ΘΕΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΑ ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΚΑ
Τα τελευταία χρόνια ζχει παρατθρθκεί μια αξιοςθμείωτθ κίνθςθ ςτθ γνϊμθ μασ ςχετικά με τισ μαγικζσ δοξαςίεσ που επικρατοφςαν ςτο τζλοσ τθσ αρχαιότθτασ. Συγκριτικά όμωσ με τθν γενικι αυτι πρόοδο ο ειδικόσ κλάδοσ τθσ μαγείασ, γνωςτόσ ωσ κεουργία, ζχει μάλλον παραμελθκεί κι εξακολουκοφμε να μθν τον καταλαβαίνουμε εντελϊσ. Το πρϊτο βιμα προσ τθν κατανόθςθ τθσ κεουργίασ ζγινε από τον Wilhem Kroll, ςτισ αρχζσ του 1900, όταν ςυνζλεξε και εξζταςε τα αποςπάςματα των Χαλδαϊκϊν Χρθςμϊν. Κατόπιν ο κακθγθτισ Joseph Bidez ανζςυρε και ερμινευςε αρκετά ενδιαφζροντα βυηαντινά κείμενα, κυρίωσ από τον Μιχαιλ Ψελλό (1018-1078), τα όποια φαίνεται πϊσ προζρχονται από τα χαμζνα ςχόλια του Ρρόκλου (410-485 μ.Χ.) πάνω ςτα Χαλδαϊκά Λόγια, ίςοσ δια μζςου τθσ εργαςίασ του χριςτιανοφ αντιπάλου του Ρρόκλου, του Ρροκοπίου τθσ Γάηασ. Από τότε πολλοί λόγιοι και μελετθτζσ αςχολικθκαν ςυςτθματικά με το ηιτθμα τθσ κεουργίασ και προςζφεραν ςθμαντικά πορίςματα, χωρίσ ωςτόςο το κζμα να ζχει εξαντλθκεί ι πλιρωσ διαλευκανκεί. Κατά τθ Σοφδα, αυτόσ ποφ πιρε πρϊτοσ τον χαρακτθριςμό του Κεουργοφ ιταν κάποιοσ Λουλιανόσ, ποφ ζηθςε τθν εποχι του Μάρκου Αυριλιου (121-180 μ.Χ.). Ο Λουλιανόσ ιταν γιοσ «Χαλδαίου φιλοςόφου», που λεγόταν κι αυτόσ Λουλιανόσ (ο πρεςβφτεροσ) και που είχε γράψει τα ζργα «Περὶ Δαιμόνων» ςε τζςςερα βιβλία, «Θεουργικά», «Τελεςτικά» και «Λόγοι δι’ ἐπῶν». Είναι πικανό ο Λουλιανόσ να εφθφρε τον χαρακτθριςμό Κεουργόσ, για να διαχϊριςει τον εαυτό του από τουσ απλοφσ κεολόγουσ, οι οποίοι μιλοφςαν για τουσ κεοφσ, ενϊ εκείνοσ «ενεργοφςε πάνω τουσ» ι και «τουσ δθμιουργοφςε». Σφμφωνα με τα λεγόμενα του Ψελλοφ ο Λουλιανόσ πιρε τα Λόγια από τουσ κεοφσ, ιταν δθλαδι κεοπαράδοτα. Δεν γνωρίηουμε όμωσ ποφ πραγματικά βρικε τουσ χρθςμοφσ. Από ςυμπεράςματα ποφ προκφπτουν από τθν μετζπειτα εξζλιξθ τισ κεουργίασ, οι χρθςμοί αυτοί πρζπει να προζρχονται από τισ αποκαλφψεισ κάποιου οραματιςτι ι εκςτατικοφ διάμεςου (μζντιουμ), και ο Λουλιανόσ να ζκανε μόνο τθ ςτιχοφργθςι τουσ, όπωσ βεβαιϊνει ο Ψελλόσ ι θ πθγι του, ο Ρρόκλοσ. Αυτό εξ άλλου ςυμφωνοφςε και με τθν κακιερωμζνθ πρακτικι των μαντείων, ςφμφωνα με τθν οποία ζνασ χρθςμόσ ι άλλθ ςοφι πρόβλεψθ ςε πεηό λόγο μετατρζπονταν ςε εξάμετρα, ενταςςόμενα ζτςι ςε ζνα είδοσ ςυςτιματοσ και αποκτϊντασ κάποιασ μορφισ φιλοςοφικι χροιά και μεγαλφτερθ εγκυρότθτα. Στο ζργο του «Εἰσ Τίμαιον» (III 27.10) ο Ρρόκλοσ αναφζρεται επίςθσ και ςτο ζργο του Λουλιανοφ «Ἐνἑβδόμῃ τῶν ηωνῶν», που φαίνεται ότι αποτελεί μζροσ των Κεουργικϊν, όπου πραγματεφεται ςε επτά κεφάλαια τισ επτά πλανθτικζσ ςφαίρεσ, μζςα από τισ όποιεσ θ ψυχι ανζρχεται και κατζρχεται. Τα Χαλδαϊκά Λόγια περιείχαν οδθγίεσ για τθν λατρεία του ιλιου και τθσ φωτιάσ κακϊσ και για τθν μαγικι επίκλθςθ των κεϊν. Μία μεταγενζςτερθ παράδοςθ παρουςιάηει τουσ Λουλιανοφσ -πρεςβφτερο και νεϊτερο- ωσ μάγουσ. Θ φιμθ είχε απλωκεί πζρα από τουσ κφκλουσ των νεοπλατωνικϊν. Σφμφωνα με τον Ψελλό, ο πατζρασ Λουλιανόσ ςυνζςτθςε τον γιο του ςτο πνεφμα του Ρλάτωνα. Λςχυρίηονταν επίςθσ ότι κατείχαν ζνα μαγικό ξόρκι ι
επίκλθςθ (αγωγι), ποφ προκαλοφςε τθν εμφάνιςθ του κεοφ Χρόνου. Μποροφςαν επίςθσ να κάνουν τθν ψυχι του ανκρϊπου να εξζλκει του ςϊματοσ και μετά να επανειςζλκθ ς’ αυτό. Σφμφωνα και πάλι με τον Ψελλό, το 173 μ.Χ., ςτθν εκςτρατεία του Μάρκου κατά των Κουάδων, ο Λουλιανόσ ο νεϊτεροσ προκάλεςε τθν κατάλλθλθ ςτιγμι μία καταιγίδα, με μία ανκρϊπινθ μάςκα ποφ είχε καταςκευάςει, θ όποια ςυνοδεφτθκε από τρομακτικοφσ κεραυνοφσ ενάντια ςτουσ εχκροφσ και τουσ διζλυςε. Οι μαγικζσ ικανότθτεσ του Λουλιανοφ είχαν φτάςει και ςτουσ χριςτιανοφσ, ςφμφωνα με τουσ όποιουσ ο Λουλιανόσ, ο Απουλιιοσ και ο Απολλϊνιοσ ςυναγωνίηονταν ςε μαγικζσ ικανότθτεσ. Κυκλοφόρθςε τότε και ςχετικό ανζκδοτο: ςτθ ϊμθ ζχει ενςκιψει επιδθμία πανϊλουσ και κάκε ζνασ από τουσ τρεισ μάγουσ αναλαμβάνει να τθν ςταματιςει. Ο Απουλιιοσ (γενν. 125 μ.Χ.) κα τθν ςταμάταγε ςε δζκα πζντε ιμερεσ, ο Απολλϊνιοσ ο Τυανεφσ (ςφγχρ. του Νζρωνα) ςε δζκα ιμερεσ, αλλά ο Λουλιανόσ κατάφερε να τθν ςταματιςει αμζςωσ με μία μόνο διαταγι! Υπάρχει ςιμερα μία κάποια ςφγχυςθ ωσ προσ το αν οι νεοπλατωνιςτζσ είχαν ςχζςθ με τθ κεουργία ι όχι, και αν ναι, ποια ιταν θ ςχζςθ αυτι. Οφείλουμε να διευκρινίςουμε ότι ο δθμιουργόσ τισ κεουργίασ ιταν μάγοσ και όχι νεοπλατωνιςτισ και ότι ο δθμιουργόσ του Νεοπλατωνιςμοφ δεν ιταν οφτε μάγοσ οφτε κεουργόσ. Καλό κα ιταν ςτο ςθμείο αυτό να προςπακιςουμε να ορίςουμε τι είναι μάγοσ. Μάγοσ λοιπόν, κατά τθν κοινι αντίλθψθ, είναι κάποιοσ ποφ ζχει τισ γνϊςεισ και τισ δυνατότθτεσ να κάνει πράξθ πράγματα -ποφ άλλοι άνκρωποι όχι μόνο αδυνατοφν, αλλά οφτε καν διανοοφνται να κάνουν- με τθ βοικεια δυνάμεων ποφ δεν εκπορεφονται από τον ίδιο, άρα με τθ ςφμπραξθ τουσ. Ζχουν δθλαδι τθ δυνατότθτα να χρθςιμοποιοφν μθ δικζσ τουσ πνευματικζσ δυνάμεισ για τθν επίτευξθ των ςκοπϊν τουσ. Ο Πλυμπιόδωροσ (430 μ.Χ.) ςτο ζργο του «Εἰσ Φαίδωνα» (123.3) αναφζρει ότι άλλοι μεν προτιμοφν τθ φιλοςοφία, όπωσ ο Ρορφφριοσ και ο Ρλωτίνοσ, άλλοι δε τθν ιερατικι (= κεουργία), όπωσ ο Λάμβλιχοσ, ο Συριανόσ και ο Ρρόκλοσ.Ο νεοπλατωνικόσ Ρλωτίνοσ (204269 μ.Χ.) δεν χρθςιμοποιεί τον όρο κεουργία ι άλλεσ ςυνϊνυμεσ λζξεισ ςτα ζργα του, οφτε και οι διάδοχοι του ι οι μακθτζσ του τον χαρακτθρίηουν κεουργό. Φαίνεται μάλιςτα πϊσ δεν γνϊριηε τίποτε για τον Λουλιανό και τουσ Χαλδαϊκοφσ Χρθςμοφσ. Ο Ρλωτίνοσ είναι υπεραςπιςτισ τισ ελλθνικισ ορκολογικισ παράδοςθσ (βλ. τό ζργο του «Κατὰ Γνωςτικῶν»), χωρίσ βζβαια να αρνείται τθν αποτελεςματικότθτα τθσ μαγείασ. Θ μαγεία όμωσ δεν τον άφορα και δεν τον ενδιαφζρει. Αλθκινι μαγεία γι’ αυτόν είναι το ςφνολο τισ αγάπθσ και του μίςουσ ςτο ςφμπαν, τθσ μυςτθριϊδουσ και αξιολάτρευτθσ ςυμπακείασ ποφ ενϊνει τον κόςμο, όπωσ ο ίδιοσ λζγει. Οι άνκρωποι, πιςτεφει, εκπλιςςονται περιςςότερο με τθν ανκρϊπινθ γοθτεία (με τθν περιφρονθτικι ςθμαςία τισ λζξθσ) παρά με τθ μαγεία τισ φφςθσ, επειδι ι πρϊτθ τουσ είναι λιγότερο οικεία (βλ. «Ἐννεἁδεσ» 4.4.37,40). Πςον άφορα ςτθν μυςτικι ζνωςθ, για τθν οποία μιλάει ςτο ζργο του και θ όποια δεν ζχει καμία ςχζςθ με το μαγικό και κεουργικό όρο ςφςταςθσ, είναι φανερό ςτον αναγνϊςτθ των ςχετικϊν χωρίων (1.2.9 και 6.7.34) ότι αυτό δεν το πζτυχε μζςω κάποιασ τελετουργίασ ι με τθν προςευχι ι με τθν εκτζλεςθ κακοριςμζνων ενεργειϊν, αλλά μετά τθν επίτευξθ μιασ πνευματικισ πεικαρχίασ που δεν εμπεριζχει κανζνα ςτοιχείο καταναγκαςμοφ, οφτε ζχει ςχζςθ με τθ μαγεία, όπωσ προςπακιςαμε να τθν ορίςουμε παραπάνω.
Είναι πάντωσ γεγονόσ ότι ο Ρλωτίνοσ είχε λάβει μζροσ ςε πνευματιςτικι ςυγκζντρωςθ (κεουργία) ςτο Μςειο, κατόπιν προςκλιςεωσ κάποιου τρίτου προςϊπου, όπωσ αναφζρει ο μακθτισ του Ρορφφριοσ ςτο ζργο του «Βίοσ Πλωτίνου». Αυτό όμωσ δεν ςθμαίνει ότι ο Μδιοσ ο Ρλωτίνοσ ιταν κεουργόσ. Αντίκετα μάλιςτα ιταν ο άνκρωποσ ποφ αναδείχκθκε χάρθ ςτθν ιςχυρι πνευματικι και θκικι προςπάκεια του ενάντια ςτθ νεφελϊδθ ατμόςφαιρα που τον περιζβαλε, όπωσ λζγει ο κακθγθτισ Wilhelm Kroll. Μετά το κάνατο του όμωσ θ ομίχλθ άρχιςε ξανά να πυκνϊνει. Θ λαϊκι κρθςκεία όχι μόνο δεν ζπαιρνε πνευματικό χαρακτιρα από τα ιδανικά των ςτοχαςτϊν, άλλα αντίκετα, θ ανϊτερθσ μορφισ κρθςκεία άρχιςε να προςβάλλεται και να επθρεάηεται από τισ μθ λογικζσ δυνάμεισ τοφ παλαιοπαγανιςμοφ. Μια παρόμοια μόλυνςθ του μυςτικιςμοφ από τθ μαγεία ςυνζβθ και ςε άλλουσ πολιτιςμοφσ, όπωσ ςτον Λνδικό, με τον Βουδιςμό και τον αιρετικό Λνδουιςμό. Θ ςφγκρουςθ ανάμεςα ςτθν προςωπικι επίδραςθ του Ρλωτίνου και τισ δειςιδαιμονίεσ του καιροφ κακρεπτίηεται κακαρά ςτθν «αναποφάςιςτθ» ςτάςθ του μακθτι του Ρορφφριου. Ο Ρορφφριοσ ιταν πολφ κριςκοσ λόγω ιδιοςυγκραςίασ και παρουςίαηε ιδιαίτερθ αδυναμία ςτουσ χρθςμοφσ. Ρριν ακόμα ςυνάντθςθ τον Ρλωτίνο, είχε ιδθ γράψει μία ςυλλογι από χρθςμοφσ (λόγια) με τίτλο «Περὶ τῆσ ἐκ Λογίων Φιλοςοφίασ». Μερικοί από τουσ χρθςμοφσ αυτοφσ είναι κακαρά προϊόν «πνευματιςτικισ ςυγκζντρωςθσ». Δεν υπάρχει όμωσ καμία ζνδειξθ αναφοράσ ςτουσ Χαλδαϊκοφσ Χρθςμοφσ του Λουλιανοφ οφτε χριςθ του όρου κεουργία, πράγμα ποφ ςθμαίνει ότι δεν είχε ακόμθ αςχολθκεί με το βιβλίο αυτό ι ότι αγνοοφςε τότε τθν φπαρξθ του. Κατά τθ διάρκεια τθσ μακθτείασ του κοντά ςτον Ρλωτίνο, όταν μάκαινε τθν τζχνθ του ερωτάν, ο Ρορφφριοσ απευκφνει μερικά κρίςιμα ερωτιματα ςτον Ανθβϊ τον Αιγφπτιο πάνω ςτον αποκρυφιςμό και τθ δαιμονολογία, και τελικά ςυμπεραίνει ότι είναι ανόθτο να προςπακοφμε να δεςμεφςουμε τουσ κεοφσ με μαγικά. Αργότερα, όταν πια είχε πεκάνει ο δάςκαλοσ του, ο Ρορφφριοσ ανακάλυψε τουσ Χαλδαϊκοφσ Χρθςμοφσ, ζγραψε ζνα υπόμνθμα πάνω ς' αυτοφσ και τουσ αναφζρει ςυχνά ςτό ζργο του «Περὶ ἀποχῆσ ἐμψύχων». Σε μεταγενζςτερα ζργα του όμωσ, αν και παραμζνει πιςτόσ ςτον Ρλωτίνο, κάνει μια επικίνδυνθ παραχϊρθςθ ςτθν αντίκετθ ςχολι, γράφοντασ ότι οι κεουργικζσ τελετζσ μποροφν να κακαρίςουν τθν πνευματικι ψυχι και να τθν καταςτιςουν «κατάλλθλθ να δζχεται τα πνεφματα και τουσ αγγζλουσ και να βλζπει τουσ κεοφσ». Ρροειδοποιεί όμωσ για τον κίνδυνο ποφ ενζχει θ πρακτικι αυτι, διότι μπορεί να προκαλζςει κακό. Αμφιβάλλει επίςθσ για το αν πραγματικά επιτυγχάνεται ζτςι θ επιςτροφι τθσ ψυχισ ςτον κεό ι αν αποτελεί απαραίτθτο παράγοντα γι’ αυτό. Με τθν -ζςτω και λίγο επαμφοτερίηουςα- ςτάςθ του ο Ρορφφριοσ επιτρζπει τθν ειςχϊρθςθ των κεουργικϊν απόψεων ςτον νεοπλατωνιςμό. Θ απάντθςθ τθσ κεουργικισ ςχολισ ςτουσ νεοπλατωνιςτζσ βρίςκεται ςτον υπομνθματιςμό ποφ κάνει ο Λάμβλιχοσ (3οσ-4οσ μ.Χ. αιϊνασ) ςτουσ Χαλδαϊκοφσ Χρθςμοφσ και ςτο ςωηόμενο ζργο του «Περὶ Μυςτθρίων». Το βιβλίο αυτό είναι ζνα είδοσ μανιφζςτου, όπου υποςτθρίηεται ότι θ ςωτθρία δεν βρίςκεται ςτον ορκό λόγο αλλά ςτισ τελετουργικζσ λατρείεσ. Γράφει εκεί ο Λάμβλιχοσ (96.13): «Δεν είναι θ ζννοια (δθλαδι θ νόθςθ) ποφ ενϊνει τουσ κεουργοφσ με τουσ κεοφσ. Διότι -ςτθν αντίκετθ περίπτωςθ- τι κα εμπόδιηε τουσ φιλοςόφουσ (εννοεί τουσ κεωρθτικοφσ) να επιτφχουν κεουργικι ζνωςθ μαηί τουσ; Αυτό
όμωσ δεν ζγινε ποτζ. Θ κεουργικι ζνωςθ επιτυγχάνεται με τθν τελεςιουργία των άρρθτων ζργων, όταν τελοφνται με τον κατάλλθλο τρόπο, ζργων ποφ είναι πζρα από κάκε νόθςθ, και με τθ δφναμθ των άφκεγκτων ςυμβόλων, ποφ μόνο οι κεοί τα εννοοφν... Ακόμθ και χωρίσ εμείσ να τα κατανοοφμε, τα ςυνκιματα αυτά (δθλαδι τα ςφμβολα) εκτελοφν από μόνα τουσ το δικό τουσ ζργο». Το μινυμα αυτό προςζφερε παρθγοριά ςτουσ παγανιςτζσ των άρχων του 4ου αιϊνα, που με απογοιτευςθ ζκαναν τισ εξισ ςκζψεισ: «οι φιλόςοφοι αναηθτοφν τθν αλικεια και ςυηθτοφν εδϊ και εννζα αιϊνεσ. Άλλα τι κατάφεραν; Σιμερα ο πολιτιςμόσ καταρρζει και θ χριςτιανικι ακεότθτα όλο και περιςςότερο διειςδφει και αποςτακεροποιεί φπουλα και ακόρυβα το πνεφμα του Ελλθνιςμοφ». Ιταν θ εποχι που ο Χριςτιανιςμόσ δεν είχε ακόμθ επιβλθκεί ωσ επίςθμθ κρθςκεία τθσ Ανατολικισ ωμαϊκισ Αυτοκρατορίασ, και όπωσ θ λαϊκι μαγεία γίνεται ςυχνά το καταφφγιο των απελπιςμζνων, ζτςι και θ κεουργία ζγινε καταφφγιο τθσ απελπιςμζνθσ διανόθςθσ. Θ κεουργία κζρδιηε διαρκϊσ ζδαφοσ, αν και υπιρχαν αντιδράςεισ από τθν Νεοπλατωνικι ςχολι. Ο Ευνάπιοσ, για παράδειγμα, ςτο «Βίοσ Σοφιςτῶν» αναφζρει πωσ ο Ευςζβιοσ ο Μφνδιοσ, μακθτισ του Αιδεςίου, που ιταν μακθτισ του Λάμβλιχου, διακιρυςςε «ότι θ μαγεία είναι δουλειά ανιςόρροπων ανκρϊπων, που μελετοφν με ανορκόδοξο τρόπο οριςμζνεσ δυνάμεισ τθσ φφςθσ» και προειδοποιεί τον μζλλοντα αυτοκράτορα Λουλιανό (ςτζψισ: 361), επονομαςκζντα Ραραβάτθ από τουσ χριςτιανοφσ, να προςζχει τον κεουργό Μάξιμο, τον κεατρικό εκείνο καυματοποιό. «Σὺ δὲ τούτων μθδὲν καυμἁςῃσ, ὥςπερ οὐδὲ ἐγώ, τὴν διὰ τοῦ λόγου κάκαρςιν μέγα τὶ χρῆμα ἀπολαμβάνων». Ο Λουλιανόσ όμωσ κατζφυγε ςτο Μάξιμο και λίγο καιρό αργότερα παρακάλεςε τον φίλο του Ρρίςκο να του εξαςφάλιςθ ζνα αντίτυπο των ςχολίων που ζκανε ο Λάμβλιχοσ πάνω ςτον ςυνονόματο του, τον Λουλιανό τον κεουργό, επειδι «είμαι ςφοδρόσ εραςτισ τθσ φιλοςοφίασ του Λαμβλίχου και τισ κεοςοφίασ του ςυνωνφμου μου και νομίηω πϊσ όλοι οι άλλοι δεν αξίηουν τίποτε». Θ ευνοϊκι ςτάςθ του αυτοκράτορα Λουλιανοφ προσ τουσ «Εκνικοφσ» και θ επαναφορά τθσ λατρείασ των κεϊν ςυνετζλεςε ϊςτε θ κεουργία να γίνει τθσ μόδασ. Πταν ανζλαβε να αναδιοργάνωςθ και μεταρρφκμιςθ τον Εκνικό κλιρο, ο κεουργόσ Χρυςάνκιοσ ζγινε αρχιερεφσ τισ Λυδίασ και ο Μάξιμοσ κεουργικόσ ςφμβουλοσ ςτθν αυλι του αυτοκράτορα, αποκτϊντασ ζτςι μεγάλθ επιρροι, όπωσ αναφζρει ο Ευνάπιοσ και ο Μαρκελλίνοσ. Κατά τθ διάρκεια όμωσ τισ χριςτιανικισ παλινόρκωςθσ, μετά το κάνατο του Λουλιανοφ, το 363, ο Μάξιμοσ τιμωρικθκε με πρόςτιμο, βαςανίςτθκε και το 371 εκτελζςτθκε με τθν κατθγορία τθσ ςυνομωςίασ κατά των αυτοκρατόρων. Το επειςόδιο αυτό ζδωςε ςτουσ κεουργοφσ να καταλάβουν ότι είναι προτιμότερο να μζνουν αφανείσ και να μεταδίδουν τθν τζχνθ τουσ ακόρυβα από οικογζνεια ςε οικογζνεια. Τον 5ο αιϊνα θ κεουργία διδάςκεται επίςθμα ξανά, αυτι τθ φορά ςτθν Ακινα, από τουσ Νεοπλατωνικοφσ. Κυριότεροσ εκπρόςωποσ είναι ο Ρρόκλοσ με το ζργο του «Περὶ Άγωγῆσ» και τα υπομνιματα του πάνω ςτουσ Χαλδαϊκοφσ Χρθςμοφσ. Είχε προςωπικά οράματα και οπταςίεσ τθσ κεάσ Εκάτθσ, τθσ οποίασ υπιρξε ειςθγθτισ και δθμιουργόσ τθσ λατρείασ. Λζγεται επίςθσ ότι ιταν μζγασ βροχοποιόσ. Ραρ’ ότι ο Κεοδόςιοσ Αϋ απαγόρευςε τθν αρχαία κρθςκεία και όλεσ τισ εκδθλϊςεισ τθσ, γκρζμιςε τουσ αρχαίουσ ελλθνικοφσ ναοφσ ι τουσ μετζτρεψε ςε χριςτιανικοφσ και δίωξε τουσ Ζλλθνεσ Εκνικοφσ, θ κεουργία, ςαν νεοπλατωνικι φιλοςοφία κυρίωσ, κατόρκωςε να
επιβίωςθ εξ αιτίασ του εξωτερικοφ φιλοςοφικοφ χαρακτιρα τθσ και τθσ μυςτικισ διάδοςθσ τθσ φςτερα από τουσ πρϊτουσ διωγμοφσ. Μετά τον Λουςτινιανό θ κεουργία μπικε τελείωσ ςτθν παρανομία και ακολοφκθςε τον δρόμο είτε τθσ μετατροπισ ςε άλλεσ μυςτικζσ δοξαςίεσ είτε τθσ εξαφάνιςθσ, χωρίσ όμωσ να ςβιςει τελείωσ. Ο Ψελλόσ περιγράφει μία κεαγωγία, ποφ διθφκυνε ζνασ αρχιεπίςκοποσ τον 11ο αιϊνα, ακολουκϊντασ κεουργικι τακτικι («τοῖσ Χαλδαίων λόγοισ ἑπόμενοσ»). Τα υπομνιματα του Ρρόκλου ιταν γνωςτά ςτο Νικθφόρο Γριγορα, τον 14ο αιϊνα. Ρριν προχωριςουμε ςτθ κεουργικι πρακτικι, ασ αςχολθκοφμε με ζνα πολυςυηθτθμζνο κείμενο του Ρορφφριου, από το ζργο του «Βίοσ Πλωτίνου» (10.16.12κκ. Volk.). Στο χωρίο αυτό, όπωσ αναφζραμε παραπάνω, περιγράφεται μία πνευματιςτικι ςυγκζντρωςθ, ςτθν οποία ζλαβε μζροσ ο Ρλωτίνοσ, ςτο Μςειο τθσ ϊμθσ. «Αἰγύπτιοσ γάρ ἱερεύσ, ἀνλκὼν εἰσ τὴν‘ώμθν καὶ διὰ τινοσ φίλου αὐτῷ (Ρλωτῖνῳ) γνωριςκεὶσ κέλων τε τῆσ ἑαυτοῦ ςοφίασ ἀπόδειξιν δοῦναι ἠξίωςε τὸν Ρλωτῖνον ἐπὶ κέαν ἀφικέςκαι τοῦ ςυνόντοσ αὐτῦ οἰκείου δαίμονοσ καλουμένου, τοῦ δὲ ἑτοίμωσ ὑπακούςαντοσ γίνεται μὲν ἐν τῷ Ἰςείῳ ἡ κλῆςισ. μόνον γὰρ ἐκεῖνον τὸν τόπον κακαρόν φαςιν εὐρεῖν ἐν τῇ 'ώμῃ τὸν Αἰγύπτιον. κλθκέντα δὲ εἰσ αὐτοψίαν τοῦ δαίμονα κεὸν ἐλκεῖν καὶ μὴ τοῦ δαιμόνων εἶναι γένουσ, ὅκεν τὸν Αἰγύπτιον εἰπεῖν, μακάριοσ εἶ κεὸν ἔχων τὸν δαίμονα καὶ οὐ τοῦ ὑφειμένου γένουσ τὸν ςυνόντα. μήτε δὲ ἐρέςκαι τι ἐκγενέςκαι μήτε ἐπιλέον ἰδεῖν παρόντα, τοῦ ςυνκεωροῦντοσ φίλου τὰσ ὄρνεισ, ἃσ κατεῖχε φυλακῆσ ἔνεκα, πνίξαντοσ εἴτε διὰ φκόνον εἴίτε καὶ διὰ φόβον τινὰ». Από το κείμενο φαίνεται ότι θ πθγι δεν είναι οφτε ο ίδιοσ ο Ρλωτίνοσ οφτε κάποιοσ αυτόπτθσ μάρτυρασ. Σφμφωνα με τουσ ερευνθτζσ επίςθσ, πρζπει να ζχει γραφι τουλάχιςτον 35 χρόνια πριν από τθ ςυγγραφι και κυκλοφορία του «Βίοσ Πλωτίνου». Ραρ’ ότι όμωσ δεν ζχει τθν αξία μιασ αυκεντικισ μαρτυρίασ, μασ παρζχει μίαν ενδιαφζρουςα και λίγο προκλθτικι όψθ τθσ μαγικισ μεκόδου που ιταν εν χριςει ςτθν υψθλι κοινωνία του 3ου αιϊνα. Ο ςκοπόσ τθσ πνευματιςτικισ αυτισ ςυνάντθςθσ δικαιολογείται από τθν πίςτθ ότι μζςα ςτον άνκρωπο κατοικεί ζνα δαιμόνιο. Είναι μία πίςτθ πολφ παλαιά και πολφ διαδεδομζνθ. Είχε γίνει δεκτι και είχε αιτιολογθκεί ιδθ από τθν ςχολι του Ρλάτωνα και από τουσ Στωικοφσ φιλοςόφουσ. Ο Αμμιανόσ (350-400 μ.Χ.) μάλιςτα λζγει ότι κάκε άνκρωποσ ζχει το δικό του genius (δαιμόνιο), αλλά τζτοια όντα είναι ορατά από πάρα πολφ λίγουσ. Θ διλωςθ αυτι δείχνει ότι το δαιμόνιο δεν είναι μόνο μία αλλθγορία οφτε μόνο πνευματικι-άχλθ οντότθτα, αλλά μπορεί να διακζτει και υλικι υπόςταςθ, αφοφ είναι ορατό, ζςτω και από πάρα πολφ λίγουσ. Θ πίςτθ αυτι ζχει παίξει κάποιο ρόλο ςτθ διαμόρφωςθ τθσ ζλλθνοαιγυπτιακισ μαγείασ, όπου μία ςυνταγι για επαναφορά του δαιμονίου ςτον ορατό κόςμο επιγράφεται «Σύςταςισ ἰδίου δαίμονοσ». Ο ίδιοσ δαίμων φαίνεται να ζχει παίξει κάποιο ρόλο ςτθν αλχθμεία (βλ. Θ Αρχαία ελλθνικι προζλευςθ τισ Αλχθμείασ, ΛΧΩ 33). Ραράλλθλα ιταν γνωςτι και αρκετά διαδεδομζνθ τότε θ επίκλθςθ του οικείου δαίμονοσ, ο οποίοσ είναι κάτι ςαν πάρεδροσ του μάγου. Θ ςχζςθ του δαίμονοσ αυτοφ με το μάγο δθμιουργείται βζβαια με μαγικό τρόπο. Ο Ρλωτίνοσ και ο Ολυμπιόδωροσ πρεςβεφουν ότι το δαιμόνιο (δαίμων) μεταβάλλεται ςε κεό και ξεχωρίηουν τα κεϊκά δαιμόνια (κείοι δαίμονεσ) από τα κατϊτερα.
Σ’ ζνα πολυςυηθτθμζνο κείμενο του Ρορφφριου από το ζργο του «Βίοσ Πλωτίνου» περιγράφεται μια πνευματιςτικι ςυγκζντρωςθ, ςτθν οποία ζλαβε μζροσ ο Ρλωτίνοσ, ςτο Μςειο τθσ ϊμθσ, όπου μασ παρζχεται μία ενδιαφζρουςα και λίγο προκλθτικι όψθ τθσ μαγικισ μεκόδου που ιταν εν χριςει ςτθν υψθλι κοινωνία του 3ου αιϊνα. Πςον άφορα ςτον τόπο τθσ ςυγκζντρωςθσ, μποροφμε να εξθγιςουμε τθν εκλογι του από τθν πολφ γνωςτι ανάγκθ τόπου ενεργειακά κακαροφ για τα μαγικά εγχειριματα. Σφμφωνα με μία πλθροφορία από τον Χαιριμονα, ςτα αιγυπτιακά ιερά μποροφςαν να περάςουν τισ κανονικζσ ιμερεσ μόνον όςοι είχαν υποβλθκεί ςε κανονικι νθςτεία και είχαν προθγουμζνωσ κακαρκεί δια του φδατοσ. Τόποσ «κακαρόσ» ιταν επίςθσ κάποιο ςθμείο ποφ είχε αποκαλφψει θ φουςκονεριά του Νείλου (κάκαρςθ δια του φδατοσ) και δεν είχε ακόμα πατθκεί από κανζναν. Αινιγματικό ρόλο παίηουν, ςτο κείμενο του Ρορφφριου, οι όρνεισ, ασ κατείχε (ο φίλοσ) φυλακισ ζνεκα, τα πουλερικά δθλαδι ποφ είχε ο φίλοσ ςτθν κατοχι του για φφλακεσ, για προφφλαξθ. Ρολλζσ φορζσ οι μαγικοί πάπυροι ςυνιςτοφν προςτατευτικά μζτρα κατά τθ διάρκεια τθσ κεουργίασ. Κάτι ανάλογο ςυνιςτοφν ο Ρρόκλοσ, ο Ρυκαγόρασ ο όδιοσ και ο Ψελλόσ. Ρϊσ όμωσ είχαν προςτατευτικό ρόλο τα πουλιά και για ποιο λόγο ο κάνατοσ τουσ, δια ςτραγγαλιςμοφ ςυνικωσ, ζδιωχνε τα φαντάςματα και τα κακά πνεφματα; Στο ςθμείο αυτό οι απόψεισ των παπυρολόγων και των ερευνθτϊν διίςτανται. Άλλοι προβάλλουν το επιχείρθμα ότι το μίαςμα του κανάτου των πτθνϊν απολφει (διϊχνει) το κεό μακριά (αν και ςτθν περίπτωςθ τθσ διιγθςθσ του Ρορφφριου αυτό ζγινε άκαιρα και ίςωσ χωρίσ λόγο), και ότι αυτό αποδεικνφεται με τισ αναφορζσ ςτο ράντιςμα με αίμα περιςτεριοφ κατά τθν απόλυςθ, δθλαδι ςε δφςκολεσ και απειλθτικζσ ίςωσ καταςτάςεισ (βλ. πάπυροσ PGM II. 178). Άλλοι ερευνθτζσ-παπυρολόγοι υποςτθρίηουν ότι το ςτραγγαλιςμό των πουλιϊν αποτελοφςε μζροσ τελετισ για το ηωντάνεμα μιασ κζρινθσ μορφισ του Ζρωτα, κζςθ ποφ οδθγεί ςτο ςυμπζραςμα ότι θ πραγματικι πρόκεςθ του φίλου ιταν άλλθ από αυτι ποφ περιγράφεται ςτο εν λόγω χωρίο του Ρορφφριου. Μία λφςθ του αινίγματοσ δίνει ο ίδιοσ ο Ρορφφριοσ ςε ζνα άλλο χωρίο από το βιβλίο του «Ρερὶ Ἀποχῆσ», όπου γράφει: «ὅςτισ δὲ φαςμάτων φύςιν ἐςτέρθςεν, οἶδεν κακ’ ὅν λόγον ἀπέχεςκαι χρῇ πάντων ὀρνίκων, καὶ μάλιςτα ὅταν ςπεύδῃ τισ ἐκ τῶν χκονίων ἀπαλλαγῆναι καὶ πρὸσ τοὺσ οὐρανίουσ κεοὺσ ἱδρυνκῆναι». Το ριμα απζχεςκαι ςθμαίνει αποχι από φόνο (ι από τροφι), και ζτςι εφκολα μποροφμε να ςυμπεράνουμε ότι ο Ρορφφριοσ αυτό είχε ςτο μυαλό του ςτθν περιγραφι των γεγονότων ςτο Μςειο. Είναι εξ άλλου γνωςτόσ ο Ρυκαγόρειοσ κανόνασ, ςφμφωνα με τον όποιο απαγορεφεται θ κυςία των πετεινϊν του ουρανοφ, δθλαδι των πτθνϊν. Αν όμωσ ζχουν ζτςι τα πράγματα, τότε γιατί βρίςκονται εκεί τα πουλιά; Μςωσ επειδι θ παρουςία τουσ και μόνο αποτελεί προφφλαξθ (φυλακι). Οι όρνικεσ, όταν δεν ςυνοδεφονται από ειδικό χαρακτθριςμό, ςθμαίνουν τα κατοικίδια πτθνά, τα πουλερικά. Τα πτθνά αυτά όμωσ, όπωσ ζχει αποδείξει θ ζρευνα (βλ. Cumont), ςυνοδεφονται από τθ φιμθ που ιδθ είχαν από τθν αρχικι τουσ πατρίδα, τθν Ρερςία, ςφμφωνα με τθν οποία ιςαν ιερά πουλιά, διϊκτεσ του ςκότουσ και των δαιμόνων. Ο Ρλοφταρχοσ γνωρίηει ότι οι κφνεσ και όρνικεσ ανικουν ςτο κεό Ωρομάηθ. Ο πετεινόσ για παράδειγμα ζχει δθμιουργθκεί για να μάχεται τουσ δαίμονεσ και τουσ μάγουσ μαηί με το ςκφλο. Θ πίςτθ αυτι διατθρείται ακόμθ ςε
πολλζσ χϊρεσ. Είναι λοιπόν πικανό, τόςο ς’ αυτιν τθν ιςτορία όςο και ςτθν πυρολατρία, θ κεουργικι παράδοςθ να διατιρθςε ςτοιχεία από τισ περςικζσ κρθςκευτικζσ ιδζεσ, και ο Ρορφφριοσ, αν όχι και ο Αιγφπτιοσ ιερζασ, να πίςτευε ότι θ λειτουργία των πουλιϊν ιταν θ αποτροπι του κακοφ, ο δε κάνατοσ τουσ φβρισ προσ το ουράνιο φάνταςμα. Ενδείξεισ για τθν υποςτιριξθ αυτισ τισ υπόκεςθσ ζχουμε από τον μεταγενζςτερο Ρρόκλο, ο όποιοσ πράγματι αναφζρεται ςε αυτζσ τισ δοξαςίεσ. Οι τρόποι διεξαγωγισ τθσ κεουργίασ ςε πρακτικό επίπεδο ιταν ςε γενικζσ γραμμζσ παρόμοιοι με τισ διαδικαςίεσ τθσ λαϊκισ μαγείασ. Ο Ρρόκλοσ ςτο ζργο του «Κεολογούμενα Ρλάτωνοσ» ορίηει τθ κεουργία ωσ δφναμθ υψθλότερθ από κάκε ανκρϊπινθ ςοφία, ποφ περιζχει όλα τα αγακά τισ μαντικισ, τισ κακαρτιριεσ δυνάμεισ τισ μφθςθσ και γενικά τισ λειτουργίεσ κάκε κατοχισ. Ριο άπλα, πρόκειται για μαγεία προςαρμοςμζνθ ςε ζνα κρθςκευτικό ςκοπό και ποφ ςτθρίηεται ςε μία υποτικζμζνθ αποκάλυψθ κρθςκευτικοφ χαρακτιρα. Ενϊ θ λαϊκι μαγεία χρθςιμοποιεί ονόματα και τυποποιθμζνεσ εκφράςεισ κρθςκευτικισ προζλευςθσ για ανόςιουσ ςκοποφσ, θ κεουργία χρθςιμοποιεί τισ ίδιεσ διαδικαςίεσ αλλά για κρθςκευτικοφσ ςκοποφσ. Σφμφωνα πάντα με τον Ρρόκλο, θ κεουργία βοθκά τουσ πιςτοφσ να ξεφφγουν από τθν ειμαρμζνθ, να ανζλκουν μζχρι το νοθτό πυρ και να εξαςφαλίςουν τον αποκανατιςμό τθσ ψυχισ. Ο αποκανατιςμόσ ίςωσ να είχε ςυνδεκεί με κάποιεσ τελετζσ από τισ παραδόςεισ τθσ ταφισ και τθσ αναγζννθςθσ. Θ κεουργία όμωσ ζχει και μια πιο άμεςθ χρθςιμότθτα: τθν μαντικι δια τθσ αποκαλφψεωσ. Στο 3ο βιβλίο του ζργου «Ρερὶ Μυςτθρίων», ποφ είναι εξ ολοκλιρου αφιερωμζνο ςτθ μαντεία, ο Ρρόκλοσ διατείνεται πϊσ ζλαβε από τουσ δαίμονεσ πολλζσ αποκαλφψεισ για το παρελκόν και το μζλλον. Διακρίνουμε κυρίωσ δφο τφπουσ κεουργίασ: εκείνον ποφ ςτθρίηεται μόνο ςτθ χριςθ ςυμβόλων ι ςυνκθμάτων και εκείνον που προςφεφγει ςτισ υπθρεςίεσ ενόσ υπνωτιςμζνου διάμεςου (μζντιουμ). Ο πρϊτοσ τφποσ, που χρθςιμοποιεί τα ςφμβολα ι ςυνκιματα, εμφανίηεται κάτω από το γενικό όνομα Τελεςτικι (εκ του τελείν) και ενδιαφζρεται για τον κακαγιαςμό και το ηωντάνεμα των αγαλμάτων, με ςκοπό τθν επίτευξθ χρθςμϊν, όπωσ φαίνεται από τα ακόλουκα αποςπάςματα του Ρρόκλου: «Τὴν τελεςτικὴν καὶ χρθςτήρια καὶ ἀγάλματα κεῶν ἰδρῦςκαι ἐπὶ γῆσ καὶ διὰ τινων ςυμβόλων ἐπιτήδεια ποιεῖν τὰ ἐκ μερικῆσ ὕλθσ γενόμενα καὶ φκαρτῆσ εἰσ τὸ μετέχειν κεοῦ καὶ κινεῖςκαι παρ’ αὐτοῦ καὶ προλέγειν τὸ μέλλον». (Ρρόκλοσ, «Εἰσ Τίμαιον» III.155.18). «Ἡ τελεςτικὴ διακακήραςα καὶ τινασ χαρακτῆρασ καὶ ςύμβολα περιτικεῖςα τῷ ἀγάλματι ἔμψυχον αὐτὸ ἐποίθςεν» (Ρρόκλοσ, «Κεολογούμενα Ρλάτωνοσ» I.28, ς. 70). Ο Ψελλόσ, μολονότι ςυνδζει επίςθσ τθν Τελεςτικι με τα αγάλματα, δίνει ςτουσ όρουσ λίγο διαφορετικι ερμθνεία: «τελεςτικἠ δὲ ἐπιςτήμθ ἐςτὶν ἡ οἷον τελοῦςα τὴν ψυχὴν διὰ τῆσ τῶν ἐνταῦκα ὑλῶν δυνάμεωσ». Ο Λεροκλισ πάλι, αν και αντιπροςωπεφει μία διαφορετικι παράδοςθ, κεωρεί τθν τελεςτικι ςαν τθν τζχνθ που κακαρίηει το πνεφμα («Σχόλια εἰσ Χρυςὰ Ἔπθ»).
Ρρζπει εδϊ να υποκζςουμε ότι κάποια ςτοιχεία τισ απόρρθτθσ αυτισ επιςτιμθσ πρζπει να προζρχονται από τα «Τελεςτικά» του Λουλιανοφ. Είναι όμωσ βζβαιο ότι τα ςφμβολα ανάγονται ςτα Χαλδαϊκά Λόγια. Για το τι ιταν ακριβϊσ τα ςφμβολα ι ςυνκιματα, μασ πλθροφορεί με αρκετι ςαφινεια ο Ψελλόσ: «ἐκείνθ γὰρ (ἡ τελεςτικὴ ἐπιςτήμθ) τὰ κοῖλα τῶν ἀγαλμάτων ἐμπιπλῶςα οἰκείασ ταῖσ ἐφεςτθκυίαισ δυνάμεςι, ηῷων, φυτῶν, λίκων, βοτάνων, ῥιηῶν, ςφραγίδων, ἐγγραμμάτων, ἐνίοτε δὲ καὶ ἀρωμάτων ςυμπακῶν, ςυγκακιδρύουςα δὲ τούτοισ καὶ κρατῆρασ καὶ ςπονδεῖα καὶ κυμιατήρια, ἔμπνοα ποιεῖ τὰ εἴδωλα καὶ τῇ ἀπορρήτῳ δυνάμει κινεῖ...». Ρρόκειται λοιπόν για γνιςια κεουργικι επιςτιμθ, θ οποία ςίγουρα προζρχεται από τον υπομνθματιςμό του Ρρόκλου πάνω ςτα Χαλδαϊκά Λόγια. Πςον άφορα ςτα ηϊα, τα βότανα, τουσ λίκουσ και τα αρϊματα, αυτά υπάρχουν ςτον «Ρερὶ Μυςτθρίων» του Λαμβλίχου. Ο Ρρόκλοσ με τθ ςειρά του μασ δίνει ζνα πλιρθ κατάλογο μαγικϊν βοτάνων, λίκων κ.λπ., ποφ είναι , υλικά κατάλλθλα για ποικίλουσ ςκοποφσ. Θ καταλλθλότθτα των διαφόρων αυτϊν υλικϊν ςτθρίηεται, κατά τον Ρρόκλο, ςτο γεγονόσ ότι κάκε κεόσ ζχει το δικό του ιδιαίτερο «αντιπρόςωπο» ςτο βαςίλειο των φυτϊν, των ηϊων, των μετάλλων και των αντικειμζνων γενικότερα. Ζνασ τζτοιοσ «αντιπρόςωποσ» είναι εν δυνάμει ςφμβολο του κεοφ ι περιζχει ζνα ςφμβολο του κεοφ. Επομζνωσ το ςφμβολο βρίςκεται ςε επικοινωνία με τθ κεϊκι αρχι. Τα ςφμβολα ζμεναν ςφραγιςμζνα μζςα ςτο άγαλμα και τα γνϊριηε μόνο ο τελεςτισ (Ρρόκλοσ, «Εἰσ Τίμαιον» Λ.273.11). Ραρόμοιεσ δοξαςίεσ επιβιϊνουν ακόμα και ςιμερα: μια ίδια πρακτικι εφαρμόηεται ςτο ςθμερινό Κιβζτ, όπου τα αγάλματα κακαγιάηονται με τθν ειςαγωγι ςτο εςωτερικό τουσ γραπτϊν μαγικϊν επωδϊν και άλλων μαγικϊν αντικειμζνων. Οι ςφραγίδεσ (= οι ςφραγιδόλικοι) και τα εγγράμματα (= γραπτζσ ςυνταγζσ) ανταποκρίνονται ςτουσ χαρακτιρεσ και τα ονόματα ηωτικά του Ρρόκλου («Εἰσ Τίμαιον» III.6.13). Οι χαρακτιρεσ περιζχουν ςτοιχεία όπωσ τα επτά φωνιεντα, ποφ αντιςτοιχοφν ςτουσ επτά πλανιτεσ, οι όποιοι με τθ ςειρά τουσ αντιςτοιχοφν ςτουσ επτά πλανθτικοφσ κεοφσ. Οι χαρακτιρεσ είτε γράφονται (κζςισ) είτε εκφωνοφνται (εκφϊνθςθσ). Ο Ρορφφριοσ περιζλαβε ςτον κατάλογο των μαγικϊν υλικϊν και τισ απεικονίςεισ (figurationes) κακϊσ και κάποιουσ μαγικοφσ ιχουσ. O τρόποσ ποφ γινόταν θ «απαγγελία» των εκφωνιςεων, θ προφορά, το ιδιαίτερο χρϊμα τθσ φωνισ, το φφοσ, οι κινιςεισ, θ ςτάςθ του ςϊματοσ και τα λοιπά χαρακτθριςτικά αποτελοφςε είδοσ επαγγελματικοφ μυςτικοφ, ποφ παραδιδόταν προφορικά και με πάςα μυςτικότθτα. Αν οι εκφωνιςεισ γίνονταν με λάκοσ τρόπο, ιταν ανίςχυρεσ και αναποτελεςματικζσ, όπωσ μασ πλθροφορεί θ Σοφδα και ο Ψελλόσ. Σφμφωνα με τον Ρρόκλο κάκε κεόσ ζχει το δικό του ιδιαίτερο «αντιπρόςωπο» ςτο βαςίλειο των φυτϊν, των ηϊων, των μετάλλων και των αντικειμζνων γενικότερα. Ζνασ τζτοιοσ «αντιπρόςωποσ» είναι εν δυνάμει ςφμβολο του κεοφ ι περιζχει ζνα ςφμβολο του κεοφ. Επομζνωσ το ςφμβολο βρίςκεται ςε επικοινωνία με τθν κεϊκι αρχι. Τα ςφμβολα ζμειναν ςφραγιςμζνα μζςα ςτο άγαλμα και τα γνϊριηε μόνο ο τελεςτισ. Τα διάφορα επίκετα του κεοφ (κατθγοριματα) ζπρεπε να αναφζρονται ςτισ μαγικζσ επικλιςεισ, διαφορετικά δεν ιταν κακόλου βζβαια τα μαγικά τουσ αποτελζςματα. Ο
Ψελλόσ, για παράδειγμα, ςυνιςτοφςε για τθ κεά Άρτεμθ (=Εκάτθ) να αποκαλείται «ξιφθφόροσ, ςπειροδρακοντόηωνοσ, λεοντοῦχοσ, τρίμορφοσ. Τούτοισ γὰρ αὐτήν φθςι τοῖσ ὀνόμαςιν ἕλκεςκαι καὶ οἷον ἐξαπατᾶςκαι καὶ γοθτεύεςκαι». Τα ηωτικά ονόματα εξ άλλου περιελάμβαναν οριςμζνεσ μυςτικζσ επωνυμίεσ, τισ όποιεσ οι ίδιοι οι κεοί είχαν αποκαλφψει ςτουσ Λουλιανοφσ πατζρα και γιο, για να τουσ βοθκιςουν να παίρνουν απάντθςθ ςτισ προςευχζσ τουσ. Κα μποροφςαμε να υποκζςουμε ότι οι επωνυμίεσ αυτζσ περιλαμβάνονται ςτα βάρβαρα ονόματα βάρβαρα, τα όποια, ςφμφωνα με τα Χαλδαϊκά Λόγια, ζχαςαν τθν αποτελεςματικότθτα τουσ όταν μεταφράςτθκαν ςτα ελλθνικά. Τισ ελλθνικζσ μεταφράςεισ των μαγικϊν ονομάτων μασ τισ μεταφζρει ο Κλιμθσ ο Αλεξανδρεφσ ςτουσ «Στρωματεῖσ». Στθν περίπτωςθ που ζνασ χαρακτιρ είναι για μασ ακατανόθτοσ, για τουσ αμφθτουσ, αυτό τοφτό ζςτιν αυτοφ το ςεμνότατο («Ρερὶ Μυςτθρίων» 254.14 κκ). Θ τελεςτικι βζβαια δεν ιταν πρωτότυπθ εφεφρεςθ του Ρρόκλου ι των ςυγχρόνων του. Υπάρχουν πολλζσ εγχάρακτεσ επιγραφζσ και αρχαία βοτανολογία, ποφ περιζχουν πλοφςιο υλικό «αςτρολογικισ βοτανικισ» και «αςτρολογικισ ορυκτολογίασ». Τα κείμενα αυτά αποδίδουν ςε διάφορα φυτά και λίκουσ οριςμζνεσ ιδιότθτεσ ποφ αντιςτοιχοφν ςε πλανθτικοφσ κεοφσ. Οι αρχζσ τουσ ανάγονται από τον Μζνδθ μζχρι τον Βϊλο, γφρω ςτο 200 π.Χ. Τα ςφμβολα αυτά είχαν χρθςιμοποιθκεί ςτισ επικλιςεισ τθσ ζλλθνο-αιγυπτιακισ μαγείασ. Θ επίκλθςθ του Ζρμθ γινόταν με τθν αναφϊνθςθ του ονόματοσ ενόσ φυτοφ ι του δζνδρου ποφ του αντιςτοιχοφςε. Θ επίκλθςθ τθσ κεάσ του φεγγαριοφ γινόταν με τθ φωναχτι απαρίκμθςθ ενόσ ολόκλθρου καταλόγου ςχετικϊν με αυτιν ηϊων, ςε ςυγκεκριμζνθ ςειρά. Θ επίκλθςθ πάντα τελείωνε με το «εἴρθκά ςου τὰ ςθμεῖα καὶ τὰ ςύμβολα τοῦ ὀνόματοσ». Οι χαρακτιρεσ, οι κατάλογοι των κατθγορθμάτων (επικζτων των κεϊν) και τα ονόματα βάρβαρα ανικουν ςτθ ςτερεότυπθ ζλλθνο-αιγυπτιακι material magica (μαγικό υλικό). Θ χριςθ των ονομάτων ιταν γνωςτι ςτο Λουκιανό και τον Κζλςο. Θ ςθμαςία τθσ ςωςτισ εκφωνιςεωσ των ονομάτων και των κατθγορθμάτων κατά τθ διάρκεια μιασ μαγικισ διαδικαςίασ ιταν ζνα κζμα επί του οποίου δεν ςυμφωνοφςαν όλοι οι ςυγγραφείσ. Ο Κζλςοσ, για παράδειγμα, πίςτευε πϊσ τα ονόματα είχαν τθ ςωςτι επενζργεια ακόμθ και όταν ιταν μεταφραςμζνα ςτα ελλθνικά, ενϊ ο Ωριγζνθσ πίςτευε ακριβϊσ το αντίκετο. Οφτε και θ καταςκευι των μαγικϊν αγαλματιδίων ιταν πρωτοτυπία των κεουργϊν. Τα αγαλματίδια με τισ μαγικζσ ιδιότθτεσ προζρχονται από τθν πρωτόγονθ και πλατιά διαδεδομζνθ πίςτθ, ότι υπάρχει μία φυςικι ςυμπάκεια, μία αλλθλεπίδραςθ ποφ ενϊνει μυςτικά το πρωτότυπο με τθν εικόνα του, δθλαδι τον κεό με τθν υλικι αναπαράςταςθ του. Στθν πίςτθ αυτι βαςίηεται και θ μαγικι χριςθ των κζρινων ανκρϊπινων ομοιωμάτων, ποφ ζχει ςκοπό τθ μαγικι επιβολι. Θ κφρια πθγι προζλευςθσ τθσ ιταν θ Αίγυπτοσ και οι ςχετικζσ κρθςκευτικζσ πεποικιςεισ. Ο Ευςζβιοσ παρακζτει ζνα κατάλογο με ξόανων Λδρφςεισ από τισ κρθςκευτικζσ και μαγικζσ μεκόδουσ ποφ οι Ζλλθνεσ δανείςτθκαν από τουσ Αιγυπτίουσ. Ππωσ θ τελεςτικι ζτςι και θ τζχνθ τισ παραγωγισ «εμψφχων» αγαλμάτων κατά τθν όποια φυλακίηουν μζςα ςε αγιαςμζνεσ εικόνεσ και αγάλματα με τθ βοικεια βοτάνων, λίκων και αρωμάτων τισ ψυχζσ των δαιμόνων ι των αγγζλων, ανακαλφφκθκε από τουσ αρχαίουσ Αιγυπτίουσ. Ζνασ μεταγενζςτεροσ ερμθτικόσ διάλογοσ, με τον τίτλο Asclepius, μιλάει για «ζμψυχα αγάλματα, γεμάτα αίςκθςθ και πνεφμα», τα όποια προλζγουν το μζλλον «με
χρθςμό, με προφθτεία, με όνειρα και με πολλοφσ άλλουσ τρόπουσ». Οι μαγικοί πάπυροι προςφζρουν διάφορεσ ςυνταγζσ για τθν καταςκευι ομοιωμάτων και για το ηωντάνεμα τουσ: το ομοίωμα πρζπει να είναι κοίλο (όπωσ τα αγάλματα του Ψελλοφ), για να χωρζςει μζςα ζνα μαγικό όνομα χαραγμζνο ςε φφλλο χρυςοφ ι ζνασ κοίλοσ Ζρμθσ, ποφ περιζχει μζςα του ζναν μαγικό τφπο, αγιαςμζνο με λουλουδζνιο ςτεφάνι και με τθ κυςία ενόσ πετεινοφ. Για τθν κλαςςικι Ελλάδα όμωσ, εκτόσ από μία γνωςτι απλι αφιερωματικι τελετι προςφοράσ χυτρϊν, δεν υπάρχουν ενδείξεισ για πρακτικζσ εμψφχωςθσ (μετατροπισ του άψυχου ςε ζμψυχο) με μαγικό τρόπο. Εξαίρεςθ ίςωσ κάποιεσ περίεργεσ πλθροφορίεσ που μασ δίνει θ Σοφδα και ο Διόδωροσ, ςφμφωνα με τισ όποιεσ θ Μιδεια είχε καταςκευάςει ζνα άγαλμα τθσ Άρτεμθσ-Εκάτθσ, κενό ςτο εςωτερικό του, ποφ περιείχε φάρμακα. Μζχρι τα χρόνια του Μ. Αλεξάνδρου φαίνεται πϊσ ο ορκολογιςμόσ ιταν αρκετά ιςχυρόσ, ϊςτε να μθν παρουςιάηονται περιπτϊςεισ απόδοςθσ κείων δυνάμεων ςε αντικείμενα ι εικόνεσ. Στον ελλθνιςτικό κόςμο όμωσ οι παραδόςεισ ςχετικά με τθ καυματουργι ςυμπεριφορά ι τισ μαγικζσ ιδιότθτεσ δθμοςίων ιερϊν αγαλμάτων ιταν τόςο διαδεδομζνεσ όςο και ςτο μεςαίωνα. Ο Ρλοφταρχοσ είναι μία κλαςςικι πθγι τζτοιων παραδόςεων (βλ. Κάμιλλοσ 6). Ο Ραυςανίασ και ο Δίων Κάςςιοσ αναφζρουν επίςθσ πλικοσ από αυτζσ. Υπάρχει όμωσ μία ςθμαντικι διαφορά ωσ προσ τθ κεουργία: θ ςυμπεριφορά αυτι των αγαλμάτων αντιμετωπίηεται ςαν αυτόματθ πράξθ τθσ κείασ χάρθσ και όχι ςαν αποτζλεςμα μαγικισ ιδρφςεωσ ι κατακλιςεωσ. Από τον 1ο αι. μ.Χ. και μετά αρχίηουμε να μακαίνουμε για τθν καταςκευι και τθ μαγικι χριςθ εμψυχωμζνων ομοιωμάτων και ζξω από τθν Αίγυπτο. Ο Σουετϊνιοσ μιλάει για ζνα τζτοιο ομοίωμα ποφ είχε ο Νζρωνασ, δϊρο κάποιου άγνωςτου πλθβείου, ποφ τον προειδοποιοφςε για τισ ςυνωμοςίεσ. Ο Απουλιιοσ κατθγορικθκε, και ίςωσ δίκαια, πωσ είχε ςτθν κατοχι του ζνα άλλο. Ο Φιλόςτρατοσ αναφζρει πωσ τα ομοιϊματα χρθςιμοποιοφνταν ςαν φυλαχτά. Ο Λουκιανόσ ςτο ζργο του «Φιλοψευδὴσ» ςατιρίηει με καυςτικότθτα τθν πίςτθ ςτα αγάλματα αυτά. Ο Ρορφφριοσ, πάλι, παρακζτει ζνα χρθςμό τθσ Εκάτθσ, ο όποιοσ δίνει οδθγίεσ για τθν καταςκευι ενόσ ομοιϊματοσ, το όποιο κα προκαλζςει το όραμα τθσ κεάσ ςτον φπνο του πιςτοφ. Θ πραγματικι όμωσ μόδα τθσ τζχνθσ αυτισ ζφταςε αργότερα και, κακϊσ φαίνεται, οφείλεται ςτον Λάμβλιχο. Ρράγματι, ενϊ ο Ρορφφριοσ ςτο ζργο του «Ρερὶ Ἀγαλμάτων» δεν τονίηει κακόλου το ότι οι κεοί ιταν κατά κάποιο τρόπο παρόντεσ μζςα ςτο ομοίωμα που τουσ ςυμβόλιηε, ο Λάμβλιχοσ ςτο ομϊνυμο ζργο του επιχειρεί, με διάφορεσ διθγιςεισ, να αποδείξει ότι τα είδωλα είναι κεία και γεμάτα από κεία παρουςία. Οι μακθτζσ του αναηθτοφςαν οιωνοφσ από τα αγάλματα και διθγοφνται διάφορα απίκανα. Ο Μάξιμοσ, για παράδειγμα, ζκανε ζνα άγαλμα τθσ Εκάτθσ να γελά και επενεργοφςε ϊςτε να ανάβουν αυτόματα οι πυρςοί ποφ κρατοφςε ςτα χζρια τθσ, αν και το πυρ αυτόματο αποτελεί από παλαιά μζροσ τθσ ιρανικισ μαγείασ, τθν παράδοςθ τθσ όποιασ ζχει διατθριςει ο Λουλιανόσ. Εμφανίηεται πάλι ςτα μεςαιωνικά αγιολογικά κείμενα. Ο Θραΐςκοσ είχε τόςο οξεία διαίςκθςθ, ϊςτε μποροφςε αμζςωσ να ξεχωρίςει ζνα «ζμψυχο» άγαλμα από ζνα «άψυχο», από τα αιςκιματα ποφ αυτό του προκαλοφςε.
Θ τζχνθ τθσ καταςκευισ ομοιωμάτων που δίνουν χρθςμοφσ και θ πίςτθ ς’ αυτά πζραςε ςταδιακά από τον παρακμάηοντα πολυκεϊςμό ςτισ πρακτικζσ των μάγων του μεςαίωνα, αν και αυτοί προτιμοφςαν τα κζρινα ομοιϊματα από τα αγάλματα. Θ πίςτθ ςτα ομοιϊματα διατθρικθκε για πολφ και διαδόκθκε τόςο, ϊςτε το 1326 ο Ράπασ Λωάννθσ XXII εκδίδει βοφλα, με τθν οποία καταδικάηει τα άτομα που με μαγεία φυλακίηουν δαίμονεσ μζςα ςε είδωλα ι άλλα αντικείμενα και κατόπιν τουσ ανακρίνουν για να πάρουν απαντιςεισ! Μετά από όλα αυτά, αναφφονται μερικά ερωτιματα: ζπαιξε ουςιαςτικό ρόλο θ τελεςτικι ςτθν οικοδόμθςθ και τθ διάδοςθ τθσ πίςτθσ του λαοφ τθσ μεςαιωνικισ Λταλίασ και του μεςαιωνικοφ Βυηαντίου προσ τα τελζςματα (δθλαδι τα παραδοςιακά χαϊμαλιά) και τα «άλεξίκακα είδωλα» (μαγικά αγαλματίδια προσ αποφυγι κακϊν); Ιταν πράγματι τα τελζςματα δουλειά κεουργϊν ι μάγων (επϊνυμων, ανϊνυμων ι μυκικϊν); Είχαν πράγματι οι «μαγικζσ εικόνεσ» και τα ζμψυχα αγάλματα τθ δφναμθ να αποτρζψουν μια φυςικι καταςτροφι ι μια ςτρατιωτικι ιττα; Ο Ηϊςιμοσ μασ μεταφζρει ότι ο κεουργόσ Νεςτόριοσ ζςωςε τθν Ακινα από ςειςμό το 375 μ.Χ., αφιερϊνοντασ ςτον Ραρκενϊνα ωσ τζλεςμα ζνα άγαλμα του Αχιλλζα, ςφμφωνα με οδθγίεσ που πιρε ςτον φπνο του. Ο φανατικόσ παγανιςτισ Κεότεκνοσ, ςφγχρονοσ του Λαμβλίχου, ζκανε τελετζσ, μυιςεισ και κακαρμοφσ με τθ βοικεια ενόσ αγάλματοσ του Φίλιου Διόσ, το όποιο ιταν κεουργικό και είχε αφιερωκεί ςτθν Αντιόχεια, μαγγανείεσ τιςί και γοθτείαισ, από τον ίδιο τον Κεότεκνο. Ζνα παρόμοιο άγαλμα του Δία, οπλιςμζνο με χρυςοφσ κεραυνοφσ, αγιάςτθκε το 394 μ.Χ. με οριςμζνεσ τελετζσ για να βοθκιςει τον Εκνικό Ευγζνιο ενάντια ςτα ςτρατεφματα του Κεοδόςιου. Φαίνεται επίςθσ πϊσ το άγαλμα ποφ προςτάτευςε το ιγιο από τθ φωτιά τθσ Αίτνασ και από μία καλαςςινι επιδρομι ιταν και αυτό άγαλμα τελεςμζνον: «ἐν γὰρ τῷ ἑνὶ ποδὶ πῦρ ἀκοίμθτον ἐτύγχανεν καὶ ἐν τῷ ἑτέρω ὕδωρ ἀδιάφκορον». (Ολυμπιόδωροσ ο Κθβαίοσ). Το νερό και θ φωτιά χρθςιμοποιοφνταν ςτουσ κεουργικοφσ κακαρμοφσ και ςυμβολίηονταν με χαρακτιρεσ. Ζνα άλλο ςθμαντικό ερϊτθμα είναι το κατά πόςον θ κεουργικι τελεςτικι ζδωςε ςτουσ αλχθμιςτζσ τθν ιδζα να χρθςιμοποιιςουν τα τεχνθτά ανκρϊπινα όντα, τα homunculi. Στο ςθμείο αυτό θ ςφνδεςθ των ιδεϊν δεν είναι τόςο φανερι, υπάρχει ωςτόςο μία Λςτορικι ςχζςθ, ποφ ερευνικθκε το 1942: το μεγάλο corpus τθσ αλχθμείασ που αποδίδεται ςτον Djabir (Jabir ben Hayyan) αναφζρεται ςε ζνα ζργο του Ρορφφριου με τίτλο «Ρερὶ Γεννέςεωσ» (ίςωσ νόκο), που χρθςιμοποιεί τισ νεοπλατωνικζσ κεωρίεσ ςχετικά με τα ομοιϊματα, με τρόπο που υπονοεί κάποια γνϊςθ τθσ εργαςίασ του Ρορφφριου, ακόμθ και τθσ επιςτολισ του ςτον Ανθβϊ, ποφ αναφζραμε παραπάνω. Ραραπομπζσ από τθν επιςτολι αφτθ εντοπίηονται και ςτθν αραβικι λογοτεχνία. Ο κλάδοσ τθσ κεουργίασ που αςχολθκικαμε μζχρι ςτιγμισ, θ τελεςτικι, είχε ςτόχο να επικαλεςκεί τθν παρουςία ενόσ κεοφ και, αφοφ τθν επιτφχει, να τον παραςφρει και να τον εγκλωβίςει μζςα ςε ζναν άψυχο υποδοχζα, όπωσ ιταν τα αγάλματα. Ι τζχνθ αυτι βαςιηόταν ςτθν ευρφτερθ κεωρία ότι υπάρχει μία φυςικι ζλξθ και αυτόματθ ςυμπάκεια ανάμεςα ςτο ομοίωμα και ςτο πρωτότυπο. Ζνασ άλλοσ κλάδοσ τθσ τελεςτικισ, θ είςκριςθ, είχε ςκοπό τθν προςωρινι ενςάρκωςθ ενόσ κεοφ μζςα ςε ζναν άνκρωπο ι κάτοχο ι δοχζα. Θ δεφτερθ αυτι τζχνθ βαςιηόταν ςτθν πλατειά διαδεδομζνθ πίςτθ, ότι μερικζσ απότομεσ ι αυτόματεσ αλλαγζσ τθσ
προςωπικότθτασ κάποιου ατόμου οφείλονται ςτθν δαιμονικι κατοχι τθσ από ζνα κεό, ζνα δαίμονα ι κάποιον πεκαμζνο άνκρωπο. Αυτόσ ο κλάδοσ τθσ κεουργίασ ζχει ιδιαίτερο ενδιαφζρον εξ αιτίασ τθσ ολοφάνερθσ αναλογίασ που παρουςιάηει με το ςφγχρονο πνευματιςμό, όπωσ κα δοφμε παρακάτω. Βζβαια και ςτισ δφο περιπτϊςεισ, τόςο του αρχαίου όςο και του ςφγχρονου πνευματιςμοφ, οι διθγιςεισ και οι τεχνικζσ περιγραφζσ είναι αρκετά κολζσ και γενικά αςαφείσ ςτθ βάςθ τουσ, λόγω του βιωματικοφ και κυρίωσ του απόκρυφου χαρακτιρα τουσ. Το γεγονόσ αυτό λοιπόν μασ ςτερεί ςε μεγάλο βακμό τθ δυνατότθτα ςφγκριςθσ ι παραλλθλιςμοφ των πρακτικϊν των τεχνϊν αυτϊν, με αποτζλεςμα να ζχουμε λίγεσ ελπίδεσ εξαγωγισ ζγκυρων ςυμπεραςμάτων για τθν ψυχολογικι και φυςιολογικι τουσ βάςθ. Μποροφμε να ςυμπεράνουμε από πλθροφορίεσ ποφ μάσ παρζχει ο Ρρόκλοσ («Εἰσ Ρλάτωνοσ Ρολιτείαν», ΛΛ.123.8κκ), ότι θ τεχνικι που προκαλεί τζτοιεσ μεταβολζσ ςτθν προςωπικότθτα ανάγεται ςτουσ Λουλιανοφσ και ότι θ ικανότθτα τθσ ψυχισ να εγκαταλείπει το ςϊμα προςωρινά και να επιςτρζφει ξανά ς’ αυτό επιβεβαιϊνεται από τουσ κεουργοφσ τθσ εποχισ του Μάρκου. Φαίνεται όμωσ από τα γραφόμενα του Ρρόκλου ότι θ ςχετικι τελετι είχε περιςςότερο ωσ ςκοπό να δθμιουργιςει μία «ψυχικι ζξοδο» παρά «ψυχικι κατοχι». Κα περιείχε πάντωσ κάποιασ μορφισ καταλθψία. Ο Ρορφφριοσ επίςθσ αναφζρει ότι και άλλοι χρθςιμοποιοφςαν τζτοιου είδουσ τεχνικζσ, όπωσ φαίνεται από το χρθςμό του Firmicus Maternus, που αρχίηει ωσ ζξθσ: «καλζςανε τον Σζραπθ και αφοφ μπικε μζςα ςτο ςϊμα του ανκρϊπου λζγει αυτά». Αρκετοί από τουσ χρθςμοφσ του Ρορφφριου προζρχονται από εκφωνιςεισ διαμζςων (ι μζντιουμ), ποφ είχαν πζςει ςε ζκςταςθ. Αυτό όμωσ ςυνζβαινε ςε ιδιωτικζσ ςυγκεντρϊςεισ και όχι ςε επίςθμα δθμόςια ιερά. Ραρόμοιοι χρθςμοί υπάρχουν και για τθν περάτωςθ τθσ κατοχισ, που ονομάηεται απόλυςθ, και πρόκειται για οδθγίεσ που παρζχει ο ίδιοσ ο κεόσ διαμζςου του εκςταςιαςμζνου διάμεςου. Θ φράςθ «βροτὸσ κεὸν οὐκέτι χωρεῖ, βροτὸν αἰκίηεςκαι, ἀναπαῦε δὲ φῶτα, λῦςόν τε δοχεῖα, ἄρατε φῶτα γέθκεν ἀναςτήςαντεσ ἑταῖροι» είναι τυπικι για τθν απόλυςθ του διαμζςου. Θ αναφορά ςτο διάμεςο γίνεται πάντα ςτο τρίτο πρόςωπο, ακόμα και ςτισ ςφγχρονεσ πνευματιςτικζσ ςυγκεντρϊςεισ. Του ιδίου τφπου είναι και ο χρθςμόσ που παρακζτει ο Ρρόκλοσ («Εἰσ Ρλάτωνοσ Ρολιτείαν», 111.28) «οὐ φέρει μὲ τοῦ δοχῆοσ ἡ τάλαινα καρδία, φθςί τισ κεῶν». Οι οδθγίεσ αυτζσ ζχουν τα ανάλογα τουσ ςτουσ μαγικοφσ παπφρουσ, αλλά είναι πολφ δφςκολο να τισ κεωριςουμε ςαν μζροσ μιασ επίςθμθσ μαντικισ. Μία τζτοια ιδιωτικι είςκρθςθ διαφζρει από τουσ επίςθμουσ χρθςμοφσ, ςτο ότι θ είςοδοσ του κεοφ ςτο ςϊμα του διάμεςου δεν κεωρείται αυτόματθ πράξθ χάριτοσ, αλλά ανταπόκριςθ ςτθν επίκλθςθ ι ακόμθ και ςτον εξαναγκαςμό που αςκείται από τον καλοφντα (κλιτωρ) προσ τον κεό, όπωσ γράφει ο Ρρόκλοσ για τον Ρυκαγόρα τον όδιο. Το ίδιο αναφζρεται και ςε πολλοφσ χρθςμοφσ του Ρορφφριου. Φαίνεται πωσ οι Αιγφπτιοι χρθςιμοποιοφςαν ακόμθ και απειλζσ προσ τουσ κεοφσ, ενϊ οι Χαλδαίοι όχι. Μακαίνουμε, πάλι από τον Ρρόκλο, πϊσ ο κλιτωρ και ο διάμεςοσ υποβάλλονται αρχικά ςε κάκαρςθ «διὰ πυρὸσ καὶ ὕδατοσ». Σε άλλουσ παπφρουσ όμωσ αναφζρει τθν κάκαρςθ με κειάφι και καλαςςινό νερό, που προζρχεται από τθν κλαςςικι αρχαιοελλθνικι παράδοςθ (βλ. «Οδφςςεια», Κεόφραςτο και Κεόκριτο). Το νζο ςτθν περίπτωςθ αυτι κατά τον
Ρορφφριο («Ρερὶ κατοχῆσ») είναι ο ςκοπόσ τθσ κάκαρςθσ, που δεν είναι άλλοσ από το να προετοιμαςκεί θ anima spiritalis (θ πνευματικι ψυχι) για να δεχτι ζνα ανϊτερο όν. Ο κλιτωρ και ο διάμεςοσ φοροφν κατόπιν ειδικοφσ χιτϊνεσ και ειδικζσ ηϊνεσ, που ταιριάηουν με τουσ κεοφσ που καλοφν («Εἰσ Ρλάτωνοσ Ρολιτείαν» II. 246.23). Θ ενδυμαςία αυτι μοιάηει πολφ με τθν ςινδόνα θ Νειλαίαν οκόνθ του χρθςμοφ του Ρορφφριου, θ οποία ζπαιηε ςθμαντικότατο ρόλο ςτθν είςκρθςθ και τθν απόλυςθ, δθλαδι ςτθν είςοδο και τθν ζξοδο του ανωτζρου όντοσ-κεοφ από το ςϊμα και το πνεφμα του διάμεςου. Ο διάμεςοσ, που μποροφςε να είναι ακόμα και παιδί, φοροφςε λουλουδζνιο ςτεφάνι, που είχε μαγικι δφναμθ. Ο Ευνάπιοσ αναφζρει τθν περίπτωςθ του νεαροφ Αιδζςιου, ο οποίοσ με το που φοροφςε το ςτεφάνι και κοίταηε προσ τθν ανατολι, άρχιηε να εκφωνεί αλθκινοφσ χρθςμοφσ, ποφ είχαν ςυντεκεί «ςφμφωνα με τον ωραιότερο τρόπο τθσ κείασ ζμπνευςθσ». Π διάμεςοσ φοροφςε επίςθσ ι κρατοφςε ςτα χζρια του εικονίςματα των κεκλθμζνων κεϊν ι άλλα κατάλλθλα ςφμβολα. Πςον αφορά ςτα άλλα μζςα που χρθςιμοποιοφςαν οι διάμεςοι για να πετφχουν δαιμονικι ι κεϊκι κατοχι, δεν ζχουμε πολλζσ ςαφείσ πλθροφορίεσ. Ο Ρορφφριοσ αναφζρει άτομα ποφ προςπακοφςαν να πετφχουν τθν είςκριςθ πατϊντασ πάνω ςε χαρακτιρεσ, όπωσ αργότερα ζκαναν οι μάγοι του μεςαίωνα. Ο Λάμβλιχοσ παραδζχεται τθν χριςθ ατμϊν και επικλιςεων, αλλά αρνείται πϊσ είχαν κάποια επίδραςθ ςτο πνεφμα του διάμεςου. Ο Απουλιιοσ αντίκετα λζγει πϊσ ο διάμεςοσ υπνωτίηεται από τθν επίκλθςθ των επωδϊν ι από τθ χριςθ αρωμάτων (seu caminum avocamento seu odorum delenimento). Ο Ρρόκλοσ γνωρίηει μία τεχνικι, ποφ όμωσ δεν τθν αποδίδει ςτουσ κεουργοφσ, ςφμφωνα με τθν οποία οι άνκρωποι αλείφουν τα μάτια τουσ με ςτρυχνίνθ ι άλλεσ ναρκωτικζσ και παραιςκθςιογόνεσ ουςίεσ, με ςκοπό να προκαλζςουν οράματα. Τθν πρακτικι αυτι τθν γνϊριηε και ο Ψελλόσ και τθν αποκαλοφςε «αιγυπτιακι». Ο Ρρόκλοσ κεωρεί απαραίτθτεσ για τθν επιτυχία τθσ κεουργίασ και μερικζσ άλλεσ προχποκζςεισ, όπωσ τθν παρουςία ενόσ καταλλιλου ςυνκιματοσ, τθν ευνοϊκι κζςθ των ουρανίων ςωμάτων, ζναν ευνοϊκό τόπο και χρόνο διενζργειασ τθσ τελετισ και τισ πρζπουςεσ κλιματολογικζσ ςυνκικεσ.
(ΜΕΛΛΟΝΤΛΚΘ ΣΥΜΡΛΘΩΣΘ ΜΑΛΝΘ ΜΕ ΛΣΧΥΟ ΤΟΡΟ)
Το πικανότερο πάντωσ είναι οι παράγοντεσ που επιδροφν ςτθν αποτελεςματικότθτα τθσ κεουργίασ, όπωσ και του πνευματιςμοφ να είναι περιςςότερο ψυχολογικοί παρά φυςιολογικοί. Ο Λάμβλιχοσ παρατθρεί πωσ δε μπορεί ο κακζνασ να είναι διάμεςοσ. Οι πιο κατάλλθλοι, λζγει, είναι οι νζοι και μάλλον απλοί άνκρωποι. Ο Ολυμπιόδωροσ είναι κατθγορθματικόσ ςτο κζμα αυτό: τα παιδιά και οι χωρικοί είναι οι προςφορότεροι ςτον ενκουςιαςμόν, διότι ςτεροφνται φανταςίασ! Τθν ίδια άποψθ είχαν και οι αρχαίοι Ζλλθνεσ γενικότερα, θ όποια δεν απζχει πολφ από τθ ςθμερινι. Ο λόγοσ ο όποιοσ ςυνικωσ προβάλλεται για τθν προτίμθςθ αυτι, είναι θ ςεξουαλικι αγνότθτα των παιδιϊν και κυρίωσ
θ μεγάλθ τουσ δεκτικότθτα ςτθν υποβολι και τθν αυκυποβολι. Είναι γεγονόσ ότι ςτθν εποχι του Ρλοφταρχου θ Ρυκία ιταν ζνα απλό κορίτςι από χωριό («Ρερὶ τοῦ μὴ χρᾶν τὴν Ρυκίαν»). Θ ψυχολογικι κατάςταςθ και θ ςυμπεριφορά των διαμζςων περιγράφεται από τον Λάμβλιχο και από τον Ψελλό. Ο Ψελλόσ, που βαςίηεται κυρίωσ ςτον Ρρόκλο, ζχει ακριβζςτερθ ορολογία και ςαφζςτερθ διατφπωςθ. Ο Ψελλόσ ξεχωρίηει τουσ διάμεςουσ ςε δφο Βαςικζσ κατθγορίεσ: αυτοφσ που κατά τθ διάρκεια τθσ καταλθψίασ οι ικανότθτεσ τθσ προςωπικότθτασ και τθσ ςυνείδθςθσ τουσ βρίςκονται ςε αναςτολι, οπότε κακίςταται τελείωσ απαραίτθτο να υπάρχει κάποιοσ δίπλα τουσ για να τουσ προςζχει και εκείνουσ που, παρά τθν καταλθψία, διατθροφν τον ζλεγχο του εαυτοφ τουσ και γνωρίηουν τι κάνουν, τι λζγουν και πότε πρζπει να ςταματιςουν («τίνα τε ἐνεργεῖ καὶ τί φκέγγεται καὶ πόκεν δεῖ ἀπολύειν τὸ κινοῦν»). Σιμερα μασ είναι γνωςτοί και οι δφο αυτοί τφποι κατοχισ ι ζκςταςθσ. Ο Λάμβλιχοσ λζγει πωσ κατά τθ διάρκεια τθσ κείασ κατοχισ, τα ςυμπτϊματα που παρουςιάηουν οι μεςάηοντεσ (διάμεςοι ι μζντιουμ) ποικίλλουν ανάλογα με τθν ιδιοςυγκραςία τουσ. Άλλοι γίνονται πλιρωσ αναίςκθτοι, ακόμα και με τθ φωτιά (όπωσ οι γνωςτοί αναςτενάρθδεσ), άλλοι κάνουν πολφ ζντονεσ κινιςεισ ι πζφτουν ςε πλιρθ ακινθςία, ενϊ ςε μερικζσ περιπτϊςεισ παρουςιάηονται αλλαγζσ ςτθ χροιά τθσ φωνισ και τον τρόπο που μιλοφν. Ο Ψελλόσ αναφζρει επίςθσ ότι οι βίαιεσ και ςπαςμωδικζσ κινιςεισ που προκαλοφνται από τα υλικά πνεφματα είναι πολφ επικίνδυνεσ για μερικοφσ αςκενζςτερουσ μεςάηοντεσ, διότι δεν μποροφν να τισ αντζξουν. Σε άλλο ςθμείο μιλάει για τουσ διάμεςουσ που δαγκϊνουν τα χείλθ τουσ και μουγκρίηουν ανάμεςα από τα δόντια. Ο Ρορφφριοσ γράφει ότι ςτθν αρχι οι «κεοὶ» είναι απρόκυμοι να προςζλκουν όταν καλοφνται, αλλά ςιγά-ςιγά ζρχονται ευκολότερα, όταν ζχει κακιερωκεί μία εκςτατικι προςωπικότθτα μεςάηοντοσ. Δεν γνωρίηουμε αν οι μεςάηοντεσ παρείχαν κάποιο ςτοιχείο τθσ ταυτότθτασ τουσ, αν και εφκολα φανταηόμαςτε ότι ιταν μάλλον αμφιςβθτιςιμθ. Ο Ρορφφριοσ ικελε πολφ να ξζρει με ποιο τρόπο κάποιοσ μποροφςε να διακρίνει αν πρόκειται για τθν παρουςία αγγζλου, αρχαγγζλου, δαίμονοσ, άρχοντοσ ι ανκρϊπινθσ ψυχισ. Ο Λάμβλιχοσ παραδζχεται ότι άπειροι ι ακάκαρτοι μεςάηοντεσ κατζχονται ςυχνά από λάκοσ «κεὸ» ι από ζνα πονθρό πνεφμα, από εκείνα ποφ ονομάηονται αντίκεοι. Διθγείται μάλιςτα πωσ κάποτε αποκάλυψε ζναν υποτικζμενο Απόλλωνα, που ςτθν πραγματικότθτα ιταν το φάνταςμα ενόσ μονομάχου. Οι ψευδείσ απαντιςεισ αποδίδονται από τον Συνζςιο (370-431), ςτο «Ρερὶ Ὀνείρων» ζργο του (142Α), ςε πνεφματα-ειςβολείσ, που «πθδοφν μζςα ςτο χϊρο που ετοιμάςτθκε για κάποιο ανϊτερο ον και τον καταλαμβάνουν». Ο Νικθφόροσ Γρθγοράσ (1295-1359) αποδίδει τθ κεωρία αυτι ςτουσ Χαλδαίουσ και παρακζτει μία ςυνταγι για το πωσ να αντιμετωπίηει κανείσ τζτοιεσ καταςτάςεισ. Άλλοι πάλι κεωροφν ςαν αιτία των λανκαςμζνων-ψευδϊν απαντιςεων τισ «αντίξοεσ ςυνκικεσ», ι τθν ζλλειψθ επιτθδειότθτασ, ι τθν διαταραχι τθσ ψυχικισ κατάςταςθσ του διάμεςου, ι τθν άκαιρθ παρεμβολι τθσ κανονικισ του ςυνείδθςθσ. Σε παρόμοιεσ περιπτϊςεισ, παρατθρεί ο Ρορφφριοσ («Ρερὶ Ἀποχῆσ»), είτε λφεται θ ςφνοδοσ με τθν παράκλθςθ και προτροπι του ιδίου του κεοφ είτε τθν λφει ο διάμεςοσ. Πλεσ αυτζσ οι δικαιολογιςεισ των αποτυχιϊν των διαμζςων εμφανίηονται και ςτα ςφγχρονα βιβλία περί πνευματιςμοφ.
Οι κεοί λοιπόν αποκάλυπταν το παρελκόν ι το μζλλον με τα χείλθ και τθ φωνι του διάμεςου. Ραραχωροφςαν όμωσ και ορατά ι ακουςτικά ςθμάδια («άμεςθ φωνι» ςτθ ςφγχρονθ πνευματιςτικι ορολογία) τθσ παρουςίασ τουσ. Οι δοφλοι του Λαμβλίχου υπερθφανεφονταν ότι ο κφριοσ τουσ υψωνόταν πάνω από το ζδαφοσ τθν ϊρα τθσ προςευχισ του. Το πρόςωπο του διάμεςου μποροφςε να φανεί επιμθκυνόμενο, διαςταλμζνο ι ακόμα και μετεωριηόμενο. Ρρόκειται εδϊ για παραδοςιακό γνϊριςμα των μάγων και των ιερϊν ανδρϊν. Αποδόκθκε ςτο μάγο Σίμωνα, ςτουσ Λνδοφσ μυςτικοφσ, ςε αρκετοφσ χριςτιανοφσ αγίουσ και ςε Εβραίουσ ραβί. Οι αποκαλφψεισ όμωσ είχαν ςυνικωσ τθ μορφι φωτεινϊν οραμάτων, που όταν ζλλειπαν, ο Λάμβλιχοσ πίςτευε ότι οι διάμεςοι δεν μποροφςαν να ξζρουν ακριβϊσ τι κάνουν. Μεταγενζςτεροι ςυγγραφείσ πάντωσ βρίςκονται ςε αμθχανία, όταν προςπακοφν να εξθγιςουν για ποιο λόγο οριςμζνα μόνο πρόςωπα, προικιςμζνα με ζνα φυςικό χάριςμα ι ςτθριηόμενα ςτθν ιερατικι δφναμθ, μποροφν να πετφχουν τζτοια οράματα. Ο Ρρόκλοσ διζκρινε δφο τφπουσ πνευματιςτικισ ςυγκζντρωςθσ: τθν αυτοπτικι, όπου ο κεατισ παρατθροφςε τα διαδραματιηόμενα και τθν εποπτικι, όπου ο κεατισ ζπρεπε να μζνει ικανοποιθμζνοσ με τθν περιγραφι ποφ ζκανε αργότερα ο κλιτωρ (ο τθν τελετι διατικζμενοσ). Στθ δεφτερθ περίπτωςθ υπιρχε θ υποψία ότι τα οράματα ιταν υποκειμενικά ι και φανταςτικά, όπωσ υπαινίςςεται ο Ρορφφριοσ. Ο Λάμβλιχοσ όμωσ αποκροφει ζντονα τθν αντίλιψθ ότι ο ενκουςιαςμόσ ι θ μαντικι μποροφν να ζχουν υποκειμενικό χαρακτιρα ι να είναι φανταςίεσ, και αναφζρεται ςτα ίχνθ-πειςτιρια ποφ αφινουν οι κεοί μετά τθν επίςκεψθ τουσ («Ρερὶ Μυςτθρίων», 166.15). Στθν περίπτωςθ αυτι οι «λίκοι» και τα «φυτά» είναι ςφμβολα που μεταφζρουν οι «κεοὶ» και τα αφινουν πίςω τουσ, όπωσ γίνεται με τισ «ειςφορζσ» των πνευματιςτϊν. (Οι αρχαίοι Ζλλθνεσ πίςτευαν ότι τα παιδιά είναι οι καταλλθλότεροι διάμεςοι. Ο λόγοσ ο όποιοσ ςυνικωσ προβάλλεται για τθν προτίμθςθ αυτι, είναι θ γενετιςια αγνότθτα των παιδιϊν και κυρίωσ θ μεγάλθ τουσ δεκτικότθτα ςτθν υποβολι και τθν αυκυποβολι. Είναι γεγονόσ ότι ςτθν εποχι του Ρλοφταρχου θ Ρυκία ιταν ζνα απλό κορίτςι από χωριό. ) Αναηθτϊντασ τισ πρϊτεσ αναφορζσ περί φωτεινϊν εμφανίςεων, φτάνουμε για άλλθ μια φορά ςτα Χαλδαϊκά Λόγια των Λουλιανϊν. Εκεί παρζχεται θ διαβεβαίωςθ ότι με τθν απαγγελία οριςμζνων μαγικϊν ο κλιτωρ μπορεί να δει «πυρ με ςχιμα αγοριοφ» ι ζνα ατφπωτο πυρ, δθλαδι άμορφο, απ’ όπου βγαίνει φωνι ι ποικίλα άλλα πράγματα. Εδϊ μποροφμε να κάνουμε τθ ςφγκριςθ με τα φαντάςματα που αναφζρονται αργότερα ςτα ζργα των κεουργϊν και των οπαδϊν τουσ. Ασ αναφζρουμε τα πυραυγι φάςματα, τα όποια λζγεται πωσ επζδειξαν οι Χαλδαίοι ςτον αυτοκράτορα Λουλιανό, τα φάςματα Εκατικά φωτοειδι, τα όποια ιςχυρίηεται ότι είδε ο Ρρόκλοσ και τθ ςυνταγι του Λππόλυτου για τθν καταςκευι ενόσ φλεγόμενου φάςματοσ με φυςικά αν και κάπωσ επικίνδυνα μζςα («Κατὰ παςῶν αἰρέςεων» 4.36). Στο «Ρερὶ μυςτθρίων» 3.6, τα φαινόμενα αυτά είναι ςαφϊσ ςυνδεδεμζνα με τον πνευματιςμό, με τθν ζννοια που ζχει ςιμερα. Το πνεφμα, ςφμφωνα με τθν αυτοψία του Ρρόκλου, μπορεί να παρουςιαςτι ςτον κλιτορα («τῷ κεαγωγοῦντι») και ςτον διάμεςο («τῷ δεχομένῳ»), ι ακόμα και ςε όλουσ τουσ παρευριςκόμενουσ, που είναι και το ικανοποιθτικότερο, ςαν φλεγόμενθ ι ςαν ζντονα φωτεινι μορφι, που ειςζρχεται
(είςκρινόμενον) ςτο ςϊμα του διάμεςου ι ποφ το εγκαταλείπει. Στθ ςθμερινι ορολογία πρόκειται ςαφϊσ για το «εκτόπλαςμα» (κατ’ άλλουσ το «τθλζπλαςμα»), που πολλοί ζχουν δει να αναδφεται από το ςϊμα οριςμζνων μζντιουμ και μετά να το εγκαταλείπει. Υπάρχουν μάλιςτα και ςχετικζσ φωτογραφίεσ. Ππωσ το εκτόπλαςμα, ζτςι και τα φαντάςματα μπορεί να μθν ζχουν ςχιμα, οπότε καλοφνται ατφπωτα ι αμόρφωτα. Αν διακζτουν κάποιο ςχιμα, ονομάηονται τετυπωμζνα ι μεμορφωμζνα. Ζνασ χρθςμόσ του Ρορφφριου μιλάει για το κακαρό πυρ, ποφ μεταβάλλεται ςε ιερζσ μορφζσ. Ο Ψελλόσ όμωσ πιςτεφει ότι οι δίχωσ ςχιμα εμφανίςεισ είναι οι πιο εχζγγυεσ. Θ φωτεινι ιδιότθτα που αποδίδεται ςτισ εμφανίςεισ αυτζσ, εκτόσ από τθν οποιαδιποτε αντικειμενικι τθσ ι μθ διάςταςθ, ςυνδζεται με τθν αρχαιότατθ περςικι (χαλδαϊκι) πυρολατρεία. Συνδζεται όμωσ και με τισ φωταγωγίεσ που αναφζρονται ςτουσ μαγικοφσ πάπυρουσ, κακϊσ και με τα φϊτα (εδϊ θ λζξθ χρθςιμοποιείται ςαν όροσ) ςτισ ςφγχρονεσ πνευματιςτικζσ ςυγκεντρϊςεισ. Ο Ρρόκλοσ δζχεται πϊσ θ διαδικαςία τθσ μορφοποίθςθσ γίνεται μζςα ςτο φωσ, πράγμα που κυμίηει τθ λυχνομαντία, που αναφζρουν μερικοί πάπυροι, όπου ο μάγοσ λζγει: «ἔμβθκι αὐτοῦ (δθλαδὴ τοῦ παιδὸσ) εἰσ τὴν ψυχήν, ἵνα τυπώςθται τὴν ἀκάνατον μορφὴν ἐν φωτὶ κραταιῷ καὶ ἀφκάρτῳ». Αν όμωσ θ δεφτερθ φράςθ εκλθφκεί με πιο πραγματιςτικι διάκεςθ, το «τυπώςθται» μεταφράηεται ςαν «να λάβει ςχιμα» και το «ἐν φωτὶ κραταιῷ καὶ ἀφκάρτῳ» ςαν «το δυνατό και αμετάβλθτο φωσ τθσ λάμπασ ι ενόσ κεριοφ». Στθν περίπτωςθ αυτι ζχουμε να κάνουμε με τεχνικι διαλογιςμοφ, κατά τθν οποία ο διαλογιηόμενοσ ςυγκεντρϊνεται ςτο φωσ, ςταδιακά το βλζπει να παίρνει ςχιμα κολωτό, μετά να αλλάηει ςε μοναδικό και δυνατό φωσ μζςα από το κενό, μζχρι που, ανάλογα με το βακμό τθσ εςωτερικισ του εξζλιξθσ, ενϊνεται με αυτό, γίνεται ζνα με αυτό και τζλοσ αντικρίηει το βακφτερο εαυτό του και το κεό. Το παραπάνω κείμενο κα μποροφςε ίςωσ να ζχει και αυτιν τθν ερμθνεία, αλλά δεν γνωρίηουμε αν χρθςιμοποιοφςαν τόςο ςυγκεκριμζνεσ πθγζσ φωτόσ ςτθ κεουργία. Αςφαλϊσ όμωσ, τελοφςαν οριςμζνεσ μορφζσ φωταγωγίασ μζςα ςτο ςκοτάδι, άλλεσ ςε κλειςτοφσ χϊρουσ και άλλεσ ςτθν φπαικρο. Το τζλοσ τθσ αυτοκρατορίασ, θ εποχι δθλαδι ποφ ζγιναν όλα όςα αναφζραμε, ιταν μία βεβαιωμζνθ περίοδοσ παρακμισ, ιταν το τζλοσ του αρχαίου κόςμου. Οι αιϊνεσ του ελλθνικοφ ορκολογιςμοφ (5οσ και 4οσ) είχαν περάςει, οι πολιτικζσ ελευκερίεσ και τα πολιτικά δικαιϊματα είχαν περιοριςτι, οι πόλεμοι και οι κοινωνικζσ ανακατατάξεισ είχαν εξακλιϊςει μεγάλο μζροσ του πλθκυςμοφ, οι νζεσ κρθςκείεσ, ο Μικραϊςμόσ και ο Χριςτιανιςμόσ, είχαν αποπροςανατολίςει τον κόςμο, που χωρίσ παιδεία και μζςα ςτθν ανζχεια ζψαχνε όλο και περιςςότερο για καταφφγιο μζςα ςτο παράλογο και τθ δειςιδαιμονία. Από όλα αυτά τα «μιςόλογα» πάντωσ και από τθν όλθ πορεία τθσ ςκζψθσ των νεοπλατωνικϊν και των κεουργϊν μζχρι τισ αρχζσ του μεςαίωνα, γίνεται φανερό ότι ακόμα και ςτον τομζα του πνευματιςμοφ και τθσ μαγείασ, οι Ζλλθνεσ ζπαιξαν ςθμαντικό και καίριο ρόλο και ζβαλαν και εκεί το κεμζλιο λίκο.
Πθγι: Περιοδικό Ιχϊρ, τεφχοσ 43, άρκρο «Θεουργία και αρχαία τελετουργία», Αντϊνθσ Αντωνόπουλοσ, ςς. 12 -34
ΝΕΟΡΛΑΤΩΝΛΚΘ ΚΕΟΥΓΛΑ, ΤΕΛΕΣΤΛΚΘ – ΡΝΕΥΜΑΤΛΣΜΟΣ
Ρθγι: Διαμαντισ Κοφτουλασ, οι απόκρυφεσ επιςτιμεσ ςτθν Ελλθνικι αρχαιότθτα, Εκδόςεισ Ζςοπτρον, Ακινα 2002, ςς. 185 - 217
Ο κφριοσ ςτόχοσ των απόκρυφων επιςτιμων ςτθν ελλθνικι αρχαιότθτα ιταν ι προςπάκεια προςζγγιςθσ και επθρεαςμοφ του ουράνιου βαςιλείου με υλικά μζςα (1). Θ επίτευξθ αυτοφ του ςτόχου ςτθριηόταν ςτθν πεποίκθςθ ότι ςε οριςμζνα υλικά αντικείμενα (ηϊα, φυτά ι πολφτιμουσ λίκουσ) ενυπιρχαν «μυςτικζσ-υπερφυςικζσ» ιδιότθτεσ και δυνάμεισ. Με τθ χρθςιμοποίθςθ λοιπόν αυτϊν των δυνάμεων κα μποροφςαν οι άνκρωποι να επθρεάςουν τα ουράνια κεϊκά οντά -τουσ αριςτοτελικοφσ «Νόεσ»- ποφ εμψυχϊνουν τα αςτζρια και ποφ ρφκμιηαν τθ ηωι τουσ παραμζνοντασ απρόςιτα από προςευχζσ ι κυςίεσ. Θ πεποίκθςθ αυτι αποτζλεςε και τθ βάςθ του Στωικιςμοφ, ο όποιοσ, ωσ γνωςτόν, κεωροφςε τον κόςμο ωσ ενιαίο, ηωντανό οργανιςμό ποφ τα μζλθ του είχαν ςχζςεισ «ςυμπακείασ»(2). Κατά τθν ελλθνιςτικι περίοδο ο βαςικόσ υποςτθρικτισ του αποκρυφιςτικοφ «δόγματοσ» τθσ Συμπακείασ υπιρξε ο Βϊλοσ από τθ Μζνδθ τθσ Αιγφπτου (200 π.Χ.). Τθν ίδια, επίςθσ, περίοδο εμφανίςτθκε μια ψευδεπίγραφθ βιβλιογραφία με τίτλο «Αικικά», οποφ διαπραγματεφονταν οι μαγικζσ ιδιότθτεσ των πολυτίμων λίκων. Θ προςπάκεια ενςάρκωςθσ των ουρανίων όντων και εμφάνιςθσ τουσ ςε φυςικά ςϊματα ι αντικείμενα, ονομάςτθκε κεουργία (3). H επιτυχία των κεουργικϊν τελετϊν δεν βαςιηόταν ςτουσ ουράνιουσ κεοφσ (αςτζρια) αλλά ςτουσ δαίμονεσ, γιατί ο Ρλάτων ιδθ από το «Συμπόςιον» είχε διαςαφθνίςει ότι οι κεοί δεν ζρχονται απ' ευκείασ ςε επαφι με τουσ ανκρϊπουσ, άλλα δια μζςου των δαιμόνων (4). Κζντρο βάρουσ τθσ επίτευξθσ τθσ επικοινωνίασ με τουσ δαίμονεσ αποτελοφςε
θ «Τελετι». Οι Αιγφπτιοι Λερείσ ςυγκεκριμζνα κεωροφςαν ότι υπάρχουν ςυγκεκριμζνεσ λζξεισ ι πράξεισ με τισ όποιεσ κάποιοσ μποροφςε να ελζγξει τουσ δαίμονεσ και δι' αυτϊν τουσ κεοφσ. Υποςτιριηαν μάλιςτα -και αυτό ζχει κρίςιμθ ςθμαςία-ότι θ προςευχι δεν εξαρτάται από τθν εςωτερικι διάκεςθ του πιςτοφ, αλλά από τθν ακριβι τιρθςθ των τελετουργικϊν λζξεων. χειρονομιϊν κλπ. Συνεπϊσ αν ζνασ ιερζασ καλοφςε ςωςτά μια κεότθτα με το πραγματικό τθσ (μυςτικό) όνομα, εκείνθ κα υποταςςόταν ςτθ κζλθςθ του. Στθ διδαςκαλία αυτι των ορκϊν τελετουργικϊν τυπικϊν διζπρεψαν οι ιερείσ τθσ Μςιδασ (5). Με τισ τελετουργίεσ τουσ οι Αιγφπτιοι ιερείσ «ανάγκαηαν» -πολλζσ φορζσ ακόμα και με απειλζσ! τισ κεότθτεσ να ζλκουν και να ειςχωριςουν μζςα ςτα αγάλματα τουσ. Ο Λουκιανόσ κάνει λόγο για ζναν ιερζα από τθν Μζμφιδα ονόματι Ραγκράτθ, ο όποιοσ με τελετουργικζσ επωδζσ μποροφςε να «ςυναρμολογιςει»... ρομπότ και να τα χρθςιμοποιεί ωσ... υπθρζτεσ! (6) Ρρόκειται για τα πολφ γνωςτά ςτθν αρχαιότθτα «νευρόςπαςτα» που ιταν ομοιϊματα ανκρϊπων ι ηϊων, που κινοφςαν μθχανικά τα μζλθ τουσ και χρθςιμοποιικθκαν κατά κόρον από τουσ κεουργοφσ ζτςι ϊςτε δεν κα ιταν υπερβολι να λζγαμε ότι ι κεουργία αποτζλεςε τον πρόδρομο τθσ ρομποτικισ! Τθν ίδια περίοδο κυκλοφόρθςαν και οι περίφθμοι ελλθνο-αιγυπτιακοί «Μαγικοὶ Ράπυροι» (7) όπου καταγράφεται όλθ ι κεουργικι τελετουργία του αιγυπτιακοφ ιερατείου. Εντφπωςθ προκαλεί ςτουσ «Μαγικοὺσ Ραπύρουσ» ο τρόποσ επιβολισ των ιερζων ςτουσ κατϊτερουσ δαίμονεσ: Επειδι οι χκόνιοι και υποχκόνιοι δαίμονεσ εκεωροφντο πνεφματα χωρίσ λογικι και κρίςθ, οι κεουργοί τουσ παρουςιάηονταν ςτισ επικλιςεισ τουσ ψευδϊσ ωσ κεοί και τουσ απειλοφςαν ζτςι να εμφανιςτοφν μπροςτά τουσ. Τα χκόνια πνεφματα παραπλανοφνταν και εμφανίηονταν φοβοφμενα τισ τιμωρίεσ των κεουργϊν, τουσ οποίουσ νόμιηαν κεοφσ! (8) Επειδι τισ περιςςότερεσ φορζσ οι χκόνιοι δαίμονεσ ιςαν πνεφματα νεκρϊν, θ μορφι αυτι τθσ κεουργίασ πιρε το χαρακτθριςτικά νεκρομαντείασ, δθλ. «μαφρθσ μαγείασ» (< εκ του nigromantie = νεκρομαντεία), ιδιαίτερα διαδεδομζνθσ ςτθν φςτερθ αρχαιότθτα. Θ αποκρυφιςτικι ιδζα, ότι κάκε ουράνιο ον είχε το αντίςτοιχο του «ἀντικείμενο» ςτθ γθ, πιρε τζτοιεσ διαςτάςεισ ςτθν φςτερθ αρχαιότθτα, ϊςτε ζγινε επίςθμθ τελετουργία των πόλεων θ «ςτοιχείωςισ», δθλ. θ εγκατάςταςθ αγαλμάτων («Τελέςματα») όπου ενςαρκϊνονταν διάφορα πνεφματα υπεφκυνα για τθν προςταςία των πόλεων από κάκε κακό. Αφοφ οι κεουργοί καλοφςαν το πνεφμα, κατόρκωναν με τισ κατάλλθλεσ επωδζσ και τελετζσ να το εγκαταςτιςουν μζςα ςτο αντίςτοιχο αντικείμενο, ποφ μπορεί να ιταν κίονασ ι φυλακτό (= τζλεςμα, εξ οφ και talisman). Ο βυηαντινόσ χρονογράφοσ του 6ου αι. μ.Χ. Λωάννθσ Μαλάλασ αναφζρει ότι ο Απολλϊνιοσ ο Τυανεφσ εγκατζςτθςε ςτθν Αντιόχεια ζνα «τέλεςμα» κατά των ςκορπιϊν, που το τοποκζτθςε ςτο μζςον τθσ πόλεωσ. Επρόκειτο ακριβϊσ για ζνα ομοίωμα χάλκινου ςκορπιοφ, που το ζκαψε κάτω από ζναν κίονα -και από τότε εξαφανίςτθκαν οι ςκορπιοί από τθν Αντιόχεια! (9) Αντιλαμβανόμαςτε εν προκειμζνω, ότι και ο περίφθμοσ Κίων του Μ. Κωνςταντίνου, ποφ ςτικθκε ςτο μζςον τθσ Βυη. πρωτεφουςασ (ςθμ. Cemberlitas) με καμμζνα ςτθ βάςθ του πολλά ιερά κειμιλια, δεν ιταν τίποτα άλλο από ζνα «τέλεςμα» για τθν προςταςία τθσ Κων/πόλεωσ. (10) Ο άνκρωποσ, ωςτόςο, ποφ υπιρξε ο πρϊτοσ κεουργόσ τθσ ιςτορίασ ιταν κάποιοσ Λουλιανόσ (όχι ο γνωςτόσ αυτοκράτωρ) ποφ ζηθςε τθν εποχι του Μάρκου Αυρθλίου (11). Ιταν ο πρϊτοσ ποφ κυκλοφόρθςε τα «Χαλδαϊκὰ Λόγια (χρθςμοί)», ζνα κείμενο ποφ οφείλει τθν προζλευςθ του, κατά πάςα πικανότθτα ςτθν «ζκςταςθ» κάποιου οραματιςτι και ο
Λουλιανόσ τα ςυνζταξε ςε ςτίχουσ. Θ ςθμαςία των «Χαλδαϊκϊν Λογίων» για τθ κεουργία ζγκειται ςτο ότι περιζχουν, ζκτοσ των άλλων, ςυνταγζσ για τθ μαγικι επίκλθςθ των κεϊν. Τα «Χαλδαϊκά Λόγια» όμωσ απζκτθςαν μεγάλθ διάδοςθ ζναν αιϊνα αργότερα (3οσ αι. μ.Χ.) όταν τα ζφερε ςτο νζοπλατωνικό προςκινιο ο μακθτισ του Ρλωτίνου, Ρορφφριοσ ο όποιοσ ζγραψε κι ζναν υπομνθματιςμό πάνω ςϋ αυτά(12). Ωςτόςο, ο πραγματικόσ Ρατζρασ τθσ Κεουργίασ είναι ο γνωςτόσ ΛΑΜΒΛΛΧΟΣ. Στον υπομνθματιςμό που κάνει αυτόσ ςτα «Χαλδαϊκὰ Λόγια» (13) και ςτθ διατριβι του «Ρερὶ Μυςτθρίων» (14) αποκρυςταλλϊνεται με ςαφινεια θ «ιδεολογία» τθσ κεουργίασ, ςφμφωνα με τθν οποία ο δρόμοσ τθσ ςωτθρίασ δεν βρίςκεται ςτον Ορκό Λόγο, αλλά ςτθν Τελεςτικι. Ππωσ δίδαςκαν οι Αιγφπτιοι ιερείσ τθσ Μςιδασ. «Δεν είναι θ Νόθςθ («Ἔννοια») που ενϊνει τουσ κεουργοφσ με τουσ κεοφσ, επειδι, τι κα εμπόδιηε τουσ κεωρθτικοφσ φιλοςόφουσ να πετφχουν κεουργικι ζνωςθ μαηί του; Αυτό όμωσ δεν ζγινε ποτζ! Θ κεουργικι ζνωςθ επιτυγχάνεται μόνο με τθν τελετουργία...» (15). Ασ κυμθκοφμε εδϊ ότι ιταν κοινι πεποίκθςθ τθσ εποχισ ότι ο αζρασ ιταν γεμάτοσ από πονθρά-υποςελινια πνεφματα, εναντίον των οποίων ζπρεπε να μάχονται οι άνκρωποι, γιατί αυτά προςπακοφςαν να εμποδίςουν τισ ψυχζσ να πλθςιάςουν τον ουρανό. Συνεπϊσ ιταν απαραίτθτο θ κεουργικι τελεςτικι να προςπακιςει να κζςει τουσ δαίμονεσ του αζροσ υπό τθν εξουςία τθσ. Οι βαςικζσ φιλοςοφικζσ αρχζσ των «Χαλδαίκϊν Χρθςμϊν» ιταν οι εξισ: υπάρχει ζνασ ανϊτατοσ πατρικόσ Νουσ-Κεόσ ποφ κατοικεί ςτον υπερουράνιο τόπο, τον αποκαλοφμενο «Ρατρικό Βυκό» και θ φφςθ του είναι πφρινθ. Ο Δεφτεροσ Νοφσ-Δθμιουργόσ λειτουργεί ωσ μεςολαβθτισ ανάμεςα ςτον Φψιςτο-Ρρϊτο-Κεό και τουσ ανκρϊπουσ. Υπάρχει επίςθσ κι ζνασ Τρίτοσ κεόσ, κθλυκόσ, θ Εκάτθ ι Δφναμισ θ Κοςμικι Ψυχι. Αυτι ετοποκετείτο ανάμεςα ςτο νοθτό και τον αιςκθτό χϊρο και ςυμπλιρωνε τθν... «αγία τριάδα» των κεϊν. Ραρατθροφμε εδϊ μια ομοιότθτα ςτισ ιδζεσ μεταξφ Ερμθτικϊν Κειμζνων, Χαλδαϊκϊν Χρθςμϊν και Ρλατωνικοφ Τίμαιου. Θ ομοιότθτα αυτι ανάγεται, όπωσ ζχουμε αναφζρει άλλοι ςτο βαςικό κοςμολογικό μοντζλο του Εμπεδοκλι και του Φιλόλαου περί του Κεντρικοφ Ρυρόσ του Ραντόσ. Ράντωσ οι «Χαλδαϊκοί Χρθςμοί» κεωροφντο κακ' όλθ τθν διάρκεια των βυηαντινϊν χρόνων ωσ οδθγόσ ερμθνείασ των πλατωνικϊν ιδεϊν ποφ παραχωρικθκαν από τουσ κεοφσ (16). Εκείνοσ βζβαια ποφ ςυνετζλεςε τα μζγιςτα ϊςτε να γίνει, ςτα φςτερορωμαϊκά χρόνια θ κεουργία «τθσ μόδασ» ιταν ο αυτοκράτωρ Λουλιανόσ, ο αποκαλοφμενοσ από τουσ Χριςτιανοφσ «Ραραβάτθσ», ο όποιοσ μακιτευςε κοντά ςτον μεγάλο κεουργό Μάξιμο και καταγοθτεφτθκε από αυτόν. Πταν μάλιςτα ωσ αυτοκράτωρ ανζλαβε να μεταρρυκμίςει τον εκνικό κλιρο, ο κεουργόσ Χρυςάνκιοσ βρζκθκε αρχιερζασ τθσ Λυδίασ και ο Μάξιμοσ αρχικεουργόσ τθσ αυτοκρατορικισ αυλισ τθσ Κωνςταντινοφπολθσ. Πμωσ ο Μάξιμοσ πλιρωςε γι' αυτό και όταν χάκθκε ο Λουλιανόσ, βαςανίςτθκε και τελικά εκτελζςτθκε το 371 μ.Χ. με τθν κατθγορία τθσ ςυνωμοςίασ (17). Στουσ διωγμοφσ τθσ Εκκλθςίασ και του Βυηαντίου κατά των νεοπλατωνικϊν κεουργϊν ποφ ακολοφκθςαν, ο Μάξιμοσ κάτεςχε περιφανι κζςθ ωσ μεγαλομάρτυρασ του νεοπλατωνιςμοφ και τθσ κεουργίασ (18). Ζκτοτε οι νεοπλατωνικοί κεουργοί ζκριναν πϊσ ιταν φρόνιμο να μείνουν αφανείσ και θ τζχνθ τουσ να περνά ακόρυβα ςε μερικζσ οικογζνειεσ (19). Ζτςι μετά ζναν αιϊνα κα ξαναβροφμε τθ νεοπλατωνικι κεουργία (τον μεγάλο αντίπαλο του επίςθμου Χριςτιανιςμοφ!) να αςκείται από τουσ Ακθναίουσ νεοπλατωνικοφσ τθσ Ακαδθμίασ Ρλάτωνοσ (20). Ο Ρρόκλοσ ςυγκεκριμζνα ζμακε από τθν
κόρθ του ακθναίου Ρλουτάρχου, Αςκλθπιγζνεια, τθν κεουργικι τζχνθ του Νεςτόριου, ιεροφάντθ των Ελευςίνιων Μυςτθρίων, αποδεικνφοντασ ότι θ νεοπλατωνικι κεουργία είχε «καλφψει» όλεσ ςχεδόν τισ εκφάνςεισ τθσ αρχαίασ ελλθνικισ εκνικισ κρθςκείασ κατά τθν υςτερορωμαϊκι και πρωτοβυηαντινι περίοδο. Τόςθ μάλιςτα υπιρξε θ υπόγεια επιρροι τθσ κεουργίασ ϊςτε ο Ψελλόσ περιγράφει κατά τον 11ο αι. μ.Χ. μια κεουργικι τελετι ποφ ακολοφκθςε ζνασ... αρχιεπίςκοποσ ςτο Βυηάντιο (21), όπωσ ζχουμε αναφζρει ξανά ςε προθγοφμενο κεφάλαιο (22). Ασ υπενκυμίςουμε επίςθσ εδϊ ότι θ βάςθ τθσ κεουργίασ υπιρξε θ αιγυπτιακι κρθςκευτικι πρακτικι και ςυγκεκριμζνα αυτι του ιερατείου τθσ Μςιδοσ, που εναςχολείτο με τθν εμψφχωςθ των αγαλμάτων. Θ Φιλοςοφικι κεωρία περί «Συμπακείασ» των νεοπυκαγορείων, του Ροςειδωνίου (23) και του Βϊλου, βάςει τθσ οποίασ κάκε ουράνιο ον είχε το αντίςτοιχο του ςτθ γθ, υπιρξε το κεμζλιο και θ κεωρθτικι βάςθ κάκε κεουργικισ πρακτικισ. Σκοπόσ τθσ «τελεςτικισ» αυτισ ιταν, όπωσ ζχουμε ξαναπεί, θ ΣΤΟΛΧΕΛΩΣΛΣ δθλ. θ εγκατάςταςθ του κατάλλθλου δαίμονα μζςα ςε αγάλματα ι φυλακτά μζςω ΕΡΩΔΩΝ ι διαφόρων επικλιςεων και τελετϊν. Μόλισ ο δαίμονασ ειςερχόταν ςτο αντικείμενο-τζλεςμα (talisma), εκείνο αποκτοφςε ηωι και μυςτθριακι δφναμθ και προςτάτευε το άτομο ι τα άτομα για τα οποία είχε καταςκευαςτεί (24). Ωςτόςο, ο τελικόσ ςκοπόσ τθσ κεουργίασ ιταν υψθλόσ· επρόκειτο για τθν κάκαρςθ τθσ ψυχισ, για τθν «πρὸσ τὸ νοθτὸν πῦρ ἄνοδο» (25), που βοθκά τουσ ανκρϊπουσ να διαφφγουν από τθν Ειμαρμζνθ, δθλ. τισ πλανθτικζσ τροχιζσ, και να φτάςουν οι ψυχζσ τουσ ςτθ ςφαίρα των απλανϊν, όπου κατοικοφν τα κεία όντα -ςφμφωνα με το κοςμοείδωλο του Αριςτοτζλθ (Βλ. Κεφ. Η του βιβλίου). Θ κεουργία μπορεί να χωριςτεί ςε δφο μεγάλουσ κλάδουσ: τθν κακ' αυτό ΤΕΛΕΣΤΛΚΘ (= εμψφχωςθ αγαλμάτων και φυλακτϊν) και τον ΡΝΕΥΜΑΤΛΣΜΟ. Θ πρϊτθ επιδιϊκει με τθ χριςθ διαφόρων ΣΥΜΒΟΛΩΝ ι ΣΥΝΚΘΜΑΤΩΝ τθν ενςάρκωςθ κείων όντων εντόσ υλικϊν αντικειμζνων. Τα Σφμβολα ιταν διάφορα αντικείμενα, ποφ είχαν «ςυμπακθτικι» ςχζςθ με διάφορεσ πνευματικζσ δυνάμεισ και τα όποια τοποκετοφνταν εντόσ των κοιλωμάτων των αγαλμάτων: «(Ἡ τελεςτικὴ τὰ κοῖλα τῶν ἀγαλμάτων ὕλθσ ἐμπιπλῶςα οἰκείασ ταῖσ ἐφεςτθκυίαισ δυνάμεισ, ηώων, φυτῶν. λίκων. βοτάνων, ριηῶν. ςφραγίδων. ἐγγραμμάτων, ἐννίοτε δὲ καὶ ἀρωμάτων ςυμπακῶν, ςυγκακιδρύουςα δὲ τούτοισ καὶ κρατῆρασ καὶ ςτοιχεῖα καὶ κυμιατήρια, ἔμπνοα ποιεῖ τὰ εἴδωλα καὶ τῆσ ἀπορρήτῳ δυνάμει κινεῖ...» (26). Αφοφ κάκε κεόσ ζχει τον ιδιαίτερα του «ομοιοπακθτικό» αντιπρόςωπο ςτθ γθ, κάκε άγαλμα ποφ περιζχει αυτόν τον «αντιπρόςωπο» (= ςφμβολον) βρίςκεται ςε άμεςθ επικοινωνία μαηί του. Τα κεουργικά «Σφμβολα» ζμεναν ςφραγιςμζνα μζςα ςτα αγάλματα, ϊςτε να τα γνωρίηει μόνο ο κεουργόσ-τελεςτισ (27). Οι ςφραγίδεσ (ςφραγιδόλικοι), οι χαρακτιρεσ (ποφ περιλαμβάνουν ςτοιχεία, όπωσ τα επτά φωνιεντα ποφ αντιςτοιχοφν ςτουσ επτά πλανθτικοφσ κεοφσ), τα εγγράμματα (γραπτζσ ςυνταγζσ) κ.λπ. μποροφςαν να γράφονται ςε φφλλα χρυςοφ, ποφ τοποκετοφντο ςτα κοίλα των αγαλμάτων ι να «εκφωνοφνται» με διάφορεσ επωδζσ. Ο ςωςτόσ τρόποσ εκφϊνθςθσ των «χαρακτιρων» (7 φωνθζντων) αποτελοφςε επαγγελματικό μυςτικό ποφ παραδιδόταν προφορικά (28). Το βαςικό χαρακτθριςτικό των Επωδϊν ιταν θ λεπτομερισ αναφορά ςτα κατθγοριματα του Κεοφ ποφ κεωρείτο απαραίτθτθ προχπόκεςθ επιτυχίασ των κεουργικϊν τελετϊν. Μία τζτοια ςυλλογι κεουργικϊν επωδϊν υπιρξαν κατά τθν φςτερθ αρχαιότθτα και οι περίφθμοι «Ὁρφικοὶ Ὕμνοι» τουσ οποίουσ υπομνθμάτιςε ο Ρρόκλοσ. Με τθν προςφορά ειδικϊν για κάκε κεότθτα κυμιαμάτων, οι κεουργοί επικαλοφνταν τα Ρνεφματα,
απαρικμϊντασ τισ ιδιότθτεσ τουσ, για να προςζλκουν ςτισ Τελετζσ. Οι Ορφικοί Φμνοι πιραν μεγάλθ ζκταςθ ωσ κεουργικζσ επωδζσ κατά τθν φςτερθ αρχαιότθτα, επειδι κεωρικθκε ότι και ο Ορφζασ, όταν τουσ δθμιοφργθςε, είχε κι αυτόσ κεουργικό ςτόχο. Με τθν απαρίκμθςθ των κεϊν και των ιδιοτιτων τουσ προςπακοφςε να επιτφχει τθν εμφάνιςθ τουσ («επιφάνεια») και τθ ςφμπραξθ τουσ ςτθ κεουργικι τελετι (29). Ασ κυμθκοφμε ότι ςτθν αρχι των Ορφικϊν Φμνων ο Ορφζασ απευκφνεται ςτο μακθτι του Μουςαίο για να του διδάξει τθν ιερουργία τθσ επίκλθςθσ των ουρανίων, εναζριων, υδροβίων, γιινων, υποχκόνιων και πυροβατικϊν κεοτιτων. Με τθν προςφορά μάλιςτα ειδικϊν για. κάκε κεότθτα κυμιαμάτων, οι μφςτεσ παρακαλοφςαν τα. πνεφματα. απαρικμϊντασ τισ ιδιότθτεσ τουσ να ειςακοφςουν τισ επικλιςεισ τουσ και να προςζλκουν ςτθν κεουργικι τελετι. «Μάνκανε δή, Μουςαῖε, κνθπολίθν περιςέμνθν εὐχήν, ἣ δή τοι προφερεςτέρθ ἐςτὶν ἁπαςέων» (Πρφ. Φμνοι. Ορφεφσ προσ Μουςαίον 1 κ.εξ.). *Μετ. Μάκε Μουςαίε τθν πολυςζβαςτθ κυςιαςτικι τελετι και επίκλθςθ, που είναι θ προςφορότερθ από όλεσ.+ Και τελειϊνει τθ διδαχι του ο Πρφεφσ ςτον μακθτι του Μουςαίο επικαλοφμενοσ όλουσ τουσ κεοφσ να: «ἐλκεῖν εὐμενέασ, κεχαρθμένον ἧτορ ἔχοντασ, τήνδε κνθπολίθν ἱερήν, ςπουδὴν τ' ἐπὶ ςεμνὴν» (30). *Μετ. (Επικαλοφμαι τουσ κεοφσ) να ζλκουν με ευμζνεια, ζχοντασ χαροφμενθ διάκεςθ, ς’ αυτι τθν ιερι τελετι και ς’ αυτι τθ ςεμνι ςπουδι.+ Το «κλειδί» τθσ επιτυχίασ των Επωδϊν ιταν θ λεπτομερισ αναφορά των κατθγοριματοσ τθσ ςυγκεκριμζνθσ κεότθτασ και αυτό επεδίωξαν -και πζτυχαν- οι Ορφικοί Φμνοι (31). Ασ δοφμε για παράδειγμα τον Ορφικό Φμνο προσ τθν Εκάτθ (= Σελινθ) τθν κατ' εξοχιν κεά τθσ Κεουργίασ και τθσ Μαγείασ. ΥΜΝΟΣ ΕΛΣ ΕΚΑΤΘΝ «Εἰνοδίθν Ἑκάτθν κλήηω, τριοδῖτιν, ἐραννήν, οὐρανίθν, χκονίθν τε, καὶ εἰναλίθν κροκόπεπλον. τυμβιδίθν. ψυχαῖσ νεκύοον μέτα βακχεύουςαν, Ρέρςειαν. φιλέρθμον, ἀγαλλομένθν ζλάφοιςιν, νυκτερίθν, ςκυλακῖτιν, ἀμαιμάκετον βαςίλειαν. ταυροπόλον, παντὸσ κόςμου κλειδοῦχον ἄναςςαν. ἡγεμόνθν. νύμφθν, κουροτρόφον, οὐρεςιφοῖτιν, λιςςομένοισ κούρθν τελεταῖσ ὁςίῃςι παρεῖναι, βουκάλῳ εὐμενέουςαν ἀεὶ κεχαρθότι κυμῷ». (Μτφρ: Τθν Ζκάτθν εξυμνϊ, ποφ τθν λατρεφουν ςτισ οδοφσ και ςτισ τριόδουσ, τθν αξιαγάπθτθ τθν ουράνια και τθν επίγεια και τθν καλαςςινι, ποφ ζχει κίτρινο πζπλο. Αυτιν ποφ φροντίηει για τουσ νεκροφσ και ποφ είναι ενκουςιαςμζνθ ανάμεςα ςτισ ψυχζσ των νεκρϊν, τθν Ρζρςειαν. Αυτιν ποφ αγαπα τθν ερθμιά και ευφραίνεται με τα ελάφια, τθν νυκτερινι, τθν προςτάτιν των ςκφλων, τθν ακαταμάχθτθ βαςίλιςςα· αυτιν ποφ κθρεφει ταφρουσ, τθν βαςίλιςςα ποφ ζχει τα κλειδιά όλου του κόςμου, τθν οδθγό, τθν νφμφθ, αυτι ποφ ανατρζφει παιδιά και ποφ περιφζρεται ςτα βουνά· αυτιν τθν κόρθ ασ παρακαλζςουμε να παρευρεκεί ςτισ ιερζσ τελετζσ με ευμενι πάντοτε διάκεςθ προσ τον θγζτθ (τον επί κεφαλισ) και με χαροφμενθ καρδιά.) Πλθ αυτι θ «αρετολογία» τθσ Εκάτθσ και θ αναφορά των ιδιοτιτων τθσ ωσ «τριοδίτου», «κροκόπεπλου», «βακχεύουςασ» κ.λ.π. εξυπθρετεί τουσ ςτόχουσ τθσ επίκλθςθσ, ποφ είναι θ ΡΑΟΥΣΛΑ τθσ κεότθτασ κατά τθ κεουργικι τελετι. Βζβαια δεν αρκοφςε αυτι θ λεπτομερισ
καταγραφι των επικζτων των κεοτιτων για να γίνουν οι Επωδζσ αποτελεςματικζσ. Σθμαντικό ρόλο ζπαιηε και ι γνϊςθ και εκφϊνθςθ των «βαρβαρικϊν», μυςτικϊν ονομάτων των κεϊν (voces nmysticae). Ο Λάμβλιχοσ ιδιαίτερα τόνιηε ότι κατά τισ κεουργικζσ επικλιςεισ των κεϊν πρζπει να χρθςιμοποιοφνται τα «βαρβαρικά τουσ ονόματα» γιατί οι κεοί αποκάλυψαν τθ γλϊςςα ποφ μιλοφν μόνο ςτα «ιερά ζκνθ» των Αιγυπτίων και Βαβυλωνίων Λερζων (32). O Ρρόκλοσ εξ άλλου επεςιμανε ότι βαςικό ρόλο ςτισ εκφωνιςεισ των μυςτικϊν ονομάτων παίηει ο τόνοσ εκφοράσ τουσ. Θ «βαρφτθτα» και θ «οξφτθτα» είναι οι δυνάμεισ ποφ κα ζλξουν τουσ κεοφσ ςτθ γθ και επειδι τα μυςτικά ονόματα των κεϊν ζχουν τεράςτια και επικίνδυνθ δφναμθ δεν κα πρζπει να γνωςτοποιείται θ ακριβισ προφορά τουσ ςτουσ αδαείσ (33). (Εξ ου και ι μυςτικότθσ τθσ προφοράσ του ονόματοσ του Εβραϊκοφ Κεοφ Jahve) Τθ δφναμθ αυτι των απορριτων λεκτικϊν ςυμβόλων ενίςχυε ι χριςθ διαφόρων «μαγικϊν αντικειμζνων». Οί νεοπλατωνικοί κεουργοί κεωροφςαν κάποιουσ λίκουσ μαγικοφσ, γιατί ιταν τα αντίςτοιχα των ουρανίων ςωμάτων ςτθ γθ. (Ασ υπενκυμίςουμε εδϊ ότι από τθν εποχι του Ρλάτωνα εκεωρείτο ότι ςτα ουράνια ςϊματα ενςαρκϊνονταν κεοί.) Χρθςιμοποιϊντασ λοιπόν οι κεουργοί αυτοφσ τουσ λίκουσ μποροφςε να επικοινωνοφν με τουσ κεοφσ των ουρανίων ςωμάτων και να ηθτοφν χρθςμοφσ. Δφο είναι οι γνωςτζσ ςυλλογζσ κειμζνων ποφ αναφζρονται ς' αυτι τθ μαγικι πρακτικι των λίκων. Ρρόκειται για το ζργο «Αςκλθπιόσ» ποφ αποδίδεται ςτον Ζρμθ τον Τριςμζγιςτο, και ςϊκθκε μόνο ςτθ λατινικι μετάφραςθ, κακϊσ και τα «Λικικά», ζργο του 4ου αι. μ.Χ., που αποδόκθκε ψευδεπίγραφα ςτον Ορφζα. Στο πρϊτο ζργο αναφζρεται ρθτά ότι κάκε λίκοσ ςχετίηεται ςυμπακθτικά με κάποια άςτρα-κεότθτεσ και μπορεί να τισ ζλξθ ςτθ γθ και να επθρεάςει τισ κελιςεισ τουσ (34). Στα «Λικικά» του ψευδο-Ορφζα διατυπϊνονται -και είναι αποκαλυπτικό τθσ χρονολόγθςθσ του ζργου- ςτουσ ςτίχουσ 68-81. παράπονα για τθν εξαφάνιςθ τθσ λατρείασ των εκνικϊν κεϊν και για τουσ διωγμοφσ κατά τθσ κεουργίασ. Φαίνεται εξ αυτοφ ότι ο ςυγγραφζασ των «Λικικϊν» άνθκε ςτον κφκλο των νεοπλατωνικϊν του 4ου αι. μ.Χ. ποφ κυνθγικθκαν ςτο Βυηάντιο (34). Κφριοσ ςτόχοσ όμωσ των «Λικικϊν» είναι να εξθγιςουν ςτουσ ανκρϊπουσ με ποιο τρόπο να χρθςιμοποιοφν τισ μυςτικζσ δυνάμεισ των λίκων για τθν επικοινωνία με τουσ κεοφσ. Ασ δοφμε δφο χαρακτθριςτικά παραδείγματα:
«Κρύςταλλον φαέκοντα διαυγέα λάηεο χερςίν λᾶαν. ἀπόρροιαν πυριφεγγέοσ ἀμβρότου αἴγλθσ· ... ...εἰ γὰρ ἄτερ κρατεροῖο κέλεισ πυρὸσ ἐκ φλόγασ ὄρςαι, κέκλομαι αὐαλέων μιν ὑπὲρ δαΐδων
κατακεῖναι· αὐτὰρ ὅγ' ἠελίοιο καταντίον αὐγάηοντοσ αὐτίχ' ὑπὲρ δαΐδων ὀλίγθν ἀκτῖνα τανύςςει. ἣ δ' ὄτε καρφαλέθσ τε κίγθ καὶ πίονοσ ὕλθσ, καπνόν, ἔπειτα δὲ πῦρ ὀλίγον, μετὰ δὲ φλόγαν πολλὴν ὄρςεί· τὴν δ' ἄρα φασὶ παλαιγενέεσ ἱερὸν πῦρ... ...αὐτόσ, ὅτισ πέλεται φλογὸσ αἴτιοσ, αἴκε μάλ' ὧκα ἐκ πυρὸσ ἁρπάξαίσ, ψυχρὸσ πέλει ἀμφαφάαςκαί, ἀμφὶ δὲ καὶ νεφροῖςι δεκεὶσ κάμνοντα ςαώςει...» (Λικικά, 168-193)
*Μετάφραςθ: Λάβε ςτα χζρια ςου αυτόν τον κρφςταλλο, τον λάμποντα και διαυγι, ποφ είναι δθμιοφργθμα του ακανάτου πυρόσ... ...εάν κζλεισ να ανάψεισ φλόγεσ χωρίσ να βάλεισ φωτιά ςε προτρζπω να τον τοποκετιςεισ πάνω από ξερά ξφλα. Αμζςωσ αυτόσ, ενϊ κα είναι απζναντι από τον καταυγάηοντα ιλιο κα απλϊςει πάνω από τα ξφλα μικρι αχτίνα
κι αφτθ, όταν κα ζλκει ς' επαφι με τα πολλά ξερά ξφλα κα βγάλει πρϊτα καπνό ζπειτα λίγθ φωτιά και κατόπιν μεγάλθ φλόγα. Αφτθ είναι που οι παλαιοί τθν ονόμαηαν, ωσ γνωςτόν, ιερόν πυρ... ...αυτόσ ο κρυςτάλλινοσ λίκοσ, που είναι ο αίτιοσ τθσ φωτιάσ, αν τον αναςφρεισ από το πυρ πολφ γριγορα γίνεται ψυχρόσ μόλισ τον αγγίξεισ, κι όταν δεκεί γφρω από τα νεφρά κα ςϊςει τον οποιοδιποτε αςκενι.. .+
Από το παραπάνω αποκαλυπτικό απόςπαςμα γίνεται φανερό ότι ι κεουργία και θ μαγεία των Λίκων δεν απείχαν πολφ από τθν ςθμερινι πειραματικι επιςτιμθ, γιατί όλοι αντιλαμβανόμαςτε ότι ι παραπάνω λεπτομερισ οδθγία αναφζρεται ςε φακοειδι κρφςταλλο και ςτθ φωτιά ποφ μπορεί να παράγει αυτόσ μζςω τθσ ςυγκζντρωςθσ των θλιακϊν ακτινϊν ς' αυτόν. Είναι ςαφζσ ότι θ επιςτιμθ και θ λεγόμενθ μαγεία αλλθλεπικαλφπτονται ςτα κείμενα τθσ ελλθνικισ αρχαιότθτασ και ζνασ διαχωριςμόσ μεταξφ ορκολογικισ επιςτιμθσ και απόκρυφων επιςτθμϊν είναι αρκετά επιςφαλισ όταν αναφζρεται ςε ζργα αρχαίων Ελλινων ςυγγραφζων. Ασ δοφμε το δεφτερο χαρακτθριςτικό παράδειγμα από τα «Λικικά» του ψευδό-Πρφζοσ: «Καὶ γλαφυρὸν κομίςασ ἐαρόχροον αἴκεν Ἴαςπιν ἱερὰ ρέηῃ μακάρων ἰαίνεται ἧτορ, καὶ οἱ καρφαλέασ νεφέλαισ κορέςουςιν ἀρούρασ· ἥδε γὰρ αὐχμθρῆςιν ἄγει πολὺν ὄμβρον ἀρούραισ! …» (Λικικά, 264 κ. εξ.)
*Μετάφραςθ :Αν κάποιοσ κυςιάςει ζχοντασ μαηί του ζναν ςτιλπνό καταπράςινο Μαςπιν ι καρδιά των κεϊν κερμαίνεται και κα γεμίςουν (οι κεοί) τθν αποξθραμζνθ γθ με ςφννεφα: διότι ο λίκοσ αυτόσ φζρνει πολλι βροχι ςτα ξερά χωράφια.+
Σ' αυτό το απόςπαςμα φαίνεται ςαφϊσ ι μαγικι «βρόχο-ποιθτικι» ιδιότθτα του πολφτιμου λίκου Μαςπθ. Ραρομοίωσ ςτουσ ςτίχουσ 366-387 των «Λικικϊν» παρουςιάηεται θ μαντικι δφναμθ του «ςιδθρίτθ λίκου» θ αλλοφ, οι κεραπευτικζσ ιδιότθτεσ οριςμζνων πολυτίμων ι θμιπολφτιμοι λίκων ςε δαγκϊματα φιδιϊν ι άλλεσ αςκζνειεσ (35). Να ςθμειϊςουμε εδϊ ότι ο βαςικόσ παράγοντασ επιτυχίασ και ςτισ περιπτϊςεισ των Μαγικϊν Λίκων παρζμενε πάντοτε θ επωδι, ποφ ζπρεπε να γραφεί πάνω ςτο κάκε μαγικό αντικείμενο. Ρζρα από τουσ μαγικοφσ λίκουσ και τα πάςθσ φφςεωσ φυλακτά (Τελζςματα-Talisma) με τισ μαγικζσ επωδζσ γραμμζνεσ πάνω τουσ, τα κυριότερα κεουργικά αντικείμενα παρζμεναν πάντα τα αγάλματα ακόμα και μετά τουσ διωγμοφσ τθσ επίςθμθσ εκκλθςίασ κατά τθν υςτερορωμαϊκι και πρωτοβυηαντινι περίοδο. Ι κφρια εναςχόλθςθ άλλωςτε των νεοπλατωνικϊν φιλοςόφων (ιδιαίτερα μετά τον Λάμβλιχο ιταν ακριβϊσ θ Τελεςτικι, δθλ. θ εμψφχωςθ των αγαλμάτων) (36). Ππωσ ζχουμε προαναφζρει ι εμψφχωςθ των αγαλμάτων ιταν ζνα αιγυπτιακό ςτοιχείο που, μζςα ςτο ςυγκρθτιςμό τθσ φςτερθσ αρχαιότθτασ, είχαν ενςωματϊςει οι Νεοπλατωνικοί ςτισ τελετζσ τουσ ωσ μζςο ανφψωςθσ τθσ ψυχισ και «κζαςθσ» του Κεοφ μζςα από το ηωντανεμζνο άγαλμα του.(37) Ο Ρρόκλοσ, άλλωςτε, υποςτιριηε ότι ςτισ κεουργικζσ τελετζσ και τα μυςτιρια υπάρχουν «ςφμβολα» που, όταν ενεργοποιοφνται, εμφανίηουν ςτουσ μφςτεσ τα «πνεφματα» (38). Με τα «ςφμβολα» αυτά οι κεουργοί «τελεςταὶ» ςφράγιηαν μυςτικά τα αγάλματα και κατόρκωναν ζτςι να τα εμψυχϊνουν, προςελκφοντασ μζςω αυτϊν τουσ οικείουσ κεοφσ και εγκακιςτϊντασ τουσ ς αυτά (39). Τα αγάλματα των κεουργϊν (τα «αὐτοπτικὰ ἀγάλματα», όπωσ καλοφνταν) ιταν καταςκευαςμζνα από ποικίλεσ ουςίεσ και ανάδυαν οςμζσ κυμιαμάτων και λιβανωτϊν. Πταν πετφχαινε θ κεουργικι τελετουργία και ο κεόσ ειςερχόταν μζςα ςτο άγαλμα του, τότε εκείνο ακτινοβολοφςε αποδεικνφοντασ ζτςι τθν εμψφχωςθ του. Θ κεουργικι τελετουργία ςυμπεριλάμβανε επωδζσ ανάλογεσ των Ορφικϊν Φμνων, εκφωνιςεισ των μυςτικϊν ονομάτων, κυμιάματα και κυρίωσ τθν μυςτικι τοποκζτθςθ, εντόσ των αγαλμάτων, «χαρακτιρων και ςυμβόλων» ςυμπακθτικϊν προσ τθν αντίςτοιχθ κεότθτα. Ρριν μιλιςουμε όμωσ λεπτομερζςτερα για τθν τελευταία αυτι κεουργικι διαδικαςία, ασ διευκρινίςουμε τον τρόπο εκφϊνθςθσ των μυςτικϊν ονομάτων των κεϊν. Είπαμε παραπάνω ότι ζπαιηε μεγάλο ρόλο ο τόνοσ τθσ εκφοράσ του «βαρβαρικοφ ονόματοσ» και κατ' εξοχιν θ βαρφτθτα και θ οξφτθτα των ιχων. Ασ δοφμε ζνα παράδειγμα κεουργικισ εκφϊνθςθσ από τουσ ζλλθνοαιγυπτιακοφσ «Μαγικοφσ Ραπφρουσ», ποφ αποτελοφν τθ... ςφνοψθ τθσ κεουργίασ:
«Κύριε ἀπομιμοῦμαι, ταῖσ 7 φωναῖσ εἴςελκε και ζπάκουςόν μοι... ...ἐπικαλοῦμαι ςε Κύριε ὀρνεογλυφιςτί. ΑΑΛ, ἱερογλυφιςτί, ΛΑΛΛΑΜ. ἑβραϊςτί, ΑΝΟΧ... .. .κυνοκεφαλιςτί, ΑΒΑΣΑΞ...» (40) Και αλλοφ: «ὄψθ δὲ ἀτενίηοντασ ςοι τοὺσ κεούσ... ςύριςον μακρὸν ςυριγμὸν (= ςφφριγμα) ἔπειτα πόππυςον λέγων· προ-προφεγγῆ μόριοσ πρόφυρ προφεγγῆ νεμέκιρε ἄρψενεν πίτθτμι μεώυ ἔναρκ φυρκέχω φυριδαρίω τύρθ φιλβά...» (Μαγικοί Ράπυροι, IV 555 κ.εξ.). Άλλα περί των Μαγικϊν Ραπφρων κα κάνουμε εκτενι λόγο παρακάτω, όταν αςχολθκοφμε με τισ πρακτικζσ ανφψωςθσ τθσ ψυχισ («αςτρικι προβολι») των κεουργϊν. Ρροσ το παρόν ασ κρατιςουμε τθν παράδοξθ γλϊςςα των κεουργικϊν εκφωνιςεοον και των μυςτικϊν ονομάτων των κεϊν. Πμωσ το πιο ςθμαντικό μζροσ τθσ κεουργικισ τελετισ ιταν θ τοποκζτθςθ εντόσ των αγαλμάτων των «μυςτικϊν ςυμβόλων και χαρακτιρων». Οι Μαγικοί Ράπυροι προςφζρουν λεπτομερείσ ςυνταγζσ για τθν καταςκευι κεουργικϊν αγαλμάτων και για τθν εμψφχωςθ τουσ («ηοωπυρεῖνν»)(41). Κατ' αρχάσ το άγαλμα πρζπει να είναι κοίλο για να μπορεί να χωρζςει μζςα του ζνα μαγικό όνομα ι μια επωδι χαραγμζνα ςε φφλλο χρυςοφ (42). Μετά από προςφορζσ και καφςεισ κυμιαμάτων (ςυγκεκριμζνων για κάκε κεότθτα), με παράλλθλθ ςυνοδεία απορριτων λζξεων και επωδϊν (43), οι κεοί και οι δαίμονεσ εμφανίηονταν ωσ φωτοβολζσ γεωμετρικζσ μορφζσ αποτελοφμενεσ από θμικφκλια και το γράμμα Χ (44). Ράντωσ ο τελικόσ ςκοπόσ τθσ εμψφχωςθσ αγαλμάτων παρζμενε πάντα ο ίδιοσ, δθλ. θ ανφψωςθ τθσ ψυχισ πζρα και ζξω από το ςϊμα και θ «κζα» των κείων οντοτιτων, που κατοικοφςαν ςτον Πγδοο-Εξϊτατο Ουρανό των Απλανϊν. Θ κεουργία και θ τελεςτικι των «Χαλδαϊκϊν Χρθςμϊν» και των «Μαγικϊν Ραπφρων» ιταν για τουσ νεοπλατωνικοφσ, θ τελειότερθ μζκοδοσ επικοινωνίασ με τουσ κεοφσ, ίδια με αυτιν ακριβϊσ των Μυςτθρίων. Κατόρκωναν, ςυχνά με τισ κατάλλθλεσ αναπνευςτικζσ αςκιςεισ (45) και τθν αυτοςυγκζντρωςθ (46) να «εξάγουν» τθ ψυχι από το ςϊμα και να τθν ανυψϊνουν προσ τουσ κεοφσ του «Πγδοου» ουρανοφ (47). Κατά τθ διάρκεια αυτισ τθσ «ζκςταςθσ» πολλοί κεουργοί ΑΛΩΟΥΝΤΟ ςτον αζρα και αυτι θ αιϊρθςθ εκεωρείτο ωσ θ κατ' εξοχιν απόδειξθ τθσ ιερότθτασ του κεουργοφ. Οι μακθτζσ του Λαμβλίχου είχαν παρατθριςει ότι ο δάςκαλοσ τουσ κακϊσ διαλογιηόταν ανυψϊνονταν «δζκα πιχεισ» από τθ γθ! Το ςϊμα του και τα ενδφματα του μετατρζπονταν ςε χρυςά και το πρόςωπο του ζλαμπε. Το μυςτικό αυτϊν των αςκιςεων ιταν, πικανϊσ, οι ειςπνοζσ θλιακϊν ακτινϊν («ἕλκε ἀπὸ τῶν ἀκτίνων πνεῦμα γ' ἀναςπῶν, ὃ δύναςαι, καὶ ὄψθ ςεαοτὸν ἀνακουφιηόμενον καὶ ὑπερβαίνοντα εἰσ ὔψοσ, ὥςτε ςε δοκεῖν μέςον τοῦ ἀέροσ εἶναι» (48): ζλξε από τισ
θλιακζσ ακτίνεσ αζρα απορροφϊντασ όςο μπορείσ και κα δεισ τον εαυτό ςου να ςθκϊνεται προσ τα πάνω και να ανυψϊνεται ςε μεγάλο φψοσ ϊςτε να νομίηεισ ότι βρίςκεςαι ςτο μζςον του αζρα). Ωςτόςο, αν ο ζνασ τρόποσ ανφψωςθσ τθσ ψυχισ ιταν οι αναπνευςτικζσ αςκιςεισ, ο άλλοσ ιταν θ περιςτροφι τθσ «ἴυγασ» ι του ςτρόμφαλου. Θ «Ἴυγξ» ι ο ςτρόμφαλοσ ιταν ζνασ χάλκινοσ δίςκοσ ςε ςφαιρικό, τριγωνικό ι άλλο ςχιμα πάνω ς ζναν κάκετο άξονα που περιςτρεφόταν για να εξαναγκάςει με μαγικό τρόπο ανκρϊπουσ, δαίμονεσ και κεοφσ να υπακοφςουν. Οι κεουργοί πίςτευαν ότι κζτοντασ κανείσ αυτό το όργανο ςε κίνθςθ, επθρζαηε κατ' αναλογία τισ περιςτρεφόμενεσ ουράνιεσ ςφαίρεσ των πλανθτϊν προςελκφοντασ ςτθ γθ τισ αντίςτοιχεσ ουράνιεσ Μυγγεσ, δθλ. τισ «Δυνάμεισ» του Φψιςτου Κεοφ. Συνικωσ μζςω των τελετϊν αυτϊν οι κεουργοί επθρζαηαν ουςιαςτικά τουσ κεοφσ του καιροφ, των άςτρων, των πλανθτϊν ι του ηωδιακοφ κφκλου. Οι Μυγγεσ, κατά τουσ νεοπλατωνικοφσ, ιταν οι ενδιάμεςοι δαίμονεσ (49) ποφ αποτελοφςαν το όχθμα τθσ ψυχισ για τθν ανφψωςθ τθσ ςτον υπερουράνιο χϊρο των απλανϊν και του «Ρρϊτου Κινοφντοσ Ακινιτου». Το όχθμα αυτό είχε ςχιμα «ωοειδζσ» και είχε δθμιουργθκεί από αςτρικι ουςία (50) (εξ ου και θ ονομαςία «αςτρικό ςϊμα» ποφ του ζδωςε 1.500 χρόνια μετά ο Ραράκελςοσ). Ρεριςτρζφοντασ τισ χάλκινεσ Μυγγεσ, τισ διακοςμθμζνεσ με τουσ μαγικοφσ χαρακτιρεσ, οι κεουργοί επεδίωκαν να ζλκουν τα μαγικά οχιματα (ουράνιεσ ίυγγεσ) με τα όποια κα ταξίδευε θ ψυχι τουσ ςτον υπερουράνιο τόπο (51). Ριςτεφοντασ, εξάλλου, ότι θ ψυχι ειςερχόταν ςτο ςϊμα με τθν αναπνοι -ςφμφωνα με τισ διδαχζσ του Πρφζα (52) - εφάρμοηαν μεκόδουσ ειδικϊν αναπνευςτικϊν αςκιςεων για να πετφχουν τθν ζξοδο τθσ ψυχισ από το ςϊμα. Για τθν πραγματοποίθςθ αυτοφ του επικίνδυνου ςτόχου αντζγραφαν τελετζσ από τουσ «Μαγικοφσ Ραπφρουσ», ςφμφωνα με τισ οποίεσ, μποροφςε κανείσ ακολουκϊντασ ςυγκεκριμζνεσ αναπνευςτικζσ αςκιςεισ (όπωσ θ τριπλι ειςπνοι ακτινϊν του Ιλιου), να ΑΝΥΨΩΚΕΛ ΣΤΟΝ ΑΕΑ. Ασ δοφμε πλθρζςτερα ζνα χαρακτθριςτικό παράδειγμα τζτοιου είδουσ πρακτικϊν από τουσ «Μαγικοφσ Ραπφρουσ»: «ἔλκε ἀπὸ τῶν ἀκτίνων πνεῦμα γ’ ἀναςπῶν, ὅ δύναςαι, καὶ ὄψθ ςεαυτὸν ἀνακουφιηόμενον καὶ ὑπερβαίνοντα εἰσ ὕψοσ, ὥςτε ςε δοκεῖν μέςον τοῦ ἀέροσ εἶναι· οὐδενὸσ δὲ ἀκούςει οὔτε ἀνκρώπου οὔτε ηώου ἄλλου, οὐδὲ ὄψῃ οὐδὲν τῶν ἐπὶ γῆσ κνθτῶν ἐν ἐκείνῃ τῇ ὥρᾳ, πάντα δὲ ὄψῃ ἀκάνατα·-... ...ὄψῃ δὲ ἀτενίηοντασ ςοι τοὺσ κεοὺσ καὶ ἐπί ςε ὁρμωμένουσ, οὐ δὲ εὐκέωσ ἐπίκεσ δεξιὸν δάκτυλον ἐπὶ τὸ ςτόμα καὶ λέγε· «ςιγή, ςιγή, ςιγή, ςύμβολον κεοῦ ηῶντοσ ἀφκάρτον φύλαξόν με, ςιγή νεχκειρ κανμέλου», ἔπειτα ςύριςον μακρὸν ςυριγμόν, ἔπειτα πόππυςον λέγων· προπροφεγγῆ μοριοσ προφυρ προφεγγῆ γεμεκιρε αρψεντεν πιτθτμι μειων εναρβ φυκεχω ψυριδαριω τυρθ φιλβα» καὶ τότε ὄψῃ τοὺσ κεούσ ςοι εὐμενῶσ ἐμβλέποντασ καὶ μθκέτι ἐπὶ ςε ὁρμομένουσ, ἀλλὰ πορευομένουσ ἐπὶ τὴν ἰδίαν τάξιν τῶν πραγμάτων, ὅταν οὖν ἴδθσ τὸν ἄνω κόςμον κακαρὸν καὶ δονούμενον καὶ μθδένα τῶν κεῶν ἢ ἀγγέλων ὁρμώμενον, προςδόκα βροντῆσ μεγάλθσ ἀκούςεςκαι κτύπον, ὤςτε ςε ἐκπλαγῆναι, ςὺ δὲ πάλιν λέγε· «ςιγή, ςιγή (λόγοσ), ἐγώ εἰμι ςύμπλανοσ ὑμῖν ἀςτήρ, καὶ ἐν τοῦ βάκουσ ἀναλάμπων οξυ ο ξερκευκ »· ταῦτα ςου εἰπόντοσ εὐκέωσ ὁ δίςκοσ ἀπλωκήςεται, μετὰ δὲ τὸ εἶπεῖν ςε τὸν β' λόγον, ὅπου «ςιγή, ςιγή» καὶ τὰ άκόλουκα, ςύριςον β' καὶ πόππυςον β’ καὶ εὐκέωσ ὄψῃ ἀπὸ τοῦ δίςκου ἀςτέρασ προςερχομένουσ πενταδακτυλιαίουσ πλείςτουσ καὶ πιπλῶντασ ὅλον τὸν ἀέρα. ςὺ δὲ πάλιν λέγε· «ςιγή, ςιγή»· καὶ τοῦ δίςκου ἀναγέντοσ
ὄψῃ ἄπυρον κύκλωμα καὶ κύρασ πυρίνασ ἀποκεκλειςμένασ. ςὺ δὲ εὐκέωσ δίωκε τὸν ὑποκείμενον λόγον καμμύων ςου τοὺσ ὀφκαλμούσ, λόγοσ γ'. «ἐπάκουςόν μου, ἄκουςόν μου, τοῦ δεῖνα τῆσ δεῖνα, κύριε ὁ ςυνδήςασ πνεύματι τὰ πύρινα κλῆκρα τοῦ τετραλιηώματοσ, πυρίπολε. Ρεντιτερουνι, φωτὸσ κτίςτα... Σεμεςιλαμ. πυρίπνοε ψυρινφευ. πυρίκυμε Ἰάω. πνευματόφωσ ωαϊ, πυριχαρῆ ἔλουρε, καλλίφωσ αηαϊ. Αἰών αχβα, φωτοκράτωρ πεππερ πρεπεμπιπι, πυριςώματε φνουθχιοχ, φωτοδῶτα, πυριςπόρε ςρει εϊκιτα. πυρικλόνε γαλλαβαλβα, φωτοβία ιαιαιω, πυριδῖνο πυριχι βοοςθια, φωτοκινῆτα ςανχερωβ. κεραυνοκλόνε ιθ ωθ ιωθιω,.... ...εἶταν ἄνοιξον τοὺσ ὀφκαλμοὺσ καὶ ὄψῃ ἀνεῳγυΐασ τὰσ κύρασ καὶ τὸν κόςμον τῶν κεῶν, ὅσ ἐςτιν ἐντόσ τῶν κυρῶν, ὥςτε ἀπὸ τῆσ τοῦ κεάματοσ ἡδονῆσ καὶ τῆσ χαρᾶσ τὸ πνεῦμά ςου ςυντρέχειν καὶ ἀναβαίνειν, ςτὰσ οὖν εὐκέωσ ἕλκε ἀπό τοῦ κείου άτενίηων εἰσ ςεαυτὸν τὸ πνεῦμα, ὅταν ουν ἀποκαταςτακῆ ςου ἡ ψυχή, λέγε, πρόςελκε. κύριε, αρχανδαρα φωταηα πυριφωτα ηαβυκιξ ετιμενμερο φορακθν εριθ προκρι φορακι»· τοῦτο εἰπόντοσ ςτραφήςονται ἐπί ςε αἱ ἀκτῖνεσ· ἔςιδε αὐτῶν μέςον· ὅταν οὖν τοῦτο ποιήςθσ, ὄψῃ, κεὸν νεώτερον, εὐειδῆ πυρινότριχα, ἐν χιτῶνι λευκῷ καὶ χλαμύδι κοκκίνῃ ἔχοντα πύρινον ςτέφανον, εὐκέωσ ἄςπαςαι αὑτὸν τῷ πυρίνῳ ἀςπαςτικῷ· «κύριε, χαῖρε, μεγαλοδύναμε, μεγαλοκράτωρ, βαςιλεῦ, μέγιςτε κεῶν, Ἥλιε. ὁ κύριοσ τοῦ οὐρανῦ καὶ τῆσ γῆσ. κεὲ κεῶν. ἰςχύει ςου ἡ πνοή. ἰςχύει ςου ἡ δύναμισ, κύριε» (Μαγικοί Ράπυροι. IV. 537 κ.ζξ.)
[Μετάφραςθ: ζλξε από τισ (θλιακζσ) ακτίνεσ αζρα, απορροφϊντασ τον όςο μπορείσ και κα δεισ τον εαυτό ςου να ςθκϊνεται προσ τα πάνω και να ανυψϊνεται ςε μεγάλο φφοσ, ϊςτε να νομίηεισ ότι βρίςκεςαι ςτο μζςον του αζροσ. Και δεν κϋ ακοφσ κανζνα οφτε άνκρωπο, οφτε ηϊο, άλλα οφτε κα βλζπεισ τίποτε από τα κνθτά εκείνθ τθν ϊρα (ενϊ) κα βλζπεισ όλα τα ακάνατα... κα δεισ τότε να ςε κοιτάηουν οι κεοί! και να κατευκφνονται (να ορμοφν) κατά πάνω ςου. Εςφ τότε κζςε αμζςωσ το δεξιό δάκτυλο ςτο ςτόμα ςου και πεσ: ΣΛΓΘ. ΣΛΓΘ, ΣΛΓΘ, ςφμβολο κεοφ ηϊντοσ άφκαρτου· Φφλαξόν με ςιγι ΝΕΧΚΕ ΚΑΝΜΕΛΟΥ. Ζπειτα ςφφριξε με μακρό ςφφριγμα και κατόπιν ςφφριξε με κλειςτά χείλθ λζγοντασ: ΡΟΡΟΦΕΓΓΘ ΜΟΛΟΣ ΡΟΦΥ ΡΟΦΕΓΓΘ ΝΕΜΕΚΛΕ ΑΨΕΝΤΖΝ ΡΛΤΘΤΜΛ ΜΕΩΥ ΕΝΑΚ ΦΥΚΕΧΩ ΨΥΛΔΑΛΩ ΤΥΘ ΦΛΛΒΑ. Και τότε κα δεισ τουσ κεοφσ να ζρχονται ςε ςζνα με καλι διάκεςθ και δεν κα ορμοφν (με βία) κατά πάνω ςου, αλλά κα πορεφονται με τάξθ και αρμονία. Πταν λοιπόν δεισ τον Άνω Κόςμο κακαρό και δονοφμενο και κανζναν από τουσ κεοφσ ι τουσ αγγζλουσ να μθν ςου επιτίκεται βίαια, περίμενε ν' ακοφςεισ τον ιχο μιασ μεγάλθσ ΒΟΝΤΘΣ, ποφ κα ςε εκπλιξει. Εςφ όμωσ πάλι λζγε· ΣΛΓΘ, ΣΛΓΘ, ΕΓΩ ΕΛΜΛ ΣΥΜΡΛΑΝΟΣ ΥΜΛΝ ΑΣΤΘ (= είμαι κι εγϊ άςτρο που γυρνά μαηί ςασ) ΚΑΛ ΕΚ ΤΟΥ ΒΑΚΟΥΣ ΑΝΑΛΑΜΡΩΝ ΟΞΥ Ο ΞΕΚΕΥΚ. Μόλισ τα πεισ αυτά αμζςωσ κα απλωκεί ο δίςκοσ (του Θλίου;). Μετά πεσ το β' λόγο: ΣΛΓΘ, ΣΛΓΘ και τα λοιπά και ςφφριξε (όπωσ πριν) και αμζςωσ κα δεισ τα άςτρα να ζρχονται από το δίςκο (του θλιακοφ ςυςτιματοσ;) μπροςτά ςου και να γεμίηουν όλον τον αζρα. Εςφ πάλι λζγε· ΣΛΓΘ, ΣΛΓΘ και μόλισ ανοίξει ο δίςκοσ κα δεισ πφρινεσ κφρεσ κλειςμζνεσ ς’ ζνα κφκλο χωρίσ φωτιά και αμζςωσ πεσ το λόγο γ' και κλείςε τα μάτια.
«Επάκουςόν μου και άκουςον μου, του δείνα και τθσ δείνα, Κφριε που ςυνζδεςεσ με πνεφμα τα πφρινα κλικρα του τετραλιηϊματοσ (;) πυρίπολε, ΡΕΝΤΛΤΕΟΥΝΛ, φωτόσ κτίςτθ... ΣΕΜΕΣΛΛΑΜ, ΡΓΛΡΝΟΕ, ΨΥΛΝΦΕΥ, ΡΥΛΚΥΜΕ ΛΑΩ, ΡΝΕΥΜΑΤΟΦΩΣ ΩΑΛ, ΡΥΛΧΑΘ ΕΛΟΥΕ, ΚΑΛΛΛΦΩΣ ΑΗΑΛ, ΑΛΩΝ ΑΧΒΑ, ΦΩΤΟΚΑΤΩ ΡΕΡΡΕ ΡΕΡΕΜΡΛΡΛ, ΡΥΛΣΩΜΑΤΕ, ΦΝΟΥΘΝΛΟΧ, ΦΩΤΟΔΟΤΑ, ΡΥΛΣΡΟΕ, ΑΕΛΕΛΚΛΤΑ, ΡΥΛΚΛΟΝΕ, ΓΑΛΛΑΒΑΛΒΑ, ΦΩΤΟΒΛΑ ΛΑΛΑΛΩ, ΡΥΛΔΛΝΟ ΡΥΛΧΛ ΒΟΟΣΘΛΑ, ΦΩΤΟΚΛΝΘΤΑ ΣΑΝΧΕΩΦ ΚΕΑΥΝΟΚΛΟΝΕ ΛΘ ΩΘ ΛΩΘΛΩ... ...Κατόπιν άνοιξε τουσ οφκαλμοφσ και κα δεισ ανοιγμζνεσ τισ κφρεσ και τον κεϊκό κόςμο, που είναι μζςα από τισ κφρεσ, ϊςτε το πνεφμα ςου κα αγαλλιάςει από τθν θδονι και τθ χαρά του κεάματοσ. Στάςου τότε και ζλξε αμζςωσ από το κεό το πνεφμα και όταν θρεμιςεισ πεσ· ΡΟΣΕΛΚΕ ΚΥΛΕ ΑΧΑΝΔΑΑ ΦΩΤΑΗΑ ΡΥΛΦΩΤΑ ΗΑΒΥΚΛΞ ΕΤΛΜΕΝΜΕΟ ΦΟΑΚΘΝ ΕΛΘ ΡΟΚΛ ΦΟΑΚΛ. Μόλισ πεισ αυτά κα ςτραφοφν πάνω ςου οι ακτίνεσ. Μπεσ ανάμεςα τουσ κι όταν το κάνεισ αυτό, κα δεισ νεϊτερο Κεό όμορφο με πφρινα μαλλιά, χιτϊνα λευκό, κόκκινθ χλαμφδα, φορϊντασ πφρινο ςτεφάνι. Αμζςωσ να τον αςπαςτείσ με πφρινο φίλθμα· «Κφριε, χαίρε μεγαλοδφναμε μεγαλοκράτωρ, βαςιλεφ μζγιςτε κεϊν. ΘΛΛΕ, ο Κφριοσ του Ουρανοφ και τθσ Γθσ, Κεζ κεϊν, Λςχφει ςου θ Ρνοι. Λςχφει ςου θ Δφναμισ, Κφριε».+ Ασ ςθμειϊςουμε εδϊ ότι ο Κεόσ αυτόσ, ποφ αναφζρεται ςτουσ Μαγικοφσ Ραπφρουσ (αλλά και ςε άλλα παρόμοια κείμενα τθσ εποχισ) ωσ ΘΛΛΟΣ, ΑΛΩΝ, ΛΑΩ (εξελλθνιςμόσ του εβραϊκοφ, Jahve) κ.τ.ό. δεν είναι άλλοσ από τον ΜΛΚΑ (Invictus Sol= Ανίκθτοσ Ιλιοσ) και ΔΕΝ ταυτίηεται με τον Ορατό Ιλιο, ποφ οι αρχαίοι Ζλλθνεσ κεωροφςαν απλϊσ ωσ ζναν πλανιτθ, άλλα με τον «Ουράνιο Δράκοντα» τθσ Πγδοθσ Σφαίρασ των Απλανϊν ι το «Κεντρικό Ρφρ» των Ρυκαγορείων, όπωσ ζχουμε αναφζρει λεπτομερϊσ ςτο Κεφ. Δ. Θ «κζαςθ» αυτοφ του Ιλιου ιταν ο αντικειμενικόσ και τελικόσ ςκοπόσ πάςθσ κεουργικισ και γενικά αποκρυφιςτικισ τελετουργίασ (50). «Τοῦτο γὰρ εἶναι τὸ Φῶσ τὸ Ὑπὲρ τὸ Ἐμπύριον μονάδα ὂν πρὸ τριάδοσ τῆσ τοῦ Ἐμπυρίου καὶ Αίκερίου καὶ Ὑλαίου» (51). Σφμφωνα με το κοςμολογικό ςφςτθμα του Εμπεδοκλι και το μοντζλο τθσ Κεουργίασ και των Χαλδαϊκϊν Λογίων, το Ράν χωρίηεται ςε Τρία Μζρθ: ςτο «Ἐμπύριον» (ο Ρφρινοσ Κόςμοσ του Ρνεφματοσ), ςτο «Αἰκέριον» (με άλλθ ορολογία: «αςτρικό φωσ») και ςτον «Ὑλαῖον Κόςμο» (δθλ. τον κόςμο τθσ εμφανοφσ φλθσ). «Τί οὖν; φαίθ τισ ἂν τῶν ἐκ τῆσ ὑπερορίου κεοςοφίασ ὡρμθμένον καὶ τὰ πάντα διαιρουμένων εἰσ ἐμπύριον, αἰκέριον, ὑλαῖον καὶ μόνον τὸ ἐμφανὲσ ὑλαῖον καλούντων» (52) . *Μετάφραςθ : Τι λοιπόν; Κα ζλεγε κανείσ απ’ όςουσ επθρεάςτθκαν από τθν ξζνθ
κεουργία και διαιροφν τον κόςμο ςε ΕΜΡΥΛΟΝ, ΑΛΚΕΛΩΝ και ΥΛΛΚΟΝ, αποκαλϊντασ υλικό μόνον αυτόν ποφ ανικει ςτθν απτι εκδιλωςθ.+ Κατά άλλθ κατθγοριοποίθςθ οι Κόςμοι Κεωροφνται επτά: ζνασ ζμπυροσ, τρεισ αικερικοί και τρεισ υλικοί. «Ζπτὰ φαςὶ ςωματικοὺσ κόςμουσ, ἐμπόριον ἕνα καὶ πρῶτον, καὶ τρεῖσ μετ' αὐτὸν αἰκερίουσ, ἔπειτα τρεῖσ ὑλαίουσ...» (52). Σε κάκε περίπτωςθ πάντωσ οι νεοπλατωνικοί κεουργοί πρζςβευαν ότι αυτόσ ο χωριςμόσ ουςιαςτικά τριμερισ- του κόςμου (Εμπφριοσ, Αικζριοσ, Υλαίοσ) υπιρχε ςε όλα τα αντικείμενα του κόςμου, με ποςοτικζσ μόνο διαφοροποιιςεισ. Ραρατθροφμε λοιπόν ότι θ νεοπλατωνικι φιλοςοφία, όχι μόνο διατιρθςε τα παλαιά κοςμολογικά ςυςτιματα των Ρροςωκρατικϊν αλλά τα επεξζτεινε δίνοντασ τουσ ζνα πλατφ περιεχόμενο. Ενϊ ο Εμπεδοκλισ είχε κάνει λόγο για τον υποχκόνιο ιλιο, για το υπόγειο φδωρ και τθν «επίγεια» ξθρά (τριπλό κοςμοείδωλο), οι νεοπλατωνικοί μετζφεραν, ποιοτικά διαφοροποιθμζνο, αυτό το μοντζλο ςε κάκε αντικείμενο του ςφμπαντοσ. Βζβαια είναι αλθκζσ, ότι αυτι θ «μεταφορά» δεν ιταν πρωτότυπθ ζμπνευςθ των νεοπλατωνικϊν, αλλά επαναφορά ςτο προςκινιο μιασ παλιάσ προςωκρατικισ κεωρίασ, ποφ είχε «παραγκωνίςει» ο Αριςτοτζλθσ. Ιδθ από τθν εποχι του Ραρμενίδθ (5οσ αι. π.Χ.) είχε γίνει λόγοσ για τουσ δακτυλίουσ («ςτεφάνασ») ποφ ςυγκροτοφν το ςφμπαν: «αἱ γὰρ ςτεινότεραι ςτεφάναι πλῆνται πυρὸσ ἀκρήτοιο, αἱ δ' ἐπὶ ταῖσ νυκτόσ, μετὰ δὲ φλογὸσ ἵεται αἶςα· ἐν δὲ μέςῳ τούτων δαίμων ἣ πάντα κυβερνᾶ...» (Ραρμενίδθσ, Fr. 12). *Μετάφρ.: Οι ςτενότεροι δακτφλιοι είναι γεμάτοι κακαροί φωτιά ενϊ οι αμζςωσ επόμενοι από νφχτα, ποφ ζχουν χυκεί μζςα τθσ ςταγόνεσ φλόγασ. Ανάμεςα τουσ είναι θ κεά ποφ κυβερνά τα πάντα…+ Θ κεά αφτθ, κεωρικθκε (7 αιϊνεσ αργότερα) από τουσ νεοπλατωνικοφσ ότι είναι θ ΕΚΑΤΘ και λατρεφτθκε κατά κόρον από αυτοφσ ταυτιηόμενθ με τθν Άρτεμθ, τθ Σελινθ και τθν Ρερςεφόνθ των Ελευςίνιων (53). Θ παράδοςθ αναφζρει ότι ο Ρρόκλοσ μζςω κεουργικϊν τελετϊν (εκφϊνθςθ μυςτικϊν ονομάτων, ςυνκθμάτων και χαρακτιρων ι περιςτροφι ςτροφάλων και ιφγγων) κατόρκωνε να κατεβάηει από τον ουρανό τα «φωτοειδῆ φαντάςματα» τθσ Εκάβθσ και να ςυνομιλεί μ' αυτά (54). Στθ βάςθ του αγάλματοσ τθσ ςτο ναό τθσ ςτθν Ζφεςο, υπιρχαν χαραγμζνα τα ΕΦΕΣΛΑ ΓΑΜΜΑΤΑ, δθλ. οι μαγικζσ επωδζσ, που ζγραφαν οι άνκρωποι για προςταςία πάνω ςε φυλακτά. Γι’ αυτό με τθν πάροδο του χρόνου, όλων των ειδϊν οι μαγικζσ επωδζσ, ζγινε ςυνικεια να αποκαλοφνται «ἐφέςια γράμματα». Στα Χαλδαϊκά Λόγια, μάλιςτα, θ Εκάτθ είναι θ χαρακτθριςτικότερθ κεότθτα ταυτιηόμενθ με τθν Ψυχι του Κόςμου (55). Συχνά, μαηί με τθν Εκάτθ εμφανίηονταν ωσ προπομποί τθσ οι «δαίμονεσ-πάρεδροι» δθλ. οι βοθκοί τθσ. Οι «πάρεδροι» αυτοί εμφανίηονταν ωσ «πύρινα φαντάςματα» και εκεωροφντο πϊσ ιταν ο Καδμίλοσ (των Καβειρίων Μυςτθρίων τθσ Σαμοκράκθσ) και ο Τριπτόλεμοσ (των Ελευςίνιων). Συνικωσ όμωσ «πάρεδροι» τθσ Εκάτθσ ιταν ψυχζσ άτυχων νεκρϊν και χρθςιμοποιοφνταν από τουσ κεουργοφσ όταν ικελαν να προξενιςουν κακό. Τότε θ Εκάτθ δεν εμφανιηόταν κακαρά με ςυγκεκριμζνο ςχιμα αλλά ςαν φωτιά και ο κεουργόσ υπζβαλλε τισ ερωτιςεισ που τον ενδιζφεραν ςτθ φωτιά και από εκεί ζπαιρνε απαντιςεισ (56). Θ ςχετικι περιγραφι των κεουργικϊν οραμάτων ςτουσ Χαλδαϊκοφσ Χρθςμοφσ είναι εκπλθκτικι: «...παιδὶ κατόψῃ πῦρ εἴκελον ςκιρτθδὸν ἐπ' ἠέροσ οἶδμα τιταῖνον
ἢ καὶ πῦρ ἀτύπωτον, ὄκεν φωνὴν προκέουςαν· ἢ φῶσ πλούςιον ἀμφὶ γύθν ῥοιηαῖον ἐλιχκέν· ἀλλὰ καὶ ἵππον ἰδεῖν φωτὸσ πλέον ἀςτράπτοντα ἢ καὶ παῖδα κοοῖσ νώτοισ εποχούμενον ἵππου ἔμπορον...» (Χαλδ. Χρθςμοί Kroll 57, fr. 146) *Μετάφραςθ: ...Κα δεισ πυρ όμοιο με παιδί το όποιο κα ςκιρτάει ςτον αζρα ι και πυρ χωρίσ μορφι, απ’ οποφ κ' ακοφςεισ φωνι προτρζχουςα, ι (κα δεισ) φωσ άφκονο, που να περιςτρζφεται ςφυρίηοντασ ορμθτικά γφρω από τθ γθ, ι (μπορεί) να δεισ ίππον (=ςφμβολο τθσ Εκάτθσ) που αςτραφτερό κι από το φωσ με ζνα πφρινο παιδί πάνω ςτθ γριγορθ ράχθ του ίππου+. Επίςθσ μια λεπτομερισ τελετουργία τθσ Εκάτθσ περιγράφεται ς' ζνα ψευδεπίγραφο ζργο του 4ου αι. μ.Χ., τα «Ἀργοναυτικὰ» του (ψευδό-) Ορφζωσ. Εκεί, από το ςτίχ. 900 κ.εξ. περιγράφεται θ τελετι ποφ τζλεςαν ο Ορφζασ και θ Μιδεια για να μπορζςει ο Λάςων να πάρει το χρυςόμαλλο δζρασ, εξευμενίηοντασ τθν Άρτεμθ-Εκάτθ, φρουρό (με τα ςκυλιά τθσ) του δζρατοσ. Ο Ορφζασ φορϊντασ μαφρθ ςτολι ζςκαψε τριπλι τάφρο (57) και ζκαψε κυμίαμα. Κατόπιν κυςίαςε τρία μαφρα κουτάβια κάνοντασ ςπονδζσ (58). Τζλοσ, χτυπϊντασ χαλκό (59), επικαλζςτθκε τθ κεά. Στθν αρχι εμφανίςτθκαν ωσ «πάρεδροι» οι Ερινφεσ και κατόπιν θ Ρανδϊρα και θ Εκάτθ (60) και κφκλωςαν τθν τριπλι τάφρο. Τότε ξαφνικά άνοιξαν διάπλατα οι Ρφλεσ του ιεροφ άλςουσ όπου φυλαςςόταν το χρυςόμαλλο δζρασ. Στα «Αργοναυτικά» του ψευδό-Ορφζωσ υπάρχουν πολλά ςτοιχεία λαϊκισ μαγείασ και κεουργίασ ποφ ςυναντϊνται και ςτουσ Μαγικοφσ Ραπφρουσ, όπωσ θ τριπλι τάφροσ για τθν Εκάτθ ι το χτφπθμα του χαλκοφ, ποφ όπωσ ξζρουμε από τα Ελευςίνια Μυςτιρια (κροφςθ του «θχείου») διευκόλυνε τισ εμφανίςεισ των κεϊν (61). Θ περιγραφι τθσ τελετισ των «Αργοναυτικϊν» είναι λεπτομερισ (κυςία ςκυλιϊν, ςπονδζσ, μαφρθ ενδυμαςία κεουργοφ, χτφπθμα χαλκοφ) και πζραν του ότι μασ δίνει ακριβείσ και πλιρεισ πλθροφορίεσ για τζτοιου είδουσ τελετζσ, μασ αποκαλφπτει, ςυγκρινόμενθ με τθν ανάλογθ νεκρομαντικι τελετι τθσ Οδφςςεια (ραψ. Λ), ότι θ ίδια παράδοςθ επιβίωνε για μια περίοδο 1000 και πλζον χρόνων, από τον Πμθρο (8οσ αι. π.Χ.) μζχρι τον Ρρόκλο (5οσ αι. μ.Χ.) ςτον ευρφτερο χϊρο του Ελλθνικοφ κόςμου. Ωςτόςο, αν ο ζνασ κλάδοσ τθσ Κεουργίασ, ι Τελεςτικι, επιηθτοφςε να επιςφρει τθν παρουςία του κεοφ ς' ζνα χϊρο θ μζςα ς' ζνα αντικείμενο, ο άλλοσ κλάδοσ, ο ΡΝΕΥΜΑΤΛΣΜΟΣ, αποςκοποφςε ςτο να ενςαρκωκεί ο κεόσ προςωρινά μζςα ς' ζναν άνκρωπο. "Ππωσ, λοιπόν, θ Τελεςτικι βαςιηόταν ςτθν άποψθ ότι υπάρχει μια φυςικι «ςυμπάκεια» ανάμεςα ςτο ομοίωμα και το πρωτότυπο, ζτςι και ο Ρνευματιςμόσ εδραηόταν ςτθν πεποίκθςθ των αρχαίων λαϊν ότι οι ξαφνικζσ αλλαγζσ τθσ προςωπικότθτασ οφείλονταν ςτθ δαιμονικι κατοχι ενόσ κεοφ, δαίμονα ι πνεφματοσ νεκροφ (62). Σφμφωνα με τον Ρρόκλο χρειάηονταν τουλάχιςτον δφο άτομα για τθν τελετουργία του πνευματιςμοφ· ο «κλήτωρ» και ο «δοχεὺσ» (= μζντιουμ, με ςφγχρονθ ορολογία). Θ διαδικαςία ξεκινά με κακαρμό δια «πυρὸσ και ὕδατοσ» (63) ι κειαφιοφ και καλαςςινοφ νεροφ (64). Φοροφν
κατάλλθλθ αμφίεςθ με ειδικζσ ηϊνεσ (65), ποφ τισ αφαιροφν κατά τθν «ἀπόλυςιν» του πνεφματοσ από τθν κατοχι του μζντιουμ. Επίςθσ πάνω ςτο ζνδυμα του το μζντιουμ φοροφςε εικόνεσ των «κεκλθμένων κεῶν» ι άλλα μαγικά «ςύμβολα». Ο Ρορφφριοσ αναφζρει άτομα ποφ προςπακοφςαν να επιτφχουν δαιμονικι κατοχι πατϊντασ πάνω ςε «χαρακτῆρεσ», ενϊ ο Απουλιϊοσ κεωρεί πϊσ το μζντιουμ υπνωτίηεται με τθν επίκλθςθ επωδϊν ι τθ χριςθ αρωμάτων. Ο Λάμβλιχοσ, ςτο ζργο του «Ρερί Μυςτθρίων», περιγράφει πολλζσ περιπτϊςεισ μζντιουμ, ποφ ζχουν πζςει ςε καταλθψία (ςτιχ. 110,4) ι παρουςιάηουν αλλαγζσ ςτθ φωνι (ςτιχ. 112,5). Το πιο ενδιαφζρον, ωςτόςο, ςθμείο των αναφορϊν περί πνευματιςμοφ των νεοπλατωνικϊν κεουργϊν δεν είναι οι μαντικζσ ριςεισ των μζντιουμ, άλλα τα ορατά ςθμεία παρουςίασ των κεϊν κατά τισ πνευματιςτικζσ ςυγκεντρϊςεισ. Ι πιο εντυπωςιακι περίπτωςθ είναι εκείνθ του μετεωριηόμενου μζντιουμ (66). Συνικωσ όμωσ οι κεοί εμφανίηονταν -και ςτισ πνευματιςτικζσ ςυγκεντρϊςεισ-με το γνωςτό τρόπο των φωτεινϊν οραμάτων. Είδαμε, προθγουμζνωσ, ότι οι φωτεινζσ εμφανίςεισ των κεϊν περιγράφονται λεπτομερϊσ ςτα Χαλδαϊκά Λόγια και ςτουσ Μαγικοφσ Ραπφρουσ, τα ςθμαντικότερα κείμενα τθσ νεοπλατωνικισ κεουργίασ. Ρζραν των «φωτοειδῶν φαςμάτων» τθσ Εκάτθσ ποφ ζβλεπε ο Ρρόκλοσ (67), ο Λάμβλιχοσ αναφζρει ότι κατά τισ πνευματιςτικζσ ςυγκεντρϊςεισ το πνεφμα εμφανιηόταν ωσ φλεγόμενθ θ φωτεινι μορφι ποφ είτε ειςερχόταν ι εξερχόταν από το ςϊμα του μζντιουμ (68) (= «εκτόπλαςμα»,ςφμφωνα με τθ ςφγχρονθ ορολογία). Σε άλλεσ περιπτϊςεισ ο παρατθρθτισ μποροφςε να δει το φωσ τθσ λάμπασ να παίρνει ςχιμα «κολωτό», μετά ν' αλλάηει ς' ζνα «δυνατὸ φῶσ μέςα ςτὸ κενὸ» και τζλοσ ν' αντικρίηει τον κεό (69). Υπιρξαν, βζβαια, και περιπτϊςεισ χριςθσ παραιςκθςιογόνων ουςιϊν. Ο Ρρόκλοσ γνωρίηει μία τεχνικι κατά τθν οποία οι άνκρωποι άλειφαν τα μάτια τουσ με ςτρυχνίνθ ι άλλα ναρκωτικά με ςκοπό να προκαλζςουν οράματα (70), ενϊ οι Μαγικοί Ράπυροι δίνουν ακριβείσ οδθγίεσ παραςκευισ τροφϊν με όπιο (71), τισ όποιεσ μόλισ ελάμβανε ο μφςτθσ απορυκμιηόταν ι προςωπικότθτα του. Π Λάμβλιχοσ μάλιςτα δικαιολογοφςε -αν και δεν ενζκρινε!- τθ χριςθ αυτϊν των ουςιϊν ωσ μζςον απελευκζρωςθσ του αικεριϊδουσ «ωοειδοφσ οχιματοσ τθσ ψυχισ» και ανόδου τθσ ςτο κείο φωσ του εμπφρου κόςμου (72). Άλλοι πάλι κεουργοί χωρίσ να καταφεφγουν ςτα ναρκωτικά, επιδίδοντο ςε πρακτικζσ ΥΡΝΩΤΛΣΜΟΥ, με τθ ςυνεχι, μονότονθ επανάλθψθ των Επωδϊν ι με διάφορεσ ζντονεσ και ςτακερά επαναλαμβανόμενεσ οπτικζσ εντυπϊςεισ, όπωσ απότομεσ λάμψεισ φωτόσ θ αντανακλάςεισ πυρςϊν ςε κακρζφτεσ (73). Ζτςι, με τθ ςυνεχι εκπομπι εκλάμψεων οι κεουργοί-ιεροφάντεσ αλλοίωναν τισ οπτικοακουςτικζσ εντυπϊςεισ των μυςτϊν και τουσ δθμιουργοφςαν ψευδαιςκιςεισ, υπνωτίηοντασ τουσ. Ωςτόςο, θ νεοπλατωνικι κεουργία -παρ' όλεσ τισ πολλζσ εξαιρζςεισ τθσ-ΔΕΝ ιταν μια φτθνι, πρωτόγονθ και απλοϊκι μαγεία. Ζχουμε αναφζρει πολλζσ φορζσ ωσ τϊρα, ότι ο απϊτεροσ ςκοπόσ τθσ κεουργίασ ιταν θ ζξοδοσ τθσ Ψυχισ από το ςϊμα, ι άνοδοσ τθσ ςτον «ἐμπύριον τόπον» και ι «κέαςθ» των φωτεινϊν κεϊκϊν όντων. Ο πλζον πνευματικόσ τρόποσ αυτισ τθσ κεουργικισ πρακτικισ ιταν, πάντα, ο διαλογιςμόσ ι ΑΥΤΟ-ΣΥΓΚΕΝΤΩΣΘ, το «άδειαςμα του Νου από κάκε ςκζψθ», ο αποχωριςμόσ τθσ Ψυχισ από τα αιςκθτά, «ἡ πρὸσ τὸ νοθτὸν πῦρ ἄνοδοσ», όπωσ ζλεγε ο Λάμβλιχοσ (74). Αυτό ιταν, τελικά, το Μεγάλο Απόρρθτο τθσ κεουργίασ, τθσ Άλχυμείασ και εν τζλει κάκε αποκρυφιςμοφ. Οι πρακτικζσ επίκλθςθσ διαφόρων κατωτζρων κεοτιτων και δαιμόνων, ποφ εμφανίηονταν ωσ ομιλοφςεσ φωτιζσ ι ωοειδι πφρινα φάςματα, ιταν επικίνδυνεσ εναςχολιςεισ, γιατί μποροφςε πάντα, αντί των φωτεινϊν κεϊν, να εμφανιςτοφν πονθροί δαίμονεσ. Ειδικά δε ο Ρλωτίνοσ
απομακρυνόμενοσ ριηικά από κάκε «υλιςτικι» ςχζςθ με τουσ κεοφσ, διευκρίνιηε ότι πρζπει να αποφεφγονται οι παρόμοιεσ τελετζσ κακϊσ και όλεσ οι αιματθρζσ κυςίεσ, γιατί απευκφνονταν ςε κατϊτερουσ δαίμονεσ και κατ' εξοχιν προσ τα πονθρά πνεφματα τθσ υποςελινιασ περιοχισ τα όποια τρζφονται με αικερικζσ ουςίεσ και δεν είναι φιλικά προσ τουσ ανκρϊπουσ. Σε κάκε περίπτωςθ πάντωσ το κεντρικό νόθμα τθσ κεουργίασ ιταν το ίδιο με εκείνο του Εςωτεριςμοφ: ο αγϊνασ του Ρνεφματοσ να ελευκερωκεί από τα δεςμά του Σϊματοσ κατ' ουςία είναι μια Δεφτερθ Γζννθςθ, ποφ ςυντελείται εφκολα ι δφςκολα κατά τθν ϊρα του Κανάτου του κάκε ανκρϊπου. Στα Μυςτιρια, όπωσ και ςτθ κεουργικι Τελεςτικι, αυτι θ μετάβαςθ επιτυγχάνονταν εν ηωι και εν εγριγορςθ με πλιρθ ςυνείδθςθ τθσ όλθσ «διαδικαςίασ»... Πλοι οι μφςτεσ εξ άλλου γνϊριηαν ότι ι Γζννθςθ ς ζναν Κόςμο είναι πάντοτε Κάνατοσ ςε κάποιον άλλο - και αντιςτρόφωσ.
Σθμειϊςεισ 1. E. Reiner, Magic Figurines, Amulets and Talismans, Monsters and Demons in the Ancient and Medieval Words, Mainz 1987, 31. 2. C. Ηintzen, Wie Wertung von Mystic and Magie in der neuplatonischen Philosophie, RM 108 (1965), 83. 3. S. Eitrem, La Theurgie chez les neo-platoniciens et dans les papyrus magigues, SO. 22 (1942), 49 4. Ρλάτ. Συμπόςιον. 202 e κ. εξ. 5. Ευςζβ. Ευαγγ. Ρροπαρ. V. 10, 6-9 6. Λουκ. Φιλοψευδ. 34 - 35 7. Papyri Graecae Magicae, κεδ. Presendanz 8. Λάμβλιχ. Ρερί Μυςτθρίων, VI. 7, 249, 6, 246-247, 5, 245-246 9. Λω. Μαλάλασ, χρον. 264, 15-267,7. 10. Δ. Κοφτουλασ, Βυηαντινι Κων/πολθ, ζκδ. Χιωτζλλθσ, Ακινα 2000, ςελ. 67 11. Σοφδα, βλ. Λιμμα Λουλ. «τοῦ κλθκζντοσ κεουργοῦ Ἰουλιανοῦ». 12. Μαρίνοσ, Βίοσ Ρρόκλου 26 13. Π.π. 14. Μερικοί ειδικοί υποςτθρίηουν ότι το «Ρερί Μυςτθρίων» δεν είναι ζργο του Λάμβλιχου 15. Λάμβλ. Ρερί Μυςτθρίων 96.13 16. Λουλ. Επιςτ. 12, 425b, Μαρίνου Βίοσ Ρροκλ. 13, 24, 8-28 17. Ευνάπιοσ, 478, Ηϊςιμοσ, 4.15, Αμμ. Μαρκελλίνοσ 29.1.42.
18. Δ. Κοφτουλασ, Το Βυηάντιο ζναντι των Ελλινων Εκνικϊν, εκδ. ΔΛΟΝ, Κες/νικθ 1998 ςελ. 58 κ. εξ 19. Μαρίνοσ, Βίοσ Ρρόκλου, 28 20. Ο.π. 26, 28 21. Scripota Minora I, 237 22. Βλ. Κεφ. Κ. 23. Δ. Κοφτουλασ, Θ Αρχαία Ελλθνικι κρθςκεία και τα Μακθματικά, εκδ. ΔΛΟΝ, Κεσ.νίκθ 2001 24. Κλιμ. Αλεξ. Ρροτρεπτ. XI, 115,2,Ν.Γ. Ρολίτθσ, Τελζςματα, Λαογραφικά Σφμεικτα 1 (1920) 51 25. Λάμβλ., Ρερί Μυςτθρίων 179,8 26. Μ. Ψελλόσ, Επιςτ. 187, Σάκασ (Biblioth. Graece Medii Aevi, V. 474) 27. Ρρόκλοσ, εισ Τίμαιον 28. Μαρίνοσ, Βίοσ Ρρόκλου, 28 29 Θροδ. Λςτορ. Λ, 132 30. Ορφ, Υμν., Ορφζασ προσ Μουςαίον, ςτ. 1 -32. 31. Θ πλειονότθτα των Πρφικϊν ανάγεται ςτθν Ελλθνιςτικι Εποχι, όπωσ φαίνεται από τθν αναφορά κεοτιτων, όπωσ Αιϊν, Άδωνισ, Σαβάγιασ, Κυβζλθ κ.λπ. Υπάρχουν, ωςτόςο, και αποςπάςματα που ανάγονται ςε παλαιότερεσ περιόδουσ. Βλ. Ν. Κ. C. Guthrie, ο Ορφζασ και θ Αρχαία Ελλθνικι κρθςκεία, μτφρ. Χ. Μινθ, ζκδ. Καρδαμίτςα, Ακινα 2000. 32. Χαλδ. Χρθςμοί, fr. 150 (ς. 106), Λαμβλ. Ρερί Μυςτθρίων VII. 4, 256,5 , 258. 33. Ρρόκλοσ, Κρατφλ. 132, ςελ. 77 34. Ερμοφ Τριςμ. , Ρροσ Αςκλθπιόν Λερά Βίβλοσ, ς. 384 -290 35. «ὤλετο δὲ προτέροισ πεπονθμένον ἡμικέοιςιν ἔργον… καὶ ὅ μὲν ἐν κονίμςιν ὑπ’ ἄορι κρατὸσ ἀμερκεὶσ λευγαλέῳ κανάτῳ δῖοσ φὼσ ἐκτετάνυςται…» (μετάφρ. Χάκθκε το ζργο των θμικζων… και ο (κεουργόσ) ζχαςε το κεφάλι του με ξίφοσ και με κλιβερό κάνατο είναι ξαπλωμζνοσ ςτισ ςκόνεσ…) Ρικανϊσ εδϊ αναφζρεται ο κάνατοσ του κεουργοφ Μάξιμου, διδαςκάλου του αυτοκράτορα Λουλιανοφ, του λεγόμενου «Ραραβάτθ» 36. Γ.Ν. Γιαννάκθσ, Ορφζωσ Λικικά, Λωάνν. 1982 37. O. Kern, Orph. Fragm. 211, ςελ. 61 38. Ρρόκλοσ, Ρερί Λερατ. Τζχνθσ, ςελ. 150, 30 -151, 5.
39. Ρρόκλοσ, Τίμαιοσ Λ, ςελ, 58, 25 κ. εξ. 40. Π.π. 41. K. Preisendanz, Μαγικοί Ράπυροι 2, XIII, 204 και 81 κ. εξ 42. Π.π, XII, 318 43. K. Preisendanz, Μαγικοί Ράπυροι 2, IV, 1841 44. Χαλδαϊκοί χρθςμοί, fr. 108 45. Ρρόκλοσ, Τιμ. 11. ςελ. 255, 30 -ςελ. 256, 14. 46. Π.π. fr. 115 -120 47. Ρρόκλοσ, Ρλάτων, Κεολ. IV. 9 (ςελ. 27 - 31) 48. Μαγικοί Ράπυροι, IV, 537 49. Μ. Ψελλόσ, Χαλδ. Λόγια 1133 50. Δαμάςκιοσ, Βίοσ Λςίδωρου, fr. 107. 51. Μαρίνοσ, Βίοσ Ρρόκλου, 28 52. O. Kern, Orphicor. Fragm. 27, ς. 96-97 53. Χαλδαϊκοί χρθςμοί, fr. 58 (ς. 70), 111-112 (ς. 90/92), 115 (ς. 92) 54. Χαλδ. Χρθςμοί, Kroll 31. 55. Π.π. Kroll 32, Ψελλόσ 1149 c 56. A.D. Nock, Ορφζωσ Αργον. 52 57. Μαρίνοσ, Ρρόκλοσ 28.49, 14-52, 13 58. Χαλδ. Χρθςμοί fr. 50, 52 59. Λάμβλ. Ρερί Μυςτθρίων IX. 9, 284 60. «βόκρον τρίςτοιχον ὄρυξα» (Ορφ. Αργ. 955) 61. «ςκύμνουσ παμμέλανασ ςκυλάκων τριςςοὺσ ἱερεύςασ» (ςτιχ. 962) 62. «ἀπεχκέα χαλκὸν κρούων ἐλιςάμθν» (ςτιχ. 969) 63. «ςὺν δ’ αἰλόμορφοσ ἵκανεν τριςςοκάρθνοσ, ἰδεῖν ὀλοόν τέρασ, οὔτι δαϊκτόν, Ταρταρόπαισ Ἑκάτθ ἡ κόρθ τοῦ Τάρταρου μὲ τρία κεφάλια, ὀλέκριο κατὰ ταὴν ὄψθ τέρασ, ἀκαταμάχθτο» (Ορφ. Αργ. Στιχ. 979 κ. εξ.) *Μεταφρ.: Ιλκε μαηί με απαςτράπτουςα μορφι θ Εκάτθ θ Κόρθ του Τάρταρου με τρία κεφάλια, ολζκριο κατά τθν όψθ τζρασ, ακαταμάχθτο+ 64. G. Gottin, Les Argonautiques d’ Orphee, ςχολ. 965, ςελ. 187 (Les Belles Lettres), 1930
65. E. R. Dodds, Οι Ζλλθνεσ και το Ραράλογο, μτφρ Γ. Γιατρομανωλάκθσ, εκδ. Καρδαμίτςα, Ακινα 1996, ςελ. 59 κ. εξ 66. Ρρόκλοσ, Εισ Κρατφλ. 100, 21 67. Οδφςςεια. 22, 481, Κεόφραςτοσ, Χαρακτιρεσ 68. Ρρόκλοσ, Εισ Ρολ. ΛΛ, 246.23 69. Λάμβλιχοσ, Ρερί Μυςτθρίων 112, 3 70. Μαρίνοσ, Βίοσ Ρρόκλου 28 71. Λάμβλ., Ρερί Μυςτθρίων 3,6 72. Μαγικοί Ράπυροι, IV, 1103 κ. εξ 73. Ρροκλ., Εισ Ρολ. ΛΛ, 117.3 74. F. L. Griffith - H. Thompson, The Demonical Magical Papyrus of London and Leiden, 1904, Col. XXIV (1), ς. 149 75. Λάμβλ., Ρερί Μυςτθρίων, ΛΛΛ, 14, 132 76. A. Delatte, Lacatoptromancie grecque et ses derives, Kiege - Paris 1932, 38 77. Λάμβλ. , Ρερί Μυςτθρίων, 179, 8.
Η Πσθαγόρεια Διαδοτή
Θ εργαςία αυτι είναι βαςιςμζνθ ςτθν ομϊνυμθ εργαςία του John Opsopaus από το ζργο του "Περίλθψθ Πυκαγόρειασ Θεολογίασ".
Στα αρχαία χρόνια, θ μυςτικιςτικι παράδοςθ περνοφςε προφορικά από δάςκαλο ςε μακθτι. Συχνά αυτό ςυμπεριλάμβανε ο δάςκαλοσ να υιοκετιςει ιερουργικά τον μακθτι, ζτςι γινόντουςαν οι μφςτεσ Ρνευματικά τζκνα και οι δάςκαλοι Ρνευματικοί γονείσ. Αυτι θ παράδοςθ αποκαλείτε Διαδοχι και ζχει τισ ρίηεσ τθσ ςτον πρϊτο Λερό προπάτορα, ζνα Κεό που αποκάλυψε τα μυςτικά του ςε ζνα κνθτό. Μεςολαβθτικά Πνεφματα Στθν Αρχαία Ελλάδα, Δαίμων μποροφςε να οριςτεί ςαν οποιαδιποτε κεότθτα, από κεοφσ του Ολφμπου μζχρι τισ απλζσ κεότθτεσ. Οι Ρυκαγόρειοι ωςτόςο περιόριςαν τθν κζςθ αυτι αυςτθρά ςτα Μεςολαβθτικά Ρνεφματα μεταξφ των Κεϊν και εμάσ. Μερικοί Ρυκαγόρειοι αποκαλοφςαν τα ανϊτερα ςτρϊματα των Δαιμόνων, Αγγζλουσ επειδι ο ειδικόσ ρόλοσ τουσ ιταν να φζρουν αναγγελίεσ από τουσ Κεοφσ ςτουσ ανκρϊπουσ. Τα κατϊτερα ςτρϊματα των Δαιμόνων ιταν οι Ιρωεσ. Μια άλλθ τάξθ Δαιμόνων είναι οι Άχραντοι, που ο ρόλοσ τουσ είναι να επαναςαρκϊνονται ϊςτε να βοθκοφν τθν ανκρωπότθτα. Άλλοι λζνε ότι οι Άχραντοι είναι οι ψυχζσ που μετά τθν δθμιουργία τουσ αντζξανε ςτθν δοκιμαςία τθσ αρετισ και κακίασ που όριςαν οι Κεοί ςτισ ψυχζσ. Πςεσ νίκθςαν τουσ Δαίμονεσ ονομάςτθκαν Άχραντεσ και όςεσ δεν τα κατάφεραν ζγιναν οι ψυχζσ τθσ πτϊςθσ που αποτελοφν τουσ κνθτοφσ. Ωςτόςο οι Κεοί κατά περιόδουσ ςτζλνουν τισ Άχραντεσ ψυχζσ ςτθν ανκρωπότθτα για να οδθγιςουν αυτιν ςε μια νζα φάςθ εξζλιξθσ. Οι Ρυκαγόρειοι αναφερόντουςαν ςτουσ Δαίμονεσ ωσ οι Κρείττονεσ μασ. Οι Δαίμονεσ ζχουν μια ενδιάμεςθ φφςθ μεταξφ Κεϊν και ανκρϊπων. Οι Δαίμονεσ είναι ςαν τουσ Κεοφσ ακάνατοι αλλά ζχουν ςυναιςκιματα όπωσ οι άνκρωποι, ςε αντιδιαςτολι με τουσ Κεοφσ που είναι απακείσ εφαρμοςτζσ τθσ κείασ πρόνοιασ και δικαιοςφνθσ. Οι περιςςότεροι από τουσ Δαίμονεσ κατοικοφν ςτο ςτοιχείο του Αζρα (πνευματικό πεδίο), που με κοςμολογικοφσ όρουσ είναι το ενδιάμεςο μεταξφ τθσ γθσ (υλαίο πεδίο) που ηοφμε και του ουρανοφ που κατοικοφν οι Κεοί (ζμπυρο πεδίο). Στθ Σελινθ, που είναι το ακρότατο όριο του αζρινου πεδίου με το Αικερικό πεδίο, ενυπάρχουν Δαίμονεσ με θγζτθ τθν Εκάτθ. Σαν ςυνζπεια τθν ενδιάμεςθσ κατάςταςισ τουσ, οι Δαίμονεσ εξυπθρετοφν ωσ μεςολαβθτζσ μεταξφ ανκρϊπων και Κεϊν και άγουν τθν Κεία Ρρόνοια. Οι Δαίμονεσ μεταφζρουν τα ορίςματα των Κεϊν για εμάσ και είναι οι αίτιοι οραμάτων, χρθςμϊν και τελετϊν. Υπάρχουν Δαίμονεσ που νοιάηονται για τουσ ανκρϊπουσ και αποκαλοφνται Σωτιρεσ. Σφμφωνα με το Ρυκαγόρειο δόγμα, οι Κεοί ζχουν ψυχι ωσ κακαρό Νου (το επικυμθτό και το κυμοειδι λείπουν) ςτον κόςμο των Ρλατωνικϊν Λδεϊν, ζτςι δεν μποροφν να ςυςχετίηονται με τουσ κνθτοφσ ςε αυτι τθν μορφι, αλλά υπάρχουν οι Δαίμονεσ ωσ αντιπρόςωποί τουσ (που ζχουν το κυμοειδζσ και επικυμθτό μζροσ περιςςότερο από τον άνκρωπο ανεπτυγμζνο). Κάκε Δαίμονασ είναι γόνοσ Κεοφ ο οποίοσ είναι και ο αρχθγόσ του και ο οποίοσ Δαίμονασ είναι μζτοχοσ ςτθν ιερι ςειρά μζχρι και ςτουσ ανκρϊπουσ, όπωσ αναφζρκθκε ςτθν Ρυκαγόρεια Διαδοχι.
Εν τοφτοισ, όλοι οι Δαίμονεσ είναι υπό τθν αρχθγία τθσ Εκάτθσ θ οποία αποκαλείται Δαιμονιάρχθσ. Μια Κεία Σειρά επίςθσ ςυμπεριλαμβάνει, εκτόσ από Δαίμονεσ, και ανκρϊπουσ και διάφορα φυτά, ηϊα, λζξεισ κ.τ.λ. ωσ ςφμβολα και ςυνκιματα τα οποία χρθςιμοποιοφνται ςε διάφορεσ τελετζσ μιασ και ςυνδζονται με τον Κεό. Επίςθσ τα ςφμβολα και τα ςυνκιματα χρθςιμοποιοφνται και ςαν τθν κωδικι γλϊςςα επικοινωνίασ των Κεϊν με τουσ κνθτοφσ. Προςωπικοί Δαίμονεσ Ρζραν των πολλϊν διαφορετικϊν Δαιμόνων και τισ ζδρεσ τουσ, ο κάκε ζνασ από μασ ζχει τον Φφλακα Δαίμονα (ι Φφλακα Άγγελο), που είναι υπεφκυνοσ να μασ κατευκφνει ςτθν ατραπό τθσ Κεία Ρρόνοιασ των Κεϊν, δλδ. ςτθν Αγακότθτα τθσ ψυχισ και ο οποίοσ υπάρχει από τθν ςτιγμι που δθμιουργικθκε θ ψυχι μασ από τον Κεό των Κεϊν, όπωσ αναφζρει ο Ρλάτων ςτον Τίμαιο. Ο Φψιςτοσ Εαυτόσ μασ, που οι Ρυκαγόρειοι αποκαλοφν το Φψιςτο Άνκοσ τθσ Ψυχισ, είναι το εςωτερικό μασ Δαιμόνιο ι πνεφμα (Λδίοσ Δαίμων), που είναι άλλο ζνα είδοσ Δαίμονα που ζχουμε (οι Κιβετιανοί αποκαλλοφν τον Δαίμονα αυτό, Ανϊτερο Εαυτό). Επίςθσ ζχουμε και το Σκιϊδεσ Ρνεφμα ι τον Δοκιμαςτι ι Κακό Δαίμονα, ο οποίοσ προζρχεται από όλεσ τισ αντιλιψεισ ι και ςυμπεριφορζσ που ζχουμε και τισ κεωροφμε κακζσ και τισ απορρίπτουμε πολλζσ φορζσ, γιατί ζτςι μασ το ζχουν περάςει. Ο Κακόσ Δαίμονασ δεν μπορεί να εξορκιςτεί και αν τον αγνοιςουμε αυτό μπορεί να μασ οδθγιςει ακόμα μζχρι και ςτθν τρζλα ι ςτθν κακοτυχία (κακοδαιμονία). Είναι καλφτερο να γνωρίςετε τον Κακό Δαίμονά ςασ για να ικανοποιιςετε τισ ανάγκεσ του, χωρίσ να παραχωριςετε τισ θκικζσ ςασ πεποικιςεισ. Ο Κακόσ Δαίμων ζχει ρόλο να "καταγράφει" όλθ τθν μθ αγακι ςυμπεριφορά μασ. Τθν ςτιγμι του κανάτου θ ψυχι κάνει τθν αυτοκριτικι τθσ ωσ ενόσ είδουσ δικαςτιριο και τότε ο Κακόσ Δαίμων υπενκυμίηει όλα τα ςφάλματά μασ. Ανάλογα λοιπόν τθν ςτάςθ τθσ ψυχισ ςτο ςθμείο αυτό τθσ αυτοκριτικισ, θ ψυχι κάνει επιλογζσ νζασ ςυμπεριφοράσ για να διορκωκεί. Αυτζσ οι επιλογζσ είναι αλλιϊσ οι ευλογίεσ των Μοιρϊν για τθν νζα ενςάρκωςθ. Ο ρόλοσ του Κακοφ προςωπικοφ Δαίμονα είναι πολφ ςθμαντικόσ, αφοφ μζςω αυτοφ μποροφμε να ενκυμθκοφμε τα ςφάλματα του παρελκόντοσ ι προθγοφμενων ηωϊν και ζτςι να κάνουμε διαδικαςίεσ κακάρςεωσ εν ηωι! Ο Κακόσ Δαίμων δεν είναι τιμωρόσ Δαίμων, αλλά επόπτθσ τθσ κακισ μασ ςυμπεριφοράσ και γι' αυτό είναι πολφτιμοσ ςφμμαχοσ για τουσ μφςτεσ. Ο Φφλακασ και Κακόσ Δαίμονασ ζχουν το ίδιο φφλο με εςάστισ περιςςότερεσ φορζσ. Υπάρχουν και άλλοι Δαίμονεσ, που όπωσ οι Μοφςεσ, μασ φζρνουν ζμπνευςθ και οίςτρο αλλά και οι Ερινφεσ που ζχουν ωσ ζργο τθν εκδίκθςθ των εγκλθμάτων ι οι τφψεισ τθσ ςυνειδιςεωσ. Αλλθλεπίδραςθ με τουσ Δαίμονεσ Οι Δαίμονεσ δεν είναι οφτε καλοί οφτε κακοί από τθν φφςθ τουσ. Οι Δαίμονεσ μποροφν να καταλάβουν τόςο ζμψυχα όςο και άψυχα όντα. Ωςτόςο θ δαιμονοκαταλθψία δεν είναι πάντα κάτι το αρνθτικό. Ρολλζσ φορζσ είναι επικυμθτι, π.χ. όταν οι Μοφςεσ εμπνζουν τουσ ποιθτζσ. Βζβαια καταλθψία ςε κατάςταςθ μζκθσ ι υπό τθν επιρεια ψυχότροπων ουςιϊν είναι μθ επικυμθτι. Οι Δαίμονεσ μποροφν είτε να μασ ανυψϊςουν είτε να μασ καταρρακϊςουν. Υπάρχουν διάφοροι τρόποι επικοινωνίασ με τουσ Δαίμονεσ. Θ απλοφςτερθ είναι να δθμιουργιςετε ιερό χϊρο, να προςκαλζςετε τον Δαίμονα και να ξεκινιςετε να
μιλάτε μαηί του με τθν εςωτερικι ςασ φωνι. Oι πρϊτεσ ςκζψεισ που κα ζχετε, είναι οι απαντιςεισ του Δαίμονοσ και κατά αυτό τον τρόπο γίνεται ο εςωτερικόσ διάλογοσ. Αυτιν τθν διαδικαςία τθν κάνουμε όλοι ανεξαιρζτωσ κάκε φορά που μιλάμε με τον εαυτό μασ. Στθν ουςία μιλάμε ςυνικωσ με τον Φφλακα, Ανϊτερο ι Κακό Δαιμόνιο μασ. Βζβαια αυτό γίνεται ςε όλουσ, χωρίσ να ξζρουμε λεπτομζρειεσ! Σε κάκε περίπτωςθ δεν πρζπει να ξεχνάμε πωσ και εμείσ οι άνκρωποι ζχουμε μια ςπίκα ιερότθτασ και ζτςι δεν πρζπει να εγκαταλείπουμε τθν θκικι μασ αυτονομία ςε οποιοδιποτε διάλογο, διότι πολλζσ φορζσ οι Δαίμονεσ δοκιμάηουν τθν θκικι μασ και τθν αντίςταςι μασ ςτθν κακία και τθν διαςτροφι τθσ αγακότθτασ. Ιεροί Κακοδθγθτζσ Με ζνα Δαίμονα ωσ Μεςολαβθτι, μποροφμε να ζχουμε ςυηιτθςθ με τον Κεό, ο οποίοσ είναι ο αρχθγόσ του. Ωςτόςο αναφζρκθκε πωσ, ο Κεόσ είναι μακριά ςε επίπεδο (Αικερικό Ρεδίο) από τα εγκόςμια πεδία και γι' αυτό χρειάηεται ο Δαίμονασ ωσ μεςολαβθτισ. Ζνασ λόγοσ για το οποίο επιδιϊκουμε μια Σφςταςθ (ςυνάντθςθ) με τον Κεό, είναι για να αποκτιςουμε γνϊςθ για το κείο πεδίο. Ο ςκοπόσ δεν είναι απλι περιζργια, αλλά αναηιτθςθ αλθκινισ γνϊςθσ με τθν οποία μποροφμε να ξζρουμε πωσ καλείται μια κεότθτα και για άλλεσ Κεουργικζσ πράξεισ. Βζβαια αν ο Κεόσ κρίνει ότι δεν είμαςτε άξιοι αυτισ τθσ γνϊςθσ, μπορεί να πάρουμε λάκοσ απαντιςεισ ι ακόμα να μθν πάρουμε καμιά απάντθςθ. Μια πολφτιμθ γνϊςθ είναι τα Σφμβολα και Συνκιματα του εκάςτοτε Κεοφ, με τα οποία μποροφμε να επικαλεςτοφμε τθν κεότθτα. Αυτά είναι ηϊα, φυτά, πζτρεσ, χρϊματα, ςχιματα, ϊρεσ τθσ θμζρασ ι νφχτασ, μαγικζσ λζξεισ ι χαρακτιρεσ, τα οποία ανικουν ςτθν Κεία Σειρά του εκάςτοτε Κεοφ. Θ Εκάτθ από τθν ςτιγμι που είναι θ Δαιμονιάρχθσ και θ Κλειδοφχοσ των Ρροπυλαίων του Ρεδίου των Δαιμόνων (Σελινθ), είναι μια ςθμαντικι Κεότθτα τθν οποία μποροφμε να επικαλεςτοφμε ωσ κακοδθγθτι. Θ Ρυκαγόρεια διαδοχι βαςίηεται ςτθν Απολλϊνια Σειρά. Αναγωγι ςτο Εν Θ Αναγωγι ςτο Εν είναι θ κεντρικι πνευματικι πρακτικι των Ρυκαγορείων. Βαςίηεται ςτθν αρχι ότι, ο άνκρωποσ για να κατανοιςει πλιρωσ το τι είναι ο Κεόσ, πρζπει να ενωκεί μαηί Του ϊςτε να αποκτιςει τθν εμπειρία βιωματικά. Θ ζνωςθ τθσ ψυχισ του ανκρϊπου με το κείο ςτοιχείο ονομάηεται Κζωςθ. Επιπλζον, από τθν ςτιγμι που το Εν είναι θ αρχι που όλα τα όντα ζχουν ωσ βάςθ τθν φπαρξι τουσ, με τθν επιςτροφι ςτο Εν ανακαλφπτουμε ακόμθ μια φορά αλλά και διατθροφμε τθν αιϊνια Ουςία που ζχουμε μζςα μασ (τθν Κεϊκι ςπίκα) και ζτςι θ Αναγωγι είναι θ Σωτθρία τθσ ψυχισ ςτθν Ρυκαγόρεια παράδοςθ.
Μζςω τθσ ζνωςθσ με το Εν βλζπουμε πζρα από τθν ατομικότθτα μασ και κατανοοφμε τον ρόλο μασ ωσ όργανα τθσ Κείασ Ρρόνοιασ. Υπάρχουν τρεισ ατραποί Αναγωγισ ςτθν Ρυκαγόρεια παράδοςθ και θ κάκε μία ςυνδζεται με μια ιδιότθτα του Ενόσ. Ραρατίκεται ο παρακάτω πίνακασ με όλεσ τισ ςυςχετίςεισ. Τρεισ Ατραποί Αναγωγισ ςτο Εν
Ιδιόηηηα ηοσ Ενός
Κάλλος – Ομορθιά
Σοθία
Αγαθόηηηα
Σσνδεηική ιδιόηηηα
Έρφς
Αλήθεια
Πίζηη
Μέζο Σφηηρίας
Ερφηική μανία
Ιερή θιλοζοθία
Θεοσργική Δύναμη
Αηραπός ηοσ/ηης
Αθροδίηη / Έρφς
Αθηνά / Ερμής
Εκάηη / Ήλιος
Προζήλφζη ηοσ/ηης: -αίζθηζης -λογικού -διαίζθηζης
Ιεροσργία με: -σλιζηική ηελεηή -πνεσμαηική ηελεηή -ενφηική ηελεηή
Σηάδια Επιθσμία για ηο/ηην: αναγφγής: -υστή -σλαίο πεδίο -πνεύμα -αιθερικό πεδίο -έμπσρο πεδίο
Οι Ρυκαγόρειοι διζφεραν για το ποια ατραπόσ είναι καλφτερθ. 1. Ερωτικι Αναγωγι 2. Θεωρθτικι Αναγωγι 3. Θεουργικι Αναγωγι
Ερωτικι Αναγωγι Μποροφμε να αρχίςουμε με τθν Ερωτικι Αναγωγι ςτθν οποία θ δφναμθ τθσ Αγάπθσ και του Ζρωτα κατευκφνουν τθν ψυχι κατευκείαν ςτθν Ομορφιά, ενϊνοντασ τθν ψυχι με το Εν. Οι οδθγοί ςε αυτιν τθν ατραπό είναι θ Αφροδίτθ και ο Ζρωτασ. Θ Ερωτικι Μανία είναι το όχθμα τθσ Σωτθρίασ που ενϊνει τον ερωτευμζνο και τον ερωμζνο μαηί. Αυτι θ ςτάςθ φαίνεται ξεκάκαρα ςτο Συμπόςιο (209E-212C). Θ αναγωγι αυτι εκτελείτε ςε τρία ςτάδια. Στο πρϊτο, το υλικό καυμάηεται (θ κζα του ωραίου ςϊματοσ μζςω των αιςκιςεων). Αυτι θ αγάπθ γενικεφεται για κάκε ωραίο και δεν προςωποποιείται. Το δεφτερο ςτάδιο ςυμπεριλαμβάνει τον καυμαςμό τθσ ψυχισ και των θκικϊν αξιϊν όπωσ θ δικαιοςφνθ, καρτερία, μετριοπάκεια και των διανοθτικϊν αξιϊν όπωσ ςοφία, γνϊςθ, ςωφροςφνθ. Στο τρίτο ςτάδιο, γίνεται θ ζνωςθ με το κείο ςτοιχείο και θ ψυχι ςυναντά τθν Απόλυτθ Ομορφιά.
Οράματα φωτιάσ είναι ςυνθκιςμζνα ςε αυτζσ τισ περιπτϊςεισ. Ππωσ το ζντομο τριγυρνάει γφρω από το φωσ και ςτο τζλοσ καταναλϊνεται από αυτό, ζτςι και θ ψυχι αναηθτά τθν ζνωςι τθσ με το Εν δίνοντασ τον εαυτό τθσ ωσ καιόμενθ προςφορά. Θ ιερι φλόγα εξευγενίηει τθν ψυχι καίγοντασ τα χονδροειδι μζρθ τθσ και εξαγνίηοντάσ τθν. Τισ διαδικαςίεσ τθσ Αναγωγισ, νεότεροι Δυτικοί πνευματικι κφκλοι τισ ταυτίηουν με τα Αςτρικά Ταξίδια. Θεωρθτικι Αναγωγι Θ δεφτερθ ατραπόσ προσ το Εν είναι θ Κεωρθτικι Αναγωγι ςτθν οποία θ δφναμθ τθσ Αλικειασ οδθγεί τθν ψυχι ςτθν Σοφία του Ενόσ. Οι κακοδθγθτζσ εδϊ είναι θ Κεά Ακθνά, κεά τθσ ςοφίασ και ο Ερμισ, ψυχοπομπόσ και αγγελιοφόροσ των μθνυμάτων των Κεϊν. Το μζςο ςωτθρίασ εδϊ είναι θ Λερι φιλοςοφία. Θ μζκοδοσ αυτι περιγράφεται από τον Ρλωτίνο. Τα ςτάδια τθσ αναγωγισ περιγράφονται με τθν βοικεια τθσ Τετρακτφοσ.
Ωσ ςυνικωσ, θ Αναγωγι ξεκινάει ςτο υλικό πεδίο με τθν κεϊρθςθ τθσ Λερότθτασ που μασ μεταβιβάηουν οι αιςκιςεισ μασ από το περιβάλλον. Αυτό είναι το Ξφπνθμα. Μια αναγκαία προχπόκεςθ για τθν Αναγωγι, είναι θ εφαρμογι των Τεςςάρων Βαςικϊν Αξιϊν: Μετριοπάκεια, Καρτερία, Σωφροςφνθ και Δικαιοςφνθ, οι οποίεσ αντιςτοιχοφν ςτθν Γθ, Φδωρ, Αιρ και Ρυρ. Το δεφτερο ςτάδιο είναι θ Κάκαρςθ, θ οποία ελζγχει τισ τρεισ καταςτάςεισ τθσ ςκζψθσ. Αυτζσ είναι το αιτιατό, το μθ αιτιατό και το νοθτικό. Στθν κατάςταςθ αυτι, θ ψυχι ςτριφογυρνάει μζςα - ζξω - εμπρόσ ςτο Εν. Ο ςκοπόσ είναι να θρεμιςουν τα χαμθλότερα μζρθ τθσ ψυχισ και να αναδυκοφν τα υψθλότερα ςε μια ζνωςθ με το Εν ςε πλιρθ αταραξία και ζλλειψθ φόβου και οποιαςδιποτε ψυχικισ αναςτάτωςθσ. Ρρϊτα πρζπει να θρεμιςουμε τα μθ αιτιατά μζρθ τθσ ψυχισ που μοιραηόμαςτε με τα φυτά και τα ηϊα και είναι θ αιτία των ορμϊν μασ. Από τθν ςτιγμι που εξαιρετικζσ ευχαριςτιςεισ ι πόνοσ μπορεί να διαταράξει τθν επικυμία για αταραξία, ο αςκθτισ φιλόςοφοσ πρζπει να ηει με ςυγκεκριμζνθ δίαιτα, φπνο και άςκθςθ (υπερβολικόσ αςκθτιςμόσ είναι αντιπαραγωγικόσ). Τα υψθλά μζρθ τθσ ψυχισ πρζπει να μάκουν πωσ, διαταραχζσ δθμιουργοφνται από πνευματικζσ κρίςεισ καταςτάςεων παρά από τισ αιςκιςεισ. Τα πάντα αρχίηουν και τελειϊνουν με τρόπουσ ςκζψθσ. Θ μάκθςθ πεικαρχίασ τθσ ςκζψθσ υπερβαίνει τισ αιςκιςεισ και τθν φλθ και οδθγεί ςτθν φιλοςοφικι αταραξία (απάκεια). Ο ζλεγχοσ του
τρόπου ςκζψθσ μασ οδθγεί ςτον πλιρθ ζλεγχο του εαυτοφ μασ και πολλζσ φορζσ είναι δυνατι και θ υπζρβαςθ των υλικϊν αναγκϊν με τθν καλλιζργεια των πνευματικϊν ιδιοτιτων του εαυτοφ μασ. Πταν τα μθ αιτιατά μζρθ τθσ ψυχισ θρεμιςουν, ςτρζψτε τθν προςοχι ςασ ςτα αιτιατά επιτυγχάνοντασ αταραξία θςυχάηοντασ τθν εςωτερικι ομιλία τθσ ςκζψθσ. Θ ςκζψθ του Λεροφ Νου δεν είναι οφτε χωρίσ ςυνζχεια οφτε με ςυνζχεια, ζτςι για να γίνει κάποιοσ ςαν Αυτόν κα πρζπει να θςυχάςει τθν δικιά του μθ ςυνεχι ι ςυνεχι ςκζψθ. Πταν τα αιτιατά μζρθ τθσ ψυχισ θρεμιςουν, ότι ζχει απομείνει είναι το νοθτικό μζροσ, το οποίο είναι παρόμοιο με τον Λερό Νου ςτθν διαίςκθςι του. Ωςτόςο το Εν, ο Λερόσ Νουσ, διαφζρει από τον προςωπικό μασ νου που ακόμα δραςτθριοποιείται ςτον χρόνο αλλά και ςτο ότι είναι μζροσ του Ενόσ. Ωςτόςο, αν από μια μθ ςκόπιμθ παράδοςθ επιτρζψουμε τον νου μασ να επικοινωνιςει εςωτερικά και ςχθματιςτεί ανοδικά, αυτό κα ενεργοποιιςει τθν αλθκινι φφςθ και προζλευςθ του Λεροφ Νου. Αυτό μασ φζρνει ςτο τρίτο ςτάδιο που λζγεται Διαφϊτιςθ, όπου αναγόμαςτε πζρα από τθν ψυχι, ςτον Λερό Νου. Εδϊ το ιερό μζροσ τθσ ψυχισ (ο ανεξάρτθτοσ νουσ), παίρνει τθν κζςθ του ςτθν ιερι κοινότθτα. Για τουσ Κεοφσ είναι ηωντανι, ςυνειδθτι ιδζα, ςε μια κατάςταςθ αμοιβαίασ διαιςκθτικισ αναγνϊριςθσ φπαρξθσ του Κεοφ. Οι νόεσ είναι ξεχωριςτοί αλλά και ενωμζνοι ωσ ζνα, ςαν διαπεραςτικζσ αχτίδεσ φωτόσ ι ςαν τα ανεξάρτθτα χρϊματα αναμεμιγμζνα. Ζτςι και ο δικόσ μασ ανεξάρτθτοσ νουσ, βιϊνει τον εαυτό του ωσ ξεχωριςτά ζναν αλλά και μαηί με άλλουσ νόεσ, κινοφμενοι όλοι μαηί ςτον ιερό χορό του Ενόσ. Σε αυτιν τθν αρχι ενότθτασ των διαφορετικϊν νοϊν βαςίηεται θ τθλεπάκεια, που κάκε ςκζψθ, κάκε ιδζα, διατρζχει ταυτόχρονα όλο το ςφμπλεγμα νοϊν και θ πλθροφορία μοιράηεται ςε όλουσ. Θεουργικι Αναγωγι Θ τρίτθ ατραπόσ είναι θ Κεουργικι Αναγωγι ςτθν οποία θ Δφναμθ τθσ Ρίςτθσ (εμπιςτοςφνθσ ςτο κείο), είναι το μζςο τθσ ςωτθρίασ και θ οποία οδθγεί ςτθν Αγακότθτα του Ενόσ. Οι οδθγοί Κεοί ςε αυτιν τθν ατραπό θ Εκάτθ και ο Ιλιοσ. Θ ατραπόσ αυτι μπορεί να ονομαςτεί και Θλιακι Αναγωγι. Θ κεουργικι αναγωγι παρουςιάηεται ειδικά ςτουσ Χαλδαϊκοφσ Χρθςμοφσ και ςτο βιβλίο του Λάμβλιχου "Επί των Μυςτθρίων των Αιγυπτίων". Κα δειχκεί ότι θ Κεουργικι Αναγωγι ζχει πολλά κοινά τόςο με τθν Ερωτικι Αναγωγι όςο και με τθν Κεωρθτικι Αναγωγι. Θ μεγάλθ διαφορά ζγκειται ςτθν χριςθ ςυμβολικϊν υλικϊν αντικειμζνων (αγάλματα, πζτρεσ, βότανα, λιβάνια κ.τ.λ.). Λόγω τθσ χριςθσ τζτοιων αντικειμζνων, μερικζσ φορζσ είναι πιο εφκολθ από τισ Αναγωγζσ τθσ Αλικειασ και του Ζρωτα. Οι Κεουργοί κζτουν τουσ εαυτοφσ τουσ να ενςωματωκοφν ςτο ςφςτθμα του Σφμπαντοσ. Δείχνοντασ εμπιςτοςφνθ ςτο Κείο, κζτουν τουσ εαυτοφσ τουσ κάτω από τθν Κεία Ρρόνοια. Σφμβολα και Συνκιματα Πταν αντικείμενα μορφοποιοφνται από τισ ιερζσ ιδζεσ, όπου και αν βρίςκονται αυτζσ ςτθ φυςικι ι ψυχικι πραγματικότθτα και χρθςιμοποιοφνται ςτθν κεουργία, αποκαλοφνται
ςφμβολα και ςυνκιματα. Ζνα ςφνκθμα είναι κάτι το οποίο ςυνβρίςκεται ι ςυντίκεται πάνω ςε κάτι. Ζτςι μπορεί να είναι κάτι ρθτό ι ζνα ςθμείο, μια δζςμευςθ, ζνασ όρκοσ, μια ςυμφωνία. Το ςφνκθμα φζρνει ςε ζνωςθ δφο μζρθ. Ζτςι τα ςυνκιματα αποκαλφπτονται ςτουσ κεουργοφσ από τουσ Κεοφσ ωσ μζςα επικοινωνίασ και επίκλθςθσ των Κεϊν. Τα ςφμβολα και τα ςυνκιματα κζτουν τουσ κεουργοφσ ςε μυςτικι "κοινωνία" με το Κείο. Οι Κεουργοί, από τθν άλλθ, κα πρζπει να γνωρίηουν τθν αποκωδικοποίθςθ των ςυμβόλων και ςυνκθμάτων για να κατανοιςουν το μινυμα. Για παράδειγμα, τα φυτά ςε οράματα ι ςε ςθμεία ςυμβολίηουν, ςε κάποιεσ περιπτϊςεισ, τθν παρκενικι κατάςταςθ διότι αν φιλοςοφιςουμε αυτά, βλζπουμε ότι αναπαράγονται δίχωσ ζρωτα όπωσ τα ηϊα! Σε μφκουσ όπου Κεζσ μυρίηουν άνκθ και γεννάνε Κεοφσ (π.χ. Ιρα – Άρθσ) ςυμβολίηεται αυτι θ πλθροφορία. Με τθν ςειρά τθσ, θ παρκενία ςυμβολίηει κάτι ςυγκεκριμζνο ςτθν ανκρϊπινθ πνευματικι λειτουργία, που είναι θ αγακότθτα και θ ζλλειψθ ανάμιξθσ πνευματικϊν δυνάμεων, δλδ. ςυμβολίηει τθν πνευματικι αυτονομία. Τα ςφμβολα και τα ςυνκιματα είναι μζροσ των "κείων ςειρϊν" και αντιπροςωπεφουν τθν μορφοποίθςθ των ιδεϊν και υπάρχουν παντοφ. Αποκαλφπτονται ευκολότερα όταν ο κεουργόσ βρίςκεται ςτθν ψυχικι κατάςταςθ του "Λεροφ Ενκουςιαςμοφ". Ππωσ λζει και ο Χαλδαϊκόσ Χρθςμόσ 111, εκδόςεισ Λδεοκζατρον, ςελ 164: <<Σφμβολα γαρ πατρικόσ νόοσ ζςπειρεν κατά κόςμον οσ τα νοητά νοεί και άφραςτα κάλλη νοείται.>> Παραδείγματα Συμβόλων και Συνκθμάτων Ζνα ςφμβολο μπορεί να είναι υλαίο, για παράδειγμα κάποιο αντικείμενο. Επίςθσ, μπορεί να είναι κάποιο δζνδρο ι φυτό, για παράδειγμα το θλιοτρόπιο που γυρίηει το άνκοσ του προσ τον Ιλιο. Ι το κιννάμωμον που επίςθσ είναι ςφμβολο του Ιλιου. Επίςθσ, ςφμβολα μπορεί να είναι ηϊα, όπωσ ο πετεινόσ που καλωςορίηει τον Ιλιο. Ζνα ςφμβολο μπορεί να είναι γεωμετρικά ςχζδια που "ςκανδαλίηουν" τθν ψυχι και τθν υψϊνουν ςε ανϊτερεσ νοθτικζσ ςφαίρεσ. Αυτό ακριβϊσ τον ςκοπό ζχουν τα αγάλματα που "αγάλουν" τθν ψυχι. Άλλεσ περιπτϊςεισ ςυνκθμάτων είναι αυτζσ που επθρεάηουν (ςκανδαλίηουν, ενεργοποιοφν) τθν ψυχι, όπωσ τα ποιιματα, οι φμνοι και θ μουςικι. Αυτοφ του είδουσ ο ςκανδαλιςμόσ γίνεται εκμεταλλευόμενοσ ςυναιςκιματα όπωσ αγάπθ, δζοσ, ςυγκίνθςθ κτλ και κζτουν τον κεουργό ςτθν κατάςταςθ του ενκουςιαςμοφ. Άλλα ςφμβολα και ςυνκιματα είναι αυτά που φανερϊνονται ςτον φπνο ι ςε κατάςταςθ βακιάσ χαλάρωςθσ ι φπνωςθσ. Αυτά τα ςφμβολα προβάλλονται από τον κόςμο των ιδεϊν κατευκείαν ςτθν νόθςθ του κεουργοφ. Επίςθσ, οι κζςεισ των άςτρων και θ ερμθνεία τουσ από τθν αςτρολογία είναι είδοσ ςυμβόλων και ςυνκθμάτων από τουσ Κεοφσ, όπωσ και όλα όςα εξάγονται από μαντικζσ τζχνεσ. Ρϊσ όμωσ κάποιοσ μακαίνει τα ςφμβολα και τα ςυνκιματα ενόσ Κεοφ;
Ζνασ τρόποσ είναι θ κεολογικι φιλοςοφία. Με τον όρο αυτό εννοοφμε τθν ςκζψθ που γίνεται γφρω από ζνα αντικείμενο και κατά πόςο αυτό μπορεί να αντιςτοιχιςτεί με μια ιδιότθτα του Κεοφ. Για παράδειγμα, το φωσ είναι ζνα ςφμβολο τθσ παγκόςμιασ ψυχισ και των επιμζρουσ ψυχϊν. Ππωσ θ πθγι του φωτόσ είναι μία, αλλά οι ακτίνεσ του φωτόσ πολλζσ, ζτςι και θ παγκόςμια ψυχι είναι μία, αλλά και θ κάκε μια ανεξάρτθτθ ψυχι είναι ςαν αχτίδα φωτόσ τθσ παγκόςμιασ ψυχισ. Άλλοσ τρόποσ είναι θ μελζτθ τθσ μυκολογίασ και εφρεςθ τθσ ερμθνείασ των μφκων. Για παράδειγμα, ο μφκοσ τθσ Ρερςεφόνθσ που περνά μζροσ τθσ ηωισ τθσ ςτο Κάτω κόςμο και μζροσ τθσ ηωισ ςτον επάνω, ςυμβολίηει το "δράμα" τθσ ανκρϊπινθσ ψυχισ, που ενςαρκϊνεται και περνά μζροσ τθσ ηωισ τθσ μζςα ςε ςιμα (το ανκρϊπινο υλικό-γιινο ςϊμα) και μζροσ τθσ ηωισ τθσ ςτθν ουράνια πατρίδα κοντά ςτουσ Κεοφσ, αλλά και πάλι μετενςαρκϊνεται και καλά ο κφκλοσ κρατεί... Επίςθσ, θ Διμθτρα αλλθγορείται με τθν Κεά τθσ γεωργίασ και τθσ ςποράσ, αλλά και οι Κεοί ςαν ςπόρουσ βάηουν τισ ψυχζσ μζςα ςτα ανκρϊπινα ςϊματα ϊςτε αυτά να βλαςτιςουν και να ςφυρθλατιςουν με τον βίο τουσ τα πάκθ τθσ ψυχισ, ϊςτε να τθν κακαρίςουν και να τθν παραδϊςουν ζνα βιμα πιο τζλεια. Πταν ο κεουργόσ βρίςκεται ςτθν κατάςταςθ του ενκουςιαςμοφ, οι Κεοί αποκαλφπτουν τα ςφμβολα και τα ςυνκιματα τουσ με τθν μζκοδο του νεφματοσ και τθσ ανταπόκριςθσ. Ο κεουργόσ κα πρζπει να εφιςτά τθν προςοχι του για το αποκαλυπτόμενο νεφμα. Αυτό μπορεί να είναι οτιδιποτε, αλλά κα τραβιξει τθν προςοχι ςασ, όπωσ ζνασ κρότοσ, ζνα φφςθμα του αζρα. Οτιδιποτε κα ςασ κάνει να νοιϊςετε "κάτι ςαν νεφμα". Με το που αντιλθφκείτε το νεφμα, αμζςωσ ζρχεται αδιαλείπτωσ το επόμενο νεφμα και πάει λζγοντασ μζχρι να ολοκλθρωκεί θ αποκάλυψθ θ οποία ςασ γίνεται από τουσ Κεοφσ. Πλα αυτά γίνονται ςε εγριγορςθ ςυνείδθςθσ ι ςε βακιά χαλάρωςθ. Θ εγριγορςθ είναι αρκετά κουραςτικι μζκοδοσ ενϊ θ χαλάρωςθ, π.χ. μζςω διαλογιςμοφ ι ςτθν διάρκεια του χαλαροφ φπνου είναι πιο βολικι και δεν ταράηει το νευρικό ςφςτθμα. Ωςτόςο και οι δφο πνευματικζσ μζκοδοι είναι αρκετά κουραςτικζσ όταν κάποιοσ είναι αμάκθτοσ, γι' αυτό οι πρακτικζσ αυτζσ γίνονται ςε βάκοσ χρόνου και όχι απότομα. Θεουργικι Επίκλθςθ Είναι απαραίτθτο να ποφμε μερικά λόγια ςχετικά με τθν κεουργικι επίκλθςθ. Πταν επικαλοφμαςτε, δεν μποροφμε να διατάξουμε ι να εξαναγκάςουμε τον Κεό να εμφανιςτεί ι να μασ πραγματϊςει αυτό που κζλουμε. Ππωσ δεν μποροφμε να διατάξουμε τον ιλιο να λάμψει, δεν μποροφμε να διατάξουμε και τον Κεό. Αυτό που μποροφμε να κάνουμε είναι να ανοίξουμε τα παράκυρά μασ και να αφιςουμε να μπει το φωσ μζςα. Ζτςι και με τουσ Κεοφσ, γινόμαςτε δοχείσ των ενεργειϊν τουσ και τθσ κείασ χάρθσ τουσ. Ο κεουργόσ πριν επικαλεςτεί κάποιο Κεό, πρζπει να προετοιμαςτεί ψυχικά και ςωματικά. Αυτό περιλαμβάνει ψυχικι πεικαρχία και αγνότθτα. Αυτά επιτυγχάνονται με διάφορεσ αςκιςεισ όπωσ θ νθςτεία, θ αποχι από ςυγκεκριμζνεσ τροφζσ ι από ςεξ, αςκιςεισ υπομονισ, εγκράτειασ κτλ. Αυτζσ οι ψυχικζσ αςκιςεισ κακιςτοφν τον κεουργό ςαν ζνα δοχείο του κείου πνεφματοσ και τθσ χάρθσ και των ενεργειϊν των Κεϊν, γι' αυτό και ο κεουργόσ ονομάηεται "δοχεφσ". Με άλλα λόγια ο κεουργόσ ςυντονίηεται όςο καλφτερα μπορεί με τθν δόνθςθ του Κεοφ που επικαλείται.
Θεοσργικές εργαζίες Οι επόμενεσ εργαςίεσ είναι οι κυριότερεσ κεουργικζσ πράξεισ: 1. Τελεςτικι ι εμψφχωςθ 2. Δεςμόσ και Ζκλυςισ 3. Σφςταςισ ι Liaison 4. Αναγωγι
Τελεςτικι ι εμψφχωςθ Θ πρϊτθ κεουργικι εργαςία (πράξισ) τθν οποία κα ςυηθτιςουμε, ονομάηεται Τελεςτικι ι εμψφχωςθ και ςθμαίνει τθν τοποκζτθςθ κάποιου πνεφματοσ ςε ζνα δοχζα. Ο δοχζασ ςτθν Τελεςτικι ςυνικωσ είναι ζνα άγαλμα, ζτςι ςτα αγγλικά θ τελετι αυτι ονομάηεται "animating a statue" όπου anima είναι μια Λατινικι λζξθ για τθν ψυχι και ζτςι animation είναι θ εμψφχωςθ ενόσ αντικειμζνου. Ζτςι ο κεουργόσ ςυμμετζχει ςτθν δθμιουργικι δράςθ του Κεοφ Δθμιουργοφ, δθλαδι ςτθν εμψφχωςθ του υλικοφ κόςμου. Θ εργαςία αυτι μπορεί να γίνει για τθν κακαγίαςθ αγαλμάτων για τθν χριςθ ςε ναοφσ ι ςε ιεροφσ χϊρουσ. Επίςθσ χρθςιμοποιείται και ςτθν επικοινωνία ενόσ Κεοφ ι Δαίμονα μζςω του υλικοφ δοχζα με τον κεουργό για λόγουσ μαντικισ αλλά και για τθν δθμιουργία και κακαγίαςθ φυλακτϊν. Δεν χρειάηεται να ποφμε πωσ, δεν μποροφμε να διατάξουμε τον Κεό να ειςζλκει ςτθν φλθ. Ο κεουργόσ κα πρζπει να προετοιμάςει το άγαλμα κατάλλθλα και να το καταςτιςει δοχζα για τθν κεία δφναμθ. Αυτό γίνεται χρθςιμοποιϊντασ τα αντίςτοιχα ςφμβολα και ςυνκιματα του Κεοφ. Ρρϊτα από όλα κα πρζπει να επιλεγεί ζνα άγαλμα ι μια εικόνα τθσ κεότθτασ. Μπορεί να είναι αντί τθσ κεότθτασ κάποιο ιερό ηϊο ι φυτό ι αντικείμενο αφιερωμζνο ςτθν κεότθτα, π.χ. μια λφρα για τον Κεό Απόλλωνα. Το άγαλμα ι θ εικόνα κα πρζπει να χαραχκεί με τα μυςτικά επίκετα του Κεοφ, ι κα πρζπει να ζχει μια κοιλότθτα όπου κα φυλάςςονται ςε χαρτί γραμμζνα τα επίκετα και τα μυςτικά ονόματα του Κεοφ. Αν είναι εικόνα ι κάποιοσ πίνακασ, κα πρζπει από κάτω από τθν τοποκεςία που είναι αναρτθμζνοσ να υπάρχει ζνα κουτί ι δοχείο που κα περιζχει τα μυςτικά ονόματα και επίκετα του Κεοφ γραμμζνα ςε χαρτί. Το άγαλμα κα πρζπει κατόπιν να κυμιατιςτεί με τα κατάλλθλα αρϊματα και κυμιάματα του Κεοφ και να απαγγελκοφν αφιερωτικοί φμνοι προσ τθν κεότθτα. Επίςθσ, κα πρζπει να λθφκοφν υπ’ όψιν και αςτρολογικζσ παράμετροι για τον χρόνο τζλεςθσ τθσ κακαγίαςθσ του αγάλματοσ. Γενικά, όςα περιςςότερα ςφμβολα, ςυνκιματα και παράμετροι χρθςιμοποιθκοφν τόςο πιο πετυχθμζνθ κα είναι θ εμψφχωςθ.
Το άγαλμα κα γίνει "υπερφυςικό – numinous" όταν είναι υπό τθν ενζργεια του Κεοφ ι του Δαίμονα που επικαλοφμαςτε. Κατά τθν κακαγίαςθ, φαινόμενα φωτόσ μπορεί να εμφανιςτοφν γφρω από το άγαλμα (πυραυγι ι φωτοειδι φάςματα). Πταν ςυμβεί αυτό, θ ενζργεια (κεία δφναμισ και χάρθ) κα ενεργοποιθκεί ςτθν ψυχι του κεουργοφ και μπορεί να τον οδθγιςει ςε προφθτικά όνειρα ι κείεσ αποκαλφψεισ (κεοπαράδωτα). Αυτι είναι μια κατάλλθλθ ςτιγμι για να μάκει περαιτζρω κεουργικζσ πρακτικζσ ο κεουργόσ από τθν ίδια τθν κεότθτα. Δεςμόσ και Ζκλυςισ Με τισ εργαςίεσ του Δεςμοφ και τθσ Ζκλυςισ, ο Κεόσ ι ο Δαίμονασ καλείτε να καταλάβει προςωρινά ζναν άνκρωπο. Ο δοχζασ εδϊ πρζπει να προετοιμαςτεί κατάλλθλα ϊςτε να ςυντονιςτεί όςο γίνεται καλφτερα με τθν κεία δφναμθ. Ο Δεςμόσ είναι ζνα είδοσ τελεςτικισ εργαςίασ μόνο που θ διαφορά είναι ότι, ο δοχζασ είναι κάποιο πρόςωπο και όχι κάποιο άψυχο αντικείμενο. Ο κεουργόσ που επικαλείται τον Κεό ονομάηεται κλιτωρ ι κεαγωγόσ και το πρόςωπο που κα καταλθφκεί δοχζασ, κάτοχοσ ι κεατισ τθσ κεουργικισ εργαςίασ. Θ κατάςταςθ που βρίςκεται ο δοχζασ μετά τον Δεςμό ονομάηεται Κεοφορία. Ο κεαγωγόσ, ςε οριςμζνεσ περιπτϊςεισ, μπορεί να είναι και δοχζασ αλλά εκεί μιλάμε για αυτοδεςμό, που κα αναφερκϊ παρακάτω. Στον Δεςμό χρθςιμοποιοφνται, όπωσ και ςτθν Τελεςτικι, ςφμβολα και ςυνκιματα αλλά και φμνοι προσ τθν κεότθτα που επικαλοφμαςτε. Σκοπόσ είναι να ενεργοποιθκεί θ κεία ενζργεια μζςα ςτον κλιτωρα αλλά και ςτον δοχζα, ϊςτε να είναι δεκτικοί και οι δφο ςτθν κεία ενζργεια. Το πλεονζκτθμα ςτον Δεςμό ςε ςχζςθ με τθν Τελεςτικι είναι ότι, ο δοχζασ είναι άνκρωποσ και μπορεί να μιλιςει με τθν φωνι του πνεφματοσ που τον καταλαμβάνει. Από τθν άλλθ, το μειονζκτθμα είναι ότι θ ψυχι (το εγϊ) του δοχζα, μπορεί να αλλοιϊςει τθν κεϊκι αποκάλυψθ. Ακόμθ ςπανιότερα υπάρχει ο κίνδυνοσ ο δοχζασ να καταλθφκεί από τουσ προςωπικοφσ του Δαίμονεσ αντί του Κεοφ που επικαλζςτθκε ο κλιτωρασ. Για τον λόγο αυτό, ο κεουργόσ ςτθν τελετι του Δεςμοφ κα πρζπει να κακθςυχάςει τουσ προςωπικοφσ Δαίμονεσ και ο δοχζασ κα πρζπει να ζχει προετοιμαςτεί θκικά και ςωματικά κατάλλθλα (π.χ. νθςτεία, αςκιςεισ πεικαρχίασ, αποχι από ςεξ και από ζμψυχα κτλ) και να ζχει εξαγνιςτεί. Στθν Ζκλυςι γίνεται θ αντίςτροφθ διαδικαςία, ϊςτε ο δοχζασ να επιςτρζψει ςτθν κοινι ςυνείδθςθ. Ρριν τθν τελετι του Δεςμοφ υπάρχει θ προπαραςκευι του κεουργοφ και του δοχζα. Αυτι ςυμπεριλαμβάνει εξαγνιςμό και κάκαρςθ. Αυτοί οι ςτόχοι επιτυγχάνονται με αςκιςεισ πεικαρχίασ, όπωσ άςκθςθ ςιωπισ για κάποιο χρονικό διάςτθμα, νθςτεία, αποχι εμψφχων, εξομολόγθςθ, προςευχι. Ρριν το τελετουργικό μζροσ του Δεςμοφ, κα πρζπει και ο κεουργόσ αλλά και ο δοχζασ να κάνουν ζνα τελετουργικό λουτρό ωσ ζνδειξθ κακαρότθτασ και αγνότθτασ και να φορεκοφν κατάλλθλεσ ενδυμαςίεσ για τθν τελετι (ςυνικωσ λευκοί χιτϊνεσ) και μια ηϊνθ που φζρει τα ςφμβολα του Κεοφ. Ζπειτα εξαγνίηεται ο χϊροσ με φμνουσ και ρίψθ αλατιοφ ι καμμζνο κειάφι και ςτθ ςυνζχεια προετοιμάηεται με "ατμοφσ"
οι οποίο είναι καμμζνο κυμίαμα. Το κυμίαμα επίςθσ είναι και είδοσ προςφοράσ προσ τθν Κεότθτα. Κατά τθν τελετι, ο δοχζασ πρζπει να είναι αφοςιωμζνοσ ςτουσ "χαρακτιρεσ" τθσ Κεότθτασ και να τουσ οραματίηεται. Για να βοθκθκεί, ο δοχζασ πρζπει να αλλάξει κατάςταςθ ςυνείδθςθσ και να ςυντονιςτεί με το κείο πνεφμα που επικαλείται ο κεουργόσ. Ζνα καλό ςθμείο εςτίαςθσ είναι θ φλόγα από κερί ι ελαιόλαμπα ι θ εςτίαςθ ςε ζνα "χαρακτιρα" που ζχει γραφεί ςε ζνα κομμάτι χαρτί. Θ κατάςταςθ ςτθν οποία κα πρζπει να φτάςει ο δοχζασ είναι θ "Κεοφορία" ι "ενκουςιαςμόσ" ι "επίπνοια". Θ εργαςία τθσ Ζκλυςισ πραγματοποιείται από τον κεουργό όταν αυτόσ αντιλθφκεί ότι το κείο πνεφμα ζχει απζλκει από τον δοχζα ι όταν ο δοχζασ είναι αρκετά κουραςμζνοσ για να κρατιςει τθν "Κεοφορία" περαιτζρω. Να ξανατονιςτεί ότι δεν διατάηουμε τθν κεότθτα, αλλά τθν παρακαλοφμε και τθν επικαλοφμαςτε. Στθν Ζκλυςι γίνεται θ αντίςτροφθ διαδικαςία από τον Δεςμό. Ο κεουργόσ πρζπει να αποςυντονίςει τον δοχζα από τισ δονιςεισ τθσ κεότθτασ και να αποκαταςτιςει τθν κατάςταςθ τθσ ςυνείδθςθσ του δοχζα ςτο υλαίο πεδίο. Αυτό ςυνικωσ γίνεται με τθν λειτουργία ςωματικϊν ενεργειϊν του δοχζα παρά πνευματικϊν. Θ μουςικι και ο χορόσ μπορεί να φζρει το επικυμθτό αποτζλεςμα, αλλά και ζνα γεφμα. Συνικωσ το γεφμα που ζπαιρναν οι δοχείσ για τον λόγο αυτό ιταν ψωμί και κραςί. Το ςθμείο εςτίαςθσ επίςθσ απομακρφνεται από τον δοχζα και ςκεπάηονται τα ςφμβολα και τα αγάλματα με λινά υφάςματα για να μθν επθρεάηουν άλλο τον δοχζα. Επίςθσ ςταματάει το κυμιάτιςμα και πρζπει να ειςζλκει κακαρόσ αζρασ ςτον χϊρο και τα κεριά ςβινονται. Θ εργαςία τθσ Ζκλυςισ παρατείνεται όςο ο κεουργόσ αντιλαμβάνεται ότι ο δοχζασ δεν ζχει αποδεςμευτεί από τον κείο ζλεγχο. Για τον λόγο αυτό, ο κεουργόσ κα πρζπει να προςζχει για ςθμάδια από τον δοχζα που κα φανερϊνουν μια τζτοια κατάςταςθ. Αυτοδεςμόσ Ππωσ ειπϊκθκε προθγουμζνωσ ο δοχζασ και ο κεαγωγόσ μπορεί να είναι το ίδιο πρόςωπο. Αυτι θ εργαςία ονομάηεται Αυτοδεςμόσ. Καταρχάσ, από τθν ςτιγμι που δράτε ςε δφο ρόλουσ κα πρζπει να είςτε ταυτόχρονα ενεργθτικοί και πακθτικοί. Συγκεντρωκείτε ςτα ςφμβολα τθσ κεότθτασ και αφεκείτε ςτο αίςκθμα του ενκουςιαςμοφ. Θ δυςκολία τθσ εργαςίασ αυτισ ζγκειται ςτο γεγονόσ ότι ο κεουργόσ μπορεί να "κολλιςει" ςτθν αλλαγμζνθ ςυνειδθςιακι κατάςταςθ και να εξουκενωκεί, από τθν ςτιγμι που δεν μποροφμε να αντζξουμε τθν "Κεοφορία" για μεγάλο χρονικό διάςτθμα. Αν ςυμβεί κάτι τζτοιο, ο κεουργόσ κα χάςει τισ αιςκιςεισ του και το πολφ-πολφ να αποκοιμθκεί. Βαςικι εργαςία του Αυτοδεςμοφ είναι και θ επιςτροφι ςτο υλαίο επίπεδο. Για να γίνει κάτι τζτοιο αςχολθκείτε περιςςότερο με τα του ςϊματοσ, όπωσ περιγράφονται ςτθν εργαςία τθσ Ζκλυςισ.
Βαςικζσ εργαςίεσ του Αυτοδεςμοφ είναι αυτζσ τθσ "προόδου" και τθσ "επιςτροφισ", όπωσ περιγράφονται ςτισ Εννεάδεσ του Ρλωτίνου. Σφςταςισ ι Liaison Θ εργαςία τθσ Σφςταςθσ είναι θ ςυνάντθςθ ι θ ςυνφπαρξθ ςτο ίδιο κοςμικό επίπεδο του κεουργοφ και ενόσ πνευματικοφ όντοσ, που μπορεί να είναι ζνασ Δαίμονασ ι ζνασ Κεόσ. Θ εργαςία τθσ Σφςταςθσ εκτελείται για να επιφζρει μια "φιλία" ι μια "ςυνεργαςία" του πνευματικοφ όντοσ και του κεουργοφ. Με τθν Σφςταςθ μπορείτε να τεκείτε υπό τθν προςταςία και τθν κακοδιγθςθ ενόσ Κεοφ. Πταν γίνει αυτό, ο Κεόσ αποκαλείται "Ράρεδροσ" (αυτόσ που βρίςκεται δίπλα). Θ διαδικαςία τθσ Σφςταςθσ περιλαμβάνει εξαγνιςμό του χϊρου, αλλά και προετοιμαςία του κεουργοφ με πνευματικζσ αςκιςεισ. Και οι δφο τεχνικζσ ζχουν αναφερκεί ςτισ προθγοφμενεσ εργαςίεσ. Σφςταςισ με προςωπικοφσ Δαίμονεσ Πλοι μασ ζχουμε προςωπικοφσ Δαίμονεσ οι οποίοι ςυνδζονται με τθν ηωι μασ και ίςωσ και ςτισ μετενςαρκϊςεισ μασ. Για παράδειγμα, ζχουμε ζναν Φφλακα Δαίμονα ι Ρροςωπικό Δαίμονα (ιδίοσ Δαίμων), ο οποίοσ μεςολαβεί μεταξφ εμάσ και του Κεοφ ςτου οποίου τθν ςειρά βριςκόμαςτε. Επίςθσ, ο Φφλακασ Δαίμονασ μασ ςυμβουλεφει και μασ κακοδθγεί βάςει του πεπρωμζνου μασ. Ππωσ και να ζχει, θ ςυνεργαςία με τουσ προςωπικοφσ Δαίμονεσ κα οδθγιςει ςε μια πιο βελτιωμζνθ ηωι. Για τον λόγο αυτό, κρίνεται απαραίτθτθ θ Σφςταςισ με τουσ προςωπικοφσ Δαίμονεσ (Σφςταςισ ιδίου Δαίμονοσ). Ζνασ άλλοσ προςωπικόσ Δαίμονασ είναι ο Κακόσ Δαίμων, ο οποίοσ κρατάει όλα τα χαμζνα κομμάτια τθσ ψυχισ και του εγϊ μασ. Αυτά είναι οτιδιποτε, ςυνειδθτά ι υποςυνείδθτα, κεωρείται "κακό" και το απορρίπτετε, όπωσ αυτά διαμορφϊνονται από τθν οικογενειακι ι πολιτιςτικι επιρροι του κοινωνικοφ περιβάλλοντοσ. Ο Κακόσ Δαίμων δεν είναι το απόλυτο κακό όπωσ π.χ. ο Χριςτιανικόσ Σατανάσ, οφτε είναι ο ίδιοσ κακόσ. Απλά ονομάηεται κακόσ γιατί μαηεφει ότι εςείσ κεωρείται "κακό". Μια άλλθ ονομαςία του είναι "Δοκιμαςτισ" γιατί δοκιμάηει θκικά και πνευματικά τθν ψυχι, αν ζχει εξελιχκεί και ζχει τεκεί πάνω από ό,τι νομίηεται καλό ι κακό. Αυτό γίνεται ςτθν εργαςία τθσ Αναγωγισ ςτο Εν, πριν θ ψυχι ενωκεί με κάποιο πνευματικό ον (Κεό) και αποτελεί είδοσ κακαρμοφ όταν θ δοκιμαςία ξεπερνιζται. Οι προςωπικοί Δαίμονεσ μπορεί να καταλάβουν τόςο άψυχα αντικείμενα όςο και ζμψυχα π.χ. ανκρϊπουσ που ςυναναςτρζφεςτε, για να ςασ δοκιμάςουν. Θ ςυνάντθςθ με τον Κακό Δαίμονα είναι το τελευταίο πράγμα που κάποιοσ κα επικυμοφςε αλλά αν γίνει Σφςταςθ του Κακοφ Δαίμονοσ, τότε κα μπορείτε να τον αναγνωρίηετε και όποτε κα ςασ δοκιμάηει και κα μπορείτε να τον ξεπερνάτε.
Επίςθσ, καλό είναι να γνωρίηετε ότι οι προςωπικοί Δαίμονεσ δεν εξορκίηονται και άρα δεν μποροφν να αποφευχκοφν. Το μόνο που μπορεί να γίνει είναι να τουσ καλζςετε για
αναγνϊριςθ και να μάκετε τι δοκιμαςίεσ κα ςασ βάλουν, ϊςτε να τισ ξεπερνάτε και να μαηεφετε τα χαμζνα κομμάτια τθσ ψυχισ ςασ (τισ ενζργειεσ που ςασ λείπουν για τθν ολοκλιρωςθ και τθν πλιρθ τελειότθτα). Στθ Σφςταςθ με τουσ προςωπικοφσ Δαίμονεσ δεν κα πρζπει να εγκαταλείπεται θ προςωπικι αυτονομία και θ θκικι, οφτε να πράττουμε ό,τι μασ λζνε οι Δαίμονεσ. Κάκετι κα πρζπει να φιλτράρεται από τθν λογικι και τθν διαίςκθςι μασ προτοφ ενεργιςουμε. Θεουργικι Αναγωγι Τϊρα ερχόμαςτε ςτθν τελευταία και πιο προχωρθμζνθ κεουργικι εργαςία, τθν κεουργικι Αναγωγι ι αλλιϊσ Λερατικι Αναγωγι. Θ περιγραφι τθσ μοιάηει με αυτιν του Δεςμοφ και τθσ Ζκλυςισ, ωςτόςο εδϊ υπάρχει μια διαφορά. Στθν αναγωγι δεν βιϊνεται ο Κεόσ ωσ άλλθ οντότθτα, αλλά το πνεφμα του Τετελεςμζνου ενϊνεται με τθν Κεότθτα. Σε αυτι τθν περίπτωςθ δεν μιλάμε για "κεοφορία" ι "ενκουςιαςμό" αλλά για κζωςθ. Θ κεουργικι αναγωγι ςαν ςκοπό ζχει τθν ςυνειδθτι ζνωςθ του πνεφματοσ του Τετελεςμζνου με κάποιο Κεό ι Δαίμονα. Αυτό περιλαμβάνει τόςο κατϊτερουσ Δαίμονεσ όςο και το Εν. Με τθν ζνωςθ με το Κεό βιϊνεται θ ιερότθτα του προςωπικοφ πνεφματοσ που φζρει ο άνκρωποσ και ζτςι τίκεται ςε αρμονία με τθν κεία πρόνοια. Θ ςυνειδθτοποιθμζνθ ςυμμετοχι ςτθν κεία πρόνοια δίνει νζα ερμθνεία ςτθν ηωι του ανκρϊπου που βιϊνει τθν ζνωςθ. Σε αντιδιαςτολι με τισ άλλεσ αναγωγζσ (Ερωτικι, Κεωρθτικι) που είναι πιο νοθτικζσ και πιο δφςκολεσ να επιτευχκεί αλλαγι τθσ κατάςταςθσ τθσ ςυνείδθςθσ, θ κεουργικι αναγωγι επειδι χρθςιμοποιεί υλικά μζςα (ςφμβολα, κυμίαμα, αγάλματα) για τθν αλλαγι τθσ ςυνείδθςθσ, μπορεί να κεωρθκεί λίγο πιο εφκολθ. Οι Ρυκαγόρειοι ονομάηανε τθν εικόνα – προβολι του Ενόσ ςτο υλαίο επίπεδο "Άνκοσ πάςθσ τθσ ψυχισ" και εννοοφςαν το πνεφμα που ζχει κάκε άνκρωποσ. Κάκε άνκρωποσ είναι τριπλι οντότθτα: πνεφμα (εικόνα του Ενόσ), ψυχι και φλθ. Υποςυνείδθτα, θ ζνωςθ με το Εν γίνεται μζςω του πνεφματόσ μασ αλλά εδϊ, ςτθν κεουργικι αναγωγι, ςκοπόσ είναι να γίνει ενςυνείδθτθ θ ζνωςθ αυτι. Στθν ουςία, αυτό που γίνεται είναι αλλαγι του επιπζδου τθσ ςυνείδθςθσ και ςυντονιςμόσ αυτισ με τισ δονιςεισ μιασ Κεότθτασ ι του Ενόσ. Αυτό το βίωμα τθσ αλλαγισ τθσ ςυνείδθςθσ ονομάηεται "διζλευςθ μζςω των κοςμικϊν ςφαιρϊν", υλαία ςφαίρα (επίπεδο φλθσ ανκρϊπων, ηϊων, φυτϊν), αικερικι ςφαίρα (επίπεδο Δαιμόνων, ψυχϊν, Κεϊν) και ζμπυρθ ςφαίρα (επίπεδο του Ενόσ). Μερικοί ςτο ζμπυρο επίπεδο τοποκετοφν τουσ Κεοφσ ενϊ άλλοι μόνο το Εν. Εγϊ προςωπικά είμαι τθσ δεφτερθσ γνϊμθσ. όπωσ αυτό προκφπτει από τον διάλογο του Ρλάτωνα "Ραρμενίδθ": Πλοσ ο "Κόςμοσ" διζπεται από μια τριπλι ενζργεια του Ενόσ. Αυτι είναι θ πρόοδοσ (εκπόρευςθ ενζργειασ – δφναμθσ), μονι ι ςτάςθ (θ μονιμότθτα τθσ ενζργειασ ςε κάποιο επίπεδο ιςχφοσ δθμιουργϊντασ άλλα όντα υπό-ςτάςεισ) και θ επιςτροφι (επιςτροφι τθσ ενζργειασ ςτο Εν με τθν νοθτικι διαδικαςία κάκε όντοσ). Θ κεουργικι αναγωγι είναι μια εργαςία που αποςκοπεί ςτθν επιςτροφι του προςωπικοφ μασ πνεφματοσ ςτθν πθγι του, ςτο Εν. Βζβαια δεν είναι ςίγουρο πωσ κάκε κεουργικι
αναγωγι φτάνει μζχρι το Εν. Mπορεί να ςταματιςει ςε πιο κατϊτερθ πνευματικι οντότθτα του Ενόσ, όπωσ κάποιοσ Δαίμονασ ι Κεόσ. Θ κεουργικι αναγωγι ζχει μια τελετι ςυμβολικοφ κανάτου. Ρριν περιγράψουμε τθν πράξθ τθσ κεουργικισ αναγωγισ, πρζπει να ειπωκεί ότι είναι μια ςυνεργαςία μεταξφ ανκρϊπου που ανάγεται και ονομάηεται "Τετελεςμζνοσ" και του κεουργοφ που βοθκά τον τετελεςμζνο και ονομάηεται "Τελεςιουργόσ". Μερικζσ φορζσ ο Τελεςιουργόσ είναι ο ίδιοσ και Τετελεςμζνοσ, αλλά ςπάνιεσ φορζσ, αφοφ είναι πολφ δφςκολθ περίπτωςθ εργαςίασ. Βιμα 1: Κακαρμόσ και προςταςία Ρροπαραςκευαςτικά, πριν τθν αναγωγι, εκτελείται θ κάκαρςθ τθσ ψυχισ, του οχιματόσ τθσ και του ςϊματοσ. Ο βαςικόσ ςτόχοσ είναι να προετοιμαςτεί ο τετελεςμζνοσ όςο γίνεται καλφτερα και να γίνει όςο πιο όμοιοσ προσ τον Κεό. Αυτό ςθμαίνει ότι πρζπει να γίνει "αγακόσ", αφοφ πασ Κεόσ αγακόσ κατά τουσ Ρλατωνιςτζσ. Για να επιτευχκεί θ κάκαρςθ γίνεται αςκθτικι προετοιμαςία. Ο τετελεςμζνοσ πρζπει να αναπτφξει πρϊτα ιςχυρι κζλθςθ. Αυτό επιτυγχάνεται απζχοντασ από κάκε ςεξουαλικι πράξθ για ζνα μεγάλο χρονικό διάςτθμα. Θ λίμπιντο (ερωτικι επικυμία) που κα "χτίςει" ο τετελεςμζνοσ κα πρζπει να μεταμορφωκεί ςε ζντονθ επικυμία για τθν ψυχι και το πνεφμα και όχι για τθν λαγνεία του ςϊματοσ. Αυτόσ ο τρόποσ ςκζψθσ (ζντονθ επικυμία για ψυχι και πνεφμα) δονεί τθν ψυχι του τετελεςμζνου ςε υψθλζσ δονιςεισ κοντά ςε ανϊτερουσ Δαίμονεσ και Κεοφσ, και αυτόσ είναι ο ςκοπόσ. Μια άλλθ αςκθτικι πρακτικι που μπορεί να εφαρμοςτεί είναι θ αποχι εμψφχων και θ νθςτεία. Με αυτό τον τρόπο γίνεται κάκαρςθ τθσ ψυχισ από δονιςεισ χαμθλζσ όπωσ φόνοσ ηϊων κτλ, αλλά και "χτίςιμο" τθσ κζλθςθσ του "εγϊ". Το τρίτο ςτάδιο περιζχει τθν "εξομολόγθςθ". Πταν ο τετελεςμζνοσ ανεβαίνει τισ κοςμικζσ ςφαίρεσ μπορεί να ζρκει ςε επαφι με τον Κακό Δαίμονά του και να εγκλωβιςτεί ςτισ δοκιμαςίεσ του. Για να αποφευχκεί αυτό, ο τετελεςμζνοσ με τθν εξομολόγθςθ αποβάλει από το υποςυνείδθτό του με τρόπο ςυνειδθτό ό,τι πράξθ τον "βαρφνει" και κα τον ζκετε ςε μια περιοριςμζνθ ςυνειδθςιακι αντίλθψθ, με αποτζλεςμα να "κολλιςει" ςε μια κοςμικι ςφαίρα και να μθν προχωριςει ςτθν αναγωγι του. Τζταρτο ςτάδιο είναι θ μυςτικι εκφϊνθςθ ενόσ είδουσ προςευχισ που δρα ςαν αυκυποβολι. Αυτι θ προπαραςκευαςτικι μζκοδοσ προετοιμάηει το υποςυνείδθτο του τετελεςμζνου για τθν κεουργικι αναγωγι. Για να επιτευχκεί αυτι θ προςευχι, απαιτείται ζνα ςθμείο εςτίαςθσ, όπωσ ζνα αντικείμενο που κα κρατάτε ςτα χζρια ςασ, όπωσ ζνα δαχτυλίδι και κάκε φορά που κα λζτε τθν προςευχι κα περιςτρζφετε μια φορά το δαχτυλίδι κτλ. Θ προςευχι κα πρζπει να είναι λιτι και ςφντομθ και γεμάτθ περιεχόμενο, κατάλλθλθ να διαμορφϊςει το υποςυνείδθτο του αςκθτι. Κατάλλθλεσ τζτοιεσ προςευχζσ είναι θ πλιρθσ παράδοςθ ςτθν επιρροι τθσ κεότθτασ ι θ εξάλειψθ φόβων. Ρολλοί φοβοφνται ότι οι Δαίμονεσ είναι κακοί και κζλουν το κακό των ανκρϊπων. Για τθν εξάλειψθ αυτισ τθσ φοβίασ, μια προςευχι κα μποροφςε να είναι "Ρασ Κεόσ και Δαίμων αγακόσ εςτί". Γενικά θ προετοιμαςία για τθν κεουργικι
αναγωγι δεν είναι μια διαδικαςία που επιτυγχάνεται ςε μια νφχτα, αλλά απαιτεί μεγάλο χρονικό διάςτθμα ίςωσ και χρόνια αςκθτικισ ηωισ.< Πταν ο τετελεςμζνοσ είναι ζτοιμοσ για τθν κεουργικι αναγωγι, κάνει ζνα τελετουργικό λουτρό που ςυμβολίηει τθν αγνότθτα και κάκαρςθ τθσ ψυχισ και του ςϊματοσ. Ζπειτα ντφνεται ζνα λευκό χιτϊνα (χιτϊν τερμιόεισ). Τελετουργικά, ο τετελεςμζνοσ αλείφεται με λάδι και άλλα αρϊματα και καίγεται κυμίαμα για προςφορά ςτον Κεό. Θ χριςθ ςυνκθμάτων και ςυμβόλων και εδϊ είναι απαραίτθτθ. Φμνοι απαγγζλλονται και επικαλείται θ Κεότθτα για αρωγι ςτθν κεουργικι αναγωγι. Ρολλζσ φορζσ απαγγζλλονται επωδζσ που ονομάηονται "αποτρόπαια". Τα "αποτρόπαια" ζχουν ςαν ςκοπό να απομακρφνουν του υλαίουσ Δαίμονεσ, γιατί αυτοί εμποδίηουν τθν αναγωγι του πνεφματοσ ςτισ κοςμικζσ ςφαίρεσ. Οι υλαίοι Δαίμονεσ ςαν ςκοπό ζχουν τθν ενςωμάτωςθ ιδεϊν από τον Ρρϊτο Νου ςτο υλαίο επίπεδο και είναι μζροσ τθσ προόδου τθσ κείασ δφναμθσ. Από τθν άλλθ, θ κεουργικι αναγωγι είναι μζροσ τθσ επιςτροφισ του πνεφματοσ πίςω ςτο Εν. Είναι ςαν να είςτε μζςα ςε ζνα ποτάμι και να προςπακείτε να πάτε κόντρα ςτθν ροι του. Οι "αποτρόπαιεσ" επωδζσ ζχουν ςαν ςκοπό να απομακρφνουν του υλαίουσ Δαίμονεσ από τθν ροι τθσ επιςτροφισ ςασ πίςω ςτο Εν και ζτςι θ αναγωγι να είναι ευκολότερθ. Οι υλαίοι Δαίμονεσ επίςθσ ονομάηονται "Σκφλοι τθσ Εκάτθσ", όπωσ αναφζρουν τα Χαλδαϊκά Λόγια. Ενϊ οι υλαίοι Δαίμονεσ είναι μζροσ τθσ προόδου τθσ κείασ Δφναμθσ, οι Ιρωεσ είναι μζροσ τθσ επιςτροφισ. Ζτςι αν επικαλεςτοφμε ζναν Ιρωα για Ράρεδρο, θ αναγωγι μασ κα είναι ευκολότερθ. Βιμα 2: Συμβολικόσ κάνατοσ και Διάλυςθ Το επόμενο βιμα είναι ζνασ ςυμβολικόσ κάνατοσ που ονομάηεται "Κάνατοσ αυκαίρετοσ". Ακολουκεί ςυμβολικι κθδεία και ενταφιαςμόσ. Θ διαδικαςία προζρχεται από μια εςωτεριςτικι ερμθνεία τθσ κθδείασ του Ράτροκλου ςτθν Λλιάδα (XVIII.343-53): <<…τον λοφςαν ζπειτα, τον άλειψαν με μυρωμζνο λάδι,και με αλοιφή ωσ απάνω εννιάχρονη γζμιςαν τισ πληγζσ του. Μετά ςε ςτρϊμα τον εξάπλωςαν, ψιλό ςεντόνι ρίχνουν, κι ακζριο από κορφήσ τον ςκζπαςαν, και μια αντρομίδα απάνω κι ολονυχτίσ θρηνοφςαν ζπειτα τον Πάτροκλο με βόγγουσ>> Οι τελεςιουργοί απλϊνουν ζνα νεκρικό φφαςμα ςε μια κλίνθ όπου πάνω κα ξαπλϊςει ο τετελεςμζνοσ. Τα πόδια του πρζπει να βλζπουν προσ τθν ανατολι, όπου κεωρείται θ "ζξοδοσ" των ψυχϊν ςτον Άδθ. Για τθν "πρόκεςθ", ο τετελεςμζνοσ ξαπλϊνει πάνω ςτο νεκρικό φφαςμα ζχοντασ ζνα μαξιλάρι κάτω από το κεφάλι του. Οι τελεςιουργοί απλϊνουν πάνω από τον τετελεςμζνο τον "κόςμο" (ζνα λευκό μανδφα που ςυμβολίηει τθν "Μθτζρα Γθ" όπου αυτι δζχεται ςτα ςπλάχνα τθσ τον ενταφιαςμζνο). Οι βοθκοί τοποκετοφνται γφρω από τθν κλίνθ και ο κεουργόσ βρίςκεται ςτθ κεφαλι του τετελεςμζνου. Πταν ο τετελεςμζνοσ είναι ζτοιμοσ για τθν ςυμβολικι ταφι, τοποκετείται πάνω από το πρόςωπό του ο λευκόσ μανδφασ. Ζπειτα ακολουκοφν τα "Ανακαλυπτίρια", ςτα οποία ο κεουργόσ ξεςκεπάηει το πρόςωπο του τετελεςμζνου. Θ κεφαλι του τετελεςμζνου ξεςκεπάηεται γιατί είναι θ κατοικία του
ακάνατου νου, ο οποίοσ βρίςκεται ςτο ςφαιρικό κρανίο, όπωσ ο Λερόσ Ρρϊτοσ Νουσ βρίςκεται ςτθν Ζμπυρθ ςφαίρα. Για τον "ενταφιαςμό" οι τελεςιουργοί επιςτρζφουν και μζνουν ακίνθτοι ςτισ κζςεισ τουσ γφρω από τθν κλίνθ. Ο κεουργόσ ςυμβολικά κάβει τον τετελεςμζνο, ρίχνοντασ τρεισ χοφφτεσ χϊμα πάνω ςτον λευκό μανδφα. Το χϊμα εμποδίηει τθν "μόλυνςθ" των ιερϊν πεδίων από το ςϊμα του τετελεςμζνου και επιτρζπει τθν διάλυςθ και αποχωριςμό τθσ ψυχισ του από το ςϊμα. Στθν ςυνζχεια είναι μια πολφ ςθμαντικι εργαςία που ονομάηεται "Αναπνοι και ψυχισ ζξωςθσ". Ο κεουργόσ κρατάει ςτα χζρια του το κεφάλι του τετελεςμζνου με τα δφο του χζρια και επικαλείται τουσ Κεοφσ να βοθκιςουν ςτθν ζξοδο τθσ ψυχισ του τετελεςμζνου. Κατόπιν ο κεουργόσ υποδεικνφει ςτουσ βοθκοφσ να κωρακιςτοφν με το "θχοφμενο φωσ" και τθν "τριπάνοπλθ δφναμθ" και να προετοιμαςτοφν να ανζβουν τα ιερά πεδία. Στθ ςυνζχεια, αρχίηει να καλεί τθν ψυχι του τετελεςμζνου, επικαλοφμενοσ τθν τριπάνοπλθ δφναμθ, τον κείο ςπινκιρα τθσ Νόθςθσ του Ενόσ, που υπάρχει μζςα μασ και το αποκαλοφμε πνεφμα, τθν προβολι του Ενόσ ςτθν ψυχι του ανκρϊπου που ονομάηεται Άνκοσ τθσ ψυχισ. Ρροτρζπει τον τετελεςμζνο να οραματιςτεί αλλά και να βιϊςει τθν «ζνδυςθ» τθσ ψυχισ του με φωτεινό μανδφα και να ςκαρφαλϊςει ςτθν ζμπυρθ ςφαίρα. Βιμα 3: Ανάβαςθ διαμζςω των ςφαιρϊν Μετά από μια φάςθ χαλάρωςθσ, ο τετελεςμζνοσ μπορεί να βιϊςει τθν αντενζργεια των Υλαίων Δαιμόνων. Με ςυγκζντρωςθ ςτα ςυνκιματα και με τθν βοικεια του Ράρεδρου Ιρωα, ο τετελεςμζνοσ μπορεί να προςπεράςει τισ αντενζργειεσ. Μια άλλθ δυςκολία που μπορεί να ςυναντιςει είναι οι δοκιμαςίεσ από τον Κακό Δαίμονα. Ο Κακόσ Δαίμονασ κα προβάλλει ςτθν ψυχι του τετελεςμζνου κάκε απόρριψι τθσ, δθμιουργϊντασ ζτςι ζνα αίςκθμα δυςφορίασ και ενοχισ. Πςο πιο πετυχθμζνθ ιταν θ κάκαρςθ ςτο προπαραςκευαςτικό ςτάδιο και ιδιαίτερα θ εξομολόγθςθ, τόςο λιγότερθ κα είναι θ επιρροι του Κακοφ Δαίμονα. Εδϊ ο τετελεςμζνοσ κα πρζπει να απεγκλωβιςτεί από τθν "νοθτικι φυλακι" του Κακοφ Δαίμονα και να προχωριςει ςτθν ανάβαςι του. Για να το κάνει αυτό, κα πρζπει να αποδεχτεί το λάκοσ του και να υποςχεκεί ότι κα επανορκϊςει ςε αυτιν ι ςε μελλοντικι ηωι. Αν δεν το κάνει αυτό, κα εγκλωβιςτεί ςτα ςυναιςκιματα ενοχισ και δυςφορίασ και κα διακοπεί θ κεουργικι αναγωγι. Κακϊσ θ ανάβαςθ προχωράει, ο τετελεςμζνοσ ςε κάκε όραμά του ενϊνεται με μικροφσ Κεοφσ και Δαίμονεσ ςτθν αρχι και προχωράει όςο διαρκεί θ αναγωγι πιο πολφ, ςε δυςκολότερεσ ενϊςεισ και δοκιμαςίεσ από τον Κακό Δαίμονα. Τελικόσ ςκοπόσ είναι να ενωκεί ο τετελεςμζνοσ με το Εν. Ο Κακόσ Δαίμονασ ςε κάκε ψυχικι αποςυμφόρθςθ μεταβάλει μζροσ του ςε κεία ενζργεια του Φφλακα Δαίμονα (αφοφ οι φοβίεσ ξεπερνιοφνται και μετατρζπονται ςε κείεσ ςυμβουλζσ και μακιματα "ηωισ"). Ο Κακόσ Δαίμονασ κα ςασ ακολουκεί ςε όλθ τθν διαδικαςία τθσ αναγωγισ μζχρι το Εν. Μοναδικόσ τρόποσ να απαλλαγείτε από αυτόν είναι να τον αποδεχτείτε και να ενωκείτε μαηί του, αλλά ταυτόχρονα και με το Εν (κυμάςτε ότι το Εν εςωκλείει όλεσ τισ υποςτάςεισ με τρόπο μυςτικό). Αυτι θ ζνωςθ είναι θ μζγιςτθ απόδειξθ "αγάπθσ" του εαυτοφ ςασ που είχατε απαρνθκεί τόςο καιρό και ζτςι, τόςο το ατομικό πνεφμα όςο και ο Κακόσ Δαίμονασ
μετατρζπονται ςε κεία ενζργεια του Ενόσ. Με άλλα λόγια είναι θ απόδειξθ τθσ μθ εναντίωςθσ ςε καμία φπαρξθ, οφτε προσ τον Κακό Δαίμονα. Αλλιϊσ είναι θ απόδειξθ τθσ πλιρουσ αποδοχισ τθσ αγάπθσ όπωσ αναφζρεται ςτουσ "Ρλατωνικοφσ Προυσ". Κατά τθν αναγωγι, ο τετελεςμζνοσ "κυςιάηει" μζρθ από τθν ψυχι του λαμβάνοντασ νζα ωσ κείο δϊρο. Τα πρϊτα μζρθ που αφινονται είναι το κυμικό και το επικυμθτικό. Το λογικό παραμζνει αφοφ περικλείει το κείο ςπινκιρα ι αλλιϊσ τθν προβολι του Ενόσ ςτο υλαίο επίπεδο, το ατομικό πνεφμα μασ. Κάκε κομμάτι τθσ ψυχισ που κυςιάηεται αντικαταςτείται με ζνα νζο πιο εξευγενιςμζνο. Βιμα 4: Ζνωςισ Το βίωμα τθσ ζνωςθσ δεν μπορεί να περιγραφεί αφοφ είναι πζρα από κάκε ςυλλογιςτικι διαδικαςία. Βιμα 5: Κατάβαςισ Ο τετελεςμζνοσ δεν μπορεί να μείνει για μεγάλο χρονικό διάςτθμα ςτθν κατάςταςθ τθσ "Ζνωςθσ" και γι' αυτό αρχίηει να κατζρχεται τα κοςμικά επίπεδα και να αποκτά νζα μζρθ ςτθν ψυχι του, πιο εξευγενιςμζνα. Υπάρχει θ περίπτωςθ, ο τετελεςμζνοσ να κατζρχεται ςε κάποιο επίπεδο μιασ κοςμικισ ςφαίρασ π.χ. ςε κάποιο επίπεδο του Αικζριου πεδίου, να "ξαποςταίνει" και να επανζρχεται ςτθν ανάβαςθ ξανά ςτο Εν. Αυτι θ τελευταία ενζργεια μπορεί να κρατιςει αρκετό χρονικό διάςτθμα με κατάλλθλθ πνευματικι άςκθςθ. Ο κεουργόσ μόλισ καταλάβει ότι ο τετελεςμζνοσ εκτελεί τθν κατάβαςθ, τον βοθκά με κατάλλθλεσ ωδζσ και φμνουσ. Εδϊ πάρεδροσ μπορεί να είναι κάποιοσ υλαίοσ Δαίμονασ. Μόλισ τελειϊςει θ κατάβαςισ και ο τετελεςμζνοσ ανακτιςει τισ αιςκιςεισ του, εκτελείται ο απενταφιαςμόσ, το λευκό πζπλο αφαιρείται και οι βοθκοί υποδζχονται το τετελεςμζνο με χαροφμενουσ φμνουσ και επωδζσ. Θ ψυχι του τετελεςμζνου από εδϊ και πζρα ζχει "ρίηεσ" ςτο Εν και ζχει μεταμορφϊςει τον τετελεςμζνο ςε "κείο ανιρ" ι αλλιϊσ "άχραντοσ".
Ο Λόγοσ Ο Λόγοσ ωσ αρχαία λζξθ ζχει τισ εξισ ερμθνείεσ:
ζκφραςθ προφορικι, ι ομιλία λογικι αίτιο
Στθν φιλοςοφία που ερευνάται θ ςειρά και θ φπαρξθ των αιτίων τθσ φπαρξθσ, υπάρχει πάντα αυτό που αναφζρεται ωσ το Ρρϊτο Αίτιο το οποίο είναι υπεφκυνο για όλθ τθν φπαρξθ, τόςο τθν πνευματικι όςο και τθν υλικι. Αυτό το Ρρϊτο Αίτιο ςτθν κεολογία αλλά και φιλοςοφία ονομάηεται ωσ Αρχι ι ωσ Λόγοσ, εννοϊντασ τθν Αρχι τθσ υπάρξεωσ. Επίςθσ θ ίδια λζξθ ςθμαίνει και λογικι, δθλαδι τθν δφναμθ τθσ διανόθςθσ. Ωσ είδοσ ςκζψθσ, θ λογικι είναι το καλφτερο είδοσ, αφοφ με αυτιν λαμβάνονται οι ορκζσ αποφάςεισ και ζτςι μζςω τθσ ςκζψθσ ο άνκρωποσ θγείται του εαυτοφ του. Άρα θ λογικι άρχει τθν οντότθτα.
Αν αυτό το αναλογιςτοφμε για το Ρρϊτο Ον ι τθν Ρρϊτθ Αρχι, δθλαδι τον Κεό, και ο Κεόσ με μια τζτοια ενζργεια θγείται όλθ τθν φπαρξθ και θ φπαρξθ είναι τόςο θ Ρρϊτθ Αρχι δθλαδι ο ίδιοσ ο Κεόσ όςο και ότι είναι παράγωγο αυτοφ του αιτίου. Εδϊ θ λζξθ φπαρξθ δείχνει αυτό που είναι υπό τθσ αρχισ. Αρχι είναι ο Κεόσ ωσ Ρρϊτο Αίτιο και φπαρξθ αυτό που είναι υπό Αυτοφ. Ζτςι θ λζξθ "φπαρξθ" δεν ςυμπεριλαμβάνει τθν πρϊτθ Αρχι. Για χάριν του λόγου και των νοθμάτων, χρθςιμοποιϊ τθν λζξθ "φπαρξθ" και για τθν Ρρϊτθ Αρχι, εννοϊντασ το Ον, δθλαδι αυτό που "Είναι". Ζτςι το ορκότερο είναι να ποφμε ότι θ Ρρϊτθ Αρχι και θ φπαρξθ είναι το "Ον". Ζτςι, ο Κείοσ Λόγοσ ςθμαίνει ταυτόχρονα και πρϊτο αίτιο και κεία ςκζψθ ωσ λογικι. Θ τρίτθ ζννοια τθσ λζξεωσ λόγοσ είναι θ προφορικι ζκφραςθ. Εδϊ ωσ προφορικι ζκφραςθ εννοείται θ ομιλία. Μποροφμε να δοφμε τθν λογικι ωσ ζνα είδοσ εςωτερικισ ομιλίασ και τον προφορικό λόγο ωσ ζνα είδοσ εξωτερικισ ομιλίασ με ιχουσ. Θ ςυνθκιςμζνθ χριςθ τθσ ομιλίασ είναι για τθν επικοινωνία μεταξφ των ανκρϊπων. Ο λόγοσ όμωσ ςτθν κεουργία μπορεί να χρθςιμοποιθκεί για τθν μεταβολή του πεδίου του γίγνεςθαι. Στθν κεουργία, θ ςκζψθ των Κεϊν ωσ Λόγοσ προβάλλεται ςτο δικό μασ πεδίο ωσ ανκρϊπινθ λογικι και νοιματα. Εμείσ οι άνκρωποι από τα νοιματα παράγουμε τισ λζξεισ. Στθν κεουργία όμωσ οι λζξεισ και τα νοιματα είναι προβολζσ τθσ ςκζψθσ των Κεϊν και μποροφν να χρθςιμοποιθκοφν ωσ αναφορζσ και ςυνδζςεισ προσ τθν Κεότθτα που τισ παράγει. Ζτςι ο κεουργόσ μπορεί να επικαλεςτεί ζνα αίτιο ι μια Κεία δφναμθ μζςω τθσ αντίςτοιχθσ λζξθσ. Ο Λόγοσ, ζτςι, ζχει τθν εξισ τριπλι κεουργικι ςθμαςία. Είναι είδοσ ςκζψθσ που παράγει νοιματα και λειτουργεί ωσ ςφνδεςθ με το Κείο Νου. Πταν χρθςιμοποιθκεί κεουργικά είναι μια αίτθςθ προσ τουσ Κεοφσ για αλλαγι ςτο πεδίο του γίγνεςκαι βάςθ του αιτίου (λζξθσ) που επικαλείται. Ωσ τρόποσ ζκφραςθσ, είτε εςωτερικόσ είτε προφορικόσ είτε γραπτόσ, δθλϊνει τθν ςυμμετοχι του ανκρϊπου ςτθν διαδικαςία λειτουργίασ του πεδίου του γίνεςκαι με τθν επίκλθςθ Κείων δυνάμεων. Για τον λόγο αυτό το "λζγειν" ωσ κεουργικι πράξθ είναι πολφ ιερι αφοφ μπορεί να επιφζρει αλλαγζσ μζςα ςτο γίγνεςκαι. Θ τζλεια φπαρξθ μπορεί ταυτόχρονα να πράττει δφο ενζργειεσ. Ρρϊτον να μετζχει ςτο πλικοσ των αρετϊν και να άρχει τον εαυτό τθσ βάςει αυτϊν και ζτςι και οι πράξεισ τθσ να είναι ενάρετεσ και δεφτερον να μπορεί να ςθκϊνει όλο το βάροσ τθσ κακίασ ϊςτε να μθν επθρεάηεται από αυτιν. Ζτςι θ τζλεια φπαρξθ μζνει αμζτοχθ ςτο κάκε κακό και μετζχουςα ςτο κάκε καλό. Για να μπορεί να μζνει όμωσ αμζτοχθ ςτο κακό, κα πρζπει να μπορεί είτε να ανατρζπει το κακό που προςπακεί να τθν κάνει μετζχουςα ςε αυτό, είτε να μετατρζπει το κακό ςε καλό.