ΧΟΡΧΕ
ΜΠΟΥΚΑΙ Ο ΔΡΟΜΟΙ ΤΠΝ ΛΑΚΡΥΠΚ Φ ΥΛΛΑ Π Ο Ρ Ε Ι Λ Ι I I I
ΜΕΤΑΦΡΑΖΗ ΚηΚΓΓΑΚΠΜΑ
ΕηιικοηοηοΥΛΟΥ
>ρ e r a m i ( in u s
τίτλος πρωτοτύπου:
ΕΙ camitto de las Idgrimas
Εκτύπωση: Π άνος Γκόνης Βιβλιοδεσία: 0 . Η λιόπουλος - Π. Ροδόπουλος © 2001, Jorge Bucay © 2001, Editorial Sudamericana, S.A. y Editorial del Nuevo Extremo, S. A. © 2003, Random House Mondadori, S.A. © 2010, Εκδόσεις opera, για τη ν ελληνική μετάφραση
Εκδόσεις opera Κ ω λ έ ττη 23Α, 106 77 Αθήνα Τηλ. (210) 330 45 46 - Fax: (210) 330 36 34 e-mail:
[email protected] www.operabooks.gr
ISBN: 978-960-8397-41-5
ΧΟΡΧΕ Μ
π ο υ κ α ϊ
ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΩΝ ΔΑΚΡΥΩΝ Φ ΥΛΛΑ ΠΟΡΕΙΑΣ III
Μετάφραση Κωνσταντίνα Επισκοποπούλου
Εκδόσεις opera Αθήνα 2010
στη Μούσι τη Σουζάνα τηΧ έι και την Μπάτσι γιατί η απουσία τους μου έδειξε τον δρόμο των δακρύων
Φ Υ Λ Λ Α Π Ο Ρ Ε ΙΑ Σ
Υπάρχεί σίγουρα μια πορεία που μηορεί. με πολλούς τρόπους, να είναι προσωπική και μοναδική. Υπάρχει, πιθανόν, μια πορεία, σίγουρα και με πολλούς τρόπους, ίδια για όλους. Υπάρχει μια πορεία σίγουρη, και κατά κάποιον τρόπο εφικτή.
Ο ΤΡΟΠΟΣ ΕΙΝΑΙ Ν* ΑΝ ΑΚΑΛΥΨ ΕΙΣ τη ν πορεία και ν* α ρ χίσεις να βαδίζεις προς τα εκεί. Είναι πιθανό να ξεκινήσεις μόνος, αλλά θα εκπλαγείς ό τα ν συναντήσεις α ρ γότερα σ το δρόμο όλους εκείνους που σίγουρα πορεύονται προς τη ν ίδια κατεύθυνση. Α υ τή η τελευταία διαδρομή είναι μοναχική, προσωπική και καθοριστική, α λλά δεν θα πρέπει να ξεχάσουμε ότι είναι η γέφυρα που μας ενώ νει με τους άλλους* το μοναδικό σημείο επαφής που μας συνδέει αναπόδραστα με το ν κόσμο έτσι όπως είναι. Ό ποιο όνομα κι αν δώσουμε σ το ν τελικό προορισμό: ευ τυχία, αυτοπραγμάτωση, άνοδος, διαφωτισμός, συνειδητό-
ΧΟΡΧΕ Μ ΠΟΎ ΚΑΪ ποίηση, ειρήνη, επιτυχία, κορυφή, ή, απλώς, τέλος... τ ο ίδιο κάνει. Ό λοι ξέρουμε πως η πρόκληση για μας είναι μόνο να φτάσουμε ώ ς εκεί. θ α υπάρξουν κάποιοι που έχασαν τ ο δρόμο και καταδι κάστηκαν να φτάσουν αργά. Α λλο ι, θα βρουν το πιο σύ ντομ ο μονοπάτι και θα γίνουν οι έμπειροι οδηγοί τ ω ν υπολοίπων. Κάποιοι από τους οδηγούς αυτούς, μου δίδαξαν πως υπάρχουν πολλοί δρόμοι για να φτάσει κανείς, αμέτρητες προσεγγίσεις, χιλιάδες τρόποι, δεκάδες μονοπάτια που μας οδηγούν σ τη σ ω σ τή κατεύθυνση. Α σφ αλώς, υπάρχουν κάποιοι δρόμοι που αποτελούν μέ ρος κάθε πορείας που χαράξαμε. Δρόμοι που δε γίνετα ι να αποφύγουμε. Δρόμοι που πρέπει να διαβεί κανείς αν θέλει να συνεχί σει. Δρόμοι για τους οποίους θα μάθουμε τα απολύτως απα ραίτητα. ώ σ τε να φτάσουμε σ το τελευταίο κομμάτι της δια δρομής. Κατά τη γνώμη μου, αυτοί οι αναπόφευκτοι δρόμοι είναι τέσσερις; Ο π ρ ώ τος, ο δρ>όμος τη ς οριστικής αποδοχής τη ς ευθύ νης για τη ν ίδια μας τη ζωή, είναι αυτός που ονομάζω: Ο δρόμ ος τη ς Α υ το ε ξά ρ τη σ η ς Ο δ εύ τερ ο ς, ο δρόμος τη ς ανακάλυψης του άλλου, του έρ ω τα και του σεξ. είναι αυτός που εγ ώ το ν λέω: Ο δρόμ ος τη ς Σ υ νά ντη σ η ς Ο τρέτος, ο δρόμος της απώλειας και του πένθους, είναι αυτός που ονομάζω; Ο δρόμ ος τ ω ν Δ α κ ρ ύ ω ν 10
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ Ω Ν
Δ Α Κ ΡΥΠ Ν
Ο τέ τα ρ το ς και τελ ευ τα ίο ς, ο δρόμος της ολοκλήρωσης και της αναζήτησης του νοήματος, είναι αυτός που ονομάζω: Ο δρόμος τη ς Ευτυχίας. Σ το ταξίδι μου μέχρις εδώ. έζησα μ ελετώ ντας τις σημειώσεις που άφησαν άλλοι για τα ταξίδια τους και πέρασα αρκετό χρόνο σχεδιάζοντας τους δικούς μου χάρτες. Οι χάρτες μου γι’ αυτούς τους τέσσερις δρόμους αποτέλεσαν αυτά τα χρόνια τα δικά μου φύλλα πορείας και με βοή θησαν να ξαναβρώ το δρόμο μου κάθε φορά που χανόμουν. Αυτά τα «Φ ύλλα Πορείας», λοιπόν, μπορεί να φανούν χρήσιμα σε όσους — όπο>ς ε γ ώ — χάνονται συχνά σ το ν δ ρ ό μο, και ακόμη σε όσους στάθηκαν άξιοι να βρκ>υν τα μονοπά τια. Οπωσδήποτε, όμως, ο χάρτης δεν είναι ο ίδιος ο τόπος, και θα πρέπει να προχωράμε διορθώ νοντας το δρομολόγιο κάθε φορ>ά που η δική μας εμπειρία διαπιστώνει κάποιο λάθος του χαρτογράφου. Μ όνον έτσι θα φτάσουμε σ τη ν κορυφή. Είθε να συναντηθούμε εκεί. Θ α σημαίνει πως θα έχετε φτάσει. Θα σημαίνει πως κι εγ ώ θα τα έχω καταφέρει...
Χόρχε Μπουκάι
11
Η Α Λ Λ Η Γ Ο Ρ ΙΑ Τ Η Σ Α Μ Α Ξ Α Σ III
ΟΠΩΣ ΚΟ ΙΤΑΖΩ ΑΦΗΡΗΜΕΝΟΣ ΔΕ5ΙΑ. με τρομάζει ξαφ νι κά μια αττότομη κίνηση τη ς άμαξας. Σκύβω έξο) και βλέπω ό τι έχουμε ανέβει σ το πεζοδρήμιο. Φ ω ν ά ζω σ το ν αμαξά να προσέχει, κι αυτός αμέσως ξανα μπαίνει σ το 6ρκί»μο. Λ εν καταλαβαίνω πώς αφαιρέθηκε τό σ ο πολύ και βεν είδε ό τι ξέφυγε από τη ν πορεία του. Φ αίνεται πως γέρασε. Γυρίζω το κεφάλι αριστερά να κάνω νόημα σ το ν σ υ ντα ξιδ ι ώ τη μου να μην ανησυχεί γιατί είναι όλα εντάξει... αλλά δεν το ν βλέπω πουθενά! Ταράζομαι. Α υ τό δ εν έχει ξαναγίνει ποτέ ώ ς τώρα. Λ εν έχου με ξαναχαθεί σ το ν δρόμο. Από τη ν πρώτη μας συ νά ντηση, δεν έχουμε χωρίσει λ ε πτό. Ή τα ν μια σιωπηρή συμφωνία. Σ ταμάταγε ο ένας. στα μ ά τα γε κι ο άλλος. Βιαζόταν ο ένας, πήγαινε γρηγορότερα κι ο άλλος. ΙΙαίρναμε μαζί τη στροφή, αν ο ένας από τους δύο ήθελε να στρίψει. Μ α τώ ρα, χάθηκε. Ξαφνικά, έγινε άφαντος. 13
ΧΟΡΧΕ Μ ΠΟΎΚΑΪ Μ άταια βγάζω τ ο κεφάλι κα» κοιτάζω το ν 6ρόμο δεξιά και αριστερά. Δ ε ν φαίνεται πουθενά. Ρ ω τά ω το ν αμαξά, κι αυτός ομολογεί πως εδ ώ και λίγη ώ ρα το ν είχε πάρει ο ύπνος σ τη θέση του. Μ ου δικαιολογεί ται ό τι πολλές φορές ο ένας από τους δύο αμαξάδες κοιμάται λιγάκι και αφήνει το ν ά λλ ο ν να προσέχει το ν δρόμο. Η τα ν φορές που και τα άλογα ακόμη σταματούσαν να πηγαίνουν με το ν δικό τους ρυθμό και ακολουθούσαν τον ρυθμό τ ω ν α λ ό γω ν τη ς διπλανής άμαξας. Ή μ α σ τε σαν δύο άτομα που τα οδηγούσε η ίδια επιθυμία, σαν δύο πρόσωπα με ένα μυαλό, σαν δύο άνθρωποι σε ένα σώμα. Κι έξαφνα, μοναξιά, σιωπή, αμηχανία... Ν α έπαθε κάποιο ατύχημα τη ν ώρα που εγώ, αφηρημένος, δε.ν κοιτούσα προς το μέρος του; Μ ήπως πήραν τα άλογα λάθος δρόμο, αφού και τους δύο αμαξάδες τους πήρε ο ύπνος... Μπορεί, όμως, και να προχώρησε η δική του άμαξα χωρίς να αντιληφθεί ο αμαξάς του τη ν απουσία μας, και να συνέχι ζα ν τώ ρ α τη ν πορεία τους προπορευόμενοι. Βγάζω το κεφάλι μου απ’ το παραθυράκι άλλη μια φορά και φωνάζω: «Ε εειιιϋ!» Π εριμένω λίγα δευτερόλεπ τα και ξα να φ ω νά ζω σ το ν έρημο δρόμο: 14
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ ίΙΝ Δ Α Κ Ρ Υ Ω Ν «Γειάαααϋ!» Και ξανά, ακόμα μια φορά; «Π ού είσαι;;;»
Καμία απάντηση. 0 α έπρεπε άραγε να γυρίσω πίσω... ή μήπως να μείνω ακίνητος εΛώ που είμαι και να το ν πε ριμένω... ή να πω, καλύτερα, σ το ν αμαξά να τρέξει για να το ν προφτάσουμε; Πάει πολύς καιρός που 6εν μου ήταν πρόβλημα αυτές οι απο φάσεις. Είχα αποφασίσει, εκεί και τό τε, να είμαι δίπλα του και να το ν ακολουθώ όπου μας έβγαζε ο δρόμος. Τώρα όμως... Ο φόβος μήπως χάθηκε και η ανησυχία πως μπορεί κάτι να έπαθε όλο και υποχωρούν, και σ τη θέση τους εμφανίζεται ένα συναίσθημα διαφορετικό. Και αν αποφάσισε να μη συνεχίσει μαζί μου; Μ ετά από λίγο συνειδητοποιώ πως όσο και να περιμένω, δεν πρόκειται να ξαναγυρίσει. I Ιάντω ς. όχι σ το μέρος αυτό.
15
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ Ο ι επιλογές μου είναι να συνέχισα) ή να μείνω εδ ώ και να πεθάνα». Να πεθάνω. Μ ε ερεθίζει αυτή η ιδέα. Ξεζεύω τα άλογα και ζη τά ω αηό το ν αμαξά να κατέβει. Μ ας κοιτάζω: τη ν άμαξα, το ν αμαξά, τα άλογα, εμένα το ν ίδιο... Έ τσι αισθάνομαι: διχασμένος, χαμένος, συντρίμμια. Α λ λο ύ οι σκέψεις μου. αλλού τα συναισθήματά μου, α λ λού τ ο σώμα, αλλού η ψυχή μου. Και το μυαλό μου, η συνεί δηση του εαυτού μου καθηλωμένα εκεί... Σηκώ νω τα μάτια και κοιτάζω το ν δρόμο μπροστά. Από εδ ώ που βρίσκομαι, το τοπίο μοιάζει βαλτότοπος. Λ ίγα μέτρα πιο πέρα, το έδαφος γίνετα ι έλος. Ε κατοντάδες έλη και λάσπες — όλα δείχνουν πως τ ο μονο πάτι είναι ολισθηρό και επικίνδυνο... Δ ε ν είναι η βροχή που μούσκεψε τ ο χώμα. Είναι τα δάκρυα ό σ ω ν πέρασαν κάποτε από α υτόν το ν δρόμο ενώ θρηνούσαν μιαν απώλεια.
Τ ο ίδιο και τα δικά μου, νομίζω... σύ ντομ α θα μουσκέψουν το μονοπάτι...
16
Στη ν αρχη to t δρομ ου
ΕΤΧΙ ΞΕΚΙΝΑΕΙ Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΠΝ ΔΑ Κ Ρ Υ ίΙΝ . Έτσι* φ έρ νο ντα ς μας σε επαφή με αυτό που πονάει. Γιατί έτσι μπαίνει κανείς σ ’ αυτό το μονοπάτι* με αυτό το βάρος · με αυτό το φορτίο. Και ακόμη, με τη ν αναπόφευκτη — αν και π ά ντοτε απα τη λ ή — πεποίθηση, ό τι δεν πρόκειται να το αντέξουμε. Π αρόλο που φαίνεται απίστευτο, όλοι νομίζουμε σ τη ν αρχή του δρόμου πως είναι αβάσταχτος. Δ ε ν είναι δικό μας το φταίξιμο, ή τουλάχιστον δεν είναι μόνο δικό μας τ ο φταίξιμο... Μ ας έμαθαν σ τ ο σχολείο να πιστεύουμε ό τι είμαστε βα σικά ανίκανοι να αντέξουμε το ν πόνο μιας απώλειας. Ό τ ι κα νείς δεν μπορεί να ξεπεράσει το ν θά νατο ενός αγαπημένου προσώπου. Ό τ ι θα πεθαίναμε αν μας άφηνε αυτός που α γα πάμε, και δεν θα μπορούσαμε να υποφέρουμε ού τε για ένα λεπ τό το ν ακραίο πόνο μιας σημαντικής απώλειας, γιατί η θλίψη είναι ζοφερή και καταστροφική... Κι εμείς ζήσαμε όλη μας τη ζωή με βάση αυτές τις σκένεις. Ω σ τό σ ο , όπως σχεδόν π ά ντοτε συμβαίνει, οι αντιλήψεις αυτές που διδαχτήκαμε κι έγινα ν δικές μας πεποιθήσεις, είναι μια συντροφ ιά επικίνδυνη. Χυχνά λειτουργούν σαν φοβεροί βχθροί και κάνουν πολύ μεγαλύτερο κακό από αυτό που υπο 17
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Λ Ϊ τίθεται ό τι αποτρέπουν. Σ τη ν περίπτωση του πένθους, για παράδειγμα, μας αποπροοανατολίζουν από τη ν πορεία μας προς τη ν οριστική απελευθέρωση, από αυτό που δεν υπάρχει πια. Θ α σας διηγηθώ μια ιστορία που λένε ό τι είναι αληθινή. Προφανώς, συνέβη κάπου σ τη ν Αφρική. Έξι μεταλλω ρύχοι εργάζονται σε μια πολύ βαθιά σήραγγα και βγάζουν ορυκτά αηό τα έγκατα τη<; γης. Ξαφνικά, μια κ α το λίσθηση φράζει τη ν έξοδο της σήραγγας και τους απομονώνει από τον έξω κόσμο. Μ όλις γίνεται αυτό, με μια γρήγορη ματιά, χωρίς να πουν λέξη, εκτιμούν την κατάσταση. Είναι όλοι τους πολύ έμπειροι και καταλαβαίνουν αμέσως πως το μεγάλο π ρ ό βλημα θα είναι το οξυγόνο. Αν κάνουν ό,τι πρέπει, τους μένουν τρεις, το πολύ τρεισήμισι ώρες αέρα. Ο κόσμος απέξω ξέρει πως είναι εκεί εγκλωβισμένοι, μια τέτοια κατολίσθηση όμως σημαίνει ό τι θα πρέπει να ανοίξουν τη σήραγγα αηό τη ν αρχή για να κατέβουν να τους βρουν. Θα προφτάσουν πριν τους τελειώ σει ο αέρας; . Οι έμπειροι μεταλλω ρύχοι αποφασίζουν πως πρέπει να εξοικονομήσουν όσο γίνεται περισσότερο οξυγόνο. Συμφωνούν να κάνουν τη ν ελάχιστη δυνατή σωματική δαπάνη. Σβήνουν τις λάμπες που κρατούν και ξαπλώνουν σ το πάτωμα χωρίς να μιλάνε. Βουβοί λόγω της κατάστασης και ακίνητοι μέσα σ το σκ ο τάδι, είναι δύσκολο να υπολογίσουν το πέρασμα του χρόνου. Συμπτωματικά, ένας μόνο έχει ρολόι. Σ ' αυτόν λοιπόν απευθύ νονται όλες οι ερωτήσεις: Πόση ώρα πέρασε; Πόση απομένει; Και τώρα; Ο χρόνος αρχίζει να μακραίνει, τα δύο λεπ τά τους φαί νονται μία ώρα. Η απελπισία πριν από κάθε απάντηση κάνει 18
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ Π Ν
ΔΑΚΡΥΩΝ
ακόμη μεγαλύτερη τη ν έντα ση που νιώβουν. Ο επικεφαλής τω ν μεταλλω ρύχω ν συνειδητοποιεί πως αν σννεχϊσονν έτσι, η αγωνία θα τους κάνει να αναπνέουν πιο γρήγορα κι αυτό μπορεί να τους σκοτώσει. Δια τά ζει, λοιπόν, εκείνον που έχει το ρολόι να ελέγχει, εκείνος μόνο, το πέρασμα της ώρας. Κανέ νας πλέον δεν θα κάνει ερωτήσεις, θα τους ενημερώνει εκείνος κάθε μισή ώρα. Αυτός, εκτελώ ντα ς τη διαταγή, παρακολουθεί το ρολόι του. Και μόλις περνάει η πρώ τη μισή ώρα, λέει «πέρα σε μισή ώρα». Ένα μουρμουρητό ακούγεται... Η αγωνία τους πλανιέται σ το ν αέρα. Ο κάτοχος του ρολογιού καταλαβαίνει πως, όσο περνάει η ώρα, θα είναι tiAo και πιο φοβερό να τους ανακοινώνει ότι πλησιάζει το τελευ τα ίο λεπτό. Χωρίς να το συζητήσει με κανέναν, αποφασίζει πως δεν τους αξίζει να βασανίζονται μέχρι να πεθάνουν. Έτσι, την επόμενη φορά που τους ανακοινώνει τη μισή ώρα, έχουν σ τη ν πραγματικότητα περάσει 45 λεπτά. Δ εν υπάρχει τρόπος να καταλάβουν τη διαφορά, κι έτσι δεν αμφιβάλλει κανείς. Αφού βλέπει ό τι πέτυχε το τέχνασμα, τη ν τρ ίτη ενημέ ρω ση τη ν κάνει μία ώρα μετά. Τους λέει: «πέρα σε άλλη μισή ώρα...» Και οι πέντε πείθονται ό τι έχουν περάσει παγιδευμένοι, συνολικά, μιάμιση ώρα, και σκέφ τονται μ άλιστα πόσο μακρύς τους φαίνεται ο χρόνος. Έ τσι συνεχίζει αυτός με το ρολόι, κάθε μία ολόκληρη ώρα να τους ενημερώνει πως έχει περάσει μόνο μισή. Σ το μεταξύ, η ομάδα που επιχειρεί το έργο της διάσωσης ξέρει σε ποιον θάλαμο έχουν παγιδευτεί, και ξέρουν, επίσης, ό τι θα είναι πολύ δύσκολο να φτάσουν εκεί πριν περάσουν τουλά χ ιστον τέσσερις ώρες. Φτάνουν, τελικά, μετά από τεσσερισήμισι ώρες. Το πιθα· νότερο είναι να βρουν τους έξι μ εταλλω ρύχους νεκρούς. 19
XOPXF. Μ Π Ο Ύ Κ Α Ϊ Βρίσκουν ζωντανούς τσνς ηέντε. Ένας ηέθανε από ασφυξία... Εκείνος που είχε το ρολό». Να τι δύναμη έχουν οι πεποιθήσεις σ τη ζωή μας. Να τι μπορούν να μας κάνουν οι εξαρτήσεις μας. Κάθε φορά που κατασκευάζουμε τη βεβαιότητα ό τι κάτι ανε πανόρθωτα καταστρεπτικό θα μας συμβεί — κι ας μην ξέρου με πώς (ή και ξέροντά ς τ ο )— , αυτό που σ τη ν ουσία κάνουμε είναι ό τι προκαλούμε, πάμε γυρεύοντας, βοηθάμε και σίγου ρα δεν κάνουμε το παραμικρό για να μη μας συμβεί σ τ ’ αλή θεια κάτι (έσ τω και λίγο) από το κακό που είχαμε προβλέψει. Παρεμπιπτόντως, (όπως σ τη ν ιστορία), ο μηχανισμός λει τουργεί και αντίστροφα: Ό τα ν νομίζουμε, ή μάλλον έχουμε τη ν πεποίθηση, ότι με κάποιον τρόπο μπορούμε να πάμε μπροστά, οι πιθανότητες να προχωρήσουμε πολλαπλασιάζονται. Είναι φανερό πως αν η ομάδα διάσωσης είχε κάνει 12 ώρες να φτάσει, δεν θα μπορούσαν ούτε να διανοηθούν ό τι θα έβρισκαν ζω ντα νού ς τους μεταλλωρύχους. Δ εν λέω πως από μόνη της η θετική στάση είναι ικανή να αποτρέψει το μοιραίο ή να αποφύγει μια τραγωδία. Α υ τό που λέω είναι ότι. οι πε ποιθήσεις αυτο-υποτίμησης καθορίζουν χωρίς αμφιβολία το ν τρόπο που ο καθένας μας αντιμετωπίζει τις δι>σκολίες. Η ιστορία τω ν μεταλλωρύχων θα έπρεπε να μας κάνει να σκεφτούμε τι σημαίνουν οι εξαρτήσεις. Κι αυτό είναι το π ρώ το που πρέπει να μάθουμε. £ίναι ανάγκη να ξεκινήσουμε από αυτό το σημείο, γιατί ένας από τους πλέον καθοριστικούς και λανθασμένους «επιμορφωτικούς» μύθους που μας δίδαξε η 20
ο ΔΡΟΜ ΟΣ
ΤΩ Ν ΔΑΚΡΥΩΝ
εκπαίδευσή μας είναι, ακριβώς, ό τι 6εν είμαστε προετοιμα σμένοι για το ν πόνο ού τε για τη ν απώλεια. Επαναλαμβάνουμε συχνά, σχεδόν χωρίς να σκεφτοϋμε: «Δ ε ν θα μπορούσα να σννεχίσω, αν έχανα εκείνο.» «Δ ε ν μπορώ να πάω μπροστά, αν δεν έχω α υ τό .» «Δ ε ν θα μπορέσω να προχωρήσω, αν δεν αποκτήσω το τά δε». Ό τα ν μιλάω για τους μηχανισμούς που δημιουργούν εξά ρ τη ση, αναφέρω π ά ντοτε πως ό τα ν ήμουν βρέφος μόλις λ ίγω ν ω ρ ώ ν ή λ ίγω ν ημερών, ήταν φανερό (παρόλο που εγ ώ δεν το ήξερα ακόμη τό τε ) ότι δεν θα μπορούσα να επιβιώσω εάν η μαμά μου. ή κάποιος άλλος, δεν μου πρόσφερε τις σ τ ο ρ γικές της φροντίδες. Η μαμά μου ήταν. επομένως, σ τη ν κυ ριολεξία απαραίτητη για τη ν ύπαρξή μου, εφ όσον εγ ώ δεν θα μπορούσα να ζή σω χωρίς εκείνη. Μ ετά από τρεις μήνες ζωής, ασφαλώς είχα περισσότερη συνείδηση αυτής της α νά γκης, ανακάλυψα όμως επιπλέον το ν μπαμπά μου, κι άρχισα να καταλαβαίνω ότι, πραγματικά, δεν θα μπορούσα να ζήσω χωρίς αυτούς τους δύο. Μ ετά από λίγο καιρό δεν ήταν πια η μαμά και ο μπαμπάς, ήταν η οικογένειά Μ ΟΥ η πηγή από όπου «α νά βλυζε» ό,τι είχα ανάγκη: αγάπη, συντροφιά, παι χνίδι, προστασία, δώρα, αναγνώριση, συμβουλές... Σ τη ν οικογένειά μου υπήρχε πολύς κόσμος: ο αδελφός μου, ένα σ ω ρ ό θείοι και οι παππούδες μου. Τους αγαπούσα όλους βαθιά και ένιωθα — το θυμάμαι α υ τό — πως δεν θα μπορούσα να ζήσω χωρίς όλους αυτούς... Μ ετά ήρθε το σχολείο και μαζί του οι δάσκαλοί μου: η δεσποινίς Ανχελός, ο κύριος Αλμεχούν, η δεσποινίς Μ αριάνο και ο κύριος Φ ερνάντες, τους οποίους εκείνη τη ν εποχή θ ε ω ρούσα απαραίτητους για τη ζωή μου. Σ το σχολείο Ρεπούμπλι21
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ κα του Περού γνώ ρισα και το ν π ρώ το μου φίλο, το ν κολλητό μου, το ν «Π ό τσ ο » Β αλιέντε, τιου τό τε σκεφτόμουνα ό τι ποτέ, μα ποτέ δεν θα μπορούσα να το ν αποχωριστώ. Ακολούθησαν μετά οι φίλοι μου του γυμνασίου, και βέ βαια η Ροζίτα... η Ροζίτα. το π ρώ το μου κορίτσι, χωρίς την οποία σίγουρα, το ΗΞΕΡΑ πως δεν θα μπορούσα να ζήσω. Και μετά ήρθε η ομάδα του θεάτρου και οι φίλοι του μπιλιάρ δου. Α ρ γότερ α το πανεπιστήμιο, που ενσάρκωνε τις σπουδές, το μέλλον, τη ν καριέρα — κι εγώ σκεφτόμουν, φυσικά, πως δεν θα μπορούσα να ζή σω χωρίς τη δουλειά μου. Μ έχρι που, αφού πέρασαν από τη ζωή μου διάφορα κορί τσια, επίσης απολύτως απαραίτητα, γνώ ρισα τη ν Πέρλα. Αισθάνθηκα αμέσως αυτό που νόμιζα ό τι δεν είχα αι σθανθεί ποτέ μέχρι τό τε: πως δεν θα μπορούσα να ζή σω χω ρίς εκείνη. Ίσ ω ς γΓ αυτό φτιάξαμε μια οικογένεια, που χωρίς αυτήν δεν ξέρω πώς θα ζούσα. Κ ατά το ν ίδιο τρόπο, σιγά σιγά, με το ν καιρό, έζησα σ υ λλ έγο ντα ς ιδέες και ανακαλύπτοντας ακόμη περισσότερα «απολύτω ς απαραίτητα»: το νοσοκομείο, τους ασθενείς μου, τη διδασκαλία, κάποιους φίλους, τη δουλειά, τη ν οικονομική ασφάλεια, ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι μου. Λ ίγ ο μετά, κι άλλα άτομα, κι άλλες καταστάσεις, κι άλλα πράγματα χω ρίς τα οποία ούτε εγ ώ ού τε κανένας ά λλος σ τη θέση μου. λ ο γικά, θα μπορούσε να ζήσει. ' Μ έχρι που μια μέρα, συγκεκριμένα στις 23 Νοεμβρίου του 1979, χωρίς κάποιον ειδικό λόγο που ήταν αυτή η μέρα και όχι κάποια άλλη, κατάλαβα πως δεν θα μπορούσα να ζήσω χωρίς εμένα. Π οτέ, μα ποτέ δεν τ ο είχα σκεφ τεϊ αυτό. 22
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ
Τ Ω Ν ΔΑΚΡΥΩΝ
Δ ε ν είχα νιώ σει ποτέ πόσο απαραίτητος ήμουν ε γ ώ γ»α μένα το ν ίθιο. Ο ανόητος! Ή ξερ α π ά ν το τε χωρίς ποιον δεν θα μπορούσα να ζή σω και δεν κατ<ίλαβα ποτέ, μέχρι τα τριά ντα μου, nun; πάνω απ’ όλα δεν θα μπορούσα να ζήσω χωρίς εμένα. Ή τα ν σημαντικό από κει κι έπειτα — και μέχρι σήμερα— , να επιβεβαιώνω κάθε μέρα πως θα μου ήταν αληθινά δύ σκ ο λο να ζή σω χωρίς κάποια άλλα πράγματα και πρόσωπα που έμπαιναν σ τη ζωή μου, αυτό όμως δεν μείωνε σ το παραμικρό τη ν αξία της νέας μου ανακάλυψης: Θ α μου ή τα ν α δ ύ να το ν να ζή σω χωρίς εμένα.
Τ ό τε άρχισα να σκέφτομαι πως κάποια από τα πράγματα που βίχα αποκτήσει και κάποια από τα πρόσωπα χωρίς τα οποία νόμιζα πως δ εν θα μπορούσα να ζήσω, μπορεί μια μέρα να μην υπάρχουν πια. Τα πρόσωπα μπορεί να αποφασίσουν να φύγουν — όχι ό τι αναγκαστικά θα πεθάνουν, απλώς δεν θα υπάρχουν σ τη ζωή μου. Τα πράγματα μπορεί να αλλάξουν και οι καταστάσεις μπορεί να γίνουν εν τελ ώ ς α ντίθ ετες από ό,τι τις γνώρισα. Τ ό τε κατάλαβα πως έπρεπε να μάθω και να προ ετοιμ α στώ για να α ντιμ ετω π ίσω τέτοιες απώλειες. Α σφ αλώ ς, δεν είναι το ίδιο να φεύγει κάποιος και το ίδιο αυτός ο κάποιος να πεθαίνει. Σίγουρα διαφέρει το να μετα κομίζεις από ένα σπίτι χειρότερο σ ’ ένα σπίτι καλύτερο, από το να συμβαίνει το α ντίθετο. Π ροφανώς, δεν είναι τ ο ίδιο να αλλάζεις ένα σαραβαλιασμένο αυτοκίνητο μ’ ένα καινούργιο, και δεν είναι το ίδιο να κάνεις τ ο αντίθετο. 23
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ Είναι φανερό πως το βίωμα της απώλειας δεν είναι το ίδιο σε κανένα από τα παραδείγματα αυτά, όμως, καλό είναι να ξεκαθαρίσουμε από τη ν αρχή ότι π ά ντοτε υπάρχει πόνος ό τα ν εγκαταλείπουμε κάτι που ήταν, για να πάμε σ ’ ένα άλλο μέρος όπου δεν υπάρχει τίπ ο τ’ ά λλο παρά αυτό που είναι. Και αυτό που είναι, δεν είναι το ίδιο μ* αυτό που ήταν μέχρι τώρα. Και επαναλαμβάνω: η αλλαγή αυτή, είτε είναι εσωτερική είτε εξωτερική, εμπεριέχει ΠΑΝΤΟΤΕ μια διαδικασία ενεργού προσαρμογής σε ό,τι καινούργιο έχει το διαφορετικό και σε ό,τι διαφορετικό έχει το καινούργιο, ακόμη κι αν είναι καλύ τερο. I I διαδικασία αυτή είναι γ νω σ τή με το όνομα «επεξεργασία του πένθους» και όπως υποδηλώνει το όνομά της, είναι επί πονη. Ό σ ο ξεκάθαρο κι αν φαίνεται αυτό, δεν θα πάψω να προ ειδοποιώ όσους παίρνουν α υτόν το ν δρόμο: Τ ο π ένβ ο ς ... πονάει.
Κι αυτό δεν μπορούμε να το αποφύγουμε. Βέβαια, η σκέψη (ή η επίγνω<τη) ό τι πηγαίνω σε κάτι καλύτε ρο από εκείνο που εγκατέλειψα, είναι πολλές φορές ένα θαυ μάσιο βραβείο «τη ς παρηγοριάς», μια μικρή ικανοποίηση που αντισταθμίζει το ν πόνο που προκάλεσε η απώλεια. Όμως, προσοχή: ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΖΕΙ, αλλά δεν ΑΠΟΤΡΕΠΕΙ,
24
ο ΔΡΟ Μ Ο Σ
Τ Ω Ν Δ Α Κ Ρ Υ ίίΝ
ΓΛΥΚΑΙΝΕΙ, αλλά δεν ΔΙΑΓΡΑΦΕΙ. ΕΝΘΑΡΡΥΝΕΙ να συνεχίσεις, αλλά δεν ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ το ν πόνο. θυμάμαι ακόμα τη ν ημέρα που έφυγα από το π ρώ το μου ια τρείο. Ή τα ν ένα νοικιασμένο διαμέρισμα, πραγματικά για γ έ λια, με έναν μικροϋτσικο ενιαίο χώρο, σκοτεινό, εσω τερικό και αρκετά στενάχωρο. Μ ου άρεσε να αστειεύομαι μ’ αυτό το θέμα τό τε και να λέω ό τι δεν ασκώ ορθόδοξη ψυχανάλυση, γιατί ο ασθενής δεν χωράει να ξαπλώσει σ το ιατρείο. Πρέπει να είναι καθιστός. Κάποια μέρα, ότα ν άρχισαν να βελτιώ νοντα ι τα οικ ονο μικά μου. αποφάσισα να φύγω απ’ αυτό το διαμέρισμα και να πάω σ ’ ένα ιατρείο μεγαλύτερο, με δύο δωμάτια και σε καλύτερη τοποθεσία. Η αλλαγή ιατρείου ήταν για μένα ένα εντυπωσιακό άλμα. σύμβολο της ανόδου μου και συ γχρόνω ς ένας τρόπος να σταθμίσω πώς πήγαιναν τα πράγματα σ τη δουλειά μου. Ω σ τό σ ο , λυπόμουνα που άφηνα το μέρος απ’ όπου ξεκίνησα, και μου κόστιζε που ετοιμαζόμουν να εγκαταλείψ ω το πρώ το μου ιατρείο. Αν δεν ήταν ο Κ άτσο, ο αδελφός μου. που ήρθε να με βοηθήσει να μεταφέρω τα πράγματα, θα είχα μείνει εκεί να κάθομαι, όπως με βρήκε ό τα ν ήρθε. να κοιτάζω τους το ί χους, τα ταβάνια, τις ρωγμές σ το μπάνιο, το ηλεκτρικό κ α λο ριφέρ... δεν θα είχα καταφέρει να βάλω ούτε ένα πράγμα σ τα κιβώτια. Θυμάμαι ακόμη, που ό τα ν ήρθε ο Κ ά τσο με ρώτησε: «Τ ι τρέχει;» «Ό χι, τίποτα...» του λέω. « τ ο πάω σιγά σιγά.» 25
ΧΟΡΧΕ Μ ΠΟΎΚΑΪ «Έλα, σταμάτα τις υπερβολές» μου λέει ο αδελφός μου, «γ ια τί έχω από κάτω το φορτηγάκι.» Είχε έρθει να με βοηθήσει, και ενώ εκείνος άρχιζε να ξεκρεμάει τα κάδρα από το ν τοίχο και να τα ακουμπάει σ τ ο πά τωμα, εγ ώ του έλεγα: «Ό χι, αυτό ά σ ’ το τελευταίο...» και τελείω ς παράλογα το ξανακρεμούσα «σ τη θέση του». Α υ τός τακτοποιούσε τα πράγματα σ τα κιβώτια κι εγώ τα έβγαζα για να τα κοιτάξω... Κατέβαινε αυτός με το ασανσέρ για να πάει κάποια έπι πλα σ το φορτηγάκι, κι εγ ώ μέχρι να γυρίσει είχα ήδη ξανακρεμάσει κι ά λλο κάδρο... Α υ τό συνεχίστηκε για ώρες... Κι όλα αυτά για να μπορέσω ν' αφήσω αυτό το ιατρείο και να πάω σε κάποιο α νώ τερο, σ ’ ένα ιατρείο που το είχα δια λέξει γιατί θα ήταν καλύτερο για την καριέρα μου και γιατί θα με βόλευε περισσότερο... Ί ο απ ίστευτο είναι ότι εγ ώ το ήξερα· είχα υπόψη μου ό τι θα μου συνέβαινε κάτι τέτοιο. Παρόλα αυτά, δεν μπορούσα να αποφϋγω το ν πόνο στη σκέψη εκείνου που άφηνα. Για ό,τι αφήνει, λοιπόν, κανείς, είναι ανάγκη π ά ντοτε να επε ξεργά ζετα ι τη θέση που είχε σ τη ζωή του και τους λόγους που το ν έκαναν να το αφήσει. ΙΙρέπει π ά ντοτε ν’ αφήνει κανείς πίσω τα πράγματα που ανήκουν σ το χτες. Ό ,τι έμεινε πίσω σ το παρελθόν δεν είναι πια εδώ, ούτε κι αν, επαναλαμβάνω, ούτε κι αν εξακολουθεί να υπάρχει... (;)" Τι θέλω να πω; Πάνε τριά ντα χρόνια που είμαι παντρε μένος με τη γυναίκα μου. Ξέρω πως είναι π ά ντοτε η ίδια, έχει το ίδιο όνομα, το ίδιο επώνυμο, μπορώ να τη ν αναγνω ρίσω . 26
ο ΛΡΟΜΟΣ Τ Ο Ν ΔΑΚΡΥΩΝ μοιάζει αρκετά μ’ αυτήν που ήταν κάποτε, ξέρω όμως επίσης πως δεν είναι η ίδια. Από μια άλλη οπτική γωνία, είναι ένας τελείω ς ά λλος άνθρωπος. Σ τη ν εμφάνιση έχουμε ασφαλώς αλλάξει και οι δύο (εγώ πολύ περισσότερο από εκείνη), όμως, πέρα απ’ αυτό, ό τα ν σκέφτομαι τη ν Πέρλα του τό τε, κατά κάποιον τρόπο έρχομαι α ντιμ έτω π ος με τη ν Πέρλα του σήμερα. Και πολύ συχνά μου φαίνεται πως αυτή του σήμερα μου αρέσει περισσότερο από εκείνη του χθες. Τ ότε, λ έω μέσα μου: « Είναι φ ανταστική η σημερινή Π έρ λα, αν τη συγκρίνω μ’ εκείνη που ήταν κάποτε* είναι υπέροχο που έχει εξελιχθεί τόσο* είναι καταπληκτικό!» Α υ τό. όμως, δεν σημαίνει ό τι δεν πρέπει να πενθήσω τη γυναίκα εκείνη που υπήρξε κάποτε η Πέρλα. Και φ α ντα σ τείτε! Δ ε ν μιλάω για θάνατο, ούτε για εγκ α τάλειψη, απλώς μιλάω για κάποιον που τό τε ήταν κάπως και σήμερα είναι αλλιώς. Α ς τ ο επαναλάβουμε λοιπόν: Ακόμη κι αν το παρόν είναι κα λύτερο από το παρελθόν, αυτό δεν σημαίνει ό τι δεν πρέπει να επεξεργαστούμε το πένθος. Γι* αυτό λ έω ό τι πρέπει να μάθουμε πώς να περνάμε αυτόν το ν δρόμο: το ν δρόμο τω ν απωλειών. Πρέπει να μάθουμε να θεραπεύουμε τα τραύματα που προκαλούνται ό τα ν αλλάζει κάτι, ό τα ν φεύγει κάποιος, ό τα ν μια κατάσταση φ τάνει σ το τέλ ο ς της, ό τα ν δεν έχω πια αυτό που είχα ή νόμιζα πως είχα (αφού δεν έχει καμιά σημασία αν το είχα πραγματικά ή δεν το είχα). Ί ο πένθος είναι επίσης αναγκαίο για τη ν επεξεργασία τη ς απώλειας που συνεπάγεται η ακύρωση ενός σχεδίου, η ματαίωση ενός ευσεβούς πόθου, η απόλυτη βεβαιότητα ότι 27
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ δεν θα αποκτήσω ποτέ αυτό που περίμενα ή λαχταρούσα να αποκτήσω μια μέρα. Η πορεία αυτή έχει τους κανονισμούς της* μια συγκεκριμένη γραμμή πλεύσης. Ο δρόμος έχει τους χάρτες του, κι αν τους γνωρίζει κανείς, αυτό θα το ν βοηθήσει σίγουρα να φτάσει σ το τέλος πιο δυνατός. Ένας εξαιρετικός επιστήμονας, ο Κορσίμπσκι.' έλεγε ότι σ τη ν πραγματικότητα κατασκευάζουμε όλοι ένα σχεδιάγραμμα του κόσμου σ το ν οποίο κατοικούμε, έναν «χ ά ρτη » του τόπου όπου ζούμε. Ο χάρτης, όμως. λέει με σαφήνεια ο Κορσίμπσκι, δεν είναι ο τόηος. Ο χάρτης αυτός είναι μόλις και μετά βίας ο δικός μας χάρτης. £ίναι η ιδέα που έχουμε εμείς για την πραγματικό τητα, αν και πολύ συχνά διαστρεβλωμένη από τις προκατα λήψεις μας. Η αλήθεια είναι, ότι ακόμη κι αν δεν ανταποκρίνεται ακριβώς σ τα γεγονότα , ακόμη κι αν απέχει πολύ από τη ν πραγματικότητα τω ν άλλων. ΑΥΤΟΣ είναι ο δικός μας χάρτης, και με βάση αυτόν ζούμε. Δ ε ν ζούμε σ τη ν π ρα γμ α τικ ότη τα όπως είναι, α λλά σ τη ν εικόνα που έχουμε εμείς γΓ αυτήν.
Εάν έχω καταγρά^/ει σ το ν χάρτη μου ότι μέσα σ το δωμάτιό μου υπάρχει ένα δέντρ ο —ακόμη κι αν δεν υπάρχει, ακόμη κι αν δεν υπήρχε ποτέ— , είναι σίγουρο, όπως καταλαβαίνετε, ότι θα ζήσω τη ν υπόλοιπη ζωή μου αποφεύγοντας το δέντρο. I. Λ λφ ρ εντ Κορ<τ1μπσκι (1879-1950), ηολωνοαμΕρικανό< γλωσσολόγος. (S.t.M.)
28
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ
Τ ίΙΝ Δ Α Κ Ρ Υ ίΙΝ
Ακόμη κι αν —εφ όσον το δ έντρ ο 6εν υπάρχει σ το ν δικό σας χάρτη— , περάσετε αμέριμνοι από το σημείο α υτό και, βλέποντας με να αποφεύγω το ν κορμό, μου πείτε: «Μ α τι κάνεις εκεί, τρελάθηκες;» Α ν δεν λάβει κανείς υπόψη του το ν χάρτη μου, η συμπεριφο ρά αυτή φαίνεται από ηλίθια έα>ς και διασκεδαστική, σ τη ν πράξη, όμως, μπορεί να γίνει επικίνδυνη. Α έγεται πως ήταν μια φορά ένας μεθυσμένος και περπατούσε αμέριμνα σ τη ν εξοχή. Ξαφνικά, βλέπει να έρχονται προς το μέρος του δύο τα ύ ροι — ο ένας αληθινός, ο ά λλος φανταστικός. Ο τύπος αρχίζει να τρέχει για να γλιτώ σει από τονς ταύ ρους. και φτάνει σ ' ένα σημείο όπου βλέπει μπροστά του δύο τερά στια δέντρα. Το ένα δέντρο είναι κι α υτό qyavTaaTiK0. το ά λλο ευτυχώς αληθινό. Ο μεθυσμένος... σαν μεθυσμένος που ήταν, επιχείρησε ν’ ανέβει σ το φ ανταστικό δέντρο... και ενώ πάλευε να σκαρφα λώσει, ο αληθινός ταύρος όρμησε και τον άρπαξε, τον κακο μοίρη. Και φυσικά... έζησαν α υτοί καλά κι εμείς καλύτερα... Δηλαδή, το πώς θα επ εξεργα στώ τη ν απώλεια εξα ρτά τα ι από το πώς έχω χαράξει το χάρτη της ζωής μου, εξαρτάται από τη θέση που έχει κάθε πράγμα σ τ ο σχέδιό μου, εξα ρτά τα ι από τις πεποιθήσεις που διαμορφώνουν τη ν πορεία μου. Π ώς θα πορευτώ σ ’ α υτόν το ν δρόμο που ξεκινάει ό τα ν υφίσταμαι ή συνειδητοποιώ μιαν απώλεια, και τελειώ νει ό τα ν α υτήν τη ν απώλεια τη ν έχω ξεπεράσει.
29
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ
Η χρησιμότητα των δακρύων Δ ε ν μπορούμιΐ να μιλάμε για πένθος και απώλειες και να αγνοούμε τη μικρή α να στά τω ση που σίγουρα μας προκαλεί η συζήτηση ενός τέτοιου θέματος. Α π λώ ς θεωρούμε πως είναι μια α να στά τω ση που. κατά κάποιον τρόπο, αξίζει το ν κόπο. με τη ν έννοια ό τι μαθαίνουμε κάποια πράγματα, α να θεω ρούμε κάποια άλλα, και τέλος, συστηματοποιούμε αυτό που, πιθανότατα, όλοι γνωρίζουμε. Μ ε ά λλα λόγια, δεν πιστεύω πως κάτι από αυτά που γράφ ω εδώ είναι τελείω ς ά γ ν ω σ το ή θα φανεί παράξενο σε όσους το διαβάζουν. Μ ε το ν άλφα ή βήτα τρόπο, όλοι έχουμε δει ανθρώπους να υποφέρουν. Έχει συμβεί σ ’ εμάς τους ίδιους να νιώσουμε οδύνη ή να βρεθούμε κοντά σε κάποιον που ένιωθε πόνο. Μ ε διαφορετικό ύφος και ά λλες λέξεις, σχεδόν όλα όσα διαβάζετε εδώ, τα έχει γράψει, τα έχει πει ή τα έχει διδάξει κάποιος ά λλος παλιότερα. Έ να από τα πράγματα που έχω μάθει είναι ό τι ο θάνατος, για παράδειγμα, ενός αγαπημένου προσώπου, είναι κάτι διαφο ρετικό γΓ α υ τόν που τ ο έχει ζήσει και εν τελ ώ ς διαφορετικό γι’ αυτόν που απλώς το συζητάει. Μ ια άσχημη είδηση γι’ αυτούς που τη διαβάζουν είναι ταυτόχρονα εύνοια της τύχης για μένα, για τί εγώ, αυτή τη στιγμή που γράφω, δεν έχω εμπει ρία του θανάτου κάποιου στενο ύ συ γγενή (και οι δύο γονείς μου, έχοντας συμπληρώσει πάνω από ο γδ ό ντα χρόνια ζωής, σηκώνουν το βάρος της ηλικίας τους με — πέρα από κάθε λ ο γική— , ψυχική και σωματική υγεία). Έχω διαβάσει πολλά σχετικά μ’ α υτό το θέμα, έχω δει πολλά κι έχω συντροφ εύσει πολλούς ανθρώπους σ το ν πόνο τους. Παρόλα αυτά, αισθάνομαι πως είναι σχεδόν θράσος να γράφεις για το θέμα χωρίς να έχεις περάσει ο ίδιος απ’ αυτό 30
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ Ω Ν Δ Α Κ Ρ Υ Ω Ν το σημείο, χωρίς να έχεις υποφέρει προσωπικά, και η διευ κρίνιση αυτή αποτελεί κατά κάποιον τρόπο μια συγνώμη, που τόλμησα να κάνω κάτι τέτοιο. Ξέρω καλά πως εκείνη τη στιγμή, τη στιγμή του πένθους, το βίωμα του πόνου διδάσκει πραγματικά πολύ περισσότερα από όλα όσα θα μπορούσε κα νείς να διαβάσει. Το βιβλίο όμως αυτό δεν μιλάει μόνο για το ν θά νατο α γα πημένων προσώπων. Στη ζωή μας οι απώλειες αποτελούν ένα φαινόμενο πολύ ευρύτερο και, καλώς ή κακώς, κοινό σε όλους. Βιώνουμε τη ν απώλεια όχι μόνο μέσα από το ν θάνα το, α λλά και ό τα ν μας εγκαταλείπουν, ό τα ν αλλάζουμε, ότα ν προχωράμε μπροστά. Οι απώλειες μας, όπως έχω ήδη ανα φέρει, περιλαμβάνουν επίσης τη συνειδητή ή ασυνείδητη παραίτηση από τα ρομαντικά μας όνειρα, τη ματαίωση τω ν υπερβολικών προσδοκιών μας και τ ω ν ευσεβών πόθων μας για ελευθερία, δύναμη και ασ<ράλεια. Περιλαμβάνουν ακόμη τη ν απώλεια της νιότης μας — εκείνου του γεμάτου αναίδεια νέου που νομίζαμε πως δεν θα αποκτήσει ποτέ ρυτίδες, και θα είναι ά τρ ω το ς και αθάνατος. Απώλειες οι οποίες, κατά τα λεγόμενα της Τ ζούντιθ Βιόρστ,' μας συνοδεύουν σε όλη μας τη ζωή, απώλειες «αναγκαίες», όπως τις χαρακτηρίζει εκείνη. Απώλειες που θα υποστούμε ότα ν ερχόμαστε αντιμ έτωπ οι όχι μόνο με το ν θάνατο κάποιου αγαπημένου, όχι μόνο με μια υλική αναποδιά, όχι μόνο όταν χάνουμε κομμάτια του εαυτού μας, αλλά και όταν μας συμ1. Η Τζού ντιθ Βιόρστ γκννήθηκϊ το 1931 σ τη ν Αμερική. Επί ι-ίκοσι χρό νια συγγραφέας παιδικών βιβλίων, δημοσιογράφος σ τις εφημερίδες «The New York Tim es· και «Washington Post», και από το 1981, ό τα ν αποφοί τησε από το Ψυχαναλυτικό Ινσ τιτο ύ το της Ο υάσινγκτον, ερευνήτρια και συγγραφέας βιβλίων με ψυχολογικό περιεχόμενο. (Σ.τ.Μ .)
31
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ βαίνουν κάττοια αναπόδραστα γεγο νό τα που η συγγραφέας περιγράφει αχ; «αναπόφευκτες δόσεις αυτογνωσίας». Κ αλό είναι να ξέρουμε και επιβάλλεται να δεχτούμε ότι... όσο και να μας αγαττάει η μητέρα μα<;, κάηοτε θα μας αφήσει, όιτως κι εμείς εκείνη, δεν θα έχουμε π οτέ την α ποκλειστικότητα σ τη ν αγάπη τω ν γονιών μας, αυτό που μας πλήγωσε δεν θεραπεύεται πά ντοτε μ ' ένα φιλί, θα πρέπει να δεχόμαστε την αγάπη που είναι ανάκατη με μίσος, και το καλό που έχει μέσα του κάτι κακό, ο πατέρας (ή η μ ητέρα ) σου δεν πρόκειται να σε παντρευ τούν ούτε κι αν τα κατάφερες να είσαι όπο>ς σε ήθελαν (κι όχι μόνο αυτό, αλλά πιθανότατα δεν εγκρίνουν καθόλου το πρό σωπο που διάλεξες για να τους α ντικαταστήσεις σ τη ν καρδιά σου). κάποιες επιλογές μας περιορίζονται από τη σωματική μας διάπλαση, σε άλες τις σχέσεις υπάρχουν προβλήματα και συγκρού σεις, οι επιθυμίες τω ν ανθρώπων που αγαπάμε δεν συμπίπτουν π ά ντοτε με τις δικές μας, μερικές φορές μ άλιστα είνο4 ασυμβί β α στες μεταξύ τους, δεν έχει καμιά σημασία πόσο έξυπνοι, ή πόσο προσεκτικοί είμαστε, κάποτε έρχεται η σειρά μας να χάσουμε... η ύπαρξή μας σ ' α υτόν τον κόσμο είναι αδυσώπητα εφή μερη. Α υ τό π ά ντω ς που είναι πιο δύσκολο να δεχτεί κανείς ( εγώ τουλάχιστον), και όχι γιατί δεν είναι αλήθεια, είναι ότι... 32
ο ΔΡΟΜ ΟΣ
Τ Ω Ν Δ Α Κ Ρ Υ ίίΝ
Εέμαστε εντελώ ς ανίκανοι να προσφέρουμε σ τα αγαπημένα μας πρόσωπα την προστασία που θα θέλαμε ενάντια σε κάθε κίνδυνο, σε κάθε πόνο, ενάντια στις ματαιώσεις, τον χαμένο χρόνο, τα γηρατειά και το ν θάνατο.
Οι απώλειες αυτές αποτελοϋν μέρος της ζωής μας. Είναι σ τα θερές καθολικές και αναπόδραστες, και τις χαρακτηρίζουμε «α π α ρα ίτητες», γιατί μέσα απ’ αυτές μεγαλώνουμε. Πράγματι, είμαστε αυτοί που είμαστε χάρη σε όλα όσα χάσαμε και το πώς αντιμετωπίσαμε τις απώλειες εκείνες. Η σχεδίαση αυτού του χάρτη μάς βάζει βέβαια σ ’ ένα κλίμα διαφορετικό από εκείνο του Δρόμου της Α υτοεξά ρτησης ή του Δρόμου τη ς Συνάντησης. Σ το ν π ρ ώ το «δ ρ όμ ο » το κλίμα είναι της ανακάλυψης του εαυτού μας, και σ το ν δεύτερο της από λαυσης να είμαστε ο εαυτός μας δίπλα σε κάποιον άλλο. Η συζήτηση, όμως, της επεξεργασίας του πένθους δεν είναι ένα θέμα που θα μας προσφέρει περισσότερη απόλαυση ή χαρά, γιατί μια πλευρά του, όπως λέγαμε πριν, μας φέρνει σε επαφή με το ν πόνο. Ω σ τό σ ο , ο δρόμος τω ν δακρύων μας διδάσκει να δεχόμαστε το ν ζω τικ ό δεσμό που υπάρχει ανάμεσα στις απώλειες και τις κατακτήσεις μας. Ο δρόμος αυτός μας δείχνει ό τι πρέπει να παραιτηθούμε από ό,τι δεν υπάρχει πια. Έ τσι θα κατακτήσουμε τη ν ωριμότητα. Θ α διαπιστώσουμε, διανύοντάς τον, ότι οι απώλειες εί ναι τραυματικές και επώδυνες, όμως, μόνο μέσα από αυτές ολοκληρωνόμ αστε σαν άνθρωποι. 33
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ ίΙΝ Δ Α Κ Ρ Υ ίΙΝ
Ο κύκλος της επαφής Κάθε απώλεια είναι διαφορετική, γι* αυτό δεν μπορούμε να τις βάζουμε όλες μαζί σ τ ο ίδιο σακί, ού τε να αναλύουμε όλες τις διαδικασίες του πένθους από τη ν ίδια σκοπιά. Από ψυχο λογική άποψη, η διαφορά θα έχει α σφ αλώ ς να κάνει με τη δυ σκολία αυτής της δουλειάς και τις διαφορετικές έννοιες που έχει ο «δρόμ ος». Οι φάσεις, όμως. και η εξέλιξη της διαδικα σίας του πένθους είναι λίγο-πολύ οι ίδιες, όπως σε έναν απο χωρισμό, μια υλική απώλεια χωρίς σημασία ή ό τα ν βρίσκεται κανείς α ντιμ έτω π ος με το ν θάνατο κάποιου δικού του α νθ ρ ώ που. Ο ποιαδήποτε διαδικασία προσαρμογής σε μιαν απώλεια, α νεξάρτη τα από τις αιτίες που τη ν προκάλεσαν, μπορούμε να πούμε ό τι ξεκινάει από το σημείο μηδέν, που είναι κοινό σε κάθε κατάσταση. Αυτό, οι επιστήμες τη ς συμπεριφοράς' το ονομάζουν σημείο της «Α ρ χ ή ς» ή σημείο της «Α πόσυρσης». Για να καταλάβουμε καλύτερα τη ν έννοια αυτή. είναι α να γκαίο να προβούμε σε μια περιγραφή λίγο πιο θεωρητική, ή τουλάχιστον πιο παραστατική. Ο καθένας α ντιδρά σ τα εξω τερικά ερεθίσματα ακολουθώντας ένα συγκεκριμένο μ οντέλο συμπεριφοράς. Σ το μεγαλύτερο μέρος της, η σχέση μας με το ν κόσμο που μας περιβάλλει σ υ νοψ ίζεται σ ’ αυτό το μοντέλο: ένα διαρκές και ενα λλα σσόμ ε νο παιχνίδι Επαφής και Απόσυρσης. Τ ο σημείο μηδέν (Αρχή ή Απ όσυρση) είναι εκεί όπου βρίσκεται κανείς απομονωμένος από αυτό που δεν έχει ακό μα συμβεί, ή σ το περιθώριο αυτού που τώ ρα συμβαίνει και για τ ο οποίο δεν έχει ακόμη ενημερωθεί. 1. Συμπεριφορισμός ή Μπεχαβιορισμό< (ίΙ.τ.Μ .)
35
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ Είναι ένα ερέθισμα εξωτερικό, χωρίς καμία απολύτως σχέση με το άτομο. Εάν. παραδείγματος χάριν, ετοιμάζομαι να πάω σε μια συ γκ έ ντρ ω ση όπου θα υπάρχει κόσμος που δεν γνω ρίζω , η κατά στα ση του σημείου μηδέν θα είναι πριν από τη ν είσοδό μου σ τη ν αίθουσα, ίσως και πριν ξεκινήσω το ταξίδι μου για να πάω εκεί που γίνεται η συγκ έντρω ση . Φ τά ν ω σ τη σ υ γκ έντρω ση και βρίσκομαι α ντιμ έτω π ος με το ν κόσμο που έχει συγκεντρωθεί. Έχω κάποια αίσθηση, ευχάριστη ή δυσάρεστη. Δ η λ α δή, κάτι αισθάνομαι. Οι αισθήσεις μου μεταδίδουν διά φ ο ρες πληροφορίες. Βλέπω το ν κόσμο, ακούω θορύβους και κάποιος με πλησιάζει. Έχω αισθήματα όσφρησης, οπτικά, ακουστικά και σωματικά. Τρέμει λίγο το σώμα μου και αι σθάνομαι ό τι ιδρώνω. Μ ε τα αισθήματα αυτά «σ υ ν ειδ η το ποιώ», έχω συναίσθηση του τι συμβαίνει. Α να λύ οντα ς, δη λαδή, ό,τι έχω α ντιληφθεί, κ α τα λή γω σ τ ο συμπέρασμα ό τι η σ υ γκ έν τρ ω σ η είναι επίσημη, και ό τι υπάρχει πάρα πολύς κόσμος. Κάποια στιγμή λ έω μέσα μου: «Α μ ά ν, με κ οιτά νε!» Αντιλαμβάνομαι, δηλαδή, α υτό που συμβαίνει* τι είναι αυτό που ερεθίζει τις αισθήσεις μου. Αφού α ντιληφ θώ ή αποκτήσω πλήρη συναίσθηση του τι συμβαίνει, διακινούνται τα συναιαθήματά μου. Αισθάνομαι ένα σω ρό πράγματα, που δεν προέρχονται όμως από τις αι σθήσεις, τα αφτιά, τα μάτια ή τ ο στόμα. Ν ιώ θω να τρομάζω, μου αρέσει κάτι ή με αγχώνει. Αισθάνομαι ευχαρίστηση, ανη συχία ή συγκίνηση. Αισθάνομαι φόβο ή όρεξη και επιθυμία, ευχαρίστηση που τους είδα ή τρόμο για το αποτέλεσμα της συνάντησης. Ένα σ ω ρό συναισθήματα που κοχλάζουν μέσα μου. 36
ο ΔΡΟ Μ Ο Σ Τ Ω Ν ΔΑΚΡΎΩΝ
Μ όλις δημιουργηθούν αυτά τα συναισθήματα, αρχίζουν να πιέζουν για να μετατραπούν σε δράση. Ν ιώ θω την ενέργεια μέσα μου να ασκεί ηΐεση· να με ωθεί να δράσω. Τρομάζω και φεύγω, ή μένω και αρχίζω να μιλάω. Μ ιλά ω με το ν έναν και με το ν άλλον, αποφασίζω να αποκαλΰ\|/ω τα συναισθήματα μου ή να τα αποκρύψω, να προσποιηθώ ή να κάνω κάτι άλλο. Είναι η στιγμή της επαφής, το σημείο κλειδί. Επαφή είναι η δυνατότητα να δημιουργηθεί μια ειδική σχέση με το εξωτερικό ερέθισμα. Επαφή σημαίνει: Ό χι μόνο έχω αισθήματα, συναισθάνο μαι, κινητοποιούμαι και ενεργώ, αλλά. επιπλέον, ζω και συμ μορφώνομαι με τη ν κατάσταση σ τη ν οποία έχω εμπλακεί. Είμαι, δηλαδή, σε επαφή.
Σημείο μηδέν Αρχή ή Απόσυροη Λποχαιρκτισμός Επαφή
Δράση
Αντίληψη Συναισβημα
J
Ενεργοποίηση ενέργειας
Και αφού είμαι σε επαφή, μετά, για λόγους προφύλαξης, για λόγους υγείας, επειδή εξαντλήθηκε ο κύκλος ή εξατμίστηκε το συναίσθημα, προχωράω σε αποχαιρετισμό και απόσυρση. 37
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ
Απομακρύνομαι για να μείνω λίγο με το ν εαυτό μου ή για να πάω πάλι από την αρχή. Ας πάρουμε ένα κλασικό παράδειγμα: το ν ζω γρά φ ο με τον πίνακά του. Ο ζωγράφος στέκετα ι λίγα λεπ τά μηροστά σ το τελάρο πριν ακόμη αρχίσει να ζωγραφίζει. Αισθάνεται τη ν πρόκληση πον τον δημιουργεί η λευκότητα του τελάρου. Αντιλαμβάνεται το κενό πον έχει απέναντί τον και νιώθει τη ν ενθννη ότι κάτι πρέπει να κάνει μ ’ αυτό πον νπάρχει εκεί μ προστά στα μάτια τον. Ο καλλιτέχνης δέχεται, σαν να μη μπορεί να κάνει αΑλιώς, έναν καταιγισμό σνναισθημάτων. Αρχίζει να αισθάνεται διάφορα πράγματα μπροστά σ ’ αυτό το λευκό τελάρο, μαζί με τη ν επιθυμία να ζωγραφίσει. Και τότε. κάνει μια κίνηση. Α ρ πάζει ένα πινέλο, λίγη μπογιά και μια σπάτουλα, πλησιάζει το τελάρο και ζωγραφίζει κάτι. Α υ τό α ποτελεί τη μετουσίωση του συναισθήματος που ένιωθε. Αφού βάλει μερικές πινελιές, ο ζωγράφος σταματάει. Κ ά νει δνο-τρία βήματα πίσω και κοιτάζει. Α ν τή είναι η στιγμή πον ονομάσαμε «τ η ς απόσνρσης». Ό τα ν πηγαίνει λίγο πίσω και κοιτάζει, σννειδητοποιεί και αντιλαμβάνεται αντό πον βλέπει, και αποκτά σνναίσθηση τον τι έχει βάλει στον πίνακά τον. Λ ίγα μόλις δεντερόλεπτα ή λ ε πτά μετά, έχει σννείδηση τον έργον τον και αισθάνεται ξανά να τον πλημμυρίζουν συναισθήματα, έχει ξανά συναίσθηση αυτού που βλέπει, και νιώθει ξανά ό τι κάτι πρέπει να κάνει. Η αίσθηση α ντή μ ετα τρέπετα ι πάλι σε ενέργεια. Ο καλλιτέχνης πλησιάζει το πινέλο και τη ν παλέτα. Ζωγραφίζει για κάποιο διάστημα, πριν κάνει πάλι λίγα βήματα πίσω για ένα νέο ξεκί νημα τον κύκλον. 38
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ Ω Ν Δ Α Κ Ρ Υ ίΙΝ
Η ζωή μας ολόκληρη σημαδεύεται από τέτοιες στιγμές. Ενώ είμαστε μόνοι μας και σε απόσταση από α υτό που συμβαίνει, ανακαλύπτουμε αισθήματα και νιώθουμε να 6ιακινούνται μέσα μας συναισθήματα τα οποία, όπως είπαμε παραπάνω, μπορεί να γίνουν ενέργεια σ τη ν υπηρεσία αυτού που θα ακο λουθήσει. Ό τα ν καταφέρνω να μετατρέπω τα συναισθήματά μου σε μιαν ανάλογη ενέργεια, τ ό τε η πράξη αυτή με φέρνει σε επαφι*) με « τ ο πράγμα». Τ ο ζω, λειτου ργώ μέσα σ ' αυτό και. σ ’ έναν μικρό ή μεγάλο βαθμό, το αλλάζω. Α ν με τη ν παρέμβασή μου εξαντληθεί ή αλλά ξει η κα τά σ τα ση (ή ό τα ν εμένα με κουράσει το βίωμα), αποσύρομαι ξανά — όχι όμως με τη ν έννοια ό τι φεύγω, α λλά ό τι ακόμη μια φορά ξαναρχίζω. Το μικρό α υτό σχεδιάγραμμα — κάπως πρακτικό όπως εί παμε— , είναι η βάση για το τι σημαίνει εμπειρική στάση απ έναντι σ τη ζωή. Τ ο αναφέρω εδώ για να τεκμηριώσω ότι η διαδικασία του πένθους δεν είναι τίπ οτα περισσότερο και τίπ οτα λ ιγό τερ ο από μια ειδική περίπτωση «Επαφής και Α π ό συρσης». Ο δρόμος τ ω ν δακρύων είναι κι αυτός ένας κύκλος εμπειρίας που θα ακολουθήσεις για να μάθεις να διατρέχεις το ν κύκλο χωρίς διακοπές, χωρίς καθυστερήσεις, χωρίς σ τά σεις και χωρίς να λοξοδρομήσεις. Κ ατά τη ν επεξεργασία του πένθους, το ερέθισμα που α ν τι λαμβανόμαστε από τη θέση τη ς ήρεμης απόσυρσης, είναι η απώλεια. Κάποιες φορές αμέσως, και άλλες με καθυστέρηση, αντιλαμβάνομαι α υ τό που μου συμβαίνει: έχω χάσει α υτό που είχα ή νόμιζα πως είχα. Και αισθάνομαι. Στις αισθήσεις μου αποτυπ ώ νονται ένα σ ω ρ ό πράγματα, όχι ακόμη συναισθήμα
39
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ τα, αλλά τα αισθήματά μου. Και μετά. μέσα από αρνητικές ή δυσάρεστες εντυπακτεις, συνειδητοποιώ τι ακριβώς συνέβη. Τώρα εμφανίζονται και με κατακλύζουν ένα πλήθος από διαιρορετικά συναισθήματα — μερικές φορές αντιφ ατικ ά — , τα οποία, όπως πάντα, προηγούνται της κίνησης. Τ ο συναί σθημα είναι αυτό που προετοιμάζει το σώμα για να ενεργή σει. Ω σ τό σ ο , το συναίσθημα είναι η μισή διαδικασία. Η άλλη μισή είναι η ενέργεια. Α υ τό λοιπόν που γίνεται αμέσως μετά είναι ό τι φορτίζομαι με ενέργεια, δύναμη και διάθεση. H με τατροπή τω ν συναισθημάτων α υ τώ ν σε ενέργεια θα μου επι τρέψει να συνειδητοποιήσω πραγματικά την απουσία αυτού που δεν υπάρχει πια. Και η συνειδητοποϊηση του απόντος. η επαφή με τη ν απουσία που φοβόμουν, θα μου επιτρέψει στη συνέχεια να δεχ τώ τη νέα πραγματικότητα. Αυτή είναι μια συνειδητοποϊηση καθοριστική πριν από τη στροφή σ το ν εαυ τό μου. Θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας μια ιστορία που έφτασε στα χέρια μου πριν από μερικά χρόνια από κάποιοικ; αναγνώ στες, κι εγώ με τη σειρά μου τη χάρισα σ το ν Μαρσέλο, το ν αγαπημέ νο μου φίλο, σε μια σημαντική στιγμή επιτυχίας στη ζωή του. Ο Μ α ρτΙν είχε ζήσει το μ εγαλύτερο μέρος της ζωής τον μέσα σε έντονες αηολαύσεις. Ό τα ν η νοημοσύνη του δεν έφτανε για να το ν δείξει τον καλύτερο δρόμο, τον οδηγούσε η διαίσθησή του. Ένιωθε σχεδόν όλη τη ν ώρα ήρεμος κι ευτυχισμένος, απλώς, μερικές φορές, τη διάθεσή του σκίαζε η αίσθηση ό τι ασχολιόταν υπερβολικά με τον εαυτό του. Είχε μάθει να είναι υηεύθννος για τη ζωή του και αγαπού σε τον εαυτό του τόσο ώ στε να προσπαθεί να τον εξασφαλίζει ό,τι καλύτερο. Ήξερε ό τι κατέβαλλε κάθε δυνατή προσπάθεια 40
ο ΔΡΟΜ ΟΣ Τ Ω Ν
ΔΑΚΡΥΩΝ
προσέχοντας να μη βλάψει τονς άλλονς, και κυρίως εκείνους ηου αγαπούσε. Ίσως γι' α υτό τον πείραζαν τόσο οι άδικες επ ι κρίσεις, ο φθόνος τω ν τρ ίτω ν και οι κατηγορίες που πολύ σ υ χνά δεχόταν από το στόμα γνω στώ ν και αγνώστων. Έφτανε η αναζήτηση της απόλαυσης για να δώσει νόημα σ τη ζωή του; Το άντεχε ο Ιδιος να ορίζει τον εαυτό τον σαν έναν ηδονι~ σ τή που είχε βάλει σ το επίκεντρο της ύπαρξής του τη ν προσω πική του ικανοποίηση: Πώς να εναρμονίσει τα συναισθήματα αυτά της προσωπι κής ευχαρίστησης με τις απόψεις του περί ηθικής, με τη θρη σκευτική του πίστη, με όλα αυτά που είχε διδαχτεί από τους προγόνους τον; Τι νόημα είχε μια ζωή που σήμαινε κάτι μόνο για τον ίδιο: Εκείνη τη ν ημέρα, οι σκέψεις αυτές τον βάραιναν περισσό τερο από κάθε προηγούμενη. Ίσως θα έπρεπε να απομακρννθεί. Να φύγει μακριά. Να αφήσει ό,τι είχε και δεν είχε σ τα χέρια άλλων. Να μοιράσει όλη του τη ν περιουσία ή να την αφήσει κληρονομιά, ώ σ τε ν ’ αποτελέσει για κάποιους — έσ τω και απών— . μια καλή ανάμνηση. Κάπου αλλού, σε ά λλη χώρα, σε άλλη πόλη, με άλλονς αν θρώπους, θα μπορούσε να κάνει ένα νέο ξεκίνημα. Μ ια δια φορετική ζωή, μια ζω ή σ τη ν υπηρεσία τω ν άΑλα>ν, μια ζωή με αλληλεγγύη. Έπρεπε να βρει χρόνο να σ τοχ α στεί για το παρόν και το μ έλλον του. Έβαλε λοιπόν ο Μ α ρ τίν κάτι λίγα πράγματα σ ' ένα σακί διο κι έφυγε με κατεύθυνση το βουνό. Κάποιος του είχε πει ό τι ήταν ήσυχα εκεί πάνω, και πως η θέα της εύφορης κοιλάδας σε βοηθούσε να βάλεις τις σκέψεις σου σε τάξη. 41
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ
Ό τα ν έφτασε σ το ψηλότερο σημείο τον βουνού γύρισε να κοι τάζει τη ν ηόλη του για τελευτα ία Ισως φορά. Σονρούηωνε και η πόλη φαινόταν ηολύ ωραία από ψηλά. « Ένα πέσο για να κοιτάξεις μέσα από το τηλεσκόπιο.» Ή τα ν η φωνή ενός γέρου που εμφανίστηκε από το πουθενά, μ ' ένα μικρό πτυσσόμενο τηλεσκόπιο στα χέρια. Τώρα, με το ένα χέρι το ν δείχνει το τηλεσκόπιο και με το άλλο απλωμένο περιμένει τα λεφτά. Ο Μ α ρ τίν ψάχνει σ τη ν τσέπη τον, βρίσκει το κέρμα που ήθελε και το δίνει σ το ν γέρο. Ανοίγει τό τε κι εκείνος^ το τη λ ε σκόπιο και το δίνει σ τον Μαρτίν. Ο Μ α ρ τίν παίρνει το τηλεσκόπιο και κοιτάζει... Κ αταφέρ νει να εντοπίσει τη γειτονιά τον, τη ν πλατεία, και απέναντι από τη ν πλατεία, το σχολείο. Ξαφνικά, κάτι του τραβάει τη ν προσοχή. Μ ια χρυσή κονκίδα λάμπει ζωηρά σ τη ν ανλή τον παλιού κτιρίου. Ο Μ α ρ τίν σηκώνει τα μάτια του από τον φακό, τα ανοιγο κλείνει μερικές φορές και ξανακοιτάει. Η χρυσή κουκιδα είναι ακόμη εκεί. «Π ολύ περίεργο!» λέει ο Μ α ρ τίν απορημένος, χωρίς να κα ταλάβει ό τι μίλησε δυνατά. «Π ο ύ είναι το περίεργο;» τον ρω τά ει ο γέρος. «Ν α εκεί. η κονκίδα που λάμπει...» λέει ο Μαρτίν, «...στη ν ανλή τον σχολεΐον» σννεχίζει και τον δίνει το τηλεσκόπιο για να δει κι ο γέρος α ντό πον μόλις είδε εκείνος. «Α υ τά είναι ίχνη» του λέει ο γέρος. «Τ ι ίχνη;» ρω τά ει ο Μ αρτίν. «Θ υμάσα ι εκείνη τη ν ημέρα — πρέπει να ήσουνα επτά χρόνω ν— . που ο Χαβιέρ. ο παιδικός σου φίλος, έκλαιγε απα 42
ο Λ ΡΟ Μ Ο Σ Τ Ω Ν
ΔΑΚΡΥΩΝ
ρηγόρητος σ τη ν αυλή του σχολείου; Του είχε δώσει η μητέρα του λεφ τά να ηάρει ένα μολύβι για τη ν ηρώ τη μέρα σ το (τχολείο. Είχε χάσει τα λεφ τά κι έκλαιγε με λυγμ ούς» του απαντάει ο γέρος. Κάνει μια παύση και συνεχίζει: «Θ υμάσαι τι έκανες; Είχες ένα καινούργιο μολύβι πον ηρώ τη φορά το έφερνες στο σχολείο. Ακούμηησες σ τη ν πόρτα, έσπασες το μολύβι σε δύο ίσα μέρη, έξυσες το σπασμένο μισό κι έδωσες στον Χαβιέρ το ά λλο μισό από το καινούργιο σου μολύβι.» «Δ ε ν το θυμόμουνα» λέει ο Μ αρτίν. «Α υ τό , όμως, τι σχέση έχει με τη χρυσή κουκίδα;» « Ο Χαβιέρ δεν ξέχασε ποτέ εκείνη τη χειρονομία, και η ανάμνηση αυτή είχε μεγάλη σημασία για τη ζωή του.» «Ε , και λοιπόν;» «Υπάρχουν πράξεις σ τη ζωή ενός ανθρώπου που αφήνουν ίχνη σ τη ζωή τω ν ά λ λ ω ν » του εξηγεί ο γέρος. «Ο ι πράξεις που συμβάλλουν σ τη ν εξέλιξη τω ν υπολοίπων, αφήνουν σημάδια σαν χρυσές κουκίδες...» Ο Μ α ρ τίν ξανακοιτάει μέσα anti το τηλεσκ όπ ιο και βλέπει κι ά λλη κουκίδα να λάμπει σ το δρομάκι που βγάζει από το κολέγιο. «Α υ τ ή είναι για τη ν ημέρα που βγήκες να υπερασπιστείς τον Πάντσο, θυμάσαι; Γύρισες σ π ίτι με μαυρισμένο μά τι και μία τσέπη του παλτού σου σκισμένη.» Ο Μ α ρ τίν κοιτάζει τη ν πόλη α π ’ άκρη σ ’ άκρη. «Α υ τ ή εδώ σ το κέντρο...» συνεχίζει ο γέρος, «είναι η δουλειά που βρήκες σ τον δον Πέδρο όταν τον απέλυσαν από το εργο~ στάσιο... και η άλλη, εκεί δεξιά, είναι το ίχνος εκείνης της φο ρά ς που έδωσες τα χρήματα που έλειπαν για τη ν εγχείρηση του παιδιού του Ραμίρες... Τα ίχνη πάλι εδώ αριστερά, είναι από 43
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ τό τε που γύρισες από ταξίδι για τί ηέθανε η μητέρα τον φίλον σου, του XotMiv, και ήθελες να είσαι δίπλα τον.» Ο Μ α ρ τίν βάζει σ τη ν άκρη το τηλεσκόπιο. Λεν το έχει πια ανά γκη γιατί, και χωρίς αυτό, αρχίζει να βλέπει χιλιάδες χρυσές κονκίδες διασκορπισμένες σ ' ολόκληρη την πόλη. Μ όλις έπεσε ο ήλιος, η πόλη φ ω τίστηκε ολόκληρη από τα χ ρ υ σά τον ίχνη. Τότε ένιωσε ο Μ α ρ τίν ό τι μπορούσε να γνρίσει ήσνχος σ το σ π ί τι του. θ α ξεκινούσε τη ζωή τον από την αρχή, αλλά α υτή τη φορά από ένα διαφορετικό σημείο.
44
Ο ι ΑΠΩΛΕΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΓΚΑΙΕΣ
Ο Θεός που εγώ πιστεύω δεν μας δίνει τα βάσανα, παρά μόνο τη δύναμη να τα αντέζονμε. Χ Α Ρ Ο Λ Ν Τ Σ. Κ Ο Υ Σ Ν Ε Ρ '
ΝΑ ΜΠΟΡΟΥΜΕ Ν Α ΞΕΚΙΝΑΜΕ Π Α Λ Ι αττό τη ν αρχή. να αφή νουμε πράγματα πίσω μας. να μαθαίνουμε να λειτουργούμε αλλιώς, να μην εξα ρτιόμ αστε από το βλέμμα του άλλου, να πατάμε γερά σ τα πόδια μας... Α υτά είναι τα πράγματα που μας βοηθάνε να μεγαλώσουμε, που μας κάνουν αυτό που είμαστε τελικά. Γιατί είμαστε, σε μεγάλο βαθμό, το αποτέλεσμα της ανάπτυξης και της ωρίμανσής μας. Αυτά, και τα δύο, εξαρτώ ντα ι από το αν τα καταφέραμε ή όχι, και με ποιον τρόπο, να αντιμετωπίσουμε τις απώλειες που έχουμε υποστεί: εμπειρίες οδυνηρές, που καθορίζουν όμως το ν τρόπο που υπάρχουμε σ το ν κόσμο. Και βέβαια, αυτό περιλαμβάνει και το ν δικό μας ιδιαίτερο τρόπο να αντιμετωπίζουμε το πένθος. Δ ε ν μεγαλώνει κανείς αν δεν δοκιμάσει ο ίδιος κάποια από τα συναισθήματα που ορίζουν το περιεχόμενο τ ω ν παρακάτω λέξεω ν; 1. Harold S. Kushncr, διακεκριμένος αμερικανός ραβίνος, πυγγρα<|>έας π ολλών θίο λο γικ ώ ν βιβλίων. (Σ.τ.Μ .)
45
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ αδυναμία να κάνεις κάτι, μη αναστρέψιμο. απογοήτευση, θυμός. πόνος, εσωτερικό κενό, απουσία. εγκατάλειψη, άγχος. σύγχυση, νοσταλγία.
απελπισία. αυτοκατηγορία. θρήνος. βάσανο, μοναξιά, φόβος. θλίψη, αγωνία. αδυναμία αποδοχής, θάνατος.
Δ εν έχει νόημα να διαφωνήσουμε για τη σχέση που έχουν οι όροι αυτού του καταλόγου μεταζύ τους, γιατί ορισμένα πράγματα ταιριάζουν μόνο σ ’ εκείνον που τα λέει. Είναι βέ βαιο, πάντως, ό τι αυτές τις λέξεις χρησιμοποιούν οι ά νθρω ποι ότα ν υπάρχει πιθανότητα ή βρίσκονται σ τη ν ανάγκη να αντιμετωπίσουν μιαν απώλεια. Φ τά νει μόνο μια γρήγορη ματιά για να αντιληφθούμε πόσο φρικτή. πόσο απειλητική είναι μια απώλεια για την ψυχή μας. Νομίζω ότι όλοι θα θέλαμε, με μιαν αποφασιστι κή κίνηση, να διαγράψουμε τις λέξεις αυτές από το λεξιλόγιό μας, όχι μόνο μην τύχει στη ζωή μας και συναντηθούμε μαζί τους, αλλά, κυρίως, για να τις εξαφανίσουμε οριστικά από το ν δρόμο αυτώ ν που αγαπάμε. Είναι σαφές πλέον ό τι εξελίσσεται κανείς και μαθαίνει από τις απογοητεύσεις του και δεν ωριμάζει χωρίς πόνο. Α ραγε, αυτό σημαίνει ό τι πρέπει να πονέσω για να μεγα λώ σω ; Χρειάζεται, δηλαδή, να έρθω σε επαφή με το κενό μέσα μου για να ενηλικιωθώ; 46
ο Λ ΡΟ Μ Ο Σ T flN Λ Α Κ Ρ Υ ίΙΝ Πρέπει να έχω σκεφτεί το ν θάνατο για να μπορέσω να συνεχίσω το ν δρόμο μου; Σε όλες αυτές τις ερω τήσεις εγώ απαντάω θετικά. Λ έω πως χρειάζεται, δυστυχώς, να έχεις δοκιμάσει όλες αυτές τις κα τα στά σεις για να φτάσεις σ τη ν αυτοπραγμάτωση. Ο κ α τά λο γος αυτός περιγράφει σε κάποιον βαθμό μερικά από τα βιώ ματα και τα συναισθήματα μιας ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΗΣ διαδικασίας επεξεργασίας του πένθους. Το πένθος δε, όπως είπαμε, είναι μια εμπειρία απαραίτητη· αναπόσπαστο μέρος τη ς α νάπ τυ ξής μας. Καμία από τις λέξεις αυτές δεν αποτελεί αυτή καθεαυτήν σύμπτωμα αρρώστιας, κανένα από τα συναισθήματα αυτά δεν είναι αφύσικο, καμία κατάσταση δεν αποτελεί απει λή για τη ν ακεραιότητά μας. Μπορεί ένας άνθρωπος να περνάει κάποια στιγμή ένα πένθος λ ιγό τερ ο βαθύ, όχι τό σ ο περίπλοκο, μια διαδικασία που δεν περιλαμβάνει τόση οδύνη, ούτε τόση ταλαιπωρία... Μ πορεί να συμβεί κάτι τέτοιο. Μπορεί. όμως, επίσης, ένα ά λλο άτομο — ή κι αυτό το ίδιο— . μιαν άλλη στιγμή, να περάσει ένα πένθος το οποίο περιλαμβάνει όλα αυτά κι ακόμη περισσότερα. Διαβάζοντας αυτά τα πράγματα ίσως ξυπνήσουν μέσα σου κάποιες αναμνήσεις. Μπορεί να έρθουν σ τη ν επιφάνεια κάποια προσωπικά θέματα, κάποια ζητήματα που ίσως δεν έχουν λήξει οριστικά, όπως αυτά που δίνουν και σ ’ εμένα το απλό ερέθισμα να τα γράψω. Γι’ αυτό και τώρα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, σου ζη τά ω να νιώσεις ότι έχεις τ ο δικαί ωμα να διαφωνήσεις. Σου επιτρέπεται να πεις: «δ εν συμφω ν ώ » ή, «για μένα είναι σ ω σ τό το ακριβώς α ντίθ ετο ». Μπορείς ακόμη και να σκεφτείς πως είμαι ηλίθιος, και δικαιούσαι να με διασύρεις που υποστηρίζω αυτά τα πράγματα. Μ ην αφήσεις, όμως, να σε παρασύρει η κοινή αντίληψη 47
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ πως, αν το λέει το βιβλίο, τό τε έτσ ι «ιτρέττει» ή «6 εν πρέπει» να αισθάνεσαι. Γιατί το πένθος είναι π ά ντοτε κάτι προσωπικό που αφορά τη ν ιδιοσυγκρασία του καθενός. Αν πάρουμε μερικές χιλιάδες άτομα, βάψουμε τον αντίχειρα του καθενός μαύρο, και τους ζητήσουμε μετά ν* αφήσουν τα αποτυπώματά τους σ το ν τοίχο, θα διαπιστώσουμε ότι κάθε αποτύπωμα είναι διαφορετικό. Δ εν υπάρχουν δύο όμοια γιατί δεν υπάρχουν δύο άτομα με πανομοιότυπα δακτυλικά αποτυπώματα. Βέβαια... όλοι οι άνθρωποι έχουν παρόμοια χαρακτηριστικά που μας επιτρέπουν να τα μελετήσουμε και να μάθουμε περισσότερα γ»’ αυτούς. Κάθε πένθος είναι προσωπικό, και κάθε τρόπος αντιμε τώπισης μοναδικός και ανεπανάληπτος... Α λ λ ά είναι επίσης απολύτως βέβαιο πως κάθε πένθος, δικό μας ή ξένο, μοιάζει με το προηγούμενο κι έχει ορισμένα κοινά σημεία. Α υτά θα μας βοηθήσουν να το καταλάβουμε. Πράγματι, για να βοηθήσεις σ ’ ένα πένθος, προϋπόθεση είναι να φέρεις σ ' επαφή το άτομο που υποφέρει με το δικαίωμά του να εκφράσει τα συναιαθήματά του, όποια κι αν είναι αυτά, με το ν δικό του τρόπο και τη στιγμή που κρίνει. Οι θεραπευτές σε όλον το ν κόσμο (που είμαστε τό σ ο διαφορετικοί μεταξύ μας), συμφωνούμε ότι βρίσκοντας έναν τρόπο να εκφράζου με τα εσωτερικά βιώματα, βοηθάμε όσους πορεύονται σ ’ αυ τό ν το ν δρόμο ν ’ απαλύνουν το ν πόνο τους.
Η πρόκληση της απώλειας Για να καταλάβουμε πόσο δύσκολο είναι ν ’ αντιμετωπίσουμε μιαν απώλεια, έχει σημασία να καταλάβουμε τι είναι η απ ώ λεια. Έψαξα σ το ετυμολογικό λεξικό, όπως το συνηθίζω, για να βρω από πού προέρχεται η λέξη. και με έκπληξη βρήκα 48
ο ΔΡΟΜ ΟΣ
Τ Π Ν Δ Α Κ Ρ Υ ίΙΝ
ό τι η λέξη p6rdida (απώλεια^ προέρχεται από τη ν ένω ση του προθήματος per, που σημαίνει «σ ε ακραίο σημείο, σε υπερβο λικό βαθμό, ολοκ λη ρω τικ ά » και του der, που είναι παλαιότερος τύπο<; του ρήματος dar (δίνω). Η ετυμολογία με ανάγκασε να συ σχετίσω τη ν απώλεια με το γ εγο νό ς ό τι έχω δώ σει ή έχω δοθεί ολοκληρωτικά. Μ ε τη ν αίσθηση, ίσως, ό τι τα έχω δώ σει όλα σε κάποιον ή κάτι που δεν υπάρχει πια. Και τ ό τε σκέφτηκα ό τι κάπου πρέπει να υπάρχει ένα λά θος. γιατί ό τα ν δίνεις από τη ν καρδιά σου, συνήθως δεν αι σθάνεσαι τη ν απώλεια. Χαμένο θεωρούμε, σε κάθε περίπ τω ση, α υτό που μας στέρησε κάποιος — η ζωή ή οι περιστάσεις. Τ ότε θυμήθηκα και το ν Ναστραντίν... Έχασα το μουλάρι μου, δυστυχία μου, πάει το μουλάρι μου, εί μαι σε α πελπιστική κατάσταση, πώς θα ζήσω τώρα... Α ν δεν βρω τσ μουλάρι μου θα ηεθάνω. Ό ποιος βρει το μουλάρι μου θα πάρει για πληρωμή... το μουλάρι μου. Ο κόσμος τον ακούει και τον ρω τά ει με απορία: - Μ α τι λες, τρελάθηκες τελείω ς: Έχασες το μουλάρι σου και θα δώσεις ανταμοιβή το ίδιο το μουλάρι σου; Κ ι εκείνος απαντάει: - Ναι, για τί με πειράζει που δεν το έχω, όμως με πειράζει πολύ περισσότερο που το έχασα. Γιατί ο πόνος της απώλειας δεν έχει τό σ ο να κάνει με το γ ε γονός ότι δεν έχω πια κάτι. όσο με το ό τι δεν α ντέχ ω την αδυναμία μου. Α υ τό είναι που μένει από τη ν απώλεια κάποιου πράγματος που. εκείνη τη στιγμή τουλάχιστον, δεν ήθελα να χάσω. Σ το πένθος υπάρχει π ά ντοτε κάτι που μου στερούν, 49
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ κάτι που δεν ήθελα να εγκαταλείψω, κάτι που δεν ήθελα να χάσω. Τώρα που το ξανασκέφτομαι, μπορεί ΕΔΩ ΝΑ ΒΡΙΣΚΗΤΑ1 Η ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΗ ΒΑΣΗ της λέξης. I I λέξη pirdida (απώλεια), σημαίνει ότι η ζωή με υποχρε ώ νει να παραχωρήσω πολύ περισσότερα απ’ όσα θα ήμουν διατεθειμένος να δώσω. Γεγονός είναι ό τι σ το βάθος, εγ ώ —όπως κι εσείς, κι όλοι οι άλλοι— , προσπαθούμε να μην αποχωριστούμε ποτέ τίπ ο τα. Μπορεί το βίωμα του χαμένου να είναι η αντίδρασή μου σ τη ν ιδέα του «π ο τέ πια». Έ να «π ο τέ πια» που μου επιβάλ λεται, που δεν εξαρτάται από τη ν απόφασή μου, ούτε από τη ν ικανότητά μου. Ένα είδος αναγκαστικής παραίτησης από κάτι που θα προτιμούσα να κρατήσω... «Π ώ ς μπορώ, όμως, να το αποφύγω;» Είδαμε προηγουμένως ότι πλημμυρίζουμε από συναι σθήματα ό τα ν είμαστε έτοιμοι να προβούμε σε μιαν εν έρ γεια. Α υτά μας συνδέουν ενεργά με το ερέθισμα. Προσοχή όμως: «Συνδέομαι», σημαίνει είμαι ΣΥΝΤΟΝΙΣΜ ΕΝΟΣ σ το ίδιο μήκος κύματος με ό,τι συμβαίνει. Δημιουργώ, δηλαδή, μια σχέση ανάμεσα σε ό,τι κάνω, ό,τι αισθάνομαι, ό,τι α ν τι λαμβάνομαι. και το αρχικό ερέθισμα. ΓΓ αυτό και «σ ύ νδεσ η » μπορούμε επίσης να πούμε ότι σημαίνει: «αρχίζω να τρέχ ω » (παρόλο που μια τέτο ια συμπεριφορά δεν ακούγεται και πολύ «συνδετική»), Η απάντηση αυτή (Η ΔΙΚΗ ΜΟΥ απάντηση) με συνδέει ΓΙΑ ΕΝΑ Δ ΙΑ Σ Τ Η Μ Α με τη ν κατάσταση και τη ν τροποποιεί α νά λογα με το πώς αντιλαμβάνομαι εγώ το ερέθισμα. Αφού περάσει το διάστημα αυτό (το οποίο ποικίλει ανάλογα με τα ερεθίσματα, τα άτομα η τις διαφορετικές στιγμές που το ίδιο άτομο βρίσκεται α ντιμ έτω π ο με το ίδιο ερέθισμα), αφού πε50
ο
Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ Π Ν Δ Α Κ Ρ Υ ίΙΝ
ράσει αυτή η στιγμή, η σύνδεση σ τη ν καλύτερη περίπτωση εξασθενεί, φθάνει σ το τέλ ο ς και χάνει τη ν ισχύ της, και τό τε μπορώ να επιστρέψ ω σ τη ν κατάσταση της ανάπαυσης. Ο κύκλος αυτός της εμπειρίας αναπαράγεται σε κάθε κατάσταση, λεπ τό προς λεπτό, κάθε στιγμή, κάθε μέρα της ζωής μας. Και επειδή δεν μπορώ να είμαι αλλιώς, έτσι θα λει τουργή σω κι αν βρεθώ α ντιμ έτω π ος με τ ο θλιβερό γεγο νό ς του θανάτου κάποιου δικού μου ανθρώπου. Α υ τό που συμβαίνει σ ’ εμένα, σ ’ εσένα και σ το ν καθένα σε μια τέτο ια περίπτωση, ακολουθεί ακριβώς τη ν ίδια δια δρομή: I. II. III. IV. V. VI. V II.
αντιλαμβάνομαι τη ν κατάσταση απ’ έξω, συνδέομαι με ένα ορισμένο συναίσθημα, κινητοποιώ μέσα μου ενέργεια, που θα πρέπει να μετατραπεί σε δράση για να έρθω σ ’ επα<ρή με τη συγκεκριμένη κατάσταση. μέχρι να εξαντλη θεί η κατάσταση αυτή και να επιστρέψ ω σ τη ν ανάπαυση.
Ο δρόμος αυτός, ό τα ν πρόκειται για το ν θ ά να το κάποιου, ονομ άζεται «επεξεργασία του πένθους». 0 α συζητήσουμε τώ ρα για το γ εγο νό ς ό τι η επεξεργασία αυτή δεν γίνετα ι μόνο μπροστά σ το ν θάνατο, τη φυσική εξαφάνιση κάποιου, αλλά και σε πολλές ά λλες περιστάσεις. Θ α μιλήσου με ιδιαίτερα για το θέμα του θανάτου και για το συναίσθημα του φόβου για όλες τις ά λλες απώλειες. Τέλος, θα μιλήσουμε για τη ν αρρωστημένη σύνδεση που δεν εξα ντλείται, για τη ν προσκόλληση και το ν αποχωρισμό.
51
ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΎΚΑΪ
Μ εγάλες απώλειες και μικρές απώλειες Κάθε απώλεια, όσο μικρή κι αν είναι, έχει ω ς συνέπεια τη ν ανάγκη επεξεργασίας. Α υ τό ισχύει για όλες α νεξαιρέτω ς τις απώλειες. Δ εν προξενούν μόνο οι μεγάλες απώλειες πένθος, κάθε απώλεια συνεπάγεται ένα πένθος, μικρό ή μεγάλο. Οι μεγάλες απώλειες, βέβαια, προξενούν γενικά πένθος πιο δύσκολο και πιο βαθύ. και οι μικρές όμως συνεπάγονται έν το ν ο πόνο και δουλειά που πρέπει να γίνει. Δ ε ν είναι ότι, απλώς, κάτι μου συνέβη και πρέπει να το αντέξω... Κι αυτή είναι μια δουλειά επίπονη, που δεν γίνεται σχε δό ν ποτέ αυθόρμητα ούτε ολοκληρώνεται μέσα σε μια σ τιγ μή, με το άτομο να παρακολουθεί ω ς θεατής. Οία πρέπει να υπογραμμίσουμε ω ς ιδιαίτερα ενδιαφέρον ότι, παρόλο που όλα έρχονται και παρέρχονται φυσικά, χωρίς πίεση, χωρίς να το επιδιώκουμε, η επεξεργασία α ντίθ ετα του πένθους συνεπάγεται μια ελάχιστη έσ τω συναίσθηση, και κάποια διάθεση για δράση (συνειδητοποιώ, δηλαδή, τι έγινε και κάνω αυτό που πρέπει). Είναι ένας δρόμος που. όπως είπαμε, είναι οδυνηρός, δεν είναι επιλογή μας, και δεν είναι ποτέ ευχάριστος. Πολύ ωραία, θα μου πείτε, δεν χρειάζεται όμως να είναι και δραματικός. Γιατί θα πρέπει να σκεφτώ ότι πρόκειται να αηο~ χω ριστώ κάποια πράγματα; Μ π ορεί να υπάρχουν — και νπάρ· χουν σ τ ’ αλήθεια— , ένα σωρό πράγματα πον απολαμβάνω σ τη ζωή μου. Α π ’ αυτά μπορώ να κρατηθώ και να είμαι ήσυχος ό τι θα είναι δίπλα μου ώς τη ν τελευταία μου στιγμή, για τί εγώ το αποφάσισα να είναι μ αζί μου για πάντα... Κι εγ ώ απαντώ: αυτό δεν γίνεται. 52
’
ο ΔΡΟΜ ΟΣ Τ Ω Ν ΔΑΚ ΡΥΩ Ν
Α υ τό είναι το π ρώ το που μαθαίνει κανείς ό τα ν ενηλικιώ νε ται. Είτε μου αρέσει είτε όχι, θα έρθει κάποια στιγμή, αργά ή γρήγορα — π ά ντω ς αναπόφευκτα— , που θα με έχουν εγκ α ταλείπει όλοι και όλα. €)α έχω χάσει πρόσωπα και πράγματα, θα έχουν α λλά ξει καταστάσεις, θα έχω ξεπεράσει κάποιες φά σεις ζωής και θα έχω αλλάξει ιδέες. Α λ λ ά ακόμη κι αν δεν γίνει έτσ ι — ακόμη κι αν εγ ώ πεθά νω πριν με εγκαταλείψ ουν και αρνούμαι να α ποδεχτώ πως όλα θα συνεχίσουν με το ν ίδιο τρόπο χωρίς εμένα— , θα πρέ πει τ ό τε να αποδεχτώ πως εγ ώ θα είμαι αυτός που θα φύγει. Και θα ήταν α νέντιμ ο να μη βρίσκομαι σε επιφυλακή, για να αποφΰγω να δεσμεύσω κάποιον, να μην το ν κρατάω παγιδευμένο. προσκολλημένο, δημιουργώντας του ψεύτικες, απραγ ματοποίητες ελπίδες ό τι κάτι θα κρατήσει για πάντα. ΙΙώ ς γίνεται, όμως, να απολαύσω κάτι, αν πρέπει συνεχώς να προσέχω μην το χάσω, ή μήπως κάποιος μου το αρπάξει; Ας υποθέσουμε ό τι τ ο αγαλματίδιο πάνω σ το γραφείο σας, α υτό το διακοσμητικό αντικείμενο ή εκείνο τ ο σ τα χ το δοχείο είναι όλα φ τια γμ ένα από ένα υλικό ζε σ τό και απαλό σ τη ν αφή. Π αρεμπιπτόντως, έχουμε τό σ ο λίγο συνηθίσει να α ν τι λαμβανόμαστε τα πράγματα με τη ν αφή, που τ ο παράδειγ μα φαίνεται άσχετο. Δ ε ν έχουμε τη σχετική παιδεία ώ σ τε να εκτιμήσουμε τη μεγάλη σημασία που έχει η αίσθηση της αφής. Μπορεί κανείς να βρει σ τα καταστήματα δ ώ ρ ω ν σ ’ ολόκληρο το ν κόσμο αντικείμενα που ικανοποιούν τη ν όραση και τη ν ακοή, γλυκά και άλλα φαγώσιμα που ικανοποιούν τη γεύση, αρώματα και άλλα πράγματα που ικανοποιούν τη ν όσφρηση. Τα πάντα πωλούνται, και όμως, δεν υπάρχει σχεδόν τίπ οτε 53
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ι σ τη ν αγορά που να μπορεί κανείς να το απολαύσει με τη ν αφή. Είναι περίεργο, αλλά δεν υπάρχει κουλτούρα της αφής, σαν να ήταν τα χέρια μόνο για να κρατάνε και να στηρίζουν, να αρπάζουν και να κρατούν σφιχτά, να χτυπούν ή να χαϊ δεύουν. Δ ε ν υπάρχει πουθενά καταχώρηση της ευχαρίστησης που προσφέρει το απλό άγγιγμα. Ας πούμε, λοιπόν, ότι υπάρχει κάτι πάνω σ το τραπέζι και είναι ένα από τα λίγα πράγματα που ξέρουμε ό τι είναι ευχά ριστα σ τη ν αφή. Α ς υποθέσουμε τώ ρα ό τι παίρνω αυτό το πράγμα σ τα χέ ρια μου και το κρατάω γερά, γιατί μου φαίνεται πως κάποιος θέλει να μου το πάρει. Ί ο σ φ ίγγω δυνατά για να μη μου το κλέψουν. Τι θα συμβεί αν ο κίνδυνος εξακολουθεί να υπάρχει (έσ τω κι αν είναι φ α ντα στικός) κι εγ ώ συνεχίζω να έχω το αντικείμενο σ τη ν κατοχή μου; C -ϊα συμβούν δύο πράγματα. Το π ρώ το είναι ό τι θα συνειδητοποιήσω πως δεν υπάρ χει πια ευχαρίστηση. Δ εν υπάρχει καμία δυ να τότη τα να χαρώ α γγίζοντα ς αυτό που σ φ ίγγω με τα χέρια μου. (Μ πορείτε να το δοκιμάσετε. Π άρτε κάτι σ τα χέρια σας και κρατείστε το σφιχτά. Π ροσπαθήστε να καταλάβετε πώς είναι σ τη ν αφή. Δ ε ν θα τα καταφέρετε. Το μόνο που καταλαβαίνετε είναι ό τι το κρατάτε γερά προσπαθώντας να μην το χάσετε.) Τ ο δεύ τερο που πρόκειται να συμβεί, καθώς το σ φ ίγγω με πείσμα, είναι ό τι θα εμ φανιστεί ο πόνος. (Σ υ νεχ ίστε να κρα τά τε το αντικείμ ενο με δύναμη για να μη μπορεί κανείς να σας το πάρει και δείτε τι γίνετα ι.) Α υ τό που ακολουθεί π ά ν το τε τ ο σφίξιμο, είναι ο πόνος. Ο πόνος του κλειστού χεριού. Ο πόνος ενός χεριού που. σφιγμένο, μία μόνο ευχα ρίστηση μπορεί να πάρει: τη χαρά ό τι δ εν έχασε. Τη μοναδι κή ευχαρίστηση που προσφέρει η ματαιοδοξία, ό τι κέρδισα, δηλαδή, εκείνον που ήθελε να μου το πάρει. Τη χαρά της «νίκης»... 54
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ Ο Ν
Δ Α Κ ΡΥ ίΙΝ
Καμία όμως ευχαρίστηση που να προέρχεται από τη σχέ ση μου με το ίδιο το αντικείμενο. Α υ τό συμβαίνει με τη βλακώδη ανάγκη να κατέχουμε άχρη στα πράγματα. Α υ τό γίνεται ό τα ν υπερασπιζόμαστε μια ιδέα σαν προμαχώνα. Α υ τό επίσης γίνεται ότα ν είμαστε κτητικοί σ τις σχέσεις μας, ιδιαίτερα τις πιο τρυφερές, (όπως εκείνες ανάμεσα σε γονείς και παιδιά, ή ανάμεσα σ ’ ένα ζευγάρι). Πράγματι, σ τις σχέσεις μου, κυρίως τις πιο σ τενές, δημιουργείται ανάμεσα σ* εμένα και το αγαπημένο μου πρόσωπο ένα ευχάριστο κενό, ό τα ν α νοίγω το χέρι για να μάθουμε να συνδεόμ αστε χωρίς καταπίεση, έλεγχο ή περιορισμό. Έ τσι δημιουργείται μια κατάσταση αληθινής συνάντησης με το ν άλλον, και όπως μάθαμε ότα ν πορευτήκαμε σ το ν Δρόμο της Συνά ντησης.' η κατάσταση αυτή μπορεί να είναι ευχάριστη μόνο ό τα ν είναι κανείς ελεύθερος. Π ολλοί νομίζουν ότι αν δεν υπάρχει προσκόλληση, δεν υπάρχει αληθινή σχέση. Είναι μια άποχ^'η που δεν συμιμερίζομαι, αλλά τη ν κατα λαβαίνω. Είναι μια διαστρέβλωση. Καταλήγεις να σκέφτεσαι ότι, αφού προσκολλώμαι μόνο σε όποιον είναι σημαντικός για μένα, η προσκόλληση δείχνει το ενδιαφέρον μου και συ νε πώς (;) ... ό τα ν δεν προσκολλώμαι, φαίνεται ότι δεν σ υ νδ έο μαι επειδή δεν ενδιαφέρομαι Η ίδια διαστρέβλωση γίνεται ότα ν συμπεραίνεις ότι, αφού οι νεκροί δεν πίνουν Κόκα-Κόλα, αν σταματήσεις να πίνεις Κόκα-Κόλα, θα γίνεις αθάνατος. Μ ε την ίδια λογική, αν ο σύ ντροφ ός σου δεν σε ζηλεύει, σημαίνει πως δεν σ ’ αγαπάει. I. Χόρχε Μπουκάι, Ο Δρόμος τψ ; Σννάντηοης, εκδόσεις opera, 2010 (Σ.τ.Ε.)
55
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Λ Ϊ Είναι η ίδια ιδέα που έχουν ορισμένοι, ό τι δηλαδή, αν δεν εξοργισθεί κανείς, δεν ενεργοποιείται. Είναι το ίδιο σαν να πιστεύεις πως αν δεν πιεσθείς από τη ν κατάσταση, δεν Θα κάνεις ποτέ τίποτε. Είναι η ίδια πεποίθηση πως αν δεν είσαι απαιτητικός από το ν υπάλληλό σου, δεν Θα δουλεύει καλά. Είναι σαν να πιστεύεις πως αν δεν υπάρξει προθεσμία για να παραδώσουν οι δικηγόροι τα έγγραφα, δεν βα τα παραδώ σουν ποτέ (... καλά, αυτό είναι σίγουρο). Είναι το ίδιο σαν να δικαιολογείς το ν παραλογισμό του πολέμου με το επιχείρημα ό τι γίνεται για να εξασφαλισθεί η ειρήνη. Στην άλλη άκρη βρίσκονται εκείνοι που. ενώ πιστεύουν το ίδιο πράγμα, προτείνουν το α ντίθετο και π(κ»σπαθούν να αποφύγουν τον πόνο του πένθους αποφεύγοντας να εμπλακούν συναισθηματικά με οποιοδήποτε πρόσωπο ή πράγμα. Η σκέψη αυτή έχει γίνει τρόπος ζωής σ το ν α ντα γω νισ τικ ό και ηδονιστικό κόσμο που ζούμε. Ένας πνευματικός οδηγός που μας το ν δίδαξαν, το ν μάθαμε και πολλές φορές το ν δ ο κιμάσαμε, οπωσδήποτε όμως μια επιλογή που. εγ ώ τουλάχι στον, θεω ρώ απαράδεκτη. Η πρόταση είναι να α γορά σετε ένα ασφαλιστικό συμβό λαιο κατά του πόνου για μια μελλοντική απώλεια, πληρώνο ντα ς ω ς ασφ άλιστρο να μη δ ώ σ ετε τη ν καρδιά σας σε τίποτα και σε κανέναν. Ίσ ω ς αυτή η «ασφ άλεια κατά του πόνου» να μην μπορέσει να αποτρέψει τελείω ς το ν πόνο σας, είναι σίγου ρο, όμως. ότι θα υποφέρετε λιγότερο. Το ίδιο σίγουρο, όμως, είναι επίσης — και σας το λ έω σαν προφητεία— , ό τι θα χάσετε κατά ένα μεγάλο μέρος τη δυ να τότη τα να απολαύσετε μια γνήσια συνάντηση με τους άλλους. Ό χι για τί δεν είναι δυ56
ο ΔΡΟΜ ΟΣ
Τ ίΙΝ Δ Α Κ ΡΥ Π Ν
ν α τό ν να χαρούμε χωρίς να υποφέρουμε αναγκαστικά, αλλά γιατί είναι αδύνατον να νιώσουμε πραγματική ευχαρίστηση ό τα ν πεισματικά προσπαθούμε να ξεφύγουμε από το ν πόνο. Α υ τό TTOU μπορούμε να κάνουμε για_να μην υποφέρου με «π ερισ σ ό τερ ο » δεν είναι να αγαπάμε «λ ιγ ό τερ ο », αλλά να μάθουμε, ό τα ν φ τάνει η στιγμή του αποχα>ρισμ<η^ ή της απώλεΊας, να μη μένουμε κολλημένοι σ ’ α υτό που δεν υπάρ χει πια. Ν α χαιρόμαστε τη στιγμή, όσο διαρκεί, και να προ σπαθούμε να τη ν κάνουμε όσο γίνεται καλύτερη. Ν α ζούμε ρισκάροντας κάθε λεπ τό της ζωής μας. Τέλος, να μη ζήσουμε αύριο με τη σκέψη σ τη σημερινή μέρα που ήταν τό σ ο ωραία, γιατί αύριο θα έχουμε τη ν υποχρέωση να κάνουμε ό,τι φέρει το αύριο. Και θα προσπαθήσουμε να το κάνουμε κι αυτό εξίσου ωραίο. Ό τα ν μιλάω για «υποχρέω ση», εν ν ο ώ ότι πρέπει να δ ε σμευόμαστε απέναντι σ ’ αυτό που συμβαίνει εδ ώ και τώρα. Ο χι σ ’ αυτό που πρόκειται να συμβεί. και ακόμη λ ιγ ό τερ ο σ ’ α υτό που ήδη συνέβη. Α ν μένεις κολλημένος σ τα πράγματα του χθες. είναι σαν να έχεις μια δέσμευση απέναντι σ τα χθε σινά. να ζεις κρεμασμένος από τ ο παρελθόν, και να συντηρείς εκείνο που δεν υπάρχει πια. Είναι, όπως λένε σ τ ο χωριό, σαν ν ’ ασχολεΐσαι με τις ν τ ο μάτες που τις έκαψε ο πάγος και να ξεχνάς τα μαρούλια που πρέπει να φ ροντίσεις τώ ρ α να έχουν ήλιο. Τι θα γίνει αν έχει κανείς τη διάθεση να ξαναφτιάχνει τη σχέ ση του με το ν ά λλο κάθε μέρα; Τι θα γίνει αν αποφασίσει κανείς να ανανεώ σει τη δ έ σμευση μόνο για σήμερα; Τι θα γίνει αν είμαστε αναγκασμένοι να ανανεώνουμε τη δέσμευση με το ν ά λλο καθημερινά, α ντί μια φορά και για πάντα; 57
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ
Για πολλούς, που τρέμουν ανασφαλείς και βολεμένοι, η σχέση θα μεταβληθεί σε έναν δεσμό «ligh t» με μικρή συναι σθηματική εμπλοκή. Εγώ, ήμως, λέω το ακριβώς αντίθετο. Η πιο υποχρεωτική και σταθερή αντίδραση σε έναν συναισθηματικό δεσμό είναι, απλώς, να είσαι διατεθειμέ νος να μην προσκολληθείς σ το άτομο εκείνο, σ ’ εκείνη την κατάσταση, σ ’ εκείνη τη σχέση. Και αν ο δεσμός αυτός, όση χαρά κι αν σου δίνει, τελειώσει αύριο, να μπορείς να πάρεις την απόφαση να το ν ξεχάσεις. Μ έχρι όμως να έρθει αυτή η στιγμή (που μπορεί να μην έρθει ποτέ), ενόσω δεν έρχεται το τέλος, προσπάθησε να είσαι ΤΚΛΕΙΩ^: αφοσιωμένος. Εγώ δεν αποτελώ παράδειγμα για τίποτε, σ το θέμα όμως αυτό έχω με τη σύζυγό μου τη ν ίδια θέση. Πριν από τριάντα χρόνια κάναμε με τη γυναίκα μου μια συμφωνία που ορίζει σαφώς ότι τη ν ημέρα που ο ένας από τους δύο θ ’ αποφασίσει ό τι δεν θέλει πια να είναι δίπλα σ το ν άλλο, θα πρέπει να χωρίσουμε. Όχι τη ν επόμενη μέρα: τη ν ίδια μέρα. 0 α ήταν, δε, πολύ αστείο να σκεφτεί κανείς ότι δεν πρέπει να είμαι και πολύ αφοσιωμένος στη γυναίκα μου μετά από 25 χρόνια γάμου, και γΓ αυτό μπορώ να κάνω τ έ τοιου είδους συμφωνίες. Είμαι α φ οσιω μ ένος όπ ω ς εκείνοι που δη λώ νου ν ό τ ι α φ ο ο ιώ νο ντα ι από αγάπη, κι όχι όπως εκείνοι που αγαπούν οπό υποχρέωση. Light είναι η απόφαση να μη δεσμεύεσαι εδώ και τώρα, αλλά να αφήνεις το άνοιγμα και το ρίσκο για κάποιαν άλλη στιγμή, 58
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ Ω Ν
ΔΑΚΡΥΩΝ
για κάπου αλλού, σε κάποιαν άλλη πραγματικότητα. Εγώ θε ω ρ ώ πως αυτό δεν είναι λύση. Τ ο π ό σ ο υ γ ιή ς είναι η σχέση σου με_τρυ<; άλλους με τριέται με το αν εΙσαΤ αφοσιωμένος όσο διαρκεί, και πόσο ελέγχεις, ψάχνεις μέσα σου και σιγουρεύεσαι ό τι αυτό που έχεις είναι πράγματι αυτό που θέλεις και πρέπει να έχεις, κι όχι τα απομεινάρια εκείνου που είχες. Και αν έχει πεθάνει, έχει σημασία πόσο αποφασιστικά το αποχαιρετάς και φεύ γεις από αυτό που έχει ήδη τελειώσει. Ν α σας πω μια ιστορία: Ή τα ν μια φορά ένας ορειβάτης και Επιχειρούσε μια ηολύ δύ σκολη αναρρίχηση σε ένα βουνό με έντονη χιονόπτωση. Πέρασε τη νύχτα μαζί με άλλους ο το καταφύγιο. Το πρωί το χιόνι έχει σκεπάσει για τα καλά το βουνό, πράγμα που κάνει τη ν αναρρίχηση ακόμη πιο δύσκολη. Δ εν θέλει, όμως, να γυρίσει πίσω, κι έτσι, όπως μπορεί, με μεγάλη προσπάθεια και θάρ ρος, συνεχίζει την αναρρίχηση, συνεχίζει να σκαρφαλώνει στο απόκρημνο βουνό. Μ έχρι που κάποια στιγμή, ίσως από κακό υπολογισμό, ίσως για τί η κατάσταση ήταν πραγματικά δύσκο λη, πάει να στερεώσει στον πάσσαλο το σχοινί ασφαλείας και του γλιστράει ο γάντζος. Ο ορειβάτης γκρεμίζεται... αρχίζει να κατρακυλάει σ το βουνό χ τυ π ώ ντα ς άγρια σ τα βράχια ενώ το χιόνι πέφτει πυκνό... Από μ προστά του βλέπει να περνάει όλη του η ζωή. Κλείνει τα μάτια περιμένοντας το χειρότερο, και ξαφνικά, νιώθει σ το πρόσωπό του ένα χτύπ η μ α από σχοινί. Χ ω ρίς κα θόλου να σκεφτεί, πιάνεται από το σχοινί με μια ενστικτώ δη κίνηση. Ποιος ζέρει... Το σχοινί αυτό μπορεί να έμεινε εκεί κρεμασμένο από κάποιον πάσσαλο... κι αν είναι έτσι, θα μ π ο ρέσει να τον κρατήσει και να σταματήσει τη ν πτώ ση του. 59
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ Κ οιτάζει προς τα πάνω, αλλά το μόνο παν βλέπει είναι η χιονοθύελλα και το πυκνό χιόνι που πέφτει πάνω τον. Τα δευτερόλεπτα μοιάζουν αιώνες σ ’ α υτό το κατρακϋλισμα που γίνεται όλο και πιο γρήγορο και μοιάζει να μην τελειώνει... Ξαφνικά, το σχοινί τινάζεται και νιώθει αντίσταση. Ο ορειβά τη ς δεν βλέπει τίποτε, ξέρει όμως ότι προς το παρόν έχει σω θεί. Το χιόνι πέφτει ασταμάτητα, κι αυτός εκεί, δεμένος με το σχοινί, μέσα στο φοβερό κρύο, κρεμασμένος από ένα κομμάτι λινάρι, που τον κρατάει για να μην τσακιστεί πέφτοντας σ τη χαράδρα ανάμεσα στα βουνά. ΙΙροσπαθεί να δει τι υπάρχει γύρω του, αλλά μάταιαδεν ξεχωρίζει τίποτε. Φωνάζει δυο-τρεις φορές, αλλά κατα λαβαίνει ό τι δεν υπάρχει περίπτω ση να τον ακούσει κανείς. Η πιθανότητα να σωθεί είναι απειροελάχιστη. Και να δουν ότι λείπει, δεν θα μπορέσει κανείς ν ’ ανέβει να ψάξει γι' αυτόν πριν σταματήσει η χιονοθύελλα, αλλά και τό τε ακόμη, πώς να ξέρουν ό τι βρίσκεται κρεμασμένος στο γκρεμό: Α ντιλαμβάνεται πως αν δεν κάνει κάτι γρήγορα, αυτό θα είναι το τέλος του. Όμως, τι να κάνει; θ α μπορούσε ίσως να σκαρφαλώσει προς τα πάνω και να προσπαθήσει να φτάσει σ το καταφύγιο, αμέσως όμως κατα λαβαίνει πως κάτι τέτοιο είναι αδύνατον. Ξαφνικά... ακούει μια φωνή από μέσα του που του λέει <<λύσου!» Μ πορεί να είναι η φωνή του θεού, ή η φωνή της εσωτερικής τον σοφίας, μπορεί όμως να είναι κάποιο κακό πνεύμα, ή παραίσθηση... ακούει πάντως τη φωνή να επιμένει «λύσου, λύσου!» Σκέφ τετα ι πως αν λυθεί αυτή τη στιγμή σίγουρα θα σκοτωθεί, θ α είναι ένας τρόπος για να τελειώσει το μ α ρ τύ ριό του. Μ παίνει στον πειρασμό να επιλέξει το θάνατο για να σταματήσει να υποφέρει. Σαν απάντηση όμως σ τη φωνή δένεται ακόμη πιο σφιχτά. Και η φωνή επιμένει «λύσου!...
60
ο ΔΡΟΜ ΟΣ Τ Ω Ν
ΔΑΚΡΥΩΝ
Μ η βασανίζεσαι άΑΑο. δεν έχε» νόημα τόσος πόνιχ;... λύσου!» Εκείνος, όμως, δένεται ακόμη mo σφιχτά, ενώ ηολύ αποφα σιστικά λέει μέσα του ηως καμία φωνή δεν πρόκειται να τον πείσει να αφήσει α υτό που χωρίς αμφιβολία του έχει σώσει τη ζωή. Η σύγκρουση α υτή συνεχίζεται για ώρες, ο ορειβάτης όμως εξακολουθεί να είναι δεμένος μ ' α υτό που νομίζει πως είναι η μοναδική του δυνα τότητα για να σωθεί. Ο μύθος λέει ό τι τη ν ά λλη μέρα η ομάδα διάσωσης βρήκε τον ορειβάτη μισοπεθαμένο. Η ζωή του κρεμόταν από μια κλω στή. Ακόμα λίγα λεπτά , και ο ορειβάτης θα είχε πεθάνει από το κρύο, παγωμένος, και, παραδόζως, δεμένος με το σχοινί του... σε α πόσταση λιγότερο από ένα μ έτρο από το έδαφος. Λέω , λοιπόν, ότι. καμιά φορά. το να μην ΕγκαταλκίπΕίς κάτι είναι θάνατο<:· Κάποιες φορές, ζω ή είναι να παρατάς αυτό που κάποτε σ ’ έσωσε. Ν α αφήνεις πίσω τα πράγματα που μαζί τους είσαι δ ε μένος σφιχτά, επειδή νομίζεις ότι α ν τα κρατήσεις θα σε σ ώ σουν από τη ν κατάρρευση. Ό λοι έχουμε α υτήν τη ν τάση να δενόμ αστε σφιχτά με ιδέες, πρόσωπα και καταστάσεις. Δενόμ α στε με ανθρώπους, με χώρ>ους, με τόπους γνω στού ς, για τί είμαστε βέβαιοι πως αυτό είναι το μόνο πράγμα που μπορεί να μας σώσει. Π ιστεύ ουμε σ το «γνώριμο_κακάι*, όπως λέει ένα γ ν ω σ τ ό γνωμικό. Και παρόλο που από διαίσθηση καταλαβαίνουμε ό τι το δέσιμο σημαίνει θάνατο, συνεχίζουμε να μένουμε α γκ ιστρω μένοι σ ' αυτό που πια δεν μας χρειάζεται, σ ’ α υτό που δεν υπάρχει πια. τ ρέμοντας τις φ α ντα στικ ές συνέπειε€ αν αποδεσυευτούυε.
61
ΧΟ ΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ
Αυτό που ακολουθεί Ό τα ν μιλάμε για το ν δρόμο τω ν δακρύων, σ τη ν ουσία συ ζητάμε το πώς θα μάθουμε να βλέπουμε τις απώλειες αττό άλλη οπτική γωνία. Νου σημαίνει, όχι μόνο άμεσα από την άποψη του πόνου που είπαμε ότι υπάρχει πάντα, αλλά και από κάποιαν άλλη πλευρά. Τη δυνατότητα να αξιολογήσου με τη διαδρομή μας από την άποψη αυτού που ακολουθεί. Αφού έχουμε θρηνήσει κάθε απώλεια, αφού έχουμε επεξερ γα στεί το πένθος για κάθε απουσία, αφού έχουμε Ρρει το κουράγιο να απαγκιστρωθούμε, αυτό που ακολουθεί είναι κάτι άλλο. Α υτό που ακολουθεί είναι η συνάντηση μ’ έναν καινούρ γιο εαυτό. Ί ο ν εαυτό μου που αισθάνεται ότι «εμπλοιττίζετα ι» με αυτό που δεν έχω πια αλλά πέρασε από μένα. και από τη ν εμπειρία που βίωσα στη διάρκεια αυτής της διαδικασίας. Δ ε ν είναι εύκολο να το δεχτούμε αυτό. Kivat φ ο β ερ ό να παραδεχτούμ ε ό τ ι σε κάθε απώ λεια υπάρχει ένα όφ ελος. Ό τ ι ο π όνος για τη ν απώλεια θα τε λ ε ιώ σ ε ι α να γκ α σ τικ ά με κάποιο κέρδος. Κ αι βέβαια δ ε ν υπάρχει απώ λεια χωρίς ένα όφ ελος. Δ ε ν υπάρχει α πώλεια που δ εν οδ η γεί α να γκ α σ τικ ά σ τη ν προσωπική ανάπτυξη.
© α μου πείτε: «Είναι φοβερό, δεν μπορώ να σκεφτώ ηως ο θάνατος ενός αγαηημένον προσώττον μηορ^'ι να σημαίνει κάηοιο όφελος για μένα». 62
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ
Τ Ω Ν Λ Α Κ ΡΥ ίΙΝ
Κ αταλαβαίνω, ας αφήσουμε λοιπόν έξω από τη συ ζή τηση αυτή το ν θά νατο ενός αγαπημένου προσώπου. Α ς κατατάξουμΕ τη ν περίπτωση αυτή σ τις εξαιρέσεις, αν και δεν το πιστεύω. Α υ τό που μας μπερδεύει σ το σημείο αυτό είναι « τ ο επιθυμητό» τη ς ιδέας του κέρδους, αναμεμιγμένο με « τ ο α φ όρ η το» της ιδέας της απώλειας ενός αγαπημένου π ροσώ που. Ίσ ω ς σας είναι πιο εύκολο να δεχτείτε α υτό που λέω, αν σας εξηγήσω ό τι μιλάω για ένα δευ τερογενές όφελος που αποκομίζουμε ως επακόλουθο της ανεπιθύμητης σ τ ιγ μής του πένθους. Δ ε ν εννοώ , δηλαδή, ό τι είναι ωφέλιμο να περνάμε από τη ν κατάσταση του θανάτου ενός αγαπημένου προσώπου. Σ ε κάθε περίπτωση, ο θάνατος εν<^ς αγαπημένου προσώπου α ποτελεί γεγονό<: αναπόδραστο σ τη ζωή μας, όπως και η προ σωπική ανάπτυξη που απορρέει από αυτό. Ας μου επιτραπεί να ορίσω προσωρινά, ότι αυτές είναι ειδι κές περιπτώσεις. Α ς αφήσουμε για α ργότερα το θέμα του θανάτου αυτώ ν που αγαπάμε και πάμε να μιλήσουμε για τη στιγμή οποιασδήποτε άλλης απώλειας. Α ς προσπαθήσουμε να δείξουμε και να αποδείξουμε σ ’ αυτό τα κεφάλαιο, ότι σε κάθε μία από τις ά λλες απώλειες υπάρχει ένα όφελος. Α υ τό αποτελεί το διαβατήριο για την προσωπική μας ανάπτυξη, που σημαίνει, το διαβατήριο για να ζούμε καλύτερα. Ρω τάω συχνά διάφορους ανθρώπους πώς τα πάνε στη ζωή τους. Η απάντηση που παίρνω είναι ότι οι περισσότεροι δεν τα πάνε τό σ ο καλά όσο θα ήθελαν, ή ότι ειλικρινά τα πάνε χάλια. 63
ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ Το 65% περίπου του αστικού πληθυσμού της Δύσης δη λώνει πως δεν είναι καλά. Αν θελήσει κανείς να επιβεβαιώσει τις απαντήσεις αυτές και ρωτήσει τους ανθρώπους αυτούς αν υποφέρουν, θα πάρει τη διαβεβαίωση πως άλλος πολύ, άλλος λίγο, πάντως οι πε ρισσότεροι λένε ότι υποφέρουν. Προφανώς, σε κανέναν δεν αρέσει να υποφέρει, και είναι λογικό, επομένως, να θεωρείται ο πόνος «κάτι ανα πόδραστο» που έρχεται ξαφνικά και μας αγγίζει, σαν να ει σβάλλει στη λύπη μας.
Γιατί υποφέρουμε; Υποφέρουμε μόλις συνειδητοποιήσουμε ότι δεν έχουμε κάτι που επιθυμούμε, ή μόλις ενημερωθούμε για κάποιαν απώ λεια. Υποφέρουμε όταν αυτό που καταφέραμε απέχει πολύ από αυτό που περιμέναμε, κι όταν νομίζουμε ότι για ορι σμένα πράγματα είναι πια πολύ αργά. Q πόνος, έλεγε ο Βούδας, είναι παyαvθfMί»uvαf;._..^^ ό[Μ·ι<; |ΐ(π [ΐΛγ<ί pitn Και η ρίζα αυτή, φρονούσε ο δάσκαλος, είναι η επιθυμί<^. Επιθυμίες, προσκόλληση, πόθοι και προσδοκίες — ιδού οι ρίζες του πόνου μας. Αν λοιπόν πηγάζουν από δω τα βάσα νά μας. συνεχίζει ο Βούδας, τό τε ο πόνος έχει λύση. Η λύση είναι να πάψουμε να επιθυμούμε. Να αποδε χτούμε. Να αφήσουμε πίσω. Να διαγράψουμε την επιτα κτική ανάγκη να είναι τα πράγματα διαφορετικά απ' ό,τι είναι. Σταματήστε την προσπάθεια να αποκτήσετε όλα όσα 64
ο ΔΡΟΜ ΟΣ ΤΩ Ν
ΔΑΚΡΥΩΝ
θα θέλα τε να έχετε αυτή τη στιγμή —υλικά, συναισθηματι κά ή πνευματικά— . και ο πόνος θα εξαφανιστεί. Υπήρχε ένας ιησονΤτηκ ιερέας που λεγότα ν Α ντονι δε Μ έγιο, και μερικές φορές του άρεσε να παίζει με τις λέξεις σ τις συγκε ντρώσεις που έκανε. «Θ έ λ ε τε να γίνετε ευτυχισμ ένοι;» έλεγε στον κόσμο που πήγαινε να τον ακούσει. «Ε γώ μπορώ να σας δώσω τη ν ευ τυ χία α υτή τη στιγμή, κΛι μπορώ να σας τη ν εξασφαλίσω για πάντα. Ποιος από σας δέχεται;» Α ρκ ετοί αηό τους παρισταμένους σήκωναν το χέρι... «Π ο λύ ω ρα ία » συνέχιζε ο Δ ε Μ έγιο. «Α ν τα λ λ ά σσ ω την ευτυχία σας με ό,τι έχετε. Δ ώ σ τε μου όλα όσα έχετε, κι εγώ σας δίνω για αντάλλαγμα τη ν ευ τυχία .» Ο κόσμος τον κοίταζε. Νόμιζαν ότι μιλούσε συμβολικά, και γελούσαν... «Σ α ς το εγγυώ μ α ι» τους διαβεβαίωνε. «Δ ε ν α στειεύο μ α ι.» Τα χέρια άρχιζαν να κατεβαίνουν... κι αυτός έλεγε τότε, χαμογελώ ντας σαν το ν Βούδα: «Χμμμ... Δεν θέλετε... Δ εν θέλει κανένας.» Και μετά, τους εξηγούσε. Ταυτίζουμε τη ν ευτυχία με τις ανέσεις μας, με τη ν επι τυχία, τη δόξα. τη δύναμη, τη ν αναγνώριση, τα χρήματα, τις απολαύσεις, τη στιγμιαία ευχαρίστηση. Και δεν φαίνεται να είμαστε ούτε σ το ελάχιστο διατεθειμένοι να παραιτηθούμε από κάτι που έχουμε. Ο ύ τε και με αντάλλαγμ α τη ν ευτυχία. Ξέρουμε καλά ότι πολλά από τα βάσανά μας προέρχονται απ’ όσα κάνουμε καθημερινά για να εξασφαλίσουμε όλα όσα επιθυμούμε, κανείς όμως δεν μπορεί να μας πείσει να παραιτηθούμε απ’ αυτά. 65
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α ί Δ ε ν μπορεί κανείς να μας πείσει ό τι θα σταματήσουμε να υποφέρουμε αν κάνουμε το μεγάλο βήμα να πάψουμε να επιθυμούμε. Κι ας είναι ολοφάνερο. ΗΙμαστε σαν το ν ορειβάτη, αγκιστρωμ ένοι σ τη ν αναζήτηση υλικών πραγμάτων σαν να ήταν το σχοινί που θα μας σώσει. Δ ε ν έχουμε το θάρρος ν’ αλλάξουμε αντιλήψεις και συμπε ριφορά, γιατί φοβόμαστε ό τι χωρίς πράγματα σ τη ν κατοχή μας, μάς περιμένει ο θάνατος κι η εξαφάνιση. Ξέρουμε ό τι το γ ν ω σ τά μάς προξενεί πόνο, δεν είμαστε όμως διατεθειμένοι να παραιτηθούμε απ’ αυτό. Η ιδέα ότι πρέπει ν ’ αφήσουμε πίσω πράγματα για να διασχίσουμε το ν δρόμο πιο ανάλα φροι, δεν μας είναι ά γνω στη . Αφού δεν αφήνουμε τίποτε, όμως. δεν έχουμε καμία πιθανότητα να απαλλαγούμε από το ν πόνο. Γιατί εκτός από τη στενοχώρια, υπάρχει μέσα μας μια αντίφαση, ένα «να ι μεν, αλλά...» Οφείλουμε όμως να ομολογήσουμε ό τι εμείς, οι άνθρωποι της Δύσης, δεν μπορούμε να απαλλαγούμε από τις επιθυ μίες, όπως επίσης ξέρουμε ό τι δεν είναι δυνατόν να απο κτούμε εσαεί και απεριόριστα όλα όσα θέλουμε. Δ ε ν είμα σ τε παντοδύναμοι. Είναι γεγο νό ς ότι: Δ ε ν σταματάμε να κατασκευάζουμε επιθυμίες. Κανένας δεν μπορεί ούτε θα μπορέσει ποτέ να έχει όλα όσα επιθυμεί. Είναι βασανιστικό να θέλεις κάτι και να μην μπορείς να το αποκτήσεις. Υπάρχει άραγε τρόπος να ξεφύγουμε από αυτήν την παγίδα; 66
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ
T O N ΔΑΚΡΥΩΝ
Εγώ νομίζω πως ΥΠΑΡΧΕΙ. Τ ο κλειόΐ θα το βρεις σ το ν δρόμο όπου μαθαίνεις να μπαίνεις και να βγαίνεις από τη ν επιθυμία. Για να το κάνεις αν>τό, είναι απαραίτητο να αναπτύξεις τη ν ικανότητα να επιθυμείς χωρίς να μένεις φυλακισμένος σ τη ν επιθυμία. Να ποθείς χωρίς να α γκ ιστρώ νεσα ι σαν το ν ορειβάτη από το σχοινί που νομίζει πως Θα του σώ σει τη ζωή. Εν ολίγοις, να μάθεις να απαγκιστρώνεσαι. Α ς δούμε ένα παράδειγμα. Θ α ήταν ίσως πολύ ευχάριστο να κυκλοφορείς με το πιο ακριβό, το πιο πολυτελές αυτοκίνητο σ το ν κόσμο, έ σ τω κι αν έχεις να πας π έντε τετρ ά γω ν α πιο πέρα. Είναι ανάγκη όμως να υποφέρεις, αν το αυτοκίνητο αυτό δεν είναι διαθέσιμο αυ τή ν εδώ τη στιγμή; Λ έω λοιπόν πως, αν υπάρχει, είναι υπέροχο να απολαμβά νεις τη βόλτα σου μ’ ένα τέ το ιο αυτοκίνητο (έ σ τω και για λίγα τετρ ά γω να ). Αν όμως δεν υπάρχει αυτό... θα υπάρχει κάποιο ά λλο αυτοκίνητο. Κι αν δεν υπάρχει αυτοκίνητο... μπορείς να περπατήσεις. Α ν πάλι βρέχει... μπορείς να πάρεις ομπρέλα. Κι αν δεν έχεις ομπρέλα... μπορείς να αναβάλεις τη ν έξοδό σου... Μπορείς ίσως (τώ ρα μόλις μου ήρθε α υτό και το γρά φω...), να αλλάξεις τη συνήθειά σου και, αφού αυτοκίνητο δεν υπάρχει... να απολαύσεις το περπάτημα σ τη βροχή. Εάν μπορούσα να ανακαλύπτω κάθε φορά τη δυνατότητα να είμαι ευχαριστημένος σε οποιαδήποτε κατάσταση, αν μπορούσα να φ α ντα σ τώ ότι θα χαρώ λιγάκι σε οποιαδήποτε περίπτωση, δεν θα στενοχωριόμουν καθόλου περιμένοντας κάτι συγκεκριμένο, όπως σ το παράδειγμα. 67
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ Α ντίθετα , εάν δημιουργώ προσδοκίες και ψευδαισθή σεις, αν επιμένω ότι το μόνο πράγμα που μπορεί να με κάνει ευτυχισμένο αυτή τη στιγμή είναι τ ο αυτοκίνητο αυτό και κανένα άλλο... τ ό τε έρχεται «>; στιγμή τω ν παραπονεμένων φ ω νη έντω ν», όπως τη λέω. «Αααχ... τι μεγάλη απογοήτευση!» «Ωωωχ... τι φοβερή απώλεια!» «Εεε... μα ξέρεις, εγώ πάντα είχα αυτοκίνητο...» και «Ουουφ... δεν α ντέχω το περπάτημα.» Α ν μπορούσαμε να αστειευτούμε με τη δυστυχία μας, αυτή θα λέγαμε πως είναι «η στιγμή της εγγυημένης δυστυχίας». Ευτυχώς, όμως. δεν είμαστε τό σ ο α νόητοι ώ σ τε να βασίζου με τη ν ευτυχία μας σε μια βόλτα με το αυτοκίνητο. Αρα... πρέπει να το δούμε από άλλη σκοπιά. Τι είναι αυτό που μας κάνει να υποφέρουμε: Τ ο ζήτημα είναι η προσκόλληση; η σχέση που διαμορφώνε ται ανάμεσα σ ' εμένα και τις επιθυμίες μου. Το πρόβλημα είναι ό τι δ εν ξέρω να μπαίνω και να βγαίνω από τις καταστάσεις. Ό τ ι δεν μπορώ να δεχ τώ τη δέσμευση και τη ν αποδέ σμευση από τα πράγματα. Ό τ ι δεν έχω μάθει πως το να κερδίζω και να χάνω, αποτελο ύ ν μέρος τη ς φυσιολογικής δυναμικής μιας ζωής που θεωρείται ευτυχισμένη. Θα με ρ ω τή σ ετε τώ ρα για ποιο λ όγο έφυγα από το θέμα μου κι έκανα στροφή προς τη ν ευτυχία, τη ν προσκόλληση και τη ν αφοσίωση, αφού μιλούσα πριν για απώλειες, δάκρυα, εγκατάλειψη και θάνατο. Δ ε ν έφυγα από το θέμα. Ο θά
68
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ Ω Ν Δ Α Κ Ρ Υ Ω Ν νατος, η αλλαγή, η απώλεια και H ΖΩΗ ΟΛΟΚΛΗΡΗ, είναι θέματα σ τενά συνδεδεμένα ατιό καταβολής κόσμου, όπως αποδεικνϋουν οι μελέτες τ ω ν συμβόλων με τα οποία ασχολήθηκαν διαδοχικά η ανθρωπολογία, η ιστορία τ ω ν πρω τό γ ο ν ω ν λα ώ ν και η ψυχολογία. Στη διαδρομή του χρόνου κάθε σύμβολο έχει μια αρχετυπική σημασία, όπως την α νέ λυσε ο περίφημος Καρλ Γιουνγκ στις μελέτες του γύρω από τη ν κατεξοχήν συμβολική δομή στις κάρτες Ταρώ. Στα Τ α ρώ υπάρχει, για παράδειγμα, μια κάρτα όπου παρου σιάζεται συμβολικά ο θάνατος. Πρόκειται για το μυστήριο νούμερο 13, που η λαϊκή παράδοση απεικονίζει με το κρα νίο, το δρεπάνι και το ν χιτώνα. Είναι η εικόνα του θανά του. Τα σύμβολα επαναλαμβάνονται πολλές φορές σε όλους τους πολιτισμούς και όλες τις εποχές. Η κάρτα, βέβαια, παρόλο που η εικόνα είναι τρομακτική, δεν συμβολίζει τη ν έλευση του ίδιου του θανάτου. Το θέμα, για όσους γνω ρίζου ν κα λύτερα, ενσαρκώνει τη ν αλλαγή. Συμβολίζει τη διαδικασία μέσω της οποίας κάτι παύει να είναι αυτό που ήταν και δίνει τη θέση του σε κάτι άλλο. Α υ τό το ά λλο θα καταλάβει το ν χώρο που κάλυπτε πριν εκείνο που δεν υπάρχει πια. Η λαϊκή σοφία ή τ ο συλλογικό ασυνείδητο γνω ρίζου ν από καταβολής κόσμου ό τι οι μικροί καθημερινοί θάνατοι, όπως και τα πιο σοβαρά επεισόδια θανάτου, συμβολίζουν εσ ω τερ ι κές διεργασίες αλλαγής. Ό τα ν βιώνεις τις α λλα γές αυτές, βρίσκεις τη δύναμη να επιτρέψεις να πάψουν τα πράγματα να υφίστανται. για να δώ σουν τη θέση τους σε άλλα, καινούργια.
69
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ Επεξεργάζομαι το πένθος, λοιπόν, σημαίνει μαθαίνω να αφή ν ω πίσω τα προηγούμενα. Α ντίθετα, ό τα ν φοβάμαι αυτά που έρχονται, τό τε αγκιστρώ νομ αι σε ό,τι υπάρχει. Μ έν ω σ υ γκ εντρω μ ένος σ ’ α υτό που έχω γιατί δεν έχω το θάρρος να ζήσω αυτό που ακολουθεί. Πείθω το ν εαυτό μου ό τι Λεν θα α ν τέξω το ν πόνο, αν δ ε χ τώ πως πάει αυτό, έφυγε... Έ τσι δικαιολογούμαι που μένω δεμένος με όλα τα προηγούμενα... Και από τη θέση αυτή α σφ α λώ ς δεν μπορώ να γνωρίσω, ούτε να χαρώ, ούτε να ζή σω α υτό που ακολουθεί. Σ αν να σας ακούω: «... όμως πονάει όταν χάνει κανείς κάτι ηον αγαπάει. Σ ε βασανίζει αυτό που δεν υπάρχει πια .» Συμφωνώ. ΓΓ αυτό το θέμα είναι να δούμε τι θα κάνουμε για να μείνουμε μόνο με το ν πόνο, και να πάψουμε να βασα νιζόμαστε. Υπάρχουν χιλιάδες πράγματα που σε καλούν να πορευτείς το ν δρόμο τ ω ν δακρύων, γιατί εκτός από τα πρόσωπα που χάνει κανείς, υπάρχουν καταστάσεις που μεταβάλλονται, υπάρχουν δεσμοί που αλλάζουν, υπάρχουν φάσεις ζωής που ξεπερνιούνται, υπάρχουν στιγμές που φθάνουν σ το τέλος, και το καθένα από αυτά τα πράγματα αντιπροσωπεύει μιαν απώλεια που πρέπει να επεξεργαστείς. Αν συνειδητοποιήσω ότι, με το ν άλφα ή βήτα τρόπο, Ο ΛΑ μια μέρα θα περάσουν και θα φύγουν, θα καταλήξω να δεχτώ πως είναι ΔΙΚΗ Μ ΟΥ ευθύνη να «εμπλουτίζομαι» αποχαιρετώντας τα. 70
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ
Τ ίΙΝ Δ Α Κ ΡΥ Π Ν
Φ α ν τα σ τείτε να έμενα προσκολλημένος σε κάποια ωραία πράγματα της παιδικής μου ηλικίας. Ν α καθόμουν να σκ έ φτομαι, ας πούμε, τι ωραία που ήταν ό τα ν ήμουνα μικρός... να ζούσα με τη νοσταλγία της εποχής που ήμουνα μωρό και με θήλαζε η μαμά μου... τό τε που εκείνη με φ ρόντιζε κι εγώ έκανα μόνο ό,τι ήθελα... Ακόμη χειρότερα, να έμενα, σαν το ν ορειβάτη, δεμένος με τη ν ανάμνηση της φ ανταστικής ασφά λειας της μήτρας πριν γεννηθώ, με τη ν πεποίθηση ό τι η κα τά στα σ η αυτή ήταν σίγουρα ιδανική... Φ α ντα στείτε να έμενα στάσιμος σε μια προηγούμενη φάση τη ς ζωής μου... να αποφάσιζα τό τε να μην προχωρήσω μπροστά... Φ α ντα σ τείτε να έκρινα πως κάποιες στιγμές του πα ρελθόντος ήταν τό σ ο ωραίες, κάποιες σχέσεις τό σ ο ικανο ποιητικές, κάποια άτομα τό σ ο σημαντικά, που δεν ήθελα να τα στερηθώ... Και για να μην τα χάσω ποτέ, να δενόμουνα μαζί τους με ένα σχοινί που θα με έδενε σε τόπους όπου δεν βρίσκομαι πια... Φ α ν τα σ τείτε να έκανα εγώ αυτό κι εσείς κάτι ανάλογο. Ο ύ τε το βιβλίο αυτό θα υπήρχε, ούτε εσάς Οα σας ενδιέφερε να το διαβάσετε κι ούτε θα θέλα τε να προχωρήσετε σ τη ζωή σας. 0 α πεθαίναμε κι οι δυο μας εκεί, σ το παρελ θόν, καθηλωμένοι και παγωμένοι όπως σ τη ν ιστορία με το ν ορειβάτη. Σίγουρα, δεν είναι α υτό που θέλουμε· δεν μπορεί να είναι αυτό καλό ούτε για μένα, ούτε για κανέναν άλλο. Το δίχως άλλο, ήταν οδυνηρό που άφησα κάθε έναν από αυτούς τους τόπους. Ή τα ν οδυνηρό που άφησα τη ν παιδι κή μου ηλικία. Ή τα ν οδυνηρό που έπαψα να είμαι βρέφος ολίγω ν ημερών, ήταν οδυνηρό που εγκατέλειψ α τη μήτρα. Ή τα ν οδυνηρό που άφησα πίσω τη ν εφηβική μου ηλικία...
71
ο
Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ Ω Ν Δ Α Κ Ρ Υ ίΙΝ
λύτερα θα πορευτώ σ το ν δρόμο που ακολουθεί. Ω ριμάζο· ντας, ανακαλύπτω ό τι με δική μου απόφαση και με πόνο ψυχής αφήνω κάτι πίσω δημιουργώντας χώρο για το και νούργιο που επιθυμιώ. «Μ εγόίλε δά σκαλε» λέει ο νέος, «ήρθα από πολύ μακριά για να μαθητεύσω κοντά σου. Έχω φοιτήσει αρκετά χρόνια δίπλα στου ς φωτισμένους δασκάλους και τους γκουρού της χώρας μας και ολόκληρου του κόσμου. Ό λοι μου μετέδωσαν τη σο φία τους. Τώρα, πιστεύω ό τι εσύ είσαι ο μόνος που μπορεί να ολοκληρώσει τη ν αναζήτησή μου. Δίδαξέ με, δάσκαλε, όλα όσα μένουν να μάθω ακόμα.» Ο σοφός Μ παδουΐν του απαντάει ό τι ευχαρίστω ς θα του δείξει όλα όσα γνωρίζει, αλλά πριν αρχίσουν θα ήθελε να του προσφέρει ένα τσάι. Κάθεται ο μαθητής δίπλα σ το δάσκαλο, ενώ εκείνος πλησιάζει ένα τραπεζάκι και παίρνει ένα φλιτζάνι γεμάτο τσάι και μια μπακιρένια τσαγιέρα. Ο δάσκαλος δίνει το φλιτζάνι σ το ν μαθητή και, μόλις εκεί νος το παίρνει στα χέρια του, αρχίζει να του σερβίρει κι άλλο τσάι... και το φλιτζάνι δεν αργεί να ξεχειλίσει. Ο μαθητής, με το φλιτζάνι στα χέρια, δοκιμάζει να προει δοποιήσει τον οικοδεσπότη: «Δάσκαλε... δάσκαλε.» Ο ΜπαδουΤν, σαν να μην άκουσε, συνεχίζει να βάζει τσάι, το οποίο, αφού ξεχείλισε το φλιτζάνι και το πιάτο, αρχίζει να χύνεται πάνω σ το χαλί. «Δ ά σκ α λε...» φωνάζει τό τε ο μαθητής, «μ η βάζεις άλλο τσάι σ το φλιτζάνι μου. Δ εν βλέπεις ό τι είναι γεμάτο;» Στα μα τάει τό τε ο Μ παδουΐν να βάζει τσάι και του λέειί «Α ν δεν μπορέσεις να αδειάσεις το φλιτζάνι σου. όεν θα μπορέσεις να βάλεις άλλο τσ ά ι.» 73
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ
Πρέπει να αδειάσεις για να μπορέσεις να ξαναγεμίσεις. Ένα φλιτζάνι, λέει ο Κρισναμοϋρτι, χρησιμεύει μόνο ότα ν είναι άδειο. Ένα γεμάτο φλιτζάνι είναι άχρηστο· 6εν μπορείς να βά λεις τίποτα μέσα. Αν κρατάς το φλιτζάνι σου πάντα γεμάτο, ούτε να δ ώ σεις μπορείς — γιατί «δ ίνω », σημαίνει πως «έχω μάθει να αδειάζω το φλιτζάνι». Είναι σαφές ό τι για να δώ σω πρέπει να μάθω τι σημαίνει αποδέσμευση και αποστασιοποίηση, καθώς υπάρχει απώλεια ακόμα κι ό τα ν αποφασίζω να δώ σω κάτι δικό μου. όπως δηλώνει (θυμάσαι;) η ετυμολογία της λέξης pirdida (απώλεια). . Για να μεγαλώσουμε, επομένως, θα πρέπει να δεχτούμε το κενό. Τ ον χώρο εκείνον όπου — από δική μου απόφαση, της μοίρας ή της φύσης— , δεν βρίσκεται πια αυτό που κά ποτε υπήρχε εκεί. Έ τσι είναι η ζωή. ΙΙρέπει να απαλλαγώ από το περιεχό μενο του φλιτζανιού για να μπορέσω να το ξαναγεμίσω. Η ζωή μου εμπλουτίζεται κάθε φορά που γεμίζω το φλιτζάνι, εμπλουτίζεται όμως και κάθε φορά που το αδειάζω... Γιατί κάθε φορά που αδειάζω το φλιτζάνι μου, α νοίγω το ν δρόμο για να το ξαναγεμίσω. Η ιστορία της προσωπικής μου ανάτΓτυξης και της σχέσης μου με το ν κόσμο είναι αυτός ο κύκλος εμπειρίας για τον οποίο συζητάμε. Ζωή, τελικά, σημαίνει ότι έρχομαι σε επαφή με τα γεγονότα , εξα ντλώ την επαφή αντή και αποσύρομαι. Από το σημείο αυτό ξαναρχίζω την έρευνα, φορτίζομαι ξανά με ενέργεια, συγκινούμαι και ενεργώ, και μετά, ξανά συνδέ ομαι, ξανά εξαντλείται η επαφή, και ξανά αποσύρομαι. Μ παίνω και βγαίνω. 74
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ ίΙΝ Δ Α Κ Ρ Τ ίΙΝ Γεμίζω και αδειάζω. I Ιαίρνω και αφήνω. Β ιώνω το πένθος για χάρη της προσωπικής μου α νά πτυξης. παρόλο που η διαδικασία δεν είναι πάντα εύκολη. Π αρόλο που δεν είναι απαλλαγμένη από ψυχικό πόνο. Π άνω σ το τραπέζι όπου δουλεύω, έχω ένα ασημένιο νόμισμα που μου χάρισαν οι συνάδελφοι από τη Σχολή Ψυ χολογίας της Γκουανταλαχάρα, ό τα ν έδωσα σ τη ν πόλη τους μια διάλεξη με αυτό το θέμα. Αν ήθελα τώ ρα να κοιτάξω το νόμισμα από πολύ κοντά για να εξετά σ ω τη ν ωραία εικόνα που είναι χαραγμένη πάνω σ το μέταλλο, θα μπορούσα να το κάνω πολύ εύκολα, χωρίς να καταβάλω τη ν παραμικρή προσπάθεια. Δ ε ν γίνεται και τίπ οτε σπουδαίο, εκτός από το ό τι πάνω σ το τραπέζι μένει άδειο το σημείο όπου ήταν ακουμπισμένο το νόμισμα. Αν, όμως, βάλω λίγη K€Sλλα σ το σημείο αυτό, ό τα ν σηκώσω το νόμισμα, θα έχει μείνει πι θα νότα τα ένα σημάδι σ το τραπεζομάντιλο, κι αν κοιτάξω με μεγεθυντικό φακό, θα δ ω λίγο χρώμα από το ύφασμα του τραπεζομάντιλου να έχει βγει πάνω σ τ ο νόμισμα. Ας υποθέσουμε τώ ρα ότι, α ντί για απλή κόλλα, βάζω λίγη γερή βιομηχανική κόλλα. Αν τη ν αφήσω να σ τε γ ν ώ σ ει και μετά ξεκολλήσω το νόμισμα, θα έχουν μείνει κομματάκια από το τραπεζομάντιλο κολλημένα πάνω του, και δεν θα χρειαστώ φακό για να το δ ω · η ζημιά θα είναι ολοφάνερη. Φ α ν τα σ τεί τε τώ ρ α ότι τρυπάω σε ορισμένα σημεία το τραπ εζομ άντι λο, κάνω και σ το ξύλο μερικές τρύπες, και μ’ ένα μεταλλικό σύρμα σ τε ρ εώ ν ω το νόμισμα σ το τραπεζομάντιλο. Τέλος, κολλάω και το τραπεζομ άντιλο με τσιμ έντο σ το τραπέζι. Και τώ ρα ας υποθέσουμε ότι θέλω να σηκώ σω τ ο νόμισμα για να θαυμάσω ακόμη μια φορά τα χαρακτικά του. Οχι μόνο θα πρέπει να καταβάλω πολύ μεγαλύτερη προσπά θεια για να μπορέσω να χωρίσω αυτά τα δύο πράγματα και 75
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ να πάρω το νόμισμα, αλλά και ότα ν το κάνω. αν τελικά τα καταφέρω, το τραπεζομάντιλο θα έχει πιθανότατα καταστραφεί, ένα μέρος του τραπεζιού θα έχει χαλάσει, και το νόμισμα θα είναι σε κακή κατάσταση. Μ ε το παράδειγμα αυτό γίνεται ξεκάθαρο πως όσο μεγαλύ τερη η προσκόλλησή μου σ ’ αυτό που αφήνω πίσω (όσο πιο δυνατή είναι η κόλλα), τό σο βαθύτερο το ψυχικό τραύμα τη ν ώρα του αποχωρισμού, την ώρα της απώλειας, τη ν ώρα που βιώνω το πένθος. Δ εν είναι απαραίτητο να είναι έτσι τα πράγματα, συ νήθως, όμως, όσο περισσότερο αγαπάμε, τό σο περισσότερο «δενόμαστε». Καταλαβαίνουμε λοιπόν, γιατί θεωρείται σ ω στή η άποψη ότι όποιος αγαπάει κινδυνεύει να πονέσει. Να πώς καταλήγουμε σ το φοβερό συμπέρασμα (παραπλανητικό και λανθασμένο), ότι: «Οποιος δεν αγαπάει, δεν πονάει». Λ έω λοιπόν ότι, δυστυχώς, όσον αφορά σ το ν πόνο, ο έρ ω τας δεν είναι απλώς ρίσκο, είναι εγγύηση. Σε κάθε ερωτική σχέση είναι παραπάνω από πιθανό ότι θα υπάρχει και λίγος πόνος, κι ας μην είναι συχνά ο πόνος αυτός τίποτε παρα πάνω από τη διαπίστωση ότι διαφέρουμε κι ότι πρέπει να κοπιάσουμε για να αντιμετωπίσουμε τις διαφωνίες μας. Η συνβήκη αυτή, όμως. είναι ο μόνος τρόπος για να ζει κανείς ολοκληρωμένα, και όπως συνηθίζω να λέω: Η ζωή α ξίζει τ ο ν κόπο Ο πόνος, μου ανοίγει κατά κάποιον τρόπο τη ν πόρτα μιας καινούργιας διάστασης. £ίναι ο αναπόφευκτος πόνος που θα με βοηθήσει να πετύχω κάτι ά λλο πιο σημαντικό. Είναι ο 76
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ Ο Ν
ΔΑΚΡΥΩΝ
απαραίτητος όρος πάνα> σ το ν οποίο βασίζεται η προσωπική μου ανάπτυξη. Δ εν μεγαλϋ>νε· κανείς αλλιώς, παρά μόνο αν έχει περάσει από το ν πόνο που συνδέεται με μια ματαίωση, με μιαν απώλεια. Δ ε ν μεγαλώνει κανείς αν δεν αποκτήσει συνείδηση ότι κάτι δεν υπάρχει πια.
Το πένθος γι’ αυτό που 6εν υπήρξε ποτέ Υπάρχει ένα πένθος που εκ πρώτης όψεως φαίνεται δια φ ο ρετικό από τα άλλα. Πρόκειται για το ν πόνο που βιώνουν όσοι φ α ντά ζοντα ι πως θα έρθει η μέρα να αποκτήσουν κάτι, αλλά κάποια στιγμή π ροσγειώ νοντα ι και συνειδητοποιούν πως αυτό τ ο κάτι ποτέ δεν θα το έχουν. Σ τη ν περίπτωση αυτή δεν υπάρχει απώλεια, γιατί δεν γίνετα ι να χάσει κανείς κάτι που δεν είχε. Π ώς μπορεί, λοι πόν. να τ ο αισθάνεται σαν απώλεια; Φ αίνεται πως είναι μια εξαίρεση. Πενθούμε .για το χαμό κάποιου πράγματος που ποτέ δεν είχαμε. Λ έω μέσα μου: «Μ α κάτι πρέπει να υπάρχει... κάτι πρέ πει να είχε σ τα χέρια του ο άνθρωπος για να δικαιολογείται η ύπαρξη της απώλειας». Και α π αντώ ότι, ασφαλώς, υπάρχει κάτι που είχε. Είχε τη ν ψευδαίσθηση. Είχε τη φαντασίωση. Είχε το όνειρο. Α υ τό που χάνει, λοιπόν, και γι’ αυτό υποφέρει, είναι αυτή η ψευδαίσθηση, η φαντασίω ση, και ότα ν το συνειδητοποιή σει, θα πρέπει να επεξεργαστεί το πένθος για να μπορέσει να αποχωριστεί αυτό που δεν υπάρχει πια. 77
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ
Τ ο όνειρο δεν είναι κάτι που θα μπορούσε να υπάρχει’ το όνειρο υπάρχει από μόνο του. Υπάρχει αυτή τη στιγμή. Αν νιώθο) ότι οι ψευδαισθήσεις, οι φαντασιώ σεις και τα όνειρά μου είναι πραγματικά, τό τε υπάρχουν. Δένομαι με τα όνειρά μου όπως δένομαι με ό,τι είναι πραγματικό, με όσους γνω ρ ίζω κι έχω μαζί τους μια σχέση. Και ό τα ν με πείθει η πραγματικότητα πως αυτό δεν πρόκειται να γίνει ποτέ, είναι σαν κάτι να πεθαίνει. Γι’ αυτό κι εγώ. όπως γίνεται και με τα πρόσωπα, μένω προσκολλημένος σ τη φ αντασίω σή μου. Ό π ω ς με τα γεγονότα , λοιπόν, έτσι και με τις φ α ντα σ ιώ σεις. είναι ανάγκη να απαγκιστρωθώ. Για να γίνει όμαις αυτό, πρέπει να δεχτώ ότι ο κόσμος δεν είναι όπως θα ήθελα. Τ ο αποτέλεσμα θα είναι, τό τε. ότι θα ζή σω ένα πένθος γι* αυτήν τη ν απώλεια" ένα πένθος που θα πρέπει να επεξεργαστώ. Μρέπει να δ εχ τώ ό τι ο κόσμος είναι αυτός που είναι, και να συμφιλιωθώ με τ ο γ εγο νό ς ό τι έτσι έχουν τα πράγματα. Πρέπει να δεχτώ πως ο δρόμος μου ίσως δεν περνάει από τη ν απόκτηση ό λ ω ν όσα ονειρεύομαι. ' Μπορεί να περνάει από κάπου αλλού, από εκεί που ούτε το φ α ντά στη κ α ποτέ. Α ν όμως δεν βρω τ ο θάρρος να λύσω το σχοινί που με δένει με το όνειρο, δεν θα μπορέσω να συνεχίσω τη ν πορεία μου προς τη ν αυτογνωσία.
Αφήνω πίσω Ωριμάζω, σημαίνει αφήνω πίσω κάτι που χάθηκε, έσ τω κι αν 78
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ ίΙΝ
Δ Α Κ ΡΥΠ Ν
πρόκειται για ένα φ α ντα στικ ό κενό. Επεξεργάζομαι το πέν θος, σημαίνει ό τι εγκαταλείπω ένα προηγούμενο κενό (είτε εσωτερικό, είτε εξωτερικό), που μου φ αινόταν πιο ασφα λές. πιο προστατευμένο. και που νόμιζα ότι μπορούσα να το προβλέψω. Το αφήνω για να πάω σ το διαφορετικό. Π ερνάω από το γ ν ω σ τ ό σ το ά γνω στο. Α υ τό με υποχρεώνει αναπόφευκτα να μεγαλώοω. Τ ο γεγο νό ς ό τι ξέρω πως μπορώ να α ν τέξω το πένθος, — και ξέρω ακόμη ό τι μπορώ να απαλλαγώ από αυτό που μου συμβαίνει, αν το αποφασίσω— , μου επιτρέπει να συνεχίσω να κάνω ό,τι κάνω, αν αυτή είναι η απόφασή μου. Η άλλη όψη της ιστορίας του ορειβάτη, είναι η ιστορία του Δ ο ν Χακόμπο. Ο Δ ο ν Χακόμηο μένει σ τη Λεωφόρο Σά ντα Φε, ανάμεσα σ τη σ τοά Πιρούλο καί τη ν οδό Μενγκάνο. Υπάρχει ένα περίπτερο που πουλάει εφημερίδες σ τη γω νία Σά ντα Φε και Μενγκάνο. κι ένα άλλο ίδιο περίπτερο σ τη γωνία Σά ντα Φε και Πιρούλο. Ο Δ ο ν Χακόμπο πίνει τον καφέ τον κάθε πρω ΐ σ τη γω νία Σά ντα Φε και Πιρούλο. και πριν μπει σ το μπαρ αγοράζει τη ν εφημερίδα του από το περίπτερο που βρίσκεται σ τη ν ίδια γωνία. Ι'ια κάποιον μ υστήριο λόγο (ίσως λόγω αντισημιτικής προ κατάληψης), ο περιπτεράς της Σ ά ντα Φε και Πιρούλο φέρεται άσχημα στον Δ ο ν Χακόμπο. Του μιλάει απότομα, διαλέγει πάντα τη ν πιο τσαλακωμέ νη εφημερίδα, τη ν πετάει σ το ν πάγκο α ντί να τον τη δώσει στο χέρι, κάνει λογαριασμό μουτρωμένος και τον δίνει τα ρέστα με αγενέστατο τρόπο. 79
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ Ο σερβιτόρος πον τον εξυπηρετεί καθημερινά και τον έχει μεγάλη σνμηάθεια, του λέει: «Μ ισ ό λεητό. Δ ον Χακόμηο. Γιατί τον επιτρέηετε να σας φέρεται έ τσ ι;» «Κ α ι τι να τον κάνω;» «Ό χι, δεν θέλω να του κάνετε τίποτα, όμως. αφού ο τ ύ πος σάς φέρεται τόσο άσχημα, για τί δεν παίρνετε τη ν εφημε ρίδα σας από άλλο περίπτερο: Σ το κάτω κάτω, για να έρθετε από το σπ ίτι σας ώς εδώ, περνάτε από το περίπτερο της οδού Μ ενγκάνο.» Ο Δ ο ν Χακόμπο κοιτάζει τον νεαρό και τον απαντάει: «Α υ τό ς ο αχρείος μου φέρεται άσχημα χωρίς κανένα λόγο... και θα αφήσω να αποφασίσει ΑΥΤΟΣ από πού θα α γο ράζω ΕΓΩ την εφημερίδα μου; Σ ε καμία περίπ τω ση!» Α υ τό σημαίνει ό τι αρνούμαι να επ εξεργα στώ το πένθος; Όχι, δεν νομίζω. Αρνούμαι το πένθος, σημαίνει μένα) προσκολλημένος σ τη σχέση. Σημαίνει α λλ ά ζω συμπεριφορά με τη ν ελπίδα ο ά λλος να μου φερθεί καλύτερα, ή συνεχίζω να του επιτρέ πω να μου φέρεται άσχημα. Χ ωρίς αμφιβολία, η καλύτερη λύση σ το α νέκ δοτο του Δ ο ν Χακόμπο, θα ήταν να δεχτεί να εγκαταλείψει τ ο μέρος όπου είχε συνηθίσει να αγοράζει τη ν εφημερίδα του, να επε ξερ γα στεί το πένθος γΓ αυτήν τη ν απώλεια και να πάψει να περιμένει πως κάτι θ’ αλλάξει. Ν α δεχτεί ότι μπορεί να α γ ο ράσει τη ν εφημερίδα του κάπου αλλού όπου του φ έρονται ευγενικά. Ό π ω ς λέει. όμως, ο Δ ο ν Χακόμπο, θα είναι σίγουρα καλύ τε ρ ο για τη ζωή μου εάν. μετά τα πένθος, αποφασίζω εγώ πού θέλω να α γο ρ ά ζω τη ν εφημερίδα μου. Μ πορεί να είμαι 80
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ
ΤΩ Ν ΔΑΚΡΥΩΝ
ηλίθιος που εξακολουθώ να τη ν α γο ρ ά ζω από α υ τό ν το ν ελεεινό, η ηλιθιότητα, όμως, δεν με εμποδίζει να βιώ σω το πένθος. Είναι ά λλ ο πράγμα να εμποδίζω το πένθος κι ά λλ ο να το αρνούμαι. Σ το έρ γο του Σαίξπηρ: Ο Βασιλιάς Ιωάννης... Ο Φ ίλιππος σνζητά ει με τη ν Κωνστάνσα, ησυ έχασε τον γιο της σ τη ν τελευτα ία μάχη. Σ τη ν πραγματικότητα εκείνη αγνοεί ό τι ο γιος της έχει πεθάνει, αηό διαίσθηση όμως γνωρίζει ό τι δεν θα τον ξαναδεί ζωντανό. Η Κωνστάνσα κλαίει και θρηνεί. Οδύρεται απελπισμένη. Συντετριμμένη, κλαίει με λυγμούς... Ο Φ ίλιππος την παρακολουθεί και της λέει; *Κ λα ις τόσο πολύ για το ν γιο σου, περνάς τόσες ώρες με τον πόνο σου, που θα νόμιζε κανείς ό τι αγαπάς τον πόνο σου περισσότερο από το παιδί σου.» Και η Κ ωνστάνσα του απαντάει: «Ο πόνος που δεν είναι το παιδί μου ζωντανό, κοιμάται σ τη θέση του, φοράει τα ρούχα του, μιλάει με τα λόγια του και με συντροφεύει όπως πρώ τα με συντρόφευε ο γιος μου. Πώς να μην αγαπάω τον πόνο μου, αφού είναι το μόνο που έχω ;» Αλήθεια είναι. Ο πόνος είναι πολλές φορές η ου ντροφ ιά εκεί νου που υποφέρει από τη ν απουσία κάποιου. Παίρνει τη θέση που είχε π ρώ τα το αγαπημένο πρόσωπο. Δ ε ν έχει σημασία τι ρόλο έπαιζε σ τη ζωή του αυτός που χάθηκε, ή πόσο χώρο καταλάμβανε ό τα ν ζοϋσε, ο πόνος εί ναι π ά ντο τε έτοιμος να γεμίσει αυτά τα κενά. Και εννοείται ότι, ακόμα κι αν δεν είναι ευχάριστη η αίσθηση ό τι με σ υ 81
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ ντροφεύει ο πόνος, είναι π άντως όσο μου φαίνεται το κενό. Ο πόνος, τουλάχιστον, γεμίζει Ο πόνος καλύπτει το κενό. Ο πόνος δεν αφήνει άδεια τη ν Τι θα γινότα ν αν δεν υπήρχε ο τα κενά;
λιγότερο απειλητική απ' το ν χώρο. ψυχή. πόνος για να γεμίσει αυτά
Η διαδικασία της εσωτερίκευσης Α π οτελεί μέρος της διαδικασίας αποδοχής και επ εξεργα σίας του πένθους, το δύσκολο έργο να ανακαλύ\|/α> και να αφήσο) να ζει μέσα μου ό,τι άφησε ο άλλος. Ν α αφήσω να γεννηθεί μέσα μου και να διατηρηθεί κάτι από αυτό που δεν υπάρχει πια. Δ εν απαιτείται ο θάνα το ς κάποιου για να λειτουργήσει προς όφελός μας ο μηχανι σμός αυτός που αποτελεί τη ν προτελευταία φάση ενός υγι ούς πένβους. Λειτουργεί με την απουσία κάποιου που — είτε έχει πεθάνει είτε όχι—, κατά κάποιον τρόπο δεν υπάρχει πια. Ίσ ω ς γιατί η αρρώ στια το ν άλλαξε τό σ ο που δεν είναι πια αυτός που ήταν, ή και για το ν απλό λόγο ότι ο χρόνος το ν έχει κάνει να μην είναι όπως ήταν. Μ πορεί να είναι εδώ, δίπλα μας ω ς φυσική παρουσία, να έχει το ίδιο πρόσωπο, το ίδιο όνομα και το ν ίδιο αριθμό ταυτότητας, δεν έχει όμως πια τη ν ίδια έκφραση. Μ πορεί να έχει ακόμη τη ν ίδια φωνή, αλλά δεν λέει πια τα ίδια λόγια... κι αν ακόμη λέει τα ίδια λόγια, δεν έχουν τη ν ίδια σημασία... Δ εν είναι πια ο ίδιος άνθρωπος. Όχι. δεν είναι. Δ ε ν βρίσκεται πια εκεί έξω αυτός που αγαπούσα... Α ν όμως συνειδητοποιήσω αυτό που μου άφησε, βρίσκεται μέσα μου. 82
ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΟ Ν
ΔΑΚΡΥΩΝ
Αν καταφέρω να φ τά σω σ ' α ντό το σημείο, τό τε, λυπη μένος ακόμη, Οα μπορέσω να ξαναβρώ τη χαρά τη ς ζω ντα νή ς παρουσίας του. Γιατί αυτό θα μου δώσει τη δύναμη να δια τη ρήσω ζω ντα νή τη ν εικόνα του σ το μυαλό μου. Η ζωή είναι συνέχεια της ζω ής· είναι πιο πέρα από την αλη θινή ιστορία. Κάθε λεπτό της ζωής μας πεθαίνει να δώσει τη θέση του σ ’ αυτό που ακολουθεί. Κάθε στιγμή που ζούμε θα πρέπει να πεθάνει για να γεννηθεί κάτι καινούργιο, κάτι που θα κάνουμε για πρώτη φορά (όπ ω ς λέει και ο Σεράτ).' Πρέπει να ξεκινάει κανείς μια καινούργια ζωή κάθε μέρα, αν θέλει να α ντέξει τη ν απώλεια τη ς χθεσινής, δια φ ο ρετικής ζωής του, που μόλις τελείωσε. Αν συνεχίζεις, όμιος, να κουβαλάς τη ν προηγούμενη, και τη ν προ-προηγούμενη, και τη ν προ-προ-προηγούμενη... η ζωή σου γίνεται πολύ βαριά. Μου φαίνεται πως το μυστικό για να μπορώ να παλεύω τις απώλειές μου δεν είναι ά λλο από το κουράγιο να βιώνω με το ν σ ω σ τό τρόπο το πένθος, δεν είναι ά λλο από το θάρρος να αντιμ ετω π ίζω το ν πόνο ως μέρος της πορείας, δεν είναι ά λλο από τη δύναμη να α ντέχω το ν πόνο. Και λέω τον πόνο, όχι το βάσανο. Επαναλαμβάνω; βασανίζομαι σημαίνει μένω «τρυ φ ερά » συνδεδεμένος με τη λύπη, όπως πρώτα ήμουν συνδεδεμένος με τη χαρά που μου έδινε αυ τό ς που έχασα. Εγώ, όμως, θέλω να μπορώ να α νοίγω το χέρι και να αφήνω αυτό που δεν υπάρχει πια, αυτό που δεν έχει πια νόημα, δεν είναι για μένα, δεν μου ανήκει. 1. Joan Manuel Scrrat, (1943). Καταλανώς συνθέτη·;, τρογοι>διστή< και στιχουργ6ς. (Σ.τ.Μ.)
83
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ Δ ε ν θέλω να σε κρατάω, δεν θέλω να μένεις μαζί μου επειδή δεν σε αφήνω να φύγεις. Δ ε ν θέλω να κάνεις τίπ ο τε για να μείνεις παραπάνω απ’ όσο θέλεις. Ό σ ο έχω ανοιχτή τη ν πόρτα, θα ξέρω ό τι είσαι εδώ γιατί το θέλεις... γιατί αν ήθελες να φύγεις, θα είχες ήδη φύγει. Υπάρχει ένας α ρ γεντινός ποιητής, ο Α μ λ ετ Λίμα Κ ιντάνα,' που το ν θαυμάζω γιατί γράφει εξαιρετικά ποιήματα. Ο Λίμα Κ ιντάνα λέει σ τη «Μ εταβίβαση»; Τελικά, ο θάνατος είναι μεγάλος ψεύτης. Λέει ψέματα όταν δηλώνει ηως θα μου πάρει τη ζωή, σαν να μπορούσε να διακόψει τη ν άνοιξη, γιατί, σ το κάτω κάτω. ο θάνατος μόνο το χρόνο μηορεί να μου κλέψει, την ευκαιρία να γελάσω, να φάω ένα μήλο. να ηω έναν λόγο, να πατήσω το χώμα που αγαπώ, να ανάψω τον έρωτα για την κάθε μέρα. Να δώσω το χέρι, να παίξω κιθάρα, να μεταδώσω τη ν ελπίδα. Τους χώρους μόνο αλλάζει. Πού θα ξαπλώσω το κορμί μου. αν θα χορέψω σ το φως του φεγγαριού, ή θα περάσω το ποτάμι κολυμπώντας. Α ν θα μείνω σ το κρεβάτι, αν θα πάρω ά λλο δρόμο, θα καθίσω σ ’ ένα κλαδί δέντρου. I. Από τα μεγαλύτερα ονόματα τω ν γραμμάτων και τι^ς λαϊκής μουσι κής σ τη ν Α ργεντινή . (Σ.τ.Μ.)
84
ο ΔΡΟΜ ΟΣ Τ Ω Ν
ΔΑΚΡΥΩΝ
ή αν θα τραγουδάω κάτω a n ’ τα παράθυρα. Α λλά, να κλέψει τη ζωή;... Α ν τό δεν το μπορεί. Δ εν μπορεί να σκαρώσει αυτή τη φάρσα... για τί η ζωή... Η ζωή είναι πυρσός που περνάει από χέρι σε χέρι, από άνθρωπο σε άνθρωπο, από σπόρο σε σπόρο, είναι μια μεταβίβαση χωρίς επιστροφή, μια αέναη κίνηση προς το μέλλον, σαν το φως που διαλύει το σκοτάδι. Μ ου φαίνεται πως έχει 5ίκιο ο Λίμα Κιντάνα. Η εξαφάνιση του Λλλου, που τη ν ταυτίζουμε με το ν θά νατο, βιώ νεται σ τ ’ αλήθεια ακ; θά νατος μόνο α ν δεν εσω τερικεύσει κανείς όσα έχασε. Α ν όμως ζει ο ά λλ ος (μέσα μας), τ ό τε ο θάνατος είναι μεγάλος ψεύτης. Και η α ρρώ στια ένα μεγάλο ψέμα. Μ πορεί να χάσω κάποια πράγματα από εκείνον το ν άλλο. Δ ε ν μπορεί όμως κανείς να μου το ν πάρει γιατί, κατά κάποιον τρόπο, αυτός ο ά λλος εξακολουθεί να βρίσκεται μέσα μου.
85
0 Λ 1 Ψ Η Κ Α Ι ΠΟ ΝΟ Σ. Δ Υ Ο Χ Ρ Η Σ ΙΜ Ο Ι Σ Υ Ν Τ Ρ Ο Φ Ο Ι
Πάντα υπάρχουν στο πένθος περισσότερα, πολύ περισσότερα από τον πόνο. Υπάρχει για παράδειγμα μια ηερηφάνεια, πως έφτασα εκεί πον δεν είχα ξαναφτάσει. Εκεί πον δεν φανταζόμουνα ποτέ πως θα κατάφερνα να φτάσω. Ό τα ν κάτι αφήνω πίσω μου, κάτι πάω να συναντήσω. Σ ε κάθε αντίο, κρύβεται ένα σιωπηλό καλωσήρθες. Ο αποχαιρετισμός είναι μάλλον θέμα τη ς ζωής, παρά το ν θανάτου. Γιατί τη ν έσχατη στιγμή και εξαρχής, η ιστορία η δική μου, όπως κι όλων τω ν ν. είναι ένα παράξενο μείγμα από πρώ τες και ύστερες στιγμές. Και τα ξέρω αυτά, για τί άλλοι που τα έζησαν μου τα ’παν, ότι πονέσανε αρχικά, αλλά μεγάλωσαν μετά μέσα α π ’ τον πόνο. θ ά να τοι που γέννησαν καινούργιες ζωές, απώλειες πον οδήγησαν σε συναντήσεις, και απουσίες παρούσες που γέμισαν κενές ζωές και τις γλίτωσαν α π ' το μ αρτύριο της απούσας παρουσίας. Έ τσι ξέρω ό τι προχωράω και δεν είμαι μόνη. 86
ο ΔΡΟΜΟΣ Τ Ω Ν
ΔΑΚΡΥΩΝ
ότι βαδίζω νύχτα-μέρα συντροφιά με άλλους πολλούς. Ά λλους ττου άφησαν τα ίχνη τους στο μονοπάτι και πον βρήκαν στην πορεία το αληθινό νόημα τον δρόμου που ακολούθησαν. Μ Α Ρ Γ Α Μ Π Ο ΥΧΟ
Δεν είναι όλα πόνος
Στην καθημερινή γλώσσα, συνήθως ταυτίζουμε τον πόνο με το βάσανο και τη θλίψη με την κατάθλιψη. Αν ψάξουμε τη ν ετυμολογία της λέξης duelo (πένθος), θα βρούμε ότι εκτός από τη σχέαη που αναφέραμε με τη λέξη dolor (πόνος), υπάρχουν άλλες δύο ενδιαφέρουσες ρίζες. Η μία βεβαιώνει ότι η προέλευση της λέξης duelo σ υ γγε νεύει με την αρχαία λέξη dwel, που σημαίνει «μάχη, συμπλο κή μεταξύ δύο». Στην περίπτωση αυτή, κατά τη γνώμη μου, η ετυμολογική σημασία μάς οδηγεί να σκεφτούμε ότι κατά την εσωτερική επεξεργασία μιας απώλειας γίνεται μέσα μας μια μάχη, ένας αγώνας μεταξύ δύο δυνάμεων. Η πλευρά του εαυ τού μου που συμβιβάζεται με τη ν πραγματικότητα και απο δέχεται την απώλεια, συγκρούεται με την άλλη μου πλευρά, που δεν είναι διατεθειμένη να αφήσει αυτό που δεν υπάρχει πια και θέλει να το κρατήσει. Η άλλη γλωσσολογική προέλευση έχει σχέση με τη λα τινική λέξη dolos (προέλευση και του νομικού όρου «δόλος» τόσο στα ισπανικά, όσο και τα ελληνικά), που σημαίνει «πα γίδα, απάτη, ψευτιά». Η έννοια αυτή μας αναγκάζει να σκε φτούμε ότι μας εξαπάτησαν όσοι μας έμαθαν να πιστεύουμε ότι μπορούμε να κρατήσουμε για πάντα ό,τι αγαπάμε, και πως ό,τι ποθούμε μπορεί να είναι παντοτινό.
87
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ
ΠΕΝΘΟΣ
πόνος
Ο
λύπη
μ«5ιχη
ti>
σύγκρουση τω ν δύο πλευρών εξαπάτηση σχετικά με τη ν α ιω νιότη τα
δόλος
Ό τα ν συζητάμε για το ν δρόμο τ ω ν δακρύων, υπογραμμίζου με τη σχέση του πένθους με το ν πόνο για ό,τι χάσαμε. Ας μην ξεχνάμε, όμως, ότι γίνετα ι ένας πόλεμος μέσα μας όπου η πλευρά « τ ω ν κ α λ ώ ν » είναι εκείνη που θέλει να αποδεχτεί ό τι δεν υπάρχει πια αυτός που δεν είναι εδώ. Α ς μην ξεχνάμε, επίσης, ό τι προχωρούμε σ ’ α υ τόν το ν δρόμο με το βάρος τη ς· απογοήτευσης, γιατί μόλις διαπιστώσαμε ό τι η παιδιάστικη πίστη μας σ τα αιώνια πράγματα διαλύθηκε ό τα ν συγκρούστηκε με τη ν πραγματικότητα της απώλειας.
Πένθος φυσιολογικό Ό τα ν πενθείς, δεν είσαι άρρω στος. Α ντιθέτω ς, η διαδικασία που σε κάνει να ξεπεράσεις τη ν απώλεια, αποτελεί εγγύηση προσωπικής ανάπτυξης, εξέλιξης και υγείας. Μ π ρ οστά σ το βίωμα της απώλειας, τίθεται σε λειτουργία η διαδικασία του πένθους για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε το ν δρόμο μας, να ξεπεράσουμε τη ν απουσία. Μ οιραία το πένθος συ νδέεται με το ν θάνατο. Παρ' όλα αυτά, εγ ώ θα λέω και θα ξα να λέω σ ’ αυτό τ ο βιβλίο, ότι η διαδικασία τη ς επε ξεργασίας του πένθους αρχίζει (ή καλύτερα, θα έπρεπε ν ’ α ρ χίζει) ό τα ν είμαστε μπροστά σε οποιαδήποτε απώλεια. Ορί-
88
ο
Λ Ρ Ο Μ Ο Σ Τ£2Ν ΔΑΚ ΡΎ Ω Ν
ζουμε 6ε ω ς «βίωμα απώλειας», τη ν εσωτερική κατάσταση του ανθρΰιπου που έχει πλήρη συνείδηση ό τι κάτι δ εν υπάρ χει πια. Α υ τό σημαίνει ότι πένθος μπορει να προκληθεί και από μιαν εθελούσια κίνηση του ίδιου του ανθρώπου. Ό τα ν, για παράδειγμα, αποφασίζει να μετακομίσει ή να εγκαταλείψει κάποιον, ή ό τα ν επ εξεργά ζετα ι αναπόφευκτα γ εγο νό τα , όπως το πέρασμα του χρόνου. Σ* αυτόν το ν δρόμο, τω ν δακρύων, ανοίγονται μπροστά μας κάποια μονοπάτια, που μας απομακρύνουν από το ν προ ορισμό μας. Ένα τέτοιο υποτίθεται πως είναι « ο σύντομος δρό μος». Ένα άλλο είναι μια εκτροπή, που καταλήγει σε αδιέξοδο.
Π όνος + Θλίψη + Βελτίωση
Βάσανο
Οι Tpf/ς δρόμοι πον μπορεί να ακολουθήσει κανείς όταν βρίσκεται μπροστά σε μιαν απώλεια
89
ΧΟΡΧΕ Μ Π ΟΥΚΑΪ Σε κάθε επιλογή ανοίγονται διαφορετικές κατευθύνσεις, αλλά ένας μόνο είναι ο σω στός δρόμος; ο δρόμος της επεξερ γασίας του φυσιολογικού πένθους. Η άρνηση της απώλειας είναι μια απόπειρα αυτοπροστασίας απέναντι σ το ν πόνο και τη φαντασίωση της ψυχικής ταλαι πωρίας. Παρόλο που είναι φυσιολογικό να υπάρχει μια σ τιγ μή αποκλεισμού της δυσάρεστης πραγματικότητας σε κάποια φάση της πορείας (στη ν αρχή, κυρίως), θεωρούμε ότι παρεκκλίνει από την πορεία του το άτομο που, καθηλωμένο σ ’ αυτή τη φάση, συνεχίζει να αρνείται την απώλεια και μετά τις πρώτες μέρες. H άρνηση είναι ένα είδος φυγής, μια μάταιη απόπειρα να αποδράσει κανείς από τη ν οδύνη. Μάταιη, λέω, γιατί η άρνη ση μας ξαναφέρνει σ το σημείο απ’ όπου ξεκινήσαμε. Δ εν προσ φέρει σ το θέμα της απώλειας κάποια οριστική λύση, απλώς αναβάλλει τη λύση και — πάω στοίχημα— , ότι αιωνίως αυτό θα κάνει. Όποιος αρνείται να δεχτεί την πραγματικότητα, ζει σ ’ έναν κόσμο που είναι δημιούργημα της φαντασίας του. Εκεί, αυτός που χάθηκε δεν έχει φύγει ακόμη, εκεί, αυτός που πέθανε ζει, κι αυτό που έγινε, δεν έγινε ποτέ. Δ εν είναι, όμως, αυτός ένας κόσμος μαγικός όπου όλα έχουν ένα ευτυχισμένο τέλος. Είναι η πραγματικότητα που έχει «π αγώ σει» τη στιγμή' που όλα αυτά πήγαιναν ν ’ αρχίσουν. Το σύμπαν ολόκληρο μένει παγωμένο, μια στιγμή ακριβώς πριν μάθω εκείνο που θα προτιμούσα να μην είχα μάθει. Από την άλλη, η στροφή προς το βάσανο, την ψυχική ταλαι πωρία. σημαίνει ότι παίρνω την απόφαση να μην προχωρή σω άλλο. Είναι ένα είδος συμφώνου με την πραγματικότη τα για αποτροπή μεγαλύτερου πόνου. Ένα συμβόλαιο με τη ζωή όταν βρίσκομαι αντιμέτωπος με την πιθανότητα —από 90
ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΩ Ν ΔΑΚΡΥΠΝ τη μία πλευρά— , να πρέπει να εγκαταλείψ ω αυτό που έχα σα, και — από τη ν άλλη πλευρά— , με τη ν επιθυμία μου να μην τ ο εγκαταλείψ ω ποτέ. Συνεπώς, σταματάμε και μένουμε προσκολλημένοι. αqκ)σιωμέvoι. σ ’ α υτόν που έφυγε. ΙΙαραδεχόμαστε ό τι δεν βρίσκεται πια εδώ, α λλά επιλέγουμε να εγκατασταθούμε σ το ν τόπ ο της ψυχικής ταλαιπωρίας. Β ασα-' νίζομαι σημαίνει διαιω νίζω το ν πόνο. Μ ετα τρέπ ω μια στιγμή σε κατάσταση. Π ροσκολλώμαι σ τη ν ανάμνηση του α νθ ρ ώ που που θρηνώ για να μην πάψω να το ν θρηνώ, για να μην το ν ξεχάσω, να μην το ν εγκαταλείψ ω, να μην το ν αφήσω πίσω... και το ν α ντικ α θιστώ με το να υποφέρω, να βασανίζομαι. Μ ε τη ν έννοια αυτή, το να βασανίζομαι αποτελεΐ αρρωστημένη εκδήλωση πίστης και αφοσίωσης σ ’ αυτούς που έχουν φύ γει. Είναι σαν να έχεις εθιστεί σ τη θλίψη, σαν να αποφεύγεις « τ ο χειρότερο» δ ια λ έγοντα ς « τ ο χειρότερο του χειρότερου». Το βάσανο είναι λογικό, αλλά δεν είναι έξυπνο. Μ ας σπ ρώ χνει σ τη ν παράλυση, κάνει θόρυβο, και του αρέσει η επίδειξη. Θ έλει να μείνει, και γΓ αυτό ζητάει παρέα — όχι όμως για παρηγοριά, αλλά γιατί χρειάζεται μάρτυρες. Ο πόνος, αντίθετα, είναι σιωπηλός, μοναχικός, και π ρ ο ^ υποθέτει αποδοχή. Έχει σ τενή επαφή με αυτό που νιώθουμε — τη ν έλλειψη, δηλαδή, και τ ο κενό που άφησε αυτός που έφυγε. Το βάσανο ρωτάει «γ ια τί;» παρόλο που ξέρει πως δ ε ν ’ υπάρχει απάντηση. Για το ν πόνο, αντίθετα, έχουν πάρει τέ-'^ λος οι ερωτήσεις. H διεργασία του πένθους μάς αφήνει π ά ντο τε μόνους, αδύναμους, διαλυμένους, υπεύθυνους και, πάνω απ’ όλα, θλιμμένους. Ο πόνος είναι παράλογος γιατί μας συνδέει μ’ ένα συναίσθη 91
ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΎΚΑΪ μα: τη θλίψη. Ένα συναίσθημα φυσιολογικό, απόλυτα υγιές, αν και δυσάρεστο γιατί μου λείπει αυτός που έχασα. Η θλίψη μπορεί να σε κάνει να χάσεις για λίγο τη ν εμπι σ το σ ύ νη σ το ν εαυτό σου, να περάσεις μια κρίση. Μ ετά , όμως, ισορροπείς ξανά, γίνεται η αλλαγή και η ζωή συνεχίζεται σε όλο της τ ο μεγαλείο. Ή σημαντικότερη διαφορά ανάμεσα σ το ν πόνο και τη θλίψη είναι ότι ο πόνος έχει π ά ντοτε ένα τέλος, το βάσανο, όμως, μπορεί να μην τελειώ σει ποτέ. ,,^/Οταν διαιωνίζεται, το βάσανο καταλήγει σ τη ν ασθένεια ^που φέρει τη ν κοινή ονομασία: «κατάθλιψη». Για τη ν περί πτωση που δεν είναι απόλυτα κατανοητό, θα ήθελα να το νίσω ό τι η κατάθλιψη δεν είναι η θλίψη. Η κοινή χρήση τω ν όρων, χωρίς να ορίζεται με σαφήνεια η διαφορά τους, αποτελεί με γά λο λάθος και πηγή π ολλώ ν παρανοήσεων. Η κατάθλιψη εί ναι ασθένεια ψυχολογικής προέλευσης, και περιλαμβάνει μεν διαταραχή της ψυχικής κατάστασης του ατόμου, υπερβαίνει όμως κατά πολύ το σύμπτωμα αυτό. Αν εννοήσουμε τη ν κατάθλιψη ω ς «ένα βαθύ πηγάδι, ένα βούλιαγμα, μια τρύπα, μια δύναμη που σε τραβάει προς τα κάτω, που σε συνθλίβει», θα κατανοήσουμε τη ν ασθένεια ως γενική ψυχοκινητική επιβράδυνση (μείωση ενεργητικότη τας και απώλεια ευχαρίστησης). Η απουσία ενδιαφ έροντος εκδη λώ νετα ι με έλλειψη επιθυμίας, απουσία πρωτοβουλίας ή διά θεσης να ασχοληθείς με δρα στη ριότη τες και γενικά να κάνεις πράγματα που πρώτα σου ήταν ευχάριστα, όπως να πας στη δουλειά σου, να συμμετέχεις σε κοινωνικές ή οικογενειακές συγκεντρώσεις, κ.λπ. Σ το συναισθηματικό επίπεδο εκφράζε ται ω ς θλίψη, υπαρξιακό κενό, ενοχή, αίσθηση μοναξιάς, κ.λπ. Σ το πνευματικό-διανοητικό επίπεδο δημιουργείται μεγάλη απαισιοδοξία, αρνητικές σκέψεις που πολλαπλασιάζονται 92
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ Ω Ν Δ Α Κ Ρ Υ Ω Ν και γίνονται όλο και πιο έντονες, ανασφάλεια, κ.λπ. Για τη διάγωνση μιας ασθένειας απαιτούνται όλα αυτά τα χαρακτη ριστικά. Το γεγονός, δηλαδή, ότι κάποιος αισθάνεται θλίψη ή απαισιοδοξία ή ανασφάλεια ή δυσθυμία, δεν εγγυ ά τα ι ότι το άτομο αυτό έχει κατάθλιψη. Η διάγνωση της κατάθλιψης είναι αρμοδιότητα του ειδι κού, και όχι της αξιολόγησης ενός υποτιθέμενου ειδικού τε σ τ σε κάποιο περιοδικό που αποφαινεται: «... Εάν σ υ γκ εντρ ώ σα τε πάνω από 15 βαθμούς, έχετε κατάθλιψη!» Εκτός αυτού, χρειάζεται η «διαφορική», όπως λέγεται, διά γνω ση από το ν ειδικό, γιατί μπορεί ένα άτομο να έχει κα τάθλιψη χωρίς να παρουσιάζει κανένα από τα κλασικά σ υ μπτώματα της κατάθλιψης. Ανάλογα με τη ν αιτία που τη ν προκάλεσε, η κατάθλιψη συνήθως ανήκει σε μία από τις δύο κατηγορίες: είναι εξωτερική ή εσωτερική. Ημείς εδώ θα ασχοληθούμε αποκλειστικά με τη ν πρώτη κατηγορία. Α υτές οι καταθλιπτικές συμπεριφορές εκ δη λώ νο ντα ι εξ ορισμού με αφορμή εξωτερικά γεγο νό τα που συνέβησαν ενώ πιθανότατα προϋπήρχε μια εσωτερική διαταραχή. Ποια είναι όμως αυτά τα εξωτερικά αίτια; Συναισθημα τικές απογοητεύσεις, διαπροσωπικές συγκρούσεις, να σε βά ζουν σ το περιθώριο ή να σε απομονώνουν κάποια πρόσωπα, η συνταξιοδότηση, τα οικονομικά προβλήματα, ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου, η αποτυχία σ το ν γάμο, κ.λπ. Καθώς όμως οι καταστάσεις που αναφέραμε παραπάνω δεν έχουν τη ν ίδια επίδραση σε όλα τα άτομα, α ντιλα μ βα νό μαστε ότι, εξωτερικά γεγο νό τα που συμβαίνουν άμεσα, δεν είναι επαρκή αίτια κατάθλιψης. Τις περισσότερες φορές, ο εκλυτικός παράγοντας (το γ ε γονός που λειτουργεί ω ς αφορμή) έρχεται να προστεθεί σε 93
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ ά λλα γεγο νό τα που αφορούν το ν ασθενή και δεν είναι τό σ ο περιστασιακά: μειωμένη ικανότητα διαχείρισης τ ω ν ματαιώ σεων, παθολογικοί φόβοι, παρατεταμένη ανησυχία, απαισιο δοξία. στρες, κοινωνική φοβία, τάση προς την απομόνωση και τη μοναξιά, εξαρτημένη προσωπικότητα, έντονη ν ο σ τα λ γία του παρελθόντος, έμμονες ιδέες και. βέβαια, παθολογικό πένθος. Ο ι καταθλιπτικοί έχουν τη ν τάση να διαστρεβλώνουν τα γ ε γονότα και να παρερμηνεύουν ό,τι συμβαίνει θεω ρώ ντα ς το προσωπική αποτυχία. Υπερβάλλουν, γενικεύουν, και κάνουν συχνά αρνητικές προβλέψεις για τ ο μέλλον. Η γ νώ σ η τω ν α ιτίω ν που τη ν προκάλεσαν, μπορεί να βοηθήσει έναν καταθλιπτικό ασθενή να βγει από τη ν κατά θλιψη, ή κάποιον που 6εν είναι ασθενής να προστατεύσει το ν εαυτό του από τη ν εισβολή της. Το κλειδί για τη λύση του προβλήματος βρίσκεται σ το επίπεδο κατανόησης και, σ υ νε πώς, α λλαγής του τρόπου με το ν οποίο αντιμετωπίζει κανείς τα βιώματα αυτά. Να καταφέρει, δηλαδή, να μετακινηθεί λίγο από τ ο σημείο όπου βρίσκεται. Αν μπορέσει το καταθλιπτικό άτομο να αποκτήσει καλύ τερη ιδέα για το ν εαυτό του, για το ν κόσμο και τις ίδιες του τις σκέψεις, αν δεν ξεχνάει να ασκεί κάποια φυσική δρ α στη ριότητα, αν επιδιώκει τη ν επικοινωνία με πιο αισιόδοξα ά το μα και τα ακούει προσεκτικά, αν ακούει Μ ότσα ρτ, αν παρα κολουθεί κάποια μαθήματα, αν αναπτύξει τη δημιουργικότητά του και προσπαθήσει να είναι πιο χρήσιμο σ τη ν κοινωνία σ τη ν οποία ανήκει, μπορούμε να πούμε χωρίς αμφιβολία ότι έχει βελτιώσει την πρόγνωση για τη ν εξέλιξη της αρρώστιας του και, τελικά, ό τι έχει βελτιώσει το μέλλον του. Αρκετά κοντά βρίσκεται μια άλλη ασθένεια, τη ν οποία πολ94
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ
ΤΩ Ν ΔΑΚΡΥΩΝ
λές φορές επικαλούνται κάποιοι χωρίς να είναι σω στό: η με λαγχολία. Ή δη το 1917, ο Φ ρ ό ιν τ παραβάλλει το πένθος με τη μελαγχο λία, γιατί βλέπουμε και στις δύο καταστάσεις να υπάρχει: πολύ βαθύς ψυχικός πόνος, απώλεια ενδια φ έροντος για το ν εξω τερικό κόσμο, ματαίωση τη ς ικανότητας για αγάπη, και αναστολή ό λ ω ν τ ω ν λειτουργιών. Στη μελαγχολία, όμως, μαζί με το πένθος για τη ν απώλεια κάποιου, το άτομο χάνει επίσης τη ν αίσθηση του ίδιου του εαυτού του. Μ ’ ά λλα λόγια, σ τ ο πένθος είναι ο κόσμος που μοιάζει να έχει γίνει φ τω χότερος, ενώ στη μελαγχολία είναι επιπλέον το ίδιο το εγώ του υποκειμένου που είναι κενό, ανάξιο και · αξιοκαταφρόνητο. Και εφ όσον το άτομο είναι σίγουρο ό τι θα βασανίζεται αιωνίως, οραματίζεται το μέλλον γεμ άτο α ρνη τικές προσδοκίες. Σ το πένθος είναι εύκολο να εντοπίσει κανείς τι είναι αυτό που χάθηκε, ενώ ο μελαγχολικός δεν ξέρει, δεν ήξερε ίσως ποτέ τι χάθηκε, γιατί αυτό που έχει χαθεί, τελικά, είναι η συνείδηση του ίδιου του εαυτού του. Κατά κάιτοιον τρόηο. το παθολογικό ηένθος μάς συνδέει με αυτό που συμβαίνει σ τη μελαγχολία: Μ π ρ ο σ τά σ τη ν απώλεια τον αντικειμένου,' το υποκείμενο, α ν τί να αποσύρει τη ν ψυχι1. Αντικείμενο: ^ψυχαναλυτικός όρος που σημαίνει ένα άτομο, πράγμα, ιδανικό κ.λπ., με το οποίο το υποκείμενο (ο άνθρωπος) έχει μια σχέση αγάπης ή μίσους. (Σ.τ.Μ .)
95
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ κή ενέργεια (λίμ η ιν το ) που είχε επενδύσει σ το αντικείμενο και να τη ν απελευθερώσει για να στραφ εί σ ’ ένα ά λλο αντικείμενο, τη ν παίρνει πίσω μέσα σ το ν ίδιο το ν εαυτό του και τη ν κρατάει εκεί. Έτσι, το υποκείμενο τα υτίζετα ι απόλυτα με το χαμένο αντικείμενο. Ο Φ ρ ό ιν τ έλεγε ό τι το άγχος είναι η αντίδραση μπροστά σ το ν κίνδυνο που αποτελεΐ για τη ν ακεραιότητά μου η απ ώ λεια του αντικειμένου, ενώ ο πόνος και η θλίψη είναι η α λη θινή αντίδραση σ τη δοκιμασία σ τη ν οποία με υποβάλλει η πραγματικότητα, ό τα ν μου στερεί κάτι. Κάθε είδος απώλειας σημαίνει ό τι δοκιμάζω κάποια στέρηση, και οι αντιδράσεις είναι συνήθως: ψυχολογικές, σωματικές, κοινωνικές, συναισθηματικές, πνευματικές. Οι ψυχολογικές αντιδράσεις περιλαμβάνουν θυμό, ενοχή, άγχος, ή φόβο. Οι σωματικές αντιδράσεις εκ δηλώ νονται με δυσκολία σ το ν ύπνο, αλλαγή σ τη ν όρεξη (ανορεξία ή βουλιμία), και διά φορες ά λλες σωματικές ενοχλήσεις ή αρρώστιες. Οι αντιδράσεις που αφορούν σ τη ν κ οινωνικότητα του ατόμου είναι τα συναισθήματα που βιώνει ό τα ν πρέπει να φ ροντίσει τους άλλους μέσα σ τη ν οικογένεια, και η επιθυμία ή η απροθυμία να συ να ντήσει φίλους και συγγενείς, ή να γ υ ρίσει σ τη δουλειά του. Ο ι συναισθηματικές αντιδράσεις είναι πάρα πολλές και 96
ο ΔΡΟ Μ Ο Σ Τ Ο Ν
ΔΑΚΡΥΩΝ
συχνά υπερβολικές. Ν ιώθει μοναξιά, θυμάται, κλαίει και χτυ πιέται σαν μικρό παιδί. Οι πνευματικές αντιδράσεις ποικίλουν από τη ν αμφι σβήτηση της θρησκευτικής πίστης και τη ν αναζήτηση νέω ν θρησκευτικών αναφορών, ώς την καταφυγή σε εμπειρίες μα γικών αναζητήσεω ν επαφής με το παρελθόν. Η πολιτιστική αντίδραση σ τη ν περίπτωση του θανάτου είναι διαφορετική σε κάθε τόπο και κάθε εποχή. Οι εθιμοτυπικοί κανόνες, τα έθιμα και το τελετουργικό που αναφέρονται σ τη ν απώλεια ενός προσφιλούς προσώπου, καθορίζονται από την κοινωνία και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της τελετουργίας του πένθους. Όμως, παρόλες τις διαφορές, σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου, η διαδικασία του φυσιολογικού πένθους συνεπά γεται ό τι θα απελευθερωθείς από τα δεσμά σου με το πρό σωπο που έχει πεθάνει. Κάτι τέτο ιο είναι απαραίτητο για να επιστρέψεις σε ό,τι έχει απομείνει σ το περιβάλλον όπου το πρόσωπο εκείνο δεν υπάρχει πια, και να δημιουργήσεις και νούργιες σχέσεις ώ σ τε να μπορέσεις να προσαρμοστείς ξανά στη φυσιολογική ζωή. Η δρα στηριότητα αυτή απαιτεί πολλή φυσική και συ ναισθηματική ενέργεια.Έ τσι, βλέπουμε πολλές φορές άτομα που βρίσκονται σε αυτή τη διαδικασία να αισθάνονται πραγ ματικά εξουθενωμένα. Η φοβερή κούραση δεν είναι μεταμ φίεση τη ς κατάθλιψης, αλλά, πολλές φορές, αποτέλεσμα τω ν μεταβατικών διεργασιών του φυσιολογικού πένθους.
Η συνέπεια της αντιμετώπισης του πόνου Χρειάζεται δουλειά για να μπορέσεις να αφήσεις πίσω αυτό 97
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ που δεν έχεις πια. Να αποδεσμευτείς και να αρχίσεις να σκέ'ί, φτεσαι αυτή που ακολουθεί. Ιΐρόκειται, κατά τη γνώμη μου,Ι για τη χειρότερη πρόκληση με τη ν οποία βρίσκεσαι α ντιμ έ τωπ ος ό τα ν είσαι ένας υγιής ενήλικος. Να ξέρεις ό τι μπορείς πραγματικά να αντιμετωπίσεις την απώλεια οποιουδήποτε πράγματος. Α υ τό είναι το κουράγιο, η δύναμη της ωριμότητας: να έχεις τη ν πεποίθηση ό τι μπορείς να αντιμετωπίσεις ό,τι και να σου συμβεί, ακόμη και τη ν ιδέα ό τι κάποια στιγμή κι εσύ ο ίδιος δεν θα υπάρχεις. Ίσ ω ς έτσι, μέσω της συνειδητοποίησης πως όλοι μου οι δεσμοί είναι προσωρινοί, μπορέσω να δεχτώ και ορισμένα άλλα πράγματα που είναι από τα δυσκολότερα να δεχτεί κα νείς: Ό τι δεν είμαι αιώνιος, ότι είναι ορισμένος ο χρόνος για το πέρασμά μου από αυτόν το ν κόσμο, από το ν τόπο αυτό, το συγκεκριμένο διάστημα. Λένε πως ήταν κάποιος μια φορά που πήγε να επισκεφθεί έναν διάσημο ραβίνο, να τον συμβονλενθεϊ για κάποιο θρησκευτικό ζήτημα. Μ παίνει στο σπίτι του ραβίνου και το βλέπει τελείως άδειο. Υπήρχαν μόνο δύο σκαμνάκια, ένα στρώμα ριγμένο σ το πάτωμα κι ένα απλό τραπεζάκι. Ο επισκέπτης αφού πήρε τις απαντήσεις που ήθελε στο ζήτημα που τον απασχολούσε, ρω τά ει τον ραβίνο: «Μ ε συγχωρείτε. ραβίνε... Πού είναι τα έπιπλά σας;» Ο ραβίνος του λέει: «Τ α δικά σου πού είναι;» Ο επισκέπτης του απαντάει: «Μ α εγώ δεν είμαι από δω, είμαι περαστικός από αυτήν τη ν πόλη.» «Κ ι εγώ περαστικός είμαι...» του λέει ο ραβίνος. 98
ο ΔΡΟΜ ΟΣ Τ Ω Ν ΔΑΚ ΡΥΩ Ν
Φ αίνεται ό τ ι ζούμε σ ’ ένα ν κόσμο όπου αγοράζουμε, απο κτούμε ένα σω ρό πράγματα και μένουμε δεμένοι σ ’ αυτά. Ζούμε σ ’ έναν κόσμο όπου, από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα, η βιομηχανική κοινωνία μάς υποσχόταν κάτι που σ τη ν πραγματικότητα δ εν θα μπορούσε ποτέ να πραγματοποιήσει — α λλά α υτό δεν μιας το είπε κανείς. Μ ας υποσχέθηκε ό τι αν μπορέσουμε να αγοράσουμε όλα όσα θέλουμε, τ ό τε θα είμα σ τε καλά, δεν θα υποφέρουμε, και τα λοιπά... και τα λοιπά... Μ ας ξεγέλασαν! Μ ας είπαν ψέματα! Καταλαβαίνεις; Ψέματα! Η ιστορία έδειξε ό τι όλα ήταν ένα ψέμα!
99
Τ ι Ε ΙΝ Α Ι
το
ΠΕΝΘΟΣ
...Και εΐηε ο Μ ικρός Ιΐρίγκιηας: Ωραία... Α υ τό είναι όλο. Τα λα ντεύτηκε ακόμα λίγο. Μ ε τά σηκώθηκε και έκανε ένα βήμα... Δ εν φώναξε. Έπεσε αηαλά, όηως πέφτει ένα δέντρο σ τη ν άμμο. Ο ύ τε ηου ακούστηκε. Και τώρα. σίγουρα, πάνε κιόλας έξι χρόνια... Παρηγοριέμαι λίγο για τί ξέρω ό τι σ τη ν πρα γμ α τικότητα γύρισε σ το ν πλα νήτη του, αλλά το ξημέρωμα δεν βρήκα το κορμί του. Α π ό τότε, τις νύχτες, κάθομαι κι ακούω τ ' αστέρια... σαν ν ' ακούω χιλιάδες, εκατομμύρια κουδουνάκια... Α Ν Τ Ο Υ Α Ν Ν Τ Ε Σ Α 1 Ν Τ Ε Ξ ΥΠ ΕΡΥ
Ο Μ ικρός Πρίγκιπας
Μ ε όσα έχουμε πει ω ς τώ ρα, και, α φ ήνοντα ς έξω από τις περιγραφές και τους ορισμούς μας το λεγόμ ενο «π α θ ο λ ο γικό π ένθος», είμαστε σε θέση να ορίσουμε τη ν έννοια του πένθους με το οποίο πάμε μπροστά.
100
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ Π Ν
L
ΔΑΚΡΥΩΝ
Τ ο π ένθος είνα ι η επώόυνη, φ υσιολογικ ή διαδικ α σία τη ς επ εξερ γα σία ς μιας απώλειας, που αποσκοπεί σ τ η ν προσαρμογή και τη ν εναρμ όνιση τη ς εσ ω τερ ικ ή ς με τη ν εξω τερ ικ ή μας κ α τά στα ση α π ένα ντι σε μια νέα π ρα γμ α τικ ότη τα .
Επεξεργάζομαι το πένθος, επομένως, σημαίνει πως έρχο-' μαι σε επαφή με τ ο κενό που άφησε η απώλεια εκείνου που 6εν υπάρχει πια, α ξιο λο γώ τη σημασία του και ξεπερνώ το ν πόνο και τη ν απογοήτευση που συ νεπ ά γετα ι η απου σία του. Ζί'υπικά, μπορούμε να πούμε ό τι το πένθος ολοκ λη ρώ νετα ι Λταν μπορούμε να θυμόμαστε α υ τόν που χάσαμε, και να >4ώθουμε ελά χιστο ή και καθόλου πόνο. Ο τα ν έχουμε μά θει να ζούμε χωρίς αυτόν, χωρίς αυτήν, χωρίς αυτό που δεν υπάρχει πια. Ό τα ν έχουμε πάψει πια να ζούμε σ το παρελ θόν. και μπορούμε να επενδύσουμε ξανά όλη μας τη ν εν έρ γεια σ τη ν παρούσα ζωή και στου ς ζω ντα ν ο ύ ς που υπάρχουν γύ ρ ω μας. Ιδού κάηοια από τα σωματικά αισθήματα που νιώθουν όσοι βρίσκονται σε κατάσταση πένθους. £ίναι το λεγόμενο πέν θος του σώματος. Αϋπνία Ταχυπαλμία Δύσπνοια Π όνος σ το ν αυχένα 101
ΧΟ ΡΧΕ Μ Π Ο Ύ Κ Α Ϊ Ρίγη Κόμπος α το στομάχι Π ονοκέφαλος Ο ξύς πόνος σ το στήθος Απώλεια της όρεξης ν·α φ α γη τό Ν αυτία Κόπωση Αίσθηση έλλειψης αέρα Αδυναμία θ ο λ ή όραση Π όνος σ τη ν πλάτη Υπερευαισθησία σ το θόρυβο Δυσκολία σ τη ν κατάποση Ηξά\(/εις Δ ε ν είναι ν ’ απορεί κανείς που ένας άνθρωπος με πολλά ή όλα αυτά τα συμπτώματα αισθάνεται ότι τρελαίνεται. Ένα συναίσθημα που μοιράζεται με όσους βρίσκονται κοντά του όταν, ξαφνικά και χωρίς καμία εξωτερική πρόκληση, αρχίζει να κλαίει απαρηγόρητος... Ό τα ν α να στενά ζει με το βλέμ μα χαμένο... και φωνάζει το αγαπημένο πρόσωπο που δεν υπάρχει πια... Ο τα ν θέλει να είναι μόνος του και σ υ γχ ρ ό νω ς παραπονιέται για τη μοναξιά του... 'Ο ταν περνάει ν ύ χτες που δεν κλείνει μάτι. και ά λλες που το πρωί δεν μπορεί να ξυπνήσει... Ο τα ν είναι απρόσεκτος και αφηρημένος. κι όλο μιλάει για τους εφιάλτες του... Ο τα ν αδιαφορεί για τη σεξουαλικότητά του και σχεδόν για οτιδήποτε άλλο. αλλά πότε πότε, χωρίς καμία δέσμευση, κάνει και τούτο, κι εκεί νο, και το άλλο...
102
ο Δ Ρ Ο Μ Ο Σ Τ ίίΝ
ΔΑΚ ΡΎ Π Ν
Συμβουλές για να διαβείτε τον δρόμο των δακρύων (και να επιβιώσετε) Ο πόνος ο κρυφός, σαν τον κλειστό φούρνο, καίει τη ν καρδιά μέχρι να γίνει στάχτη. Ο Υ Λ ΙΑ Μ Σ Α ΙΞ Π Η Ρ
Ο ι 6ύο δεκάλογοι
Τα δέκα Ν Α Ι 1. Αδεια
Δ ώ ο ε σ το ν εαυτό σου τη ν άδεια να αισθάνεται άσχημα, να έχει ανάγκη από βοήθεια, να είναι ευάλωτος... Ίσ ω ς θεωρείς ό τι είναι καλύτερο να μην αισθάνεσαι το ν πόνο και να το ν αποφεύγεις απασχολώ ντας το μυαλό σου με ' άλλα πράγματα. Ο πωσδήποτε, όμως. με το ν καιρό, το πιθα ν ό τερ ο είναι ό τι ο πόνος θα ανέβει σ τη ν επιφάνεια. Επομέ νω ς, τώ ρ α είναι καλύτερα. Δέξου ό τι ίσως δεν μπορείς για ένα διάστημα να ενδιαφερθείς για τη δουλειά σου ή για ό,τι συμβαίνει στους φίλους σου. και άρχισε να βιώνεις το π έν θος με όλες του τις συνέπειες. Η ζωή σου θα είναι α λλιώτικη όσο πορεύεσαι σ ' α υτόν το ν δρόμο. Rlvai πολύ πιθανό ό τι θα πρέπει ν ’ αλλάξεις προσωρινά ορισμένες συνήθειες... σίγουρα νιώθεις ένα κενό... Δ ώ σ ε τη ν άδεια σ το ν εαυτό σου να νιώσει ολόκληρο το ν πόνο. για τί η άδεια αυτή είναι τ ο π ρ ώ το βήμα αυτού του δρό103
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ μου, και κανένας δρόμος δεν τελειώ νει αν δεν αρχίσεις να το ν περπατάς.
2. Εμπιστοσύνη
Ν α έχεις εμπιστο<τύνη στις δυνάμεις σου και θα πας μπρο στά. Θυμήσου πώς έλυσες παλιότερα δύσκολα προβλήματα που α ντιμ ετώπ ισες σ τη ζωή σου. Α ν θέλεις να γιατρέψεις τη ν πληγή σου, αν δεν θέλεις να κουβαλάς το νεκρό φ ο ρτίο εκείνου που χάθηκε, δεν αρκεί να περιμένεις να περάσουν όλα αυτά, ή να συνεχίζεις να ζεις σαν να μην έγινε τίποτα. 0 α χρειαστεί να κάνεις μερικά δύσκολα βήματα για να συνέλθεις. Δ ε ν υπάρχει τρόπος να συ ντομ εύ σεις τη ν απόσταση σ το δρόμο τω ν δακρύων. C “>a ζήσεις σκληρές στιγμές και πολύ έντονα , δυσάρεστα συναισθήματα, τη στιγμή ακριβώς που είσαι τό σ ο ευ ά λω τος. Επομένως, μην έχεις υπερβολικές απαιτήσεις από το ν εαυτό σου. Να ακολουθείς το ν δικό σου ρυθμό θεραπείας, και. πίστεψέ με. είσαι σε θέση να αντιμετωπίσεις αυτό που ακολουθεί. Γιατί, αφού βρίσκεσαι σ το ν δρόμο τω ν δακρύ ων, τα χειρότερα έχουν ήδη περάσει. Α υ τό που έχει σημασία πάνω απ’ όλα, είναι να π ιστεύ εις σ το ν εαυτό σου, και σου εγγυώμαι ό τι δεν θα απογοη τευτείς. Η θετική σκέψη ήταν π ά ντοτε ο προσωπικός μου οδηγός — πόσο μάλλον τώ ρα, μπροστά σ τη ν πρόκληση του πένθους.
3. Κ αινούργια μάτια. Καινούργιες πόρτες
Είμαστε μερικές φορές τό σ ο τυφλωμένοι από το ν θυμό, τον 104
ο ΔΡΟΜ ΟΣ Τ Ο Ν
Δ Α Κ ΡΥ Ω Ν
πόνο ή τη ν κακυκεφιά μας, που δεν βλέπουμε τις «καινούρ γιες πόρτες» που ανοίγονται μπροστά μας. Ό λοι έχουμε ακούσει τη φράση: «ό τα ν κλείνει μια πόρ τα, ανοίγει μια άλλη». Τη θεωρώ αληθινή. Συμβαίνει, όμως, καμιά φορά να μην έχουμε διάθεση να γυρίσουμε το χερού λι αυτής της πόρτας. Είναι εύκολο να σκεφτεί κανείς: «Τι καλό μπορεί να προκύψει από τη ν απώλεια αυτή;» Βέβαια, κάθε μέρα ακούμε ιστορίες όπου κάποιοι ξεπέρασαν προβλήματα σωματικά, \)>υχικά ή συναισθηματικά και πέτυχαν, πέρα από κάθε πι θανότητα, απροσδόκητους στόχους. Διάβασε για κάποιους «γιατρούς που κάνουν θαύματα» και θα πάρεις μια ιδέα για τι πράγμα μιλάω. Διάβασε για τη ζωή της Έ λεν Κέλερ ‘ και δεν θα έχεις πια την παραμικρή αμφιβολία.
4. Αποδοχή Ακόμη κι αν είναι το δυσκολότερο πράγμα που έχεις κάνει στη ζωή σου. πρέπει τώ ρα να δεχτείς αυτή τη σκληρή πραγ ματικότητα. Βρίσκεσαι σ το ν δρόμο τω ν δακρύων και δεν υπάρχει επιστροφή. Ο δρόμος αυτός πάει μόνο μπροστά. Ό σο δημιουργείς σε ένα μικρό κομμάτι του μυαλού σου τη φαντασίωση ότι ο άλλος θα γυρίσει, ότι τα πράγματα θα ξοναγίνουν όπως ήταν, ότι θα ξαναγυρίσει αυτός που πέθαve... δεν πρόκειται ποτέ να φτάσεις σ το τέρμα του δρόμου. Ο θάνατος έρχεται πάντα πολύ αργά ή πολύ νωρίς, και είναι πάντα άσχημη η στιγμή που κάποιος πεθαίνει. Ι.Έ λ ιν Κέλΐ'ρ, (1880-1968). Λμΐ'ρικανΙδα συγγραφέας, τυφλή και κωφά λαλη. Χάρη στη ν Ανν Σάλλιβαν, έμαθε να μιλάει και να διαβάζει Α γγλι κά. Γαλλικά. Γερμανικά. Ελληνικά και Λατινικά. (Σ.τ.Μ.)
105
ΧΟΡΧΕ Μ ΠΟΥΚΑΪ Αν μιλάς για μια δική σου απώλεια, περιγράφεις τις συνθήκες του θανάτου, επισκέπτεσαι το κοιμητήριο ή το ν τόπο όπου είναι φυλαγμένα τα λείψανα... κι όλα αυτά μπο ρούν να σε βοηθήσουν να δεχτείς την πραγματικότητα. Πράγματι, αν υπάρχει μια έσ τω και πολύ μικρή πιθανότη τα να μην είναι η απώλεια οριστική, θα έχεις να διαλέξεις ανάμεσα σ το να συνεχίσεις να ελπίζεις και να μην πάρεις το ν δρόμο τω ν δακρύων, ή να πάρεις την απόφαση πως ώς εδώ ήταν, έστω κι αν τα γεγονότα αφήνουν μιαν αμυδρή ελπίδα. Οπωσδήποτε, δεν θα σου κάνει κακό να έχεις διανύσει αυτόν το ν δρόμο αν ξαναεμφανιστεί το πρόσωπο που πίστευες πως χάθηκε. Αντίθετα, μπορεί να σου κάνει πολύ^ μεγαλύτερο κακό το να συνεχίσεις να περιμένεις κάτι που δεν πρόκειται να γίνει ποτέ. Είναι αλήθεια. Όλοι ξέρουμε πόσο πιο δύσκολο είναι να δεχτούμε τη ν απώλεια ενός προ σφιλούς προσώπου αν δεν δούμε το σώμα του νεκρό. Είναι μεγάλος πειρασμός να βρεις καταφύγιο στη ν ιδέα ότι ο άλλος, από το ν ουρανό, σε βλέπει και σε νοιάζεται. Δεν υπάρχει τίποτα κακό στη θρησκευτική πίστη που έχει ο καθέ νας. Αντιθέτως, η πίστη είναι θαυμάσιος σύμμαχος. Πρόσεξε, όμως, μην τη χρησιμοποιήσεις για να ελαχιστοποιήσεις τον πόνο από την απουσία του αγαπημένου προσώπου. Πρόσεξε μη φτάσεις σ το σημείο να σκεφτείς ότι, μ’ αυτόν το ν τρόπο, δεν είναι ανάγκη να περάσεις το πένθος.
5. Επαφή με τη ζωή
Φ τάνει κάποτε μια στιγμή που ξέρεις ότι πρέπει να αφήσεις πίσω το παρελθόν. Η ζωή σε περιμένει γεμάτη καινούργιες προοπτικές. Δ εν είναι κακό να θέλεις να διασκεδάσεις, να θέλεις 106
ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΟΝ ΔΑΚΡΥΩΝ να χαρείς, να δημιουργήσεις καινούργιες σχέσεις... Σ την περίπτωση της απώλειας συντρόφου, δεν υπάρχει λόγος να ντρέπ ετα ι κανείς αν νιώθει ξανά ερωτική επιθυμία. Σ την πραγματικότητα, μια καρδιά πληγωμένη θεραπεύεται ότα ν τη ν ανοίγουμε στους άλλους. Τ ο πένθος σημαίνει ό τι το παίρνω απόφαση πως ο νεκρός είναι εκεί έξω, αλλά η ζωή συνεχίζεται. Μ ια νεαρή έφηβη γράφει σ τη μητέρα της μετά το ν θά νατο του πατέρα της: «Κ αταλαβαίνω ότι και ot φίλοι μον χρειάζονται την αγάπη μου, όηω<; κι εγώ τη δική τους. Κι αυτό δεν σημαίνει ό τι δεν θυμάμαι ή δεν εξακολουθώ να αγα πάω τον μπαμπά».
6. Ευγνωμοσύνη Είναι απαραίτητο να εκτιμάμε ό,τι καλό εξακολουθεί να υπάρχει σ τη ζωή μας μέσα σ ’ αυτήν τη φοβερή κατάσταση και να αισθανόμαστε ευγνωμοσύνη για τη ν παρουσία του. Π άνω από όλα, κάποιες σχέσεις που μένουν σταθερές (σ υ γ γενείς, φίλοι, ο/η σύντροφος, ο πνευματικός, ο θεραπευ τής), που αποδέχονται και αντέχουν τη σύγχυση, το ν πόνο. τις αμφιβολίες μας, και σίγουρα, τις στιγμές μας τις πιο σκοτεινές. 0 α ήταν όλα πολύ πιο δύσκολα χωρίς αυτούς. /Ο καθένας αισθάνεται ευγνώ μ ω ν για κάτι διαφορετικό που Λτου προσφέρει ο άλλος: ασφάλεια, στήριξη, τη συντροφιά ^ ο υ , ακόμη και τη σιωπηλή παρουσία του.
Τ α τρ ία Α : ΙΙο λλ ή ανάπαυση, λίγη απόλαυση, και αναψυχής
μια
107
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ Δ ώ σ ε τη ν άδεια σ το ν εαυτό σου να περνάς καλά, να γ ε λάς με τους φίλους σου, να κάνεις αστεία. Είναι δικαίωμά σου και, επιπλέον, θα σε βοηθήσει πολύ να έχεις κάποιες στιγμές αβίαστης απόλαυσης. Ν α θυμάσαι ό τι ακόμη και το προσφιλές σου πρόσωπο που χάθηκε, θα ήθελε το καλύτε ρο για σένα. Οι κακές στιγμές έρχονται από μόνες τους, γ ια ' τις καλές στιγμές, όμως. θα χρειαστεί να πάρεις πρκοτοβουλία. Αρχίζουμε να βεβαιωνόμαστε ό τι υπάρχει ζωή μετά τη ν απώλεια. Π ρόσεξε τα σημάδια, τις ενδείξεις και τις ευκαιρίες , που παρουσιάζονται γύρω σου. Μην τις αξιοποιήσεις αν δεν ι έχεις διάθεση, αλλά μη σταματήσεις να τις αναζητάς.
8. MaOqTeia
•Ύΐενθώ σημαίνει — εκτός τω ν ά λ λ ω ν — ότι μαθαίνω να ζω 'f ^ωρίς κάτι, χωρίς κάποιον... μαθαίνω να ζω αλλιώς. Μαθαίνεις να παίρνεις καινούργιες αποφάσεις για σένα 1 το ν ίδιο, μαθαίνεις να κάνεις τις δουλειές που πρώτα έκανε ο άλλος, μαθαίνεις καινούργιους τρόπους να σχετίζεσαι με συγγενείς και φίλους, μαθαίνεις να ζεις με κάτι λιγότερο. Καμιά φορά η περίοδος αυτή της μαθητείας δεν έχει α ν θρώπους γύρω μας. Πενθώ, σημαίνει μαθαίνω να ζω χωρίς», αυτό που έχω χάσει. Η εμπειρία είναι συχνά πολύ σκληρός ' δάσκαλος. Αρχισε «ν έ α » ζωή- όχι τη ν ίδια «εκ νέου». '
9. Ο ρισμοί Το νόημα του ρήματος «π εθα ίνω » είναι τό σο θεωρητικό, ώ στε, βιωματικά, μπορεί να σημαίνει διαφορετικά πράγμα τα για το ν καθένα./λυτό που έχει σημασία δεν είναι να συμ108
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ Ω Ν Δ Α Κ Ρ Υ Ω Ν ςχιΐνήαουμε σε μία θέση αναφορικά με το ν θάνατο, α λλά * να δεχτούμε ό τι είναι ατιό τα πράγματα που ο καθένας μας πρέπει να έχει μέσα του σαφώς καθορισμένα. Υπάρχουν ένα σω ρό πράγματα για τα οποία μπορεί να μην έχουμε κατα λήγει σε κάτι συγκεκριμένο. Είναι, όμως, και τέσσερα -π έντε τα οποία είναι απαραίτητο να έχουμε «τακτοποιήσει·»* να
η θέση μας απέναντι σ το ν θάνατο. Τι γίνεται μετά το ν θάνατο; Π ώς να ξέρουμε, αφού κανένας
Ό ποια κι αν είναι η θέση σας, μπορώ να σας διαβεβαιώσω ό τι μετά το ν θάνατο θα συμβεί αυτό που πιστεύετε ό τι θα συμβεί. Α ν πιστεύετε ό τι πρόκειται να μετενσαρκωθείτε... πάει καλά. Α ν πιστεύετε ό τι θα πάτε σ το ν παράδεισο ή σ τη ν κ ό λαση... πάει καλά. Αν π ιστεύετε ό τι δεν υπάρχει τίπ οτα μετά το ν θάνατο... πάει καλά. Ό ,τι κι αν είναι α υτό που πιστεύετε... πάει καλά. I Ιρέπει, όμως, να έχετε μία συγκεκριμένη θέση. Ρ ώ τη σ α ν κάποτε το ν Γούντι Α λ εν αν πιστεύει ό τι υπάρ χει ζωή μετά το ν θάνατο. Κι εκείνος απάντησε: «Δ ε ν ξέρω, γιατί αυτό που με απασχολεί είναι να μάθω πώς μπορώ να
109
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ 10. Μ οιρ ά ζομ α ι ό ,τι Εχα> μάθει Αφού έχεις διανύσει ένα μέρος του δρόμου, μίλα στους ά λ λους για τη ν εμπειρία σου. Μ άθε τους να μην ελαχιστοποι-3 ούν τη ν απώλεια, ούτε να υποτιμούν το ν δρόμο. Πες στους άλλους τι σου έμαθε αυτή η εμπειρία. Αυτή είναι η καλύτε ρη βοήθεια που μπορείς να τους προσφέρεις για τη θεραπεία τους. Τους κάνεις πιο εύκολο το ν δρόμο που έχουν να διανύσουν και — ακόμα κι αν σου φαίνεται α π ίστευ το— έτσι διευκολύνεις και τη δική σου πορεία.
Τα δέκα Ο Χ Ι 1. Κρύβομαι , Μ ην κλείνεις ποτέ τη ν καρδιά σου σ το ν πόνο. Ν α επιτρέr πεις σ το ν εαυτό σου να βιώνει και να εκφράζει τα συναι- σΟήματα που αναδύονται. Μ ην τα συγκρατείς. Μ ην παριστάνεις το ν δυνατό, μην τα κρατάς όλα μέσα σου. Μ ε το ν καιρό, ο πόνος θα λιγοστεύει. Α ν υπάρχει κάτι που λειτουργεί πάντα και συντομεύει το ν δρόμο που έχεις να διανύσεις, είναι ακριβώς αυτό: να βρεις το ν τρόπο ναεπιτρέψεις σ το ν εαυτό σου να νιώθει και να δείχνει τ ο ν ' πόνο, τη θλίψη, το ν θυμό και το ν φόβο γι’ αυτόν που χάθη κε. Ν α περπατάς το ν δρόμο βήμα βήμα, αυτό είναι απαραί τητη προϋπόθεση για να κλείσουν και να γιατρευτούν οι πληγές. Και μην ξεχνάς; ο δρόμος αυτός λέγετα ι ο δρόμος τω ν δακρύων. Δ ώ σ ε λοιπόν σ το ν εαυτό σου τη ν άδεια να κλάψει. Τ ο έχεις αυτό το δικαίωμα, να κλαις όπ οτε το έχεις ανάγκη. Ιΐιθα νότα τα , αυτό που σου συνέβη ήταν χτύπημα σκληρό, η ζωή σε αιφνιδίασε και κανείς δεν μπόρεσε να κα 110
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ T O N
Δ Α Κ ΡΥ Π Ν
ταλάβει... Έφυγε το πρόσωπο που αγαπούσες και σε άφησε μόνο. Τίποτα πιο λογικό από το να ζαναβρείς τη ν παλιά μας ικανότητα να κλαίμε ό τα ν είμαστε λυπημένοι, να βογκάμε ότα ν πονάμε, να μουσκεύουμε το μαξιλάρι ότα ν η θλίψη μας ξεχειλίζει. Μ ην κρύβεις το ν πόνο σου. ΜπορεΙς να μοι ραστείς αυτό που σου συμβαίνει με την οικογένειά σου, με τους στενούς σου φίλους... Το κλάμα είναι χαρακτηριστικό αποκλειστικά του ανθρώπου, όπως και το γέλιο. Το κ λά ^ μα λειτουργεί σαν βαλβίδα και απελευθερώνει τη φοβερή εσωτερική ένταση που προκαλεί η απώλεια. Κλαίμε μόνοι, ' αν αυτή είναι η επιλογή μας, ή με τους συνοδοιπόρους μας, και μοιραζόμαστε τον πόνο τους που είναι ίδιος με το ν δικό μας. 'Οταν μοιραζόμαστε τα βάσανα, μοιράζεται και το βά ρος τους. Ό τα ν πονάει η ψυχή σου. δεν υπάρχει καλύτερη τακτική από το κλάμα. Μ ην προσπαθείς να το αποφύγεις από φόβο μήπως κου ράσεις ή μήπως ενοχλήσεις τους γύρω σου. Να ψάχνεις α ν θρώπους με τους οποίους μπορείς να είσαι ο εαυτός σου και να εκφράζεις αυτό που αισθάνεσαι, όπως το αισθάνεσαι. Δ ε ν υπάρχει τίποτα χειρότερο από το να διακόπτεις το συναίσθη μά σου με τη βλακώδη αντίληψη ό τι πρέπει να φανείς δυνα τό ς και να προστατεύσεις έτσι και τους γύρω σου.
2 . Α μέλεια
Π ολλοί από αυτούς που βρίσκονται σ το ν δρόμο τ ω ν δακρύ ων. είναι τό σο απασχολημένοι με τις διεργασίες που γίνο ντα ι μέσα τους, έχουν τό σ ο πολύ στραμμένη τη ν προσοχή τους σ το οδυνηρό τους συναίσθημα, που δεν δίνουν καμία σημασία σ το ίδιο τους το σώμα. Αφού περάσουν οι πρώτες μέρες, θα είναι φρόνιμο και ωφέλιμο να επιβάλεις σ το ν εαυ111
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΤΚ Α Ϊ τό σου για μερικές εβδομάδες ένα συγκεκριμένο ωράριο... Τι ώρα θα σηκώνεσαι το πρωί, τι ώρα θα τρω ς τα διάφορα γεύματα της ημέρας, τι ώρα θα ξαπλώνεις το βράδυ... και να φροντίσεις να το τηρείς αυτό το ωράριο. Να τρέφεσαι καλά και να μην κάνεις κατάχρηση τσιγάρων, αλκοόλ και φαρμάκων. Και αν πράγματι χρειαστεί να πάρεις κάποιο φάρμακο για να σε βοηθήσει σ ’ αυτές τις δύσκολες στιγμές, αυτό θα το κρίνει π άντοτε ο γιατρός, και ποτέ οι συγγενείς, οι φίλοι ή οι γείτονες, ακόμη κι αν έχουν καλή πρόθεση οι συμβουλές τους. Οπωσδήποτε, καλό είναι να μην γυρίζεις από γιατρό σε γιατρό «ψ ά χνοντα ς» το ν ειδικό που θα δεχτεί να σου δώσει ψυχοφάρμακα «για να μην αισθάνεσαι». Γιατί, όχι μόνο δεν θα σε βοηθήσουν τέτο ια φάρμακα, αλλά μπορεί και να συ ντελέσου ν να γίνει το πένθος χρόνιο.
3. Μη βιάζεσαι Χρειάζεσαι χρόνο για να διαβείς το ν δρόμο, και λένε πως ο χρόνος όλα τα γιατρεύει. Πρόσεξε, όμως, γιατί δεν φτάνει μόνο ο χρόνος. Α υ τό που μπορεί πραγματικά να βοηθήσει, είναι τι κάνει ο καθένας με το ν χρόνο. Μ η ν περιμένεις να γίνουν θαύματα, και να είσαι προετί>ιμασμένος για τις υποτροπές. Ένα απροσδόκητο γεγονός, μια επίσκεψη, μια επέτειος, τα Χριστούγεννα... σε γυρίζουν »ά λ ι σ τη ν αρχή, σ τη ν κατάσταση απ’ όπου ξεκίνησες. Δ εν [πρέπει, όμως, να γίνεται έτσι. Ό π ω ς δεν γίνεται να κλάψεις σήμερα γι’ αυτό που θα γί νει αύριο, έτσι δεν πρέπει να συνεχίσεις να κλαις γΓ αυτό που έγινε χτες. Το κλάμα σου σήμερα, είναι για το σήμερα. Για το αύριο, θα είναι το κλάμα σου αύριο. «12
ο ΔΡΟΜ ΟΣ
ΤΩ Ν ΔΑΚΡΥΩ Ν
Χρησιμοποιείς τη σημερινή μέρα για να απο&εχτείς ότι βρίσκεσαι σε πένθος, και να παραδεχτείς ότι αυτός που χάθηκε, πέθανε και δεν πρόκειται να είναι ποτέ ξανά κοντά σου; Χρησιμοποιείς το σήμερα για να βιώσεις έν το ν α τα συναισθήματά σου και να εκφράσεις τ ο ν πόνο που συνεπάγε ται η απώλεια; Χρησιμοποιείς τη ν ημέρα αυτή για να μάθεις να ζεις χω ρίς το αγαπημένο σου πρόσωπο; Χρησιμοποιείς τη σημερινή μέρα για να στρέψ εις ξανά τη ν προσοχή και τ ο ενδ ια φ έρ ο ν σου σ ’ εσένα τ ο ν ίδιο; Ζήσε μόνο μία μέρα κάθε μέρα. Το σήμερα.
4 . Ξ εχνώ τη ν π ίστη Ορισμένα πράγματα, απλώς δεν γίνεται να τα καταφέρει κανείς μόνος του. Ό ση βοήθεια κι αν έχεις, ίσως δεν σου προσφέρει αυτό που πραγματικά χρειάζεσαι για ν’ αντέξεις αυτό που συνέβη. . Ιίο λλοί άνθρωποι πιστεύουν ό τι αν φέρουν τα προβλή ματα αυτά σ το ν θ ε ό , θα ανακουφιστούν και θα ξαλαφρώσουν απ' όλα αυτά που τους βαραίνουν τη ν καρδιά. Από τη ν πρώτη στιγμή, ότα ν ο θ ε ό ς είναι ο κύριος αποδέκτης της οργής σου. είναι ωφέλιμο να επιστρέψεις σ τη ν εκκλησία και να συζητήσεις με το ν ιερέα, ή το ν πνευ ματικό σου. Είναι η στιγμή που θα μάθουμε να μη ζητάμε να έχουν τα πράγματα τη ν κατάληξη που θα θέλαμε, α λλά να ζητάμε από το ν © εό να μας βοηθήσει να αποδεχτούμε τις αλλαγές, και να βούμε ποιες επιλογές έχουμε.
113
Χ Ο Ρ Χ Ε Μ ΙΙΟ Υ Κ Α Ϊ 5 . Α π α ιτή σ εις απ ό τ ο ν ε α υ τ ό μου
Μη φέρεσαι άσχημα σ το ν εαυτό σου. Ακόμη κι αν τα συ ναισθήματα που βιώνεις είναι πολύ έντο να και πολύ δυσά ρεστα (και σίγουρα είναι), σημασία έχει να μην ζεχνάς ότι είναι πάντα περαστικά... Από τις δυσκολότερες συνήθως στιγμές του πένθους είναι ότα ν κάνεις τη ν εμφάνισή σου μερικούς μήνες μετά τη ν απώλεια, κι όλοι γύρω σου αρχί ζουν να σου λένε ότι θα έπρεπε να έχεις ήδη ξαναβρεί το ν εαυτό σου, να έχεις συνέλθει. Εσύ. να έχεις υπομονή. Να μη βιάζεσαι. Να σέβεσαι το ν δικό σου τρόπο, το ν χώρο και τον χρόνο. Βασανίζεσαι, ίσως, γιατί νομίζεις ότι θα έπρεπε ήδη να αισθάνεσαι καλύτερα. Ο χρόνος είναι δικός σου. Να θυ μάσαι πως ο χειρότερος εχθρός για το πένθος είναι να μην* αγαπάς το ν εαυτό σου.
6. Ο φ όβος μήπως τρ ελα θ ώ Ό λοι μπορεί να βιώσουμε έν το ν α συναισθήματα ως απά ντη ση σ τη ν κατάσταση του πένθους, χωρίς α υτό να μας κάνει να χάσουμε τη διανοητική μας ισορροπία. Η θλίψη, ο θυμός, η ενοχή, η σύγχυση, η απελπισία, μέχρι και η φ α ντα σ ίω σ η ό τι πεθαίνουμε, α π οτελού ν συνηθισμένες α ν τ ι δράσεις. κοινές στου ς περισσότερους ανθρώπους μετά από μια σημαντική απώλεια, ή το ν θ ά να το ενός αγαπημένου προσώπου. Χ ρειά ζεται να νιώσεις το ν πόνο και όλα τα συναισθή ματα που το ν συνοδεύουν: θλίψη, θυμό, φόβο, ενοχή... Κά ποιοι θα σου πουν; «Π ρέπει να φανείς δυνατός». Μ ην τους δώ σεις σημασία. Δ ε ν είναι ανάγκη να φανείς τίποτα, μη σταμ ατήσεις να είσαι όπως αισθάνεσαι. Λ εν χρειάζεται να 114
ο ΔΡΟ Μ ΟΣ
Τ ίΙΝ Δ Α Κ Ρ Υ Π Ν
δίνεις εξηγήσεις, ού τε να ζη τά ς τη ν άθεια. Ο ύ τε και να αι σθά νεσα ι ό τι είναι λάθος σου αν κάποιες στιγμ ές δ εν είσαι τε λ είω ς καλά. Η ψυχή σου σακατεύτηκε, έμεινε ανάπηρη, και σήμερα υποφέρει από το χτύπημα' πονάει γι* αυτό που της λείπει.
7. Χ ά ν ω τη ν υπομονή μου Παρ’ όλα τα προηγούμενα, πρέπει να σου πω να μην έχεις απαιτήσεις από τους άλλους. Α γνόησε τις προσπάθειες κάποιων να σου πουν πώς πρέπει να αισθάνεσαι και για πόσον καιρό. Δ ε ν μπορούν όλοι να καταλάβουν τι περνάς. Μ ε γλυκό τρόπο, θα δοκι μάσουν να σε κάνουν να ξεχάσεις το ν πόνο σου... Το κά νουν με τις καλύτερες προθέσεις, για να μη σε βλέπουν λυπημένο. Έχε υπομονή, α λλά μην προσπαθήσεις να τους ευχαριστήσεις. Κ αλύτερα κράτησε τους μακριά με ευ γενι κό τρόπο και ψάξε εκείνους που σου επιτρέπουν να «είσαι χάλια», που μπορείς να τους ανοίγεις τη ν καρδιά σου χωρίς να φοβάσαι ό τα ν νιώθεις έτσι. Ο πωσδήποτε, θα ήταν ίσως καλύτερο για ένα διάστημα να δίνεις περισσότερη π ροσο χή σ τις προθέσεις εκείνων που σε περιβάλλουν, παρά σε αυτά που σου λένε. Καμιά φορά, αυτοί που νόμιζες ό τι θα ήταν οι καλύτεροι συνοδοιπόροι σ ’ αυτήν τη πορεία, δεν μπορούν να μοιραστούν τη στιγμιή, να συμμεριστούν το ν πόνο σου. Δ ε ν αντέχουν το ν ξένο πόνο, με αποτέλεσμα να διακόπτουν τις διεργασίες και να καθυστερούν τη ν πορεία σου προς το τέρμα του δρόμου. Και πάλι. όμως, μη θυμώ νεις μαζί τους γι' αυτό.
115
ΧΟ ΡΧΕ Μ ΠΟΥΚΑΪ 8 . Α υ τά ρ κεια
Μη σταματάς να ζητάς βοήθεια. Μη διακό>(«εις την επαφή σου με τους άλλους, έσ τω κι αν εκείνοι 6εν βρίσκονται σή μερα σ το ν ίδιο δρόμο. Έχεις ανάγκη την παρουσία τους, τη στήριξη, την έννοια, την φροντίδα τους. Δώ σε τη ν ευκαι ρία στους φίλους και τα άλλα προσφιλή σου πρόσωπα να είναι δίπλα σου. Όλοι αυτοί που σ ’ αγαπάνε θέλουν να σε βοηθήσουν, έσ τω κι αν δεν ξέρουν τι να κάνουν. Ορισμένοι φοβούνται μήπως γίνουν ενοχλητικοί. Αλλοι νομίζουν ότι θα σε στεναχωρήσουν αν σου θυμίζουν την απώλεια. Αυτό που χρειάζεσαι είναι να σε ακούσουν, όχι να σου πουν τη γνώμη τους για το τι θα έπρεπε να κάνεις, να αισθάνεσαι ή να αποφασίσεις. Μην κάθεσαι να περιμένεις τη βοήθειά τους, και ακόμα λιγότερο, μην περιμένεις να μαντέψουν ότι τους χρειάζεσαι. Ζήτα αυτό που έχεις ανάγκη. Δ εν είναι πιοσοφός ή πιο προχωρημένος αυτός που δεν χρειάζεται βοή- I θεια, αλλά εκείνος που ξέρει καλά πότε τη χρειάζεται κι έχει το θάρρος να τη ζητήσει.
9. Μ ην παίρνεις σημαντικές απιχράσεις
Αποφάσεις όπως το να πουλήσεις το σπίτι, να φύγεις από τη δουλειά, να αλλάξεις τόπο διαμονής, σου φαίνονται πολύ ελ κυστικές στα πρώτα στάδια της διαδρομής. Ηρέμησε. Αυτές είναι απο<ράσεις που υπερβαίνουν τα όρια και πρέπει να τις > παίρνουμε σε στιγμές υπέρτατης πνευματικής διαύγειας, και όχι ενώ μας θολώνει το μυαλό η αναπόφευκτη σύγχυση. Συ νήθως τίποτα δεν χάνεται, γι" αυτό και είναι προτιμότερο να αφήνεις τέτοιου είδους αποφάσεις για λίγο αργότερα. Μ ε τη ν ίδια συλλογιστική — κυρίως το ν πρώτο καιρό 116
ο ΔΡΟ Μ ΟΣ ΤΩ Ν
ΔΑΚΡΥΩ Ν
αμέσως μετά τη ν απώλεια— , δεν ενδείκνυται να ξεκινάει κανείς μια καινούργια ερωτική σχέση, να αποφασίζει μια €γκυμοσύνη ή να επισπεύδει έναν γάμο. Μπορεί να το μετανιώσει μετά. Υπάρχουν ορισμένες επιτακτικές ανάγκες που δεν γίνεται να καθυστερήσουν. Είναι προς το συμφέ· ρον μας, όμως, να σεβόμαστε το ν κανόνα που λέει: «μην περνάς τη γέφυρα, πριν φτάσεις ώς εκεί».
10. Η λήθη Μ ην προσπαθείς να ξεχάσεις αυτό που έγινε. Α ντίθετα, ν α · το θυμάσαι. Χωρίς να φτάνεις σε αρρωστημένο σημείο, αλλά και χωρίς διάθεση να το αποφύγεις. H διαδικασία του πένθους σού επιτρέπει να τοπ οθ ετή σεις το αγαπημένο σου πρόσωπο στη θέση που του αξίζει ’ ανάμεσα στους θησαυρούς της καρδιάς σου. Είναι δύναμη να το σκέφτεσαι και να μη νιώθεις πια το ν πόνο να σε μαστιγώνει. Να το θυμάσαι με τρυφερότητα και να αισθάνεσαι ό τι ο·; χρόνος που περάσατε μαζί ήταν ένα υπέροχο δώρο. Και αυτό ισχύει για όλες τις απώλειες. Μ ε τη ν επεξερ γασία, ό,τι έζησες μέχρι τώ ρα με εκείνον που δεν είναι πια βδώ, αποκτάει νόημα. Καταλαβαίνεις με την καρδιά σου πως η αγάπη δεν τελκιώνει με το ν θάνατο. Είναι βέβαιο ότι δεν θα ξαναγίνεις ποτέ όπως ήσουν" πριν από μια πολύ σημαντική απώλεια... γιατί η απώλεια at αλλάζει αναπόδραστα. Μπορείς, όμως, να επιλέξεις αν αυτή η αλλαγή θα είναι προς το καλύτερο. θ α ήθελα να τελειώ σω το κεφάλαιο αυτό με μια ιστορία... 117
ΧΟ ΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ
'Evac ψαράς κατεβαίνει κάθε νύχτα σ τη ν παραλία για να ρ ί ξει τα δίχτυα τυν. Ξέρει πως όταν βγαίνει ο ήλιος έρχονται τα ψάρια σ τη ν παραλία για να φάνε αχιβάδες, γι' α ντό πάντα ρίχνει τα δίχτυα του πριν ξημερώσει. Έχει ένα καλυβάκι σ τη ν παραλία και κατεβαίνει μες τη νύχτα με τα δίχτυα σ τον ώμο. Μ ε τα πόδια γυμνά και τα δίχτυα μισοαπλωμένα, μπαίνει σ τη θάλασσα. Α υτή τη νύχτα, για τη ν οποία μας μιλάει η ιστορία, όπως πάει ν'α μπει σ το νερό, αισθάνεται το πόδι του να χτυπά ει πάνω σε κάτι πολύ σκληρό στον πάτο της θάλασσας. Το πασπατεύει και βλέπει πως είναι πράγματι κάτι σκλη ρό. σαν πέτρες, τυλιγμένες σε μια σακούλα. Εκνευρίζεται και μουρμουρίζει: «Π οιος ηλίθιος πετάει τέ τοια πράγματα σ τη ν παραλία...» Και αμέσως διορθώνει: «Σ τ η δική μου παραλία». «Κ ι εγώ, έτσι απρόσεκτος που είμαι, κάθε φορά που θα μπαίνω σ το νερό, θα σκοντάφ τω πάνω στις πέτρες...» Αφήνει λοιπόν κάτω τα δίχτυα, σκύβει, πιάνει τη σακούλα και τη βγάζει από το νερό. Την αφήνει στο ακροθαλάσσι, και ξανα μπαίνει με τα δίχτυα σ το νερό. Είναι θεοσκότεινα... Ίσως γι’ αυτό, όπως βγαίνει από τη θάλασσα, πάλι σκοντάφ τει πάνω σ τη σακούλα που είναι τώρα έξω, σ τη ν παραλία. Ο ψαράς σκέφτεται: «Δ ε ν είμαι στα καλά μου». Βγάζει λοιπόν το σουγιά του. ανοίγει τη σακούλα και ψα χουλεύει. Έχει κάμποσες πέτρες, μεγάλες σαν πορτοκάλια, βα ριές και στρογγυλεμένες. Ο ψαράς ξανά σκέφ τεται «μ α ποιος να είναι αυτός ο ηλί θιος που τυλίγει πέτρες και τις πετάει σ το νερό...» Ενστικτωδώς, παίρνει μία, τη ζυγίζει σ το χέρι του και τη ν πετάει με δύναμη σ τη θάλασσα. 118
ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΟ Ν
ΔΑΚΡΥΠΝ
Μόλίι; λίγα δεντερόλεητα μετά ακούει τον θόρυβο της ηέτρας ηου βουλιάζει στα βαθιά. Π λουη! Βάζει το χέρι του σ τη σακούλα, παίρνει άλλη μια πέτρα και την πετάει σ το νερό. Ακούει ξανά το πλουπ! Α υτή τη ν πετάει από τη ν άλλη μεριά, πλαφ! Μ ετά , αρ χίζει να τις εκσφενδονίζει δύο δύο και ακούει πλουη-πλουπ! Ύ στερα προσπαθεί να τις ρίξει πιο μακριά, και με γυρισμένη τη ν πλάτη, και με όλη του τη δύναμη, πλονπ-πλαφ!... Διασκεδάζει... ακούει τους διαφορετικούς ήχους, πετάει πέτρες, υπολογίζει το χρόνο που κάνουν να πέσουν σ το νερό, και δοκιμάζει... πότε με δύο, πότε με μία, και με κλειστά μά τια τώρα, και με τρεις μαζί... και συνεχίζει να πετάει τις πέ τρες σ τη θάλασσα. Μ έχρι που αρχίζει να βγαίνει ο ήλιος. Ο ψαράς ψαχουλεύει και βρίσκει μονάχα μία πέτρα μέσα σ τη σακούλα. Ετοιμάζεται λοιπόν να τη ν πετάξει πιο μακριά από τις άλλες, για τί είναι η τελευτα ία κι έχει ήδη βγει ο ήλιος. Και όπως τεντώ νει το χέρι του προς τα πίσω για να την πετάξει με όλη του τη δύναμη, αρχίζει να φωτίζει ο ήλιος και βλέπει σ τη ν πέτρα μια χρυσαφένια μεταλλική λάμψη που του τραβάει τη ν προσοχή. Ο ψαράς συγκρατεί την παρόρμηση να πετάξει τη ν πέτρα και την κοιτάζει προσεκτικά. I I πέτρα αντανακλΛ τον ήλιο μέσα από τη βρομιά που τη ν καλύπτει. Την τρίβει ο ψαράς λες κι είναι μήλο πάνω στα ρούχα του, και η πέτρα αρχίζει να λάμπει ακόμη πιο πολύ. Έκπληκτος, τη χτυπά ει ελαφρά και αντιλαμβάνεται ό τι είναι από μέταλλο. Αρχίζει τό τε να την τρίβει και να την καθαρίζει με άμμο και με το πουκάμισό του. και συνειδητοποιεί πως η πέτρα είναι από καθαρό χρυσάφι. Μ ια πέτρα από ατόφιο χρυσάφι σε μέγεθος πορτοκαλιού! Η χαρά του σβήνει, όμως, μόλις σκέφ τεται ό τι η πέτρα αυτή εί119
ΧΟ ΡΧΕ Μ ΠΟΥΚΑΙ
vat σίγουρα Ιδια με όλε<: τις άλλες ηον ηέταξε σ τη θάλασσα. Και σκέφτεται: «Τ ι χαζός ηον ήμουνα!* Είχε σ τα χέρια του μια σακούλα γεμάτη ηέτρες αηό χ ρ υ σό και τις πετούσε σ τη θάλασσα για τί του άρεσε να ακούει τον ηλίθιο θόρυβο που έκαναν όταν έπεφταν σ το νερό... Α ρ χίζει τό τε να οδύρεται, να κλαίει και να θρηνεί... να λυπάται για τις χαμένες πέτρες... Και να σκέφ τεται πως είναι άτυχος, ένας δυστυχισμένος άνθρωπος... είναι τρελός, είναι ηλίθιος... Μ ετά σκέφτεται... Αν έμπαινε σ τη θάλασσα, αν κατάφερνε να βρει μια στολή δύ τη και βούταγε στα βαθιά, αν ήταν μέρα, αν είχε τον εξοπλισμό που έχουν οι δύτες για να ψάξει... Κι όλο κλαίει γοερά και οδύρεται... Ο ήλιος έχει πια ανατείλει. Και ξαφνικά συνειδητοποιεί πως έχει ακόμη τη ν πέτρα... συνειδητοποιεί πως ο ήλιος θα μπορούσε να είχε αργήσει ένα δευτερόλεπτο ακόμη, ή εκείνος θα μπορούσε να είχε ρίξει την πέτρα m o γρήγορα, και τό τε δεν θα είχε μάθει ποτέ για τον θησαυρό που έχει τώρα σ τα χέρια του. Αντιλαμβάνεται τελικά ό τι κατέχει έναν θησαυρό, κι ότι ο θησαυρός αυτός είναι από μόνος του μια τερά στια περιου σία για έναν φτωχό ψαρά όπως εκείνος. Αντιλαμβάνεται πόσο τυχερός είναι που μπορεί να κρατή σει τον θησαυρό που έχει ακόμη στα χέρια του. Μακάρι να μπορούσαμε να είμαστε π ά ντοτε τό σ ο σο<ροί ώ σ τε να μην κλα(με για τις πέτρες, τις ευκαιρίες, που απροετοίμα σ το ι ίσως τις πετάξαμε, τις χαραμίσαμε, τα πράγματα εκείνα που έφερε η θάλασσα και τα πήρε μετά... Μακάρι να είμαστε έτοιμοι να δούμε τη λάμψη σ τις πέτρες που έχουμε σ τα χέρια μας, και να μπορούμε να τις χαιρόμαστε για τη ν υπόλοιπη ' ζωή μας. '
120
5
Σ Τ Α Δ ΙΑ T O Y ΔΡ Ο Μ Ο Υ
ΦΑΝΤΑΣΤΕΙΤΕ ΟΤΙ ΚΑΠΟΙΟΣ τραυματίζεται. Ένας υγιής νέος, ας πούμε, ενώ παίζει ξυπόλυτος ποδόσφαιρο με τους φίλους του σ τ ο γήπεδο. Του δίνουν μια πάσα, και καθώς τρέχει να βάλει γκολ, πατάει κάτι αιχμηρό, μια πέτρα ή ένα σπασμένο γυαλί, και τραυματίζεται. Ο νέος συνεχίζει να τρέχει, και παρόλο τ ο ν πόνο που αισθάνεται όπ ως σ τε ρ ε ώ νει το πόδι του για να σουτάρει, χτυπάει τη ν μπάλα με όλη του τη δύναμη, νικάει το ν τερματοφύλακα και κερδί ζουν το ν αγώ να. Ό λοι πανηγυρίζουν εν ώ αυτός κάθεται σ το χορτάρι, κοιτάζει τ ο πόδι του και α ντιλαμ βάνεται ό τι τρέχει αίμα. Βλέπει ό τι έχει ένα μικρό κόψιμο σ το πέλμα του, κο ν τά σ τη φτέρνα. Ποια θα ήταν η φυσιολογική, η υγιής εξέλιξη γι’ αυτήν τη ν πληγή; Α π ό ποιες φάσεις θα περάσει αυτός ο τραυματισμός; Ό π ω ς είπαμε, πολλές φορές σ τη ν αρχή φ αίνεται να είναι ίν α ατύχημα χωρίς ιδιαίτερη σημασία, και όλα συνεχίζουν σαν να μην έγινε τίποτε. Ο νεα ρός συνεχίζει να τρέχει με τη ν μπάλα, η γυναίκα συνεχίζει να κόβει το Λ|/ωμί με το κ οφ τερό μαχαίρι, και ο μαραγκός δεν παίρνει είδηση ότι τραυματίστηκε μέχρι να δει μια σ τα γ ό ν α αίμα πάνω σ το ξύλο που δουλεύει. Π ολλές φορές, σε ένα τέ το ιο επεισόδιο, 121
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ δεν υπάρχει καν αίμα. Τα σώμα κάνει μια αγγειοσυστολή , μικραίνει τη διάμετρο τω ν αιμοφόρων α γγείω ν, α να σ τέλ λει τα νευρικά ερεθίσματα, και ξεκινάει μια περίοδος αδρά νειας. ένας αμυντικής μηχανισμός φυγής, όσ ο μεγάλο κι αν είναι το τραύμα. Α μ έσω ς μετά, κάνει τη ν εμφάνισή του ο πόνος, οξύς και σύντομος, καμιά φορά υπερβολικός, κι αυτή είναι η πρώτη συγκεκριμένη αντίδραση του σώμ ατος που μας ειδοποιεί ό τι πραγματικά κάτι έγινε.· Μ ετά βλέπουμε το αίμα που τρέχει από τη ν πληγή, ανά λογα με τη βλάβη τ ω ν ιστών. Η πληγή συνεχίζει να βγάζει αίμα, μέχρι να σταματήσει το ίδιο το σώμα τη ν αιμορραγία. Δημιουργείται σ τη ν πληγή μια κρούστα από ινική πρωτεΐνη, σφαιρίνη και αιμοπετάλια. Η κρούστα αυτή (θρόμβος) χρησιμεύει, μεταξύ ά λλω ν, για να μη συνεχίζει το τραύμα να αιμορραγεί (αιμόσταση). Ό τα ν δημιουργηθεί και ο θρόμβος, αρχίζει η μεγαλύτερη φάση τη ς διαδικασίας. Η κρούστα αυτή υποχωρεί, σ τ ε γ ν ώ νει, συρρικνώνεται, σκληραίνει και μπαίνει προς τα μέσα. Ο θρόμβος μετατρέπεται σε έναν συ νδετικ ό ισ τό που εκλαϊκευ τικά το ν λέμε «κάκαδο». Αφού περάσει ένα διάστημα, οι καινούργιοι ιστοί (ινοβλά στες) που αναδημιουργούνται από μέσα προς τη ν επιφά νεια (ινοπλασία). σπρώ χνουν το «κ ά κ α δο» προς τα έξω μέχρι να αποκοπεί και να πέσει. Ί ο τραύμα τώρα, κατά κάποιον τρόπο, δεν πονάει πια, ούτε ματώνει* έχει επουλωθεί. Αφήνει, όμως, ένα σημάδι όλη αυτή η διαδικασία: μια ουλή.
Στάδια επούλωσης ενός φυσιολογικού τραύματος I. Α γγειοσυ στολή 122
•
ο ΔΡΟΜΟΣ II. III. IV. V. V I. V II.
ΤΩ Ν ΔΑΚΡΥΩΝ
ο ξ ύ ς πόνος Αιμορραγία θρ ό μ β ο ς Συρρίκνωση Ιστολογική αναδημιουργία (ινοπλασία) Ουλή
Α υ τή είνα« λίγο-πολύ η φυσιολογική όιαδικααΐα εξέλιξης ενός τραύματος από κόψιμο. Κάν κάτι από όλα αυτά δεν συμβεί, σημαίνει ό τι κάτι δεν λειτουργεί καλά. Ε ννοώ ότι, αν μια μικρή ή μεγάλη πληγή από κόψιμο δεν βγάλει αίμα, κάτι δεν πάει καλά. 0 α μπορούσε κανείς να σκεφτεί «ω ραία, τυχερός είμαι, δεν έχασα αίμα». Α υ τό, όμως, δεν είναι τύχη· ο ά νθ ρ ω πος έχει υποστεί τραυματικό σοκ και κινδυνεύει να πεθάνει. Ασφαλώς, όσο μεγαλύτερο το τραύμα, τό σ ο μ εγα λύτε ρη, πιο κουραστική και πιο επικίνδυνη είναι κάθε φάση. Έ τσι γίνεται πάντα. Ό σ ο μεγαλύτερη η πληγή, τό σ ο περισσότερο αργεί η επούλωση, και τό σ ο μεγαλύτερος ο κίνδυνος επιπλο κής σε κάποια φάση της διαδικασίας. Αν μείνουμε στάσιμοι σε οποιαδήποτε από τις φάσεις αυτές, θα έχουμε σίγουρα πρόβλημα. Ο πωσδήποτε, όλα αυτά δεν τα αναφέρω για να εξηγήσω πώς εξελίσσεται ένα τραύμα από κόψιμο. Ο λόγος είναι ότι πριν από λίγο καιρό, με έκπληξη συνειδητοποίησα τη ν απί στευ τη α ντιστοιχία που υπάρχει ανάμεσα σ τις φάσεις επ ού λω σης ενός σωματικού τραύματος, που ο καθένας θα έχει διαπιστώσει από τη ν πείρα του με ελαφρά τραύματα, και τη ν προφανώς πολύπλοκη κατάσταση της επεξεργασίας του πένθους. Το πένθος είναι, όπως είπαμε, η φυσιολογική αντίδραση σε 123
ΧΟ ΡΧΕ Μ ΠΟΥΚΑΪ
ένα ερέθισμα, σε ένα τραύμα που ονομάζουμε απώλεια. Γιατί τραύμα είναι ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου. Τραύμα είναι να αφήνεις το πατρικό σου σπίτι. Τραύμα είναι να πη γαίνεις να ζήσεις σε άλλη χώρα. Τραύμα είναι η διάλυση του γάμου σου. Κάθε απώλεια λειτουργεί, πράγματι, σαν διακοπή στη συνέχεια της καθημερινότητας, όπως ένα κόψιμο αποτελεί διακοπή στη συνέχεια του δέρματος. Είδαμε πώς επουλώνεται ένα τραύμα, θ α προσπαθήσου με τώ ρ α μαζί να δούμε τι ακριβώς γίνεται σ τη ν επεξεργασία του πένθους. Η συνοχή της ανθρώπινης υπόστασης θα μας επιτρέψει να δούμε ότι τα βήματα που ακολουθεί η επούλω ση ψυχικών τραυμάτων είναι βασικά τα ίδια. Δ εν έχουν το ίδιο όνομα, θα δούμε, όμως, με λίγη τύχη, ό τι καταλήγουν να είναι ισοδύναμα. 0 α πάρουμε ω ς παράδειγμα απώλειας τη ν κατάσταση που δημιουργείται με το ν θάνατο ενός αγαπημέ νου προσώπου. Τη στιγμή που μαθαίνουμε το ν θάνατο κάποιου πολύ αγαπημένου προσώπου, το π ρώ το που συμβαίνει είναι ότι αμέσως λέμε: «Δ ε ν είναι δυνατόν».
Άρνηση και αμφισβήτηση Σκεφτόμαστε ό τι πρέπει να έχει γίνει κάποιο λάθος, δεν μπορεί να είναι αλήθεια. Λέμε μέσα μας όχι, δεν είναι δυνατόν, εί ναι πάρα πολύ νωρίς, δεν μπορώ ούτε να το φ α ντα στώ , ή τα ν πραγματικά τό σ ο καλά... Αυτή η πρώτη φάση λέγετα ι «φ άση της δυσπιστίας». ^ Λκόμη κι αν πρόκειται για έναν θάνατο που είχες ακούσει ό τι πρόκειται να συμβεί, έρχεται οπωσδήποτε η στιγμή που η είδηση σου προκαλεί σοκ. Είναι η στιγμή που μένεις εμ βρόντητος, δεν υπάρχει ούτε καν πόνος... Η έκπληξη και 124
ο Δ Ρ Ο Μ Ο Σ Τ ίΙΝ Δ Α Κ Ρ Υ Π Ν το χτύπημα σε φέρνουν σε μια κατάσταση σύγχυσης, όπου 6εν καταλαβαίνεις τι σου λένε. Και βέβαια, όσο πιο αιφνίδιος, όσ ο πιο απροσδόκητος ο θάνατος, τό σ ο μεγαλύτερη έκπληξη προκαλεί το γεγονός, τό σ ο σοβαρότερη είναι η σύγχυση, τό σ ο σημ αντικ ότερος ο χρόνος της δυσπιστίας και τό σ ο μεγαλύτερη η διάρκεια της φάσης αυτής. Ο λο αυτό έχει ένα νόημα. Τ ο ίδιο που έχει σ τη σω μ ατι κή πληγή η κατάσταση της αδράνειας — να «εξοικονομή σει», δηλαδή, τη ν αντίδραση της επούλωσης. Εάν το συμ βάν δεν έχει μεγάλη σημασία, αν είναι κάτι που θα περάσει γρήγορα, το σώμα αμύνεται. Και η ψυχή αμύνεται. Μ έχρι να εκτιμήσει μήπως πρόκειται για λάθος, μήπως δεν άκουσε καλά... αμύνεται αμφισβητώντας τη ν πραγματικότητα, και οδηγείται σ τη σύγχυση για να μας επιτρέψει να κρατήσου με απόσταση από τη ν κατάσταση αυτή. Είδαμε νω ρίτερα ό τι υπάρχει ένας κύκλος εμπειρίας, από την απόσυρση ώ ς τη ν επαφή. Δ ε ν γίνετα ι να περάσει κανείς κατευθείαν από τη ν αντίληψ η σ τη δράση, από τη ν αντίληψ η σ τη ν επαφή. 0 α πρέπει να γίνουν κάποιες δι εργασίες, να μεσολαβήσει ένα διάστημα. Ο απαιτούμενος χρόνος εξασφ αλίζεται ό τα ν ο άνθρωπος αναγκάζεται, με τ ο " μικρό αυτό «π ά γω μ α » του σοκ, να μην αντιδράσει. Κατά κανόνα, λοιπόν, υπάρχει για τον άνθρωπο μια στιγμή απόλυτης παράλυσης μέσα σ το συναίσθημά του, σ τη ν αντίληψη, σ το βίωμά του. Μ ετά ακολουθεί μια στιγμή ά ρνη σης, δυσπιστίας, ένα διάστημα αδράνειας μέσα σ τη ν παράλυ ση. Έχει τη ν επιθυμία να φύγει τρέχοντας για έναν τόπο όπου δεν συμβαίνει αυτό που τώ ρ α ζει...Έχει τη φ α ντα σίω ση ό τι θα ξυπνήσει και όλα αυτά δεν θα είναι παρά ένα κακό όνειρο. Η φάση αυτή μπορεί να διαρκέσει μια στιγμή, μερι κά λεπτά, μερικές ώρες ή μερικές μέρες, όπως συμβαίνει 125
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Τ Κ Α Ϊ σ το φυσιολογικό πένθος, ή μπορεϊ να γίνει άρνηση άγρια και σκληρή. Στα παιδιά, η άρνηση λειτουργεί με απόλυτη ακρίβεια. Ενώ η οικογένειά του και ο υπόλοιπος κόσμος εξελίσσονται, το παιδί κάνει σαν να μην έγινε τίποτα. Έχει καθηλωθεί σ τη ν κατάσταση αυτή. Σ την πραγματικότη τα, αρνείται όλα όσα συνέβησαν γιατί δεν ξέρει πώς να τα εντά ξει σ τη ζωή του. Συμβαίνει καμιά φορά, την ώρα της κηδείας, παιδιά 10, 12, 15 χρόνω ν ή και μεγαλύτερα, ενώ ο κόσμος νομίζει ότι πρέπει να έχουν πλήρη συνείδηση του τι συμβαίνει, αυτά να κάνουν σαν να μην έγινε τίποτα. Και απορεί κανείς: «Μ α δεν το ν αγαπούσε το ν παππού, τη μαμά, το ν αδελφό του;» Και η οικογένεια απαντά: «Τ ο ν αγαπούσε πάρα πολύ. Μ ένουμε όλοι κατάπληκτοι με τη συμπεριφορά του.» Βρίσκονται στη φάση της δυσπιστίας. Καμιά φορά είναι σε κατάστασί) παθολογικής άρνησης, ενώ πολύ συχνά η συ μπεριφορά αυτή είναι φυσιολογική αντίδραση άμυνας απέ* ναντι σ το φοβερό γεγονός, μια προσπάθεια να μη συνειδητο ποιήσουν απόλυτα την κατάσταση για να ΜΗΝ τρελαθούν. Είπα πριν, σε κατάσταση «ά ρνη ση ς» για διδακτικούς λόγους, αν και σ τη ν πραγματικότητα, το σημαντικό τη στιγμή αυτή δεν είναι η άρνηση, α λλά η κατάσταση σύγχυ σης. Το εν λ ό γ ω άτομο δεν καταλαβαίνει τίποτε, δεν γ ν ω ρίζει τίπ ο τε απ’ όσα έγιναν και, παρόλο που καμιά φορά μοιάζει να έχει επαφή, δεν έχει γίνει ακριβής καταγραφή τ ω ν ό σ ω ν συμβαίνουν σ τη μνήμη του. 126
ο ΔΡΟΜΟΣ
ΊΏ Ν ΔΑΚΡΥΩΝ
Ό τα ν καταφέρουμε να ξεπεράσουμε τη φάση αυτή της δυ σπιστίας, δεν υπάρχει άλλη λύση παρά να έρθουμε σε επα φή με το ν οξύ πόνο της επίγνωσης. Ο πόνος για το ν θάνατο ενός αγαπημένου προσώπου σττ| φάση αυτή. ισοδυναμεί με χτύπημα κεραυνού. Μ ετά από όλες αυτές τις προσπάθειες να αγνοήσουμε τα γεγο νό τα , ξαφνικά εισβάλλει μέσα μας η συνειδητοποίηση ό τι ο ά λλος πέθανε. Τ ό τε η κατάσταση μας ξεπερνάει, μας τυλίγει. Και ξαφνικά, το τό σ ο μεγάλο συναισθηματικό χτύπημα εκδηλώνεται με μιαν απότομη και βίαιη έκρηξη. Η επώδυνη αυτή έκρηξη αποτελεϊ τη δεύτερη φάση του φυσιολογικού πένθους και λέγετα ι «φάση της παλινδρόμη σης». Γιατί λέμε «τη ς παλινδρόμησης»; Γιατί, αυτό που συμβαίνει σ τη ν πράξη, είναι ό τι κλαίει κανείς σαν μικρό παιδί, χτυπιέται και φωνάζει σπαρακτικά. Εκδηλώσεις καθόλου σύμμετρες με την ηλικία μας, απολύτω ς δυσανάλογες. Φ ερόμ αστε σαν να είμαστε τεσσά ρ ω ν ή π έντε χρόνων. Δ ε ν υπάρχουν συγκεκριμένες λέξεις, δεν λέμε κάτι που να έχει νόημα, απλώς βρισκόμαστε σε μια διαρκή κατάσταση συναισθηματικής έκρηξης. Θ α ήταν μά ταιο να προσπαθήσει κανείς να μιλήσει μαζί μας λογικά μια τέτο ια στιγμή. 0 α ήταν σαν να προσπαθεί να εξηγήσει σε ένα παιδάκι τεσ σ ά ρ ω ν χρόνω ν για τί το αυτοκίνητο έκανε λιώμα το βατραχάκι του. Σ ’ αυτή τη φάση. ο άνθρωπος που πενθεί δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να ακούσει κανέναν. Στην αρχή γιατί βρί σκεται σε κατάσταση σοκ από τη ν είδηση, αρνείται το γ ε γ ο νός, αποφεύγει την πραγματικότητα, βρίσκεται σε σύγχυση. Και μετά, γιατί το ν πλημμυρίζουν τα συναισθήματά του. εί ναι τελείω ς απορροφημένος σε θέματα δικά του πολύ πρω ί 27
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Τ Κ Α Ϊ τόγονα . χωρίς καμία δυ να τότη τα επικοινωνίας, βνθισμένος ολοκληρωτικά σ το ν πόνο. Ό π ω ς ακριβώς συνέβη με το σωματικό τραύμα, που σ τη ν αρχή δεν του έδωσα σημασία και εν τελ ώ ς ξαφνικά με ειδ ο ποίησε ο πόνος. Και μόλις κατάλαβα από πού προερχόταν ο πόνος, άρχισε η αιμορραγία. Ήτσι, ό τα ν τα συναισθήματα με πλημμυρίζουν, ξεχ ύ νο ντα ι προς τα έξω και αρχίζω να αιμορραγώ. Ό μως, το αίμα που βγαίνει δεν είναι της θλίψης. Η πρώ τη αιμορραγία, η τρίτη φάση, που αρχίζει μόλις αποκτήσω συνείδηση του τι έγινε, λέγεται: «φ άση της οργής». Αφού έκλαψα, φώναξα, σύρθηκα σ το πάτωμα, έκα να ό,τι πιο παράλογο με συνέδεε με το ν α φ ά ντα σ το πόνο, αφού επιχείρησα να αρνηθώ ό,τι έγινε... τώ ρα, αναπόδρα στα , αργά ή γρήγορα, για πολύ ή για λίγο, έρχεται η ώρα της οργής. Η οργή είναι άγρια, πολύ άγρια, βίαιη. Α λ λ ο τε εκδηλώ νεται ορμητικά και ά λ λ ο τε ύπουλα, πάντοτε, όμως, υπάρχει μια στιγμή που οργιζόμαστε. Μ ε ποιον; Εξαρτάται. Μ ερικές φορές οργιζόμ αστε με εκείνους που θεω ρού με υπεύθυνους για το ν θάνατο: τους γιατρούς που δεν το ν έσωσαν, το ν τύπο που οδηγούσε το φ ο ρτη γό με το οποίο συγκρούστηκε, το ν πιλότο του αεροπλάνου που έπεσε, τη ν αεροπορική εταιρία, το ν μεσίτη που του πούλησε το διαμέ ρισμα που κάηκε, τη μηχανή του αυτοκινήτου που χάλα σε. το ασανσέρ που έπεσε. κ.λπ. Γινόμαστε έξω φ ρενώ ν με όλους, γιατί σκ εφ τόμ α στε ό τι δεν μπορεί, κάποιος θα είναι υπεύθυνος για όλα αυτά. Ή τα βάζουμε με το ν θεό. Αν δεν βρίσκουμε κάποιον άλλο, ή ακόμη κι αν τον βρήκαμε, πάλι οργιζόμαστε με τον €>εό. 128
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ
Τ ίϊΝ Δ Λ Κ Ρ Υ ίίΝ
Μπορεϊ να τα βάλουμε με τη ζωή, κυριολεκτικά με τη ζωή, τη ν τύχη, τη μοίρα. Και τό τε αρχίζουμε να βρίζουμε και να βλαστημάμε τη ζωή που μας πήρε το ν αγαπημένο μας. Τ ο σίγουρο είναι ό τι πότε με το ν θ ε ό . πότε με τη ζωή, μ’ εμάς τους ίδιους, με το ν άλλον, το ν παραπέρα, με κάποιον τέλ ο ς πάντων, π ά ντο τε έρχεται μια στιγμή που θυμώνουμε πολύ. Σήμερα με το ν έναν, αύριο με το ν άλλον. Ή , μάλλον, όχι. Α ν τί να τα βάζουμε με όλους αυτούς, — ή εκ τός από αυτούς— , τα βάζουμε και μ’ εκείνον που πέθανε. Είμαστε έξαλλοι γιατί μας παράτησε, γιατί έφυγε, για τί δεν υπάρχει πια, γιατί μας άφησε ακριβώς αυτή τη στιγμή... Γιατί πέθανε τη ν πιο ακατάλληλη στιγμή· δεν είχαμε π ρο ετοιμ αστεί γι* αυτό... Γιατί δεν θέλαμε να πεθάνει, και μας πονάει, μας ενοχλεί... Γιατί μας πληγώνει, μας μπερδεύει... Γιατί μας εκνευρίζει, γιατί δεν μας υπολόγισε, γιατί... γιατί... Γιατί, πάνω απ’ όλα, μας άφησε μόνους, μας στέρησε τη ν παρουσία του. Καμιά φορά, αν τύχει και πεθάνει η μαμά, οργίζετα ι το παιδί με τ ο ν μπαμπά του που ζει. Ο ργίζετα ι με το ν μεγάλο αδελφό του πατέρα του. γιατί εκείνος ζει ενώ ο πατέρας του πέθανε. Τ ο θέμα είναι πως. είτε με τη ν όλη κατάσταση, είτε με το ν θ ε ό , με τη θρησκεία, με το ν γείτονα, ή και με κάποιον που δεν είχε καμία απολύτως σχέση, εγ ώ οργίζομαι. Οργίζομαι γιατί κάνω σκέψεις που, σε γενικές γραμμές, 6εν μπορούν να είναι λογικές. Οργίζομαι με οποιονδήποτε μπορεϊ να ευθύνεται γι’ αυ τή ν τη ν αίσθηση εγκατάλειψης που νιώθω. Δ ε ν έχει καμιά σημασία αν είναι λογικό ή όχι. Γεγονός eivai πως εγώ οργίζομαι. Α λ λ ά γιατί οργίζομαι; Η αλήθεια είναι ότι ξέρω πως κανένας απ’ όλους αυ 129
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ τούς δεν είναι ένοχος για όσα του προσάπτω. Α υ τό που συμβαίνει, είναι ό τι η οργή έχει μια συγκεκριμένη λειτουρ γία, όπως ακριβώς η αιμορραγία. Η οργή είναι εκεί για να πετΰχει κάποια πράγματα, όπως η αιμορραγία για να δώσει τη δυ να τότη τα να πραγματοποιη θεί η διεργασία που ακολουθεί. Η οργή μάς συνδέει με τη ν πραγματικότητα, μας επα ναφέρει σ το παρόν από τη ν καταστροφική κατάσταση της παλινδρόμησης και μας προετοιμάζει γι’ αυτό που ακολου θεί. Η λειτουργία της οργής είναι να τελειώ σει με τα ξεσπά σματα και την έλλειψη ελέγχου τη ς παλινδρόμησης, αλλά και να μας προστατεύσει, για λίγο ακόμη, από το ν πόνο της θλίψης που μας περιμένει. Έγραψα κάποτε μια ιστοριούλα βασισμένη σε κάποια ιστορία που άκουσα σ τη ν Ισπανία. I Ιολλά χρόνια μετά, έμα θα ό τι η ιστορία εκείνη είχε εμπνεύσει και το ν Χ α λίλ Γκιμπράν. Η ιστορία μου λ έγετα ι «Η θλίψη και η οργή», και έχει συμπεριληφθεί σε κάποιο από τα βιβλία μου. Για όσους δεν τη ν ξέρουν, εν συντομία λέει τα εξής: Σ ε μια λίμνη μαγική πήγαν κάηοτε για μπάνιο παρέα, η θλίψη και η οργή. Φτάνουν σ τη ν άκρη της λίμνης, βγάζουν τα ρούχα τους, και μπαίνουν σ το νερό γυμνές να κολυμπήσουν. Η οργή, βιαστική όπως πάντα, και ανήσυχη χωρίς να ξέ ρει γιατί, βρέχεται και βγαίνει αμέσως από το νερό. Και όπως είναι σχεδόν τυφλή, βάζει τα πρώτα ρούχα που πιάνουν τα χέρια της, που δεν είναι όμως τα δικά της, αλλά της θλίψης. Ν τυμένη θλίψη, η οργή φεύγει σαν να μην έγινε τίποτε. Η θλίψη, ήρεμη και γαλήνια, με την ησυχία της, σαν να μην υπάρχει καμιά βιασύνη — για τί εκείνη όντω ς δεν βιάζεται 130
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ
ΤΩΝ ΔΑΚΡΥΩΝ
π ο τέ— , μένα πολλή ώρα σ το νερό και κολυμπάει με απαλές κινήσει·:. Ό τα ν τελειώνει το μπάνιο της, αφού βαρέθηκε μάλ~ λον το νερό, βγαίνει και δεν βλέπει πουθενά τα ρούχα της. Αν υπάρχει ένα πράγμα που δεν αρέσει καθόλου σ τη θλίψη, αυτό είναι να τη βλέπουν γυμνή, έτσι λοιπόν, για να μη μένει γυ μνή, εκτεθειμένη, βάζει τα μόνα ρούχα που υπάρχουν εκεί, τα ρούχα της οργής. Και ντυμένη οργή. συνεχίζει το δρόμο της. Λένε ό τι καμιά φορά, άμα βλέπεις τον ά λλο να είναι έξαλλος, απότομος, σκληρός και τυφλωμένος από τον θυμό του, σου φαίνεται οργισμένος. Αν, κοιτάξεις, όμως, με προσοχή, β λέ πεις πως όλο αυτό είναι μεταμφίεση, και κάτω από τη θηριώ δη οργή κρύβεται σ τη ν πραγματικότητα η θλίψη. Η οργή αυτή που εμφανίζεται εόώ, σ τη ν τρίτη φάση, είναι η οργή που κρύβει τη θλίψη που έρχεται. Η θλίψη δεν πρόκει ται να εμφανιστεί ακόμη, γιατί το σώμα ετοιμάζεται να την α ντέξει. Προς το παρόν, η οργή είναι που κυριαρχεί και, αν όλα πάνε καλά, θα περάσει. Είδαμε, όμως, ότι για να σ τα ματήσει τ ο αίμα θα πρέπει να κλείσουμε τη ν πληγή με κάτι. Γιατί αν εξακολουθήσει να αιμορραγεί, ο ασθενής θα πεθάνει. Α ν ο ασθενής συνεχίσει να είναι σε έξαλλη κατάσταση, θα πεθάνει εξουθενω μ ένος· η οργή θα το ν συντρίψει. Κ άτι πρέπει να σταματήσει αυτό το αίμα, κάτι πρέπει να λειτουργήσει όπως ο θρόμβος. Το π αράγωγο που δημιουργείται από τη ν ίδια ουσία όπως και η οργή, αυτό που τη ν ανα πληρώνει και τη ν συγκρατεί, λέγετα ι «ενοχή». Στη φυσιολογική διαδικασία της επεξεργασίας του πένθους, βμφανίζεται η ενοχή. Στη φάση αυτή, δηλαδή, αρχίζουμε να νιώθουμε ένοχοι. Έχουμε ενοχές που θυμώσαμε μαζί ταυ (αυτός πέθανε, κι εμείς από πάνω το ν βρίζαμε). Ενοχές που τα βάλαμε με τους άλλους. Α ισθανόμαστε ενοχές απέναντι 131
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ι σ το ν θ ε ό . Έχουμε ενοχές που δεν μπορέσαμε να το ν σ ώ σουμε από το ν θάνατο. Και αρχίζουμε να λέμε σ το ν εαυτό μας ένα σω ρό βλακείες: ... γιατί να του πω να πάει να αγοράσει... ... αν δεν του είχα δανείσει το αυτοκίνητο... ... αν δεν του είχα πληρώσει τα εισιτήρια να πάει σ τη ν Ευρώπη... ... έπρεπε να το ν είχα στείλει σ το ν γιατρό... ... αν το ν είχα πιέσει λίγο παραπάνω, θα είχε γλιτώσει... ... αν ήμουν εγ ώ εκεί, δεν θα είχε πεθάνει... ... μπορεϊ να με φώ ναζε κι εγώ δεν ήμουν εκεί... Για ποιο λ όγο το κάνουμε αυτό; Γιατί ξέρουμε τι έρχεται, και προσπαθούμε να υπερα σπιστούμε το ν εαυτό μας. Εμφανίζονται αυτές οι φ α ντα σιώσεις παντοδυναμίας, μήπως και μας σώσουν από την αίσθηση αδυναμίας που ακολουθεί. Ό τα ν κατηγορώ το ν εαυτό μου, κατά κάποιον τρόπο ανακοινώνω δημόσια ό τι αυτό, ε γ ώ θα μπορούσα να το έχω εμποδίσει. Παρεμπιπτόντως, κατηγορούμε επίσης τον εαυ τό μας για όλα αυτά που δεν μπορέσαμε να κάνουμε: που δεν σου είπαμε ποτέ αυτό που έπρεπε να μάθεις, που δεν σου είπαμε όσο ζούσες αυτό που θέλαμε να σου πούμε, που δεν σου δώσαμε αυτό που θα μπορούσαμε να σου είχαμε δώσει, που δεν ήμαστε εκεί τη ν ώρα που έπρεπε, που δεν σε ευχαριστήσαμε όσο θα μπορούσαμε να σε έχουμε ευχαριστήσει, που δεν σε φροντίσαμε αρκετά. 132
ο
Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ ίΙΝ Δ Α Κ Ρ Υ Ω Ν
που δεν ξέραμε να κάνουμε όλα εκείνα που εσύ με τόση επιμονή ζητούσες. Και 6εν μπορώ να σου θυμώσω που δεν μου έδω σες το ν χρόνο για να τα κάνω όλα αυτά, γιατ( πέρασε πια η οργή. Τώ ρα μαζεύομαι για να φύγω από τ ο ν θυμό και να φ ο ρ τω θώ για λ ίγο τη ν ενοχή. Και η ενοχή, όμως, είναι δικαιολογία. Ένας μηχανισμός είναι κι αυτή. Η ενοχή αποτελεί. όπως έχω πει πολλές φορές, μιαν αυ τόματη εκδοχή τη ς μνησικακίας, είναι αντανάκλαση του θυ μού. Γι’ αυτό λ έω ότι δημιουργείται από τη ν ίδια ύλη με τη ν οργή, όπως ο θρόμβος σχηματίζεται από τη ν ίδια ύλη με το αίμα. Η ενοχή δεν έχει μεγάλη διάρκεια, γιατί είναι πλασμα τική. Α ν παραμείνει μέσα μας, μας καθηλώνει σ το ψεύτικο εκείνο μέρος του πένθους, το παντοδύναμο και απαιτητικό. Αν. όμως, δεν κάνουμε κάτι που θα μας σταματήσει, θα εμ φανιστεί φυσιολογικά η συ στολή του θρόμβου, όπως έγινε και με το σωματικό τραύμα, θ α σ τρ α φ ώ προς τα μέσα, θα «σ τ ε γ ν ώ σ ω » ψυχικά. Κι έτσι φ τά νω σε μια φάση, τη ν πέ μπτη, τη χειρότερη απ’ όλες, τη «φ άση της συντριβής», της καταρράκωσης, της ψυχικής εξουθένωσης. Η φάση της συντριβής είναι η φάση τη ς πραγματικής θλίΑυτή είναι η φάση που φοβόμουνα. Τόσο, που ένα με γά λο μέρος ό σ ω ν προηγήθηκαν, έγιναν για να μη συμβεί αυτό ακριβώς, για να καθυστερήσω, να μη φ τά σω εδώ. Εδώ βρίσκεται η αδυναμία, η συνειδητό ποίηση ό τι δεν μπορούμε να κάνουμε τίπ οτε απολύτως, ο ά λλος είναι αμετάκλητα νεκρός κι αυτό είναι μη αναστρέψιμο. 133
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ Ό ,τι και να σκέφτομαι, ό,τι και να πιστεύω — πιστεύω ή δ *ν πιστεύω σ τη ν άλλη ζωή. σ τη ζωή μετά το ν θάνατο, σ τη ν αιώνια ζωή, πιστεύω ή δεν πιστεύω πως από κάπου με βλέπει και κάποτε θα ξανασυναντηθούμε, ας πιστεύω ό,τι θ^λω— , το βέβαιο είναι ότι δεν υπάρχει τίπ οτε σ το ν κόσμο ττου μπορκί) να κάνω. Κι αυτό με φέρνει σε επαφή με τη ν αδυναμία. Και σαν να μην έφ τανε αυτό, εδώ βρίσκεται επίσης το ά λλο φάντασμα που φοβόμουνα: η μοναξιά. Η μοναξιά χω ρίς το ν άλλον, στους χώρους που έμειναν τώ ρα κενοί χωρίς eKcivov. Κι εγ ώ σε επαφή με τα δικά μου εσω τερικά κενά. Σε επαφή με τη συγκεκριμένη αίσθηση ότι έχασα κάτι οριστικά. Δ ε ν υπάρχουν πολλά πράγματα σ το ν κόσμο που να είναι οριστικά και αμετάκλητα, εκτός από το ν θάνατο. Τώρα. τα καταλαβαίνω όλα αυτά. Αφού έκανα τό σ ο ν δρόμο, τώ ρ α αποσύρομαι, πάω προς τα μέσα. Τώρα συνειδητοποιώ αυτή τη ν αίσθηση, τη ν αίσθη ση της π αντοτινής του απουσίας. Συνειδητοποιούμε ό τι τα πράγματα δεν θα ξαναγίνουν ποτέ όπως ήταν και δεν ξέρουμε με σιγουριά, δ εν μπορούμε να προβλέπουμε, πώς ακριβώς θα είναι. Έχω πλήρη συνείδηση... έχω τη ν αίσθηση τη ς ερήμωσης... σαν μια πόλη ρημαγμένη... σαν να γκρεμίστηκε κάτι μέσα μου... σαν να ήμουν εγώ η βομβαρδισμένη πόλη. ( θ υ μάμαι τις εικόνες της Βαρσοβίας μετά τη ν καταστροφή από τους ναζί. Δ ε ν είχε απομείνει τίποτε όρθιο· ήταν όλο χαλά σματα.) Έ τσι νιώ θω κι εγώ... Σ αν να είναι μέσα μου μόνο συντρίμμια.
134
ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΟΝ ΔΑΚΡΥΩΝ Είναι η πιο σκληρή στιγμή αυτού του δρόμου. Π ρος τιμήν αυ τή ς τη ς φάσης λ έγ ετα ι ο δρόμος τω ν δακρύων. Είναι η φάση τη ς θλίψης που πονάει και το κορμί, η φάση που δεν έχεις δύ ναμη και ενέργεια, η φάση της πιο επώδυνης και κ α τα στρ ο φικής θλίψης. Δ εν είναι κατάθλιψη, κι ας τη ς μοιάζει. Σίγουρα της μοιάζει. Σ ε τι; Σ τη ν απραξία. Η κατάθλιψη εμφανίζεται ό τα ν ακριβώς δη λώ νω ανίκανος να μετατρέψ ω το συναίσθημά μου σε πράξη. Μ ερικές φορές, οι καταθλιπτικοί δεν είναι θλιμμένοι. Είναι μελαγχολικοί, α λλά δεν είναι θλιμμένοι. Ετούτοι εδώ, όμως, είναι θλιμμένοι. Δ ε ν ξέρω αν είναι καταθλιπτικοί — μπορεί ναι. μπορεί και όχι— , σίγουρα όμως είναι απελπισμένοι... Είναι πραγματικά συντετριμμένοι. Δ ε ν είναι, όμως, η απελπισία που μας δημιουργεί ανησυχία. Αν συναντήσουμε αυτούς τους ανθρώπους και τους κοιτά ξουμε σ τα μάτια, θα καταλάβουμε ό τι κάτι έπαΟαν, κάτι έχει πεθάνει μέσα τους. Και είναι σ τ ’ αλήθεια λυπηρό να είσαι δίπλα σε κάποιον που βρίσκεται σ ’ α υτήν τη ν κατάσταση. Είναι λυπηρό, γιατί το ν καταλαβαίνουμε, το ν νιώθουμε. Τον «συμπονούμε» γΓ α υτό που του συνέβη, δηλαδή «υ π ο φέρουμε μαζί του». Είναι λογικό να νιώ θουν μέσα τους αυτό το κενό, γιατί σ τη ν πραγματικότητα πέθανε ένα κομματάκι της ψυχής τους που, κατά κάποιον τρόπο, το πήρε ο νεκρός μαζί του. Ο ι απόπειρες να βγούμε από τη ν απελπιστική αυτή κα τά σ τα ση είναι άπειρες. Χ ωρίς αναγκαστικά να σημαίνει ότι τρελαινόμ αστε με τ ο τίποτα, έχουμε π ά ντω ς σ τη φάση αυτή κάποιες περίεργες αισθήσεις και παράξενες ιδέες: μας ξυπνάει μες σ τη νύχτα η φωνή του που μας καλεί. 135
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ ακούμε τη ν πόρτα και μας φαίνεται πως μπαίνει σ το σπίτι, νομίζουμε ότι αυτός που είδαμε σ το μετρό ήταν εκείνος που δεν υπάρχει πια. ακούμε σ τη ν κουζίνα το θόρυ(ϊο που έκανε ό τα ν έφ τια χνε τις αγαπημένες του τηγανίτες, ακούγεται από το ν δρόμο ανεξήγητα η μουσική που άκουγε πάντα, ενισχύει τη ν περίεργη εντύπ ω ση το πορτοφόλι του, που δεν ξέρω πώς βρέθηκε εδώ. Π αρόλο που ξέρουμε ό τι δεν είναι σίγουρο, έχουμε όμως τη ν εντύπ ω ση ό τι πραγματικά εκείνος βρίσκεται ανάμεσά μας. Εντύπωση που φέρνει επικερδείς συμφωνίες στους πνευματιστές και όλους εκείνους που εκμεταλλεύονται τ έ τοιες στιγμές, ξέροντα ς ό τι όποιος βρίσκεται σε πένθος, εί ναι γενικά ευάλωτος. Σ την πραγματικότητα πρόκειται για ψευδαισθήσεις, που όσο κι αν είναι φυσιολογικές, δεν παύουν να μας κάνουν να αμφι βάλλουμε για τη ν ψυχική μας υγεία. Για παράδειγμα, δεν έχω καμιά αμφιβολία σχετικά με τις μυρωδιές κάθε ανθρώπου, κάθε σπιτιού και κάθε τόπου, θυμάμαι τη μυρωδιά του σπιτιού της γιαγιάς μου. τη μυρω διά ω ς εντύπ ω ση συνδεδεμένη με τη ν ανάμνηση. Ό λα αυτά μου φαίνονται πραγματικά. Α ν πάω σ το σπίτι που ήταν κάποτε της γιαγιάς μου και α να γνω ρίσω τη μυρωδιά, δεν υπάρχει κανένα μυστήριο. Είναι η μυρωδιά του μέρους που συ νδέω με τη γιαγιά μου. Αν τώ ρα πάω σ ' ένα μέρος όπου ξέρω ό τι δεν πήγε ποτέ η γιαγιά μου και μυρίζω τη μυρωδιά της, θα πρέπει να είναι για τί υπάρχει μια μυρωδιά που μου 136
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ
Τ Ο Ν Δ Α Κ ΡΥ Π Ν
θυμίζει τη γιαγιά μου. Αν, όμως, η ερμηνεία που δίνω είναι ό τι η μυρωδιά αυτή ΥΠΑΡΧΕΙ γιατί η γιαγιά μου πράγματι βρισκόταν ή βρίσκεται εδώ, η συναισθηματική μου κατά σταση μοϋ παίζει πιθανότατα κάποιο άσχημο παιχνίδι. Γιατί η ψευδαίσθηση δεν είναι παραίσθηση. Από κλινική άποψη, αυτό που συμβαίνει είναι ό τι ξέρω πως αυτό που α ντιλα μ βάνομαι δεν υπάρχει, όμως το αντιλαμβάνομαι. Το άτομο έχει αυτή την περίεργη αίσθηση, α λλά ξέρει επίσης ό τι το μυαλό του του στή νει τέτο ιες παγίδες. Για το άτομο που του συμβαίνει κάτι τέτοιο, είναι μια πολύ έντο νη εμπειρία, και δεν είναι λίγοι αυτοί που τρομάζουν με τέτο ια επεισόδια. Ό σ ο πορεύονται σ το ν δρόμο τω ν δακρύων, κάποια άτομα έχουν τό σ ο μεγάλη επιθυμία να βρίσκεται σ τ ’ αλήθεια ο άλ λος κάπου εκεί κοντά, ώ σ τε νομίζουν ότι το ν αντιλαμβά νοντα ι με τις αισθήσεις. Γυρίζουν μέσα σ το σπίτι, ψάχνουν και ξαναψάχνουν να βρουν κάπου παραπεταμένο το γράμ μα που πρέπει να άφησε πριν πεθάνει. Το μήνυμα που μου άφησε, τη ν εξήγηση του ανεξήγητου που είναι για μένα η αποικιία του. Η επιθυμία και η ανάγκη τους είναι τό σ ο σφοδρή, που θα μπορούσαν μερικές φορές να πέσουν σ τη ν παγίδα να πι στέψ ουν οτιδήποτε. Ό π ω ς πιστεύουν όσους τους λένε ότι έχουν το ν τρόπο να τους φέρουν σε επαφή με το άτομο που πέθανε. Αυτή είναι μια στιγμή θλίψης, οραμάτων, ψευδαισθή σεων, φ όβω ν και αβεβαιότητας. Ενα διάστημα που είμαστε πολύ εκτεθειμένοι στην παραπλάνηση και στη ν εξαπάτηση, κάτι που, δυστυχώς, συμβαίνει πάρα πολλές φορές. Το κακό με τη φάση αυτή της συντριβής, είναι το πόσο 137
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ απελπιστικά επώδυνη είναι, και πόσο δύσκολο είναι να τη διαχειριστούμε. Τ ο καλό είναι ό τι θα περάσει, και σ το διά στημα αυτό, ορ γα νώ νετα ι το είναι μας για τη ν τελική δι εργασία της επούλωσης, που αποτελεΐ και το τελικό νόημα του δρόμου. Π ώς θα μπορέσω να προετοιμ αστώ για να συνεχίσω τη ζωή μου χωρίς το αγαπημένο μου πρόσωπο αν δεν απομο νω θ ώ για να ζήσω αυτές τις εσω τερικές διεργασίες... Πώς θα μπορέσω να ανασυγκροτηθώ αν δεν αποσυρθώ για λίγο από τη ν καθημερινότητα; Α υ τό κάνουν για μένα η θλίψη και ο πόνος. Μ ε απομακρύνουν για να μπορέσω να κλάψω αυτά που πρέπει να κλάψω και για να με προφυλάξουν από πρόσθετα ερεθίσματα, ώσπου να είμαι έτοιμος να τα δεχτώ. Μ ε φέρνουν σε επαφή με το ν εσω τερικ ό εαυτό μου, για να μπορέσω να ξαναβγώ και να διανύσω τα δύο τελευ τα ία κομμάτια του δρόμου τ ω ν δα κρύων: τη δημιουργικότητα και τη ν αποδοχή. Μ πορούμε τώ ρα να υποστηρίξουμε πληρέστερα τη ν α ν τι στοιχία: Π ένθ ο ς
Τραύμα
138
• Α γγειοσυ στολή •Ο ξύς πόνος •Αιμορραγία >Θρόμβος ■Συστολή του θρόμβου ■Ιστολογική αναδημιουργία
Ο ο ο ο <> <>
■Ουλή
<>
Δ υ σ π ισ τία Π α λινδρόμηση Ο ργή Ενοχή Σ υντριβή Τ α ύτιση και δη μ ιου ργικ ότη τα Απ οδοχή
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ T flN Δ Α Κ Ρ Υ ίΙΝ Σ το τέλο ς αυτής της φάσης της συντριβής αρχίζει κανείς να νιώθει τη ν ανάγκη να δώσει. Π ολλές φορές, να προσφέρει σ ' εκείνον που έφυγε. Από \(/υχο6υναμική σκοπιά, έχει ίσως να κάνει μίε τη ν έξοδο από το μισητό δόκανο της αδυναμίας που τελειώ νει π ά ντοτε με θυμό. Βγαίνω από το μέρος αυτό όπου αισθάνομαι ό τι δεν μπορώ να κάνω τίπ ο τε απολύτως. Είναι ανεξήγη τη η αίσθηση αυτή που λέω, σίγουρα όμως έχει να κάνει με τους ζωτικούς δεσμούς που έχω με το ν κό σμο εκείνου που αγαπάω. Είναι η αρχή της εξόδου. Απέχει πολύ από το να είναι η έξοδος, είναι όμως η αρχή τη ς εξόδου — μια απόπειρα να πάρω απόφαση σ το μυαλό μου, αυτό που σ τη ν πράξη δεν μπορώ να αποφασί σω. Η αρχή της εξόδου λέγετα ι «τα ύ τισ η » και με φέρνει πιο κ οντά σ τη ν έναρξη της φάσης της δημιουργικότητας. Από τη συντριβή και μετά. αρχίζει η διαδικασία της ταύτισης με ορισμένες πλευρές εκείνου που πέθανε. Μ ε ρικές φορές φθάνει κανείς ώς τη ν εξιδανίκευση κάποιων χαρακτηριστικών του. για να μπορέσει να τα οικειοποιηθεί. Ο τα ν η διαδικασία εξελίσσεται μέσα σε φυσιολογικά πλαίσια, αποτελεί μια επανεκτίμηση λίγο υπερβολική τω ν πραγματικών α ρ ετώ ν του θανόντα, και αφήνει χώρο για μια δίκαιη, μεταγενέστερη κριτική. Ας υποθέσουμε ό τι μιλάω για ένα παιδί που πέθανε και λέω: «Ή τα ν τόσο έξυπνο, το ηιο έξυπνο σ τη ν τάξη, ήταν κα ταπληκτικό, ήταν προορισμένο για μεγάλα πράγματα». Αν συνεχίσω να λ έω ότι ήταν η προσωποποίηση του τέλειου, ότι δεν γεννήθηκε ποτέ εξυ π νότερο παιδί, ό τι ήταν υπερ βολικά καλό γι’ α υτόν το ν κόσμο, γι’ αυτό το πήρε ο Θεός κ οντά του. χάθηκα. Πήρα λάθος δρ>όμο. και η επανεκτίμη ση έγινε εξιδανίκευση. Δ ε ν βλέπω πια τα πράγματα όπως βίναι. Δ ε ν υπάρχει τίποτε χειρότερο από το να συγχέω τη ν βκτίμηση με τη ν εξιδανίκευση. Το πρώτο, μου επιτρέπει να 139
ΧΟΡΧΚ Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ επ εξεργαστώ το ν πόνο· το δεύτερο είναι, δυστυχώς, ένας τρόπος για να μη βγω ποτέ απ’ αυτόν. Πόνεσα και έκλαψα για τη ν απουσία της. Και μετά. κάποια στιγμή συνειδητοποιώ ό τι μ’ ευχαριστεί να ακούω μουσι κή, εν ώ πρώτα δεν άκουγα μουσική ποτέ... Αρχίζει να μου αρέσει να μαγειρεύω, όπως άρεσε και σ ’ εκείνη ό τα ν μα γείρευα καμιά φορά στη ζωή μου. Αρχίζω να απολαμβάνω τις βόλτες σ το ν καθαρό αέρα, που δεν τις κατάλαβα ποτέ. Δοκιμάζω τα σπιτικά γλυκά που άφησε και που τό σο πολύ της άρεσαν, και καταλήγω να λέω: «Τσκς καημένους τονς γέρονς... μια ζωή τονς κορόιδενα που νιώθουν τόση νοσταλ γία για τα παλιά, και τώρα κάνω κι εγώ τα ίδια». Α υ τό είναι το κόστος της αθεράπευτης ταύτισης με το πρό σωπο που δεν υπάρχει πια. H ταύτιση αρχίζει ό τα ν συνει δητοποιώ σε πόσα πράγματα μοιάζαμε, και τελειώ νει όταν. χωρίς καλά καλά να το καταλάβω, αρχίζω να κάνω πράγ ματα που δεν έκανα ποτέ, σαν να θέλω να σταμ ατήσω να του μοιάζω.
Η διαδικασία της ταύτισης, γέφυρα με αυτό που ακολουθεί Γιατί γέφυρα; Γιατί σημαίνει ό τι αρχίζω να βγαίνω. Μα γιατί; Γιατί χωρίς ταύτιση δεν μπορεί να υπάρξει δημιουργικό τητα. Τι σημαίνει δημιουργικότητα; 140
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ Ο Ν Δ Α Κ Ρ Υ Ω Ν Σημαίνει ό τι αρχίζο) να κάνω πράγματα που τα α φ ιερώ νω σ το άτομο αυτό. ή τουλάχιστον έχω επίγνωση ό τι μου τα ενέπνευσε η σχέση που είχαμε. Στη φάση αυτή, θα ζω ντα νέψ ω με τη συναισθηματική αλχημεΐα. Θ α μάθω να μετατρέπω τη ν ενέργεια που δέσμευε ο π ό νος σε δημιουργική θράση. Α υ τή είναι η αρχή του καινούργιου: η αναδημιουργία της ζω τική ς ενέργειας. Α υ τό είναι η αρχή: να καταφέρω να α νο ίξω δρόμο σε κάτι που, κατά κάποιον τρόπο, θα αποβεί χρήσιμο για τη ζωή τη δική μου ή τω ν άλλων. Εμπνεικτμένες από την ιδιότυπη δομή τω ν ομάδων αυτοβοήθείας (που εξαπλώθηκαν σ' όλον το ν κόσμο μετά την επιτυχη μένη εμπειρία τω ν Ανώνυμων Αλκοολικών), έχουν δημιουργηΟεί αναρίθμητες ομάδες αυτοδιαχείρισης, ομάδες ατόμων που μοιράζονται αυτό που τους συνέβη. Υπάρχουν ομάδες γονέω ν που έχασαν το παιδί τους. ομάδες ορφανών παιδιών, ομάδες συ γγενώ ν θυμάτων κάποιου δυστι^χήματος, ομάδες ατόμων που πάσχουν από τη ν ίδια ασθένεια μ’ εμένα. «Ο μ άδες εργα σίας» που ασχολούνται με τη ν προσφορά βοήθειας σ ’ εκείνους που περνάνε ένα κομμάτι του δρόμου που πέρασα κι εγώ. Υ λοποιούν αυτό που αποκαλώ «δημι ουργικό πένθος», και προσφέρουν έργο σ τη ρ ίζοντα ς εκεί νους που τώ ρ α βρίσκονται σε μια δύσκολη στιγμή. Αυτή είναι η δημιουργική φάση. Η φάση της μ ετα τρο πής του πένθους, που ήταν μόνο οδύνη και απομόνωση, σε μια ιστορία που δίνει π ρόσθετο νόημα σ τη ζωή σου. Α ν μπορεί κανείς να το κάνει αυτό, τό τε θα φτάσει σ τη ν «αποδοχή». 141
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ
Η τελενταία φάση του δρόμου των δακρύων Η αποδοχή είναι, τελικά, το ισοδύναμο της επούλωσης. Τι σημαίνει εδώ «αποδέχομαι»; Είχαμε, <σως, ήδη παραιτηθεί από πριν. Είχαμε καταλά βει ότι δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα για ν' αλλάξου με ό,τι έγινε... Τότε, λοιπόν... τι ά λλο μένει ν ’ αποδεχθούμε; Η αποδοχή σε μια διεργασία πένθους, σημαίνει δύο πράγματα. Το πρώ το είναι ο «διαχωρισμός». Δ εν είναι ωραία λέξη, αλλά δεν υπάρχει άλλη. Ν α διαχωρίσω το ν εαυτό μου από το άτομο που πέθανε, να το αποχωριστώ, να διαφοροποιη θώ, να δεχτώ χωρίς να αφήνω κανένα περιθώριο ότι το άτο μο εκείνο πέθανε, ενώ εγώ όχι. Που σημαίνει ότι ο νεκρός δεν είμαι εγώ. Που σημαίνει ό τι η ζωή τελείω σε για εκείνον ή εκείνη, αλλά όχι για μένα. Που σημαίνει ό τι επανατοποθετούμαι ω ς προς τη ζωή που ακολουθεί. Το δεύτερο νόημα της αποδοχής είναι η «εσωτερίκευση». θυμηθείτε: περάσαμε από τη ν ταύτιση (εκείνος ήταν<^ όπως εγώ ) και το ν διαχωρισμό (αλλά δεν ήταν εγώ). Και ασφαλώς, εγώ δεν θα ήμουν αυτός που είμαι, αν δεν είχα γνω ρίσει αυτόν το ν άνθρωπο. Κάτι από κείνον έμεινε μέσα μου. Α υ τό είναι η εσωτερίκευση. Συνειδητοποιώ αυτά που μου άφησε ο άλλος και ξέρω καλά ότι γι’ αυτό είναι ο λ ο ζώ ντα να μέσα μου όσα έμαθα, ανακάλυψα και έζησα. Ο Λακάν, ένας καταπληκτικός άνθρωπος με το ν οποίον εκ πρώτης όψεως συμφωνώ σε πολύ λίγα πράγματα, αλλά κατά βάθος σε πάρα πολλά, έχει πει κάτι καταπληκτικό σε σχέση με το πένθος:
142
ο Δ Ρ Ο Μ Ο Σ Τ Π Ν Δ Α Κ ΡΎ ίΙΝ
ΚλαΪΕΐ κανείς για κεϊνονς χάρη στονς οποίους είναι αυτός που είναι.
__________________________________________________ J_____ Κι εμένα μου φαίνεται απ ίστευτα σοφή αυτή η σκέψη, αυτή η ιδέα. Μ ου φαίνεται πως ό,τι έγινα κι ό,τι είμαι (το ξέρω καλά, α λλ ά δεν θα ά λλα ζε τίπ οτα κι αν δεν το ήξερα), τ ο οφ είλω σ ’ α υ τόν το ν άνβρωπο. Ολα τα πλάσματα που αγαπώ σ το ν κόσμο, έχουν σχέση μ’ α υτό που είμαι εγ ώ σήμερα. Και θέλω εδώ να διευκρινίσω ότι, παρόλο που ακολουθού με τη γραμμή του πένθους για το ν θά νατο ενός αγαπημέ νου προσώπου, αυτό δεν σ υ μ π ίν ε ι μόνο με το ν θάνατο. Κάθε φορά που κλαίω για μιαν απώλεια, ακόμη και σ τη ν περίπτωση του διαζυγίου (ή, κυρίως σ τη ν περίπτωση του διαζυγίου), κλαίω για τί έχασα το ν άνθρωπο που, είτε μου άρεσε είτε όχι, υπήρξε καθοριστικός για να είμαι εγ ώ σήμε ρα αυτός που είμαι. Λ έγαμε σ τη ν αρχή αυτού του βιβλίου ό τι δεν έχει σημασία ο χρόνος που περάσατε μαζί, δεν έχει σημασία αν σου πή ραν ή όχι αυτό για το οποίο κλαις, αν τ ο άφησες για κάτι καλύτερο ή τ ο εγκατέλειψ ες έτσι, χωρίς λόγο... Ό λ α αυτά δεν έχουν σημασία. Ο πόνος της απώλειας οφ είλετα ι σ το α ντίο που λες σ ’ εκείνον το ν άνθρωπο, τ ο πράγμα, τη ν κα τά σ τα σ η ή τη σχέση που σε έκανε — κατά κάποιον τρ ό π ο— . να είσαι αυτός που είσαι. Και εδώ τελειώ νει ο δρόμος. Γιατί; Γιατί ό τα ν συνειδητοποιήσω ό τι όσα μου έδωσέ^ αυτός ο άνθρωπος δεν τα πήρε μαζί του, ό τι μπορώ να κρα- / 143
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ τή σ ω μέσα μου όλα εκείνα που μου άφησε, καταλαβαίνω ό τι αυτός eivat ένας τρόττος για να το ν έχω μαζί μου. Ο διαχωρισμός και η εσωτερίκεικτη θα μου επιτρέψουν να δ ε χ τώ ότι μπορώ να συνεχϊσω τη ζωή μου, παρόλο που κι εδώ, όπως σε όλα τα σωματικά τραύματα, θα μείνει μια ουλή. Για πάντα; Για πάντα. Δ ε ν το ξεπερνάει λοιπόν αυτό κανείς; Τ ο ξεπερνάει, αλλά δεν το ξεχνάει. Οι ουλές, αν έχει πάει καλά η διεργασία, δεν πονάνε πια, ’ και με το ν καιρό προσομοιάζουν σ το υπόλοιπο δέρμα. Σχε δ ό ν δεν διακρίνονται, είναι όμως εκεί. Ό τα ν μιλάω γι’ αυτό. χτυπάω τ ο αριστερό μου πόδι και λέω: Να, εδώ, αυτή civat η ουλή αηό τη ν ηληγή που iyive τό τε που τραυματίστηκα... όταν ήμουν δέκα χρόνων. Αν με ηονάει: Όχι, ούτε και όταν τη χτυηάω , έτσι. Δ εν πονάει. Αν κοιτάξω, όμως, από κοντά... η ουλή υπάρχει.
ΦΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΠΕΝβΟΥΣ
I. Δυσπιστία
144
Παράλυση Αρνηση Σύγχυση
ο ΛΡΟΜΟΣ Τ η Ν Δ Α Κ Ρ Υ Ω Ν
II. Παλίνδρόμηση
Έκρηξη κλάματος Λύσσα Απελπισία
III. Οργή
Για το ν υπεύθυνο του θανάτου Για το ν θα νόντα που μ’ εγκατέλειψ ε
IV. Ενοχή
I Ιου δεν μπόρεσα να το ν σώ σ ω Γι’ αυτά που δεν έκανα
V. Συντριβή
Αδυναμία Ανησυχία Ψευδαισθήσεις Εξιδανϊκευση Αίσθηση εξουθένωσης
V I. Δημιουργι κότητα
Πράξη αφιερωμένη Πράξη εμπνευσμένη Ταύτιση
V II, Αποδοχή
Διαχωρισμός ΕσωτερΙκευση
Έμαθα τη ν ύπαρξη της Μ α ξίν ΚουμΙν* από το βιβλίο τής Τ ζο ύ ντιθ Βιόρστ. Δ εν θα μπορούσε να τελειώ σει α λλιώ ς το κεφάλαιο αυτό 1. Αμερικανίδα ποιήτρια και (τυγγραφέας. εβραϊκής καταγωγής. (Σ.τ.Μ .)
145
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ παρά με τη ν ταπεινή εκ μέρους μου απόδοση του ποιήματός τη ς με το ν τίτλο: «Ο άνθρωπος τω ν π ολλώ ν γραμμάτων», που έγραφε ό τα ν πέθανε ο αδελφός της μετά από μακριά και επώδυνη νευρολογική ααθένεια. Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ Τ ίΙΝ MOAAiJN ΓΡΑΜ Μ ΑΤίΙΝ 'Οταν μάθαμε τα ονόματα της α ρρώ στια ς σου, είπαμε ψέματα σαν τα μέλη κάποιον συμβονλϊον. Και ορκιστήκαμε όλοι να φυλάξουμε τα χαρτιά μας έως τη ν τελευτα ία πράξη υπό τις προσταγές σου. Σ τη ν αρχή ήταν σχεδόν εύκολο, η α ρρώ στια σε ανάγκασε να παραιτηθείς από το α ριστερό σου χέρι, α λλά μεγάλωσε το δεξί και ήτα ν πιο καλά εκπαιδευμένο, σαν ταχυδακτυλουργός α πα ιτητικού βασιλιά. και ότα ν το δεξί σου πόδι αναίσθητο σε πρόδωσε, σε βοήθησε το μ παστούνι ορειβασίας που είχε ο μπαμπάς για να πηγαίνει τη ν Κυριακή σ τη λειτουργία. Βέβαια, το πεδίο της μάχης μίκραινε από μήνα σε μήνα. Ό τα ν δεν μπορούσες πια να καταπιείς το κρέας βράζαμε και αλέθαμε το φ αγητό σου και λυγίζαμε το καλαμάκι για να πιεις τη σοκολάτα. Κι όταν αργότερα... σταμά τησες να μιλάς. μπορούσες ακόμη να γράφεις ερω τήσεις και απαντήσεις σ τη μαγική πλάκα που κρατήσαμε από τό τε που ήμαστε παιδιά. Σήκωνες, απλώς, την πλάκα 146
ο ΔΡΟΜΟΣ
ΤΩ Ν ΔΑΚΡΥΩΝ
και ξανάρχιζες. Τρεις μήνες ηριν αηό το θάνατό σου, τι τύχη!, πηγαίναμε βόλτες και γυρίζαμε σ του ς δρόμους του αγαπημένου μας χωριού, για να ανακαλύψουμε τη ν άνοιξη ακολουθώντας τα ανθισμένα χνάρια της. Κι εσύ. αδελφέ μου, έγραφες τα ονόματα και του παραμικρού λουλουδιού που αγνοούσα εγώ. Βροχή της σπηλιάς. Σπ ιρούνι του λευκόκρινου. Κι έγραφες ακόμη, σ τη ν πλάκα, πασχαλιά, μανόλια, πικροδάφνη, γαρύφαλλο. Αχ! Άνθρωπε τω ν πολλώ ν γραμμάτων. Αχ! Αδελφέ μου αγαπημένε. Αχ! Φάντασμά μου έξυπνο τη ς βοτανικής. θ α ήθελα να μην προφέρω, π οτέ ξανά, εκείνα τα παράξενα ονόματα τω ν φυτών. 6>α ήθελα να τις φυλάξω α υτές τις λέξεις. Ν α τις κρύψω... σαν να ήτα ν μαγικά. Ν α τις κρατήσω για να σε καλώ... κάθε φορά που μου λείπεις.
147
6 M
eta t o te pm a to y δρο μ ο υ
Τη χειρότερη στιγμή της ζωής μου, όταν η οδύνη είχε γίνει ανυπόφορη κι όλα έμοιαζαν να έχουν χάσει το νόημά τους, ένα χέρι απλωμένο μου έδωσε τη δύναμη να παλέψω για να βγω από το πηγάδι. Ή τα ν το χέρι που είχα πιο πολύ ανάγκη, τη ς γυναίκας μου που πέθανε πριν ένα χρόνο, και μου έλεγε απλά σ τα όνειρά μου... Δ εν μπορώ να σε βλέπω έτσι... Π Α ΐΡΙΚ ΤΖΕΝΝΙΝΓΚΣ
ΘΕΠΡΟΥΜΚ ΟΤΙ ΚΑΠΟΙΟΣ έχει επ εξεργα στεί το πένθος του, ό τα ν είναι σε θέση να σκ έφ τετα ι α υτόν που πέθανε χ ω ρίς το ν έν το ν ο πόνο που ένιωθε πριν. Ό τ α ν είναι σε θέση να επενδύσει ξανά συναισθηματικά στη ζωή και στους ζω ν τ α νούς. Ό τα ν μπορεί να προσαρμοστεί σε καινούργιες κατα στάσεις. Ο ταν, έ σ τω και για μια στιγμή, αισθάνεται ηρεμία, ευγνωμ οσύνη και γαλήνη. Ό μως, ακόμα κι αυτή τη στιγμή, κάτι μένει για τ ο πέν θος. Κ άτι «μ ετά τη ν επούλωση». Ο χρόνος μετά. 148
ο ΔΡΟΜ ΟΣ
ΊΏ Ν ΔΑΚΡΥΠΝ
Έχω διαννσει όλον τον δρόμο τω ν δακρύων. Βήμα βήμα, από τη μιαν άκρη σ τη ν άλλη. Γιατί μένει ακόμη κάτι; Επειδή, όποιος επ εξεργά ζετα ι το πένθος, δεν ξεχνάει τη ν απώλεια μόλις τελειώ σει αυτή η διαδικασία. Ό τα ν έρχονται τα γενέθλια του αγαπημένου μας που πέθανε, η επέτειος γάμου, τα γενέθλια του εγγο νο ϋ ή τα Χ ριστούγεννα... κάθε τέτο ια στιγμή ξαναζεί κανείς τη ν ιστορία. Η ουλή κοκκινίζει κάπα>ς και ξαναπονάει λιγάκι. Πρόκειται, όπως λένε τα βιβλία, για τις «Α ντιδ ρά σεις επ ετεί ου » που εγώ προτιμώ να ονομάζω: «Η ανάμνηση τη ς ουλής», για τί όλα αυτά συμβαίνουν σαν να μην είμαι εγ ώ που θυμά μαι. α λλά ο ξαφνικός πόνος γι’ α υ τόν που μου θυμίζει το πα ρελθόν. Ο σο κι αν είναι σίγουρο ό τι χρόνο με το χρόνο οι ου λές μιλάνε με όλο και πιο αδύναμη φωνή, καμιά φορά περνάει καιρός μέχρι να πάψουν να μας θυμίζουν α υ τόν που χάσαμε. Και σίγουρα υπάρχουν ουλές με γερό μνημονικό — κι αυτές πονάνε για πάντα.
Η περίοδος του πένθους Π όσο διαρκεί το φυσιολογικό πένθος; Υπάρχει φυσιολογική περίοδος πένθους; Τα βιβλία λένε ναι, οι ασθενείς λένε όχι. Κι εγώ έχω μάθει να πιστεύω τους ασθενείς. Η αλήθεια είναι πως αν υπάρχει αυτή η περίοδος, ποικίλει τό σ ο πολύ και εξα ρτά τα ι από τόσους παράγοντες, ώ σ τε είναι αδύνατον να προβλεφθεί. Ο καθένας έχει τους δικούς του ρυθμούς. Ο πωσδήποτε, όμως, πιστεύω ό τι υπάρχει μια ελάχιστη περίοδος. 149
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ Μ ου είναι δύσκολο να το πκεφτώ, και θα έλεγα ψέμα τα αν υποστήριζα ό τι μπορεϊ να τελειώ σει η επεξεργασία του πένθους για ένα αγαπημένο πρόσωπο σε λ ιγότερ ο από ένα χρόνο. Γιατί βάζω το όριο του χρόνου από μόνος μου; Επειδή, μέσα σε ένα χρόνο, πολλά πράγματα θα συμβούν για «π ρ ώ τη φορά». Και κάθε πρώτη φορά είναι οδυ νηρή. Γιατί είναι η πρώτη φορά χωρίς αυτόν ή αυτήν. Ο πρώτος χρόνος είναι συνήθως, όσο κι αν μας πονάει, ένας οδυνηρός κατάλογος από στιγμές κατά τις οποίες πρωτοεμφανίζεται ένα καινούργιο πένθος. Κάθε μια από αυτές τις στιγμές λειτουργεί σαν ένα μικρό τούνελ του χρόνου... μέσα απ’ το οποίο επιστρέφει κανείς σ το βίωμα του παρελθόντος. Κι αυτό θα συμβεί πολ λές φορές. Παρόλίΐ που, ευτυχώς, κάθε φορά ξέρεις όλο και περισσότερα, έχεις μάθει καλύτερα το ν δρόμο της επ ιστρο φής. Τα δεύτερα Χ ρ ιστού γεννα είναι σχεδόν πά ντοτε λιγότερ ο οδυνηρά οπό τα πρώτα. Η φυσιολογική περίοδος ανταποκρίνεται, ίσως, σ ’ αυτό που έλεγα ν οι γιαγιάδες μας; Ένας μήνας ολοκληρωτικό πένθος. Έ ξι μήνες πένθος βαρύ. Έ νας χρόνος μέτριο πένθος. Είκοσι τέσσερις μήνες κρατάνε οι περιορισμοί. Οι χρονικές αυτές περίοδοι μοιάζουν αρκετά με τις ψ υχολο γικές περιόδους τις οποίες αναφέρουν όσοι πέρασαν το ν δρ ό μο τω ν δακρύων για τη ν απώλεια ενός ιδιαίτερα αγαπημένου προσώπου.
15 0
ο ΔΡΟΜ ΟΣ
Τ ίίΝ Δ Α Κ Ρ Υ Π Ν
Ο π ρ ώ τος μήνας είναι τρομερός, οι πρώ τοι έξι μήνες είναι πολύ δύσκολοι, ο π ρώ τος χρόνος είναι αρκετά προβλημα τικός, κι από κει κι έπειτα ο χρόνος αρχίζει να γίνεται πιο ομαλός. Δ ε ν πρέπει να ξεχνάμε ότι αν έζησε κανείς όλη του σχεδόν τη ζωή ξέροντα ς ό τι υπάρχει ο άλλος, το πένθος για τη ν απουσία του σημαίνει ό τι τώ ρα ξεκινάει μια καινούργια ιστορία. Σχετικά με αυτά που λέγαμε πριν (για το σύνδρομο «τη ς πρώτης φ οράς»), θα είχα να προσθέσω ότι το πένθος για το ν θάνατο ενός προσφιλούς προσώπου δεν θα μπορούσε να διαρκέσει ποτέ λιγότερο από έναν χρόνο κι ούτε πολύ πε ρισσότερο από δυόμισι χρόνια, εκτός αν το διακόψει κάτι. Ακόμη, νομίζω ό τι αν συνεχίζει κανείς μετά το ν π ρώ το χρόνο να είναι καθηλωμένος σ το σημείο τη ς πρώ της μέρας, θα πρέπει να ζητήσει βοήθεια. Μ ερικές φορές είναι απαραί τη τ ο να έχω κάποιον δίπλα μου όσο κρατάει αυτή η διαδι κασία, έσ τω και μόνο για να μου δείχνει προς τα πού fiei! είναι η έξοδος του λαβυρίνθου. Τα ζευγάρια δεν δουλεύουν με επιστημονικά δεδομένα, ούτε λειτουργούν υπό θεραπευτική επιτήρηση. Δ ε ν έχουν επαγγελματικούς σκοπούς, συ νεργά ζονται, όμως, ξεκ ινώ ντα ς μαζί από το θαυμαστό σημείο της ιστορίας του ζεν: Ο Τσενγκ-χον έχει χαθεί μέσα σ ’ έναν λαβύρινθο. Α πό το κε ντρικό σημείο, ξεκινούν πενήντα διαφορετικοί δρόμοι. Ήδη το ν πήρε μια εβδομάδα να εξερεννήσει τονς εννέα. «Α ν δεν με βοηθήσει η τύ χ η » μονολογεί, « θα πεθάνω και δεν θα έχω βρει τον σω στό δρόμο.» Μ ε τη ακέψη α ντή διαρκώς σ το μναλό του, συναντάει τον Σ ιν-τζου. Δ εν γνωρίζονται, αλλά ο Τσενγκ πιστεύει πως ο Σ ιν είναι η λύση σ το πρόβλημά τον. 151
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ «Τι τύχη να σε συνα ντήσω !» λέει ο Τσενγκ. «Χάθηκα μέσα σε τόσους δρόμους. Εσύ θα ξέρεις να μον πεις ποιος δρό μος θα με βγάλει σ τη ν έξοδο.» «Κ ι εγώ έχω χα θ εί» ατταντάει ο Σιν. *Τι α τυ χ ία » μουρμουρίζει ο Τσενγκ, «να βρω κάποιον κι αυτός να είναι τελείω ς άχρηστος...» «Γ ια τί λες πως είμαι ά χρηστος;» τον ρω τά ει ο Σιν. «Μ α , είπες ό τι κι εσύ έχεις χαθεί...» του απαντάει ο Τσενγκ, σαν να ήταν ολοφάνερα σω στός ο συλλογισμός του. «Φ αντάζομαι ό τι έχεις ήδη δοκιμάσει κάποιους δρόμους και δεν κατάφερες να βρεις τη ν έξοδο. Δοκίμασα κι εγώ ά λ λους δώδεκα που δεν οδηγούσαν πουθενά. Οι δυο μας μαζί ξέρουμε πολύ περισσότερα για τον λαβύρινθο α π ’ ό,τι πριν συναντηθούμε, κι αυτό είναι χωρίς αμφιβολία καλύτερο από το τίπ ο τα .» Είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς πόσο χρόνο θα του πά ρει η διαδικασία της επανάκτησης της ψυχικής του ισορ ροπίας. Κάποιοι μπορεί να το καταφέρουν σε λίγους μήνες, άλλοι θα χρειαστούν χρόνια. Το χρονικό διάστημα που θα απαιτηθεΐ, εξα ρτότα ι από πολλές παραμέτρους. Η επέμβα σή τους δημιουργεί και διαφορετικούς τρόπους μέτρησης. Ο βαθμός προσκόλλησης σ το ν θα νόντα (το είδος της σχέ σης), η ένταση του αρχικού σοκ, η παρουσία ή η απουσία προηγούμενης θλίψης (αν το άτομο ήταν θλιμμένο πριν από το ν θάνατο του προσφιλούς προσώπου, αν υπέφερε από κάποια χρόνια ασθένεια ή μόνο λόγα> του αναμενόμενου θανάτου). Ί α χαρακτηριστικά του επ ιζώ ντα (προσωπικότη τα επιρρεπής σ τη θλίψη, ανασφαλής, αγχώδης, με χαμηλή αυτοεκτίμηση, υπερβολικές αυτοκατηγορίες, προηγούμενη ψυχική ασθένεια ή σωματική ανεπάρκεια, προηγούμενο πένθος που δεν έληξε, α νικανότητα έκφρασης συναισθη 152
ο ΔΡΟΜ ΟΣ Τ Ω Ν
ΔΑΚΡΥΩΝ
μάτων), παράλληλες κρίσεις (σοβαρά προβλήματα που πα ρουσιάζονται το ίδιο διάστημα), πολλαπλές υποχρεώσεις (ανατροφή τω ν παιδιών, οικονομικές δυσκολίες, κ.λπ.), διαθέσιμη κοινωνική υποστήριξη, τα χαρακτηριστικά του θανάτου (θάνατος αιφνίδιος ή αναμενόμενος), η κοινωνι κοοικονομική κατάσταση και η θρησκευτικότητα, είναι με ρικοί από τους π α ρά γοντες που επηρεάζουν τη ν διάρκεια του πένθους. Έ τσι, είναι πιθανό ό τι ο καθένας θα χρειαστεί διαφορετικό χρόνο για να συνελθεί και να επανακτήσει την ψυχική του ισορροπία. Οι θεραπευτές που ασκούν συστημική θεραπεία υποστηρί ζουν ό τι η ζωή μας λειτουργεί σαν ένα σύστημα, όπου κάθε γρανάζι έχει άμεση σχέση με τα υπόλοιπα. Αν αφαιρέσουμε ένα γρανάζι, όσο μικρό κι αν είναι, θα αλλάξει ολόκληρο το σύστημα. Ό σ οι ασθενείς βρίσκονται σε πένθος λένε: «Τ ίπ ο τε δεν είναι τ ο ίδιο όπως π ρώ τα». Κι έχουν δίκιο. Επανατοποθετούμαι, σημαίνει ό τι ξέρω τι πρόκειται να κάνω με τη ν καινούργια κατάσταση, τό σ ο από μια σκοπιά ανώ τερη πνευματικά και συναισθηματικά, όσο και από μια σκοπιά κοινότοπη, ταπεινή και υλιστική. Σημαίνει, υποθέτω, ό τι Οα πρέπει να ασχοληθώ και με τη διαχείριση τω ν χρημάτων που διαχειριζόταν εκείνος όλη του τη ζωή. Σημαίνει, ακόμη, ό τι θα πρέπει να ασχοληθώ με το σπίτι, τη ν οικογένεια, τα κληρονομικά και το καινούργιο μου σχέδιο ζωής. Σημαίνει ότι ασχολούμαι με πράγματα κουραστικά, που δεν μου αρέσουν, τη στιγμή που δεν έχω τη ν παραμικρή διά θεση για κάτι τέτοιο. Είναι ένα φοβερό καθήκον, αλλά πρέ πει να το κάνω ενώ ασχολούμαι όπως μπορώ με τη θέση που 153
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ πρόκειται να δ ώ σ ω σ τη ν εσωτερικευμένη εικόνα εκείνου που χάθηκε. Ιδού, λοιπόν, οι στόχοι του πένθους: Επεξεργάζομαι Επανατοποθετούμαι Ξ αναβρίσκω τον εαυτό μου
Τρία εμπόδια που έχουμε να υπερνικήσουμε. Αν δεν εκπλη ρώσουμε κάποιο από αυτά τα καθήκοντα, θα καταλήξουμε να ανηφορίζουμε αγκομαχώντας μ’ ένα πτώμα α την πλάτη. Αναμφισβήτητα, υπάρχουν πράγματα που βοηθάνε σ τη ν πορεία και άλλα που τη δυσκολεύουν. Ανάμεσα σ τα πράγ ματα που τη ν κάνουν ευκολότερη, είναι οι ιεροτελεστίες. Ημουν πάντα α ντίθ ετο ς σ τις ιεροτελεστίες. Μ ου «ραίνο ντα ν π ά ντο τε παράλογες, ιδίως εκείνες που είχαν σχέση με το ν θάνατο. Η αλήθεια είναι ότι η ανθρωπότητα συνεχώς απομακρύ νεται από τις ιεροτελεστίες και γίνεται όλο και πιο φοβισμέ νη σε σχέση με το γεγονός αυτό. Ο θάνατος είναι στις συνα ναστροφές μας μια έννοια ταμπού* απαγορευμένη. Είναι από τα πράγματα που απαγορεύεται να κατονομάζει κανείς, ή να τα αγγίζει, γιατί είναι ιερά. Τουλάχιστον μία φορά τη ν εβδομάδα, ή κάθε δεκαπέ ν τε μέρες, χτυπάει το τη λέφ ω νο σ το ιατρείο... Κάποιος με ρωτάει: «Πέθανε... (ο θείος, η πεθερά μου, ο πρώην σύζυγός μου). Π ρέ πει να πάει ο μικρός σ τη ν κηδεία ή ό χι;» «Πέθανε η γιαγιά. 154
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ ίΙΝ Δ Α Κ Ρ Υ ίίΝ Επιτρέπεται να παρενρίσκονται τα παιδιά σ τη ν αγρυπνία για τη νεκρή;» κΠέθανε η νύφη μου, η μαμά τω ν ανιψιών μου. Τι πρέπει να πω σ τα παιδιά;» Σ αν να αμφιβάλλει κανείς αν είναι σ ω σ τό να ξέρουν τα παι διά ό τι ο θά νατος είναι μια αλήθεια, μια πραγματικότητα. Σαν να είναι καλύτερο να τους πούμε ψέματα, να τα αφήσουμε να πιστεύουν σε μια ψεύτικη αιω νιότητα , και να μη μάθουν, γιατί είναι μικρά και θα πονέσουν. Δ ε ν έχει όνομα α υτό που κάνουμε σ τα παιδιά μας ό τα ν τους κρύβουμε τον θάνατο. Δ ε ν υπάρχει τρόπος για να εκτιμή σουμε τις συνέπειες από τη ν ιδέα που τους υποβάλλουμε, ό τι μπορεί και να υπάρχει αθανασία. Α υ τό έχει οπωσδήποτε σχέση με τη ν απομάκρυνσή μας από τις ιεροτελεστίες. Οι ιερο τελεστίες έχουν σχεδιαστεί για να μαθαίνει ο άνθρωπος, να εξοικειώνεται και να μπορεί να προσαρμόζεται σε διάφορα πράγματα. Ένα από αυτά, είναι να μπορέσει να αποδεχτεί το γεγονός του θανάτου και να δεχτεί τη ν επεξεργασία του πένθους. Οι ιερ ο τελ εσ τίες έχουν να κάνουν με τη λειτουργία τη ς απο δοχής ό τι ο νεκρός είναι νεκρός. Επίσης, δηλώνουν ότι δικαι ούσαι να εκφράζεις δημόσια το ν πόνο σου, πράγμα που, όπως είδαμε, έχει μεγάλη σημασία για τη διαδικασία. Από τους ασθενείς μου έμαθα κι εγ ώ πως οι ιερ ο τελ ε στίες είναι σημαντικές. Α υ τό ειδικά, το έμαθα από κάποιαν ασθενή που μου είπε μια μέρα ό τι πήγαινε σ τ ο νεκ ροτα φείο κάθε Κυριακή. Επισκεπτόταν το ν τάφ ο του πεθαμένου συζύγου της. Θυμάμαι που τη ρώ τη σα — καθόλου αθώα; «Κυρία Ρακέλ, είναι ανάγκη να πηγαίνετε κάθε Κυριακή; 155
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ Δ ε ν μπορείτε να μην πάτε μια βόομάθα;» Κι εκείνη μου απάντησε; «Δ ε ν Θέλω να ίτας φέρω αντίρρηση, γιατρέ, ξέρω ό τι θέλετε να με βοηθήσετε. Όμωα, δεν γίνεται. Το δοκίμασα ηριν έρθω σ ' εσάς, προσπάθησα να στα μ α τήσω να πηγαίνω... Αν δεν πάω, όμως, σ το νεκροταφείο τη ν Κυριακή, αισθάνο μαι άσχημα μετά ύλη τη ν εβδομάδα». Ί'ό τε αοβάρεψα και της είπα τη γνώμη μου; «Α ισ θ ά νεσ τε άσχημα αν δεν πάτε, για τί έχετε ενοχές». Η Ρακέλ μού είπε με συμπάθεια: «Ό χι, γιατρέ. Για τί να έχω ενοχές... Πάνε τώρα δύο χρόνια που πέθανε ο άντρας μου. Δ εν αισθάνομαι ενοχές. Ξέρω τι γίνεται... Πάω εκεί, λυπάμαι για λίγο, κλαίω, του μιλάω λίγα λεπτά, και μ ετά φεύγω. Εκτός από τη ν Κυριακή, τις άλλες μέρες δεν κλαίω. Αν δεν πάω, όμως, κλαίω συνέχεια όλη τη βδομάδα. Το νεκροταφείο μού προσφέρει τον χώρο και τον χρόνο για να κλάψω.» Ε ντυπωσιάστηκα και κατάλαβα πόσο λάθος είχα. Βοη θάει πραγματικά να επιλέγεις έναν συγκεκριμένο χώρο, μια στιγμή κι ένα μέρος όπου θα έρχεσαι σε επαφή με το ν πόνο. Είναι μια ιερ ο τελεστία που βάζει σε τάξη κάποια πράγματα και σε προστατεύει από άλλα. Μ ια ιερ ο τελεστία που σου προσφέρει έναν χώρο σοβαρό και μια ώρα ειλικρινή όπου μπορείς να εκφράσεις α υτό που αισθάνεσαι, για να μην το εκφράζεις σε οποιοδήποτε μέρος, οποιαδήποτε στιγμή. Αυτή είναι η ιστορία. Η ιστορία του: «αφήνω να φύγει». Ό σ ο το ν έχω μαζί μου, το ν έχω. Ό τα ν δεν το ν έχω. δεν το ν έχω πια. θ έ λ ε ις να φύγεις;... Αποφάσισες να φύγεις;... Εντάξει. Θ έλεις να μείνεις;... Αποφάσισες να μείνεις;... Εντάξει. Α λ λ ά ό σ ο είσαι μαζί μου, θέλω να είσαι μαζί μου. Έτσι. Συμμετέχοντας ενεργά και με ένταση. 156
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ T O N Δ Α Κ Ρ Υ Ω Ν
Β ιώνω τη σχέση με τους φίλους μου όσο γίνεται πιο έντονα. Έρχεται μια μέρα ένας φίλος και μου λέει: «Φεύγα»*. Σίγου ρα θα του πω: « Δ ε ν θέλω να φύγεις». Εκείνος, ασφαλώς, θα μου απαντήσει «ε γ ώ π ά ντω ς θα φύγω...» κι εγώ θα το ν αφήσω να φύγει. Ένας από τους καλύτερους φίλους που έχω σ το ν κόσμο μένει τώ ρ α σ τη Ν έα Υόρκη. Η αλήθεια είναι ότι η αναχώ ρησή του μου προκάλεσε πολύ πόνο. Έχουν περάσει είκοσι χρόνια, βλεπόμαστε ελάχιστα, μιλάμε πότε πότε σ το τη λ έ φωνο, εξακολουθώ να το ν αγαπάω, ίσως μάλιστα περισσό τερ ο από πριν. Τώρα, όμως, το ν αφήνω να φύγει... και, με έναν περίεργο τρόπο, ξέρω πως είναι μαζί μου. Μακάρι να το βλέπαμε αυτό, να βλέπαμε τη συνέχεια μέσα μας. Αν μπορούσαμε να αντιληφθούμε πόσο παροδικοί είμαστε, θα βιώναμε τις απώλειες με άλλη νοοτροπία, από άλλη σκοπιά, με άλλη συμπεριφορά. Μ ε τη ν περιέργεια και τη συγκίνηση που νιώθει μπροστά σ το καινούργιο εκείνος που 6εν το φοβάται. Α ν δεν ολοκληρωθεί η πορεία, αν ο οδοιπόρος δεν φτάσει σ το τέλο ς του δρόμου γιατί αποφάσισε να παραμείνει σε κάποιο σημείο της διαδρομής, αν καθυστερεί να φτάσει σ το ν προορι σμό του περισσότερο από ό,τι είναι λογικό, ή χαθεί σε κάποια στροφή του δρόμου, τ ό τε μιλάμε για παθολογικό πένθος.
Παθολογικό πένθος Ο πως μαντεύετε από το όνομά του, έτσι λέμε το πένθος που απέχει από τη ν υγιή επεξεργασία της απώλειας, θ α μπορού σαμε να το ορίσουμε ω ς διακοπή (εκούσια ή ακούσια), της 157
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ διεργασίας του φυσιολογικού πένθους. Αν το αντιπαραβά λουμε με τη μεταφορά μας. είναι μια διαδικασία επούλωσης όπου τ ο τραύμα δεν επουλώνεται ποτέ. Το παθολογικό πένθος είναι, τις περισσότερες φορές, επακό λουθο μιας από τις εξής τέσσερις παρεκκλίσεις: Το πένθος δεν άρχισε ποτέ, σταμάτησε σε κάποια φάση. προχώρησε μέχρις ενός σημείου και επέστρεψε σε μια προηγούμενη φάση, ή κόλλησε σε ένα σημείο σ τη ν προσπάθειά του να απο φύγει τη ν επόμενη φάση. Π αρόλο που, καμιά φορά. ένα πένθος με πολλές ψυχικές συγκρούσεις είναι αποτέλεσμα παθολογικού συνδυασμού ή ενα λλα γή ς α υ τώ ν τω ν μηχανισμών. Είναι σημαντικό να διευκρινίσουμε ότι το παθολογι κό σύμπτωμα δεν εμφανίζεται λ ό γ ω του πένθους, αλλά με αφορμή τ ο πένθος. Η διάκριση αυτή είναι κάτι πολύ περισ σότερ ο από μια απλή λεπτομέρεια. Επισημαίνει ότι το παθο λογικό πένθος αποτελεί π ά ν το τε έκφραση προηγούμενης παθολογίας. Μ ε άλλα λόγια, υπάρχει κάτι περίπλοκο από παλιά, κι έρχεται σ το φ ω ς με τη διεργασία του πένθους. Οι ειδικοί περιγράφουν διάφορα είδη παθολογικού πέν θους: Τ ο α π όν πένθος: Ό τα ν το άτομο που θα έπρεπε να βιώνει τη διαδικασία του πένθους αμύνεται σε τέ το ιο ν βαθμό ή έχει υποστεί τό σ ο μεγάλο σοκ, που δεν μπορεί να βγει από τη ν πρώτη φάση. Α ρνείται τη ν απώλεια, η οποία εξυψ ώνεται ή 158
ο Δ Ρ Ο Μ Ο Σ Τ ίΙΝ
ΔΑΚΡΥΠΝ
κρύβεται σε μια κατάσταση σύγχυσης μπροστά σ το ν κόσμο, και με τη ν πάροδο του χρόνου παρατείνεται. Τ ο «σ υ γ κ ρ ο υ σ ια κ ό » πένθος: Συμβαίνει σ τις περιπ τώ σεις εκείνες όπου το άτομο ασυνείδητα χρησιμοποιεί την κατάσταση του πένθους ως δικαιολογία ή επιχείρημα για να δικαιολογήσει ά λλες ενδοψυχικές συγκρούσεις. Π αραδείγ ματος χάριν. για να μην αναλάβει τη ν ευθύνη της υπόλοιπης ζωής του. Τ ο κ α θυ στερημ ένο πένθος: Το πένθος που εκκρεμεί μέχρι να αποσαφηνιστεί η εσωτερική σύγκρουση που αναβιώνει με τη ν απώλεια. Είναι η τυπική περίπτωση του ατόμου που, μπροστά σ τη ν απώλεια ενός προσώπου από το οικογενειακό περιβάλλον, ανακαλύπτει συναισθήματα τό σ ο αμφιθυμικά (αγάπη/μίσος, ή λύπη/ανακούφιση), ώ σ τε δεν ξέρει αν πρέπει να χαρεί ή να στενοχωρηθεί. Το υπέρμετρο πένθος: Αυτό συμβαίνει ό τα ν η συναι σθηματική έκφραση ξεχειλίζει, καμιά φορά βάζοντας σε κίν δυνο τη σωματική ακεραιότητα του ίδιου του ατόμου ή τρί των. Είναι η περίπτωση της απόπειρας αυτοκτονίας εκείνου που έχει υποστεί μιαν απώλεια, ο οποίος σ τη ν πραγματι κότητα προσπαθεί να πετύχει μια μεγαλοπρεπή απόδραση, γιατί πιστεύει ότι δεν θα μπορέσει να α ντέξει τό σ ο ν πόνο. Τ ο χρ ό νιο πένθος: Είναι το πένθος σ το οποίο η δια δικασία ανακυκλώνεται ασταμάτητα, χωρίς να καταλήγει πουθενά. Τ ο άτομο που βιώνει τη ν απώλεια καταλήγει να εκδηλώνει επανειλημμένα τη διαδικασία του πένθους θέτο ντά ς τη ν σ τη ν υπηρεσία κάποιου νευρωσικού συ μ π τώ ματος. Π ολλοί ασθενείς που υποφέρουν από χρόνιο πένθος θεωρούν ό τι αν σταματήσουν να επ εξεργάζονται το πέν θος, θα απομακρυνθούν από τη ν τρυφερή ανάμνηση εκεί νου που δεν υπάρχει πια.
159
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ Ό λες αυτές οι αντιδράσεις κακής προσαρμογής σ το πένθος είναι δείγματα παθολογίας, και σχεδόν π ά ν το τε απαιτούν ειδική θεραπευτική προσέγγιση. Α υ τό ισχύει π ροπάντων ό τα ν συνυπάρχουν — όπως συνήθως συμβαίνει— . με ορι σμένες σημαντικές ψυχικές διαταραχές, όπως οι διαταρα χές κοινωνικής έντα ξης (επιθετικότητα, απομόνωση, εξά ρ τηση ), οι καταχρήσεις (να ρκ ω τικ ώ ν και αλκοόλ), τα σ υ μπτώματα βαριάς κατάθλιψης, οι ανώμαλες συμπεριφορές ό σ ο ν αφορά μέρη και αντικείμενα που έχουν να κάνουν με τ ο ν νεκρό, οι έμμονες ιδέες με το ν θάνατο του ίδιου του ατόμου, και η επιδεικτική απουσία λύπης. Μ ε δεδομένο ότι, τις περισσότερες φορές, αυτός που βρί σκεται σε μια τέτο ια κατάσταση δεν μπορεί να δια γνώ σει ο ίδιος πόσο αποκλίνει από το φυσιολογικό, η σημαντικότερη βοήθεια από τ ο περιβάλλον του θα ήταν να το ν οδηγήσει με ήπιο και τρυφερό τρόπο σ τη συνειδητοποίηση αυτού που συμβαίνει και να το ν συνοδεύσει έω ς εκεί όπου θα του παρασχεθεί επαγγελματική βοήθεια. Α υ τό είναι διπλά ση μαντικό, διότι η παραμονή για πολύ καιρό σε αυτήν τη ν κατάσταση, για όσους υποφέρουν από παθολογικό πένθος, χειροτερεύει τη ν πρόγνω ση και δυσκολεύει τη θεραπεία τους. Το παρατεταμ ένο πένθος απαιτεί καμιά φυρά περί πλοκους χειρισμούς, που μπορούν να φτάσουν μέχρι και τη φαρμακευτική αγωγή. Ενα σημείο με ιδιαίτερη σημασία είναι η διάγνω ση παθολο γίας (ή μη) σ τη ν απουσία έντονου πόνου μπροστά σ το ν θά νατο. το ν χωρισμό, ή σε μιαν απώλεια οποιουδήποτε είδους. Η απουσία έκδηλου και έντονου πένθους δεν είναι π ά ντοτε παθολογική.
160
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ Ο Ν
ΔΑΚΡΥΠΝ
Μου έλεγε η Σεσίλια; «Ό τα ν χώρισα, ήμουν τόσο ευχαριστημένη που είχα επ ι τέλους καταφέρει να χωρίσω, που δεν θυμάμαι καθόλου να αισθάνθηκα ό τι πενθώ. Οι φίλοι μου μου λένε ό τι αρνούμαι το πένθος, κι αυτό με ανησυχεί...» Ο Χουάν Κάρλος μου είπε: «Α φ ού έμεινε ο παππούς μου σ τη μονάδα εντατικής θερα πείας περίπου ένα χρόνο, ο θάνατός του ήταν μώΛΛον ευλογία παρά ατυχία. Είναι φορές που αισθάνομαι πως είμαι ένα τέρας χωρίς αισθήματα,..» Α υ τά και ά λλα παρόμοια λόγια είναι αρκετά συνηθισμένα σ το ιατρείο ενός ψυχοβεραπευτή. Είναι, όπως το ν αποκαλώ εγώ, ο θρήνος εκείνων που «Α ΙΣ Θ Α Ν Ο Ν Τ Α Ι Α Σ Χ Η Μ Α ΠΟΥ Δ Ε Ν Α ΙΣ Θ Α Ν Ο Ν Τ Α Ι Α Σ Χ Η Μ Α ».
Π ολλές φορές, σ ' έναν χωρισμό δεν υπάρχει έκδηλο πέν-_ θος, όχι λό γω παθολογίας, αλλά γιατί το πραγματικό πέν θος υπήρχε αρκετό καιρό πριν από τη ν τελική απόφαση. Μ ερικές φορές συμβαίνει, ότα ν έρχεται ο θάνατος μετά από παρατεταμένη αγωνία, να αισθάνεται κανείς ω ς επί το π λείστον ανακούφιση, αφού βίωνε τη διαδικασία του πέν θους όσον καιρό έβλεπε το ν ασθενή να πεθαίνει. Α λ λ ε ς φορές ο ασθενής υποφέρει πάρα πολύ και τό τε — χωρίς αυτό να σημαίνει απόκλιση από το φυσιολογικό για το περιβάλλον του — , ο θάνατος συνδυάζει το ν πόνο της απώλειας μ’ ένα μέρος διπλής, αναπόφευκτης ανακούφισης. Ανακούφισης που έπαφε να βασανίζεται ο ασθενής, και μαζί ανακούφισης από το ν πόνο να το ν βλέπεις να βασανίζεται. 161
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ
Σε αυτές τις περιπτώσεις δεν πρόκειται για απουσία πένθους, α λλά για πένθος αναμενόμενο. Ό π ω ς βλέπουμε, ο δρόμος του πένθους μοιάζει να έχει πολ λές σημασίες και πολλές ιδιαιτερότητες, όμως, σε τελική ανάλυση είναι π ά ν το τε ο ίδιος. Α λ λά ζου ν οι καιροί, αλλάζει η έντα ση, αλλάζει η όψη, α λλά π ά ντοτε υπάρχει μια διαδι κασία του πένθους, και π ά ντοτε υπάρχει πένθος μπροστά σε μιαν απώλεια. Αν δεν υπάρχει, και δεν υπήρχε ούτε προ καταβολικά, θα πρέπει να υποθέσουμε ό τι κάποιος μηχανι σμός παρεμποδίζει τη ν επαφή με το ν πόνο. Είναι αρκετά συνηθισμένο να έρχεται σ το ιατρείο μια μητέ ρα και να παραπονιέται ό τ ι ο σύζυγός της δεν τη σ υ ν τρ ο φεύει σ το ν πόνο για το ν θά νατο του γιου τοι>ς. I I αλήθεια είναι, βέβαια, πως ο ά ντρα ς φαίνεται ό τι προσπαθεί, όπως μπορεί, να προστατευθεί από το ν πόνο. Καθώς η κοινωνία τού ανα γνω ρίζει το ν ρόλο του ακούραστου κουβαλητή, συ νήθως δραπετεύει βρίσκοντας καταφύγιο σ τη δουλειά. Για ένα διάστημα, η άμυνα μπορεί να είναι αποδεκτή. Εάν, βέβαια, με το ν καιρό διατηρείται το πένθος καταπιε σμένο. σ το τέλο ς θα εκφρασθεί με άλλους τρόπους: κακή διάθεση, βίαιες αντιδράσεις, σωματοποίηση, εξαρτήσεις, κ.λπ., κ.λπ. Σ το ά λλ ο άκρο από εκείνους που α ρνούνται να μπουν σ τη ν κατάσταση του πένθους, βρίσκονται όσοι δεν αποφασίζουν να βγουν από τη ν κατάσταση αυτή. Α υτοί οι θλιμμένοι οδοιπόροι τ ω ν δακρύων, δεν είναι διατεθειμένοι να εγκαταλείπ ουν τη ν απούσα παρουσία εκείνου που δεν υπάρχει πια. Ό π ω ς σ τη ν περίπτωση της 162
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ
ΤΩ Ν ΔΑΚΡΥΩΝ
Κ ω ν σ τά νσ α σ το Βασιλιά Ιωάννη, δεν επιτρέπουν σ το ν εαυ τ ό τους να αφήσει π(σω τ ο παρελθόν και να αποδεχθεί τη ν αίσθηση της μοναξιάς που συνεπάγεται η απώλεια.
Φάσεις του χρόνιου πένθους Σ ε όποιο σημείο και αν διακοπεί το πένθος, δεν επ ουλώ νεται τα τραύμα και το πένθος δεν γιατρεύεται. Ο λόκ λη ρη η διαδικασία της μετέπειτα ανάπλασης του σημείου του τραύματος, έγκειται σ τ ο γεγο νό ς ότι τ ο σώμα καταφέρνει να φτάσει σ τη συστολή του θρόμβου — θυμάσαι; Ο λόγος είναι, ότι εδ ώ ακριβώς αρχίζουν οι διεργασίες της αναδημι ουργίας τω ν ισ τώ ν (της ινοπλασίας). Ό τα ν συρρικνα>θεί ο θρόμβος και πλησιάσουν τα χείλη του τραύματος, αρχίζει να εμφανίζεται από κάτω ο νέος ιστός και το τραύμα οδεύει προς τη θεραπεία. Κάτι που δεν είπαμε, αλλά σίγουρα τ ο ξέρεις, είναι ό τι τη στιγμή αυτή, και σ το ελαφρύτερο τραύμα, η πληγή προκαλεί κνησμό. Σταμάτησε να πονάει, αλλά ό τα ν ο θρόμβος αρχίζει να τραβιέται προς τα μέσα, προκαλεί φαγούρα. Ο κνησμός είναι από τη σκοπιά της φυσιολογίας ένας μικρός πόνος, πολύ μικρός, ασήμαντος, αλλά παρόλα αυτά, πόνος. Δ ε ν νιώθουμε τη ν ανάγκη να πάρουμε αναλγητικό, αισθα νόμαστε όμως ακατανίκητη τη ν παρόρμηση να ξύσουμε τη ν πληγή. Προσοχή όμως... γιατί αν τραβήξει κανείς το κάκαδο που έχει δημιουργηθεί, το τραύμα αρχίζει να αιμορραγεί ξανά, και βρισκόμαστε πάλι πίσω. Α υ τό είναι τ ο παθολογικό πένθος, το πένθος για τα τραύμα τα που δεν επουλώνονται, για τις πληγές που δεν κλείνουν. 163
ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΎΚΑΪ Εμείς οι γιατροί βλέπουμε σ το νοσοκομείο ά ντρες και γυναίκες που έρχονται με τραύματα δύο και τρ ιώ ν χρόνων, και δεν καταλαβαίνει κανείς πώς γίνεται αυτό. Ρωτάμε, λοιπόν, και ανακαλύπτουμε τι συμβαίνει: κάθε φορά πάνε σπίτι και τραβάνε το κάκαδο, γιατί τους ενοχλεί, γιατί τους «τρ ώ ε ι», γιατί φαίνεται άσχημο. Κι έτσι ζαναγυρίζουν σ τη ν αρχή, και δεν αφήνουν το τραύμα να επουλωθεί. Π ρ ο σ έξτε τη ν επόμενη φορά που θα δραπ ετεύσετε από το ν πόνο και τη ν απελπισία. Π ρ ο σέξτε ό τα ν λ έτε «δ εν θέλω να/ το ζήσω α υ τό » γιατί εάν, για να αποφύγετε αυτή τη φάση, Ι τραβάτε το κάκαδο, ξαναγυρίζετε πίσω, και το πένθος μπο- ^ ρεί να γίνει χρόνιο. Π ερνάνε δεκαπέντε, είκοσι χρόνια, και κάθε φορά που φ τάνει κανείς εκεί, επειδή φοβάται τό σ ο πολύ τη συντριβή, καταφεύγει σ τη ν οργή, διαφεύγει σ τη ν άρνηση, ξα να γίνε ται παιδί, παραμένει σ τη ν ενοχή, τρέχει προς τα πίσω απ’ όπ οιον δρόμο μπορεί — αρκεί μόνο να μην περάσει από αυτήν τη ν απέραντη θλίψη· αρκεί να μην βρεθεί με τη ν ψυχή του συντρίμμια. Αν δεν κάνουμε κάτι για να τε λ ε ιώ σει αυτός ο φαύλος κύκλος, θα γυρίζουμε διαρκώς πίσω, και σ το τέλ ο ς θα αντικαταστήσουμε το ν πόνο με το διαρ κές βάσανο και θα μείνουμε εκεί. Και τι να κάνουμε; Καλύτερα να πούμε τι δεν πρέπει να κάνουμε. Δ ε ν πρέπει να ξύνουμε τη ν πληγή. Πρέπει να το πάρουμε απόφαση να ζήσουμε το ν πόνο (τη φαγούρα) σε αυτήν τη φάση της συντριπτικής θλίψης, και να αφήσουμε το ποτάμι να κυλήσει με τη ν πεποίθηση ότι είμαστε αρκετά δυνατοί για να αντέξουμε το ν πόνο και τη λύπη. Μ ιλάα' για το ν διαρκή α γώ να να φτάσει κανείς σ τ ο τέλος του δρόμου και θυμάμαι μια ιστορία που με κάνει πάντα να 164
ο ΔΡΟΜΟΣ Τ η Ν
ΔΑΚΡΥΠΝ
γελάω. Επιτρέψτε μου να σας τη ν πω, έσ τω και για να χαλα ρώσουμε λίγο τη ν ψυχή μας από ένα θέμα τό σ ο επώδυνο. Ή τα ν μια φορά ένας ζητιάνος πον βρέθηκε τυχαία σ τη ν ηόρτα ενός ηανδοχείον. Α π ’ έξ,ω κρεμόταν μια τερά στια πινακίδα με το όνομα του πανδοχείου. Το έλεγαν. «.Πανδοχείο Ο Αγιος Γεώργιος και Ο Δράκος». Φ α νταστείτε την κατάσταση: Χιονίζει. Ο ζητιάνος πεινάει και κρυώνει, αλλά δεν έχει λεφτά. Χ τυπάει τη ν πόρτα του παν δοχείου. Ανοίγει η πόρτα, βγαίνει μια γυναίκα με ύφος βλοσυρό και του λέει: «Τ ι θέλεις;» Ο ζητιάνος απαντάει: «Ξ έρετε, να... εγώ... πεινάω, και κρυώνω... » «Λ εφ τά έχεις;» φωνάζει η γυναίκα. «Ό χι, δεν έχω λ εφ τά » λέει αυτός, και μπαμ! του κλείνει εκείνη την πόρτα κατάμουτρα. Ο τύπος κάθεται εκεί απελπισμένος. Κάνει να φύγει, αλλά αποφασίζει να δοκιμάσει άλλη μια φορά. Χ τυπάει λοιπόν ξανά τη ν πόρτα. «Τ ι θέλεις πά λι;»του λέει η γυναίκα. «Ν α , ήρθα να σας παρακαλέσω, κάντε μου α υτή τη χάρη, δώ στε μου...» «Δ ε ν είμαστε εδώ για να κάνουμε χάρες, εδώ βρισκόμα σ τε για δουλειά. Α υ τό εδώ είναι πανδοχείο, δουλειά. Δ εν ξέ ρεις τι είναι το πανδοχείο; Εδώ αν έχει κανείς λεφτά, δεν μπαίνει!! Και αν δεν έχει να φάει, να πάει να πνιγεί!!» Μ παμ!! Του ξανακλείνει κατάμουτρα τη ν πόρτα. Ο τύπος κάνει πάλι να φύγει, αλλά αποφασίζει να επι μείνει. Χτυπάει άλλη μια φορά και λέει; 165
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ «Κ οιτά ξτε, κυρία, συγχω ρήστε με...» «Δ ε ν έχω τίπ ο τε να σου συγχωρήσω, τίπ οτε! ΚοΙταξέ με καλά! Αν δεν φύγεις, θα σου ττετάξω ένα κουβά παγωμένο νερό, να σε κάνω μούσκεμα! Έξω, είπα! Και μπαμ! Δίνα μια στην ηόρτα και την κλείνει με δύναμη. Ο τύπος βάζει το κεφάλι κάτω και συνεχίζει τον δρόμο του. Προχωρόιει σιγά σιγά, φτάνει σ τη γωνία και γυρνάει το κεφάλι... Σηκώνει το βλέμμα και ξαναβλέπει την επιγραφή που λέει: «Π ανδοχείο Ο Άγιος Γεώργιος και Ο Δράκος». Αποφ ασίζει λοιπόν να γυρίσει πίσω. Για τελευτα ία φορά χτυπ ά ει τη ν πόρτα. Η γυναίκα βάζει τις φωνές από μέσα; «Π ά λ ι τα ίδια; Τι θέλεις επ ιτέλου ς;» Τότε, της απαντάει ο ζητιάνος: «Ν α . λέω, α ν τί να μιλάω μ α ζί σας, μήπως μπορώ να μ ιλή σω με τον Αγιο Γεώργιο;» Ν ομίζω ό τι πρέπει να μας απασχολήσει να καταλάβουμε, να αναζητήσουμε τ ο ν τρόπο, να βρούμε το πού, να ανακαλύψουμε το πώς, να βρούμε τα πρόσωπα, να ψάξουμε τους δρόμους που Οα μας φέρουν σε επαφή με ό,τι καλύτερο έχουμε. Και ό,τι καλύτερο έχουμε είναι ο αγώνας, η επιθυμία να προχωρήσουμε, η διάθεση να ζήσουμε αυτή τη ζωή που, παρ’ όλους τους πόνους και τους φόβους που ίσως αντιμ ε τωπίσουμε κάποια στιγμή, αξίζει το ν κόπο να τη ζήσουμε.
Η τρίτη διαφυγή Είδαμε πώς το απόν πένθος και τ ο δίχως τέλος βάσανο, μπορούν εξίσου καλά να κρύβουν τη ν απόφαση κάποιου να μη βιώσει το πένθος. I I διαφυγή σ τη ν άρνηση και η α ντικ α 166
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ Ω Ν
ΔΑΚΡΥΠΝ
τά στα ση του πόνου με το βύσανο, αποτελοϋν τις δύο από τις τρεις παρεκκλίσεις μέσα στις οποίες μπορεί να χαθείς, α ντί να συνεχίσεις το ν δρόμο τ ω ν δακρύων. Η τρίτη «προσπάθεια-παιχνίδι», για να χρησιμοποιήσω το ν όρο του Μπερν,' με την οποία τ ο άτομο επιχειρεί να κρα τήσει εκείνον που δεν υπάρχει πια, να μην το ν αφήσει να φύγει, είναι η εξιδανίκευση. H παρέκκλιση αυτή έρχεται λίγο μετά το πέρασμα μέσα από τη συντριβή, και μπορεί να τη ν μπερδέψει κανείς με τ ο σ ω σ τό μονοπάτι, που είναι η ταύτιση. Σ την ψυχοθεραπεία, αυτός που εζιδανικεύει το ν νεκρό, υποστηρίζει συνεχώς ότι δεν υπήρχε ά λλος άνθρωπος που να έκανε τη ν τάδε δουλειά όπως εκείνος, ή δεν θα μπορέσει ποτέ κανείς να κάνει το δείνα καλύτερα, ότι σ ’ αυτό εκείνος και μόνο ήταν μοναδικός, και σ το ά λλο καταπληκτικός... κι αν υπήρχε κάτι που δεν έκανε καλά, θα ήταν τό σ ο μικρό και ασήμαντο που δεν το θυμάται, γιατί ήταν πραγματικά ανάξιο λόγου. Ό ,τι έκανε καλά εκείνος που χάθηκε, το έκανε τέλεια, κι αν κάποια στιγμή δεν έκανε κάτι σω στά , ήταν γιατί σ τη ν πραγματικότητα δεν του έδινα σημασία. Ο Γαρδέλ, που κάθε μέρα μου φαίνεται ό τι τραγουδού σε όλο και καλύτερα. Ο Ροδρίγο. που έγινε άγιος. Ο Φαβαλόρο, που έγινε μάρτυρας, και η Χ ίλντα, που μας βλέπει οπό το ν ουρανό και μας φυλάει όλους.
1. Έρικ Μπερν, (1910-1970). Καναβώς ψυχίατρος που αναλύει, ανάμεσα στα πολλά «Παιχνίδια που Παίζουν οι ΛνΟρωποι», και το «Π<ϊ)<; θα βγω βπ' αυτήν τη ν κατά<ττα<τη». (Σ.τ.Μ .)
167
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ Τόσο μεγάλη είναι η ανάγκη μας να τους κάνουμε αθάνατους για να μη μας εγκαταλείψουν. για να μη «δ ια χ ω ριστεί» Ο ένας από το ν άλλο, για να μην τους αφήσουμε να φύγουν... Α υ τή είναι μια επικίνδυνη έξοδος, μια πραγματική διαφυγή προς τα εμπρός. Έ τσι δημιουργείται η πιθανότητα να μεί νουμε καθηλωμένοι, με τη ν ιδέα ό τι δεν είναι ανάγκη να λήξει το πένθος, αφού εξιδανικεϋοντας τη ν ανάμνησή του μπορώ να το ν κρατήσω ζω ντα νό. Ο κακόηχος τεχνικός όρος γΓ αυτή τη διαδικασία είναι; μομιοποίηση εκείνου που χάθηκε. Ό π ω ς στις ταινίες τρ ό μου, που βαλσαμώνουν τ ο πτώμα, το βάζουν σ το τραπέζι και του σερβίρουν κάθε μέρα φ α γη τό για να λένε ό τι είναι εκεί. Α υ τή είναι η θέση του μπαμπά, της γιαγιάς, ή του θείου Γιάννη. και σ τη θέση αυτή δεν ξανακάθεται ποτέ κανείς. Υγιής έξοδος είναι να αποδεχτείς ό τι αυτός που πέθανε ήταν ίσως σε πολλά καταπληκτικός, σε μερικά άλλα όχι και τόσο, και σε κάποια λίγα άχρηστος — όπως όλοι μας. Η υγιής έξοδος, επομένως, έχει να κάνει με τη ν αποδοχή ότι ο καθένας από μας (και αυτός που δεν υπάρχει πια ήταν όσο ζοϋσε ένας από μας) έχει κάποιες πλευρές φ ανταστικές, και ά λλες φοβερά άσχημες. Ο καθένας μας έχει μια πλευρά καλή και μια πλευρά απαίσια. Συνειδητοποιώ ό τι κάθε άνθρωπος, κάθε πράγμα, κάθε κατάσταση, κάθε μέρος έχει κάποια πράγματα που μου αρέ σουν και κάποια ά λλα που δεν μου αρέσουν. Πώς γίνεται και από τη στιγμή που ο ά λλος δεν υπάρχει πια, δεν έχει τίπ οτε ά λλ ο παρά μόνο αυτά που μου άρεσαν; Ξαφνικά, όλα του τα ελ α ττώ μ α τα , όλα τα φοβερά πράγ ματα που σιχαινόμουν γίνοντα ι ελάχιστα, όλα εκείνα που με 168
ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΠ Ν
ΔΑΚΡΥΠΝ
έκαναν έξα» «ρρενών κα« που γΓ αυτά το ν έβριζα, μοιάζουν ασήμαντα, κι όλα τα καλά είναι μοναδικά, καταπληκτικά και ανεπανάληπτα. Α υ τό ΕΪναι. λοιπόν, η εξιδανϊκευση. Ν α αρνεϊσαι όλα τα κακά που είχε α υτός που χάθηκε και να υπερεκτιμάς τα καλά. Ειδικά για το άτομο που έχει πεθάνει, κατά κάποιον τρόπο α υτό σημαίνει ό τι αρνοΰμαι πϋ>ς είχε ο,τιδήποτε ανθρώπινο. 0 εο π οιώ . δηλαδή, α υτόν που έφυγε. Στα χρόνια τη ς καριέρας μου, έχω δει ορισμένα π ρά γ ματα ό σ ο ν αφορά σ τη ν εξιδανϊκευση, που ε(ναι ό ν τω ς φ ο βερά. Έχω δει μπροστά σ τα μάτια μου να αρνεΐται κάποιος με όλη του τη δύναμη τις ολέθριες πλευρές εκείνου που πέθανε. για τις οποίες το ν θεωρούσε ανυπόφορο και αξιοθρή νητο. ενώ ακριβώς γι’ αυτά τα ίδια πράγματα, λίγους μήνες πριν, αυτό τ ο Ιδιο άτομο παρακαλούσε να το ν πατήσει αυ τοκίνητο για να γλιτώ σει απ’ αυτόν. Η εξιδανϊκευση λειτουργεί από πολλές πλευρές σαν να κά νει κανείς μάγια, αφού εμ φανίζονται σ το ν ά λ λ ο ιδιότητες που δεν είχε σ τη ν πραγματικότητα, και εξα φ α νίζοντα ι τα ελα ττώ μ α τά του. Εξιδανικεύω σημαίνει αφαιρώ από τον^ά λλ ο ν οτιδήπ οτε ανθρώπινο. Ό π ω ς και με τους ζω ν τ α νούς, αυτός είναι ένας τρόπος για να μη σε αποδέχομαι. Γιατί αν σε αποδεχόμουν, θα έπρεπε να σε αποχαιρετίσω, θα έπρεπε να παραδεχτώ ό τι ήσουν αυτός που ήσουν και τώ ρ α πια δεν υπάρχεις. Α ντίθ ετα , αν σε εξιδανικεύσω. δεν χρειάζεται να τ ο κάνω αυτό. Σε βάζω σ ’ ένα α νώ τερ ο επί πεδο για να μπορέσω να σου αφαιρέσω τ ο γήινο, κι έτσι να αποποιηθώ το ν αποχωρισμό. Σε μομιοποιώ, σε αγιοποιώ, κάνω τη ν ανάμνησή σου θρησκευτική λατρεία. Και αυτό που συμβαίνει σε πολλές περιπτώσεις είναι ότι ολόκληρη η οικογένεια εξιδανικεύει. Και... αμπρακατάμπρα... τώ ρα 169
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ όλα φαίνεται να πηγαίνουν καλά, γιατί επιτέλους κάπου συμφωνούμε... n αλήθεια, όμως, είναι ότι δεν εξυπηρετεί σε τίποτα όλο αυτό. Α ργά ή γρήγορα, τ ο ψέμα του «τέλειου ό ν το ς » αποκαλύπτεται και το χτύπημα τό τε είναι πιο βαρύ κι απ’ τ ο θάνατο. Ή ακόμη χειρότερα. Το ψέμα γίνεται «οικογενειακό μυστικό», και αυτόν που έφυγε 6εν τον α γγίζει κανείς. Δ ια -' τηρείται η τέλεια εικόνα για να «μικραίνει» όσους μένουν και να υποτιμά όσους έρχονται. Κανείς ποτέ δεν θα μπο ρέσει να γίνει αποδεκτός μέσα σ τη ν οικογένεια χωρίς να το ν συγκρίνουν με τη ν α νέγγιχτη εικόνα εκείνου που πέΟανε. Έτσι, ο γιος βρίσκει, για παράδειγμα, το ν καινούργιο σύ ντρ ο φ ο της μαμάς του ανυπόφορο, απαράδεκτο, πολύ «λ ίγ ο » σε σύγκριση με το ν πατέρα του. Δυστυχώς, ο θάνατος δεν κάνει τίποτα για να βελτιώσει αυτό που ήταν εκείνος που πέθανε, και αυτό είναι πολύ ισχυρότερο από οποιεσδήποτε πεποιθήσεις ανύψωσης του πνεύματος και εξαγνισμού τω ν ψυχών. Μ ου φαίνεται εξαι--ι ρετικά σημαντικό το να μπορέσω να συγχωρήσω αυτόν που πέθανε, χωρίς, όμως, να ξεχάσω ποιος ήταν όσο ζούσε. Σ υ γ χωρώ σημαίνει διαγράφω τα χρέη του. δεν σημαίνει, όμως. ‘ ότι ξεχνάω πως δεν τα πλήρωσε. Αυτό που πρέπει να κάνει κανείς, είναι να συνεχίσει να πα λεύει και να αγω νίζεται για να φτάσει σ το σημείο της γ ν ή σιας επαφής με τη ν πραγματική εικόνα. Στο σημείο της αποδοχής. Ή τα ν μια φορά ένα νησί όπου κατοικούσαν όλα τα συναισθή ματα και όλες οι ανθρώπινες ιδιότητες που υπάρχουν. Εκεί 170
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ
ΤΩ Ν ΔΑΚΡΥΩΝ
ζούσαν μ αζί ο Φόβος, το Μ ίσος, η Σοφία, η Αγάπη και η Α γω νία. Όλοι ήταν εκεί. Μ ια μέρα, καλεί η Γνώση τους κατοίκους του νησιού και τους λέει: *>Έχω να σας ανακοινώσω μια άσχημη είδηση. Το νησί βυθίζεται.» Τα συναισθήματα που κατοικούν σ το νησί δεν μπορούν να πιστέψουν σ τ ' αφτιά τους: «Ό χι, δεν γίνεται! Εμείς εδώ ζούμε όλη μας τη ζω ή !» Η Γνώση επαναλαμβάνει: «Τ ο νησί βυθίζετα ι.» »Μ α δεν είναι δυνατόν! Μ π ορεί να κάνεις λάθος!» «Ε γώ δεν κάνω ποτέ λά θ ος» τους ξεκαθαρίζει η Γνώση. «Α ν σας λέω ό τι βυθίζεται, είναι για τί πράγματι β υθίζετα ι.» «Κ α ι τώρα, τι θα κάνουμε;» ρω τούν τα συναισθήματα. Οπότε, απαντόίει η Γνώση: «Αοιπόν, κάντε ό,τι θέλετε, εγώ πάντως σας προτείνω να βρείτε έναν τρόπο να φύγετε από το νησί... Φ τιά ξτε ένα κα ράβι, μια βάρκα, μια σχεδία, ή ό,τι άλλο μπορείτε και φύγετε, για τί αυτός που θα μείνει στο νησί, θα χαθεί μ αζί του.» «Δ ε ν μπορείς να μας βοηθήσεις;» ρωτάνε όλοι μαζί, για τί έχουν εμπιστοσύνη σ τη ν ικανότητά της. «Ό χ ι» λέει η Γνώση. «Η Πρόνοια κι εγώ φτιάξαμε ένα αεροπλάνο, και μόλις τελειώ σω αυτά που έχω να σας πω, θα πετάξουμε σ το πιο κοντινό νησί.» Τα συναισθήματα, αναστατωμένα, της λένε: «Ε , όχι! Ό χι! Κι εμείς τι θα γίνουμε;» Μ όλις τελειώνει η Γνώση, ανεβαίνει σ το αεροπλάνο με τη φίλη της. κι έχοντας λαθρεπιβάτη τον Φόβο — που δεν ήταν χαζός και κρύφτηκε σ το αεροπλάνο— , φεύγουν από το νησί. Τα συναισθήματα αρχίζουν να κατασκευάζουν άλλο β άρ κα, άλλο καράβι, άλλο καΐκι... όλα... εκτός από την Αγάπη. 171
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ Για τί η Αγάπη είναι τόσο συνδεδεμένη με κάθε πράγμα που βρίσκεται πάνω στο νησί, που λέει: «Μ α πώ<: να αψήσω το νησί... μετά από όσα έζησα εδώ... Πώς να αφήσω, ας πούμε, αυτό το δεντράκι; Αααχ... μας ενώ νουν τόσα πράγματα...» Κι ενώ ο καθένας κοιτάζει να βρει έναν τρόπο για να φύ γει, η Αγάπη ανεβαίνει σε κάθε δέντρο, μυρίζει κάθε τρια ντά φυλλο. πάει μέχρι τη ν παραλία και ξαπλώνει σ τη ν αμμου διά όπα>ς έκανε παλιά, χαϊδεύει κάθε πετραδάκι... και π ρ ο τι μάει να σκέφ τεται με τη ν αφέλεια που διακρίνει τη ν Αγάπη: «Μ π ο ρ ε ί να β υθιστεί λιγάκι και μ ετά ...» Το νησί όμως... το νησί βυθίζεται όλο και περισσότερο. Η Αγάπη, βέβαια, δεν μπορεί να σκεφτεϊ την κατασκευή μέσου διαφυγής, γιατί είναι τόσο στενοχωρημένη που άλλο δεν κάνει από το να κλαίει και να θρηνεί γ ι’ αυτά που θα χάσει. Και ξαναχαϊδεύει τα βοτσαλάκια, ξανακυλιέται σ τη ν άμμο, και βρέχει σ το νερό τα ποδαράκια της. •^Μετά από τόσα που περάσαμε μαζί...» λέει σ το νησί με παράπονο. Μ α το νησί βυθίζεται ακόμα πιο πολύ... Μ έχρι που, σ το τέλος, δεν μένει από το νησί παρά ένα τόσο δα βραχάκι. Το υπόλοιπο, το έχει καλύψει το νερό. Την τελευταία στιγμή, η Αγάπη συνειδητοποιεί ό τι το νησί βυθίζεται σ τ ’ αλήθεια, και αντιλαμβάνεται πως αν δεν τα καταφέρει να φύγει, η αγάπη θα εξαφανιστεί για πάντα από προσώπου Γης. Έτσι, τσαλαβουτάει σ τα νερά και κατευθύνεται προς τον όρμο, που είναι το ψηλότερο σημείο σ το νησί. Πάει με την ελπίδα να δει από εκεί κάποιον από τους σ υντρό φους της και να τον παρακαλέσει να τη ν πάρει μ α ζί του. Κοιτάζει σ τη θάλασσα και βλέπει να έρχεται το σκάφος του Πλούτου. Του κάνει σινιάλο, και ο Π λούτος πλησιάζει λίγο σ τον όρμο. 172
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ
ΤΩ Ν ΔΑΚΡΥΩΝ
«Π λ ο ύ τε, εσύ που έχεις τόσο μεγόιλο σκάφος, θα με πας ώς το γειτονικό νησί;» Ο Πλούτος, όμως, της αηαντάει: «Είμαι τόσο φορτωμένος με λεφτά, κοσμήματα και π ο λύτιμες πέτρες, πον δεν έχω χώρο για σένα. Λυπάμαι...» και συνεχίζει το δρόμο του χωρίς να κοιτάξει πίσω του. Μ ένει η Αγάπη να ψάχνει, και βλέπει να έρχεται η Μ α ταιοδοξία σ ' ένα πολύ φανταχτερό σκάφος, γεμάτο στολίδια, περούκες, μάρμαρα και λουλούδια όλων τω ν χρωμάτων. Η Αγάπη τεντώ νετα ι λιγάκι και φωνάζει: «Μ αταιοδοξία... Μ αταιοδοζία... Πάρε με μαζί σου.» Η Μ αταιοδοξία κοιτάζει τη ν Αγάπη και τη ς λέει: «Ε υχα ρίστω ς θα σε έπαιρνα αλλά... έχεις μια όψη... Είσαι τόσο άχαρη, βρόμικη και ατημέλητη... Μ ε συγχωρείς, δεν γί νεται... Θα μου ασχήμαινες το σκάφος!» και φεύγει. Κι ενώ σκέφ τεται πως δεν πρόκειται να περάσει κανένας άΛΛος πια, βλέπει να πλησιάζει ένα σκάφος πολύ μικρό, το τελευταίο, το σκάφος της θλίψης. «Θλίψ η, αδελφή μ ο υ » της λέει, «εσ ύ που με ξέρεις τόσο καλά, εσύ θα με πάρεις σίγουρα μ α ζί σου, έτσι δεν είναι;» Και η θλίψ η της απαντάει: « θ α σε έπαιρνα, αλλά είμαι τόσο λυπημένη, που προτιμώ να συνεχίσω μόνη μ ο υ » και χωρίς δεύτερη κουβέντα, απομα κρύνεται. Η Αγάπη κάθεται σ το τελευτα ίο βραχάκι, που είναι ό, τι απέμεινε από το νησί, και περιμένει το τέλος... Όταν, ξαφνικά, ακούει κάποιον να την καλεί από πολύ κοντά: «Ψ ιτ-ψ ιτ...» Είναι ένας γεράκος που της κάνει σινιάλο από μια βάρκα με κουπιά. Η Αγάπη του λέει: «Ε μένα;» 173
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ «Ναι, να ί» λέει ο γεράκος, «εσένα. Έλα μ α ζί μου, εγώ θα σε σώ σω .» Η Αγάπη τον κοιτάζει και του λέει: «Ξέρεις τι έγινε. εγώ έμεινα...» «Ξέρω, ξέρω...» της λέει ο γεράκος και δεν την αφήνει να τελειώσει τη φράση της. «Ανέβα, εγώ θα σε σώ σω .» Ανεβαίνει η Αγάηη σ τη βάρκα και αρχίζουν να κωπηλα τούν μ α ζί για να απομακρυνθούν από το νησί, που πραγματι κά. λίγα μόλις λεπ τά μετά, εξαφανίζεται για πάντα. Μ όλις φθάνουν στο διπλανό νησί, καταλαβαίνει η Αγά πη πως αν είναι ακόμα ζωντανή, αν συνεχίζει να υπάρχει, το οφείλει σ ' αυτόν τον γεράκο, που χωρίς να πει λέξη, έφυγε το ίδιο παράξενα όσο είχε εμφανιστεί. Εκείνη τη στιγμή, η Αγάπη συναντάει τη Σοφία και της λέει: «Δ ε ν γνωριζόμαστε με αυτόν τον γεράκο, κι όμως με έσωσε. Πώς είναι δννατόν; Οι άλλοι, όλοι, δεν κατάλαβαν πως θα έμενα πίσω τελικά... Εκείνος με βοήθησε, κι εγώ ούτε καν ξέρω ποιος είναι...» Η Σοφία τη ν κοιτάζει στα μάτια και της λέει: «Α υ τό ς είναι ο Χρόνος. Και ο Χρόνος, Αγάπη, είναι ο μ ό νος που μπορεί να σε βοηθήσει όταν ο πόνος της απώλειας σε κάνει να πιστεύεις ό τι δεν θα μπορέσεις να συνεχίσεις.»
174
Δ
ιά φ ο ρ ά ε ιδ η α π ώ λ ε ια ς
Π
ένθος θ αν ατο υ
Ό τα ν μιλάμε για τον πόνο μας, τον ανακουφίζουμε. Π ΙΕΡ ΚΟ ΡΝ ΕΪΓ
ΟΠΩΣ ΕΧΟΥΜΕ Η ΔΗ ΠΕΙ, τ ο πένθος δεν αποτελεί αποκλει στικ ό κληροδότημα του θα νόντος, γιατί, όπ ω ς είπε και ο Ρότσλιν:' «Ε ίμ α στε όντα ατελή που μας περιορίζει το αδύνατο». Υπάρχει ένα πένθος που θα α ντιμ ετωπ ίσουν σ τη ζωή τους όλοι όσοι υποφέρουν από μια απώλεια, βιώνουν μια αλλαγή, αφήνουν μια πραγματικότητα για να περάσουν σε μια άλλη. Σ το κεφάλαιο αυτό θα συζητήσουμε το θέμα της οδυνηρής Εμπειρίας του πένθους για τη φυσική εξαφάνιση κάποιου. 1. Γκρέγκορυ Ηότσλιν. ψυχίατρος. Βοστώνη. ΙΙυρήνας της σκέψης του βίναι ό τι το γεγο νό ς τη ς απώλειας βνώς ηροοφιλούς ηροοώπου δεν έχει μόνο αρνητικές συνέηειες για τον άνθρωπο που τη ν ι>φίσταται. κινητο ποιεί και βυνάμεις αποκατώσταιτης, με αποτέλεσμα τη ν ανάπτυξη του ατόμου. (Σ.τ.Μ .)
175
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ
Ο θάνατος ενός προσφιλούς προσώπου Ο θάνατος είναι κάτι φυσικό, αναμφισβήτητο και αναπόφευκτο. Έχουμε εηανειλημμένως δείξει την αναμφίβολη τάση να παραβλέψει κανείς τον θάνατο, να τον αποκλείσει από τη ζωή. Έχουμε προσπαθήσει να τον εξαφανίσουμε με τη σιωπή. Κατά βάθος κανείς δεν πιστεύει ό τι κάποτε θα πεθάνει. Σ το ασυνείδητό του, ο καθένας μας είναι πεπεισμένος για τη ν αθανασία του. Και όταν πεθαίνει ένα αγαπημένο πρόσωπο, ένας συγγενής, θάβουμε μ α ζί του τις ελπίδες μας, τις διαφορές και τις χαρές μας. Δεν αφήνουμε τον εαυτό μας να παρηγορηθεί. και όσο μ π ο ρούμε, αρνούμαστε να αναπληρώσουμε εκείνον που χάσαμε. Σ ΙΓ Κ Μ Ο Υ Ν Τ Φ Ρ Ο ΙΝ Τ . 1917
Ο θάνατος ενός προσφιλούς προσώπου, όποια σχέση κι αν έχουμε μαζί του, αποτελεΐ τη ν πιο οδυνηρή εμπειρία που μπορεί να περάσει ένας άνθρωπος. Η ζω ή ολόκληρη, σ το σύ νολό της, μας πονάει. Πονάει το σώμα μας. Μ ας πονάει το θέμα τη ς τα υ τότη τά ς μας και οι σκέψεις μας. Μας πονάει η κοινωνία και η σχέση μας μαζί της. Μ ας πονάει ο πόνος της οικογένειας και τω ν φ ίλω ν μας. Πονάει η καρδιά και η ν|/υχή μας. Σ την απώλεια αυτή — πράγμα που δεν συμβαίνει σε καμία άλλη κ α τά στα ση— . ο πόνος διαπερνά το ν χρόνο.
176
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ Ω Ν
Δ Α Κ Ρ Υ ίϊΝ
Πονάει το παρελθόν, πονάει το παρόν, και πονάει ιδιαίτερα τ ο μέλλον. Α υ τή η εμπειρία, η τό σ ο δραματική, αποτελεί αναπόδραστο μέρος της ενήλικης ζωής. Η πιθανότητα να βιώσουμε μια τ έ τοια εμπειρία αυξάνει με το πέρασμα του χρόνου. Ο κίνδυνος να ζή σω το πένθος για κάποιον αγαπημένο μεγαλώνει όσο μ εγα λώ νω εγώ ο ίδιος, και μεγαλώνει φυσικά ο κίνδυνος και για τη δική μου ζωή. Μ π ροστά σ το ν σπαραγμό που σημαίνει η απουσία, φαίνεται ότι μόνο η επιστροφή του αγαπημένου προσώπου θα μπο ρούσε να είναι «πραγματική παρηγοριά». Η συνειδητοποίηση ό τι κάτι τέτο ιο είναι αδύνατον, προσθέτει και τη ν απόλυτη αδυναμία σ το ν πόνο της απουσίας. Είναι φορές που έχω τη ν αίσθηση ότι η κοινωνία μας, η τό σ ο «πονοφοβική», προσπαθεί π άντοτε να υποβαθμίζει την οδυνη^ και καταλυτική εμπειρία του πένθους. Και ότα ν επισημαί νεις κάτι τέτοιο, σου λέει ότι το έκανε με τις καλύτερες προθέ σεις, για να βοηθήσει εκείνον που υποφέρει από τη ν απώλεια να προχωρήσει, να συνεχίσει τη ζωή του. Σαν να έπρεπε ένα άτομο που βρίσκεται σε πένθος να ασχολείται ειδικά αυτές τις στιγμές με το πώς θα δείχνει ότι είναι καλά, όπως ήταν πάντα, και κατά την κοινή αντίληψη, να ξεπεράσει τη ν απώλεια γρή γορα και χωρίς καμία βοήθεια, κανενός είδους. Α λ λ ά όπως έχουμε πει, τίποτα δεν απέχει περισσότερο από τη ν αλήθεια. Δ ε ν υπάρχει καμία αμφιβολία ό τι τα πιο χρήσιμα βοη θήματα αυτές τις στιγμές είναι μια τρυφερή αγκαλιά για να 177
ΧΟΡΧΕ Μ Ι10ΥΚ ΑΪ μπορούμε να μοιραστούμε τη ν ιστορία μας και να κλάψουμε μαζί, ένας σταθερός ώμος ττου θα βρίσκεται δίπλα μας για να γείρουμε κουρασμένοι το κεφάλι, κι ένα τρυφερό αφτί, πρόθυμο να ανταποκριθεί σ τη ν ανάγκη μας να μιλάμε. Δ ε ν υπάρχει κανένας καλύτερος από τη ν οικογένειά μας για να ικανοποιήσει αυτές τις ανάγκες. Εκείνοι που μελετούν τη διαδικασία του πένθους μάς εξη γούν ότι αυτός είναι ο λ όγος που ο θάνατος ενός μέλους της αρχικής μας οικογένειας (του πατέρα, της μητέρας, του παπ πού ή της γιαγιάς) προκαλεί συνήθως τόση α να στά τω ση. Δ εν επηρεάζει μόνο κάθε μέλος ατομικά, επηρεάζει και τη ν ομά δα ω ς σύνολο, πράγμα που περιπλέκει τη ν κατάσταση για όλους αφού είναι, παραδόξως, μέσα σ τη ν ίδια τη ν οικογένεια εκεί όπου μπορούμε να βρούμε το καλύτερο στήριγμα και τη ν καταλληλότερη βοήθεια. (Για τη ν ειδική κατάσταση που δημιουργεί ο θάνατος του παιδιού θα μιλήσουμε αργότερα, σ το τέλος αυτού του κεφαλαίου.) Σ ε μια τέτο ια περίπτωση είναι απαραίτητο να κάνει η οι κογένεια τη ν αδυναμία της δύναμη και να καταβάλει κάθε προσπάθεια για να παραμείνει στις περιστάσεις αυτές πιο ενωμένη από ποτέ. Ν α μην αφήσουν να τους παρασύρουν οι επικρίσεις, οι αλληλοκατηγορίες και η ζήλεια, που δεν έχουν νόημα τώ ρα πια και δεν βοηθάνε κανέναν. Είναι αναγκαίο (θα έλεγα καλύτερα απαραίτητο) να μοιραζόμαστε το ν πόνο με θάρρος και απέραντο σεβασμό σ το ν ιδιαίτερο τρόπο του καθενός. Η κατάσταση είναι υπερβολικά οδυνηρή για να μπο ρέσει ο καθένας να τα καταφέρει μόνος του, ή α να ζη τώ ντα ς στήριξη έξω από τη ν οικογένεια, με κάποιους που δεν περνά νε τα ίδια μ’ εμάς... Σε ένα τέ το ιο πένθος, οι χειρότερες μέρες του χρόνου είναι 178
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ
ΤΩ Ν ΔΑΚΡΥΠΝ
συνήθως οι γιορτές. Εκτός από τη ν αντίδραση τη ς επετείου που έχουμε ήδη εξηγήσει, αυτό συμβαίνει γιατί μέσα στους κόλπους της οικογένειας τα γ εγο νό τα αυτά επαναφέρουν στη μνήμη χιλιάδες αναμνήσεις. Κάποτε οι στιγμές αυτές ήταν γεμάτες από χαρά και τις πλημμύριζε η παρουσία τω ν σημερινών απόντων. Ή τα ν σκηνές που τώ ρα έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τη θλίψη του πένθους που μοιράζονται οι συγγενείς. Τ ο τέλος του χρόνου, για παράδειγμα, με το ν απολογι σμό τ ω ν γ ε γ ο ν ό τω ν που γίνεται παραδοσιακά, περιπλέκει συνήθως ακόμη περισσότερο τη ν οδυνηρή κατάσταση της απώλειας.
Ο ι δια φ ορές Ένα από τα πιο περίεργα πράγματα που αποκαλύπτονται μπροστά σ το ν θάνατο είναι η συνειδητοποίηση ό τι δεν εκδη λώνουμε όλοι το ν πόνο μας με το ν Ιδιο τρόπο: Γιατί εγ ώ αισθάνομαι ό τι δεν μπορώ να υποφέρω αυτόν το ν πόνο, ενώ η φίλη μου, που επίσης έχασε το ν ά ντρα της, δεν δείχνει ή δεν αισθάνεται τό σ ο χάλια; Γιατί νιώ θω να καταρρέω μπροστά σ το ν θάνατο της μη τέρας μου, ενώ ο αδελφός μου όχι; Οι αντιδράσεις ποικίλλουν (και είναι φυσιολογικό να συμβαί νει αυτό) όχι μόνο ανάμεσα σε διαφορετικά πρόσωπα (ακόμη και μέλη της ίδιας οικογένειας), αλλά και σ το ίδιο το ά το μο σε διαφορετικές στιγμές της ζωής του, σε δια<ρορετικές ηλικίες, ή στις ειδικές συνθήκες που μπορεί να βιώνει ότα ν συ ντελείται η απώλεια.
179
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ Υπάρχουν διάφοροι παράγοντες, περιστάσεις και φαινόμενα που θα μπορούσαν να θεωρηθούν στοιχεία βοηθητικά σ τη ν επεξεργασία του πένθους, και άλλα που βάζουν σε κίνδυνο τη διαδικασία εξέλιξης του φυσιολογικού πένθολκ;. Για πα ράδειγμα, συνήθως, όσο πιο σύντομος, απροσδόκητος και τραυματικός είναι ο θάνατος, τό σ ο βαρύτερο είναι και το πλήγμα, και το ίδιο συμβαίνει όσο περισσότερο επηρεάζει αυτή η απώλεια την καθημερινή ζωή του υποκειμένου. Κατά το ν ίδιο τρόπο, η επεξεργασία του πένθους θα εξαρτηθεί από το ν βαθμό ευκολίας ή δυσκολίας που έχει το άτομο να εκφράσει εκείνη τη ν ώρα αυτό που αισθάνεται. Ο βαθμός παρουσίας ή απουσίας α υτώ ν ή εκείνων τω ν παρα γόντω ν. μπορεί να κάνει τη διαδικασία της επεξεργασίας πιο φυσική και αβίαστη ή πιο δυσλειτουργική.
Ο ι δέκα παράγοντες που καθορίζουν τον προβλεπόμενο βαθμό υγείας του πένθους
1. Η ποιότητα της σχέσης με το πρόσωπο που πέθανε (στενή ή απόμακρη σχέση. Α λυ τα θέματα). 2. Ο τρόπος θανάτου (από ασθένεια ή ατύχημα, αιφνίδιος ή αναμενόμενος). 3. Η προσωπικότητα του ατόμου (ιδιοσυγκρασία, ιστορία, προσωπικές συγκρούσεις). 4. Η συμμετοχή σ τη φ ροντίδα του αγαπημένου προσώπου πριν πεθάνει. 180
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ Ω Ν Δ Α Κ Ρ Υ Π Ν
5. Η ύπαρξη ή όχι κοινωνικής και οικογενειακής υπ οστή ριξης· 6. Συνακόλουθα προβλήματα (οικονομικές δυσκολίες, α σθέ νειες). 7. Οι πολιτισμικοί κανόνες του π εριβάλλοντος (η αποδοχή ή όχι της διαδικασίας του πένθους). 8. Η ακραία ηλικία εκείνου που υποφέρει (ηλικιωμένος ή πολύ νέος). 9. Οι πολλαπλές ή μαζικές απώλειες (αν έχασε ταυτόχρονα πολλά αγαπημένα πρόσωπα). 10. Η δυ νατότη τα επαγγελματικής ή ομαδικής βοήθειας (η ικανότητα να ζητήσει βοήθεια).
Η α υ το κ το νία ενό ς αγαπημένου προσώπου Ο θάνατος από αυτοκτονία αξίζει σ ’ αυτό το κεφάλαιο μια ιδιαίτερη ενασχόληση, με δεδομένο ότι, γενικά, δυσκολεύει — και κάποιες φορές φτάνει να εμποδίζει— τη ν επεξεργασία και τη ν έξοδο από το πένθος. Α υ τό οφείλεται σ το ότι, τις περισσότερες φορές, όσο κι αν προσπαθεί κανείς, δεν μπορεί ποτέ να καταλάβει τους λόγους που οδήγησαν το αγαπημένο πρόσωπο σ τη ν αυτοκτονία. Η αυτοκτονία αφήνει πίσω της πάρα πολλά ερωτηματικά.
181
ΧΟΡΧΕ Μ Π ΟΎ ΚΑΪ Μ ετά τη ν απόπειρα του αγαπημένου προσώπου κατά της ζωής του. είναι φυσικό να αισθάνεσαι τρομερό θυμό και οργή που σε εγκατέλει\|/ε. Εάν, όπως είπαμε, είναι σχεδόν αναμε νόμενο να οργίζετα ι κανείς με εκείνον που πεθαίνει ακόμη κι αν πέθανε σε ατύχημα, ακούγεται πολύ λογικό να οργίζεσαι ό τα ν εκείνος ή εκείνη αποφάσισε να τερματίσει τη ζωή του. Είναι φορές που σκέφτομαι ότι αν ο αυτόχειρας είχε πραγ ματική συνείδηση του τραύματος που προξενεί σ τη ν άμεση οικογένειά του — και κυρίως σ τα παιδιά του, αν έχει— , δεν θα αυτοκτονούσε. Α ν ήξερε πραγματικά τι σκ έφ τοντα ι, αναπόφευκτα, τα παιδιά ό τα ν ο πατέρας τους (ή η μητέρα) αποφασίζει να δώσει τέλος σ τη ζω ή του ή αφήνεται να πεθάνει... Εμένα ού τε που με σκέφτηκε. Εγώ δεν ήμουν καλός λόγος για να συνεχίσει να ζει. Αν βρισκόμουνα δίπλα του εκείνη τη στιγμή, θα το ν είχα εμποδίσει. Δ εν το ν ένοιαζε τι θα γινόμουν εγώ. Και αυτό είναι πολύ οδυνηρό για τη ν αυτοεκτίμηση εκείνου που μένει, για να μπορέσει να τ ο αντέξει. Βέβαια, είναι φανερό ό τι εκείνος που αυτοκτονεί δεν μπορεί να σκεφτεί εκείνη τη στιγμή. Κ ατά κάποιον τρόπο, η ικανότητά του για ανάλυση και λογικές κρίσεις είναι μειωμένη και δεν είναι σε θέση να σκε φ τεί λογικά όπως θα άρμοζε σ τη ν περίσταση (μα αν ήταν, πι θα νότα τα δεν θα είχε φ τάσει σ το σημείο να δώ σει τέλο ς σ τη ζωή του, γιατί y o ίδιο το έν σ τικ το της αυτοσυντήρησης θα το ν είχε συγκρατήσει)]^ 182
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ
ΤΩ Ν ΔΑΚΡΥΩΝ
Επίσης, μπροστά σ τη ν αυτοκτονία, σίγουρα μας κυριεύει ένα υπερβολικό και μερικές φορές παράλογο συναίσθημα ενοχής, ό τι το φταίξιμο είναι δικό μας. Νιώθουμε άσχημα για κάτι που είπαμε ή κάτι που 6εν κάναμε, λες και θα μπορούσε μια δική μας διαφορετική συμπεριφορά να είχε από μόνη τη ς αλλάξει τη ν έκβαση της κατάστασης. Είναι ανάγκη να ξεκαθαρίσουμε, μετά από έναν θάνα το με αυτά τα χαρακτηριστικά, ότι κανένας από εμάς δεν θα μπορούσε να επιλέξει για λογαριασμό του άλλου. Η απόφαση της αυτοκτονίας ήταν αποκλειστικά δική του. Α ς δεχτούμε ότι. όσα και να του έλεγε κανείς, τα λόγια ποτέ δεν κατάφεραν να α λλάξουν τη ν απόφαση που πήρε κάποιος. Μ π ροστά σ τη ν αυτοκτονία ενός στενο ύ συγγενή,^[?κ7ο ηρεμεί η θύελλα τω ν συναισθημάτων, αναδύεται σιγά σιγά η απο δοχή. Κ ρ ειά ζετα ι χρόνος και υπομονή για να φτάσουμε ω ς βκεί, ■^ατί το πένθος της αυτοκτονίας χρειάζεται περισσότε ρο χρόνο για να γιατρευτεί. I Ιρέπει να είμαστε υπομονετικοί και να δουλέψουμε πολύ τη ν ιδέα του σεβασμού για τις επι λογές του άλλου, ακόμη και αν δεν συμφωνούμε, ακόμη κι αν νιώθουμε ότι είναι επιζήμιες για μας, ακόμη κι αν δεν τις καταλαβαίνουμε.
Π ένθος προκαταβολικό
Α υ τό είναι ένα ζήτημα που πρκ3καλεί αρκετή συζήτηση από
τη στιγμή ακόμη που πρέπει να αποφασίσουμε σε ποιον αναφέρεται. Εδώ θα αναφερθούμε στις διεργασίες που γίνοντα ι με τη ν προοπτική μιας αναμενόμενης απώλειας. Η διαδικα σία περιλαμβάνει πολλά από τα συμπτώματα του φ υσιολογι κού πένθους. 183
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ Υπάρχουν π ά ντοτε τα παρακάτω στοιχεία: 1. 2. 3. 4.
θλίψη, α γω νία για το π ρόσωπο που πεθαίνει, όοκιμή το υ θανάτου, συμβιβασμός εκ τ ω ν π ρ ο τέρ ω ν με τις συ νέπ ειες το υ θανάτου, 5. ο υ σ ια σ τικ ό βίωμα του αποχαιρετισμού, μερικές «ρορές αμοιβαίο.
Ο πωσδήποτε, υπάρχει ένα απλοϊκό λάθος στη χρησιμότητα που μπορεί να έχει αυτό το πένθος. Ένα λάθος που προκύπτει από τη ν ιδέα ότι υπάρχει ένας ορισμένος όγκος θλίψης, κι αν αρχίσει να δοκιμάζει το πένθος κανείς από πριν, μειώνεται ο πόνος που «απομένει» για μετά τη ν απώλεια. Ευτυχώς ή δυστυχώς, δεν λειτουργούν έτσι τα συναι σθήματα. Ασφαλώς, αυτό δεν σημαίνει ότι τ ο προκαταβολικό πένθος δεν εξυπηρετεί σε τίποτε. Υπάρχουν πράγματι πολλές μελέ τες που, με επαρκή στοιχεία, τεκμηριώνουν ό τι το πένθος εκ τω ν προτέρω ν βελτιώνει τη ν ικανότητα προσαρμογής τω ν σ υ γγ εν ώ ν και συντομεύει μερικές φορές το ν χρόνο που χρειά ζετα ι για να συνέλθει κανείς από το ν πόνο της απώλειας. Για να δείξουμε καθαρά τη ν ασυμφωνία μεταξύ τω ν ειδικών, αναφέρουμε ό τι μια μεγάλη ομάδα ερευνητώ ν μας διαβεβαιώνει, αντίθετα , πως δεν υπάρχει σχεδόν ποτέ προκαταβολικό πένθος, και ότα ν κάποιοι προσπαθούν να μπουν σ ’ αυτήν τη διαδικασία, το αποτέλεσμα είναι ολέθριο για όλους. Οι ερευ νητές εκείνοι υποστηρίζουν με σοβαρά επιχειρήματα, ότι αν 184
ο ΔΡΟ Μ Ο Σ Τ ίϊΝ
ΔΑΚΡΥΩΝ
δεχτούν οι συ γγενείς το ν θάνατο του αγαπημένου προσώπου πριν έρθει η ώρα του, θα μείνουν μετά με τη ν ενοχή ότι εγκατέλειψ αν το ν ασθενή πριν από το τέλος. Στα επιχειρήματα που χρησιμοποιούν προκειμένου να αποτρέψουν τους σ υ γ γενείς να μπουν σε μια τέτοια διαδικασία, προστίθεται επί σης το γεγονός ό τι ο ασθενής που παρατηρεί σ το περιβάλλον του γνώριμες συμπεριφορές, «σ α ν να μην συμβαίνει τίπ οτα», δοκιμάζει έναν πρόσθετο πόνο ότα ν αντιλαμβάνεται ό τι δεν επιβεβαιώνεται ο θάνατός του, που υποτίθεται ό τι πρόκειται να συμβεί σύντομα. Σε κάθε περίπτωση, αυτό που σίγουρα υπάρχει είναι η πρόβλεψη φυσικής εξάντλησης που κάνουν οι συ γγενείς του ασθενούς σε περιπτώσεις παρατεταμένης ασθένειας, αν και ούτε και σ τη ν περίπτωση αυτή αποφεύγει κανείς τελείω ς τον πόνο τη συγκεκριμένη στιγμή του θανάτου.
Ενσωμάτωση της σκέψης στο συναίσθημα
Είναι ά λλο πράγμα να είσαι θλιμμένος, και άλλο. πολύ δια φ ο ρετικό, να μπορείς να κλάψεις. Το να ξέρω ότι είμαι θυμωμένος, δεν είναι το ίδιο με το να εκφράζω το ν θυμό μου. Τ ο να αποδέχεται κανείς συνειδητά ένα συναίσθημα, δεν δημιουργεί αναγκαστικά τη ν ικανότητα να το εκφράσει. Και σ τη ν περίπτωση του πόνου του πένθους, είναι φανερό ό τι η 6ΐαδικασία απαιτεί και τις δύο όψεις του νομίσματος Στο πένθος, το σώμα θωρακίζεται (σε πολλές περιπτώσεις στη ν κυριολεξία σκληραίνει με μυϊκές αμυντικές σ\>σπάσεις που το «π αγώ νουν»). Αμύνεται σε μια προσπάθεια να αμβλύ νει το ν αντίκτυπο του πόνου. 185
ΧΟ ΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ
Η δυ νατότητα να εκφράζουμε τα συναισθήματα που μας προκαλεΐ μια απώλεια, είτε είναι λύπη. είτε θυμός ή φόβος... μας βοηθάει να αντιμετωπίσουμε το ν πόνο και να μπορέσου με στη συνέχεια να επουλώσουμε το τραύμα της ψυχής μας. Εάν παραμείνουμε «δυ να τοί», απλώς κουκουλώνουμε το ν πόνο, και η προσπάθεια να το ν καταπνίξουμε όχι μόνο παρεμποδίζει τη ν έξοδο από το πένθος, α λλά συνωμοτεί επί σης ενά ντια σ τη ν ανάπτυξή μας και μας εμποδίζει να είμαστε ολοκληρωμένοι ενήλικες. Ο πόνος έχει αυτήν τη δυ να τότη τα και είναι σίγουρο ότι θα μας διδάξει πώς θα δώσουμε ένα νέο νόημα σ τη ζωή μας, α λλά ζο ντα ς τις αρχές και τις προτεραιότη τές μας. Για παράδειγμα, όσο οδυνηρό κι αν μου είναι να εκφράσω αυτήν τη ν ιδέα, είναι π ά ντω ς φυσικό (ευτυχώς) ότι θα ζήσουμε κάποια στιγμή το πένθος του θανάτου τω ν γονιώ ν μας.' Είναι φυσικό, παρόλο που μας κοστίζει να το δεχτούμε, ότι θα αντιμετωπίσουμε στη ζωή μας τη φυσική εξαφάνιση και ά λ λ ω ν αγαπημένων προσώπων, και κάποιοι απ' αυτούς μπορεί να είναι τό σ ο νέοι όσο κι εμείς...
Μ πορεΐ τώ ρ α να σου φ α ίνετα ι α δύνατον, όμως με τ ο ν καιρό, ξεπ ερ νιέτα ι ακόμη και ο θ ά να τος του αγαπημένου προσώπου. Κ ι έρχ ετα ι η μέρα που μπορείς να πεις ό τι η ζω ή σ υ νεχ ίζετα ι και α ισθά νεσα ι ευτυχής που είσαι ζω ν τα ν ό ς , χωρίς να είναι ανάγκη να ξεχάσεις εκ είνον που δ εν υπάρχει πια.
I . Λ έω «βυτυχώς». γιατί το δυστύχημα (ή μάλλον, το απολύτω< αφώρητο), είναι ίνα ς γονιός να καταδικαστεί να αντιμ ίτω πίσει τον θώνατο του παι διού του. (Σ.τ.2^.)
186
ο ΔΡΟΜ ΟΣ Τ Ω Ν ΔΑΚ ΡΥΩ Ν
ΙΙένθος χηρείας
τ ο Μ Π ΛΟ ΥΖ ΤΗΧ Κ Η Δ Ε ΙΑ Σ Σ τα μ α τή σ τε τα ρολόγια, κόψτε το τηλέφωνο, μην αφήνετε το ν σκύλο να γαβγίζει, σ ιγή σ τε το πιάνο και με έναν ήχο απαλό φ έρτε το φ έρετρο μέσα, κ λ είσ τε τις πόρτες, κάντε τα αεροπλάνα να μην πετούν. Πέθανε. Βάλτε κρέπια, ησνχά στε τα παιδιά, εξαφανίστε τα λουλούδια, α δειά στε τον ωκεανό, και καθαρίστε τον βυθό. Ν όμιζα πως η αγάπη θα κρατούσε για πάντα. Έκανα λάθος. Ή τα ν ο βορράς μου. ο νότος μου, η δύση κι η ανατολή μου, η εργάσιμη βδομάδα μου και η αργία μου της Κυριακής, το μεσημέρι μου, και τα μεσάνυχτα, η κουβεντούλα και το τραγούδι μου. Δ εν χρειά ζοντα ι πια τ'α σ τέ ρ ια , σ β ήστε τα όλα. Π ά ρτε το φεγγάρι 187
ΧΟ ΡΧΕ Μ ΠΟΥΚΑΪ
καί διαλύστε τον ήλιο, αφού τίπ οτα ηια δεν θα είναι όηω<^ πριν. Γ. X. Ο Ν Τ Ε Ν (1907-1973)'
Ό τα ν διαταράσσεται η γνίικιτή πραγματικότητα, τ ο σίγουρο ^ και τ ο τακτοποιημένο γίνετα ι χαοτικό. Ο κόσμος μοιάζει εχθρικός και δεν μπορεϊ κανείς να μει ώσει τη ν αβεβαιότητα και τη ν ανασφάλεια. Ό τα ν μοιραζόμασταν τη ν προσωρινή τάξη με κάποιον και τώ ρ α αυτός 6εν υπάρχει πια, εμφανίζεται η απελπισία και τ ο κενό. Μ ό νο μέσω της αλληλεπίδρασης διατηρείται η αίσθηση και η προσωπική τα υ τό τη τα του ατόμου μέσα σ το ν κόσμο. Ίσ ω ς γι’ αυτόν το λόγο, όσοι χάνουν το ν σ ύ ντρ ο φ ό τους λένε ότι έχασαν ένα ουσιαστικό κομμάτι του εαυτού τους. Α ισθά νοντα ι παράξενα, νιώθουν τη ν απουσία, λένε ό τι κάτι τους λείπει. Ό π ω ς μας διαβεβαιώνουν δύο συνάδελφοι από τη ν Α ρ γεντινή με ειδίκευση σ το πένθος, η Δρ. Σίλβια Αλπερ και η Δρ. Ν τιά να Λίμπερμαν. η απώλεια ενός από τους δύο συ ζύ γους επιφέρει π ά ντοτε έναν πολύ μεγάλο βαθμό α να σ τά τω σης, υποβαθμίζει το νόημα της ζωής και απειλεί τη ν τα υ τό τη τα του ατόμου. Η πιο ακραία και μη αναστρέ^Ίμη συνέπεια είναι αυτή που περιγράφεται σ το λεγόμ ενο «σύνδρομ ο της ραγισμένης καρ διάς», όπου ο θάνατος του ενός συζύγου επισπεύδει το ν (^άνα το και του άλλου. 1. Wystan Hugh Auden. (1907-1973). (θεωρείται από πολλούς ο μ εγαλύτε ρος ά γγλος ποιητής του 20ού αιώνα. (Σ.τ.Μ .)
188
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ Π Ν Δ Α Κ Ρ Υ Π Ν
Πριν ηολλά, χρόνια, όταν έκανα τη ν άσκησή μου σ το Τμήμα Π ρώ τω ν Βοηθειών τον Ιν σ τιτού το υ Χειρουργικής του Χαέδο, δεχτήκαμε μια κλήση για ένα εηεϊγον περιστα τικό σε κάποιο σ π ίτι κοντά σ το νοσοκομείο. Δύο γιατροί, μία νοσοκόμα, ο τραυματιοφορέας, ο οδηγός του ασθενοφόρου κι εγώ, επιβιβα στήκαμε σ το ασθενοφόρο με τον α παρα ίτητο εξοπλισμό, και σε λ ίγότερο από πέντε λεπ τά φθάσαμε σ ’ ένα φτωχικό σπιτάκι της συνοικίας. Μ πήκαμε σ το δω μάτιο όπου βρισκόταν η ασθενής, μια γυναίκα 70 χρόνων, που είχε πάθει έμφραγμα του μυοκαρδίου. Δυστυχώς, δεν μπορούσαμε να κάνουμε πολλά, και παρ’ όλες τις προσπάθειες που κατέβαλαν οι γιατροί, σ το τέλος α πλώ ς πιστοποιήσαμε ό τι το επεισόδιο ήταν μοιραίο. Μ ε λύπη μας ανακοινώσαμε σ τη ν αδελφή της ασθενούς, που ήτα ν σ το σπίτι, ότι δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίπ οτε άλλο. κι ό τι ήμασταν υποχρεωμένοι να μεταφέρουμε τη νεκρή σ το νοσοκομείο για τα α παρα ίτητα πιστοποιητικά και τις λ ο ι πές τυπικές διαδικασίες. Η γυναίκα βγήκε από το δωμάτιο και είπε σε κάποιον που, όπως μάθαμε μετά. ήταν ο σύζυγος της γυναίκας που μόλις είχε πεθάνει: ΜΠάει η Μαρία... Πέθανε». Ο άντρας χλόμιασε. Έπεσε σε μια καρεκλίτσα από κλαδιά λ υ γαριάς και ψιθύρισε: ·& έλ ω να πεθάνω...» Α υτές ήταν και οι τελευτα ίες του λέξεις. Δ εν μπορέσαμε να κάνουμε τίπ ο τε οι έξι επαγγελματίες 189
X O P X R Μ ΙΙΟ Υ Κ Α Ϊ
για τροί και νοσηλευτές, ούτε ο εξοηλισμός ηου είχαμε μ α ζί μας, ούτε η δυνα τότητα ηου είχαμε να τον μεταφέρουμε αμέ σως σ το νοσοκομείο. Ο άνθρωπος είπε «θ έλω να πεθάνω», κι έπεσε κάτω. Μ ε δεδομένες τις συνθήκες του θανάτου, έγινε αυτοψία σ το πτώμα, και έδωσε το αποτέλεσμα που όλοι περιμέναμε: Καρδιακή προσβολή. Ο θάνατος τη ς γυναίκας του... του ΡΑΠΣΕ ΤΗΝ ΚΑΗΔΙΑ... σ τη ν κυριολεξία. Στις αγγλοσαξονικές χώρες, ο θάνατος του ενός από τους δύο συζύγους κατέχει τη ν πρώ τη θέση σε μια στα τιστικ ή έρευ να σχετικά με «επώδυνες κ α τα στά σεις» και πόσο έν το ν α τις βιώνουν οι άνθρωποι που καλούνται να τις αντιμετωπίσουν. Η έρευνα αυτή και τα συμπεράσματά της, αποτελούν σημείο αναφοράς εδώ και πάρα πολύ καιρό και επιβεβαιώνονται χρόνο με το χρόνο. Σύμφωνα με τη ν έρευνα αυτή (η οποία, ασφαλώς, δεν θα έδι νε τα ίδια αποτελέσματα στις λατινοαμερικάνικες χώρες) η εξαφάνιση του/της συζύγου αποτελεί τη ν μεγαλύτερη αιτία πόνου σ το ν πληθυσμό μεταξύ 25 και 70 χρόνων. Αναλυτικά, τα σ τα τισ τικ ά συμπεράσματα της έρευνας έχουν ως εξής: ΚΑΤΑΛΟ ΓΟ Σ Α Λ Λ Α Γ Ο Ν
Θ άνατος συζύγου Ποινή φυλάκισης Θ άνατος σ τενο ύ συ γγενή (παιδιού) Διαζύγιο 190
ΠΟΝΟΣ
100 91 83 80
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ Ω Ν
ΔΑΚΡΥΩΝ
Απόλυση από τη ν εργασία, οικονομική σ τε ν ό τη τα θ ά ν α το ς στενο ύ συ γγενή (αδελφού, γ ο νέω ν) Προσωπική ασθένεια ή σοβαρό ατύχημα Γάμο< θ ά ν α το ς στενο ύ φίλου Συντα ζιοδότη ση Ασθένεια ή σοβαρό ατύχημα κάποιου συ γγενή Σεξουαλικά προβλήματα Αύξηση της οικογένειας (γέννηση, υιοθεσία) Μ εγά λη οικονομική αλλαγή θ ά ν α το ς ενός κατοικίδιου Α λλα γή εργασίας Συχνοί καβγάδες με τη σύζυγο Τραπεζική υποθήκη για πάνω από 15.000 δολάρια Μ εγάλη αλλαγή σ τη ν εργασία (προαγωγή ή μετάθεση) Γιος ή κόρη που φεύγουν (γάμος, σ τρα τ. θητεία) Προβλήματα νομικής φύσης Η σύζυγος αρχίζει να δουλεύει Μετακόμιση, ανακαίνιση ή επισκευές σ το σπίτι Σοβαρά προβλήματα με το ν διευθυντή Α λ λ α γ ές σ τη ν κοινωνική ζωή
76 65 60 50 48 45 44 39 39 38 37 36 35 31 29 29 29 26 25 23 18
Ό τα ν ρώ τησα κάποιον από τους καθηγητές μου στις Η ν ω μένες Π ολιτείες πώς ερμηνεύει αυτήν τη ν ασυμφωνία, με το επιχείρημα ότι σ τη ν πρώτη θέση του καταλόγου θα ήταν για μας, χωρίς αμφιβολία, ο θάνατος του παιδιού, μου απάντησε μ’ ένα επιχείρημα που δεν ήταν μεν αρκετό για να με πείσει, με έκανε, όμως, να σ κ εφ τώ μια πλευρά που μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχα λάβει υπόψη μου. Ο τα ν πεθαίνει το παιδί, και εφόσον το ζευγάρι παραμένει ενωμένο, είναι δύο α ν το ί πον τονς συμβαίνει το ίδιο πρά γ 191
ΧΟ ΡΧΕ Μ ΠΟΥΚΑΪ
μα, ηου ζουν τη ν Ιδια κατάσταση. Κ άποιος με καταλαβαίνει, α υτό που μας συμβαίνει αφορά και τους δύο, είναι κοινό, το μοιραζόμαστε. Α ντίθ ετα , όταν ηέθαΐνει ο ένας αηό τους δύο συζύγους, κανένας..., επαναλαμβάνω, κανένας δεν περνάει τη ν ίδια κατάσταση. Τότε, είμ α στε πραγματικά ολομόναχοι με τον πόνο μας. Ο ά ντρ α ς και η γυναίκα που μένουν μόνοι σ τη φωλιά λένε για το ν εα υ τό τους ό τι είναι «τσ α κ ισ μ ένο ι» (μ’ αυτά τα λ ό για το εκφράζουν πολλές φορές). Οι χήροι και οι χήρες λένε συχνά:' « Η πληγή δεν κλείνει π οτέ τελείω ς.» «Ο πόνος της απώλειας του συντρόφου σού ραγίζει την καρδιά, και αναρωτιέσαι πώς θα συνεχίσεις να ζεις.» « Η σιωπή σού τρυπάει τ ’ αφτιά, το σ π ίτι είναι πια μόνο τα ντουβάρια.» «Τ ο κλάμα και ο θυμός γίνονται η καθημερινή σου σ υ ντροφ ιά.» «Δ ε ν μηορείς να ξεχωρίσεις αν λυπάσαι για εκείνον που έφυγε ή για σένα τον ίδιο.» «Π ώ ς να συνεχίσεις να αναπνέεις, να περπατάς, να κάνεις τις καθημερινές δουλειές χωρίς α υ τό ν ;» «Μ π ο ρ ώ να συνεχίσω να είμαι ικανός να α γαπώ;» «Μ ε τ ά τον θάνατο του συντρόφου αισθάνεται κανείς δια λυμένος, σαν τράπουλα που τη σκόρπισε ο αέρας.» Δ ε ν μπορούμε να γενικεύουμε, πάντως, ό τα ν πεθαίνει ο σύ1. Υπάρχουν αρκετές σελίδες σ το Ίντερνετ που Λέχονται τις μαρτυρίες wvirw.coadargcntina.cotn.ar www.grieg.com www.duclum.com.ar www.widows.com (Σ.τ.Σ.)
192
to u c
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ Ω Ν
ΔΑΚΡΥΩΝ
ντροφ ος μετά από πολλά χρόνια συμβίωσης, η τα υ τότη τα του ατόμου που δομήθηκε αναπόφευκτα μέσα στη σχέση, εί ναι λογικό να φαίνεται ό τι απειλείται. Η μεγάλη πρόκληση είναι, λοιπόν, να μπορέσουμε να βρούμε τους τρόπους και τα μέσα που χρειάζονται για να ανασυγκροτήσουμε το ν εαυτό μας και να αντιμετωπίσουμε μια ζωή η οποία, επειδή είναι εν τελ ώ ς διαφορετική, μας φαί νεται τόσο δύσκολη. Σε μια πολύ ενδιαφέρουσα έκθεση, η κοινωνιολόγος Έ λενα Λοπάτα,* αναφέρει μέχρι δέκα διαφορετικά «είδη μοναξιάς» που μπορούν να εμφανίσουν (ταυτοχρόνω ς) όσοι βιώνουν το πένθος για το ν θάνατο του συντρόφου τους. 1. Τους λείπει ο σύ ντροφ ος που χάθηκε. 2. Τους λείπει η αίσθηση ότι κάποιος τους αγαπάει. 3. Τους λείπει η δυ νατότητα να ξαναγαπήσουν. 4. Τους λείπει μια βαθιά σχέση. 5. Τους λείπει η αίσθηση ότι είναι κάποιος σ το σπίτι. 6. Τους λείπει η δυνατότητα να μοιραστούν τις καθημε ρινές δουλειές. 7. Τους λείπει ο τρόπος ζωής τω ν παντρεμένων. 8. Τους λείπει η ικανοποίηση να τους συνοδεύει κάποιος όπου πάνε. 9. Τους λείπει η σεξουαλική ζωή. 10. Τους λείπει η παρέα τω ν κοινών φίλων.
I.Έ λενα Ζνανιέτσκι Λοηάτα, (1925-2003). 11ολωνο-αμερικανΙ6α καθηγήτρια Κοινωνιυλυγίας σ το Πανεπιστήμιο Λογιώλα του Σικάγου. (Σ.τ.Μ )
193
ΧΟ ΡΧΕ Μ Π Ο Ύ Κ Λ Ϊ Δ ια φ ο ρ ά φύλου Μ ε δεδομένο το γεγο νό ς ό τι ο προσδοκώμενος μέσος όρος ζωής είναι μεγαλύτερος για τις γυναίκες απ’ ό,τι για τους ά ντρ ες της ίδιας κοινωνικής τάξης και κατάστασης,' η χηρεία σ τις αστικές κοινωνίες της Δύσης είναι ένα (|>αινόμενο που έχει μεγαλύτερη σημασία για τις γυναίκες. Λ έει ο φίλος μου ο Εδουάρδο: «Π ολύ μιλάμε για ισ ότη τα τω ν δύο φύλων, ηολλά λέμε για το ασθενές φύλο, να δώσουμε περισσότερα δικαιώματα στις γυναίκες, για ένα δίκαιο μισθό και άλλα τέτοια... αλλά ο κό σμος είναι γεμάτος χήρες!» Π ολλές γυναίκες έμαθαν να εξιδανικεύουν τη ν αγάπη και παρέμειναν εξαρτημένες από το ν ά ντρα για να συ ντη ρού ντα ι κοινωνικά, οικονομικά και, συνεπώς, ψυχολογικά. Ό σ ο κι αν μειώνεται η οικονομική εξάρτηση, η ψυχολογική συνεχίζει να υφίσταται. κι αυτός είναι ο λόγος που αισθάνονται μόνες και α π ροστά τευ τες ό τα ν χάνουν το ν σ ύ ντρ ο φ ό τους. Ένας άντρας εν ενεργεία που χάνει τη γυναίκα του μπορεί να αισθάνεται θλιμμένος, απαρηγόρητος και να νιώθει φόβο για το μοναχικό του αύριο, αλλά δύσκολα καταρρέει ολοκλη ρωτικά. Α υ τό οφ είλεται σ το ό τι, σ τη δική μας κουλτούρα, οι γυναίκες δομούν τη ν τα υ τό τη τά τους (δηλαδή, το ν υποκει μενικό ορισμό του ποιες είναι και γιατί ήρθαν σ το ν κόσμο) γύρω από τις σχέσεις τους, εν ώ η πλειονότητα τω ν α νδρώ ν δομούν τη ν τα υ τό τη τά τους σε σχέση με τη δουλειά τους. 1. ϊ τ η ν Α ργεντινή , η ηλικία αυτή civat το 75ο έτο ς για τις γυναΐκβς και το 68ο για τους άντρες. Πηγή: Διεύθυνση Στατιστικής τ ω ν Η νω μ ένω ν Εθνών. 1998. (Σ.τ.Χ.)
194
ο ΔΡΟΜ ΟΣ Τ η Ν ΔΑΚ ΡΥΩ Ν Κάν ά ντρ ες και γυναίκες έκαναν δική τους τη φράση του Ortega y Gasset:’ Ι<Εγώ είμαι ενώ . και ο κtSαμoς που με περιβάλλει», οι ά ντρ ες θα έλεγα ν για το ν εα υ τό τους: «Ε γ ώ είμαι εγώ , κι ό,τι ξέρω να κάνω». Ο ι γυναίκες, α ντίθ ετα , θα έλεγαν: «Ε γώ είμαι εγώ, κι όλοι αυτοί που αγαπώ».
Σ υ νεχ ίζω χωρίς τ ο ν σ ύ ν τρ ο φ ό μου Η φίλη μου Σίλβια ΣαλΙνας* έγραψε ένα βιβλίο ο τίτλ ο ς του οποίου μας βάζει σ ’ α υτόν το ν δρόμο. Τ ο βιβλίο λέγεται: Ό λα (ΔΕ Ν ) τελείωσαν, και μιλάει: α) για τη ν ανάγκη να σ υ νειδητοποιήσουμε ότι, μετά από μιαν απώλεια και παρόλο το ν πόνο είναι δυ νατόν να ξαναγαπήσουμε, και β) για το ξάφνιασμα που νιώθουμε ό τα ν ανακαλύπτουμε ό τι ο πόνος και ο έρω τας, ως συναισθήματα, μπορούν όχι μόνο να δια δέχονται το ένα το άλλο. α λλά και να συνυπάρχουν. Το πρόσωπο που πέθανε δ εν χάνεται, γιατί, όπως είδαμε, έχει εσωτερικευθεί συναισθηματικά. Μ ένει κενός, όμως, ο ρόλος που έπαιζε σ τη ζωή μας.
1. Χ οσέ Ο ρτέγκ α I Γκασέτ. (1883-1955). Ισπανό»; φιλόσοφος. (Ι-.τ.Μ.) 2. ΣΙλβιο Σολίνας: Ψυχολ6γος «ιδικΓϋμένη σ τη ν ψυχοθεραπεία ζεύγους, και συγγραφ έας μαζί με τ ο ν Χόρχε Μπουκάι του; Να β λ ίπ η ς σ το ν έρωτα, (opera. 2009). (Ι^.τΛί.)
195
ΧΟΡΧΕ ΜΓΙΟΥΚΑΪ Ό τα ν ττέθανε η γυναίκα μου, ένιωσα ηως ο θάνατύς τη<; ήταν σαν τσουνάμι. Σιγά-σιγά. άρχισα να χάνω όΑους τους φίλους, μου, τις σ υ νήθειές μου, τα αγαπημένα μου μέρη. τη δυνα τότητα να απο λαμβάνω τη μουσική που μου άρεσε. Δ εν ήζερα πώς πληρώνουν το φως. από πού να πάρω φρούτα, από πού να πάρω γάλα. Τα παιδιά μου, οι γείτονες και τα εγγόνια μου με μεταχει ρίζοντα ν σαν να ήμουν άχρηστος και ανίκανος. Μ ια μέρα κατάλαβα ό τι υπήρχαν για μένα δύο μόνο επ ι λογές: η ζωή και ο θάνατος, και συνειδητοποίησα πόσο ελκυ στική ήταν για κάποια από τις πληγωμένες ττλΐ-υοέι· μοα η δεύ τερη δυνατότητα. Α πό εκείνη την ημέρα, βέβαια, κάτι άλλαξε. Μάζεψα όλους τους δικούς μου σ τη ν κουζίνα του σπιτιού μου και τους είπα: «θ έ λ ω να ξέρετε ό τι έμεινα χήρος, όχι ανάπηρος». Α π ό εκείνη τη ν ημέρα, όλα άρχισαν να ξαναπαίρνουν τον δρόμο τους. Λ έω, λοιπόν, ό τι σ ' αυτήν τη ν ιστορία και σε όλες τις άλλες που μπορεί να μου προκόψουν, εάν πιστεύω πως δεν θα το α ν τέ ζω να μην υπάρχεις... δεν θα μπορέσω πραγματικά να το αντέξω. Είναι η ίδια ιστορία μ’ εκείνους που λένε: «Δ ε ν Οα μπο ρέσω ποτέ μου να κόψω το κάπνισμα»... και συνεχίζουν να καπνίζουν. Και με όσους λένε «δ εν θα μπορέσω ποτέ να κάνω μια δί αιτα να αδυνατίσω»... και συνεχίζουν να τρ ώ νε περισσότερο. . ■ Ό σ ο πιστεύω ότι ποτέ δεν θα μπορέσω να κάνω κάτι, ό,τι κι αν είναι αυτό, το μόνο σίγουρο είναι ότι ό ν τω ς δεν θα μπορέσω να το κάνω. 196
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ
T iiN Δ Α Κ Ρ Υ Ω Ν
‘Ετσι είναι. Ο ι άνθρωποι σηκώνουμε τ ο βάρος (μερικές φορές ασυ νείδητα) της ικανότητάς μας να κάνουμε πραγματικότητα — αν εξαρτάται από εμάς— , τις πιο καταστροφικές μας π ρο βλέψεις. Αν πιστεύω ότι δεν θα μπορέσω να α ν τέξω την απουσία σου, αν πιστεύω πως δεν μπορώ να συνεχίσω τη ζωή μου χωρίς εσένα, αν έχω πείσει το ν εαυτό μου ό τι τελείω σε για μένα η ζωή, είναι πολύ πιθανό ότι όλα αυτά θα συμβούν σ τ ’ αλήθεια. Α φ ή στε με να σας διηγηθώ τι συμβαίνει πραγματικά σε μια φυλή της βορείου Αφρικής. Ο τα ν κάττσιος διαπράττει κάτι φοβερό —σκοτώνει, για ηαράδειγμα, ένα άλλο //έΑος της φυλής—. είναι έΟψο να γίνεται μια συνάθροιση όλων τω ν αρχηγών της φυλής, και να κάνουν συμβούλιο. Α ν τον κρίνουν ένοχο, τον καταδικάζουν σε θάνατο. Το περίεργο είναι, ό τι η καταδίκη σημαίνει ηως του κάνουν ένα σημάδι με χρώμα σ το ν ώμο. Είναι ένα σπάνιο σημάδι, που σ τη φυλή α ποτελεί το σύμβολο του θανάτου. Από τη ν ημέρα αυτή, ο καταδικασμένος απομονώνεται σε μια σκηνή δέκα μέτρα μακριά από τους υπόλοιπους — όχι παραπάνω. Δεν τον χτυπά ει κανείς, δεν του κάνουν τίποτα. Α ν θέλει να φάει, τρώει. Αν θέλει να πιει, πίνει. Κανείς, όμως, 6εν του απευθύνει τον λόγο. κανείς δεν μιλάει μαζί του. Είναι νεκρός. Δύο μήνες μετά την καταδίκη του. ο κατάδικος πεθαίνει. Πεθαίνει χωρίς να του έχει πειράξει κανείς ούτε μια τρίχα από τα μαλλιά του. Και δεν πεθαίνει γιατί του συνέβη κάτι ιδιαί τερο — για τί το σημάδι είχε δηλητήριο ή κάτι τέτο ιο — . πεθαί νει απλώς και μόνο για τί πιστεύει ότι πρέπει να πεθάνει. 197
ΧΟ ΡΧΕ Μ ΠΟΥΚΑΪ
Σ τη ν κουλτούρα και την τελετουργία εκείνη, ο ένοχος είναι πεπεισμένος ότι. αφού καταδικάστηκε σε θάνατο και φέρει το συγκεκριμένο σημάδι, θα ηεθάνει. Και ασφαλώς, πε θαίνει. Πεθαίνει σ την κυριολεξία. Ό πω ς έχω ήδη πει, όταν πεθαίνει ο ένας από τους δύο συ ντρόφους, μένουν κενοί οι ρόλοι που έπαιζε στη ζωή του άλλου, κι αυτός που μένει πρέπει να μάθει να ζει αλλιώς.
Δ ε ν είναι ό τι με πονάει μόνο τ ο γ εγο νό ς ό τ ι έχασα το ν λογιστή , το ν κηπουρό, το ν ερω τικ ό σύ ντρ ο φ ο και το ν σ το ρ γικ ό πατέρα... Δ ε ν είναι ό τι με πληγώνει μόνο που έμεινα χωρίς μαγείρισσα, οικονόμο, καθαρίστρια, σύμβουλο, ερωτική σύ ντρ ο φ ο και νοσοκόμα... Α λ λ ά είναι και αυτό.
Κατά τους ειδικούς, το πένθος τελειώνει όταν μπορεί κανείς να ξαναμπεί στη ζωή με καινούργια σχέδια, όταν αποφασίζει ότι ο ίδιος δεν είναι πια «νεκρός». Μπορεί τό τε να περάσει από το ν ανυπόφορο πόνο σ ’ έναν άλλο, λιγότερο έντονο, κι από εκεί, με τον καιρό, στη ν αγάπη για τους άλλους (την οικογένεια, έναν καινούργιο σύντροφο, τους q>lλoυς). Μ ετά τον θάνατο του συντρόφου σου, είναι ασφαλώς πολύ δύσκολο να επιτρέψεις σ το ν εαυτό σου μια καινούργια σχέση. Δ εν είναι απαραίτητο να κάνεις κάτι τέτοιο, αλλά σ η μασία έχει να ξέρεις ότι είναι δυνατό να γίνει κι αυτό.
198
ο ΔΡΟΜ Ο Σ
ΤΠΝ ΔΑΚΡΥΩΝ
Δ ια ζν γ ιο Ί'ο να θυμάσαι, είναι ο καλύτερος τρόηος για να ξεχάσεις. ΙΙ Γ Κ Μ Ο Υ Ν Τ Φ Η Ο ΪΝ Τ
Ίσ ω ς φαίνεται ττερίεργο να υπάρχει ένας τέτο ιο ς τίτλ ο ς εδώ, ανάμεσα σε θανάτους και πένθη αυτού του τύπου. Ασφ αλώς, όμως, όπως είδαμε σ τη ν έρευνα για τα διάφορα είδη πόνου, το διαζύγιο σαν οδυνηρό βίωμα είναι πολύ κοντά σ τη ν κατά σταση του θανάτου του συντρόφου. Αν ξαναδούμε τα χαρακτηριστικά που αναφέραμε για τους χήρους και τις χήρες, και πάνω απ’ όλα, αν διαβάσουμε ξανά το ν κατάλογο τω ν τρόπ ω ν που βιώνουν τη μοναξιά όσοι εί ναι σε πένθος, θα βρεθούμε μπροστά σ το ν ίδιο ακριβώς πόνο που μας περιέγραφε ο φίλος μας εκείνος που μόλις χώρισε. Κι εκείνος μιλάει για τη φυσική απουσία της συντρόφου του, για τις συναισθηματικές του δυσκολίες, για τη ν απώλεια φ ίλων και δυ νατοτήτω ν, για τη δυσκολία να ξαναρχίσει μια φυσιο λογική ζωή. Έχω μιλήσει σε συνεδρίες με εκατοντάδες ανθρώπους από τό τε που δουλεύω ως ψυχοθεραπευτής, κι έχω σ υ να ν τή σει πάρα πολλά ζευγάρια που υποφέρουν κάθε μέρα, — και πολύ περισσότερο, κάθε νύχτα— , από τις συνέπειες μιας κάκιστης διαπροσωπικής σχέσης, από τη ν απουσία κοινών στόχων, ή επειδή «του ς τελείω σ α ν» ο έρω τας και η αγάπη που ένιωθαν ο ένας για το ν άλλον. Παρόλα αυτά. παρόλο το «β ά σα νο» που είναι η ζωή τους κάτω από αυτές τις συνθή κες, λένε σ ' εμένα και διακηρύσσουν σε όλον το ν κόσμο, πως κάνουν ό,τι κάνουν και θα έκαναν ακόμη περισσότερα, γιατί 199
ΧΟ ΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ
δεν αντέχουν το ν πόνο του χωρισμού. Α ντρες και γυναίκες φαινομενικά πολύ ασφαλείς και που μοιάζουν να έχουν α ρ κετή διαύγεια πνεύματος σε άλλους τομείς της ζωής τους... φ έρονται σαν να φοβούνται τη ν ίδια τη ζωή. Κι όλο αυτό, γιατί πιστεύουν πως δεν θα άντεχα ν να ζήσουν έξι μήνες το ν πόνο που θα τους προξενούσε το γεγο νό ς ό τι δεν θα είναι πια παντρεμένοι, ή δεν θα άντεχαν το ν χωρισμό από το συγκ ε κριμένο άτομο. Π άντα είχα τη ν εντύ π ω ση ό τι αυτό δεν είναι έρωτας, ούτε κι έχει καμία σχέση με την αγάπη, ^ υ τ ό είναι να είσαι γα ντζω μ ένος πάνω σ το ν άλλον, και ταυτόχρονα να μην εί σαι «κ ο ν τά » του. ^ Α ντίθετα, να είσαι μαζί και να έχεις επαφή με το ν άλ λον, σημαίνει να ζεις μια σχέση όπου ο καθένας μπορεί να φεύγει, να έρχεται, να παίρνει τις αποστάσεις του για να κάνει τα δικά του, και μετά να επιστρέφει, ή να μένει εκεί, αλλά να αποφασίζει να κάνει κάτι ά λλο από αυτό που θέλει ο σ ύ ντρ ο φ ό ς του.||^ια σχέση όπου το δικό μου δεν απο κλείει αυτό που μοιραζόμαστε. \ Α λ λ ο πράγμα είναι να είσαι αγκιστρωμένος.
Γάντζωμα, χειραγώγηση και συν-εξάρτηση
Το ό τι είμαι γα ντζω μ ένος πάνω σε κάποιον, δεν σημαίνει ότι είμαστε μαζί. Σημαίνει ότι κρατώ κάποιον με το ζόρι* τον φυλακίζω. Σημαίνει ό τι προσκολλώμαι, τον τυ λίγω σ τα δίχτυα μου, γεμίζω όλα τα κενά του νομίζοντας ό τι έτσι θα είναι «ικανοποιημένος».^ Η εξάρτηση, όμως, ποτέ δεν συμ βάλλει στηνι ολοκλήρωση κάποιου, ού τε με φέρνει σε επα φή μαζί του.| Είναι χρήσιμη μόνο για να τραβάω το ν ά λλο βίαια, να το ν κρατάω με το ζόρι, να το ν αιχμαλωτίζω, και 200
ο ΔΡΟΜ ΟΣ Τ Ω Ν ΔΑΚΡΥΠΝ να πιστεύω ό τι έτσ ι το ν εμπο6(ζα> από το να μπορέσει κά ποτε να φύγει. Α υ τό δεν σημαίνει ό τ ι είμαστε μαζί, ού τε έχει καμία σχέ ση με τη ν αγάπη. Ό λ ο αυτό είναι συγκαλυμμένη χειραγώ γη ση και προσπάθεια ελέγχου της ζω ής του άλλου. «Για να ξεφύγεις αηό μένα πρέπει να πληγωθείς και να με πληγώσει»:, για τί σ ' α υτό το α γκίστρι είμα στε κι οι δνο πιασμένοι». Ένας τέτοιος σχεδιασμός αποτελεί π ά ντοτε σύμπτωμα δυ σ λειτουργίας στη σχέση, και δεν χρειάζεται να \|/άξει κανείς πολύ για να βρεθεί μπροστά σ τη ν προφανή δυσφορία και τ ω ν δύο, ό τα ν η σχέση έχει πάρει α υτόν το ν δρόμο. Τ ο πε ρίεργο είναι ότι. παρόλα αυτά, φαίνεται ό τι μας ελκύουν αυτές οι καταστάσεις ελέγχου, οι δικές μας και οι ξένες, μας γοητεύει να είμαστε μπλεγμένοι σε τέτο ιες «α σφ α λείς» σχέ σεις. Ζούμε κατά κάποιον τρόπο κ α τα στρ ώ νοντα ς σχέδια, συνειδητά ή ασυνείδητα, για να κρατάμε το ν ά λλο φυλακι σμένο, για να μην μπορεί να απεμπλακεί, να μην μπορεί να φύγει. Ξεστομίζουμε φοβερές βλακείες που τις κρατάμε σ υ νήθως ψηλά σαν λάβαρα ιδανικών συ ντροφ ικ ώ ν σχέσεων: «Εμείς οι δύο είμαστε ένα», «Ε ίμ α στε δύο σε σάρκα μία», «Ε γώ για σένα κι εσχ> για μένα». Και αυτή που προτιμούν περισσότερο οι «αιώ νιοι εραστές»: «Δ ε ν μπορώ να ζήσω χωρίς εσένα». Αν μπορούσαμε για μια στιγμή να ξεφύγουμε από το ναρ 201
ΧΟ ΡΧΕ Μ ΠΟΥΚΑΪ
κισσιστικό χάδι που τό σ ο πολύ μας αρέσει, θα καταλαβαί ναμε πόσο απεχθές είναι αυτό τ ο σύμβολο που καταδικάζει και τους δυο μάς σ ’ ένα εγγυημ ένο βάσανο: Να εξα ρτά κα νείς ΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥ από το ν άλλον, κ α θιστώ ντα ς το ν υπεύ θυνο για τη ν ύπαρξη του αγαπημένου ή της Λγαπημένης του. Π όσο βαρύ ακούγεται! Έ να σχέδιο λίγο πιο ήπιο α λλά που επίσης δημιουργεί εξά ρ τηση, είναι αυτό που χρησιμοποιεί κάποιος ό τα ν λέει, με ύφος αθώας περιστεράς: «Αααχ... ηόσο ευτυχισμένο με κάνεις...» Κι εγ ώ λέω π ά ντοτε: ακόμα κι αν σε γοητεύει το ψέμα — να πιστεύεις δηλαδή ό τι έχεις τη δύναμη να κάνεις ευτυχισμέ νο τ ο πρόσωπο που αγαπάς— , μη δεχτείς να αναλάβεις αυ τή ν την ευθύνη. Μ ην το δεχτείς αυτό ποτέ! Οχι τό σο γιατί δεν είναι βέβαιο (π οτέ δεν είναι^ ότι έχεις αυτήν την ικανότητα, αλλά γιατί αν δεχτείς ότι είσαι σε θέση να κάνεις ευτυχισμένο το ν άλλο, θα πρέπει να δεχτείς, επί σης, ότι κάποια στιγμή θα έχει το δικαίωμα να σου πευ «Μ ο ν κατέστρεψες τη ζωή». Δ ε ν έχεις τη δύναμη να με κάνεις ευτυχισμένο, ποτέ δεν τη ν είχες, παρόλο που εγ ώ ήθελα να σου παραχωρήσω αυτό το προνόμιο, παρόλο που κι εσύ ήθελες να το δεχτείς. Επομέ νως, δεν έχεις ούτε τη δύναμη να με κάνεις δυστυχισμένο.' 1. Ιίαριμπιπτόντως... ο ν Sev έχεις τη δύναμη να με κάνβκ να υποφέρω όσο είσαι μαζί μου. ακόμη λιγότερο θα έχεις αυτή τη δύναμη αν χωρίσου με. (Σ.τ.Σ.)
202
ο ΔΡΟΜ ΟΣ
Τ ίΙΝ Δ Α Κ Ρ Υ Ο Ν
Μπορεί να με πληγώσει κάτι που κάνεις, κάτι που λες, αυτό ναι, σίγουρα. Α λ λ ά να με κάνεις να υποφέρω; Η αλήθεια είναι ό τι αυτό δεν το μπορείς. Για σκέψου: Τι μπορεί να κάνει ο άλλος; «Μ η ο ρ ΐί να κάνει όλα <χντά που εμένα δεν μον αρέσονν και τίη ο τε α π ’ όλα εκείνα που με ευχαριστούν.» Πολύ ιυραία. Κατάλαβα. Α λ λ ά αν κάνει όλα αυτά που δεν σου αρέσουν, τό τε γιατί μένεις κοντά του; «Μ έν ω για τί τον αγαπάω.» Καλά, δέχομαι τους λόγους σου, όμως... αν μένεις κοντά του γιατί το ν αγαπάς, τ ό τε είναι ο ά λλος αυτός που σε κά νει να υποφέρεις; Δ εν μπορεί, αυτό δεν γίνεται με κανένα τρόπο. I Εγώ είμαι αυτός που διάλεξε α υτόν το ν άνθρωπο, εγώ βΙμαι αυτός που αποφάσισε να μείνει, άρα εγ ώ είμαι υπεύ θυνος για το ν πόνο μου. Εγώ είμαι αυτός που με κάνει να υποφέρω. ^ Είναι πολύ πιθανό, βέβαια, να μην είμαι μόνο εγώ , σίγουρα, όμως, έχει να κάνει πιο πολύ μ* εμένα παρά μ’ εσένα. 1Είναι, κυρίως, η εξάρτηση που δημιουργεί μέσα μου αυτο που ονομάσαμε σ τη ν αρχή «σύστημα πεποιθήσεων» του καθενός. Στην περίπτωση αυτή, εάν εγώ πιστεύω ό τι η ευτυχία ΜΟΥ είναι ΔΙΚΗ ϋΟΥ ευθύνη..^
203
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ ΑΪ
Εάν γ ιο νο είμαι ε γ ώ ευτυχισμένος, πρέπει εσύ να κάνεις α υτό και τ ’ άλλο. Κ αι για να είμαι εγ ώ ευτυχισμένος, πρέπει να συμπεριφέρεσαι με α υ τόν τ ο ν τρόπο. Και για να είμαι ε γ ώ ευτυχισμένος, δ εν θα πρέπει να λες αυτά κι αυτά. Κ αι 6εν θα πρέπει ο ύ τε να τα σκ έφ τεσα ι. Εάν για να μην υποφέρω εγώ , πρέπει εσύ να θέλεις ακριβώς ό,τι θέλω εγώ , τη στιγμ ή ακριβώς που τ ο θέλω και, βέβαια, να πάψεις να θέλεις ο τιδ ή π ο τε ά λ λ ο (να μην είναι δηλαδή κάτι που τ ο θέλεις κάποια στιγμ ή που δ εν είναι η στιγμ ή που τ ο θέλω ε γ ώ )... τό τε Έχω πρόβλημα...
Όμως, υπάρχουν φορές που δεν είμαι τό σ ο ξεκάθαρος ή δεν θέλω να μάθω πώς έχουν τα πράγματα ή δεν αντέχω να πάρω τη ν ευθύνη για τα λάθη μου, κα» προτιμώ να σκ έφ το μαι ότι υποφέρω εξαιτίας σου. Δ ε ν φεύγω, βέβαια. Μένω. Γιατί μένω; Και σε κάθε περίπτωση, τι δικαιολογία δίνω σ το ν εαυτό μου; Π ρόσεξε (και μη γελάσεις): «Ε λπίζω ότι θα αλλάξεις...» Ή , ακόμη χειρότερα:
204
ο ΔΡΟΜ ΟΣ
ΤΩ Ν ΔΑΚΡΥΩΝ
«Μ έ ν ω για να σε α λλά ζω », «Για να καταφέρω να σε κάνω διαφ ορετικό», «Για να σε καταφέρω να θέλεις ακριβώς α ντό ηου θέλω κι εγώ ». Προς τι όλα αυτά... Μ α eivat απλό. Δ ε ν α ντέχ ω τη ν ιδέα να σε χάσω. Για να μη σε χάσω, θα σε αλλάξω. ΙΊου σημαίνει, π ρώ τα θα σε βασανίσω και θα βασανι· σ τώ . έ σ τω και αν σ το τέλο<;, μετά απ’ όλα αυτά, καταλήξω να σε χάσω. Tpia δράματα σ τη ν τιμή του ενός.
Α ποδέχομαι και αφήνω να φύγει
Είναι πολλά και ανησυχητικά αυτά που κάνουμε όλοι μας για να αποφύγουμε μιαν απώλεια. Δ ε ν θέλουμε να περάσουμε ποτέ από τη διαδικασία του πένθους, και πολύ λιγότερ ο ό τα ν δεν είμαστε εμείς που επιλέξαμε να βρεθούμε σ ’ α υτήν τη ν κατάσταση. Α ν και αρκεί μόνο μία ερώ τηση: Είμαστε πράγματι σ το περιθώριο της απόφασης του χωρισμού που μας ανακοινώνει ο σύ ντρ ο φ ό ς μας; Σ το κάτω κάτω, ποιος θέλει να είναι δίπλα σε κάποιον ό τα ν αυτός δεν το ν θέλει πια; Εγώ π ά ντω ς όχι. ούτε κι εσύ, και σίγουρα κανένας απ’ όσους διαβάζουν το βιβλίο αυτό. ετού τη τη στιγμή. Ό τα ν τα συνειδητοποιώ όλα αυτά, δεν προσπαθώ πια να σε κρατάω σφιχτά, παύω να θέλω να σ ’ έχω αγκιστρωμ ένο, ανοί γ ω τη ν αγκαλιά μου και σου επιτρέπω να φύγεις. Και ξέρω ότι μόλις τελειώ σει η επεξεργασία της απώλειας, το τραύμα μου 205
δεν θα πονάει πια. Μ όλις αφήσω πίσω αυτό που δεν υπάρ-^ χει πια, θα απελευθερωθώ από το παρελθόν για να διαλέξω ^ με ποιον θα συνεχίσω το ν δρόμο της ζωής μου, αν φιλοδοξώ / να συνεχίσω αυτόν τον δρόμο με συντροφιά. Παρόλα αυτά... εμείς κοιτάμε πώς θα χειριστούμε τη συμπεριφορά του άλλου ώ σ τε να κάνει αυτό που θέλουμε εμείς, αντί να περάσουμε το ν δρόμο τω ν δακρύων και. αφού κλάψουμε αρκετά, ν’ αφήσουμε χώρο για κάποιον που θα είναι πιο κοντά σ τα γούστα
Στις περισσότερες περιπτώσεις, φαίνεται ότι θα μου ήταν πιο ευχάριστο να επιβεβαιώσω τη δύναμή μου, παρά να βρω κάποιον άλλον που θα ήθελε αυτά που θέλω κι εγώ. παρόλο που τις περισσότερες φορές είναι η φωνή του πιο νευρωτικού εαυτού μου αυτή που με προειδοποιεί: Μπορεί να μη συ να ντήσω ποτέ ξανά κάποιον που να με θέλει (για τί ηοιος θα με θέλε» τώρα;). Αυτή η φωνή μού λέει να μείνω, να επιμείνω, να κρατήσω σφιχτά τον/την σύ ντροφ ό μου (για τί είναι καλύτερο το γνωστό κακό...) κ.λπ. κ.λπ. •■'Το κίνητρο, όμως, δεν είναι η αγάπη: είναι ο φόβος γΓ (ΐυτό που ακολουθεί, η ψεύτικη σιγουριά που μον δίνει το , γνω σ τό . Είναι η ψευδαίσθηση ηρεμίας δίπλα σ ’ αυτόν που ^υποτίθεται πως έχω (παρόλο που σ τη ν πραγματικότητα δεν
Το σκεπτικό σου μπορώ να το καταλάβω, ακόμη και να το δικαιολογήσω. Δ εν έχει, όμως, όλο αυτό καμία σχέση με τη ν Μ ε το ν καλύτερό μου φίλο. το ν αδελφό μου, το παιδί μου, όταν οι επιθυμίες μας δεν συμπίπτουν, είναι ξεκάθαρο ότι το καλύτερο είναι να κάνει ο καθένας αυτό που στη ν πραγματικότητα έχει τη διάθεση να κάνει, και μετά, μπορεί 206
ο ΔΡΟ Μ ΟΣ
Τ ίΙΝ Δ Α Κ ΡΥ Ω Ν
να βρεθούμε για να μοιραστούμε ό,τι μας άρεσε περισσότε ρο σ ’ αυτά που κάναμε. ΐ
Μ ε το ν σύ ντροφ ό μας θα έπρεπε να γίνεται ακριβώς το Ιδιο. α λλά για να φτάσει κανείς σ ’ αυτό το σημείο, πρέπει να μάθει να αφήνει το ν ά λλο να φύγει χωρίς να φοβάται τη ν απώλεια. «Α , όχι! Και αν βγει με κάποιον φίλο και σ το τέλος της αρέσει ο φίλος καλύτερα από μένα; Καλύτερα, λοιπόν, να μη βγαίνει με icav^vav, καλύτερα να μη βλέπει κανέναν άντρα, καλύτερα να φοράει παρωπίδες σ τον δρόμο, καλύτερα ακόμη να μη βγαίνει π οτέ σ τον δρόμο.» «Λ . όχι! Κι αν βγει με τους φίλους τον και γνωρίσει μια άλλη γυναίκα, και αν μετά οι δυο τους... τρέχα γύρευε... Κ α λύτερα να τον ελέγχω, να τον ζηλεύω, να τον έχω από κοντά για να μην υπάρχει καμία πιθανότητα να με εγκαταλείψ ει.» Α υ τό είναι ένα μαρτύριο που δεν με αφήνει να ησυχάσω. Είναι ένα ολέθριο αποτέλεσμα της δικής μου δυσκολίας να α ντιμ ετω π ίσω τη ν απώλεια. Και λέμε ότι όλα αυτά τα κάνουμε από υπερβολική αγά πη;;;!!! Και θέλουμε να μας πιστέψουν;;;!!! θ ρ ά σ ο ς που έχουμε!!! Ψεύτες που είμαστε!!! Η αλήθεια είναι ό τι μας κοστίζει να αφήσουμε κάποιον να φύγει. Μάθαμε, όμως, ό τι ο μοναδικός δρόμος που οδηγεί σ τη ν προσωπική μας ανάπτυξη είναι ο δρόμος της επεξερ γασίας του πένθους που αναπόφευκτα θα αντιμετωπίσουμε για ό,τι αφήνουμε πίσω, ό,τι ανήκει πια σ το παρελθόν. Η 207
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ ιστορία τω ν απωλειών μου είναι το διαβατήριο που χρειά ζομαι για να φ τά σω σ ’ αυτό που ακολουθεί. Εάν όταν βραδιάζει κΛα/ς για τί έπεσε ο ήλιος, τα δάκρυα δεν θα σ ’ αφήσονν να δεις τ ’ αστέρια. Ρ Α Μ Π ΙΝ Τ Ρ Α Ν Α Θ Τ Α Γ Κ Ο Ρ '
( Α ν συνεχίζω να κλαίω για κείνο που δεν υπάρχει πια, δεν μπορώ να χαρώ αυτό που έχω τώρα. Α ντίθετα , το να α ντιμ ετω π ίσω το μη αναστρέψιμο της απώλειας σημαίνει ό τι δέχομαι το πένθος, ξέρω ότι εκείνο που ήταν δεν είναι πια, ή τουλάχιστον δεν είναι όπως ήταν. Ό ν τω ς , τα πράγματα δεν είναι ΠΟΤΕ όπως ήταν. Τίποτα δεν είναι τ ο Ιδιο. Ο Η ράκλειτος έλεγε: Είναι α δ ύ να το ν να μπεις δύο φ ορές σ τ ο ίδιο ποτάμι. Σ το ποτάμι δ ε ν κυλάει τ ο ίδιο νερό, κι ε γ ώ δ ε ν είμαι πια ο ίδιος.
Δ ε ν λ έω να αλλάξει κανείς, έτσι για τη ν αλλαγή, ούτε να αφήσει κάποιον να φύγει από ένα πείσμα τη ς στιγμής, ού τε I. Rabindi-iinalh TagoΓ<^. (1861-1941). Βρετανο-ινβός ηοιητής, θεατρικός συγγραφέας, φιλόσοφος, συνθέτης και ζωγράφος. ·Το πρώτο βραβείο Νόμπελ της Ινδίας στη Λ ογο τεχ νία (1913). (Σ.τ.Μ.)
208
ο ΔΡΟ Μ Ο Σ
ΤΩ Ν ΔΑΚΡΥΩ Ν
να εγκαταλείπει το ν ά λλ ο ν χωρίς να τ ο σκεφτεϊ. Να συνειδη τοποιήσουμε όμως ότι, ό τα ν κάτι έχει πεθάνει, έχει τελειώ σει οριστικά, και αυτή είναι η στιγμή που πρέπει να το αφήσουμε πίσω. ^ Ό τα ν δεν έχει πια νόημα, ό τα ν δεν θέλει πια. ό τα ν δεν ^νφίσταται πια, είναι ώρα να το αφήσουμε πίσω. Η αλήθεια είναι ότι τη ν ίδια ερώ τηση που κάνω σε όλους, τη ν κάνω και σ το ν ίδιο το ν εαυτό μου. Εάν αύριο το πρωί πάω σπίτι και μου πει η γυναίκα μου, μετά από 25 χρόνια γάμου, ό τι δεν με θέλει πια... τι γίνεται; Πόνος, απελπισία, θλίψη... και πάλι πόνος. Κι ύστερα αρχίζω να αμφιβάλλω. Αναρωτιέμαι: Εγώ θέλω να συνεχίσω να ζω με κάποια που δεν με θέ. λει; Εγώ — όχι αυτή, εγώ — θέλω να συνεχίσω μαζί της; Την αγαπάω απέραντα. Φ τά νει όμως αυτό; Μ πορώ εγ ώ να αγαπάω και για τους δυο μας; Η αλήθεια είναι πως... όχι. Η αλήθεια είναι ό τι το ζήτημα έχει ω ς εξής: επειδή ξέρω ό τι δεν μπορώ να εξασφαλίσω ό τι θα μ’ αγαπάς, ούτε μπορώ να αγαπάω εγ ώ και για τους δυο μας, γΓ αυτό λοιπόν... σε αφήνω να φύγεις. Δ ε ν σε κρατώ αιχμάλωτη, δεν σε κρατώ σφιχτά, δεν σε δένω, δεν σε φυλακίζω. Αν σ ’ αγαπάω αληθινά, αν κάποτε σε αγάπησα, δεν θέλω να σε κρατήσω με το ζόρι. Κι αν σε αφήνω να φύγεις, δεν είναι επειδή δεν με ενδι αφέρει' σε αφήνω να φύγεις γιατί με ενδιαφέρει πάρα πολύ. 209
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ Σου ανοίγω τη ν ττόρτα γιατί, όπως σου είπα κάποτε, δεν υπάρχει αγάπη που να μην στη ρ ίζετα ι σ τη ν ελευθερία. «Υπ&ρχονν, όμως, Χόρχε, φορές, νηάρχονν καταστάσεις, που ο ένας από τους δύο σε ένα ζευγάρι δίνει τη μάχη, αγωνίζεται για τη σχέση, και μετά από μια περίοδο συγκρούσεων, ξανα βρίσκουν ο ένας τον ά λλο.» Ναι, αυτό είναι αλήθεια. Υπάρχουν χιλιάδες ζευγάρια, που για να βρουν ο ένας το ν ά λλον χρειάστηκε να χωρίσουν. Ό π ω ς υπάρχουν πολλά ζευγάρια που χώρισαν και δεν ζαναβρέθηκαν ποτέ, και υπάρχουν βέβαια πάρα πολλά που δεν χώρισαν ποτέ και έζησαν το υπόλοιπο τη ς ζωής τους πικραίνοντας ο ένας το ν ά λλον μέρα με τη μέρα. βδομάδα με τη βδομάδα, ώ ς το τέλος. Το τέλος, όμως, της ιστορίας ενός ζευγαριού δεν το ορίζει ποτέ η δύναμη ή η ικανότητα του ενός να κρατάει το ν ά λλο δεμένο. Σ ’ ένα διαζύγιο, η επεξεργασία του πένθους συνεπάγεται επίσης ό τι μαθαίνει κανείς πως μετά το χωρισμό, η απώλεια αυτής της σχέσης μπορεί κάλλιστα να οδηγήσεί σε μια νέα συνάντηση, μια καινούργια σχέση, υγιή, διαφορετική, που μόλις γεννήθηκε, χωρίς τη βαριά «κληρονομ ιά» της νεκρής σχέσης. Ό τα ν ένα ζευγάρι με προβλήματα πηγαίνει σε κάποιον θ ε ραπευτή για συμβουλευτική, αρκεί να αισθάνεται ειλικρινά ο ένας από τους δύο ότι τέλειω σ α ν όλα. ό τΛ δ εν θέλει πια τίποτα, δεν έχει κανένα συναίσθημα που να αφορά το μέλ λον τους ω ς ζευγάρι, ό τι δεν υπάρχει πια επιθυμία... αρκεί να υποστηρίζει ό τι εξάντλησε όλα τα μέσα αλλά και πάλι δεν αισθάνεται τίποτα... αρκούν αυτά για να αντιληφθεί ο θερα 210
ο ΔΡΟΜ ΟΣ Τ Ω Ν
ΔΑΚΡΥΩΝ
πευτής ό τι είναι πολύ λίγα αυτά που μπορεί να κάνει, κι ότι δεν υπάρχουν πολλά για να περισώσει. Εάν, όμως, υπάρχει επιθυμία, αν νοιάζεται και θέλει ο ένας το ν άλλον, αν αγαπιούνται, αν πιστεύουν ότι κάτι μπορεί να γίνει, έ σ τω κι αν δεν ξέρουν τι είναι αυτό, τό τε τα πρ>οβλήματα μπορούν να λυθούν (ή, για να το πούμε καλύ τερα, μπορεί να γίνει ακόμη μία προσπάθεια). Ηπαναλαμβάνω, όμως, εάν για το ν ένα από τους δύο, αληθινά και οριστικά τελείω σε η ιστορία, τό τε τελείω σ ε και για τους δύο, και δεν υπάρχει τίποτα που μπορεί να κάνει κανείς. Τουλάχιστον, σ' αυτήν τη στροφή του δρόμου. Μπορεί, όμως, να υπάρχουν κι ά λλες στροφές, και μπορεί η επόμενη να είναι αυτή που θα με βγάλει από τη δύσκολη κατάσταση... Αν όμως ο ένας δεν θέλει, δεν μπο ρούμε να συνεχίσουμε μαζί, και τό τε πρέπει να το πάρω απόφαση ότι δεν έχει νόημα να επιμείνω. Τ ό τε ο θεραπευτής του, ο καλύτερός του φίλος, καμιά φορά και ο ίδιος ρ σύντροφος, θά πρέπει να πει σ ’ εκείνον που δεν θέλει να το πάρει απόφαση: «Έχω κάτι δυσάρεστο να σου πω... Λιmάμαι, τέλειωσαν όλα.» . «Κ αι τώ ρ α ;» θα ρωτήσει εκείνος. «Δ ε ν ξέρω. Σε πονάει, σίγουρα, αλλά θα το ξεπεράσεις.» Κι εγώ προσθέτω: σου εγγυώμαι ότι μπορείς ν ’ αντέξεις αυτό που ακολουθεί. Αν δεν αγκιστρωθείς πάνω σ το ν άλλον, θα τ ο ξεπεράσεις το πένθος. Α ν δεν επιχειρήσεις να το ν κρατήσεις, θα επιβιώσεις μετά τη ν απώλεια. Εκτός αν πιστεύεις ότι εξαιτίας του σίγουρα θα πεθάνεις. 211
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ Λένε πως ήταν ένα καραβάνι σ τη ν έρημο. Μ όλις πέφτει η νύχτα σταματάει το καραβάνι. Ο μικρός παν φροντίζεί τις καμήλες πλησιάζει τον οδηγό του καραβανιού και τον λέει: « Έχουμε ένα πρόβλημα. Οι καμήλες είναι 20, και έχουμε 19 σκοινιά. Τι να κάνω;» Α υτός του απαντάει: «Κ οίτα , οι καμήλες δεν είναι και πολύ έξυπνες, είναι μάλλον κουτές, θ α πας λοιπόν δίπλα σ τη ν καμήλα που πε ρισσεύει και θα κάνεις ό τι τη δένεις. Α υτή θα νομίζει ό τι την έχεις δέσει και θα κάθεται φρόνιμα.» Λ ίγο δύσπιστος ο μικρός, πάει όμως και κάνει ό τι τη δένει, και πραγματικά η καμήλα μένει εκεί, ακίνητη, σαν να ήταν σ τ ’ αλήθεια δεμένη. Σηκώνονται το άλλο πρωί. ο οδηγός μετράει τις καμήλες, και είναι είκοσι. Είναι όλες εκεί. Φ ορτώνουν οι έμποροι τα πράγματά τους και το καραβάνι ξαναπαίρνει τον δρόμο του. Οι καμήλες προχωρούν σ τη σειρά και πάνε για τη ν πόλη. Όλες', εκτός από μία που έμεινε πίσω. «Α ρχηγέ, είναι μία καμήλα που δεν ακολουθεί το καρα βάνι. Έχει μείνει πίσω .» «Είναι εκείνη που δεν έδεσες χθες για τί δεν είχες σκοινί;» «Ν αι. Πώς το ξέρεις;» «Δ ε ν έχει σημασία. Πήγαινε και κάνε ό τι τη λύνεις. Δ εν ακολούθησε τις άλλες επειδή νόμιζε ό τι είναι δεμένη, και εξα κολουθεί να πιστεύει ότι είναι δεμένη, κι έτσι δεν πρόκειται να ξεκινήσει ποτέ.
Η απώλεια τον παιδιού Αφού υποβλήθηκε σ τη ν ττρώτη επέμβαση καρκίνου του λά ρυγγα το 1920, ο Φ ρ ό ιντ έχασε σε μια επιδημία την κόρη 212
ο Δ Ρ Ο Μ Ο Σ Τ ίΙΝ Δ Α Κ Ρ Υ Ω Ν του, Σοφία. Ό λοι όσοι βρέθηκαν κοντά του εκείνη τη σ τ ιγ μή βεβαιώνουν ό τι ήταν η πρώτη φορά που το ν είδαν να δακρύζει. Βαθύτατα επηρεασμένος από τη ν απώλεια αυτή, ο δά σκαλος της ψυχανάλυσης — και πιθανότατα, μία από τις πλέον προνομιούχες διάνοιες σ τη ν ιστορία τη ς α νθ ρω π ό τη τα ς — , γράφει γι’ αυτό σ το ν Φ ερέντσι.' Π ροετοιμαζόμουν πολΧά χρόνια για τη ν αηώλεια των αρσενικών παιδιών μου, και τώρα ηέθανε η κόρη μου. Καθώς είμαι άθεος σ το βάθος, δεν έχω ηοιον να κατηγορήσω, και δεν υπάρχει υπηρεσία για να δεχτεί τα παράπονά μου. Σ ΙΓ Κ Μ Ο Υ Ν Τ Φ Ρ Ο ΪΝ Τ
Ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου είναι το πιο στρεσ ο γό νο συμβάν που μπορώ να σκεφτώ, και από όλους τους θανάτους που μπορώ να φ α ντα στώ , η απώλεια του παιδιού θεω ρώ ό τι είναι η χειρότερη. Ένα 20% περίπου τ ω ν γ ο ν έω ν που έχουν ζήσει ένα τέ το ιο γε γονός μας διαβεβαιώνουν, δέκα χρόνια μετά, ό τι δεν θα μπο ρέσουν ποτέ να το ξεπεράσουν τελείως. Α υ τό συμβαίνει για τί σ το θάνατο του παιδιού, σ το ν πόνο. στη βαθιά θλίψη και σ τη ν αίσθηση συναισθηματικής συ ντριβής. έρχεται να προστεθεί το βίωμα του ακρωτηρια σμού. 1. iUndor I-crcnczi. (Ι873-Ι933). Ο ύγγρος νβυρολόγι>ςΛ|»υχίατρος. σ τ«νό<; συνεργάτης του Φ ρόιντ. (Σ.τ.Μ.)
213
ΧΟΡΧΚ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ Oc περισσότεροι γονείς βιώνουν το γεγο νό ς αυτό σαν απώλεια ενός βασικού μέρους του ίδιου του εαυτού τους και, επιπλέον, σαν ματαίωση όλω ν τω ν προοπτικών και τ ω ν ελπί δ ω ν του μ έλλοντος. Ο θάνατος του παιδιού θεωρείται σε όλους τους πολιτισμούς ένα γεγο νό ς μη φυσιολογικό, μια α ντιστροφ ή του φυσιολογι κού βιολογικού κύκλου, και γΓ αυτό είναι λογικά και συναι σθηματικά απαράδεκτος. ΚΙναι κλασική η επισήμανση ό τι δεν υπάρχει λέξη, ανάλογη με τη λέξη ορφανός ή χήρος, για να κατονομάσει όσους πενθούν το ν θάνατο του παιδιού τους.' Ένας τέ το ιο ς πόνος δεν συ νδέεται μόνο με ψυχολογικές διαταραχές, ιδιαίτερα της προσοχής και του συναισθήμα τος. αλλά επενεργεί επίσης με αντιδράσεις βιολογικές και νευροφυτικές]^ Σε ένα πένθος με αυτά τα χαρακτηριστικά, δημιουργείται μια αύξηση σ τη ν παραγωγή κατεχολαμίνης που έχει επίπτωση στους βιολογικούς ρυθμούς, εμφανίζο νται διαταραχές σ το ν ύβνο και τη ν όρεξη, εμετός, ζάλη, ταχυκαρδία και τρόμος. Vo επίπεδο της αδρεναλίνης που εκκρίνεται εξασθενεί το ανοσοποιητικό σύστημα, και αυ ξάνει τη συ χνότη τα πεπτικών, κυκλοφορικών και δερμα τικ ώ ν σωματοποιήσεων. Τον π ρώ το χρόνο του πένθους αυξάνεται ο αριθμός τω ν επισκέψεων σ το γιατρό, καθώς και ο μέσος όρος κατανάλωσης αλκοόλ, καπνού και ά λλ ω ν ναρκ ω τικ ώ ν ουσιών. Στις γυναίκες πολλαπλασιάζονται τα επεισόδια καρκίνου του μαστού, και στους ά ντρες η συχνό1. Το «ονομ άζω », από ττ| συμβολική άηοψη της γλώοσας, tivai συνώ νυ μο του «ελέγχ ω αυτ6 που κατονομάζω». H ανυπαρξία λέξης. Ισως είναι ή μεγαλύτερη απόδειξη ύτ« ο πόνος αυτός είναι αβάσταχτος, είναι πέρα από κάθί φαντασία, είναι εντελώ ς έξω από κάθε έλεγχο. (Σ.τ.Σ.)
214
ο Δ Ρ Ο Μ Ο Σ Τ ίΙΝ
ΔΑΚ ΡΎ Ω Ν
τη τα μολύνσεων και ατυχημάτων. Σε κάποιες σ τα τισ τικ ές έρευνες, το επίπεδο α υ τώ ν τω ν μ ετα βολώ ν θεωρείται ότι ευθύνεται για το γ εγ ο ν ό ς ό τι οι γονείς που έχασαν κώποιο παιδί, έχουν υψ ηλότερο δείκτη θνησιμ ότητας κατά τα δύο πρώτα χρόνια του πένθους. Οι φοβερές αυτές συνέπειες, πρέπει να ομολογήσω, δεν οφ είλονται μόνο σ το ν εγγενή πόνο της κατάστασης του θανάτου, αλλά και σ τις διαφορές ανάμεσα στους ιδιαίτε ρους τρόπους που έχουν οι ά ντρες και οι γυναίκες για να αντιμ ετω π ίζουν γενικά κάποιες δύσκολες στιγμές (και όχι μόνο το πένθος). Είναι γ ν ω σ τ ό ό τι οι ά ντρες έχουν τη ν τάση να λειτουρ γούν αφαιρετικά, να απομακρύνονται από τη σφαιρική άπο ψη και να επ ικ εντρώ νοντα ι σ τη λεπτομέρεια. Α ντίθετα, οι γυναίκες είναι ικανές να λειτουργούν με οδηγό τα συναισθήματα και τη διαίσθησή τους. α ντί να τα υποβάλλουν όλα σ τη ν τυραννία της λογικής σκέψης. Ο άντρας λύνει το πρόβλημα μέσα του πριν ενεργήσει εξωτερικά. Οι γυναίκες εκφράζουν τα συναισθήματά τους με αυ θεντικ ότη τα α ντί να μηρυκάζουν εσω τερικά το ν πόνο (σε αντιδιαστολή, συνάγεται και το: «ο ι ά ντρες δεν κλαίνε»). Οι διαφωνίες ξεσπούν πολλές φορές γιατί εκείνη έχει ανά γκη να μιλάει για το ν θάνατο και να γυρίζει γύρω από τις λεπτομέρειες, ενώ εκείνος, που στενοχω ριέται το ίδιο, προ τιμά να μη μιλάει για το θέμα. Αυτή η ασυμφωνία είναι έντονη από τη ν αρχή, όταν πολλές από τις συζητήσεις τω ν π ρ ώ τω ν ημερών περιστρέφονται γύρω από τη ν ανάγκη εκείνης να επισκέπτεται το ν τάφο του παιδιού της και τη ν επιθυμία εκείνου να μην ξαναπατήσει το πόδι του σε νεκρο 215
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ ταφείο. Η διαφορά μεταξύ τους είναι ορατή και απ’ έξω. Αν τους παρατηρήσουμε ένα χρόνο μετά, εκείνη δεν έχει καταφέρει να προσαρμοστεί πραγματικά σ τη ν κατάσταση, και η μεγαλύτερη παρηγοριά της είναι οι φίλες της, που τη ν ακούνε υπομονετικά, τα βιβλία και ίσως η πίστη. Α ντίθετα, εκείνος έχει αρχίσει εδ ώ και μερικούς μήνες να προσαρμό ζεται σ τη ν καινούργια πραγματικότητα, βρίσκοντας στή ρ ι ξη συνήθως σ τη δουλειά του, σε κάποια ερασιτεχνική ενα σχόληση ή σ τις μικροεπισκευές που κάνει σ τ ο σπίτι. Η προσπάθεια να κρατηθεί το ζευγάρι ενω μ ένο αποτελεί λοιπόν μια πρόκληση. Οι γυναίκες παραπονιούνται ό τι οι ά ντρες τους δεν τις καταλαβαίνουν σ το θέμα του πόνου, δεν καταλαβαίνουν ό τι δεν έχουν διάθεση για σεξουαλική ζωή, δεν θέλουν να βγαίνουν, ούτε να διασκεδάζουν. Οι ά ντρες ενοχλούνται γιατί λένε ό τι εκτός από το παιδί τους έχασαν και τη σ ύ ντρ οφ ό τους, δεν γίνεται να τα εγκαταλείπουν όλα, πρέπει να φανούν δυνατοί, αλλά η γυναίκα τους δεν ακούει. Κίναι σημαντικό να μπορέσουν να κρατηθούν όσο πιο ε ν ω μένοι γίνεται. Ο άλλος είναι το μοναδικό άτομο σ το ν κόσμο που του συμβαίνει ακριβώς το ίδιο. Αυτό, βέβαια, πρέπει να μάθει να το κάνει ο καθένας χωρίς να κρεμαστεί από τον σ ύ ντρ οφ ό του και χωρίς να το ν πνίξε^ Βοηθάει πολύ να μά θει να κάνει λέξεις τα συναισθήματά του, τις φαντασιώσεις και τις επιθυμίες του, και να μπορεί να ακούει αντίστοιχα αυτά που νιώθει ο σύ ντροφ ός του. Αφού εκθέσαμε όλες αυτές τις διαφορές και τις δυσκολίες, μπορούμε τώ ρα ευκολότερα να καταλάβουμε γιατί ένα στα τέσσερα ζευγάρια που α ντιμ ετωπ ίζουν αυτήν τη ν κατάστα ση καταλήγουν να χωρίσουν.
216
ο ΔΡΟΜ ΟΣ
Τ ίΙΝ Δ Α Κ Ρ Υ Π Ν
Α υ τά είναι μερικά μόνο από τα προβλήματα που μπορούν να απειλήσουν τη συνέχεια του γάμου ενός ζευγαριού που βιώνει τ ο πένθος για το ν θάνατο ενός παιδιού.' Ν ιώ θω ό τι με έχουν εγκαταλείψ ει ολοκληρωτικά. Η συντροφική σχέση έχει περάσει σε δεύτερη μοίρα. Δ ε ν τολμάω να πω τη γνώμη μου. δεν μπορώ να φερθώ όπως θέλω και δεν θέλω να προτείνω τίπ οτα γιατί φοβάμαι μήπως θυμώσει. Ο ,τι κι αν κάνω το παρεξηγεί. Αισθάνομαι αποκλεισμένος/η από τη ν διαδικασία του πένθους του/της συ ντρόφ ου μου, σαν να ανήκει ο πόνος μόνο σε εκείνον/εκείνη. Αισθάνομαι σαν να μη με υπολογίζει πια. Αισθάνομαι πως οι ωραίες εποχές της ευτυχίας, της χα ράς και του έρω τα έχουν περάσει ανεπιστρεπτί. Δ εν μπορώ να κάνω τίποτα γιατί νιώ θω υποχρεωμέ νος/η να μένω δίπλα του/της για συμπαράσταση σ το ν πόνο του/της. Πολύ φοβάμαι μήπως τελείω σ α ν όλα ανάμεσά μας. Μ ε εκνευρίζει ο τρόπος που μιλάει για ό,τι έγινε. Από τους δυο μας, εγώ πρέπει να είμαι ο/η δυνατός/ή για να τον/την στηρίζω. Ξέρω πως δεν είναι αλήθεια, αλλά καμιά φορά μου περ νάει από το μυαλό ό τι αυτός/ή έφταιγε για ό,τι έγινε, και ν ιώ θω άσχημα που σκέφτομαι έτσι. Ό τα ν εγ ώ νιώθω καλύτερα, αυτός/ή είναι χειρότερα, και το αντίστροφ ο. Π οτέ δεν συμπίπτει να νιώθουμε το ίδιο. I. Τα βιώματα αυτά φαίνονται σαφώς να είναι κοινά σε χιλιάδες άντρες και γυναίκες οε όλα τα κοινωνικοοικονομικά στρώματα και όλα τα πο λιτισμικά επίηεδα. σε οηοιαδήηοτε χώρα του δυτικού κώσμου. (Σ.τ.Σ.)
217
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ Π ολλές φορές έχω τη ν αίσθηση ό τι η παρουσία του/της μου βίνει σ τα νεύρα. Η συμπεριφορά του/της σ το κρεβάτι και τ ο σ εξ είναι ανυπόφορη.
Τι να κάνεις και τι να μην κάνεις
Χρειάζεται από τη ν αρχή να αποφασίσουν και οι δυο γονείς (όποια κι αν είναι προηγουμένως η κατάσταση σ τη σχέση τους) να διατηρήσουν μιαν ανοιχτή και συχνή επικοινωνία που θα τους επιτρέπει ν ’ ανοίγουν τη ν καρδιά τους ο ένας σ το ν ά λλ ο και να εξομ ολογούνται τα συναισθήματά τους, τις φ α ντα σιώ σεις και τους φόβους τους. Μ ια ά νετη επαφή με ταξύ τους δεν θα αφήσει να π ροστεθεί σ το ν πόνο η απομό νωση, η μοναξιά, ή η έλλειψη κατανόησης, που θα έκαναν τη ν επεξεργασία του πένθους πιο δύσκολη. Α ς μην ξεχνάμε ότι, όπως είπαμε, ο ά λλος (ο πατέρας/η μιητέρα) είναι ο μονα δικός άνθρωπος σ το ν κόσμο σ το ν οποίο συμβαίνει ακριβώς το ίδιο, πράγμα που κάνει τη σχέση του ζευγαριού να είναι η μεγαλύτερη και η καλύτερη στήριξη απέναντι σ τη ν τραγική απώλεια. Είναι δύσκολο να το πω αυτό. α λλά σ τη ν εμπειρία μου ως θεραπευτής, έχω δει ό τι είναι πολλές φορές καλύτερο να κρατιέται κανείς όσο γίνετα ι πιο μακριά από τους α νθ ρ ώ πους εκείνους που, χωρίς να έχουν κάποια σ τενή σχέση με τα πρόσωπα που υποφέρουν, τα πλησιάζουν γιατί θέλουν να βοηθήσουν «αυτή τη δύσκολη στιγμή». Οι περισσότεροι από αυτούς τους μόλις γ νω σ το ύ ς και τους ψ ευτοσυγγενείς, δεν έχουν ιδέα τι πρέπει να κάνει κα νείς, και το μόνο που κάνουν είναι να λένε ένα σω ρό βλα 218
ο Δ Ρ Ο Μ Ο Σ Τ ίίΝ Δ Α Κ Ρ Υ Ω Ν κείες που θεωρούν ό τι σίγουρα ταιριάζουν σ τη ν ττερίτττωση. Είναι εκπληκτικό να ακυύς να λένε αυτοί που στηρίζουν όλο το ν κόσμο, ό τι όσο πιο μικρό είναι το παιδί που χάθηκε, τό σ ο ευκολότερο θα είναι για τους γονείς να ξεπεράσουν αυτές τις δύσκολες στιγμές. Μ οιάζουν να επιμένουν να κα τανέμουν το ν πόνο αναλογικά με τη ν ηλικία του παιδιού. Υποστηρίζουν ό τι αν πεθάνει ένα παιδί δέκα χρόνων, ο π ό νος θα είναι δέκα φορές μεγαλύτερος από το ν πόνο μας αν πέθαινε ένα βρέφος ενός χρόνου, και ού τω καθεξής. Π ρ ο φανώς. αυτό είναι γελοίο. Είναι σαν να αναρω τιόμ αστε αν θα ήταν πιο εύκολο να θάψουμε τ ο παιδί μας μόλις γεννηθεί παρά έναν χρόνο μετά. Α υ τό είναι ένα πολύ σκληρό ερ ω τη ματικό. Και είναι επιπλέον αδύνατον να απαντήσει κανείς σε μια τέτο ια ερώτηση. Δ ε ν υπάρχει καλύτερη εποχή για να γίνει κάτι τέτοιο, ούτε λ ιγότερος πόνος. Το να χάσεις το παιδί σου είναι μια φοβερή τραγω δία και θα τη ζήσεις όποτε κι αν συμβεί, μέρα με τη μέρα. Ένα γεγονός τό σ ο οδυνηρό, ώ σ τε οι περισσότεροι απ’ όσους τη ν έζησαν λένε ό τι ο πόνος δεν περνάει ποτέ εντελώ ς. Αν αυτό είναι αλήθεια, καταλαβαίνουμε πόσο ενοχλητικό είναι να ανέχε σαι αυτούς που έρχονται και σου λένε ό τι έπρεπε ήδη να Είσαι καλύτερα. Ορισμένοι επιμένουν να μας δώ σουν ένα χαπάκι. ή μας πιέζουν να πιούμε αλκοόλ, να βγούμε το βρά δυ να διασκεδάσουμε λιγάκι, να πάμε σινεμά με φίλους και διάφορα άλλα, και προσπαθούν να μας πείσουν ό τι πρέπει να τα κάνουμε όλα αυτά γιατί «θα μας κάνει καλό». Αυτές και άλλες προτάσεις για το ν τρόπο αντιμετώπισης, το μόνο που κάνουν σ τη ν πραγματικότητα, είναι να μας απομακρύνουν από το ν πόνο, νομίζοντας ότι αυτό είναι καλό, ότι εί ναι θετικό.
219
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ I Ιολλές φορές, ακόμα κι αιητοί που σας αγαπάνε είναι ικανοί να σας τιροτείνουν q>opefK3i πράγματα. Σίγουρα, κανένας δεν έχει κακή πρόθεση. 6εν αντέχουν όμακ; να σας βλέπουν να ιπιοφέρετε, Ο πόνος σας αποτελεί απειλή για ΤΗ ΛΙΚΗ ΤΟΥΣ ακεραιότητα, κι αυτήν προσπαθούν να βολέψουν επινοώντας «λύσεις» και τρόπους για να μειωθεί το βάσανό σας... Λένε ότι... ένα ά λλο παιδί θα ήταν η λύση σ το ν πόνο σας... ότι πρέπει να ξεχάσετε το παιδί και να συνεχίσετε τη ζωή σας... ότι πρέπει να πετάξετε αμέσως από το σπίτι όλες του τις φ ω τογραφίες... ότι πρέπει να σκεφτείτε άλλα πράγματα... Το μόνο σίγουρο είναι ό τι κανείς δεν είναι σε θέση να κα ταλάβει τι πραγματικά περνάει ο πατέρας (ή η μητέρα) που θρηνεί το ν θάνατο του γιου ή της κόρης του... Ίσ ω ς ούτε κι εγώ ο ίδιος είμαι σε θέση να σας δ ώ σ ω τη ν πραγματική διάσταση του θέματος. ΓΓ αυτό θεω ρώ ό τι η επεξεργασία του πένθους για το παιδί είναι το πιο μοναχικό γεγο νό ς σ τη ζωή ενός ανθρώπου. Ένα γ εγο νό ς που σε διαχωρίζει από τους άλλους. Π ώς να κα ταλάβει κάποιος που δεν έχει περάσει τα ίδια πόσο βαθύς εί ναι αυτός ο πόνος; Πολλοί γονείς λένε ό τι οι φίλοι γίνονται ξένοι και οι ξένοι γίνοντα ι φίλοι. Ο ι ομάδες στήριξης ή αυτοβοήθειας είναι πολλές φορές η μο ναδική όαση, λίγο-πολύ ασφαλής, για να μπορέσουν οι γ ο νείς που έχασαν ένα παιδί να μοιραστούν τη βαθιά τους λύπη με άλλους που έχουν περάσει τα ίδια και συμμερίζονται τα συναισθήματά τους. Π ολλές από αυτές τις ομάδες αυτοδια χείρισης είναι γεμάτες από ανθρώπους δυνατούς και συμπο νετικούς, αφοσιωμένους σ το να βοηθήσουν τους γονείς που μόλις δέχτηκαν το χτύπημα της απώλειας του παιδιού τους να βρουν ελπίδα και γαλήνη στη ζωή τους. 220
ο ΔΡΟΜ ΟΣ Τ Ω Ν
ΔΑΚΡΥΩΝ
Στις ομάδες αυτές οι γονείς μπορούν να μάθουν: Ν α δεχτούν ό τι τους συνέβη κάτι που δυστυχώ ς έχει συμβεί σε πολλούς άλλους νωρίτερα. Ν α συνειδητοποιήσουν ότι ο πόνος τους δεν σημαίνει ό τι τρελαίνονται. Ν α επιτρέπουν σ το ν εα υτό τους να βιώνουν το πένθος '‘ ί'ους με το ν δικό τους τρόπο, χωρίς να προσπαθούν να μιμηθούν ή να συγκρίνουν το ν πόνο τους με τις προσδοκίες τω ν άλλων. Να αισθάνονται ότι συμμερίζονται αυτό που συνέβη σε κάποιον άλλον. Να αναλάβουν τη ν ευθύνη να αντέχουν, να συγκρατούν, να στηρίζουν και να κατανοούν τον/την σύ ντρ ο φ ό τους, και να δέχονται με αγάπη τις προσωρινές, απόλυτα κατανοητές α λλα γές που μπορεί να συμβούν σ τη συμπερι φορά του/της. Ν α συνειδητοποιήσουν ότι, αν δεν τη ν αφήσουν να τους συντρίψει, η τραγωδία μπορεί να τους ισχυροποιήσει σαν ζευγάρι, να κάνει τη σχέση τους πιο δυνατή. Ν α δεχτούν το ν πόνο και να το ν α ντέξου ν μέχρι να κα ταφέρουν να το ν ξεπεράσουν. Ένας ασθενής μου είπε κάποτε, πολύ σοφά, ό τι ο πόνος που ένιωθε για το ν θάνατο του παιδιού του ήταν σαν ένα δάνειο. «Α ρ γ ά ή γρήγορα, θα πρέηει να εξοφλήσω το δάνειο. Α ισθά νομαι ό τι όσο περισσότερο καθυστερήσω, τόσο μεγαλύτεροι θα είναι οι τόκοι και τα πρόστιμα ηου θα έχω να πληρώ σω .» Είναι απαραίτητο να δεχτεί κανείς ό τι αυτός ο βαθύς πόνος δεν είναι α ρρώ στια , είναι η φυσιολογική αντίδραση ενός 221
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ ευαίσθητου ανθρώπινου πλάσματος μπροστά σ τη δυσκο λότερη εμπειρία που μπορεί να ζήσει ένας άνθρωπος.
Α π ώ λεια εμβρύου (αποβολή) «Έκανα μόνη μου το τε σ τ εγκυμοσύνης, και μόλις σχηματίστη κε ο δακτύλιος artj μέση, έβγαλα την πρώτη φωτογραφία τον μωρού μου. Απέβαλα δύο μήνες μετά. Δεν μπορούσα να π ιστέ ψω πώς μπορεί να σου λείπει κάποιος που ούτε καν γνώρισες. Πραγματικά, δεν νομίζω πως το έχω καταλάβει ακόμη.» Η απώλεια ενός μωρού πριν γεννηθεί δεν είναι απλώς η δια κοπή της ζωής ενός εμβρύου που κυοφορεί η μητέρα του. Είναι επίσης — κι αυτό είναι το σπουδαιότερο— , η απώλεια 'τω ν ονείρω ν και τω ν φ α ντα σιώ σεω ν που είχαν οι γονείς ^ου γΓ αυτό. Π ολλές φορές η απώλεια αυτή είναι πιο οδυ νηρή, και η στενοχώρια διαρκεί περισσότερο απ’ ό,τι για τη ν απώλεια κάποιου που μαζί του είχαμε μια ουσιαστική γνωριμία, ή με το ν οποίο μοιραστήκαμε μεγάλα διαστήμα τα της ζωής μας. Το κλειδί για το πώς θα χειριστείς το ψυχικό τραύμα της αποβολής είναι, όπως πάντα, να αφήσεις να βγει αυτή η θλί ψη. Ό πω ς γίνεται και σ το πένθος για τις άλλες απώλειες που έχουμε αναφέρει, έτσι και εδώ υπάρχει ένα ορισμένο χρονι κό διάστημα για τη συμπλήρωση τω ν φάσεων της επεξεργα σίας του πένθους αυτού. Η μεγαλύτερη ίσως διαφορά έγκει ται σ το γεγονός ότι η αίσθηση της μοναξιάς που βιώνει το άτομο στη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, είναι απέραντη. Μπορεί να τύχει ο γυναικολόγος να μην είναι ο καλύτερος 222
ο Δ Ρ Ο Μ Ο Σ TO N Δ Α Κ Ρ Υ Ω Ν σύμβουλος. Η κοινωνία θεωρεί τη ν μαιευτική ω ς «ευτυ χ ή » ειδικότητα, επειδή έχει σχετικά λίγους θανάτους, και προ σφέρει συνήθως μεγάλη ικανοποίηση σ το ν πελάτη. Ο ταν, όμως, συμβαίνει μια αποβολή, ο γιατρός που δεν έχει μεγά λη πείρα ή έχει δπςές του άλυτες εσω τερικ ές συγκρούσεις, μπορεί να περιέλθει σε προσωπική κρίση αν κατηγορηθεί ό τι δεν ήταν ικανός να βοηθήσει το έμβρυο ή τη μητέρα ώ σ τε να αποφευχθεί αυτή η απώλεια. Ό σ ο κι αν μας φαίνε ται περίεργο, η ιατρική απέχει πολύ από το να έχει επαρκή γνώ ση για το θέμα τη ς αιφνίδιας αποβολής. Μ ερικές φ ο ρές. ού τε η γυναίκα που αποβάλλει, ού τε ο για τρός που τη ν παρακολουθεί, μπορούν να δώ σου ν συγκεκριμένες απα ντήσεις σ ' αυτά τα ερωτήματα. Ο γιατρός, όμως, μπορεί σε λίγο να ξαναβρεί τη ν ισορροπία του και να βοηθήσει σ το ν επόμενο το κ ετό μετά από λίγες ώρες. Α ντίθετα , η απογοη τευμένη μητέρα, που έχει πολύ λιγότερη πείρα, παραμένει σ τη ν απελπιστική κατάσταση της απορίας... Δ ε ν ξέρει για τί συνέβη αυτό, δεν καταλαβαίνει πολύ καλά πώς έγινε, και πολύ συχνά τη ν βασανίζει η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα όπου τη ν παρασύρει το αναπόφευκτο ερώτημα; «Κ α ι τι θα γίνει τη ν επόμενη φορά;» Τώρα θυμήθηκα μια φράση που άκουσα πριν από χρόνια από τα χείλη μιας γυναίκας που είχε χάσει το γιο της , 42 χρόνων, σε σιδηροδρομικό δυστύχημα. «Ένα μόνο ηράγμα μπορώ να φ ανταστώ πιο φοβερό ακόμη από τον θάνατο τον γιον μου. ΙΙολύ, πολύ χειρότερο θα ήταν... να μην τον είχα καν γνωρίσει». 223
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Λ Ϊ Τ ην αγκάλιασα συγκινημένος, με τη ν ευγνωμοσύνη που αισθάνεται κανείς ό τα ν του δίνουν ένα τερ ά σ τιο μάθημα ζωής. και σε μια ελάχιστη προσπάθεια να της α νταπ οδώ σω κάτι από τα τόσα που μου έδω σε εκείνη, της χάρισα σ το τ έ λος εκείνης της συνεδρίας αυτό το παλιό λαϊκό παραμύθι; Ή τα ν μια φορά ένας άντρας που έπαθε τη μεγαλύτερη συμ φορά που μηορεί να συμβεί σε άνθρωπο. Πέθανε ο μικρός τον γιος. Α π ό το ν θάνατο του γιου του, και για χρόνια ολόκληρα, ζάπλωνε τη νύχτα και δεν μπορούσε να κοιμηθεί. Το μόνο που έκανε ήταν να κλαίει, και να κλαίει... ώς τα ξημερώματα. Κάποια μέρα. λέει η ιστορία, εμφανίζεται σ τον ύπνο του ένας άγγελος και του λέει: «Φ τά νει πια... Πρέπει να συνεχίσεις τη ζωή σου χωρίς αυτόν». «Κ λ α ίω για τί δεν αντέχω την ιδέα πως δεν θα τον ξαναδώ...» λέει ο άντρας. Ο άγγελος τον λυπάται και του προτείνει: «Θ έλεις να τον δεις;» Και αμέσως, χωρίς να περιμένει απάντηση, τον αρπάζει από το χέρι και τον ανεβάζει σ τον ουρανό. «Τ ώ ρα θα τον δούμε. Κ οίτα ...» τον προστάζει ο άγγελος, ενώ με το δάχτυλο κάνει νόημα σ τη λευκή γωνία, σ το τέλος ενός δρόμου που ήταν στρωμένος με χρυσάφι. Και αμέσως, αρχίζουν να περνάνε από μπροστά τους ένα σωρό παιδάκια, ντυμένα σαν αγγελάκια. με μικρά λευκά φτερά κι ένα κερί αναμμένο στα χέρια. Αγοράκια και κορι τσάκια με αγγελικό πρόσωπο παρελαύνουν μ προστά τους, με απερίγραπτη έκφραση γαλήνης στα ροδομάγουλα προσωπάκια τους. 224
ο ΔΡΟ Μ Ο Σ ΤΩ Ν ΔΑΚΡΥΩ Ν
«Π ο ια είναι αυτά τα παιδιά;» ρ ω τά ει ο άντρας. Και ο άγγελος απαντάει: «Είναι τα παιδιά που πέθαναν τα τελευταία χρόνια... Κάθε μέρα περνάνε έτσ ι από μ προστά μας. Είναι τόσο αγνά, που και μόνο το πέρασμά τους καθαρίζει από κάθε βρομιά ολόκληρο το σνμπαν.» «Είναι ανάμεσά τονς... και ο γιος μ ο υ ;» ρω τά ει ο νεοφερμένος. -Κ α ι βέβαια, τώρα θα το ν δεις.» Α π ό μπροστά τους περνάνε ακόμα εκατοντάδες παιδά κια. «Ν α , έρχετα ι» τον ειδοποιεί ο άγγελος. Και πραγματικά, τον βλέπει ο πατέρας του να έρχεται ανάμεσα στα άλλα παιδάκια. Είναι πανέμορφος, λάμπει, γεμά τος ζωή, όπως ακριβώς τον θυμάται. Υπάρχει, όμως, κάτι που τον στενοχωρεί. Α πό όλα τα παι δάκια, μονάχα ο γιος του έχει το κερί του σβησμένο... Ενώ ο πατέρας αισθάνεται απέραντη λύπη για το ττα/<5/ του, ο μικρός τον βλέπει, τρέχει κοντά του και τον αγκαλιάζει. Αγκαλιάζει κι αυτός με δύναμη το παιδί, αλλά δεν αντέχει να μην το ρω τήσει για το θέμα που τον στενόχωρε! α υτήν ττ) στιγμή. «Γ ιε μου, εσύ για τί δεν έχεις φως; Δ εν σου άναψαν το κερί σου όπως στα άλλα παιδάκια;» «Κ α ι βέβαια, μπαμπά, κάθε πρωί μού ανάβουν το κερί όπως και σε όλα τα άλλα παιδιά. Όμως, ξέρεις τι γίνεται: Κάθε βράδυ, τα δάκρυά σου το σβήνουν.» Ο μικρός σκουπίζει με τα χεράκια του τα μάγουλα του πα τέρα του και τον ηαρακαλάει γλυκά; «Σ τα μ ά τα να κλαις, μπαμπά... σε παρακαλώ, σταμάτα να κλαις.»
225
8
Π Ε Ν Θ Ο Σ Γ ΙΑ Α Λ Λ Ε Σ Α Π Ω Λ Ε ΙΕ Σ
Ονειρεύομαι καμιά φορά ηω<; γίνομαι ξανά αυτύς ηου ήμουν _ ότα ν ονειρενόμοννα να yivw αντό<^ ηον είμαι τώρα. ... γκράφιτι από τις Σημειώ σεις το ν Χ ο σ έ'
ΟΙ Α Π Ω Λ Ε ΙΕ Σ ΠΟΥ ΜΑΣ! Σ Υ Μ Β Α ΙΝ Ο Υ Ν και θρηνούμε. 6ev
έχουν π ά ντοτε να κάνουν με τη φυσική εξαφάνιση κάποιου προσώπου. Ο ρισμένες φορές, η α να σ τά τω σ η της απώλειας εμφανίζεται μπροστά σε μιαν ουσιαστική αλλα γή κ α τά στα σης που αφορά, όχι σ το π εριβάλλον τη ς σχέσης μου με το ν κόσμο, α λλά σ το ν μικρόκοσμο ό λ ω ν α υ τώ ν που απαρτίζουν ό,τι είμαι ε γ ώ σαν άνθρωπος. Α λ λ α γ ές σ το σώμα μου, σ τις από\(/εις μου. σ τη ν ιδεολογία μου, σ τα συναισθήματά μου. Σ το κεφάλαιο αυτό, θέλω να δείξω ό τι ένα πένθος ε σ ω τ ε ρικό 6εν αφορά α ναγκαστικά το ν θάνατο. Αρκεί και μόνο η ιδέα ό τι απειλείται πραγματικά — ή σ τη φ α ντα σία μου— η προσωπική μου ευημερία, για να ενεργοποιηθεί ο μηχανι σμός. Μ πορεί (και ό ν τω ς συμβαίνει συχνά) να πενθώ γιατί συνειδητοποιώ τη ν απώλεια της νιότης μου, μια απειλή για 1. Las libretas de /osi. Συλλογή σκόρπιων ιδεώ ν τ ω ν θαμ ώ νω ν τ ω ν καφέ του Μττουίνο<; λιρκς, από το ν πολω νό οιδηρουργό |θϋί Rosenwaiser. (19H.1975). (Σ.τ.Ε.)
226
ο ΔΡΟΜ ΟΣ Τ Ο Ν ΔΑΚ ΡΥΩ Ν τη ν υγεία μου, τη ν οριστική ματαίωση κάποιων π ροοπ τι κών, τη ν ουσιαστική απώλεια κάποιων υλικών αγαθών...
Γ η ρ α τε ιά Συνειδητοποιούμε μια απώλεια από τη ν εικόνα που αφήνει μέσα μας α υτό που χάθηκε, αν και χάθηκε πριν καλά καλά το πάρουμε είδηση. Κάθε ηλικία του ανθρώπου εμπεριέχει διαφορετικές εμπει ρίες και ιδιαίτερα βιώματα. Είναι φ ανερό ό τι η προοδευτική παράταση του προσδόκιμου τη ς ζωής κάνει κάθε φορά να φαίνονται καινούργιες οι εμπειρίες αυτές και, φυσικά, μπο ρούμε να επιλέξουμε αν θα ζήσουμε τις εμπειρίες μας με περιέργεια και χαρά για το καινούργιο, ή θα μοιρολογάμε για τη συνωμοσία του χρόνου που έχει βαλθεί να μας κάνει κάθε μέρα και πιο δυστυχισμένους. Σε μια επιστολή του προς τη ν Λου Αντρέας-Σαλομέ,' το 1915, ρωτάει ο μεγάλος δάσκαλος τη ς ψυχολογίας Σίγκμουντ Φ ρόιντ: Σ ε τι βαθμό πνευματικότητας πρέπει να φτάσει κανείς για να αντέξει τον τρόμο τω ν γηρατειών; Το μυαλό μας δεν είναι σε θέση να αποδεχτεί κατά βάθος τη ν ιδέα της εγγύτη τα ς του δικού μας θανάτου. Ο μόνος τρόπος ίσως για να αντέχουμε Ι. Lou An
ίων και φ ιλοσόφ ω ν της εποχής της, μεταξύ τω ν οποίων ήταν ο Ν ίτσε και ο Φ ρόιντ. (Σ.τ.Μ .)
227
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ ΑΪ μια τέτοια ιδέα, είναι να παρακολουθούμε στα θεατρικά έργα τις ξένες ζωές, να πεθαίνουμε κάθε φορά μ αζί με τον ήρωα, και τελικά εμείς πάντοτε να επιβιώνουμε. Το βέβαιο eivai ότι μια μέρα βλέπουμε πως εκείνη η υπέροχη νιότη που είχαμε ξεθώριασε, εξαφανίστηκε, τελείωσε, κατέρρεύσε, έσβησε, διαλύθηκε, εξατμίστηκε... (υπάρχουν πολλά ακόμη σιτνώνυμα τα οποία δεν θα ήθελα να αναφέρω για να μην πικράνω όσους έχουν περάσει τα σαράντα). Το χειρότερο δεν είναι ότι υπήρξε υπέροχη (γιατί θα εξαφανιζόταν ούτως ή άλλως, ακόμη κι αν δεν ήταν έτσι). Το χειρότερο, για πολ λούς, είναι ότι «ή τα ν» και δεν «είναι» πια. «Όλα άρχισαν μια μέρα σαν άλες τις άΛΛες όταν. ενώ πήγαινα στο δρόμο χωρίς να ενοχλώ κανέναν και χωρίς να προκαλώ την προσοχή... ξαφνικά, πού να ξέρω εγώ γιατί, ένας έφηβος με ρώ τησε τι ώρα είναι. Μ ου είπε απλά: «Έχετε ώρα κύριε;» Είπε σ ’ εμένα. Μ ε είπε... Κύριο! Και μου μίλησε στον πληθυντικό! Εμένα! Άκου θράσος το βλαμμένο! ... Και το χειρότερο, είναι πως από τό τε πάνε δεκαπέντε χρόνια και β άλε.» Ό πως λέει η φίλη μου η Χούλια, από τη στιγμή αυτή και 228
ο ΔΡΟΜ ΟΣ Τ Ο Ν
ΔΑΚΡΥΩΝ
μετά. η ζωή μας α ντιμ ετωπ ίζει μια σοβαρή κρίση τα υ τό τη τας, γιατί εισβάλλει μέσα μας μια μαζική ενόραση (insight). Δ ε ν είχαμε συνειδητοποιήσει νω ρίτερα ότι είμαστε πολύ ν ε ότεροι απ’ ό.τι είναι το σώμα μας. Α ρχίζω τό τε να σκέφτομαι ό τι το πρώ το μέρος της ζωής μου θα πρέπει να γυρίστηκε σε αργή κίνηση. Ή , ακόμη χει ρότερα, αντιλαμβάνομαι ότι, ξαφνικά, ο σκηνοθέτης (καλά, τρελάθηκε;) τρέχει τις σκηνές σαν να βιάζεται να τελειώ σει το γύρισμα του έργου που είναι η προσωπική μου ιστορία. Δεν με απασχόλησε ποτέ η ηλικία. Τώρα, ακόμα λιγότερο. ΙΊα το μόνο ηον λυπάμαι, είναι ηον όλα έγιναν τόσο γρήγορα. Ό π ω ς λέει ο ποιητής στους στίχους αυτούς, δεν με φοβί ζουν τα γηρατειά, απλώς Μ Ε Ε Ν Ο Χ Λ Ε Ι που γερνάω, κι όσο περνάει ο καιρός σκέφτομαι ό τι κάθε φορά με ενοχλεί όλο και περισσότερο. Η ζωή είναι μια αλληλοδιαδοχή κ α τα στά σεω ν που. είτε επαναλαμβάνονται είτε είναι καινούργιες, μας αναγκάζουν π ά ντοτε να ξανασχεδιάζουμε το ν δρόμο που έχουμε να διανύσουμε. Μ ικρές και μεγάλες κρίσεις που διαδέχονται η μία τη ν άλλη: Τα μικρά παιδιά με τα μεγάλα τους προβλήματα, και τα μεγαλύτερα που μας φ ορτώ νου ν με τα προβλήματά τους, υπερβολικά μικρά πολλές φορές, που τα βιώνουν, όμως, σαν το τέλος του κόσμου. Κι εμείς σ το πλευρ>ό τους ανεπιφύλακτα, όπως πρέπει να είναι οι γονείς, σε αναμο νή όμως της στιγμής που, όπως ξέρουμε, θα πετάξουν και θα συνεχίσουν χωρίς εμάς. Ο ά ντρας μου. όσο γερνάω, θα αρχίσει ίσως να κοιτάζει (ή θα συνεχίσει να κοιτάζει, αλλά 229
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ τώ ρα πιο πολύ) άλλες γυναίκες που του φαίνονται (ή μου φαίνονται) πιο ωραίες και πιο επιθυμητές. Η γυναίκα μου έχει πάψει ίσως να με βρίσκει τό σ ο επιθυμητό, ικανό και αποφασιστικό. Ο καθρέφτης μου δείχνει γκρίζες και άσπρες τρίχες στους κροτάφους, ρυτίδες γύρω από τα μάτια, το δέρμα μου που έχει χαλαρώσει κάτω από τα μπράτσα και τη ν κοιλιά μου, που προεξέχει ενοχλητικά. I Ιροφανώς, η γενιά μας μεγάλωσε με ευκαιρίες που δεν εί χαν οι πατεράδες και οι παππούδες μας. Δ ε ν μιλάω απλώς για χειρουργικές επεμβάσεις, μεταμοσχεύσεις και θεραπείες με α ντιοξειδω τικ ά και πολυβιταμίνες. Αναφέρομαι κυρίως σ τα πλεονεκτήματα να μπορείς να σπουδάσεις, στους μη χανισμούς κοινωνικής ένταξης, τις περισσότερες ανέσεις, και τη ν παράταση γενικά του προσδόκιμου τη ς ζωής. Μ έχρι πρότινος, πιστεύαμε ότι η ηλικία τω ν σαράντα σημ ατοδοτούσε για τη ζωή μας έναν σταθμό απ’ όπου δεν υπήρχε γυρισμός. Επαναλαμβάναμε, όχι απόλυτα συνειδη τά. το απαύγασμα της πείρας τω ν π ατεράδων και τω ν παπ πούδων μας: «Ό, τι δεν έγινε μέχρι τα σαράντα, δεν γίνεται μ ετά ». Τώρα, που κ οντεύ ω τα 60 (ίσως λειτουργεί σαν μηχανισμός άμυνας), δεν πιστεύω ό τι αυτό ισχύει για τίποτα, ού τε και στη δική μου ηλικία. Αισθάνομαι πολύ περήφανος ότα ν θυ μάμαι ότι ο πατέρας μου ά λλαξε δουλειά στα 78, και η μητέ ρα μου σ κ εφ τότα ν να εκδώσει ένα βιβλίο με συ ντα γές από τη ν αραβική κουζίνα, ό τα ν είχε ήδη κλείσει τα 80... Π ροφανώς, δεν είναι όλα άσχημα. Ας σκεφτούμε, λοιπόν, αυτά που ίσως κερδίζουμε με τη ν ηλικία; 230
ο ΔΡΟΜ ΟΣ Τ Ω Ν ΔΑΚ ΡΥΩ Ν
πείρα, παρουσία, ελευθερία, νοητική ανάπτυξη, ηρεμία, αποδέσμευση, ευθυκρισία. Θ α μας έκανε καλό να μην ξεχνάμε αυτή τη λίστα πριν δη λώσουμε ό τι μας στενοχω ρεί που με τα γενέθλια αποδει κνύεται κάθε φορά πόσο ο μοιραίος αριθμός της ηλικίας μας είναι πιο κοντά σ τα τρία ψηφία απ’ ό,τι τη στιγμή που γεννηθήκαμε... Τα σαράντα έχουν έναν συμβολισμό. Ίσ ω ς γιατί, αδίκως, φαίνεται ό τι σημ ατοδοτούν το μέσον της ύπαρξής μας (οι περισσότεροι άνθρωποι δεν περιμένουν ό τι θα ζήσουν πάνω από τα 80). Α υ τό κάνει τα σα ρά ντα να συνεχίζουν να αντιπροσωπεύουν ένα σημείο-καμπή (παλιότερα, α ντιπ ρ ο σώπευε τη ν αρχή της ώριμης ηλικίας). Κάποια στιγμή, ανάμεσα σ τα 40 και τα 50, αρχίζουμε όλοι να σκ εφ τόμ α στε το παρελθόν. Συλλογιζόμαστε, ίσως πάνω απ’ όλα, τι νόημα είχε η ζωή μας μέχρι αυτή τη σ τ ιγ μή. Αρχίζει μια περίοδος στοχασμού, μια φάση αναζήτησης και επανεξέτασης κάποιων ξεχασμένων θεμάτων της ε σ ω τερικής μας ζωής. Σ ’ αυτό που βιώνουμε εμείς, προστίθεται το γεγο νό ς ότι σ το περιβάλλον μας οι γ ν ω σ το ί μας μ εγαλώνουν κι αυτοί, και κάποιοι όχι πολύ μεγαλύτεροι μας φαίνονται σ τα μάτια μας σαν να γέρασαν με εκπληκτική ταχύτητα. 231
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ Πράγματι, τους βλέπουμε σ τ ο δρόμο, και μόλις πάμε σ το σπίτι σχολιάζουμε: Ηίδα σήμερα τη ν Φουλανΐτα... πώς έγινε έτσι, χάλασε, σαν να γέρασε μου φάνηκε. Λ ες να είναι άρρωστη; Και σιωπηλά παρακαλάω να πρόκειται για κάποιο πρόβλημα υγείας, να μην φ α ν τα σ τώ ό τι θα μπορούσε κι εκείνη να πει το ίδιο για μένα μόλις πάει σ το σπίτι της. Για να συμπληρωθεί η κρίση της ηλικίας, όσο περνάει ο και ρός, οι φίλοι έχουν καμιά φορά τη ν κακή συνήθεια να πε θαίνουν (καθόλου σ ω σ τό σ ’ αυτήν τη ν ηλικία), κι αυτό μας φέρνει αντιμ έτω π ους με τη ν πραγματικότητα του θανάτου, που δεν είναι αναγκαστικά πολύ κοντινή, είναι π ά ντω ς πι θανή, ή τουλάχιστον κάτι που θα έπρεπε να το σκεφ τόμ α σ τε πιο συχνά. Τα ώριμα χρόνια μας, χωρίς αμφιβολία, μας βυθίζουν — όχι από μόνα τους, αλλά για όλους αυτούς τους λόγου ς— , σ το ν κόσμο ενός ιδιαίτερου πένθους, σ τη ν επεξεργασία μιας απώλειας ανεπαίσθητης α λλά παρούσας, που μας προκαλεί πόνο και ταραχή. Α ν βρίσκεσαι σ ’ αυτή τη φάση και συνειδητοποιείς πόσο δύσκολο σου είναι τελικά να αντέξεις τη ν ιδέα ότι γερνάς (συγνώμη... ήθελα να πω, «ω ριμ άζεις»), έχω να σου προτεί νω έξι τρόπους α ρνη τικ ού ς για να κάνεις αυτήν τη ν εμπει ρία θετική: 1. Μ η ν προσπαθείς να είσαι κάτι που δεν είσαι (κυρίως κάτι που δεν είσαι πια). 2. Μ η βάζεις φραγμούς σ τη ζωή σου. Α σ “ τη ν να κυλάει ελεύθερα. 232
ο ΔΡΟΜ ΟΣ Τ η Ν ΔΑΚ ΡΥΩ Ν 3. Μ η διατηρείς προκαταλήψεις που τώ ρα πια δ εν είναι ανάγκη να τις υποστηρίζεις. 4. Μ η ν κρίνεις τις ανάγκες σου ω ς σύμπτωμα αδυναμί ας. 5. Μ η ν πνίγεις τα συναισθήματα θλίψης που μπορεί να σου δημιουργηθούν. 6. Μ η διστάζεις να έχεις επαφή με κόσμο, να κάνεις πα ρέα με φίλους, να εκφράζεις α υτό που αισθάνεσαι και να ζητάς βοήθεια.
Τ ι σημ αίνει «γ ε ρ ν ά ω »; Ύο δράμα τω ν γηρατειών δεν είναι ό τι είσαι γέροι;, αλλά ό τι ήσουν κάποτε νέος. και το θυμάσαι... Ο Χ Κ Α Ρ Ο Υ Α ΪΛ Ν Τ
Τα γηρατειά (όπως και ο θά νατος) είναι από τα λίγα «δημ ο κρατικά» και δίκαια χαρακτηριστικά της ανθρώπινης κατά στασης. Είναι κάτι που μας ενώ νει και μας ορίζει πέρα από τις διαφορές μας και πέρα από τη ν πραγματικότητα ενός κόσμου τό σ ο ευμετάβλητου. Μερικά από τα πιο ευδιάκριτα σημάδια του φυσιολογικού γήρατος σ το ν άνθρωπο, είναι: η η ματος η σεων.
μείωση της δύναμης τω ν μυών, έκπτωση της ικανότητας του ανοσοποιητικού σ υ σ τή να α ντιμ ετωπ ίζει τις ασθένειες, απώλεια οστικής μάζας και η σκλήρυνση τω ν αρθρώ
233
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ η τττώση τω ν μ αλλιών και η ξη ρότη τα τ ω ν β λεννο γό νω ν υμένων, η απώλεια της ελα στικ ότη τα ς του δέρματος και η δημι ουργία ρυτίδων, η εξασθένηση ορισμ ένω ν ζω τικ ώ ν οργάνων. και η μείωση κάποιων σ ύ νθ ετω ν ψυχικών λειτουργιών.
Οι γιατροί σήμερα συμφωνούν ότι τα γηρατειά δεν είναι αρρώστια. Η κατάσταση που σήμερα αναγνωρίζουμε ω ς γ ήρανση' θα συνέβαινε ακόμη κι αν εξα φ α νίζοντα ν τελείω ς όλες οι α ρ ρ ώ στιες από προσώπου γης. Η γήρανση, όσο οδυνηρό κι αν είναι να το δεχτούμε, αρχίζει, με πολύ αργό ρυθμό βέβαια, λίγο μετά τη ν ήβη. ότα ν εμφανίζονται λ επ τό τα τες πλάκες αθηρώματος (μικροσκοπικές αποθήκες ουσιών που σκληραίνουν και σ τ ε νεύουν τα αγγεία) στις βασικές αρτηρίες. Α υ τή είναι μια «φ υσιολογική» διαδικασία που εγκαθίσταται σε μεγαλύτε ρη κλίμακα με τη ν πάροδο του χρόνου (και σ το βαθμό που κάποιες ασθένειες και διαταραχές του μεταβολισμού θα μπορούσαν να τη ν επιταχύνουν). Οι εκπληκτικές μελέτες του γιατρού Χέιφλικ θεμελίω σαν, χωρίς να αφήνουν περιθώριο για αμφιβολίες, το γ ε γ ο νός ό τι σε κάθε κύτταρο υπάρχει εκ τω ν προτέρων προγραμ ματισμένη η γήρανσή του. Α υτό σημαίνει ότι. φυσιολογικά, κάθε ζω ντα ν ό κύτταρο του σώματός μας εμπεριέχει ένα όριο στη δυναμική του για ανάπτυξη και αναπαραγωγή. Σ την αναμφισβήτητη σήμερα αναφορά του Χέιφλικ. το 1. Τεχνικός όρος με το ν οποίο οι επιστήμονες αναφ έρονται σ το υγιές γήρας. (Σ.τ.Χ.)
234
ο ΔΡΟΜ ΟΣ
ΤΩ Ν ΔΑΚΡΥΩΝ
γ εγο νό ς αυτό θεωρήθηκε αποτέλεσμα του κυτταρικού κύ κλου ζωής και πήρε το όνομα Κ υ ττα ρ ικ ό Ρολόι. Σκοπός του Χέιφλικ ήταν να αποδείξει ότι ο αριθμός τ ω ν κ υ ττά ρ ω ν που είναι ικανά για διπλασιασμό σε οποιοδήποτε ζω ντα ν ό οργανισμό, απλό ή σύνθετο, είναι α ντισ τρ ό φ ω ς ανά λογος με το χρόνο ζωής του οργανισμού (σε μεγαλύτερη ηλικία, μικρότερος διπλασιασμός). Η βασική μεταβολή της διαδικασίας της γήρανσης, εί ναι να φτάσει το κ ύττα ρο σ το όριο της αναπαραγωγικής του ικανότητας. Η γήρανση ευθύνεται για τη ν αύζηση τω ν κρουσμάτων κοινών ασθενειώ ν και τη ν ευαισθησία του ο ρ γανισμού γενικά στις ασθένειες. Η έλλειψη εισόδου σ το σύστημα νέω ν και ισχυρών κ υ ττά ρω ν τα οποία θα αναπληρώσουν τα ήδη εξασθενημένα και γερασμένα κύτταρα, μειώνει, όπως μπορεί κανείς να προβλέψει. τη ν ικανότητα του σώμ ατος να αντιμ ετωπ ίζει μικρές λειτουργικές αλλοιώσεις, και τη δυ να τότη τα να διορ θώσει χωρίς συνέπειες ορισμένες φθορές σ τ ο σώμα, μ’ έναν σ τρ α τό από νεαρότερα κύτταρα. Οι τελευταίες μελέτες με ηλεκτρονικό μικροσκόπιο δεί χνουν ό τι η διαδικασία αυτή οφ είλεται σ τη ν προοδευτική συρρίκνωση μιας βασικής για το κ ύττα ρο δομής, το τελόμερο, το οποίο ότα ν «φ θα ρεί» σ τα άκρα γίνεται προοδευτι κά ανίκανο να αναπαράγει ουσίες απαραίτητες για τη ζωή του κυττάρου.' 1. Αλλη θεωρία υποστηρίζΐ'ΐ ότι οι αλλοιώσκις γήρανσης τω ν κ υ ττά ρω ν οφείλονται σ το ότι κατά τη ν διαδικασία μετατροπής του οξυγόνου σε ενέργεια παράγοντα· μόρια (ελεύθερες ρίζες) οι οποίες, σε μεγάλες ποσότητες θα απέβαιναν επιζήμιες για τα κύτταρα. Προς τη ν ακύρωση ή τη ν καθυστίρηοη τη ς διαδικασίας αυτής, δρουν τα φάρμακα και οι αντιοζειδω τικές τροφές όπως τα μούρα και τα βατόμουρα, τα φρούτα, το σπανάκι και η βιταμίνη Ε. (Σ.τ.Σ.)
235
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ Η συνολική ποσότητα «γ η ρ α ιώ ν » (ή. όχι τό σ ο νεαρών) κ υ ττά ρ ω ν ενός έμβιου ό ν το ς τα οποία έχουν σταματήσει να διαιρούνται και δεν λειτουργούν πλήρως,' συμβάλλει στη ν μείωση της ομοιοστατικής λειτουργίας ολόκληρου του οργα νισμού.’ Α π οθεικ νύ ετα ι, επομένως, ό τ ι α υ τό τ ο χα ρα κ τηριστικ ό είναι κληρονομικό και γι’ α υ τό υπάρχει οικογενειακή τά ση πρόωρης γήρανσης ή μακροζωίας.
Α ργά ή γρήγορα, πάντως, όλοι γερνάμε, είτε είμαστε 25 ή 60 χρόνων, 40 ή 110. Γερνάμε... κι αυτό απέχει πολύ από το να εί ναι μια άσχημη είδηση. Σημαίνει, μ’ έναν ιδιαίτερο τρόπο, ότι είμαστε ζω ντα νοί, κι αυτό από μόνο του θα έπρεπε να είναι λόγος να το γιορτάζουμε. Μ ια μέρα. στα σαράντα μου, σκέφτηκα: Α πό το βάθος του κα θρέφτη με παραμονεύουν, ακούραστα, τα γηρατειά, και στο τέλος θα με πιάσουν. Από ανώνυμο γκράφιτι Σχεδόν κανένας δεν έχει διάθεση να πεθάνει. Εάν έχει, για μένα και για τους περισσότερους από τους συναδέλφους μου, αποτελεί ένδειξη ότι κάτι δεν λειτουργεί καλά στην ψυχή αυτού του ατόμου. Ένα από τα βασικά επιτεύγματα της επιστήμης τα τελευταία εκατό χρόνια είναι η αύξηση 1. ΙΊκριορίζεται η σύνθεσή τοικ; σε DNA και RNA. και μειώνεται η ικανό τη τά τους να δέχονται θρετιτικές ουσίες. (Σ.τ.Σ.) 2. Ομοιόσταση; η τόση ηρος σταθεροποίηση τω ν «ρικτιολογικάιν κατα σ τά σεω ν του οργανισμού. (Σ.τ.Μ.)
236
ο ΔΡΟΜ ΟΣ
Τ Ο Ν ΔΑΚΡΥΠΝ
του προσδόκιμου ζωής του ανθρώπου, που από τα 47 χρό νια έφτασε στις ανεπτυγμένες χώρες τα 75 χρόνια. Καλό ή κακό, αυτό πάντως δεν είναι ένα φαινόμενο που περιορίζε ται σε ορισμένες περιοχές του πλανήτη, αν και εκδηλώνεται με διαφορετική ένταση στις περισσότερο βιομηχανικές χώ ρες της Ευρώπης και σ το ν πιο ευκατάστατο πληθυσμό τω ν Η νωμένων Πολιτειών. Ο μέσος όρος ηλικίας του πληθυσμού αυτών τω ν ανεπτυγμένων χω ρών αυξάνεται με ένα ρυθμό χωρίς προηγούμενο, και έχει την τάση να ανεβαίνει. Το γ ε γονός αυτό, αν προστεθεί στη ν απόφαση τω ν κατοίκων του «Γηραιού» κόσμου να περιορίσουν τη ν πρόθεσή τους για τεκνοποίηση, έχει οδηγήσει σε ένα πρωτοφανές φαινόμενο: το ένα ΤΕΤΑΡΤΟ του πληθυσμού στις χώρες αυτές, είναι σή μερα πάνω από 60 χρόνων. Π ά ντω ς διευκρινίζω ότι, πέρα από εξελίξεις και αποφάσεις, στη Λατινική Αμερική μόνο, ο πληθυσμός που θα είναι πάνω από 60 χρόνω ν το 2020, με δυσκολία θα φτάνει τα 80 εκατομμύρια ψυχές. Οι ενδείξεις για όλα αυτά είναι ευδιάκριτες και ολοφ ά νερες, φτάνει μόνο να ανοίξουμε τα μάτια και να τις δούμε. Βέβαια, ο πατέρας μου, αν και ζει στη ν Α ργεντινή — που δυ στυχώς απέχει πολύ από το να αποτελεί πρότυπο της ποιό τη τας ζωής στις πιο μακρόβιες χώρες— , έκλεισε τα 90, και δεν αποτελεί εξαίρεση ανάμεσα αε φίλους και συγγενείς. Κατά τους ειδικούς της «ν έ α ς » και ρωμαλέας επ ιστή μης, τη ς γεροντολογία ς, υπολείπονται ακόμη πολλά για να φτάσουμε σ το όριο της ζωής μας, που θα μπορούσε να είναι, όπως μας λένε, γύρω σ τα 120 χρόνια.' 1. Υπ' αυτήν την έννοια, αρκεί να υπογραμμίσω ότι. λογικά, το μ έσ ο προσδόκιμο ζωής ενός βρέφους που γεννήβηκε σήμερα σε μια από τις πλέον ανεπτυγμένες χώρες, δηλαδή, με καλύτερο cnine6o εκηαίδνυσης, περίθαλψης και τεχνολογίας, είναι πάνω από 90 χρόνια. (Σ.τ.Σ.)
237
XO PXR Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ Είδη γή ρ α το ς Μ ιλήσαμε μέχρι τώ ρα ειδικά για το «β ιολογικ ό» γήρας· αυτό που ξέρουμε όλοι, και κατά κάτιοιον τρόπο παντα φ ο βόμαστε. Α σφ αλώ ς, όμως, υπάρχει επίσης το «κ οινω νικ ό» γήρας. Α υ τό έχει σχέση με το ν «δ ευ τερ εύ ο ντα και παθη τικ ό » ρόλο που η κοινωνέα μας, με τις προκαταλήψεις της, επιβάλλει στους ηλικιωμένους. Είναι το άθροισμα τω ν δύο τύ π ω ν γήρατος, και όχι μόνο τ ο πρώτο, που ευθύνεται για τα προβλήματα και τα παράπονα τω ν α τόμ ω ν της τρίτης ηλικίας. Γιατί η κοινωνία τα αντιμ ετω π ίζει σαν να ήταν, βάσει νόμου, άτομα αναγκαστικά ανίκανα που πάσχουν από αμνησία και ά λλες χρόνιες ασθένειες, χωρίς σεξουαλικές επιθυμίες και με υπέρμετρη ανάγκη για προσοχή και φ ρ ο ντίδα. Η προκατάληψη αυτή είναι συνέπεια τ ω ν περιορι σμ ώ ν που πραγματικά υπέφεραν κάποτε όσοι περνούσαν το φράγμα τω ν 50 ή 60 χρόνων, α λλά δεν έχει νόημα σ τη ν εποχή μας. Σήμερα, οι περισσότεροι άνθρωποι δεν υποφέ ρουν από έκδηλες διαταραχές σωματικές, νοητικές ή κοινω νικές, μέχρι να περάσουν κατά πολύ τα 70. Η επιβράδυνση κάποιων κινητικών, γ ν ω σ τικ ώ ν και αισθητικών λειτουργι ών, αντιμ ετω π ίζετα ι κυρίως αν υπάρχουν ισχυρά κίνητρα, άσκηση και θέληση, επιτρέποντας σ τα ηλικιωμένα άτομα να ξεπεράσουν τις δυσκολίες τους και να βγουν από τη μειο νεκτική θέση αποτελεσματικά. Ευτυχώς, τα γηρατειά είναι όλο και λ ιγότερ ο συνώνυμα της αναγκαστικής εξάρτησης, και μόνο ένα στα πέντε άτομα σ τη ν ηλικία τω ν 70 παρουσιάζει κάποια σημαντική λειτου ρ γική ανικανότητα. Α λ λ ο τόσο, αυτό ισχύει για τη σεξου αλική ζωή. Ο Χ οσέ Φ ερ νά ντο μας διαβεβαιώνει ό τι «... η 238
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ
ΤΩ Ν ΔΑΚΡΥΩΝ
σεξουαλικότητα του ανθρώπου πεθαίνει μία μέρα μετά το ν ενταφιασμό του.» Και βέβαια, η επιθυμία και οι φαντασιώ σεις παραμένουν άθικτες (καμιά φορά αυξάνονται). Αυτό που οπωσδήποτε αλλάζει, είναι ο τρόπος εκδήλοκτης, η συχνότητά τους, και το πώς προχωράει μια γνωριμία. Η σεξουαλικότητα εξακο λουθεί να είναι τό σ ο έντονη όπως πριν, παρόλο που. για να χαρούν μιαν ερωτική συνάντηση, οι ωριμότεροι δεν περιο ρίζονται πια στη γενετήσια πράξη και ευνοούν τις τρυφερές περιπτύξεις, την παρέα, τα ερω τόλογα και τα χάδια.
Π ικρό γήρας Π οτέ δεν μου άρεσε, και τώ ρα πια σχεδόν με εξοργίζει, να ακούω το ν κόσμο να υποστηρίζει, σαν να είναι μια αλήθεια αναμφισβήτητη, αυτήν τη λανθασμένη άπο^η; «Τα παιδιά με το ν καιρό γίνοντα ι γονείς τω ν γονιώ ν τους». Τα παιδιά είναι παιδιά και θα είναι πάντα παιδιά. Οι γονείς βίναι γονείς και θα συνεχίσουν να είναι γονείς και ότα ν θα χά σουν την εξουσία τους ή τη δυ νατότη τα να είναι αυτάρκεις. Η αντιστροφ ή τω ν ρόλω ν μου φαίνεται — αν το κακοσκ εφ τώ — , σαν ένα είδος υποσυνείδητης εκδίκησης. Αν, όμως, το καλοσκεφτώ, μου μοιάζει με μια παράλογη από πειρα να ξεπληρώσει το παιδί το χρέος του — ένα χρέος που διαγράφεται μόνο στη σχέση με τα δικά του παιδιά. Η ύπαρξη και μόνο ενός τέτοιου χρέους, θα ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με το νόημα της αληθινής αγάπης. Ο άνθρωπος που γερνάει με πίκρα, γερνάει με μίσος, με μνη239
XOPXF. Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ σικακϊα. Οι αρτηρίες τον δηλητηριάζονται, νεκρώνεται ο εγκέφαλος και το αίμα μ ετα τρέπετα ι a t χολή. Καταρρέει το κυκλοφορικό σύστημα, που το εμποδίζει το αίσθημα βάρους και κόπωσης. Αφυδατώνεται το σώμα, μειώνεται η όραση, παραλύουν τα χέρια. Η πίκρα οδηγεί τον γέρο άνθρωπο στο θάνατο και τους δικούς τον σ τη ν τραγωδία. ΙΓ Ν Α Σ ΙΟ Κ ΙΝ Τ Α Ν Α '
Ο πικραμένος ηλικιωμένος χάνει τη ν ^/υχραιμία του μπρο σ τά σ ’ αυτό που θεωρεί μία άδικη μεταβίβαση εξουσίας. Κα ταπιέζει τη βία και συνήθως τη ν μετατρέπει σε κοινωνικό μίσος, σε πικρά παράπονα ή σε απαιτήσεις αναγνώρισης, και καταλήγει να κατασκευάζει με τη φαντασία του ψεύ τικα μεγαλεία, ή να καυχιέται για φ α ντα στικές παλιές ικα νότητες. Αμυντική μεγαλομανία, τη ν ονομάζουμε εμείς οι θεραπευτές, που τους κάνει μερικές φορές να απαιτούν με απειλές τη ν αναγνώριση μιας θέσης ή ενός ρόλου εξουσίας, ένα παράσημο που δεν το αξίζουν, ή έναν ματαιόδοξο θαυ μασμό από το περιβάλλον τους... Τα στερεότυπ α αυτά είναι άδικα και βλάπτουν τη ζω ν τά νια της κοινωνίας, όπως και τη ν αξιοπρέπεια τω ν ατόμων.
Γήρας γόνιμ ο Το γλυκό γήρας συνίσταται σε μια ζωή παραγωγική και υγιή στα πλαίσια της οικογένειας, της κοινωνίας και της οικονομίας. 1. Ignacio Quintana, Βενεζουέλα, (1949). Καθηγητής πανεπιστημίου, πρέσβης και υποψήφιος Πρόεδρος της Δημοκρατίας. (Σ.τ.Μ.)
240
ο ΔΡΟΜ ΟΣ
ΤΩ Ν ΔΑΚΡΥΩΝ
Τ α δραστήρια γηρατειά α ντικ α τοπ τρίζουν τη ν επιθυ μία και τη ν ικανότητα του ατόμου, όποια κι αν είναι η ηλι κία του, να συνεχίσει να μετέχει σε παραγωγικές δραστηρι ότητες. Είναι απαραίτητο να δουλεύουμε από νω ρίτερα , πριν από τα γεράματά μας, για να αναπτύξουμε μια κουλτούρα όπου θα εκτιμούμε τα χρόνια που ζήσαμε για τη ν πείρα και τη σοφία που συ νεπ ά γοντα ι, και δ εν θα μεμψιμοιρούμε για τη φθορά που επιφέρουν. Για να δημιουργήσουμε μια κοινωνία όπου οι μ εγαλύτεροι εμπνέουν σεβασμό α ντί για περιφρόνηση, και όπου τους γ ερ ο ν τό τερ ο υ ς θα τους ακούμε και θα τους φ ροντίζουμ ε α ντί να τους α π ομ ονώ νουμε και να κάνουμε διακρίσεις εις βάρος τους. Για να το πετύχουμε, όμως, αυτό, είναι αναγκαίο να δουλέψουμε όλοι, και είναι απαραίτητη η αμοιβαία υποστήριξη μεταξύ τω ν γενεών. Τα γηρατειά δεν εξα ρ τώ ντα ι από το άθροισμα τω ν χρόνων, αλλά από τη ν ποιότητα της ζωής που είχαμε σαν ολοκλη ρωμένοι άνθρωποι. Σ ε τελική ανάλυση, ο καθένας μας θα πρέπει να δεχτεί ότι είναι ο κύριος υπεύθυνος για τα γεράματά του. Δ ε ν είναι μόνο η κοινωνία, ούτε η κληρονομικότητα, το περιβάλλον και η καταστροφική δύναμη τω ν μύθων για τα γηρατειά, που θα καθορίσουν το ν τρόπο της ζωής μας σ τη ν τελευταία αυτή φάση της ύπαρξής μας. Είναι επίσης, και πάνω απ’ όλα, το τι κάναμε εμείς μέχρι να φτάσουμε εδώ (και αυτό, φυσικά, περιλαμβάνει και το πώς συμπεριφερθήκαμε στους μεγαλύτερους, τους ηλικιωμένονκ;).
241
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ Η Ελένα Χαμπίφ' λέει ό τι μπροστά σ τα γηρατειά υπάρχουν π ά ντοτε τέσσερις θέσεις. Οι τρεις από αυτές είναι πολύ λυ πηρές: η θέση του γέρου που θεωρεί το ν εαυτό του γέρο, η θέση του γέρου που θεωρεί το ν εαυτό του νέο, και η θέση του γέρου που θεωρεί το ν εαυτό του πεθαμένο. Η τέταρτη, όμως, φαίνεται πολύ ωραία και είναι εφικτή. Είναι η θέση του γέρου που ζει το δεύτερο μέρος της ζωής του με το ίδιο σθένος που έζησε και το πρώτο. Δέχτηκα τα γηρατειά και τη ν τύφλωση με τον Ιδιο τρόπο παν δέχεται κανείς τη ζωή. Σ τα 24, ηροσπαθεϊ να γίνει Άμλετ, Μηάιρον, Μ ηοντλέρ. Και καλλιεργεί τη δυστυχία τον... Σ τα 80, ίσως λιγάκι αργά, κατάλαβα ό τι τη δυστυχία δεν ήταν ανάγκη να την καλλιεργήσω. ΧΟΗΧΕ Λ Ο Υ ΙΣ Μ ΙΙΟ ΡΧ Ε Σ
Τ ο π έν θ ο ς γ ια τ η ν α π ώ λ ε ια τη ς υ γ εία ς Η ανθρώπινη ύπαρξη θα έπρεπε να είναι σαν ένα ποτάμι, μικρό σ τη γέννησή τον, που κυλάει σ τη ν κοίτη τη στενή, και ρίχνεται μετά ορμητικά πάνω στα βράχια. Σιγά σιγά το ποτάμι μεγαλώνει, οι όχθες τον εξαφανίζονται, τα νερά κυλάνε ήρεμα και, τελικά, χωρίς να φανεί ότι έσπασε κάτι, ενώνονται με τη θάλασσα, εγκαταλείποντας κάθε ταραχή. Μ Π Ε Ρ Τ Ρ Α Ν Τ ΡΑΣΕΛ
Η φροϋδική \|/υχανάλυση θεωρεί ότι η ζωή είναι μια διαρκής I. Elena Jabif. Ψοχαναλύτρια. μέλος της Φροϋδικής Σχολής του Μπουένος Λίρες. (Σ.τ.Μ.)
242
ο
Δ Ρ Ο Μ Ο Σ T iiN Δ Α Κ Ρ Υ Ω Ν
πάλη ανάμεσα σε δύο ενστικ τώ δ εις δυνάμεις, το ν Έ ρ ω τα και το ν θ ά ν α το , και η επιθυμία για ζωή προσπαθεί να επιβληθεί στις ασυνείδητες επιθυμίες θανάτου. Δύο καταστάσεις μάς υποχρεώνουν να αποκτήσουμε συνείδηση αυτής τη ς πάλης: η αρρώ στια, η οποία μας φέρνει σε επαφή με το ν κίνδυνο, και τα γηρατειά, που μας αναγκάζουν να συνειδητοποιήσουμε τη φοβερή αδυναμία που νιώθουμε ό τα ν η ψευδαίσθηση ό τι εί μαστε αθάνατοι διαλύεται οριστικά. Η Ελίζαμπεθ Κ ούμπλερ-Ρος' είναι πιθανότατα εκείνη που έχει μελετήσει και γράψει περισσότερο για το ν θάνατο, το πένθος και τις καταστάσεις γύρω από αυτά τα θέματα. Α κ ο λου θώ ντα ς τις έρευνές της, συνειδητοποιούμε ό τι μπροστά σ τη ν είδηση της επιβεβαιωμένης διάγνω σης μιας σοβαρής αρρώστιας, συμβαίνουν π ά ντοτε μια σειρά από αντιδράσεις, παρόμοιες με τις φάσεις που είδαμε σ τη ν επεξεργασία του πένθους για μιαν απώλεια. Α υ τό δεν θα έπρεπε να μας φ αίνε ται παράξενο, εάν σκεφτούμε ό τι ο συγκεκριμένος άνθρωπος έχασε ού τε λίγο ού τε πολύ τη ν υγεία του, ή τη ν παιδιάστικη φ αντασίω ση ό τι θα τη ν απολάμβανε αιώνια. Ό τα ν αντιμ ετωπ ίζει κανείς τη σκληρή διά γνω ση μιας ασθένειας με άσχημη πρόγνωση, ακόμη κι αν έχει αρκετή δι ορία, μπαίνει σ ’ έναν δρόμο που, για να το ν περάσει, θα πρέ πει να επ εξεργαστεί π έντε φάσεις: Α ρ νη σ η 0υμό Δια π ρα γμ άτευση Κατάθλιψ η Α π οδοχή 1. Elisabeth Kubler-Ross, (1926-2004). Ε λβίτΙδα ψυχίατρος, (Σ.τ.Μ .)
243
ΧΟ ΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ Π ρ ώ τη φάση. Η ά ρνηση Η πρώτη αντίδραση ενός ανθρώπου σ τη ν πληροφορία ότι πάσχει από μια σοβαρή ασθένεια είναι να ενεργοποιήσει τους πρώτους μηχανισμούς άμυνας για να καθυστερήσει, έσ τω και Xiyo, το βαρύ χτύπημα που αναγκαστικά συνεπάγεται η εί δηση. Λ υ τό το π ρώ το αμυντικό φράγμα το ν κάνει να λέει και να αισθάνεται: δεν θέλω δεν είναι δυνατόν κάποιο λάθος θα έγινε Το άτομο είναι πεπεισμένο ό τι έχει γίνει κάποιο λάθος, ή τα αποτελέσματα τω ν εργα στη ρίω ν και οι ακτινογραφίες δεν εί ναι οι δικές του, ή ο γιατρός έχει πέσει έξω. Ιίο λλ ές φορές επαναλαμβάνει τις εξετάσεις, αλλάζει γιατρό ή συμβουλεύεται κάποιον μάγο, θεραπευτή ή τσ α ρ λατάνο σε μιαν απελπισμένη προσπάθεια να πάρει άλλη απάντηση. Η άρνηση είναι ένας φυσιολογικός μηχανισμός που μας συνοδεύει από νωρίς σε όλη μας τη ζωή, και μπροστά σ τη ν είδηση ενός πιθανού θανάτου, κάνει τη ν εμφάνισή της για να δημιουργήσει μιαν απόσταση ανάμεσα σ τη ν ψυχή και τη ν πραγματικότητα. Μ ια απελπισμένη αναζήτηση του αναγκαίου χρόνου για να σκεφτεί τ ο μέλλον με σ οβ α ρ ότε ρο τρόπο, παίρνοντας μια χρονική απόσταση από αυτό που ακολουθεί, προσπαθώντας να φτάσει σε μια πιο υγιή προ σαρμογή σ το γεγο νό ς που εμφανίστηκε υπερβολικά α π ότο μα. Η άρνηση είναι πραγματικά μια απόπειρα να αποσοβηθεί η επίδραση του πρώτου χτυπήματος. 244
ο
ΔΡΟΜ ΟΣ Τ Π Ν ΔΑΚ ΡΥΩ Ν
Δ εύ τερ η «ράση. Ο θυμός Ό τα ν δεχτεί ο ασθενής τελικά τη ν πραγματικότητα, επιχει ρεί και πάλι να επ αναστατήσει εν α ντίο ν της. Έ τσι τώ ρ α αλ λάζουν τα ερω τήματα και τα συναισθήματά του. Γεννώ ντα ι ά λλες ερωτήσεις: Γιατί εγώ; Γιατί τώρα: Δ ε ν είναι δίκαιο... Η ζήλεια αρχίζει να κατατρώει τις σκέψεις του. Ο ργίζετα ι με τη ζωή. το ν Θεό. και όλους εκείνους που υποτίθεται ό τι «θ α ήταν πιο λογικ ό» να βρίσκονται σ τη θέση του. Οι ηλικιωμένοι, οι ά ρρω στοι, οι κακοί, οι φιλάσθενοι, όσοι μισούσε από παλιά... σ ’ όλους αυτούς άξιζε μια τέτο ια είδηση και όχι σ ’ εκείνον. Μ οιάζει με ένα είδος επιθυμίας να πάρει τη ζωή τω ν άλλων. Ο θυμός του, μερικές φορές βίαιος, πλημμυρίζει το ν κόσμο γύρω του. Τίποτα δεν το ν ικανοποιεί, με τίποτα δεν είναι ευχαριστημένος. Ό λ α όσα βλέπει του δημιουργούν πόνο, μίσος και μνησικακία. Και παρόλο που ίσως φανεί ψέμα, η αυτοεκτίμησή του που τη ν ποδοπάτησε η πραγματικότητα, συνειδητοποιεί ό τι αυτό που χρειάζεται (και είναι αλήθεια) είναι να εκφράσει τη ν οργή του για να μπορέσει να απελευθερωθεί απ’ αυτήν την ανυπόφορη κατάσταση.
Τ ρ ίτη φάση. Η διαπραγμάτευση Η φάση αυτή αναφέρεται σ το ν ασθενή για το ν οποίο η διά γνω σ η είναι: «μαγική, π ρω τόγονη σκέψη». Εδώ εμφανίζονται 245
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ ιδέες διαπραγμάτευσης με τη ν αρρώστια, το ν χρόνο ή την πρόγνωση. Ο ασθενής σκ έφ τετα ι να κάνει συμβόλαιο με τη ζωή, με το ν θ ε ό , με το ν διάβολο, με το ν γιατρό... Για παράδειγμα, παρόλο που η πραγματικότητα το ν υποχρεώνει να δεχτεί ότι είναι ήδη πολύ αργά, ο καπνι σ τή ς υπόσχεται ό τι θα κόψει α υτήν τη ν κακή συνήθεια για πάντα. Πρόκειται, ασφαλώς, για μια καινούργια αμυντική σ υ μπεριφορά: τη ν παλινδρόμηση. Ο ασθενής, δηλαδή, προ σπαθεί να πετΰχει τη θεραπεία με α ντάλλαγμα την καλή συμπεριφορά. Οι περισσότερες από αυτές τις συμφωνίες είναι μυστικές, και μόνο εκείνοι που τις κάνουν γνω ρίζουν το περιεχόμενό τους. Επιτρέψτε μου να σας πω μια ιστορία... Ή τα ν κάποιος μια φορά πον είχε πάρει απόφαση να χαίρεται τη ζωή τον. Νόμιζε ό τι για να μηορεί να το κάνει αντό, έπρεηε να έχει πολλά λεφτά. Σκ εφ τότα ν ό τι δεν μπορεί να υπάρχει πραγματική ευ χαρίστηση, όταν πρέπει να διακόπτεται η απόλαυση από τη δυσάρεστη φροντίδα του να βγάλεις λεφτά. Σκέφτηκε, έτσ ι μεθοδικός που ήταν, ό τι για να μην απα σχολεί το μυαλό του και να μη στενοχωριέται, έπρεπε να χω ρί σει τη ζωή τον σε δύο μέρη: πρώ τα θα έβγαζε αρκετά λεφ τά και μετά Θα απολάμβανε ό,τι επιθυμούσε η ψυχή του. Υπολόγισε ό τι ένα εκατομμύριο δολάρια Θα του έφταναν για να ζήσει ήσυχος τη ν υπόλοιπη ζωή του. Αφιέρωσε λοιπόν όλες του τις δυνάμεις σ το να κερδίσει χρήματα και να μαζέψει πλούτη. 246
ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΩ Ν
ΔΑΚΡΥΩΝ
Επί χρόνια, κάθε Παρασκευή, άνοιγε το βιβλίο εσόδων και άθροιζε τα αγαθά τον. «Ό τα ν μαζέψω το εκατομμύριο» έλεγε, •^δεν θα δουλέψω άλλο. fia είναι η στιγμή της απόλαυσης και της διασκέδασης. Δ εν θ ’ αφήσω να μου συμβεϊ αυτό που έπαθαν άλλοι, που όταν έφτασαν σ το πρώ το εκατομμύριο άρχισαν να θέλουν κι άλλο. Και πιστός σ τη ν απόφασή τον έφτιαξε μια τερά στια πινα κίδα και τη ν κρέμασε σ τον τοίχο: μόνο Ε Ν Α εκατομμύριο Πέρασαν τα χρόνια. Ο τύπος μάζενε λεφτά κι έκανε προσθέσεις. Κάθε φορά ήταν όλο και πιο κοντά σ το στόχο του. Χαμογελούσε αντάρεσκα όταν σκεφ τόταν τις χαρές πον τον περίμεναν. Μ ια Παρασκενή κατάπληκτος βλέπει το τελικό νούμερο: Το άθροισμα ήταν 999.999,75 δολάρια. Έλειπαν μόνο 25 σεντς για να σνμπληρωθεί το εκατομ μύριο! Πανικόβλητος, αρχίζει να ψάχνει κάθε σακάκι, κάθε πα ντελόνι, κάθε σνρτάρι, μήπως βρει τα λίγα νομίσματα πον λείπονν... Δεν ήθελε να περιμένει άλλη μία βδομάδα. Τελικά, σ το τελευτα ίο συρτάρι βρίσκει τα 25 σεντς που ήθελε. Κάθεται στο γραφείο του, και γράφει με τεράστια νού μερα:
1.000.000
247
ΧΟΡΧΕ ΜΙΙΟΥΚΑΪ Ικανοποιημένος, κλείνει τα βιβλία, κοιτάζει τη ν πινακίδα σ τον τοίχο και μονολογεί: «Ενα μόνο. Και τώρα απολαμβάνουμε...» Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, χτυπά ει η πόρτα. Δ εν περιμένει κανέναν. Απορημένος, πάει να ανοίξει. Μ ια γυναίκα ντυμένη στα μαύρα, μ ' ένα δρεπάνι σ το χέρι του λέει: «Ή ρθε η ώρα σου.» Είχε έρθει ο θάνατος να τον πάρει. «Ό χι...» ψελλίζει αυτός. «Ό χ ι ακόμη... δεν είμαι έτοιμ ος.» «Ή ρθε η ώρα σ ο υ » ξαναλέει ο θάνατος. «Α ία πώς... Τα λεφτά... Οι χαρές...» «Καταλαβαίνω, αλλά ήρθε η ώρα σου.» « Σ ε παρακαλώ, δώσε μου ακόμη ένα χρόνο... Ανέβαλλα τα πάντα για τί περίμενα αυτή τη στιγμή, σε παρακαλώ... «Λ υ π ά μ α ι» λέει ο θάνατος. «Α ς κάνουμε μια συμφωνία» προτείνει αυτός απελπισμέ νος. «κατάφερα και μάζεψα ένα εκατομμύριο δολάρια. ΙΊάρε τα μισά και δώσε μου ένα χρόνο διορία. Σύμφωνοι; «Ό χ ι.» «Σ ε παρακαλώ. Πάρε 750.000 και δώσε μου ένα μήνα...» «Δ ε ν έχεις καθόλου διορία.» «900.000 για μια βδομάδα.» «Δ ε ν έχεις καθόλου διορία.» «Α ς κάνουμε κάτι άλλο. Πάρ’ τα όλα, και δώσε μου έστω και μία μέρα. Εχω τόσα να πω, τόσο κόσμο να δω, έχω ανα βάλει τόσα πράγματα... σε παρακαλώ.» «Ή ρθε η ώρα σ ου » επαναλαμβάνει ο θάνατος, αδιάλ λακτος. Ο άνθρωπος σκύβει το κεφάλι. Αποδέχεται την κα τά στα ση και παραιτεΐται από κάθε άλλη προσπάθεια διαπραγμά τευσης. Μ ε περίλυπο ύφος, ζητάει μόνο μία τελευτα ία χάρη: 248
ο ΔΡΟΜ ΟΣ Τ Ω Ν ΔΑΚΡΥΠ Ν «Έχω έσ τω λίγα λ επ τά ακόμη;» παρακαλεί. Ο θάνατος βλέηει ακόμη λΙγον<; κόκκους άμμου σ τη ν κλε ψύδρα του και του λέει: «Ε ν τά ξει». Παίρνει ο άντρας ένα χ α ρ τί και μια πένα από το γραφείο του και γράφει: Α ν α γ ν ώ σ τη : Ό π ο ιο ς κι α ν είσαι. Ε γώ 6 εν μπόρεσα να α γο ρ ά σ ω ο ύ τε μέα μέρα ζω ή ς με όλα μου τα λ εφ τά . Π ρ ό σ εξε τ ι θα κάνεις με τ ο ν χ ρ ό νο σου. Είναι η μ εγα λύ τερη σου περιουσία...
Τ έ τα ρ τη <ράση. Η κατάθλιψη Τελικά, όλα τα προηγούμενα βήματα εξα ντλο ύ ντα ι και απο τυγχά νουν σ τη ν προσπάθειά μας να απομακρυνθούμε από τη ν πραγματικότητα. Μ ε το απλό πέρασμα του χρόνου, ή πριν εξελιχθεί η αρρώστια, η διά γνω ση επαληθεύεται. Ο ασθενής, όμως. συνήθως, επιχειρεί ακόμη να ελέγξει τη ν πραγματικότητα για κάποιο διάστημα. Παίζει τό τε με τη ν καταστροφική πρόβλεψη της σωματικής κατάπτωσης (υπερβάλλοντας πολλές φορές), με τη ν υποτιθέμενη ανικα ν ό τη τά του για εργασία, τη ν απελπιστική του κατάσταση λ ό γ ω οικονομικών και οικογενειακών προβλημάτων που δεν έχουν εμφανιστεί ακόμη (και μπορεί να μην εμφανι σ το ύ ν ποτέ), τη ν αίσθηση ό τι σ το μέλλον θα είναι άχρη σ το ς και ανίκανος, υποφέροντας με τη φ αντασίω ση ότι θα φ τάσει να είναι ένα π εριττό βάρος. Και μόνο οι ιδέες αυτές 249
ΧΟ ΡΧΕ Μ ΠΟΥΚΑΪ
θα έφταναν για να προκαλέσουν μια φυσιολογική καταθλιπτική κατάσταση. Το ιδιαίτερο, σ τη ν προκειμένη περί πτωση, είναι ό τι οι ιδέες αυτές δεν αποτελοϋν μόνο αιτία κατάθλιψης, αλλά είναι επίσης, και πάνω απ’ όλα, συνέπεια της κατάθλιψης. Ο Σοφοκλής περιγράφει το ν Οιδίποδα σ τη ν τραγωδία, πώς ζούσε περιπλανώμενος, δυστυχισμένος και τυφλός; «Δ ε ίξ τε συμηόνια για το φτωχό φάντασμα του Οιδίττοόα, για τί το γέρικο το ύ το κορμί δεν είναι ηια αυτός». II κατάθλιψη είναι βέβαια αποτέλεσμα της συνειδητοποίησης του πόσα πράγματα έχασε κανείς, όπως έχουμε ήδη πει, και μια διαδικασία προετοιμασίας μπροστά σ τη ν πιθα νότη τα του ίδιου του θανάτου. Φυσικά, μπορούμε να προβλέψουμε ότι η φάση αυτή θα λήξει πιο γρήγορα, αν βρει ο ασθενής το σθένος και το περιβάλλον όπου μπορεί να εκφράζει τη βαθιά του αγωνία και να δέχεται τη στήριξη που χρειάζεται για να αντιμετωπίσει τους φόβους και τις φαντασιώσεις του.
Πέμπτη και τε λ ευ τα ία φάση. Η αποδοχή Για να φτάσει εδώ ο ασθενής, χρειάζεται να έχει αφενός συντροφιά, και αφετέρου το χρόνο που απαιτείται για να ξεπεράσει τις προηγούμενες φάσεις. Η αποδοχή εμφανίζεται μόνο ότα ν τ ο άτομο καταφέρει να επ εξεργαστεί την ανησυχία και το θυμό του, να κλεί σει τα ζητήματα που ήταν ανοιχτά, και να εγκαταλείψει τη στάση και τη συμπεριφορά που το ν καθιστά ανίκανο και 250
ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΩ Ν ΔΑΚΡΥΩΝ οφείλεται σ τη ν κατάθλιψη. Ο πωσδήποτε, α νεξά ρ τη τα από το πόσο άργησε να φτάσει ώ ς εδώ και πόση προσπάθεια χρειάστηκε, ό τα ν φ τάνει σ τη φάση αυτή, είναι π ά ντο τε αδύναμοί; και αισθάνεται φοβερή κούραση. Ίσ ω ς α υ τό είναι συνέπεια της προσπάθειας που κατέβαλε για να αποκοπεί από το ν κόσμο και να απομακρυνθεί από τα πρόσωπα τω ν προηγούμενων φάσεων. Τώρα, πάντως, βρίσκεται υπό μία έννοια σε συναισθηματική «νά ρκ ω ση ». Σε γενικές γραμμές, προτιμά να είναι μόνος, να προετοιμάζεται για τ ο μέλλον που το ν περιμένει, κάνοντας μιαν αξιολόγηση κι έναν απο λογισμό τη ς ζωής του. Μια εμπειρία π ά ντο τε ιδιωτική και αποκλειστικά προσωπική. Σε περίπτωση θανατηφόρας ασθένειας, τ ο άτομο, ό τα ν φθάνει σ τη φάση αυτή, έχει ήδη ξεκινήσει τους αποχαιρετι σμούς για να μπορέσει να εγκαταλείψει τα παλιά με ειρήνη, γαλήνη και ηρεμία. Α ν φτάσεις έω ς τη ν αποδοχή, σημαίνει ό τι έχεις κατα κτήσει την εσωτερική ειρήνη. Χ ωρίς πάθος και χωρίς πόνο (αν και ο πόνος εμφανίζεται πολλές φορές σ ’ εκείνους που είναι γύρω από το ν ασθενή, γιατί κι αυτοί πρέπει να προ σαρμοστούν σ το γεγο νό ς ό τι το προσφιλές τους πρόσωπο προτιμά τη μοναξιά και τη σιωπή για να ζήσει ό,τι του μένει να ζήσει). Βέβαια, δεν υπάρχουν μαρτυρίες που να δείχνουν ό τι όλοι οι ασθενείς περνάνε αυτές τις φάσεις, ούτε θα μπορούσε να αποδείξει κανείς ό τι υπάρχει χρονική και αιτιώδης σχέση μεταξύ τω ν φάσεων. Είναι αναμφισβήτητο ότι, ω ς διαδρο μή, μοιάζει πολύ με ό,τι έχει συμβεί ή συμβαίνει στους πε ρισσότερους ασθενείς με σοβαρή ασθένεια. Α υ τό είναι ένα ευέλικτο μ οντέλο που έχει σχεδιαστεί για να βοηθήσει το ν ασθενή, τη ν οικογένειά του και τα 251
ΧΟ ΡΧΕ Μ ΠΟΥΚΑΪ
αγαπημένα του πρόσωπα να καταλάβουν τι γίνεται και να αντλήσουν δύναμη, ηρεμία και σοφία για να α ντιμ ετω π ί σουν αυτό που ακολουθεί. Για τους γιατρούς, οι φάσεις του ασθενή ανταποκρίνονται σε πέντε διαφορετικές εξελικτικές στιγμές; τις πέντε κλασικές φάσεις κλινικής εξέλιξης οποιασδήποτε ασθένειας. • προδιάγνωση, • διάγνωση, • οξεία φάση και θεραπευτική αντιμετώπιση της προ σβολής, • εξέλιξη της ασθένειας • και κατάληξη (αποθεραπεία ή θάνατος). Ό σ ο ν αφορά σ τη θεραπεία μιας θανατηφόρας ασθένειας εί ναι αξιοσημείωτο ότι, σύμφωνα με τις στατιστικές, η π ροτε λευταία φάση είναι, για πολλούς, η πιο σημαντική και η πιο παρατεταμένη. Ό χι μόνο λόγω συντόμευσης τω ν προηγού μενων φάσεων, αλλά και γιατί η επιστήμη έχει πετύχει τη ν ουσιαστική παράταση αυτής της φάσης της θεραπείας, καθυ σ τερ ώ ντα ς το ν θάνατο του ασθενούς. Για παράδειγμα, κάθε χρόνο, ευτυχώς, όλο και περισσότερα άτομα συνεχίζουν να ζουν με ποιότητα μετά τη διάγνωση καρκίνου (και κάθε φορά είναι όλο και περισσότεροι εκείνοι που τελικά πεθαίνουν από ά λλες αιτίες, τελείω ς άσχετες με τη διάγνω ση εκείνη ή με τη θεραπεία του καρκίνου).
Μερικά συμπεράσματα Είτε είναι αυτές, είτε άλλες οι φάσεις από τις οποίες περνάει 252
ο ΔΡΟΜΟΣ Τ η Ν
ΔΑΚΡΥΩΝ
κανείς σ τη ν πράξη, το πένθος π ά ντοτε ερμηνεύεται α>ς σ υ μπεριφορά πιθανής, βιωματικής αντίδρασης μπροστά σ τη ν αλλαγή που επιφέρει η απώλεια. Γ11σα> από κάθε σημαντική αλλαγή, υπάρχει μια απ ώ λεια που πρέπει να επ εξεργα στεί κανείς. Α υ τό ισχύει ακόμη και για τις α λλα γές εκείνες που επιφέρουν «θ ετικ ές» μετα βολές, αν μπορούμε να τις χαρακτηρίσουμε έτσι. Για να τ ο πω ακόμη μία φορά: Κ άθε φ ορά που έρχετα ι κάτι, παίρνει τη θέση το υ προηγούμενου, που έπ α νε να υπάρχει. Και ακόμη; Κ άθε φ ορά που φ εύγει κάτι, αφ ήνει χώρο γι’ α υ τό που έρχετα ι. Ό ποιες κι αν είναι οι αλλαγές: • Α λ λα γές (απώλειες και ανάπτυξη) στους στόχους και το μέλλον • Α λ λ α γ ές (συ γκ έντρω ση ή μείωση) σ τη ν προσωπική κληρονομιά και το ν τρόπο ζωής • Α λ λα γές σ το ν τόπ ο κατοικίας (πρόοδος ή παρακμή) • Εργασιακές α λλα γές (μεταξύ τω ν οποίων προαγωγές και μεταθέσεις) • Α λ λ α γ ές στις σχέσεις και τους δεσμούς (φίλοι, σ υ γ γ ε νείς, γάμοι, έρω τες) • Α λ λ α γές σ τις ιδεολογικές, θρησκευτικές ή φ ιλοσοφ ι κές θέσεις
253
ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ • Α λλα γές στη ν κατάσταση της υγείας (επιδείνωση, ή ακόμη και θεραπεία μιας ασθένειας) Ό λες αυτές οι διαδικασίες, και άπειρες άλλες που θα μπορούσε να προσθέσει ο καθένας, σημαίνουν μικρούς ή μεγάλους θανάτους, τους οποίους δεν πρέπει να υποβαθμί ζουμε. Οι θάνατοι αυτοί επιβάλλουν μια διαδικασία αποχαι ρετισμού και μιαν επεξεργασία. Ό πως το εκφράζει η Μ άρτα Μπουχό σ το ποίημά της «Π έταγμα χωρίς φ τερά», δεν είναι καν ανάγκη να συμβαίνει η αλλαγή σ το ν κόσμο της πραγματικότητας' μπορεί κανείς να πενθεί ακόμη και για κάποια φανταστικά γεγονότα
Π Ε Τ Α Γ Μ Α Χ η Ρ ί Σ ΦΤΕΡΑ
Μ πορεί κανείς να ηετάξει χ<ορίς φτερά και να κολυμπήσει χιορίς να είναι ψάρι. Μ πορώ να σε βάλω απέναντί μου ενώ κρύβω τα μάτια με τα χέρια μου, και να νιώθω ό τι σ ’ αγγίζω παρόλο που δεν είσαι εδώ. Πώς θα μπορούσα, όμως, αν δεν είμαι ο Νερούδα, να σου πω αυτό που θέλω και να τ ’ ακούσεις όπως θέλω να τ ' ακούσεις. Π ότε πότε μονολογώ: ίσως είναι σίγουρο, μπορεί να γνωριζόμαστε εδώ και αιώνες και αρχίζω το παραλήρημα και το απολαμβάνω μέχρι που νομίζω πως θυμάμαι τους δρόμους της επιστροφής και τους δασκάλους εκείνους που μοιραζόμαστε, 254
ο ΔΡΟΜΟΣ Ί Ώ Ν ΔΑΚΡΥΩΝ και τα βιβλία Η Τέχνη της αγάπης και Ο μικρός πρίγκιπας και Το Σ τρογγυ λό σπίτι πον κάποτε έπρεπε να διαβάσουμε μαζί. Και μόλις ένα λ επ τό μετά, λέω κιόλας: Δεν μπορεί να είναι αλήθεια. Δεν νπήρξε<: ποτέ και αν υπήρξες, 6εν συναντηθήκαμε ποτέ. Γιατί αν ήταν όλα όπως τα φαντάζομαι, δεν θα σου συγχωρούσα ποτέ τη ν άκαιρη και παράλογη σιωπή σου τω ν τελευτα ίω ν 50 χρόνων. Μ Α Ρ Τ Α Μ ΠΟΥΧΟ
από τη ν Ανθολογία μιας εποχής που δεν υπήρξε Κ ατά κάποιον τρόπο, όσο κι αν με πονάει να το παραδεχτά), κάθε μέρα που ξημερώνει είναι επίσης η ιστορία της απώλειας τη ς χθεσινής μου μέρας, μέχρι τη ν οποία ήμουν αυτός που ήμουνα. Γιατί σήμερα 6εν είμαι αυτός που ήμουν χθες, και 6εν θα ξαναεϊμαι ποτέ πια. Και μπορώ να τ ο σκέφτομαι αυτό ή να κάνα) το ν αδιά φορο, α γν ο ώ ντα ς τη γυμνή αλήθεια. Μ πορώ να μη θέλω να ξέρω ό τι δεν είμαι ο ίδιος Χόρχε Μπουκάι που ήμουνα πριν από δέκα χρόνια. Και να μη θέλω. όμως. να ξέρο) ό τ ι δ εν εί μαι, ευτυχώς ή δυστυχώς, το δείχνουν οι φωτογραφίες. ΗΙναι αυτός ο Χόρχε καλύτερος από το ν παλιό; Μ ου αρέσει πιο πολύ ή πιο λίγο; Είναι σ τ ’ αλήθεια πιο ώριμος ή μήπως κι έχει χαλάσει;
255
ΧΟ ΡΧΕ Μ ΠΟΥΚΑΪ
Ερωτηματικά σ τα οποία ο καθένας θα ήθελε να δώσει μιαν απάντηση, θ έμ α τα οπωσδήποτε συζητήσιμα. Α λ λ ά δεν είναι αυτό το θέμα μας. Τ ο θέμα είναι ό τι ακόμη κι αν δεν με γνω ρίζει κάποιος και δεν πρόκειται να με γνωρίσει ποτέ. μπορεί να διακρίνει και να πει με σιγουριά, χωρίς να διακινδυνεύει να κάνει λάθος, ότι υπάρχουν κάποιες αλλαγές. Και κάτι ακόμη: αυτός ο ά γ ν ω σ το ς μάρτυρας θα μπο ρούσε να μας διαβεβαιώσει ό τι εκείνος που ήμουνα αποτελεί αίτιο και αποτέλεσμα του ποιος είμαι σήμερα. Αν μπορούν οι άλλοι, χωρίς να με έχουν δει ποτέ, να φτάνουν σ ’ αυτό το συμπέρασμα, πώς μπορώ εγώ να το αρνούμαι; Εγώ, ο Χόρχε Μπουκάι, δεν είμαι ο Χόρχε Μπουκάι που ήμουν μέχρι χθες, και ξέρω ό τι αύριο δεν θα είμαι αυ τό ς που είμαι σήμερα. Έ τσι, τώρα, το ερώτημα αλλάζει; 0 α έπρεπε, ξέρο ντα ς όσα ί,έρω, να δεχ τώ μοιρολατρικά να ζω μόνιμα σ τ ο πένθος; Μου άρεσε πάντα η ιδέα κάποιων ποιητών να αναφέροντα ι σ το ν ύπνο και σ τα όνειρα, ω ς ένα διάστημα απουσίας όπου επ εξεργάζεται κανείς αυτά τα μικρά καθημερινά πέν θη. Αποχωρίζομαι τη νύχτα α υτό που μένει πίσω και ξυπνάω κάθε μέρα με τα κέρδη που μου άφησε η προηγούμενη μέρα. Και λ έω «κ έρδη » με τη ν έννοια του αθροίσματος, όχι της προόδου ή του πλούτου. Το λέω σαν έναν τρόπο να θεμελιώ σω ότι αυτό που είμαι είναι ό.τι έχω ζή σει. και ό,τι έχω συ γκ ε ν τρ ώ σ ει είναι τα κέρδη μου (ακόμη και ό τα ν αυτά που κέρδι σα μπορεί μερικές φορές να μην είναι καθόλου ευχάριστα). Και είναι σημαντικό να θυμόμαστε ό τι η κεφαλαιοποίη ση τω ν κερδών α υ τώ ν είναι αναγκαστικά το αποτέλεσμα της 256
I
ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΟ Ν ΔΑΚΡΥΠΝ
απόφασης να ατιοποιηθούμε κάτι, να αποδεχτούμε τη ν απώ λεια, να μάθουμε να αφήνουμε πίσω. Λ ένε ότι... Ή τα ν μια φορά ένας δερβίσης, πολύ σοφός... Γύριζε από χωριό σε χωριό, ζήταγε ελεημοσύνη και μοίραζε γνώσεις και συμβου λές σ τις ηλατειες και τις αγορές... Μ ια μέρα, ενώ ζητιάνευε σ τη ν αγορά του Λκμηαρ, τον πλησιάζει ένας άνθρωπος και του λέει: «Χθες το βράδυ ήμουν μ ’ ένα μάγο πολύ ξακουστό, και με συμβούλευσε να έρθω σήμερα εδώ, σ ' α υτήν την πλατεία. Είπε ότι θα συναντήσω έναν κουρελή ζητιάνο και ό τι ο ζη τι άνος αυτός, παρ’ όλη τη φτωχική του εμφάνιση, θα μου δώσει έναν θησαυρό που θα αλλάξει τη ζωή μου για πάντα. Έτσι, μόλις σε είδα, κατάλαβα ό τι εσύ είσαι αυτός που ψάχνω, για τί δεν νομίζω να υπάρχει άΑΑο<; σε χειρότερη κατάσταση από σένα... Δ ώ σε μου λοιπόν το θησαυρό μου». Ο δερβίσης τον κοιτάζει σιωπηλός... Μ ετά , βάζει το χέρι του σε μια τσάντα από φθαρμένο δέρμα που έχει κρεμασμένη σ τον ώμο του. «Α υ τό πρέπει να είνα ι» του λέει. Και του δίνει ένα τερά σ τιο διαμάντι. Ο άλλος μένει κατάπληκτος. «Μ α ... η πέτρα αυτή πρέπει να έχει ανυπολόγιστη αξία.» «Α , ναι; Μπορεΐ... Εγώ τη βρήκα στο δάσος.» «Κ αλά. Ας είναι. Πόσα πρέπει να σου δώσω γι’ α υτήν;» «Δ ε ν υπάρχει λόγος. Δ εν θέλω να μου δώσεις τίποτα. Σ ου χρησιμεύει σε κάτι; Εμένα δεν μου χρησιμεύει σε τίποτα, δεν την χρειάζομαι, πάρ' την.» «Μα... θα μου ττ] δώσεις έτσι... χωρίς κανένα αντόίλλαγμα:» «Ναι... ναι. Έτσι δεν σου είπε ο μάγος σου;» 257
ΧΟΡΧΕΜΠΟΥΚΑΪ «Ν αι, βέβαια. Α υτό ακριβώς μου είπε ο μάγος... Ευχαρι σ τώ ηολύ.» Πολύ μπερδεμένος, ο άντρας αρπάζει την ηέτρα και φεύγει. Μ ε τά από μισή ώρα, όμως, επιστρέφει. Ψάχνει σ τη ν πλα τεία να βρει τον δερβίση, και μόλις τον βλέπει του λέει: «Π ά ρε τη ν πέτρα σου...» κΤι έγινε;» τον ρω τάει ο δερβίσης. «Π άρε την πέτρα και δώσε μου τον θησαυρό...» λέει ο άντρας. «Δ ε ν έχω τίπ ο τ'ά λ λ ο να σου δώ σω » λέει ο δερβίσης. «Κ α ι βέβαια έχεις.., θ έλ ω να μου δώσεις τον τρόπο που έχεις να μπορείς να αποχωρίζεσαι κάτι χωρίς να σε πειράζει.» Λένε ό τι ο άνθρωπος αυτός έμεινε δίπλα στον δερβίση πολλά χρόνια μέχρι να μάθει να αποστασιοποιείται και να αποδεσμεύεται.
258
Βο ή
θ ε ια σ τ ο π έ ν θ ο ς
Ο ΤΑ Ν Α Π Α ίΙΣ Ρ ίΠ Ά Σ Μ Ε Τ Ρ Υ Φ ΕΡ Ο Τ Η Τ Α α υ τόν που βιώνει ένα πένθος να σου πει περισσότερα για το δυσάρεστο γ ε γ ο νός. η απλή φράση που το ν προτρέπει να μιλήσει για το «π ώ ς έγινε ό,τι έγινε», ό τα ν λ έγετα ι χωρίς α ρρωστημένη περιέρ γεια, επιτρέπει σ ’ α υτόν που πονάει και υποφέρει να ξανα ζήσει τη ν εμπειρία εκείνη και διευκολύνει τη ν ενσω μ άτω ση της απώλειας σ το ν ψυχισμό του. παρόλο που είναι προφανές ό τι το ν φέρνει σε επαφή με τη ν οδυνηρή εμπειρία. Οι φίλοι, οι συ γγενείς και οι γείτονες που ακούνε με κατανόηση και συντροφ εύουν χωρίς απαιτήσεις, θα βοηθήσουν α υτόν που βιώνει τη ν απώλεια να αφήσει πίσω έσ τω και ένα μικρό μέρος από το βαρύ φ ορτίο της οδύνης, και να μπορέσει να διανύσει το ν δρόμο τω ν δακρύων λίγο πιο ανάλαφρος.
Εάν συγκρίνουμε τη διαδικασία του πένθους με τη ν επού λωση ενός τραύματος, καταλήγουμε σ το συμπέρασμα ό τι η βοήθεια μπορεί σ τη ν πράξη να συγκριθεί με το ν καθαρισμό του τραύματος. Ό π ω ς ο καθαρισμός, το ίδιο και η βοήθεια, μπορεί να είναι τρομερά επώδυνη σ τη ν αρχή. σιγά σιγά όμως ο πόνος μειώνεται και απομακρύνεται ο κίνδυνος επιπλοκής στη διαδικασία της επούλωσης. Η διαδικασία του καθαρισμού και της φροντίδας του τραύματος σημαίνει, για όσους επ εξεργάζονται ένα πένθος, ό τι θα χρειαστούν βοήθεια για να αποδεχτούν τη ν απώλεια. 259
ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ να εκφράσουν ελεύθερα το ν ίδιο το ν πόνο και τη τους, να ξαναβρούν το ν εαυτό τους χωρίς το προσφιλές πρόσωπο που δεν υπάρχει πια και να επανατοποθετήσουν συναισθη ματικά τη ν εσωτερική εικόνα εκείνου που πέθανε σ τη ζωή α υ τώ ν που έμειναν πίσω. Βέβαια, το καλύτερο εργαλείο για τη βοήθεια αυτή είναι η αγάπη. Η χρησιμότητά της πολλαπλασιάζεται εάν ο σ ύ ν τρ ο φος ή οι φίλοι μας είναι σε θέση να μας προσφέρουν κάποια πληροφορία που θα μας ηρεμήσει σχετικά μ’ αυτό που μας συμβαίνει. Εγώ, δεν θα ήθελα κανείς να αισθάνεται υποχρεωμένος να είναι δίπλα σ το ν φίλο του ό τα ν εκείνος θρηνεί μιαν απώλεια. Α υ τό που σίγουρα θα ήθελα, όμως, είναι, αν εκείνος θέλει να σταθεί δίπλα του, ή αν αποφασίσει να βοηθήσει, η βοήθειά του να είναι πιο αποτελεσματική. Λν και είναι προφανές — ή θα έπρεπε να είναι— , ό τι το πένθος δεν είναι α ρρώστια, συναντάμε σε ιατρικές σ τα τισ τι κές κάποια ανησυχητικά στοιχεία: Ί ο 90% τ ω ν α τόμ ων υποφέρουν από διαταραχές ύπνου κατά τη διάρκεια του πένθους, το 50% έχουν ακουστικές ή οπτικές ψευδαισθήσεις, το 50% έχουν συμπτώματα παρόμοια με αυτά που οδή γησαν το προσφιλές τους πρόσωπο σ το ν θάνατο, το 4% τ ω ν σ τε ν ώ ν σ υ γγ εν ώ ν πεθαίνουν μέσα σ το ν πρώ το χρόνο του πένθους. Π αρόλο που τα στοιχεία φαίνονται ανησυχητικά, είναι ανα γκαίο να καταλάβουμε ό τι οποιαδήποτε αλλαγή υποχρεώνει αυτόν που τη ζει να προσαρμοστεί σ τη ν καινούργια κατά260
ο ΔΡΟΜ ΟΣ Τ Ο Ν
ΔΑΚΡΥΩΝ
στάση. Έ να γεγονός, τό σ ο πιο απλό όσο λ ιγό τερ ο σημ αντι κό είναι α υτό που έχει αλλάξει, και τό σ ο πιο περίπλοκο και σκληρό όσο μεγαλύτερο νόημα και βαρύτητα έχει η αλλαγή. Σ το πένθος για το ν θά νατο ενός αγαπημένου προσώπου, οι α λλα γές και οι προσαρμογές γίνο ντα ι σε διάφορα επίπεδα, κι όλες συνεπ άγονται φοβερή δουλειά και μεγάλες προκλήσεις. Μ ια διαδικασία που π ά ν το τε υποδηλώνει ίσα μέρη αποστα θεροποίησης, ανασφάλειας και στρες: Δουλειά που φέρνει αναδιοργάνωση σ τα συστήματα επι κοινωνίας. Εφαρμογή τω ν κ α νόνω ν σ τη λειτουργία κάθε τομέα. Κατάλληλη και αποτελεσματική ανακατανομή τ ω ν ρ ό λων. Και να μάθει κανείς να μην υπολογίζει σε κάποιες παλαιές σταθερές. Α υ τός είναι ο ρόλος του να βοηθήσεις το ν ά λλον να κ α τα λά βει τι του συμβαίνει. Το ά λλο καθήκον, να το ν συντροφεύεις, έχει να κάνει με το να είσαι κοντά του και, πάνω απ’ όλα, να Μ ΗΝ ΚΑΝΕΙΣ αυτά που δεν πρέπει ποτέ να γίνονται: • Μ ην κάνεις ό,τι κάνει ο κόσμος «γ ια τί έτσι συνηθί ζετα ι». Μ ην ξεχνάς ό τι αυτό που χρειάζεται πιο πολύ εκείνος που βρίσκεται σε πένθος είναι, καταρχάς, να μιλήσει και να κλάΐ|/ει. • Μ ην κάνεις κάτι, αν δεν θέλεις να το κάνεις. Να προ σφέρεις όση βοήθεια σου υπαγορεύει η καρδιά σου, όχι όση σου επιβάλλει το μυαλό σου. • Μη λες κουβέντες χιλιοειπωμένες, που ένας Θ εός ξέρει ποιος τις σκέφτηκε, γΓ «α υ τές τις περιπτώσεις». Αν δεν ξέρεις τι να πεις, το καλύτερο είναι να μην πεις τίποτα. 261
ΧΟ ΡΧΕ Μ ΠΟΥΚΛΪ
Α λλιώ ς, μην ξέρ ο ντα ς τι να πει κανείς, μπορεΐ να κα ταλήξει σε εκφράσεις που δεν προσφέρουν και μεγάλη βοήθεια: «Π ρέπ ει να ξεχάσεις», •^Καλύτερα έτσ ι», «Έηαψε να υποφέρει», «Ο χρόνος όλα τα γιατρεύει», «Π ρέπ ει να φανείς δυνατός για τα παιδιά», «Ή τα ν θέλημα Θ εού», «Ε ίνα ι νόμος της ζωής»... • Μη δίνεις οδηγίες και μη λες ό τι πρέπει να τ ο ξεπεράσει. Θα το κάνει με το ν καιρό' θέλει τ ο χρόνο του. Το μόνο που πρέπει να κάνεις είναι να ακοΰς και να είσαι εκεί, χωρίς να σκέφτεσαι ό τι πρέπει να του φτιάξεις τη διάθεση. Μ ην επιμένεις να του αλλάξεις τη διάθεση, ού τε να το ν παρηγορήσεις. • Μη θεωρείς ό τι αυτός που βρίσκεται σε πένθος χρει άζετα ι τις σοφ ές μας συμβουλές. Α ν δεν σου έρχεται σ τ ο μυαλό τι να κάνεις, το καλύτερο ίσως θα είναι να προσπαθήσεις να βοηθήσεις σε κάποιες καθημερινές δουλειές. Το να ασχοληθεί με τους λογαριασμούς και τη ν καθημερινή αλληλογραφία, ή να βάλει τάξη σ τη ν ντουλάπα, μπορεί να είναι για κάποιον που βρίσκεται σε πένθος μια πρόκληση πολύ δύσκολη για να τη ν αντιμετωπίσει. • Μ ην του λες ό τι καταλαβαίνεις, αν δεν έχεις βρεθεί σε παρόμοια κατάσταση. • Μ ην επιχειρήσεις να βρεις μια εξήγηση για ό,τι έγινε. • Μ ην υποβαθμίζεις ό,τι συνέβη μιλώ ντας του γι* αυτό που ακόμη έχει, και μην προσπαθήσεις να το ν κάνεις 262
ο ΔΡΟΜΟΣ Τ η Ν
ΔΑΚΡΥΠΝ
να δει τα πλεονεκτήματα που θα έχει μια καινούργια φάση σ τη ζωή του. Μπορεί να είναι αλήθεια, δεν είναι όμως ακόμη η στιγμή. πάνω απ’ όλα. • Μ ην διακό\(/£ΐς ΠΟΤΕ τη ν εκδήλωση του πόνου εκεί νου που υποφέρει. Τις περισσότερες φορές, εκείνοι που αποθαρρύνουν τη ν έκφραση τέ το ιω ν συναισθημάτων του άλλου, δεν τ ο κάνουν για το ν λ όγο που δηλώνουν — ό τι θέλουν, υποτίθεται, να το ν προφυλάξουν από τη στενοχώρια. Η αληθινή, κρυφή τους πρόθεση, είναι να προφυλάξουν το ν εαυτό τους από τα δικά τους οδυνη ρά συναισθήματα. Να νιώθεις και να εκφράζεις το ν πόνο. τη θλίψη, το ν θυμό, τον φόβο για το ν θάνατο ενός προσφιλούς προσώπου... να επανα λαμβάνεις και να αναπολείς τις αναμνήσεις... όλα αυτά αποτελούν μέρκ>ς του δρόμου που πρέπει να διανύσει κανείς για να κλείσουν και να γιατρευτούν οι πληγές που άνοιξε η απώλεια. Ί ο να διακότΓτεις μια ιστορία από το παρελθόν, να αρνείσαι να βλέπεις φωτογραφίες ή να ακούς περιστατικά από τη ζωή του θανόντα για να μην έρθουν δάκρυα στα μάτια εκείνου που βρίσκεται σε πένθος, είναι μεγάλο λάθος, και άλλο δεν κάνει παρά να προσθέτει σ το ν πόνο περισσότερο πόνο. Δ ε ν πρέπει να φοβάσαι να κατονομάζεις και να μιλάς γι’ αυ τό ν που πέθανε. Οπωσδήποτε, ωφελεί να επιτρέπεις και να προτρέπεις εκείνον που βρίσκεται σε πένθος να μιλάει για το αγαπημένο του πρόσωπο όσο το έχει ανάγκη (όχι περισσότε ρο απ’ όσο χρειάζεται). Εάν τη ν ώρα που μιλάει ξεσπάσει σε κλάματα, δεν είναι ανάγκη να πεις ή να κάνεις κάτι ιδιαίτερο. 263
ΧΟ ΡΧΕ Μ ΠΟΥΚΑΪ
Α υ τό που χρειάζεται περισσότερο αυτές τις στιγμές είναι η παρουσία σου- να είσαι κοντά του* έχει ανάγκη τη συντροφιά και τη ν αγάπη σου. Δ εν πρέπει, επίσης, να φοβάσαι να κλάψεις ή να συγκινηθείς με το κλάμα του. Δ ε ν είναι καθόλου κακό να δείξεις τη λύπη σου, να δείξεις ό τι κι εσένα σε ά γγιξε αυτό που έγινε, να δείξεις ό τι σε πονάει να βλέπεις το ν φίλο ή το ν σ υ γγενή σου σ ' αυτήν τη ν κατάσταση. Είναι μια παρηγοριά για τους συ γγενείς να θυμούνται το αγαπημένο τους πρόσωπο, παρόλο που καμιά φορά. ακόμη κι αυτοί που είναι πολύ κοντά το υ ς δεν μπορούν να το κατα λάβουν. Ένα ζευγάρι γο ν έω ν μού είπαν κάποτε σε μια συ νε δρία: «Ή τα ν πολύ θλιβερό που οι συ γγενείς και οι φίλοι μας απέφευγαν να μιλούν ή ακόμη και να προφέρουν το όνομα της κόρης μας. Έ στρεφ α ν τη συζήτηση σε άλλα θέματα. Ίσ ω ς φ οβόντουσα ν ό τι θα μας α να στα τώ σου ν ή θα μας κάνουν να κλάψουμε. Έδειχναν, πάντως, με τη συμπεριφορά τους. να πι στεύουν ό τι ο θάνατος ενός παιδιού είναι μεταδοτικός».
Οι πρώτες ώρες. Η κηδεία και τα σχετικά Δυο λόγια ξεχωριστά για μια βοήθεια σ τη ν οποία δεν δίνεται μεγάλη σημασία, εν ώ είναι πολύ σημαντική: κάποιος πρέπει να ασχοληθεί με τις τυπικές διαδικασίες που αφορούν τη ν κηδεία και τα σχετικά (τη ν αγρυπνία — αν συνηθίζεται— . τα νεκρώσιμα) και τα επ είγοντα πρακτικά ζητήματα τω ν π ρώ τω ν ω ρ ώ ν (τα τηλεφ ωνήματα, τους λογαριασμούς, τις πλη ρωμές, τη στοιχειώδη φ ροντίδα του σπιτιού). Ίσ ω ς φαίνεται σκληρό που τ ο λέω, αλλά η αλήθεια είναι σκληρή και δεν α λ λάζει. Α υ τός είναι, λοιπόν, ένας από τους αναγκαίους ρόλους που πρέπει να παίξει όποιος βρίσκεται κοντά σ ’ εκείνον που 264
ο ΔΡΟΜΟΣ Τ Ω Ν ΔΑΚΡΥΩΝ πενθεί. Ένας ρόλος που μόνο οι πολύ σ τε ν ο ί σ υ γγενείς ή οι καρδιακοί φίλοι τολμούν να αναλάβουν. επειδή α υτό σημαί νει ό τι ίσως χρειαστεί να πάρουν αποφάσεις για λογαριασμό του άλλου, και μετά μπορεί να δεχτούν κριτική ή να κατηγορηθούν για κάποιες από αυτές τις αποφάσεις. Οι κοινωνίες έχουν θεσπίσει τελετου ργίες (έθιμα ή τε λ ε τέ ς ) γύρω από το ν θάνατο ενός προσφιλούς προσώπου. Οι ιερ ο τελ εσ τίες α λλ ά ζουν από κουλτούρα σε κουλτούρα και από εποχή σε εποχή, α λλά το νόημά τους φαίνεται ό τι παραμένει το ίδιο. Σας έχω ήδη περιγράψει πώς έμαθα εγ ώ να δέχομαι ότι ορισμένεο τελετου ργίεο είναι ορό ση μα. Καταλαβαίνω, επομέ νως, ό τι είναι από μόνες τους σημαντικές, έ σ τω κι αν δεν κάνουν τίπ ο τε ά λλο από το να διαχωρίζουν το πριν από το μετά. Επιπλέον, οι νεκρώσιμες τελετου ργίες φαίνεται ό τι επιτελούν π έντε λειτουργίες: — Στηρίζουν τους συ γγενείς και τους βοηθούν να α ν τ ι μετωπίσουν το ν θάνατο. — Παρουσιάζουν τη ν πραγματικότητα τη ς απώλειας και επιτρέπουν τη δημόσια έκφραση του πόνου. — Κάνουν γ νω σ τή τη ν απώλεια και επιτρέπουν την έκ φραση συμπαράστασης και υποστήριξης. — Οι συ γγενείς αποχαιρετούν α υτόν που πέθανε από κοινού με τους λοιπούς φίλους και γνω στού ς. Και έχουν επίσης ένα νόημα συμβολικό που αφορά τη συμπε ριφορά τη ς ομάδας: — Αποδεικνύουν ότι η ομάδα συνεχίζει να ζει και κατά 265
ΧΟ ΡΧΕ Μ ΠΟΥΚΑΪ
κάποιον τρόπο επιβεβαιώνεται ο θρίαμβος της ζωής πάνω σ το ν θάνατο.
Εξασφαλίζω τον απαραίτητο χρόνο για το πένθος
^
Ο ι περισσότεροι απ’ όσοικ; πέρασαν από αυτό το σημείο, λένε ό τι σ τη ν αρχή του δρόμου τ ω ν δακρύων έχουν (συ νή θ ω ς) συντροφιά, αυτό όμως δεν κρατάει πολύ. Ο ύ τε καν όσο χρειάζεται. Π αραπονούνται ό τ ι μετά από λίγο. όλοι εκείνοι που υπόσχονταν συντροφ ιά και στήριξη κάθε είδους, εξαφα νίστηκαν. Σε μια παλιά τηλεοπ τικ ή σειρά, ο π ρ ω τα γω νισ τή ς ξυ πνάει τη ν επομένη τη ς νεκρώσιμης ακολουθίας για το ν εντα φ ια σμ ό τη ς γυναίκας του, και όπ ως κοιτάζει σ το ν ραγι σμένο καθρέφτη του μπάνιου τα πρησμένα του μάτια, α να ρω τιέτα ι: «Π ο ύ είναι τώρα, μόλι<; ΧΙγο μετά τη ν κηδεία, πού είναι όλοι α υτοί που πριν από λίγες ώρες υπόσχονταν να είναι κοντά μον μέχρι να σννέλθω ;» Αδικη ή όχι. η αίσθηση αυτή υπάρχει, και ό τα ν τη νιώθει κα νείς είναι πολύ οδυνηρή. Προφανώς, δεν είναι ανάγκη να με τακομίσετε σ το σπίτι εκείνου που είναι σε πένθος, ούτε να σας γίνει έμμονη ιδέα να μην απομακρυνθείτε από κοντά του για ένα δευτερόλεπτο. Η επαφή μπορεί να διατηρηθεί με πολλούς τρόπους και δεν είναι θέμα πραγματικής φυσικής παρουσίας, παρόλο που θα το κάνετε κι αυτό. Μια σύντομη επίσκεψη, ένας καφές 266
ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΩ Ν ΔΑΚΡΥΩΝ που θα πιείτε μαζί, ένας μικρός περίπατος, ένα γράμμα, ένα μήνυμα σ το ν υπολογιστή και ένα τηλεφώνημα, αρκούν για να σπάσουν τη μοναξιά του και να του θυμίσουν ό τι είμαστε δίπλα του. Ιδιαίτερα ό τα ν το ζητάει. Ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του πρώτου χρόνου. Ιδιαίτερα σ τις γιορτές και στις επετείους.* Πριν από λίγα χρόνια, μια ασθενής που μόλις είχε χάσει το ν πατέρα της μου έστειλε α ντίγρα φ ο ενός γράμματος που δεν ξέρουμε ποιος το έγραψε, και κάποιος της είχε στείλει με το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο. Εδώ φαίνονται, με τη ν καθαρότη τα της απλής καθημερινής γλώσσας, οι πραγματικές ανάγκες μιας γυναίκας που. ενώ έχει ήδη ξεκινήσει γι' αυτήν η διαδι κασία του πένθους, αποφασίζει ν ’ ανοίξει τη ν καρδιά τη ς και να μοιραστεί το ν πόνο της με τη φίλη της.
ΓΡΑ Μ Μ Α Σ Τ Η Ν Κ Α Λ Υ Τ ΕΡΗ ΜΟΥ ΦΙΛΗ
Σ ε παρακαλώ, θέλω να ξέρεις ό τι έχω ανάγκη να με στηρίξεις, ίία ρόλο ηου δεν σου το λέω και παρόλο πον καμιά φορά επιμέ νω πως δεν το χρειάζομαι. Μ πορεΙ για τη ν ώρα να μην είμαι σε θέση να σου ζητήσω β ο ήθεια για τί είμαι αρκετά ζαλισμένη, όμως, θέλω να ξέρω ότι είσαι πάντα εδώ. Ι. Α υτές είναι στιγμές ιδιαίτερα οδυνηρές για εκείνους που «ίναι συνήθως βίπλα σε κάποιον ττου πενθεί, γιατί οι ουλές «θυμίζουν» αυτόν που χάθηκβ. (Σ.τ.Σ.)
267
ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΎΚΑΪ Πρέπει να ζέρεις ότι δεν περιμένω να με κάνεις να νιώθω καλά ούτε να κάνεις κάτι για να φύγει η θλίψη. Α υ τή τη στιγμή κανείς δεν μπορεί να το κάνει αντό. Εκείνο που χρειάζομαι, όμως, είναι να με βοηθήσεις να ηρεμήσω, να δέχεσαι τον πόνο μου και να είσαι τόσο ώριμη ώ στε να αντέχεις τη ν αποτυχία σου όταν δεν σε αφήνω να με βοηθήσεις. Αν δεν μπορείς να μου τηλεφωνείς για τί δεν υποφέρεις τον πόνο σου ή δεν μηορείς να αντέξεις τον δικό μου, πες μου το. θ α το δεχτώ καλύτερα από το να μου λες κάθε είδους δικαιο λογίες. Περιμένω να καταλαβαίνεις τον θυμό μου και να συγχωρείς τις εκρήξεις μου. Δ εν τα έχω μ ’ εσένα, ούτε και με τους άλλους. Είναι που ξέρω πως έχασα για πάντα ό,τι αγαπούσα περισσότερο στον κόσμο. Μ ην προσπαθήσεις να αποφύγεις τα δάκρυά μου. Μ πορεί να είναι σκληρό για σένα να με βλέπεις να κλαίω, είναι όμως ένας χρήσιμος τρόπος για να βγάλω λίγη από τη θλίψη μου. Πίστεψέ με. το κλάμα μού κάνει καλό, γι’ αυτό όταν με βρεις να κλαίω, κάθισε δίπλα μου κι άσε με να κλάψω στο πλευρό σου. Α υ τό θα είναι μεγάλη παρηγοριά. Μ ην προσπαθήσεις να με συνεφέρεις συγκρίνοντας την απώλεια αυτή με άλλες χειρότερες. Η θλίψη είναι δική μου και δεν μεταφέρεται. Μ η μου πεις πως ό.τι έγινε «ή τα ν θέλημα θ εού ». Προς το παρόν, αυτό δεν με παρηγορεί όταν το ακούω. Απλώς, προσθέ τει πνευματική σύγχυση και απελπισία σ ’ αυτό που νιώθω. Μ η μου πεις πως «έγινε ό, τι καλύτερο μπορούσε να γίνει» γιατί ξέρω πως δεν είναι αλήθεια. 268
ο ΔΡΟΜΟΣ Τ Ο Ν ΔΑΚΡΥΩΝ Μ η μου πεις «φ αντάζομαι ηώς νιώθεις». Κανείς δεν μ πορεί να φανταστεί. Ρώ τα με, απλώς, ηώς αισθάνομαι σήμερα, κι εγώ θα προσπαθήσω να σον πω. Μ η μου ζητήσεις «ν α το αφήσω α υτό πίσω, να ζεχάσω και να συνεχίσω τη ζωή μου». Α υτή είναι η ζωή μου. Και κατάλαβέ με, αν δεν μπορώ να μ οιρα στώ τις ωραίες στιγμές που ζεις. Μ ακάρι να μπορούσα. Αν θέλεις πραγματικά να κάνεις κάτι για μένα, προσπάθησε να μου κλείνεις συγκεκριμένα ραντεβού... να φάμε μ α ζί ένα μ εση μέρι, να κάνουμε μια δουλειά που αφορά το σπίτι, να περάσουμε μια ώρα ελεύθερη μαζί. Εγώ είμαι πάρα πολύ πληγωμένη και δεν μπορώ να σκεφτώ πέρα από το σήμερα ή να αποφασί σω να κάνω κάτι ευχάριστο. Έχω ανάγκη να πενθήσω — να το ξέρεις. Έχω ανάγκη να είμαι εγώ, και δεν θέλω να ξεχάσω. θ έ λ ω μόνο να βρω έναν τρόπο να θυμάμαι χωρίς να βυθί ζομαι σ τη θλίψη. Σου ζη τώ να μ ' αγκαλιάζεις, να μου χαϊδεύεις τα μαλλιά και να μου λες ό τι μ ετράω για σένα, ό τι μπορείς να με φ ροντίζεις κι ότι θέλεις να είσαι μαζί μου σ ' αυτόν το ν δρόμο που βαδίζω. Σ το ν δρόμο τω ν δακρύων, που είναι τόσο έρημος και σ τοιχειωμένος. Τέλος, αγαπημένη μου φίλη, σε ικετεύω να δεχτείς το πέν θος μου χωρίς να παρεμβαίνεις και να αποδεχτείς το ν πόνο μου χωρίς να με εμποδίζεις. Εγώ πάντα θα θυμάμαι πώς με γιάτρεψε η αγάπη που μου χάρισες.
269
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ
Βοήθεια από την κοινωνία. Βοήθεια από αγνώστους Οι θεραπευτικές παρεμβάσεις για το πένθος ποικίλλουν. Ανάμεσα σ ’ αυτές συ γκ α τα λέγο ντα ι η ατομική και η ομαδική θεραπεία. Ο πωσδήποτε, οι μέθοδοι θεραπείας που είναι απο τελεσματικές σ τη θεραπεία απλών κ α τα στά σεω ν πένθους, διαφέρουν από τις μεθόδους που χρησιμοποιούμε σε κατα στάσεις πιο περίπλοκες. Ω σ τό σ ο , το σύνολο τω ν παρεμβά σ εω ν κάθε είδους που μπορούν να βοηθήσουν σ το πένθος, δεν είναι απεριόριστο. r.
Οι θεραπευτικές μέθοδοι που χρησιμοποιούνται περισσότε ρο και έχουν αποδειχθεί πιο αποτελεσματικές τα τελευταία π έντε χρόνια, σύμφωνα με παγκόσμιες ιατρικές έρευνες, πε ριλαμβάνουν: Αυτοδιαχειριζόμενες ομάδες αμοιβαίας βοήθειας. Ψυχοδυναμική θεραπεία ορισμένου χρόνου (βραχεία ψυχοθεραπεία). Παρεμβάσεις στη συμπεριφορά μέσω γνω στικ ή ς θερα πείας. Φαρμακευτική αγω γή σε συνδυασμό με υποστηρικτική θεραπεία. Συμπεριφοριστική εκπαίδευση απευαισθητοποίησης σ το τραύμα. θεραπ εία Γκ εστάλτ και θεματικά εργαστήρια. Και μερικά ά λλα ακόμη. Τ ο μεγαλύτερο μέρος τ ω ν κ α τα στά σεω ν (φυσιολογικού) πέν θους περνάνε χωρίς επιπλοκές και ολοκληρώ νονται με υγιή 270
ο
Δ Ρ Ο Μ Ο Σ Τ ίΙΝ Δ Α Κ ΡΎ Ω Ν
τρόπο μέσα σε ένα λογικό χρονικό διάστημα χα>ρίς εξωτερική παρέμβαση. Η υποστήριξη κοινωνικών ομάδων, σ υ γ γ ε ν ώ ν και φίλων, καθώς και η συμβολή ειδικευμένων α τόμ ω ν ή ειδικών επαγγελματιών, μπορεί οπωσδήποτε να βοηθήσει προκειμένου να βελτιώ σει τη ν ποιότητα της διαδικασίας του πένθους. Οι κατευθυντήριες αρχές βοήθειας τις οποίες περιέγραψε ο Γουόρντεν, αναπαράγουν κάποιες ιδέες που έχουμε ήδη α να φέρει για τη μη επαγγελματική βοήθεια. Τις αναφέρουμε, όμως, ακόμη μία φορά μην τυχόν και μείνουν μόνο σ τα χέρια κάποιου που δεν εμπλέκεται προσωπικά με τη ν απώλεια, και να εξασφαλίσουμε έτσι ότι δ εν θα υπάρξει παρανόηση. Οι στόχοι αυτοί και οι μέθοδοι επαγγελματικής ή ομαδι· κής παρέμβασης περιγράφουν τι πρέπει να επιδιώκει η παρε χόμενη βοήθεια. Κατά το ν Γουόρντεν, οι στόχοι αυτοί είναι περίπου δέκα: 1. Ν α βοηθήσουμε τ ο άτομο που πενθεί να δεχτεί τη ν απώλεια, κ α λώ ντα ς το να μιλήσει γΓ αυτήν και για τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες συνέβη. 2. Ν α βοηθήσουμε το άτομο να αναγνω ρίσει τα συναι σθήματα που έχουν σχέση με τη ν απώλεια (οργή, ενοχή, άγχος, θλίψη), χωρίς να κρίνουμε τη ν ύπαρξή τους, αλλά παρέχοντας εγγυήσεις ό τι μπορούν να εκ φραστούν. 3. Ν α βοηθήσουμε το άτομο να μάθει να ζει χωρίς εκεί νον που έχασε και να μπορέσει να πάρει τις αποφάσεις που πρέπει για τη ζωή του. 4. Ν α βοηθήσουμε το άτομο να ανεξαρτητοποιηθεί σ υ ναισθηματικά από το πρόσωπο που δεν υπάρχει πια και να δημιουργήσει καινούργιες σχέσεις. 271
ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ 5. Να βοηθήσουμε το άτομο να προσεγγίσει το πένθος του σε ειδικές καταστάσεις, όπως τα γενέθλια και οι επέτειοι. 6. Ν α «εγκρίνουμε» τη θλίψη του πληρο«]ρορώντας ότι είναι δικαιολογημένη και ενημερώνοντας για τις α το μικές διαφορές που υπάρχουν στη διαδικασία αυτή. 7. Να παρέχουμε διαρκή υποστήριξη, ανεπιφύλακτη και απεριόριστη. 8. Να βοηθήσουμε το άτομο να κατανοήσει τη συμπερι φορά του και το ν τρόπο που βιώνει το πένθος του. 9. Ν α βοηθήσουμε το άτομο να αναγνωρίσει άλυτα προ βλήματα και, ενδεχομένως, να προτείνουμε επαγγελ ματική ψυχοθεραπευτική βοήθεια μεγαλύτερης διάρ κειας και σε βάθος. 10. Να ακούμε... να καταλαβαίνουμε... ν α ακούμε... να καταλαβαίνουμε... να ακούμε... και να καταλαβαί νουμε.
Επαγγελματική βοήθεια για ασθενείς σε πένθος
Η θεραπεία αυτή ενδείκνυται για άτομα τα οποία εκδηλώ νουν ένα πένθος περίπλοκο και όχι φυσιολογικό. Αν έπρεπε να ορίσουμε εν συντομία το ν στόχο αυτής της θεραπείας, θα ακουγόταν σχεδόν σαν παραδοξολογία; Ένα άτομο χρειάζεται βοήθεια για να μπορέσει να δεχτεί βοήθεια Με όρους λίγο πιο τεχνικούς, ο στόχος είναι να αναγνωρίσει και να λύσει τις συγκρούσεις αποχωρισμού, οι οποίες επεμ 272
ο ΔΡΟ Μ Ο Σ
ΤΩ Ν ΔΑΚΡΥΩ Ν
βαίνουν σ το αποκορύφωμα της διαδικασίας του πένθους του. Η θεραπεία του πένθους μπορεί να είναι ατομική ή ομαδική. Και σ τις δύο περιπτώσεις είναι αναγκαίο, όπως και σε κάθε άλλη θεραπεία (ιδιαίτερα σ τις περιπτώσεις αυτές μπορεί να είναι απολύτως απαραίτητο), να αποκλείσουμε άλλη οργα νι κή παθολογία που ίσως υπάρχει επ ιπ ροσθέτως (ιδιαίτερα εάν υπάρχουν σωματικά συμπτώματα), και φυσικά, να κάνουμε ένα σαφές θεραπευτικό «συμβόλαιο». Τ ο συμβόλαιο αυτό (το οποίο θα μπορεί να διορθωθεί αν παραστεί ανάγκη), θα ορίζει προβλεπόμενο χρόνο θεραπείας, κόστος, προσδοκίες και θε ραπευτικές μεθόδους. Στις συνεδρίες απαιτείται να γίνετα ι κυρίως συζήτηση για το πρόσωπο που πέθανε και τη σχέση που είχε μαζί του το άτομο που είναι σε θεραπεία, Ο θεραπευτής θα πρέπει να α ν α γ ν ω ρίσει αν ο θεραπευόμενος αισθάνεται ή/και εκδηλώνει πολύ λίγα ή υπερβολικά συναισθήματα γύρω από τη ν απώλεια. Μ ια επίμονη και εξιδανικευμένη περιγραφή του θα νόντα μπορεί να υποδηλώνει τη ν παρουσία αμφιθυμικών συναισθη μάτων αγάπης-μίσους. Μ ια καλή θεραπευτική σχέση μπορεί να βοηθήσει αυτόν που είναι σε πένθος να δει ό τι η ενοχή, ο θυμός ή άλλα «α ρνη τικ ά » συναισθήματα, δεν εμποδίζουν ούτε υποκαθιστούν άλλα πιο θετικά συναισθήματα, και το αντίστροφ ο. Τις περισσότερες φορές οι επιπλοκές σ τη διαδικασία εμφα νίζοντα ι εξαιτίας κάποιου παλαιότερου πένθους που έκλεισε άσχημα. Τις συγκρούσεις που έχουν σχέση με προηγούμενες απώλειες πρέπει να τις διαχειρίζεται κανείς με επιδεξιότητα και συνεχή προσπάθεια για να μπορέσει να λύσει ικανοποιη τικά το σημερινό πένθος. 273
ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ Η θεραπεία του πένθους σημαίνει ακόμη ό τι ο θεραπευόμε νος παλεύει με τις α ντιστά σεις του σ τη διαδικασία του πέν θους, αναγνω ρίζει τα θέματα που εκκρεμούν με το ν θανόντα, και αναγνω ρίζει επίσης και τακτοποιεί απώλειες και δ ευ τερ ο γενή οφέλη που είναι αποτέλεσμα του θανάτου. Τέλος, εκείνος που υποφέρει χρειάζεται βοήθεια για να δεχτεί το μη αναστρέψιμο της απώλειας και να οραματιστεί πώς θα είναι η ζωή του αφού θα έχει διανύσει ώς το τέλος α υτόν το ν δρόμο που το ν πότισαν τα δάκρυά του. Η επαγγελματική ψυχοθεραπευτική αγωγή, ά λλες φορές εί ναι απολϋτως απαραίτητη και αναντικατάστατη, ενώ άλλες δεν αρκεί. Ό τα ν περνάει ο καιρός και ο ασθενής εξακολουθεί να μέ νει στάσιμος σ τη θέση του παθολογικού πένθους — δεν φαί νεται, δηλαδή, να θέλει να βγει από εκεί που βρίσκεται μπλοκαρισμένος— . μπορεί να χρειάζεται φαρμακευτική βοήθεια. Ας το ξεκαθαρίσουμε, ακόμη μία φορά, ό τι αυτό εγώ αρνούμαι να το δεχ τώ ω ς κανόνα και επιμένω ότι πρέπει να είναι επιλογή άμεσης βοήθειας. Εάν και εφ όσον ο ασθενής δεν μπορεί, μέσα σ τη θλίψη του. ούτε καν να ακούσει όσους προ σπαθούν να το ν βοηθήσουν, τό τε η φαρμακευτική αγω γή μπορεί να ανοίξει τη ν πόρτα για να περάσει ο θεραπευτής και να βοηθήσει. Προσοχή, όμως: τα φάρμακα είναι προσωρινή βοήθεια, δεν είναι λύση. Δ ε ν λύνουν τίποτα. Τίποτα απολύτως. Κανείς δεν θεραπεύτηκε από τ ο πένθος παίρνοντας α ντι καταθλιπτικά. . Κανείς. 274
ο ΔΡΟ Μ Ο Σ
ΤΩ Ν ΔΑΚΡΎ Ω Ν
Το μόνο που κάνουν τα φάρμακα είναι ό τι ανοίγουν τη ν πόρτα. Και καμιά <ρορά χρειάζονται. Καμιά φορά... Το καλύτερο φάρμακο είναι, χωρίς αμφιβολία, η υποστηρι κτική παρουσία εκείνων που από αγάπη αποφασίζουν να εί ναι δίπλα σ το ν άνθρωπο που πενθεί, α>ς φίλοι και σύντροφ οι. Και εκείνων, φυσικά, που το ν φροντίζουν. Πρέπει να είμαστε δίπλα του και να του δίνουμε κουράγιο μέχρι να βρει σ τ ο περιβάλλον του αυτούς που θα μπορέσουν να του προσφέρουν: Σεβασμό. Αποδοχή. Συντροφιά. Υποστήριξη. Συγκεκριμένη βοήθεια. Διευκολύνσεις. Προτάσεις. Παρουσία. Πρέπει να το ν προειδοποιούμε και να το ν απομακρύνουμε προσωρινά από εκείνους που με διαβεβαιώσεις για τη ν αγάπη τους και τις καλές τους προθέσεις του λένε ό τι πρέπει: Να Να Να Να Να
προσπαθήσει. πιεστεί. χειριστεί. ζεπεράσει. διακόψει. 275
ΧΟΡΧΕΜ ΠΟΥΚΑΪ Να Να Να Να
ξεχάσει. καταπολεμήσει. προσπο«ηθε(. βιαστεί.
Πρέπει να δεχτούμε, ω ς επαγγελματίες ειδικοί της βοήθειας, ό τι κάποιος είναι τό σ ο θλιμμένος, έχει τό σ ο ν πόνο, ώ σ τε προς το παρόν δεν θέλει ειλικρινό να το ν βοηθήσουμε να βγει από εκεί που βρίσκεται. Α ς δεχτούμε επίσης το δικαίωμα ενός α ν θρώπου που δεν είναι τρελός, αλλά βρίσκεται σε πένθος, να αποφασίσει εκείνος πότε είναι η ώρα να κάνει κάποια πράγ ματα. Χ ρειάζεται πολύ μεγάλη προσοχή και πρέπει να του δείχνουμε σεβασμό. Καμιά φορά είναι δύσκολο. Δ εν ξέρεις αν κάποια στιγμή το ν πιέζεις ή το ν βοηθάς. Ιδιαίτερα οι ασθενείς αυτοί, περισσότερο από τους άλλους, χρειάζονται βοήθεια για να μην υποχωρήσουν στους κ οινω νικούς χειρισμούς (σ τε ν ώ ν συ γγενώ ν, γ ο ν έω ν ή φ ίλω ν) που προσπαθούν να τους φ ορτώ σου ν με την ενοχική πίεση του «κ ά ν’ το για μένα» και του «πρέπει να βγεις» και τα άλλα που τους λένε: «σκέψου εμάς...» «έχεις οικογένεια...» «γ ια τί τα παιδιά σου...» «γ ια τί η γυναίκα σου...» «γ ια τί ο άλφα...» «για τί ο βήτα...» Μ πορεί να είναι καλή ιδέα να υπενθυμίζει κανείς σ το ν α σθε νή ό τι υπάρχουν κι άλλα σημαντικά πράγματα σ τη ζωή, δεν είναι όμως καλή ιδέα να το ν πιέζει να φερθεί μ’ έναν συγκε 276
ο ΛΡΟΜΟΣ Τ Ω Ν ΔΑΚΡΥΩΝ κριμένο τρόπο, πόσο μάλλον να του δημιουργεί ενοχές. Εμέ να. ω ς θεραπευτή, με ενδιαφέρει περισσότερο να του επ ιστή σω τη ν προσοχή σ το πόσο σημαντικό είναι να τελειώ σει το πένθος του ό τα ν είναι σε θέση να το κάνει ο ίδιος για το ν εαυτό του. Λ έ ω σε όσους είναι σε πένθος: Ενώ είσαι βυθισμένος σ το πένθος, μέσα σ το ν πόνο σου, δέχεσαι ένα τηλεφώνημα από τη ν καλντερή σου φίλη. Η καλύτερη φίλη που έχεις σ τον κόσμο σε παίρνει τηλέφ ωνο και σου λέει: «Ξ έρω ότι δεν είσαι καλά, αλλά σε χρειάζομαι, γι’ αυτό. σε παρακαλώ, άσε ό,τί κι αν κάνεις, βγες από το σ π ίτι σου, έλα εδώ, βοήθησέ με, έχω πραγματικά ανάγκη να με συμβουλεύσεις, έχω μεγάλη ανάγκη να με πάρεις αγκαλιά, σε χρειάζομαι για να συμφ ιλιω θώ με τη ζωή, για τί είμαι σε πολύ δύσκολη κατάσταση. Έλα σε παρακαλώ.» Παρόλο το πένθος σου, τι νομίζεις ό τι θα έκανες; Συνήθως, οι ασθενείς αναστενάζουν βαθιά αλλά πάντα λένε: «Θ α πήγαινα». « θ α πήγαινες, σίγουρα;» «Ν α ι. σίγουρα.» Και τότε, προσθέτω σαν τον μάγο σ το πανηγύρι: « Η καλύτερή σου φίλη είσαι εσύ. Και το ζητάς αυτό από τον εαυτό σου. Τι λες, θα πας ή δεν θα πας;»
Κάποιες ειδικές καταστάσεις £ΐμαι σε π ένθος και υπάρχουν γύ ρ ω μου μικρά παιδιά Ο θάνατος είναι μια πραγματικότητα που μας συνοδεύει στη ζωή μας. Από την ώρα που γεννιόμαστε, ξέρουμε όλοι ότι 277
ΧΟ ΡΧΕ Μ ΠΟΥΚΑΪ
κάποτε θα ττεθάνουμε. Είναι ένα γεγο νό ς φυσιολογικό, όμως πονάει τό σ ο πολύ που δεν μπορούμε να το διαχειριστούμε με φυσικότητα. Πρέπει, λοιπόν, να έχουμε προετοιμάσει το έδα φος για να μιλήσουμε στα παιδιά μας γ ι’ αυτό το ϋέμα. Πριν έρθουν τα παιδιά αντιμ έτωπ α με τη ν πραγματι κότη τα του θανάτου κ οντινώ ν και αγαπημένων π ροσώ πων, υπάρχουν καταστάσεις της καθημερινής ζωής που θα βοηθήσουν το παιδί, από πολύ μικρό, να πλησιάζει όλο και περισσότερο το γεγονός τη ς απώλειας. Ό τα ν σπάει ένα παι χνίδι, ό τα ν πεθαίνει ένα κατοικίδιο ζωάκι, ή διαβάζοντας τη βιογραφία ενός ιστορικού προσώπου, βρίσκουμε ευκαιρία να του εξηγήσουμε τι σημαίνει «οριστική απώλεια». Δ ε ν πρέπει να ανησυχούμε αν μας βλέπει λυπημένους ή να κλαίμε. Το αντίθετο. Α υ τό θα κάνει το παιδί να νιώσει ότι έχει παρέα σ τη λύπη του, να συνειδητοποιήσει ότι μοιρά ζεται τα συναισθήματά του με τα πρόσωπα που αγαπάει. Αν βλέπει ό τι οι μεγάλοι προσπαθούν να κρύψουν τα συναισθήματά τους και να προσποιηθούν, αμέσως παίρνει το μήνυμα ότι δεν πρέπει να τα εκφράζει ούτε κι εκείνο, και νιώθει μόνο με το ν πόνο του. Τα παιδιά δεν εκφράζουν πά ντα τα συναισθήματά τους, αν και είναι έ ν το ν ο και τα απο σταθεροποιούν. Ό τα ν τα παιδιά α ντιλαμβάνονται ότι τα συναισθήματά τους (θυμός, φόβος, θλίψη...) είναι αποδεκτά από τη ν οικογένεια, θα μπορέσουν να τα εξωτερικεύσουν πιο εύκολα, κι αυτό θα τα βοηθήσει πάρα πολύ. Φράσεις όπως: «μην κλαις», «μη λυπάσαι», «πρέπει να είσαι γεννα ίος», «δ εν είναι σ ω σ τό να σκέφτεσαι το ένα και το ά λ λ ο » μπορούν να διακόψουν τη ν ελεύθερη έκφραση σ υ ναισθημάτων, και η αδυναμία έκφρασης του πόνου να γίνει χρόνια. 278
ο ΔΡΟΜ ΟΣ
ΤΠΝ ΔΑΚΡΥΩΝ
Ό τα ν δείχνουμε αυτό που νιώθουμε, τό σ ο τ ο μικρό παι δί όσο και ο έφηβος, μας α ισθά νοντα ι πιο κοντά, και τό τε είναι πιο εύκολο να έρθουν και να μας μιλήσουν για ό,τι ά λλ ο τους συμβαίνει. Α υ τό ς είναι βασικά ο λόγος που δεν πρέπει να φ οβόμ αστε να δείχνουμε σ τα παιδιά τα δικά μας συναισθήματα. Ο πωσδήποτε, η μοναδική εξαίρεση, — και α υτό πρέπει να το αναφέρουμε— , είναι να αποφεύγουμε (όσο γίνετα ι) να παρευρίσκονται μικρά παιδιά και έφηβοι σε σκηνές όπου οι ενήλικες, εκείνοι που έχουν τη ν ευθύνη τω ν παιδιών, χάνουν το ν έλεγχο του εαυτού τους.
Τ ο μικρό παιδί σ τ ο π ένθος Τ ο να είμαστε δίπλα σ ’ ένα μικρό παιδί κατά τη διάρκεια του πένθους σημαίνει, πάνω απ’ όλα, να προσέξουμε να μην πέσουμε σ το ν εύκολο πειρασμό να τ ο απομακρύνουμε από τη ν πραγματικότητα που βιώνει με το πρόσχημα ότι έτσι θα το σώσουμε από τη στενοχώρια. Αν και πιθανότατα δεν είναι ακόμη σε θέση να κατ<ιλάβει τι είναι ο θάνατος (μήπως εμείς καταλαβαίνουμε;), είναι πολύ ευαίσθητο σ τη ν αντίδραση τ ω ν μ εγά λω ν που πονάνε και κλαίνε δίπλα του. Συνειδητοποιεί τις α λλα γές σ τη ν κα θημερινή ζωή της οικογένειας, και είναι απόλυτα σίγουρο ότι α ντιλαμβάνεται και υποφέρει από τη ν απουσία τη ς επαφής με τ ο πρόσωπο που χάθηκε... Μ ’ ά λλα λόγια, οποιοδήποτε παιδί, ακόμη και το πιο μικρό, α ντιλαμ βάνεται ό τι κάτι συμ βαίνει, και σ ' έναν βαθμό επηρεάζεται. ΓΓ αυτό, και επειδή είναι πιο οδυνηρό και δύσκολο να μιλήσεις σ τ ο παιδί για το ν θά νατο εκ τω ν υστέρων, είναι καλύτερο να κάνεις μια συζήτηση όσο πιο νωρίς γίνεται. Α υ τό σημαίνει ότι θα πρέπει να βρεις όχι μόνο μια καλή 279
ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ στιγμή κι ένα μέρο<; κατάλληλο, αλλά και να του εξηγή σεις τι συμβαίνει με γλώ σσα κατάλληλη για τη ν ηλικία του. χωρίς δράματα και χωρίς μηνύματα που μπορεί να του προκαλέσουν σύγχυση. Είναι σημαντικό να το ενθαρρύνεις να κάνει ερω τήσεις για ό,τι δεν του είναι ξεκάθαρο, και να προσπαθήσεις να απαντήσεις σε όλες του τις ερωτήσεις. Αν δεν υπάρχει απάντηση, πρέπει να του πεις με ειλικρίνεια και τρυφ ερότητα: «Α υ τό , δεν τ ο ξέρω». Τα μικρότερα παιδιά θα δυσκολευτούν να καταλάβουν τι σημαίνει θάνατος. 0 α χρειαστεί να έχετε αρκετή υπομονή και να τους εξη γή σετε πολλές φορές το νόημα του «ο ρ ισ τι κού» και «αμετάκλητου». Να θυμάστε ό τι για να ξεκινήσει σ ω σ τά η διαδικασία του πένθους, είναι αναγκαίο για οποιονδήποτε να πάψει να περιμένει το αγαπημένο πρι^οωπο. Για να γίνει αυτό, πρέπει και το παιδί να καταλάβει ό τι εκεί νος που αγαπούσε δεν θα ξανάρθει· ποτέ. Σ!ε περίπτωση που η οικογένεια είναι θρησκευόμενη, αυτή είναι συνήθως η κατάλληλη στιγμή να μιλήσει κανείς για τη ν αίσθηση επαφής με το πνεύμα, και πιο συγκεκρι μένα για τη σχέση του ανθρώπου με έναν Θ εό που δεν μας εγκαταλείπει ποτέ, ού τε στη ζω ή ούτε σ το ν θάνατο. Τα λόγια που χρησιμοποιούν συχνά οι γιαγιάδες για να π ροστατεύσουν τα μικρότερα παιδιά από το ν πόνο, έχουν πολλές φορές πιο σοβαρές συνέπειες από το ν ενδεχόμενο πόνο για το ν θά νατο του παππού ή ενός θείου σ το ν οποίο το παιδί είχε αδυναμία. Μ ια κουβέντα όπως: «Κοιμήθηκε για π ά ντα », μπορεί κάλλιστα να δημιουργήσει σ το μικρό παιδί φόβο για το ν ύπνο. Ίσ ω ς να μη θέλει να πάει για ύπνο από φόβο μήπως δεν μπορέσει να ξυπνήσει... Η φράση «Έφυγε ταξίδι», μπορεί να καταλήξει σε μια 280
ο ΔΡΟΜΟΣ ΤίΙΝ ΔΑΚΡΥΠΝ κρίση πανικού κάθε ςκ>ρά που πρέπει να μπουν σε αυτοκί νη το ή τρένο... Ο ύ τε (ικρελεί να πούμε σ τ ο παιδί: «Είναι πάρα πολύ μα κριά και δεν μπορεί να γυρίσει» γιατί, παρ’ όλα αυτά. το παιδί θα το ν περιμένει. Τ ο καλύτερο είναι μάλλον να χρησιμοποιήσει κανείς τη με ταφορά του παραμυθιού, ή να φέρει παραδείγματα από τη φύση, όπως το πέσιμο τω ν φύλλων, το ν θάνατο τω ν ζώ ω ν ή το ν κύκλο ζωής κάποιων εντό μ ω ν (στα παιδιά μου άρεσε πολύ να τους λ έω για τις πεταλούδες, καθώς τα εντυ π ώ σι αζε π ά ντοτε το γεγο νό ς τη ς τό σ ο σύντομης ζωής τους, για μία μόνο μέρα). Καμιά φορά είναι καλό να εξηγούμε ότι οι πάντες, οι γιατροί και οι νοσοκόμες, έκαναν ό,τι ήταν δυνατό ν για να κάνουν καλά το αγαπημένο μας πρόσωπο, αλλά. μερικές φορές το σώμα έχει τόσα τραύματα ή είναι τόσο ά ρ ρω στο, που τα φάρμακα δεν μπορούν να το γιατρέψουν.' Πολλοί γονείς α γχώ νοντα ι για τη συμπερκρορά που πρέ πει να έχουν απέναντι σε θέματα όπως είναι η αγρυπνία για το ν νεκρό (αν συνηθίζεται), το σώμα του νεκρού, τη ν κηδεία, το ν ενταφιασμό... Η προσωπική μου θέση, και η θέση μου ω ς θεραπευ τής, είναι ότι πρέπει να επιτρέπουμε και να ενθαρρύνουμε το παιδί να βοηθάει και να συμμετέχει σε ό,τι συμβαίνει σ το περιβάλλον του. με μία μόνο επιφύλαξη: να του εξηγήσουμε πρώτα τι πρόκειται να δει. τι θα ακούσει. και γιατί. Το να πάρει μέρος σ τη ν ιεροτελεστία μπορεί να το βοηθήσει να 1. ΜΙα συμβουλή: αηύ τη ν πείρα μου έχω διαπιστώσει ό τι η απόφαση να nei κανείς ψέματα, ή να κρύψει από το παι61 την αιτία του θανάτου, είναι συνήθως πολύ ΛΟσκολη. και επιπλέον, σ τη ν καλύτερη περίπτωση, είναι τελείω ς ανώφελο. (Σ.τ.Σ.)
281
ΧΟ ΡΧΕ Μ ΠΟΥΚΑΪ
καταλάβει τι είναι ο θάνατος και να ξεκινήσει καλύτερα η διαδικασία του πένθους. Α υτό σημαίνει ότι μπορούμε επί σης να επιτρέψουμε σ το παιδί να δει τον νεκρό (εκτός εάν είναι πολύ πληγωμένος, παραμορφωμένος ή μη α να γνω ρί σιμος). Είναι σημαντικό για τη ν εξέλιξή του και για τη ν επεξερ γασία του πένθους να ξέρει ότι αυτός που πεθαίνει παύει να κινείται, δεν αναπνέει πια, δεν τρώει, δεν μιλάει, δεν κάνει τσίσα, ούτε κακά, δεν νιώθει πια πόνο, ούτε κρύο, δεν πει νάει... Και επαναλαμβάνω; εάν το παιδί δεν θέλει να δει τον νεκρό ή να πάρει μέρος σε οτιδήποτε άλλο. δεν είναι σ ω σ τό να το πιέσουμε, με κανέναν τρόπο.
Ασχολούμαι με τα παιδιά Αν οι γονείς — ή ο γονέας που έμεινε— , είναι υπερβολικά βυθισμένοι στη θλίψη τους και δεν είναι σε θέση να ασχο ληθούν με τα παιδιά, θα εξυπηρετούσε να αναλάβει κάποιος άλλος τη ν ευθύνη να είναι δίπλα τους αυτές τις πρώτες στιγμές. Ασφαλώς, το καλύτερο θα ήταν να είναι κάποιος πολύ κοντινός σ το παιδί — ένα πρόσωπο που θα του επι τρέψει να εκφράσει τα συναισθήματά του και θα είναι σε θέση να απαντήσει στις ερωτήσεις του. Αν είναι δύο χρόνων το παιδί και πέθανε ο παππούλης του. πρέπει να του πείτε: «ο παππούλης πέθανε» και να α ντέξετε ό,τι επακολουθήσει. Εγώ νομίζω ότι εμείς είμαστε εκείνοι που τρομάζουμε με τις "-αληθινές απαντήσεις. Ό τα ν πεθαίνει ένας άνθρωπος που αγαπάμε, όλοι έχουμε ανάγκη από παρηγοριά, να αισθα νόμαστε εμπιστοσύνη και ασφάλεια μέσα σ το περιβάλλον μας. Α υ τό μπορεί να γίνει μόνο ό τα ν λέμε τη ν αλήθεια. 282
ο ΔΡΟ Μ ΟΣ ΤΟ Ν ΔΑΚΡΥΠ Ν
Υπάρχουν, βασικά, τέσσερις-π έντε ερω τήσεις που δημιουρ γούν σ το παιδί ανάλογους φόβους, για παράδειγμα, μπρο σ τά σ το θάνατο του ενός από τους δύο γονείς. Γιατί πέθανε; Έ φ τα ιγα εγώ; Θ α πάβο) κι εγώ το ίδιο; Ποιος θα με φ ροντίζει τώρα; Ποιος θα παίζει τώ ρα μαζί μου; Μ ερικά παιδιά πιστεύουν ό τι ο θά νατος είναι «μ ετα δοτικ ός». Παραδείγματος χάριν, εάν πεθάνει ο μπαμπάς, μπορεί να σκεφ το ύ ν ό τι κινδυνεύουν να τα εγκαταλείπει και η μαμά τους. 22την περίπτωση αυτή, είναι απολύτως α π α ρα ίτητο να τα διαβεβαιώσουμε ότι η μαμά είναι πολύ λυπημένη, α λλά είναι καλά σ τη ν υγεία της και δ εν πρόκειται να τη ς συμβει τίπ οτα. Ν α του δώσουμε τη βεβαιότη τα ότι εκείνη θα είναι σ το πλάι του και θα συνεχίσει να ασχολείται μαζί του και να τ ο φ ρ ο ντίζει όσο καλύτερα γίνετα ι. Τις π ρ ώ τες στιγμ ές είναι πολύ σημαντικό να ενισχύσουμε τη σωματική επαφή. Ν α το πλησιάζουμε, να τ ο βάζουμε να κάθεται δίπλα μας. να τ ο κρατάμε αγκαλιά, να το χαϊδεύουμε, να το ακούμε, να κλαίμε μαζί του... κι αυτό δεν σημαίνει ό τι απαγορεύε ται κάποια στιγμή να τ ο αφήσουμε μόνο του σ το δω μ άτιό του ή να του επιτρέψουμε να βγει να παίξει με τους φίλους του... Έ να από τα πιο συχνά συναισθήματα — κι απ* τα πιο κα τα νοη τά εξάλλου— , είναι ο θυμός γιατί αυτός που πέθανε το ν εγκατέλειψε. Α υ τός ο αληθινός «κ α βγά ς» εμφανίζεται με χίλιους τρόπους: νεύρα, εφιάλτες, παιχνίδια που κάνουν 283
ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ θόρυβο, αταξίες και καμιά φορά συμπτώματα όπως εμετοί, πυρετός, χτυπήματα με γροθιές... Αν συμβαίνει κάτι τέτοιο, θα πρέπει να ψ άξετε να βρεί τε με ποιον τρόπο θα μπορέσει να εκφράσει καλύτερα τη ν οργή του, «ρωνάζοντας, τρέχοντας, γρονθοκοπώντας...' και να είστε σε επιφυλακή μήπως εμφανιστεί κάποιο επικίνδυνο σύμπτωμα, όπως: Απώλεια ενδια φ έροντος για δρ α στη ριότη τες που του άρεσαν. Συχνή δυσκολία σ το ν ύπνο. Απώλεια όρεξης ή υπερίραγία-βουλιμία. Φ όβος να μείνει μόνο του. Συμπεριφορά που δείχνει παλινδρόμηση (νυχτερινή ενούρηση, μιλάει σαν μωρό...) Υπερβολική μίμηση του προσώπου που πέθανε. Επαναλαμβάνει συχνά με διάφορες εκφράσεις τη ν επι θυμία του να ξαναδεί το πρόσωπο που χάθηκε. Απομονώνεται. Σημαντικές σχολικές αποτυχίες ή άρνηση να πάει σχ ο λείο. Αρνηση, άγχος, εύκολο κλάμα. Υποκατάσταση εκείνου που πέθανε με ά λλ ο πρόσωπο της οικογένειας (φωνάζει μπαμπά το ν θείο) Επαναλαμβάνει τις ίδιες ιδέες. Σωματικά συμπτώματα που επιμιένουν. Επιθετικότητα.
1, Εγώ, ω ς θεραπευτής, νομίζω ότι ίνα-δυ ο μεγάλα μαξιλάρια θα βοη θήσουν πολύ. (Σ.τ.Ζ.)
284
ο ΔΡΟΜΟΣ Τ Ω Ν ΔΑΚΡΥΩΝ Σέβομαι τ ο ν τρ ό π ο που τ ο παιδί επ ιλ έγ ει να α ν τιμ ετω π ίσ ει τη ν απ ώ λεια Η βασική διαφορά ανάμεσα σ τη λύπη του παιδιού και του ενήλικα είναι ότι η λύπη του παιδιού μπορεί να εμφανίζεται μ’ έναν τρόπο πιο διακεκομμένο απ’ ό,τι σ το ν ενήλικα, αν και οι διεργασίες διαρκούν πολύ περισσότερο χρόνο. Η δια δικασία του πένθους χρειάζεται να αναλυθεί πολλές φορές στη διάρκεια της εξέλιξης τη ς ζωής του, και Θα ξαναζήσει τη ν απώλεια αρκετά συχνά σε όλη του την παιδική και εφη βική ηλικία (σ τη ν τελετή αποφοίτησης, ό τα ν πάει σ το σ τρ α τό ), όπως επίσης σε σημαντικές στιγμές της ενήλικης ζωής του (σ το ν γάμο του, στη γέννηση του παιδιού του, κ.λπ.) Τα παιδιά δεν αντιδρούν σ τη ν απώλεια με το ν ίδιο τρόπο που αντιδρούν οι μεγάλοι, και μπορεί να μην εκδηλώνουν τα συναισθήματά τους τό σ ο ανοιχτά. Η συμπεριφορά τους, γενικά, λέει πολύ περισσότερα απ’ ό,τι λένε τα λόγια τους. Οι γονείς τρομάζουν ό τα ν το παιδί, παίζοντας, προσποιείται ό τι πέθανε σαν έναν τρόπο να αποκαλύψει μέσα από το παι χνίδι τα πιο κρυφά του συναισθήματα, ή παίζει ό τι μιλάει με το αγαπημένο του πρόσωπο που δεν υπάρχει πια σαν να ήταν εκεί μπροστά του, με σάρκα και οστά. Πρέπει να σεβόμαστε αυτόν το ν φ α ντα στικό μπαμπά, τη φανταστική μαμά, ή το ν φ α ντα στικό αδελφό, εάν το παιχνίδι αυτό δεν συνεχίζεται για πολύ καιρό, ή πάνω απ’ όλα αν το παιδί εύ κολα παραδέχεται ό τι όλο αυτό είναι παιχνίδι. Το πιο συνηθισμένο είναι να επ εξεργάζεται το παιδί το πέν θος με ενα λλα γές φ άσεω ν όπου ά λ λ ο τε κάνει διάφορες ερ ω τήσεις και εκφράζει συναισθήματα, και κατά διαστήματα δεν αναφέρει απολύτως τίπ οτε για το θέμα. 285
ΧΟ ΡΧΕ Μ ΠΟΥΚΑΪ Τ ο π έν θ ο ς σ τ η ν εφ η β ε ία
Μ ε δεδομένο ό τι η εφηβεία είναι συνήθως από μόνη της μια δύσκολη φάση. η βίαιη εισβολή ενός θανάτου, συνήθως πε ριπλέκει σ το νεαρό άτομο το έργο της αντιμετώπισης όλω ν εκείνων τω ν αλλα γώ ν, τω ν δυσκολιών και τω ν συγκρού σ εω ν που χαρακτηρίζουν τη ν ηλικία του. Ό π ω ς το μικρό παιδί, έτσ ι και ο έφηβος δεν εκφράζει αυτό που αισθάνεται. Σ τη ν περίπτωση αυτή, όμως, για έναν ά λλ ο λόγο: γιατί έχει πείσει το ν εαυτό του ό τι πρέπει με τη συμπεριφορά του να δείχνει ό τι είναι ικανός να τα τα κ το ποιήσει όλα μόνος του. Α υ τές είναι σκέψεις που πολλές φορές ενισχύει κάποιος συγγενής. Παραδείγματος χάριν. η θεία. σε μια πολύ άτυχη παρέμβαση, λέει σ το ν δεκαπεντάχρονο, μετά το ν θάνατο του πατέρα του, ό τι αυτός πρέπει τώ ρ α να στηρίξει συναι σθηματικά τη ν μητέρα του για να μην καταρρεύσει... Τ ον καημενούλη! Ενώ ο ίδιος δεν αισθάνεται ότι είναι σε κατάσταση να α ντέξει τη δική του στενοχώρια, απαιτούν απ' α υτόν να επω· μισθεί και το ν πόνο της μητέρας του! Ο μεγάλος κίνδυνος αυτώ ν τω ν συμπεριφορών άρνησης και αναβολής του πένθους είναι, ασφαλώς, ότι η λύπη μετα τρέπεται με το ν καιρό σε μνησικακία, φόβο, αδυναμία ή κατά θλιψη... και συναισθήματα όπως αυτά αποτελούν το ν προθά λαμο για ν' αρχίσει να αναρωτιέται γιατί, ή για ποιόν, να ζει. Εκτός από τα συμπτώματα της κατάθλιψης, ορισμένοι έφηβοι μπορεί να εκδηλώνουν κάποια από τις παρακάτω ανησυχητι κές συμπεριφορές:
286
ο ΔΡΟΜΟΣ Τ Ω Ν ΔΑΚΡΥΠΝ • Δυσκολίες σ το ν ύπνο, ανυπομονησία, χαμηλή α υ τ ο Εκτίμηση.
• Σχολική αποτυχία και αδιαφορία για τη ν προσωπική τους εμφάνιση. • Επιδείνωση τω ν οικογενειακών σχ έσεω ν ή τω ν σχέ σ εω ν με φίλους. • Κατάχρηση αλκοόλ και ά λ λ ω ν ουσιών, καβγάδες σ το δρόμο, ασύδοτη σεξουαλικότητα. • Αρνηση του πόνου, επίδειξη δύναμης και «ω ρ ιμ ότη τα ς » ή επικίνδυνα σπορ. • Α λλα γή συνηθειών, συντρόφ ου ή κοινωνικού κύκλου (π ά ντοτε προς το χειρότερο). Ό π ω ς σε όλες τις περιπτώσεις, μπροστά στη ν επιπλοκή απαιτείται η γνώμη και η επαγγελματική διάγνωση του ειδικού. Π αρόλο που σ τη ν εμφάνιση μοιάζουν με ενήλικες, η συναισθηματική τους ανωριμότητα απαιτεί αρκετή συναι σθηματική υποστήριξη για να μπορέσουν να ξεκινήσουν το ν επώδυνο και δύσκολο δρόμο τω ν δακρύων. Π ολλές φορές οι έφηβοι σκέφτονται (ακριβώς όπως και πολ λοί γονείς) ότι η πραγματική ανακούφιση θα έρθει μέσα από τη βοήθεια τω ν γονέω ν και τω ν φ ίλων τους. Ό τα ν όμως πρό κειται για το ν θάνατο — εκτός εάν κάποιος φίλος έχει ήδη βιώσει αυτήν την κατάσταση— , οι νέοι αισθάνονται ανίσχυροι και τρομαγμένοι. Το πιθανότερο είναι ότι οι φίλοι θα απομα κρυνθούν και θα τους αφήσουν τελείω ς μόνους τους. Ένα από τα επεισόδια που με κάνουν να ντρέπομαι περισσό τερο απ’ οτιδήποτε ά λλο στη ζωή μου, ήταν η συμπεριφορά μου μπροστά σ το ν θάνατο τη ς μητέρας του φίλου μου, του Σαλβαδόρ, ό τα ν ήμαστε συμμαθητές σ το Γυμνάσιο. Η μητέ 287
ΧΟ ΡΧΕ Μ ΠΟΥΚΑΪ
ρα του ήταν για μένα σαν δεύτερη μάνα. όπως ακριβώς και η δική μου για το ν φίλο μου. το ν «Λούμε». Και, όπως καταλα βαίνετε, μπροστά στη ν είδηση του θανάτου της, το μόνο που ένιωσα ήταν το σώμα μου να παραλύει, θυμάμαι τη φοβερή αίσθηση να θέλω να φύγω τρέχοντας, στη ν κυριολεξία, και να μην μπορώ. Μ ετά την κηδεία, έβγαλα ένα εισιτήριο με το τρένο για τη Μ αρ δε Πλάτα και εξαφανίστηκα για δέκα μέ ρες. Σήμερα ξέρω ότι αυτό ήταν απόδραση, τό τε, όμως, δεν καταλάβαινα καθόλου τι γινόταν. Εκείνη τη στιγμή, το μόνο που σκεφτόμουν ήταν να φύγω όσο το δυνατόν μακρύτερα από το ν ανυπόφορο πόνο που μου πίεζε το στήθος και δεν με άφηνε να αναπνεύσω. Ασφαλώς, δεν ήμουν προετοιμασμέ νος ν ’ α ντέξω αυτό που φανταζόμουν ότι έσκισε την καρδιά του φίλου μου στα δύο, ούτε να πιέσω το ν εαυτό μου να απο δεχτεί το ν θάνατο εκείνης της θαυμάσιας γυναίκας. ΙΙολλά χρόνια μετά, κατάφερα να αποκαταστήσω μέσα μου εκείνη τη συμπεριφορά, όταν έμεινα ώ'ς το τέλος δίπλα σ ’ έναν άλλο φίλο, που έχασε τη μητέρα του μετά από μα κρόχρονη ασθένεια και μεγάλη ταλαιπωρία.
Δίπλα σε κάποιον που πεθαίνει The ultimate gift o f love is letting someone die in their own way.' Λέει o Δαλάι Λάμα, ότι για να μην ξεριζωθεί το δέντρο από την καταιγίδα στηρίζεται αποκλειστικά σχεδόν στις ρίζες I. Το ύστατο δΰ>ρο αγάπης eivat να αφήααι^ κάποιον να ηεθάνει με τον &ικό τον τρόπο, (Σ.τ.Μ.)
288
ο ΛΡΟΜΟΣ Τ Ω Ν Δ Α Κ Ρ Υ Ω Ν
του. Αν οι ρίζες του είναι δυνατές και βαθιά μέσα σ το χώμα, το δ έντρ ο θα α ντέξει χωρίς πρόβλημα, ακόμη κι ό τα ν θα το δέρνει ο πιο δυνατός άνεμος. Προσοχή, όμως, συμβουλεύει ο Δα λά ι Λάμα: Το δέντρκ> δεν μπορεί ν ’ αρχίσει να βγάζει ρίζες ό τα ν η καταιγίδα φαίνεται ήδη σ το ν ορίζοντα. Σ την περίπ τω ση αυτή. όπως και σε άλλες, ό τα ν προκύψει η ανάγκη, είναι ίσως ήδη πολύ αργά. Κ ατά το ν ίδιο τρόπο, τις αποφάσεις που αφορούν τη ν τε λική φάση της ζωής πρέπει κανείς να τις παίρνει πριν να φτάσει εκείνη η ώρα. Αν και αυτά τα θέματα δεν είναι ευχάριστα ούτε είναι εύκολο να τα συζητά κανείς, ο καθένας πρέπει να κάνει χώρο μέσα του και να βρίσκει τη ν κατάλληλη στιγμή για να επεξεργαστεί τα συναισθήματά του και τις προτιμή σεις του σχετικά μ’ αυτές τις αποφάσεις. Τα τελευτα ία χρόνια, χάρη σ τη ν πρόοδο της ιατρικής και της τεχνολογίας, είναι όλο και πιθανότερο ο θάνατος να μην είναι τελείω ς ξαφνικός. Η διά γνω ση που προηγήθηκε, η κατασταλτική θεραπευτική α γω γή και η αντιμετώπιση κρίσης, όλα αυτά συ γκ εντρω μ ένα σ τη ν υπηρεσία της μο νάδας εντατικής θεραπείας, μας δίνουν συχνά τον χρόνο να είμαστε για λίγο δίπλα σ ’ έναν δικό μας άνθρωπο που ετοιμάζεται για το τελευ τα ίο του ταξίδι. Α σφ αλώς, λ όγω της ευαίσθητης και, κατά κάποιον τρόπο, θλιβερής φύσης α υ τώ ν τω ν αποφάσεων, δημιουργούμε ένα είδος «σ υ νω μ ο σίας της σιωπής» που αναβάλλει ή εμποδίζει τη συζήτηση του θέματος. Είναι σαν να φοβόμαστε ότι, φ έρνοντα ς το θέμα σ τη ν επιφάνεια, θα προκαλέσουμε το ν θάνατο (σαν να πιστεύει και το δέντρ ο ότι. αν ασχοληθεί με τις ρίζες του, μπορεί να προκαλέσει τη ν καταιγίδα). Οι ασθενείς ισχυρίζονται ότι δεν θέλουν να στενοχωρήσουν τη ν οικογένειά τους. 289
ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ Η οικογένεια φοβάται ότι ο ασθενής θα στενοχωρηθεί ή θα καταθέσει τα όπλα. Οι γιατροί (εκτός από εκείνους που είναι ειδικοί σ το θέμα αυτό), αισθάνονται αμήχανα να μιλάνε για τον θάνα το και δεν θέλουν να στενοχωρήσουν το ν ασθενή και τη ν οικογένειά του. Οι σ τενο ί φίλοι δεν θέλουν να είναι αυτοί που θα αρχί σουν να μιλάνε για εκείνη τη ν ώρα, παρόλο που θα ήταν δια τεθειμένοι να βοηθήσουν αν τους ζη τιότα ν να συμμετάσχουν στη δύσκολη στιγμή. Ό λοι σκ έφ τοντα ι ό τι θα έχουν αρκετό χρόνο για να συ ζη τή σουν τ ο θέμα αργότερα. Και βέβαια, ό τα ν έρχεται η ώρα για να πάρουν οι σ υ γ γενείς τις αποφάσεις που απαιτεί η τελευταία στιγμή, δεν τις παίρνουν, καθυστερούν επικίνδυνα και καταλήγουν τελικά, ό τα ν είναι πλέον επείγουσα η κατάσταση, να παίρνουν τις αποφάσεις τρίτα πρόσωπα, πιο μακρινά, ή και ά γνω σ το ι που δεν ξέρουν τις πραγματικές επιθυμίες του ασθενή και της οικογένειάς του. Ο πωσδήποτε, τ ο πιο σημαντικό, αυτό που έχει νόημα σ το να συντροφεύεις κάποιον ώς τ ο τέλος, είναι ακριβώς η πα ρουσία. Η απλή αλλά δύσκολη πράξη του να βρίσκεσαι δί πλα σ το αγαπημένο σου πρόσωπο σ το τελευ τα ίο κομμάτι τη ς ζωής του. Μια απόφαση που πιάνει τόπο μόνο αν τη ν παίρνει κανείς με τη ν καρδιά του. Η δυνατότητα, επίσης, αν έχουν ειπωθεί όλα, να μοιραστείς μια σημαντική — και όχι αναγκαστικά δραματική— , στιγμή: τη ν τελευταία σ ’ αυτήν τη ζωή, με το ν άνθρωπο που αγαπάς. Μ ια κλασική ιστορία... 290
ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΩ Ν ΔΑΚΡΥΠΝ
Αφού κράτησαν αρκετή ώρα με επιτυχία τη θέση της εμηροσΒοφνλακής, όπως τους είχαν αναθέσει, ο λοχίας, επανεκτιμώντας τη ν κατάσταση, διέταξε οπισθοχώρηση. Οι εχθρικές δυνάμεις πλησίαζαν, κι έπρεπε να επ ισ τρ έ φουν στις δικές τους γραμμές, μέσα σ τις οβίδες και τον βομ βαρδισμό. Βιαστικά, οι περισσότεροι σ τρ α τιώ τες καλύφθηκαν στα χαρακώματα της πλευράς όπου θα ήσαν ασφαλείς. «Λ οχία ...» λέει ο Αντόνιο, «ο Πέδρο δεν είναι εδώ .» ^Πολύ λυπά μαι» απαντάει ο λοχίας, «θ α πρέπει να έπεσε κατά τη διάρκεια της οπισθοχώρησης.» Ο Αντόνιο αρπάζει το τουφέκι του και πάει να φύγει τρέχοντας. «Τ ι κάνεις στρα τιώ τη ; Κάτω αμέσω ς!» διατάζει ο λοχίας. «Π ά ω να τον βρω...» λέει ο Αντόνιο. «Μ ε ίν ε εκεί που είσ α ι!» τον ξαναδιατάζει. «Α κ όμ η κι αν καταφέρεις να τον βρεις, δεν έχει νόημα να διατρέξεις το ν κίνδυνο. Δυστυχώ ς, ο Πέδρο έπεσε από τις σφαίρες του εχθρού.» «Δ ε ν ζητά ω άδεια...» λέει ο Αντόνιο, και αρχίζει να τρέχει προς τη ν περιοχή τη ν οποία μόλις είχαν εγκαταλείψει. «Σ τρ α τιώ τ η !» φωνάζει μάταια ο λοχίας. «Σ τρ α τιώ τ η !» Μ ισή ώρα μετά. όταν όλοι τον νόμιζαν κι α υτόν νεκρό, επιστρέφει ο Αντόνιο με μια σφαίρα σ το πόδι, και σφιχτά στο χέρι του μια σ τρα τιω τικ ή τα υτότη τα . Ή τα ν η τα υ τό τη τα που είχε πέσει από το άψυχο σώμα του Πέδρο. Ο λοχίας πηδάει από το χαράκωμα για να βοηθήσει τον Α ντόνιο να κατέβει. Τον πετά ει σ τη ν κυριολεξία μέσα σ τη λάσπη, ενώ συγχρόνως φωνάζει σ του ς νοσοκόμους να του δέσουν το πόδι μ ' έναν επίδεσμο για να στα μ α τήσει η α ιμορ ραγία. 291
XOPXF. ΜΠΟΥΚΑΪ «Σ ο ν το είπα ότι δεν άξιζε τον κόηο...» λ έα ο Χοχΐας στον Α ντόνιο και τον δείχνει τη μεταλλική τα υτότητα. *(Άξιζε...» του λέει εκείνος. «Δ ε ν σε καταλαβαίνω... Πώς άξιζε τον κόηο; Ό ηως και να χει, ο Πέδρο είναι νεκρός, και τώρα έχω κι εσένα τραυμα τισμένο βαριά, θ α μπορούσα να είχα χάσει δύο άντρες α ντί για έναν.» «Ξέρεις, λοχία...» λέει ο Αντόνιο μ ' ένα α πίστευτο χα μόγελο στα χείλη, που είναι γεμάτα μώλωπες και ξεραμένο αίμα... «Ό τα ν τον βρήκα, ήταν ακόμη ζωντανός... Πήγα κοντά του και του έπιασα τα χέρια. Εκείνος άνοιξε τα μάτια και με κοίταξε... σαν να μου χαμογέλασε... Σίγουρα άξιζε τον κόπο... Πριν πεθάνει σ τη ν αγκαλιά μου, μου είπε: "Το ήξερα ότι θα ερχόσουν”».
292
10 Εξο δο ς
κ α ι τ α ξ ίδ ι
Α ν τό ς ηου πεθαίνει δεν μηορεϊ να πάρει μ α ζί το ν σ το ταξίδι τίπ ο τα α π ’ όσα α πέκτησε και έχει. θ α πάρει, όμως, σίγουρα, όλα όσα έδωσε. Π ατήρ Μ Α Μ Ε Η Ί Ο Μ Ε Ν Α 1ΙΛ Σ Ε
Α Φ Ο Υ Π Ε ΡΑ Σ Ε ΙΣ Μ ΙΑ ΦΟΡΑ το ν δρώμυ τω ν δακρύων, σ υ νβιθητοποιεϊς ότι ο καλύτερος τρόπος για να α ν τιμ ετω πίζεις και να ξεπερνάς τις απώλειες σ τη ζωή σου, είναι ν α φροντίζεις σε μόνιμη βάση την υγεία σου και τη ν ευτυχία που μπορείς να δίνεις στους γύρω σου.
Μ ό ν ο ν έτσ ι θα μπορείς να παίρνεις κάθε απώλεια όπως είναι σ τ ’ αλήθεια: σαν ένα μέρος κι αυτό τη ς ζωής, δηλαδή, που έχει κάτι να μας μάθει. Α υ τό ς είναι ο αντικειμενικός σκοπός της συζήτησης α υ τώ ν τω ν θεμ άτω ν που α να σ τα τώ νο υ ν τους περισσότερους και κάποιους τους στενοχωρούν. Στόχος μας είναι να α να π τύ ξουμε μια καινούργια συμπεριφορά και μια μεγαλύτερη αποδοχή του πένθους, αρχίζοντας να ενθαρρύνουμε κάι να 293
ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ επικροτούμε κάθε εκδήλωση του δικού μας ή και του ξένου πόνου, εκφραζόμενοι ανοιχτά, χωρίς να φοβόμαστε μήπως μας απορρίψουν, μας απομονώσουν ή μας βγάλουν κάποιοι από τη ζωή τους επειδή φερόμαστε μ’ α υτόν ακριβώς το ν τρόπο. Είναι αναγκαίο να κατανοήσουμε και να αποδεχτού με ότι. σε τελική ανάλυση, η όλη σχέση μας με το σύμπαν, και πολύ περισσότερο με το ν περιορισμένο κοινωνικό μας κύκλο, είναι εφήμερη. Α ς πάρουμε μερικά μόνο εμφανή πα ραδείγματα: Κάθε Κάθε Κάθε Κάθε Κάθε
ζευγάρι χωρίζει με το ν άλφα ή βήτα τρόπο. θρίαμβος τελειώνει. στόχος μπορεί να γίνει ανέφικτος. στιγμή του παρόντος θα περάσει. ζωή έχει ένα τέλος.
Α κολουθώ ντας τις διδαχές πολλών, κυρίως όμως τις ιδέες της Τ ζο ύ ντιθ Βιόρστ,' προσπάθησα να θεμελιώσω ό τι το πένθος είναι ένα αναγκαίο — και τ ο κ α τα λλη λότερο για τη ν περίστα ση— συναίσθημα, και ότι οι απώλειες είναι απαραίτητες για τη ν προσωπική μας ανάπτυξη. Τ ο πένθος δεν είναι, επομένως, μια κακή λέξη, ούτε εκφρά· ζει τη ν αδυναμία κάποιου μπροστά σ το ν θάνατο. Δ ε ν είναι ένα συναίσθημα που πρέπει να αποφεύγει κανείς με κάθε τρόπο, ούτε είναι κάτι που πρέπει να κρύψει από τα βλέμ ματα τω ν φ ίλω ν ή τ ω ν εχθρών.
I. Judilh Viorst, (γενν. 1931). Αμερικανίδα συγγραφέας, δημοσιογράφος και ερευνήτια \)>υχανάλυσης. (Σ.τ.Μ .)
294
ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΟΝ ΔΑΚΡΎΩΝ Σ « μια ομάδα αυτοδιαχείρισης γο ν έω ν που είχαν χάσει το παιδί τους, με υποδέχτηκε κάποτε μια μεγάλη πινακίδα κρε μασμένη σε περίοπτη θέση σ τη ν είσοδο της αίθουσας όπου γίνοντα ν οι συναντήσεις της ομάδας. Η πινακίδα έγραφε; Ε ίστε ευπ ρόσδεκτοι και οι τρεις: εσύ, τ ο γ έλ ιο σου και τα δάκρυά σου Ό λοι θα μάθουμε αργά ή γρήγορα — και θα το γνωρίσουμε π ρω τίσ τω ς σ το πετσί μας από προσωπική και επώδυνη πεί ρα— , ότι για να συνέλθεις από το πένθος χρειάζεσαι χρόνο, όπως ακριβώς χρειάζεται ένα τραύμα, ένα κρυολόγημα, ή το ξαναστήσιμο ενός πύργου από τραπουλόχαρτα που το ν έριξε κάτω το αεράκι... Μ όνο με ένα πένθος μαθαίνω πώς είναι να βιώνω το πέν θος, και ίσως δεν αρκεί η εμπειρία αυτή για να εγγυηθει κανείς ότι θα λυθεί εύκολα το επόμενο, είναι σίγουρο όμως ότι θα με έχει μάθει κάτι από αυτά τα τέσσερα πράγματα: I. Οτι... Ο μόνος δρόμος για να τελειώ νω με τα δά κρυα, είναι αυτός που περνάει μέσα από αυτά. II. Ότι... Κανείς δεν μπορεί να διανύσει το ν δρόμο για λογαριασμό μου. III. Ότι... Είναι η ιδέα του ανυπόφορου πόνου που κάνει δύσκολη τη διαδρομή, όχι ό τι ο ίδιος ο πόνος είναι ανυπόφορος.
295
ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ IV. Ό τι... Το υγιές και χρήσιμο πένθος, δύοκολα το περ νάει κανείς μόνος. Το πέρασμα του επώδυνου και αναγκαίου δρόμου τω ν δα κρύων θα μας αφήσει πιο αποφασισμένους, πιο ώριμους και με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση, α νεξάρτη τα από το πόσο δύ σκολη κατέληξε να είναι η διαδρομή. , Σ το τέρμα κάθε διαδρομής μάς περιμένει σαν ανταμοιβή / το νέο νόημα αυτού που χάσαμε και η μετατροπή του πόνου ^μ ας σε δημιουργικότητα. Α φ ή στε με να σας χαρίσω μια τελευταία ιστορία. Σίγουρα μία από τις πιο λυπητερές αλλά και τις πιο ωραίες ιστορίες που θυμάμαι: τη ν ιστορία του Γκεδάλια, του ξυλοκόπου. Σ ’ ένα εβραϊκό χωριουδάκι σ τη ν Πολωνία, ο κόσμο<; ετοιμα ζό ταν για τη μεγαλύτερη θρησκευτική γιορτή: το Γιομ Κιπούρ. Τη μέρα της σνγχώρεσης. Μ όλις βγήκε το ηρώτο αστέρι, κι όπως κάθε χρόνο, οι κά τοικοι σχεδόν χάθηκαν σ τα βουνά, γιατί όλοι έηρεηε να είναι σ το ναό. να νηστεύουν και να προσεύχονται για να εξασφαλί σουν ότι ο καλός θ εό ς θα τους έγραφε στο βιβλίο τον έναν έναν — και το χωριό ολόκληρο— . και θα τους χάριζε μια καλή χρονιά. Για ένα ολόκληρο εικοσιτετράωρο, κανένας εβραίος που σεβόταν τους νόμους και τους κανόνες της θρησκείας δεν έτρωγε, δεν έπινε, δεν δούλευε, δεν διασκέδαζε. Αφοσιωνόταν εξ ολοκλήρου σ τη ν προσευχή. Σουρούπωνε. όταν ο τελευταίος από τους θεοσεβούμενους κατοίκους τον χωριού μπαίνει λαχανιασμένος σ το ναό και φωνάζει: Ραβίνε... Ραβίνε... 296
ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ
ΤΟ Ν ΔΑΚΡΥΠΝ
«Τι συμβαίνει;» λέει ο Μ ηά α λ Σεμ Τοβ. «Έχουμε ένα φοβερό πρόβλημα. Πρέπει να το λύσουμε. Θα μας τιμωρήσει ο Θεός,. Το χωριό ολόκληρο θα τιναχτεί σ τον αέρα αηό τη ν οργή του...» «Ηρέμησε... Τι είναι αυτό το φοβερό που συμβαίνει;» «Ερχόμουνα βιαστικός προς το χωριό, και για να φτάσω σ τη ν ώρα μου έκοψα δρόμο μέσα από το βουνό, και πέρασα μπροστά από τη ν καλύβα του Γκεδόίλια... Κι εκεί... βλέπω τον γίγαντα μπροστά σ ' ένα τραπέζι γεμάτο από κάθε λογής φαγητά και ποτά, έτοιμο να καταβροχθίσει ένα βουνό από πιάτα, που θα ήθελε πάνω από είκοσι τέσσερις ώρες για να τα φάει. Σκέφτηκα μήπως δεν είχε συνειδητοποιήσει τι μέρα ήταν, ή τι ώρα, γι' αυτό πλησιάζω να τον χαιρετήσω και να το ν ενημερώσω. Μ όλις όμως με βλέπει να πλησιάζω, και πριν προλάβω να μιλήσω, μου φωνάζει: “Ξέρω ό τι μόλις αρχίζουμε το Γιομ Κιπούρ, εγώ όμως τρώ ω όποτε θέλω κι όσο θέλω! Έξω από δω !” »Είδα τα μάτια του να γυαλίζουν από θυμό και σκέφ τη κα ό τι έπρεπε να σου το πω. Εσύ είσαι ο ραβίνος του χωριού και εσύ πρέπει να μας σώσεις από τη ν οργή του θ εο ύ γι’ α υ· τή ν την αμα ρτία .» *Τι θέλεις να κάνω; Αρχίζει το Κιπούρ. θ α του μιλήσω τη Δευτέρα...» «Τρελάθηκες; Ποια Δευτέρα: Δ εν καταλαβαίνεις; Μ έχρι τη Δευτέρα <ι θ εό ς μπορεί να έχει καταστρέψει την περιοχή ολόκληρη.» «Ό χι, όχι, όχι, ό χ ι» φωνάζουν και όλοι οι άλλοι μαζί. «Τώ ρα πρέπει να πας για να μας σώσεις α π ’ αυτόν τον αγριάνθρωπο που θέλει να μας αφανίσει. Σ το μεταξύ, εμείς θα παρακαλέσουμε τον θ ε ό να κάνει υπομονή μέχρι να μ ι λήσεις μαζί του, και να μην καταστρέψει το χωριό μας για τις αμαρτίες του Γκεδάλια.» 297
ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ Ο Μ πάαλ Σεμ Τοβ παίρνει το ραβδί τον για τον δρόμο και τρ α βάει για το δάσος όηον βρίσκεται η καλύβα τον ξνλοκόπου. Α ηό μακριά φαίνεται το μεγάλο ξύλινο τραπέζι γεμάτο κρέατα, φρούτα και λαχανικά, πον το φ ω τίζουν λυχνάρια λα διού. Τη στιγμή που φτάνει, η νύχτα μόλις έχει πέσει και η μέρα της συγχώρεσης μόλις έχει αρχίσει. Πράγματι, ο Γκεδάλια είναι σ το τραπέζι και τρώει λες και δεν έχει ξαναβύιλει μπουκιά στο στόμα του. Το θέαμα είναι εντυπωσιακό. Ο ξυλοκόπος είναι πραγματικός γίγαντας: ψηλός σαν κυπαρίσσι, στρογγυλός σαν μεγάλο πλατάνι και γερός σαν βελανιδιά. Κάθεται λοιπόν εκεί. τεράστιος, να τρώει και να ηίνει χωρίς σταμα τημό ούτε για να πάρει ανάσα. «Τ ι συμβαίνει, Γκεδάλια; Γιατί τρω ς τη σημερινή ημέρα, πον είναι η μέρα της συγχώρεσης; Μ πορείς να φας όλες τις άλλες μέρες, σήμερα όμως θα μπορούσες να μας συνοδεύσεις σ τη νηστεία μας.» «Ο χ ι» λέει ο Γκεδάλια. «Γ ια τί όχι. Γκεδάλια; Σου έχουμε κάνει κάτι; Σ ε έχουμε πειράξει;» «Δ ε ν έχω καιρό για λόγια, Ραβίνε. Έχω όλα αυτά που πρέ~ πει να φάω, για τί αύριο πρέπει να ξαναπάω για δουλειά...» «Γ ια τί λες ότι πρέπει να φας όλα αυτά τα φαγητά; Για ποιο λόγο πρέπει να φας τόσο πολύ;» Ο Γκεδάλια συνεχίζει να τρώει σαν να βρίσκεται σε απόγνω ση, και δεν λέει κουβέντα. Δ εν απαντάει. Ο Μ πά α λ Σεμ Τοβ κάθεται σ το χώμα σιωπηλός και α ρ χίζει να προσεύχεται. Έ τσι περνάνε τη νύχτα και ολόκληρη τη ν επόμενη μέρα. Δ εν κοιμάται κανένας από τους δύο. Ο ένας προσεύχεται και ο όιλλος τρώει. 298
ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΩ Ν ΔΑΚΡΥΩΝ Τέλος, εμφανίζεται ξανά το πρώτο αστέρι σ τον ορίζοντα και ο Μ πάαλ Σεμ Τοβ σηκώνεται και πλησιάζει τον Γκεδάλια. Το τραπέζι είναι άδειο, εκτός από λίγα ψίχουλα ψωμιού πον έχουν ζεφύγει από τη λαιμαργία του μοναδικού καλεσμέ νου σ ' αυτό το δείπνο. Ο ραβίνος τον κοιτάζει χωρίς να λέει τίποτα , και τό τε αρχίζει ο Γκεδάλια να μιλάει: «Μ ια μέρα, όταν ήμουν δέκα χρόνων, με πήρε ο πατέρας μου σ το δάσος μαζί του. Προσπαθούσε να μου μάθει να χρησι μοποιώ το τσεκούρι. Είχαμε πάει με τα μουλάρια μας φορ τωμένα προμήθειες, μερικές κουβέρτες και τα τσεκούρια μας σ το ν ώμο. Όλα έγιναν τόσο γρήγορα... Ξαφνικά εμφανίζονται τέσσερεις Κοζάκοι μέσα από το δάσος το πυκνό, αρπάζουν δύο τον πατέρα μου και οι άλλοι αρχίζουν να ψάχνουν τους σάκους που ήταν φορτωμένοι στα μουλάρια για κρασί και φαγητό. Αφού πήραν αυτά που ήθελαν, αρχίζουν να κοροϊ δεύουν το ν πατέρα μου. Τον σπρώχνουν και το ν προσβάλ λουν, του τραβάνε τη γενειάδα και του χτυπάνε τον πισινό. Σ ε μια στιγμή λέει ο ένας: “Δ ώ σε μας το ασήμι που έχεις” » 0 καημένος ο πατέρας μου δεν είχε ποτέ πάνω από λίγα χάλκινα νομίσματα σ τη ν τσέπη του, τα βγάζει λοιπόν και τους τα δίνει. “Α υτά είναι όλα, σκουπίδι; Α υτά έχεις όλα κι όλα;“ του λένε. “Δ εν σου αξίζει να ζεις“. »Κ α ι αμέσως τον δένουν οι τρεις σ ’ ένα δέντρο, ενώ ο τέτα ρ το ς με κρατάει σ τον αέρα με το ένα χέρι και μου λέει: “Κ οίτα και μάθαινε, εβραιάκι, μάθαινε"... οΡίχνουν λίγο λάδι πάνω σ τον πατέρα μου και του βά ζουν φωτιά... » 0 πατέρας μου ήταν κοντός και αδύνατος, και κάηκε σε ένα λεπτό, σχεδόν χωρίς φλόγα... »Ο ι Κοζάκοι έφυγαν. 299
ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο ΥΚ Α Ϊ »Α π ό την ημέρα εκείνη, ορκίστηκα ό τι σε όλη την νηόΧοιττη ζωή μου θα τρώω τόσο ττολν, Οα γίνω τόσο χοντρός, θα μαζέψω τόσο λίπος, ώ στε να είμαι σίγουρος ό τι αν ποτέ μού συμβεί το ίδιο, θα καώ με τόσο μεγάλη φωτιά, θα βγάλω τόσο μαύρο καπνό, που από οηοιοδήποτε μέρος του κόσμου θα φαίνεται η στήλη του πυκνού καπνού κι όλοι θα ξέρουν ότι σ το μέρος εκείνο καίνε κάποιον άνθρωπο.» Ο Μ πάαλ Σεμ Τοβ πλησιάζει τον Γκεδάλια, τον φιλάει στο μέτωπο και γυρίζει σ το χωριό. Λένε πως από κει κι έπειτα, ο ραβίνος έλεγε συχνά: «Α ν κάποτε σωθεί αυτό το χωριό από την τιμωρία του θεού, που όλοι ξέρουμε ό τι μας χρειάζεται, αν σωθεί λέω... αυτό, να ξέρετε, θα το χρωστάμε σ τον Γκεδάλια.»
300
Β ΙΒ Λ ΙΟ ΓΡΑ Φ ΙΑ
ARIES, Philippe: El hombre ante la muerte BEAUVOIR, Simone de: La fuerza de las cosas
— , La vejez BURNELL, D.: C linical Management o f Bereavement CHATEAUBRIAND, P.: La vejez es un naufragio CORR/McNEIL: Adolescence and Death COSBY, Bill: El tiempo vuela COUSIN, Norm an: La voluntad de curarse DESPELDER/STRICKLAND: The Last Dance: Death and Dying DOKA. Ed.: Children M ourning, M o u rn in g Children — , Illness: A Guide f o r Patients, Their Families and Caregivers DOPASO, Hugo: El buen m o rir FIT7.GERAI.D. H.; The G rieving Child: A Parent’s Guide FREUD, Sigmund: Consideraciones sobre la vida y la muerte — , Correspondencia a Lou Andreas-Salome GLASER. B. & STRAUSS. A.: Tim e f o r Dying CUCK. WEISS. PARKES: The First Year o f Bereavement GROLI.MAN. E.: Talking A bout Death: A Dialogue Between Parent and C hild KASTENBAUM, R.: Death, Society and Human Experience KRIPPER, Daniel: La muerte, el duelo y la esperanza KRISHNAMURTI. J.: El v iv iry el m o rir KObler-ROSS. e.: On Death and Dying — , La rueda de la vida — , Pregunlas y respuestas a la muerte de un ser querido
301
ΧΟ ΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ LA C A N , Jacques: Setninario La Btica LIBERM AN, D ia n a & ALPER. Silvia: E l duelo de la viudez. WWW.
duelum .com .ar
Μ Λ Ν Ο Ν 1 , M aud: La tiltim a palabra de la vida
— , Lo nom brable y lo innom brable MINOIS, G eo rge s: Historia de la antigiiedad al renacimiento NABE. C. M./CORR, u. M.: Death and Dying, Life and Livin g OSHO: La m uerte, la m ayor ficcid n
— , Los ires tesoros del Tao PARKES & WEISS: Recovery f r o m Bereavement R AN D O , T.A.; Treatm ent o f C om plicated M o u rn in g SCHAEFER, D/LYONS.C.: H ow do We Tell the Children?; Understand and Cope with G r ie f SCHNAKE, A d r ia n a : E l lenguaje del cuerpo SCHUCHTER, z.: Treatm ent o f Spousal Bereavement: M u ltid im en sion a l Approach SILVERMAN. Pr.: W idow -to-w id ow SLAIKEN/LAWHEAD: E l fa c to r fc n ix sC>foc:les: Edipo en C olona TIFEAULT. B. W.: A Q u ilt f o r Elizabeth VIORST, I.: The Tenth G ood Th in g A bout Barney — , C o n tro l Im perfecta WALKER. A.; To H ell with D yin g WASLAWICK, P.: Som eone Dies WASS, H./CORR, C.A.; C hild hood and Death WOLFELT. A.: H elping Children Cope with G rie f WORDEN.W.: C hildren and G rief: W hen a Parent Dies — , G r ie f Counseling and G r ie f Therapy
302
Π Ε Ρ ΙΕ Χ Ο Μ Ε Ν Α
ΦΥΛΛΑ ΠΟΡΕΙΑΣ ........................................................................ 9 Η ΑΛΛΗΓΟΡΙΑ ΤΗΣ Α Μ Α =Α Σ 111 .............................................. 13 1. ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΔΡΟ Μ Ο Υ................................................... 17 Η χρησιμότητα τω ν δακρύω ν ...............................................30 Ο κύκλος της επαφής ............................................................ 35 2. ΟΙ ΑΠηΛΕΙΗΣ ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΓΚΑΙΕΣ .........................................45 Η πρόκληση της απώλειας ................................................... 48 Μ εγ ά λ ες απώλειες και μικρές απώλειες .............................. 52 Α υ τό που ακολουθεί .............................................................. 62 Γιατί υποφέρουμε; .................................................................. 64 Τ ο πένθος γΓ αυτό που δεν υπήρξε π ο τ έ .............................77 Α φ ήνω πίσω ............................................................................ 78 Η διαδικασία της εσωτερίκευσης ........................................ 82 3. ΘΛΙΨΗ ΚΑΙ ΠΟΝΟΣ. ΔΥΟ ΧΡΗΣΙΜΟΙ Σ Υ Ν Τ ΡΟ Φ Ο Ι............... 86 Π ένθος φ υ σ ιο λ ο γ ικ ό .............................................................. 88 Η συνέπεια της αντιμετώπισης του π ό ν ο υ ..........................97 4. ΤΙ ΕΙΝΑΙ τ ο ΠΕΝΘΟΣ ......................................................... 100 Συμβουλές για να διαβείτε τον δρόμο των δακρύων (και να επ ιβ ιώ σ ετε)......................................... 103 5. ΣΤΑΔΙΑ ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ ........................................................ 121 Σ τά δια επούλωσης ενός φυσιολογικού τ ρ α ύ μ α τ ο ς .........
122
303
ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ Α ρ νη σ η και α μ φ ισ β ή τ η σ η ..................................................
124
Η διαδικασία της ταύτισης γέφυρα με α υ τό που α κ ο λ ο υ θ ε ί................................................
140
Η τελευταία φ άση του δρόμου τω ν δ α κ ρ ύ ω ν ..................
142
6. M F T A ΤΟ ΤΕΡΜΑ ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ .........................................148 Η περίοδος του πένθους .................................................... .149 ΙΙαθολογικό π έ ν θ ο ς ............................................................ .157 Φάσεις του χρόνιου π έ ν θ ο υ ς ...............................................163 Η τρίτη διαφυγή .................................................................. .166 7. ΔΙΑΦΟΡΑ ΕΙΔΗ ΑΠΟΛΕΙΑΣ:. ΠΕΝβΟΣ ΘΑΝΑΤΟΥ .............. 175 Ο θάνατος ενός προσφιλούς π ρ ο σ ώ π ο υ ........................... 176 Π ένθος χ η ρ εία ς .................................................................... 187 Διαζύγιο ................................................................................ 199 Η απώλεια του π α ιδ ιο ύ ....................................................... 212 8. ΠΕΝβΟΣ ΓΙΑ ΑΛΛΕΣ ΑΠΩΛΕΙΕΣ ........................................ 226 Γηρατειά ............................................................................... 227 Τ ο πένθος για τη ν απώλεια της υγείας ............................. 242 Μ ερικά συμπ εράσμ ατα ......................................................
252
9. ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΤΟ Π Ε Ν β Ο Σ .....................................................
259
Ο ι πρώτες ώρες. Η κηδεία και τα σ χ ε τ ικ ά ........................ 264 Εξασφαλίζω τον απ αραίτητο χρόνο για το π έ ν θ ο ς ......... 266 Βοήθεια από την κοινωνία. Βοήθεια από α γ ν ώ σ τ ο υ ς ...... 270 Κάποιες ειδικές κ α τ α σ τ ά σ ε ις .............................................
277
Δίπλα σε κάποιον που π ε θ α ίν ε ι......... ................................ 288 10. ΕΞΟΔΟΣ ΚΑΙ ΤΑΗΙΔΙ ......................................................... 293 ΒΙΒΛΙΟ ΓΡΑΦ ΙΑ ................................................................................
301
Αν. όμ<ι>ς, ζει ο ιΙλλΑΐς μίο«ι μ<ϊς. τότε ο θάνατος είναι μεγάλος ψεύτης και η o(}g<0cma μεγάλο ψέμα.
«Α ιτ ϋ π»ίΐ’ μπι><κιΰμε να κ<ίνιιυμΐτ· γκι ν « μην »*πΐΗρίςκιΐ'μτ “ περιοοότε(>ο” . 6ev είναι να αγιιπάμε “ λιγότε^ο” . αλλά να μά θουμε. ότίίν φτάνει η ατιγμή τοχι αποχιινι«μ«ΰ ή της ΟΛωλειας. να μη μένουμε κο>Λημενοι α'-ηντό που 6εν υπα^ιχει πια. Να χαι^όμαατκ τη ίττιγμή. όΐϊο 6α»^κε ί, xm v0«ίο .
Η αυτονομία, ο έρωτας, ο ιτόνος. η ευτυχία και η ιτνενματικότηηι εί^χχι υι κίΛ'τκ Afu'tfLun τους mraiotx; χαράζκι σ ΧίτΓηνκΰι στον χα/ιτη ποο οΛηγ>Ί σττ/ν θΜ>κλί}μ*>*ηη του α\·θ/ΗΪιπου, an/ αυνειδηΐοκοι ηση ίου ΐαυτού του. Πέντε διαόμομές κου (kx π/Μ,-ττίΊ ο κη/Ιτνης να «ί/ΟΛΊ'ιοη /ιέσα αχό κ^»·ηκ»}ηκή;: ^(ατΕψΐιις κηι fic τη%· δικό um ytoTto. Ο δ{)όμο·: των δακμίχον eixm. κατά τον Χόρ/ε Χίχουκά». a ιαο (ίκλημάζ αηό τους όμό/ίους αυτούς». Kiwi τ/t ftowjTom τον πόνοικ τον m'rvfknK; k < u ιτ<>*· amn/j:iς απαραίτητος. Γ\ατϊ δεν μαοροόμε »β συ\νχίσονμε αν Λ:»· αφήσουμε πίστυ αυτό που δυν u^ru xut ι:δώμιιζΐ μαις
>74 I