ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ
«01
ΕΛΛΗΝΕΣ »
τα περι Χαφέαν και Καλλφρόψ ΠΡΩΤΟΣ
ΤΟΜΟΣ
Βι6λία Α
1049
-Δ
«Ο! ΕΛΛΗΝΕΣ »
Έκδότης 'Οδυσσέας Χατζόπουλος
Ο
Χαρίτων ωτό την Αφροδισιάδα της Καρίας, γραμματέας κά
πσιου δικηγόρου Αθηναγόρα, είναι α6έ6αιο πότε ακρι6ώς έζησε. Παρ ' ότι επί μακρόν πολλοί φιλόλογοι τον τοποθετούσαν στον στον
10
50
40,
ακόμη και
μΧ. αιώνα, άλλοι δε στον
πΧ., πρόσφατα πωτυρικά ευρή
ματα περιορίζουν τη χρονική περίοδο
κατά την οποία έζησε ανάμεσα στο τρίτο τέταρτο του lου και το πρώτο τέταρτο του 20υ μ.Χ αιώνα. Είναι ο πρώτος μυθιστοριογράφος της ιστορίας, του οποίου σώζεται α
κέραιο έργο. Τά περί Χαιρέαν καί Καλλιρρόην, μια ερωτική ιστορία με περιπετειώ
δη ·πλοκή, κατορθώματα, εξωτισμό και ευτυχές τέλος, με χρονολογία δρά
σης τον
50
πΧ. αιώνα, είναι ένα ψυ
χολογικό μυθιστόρημα με δομή τρα
γωδίας. Συμπυκνώνει τις αφηγημα τικές τεχνικές της εποχής και χαρα κτηρίστηκε από πολλούς σαν μια αλ ληγορία της περιπέτειας της ψυχής.
(
Χαρίτων
τα. περΙ Χαφέαν καΙ Καλλφρόην ΒΙbλία Α' -Δ'
Για τη σειρά της Αρχαίας Eλληνικ~ς Γραμματείας «01 ΕΛΛΗΝΕΣ»
ελ~
BSB
Β. G.
Teubner
Verlαgsgesellschαft καθώς και οι :
- Loeb ClωsίcαΙ Librαry. Cambridge, Massachusetts, Harνard University Press, London, William Heinemann Ltd. - Les Belles Lettres. Collection des Universites de France, publiee sous le patronage de Ι' Association Guillaume Bude. - Tusculum Biicherei. Heimeran Verlag, - Ι poeti
greci trαdotti Zaruchelli editore.
-
dα
Μϋnchen .
Ettore Romαgnoli. Bologna, Nicola
Pubblicαzioni
tαniα .
dell ' ΊStituto universαrio di mαgistero di Serie filosofica. Testi e docurnenti .
grecs expliques d'αpres une methode nouvelle deux trαductions frαnr;αises: l'une litteraire et juxtalineaire presentant le mot-a-mot franςaίs en regard des mots grecs cοπeSΡοndants, l' autre cοπίgee et precedee du texte grec. Paris, Librairie Hachette et Cie.
- Les
αuteurs
Cα
pαr
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΔΙΕΥθΥΝΣΗ ΣΕΙΡΑΣ
'Οδυσσέας
Χατζόπουλος
ΓΕΝΙΚΟΣ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΣ ΕΡΓΟΥ
Άθηνα Χατζοπούλου
ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ
1049
1049
ΧΑΡΙΤΩΝ ΑΠΑΝΤΑ
1
Τά περί ΧαιΡέαΥ χα! KαλλιppόΎjY Bι~λία Α' -Δ'
Κ
Α
Κ
Τ
ο
Σ
Αποκλειστική ιΟιοκτησίcx
©
ΚΑΚΤΟΣ
1992
Κάθε τόμ.Οζ της παρούσας σειράς
είναι cxυτοτ ελές έργο , δεκτικό χωριστής εκμ.ετάλλευσης ,
Εισαγωγή
-
xcxt πωλείται χωριστά.
ΜετάφραιΤΥ]
-
Σχόλια
Φιλολογική Ομάδα Κάκτου
Πρώτη έκδοση
2002
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΚΤΟΣ ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ
Πανεπιστημίου
&
ΣJA ο.Ε.
46 Αθήνα 106 78 Τηλ. 38.40.524 - 38.44.458 Fax: 33.03.098
ΚAΚTOS EDITIONS ODYSSEAS HATZOPOULOS &
co.
46, Panepistimiou Athens 106 78 Tel. 38.40.524 - 38.44.458 Fax : 33.03.098
Σημ.είωμα του Εκδότη
Όταν οι Έλληνες πολιτικοί μ.ιλάνε σ~μ.ερα , το 2002, για ελληνικό πολιτισμ.ό, είναι δυνατόν να μ.ην αναφέρονται στη μ.εγαλύτερη επoχ~ της Ιστορίας , την Kλασικ~ Ελλάδα ; Είναι δυνατόν να θεωρούν παρελθόν και μ.όνο τα έργα
του Αριστοτέλη , του Πλάτωνα , του Ηροδότου , του Θουκυ δίδη , έργα που τα μ.εγαλύτερα πανεπιστ~μ.ια του κόσμ.ου διδάσκουν στους φοιτητές τους και που όλοι αναγνωρίζουν ως θφέλια του σύγχρονου πολιτισμ.ού ; Αλλά , μ.ετά την επικράτηση του Χριστιανισμ.ού , πότε
~ταν τα κλασικά γράμ.fLGtτα παρόντα ; Πότε η μ.εγάλη μ.ά:ζα του λαού μ.ας έfLGtθε τι έγραψαν ο Αριστοτέλης, ο Πλάτων και οι άλλοι Έλληνες ; Ποτέ! Πότε μ.ά:θαμ.ε οι Νεοέλληνες τις περιγραφές του Πελο ποννησιακού Πολέμ.ου , αυτές που έκαναν πριν λίγα χρόνια
τον τότε στρατηγό των Αμ.ερικανών και σ~μ.ερα υπουργό Εξωτερικών Πάουελ να πει ότι ο πόλεμ.ος στον Κόλπο
ερμ.ηνεύεται μ.ε bάση τον Θουκυδίδη ; Εάν , από το
1821 που ελευθερώθηκε η Ελλάδα, δεν
είναι σχέδιο να μ.η byOUV τα αρχαία κείμ.ενα, τότε τι είναι ;
7
Οι Ιταλοί έχοvν εκοώσει τη λατινική γραμΜCXτεία , ήσσονος σηΜCXσίας σε σχέση με την ελληνική .
Οι Ε6ραίοι το ΤαλμοίιΟ . Η ελληνική γραμΜCXτεία πότε θα εκοοθεί ; Επιτρέπεται να έρχονται αρχηγοί κρατών
-
της Αμε
ρικής , της Ρωσίας, της Κίνας , της Ιαπωνίας , πρόσφατα
ακόΜCX και τοv Ιράν -
και να μιλοίιν για Σωκράτη και
Πλάτωνα , για Αριστοτέλη και Ηράκλειτο , και την ίοια στιγμή οι Έλληνες ηγέτες να τ' αντιπαρέρχονται cxavγxi νητοι με ένα πονηρό γελάκι; Επιτρέπεται να μην vπά.ρχοvν στην Ελλάοα όλα τα στερεότvπα κείμενα, και να vπάρχοvν στη Λειψία , στην
OξCΡόρoη, σε ιοιωτικές σvλλογές ή σε ξένες 6ι6λιοθήκες ; Επιτρέπεται οι Έλληνες φιλόλογοι να μην εξεγείρονται για την αποvσία των στερεοτίιπων κειμένων; Για μένα, οεν vπάρχοvν Έλληνες πολιτικοί ή Έλληνες φιλόλογοι . Υπά.ρχοvν πολιτικοί και φιλόλογοι . Υπάρχοvν όμως Έλληνες πολίτες, οι οποίοι θ' αντιτα χθοίιν στο κίιμα ποv θέλει αvτό το «παρελθόν», η Κλασική Ελλάοα, να θαφτεί για πάντα . Απρι?ιος
Οδυσσέας Χατζόπουλος
2002
8
Περιεχόμενα
Εισαγωγή
Κείμενο Σχόλια
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ..
11
- Μετάφραση . . . . . . . . . . . . . . . . . . ..
25
.. ... ..... . . . .. . . . . . . . . . . . . . . . 233
9
Εισαγωγή
«Εγώ, ο Χαρίτων από την Αφροδισιάδα, γραμ,ματέας
του ρήτορα Αθηναγόρα»: η εναρκτήρια τούτη φράση
του bΙbλίου τα ΠεΡι Χαφέαν χαι Καλλφρόην αποτελεί και τη μ,οναδική πηγή πληροφοριών για το συγγρα φέα του , πληροφοριών που, άλλωστε, έχουν επαληθευ τεί και από επιγραφικά ευρήμ,ατα . Ο Χαρίτων όμ,ως από την Αφροδισιάδα της Καρίας , γραμ,μ,ατέας κά
ποιου δικηγόρου Αθηναγόρα , είναι αbέbαιο πότε ακρι bώς έζησε . Παρ ' ότι επί μακρόν πολλοί φιλόλογοι τον τοποθετούσαν στον άλλοι δε στον
40, ακόμ,η και στον 50 μ,.Χ. αιώνα , 10 αι . π.χ ., πρόσφατες ανακαλύψεις
παπύρων περιορίζουν τη χρονική περίοδο κατά την οποία έζησε ανάμ,εσα στο τρίτο τέταρτο του 10υ και το πρώτο τέταρτο του 20υ μ, . Χ . αιώνα. Αποτελεί
λοιπόν ο Χαρίτων τον πρώτο μ,υθιστοριογράφο της ιστορίας , του οποίου σώζεται ολόκληρο έργο .
Το bΙbλίο εντάσσεται στη μ,ακρά παράδοση του ελλη νικού μ,υθιστορήμ,ατος, του γοητευτικού και συνθετι κού αυτού λογοτεχνικού είδους που σύμ,φωνα μ,ε όλες τις ενδείξεις διαμ,ΟΡφώθηκε οριστικά στην ελληνιστική
εποχή . ι ι
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Ερευνώντας τη γέννησ-η του μ.υθιστορήμ.ατος, λο γοτεχνικού είδους που γνώρισε μ.εγάλη διάδοσ-η στα ελληνιστικά, τα 6υζαντινά και τα νεότερα χρόνια, 6ρι σκόμ.αστε μ.προστά σε ένα από τα δυσκολότερα φιλολο
γικά πρ06λήμ.ατα. Το μ.όνο που μ.πορούμ.ε να διατυπώσουμ.ε
,
ειναι
υπο
θ' εσεις
και
θ' εωριες,
οι
,
οποιες
,
συχνα
ανατρέπονται από νεότερα ευρήμ.ατα. Το 6έ6αιο , πά ντως, είναι ότι η γέννηση του μ.υθιστορήμ.ατος κατά την ελληνιστική εποχή οφείλεται στην αλληλεπίδρασ-η ποικίλων παραγόντων και σε διάφορους φιλολογικούς προγόνους. Μυθιστορημ.ατικά στοιχεία μ.πορούμ.ε ν' ανιχνεύ σouμ.ε στην ελληνική λογοτεχνία ήδη από την αρχαϊ
κή εποχή. Από τους 6ασικούς προδρόμ.ους του μ.υθιστο ρήμ.ατος μ.πορεί να θεωρηθεί το ίδιο το έπος. Τέτοιου είδους στοιχεία, συνδυασμ.ένα μ.ε ταξιδιωτικές διηγή σεις, απαντούν ήδη στην 'Οδύσσεια, η οποία , από μ.ια άποψη , θα μ.πορούσε να χαρακτηριστεί έμ.μ.ετρο μ.υθι στόρημ.α το οποίο ακολουθεί πιστά τη μ.υκηνα·ίκή μ.υ
θική παράδοση . Όσο, λοιπόν , κι αν το μ.υθιστόρημ.α θεωρείται και είναι μ.εταγενέστερο δημ.ιούργημ.α, έχει ρίζες στην αρ χα'ίκή και την κλασική εποχή. Ο Πλάτων στους Δια λόγους του πολλές φορές παραθέτει μ.ύθους υπό μ.ορφή διηγήσεων, όπως τον περίφημ.ο μ.ύθο της Ατλαντίδος στον Κριτ{α . Στη φάσ-η αυτή πρέπει να επισ-ημ.ανθεί η επίδρασ-η της μ.υθολογίας στις μ.υθιστορημ.ατικές αφη γήσεις του είδους αυτού. Επίδρασ-η μ.άλιστα που γί
νεται εμ.φανέστερη στον Διονύσιο τον Σκυτ06ραχίονα από τη Μυτιλήνη . Ο Διονύσιος έγραψε μ.υθογραφικά μ.υθιστορήμ.ατα, προσπαθώντας να παρουσιάσει εκκο σμ.ικευμ.ένους τους ελληνικούς μ.ύθους και συνδυάζοντας τον Αργοναυτικό και τον Τρωικό κύκλο.
12
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η ελληνική μυθολογία επηρέασε το μυθιστόρημα και μέσω του οράματος. Η έντονη οραματοποίηση
των μύθων, ο γεμάτος πάθος έρωτας , η ϋ6ρις του νέου ο οποίος περιφρονεί τον Έρωτα , για να τιμ.ωρηθεί στη συνέχεια από αυτόν, είναι στοιχεία του μ.υθιστο
ρήματος που φανερά προέρχονται από το Οράμ.α και κυρίως τον Ευριπίοη, τον μ.εγάλο αριστοτέχνη στη οραματοποίηση του ερωτικού πάθους . Αλλά και στην ιστοριογραφία μ.πορούν να αναζητη
θούν προγόνοι του ελληνιστικού μ.υθιστορήμ.ατος . Ήοη
ο Ηρόοοτος παΡεμ.bάλλει συχνά ιστορίες μ.ε τη μ.ορφή μυθιστορηματικών οιηγήσεων , όπως αυτή του Γύγη και του Πολυκράτη στο πρώτο bΙbλίο των 'Ιστοριών Ι νταφερνη ι
του
και
του
ι
στο
τριτο.
Εξέχουσα για το εν λόγω ζήτημ.α θέση πρέπει να οοθεί στον Κτησία από την Κνίοο, γιατρό και ιστορικό
του 50υ/40υ αι. π.χ. Έζησε στην αυλή του Πέρση
bασιλιά Αρταξέρξη Β' και συνέγραψε μ.ια περσική ι στορία σε 23 bιbλία. Ο Κτησίας είναι αυτός που έοω σε μ.εγάλη έμ.φαση στο εξωτικό στοιχείο των διηγή
σεών του. Το έργο του λίγη μ.όνο σχέση είχε μ.ε την
ιστορία · ως επί το πλείστον πεΡιλάμ.bανε μ.υθιστορη μ.ατικές αναοιηγήσεις
ιστορικών γεγονότων μ.ε φόντο
το ανατολίτικο πεΡΙbάλλον που περιγράφεται μ.ε στοι χεία έντονα εξωτικά. Τις μ.υθικές ιστορίες που συχνά
παΡεμ.bάλλει τις παρουσιάζει σαν να τις έζησε ο ίΟιος.
Το έργο του θ' αποτελέσει πρότυπο τόσο· για τους ιστορικούς του Μεγάλου Αλεξάνορου όσο και για τους
μ.εταγενέστερους τερατολόγους που φτάνουν έως και τον Μεσαίωνα. Στην εισαγωγή του εξωτικού στοιχείου και το συν
Ουασμ.ό του μ.ύθου μ.ε την ιστορία οφείλεται σε μ.εγάλο
13
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
bαθμ.ό η παραμ.υθική ατμ.όσφαφα που αργότερα κυρι αρχεί στα μ.υθισΤOpήμ.aτα καθώς και η διάδοσή τους. Όχι λίγοι, μ.άλιστα, μ.ελετητές έχουν υποστηρίξει την προέλευση του νέου λογοτεχνικού είδους από το μ.ύθο , μ.έσα από τη λαϊκή επεξεργασία τοπικών παραδόσεων στα πλαίσια της ιστορίας. Πιο κοντά στο μ.υθιστόρημ.α, όπως το εννοούμ.ε σή
μ.εΡα, ερχόμ.αστε μ.ε την Κύρου Παιδεία του Ξενοφώ ντα . Πρόκειται για μ.ια μ.υθιστορημ.ατική αναδιήγηση
της ζωής του Πέρση bασιλιά, σε μ.ια προσπάθεια να διατυπωθούν παράλληλα οι πολιτικές και παιδαγωγι κές θεωρίες του συγγραφέα .
Το εξωτικό στοιχείο, το οποίο ήδη από τον Κτησία
τον Κνίδιο είχε εισαχθεί στην ιστορική διήγηση, κάνει δυναμ.ικά την επανεμ.φάνισή του κατά την εποχή του Μ. Αλεξάνδρου. Οι κατακτήσεις μ.ακρινών και εξωτι
κών τόπων δίνουν αφορμ.ή να φουντώσουν αφηγήσεις ταξιδιωτικών εντυπώσεων , στις οποίες συχνά το πραγ μ.ατικό και το φανταστικό συνυφαίνονται άρρηκτα . Αυ τού του είδους οι διηγήσεις τελικά οδήγησαν στη δημ.ι
ουργία απολύτως φανταστικών περιπετειών μ.ε ιστορι
κό πλαίσιο. Έτσι θα προκύψει το μ.υθιστόpημ.a του Ψευδο-Καλλισθένη, το οποίο περιγράφει την εκστρα τεία του Αλεξάνδρου προσδίδοντας στους ήρωές του
θαuμ.αστά χαρακτηριστικά . Το μ.υθιστόρημ.α αυτό θα
γίνει η αρχή όλων των ανάλογων φανταστικών διηγή
σεων σχετικά μ.ε τον θρυλικό bασιλιά, οι οποίες θα αναπαράγονται μ.έχρι και τα νεότερα χρόνια .
Ως εδώ παρακολουθήσαμ.ε την εξέλιξη του μ.υθι
στορήμ.ατος μ.ε ένα bασικό του χαρακτηριστικό , τη σύνδεσή του, άμ.εσα ή έμ.μ.εσα, μ.ε το ιστορικό γίγνε
σθαι. Η ιστορία δηλαδή αποτελούσε την αφορμ.ή για
14
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
μια πιο ελεύθψη αναδιήγηση των γεγονότων με λιγό τερα ή περισσότερα φανταστικά στοιχεία. Με το ερω
τικό ελληνιστικό μυθιστόρημα έχουμε τη δυναμική δι είσδυση δύο νέων στοιχείων:
α' του ερωτικού θέματος και b' της απαγκίστρωσης από την ιστορία. Βασικό θέμα γίνεται πλέον ο έρωτας δύο νέων, έρωτας ο οποίος περνά από διάφορες δοκιμασίες . Οι
ερωτευμένοι ήρωες συχνά χωρίζονται, υπομένουν bιX σανα, κάνουν ταξίδια, αντιμετωπίζουν κακοκαιρίες, αιχ μαλωσίες, ανήθικες προτάσεις, για να καταλήξουν και
πάλι στη θριαμbευτική επανένωση. Τον έρωτα των bασικών πρωταγωνιστών πλαισιώνει συνήθως η αισθη ματική ιστορία ενός δευτερεύοντος ζευγαριού. Ο έρω τας αποδίδεται ιδιαίτερα εξιδανικευμένος, ενώ δεν λεί
πουν και οι κάθε είδους υπεΡbολές στις συμπεριφορές των προσώπων, υπεΡbολές που μας οδηγούν τελικά σε ένα κλίμα απολύτως εξωπραγματικό μέσα σε ένα πλαίσιο απλώς αληθοφανές και ψευδοϊστορικό . Η είσοδος του ερωτικού στοιχείου στο μυθιστόρημα πρέπει να συνδυαστεί με τη γενικότερη στροφή της ελληνιστικής λογοτεχνίας προς τα ερωτικά θέματα.
Την τύχη του κόσμου πλέον ορίζουν λίγοι, και ο κα
θημερινός άνθρωπος στρέφεται στα ΠΡΟbλήματα που τον απασχολούν και στην προσωπική του μοίρα. Η
στροφή του μάλιστα σε φανταστικούς κόσμους και α~ φηγήσεις μοιάζουν εύλογη Ψυχολογική άμυνα σε επο χές κρίσεων , αναστατώσεων και παρακμής, όπου η πραγματικότητα γίνεται ακόμα πιο πιεστική και απο γοητευτική . Λογοτεχνικά πρότυπα της ερωτικής πλέον διάστα σης του μυθιστορήματος έχουν αναζητηθεί στις περί-
15
ΕΙΣΑrΩr Η
φημες Μιλησιακές διηγήσεις, μικρές φανταστικές ερω
τικές αφηγήσεις , οι οποίες όμως είχαν κυρίως χιουμορι στικό περιεχόμενο και μικρή σχέση με τον εξιδανικεu μένο έρωτα των εν λόγω μυθιστορημάτων . Γι ' αυτό
και αμφισ6ητήθηκε σ06αρά η συμ60λή τους στην κα θόλου εξέλιξη του ερωτικού μυθιστορήματος .
Πιο κοντά στην ανάμειξη της ταξιδιωτικής αφήγη σης , του ερωτικού στοιχείου και της περιπετειώδους
μυθιστορίας 6ρισκόμαστε με τον Αντώνιο τον Διογένη , μυθιστοριογράφο του 10υ ή 20υ αι . μ . Χ. Το έργο του
Τά ύπέρ Θoύληv απιστα, σε 24 6ι6λία, περιείχε μια συλλογή φανταστικών περιπετειών που έλα6αν χώρα σε ένα ταραχώδες ταξίδι προς τη μυθική Θούλη. Οι ιδέες του έργου απηχούν πυθαγόρειες επιδράσεις και
αποδίδουν συμ60λικά την περιπλάνηση της ψυχής στο δρόμο της προς τη σωτηρία . Τον Αντώνιο Διογένη
παρώδησε ο Λουκιανός στην Άληθή Ίστορία του . 'Ηδη με το μυθιστόρημα του Αντώνιου Διογένη
6ρισκόμαστε κοντά στη θεωρία περί θεολογικών κα τα60λών του ελληνιστικού μυθιστορήματος, η οποία '
έχει υποστηριχτεί κατά καιρούς από μελετητές (Κ. Kerenyi , F. Altheim, R. Merkelbach). Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή , το ελληνιστικό μυθιστόρημα προέρχεται
από την ιερή ιστορία του Όσιρη και της Ίσιδας και από τα τελετουργικά δρώμενα στα μυστήρια προς τιμή των θεοτήτων αυτών. Αν και η θεωρία δεν επικράτη σε, εντούτοις οι κάθε είδους μυστηριακές θρησκείες
και τα πιθανά δρώμενα που οδηγούσαν στον γάμο του
μύστη ή της μύστιδας με τη θεότητα (δρώμενα των οποίων η αλήθεια έχει έντονα αμφισbητηθεί) φαίνεται ότι έπαιξαν κάποιον δυσπροσδιόριστο ρόλο στην εξέλιξη
του μυθιστορήματος . Συχνά το τέλος των μυθιστορη-
16
ΕΙΣΛΓΩΓΗ
μάτων συνδέεται με τη λατρεία και τη δοξολογία της
Ίσιδας. Η σύνδεση αυτή οφείλεται σε μεγάλο bαθμό και στη φύση της ίδιας της θεάς, η οποία θεωρείτο προστάτιδα της αγνότητας , μιας αγνότητας που και οι δύο ερωτευμένοι νέοι διαφυλάσσουν σε όλο το μυθι στόρημα.
Δεν πρέπει ακόμα να παραbλέψουμε και την επί
δραση της δεύτερης σοφιστικής (20ς-40ς μ.Χ. αι.) στην εξέλιξη του ερωτικού μυθιστορήματος . Παλαιό
τερες απόψεις το ήθελαν εξ ολοκλήρου δημιούργημά της, ως αποτέλεσμα των ασκήσεων των μαθητών των ρητορικών σχολών , οι οποίοι αναγκάζονταν από τους δασκάλους τους να αναπλάσσουν με δικό τους
τρόπο μυθολογικά · ή φανταστικά γεγονότα, επιμένο
ντας σε λεπτομερείς περιγραφές και ψυχολογικές εμbα θύνσεις. Νεότερα όμως παπυρολογικά ευρήματα , τα
οποία περιέχουν
αποσπάσματα μυθιστορημάτων ,
μεταθέτουν την αρχή του είδους ήδη στον
10/20
π.χ .
αιώνα. Ωστόσο δεν πρέπει να παραγνωριστεί η επί δραση της δεύτερης σοφιστικής στην τελική διαμόρ
φωση του μυθιστορήματος . Αυτή η επίδραση θα πρέ πει να αναζητηθεί, πέρα από την εμμονή στις λεπτο
μερείς περιγραφές και στις Ψυχολογικές εμbαθύνσεις , και στη ρητορική επίφαση που σε αρκετά σημεία των διαλόγων τού προσέδωσε . Τέκνο, λοιπόν , μιας μακραίωνης παράδοσης και ποι κίλων λογοτεχνικών προγόνων , το ερωτικό μυθιστόρη
μα θα φτάσει στην ακμή του κατά τους πρώτους με ταχριστιανικούς αιώνες με κυριότερους εκπροσώπους
τον Ηλιόδωρο με τα Αίθιοπιχά, τον Χαρίτωνα με Τά Περι Χαφέαν χαι Καλλφρόην, τον Λόγγο με Τά Κατά Δάφνιν χαι Χλόην, τον Αχιλλέα Τάτιο με Τά Κατά
Ι7
2 - Xcιpίτων Τάο περί Χaφέaν χaί ΚaλλΙρρόην
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Λευκίππηv καί ΚλειτοφωΥτα και τον Ξενοφώντα τον
Εφέσιο με τα Έφεσιακά (Οι' κατ' Άνθίαν καί Ά6ρο κόμΗV Έφεσιακοί λόγοι) . Αποσπασματικά σώζεται το Μυθιστόρημα του ΝίΥου σε παπυρικά ευρήματα του
10υ μ.χ . αιώνα , το οποίο περιλαμbάνει την ερωτική ιστορία του bασιλιά των Ασσυρίων Νίνου· το έργο κα τατάσσεται στους παλαιότερους εκπροσώπους του εί δους και στήριξε θεωρίες περί ανατολικής προέλευσης του ελληνιστικού ερωτικού μυθιστορήματος . Αποσπα σματικά σώζεται και το μυθιστόρημα του Μητιόχου
καί της Παρθενόπης, καθώς και τα 39 bΙbλία των
Βα6υλωΥιακων (η ιστορία του Ροδάνη και της Σινώ νιδος) του Ιάμbλιχου από τη Συρία (20ς μ.χ . αι} αυτό το τελευταίο μάλιστα έργο σώζεται μέσω της
Βι6λιοθήκης του Φωτίου. Το ερωτικό μυθιστόρημα θα καλλιεργηθεί και στο Βυζάντιο, τόσο σε λόγιο όσο και σε δημώδες επίπεδο .
Έτσι, μεταξύ άλλων, έχουμε τα Κατα Δρόσιλλαν καί Χαρικλέα του Νικήτα Ευγενιανού , τα Κατ' Άρίσταν
δρον καί Καλλιθέαν του Κωνσταντίνου Μανασσή (και
τα δύο του 120υ αιώνα), καθώς και τα αξιόλογα δη μώδη πρωτονεοελληνικά μυθιστορήματα Λί6ιστΡος καί Ροδάμνη, Καλλίμαχος καί Χρυσορρόη, Βέλθανδρος καί ΧρυσάΥτζα, Άχιλληίς, και τα δυτικότροπα Φλώ
ριος καί Πλατζιαφλώρα και Ίμπέριος καί Μαργαρώνα, επηρεασμένα από το κλίμα της Φραγκοκρατίας . Η γλώσσα του Χαρίτωνα δεν παρουσιάζει σημαντικές
διαφοροποιήσεις από την ελληνιστική κοινή, τη
franca
IinglIa
της εποχής, την οποία ο συγγραφέας ανέδειξε
σε εύπλαστο και εκφραστικό όργανο . Τ ο ύφος είναι λιτό αλλά καλοδουλεμένο και οι κύριες λογοτεχν ικές
18
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
επφροέι:; μπορούν να ανιχνευθούν στην ιστοριογραφία
(Εκαταίοι:; ο ΜιλήσΙΟζ , ΗρόδΟΤΟζ , Θουκυδίδηζ , Ξενο φών, Διονύσιοι:; ο Αλικαρνασσεύζ , ΠΟλύbΙΟC;) , τη ρητο
ρική (κυρίωι:; όσον αφορά τη σκηνή τηι:; δίκηι:; στο 50 bΙbλίο), τα ομηρικά έπη (αι:; μην ξεχνάμε πωι:; μέσα στο έργο υπάρχουν τριάντα μία αναφορέι:; σε στίχουι:;
του Ομήρου), και οι δευΤεΡεύουσει:; στον Απολλώνιο τον Ρόδιο , τη Σαπφώ , τον Μένανδρο , τον Δημοσθένη , ακόμη και τον Βφγίλιο . Η ιστορία του Χαφέα και τηι:; Καλλφρόηι:; εξελίσσε
ται σε οκτώ bιbλία . Ο χΡόνοι:; τηι:; δράσηι:; είναι συνολι κά πάνω από ένα έΤΟζ , κατανεμημένοι:; ανά bΙbλίο ωι:; εξήζ:
Πρώτο bΙbλίο: περίπου έναι:; μήναι:; Δεύτερο bΙbλίο : περίπου έναι:; μήναι:;
Τρίτο bΙbλίο : επτάμισι μήνει:; Τέταρτο bΙbλίο: ενάμισηι:; μήναι:;
Πέμπτο bΙbλίο: σαράντα ΠεΡίπου μέρει:; Έκτο bΙbλίο : είκοσι πέντε μέρει:;
Έbδομο bΙbλίο: είκοσι περίπου μέρει:; Όγδοο bΙbλίο: δέκα ΠεΡίπου μέρεζ . Η ιστορία εν συντομία είναι η εξήζ : Ο Χαφέαι:; και η Καλλφρόη , νέοι εξαίρετης ομορφιάι:; και γόνοι επιφα
νών Συρακουσίων , ερωτεύονται και παντρεύονται . Ο φθόνοι:; όμωι:; των απορριφθέντων μνηστήρων της νύ φης οδηγεί τουι:; τελευταίουι:; να εξυφάνουν δολοπλο
κίει:; που ξυπνούν την έντονη ζήλια του Χαφέα . Ο νέοι:; πάνω στην οργή του σκοτώνει την Καλλφρόη , η
οποία θάbεται με όλει:; τις τιμές . Δεν πρόκειται όμωι:; για θάνατο πραγματικό, παρά για νεκροφάνεια . Εν τω
μεταξύ συμμορία ληστών με επικεφαλήι:; κάποιον Θή -
19
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
ρωνα αποφασίζουν να συλήσουν τον πλούσιο τάφο' πό σΎ] η έκπληξή τους όταν μ.έσα σ' αυτόν ανακαλύπτουν την Καλλιρρόη που έχει συνέλθει από το χτύπημ.α.. Την αρπάζουν και την οδηγούν στη Μίλητο, όπου την
πωλούν σε κάποιον Λεωνά, υπηρέτη του πλούσιου άρ χοντα Διονυσίου. Όταν ο τελευταίος την αντικρίζει,
την ερωτεύεται αμ.έσως και προσπαθεί μ.ε κάθε τρόπο να την πείσει να τον παντρευτεί. Παρ' όλο που η Καλλιρρόη αρνείται, παραμ.ένοντας πιστή στον Χαι ρέα, όταν ανακαλύπτει πως είναι έγκυος θα αναγκα στεί να δεχτεί το γάμ.ο αυτό.
' Σ τις Σ υρακουσες
"
τωρα,
οταν
ανακαλ' υπτουν
τον
σuλημ.ένο τάφο και την Καλλιρρόη να έχει γίνει άφα
ντη, αποφασίζουν να byOUV στο πέλαγος και να ψάξουν τοuς ληστές. Πράγμ.ατι, ο Χαιρέας πέφτει πάνω στο
xαopιXbL του Θήρωνα που, μ.οναδικός επιζών από τους ληστές, αφού αποκαλύψει τα πάντα , θα δικαστεί και
θα bρει μ.α.ρτυρικό θάνατο. Ο Χαιρέας μ.α.ζί μ.ε το φίλο τοu τον Πολύχαρμ.ο αναχωρούν για τη Μίλητο. Με το
ποu φτάνοuν όμ.ως εκεί, bιXpbapOL καίνε την τριήρη τοuς, σκοτώνοuν τους συντρόφους τοuς και τοuς ίδιοuς τους πωλούν δούλους στο σατράπη της Καρίας Μι θριδάτη . Ο τελεuταίος έχει ήδη γνωρίσει και ερωτεuτεί
κι αuτός μ.ε τη σειρά του την ηρωίδα . Με αναπάντεχο τρόπο μ.α.θαίνει την ταuτότητα τοu ΧαιΡέα και τον πείθει να στείλει γράμ.μ.α στην Καλλιρρόη μ.ε το οποίο οuσιαστικά τη διεκδικεί από τον Διονύσιο. Η επιστολ-ή
κατά λάθος πέφτει στα χέρια του τελευταίοu , ποu
όντας πεπεισμ.ένος ότι ο Χαιρέας είναι νεκρός , κατη γορεί τον Μιθριδάτη στο Μεγάλο Βασιλιά των Περ-
, ,
σων οτι προσπα
θ
'
,
,
ει να ατιμ.ασει τη '(uvαoιxa του.
Η
~,
οι-
κη λαμ.bάνει χώρα στη Βαbυλώνα , όποu μ.εταbαίνοuν
20
ΕΙΣΑΓΩΓΙ-Ι
οι διάδικοι, μαζί και η Καλλιρρόη και ο Χαιρέας. Κα τά τη διάρκειά της όμως και ο ίδιος ο Αρταξέρξης ο
Β' ερωτεύεται την Καλλιρρόη, με αποτέλεσμα να ανα bάλει την ετυμηγορία για το τίνος νόμιμη γυναίκα
είναι τελικά, του Διονυσίου ή του Χαιρέα (πρέπει να αναφέρουμε πως ο Χαιρέας έχει εμφανιστεί στο δικα
στήριο και διεκδικεί επίσημα τη σύζυγό του). Κι ενώ η πλοκή έχει φτάσει σε οριακό σημείο , ξε σπά εξέγερση των Αιγυπτίων εναντίον των Περσών . Ο Χαιρέας εξοργισμένος τάσσεται με το πλευρό των πρώτων και αναδεικνύεται σε σπουδαίο ναύαρχο με λαμπρά κατορθώματα. Σε μια πόλη μάλιστα που κα
ταλαμbάνει bρίσκει επιτέλους την Καλλιρρόη. Την
,
παιρνει
μα
ζ' ι
του
,
πισω
στις
Σ
'
υρακουσες
,
οπου
ζ
ουν
ε-
νωμένοι πια κι ευτυχισμένοι.
Ο συγγραφέας τοποθετεί χρονικά το έργο του στον 50 π.Χ . αιώνα, και τα όσα αναφέρονται στην πολιτική και ιδιωτική ζωή στις Συρακούσες συμφωνούν με την
εποχή, στο bαθμό που αφορούν το γενικότερο υπό6α θρο και όχι μεμονωμένες λεπτομέρειες της πλοκής
(π.χ . σταύρωση του Θήρωνα). Εξίσου ακρΙbή είναι και τα ονόματα των προσώπων, που αναφέρονται σε πολ
λούς αρχαίους συγγραφείς (π.χ . του Ερμοκράτη στον Θουκυδίδη, της Καλλιρρόης στον Παυσανία και τον
Πλούταρχο) , καθώς και τα αντι-αθηνα'ι'κά αισθήματα που επικρατούν στις Συρακούσες. Όσον αφορά τη σύ
γκρουση των Αιγυπτίων με τους Πέρσες , ο Χαρίτων
προφανώς εμπνέεται από την εξέγερση των Αιγυπτίων
το 405 π.Χ. υπό τον φαραώ Αμυρταίο Β', έχοντας όμως υπόψη του και τις εξεγέρσεις του Άκορι το
387
π.χ. , ή του Ταχώ το
21
360
π.χ .
389-
ΕΙΣΑΓΩ Γ Η
Η διήγησ-η εξελίσσεται ευθύγραμ.μ.α και ποικίλλε
ται από μ.ετα6αλλόμ.ενα σκηνικά μ.οτί6α (συμ.μ.ορία ληστών , η δίκη στην αυλή του Μεγάλου Βασιλιά
κ . ά . ) , ενώ κυρίαρχα θέμ.ατα αποτελούν ο έρωτας μ.ε την πρώτη μ.ατιά , η απαράμ.ιλλη ομ.ορφιά που ξυπνά σε όλους την επιθυμ.ία και αποτελεί την αιτία όλων
των δεινών της ηρωίδας, η ζήλια και η υποψία της απιστίας , ο εξωτισμ.ός της Ανατολής , η παντοδυναμ.ία της Τύχης , ο ρόλος των ονείρων .
Αξίζει να προσέξουμ.ε τις συνεχείς μ.ετακινήσεις των ηρώων και την απομ.άκρυνση που σ-ημ.αίνουν γι' αυτούς
τα διάφορα μ.έρη : για τον ΧαιΡέα και την Καλλιρρόη η Ασία , για τον Διονύσιο οι Συρακούσες , για το Με
γάλο Βασιλιά η Ιωνία, για τον ΧαιΡέα , την Καλλιρρόη
και τον Διονύσιο η Βα6υλώνα , για όλους η Άραδος, η Κύπρος και η Χίος. Το μ.όνο τοπίο που συνεχώς είναι
παρόν είναι η θάλασσα , πάνω στην οποία διαδραμ.α
τίζονται μ.ερικά από τα πιο σπουδαία γεγονότα του
6ι6λίου . Το 6ι6λίο είναι ένα ψυχολογικό μ.υθιστόρημ.α μ.ε δομ.ή τραγωδίας. Τρεις είναι οι κύριοι πρωταγωνιστές του : Η Καλλιρρόη , ο Χαιρέας και ο Διονύσιος , μ.ε ση μ.αντιχότερη όλων την πρώτη . Πρόκειται για μ.ια νέα
ευγενική , περήφανη, πονόψυχη (όπως φαίνεται από το επεισόδιο μ.ε τη ΣτάτειΡα) και έξυπνη . Από τη στιγμ.ή που ερωτεύεται μ.ε πάθος τον ΧαιΡέα , αφοσιώνεται σ ' αυτόν ολοκληρωτικά και ο έρωτάς της αποτελεί γι ' αυτήν τον κύριο λόγο ύπαρξης. Ακόμ.η και το ότι α ναγκάζεται να παντρευτεί κάποιον άλλον οφείλεται στο όνειρό της όπου εμ.φανίστηκε ο Χαιρέας και της ζή
τησε να σώσει το αγέννητο παιδί τους . Μ ην ξεχνάμ.ε άλλωστε πως το παιδί αυτό αφήνεται πίσω από τη
22
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
μ.ητέρα του , να μ.εγαλώσει μ.ε τον Διονύσιο σαν αρχο
ντόπουλο και να επιστρέψει κατόπιν θριαμ.bεuτικά στις Συρακούσες και τον παππού του . Ο έρωτας δηλαδή
που νιώθει η Καλλιρρόη για τον Χαιρέα είναι πάνω και από το μ.ητρικό της φίλτρο. Ο Χαιρέας από την πλευρά του είναι κι αυτός πολύ
ερωτευμ.ένος , αυτό όμ.ως το δυνατό αίσθημ.α συνοδεύε ται από μ.ια εξίσου έντονη ζήλια που έχει κάποτε ολέθρια αποτελέσμ.ατα. Για χάρη της αγαπημ.ένης του θα ριχτεί σ' ένα σωρό κινδύνους και θ' αναδειχτεί σε σπουδαίο πολεμ.ιστή. Ταυτόχρονα όμ.ως θα φανεί αρ
κετά αφελής, όταν Π . χ . πιστεύει οτιδήποτε του λένε . Ο Διονύσιος είναι μ.εγαλοπρεπής και αξιοσέbαστος . Τον διακρίνει σΟbαρότητα και ωριμ.ότητα . Θα αγαπή
σει baetti την Καλλιρρόη , δεν θα μ.πορέσει όμ.ως να την κρατήσει κοντά του , και το μ.όνο που θα τελικά θα του μ.είνει θα είναι οι ευτυχισμ.ένες αναμ.νήσεις κι ένας γιος που δεν είναι καν σίγουρος ότι είναι δικός του.
Πολλοί έχουν υποστηρίξει πως το bΙbλίο είναι μ.ια αλληγορία της περιπέτειας της ψυχής . Οι περιπλανή σεις της Καλλιρρόης θεωρούνται η ίδια
ισΤΟρία της
ψυχής που φθάνει στην ολοκλήρωση και την ευτυχία μ.όνο μετα από πλείστες όσες δοκιμ.ασίες , στη διάρκεια
των οποίων αποκαθαίρεται και εξαγνίζεται. Γεγονός πάντως είναι πως το έργο εκτιμ.ήθηκε ιδιαίτερα από τους λα'ι'κούς αναγνώστες της εποχής , καθώς τους
πρόσφερε μ.ια διέξοδο από τη σκληρή πραγμ.ατικότητα και έναν καθρέφτη όπου μ.πορούσαν να δουν τον εαυτό τους: η επιτυχία του που οφειλόταν τόσο στην ποιη τικότητα και τη δουλεμ.ένη δομ.ή του όσο και στο θέμ.α του , το αιώνιο θέμ.α του έρωτα , διήρκεσε έως τον
23
Ε ΙΣΑΓΩ ΓΗ
7 ο αιώνα. Και σήμερα όμως παραμένει εξίσου γοητευ τικό ανάγνωσμα; , είτε κάποιος το προσεγγίσει ως μια Ι ερωτικη
Ι περιπετ εια
Ι ειτε
αποπειρα
θ
Ι ει
να
λΙΨ ανακα υ ει
τον πλούτο των συμbολισμών και των χαρακτήρων του .
24
Κείμενο
-
MεΤάφριxσΎJ
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ
ΒΙΒΛΙΟΝ Α'
1. 1 Χαρίτων Άφροδισιεύς , ΆθΗVαyόpoυ τοϋ (Χήτο ρος ύΠΟΥραφεύς , πάθος έρωτικον έν Συρακούσαις Υε νόμενον διηγήσομαι .
Έρμοκράτης ό Συρακοσίων στρατηΥός, ούτος ό
νικήσας Άθηναίους, ε[χε θυΥατέρα KαλλιppόΗV του νομα, θαυμαστόν τι χρημα παρθένου και άΥαλμα της
ολης Σικελίας.
2 ην Υάρ το κάλλος ούκ άνθρώπινον
άλλά θείον, ούδε Νηρηίδος
f)
Νύμφης των όρειων
άλλ ' αύτΎjς Άφροδίτης Παρθένου . φήμη δε τοϋ παρα δόξου θεάματος πανταχοϋ διέτρεχε και μνηστηρες κα τέρρεον είς Συρακούσας, δυνάσται τε και παίδες τυ ράννων, ούκ έκ Σικελίας μόνον, άλλά και έξ 'Ιταλίας
και Ήπείρου και έθνων των έν ήπείριμ.
3 ό δε 'Έρως
ζεϋΥος ίδιον ήθέλησε συμπλέξαι. Χαιρέας Υάρ τις ην
26
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ
ΒΙΒΛΙΟ Α' ι Εγώ, ο Χαρίτων από την Αφροδισιάδα, γραμμα τέας του ρήτορα Αθηναγόρα , θα σας διηγηθώ μια ε ρωτική ιστορία που διαδραματίστηκε στις Συρακούσες . Ο Ερμοκράτης, ο στρατηγός των Συρακουσίων, ο οποίος είχε νικήσει τους Αθηναίους Ι, είχε μια κόρη που ονομαζόταν Καλλιρρόη , μια κοπέλα με εμφάνιση
εκθαμbωτική, πραγματικό στολίδι όλης της Σικελίας! Ήταν , δηλαδή , η ομορφιά της όχι ανθρώπινη αλλά θε'ίκή , και ούτε απλώς σαν κάποιας Νηρηίδας ή Νύμφης
,ι
ι
Ρ
ι
απο αυτες που κατοικουν στα Όουνα,
"),"\
ι
,
αΛΛα εμοια-
ζε με την ίδια την Παρθένα Αφροδίτη. Η φήμη για την εκπληκτική ομορφιά της είχε εξαπλωθεί παντού , και στις Συρακούσες συνέρεαν υποψήφιοι γαμπροί, άρ χοντες και παιδιά τυράννων, όχι μόνο από τη Σικελία
αλλά και από την Ιταλία και την Ήπειρο και τους άλλους λαούς των ηπειρωτικών χωρών 2 . Όμως ο Έ ρωτας θέλησε να δημιουργήσει ένα ξεχωριστό ζευγάρι .
Υπήρχε, λοιπόν, κάποιος Χαιρέας , πανέμορφος νέος,
27
ΧΑΡΙΤΩΝ
μειΡάχιον ευμορφον, πάντων ύπερέχον, οΤον Άχιλλέα
χα! ΝιΡέα χα! 'Ιππόλυτον χα! Άλxι6ιάδΗV πλάσται τε χα! Υραφείς <άπο>δειχνύουσι, πατρός Άρέστωνος τά δεύτερα έν Συραχούαι μετά ΈpμoxpάτΗV φερομένου .
χαέ τις ην έν αύτοίς πολιτιΧός φθόνος ωστε θαττον αν πασιν η άλλήλοις έΧήδευσαν.
4 φιλόνειχος δέ έστιν ό
"Έρως χα! χαέρει τοίς παραδόξοις χατορθώμασΙΥ" έζή τησε δε τοιόνδε τόν χαιΡόν.
Άφροδέτης έορτη δημοτελής, χα! πασαι σχεδόν αί γυναίκες άπηλθον είς τόν νεών.
5 τέως δε μη προϊού
σαν την KαλλιppόΗV προήΥαΥεν ή μήτηρ, <τού πα τρός> χελεύσαντος προσχυνησαι την θεόν.
τότε δε
Χαιρέας άπό των Υυμνασέων έ6άδιζεν Οlχαδε στι?ι6ων ωσπερ άστήρ· έπήνθει Υάρ αύτού τi!J λαμπρi!J τού προσώπου τό έρύθημα της παλαέστρας ωσπερ άΡΥύρφ
χρυσός . 6 έχ τύχης οδν περέ τινα χαμπην στενοτέραν συναντωντες περιέπεσον άλλήλοις, τού θεού πολιτευ
σαμένου τήνδε την <συνοδέαν> ίΎα έΧά<τερος τi!J>
έτέρ<φ> όφθfj. ταχέως οδν πάθος έρωτιΧόν άντέδωχαν άλλήλοις
.. ... ..
τού χάλλου <τη εύ>Υενεέ<ζΧ> συν-
ελθόντο .
7
Ό μεν οδν Χαιρέας Οlχαδε μετά τού τραύματος
μόλις άπrιει, χα! ωσπερ τις <άρισ>τεύς έν πολέμφ τρωθε!ς χαιΡέαν, χα! χαταπεσείν μέν αίδούμενος , στη ναι δέ μη δυνάμενος. ή δε παρθένος της Άφροδίτης τοίς ποσ! προσέπεσε χα! χαταφιλούσα, "σύ μοι, δέσ
ποινα" εΓπε,
"δός άνδρα τούτον ον έδειξας."
28
8
νύξ
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛ Ι Ρ Ρ Ο Η Ν Α'
που υπερτερούσε όλων των άλλων , ισάξιος του Αχιλ
λέα , του Ν ιρέα 3 , του Ιππόλυτου και του ΑλκΙbιάδη ,
,
ετσι
οπως
πτες '
τους
, πατερας
!Υ
απεικονι"ουν
του
, ηταν
Α
ο
οι
ζ'
ωγραφοι
' 4 ριστωνας ,
που
και
θ
οι
γ
λ'
υ-
' εωρουνταν
δεύτερος τη τάξει στις Συρακούσες μ.ετά τον Ερμ.ο
κράτη. Υπήρχε, ωστόσο, ανάμ.εσα σε αυτούς τους δυο κάποια πολιτική αντιζηλία , μ.ε απoτέλεσμ.a να προτι
μ.ούν να συνάψουν σχέσεις μ.ε οποιονδήποτε άλλον , παρά μ.εταξύ τους. Στον Έρωτα όμ.ως αρέσουν τα Ού
σκολα και απολαμ.bάνει τις ανέλπιστες επιτυχίες ' ζη-
,
τουσε
λ
"
οιπον
μ.ονο
μ.ια
,
τετοια
,
ευκαιρια .
Ο δημ.ος είχε οργανώσει εορτασμ.ό για την Αφρο
δίτη και όλες σχεδόν οι γυναίκες bάδιζαν προς το ναό.
Καθώς η Καλλιρρόη δεν είχε bγει ποτέ πριν από το σπίτι της, ο δε πατέρας της είχε απαιτήσει να προσκυ νήσει τη θεά , πήγε συνοδευόμ.ενη από τη μ.ητέρα της .
Την ώρα εκείνη ο Χαιρέας επέστρεφε πεζός από το
γυμ.ναστήριο στο σπίτι του κι ακτινΟbολούσε σαν α στέρι , καθώς η έξαψη από την παλαίστρα φώτιζε το λαμ.πρό του πρόσωπο όπως ο χρυσός το ασήμ.ι . Τυχαία ,
λοιπόν, σε μ.ια κάπως στενή στροφή του δρόμ.ου έπε σαν ο ένας πάνω στον άλλο, επειδή ο θεός είχε σχε διάσει να συμ.πέσουν οι δρόμ.οι τους για να αλληλοει
δωθούν . Αμ.έσως ένιωσαν αμ.οιbαίο ερωτικό πάθος, κα θώς η ομ.ορφιά ζευγάρωνε μ.ε την ευγένεια. Ο Χαιρέας λοιπόν μ.ε δυσκολία συνέχισε προς το σπίτι του, brxpLIι. λαbωμ.ένος, όπως κάποιος ήρωας που
τpαυμ.aτ[ζεται σΟbαρά στη μ.άχη αλλά , παρ' όλο που δεν μ.πορεί να σταθεί όρθιος , ντρέπεται να σωριαστεί χάμ.ω. Η κόρη από την άλλη έπεσε στα πόδια της Αφροδίτης και φιλώντας τα τρυφερά πολλές φορές
είπε : «Δέσποινα, δώσε μ.ου για άντρα αυτόν που παρου-
29
ΧΑΡΙΤΩΝ
έπηλθεΥ άμφοτέροις δεΙΥή ' το γαρ πυρ έξεκαίετο. δει ΥότεΡΟΥ δ' έπασχεΥ ή παρθέΥος δια τήν σιωπήΥ, αίδου μέΥη κατάφωρος γενέσθαι. Χαιρέας δε νεαΥίας εύφυής και μεγαλόφρωΥ, ήδη του σώματος αύτ4) φθίΥΟΥτος,
άπετόλμησεΥ είπείΎ προς τους γονεις οτι εp~ και ού
6ιώσεται του Καλλιρρόης γάμου μή τυχώΥ .
9 έστέΥα
ξεΥ ό πατήρ άκούσας και ''οίχ!} δή μοι, τέΚΥΟΥ" <έφη> ' "δηλον γάρ έστιν ΟΤΙ 'Ερμοκράτης ούκ αν δοίη σοι την θυγατέρα τοσούτους έχωΥ μνηστηρας πλουσίους και 6ασιλείς. ουκουΥ ούδέ πειΡασθαί σε δεϊ, μή φανε
ρώς ύ6ρισθώμεν. " εΤθ' ό μέΥ πατήρ παρεμυθείτο ΤΟΥ παίδα, τ4) δέ ηυξετο το κακον ωστε μηδέ έπι τας
συνήθεις προϊέΥαι διατρι6άς. 10 έπόθει δέ το γυμ ΥάσΙΟΥ ΧαιΡέαΥ και ωσπερ έρημον ηΥ. έφι?ιει γαρ αύτον ή Υεολαία. πολυπραγμΟΥουντες δέ τήΥ αίτίαΥ έμαθΟΥ της νόσου, και έλεος πάΥτας είσi;ει μειρακίου καλου κιν
δυΥεύΟΥτος άπολέσθαι δια πάθος ψυχης εύφυους.
11 'ΕΥέστη Υόμιμος έκκλησία. συγκαθεσθεις οδΥ ό δημος τουτο πρώΤΟΥ και μόνΟΥ έ6όα' "καλος 'Ερμο κράτης, μέγας στρατηγός, σώζε ΧαιΡέαΥ ' τουτο πρώ τον τών τροπαίωΥ. ή πόλις μνηστεύεται τους γάμους
σήμερον άλλήλωΥ άξίων." 12 τίς αν μΗVύσειε τήΥ έκ κλησίαΥ έκείνΗV, ης ό ''Ερως ην δημαγωγός; άνήρ δέ φιλόπατρις
'Ερμοκράτης άντειπείν ούκ ήδυYήθr; τr;
30
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑ ΙΡΕΑΝ ΚΑ Ι ΚΑΛΛ ΙΡΡΟΗ Ν Α'
σίασες μπροστά μου» . Η νύχτα που ήρθε ήταν και για τους ουο φρικτή , γιατί τους έκαιγε η φλόγα του
έρωτα . Χειρότερα 6έ6αια υπέφερε η κόρη εξαιτίας της σιωπής της , αφού ντρεπόταν να αποκαλυφθεί. Ο Χαι ρέας όμως , νέος έξυπνος και γενναίος καθώς ήταν ,
επειοή το σώμα του είχε πια αρχίσει να μαραίνεται , 6ρήκε το θάρρος να πει στους γονείς του ότι είναι ερωτευμένος και ότι οεν μπορεί να ζήσει αν οεν πα ντρευτεί την Καλλιρρόη. Όταν τον άκουσε ο πατέρας
,
'ξ του , αναστενα ε και ειπε :
« Σ' ε χανω,
!1" παιοι μου '
, γιατι
είναι ολοφάνερο ότι ο Ερμοκράτης οεν πρόκειται να σου οώσει την κόρη του , τη στιγμή που έχει όλους αυτούς τους υποψήφιους μνηστήρες, τους πλούσιους
και τους 6ασιλιάΟες . Δεν πρέπει λοιπόν ούτε καν να οοκιμάσεις να τη ζητήσεις, για να μην εξευτελιστούμε
οημόσια» . Ύστερα ο πατέρας 6άλθηκε να παρηγορεί το γιο
i.'
" του, αΛΛα εκεινος
'
ολ ο και χειροτερευε , με απο-
τέλεσμα να εγκαταλείψει πια τις συνηθισμένες του ασχολίες. Το γυμναστήριο όμως είχε επιθυμήσει τον Χαιρέα και έμοιαζε έρημο χωρίς αυτόν , γιατί οι νέοι
τον αγαπούσαν πολύ 5 . Έψαξαν κι έμαθαν λοιπόν την αιτία της αρρώστιας του και αμέσως όλοι ένιωσαν ι
συμπονια,
t""
επειοη
ενας
ομορφος
,
νεος
~ ,
κινουνευε
να
πε-
θάνει για την αγάπη μιας ψυχής χαριτωμένης.
Συγκλήθηκε τότε νόμιμη συνέλευση και συνεοριά ζοντας ο λαός φώναζε τούτο μόνο: «Άξιε Ερμοκράτη , σπουοαίε στρατηγέ, σώσε τον Χαιρέα. Αυτό θα είναι
το μεγαλύτερο 6ρα6είο σου . Η πόλη σήμερα ζητάει το γάμο ουο ανθρώπων που είναι αντάξιοι ο ένας του άλ λου» . Ποιος θα μπορούσε να κατηγορήσει εκείνη τη
συγκέντρωση , της οποίας ο Έρωτας κρατούσε τα ηνία; Και ο Ερμοκράτης , που πάντα αγαπούσε την
31
ΧΑΡΙΤΩΝ
πόλει δεομέν!}. χατανεύσαΥτος δέ αύτοϋ πας ό δημος έξεπήδησε τοϋ θεάτρου, χαί οί μέν νέοι άπf;εσαv έπί
ΧαιΡέαν, ή 60υλή δέ χαί οί άΡΧΟΥτες ήχολούθουν Έρ μοχράτει'
13 παρησαν δέ χαί αί γυναίκες αί Συραχο
σ{ων έπί την οίχίαν νυμφαΥωΥοϋσαι. ύμέναιος f;δετο χατα πασαν την πόλιψ μεσταί δέ αί ρϋμαι στεφάνων,
λαμπάδωΥ' έρραίνετο
τα πρόθυρα οίνιμ χαί μύροις .
ηδιον ταύτην <την> ήμέραν ήΥαΥον οι' Συραχόσιοι της των έΠΙΥιχίων.
14 Ή δέ παρθέΥος ούδέν είδυία τούτων έρριπτο έπί της χοίτης έΥχεχαλυμμένη, Χλαίουσα χαί σιωπωσα .
προσελθοϋσα δέ ή τροφός
-r-n
xλtν!}
"τέΧΥον" ε[πε,
"διαν{στασο, πάρεστι Υαρ ή εύχταιοτάτη πασιν ήμίν
ήμέρα ' ή πόλις σε νυμφαΥωΥεϊ." της δ' αύτοϋ λύτο Υούνατα χαί φι'λον ήτορ ' ού Υαρ f;δει, τίΥΙ Υαμεϊται. άφωΥος εύθυς ήν χαί σχότος αύ της των όφθαλμων χατεχύθη χαί όλίΥου δείν έξέπνευ σεν' έδόχει δέ τοϋτο τοίς όρωσιν αίδώς .
15 έπεί δέ
ταχέως έΧόσμησαν αύτήν αι' θεραπαινίδες , τό πληθος έπί των θυρων άπέλιποψ οι' δέ γονείς τόν νυμφίον είσ
ήΥαΥον πρός την παρθέΥον. ό μέν οδν Χαιρέας προσ δραμών αύτην χατεφι'λει,
Καλλιρρόη δέ Υνωρίσασα
τόν έρώμεΥον, ωσπερ τι λύχνου φως ήδη σ6εννύμεΥον έπιχυθέΥτος έλαίου πάλιν άνέλαμψε χαί μει'ζων έΥέ νετο χαί χρείττων.
16 έπεί δέ προηλθεν είς τό δημό
σιον, θάμ60ς γλον τό πληθος χατέλα6εν, ωσπερ :Αρτέ μιδος έν έpημίr;ι χυνηΥέταις έπιστάσης πολλοί δέ των
32
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΑΑΙΡΡΟΗΝ Α'
πατρίδα του, δεν μπόρεσε να εναντιωθεί στα παρακά λια της πόλης του . Αφού λοιπόν έδωσε τη συγκατάθε σή του, όλος ο λαός πετάχτηκε έξω από το θέατρο
και οι νέοι ξεκίνησαν να bpOUV τον Χαιρέα, ενώ οι bOUλευτές και οι άρχοντες ακολούθησαν τον Ερμοκράτη . Οι δε γυναίκες των Συρακουσών πορεύτηκαν προς το
σπίτι για να συνοδέψουν τη νύφη. Γαμήλιο τραγούδι ακουγόταν σε ολόκληρη την πόλη , οι δρόμοι είχαν γε μίσει με στεφάνια και λαμπάδες και συγχρόνως έραι ναν τις εισόδους των σπιτιών με κρασί και αρώματα.
Οι Συρακούσιοι πιο πολύ χαίρονταν αυτή τη μέρα παρά εκείνη που είχαν γιορτάσει τη νίκη τους. Η κόρη , που δεν γνώριζε τίποτα απ' αυτά, είχε πέ
σει στο κρεbάτι της κουκουλωμένη και κλαίγοντας σιωπηλά. Τότε η παραμάνα , πλησιάζοντας στην κλί νη , της είπε: «Σήκω , παιδί μου , γιατί έφτασε η πολυ
πόθητη σε όλους μας ημέρα : η πόλη σε παντρεύει». Εκείνης της λύθηκαν τα γόνατα και η καρδιά 6 , γιατί δεν ήξερε με ποιον παντρεύεται . Έτσι έμεινε άφωνη, τα μάτια της σκοτείνιασαν και παραλίγο να
ξεψυχήσει · στους παριστάμενους όμως αυτό φάνηκε σαν συστολή . Όταν τη στόλισαν στα γρήγορα οι υπη ρέτριες , άφησαν το λαό να περιμένει στην πόρτα και οι
γονείς οδήγησαν το γαμπρό προς την κόρη . Ο Χαιρέ ας τρέχοντας προς το μέρος της τη γέμισε φιλιά, ενώ η Καλλιρρόη, όταν αναγνώρισε αυτόν που αγαπούσε ,
έλαμψε σαν ένα λυχνάρι που ενώ είχε αρχίσει να σbή νει το ξαναγέμισαν με λάδι, έμοιαζε δε ψηλότερη και ωραιότερη . Όταν εμφανίστηκε δημόσια , όλος ο λαός θαμπώθηκε, σαν να έbλεπε την Άρτεμη σε ένα ερημι κό μέρος να στέκεται ανάμεσα σε κυνηγούς , και μάλι στα πολλοί από τους παρευρισκόμενους έσπευσαν να
33 3 -
ΧClΡ(τωv Τ" περ; ΧαιΡέαν χα; ΚαλλιΡρόψ
ΧΑ Ρ ΙΤΩΝ
παρόντων καί προσεκύνησαν. πάντες δέ Καλλφρόην μέν έθαύμαζον, Χαφέαν δέ έμακάριζον. τοιούτον ύ
μνούσι ποιηταί τόν Θέτιδος γάμον έν ΠηλΕφ γεγονέ
ναι . πλην καί ένταύθά τις εύρέθη 6άσκανος δαΕμων, ωσπερ έκεί φασί τήν 'Έριν.
ΙΙ. Ι Οί γάρ μνηστηρες άποτυχόντες του γάμου
λύπην έλάμ6ανον μετ ' όργης.
τέως οl5ν μαχόμενοι
πρός άλλήλους ώμονόησαν τότε, διά δέ τήν όμόνοιαν,
ύ6ρΕσθαι δοκούντες, συνηλθον ε/ς 6ουλευτήριον κοινόν έστρατολόγει δέ αύτούς έπί τόν κατά Χαφέου πόλε μον ό Φθόνος.
2 καί
πρωτος άναστάς νεανΕας τις Ίτα
λιώτης, υι'ός τού 'ΡηγΕνων τυράννου, τοιαύτα έλεγεν "ε/ μέν τις έξ ήμων έΥημεν, ούκ αν ώργΕσθην, ωσπερ
<γάρ> έν τοίς γυμνικοίς άγωσιν ενα δεί νικησαι των άγωνισαμένων- έπεί δέ παρευδοκΕμησεν ήμας ό μηδέν
ύπέρ <τού> γάμου πονήσας, ού φέρω τήν ϋ6ριν.
3 ή
μεις δέ έτάκημεν αύλεΕοις θύραις προσαγρυπνούντες καί κολακεύοντες τ{τθας καί θεραπαινΕδας καί δωρα
πέμποντες τροφοίς . πόσον χρόνον δεδουλεύκαμεν; κα!, τό πάντων χαλεπώτατον, ώς άντεραστάς άλλήλους έμισήσαμεν. ό δέ πόρνος και πένης και μηδενός κρε{τ
των 6ασιλέων άγωνισαμένων αύτός άκονιτι τόν στέ φανον ήρατο.
4 άλλά
άνόνητον αύτψ γενέσθω τό ifθλον
και τόν γάμον θάνατον τψ νuμ.φEφ ποιήσωμεν. " Πάν
τες οl5ν έπf;νεσαν, μόνος δέ ό Άκραγαντ{νων τύραννος
34
ΤΑ Π ΕΡΙ ΧΑΙΡ ΕΑΝ ΚΑ Ι ΚΑΛΛΙΡΡΟ Η Ν Α'
την προσκυνήσουν . Όλοι θαύμ.αζαν τον Χαιρέα και καλοτύχιζαν την Καλλιρρόη. Τόσο θαυμαστός , όπως
λένε οι ποιητές , ήταν και ο γάμος της Θέτιδας στο Π η' λιο .
Ω στοσο ' ,
κι
,
~ εοω
,
παρουσιαστηκε
' ενα
φ θ' ονερο
πνεύμα, όπως εκεί , καθώς λένε , είχε εμφανιστεί η
Έριδα . ΙΙ. ΟΙ μνηστήρες που απέτυχαν να παντρευτούν την Καλλιρρόη , ενοχλήθηκαν και θύμωσαν ί . Ενώ λοι
πόν προηγουμένως καθένας έ6λεπε τους υπόλοιπους σαν ανταγωνιστές , τότε συμμάχησαν , και στο όνομα αυ
τής της συμμαχίας τους
προσ6ληθεί -
- επειδή θεώρησαν ότι έχουν
συγκεντρώθηκαν για να πάρουν μια κοι
νή απόφαση . Αυτός που τους καθοδηγούσε στον πόλε μο κατά του Χαιρέα ήταν ο Φθόνος . Πρώτος σηκώθηκε
ένας νέος από την Ιταλία , γιος του τυράννου των Ρη γίνων, λέγοντας περίπου τα εξής «Εάν 6έ6αια την παντρευόταν κάποιος από εμάς , δεν θα οργιζόμουν , γιατί , όπως συμ6αίνει και στα αθλήμ.ατα , ένας μόνο μπορεί να νικήσει από τους συναγωνιζόμενους . Αλλά
επειδή υπερίσχυσε αυτός που δεν κατέ6αλε κανέναν κόπο για το γάμο , δεν μπορώ να υπομείνω την προ
σ60λή . Εμείς σταθήκαμε στις πύλες της αυλής αγρυ πνώντας και καλοπιάνοντας τις παραμάνες και τις
υπηρέτριες και στέλνοντας δώρα στις τροφούς. Πόσον
καιρό περάσαμε σαν σκλά60Ι ; Και το χειρότερο απ ' όλα , μισήσαμε ο ένας τον άλλο θεωρώντας τον αντί
ζηλο! Ενώ αυτός ο ελεεινός , το φτωχαδάκι , σε όλα
κατώτερος από τους 6ασιλιάδες που αγωνίζονταν , πή
ρε το 6ρα6είο χωρίς καν να ιδρώσει . Μακάρι να μη δει ποτέ καλό απ ' αυτό το έπαθλο. Ας κάνουμε για το
γαμπρό κηδεία αντί για γάμο» . Όλοι λοιπόν τον επι δοκίμ.ασαν και μόνο ο τύραννος του Ακράγαντα διαφώ-
35
ΧΑΡ!ΤΩΝ
άΥτείπεν .
'Όύκ εύνOίrι; δέ " εΤπε
"τfj πρός ΧαιΡέαν
κωλύω την έπι60υλήν, άλλά άσφαλεστέpcμ τ(!j λΟΥΙ σμ(!j · μέμνησθε Υάρ οτι Έρμοκράτης ούκ έστιν εύκα
ταφpόνr;τoς' ωστε άδύνατος ήμίν πρός αύτόν ή έκ τοϋ φανεροϋ μάχη, κρείττων δέ ή μετά τέχνης
5 κα!
Υάρ τάς τυραΥνίδας πανoυpyίrι; μάλλον η 6ίrι; κτώμεθα. χειΡοτονήσατε έμέ τοϋ πρός ΧαιΡέαν πολέμου στρα
τηΥόψ έπαΥΥέλλομαι διαλύσειν τόν Υάμοψ έφοπλιώ
Υάρ αύτ(!j Ζηλοτυπίαν, ητις σύμμαχον λα60ϋσα τόν 'Έρωτα μέΥα τι κακόν διαπράξεται·
6 Καλλιρρόη μέν
οδν εύσταΘης κα! απειΡος κακοήθους ύποψίας, ό δέ
Χαιρέας , οΤα δη Υυμνασίοις έΥτραφε!ς και νεωΤεΡικών άμαρτημάτων ούκ απειΡος , δύναται prι;δίως ύποπτεύ σας έμπεσείν είς νεωτερικην ζηλοτυπίαψ έστι δέ και προσελθείν έκείνcμ p~oν και λαλησαι ." ΠάΥτες έτι λέ
ΥΟΥτος αύτοϋ την yvώμην έπεψηφίσαΥΤΟ και τό έΡΥον ένεχε{ρ,σaν ώς άνορ, παν [κανφ μηχανήσασθαε. το,αύ-
της οδν έπΙΥοίας έκείΥος ήρξατο.
ΙΠ. 1 Έσπέρα μέν ην, ηκε δέ άΥΥέλλων τις οτι 'Αρίστων ό πατηρ ΧαιΡέου πεσων άπό κλίμακος έν ιXyp(!j πάνυ όλίΥας έχει τοϋ ζην τάς έλπίδας . ό δέ Χαιρέας άκούσας, καίτοι φιλοπάτωρ ών, ομως έλυπή
θη πλέον οτε έμελλεν άπελεύσεσθαι μόΥος ού Υάρ οΤόν
τε ην έξάΥειν ήδη την κόρην. 2 έν δέ τ!; νυκτι ταύτ!) φανερώς μέν ούδεις έτόλμησεν έπικωμάσαι, κρύφα δέ
και άδήλως έπελθόΥτες σημεία κώμου ήσυχη κατέλι ΠΟΥ' έστεφάνωσαν τά πρόθυρα, μύροις έρραναν, οίΥου
36
ΤΑ Π ΕΡΙ ΧΑ ΙΡ ΕΑΝ ΚΑ Ι ΚΑΛΛ ΙΡΡΟ Η Ν Α'
νησε. «Δεν οιαφωνώ» , είπε , <ψε το σχέοιο ενάντια
στον Χαφέα από σψπάθεια στο πρόσωπό του , αλλά
λόγω μ.ιας πιο ασφαλούς σχέψης . Θυμ.ά.στε bέbαια ότι ο Ερμ.οχράτης οεν είναι χαθόλου αξιοχαταφρόνητος . Δεν είναι λοιπόν εφιχτό για μ.ι:χς να τον πολεμ.ήσουμ.ε
,
ανοιχτα ,
••
' αΛΛα
λ' χα υΤεΡα
μ.ε
"
καποιο
τεχνασμ.ι:χ ·
' ••
αΛΛω-
στε χαι την απόλυτη εξουσία μ.ι:χς την αποκτήσαμ.ε
περισσότερο μ.ε την πονηριά παρά μ.ε τη OUναμ.η . Α ναχηρύξτε μ.ε στρατηγό στον πόλεμ.ο χατά του Χαφέα χαι σας υπόσχομ.αι να καταστρέψω το γάμ.ο· γιατί θα αρμ.ατώσω εναντίον του τη Ζηλοτυπία, η οποία έχο
ντας ως bοηθό τον Έρωτα θα προχαλέσει μ.εγάλο χα χό . Η Καλλφρόη bέbαια είναι πιο σταθερός χαραχτή ρας και έχει άγνοια από χαχοήθεις υποψίες, ενώ ο
Χαφέας, που έχει μ.εγαλώσει μ.έσα στα γυμ.ναστήρια και γνωρίζει τις αμ.ι:χρτίες της νιότης , μ.πορεί εύχολα
να γεμ.ίσει αμ.φιbολίες χαι να τον χυριεύσει η νεανιχή ζηλοτυπία . Άλλωστε είναι πιο εύχολο να πλησιάσουμ.ε
,
εχεινον
χαι να
του
μ.ιλ' ησουμ.ε».
Κ" ι ενω
αχομ.η
'
μ.ιλ ου-
σε, όλοι επιΟοχίμ.ασαν την άποψή του και του ανέθε σαν το έργο επειοή ήταν άνθρωπος ιχανός για όλα .
Εκείνος λοιπόν έbαλε σε εφαρμ.ογή το εξής σχέΟιο . πι Ή ταν bPάoOU χαι ήρθε κάποιος να αναπείλει
,
οτι
ο
Α' ριστωνας ,
ο
"
'Χ παΤεΡας του αφεα,
επεσε
,
απο
μ.ια σχάλα στο χωράφι χι είχε πολύ λίγες ελπίοες να ' ζησει . 'Ο ταν
το
'
αχουσε
ο
Χ' αφεας ,
παρ
.
'λο ο
που
α-
γαπούσε τον πατέρα του, λυπήθηχε περισσότερο που θα έφευγε μ.όνος του· γιατί οεν γινόταν αχόμ.η να
bγάλει έξω την Καλλιρρόη . Εχείνη τη νύχτα φανερά bέbαια χανείς οεν τόλμ.ησε να οιασκεοάσει, ήρθαν κρυ φά όμ.ως χαι μ.υστιχά χαι τοποθέτησαν στο σπίτι ση μ.άΟια γλεντιού · στεφάνωσαν οηλαοή τις εισόοους , τις
37
ΧΑΡ ΙΤΩ Ν
πηλόν έποίησαν, δ~δας έρριψαν ήμικαύστους .
3 Διέ
λαμψεν ήμέρα, και πας ό παριών είστήκει κoιviρ ΤΙΥΙ
πολυπραΥμοσύνης πάθει· Χαιρέας δε του πατρός αύ του p~oν έσχηκότος έσπευδε πρός τήν Υυναίκα. ίδών δε τόν όχλον πρό τών θυρών τό μεν πρώτον έθαύμασεΥο
έπε! δε έμαθε την αίτίαν, ένθουσιών είστρέχει · 4 κα ταλα6ών δε τόν θάλαμον έτι κεκλεισμέΥον, ήρασσε μετα σπoυδΎjς . έπε! δε άνέlμξεν ή θεραπαινίς, έπιπε
σών τ-η ΚαλλιΡρό!} τήν όρΥήν μετέ6αλεν είς λύπψ και πεΡιΡρηξάμενος έκλαιε. πυνθανομένης δε τί ΥέΥΟ
νεν, άφωΥος ην, ούτε άπιστείν οΤς εΤδεν ούτε πιστεύειν οΤς ούκ ήθελε δυνάμεΥος . 5 άπορουμέΥου δε αύτου και τρέμΟΥτος ή γυνή μηδεν ύπονοουσα τών γεγονότων ι'κέτευεν είπείν την αίτίαν του χόλου · ό δε ύφαίμοις τοίς όφθαλμοίς και παχεί τiρ φθέΥματι "κλαίω" φησι "την έμαυτου τύχην, στι μου ταχέως έπελάθου," και
τόν κώμον ώνείδισεν. 6 ή δε οΤα θυΥάτηρ στρατηΥου και φρονήματος πλήρης πρός
τήν άδικον δια60λήν
παρωξύνθη και 'Όύδεις έπι την πατρώαν οίκίαν έκώ μασεν" εΤπε,
"τα δε σα πρόθυρα συνήθη τυχόν έστι
τοίς κώμοις, και τό ΥεΥαμηκέναι σε λυπεί τους έρα στάς." ταυτα είπουσα άπεστράφη και συΥκαλυψαμέ
νη δακρύων άφΎjκε πηΥάς . 7 εύκολοι δε τοίς έρώσιν αί διαλλαΥα! και πασαν άπολΟΥίαν ήδέως άλλήλων προσ
δέΧΟΥται. μετα6αλλόμεΥος οδν ό Χαιρέας ήρξατο κο-
38
ΤΑ Π Ε Ρ Ι ΧΑ Ι ΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟ Η Ν Α'
ράντισαν μ.ε αρώμ.ι.χτα , έριξαν κατακάθι κρασιού και μ.ισοκαμ.ένους δαυλούς . Όταν έφεξε η μ.έρα , όλοι οι περαστικοί κοντοστέκονταν νιώθοντας την ίδια περι έργεια. Ο Χαιρέας , από την άλλη , καθώς ο πατέρας
του ήταν καλύτερα , ~ιάστηκε να γυρίσει στη γυναίκα
,
'
του .
Βλεποντας
τον
κοσμ.ο
,
μ.προστα
στην
,
πορτα ,
αρ-
χικά απόρησε , μ.όλις όμ.ως έμ.ι.χθε την αιτία , έτρεξε
μ.έσα σε έξαλλη κατάσταση και ~ρίσκoντας το δωμ.ιi τιο κλειστό ακόμ.ι.χ, χτύπησε την πόρτα μ.ε ~ία . Όταν του άνοιξε η υπηρέτρια , πέφτοντας πάνω στην Καλ λιρρόη , η οργή του μ.ετατράπηκε σε λύπη και αφού ξέσχισε τα ρούχα του άρχισε να κλαίει . Ενώ λοιπόν
εκείνη τον ρωτούσε τι έγινε , αυτός είχε χάσει τη μ.ιλιά
του, μ.ην μ.πορώντας ούτε να αμ.φισ~ητήσει αυτά που είδε αλλά ούτε και να πιστέψει πράγμ.ι.χτα που του ήταν δυσάρεστα. Καθώς λοιπόν ~ρισκόταν σε άσχημ.η κατάσταση και έτρεμ.ε, η γυναίκα , που δεν είχε ιδέα
απ' όσα είχαν συμ.~εί, τον παρακαλούσε να της πει για ποιο λόγο ήταν θυμ.ωμ.ένος . Αυτός , μ.ε τα μ.ιiτια κατα κόκκινα σαν να στάζουν αίμ.ι.χ και μ.ε δυνατή φωνή , της λέει: «Κλαίω για τη μ.οίρα μ.ου , επειδή τόσο γρή
γορα μ.ε ξέχασες» και παραπονέθηκε για τη διασκέδα ση. Εκείνη, σαν κόρη στρατηγού και υπερήφανη που 'θ' ,~ "Κ ηταν, υμ.ωσε μ.ε την αοικη κατηγορια και ειπε:« α-
νείς μ.έσα στο σπίτι του πατέρα μ.ου δεν γιόρτασε· μ.ιiλλoν στις δικές σου πόρτες είναι συνηθισμ.ένες οι διασκεδάσεις και ο γάμ.ος σου ενοχλεί τους θαυμ.ι.χστές
σου». Και αφού τα είπε αυτά , του γύρισε την πλάτη , κάλυψε το πρόσωπό της και άφησε να κυλήσουν πο-
,
ταμ.ια
τα
~, οακρυα .
ο
ι
"
ερωτεuμ.ενoι
ομ.ως
ζ" συ ητουν
εu-
κολα μ.εταξύ τους και ο ένας δέχεται ευχαρίστως τις
δικαιολογίες του άλλου . Άλλαξε γνώμ.η λοιπόν ο Χαι-
39
ΧΑ ΡΙΤΩ Ν
λακεύειν, και ή γυνή ταχέωι; αύτοϋ την μετάΥοιαν
ήσπάζετο . ταϋτα μαλλον έξέκαυσε τόν έρωτα, και οί άμφοτέρων αύτων γονείι; μακαρίουι; αύτούι; ύπελάμ
baVOV
την των τέκνων όρωΥτει; όμόΥοιαν.
IV. 1 Ό δέ 'ΑκραγαΥτίΥΟΙ; διαπεπτωκυίαι; αύτιίJ τηι; πρώτηι; τέχνηι; ηπτετο λοιπόν ένεργεστέραι; <και>
κατεσκεύασέ τι τοιοϋτον. ην αύτιίJ παράσιτοι; στωμύ λοι; και πάσηι; χάριτοι; όμιλητικηι; έμπλεωι;. τοϋτον
έκέλευσεν ύποκριτήν έρωτοι; γενέσθαι. τήν
abpaV γαρ
τηι; ΚαλλιΡρόηι; και τψιωτάτΎjV των θεραπαινίδων πρό πάΥτων φιΛην έποίει . 2 μόλιι; οδν έκείΥΟΙ; πλήν ύπηγάγετο τήν μείρακα μεγάλαιι; δωρεαίι; τιίJ τε λέ γειν άπάγξεσθαι μή τυχών τηι; έπιθυμίαι; . γυνή δέ εύάλωτόν έστιν, οταν έρασθαι δοκΏ . ταϋτ ' οδν προκα τασκεuασάμενoι; ό δημιουργόι; τοϋ δράματοι; ύποκρι τήν ετερον έξηϋρεν, ούκέτι όμοίωι; ευχαριν, άλλα πα
Υοϋργον και άξιόπιστον λαλησαι.
3
τοϋτον προδιδάξαι;
α χΡή πράττειν και λέγειν, ύπέπεμψεν άΥνωτα τιίJ ΧαιΡέι;ι. προσελθών δέ έκείΥΟΙ; αύτιίJ περι ται; πα λαίστραι; άλύΟΥΤΙ "κάμοι" φησιν "υι'όι; ην, σόι; ήλικιώτηι;,
dJ
ΧαιΡέα,
πάνυ σε θαυμάζων και φιλων,
οτε
έζη. τελεuτ-ήσαντoι; δέ αύτοϋ σέ υίόν έμαυτοϋ Υομι'ζω,
και γαρ εΤ κοινόν άγαθόν πάσηι; Σικελίαι; εύτυχων.
4
δόι; οδν μοι σχολάζΟΥτα σεαυτόν και άκούσ-η μεγάλα
πράγματα ολιμ τιίJ bίιμ σου διαφέΡΟΥτα. " Τοιούτοιι; ρ-ήμασιν ό μιαρόι; έκείΥΟΙ; ανθρωποι; τοϋ μειρακίου την ψυχήν άνακουφίσαι; και μεστόν ποι-ήσαι; έλπίδοι; και
φόbου και πολυπραγμοσύνηι;, δεομέΥου λέγειν ωκνει
40
ΤΑ Π ΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Α'
ρέας και άρχισε να την καλοπιάνει και η γυναίκα
γρήγορα δέχτηκε μ.ε φιλιά τη συγνώμ.η του . Όλα αυτά αναζωπύρωσαν περισσότερο τον έρωτά τους και οι γονείς τόσο του ενός όσο και του άλλου ένιωθαν
τυχεροί ~λέπoντας την αρμ.ονία του ζευγαριού .
IV. Ο Ακραγαντίνος όμ.ως, αφού απέτυχε το πρώτο του σχέδιο, επιχείρησε ένα καλύτερο τέχνασμ.α: Είχε κοντά του έναν χαραμ.οφάη πολυλογά, προικισμ.ένο μ.ε
,
την τεχνη του
λ'ογου . Α' υτον
'ξ ε να προσποιτον προστα
ηθεί τον ερωτευμ.ένο. Πλησίασε δηλαδή την αγαπημ.έ
νη υπηρέτρια της Καλλιρρόης, που ήταν και η πιο τίμ.ια απ' όλες, και την έκανε να τον αγαπήσει . Με
δυσκολία μ.άλιστα την κατάφερε την κοπέλα, προσφέ ροντας μ.εγάλα δώρα και λέγοντας ότι θα κρεμ.αστεί
αν δεν τον θέλει . Κάθε γυναίκα ~έ~αια γίνεται ευάλω τη όταν νομ.ίζει ότι την αγαπούν. Μόλις προετοιμ.ά
στηκε το έδαφος, αυτός που σκηνοθετούσε όλη την
ιστορία ~pήκε και δεύτερο ηθοποιό, όχι εξίσου ελκυστι κό αλλά παμ.πόνηρο και ικανό στην ομ.ιλία . Αφού λοι πόν τον ορμ.ήνεψε γι' αυτά που έπρεπε να κάνει και να πει, τον έστειλε στον ΧαιΡέα , στον οποίο ήταν τελείως άγνωστος. Πλησιάζοντάς τον εκείνος καθώς τριγυρ νούσε στις παλαίστρες, του λέει: «Είχα κι εγώ ένα
γιο, ΧαιΡέα , στην ηλικία σου, που σε θαύμ.αζε και σε αγαπούσε πολύ, όταν ζούσε . Αφότου πέθανε εκείνος,
εσένα θεωρώ γιο μ.ου, γιατί 6έ~αια είσαι το καμ.άρι όλης της Σικελίας μ.έσα στην καλοτυχία σου. Δώσε μ.ου λοιπόν λίγη από την προσοχή σου , όταν ευκαιρείς, και θα ακούσεις σπουδαία πράγμ.ατα , που αφορούν τη ζωή σου». Με αυτά τα λόγια ο αισχρός εκείνος άν
θρωπος ξεσήκωσε την ψυχή του νέου, αφού τη γέμ.ισε ελπίδα, φό~o και περιέργεια αλλά , όταν αυτός του
41
ΧΑΡΙΤΩ Ν
καί προεφασι"ζετο μή ε Τναι τόν καιρόν έπιτήδειον τόν παρόντα, δείΎ δέ άνα60λΎjς χαί σχoλΎjς μαχροτέρας . 5 ένέχειτο μάλλον ό Χαιρέας, ήδη τι προσδοχων 6α
ρύτεροψ ό δέ έμ6αλών αύτi(ι τήν δεξιάν άπΎjyεν είς τι χωρίον ήρεμα ίον, εΤτα συναΥαΥών τάς όφρυς καί ό μοιος Υενόμενος λυπουμένιμ, μικρόν δέ τι χαί δακρύ
σας, "άηδως μέν" εΤπεν, "dΊ ΧαιΡέα, σχυθρωπόν σοι
πραΥμα μηνύω χαί πάλαι 60υλόμενος είπείν ώχνουν ' έπεί δέ ήδη φανερως ύ6Ρι"ζr; χαί θρυλλείται πανταχου τό δεινόν, ούχ ύπομένω σιωπαν ' φύσει τε Υάρ μισο πόνηρός είμι χαί σοί μάλιστα εύνους,
6
Υίνωσχε τοίνυν
μοιχευομένην σου τήν Υυναίχα, καί ,'να τούτιμ πιστεύ σr;ς, ετοιμος έπ' αύτοφώριμ τόν μοιχό ν δειχνύειν , "
'Ώς φάτο ' τόν δ' αχεος νεφέλη έΧάλυψε μέλαινα,
άμφοτέΡr;σι δέ χερσίν έλών χόνιν αίθαλόεσσαν χεύατο χάχ xεφαλΎjς, χαρίεν δ ' rρχυνε πρόσωπον.
7 Έπί πολυ μέν ο15ν άχανής έχειτο, μήτε τό στόμα μήτε τους όφθαλμους έπαραι δυνάμενος ' έπεί δέ φω νήν ούχ όμοίαν μέν όλίΥην δέ συνελέξατο,
"δυστυχΎj
μέν" εΤπεν "αίτω παρά σου χάριν αύτόπτης Υενέσθαι των έμων χαχων ' όμως δέ δείξον, όπως εύλΟΥώτερον έμαυτόν άνέλω ' Καλλιρρόης Υάρ χαί άδιχούσης φεί σομαι . "
8 "προσποίησαι" φησίν "ώς είς άΥρόν άπιέναι, 42
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛ Ι ΡΡΟ Η Ν Α '
ζητούσε να μιλήσει , δίσταζε και προφασιζόταν ότι δεν είναι η κατάλληλη στιγμή , ότι χρειαζόταν μια παρά
ταση και μεγαλύτερη άνεση χρόνου. Ο Χαιρέας τον πίεζε περισσότερο, περιμένοντας πια το χειρότερο . Τότε
εκείνος , πιάνοντάς τον με το δεξί του χέρι, τον τράbη ξε σ' ένα ήσυχο μέρος κι έπειτα , σουφρώνοντας τα
φρύδια του και παίρνοντας όψη λυπημένου , δακρύζο ντας μάλιστα και λίγο, είπε : «Με bαριά καρδιά , Χαι-
,
ρεα ,
'θ ελα η
"
απο
καιρο
να
σου
αποκα λ'ψ' υ ω κατ ι
,
~ ουσα-
ρεστο, αλλά δίσταζα . Επειδή όμως ήδη φανερά εξευ τελίζεσαι και διαδίδεται παντού η ντροπή , δεν αντέχω να σωπαίνω , καθώς άλλωστε από τη φύση μου μισώ τους ανήθικους ανθρώπους κι εσένα σε συμπαθώ πολύ . Να ξέρεις λοιπόν ότι η γυναίκα σου σε απατά και , για να πειστείς , προτίθεμαι να σου δείξω τον εραστή της επ' αυτοφώρω» .
Έτσι είπε· κι αυτόν τον σκέπασε ένα μαύρο σύννεφο λύπης και αφού σήκωσε με τα δυο του χέρια στάχτη την έριξε στο κεφάλι του και παραμόρφωσε το χαρι τωμένο του πρόσωπο 8.
Για πολλή ώρα λοιπόν έμεινε άφωνος, χωρίς να μπορεί να κουνήσει ούτε το στόμα του ούτε τα μάτια του , όταν όμως bγήκε η φωνή του αγνώριστη και ξε ψυχισμένη , είπε: «Δυσάρεστη , bέbαια , χάρη σού ζη τώ, αλλά θέλω να δω και μόνος μου τις συμφορές
μου . Ν α μου τα δείξεις για να μου φανεί πιο δίκαιη η αυτοκαταστροφή μου · γιατί την Καλλιρρόη , κι αν α κόμα είναι ένοχη , θα τη σπλαχνιστώ». Κι ο άλλος είπε : «Κάνε ότι φεύγεις για την εξοχή, κι όταν προ-
43
ΧΑΡΙΤΩΝ
bαθείας δέ έσπέρας παραφύλαττε την οίκίαν ' όψει ycιp είσιόντα τον μοιχόν."
Συνέθεντο ταύτα, καί ό μέν Χαιρέας πέμψας (ού Υάρ αύτος ύπέμεινεν ούδέ είσελθεϊΎ) 'Ίχπεψι" ψησίν "είς άΥρόψ" ό δέ κακοήθης έκείνος και διάbολος συν έταττε την σκηνήν. 9 έσπέρας οδν έπιστάσης ό μέν έπι την κατασκοπην ηλθεν, ό δέ την
abpav της Καλ
λιρρόης διαφθείρας ένέbαλεν είς ,:ον στενωπόν, ύπο κρινόμενος μέν τον λαθραίοις έΡΥοις έπιχειΡείν προαι ρούμενον, πάντα δέ μηχανώμενος ,να μη λάθοι . κόμην
εΤχε λιπαράν και bοστΡύχους μύρων άποπνέοντας, ό φθαλμους ύΠΟΥεΥραμμένους, Ιμάτιον μαλακόν, ύπόδη
μα λεπτόν ' δακτύλιοι bαρείς ύπέστιλbον. εΤτα πολυ πεΡΙbλεψάμενος τ!; θύρζΧ πpoσi;λθε, κρούσας δε έλα φρώς το είωθος έδωκε σημείον . 10 ή δε θεράπαινα και
αύτη περίφΟbος ήρέμα παρανοι'ξασα και λαbομένη της χειΡος είσήΥαΥε. ταύτα θεασάμενος Χαιρέας ούκέτι κατέσχεν άλλά είσέδραμεν έπ' αύτοφώρφ τον μοιχον άναιΡήσων.
1Ι
ό μέν οδν παρά την αυλειον θύραν ύπο
στάς εύθυς έξηλθεν, ή δε Καλλιρρόη έκάθητο έπι της
κλίνης ζητούσα ΧαιΡέαν και μηδέ λύχνον αψασα διά την λύπην ' ψόφου δε ποδών γενομένου πρώτη τού άνδρος
nσθετο
προσέδραμεν.
την
άναπνοην και
χαίρουσα
αυτφ
12 ό δε φωνην μεν ούκ έσχεν ωστε
λοιδορήσασθαι , κρατούμενος δε ύπο της όρyijς έλά
κτισε προσιούσαν . εύστόχως οδν ό πους κατά τού δια φράΥματος ένεχθεις έπέσχε της παιδος την άναπνοήν,
44
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Α'
χωρήσει το 6ράδυ παρακολούθησε το σπίτι και θα δεις να μ.παίνει ο εραστής» . Μόλις σχεδιάστηκαν αυτά , ο Χαιρέας έστειλε μ.ή
νυμ.α (γιατί ο ίδιος δεν άντεχε ούτε να μ.πει στο σπίτι) και λέει: «Φεύγω για την εξοχή» . Ταυτόχρονα , εκείνος ο κακοήθης συκοφάντης οργάνωνε το σκηνικό . Όταν
λοιπόν έπεσε για τα καλά η νύχτα, ο ένας ήλθε για να κατασκοπεύσει και ο άλλος , εκείνος που είχε παρασύ ρει την αγαπημ.ένη υπηρέτρια της Καλλιρρόης , μ.πήκε στο σοκάκι προσποιούμ.ενος κάποιον που προσπαθεί να
επιτύχει ένα παράνομ.ο έργο και κάνοντας τα πάντα επιδεικτικά. Τα μ.αλλιά του ήταν στιλπνά και οι μ.πού
κλες του αρωμ.ιχτισμ.ένες , τα μ.ιΧτια του 6αμ.μ.ένα , φο ρούσε μ.αλακά ρούχα και κομ.ψά παπούτσια' τα τερά στια δαχτυλίδια του λαμ.πύριζαν . Ύστερα, ρίχνοντας
συνέχεια γύρω του κλεφτές μ.ιχτιές, πλησίασε στην
,
πορτα
κιχι
,
κτυπωντας
την
απα
λ'
α
'!1'
εοωσε
το
'
συν
θ
ημ.α.
Η υπηρέτρια , φ06ισμ.ένη κι αυτή, άνοιξε σιγά-σιγά και τρα6ώντας τον από το χέρι τον έ6αλε μ.έσα . Όταν τα είδε αυτά ο Χαιρέας δεν κρατήθηκε αλλά έτρεξε μ.έσα
για να σκοτώσει το μ.οιχό συλλαμ.6άνοντάς τον επ' αυτοφώρω . Αυτός όμ.ως στεκόταν κρuμ.μ.ένoς δίπλα
στην αυλόπορτα και αμ.έσως 6Υήκε έξω , ενώ η Καλ λιρρόη καθόταν στο κρε6άτι αποζητώντας τον Χαιρέα και ούτε λυχνάρι δεν είχε ανάψει από τη στενοχώρια
της. Όταν ακούστηκε ήχος 6ημ.άτων , πρώτη αναγνώ ρισε την ανάσα του άνδρα της και χαρούμ.ενη έτρεξε
προς αυτόν . Εκείνος είχε χάσει τη φωνή του και δεν μ.πορούσε να την επιπλήξει, κυριευμ.ένος όμ.ως από το θυμ.ό του την κλότσησε καθώς πλησίαζε . Το πόδι
6ρήκε το στόχο του και κτυπώντας την κόρη στο διά φραγμ.α της έκοψε την ανάσα . Αμ.έσως σωρ ιάστηκε
45
ΧΑΡΙΤΩΝ
έρρψ.μένην δέ αύτην αί θεραπαινίδες 6αστάσασαι κα τέκλιναν έπι την κοίτην.
v.
1 Καλλιρρόη μέν οδν άφωνος και άπνους έπέκει
το νεκρας είκόνα πασι παρέχουσα, Φήμη δέ άπελος
τού πάθους καθ' oλΗV την πόλιν διέτρεχεν, οίμωγην έγείρουσα διά τών στενωπών άχρι της θαλάττης ' και πανταχόθεν ό θρηνος ήκούετο, και το πραγμα έώκει πόλεως άλώσει, Χαιρέας δέ έτι τijj θυμijj ζέων δι '
ολης νυκτος άποκλείσας έαυτον έ6ασάνιζε τάς θερα παινίδας, πpώτΗV δέ και τελεuταίαν την α6ραν,
2 έτι
δέ καιομένων και τεμνομένων αύτών έμαθε την άλή
θειαν. τότε έλεος αύτον είσΎ;λθε της άποθανούσης και άποκτείναι μεν έαυτον έπεθύμει, Πολύχαρμος δέ έ κώλυε, φι?.ος εξαίρετος, τοιούτος οΤον 'Όμηρος εποίη
σε Πάτροκλον 'Α χιλλέως, Ήμέρας δε γενομένης οί άρχοντες έκλήρουν δικα στήριον τijj φονεί, διά την προς ΈpμoκpάτΗV τψην
έπισπεύδοντες την κρίσιν.
3 άλλά και ό δημος απας
είς την άγοράν συνέτρεχεν, άλλων άλλα κεκραγότων ' έδημοκόπουν δέ οί της μνηστείας άποτυχόντες και ό
'Ακραγαντίνος ύπέρ απαντας , λαμπρός τε και σο6α ρός, οΤον διαπραξάμενος έργον δ μηδεις αν προσεδόκησε,
4 συνέ6η δέ πραγμα καινον και εν δικαστηρίψ μηδε πώποτε πραχθέΥ" ρηθείσης γάρ της κατηγορίας ό φο νευς μετρηθέντος αύτijj τού ϋδατος άντι της άπολογίας αύτού κατηγόρησε πικρότερο ν και πρώτος την καταδι κάζουσαν ψηφον ηνεγκεν, ούδέν είπων τώ ν προς την
46
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Α'
λιπόθυμη , ενώ οι υπηρέτριες τη σήκωσαν και την
ξάπλωσαν στο κρεbάτι.
v.
Η Καλλιρρόη λοιπόν κειτόταν χωρίς μιλιά κι
ανάσα , δίνοντας σε όλους την εντύπωση ότι είναι νε κρή , ενώ η Φήμη διέτρεχε όλη την πόλη σαν αγγελι οφόρος της συμφοράς ξεσηκώνοντας θρήνο μέσα από
τα δρομάκια και ως τη θάλασσα . Και από παντού ακουγόταν το μοιρολόι , και η εικόνα που έδινε η πόλη
ήταν σαν να είχε αλωθεί. Ο Χαιρέας εν τω μεταξύ , ακόμη θυμωμένος , είχε κλειστεί μέσα όλη τη νύχτα
και υπέbαλλε σε bασανιστήρια τις υπηρέτριες, με πρώ τη και καλύτερη την αγαπημένη της γυναίκας του . Με φωτιά και σίδερο έμαθε στο τέλος την αλήθεια .
Τότε τον κατέλαbε οίκτος για τη νεκρή και ήθελε να αυτοκτονήσει , τον εμπόδισε όμως ο Πολύχαρμος 9 , ένας εξαιρετικός φίλος, όμοιος με τον Πάτροκλο , όπως τον
είχε πλάσει ο Όμηρος για τον Αχιλλέα.
Όταν ξημέρωσε , οι άρχοντες εξέλεξαν με κλήρο
δικαστές για να δικάσουν το φονιά , θέλοντας να bγει γρήγορα η απόφαση , για να τιμήσουν τον Ερμοκράτη . Και ο λαός , όμως , συγκεντρωνόταν τρέχοντας στην αγορά , ενώ ο καθένας διέδιδε και μια διαφορετική ά
ποψη. Παράλληλα, οι μνηστήρες που είχαν αποτύχει προσπαθούσαν να κερδίσουν την εύνοια του λαού , και πιο πολύ απ' όλους ο Ακραγαντίνος, που φαινόταν με
γαλοπρεπής και αυστηρός , αλλά είχε διαπράξει έργο
που κανείς δεν είχε φανταστεί. Τότε συνέbη κάτι πρωι
τοφανες ,
ι
τετοιο
που
ι
ποτε
~
οεν
ι
ειχε
1:
ι
ι,αναγινει
σε
~
οικα -
στήριο: όταν απαγγέλθηκε η κατηγορία , ο φονιάς στον καθορισμένο γι ' αυτόν χρόνο ομιλίας , αντί να δικαιο
λογηθεί , κατηγόρησε χειρότερα τον εαυτό του και πρώ τος έριξε την καταδικαστική ψήφο , χωρίς να πει τίπο-
47
ΧΑ ΡΠΩ Ν
άπολογίαν δικαίων, ού την δια60λήν, ού τήν ζηλοτυ πίαν, ού το άκούσιον, άλλα έδείτο πάντων "δημoσί~
με καταλεύσατε ' άπεστεφάνωσα τον δημον . 5 φιλάν θρωπόν έστιν αν παραδώτέ με δημίrμ. τοϋτο ώφειλον παθείν, εί και θεραπαινίδα
'Ερμοκράτους άπέκτεινα.
τρόπον ζητήσατε κολάσεως άπόρρητον . χείρονα δέ δρακα ίεροσύλων και πατροκτόνων. μή θάψητέ με, μή
μιάνητε τήν γΥ;ν, άλλά το άσε6ές καταποντώσατε σώμα. "
6 Ταϋτα λέγοντος θρηνος έξερράγη, και πάν
τες άφέντες την νεκράν τον ζώντα έπένθουν . 'Ερμο κράτης συνηγόρησε Xαιpέ~ πρώτος . "έγω " φησιν "έπί
σταμαι το συμ6άν άκούσιον. 6λέπω τους έπι60υλεύον τας ήμίν. ούκ έφησθήσονται δυσι νεκροίς, ούδέ λυπή
σω τεθνεώσαν τήν θυγατέρα .
7 ηκουσα λεγούσης αύ
της πολλάκις οτι αύτης μαλλον θέλει ΧαιΡέαν ζην. παύσαντες οδν το περισσον δικαστήριον έπι τον άναγ καίον άπίωμεν τάφον . μή παραδώμεν χρόνφ τήν νε
κράν, μηδέ άμορφον τή παρολκή ποιήσωμεν το σώμα . θάψωμεν KαλλιppόΗV έτι καλήν . "
ΥΙ
1 Οί μέν οδν δικασταί την άπολύουσαν ψηφον
έθεσαν, Χαιρέας δέ ούκ άπέλυεν έαυτόν, άλλά έπεθύ μει θανάτου καί πάσας όδους έμηχανατο της τελευτης .
Πολύχαρμος δέ όρών άλλως άδύνατον έαυτψ τήν σω-
48
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑλλΙΡΡΟΗΝ Α '
τα για τα ελαφρυντικά που είχε ούτε για τη συκοφα ντία ούτε για τη ζήλια ούτε για την έλλειψη πρόθεσης ,
αντίθετα παρακαλούσε τους πάντες : «Δημόσια να με
λιθΟbολήσετε ' έκλεψα το στεφάνι του λαού. Θα είναι πράξη φιλανθρωπίας αν με παραδώσετε στο δήμιο. Το ίδιο θα έπρεπε να πάθω ακόμη κι αν είχα σκοτώσει
μια υπηρέτρια του Ερμοκράτη . Ψάξτε να bρείτε μια τιμ.ωρία που να μην τολμάει να την πει στόμα ανθρώ που . ΧεφότεΡΟ κι από bλασφημία κι από πατροκτονία είναι αυτό που έχω κάνει . Να μη με θάψετε, για να μη μολύνετε τη γη, αλλά στη θάλασσα να πετάξετε
,
,
το ανοσιο κορμι μου».
'
Κ α θ' ως τα ε'λ εγε αυτα ξ' εσπασε
θρήνος και όλοι ξεχνώντας τη νεκρή πενθούσαν για τον ζωντανό . Ο Ερμοκράτης πρώτος υπερασπίστηκε
τον Χαφέα. «Εγώ», είπε, «γνωρίζω ότι η πράξη έ γινε χωρίς πρόθεση. Βλέπω αυτούς που συνωμοτούν εναντίον μας . Δεν θα πάρουν τη χαρά να δουν δυο
νεκρούς , ούτε θα στενοχωρήσω την χόρη μου που πέθ ανε. Γ ιατι'
πο λλ' ες
,
φορες
την
,
ακουσα
να
λ" εει
οτι
περισσότερο κι από τη δική της ζωή προτιμάει να είναι ζωντανός ο Χαφέας . Ας σταματήσουμε λοιπόν
το άχρηστο δικαστήριο και ας προχωρήσουμε στην ταφή που πρέπει να κάνουμε . Ας μην αφήσουμε τη νεκρή λεία στα χέρια του χρόνου και ας μην αφήσουμε
το σώμα της να ασχημύνει εξαιτίας της κωλυσιεργίας μας. Ας θάψουμε την Καλλφρόη όσο είναι ακόμη ό μορφη» .
νι Οι δικαστές λοιπόν έδωσαν την αθωωτική ψή φο, ο Χαφέας όμως δεν συγχωρούσε τον εαυτό του αλ λά ήθελε να πεθάνει και στο μυαλό του περνούσαν όλοι
οι δυνατοί τρόποι θανάτου. Ο Πολύχαρμος , bλέποντας ότι διαφορετικά τού ήταν αδύνατο να τον σώσει , λέει :
49 'ι
-
Χ",ρίτων Τά περι ΧαιΡέαν χαι ΚαλλιΡρ6ην
ΧΑΡΙΤΩ Ν
'ΠJpίαν "προδότα " ψησ! "της νεκρας, ούδε θάψαι Καλ λιΡρόην περιμένεις; άλλοτρίαις χερσ! το σωμα πιστεύ
εις; καιρός έστί σοι νϋν ένταφίων έπιμελείσθαι πολυ τελείας και τήν έκκομιδήν κατασκευάσαι 6ασιλικήν."
2
έπεισεν οδτος ό λόγος ' ένέ6αλε γάρ φιλοτιμίαν και
φροντίδα.
Τίς αν οl5ν άπαΥΥεϊλαι δύναιτο κατ' άξίαν τήν έκ κομιδήν έκείνην; κατέκειτο μεν Καλλιρρόη νυμ.φικήν
έσθητα περικειμένη και έπ! χΡυσηλάτου κλίνης μει'ζων τε και κρείττων, ωστε πάντες είκαζον αύτήν 'ΑΡιάδνn καθευδoύσn .
3 προΤιεσαν δε της κλίνης πρωτοι μεν οι'
Συρακοσίων ίππείς αύτοίς ιπποις κεκοσμημένοι' μετά
τούτους όπλίται φέροντες σημεία των Έρμοκράτους
τροπαίωψ εΓτα ή 60υλή και έν μέσ~ ό δημος, πάντες Έρμοκράτην δορυφοροϋντες. έφέρετο δε και 'Αρίστων
έτι νοσων, θυγατέρα και κυρίαν ΚαλλιΡρόην άποκα λων . έπ! τούτοις αί γυναίκες των πολιτων μελανείμο
νες ' ε"fτα πλοϋτος ένταφίων 6ασιλικός'
4 πρωτος μεν ό
της φερνης χρυσός τε και αργυρος ' έσθήτων κάλλος
και κόσμος (συνέπεμψε δε
Έρμοκράτης πολλά έκ
των λαφύρων) ' συΥΥενων τε δωρεα! και φιλων. τελευ ταίος έπηκολούθησεν ό ΧαιΡέου πλοϋτος- έπεθύμει
γάρ, εί δυνατον ην, πασαν τήν ούσίαν συγκαταφλέξαι ττ; γυναικί.
5 έφερον δε τή ν κλίνην οί Συρακοσίων
έφη60Ι, και έπηκολούθει το πληθος . τούτων δε θρη νούντω ν μάλιστα Χαιρέας ήκούετο . ην δε τάφος μεγα λοπρεπής Έρμοκράτους πλησίον της θαλάσσης, ωστε
50
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑ Ν ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Α'
«Προδότη της νεκρής , ούτε να ταφεί η Καλλιρρόη δεν θα περψ.ένεις ; Εμπιστεύεσαι το σώμα της σε ξένα
χέρια ; Τώρα είναι καιρός να φροντίσεις για πολυτελείς
τάφους και για μια bασιλική κηδεία» . Αυτά τα λόγια τον έπεισαν , γιατί ξύπνησαν μέσα του το φιλότιμο και το αίσθημα του καθήκοντος .
Ποιος θα μπορούσε να διηγηθεί επάξια εκείνη τη νεκρική πομπή ; Η Καλλιρρόη ντυμένη με νυφικά φο
ρέματα κειτόταν σε κρεbάτι δουλεμένο με σφυρηλατη μένο χρυσό και φαινόταν πιο ψηλή και πιο όμορφη ,
έτσι που όλοι να την παρομοιάζουν με την Αριάδνη καθώς κοιμάται. Προπορεύονταν του κρεbατιού οι ιπ πείς των Συρακούσιων, στολισμένοι , πάνω στα άλογά τους . Μετά από αυτούς ακολουθούσε το πεζικό κρα
τώντας σημάδια των τροπαίων που είχε κερδίσει ο Ερμοκράτης , έπειτα οι bουλευτές και ενδιάμεσα ο λα ός , όλοι έχοντας στη μέση τον Ερμοκράτη . Ερχόταν υΠΟbασταζόμενος και ο Αρίστων , που ήταν ακόμα άρρωστος , φωνάζοντας την Καλλιρρόη κόρη του και κυρά του . Στη συνέχεια ήταν οι γυναίκες των πολιτ ών ,
μαυροφορεμένες , κι έπειτα οι bασιλικές προσφορές για τον ενταφιασμό . Πρώτα-πρώτα το χρυσάφι και το ασήμι της προίκας , ύστερα υπέροχα φορέματα , σωστά
στολίδια (γιατί είχε στείλει επιπλέον ο Ερμοκράτης πολλά από τα λάφυρα που είχε κερδίσει) και δώρα συγγενών και φίλων . Τελευταίος ακολουθούσε ο πλού
τος του Χαιρέα , γιατί ήθελε , αν γινόταν, όλη του η περιουσία να καεί μαζί με τη γυναίκα του . Τ ο νεκρικό
κρεbάτι το μετέφεραν Συρακούσιοι έφηbΟΙ και συνοδοι πορούσε το πλήθος . Ανάμεσα στα μοιρολόγια όλων αυτών ξεχώριζε πιο πολύ του Χαιρέα . Ο μεγαλόπρε
πος τάφος του Ερμοκράτη bρισκόταν κοντά στη θά -
51
ΧΑΡ ΙΤΩ Ν
κα! τοίς πόρρωθεν πλέουσι πεpίbλεπτoς εΓναι ' τουτον ώσπερ θησαυρον έπλ-ήρωσεν ή των ένταφίων πολυτέ
λεια. το δέ δοκοϋν είς τιμήν της νεκρας ΥεΥονέναι μειζόνων πραΥμάτων έκίνησεν άρχ-ήν.
ΥΠ . 1 Θ-ήρων Υάρ τις ην, πανοϋΡΥος &νθρωπος, έξ άδικίας πλέων την θάλασσαν κα! λr;στάς έχων ύφορ μοϋντας τοίς λιμέσιν όνόματι πορθμείου, πειΡατ-ήριον συΥκροτων. ούτος τfj έκκομιδfj παρατυχών έπωφθάλ
μισε τφ χρυσφ κα! νύκτωρ κατακλινείς ούκ έκοιματο λέΥων προς έαυτον "άλλά έΥώ κινδυνεύω μαχόμενος τfj θαλάσσr; κα! τους ζωντας άποκτείνων ενεκα λημ
μάτων μικρων, έξον πλουτησαι παρά μιας νεκρας ; ά
νερρίφθω κύ60ς ούκ άφ-ήσω το κέρδος .
2 τίνας δ ' οδν
έπί τήν πραξιν στρατολοyf;σω; σκέψαι,
Θ-ήρων, τίς
έπι τ-ήδειος ών οΓδας. Ζηνοφάνης ό Θούριος ; συνετος μεν άλλά δειλός. Μένων ό Μεσσ-ήνιος; τολμηρος μέν άλλά προδότης . "
3 έπεξιών δέ τφ λΟΥισμφ καθέκα
στον ώσπερ άΡΥυΡΟΥνώμων,
πολλους άποδοκιμάσας ,
ομως έδοξέ τινας έπιτηδείους. εωθεν οδν διατρέχων είς τον λιμένα, εκαστον αύτων άνεζ-ήπι . εύρε δε ένί ους μεν έν πορνείοις, οϋς δ ' έν καπηλείοις, οίκείον
στΡατον ΤOΙOύΤlμ στρατηΥφ .
4 φ-ήσας οδν έχειν τι δια
λεχθi;ναι προς αύτους άναΥκαίον, κατόπιν τοϋ λιμένος
άπ-ήΥαΥε καί τούτων ηρξατο των λόΥων- "έΥ(); θησαυ-
52
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Λ'
λασσα,
' ωστε
να
τον
Ρλ'επουν Ό
κα θ" αρα
ακομη
και
,
οσοι
ταξίδευαν μακριά . Τον γέμισαν λοιπόν σαν θησαυροφυ λάκιο, με τις πολυτελείς νεκρικές προσφορές ΙΟ. Εκείνο όμως που φάνηκε καλό να γίνει προς τιμήν της νεκρής αποτέλεσε αφορμή για μεγαλύτερες συμφορές. ΥΠ . Υπήρχε, δηλαδή, κάποιος Θήρων, άνθρωπος παμπόνηρος, που διέσχιζε τη θάλασσα με παράνομους σκοπούς και είχε στις διαταγές του ένα τσούρμο λη
στών, με τους οποίους άραζε λαθραία στα λιμάνια , ""θ εν
οη
ως
πειΡατεία
π l1
λ οιο '
που
εκτε
λ ει'
'" κι ετσι
μεταφορες,
εκανε
• Αυτός έτυχε να παρακολουθήσει τον εντα
φιασμό και έ6αλε στο μάτι το χρυσάφι. Έτσι, τη νύχτα που ξάπλωσε δεν μπορούσε να κοιμηθεί αλλά
μονολογούσε : «Ώστε λοιπόν εγώ ριψοκινδυνεύω πα λεύοντας με τη θάλασσα και σκοτώνοντας τους ζω
ντανούς για ελάχιστα κέρδη, ενώ μπορώ να γίνω πλού
σιος από μια νεκρή; Ο κύ60ς ερρίφθη · θα επωφεληθώ. Ποιους όμως να επιστρατεύσω γι' αυτήν την πράξη ; Σκέψου, Θήρωνα , ποιος είναι ο πιο κατάλληλος απ ' όσους γνωρίζεις. Ο
Ζηνοφάνης από τους
Θούριους;
Είναι γνωστικός 6έ6αια, αλλά δειλός . Ο Μένων από τη
Μεσσήνη ;
Είναι θαρραλέος αλλά αναξιόπιστος» .
Εξετάζοντας λεπτομερώς μέσα στο μυαλό του τον
καθένα , σαν εκτιμητής νομισμάτων , πολλούς απέρρι ψε , όμως κάποιους τούς έκρινε κατάλληλους . Το ξη
μέρωμα λοιπόν τον 6ρήκε να τρέχει πάνω-κάτω στο λιμάνι ψάχνοντας ένα-ένα τα πρόσωπα αυτά .
Και
άλλους τούς 6ρήκε σε οίκους ανοχής , άλλους σε κρα σοπουλειά
- ένας στρατός αντάξιος για τέτοιο στρα
τηγό . Αφού τους πληροφόρησε ότι έχει κάτι επείγον να συζητήσει μαζί τους, τους οδήίφε πίσω από το λιμάνι και άρχισε μ ' αυτά τα λόγια: «Βρήκα ένα θη-
53
ΧΑ ΡΙΤΩΝ
ρόν ευρων ύμάς χοινωνους είλόμην έξ άπάντων ' ού γάρ έστιν ένός τό χέρδος, ούδε πόνου πολλου δεόμενον, άλλά μία νυξ δύναται ποιησαι πάντας ήμας πλουσίους ,
5
ούχ άπειροι δ' έσμεν τοιούτων έπιτηδευμάτων, α
παρά μεν τοίς άνοήτοις άνθρώποις έχει δια60λήν, ώφέλειαν δε τοίς φρονίμοις δίδωσι, " συνηχαν εύθυς στι
ληστείαν η τυμ6ωρυχίων η ίεροσυλίαν χαταΥΥέλλει, χα! "παυσαι" έφασαν "<άναπείθων> τους πεπεισμένους
ήδη χα! μόνον μήνυε τή ν πραξιν, χα! τόν χαιΡόν μή παραπολλύωμεν." 6 ό δε Θήρων ένθεν έλων "έωράχα τε" φησ!
"<τόν> χρυσόν χα! άργυρο ν της
νεχρας.
ούτος ήμών τών ζώντων διχαιότερον γένοιτ' άν. δοχεί
δή μοι νυχτός άνοίζαι τόν τάφον, εΤτα ένθεμένους τf!j Χέλητι,
πλεύσαντας σποι ποτ' αν φέΡr; τό πνευμα
διαπωλησαι τόν φόρτον έπ! ξένης ." ήρεσε.
ol5v "
"νυν μεν
φησ! "τΡέπεσθε έπ! τάς συνήθεις διατΡι6άς 6α
θείας δε έσπέρας
εχαστος έπ! τόν χέλητα χατίτω
χομι'ζων οίχοδομιΧόν όργανον. "
VII[ 1 Ούτοι μεν δή ταυτα έπραττον' τά δε περ!
ΚαλλιΡρόην δεινοτέραν άλλην έλάμ6ανε παλιyy~νεσίαν, χαί τινος άφέσεως ταίς άπολειφθείσαις άναπνοαίς έχ της άσιτίας έΥΥενομένης, μόγις χα! χατ' όλίγον άνέ
πνευσεν- έπειτα χινείν ήρξατο κατά μέλη τό σώμα, διανοίγουσα δε τους όφθαλμους αισθησιν έλάμ6ανεν έγειΡομένης έξ υπνου χα! ως συγχαθεύδοντα ΧαιΡέαν έχάλεσεν. 2 έπε! δε ουτε ό άνήρ ουτε αί θεραπαινίδες
S4
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Α'
σαυρό και διάλεξα εσάς απ ' όλο τον κόσμο για να τον μοιραστώ μαζί σας . Γιατί τα κέρδη φτάνουν και πε ρισσεύουν για πολλούς και ούτε καν χρειάζεται πολύς κόπος , αλλά μια νύχτα φτάνει για να μας κάνει όλους πλούσιους . Και εμείς δεν είμαστε φυσικά άσχετοι με τέτοιες ασχολίες, οι οποίες μπορούν μεν να επισύρουν τις κατηγορίες των ανόητων ανθρώπων, στους έξυ
πνους όμως φέρνουν πολλές ωφέλειες». Κατάλα6αν αμέσως ότι τους μιλάει για κάποια ληστεία ή σύληση τάφου ή αρπαγή ιερών αντικειμένων και είπαν: «Στα μάτα να προσπαθείς να πείσεις αυτούς που έχουν ήδη
πειστεί, και μόνο φανέρωσε το σχέδιο για να μη χά νουμε πολύτιμο χρόνο». Ο Θήρων μετά απ' αυτά συ νέχισε λέγοντας: «Είδατε το χρυσάφι και το ασήμι της νεκρής. Θα ήταν πιο δίκαιο αν αυτά ανήκαν σ' εμάς, που είμαστε ζωντανοί. Προτείνω ν ' ανοίξουμε το
6ράδυ τον τάφο και ύστερα, αφού τα φOρτώσOuμ.ε στο καρά6ι, να σαλπάρουμε για όπου μας 6γάλει ο άνεμος και να ΠOυλήσOuμ.ε το φορτίο σε μια ξένη χώρα» . Η πρότασή του επιδοκιμάστηκε. «Τώρα λοιπόν» , λέει, «να επιστρέψετε στις συνηθισμένες σας ασχολίες και
αργά το 6ράδυ ο καθένας ας έρθει στο καρά6ι φέρνοντας
μα ζ ι
'
του
κι
,
ενα
~,
οικοοομικο
λ
εργα
'
ειο» .
νπΙ. Εκείνοι λοιπόν αυτά σχεδίαζαν . Σχετικά με την Καλλιρρόη , όμως, διεξαγόταν μια άλλη , φριχτή
αναγέννηση' λόγω του ότι ήταν νηστική, ο αέρας που υπήρχε μέσα της άρχισε να 6γαίνει , και σιγά-σιγά , κατάφερε με πολλή δυσκολία να πάρει μια μικρή α
νάσα l 2 . Ύστερα άρχισε να κινεί ένα-ένα τα μέλη της και, όταν άνοιξε τα μάτια , της φάνηκε σαν να συνέρ χεται από ύπνο και μίλησε στον Χαιρέα, που νόμιζε ότι κοιμόταν δίπλα της. Αλλά καθώς ούτε ο σύζυγος
55
ΧΑΡ ΙΤΩΝ
ήκουον, πάΥτα δε ην έρημ,α καί σκότος , φρ,κη καί τρόμος τήν παϊδα κατελάμGαvεv ού δυναμένψ τφ
λογισμ,ρ συμGαλεϊv την άλήθειαν. μόλις δε άνεγειΡΟ μένη στεφάνων προσήψατο καί ταΙΥιων' ψόφον έπο,ει
χΡυσοϋ τε καί άργύρου ' πολλή δε ην άρωμάτων όσμή .
3 τότ' οδν άνεμνήσθη τοϋ λακτ,σματος καί τοϋ δι' έκεϊΥΟ πτώματος, μόγις δε κα! έκ της άγων,ας ένόη
σε τάφον. έρρηςεν οδν φωνήν, σσην έδύνατο "ζω"
Go-
ωσα, κα! "Gοηθεϊτε." έπε! δε πολλάκις αύτης κεκρα γυ,ας ούδεν έγ,νετο πλέον, άπήλπισεν έτι τήν σωτηρ,αν κα! ένθείσα τοϊς γόνασι την κεφαλήν έθρήνει λέγουσα 'Όίμοι των κακωΥ' ζωσα κατώρυγμαι μηδεν άδικοϋσα κα! άποθνήσκω θάνατον μακρόν. υγια'Υουσάν με πεν θοϋσι .
4
τ,να τΕς άγγελον πέμψει; άδικε ΧαιΡέα, μέμ
φομα, σε ούχ στι με άπέκτεινας, άλλ' στι με έσπευσας
έκGαλεϊv της οίκ'ας . ούκ έδει σε ταχέως θάψαι Καλ λιΡρόψ ούδ' άληθως άποθαΥοϋσαν . άλλ' ήδη τάχα τι
Gουλεύr; περί γάμου ." ιχ. Ι Κάκε,νη μεν έν ποικιλοις ην όδυρμοϊς Ό δε Θήρων φυλάςας αύτο το μεσονύκ τιον άψoφr;τί πpoσi;ει τ,ρ τάφφ, κούφως ταϊς κώπαις άπτόμεΥος της θαλάσσης . έκGα,vωv δε πρωτος έπέταςε την ύπη ρεσ,αν <τον τρόπον> τοϋτον. 2 τέσσαρας μεν άπέστει λεν έπί κατασκοπήν, ει τινες προσ,οιεν είς τον τόπον, εί μεν δύναΙΥΤΟ, φονεύειν' εί δέ μή, συνθήματι μψύειν τήν άφιςιν αύτωψ πέμπτος δέ αύτος προσήει τφ τά-
56
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Α'
ούτε
Ot
υπηρέτριες ΤΎΊν άκουγα.ν και τα. πάντα γύρω
της ήταν ερημικά και σκοτεινά, φρίκη και τρόμος την ι
κυριευσαν κα
λu
'ψ ει
και
τι
~,
οεν
μπορουσε
'Ρ συνεοαινε.
να
ι
σκεφτει
' Ε' τσι οπως
για
να
, σηκωνοταν
ανα-
,
σιγα-
σιγά όμως, άπιξε στεφάνια και κοροέλες και άκουσε τον ήχο του χρυσού και του ασημιού, ενώ ταυτόχρονα
υπήρχε έντονη μυρωοιά από αρώματα . Τότε λοιπόν θυμήθηκε την κλοτσιά και την επακόλουθη λιποθυμία
της και ξεχνώντας λίγο την αγωνία της κατάλα6ε ότι 6ρίσκεται σε τάφο. Έτσι, έ6γαλε μια κραυγή με όλη της τη ούναμη, φωνάζοντας «Ζω» και «Βοηθήστε με». Όταν πια είχε φωνάξει πολλές φορές και οεν
γινόταν τίποτα, απογοητεύτηκε τελείως και κρύ60ντας το κεφάλι στα γόνατά της έκλαιγε λέγοντας: «Αλίμονό μου, τι συμφορά! Θάφτηκα ζωντανή, χωρίς
να έχω οιαπράξει τίποτα κακό, και θα 6ρω αργό θά νατο . Πενθούν για μένα κι ωστόσο είμαι υγιέστατη!
Ποιος θα στείλει έναν απελιοφόρο και ποιον ; Σκλη ρόκαροε Χαφέα, οεν σε κατηγορώ που με σκότωσες αλλά που 6ιάστηκες να με οιώξεις απ' το σπίτι. Δεν έπρεπε να με θάψεις τόσο γρήγορα, ακόμη κι αν στ' αλήθεια είχα πεθάνει . Ίσως όμως σχεοιάζεις ήοη κά ποιο νέο γάμο» . ΙΧ. Κι εκείνη λοιπόν συνέχιζε τους
θρήνους της . Ο Θήρων , από την άλλη, έχοντας παραφυλάξει ως
τα μεσάνυχτα, πλησίασε αθόρυ6α στον τάφο, με τα κουπιά ίσα-ίσα ν ' ακουμπούν τη θάλασσα. Κι αφού
κατέ6ηκε πρώτος, έοωσε οιαταγές στο πλήρωμα ως εξής: Τέσσερις έστειλε για να φυλάνε σκοπιά , ώστε σε περίπτωση που κάποιοι πλησίαζαν εκεί, να τους σκο τώσουν, αν μπορούν · αν όχι, να ειοοποιήσουν συνθημα
τικά για τον ερχομό τους. Αυτός με άλλους τέσσερις
57
ΧΑΡΙΤΩ Ν
φtμ . τούς δέ λοιπούς (ήσαν γαρ οί σύμπαΥτες έχχαίδε χα) μένειν έπι τοϋ χέλητος έχέλευσε χαι τας Χώπας
έχειν έπτερωμένας ,
ϊνα, έάν τι αίφνίδιον συμ6αίν!),
ταχέως τούς άπσ γης άρπάσαΥτες άποπλεύσωσιν .
3
έπει δέ μοχλοι ~poσΎjVέXθησαν χαι σφοδροτέρα πληγή πρσς την άνάρρηξιν τοϋ τάφου, την KαλλιppόΎjV χατε
λάμ6ανεν όμοϋ πάΥτα, φό60ς , χαρά, λύπη,
θαυμα
σμός , έλπίς, άπιστία. "πόθεν ό ψόφος ; &ρά τις δαίμων χατα νόμον χοινσν των άποθνησΧόντων έπ' έμέ παρα γίνεται την άθλίαν; η ψόφος ούχ έστιν, άλλα φωνη
χαλούΥτων με των ύποχθονίων πρσς αύτούς ; τυμ.6ω
ρύχους μάλλον είχσς εΓναι ' χαι γαρ τοϋτό μου ταίς συμ.φοραίς προσετέθη ' πλοϋτος άχρηστος vεχρi!J."
4
ταϋτα έτι λογιζομένης αύτης πρού6αλε την χεφαλην ό λ!)στης χα! χατα μιχρσν είσεδύετο. Καλλιρρόη δέ
αύτi!J προσέπεσε, 6ουλομ.ένη δεηθηναι' ΧάχείΥος φο6ηθεις έξεπήδησε. τρέμων δέ πρσς τούς έταίρους έ φθέγξατο "φεύγωμεν έΥτεϋθεψ δαίμων γάΡ τις φυλάττει τα ένδον χαι είσελθείν ήμίν ούχ έπιτρέπει. "
5 χατεγέ
λασε Θήρων, δειλσν είπών χαι νεχρότερον της τεθνε
ώσης . εΤτα έχέλευσεν άλλον είσελθείΥ. έπει δέ ούδεις
ύπέμενεν, αύτσς είσΎjλ θε προ6αλλόμεΥος τσ ξίφος. λάμ ψαΥτος
δέ τοϋ σιδήρου,
δείσασα
ή Καλλιρρόη μη
φονευθ!ι, πρσς την γωνίαν έξέτεινεν έαυτην χάχείθεν ίΧέτευε, λεπτην άφείσα φωνήν, "έλέησον, οστις ποτ'
εΤ, την ούχ έλεηθείσαν ύπσ άνδρσς ούδέ γονέωψ μη άποχτείΥ!)ς ην σέσωχας . "
6 μάλλον έθάρσησεν ό Θή
ρων χαι οΤς δεινσς άνηρ ένόησε την άλήθειαΥ" έστη δέ
58
ΤΑ Π Ε ΡΙ ΧΑ ΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛ ΙΡ ΡΟΗ Ν Α'
πλησίασε στον τάφο . Τους υπόλοιπους (γιατί ήταν συνολικά δεκαέξι) τους πρόσταξε να μείνουν στο καρά6ι και να έχουν τα κουπιά σε ετοιμότητα , ώστε , εάν
συμ6εί κάτι αναπάντεχο , να πάρουν γρήγορα και ό σους ήταν στη στεριά και να φύγουν . Όταν λοιπόν οι λοστοί άρχισαν να χτυπούν με περισσότερη δύναμη για
να ανοίξει ο τάφος, την Καλλιρρόη κυρίευσαν ταυτό
χρονα όλων των ειδών τα συναισθήματα: φό60ς , χαρά , λύπη , απορία , ελπίδα , αμφι60λία . «Από πού έρχεται ο χτύπος ; Μήπως είναι κανένας θεός που για κάποια κοινή συνήθεια των πεθαμένων έρχεται σε μένα τη δυστυχισμένη; Ή μήπως δεν είναι χτύπος αλλά οι φωνές των κατοίκων του Κάτω Κόσμου που με κα
λούν κοντά τους ; Μάλλον για τuμ.6ωρύχoι μοιάζουν . Γιατί αυτό 6έ6αια μου έλειπε ' ένας θησαυρός άχρη στος στους νεκρούς» . Όσο ακόμη τα σκεφτόταν αυτά , φάνηκε το κεφάλι ενός ληστή να γλιστράει σιγά-σιγά
μέσα. Η Καλλιρρόη γονάτισε σε μορφή ικεσίας , αλλά εκείνος τρομαγμένος πετάχτηκε έξω και τρέμοντας είπε στους συντρόφους του: «Πάμε να φύγουμε από
δω! Κάποιος δαίμονας φυλάει το εσωτερικό και δεν μας αφήνει να μπούμε». Ο Θήρων τον περιγέλασε και τον αποκάλεσε δειλό και πιο ψόφιο κι απ ' τη νεκρή.
Έπειτα διέταξε έναν άλλο να μπει . Επειδή όμως κα νείς δεν άντεχε , μπήκε ο ίδιος κραδαίνοντας το σπαθί
του. Καθώς άστραψε το σίδερο , φο6ήθηκε η Καλλιρ ρόη να μην τη σκοτώσει, γι ' αυτό τρα6ήχτηκε προς τη γωνία και από κει παρακαλούσε χαμηλόφωνα: «Λυπήσου , όποιος κι αν είσαι, αυτήν που δεν λυπήθη καν ούτε ο άντρας ούτε οι γονείς της . Μη σκοτώσεις
εκείνη που εσύ μόλις έσωσες» . Πήρε θάρρος ο Θήρων
και τετραπέρατος καθώς ήταν κατάλα6ε την αλήθεια '
59
ΧΑΡΙΤΩ Ν
σύΥΥους και τό μΈV πρώτον έbουλεύσατο κτειναι την γυναίκα, Υομι'ζων έμπόδιον έσεσθαι της ολης πράξεως ' ταχε ία δε διά τό κέρδος έγένετο μετάΥοια και πρός f
r
\
αυτον ειπεν
''''Ι
"\
εστω και αυτη
-
,
Ι
ι
των εΥταφιων μερος
πο-
λυς μεν άργυρος έΥταϋθα, πολυς δε χρυσός, τούτων δε πάΥτων τό της γυναικός τψιώτερον κάλλος ." 7 λα
bόμεvος
oi5v της χειρός έξήγαγεν αύτήν, εΓτα καλέσας
τόν συνεργόν "ίδου " φησ!ν "ό δαέμων ον έφΟbοϋ' καλός γε ληστης φΟbηθε!ς και γυναίκα. συ μεν ταύτηΥ' ήμείς
oi5v
φύλαττε
θέλω γάρ αύτην άποδοϋναι τοίς γονεϋσιν'
δε έκφέρωμεν
τά ένδον άποκεέμενα, μηκέτι
μηδε της νεκρaς αύτά τηρούσης." Χ. ι Έπε! δε ένέπλησαν τόν κέλητα τών λαφύρων,
έκέλευσεν ό Θήρων τόν φύλακα μικρόν άποστηναι με
τά της γυναικός εΓτα bουληv προέθηκε περ! αύτης. έγέΥΟΥΤΟ δε αί Υνώμαι διάφοροι και άλλήλαις ύπεναν
τέαι . 2 πρώτος γάρ τις εΓπεν "έφ' ετερα μεν ήλθομεν,
r!J
συστρατιώται, bέλτιοv δε τό παρά της Τύχης άπο
bέbηκε ' χΡησώμεθα αύτψ δυνάμεθα γάρ άκινδύνως είργάσθαι . δοκεί δή μοι τά μεν έΥτάφια κατά χώραν έaν, άποδοϋναι δε την ΚαλλιΡρόην άνδρ! και πατρέ, φήσαΥτας ΟΤΙ προσωρμΕσθημεν
'"iiJ
τόπιμ κατά συνή
θειαν άλιευτικήν, άκούσαΥτες δε φωνην ήΥοιςαμεν κατά φιλανθρωπέαν, ίνα σώσωμεν την ένδον άποκεκλεισμέ
νην. 3 όρκέσωμεν δε την γυναίκα πάΥτα ήμίν μαρτυ ρείν. ήδέως δε ποιήσει χάριν όφει?ουσα τοίς εύεργέ-
60
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Α'
στάθηκε τότε σκεφτικός και η πρώτη του απόφαση ήταν να σκοτώσει τη γυναίκα , θεωρώντας ότι θα στα θεί εμπόδιο στην επιχείρηση . Όταν όμως σκέφτηκε το συμφέρον του, γρήγορα μετάνιωσε και είπε μονολο-
,
γωντας:
«Ας
"
υπο θ' εσουμε οτι ανηκει κι αυτη'Α.", στο v. Γ
σαυρό του τάφου . Γιατί ναι μεν υπάρχει εδώ πολύ ασήμι και χΡυσάφι , αλλά πιο πολύτιμη απ' όλα αυτά είναι η ομορφιά της γυναίκας» . Πιάνοντάς την λοιπόν
από το χέρι την έ6γαλε έξω κι ύστερα , φωνάζοντας το σύντροφό του, λέει: «Να ο δαίμονας που φο6όσουν!
Ωραίος ληστής είσαι, να φο6άσαι ακόμα και μια γυ ναίκα! Εσύ λοιπόν φύλαξέ την, γιατί θέλω να την πα ραδώσω στους γονείς της . Εμείς θα μεταφέρουμε τα
πράγματα από μέσα, αφού η νεκρή δεν τα επιτηρεί πια» .
χ. Μόλις γέμισαν το πλοίο με τα λάφυρα , διέταξε
ο Θήρων το φύλακα να απομακρυνθεί λίγο μαζί με την κοπέλα κι έπειτα συγκάλεσε μια σύσκεψη γι' αυτήν .
Ακούστηκαν πολλές διαφορετικές γνώμες και μερικές τελείως αντίθετες μεταξύ τους. Πρώτα είπε κάποιος : «Για άλλο λόγο ήρθαμε , συμπολεμιστές , όμως μας
προέκυψε καλύτερη τύχη · ας την εκμεταλλευτούμε . Γιατί μπορούμε να το πετύχουμε και χωρίς να ριψο κινδυνέψουμε . Εγώ λέω να αφήσουμε τους θησαυρούς στη θέση τους και να επιστρέψουμε την Καλλιρρόη στο σύζυγο και στον πατέρα της, λέγοντας ότι ρίξαμε
άγκυρα κοντά στον τάφο, επειδή εκεί συνηθίζουμε να ψαρεύουμε, αλλά όταν ακούσαμε τις φωνές, από φιλευ
σπλαχνία τον ανοίξαμε , για να σώσουμε την εγκλω-
6ισμένη . Θα 6άλουμε τη γυναίκα να ορκιστεί ότι θα δώσει μαρτυρία ευνοϊκή για μας . Και θα το κάνει ευ χαρίστως, αφού χρωστάει χάρη στους ευεργέτες που
61
ΧΑΡΙΤΩΝ
ταις δι ' ιΊ)ν έσώθ-η . πόσης οίεσθε χαρας έμπλήσομεν την σλην Σικελίαν; πόσας ληψόμεθα δωρεάς; αμα δέ καί πρός άνθρώπους δίκαια καί πρός θεους σσια ταυτα ποιήσομεν."
4
'Έτι δέ αύτου λέγοντος ετερος άντείπεν
"άκαιρε καί άνόητε,
νυν ήμας κελεύεις φιλοσοφείν;
&ρά γε τό τυμ~ωpυχείν ήμας έποίησε χρηστούς; έλε -ήσομεν ην ούκ ήλέησεν ίδιος άνηρ άλλά άπέκτεινεν; ούδέν γάρ ήδίκηκεν ήμας ' άλλά άδικήσει τά μέγιστα.
5
πρώτον μέν γάρ, αν άποδώμεν αύτην τοίς προσή
κουσιν, άδηλον ην εξουσι Υνώμην περί του γεγονότος, καί άδύνατον μη ύπoπτευθΎjναι την αίτίαν δι' ην ήλθομεν έπί τόν τάφον. έάν δέ καί χαρίσωνται την τιμωρίαν ήμίν οί της γυναικός συΥΥενείς, άλλ ' οί άρχοντες καί
ό δήμος αύτός ούκ άφήσει τυμ~ωpύχoυς άγοντας κατ' αύτών τό φορτίΟΥ" ούδέ γάρ άκίνδυνον ~ίoν ζώμεν.
6
τάχα δέ τις έρεί λυσιτελέστερον εΤναι πωλήσαι την γυναίκα ' τιμην γάρ εύρ-ήσει διά τό κάλλος . εχει δέ καί
τουτο κίνδυνον. ό μέν γάρ χρυσός ούκ εχει φωνήν, ούδέ ό άργυρος έρεί πόθεν αύτόν είλήφαμεν. εξεστιν έπί τούτοις πλάσασθαί τι διήγημα.
7 φορτίον
δέ εχον
όφθαλμούς τε καί d>τα καί γλώσσαν τίς αν άποκρύψαι δύναιτο; καί γάρ ούδέ άνθρώπινον τό κάλλος,
ινα
λάθωμεν. στι 'δούλην' έρουμεν; τίς αύτην ίδων τoύτCΜ
πιστεύσει; φονεύσωμεν οδν αύτην ένθάδε, καί μη περι άγωμεν καθ' αύτών τόν κατήγορον."
8
Πολλών δέ
τούτοις συντιθεμένων ούδετέραν Υνώμην Θ-ήρων έπε
ψήφισε .
"συ μέν γάρ" εΤπε "κίνδυνον έπάγεις, συ δέ
62
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗ Ν Α'
την έσωσαν . Φαντάζεστε μ.ε πόση χαρά θα γεμ.ίσOuμ.ε τη Σικελία; Πόσα δώρα θα πά.ρουμ.ε; Θα είναι συί/.2όνως και για τους ανθρώπους δίκαιη και για τους θεούς ιερή η πράξη που θα κάνουμ.ε». Ενώ αυτός ακόμ.η μ.ιλούσε ,
κάποιος άλλος αντιτάχθηκε: «Άσχετε και ηλίθιε , τώρα
μ.α.ς σuμ.bοuλεύεις να το ρίξουμ.ε στη φιλοσοφία ; Μήπως η τuμ.bωρuχία μ.ά.ς έκανε ηθικούς; Να λυπηθούμ.ε αυτήν που δεν τη λυπήθηκε ο ίδιος της ο άντρας αλλά τη
δολοφόνησε; Φυσικά, σε τίποτα δεν μ.α.ς έχει bλάψει , αλλά θα μ.α.ς bλάψει πολύ . Πρώτα απ' όλα, αν την επιστρέψουμ.ε στους δικούς της , δεν μ.πορούμ.ε να ξέ
ρουμ.ε τι γνώμ.η θα σχημ.α.τίσουν για το σuμ.bάν και είναι απίθανο να μ.ην υποπτευθούν για ποιο λόγο πή
γαμ.ε στον τάφο . Και αν όμ.ως μ.ας απαλλάξουν από την καταδίκη οι συγγενείς της, οι άρχοντες και ο ίδιος ο λαός δεν πρόκειται να αθωώσουν τuμ.bωρύχοuς που έρχονται φέρνοντας σ' αυτούς τη λεία τους . Πιθανόν
κάποιος να πει ότι είναι πιο ωφέλιμ.ο να πουλήσουμ.ε την κοπέλα, γιατί σίγουρα θα πιάσει καλή τιμ.ή λόγω της ομ.ορφιάς της . Αλλά είναι κι αυτό ριψοκίνδυνο.
Γιατί το χρυσάφι δεν έχει φωνή, ούτε το ασήμ.ι θα πει από πού το πήραμ.ε. Μπορούμ.ε γι' αυτά να εφεύρουμ.ε και πλαστές ιστορίες. Ένα φορτίο όμ.ως που έχει μ.άτια,
/
αφτια
και
λ/
γ
ωσσα,
ποιος
/
μ.πορει
να
το
/ψ
κρυ
ει;
Και δεν έχει καν ανθρώπινη ομ.ορφιά , για να περάσουμ.ε
/
απαρατηρητοι .
Θ ~ α
/
πουμ.ε
/
οτι
/
ειναι
σκ
λ/Ρ αοα;
Π
οιος
θα το πιστέψει όταν τη δει; Ας τη σκοτώσουμ.ε λοιπόν
επιτόπου και ας μ.ην κοubαλά.μ.ε μ.α.ζί μ.ας το μ.ά.ρτυρα κατηγορίας εναντίον των ίδιων μ.α.ς των εαυτών» . Ενώ
πολλοί συμ.φώνησαν μ.ε αυτούς τους δυο, ο Θήρωνας
απέρριψε και τις δυο γνώμ.ες . «Εσύ bέbαια» , είπε , «προδικάζεις κινδύνους κι εσύ καταστρέφεις το κέρ-
63
ΧΑΡΙΤΩΝ
χέρδος άπολλύεις . έΥω δε άποδώσομαι την Υυναίχα μαλλον η άπολέσω ' πωλουμένη μεν Υάρ σιγήσει διά
τον φό60ν, πραθείσα δε χατηΥορείτω των μή παρόν των. άλλ' έμ6αίνετε ' πλέωμεψ ήδη Υάρ έση προς ήμέραν .
ΧΙ
1
Άναχθείσα δε ή ναίJς έφέρετο λαμπρως. ούδε
Υάρ έ6ιάζοντο προς χίJμα χα! πνείJμα τψ μή προχεί σθαί τινα πλουν ιδιον αύτοίς, άλλ ' ιΧπας άνεμος ουριος αύτοίς έδόχει χαί χατά πρύμναν ει'στήχει . ΚαλλιΡρόην
δε παρεμυθείτο Θήρων, ποιχι'λαις έπινοίαις πειΡώμε νος άπαταν.
2 έχείνη δε rισθάνετo τά χαθ ' έαυτης χαί
στι άλλως έσώθη ' προσεποιείτο δε μή νοείν, άλλά πι στεύειν, δεδοιχυία μή άρα χα! άνέλωσιν αύτην ως
όΡΥιζομένην . είπουσα δε μή φέρειν την θάλασσαν, έΥ χαλυψαμένη χαί δαχρύσασα "συ μεν" έφη , "πάτερ, έν ταύτr; τr; θαλάσστ; τριαχοσίας ναίJς Άθηναίων χατε
ναυμάχησας, ηρπασε δέ σου την θυΥατέρα χέλης μι
χρος χαί ούδέν μοι 60ηθείς .
3 έπί ξένην άΥομαι γην
χαί δουλεύειν με δεί την εύΥενη · τάχα δε άΥοράσει τις τήν Έρμοχράτους θυΥατέρα δεσπότης Άθηναίος. πό σcμ μοι χρείττον ην έν τάφcμ χείσθαι νεχράψ πάντως αν μετ' έμου Χαιρέας έχηδεύθη ' νυν δε χα! ζωντες χαί άποθανόντες διεζεύχθημεν."
4 Ή μεν οδν έν τοιούτοις ην όδυρμοίς, οί δε λr;σταί νήσους μιχράς χα! πόλεις παρέπλεοψ ού Υάρ ην τά
φορτία πενήτων, έζήτουν δε πλουσίους άνδρας . ωρμί-
64
ΤΑ Π Ε ΡΙ ΧΑΙΡ ΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Α'
δος . Εγώ προτιμώ να την πουλήσω παρά να τη σκο τώσω . Γιατί κατά τη διάρκεια της πώλησης θα σω
πάσει από φό60 και όταν πλέον θα έχει πουληθεί , ας μας κατηγορήσει , δεν θα είμαστε πια εκεί . Άλλωστε η ζωή μας έχει πολλά ρίσκα. Εμπρός , ανε6είτε να σαλ
πάρουμε γιατί ήδη κοντεύει να ξημερώσει» .
χι Όταν 6γήκε στ ' ανοιχτά το καρά6ι , αρμένιζε ξένοιαστα . Γιατί ούτε από ρεύματα πιέζονταν ούτε από άνεμο που να μη συμ6αδίζει με την πορεία τους , μα θεωρούσαν ευνοϊκούς όλους τους ανέμους και τους
έστρεφαν την πρύμνη . Ο Θήρων εν τ ω μεταξύ παρη
γορούσε την Καλλιρρόη , προσπαθώντας με χίλια τε χνάσμ.α.τα να την εξαπατήσει . Εκείνη όμως ένιωθε τη μοίρα της και ότι για άλλων το συμφέρον σώθηκε.
r-
ποκρινόταν ότι δεν καταλά6αινε και ότι τον εμπιστεύ εται, επειδή φο6όταν να μην τη σκοτώσουν εξαιτίας του θυμού της . Έτσι , με πρόφαση ότι δεν αντέχει τη θάλασσα και σκεπάζοντας το πρόσωπό της , δάκρυσε
και είπε: «Εσύ , πατέρα , σ ' αυτά τα νερά κατατρόπω σες σε ναυμ.α.χία τριακόσια πολεμ.ικά πλοία των Αθη
ναίων , κι ενώ σου άρπαξε την κόρη ένα καϊκάκι δεν
έρχεσαι να με 60ηθήσεις . Με πηγαίνουν σε ξένη χώρα και θα πρέπει πια εγώ η αριστοκράτισσα να γίνω
σκλά6α . Ίσως μάλιστα αγοράσει την κόρη του Ερμο κράτη κάποιος αφέντης Αθηναίος. Πόσο πιο καλά θα
ήταν να 6ρισκόμουν νεκρή μέσα στον τάφο! Σίγουρα θα έθα6αν κοντά μου και τον Χαιρέα . Τ ώρα όμως και νεκροί και ζωντανοί είμαστε χωρισμένοι» . Αυτή λοιπόν για τέτοια πράγμ.α.τα θρηνούσε, ενώ οι ληστές προσπερνούσαν νησάκια και πόλεις, επειδή τα εμ.πορεύμ.α.τά τους δεν προορίζονταν για φτωχούς , κι αναζητούσαν πλούσιους ανθρώπους. Προσάραξαν λοι-
65 5 -
Χαρίτων ΤΙΧ περί Χαφέαν χαί ΚαλλιΡρόψ
ΧΑΡΙΤΩΝ
σαντο δη καταντικρυ της
Άττικης ύπό τινα χηλήψ
πηγή δέ ην αύτόθι πολλού κα! καθαρού νάματος κα! λειμών εύφυής .
5 ένθα την KαλλφpόΎjY προαγαγόντες
φαιδρύνεσθαι κα! άναπαύσασθαι κατα μικρον άπο της θαλάσσης ήξίωσαν, διασώζει ν θέλοντες αύτης το κάλ
λoς μόνοι δέ έ60υλεύοντο σποι χΡη τον στόλον όρμη σαι . καί τις εΤπεν "Άθηναι πλησίον, μεγάλη κα! εύ δαίμων πόλις. έκεί πληθος μέν έμπόρων εύρήσομεν, πληθος δέ πλουσίων. ωσπερ γαρ έν άγop~ τους άν δρας ούτως έν
Άθήναις τας πόλεις έστιν ίδείν." 6
έδόκει δη πασι καταπλείν είς Άθήνας, ούκ Ύ;ρεσκε δέ Θήρωνι της πόλεως ή περιεργία' "μόνοι γαρ ύμείς ούκ άκούετε την πoλυπpαγμoσύνΎjY των Άθηναίων; δημός έστι λάλος κα! φιλόδικος , έν δέ τψ λιμένι μυρίοι συ κοφάνται πεύσονται τίνες έσμέν κα! πόθεν ταύτα φέ
ρομεν τα φορτία. ύποψία καταλήψεται πονηρα τους κακοήθεις. 7 'Άρειος πάγος εύθυς έκεί κα! άρχοντες τυράννων 6αρύτεροι. μίiλλoν Συρακουσίων Άθηναίους
φο6ηθωμεν. χωρίον ήμίν έπιτήδειόν έστιν 'Ιωνία, κα! γαρ πλούτος έκεί 6ασιλικος έκ της μεγάλης Άσίας άνωθεν έπφρέων κα! άνθρωποι τρυφωντες καί άπρά γμονες ' έλπι'ζω δέ τινας αύτόθεν εύρήσειν καί γιωρί
μους."
8
ύδρευσάμενοι δη καί λα6όντες άπο των πα
ρουσων όλκάδων έπισιτισμον έπλεον εύθυ Μιλήτου, τριταίοι δέ κατήχθησαν είς σρμον άπέχοντα της πό-
66
ΤΑ Π Ε ΡΙ ΧΑ ΙΡ ΕΛΝ ΚΑΙ ΚΑλλ ΙΡΡΟΗ Ν Α'
πόν απέναντι από την Αττική, σε κάποιο απάνεμ.ο
λιμ.ανάκι · bρισκόταν εκεί και μ.ια πηγή μ.ε μ.πόλικο γάργαρο νερό , και ένα όμ.ορφο λιbάδι . Εκεί έφεραν την Καλλιρρόη , θεωρώντας καλό να ξεκουραστεί λίγο από
τη θάλασσα , γιατί ήθελαν να διατηρήσουν την ομ.ορφιά της . Όταν έμ.ειναν μ.όνοι , σκέφτονταν πού τους συνέ
φερε να αγκυΡΟbολήσουν το xapιXbL τους . Και είπε κά ποιος : «Βρίσκεται κοντά μ.ας η Αθήνα , μ.ια πόλη μ.ε
γάλη και πλούσια . Εκεί θα bρούμ.ε άπειρους έμ.πορους και πολλούς πλούσιους . Όπως bλέπει κανείς τους ανθρώπους σ' ένα παζάρι , έτσι μ.πορεί να δει τις άλλες πόλεις στην Αθήνα». Όλοι λοιπόν σuμ.φώνησαν να κα τευθυνθούν στην Αθήνα , αλλά στον Θήρωνα δεν άρε
σε το ότι οι Αθηναίοι έχωναν τη μ.ύτη τους εκεί που ~
,
οεν τους εσπερναν.«
Μ"
~,
,
ονο εσεις οεν εχετε ακουσει για
την περιέργεια των Αθηναίων ; Είναι λαός φλύαρος και τους αρέσουν τα δικαστήρια . Όσο για το λιμ.άνι, θα
bρεθούν χίλιοι συκοφάντες να πληροφορηθούν ποιοι είμ.αστε και από πού έχouμ.ε φέρει αυτά τα εμ.πορεύ μ.ατα. Θα δημ.ιουργηθούν υποψίες στους κακοπροαί ρετους. Ο Άρειος Πάγος είναι αδέκαστος εκεί πέρα και οι άρχοντες πιο αυστηροί από τους τυράννους. Περισσότερο κι από τους
Συρακούσιους πρέπει να
φοbόμ.αστε τους Αθηναίους. Αντίθετα , ο κατάλληλος τόπος για μ.ας είναι η Ιωνία , γιατί εκεί συρρέουν baσιλικές περιουσίες από την Ασία . Οι άνθρωποι εκεί
αγαπούν την πολυτέλεια και είναι vwepoi l3 . Ελπίζω
μ.άλιστα να bpw και κάτι γνωστούς μ.ου από εκείνα τα μ.έρη». Αφού λοιπόν πήραν νερό και τρόφιμ.α από τα εμ.πορικά πλοία που ήταν εκεί γύρω , απ έπλευσαν κα
τευθείαν για τη Μίλητο και μ.ετά από τρεις μ.έρες α
γκυΡΟbόλησαν σε έναν όρμ.ο που απείχε από την πόλη
67
ΧΑΡΙΤΩ Ν
λεως σταδίους όγδοήχοντα, εύφυέστατον είς ύποδοχήν, ΧΙ!.
1 'Ένθα δη Θήρων Χώπας έχέλευσεν έχφέρειν χαί
μονην ποιείΎ τ!j Καλλιρρόη χαί πάντα παρέχει ν είς τρυφήν , ταυτα δέ ούχ έχ φιλανθρωπίας επραττεν άλλ ' έχ φιλοχερδίας, ώς έμπορος μάλλον η ληστής , αύτος
δέ διέδραμεν είς άστυ παραλα6ών δύο τών έπιπ;δείων, ΕΓτα φανερώς μεν ούχ έ60υλεύετο ζητείΎ τον ώνητην
ούδέ περι6όητον το πράγμα ποιείν, χρύφα δέ χαί δια χειΡος εσπευδε την πράσιν, δυσδιάθετον δέ άπέ6αινεν
ού γαρ ήν το χτημα πολλών ούδέ ένος τών έπιτυχόν των, άλλα πλουσίου τιvoς χαί 6ασιλέως, τοίς δέ τοι ούτοις έφο6είτο προσιέναι, 2 γινομένης οΟν διατρι6ης μαχροτέρας ούχέτι φέρειν ύπέμενε την παρολχήν· νυ
χτος δέ έπελθούσης χαθεύδειν μέν ούχ έδύνατο, εφη
δέ προς αύτον "άνόητος, rJj Θήρων, εΓ άπολέλοιπας γαρ ήδη τοσαύταις ήμέραις άργυρον χαί χΡυσον έν έρημίζΧ, ώς μόνος ληστής ,
3 ούχ
οΓδας οτι την θάλασ
σαν χαί άλλοι πλέουσι πειΡαταί; έγώ δέ χαί τους
ήμετέρους φο6ουμαι μη χαταλιπόντες ήμliς άποπλεύ σωσιv ' ού δήπου γαρ τους διχαιοτάτους έστρατολόΥη
σας, ,να σοι την πίστιν φυλάττωσιν, άλλα τους πονη ροτάτους άνδρας ών ηδεις, 4 νυν μέν οον" εΓπεν "έξ άνάγχης Χάθευδε, ήμέρας δέ έπιστάσης διαδραμών έπί τον Χέλητα ρίψον είς θάλασσαν την άχαιΡον χαί πε-
68
ΤΑ Π ΕΡ Ι ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙ ΡΡΟ Η Ν Α'
ογόόντα στάδια 14 και ήταν κατάλληλος για τη φιλο
ξενία πλοίων . ΧΠ . Εκεί λοιπόν ο Θήρων διέταξε να μ.α.ζέψουν τα κουπιά , να φτιάξουν ένα κατάλυμα για την Καλλιρρόη και να της προσφέρουν τα πάντα για την άνεσή της . Αυτά tιέtιαια δεν τα έκανε από φιλαν θρωπία αλλά από κερδοσκοπία , σαν έμπορος περισσό τερο , παρά σαν ληστής . Ο ίδιος κατευθύνθηκε tιιαστι κά προς την πόλη μαζί με δυο από τους συντρόφους του .
Όταν έφτασε, αποφάσισε να μην ψάχνει απροκά λυπτα για αγοραστή , ούτε να διαλαλήσει την πράξη λλα'
του , α
'
,
,
θ προσπα ουσε με μυστικοτητα και αμεσοτη-
τα να επισπεύσει την αγοραπωλησία. Όμως δυσκο
λευόταν να τη φέρει σε πέρας γιατί το εμπόρευμ.α. δεν μπορούσε να διατεθεί σε περισσότερους από έναν, αλλά ούτε και στον πρώτο τυχόντα . Προοριζόταν για κά
ποιον ζάπλουτο ή ακόμ.α. και tιασιλιά · τέτοιους ανθρώ πους όμως δίσταζε να τους προσεγγίσει . Επειδή η
καθυστέρηση παρατραtιoύσε , δεν μπορούσε πια να α νεχτεί αυτή τη σπατάλη χρόνου . Έτσι , όταν νύχτωσε , δεν μπορούσε να κοιμηθεί και σκεφτόταν : «Είσαι ανό
ητος , Θήρωνα . Έχεις παραμελήσει τόσες μέρες το ασήμι και το χρυσάφι στην ερημιά σαν να ήσουν ο
μοναδικός ληστής . Δεν ξέρεις ότι στη θάλασσα αρμε νίζουν κι άλλοι πειρατές ; Αλλά εγώ και τους συντρό φους μας ακόμ.α. φotιάμαι μήπως μ.α.ς εγκαταλείψουν και το σκάσουν. Γιατί δεν συγκέντρωσες 6έ6αια τους
πιο δίκαιους ανθρώπους για να σου είναι πιστοί , αλλά τους πιο πανούργους που γνώριζες . Τ ώρα λοιπόν πρέπει απαραίτητα να κοιμηθείς, μόλις ξημερώσει η μέρα,
όμως , τρέξε στο καρά6ι και πέτα στη θάλασσα αυτήν την άχρηστη και ενοχλητική γυναίκα και πάψε πια να
69
ΧΑΡ ΙΤΩ Ν
ριττήν σοι γυναίχα χαι μηχέτι φορτίον έπάγου δυσδιά
θετον. " χοιμηθεις δέ ένύπνιον ε!δε χεχλεισμένας τάς θύρας . έδοξεν οδν αύτιi) τήν ήμέραν έχείνψ έπισχείν . ΟΤα δέ άλύων έπί τινος έργαστηρίου χαθηστο , τα ραχώδης παντάπασι τήν Ψυχήν .
6
έν δέ τιi) μεταξυ
παΡf;ει πληθος άνθρώπων έλευθέρων τε χαι δούλων, έν μέσοις δέ αύτοίς άνηρ ήλιχί~ χα θεστώς , μελανει
μονων χαι σχυθρωπός . άναστάς οδν ό Θήρων (περίερ γον γάρ άνθρώπου φύσις) έπυνθάνετο ένός των έπα χολουθούντων "τίς ουτος;" ό δέ άπεχρίνατο "ξένος ε! ναί μοι δοχείς Ύj μαχρόθεν ηχειν, δς άΥνοείς Διονύσιον
πλoύτCΜ χαι γένει χαι παιδεί~ των άλλων
'Ιώνων
υπερέχοντα, φιλον του μεγάλου bασιλέως . " 7 "διατί τοίνυν μελανειμονεί; " "τέθνηχε γάρ αύτού ή γυνη ης
Ύ;ρα." έτι μαλλον είχετο της όμιλίας ό Θήρων, ευρψ χως άνδρα πλούσιον χα! φιλογύναιον. ούχέτ' οδν άνηχε
τόν άνδρα άλλ ' έπυνθάνετο αύτιi);"
8
χάχείνος
"τίνα χώραν έχεις παρ
άπεχρίνατο
"διοιχητής
είμι
των
ολων, τρέφω δέ αύτιi) χα! την θυγατέρα, παιδίον νήπιον,
μητρός άθλίας πρό ωρας όρφανόν." [Θήρων] "τί συ
xaXn;"
'i1εωvας ." "εύχαίρως" φησίν,
"cL
Λεωνα, <σο!>
συvέbαλοv . έμπορός είμι χαι πλέω νύν έξ 'Ιταλίας,
οθεν ούδέν ο!δα των έν 'Iωνί~ . γυνη δέ Συbαρίτις, εύδαιμονεστάτη των έχεί, χαλλίστψ rΧbpaV έχουσα διά ζηλοτυπίαν έπώλησεν, έγω δέ αύτήν έπριάμψ .
70
9
ΤΑ Π ΕΡ'Ι ΧΑ ΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛ Ι ΡΡΟΗΝ Α'
κου6αλάς ένα εμ.πόρευμ.α: που είναι τόσο δύσκολο να πουληθεί» . Όταν αποκοιμ.ήθηκε , είδε στον ύπνο του πόρτες κλειστές και γι ' αυτό αποφάσισε να μ.ην κάνει τίποτα εκείνη την ημ.έρα .
Με τέτοιες έγνοιες να τον 6ασανίζουν κάθισε σ ' ένα μ.αγαζί , .πάρα πολύ ταραγμ.ένος . Στο μ.εταξύ , περνούσε μ.ια συνοδεία ανθρώπων , ελεύθερων και δούλων , και
στο μ.έσον τους 6ρισκόταν ένας άνδρας μ.εσήλικας , μ.α:υροφορεμ.ένος και μ.ελαγχολικός . Ο Θήρων σηκώ
θηκε και ρώτησε έναν από την ακολουθία του (γιατί η περιέργεια είναι στη φύση του ανθρώπου) : «Ποιος είναι αυτός ; » Εκείνος του απάντησε : «Μου φαίνεται
ότι είσαι ξένος ή έχεις έρθει από πολύ μ.ακριά, αφού δεν γνωρίζεις τον Διονύσιο που ξεχωρίζει από τους
υπόλοιπους Ίωνες και για την περιουσία του και για τη γενιά του και για την καλλιέργειά του και είναι
φίλος του Μεγάλου Βασιλιά» . «Και γιατί φοράει μ.α:ύρα;»
« Γ ιατι'
'
,
πε'θ ανε η γυναικα του , την οποια υπερα-
γαπούσε» . Ο Θήρων πλησίασε ακόμ.α: περισσότερο το
συνομ.ιλητή του , γιατί είχε 6ρει έναν άντρα πλούσιο και γυναικά . Δεν τον άφησε λοιπόν πια σε ησυχία
αλλά τον ρωτούσε :
«Ποια είναι η θέση σου κοντά
του ; » Κι εκείνος απαντούσε : «Είμ.α:ι ο υπεύθυνος για
όλα , μ.έχρι και την ανατροφή της κόρης του έχω α
ναλά6ει , ένα μ.ικρό παιδάκι που ορφάνεψε πρόωρα από την ταλαίπωρη τη μ.ητέρα του» . Ο Θήρωνας : «Πώς ονομ.ά.ζεσαι;» «Λεωνάς». «Πάνω στην ώρα σε συνάντησα ,
, uευω ~
' , λ'εει . Λ εωνα»
, απο
την
Ι
τα
λ'
'ξ « Ε"ιμ.α:ι εμ.πορος και τωρα τα ι-
ια , γι
,
,
~
~,
αυτο και uεν γνωρι ~ω τιποτα
για την Ιωνία . Μια γυναίκα , λοιπόν , από τη Σύ6αρη , από τις πλουσιότερες εκεί πέρα , είχε μ.ια πανέμ.ορφη
υπηρέτρια , που από τη ζήλια της την πούλησε κι εγώ
71
ΧΑ ΡΙΤΩ Ν
σο!
ol5v Υενέσθω τό κέρδος, είτε σεαυτi;J θέλεις τροφόν
κατασχεϊΎ τού παιδίου (πεπαίδευται Υαρ ίκανώς) είτε κα! αξιον ύπολαμ6άνοις χαρίσασθαι
τi;J δεσπότη.
λυσιτελεί δή σοι μάλλον άΡΥυρώνητον έχειν αύτόν, ϊνα μή τ!j τροφίμ!} σου μητρυιαν έπαΥάΥηται ."
10 τούτων
ό Λεωνας ήκουσεν άσμένως κα! "θεός μοί τις" εΓπεν "εύεΡΥέτην σε κατέπεμψεν '
a Υαρ
ώνειΡοπόλουν υπαρ
μοι δεικνύεις ' έλθέ τοίνυν είς τήν οίκίαν καΙ φι?ιος ήδη
γίνου καΙ ξένος την δέ περl της γυναικός αϊρεσιν ή όψις κρινεϊ, πότερον δεσποτικόν έστι τό κτημ.α Ύj καθ ' ήμας ." ΧΙΙΙ.
1
Έπε! δέ ήκον είς τήν οίκίαν, ό μέν Θή
ρων έθαύμαζε τό μέΥεθος καΙ τήν πολυτέλειαν (ην Υαρ είς ύποδοχήν τού Περσών 6ασιλέως παρεσκευα
σμένηλ Λεωνας δέ έκέλευσε περψένειν αύτόν περl τήν θεραπείαν τού δεσπότου πρώτον <Υενόμενον>.
2
έπειτα έκείνον λα6ών άνήΥαΥεν είς τήν οίκησιν την έαυτού σφόδρα έλευθέριον οl5σαν, έκέλευσε δέ παρα θείναι τράπεζαν. καΙ ό Θήρων, οΤα πανούΡΥος ανθρω πος καΙ πρός πάντα καιρόν άρμόσασθαι δεινός, ηπτετο
τροφης καΙ έφιλοφρονείτο ταίς προπόσεσι τόν Λεωναν, τα μέν άπλότητος ένδει'ξει, τό δέ πλέον κοινωνίας πί στει .
3 μεταξύ δέ όμιλία περί της Υυναικος έΥίνετο
πολλή, καΙ ό Θήρων έπήνει τόν τρόπον μαλλον της γυναικός Ύj τό κάλλος, είδώς στι το μέν αδηλον συν ηΥορίας έχει χρείαν,
"άπίωμεν
ol5v "
ή δέ όψις αύτήν συΥ{στησιν .
έφη Λεωνας,
72
"καΙ δείξον αύτήν . "
4ό
ΤΑ Π ΕΡΙ ΧΑ ΙΡ ΕΑΝ ΚΑ Ι ΚΑΛΛ ΙΡΡΟΗ Ν Α '
την αγόρασα . Επωφελήσου , λοιπόν , είτε θέλεις να την κρατήσεις για τον εαυτό σου , να αναθρέψει το παιδί
(γιατί έχει την ανάλογη μ.όρφωση) , είτε τη θεωρήσεις άξια για δώρο στον αφέντη σου . Γιατί σε συμ.φέρει καλύτερα να έχει αυτός μ.ια αγορασμ.ένη σκλάbα, για να μ.η φέρει καμ.ιά μ.ητριά στην προστατευόμ.ενή σου» .
Ετούτα τα λόγια τα άκουσε μ.ε ευχαρίστηση ο Λεω νάς και είπε: «Σίγουρα κάποιος θεός σε έστειλε , για να μ.ε σώσεις! Μου προσφέρεις όλα όσα ονειρευόμ.ουν.
Έλα λοιπόν στο σπίτι μ.ου να σε φιλοξενήσω και να γίνουμ.ε φίλοι και η εμ.φάνιση της γυναίκας θα καθο ρίσει αν θα τη δωρίσω στο αφεντικό μ.ου ή αν θα την κρατήσω για μ.ένα» . ΧΙΙ1. Όταν έφτασαν στο σπίτι , ο Θήρων έμ.εινε να θαυμ.άζει το μ.έγεθος και την πολυτέ
λειά του (γιατί ήταν ένα σπίτι φτιαγμ.ένο να φιλοξενεί το bασιλιά των Περσών), ενώ ο Λεωνάς τον παρακά λεσε να τον περιμ.ένει , γιατί έπρεπε να προσφέρει τις
υπηρεσίες του στον αφέντη του . Ύστερα , ήρθε να τον
παραλάbει και τον οδήγησε στα προσωπικά του δια μ.ερίσμ.ατα , που ήταν bέbαια αντάξια άντρα ελεύθερου και όχι δούλου , και διέταξε να του στρώσουν τραπέζι . Ο Θήρων , που ήταν τετραπέρατος και πάντα ικανός να προσαρμ.όζεται στις εκάστοτε περιστάσεις , αφενός
μ.εν άρπαξε την ευκαιρία για φαγητό , για να φανεί καταδεκτικός, αφετέρου κολάκευε στις προπόσεις τον Λεωνά , για να δείξει την εμ.πιστοσύνη του στην πε ραιτέρω συνεργασία τους . Στο μ.εταξύ , συζήτησαν αρ-
. κετά και για τη γυναίκα και ο Θήρωνας επαινούσε πολύ περισσότερο το χαρακτήρα της παρά την ομ.ορ φιά της , γνωρίζοντας ότι εκείνα που δεν φαίνονται
χρειάζονται τις συστάσεις, ενώ η εμ.φάνιση μ.ιλάει από μ.όνη της. «Πάμ.ε , λοιπόν, να μ.ου τη δείξεις», είπε ο
73
ΧΑ ΡΙΤΩ Ν
δέ
'Όύκ έΥταϋθά έστιv " άπεκρίΥατο,
"διά Υάρ τούς
τελώΥας περιέστημεΥ τηΥ πόλΙΥ, άπο ΟΥδοήΚΟΥτα δέ σταδίωΥ το πλοίΟΥ όρμεί, " και ΤΟΥ τόΠΟΥ εφραζεΥ. "έΥ
τοίς ήμετέροις " φησι "χωρίοις ώρμίσασθε ' και τοϋτο 6έλΤΙΟΥ, ήδη της Τύχης ύμας άΥούσης έπι ΔΙΟΥύσΙΟΥ.
5 άπίωμεΥ
οδΥ είς ΤΟΥ άΥρόΥ, ίΎα και έκ της θαλάσσης
αύτούς άΥαλά6ητε ' ή Υάρ πλησίΟΥ επαυλις κατεσκεύ ασται πολυτελως ."
6 ησθη μίiλλoy ό ΘήρωΥ, εύκολω
τέραΥ εσεσθαι τήΥ πpίiσιy ούκ έΥ άyop~ Υομι'ζωΥ άλλ' έΥ έρημ(α, και ''εωθεΥ'' ψησΙΥ "άπίωμεΥ, σύ μέΥ είς τηΥ επαυλΙΥ, έΥώ δέ είς τήΥ ΥαϋΥ, κάκείθεΥ αξω τήΥ ΥυΥαίκα προς σΙ " συΥέθεΥΤΟ ταϋτα και δεξιάς άλλή
λοις έμ6αλόΥτες άπηλλάΥησαΥ. άμφοτέροις δέ ή Υύξ έδόκει μακρά, τοϋ μέΥ δή σπεύδΟΥτος άΥοράσαι, τοϋ δέ πωλησαι.
7 ττ; δέ ύστερα(α ό μέΥ ΛεωYίiς παρέπλευσεΥ είς τήΥ επαυλΙΥ, αμα και άΡΥύΡΙΟΥ κομ.ι'ζωΥ ίΎα προκατα
λά6!} ΤΟΥ εμΠΟΡΟΥ ' ό δέ ΘήρωΥ έπι τήΥ άκτήΥ και σφόδρα ποθοϋσΙΥ έπέστη τοίς συΥεΡΥοίς, διηΥησάμε Υος δέ τήΥ πpίiξιv αύτοίς ΚαλλφρόηΥ κολακεύεΙΥ ήρ
ξατο . 8 "κάΥώ" φησί, "θύΥατερ, εύθύς μέΥ ήθελόΥ σε προς τούς σούς άπαΥαΥείΥ ' έΥαΥτίου δέ αΥεμ.ου ΥεΥΟ μέΥου διεκωλύθΗV ύπο της θαλάσσης ' έπίστασαι δέ πόσηΥ σου πεποίημαι πρόΥοιαψ και το μέΥισΤΟΥ, κα
θαράΥ έ.τηρήσαμεψ άΥύ6ρισΤΟΥ άπολήψεταί σε Χαι ρέας, ώς έκ θαλάμου τοϋ τάφου σωθείσαΥ δι' ήμας.
9
ΥϋΥ μέΥ οδΥ άΥαΥκαίόΥ έσΤΙΥ ήμίΥ μέχρι Λυκίας δια-
74
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Α'
Λεωνάς. Ο άλλος απάντησε:
«Δεν είναι εδώ, γιατί
λόγω των φοροεισπρακτόρων προσπαθήσαμ.ε ν' απο
φύγουμ.ε την πόλη. Το πλοίο είναι αραγμ.ένο σε από σταση ογδόντα σταδίων» ' και προσπαθούσε να εξηγή
σει την ακρι6ή τοποθεσία . «Στα μ.έρη μ.aς έχετε α ράξει», λέει ο Λεωνάς, «κι αυτό 6έ6αια είναι καλύτε ρο, γιατί η ίδια η Τύχη ήδη μ.aς οδηγεί στον Διονύσιο . Πάμ.ε λοιπόν στο αγpόκτημ.a, για να ξεκουραστείτε κι εσείς απ' τη θάλασσα . Άλλωστε, το σπίτι που 6ρίσκε ται εκεί έχει εξοπλιστεί μ.ε όλες τις ανέσεις». Ο Θήρων
χάρηκε ακόμ.a περισσότερο, γιατί θεωρούσε ότι η αγο ραπωλησία θα γινόταν πιο εύκολα στην ερημ.ιά απ' ό,τι στην αγορά, και είπε : «Με το ξημ.έρωμ.α ας ξεκι
νήσουμ.ε, εσύ προς το εξοχικό κι εγώ προς το καρά6ι, για να σου φέρω από κει τη γυναίκα». Όταν τακτο ποίησαν τις λεπτομ.έρειες και έδωσαν τα χέρια, έφυγαν .
Η νύχτα φάνηκε και στους δύο πολύ μ.εγάλη, γιατί ανυπομ.ονούσαν ο ένας να αγοράσει τη γυναίκα , ο άλ λος να την πουλήσει. Την επόμ.ενη μ.έρα ο Λεωνάς ταξίδεψε προς την αγροικία, φέρνοντας μ.αζί του και χρήμ.aτα για προκα
τα60λή στον έμ.πορο, ενώ ο Θήρων στην ακροθαλασ σιά συνάντησε τους συντρόφους του και , αφού τους
διηγήθηκε τα καθέκαστα , άρχισε να καλοπιάνει την
Καλλιρρόη: «Κι εγώ 6έ6αια, κόρη μ.ου , ήθελα αμ.έσως να σε οδηγήσω στους δικούς σου , αλλά μ.ου χάλασε τα σχέδια η θάλασσα , εξαιτίας των αντίθετων ανέμ.ων . Ξέρεις πολύ καλά , όμ.ως, πόσο σε έχω φροντίσει . Και το κυριότερο , σε διατηρήσαμ.ε αγνή, έτσι ώστε ο Χαι
ρέας να σε παραλά6ει ανέγγιχτη, όπως ακρι6ώς ήσουν όταν σε γλιτώσαμ.ε από τον τάφο . Μα δυστυχώς τώ
ρα εμ.είς είναι ανάγκη να πεταχτούμ.ε μ.έχρι τη Λυκία
75
ΧΛ ΡΙΤΩ Ν
δραμειν, ούχ άναΥχαιον δέ χα! σέ μάτην ταλαιπωρειν χα! ταϋτα χαλεπώς ναυτιώσαψ ένταϋθα δε δη παρα
θήσOμ.aί σε φι?.οις πιστοις, έπανιών δέ παραλήψομαι χα! μετά πολλης έπιμελείας άξω λοιπόν είς Συραχού
σας . λα6ε τών σών ατιν' αν θέλr;ς ' σο! Υάρ χα! τά λοιπά τηροϋμεν . " 10 Έπ! τoύτCΜ προς αύτην έΥέλασε
Καλλιρρόη, χαίτοι σφόδρα λυπουμένη (παντελώς αύ τόν άνόητον ύπελάμ6ανεν)- ηδη Υάρ πωλouμ.ένη ήπί στατο, της δε πάλαι εύΥενείας την πρασιν εύτυχεστέ
ραν ύπελάμ6ανεν, άπαλλαΥηναι θέλουσα λr;στών. χα! "χάριν σοι" φησ!ν "έχω, πάτερ, ύπέρ της είς έμέ φι λανθρωπίας άποδοιεν δε" έφη "πασιν ύμιν ο[ θεοί τάς
άξίας άμοι6άς. 11 χΡήσασθαι δέ τοις ένταφίοις δυσοιώ νιστον ύπολαμ6άνω. πάντα μοι φυλάξατε χαλώς έμο! δε άρχει δαχτυλίδιον μιχρόν, δ εΓχον χαι νεχρά ." εΓτα συΥχαλυψαμένη την χεφαλην "άΥε με" φησίν,
"dJ
Θή
ρων, οποι ποτέ θέλεις ' πας Υάρ τόπος θαλάσσης χαι τάφου χρείσσων .
XIV. 1 'Ως δέ πλησίον έΥένετο της έπαύλεως , ό Θήρων έστΡατήΥησέ τι τοιοϋτον.
άποχαλύψας την
ΚαλλιΡρόην χαί λύσας αύτης την Χόμην,
διανοιζας
την θύρα ν, πρώτην έχέλευσεν είσελθεΙν. ό δέ Δεωνας χαί πάντες οί ένδον έπιστάσης αίφνίδιον χατεπλάΥη
σαν, οί μεν δοχοϋντες θεάν εωραΧέναι ' χαί Υάρ ήν τις λόΥος έν τοις άΥροις Άφροδίτην έπιφαίνεσθαι. 2 χατα πεπληΥμένων δε αύτών χατόπιν ό Θήρων επόμενος προσηλθε τ(jj Δεων~ χα! "άνάστα" φησ! "χα! Υενοϋ περ! την ύποδοχην της ΥυναιΧός ' αυτη Υάρ έστιν ην θέλεις άΥοράσαι ." χαρά χα! θαυμασμός έπηχολούθησε
76
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Α '
και δεν χρειάζεται να σε ταλαιπωρούμε άδικα κι εσένα
και να σε bασανίζει η ναυτία του ταξιδιού. Γι' αυτό θα σε εμπιστευτώ εδώ σε κάτι καλούς μου φίλους και
επιστρέφοντας θα σε πάρω μαζί μου και με πολλή προσοχή θα σε φέρω πίσω στις Συρακούσες. Πάρε ό,τι θέλεις από τα πράγματά σου και άσε τα υπόλοιπα
να σου τα φυλάμε εμείς». Γ έλασε κρυφά μ' αυτά τα
λόγια η Καλλιρρόη, παρ' όλο που ένιωθε πολύ δυστυ χισμένη, γιατί τον θεώρησε τελείως ανόητο. Ήξερε καλά, bέbαια, ότι την πουλούσαν , αλλά αυτή τη στιγ μή χαιρόταν πιο πολύ για την πώλησή της παρά για την ευγενική γενιά της, επειδή ήθελε πάση θυσία να ξεφορτωθεί τους ληστές. Γι' αυτό του είπε: «Χάρη σου χρωστάω , πατέρα, για τη φιλευσπλαχνία σου .
Μακάρι οι θεοί να σου το ανταποδώσουν . Το να χρη σιμοποιήσω όμως τις νεκρικές προσφορές το θεωρώ γρουσουζιά. Να μου τα προσέχετε εσείς . Εμένα μου
αρκεί το μικρό δαχτυλίδι που φορούσα και ως νεκρή» . Ύστερα, σκεπάζοντας το κεφάλι της , είπε: «Πήγαινέ με οπουδήποτε θέλεις, Θήρωνα . Κάθε τόπος θα είναι
καλύτερος και από τη θάλασσα και από τον τάφο» .
ΧΙΥ. Όταν πλησίαζαν στο σπίτι, ο Θήρων είχε μια ιδέα: Ξεσκέπασε την Καλλιρρόη, της έλυσε τα μαλλιά και ανοίγοντας διάπλατα την πόρτα τής ζήτησε να μπει πρώτη. Ο Λεωνάς και μαζί όλοι όσοι ήταν μέσα
έμειναν έκθαμbοι. Μερικοί μάλιστα νόμισαν ότι έ6λε παν κάποια θεά, επειδή είχε ακουστεί ότι στα χωρά φια εμφανίστηκε η Αφροδίτη. Καθώς ετούτοι είχαν χάσει τα λόγια τους, μπήκε μετά ο Θήρων και πλη σιάζοντας τον Λεωνά του είπε : «Σήκω να υποδεχτείς αυτή τη γυναίκα, γιατί είναι εκείνη που θέλεις ν' αγο
ράσεις» . Όλοι τότε ενθουσιάστηκαν και γέμισαν θαυ-
77
ΧΑΡ ΙΤΩ Ν
πάντων.
3 τήν μέν οδν Καλλ,ρρόην έν τφ χαλλ{στιμ
τωΥ οίκημάτωΥ κατακλίΥαΥτες είασαΥ ήσυχάζεΙΥ ' και
Υάρ έδεϊ'το πολλής άΥαπαύσεως έκ λύπης και καμ.ά
του και φόbου ' ΘήρωΥ δέ της δεξιας λαbόμ.εΥος τοϋ ΔεωΥα "τά μ.έΥ παρ ' έμ.οϋ σοι " φησι "πιστως πεπλή
ρωται, σύ δέ έχε μ.έΥ ήδη τήΥ ΥυΥαϊ'κα (φιΛος Υάρ εΓ λοιπόΥ), ήκε δέ είς άστυ και λάμ.bαΥε τάς καταΥρα φάς και τότε μ.οι τψήΥ,
ηΥ θέλεις , άποδώσεις ."
4
άμ.είΨασθαι δέ θέλωΥ ό ΔεωΥας 'Όύ μ.έΥ οδΥ" φησίΥ,
"άλλά και έΥώ σοι το άΡΥύΡΙΟΥ ήδη πιστεύω προ της καταypαφijς, " αμ.α δέ και προκαταλαbεϊ'Υ ήθελε, δε δι ως μ.ή άρα μ.ετάθηται· πολλούς Υάρ έΥ Τ!] πόλει
ΥεΥήσεσθαι τούς έθέλΟΥτας ώΥεϊ'σθαι . 5 τάλαΥΤΟΥ οδΥ άΡΥυρίου προκομ.ίσας ήΥάΥκαζε λαbεϊ'Υ, ό δέ ΘήρωΥ άκκισάμ.εΥος λαμ.bάΥει. κατέΧΟΥτος δέ έπι δεϊ'ΠΥΟΥ αύ
ΤΟΥ τοϋ ΔεωΥα (και Υάρ ήΥ όψέ της ωρας) "bούλομ.αι" φησΙΥ "άφ ' έσπέρας είς τήΥ πόλΙΥ πλεϋσαι, Τ!] δ ' υσ
τεpαί~ έπι ΤqJ λψέΥΙ σuμ.bαλοϋμ.εΥ. "
6 Έπι τούτοις
άπηλλάyr;σαΥ. ΈλθωΥ δέ έπι τήΥ ΥαϋΥ ό ΘήρωΥ έκέλΕUσεy άρα
μ.έΥους τάς άγκύρας άΥάΥεσθαι τηΥ ταχίστηΥ,
ΠΡΙΥ
έκπύστους ΥεΥέσθαι. και οι' μ.έΥ άπεδίδρασΚΟΥ έΥθα το ΠΥεϋμ.α έφερε, μ.όΥη δέ Καλλιρρόη ΥεΥομ.έΥη ήδη μ.ετ' έξουσίας
τήΥ ίδίαΥ άπωδύρετο τύχψ.
"ίδού " φησΙΥ
"άλλος τάφος, έΥ ιίJ ΘήρωΥ μ.ε κατέκλεισεΥ, έρημ.ότε ρος έκείΥου μ.αλλΟΥ · 7 πατήρ Υάρ μ.οι αΥ έκεϊ' πpoσijλθε
και μ.ήτηρ , και Χαιρέας έπέσπεισε δακρύωΥ ' f;σθόμ.ηΥ
78
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Α'
μ.ασμ.ό . Έπειτα οδήγησαν την Καλλιρρόη στο πιο ό μ.ορφο διαμ.έρισμ.α για να ξαπλώσει και την άφησαν να ηρεμ.ήσει · είχε φυσικά άμ.εση ανάγκη από ξεκούραση εξαιτίας της στενοχώριας της, της κούρασης και του
φόbοu. Τότε ο Θήρων έπιασε τον Λεωνά από το δεξί χέρι και του είπε: «Εγώ εκτέλεσα το καθήκον μ.ου
απέναντί σου , μ.πορείς να κρατήσεις τη γυναίκα (γιατί σε θεωρώ πλέον φίλο μ.ου) , αλλά πήγαινε στην πόλη και πάρε τα συμ.φωνητικά και μ.ετά καθόρισε εσύ το ποσό που θα μ.ου δώσεις» . Ο Λεωνάς όμ.ως, που ήθελε
να τον ευχαριστήσει , του λέει: «Όχι , bέbαια! Εγώ σου εμ.πιστεύoμ.aι τα λεφτά πριν γίνουν τα συμ.φωνη
τικά». ΤαυτόχΡονα, ήθελε και να τον προλάbει μ.ήπως αλλάξει γνώμ.η , γιατί σίγουρα πολλοί στην πόλη θα επιθυμ.ούσαν αυτήν την αγορά. Του έφερε λοιπόν για προκαταbολή ένα ασημ.ένιο τάλαντο και τον πίεζε να
το δεχτεί, ενώ ο Θήρων ΠΡΟbάλλοντας αρχικά αντιρ ρήσεις , στο τέλος το πήρε . Όταν όμ.ως ο Λεωνάς τού
πρότεινε να μ.είνει για δείπνο (γιατί ήταν ήδη περα σμ.ένη η ώρα) , ο Θήρων απάντησε: «Θέλω αΠΟbραδίς να φέρω το πλοίο στην πόλη, ας συναντηθούμ.ε αύριο στο λιμ.άνι» . Με αυτά τα σχέδια χώρισαν εκείνο το
bpιXOU . Όταν ο Θήρων έφτασε στο πλοίο , πρόσταξε να ση κώσουν ,"ις άγκυρες και να φύγουν το συντομ.ότερο , πριν γίνουν αντιληπτοί. Κι ενώ αυτοί το έσκασαν ακο λουθώντας την κατεύθυνση του ανέμ.ου , η Καλλιρρόη , που είχε μ.είνει πια μ.όνη , μ.πορούσε ελεύθερα να θρη-
,
,
'λ' νησει τη μ.οιρα της:« Ν α λ οιπον» , εει ,
'λλ ο «που σε α
τάφο μ.ε φυλάκισε ο Θήρων , πολύ πιο έρημ.ο από τον προηγούμ.ενο . Γιατί εκεί θα μ.πορούσε τουλάχιστον να έρθει ο πατέρας και η μ.ητέρα μ.ου και ο Χαιρέας θα
79
ΧΑΡΙΤΩΝ
αν χαι τεθνεωσα. τίνα δε ένταύθα χαλέσω γνωστόν; Τύχη 6άσχανε, διά γης χαι θαλάσσης των έμων χα κων ούχ έπληρώθης, άλλά πρωτον μεν τόν έραστήν μου φονέα έποίησας Χαιρέας , ό μηδε δούλον μηδέ ποτε πλήξας, έλάχτισε χαιΡίως με τήν φιλούσαν-
8
εΓτά με τυμ6ωρύχων χερσι παρέδωχας χαι έχ τάφου προήγαγες είς θάλασσαν χαι των χυμάτων τους πει
ρατάς φο6ερωτέρους έπέστησας. τό δε περι6όητον χάλ λος είς τούτο έχτησάμΎ)Υ,
,Ύα ύπερ έμού Θήρων ό
ληστής μεγάλΎ)Υ λά6-r; τιμήν. 9 έν έpημίrι- πέπραμαι χαι ούδε είς πόλιν ήνέχθην, ώς άλλη τις των άργυ
ρωνήτων- έφο6ήθης γάρ,
dJ
Τύχη, μή τις ίδών εύγενΎj
δόξ-r; . διά τούτο ώς σχεύος παρεδόθΎ)Υ ούχ οΓδα τίσιν, 'Έλλησιν η 6αρ6άροις η πάλιν λ-r;σταίς ." χόπτουσα δε
τη χειΡΙ τό στΎjθoς εΓδεν έν τ(!j δαXτυλίfμ τήν είχόνα την ΧαιΡέου χαι χαταφιλούσα "άληθως άπόλωλά σοι,
ΧαιΡέα" φησί, "ΤOσOύΤfμ διαζευχθείσα πελάγει .
10 χαι
συ μεν πενθείς χαι μετανοείς χαι τάφfμ χεν(!j παρα
Χάθησαι, μετά θάνατόν μοι τήν σωφροσύνΎ)Υ μαρτυ ρων, έγώ δε ή
Έρμοχράτους θυγάτηρ, ή σή γυνή,
δεσπότη σήμερον έπράθΎ)Υ. " τοιαύτα όδυρομέν-r; μόλις υπνος έπΎjλθεν αύτij.
80
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑ! ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Α '
ι
~Ι
εκανε σπονοες
με τα
~Ι
ι
οακρυα του .
Θ
•α
ι
το ενιω
θ
ι
α, ακο-
μα και νεκρή . Εδώ πέρα όμως σε ποιον γνωστό να μιλήσω; Ζηλιάρα Τύ χη 1 5, μέσα από στεριά και θάλασ σα δεν χόρτασες με τις συμφορές μου! Πρώτα έκανες τον αγαπημένο μου να με δολοφονήσει , και ο Χαφέας, ο οποίος ποτέ στη ζωή του δεν είχε χτυπήσει ούτε ένα
δούλο, έδωσε θανάσιμη κλοτσιά σε μένα, την αγαπη
μένη του. Ύστερα, με παρέδωσες στα χέρια τυμbωρύ χων, από τον τάφο με ανέbασες στη θάλασσα και μου έστειλες πεφατές πιο τρομακτικούς κι από τα κύμα
τα . Για ένα λόγο προικίστηκα με ξακουστή ομορφιά, για να bγάλει ο Θήρων μεγάλο κέρδος από μένα. Με πούλησαν στις ερημιές και ούτε καν στην πόλη με
κατέbασαν, όπως κάθε άλλη αγορασμένη δούλη. Φο bήθηκες, bέbαια, Τύχη, να μη με δει κανείς και κατα λάbει ότι είμαι αριστοκράτισσα . Γι' αυτό με παραχώι
ι
ρησαν σαν αντικειμενο κι ουτε
Έλληνες ή
ξΙ
Ι
ερω σε ποιους, αν ειναι
bcipbCXPOL ή ξανά τίποτα ληστές». Καθώς
χτυπούσε το στήθος της με το χέρι , είδε στο δαχτυλίδι της την εικόνα του Χαφέα και γεμίζοντάς τη φιλιά ,
είπε: «Πραγματικά καταστράφηκες, Χαφέα, αφού πή ρες διαζύγιο εξαιτίας μιας τέτοιας συμφοράς . Γιατί κι εσύ θρηνείς και μετανιώνεις καθισμένος δίπλα σ' έναν
άδειο τάφο ομολογώντας τη φρονιμάδα μου μετά το θάνατό μου, κι εγώ, η κόρη του Ερμοκράτη, η σύζυγός σου, πουλήθηκα σήμερα σ' έναν αφέντη» . Καθώς έτσι μοφολογούσε, με δυσκολία αποκοιμήθηκε.
81 6 - Χαρίτων Tiι περ, ΚαιΡέαν κα, ΚαλλιΡρόην
ΒΙΒΛΙΟΝ Β'
Ι.
1 Αεωνας
δέ χελεύσας Φωx~ τi!J οίχονόμιμ πολ
λήν έπιμέλειαν έχειν της ΥυναιΧός, αύτος έτι νυχτος
έξηλθεν είς τήν Μι'λητον, σπεύδων εύαΥΥελίσασθαι τi!J δεσπότ!} τά περί της
νεωνήτου, μεΥάλψ οίόμεΥος
αύτi!J φέρειν του πένθους παραμυθίαν. ευρε δέ έτι χα ταχείμεΥον τον Διονύσιον · άλύων Υάρ ύπο της λύπης ούδέ προήει τά πολλά, χαίτοι ποθούσης αύτον της
πατρίδος , άλλά διέτΡι6εν έν τιμ θαλάμιμ, ώς έτι πα ρούσης αύτi!J της γυναικός .
2
Ίδών δέ τον Αεωναν έφη προς αύτον ''μίαν ταύ
την έΥώ νύχτα μετά τον θάνατον της άθλίας ήδέως
χεχοίμημαι · χαί Υάρ εΓδον αύτήν έναΡΥως μείζονά τε χαί χρείττονα ΥεΥενημένην, χαί ώς υπαρ μοι συνην.
έδοξα δέ ε Γναι την πρώτψ ήμέραν τω ν Υάμων χαί άπο των χωρίων μου των παραθαλαττίων αύτήν νυμ
φαΥωΥε'ίν, σου μοι τον ύμέναιον ~δoyτoς . "
82
3
έτι δέ
ΒΙΒΛΙΟ Β' Ι. Ο Λεωνάς πρόσταξε τον Φωκά , που ήταν ο υπεύθυνος για τη διαχείριση του σπιτιού, να δείξει ιδι αίτερη φροντίδα στην κοπέλα. Ο ίδιος, ενώ ακόμ.α
ήταν νύχτα , 6γήκε για να πάει στη Μίλητο , επειδή 6ιαζόταν να αναγγείλει στον αφέντη του τα ευχάριστα νέα για το πρόσφατο απόκτημ.α, σίγουρος ότι η παρη γοριά που θα προσφέρει στο πένθος του θα είναι μ.εγά λη. Βρήκε τον Διονύσιο ακόμ.α. ξαπλωμ.ένο , αφού κα
τα6ε6λη μ.ένος από την κατάθλιψη δεν έ6γαινε πολύ , παρ' όλο που η πατρίδα του τον ζητούσε , αλλά καθό ταν στο δωμ.άτιό του , σαν να ήταν και η γυναίκα του εκεΙ
Μόλις είδε τον Λεωνά, του είπε: «Αυτό είναι το
πρώτο 6ράδυ , μ.ετά το θάνατο της καημ.ένης της γυ ναίκας μ.ου , που κοιμ.ήθηκα καλά . Γιατί την είδα πε
ντακάθαρα μ.προστά μ.ου , και μ.άλιστα ήταν ψηλότερη
και ωραιότερη και στ ' αλήθεια bρισκόταν κοντά μ.ου. Ήταν , λέει , η μ.έρα του γάμ.ου μ.α.ς και την έπαιρνα στολισμ.ένη νύφη από τα παραθαλάσσια κτήμ.ατά μ.ου ,
ενώ εσύ μ.ου τραγουδούσες γαμ.ήλιο τραγούδι». Χωρίς εκείνος να έχει σταμ.α.τήσει ακόμ.α να μ.ιλάει , πετά-
83
ΧΑΡΙΤΩΝ
αύτοϋ διηΥουμένου, Δεωνας άνε6όησεν "εύτυχής εΤ, δέσποτα, καΙ οναρ καΙ ϋπαρ . μέλλει ς άκούειν ταϋτα, α
τεθέασαι. " καΙ άρξάμενος αύτί;> διηΥείται "πpoσijλθέ μοί τις εμπορος πιπράσκων γυναίκα καλλίστην, διά δέ
τους τελώνας εξω της πόλεως ωρμισε τήν ναϋν πλη σίον των σων χωρίων. κάΥώ συνταξάμενος άπηλθον
είς άΥρόν . 4 έκεί δέ συμ6αλόντες άλλήλοις εΡΥφ μέν τήν πρασιν άπηρτίκαμεν' έΥώ τε Υάρ έκείνφ τάλαντον δέδωκα' δεί δέ ένταϋθα Υενέσθαι νομίμως τή ν κατα Υραφήν. "
5 ό δέ Διονύσιος το μέν κάλλος ήδέως ήκου
σε της Υυναικός (ην Υάρ φιλΟΥύνης άληθως), τήν δέ δουλείαν άηδως άνήρ Υάρ 6ασιλικός, διαφέρων άξιώ ματι καΙ παιδείf!. της σλης
'Ιωνίας, άπηξίου κοίτην
θεραπαινίδος, καΙ "άδύνατον" εΤπεν, "d) Δεωνα, καλον εΤναι σωμα μή πεφυκος έλεύθερον. ούκ άκούεις των ποιητων στι
θεων παίδές είσιν οί καλοί,
πολυ δέ
πρότερον άνθρώπων εύΥενων; σοΙ δέ ήρεσεν έπ ' έρη μίας συνέκρινας Υάρ αύτήν ταίς άΥροίκοις.
6 άλλ '
έπείπερ έπρίω, 6άδιζε είς τήν άΥοράν· "Ά δραστος δέ ό έμπειΡότατος των νόμων διοικήσει τάς καταΥραφάς. " εχαιΡεν ό Δεωνας άπιστούμενος ' το Υάρ άπροσδόκη
τον εμελλε τον δεσπότην μαλλον έκπλήσσειν. Παριών δέ τους Μιλησίων λιμένας απαντας και τάς τραπέζας καΙ τήν πόλιν σλην ούδαμοϋ Θήρωνα
84
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑιΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗ Ν
χτηκε
ο
' : Λ εωνας
«
Α" φεντη ,
εισαι
D'
,
τυχερος
και
στον
ύπνο σου και στον ξύπνιο σου . Γιατί τώρα θ' ακούσεις
πρά:γμ.ατα που κά:νουν το όνειρό σου πραγμ.ατικότητα». Και αρχίζει να του εξηγεί: «Με πλησίασε ένας έμ.πο ρος , ο οποίος ήθελε να πουλήσει μ.ια πανέμ.ορφη γυ ναίκα , αλλά: είχε αρά:ξει το καρά:6ι του έξω από την πόλη , κοντά: στα κτήμ.ατά: σου , για να αποφύγει τους
φοροεισπρά:κτορες. Έτσι εγώ, όταν τα συμ.φωνήσαμ.ε, έφυγα για το εξοχικό . Εκεί συναντηθήκαμ.ε και κά: ναμ.ε την αγοραπωλησία . Εγώ του έδωσα ένα τά:λα
ντο, πρέπει όμ.ως να γίνουν και τα τυπικά: συμ.6όλαια εδώ πέρα» . Ο Διονύσιος ευχαριστήθηκε, bέbαια , όταν
πληροφορήθηκε για την ομ.ορφιά: της κοπέλας (γιατί είχε πpαγμ.aτικά: αδυναμ.ία στο γυναικείο φύλο) αλλά: τον δυσαρέστησε το γεγονός ότι επρόκειτο για σκλά:
ba. Ο ίδιος , ά:λλωστε, ήταν αριστοκρά:της και ξεπερ νούσε σε καλλιέργεια και σε κοινωνική θέση όλη την Ιωνία, γι' αυτό του κακοφαινόταν να συνευρεθεί μ.ε μ.ια
,
υπηρετρια.
'Ε 'τσι,
'
απαντησε:
« Α ποκλ' ειεται ,
Λ' εωνα ,
να είναι όμ.ορφος ένας ά:νθρωπος που δεν έχει γεννηθεί ελεύθερος . Δεν ακούς που λένε οι ποιητές ότι οι όμ.ορ φοι ά:νθρωποι είναι παιδιά: των θεών , δηλαδή ούτε καν
θνητών , έστω και από καλή γενιά:; Εσύ τη bρήκες όμ.ορφη γιατί την είδες στην ερημ.ιά: και είχες μ.έτρο σύγκρισης μ.όνο τις χωριά:τισσες . Αφού όμ.ως τώρα
την αγόρασες, πήγαινε στην αγορά: . Ο Άδραστος , που ξέρει καλά: τους νόμ.ους , θα φροντίσει για τα συμ.6 ό λαια». Ωστόσο , ο Λεωνά:ς χαιρόταν μ.ε τη δυσπιστία του αφέντη του , γιατί , εφόσον θα ήταν απροετοίμ.α
στος , η έκπληξή του θα ήταν μ.εγαλύτερη . Όταν , όμ.ως , πήγε χ ι έψαξε τα λιμ.ά:νια και τις
τρά:πεζες της Μιλήτου και τριγύρισε όλη την πόλη ,
85
ΧΑΡΙΤΩΝ
εύρείν ήδύνατο.
7 έμπόρους έξήταζε κα! πορθμείς,
έΥνώριζε δε ούδείς . έν πολλΤι τοίνυν άπορί(!. γενόμεΥος
κωπηρες λαbώv παρέπλευσεν έπ! τήν άκτήν κάκείθεν
έπ! ~o χωρίοψ ούκ εμελλε δε εύρήσειν τον ήδη πλέΟΥτα. μόλις οδν κα! bραδέως άπηλθε προς τον δεσπότην.
8
ίδών δε αύτον ό Διονύσιος σκυθρωπον ήρετο τί πέπον
θεΥ' ό δέ φησιv "άπολώλεκά σου, cJj δέσποτα, τάλαν τον." "συμbαίvοv" εΤπεν ό Διονύσιος
"άσφαλέστερόν
σε τουτο προς τα λοιπα ποιήσει . τί δε ομως συμbέ bηκε; η μή τι ή νεώνητος άποδέδρακεν;" 'Όύκ έκείνη" φησ!ν, "άλλ' ό πωλήσας ." "άνδραποδιστής άρα ην, κα! άλλΟτΡίαν σοι πέπρακε δoύλΗV δια τουτ' έπ' έρημίας . πόθεν δ' !λεγε την άνθρωπον εΤναι;"
9 "Συbαρϊτιv έξ
'Ιταλίας, πραθείσαν ύπο δεσποίνης κατα ζηλοτυπί
αν." "ζήτησον Συbαριτώv ει τινες έπιδημουσιν' έν δε τi;Ί μεταξυ έκεϊ κατάλιπε τήν γυναίκα ." τότε μεν οδν ό Δεωνας άπηλθε λυπούμεΥος , ώς ούκ εύτυχους της πραγματείας αύτi;Ί γεγενημένης ' έπετήρει δε καφον άναπεϊσαι τον δεσπότην έξελθείν είς τα χωρία, λοιπον
μίαν εχων έλπίδα την οψιν της γυναικός .
11. 1 Προς
δε τήν Καλλφρόην είσηλΘον αί άγροικοι
γυναίκες κα! εύΘυς ώς δέσποιναν ήρξαντο κολακεύειν.
Πλαγγών δέ, ή του οίκονόμου γυνή, ζώον ούκ άπρα
κτον, εφη προς αύτήν "ζητείς μέν, cJj τέΚΥον, πάΥτως τους έαυτης ' άλλα κα! άλλους κα! ένθάδε νόμιζε σούς ' Διονύσιος γάρ, ό δεσπότης ήμών, χρηστός έστι κα!
86
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Β '
δεν μπόρεσε πουθενά να 6ρει τον Θήρωνα. Ρωτούσε εμπόρους και λιμενικούς αλλά κανείς δεν ήξερε τίποτα. Επειδή ήταν πολύ μπερδεμένος , λοιπόν, ναύλωσε μια
6άρκα με κουπιά κι έκανε το γύρο της ακτής, μέχρι το μέρος που είχαν ορίσει , μα δεν υπήρχε περίπτωση να 6ρει τον Θήρωνα, αφού αυτός ήδη 6ρισκόταν μα
κριά . Έτσι, με 6αριά καρδιά, ξεκίνησε να πάει να 6ρει τον αφέντη του. Μόλις τον είδε ο Διονύσιος στενοχω
ρημένο, τον ρώτησε τι έπαθε . Εκείνος απάντησε: «Πάει , αφέντη, σου το έχασα το τάλαντο» . «Ας είναι», είπε ο Διονύσιος , «αυτό θα σε κάνει πιο προσεκτικό στο
μέλλον . Τι συνέ6η , όμως; Μήπως το έσκασε η και νούρια σκλά6α;» «Όχι εκείνη, αλλά αυτός που μου την πούλησε», του απάντησε . «Άρα ήταν κάποιος που άρπαξε μια ξένη δούλη και σου την πούλησε , γι' αυτό ήθελε τις ερημιές . Από πού σου είπε ότι είναι η γυ
ναίκα ;» «Συ6αρίτισσα από την Ιταλία , που την πού λησε η κυρία της από ζήλια» . «Για ρώτα αν έχουν
έρθει εδώ τίποτα Συ6αρίτες, και στο μεταξύ άφησε τη γυναίκα εκεί όπου 6ρίσκεται». Έφυγε λυπημένος τότε ο Λεωνάς, αφού τα πράγματα δεν ήρθαν όπως θα ήθελε, αλλά έψαχνε ξανά την ευκαιρία να πείσει τον αφέντη του να πάει στην εξοχή , θεωρώντας ως τελευ
ταία του ελπίδα να δει ο Διονύσιος το πόσο όμορφη ήταν η γυναίκα . π. Εν τω μεταξύ , στο δωμάτιο της Καλλιρρόης μπήκαν οι χωριατοπούλες και άρχισαν αμέσως να την
καλοπιάνουν , σαν αφέντρα τους . Η γυναίκα του οικο νόμου, μάλιστα , η Πλαγγών , που ήταν πολύ δυναμι κή, της είπε:
«Ξέρω ότι σου λείπουν οι δικοί σου ,
παιδί μου , αλλά κι εδώ να θεωρείς ότι έχεις δικούς σου
ανθρώπους. Ο Διονύσιος , 6λέπεις , ο αφέντης μας , είναι
87
ΧΑΡΙΤΩΝ
φιλάνθρωπος . εύτυχως σε ηγαγεν είς άγαθην ό θεος
οίκίαν ' ωστε έν πατρίδι διάξεις.
2 έκ μακράς ογν
θαλάσσης άπόλουσαι την ασιΥ' έχεις
θεραπαινίδας . "
μόλις μέν και μη 60υλoμένΗV, προήγαγε δέ ομως είς το 6αλανείον . είσελθουσαν δέ ηλειψάν τε και άπέσμη ξαν έπιμελως ωστε, ένδεδυμένης αύτης θαυμ.άζουσαι το
πρόσωπον ως
θείον,
και μάλλον άποδυσαμένης
κατεπλάΥησαν ως oλΗV πρόσωπον δοκουσαι ίδείψ ό χρως γαρ λευκος έστιλψεν εύθύς μαρμαρυγ1; τινι
0-
μοιον άπολάμπωψ τρυφερα δέ σάρξ, ωστε δεδοικέναι μη και ή των δακτύλων έπαφη μέγα τραυμα ποιήσ-η.
3 ήσυχη
δέ διελάλουν προς άλλήλας "καλη μέν ή δέσ
ποινα ήμων και περι6όητος ' ταύτης δέ αν θεραπαινις έδοξεν." έλύπει την KαλλιppόΗV ό έπαινος και του
μέλλοντος ούκ άμάντευτος ην. έπει δέ λέλουτο και την κόμΗV συνεδέσμουν, καθαρας αύτη προσήνεγκαν έσθΎjτας' ή δέ ού πρέπειν έλεγε ταυτα τfj νεωνήτψ
4
"χιτωνά μοι δότε δουλικόν ' και γαρ ύμείς έστέ μου
κρείττονες . " ένεδύσατο μέν ογν τι των έπιτυχόντων' κάκείνο δέ έπρεπεν αύτη και πολυτελές έδοξε κατα
λαμπόμενον ύπο <του> κάλλους.
5 έπε! δέ ήρίστησαν
αι' γυναίκες, λέγει ή ΠλαΥΥων "έλθέ προς τήν Άφρο δίτΗV και εγξαι περι σαυτης' έπιφανης δέ έστιν ένθά δε ή θεός, και ού μόνον οι γείτονες, άλλα και οι έξ αστεος παραγινόμενοι θύουσιν αύτfj. μάλιστα δέ έπή κοος Διονυσίψ έκείνος ούδέποτε παρηλθεν αύτήν."
88
6
ΤΑ Π ΕΡ Ι ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ
KAAAIPPOHN
Β'
τίμιος και γεμάτος ανθρωπιά. Σε καλό σπίτι σε έφερε ο θεός , ευτυχώς , και θα περνάς όπως στην πατρίδα
σου. ΠλUσoυ τώρα από τη bPOμotri, γιατί έκανες μακρύ ταξίδι στη θάλασσα . Οι υπηρέτριες είναι στη διάθεσή σου» . Με το ζόρι και παρά τη θέλησή της την οδήγη σε στο λουτρό. Μπήκαν λοιπόν και την άλειψαν λάδι
και την καθάρισαν με προσοχή, ενώ, όταν γδύθηκε, εντυπωσιάστηκαν ακόμα περισσότερο, όπως τη στιγ μή που την είχαν δει ντυμένη και από το θαυμασμό τους νόμισαν ότι είχαν δει θεά. Γιατί το λευκό της
δέρμα έλαμψε αμέσως ακτινΟbολώντας σαν αστραπή·
η δε σάρκα της ήταν τόσο τρυφερή, ώστε φΟbόσουν πως κι ένα απλό άγγιγμα των δακτύλων θα μπορούσε
να της ανοίξει μεγάλη πληγή . Κρυφομιλώντας λοιπόν έλεγαν μεταξύ τους : «Η κυρία μας ήταν όμορφη και ξακουστή, αλλά θα έμοιαζε σαν υπηρέτρια ετούτης
εδώ» . Την Καλλιρρόη τη στενοχωρούσαν τα εγκώμια γιατί προαισθανόταν το μέλλον της . Όταν την έλουσαν και της χτένισαν τα μαλλιά, της έφεραν καθαρά ρού χα, αλλά εκείνη έλεγε ότι δεν αρμόζουν τέτοια ρούχα
για μια καινούρια σκλάbα. «Ν α μου δώσετε φόρεμα υπηρέτριας , γιατί κι εσείς ακόμα είστε ανώτερες από Ι μενα» .
Τ
Ι λ Ι Ι ρ 'θ Ι ην εντυσαν οιπον με κατι που Όρε ηκε προ-
χειρο, αλλά κι αυτό ακόμα της ταίριαζε και φάνηκε
μεγαλόπρεπο, γιατί το στόλιζε με την ομορφιά της. Μόλις γευμάτισαν οι γυναίκες , λέει η Πλαγγών: «Πή γαινε στην Αφροδίτη να προσευχηθείς για τον εαυτό σου .
Γ ιατιΙ
~ Ι
εοω η
θ'
εα
λ
'
ατρευεται
Ι
οχι
Ι
μονο
Ι
απο
Ι
οσους
κατοικούν τριγύρω, αλλά και όσοι έρχονται από την πόλη θυσιάζουν σ ' αυτήν. Έχει μάλιστα ιδιαίτερη α δυναμία στον Διονύσιο, αλλά και αυτός ποτέ δεν προ
σπέρασε το ιερό της χωρίς να σταματήσει» . Έπειτα,
89
ΧΑΡ Ι ΤΩ Ν
εΓτα διηγουντο της θεου τας έπιφανείας καί τις εΓπε των άγροίκων "δόξεις , ώ γύναι, θεασαμένη την 'Αφρο δίτην είκόνα 6λέπειν σεαυτης." άκούσασα δέ ή Καλ λιρρόη δακρύων έπλήσθη και λέγει πρός έαυτην 'Όίμοι της συμφορας, κα! ένταυθά έστιν
'Αφροδίτη θεός η
μοι πάντων των κακων αίτία. πλην άπειμ.ι, θέλω γαρ αύτην πολλα μέμΨασθαι." 7 Τό δέ ι'ερόν πλησίον ην της έπαύλεως παρ' αύτην την λεωφόρον. προσκυνή
σασα δέ ή Καλλιρρόη κα! των ποδων λα60μένη της 'Αφροδίτης
"σύ μοι" φησι
"πρώτη ΧαιΡέαν έδειξας,
συναρμόσασα δέ καλόν ζευγος ούκ έτήρησας ' καίτοιγε
ήμείς σε έκοσμουμεν.
8 έπε! δέ οϋτως έ6ουλήθης,
μ{αν αίτουμαι παρα σου χάριν' μηδενί με πoιήσr;ς μετ' έκείνον άρέσαι." πρός τουτο άνένευσεν ή
'Αφροδίτη '
μήτηρ γάρ έστι του 'Έρωτος , κα! πάλιν άλλον έπο λιτεύετο γάμον, ον ούδέ αύτόν έμελλε τηρήσειν . άπαλ λαγείσα δέ ή Καλλιρρόη λr;στων κα! θαλάσσης τό
ίδιον κάλλος άνελάμ6ανεν, ωστε θαυμάζειν τους άγροί
κους καθημέραν εύμορφοτέρας αύτης 6λεπομένης . ΠΙ
1
Ό δέ Αεωνας, καιρόν έπιτήδειον ευρών, Διο
νυσίCΜ λόγους προσήνεΥχε τοιούτους ' "έν τοίς παραθα
λασσίοις, ώ δέσποτα, χωρίοις ού γέγονας ηδη χpόνCΜ πολλfij κα! ποθεί τα έκεί την σην έπιδημίαν. άγέλας σε δεί κα! φυτείας θεάσασθαι, κα! ή συΥχομιδη των καρπων έπε{γει .
2 χρησαι κα! τ-n πoλυτελεί~ των
οίκιων ας σου κελεύσαντος r./lκοδομ.ήσαμεv- οίσεις δέ
κα! τό πένθος έλαφρότερον έκεί, περισπώμενος υπό της των άγρων άπολαύσεως κα! διοικήσεως. έαν δέ
90
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ
D'
της διηγήθηκαν τις εμφανίσεις της θεάς και κάποια από τις αγρότισσες είπε: «Θα νομίζεις , όταν δεις την
Αφροδίτη , ότι bλέπεις το είδωλό σου». Η Καλλιρρόη ακούγοντας αυτά τα λόγια πλημμύρισε δάκρυα και είπε μονολογώντας : «Αλίμονο , τι συμφορά! Ώστε υ
πάρχει κι εδώ η θεά Αφροδίτη, η υπεύθυνη για όλα τα
bάσανά μου! Θα πάω, όμως, γιατί έχω πολλά παρά πονα να της κάνω». Το ιερό της Αφροδίτης bρισκόταν κοντά στην έπαυλη , πάνω στο μεγάλο δρόμο. Όταν
προσκύνησε η Καλλιρρόη και άγγιξε τα πόδια της Αφροδίτης, της είπε: «Εσύ μ' έκανες να δω τον Χαι
ρέα , αλλά δεν κράτησες ενωμένο το όμορφο ζευγάρι που έφτιαξες. Παρ' όλα αυτά εμείς σε λατρεύουμε .
Αφού λοιπόν έτσι το θέλησες, μία μόνο χάρη σου ζητώ: Να κάνεις να μην αρέσω σε κανέναν άλλο μετά τον Χαιρέα». Η Αφροδίτη απέρριψε αυτό το αίτημα,
γιατί , ως μητέρα του Έρωτα, σχεδίαζε άλλο γάμο, τον οποίο όμως πάλι δεν σκόπευε να διατηρήσει. Η Καλλιρρόη, από την άλλη , έχοντας γλιτώσει από τους
ληστές και τη θάλασσα, ξαναbρήκε την αληθινή ομορ φ ιά της , έτσι που οι χωριάτες εντυπωσιάζονταν bλέ ποντάς την κάθε μέρα και ωραιότερη. ΠΙ Στο μεταξύ ο Λεωνάς , με την κατάλληλη ευ
καιρία, συμbούλεψε τον Διονύσιο λέγοντάς του τα εξής : «Έχεις πολύ καιρό, αφέντη, να πας στα κτήματα που είναι κοντά στη θάλασσα, και όλα εκεί αναζητούν την παρουσία σου . Πρέπει να επιθεωρήσεις τα κοπά
δια και τα χωράφια και επειγόντως να γίνει η συγκο μιδή των καρπών . Να απολαύσεις και την πολυτελή έπαυλη που με διαταγή σου χτίσαμε , και είμαι σίγουρος
,
οτι
θα
'" απο
ανακουφιστεις
το πεν θ ος
'
σου, γιατι
θα
ξεχαστείς με την ομορφιά της εξοχής και τη φροντίδα
91
ΧΑΡΙΤΩΝ
τινα έπανέσr;ς
f}
60υκόλον
f}
ποιμένα, δώσεις αύτi;J
την νεώνητον γυναίκα ." Υ;ρεσε
Ti;J
Διονυσίιμ
ταϋτα
κα! προείπε την έξοδον είς ρητην ήμέραν. 3 παραΥΥε λίας δέ γεΥομένης παρεσκεύαζον ήνίοχοι μέν όχήματα, ι'πποκόμοι δέ ιππους, ναϋται δέ πορθμεία ' φ[λοι παρε καλοϋΥΤΟ συΥοδεύειν καΙ πληθος άπελευθέρωψ φύσει
Ύαρ ην ό Διονύσιος μεγαλοπρεπής . 4 έπε! δέ πάΥτα ηύτρέπιστο, την μέν παρασκευην καΙ τούς πολλούς έκέλευσε δια θαλάσσης κομι'ζεσθαι, τα δέ όχήματα έπακολουθείν οταν αύτος ΠΡοέλθr;, πενθοϋΥτί τε γαρ
μη πρέπειν πομπήν. αμα δέ τη ειμ, πρ!ν αίσθέσθαι τούς πολλούς, ί'ππιμ έπέ6η, πέμπτος δΙ ε[ς ην έν αύτοίς κα! ό Λεωνας.
5 Ό μέν οδν Διονύσιος έξήλαυνεν είς τούς άγρούς, ή δέ Καλλιρρόη της νυκτος έκείνης θεασαμένη την
Άφροδίτην ή60υλήθr; κα! πάλιν αύτην προσκυνησαι ' κα! ή μέν έστώσα ηυχετο, Διονύσιος δέ άποπηδήσας
άπο τοϋ ιππου πρώ τος είσijλθεν είς τον νεώΥ . ψόφου δέ ποδών αίσθομένη Καλλιρρόη προς αύτον έπεστρά
φη . είης ,
6
θεασάμεΥος οδν ό Διονύσιος άνε6όησεν "ίΛεως
iJJ
Άφροδίτη, καΙ έπ'
iyaOi;J
μοι φανείης ." κα-
ταΠ{ΠΤΟΥτα δε αύτόν ήδη Αεωνας ύπέλα6ε χαί "αϋτη" φησ!ν
"έστίν,
iJJ
δέσποτα,
ή νεώνητος- μηδέν
ταραχ(fijς . κα! σύ δέ, rJJ γύναι, πρόσελθε
Ti;J κυρίψ"
Καλλιρρόη μέν οδν προς το όΥομα τοϋ κυρίου κάτω κύψασα, πηΥην άφηκε δακρύων όψέ μεταμανθάΥουσα
92
ΤΑ Π ΕΡ Ι ΧΑΙ ΡΕΑΝ ΚΑ Ι ΚΑΛΛ Ι ΡΡΟ Η Ν Β '
των κτημάτων . Κι αν θες να αντcφ.είψεις κάποιο
60-
σκό ή αγελαδοτρόφο , του δίνεις τη γυναίκα που αγο ράσαμ.ε πρόσφατα» . Του Διονυσίου τού φάνηκε καλή
η ιδέα και όρισε την ημ.έρα της αναχώρησης . Έδωσε επίσης διαταγή στους οδηγούς να ετοιμ.άσουν τις άμ.αξ ες ,
στους
"λ ιπποκομ.ους τα α ογα,
στους
'
ναυτες
τις
6άρκες , και ζήτησε να τον συνοδέψουν κάποιοι φίλοι του , καθώς και μ.ια ομάδα απελεύθερων δούλων . Ή ταν , πραγμ.ατικά , από τη φύση του μ.εγαλοπρεπής ο
Διονύσιος . Όταν όλα ήταν έτοιμ.α , διέταξε τη συνοδεία και το μ.εγαλύτερο μ.έρος του πλήθους να πάνε από τη θάλασσα , ενώ οι άμ.αξες να ακολουθήσουν εκείνον μ.ό λις ξεκινήσει, γιατί λόγω του πένθους δεν ταίριαζε να έχει κοντά του ακολουθία. Τα ξημ.ερώμ.ατα , πριν κα
λά-καλά τον καταλά60υν οι υπόλοιποι , κα6αλίκεψε το άλογό του μ.αζί μ.ε άλλους τέσσερις , ανάμ.εσα στους οποίους ήταν και ο Λεωνάς .
Ο Διονύσιος , λοιπόν , προχωρούσε προς τα χωρά
φια , ενώ ταυτόχρονα η Καλλιρρόη , επειδή το 6ράδυ είχε δει στον ύπνο της την Αφροδίτη, θέλησε να την προσκυνήσει ξανά. Καθώς , λοιπόν , αυτή στεκόταν και
έκανε την προσευχή της , ο Διονύσιος πήδηξε από τ ' άλογό του και μ.πήκε πρώτος στο ναό. Όταν άκουσε
τα 6ήμ.σ.τα η Καλλιρρόη , γύρισε προς το μ.έρος του . Ο Διονύσιος, μ.όλις την είδε , αναφώνησε: «Δείξε έλεος ,
Αφροδίτη , κι ας μ.ου έχεις φανερωθεί για καλό σκο πό!» Τη στιγμ.ή που πήγαινε να πέσει στα γόνατα ,
,
τον συγκρατησε ο
Λ' εωνας λ" εγοντας
'
του:« Μ ην ταρα-
ζεσαι καθόλου, αφέντη , ετούτη είναι η καινούρια σκλά-
6α . Κι εσύ , γυναίκα , πλησίασε τον κύριό σου». Η " Κ αλλ ιρροη
στο
ακουσμ.α
των
,
λ'ξ' ε εων «κυριο
σου» ,
έσκυψε το κεφάλι και έχυσε ποταμ.ούς δακρύων , γιατί
93
ΧΑΡ ΙΤΩ Ν
την έλευθερίαν- ό δέ Διονύσιος πλήξας τον Δεωναν
'Ίχσε6έστατε " εΤπεν, "ώς άνθρώποις διαλέγr; τοίς θεοίς;
7 σύ ταύτην λέΥεις άΡΥυρώνητον; δικαίως οαν ούχ εδρες τον πιπράσκοντα . ούκ ήκουσας ούδέ 'Ομήρου διδάσκοντος ήμας
καί τε θεοί ξείνοισιν έοικότες άλλοδαποίσιν
άνθρώπων υ6ριν τε καί εύνoμίΗV έφορώσι;" Τότ' οαν εΤπεν ή Καλλιρρόη "παύσαί μου καταΥελών καί θεον όνομάζων τήν ούδέ ανθρωπον εύτυχη. "
8
λαλούσης δέ αύτης ή φωνή τφ ΔιoνυσίCΜ θεία τις
έφάνη· μουσικον
yctp
έφθέΥΥετο καί ωσπερ κιθάρας
άπεδίδου τον ηχον. άπορηθείς οαν καί έπί πλέον όμι λείν καταιδεσθείς άπηλθεν είς την έπαυλιν, φλεΥόμενος ήδη τφ έρωτι . μετ' ού πολύ δέ ηκεν έξ αστεος ή πα
ρασκευή, καί ταχεία φήμη διέδραμε τού ΥεΥονότος.
9
εσπευδον οαν πάντες τή ν Υυναίκα ίδείν, προσεποιούν το δέ πάντες την ΆφpoδίτΗV προσκυνείν. αίδoUΜένη
δέ ή Καλλιρρόη το πληθος ούκ εΤχεν γ τι πράξει'
πάντα ycιp ην αύτn ξένα καί ούκ έ6λεπεν ούδέ τήν συνήθη ΠλαΥΥόνα, άλλ' έκείνη περί την ύποδοχήν έΥίνετο τού δεσπότου .
10
προκοπτούσης δέ της ωρας
καί μηδενος ηκοντος είς τή ν έπαυλιν, άλλά πάντων έστώτων έκεί ώς κεχηλημένων, συνηκε Δεωνας το
ΥεΥονος καί άφικόμενος είς το τέμενος έξήΥαΥε τή ν
94
ΤΑ Π Ε ΡΙ ΧΑ Ι ΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛ Ι ΡΡΟΗ Ν Β '
ήταν πια αργά για να ξεμάθει την ελευθερία . Ο Διο νύσιος , από την άλλη , χτυπώντας τον Λεωνά , του είπε: «Βλάσφημε , μιλάς στους θεούς όπως και στους
ανθρώπους ; Αυτήν ισχυρίζεσαι ότι αγόρασες ; Γι' αυτό
λοιπόν οεν έ6ρισκες αυτόν που σ ' την πούλησε! Μα , επιτέλους , οεν έχεις ακούσει τον Όμηρο που μ.ας οι οάσκει : Και οι θεοί, όμοιοι με ξένους από άλλες χώρες, ελέγχουν των ανθρώπων
την αλαζονεία χαι
την
ευνομία ι ; »
Αμέσως όμως του απάντησε η Καλλιρρόη: «Σταμάτα
να με περιγελάς και να αποκαλείς θεά κάποια που ακόμ.α και ως άνθρωπος είναι Ουστυχισμένη». Καθώς μιλούσε, η φωνή της φάνηκε στον Διονύσιο θε'ίκή ,
γιατί πρόφερε τους φθόγγους μελωοικά και έμοιαζαν
με νότες από κιθάρα . Βρέθηκε λοιπόν σε αμηχανία και νιώθοντας οέος και ντροπή απέναντι στην Καλλιρρόη οεν μπορούσε να μείνει περισσότερο , γι' αυτό γύρισε στην έπαυλη, ενώ ήοη φλεγόταν από έρωτα . Μετά από λίγη ώρα έφτασε από την πόλη και η συνοοε ία του και άρχισαν να οιαοίοονται φήμες για το γεγονός .
Όλοι, λοιπόν, έτρεχαν να οουν την κοπέλα , αλλά συ μπεριφέρονταν σαν να προσκυνούν την ΑφροΟίτη . Η Καλλιρρόη ντρεπόταν τον πολύ κόσμο και οεν ήξερε τι να κάνει , επειοή όλα της ήταν άγνωστα. Εν τω με
ταξύ, οεν έ6λεπε ούτε την Πλαγγόνα , που τη γνώριζε , καθώς εκείνη είχε πάει να προετοιμάσει την υποοοχή του αφέντη της . Καθώς η ώρα περνούσε και κανείς
οεν πήγαινε στην έπαυλη αλλά όλοι έμεναν εκεί σαν μαγεμένοι , ήρθε ο Λεωνάς και μόλις έφτασε στο ιερό ,
95
ΧΑ ΡΙΤΩ Ν
Kαλλιppόηv. τότε δε ην Ιδειν οτι φύσει γίνονται 6ασι λεις, ώσπερ ό έν τιρ σμ:ήνει των μελισσων· ήκολού θουν γαρ αύτομάτως απαντες αύτij καθάπερ ύπό του κάλλους δεσποίν!) κεχειΡοτονημέν!).
ιv. Ι Ή μεν οδν άπηλθεν εΙς τήν οικησιν τήν συνήθη · Διονύσιος δε έτέτρωτο μέν, τό δε τραυμα πε
ριστέλλειν έπειΡατο, οΤα δή πεπαιδευμένος άνήρ καί έξαιΡέτως άρετης άντιποιούμενος. μή δε τοις οίκέταις
θέλων εύκαταφρόνητος δοκειν μήτε μειΡακιώδης τοις φι?οις , διεκαρτέρει παρ' ολην τήν έσπέραν, οίόμενος μεν λανθάνειν, κατάδηλος δε γινόμενος μαλλον έκ της
σιωπης .
2 μοιραν δέ τινα λα6ών άπό του δείπνου
"ταύτην" φησί
"κομισάτω τις τfj ξέν!) . μή είπ!) δε
'παρα του κυρίου, ' άλλα 'παρα Διονυσίου.
'"
Τόν μεν οδν πότον προήγαγεν έπί πλειστον- ήπίσ τατο γαρ οτι ού μέλλει καθεύδειν.
3 άγρυπνειν οδν έ-
60ύλετο μετα των φι?ων . έπεί δε προέκοπτε τα της νυκτός , διαλύσας υπνου μεν ούκ έλάγχανεν, ολος δε
ην έν ΤΙΡ της Άφροδίτης ίερΙΡ καί πάντων άνεμιμνή σκετο, του προσώπου, της κόμης , πως έστράφη, πως ένέ6λεψε, της φωνης, του σχήματος, των ρημάτων
έξέκαε δε αύτόν <κα!> τα δάκρυα .
4 τότ ' ην ίδειν
άγωνα λογισμου καί πάθους . καίτοι γαρ 6απτιζόμενος ύπό της έπιθυμίας γενναιος άνήρ έπειΡατο άνέχεσθαι. καθάπερ δε έκ κύματος άνέκυπτε λέγων πρός έαυτόν
96
ΤΑ Π Ε ΡΙ ΧΑ Ι ΡΕΑΝ ΚΑ Ι ΚΛΛΛ Ι Ρ ΡΟ Η Ν Β'
οδήγησε έξω την Καλλιρρόη . Τότε ήταν δυνατόν να καταλά()ει κάποιος ότι ένας ()ασιλιάς γεννιέται τέ
τοιος , όπως συμ()αίνει και στις κυψέλες των μελισσών' την ακολουθούσαν όλοι, δηλαδή , αυθόρμητα, λες κι η ίδια η ομορφιά της την είχε ανακηρύξει αρχόντισσα όλων .
IV. Εκείνη λοιπόν αποσύρθηκε στο δωμάτιό της. Ο δε Διονύσιος είχε ()αριά λα()ωθεί αλλά προσπαθούσε να κρύψει την πληγή του , γιατί ήταν άνθρωπος καλλιερ
γημένος και αφιερωμένος ολοκληρωτικά στην αρετή . Επειδή δεν ήθελε ούτε στα μάτια των υπηρετών του να μειωθεί ούτε στους φίλους του να φανεί ότι παιδια
ρίζει, έκανε υπομονή όλο το ()ράδυ νομίζοντας ότι κρύ
()εται , ενώ στην πραγματικότητα η σιωπή του τον πρόδιδε πολύ περισσότερο . Πήρε , λοιπόν , μία μερίδα από το δείπνο και είπε : «Ας το πάει αυτό κάποιος
στην ξένη . Να μην της πει όμως "από το αφεντικό" , αλλά "από τον Διονύσιο"» .
Ταυτόχρονα , προσπαθούσε να παρατείνει το συμπό σιο γιατί γνώριζε ότι δεν επρόκειτο να κοιμηθεί. Προ τιμούσε , λοιπόν , να ξαγρυπνά παρέα με τους φίλους
του . Η νύχτα προχωρούσε κι αυτός δεν μπορούσε να κοιμηθεί αλλά ξαναγύριζε με όλη του την ύπαρξη στο ναό της Αφροδίτης και τα ξαναθυμόταν όλα από την αρχή, το πρόσωπο της Καλλιρρόης, τα μαλλιά της ,
πώς γύρισε και τον κοίταξε, τη φωνή , τη μορφή της , τα λόγια της , τα δάκρυά της, τέλος , που άνα()αν μέσα του φωτιές . Εκεί φαινόταν η μάχη της λογικής με το πάθος , γιατί παρ' όλο που κατακλυζόταν από την επι θυμία, προσπαθούσε σαν γενναίος άντρας να της αντι σταθεί. Και σήκωνε το κεφάλι του , σαν να πάλευε με τα κύματα, λέγοντας στον εαυτό του : «Δεν ντρέπε-
97 ί
- Χ"ρίτων Τ" περι Χ"ιΡέα ν χαι ΚαλλιΡρόην
ΧΑ ΡΙΤΩ Ν
'Όύχ αίσχύν!}, Διονύσιε, άνήρ ό πρωτος της
'Ιωνίας
ενεχεν άρετης τε χα! δόξης, ον θαυμάζουσι σατράπαι
χα! 6ασιλείς χα! πόλεις ,
παιδαρίου πράγματα πά
σχων; ιΧπαξ ίδων έp~ς, χαί ταυτα πενθών, πρ!ν άφο
σιώσασθαι τους της άθλίας δαίμονας.
5
τούτου γε
<ενεχεν> ηχες είς άγρόν ίΎα μελανείμων γάμους θύ σnς, χα! γάμους δούλης, τάχα δέ χα! άλλΟτΡίας; ούχ έχεις γάρ αύτης ούδέ τήν χαταγραφήν." έφιλονείχει δέ
ό 'Έρως 60υλευομέΥφ χαλώς χα! ϋ6ριν έδόχει τήν σωφpoσύνηv τήν έχείΥου ' διά τουτο έπυρφόρει σφοδρό
τερον ψυχήν έν έρωτι φιλοσοφουσαν.
6 Μηχέτ' oi5v φέρων μόΥος αύτ(!j διαλέγεσθαι, Αε ωναν μετεπέμψατο ' χληθε!ς δέ έχείΥος συνηχε μέν
τήν αίτίαν, προσεποιείτο δέ άΓVoείν χα! ωσπερ τετα ραγμέΥος
"τί" φησίν "άγρυπνείς,
cL
δέσποτα; μή τι
πάλιν σε λύπη χατει'ληφε της τεΘVηχυίας γυναιχός;"
"γυναιχός μέν" εΓπεν ό Διονύσιος, "άλλ' ού της τεΘVη χυίας . ούδέν δέ άπόρρητόν έστί μοι πρός σέ δι' ευΥοιάν
τε χαί πίστιν.
7 άπόλωλά σοι, cL Αεωνα. σύ μοι τών
χαχών αίτιος. πυρ έχόμισας είς τήν οίχίαν, μάλλον δέ
είς τήν έμήν Ψυχήν. ταράσσει δέ με χα! τό άδηλον τό περί της γυναιχός. μυθόν μοι διηrf}, έμπορον πτηvόν,
ον ούχ οΓδας ούδ' όπόθεν ηλθεν ούδ' οπου πάλιν άπηλ θεν. έχων δέ τίς τοιουτον χάλλος έν έpημί~ πιπράσχει
98
ΤΑ Π ΕΡ! ΧΑΤ ΡΕΑΝ ΚΑ Τ ΚΑΑΛ ΙΡ ΡΟ Η Ν Β'
σαι , Διονύσιε , εσύ που είσαι ο πρώτος μ.έσα στην Ιωνία , λόγω της αρετής και της δόξας σου , και σε
θαυμ.άζουν σατράπες , 6ασιλιάδες και πόλεις ολόκλη ρες , να 6ασανίζεσαι μ.ε παιδιάστικα καμ.ώμ.ατα ; Μια φορά την είδες και την αγάπησες , και μ.άλιστα ενώ έχεις πένθος , πριν ακόμ.a εκ τελέσεις το χρέος σου
προς την ψυχή της δύστυχης 2 . Γι' αυτό λοιπόν ήρθες στην εξοχή , για να κάνεις τελετή γάμ.ου ενώ φοράς
ακόμ.α μ.αύρα , και μ.άλιστα γάμ.ου μ.ε μ.ια σκλά6α , που ίσως να
'ναι και κάποιου άλλου ;
Ούτε καν τίτλο
ιδιοκτησίας δεν έχεις γι ' αυτήν» . Καθώς , όμ.ως , προ
σπαθούσε να σκεφτεί συνετά , τον πολεμ.ούσε ο Έρω
τας και τη σύνεσή του τη θεωρούσε ανυπακοή προς αυτόν , γι' αυτό φλόγιζε περισσότερο την ψυχή του ,
παρ ' όλο που ο Διονύσιος αγαπούσε τη σοφία ακόμ.η και στην κατάσταση του έρωτα.
Μην αντέχοντας , λοιπόν , να τα σκέφτεται μ.όνος του , έστειλε να του φωνάξουν τον Λεωνά . Εκείνος
κατάλα6ε το λόγο αμ.έσως μ.όλις τον ειδοποίησαν , προ'Αν, σποιην,ικε
,
ομ.ως
,~ οτι οεν
'ζ' γνωρι ε τιπο τα
και ,
σαν
να
είχε ταραχθεί , είπε : «Γιατί ξενυχτάς , αφέντη ; Μήπως σ' έπιασε πάλι η στενοχώρια για το θάνατο της γυναί κας σου ; » «Για γυναίκα πρόκειται» , είπε ο Διονύσιος ,
«αλλά όχι για αυτήν που έχει πεθάνει . Εσένα δεν σου κρύ6ω τίποτα , γιατί σε εκτιμ.ώ και σ ' εμ.πιστεύομ.αι . Χάθηκα εξαιτίας σου , Λεωνά. Εσύ είσαι η αιτία της
συμ.φοράς μ.ου . Φωτιά έ6αλες στο σπίτι μ.ου , μ.α πιότερο στην ψυχή μ.ου . Μ' έχει αναστατώσει και το μ.υστήριο
που την περι6άλλει . Μου διηγή&ηκες μ.ια ιστορία για έναν έμ.πορο που έκανε φτερά και δεν ξέρεις ούτε από πού ήρθε ούτε πού ξαναγύρισε . Κάποιος που έχει μ.ια τέτοια ομ.ορφιά στην κατοχή του την πουλάει στην
99
ΧΑΡΙΤΩΝ
κα! ταλάντου την των 6ασιλέως χρημάτων άξία ν;
' διαιμων
διε" τις
'Ι::' <σε> ες ηπατησεν;
8 επιστησον ' ,
τ' ουν και
άναμνήσθ-ητι των γενομένων. τίνας εΓδες ; τίνι έλάλψ σας; είπέ μοι τό άληθές. ού πλοίον έθεάσω ." 'Όύκ
εΓδον,
δέσποτα, άλλα ηκουσα."
"τοϋτο έκείνο' μία
Νυμφων η Νηρηιδων έκ θαλάσσης άνελήλυθε. κατα λαμ-6άνουσι δέ κα! δαίμονας καιροί τινες εί.μ.αρμένης άνάΥκην φέροντες όμι!ιίας μετ' άνθρώπων ' ταϋτα ήμίν ι'στοροϋσι
ποιηταί τε κα! συγγραφείς . "
9 ήδέως δ '
άνέπειθεν αύτόν ό Διονύσιος άποσεμνύνειν την γυναίκα ώς σε6ασμιωτέρας η κατα άνθρωπον όμιλίας. Δεωνας δέ χαρίσασθαι τi;j δεσπότη 60υλόμενος εΓπε "τίς μέν έστι, δέσποτα, μη πολυπραγμονωμεν ' άξω δέ αύτήν, εί θέλεις, πρός σέ, κα! μη εχε λύπην <ώς> άποτυγ χάνων έν ερωτος
έξoυσί~ . "
1Ο
'Όύκ αν ποιήσαιμι"
φησ!ν ό Διονύσιος "πρ!ν μαθείν τίς ή γυνη κα! πόθεν . εωθεν
oi5v
πυθώμεθα παρ' αύτης την άλήθειαν. μετα
πέμψομαι δ' αύτην ούκ ένθάδε, μη καί τινος 6ιαιοτέ ρου λά6ωμεν ύποψίαν, άλλ ' οπου πρωτον αύτην έθεα σάμην, έπ! της Άφροδίτης γενέσθωσαν ήμίν οί. λόγοι . "
v.
Ι Ταϋτα εδοξε, κα! τΏ ύστεpαί~ ό μέν Διονύσιος
παραλα6ών φ(λους τε κα! άπελευθέρους κα! των οι.κε_
των
\
τους
,
πιστοτατους ,
υ"
ινα
εχ!}
"
και
Υ
μαρτυρας,
ηκεν
είς τό τέμενος, ούκ άμελως σχημ.ατίσας έαυτόν, άλλα κοσμήσας ήρέμ-α τό σωμα, ώς αν έρωμέν!} μέλλων
όμιλείν. 2 ην δέ κα! φύσει καλός τε κα! μέγας κα!
100
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΜΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Β '
ερημιά για ένα μόνο τάλαντο, ενώ αξίζει μια 6ασιλική περιουσία ; Μήπως σε γέλασε κάποιος θεός ; Σκέψου
καλά, λοιπόν, και ξαναφέρε στο νου σου τα γεγονότα .
Ποιους είδες ; Με ποιον μίλησες; Πες μου την αλήθεια . Είδες πλοίο;» «Δεν είδα, αφέντη, αλλά άκουσα κάτι».
«Αυτό είναι! Κάποια Νύμφη ή Νηρηίδα αναδύθηκε από τη θάλασσα . Γιατί έρχονται και για τους θεούς κάποιες στιγμές που η Μοίρα τους τούς κάνει να έχουν ανάγκη για επαφή με τους ανθρώπους. Έτσι τουλάχιστον λένε οι συγγραφείς κι οι ποιητές» . Και ο Διονύσιος παρασύρθηκε με ευχαρίστηση να εγκωμιάζει την
κοπε'λ α,
"
ετσι
ωστε
να
ι φαινεται
'ξ ια α
για
συνανα-
στροφές ανώτερες από τις ανθρώπινες . Ο Λεωνάς , που ήθελε να ευχαριστήσει τον κύριό του, είπε: «Ας
μην πολυεξετάζουμε ποια είναι , αφέντη. Θα σου τη φέρω , αν θέλεις, και να μη λυπάσαι σαν να έχεις ήδη
,
αποτυχει
στον
"
ερωτα σου».
« Δ' εν επροκειτο
να
,
κανω
κάτι τέτοιο», λέει ο Διονύσιος, «πριν να μάθω ποια είναι αυτή η γυναίκα και από πού κατάγεται . Πρωί πρωί , λοιπόν, θα μάθουμε την αλήθεια από την ίδια .
Θα μηνύσω να μου τη στείλουν, όχι όμως εδώ, για να μην κινήσουμε υποψίες ότι της ασκήσαμε πίεση , αλ λά εκεί όπου την πρωτοείδα· στο ιερό της Αφροδίτης
ας γίνει η κου6έντα μας».
V. Αυτή την απόφαση πήρε και την επόμενη μέρα μαζί με τους φίλους του, κάποιους απ ελεύθερους δού λους και τους πιο πιστούς του υπηρέτες
,
και μαρτυρες
-,
,
- για να έχει '
'Δ κατεφτασε στο ιερο . εν ειχε κα θ'λ ο ου
παραμελήσει την εμφάνισή του αλλά ήταν διακριτικά στολισμένος , σαν να επρόκειτο να συναντήσει την ερω
μένη του. Ή ταν 6έ6αια και από τη φύση του ψηλός και όμορφος και, το κυριότερο, είχε μεγαλόπρεπη εμ-
!Οι
ΧΑΡ ΙΤΩ Ν
μάλιστα πάντων σεμνος όφ(fήναι . Αεωνας δέ παραλα-
6ών την ΠλαγΥόνα και μετ ' αύτης τάς συνήθεις τη
ΚαλλιΡΡόr; θεραπαινίδας ηκε προς αύτην καΙ λέΥει
3
"Διονύσιος άνηρ δικαιότατός έστι καΙ νομιμ.ώτατος . Τ
ηκε
,
ι
τοινυν εις
't
το
,
ιερον,
τ'
ω
Υυναι ,
,\
και
προς
'
"
,
αυτον ειπε
την άλήθειαν, τίς οδσα τυΥχάνεις ' ού Υάρ άτυχήσεις ούδεμιας δικαίας 60ηθείας. άλλά μόνον άπλώς αύτιiJ διαλέΥου, και μηδέν ύΠΟΚΡύψr;ς τών άληθών' τοϋτο Υάρ αύτοϋ έπικαλέσεται μαλλον την είς σέ φιλανθρω
πίαν. " ακουσα μέν οδν έ6άδιζεν ή Καλλιρρόη, θαρροϋ σα δέ ομως διά το έν ίεpιiJ Υενήσεσθαι την όμιλίαν αύτοίς .
4 έπεl δέ ηκεν, έτι μαλλον αύτην έθαύμασαν
απαντες. καταπλαΥεΙς οδν ό Διονύσιος αφωνος ην . Ούσης δέ έπι πλείστον σιωπης όψέ ποτε και μόλις
έφθέΥςατο "τά μέν έμά δηλά σοι, Υύναι, πάντα. Διο νύσιός είμι,
Μιλησίων πρώτος ,
σχεδον δέ καΙ της
ολης 'Ιωνίας, έπ ' εύσε6είl1- και φιλανθρωπίl1- δια6όη τος .
5 δίκαιόν έστι καΙ σέ περl έαυτης είπείν ήμίν την
άλήθειαν ' οι' μέν Υάρ πωλήσαντές σε Συ6αρίτιν έφα σαν κατά ζηλοτυπίαν έκείθεν πραθείσαν ύπο δεσπο{ νης . " ήρυθρίασεν ή Καλλιρρόη καΙ κάτω κύψασα ήρέ
μα εΤπεν "έΥώ νϋν πρώτον πέπραμαι ' Σύ6αριν δέ ούκ εΤδον." 6 "έλεΥόν σοι" φησl Διονύσιος άπor5λέψας προς τον Αεωναν "στι ούκ έστι δούλη ' μαντεύομαι δέ στι
καΙ εύΥενής . " "εΤπόν μοι, Υύναι, πάντα, καΙ πρώτόν
Υε τούνομα το σόν." "Καλλιρρόη" φησίν (ήρεσε Διονυ
σίιμ καΙ το όνομα), τά δέ λοιπά έσιώπα. πυνθανομένου δέ λιπαρώς "δέομαί σου" φησίν, "rJj δέσποτα, συΥχώ-
102
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΛΙ ΚΛΛΛΙΡΡΟΗΝ Β'
φάνιση . Στο μεταξύ, ο Λεωνάς , με ακολουθία την Πλαγγόνα και τις κοπέλες που υπηρετούσαν συνήθως
την Καλλιρρόη, πήγε και της είπε : «ο Διονύσιος είναι
άνθρωπος απόλυτα όίκαιος και νομιμόφρων . Έλα , λοι πόν, γυναίκα , στο ναό και πες του την αλήθεια σχε
τικά με την ταυτότητά σου και όεν πρόκειται να σου
στερήσει καμία bοήθεια , αν τη όικαιούσαι . Εσύ μόνο να του μιλήσεις ξεκάθαρα και να μην αποκρύψεις τί ποτα από την αλήθεια, γιατί έτσι θα κερόίσεις την εύνοιά του». Η Καλλιρρόη τον ακολούθησε χωρίς να
πολυθέλει, της έόινε όμως θάρρος το γεγονός ότι η συνάντησή τους θα λάμbανε χώρα στο ναό . Μόλις έφτασε, όλοι τη θαύμασαν ακόμη περισσό τερο, ο όε Διονύσιος έμεινε άφωνος από κατάπληξη . Καθώς όμως η σιωπή κρατούσε πολλή ώρα , στο τέ λος μίλησε , αν και με όυσκολία : «Εσύ, γυναίκα, ξέρεις
τα πάντα για μένα . Είμαι ο Διονύσιος , ο πρώτος από όλους τους Μιλήσιους , σχεόόν και από όλη την Ιωνία,
πασίγνωστος για την ευσέbεια και για την ευσπλαχνία μου. Το σωστό είναι να μου πεις κι εσύ την αλήθεια για το άτομό σου . Οι άνθρωποι που σε πούλησαν είπαν
ότι είσαι Συbαρίτισσα και ότι σε πούλησε η κυρία σου από ζήλια» . Η Καλλιρρόη κοκκίνισε και σκύbοντας το κεφάλι είπε σιγανά: «Εγώ τώρα πουλήθηκα για
πρώτη φορά, κι ούτε έχω όει ποτέ μου τη Σύbαρη». «Σου το 'λεγα», λέει ο Διονύσιος γυρνώντας προς τον
Λεωνά, «ότι όεν είναι σκλάbα. Στοιχηματίζω, μάλι στα, ότι είναι και από ευγενική γενιά . Πες τα μου όλα, κοπέλα μου, και πρώτα απ' όλα το όνομά σου» .
«Καλλιρρόη», απάντησε (στον Διονύσιο άρεσε και τ' όνομά της), για τα υπόλοιπα όμως σώπαινε . Καθώς
,
εκεινος
τη
,
ρωτουσε
,
συνεχως,
103
του
'Σ
ειπε:
«
ε
παρακα-
ΧΑΡ ΙΤΩ Ν
ρησόν μοι την έμαυτης τύχην σιωπαν. 7 ονειΡος ην τα πρώτα κα! μύθος, είμ! δέ νύν δ γέγονα, δούλη κα!
ξένη ." ταύτα λέγουσα έπειΡατο μέν λανθάνειν, έλεί6ε το δε αύτης τα δάκρυα κατα τών παρειών. προήχθη δε <κα!> ό Διονύσιος κλαίειν κα! πάντες οί περιεστη κότες ' lδoξε δ' αν τις χα! την 'Αφροδίτην αύτην σκυ θρωποτέραν γεγονέναι . Διονύσιος δέ ένέκειτο έτι μαλ λον πολυπραγμονών κα!
"ταύτην" <έφη> "αίτούμαι
παρά σου χάριν πρώτην.
8
διήΥησαί μοι, Καλλιρρόη,
τα σεαυτης . ού πρός άλλότΡιον έρείς' έση γάρ τις κα!
τρόπου συΥΥένεια . μηδέν φ06ηθfjς, μηδ' εί πέπρακταί σοί τι δεινόν." ήγανάκτησεν
f;
Καλλιρρόη πρός τούτο
κα! "μή με υ6ριζε" εΤπεν, 'Όύδέν γαρ σύνοιδα έμαυτ!} φαύλον.
9 άλλ' έπε! σεμνότερα τάμα της τύχης έστ!
της παρούσης, ού θέλω δοκείν άλαζων ούδε λέγειν
διηγήματα απιστα τοίς άΥνοούσΙΥ" ού γαρ μαρτυρεί τα πρώτα τοίς νύν." έθαύμασεν ό Διονύσιος τό φρόνη μα της γυναικός κα! "συνίημι" φησ!ν "ήδη, καν μη
λέγπς' είπέ δέ ομως' ούδέν γαρ περ! σεαυτης έρείς τηλικούτον, ήλίκον όρώμεν.
10
παν έστί σου σμικρό
τερον λαμπρόν διήΥημα." μόλις οδν έκείνη τα καθ '
έαυτην ήρξατο λέγειν
"Έρμ.οκράτους είμ! θυγάτηρ,
τού Συρακοσίων στρατηγού. γενομένην δέ με αφωνον
έξ αίφνιδίου πτώματος έθαψαν οί γονείς πολυτελώς.
ήνοιξαν τυμ.6ωρύχοι τόν τάφΟΥ" ευρον χάμε πάλιν έμπνέ-
104
ΤΑ ΠΕΡΙ Χ ΑΙΡ ΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑ ΛΛΙΡΡΟ ΗΝ Β'
λώ , αφέντη , συγχώρεσέ [J.ε που δεν [J.ιλάω για τη [J.οίρα
[J.ou . Τα προηγού[J.ενα ήταν όλα ένα όνειρο , ένα
παρα[J.ύθι , και τώρα εί[J.αι αυτό που έχω γίνει , [J.ία σκλά6α από ξένη χώρα». Καθώς [J.ιλούσε , αν και προσπαθούσε να [J.η φανερωθεί , στα [J.ιXrouM της έ
τρεχαν τα δάκρυα . Άρχισε τότε να κλαίει και ο Διονύ σιος και όλοι οι παρευρισκό[J.ενοι · θα [J.πορούσε [J-άλι στα να πει κάποιος ότι ακό[J.η και η όψη της ίδιας της Αφροδίτης έγινε πιο [J.ελαγχολική . Ο Διονύσιος ό[J.ως
είχε ακό[J.η περισσότερο καταληφθεί από την περιέρ
γεια να [J.άθει και είπε: «Αυτή είναι η πρώτη χάρη που σου ζητάω. Πες [J.ou την ιστορία σου , Καλλιρρόη. Δεν θα [J.ιλήσεις σε ξένο , γιατί υπάρχει κάτι κοινό
στην ιδιοσυγκρασία [J.ας. Μ η φ06ηθείς τίποτα , ακό[J.α κι αν έχεις διαπράξει κάτι τρψερό» . Η Καλλιρρόη εξοργίστηκε
[J.' αυτά τα λόγια και είπε : «Μη [J.ε προ
σ6άλλεις , τίποτα ανήθικο δεν έχω κάνει . Αλλά επειδή οι δικές
[J.ou πράξεις είναι πιο ηθικές από τις τωρινές
συγκυρίες, δεν θέλω να φανώ υπερφ ίαλη και να πω ιστορίες απίστευτες σ' αυτούς που δεν γνωρίζουν . Γιατί
η προηγού[J.ενή
[J.ou κατάσταση σε τίποτα δεν π ρο"ίδε
άζει για την τωρινή» . Ο Διονύσιος θαύ[J.ασε τη φρονι
[J-άδα της γυναίκας και είπε : «Ήδη σε καταλα6αίνω , κι ας [J.η [J.ιλάς . Πες τα [J.ou ό[J.ως . Γιατί αποκλείεται να πεις για τον εαυτό σου κάτι τόσο συνταρακτικό όσο
αυτό που 6λέποψε. Οποιαδήποτε διήγηση θα συγκλο νίσει πολύ λιγότερο από σένα την ίδια». Εκείνη άρχισε [J.ε δυσκολία να λέει την ιστορία της . «Εί[J.αι κόρη του
ΕΡ[J.οκράτη , του στρατηγού των Συρακουσών . Επειδή έ[J.εινα αναίσθητη από
[J.tIX ξαφνική πτώση , οι γονείς [J.ou έκαναν για [J.ένα πλούσια κηδεία . Κάποιοι τψ6ω
ρύχοι ό[J.ως διέρρηξαν τον τάφο και [J.ε 6ρήκαν να ανα-
105
ΧΑΡΙΤΩΝ
ουσαν-
ήνεΥκαν ένθάδε καΙ Δεων~ με τούτιμ
ρέδωκε Θήρων έπ' έρημίας . "
πα
11 πάντα είποί)σα μόνον
ΧαιΡέαν έσίyr;σεν. "άλλά δέομαί σου, Διονύσιε (υΕλ λην Υάρ εΓ καΙ πόλεως φιλανθρώπου καΙ παιδείας
μετει'ληφας), μή Υένr; τοις τυμ6ωρύχοις ομοιος μηδέ άπoστεpήσr;ς με πατρίδος καΙ συΥΥενών . μικρόν έστί σοι πλουτοί)ντι σώμα εν καΙ τήν τιμήν ούκ άπολέσεις, έάν άπoδiρς με τiρ πατρί-
άχάριστος.
τον
'Ερμοκράτης ούκ εστιν
Άλκίνοον άΥάμεθα δή καΙ πάντες
φιλοί)μεν στι είς την πατρίδα άνέπεμψε τον ίκέτην
ίκετεύω σέ κάΥώ. σώσον αίχμάλωτον όρφανήν. 12 εί δέ μή δύναμαι
ζην ώς
εύΥενής,
αίροί)μαι
θάνατον
έλεύθερον." τούτων άκούων δέ εκλαιε προφάσει μέν
ΚαλλιΡρόην, το δέ άληθές έαυτόν- -nσθάνετο Υάρ άπο τυΥχάνων της έπιθυμίας. "θάρρει δέ" εφ η, "Καλλιρρόη,
καΙ ψυχήν εχε άΥαθήν- ού Υάρ άτυχήσεις ών άξιοις μάρτυν καλώ τήνδε τήν Άφροδίτην. έν δέ τiρ μεταξυ θεραπείαν εξεις παρ' ήμιν δεσποίνης μαλλον η δούλης ."
νι 1 Κα! ή μέν άπ!;ει
πεπεισμένη μηδέν ακουσα
δύνασθαι παθειν, ό δέ Διονύσιος λυπούμενος ηκεν είς
οΓκον τον ί'διον. Κα! μόνον καλέσας Δεωναν "κατά πάντα" φησ!ν "έΥώ δυστυχής είμι καΙ μισούμενος ύπο τοί) "Ερωτος .
τήν μέν Υαμετ-ην εθαψα, φεύΥει δέ ή νεώνητος , ην
ήλπιζον έξ Άφροδίτης εΓναί μοι το δώρον, καΙ άνέ-
106
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Β'
πνέω ξανά . Με έφεραν εδώ , και ο Θήρωνας σε μια ερημική τοποθεσία με παρέδωσε σε τούτον εδώ τον
Λεωνά». Τα είπε όλα, και μόνο για τον ΧαιΡέα δεν
ανέφερε λέξη. «Αλλά σε ικετεύω , Διονύσιε (γιατί είσαι Έλληνας , από πόλη με ανθρωπιστικές αρχές, και έχεις
μια καλλιέργεια) , μην πέσεις στο επίπεδο των τυμbω ρύχων και μου στερήσεις την πατρίδα και τους συγγε νείς μου . Μικρή απώλεια είναι για σένα, που είσαι τόσο πλούσιος, να απελευθερώσεις ένα σκλάbο. Εξάλ λου δεν πρόκειται να χάσεις το αντίτιμο που πλήρωσες, εάν με δώσεις πίσω στον πατέρα μου ' ο Ερμοκράτης
δεν είναι αχάριστος . Τον Αλκίνοο τον θαυμάζουμε bέ
bata και όλοι τον εκτιμούμε, επειδή έστειλε τον ικέτη πίσω στην πατρίδα του 3 . Κι εγώ ικέτιδά σου είμαι . Σώσε μια ορφανή αιχμάλωτη!
Διαφορετικά, αν δεν
μπορώ να ζω ως ευγενής, θα προτιμήσω να πεθάνω ελεύθερη» . Στο άκουσμα των λόγων αυτών , ο Διονύσιος
έκλαιγε , δήθεν για την Καλλιρρόη , στην πραγματικό τητα όμως για τον εαυτό του, γιατί καταλάbαινε ότι δεν θα πραγματοποιούσε την επιθυμία του . «Έχε θάρ
ρος , Καλλιρρόη» , είπε, «και κράτα την ψυχή σου
αγνή. Δεν θα στερηθείς αυτά που ζητάς , μάρτυράς μου η Αφροδίτη. Στο μεταξύ θα έχεις από εμάς τη φροντίδα που αξίζει σε μια κυρία και όχι σε υπηρέ τρια». νι Έτσι , εκείνη έφυγε έχοντας πειστεί ότι δεν
θα της συμbεί τίποτα παρά τη θέλησή της, ενώ ο Διονύσιος γύρισε στο σπίτι του στενοχωρη μένος.
Κ α'λ εσε, λ' οιπον ,
τον
Λ" εωνα
μοναχα
και
του
,
ειπε :
«Σε όλα με κυνηγάει εμένα η δυστυχία , και ο Έρω τας τελικά με μισεί. Τη γυναίκα μου την έθαψα και φεύγει η καινούρια , που πίστευα ότι θα είναι δώρο της
Αφροδίτης για μένα και έκανα όνειρα για μια ζωή πιο
107
ΧΑΡΙΤΩΝ
πλαττον έμαυτi!J 6ίον μακάριον υπερ Μενέλεων τον της Αακεδαιμ,ονίας Υυναικός ούδε Υάρ την Έ"λένην
εύμορφο ν οϋτως ύπολαμ6άνω ΥεΥονέναι. πρόσεστι δε αύτη και ή τών λόΥων πειθώ.
2 6ε6ίωταί μοι . της
αύτijς ήμέρας άπαλλαΥήσεται Καλλιρρόη μεν έντεϋ
θεν; έΥώ δε τοϋ ζην." προς τοϋτο άνέκραΥεν ό Αεωνας
"μη σύ Υε,
dJ
δέσποτα, μη καταράστ; σεαυτi!J ' κύριος
Υάρ ε! και την έξουσίαν έχεις αύτijς, ωστε και έκοϋσα και ακουσα ποιήσει το σοι δοκοϋΥ" ταλάντου Υάρ αύ την έπριάμην." ούκ άκούεις
3 "έπρίω σύ, τρισάθλιε, τη ν εύΥενη;
Έρμοκράτην τον στρατηΥον της ολης
Σικελίας έΥκεχαραΥμένον μεΥάλως , Περσών θαυμάζει και φιλεϊ,
ον 6ασιλευς ό
πέμπει δε αύτi!J κατ'
έτος δωρεάς, οτι Άθηναίους κατεναυμάχησε τους Περ
σών πολεμίους; έΥώ τυραννήσω σώματος έλευθέρου, και Διονύσιος ό έπι σωφροσύνη περι6όητος ακουσαν
ύ6ριώ, ην ούκ αν ϋ6ρισεν ούδε Θήρων ό ληστής;"
4
Ταϋτα μεν οδν εΤπε προς τον Αεωναν, ού μην ούδ ' άπεΥίνωσκε πείσει ν, φύσει Υάρ ευελπίς έστι ν ό 'Έρως, έθάρρει δε τη θεpαπεί~ κατεΡΥάσασθαι την έπιθυμίαν. καλέσας οδν την ΠλαΥΥόνα "δέδωκάς μοι " φησιν "ήδη πείραν ίκανην της έπιμελείας. έΥχειΡίζω δή σοι το μέΥιστον και τιμ,ιώτατόν μου τών κτημάτων, την ξέ
νην. 60ύλομαι δε αύτην μηδενος σπανίζειν, άλλά <και>
προϊέναι μέχρι τρυφης.
5 κυρίαν ύπολάμ6ανε, θεράπευε 108
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Β '
εuτυχισμ.ένη κι από του Μενέλαου , του συζύγου της Σπαρτιάτισσας ' γιατί δεν νομ.ίζω η Ελένη να ήταν
τόσο όμ.ορφη όσο αυτή. Σε τούτη άλλωστε συνυπάρχει και
το
,
χαρισμ.α
του
,
πειστικου
λ'
ογου .
Η
ζ'
ωη
μ.ου
,
τε-
λειωσε. Την ίδια μ.έρα που η Καλλιρρόη θα εγκατα λείψει αυτή τη χώρα, θα φύγω κι εγώ απ' τη ζωή» .
Ακούγοντας αυτά ο Λεωνάς φ~ναξε : «Α όχι, αφέντη , μ.η δίνεις στον εαυτό σου τέτοιες κατάρες! Στο κάτω κάτω είσαι κύριός της και έχεις επάνω της την εξου
σία να της εΠΙbάλλεις τις αποφάσεις σου, είτε το θέλει είτε όχι . Ένα τάλαντο έδωσα για να την αγοράσω» . «Κι εσύ, ελεεινέ , αγόρασες μ.ια αριστοκράτισσα ; Δεν έχεις ακουστά τον Ερμ.οκράτη , το στρατηγό της μ.ε γάλης Σικελίας , που έχει μ.εγάλη δόξα και ακόμ.α και
ο bασιλιάς των Περσών τον εκτιμ.ά και τον συμ.παθεί και μ.άλιστα κάθε χρόνο τού στέλνει δώρα , επειδή νί κησε σε ναυμ.αχία τους Αθηναίους, τους εχθρούς των
Περσών; Εγώ να σuμ.πεpιφεpθώ τυραννικά σε ελεύθε ρο άνθρωπο; Ο Διονύσιος, ο ξακουστός για τη φρονι
μ.άδα του , να ατιμ.άσει μ.ια γυναίκα παρά τη θέλησή
της, ενώ δεν την πρόσbαλε ούτε ο Θήρων ο ληστής ; » Αυτά, bέbαια, είπε στον Λεωνά, δεν είχε όμ.ως απογο ητευτεί πως θα μ.πορούσε να τη μ.εταπείσει. Ο Έρω τας από τη φύση του θέλει να τρέφει ελπίδες και νο μ.ίζει ότι θα ικανοποιήσει την επιθυμ.ία του μ.ε αντάλ λαγμ.α κάποιες φροντίδες . Κάλεσε, λοιπόν, την Πλαγ γόνα και της είπε : «Μου έχεις αποδείξει ότι είσαι πια αρκετά έμ.πειΡη στην περιποίηση των άλλων. Γι ' αυτό σου αναθέτω το σπουδαιότερο και πολυτιμ.ότεΡΟ από τα αγαθά μ.ου , την ξένη. Θέλω να μ.ην της λείψει τί ποτα αλλά να της παρέχονται όλα, ώστε να ζει μ.ε
πολυτέλεια. Κυρία σου να τη θεωρείς , να την υπηρε-
109
ΧΛΡΙΤΩ Ν
χαί Χόσμει χαί ποίει φι'λην ήμϊΎ · έπαίνει με παρ' αύτ!}
πολλάχις χαι οΤον έπίστασαι διηγοϋ. 6λέπε μη δεσπό την εΙπ!]ς . " συνηχεν ή ΠλαΥΥων της έντολης, φύσει
ycιp ήν έντΡεχ-ής · άφανη δε λα60ϋσα προς το πραγμα την διάνοιαν, ήπείγετο προς τοϋτο . παραγενομένη τοί
νυν προς την ΚαλλιΡρόην, οτι μεν χεχέλευσται θερα πεύειν αύτην ούχ έμ-ήνυσεν, ί.δίαν δε εύνοιαν έπεδεί
χνυτο · χαι το άξιόπιστον ώς σύμ60υλος ηθελεν έχειν. νπ.
1 Συνέ6η δέ τι τοιόνδε. Διονύσιος ένδιέτρι6ε
τοίς χωρίοις, προφάσει μεν αλλοτε αλλ!], το δε δη άληθες ούτε άπαλλαyi}ναι της Καλλιρρόης δυνάμενος
ούτε έπάγεσθαι θέλων αύτ-ήΥ" έμελλε γάρ περι6όητος όφθείσα έσεσθαι,
χαι
το Χάλλος ολην την
Ίωνίαν
δουλαγωγ-ήσειν άνα6-ήσεσθαί τε την φ-ήμην χαι μέχρι τοϋ μεγάλου 6ασιλέως. 2 έν δε τ!} μον!} πολυπραγμο νών άχρι6έστερον τά περι την χτησιν, έμέμψατό που χαί τά περί τον οί.χονόμον Φωχαν· το δε της μέμψεως ού περαιτέρω προηλθεν, άλλά μέχρι ρημάτων . ευρε δή
χαιΡον ή ΠλαΥΥών, χαί περίφο60ς εί.σέδραμε προς τήν ΚαλλιΡρόψ, σπαράσσουσα τήν Χόμην έαυτης λα60μένη δε τών γονάτων αύτης "δέομαί σου" φησί, "χυρία,
σώσον ήμας· τf!j γάρ άνδρί μου χαλεπαίνει Διονύσιος· φύσει δέ έστι 6αρύθυμος, ωσπερ χαι φιλάνθρωπος .
3
ούδείς αν ρύσαιτο ήμας η μόνη σύ · παρέξει γάρ σοι
110
ΤΑ Π ΕΡΙ ΧΑΙΡ ΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Β '
τείς και να φροντίζεις για τα στολίδια της και να την κάνεις να μας αγαπήσει . Εμ.ένα μ. προστά της να μ.ε εγχωμ.ιάζεις συχνά λέγοντάς της τις ιστορίες που γνω
ρίζεις . Και κοίτα μ.η μ.ε αποκαλέσεις ποτέ "αφεντι
κό"». Η Πλαγγών κατάλα6ε πολύ καλά τις οδηγίες , γιατί ήταν από τη φύση της εύστροφη γυναίκα . Κι
ενώ κρατούσε κρυφό το σκοπό της, είχε αφιερωθεί ολοκληρωτικά σ ' αυτόν . Συντρόφευε , λοιπόν , την Καλ
λιρρόη και , χωρίς να της πει ότι είχε λά6ει διαταγές να την υπηρετεί , της έδειχνε προσωπική συμ.πάθεια και προσπαθούσε να κερδίσει την εμ.πιστοσύνη της
συμ.bουλεύοντάς την . ΥΠ. Τότε συνέbη το εξής περιστατικό . Ο Διονύσιος παρέμ.ενε στην εξοχή bρίσκοντας διάφορες δικαιολο γίες, στην πραγμ.ατικότητα όμ.ως επειδή ούτε μ.πο ρούσε να αποχωριστεί την Καλλιρρόη ούτε ήθελε να
τη φέρει στην πόλη , γιατί αν την έbλεπε ο κόσμ.ος θα γινόταν πασίγνωστη και μ.ε την ομ.ορφιά της θα σκλά
bωνε ολόκληρη την Ιωνία . Η φήμ.η της θα έφτανε ακόμ.η και μ.έχρι το Μεγάλο Βασιλιά . Κατά τη διάρ κεια της διαμ.ονής του ζητούσε να ενημ.ερωθεί μ.ε μ.ε
γάλη ακρί6εια σχετικά μ.ε τα κτήμ.ατά του και επέ πληξε για ορισμ.ένες ενέργειες μ.έχρι και το διαχειριστή
Φωκά. Αυτή η επίπληξη δεν πήγε μ.ακριά αλλά πε ριορίστηκε στα λόγια. Βρήκε όμ.ως ευκαιρία η Πλαγγών και όρμ.ησε προς την Καλλιρρόη τρομ.οκρατημ.ένη και
τραbώντας τα μ.αλλιά της . Άγγιξε τα γόνατά της και της είπε: «Σε ικετεύω , κυρία, σώσε μ.ας! Ο Διονύσιος
κακομ.εταχειΡίζεται τον άνδρα μ.ου . Από τη φύση του ,
6λέπεις , όσο είναι σπλαχνικός άλλο τόσο είναι και αυστηρός . Κανείς άλλος δεν μ.πορεί να μ.ας γλιτώσει εκτός από σένα . Γ ιατί σίγουρα ο Διονύσιος ευχαρίστως
11
Ι
ΧΑΡΙΤΩΝ
Διονύσιος ήοέως αίτοuμένn χάριν πρώτην." ωχνει μεν
οδν ή Καλλιρρόη bαοίσαι προς αύτόν, λιπαρούσης δε χαι δεομένης άντειπείν ούχ ήουνήθη, προηνεχυριασμέt, t" \ -
νη
ταις
Ι
Ι
,
ευεΡΥεσιαις
υπ
Τ
_
αυτης .
ιν
ουν μη
J
Ι
αχαριστος
δοχ!;, "ΧάΥώ μεν" φησιν "είμ! δούλη χα! ούδεμ.ίαν εχω
παρρησίαν, εί δε ύπολαμbάνεις ουνήσεσθαί τι Χάμέ, συνιχετεύειν έτοίμη · Υένοιτο δε ήμ.άς <εύ>τυχείν. "
4
έπει δε ήλθον, έχέλευσεν ή ΠλαΥΥών τον έπι ταίς θύραις είσαΥΥεϊλαι προς τον δεσπότην οτι Καλλιρρόη πάρεστιν . έτύΎχανε δε Διονύσιος έρριμ.μένος ύπο λύ πης, έτετήχει δε αύτc!J χαι το σώμα. άχούσας οδν οτι
Καλλιρρόη πάρεστι ν, άφωνος έΥένετο, χαί τις άχλυς αύτού χατεχύθη προς το άνέλπιστον, μόλις οε άνενεΥ χών "ήΧέτω" φησί. 5 στασα δε ή Καλλιρρόη πλησίον
χα! χάτω Χύψασα πρώτον μεν έρυθήματος ένεπλήσθη,
μόλις οε ομως έφθέΥξατο "έΥώ ΠλαΥΥόνι ταύτη χάριν έπίσταμ.αι · φιλεί Υάρ με ώς θυΥατέρα. δέομαι δή σου,
Χύριε, μη όΡΥι'ζου τc!J άνορι αύτης, άλλά χάρισαι την
σωτηρίαν. " ετι οε bοuλομένη λέΥειν ούχ έΟυνήθη.
6
συνεις οδν ό Διονύσιος το στρατήyr;μα της ΠλαΥΥόνος "όΡΥι'ζομ.αι μεν" εΓπε,
"χαι ούδεις
<αν> άνθρώπων
έρρύσατο μη άπολέσθαι Φωχαν χαι την ΠλαΥΥόνα τοιαύτα πεπραχότας · χαρι'ζομαι δε αύτους ήδέως σοί,
χαι Υινώσχετε ύμείς οτι διά ΚαλλιΡρόην έσώθητε. " προσέπεσεν αύτοϋ τοίς Υόνασιν ή ΠλαΥΥών, χαι Διο νύσιος εφη
"τοίς Καλλιρρόης προσπίπτετε Υόνασιν,
11 2
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Β '
θα σου κάνει την πρώτη χάρη που θα του ζη-τήσεις». Η Καλλιρρόη δίσταζε να πάει να του μ.ιλήσει , αλλά καθώς εκείνη την ικέτευε και την εκλιπαρούσε , δεν
μ.πορούσε να της αρνηθεί , ειδικά μ.άλιστα εφόσον ένιωθε υΠΟχΡεωμ.ένη από τις περιποιήσεις της. Για να μ.η
"
φανει
αχαριστη ,
λ' οιπον ,
της
'Κ' ειπε : ι εγω
«
σκ λ'Ρ αοα
είμ.aι και δεν έχω το θάρρος να μ.ιλήσω ελεύθερα , αν
όμ.ως νομ.ίζεις ότι μ.πορώ να bοηθήσω σε κάτι , είμ.aι πρόθυμ.η να τον παpακαλέσouμ.ε μ.aζί και μ.aκάpι να σταθούμ.ε τυχερές», Όταν έφτασαν, η Πλαγγών ειδο
ποίησε το θυρωρό να αναγγείλει στον αφέντη την πα ρουσία της Καλλιρρόης. Ο Διονύσιος εκείνη τη στιγμ. ή
ήταν καταbεbλημ.ένος από τη λύπη του και ακόμ.a και το σώμ.α του φαινόταν μ.αραμ.ένο . Στην είδηση , λοιπόν , της άφιξης της Καλλιρρόης έμ.εινε άφωνος και
μ.ια συννεφιά τον σκέπασε , ενώ μ.ετά bίας κατάφερε να προφέρει: «Ας περάσει». Η Καλλιρρόη στάθηκε κοντά του και χαμ.ηλώνοντας τα μ.άτια , αρχικά κοκκίνισε , στη συνέχεια όμ.ως κατάφερε να αρθρώσει κάποια λό για : «Εγώ σε τούτη εδώ την Πλαγγόνα χρωστάω
εuγνωμ.oσύνη , γιατί μ.ε αγαπά σαν κόρη της . Ζητάω Ί 'Απόν από σένα , κύριε , να μ.ην κρατάς κακία στον
άνδρα της αλλά να τον συγχωρήσεις» . Ήθελε να πει περισσότερα μ.a δεν μ.πόρεσε . Ο Διονύσιος, που κατά
λαbε το τέχνασμ.α της Πλαγγόνος , είπε : «Είμ.αι εξορ
γισμ.ένος, bέbαια , και κανείς από τη γενιά των θνητ ών δεν θα μ.πορούσε να μ.ε εμ.ποδίσει να τιμ.ωρήσω μ.ε θάνατο τον Φωκά και την Πλαγγόνα μ.' αυτά που έχουν κάνει. Τους χαρίζω όμ.ως τη ζωή ευχαρίστως για χάρη σου . Κι εσείς , να ξέρετε ότι χάρη στην Καλλιρρόη γλιτώσατε» . Η Πλαγγών έπεσε στα πόδια του και ο Διονύσιος της είπε: «Στα οικά της τα πόδια
11 3 8 - Χαρίτων Τά περί Χαψέαν και Κα)J'ΨΡόην
ΧΑ ΡΙΤΩ Ν
αυτη Υάρ ύμ.ας έσωσεν." 7 έπε! δε ή ΠλαΎΎών έθεά σατο την ΚαλλιΡρόην χα{ρουσαν χα! σφόδρα ήδομ.ένην
έπ! τη δωpε~ "σύ οδν" εΓπε "χάριν όμ.ολόyr;σον ύπερ ήμ.ων Διονυσ{ιμ" χα! αμ.α ώθησεν αύτήν . ή δε τρόπον τινά χαταπεσουσα περιέπεσε τη δεξι~ του Διονυσ{ου, Χάχεί"νος, ώς δηθεν άπαξιων την χεί"ρα δουναι, προσα
ΥαΥόμ.ενος αύτην χατεφι'λησεν, εΓτα εύθύς άφηχε, μ.η χα{ τις ύποψ{α Υένηται της τέχνης .
VIII. 1 Αί μ.εν οδν Υυναί"χες άπήεσαν, το δε φι'λημ.α Διονυσ{ιμ χαθάπερ ίος είς τά σπλάΥχνα χατεδύετο χα!
ουτε όp~ν έτι ουτε άχούειν έδύνατο, πανταχόθεν δε ην έχπεπολιορχημ.ένος, ούδεμ.{αν εύρ{σχων θεραπε{αν του
έρωτος · ουτε διά δώρων, έώρα Υάρ της Υυναιχος το μ.εΥαλόφρον- ούτε δι ' άπειλης η 6{ας , πεπεισμ.ένος στι θάνατον αίρήσεται
θαττον η 6ιασθήσεται. μ.{αν οδν
6οήθειαν ύπελάμ.6ανε την ΠλαΥΥόνα χα! μ.εταπεμ.Ψά μ.ενος αύτην "τά μ.εν πρωτά σοι" φησ!ν "έστρατήyr;ται,
χα! χάριν έχω του φιλήμ.ατος έχεί"νο δέ μ.ε <η> σέσωχεν η άπολώλεχε. χος
πεΡΙΥένr;,
2 σχόπει
οδν πως Υυνη Υυναι
σύμ.μ.αχον έχουσα Χάμ.έ.
Υ{νωσχε δε
έλευθερ{αν σοι προχεψένην το &.θλον χαl δ πέπεισμ.α{
σοι πολύ ηδιον εΓνιΖι της έλευθερ{ας , το ζην Διονύσιον. " χεΛευσθεί"σα δέ ή ΠλαΎΎών πασαν πεί"ραν χαl τέχνην προσέφερεν- άλλ' ή Καλλιρρόη πανταχόθεν άήττητος
114
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Β'
να πέσεις, γιατί αυτή σας έσωσε» . Όταν είδε η Πλαγγών την Καλλιρρόη χαρούμενη και ενθουσιασμένη με
τη
χάρη,
της
είπε:
«Δείξε
εσύ,
τότε,
την
ευγνωμοσύνη μας στον Διονύσιο» και συγχρόνως την
έσπρωξε προς αυτόν. Εκείνη έχασε κατά κάποιο τρόπο την ισορροπία της και έπεσε πάνω στο δεξί χέρι του
Διονυσίου , ενώ αυτός , δήθεν περιφρονώντας τη χειραψία ,
την τρά6ηξε προς το μέρος του και τη φίλησε , αφήνοντάς την α-μέσως μετά, για να μην της κινήσει υποψίες για την απάτη.
VIII . Έφυγαν ύστερα οι δύο γυναίκες αλλά το φιλί είχε μπει σαν μικρό6ιο και έτρωγε τα σωθικά του Διονυσίου , ο οποίος ούτε έ6λεπε ούτε άκουγε πια , μόνο ένιωθε από παντού περικυκλωμένος και δεν έ6ρισκε κανένα τρόπο να γιατρευτεί από τον Έρωτα. Με τα δώρα δεν θα γινόταν τίποτα
- έ6λεπε ότι η γυναίκα
ήταν υπεράνω . Ούτε με απειλές ή χρήση 6ίας , μια και ήταν πια σίγουρος ότι εκείνη θα προτιμούσε να πεθάνει παρά να υποκύψει σε πιέσεις. Μία μόνη ελπίδα , λοι
πόν , έ6λεπε στον ορίζοντα, την Πλαγγόνα , γι ' αυτό την κάλεσε και της είπε : «Τ ο πρώτο σου τέχνασμα το έφερες σε πέρας και σου χρωστάω χάρη για το φιλί. Εκείνο, όμως, ή θα με σώσει ή θα με καταστρέ ψει. Σκέψου τώρα , εσύ που είσαι γυναίκα , πώς θα κα
ταφέρεις μια άλλη γυναίκα, και με τη δική μου , 6έ6αια, 60ήθεια . Και να ξέρεις πως το έπαθλο για σένα θα είναι η ελευθερία αλλά και κάτι άλλο , που πιστεύω
ότι σημαίνει για σένα πιο πολλά ακόμα και από την ελευθερία, η ζωή δηλαδή του Διονυσίου». Ακολουθώ ντας τις διαταγές του η Πλαγγών έκανε κάθε δυνατή απόπειρα και εφάρμοσε κάθε τέχνασμα. Η Καλλιρρόη ,
όμως , ήταν από παντού απόρθητη και έμενε πιστή
115
ΧΑΡΙΤΩΝ
ήν και έμενε Xαιpέ~ μόνφ πιστή. 3 κατεστρατηγήθη <δ'> ύπό της Τύχης, πρός ην μόνην ούδέν ίσχύει λο
γισμός άνθρώπου' φιλόνεικος γάρ ή δαίμων, και ούδέν άνέλπιστον παρ' αύτ'i} . και τότ' οδν πραγμα παράδο ξον, μαλλον δέ απιστον κατώρθωκεν- αξιον δέ άκοϋσαι τόν τρόπον.
4 Έπε60ύλευσεν ή Τύχη τη σωφροσύν!} της γυναι κός ' έρωτικην γάρ ποιησόμενοι την πρώτην σύνοδον τοϋ γάμου Χαιρέας και Καλλιρρόη, παραπλησίαν έ
σχον όρμην πρός την άπόλαυσιν άλλήλων, ίσόρροπος δέ έπιθυμία την συνουσίαν έποίησεν ούκ άργήν .
5
όλί
γον οδν πρό τοϋ πτώματος ή γυνη συνέλα6εν. άλλά διά τούς κινδύνους και την ταλαιπωρίαν την υστερον
ού ταχέως συνηκεν έΥκύμων γενομένη · τρίτου δέ μηνός άρχομένου, προέχοπτεν ή γαστήρ' έν δέ τ(iJ λουτρ(iJ
συνηκεν ή ΠλαΥΥών, ώς αν ηδη πείραν έχουσα των
γυναικείων. 6 εύθύς μέν οδν έσίΥησε διά τό πληθος των θεραπαινίδων- περ! δέ την έσπέραν σχολης γενο μένης , παρακαθίσασα έπ! της κλίνης "ίσθι" φησίν, "J) τέκνον, οτι έγκύμων ύπάρχεις ." άνέκλαυσεν ή Καλ
λιρρόη και όλολύζουσα και τιΜουσα την κεφαλην "έτι και τοϋτό μου" φησ! "ταίς συμφοραίς, J) Τύχη, προστέ
θεικας,
ί'να και τέκω δοϋλον."
7
τύπτουσα δέ την
γαστέρα εΖπεν "αθλιον πρό τοϋ γεννηθηναι γέγονας έν τάφφ, και χερσι λr;στων παρεδόθης . είς ποίον παρέρ
χ!} 6ίον; έπι ποίαις έλπίσι μέλλω σε χυοφορείν, όρφανέ καΙ απολι χα! δοϋλε;
πρό της γενέσεως πειΡάθητι
θανάτου . " κατέσχε δέ αύτης τάς χείρας ή ΠλαΥΥών,
έπαγγειλαμένη
της
ύστεραίας
έχτρωσιν παρασκευάσειν .
11 6
εύκολωτέραν αύ τ!}
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚAΛΛ1PPOHN Β'
μ.όνο στον Χαιρέα . Τελικά, την κατάφερε η Τύχη, στην οποία δεν έχουν καμ.ιά δύναμ.η οι ανθρώπινοι υπολο
γισμ.οί. Γιατί η θεά αγαπάει τις έριδες και δεν πρέπει να θεωρούμ.ε τίποτα παράδοξο ή απροσδόκητο από αυτή. Και τότε, λοιπόν, έκανε κάτι αλλόκοτο, ή μ.άλ λον εντελώς απίστευτο · αξίζει ν' ακούσουμ.ε το πώς .
Η Τύχη φθόνησε τη φρονιμ.άδα της κοπέλας. Ό
ταν είχαν συνευρεθεί ερωτικά για πρώτη φορά μ.ετά το γάμ.ο τους ο Χαιρέας και η Καλλιρρόη, είχαν και οι δύο μ.εγάλη επιθυμ.ία ο ένας για τον άλλο, και το α
{JoOLbcxiO πάθος τους δεν άφησε τη συνεύρεση χωρίς αποτελέσμ.ατα . Έτσι , η Καλλιρρόη είχε συλλάbει λί γο πριν τη μ.οιραία πτώση, ύστερα , όμ.ως, λόγω των κινδύνων και της ταλαιπωρίας που πέρασε, δεν κατά
λαbε αμ.έσως ότι είχε μ.είνει έγκυος . Αλλά καθώς άρ χιζε ο τρίτος μ.ήνας, η κοιλιά της μ.εγάλωνε, και στο
μ.πάνιο η Πλαγγών το κατάλαbε, σαν έμ.πειρη που ήταν στις γυναικείες υποθέσεις . Αρχικά δεν είπε τίπο
τα , γιατί ήταν μ.προστά πολλές υπηρέτριες . Το
bpcx-
δά.κι , όμ.ως , που υπήρχε ηρεμ.ία, κάθισε στο κρεbάτι της και της είπε: «Μάθε , παιδί μ.ου , ότι είσαι έγκυος» .
Η Καλλιρρόη ξέσπασε σε κλάμ.ατα και λυγμ.ούς και
τραbώντας τα μ.cxλλιά της έλεγε: «Ακόμ.α κι αυτό πρόσθεσες στις συμ.φορές μ.ου, Τύχη, να γεννήσω και δούλο». Και χτυπώντας την κοιλιά της είπε: «Κακό
μ.οιρο, πριν ακόμ.α γεννηθείς , bρέθηκες σε τάφο και έ πεσες στα χέρια ληστών. Σε τι ζωή έρχεσαι ;
Με
ποιες ελπίδες να σε φέρω στον κόσμ.ο , που είσαι ορφα νό και χωρίς πατρίδα και δούλος; Καλύτερα πριν από τη ζωή να δοκιμ.άσεις το θάνατο» . Η Πλαγγών κρα τώντας της τα χέρια, της υποσχέθηκε να της ετοιμ.ά
σει μ.ια ανώδυνη έκτρωση" την επομ.ένη .
117
ΧΑJ:>IΤΩΝ
α.
1 Γενομένη
δε καθ ' εαυτην εκατέρα τών γυναι
κών ίδ{ους έλάμ6ανε λογισμούς ή μεν ΠλαΥΥων οτι "καιρός έπιτήδειος πέφΗVεν είς τό κατεργάσασθαι τόν ερωτα
'ri;J
δεσπόττι· συνήγορον εχεις τό κατά γαστρός
εϋρηται πειθούς ένέχυρον· νικήσει σωφpoσύνΗV γυναι κός μητρός
φιλοστοργ{α." καΙ
ή μεν πιθανώς
την
πραςιν συνετ{θει . 2 Καλλιρρόη δε τό τέκνον έ60υλεύε το φθείραι, λέγουσα πρός εαυτήν δεσπόττ; τόν
παιδ{ον,
"άλλ' έγω τέκω
Έρμοκράτους εκγονον καΙ προενέγκω
0/5 μηδείς οΓδε πατέρα. τάχα δε έρεί τις τών
φθονούντων 'έν
'ri;J
λτιστηp{lμ Καλλιρρόη συνέλα6εν. '
3 άρκεί μόνΗV έμε δυστυχείν . ού συμφέρει σοι, παιδ{ον, είς 6{ον άθλιον παρελθείν,
ον εδει καΙ γεννώμενον
φυγείν. άπιθι έλεύθερος, άπαθής κακών. μηδεν άκού
στις τών περ! της μητρός διηγημάτων." πάλιν δε με τενόει κα{ πως ελεος αύτήν τού κατά γαστρός είσήει.
"60υλεύτι τεκνοκτονησαι; 'Ιάσων άσελγα{νει, καΙ Μη δε{ας λαμ6άνεις λογισμούς; 4 άλλά καΙ της Σκυθ{δος
άγριωτέρα δόςεις έκε{νη μεν γάρ έχθρόν εΓχε τό ν άνδρα, συ δε τό ΧαιΡέου τέκνο ν θέλεις άποκτείναι καΙ
μηδε ύπόμνημα τού περι60ήτου γάμου καταλιπείν. τ{ δ' αν υίός
n;
τ{ δ' αν ομοιος
'ri;J
πατΡ{; τ{ δ' αν εύ
τυχέστερος έμού; μήτηρ άποκτε{ντι τόν έκ τάφου σω-
118
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Β'
LX. Όταν η καθεμία από τις δυο γυναίκες έμεινε μόνη της, έκανε τις δικές της σκέψεις . Η Πλαγγών
σκεφτόταν: «Είναι η κατάλληλη ευκαιρία να της ε
μπνεύσω έρωτα για τον αφέντη μου, έχοντας σύμμαχο τον καρπό της κοιλιάς της. Βρέθηκε σίγουρος τρόπος να την πείσω. Γιατί σίγουρα πάνω κι από τη φρονι μάδα της γυναίκας θα επικρατήσει η αγάπη της μάνας
για
το
~,
παιοι» .
,
Κ'
ι
ετσι
αυτη
ι
σκεφτοταν
ι
πως
να
πραγματοποιήσει το σχέδιό της. Η Καλλιρρόη, από την άλλη, σχεδίαζε να σκοτώσει το παιδί, λέγοντας στον εαυτό της: «Να γεννήσω εγώ τον εγγονό του Ερμοκράτη και να παραδώσω στον αφέντη εδώ ένα παιδί του οποίου κανείς δεν γνωρίζει τον πατέρα; Σί
γουρα κάποιος ζηλόφθονος θα πει: 'Ή Καλλιρρόη έ πιασε παιδί με τους ληστές". Φτάνει που είμαι εγώ
δυστυχισμένη. Δεν θα είναι καλό για σένα , παιδί μου ,
να έρθεις σε μια ζωή δυστυχισμένη , που και γεννημένο να ήσουν θα έπρεπε να την αποφύγεις. Καλύτερα να φύγεις ελεύθερο, χωρίς να γνωρίσεις συμφορές , ούτε ν' ακούσεις τίποτα από τις ιστορίες της μητέρας σου» .
Ύστερα όμως άλλαζε γνώμη και την χαταλάμbανε ο οίκτος για το αγέννητο σπλάχνο της. «Σκέφτεσαι να γίνεις παιδοκτόνος ; Απ' όλες τις γυναίκες είσαι η πιο
,
ανοσια,
και
Ρ'ζ οα
εις
στο
μυα
λ'
ο
σου
ι
ακομα
και
τις
,
σκε -
ψεις της Μήδειας ; Σίγουρα όμως θα φανείς πιο bάop bαρη κι από τη Σκύθισσα . Τουλάχιστον εκείνη είχε εχθρό τον άντρα της , εσύ όμως θέλεις να σκοτώσεις
το παιδί του Χαιρέα και τίποτα να μην αφήσεις που να θυμίζει τον ξακουστό γάμο σου . Αν όμως είναι γιος ; Αν μοιάζει στον πατέρα του; Κι αν έχει καλύτερη τύχη από σένα ; Τούτον, που γλίτωσε μέσα απ ' τον τάφο κι από τους ληστές , να τον σκοτώσει η ίδια η
11 9
ΧΑΡΙΤΩΝ
θέντα και ληστων; 5 πόσων άκούομεν θεων παίδας και 6ασιλέων έν δουλε(α γεννηθέντας υστερον άπολα-
6όντας το των πατέρων άξίωμα, τον Ζηθον και τον 'Αμφίονα και Κϋρον; πλεύση μοι και σύ, τέκ νον, είς Σικελίαν- ζητήσεις πατέρα και πάππον, και τά της μητρος αύτοίς διηΥήση . άναχθήσεται στόλος έκείθεν
έμοι 60ηθων. σύ, τέκνον, άλλήλοις άποδώσεις τούς γονείς . "
6 ταϋτα λογιζομένη δι ' ολης νυκτος υπνος
έπηλθε προς όλίγον. έπέστη δέ αύτn είκών ΧαιΡέου πάντα αύτ(iJ όμοία,
μέγεθός τε και όμματα κάλ' έίχυία,
και φωνή ν, και τοία περι χροί" είματα <εστο>.
Έστώς δέ
"παρατέθεμαί σοι " φησίν,
"ώ γύναι, τον
υίόν. " ετι δέ 60υλομένου λέγειν άνέθορεν ή Καλλιρρόη, θέλουσα αύτ(iJ περιπλακηναι. σύμ60υλον οδν τον ανδρα νομίσασα θρέψαι το παιδίον εκρινε . Χ . ι της δ' ύστεραίας έλθούση ΠλαΥΥόνι τήν αύ
της Υνώμην έδήλωσεν. ή δέ το ακαιΡον της 60υλης ού παρέλιπεν, άλλ' "άδύνατόν έστί σοι" φησίν, "ώ γύναι, τέκνον θρέψαι παρ' ήμίν · ό γάρ δεσπότης ήμων έρω τικως σου διακείμενος ακουσαν μέν ού 6ιάσεται δι'
αίδω και σωφροσύνην, θρέψαι δέ παιδέον ούκ έΠΙτΡέψει
120
ΤΑ ΠΕ ΡΙ ΧΑ Ι ΡΕΑΝ ΚΑ Ι ΚΑΑΑ IlΨΟΗΝ Β '
μ.ητέρα του ; Πόσα παιδιά θεών και bασιλιάδων έχουμ.ε ακούσει που , ενώ γεννήθηκαν δούλοι , απέκτησαν αρ
γότερα τον τίτλο του πατέρα τους ; Ο Ιήθος , ο Αμ. φίονας , ο Κύρος 5 ... Θα πας κι εσύ για χάρη μ.ου , παιδί
μ.ου , στη Σικελία , θα bρεις τον πατέρα και τον παπ πού σου και θα τους διηγηθείς τις περιπέτειες της μ.ητέρας σου. Τότε θα στείλουν από κει όλο το στόλο
για να μ.ε bοηθήσει . Εσύ, παιδί μ.ου , θα φέρεις πάλι κοντά τους γονείς σου». Τέτοια σκεφτόταν όλη τη
νύχτα και για λίγο την πήρε ο ύπνος . Της παρουσιά στηκε τότε η μ.ορφή του Χαφέα , πανομ.οιότυπη μ.ε αυτόν,
του έμοιαζε στο ύψος χαι στα όμορφα μάτια χαι στη φωνή χαι είχε στο σώμα μέχρι χαι τα ίδια
ρούχ α 6 .
'
,
'Ο ταν εμ.φανιστηκε , τη ς ειπε 'Σ ' : « ε σενα εμ.πιστευομ.αι
το γιο μ.ας , γυναίκα» . Ενώ αυτός ήθελε να πει ακόμ.α κι άλλα , η Καλλφρόη ανασηκώθηκε για να τον αγκα λιάσει . Επειδή λοιπόν θεώρησε ότι αυτή ήταν η συμ.
bουλή του άντρα της , αποφάσισε να κρατήσει το παιδί. χ. Την επόμ.ενη μ.έρα , όταν η Πλαγγών πήγε να τη δει, η Καλλφρόη τής ανακοίνωσε την απόφασή
της . Εκείνη έσπευσε να της εξηγήσει ότι η επιθυμ.ία της δεν μ.πορούσε να πραγμ.ατοποιηθεί λέγοντας : «Θα είναι αδύνατο για σένα , κορίτσι μ.ου , να μ.εγαλώσεις το
παιδί σου κοντά μ.ας. Ο αφέντης μ.ας , bλέπεις , είναι ερωτευμ.ένος μ.αζί σου και , παρ' όλο που δεν θα σε εξαναγκάσει να κάνεις κάτι παρά τη θέλησή σου ,
γιατί είναι ηθικός και σοφός, δεν θα σε αφήσει , ωστό' λ ωσεις
σο , να μ.εγα
~" , απο το παιοι
12 1
ζ η' λ ια ,
'
γιατ ι
θα
'
νιωσει
ΧΑΡΙΤΩΝ
διά ζηλοτυπίαν, Ubρι'ζεσθαι δοχων εί τον μέν άπόντα περισπούδαστο ν uπολαμbάνεις, ύπεpop~ς δέ παρόντος αύτοϋ. 2 χρείττον οδν μοι δοχεί προ τοϋ γεννηθηναι το παιδίον η γεννηθέν άπολέσθαι ' χερδανείς γάρ ώδί νας ματαίας χα! χυοφορίαν αχΡηστον . έγώ δέ σε φι
λοϋσα συμ.bουλεύω τάληθij." bαρέως ηχουσεν ή Καλ λιρρόη χα! προσπεσοϋσα τοίς γόνασιν αύτης ίχέτευεν
σπως συνεξεύρΤ) τινά τέχνην, δι' ης το παιδίον θρέψει.
3
πολλά τοίνυν άρνησαμένη,
δύο χα! τρείς
ήμέρας
υπερθεμένη την άπόχρισιν, έπειδη μάλλον έξέχαυσεν
αύτην προς τάς δεήσεις άξιοπιστοτέρα γενομένη, πρω τον μέν αύτην έξώρχισε μηδεν! χατειπείν την τέχνην, έπειτα συναγαγοϋσα τάς όφρϋς χα! τρίψασα τάς χεί ρας "τά μεγάλα" φησ! "των πραγμάτων,
6J
γύναι, με
γάλαις έπινοίαις χατορθοϋται ' Χάγώ διά την ευνοιαν
την προς σέ προδίδωμι τον δεσπότην . 4 ίσθι τοίνυν στι δεήσει δυοίν θάτερον,
η
παντάπασιν ιΧπολέσθαι το
παιδίον η γεννηθηναι πλουσιώτατον 'Ιώνων, Χληρονό
μον της λαμπροτάτης οίΧίας. χα! σέ τήν μητέρα ποι ήσει μαχαρίαν.
έλοϋ δέ,
πότερον θέλεις."
"χα!
τίς
οϋτως" εΓπεν "άνόητος, ,να τεχνοχτονίαν άντ ' εύδαι μονίας έ'ληται; δοχείς δέ μοί τι άδύνατον χα! απιστον
λέγειν, ωστε σαφέστερον αύτο δήλωσον." 5 ηρετο γοϋν ή ΠλαΥΥών "πόσον δοχείς χρόνον έχειν της συλλή
ψεως; " ή δέ "δύο μηνας" εΓπεν. "ό χρόνος οδν ήμίν
122
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΛΝ ΚΑΤ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Β '
προσbεbλημένος που εσύ θεωρείς τόσο σημαντικό ε κείνον που λείπει και περιφρονείς τούτον, που bρίσκε ται εδώ. Μου φαίνεται ότι είναι καλύτερα να πεθάνει το παιδί προτού γεννηθεί , παρά μετά τη γέννησή του. Θα γλιτώσεις έτσι την άσκοπη εγκυμοσύνη και τους μάταιους πόνους της γέννας. Εγώ για σένα νοιάζομαι
και σου δίνω ειλικρινείς συμbουλές». Η Καλλιρρόη ά
κουσε με bιxptIi καρδιά τα λόγια της και πέφτοντας στα πόδια της την ικέτευε να σκεφτεί κάποιο τέχνα
σμα για να καταφέρει να μεγαλώσει το παιδί. Εκείνη πρόbαλε πολλές αντιρρήσεις και ανέbαλε την απάντη σή της για δυο-τρεις μέρες , αλλά όταν την είχε εξα ντλήσει με παρακάλια και η ίδια είχε γίνει έτσι πιο αξιόπιστη στα μάτια της Καλλιρρόης , πρώτα την έ
bαλε να ορκιστεί ότι δεν θα μαρτυρήσει το σχέδιο σε κανέναν κι έπειτα ζαρώνοντας τα φρύδια και τρίbΟντας
,
τα χερια
της,
'Ο ειπε : ι
«
'λ' μεγα οι στοχοι ,
,
κοριτσι
μου, πραγματοποιούνται με μεγαλόπνοα σχέδια!
Κι
εγώ , επειδή σε συμπαθώ , έχω φτάσει τώρα στο σημείο να προδίδω το αφεντικό μου . Αλλά να ξέρεις ότι σύντομα
θα χρειαστεί να διαλέξεις ανάμεσα σε δύο πράγματα , ή να χάσεις για πάντα το παιδί σου ή να το γεννήσεις το πλουσιότερο μέσα στους Ίωνες , κληρονόμο ενός αριστο
κρατικού οίκου, που θα κάνει εσένα, τη μητέρα του , ευτυχισμένη. Διάλεξε, λοιπόν, τι από τα δύο επιθυ μείς» . «Και ποιος είναι τόσο ανόητος» , απάντησε εκείνη, «ώστε να διαλέξει το θάνατο του παιδιού του αντί της ευτυχίας; Μου φαίνεται ότι θα μου προτείνεις κάτι ανέφικτο και απίστευτο, γι' αυτό μίλα πιο ξεκά θαρα». Τη ρώτησε τότε η Πλαγγών: «Πόσος καιρό νομίζεις ότι έχει περάσει από τη σύλληψη;» «Δύο μήνες» , απάντησε . «ο χρόνος είναι με το μέρος μας
123
ΧΑΡΙΤΩ Ν
60ηθεί' δύνασαι γάρ δοκείν επταμηνιαίον έκ Διονυσίου τετοκέναι . " πρός τοϋτο άνέκραγεν ή Καλλιρρόη "μαλ
λον άπολέσθω ." 6 κα! ή ΠλαΥΥών κατειΡωνεύσατο
αύτης
'καλως, (fj γύναι, φρονείς 60υλομένη μαλλον
έκτρωσαι . τοϋτο πράττωμεν ' άκινδυνότερον γάρ η έξα παταν δεσπότην. πανταχόθεν άπόκοψόν σου τά της εύγενείας ύπομ νήματα, μηδ' έλπ!ς εστω σοι πατρίδος.
7 συνάρμοσαι τ!; παpoύσr; τύχτι κα! άκρι6ως γενοϋ δούλη . " ταϋτα της ΠλαΥΥόνος παραινούσης ούδεν ύπώ
πτευε Καλλιρρόη, μείραξ εύγενης κα! πανουργίας ά πειρος δουλικης ' άλλ ' oσcμ μαλλον έκείνη την φθοράν
εσπευδε, τoσoύτcμ μαλλον αύτη τό κατά γαστρός ήλέει κα! "δός μοι" φησ! "καιρόν εις σκέψιν ' περ! των μεγίστων γάρ έστιν ή αϊρεσις, η σωφροσύνης η τέκνου."
8 πάλιν
τοϋτο έπ!ινεσεν ή ΠλαΥΥών, οτι μη προπετως αιρεί ται τό ετεροψ "πιθανη γάρ εις εκάτερον ή ροπή ' τό μεν γάρ εχει πίστιν γυναικός , τό δε μητρος φιλοστορ
γίαν. καιρός δε ούκ εστιν ομως μακρας άνα60λης, άλλά της ύστεραίας δεί πάντως θατέρου εχεσθαι, πρΙν εκπυστόν σου την γαστέρα γενέσθαι." συνέθεντο ταϋ τα κα! άπηλλάγησαν άλλήλων. ΧΙ
1
Ά νελθοϋσα δε εις το ύπερφον ή Καλλιρρόη
κα! συγκλείσασα τάς θύρας την εικόνα ΧαιΡέου τη γαστρ! προσέθηκε και "ιδού" φησι "τρείς γεγόναμεν,
άνηρ και γυνη κα! τέκνον. 60υλευσώμεθα περι τοϋ
κΟ/ν!; συμφέροντος. έγώ μεν οδν πρώτη την έμην Υνώμψ άποφαίνομαι '
θέλω γάρ άποθανείν ΧαιΡέου
124
ΤΑ Π Ε ΡΙ ΧΑ ΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛ Ι Ρ ΡΟ Η Ν Β '
fι-πορείς να παρουσιαστείς ότι γεννάς εφταfl-ηνίτικο από τον Διονύσιο». Σ ' αυτά τα λόγια η Καλλιρρόη αναφώ
νησε : «ΠΡΟΤΙfl-ώ το παιδί να πεθάνει!» και η Πλαγ γών της απάντησε ειρωνικά:
«Σωστά αποφάσισες ,
κυρά fl-ou , να κάνεις έκτρωση . Έτσι θα ενεργήσοψε . Είναι πιο ασφαλές από το να εξαπατήσουfl-ε τον αφέ
ντη. Διώξε από τη σκέψη σου οτιδήποτε σου θψίζει την αριστοκρατική σου καταγωγή και fι-ην έχεις ούτε
fl-La ελπίδα για επιστροφή στην πατρίδα σου . Προσαρ fι-όσου στην τωρινή κατάσταση και γίνε fl-La τέλεια σκλιΧbα». Τέτοιες συfl-bουλές έδινε η Πλαγγών αλλά η Καλλιρρόη δεν υποπτευόταν τίποτα , καθώς ήταν
fl-La
νέα από ευγενική γενιά και δεν είχε πείρα από τα δουλικά τεχνάσfl-ατα . Όσο περισσότερο λοιπόν εκείνη
την πίεζε να σκοτώσει το παιδί, τόσο εκείνης fι-εγά λωνε ο οίκτος της για τον καρπό της κοιλιάς της .
Τελικά είπε : «Δώσε fl-ou χρόνο να το σκεφτώ. Έχω να διαλέξω ανάfl-εσα σε δυο σηι-ι-αντικά πράγι-ι-ατα , τις αρχές fl-ou και το παιδί fl-ou» . Η Πλαγγών επιδοκίι-ι-α σε το γεγονός ότι η κοπέλα δεν bιάστηκε να διαλέξει . ' « Ε ιναι
~" αποφασεις ' πι θ' ανες και οι ουο
στη
'λ fl-La συντε ει'
η συζυγική πίστη , στην άλλη η fι-ητΡtκή αγάπη . Δεν υπάρχουν περιθώρια όfl-ως για fι-εγάλη καθυστέρηση. Πρέπει αύριο να έχεις πάρει fl-ta απόφαση , πριν η κοιλιά σου αρχίσει να φαίνεται». Αυτά συfl-φώνησαν και χώρισαν .
χι Όταν η Καλλιρρόη ανέbηκε στο γυναικωνίτη κι έκλεισε καλά τις πόρτες , ακούfl-πησε την εικόνα του ΧαιΡέα πάνω στην κοιλιά της και είπε : '
λοιπον
που
,
γιναfl-ε
τρεις ,
,
αντρας ,
,
γυναικα
και
«Να ~,
παιοι .
Ας αποφασίσοψε τώρα για το σψφέρον όλων ι-ι-ας . Εγώ πρώτη δηλώνω την άποψή fl-ou : Θέλω να πε-
125
ΧΑΡΙΤΩ Ν
μόνου γυνή . τουτό μοι και γονέων ηδιον και πατρίδος
και τέκνου, πείραν έτέρου άνδρος μ η λα6είν . 2 συ δέ, παιδίον, ύπέρ σεαυτου τί αίΡr;; φαpμάκrμ τελευτησαι πριν τον ηλιον ίδείν και μετα της μητρος έρρίφθαι,
τάχα δέ μηδέ ταφης άξιωθηναι, η ζην και δύο πατέ ρας εχει ν, τον μέν Σικελίας, τον δέ 'Ιωνίας πρώτον; άνηρ δέ γενόμενος yνωpισθήσ-r; Ρr;.δίως ύπο τών συγ γενών' πέπεισμαι γαρ οτι ομοιόν σε τέξομαι τφ πατρέ και καταπλεύσεις λαμπρώς έπι τριήρους Μιλησίας, ήδέως δέ 'Ερμοκράτης εκγονον άπολήψεται, στρατηγείν ήδη δυνάμενον.
3 έναντίαν μοι φέρεις, τέκνον, ψηφον
καΙ ούκ έπιτρέπεις ήμίΎ άποθανείν. πυθώμεθά σου και του πατρός. μάλλον δέ είρηκεψ αύτος γάρ μοι παρα
στας έν τοίς όνείροις 'παρατίθεμαί σοι ' φησι 'τον υι'όν. '
μαρτύρομαί σε, ΧαιΡέα, σύ με Διoνυσίrμ νυμφαγω
γεΙς . " 4 ταύτΎjY μέν οδν την ήμέραν καΙ την νύκτα έν τούτοις ην τοίς λογισμοις και ού δι' αύτην άλλα δια
το 6ρέφος έπείθετο ζηΥ' της δέ ύστεραίας έλθουσα ή ΠλαΥΥών πρώτον μέν καΘηστο σκυθρωπη και σχημα
συμπαθές έπεδει'ξατο, σιγη δέ ην άμφοτέρων .
5 έπε! δέ
μακρος έγίνετο χρόνος, ή ΠλαΥΥών έπύθετο "τί σοι
δέδοκται; τί ποιουμεν; καιΡος γαρ ούκ εστι του μέλ λειν . " Καλλιρρόη δέ άποκρίνασθαι μέν ταχέως ούκ
έδύνατο κλαίουσα και συγκεχυμένη, μόλις δέ εΤπε "τό τέκνον με προδίδωσιν άκούσης έμου , συ πραττε το
126
ΤΑ Π Ε ΡΙ Χ Α ΙΡ ΕΑΝ ΚΑ Ι ΚΑΛΛΙΡΡΟΗ Ν Β '
θάνω ως γυνα.ίκα μόνο του Χαιρέα . Για. μ.ένα είναι προτψ-ότερο και πάνω και από τουζ γονείζ μ.ου και
από την πατρίδα μ.ου και από το παιδί μ.ου , το να μ.η
,
γνωρισω
''\'\
αΛΛον
'
αντρα
ωζ
'ζ
συ
υγο.
Ε'
συ ,
!/"
παιοι
μ.ου ,
τι
θεωρείζ καλύτερο για τον εαυτό σου ; Να φαρμ.aκωθείζ πριν ακόμ.α αντικρίσεΙζ το φωζ του ήλιου και να σε
πετάξουν μ.aζί μ.ε τη μ.ητέρα σου και ίσωζ να μ.η σε
τιμ.ήσουν ούτε καν θά60ντάζ σε , ή να ζήσεΙζ και να έχεΙζ δύο πατεράδεζ, τον έναν το πρώτο παλικάρι τηζ Σικελίαζ και τον άλλον τηζ Ιωνίαζ ; Όταν γίνεΙζ άν δραζ εύκολα θα σε αναγνωρίσουν οι συγγενείζ σου ,
γιατί είμ.aι σίγουρη ότι θα είσαι ολόιδΙΟζ μ.ε τον πατέρα σου . Έτσι , θα παζ μ.εγαλοπρεπώζ μ.ε μ.ια τριήρη από τη Μίλητο, και ο Ερμ.οκράτηζ θα δεχτεί μ.ε χαρά τον εγγονό του , που θα είναι ήδη σε θέση να γίνει στρατη γόζ. ΨηφίζεΙζ όμ.ωζ αντίθετα σε μ.ένα , παιδί μ.ου , και αποτρέπεΙζ το θάνατό μ.αζ . Αζ ρωτήσουμ.ε όμ.ωζ και
τον πατέρα σου . Αλλά αυτόζ έχει ήδη εκφράσε ι τη γνώμ.η του, όταν μ.ου φανερώθηκε στον ύπνο μ.ου και μ.ου είπε : " Σε σένα εμ.πιστεύομ.αι το γιο μ.aζ " . Μάρ τυράζ μ.ου είσαι , ΧαιΡέα , ότι εσύ μ.ε παραδίδεΙζ νύφη στον Διονύσιο» . Εκείνη λοιπόν την ημ.έρα και τη νύχτα
,
εκανε
,
τετοιεζ
σκε' ψ εΙζ
και
'ζ" αποφασισε να ησει οχι
για
χάρη τηζ ίδιαζ αλλά του παιδιού . Την επομ.ένη ήρθε η Πλαγγών και κάθισε στην αρχή έχονταζ λυπημ.ένη έκφραση και συμ.πονετική στάση , ενώ καμ.ιά από ΤΙζ δύο δεν μ.ιλούσε . Μετά από κάμ.ποση ώρα ρώτησε η Πλαγγών : «Τι αποφάσισεζ; Τι λεζ να κάνουμ.ε ; Δεν
πρέπει να χρονοτρι60ύμ.ε» . Η Καλλιρρόη δεν μ.πορούσε ν' απαντήσει κατευθείαν , από τα κλάμ.ατα, και μ.ετά
6ίαζ κατάφερε να πει : «Το παιδί μ.ου μ.ε παραδίδει , παρά τη θέλησή μ.ου · εσύ να ενεργήσεΙζ για το καλύ -
]27
ΧΑΡΙΤΩ Ν
συμφέρον . δέδοικα δε μή, καν ύπομείνω την ϋ6ριν, Διονύσιός μου καταφpoνήσr; της τύχης κα! παλλακην
μέν, άλλ ' ού Υυναίκα νομίσας ού θρέψ!} το έξ άλλου Υεννώμενον κάΥώ μάτην άπολέσω την σωφροσύνην."
6 έτι λεΥούσης ή ΠλαΥΥών ύπολα6οί]σα "έΥωΥε " φησ! "περ! τούτων προτέρα σοί] 6ε60ύλευμαι ' σε Υάρ τοί] δεσπότου μάλλον Ύjδη φιλώ. πιστεύω μεν οδν Διονυσίου τιρ τpόπ~, χΡηστος Υάρ έστιψ έξορκιώ δε ομως αύτόν, καν δεσπότης
f; '
δεί πάντα ήμiiς άσφαλώς πράττειν.
κα! σύ, τέκνον, όμόσαντι πίστευσον. άπεψι δε έΥώ την πρεσ6είαν κομι'ζουσα . "
128
ΤΑ Π Ε ΡΙ ΧΑ ΙΡ ΕΑΝ ΚΑ Ι ΚΑΛΛ ΙΡΡΟ Η Ν Β '
τερο . Φ06άμ.αι όμ.ως μ.ήπως , και αν ακόμ.α υποστώ "ην ντροπή , ο Διονύσιος μ.ε περιφρονήσει για τη θέση μ.ου και μ.ου σuμ.πεpιφερθεί όχι σαν γυναίκα του αλλά
σαν ερωμ.ένη του και αρνηθεί να αναθρέψει το παιδί ενός άλλου , οπότε θα έχω παρα6ιάσει τη συνείδησή μ.ου χωρίς λόγο» . Καθώς ακόμ.α μ.ιλούσε ετούτη , η Πλαγγών τη διέκοψε λέγοντας : «Εγώ τα έχω σκε
/ εστω
/
εναρετος , κι αν
/
ωστοσο
/ ειναι
θ
α
/ αφ εντικο .
τον Π
Ρ /λ
οα
/ ρεπει
ω
να
/ / παρει ορκο , / ειμ.αστε ε ασφανα
ξ
λισμ.ένες σε ό ,τι κάνουμ.ε. Κι εσύ , κόρη μ.ου, μ.πορείς να εμ.πιστεύεσαι τους όρκους του . Πηγαίνω τώρα εγώ να του πω τα νέα».
129 9 - Χαρίτων Τά περι ΧαιΡέαν και ΚαλλιΡρόψ
ΒΙΒΛΙΟΝ Γ'
Ι. Ι Διονύσιος δε άποτυγχάνων τού Καλλιρρόης έρωτος, μηΧέτι <ζην> φέρων άποχαρτερείν έΥνώχει χαί διαθήχας εγραφε τας τελευταίας , έπιστέλλων πώς
ταφfj. παρεΧάλει δε ΚαλλιΡρόην έν τοίς γράμμασιν ϊνα αύτψ ΠΡοσέλθr; χαν νεχρΨ. ΠλαΥΥών δε έ60ύλετο μεν είσελθείν προς τον δεσπότη ν, διεχώλυσε δε αύτήν
ό θεράπων χεχελευσμένος μηδένα δέχεσθαι.
2 μαχομέ
νων δε αύτών προς ταίς θύραις, άχούσας ό Διονύσιος
-ηρετο τίς ένοχλοίη . τού δε θεράποντος είπόντος οτι
ΠλαΥΥών, "άχαίρως μεν" εΤπε "πάρεστιν" (ούΧέτι γαρ ούδε ύπόμνημα της έπιθυμίας -ηθελεν ίδείΎ), "χάλεσον δε Ομως . "
3 άνοι'ξασα δε έχείνη τας θύρας "τί χατα
ΤΡύχr;" φησίν, "6) δέσποτα, λυπών σεαυτον ώς άποτυγ χάνων . Καλλιρρόη γάρ σε έπί τον γάμΟΥ παραχαλεί. λαμπρειμόνει, θύε, προσδέχου νύμφην, ης έp~ς." έξε-
130
ΒΙΒΛΙΟ Γ' Ι. Ο Διονύσιος , επειδή είχε απογοητευτεί από την απόρριψη της Καλλιρρόης και δεν άντεχε άλλο , απο φάσισε ν' αυτοκτονήσει απέχοντας από το φαγητό και έγραφε τις τελευταίες του παραγγελίες, δίνοντας οδη
γίες για τον τρόπο της ταφής του . Παρακαλούσε συ
νάμα. την Καλλιρρόη στο γράμμα. του να τον πλησιά σει, έστω και νεκρό . Ενώ όμως η Πλαγγών προσπα
θούσε να μπει μέσα στο δωμάτιο για να μιλήσει στον αφέντη της, τη σταμάτησε ο υπηρέτης , που είχε δια
ταγές να μην επιτρέψει την είσοδο σε κανένα . Λογο μάχησαν τότε τούτοι οι δύο μπροστά στην πόρτα και ο Διονύσιος , που τους άκουσε , ρώτησε ποιος τον ενο
χλεί. Όταν ο υπηρέτης απάντησε ότι ήταν η Πλαγγών ,
είπε : «Έχει έρθει σε πολύ ακατάλληλη στιγμή (γιατί δεν ήθελε να bλέπει τίποτα που να του θυμίζει τον
,
πονο
του
) , αΛΛα •• ,
πόρτες τού λέει:
ας
,
περασει» .
Ε'
κεινη
,
ανοιγοντας
τις
«Γιατί bασανίζεσαι , κύριε , κατη
γορώντας τον εαυτό σου σαν να είχες αποτύχει ; Η Καλλιρρόη σού ζητά να την παντρευτείς. Βάλε την πιο λαμπρή φορεσιά σου , κάνε θυσίες στους θεούς και υποδέξου ως νύφη αυτήν που αγαπάς» . Για τον ΔιοΙ3Ι
ΧΑΡΙΤΩΝ
πλάγη πρός τό άνέλπιστον ό Διονύσιος χαι άχλύς αύτοϋ των όφθαλμων χατεχύθη,
παΥτάπασι δε ων
άσθενής φαΥτασίαν παρέσχε θανάτου . χωχύσασα δε ή
ΠλαΥΥων συνδρομήν έποίησε, χαι έφ' ολης της οίΧίας ως τεθνεως ό δεσπότης έπενθεΙτο. 40ύδε Καλλιρρόη
τοϋτο Ύjxoυσεν άδαχρυτί. τοσαύτη ην, ωστε Χάχείνη Διονύσιον έχλαιε τόν ανδρα . όψε δε χαι μόλις έχεΙΥος άνανήψας άσθενει φων!; "τίς με δαιμόνων" φησιν "ά
πατ(Χ 60υλόμεΥος άναστρέψαι της προχειμένης όδοϋ; υπαρ η όναρ ταϋτα Ύjxoυσα;
θέλει μοι Καλλιρρόη
γαμηθijναι, ή μή θέλουσα μηδε όφθijναι;" σα δε ή ΠλαΥΥων
"παϋσαι" φησι
5 παρεστω
"μάτην σεαυτόν
όδυνων χαι τοις ίδίσις άγαθοις άπιστωψ ού γάρ έξα
πατω μου τόν δεσπότην, άλλ' έπεμψέ με Καλλιρρόη πρεσ6εϋσαι περι γάμων." "πρέσ6ευε τοίνυν" εΤπεν ό Διονύσιος "χαι λέγε αύτά τά έχείνης ρήματα.
6 μηδεν
άφέλης μηδε πpoσθ!jς, άλλ' άχρι6ως μνημόνευσον."
εγω
φησιν
ΌίΧίας οδσα της πρώτης έν Σιχελί(Χ
δεδυστύχηχα μέν, άλλ' έτι τό φρόνημα τηρω. πατρί δος,
γονέων έστέρημαι, μόyΎJV ούχ άπολώλεχα τήν
εύγένειαν. εί μεν οδν ως παλλαΧήν θέλει με Διονύσιος έχειν χαι της ίδίας άπολαύειν έπιθυμίας, άπάγξομαι μάλλον η ϋ6ρει δουλιχ!; παραδώσω τό σωμα · εί δε γαμετην χατά νόμους , Χάγω γενέσθαι θέλω μήτηρ,
132
ΤΑ Π Ε ΡΙ ΧΑ ΙΡ ΕΑΝ ΚΑ Ι Κ ΑΛΛ ΙΡΡΟ Η Ν Γ'
νύσιο η έκπληξη απ' αυτό το αναπάντεχο νέο Ύ-ιταν πολύ μ.εγάλη: τα μ.άτια του σκοτείνιασαν , οι δυνάμ.εις του
'λ Ψ ,~ τον εγκατε ει αν και εοινε την
,
,
εντυπωση νεκρου.
Η Πλαγγών έbγαλε μ.ια κραυγ+ι , που έκανε κι άλλους να έρθουν σ ' εκείνο το σημ.είο και τελικά άρχισαν σε όλο το σπίτι να τον κλαίνε σαν να είχε πεθάνει . Η
Καλλιρρόη , όταν το άκουσε , δεν άντεξε να μ.η δακρύσει . Η θλίψη Ύ-ιταν τόσο μ.εγάλη , ώστε ακόμ.α. κι εκείνη θρηνούσε για τον Διονύσιο ως άνθρωπο . Πολύ αργότε ρα , όταν αυτός άρχισε σιγά-σιγά ν ' ανακτά τις δυνά
μ.εις του, είπε μ.ε σbησμ.ένη φωνΎ-ι : «Ποιος θεός μ.ε
περιπαίζει και προσπαθεί να μ.ε bγάλει από το δρόμ.ο που έχω χαράξει; Στον ύπνο μ.ου Ύ-ι στον ξύπνιο μ.ου
άκουσα αυτά τα λόγια; Η Καλλιρρόη , που δεν Ύ-ιθελε ούτε να μ.ε δει , θέλει τώρα να μ.ε παντρευτεί ; » Η
Πλαγγών, που 6ρισκόταν δίπλα του, είπε: «Σταμ.άτα
να bασανίζεσαι άδικα και να αμ.φιbάλλεις για την ίδια σου την ευτυχία . Εγώ δεν θα κορόιδευα ποτέ τον α
φέντη μ.ου , αλλά στ ' αλΎ-ιθεια μ. ' έχει στείλει η Καλλιρ ρόη να φέρω το μ.Ύ-ινυμ.α. για το γάμ.ο» . «Δώσε λοιπόν το μ.Ύ-ινυμ.α και να μ.ου μ.εταφέρεις τα ίδια τα λόγια τα δικά της . Να μ.ην αφαιρέσεις ούτε να προσθέσεις τίπο
τα αλλά να τα θυμ.ηθείς αΚΡιbώς» .
«Εγώ» , είπε ,
«που αναμ.φίbολα ανΎ-ικω στο πρώτο μ.ου σπίτι στη Σικελία , Ύ-ιμ.ουν bέbαια κακότυχη αλλά έχω δια τη
ΡΎ-ισει ακέραιη την αξιοπρέπειά μ.ου. ΣτεΡΎ-ιθηκα την πατρίδα και τους γονείς μ.ου , και το μ.όνο που μ.ου α πέμ.εινε είναι η αριστοκρατικότητά μ.ου . Α ν λοιπόν ο Διονύσιος θέλει να μ.ε έχει ως ερωμ.ένη του για να ικανοποιΎ-ισει μ.όνο τη δικΎ-ι του επιθυμ.ία , προτιμ.ώ να αυτοκτονΎ-ισω παρά να δοκιμ.άσω την ντροπΎ-ι της δού λας. Αν όμ.ως μ.ε προορίζει για νόμ.ιμ.η γυναίκα του ,
133
ΧΑΡ ΙΤΩ Ν
,να διάδοχον εχ!} το Έρμοχράτους γένος.
7 bουλευσά
σθω περ! τούτου Διονύσιος μή μόνος μηδε ταχέως,
άλλα μετα φι?.ων χα! συΥΥενων, ,να μή τις υστερον είπ!} προς αύτον "συ θρέψεις παιδία έχ της άργυρω
νήτου χα! χαταισχυνεις σου τον ο!χον;" 8 εί μή θέλει πατήρ γενέσθαι, μηδε άνήρ εστω . '" ταυτα τα ρήματα μάλλον έξέχαυσε Διονύσιον χαί τινα εσχεν έλπίδα χού
φην άντερασθαι δοχων · άνατείνας δε τας χειρας είς τον ούρανον "εί γαρ ίδοιμ.ι " φησίν, "d) Ζευ χα! 'Ήλιε, τέχνον έχ Καλλιρρόης · τότε μαχαριώτερος δόξω του
μεγάλου bασιλέως . άπίωμεν προς αύτήν- αγε με, Πλαγ γόνιον φιλοδέσποτον ."
ΙΙ.
] Ά ναδραμών δε είς τα ύπερ(!jα το μεν πρωτον
ωρμησε τοις Καλλιρρόης γόνασι προσπεσειν, χατέσχε δε ομως έαυτον χαι χαθεσθεις εύσταθως "ηλθόν σοι"
φησίν, "d) γύναι, χάριν Υνωναι περι της έμαυτου σω τηρίας · αχουσαν μεν γαρ ούχ έμελλόν σε bιάσασθαι,
μή τυχών δε άποθανειν διεΥνώχειν.
2 άναbεbίωχα δια
σΙ μεγίστην δέ σοι χάριν εχων ομως τι χαι μέμφομαι·
συ γαρ Υ;πίστησας οτι εξω σε γαμετήν παίδων έπ' άρότψ χατα νόμους Έλληνιχούς . εί γαρ μή ήρων, ούχ αν εύξάμην τοιούτου γάμου τυχεΙν. συ δ', ώς έοιχε,
μανίαν μου χατέΥνωχας, εί δόξω δούλην τήν εύγενη
134
ΤΑ Π Ε ΡΙ ΧΑ ΙΡΕΑΝ ΚΑ Ι Κ Αλλ IΡ Ρ ΟΗ Ν Γ'
θέλω κι εγώ να γίνω μητέρα , για να αποκτήσει διά δοχο η γενιά του Ερμοκράτη . Ας τα σκεφτεί όλα αυτά
ο Διονύσιος , όχι όμως ολομόναχος ούτε με bιασύνη , αλλά μαζί με τους συγγενείς του και τα αγαπημένα του πρόσωπα , ώστε να μη γυρίσει κάποιος αργότερα και του πει : "Θα μεγαλώσεις εσύ τα παιδιά μιας γυ
ναίκας που αγοράστηκε με χρήματα και θα ατιμάσεις το σπίτι σου ;" Εάν δεν θέλει να γίνει πατέρας , δεν πρόκειται να γίνει ούτε άντρας μου» . Τα λόγια αυτά
άναψαν μεγαλύτερη ακόμα φωτιά στον Διονύσιο και
του έδωσαν μια μικρή ελπίδα, ότι τάχα η αγάπη του
έbρισκε ανταπόκριση . Ύψωσε τότε τα χέρια του προς τον
,
ουρανο
και
,
ειπε :
« Μ' ακαρι
να
'Ρλ εο επα
'
ενα
~, παιοι
από την Καλλιρρόη, ω Δία κι εσύ Ήλιε! Τότε θα μου φανεί πως είμαι πιο ευτυχισμένος κι από το μεγάλο
bασιλιά . Ας πάμε κοντά της. Οδήγησέ με , Πλαγγο νίτσα , που τόσο αγαπάς τον αφέντη σου».
ΙΙ. Όταν ανέbηκε στο γυναικωνίτη , η πρώτη του κίνηση ήταν να πέσει στα γόνατα της Καλλιρρόης , συγκρατήθηκε όμως, και αφού κάθισε με ευπρέπεια , είπε: «Ήρθα σε σένα , γυναίκα, για να σ' ευχαριστήσω
για τη σωτηρία μου. Γιατί bέbαια δεν υπήρχε περί πτωση να σε αναγκάσω να κάνεις κάτι χωρίς να το
θ ε'λ εις
λλ' α,
α
κα
θ' ως
~ οεν
,
τα καταφεΡνα ,
,
ειχα
,
αποφασι-
σει να πεθάνω. Χάρη σε σένα ξαναζωντάνεψα. Σου χρωστάω μεγάλη ευγνωμοσύνη, υπάρχει όμως και κά
τι για το οποίο σε κατηγορώ : αμφέbαλες , δηλαδή , για το ότι θέλω να σε κάνω νόμιμη γυναίκα μου και να
αποκτήσω από σένα παιδιά , σύμφωνα με την ελληνι κή νομοθεσία . Εγώ όμως, αν δεν σ ' αγαπούσα, δεν θα
προσευχόμουν να αξιωθώ έναν τέτοιο γάμο. Αλλά φαί νεται ότι εσύ μ' έχεις περάσει για τρελό , να θεωρώ
135
ΧΑΡ !ΤΩ Ν
καί . άνάξιον υίον έμαυτού τον Έρμοκράτους εΚΥονον. '60ύλευσαι ' λέΥεις.
3 6ε60ύλευμαι. φ06η φι'λους έμούς
ή φιλτάτη πάντων; τολμήσει δέ τίς είπειν άνάξιον τον έξ έμού Υεννώμενον, κρείττονα τού πατρος εχοντα τον πάππον; " ταύτα άμα λέΥων καί δακρύων προσΎ;λθεν αύτη · ή δέ έρυθριάσασα ήρέμα κατεφι'λησεν αύτον και
"σοι μέν" εΤπε "πιστεύω, Διονύσιε, άπιστώ δέ τη έμη τύχr;, και Υάρ πρότερον έκ μειζόνων άΥαθών δι ' αύτην κατέπεσον.
4 φ060ύμαι μη ούδέπω μοι διήλλακται. σύ
τοίνυν, καίπερ ων χρηστος καί δίκαιος, μάρτυρας ποί ησαι τούς θεούς ού διά σαυτόν, άλλά διά τούς πολίτας και συΥΥενεις , ,να μή τις ετι κακοηθέστερον είς έμέ
τι συμ60υλεύσαι δυνηθη,
Υινώσκων στι όμώμοκας.
εύκαταφρόνητόν έστι Υυνη μόνη και ξένη." φησι
5
"ποίους"
"θέλεις σρκους θεών; ετοιμος Υάρ όμνύναι, εί
δυνατόν, ε/ς τον ούρανον άνα6άς και άψάμενος αύτού τού Διός." 'Όμοσόν μοι" φησί "την θάλασσαν την κο
μίσασάν με προς σέ και την Άφροδίτην την δει'ξασάν μέ σοι και τον 'Έρωτα τον νυμφαΥωΥόν . " ήρεσε ταύτα καί ταχέως έΥένετο.
6
<ΤΟ> μέν οδν έρωτικον πάθος εσπευδέ τε και
άνα60λην ούκ έπέτρεπε τοις Υάμοις ταμιεύεσθαι Υάρ δύσκολον έξουσίαν έπιθυμίας. Διονύσιος δέ άνηρ πεπαι-
,136
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Γ '
την αριστοκράτισσα δούλα και τον εγγονό του Ερμ.ο κράτη ανάξιο για δικό μ.ου γιο. Μου λες "αποφάσισε".
Έχω αποφασίσει. Φοtάσαι τα αγαπημ.ένα μ.ου πρόσω πα εσύ που είσαι η πιο αγαπημ.ένη απ ' όλους; Ποιος θα τολμ.ήσει να πει ανάξιο το παιδί που θα γεννηθεί από μ.ένα και θα έχει παππού ανώτερο από τον πατέρα του ; » Με τούτα τα λόγια και τα μ.άτια του γεμ.άτα δάκρυα την πλησίασε . Εκείνη κοκκινίζοντας τον φίλη σε τρυφερά και του είπε: «Εσένα σε πιστεύω, Διονύ
σιε, αλλά δεν έχω καθόλου εμ.πιστοσύνη στην τύχη μ.ου, γιατί και παλιότερα εξαιτίας της στερήθηκα μ.ε
γαλύτερη ευτυχία . Φοtάμ.αι μ.ήπως δεν έχει αλλάξει ακόμ.α διαθέσεις απέναντί μ.ου. Παρ' όλο λοιπόν που
εσύ είσαι καλός και τίμ.ιος , φέρε μ.άρτυρες τους θεούς όχι για τον εαυτό σου αλλά για το λαό και τους συγγενείς σου, ώστε να μ.ην μ.πορεί κανείς να κάνει
για μ.ένα κακοήθεις υποδείξεις, επειδή θα γνωρίζει ότι
έχεις ορκιστεί. Είναι εύκολο να προσtάλει κάποιος μ.ια γυναίκα μ.όνη, που έχει έρθει από ξένο μ.έρος» . Τότε τη ρώτησε: «Ποιους θε'ι'κούς όρκους θέλεις να δώσω;
Είμ.αι πρόθυμ.ος να ορκιστώ, και στον ουρανό ακόμ.a ν ' ανέtω, αν γίνεται, και ν' αγγίξω τον ίδιο τον Δία» . «Ορκίσου», του απάντησε, «στη θάλασσα, που μ. ' έ
φερε σε σένα, και στην Αφροδίτη, που μ.ε φανέρωσε σε σένα, και στον Έρωτα, που μ.ε πηγαίνει νύφη» . Ο Διονύσιος συμ.φώνησε μ.ε χαρά και αμ.έσως ακολού
θησε την προτροπή της . Το ερωτικό πάθος ήταν πιεστικό και δεν άφηνε πε
ριθώρια για καμ.ία αναtολή στο γάμ.ο , γιατί είναι δύ σκολο να κάνει κάποιος υπομ.ονή, όταν έχει τη δυνα
τότητα να πραγμ.ατοποιήσει την επιθυμ.ία του . Έτσι και ο Διονύσιος , παρ ' όλο που ήταν καλλιεργημ.ένος
137
XAP lΊΏ N
δευμέΥος χατειληπτο μεν ύπό χειμώΥος χα! τήν ψυχήν
έ6απτι'ζετο, ομως δε άναχύπτειν έ6ιάζετο χαθάπερ έχ τριχυμίας τοϋ πάθους .
7 χα! τότε ol5v έπέστησε τοιού
τοις λογισμοίς' "έν έpημί~ μέλλω γαμείν ως άληθώς άργυρώνητον; ούχ οϋτως είμ! άχάριστος, ίΎα μή εορ τάσω τούς Καλλιρρόης γάμους. έν τούτιμ πρώτιμ τι
μησαί με δεί τήν γυναίχα. φέρει δέ μοι άσφάλειαν χα!
πρός τα μέλλΟΥτα' πάΥτων γαρ πραγμάτων όξύτατόν έστιν ή Φήμη ' δι' άέρος απεισιν άχωλύτους έχουσα τας όδούς δια ταύτΗV ούδεν δύναται παράδοξον λαθείΥ ' ήδη τρέχει φέρουσα τό χαινόν είς Σιχελίαν διήΥημα
'ζij Καλλιρρόη, χα! ΤUΜ6ωpύxoι διορύξαΥτες τόν τάφον έχλεψαν αύτήν, χα! έν Μιλήτιμ πέπραται.'
πλεύσουσιν ήδη τριήρεις Συραχοσίων χα!
8 χατα
Έρμοχρά
της στρατηγός άπαιτών τήν θυγατέρα. τί μέλλω λέ γειν;
'Θήρων μοι πέπραχε; ' Θήρων δε ποϋ; χαί, χαν
πιστωθώ, τήν άλήθειαν, 'ύποδοχεύς . είμι λτιστοϋ;' με λέτα, Διονύσιε, τΥ;ν δίχΗV ' τάχα δε έρείς αύτΥ;ν έπ!
τοϋ μεγάλου 6ασιλέως. αριστον
ol5v τότε λέγειν 'έγώ
γυναίχα έλευθέραν έπιδημήσασαν ούχ οΤδ' οπως ή χουσα ' έχδoμένΗV εαυτ~ν έν τij πόλει φανερώς χατα νόμους έΥημα. '
9 πείσω δε ταύτΤ} μαλλον χα! τόν πεν
θερόν ως ούχ άνάξιός είμι τών γάμων. χαρτέρησον, ψυχή,
προθεσμίαν σύΥτομον,
(να
τον πλείω χρόΥον
άπoλαύσr;ς άσφαλοϋς ήδονης . ίσχυρότερος γενήσομαι
138
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Γ'
άνθρωπος , είχε κυριευθεί από μ.ια καταιγίδα, η οποία συνεχώς έδερνε την ψυχή του, και bιαζόταν να σηκώ σει κεφάλι , σαν να πάλευε μ.ε μ.ια τρικυμ.ία πάθους.
Τότε όμ.ως έbαλε μ.ε το νου του κάτι τέτοιες σκέψεις: «Θα παντρευτώ στις ερημ.ιές σαν να παίρνω στ ' αλή-
θ εια
μ.ια
σκ
'Ρ
λαΌα ;
Δ
εν
'
ειμ.αι
,
τοσο
,
αχαριστος,
,
ωστε να
μ.η διοργανώσω γιορτή για το γάμ.ο μ.ου μ.ε την Καλ λιρρόη . Αυτό είναι το πρώτο πράγμ.α στο οποίο πρέπει να τιμ.ήσω τη γυναίκα μ.ου. Θα είναι πιο ασφαλές και
για μ.ελλοντικές καταστάσεις. Γιατί δεν υπάρχει τίπο
τα πιο γρήγορο από τη Φήμ.η · στον αέρα ταξιδεύει και τίποτα δεν μ.πορεί να σταθεί εμ.πόδιο στο δρόμ.ο της κι ούτε γίνεται να της ξεφύγει τίποτα παράξενο . Ήδη
τώρα τρέχει προς τη Σικελία φέρνοντας την είδηση:
"η Καλλιρρόη ζει και κάποιοι τυμ.bωρύχοι , που διέρ ρηξαν τον τάφο της, την άρπαξαν και την πούλησαν στη Μίλητο" . Αμ.έσως θα καταφτάσουν τριήρεις από τη Σικελία , μ.αζί και ο στρατηγός Ερμ.οκράτης απαι τώντας πίσω την κόρη του. Τι θα πω τότε ; "Μου την πούλησε ο Θήρων" ; Και πού είναι ο Θήρων ; Αλλά, κι
αν ακόμ.α μ.ε πιστέψουν, θα ομ.ολογήσω την αλήθεια: "Καλοδέχτηκα ένα ληστή"; Πρέπει να σκεφτείς μ.ια δικαιολογία, Διονύσιε, γιατί ίσως χρειαστεί να απολο
γηθείς και μ.προστά στο Μεγάλο Βασιλιά . Καλύτερα λοιπόν τότε να πεις: "Εγώ άκουσα ότι ήρθε στα μ.έρη
μ.ας μ.ια ελεύθερη γυναίκα, δεν ξέρω αΚΡΙbώς μ.ε ποιον τρόπο. Καθώς η ίδια έψαχνε για σύζυγο , φανερά και νόμ.ιμ.α την παντρεύτηκα" 1. Έτσι θα φανεί πιο πειστι
κά και σ' εκείνη και στον πεθερό μ.ου ότι άξιζα αυτό το γάμ.ο . Κάνε , ψυχή μ.ου, υπομ.ονή για ένα μ.ικρό χρονικό διάστημ.α, για να μ.πορέσεις μ.ακροπρόθεσμ.α
να γευτείς την ευτυχία μ.ε μ.εγαλύτερη ασφάλεια . Γιατί ,
139
ΧΑΡ ΙΤΩΝ
πρός την κρίσιν, άνδρός , ού δεσπότου vόμqJ χΡώμε Υος.
1Ο φησιν
'Έδοξεν ουτως και καλέσας Αεωναν
"απιθι"
"ε/ς την πόλιν ' μεγαλοπρεπώς έτοίμασον τά
πρός τόν γάμον · έλαυνέσθωσαν άγέλαι ' σ/τος και οΤ Υος διά γης και θαλάσσης κομιζέσθω' δημoσίrι. την πόλιν εύωχησαι προήρημαι . " 11 πάΥτα διατάξας έπι μελώς της ύστεραίας αύτός μέν έπι όχήματος έποι
ε/το την πορείαν, την δέ ΚαλλιΡρόψ (ούδέπω γάρ έ60ύλετο δεικνύναι <το/ς> πολλο/ς) έκέλευσε περι την έσπέραν διά πορθμείου κομισθηναι μέχρι της
κίας
0/-
ητις ην έπ' αύτου του λιμέΥος του Δοκίμου
λεγομέΥου' ΠλαΥΥόνι δέ την έπιμέλειαν αύτης ένεχεί ρισε .
12 μέλλουσα τοίνυν άπαλλάσσεσθαι τών άγρών ή
Καλλιρρόη τη 'Αφροδίτη πρώτον έπηύξατο και ε/σελ
θουσα ε/ς τόν νεών, πάντας έκ6αλουσα, ταυτα εΤπε πρός την θεόψ "δέσποινα 'Αφροδίτη, μέμψομαί σοι δι
καίως η χάριν Υνώ; σύ με οδσαν παρθέΥον έζευξας Xαιpέrι. και νυν μετ' έκε/Υον αλλqJ με νυμφαγωγε/ς . 130ύκ αν έπείσθψ σέ όμόσαι και τόν σόν υίόν, ε/ μή
με προύδωκε τουτο τό 6ρέφος ," δειζ,ασα την γαστέρα . "ίκετεύω δέ σε " φησΙν 'Όύχ ύπέρ έμαυτης , άλλ' ύπέρ τούτου. ποίησόν μου λαθε/ν την τέχνην. έπει τόν ά
ληθη τουτο πατέρα ούκ έχει, δοξάτω Διονυσίου παι
δίον, τραφέν γάρ κάκε/Υον εύρήσει." 14 6αδι'ζουσαν δέ αύτην άπό του τεμέΥους έπΙ την θάλασσαν ίδόΥτες οι'
ναυται δείματι κατεσχέθησαν, ώς της 'Αφροδίτης αύ-
140
ΤΑ ΠΕΡ\ ΧΜΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ
r'
σε περίπτωση που fJ-OU ασκηθεί κριτική, θα είfJ-αι πιο καλΨfJ-ένος από το νόfJ-Ο ως σύζυγος , παρά ως αφέ ντης» .
Αυτήν την απόφαση πήρε και , αφού ζήτησε να δει τον Λεωνά , του είπε : «Πήγαινε στην πόλη και ετοί fJ-ασε έναν πλούσιο ycXfJ-o . Να fJ-αζέψετε κοπάδια ζώων και να φέρετε άφθονο κρασί και σιτάρι από στεριά και θάλασσα. Αποφάσισα να κάνω γλέντι fJ-αζί fJ-E όλο το λαό». Όταν είχε πια δώσει λεΠΤΟfJ-ερείς οδηγίες , ξεκί
νησε να πάει και ο ίδιος την επψένη fJ-E άfJ-αξα, ενώ
την Καλλιρρόη (επειδή δεν ήθελε ακόfJ-α να τη δει ο πολύς κόσfJ-ος) πρόσταξε να τη fJ-εταφέρουν το bpcXou
fJ-E xcxpcXbt fJ-έχρι το σπίτι του , το οποίο bρισκόταν πάνω στο λψάνι που ονΟfJ-αζόταν «του ΔοκίfJ-ου» . Τη φροντίδα της την είχε αναθέσει στην Πλαγγόνα. Κα θώς λοιπόν επρόκειτο να αναχωρήσει από την εξοχή η
Καλλιρρόη, πρώτη της δουλειά ήταν να πάει να προ σευχηθεί στην Αφροδίτη. Όταν fJ-πήκε στο ναό , τους
έbγαλε όλους έξω και fJ-ί"λησε στη θεά: «Αρχόντισσα Αφροδίτη, να σου απευθύνω τα δίκαια παράπονά fJ-OU ή
να σε ευχαριστήσω; Εσύ, ενώ ήfJ-ουν αγνή , fJ-E ζευγά ρωσες fJ-E τον Χαιρέα και τώρα, fJ-ετά από εκείνον , fJ-E παντρεύεις fJ-E έναν άλλο. Φυσικά , δεν θα είχα δεχτεί να υπακούσω σε σένα και στο γιο σου , αν δεν fJ-E είχε εξαναγκάσει αυτό εδώ το παιδί», κι έδειξε την κοιλιά
της. «Σε ικετεύω όfJ-ως» , συνέχισε, «όχι για fJ-ένα αλλά για το παιδί , κάνε να fJ-η φανερωθεί το τέχνασfJ-ά
fJ-OU . Αφού δεν έχει τον πραγfJ-ατικό του πατέρα , ας θεωρηθεί παιδί του Διονυσίου. Όταν fJ-εγαλώσει , θα
τον bpEt bέbαια κι εκείνον» . Καθώς bγήκε από το ναό και προχωρούσε προς τη θάλασσα , την είδαν οι ναύτες
και τους κατέλαbε ιερό δέος , σαν να ήταν η Αφροδίτη
Ι41
ΧΑΡΙΤΩΝ
της έρχομένης ϊνα έμ6η, χα! ωρμησαν άθρόοι προσ χυνησαι ' πpoθUΜί~ δέ των έρεσσόντων λόΥου θαττον ή ναϋς χατέπλευσεν είς τόν λιμένα .
'~μα δέ τfι ειμ πασα ην ή πόλις έστεφανωμένη .
15
έθυεν εχαστος πρό της ίδίας οίχίας, ούχ έν μόνοις
τοίς ίεροίς . λΟΥοποιιαι δέ ησαν τίς ή νύμφη ' τό δέ δημωδέστερον πληθος άνεπείθετο δια τό χάλλος χα!
τό &Υνωστον της Υυναιχός οτι Νηρηί'ί; έχ θαλάσσης άνα6έ6ηχεν η οτι
θεα πάρεστιν έχ
των Διονυσίου
χτημάτων' τοϋτο Υαρ οι' ναϋται διελάλουν.
16
μία δέ
πάντων ην έπιθυμία Καλλφρόην θεάσασθαι, χα, περ! τό ίερόν της
'Ομονοίας
ήθροίσθη τό πληθος ,
οπου
πάτΡιον ην τοίς Υαμοϋσι τας νύμφας παραλαμ6άνειν. τότε πρωτον έχοσμήσατο μετα τόν τάφον' χρίνασα Υαρ απαξ Υαμηθηναι χα, πατρίδα χα, Υένος τό χάλλος
ένόμισεν. έπε! δέ έλα6ε Μιλησίαν στολήν χα! στέφα
νον νυμφιχόν, άπέ6λεψεν είς τό πληθος. 17 πάντες
ol5v
άνε6όησαν "ή ~φpoδίτη Υαμεϊ." πορφυρίδας ύπεστρών νυον χα! ρόδα χα! ία, μύρον έρραινον 6αδιζούσης , ούχ άπελείφθη έν ταίς οίχίαις ού παιδίον, ού Υέρων, άλλ'
ούδ ' έν αύτοίς τοίς λιμέσι' μέχρι χεράμων άνέ6η τό πληθος στενοχωρούμενον . άλλ' ένεμέσησε χα! ταύτn
τη ήμέp~ πάλιν ό 6άσχανος δαίμων έχείνος ' οπως δέ, μιχρόν ϋστερον έρω. 60ύλομαι δέ είπείν πρωτον τα Υενόμενα έν Συραχούσαις χατα τόν αύτόν χρόνον.
142
ΤΑ Π ΕΡ Ι ΧΑΙΡ ΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Γ '
που ερχόταν να εΠΙbΙbαστεί, και έσπευσαν όλοι μ.σ..ζί να προσκυνήσουν . Τόσο ευχάριστη ήταν η διάθεση των κωπηλατών, ώστε το xapάobt έφτασε στο λψ.άνι γρη γορότερα από την είδηση της άφιξής του.
Μόλις ξημ.έρωσε, όλη η πόλη ήταν στολισμ.ένη μ.ε γαμ.ήλια στεφάνια . Οι πολίτες πρόσφεραν θυσίες, όχι μ.όνο μ.έσα στους ναούς , αλλά και μ.προστά στο σπίτι του ο καθένας . Ταυτόχρονα , ακούγονταν φήμ.ες για το ποια ήταν η νύφη . Ο πολύς λαός , επειδή η κοπέλα είχε σπάνια ομ.ορφιά και δεν ήταν γνωστή στα μ.έρη τους , είχε πιστέψει ότι ήταν μ.ια Νηρηίδα που αναδύ
θηκε από τη θάλασσα ή κάποια θεά που εμ.φανίστηκε στα κτήμ.ατα του Διονυσίου · το τελευταίο εΠΙbεbαίω ναν και οι ναύτες. Τελικά, μ.ία ήταν η επιθυμ.ία όλων : να δουν την Καλλιρρόη. Γι' αυτό, μ.εγάλο πλήθος συ γκεντρώθηκε στο ναό της Ομ.όνοιας , εκεί όπου συνη θιζόταν οι γαμ.προί να παραλαμ.bάνουν τις νύφες. Η
Καλλιρρόη τότε στολίστηκε για πρώτη φορά μ.ετά την ταφή που της είχαν κάνει , επειδή πίστευε ότι θα παντρευόταν πια μ.ία και καλή και θεωρούσε ως μ.ο ναδική πατρίδα και οικογένεια την ομ.ορφιά της. Ύ στερα' όταν φόρεσε την τοπική στολή της Μιλήτου και το νυφικό στεφάνι , γύρισε και κοίταξε τον κόσμ.ο κι αμ.έσως όλοι φώναξαν: «Παντρεύεται η Αφροδίτη». Εκεί όπου πατούσε της έστρωναν κόκκινα χαλιά, τρι αντάφυλλα και μ.ενεξέδες και την έραιναν μ.ε αρώμ.α τα. Στα σπίτια δεν είχε μ.είνει ούτε ένα παιδί ή γέρο ντας αλλά και στο λιμ.άνι ακόμ.α δεν υπήρχε ψυχή. Το πλήθος στρψ.ωχνόταν μ.έχρι και στις στέγες για να δει. Ωστόσο , κι αυτή τη μ.έρα πάλι ξέσπασε ο θυμ.ός του γνωστού φθονερού θεού
- θα διηγηθώ λίγο αργό
τερα μ.ε ποιον τρόπο . Πρώτα θέλω να εξιστορήσω όσα
συνέbησαν στις Συρακούσες το ίδιο διάστημ.α .
143
ΧΑΡΙΤΩΝ
ΠΙ 1 Οί μεν Υάρ τυμ6ωρύχοι τόν τάφον περιέκλεισαν άμελώς, οΓα δη σπεύδοντες έν νυκτ{ Χαιρέας δε φυ λάξας αύτό τό περίορθρον ηκεν έπι τόν τάφον προφάσει μεν στεφάνους και χοάς έπιφέρων, τό δε άληθες Υνώ
μην εχων έαυτόν άνελείψ ού Υάρ ύπέμενε Καλλιρρόης άπεζεϋχθαι, μόνον δε τόν θάνατον τοϋ πένθους ίατρόν ένόμιζε' παραΥενόμενος δε εύρε τούς λίθους κεκινημέ
νους καΙ φανεράν την είσοδον . 2 ό μεν οδν ίδων έξε πλάγη καΙ ύπό δεινΎjς άπορίας κατείχετο τοϋ ΥεΥονό τος χάριν' αΥΥελος δε Φήμη ταχεία Συρακοσίοις έμή νυσε τό παράδοξον .
πάντες οδν συνέτρεχον έπΙ τόν
τάφον, έτόλμα δε ούδεΙς ενδον παρελθείν, πρΙν έκέλευ σεν 'Ερμοκράτης . 3 ό δε είσπεμφθεΙς πάντα άκρι6ώς έμήνυσεν . απιστον έδόκει τό μηδε την νεκράν κείσθαι.
Τότ' οδν είσήϊξε Χαιρέας αύτός έπιθυμίrι. τοϋ πάλιν ΚαλλιΡρόην ίδείν καν νεκράν ' έρευνών δε τόν τάφον
ούδεν εύρείν ήδύνατο. 4 πολλοΙ μετ' αύτόν είσΎjλθoν ύπ' άπιστίας άμηχανία δε κατέλα6ε πάντας, καί τις εΤπεν ένεστως
"τά έντάφια σεσύληται, τυμ6ωρύχων
τό εΡΥΟΨ ή νεκρά δε ποϋ; " λΟΥΟΠΟΙ (αι πολλα! καΙ
διάφοροι τό πλΎjθoς κατειχον. Χαιρέας δε άνα6λέψας είς τόν ούρανόν καΙ τάς χείρας άνατείνας
144
"τίς αρα
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑ Ν ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Γ'
πι Εκείνοι οι τuμ.bωρύχοι λοιπόν δεν φρόντισαν να κλείσουν καλά τον τάφο, από τη bιασύνη τους να φύγουν όσο ακόμα ήταν νύχτα . Έτσι, ο Χαιρέας , που αδημονούσε να έρθει η αυγή , κατέφτασε στο μνήμα ,
δήθεν για να φέρει στεφάνια και νεκρικές προσφορές , στην πραγματικότητα όμως σκόπευε να σκοτωθεί και ο ίδιος . Ο λόγος φυσικά ήταν ότι δεν μπορούσε ν ' α ποχωριστεί την Καλλιρρόη και ο θάνατος του φαινόταν
σαν η μοναδική θεραπεία για το πένθος του. Όταν
,
ομως
π λ' ησιασε
στον
,
ταφο ,
'λ υ Ψ' ανακα ε οτι
οι
,
πετρες
είχαν μετακινηθεί και ήταν ολοφάνερο ότι κάποιος είχε μπει μέσα σ ' αυτόν . Μόλις το αντιλήφθηκε , έμεινε άφωνος και τρομερή αμηχανία τον κυρίευσε μπροστά σ ' αυτό το γεγονός. Η Φήμη, σαν γρήγορος αγγελιο φόρος, μετέφερε το αναπάντεχο νέο στις Συρακούσες .
Έτσι, ο κόσμος άρχισε να συρρέει προς το μνήμα αλ λά κανείς δεν τολμούσε να μπει μέσα , πριν να δώσει διαταγή ο Ερμοκράτης . Ο άνθρωπος που έστειλαν τε
λικά μέσα να ψάξει , μετέφερε με ακρίbεια όλα όσα είδε . Εκείνο που δεν μπορούσαν να πιστέψουν ήταν πως έλειπε ακόμα και η σορός της Καλλιρρόης. Τότε ο Χαιρέας, παρασυρμένος από την επιθυμία του να την ξαναδεί έστω και νεκρή , όρμησε ο ίδιος μέσα . Δεν
μπόρεσε όμως να bρει τίποτα , όσο κι αν έψαξε τον τάφο . Μετά από αυτόν μπήκαν και πολλοί άλλοι , που
είχαν αμφιbολίες . Όλους λοιπόν τους κατέλαbε αμη χανία και κάποιος από τους παρευρισκόμενους είπε :
«Τα αφιερώματα έχουν κλαπεί και αυτό είναι σίγουρα
δουλειά τυμbωΡύχων . Πού είναι όμως η νεκρή ; » Πολλές και διάφορες θεωρίες άρχισαν να ακούγονται από τον
κόσμο . Ο Χαιρέας σήκωσε το bλέμμα προς τον ουρανό και υψώνοντας τα χέρια του είπε: «Ποιος θεός έγινε
145 1Ο -
Χαρίτων Τά περί Χaψέaν χaί Kaλλιppόηv
ΧΑΡΙΤΩΝ
θεών άντεραστής μου γενόμενος Καλλφρόην άπενήνο χε καΙ νϋν έχει μεθ' αύτοϋ μη θέλουσαν, άλλα 6ιαζο μένην ύπο κρείττονος μοίρας;
5 δια
τοϋτο καΙ αίφνίδιον
άπέθανεν, (να μη νoσήσ-r;. οϋτω καΙ Θησέως 'Αριάδνην άφει'λετο Διόνυσος καΙ Σεμέλην ό Ζεύς μη γαρ ούκ
f;δειν οτι θεαν εΤχον γυναίκα καΙ κρείττων ην Ύ} καθ' ήμας . άλλ' ούκ έδει ταχέως αύτην ούδε μετα τοιαύτης προφάσεως έξ άνθρώπων άπελθείν.
6 ή Θέτις θεα μεν
ην, άλλα Πηλεί παρέμεινε καΙ υίον έσχεν έκεϊνος έξ αύτης , έγω δε έν άκμ!; τοϋ έρωτος άπελείφθην . τί πάθω; τί γένωμαι, δυστυχής; έμαυτον άνέλω; καΙ με
τα τίνος ταφώ; ταύτην γαρ εϊχον έλπίδα της συμφο ρας ' εί θάλαμο ν μετα Καλλιρρόης κοινον ούκ έτήρψ σα, τάφον αύτ!; κοινον εύρήσω . δέσποινα,
7 άπολογοϋμαί σοι,
της έμης Ψυχης. σύ με ζην άναγκάζεις'
ζητήσω γάρ σε δια γης καΙ θαλάσσης, καν είς αύτον άνα6ηναι τον άέρα δύνωμαι. τοϋτο δέομαί σου , γύναι, σύ με μη φύmς." θρηνον το πληθος έξέρρηξεν έπl τούτοις καΙ πάντες ως άρτι τεθνεώσαν ΚαλλιΡρόην
ηρξαντο θρηνείν.
8 Τριήρεις
εύθυς κατεσπώντο καΙ την ζήτησιν πολ
λο! διενέμοντο ' Σικελίαν μεν γαρ αύτος 'Ερμοκράτης
έpευν~, Χαιρέας δε Λι6ύηψ είς 'Ιταλίαν τι νες έξεπέμ ποντο, καΙ άλλοι περαιοϋσθαι τον 'Ιόνιον έκελεύσθψ
σαν. ή μεν οl5ν άνθρωπίνη 60ήθεια παντάπασιν ην ά σθενής, ή Τύχη δε έφώτισε την άλήθειαν, ης χωρ!ς
146
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Γ'
αντίζηλός μου και έφτασε στο σημείο να απαγάγει την Καλλιρρόη και τώρα την κρατά κοντά του παρά τη θέλησή της, αναγκάζοντάς τη να υποταγεί σε μια ανώτερη τύχη; Γι' αυτό και πέθανε ξαφνικά, για να
μη φθαρεί το σώμα της από αρρώστια . Έτσι και ο Διόνυσος άρπαξε από τον Θησέα την Αριάδνη , και ο
Δίας τη Σεμέλη. Μήπως δεν ήξερα ότι η γυναίκα μου ήταν ισόθεη και πολύ ανώτερη από εμάς; Δεν έπρεπε όμως να αφήσει τα γήινα τόσο γρήγορα ούτε με μια τέτοια αφορμή. Και η Θέτιδα ήταν θεά, αλλά έμεινε κοντά στον Πηλέα κι εκείνος απέκτησε μαζί της γιο,
ενώ εγώ πάνω στο κορύφωμα του έρωτά μου εγκατα λείφθηκα . Τι άλλο θα πάθω; Τι θ' απογίνω ο άμοιρος; Να σκοτωθώ ; Και με ποιον θα με θάψουν; Τουλάχι στον είχα μία ελπίδα μέσα στην ατυχία μου: αφού δεν μπόρεσα για πολύ να μοιραστώ το ίδιο δωμάτιο με την Καλλιρρόη, τουλάχιστον να μπω μαζί της στον ίδιο τάφο . Σου ζητώ συγνώμη, κυρά της καρδιάς μου . Εσύ με αναγκάζεις να ζήσω. Θα σε αναζητήσω σε θάλασσα και στεριά κι , αν μπορέσω , θα πετάξω ακό
μα και στον αέρα . Μόνο ένα σού ζητώ, εσύ να μη με αποφεύγεις». Ο κόσμος ξέσπασε σε θρήνο με όλα αυ τά και άρχισαν να μοιρολογούν την Καλλιρρόη σαν να είχε μόλις πεθάνει .
Αμέσως τριήρεις ξανοίχτηκαν στο πέλαγος και πολ
λοί μαζί ανέλαbαν την έρευνα . Ο Ερμοκράτης έψαχνε στη Σικελία και ο Χαιρέας στη Λιbύη. Κάποιοι άλλοι στάλθηκαν στην Ιταλία και άλλοι είχαν πάρει διαταγή
να οργώσουν το Ιόνιο. Η bοήθεια που bρήκαν από τους ανθρώπους ήταν παντού λιγοστή. Τελικά όμως η
αλήθεια φανερώθηκε από την Τύχη, χωρίς τη συνδρο
μή της οποίας καμία πράξη δεν μπορεί να τελειοποι-
147
ΧΑΡΙΤΩΝ
έΡΥον ούδέν τέλειοψ μάΘοι δ ' άν τις έκ των Υενομένων .
9 Πωλήσαντες Υάρ οι' τυμ6ωρύχοι το δυσδιάΘετον φορτίον, τήν Υυναίκα, Μιλητον μέν άπέλιπον, έπί Κρή της δέ τον πλoίJν έπoιoίJντo, νησον άκούοντες εύδαί
μονα καί μεΥάλην, έν Τι τήν διάπρασιν των φορτίων ήλπισαν έσεσΘαι p~δίαν . lO ύπολα6ών δέ αύτους άνε μος σφοδρος είς τον
'Ιόνιον έξέωσεν, κάκεί λοιπον
έπλανωντο έν έρήμ4J ΘαλάσσΥ;. 6ρονταί δέ καί άστρα παί καί νυξ μακρά κατελάμ6ανε τους άνοσίους, έπι δεικνυμένης της Προνοίας οτι τότε διά ΚαλλιΡρόην
ηύπλόουν .
έΥΥυς Υινομένους εκάστοτε τoίJ Θανάτου
ταχέως ούκ άπήλλαττεν ό Θεος τoίJ φό60υ, μακρον
αύτοίς ποιων το ναυάΥιον. 11 yΎj μέν οδν τους άνοσίους ούκ έδέχετο, Θαλαττεύοντες δέ πολυν χρόνον έν άπopί~ κατέστησαν των άναΥκαίων, μάλιστα δέ τoίJ πoτoίJ,
καί ούδέν αύτους ώφέλει πλoίJτoς άδικος, άλλά διψων
τες άπέΘνησκον έν χρυσΙΡ . 6ραδέως μεν οδν μετενόουν έφ' οΓς έτόλμησαν, οτι
'Όύδεν όφελος" έyκαλoίJντες
άλλήλοις. 12 οί μέν οδν άλλοι πάντες έΘνησκον ύπο δίψης, Θήρων δέ καί έν έκείν4J ΤΙΡ καιΡΙΡ πανoίJpyoς
ην' ύποκλέπτων Υάρ τoίJ πoτoίJ καί τους συλληστάς έλήστευεν. qJετο μέν οδν τεχνικόν τι πεποιηκέναι, το δέ άρα της Προνοίας έΡΥον ην 6ασάνοις καί σταυρΙΡ τον άνδρα τηρούσης.
148
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Γ '
ηθεί · αυτό το καταλαbαίνει κανείς εύκολα κι από όσα έγιναν .
Όταν οι τuμ.bωΡύχοι κατάφεραν να πουλήσουν το εμ.πόρευμ.α του οποίου η διάθεση τους δημ.ιουργούσε τα μ.εγαλύτερα ΠΡοbλ-ή μ.ατα , δηλαδή τη γυναίκα, έφυγαν από τη Μίλητο και έbαλαν πλώρη για την Κρήτη, επειδή άκουσαν ότι ήταν νησί μ.εγάλο και πλούσιο και πίστεψαν ότι εκεί θα ήταν ευκολότερο να πουλήσουν το πολύτιμ.ο φορτίο τους. Τους έπιασε όμ.ως ισχυρός
άνεμ.ος, ο οποίος τους ξέbρασε στο Ιόνιο κι εκεί περι πλανιόνταν μ.έσα στην ερημ.ιά της θάλασσας . Βροντές , αστραπές και μ.ια ατέλειωτη νύχτα συντάραζε τους αμ.αρτωλούς , κι έτσι η Θεία Πρόνοια φανέρωνε πως το καλό ταξίδι που είχαν μ.έχρι τότε οφειλόταν μ.όνο
στην Καλλιρρόη . Συχνά ένα bήμ.α μ.όνο τους χώριζε από το θάνατο αλλά ο θεός δεν τους λύτρωνε από το
φόbΟ τους επιμ.ηκύνοντας το μ.αρτύριο του ναυαγίου . Καθώς λοιπόν η γη αρνούνταν να δεχτεί τα μ.ιαρά αυτά πλάσμ.ατα και για πολύ καιρό παραδέρνανε στη θάλασσα, άρχισαν να έχουν έλλειψη από τα απαραίτη τα και ιδιαίτερα από νερό . Έτσι , τους ήταν πια εντε
λώς άχρηστα τα πλούτη που μ.ε αθέμ.ιτα μ.έσα είχαν αποκτήσει, αφού πέθαιναν από τη δίψα μ.έσα στο χρυ σάφι. Είχαν αργοπορημ.ένα μ.ετανιώσει για όσα τόλ
μ.ησαν να διαπράξουν κατηγορώντας ο ένας τον άλλο ότι «όλα ήταν μ.άταια» . Πέθαναν τότε όλοι από τη δίψα, εκτός από τον Θήρωνα , που και σ' αυτήν την
περίσταση φέρθηκε πονηρά . Έκλεψε δηλαδή το νερό , φτάνοντας έτσι στο σημ.είο να ληστεύει ακόμ.η και τους συνεργούς του στις ληστείες . Ν όμ.ιζε ότι έτσι έκανε κάτι πολύ έξυπνο , αλλά στην πραγμ.ατικότητα
όλα ήταν έργο της Πρόνοιας , η οποία του επιφύλασσε
bασανιστήρια και σταυρικό θάνατο.
149
ΧΑΡΙΤΩΝ
13 Ή γάρ τριήρης ή ΧαιΡέαν χομι'ζ,ουσα πλανωμέ νlμ τijj Χέλητι περιπίπτει χα! το μεν πρώτον ως πει
ρατιχον έξένεuσεψ έπε! δ ' άχυ6έρνητος έφάνη, προς τάς τών χυμάτων έμ60λάς είχη φερόμενος, έχ της τριήρους τις άνέχραγεν ''ούχ εχει τους έμπλέοντας '
μη φο6ηθώμεν, άλλά πλησιάσαντες ίστορήσωμεν το παράδοξον," 14 ήρεσε τijj χυ6ερνήτ!} , Χαιρέας μεν γάρ έν χοιΛ!} νηί" συγχεκαλυμμένος έΧλαιεν , έπε! δε έπλη σίασαν, το μεν πρώτον τους ένδον έχάλουν ' ως δε
ύπήχουεν ούδείς , άνέ6η τις άπο της τριήρους , εlδε δε ούδεν ετερον Ύ} χρυσον χα! νεχρούς, έμήνυσε τοϊ'ς ναύ ταις έχαιΡον, εύτυχεϊ'ς ένόμιζον εαυτούς, ως έν θα
λάσσ!} θησαυρον εύρόντες,
15 θορύ60υ δε γενομένου
Χαιρέας Ύ;ρετο τίς ή αίτία . μαθων οl5ν χα! αύτος ή-
60υλήθη το χαινον θεάσασθαι , ΓVωpίσας δε τά έντάφια περιερρήξατο χα! μέγα χα! διωλύγιον άνε6όησεν
''01'-
μοι, Καλλιρρόη' ταύτά έστι τα σά . στέφανος οδτος, ον έγώ σοι περιέθηχα ' τούτο ό πατήρ σοι δέδωχε, τούτο ή μήτηρ ' αυτη στολη νυμφιΧή. τάφος σοι γέ
γονεν ή ναύς,
16 άλλά τά μέν σά 6λέπω, συ δε πού;
μόνη τοϊ'ς ένταφίοις ή νεχρά λείπει . " τούτων άχούσας
ό
Θήρων εχειτο δμοιος
τοϊ'ς
νεχροϊ'ς , χα! γάρ ην
ήμι θανής , πολλά μέν οl5ν έ60υλεύσατο το μηδ ' δλως φωνην άφεϊ'ναι μηδε χινεϊ'σθαι' το γάρ μέλλον ούχ ην άπροόρατον αύτijj ' φύσει δέ φιλόζωόν έστιν άνθρωπος χα! ούδέ έν ταϊ'ς έσχάταις συμφοραϊ'ς άπελπι'ζ,ει τη ν
150
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑ ΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡ Ο ΗΝ Γ'
Στο μεταξύ , η τριήρης που μετέφερε τον Χαιρέα
συνάντησε το περιπλανώμενο καράbι . Αρχικά προσπά θησαν να το αποφύγουν, γιατί από την πρώτη ματιά κατάλαbαν πως επρόκειτο για πειρατικό . Όταν όμως αντιλήφθηκαν ότι ήταν ακυbέρνητο και παρασυρόταν από τα κύματα , φώναξε ένας μέσα από την τριήρη:
«Δεν έχει εΠΙbάτες! Ας μη φΟbόμαστε, πάμε να λύ σουμε το μυστήριο» . Ο κυbεΡνήτης συμφώνησε , ενώ ο Χαιρέας κρυμμένος στο εσωτερικό του καραbιού είχε παραδοθεί στο κλάμα. Μόλις πλησίασαν, άρχισαν πρώ
τα να φωνάζουν τους τυχόν επιbαίνοντες. Καθώς κα νείς δεν απαντούσε, ανέbηκε ένας από το πλήρωμα της τριήρους αλλά δεν bρήκε τίποτα άλλο , εκτός από νεκρούς και χρυσάφι . Ειδοποίησε τους ναύτες , που
χάρηκαν και ένιωσαν τυχεροί , γιατί νόμιζαν ότι bρήκαν μέσα στη θάλασσα θησαυρό .
Έτσι, δημιουργήθηκε
θόρυbος και ο Χαιρέας ρώτησε ποια ήταν η αιτία. Όταν τον πληροφόρησαν , θέλησε να δει το εύρημα, αναγνώρισε όμως τα κτερίσματα και σκίζοντας τα ρούχα του ξέσπασε σε θρήνους : «Αλίμονο, Καλλιρρόη!
Αυτά είναι δικά σου! Ν α το στεφάνι που εγώ ο ίδιος σου φόρεσα! Αυτό σου το πρόσφερε ο πατέρας σου κι ετούτο η μητέρα σου . Να και το νυφικό σου φόρεμα! Τάφος σου έγινε το πλοίο . Βλέπω τα πράγματά σου αλλά εσύ πού είσαι; Μέσα στις νεκρικές προσφορές, μόνο η νεκρή λείπει» . Αυτά τα λόγια τα άκουγε και ο Θήρων αλλά κειτόταν σαν νεκρός -ήταν άλλωστε και
στ' αλήθεια μισοπεθαμένος . Είχε όμως αποφασίσει εξ
αρχής να μην ακουστεί καθόλου ούτε να κουνηθεί' δεν ήταν bέbαια δύσκολο να μαντέψει το μέλλον του. Αλλά ο άνθρωπος από τη φύση του αγαπά τόσο τη ζωή , ώστε και στις χειρότερες ακόμα συνθήκες να ελπίζει
] 51
ΧΛΡ ΙΤΩ Ν
προς το 6έλτιον μετα60λήν, τοϋ δημιουργήσαντος θεοϋ το σόφισμα τοϋτο πάσιν έγκατασπείραντος ,
ί'να μη
φύγωσι 6ίον ταλαίπωρον. 17 κατεχόμενος οδν τψ δίψει ταύτην πρώτην άφηκε φωνην "ποτόν". έπει δε αύτψ προσηνέχθη και πάσης έτυχεν έπιμελείας,
παρακα
θεσθεις αύτψ ό Χαιρέας ήρετο "τίνες έστέ; και ποϋ πλε'ίτε; και πόθεν ταϋτα; και τί την κυρίαν αύτων πεποιήκατε; " Θήρων δε έμνημόνευεν έαυτοϋ ώς πα
νοϋργος ιΧνθρωπος και "κρης" εΤπεν "είμί, πλέω δε είς Ίωνίαψ άδελφον έμαυτοϋ ζητω στΡατευόμενον.
18
κατελείφθην ύπο των έπι της νεώς έν Kεφαλληνί~,
ταχείας [δε] της άναγωyijς γενομένης έκε'ίθεν. έπέ6ην τοϋδε τοϋ κέλητος παραπλέοντος εύκαίρως. έξαι σίοις δε πνεύμασιν έξεώσθημεν είς ταύτην την θάλασ
σαν ' εΤτα γαλήνης μακράς γενομένης δίψει πάντες άνr;Ρέθησαν, έγώ δε μόνος έσώθην ύπό της έμης εύ
σε6είας . " άκούσας οδν ό Χαιρέας έκέλευσεν έξάψω τον κέλ ητα της τριήρους , εως είς τούς Συρακοσίων λιμένας κατέπλευσε .
ΙΥ. 1 Προεπεδήμησε δε ή Φήμη φύσει μεν οδσα ταχε'ία,
τότε δε μάλλον σπεύσασα μηνϋσαι πολλα
παράδοξα και καινά .
συνέτρεχον,
πάντες οδν έπι την θάλασσαν
και -ην όμοϋ πάθη ποικιΛα κλαόντων,
θαυμαζόντων, πυνθανομένων, άπιστούντωψ έξέπληττε γαρ αύτούς το καινόν διήγημα. 2 ίδοϋσα δε ή μήτηρ τα έντάφια της
θυγατρός άνεκώκυσεν
152
"έπιγινώσκω
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑ ΙΡ ΕΑΝ ΚΑ Ι ΚΑΛΛ Ι ΡΡΟ Η Ν Γ '
σε μια σωτήρια μετα60λή . Αυτή η επινόηση ανήκει στο θεό-δημιουργό , ο οποίος την εμφύτευσε σε όλους , για να μην εγκαταλείπουν τη ζωή τους σε δύσκολες
στιγμές. Έτσι, καθώς τον τυραννούσε η δίψα , πρόφε ρε πρώτα αυτή τη λέξη : «Νερό!» Όταν του προσφέρ θηκε νερό και τον περιποιήθηκαν με κάθε τρόπο , κάθι σε κοντά του ο Χαιρέας και τον ρωτούσε : «Ποιοι εί
στε ; Πού κατευθύνεστε ; Πού τα 6ρήκατε όλα αυτά ; Τι κάνατε την ιδιοκτήτριά τους;» Ο Θήρων , που ποτέ !Ι-
'C
ι
Ι
ι
οεν ,",εχνουσε την πονηρια του , απαντησε :
«
ΕΙ
ι
ιμαι απο
την Κρήτη και ταξιδεύω για την Ιωνία, για να 6ρω τον αδερφό μου που είναι στρατιώτης . Στην Κεφαλο νιά με άφησαν πίσω οι συνταξιδιώτες μου, γιατί έφυγε
πολύ γρήγορα από κει το καρά6ι. Γι' αυτ ό μπήκα σε τούτο το πλοιάριο που έτυχε να περνά . Ο ορμητικός αέρας όμως μας έσπρωξε σ' αυτά τα νερά . Ύστερα, εξαιτίας της άπνοιας , που κράτησε πολύ, όλοι πέθαναν από δίψα και μόνο εγώ γλίτωσα , λόγω της μεγάλης μου πίστης» . Ο Χαιρέας , αφού τον άκουσε προσεκτι
κά, έδωσε διαταγή να δέσουν το καρα6άκι πίσω από
. την τριήρη , μέχρι που έφτασαν στο λιμάνι των Συραι
κουσων .
IV. Τους είχε προλά6ει , ωστόσο , η Φήμη , που από τη φύση της είναι πολύ γρήγορη, και σ' αυτή την πε ρίπτωση έσπευσε να πληροφορήσει για πολλά ασυνήθι
στα και πρωτοφανή πράγματα . Έτσι , όλοι συνέρεαν στην ακτή με πολλές και ποικίλες εκδηλώσεις: άλλοι
έκλαιγαν, άλλοι απορούσαν, άλλοι έκαναν ερωτήσεις κι άλλοι έδειχναν δυσπιστία. Οι εντυπώσεις όλων από την καινούρια ιστορία ήταν έντονες . Η μητέρα της Καλλιρρόης , όταν είδε τα νεκρικά αφιερώματα , ξέ
σπασε σε δυνατό θρήνο: «Τα αναγνωρίζω όλα! Μο-
153
ΧΑΡ ΙΤΩ Ν
πάντα ' σύ, τέκνον, μ.όνη λείπεις . ω καινων τυμ.6ωρύ χων ' τήν έσθητα καΙ τόν χρυσόν φυλάξαντες μ.όνην έκλεψάν μ.ου τήν θυγατέρα . " συνήχησαν δε αίγιαλοl καΙ λψένες κοπτομ.έναις ταίς γυναιξί, καΙ
λασσαν ένέπλησαν οίμ.ωy9jς .
y9jv
καΙ θά
3 Έρμ.οκράτης δε έφη,
στpαΤΎJy,xός άνήρ χαί πραγμάτων έπιστήμων, ένταϋθα χΡή
ζητείν,
'Όύκ
άλλά νομ.ψωτέραν ποιήσασθαι
την άνάκρισιν. άπίωμ.εν είς τήν έκκλησίαν. τίς οΤδεν εί χρεία γένοιτο και δικαστων. "
4
Όύπω παν εrΡητο έπος' χαί ήδη μεστό ν ην τό
θέατρον . έκείνην την έκκλησίαν αν -ηγαγον καΙ γυναί
κες . ό μ.εν οδν δημ.ος μ.ετέωρος καθ9jστo, Χαιρέας δε πρωτος είσ9jλθε μ.ελανείμ.ων, ώχρός , αύχμ.ων, οίος έπι τόν τάφον ήκολούθησε τη γυναικί, και επι μ.εν τό
6ημ.α ούκ ήθέλησεν άνα6ηναι, κάτω δέ που στάς τό μ.εν πρωτον έπι πολυν έκλαε χρόνον καΙ φθέγξασθαι
θέλων ούκ ήδύνατο ' τό δε πληθος έ6όα "θάρρει καΙ λέγε. "
5 μ.όλις οδν άνα6λέψας "ό μ.εν παρών " εΓπε
"καιρός ούκ ην δημ.ηγοροϋντος άλλά πενθοϋντος, έγώ
δε υπό της αύτη( άνάΥκης και λέγω καΙ ζω, μ.έχΡις αν έξεύρω Καλλιρρόης τήν άναίρεσιν .
διά τοϋτο δε
έντεϋθεν έκπλεύσας ούκ οΤδα πότερον εύτυχη τόν πλοϋν η δυστυχη πεποίημ.αι .
6 πλοίον γάρ έθεασάμ.εθα
έν εύδί~ πλανώμ.ενον, ίδίου χεψωνος γέμ.ον καΙ 6απτι ζόμ.ενον έν γαλήνη .
θαυμ.άσαντες
-ηλθομ.εν πλησίον .
έδοξα τόν της άθλίας μ.ου γυναικός τάφον ίδείν, πάντα
154
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙ ΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗ Ν Γ '
νάχα εσύ, παιδί fLOU , λείπεις! Τι περίεργοι τψ6ωρύ χοι! Άφησαν τα φορέfLατα και το χρυσάφι κι έκλεψαν fLόνο την κόρη fLOU» . Οι ακρογιαλιές και τα λιf!άνια αντήχησαν από το σπαραγfLό των γυναικών και γέfLΙ σαν fLοιρολόγια στεριά και θάλασσα. Τότε είπε ο Ερ
fLοκράτης , που ήταν άνθρωπος fLε στρατηγικό fLυαλό και
,
εfLπειρος
στην
"Δ ανΤΙfLετωπιση καταστασεων: εν
«
ωφελεί να διεξάγοψε εδώ τις έρευνες , ας κάνοψε
καλύτερα ανάκριση σύfLφωνα fLε το νόfLΟ . ΠάfLε στη συνέλευση. Ποιος ξέρει fLήπως χρειαστεί ακόfLα και η
επέfL6αση δικαστών» . Δεν πρόλα6ε να τελειώσει την χου6έντα του2 και το θέατρο είχε ήδη γφίσει. Μέχρι και γυναίκες σψ
fLετείχαν σ ' εκείνη τη συγκέντρωση . Ο λαός στεκόταν αναποφάσιστος, ενώ πρώτος fLπήκε ο Χαιρέας ντψέ νος στα fLαύρα , χλωfLός και απεριποίητος , σαν να είχε
ακολουθήσει τη γυναίκα του στο fLνήfLα . Στην αρχή
δεν ήθελε ν ' ανέ6ει στο 6ήfLα αλλά στάθηκε κάπου από κάτω κλαίγοντας για πολλή ώρα , και fLολονότι ήθελε να fLιλήσει , δεν fLπορούσε ν' αρθρώσει λέξη . Ο
κόσfLος τού φώναζε : «Κάνε κουράγιο και fLίλησέ fLας» . Τότε εκείνος , fLόλις σηκώνοντας το κεφάλι, είπε : «Η
παρούσα στιγfLή δεν είναι κατάλληλη για ρητορείες αλλά για πένθος. ΕfLένα όfLως η ίδια ανάγκη fLε σπρώ χνει και να fLιλώ και να ζω , fLέχρι να καταφέρω να
6ρω ποιος έκλεψε τη σορό της Καλλιρρόης . Γι' αυτό το λόγο fLπαρκάρισα από δω και δεν ξέρω τελικά αν
αυτό το ταξίδι 6γήκε σε καλό ή σε κακό. ΣυναντήσαfLε ένα πλοίο που περιπλανιόταν fLέσα σε καλοκαιρία , ενώ το ίδιο το έδερνε η καταιγίδα και κινδύνευε να 6υθιστεί ενώ η θάλασσα ήταν λάδι . ΠλησιάσαfLε απορηfLένοι και τότε νόfLισα πως είδα τον τάφο της δύσfLοιρης της
155
ΧΑΡΙΤΩΝ
εχοντα τά έχείνης , πλήν έχείνης. νεχρων μέν ην πλη θος, άλλοτρίων δέ πάντων . Οδε δέ τις έν αύτοί'ς ήμι
θανής εύρέθη. τουτον έΥώ μετά πάσης έπιμελείας ά νεX τησάμΗV χα! ύμί'ν έτήρησα . "
7 Μεταξυ
δέ οίχέται
δημόσιοι τον Θήρωνα δεδεμένον είς το θέατρον ηΥον μετά πομπης έxείνcρ πρεπούσης . έπηχολούθει Υάρ αύ τi!J τροχος <χα!> χαταπέλτης χα! πυρ χα! μάσΤΙΥες ,
άποδιδούσης αύτi!J
άΥώνων.
8
της
Προνοίας
τά επαθλα
των
έπε! δέ έν μέσCΡ εστη των άρχόντων, εΓς
άνέχρινεν αύτόν ' "τίς εΓ; " "Δημήτριος" εΓπε . "πόθεν;" "Κρής ." "τί οΓδας; είπέ. " "προς έμαυτου άδελφον πλέων
είς
Ίωνίαν άπελείφθην νεώς , εΓτα Χέλητος έπέbηv
παραπλέοντος. τότε μέν οδν ύπελάμbαvοv έμπόρους εΓναι, νυν δέ τυμbωΡύχους. 9 θαλαττεύοντες δέ χΡόνον μαχρον οι' μέν &λλοι πάντες διεφθάρησαν άπορίζΧ του
ποτου, μόΥις δέ έΥώ σέσωσμαι διά το μηδέν έν τi!J
bfCΡ δεδραΧέναι πονηρόν . μή οδν ύμεί'ς , ιJj ΣυραΧόσιοι, δημος έπ! φιλαvθΡωπfα πεΡΙbόητος, Υένησθέ μοι χα! δίψους χα! θαλάσσης άΥριώτεροι ."
10 Ταυτα λέΥοντος
οίχτρως ελεος είσηλθε τά πλήθη, χα! τάχα αν επει
σεν, ώστε χαν έφοδίων τυχεί'ν, εί μή δαίμων τις τι μωρος Καλλιρρόης ένεμέσησεν αύτi!J της άδίχου πει θους, -εμελλε Υάρ το σχετλιώτατον εσεσθαι πάντων
πραΥμάτων, πεισθηναι Συραχοσίους ΟΤΙ μόνος έσώθη
156
ΤΑ Π Ε ΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Γ '
γυναίκας μου , γιατί είχε μέσα όλα τα πράγματά της
και μόνο εκείνη έλειπε. Ήταν bέbαια το xapιXbL γεμά το πτώματα αλλά κανένα δεν ήταν γνώριμο . Βρέθηκε κι αυτός εδώ ανάμεσά τους, μισοπεθαμένος , κι αφού
εγώ προσπάθησα με κάθε τρόπο να τον συνεφέρω , τον κράτησα για να τον δείτε κι εσείς» . Στο μεταξύ , κά ποιοι δούλοι , ιδιοκτησία του κράτους , έφεραν το Θή
ρωνα δεμένο και με μια ακολουθία που πολύ του ταί ριαζε : έφερναν δηλαδή μετά από αυτόν έναν τροχό ,
έναν καταπέλτη , αναμμένα δαδιά και μαστίγια , αφού η Πρόνοια έπρεπε να τον ανταμείψει για τα έργα του. Όταν στάθηκε μπροστά στους άρχοντες, ένας απ' αυ τούς άρχισε την ανάκριση . «Πώς λέγεσαι ; » «Δημή τριος», απάντησε. «Από πού είσαι;» «Από την Κρή τη» «Τι γνωρίζεις για την υπόθεση; Λέγε!» «Καθώς ταξίδευα για τον αδελφό μου στην Ιωνία, έχασα το
xapιXbL μου κι έτσι εΠΙbΙbάστηκα σ' ένα πλοιάριο που έτυχε να περνά . Τότε νόμιζα πως επρόκειτο για εμπό
ρους, τώρα όμως καταλαbαίνω πως ήταν τυμbωρύχοι. Επειδή λοιπόν πολλές μέρες παλεύαμε με τη θάλασ
σα , όλοι οι υπόλοιποι πέθαναν από έλλειψη πόσιμου νερού κι εμένα τελευταία στιγμή οι θεοί μού χάρισαν τη ζωή , επειδή σε όλη μου τη ζωή ήμουν έντιμος . Μα εσείς τώρα, Συρακούσιοι , που είστε ένας λαός ξακου
στός για τη φιλευσπλαχνία του, μη φανείτε για μένα πιο αμείλικτοι από τη δίψα και τη θάλασσα». Με αυτά τα συγκινητικά λόγια κατάφερε να προκαλέσει τη συμπόνια του κόσμου και πιθανόν να τους είχε πεί
σει να του προσφέρουν ακόμα και εφόδια για το ταξίδι , αν κάποιος θεός, προστάτης της Καλλιρρόης, δεν είχε
οργιστεί με την απατηλή πειστικότητά του (γιατί θα ήταν bέbαια ό ,τι πιο ελεεινό , να πιστέψουν οι Συρα-
157
ΧΑΡΙΤΩΝ
διά εύσέ6ειαν ό μόΥος σωθείς δι ' άσέ6ειαν -
, ,να έπ!
πλέον κολασθΤι .
11 ΚαθεζόμεΥος οδν έν τf!j πλήθει τις άλιεύς έ Υνώρισεν αύτόν και ήσυχη πρός τούς καθεζομέΥους εΓπε "τουτον έγω και πρότερον εΓδον περ! τόν λιμένα τόν ήμέτερον στρεφόμεΥον." ταχέως οδν ό λόγος είς πλείονας διεδόθη, καί τις έξε6όησε 'Ί,μεύδεται."
] 2 πας
οδν ό δημος έπεστράφη, και προσέταξαν οι' άΡΧΟΥτες
κατα6ηναι τόν πρώτον είπόΥτα' άΡΥουμέΥου δέ Θήρω Υος ό άλιεύς μαλλον έπιστεύθη.
6ασαΥιστάς εύθύς
έκάλουν και μάστιγες προσεφέΡΟΥΤΟ τf!j δυσσε6ει' και όμεΥος δε και τεμνόμεΥος άΥτειχεν έπ! πλέον και μι
κρου δειν ένίκησε τάς 6ασάΥους.
] 3 άλλά μέγα τό
συνειδός έκάστιμ και παγκρατής ή άλήθεια ' μόλις μεν
γάρ και 6ραδέως άλλ ' ώμολόrr;σεv ό Θήρων . ηρξατο οδν διηγεισθαι "πλουτον θαπτόμεΥον ίδων συνήγαγον ληστάς. 14 ήΥοι'ξαμεν τόν τάφον' ευρομεν ζώσαν τήν νεκράψ
πάΥτα συλ ήσαΥτες
ένεθήκαμεν τf!j κέλ ητι '
πλεύσαΥτες είς Μι'λητον μόνΎjY έπωλήσαμεν τήν γυ ναίκα, τά δε λοιπά διεκομι'ζομεν είς Kpήτr;ψ έξω σθέΥτες δε είς τόν ΊόΥιον ύπό άνέμων
και ύμεις έωράκατε.
a πεπόνθαμεν
πάΥτα ειπων μόΥον τούΥομα
ούκ έμνημόνευσε του πριαμέΥου.
15 'ΡηθέΥτων δε τού
των χαρά και λύπη πάΥτας είσηλθε ' χαρά μεν στι ζΤι Καλλιρρόη, λύπη δε στι πέπραται. ΘήρωΥΙ μεν οδν
158
ΤΑ Π ΕΡ ! ΧΑ Ι ΡΕΑΝ ΚΑ Ι ΚΑΛΛΙ ΡΡ ΟΗΝ Γ'
κούσιοι ότι σώθηκε μόνο αυτός λόγω της εuσέbειάς του , ενώ αντίθετα είχε σωθεί εξαιτίας της ανηθικότη
τάς του) έτσι ώστε να τιμωρηθεί ακόμα πιο σκληρά . Ανάμεσα στον κόσμο είχε καθίσει κι ένας ψαράς, ο οποίος τον αναγνώρισε και είπε σιγανά σ ' αυτούς που κάθονταν κοντά του : «Εγώ τον έχω ξαναδεί τούτον εδώ και πρωτύτερα , να περιφέρεται στο λιμάνι μας» .
Τα λόγια του γρήγορα διαδόθηκαν και κάποιος φώ ναξε: «Λέει ψέματα» . Όλος ο λαός γύρισε να κοιτάξει
και οι άρχοντες έδωσαν διαταγή να κατέbει στο bήμα αυτός που είχε μιλήσει πρώτα. Έπειτα, παρ' όλο που ο Θήρων αρνιόταν τα πάντα , άρχισαν να πιστεύουν
όλο και πιο πολύ τα λόγια του Ψαρά. Αμέσως κάλεσαν τους bασανιστές και ο ανόσιος παραδόθηκε στα μαστί γιά τους. Τον πέρασαν δια πυρός και σιδήρου κι εντού τοις έδειξε τεράστια αντοχή. Παρά λίγο μάλιστα να
μην καμφθεί από τα bασανιστήρια , αλλά είναι ισχυρή η συνείδηση σε κάθε άνθρωπο και παντοδύναμη η αλήθεια . Με πάρα πολύ κόπο και μεγάλη καθυστέρη ση, τελικά, όμως τα ομολόγησε όλα ο Θήρων . Άρχισε
λοιπόν να εξιστορεί : «Είδα να θάbεται ο θησαυρός και μάζεψα κάμποσους ληστές. Ανοίξαμε τον τάφο και
bρήκαμε τη νεκρή να ζει . Τα σηκώσαμε όλα και τα bάλαμε μέσα στο πλοίο . Πήγαμε στη Μίλητο και πουλήσαμε μόνο την κοπέλα, ενώ τα υπόλοιπα τα πηγαίναμε στην Κρήτη . Ο άνεμος όμως μας οδήγησε στο Ιόνιο, όπου είδατε και μόνοι σας τι πάθαμε» . Τα
ανέφερε όλα και μόνο το όνομα του αγοραστή της Καλλιρρόης παρέλειψε . Μόλις τέλειωσε , τους κατέλα bε όλους χαρά και λύπη ταυτόχρονα. Χαρά επειδή η Καλλιρρόη ήταν ζωντανή και λύπη επειδή είχε που ληθεί. Για τον Θήρωνα ψηφίστηκε θανατική καταδίκη
159
ΧΑΡΙΤΩ Ν
ι
θανάτου ψηφος Τ;νέχθη , Χαιρέας δε ίκέτευε μηδέπω θνήσκειν τον άνθρωπον, "ίνα μοι " φησΙν "έλθων μηνύσΥ;
τούς άγοράσαΥτας . λογίσασθέ μου την άνάγκψ' συνη γορώ τφ πωλήσαΥτί μου την γυναΙκα."
μοκράτης έκώλυσε γενέσθαι
16 τοϋτο Έρ
"6έλτιον" είπων
"ποιή
σασθαι την ζήτησιν έπιπονωτέραν η λυθηναι τούς νό μους. δέομαι δε ύμών, άνδρες Συρακόσιοι, μνησθέντας στρατηγίας της έμης καΙ τΡοπαίων άποδοϋναί μοι την
χάριν είς την θυγατέρα. πέμψατε πρεσ6είαν ύπερ αύ της την έλευθέραν άπολά6ωμεν."
17 έτι λέγΟΥτος ό
δημος άνε6όησε "πάΥτες πλεύσωμεν, " έκ δε της 6ου λης ύπέστησαν έθελΟΥταl το πλειστον μέρος ό δε Έρμοκράτης "της μεν τιμ ης " έφη "χάριν έπίσταμαι
πασιν, άρκοϋσι δε πρεσ6ευταl δύο μεν άπο τοϋ δήμου,
δύο δε άπο της 6ουλης πλεύσεται δε Χαιρέας πέμ πτος αύτός."
18 'Έδοξε ταϋτα καΙ έκυρώθη, διέλυσέ
τε έπl τούτοις την έκκλησίαν. άπαγομέV4J δε ΘήρωΥΙ μέγα μέρος τοϋ πλήθους έπηκολούθησεν . άνεσκολο
πίσθη δε προ τοϋ Καλλιρρόης τάφου καΙ έ6λεπεν άπο τοϋ σταυροϋ την θάλασσαν έκείνψ, δι' ης αίχμάλωτον
έφερε την
Έρμοκράτους θυγατέρα, ην ούκ έλα60ν
ούδε ΆθηναΙοι.
v.
ι Τοις μεν οΟν άλλοις ιΧπασιν έδόκει περιμένειν
την ωραν τοϋ πλοϋ καΙ έαρος ύπολάμψαΥτος άνάγεσθαι' τότε γάρ έτι χειμων είστήκει καΙ παΥτάπασιν άδύνα-
160
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Γ '
αλλά ο Χαιρέας παρακαλούσε να μ.ην τον σκοτώσουν ακόμ.α , λέγοντας: «Πρέπει να έρθει να μ.ου αποκαλύψει ποιος την αγόρασε . Σκεφτείτε σε τι δεινή κατάσταση
~pίσκoμ.αι , ώστε να μ.ιλάω υπέρ αυτού που πούλησε τη γυναίκα μ.ου» . Ωστόσο ο Ερμ.οκράτης εμ.πόδισε την πραγμ.ατοποίηση της επιθυμ.ίας του , μ.ε το επιχεί ρημ.α. ότι: «Είναι καλύτερα να γίνει πιο δύσκολη η α
ναζήτηση παρά να παpα~oύμ.ε τους νόμ.ους . Ζητώ από σας , πολίτες των Συρακουσών, να θυμ.ηθείτε τη στρα τηγική μ.ου τέχνη και τις λαμ.πρές μ.ου νίκες και να ανταποδώσετε την ευγνωμ.οσύνη σας για μ.ένα στο πρόσωπο της κόρης μ.ου . Να στείλετε απεσταλμ.ένους
να τη ~poυν και να την πάρουμ.ε πίσω , αφού είναι ελεύθερη». Δεν είχε ακόμ.α ολοκληρώσει την πρότασή του και ο λαός φώναξε: «Όλοι μ.α.ζί να πάμ.ε» . Τ α
περισσότερα μ.έλη της ~oυλής προσφέρθηκαν εθελο ντικά . Ο Ερμ.οκράτης όμ.ως είπε: «Σας ευχαριστώ για
την τιμ.ή που μ.ου κάνετε , αλλά δύο πpεσ~ευτές από το λαό και δύο από τη ~oυλή είναι αρκετοί. Θα έρθει άλλωστε και ο Χαιρέας ως πέμ.πτος απεσταλμ.ένος» .
Όταν πάρθηκαν οι αποφάσεις και επικυρώθηκαν επί σημ.α , διέλυσε τη συγκέντρωση. Τον Θήρωνα , που προχωρούσε συνοδευόμ.ενος , τον ακολουθούσε μ.εγάλο τμ.ήμ.α του λαού . Τον σταύρωσαν μ.προστά στον τάφο
της Καλλιρρόης και από εκεί έ~λεπε την ίδια θάλασσα από την οποία είχε μ.εταφέρει αιχμ.άλωτη την κόρη του Ερμ.οκράτη, που ούτε οι Αθηναίοι δεν είχαν κατα
φέρει να την αιχμ.αλωτίσουν .
V. Όλοι υποστήριζαν ότι έπρεπε να περιμ.ένουν την κατάλληλη εποχή για τον απόπλου και να ανοίξουν πανιά μ.όλις πιάσει η άνοιξη , γιατί τότε ήταν ακόμ.α χειμ.ώνας και φαινόταν αδύνατο να διασχίσει κανείς το
161 11 -
Χο:ρίτων Τά περί ΧΟ:ιΡέ"ν χ"ί ΚaλλιΡρόην
ΧΑΡ ΙΤΩ Ν
τον έδόκει τόν 'ΙόΥιον περαιοϋσθαι ' Χαιρέας δε έσπευ δεν, ετοιμος ων δια τόν έρωτα ζεύξας σχεδίαν είς τό πέλαγος εαυτόν άφείναι τοίς άνέμοις φέρεσθαι .
2
ού
κουν ούδε οί πρέσ6εις ηθελον 6ραδύνειν υπ' αίδοϋς της τε πρός έκείΥον και μάλιστα πρός ΈpμoκpάτΗV, άλλ ' ήτοιμάζΟΥΤΟ πλείΥ. Συρακόσιοι δε δημoσί~ τόν στόλον
έξέπεμψαν, !να και τοϋτο είς άξίωμα προστεθ!} της
πρεσ6είας. 3 καθει'λκυσαν οδν έκείνΗV την τριήρη την στρατηγικήν, έχουσαν έτι τα σημεία της νίκης . έπε! δε ηκεν ή κυρία της άναγωΥης ήμέρα, τό πληθος είς τόν λιμένα συνέδραμεν, ούκ ανδρες μόΥον, άλλα και
γυναίκες και παίδες , και ησαν όμοϋ εύχαί, δάκρυα,
στεναγμοί, παραμυθία, φό60ς, θάρσος, άπόΥνωσις, έλ πίς.
4 'Αρίστων δέ, ό ΧαιΡέου πατήρ, έσχάτιμ yήp~
και νόσιμ φερόμεΥος, περιέφυ τiρ τραχήλιμ τοϋ παιδός
και άνακρεμάμεΥος αύτοϋ τοϋ τραχήλου κλαίων έλεγε "τίΥΙ με καταλείπεις, (jj τέΚΥον, ήμιθνητα πρεσ6ύτην; ΟΤΙ μεν γαρ ούκέτι σε όψομαι δηλον.
5 έπίμεΙΥον δε
καν όλίγας ήμέρας, οπως έν ταίς χερσ! ταίς σαίς άποθάνω ' θάψον δέ με και απιθι . " ή δε μήτηρ των
γονάτων αύτοϋ λα60μένη "έγω δέ σου δέομαι" φησίν,
"(jj τέΚΥον, μή με έΥταϋθα καταλίπης έρημον, άλλ ' έμ6αλοϋ τριήρει φορτίον κοϋφον ' αν δέ (jj 6αρεία και περιττή, Ρίψατέ με είς την θάλασσαν !να σύ πλέης."
6 ταϋτα
λέγουσα περιερρήξατο, και τό στηθος προτεί
Υουσα <και> τας θηλας "τέΚΥον" φησί, "τάδ ' αίδεο καί μ' έλέησον
162
ΤΑ Π ΕΡ Ι ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗ Ν Γ'
Ιόνιο. Ο Χαφέας όμ.ως bιαζόταν, και για χάρη του έρωτά του ήταν ικανός να ανέbει σε μ.ια σχεδία και ν' αφεθεί μ.εσοπέλαγα να τον παρασύρουν τα ρεύμ.ατα του αέρα . Αλλά ούτε και οι πρεσbευτές ήθελαν να καθυστερήσουν, από ντροπή προς εκείνον και κυρίως προς τον Ερμ.οκράτη , και γι' αυτό έκαναν τις απαραίτητες
ι
προετοιμ.ασιες,
ι
ωστε να
ξ
Ι
εκινησουν
ι
το συντομ.ο-
τερο . Οι Συρακούσιοι οργάνωσαν επίσημ.η τελετή για τον αποχαφετισμ.ό του στόλου , ώστε να ενισχύσουν το
κύρος της πρεσbείας. Έριξαν και πάλι στο νερό την τριήρη που είχε χρησιμ.οποιήσει ο στρατηγός και είχε ακόμ.α φανερά τα σημ.άδια της νίκης . Όταν έφτασε η ημ.έρα της αναχώρησης , όλος ο λαός έτρεξε στο λιμ.ά.νι , όχι μ.όνο οι άντρες, αλλά και γυναίκες και παιδιά. Τα συναισθήμ.ατα ήταν ανάμ.ικτα: ευχές και δάκρυα, ανα
στεναγμ.οί και παρηγόριες , φόbος και θάρρος, απελπι σία και ελπίδα . Ο Αρίστωνας , ο πατέρας του Χαφέα,
που τον bάραιναν τα γηρατειά και η αρρώστια , κρεμ.ά στηκε στο λαιμ.ό του παιδιού του και κολλημ.ένος πά νω του έλεγε κλαίγοντας :
«Πού μ.'
εγκαταλείπεις ,
παιδί μ.ου , ετοιμ.οθάνατο γέροντα; Είναι ολοφάνερο ότι
δεν θα σε ξαναδώ ποτέ πια . Περίμ.ενε τουλάχιστον λί γες μ.έρες να πεθάνω στα χέρια σου . Θάψε μ.ε πρώτα
και ύστερα φύγε» . Η μ.ητέρα του είχε πέσει στα γό νατά του και τον ικέτευε : «Μη μ.' αφήσεις εδώ πέρα
μ.όνη μ.ου , παιδί μ.ου , bάλε μ.ε μ.έσα στην τριήρη σαν
ελαφρύ φορτίο . Κι αν τυχόν είμ.αι άχρηστο bάρος , πετάξτε μ.ε στη θάλασσα στην οποία εσύ θα ταξιδεύ εις» . Λέγοντας αυτά ξεγύμ.νωσε το στήθος της και δείχνοντας τον κόρφο της είπε: «Παιδί μ.ου ,
τούτα σε6άσου και λυπήσou την ίδια εμ.ένα
163
ΧΑΡ ΙΤΩΝ
αύτή ν, εί ποτέ τοι λαθικηδέα μαζόν έπέσχον.
Κατεκλάσθη Χαιρέας πρός τας των γονέων ίκεσίας και έρριψεν εαυτόν άπό της νεως είς την θάλασσαν,
άποθανείΎ θέλων, ,να φύγr; δυοίν θάτερον, η τό μη ζητείν Kαλλιppόr;ν η τό λυπΎjσαι τούς γονείς ταχέως δε άπορρίψαντες οι' ναϋταl μόλις αύτόν άνεκούφισαν.
7
ένταϋθα 'Ερμοκράτης άπεσκέδασε τό πλΎjθoς και έ
κέλευσε Τ4J ΚUbεΡνήτ!} λοιπόν άνάγεσθαι. σuνέbη δέ τι και άλλο φιλίας έργον ούκ άγεννές . Πολύχαρμος γάρ, <ό> εταίρος τοϋ ΧαιΡέου, παραυτα μεν ούκ ώφθη έν Τ4J μέσφ, άλλα και πρός τούς γονείς έφη "φιΛος μέν, φlΛος Χαιρέας , ού μην αχΡΙ τούτου γε ωστε και περι των έσχάτων αύΤ4J συγκινδυνεύειν. διόπερ, εως άπο πλεί, ύπεκστήσομαι . "
8 ήνίκα
δε άπεσάλευσε της ΥΎ}ς
τό πλο,Όν, άπό της πρύμνης αύτούς άπησπάσατο, ϊνα μηκέτι αύτόν δύνωνται κατασχείν.
9
Έξελθων δέ τοϋ λιμένος Χαιρέας και άΠΟbλέ
ψας είς τό πέλαγος "άγε με" φησίν, "(Jj θάλασσα, τόν αύτόν δρόμον ον και Kαλλιppόr;ν ηγαγες . ευχομα{ σοι, Πόσειδον, η κάκε{νr;ν μεθ' ήμων η μηδέ έμέ χωρις
έκε{νης ένταίJθα. εί μη γαρ δύναμαι την γυναίκα την
έμην άΠΟλαbείν,
νι
θέλω καν δουλεύειν μετ' αύτΎjς. "
1 Πνεϋμα δέ φορόν ύπέλαbε την τριήρη και ωσ
περ κατ' ίχνος τοϋ κέλητος έτρεχεν. έν δε ταίς ίσαις
164
ΤΑ ΠΕΡΙ XAIPEAN ΚΑ Ι ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Γ '
αν ποτέ σού έδιωξα τις έγνοιες προσφέροντάς σου μαστό » 3 .
Συγκλονισμ,ένος ο Χαιρέας από τα παρακάλια των γονιών του πήδηξε από το xapιXbt στη θάλασσα θέλο ντας ν' αυτοκτονήσει , για ν' αποφύγει το δίλημ,μ,α, εί τε να μ,ην αναζητήσει δηλαδή την Καλλιρρόη είτε να
στενοχωρήσει τους γονείς του . Αμ,έσως όρμ,ησαν πίσω
του οι ναύτες και μ,ε κόπο κατάφεραν να τον τραbή ξουν έξω. Στη συνέχεια ο Ερμ,οκράτης διέλυσε το συ
γκεντρωμ,ένο πλήθος και έδωσε εντολή στον κυbερ νήτη να ξεκινήσει. Τότε έγινε και μ,ια άλλη αξιόλογη πράξη που φανέρωνε φιλία. Ο Πολύχαρμ,ος, ο φίλος
του ΧαιΡέα, μ,έχρι τότε δεν είχε εμ.φανιστεί στο προ σκήνιο, αλλά και στους γονείς του ΧαιΡέα είχε πει: «Είναι φυσικά φίλος μ,ου ο Χαιρέας, πραγμ,ατικός φί λος, αλλά δεν έχω τη δύναμ,η να τον ακολουθήσω στους τεράστιους κινδύνους που θ' αντιμ,ετωπίσει. Γι'
αυτό θα φανερωθώ μ,όνο όταν θα έχει φύγει το πλοίο».
Κι έτσι, τη στιγμ,ή που το xapιXbt απομ,ακρυνόταν από τη στεριά, τους τράbηξε μακριά από την πρύμ,νη , για να μ,ην μ,πορούν άλλο να τον εμ,ποδίζουν . Μόλις byήxav απ' το λιμάνι, ο Χαιρέας ατενίζοντας
το πέλαγος είπε: «Θάλασσα, οδήγησε κι εμ,ένα πάνω στον ίδιο δρόμ,ο που ταξίδεψες και την Καλλιρρόη . Σε σένα προσεύχομαι , Ποσειδώνα , ή να γυρίσω πίσω μα ζί της ή, χωρίς εκείνη, να μ,η γυρίσω ούτε εγώ . Αν
δεν μ,πορώ να έχω τη γυναίκα μ,ου και πάλι δική μ,ου, είμ,αι διατεθειμ,ένος ακόμα και σκλάbος να γίνω για να είμαι κοντά της» . ΥΙ. Ένας ευνοϊκός άνεμ,ος συντρό
φευε την τριήρη και την έκανε να τρέχει σαν να α κολουθεί τα ίχνη του πλοιαρίου. Μέσα στο ίδιο ακρι-
165
ΧΑΙ)ΙΤΩΝ
ήμέραις εΙς Ίωνίαν ήχον και ώρμ{σαντο έπί της αύτης άχτης έν τοίς Διονυσίου χωρίοις . 2 οί μέν οδν άλλοι χεχμ:ηχότες έχ6άντες είς την γην περί την ά νάληψιν ήπείγοντο την έαυτων, σχηνάς τε πηγνύμενοι χα! παpασχεuάζoντες εύωχίαν, Χαιρέας δέ μετά Πο
λυχάρμου περινοστων
"πως νυν" φησ!
"ΚαλλιΡρόην
εύρείν δυνάμεθα; μάλιστα μέν γάρ φο60υμαι μη Θή ρων ήμας διεψεύσατο χα! τέθνηχεν ή δυστυχής . εί δ '
άρα χαί άληθως πέπραται, τίς οΤδεν οπου; πολλη γάρ ή Άσία ." της
3
μεταξύ δέ άλύοντες περιέπεσον τi!J νεi!J
Άφροδίτης . έδοξεν οδν αύτοίς προσχυνησαι την
θεόν, χα! προσδραμών τοίς γόνασιν αύτης Χαιρέας
"σύ μοι , δέσποινα" <φησί>, "πρώτη ΚαλλιΡρόην έδει ξας έν τη σf; έορτη , σύ χα! νυν άπόδος, ην έχαρίσω. "
μεταξύ <δ'> άναχύψας εΤδε παρά την θεον είχόνα Καλλιρρόης χρυσην, άνάθημα Διονυσίου .
του δ ' αύτου λύτο γούνατα χα! φι?ιο ν ητορ.
4 χατέπεσεν
οδν σχοτοδινιάσας ' θεασαμένη δέ αύτον ή
ζάχορος υδωρ προσήνεγκε χα! άναχτωμένη τον άν
θρωπον εΤπε "θάρρει, τέχ νον- χα! άλλους πολλούς ή θεος έξέπληξεν- έπιφανης γάρ έστι χα! δείχνυσιν έαυ την έναργως . άλλ ' άγαθου μεγάλου τουτ' έστι σημείον.
όp~ς είχόνα την χρυσην; αυτη δούλη μέν ην, ή δέ Άφροδίτη πάντων ήμων χυρίαν πεποίηχεν αύτήν. "
5
"τίς γάρ έστιν;" ό Χαιρέας εΤπεν. "αυτη ή δέσποινα
166
ΤΑ Π ΕΡ Ι ΧΑ Ι ΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Γ'
bώς χρονικό διάστημα έφτασαν στην Ιωνία και άρα ξαν στην ίδια αΚΡΙbώς ακτή , στις περιοχές που όριζε ο Διονύσιος . Όλοι οι άλλοι, εξαντλημένοι, μόλις αΠΟbΙ bάστηκαν στη στεριά , επιδόθηκαν σε φροντίδες για την ανάκτηση δυνάμεων στήνοντας σκηνές και ετοι
μάζοντας φαγητό. Ο Χαιρέας όμως εξερευνώντας τον τόπο μαζί με τον Πολύχαρμο έλεγε: «Πώς θα κατα
φέρουμε να bρούμε τώρα την Καλλιρρόη; Φοbάμ.αι μάλιστα μήπως ο Θήρων μάς παραπλάνησε και έχει πεθάνει η καημένη. Αλλά κι αν στ' αλήθεια την έχουν που
' λησει,
ποιος
ξ'ερει
σε
ποιο
' "εγινε
μεΡος
αυτο;
Η
Ασία είναι απέραντη». Στο μεταξύ η περιπλάνηση τους έφερε μπροστά στο ιερό της Αφροδίτης . Θέλησαν τότε να προσκυνήσουν τη θεά και ο Χαιρέας πέφτο
ντας στα γόνατά της είπε : «Εσύ πρώτη μου φανέ ρωσες , αρχόντισσα, την Καλλιρρόη σε μια δική σου γιορτή, κι εσύ πρέπει να μου τη δώσεις πάλι πίσω, αφού μ' εκείνη με ευλόγησες». Καθώς όμως σήκωσε το κεφάλι αντίκρισε δίπλα στη θεά μια χρυσή εικόνα της Καλλιρρόης που είχε αφιερώσει ο Διονύσιος.
Τότε λύθηκαν τα γόνατα και η καρδιά του 4 . Σωριάστηκε λιπόθυμος αλλά του πρόσφερε νερό η νε ωκόρος, που τον είδε, και bοηθώντας τον να συνέλθει του έλεγε: «Κουράγιο , παιδί μου. Η θεά έχει εκπλήξει κι άλλους πολλούς πριν από σένα, γιατί φανερώνει τον
εαυτό της και παρουσιάζεται ζωντανή . Να, αυτό είναι η απόδειξη για ένα μεγάλο καλό. Βλέπεις τούτη εδώ τη χρυσή εικονίτσα; Αυτή η κοπέλα ήταν μια σκλά
ba, και η Αφροδίτη την έκανε αρχόντισσα όλων εμάς» . , , Χ' Ε' , « Π οια ειναι;», ρωτησε ο αιΡεας . « ιναι η πρωτη 167
ΧΑΡΙΤΩΝ
των χωρίων τούτων, dj τέκνον, Διονυσίου γυνή, του πρώτου των 'Ιώνων . " άκούσας ό Πολύχαρμος , οΤα δή σωφρονων αύτός , ούδεν ειασεν έτι τον ΧαιΡέαν είπε'ίν,
άλλ' ύπο6αστάσας έξήγαγεν έκε'ίθεν, ού 60υλόμενος έκπύστους γενέσθαι τίνες είσί, πριν απαντα 60υλεύσα σθαι καλως και συντάξαι προς άλλήλους.
6 ό δε Χαι
ρέας της ζακόρου παρούσης ούδεν ε[πεν άλλ' [αμα] έσίΥησεν έγκρατως, πλήν οσον αύτομ.άτως έξεπήδη σεν αύτοϋ τα δάκρυα ' πόρρω δε άπελθών έπι Υης
μόνος έρριψεν έαυτον και "dj θάλασσα" φησι "φιλάν θρωπε, τί με διέσωσας ; η ,να εύπλοήσας ιδω ΚαλλιΡ ρόψ άλλου γυνα'ίκα; τοϋτο ούκ ηλπισα γενέσθαι ποτε
ούδε άποθανόντος ΧαιΡέου . 7 τί ποιήσω, δυστυχής; παρα δεσπότου μεν γαρ ηλπιζόν σε κομ.ίσασθαι και το'ίς λύτροις έπίστευον ΟΤΙ πείσω τον άγοράσαντα ' νϋν
δε ευρηκά σε πλουσίαν, τάχα και 6ασιλίδα . πόσψ δ ' αν εύτυχέστερος ύπηρχον, ει σε <πτωχ>εύουσαν εύ
ρήκειν.
ειπω Διονυσίψ προσελθών
'άπόδος μοι την
γυνα'ίκα;' τοϋτο δε λέγει τίς γεγαμηκότι;
8 άλλ '
ούδ',
αν άπαντήσω, δύναμαί σοι προσελθε'ίν, άλλ ' ούδέ, το
κοινότατον, ώς πολίτης άσπάσασθαι . κινδυνεύσω τά χα και ώς μοιχος της έμης γυναικός άπολέσθαι ." ταϋτα όδυρόμενον παρεμ.υθε'ίτο Πολύχαρμος. νπ. Ι 'Εν δε τ(jj μεταξυ Φωκας, ό οίκονόμος Διο
νυσίου, θεασάμενος τριήρη ναύμαχον ούκ άδεης καθεισ τήκει ' ναύτψ δέ τινα ύποκορισάμενος μανθάνει παρ '
αύτοϋ την άλήθειαν, τίνες είσι και πόθεν και δια τίνα
168
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΛΛΛΙΡΡΟΗΝ Γ '
κυρία σ' αυτά εδώ τα μέρη , παιδί μου, η γυναίκα του Διονυσίου, του ισχυρότερου από τους Ίωνες» . Ακού
γοντας όλα αυτά ο Πολύχαρμος, που ήταν άνθρωπος συνετός, δεν άφησε τον ΧαιΡέα να μιλήσει άλλο , παρά
τον έbγαλε έξω στηρίζοντάς τον, γιατί δεν ήθελε να αποκαλύψουν ποιοι είναι, πριν συζητήσουν μεταξύ τους και καταστρώσουν τα σχέδιά τους. Αλλά και ο Χαι ρέας μπροστά στη νεωκόρο δεν είπε τίποτα, μετά όμως από αρκετή ώρα σιωπής, ξέσπασε σε ασυγκρά τητο κλάμ.a . Είχαν πλέον απoμ.aκρυνθεί κι αυτός έπεσε μοναχός του στο έδαφος και θρηνούσε: «Αχ θάλασσα
σπλαχνική , γιατί με άφησες να ζήσω; Είχα καλό ταξίδι για να έρθω να δω την Καλλιρρόη παντρεμένη με άλλον; Ούτε μετά το θάνατό μου δεν περίμενα να
συμbεί αυτό . Τι θα κάνω ο δύστυχος; Προσδοκούσα να σε φέρω πίσω στον κύρη σου και πίστευα ότι με τα λύτρα θα κατάφερνα να πείσω τον αγοραστή σου .
Τώρα όμως σε bpicrxw πλούσια , ίσως και bασίλισσα. Τι ευτυχισμένος που θα ήμουν αν σ ' έbρισκα φτωχή! Να πάω να πω στον Διονύσιο "Δώσε μου πίσω τη γυναίκα μου"; Πώς μπορεί να το πει κανείς αυτό σε
έναν παντρεμένο άνθρωπο ; Και να σε συναντήσω ακόμ.a , δεν μπορώ ούτε να σε πλησιάσω ούτε καν να σε χαι ρετήσω, όπως συνηθίζεται με τους συμπατριώτες. Ίσως κινδυνεύσω να θανατωθώ κατηγορούμενος ως
ερα
στής της γυναίκας μου». Τέτοια έλεγε και χτυπιόταν, ενώ ο Πολύχαρμος προσπαθούσε να τον παρηγορήσει .
VIl. Παράλληλα με όλα αυτά , ο Φωκάς , ο οικονόμος του Διονυσίου , bλέποντας την πολεμική τριήρη κατε λήφθη από ανησυχία . Πλησίασε ένα ναύτη και με προσποιητή ευγένεια έμαθε από αυτόν όλη την αλήθ εια,
και
ποιοι
'
ηταν
και
"
απο
169
που
,
ηρ
θ αν και για ποιο
ΧΑΡ ΙΤΩ Ν
πλέουσι. συνηκεν οί5ν στι μεγάλΗV συμφοραν ή τριήρης αϋτη κομι'ζει Διονυσίφ και ού 6ιώσεται Καλλιρρόης άποσπασθείς. 20Τα δε φιλοδέσποτος έθελήσας προλα-
6είν τό δεινόν και σ6έσαι πόλεμον μέγαν μεν
015,
<ούδε> κοινόν, άλλα της Διονυσίου μόνης οίκίας, δια τούτο άφιππευσάμενος εις τι φρούριον 6αρ6άρων, ά νήπειλεν στι τριήρης πολεμία λανθάνει, τάχα μεν έπι
κατασκοπήν, τάχα δε και δια ληστείαν ύφορμούσα,
συμφέρει δε τοίς 6ασιλέως πράγμασιν άνάρπαστον αύ τήν γενέσθαι πριν άδικείν.
3 έπεισε τους 6αρ6άρους
και συντεταγμένους ηγαγεν.
έπιπεσόντες οί5ν μέση
νυκτι και πύρ έμ6αλόντες την μεν τριήρη κατέφλεξαν, σσους δε ζωντας έλα60ν δήσαντες είς τό φρούριον ά νήγαγον .
νεμήσεως δε των αίχμαλώτων γενομένης
ίκέτευσαν Χαιρέας και Πολύχαρμος έν! δεσπότη πρα
θηναι. και ό λα6ων αύτους έπώλησεν είς Καρίαν. έκεί δε πέδας σύροντες παχείας είργάζοντο τα Μιθριδάτου .
4
Καλλιρρόη δε οναρ έπέστη Χαιρέας δεδεμένος
και θέλων αύτη προσελθείν, άλλα μη δυνάμενος · άνε κώκυσε δη μέγα και διωλύγιον έν τοίς ϋπνοις "ΧαιΡέα, δεύρο." τότε πρωτον Διονύσιος ηκουσε <τό> ονομα ΧαιΡέου και της
γυναικός
συνταραχθείσης έπύθετο
"τίς, ον έκάλεις;" προύδωκε δε αύτην τα δάκρυα καΙ
170
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑ ΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Γ'
σκοπό . Κατάλα6ε λοιπόν ότι αυτή η τριήρης κου6α λούσε μεγάλη στενοχώρια για τον Διονύσιο, ο οποίος
δεν θα μπορούσε να ζήσει χωρίς την Καλλιρρόη. Έτσι , λόγω της μεγάλης αγάπης που έτρεφε για τον αφέντη
του , θέλησε να προλά6ει το κακό και να αποτρέψει έναν πόλεμο, που δεν θα ήταν 6έ6αια σημαντικός ούτε θα αφορούσε πολύ κόσμο , παρά μόνο και αποκλειστικά το σπίτι του Διονυσίου. Γι' αυτό πήρε το άλογό του ,
πήγε σ ' ένα 6αρ6αρικό οχυρό και ενημέρωσε ότι είχε
αγκυρο60λήσει εκεί κρυφά μια εχθρική τριήρης, ίσως για κατασκοπία, ίσως και για να πραγματοποιήσει ληστρικές επιδρομές, και ότι ήταν καλύτερο για το
συμφέρον του 6ασιλιά να την καταστρέψουν , προτού προλά6ει να διαπράξει οτιδήποτε . Οι 6άρ6αροι τον πί στεψαν και ξεκίνησαν παραταγμένοι υπό την καθοδή γησή του . Επιτέθηκαν λοιπόν μέσα στη νύχτα και πετώντας αναμμένα δαδιά έκαψαν την τριήρη και ό
σους επέζησαν τους συνέλα6αν και τους οδήγησαν δε μένους στο φρούριο . Κατά τη διάρκεια της μοιρασιάς των αιχμαλώτων, ο Χαιρέας και ο Πολύχαρμος παρα κάλεσαν να τους πουλήσουν στο ίδιο αφεντικό , κι έτσι
εκείνος που τους παρέλα6ε τους πούλησε στην Καρία . Εκεί σέρνοντας τις 6αριές αλυσίδες τους εργάζονταν στα κτήματα του Μιθριδάτη . Η Καλλιρρόη εν τω μεταξύ είδε στ' όνειρό της τον Χαιρέα δεμένο , να προσπαθεί να την πλησιάσει και να
μην μπορεί. Έ6γαλε τότε μια δυνατή και σπαρακτική κραυγή μέσα στον ύπνο της: «Έλα , Χαιρέα!» Τότε ο Διονύσιος άκουσε για πρώτη φορά το όνομα του Χαι ρέα και ρώτησε τη γυναίκα του , που ή ταν πάρα πολύ ταραγμένη : «Ποιος είναι αυτός που φ ωνάζεις ; » Τα
δάκρυά της την πρόδωσαν και δεν μπόρεσε να συ-
171
ΧΑΡΙΤΩ Ν
την λύπην ούχ έδυνήθη χατασχείν, άλλ' εδωχε παρρη σίαν τiρ πάθει.
άνηρ έχ
είδον
5
"δυστυχης" φησ!ν "άνθρωπος, έμός
παρ θενίας , ούδέ έν τοίς όνείροις εύτυχής
rctp αύτόν δεδεμέΥον .
άλλά σύ μέν, άθλιε, τέθνη
χας ζητών έμέ (δηλοί Υάρ θάνατόν σου τά δεσμά), έΥώ δέ ζώ χα! τρυφώ, χατάχειμαι δέ έπ! χΡυσηλάτου
Χλίνης μετά άνδρός έτέρου . πλην ούχ είς μαχράν άφί ξομαι πρός σΙ
6 εί χα! ζώΥτες άλλήλων ούχ άπηλαύ
σαμεν, άποθανόΥτες άλλήλους εξομεν." τούτων τών
λόΥων άχούσας ό Διονύσιος ποιχι'λας έλάμ6ανε Υνώ μας ηπτετο μέν Υάρ αύτοϋ ζηλοτυπία διότι χα! νεχρόν
έφι'λει ΧαιΡέαν, ηπτετο δέ χα! φό60ς μη έαυτην ά ποχτείvr; · έθάρρει δέ ομως οτι ό πρώτος άνηρ έδόχει
τεθνηΧέναι τΤ; Υυναιχ( μή Υάρ άπολείψειν αύτην Διο
νύσιον, ούχ όΥτος ετι ΧαιΡέου . ώς
δυνατόν μάλιστα
7 παρεμυθείτο τοίνυν
την Υυναίχα χα! έπ!
πολλάς
ήμέρας παρεφύλαττε, μη άρα τι δεινόν έαυτήν έΡΥά σηται . περιέσπασε δέ τό πένθος έλπ!ς τοϋ τάχα ζην έχείΥον χα! ψευδόνειΡον αύτήν ΥεΥονέναι· τό δέ πλείον
ή γαστήρ · έ6δόμtμ Υάρ μ ην! μετά τούς Υάμους υι'όν ετεχε τiρ μέν δοχείν έχ Διονυσίου, ΧαιΡέου δέ ταίς
άληθείαις. έορτήν μεΥίστην Υ;ΥαΥεν ή πόλις χα! πρεσ-
6είαι άφίΧΟΥΤΟ παΥταχόθεν Μιλησίοις συνηδομένων οτι τό ΥέΥος αυξει τό Διονυσίου . χάχείΥος ύπό της
χαράς πάΥτων παρεχώρησε τη Υυναιχ! χα! δέσποιναν
172
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑ ΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΛΛΛΗΨΟΗΝ Γ '
γχρατήσει τη λύπη της αλλά άφησε να εκφραστεί ελεύθερα ο πόνος της ψυχής της . «Είναι ένας άτυχος
άνθρωπος» , είπε , «ο πρώτος άντρας της ζωής μ.ου, που ούτε μ.έσα στα όνεφα δεν είναι ευτυχισμ.ένος. Μό λις τώρα τον ονεφεύτηκα αλυσοδεμ.ένο . Κι ενώ εσύ ,
ταλαίπωρε, πέθανες ψάχνοντας για μ.ένα (γιατί οι αλυ σίδες σημ.αίνουν σίγουρα θάνατο), εγώ ζω και bασι λεύω και μ.ε άλλον άντρα κοιμ.άμ.αι σε χρυσοποίκιλτο
κρεbάτι . Πολύ σύντομ.α όμ.ως θα έρθω κοντά σου. Αφού δεν χαρήκαμ.ε ο ένας τον άλλο όσο ζούσαμ.ε, θα είμ.αστε μ.αζί στο θάνατο». Α ντικρουόμ.ενα συναισθή μ.ατα κυρίεψαν τον Διονύσιο στο άκουσμ.α αυτών των λόγων . Αφενός ένιωσε να τον πνίγει η ζήλια, γιατί και νεκρό ακόμ.α η Καλλφρόη αγαπούσε τον Χαφέα, α
φετέρου τον έτρωγε ο φόbος μ.ήπως αυτοκτονήσει. Του έδινε όμ.ως θάρρος το γεγονός ότι η γυναίκα του θεωρούσε τον πρώτο της άντρα νεκρό, καθώς τουλά χιστον δεν επρόκειτο να τον εγκαταλείψει , αφού ο Χαφέας δεν υπήρχε πια. Προσπαθούσε λοιπόν να την ανακουφίσει όσο περισσότερο μ.πορούσε και για πολλές
μ.έρες την παραφυλούσε, μ.ην τυχόν και κάνει κάτι για
να bλάψει τον εαυτό της. Όμ.ως εκείνη την έbγαλε από τη λύπη της η ελπίδα ότι ίσως ο Χαφέας ζει και το όνεφό της ήταν απατηλό αλλά, πάνω απ' όλα , η
κοιλιά της . Τον έbδομ.ο μ.ήνα μ.ετά το γάμ.ο γέννησε γιο,
που
ο'λ οι
τον
θ' εωρουσαν
καρπο'Δ' του ιονυσιου,
στην πραγμ.ατικότητα όμ.ως ήταν του Χαφέα . Με γάλο γλέντι έγινε στην πόλη και κατέφταναν από
παντού πρεσbείες για να γιορτάσουν μ.αζί μ.ε τους πολίτες της Μιλήτου το γεγονός ότι η γενιά του Διο
νυσίου είχε αποκτήσει κι άλλο μ.έλος . Κι εκείνος από τη χαρά του τα έδωσε όλα στη γυναίκα του και την
173
ΧΑΡ Ι ΤΩ Ν
αύτην άπέδειξε της οίκίας. άναθημάτων ένέπλησε τούς ναούς, πανδημε! την πόλιν είστία θυσίαις .
VIII.
Ι ΆΥωΥιώσα δέ Καλλιρρόη μη ΠΡοδοθf; το
άπόρρητον αύτης , ήξίωσεν έλευθερωθηναι ΠλαΥΥόνα, την μόνην αύτf; συνειδυίαν στι προς Διονύσιον ηλθεν έΥκύμων, ίΎα μη μόΥον έκ της γνώμης άλλα χα! έχ
της τύχης εχ!} το πιστον παρ' αύτης. "άσμένως " εΤ
πεν ό Διονύσιος "άμεί60μαι ΠλαΥΥόνα διακονίας έρω τεκijς . 2 άδικον δέ ποιουμεν εί την <μέν> θεραπαινίδα τετψήχαμεν, ούκ άποδώσομεν δέ την χάριν
'rf;
Άφρο
δίτr;, παρ' fι πρώτον άλλήλους είδομεν ." "κάΥώ" φη
σ!ν ή Καλλιρρόη "σου θέλω μαλλον · εχω Υαρ αύτf; μει'ζονα χάριν. νυν μέν οδν λεχώ ετι είμί, περιμείναν τες δέ όλίΥας ήμέρας άσφαλέστερον άπίωμεν είς τούς
άΥρούς . "
3
Ταχέως δέ αύτην άνέλα6εν έχ του τόκου
χα! κρείττων έΥένετο χα! μει'ζων, ούχέτι κόρης, άλλα
Υυναιχος άχμην προσλα60υσα. παραΥεΥομένων δέ αύ τών είς τον άΥρον μεΥαλοπρεπείς θυσίας παρεσκεύασε Φωχας χα! Υαρ πληθος έπηχολούθησεν έξ αστεος.
καταρχόμεΥος οδν ό Διονύσιος έκατόμ6ης "δέσποινα" φησ!ν
'''Αφροδίτη,
σύ μοι πάΥτων άΥαθών αίτία.
4
παρα σου KαλλιppόΗV εχω, παρα σου τον υίόν, καΙ άνήρ είμι δια σέ χα! πατήρ. έμο! μέν ήρκει Καλλιρ ρόη, καΙ πατρίδος μοι και γονέων Υλυκυτέρα, φιλώ δέ
το τέΚΥον οτε μοι την μητέρα 6ε6αιοτέραν πεποίηχεν .
174
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Γ'
έκανε επικεφαλής του σπιτιού . Ακόμ.α, γέμ.ισε μ.ε αφιερώμ.ατα όλους τους ναούς και μ.ε τις θυσίες που
έκανε προσφέρθηκε φαγητό σε όλο το λαό. ΥΠ!. Η Καλλιρρόη ζούσε πάντα μ.ε την αγωνία
μ.ήπως προδοθεί το μ.υστικό της, γι' αυτό ζήτησε να απελευθερωθεί η Πλαγγών , η μ.όνη που γνώριζε ότι όταν παντρεύτηκε τον Διονύσιο ήταν ήδη έγκυος, ώ
στε να έχει εξασφαλισμ.ένη την πίστη της όχι μ.όνο λόγω της καλής της θέλησης αλλά και λόγω των συνθηκών. «Ευχαρίστως», είπε ο Διονύσιος, «θα αντα
μ.είψω την Πλαγγόνα , για τις πολύτιμ.ες υπηρεσίες της στον έρωτά μ.ου. Θα είναι όμ.ως αδικία να τιμ.ή
σουμ.ε μ.όνο την υπηρέτρια και να μ.η δείξουμ.ε την ευ γνωμ.οσύνη μ.ας και στην Aφpoιlίτη, αφού στο ιερό της
πρωτοειδωθήκαμ.ε. Η Καλλιρρόη απάντησε: «Ναι , κι εγώ το θέλω περισσότερο από σένα, γιατί της χρω
στάω μ.εγαλύτερη χάρη . Αλλά τώρα είμ.αι ακόμ.α λε χώνα. Ας πεpιμ.ένouμ.ε λίγες μ.έρες για να κάνουμ.ε μ.ε
πιο μ.εγάλη ασφάλεια το ταξίδι μ.ας στην εξοχή» . Γρήγορα συνήλθε από την ταλαιπωρία του τοκετού
και έγινε ακόμ.α πιο ωραία και εντυπωσιακή έχοντας όχι πια κοριτσίστικη ομ.ορφιά, αλλά γυναικεία. Όταν έφτασαν στο αγρόκτημ.α, ο Φωκάς ετοίμ.ασε πλούσιες θυσίες, γιατί είχε έρθει και πολύς κόσμ.ος από την
πόλη . Ο Διονύσιος αρχίζοντας την εκατόμ.bη
είπε:
«Αρχόντισσα Αφροδίτη, σ' εσένα χρωστάω την ευτυ χία μ.ου. Εσύ μ.ου έδωσες την Καλλιρρόη, εσύ μ.ου έδωσες το γιο μ.ου και χάρη σ' εσένα έγινα σύζυγος
και πατέρας. Εμ.ένα μ.ου αρκούσε η Καλλιρρόη, μ.ου είναι πιο προσφιλής κι από την πατρίδα κι από τους γονείς μ.ου αλλά αγαπώ και το παιδί, επειδή εξαιτίας του ο δεσμ.ός μ.ου μ.ε τη μ.ητέρα του είναι πιο σίγουρος .
175
ΧΑ Ρ1ΤΩΝ
ομηρον έχω της εύνοίας της πρός αυτης . ι'κετεύω σε,
δέσποινα, σώζε έμο! μεν ΚαλλιΡρόην, ΚαλλιΡΡόr; δε τόν υι'όν ."
5
έπευφήμησε τό πληθος τών περιεστηκό
των κα! οι' μεν ρόδοις, οί δε ,οις , οι' δε αύτοίς στεφά
νοις έφυλλ06όλησαν αύτούς , ωστε πλησθηναι τό τέ μενος άνθών . Διονύσιος μεν οδν πάντων μεν άκουόντων εΤπε τή ν εύχήν, Καλλιρρόη δε μόνη -ήθέλησε πρός τήν Άφροδίτην λαλησαι .
6 πρώτον μεν οδν τόν υίόν ε/ς
τας αύτης άΥκάλας ένέθηκε, κα! ωφθη θέαμα κάλ λιστον, οΤον ουτε ζωΥράφος έΥραψεν ουτε πλάστης έπλασεν ουτε ποιητης ι'στόρησε μέχρι νϋΥ" ούδε!ς Υαρ
αύτών έποίησεν 'Άρτεμιν η Άθηναν 6ρέφος έν άΥκά λαις κομι'ζουσαν. έκλαυσεν ύφ' ήδονης Διονύσιος /δων
κα! ήσυχη τήν Νέμεσιν προσεχύνησε. μόνΎ)Υ δε ΠλαΥ
Υόνα προσμείναι κελεύσασα τους λοιπους προέπεμψεν ε/ς τήν έπαυλιν.
7 έπε! δε άπηλλάΥησαν, στασα πλη
σίον της Άφροδίτης και άνατείνασα χερσι τό 6ρέφος υπερ τούτου σοι" φησίν, "iJj δέσποινα, Υινώσκω τήν
χάΡΙΥ" ύπερ έμαυτης Υαρ ούκ οΤδα . τότ' αν σοι κα! περ! έμαυτης -ήπιστάμην χάριν, ει μοι ΧαιΡέαν έτή ρησας . πλήν ε/κόνα μοι δέδωκας άνδρός φιλτάτου κα!
ολον ούκ άφει?ιω μου ΧαιΡέαν. 8 δός δή μοι Υενέσθαι τόν υίόν εύτυχέστερον μεν τών Υονέων, ομοιον δε τψ πάππφ' πλεύσειε δε και ουτος έπ! τριήρους στρατη Υικης , καί τις ε,ποι, ναυμαχοϋντος αύτοϋ, Έρμοκράτους ό έΚΥονος"
'κρείττων
ήσθήσεται μεν γαρ κα! ό
πάππος έχων της άρετης διάδοχον, ήσθησόμεθα δε οι' γονείς αύτοϋ κα! τεθνεώτες .
176
9 ίκετεύω σε, δέσποινα,
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΤΡΕΑΝ κΑι ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Γ '
Είναι σαν ενέχυρο της σuμ.πάθειάς της για μ.ένα . Σε ικετεύω , αρχόντισσα , φύλαγε για χάρη μ.ου την Καλ λιρρόη και για χάρη της Καλλιρρόης το παιδί» . Το πλήθος που παρακολουθούσε ξέσπασε σε ζητωκραυ γές και τους έραιναν άλλοι μ.ε τριαντάφυλλα, άλλοι μ.ε μ.ενεξέδες , άλλοι μ.ε ολόκληρα στεφάνια , μ.ε αποτέλε σμ.α το ιερό να καλυφθεί μ.ε λουλούδια . Αλλά ενώ ο Διονύσιος είπε την ευχή του φωναχτά και την άκου
σαν όλοι , η Καλλιρρόη θέλησε να προσευχηθεί ιδιωτι κά προς την Αφροδίτη. Πήρε πρώτα το γιο της αγκα λιά παρουσιάζοντας ένα τόσο υπέροχο θέμ.α, που κανείς ζωγράφος δεν έχει απεικονίσει , κανείς τεχνίτης δεν έχει πλάσει, ούτε ποιητής έχει εγκωμ.ιάσει· γιατί κα
νείς από αυτούς δεν αποτύπωσε την Άρτεμ.η ή την Αθηνά να κρατούν μ.ωρό στην αγκαλιά. Ο Διονύσιος έκλαψε από τη χαρά του όταν την είδε , και σιωπηλά δεήθηκε στη θεά Ν έμ.εση . Η Καλλιρρόη ζήτησε να μ.είνει μ.αζί της μ.όνο η Πλαγγών , ενώ τους υπ όλοι πους τους έστειλε στην έπαυλη. Όταν είχαν όλοι απο μ.ακρυνθεί , πλησίασε την Αφροδίτη και σηκώνοντας στα χέρια της το παιδί , είπε : «Γι ' αυτόν σου οφείλω
ευγνωμ.οσύνη, αρχόντισσα . Για μ.ένα όμ.ως δεν ξέρω . Θα ένιωθα και για τον εαυτό μ.ου υπόχρεη , μ.όνο αν μ.ου είχες αφήσει τον Χαιρέα . Αλλά εσύ μ.ου έδωσες μ.ια εικόνα του πολυαγαπημ.ένου μ.ου και τον ίδιο μ.ου τον στέρησες . Κάνε τουλάχιστον ο γιος μ.ου να είναι πιο ευτυχισμ.ένος από τους γονείς του και να μ.οιάσε ι
στον παππού του . Να κυbερνήσει κι αυτός μ.ια στρα τηγική τριήρη και να πει κάποιος , όταν θα πρωτοστα
τεί σε μ.ια ναuμ.αχία : ''Ο εγγονός του Ερμ.οκράτη είναι καλύτερος από τον ίδιο". Θα χαρεί και ο παππούς του
που θα έχει διάδοχο στην ανδρεία του , θα χαρούμ.ε κι ψείς οι γονείς του, έστω κι αν μ.έχρι τότε έχouμ.ε πε -
177 J:2 -
Χ α.ρ ίτων Tiι περι ΧαιΡέαν και ΚαλλιΡρόψ
ΧΑ ΡΙΤΩ Ν
διαλλάγηθί μοι λοιπόν ' ίχανως Υάρ μοι δεδυστύχηται . τέθνηχα, άνέζησα, λελήστευμαι , πέφευΥα, πέπραμαι,
δεδούλευχα ' τίθημι δε χαι τόν δεύτερον Υάμον έτι μαι τούτων 6αρύτερον . άλλα μίαν άΥΤΙ πάΥτων αίτοϋμαι χάριν παρα σοϋ χαι δια σοϋ παρα των αλλων θεωψ
σωζέ μου τόν όρφανόν . " έτι 6oυλoμένΗV λέΥειν έπέσχε τα δάχρυα . α .
1 Μιχρόν
οδν διαλιποϋσα χαλεί την
ίέρειαψ ή δε πρεσ6ϋτις ύπαχούσασα "τί χλάεις" εΤπεν,
"iJJ
παιδίον, έν άΥαθοίς τηλιχούτοις; ήδη Υαρ χαι σε
ώς θεαν οί ξέΥΟΙ προσχυΥοϋσι . πρώην ήλθον ένθάδε δύο νεανίσχοι χαλοι
παραπλέΟΥτες '
ό δε ετερος
αύτων
θεασάμενός σου την είχόνα, μιχροϋ δείν έξέπνευσεν. ουτως έπιφανη σε ή 'Αφροδίτη πεποίηχεν . "
2 έπληξε
την χαρδίαν της Καλλιρρόης τοϋτο χαι ουτως, ωσπερ
έμμανης ΥεΥομένη, στήσασα τους όφθαλμους άνέχρα Υε "τίνες ήσαν οί ξέΥΟΙ; πόθεν έπλεον; τί σοι διηΥοϋν
το;" δείσασα δε ή πρεσ6ϋτις τό μεν πρωτον αφωΥος είστήχει, μόλις δε έφθέΥξατο ούδεν ήχουσα ."
"μόΥον εΤδον αύτούς,
3 "ποταπους ε Τδες; άναμνήσθητι τόν
χαραχτηρα αύτων." έφρασεν ή Υραϋς ούχ άχρι6ως μέν, ύπώπτευσε δε δμως έχείνη την άλήθειαν. δ Υαρ 60ύλεται τοϋθ ' εχαστος χαι οίεται . 6λέψασα δε πρός
ΠλαΥΥόνα "δύναται" φησιν "ό δυστυχης Χαιρέας πλα νώμεΥος ένθάδε παρείναι . τί οδν έΥένετο; ζητήσωμεν αύτόν, άλλα σΙΥωσαι . "
178
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑλλΙΡΡΟΗΝ Γ '
θάνει . Σε ικετεύω, αρχόντισσα , να είσαι πιο επιεικήι;
μ.αζί μ.ου από δω και μ.προι; . Το μ.ερίδιό μ.ου στη δυ στυχία ήταν μ.έχΡΙ τώρα μ.εγάλο . Πέθανα , ξαναγύρισα στη ζωή , μ.ε άρπαξαν ληστέι;, εξορίστηκα μ.α.κριά από
την πατρίδα μ.ου , πουλήθηκα κι έγινα σκλά6α . Ακόμ.α. δε χειρότερο από όλα αυτά θεωρώ το δεύτερο γάμ.ο μ.ου . Αλλά μ.έσα σε όλα αυτά, μ.όνο μ.ια χάρη ζητώ από σένα και , μ.έσα από σένα , και από τουι; άλλουι; θεούι;: προστάτευε το γιο μ.ου , τον ορφανό» . Ήθελε να
πει κι άλλα ακόμ.α , μ.α την εμ.πόδιζαν τα δάκρυά τηι;.
ΙΧ . Όταν κατάφερε να σταμ.ατήσει για λίγο, φώναξε την ιέρεια . Η γριούλα ήρθε και τηι; είπε: «Γιατί κλαιι; , παιδί μ.ου, ενώ είσαι προικισμ.ένη μ.ε όλα τα καλά; Ακόμ.α. και οι ξένοι σε προσκυνούν πια σαν θεά . Τιι; προάλλει; ήρθαν εδώ περαστικοί δυο όμ.ορφοι νεαροί ταξιδιώτει;. Έναι; από αυτούι; , μ.όλιι; είδε την εικόνα σου, λίγο έλειψε να μ.είνει στον τόπο! Τόσο εντυπω
σιακή σ' έχει κάνει η Αφροδίτη». Σφίχτηκε η καρδιά τηι; Καλλιρρόηι; στα λόγια αυτά και σαν μ.ανιακή γούρλωσε τα μ.άτια κι άρχισε να ουρλιάζει :
«Ποιο ι
ήταν οι ξένοι ; Από πού έρχονταν ; Τι σου είπαν ;» Η
γριούλα φο6ήθηκε και στην αρχή έμ.εινε άναυδη , ύ στερα όμ.ωι; μ.ε δυσκολία κατάφερε να πει : «Ίσα που τουι; είδα , δεν άκουσα κου6έντα». «Από ποια χώρα σού φάνηκε ότι είχαν έρθει; Για θuμ.ήσoυ τα χαρακτη ι
ριστικα τουρ> .
Η
ι
γρια
Ι
τουι;
Ι
περιεγρα
Ψ
ε,
ι
οχι
μ.ε
~
ι
toιαι-
τερη σαφήνεια , αλλά εκείνη υποψιάστηκε την αλή θεια . Γιατί ό,τι του είναι αρεστό, αυτό ο καθένας και
πιστεύει 5 . Στράφηκε τότε προι; την Πλαγγόνα και τηι; είπε: «Μπορεί ο καημ.ένοι; ο Χαιρέαι; να περιπλα νιέται και να έφτασε μ.έχρι εδώ . Τι απέγινε όμ.ωι; ; Αι; τον αναζητήσουμ.ε , αλλά χωρίι; να πούμ.ε τίποτα σε κανέναν» .
179
ΧΑΡ ΙΤΩ Ν
4
'Αφικομένη τοίνυν προς Διονύσιον τουτο μόΥον
εΓπεν, οπερ ήκουσε παρα της ίερείας ήπίστατο γαρ ση φύσει περίεργός έστιν ό "Έρως κάκείΥος δι' έαυτον
πολυπραγμονήσει περι των γεγονότων. οπερ
oi5v και
συνέ6η. πυθόμεΥος γαρ ό Διονύσιος εύθυς ένεπλήσθη
ζηλοτυπίας και πόρρω μέν ην τοί] ΧαιΡέαν ύποπτεύ ειν, έδεισε δέ μή τις άρα λανθάνη κατα τους άγρους
έπι60υλή μοιχική · πάΥτα γαρ ύποπτεύειν αύτον και δεδιέναι το κάλλος άνέπειθε της γυναικός.
5 έφ06είτο
δέ ού μόΥον τας παρα άνθρώπων έπι60υλάς, άλλα προσεδόκα τάχα αύτi!J κατα6ήσεσθαι και θεον έξ ού ραΥου άΥτεραστήν .
καλέσας
τοίνυν Φωκαν διηρεύνα
"τίνες είσιν οι' νεανίσκοι και πόθεν; &ρά γε πλούσιοι και καλοί; διατί δέ τήν έμήν 'AφpoδίτΗV προσεκύΥουν; τίς έμήνυσεν αύτοίς; τίς έπέτρεψεν;"
6
ό δέ Φωκας
άπέκρυπτε τήν άλήθειαν, ού Διονύσιον δεδοικώς, γι
νώσκων δέ στι Καλλιρρόη και αύτον άπολεί και το
γέΥος αύτοί], πυθομένη περι των γεγονότων . έπει
oi5v
έξαΡΥος ην έπιδεδημηκένcιι τι νάς, ούκ είδως ό Διονύ
σιος τή ν αίτίαν ύπώπτευσε 6αρυτέρα ν έπι60υλήν καθ ' έαυτοί] συνίστασθαι .
7 διοργισθεις oi5v μάστιγας f;τει
και τροχον έπι ΦωκαΥ, και ού μόΥον έκείΥον άλλα και τους έν τοίς άγροίς απαΥτας συνεκάλει μοιχείαν πε
πεισμέΥος ζητε ίν. αίσθόμεΥος δέ Φωκας οΤ καθέστηκε δεΙΥοί] και λέγων και σιωπων "σοι" φησί,
180
"δέσποτα,
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΛΛΛΙΡΡΟΗ Ν
r'
Όταν πήγε στον Διονύσιο, του μ.ετέφεΡε αποκλει στικά και μ.όνο την ιστορία που είχε οιηγηθεί η ιέρεια, γιατί γνώριζε ότι ο Έρωτας είναι από τη φύση του περίεργος κι ότι ο ίοιος θα ενεργούσε από μ.όνος του
για να πληροφορηθεί τις εξελίξεις . Πράγμ.α. που τελικά και έγινε, γιατί τα νέα έκαναν τον Διονύσιο να γεμ.ίσει
μ.ε ζήλια . Δεν επρόκειτο bέbαια να υποπτευθεί τον
Χαιρέα, είχε όμ.ως το φόbΟ μ.ήπως κάποιος bρισκόταν κρυφά στα χωράφια μ.ε σκοπό να αποπλανήσει την Καλλιρρόη και να την οοηγήσει στη μ.οιχεία. Η ομ.ορ φιά της γυναίκας του ήταν εκείνη που τον είχε κάνει
να φΟbάται και να υποπτεύεται τα πάντα. Και οεν έτρεμ.ε μ.όνο τις πλεκτάνες των ανθρώπων αλλά περί
μ.ενε ότι και κάποιος θεός πιθανόν θα κατέbαινε από τον ουρανό για να γίνει αντίζηλός του. Φώναξε λοιπόν τον Φωκά και άρχισε να τον εξετάζει : «Ποιοι είναι αυτοί οι νέοι και από πού ήρθαν; Ήταν αλήθεια πλού σιοι και ωραίοι ; Γιατί προσκυνούσαν τη οική μ.ου Α
φροοίτη; Ποιος τους κάλεσε ; Ποιος τους έοωσε την άοεια;» Ο Φωκάς οεν μ.αρτυρούσε την αλήθεια , όχι
από φόbΟ προς τον Διονύσιο, αλλά επειοή γνώριζε ότι , αν η Καλλιρρόη μ.άθαινε την αλήθεια , θα οοηγούσε στο θάνατο και τον ίοιο και την οικογένειά του. Επειοή λοιπόν αρνιόταν ότι είχαν έρθει στη χώρα ξένοι , ο
Διονύσιος , που οεν γνώριζε την αιτία, φαντάστηκε ότι εναντίον του εξυφαινόταν μ.ια ακόμ.η χειρότερη συνω
μ.οσία . Έτσι , θύμ.ωσε και οι έταξε να bασανιστεί μ.ε μ.α.στίγια και τροχό ο Φωκάς , και μ.αζί μ. ' αυτόν συ γκέντρωνε όλους τους υπηρέτες που ζούσαν στα κτή
μ.ατα, σίγουρος ότι θα αποκάλυπτ ε κάποια υπόθεση
μ.οιχείας. Ο Φωκάς κατάλαbε σε τι τρομ.ακ τική θέση bρισκόταν, είτε ομ.ολογούσε τι έγινε είτε όχι , και είπ ε:
Ι8Ι
ΧΑΡΙΤΩΝ
έρω μόνr.μ την άλήθειαν." άποπέμψας
8
Ο δε Διονύσιος πάΥτας
'ϊδού " φησ! ''μόΥΟΙ γεγόναμεν. μηδεν ετι
ψεύσr;, λέγε τάληθες καν φαϋλον
n."
"φαϋλον μεΥ"
ε{πεν 'Όύδέν έστιν, (Jj δέσποτα, μεγάλων YCΧp άγαθων φέρω σοι διηΥήματα· εί δε σκυθρωπότερά έστιν αύτοϋ
τά πρωτα, διά τοϋτο μηδεν άγωνιάσr;ς μηδε λυπηθfjς , άλλά πεpίμειvoν, εως ου πάΥτα άκούσης · χρηστον γάρ εχει σοι το τέλος."
9 μετέωρος οδν ό Διονύσιος προς
την έπαΥΥελίαν γενόμεΥος και άναρτήσας έαυτον της
άκροάσεως ''μη 6ράδυνε" φησίν "άλλ ' ηδη διηγοϋ." Τότ ' οδν ηρξατο λέγειν "τριήρης ένθάδε κατέπλευ
σεν έκ Σικελίας και πρέσ6εις Συρακοσίων παρά σοϋ ΚαλλιΡρόην άπαι τούΥτων . " Ι Ο έξέθανεν Ο Διονύσιος άκούσας και νυξ αύτοϋ των οφθαλμων κατεχύθη · φαν
τασίαν γάρ ελα6εν ώς έφεστηκότος αύτφ ΧαιΡέου και ΚαλλιΡρόην άποσπωΥτος . Ο μεν οδν εκειτο και σχημα και χΡωμα νεκροϋ ποιήσας , Φωκας δε έν άπορίζΧ κα θειστήκει, καλέσαι μεν ούδένα θέλων, ϊνα μή τις αύ τφ μάρτυς γένηται των άπορρήτωψ μόλις δε και κατ' όλίγον αύτος τον δεσπότην άνεκτήσατο "θάρρει" λέγων, "Χαιρέας τέθνηκεΥο άπόλωλεν ή ναϋς ούδεις ετι φό-
60ς."
11
ταϋτα τά ρήματα ψυχην ένέθηκε Διoνυσίr.μ,
και κατ' όλίγον πάλιν έν έαυτφ γενόμεΥος άκρι6ως έπυνθάνετο πάΥτα , χαι Φωκας διηγειτο τον ναύτψ
τον μηνύσαΥτα πόθεν ή τριήρης και διά τίνα πλέουσι χα, τ{νες
0/
παρόντες , τό σΤΡατr;yr;μα τό ίδιον έπε
τούς 6αρ6άρους , την νύκτα, το πϋρ, το ναυάγιον, τον 182
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Γ '
«Μόνο σε σένα , αφέντη , θα πω την αλήθεια». Ο Διο νύσιος τους έδιωξε όλους και του είπε : «Ορίστε , μεί
ναμε μόνοι μας . Τέρμα πια τα ψέματα , πες την αλή θεια , ακόμα κι αν είναι δυσάρεστη». «Δεν υπάρχει
,
τιποτα
~,
ουσαρεστο ,
"θ'
αφεντικο,
αντι
ετα
αυτα
που
θ
α
σου διηγηθώ θα σου φέρουν μεγάλη ευτυχία. Μόνο
στην αρχή είναι λίγο λυπητερά αλλά εσύ καθόλου μην ανησυχήσεις και μη στενοχωρηθείς γι' αυτά . Να πε ριμένεις να τα ακούσεις πρώτα όλα, γιατί έχουν πολύ καλό τέλος». Ο Διονύσιος ξαλάφρωσε με αυτή την υ πόσχεση και κρεμόταν από το στόμα του. «Μην κα θυστερείς καθόλου», του είπε , «άρχισε αμέσως την ιστορία».
Τότε λοιπόν ο Φωκάς ξεκίνησε να μιλά: «Ήρθε εδώ μια τριήρης από τη Σικελία με απεσταλμένους των Συρακουσίων για να ζητήσουν πίσω την Καλλιρ ρόη» . Ο Διονύσιος, όταν το άκουσε , φάνηκε σαν νεκρός
και στα μάτια του χύθηκε σκοτάδι , γιατί φαντάστηκε τον Χαιρέα να έρχεται και να παίρνει από το πλάι του την Καλλιρρόη . Καθώς αυτός στεκόταν έχοντας την
όψη και το χρώμα νεκρού , ο Φωκάς είχε περιέλθει σε
αμηχανία, γιατί δεν ήθελε να φωνάξει κανέναν , ώστε να μην υπάρχουν μάρτυρες στην εξομολόγησή του.
Μόλις και μετά bίας συνέφερε ο ίδιος τον κύριό του λέγοντας: «Κουράγιο , αφέντη , ο Χαιρέας πέθανε και
η τριήρης καταστράφηκε, δεν υπάρχει λόγος ανησυ χίας» . Αυτά τα λόγια ξανάδωσαν ζωή στον Διονύσιο
και, όταν συνήλθε , έμαθε τα πάντα. Του διηγήθηκε ο Φωκάς για το ναύτη που του είχε πει από πού ερχό ταν η τριήρης, για ποιο σκοπό και ποιοι ήταν οι α
πεσταλμένοι, για το δικό του τέχνασμα με τους bapbάρους τη νύχτα , τον εμπρησμό και την καταbύθιση
183
ΧΑΡ ΙΤΩΝ
φόνον, τα δεσμά . καθάπερ οδν νέφος έσχατον άνεκά λυψε της ψυχης Διονύσιος, κα! περιπτυξάμενος Φωκαν "συ" φησ!ν "εύεργέτης έμός , συ κηδεμών άλ ηθΎ;ς κα! πιστ6τατος έν τοις άπορρήτοις . 12 δια σέ Καλλφρόψ
έχω κα! τόν υίόν· έγώ μέν ούκ αν σοι προσέταξα Χαφέαν άποκτειναι, σοϋ δέ ποιήσαντος ού μέμφομαι· τό γαρ άδίκημα φιλοδέσποτον. τοϋτο μόνον άμελως
έποίησας · ούκ
έπολυπραγμόνησας πότερο ν έν τοις
τεθνηκόσι Χαφέας έστ!ν η έν τοις δεδεμένοις. έδει ζητησαι τόν νεχρόψ καί γαρ έκεινος αν έτυχε τάφου
κάγώ 6ε6αιότερον έσχον τό θαρρείΎ. ού δύναμαι δέ νϋν άμερίμνως εύτυχειν δια τους δεδεμένους ούδέ γαρ τοϋτο ισμεν, σπου τις αύτων έπράθη." Χ. ι Προστά
ξας δέ Φωκ~ τα μέν αλλα των γεγονότων φανερως διηγεισθαι, δύο δέ ταϋτα σιγαν, τό ιδιον σΤΡατήrr;μα
κα! στι έκ της τριήρους τινές έτι ζωσι, παραγίνεται
πρός Καλλφρόψ σκυθρωπός εΤτα συγκαλέσας
πει
σθέντα τους άγροίκους, ίΎα ή γυνή πυθομένη τα συμ-
6άντα 6ε6αιοτέραν ήδη λά6r; περί Χαφέου τήν άπό Υνωσιν.
2 έλθόντες
δέ διηγοϋντο πάντες α f;δεσαν, στε
"6άρ6αροί ποθεν λr;σταί νυκτός καταδραμόντες ένέ πρησαν Έλλψικήν τριήρη της προτεραίας όρμισθεl σαν έπ! της άκτης κα! μεθ ' ήμέραν ειδομεν αίματι
μεμιγμένον UΔωp κα! νεκρους ύπό των κυμάτων φερο-
184
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Γ '
του πλοίου, το φόνο και την υποδούλωση του πληρώ ματος. Σαν να έφυγαν λοιπόν η συννεφιά και το σκο τάδι από την ψυχή του Διονυσίου , αγκάλιασε τον Φω κά και του είπε: «Εσύ είσαι ο σωτήρας
fJ.ou , ο πραγ
fJ.ατικός fJ.ou προστάτης και ο πιο πιστός φίλος στα fJ.υστικά το γιο
fJ.ou , Χάρη σε σένα έχω την Καλλιρρόη και fJ.ou. Παρ' όλο που εγώ ποτέ δεν θα σου έδινα
εντολή να σκοτώσεις τον ΧαιΡέα, δεν σε κατηγορώ που το έκανες. Είναι ένα έγκληfJ.α που δείχνει αγάπη για το αφεντικό σου . Ένα πράγfJ.α fJ.όνο σου διέφυγε : δεν έψαξες περισσότερο να δεις αν ο Χαιρέας bρίσκε ται ανάfJ.εσα στους νεκρούς ή στους αΙχfJ.αλώτους . Έπρεπε να αναζητήσεις το πτώfJ.α . Γιατί έτσι και για
την ταφή του θα φΡοντ(ζαfJ.ε και εγώ θα fJ.πορούσα να νιώθω περισσότερο ήσυχος. Ενώ τώρα δεν fJ.πορώ να είfJ.αι ευτυχισfJ.ένος γιατί έχω την έγνοια των atXfJ.aλώτων. Και δεν ξέροψε καν πού έχει πουληθεί έστω και ένας από αυτούς» . χ. ΟΡfJ.ήνεψε λοιπόν τον Φωκά να εξιστορήσει τα γεγονότα αποσιωπώντας όfJ.ως δύο πράγfJ.ατα , το τέχνασfJ.ά του και το ότι υπήρχαν ακό
fJ.a επιζώντες από την τριήρη. Έπειτα πήγε fJ.ε όψη fJ.ελαγχολική και bρήκε την Καλλιρρόη , συγκεντρώνο ντας ταυτόχρονα και τους κατοίκους του αγροκτήfJ.α τος , οι οποίοι είχαν ήδη πιστέψει την ιστορία του Φω κά . Ήθελε έτσι η Καλλιρρόη, fJ.αθαίνοντας τα σψ
bάντα , να χάσει πλέον εντελώς κάθε ελπίδα για τον ΧαιΡέα . Έτσι fJ.αζεύτηκαν όλοι και της διηγήθηκαν
ό,τι γνώριζαν , δηλαδή ότι «κάποιοι bιXpbaPOt ληστές έκαναν επιδρψή τη νύχτα και έκαψαν fJ.ta ελληνική
τριήρη που είχε αγκυΡΟbολήσει στην ακτή την προη
γούfJ.ενη fJ.έΡα. Το πρωί είδαfJ.ε τη θάλασσα γεfJ.άτη αίματα, και νεκρούς να ξεbράζονται από τα κύfJ.ατα» .
185
ΧΑΡ ΙΤΩΝ
μένους ."
3 ιΧκούσασα ή γυνή τήν έσθητα περιερρή
ξατο, κόπτουσα δέ τους όφθαλμους καί τας παρειας
ιΧνέδραμεν είς τον . οΤκον,
σπου το πρωτον είσΎjλθε
πραθείσα .
Διονύσιος δέ έξουσίαν [δωκε τφ πάθει, φο60ύμενος μή γένηται φορτικός, αν ιΧκαίρως παρ-n. πάντας οδν έκέλευσεν ιΧπαλλαyΎjναι, μόνψ δέ προσεδρεύειν Πλαγ γόνα, μή τι !Χρα δεινον αύτήν έργάσηται .
4 Καλλιρρόη
δέ ήρεμ.ίας λα6ομένη, χαμαί καθεσθείσα καί κόνιv της κεφαλης καταχέασα, τας κόμας σπαράξασα τοιούτων
ηρξατο 60ών "έγω μέν προαποθανείν Ύj συναποθανείν ηύξάμψ σοι, ΧαιΡέα ' πάντως δέ μοι καν έπαποθανείν ιΧναγκαίΟΥ" τίς γαρ ετι λείπεται έλπίς έν τ(!j ζην με κατέχουσα;
5 δυστυχοϋσα μέχρι νϋν έλογιζόμψ Όψο
μαί ποτε ΧαιΡέαν καί διηγήσομαι αύτ(!j πόσα πέπονθα δι ' έκείνοψ ταϋτά με ποιήσει τψιωτέραν αύτ(!j . πόσης
έμπλησθήσεται χαράς, σταν ίδ!} τον υίόν.' ιΧνόνητά μοι πάντα γέγονε, καί το τέκνον ηδη περισσόν ' προσ ετέθη γάρ μου τοίς κακοίς όρφανός .
6 !Χδικε 'Αφροδί
τη, συ μόνη ΧαιΡέαν εΤδες, έμοί δέ ούκ [δειξας αύτον έλθόντα ' λr;στών χερσί παρέδωκας το σώμα το καλόψ
ούκ ήλέησας τον πλεύσαντα δια σέ. τοιαύτ!} θε(!j τίς αν προσεύχοι το, ητις τον ίδιον ι'χέτψ ιΧπέκτεινας; 7
ούκ έ6οήθησας έν νυκτί φo6εp~ φονευόμενον ίδοϋσα πλησίον σου μειράκιον καλόν, έρωτικόψ ιΧφει'λω μου
τον ήλικιώτην, τον πολίτην, τον έραστήν, τον έρώμενον,
]86
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΛΛΛΙΡΡΟΗΝ Γ'
Μόλις το άκουσε η Καλλιρρόη, ξέσκισε τα ρούχα της και χτυπώντας τα μάτια και τα μάγουλά της έτρεξε
στο δωμάτιο όπου είχε μείνει τις πρώτες μέρες μετά την αγορά της ως δούλα .
Ο Διονύσιος την άφησε να εκφράσει ελεύθερα τον πόνο της , επειδή φο6όταν να μη φανεί πιεστικός , αν εμφανιζόταν σε ακατάλληλη στιγμή. Πρόσταξε λοιπόν
να φύγουν όλοι και μόνο η Πλαγγών να μείνει κοντά της, για να μην κάνει κανένα κακό στον εαυτό της.
Όταν ηρέμησε η Καλλιρρόη, κάθισε χάμω και ρίχνο ντας στο κεφάλι της χώμα μαδούσε τα μαλλιά της και έλεγε μέσα στις κραυγές της : «Εγώ, Χαιρέα ευ χόμουν ή να πεθάνουμε μαζί ή να πεθάνω πριν από
σένα. Να όμως που πρέπει να πεθάνω τώρα, μετά από σένα. Γιατί ποια ελπίδα μού έχει απομείνει για να με κρατήσει στη ζωή; Μέχρι τώρα μέσα στις συμφο ρές μου σκεφτόμουν: "Θα δω κάποτε τον Χαιρέα και
θα του εξιστορήσω πόσα τρά6ηξα για κείνον . Με όλα αυτά θα κερδίσω πιο πολύ την εκτίμησή του. Πώς θα πετάξει από τη χαρά του μόλις δει το γιο του!" Όμως
όλα είναι πια ανώφελα για μένα, και το παιδί ένα
άχρηστο 6άρος. Τα κακά της μοίρας μου συμπληρώ θηκαν και μ' ένα ορφανό . Μόνο εσύ, άδικη Αφροδίτη , είδες τον Χαιρέα, και δεν φανέρωσες σε μένα τον
ερχομό του. Άφησες το όμορφο κορμί του έρμαιο στα χέρια των ληστών και δεν έδειξες κανέναν οίκτο σ'
έναν άνθρωπο που εξαιτίας σου 6γήκε στη θάλασσα . Ποιος να προσευχηθεί σε μια τέτοια θεά, αφού σκοτώ νεις τους ίδιους σου τους ικέτες; Δεν πρόσφερες τη
60ήθειά σου, παρ' όλο που είδες να δολοφονείται κοντά σου μια ζοφερή νύχτα ένας νέος όμορφος, αξιέραστος.
Μου στέρησες το σύντροφό μου, το συμπολίτη μου,
187
ΧΑΡΙΤΩΝ
τον νυμφίον.
8 άπόδος
αύτοϋ μοι καν τον νεκρόν . τί
θημι ΟΤΙ έγεννήθημεν ήμείς άτυχέστατοι πάντωψ τί
δε και ή τριήρης ήδίκησεν, και 6άρ6αροι κατέκαυσαν αύτή ν, -ης ούκ έκράτησαν ούδε Άθηναίοι; νϋν ήμων άμφοτέρων οί γονείς τfj θαλάσσ-η παρακάθηνται, τον
ήμέτερον κατάπλουν περιμένοντες, και ητις αν ναϋς πόρρωθεν όφθfj, λέγουσι
'Χαιρέας ΚαΜιΡρόην αγων
έρχεται.' την κοίτην ήμίν εύτΡεπι'ζουσι την νυμφικήν,
κοσμείται δε θάλαμος οΓς ίδιος ούδε τάφος ύπάρχει . θάλασσα μιαρά, σύ και ΧαιΡέαν είς Μ(λητον ήγαγες φoνευθΎjναι και έμε πpαθΎjναι . "
188
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Γ'
αυτόν που αγαπούσα και μ, ' αγαπούσε, το σύζυγό μ,ου . Τουλάχιστον δώσε σε μ,ένα πίσω το νεκρό κορμ,ί του . Κι ας πούμ,ε ότι εμ,είς ήμασταν οι πιο άτυχοι άνθρω ποι του κόσμ,ου . Η τριήρης όμ,ως σε τι έφταιξε για να
την αποτεφρώσουν οι bιXpbaPOt, ενώ δεν είχαν καταφέρει
να
τη
,
νικησουν
,
ουτε
οι
Αθη ναιοι ' ;
Τ' ωρα και των
δυο μ,ας οι γονείς κάθονται δίπλα στη θάλασσα περι
μ,ένοντας το γυρισμ,ό μ,ας, και όποτε bλέπουν από μ,α κριά κανένα xapιXbt λένε: "Είναι ο Χαιρέας που έρχε ται και φέρνει μ,αζί του και την Καλλιρρόη". Τακτο ποιούν το νυφικό μ,ας κρεbάτι, στολίζουν το δωμάτιό μας, ενώ εμ,είς δεν έχουμ,ε ούτε δικό μ,ας μ,νήμ,α. Άτιμ,η
θάλασσα, εσύ έφερες τον ΧαιΡέα στη Μίλητο για να σκοτωθεί κι εμ,ένα για να πουληθώ».
189
ΒΙΒΛΙΟΝ Δ' Ι. 1 Ταύτην μεν οδν την νύκτα Καλλιρρόη διηγεν έν θρήνοις, ΧαιΡέαν έτι ζωντα πενθοϋσα ' μικρον δε κα
ταδραθεισα οναρ έώρα λr;στήΡιον 6αρ6άρων πϋρ έπι φέροντας, έμπιπpαμένr;ν δε τριήρη, ΧαιΡέ(J. δε 6οη θοϋσαν έαυτήν .
2 ό δε Διονύσιος έλυπειτο μεν όρων
τpυχoμένr;ν την γυναικα, μη άρα τι και τοϋ κάλλους αύτη παραπόληται, είς δε τον ίδιον έρωτα λυσιτελειν
ύπελάμ6ανε τον πρότερον άνδρα 6ε6αίως αύτην άπο Υνωναι . 3 θέλων οδν ένδει'ξασθαι στορΥην και μεγαλο ψυχίαν έφη προς αύτην "άνάστηθι, κατασκεύασον τij) ταλαιπώριμ .
dJ
γύναι, και τάφον
τί τα μεν άδύνατα
σπεύδεις, άμελεις δε των άναγκαίων; νόμιζε έφεστψ κότα σοι λέγειν αύτον
'θάπτε με, σττι τάχιστα πύλας Άιδαο περήσω.
Κα! γαρ εί μη το σωμα εϋρηται τοϋ δυστυχοϋς, άλλα
190
ΒΙΒΛΙΟ Δ/
Ι. Όλη αυτή τη νύχτα λοιπόν η Καλλιρρόη την πέρασε θρηνώντας και μοιρολογώντας τον Χαιρέα που
ήταν ακόμη ζωντανός . Μόνο για μια στιγμή την πήρε
ο ύπνος και είδε στο όνειρό της μια συμμορία 6αρ6ά ρων ληστών να 6άζει φωτιά, μια τριήρη να καίγεται και τον εαυτό της να 60ηθάει τον Χαιρέα. Ο Διονύσιος ,
από την άλλη, στενοχωριόταν να 6λέπει τη γυναίκα του να φθείρεται έτσι και φο6όταν μην καταστραφεί άδικα μέρος από την ομορφιά της μέσα στη θλίψη
της . Θεωρούσε ωστόσο μεγάλο κέρδος το να σ6ήσουν εντελώς οι ελπίδες της για τον προηγούμενο άνδρα της . Επιθυμώντας να φανεί στοργικός και μεγαλόψυ
χος, της είπε: «Σήκω πια, γυναίκα, και ετοίμασε ένα
κενοτάφιο για τον άμοιρο. Ποιο το όφελος να κυνηγάς τα αδύνατα και να παραμελείς τα απαραίτητα; Φα
ντάσου ότι έχει έρθει κοντά σου και σου λέει: Να μ.ε θάψεις το συΥτομ.ότερο, Υια να περάσω τις πύλες του Άδη' .
Γιατί, παρ' όλο που δεν έχει 6ρεθεί το σώμα του ]91
Χ Α Ρ ΙΤΩ Ν
νόμος οι5τος άρχαιΌς Έλλήνων, ωστε χα, τούς νεις τάφοις χοσμεΙν."
4
, αφα-
'Έπεισε ταχέως, το γαρ προς
ήδονήν εΤχεν ή συμbΟυλία . φροντίδος οδν έμπεσούσης έλώψησεν ή λύπη, χα! διαναστασα της Χλίνης χατε
σχόπει χωρίον, έν
ifj ποιήσει τον τάφον. Ύ;ρεσε δέ αύτi7
πλησίον του νεώ της Άφροδίτης , ωστε χα! τούς αύτόθι εχειν ερωτος ύπόμνημα.
5 Διονύσιος δέ έφθόνησε Χαι
pέ~ της γειτνιάσεως χα! τον τόπον τουτον έφύλαττεν
έαυτ(!j. θέλων οδν αμCΧ χα! τρΙbήν έyyεvέσθαι τi7 φροντίδι "bαδι'ζωμεv,
iJJ
γύναι" φησίν, "είς αστυ, χάχει προ της
πόλεως ύψηλον χα! άρίδηλον χατασχευάσωμεν τάφον,
ως χεν τηλεφανής έχ ποντόφιν άνδράσιν ε/η .
Καλο! δέ Μιλησίων είσ! λιμένες, είς ους χαθορμι'ζονται χα! Συραχόσιοι πολλάχις . ουχουν ούδέ παρα τοις
πολίταις άΧλεα τήν φιλοτιμίαν εςεις . "
6
Ό λόγος Ύ;ρεσε
Καλλιρρόη, χα! τότε μέν έπέσχε τήν σπουδήΥ" έπειδή δέ ηxεv είς την πόλιν, έπί τινος ύψηλης ήϊόνος οίχοδομειν Ύ;ρςατο τάφον, πάντα σμοιον τ(!j ίδίφ τ(!j έν Συραχού σαις, το σχημα, το μέγεθος, την πολυτέλειαν, χα!
015-
τος δή ώς έχεινος ζώντος. έπε! δέ άφθόνοις άναλώ-
192
ΤΑ Π ΕΡ Ι ΧΑ ΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗ Ν Δ '
δύστυχου , είναι νόμΟζ από παλιά στουζ Έλληνεζ να τιμούν με μνήματα και όσουζ τα σώματά τουζ έχουν
χαθεί 2 » . Γρήγορα κατάφερε να την πείσει , αφού άλ λωστε και η προτροπή του είχε εξαρχήζ σκοπό να την ευχαριστήσει . Καθώζ λοιπόν μπήκε στο μυαλό τηζ αυτή η καινούρια έγνοια, ένιωσε να καταπραυνεται η
λύπη τηζ και σηκώθηκε από το κρε6άτι για να 6ρει ποιο ήταν το κατάλληλο μέΡΟζ για να φτιάξει τον τάφο. Αρχικά σκέφτηκε να τον κάνει κοντά στο ναό τηζ Αφροδίτηζ , για να υπάρχει και μετά από αυτούζ
ένα ενθύμιο του έρωτά τουζ. Ο ΔιονύσΙΟζ όμωζ ζήλεψε
που ο Χαιρέαζ θα 6ρισκόταν κοντά στο ιερό και ·~θελε να κρατήσει το μέΡΟζ για τον εαυτό του . Ταυτόχρονα,
επιδίωκε να διατηρήσει το ενδιαφέρον τηζ γυναίκαζ του , γι' αυτό τηζ είπε : «Πάμε καλύτερα στην πόλη,
γυναίκα, κι εκεί να χτίσουμε μπροστά-μπροστά έναν τάφο ψηλό και περίοπτο
Ύια να τον 6λέπουν από μ.ακριά οι άνθρωποι που τα ξιδεύουν στη θάλασσα ~.
Τα λιμάνια τηζ Μιλήτου είναι πολύ φιλόξενα και συχνά τα επισκέπτονται και Συρακούσιοι. Έτσι θα σε επαι νέσουν και οι συμπολίτεζ σου για την προσφορά των
νεκρικών τιμών». Η Καλλιρρόη συμφώνησε μαζί του
και συγκράτησε για λίγο τη 6ιασύνη τηζ. Όταν όμωζ έφτασε στην πόλη , πάνω σε μια υπερυψωμένη ακτή άρχισε την κατασκευή του τάφου , που ήταν πανομοι ότυΠΟζ με τον δικό τηζ σΤΙζ Συρακούσεζ και στο σχή
μα και στο μέγεθΟζ και στην πολυτέλεια, συγχΡόνωζ δε , όπωζ ο δικόζ τηζ, προοριζόταν για κάποιον ζωντα
νό . Το έργο γρήγορα ολοκληρώθηκε, γιατί δεν φείδο-
193 13 -
Χαρίτων Τά περι ΧαιΡέαν "αι Kαλλ ιppόηv
ΧΑΡ ΙΤΩ Ν
μασι και πoλυxε,p{~ ταχέως το εΡΎΟΥ ήνύσθη, τότε ήδη κα! την έκκομιδην έμψήσατο την έπ' αύτφ .
7 ΠροηΥΥέλλετο μεν Υαρ ήμέρα ρητή, συνηλθε δε είς έκείνψ ού μόνον το Μιλησίων πληθος άλλα κα! της 'Ιωνίας σχεδον Ολης. παρησαν δε κα! δύο σατρά παι κατα καιΡον έπιδημουντες, Μιθριδάτης ό έν Κα
ρ(α κα! Φαρνάκης δε ό Λυδίας.
8ή
μεν οl5ν πρόφασις
ην τψησαι Διονύσιον, ή δε άλήθεια ΚαλλιΡρόψ ίδείΎ . ην δη κα! κλέος μέΥα της Υυναικος έπ! της 'Ασίας πάσης καί άνέbαινεν ήδη μέχρι του μεΥάλου bασιλέως ονομα Καλλιρρόης, οΤον ούδε 'Αριάδνης ούδε Λήδας. τότε δε καί της δόξης ευρέθη κρείττων ' προηλθε Υαρ μελανείμων,
λελυμένη τας τρίχας άστράπτουσα δε
τφ προσώπψ καί παραΥυμνουσα τούς bραχίΟνας υπερ την Λευκώλενον καί Καλλίσφυρον έφαίνετο τας 'Ομή
ρου .
9 ούδείς μεν οδν ούδε των άλλων την μαρμαρυΥην
υπήνεΥκε του κάλλους, άλλ' οι' μεν άπεστράφησαν, ώς άκτίνος ήλιακης έμπεσούσης, <οι' δε> καί προσε
κύνησαν .
έπαθόν τι καί παίδες.
Μιθριδάτης δέ,
ό
Καρίας υπαρχος, άχανης κατέπεσεν, ωσπερ τις έξ ά
προσδοκήτου σφενδόνΤ} bληθείς, καί μόλις αύτον ΟΙ θεραπευτηρες υΠΟbαστάζΟντες έφεΡον.
] Ο έπόμπευε δ'
είδωλον ΧαιΡέου προς την έν τφ δακτυλίψ σφραΥίδα
δεατυπωθέν- καλλίστψ δε οl5σαν την είκόνα προσέ bλεψεν ούδείς Καλλιρρόης παρούσης, άλλ' έκείνη μόνη τούς άπάντων έδημαΥώΥησεν όφθαλμούς .
194
]1
πώς αν
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Δ'
νταν εξόδων και υπήρχαν πολλά εργατικά χέρια. Ύ στερα έκανε γι' αυτόν fJ-ta πιστή αναπαράσταση και του ενταφιασfJ-ού της.
Πρώτα προεξαγγέλθηκε fJ-ta συγκεΚΡΙfJ-ένη fJ-έρα , κατά την οποία συγκεντρώθηκε κόσfJ-ος , όχι fJ-όνο από τη Μίλητο , αλλά και από ολόκληρη σχεδόν την Ιωνία .
Παραbρέθηκαν και δύο σατράπες, που fJ-ε την ευκαιρία αυτή ήρθαν στην πόλη , ο Μιθριδάτης της Καρίας και ο Φαρνάκης της Λυδίας . Είχαν έρθει για να ΤΙfJ-ήσουν τον Διονύσιο, στην πραγfJ-ατικότητα όfJ-ως ήθελαν να δουν από κοντά την Καλλιρρόη . Ήταν στ' αλήθεια
fJ-εγάλη η φήfJ-η της Καλλιρρόης σε όλη την Ασία και
το όνOfJ-ά της είχε φτάσει fJ-έχρι το Μεγάλο Βασιλιά, σε fJ-εγαλύτερο bαθfJ-ό ακόfJ-α και από της Αριάδνης και της Λήδας . Σ' αυτή την περίσταση όfJ-ως ξεπέρασε τη
φήfJ-η της , γιατί παρουσιάστηκε ντψένη στα fJ-CXύρα, fJ-ε λυτά fJ-αλλιά. Το πρόσωπό της ήταν εκτυφλωτικό και καθώς ξεσκεπάζονταν τα fJ-πράτσα της, έfJ-οιαζε ωραιότερη και από τη Λευκοχέρα και την Καλλίσφυρο
του ΟfJ-ήρου . Κανείς δεν fJ-πόρεσε ν' αντέξει την αστρα φτερή ΟfJ-ορφιά της , γι' αυτό έστρεψαν το πρόσωπό τους σαν να τους είχε χτυπήσει ο ήλιος , και έπεσαν
να προσκυνήσουν. ΑκόfJ-η και τα παιδιά ξαφνιάστηκαν. Ο Μιθριδάτης, ο ηγψόνας της Καρίας, έπεσε κάτω
fJ-ε ανοιχτό το στόfJ-α, σαν να δέχτηκε αναπάντεχο χτύπηfJ-α από σφεντόνα , και οι συνοδοί του fJ-ε δυσκο λία τον fJ-ετέφεΡαν στηρίζοντάς τον πάνω τους. Μέσα
στην ακολουθία υπήρχε κι ένα OfJ-OiwfJ-CX του ΧαιΡέα, το οποίο είχε αντιγραφεί από τη σφραγίδα του δαχτυ λιδιού της Καλλιρρόης αλλά , παρ' όλο που ήταν fJ-ta υπέροχη εικόνα, κανείς δεν είχε fJ-άτια γι' αυτό. Όσο η
Καλλιρρόη ήταν παρούσα, fJ-ονοπωλούσε όλα τα bλέfJ--
195
ΧΑΡ ΙΤΩ Ν
τις διηγήσ-ηται κατ ' άξίαν τα τελευταία της πομπης ;
έπει γαρ έγένοντο τοϋ τάφου πλησίον, οί μεν κομι'ζοντες
την κλίνην εθηκαν, άνα6άσα δε έπ ' αύτη ν ή Καλλφ ρόη Χαφέ(Χ περιεχύθη και καταφιλοϋσα την είκόνα "συ μεν εθαψας έμε πρώτος έν Συρακούσαις , έγω δε έν Μιλήτφ πάλιν σέ. 12 μη γαρ μεγάλα μόνον, άλλα
και παράδοξα δυστυχοϋμεν- άλλήλους έθάΨαμεν. ούκ εχει δ' ήμών ούδέτερος ούδε τον νεκρόν. Τύχη 6άσκα νε, και άποθανοϋσιν ήμίν έφθόνησας κοινην γην έπι θέσθαι και φυγάδας ήμών έποίησας κα! τους νεκρούς . " θρήνον έξέρρηξε το πλήθος και πάντες ούχ οτε τέθνηκε Χαφέαν ήΜουν, άλλ' οτι τοιαύτης γυναικος άφήρητο.
11. 1 Καλλφρόη μεν οδν έν Μιλήτφ Χαφέαν εθα πτε, Χαφέας δε έν Καρί(Χ δεδεμένος είργάζετο. σκά πτων δε το σώμα ταχέως έξετΡυχώθη · πολλα γαρ
αύτον έ6άρει, κόπος, άμέλεια, τα δεσμά, και τούτων
μάλλον ό ερως. άποθανείν δε 60υλόμενον αύτον ούκ ε/α λεπτή τις έλπίς, οτι τάχα ποτε Καλλφρόην όψε
ται . 2 Πολύχαρμος οδν, ό συναλους αύτψ φιλος, 6λέ πων Χαφέαν έργάζεσθαι μη δυνάμενον, άλλα πληγας λαμ6άνοντα και προπηλακιζόμενον αίσχρώς, λέγει προς τον έργοστόλον
"χωρίον ήμίν άπομέρισον έξαίρετον,
ινα μη την τών άλλων δεσμωτών ρ(Χθυμίαν ήμίν κα ταλογι'ζn ' το δε /διον μέτρον αύτοι άποδώσομεν προς ήμέραν. " πείθεται κα! δίδωσιν.
196
3 ό δε Πολύχαρμος,
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑ ΙΡ ΕΑΝ ΚΑ Ι ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Δ'
μ.ατα . Πώς μ.πορεί να όιηγηθεί κανείς επάξια τι έγινε προς το τέλος της τελετής ; Μόλις πλησίασαν στον
τάφο, εκείνοι που μ.ετέφεραν το φέρετρο το τοποθέτη
σαν στον τάφο και η Καλλιρρόη ανέbηκε πάνω του αγκαλιάζοντας και γεμ.ίζοντας φιλιά την εικόνα του Χαιρέα. «Εσύ πρώτα μ.ε έθαψες στις Συρακούσες κι
εγώ τώρα θάbω εσένα στη Μίλητο . Δεν είναι μ.όνο μ.εγάλες αλλά και αλλόκοτες οι συμ.φορές μ.ας: θάψα μ.ε ο ένας τον άλλο! Αλλά κανείς από τους όυο μ.ας
όεν έχει ούτε το νεκρό κορμ.ί του άλλου . Μοίρα φθονε ρή , ακόμ.α και νεκρούς όεν μ.ας άφησες από τη ζήλια σου να αναπαυτούμ.ε στο ίόιο χώμ.α και έκλεψες ακό μ.α και τις σορούς μ.ας». Τ ο πλήθος ξέσπασε σε θρή νους και όλοι λυπούνταν, όχι επειόή πέθανε ο Χαιρέας ,
αλλά επειόή στερήθηκε μ.ια τέτοια γυναίκα. π. Ενώ λοιπόν η Καλλιρρόη έκανε την κηόεία του Χαιρέα στη Μίλητο , ο Χαιρέας όούλευε αλυσοόεμ.ένος
στην Καρία . Το σώμ.α του μ.έσα σε σύντομ.ο χρονικό
όιάστημ.α είχε σκεbρώσει από το σκάψιμ.ο. Άλλωστε υπήρχαν πολλά που τον bclpaLvav, η κούραση , η εγκα
τάλειψη του εαυτού του, η σκλαbιά και πάνω από όλα ο έρωτας . Αν και πραγμ.ατικά επιθυμ.ούσε να πεθάνει, τον κρατούσε μ.ια αμ.υόρή ελπίόα ότι ίσως κάποτε
ξανάbλεπε την Καλλιρρόη . Ο Πολύχαρμ.ος, ο φίλος του που είχαν συλληφθεί μ.αζί , επειόή έbλεπε ότι ο Χαιρέας όεν είχε όυνάμ.εις να εργαστεί και όλο όεχό
ταν χτυπήμ.ατα και φρικτές προσbολές , λέει στον ει
πιστατη :
«
Α
ι
πομ.ονωσε
για
μ.ας
ι
ενα
t
ι
ι;,εχωριστο
κομ.-
μ.άτι γης , ώστε να μ.ην πληρώνουμ.ε εμ.είς την τεμ.πελιά
των άλλων εργατών και κάθε μ.έρα θα σου παρέχουμ.ε την εργασία που μ.ας αναλογεί». Ο επιστάτης πείστη
κε και τους το παραχώρησε . Έτσι ο Πολύχαρμ.ος ,
197
ΧΑΡ ΙΤΩ Ν
οΤα . δη νεανίας άνδριχος την φύσιν χαί μη δουλεύων "Έρωτι, χαλεπψ τυράννιμ, τάς δύο μοίρας αύτος σχε δον είργάζετο μόνος , πλεονεχτων έν τοίς πόνοις ήδέως,
υ
ινα
"
πεpισωσn
:'""Jι
τον φΙΛον .
4
Τ7
'
Λαι
r
,
'τ
ουτοι μεν
ησαν εν
τοιαύταις συμφοραίς , όψε μεταμανθάνοντες την έλευ
θερίαν- ό δε Μιθριδάτης ό σατράπης έπανηλθεν είς Καρίαν ού τοιοϋτος, οΤος είς Μι'λητον έξηλθεν, άλλ ' ώχΡός τε χαί λεπτός, οΤα δη τραϋμα έχων έν τn ψυ
xn
θερμόν τε χαί δριμύ .
5 τηχόμενος
δε ύπο τοϋ Καλ
λιppόης έρωτος πάντως αν έτελεύτησεν, εί μη τοιασδέ ΤιΥος έτυχε παραμυθίας των έργατων τινες των αμα Xαιpέ~ δεδεμένων
(έξχαίδεχα δε ησαν τον άριθμον έν οίχίσχιμ σχοτεινψ χαθειΡγμένοι) νύχτωρ διαχόψαντες τά δεσμά τον έ πιστά την άπέσφαξαν, εΤτα δρασμψ έπεχείρουν .
6 άλλ '
ού διέφυγον, ο, γάρ χύνες ύλάσσοντες έμήνυσαν αύτούς . φωραθέντες οδν έχείνης της νυχ τος έδέθησαν έπιμε λέστερον έν ξύλιμ πάντες , μεθ ' ήμέραν δε ό οίχονόμος
έμήνυσε τψ δεσπότη το συμ6άν, χάχείνος ούδέ ίδων αύτούς ούδε άπολογουμένων άχούσας εύθύς έχέλευσε
τούς έξχαίδεχα τούς
όμοσχήνους άνασταυρωσαι.
7
προήχθησαν οδν πόδας τε χαί τραχήλους συνδεδεμέ νοι, χαί εχαστος αύτων τον σταυρον έφερε ' τn γάρ άναyxαί~ τιμωpί~ χαί την έξωθεν φαντασίαν σχυθρω
πην προσέθεσαν ο, χολάζοντες είς φό60υ παράδειγμα τοίς όμοίοις . Χαιρέας μεν οδν συναπαγόμενος έσίγα,
198
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑ ΙΡ ΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Δ'
που ήταν από τη φύση του γεροδεμ.ένος και δεν είχε υποδουλωθεί στον πιο αμ.είλικτο τύραννο, τον Έρωτα, δούλευε σχεδόν ολομ.όναχος και τα
060
μ.ερίδια , κατα
bάλλοντας πρόθυμ.α περίσσιες προσπάθειες , για να γλιτώσει το φίλο του. Σε τέτοιες συμ.φορές bρίσκονταν τούτοι οι δυο, αφού έπρεπε τόσο αργά να ξεσυνηθίσουν την ελευθερία . Ο σατράπης τώρα ο Μιθριδάτης επι στρέφοντας στην Καρία δεν ήταν πια ο ίδιος άνθρω πος που είχε φύγει για τη Μίλητο. Ήταν χλωμ.ός και αδυνατισμ.ένος, όπως οι άνθρωποι που έχουν δεχτεί
στην ψυχή τους πλήγμ.α καυτό και οξύ . Τον έλιωνε λοιπόν ο έρωτας για την Καλλιρρόη και θα είχε bρει σίγουρο θάνατο, αν η τύχη δεν του έστελνε την παρη γοριά που θα σας διηγηθώ.
Κάποιοι από τους εργάτες που ήταν δεμ.ένοι μ.αζί
μ.ε τον Χαιρέα (συνολικά δεκαέξι τον αριθμ.ό, κλει σμ.ένοι σε μ.ια σκοτεινή αποθήκη) έσπασαν μ.ια νύχτα τα δεσμ.ά τους , σκότωσαν τον επιστάτη και στη συ νέχεια επιχείρησαν να δραπετεύσουν . Δεν κατάφεραν όμ.ως να ξεφύγουν , γιατί τους πρόδωσαν τα σκυλιά που
φυ
' λουσαν
το
,
χωρο .
Α' φου τους
,
επιασαν
'λ ους
ο
ε-
κείνη τη νύχτα , τους έδεσαν προσεκτικά σε στύλους και το πρωί ο οικονόμ.ος ενημ.έρωσε το αφεντικό για τα καθέκαστα. Εκείνος χωρίς καν να τους δει ή ν'
ακούσει την απολογία τους, αμ.έσως πρόσταξε και οι δεκάξι που μ.οιράζονταν την ίδια στέγη να σταυρω
θούν . Προχωρούσαν λοιπόν δεμ.ένοι ο ένας μ.ε τον άλλο από τα πόδια και το λαιμ.ό και ο καθένας τους XOubaλούσε το σταυρό του . Γιατί, εκτός από την εκτέλεση της αναγκαίας ποινής, οι δήμ.ιοι θέλησαν να δημ.ιουρ Υήσουν ένα τρομ.ακτικό σκηνικό, σαν παραδειγμ.ατισμ.ό
για όσους σχεδίαζαν τις ίδιες πράξεις. Ο Χαιρέας bάo-
199
ΧΑΡ ΙΤΩ Ν
Πολύχαρμος δέ τόν σταυρόν 6αστάζων "διά σέ" ψη σίν, "dj Καλλιρρόη, ταυτα πάσχομεν. σύ πάΥτων ήμίν των κακων αίτία ."
8 τουτον
δη τόν λόΥον ό οίκονόμος
άκούσας έδοξεν ε{ναί τινα Υυναίκα την συνειδυίαν τοίς τετολμημέΥοις. σπως οδν κάκείνη κoλασffίj και
ζήτησις Υένηται της έπι60υλης, ταχέως τόν Πολύ χαρμον άπορρήξας της κοινης άλύσεως πρός Μιθριδά την ήΥαΥεν. ό δ' έν παραδείσψ ΤΙΥΙ κατέκειτο μόΥος
άλύων και KαλλιppόΗV άναπλάττων έαυτi;J τoιαύτΗV, όποίαν ε{δε πενθουσαν · σλος δέ ων έπι της έΥΥοίας έκείνης και τόν oίκέτΗV άηδως έθεάσατο . 9 "τί Υάρ μοι" φησι "παρεΥοχλείς ;" "άναΥκαίον" ε{πεν, "dj δέσ ποτα · την Υάρ πηΥΎ;ν άνεύρηκα του μεΥάλου τολμή ματος , και ουτος ό κατάρατος άνθρωπος έπίσταται Υυναίκα μιαράν συμπράξασαν
-ri;J
φόνψ." άκούσας οδν
ό Μιθριδάτης συνήΥαΥε τάς όφρϋς και δεινόν 6λέπων "λέΥε" φησι "την συνειδυίαν και κοινωνόν ύμίν των
άδικημάτων. "
1Ο ό δέ Πολύχαρμος έξαΡΥος ην είδέναι,
μηδέ Υάρ σλως της πράξεως κεκοινωνηκέναι. μάστι Υες ήτουντο και πυρ έπεφέρετο και 6ασαΥιστηρίων ην παρασκευή, καί τις ήδη του σώματος άπτόμεΥος αύ του "λέΥε" φησι
"τούνομ.α της γυναικός, ην αίτίαν
ώμολόΥησας ε{ναί σοι των κακων ." "KαλλιppόΗV" ε{πεν ό Πολύχαρμος.
11
"Επληξε τούΥομα MιθpιδάτΗV, και άτυχη τινα
έδοξεν όμωνυμίαν των Υυναικων. ούκέτ' οδν προθύμως
200
ΤΑ Π ΕΡ Ι ΧΑ ΙΡ ΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΙ-ΙΝ Δ'
διζε σιωπηλός μ.αζί μ.ε τους άλλους , ο Πολύχαρμ.ος όμ.ως , φορτωμ.ένος μ.ε το σταυρό του, έλεγε : «Εξαιτίας
σου , Καλλιρρόη, τα τραbάμ.ε όλα αυτά . Εσύ είσαι υπεύθυνη για όλες μ.ας τις συμ.φορές» . Όταν άκουσε
αυτή την κουbέντα ο οικονόμ.ος , νόμ.ισε ότι υπήρχε κάποια γυναίκα που συμ.μ.ετείχε στην τολμ.ηρή από πειρα . Με σκοπό λοιπόν να την τιμ.ωρήσει και να απο
καλύψει τη συνωμ.οσία, τράbηξε τον Πολύχαρμ.ο από την κοινή αλυσίδα και τον οδήγησε στον Μιθριδάτη .
Εκείνος bρισκόταν ξαπλωμ.ένος σε έναν κήπο, μ.όνος
,
και
αναστατωμ.ενος,
προσπα θ' ωντας
να
ξ' αναφερει
στο
μ.υαλό του την εικόνα της Καλλιρρόης, όπως την είχε
δει μ.έσα στο πένθος της. Απορροφημ.ένος από τις σκέ ψεις του δυσαρεστήθηκε μ.ε την παρουσία του υπη ρέτη . «Γιατί μ.ε ενοχλείς ; » , του είπε . «Είναι ανάγκη , αφέντη», του απάντησε εκείνος.
«Βρήκα τις
ρίζες
της θρασύτατης ενέργειας : αυτός εδώ ο καταραμ.ένος
γνωρίζει μ.ια άτιμ.η γυναίκα που bοήθησε στο έγκλη μ.α» . Μόλις το άκουσε ο Μιθριδάτης , ζάρωσε τα φρύ
δια του και ρίχνοντας μ.ια τρομ.ακτική μ.ατιά τού είπε : «Λέγε ποια είναι αυτή που γνώριζε και συμ.μ.ετείχε
μ.αζί σας στην άνομ.η πράξη». Ο Πολύχαρμ.ος όμ.ως αρνιόταν ότι ήξερε, καθώς και ότι είχε οποιαδήποτε
ανάμ.ειξη στην επιχείρηση . Δόθηκε τότε διαταγή να έρθουν μ.αστίγια , να ανάψουν φωτιές και γενικά να
προετοιμ.άσουν bασανιστήρια , όταν κάποιος που ήδη
,
ειχε
ξ' εκινησει
το
,
μ.αρτυριο ,
του
'Π ες ειπε:
«
το
'
ονομ.α
της γυναίκας που αποκάλυψες ότι είναι η αιτία των συμ.φορών σου» . «Καλλιρρόη» , απάντησε ο Πολύχαρ μ.ος .
Το όνομ.α χτύπησε τον Διονύσιο σαν κεραυνός και
σκέφτηκε ότι πρόκειται μ.άλλον για μ.ια ατυχή συνω-
20]
ΧΑΡ ΙΤΩ Ν
ήθελεΥ έξελέΥχεΙΥ, δεδοικώς μη καταστr; ποτε είς ά YάyκΎjY ύ6ρ{σαι το ηδισΤΟΥ όΥομα ' τωΥ δέ φιΛωΥ καΙ τωΥ οίκετωΥ είς έpΕUyαy άκρι6εστέραΥ παρακαλούΥ τωΥ "ήκέτω" φησ! "Καλλιρρόη ." 12 παίΟΥτες οδΥ ΤΟΥ
ΠολύχαρμΟΥ ήρώτωΥ τίς έστι καΙ πόθεΥ αΥουσΙΥ αύ τήΥ . ό δέ αθλιος έΥ άμηχαyί~ ΥεΥόμεΥος καταψεύσα
σθαι μέΥ ούδεμιας ήθελε ' "τί δέ μάτηΥ" ε{πε "θορυ6εϊ σθε ζr;τOϋyτες τηΥ ού παροϋσαΥ; Καλλιρρόης έΥώ Συ ρακοσίας έμyημόYΕUσα, στρατηΥοϋ."
θυΥατρος
Έρμοκράτους τοϋ
13 ταϋτα άκούσας ό Μιθριδάτης έρυθή
ματος έΥεπλήσθη καΙ ί'δρου τά έΥδΟΥ, καί που καΙ δάκρυΟΥ αύτοϋ μη θέλΟΥτος προέπεσεΥ, ωστε καΙ ΤΟΥ ΠολύχαρμΟΥ διασιωπησαι καΙ πάΥτας άπορεϊΥ τους παρόΥτας. όψέ δέ καΙ μόλις ό Μιθριδάτης συΥαΥαΥώΥ
έαυΤΟΥ "τί δέ σο!" φησ!
"πραΥμα προς KαλλιppόΎjY
έκε{yΎjY, και διατί μέλλωΥ άποθΥήσκεΙΥ έμyημόYΕUσας
αύτης; " ό δέ άπεκρίΥατο "μακρος ό μϋθος, rJj δέσποτα, και προς ούδέΥ έτι χρήσιμός μοι . 140ύκ έΥοχλήσω δέ
σοι ληρωΥ άκαίρως, αμα δέ καΙ δέδοικα μή, έάΥ 6ρα δύΥω, φθάσ-r; με ό φιΛος θέλω δέ αύτ«Ι και συΥα ποθαΥεϊΥ . " έπεκλάσθησαΥ αί όΡΥα! τωΥ άκουόΥτωΥ και ό θυμος είς έλεΟΥ μετέπεσε, Μιθριδάτης δέ ύπέρ πάΥ τας συΥεχύθη καΙ "μη δέδιθι" φησίΥ, 'Όύ Υάρ έΥοχλή σεις μοι διηΥούμεΥος έχω Υάρ ψυχηΥ φιλάΥθρωΠΟΥ.
202
ΤΑ Π Ε ΡΙ ΧΑιΡΕΑΝ ΚAl ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Δ'
νυμ.ία. των δύο γυνα.ικών. Ωστόσο , δεν είχε πλέον την
ίδια. προθυμ.ία. να. διεξα.γάγει την έρευνα. , επειδή φοbότα.ν ότι ίσως κάποια. στιγfLή έρθει στη δυσάρεστη θέση να.
πρέπει να. fLιλήσει προσbλητικά για. το πολυα.γα.πηfLένο του όνΟfLα.. Οι φίλοι του κα.ι οι υφιστάfLενοί του όfLως ζητούσα.ν να. γίνει λεΠΤΟfLερής εξέτα.ση κι έτσι τελικά είπε:
«Ας έρθει εδώ η Κα.λλιρρόη». Ξυλοκοπώντα.ς
λοιπόν τον Πολύχα.ρfLΟ τον ρωτούσα.ν ποια. είνα.ι κα.ι
α.πό πού να. τη φέρουν . Εκείνος ο κα.ηfLένος bρισκότα.ν σε τρψερή α.fLηχα.νία. α.λλά δεν ήθελε να. διηγηθεί
fLtet.
ψεύτικη ιστορία., γι' α.υτό είπε: «Για. ποιο λόγο δηfLΙ
ουργείτε άσκοπα. α.να.τα.ρα.χή ψάχνοντα.ς
fLtet. γυνα.ίκα.
που δεν bρίσκετα.ι εδώ ; Εγώ α.να.φερόfLουν στην Κα.λ λιρρόη α.πό τις Συρα.κούσες, την κόρη του στρα.τηγού ΕΡfLοκράτη» . Μόλις ο Μιθριδάτης άκουσε α.υτά τα. λόγια. , κοκκίνισε ολόκληρος, κρύος ιδρώτα.ς τον έκοψε
κα.ι κάποια. στιγfLή κύλησε α.πό τα. fLάτια. του ένα. δάκρυ , πα.ρά την προσπάθειά του να. συγκρα.τηθεί , fLε α.ποτέλεσfLα. κα.ι ο Πολύχα.ΡfLος να. σωπάσει κα.ι όλοι οι πα.ρεuρισκόfLενοι ν' α.πορήσουν . Με δυσκολία. κα.τάφερε τελικά να. συνέλθει ο Μιθριδάτης κα.ι είπε: «Τι σχέση
έχεις εσύ
fL' εκείνη την Κα.λλιρρόη κα.ι για.τί α.νέφερες
τ' όνΟfLά της, ενώ ήσουν fLελλοθάνα.τος;» Εκείνος α.πά ντησε : «Είνα.ι fLεγάλη ιστορία. , α.φέντη , κα.ι α.νώφελη πλέον για. fLένα.. Δεν θέλω να. σε κουράσω fLε άσχετη
φλυα.ρία., κι άλλωστε qIObάofLCt.t ότι , α.ν α.ργήσω, θα. fLε προλά.bει ο φίλος
fLOU · θέλω να. είfLα.ι fLα.ζί του κα.ι στο
θάνα.το» . Στο άoxoucrfLCt. α.υτών των λόγων η οργή των
πα.ριστα.fLένων σα.ν να. εξα.ΤfLίστηκε κα.ι ο θυfLός τους α.ντικα.τα.στάθηκε α.πό οίκτο . Ο Μιθριδάτης, που ήτα.ν
ο πιο α.να.στα.τωfLένος α.π ' όλους , είπε: «Μη φοbάσα.ι,
δεν θα. bα.ρεθώ ν' α.κούσω την ιστορία. σου. Η ψυχή
203
ΧΑ ΡΙΤΩ Ν
15 λέΥε πάντα θαρρών και μηδέν παραλίπης . τίς εr και πόθεν, και πώς ήλθες είς Καρίαν και διατι σχά
πτεις δεδεμέΥος ; μάλιστα δέ μοι διήΥησαι περι Καλ λφρόης χαι τίς ό φι?ιος."
ΠΙ
1
'Ήρξατο οδν ό Πολύχαρμος λέΥειν "ήμεϊς, οι
δύο δεσμώταe, Συρακόσωι Υένος έσμέν. άλλ' ό μέν ετερος νεανίσκος πρώτος Σικελίας δόξη τε και πλούτιμ και εύμopφί~ ποτέ, έΥω δέ εύτελης μέν, συμφοιτητης
δέ έκείΥου και φe?ιoς . 2 καταλιπόντες οl5ν τούς Υονεϊς έξεπλεύσαμεν της πατρίδος, έΥω μέν δι' έκεϊνον, έκεϊ νος δέ διά Υυναϊκα KαλλφpόΗV τουΥομα, ην, δόξασαν
άποτεθνηΧέναι, έθαψε πολυτελώς. τυμ6ωρύχοι δέ ζώ σαν εύρόντες είς Ίωνίαν έπώλησαν. τουτο Υάρ ήμϊν
έμήνυσε δημoσί~ 6ασανιζόμεΥος Θήρων ό ληστής .
3
έπεμψεν οδν ή πόλις <ή> Συρακοσίων τριήρη και πρέσ6εις τούς άναζητήσοντας την Υυναϊκα. ταύτΗV την τριήρη νυκτος όρμουσαν ένέπρησαν 6άρ6αροι κα! τούς μέν πολλούς άπέσφαξαν, έμέ δέ και τον φe?ιoν
δήσαντες έπώλησαν έΥταυθα. ήμεϊς μέν οδν σωφρό νως έφέρομεν την συμφοράψ ετεροι δέ τινες τών ήμίΎ
συνδεδεμένων, οϋς άΥνοουμεν, διαρρήξαΥτες τά δεσμά φόΥον είΡΥάσαντο και σου κελεύσαντος την έπ! τον σταυρον ήΥόμεθα πάντες. 4 ό μέν οl5ν φι?ιος ούδέ ά ποθνήσκων ένεκάλει
'rij
Υυναικ{, πpoήχθΗV δέ αύτης
204
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Δ '
μ.ου είναι γεμ-άτη αγάπη για τους ανθρώπους. Πες τα όλα ελεύθερα και μ.ην παραλείψεις τίποτα. Ποιος είσαι,
από πού κατάγεσαι , πώς 6ρέθηκες στην Καρία και γιατί σκά6εις αλυσοδεμ-ένος; Κυρίως να μ.ου εξιστορή σεις οτιδήποτε σχετικό μ.ε την Καλλιρρόη , καθώς και ποιος είναι αυτός ο φίλος σου» .
ΠΙ Ο Πολύχαρμ.ος τότε άρχισε να διηγείται: «Ει~,
μ.εις
Ι
f
οι ουο κρατουμ.ενοι ειμ.aστε
Σ
ι
υρακουσιοι στην κα-
ταγωγή . Το άλλο παλικάρι είχε κάποτε στη Σικελία
τα πρωτεία και στην υπόληψη και στα πλούτη και στην ομ.ορφιά κι εγώ, αν και ασήμ.αντος, ήμ.ουν συμ. μ.aθητής και φίλος του. Ο λόγος λοιπόν που αφήσαμ.ε τους γονείς μ.ας και ταξιδέψαμ.ε μ.aκpιά από την πα τρίδα μ.ας ήταν για μ.ένα ο φίλος μ.ου και για εκείνον
μ.ια γυναίκα, που τη λένε Καλλιρρόη κι επειδή κάποτε τη νόμ.ισε νεκρή , την είχε θάψει μ.ε πολυτέλεια . Εκείνη
όμ.ως τη 6ρήκαν ζωντανή κάποιοι τuμ.6ωpύχoι και την πούλησαν στην Ιωνία . Αυτά τουλάχιστον ομ.ολόγησε
δημ.όσια ο Θήρων ο ληστής , μ.ετά από 6ασανιστήρια. Έτσι , η πόλη των Συρακουσών έστειλε μ.ε μ.ια τριήρη αντιπροσώπους για να αναζητήσουν την κοπέλα . Μα
καθώς τούτη η τριήρης 6ρισκόταν αγκυρο60λημ.ένη σε έναν όρμ.ο, οι 6άρ6αροι της έ6αλαν φωτιά και σκότω σαν τους περισσότερους από το πλήρωμ.α . Το φίλο μ.ου κι εμ-ένα μ.ας έδεσαν και μ.ας πούλησαν σ' αυτά εδώ τα μ.έρη. Εμ.είς υπομ.έναμ.ε μ.ε καρτερικότητα τη συμ.
φορά που μ.ας 6ρήκε, αλλά κάποιοι άλλοι από όσους ήταν μ.αζί μ.ας δεμ-ένοι
- ούτε που ξέpouμ.ε ποιοι
έσπασαν την αλυσίδα και διέπραξαν ένα φόνο , μ.ε αποτέλεσμ.α , μ.ετά από δική σου διαταγή, να οδηγη θούμ.ε όλοι στο σταυρό. Ο φίλος μ.ου , παρ' όλο που ε πρόκειτο να πεθάν ει , ούτε για μ.ια στιγμ.ή δεν κατηγό-
205
ΧΑΡΙΤΩΝ
μνημονεϋσαι και των κακων αίτίαν είπείν έκείνr;ν, δι' ην έπλεύσαμεν." έτι λέΥοντος αύτοϋ Μιθριδάτης άνε-
6όησε "ΧαιΡέαν λέΥεις;" 5 "τον φιΛον" εΓπεν ό Πολύ χαρμος
"άλλά δέομαί σου,
δέσποτα,
κέλευσον τi;j
δημίcμ μηδε τους σταυρους ήμων διαζεϋξαι . " δάκρυα και στεναΥμος έπηκολούθησε τi;j διηγf;ματι, και πάν τας έπεμψε Μιθριδάτης έπι ΧαιΡέαν, ,να μή φθάσr; τελευτήσας . εύρον δε τους μεν αλλους άνηρτημένους,
αρτι δε έκείνον έπι6αίνοντα τοϋ σταυροϋ. 6 πόρρωθεν οδν έκεκράΥεσαν αλλος αλλο τι "φείσαι," "κατά6ηθι,"
''μή τpώσr;ς," "αφες ." ό μεν οδν δήμιος έπέσχε την
όρμήν · Χαιρέας δε λυπούμενος κατέ6αινε τοϋ σταυροϋ' χαίρων Υάρ άπηλλάσσετο 6ίου πονηροϋ και έρωτος άτυχοϋς . Ά yoμένcμ δε αύτi;j Μιθριδάτης άπήντησε και περι
πτυξάμενος εΓπεν "άδελφε και φιΛε, μικροϋ με ένή
δρευσας έΡΥον άσε6ες έΡΥάσασθαι διά τήν έΥκρατη μεν άλλ' ακαιΡόν σου σιωπήν."
7 εύθυς
οδν προσέταξε
τοίς οίκέταις αΥειν έπι λουτρά και τά σώματα θερα πεϋσαι, λουσαμένοις δε περιθείναι χλαμύδας Έλλr;νι
κάς πολυτελείς ' αύτος δε Υνωρίμους ες [το] συμπόσιον παρεκάλει και έθυε ΧαιΡέου σωτήρια . πότος ην μα
xpOC; δει.
χα, ήδεϊα, φ,λοφρόνησις χα, θυμηδ{ας ούδέν ένέ-
8
προκοπτούσης δε της εύωχίας θερμανθεις Μι
θριδάτης oίνcμ και έρωτι ''μή Υάρ <ού> τά δεσμά και
206
ΤΑ Π Ε ΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Δ'
ρησε τη γυναίκα του , ενώ εγώ ένιωσα την ανάγκη να
αναφέρω το όνομ.ά. της και να της ρίξω το φταίξιμο για όσα πάθαμε, αφού εξαιτίας της κάναμε το ταξίδι» . Δεν είχε ακόμη τελειώσει τα λόγια του και ο Μιθριδά της αναφώνησε: «Μιλάς για τον ΧαιΡέα;» «Ναι, το φίλο μου», απάντησε ο Πολύχαρμος, «και σε ικετεύω ,
αφέντη , δώσε διαταγή στο δήμιο να μη 6άλει χώρια τους σταυρούς μ.α.ς» . Δάκρυα και αναστεναγμοί ακο
λούθησαν τη διήγηση και ο Μιθριδάτης τούς έστειλε όλους να εμποδίσουν το θάνατο του ΧαιΡέα. Βρήκαν ήδη νεκρούς τους υπόλοιπους κι εκείνον την ίδια στιγ
μή να ανε6αίνει στο σταυρό. Άρχισαν τότε από μακριά να φωνάζουν : «Σιγά!
- Κατέ6α ! -Μ ην τον σκοτώνεις!
-Άφησέ τον!» Ο δήμιος τον σταμάτησε και ο Χαι
ρέας κατέ6ηκε από το σταυρό λυπημένος, γιατί είχε χαρεί που θα γλίτωνε επιτέλους από την άθλια ζωή και τον άτυχο έρωτά του .
Καθώς τον έφερναν προς το παλάτι, ο Μιθριδάτης πήγε να τον συναντήσει και του είπε αγκαλιάζοντάς τον : «Φίλε κι αδερφέ μου, παρά λίγο να με σπρώξεις σε μια ανόσια πράξη εξαιτίας της σιωπής σου , η οποία
φανερώνει 6έ6αια αξιοπρέπεια αλλά δεν ωφέλησε κα θόλου στις συγκεκριμένες περιστάσεις». Κι αμέσως
διέταξε τους δούλους να πάνε τον ΧαιΡέα και τον Πο λύχαρμο στο λουτρό, να τους περιποιηθούν και, όταν πλυθούν , να τους ντύσουν με πολυτελή ελληνικά φο ρέματα. Αυτός κάλεσε σε δείπνο τους φίλους του και πρόσφερε θυσίες για τη σωτηρία του ΧαιΡέα . Η οινο ποσία και η ευθυμία κράτησαν πολλή ώρα και τίποτα δεν χάλαγε τη διασκέδασή τους. Καθώς το γλέντι ήταν στο αποκορύφωμά του, ο Μιθριδάτης, ξαναμμέ νος από το κρασί και το πάθος είπε: «ΧαιΡέα, δεν σε
207
ΧΑΡ ΙΤΩ Ν
τόν σταυρόν έλεώ σου, ΧαιΡέα" ψησίν, "άλλ' στι τοι αύτης γυναικός άψηρέθης ." έκπλαγεις ουν ό Χαιρέας
άνέκραγε "ποϋ γάρ σύ ΚαλλιΡρόην εΙδες την έμήν;"
'Όύκέτι σΎ;ν" εΙπεν ό Μιθριδάτης,
"άλλά Διονυσίου
τοϋ Μιλησίου νόμfμ γαμηθεϊσαν- Ύjδη δε και τέκνον έστιν αύτοίς. " 9 ούκ έκαρτέρησεν ό Χαιρέας άκούσας, άλλά τοίς γόνασι Μιθριδάτου προσπεσών "ίκετεύω σε,
πάλιν, ώ δέσποτα, τόν σταυρόν μοι άπόδος. χείρόν με 6ασιΧνι'ζεις, έπ! τoιoύΤfμ διηγήματι ζην άναγκάζων.
1Ο
ιΖπιστε Καλλιρρόη και πασών άσε6εστάτη γυναικών, έγώ μεν έπράθην διά σε και εσκαψα και σταυρόν
έ6άστασα και δημίου χερσι παρεδόθην, σύ δε έτρύφας και γάμους εθυες έμοϋ δεδεμένου .
ούκ Ύjpκεσεν στι
γυνή γέγονας αλλου ΧαιΡέου ζώντος , γέγονας δε και μήτηρ ." 11 κλάειν Ύjpξαντo πάντες και μετέ6αλε τό συμπόσιον είς σκυθρωπήν ύπόθεσιν. μόνος έπ! τούτοις
Μιθριδάτης εχαιΡεν, έλπίδα τινά λαμ6άνων έρωτικήν, ώς δυνάμενος Ύjδη και 'λέγειν και πράττειν τι περ!
Καλλιρρόης, ί'να
toxfj
φιλfμ 6οηθεϊν.
12
"αρτι μεν ουν "
εφη, "νύξ γάρ έστιν, άπίωμεν, τfj δ ' ύσΤεΡαί(Χ νήφοντες
60υλευώμεθα περ! τούτων· δείται γάρ ή σκέψις σχο λης μακροτέρας ." έπ! τούτοις άναστάς
διέλυσε τό
συμπόσιον και αύτός μεν άνεπαύετο καθάπερ ην έθος αύτφ,
τοίς δε Συρακοσίοις νεανίσκοις θεραπείαν τε
208
ΤΑ Π Ε ΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Δ'
λυπάμ.αι καθόλου για τη σκλα~ιά και την παρ ' ολίγο σταύρωσή σου, παρά για το ότι έχασες μ.ια τέτοια γυναίκα» . Ο Χαιρέας φώναξε έκπληκτος: «Πού είδες
εσύ την Καλλιρρόη μ.ου ; » «Δεν είναι πια δική σου», απάντησε ο Μιθριδάτης, «αλλά του Διονυσίου από τη
Μίλητο, που νόμ.ιμ.α την έχει παντρευτεί. Ήδη μ.άλι στα έχουν κάνει και παιδί». Ο Χαιρέας δεν άντεξε ν' ακούσει άλλα· έπεσε στα πόδια του Μιθριδάτη και τον ικέτευε: «Σε παρακαλώ, αφέντη, στείλε μ.ε πάλι πίσω
στο σταυρό! Χειρότερα θα μ.ε ~ασανίσεις , αν μ.ε ανα γκάσεις να ζήσω μ.ετά απ' όσα άκουσα. Καλλιρρόη άπιστη και απ' όλες τις γυναίκες πιο ανόσια , εγώ για σένα μ.έχρι και δούλος πουλήθηκα , έγινα σκαφτιάς,
σήκωσα σταυρό και μ.ε παρέδωσαν στα χέρια του δήμ.ιου , ενώ εσύ ζούσες μ.έσα στην πολυτέλεια και έκανες γαμ.ήλιες τελετές την ώρα που εγώ ήμ.ουν α λυσοδεμ.ένος . Και δεν σου έφτασε που παντρεύτηκες μ.ε άλλον παρ' όλο που ο Χαιρέας σου είναι ακόμ.α
ζωντανός , αλλά έγινες και μ.ητέρα» . Τότε όλοι έ~αλαν τα κλάμ.ατα και η ατμ.όσφαιρα στο συμ.πόσιο έγινε
~αριά και καταθλιπτική. Ο μ.όνος ευχαριστημ.ένος μ.ε όλα αυτά ήταν ο Μιθριδάτης, αφού αναπτερώθηκαν οι ελπίδες για τον έρωτά του, έχοντας πλέον ~ρει τον τρόπο να μ.ιλάει και να ενεργεί σχετικrι. μ.ε την Καλ λιρρόη , ενώ ταυτόχρονα θα φαινόταν. ότι το κάνει για
να ~oηθήσει το φίλο του . «Είναι περασμ.ένα μ.εσάνυ χτα» , είπε , «ας φύγουμ.ε , και αύριο που θα έχουμ.ε πιο καθαρό μ.υαλό, θα σκεφτούμ.ε τι θα κάνουμ.ε για όλα αυτά . Εξάλλου , η αντιμ.ετώπιση μ.ιας κατάστασης χρει άζεται άνεση χρόνου» . Μ' αυτά τα λόγια σηκώθηκε
και διέλυσε τη συγκέντρωση . Ο ίδιος έπεσε να ξεκου
ραστεί , καθώς το συνήθιζε , αλλά και οι νεαροί Συρα-
209 14. -
Χαρίτων Τά περί ΧαιΡέαν χα; ΚαλλιΡρόην
ΧΑΡΙΤΩΝ
και ο[κον έξαίρετον άπέδειξε.
IV. 1 Νύξ έκείνη φροντί
δων μεστή πάντας κατελάμbανε και ούδεις έδύνατο καθεύδειψ Χαιρέας μέν γάρ ώργι'ζετο, Πολύχαρμος δέ
παρεμυθειτο, Μιθριδάτης δέ έχαιΡεν έλπι'ζων στι κα θάπερ έν τοις άγωσι τοις γυμνικοις έφεδρος μένων
μεταξύ ΧαιΡέου τε και Διονυσίου αύτος άκονιτι το &θλον ΚαλλιΡρόην άποίσεται . της δ ' ύστεραίας προτεθείσης της γνώμης ό μέν
Χαιρέας εύθύς Ύβου bαδι'ζειν ε/ς Μι'λητον και Διονύ σιον άπαιτειν τήν γυναικα ' μή γάρ αν μηδέ ΚαλλιΡρόην έμμένειν /δoίJσαν αύτόψ ό δέ Μιθριδάτης
"έμoίJ μέν
ενεκα" φησιν "απιθι, bούλομαι γάρ σε μηδέ μίαν ήμέραν άπεζείJχθαι της γυναικός όφελον μηδέ Σικελίας έξήλ
θετε, μηδέ σuνέbη τι δεινον άμφοιψ έπει δέ ή φιλόκαι
νος Τύχη δράμα σκυθρωπον ύμιν περιτέθεικε, bοuλεύ σασθαι δει περι των έξης φρονιμώτεροψ νίJν γάρ σπεύ δεις πάθει μάλλον η λογισμi!J, μηδέν των μελλόντων
προορώμενος .
3 μόνος και ξένος ε/ς πόλιν άπέρχ!} τή ν
μεγίστην, και άνδρος πλουσίου και πρωτεύοντος έν Ίωνί(Χ
θέλεις άποσπάσαι
γυναικα έξαιΡέτως αύτi!J
συναφθεισαν; ποί(Χ δυνάμει πεποιθώς; μακράν 'Ερμο κράτης σου και Μιθριδάτης οι' μόνοι σύμμαχοι , πενθη-
210
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Δ '
κούσιοι φρόντισε να έχουν τους προσωπικούς τους υπη ρέτες και ένα δικό τους , ξεχωριστό διαμέρισμα.
IV. Η
νύχτα εκείνη τους bρήκε όλους γεμάτους έγνοιες και κανείς δεν μπορούσε να κοιμηθεί. Ο Χαιρέας ήταν θυμωμένος, ο Πολύχαρμος προσπαθούσε να τον παρη
γορήσει, ενώ από την άλλη ο Μιθριδάτης είχε κατα χαρεί , γιατί έτρεφε την ελπίδα ότι, όπως συμbαίνει συνήθως στους αθλητικούς αγώνες, στη διαμάχη του ΧαιΡέα με τον Διονύσιο ο ίδιος θα έπαιζε το ρόλο του
εφεδρικού και στο τέλος θα έπαιρνε αυτός το έπαθλο, δηλαδή την Καλλιρρόη , χωρίς καν να ιδρώσει. Την επόμενη μέρα , στη συνεδρίαση που έκαναν, ο Χαιρέας υποστήριζε ότι έπρεπε αμέσως να ξεκινήσει για τη Μίλητο και να διεκδικήσει τη γυναίκα του από
τον Διονύσιο. Πίστευε ότι και η Καλλιρρόη , όταν θα τον έbλεπε , δεν θα έμενε πια με τον άλλο. Ο Μιθριδάτης είπε: «Όσον αφορά εμένα, είσαι ελεύθερος να πας , δεν θέλω ούτε για μια μέρα να είσαι μακριά από τη γυναίκα σου. Μακάρι και οι δυο σας να μην είχατε φύγει ποτέ από τη Σικελία ούτε να σας είχαν τύχει τόσες αναπο διές. Αλλά αφού η τύχη με τα γυρίσματά της σας
επιφύλαξε μια τόσο θλΙbερή τραγωδία, πρέπει πια να σκέφτεσαι πιο προσεκτικά για τα μελλούμενα . Τώρα
παρασύρεσαι από τα συναισθήματα και όχι από τη λογική , χωρίς να υπολογίζεις τίποτα από όσα μπορεί
να συμbούν . Θέλεις να πας μόνος σου και άγνωστος μεταξύ αγνώστων σε μια μεγαλούπολη , και από ένα πλούσιο άνδρα, ίσως τον ισχυρότερο στην Ιωνία , να α παιτήσεις μια γυναίκα , με την οποία έχει ιδιαίτερο δεσμό ; Σε ποιες δυνάμεις θα bασιστείς; Θα bρίσκονται μακριά σου και ο Ερμοκράτης και ο Μιθριδάτης , οι μοναδικοί συμπαραστάτες σου , και θα έχουν τη δυνατό-
211
ΧΑ ΡΙΤΩ Ν
σαι δυνάμεΥοί σε μάλλον η 60ηθησαι . 4 φο60ϋμαι και την τύχΎJY τοϋ τόπου . δεινά μέν έκεί πέπονθας ήδη'
δόξει δέ σοι τά τότε φιλανθρωπότερα. [τότε Μι'λητος ην.] έδέθης μέν, άλλά έζησας έπράθης, άλλά έμοί. νϋν δέ, αν αίσθηται Δωνύσιός <σε> έπι60υλεύΟΥτα τοίς γάμοις αύτοϋ, τίς σε θεων δυνήσεται σωσαι; πα pαδoθήσ-r; γάρ άντεραστη τυράΥΥιμ, και τάχα μέν ούδέ
πιστευθήσ!} Χαιρέας εΤναι, κινδυνεύσεις δέ μάλλον, καν άληθως εΤναί σε νoμίσ-r;. 5 συ μόΥος άΥνοείς την φύσιν τοϋ "Έρωτος, οτι ουτος ό θεός άπάταις χαίρει και δόλοις; δοκεί δέ μοι πρώτον άποπειΡαθηναί σε της γυναικός διά γραμμάτων εί μέμνηταί σου και Διονύ σων θέλει καταλιπείν η
κείΥου 60ύλεται οΤκον όφέλλειv, ος κεν όπυίr;.
Έπιστολην γράψον αύτη· λυπηθήτω, χαρήτω, ζητη
σάτω, καλεσάτω' της δέ των γραμμάτων διαπομπης
έγώ ΠΡΟΥοήσομαι. 6άδιζε και γράφε. "
6 Πείθεται
Χαιρέας και μόΥος έπ ' έρημίας γενόμε
Υος ήθελε γράφειν, άλλ' ούκ ήδύνατο, δακρύων έπιΡ ρεόΥτων και της χειρός αύτοϋ τρεμούσης . άποκλαύσας
δέ τάς έαυτοϋ συμφοράς μόλις ήρξατο τοιαύτης έπι-
2 12
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Δ '
τητα μ,όνο να σε πενθήσουν , αλλά όχι να σε 60η θήσουν, Αμ,φι6άλλω και για το αν το συγκεκριμ,ένο μ,έρος θα σου φέρει τύχη , γιατί ήδη εκεί σου έχουν συμ-6εί μ,εγάλες συμ-φορές . 'Ισως μ,άλιστα εκείνα που έπαθες παλιά να σου φανούν τώρα μ,ικροπράγμ,ατα . Υποδουλώθηκες 6έ6αια, αλλά τουλάχιστον επέζησες. Πουλήθηκες, αλλά σε μ,ένα. Τώρα όμ,ως , αν αντιλη
φθεί ο Διονύσιος ότι θέλεις να καταστρέψεις το γάμ,ο του , δεν σε σώζει ούτε ο θεός ο ίδιος! Θα πέσεις στα
χέρια ενός αντίζηλου μ,ονάρχη, ο οποίος ίσως δεν πι
στέψει καν ότι είσαι ο Χαιρέας, άσε που σίγουρα μ,εγαλύτερο κίνδυνο θα διατρέχεις αν πειστεί ότι είσαι πραγμ,ατικά εσύ . Μα τέλος πάντων , μ,όνο εσύ δεν ξέ
ρεις ότι η αληθινή φύση του Έρωτα είναι να χαίρεται μ,ε τις κατεργαριές και τις δολοπλοκίες ; Εγώ νψίζω ότι πρώτα πρέπει να δοκιμ,άσεις στέλνοντας γράμ,μ,α
τα να δεις αν σε θυμ,ά.ται η γυναίκα σου και αν πραγ μ,ατικά επιθυμ,εί ν' αφήσει τον Διονύσιο ή
αν θέλει να ευδοκιμεί το σπίτι εκείνου που λΟΥιέται σύζυΥός της 4 .
Γράψ' της ένα γράμ,μ,α. Κάν ' την να λυπηθεί, να χα ρεί , να σε αναζητήσει και να σε προσκαλέσει . Για την
αποστολή των γραμ,μ,άτων θα φροντίσω εγώ . Εμ,πρός , πήγαινε και γράφε» .
Ο Χαιρέας τον άκουσε και, αφού αποσύρθηκε ολο μ,όναχος σε ένα ήσυχο μ,έρος , προσπάθησε να γράψει αλλά του ήταν αδύνατο , καθώς τα δάκρυά του έτρεχαν ποτάμ,ι και το χέρι του έτρψε. Όταν πια είχε χορτάσει να κλαίει για το προσωπικό του δράμ,α , άρχισε μ,ε κό-
213
ΧΑΡΙΤΩΝ
στολης 7 "ΚαλλιΡΡόr; Χαιρέας ζω, και ζω δια Μιθρι δάτΗV, τον έμον εύεργέτην, έλπι'ζω δε και <τον> σόν'
έπράθην γαρ είς Καρίαν υπο 6αρ6άρων, οί'τινες ένέ πρησαν τριήρη την καλήν, την στρατηγικήν, την τοϋ
σοϋ πατρός ' έξέπεμψε δε έπ' αύτης Υ; πόλις πρεσ6είαν υπερ σοϋ. τους μεν οδν άλλους πολίτας ουκ οΓδ' σ τι γεγόνασιν, έμε δε και Πολύχαρμον τον φιλον ηδη μέλ λοντας φονεύεσθαι σέσωκεν έλεος δεσπότου.
8 πάντα
δε Μιθριδάτης εύεργετήσας τοϋτό με λελύπηκεν άντι πάντων, στι μοι τον σον γάμον διηΥήσατο' θάνατον μεν γαρ άνθρωπος ων προσεδόκων, τον δε σον γάμον ούκ ηλπισα . άλλ' ι'κετεύω, μετανόησον . κατασπένδω τούτων μου των γραμμάτων δάκρυα και φιλήματα .
9
έγω Χαιρέας είμι όσος έκεϊ'νος σν εΓδες παρθένος είς
Άφροδίτης 6αδι'ζουσα, δι' ον Υ;γρύπνησας . μνήσθητι τοϋ θαλάμου και της νυκτος της μυστικης, έν
f;
πρω
τον συ μεν άνδρός, έγω δε γυναικος πεϊ'ραν έλά60μεν. άλλα έζηλοτύπησα . τοϋτο ίδιόν έστι φιλοϋντος. δέδω
κά σοι δίκας . έπpάθΗV, έδούλευσα, έδέθην.
10 μή μοι
μνησικακήσr;ς τοϋ λακτίσματος τοϋ προπετοϋς κάγω
γαρ έπι σταυρον άνέ6ΗV δια σέ, σοι μηδεν έγκαλων. εί μεν οδν ετι μνημονεύσειας, ούδεν επαθον' εί δε άλλο τι φρονεϊ'ς, θανάτου μοι δώσεις άπόφασιν."
2 14
v.
Ι Ταύτην
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΤ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Δ'
πο να γράφει μ.ια τέτοια επιστολή : «ο Χαιρέας προς την Καλλιρρόη . Είμ.αι ζωντανός , κι αυτό χάρη στον Μιθριδάτη, τον ευεργέτη μ.ου, που ελπίζω να τον θεω
ρείς και δικό σου ευεργέτη . Με είχαν πουλήσει στην
Καρία κάποιοι 6άρ6αροι, οι οποίοι έκαψαν και την καλή μ.ας τριήρη, τη στρατηγική , που ανήκε στον πατέρα σου . Μ' αυτήν είχε στείλει η πόλη αντιπρο
σώπους να σε φέρουν πίσω. Οι άλλοι σuμ.πoλίτες μ.ας δεν έχω ιδέα τι απέγιναν , εμ.ένα πάντως και το φίλο μ.ου τον Πολύχαρμ.ο, ενώ επρόκειτο να μ.ας σκοτώ
σουν, μ.ας έσωσε η μ.εγαλοψυχία του κυ6ερνήτη. Αλ λά παρ' όλο που ο Μιθριδάτης φάνηκε καλός σε όλα για μ.ένα , μ.ε μ.ια του φράση μ.ού τα γκρέμ.ισε όλα , όταν ανέφερε ότι παντρεύτηκες 5 . Γιατί και το θάνατο
ακόμ.α τον θεωρούσα αναμ.ενόμ.ενο, αφού είμ.αι θνητός , αλλά ο γάμ.ος σου ήταν κάτι που ποτέ δεν μ.πορούσα να φανταστώ. Σε παρακαλώ πολύ ν ' αλλάξεις την α
πόφασή σου . Μέσα σ' αυτό το γράμ.μ.α έχω κλείσει τα
δάκρυα και τα φιλιά μ.ου . Ο Χαιρέας σου είμ.αι, εκείνος που είχες πρωτοσυναντήσει όταν , μ.ικρό κορίτσι ακό
μ.α , πήγαινες στο ιερό της Αφροδίτης και ξαγρύπνησες για χάρη του. Θuμ.ήσoυ την κάμ.αρά μ.ας και την πρώτη νύχτα του γάμ.ου μ.ας , όταν εσύ γνώρισες για πρώτη φορά άντρα κι εγώ γυναίκα .
Παρασύρθηκα
6έ6αια από τη ζήλια μ.ου . Αυτό δεν είναι ένδειξη αγά πης ; Σου το ξεπλήρωσα όμ.ως . Πουλήθηκα, έγινα σκλά-
60ς , αλυσοδέθηκα . Μη μ.ου κρατήσεις κακία που τόσο απερίσκεπτα σε κλότσησα. Κι εγώ για χάρη σου στο
σταυρό ανέ6ηκα χωρίς να σε κατηγορήσω ούτε για μ.ια στιγμ.ή. Αν ακόμ.α μ.ε θυμ.άσαι , θα μ.ου φανούν
μ.ηδαμ.ινά τα 6άσανά μ.ου . Αν όμ.ως τώρα πια σκέφτεσαι διαφορετικά, υπογράφεις τη θανατική καταδίκη μ.ου».
2 15
ΧΑΡΙΤΩΝ
την έπιστολήν έδωκε <Μιθριδάτης> Ύγίνιμ τφ πιστο
τάτιμ, ον καΙ διοικητήν εΤχεν έν Kαpί~ της σλης ούσίας,
παραγυμνώσας αυτιμ καΙ τόν
ίδιον έρωτα.
έγραψε δέ καΙ αύτός πρός Καλλφρόην, ευνοιαν έπι
δεικνύμενος αύτη καΙ κηδεμονίαν, στι δι' έκείνην Χαι
ρέαν έσωσε, καΙ συμ60υλεύων μή ύ6ρίσαι τόν πρώτον ανδρα, ύπισχνούμενος αύτός στρατηγήσειν σπως άλλή
λους άπολά6ωσιν, αν καΙ τήν έκείνης προσλά6η ψη φον.
2 συνέπεμψε
δέ τφ Ύγίνιμ τρεϊς ύπηρέτας καΙ
δώρα πολυτελη καΙ χρυσίον συχνόν' ειρητο δέ πρός τους αλλους οίκέτας στι πέμπει ταυτα Διονυσίιμ, πρός τό άνύποπτον.
κελεύει δέ τόν
Ύγϊνον,
έπειδαν έν
Πριήνη γένηται, τους μέν αλλους αύτου καταλιπεϊν,
μόνον δέ αύτόν, ώς 'Ίωνα (καΙ γαρ ήλλήνιζε τή ν φω νήν) κατάσκοπον είς τήν Μι'λητον πορευΘηναι ' εΤτ' έπειδαν μάθη πώς αν χρήσαιτο τοϊς πράγμασι, τότε τους έκ Πριήνης είς Μι'λητον άπαγαγεϊν.
3 Ό μέν οδν άπήει καΙ έπραττε τα κεκελευσμένα, ή Τύχη δέ ούχ σμοιον τη γνώμη τό τέλος έ6ρά6ευσεν, άλλα μειζόνων πραγμάτων έκίνησεν άρχήν.
έπειδή
γαρ Ύγϊνος είς Μι'λητον άπηλλάΥη, καταλειφθέντες
0/
δουλοι του προεστηκότος έρημοι πρός άσωτίαν ωρ
μων, έχοντες χρυσίον αφθονον .
4 έν πόλει δέ μικρ;;' καΙ
περιεργίας Έλληνικης πλήρει ξενική πολυτέλεια τους
πάντων έπέστρεψεν όφθαλμούς ' αγνωστοι γαρ ανθρω-
216
'
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚAΛΛlPPOHN Δ'
v.
Τ ο γράμ.μα τούτο το έδωσε ο Μιθριδάτης στον
Υγίνο , που του ήταν απόλυτα αφοσιωμ.ένος και στον
οποίο είχε αναθέσει τη διαχείριση όλης του της πε ριουσίας στην Καρία. Του αποκάλυψε επίσης και τα δικά του αισθήματα για την Καλλιρρόη. Της έγραψε μ.άλιστα και ο ίδιος μ.ια επιστολή , στην οποία εκδή
λωνε τη συμ.πάθεια και το ενδιαφέρον του γι' αυτήν, της έλεγε ότι για χάρη της έσωσε τον Χαιρέα και τη
σuμ.bούλευε να μ.ην προσbάλει τον πρώτο της άντρα, δίνοντας υπόσχεση να ενεργήσει ο ίδιος για να τους
σμ.ίξει , αν δώσει κι εκείνη τη συγκατάθεσή της. Μαζί μ.ε τον
r γίνο
έστειλε τρεις υπηρέτες, πλούσια δώρα
και άφθονο χρυσάφι. Στους υπηρέτες είπε, για να μ.ην ι
κινησει
υπο
ψι
ιες,
ι
οτι
τα
~ Ι
οωρα
ι
ειναι
για
τον
Δ
ι
ιονυσιο.
Ακόμ.α, έδωσε στον Υγίνο διαταγή, μ.όλις φτάσει στην Πριήνη , να αφήσει εκεί τους άλλους και να πάει μ.όνος του στην Ιωνία, προσπαθώντας να περάσει ως Ίωνας
(γιατί τα κατάφερνε στα ελληνικά) και να πάει στη Μίλητο να κατασκοπεύσει . Ύστερα, όταν bολιδοσκο πήσει την κατάσταση, να πάει να φέρει τους άλλους από την Πριήνη στη Μίλητο.
Έφυγε λοιπόν εκείνος εκτελώντας κατά γράμ.μ.α τις διαταγές, αλλά η Τύχη είχε διαφορετική γνώμ.η
σχετικά μ.ε την έΚbαση της ιστορίας και άνοιξε το δρόμ.ο για καινούριες περιπέτειες . Όταν ο
r γίνος
ξεκί
νησε μ.όνος του για τη Μίλητο και οι δούλοι έμ.ειναν χωρίς την επίbλεψη του αρχηγού τους, ρίχτηκαν μ.ε τα μ.ούτρα στην κραιπάλη, καθώς μ.άλιστα είχαν και μ.πόλικο χρυσάφι. Σε μ.ια μ.ικρή πόλη όμως, γεμάτη από τη χαρακτηριστική περιέργεια των Ελλήνων, η
υπεΡbολική σπατάλη χρημ.άτων από τους ξένους τρά bηξε την προσοχή του κόσμου . Άνθρωποι ανώνuμ.oι
217
ΧΑΡΙΤΩΝ
πω και τρυφωντες έδοξαν αύτοίς μάλιστα μέν λησταί,
δραπέται δέ πάντως. 5 ήκεν ΟΟν είς τό πανδοχείον ό στρατηγός και διερευνώμενος εύρε χρυσίον και κόσμον πολυτελ Ύj.
φώρια δέ νομ.ίσας άνέκρινε τους οίκέτας
τίνες εΤεν και πόθεν ταυτα. φό6ιμ δέ 6ασάνων κατε μήνυσαν την άλήθειαν οτι Μιθριδάτης ό Καρίας υπαρ χος δωρα πεπόμφει Διονυσίιμ, και τάς έπιστολάς έπε δείχ.νυσαν.
6 ό δέ στρατηγός τά μέν γράμματα ούκ
έλυσεν, ην γάρ έξωθεν κατασεσr;μασμένα, δημοσίως δέ παραδους απαντα μετά των οίκετων έπεμψε πρός Διονύσιον, εύεργεσίαν είς αύτόν κατατίθεσθαι νομι'ζων.
7 'Ετύγχανε μέν οον έστιων τους έπιφανεστάτους των πολιτων και λαμπρόν τό συμπόσιον ην, ήδη δέ που και αύλός έφθέγγετο και δι ' tjJδΎjς ήκούετο μέλος .
μεταξυ δέ έπέδωκέ τις αύτί;) την έπιστολήΥ" "Στρα τηγός Πριψέων Βίας εύεργέτ!) Διονυσίιμ χαίρειψ δω
ρα και γράμματα κψιζόμενά σοι παρά Μιθριδάτου του Καρίας υπάρχου δουλοι πονηρο! κατέφθεφον, οϋς
έγω συλλα6ων άνέπεμψα πρός σΙ" 8 Ταύτην την έπι στολην έν μέσιμ τί;) συμποσίιμ Διονύσιος άνέγνω, καλ
λωπιζόμενος έπ! ταίς 6ασιλικαίς δωρεαίς' έντεμείν δέ τάς σφραγίδας κελεύσας έντυγχάνειν έπεφατο τοίς
γράμμασιν . εΤδεν οον "ΚαλλιΡρό!) Χαιρέας ζω ."
218
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ Κ Α Ι ΚλλΛΙΡΡ Ο Η Ν Δ'
και να ξοδεύουν τέτοια ποσά , φάνηκαν στα μ.άτια των πολιτών οπωσδήποτε ληστ ές ή τουλάχιστον δούλοι που δραπέτευσαν . Έτσι , πήγε στο ξενοδοχείο τους ο
διοικητής του στρατού και κατά την έρευνά του bρήκε
χρυσάφι και πανάΚΡΙbα κοσμ.ήμ.ατα . Επειδή νόμ.ιζε ότι ήταν κλεμ.μ.ένα , ρωτούσε τους υπηρέτες ποιοι ήταν
και πού τα είχαν bρει όλα αυτά . Εκείνοι , από φόbΟ για τα bασανιστήρια , του φανέρωσαν την αλήθεια , ότι δη λαδή ο Μιθριδάτης , ο ηγεμ.όνας της Καρίας , τα είχε στείλει στον Διονύσιο , και του έδειξαν τις επιστολές. Ο
διοικητής δεν άνοιξε τα γράμ.μ.ατα , γιατί είχαν εξωτε ρικά πολλές σφραγίδες , αλλά έστειλε όλα τα πράγμ.α τα στον Διονύσιο , και τους υπηρέτες μ.αζί , παραδίνο ντάς τα σε κρατικούς υπαλλήλους , γιατί πίστευε ότι
έτσι θα κέρδιζε κάποια ανταμ.οιbή. Ο Διονύσιος έτυχε εκείνη την ημ.έρα να παραθέτει δείπνο στους πιο ισχυρούς συμ.πολίτες του και ήταν
ένα ιδιαίτερα ευχάριστο φαγοπότι ' είχαν ήδη αρχίσει μ.άλιστα ν ' ακούγονται οι νότες κάποιου αυλού και ένα μ.ελωδικό τραγούδι . Τότε ήρθε κάποιος και του παρέ
δωσε το εξής μ.ήνυμ.α : «ο στρατηγός της Πριήνης Βίας στέλνει τους χαιρετισμ.ούς του στον ευεργέτη του Διονύσιο . Κάποιοι αχρείοι δούλοι σού έφερναν γράμ. μ.ατα και δώρα από τον ηγεμ.όνα της Καρίας Μιθρι
δάτη , αλλά στο δρόμ.ο κατασπαταλούσαν το πολίιτιμ.ο φορτίο τους. Γι ' αυτό εγώ τους συνέλαbα και τους έ στειλα σε σένα». Ο Διονύσιος διάbασε αυτό το σημ.εί ωμ.α μ.προστά στους συνδαιτυμ.όνες του , γεμ.άτος περη-
'
,
,
, ρ λ ~"E ζ φανια για τα οασι ικα οωρα . πειτα , ητησε να σπα-
σουν τις σφραγίδες και επιχείρησε να διαbάσει τα γράμ.μ.ατα . Μόλις είδε όμ.ως το «ο Χαιρέας προς την Καλλιρρόη . Είμ.αι ζωντανός ... » ,
21 9
ΧΑΡ ΙΤΩ Ν
9 Τού δ ' αύτού λύτο Υούνατα χαι φι'λον -ητορ, εΤτα σκότος των όφ θαλμων αύτού χατεχύθη . χαι μέΥΤΟΙ
λιποθυμ'ήσας ομως έχράτησε τά Υράμματα, φο60ύμε Υος άλλον αύτοίς έΥτυχείν. θορύ60υ δέ χαι συνδρομης ΥεΥομένης έπηΥέρθη, χαι συνεις τού πάθους έχέλευσε τοίς οίχέταις μετενεΥχείν αύτον είς ετερον οίΧίσχον,
ώς δηθεν 60υλόμεΥος ήρεμίας μετασχείν .
1Ο το μέν
οδν συμπόσιον σχυθρωπως διελύθη (φαΥτασία Υάρ ά ποπληξίας αύτούς εσχε), Διονύσιος δέ χαθ ' έαυτον γενόμενος πολλάχις άνεΥίνωσκε τάς έπιστολάς. χατε
λάμ6ανε δέ αύτον πάθη ποιχιλα, θυμός, άθυμία, φό-
60ς, άπιστία . ζην μέν οδν ΧαιΡέαν ούχ έπίστευε (τούτο
Υάρ ούδέ ολως ηθελελ σχηψιν δέ μοιχιΧήν ύπελάμ6α νε Μιθριδάτου διαφθείΡαι θέλΟΥτος KαλλφpόΗV έλπίδι ΧαιΡέου . ΥΙ. 1 Μεθ ' ήμέραν οδν τ'ήρησιν έποιείτο της
Υυναιχος άχρι6εστέραν,
ίΎα μ'ή τις αύτ-n ΠΡοσέλθr;
μηδέ άπαΥΥειλr; τι των έν Kαp~α διηΎΎJμάτων' αύτος δέ άμυναν έπενόησε τoιαύτΗV ' Έπεδ'ήμει χατά χαφον ό Λυδίας χαι 'Ιωνίας υπαρ
χος Φαρνάχης, ος δή χαι μέΥιστος εΤναι έδόχει των ύπο 6ασιλέως χαταπεμπομένων έπι
θάλατταν.
έπι
τούτον -ηλθεν ό Διονύσιος, -ην Υάρ αύτφ φι'λος , χαι ίδιολΟΥίαν nτ'ήσατο μόΥος .
"[χετεύω σε" φησίν,
"iJJ
δέσποτα, 6ο'ήθησον έμοί τε χαι σεαυτφ . Μιθριδάτης Υάρ, ό χάχιστος άνθρώπων, χαι σοι φθονων, ξέΥος μου
220
ΤΑ Π Ε ΡΙ ΧΑ ΙΡ ΕΑΝ ΚΑ Ι ΚΑΛΛ ΙΡΡΟΗ Ν Δ '
τότε του λύθηκαν τα γόνατα και η καρδιά 6 και στα μάτια του χύθηκε σκοτάδι . Παρ' όλο που λιποθύμησε όμως , έσφιγγε στα χέρια του τα γράμματα ,
από φόbΟ μήπως τα διαbάσει κάποιος άλλος . Η φασα
ρία που έγινε καθώς έτρεχαν να τον bοηθήσουν τον ξύπνησε και συνειδητοποιώντας τι συμφορά τον είχε
bρει διέταξε τους υπηρέτες του να τον μεταφέρουν σε κάποιο άλλο δωμάτιο , επειδή δήθεν χρειαζόταν να ηρε
μήσει . Έτσι άδοξα λοιπόν τελείωσε το γλέντι , με το θέαμα της λιποθυμίας να έχει καρφωθεί στο μυαλό όλων . Ο Διονύσιος , όταν έμεινε μόνος του , διάbασε πολλές φορές τα γράμματα και διάφορα συναισθήματα
τον κυρίευαν, όπως θυμός , απογοήτευση , φόbος , αμφι bολία . Στην πραγματικότητα δεν πίστευε ότι ζούσε ο
Χαφέας (ούτε ήθελε με κανέναν τρόπο να το πιστέψει) αλλά νόμιζε ότι ο Μιθριδάτης το είχε bρει σαν πρόφα ση, με σκοπό να αποπλανήσει την Καλλφρόη δίνοντάς της ελπίδες για τον Χαφέα. νι Από την επόμενη μέ ρα έκανε ακόμη πιο αυστηρή την επιτήρηση της γυ
ναίκας του , για να μην μπορεί κανείς να την πλησιάσει και να της πει τα νέα από την Καρία . Σκέφτηκε λοι πόν να λάbει τα εξής μέτρα για να προστατευθεί. Έτυχε να bρίσκεται εκείνο τον καφό στην πόλη ο
κυbερνήτης της Ιωνίας και της Λυδίας Φαρνάκης, ο οποίος θεωρούνταν ο πιο ισχυρός από όσους είχε διο
ρίσει ο bασιλιάς στα παράλια 7 . Ο Διονύσιος τον επισκέ φτηκε -ήταν άλλωστε φίλοι- και ζήτησε μια ιδιαί τερη ακρόαση . «Σε ικετεύω» , του λέει , «αφέντη μου ,
bοήθησε κι εμένα και τον εαυτό σου . Ο Μιθριδάτης , απ ' όλους τους ανθρώπους ο πιο ανήθικος, που κι εσέ
να ακόμα εΠΙbουλεύεται , από όταν τον φιλοξένησα
221
ΧΑΡΙΤΩΝ
γενόμενος έπι60υλεύει μου τfij γάμιμ και πέπομφε γράμματα μοιχικά μετά χρυσίου προς την γυναίκα την έμήν." 2 έπι τούτοις άνεγίνωσκε τάς έπιστολάς και δι ηγείτο την τέχνην. άσμένως ηκουσε Φαρνάκης
τών λόγων τάχα μεν και διά Μιθριδάτην (έγεγόνει γάρ αύτοίς ούκ όλίγα προσκρούσματα διά τή ν γει
τνίασιν), το δε πλέον διά τον έρωτα· και γάρ αύτος έκάετο της Καλλιρρόης και δι' αύτην έπεδήμει τά πολλά Μιλήτιμ, καλών έπι τάς εστιάσεις Διονύσιον
μετά της γυναικός .
3 ύπέσχετο οδν 60ηθήσειν αύτfij
κατά το ν δυνατον τρόπον και γράφει δι' άπορρήτων
έπιστολήν .
"Βασιλεί Βασιλέων Άρταξέρξη σατράπης
Λυδίας και 'Ιωνίας Φαρνάκης ίδίιμ δεσπότη χαίρειν.
4
Διονύσιος ό Μιλήσιος δοϋλός έστι σος έκ προγόνων
πιστος και πρόθυμος είς τον σον οΤκον . ουτος άπωδύ ρα το πρός με ΟΤΙ Μιθριδάτης ό Καρίας ϋπαρχος ξένος αύτfij γενόμενος διαφθείρει αύτοϋ τήν γυναίκα . φέρει
δε μεγάλην άδοξίαν είς τά σά πράγματα, μάλλον δε ταραχήν · πάσα μεν γάρ παρανομία σατράπου μεμπτή, μάλιστα δε αϋτr;. και γάρ ό Διονύσιός έστι δυνατώ
τατος 'Ιώνων και το κάλλος της γυναικος περι6όητον, ωστε τήν ϋ6ριν μη δύνασθαι λαθείν."
5 Ταύτην την έπιστολην κομισθείσαν [ό] 6ασιλευς άνέΥνω τοίς φιλοις και τί χρη πράττειν έ60υλεύετο .
222
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑ ΙΡ ΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Δ'
άρχισε να υπονομ.εύει το γάμ.ο μ.ου και τώρα έστειλε
γράμ.μ.α.τα και χρυσάφι στη γυναίκα μ.ου για να τη διαφθείρει» . Μετά του διά6ασε τις επιστολές και του εξήγησε το τέχνασμ.α . Ο Φαρνάκης άκουσε μ.ε ευχα ρίστηση αυτά τα λόγια και επειδή επρόκειτο για τον
Μιθριδάτη (όπως ήταν φυσικό, υπήρχαν αρκετές προι> ι
στριοες
t:
ι
μ.εταc,υ
τους,
~ ι
επειοη
οι
ι
ι
επικρατειες
τους
ι
συνο-
ρευαν) αλλά πολύ περισσότερο εξαιτίας του δικού του ερωτικού πάθους. Γιατί τον έκαιγε κι αυτόν ο έρωτας
για την Καλλιρρόη και για να τη 6λέπει ερχόταν αρκετά συχνά στη Μίλητο και καλούσε συνέχεια για φαγητό τον Διονύσιο μ.α.ζί μ.ε τη γυναίκα του. Υποσχέ
θηκε λοιπόν να τον 60ηθήσει μ.ε κάθε τρόπο κι έγραψε μ.ε μ.εγάλη μ.υστικότητα μ.ια επιστολή . «Προς το 6α σιλιά των 6ασιλέων Αρταξέρξη , ο ηγεμ.όνας της Λυ δίας και της Ιωνίας Φαρνάκης χαιρετά τον αφέντη του . Ο Διονύσιος από τη Μίλητο και η οικογένειά του είναι πάππου προς πάππο πιστοί και αφοσιωμ.ένοι στη δυναστεία σου . Ήρθε λοιπόν αυτός σε μ.ένα μ.ε πικρά
παράπονα , επειδή ο Μιθριδάτης , ο κυ6ερνήτης της Καρίας , που φιλοξενήθηκε κάποτε απ ' αυτόν , τώρα
προσπαθεί να ατιμ.άσει τη γυναίκα του . Κάτι τέτοιο όμ.ως θα προκαλέσει και αρνητικά σχόλια για τη δια
κυ6έρνησή σου και - ακόμ.α. χειρότερα -
μ.εγάλη ανα
ταραχή. Γιατί κάθε παρα6ίαση του νόμ.ου από έναν κυ6ερνήτη είναι άκρως κατακριτέα, αυτή όμ.ως ακόμ.η περισσότερο . Εξάλλου ο Διονύσιος είναι ο πιο ισχυρός ανάμ.εσα στους Ίωνες και η φήμ.η για την ομ.ορφιά της γυναίκας του έχει φτάσει παντού, οπότε αποκλεί
εται να μ.είνει κρυφή η προσ60λ ή» . Όταν στάλθηκε αυτή η επιστολή, ο 6ασιλιάς τη διά6ασε στο στενό του κύκλο και έκανε σύσκεψη για
223
ΧΑΡΙΤΩΝ
γνωμαι δε έρρήθησαν διάφοροι · τοις μεν γάρ Μιθρι δάτη φθονοϋσιν η την σατραπείαν αύτοϋ μνωμένοις
έδόκει μη περιοραν έΠΙbουλην είς γάμον άνδρός ένδό ξου, τοίς δε p~θυμoτέpoις τάς φύσεις η τιμώσι τόν
Μιθριδάτην (εΤχε δε πολλούς <κα!> προεστηκότας) ούκ Ύ;ρεσκεν άνάρπαστον έκ διαbολης ποιείν ανδρα δόκιμον.
6 άγχωμάλων δε τών γνωμών γενομένων έ
κείνης μεν της ήμέρας ούδεν έπεκύρωσεν [ό] bασιλεύς, άλλ' ύπερέθετο την σκέψιν- νυκτός
δε έπελθούσης
ύπεδύετο αύτόν μισοπονηρία μεν διά τό της bασιλείας εύπρεπές, εύλάbεια δε περί <τοϋ> μέλλοντος· άρχην γάρ έχειν τόν Μιθριδάτην καταφρονήσεως .
7 ώρμησεν
οΟν καλείν έπ! την δίκην αύτόν· αλλο δε πάθος παΡf; νει μεταπέμπεσθαι κα! την γυναίκα την καλήν- σύμ
bουλοι γάρ οΤνος κα! σκότος έν έpημίC;Ι γενόμενοι κα! τούτου τοϋ μέρους της έπιστολης άνεμίμνησκον bασι λέα, προσηρέθιζε δε κα! φήμη, ΚαλλιΡρόην τινά καλ
λίστην έπ! της 'Ιωνίας εΤναι· και τοϋτο μόνον έμέμφε το bασιλεύς Φαρνάκην, οτι ού προσ,έγραψεν έν τη έ πιστολΡ; όνομα της γυναικός. 80μως δε έπ' άμφΙbόλφ τοϋ τάχα καί κρείττονα τυγχάνειν της φημιζομένης
224
ΤΑ Π ΕΡ Ι ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Δ '
ν ' αποφασίσει πώζ να πράξει . Υπήρξε ό!J.ωζ διάσταcτη
,
ανα!J.εσα
σΤΙζ
'ψ εΙζ
απο
που
,
ακουστηκαν .
'
Ε κεινοι
που
έτρεφαν !J.έσα του ζ ζήλια για τον Μιθριδάτη ή ορέγονταν
τη σατραπεία του υποστήριζαν ότι δεν πρέπει να πε
ράσει έτσι η προσ60λή ΠΡΟζ το ycX!J.O ενόζ ανθρώπου !J.ε τόσο !J.εγάλη δόξα . Κάποιοι άλλοι ό!J.ωζ που είτε ήταν πιο !J.ετριοπαθείζ είτε είχαν σε υπόληψη τον Μι
θριδάτη (γιατί στο πλευρό του ήταν πολλοί ηγψόνεζ) δεν σψφωνούσαν καθόλου !J.ε τη σύλληψη ενόζ αν
θρώπου καταξιω!J.ένου, απλώζ και !J.όνο από !J.ta συκο φαντία. Καθώζ οι Υνώ!J.εζ διχάζονταν , εκείνη την η!J.έ
ρα ο bασιλιάζ δεν πήρε επίcτη!J.η απόφαcτη αλλά ανέ bαλε τη σύσκεψη για την επψένη . Όταν ό!J.ωζ έπεσε η νύχτα, δύο επί!J.ονεζ ιδέεζ τον κυρίευσαν: αφενόζ η απέχθεια για ΤΙζ ύπουλεζ πράξεΙζ , από bασιλική αξιο πρέπεια, και αφετέρου η ανησυχία για το τι επρόκειτο
να σψbεί στο !J.έλλον . Γιατί φΟbόταν ότι ίσωζ !J.ετά από αυτό ο Μιθριδάτηζ να έπαιρνε αφΟΡ!J.ή να !J.ην τον υπολογίζει πια . Έτσι, έσπευσε να τον καλέσει να λο γοδοτήσει , ενώ ταυτόχρονα
!J.ta άλλη σκοτεινή δύνα!J.η
τηζ ψυχήζ του τον παρακινούσε να προσκαλέσει και
τη γυναίκα που ήταν ξακουστή για την Ο!J.ορφιά τηζ . Μέσα στη !J.οναξιά του είχε !J.οναδικούζ σψbούλουζ τη νύχτα και το σκοτάδι, που συνεχώζ του υπενθύ!J.ιζαν
τούτο το συΥκεΚΡΙ!J.ένο cτη!J.είο τηζ επιστολήζ . Άλλωστε είχαν αρχίσει να εξάπτουν την περιέργειά του και οι φή!J.εζ για κάποια πανέ!J.ορφη Καλλιρρόη που bρισκό ταν στην Ιωνία . Και το !J.όνο για το οποίο κατηγορούσε τον Φαρνάκη ήταν που δεν του ανέφερε !J.έσα στην επιστολή το όνΟ!J.α τηζ γυναίκαζ. Ό!J.ωζ, παρά ΤΙζ
α!J.φtbολίεζ του για το αν επρόκειτο για την ίδια , κα ταλάbαινε ότι το πολύ να πετύχαινε !J.ta άλλη , ίσωζ
225 15 -
Χαρίτων τα περ, ΧαιΡέαΥ χα, ΚαλλιΡρόην
ΧΑΡ ΙΤΩ Ν
έτέραν έδοξε καλέσαι καί τήν γυναίκα . γράφει δε καί πρός
Φαρνάκψ
"Διονύσιον,
έμόν δούλον,
πέμψοψ" πρός δε Μιθριδάτψ
Μιλήσιον,
"ηκε άπολογησόμενος
στι ούκ έπε60ύλευσας γάμφ Διονυσ{ου." ΥΠ. 1 Καταπλαγέντος δε τού Μιθριδάτου καί άπο
ρούντος τήν αίτ{αν της δια60λης, ύποστρέψας ό Ύγί νος έδήλωσε τα πεπραγμένα περί τούς οίκέτας . προ
δοθείς οδν ύπό των γραμμάτων έ60υλεύετο μή 6αδ{
ζειν ανω, δεδοικώς τας δια60λάς καί τόν θUΜόν [τού] 6ασιλέως, άλλά Μι'λητον μεν καταλα6είν καί Διονύ σιον άνελείν τόν αίτιον, ΚαλλιΡρόψ δε άρπάσας άπο στη ναι 6ασιλέως.
2
"τ{ γάρ σπεύδω" ψησί "παραδοϋναι
δεσπότου χερσί τήν έλευθερ{αν; τάχα δε καί κρατήσεις
τι ένθάδε μένωΥ' μακραν Υάρ έστι 6ασιλεύς καί <φαύ λους> έχει στρατηγούς' εί δε καί αλλως <σε> άθε τήσειεν, ούδεν δυνήστ; χείρον παθείν . έν τοσούτφ δε σύ μή προδψς δύο τά κάλλιστα, έρωτα καί άρχήν.
έντάφιον ένδοξον ή ήγεμον{α καί μετά Καλλιρρόης
θάνατος ήδύς ." 3 έτι ταύτα 60υλευομένου καί παρα σκευαζομένου πρός άπόστασιν ηκέ τις άΥΥέλλων ώς Διονύσιος έξώρμηκε Μιλή
ταγμα τό καλοϋν έπί την δίκην' άποκλαύσας δε τήν
226
ΤΑ ΠΕΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΡΟΗΝ Δ '
και ωραιότερη από εκείνη που είχε τη φήμ.η, και γι ' αυτό αποφάσισε να ζητήσει την παρουσία και της
γυναίκας . Έτσι γράφει προς τον Φαρνάκη : «Στείλε μ.ου τον Διονύσιο από τη Μίλητο , τον υπήκοό μ.ου» και προς τον Μιθριδάτη: «Έλα να απολογηθείς για το αν συνωμ.ότησες ενάντια στο γάμ.ο του Διονυσίου» .
νπ . Η έκπληξη του Μιθριδάτη ήταν μ.εγάλη και πρobλημ.ατίστηκε πολύ για την αιτία της κατηγορίας, αλλά πάνω στην ώρα επέστρεψε ο Υγίνος και του εξήγησε τα καθέκαστα μ.ε τους υπηρέτες. Σκέφτηκε
λοιπόν, αφού τον είχαν προδώσει τα γράμ.μ.α.τα, να μ.ην f"
μ.εταοει
στο
πα
λ' ατι,
~'f>' επειοη φοοοταν
τις
,
συκοφαντιες
και την οργή του bασιλιά αλλά να πάει να κυριεύσει τη Μίλητο, να σκοτώσει τον Διονύσιο, τον υπεύθυνο
για όλα αυτά, να απαγάγει την Καλλιρρόη και να κηρύξει αποστασία προς το bασιλιά. Έλεγε μ.ε τον εαυτό του: «Τι bιάζομ.α.ι να παραδώσω την ελευθερία μ.ου στα χέρια ενός τυράννου; Πιο πολύ μ.άλλον θα μ.ε
ωφελήσει να μ.είνω εδώ. Εξάλλου ο bασιλιάς bρίσκεται πολύ μ.ακριά και έχει μ.όνο ανίκανους στρατηγούς. Αλλά ακόμ.α κι αν μ.ε καταδικάσει μ.ε κάποιον άλλο
τρόπο , τίποτα χειρότερο δεν μ.πορώ να πάθω . Αφού bρίσκεσαι σε μ.ια τέτοια θέση , τουλάχιστον να μ.ην προδώσεις τα δύο ανώτερα ιδανικά σου, τον έρωτα και
την εξουσία. "Το καλύτερο σάbανο είναι η πορφύρα", και μ.άλιστα μ.α.ζί μ.ε την Καλλιρρόη ο θάνατος θα είναι γλυκός» .
Ενώ όμ.ως αυτός σκεφτόταν κάπως
έτσι και ετοιμ.αζόταν για αποστασία, ήρθε κάποιος και
ανήγγειλε ότι ο Διονύσιος έφυγε από τη Μίλητο παίρ νοντας μ.αζί του και την Καλλιρρόη . Ο Μιθριδάτης το
άκουσε αυτό μ.ε συνΤΡΙbή, μ.εγαλύτερη κι από όταν είχε πάρει τη διαταγή που τον καλούσε σε δίκη. Θρη-
227
ΧΑΡΙΤΩΝ
έαυτοϋ συμφοραν "έπ! ποίαις" ψησ!ν "έλπίσιν ετι μένω; προδίδωσί με παΥταχόθεν ή Τύχη .
4 τάχα γαρ έλεήσει
με 6ασιλεύς μηδέν άδικοϋΥτα ' εί δέ άποθανείΎ δεήσειε, πάλιν όψομαι ΚαλλιΡρόηψ καν έν τ'i] κρίσει ΧαιΡέαν εξω μετ' έμαυτοϋ κα! Πολύχαρμον ού συνηγόρους μό
vov,
άλλα κα! μάρτυρας ." πασαν
oi5v
τήν θεραπείαν
κελεύσας συνακολουθειν έξώρμησε Καρίας, άγαθήν εχων ψυχήν έκ τοϋ μηδέν άδικειν αν δόξαι ' ωστε ούδέ μετα δακρύων προέπεμψαν αύτόν, άλλα μετα θυσιών κα! πομπης .
5
'Ένα μέν
oi5v
στόλον τοϋτον έκ Καρίας εστελλεν
ό 'Έρως, έξ 'Ιωνίας δέ ένδοξότερον άλλοψ έπιφανέστε
ρον γαρ κα! 6ασιλικώτερον ην τό κάλλος. προέτρεχε γαρ της γυναικός ή Φήμη, καταΥΥέλλουσα πασιν άν θρώποις στι Καλλιρρόη παραγίνεται,
τό περι6όητον
όΥομα. τό μέγα της φύσεως κατόρθωμα,
Άρτέμιδι ίκέλη η χΡυσεί!} ΆφΡοδίτr;.
6 Ένδοξοτέραν αύτήν έποίει κα! τό της δίκης διήγημα . πόλεις άπήΥτων ολαι κα! τας όδούς έστεΥοχώρουν οί
συΥτρέΧΟΥτες έπ! την θέαψ έδόκει δέ [τοις] πασι της φήμης ή γυνή κρείττων . μακαριζόμεΥος δέ Διονύσιος έλυπειτο, κα! δειλότερον αύτόν έποίει της εύτυχίας τό
μέγεθος οία γαρ πεπαιδευμέΥος ένεθυμειτο στι φιλό-
228
ΤΑ Π Ε ΡΙ ΧΑΙΡ ΕΛΝ Κ Α Ι ΚΑΛΛ ΙΡΡΟΗΝ Δ '
νώντας λοιπόν για τη συμφορά του έλεγε: «Με ποιες ελπίδες πλέον να μείνω εδώ ; Η Τύχη με προδίδει απ '
όλες τις πλωρές . Ίσως όμως με λυπηθεί ο Μεγάλος Βασιλιάς, αφού είμαι αθώος . Κι αν ωστόσο πρέπει να
πεθάνω , τουλάχιστον θα ξαναδώ την Καλλιρρόη, γιατί στη δίκη θα έχω σίγουρα μαζί μου τον Χαιρέα και τον Πολύχαρμο , οι οποίοι δεν θα είναι μόνο υπερασπιστές
μου αλλά και μάρτυρες της αλήθειας». Πήρε λοιπόν όλη τη συνοδεία του και ξεκίνησε από την Καρία με
καθαρή συνείδηση, έχοντας επίγνωση ότι δεν είχε κά νει τίποτα κακό . Γι' αυτό , δεν τον ξεΠΡΟbόδισαν με θρήνους αλλά με θυσίες και μία πομπή. Έτσι λοιπόν ο Έρωτας είχε ξεσηκώσει μία συνο-
, οεια , ~
,
~,
,
τουτη εοω , απο την
Κ'
'λλ
αρια , και α
'
,
η μια , ακομα
πιο μεγαλειώδη , από την Ιωνία , η οποία είχε ομορφιά υπέρλαμπρη και bασιλική . Πριν από τη γυναίκα προ πoρεuόταν η Φήμη και πληροφορούσε όλους τους αν
θρώπους για την άφιξη της Καλλιρρόης , που η δόξα της είχε κάνει το γύρο του κόσμου , ήταν δε το τε λειότερο δημιούργημα της φύσης
όμοια με την Ά.ρτεμη ή τη χρυσαφένια ΑφροΟέτη 8. Το όνομά της είχε ακουστεί ακόμα περισσότερο λόγω των διαδόσεων για τη δίκη. Ολόκληρες πόλεις έρχο νταν να τη συναντήσουν και στους δρόμους συνω στίζονταν οι άνθρωποι που συνέρεαν για να τη δουν. Σε όλους μάλιστα φαινόταν ότι στην πραγματικότητα η γυναίκα ήταν ακόμη καλύτερη απ' όσο διηγούνταν . Ο Διονύσιος όμως λυπόταν , ενώ όλοι τον καλοτύχιζαν,
και το μέγεθος της ευτυχίας του τον έκανε διστακτι
κό. Ήταν άνθρωπος μορφωμένος και είχε στο μυαλό
229
ΧΑΡΙΤΩΝ
καινός έστιν ό 'Έρως' δια τούτο καΙ τόξα καΙ πυρ
ποιηταί τε καΙ πλάσται περιτεθείκασιν αύτr;J, τα κου φότατα καΙ στηναι μή θέλοντα .
7 μνήμη δέ έλάμ6ανεν
αύτόν παλαιών διηγημάτων, οσαι μετα60λαl γεγόνασι τών καλών γυναικών.
πάντα οδν Διονύσιον έφό6ει,
πάντας έ6λεπεν ώς άντεραστάς, ού τόν άντίδικον μόνον, άλλ' αύτόν τόν δικαστή ν, ωστε καΙ μετενόει προπε
τέστερον Φαρνάκη ταύτα μηνύσας,
έξόν καθεύδειν τήν τ ' έρωμένην έχειν'
ού γαρ ομοιον έν Μιλ ήτCΜ φυλάττειν ΚαλλιΡρόην καΙ έπl της Άσίας Ολης.
8 διεφύλαττε δέ ομως τό άπόρ
ρητον μέχρι τέλους, καΙ τήν αίτίαν ούχ ώμολόγει πρός
την γυναίκα, άλλ' ή πρόφασις ήν οτι 6ασιλεύς αύτόν
μεταπέμπεται, 60υλεύσασθαι θέλων περ! τών έν Ίωνί<1πραγμάτων. έλυπείτο δέ Καλλιρρόη, μακραν στελλο μένη θαλάσσης Έλληνικης εως γαρ τούς Μιλησίων
λιμένας έώρα, Συρακούσας έδόκει έΥΥύς τυγχάνειν ·
μέγα δέ εΤχε παραμύθιον καΙ τόν ΧαιΡέου τάφον έκεί.
23 0
ΤΑ ΠΕ ΡΙ ΧΑΙΡΕΑΝ ΚΑΙ KAΛA1P P OH N Δ'
του ότι του Έρωτα του αρέσουν οι νέες περιπέτειες , γι ' αυτό και οι ποιητές και οι γλύπτες τον εφοδίασαν
μ..ε τόξο και πύρινα 6 έλη , τα πιο ανάλαφρα όπλα , που δύσκολα μ..ένουν ήσυχα . Ταυτόχρονα θυμ..όταν παλιές
ιστορίες και πόσο ευμ..ετά6λητες είναι οι όμ..ορφες γυ ναίκες . Τ ο παραμ..ικρό λοιπόν φό6ιζε τον Διονύσιο και τους έ6λεπε όλους σαν αντίζηλους , όχι μ..όνο τον αντί δικο , αλλά και τον ίδιο το δικαστή, μ..ε αποτέλεσμ..α να
μ..ετανιώνει που 6ιάστηκε να φανερώσει την ιστορία στον Φαρνάκη , ενώ
θα μπορούσε να κοιμάται και να απολαμ6άνει την
ερωμένη του 9 κι ούτε 6έ6αια ήταν το ίδιο εύκολο να επι6λέπει την Καλλιρρόη σε ολόκληρη την Ασία , όσο όταν ήταν στη Μίλητο . Κρατούσε ωστόσο το μ..υστικό του ως το τέλος και δεν είχε ομ..ολογήσει στη γυναίκα του την αιτία του ταξιδιού , αλλά χρησιμ..οποιούσε ως δικαιολο
γία ότι δήθεν τον είχε καλέσει ο 6ασιλιάς , για να συ ζητήσουν κάποια θέμ..ατα που αφορούσαν την Ιωνία . Η Καλλιρρόη , από την άλλη , ήταν πολύ λυπημ..ένη που αναγκαζόταν να αποχωριστεί το ελληνικό πέλαγος ,
γιατί όσο έ6λεπε τα λιμ..άνια της Μιλήτου τής φαινό ταν ότι οι Συρακούσες ήταν κοντά . Ήταν άλλωστε εκεί και ο τάφος του Χαιρέα που της προσέφερε μ..ε
γάλη παρηγοριά .
23 1
Σχόλια
ΒΙΒΛΙΟ Α'
1. Αναφέρεται σε uπαρκτό πρόσωπο. Ο Ερμοκρά της uπήρξε στρατηγός των Σuρακοuσίων κατά τη δι
άρκεια της Σικελικής Εκστρατείας. Κατήγαγε περι φανή νίκη εναντίον των Αθηναίων το σκοτώθηκε το τον
ι τuραννο
413 π.Χ. και
407 . Είχε μια κόρη ποu παντρεύτηκε
των
ο Θοuκuδίδης στο
Σ
ι uρακοuσων
Δ
ι ιονuσιο .
Τ
ον
ι αναφερει
60 bΙbλίο της σuγγραφής τοu .
~. Μάλλον αναφέρεται στις νότιες περιοχές της Εuρώπης.
3. Μuθολογικό πρόσωπο, γιος τοu Χάροπα και της νύμφης Αγλα'ιας, bασιλιάς της Σύμης. Πήρε μέρος στον Τρωικό πόλεμο . Η ομορφιά τοu ήταν τόσο μεγά λη ώστε οι αρχαίοι Έλληνες είχαν την παροιμία «Νι ρέως καλλίων» .
4. Και αuτός ιστορικό πρόσωπο αναφερόμενο από τον Θοuκuδίδη. Υπήρξε Κορίνθιος ο οποίος συμμετείχε στις ναuμαχίες εναντίον των Αθηναίων .
5. Ο Χαιρέας ήταν εξαιρετικά δημοφιλής , κuρίως εξαιτίας της ομορφιάς τοu, όπως φαίνεται και στο επεισόδιο με τοuς στρατιώτες ποu διαμαρτύρονται ό
ταν αναλαμbάνει την αρχηγία τοu στόλοu (ΒΙbλίο Ζ') . 235
ΣΧΟΛ Ι Λ
Μ ποροίιμ.ε επίσ-ης να συμ.περάνουμ.ε πως ήταν ένας αθλητικός νέος που δεν του ήταν άγνωστα η παιδερα
στία και οι ηδονές της νιότης (6λ Βι6λίο Α', lΙ,β ,
ΠΙ ,β ) . Κάτι τέτοιο 6έ6αια είναι απολύτως φυσιολο γικό , το αντίθετο θα ήταν παράξενο. β . Όμ.ηρος, 'Ιλιάς Φ 114 . 7. Οι μ.νηστήρες , που ενώ αρχικά ήταν αντίπαλοι
μ.εταξίι τους στη διεκδίκησ-η της Καλλιρρόης, συνα σπίζονται μ.ετά την απόρριψή τους, θuμ.ίζoυν τους μ.νη στήρες της Π ηνελόπης τόσο ως προς την ευγενική
καταγωγή όσο και ως προς τους τρόπους εκδίκησ-ης και εξόντωσ-ης που μ.ηχανείιονται.
8 . Όμ.ηρος, 'Ιλιάς Σ 22-24. 9 . Δεν είναι λίγες οι φορές στο εξής που ο πιστός Πολίιχαρμ.ος θα εμ.ποδίσει τον Χαιρέα να αυτοκτονή σει.
1ο . Η περιγραφή της εκφοράς και της ταφής της Καλλιρρόης είναι πιστή αναπαράστασ-η των σχετικών εθίμ.ων κατά την αρχαιότητα.
11 . Η πειρατεία αποτέλεσε μ.άστιγα για τη ναυσι πλο1:α στη Μεσόγειο από αρχαιοτάτων 'Χ2όνων.
12. Τα σχετικά μ.ε τη νεκροφάνεια και την αν~ στασ-η της Καλλιρρόης , ειδικά δε οι παράξενες συνθή _·
κες υπό τις οποίες τα γεγονότα αυτά λαμ.6άνουν χώρα, 'ζουν μ.οια
"
αρκετα απιστεuτα .
'Ε τσι λ οιπον '
ο
Χ' αριτων ,
ο οποίος πρωτίστως ενδιαφέρεται για την αληθοφάνεια των λεγομ.ένων του , παραθέτει εδώ μ.ια λογική και
επιστημ.ονική εξήγησ-η για τη νεκρανάστασ-η της κο πέλας .
13 . Τα όσα ο Θήρων αναφέρει ως αρνητικά των Αθηναίων μ.άλλον αποτελοίιν έπαινο για την πόλη , τους θεσμ.οίις και τους κατοίκους της. Στο δε φιλοπε-
236
Σ Χ ΟΛΙΛ
ρίεργο των Αθηναίων αντιπαρατίθεται μ.ε έντονο τρόπο η νωθρότητα των Ιώνων , η αγάπη τους για την πο
λυτέλεια και η αοιαφορία για τα τεκταινόμ.ενα στην πόλη τους .
14. Απόσταση που αντιστοιχεί σε ΠεΡίπου οεκα τέσσερα χιλιόμ.ετρα.
15. Η θεά Τύχη , σύμ.φωνα μ.ε τον Ησίοοο κόρη του Ωκεανού και της Τηθύος , σύμ.φωνα μ.ε τον Πίνοαρο
,
,
μ.ια απο τις
'
'
'
Μ οφες , ως θ εα που οιευ ~ θ' υνει την αν θ ρω-
πινη ζωή απεικονιζόταν μ.ε ένα πηΟάλιο , και ως θεά
της αστάθειας και του ευμ.ετάbλητoυ μ.ε έναν τροχό ή σφαίρα ή φτερά . Στην Αχα'ια μ.άλιστα υπήρχε άγαλ μ.ά της μ.ε φτερωτό Έρωτα , καθώς πίστευαν πως η ερωτική επιτυχία των ανθρώπων οφείλεται περισσό
τερο στην Τύχη παρά στην ομ.ορφιά .
ΒΙΒΛΙΟ Β'
1. Όμ.ηρος , 'Οδύσσεια Ρ 485 και 487 . 2. Ο Διονύσιος bρίσκεται ακόμ.η σε περίοοο πέν θους για τη γυναίκα του , το οποίο στους αρχαίους
Έλληνες οιαρκούσε τριάντα ημ.έρες .
3 . Αναφορά στο bασιλιά των Φαιάκων που bοή θησε τον Οουσσέα να φτάσει στην Ιθάκη .
4. Κατά την αρχαιότητα η άμ.bλωση ήταν συνη θισμ.ένη πρακτική τόσο στους πολιτισμ.ένους όσο και
σε μ.η πολιτισμ.ένους λαούς. Θεωρούνταν πράξη που
οεν αντέbαινε στα χρηστά ήθη και οεν συνεπαγόταν ουΟεμ.ία τιμ.ωρία . Ο Ιπποκράτης ήταν ο πρώτος που απαγόρευσε στους μ.αθητές του να πραγμ.ατοποιούν
αμ.bλώσεις . Ο Αριστοτέλης από την πλευρά του θεω 23 7 .
ΣΧΟΛΙΑ
ρούσε πως το έμ6ρυο κατά την αρχική του ανάπτυξη δεν έχει αυτόνομη ζωή αλλά αποτελεί εξάρτημα του σώματος της μητέρας, ως εκ τούτου συμφωνούσε με
τη διακοπή ' της κυήσεως, τουλάχιστο κατά το πρώτο 'r' σταοιο αυτης.
5.
Ο Ιήθος και ο Αμφίων ήταν γιοι του Δία και
της Αντιόπης . Η μητέρα τους κυνηγημένη από τον θείο της Λύκο αναγκάστηκε να τους εκθέσει στον
Κιθαιρώνα, όπου τους μεγάλωσε κάποιος 60σκός. Όταν μεγάλωσαν , εκδικήθηκαν τόσο τον Λύκο όσο και τη γυναίκα του Δίρκη, και ο Αμφίων έγινε 6ασιλιάς της Θή6ας, νυμφεύθηκε δε τη Ν ιό6η με την οποία απέ κτησε πολλά παιδιά αλλά εξοντώθηκαν όλα από την
Άρτεμη . Όσο για τον Κύρο Β/ τον Μεγάλο, πριν γίνει 6ασιλιάς των Περσών γνώρισε πολλές περιπέτειες, ό
πως μαρτυρεί ο Ηρόδοτος. 6. Όμηρος, 'Ιλιάς Ψ 66-67 .
ΒΙΒΛΙΟ Γ/
1.
Η πώληση της Καλλιρρόης από τον Θήρωνα
στον Λεωνά δημιουργεί στον Διονύσιο μεγάλο πρό6λη μα, κάτι που εξάλλου θα εκμεταλλευτεί στη οίκη ο
Μιθριδάτης (Βι6λίο Ε/, VII,4): ο γάμος ακόμη και στους Πέρσες νοείται ως ελεύθερη ένωση μεταξύ ε
λεύθερων ανθρώπων, απαιτεί δε και τη συναίνεση της γυναίκας.
2. Όμηρος, 'Ιλιάς Κ 540 και 'Οδύσσεια π 11 και 359. 3. Όμηρος, 'Ιλιάς Χ 82-83 . 4. Όμηρος, 'Ιλιάς Φ 114 . 5. Δημοσθένης, Γ/ 'Ολυνθιακός, παρ. 19. 238
ΣΧΟΛΙΑ
ΒΙΒΛΙΟ Δ'
1. Όμηρος , 'Ιλιάς Ψ 71. 2. Π6 . Θουκυδίδης , Β', 34: «μία δε κλίνη κενή φέρεται εστρωμένη των αφανών ... ». 3. Όμηρος , 'Οδύσσεια ω 83 . 4. Όμηρος , 'Οδύσσεια ο 21. 5. Στην πραγματικότητα, ο Χαιρέας έχει ήδη πλη ροφορηθεί το γάμο της Καλλιρρόης από τη νεωκόρο του ναού στη Μίλητο, λίγο μετά την απo6ί6aσή του
από την τριήρη (Βι6λίο Γ', VI,6-8) .
6. 7.
Όμηρος , 'Ιλιάς Φ
114.
Τόσο ο Μιθριδάτης όσο και ο Φαρνάκης είναι
σατράπες, δηλαδή διοικητές επαρχίας της Περσικής
Αυτοκρατορίας . Η διαίρεση σε σατραπείες (είκοσι συ
νολικά) έγινε από τον Δαρείο τον Α', διατηρήθηκε δε και από τον Μέγα Αλέξανδρο . Ενώ αρχικά οι σατρά πες διορίζονταν από το Μεγάλο Βασιλιά , στη συνέχεια
απέκτησαν μεγάλη αυτονομία .
8 . Όμηρος , 'Οδύσσεια Ρ 37. 9. Απόσπασμα από άγνωστο
239
κωμικό.
ΧΑΡΙΤΩΝ
ΑΠΑΝΤΑ
Τόμ.οι
2
1.
Τά περ, ΧαιΡέαν κα, KαλλιppόΗV Bιbλίιx Κ - Δ'
2.
Τά περ, ΧαιΡέαν κα, KαλλιppόΗV Bιbλίιx Ε' - Η'
ISBN 960-382-122-5