ελληνικής παράδοσης, σε οικουμενική διάθλαση. Copyright, Aρχείο Kαβάφη– Eκδσεις Eρμής.
Tα «αποσιωπημένα» πεζά ποιήματα «Tο Σύνταγμα της ηδονής», «Tα πλοία», τα «Eνδύματα» εκφράζουν μια πρώιμη φάση της καβαφικής γραφής πο, αλλά καταλήγει ταυτχρονα και στην απλούστευση τι η πληρτητα και η δικαίωση επιτυγχάνονται με την ορμητική σαρκική ηδονή. Σε μεταγενέστερα ωριμτερα ποιήματα οι επιθυμίες, οι φαντασιώσεις, τα «ινδάλματα της ηδονής», θα τεθούν στην υπηρεσία των βουλών της ποιήσεως. Oι λογοτεχνικές καταβολές της ηδονιστικής αυτής ποιητικής άσκησης πάνω στο μοντέλο της πρζας, μπορούν να αναζητηθούν σε μποντλερικά πρτυπα. Aρκεί να αναφερθεί η «Προσευχή ενς ειδωλολάτρη», ποίημα που αποτελεί ύμνο στην ηδονή. Aλλά και η σκηνοθεσία του πλήθους φαίνεται να είναι επίσης μποντλερικής υφής (βλ. το μποντλερικ πεζ ποίημα «Tα πλήθη»). Oσο για «Tα Πλοία»: Πρκειται για αλληγορικ ποίημα, το οποίο ταυτχρονα λειτουργεί ως ποίημα ποιητικής του Kαβάφη, μια ποιητική διερεύνηση της φύσης της λογοτεχνικής γραφής και της πρσληψής της απ το κοιν της εποχής. Προτείνουμε μιαν αδρομερή αποκωδικοποίηση των μεταφορικών ρων.
Tης Aννας Kατσιγιάννη Eρευνήτριας–Φιλολγου
TA TPIA σωζμενα πεζά ποιήματα του Kαβάφη («Tο Σύνταγμα της ηδονής», «Tα Πλοία», τα «Eνδύματα») είναι τα μοναδικά δείγματα της καβαφικής αναζήτησης στο χώρο της πεζμορφης ποίησης. Yπολογίζεται (με κριτήριο τη γλώσσα και την ωριμτητα της έκφρασης) τι έχουν γραφεί ανάμεσα στα 1894 και 1897. Πρκειται για μια απδραση του ποιητή απ την έμμετρη μορφή σε μια κρίσιμη περίοδο της ποιητικής του διαμρφωσης, εκείνη της μετάβασης απ το ρομαντισμ στον αισθητιστικ συμβολισμ. Tα πεζά αυτά ποιήματα αξίζει να μελετηθούν ξεχωριστά ως αππειρες ανανέωσης της ποιητικής του έκφρασης. Aππειρες χωρίς συνέχεια. Mέσα σε αυτά τα πρώιμα προπλάσματα μεταγενέστερων και ωριμτερων ποιημάτων του αποτυπώνεται ένα μέρος της τολμηρής για την εποχή ερωτικής θεματολογίας του Kαβάφη, η ιδέα του για τη φύση της ποιητικής γραφής και τον κοινωνικ ρλο του ποιητή, η έλξη του για την πολυτέλεια και άλλα σταθερά καβαφικά θέματα και μοτίβα. O ρος «ποίημα εν πεζώ λγω» απαντά σε δοκιμιακ πεζ του Kαβάφη το 1892, που αναλύεται χι κάποιο πεζμορφο ποίημα, αλλά η πρζα του Φιλοστράτου. Στην πρώιμη τούτη φάση της καβαφικής γραφής, συναντούμε τον «ποιητή-αναγνώστη» να κινείται ήδη ανάμεσα σε δύο πλους ενδιαφέροντος: στην αρχαία και τη σύγχρονή του λογοτεχνική παραγωγή. Aφενς μεν αντλεί ιδέες μεταξύ άλλων και απ την «ποιητικήν χάριν» της πρζας του Φιλοστράτου· αφετέρου αφήνει να εισβάλλουν στη δεκτική ευαισθησία του φωνές απ τη σύγχρονή του αισθητιστική και συμβολική λογοτεχνία, που συμβάλουν, καθώς φαίνεται, στη διαμρφωση της επιθυμίας του να γράψει ποίημα σε πεζ. Tα τρία πεζά ποιήματα δεν παρουσιάζουν μεταξύ τους ομοιτητες ούτε ως προς την αφηγηματική άρθρωση και την ποιητική οικονομία ούτε ως προς τη θεματολογία, πράγμα που δεν διευκολύνει τη συνεξέτασή τους.
Oι ποιητικές ιδέες
Φωτογραφία του 1873: Tα τρία παιδιά στο Λίβερπουλ, τρία χρνια μετά το θάνατο του πατέρα τους. Oρθιος πρέπει να είναι ο δεκάχρονος Kωνσταντίνος, καθιστς και σοβαρς με ύφος ανθρώπου του κσμου ο Παύλος, δεκατριών ετών, και, καθισμένος στο χώμα –φανερά βαριεστημένος ο Tζον, δώδεκα ετών. (Aρχείο Kαβάφη).
στη συνένοχ του στην απρριψη της τρέχουσας ερωτικής ηθικής. Eίναι το πρώτο ποίημα του Kαβάφη στο οποίο διατυπώνεται μια προσωπική ερωτική μυθολογία, η μυθολο-
γία της οπτικής ερωτικής απλαυσης και μάλιστα με πολυπληθές ερωτικ αντικείμενο του πθου. Tο κλασικ δίδυμο έρως-θάνατος λειτουργεί εδώ με κατ’ εξοχήν αισθητιστικ τρ-
Tο σημείο εκκίνησης του ταξιδιού είναι η Φαντασία και ο προορισμς του το Xαρτί, η αποκρυστάλλωση δηλαδή της ιδέας και της σκέψης σε ποίημα. H «επικίνδυνος θάλασσα» ισοδυναμεί με την εκτέλεση, τη διαδικασία που οδηγεί απ τη σύλληψη στο ολοκληρωμένο έργο. Tα «πλοία» είναι οι ποιητές φορείς της ποιητικής ιδέας, αλλά και οι σκέψεις του ποιητή. Tα «εμπορεύματα» οι λεπτές ποιητικές ιδέες, οι εύθραυστες ποιητικές σκέψεις. Oρισμένα απ’ αυτά «σπάνουν» δεν κρυσταλλώνονται, δεν μορφοποιούνται πάντοτε και Συνέχεια στην 20η σελίδα
O κσμος των αισθήσεων Για «Tο Σύνταγμα της Hδονής»: Πρκειται, στην ουσία, για μια εισαγωγή στον κσμο των αισθήσεων, για την πρώτη ποιητική διατύπωση ενς εγκωμίου της ηδονής, αυτοβιογραφικά εξομολογητικού και απροκάλυπτα προτρεπτικού. O ποιητής απ την πρώτη κιλας φράση αισθάνεται την ανάγκη, μιλώντας για την ενοχή, να καταστήσει τον αναγνώ-
Aλεξάνδρεια, η οδς Pαμλίου. Σ’ αυτ το δρμο κατοίκησε η οικογένεια Kαβάφη απ το 1887 έως το 1899. (Aρχείο E.Λ.I.A.). KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998 - H KAΘHMEPINH
19
ματικά και τεχνοτροπικά βιβλίο του Z. Παπαντωνίου Πεζοί Pυθμοί. Συγκριτικά, μως, με το ευρωπαϊκ ποίημα σε πεζ, παραδείγματος χάριν, με τα πεζά ποιήματα του γενάρχη του είδους, του Mποντλέρ, ο Kαβάφης δεν είναι ακμη έτοιμος σ’ αυτή την πρώτη περίοδο της διαμρφωσής του να αφομοιώσει τον σαρκαστικ τνο, τον σαδισμ του χιούμορ, την παγερή ειρωνεία που εισάγει ο Mποντλέρ στα Spleen de Paris. Iσως να είναι κι αυτς ένας απ τους λγους που δεν δημοσιεύει τα πεζά ποιήματα, αφού παράλληλα γράφει ποιήματα σε στίχο που περιέχουν εν σπέρματι το στοιχείο της ειρωνείας, απευθύνονται, δηλαδή, χι μνο στην αίσθηση, αλλά και στη νηση, στην εξυπνάδα του αναγνώστη. Tο στοιχείο της ειρωνείας θα αποδειχθεί το διαρκέστερο για την ολοένα και πιο νετροπη ανάγνωση του έργου του.
Συνέχεια απ την 19η σελίδα
στην πορεία χάνονται οριστικά. Oι «αγοραί της Φαντασίας» έχουν διαρκώς ανανεούμενο, άρα πρωττυπο εμπρευμα. Tα «πλοία» έχουν περιορισμένη χωρητικτητα, αφού στην πορεία της επεξεργασίας του έργου μικρές φράσεις που αποτελούν αξιλογα ευρήματα, θυσιάζονται στην οικονομία και τη λειτουργία της ευρύτερης ποιητικής σύνθεσης. O «λευκς χάρτινος λιμήν» είναι το χαρτί, που γίνονται οι αλλεπάλληλες επεξεργασίες του κειμένου. Oι «αξιωματούχοι του τελωνείου» κατοπτρίζουν τα κοινωνικά κριτήρια λογοκρισίας των λέξεων. Tο «λαθρεμπριον» εικονίζει τις τολμηρές ερωτικές εικνες. Oι «οίνοι» και τα «οινοπνεύματα» είναι οι μεθυστικές ηδονές, οι επιθυμίες, που κυκλοφορούν, ωστσο, και σε ανώδυνη εκδοχή απομίμησης· υπάρχουν οίνοι με το ίδιο χρώμα που δεν ζαλίζουν. Aυτά τα νθα οινοπνευματώδη προκρίνουν οι τελωνειακοί αξιωματούχοι. O ποιητής, μως κατορθώνει, ενίοτε να εξαπατά τους τελωνειακούς, το κοιν δηλαδή της εποχής, εισάγοντας λέξεις αμφίσημες που άλλο λένε και άλλο εννοούν. Tα «θεσπέσια πλοία» με τα «κοράλλινα κοσμήματα» συμβολίζουν ταυτχρονα τους ποιητές με μεγάλη λάμψη που ως κομήτες περνούν και χάνονται, αλλά και τα ανέκφραστα ή κρυμμένα ποιητικά αποθέματα, που δεν γράφονται και χάνονται στη σιωπή. O πλους συμβολίζει την ποιητική πράξη· το εσωτερικ ποιητικ ταξίδι του Kαβάφη. Tο ποίημα προσφέρεται ιδιαιτέρως για τοπολογική ανάλυση κατά Bachelard. Aναφέρω ενδεικτικά τι ο χώρος ορίζεται με την πρώτη λέξη, τη Φαντασία που παραπέμπει στο άπειρο· μεσολαβεί το ταξίδι της «ανοικτής θάλασσας», πάλι δηλαδή το αχανές άπειρο, για να καταλήξει «τις ηξεύρει πού;» στο άγνωστο, στο άπειρο, εκεί που χάνονται τα «θεσπέσια πλοία». O αφηγητής σκέπτεται με συμπερασματική αίσθηση και με κάποια δση ανάλαφρης πικρής ειρωνικής απστασης. Tο ποίημα λειτουργεί ως αυτοβιογραφικ τεκμήριο εμπειρίας ποιητικού εργαστηρίου και κοινωνικής λογοκρισίας.
Aποχρώσεις ψυχής Mια προσεκτική ανάγνωση του μποντλερικού πεζού ποιήματος «Πρσκληση σε ταξίδι» (απ τα Spleen de Paris), και του ποιήματος «Tο ταξίδι» (απ τα Aνθη του κακού – να σημειωθεί τι ο αρχικς τίτλος του καβαφικού πεζού ποιήματος ήταν «Tαξείδι»), προκαλεί τη συνανάγνωση των δύο ποιητών, μια συνανάγνωση που φωτίζει και άλλες οπτικές γωνίες της συμβολικής περιδου του Kαβάφη, αφού μποντλερικά πεζά ποιήματα, πως «Tα Παράθυρα», «Tο διπλ δωμάτιο», «Tο πιστεύω του καλλιτέχνη», κ.ά., χι μνον ως τίτλοι, αλλά απ πιο σύνθετη οπτική γωνία μας οδηγούν να τα διαβάσουμε και μέσα απ μια καβαφική οπτική. Tο τρίτο πεζ ποίημα, τα «Eνδύ-
Oι «σιωπές» του Kαβάφη
Eικονογράφηση του Γιάννη Tσαρούχη για το ποίημα του Kαβάφη «Mέρες του 1908». Tο μοναδικ αυτ παστέλ σχέδιο, ανήκει στον Aλέξιο Σαββάκη.
ματα», είναι αναμφίβολα το ωριμτερο γλωσσικά και εκφραστικά. Πρκειται για μονήρη ανάπλαση/ανάκληση της ηδονής (χι του παρελθντος, πως θα ήταν αναμενμενο), αλλά για ενεργοποίηση της μνήμης μετατεθειμένη στο μέλλον. Tο «θα» αποτελεί εδώ έναν απ τους σταθερτερους αφηγηματικούς δείκτες του κειμένου. Oπως στο προηγούμενο ποίημα, ο ποιητής επινοεί «ιστούς εξ εβένου» για τα «θεσπέσια πλοία» του, εδώ ένα «έπιπλο απ πολύτιμον έβενο», ένα κουτί της Πανδώρας, εγκλείει λη τη «φυλαχθείσα ηδονική συγκίνηση». Tο ένδυμα είναι σταθερ μοτίβο του Kαβάφη και έχει αναλυτικά μελετηθεί απ τον Γ.Π. Σαββίδη. O Σαββίδης παρατηρεί τι «η συμβολική χρήση του χρώματος στο ποίημα “Eνδύματα” [χρησιμεύει] για να οροθετηθούν οι διάφορες ηλικίες μιας ανθρώπινης ζωής, τουλάχιστον απ την εφηβεία έως το προβλεπμενο γήρας». Mπορούμε να πούμε τι ο συμβολισμς του χρώματος στο πεζ αυτ ποίημα, ο οποίος καλύπτει ολκληρες χρωματικές φράσεις–περιδους, δεν παραπέμπει μνο στις ηλικίες, αλλά και στις ψυχικές καταστάσεις τις άμεσα συνδεδεμένες με την ερωτική απλαυση. Tα «κυανά» εικονίζουν το πρώτο στάδιο της πλατωνικής ερωτικά αθωτητας· τα «κκκινα» το απγειο της ερωτικής έντασης· τα «κίτρινα» τις πιο καθημερινές ερωτικές ηδονές. Tα «ξέθωρα κυανά» την αναγκαστική απομάκρυνση απ την ενεργ ερωτική δράση, το ξεθώριασμα της
20 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998
ερωτικής ζωής, που το διαδέχεται ο χρωματικς εγκλεισμς στο «μαύρο σπίτι», στη «σκοτεινή κάμαρη» και στα «μαύρα ρούχα», εικνες του ερωτικού πένθους του ποιητή. Θα μπορούσε να αποτολμήσει κανείς την ερμηνεία τι το «εβένινο κιβώτιο» του Kαβάφη είναι το ερμάριο της μνήμης. Aλλά το ντουλάπι της μνήμης δεν είναι ένα καθημεριν έπιπλο. Δεν ανοίγεται κάθε μέρα. O ποιητής μεταθέτει το οδυνηρ άνοιγμα της ψυχής στο μέλλον, που προδιαγράφεται ούτως ή άλλως σκοτειν. Tο κιβώτιο, λοιπν, εγκιβωτίζει και το χρνο, αποτελεί άραγε μια μικρογραφία λης του της ζωής.
Ποιητικές αποκλίσεις Kαι πάλι θα αναφερθούμε στον Mποντλέρ για το ένδυμα που εμφανίζεται ως άρωμα της μνήμης, ως σύμβολο της θνητής ομορφιάς και φυλακής του ιδεώδους κάλλους στα κείμενα του Γάλλου ποιητή. Kαι στα τρία πεζά ποιήματα, απ τεχνοτροπική άποψη, ο αισθητιστικς συμβολισμς συνδιαλέγεται με τον εσωτερισμ. Tα πεζά ποιήματα του Kαβάφη, συγκρινμενα συγχρονικά ή διαχρονικά με άλλα ελληνικά πεζά ποιήματα, αποτελούν μια αξιοσημείωτη απκλιση. Για την ελληνική ποιητική πραγματικτητα, η τολμηρή θεματολογία και η ποιητική εκφορά των πεζών ποιημάτων του Kαβάφη είναι εντελώς πρωτοποριακή. Aρκεί να σκεφτούμε τι για πολλά χρνια η κριτική θεωρούσε σταθμ στο είδος το πολύ μεταγενέστερο και αφελές θε-
Aν δεχθούμε τι το ίδιο το ποιητικ υλικ υποβάλλει και επιβάλλει τη μορφή της έκφρασής του, ττε θα καταλάβουμε γιατί ο Kαβάφης «απεσιώπησε» τα πεζά ποιήματα και επέλεξε το ιδιτυπο μετρικ βάδισμα του εξαρθρωμένου ιάμβου. H εξάρθρωση του στίχου στην ποίησή του συμβαδίζει με την ειρωνική εξάρθρωση των προσώπων και την κορύφωση των ειρωνικά δραματικών καταστάσεων. Oι γραμματικοί και μετρικοί ακροβατισμοί του στίχου δραματοποιούν και κορυφώνουν την ένταση, πράγμα για το οποίο δεν προσφέρεται ο πεζμορφος ποιητικς λγος. Aν ο τολμηρς διασκελισμς είναι απ τα πιο δραστικά συγκινησιακά χαρακτηριστικά της καβαφικής ποίησης, που κορυφώνει τη δραματική συγκίνηση, ττε αυτματα προϋποτίθεται ο στίχος. Tέλος, ο Kαβάφης είναι ποιητής δραματικς που «μιλάει με σιωπές». Eχει στο νου του πολύ περισστερο απ’ ,τι άλλοι ποιητές τον αναγνώστη. Γι’ αυτ χρησιμοποιεί νοηματικά και τον αναγνώστη ως συμμέτοχο στην παραγωγή του ποιητικού νοήματος. O Kαβάφης εκμεταλλεύεται τις απτομες σιωπές, τα νοηματικά και τυπογραφικά κενά για να δημιουργήσει την ελλειπτική έκφρασή του. Aπεναντίας, τα πεζογραφικά στοιχεία που προσοικειώνεται το πεζ ποίημα λειτουργούν εις βάρος της πολυπρισματικτητας της ποιητικής έκφρασης. Tο πεζ ποίημα προσφέρεται λιγτερο για εγκιβωτισμ παράλληλων χωρο–χρονικών και γλωσσικών επιπέδων. Eίναι απ τη φύση του λιγτερο ευκίνητο και ελλειπτικ. Tα τρία πεζά ποιήματα μένοντας «χωρίς συγγένεια» μέσα στην ιστορία του ελληνικού πεζού ποιήματος, εντάσσονται, ωστσο, απλυτα στη θεματική εντητα του καβαφικού έργου, αποτυπώνοντας ένα μέρος του καβαφικού μικρκοσμου (επιθυμία, εγκλεισμς, νημα της τέχνης) και διατηρώντας σε σημαντικ βαθμ τη γοητεία της ποιητικής αλχημείας με πεζογραφική μορφή.
Eικνες της ισλαμικής Aνατολής O Kαβάφης συμπαθούσε τις λέξεις ανατολικής προελεύσεως και την αραβική τέχνη Tου Mathias Kappler Συνεργάτη του Πανεπιστημίου Bενετίας
AΠO TOTE που ο Tσίρκας πάλευε για την ερμηνεία ενς «πολιτικού» Kαβάφη (O πολιτικς Kαβάφης, Aθήνα 1978, σ. 71–93) δεν έχει ξαναγίνει άλλη προσπάθεια να εξεταστεί η σχέση του Ποιητή με τον σύγχρονο ισλαμικ κσμο. H Diana Haas έκανε σύντομη νύξη για το ανατολικ πλαίσιο μερικών ποιημάτων πως το «Σαμ ελ Nεσίμ» κ.ά., αλλά η καβαφική οπτική της σύγχρονης Aνατολής δεν εμπίπτει συνήθως στις έρευνες των ειδικών. H στάση αυτή οφείλεται κυρίως στη γενική άποψη τι ο Kαβάφης δεν είχε επαφές σε κανένα επίπεδο με Aιγύπτιους και συνεπώς αδιαφορούσε για τον αραβικ ή ισλαμικ πολιτισμ· θεν και το συμπέρασμα τι το ίδιο ισχύει για την ποίησή του, η οποία, πράγματι φαινομενικώς παρουσιάζει ελάχιστα τέτοια στοιχεία. Tούτο το συμπέρασμα, μως, δεν βασίζεται σε καμιά συστηματική μελέτη του προβλήματος. Oι ακλουθες παρατηρήσεις ενς ανατολιστή, αλλά και μη ειδικού καβαφιστή, σε τρεις μεθοδολογικώς διαφορετικές προσεγγίσεις (Λ, B, Γ) δεν είναι άλλο παρά ένα πρώτο πλησίασμα στο θέμα αυτ.
Iσλαμική Aνατολή Aπ τα ιστορικά ποιήματα με γενικ ιστορικ πλαίσιο τον ανταγωνισμ Iσλάμ – Xριστιανισμού (τα ανέκδοτα «Προ της Iερουσαλήμ», «Φυγάδες», «Θεφιλος Παλαιολγος» και «Πάρθεν» μνο στο «ατελές» ποίημα «Tου Eκτου ή του Eβδμου αιώνος» (1916 – 1927) αναφέρεται η αραβο – ισλαμική κατάκτηση της Aλεξάνδρειας. Ωστσο, καθώς το κύριο θέμα είναι και εδώ η μοίρα του Eλληνισμού και η διάδοση της ελληνικής γλώσσας, τα ποιήματα αυτά δεν μας λένε πολλά πράγματα, για την καβαφική οπτική του Iσλάμ. Πιο ενδιαφέροντα για τους σκοπούς μας είναι τρία πρώιμα ποιήματα στα οποία ο Kαβάφης δίνει μια πραγματική περιγραφή και ταυτχρονα μια προσωπική άποψη του σύγχρονου ισλαμικού κσμου. Eνα απ’ αυτά, το αποκηρυγμένο «Λγος και Σιγή» (1892) θα μπορούσε να είναι το μανιφέστο του καβαφικού κλισέ της ισλαμικής Aνατολής. Oπως είναι γνωστ, το ποίημα ξεκινάει απ την αραβική παροιμία «Eίναι χρυσς η σιωπή και άργυρος ο λγος» (ida kan al–kalam min fadda wa–s–sukut min dahab). Eπεκτείνοντας την ερμηνεία του Mιχάλη Πιερή (Xώρος, Φως και Λγος, Aθήνα 1992, σ. 316–324) μπορούμε να δούμε τους στίχους αυτούς ως αντιπαράθεση της Δύσης (Λγος) και της Aνατολής Συνέχεια στην 22η σελίδα
H εξέγερση του Aραμπί στα 1882 ερημώνει την Aλεξάνδρεια. Oι Eυρωπαίοι φεύγουν πανικβλητοι. Aπ τους τελευταίους που θα αναχωρήσουν είναι η Xαρίκλεια Kαβάφη με τους έξι γιους της. Tο «Eπος» του Kωνσταντίνου μας πληροφορεί για τους λγους της καθυστέρησης. Xαλκογραφία της εποχής που απεικονίζει την αναχώρηση των Eυρωπαίων απ την Aλεξάνδρεια το καλοκαίρι του 1882 (αρχείο E.Λ.I.A.).
H οδς Pωσέττης ή Pοζέττης, ένας πλατύς και πολυσύχναστος δρμος, φιλοξενεί στις αρχές του αιώνα και «πατινάζ». Tην 1η Δεκεμβρίου 1904 σημειώνεται μια αλλαγή στην ιδιωτική ζωή του Kαβάφη. Tα αδέλφια του και ο ίδιος αποφασίζουν να διαλύσουν το σπίτι της οδού Pαμλίου. O Tζον θα εγκατασταθεί στο Kάιρο και ο Kωνσταντίνος με τον Παύλο νοικιάζουν ένα ισγειο διαμέρισμα στην οδ Pωσέττης 17 – σήμερα ακίνητο Σουκάρ στη λεωφρο Xορένα, πως πληροφορεί ο Tσίρκας (αρχείο E.Λ.I.A.). KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998 - H KAΘHMEPINH
21
συγκριθεί, πως προτείνει ο Mιχάλης Πιερής (ο.π. 327, σημ. 13) με τους στίχους που υποδηλώνουν τον πλούτο του σπιτιού στο «Mύρης Aλεξάνδρεια του 340 μ.X.» (1929). Πράγματι, η επίπλωση στο «Mύρη» περιγράφεται σε γλωσσικά διαφορετικ επίπεδο («σκεύη εξ αργύρου και χρυσού» και «πολύτιμοι τάπητες»). Aναλογικώς νομίζω τι θα ήταν αδιανητο το «τουρκικ χαλί» στην ταπεινή κάμαρη του ποιήματος «O ήλιος του απογεύματος» (1919) να αποκαλούνταν «τάπητας»! Σ’ λες αυτές τις περιπτώσεις βλέπουμε, πως είπαμε πριν, μία έκφραση της ταπειντητας, χωρίς μως καμιά αρνητική έννοια. Aντιθέτως, ο ποιητής εκφράζει με αυτ το λεξικ μια σχεδν τρυφερή συμπάθεια.
Συνέχεια απ την 21η σελίδα
(Σιωπή). O χαρακτηρισμς του ανατολικού ανθρώπου αρχίζει στο στίχο 3¨«... χαυνωθείς Aσιανς παραιτηθείς εις μοίραν» και ακολουθούν οι αντιπαραθέσεις ως ξένος τη ανθρωπτητι, την αρετήν υβρίζων (Aνατολή / σιωπή) – ενθουσιασμν, λύπην, χαράν, αγάπην (Δύση / λγος), ή λέξεις ως αμάθεια, νσος, σκιά και νυξ (Aνατολή / σιωπή) – σοφία, προδος, υγεία, ημέρα (Δύση / λγος).
H Aίγυπτος του Kαβάφη O ομιλητής αναφέρει στοιχεία που ταιριάζουν με το συνηθισμένο κλισέ ενς Iσλάμ που κυριαρχεί ακμη και σήμερα στη δημσια δυτική γνώμη: η Aνατολή παρουσιάζεται ως μονολιθική, στάσιμη, απρθυμη προς το μέλλον και την προδο. Στην οπτική του ομιλητή ο «Aσιανς» ταυτίζεται έτσι με «Mουσουλμάνο»· η ακαταστασία των εθνικών και θρησκευτικών στοιχείων είναι, άλλωστε, τυπική για τον ευρωπαϊκ «ανατολισμ», πως περιγράφεται απ τον Edward Said (Orientalism, New York 1979). Mια επιβεβαίωση αυτής της μονολιθικής και άκαμπτης στερεοτυπίας στην καβαφική άποψη έχουμε σ’ ένα άλλο αποκηρυγμένο ποίημα της ίδιας χρονιάς «Σαμ ελ Nεσίμ» (1892). H Aίγυπτος που γίνεται εδώ η χώρα λων των κατοίκων, Xριστιανών και Mουσουλμάνων (η χρήση της αραβικής λέξης Mισίρι και του πρώτου πληθυντικού προσώπου «το ωχρν μας Mισίρι» και «το γλυκ μας Mισίρι» δεν είναι τυχαία), λυτρώνεται απ την πικρία και το πείσμα και χύνεται σε μια κοινή χαρά, αλλά και εδώ ξαναβρίσκουμε την εικνα που αναφέραμε παραπάνω. Στο ποίημα ο Aιγύπτιος χαρακτηρίζεται ως σοβαρς, μοντονος, χαρούμενος, απλανής, σιγανς. Mπορεί να μην εννοούσε ο Kαβάφης με τη λέξη Aιγύπτιος αποκλειστικά τους Mουσουλμάνους Aιγύπτιους, η περιγραφή μως που συμπίπτει με την εικνα της Σιγής, δηλαδή μιας ανατολικής, «ξένης» για τον Kαβάφη φιλοσοφίας, είναι η στερετυπη περιγραφή μιας άλλης, χι «ελληνικής» Aνατολής. Ποίημα λίγο προγενέστερο, το οποίο περιέχει ισλαμικά στοιχεία, είναι βέβαια το ανέκδοτο «Dünya Güzeli» (1884), που γράφτηκε στο Nιχώρι του Bοσπρου. Bρίσκουμε κι εδώ πρσθετες στερεοτυπίες του ισλαμικού κσμου, αυτή τη φορά στο πλαίσιο του κλεισμένου / καταπιεσμένου σε αντιπαράθεση προς το ανοιχτ / ελεύθερο της χριστιανικής ιδέας (κλεισμένη στο χαρέμι – ελεύθερη ως Xριστιανή «εν ανοικτή αμάξη»). Eτσι, ενσυνείδητα ή χι, ο Kαβάφης παρουσιάζει σε λα τα ποιήματα, που η άμεση τοποθέτηση είναι ένα μουσουλμανικ περιβάλλον (και είναι μνο ποιήματα της πρώιμης φάσης), το Iσλάμ ως θρησκεία ή κουλτούρα υπανάπτυκτη, πιεστική και το Mουσουλμάνο ως άνθρωπο απλανή και απαθή. H δεύτερη προσέγγιση που προσπαθώ να εφαρμσω εδώ, που δεν έ-
«Δημοτικ» ύφος
Σκίτσο του Nίκου Γώγου με μολύβι και πενάκι που απεικονίζει τον ποιητή. (Προσωπογραφίες K.Π. Kαβάφη – Σύνδεσμος Aιγυπτιωτών Eλλήνων, 1995).
χει μως άμεση σχέση με μια ισλαμική Aνατολή, έχει τις εξής προϋποθέσεις: δεδομένου τι η παρουσία λέξεων ανατολικής προέλευσης (οι λεγμενοι «τουρκισμοί», πως αποκαλούνται στη γλωσσολογία, αν και περιλαμβάνουν φυσικά πολλές αραβικές και περσικές λέξεις, ντας τα οθωμανικά ένα είδος «ανάμειξης» των τριών γλωσσών), είναι μια πραγματικτητα στη δημοτική ελληνική γλώσσα, και τι η χρήση τέτοιων λέξεων στις βαλκανικές λγοοτεχνίες, δηλαδή και στη νεοελληνική, αποτελούν συχνά εσκεμμένο υφολογικ μέσο (και χι μνο στα ιστορικά μυθιστορήματα...), ττε γιατί να μην εξετάσουμε τους «τουρκισμούς» που περιέχονται στην ποίηση του Kαβάφη απ την άποψη του στιλ; Tα αποτελέσματα είναι εκπληκτικά: αν και στο σύνολο οι «τουρκισμοί» είναι, σύμφωνα με τις προσδοκίες αρκετά λίγοι (35 διαφορετικές λέξεις σε 51 σημεία), πολλοί απ αυτούς χρησιμοποιούνται με σαφή σχέση προς τα συμφραζμενα. Tαυτχρονα παρατηρούμε τι «ανατολικές» λέξεις απουσιάζουν σχεδν εντελώς στα ποιήματα των ωριμτερων φάσεων, δηλαδή μετά το 1917. Για να εκθέσω τα αποτελέσματα αυτής της διερεύνησης, θα πρέπει να ξεχωρίσουμε τα στοιχεία σε τρεις ομάδες. 1. Λέξεις (ισλαμο–) ανατολικής ορολογίας, κυρίως στα ποιήματα που εξετάστηκαν παραπάνω (βεϊζαδές,
22 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998
κέφι, Mισίρι, μογάννι, σερμπέτι, τσαΐρια, φέσι, χαρέμι, ίσως και κεχριμπάρι, σεντέφι, σινί, βλ. στη συνέχεια). 2. Λέξεις υφολογικά ουδέτερες που αποτελούν μέρος μιας δημοτικής γλώσσας χωρίς γνωρίσματα ενς συγκεκριμένου ύφους (γελέκι, γιασεμί, μαβί, μαράζι, μενεξές, ντολάπι, ράφι, τζάμι, χαλί, κάμποσα απ αυτά ανήκουν και στην επμενη ομάδα). 3. Λέξεις που ανήκουν σε ένα συγκεκριμένο επίπεδο ύφους υποδηλώνοντας ειρωνεία ή λιττητα μέσα στα συμφραζμενα (γλεντώ, καυγάς, κονεύω, μπακίρι, περουζές, σακατεμένος, σαστίζω, σαστισμένος, σοκάκι, τζοβαέρια, τσινί, τσίτινο, χαζεύω, χάλι, χατίρι).
Tρυφερή συμπάθεια H λιττητα, μιζέρια ή ταπειντητα ενς ανθρώπου, μιας πράξης ή ενς περιβάλλοντος υλικού εκφράζεται συχνά με «ανατολικές» λέξεις. Aπ τα πολύ πρώιμα παραδείγματα είναι το «Oταν, φίλοι μου, αγαπούσα...» (1885) με «...το τσίτινο φουστάνι / εφορούσε το φθην» ή τα «δυ βραχιλια φτωχικά, / δι’ εμένα τζοβαέρια / ήσανε αρχοντικά». O στίχος που περιγράφει στο «Eνας Hρως» (1896) τη φτώχεια του σπιτιού της Φρσως «λίγο μπακίρι παλαι, ασημικ ολίγο» μπορεί να
Mία λεπτή ειρωνική χρήση έχουμε στο «H δυσαρέσκεια του Σελευκίδου» (1915), που η επιλογή των λέξεων χάλι και κονεύω για τη μιζέρια του Πτολεμαίου που έρχεται στη Pώμη δεν είναι τυχαία, πως δεν είναι τυχαία η χρήση της λέξεως χάλι στο πολύ ώριμο ποίημα «Mέρες του 1908» (1932) για την περιγραφή των ρούχων («τ’ ανάξια ρούχα») σε αντιπαράθεση του ωραίου σώματος («άψογα ωραίος, ένα θαύμα»)· ή ακμα στο ανέκδοτο ποίημα «Tο τέλος του Aντωνίου» (1907), που ο Aντώνιος, ενοχλούμενος απ τις «ανατολίτικες χειρονομίες» της Kλεοπάτρας και «για το χάλι του που τον θρηνούσαν» αγανακτεί και αισθάνεται κιλας σαν ξένος. Eχουμε, δηλαδή, πάλι το μοτίβο του «ξένου» μέσα σε ένα, για τον πρωταγωνιστή του ποιήματος, ανατολικ περιβάλλον. Aν και η λέξη χάλι, στη γλωσσική αισθητική, ας υποθέσουμε και του Kαβάφη, δεν έχει το γνώρισμα του «τουρκικού», αλλά απλώς του «δημοτικού», ξανακερδίζει μως σημασία στο πλαίσιο της ποιητικής επιλογής, ταν λαμβάνουμε υπψη μας το σημαντικ ρλο που έπαιζε (και παίζει) η διαχρονική εξέλιξη της χρήσης των τουρκικών λέξων ενταγμένων στην ελληνική δημοτική για την ανάπτυξη ενς «δημοτικού» ύφους.
H χρήση των «τουρκισμών» Eπιστρέφοντας στο πρώτο μας θέμα, εκείνο των ανατολικών εικνων, είναι φανερ τι ο ποιητής εισάγει καμιά φορά τον αναγνώστη με λεκτικές επιλογές κατ’ ευθείαν σ’ ένα ανατολικ χώρο (πρβλ. λέξεις ως Mισίρι, μογάννι, σερμπέτι, φέσι, χαρέμι κ.ά.). Tέτοιος χώρος δεν είναι φυσικά, ας το επαναλάβουμε, αναγκαστικά ισλαμικς, πως στην περίπτωση της λέξεως σινί (στο «Σαλώμη» του 1896 και στο «O Θεδοτος» του 1915), λέξη που φάνηκε «παράξενη» και στους σύγχρονους κριτικούς (αν και ήταν, μάλλον, κοινή στη χρήση της αιγυπτιακής ελληνικής): O Bρισιμιτζάκης την αναφέρει ως παράδειγμα εκείνων των λέξεων με τις οποίες ο Kαβάφης «σκανδαλίζει» τον αναγνώστη· ίσως και στην περίπτωση
του στίχου «σεντέφια και κοράλλια, κεχριμπάρια κ’ έβενους» (στο «Iθάκη» του 1911), που οι συγκεκριμένες λέξεις μπορούν να θεωρηθούν μορφολογικά σημάδια για ένα γεωγραφικά «ανατολικ» περιβάλλον (φοινικικά λιμάνια κτλ.), μια και η χρήση των ελληνικών συνωνύμων «μάργαρος» και «ήλεκτρον» εμφανίζεται σε άλλα προγενέστερα ποιήματα (ήλεκτρον στο αποκηρυγμένο «Tα δάκρυα των αδελφών του Φαέθοντος» του 1897· μάργαρος στο ανέκδοτο «Iνδική Eικών» του 1892). Eδώ προφανώς τα κριτήρια επιλογής είναι περίπλοκα και εντάσσονται στο ευρύτερο πλαίσιο «καθαρεύουσα δημοτική», επιλογή, μως, η οποία περιλαμβάνει, πως είπαμε και τη χρήση, ή μη χρήση, των «τουρκισμών».
Γλωσσικς κοσμοπολιτισμς Aν και είναι ελάχιστες, οι λέξεις τουρκικής προέλευσης έχουν πολύ συχνά ένα σκοπ υφολογικής έκφρασης. Aλλωστε ξέρουμε απ διάφορες πηγές (γραπτά του ποιητή στα Πεζά και μαρτυρίες φίλων του, ως του Gaston Zananiri) τι ο Kαβάφης ήτανε πολύ ακριβολγος στην επιλογή των λέξεων και τι ανεχταν την ανάγκη ξένων λέξεων χι μνο στην περίπτωση που δεν υπάρχει συνώνυμο, αλλά και για ακριβολογία, δηλαδή για ζητήματα σημασιολογίας και ύφους (βλ. Πεζά. Παρουσίαση – σχλια Γιώργου Παπουτσάκη, Aθήνα 1963, 195). Παραμένει ακμη ένα χρονολογικ ζήτημα: είπαμε τι μετά απ το 1917 λίγες σχετικά (15) τέτοιες λέξεις εμφανίζονται στα ποιήματα του Kαβάφη. Mήπως ήταν ένα είδος πειράματος, μέσα στο πλαίσιο της μεικτής καβαφικής γλώσσας; H συνειδητή ανάμειξη δημοτικής και καθαρεύουσας είναι απ’ τα μέσα ποιητικής έκφρασης του Kαβάφη και ο ίδιος ήταν πολύ λεπτολγος για να μην αντιλαμβάνεται συγκεκριμένα σημασιολογικά γνωρίσματα. Θα ήταν λοιπν πολύ τολμηρ αν αναγνωρίζαμε μια έκφραση γλωσσικού κοσμοπολιτισμού στην πρώιμη ποίηση του Kαβάφη;
Προσωπικές σχέσεις H μάλλον αρνητική άποψη για τον ισλαμικ πολιτισμ που κυριαρχούσε στην ελληνική κοιντητα της Aιγύπτου και που φαίνεται, πως είπαμε στην πρώτη παράγραφο, και απ τα πρώτα ποιήματα του Kαβάφη, έστω κι αν δεν ξέρουμε εάν ανταποκρινταν στην πραγματική γνώμη του ποιητή, βασίζεται κυρίως σε γενικές προκαταλήψεις δυτικοευρωπαϊκού τύπου. Για να το πούμε με τα λγια του Ibrahim al – Qayyar, ενς Aραβα συναδέλφου του Kαβάφη: «Tου άρεσε να φαίνεται πως είταν ξένος». Mα απ τα πεζά του και απ άλλες μαρτυρίες μπορεί να βγει μια διαφορετική εικνα. Παρ’ λο που φαίνεται σίγουρα πως τα αραβικά του μλις αρκούσαν για μια βασική καθημερινή επικοινωνία, δεν ήταν αδιάφορος για
Xειργραφο του ποιητή για την εκτέλεση του Oυαρδάνη, δολοφνου του πρωθυπουργού Mπούτρος Γκάλι Πασά, η οποία τον απασχλησε το 1910. O Kαβάφης είχε παρακολουθήσει τη δίκη μ’ ενδιαφέρον, είχε μαζέψει υλικ – άρθρα κ.λπ., απ εφημερίδες και περιοδικά.
την αραβική λογοτεχνία. Hξερε και εκτιμούσε τα συγγράμματα και τα ποιήματα του Ahmad Rasim, τα οποία διάβαζε στα γαλλικά (βλ. Πεζά 150) και επιθυμούσε να μεταφραστούν έργα της σύγχρονης αραβικής λογοτεχνίας στα ελληνικά απ «αραβομαθείς Eλληνες» (Πεζά 154). Kαι ο Rasim γνώριζε, τουλάχιστον εν μέρει, το έργο του Kαβάφη. O Kαβάφης γνώριζε προσωπικά και τον πιο επαινούμενο την εποχή του ποιητή της Aιγύπτου, τον Ahmad Shawqi (1868–1932)· φαίνεται μως τι δεν εκτιμούσε πολύ το έργο του (το οποίο είναι βέβαια νεοκλασικ και «αυλικ»), αλλά προτιμούσε τους άλλους δύο γνωστούς ποιητές που, μαζί με τον Shawqi, κυριαρχούσαν τον αιγυπτιακ Παρνασσ στις αρχές του εικοστού αιώνα, τον Hafiz Ibrahim (1871–1932) και τον Λιβάνιο Halil Mutran (1870–1949).
O Kαβάφης ενδιαφερταν απ πολύ νωρίς για την αραβική λαογραφία και μυθολογία, και αγαπούσε στοιχεία της αραβικής τέχνης (πως μαθαίνουμε απ ένα γράμμα, που δημοσίευσε η Diana Haas, απ το αρχείο του Kαβάφη, που μιλάει για τα αραβικά «Musharabiyeh», ρος τον οποίο χαρακτηρίζει ως «our technical word here for Arabic artistic wood – work» με την τελική κρίση: «It is a simple show of colours, and no more – and this is very good art»). Oτι του άρεσε και η ανατολίτικη μουσική, το υποδηλώνουν οι σχετικοί στίχοι του μογάννι στο «Σαμ ελ Nεσίμ». Tην πιθαντητα να εμπνεύσθηκε ο Kαβάφης απ ένα αραβικ λαϊκ ποίημα για τη σύνθεση του «27 Iουνίου 1906, 2 μ.μ.» την προτείνει, πως είναι γνωστ, ο Tσίρκας, (ο.π.: 56–59). Θέλω να κλείσω τη συμβολή μου
με τις μαρτυρίες δύο προσώπων που ήξεραν τον ποιητή απ πολύ κοντά: της Pίκας Σεγκοπούλου και του Gaston Zananiri. Λέει η μία: «Nous avons donc a faire (...) avec un vrai grec d’ Egypte. Ce n’ est pas lui qui vint en Egypte, ce n’ est pas lui qui choisit l’ Egypte, il s’ est trouve grec d’ Egypte et s’ est laisse tel». «Eχουμε να κάνουμε... με έναν αληθιν Aιγυπτιώτη. Δεν είναι αυτς που ήρθε στην Aίγυπτο, δεν είναι αυτς που διάλεξε την Aίγυπτο. Bρέθηκε στην Aίγυπτο και παρέμεινε εκεί...». Kαι καταλήγει ο Zananiri την επιμνημσυνή του ομιλία: «Kανείς καλύτερα απ’ εκείνον δεν μπορεί να διεκδικήσει τον τίτλο του Aλεξανδρινού». Aς προσθέσουμε τι ο Aλεξανδρινς μας ποιητής ήταν στο βάθος του και λίγο Aνατολίτης, ή –γιατί χι;– καμιά φορά και Aνατολιστής.
KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998 - H KAΘHMEPINH
23
H ειρωνεία στον K.Π. Kαβάφη Tο χιούμορ και η σάτιρα θεωρούνται απ τα πλέον χαρακτηριστικά στοιχεία του έργου του ας σε συγκεκριμένα ποιήματα, που προβολή της είναι η μάσκα, η καταγωγή της οποίας πρέπει να αναζητηθεί στον Σωκράτη, ο παρενθετικς λγος, οι παύλες και γενικά το σχλιο που κάνει κάποιος τρίτος –π.χ., ο ποιητής– τεχνική που λειτουργεί παρμοια με την «αποξένωση» στο θέατρο του Mπρεχτ· παράλληλα, ο μελετητής προβαίνει σε ενδιαφέροντες συσχετισμούς με την ευρωπαϊκή λογοτεχνία.
Tης Kατερίνας Kωστίου Λέκτορος στο τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών
H MEΛETH της στάσης της κριτικής απέναντι στο μείζον θέμα της καβαφικής ειρωνείας, εκτς της συμβολής της στην κατανηση της ποιητικής του Kαβάφη, εικονογραφεί πιστά την εξέλιξη της θεωρίας της ειρωνείας στο νεοελληνικ χώρο απ τη δεύτερη δεκαετία του 20ού αιώνα ώς τις μέρες μας. Kαι τούτο, γιατί ο Kαβάφης, δικαιωματικά, είναι ο πιο ευνοημένος ποιητής, σον αφορά την επισήμανση και τη διερεύνηση της ειρωνείας του. Oι πρώτες εύστοχες, αν και περιοριστικές, παρατηρήσεις για την ειρωνική τεχνική του Kαβάφη γίνονται, απ’ σο ξέρω, απ τον Γ. Bρισιμιτζάκη ήδη απ το 1916 για να συστηματοποιηθούν περισστερο το 1927, εστιάζοντας το ενδιαφέρον τους στη χρήση του μέτρου. Kατά τον μελετητή, η επιλογή του ιάμβου απ τον Kαβάφη γίνεται χάριν ειρωνείας. Γύρω στο 1930, και ενώ η ειρωνεία έχει γίνει κοινς τπος της κριτικής στην Eυρώπη, οι παρατηρήσεις για την ειρωνεία του Aλεξανδρινού γενικεύονται με έκδηλη αμηχανία, ταν γίνεται συστηματική προσέγγιση της τεχνικής του ποιητή ή τίθενται θέματα που αφορούν τη φύση και τη λειτουργία της. Eτσι, επισημαίνεται η ειρωνεία, η οποία μως αντιμετωπίζεται σαν ήπια σάτιρα που αντιτάσσει ο ποιητής «στις κούφιες λέξεις, στα τεχνητά νοήματα, στις μεγαλσχημες χειρονομίες» που επικρατούν στην ποίηση.
Σάτιρα και ειρωνεία Tο χιούμορ και η σάτιρα, επίσης, θεωρούνται υποστασιακά στοιχεία της ποίησης του Kαβάφη, αλλά κανείς απ τους μελετητές δεν φαίνεται να έχει ξεκάθαρη άποψη για τις έννοιες που χρησιμοποιεί. Kοινς παρονομαστής της κοινχρηστης ορολογίας είναι η σάτιρα, ενώ η ειρωνεία δεν μπορεί να απαλλαγεί απ το έρμα της καθημερινής της χρήσης. Σ’ λη αυτή την έξαρση της καβαφικής ειρωνολογίας αντιτίθεται ο Tάκης Παπατσώνης, ο οποίος στην ειρωνεία και τη σάτιρα των άλλων κριτικών αντιτάσσει τη «σοβαρή ευθυμία». Δεν θα επεκταθώ περισστερο σε σχλια για την καβαφική ειρωνεία που γίνονται στο περιθώριο άλλων διερευνήσεων. Kαθοριστική για την πορεία της κριτικής σον αφορά το θέμα μας υπήρξε η συμβολή παλαιτερων μελετητών: οι καίριες παρατηρήσεις του Tέλλου Aγρα, ο οποίος διακρίνει την «τραγική ειρωνεία» του Kαβάφη αδυνατώντας, μως, να διακριβώσει το εύρος της ειρωνικής χρήσης της γλώσσας, και η επισήμανση απ τον Nικολαρεΐζη μιας
Aισθήματα και καταστάσεις
Tο χειργραφο του Kαβάφη για το ποίημά του «Θερμοπύλες». (Aυτγραφα ποιήματα 1896–1910 – Aρχείο Kαβάφη).
κομβικής ποιτητας της καβαφικής ειρωνείας, της «αντικειμενικτητας» Eκτοτε, η ειρωνεία αποτέλεσε κοιν τπο της καβαφικής κριτικής, αλλά και σιωπηρ πεδίο συνάντησης της αμηχανίας ή της παρανάγνωσης του καβαφικού σύμπαντος. Aτυχείς στο σύνολ τους είναι οι διακρίσεις του Kλέωνα Παράσχου, οι οποίες αποτελούν δείκτη της αντίληψης που επικρατεί αυτή την εποχή για την ειρωνεία (βρισκμαστε στα 1961, και στην Eυρώπη ήδη απ το 1950 έχει σημειωθεί βιβλιογραφική έκρηξη σον αφορά την ειρωνεία). O κριτικς, λαθεμένα, θεωρεί χρονικ σημείο έναρξης της καβαφικής ειρωνείας το 1901 με το ποίημα «Iθάκη» και εξαντλείται σε αυτονητες παρατηρήσεις. Aντίθετα, ο Γιώργος Bελουδής θεωρεί πρώτο τεκμήριο της ειρωνικής στάσης του Kαβάφη το ποίημα «Kτίσται» (1891). Στο πρωτοποριακ για τη μελέτη της καβαφικής ειρωνείας, αλλά και για την εξέλιξη της θεωρίας της ειρωνείας, δοκίμι του «Kavafis und die Ironie», o μελετητής δικαίως θεωρεί απαραίτητο να αποσαφηνίσει θέματα ορολογίας, κατορθώνοντας μια σαφέστερη διάκριση των ρων ή επισήμανση της ειδοποι-
24 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998
ού διαφοράς τους, άλλοτε με μεγαλύτερη και άλλοτε με μικρτερη επιτυχία.
Γερμανικς ρομαντισμς Δεν υπάρχει αμφιβολία πως για πρώτη φορά τίθενται κρίσιμα θέματα της καβαφικής ποιητικής και της ερμηνείας της, σον αφορά την ειρωνεία, και συνδέεται η καβαφική ειρωνεία με τον γερμανικ ρομαντισμ. O Bελουδής διερευνά τη συγκρτηση της ειρωνείας μέσα απ την οπτική του γερμανικού ρομαντισμού, ενώ είναι καίρια η άποψή του τι η αποστασιοποίηση του καλλιτέχνη απ το αναπαριστώμενο αντικείμενο είναι θεμελιώδης για την κατανηση της ειρωνείας στην ποίηση του Kαβάφη. Πέρα απ τη διάκριση της καβαφικής ειρωνείας σε τραγική ειρωνεία ή ειρωνεία της μοίρας, σε ειρωνεία της διπροσωπίας πολλών ηρώων του ή μάλλον αντιηρώων του –πως ο ίδιος τους χαρακτηρίζει– ο μελετητής στέκεται περισστερο στην ώριμη φάση της ποίησης του Kαβάφη, εξετάζοντας την τεχνική της ειρωνεί-
Στις καίριες στιγμές της σύγχρονης σκέψης, σον αφορά το θέμα μας, πρέπει να καταχωρηθούν οι εκτιμήσεις του Γιάννη Δάλλα που επιμένει σε μια ουσιαστική λειτουργία του φάσματος της ειρωνικής γλώσσας του Kαβάφη, την «αποξενωτική λειτουργία» και συνάμα την απσταση. Δίχως να παραγνωρίζω τη συμβολή μελετητών, πως ο Mario Vitti, θεωρώ εύλογο να σταθώ στη μελέτη του Nάσου Bαγενά η οποία τοποθετεί το ερμηνευτικ πρβλημα της καβαφικής ποίησης σε πιο σύνθετη βάση. O Bαγενάς, αξιοποιώντας τα σημαντικτερα στοιχεία της κριτικής σκέψης άλλων μελετητών επί του θέματος (του Aγρα, του Nικολαρεΐζη, του Δάλλα, του Σεφέρη) δείχνει πώς η ειρωνεία γίνεται δομικ στοιχείο της ποιητικής του Kαβάφη και βασική πηγή συγκίνησης, διευκρινίζοντας πως με τους ρους «ειρωνεία» και «ειρωνική γλώσσα» εννοεί το είδος της έκφρασης που δημιουργεί ο Kαβάφης με τη μίξη λεκτικής ειρωνείας και ειρωνείας των καταστάσεων. H πρώτη αφορά έννοιες και αισθήματα που δεν υπάρχουν στις λέξεις που χρησιμοποιεί και τα οποία είναι αντίθετα ή αντιφατικά προς τις έννοιες που αυτές διατυπώνουν. H δεύτερη αφορά αντιφατικές περιστάσεις, οι οποίες, ταν δηλώνεται ή αποκαλύπτεται η πραγματική φύση των πραγμάτων, δείχνουν πως οι απψεις που έχουν οι ήρωές του για την πραγματικτητα είναι τραγικές αυταπάτες. O μελετητής θεωρεί πως η μοναδικτητα της καβαφικής ειρωνείας εντοπίζεται στη σύντηξη της λεκτικής ειρωνείας με την ειρωνεία των καταστάσεων και παρατηρεί πως ο Kαβάφης είναι ο μνος ποιητής της εποχής του στου οποίου την ποίηση η ειρωνεία παίζει πρωταγωνιστικ ρλο.
H αλήθεια του εξωτερικού κσμου Σημαντική είναι και η συμβολή του Pντερικ Mπίτον, o oποίος θεωρεί πως μέσω μιας διάχυτης ειρωνείας
(pervasive irony) ο Kαβάφης δημιουργεί έναν κσμο μετατοπιζομένων σχετικοτήτων (shifting relativities), και πως χρησιμοποιεί την ειρωνεία χι για να αποκαλύψει απψεις ή να ολοκληρώσει χαρακτήρες, αλλά για να δημιουργήσει ένα αυτνομο σύμπαν, που μέσω της πολυσημίας και της άρνησής του να εκφράσει μία αλήθεια, λειτουργεί ως μεταφορά του εξωτερικού κσμου. Παρά τις φαινομενικές διαφωνίες του, ο Eντομουντ Kίλι ορθά βασίζει την ανάγνωσή του, στη «φωνή», την «προοπτική» και το «πλαίσιο» που βρίσκονται μέσα στην περιοχή της ρητορικής εκβολής της ειρωνικής γλώσσας, έτσι πως οριοθετήθηκε απ τον Bαγενά. Eπίσης, θεωρώ απαραίτητο να αναφερθώ στην εκτίμηση του Kρίστοφερ Pμπισον, ο οποίος κινείται στην κατεύθυνση της εκτίμησης του Mπίτον εξισώνοντας εύστοχα την καβαφική ειρωνεία με τον συνδυασμ διαφορετικών οπτικών γωνιών. O περιορισμένος χώρος δεν μου επιτρέπει να επεκταθώ σε εκτενέστερο σχολιασμ της κριτικής. Tο μνο που θα προσθέσω είναι η γνωστή παρατήρηση του ίδιου του ποιητή σχετικά με την «ελαφρά ειρωνεία» του έργου του και η εκτίμησή του τι η ειρωνεία του συνάμα με άλλα στοιχεία της ποίησής του τον κάνουν «ποιητή υπερμοντέρνο, ποιητή του μέλλοντος που θα εκτιμηθεί καλύτερα απ μελλοντικές γενεές».
Ποικιλία και εξέλιξη Oπως έχει δείξει η θεωρία των δύο τελευταίων δεκαετιών, η τροπολογική έννοια της ειρωνείας, αυτή δηλαδή που πριμοδοτεί την έννοια της διτττητας (λέει κανείς κάτι και εννοεί κάτι άλλο), κοινς τπος στις περισστερες αππειρες ορισμού της απ το 1755 και εξής, είναι ανεπαρκής. O γερμανικς ρομαντισμς, απ’ που κατάγεται η μοντέρνα ειρωνεία, την αντιμετώπισε ως αίσθημα ζωής (lebensgefühl) και δημιουργική αρχή (schöpferisches prinzip). Aν κανείς διερευνήσει τους αρμούς της καβαφικής ειρωνείας, έτσι πως οικοδομείται μέσα στο χρνο, θα διαπιστώσει τι παρουσιάζει θαυμαστή ποικιλία και εξέλιξη. O ποιητής δημιουργεί ένα λαβύρινθο απ πρσωπα, τπους, δρώμενα, στάσεις και εποχές, που ο αναγνώστης καλείται να τοποθετήσει τους σωστούς οδοδείκτες. Στα πρώιμα ποιήματα του Kαβάφη η ειρωνεία είναι ανοιχτή, ως επί το πλείστον μονοεπίπεδη, κάποτε διδακτική, σατιρική ή απλώς παιγνιώδης, εύκολα πάντως αναγνώσιμη. Π.χ., τα ποιήματα «Oι μιμίαμβοι του Hρώδου» (1892), «Θεατής δυσαρεστημένος» (1893). O Kαβάφης παίρνει τον αναγνώστη απ το χέρι και τον οδηγεί. Στην ώριμη περίοδο μως, ιδίως στα ιστορικά του ποιήματα, ο ποιητής τραβά το χαλί κάτω απ’ τα πδια του αναγνώστη: η ειρωνεία του είναι κλειστή ή προσωπική άλλοτε βαριά άλλοτε πικρή, οπωσδήποτε απαιτητική. Aυτοϋποτιμητική και ημιδραματοποιημένη, αθώα ή δραματοποιημένη η καβαφική ειρωνεία εμπλέκει και τον αναγνώστη στη λειτουργία της,
λειτουργία της ειρωνείας υπερβαίνει την τροπολογική της έννοια και κατοχυρώνει την πολυφωνία του κειμένου.
Kυψέλες σύνθεσης
Xειργραφο του ποιήματος «Kεριά». Aπ τα Aυτγραφα Ποιήματα 1896–1910.
και αν δεν αποκωδικοποιηθεί σωστά, τον μετατρέπει σε θύμα της. Π.χ., το ποίημα «Aλέξανδρος Iανναίος και Aλεξάνδρα».
Mοντέρνα τεχνική H καβαφική ειρωνεία βαθμηδν εκμοντερνίζεται, χάνει τον άμεσο διδακτισμ της, γίνεται ατμοσφαιρική και φιλοσοφικτερη, κατορθώνει την «ισορροπία των αντιθέτων» δίχως να προσφέρει οπωσδήποτε το στοιχείο της λύσης. «Le style ironique est l’ homme meme», γράφει ο Mποθ, παρωδώντας τη γνωστή ρήση του Mπουφν. O Kαβάφης, φύσει και θέσει, βρίσκεται στο μεταίχμιο των καιρών και των τπων. H φιλοσοφία του είναι η φιλοσοφία του «εν μέρει», η αρμονία του η σύντηξη των αντιθέσεων, η συναίρεση του ιστορικού με το αισθητικ, του παλαιού με το σύγχρονο, η συγκίνησή του διανοητική και αποστασιοποιημένη, η σχέση με τον αναγνώστη σχέση συνενοχής. Tον ενδιαφέρει ο συγχρωτισμς –χωροχρονικς, γλωσσικς, ιδεολογικς– χι τα διαυγή, ευκρινή περιγράμματα· αποτέλεσμα; το «μετέωρο», κατά τον Σαρεγιάννη, αποτέλεσμα της ανάγνωσης· η τεχνική; η μοντέρνα, πως άλλωστε και ο ίδιος την ρισε, ειρωνεία του, ο ευφυέστερος τρπος ενορχήστρωσης του σύμπαντς του ή χειρισμού «των τριών κλειδιών», πως ονμασε ο Tσίρκας τα επίπεδα που συνυφαίνονται στα ποιήματά του. Aπ’ την άποψη αυτή, η καταγωγή της ειρωνείας του είναι
ρομαντική. Eτσι, η «ειρωνική αμεροληψία» του γίνεται ο ομφάλιος λώρος που συνδέει τον ποιητή με τη «ρομαντική αποπλάνηση» της πρώτης περιδου, πως εύστοχα την ονμασε ο Δ. N. Mαρωνίτης. Mε την καβαφική ειρωνεία της ώριμης φάσης βρισκμαστε στην περιοχή του μοντερνισμού, που η
Συχνά η ειρωνεία του Kαβάφη κυκλοφορεί ανάμεσα στα κείμενα και στα πρσωπα διαστέλλοντας τον λγο. Mέσα απ’ αυτ το ειρωνικ διάπλεγμα αναρωτιέμαι μήπως κάποιες πλευρές της ποίησης του Kαβάφη υποβάλλουν –αν δεν επιβάλλουν– την ανάγνωσή τους. Για παράδειγμα, πώς λειτουργεί ο χώρος του Kαβάφη – εφσον είναι γνωστ πως πέρα απ’ τα κατ’ εξοχήν ειρωνικά στιγματισμένα Σούσα, και οι εκτεταμένες επικράτειες, με μνη ίσως εξαίρεση την Aλεξάνδρεια, ενδεχομένως και την Aντιχεια, δεν μένουν αλώβητες; Ή ποια είναι η σχέση των ανθρώπων με τον καβαφικ χώρο; Aλλά ακμη και σε ερωτικά του ποιήματα η αναφορά στο χώρο είναι κατ’ εξοχήν ειρωνική, εφσον ούτε οι σκάλες ούτε του μαγαζιού η είσοδος ούτε η ταβέρνα είναι χώροι ερωτικής συνεύρεσης. Eχω την εντύπωση πως οι χώροι αυτοί λειτουργούν ως κυψέλες σύνθετης ειρωνείας, που συμπυκνώνεται η πρκληση του ποιητή χειραγωγώντας την αναγνωστική εμπειρία. Oι αδιάκοπες μεταμορφώσεις και οι συνεχείς οσμώσεις καθιστούν την καβαφική ειρωνεία περισστερο δαιδαλώδη απ’ ,τι φαίνεται. Oχι μνο διτι απαιτεί απ τον αναγνώστη ενεργ συμμετοχή αλλά και γιατί επιβάλλει τη συνανάγνωση λου του ποιητικού corpus για τη μύησή του στο μακριν και συνάμα κοντιν καβαφικ σύμπαν. Πολλές φορές η ειρωνεία ενς ποιήματος αίρεται απ την ανάγνωση ενς άλλου, καθώς τα ποιήματά του συνδιαλέγονται περισστερο απ Συνέχεια στην 26η σελίδα
Ξυλογραφία της Aριας Kομνηνού που απεικονίζει τον Kαβάφη σε μεγάλη ηλικία. (Προσωπογραφίες του K.Π. Kαβάφη – Σύνδεσμος Aιγυπτιωτών Eλλήνων, 1995). KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998 - H KAΘHMEPINH
25
Eικονογράφηση για ένα και μοναδικ αντίτυπο των «Ποιημάτων» του Kαβάφη απ τον Γιάννη Tσαρούχη. Tο μοναδικ αυτ αντίτυπο έχει εκτεθεί στο Παρισιν Mπομπούρ και ανήκει στον Aλέξιο Σαββάκη. Συνέχεια απ την 25η σελίδα
οποιουδήποτε άλλου νεοέλληνα ποιητή. Για παράδειγμα, η συνανάγνωση των ποιημάτων «Oμνύει» και «Nησις» αίρει την ειρωνεία του πρώτου· παρμοια και η συνανάγνωση των ποιημάτων «Eνας γέρος» και «Oι ψυχές των γερντων»· αλλά και πριν απ’ αυτά, πως προτείνει ο M. Πιερής, το «Oταν ο φύλαξ είδε το φως» μπορεί να είναι ειρωνική αντίστιξη στο «Στρατηγού θάνατος».
H χριστιανική ιδεολογία Eπίσης, το επίμαχο θέμα του καβαφικού Xριστιανισμού, ιδωμένο μέσα απ τη σκοπιά της ειρωνείας, ίσως αποφορτίζεται απ το έρμα των κατά καιρούς εκτιμήσεων, αφού η ειρωνεία, ως προϊν ανοιχτής ιδεολογίας, αποστρέφεται κάθε είδους στράτευση και δογματισμ. Aναλογίζομαι μήπως ο λγος για τον οποίο ο Kierkegaard έφτασε σε αρνητική αντιμετώπιση της ηθικής της ειρωνείας και της τύχης του είρωνα υπονοεί την ίδια κοινώς αποδεκτή συνθήκη: μέσα απ τη
χριστιανική του πίστη ο φιλσοφος συμμετέχει σ’ έναν κσμο κλειστής ιδεολογίας, άρα υπάρχει σημαντική ασυμβαττητα ανάμεσα σ’ αυτν και την ειρωνεία. Για συναφείς λγους ο Παπατσώνης στα 1932, ταν ήδη έχει γίνει πολύς λγος για την ειρωνεία του Kαβάφη, θεωρεί πως πρκειται για έναν ακμη καβαφικ θρύλο, ενώ καταφέρνει να διακρίνει τη «σοβαρή ευθυμία» του ποιητή, συγγενική με το «μοναστηρίσιο αστείο». H στάση του Kαβάφη, πως ο ίδιος τη διατύπωσε για έναν ήρωά του, φαίνεται πιθαντερο να είναι «εν μέρει χριστιανική εν μέρει χριστιανίζουσα» ή «αν χι αμφιρρέποντας, τουλάχιστον συμπαθής προς τον Xριστιανισμ», πως ο Γ. Bρισιμιτζάκης πρώτος παρατήρησε. Πιθαντατα, ,τι γοητεύει τον ποιητή περισστερο απ τη στέρεη χριστιανική ιδεολογία είναι η μάχη ανάμεσα στους εθνικούς και στους Xριστιανούς, ανάμεσα στον ασκητισμ και στον πειρασμ, ανάμεσα στη θρησκευτική ιδεοληψία και στην ανθρώπινη υπσταση. Aλλωστε, πως έδειξε η Diana Haas, την πρώιμη τουλάχιστον περίοδο, η ανάγνωση
26 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998
βίων αγίων και η ποιητική τους εκμετάλλευση ήταν στο κέντρο της καβαφικής ποιητικής. Mια τέτοια εξ αποστάσεως περισστερο ή λιγτερο ανάλαφρη σχέση είναι συμβατή με την αποστασιοποιημένη, διανοητική λειτουργία της ειρωνείας που διασφαλίζει μαζί με τις δικές της συγκινήσεις και την πολυφωνία του κειμένου.
H προβολή του χρνου Δεν είναι τυχαίο τι ο Γ. Σεφέρης παρομοιάζει τον Kαβάφη με τον Πρωτέα «που ολοένα ξέφευγε αλλάζοντας μορφές», παρομοίωση που αποτελεί κοιν τπο της θεωρίας για τη φύση της ειρωνείας. Kαθώς η ειρωνεία έχει την ικαντητα να μεταμορφώνεται, να απεκδύεται τις συνδηλώσεις που κατά καιρούς αποκτά, το θέμα της καβαφικής ειρωνείας φαίνεται ανεξάντλητο, εφσον θέτει ερωτήματα χι μνον σχετικά με την ποιητική του Kαβάφη, αλλά συναρτάται με ζωτικούς προβληματισμούς της φιλολογικής επιστήμης. Π.χ., τι και πώς συνεισφέρει η τεχνική του εγκιβωτισμού παλαιτερων κειμένων στο θέμα
της καβαφικής ειρωνείας; Ποια είναι η ταυττητα του καβαφικού έργου σε συνάρτηση με την αυτοαναφορικτητα και τη διακειμενικτητα, που πολύ συχνά στηρίζουν την ειρωνεία; Πώς συναρτώνται οι μεταγλωσσικές αναφορές του καβαφικού έργου με τους βασικούς αρμούς του γλωσσικού του συστήματος και την ποιητική του; κ.τ.λ. Aν η επιτυχία ενς έργου ορίζεται και απ τη δυναμική προβολή του στον χρνο, ττε ο Kαβάφης είναι πράγματι ποιητής «των μελλοντικών γενεών» ή, για να αντιστρέψω τον επικριτικ τίτλο του καβαφογενούς ποιήματος του Pναλντ Mπτραλ «Irony is not enough», προκειμένου για τον Kαβάφη «Irony is enough». Oι εργασίες των Mιχάλη Πιερή, Diana Haas, X.Λ. Kαράογλου, Aννας Kατσιγιάννη, Kατερίνας Kωστίου, Matthias Kappler, Martin Mckinsey αποτελούν πυρήνες ευρύτερων εργασιών που ανακοινώθηκαν στο Συμπσιο Kαβάφη που έγινε στην Aγία Nάπα της Kύπρου στις 4–6 Aπριλίου 1997. Eυχαριστούμε θερμά τον καθηγητή κ. Mιχάλη Πιερή που επέτρεψε τη δημοσίευση των εργασιών στις «EΠTA HMEPEΣ» της Kαθημερινής, στο αφιέρωμα για τον K. Π. Kαβάφη.
O Kαβάφης στην ελληνική μουσική Ποιοι και πώς μελοποίησαν τον Aλεξανδριν ποιητή πάση περιπτώσει, έγιναν βουτιές σε συρτάρια και αρχεία ζώντων και τεθνεώτων (το χάος...) συνθετών και νομίζουμε τι το αποτέλεσμα που παρουσιάζουμε σήμερα εδώ έχει κατακτήσει ένα καλ επίπεδο πληρτητας και εγκυρτητας στοιχείων, χωρίς αυτ να σημαίνει τι ενδεχομένως δεν διαφεύγουν κάποιοι συνθέτες ή έργα. Tα στοιχεία που αποκμισε η έρευνα καταγράφονται σε τρεις πίνακες:
Tου Bασίλη Aγγελικπουλου
ZOYΣE ακμη ο Kαβάφης –και ήταν 62 ετών – ταν, το 1925, ένας Eλληνας συνθέτης, ο μετέπειτα παγκσμιας φήμης μαέστρος Δημήτρης Mητρ πουλος, αποφάσιζε να βάλει μουσική επάνω σε στίχους του Aλεξανδρινού ποιητή. Aυτς –απ’ ,τι γνωρίζουμε– ήταν ο πρώτος συνθέτης που μελοποίησε στίχους του Kαβάφη, και σίγουρα ούτε ο ποιητής ούτε ο συνθέτης θα μπορούσαν ττε να φανταστούν πως το ίδιο θα έκαναν ώς το τέλος του αιώνα καμιά εξηνταριά (!) άλλοι Eλληνες μουσουργοί –ώς το «λαϊκ» συνθέτη Xρήστο Nικολ πουλο που πρσφατα παρουσίασε σε δίσκο το ποίημα «Γκρίζα» τραγουδημένο απ την Eλευθερία Aρβανιτάκη. Kαι μως· ο Kαβάφης –αυτς ο «πεζολογών» , ποιος θα το πίστευε!– έχει εμπνεύσει σο λίγοι ποιητές τους Eλληνες συνθέτες. Oπως φανέρωσε η έρευνα που παρουσιάζουμε εδώ, τουλάχιστον 57 Eλληνες συνθέτες έχουν γράψει ώς τώρα μουσική επάνω στο ποιητικ σώμα του Kαβάφη, δημιουργώντας περισστερα απ 280 κομμάτια, απ απλά λαϊκά τραγούδια έως και συμφωνίες ολκληρες. Mνο τα τραγούδια είναι πάνω απ 262! Oρισμένα δε απ τα ποιήματα του Kαβάφη έχουν μελοποιηθεί χι μνο απ έναν, αλλά απ δύο έως και... δεκαπέντε συνθέτες! Tι αντίφαση μως: ο πολυμελοποιημένος Kαβάφης θεωρείται απ μεγά-
Πολλαπλές εγγραφές
λο μέρος των συνθετών μας ως ο κατεξοχήν «ατραγούδητος» ποιητής...
Eρευνα σε βάθος H εργασία αυτή φιλοδξησε να καταγράψει λα τα έργα που έχουν δημιουργηθεί μέχρι σήμερα
απ Eλληνες συνθέτες σε ποίηση Kαβάφη. H σχετική έρευνα αντιμετώπισε μυριάδες προβλήματα. Διτι δεν περιορίστηκε μνο στα έργα που έχουν εκδοθεί σε δίσκο ή παρτιτούρες, αλλά θέλησε να καταγράψει και αυτά που παραμένουν (και περιμένουν) σε κάποιο συρτάρι άγνωστα και άπαιχτα. Eν
O Πίνακας 1 καταγράφει τα μουσικά έργα σε ποίηση Kαβάφη που έχουν εκδοθεί σε δίσκο. Eίναι δηλαδή αυτά που μπορεί κανείς εύκολα, στις περισστερες περιπτώσεις, να προσεγγίσει, να ακούσει, να γνωρίσει. O Πίνακας 2 καταγράφει αλφαβητικά τους 57 Eλληνες συνθέτες και τα «καβαφικά» έργα που έχουν δημιουργήσει απ το 1925 μέχρι σήμερα. Συνολικά έχουν συνθεθεί περισστερα απ 280 «κομμάτια», και συγκεκριμένα: — Δεκαοκτώ (18) έργα συμφωνικής υφής απ τα οποία δύο συμφωνίες (συν ένα μέρος συμφωνίας), τρεις καντάτες, τρία μουσικοδράματα και ακμη: σονάτες, συμφωνικά ποιήματα, έργα για σλο ργανο κ.ά. — Δεκαοκτώ (18) κύκλοι τραγουδιών, που περιλαμβάνουν 176 τραγούδια.
Συνέχεια στην 28η σελίδα
KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998 - H KAΘHMEPINH
27
Δισκογραφία Kαβάφη: Xρονολογικά, βάσει της έκδοσης του δίσκου MANOΣ XATZIΔAKIΣ: Mέρες του 1903, ένα τραγούδι στον κύκλο «O μεγάλος Eρωτικς» (1972). Για ορχήστρα και φωνή. Στο δίσκο O μεγάλος Eρωτικ ς, Nτος (Λύρα), 1972. Tραγουδά ο Δημήτρης Ψαριανς. Yπάρχουν και νετερες εκτελέσεις: Στον δίσκο «Mάνος Xατζιδάκις–Σπύρος Σακκάς: Tο Pεσιτάλ», Σείριος (MBI), 1990 και στον δίσκο «H Σνια Θεοδωρίδου συναντά τον Mάνο Xατζιδάκι», Σείριος (Lyrikon), 1997. NIKHΦOPOΣ PΩTAΣ: Tραγούδια Kαβάφη (1972). Σε δύο εκδοχές: α) μνο για φωνή και β) για φωνή συνοδεία ήχων και κρτων (στο δίσκο). Περιλαμβάνει 14 τραγούδια: Tα βήματα, Tείχη, Tα άλογα του Aχιλλέως, Che fece...il gran rifiuto, H πλις, H σατραπεία, Για νάρθουν, Tρώες, Eν μεγάλη ελληνική αποικία 200 π.X., Tεχνουργς κρατήρων, O Iωάννης Kαντακουζηνς υπερισχύει, Aπ την σχολήν του περιωνύμου φιλοσφου, Eνας νέος της τέχνης του Λγου – στο 24ον έτος του, Aπ υαλί χρωματιστ. Στον δίσκο Tραγούδια Kαβάφη – Aντιφωνίες, Mούσα, 1972. Παίζει και τραγουδά ο συνθέτης. (Δεν έχει ανατυπωθεί). ΔHMOΣ MOYTΣHΣ: H πλις, Aπολείπειν ο θες Aντώνιον και Θάλασσα του Πρωιού στον κύκλο «Tετραλογία», για ορχήστρα, φωνή και χορωδία. Στο δίσκο Tετραλογία, EMI, 1975. Tραγουδούν Aλκηστις Πρωτοψάλτη, Xρήστος Λεττονς και χορωδία. ΓIANNHΣ ΓΛEZOΣ: Περιμένοντας τους βαρβάρους (1975–1978). Kύκλος 12 τραγουδιών για ορχήστρα και φωνή, που περιλαμβάνει: Περιμένοντας τους βαρβάρους, Tείχη, Tρώες, Tα παράθυρα, Θερμοπύλες, Kεριά, Δέησις, H πλις, Φωνές, Oσο μπορείς, Aπολείπειν ο θες Aντώνιον, Iθάκη. Στο δίσκο Περιμένοντας τους βαρβάρους, Λύρα, 1979. Tραγουδά ο συνθέτης. Λ. AΔAMOΠOYΛOΣ: Eνα τραγούδι, το Eπέστρεφε. Στον δίσκο Kέρκυρα ’81–Aγώνες Eλληνικού Tραγουδιού–Tα 30 τραγούδια. Διευθύνει ο Mάνος Xατζιδάκις, Mίνως, 1981. Tραγουδά ο Hλίας Λιούγκος. MIKHΣ ΘEOΔΩPAKHΣ: Eνας στίχος απ το H πλις («Δεν έχει πλοίο διά σε, δεν έχει οδ» ) στο γ’ μέρος της Συμφωνίας αρ. 3, για μέτζο σοπράνο, χορωδία και ορχήστρα (1980–81). Στο δίσκο του 3η Συμφωνία, Mίνως, 1982. ΘANOΣ MIKPOYTΣIKOΣ: O γέρος της Aλεξάνδρειας (1982), κύκλος τραγουδιών, για ορχήστρα και φωνή: O Γενάρης του 1904, Eπέστρεφε, Mονοτονία, Eπήγα, O Δεκέμβρης του 1903, Eπιθυμίες, Σύγχυσις. Στο δίσκο O γέρος της Aλεξάνδρειας – Iχνογραφία, CBS (Sony), 1983. Tραγουδούν: Γιώργος Mεράντζας, Kώστας Θωμαΐδης. Tο έργο (πέντε απ τα εφτά τραγούδια, γιατί παραλείφθηκαν το Eπήγα και το Σύγχυσις) ηχογραφήθηκε εκ νέου με τον Kώστα Θωμαΐδη (τραγούδι και μαντολίνο) και τον συνθέτη στο πιάνο και εκδθηκαν στον δίσκο «Θάνος Mικρούτσικος. Ποίηση με μουσική. Kωνσταντίνος Kαβάφης – Xριστφορος Λιοντάκης» EMI– His Master’s Voice, Φεβρουάριος 1997.
Συνέχεια απ την 27η σελίδα
— Oγδ ντα έξι (86) μεμονωμένα τραγούδια –για φωνή, φωνή και ένα ή περισστερα ργανα ή και ορχήστρα, καθώς και για χορωδία (τα χορωδιακά είναι 19). Συνολικά δηλαδή καταγράφονται 262 τραγούδια σε ποίηση Kαβάφη, κυρίως λγιας μορφής τραγούδια πως είναι φανερ.
Tα ποιήματα του Kαβάφη έχουν μελοποιηθεί, πολλές φορές το καθένα και απ διάφορους συνθέτες. Παρατηρούμε καταρχάς τι απ τα 154 ποιήματα του επίσημου καβαφικού σώματος έχουν μελοποιηθεί τα 86, δηλαδή σχεδν το 56% του συνλου! Eπί πλέον, έχουν μελοποιηθεί εννέα (9) ποιήματα α-
28 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998
APΓYPHΣ KOYNAΔHΣ: Πέντε ποιήματα του Kωνσταντίνου Kαβάφη (1955–αναθεώρηση 1961). Για πιάνο και φωνή. (Eκμισα εις την τέχνη, Θυμήσου Σώμα..., Φωνές, Eπέστρεφε, Mακρυά). Mνο τα τρία τελευταία, στο δίσκο Aργύρη Kουνάδη–Γιώργου Kουρουπού: Tραγούδια για φωνή και πιάνο σε ποίηση Σεφέρη–Kαβάφη–Λ ρκα. Σπύρος Σακκάς, τραγούδι, Γιώργος Kουρουπς, πιάνο. Aετοπούλειο Πολιτιστικ Kέντρο Δήμου Xαλανδρίου και EPT, 1988. ΔHMHTPHΣ MHTPOΠOYΛOΣ: «10 Inventions» (α’ γραφή: 14 Inventions Tα ηδονικά – 1925/26: β΄ γραφή: 10 Inventions – 1927): Για πιάνο και φωνή. Tα μέρη: I. Tέσσερις καννες (αρ. 1–4) επάνω στα ποιήματα: Mακρυά, Nα μείνει, Για νάρθουν, Tο διπλαν τραπέζι. II. Δύο πασακάλιες (αρ. 5–6) επάνω στα ποιήματα: Mέρες του 1903, Γκρίζα. III. Πρελούδιο και τετράφωνη φούγκα (αρ. 7–8), Eν τη οδώ, O ήλιος του απογεύματος. IV. Iσοκράτημα και Coda (αρ. 9–10), Eτσι πολύ ατένισα, Eπήγα. Στον δίσκο Four Song Cycles (Musica Viva, 1992), Λίλα Aδαμάκη, υψίφωνος, Γιάννης Παπαδπουλος, πιάνο. AΛEΞANΔPOΣ KAPOZAΣ: Tιμή στον K. Kαβάφη (1988–89). Kύκλος επτά τραγουδιών για ορχήστρα και φωνή. Kεριά, Eπέστρεφε, Oσο μπορείς, Hδονή, Aπολείπειν ο θες Aντώνιον, Δέησις, Φωνές. Στο δίσκο του Hommage a K. Kavafis (Tιμή στον K. Kαβάφη), Sony 1990. Tραγουδούν η Aλεξάνδρα Γριζοπούλου και ο συνθέτης. XPIΣTOΣ NIKOΛOΠOYΛOΣ: Eνα τραγούδι, το Γκρίζα. Στο δίσκο του με λαϊκά τραγούδια Aνθη ευλαβείας, Minos–EMI, 1996. Tραγουδά η Eλευθερία Aρβανιτάκη. ANTIOXOΣ EYAΓΓEΛATOΣ: Kύκλος τεσσάρων τραγουδιών σε ποίηση K. Kαβάφη (1965), για ορχήστρα εγχρδων και φωνή. Θερμοπύλες, Iωνικν, Φωνές, Kεριά. Στο δίσκο Eργα Aντίοχου Eυαγγελάτου, Φρμιγξ, 1998. Παίζει η τσέχικη Συμφωνική Oρχήστρα του Kάρλοβι Bάρι υπ τη διεύθυνση του Bύρωνα Φιδετζή και τραγουδά η Δάφνη Eυαγγελάτου. XAPHΣ BPONTOΣ: Tέσσερα τραγούδια σε ποίηση Kαβάφη για φωνή και σύνολο δωματίου (1978–79): Eν απογνώσει, Tο 31 π.X. στην Aλεξάνδρεια, Eύνοια του Aλεξάνδρου Bάλα, Eις το επίνειον. Στο δίσκο του Mουσική Δωματίου, «H Λέσχη του Δίσκου» , 1996. Hχογράφηση συναυλίας που δθηκε στις 28.7.95 στο Atheneaum με τους Nένη Zάππα, φωνή, Παναγιώτη Δράκο, φλάουτο, Στάθη Kιοσγλου, κλαρινέτο, Claire Demeulenaere, τσέλο, και Eφη Aγραφιώτη, πιάνο. Σημείωση: O συνθέτης Γιάννης Σπανς ετοιμάζεται, πως έχει δηλώσει, να εκδώσει σε δίσκο τραγούδια που έχει γράψει σε ποίηση K.Π. Kαβάφη. Eκκρεμεί επίσης η έκδοση σε δίσκο της (βραβευμένης) μουσικής που έγραψε ο Bαγγέλης Παπαθανασίου (Vangelis) για την κινηματογραφική ταινία του Γιάννη Σμαραγδή «Kαβάφης» .
π τα «άλλα»: οκτώ απ τα Aνέκδοτα και ένα απ τα Aποκηρυγμένα. Σύνολο 95 τα μελοποιημένα ποιήματα –αλλά 280 τα «κομμάτια» . Πράγμα που σημαίνει τι πολλά απ αυτά τα ποιήματα έχουν μελοποιηθεί πολλές φορές το καθένα. Oπως λ.χ. το (γκραν–σουξέ!) Aπολείπειν ο θες Aντώνιον, που ούτε
λίγο ούτε πολύ έχει μελοποιηθεί 15 φορές! Tο ίδιο και οι Φωνές –άλλο τώρα αν μουσικά δεν φαίνεται να είναι και τσο «ιδανικές» πάντα... Aλλά αυτά λίγο πιο κάτω. Στα ποιήματα που χαίρουν μεγάλης δημοφιλίας μεταξύ των συνθετών μας συγκαταλέγονται επίσης τα: Iθάκη με 12 μελοποιήσεις μέχρι σήμερα, Για νάρθουν και Kε-
Oι Eλληνες συνθέτες που μελοποίησαν Kαβάφη και τα έργα τους (Λγω χώρου δεν αναφέρονται εδώ αναλυτικά λα τα ποιήματα επάνω στα οποία στηρίζονται τα διάφορα έργα.) AΓOYPIΔHΣ KΩNΣTANTINOΣ (1962–): α) Δύο τραγούδια σε ποίηση Kαβάφη για φωνή και βιλα (1991). β) Kαλς και κακς καιρς, για υψίφωνο και μικρ σύνολο οργάνων (1992–93). AΔAMHΣ MIXAΛHΣ (1929–): Φωνές, για μικτή χορωδία (1959). AΔAMOΠOYΛOΣ Λ. (;–): Tο τραγούδι Eπέστρεφε (1981). * AΛEΞOΠOYΛOΣ XPIΣTOΣ (1919–1985): Eχει συνθέσει τραγούδια σε ποίηση Kαβάφη, ανεξακρίβωτο μως πσα και ποια. ANTΩNIOY ΘOΔΩPOΣ (1935–) α) Θάλασσα του Πρωιού I, για μικτή χορωδία (1983). β) Θάλασσα του Πρωιού II, για μικτή χορωδία (1983). γ) Eντεκα αφηγήσεις, σε ποίηση Kαβάφη, για μεσαία φωνή και ορχήστρα δωματίου (1984). Tο ίδιο και σε εκδοχή για μεσαία φωνή και πιάνο. AΠOΣTOΛOΠOYΛOΣ ΠANAΓIΩTHΣ (1967–): Iθάκη, για μεσφωνο, τενρο και ορχήστρα (1983). APBANITAKHΣ TIMOΘEOΣ (1947–): α) Aναζητώντας την Iθάκη I, συμφωνική εικνα (1980–84). β) Συμφωνία αρ. 1 («Aναζητώντας την Iθάκη II», 1980–84). γ) Aναζητώντας την Iθάκη III, σονάτα αρ. 1 για βιολί και πιάνο (1985). APΓYPOY ANΔPEAΣ (1957–): α) Oι ψυχές των γερντων, για μικτή χορωδία (1990). β) Δέησις, για μεσφωνο και πιάνο (1991). APYBAΣ ΔIΩN ATTIKOΣ (1928–): α) Δύο τραγούδια σε ποίηση Kαβάφη, για βαρύτονο και πιάνο (Στον ίδιο χώρο, Δέησις –αυτ υπάρχει και σε εκδοχή για βαρύτονο και εκκλησιαστικ ργανο– 1964). β) Πολυέλαιος, για τενρο και πιάνο (1964). γ) Oυκ έγνως, για βαρύτονο και εκκλησιαστικ ργανο (1971). δ) Tα ερωτικά. Δεκαεννέα τραγούδια για βαρύτονο και πιάνο (1961–1975). ε) Iθάκη, για βαρύτονο και πιάνο (1979). APXONTIΔHΣ MIXAΛHΣ (1942–): Δύο τραγούδια: Φωνές, Πολύ σπανίως. BAΣIΛEIAΔHΣ ΣΩTOΣ (1905–1990): Hχητικές μεταπτώσεις, σε ποίηση I. Γρυπάρη και K. Kαβάφη, για μέτζο σοπράνο, ορχήστρα εγχρδων και πιάνο (1987). BPONTOΣ XAPHΣ (1951–): α) Περιμένοντας τους βαρβάρους, για μέτζο σοπράνο, βαρύτονο, δύο παιδικές φωνές, ορχήστρα δωματίου, προβολές, μαγνητοταινία και σκηνική δράση (1976). β) Δύο τραγούδια για μέτζο σοπράνο και τούμπα ή βιολοντσέλο (1976). γ) Tραγούδι για υψίφωνο και τέσσερα ργανα (Aπολείπειν ο θες Aντώνιον 1978–79, δεύτερη γραφή 1995). δ) Tέσσερα τραγούδια για φωνή και σύνολο δωματίου * (1978–79). ΓEΩPΓOYΣHΣ NIKOΣ (1955–1992): Eνα τραγούδι, Tα παράθυρα. ΓΛEZOΣ ΓIANNHΣ (;–): Περιμένοντας τους βαρβάρους (1975–1978). Kύκλος 12 τραγουδιών για ορχήστρα και φωνή. * ΔHMAΣ ΣΠYPOΣ (1915–1986): Iθάκη, για απαγγελία, τραγούδι και ορχήστρα δωματίου (1983). ΔIAMANTHΣ ΓIΩPΓOΣ (1942–): Δύο μουσικά ποιήματα για πιάνο (1982), εμπνευσμένα, αντιστοίχως, απ το Iθάκη και το Oσο μπορείς. EYAΓΓEΛATOΣ ANTIOXOΣ (1903–1981): Kύκλος τραγουδιών Kαβάφη, για φωνή και ορχήστρα εγχρδων (1964). * ZΩPAΣ ΛEΩNIΔAΣ (1905–1987): α) Δύο τραγούδια για φωνή και πιάνο (1954). β) Δύο τραγούδια για φωνή και πιάνο (1956). γ) Προανάκρουσμα, για φωνή και πιάνο (Eτσι πολύ ατένισα –1957). δ) Δεκατέσσερα τραγούδια σε ποίηση K. Kαβάφη (1954–1960). ZΩTOΣ IΩN (1944–): α) Πέντε τάφοι, για τενρο και πιάνο (I. Iασή II. Λυσίου Γραμματικού III. Iγνατίου IV. Λάνη V. Eυρίωνος. 1982–83). β) Ποιητής μονολογών, σε ποιητικά και πεζά κείμενα του K. Kαβάφη, λυρικοδραματική σκηνή για αφηγητή–τενρο, φλάουτο και πιάνο. γ) Hχητικές γκραβούρες κατά Kαβάφη (Gravures sonores d’ apres Cavafy) για πιάνο (1983). ΘEOΔΩPAKHΣ MIKHΣ (1925–): Συμφωνία αρ. 3 για μέτζο σοπράνο, χορωδία και ορχήστρα (1980–81). Στο γ΄ μέρος του έργου ο στίχος «Δεν έχει πλοίο διά σε, δεν έχει οδ» απ το H πλις. * IΩANNIΔHΣ ΓIANNHΣ (1930–): Δεκατρία τραγούδια σε ποίηση K. Kαβάφη (1977–1996). KAZIANHΣ ΣΠYPOΣ (1956–): Πρωτγονη καντάτα, σε ποίηση Kαβάφη, για φωνή και ενργανο σύνολο (1984). KAΛOΓPIΔOY MAPIA (1922–): Δεκαοχτώ τραγούδια. KANAΣ MΠAMΠHΣ (1952–): Iωνικν απ τα Eξι Tραγούδια για μικτή χορωδία, έργο 23 (1994). KAPOZAΣ AΛEΞANΔPOΣ (;–): Tιμή στον K. Kαβάφη (1988–89). Kύκλος επτά τραγουδιών για ορχήστρα και φωνή. * KOBBANTZHΣ ΦIΛIΠΠOΣ (1947–): α) Tα παράθυρα, για πιάνο (1973). β) Συμφωνία αρ. 1, για μεγάλη ορχήστρα, βασισμένη στο Oσο Mπορείς (1975). γ) Tρία τραγούδια για χορωδία α καπέλα, σε ποίηση Kαβάφη (1983). δ) Aπολείπειν ο θες Aντώνιον, για
ριά με 10, Eπέστρεφε με 9, Δέησις, Θάλασσα του Πρωιού, Oσο Mπορείς και Tα παράθυρα με 8, Eπιθυμίες, Eτσι πολύ ατένισα και H πλις απ 7 φορές το καθένα, και ακολουθούν τα άλλα.
Tραγουδιέται ή χι; Mια άλλη γενική παρατήρηση αφορά το μεγάλο αριθμ συνθετών που καταπιάστηκαν με την ποίηση του Kαβάφη. Δεν θα το περίμενε κανείς. Tο να μελοποιούνται ποιητές πως ο Παλαμάς, ο Pίτσος ή ο Eλύτης είναι κάτι που το καταλαβαίνει κανείς, «νιώθεται» . O Kα-
βάφης μως; Σου κάνει εντύπωση η τλμη –η αποκοτιά μάλλον– ορισμένων συνθετών να ριχτούν στην περιπέτεια της μελοποίησης ακμη και ποιημάτων ιδιαιτέρως «δυσχερών»· να προσπαθούν να κάνουν τραγούδι με «ατραγούδητους» –για πολλούς λγους, και κατά τη γνώμη πολλών– στίχους. Σχετικά με τη μελοποίηση του Kαβάφη διαπιστώνεται έντονη διχογνωμία μεταξύ των συνθετών. «Mελοποιείται» οι μεν, «αδύνατον, δεν γίνεται» οι δε. Eίναι χαρακτηριστικ τι μεταξύ των συνθετών που μελοποίησαν Kαβάφη περιλαμβάνονται αρκετοί πρώτης
μέτζο σοπράνο και μικρ σύνολο οργάνων (1992). KOPEΛHΣ ΠETPOΣ (1955–): Tρία τραγούδια για υψίφωνο και μικρ σύνολο οργάνων (1993). KOYNAΔHΣ APΓYPHΣ (1924–): Πέντε ποιήματα του K. Kαβάφη για φωνή και πιάνο 1956–61. * KΩNΣTANTINIΔHΣ KΩN/NOΣ (NTINOΣ) (1929–): α) Συλλογισμοί Γ΄ (Reflections II) σε ποίηση Kαβάφη (Kεριά), για υψίφωνο, φλάουτο, κλαρινέτο και πιάνο (1984). β) Συλλογισμοί Δ΄ (Reflections IV) σε ποίηση Kαβάφη (Kεριά), για υψίφωνο, φλάουτο, άρπα και πιάνο (1986). ΛAΛAOYNH ΛIΛA (1918–1996): Eχει μελοποιήσει Kαβάφη, αλλά δεν έχει εξακριβωθεί πσα ποιήματα και ποια. MHNAΣ ΓIΩPΓOΣ (1954–): Hδονικς κύκλος, σε ποίηση Kαβάφη, για επτά εκτελεστές (φωνή ανδρική, γυναικεία, ηθοποιού και ργανα: Kλαρινέτο, μαντολίνο, μπαγλαμάς, βιολοντσέλο και πιάνο φρτε –1993). Yπάρχει και σε γραφή για φωνή, κιθάρα και πιάνο, ελαφρά διαφορετικ σον αφορά τα κομμάτια που περιλαμβάνει. MHTPOΠOYΛOΣ ΔHMHTPHΣ (1896–1960): «10 Inventions» (α΄ γραφή 14 Inventions Tα ηδονικά –1925/26, β΄ γραφή 10 Inventions –1927): Για πιάνο και φωνή. * MIKPOYTΣIKOΣ ΘANOΣ (1947–): α) Aποχαιρετισμς και Aντιθέσεις, σε ποίηση Kαβάφη, Σεφέρη, Mπρεχτ και Pίτσου, για υψίφωνο, βαρύτονο, αφηγητή και μικρ σύνολο οργάνων (1975). β) O γέρος της Aλεξάνδρειας (1982). Kύκλος τραγουδιών για ορχήστρα και φωνή. * MOYTΣHΣ ΔHMOΣ (;–): Στον κύκλο »Tετραλογία», για ορχήστρα, φωνή και χορωδία (1974), τρία τραγούδια. MOYTΣOΠOYΛOΣ EYAΓΓEΛOΣ (1930–): α) Aπολείπειν ο θες Aντώνιον, για τενρο και πιάνο (1964). β) Για νάρθουν, για τετράφωνη μικτή χορωδία (1966). MΠAΛTAΣ AΛKHΣ (1948–): Πέντε τραγούδια για χορωδία α καπέλα (1982). MΠENAKHΣ IΩΣHΦ (1924–): Tραγούδια για φωνή και πιάνο (1966–1976). –MΩPAΪTHΣ ΘANAΣHΣ (;–): Δεκαπέντε τραγούδια σε ποίηση K. Kαβάφη (1993). NIKHTAΣ KΩΣTAΣ (1940–): Tρία τραγούδια για τετράφωνη μικτή χορωδία (1977). NIKOΛAOY ΔHMHTPHΣ (1946–): Iθάκη, για υψίφωνο και πιάνο, έργο 25 (1975–76). NIKOΛOΠOYΛOΣ XPHΣTOΣ (1948–): Γκρίζα, 1996. * ΠAΠAΔHMHTPIOY BAΣIΛHΣ–APKAΔINOΣ (1905–1975): α) Φωνές, για φωνή και πιάνο (1936–1945). β) Δέησις, για φωνή και πιάνο (1936–61). ΠAΠAΘANAΣIOY BAΓΓEΛHΣ–VANGELIS (;–): Oρχηστρική μουσική για την κινηματογραφική ταινία του Γ. Σμαραγδή «Kαβάφης». ΠAΠAΪΩANNOY A. ΓIANNHΣ (1910–1989): α) Kεριά, έργο 119, για φωνή και πιάνο (1953). β) H κηδεία του Σαρπηδνος, έργο 162, καντάτα για μέτζο σοπράνο, αφηγητή, χορωδία και ορχήστρα δωματίου (1966). γ) Tρία τραγούδια για μέτζο σοπράνο και σύνολο οργάνων (1966). δ) Tα βήματα, έργο 164, για χορωδία και σύνολο οργάνων (1967). ε) Iωνικν, έργο 163 (1967). στ) Tρία τραγούδια για μέτζο σοπράνο και πιάνο (1974). ΠONHPIΔHΣ ΓEΩPΓIOΣ (1877–1982): Tρία τραγούδια για φωνή και πιάνο (1934). POYΣΣAKHΣ NIKOΛAΣ (1934–1994): Aπολείπειν ο θες Aντώνιον (The God Abandons Antony), σε κείμενα Πλουτάρχου και K. Kαβάφη. Kαντάτα για αφηγητή, σολίστ και μικρή ορχήστρα (1987). PΩTAΣ NIKHΦOPOΣ (1929–): Tραγούδια Kαβάφη (1972). Σε δύο εκδοχές: α) μνο για φωνή και β) για φωνή συνοδεία ήχων και κρτων. Περιλαμβάνει 14 τραγούδια. * ΣIEMΠHΣ KΩNΣTANTINOΣ (1961–): α) Eπιθυμίες, για φωνή, πιάνο και προαιρετικά τρομπέτα με σουρντίνα (1984). β) Iωνικν, για μικτή χορωδία (1990). ΣIΣIΛIANOΣ ΓIΩPΓOΣ (1920–): Eξι φανταστικά κομμάτια για μεγάλη ορχήστρα, έργο 54, εμπνευσμένο απ έξι ποιήματα του K. Kαβάφη (1992–93). ΣΠANOΣ ΓIANNHΣ (;–): Eχει μελοποιήσει περισστερα απ 18 ποιήματα του Kαβάφη. ΣΦAKIANAKH MAPIEΛΛH (1945–): Aπολείπειν ο θες Aντώνιον, για φωνή και πιάνο (1984). ΣΦETΣAΣ KYPIAKOΣ (1945–): α) Aπολείπειν ο θες Aντώνιον, για μεσφωνο και μικτή χορωδία δίχως συνοδεία (1979). β) H πλις, για μεσφωνο, μικτή χορωδία, ορχήστρα εγχρδων, επτά χάλκινα ργανα και κρουστά (1984). TEΓEPMENTZIΔHΣ XPIΣTOΦOPOΣ (1936–): Tέσσερα τραγούδια για βαθύφωνο και πιάνο (1993). TEPZAKHΣ ΔHMHTPHΣ (1938–): Φωνές (αγνώστων λοιπών στοιχείων). TPAYΛOΣ MIXAΛHΣ (1950–): Tρία χορωδιακά σε ποίηση Kαβάφη (1988). XAΛIAΣAΣ IAKΩBOΣ (1920–): Mονοτονία, στον κύκλο Eξι τραγούδια σε ποίηση Mαλακάση, Kαβάφη, Παλαμά και Bάρναλη, για μεσφωνο και πιάνο (1956). XATZIΔAKIΣ MANOΣ (1925–1994): Mέρες του 1903 στον κύκλο τραγουδιών O μεγάλος ερωτικς (1972). * Mε το σημείο * επισημαίνονται τα έργα που έχουν εκδοθεί σε δίσκο. Aναλυτικά, δες Πίνακα 1 – Δισκογραφία Kαβάφη.
γραμμής δημιουργοί, αλλά και πολλοί εξίσου σημαντικοί απουσιάζουν απ τη σχετική λίστα (Kαλομοίρης, Σκαλκώτας, Xρήστου αλλά και Ξαρχάκος, Mαρκ πουλος, Λοΐζος κ.ά.) ή εμφανίζονται οριακά, πως λ.χ. ο Mάνος Xατζιδάκις –με ένα μνο τραγούδι του σε ποίηση Kαβάφη– και ο Mίκης Θεοδωράκης –με ένα μνο... στίχο καβαφικ, σε τση θάλασσα μουσικής που έχει γράψει.
Aπψεις συνθετών Eχει πει σχετικά με το θέμα αυτ ο Mίκης Θεοδωράκης: «Oταν
διαβάζω ένα ποίημα, άλλοτε “ακούω” και άλλοτε δεν «ακούω» τη μουσική του. Λατρεύω τον Kαβάφη, αλλά ποτέ δεν έφτασε στ’ αυτιά μου ο παραμικρς μελωδικς ήχος μέσα απ τη συναισθηματική –ψυχική –νοητική αναταραχή που μου προκαλεί το διάβασμά του». («Oι δρμοι του Aρχάγγελου», Kέδρος 1986, τμος A΄, σελ. 135). H άποψη αυτή είναι γνώμη και πολλών άλλων μουσουργών. Tον αγαπούν, τον θαυμάζουν, αλλά τον βρίσκουν «ατραγούδητο» τον Kαβάφη ή τι «δεν προσφέρεται για μελοποίηση». Πρσφατα αΣυνέχεια στην 30η σελίδα
KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998 - H KAΘHMEPINH
29
Συνέχεια απ την 29η σελίδα
κούσαμε και τον Nέστορα των μουσουργών μας, τον Mενέλαο Παλάντιο, αλλά και τον Nίκο Mαμαγκάκη να μας εκφράζουν την άποψη αυτή. Eδώ τίθεται βέβαια το μεγάλο ζήτημα τι εννοεί κανείς λέγοντας «τραγουδιέται» ή «δεν τραγουδιέται» ένας ποιητής. Γιατί, καταρχάς, υπάρχει η μουσική που κατεβαίνει ως τραγούδι στα χείλη, υπάρχει και η μουσική που δεν επιδιώκει αυτ. Yστερα, ο καβαφικς στίχος μπορεί να μην είναι απ εκείνους που διευκολύνουν τον τραγουδοποι ή που προσαρμζονται άνετα στη γνωστή φρμα του εν γένει λαϊκού τραγουδιού (εναλλαγή κουπλέ–ρεφρέν), αλλά αυτ δεν σημαίνει πως αποκλείεται και να τραγουδηθεί. Yπάρχουν πάνω σ’ αυτ τα επιτεύγματα του Xατζιδάκι (με το ένα και μοναδικ, έστω, τραγούδι του) και του Θάνου Mικρούτσικου με τον κύκλο τραγουδιών «O Γέρος της Aλεξάνδρειας».
Kατ’ ουσίαν μελωδικς Πολύ ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις επί του θέματος έχει διατυπώσει ένας εκλεκτς συνθέτης της νετερης γενιάς –και Aιγυπτιώτης στην καταγωγή– ο Δημήτρης Παπαδημητρίου, σε μια αδημοσίευτη διάλεξή του (στον Σύνδεσμο Aιγυπτιωτών) για τον Kαβάφη και τα προβλήματα της μελοποίησής του. Aναφέρουμε ορισμένες καίριες επισημάνσεις του: «H μελοποίηση ενς ποιητή σαν το Kαβάφη καθιστά το ούτως ή άλλως δύσκολο εγχείρημα της μελο-
ποίησης ενς ποιήματος ακμα δυσκολτερο. Γιατί ο Kαβάφης κρύβει μέσα στο ρυθμ του λγου τον υπαινιγμ μιας μουσικής πληρέστατης και αυτάρκους. (...) Λιττερος απ τους περισστερους ποιητές σε γλωσσικά ή ρυθμολογικά ψιμύθια, ορθώνει εν τούτοις ένα βωβ, άφατο, πλην μως γιγάντιο μουσικ κσμο στη φαντασία του ακροατή. (...). Oταν λοιπν μια μουσική έχει ήδη υπάρξει δια του ποιήματος, η επιστροφή στον κσμο των συμβλων, δηλαδή των ήχων, είναι μια κατ’ αρχήν υποτίμησή της. Kαι αυτ γιατί ακούμε με την εσωτερική ακοή τις “εξαίσιες μουσικές του μυστικού θιάσου”, αλλά αν κάποιος αποφασίσει ποιο συγκεκριμένο κομμάτι παίζει ο θίασος, ττε σο εξαίσιο κι αν είναι αυτ, είναι ένα κομμάτι που περιορίζει λα τα πιθανά άλλα και πάντως βάζει ένα ριο» . Aυτή είναι κατά τον Παπαδημητρίου μια βασική δυσκολία για τη μελοποίηση του Kαβάφη, επειδή ακριβώς αυτς ο ποιητής είναι «κατ’ ουσίαν μελωδικτερος».
Eργα λγιας μορφής O Δ. Παπαδημητρίου, αφού επισημαίνει με οξυδέρκεια και άλλες, «τεχνικής» φύσεως, δυσκολίες για τη μελοποίηση του καβαφικού στίχου, παρατηρεί τι αυτές αφορούν βέβαια το «τρέχον τραγούδι» . Γιατί το λγιο τραγούδι δεν εμποδίζεται απ τέτοια, «τεχνικής» φύσεως, προβλήματα του στίχου –παρατήρηση την οποία έρχεται να επιβεβαιώσει η έρευνα αυτή. O Kαβάφης, πράγματι, ερεθίζει περισστερο τους συνθέτες της λγιας μουσικής, με τις ανεττε-
30 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998
ρες φρμες της, τις πιο ελεύθερες. (Kαι μάλιστα χι τσο τους συνθέτες της παλιάς «εθνικής σχολής», αλλά τους νεώτερους). Aυτ αποδεικνύεται απ τον Πίνακα 2 (συνθετών και έργων), αλλά και απ τον Πίνακα 1 (Δισκογραφία Kαβάφη). Γιατί, μπορεί τα δισκογραφημένα έργα να είναι μικρ μνο ποσοστ αυτών που έχουν γραφεί σε ποίηση Kαβάφη, είναι μως, κατά περίεργο τρπο, πολύ αντιπροσωπευτικά του συνλου: Eλάχιστα τραγούδια λαϊκού χαρακτήρα και περισστερα έργα λγιας (έως και «πρωτοποριακής» ) μορφής. Xαρακτηριστικ είναι τι το πρώτο μουσικ έργο που γράφτηκε επάνω στον Kαβάφη, οι 10 Inventions του Δημήτρη Mητρπουλου, ήταν έργο μοντέρνας τεχνοτροπίας. (Θα είχε μεγάλο ενδιαφέρον να μαθαίναμε αν ο Kαβάφης είχε πληροφορηθεί τη μελοποίηση ποιημάτων του απ το νεαρ ττε συνθέτη και ποια ήταν η αντίδρασή του. Προσωπικά, δεν γνωρίζουμε να υπάρχει κάποια σχετική πληροφορία).
Aν ρωτάτε για την ποιτητα... Tα δισκογραφημένα έργα είναι άραγε αντιπροσωπευτικά και της ποιτητας της μουσικής που έχει συνολικά γραφτεί επάνω στον Kαβάφη; Aυτ δεν μπορούμε να το ξέρουμε, αφού τα περισστερα έργα είναι άπαιχτα και ανέκδοτα. Πάντως, αν συμβαίνει τα δισκογραφημένα να είναι αντιπροσωπευτικά του συνλου, ττε μαζί με μερικά ενδιαφέροντα πράγματα θα υπάρχουν και πάμπολλα φοβερής ανίας κατασκευάσματα. Mεγάλη γαρ η επιθυμία πολλών συνθετών να μελοποιήσουν Kαβάφη, αλλά συχνά το αποτέλεσμα δεν φαίνεται να τους δικαιώνει. Oπως μως παρατηρεί ο Δημήτρης Παπαδημητρίου, «η αξεπέραστη επιθυμία μελοποίησης του Kαβάφη, ίσως λύσει μαγικά κάποια μέρα τα ποια προβλήματα. Γιατί το ταλέντο είναι τελικά αυτ που λύνει τους Γρδιους δεσμούς και στηρίζει το αυγ του Kολμβου».
H εργασία αυτή παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο 6ο Διεθνές Συμπσιο Kαβάφη, που διοργάνωσαν (11–14 Nοεμβρίου 1996) στο Kάιρο και την Aλεξάνδρεια το Iδρυμα Eλληνικού Πολιτισμού και η Διεθνής Eπιτροπή Kαβάφη, με υπεύθυνο τον Mορφωτικ Aκλουθο της ελληνικής πρεσβείας στην Aίγυπτο Kωστή Mοσκώφ. Eδώ παρουσιάζεται με την προσθήκη ορισμένων στοιχείων που προέκυψαν εν τω μεταξύ. Mια πρώτη προσπάθεια επί του θέματος «O Kαβάφης στην ελληνική μουσική» παρουσίασε το 1993 στο 3ο Διεθνές Συμπσιο Kαβάφη η κ. Φαίδρα Kωνσταντινίδου, την οποία ευχαριστούμε και απ εδώ για τα στοιχεία που έθεσε υπψη μας. Θερμτατα ευχαριστούμε για τη συμβολή τους στην έρευνα αυτή τους μουσικολγους Aπστολο Kώστιο, Γιώργο Λεωτσάκο και Aλέκα Συμεωνίδου, το φιλλογο και καβαφιστή Δημήτρη Δασκαλπουλο, το μαέστρο Bύρωνα Φιδετζή, τους έμπειρους της δισκογραφίας Γιώργο Mακράκη και Γιώργο Tσάμπρα, το συνθέτη Δημήτρη Παπαδημητρίου και το σκηνοθέτη Γιάννη Σμαραγδή. H εργασία αυτή είναι αφιερωμένη στη μνήμη του καθηγητή Γ.Π. Σαββίδη. Θυμμαστε πάντα πσο γεμάτοι, σχεδν ευτυχείς, φεύγαμε απ τις παραδσεις του στο Aριστοτέλειο, που είχαμε την τύχη ως φοιτητές να τον ακούμε να μας μιλάει για τον Kαβάφη και τους άλλους μας ποιητές.
H κινηματογραφική προσέγγιση H ελευθερία της επιθυμίας και η ταινία «Kαβάφης» Tου Γιάννη Σμαραγδή Σκηνοθέτη
ENA XAPAMA του 1983 ξεκίνησαν λα, πως λα τα πράγματα που μας σημαδεύουν έρχονται ανέλπιδα, έτσι και η ιδέα να γίνει ο Kαβάφης ταινία «ήρθε» εντελώς απρ οπτα, πριν απ το ξημέρωμα μιας συνηθισμένης μέρας, κι ταν η λάμψη σχηματίστηκε σε «σώμα» το ακολουθήσαμε προσεκτικά. Oταν γυρίζαμε την ταινία αισθαν μασταν την παρουσία του ποιητή και του κ σμου του, εσαεί παρ ντες, μ’ ένα τρ πο συχνά μεταφυσικ (αυτοί που τα έζησαν καταλαβαίνουν). Kάποτε, στα μέσα του 1996, η ταινία τελείωσε. Eκτοτε η ταινία ταξίδεψε, ταξίδεψε πολύ. Eκ των υστέρων προσπάθησα να ταξινομήσω την «πραμάτεια». Προϊ ν αυτής της περισυλλογής είναι οι παρακάτω σκέψεις. O Kαβάφης – πως λοι οι μεγάλοι δημιουργοί– δεν περιγράφει στην ποίησή του έναν κ σμο του παρελθ ντος, αλλά έναν κ σμο του μέλλοντος. Oλα εκείνα που κατακτήθηκαν απ τους Eλληνες στο παρελθ ν, αποκαθαρισμένα απ σκουριές ή αλλ τριες παρεμβολές, γίνονται πρ ταση για το μέλλον. Aυτή την ευθύνη έχουμε επωμισθεί εμείς οι Nεοέλληνες, χι μ νο απέναντι στους προγ νους μας αλλά απέναντι στην ανθρωπ τητα, αφού φανερά πλέον οδηγείται μέσω του καταναλωτισμού και της καλά κρυμμένης ανελευθερίας προς την πλήρη καθυπ ταξη του ανθρώπου. Tο μεγάλο μήνυμα του Kαβάφη είναι – πως κατατίθεται στην ταινία– να ξαναβρεί ο Eλληνισμ ς τον κεντρικ του ρ λο στην παγκ σμια κοιν τητα και να επαναφέρει σα εμείς διατηρούμε στο κύτταρ μας ως κατακτημένη μνήμη, πριν το χριστιανισμ . Γιατί η έλευση του χριστιανισμού γέμισε τον ελληνικ κ σμο με ενοχές, καταστρέφοντας ένα ολ κληρο σύστημα αξιών που η μεγίστη αρετή του είναι η τ λμη και η ελευθερία της επιθυμίας. Aυτή η ελευθερία έδωσε ώθηση να δημιουργηθεί ο Mέγας Eλληνικ ς Πολιτισμ ς, επιτρέποντας στο ΣΩMA να υπάρχει ακέραιο, κρατώντας ελεύθερη την ορατή ΨYXH (ο διπλ ς – ενιαίος κ σμος του Πλάτωνα). Mετά βεβαίως, ο χριστιανισμ ς εξεδίωξε την επιθυμία για το σώμα ως τη μέγιστη αμαρτία. Aυτή η αποκοπή οδήγησε τον Eλληνισμ στο σημεριν μαρασμ . H ταινία υιοθέτησε ως κεντρικ της άξονα τη φιλοσοφία και τη στάση ζωής των αρχαίων Eλλήνων, οι οποίοι με την τ λμη και την κατακτημένη ελευθερία δημιούργησαν ,τι δημιούργησαν. Γιατί ταν το σώμα μπορεί να επι-
O Δημήτρης Kαταλειφς στους δρμους της Aλεξάνδρειας στη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας του Γιάννη Σμαραγδή για τον K.Π. Kαβάφη.
θυμεί ελεύθερα, η ορατή ψυχή «διαβλέπει» το ωραίο μέσα στην αλήθεια, και τ τε κανεν ς είδους κρυφή ή φανερή επιβολή δεν θα μπορεί να μας καθυποτάξει.
O Mέγας Eλληνισμς O Kαβάφης αυτά πρ τεινε στους συγκαιρινούς του Eλληνες και τρ μαξαν ( πως αργ τερα το ίδιο έγινε με την ταινία «Kαβάφης») γιατί το αίτημα για ελευθερία που έθεσε με την ποίησή του βρήκε εντελώς ανέτοιμους τους Eλληνες, που παρά την επανάσταση του 1821 δεν είχαν αποκτήσει συναίσθηση της ελευθερίας τους –κάτι που δυστυχώς συμβαίνει ακ μα στον τ πο μας– αφού και τ τε, πως και τώρα, η πνευματική και η πολιτική ηγεσία του τ που ακολουθούσε μειωτικούς μύθους για μας τους ίδιους (υπηρετώντας διάφορους –ισμούς) απ αυτούς που αντικατέστησαν τους Oθωμανούς κατακτητές. Oι «σύμμαχοι» αλλά και οι «κοτζαμπάσηδές» τους συνέχισαν να υποσκάπτουν ,τι υγιές, καθαρ και ελληνικ εμφανίζεται σοτν τ πο δυσφημίζοντάς το, πως έγινε ακριβώς με τον Kαβάφη. Eτσι, το αίτημα που έθεσε για μας τους Eλληνες ο Kαβάφης πριν απ ένα αιώνα, παραμένει δυστυχώς το ίδιο αν χι οξύτερο: τα διασκορπισμένα EΓΩ να επαναπροσδιοριστούν στο γεννοβ λο EMEIΣ. Γιατί σες
φορές αυτ εσυνέβη, ο Eλληνισμ ς υπήρξε και OIKOYMENIKOΣ και Mέγας. Eτσι λοιπ ν ξεκινάει η ταινία, με αυτ το ποίημα – προτροπή: «εμείς... ελληνικ ς καινούργιος κ σμος, μέγας./ Eμείς οι Aλεξανδρείς οι Aντιοιχείς, οι Σελευκείς, κ’ οι πολυάριθμοι/ επίλοιποι Eλληνες Aιγύπτου και Συρίας,/ και οι εν Mηδία, κ’ οι εν Περσίδι, κι
σοι άλλοι./ Mε τες εκτεταμένες επικράτειες,/ με την ποικίλη δράσι των στοχαστικών προσαρμογών./ Kαι την Kοινήν Eλληνική Λαλιά/ ως μέσα στην Bακτριανή την πήγαμεν, ως τους Iνδούς./ Για Λακεδαιμονίους να μιλούμε τώρα!...».
Tο άρωμα της ποίησής του Oι «Λακεδαιμ νιοι», δυστυχώς, πολλαπλασιάστηκαν επικίνδυνα στους καιρούς μας... Eυτυχώς, η φυλή μας συνεχίζει να γεννάει τους υψιπετείς, κι αν δεν μπορούμε ακ μα να οργανωθούμε στο EMEIΣ, ας ακολουθούμε τους καλύτερούς μας πως ο οικουμενικ ς Πανέλληνας Kαβάφης, ο ανυπ ταχτος μέγας Kρης El Greco, ο μύστης Kαζαντζάκης, ο ηλιοπ της Eλύτης, ο σωματικ ς Tσα-
ρούχης, πως ο μεγαλοφυής Bαγγέλης Παπαθανασίου, ο εξεγερμένος Aλέξης Δαμιαν ς, η στρατιά των σιωπηλών ποιητών μας, οι οργισμένοι αλλά και δημιουργοί Eλληνες της περιφέρειας. Kι αυτ πρέπει να συμβεί το συντομ τερο, αλλιώς η Eλλάδα ως ελεύθερος τ πος (καλύτερα θα λέγαμε ως Iερ ς T πος) δεν θα υπάρχει να γεννοβολά στους αιώνες. Eμείς, λοιπ ν, που κάναμε την ταινία «Kαβάφης» τολμήσαμε να προτείνουμε το άρωμα της ποίησης του Kαβάφη σε μια αλλοτριωμένη Eλλάδα, πληρώνοντας βεβαίως το βαρύ τίμημα, πως το κατέβαλε βαρύτατα κυρίως ο Kαβάφης, σο ζούσε. Oμως, η ταινία έπρεπε να γίνει και έγινε. «Oι Λακεδαιμ νιοι» που την πολέμησαν, συκοφάντησαν, τραυμάτισαν, σωστά έπραξαν: η ταινία τους απείλησε και το ένιωσαν. «Tο ουσιώδες είναι που έσκασε» πως λέει κι ο Kαβάφης στο τελευταίο ποίημα που μας άφησε. Eυχαριστούμε για τη βοήθεια στην ολοκλήρωση του αφιερώματος: τον Mιχάλη Πιερή για την παραχώρηση κάποιων εισηγήσεων απ το Συμπσιο Kαβάφη που έγινε στην Kύπρο, την Kατερίνα Kωστίου, τον Mάνο Xαριτάτο και το EΛIA, τις εκδσεις Eρμής και ιδιαίτερα τον διευθυντή του Σπουδαστηρίου Nέου Eλληνισμού – Aρχείο Kαβάφη, Mανλη Σαββίδη.
KYPIAKH 11 IANOYAPIOY 1998 - H KAΘHMEPINH
31