ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ
11
ΟΙ ΨΑΛΜΟΙ
15
ΨΑΛΜΟΣ 3 ΨΑΛΜΟΣ 6 ΨΑΛΜΟΣ 10 ΨΑΛΜΟΣ 18 ΨΑΛΜΟΣ 21 ΨΑΛΜΟΣ 37 ΨΑΛΜΟΣ 38 ΨΑΛΜΟΣ 49 ΨΑΛΜΟΣ 50 ΨΑΛΜΟΣ 62 ΨΑΛΜΟΣ 67 ΨΑΛΜΟΣ 87 ΨΑΛΜΟΣ 102 ΨΑΛΜΟΣ 103 ΨΑΛΜΟΣ 117 ΨΑΛΜΟΣ 138 ΨΑΛΜΟΣ 140 ΨΑΛΜΟΣ 142 ΨΑΛΜΟΣ 145 ΨΑΛΜΟΣ 150
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΣΤΙΧΩΝ
16 17 18 19 21 24 26 28 30 32 33 36 38 40 43 45 47 48 49 50 51 81 114
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ
Αν εξαιρεθεί το Άσµα Ασµάτων, το οποίο µε πολλή συγκατάβαση θα µπορού1 σε να θεωρηθεί θρησκευτικό κείµενο , οι Ψαλµοί είναι το µοναδικό ποιητικό βιβλίο της Π. ∆ιαθήκης. Παραθέτω, αµέσως, ορισµένα βασικά πληροφοριακά στοιχεία, παρµένα από τα πολλά σχετικά θρησκευτικά βιβλία που κυκλοφορούν. Οι Ψαλµοί ήταν ποιήµατα που ψέλνονταν µε συνοδεία εγχόρδου οργάνου, ή µε µόνη τη φωνή. Συγκεκριµένα, ή λέξη "ψαλµός" (που προέρχεται από το ρήµα "ψαύω") σηµαίνει ποίηµα που συνοδεύεται από έγχορδο όργανο (που "ψαύεται). Κατά τον Ευσέβιο2 αν το ποίηµα δεν συνοδευόταν από όργανο λεγόταν "ωδή", Αν το ποίηµα άρχιζε µε φωνή και ακολουθούσε το όργανο, λεγόταν "ψαλµός ωδής", ενώ στην αντίθετη περίπτωση λεγόταν "ωδή ψαλµού". Οι διακρίσεις αυτές γίνονται στις επιγραφές των ψαλµών, όπου, συνήθως, εκτός από το όνοµα του συνθέτη δίνονται οδηγίες και για τον µουσικό τρόπο εκτέλεσης. Επί παραδείγµατι, στην επιγραφή του Ψαλµού 6, η φράση ]υπέρ τ~ης [ογδόης σηµαίνει "οκτώ τόνους κάτω", δηλαδή µε χαµηλή φωνή3. Από άποψη περιεχοµένου, άλλοι ψαλµοί εκφράζουν ευχαριστίες, άλλοι ικεσίες, άλλοι παράπονο και θλίψη, και άλλοι θεωρούνται µεσσιακοί γιατί προφητεύουν την έλευση του Μεσσία, µε τα παθήµατά του (Ψαλµός 21) και την επικράτησή του. Από λογοτεχνική άποψη υπάρχουν διαφοροποιήσεις, πολλοί όµως ψαλµοί θεωρούνται αριστουργήµατα του παλαιού εβραϊκού λόγου. Ο Μ. Βασίλειος 4 τους θεωρεί "έργα αγγέλων ". Η συγγραφή του βιβλίου των ψαλµών άρχισε την εποχή του ∆αβίδ ή του Σολοµώντα (περίπου το 1050 π.Χ.) και συνεχιζόταν για περίπου µια χιλιετία, µέχρι και το 450 π.Χ. όπου και είχε αποκτήσει την µορφή που παρέλαβαν οι Ο'. Οι συγγραφείς είναι πολλοί, κάποιοι λιγότερο γνωστοί, όπως ο συγγραφέας του Ψαλµού 87 Αιµάν ο Ισραηλίτης της οικογένειας Κορέ, άλλοι γνωστότεροι, αλλά οι περισσότεροι ψαλµοί, οι 88 από το σύνολον των 150, ανήκουν στον ∆αβίδ. Το έγχορδο όργανο που συνόδευε την απαγγελία των ψαλµών, τόσο από τους Εβραίους όσο και από τους Έλληνες, ονοµαζόταν "Ψαλτήριον". Έτσι, ονοµάστη1
Η άποψη ότι αποτελεί αλληγορία της θερµής σχέσης του Γιαχβέ µε τον περιούσιο λαό του, δεν εµπόδισε την απαγόρευση της ανάγνωσής του σε ανηλίκους, και την απαγόρευση χρήσεώς του κατά τις εκκλησιαστικές τελετές. 2 Migne 23.72 3 ∆ες "Σηµειώσεις", Ψαλµός 6 4 Migne 29.213
κε "Ψαλτήριον" και το βιβλίο που περιλάµβανε το σύνολο των ψαλµών. Πολλοί ψαλµοί µέσα στο Ψαλτήριο έχουν διπλή αρίθµηση. Αυτό οφείλεται στις επεµβάσεις των Ο' στο εβραϊκό πρωτότυπο κείµενο, το οποίο δεν ακολούθησαν αυστηρά, αλλά έλαβαν υπόψη τους και την ισχυρή προφορική παράδοση, που, µε την πάροδο των χρόνων, είχε δηµιουργηθεί γύρω από αυτό. Προέκυψε έτσι, µεταξύ των άλλων, και διαφορά στην αρίθµηση (από τον ψαλµό 10 µέχρι τον 146) ως αποτέλεσµα συνενώσεως µερικών ψαλµών, ή διαχωρισµού άλλων. Οι αριθµοί του εβραϊκού κειµένου δίνονται σε παρένθεση. Αυτά από την σχετική βιβλιογραφία. Ένα ποίηµα είναι µια όψη του εσωτερικού προσώπου ενός ανθρώπου, σε µια ορισµένη χρονική στιγµή. Εξ ορισµού λοιπόν, η συλλογική γραφή ενός ποιήµατος είναι χωρίς νόηµα. Αλλά χωρίς νόηµα είναι και η συλλογική µετάφραση ενός ποιήµατος, εφόσον αυτή είναι πάλι ένα ποίηµα που, απλώς, προσπαθεί να σταθεί, –από άποψη έννοιας, ρυθµού, συµβολισµών, µεταφορών κ.λπ.– όσο γίνεται πλησιέστερα στο πρωτότυπο. Γι’ αυτό και η µεταφραστική απόπειρα των Καζαντζάκη-Κακριδή στην Ιλιάδα, µοιάζει εργασία γραφείου µπροστά στην (µε όλα τα µειονεκτήµατά της) ρέουσα µετάφραση του Πάλλη. Με την µετάφραση των ψαλµών από τους Ο΄ (που έγινε, θυµίζω, µεταξύ του τρίτου και δεύτερου π.Χ. αιώνα), τα πράγµατα ήταν ακόµη χειρότερα. Έχοντας µπροστά τους ένα έργο που εθεωρείτο θεόπνευστο, συνεπώς υποχρεωµένοι να µεταφράσουν κατά λέξη, και µη όντες οι ίδιοι ποιητές, αλλά ούτε και "ειδήµονες της δοκίµου και κλασσικής εβραϊκής γλώσσης"5, κατέληξαν σε ένα κείµενο που σε πολλά σηµεία χωλαίνει, όχι µόνο ως ποίηµα αλλά και ως πεζό, τόσο που αισθάνεσαι συχνά την ανάγκη να επέµβεις. Εντούτοις η δύναµη του πρωτότυπου είναι τόσο ισχυρή που παρά τις ατέλειες της µετάφρασης –αλλά και τις αλλοιώσεις που είχε προηγουµένως υποστεί από εβραίους αντιγραφείς– εξακολουθεί να ακτινοβολεί. Αυτή τη δύναµη θέλησα να αποδώσω επιχειρώντας να µεταφράσω στη σηµερινή γλώσσα µας τους ψαλµούς των Ο΄. Μια δεύτερη µετάφραση δεν είναι αναγκαίως ποιητικά υποδεέστερη, της πρώτης. Μπορεί, ίσως, να απέχει περισσότερο από το πρωτότυπο –για κάποιον που είναι σε θέση να διαβάσει το πρωτότυπο–, αλλά, όταν τα ερεθίσµατα είναι ισχυρά, µπορεί να σταθεί σαν αξιόλογη αυτόνοµη δηµιουργία. Υπάρχουν πολλές αξιόλογες δεύτερες µεταφράσεις έργων από σπά5
Π.Ν. Τρεµπέλα Η ΠΑΛΑΙΑ ∆ΙΑΘΗΚΗ Τόµ Ι΄ ΨΑΛΜΟΙ, Εκδ. Ο ΣΩΤΗΡ
[12]
νιες γλώσσες –κινέζικων ποιηµάτων, του έπους του Γκιλγκαµές και άλλων. Οχυρωµένος, λοιπόν, πίσω από τέτοιες σκέψεις, µε τα χέρια πια ελεύθερα, ξεκινά κάποιος την µετάφραση, ξεχνώντας ότι οι σκέψεις αυτές είναι δικές του, άρα δική του και η δικαίωση της δουλειάς του –ξεχνώντας, ή προσπαθώντας να ξεχάσει, ωθούµενος απ' την ανάγκη που αισθάνεται να εκφράσει µε δικά του λόγια το έργο που πολύ αγάπησε, τόσο πολύ ώστε να τείνει να πιστέψει ότι ο ίδιος το έγραψε, σε κάποια άλλη εποχή, ή σε κάποια άλλη γλώσσα. Πέρα όµως από αυτή την προσωπική ανάγκη για µετάφραση, και ειδικά όταν πρόκειται για έργα της αρχαίας γραµµατείας, η προσπάθειά, επιτυχηµένη ή όχι, δικαιώνεται και αντικειµενικά από ένα ειδικό λόγο: ενώ οι γλώσσες στις οποίες είναι γραµµένα τα ξένα κείµενα βρίσκονται στη διάθεσή µας, διδάσκονται στα σχολεία και τα φροντιστήρια, και µπορεί κάποιος, µε τα τουριστικά ταξίδια του, να εξοικειωθεί µ' αυτές, η αρχαία ελληνική γλώσσα αποµακρύνεται συνεχώς και πιο βαθιά στο παρελθόν, σε λίγο δεν θα διδάσκεται πουθενά, κι αν δεν φροντίσουµε να την συντηρούµε, ακόµη και ως εικόνα σε παράλληλες εκδόσεις, θα καταντήσει σαν την Γραµµική Β΄, και τα εγγόνια µας θα διαβάζουν τα έργα της –µια και σιγά σιγά θα εκλείπουν και οι έλληνες µεταφραστές–, από ξενόγλωσσες παραφράσεις. Το παράδειγµα των σηµερινών παιδιών που διαβάζουν µεταφρασµένο Παπαδιαµάντη –και γι' αυτό τον αντιπαρέρχονται– είναι ενδεικτικό του προδιαγραφόµενου µέλλοντος της παλαιάς γραµµατείας µας. Από τους 150 Ψαλµούς που περιλαµβάνονται στο Ψαλτήριο επέλεξα είκοσι, που τους θεωρώ ωραιότερους. Από αυτούς ο Ψαλµός 38, είναι χαρακτηριστικός για την πρωτοτυπία του –και όχι µόνο µεταξύ των είκοσι.. Έχει ύφος αγέρωχο, διάθεση κριτική, τολµά και αναρωτιέται αν η υποµονή του ανθρώπου, στις δοκιµασίες που υποβάλλεται, επιβραβεύεται, θέτει εσχατολογικά ερωτήµατα και σχεδόν απαιτεί απαντήσεις. Οι υπόλοιποι ψαλµοί, αναγνωρίζοντας την απόλυτη εξουσία ενός Θεού εκδικητικού και αδυσώπητου6, εκφράζονται ταπεινά, ([εγώ δέ ε[ ιµι σκώληξ, λέει ο Ψαλµός 21) εκλιπαρούν επιείκεια, επαιτούν συγγνώµη και συγχώρεση. Όµως αυτό δεν επηρεάζει την ποιότητά τους. Στην ποίηση η θεµατο6
Όλοι οι αρχαίοι Θεοί ήταν σκληροί προκειµένου να συγκρατήσουν µέσα σε ανεκτά πλαίσια συµβίωσης τους άγριους πληθυσµούς της εποχής . Αλλά και ο γλυκύτερος Θεός δεν παύει να είναι το ίδιο σκληρός αν διακρίνει "εκλεκτούς" και "µη εκλεκτούς" και επισείει για τους δεύτερους µια µεταθανάτια τιµωρία. Οι ηθικές αρχές έχουν κάποια αξία αν οι ίδιες, στην εφαρµογή τους, παρέχουν ικανοποίηση, ευχαρίστηση, ευδαιµονία.
[13]
λογία έρχεται δεύτερη. Ίσως στέφει, δεν δηµιουργεί. Στην προκειµένη περίπτωση, οι ταπεινές εκκλήσεις µετασχηµατίζονται σε ποιήµατα, ίσως τραυµατισµένα από τον χρόνο και την πρώτη µετάφραση, αλλά που καταδεικνύουν ένα σηµαντικό γεγονός: ότι οι αρχαίοι συντάκτες τους, προκειµένου να επικοινωνήσουν µε τον Θεό και να εκθέσουν τις ευχαριστίες τους και τα αιτήµατά τους –είναι το µοναδικό βιβλίο της Π. ∆ιαθήκης που, από την αρχή µέχρι το τέλος, περιορίζεται µόνο σ' αυτό–, και θέλοντας, βέβαια, να εισακουστούν, δεν χρησιµοποιούν την καθηµερινή γλώσσα συνεννοήσεως, αλλά καταφεύγουν στην γλώσσα επικοινωνίας, την γλώσσα του Θεού, την ποίηση. Αυτήν, που ο ίδιος τους µεταφύτευσε. Και λίγα απολογητικά. Σκοπός µου σ' αυτή την προσπάθεια δεν ήταν να ερµηνεύσω τους ψαλµούς (κυκλοφορούν πολλά βιβλία µε ερµηνείες) αλλά, βάζοντας ακόµη µια φορά σε δοκιµασία την σηµερινή µας γλώσσα, να τους αποδώσω ως ποιήµατα. Από σεβασµό, λοιπόν, προς την δουλειά των Ο', που έκτοτε διαµόρφωσε –και εξακολουθεί ακόµη να διαµορφώνει– την ιστορία µας, την πνευµατική, πολιτιστική και εµµέσως πολιτική, προσπάθησα να µείνω πιστός στο κείµενο, όχι µόνο στο πνεύµα του αλλά και στο γράµµα του, τον ρυθµό του, την στίξη του, ακόµη και στο πλήθος των λέξεων –όσο ήταν δυνατόν– και τις αµφισηµίες του, τις νοηµατικές του απορίες και αµφιβολίες, τα λογικά του κενά, όπως και τις φαινοµενικές αστοχίες του (π.χ. στους στίχους 103.14 - 15 επαναλαµβάνεται, άσκοπα και άκοµψα, η ίδια λέξη). Γιατί µου ήταν δύσκολο ν' αποφασίσω αν τέτοιες αστοχίες έπρεπε να καταλογιστούν σε ανεπάρκεια των Ο', ή αν υπήρχαν και στο εβραϊκό πρωτότυπο, ως κατάλοιπο των επεµβάσεων σε αυτό µε την πάροδο του χρόνου, και που οι ίδιοι οι Ο', από σεβασµό στο κείµενο που µετέφραζαν –όπως και εγώ σήµερα– δεν θέλησαν, µε δική τους πρωτοβουλία, να διορθώσουν. Κάτι που, ως γνωστόν, έκαναν κατά κόρον στα κλασικά κείµενα οι µετέπειτα χριστιανοί και άραβες αντιγραφείς, µε τα γνωστά αποτελέσµατα. Σε ελάχιστα µόνο σηµεία αναγκάστηκα να παρεκκλίνω. Εκεί όπου ο άκαµπτος σεβασµός στο κείµενο προσέβαλλε την ποίηση. Εύχοµαι να µου δοθεί η ευκαιρία να επαναλάβω –έστω µερικώς– το εγχείρηµα, αλλά χωρίς το άγχος των προηγούµενων ασφυκτικών –µέχρις αποπνιγµού– δεσµεύσεων, ώστε να αποτονωθώ µε µια ελεύθερη απόδοση του πλούσιου περιεχοµένου των ψαλµών.
Τ. Κ.
[14]
ΟΙ ΨΑΛΜΟΙ
ΨΑΛΜΟΣ 3 Γ΄
ΨΑΛΜΟΣ 3 Γ΄
Ψαλµ`ος τω ~? ∆αυΐδ, ]οπότε [απεδίδρασκεν [απ`ο προσώπου [ Αβεσσαλώµ το~υ υ] ιο~υ α[υτο~υ.
Ψαλµός του ∆αβίδ, όταν διέφυγε από τον γιο του Αβεσσαλώµ.
2 Κύριε τί [επληθύνθησαν ο] ι θλίβοντές µε; πολλο` ι [επανίστανται [επ’ [εµέ·
2 Κύριε, πόσο πλήθυναν εκείνοι που µε θλίβουν; Πολλοί αυτοί που ξεσηκώθηκαν εναντίον µου.
3 πολλο` ι λέγουσι τ~?η ψυχ~?η µου· ο[υκ {εστιν σωτηρία α[υτω ~? [εν τω ~? Θεω ~? α[υτο~υ.
3 Λένε πολλοί για την ψυχή µου. ∆εν πρόκειται να διασωθεί απ’ τον Θεό του.
4 σ`υ δέ, Κύριε, [αντιλήπτωρ µου ε@ ι, δόξα µου κα` ι ]υψω ~ ν τ`ην κεφαλήν µου.
4 Κι εσύ είσαι, Κύριε, ο προστάτης µου, η δόξα µου, εκείνος που ανυψώνει το κεφάλι µου.
5 φων~?η µου πρ`ος κύριον [εκέκραξα, κα` ι [επήκουσέν µου [εξ {ορους ]αγίου α[υτο~υ.
5 Φωνή εβόησα στον Κύριο, και µε εισάκουσε από το άγιο όρος του.
6 [εγ`ω [εκοιµήθην κα` ι \υπνωσα· [εξηγέρθην \οτι Κύριος [αντιλήψεταί µου.
6 Κι έπεσα και κοιµήθηκα. Σηκώθηκα γιατί ο Κύριος θα µε προστατεύσει.
7 ο[υ φοβηθήσοµαι [απ`ο µυριάδων λαο~υ τω ~ ν κύκλω? συνεπιτιθεµένων µοι.
7 Και δεν θα φοβηθώ τις µυριάδες του λαού που µε κυκλώνουν και µου επιτίθενται.
~ σόν µε, ]ο Θεός µου, \οτι σ`υ [επάταξας πάντας το`υς 8 [ανάστα, Κύριε, σω [εχθραίνοντάς µοι µαταίως, [οδόντας ]αµαρτωλω ~ ν συνέτριψας.
8 Κύριε σήκω, σώσε µε, Θεέ µου, γιατί εσύ µονάχα θα πατάξεις όσους µε εχθρεύονται αναίτια, τα δόντια των αµαρτωλών εσύ θα τα συντρίψεις.
9 το~υ Κυρίου ]η σωτηρία, κα` ι [επ` ι τ`ον λαόν σου ]η ε[υλογία σου.
9 Η σωτηρία από τον Κύριο, και στον λαό σου η ευλογία σου.
[16]
ΨΑΛΜΟΣ 6 ΣΤ΄ ΨΑΛΜΟΣ 6 ΣΤ΄
Στον αρχιµουσικό, µε έγχορδα, οκτώ τόνους κάτω. Ψαλµός του ∆αβίδ.
Ε[ ι ς τ`ο τέλος [εν \υµνοις, ]υπ`ερ τ~ης [ογδόης· ψαλµ`ος το~υ ∆αυΐδ.
2 Κύριε, µη µε ελέγξεις στον θυµό σου και µη µε συνετίσεις µε οργή. 2 Κύριε µ`η τω ~? θυµω ~? σου [ελέγξ?ης µε, µηδ`ε τ~?η [οργ~?η σου παιδεύσ?ης µε.
3 Ελέησέ µε Κύριε, είµαι αδύνατος. Θεράπευσέ µε Κύριε, ταράχτηκαν τα κόκαλά µου
3 [ελέησόν µε, Κύριε, \οτι [ασθενής ε[ ιµι· { ιασαί µε, Κύριε, \οτι [εταράχθη τ`α [οστ~α µου.
4 ταράχτηκε πολύ η ψυχή µου. Και συ Κύριε, ως πότε;
4 κα` ι ]η ψυχή µου [εταράχθη σφόδρα· κα` ι σύ, Κύριε, \εως πότε;
5 Γύρισε πίσω Κύριε, λύτρωσε την ψυχή µου, και µε το έλεός σου σώσε µε.
5 [επίστρεψον, Κύριε, ρ~υσαι τ`ην ψυχήν µου, σω ~ σόν µε \ενεκεν το~υ [ελέους σου. 6 \οτι ο[υκ {εστιν [εν τω ~? θανάτω ? ]ο µνηµονεύων σου· [εν δ`ε τω ~? \?αδ?η τίς [εξοµολογήσεταί σοι;
6 Γιατί µετά τον θάνατο δεν θα υπάρχω να σε µνηµονεύω. Και από τον Άδη ποιος θα σε υµνεί;
7 [εκοπίασα [εν τω ~? στεναγµω ~? µου, λούσω καθ’ ]εκάστην νύκτα τ`ην κλίνην µου, [εν δάκρυσίν µου τ`ην στρωµνήν µου βρέξω.
7 Από τους στεναγµούς µου εξαντλήθηκα, λούζω τις νύχτες το κρεβάτι µου, βρέχουν το στρώµα µου τα δάκρυά µου.
8 [εταράχθη [απ`ο θυµο~υ ]ο [οφθαλµός µου, [επαλαιώθην [εν π~ασιν το~ ις [εχθρο~ ις µου.
8 Από το πάθος έπαθαν τα µάτια µου, γέρασα από τους εχθρούς µου. 9 Φύγετε µακριά µου όλοι εσείς οι άνοµοι, γιατί ο Κύριος εισάκουσε τους γόους του οδυρµού µου.
9 [απόστητε [απ’ [εµο~υ πάντες ο] ι [εργαζόµενοι τ`ην [ανοµίαν, \οτι ε[ ισήκουσεν Κύριος τ~ης φων~ης το~υ κλαυθµο~υ µου· 10 ε[ ισήκουσεν Κύριος τ~ης δεήσεώς µου, Κύριος τ`ην προσευχήν µου προσεδέξατο.
10 Την δέηση µου άκουσε ο Κύριος, την προσευχή µου αποδέχτηκε ο Κύριος.
11 α[ ισχυνθείησαν κα` ι ταραχθείησαν σφόδρα πάντες ο] ι [εχθρο` ι µου, [αποστραφείησαν κα` ι καταισχυνθείησαν σφόδρα δι`α τάχους.
11 Όλοι οι εχθροί µου ας ντραπούν και ας τροµάξουν, και ας γυρίσουν καταντροπιασµένοι πίσω, γρήγορα.
[17]
ΨΑΛΜΟΣ 10 Ι΄ (ΙΑ΄)
ΨΑΛΜΟΣ 10 Ι΄ (ΙΑ΄)
Ε[ ις τ`ο τέλος· ψαλµ`ος τω ~? ∆αυΐδ.
Στον αρχιµουσικό. Ψαλµός του ∆αβίδ.
1 [ Επ` ι τω ~? Κυρίω? πέποιθα· π~ας [ερε~ ιτε τ~?η ψυχ~?η µου· µεταναστεύου [επ` ι τ`α {ορη ω ] ς στρουθίον;
1 Τον Κύριο εµπιστεύτηκα. Και πώς εσείς µου λέτε µετανάστεψε στα όρη σaν πουλί;
2 \οτι [ ιδο`υ ο] ι ]αµαρτωλο` ι [ενέτειναν τόξον, ]ητοίµασαν βέλη ε[ ις φαρέτραν το~υ κατατοξε~υσαι [εν σκοτοµήν?η το`υς ε[υθε~ ις τ~?η καρδί?α.
2 Γιατί οι αµαρτωλοί τα τόξα τέντωσαν, ετοίµασαν τα βέλη στη φαρέτρα, να τοξέψουνε, σε νύχτες σκοτεινές, αυτούς που έχουν αγαθή καρδιά.
3 \οτι \α κατηρτίσω, α[υτο` ι καθε~ ιλον· ]ο δ`ε δίκαιος τί [εποίησε;
3 Όσα εσύ οργάνωσες αυτοί καθαίρεσαν. Και ο δίκαιος τότε τι κατόρθωσε;
~? ]αγίω? α[υτο~υ· Κύριος [εν ο[υρανω ~? ]ο θρόνος α[υτο~υ. ο] ι 4 Κύριος [εν ναω [οφθαλµο` ι α[υτο~υ ε[ ις τ`ον πένητα [αποβλέπουσι, τ`α βλέφαρα α[υτο~υ [εξετάζει το`υς υ] ιούς τω ~ ν [ανθρώπων.
4 Ο Κύριος στον άγιο ναό του. Ο θρόνος του Κυρίου στον ουρανό. Τα µάτια του κοιτάζουν τον φτωχό, τα βλέφαρά του εξετάζουνε τους απογόνους των ανθρώπων.
5 Κύριος [εξετάζει τ`ον δίκαιον κα` ι τ`ον [ασεβ~η, ]ο δ`ε [αγαπω ~ ν τ`ην [αδικίαν µισε~ ι τ`ην ]εαυτο~υ ψυχήν.
5 Ο Κύριος ερευνά τον δίκαιο και τον ασεβή, και όποιος αγαπά την αδικία, την ίδια του ψυχή µισεί.
6 [επιβρέξει [επ` ι ]αµαρτωλούς παγίδας, π~υρ κα` ι θε~ ιον κα` ι πνε~υµα καταιγίδος ]η µερίς το~υ ποτηρίου α[υτω ~ ν.
6 Θα ρίξει, σαν βροχή, παγίδες στους αµαρτωλούς, φωτιά και θειάφι και αέρα καταιγίδας, η µερίδα στο ποτήρι καθενός
7 \οτι δίκαιος Κύριος κα` ι δικαιοσύνας [ηγάπησεν, ε[υθύτητας ε@ ιδε τ`ο πρόσωπον α[υτο~υ.
7 Γιατί ο Κύριος είναι δίκαιος, την δικαιοσύνη αγάπησε, το πρόσωπό του είναι στραµµένο στους ευθείς.
[18]
ΨΑΛΜΟΣ 18 ΙΗ΄ (ΙΘ΄)
ΨΑΛΜΟΣ 18 ΙΗ΄ (ΙΘ΄)
Ε[ ις τ`ο τέλος· ψαλµ`ος το~υ ∆αυΐδ.
Στον αρχιµουσικό. Ψαλµός του ∆αβίδ.
2 Ο] ι ο[υρανο` ι διηγο~υνται δόξαν Θεο~υ, ποίησιν δ`ε χειρω ~ ν α[υτο~υ [αναγγέλλει τ`ο στερέωµα.
2 Οι ουρανοί διηγούνται την σκέψη του Θεού, και το στερέωµα αναγγέλλει το έργο των χεριών του.
3 ]ηµέρα τ~?η ]ηµέρ?α [ερεύγεται ρ~ηµα, κα` ι νύξ νυκτ` ι [αναγγέλλει γνω ~ σιν.
3 Η κάθε ηµέρα εκστοµίζει λόγο στην επόµενη, και η κάθε νύχτα στην επόµενή της αναγγέλλει γνώση.
4 ο[υκ ε[ ισί λαλια` ι ο[υδ`ε λόγοι, ω # ν ο[υχ`ι [ακούονται α] ι φωνα` ι α[υτω ~ ν·
4 Καµιά λαλιά ή λόγος που η φωνή τους να µη γίνεται ακουστή,
5 ε[ ις π~ασαν τ`ην γ~ην [εξ~ηλθεν ]ο φθόγγος α[υτω ~ ν κα` ι ε[ ις τ`α πέρατα τ~ης ο[ ικουµένης τ`α ρήµατα α[υτω ~ ν.
5 ο ήχος τους απλώνεται σε ολόκληρη την γη, τα λόγια τους στα πέρατα της οικουµένης.
6 [εν τω ~? ]ηλίω? {εθετο τ`ο σκήνωµα α[υτο~υ· κα` ι α[υτός ω ] ς νυµφίος [εκπορευόµενος [εκ παστο~υ α[υτο~υ, [αγαλλιάσεται ω ] ς γίγας δραµε~ ιν ]οδ`ον α[υτο~υ.
6 Στον ήλιο εγκατέστησε το σκήνωµά του. Και αυτός, γαµπρός που βγαίνει από τον νυφικό κοιτώνα του, αγάλλεται σαν γίγας έτοιµος να τρέξει το δρόµο του.
7 [απ’ {ακρου το~υ ο[υρανο~υ ]η {εξοδος α[υτο~υ κα` ι τ`ο κατάντηµα α[υτο~υ \εως {ακρου το~υ ο[υρανο~υ, κα` ι ο[υκ {εστιν \ος [αποκρυβήσεται τ`ην θέρµην α[υτο~υ.
7 Από το ένα άκρο του ουρανού η έξοδός του, στο άλλο άκρο του ουρανού το τέλος του, και δεν υπάρχει αυτός που θα κρυφτεί απ’ την θερµότητά του.
8 ]ο νόµος το~υ Κυρίου {αµωµος, [επιστρέφων ψυχάς· ]η µαρτυρία Κυρίου πιστή, σοφίζουσα νήπια.
8 Ο νόµος του Κυρίου άµεπτος, επαναφέρει τις ψυχές. Η µαρτυρία του Κυρίου ακριβής, διδάσκει και άγνωρους.
9 τ`α δικαιώµατα Κυρίου ε[υθέα, ε[υφραίνοντα καρδίαν· ]η [εντολ`η Κυρίου τηλαυγής, φωτίζουσα [οφθαλµούς·
9 Οι απαιτήσεις του Κυρίου ευθείες, ευφραίνουν την καρδιά, η εντολή Κυρίου φεγγοβόλα, γεµίζει φως τα µάτια.
10 ]ο φόβος Κυρίου ]αγνός, διαµένων ε[ ις α[ ιω ~ να α[ ιω ~ νος· τ`α κρίµατα Κυρίου [αληθινά, δεδικαιωµένα [επ` ι τ`ο α[υτό,
10 Ο φόβος του Κυρίου αγνός, διαµένει στους αιώνες. Οι κρίσεις του Κυρίου αληθινές, δικαιωµένες,
11 [επιθυµητά ]υπέρ χρυσίον κα` ι λίθον τίµιον πολ`υν κα` ι γλυκύτερα ]υπέρ µέλι κα` ι κηρίον.
11 πιο επιθυµητές από πετράδια και χρυσό και πιο γλυκές από κερήθρα και από µέλι.
12 κα` ι γάρ ]ο δο~υ λός σου φυλάσσει α[υτά [εν τω ~? φυλάσσειν α[υτά· [ανταπόδοσις πολλή.
12 Γι’ αυτό και τις τηρεί ο δούλος σου. Σε όποιον τις τηρεί, η ανταπόδοση µεγάλη.
[19]
13 Τα παραπτώµατα ποιος τα αντιλαµβάνεται; Καθάρισέ µε από αυτά που βρίσκονται κρυµµένα µέσα µου.
13 παραπτώµατα τίς συνήσει; [εκ τω ~ ν κρυφίων µου καθάρισόν µε. 14 κα` ι [απ`ο [αλλοτρίων φε~ ισαι το~υ δούλου σου· [εάν µή µου κατακυριεύσωσι, τότε {αµωµος {εσοµαι κα` ι καθαρισθήσοµαι [απ`ο ]αµαρτίας µεγάλης.
14 Και από άλλα, διαφορετικά, διαφύλαξε τον δούλο σου. Αν δεν µε κυριέψουν θα µείνω άσπιλος, απαλλαγµένος από αµαρτίες µεγάλες.
15 κα` ι {εσονται ε[ ις ε[υδοκίαν τ`α λόγια το~υ στόµατός µου κα` ι ]η µελέτη τ~ης καρδίας µου [ενώπιόν σου διά παντός, Κύριε, βοηθέ µου κα` ι λυτρωτά µου.
15 Ας σου είναι ευάρεστα τα λόγια αυτά του στόµατός µου, και η µελέτη της καρδιάς µου, ας είναι ανοιχτή µπροστά σου δια παντός, Κύριε, βοηθέ και λυτρωτή µου
[20]
ΨΑΛΜΟΣ 21 ΚΑ΄ (ΚΒ΄)
ΨΑΛΜΟΣ 21 ΚΑ΄ (ΚΒ΄)
Ε[ ις τ`ο τέλος, ]υπ`ερ τ~ης [αντιλήψεως τ~ης ]εωθιν~ης· ψαλµός τω ~? ∆αυΐδ.
Στον αρχιµουσικό, για τον όρθρο, Ψαλµός του ∆αβίδ.
2 ] Ο Θε`ος ]ο Θεός µου, πρόσχες µοι· \ ινατί [εγκατέλιπές µε; µακράν [απ`ο τ~ης σωτηρίας µου ο] ι λόγοι τω ~ ν παραπτωµάτων µου.
2 Θεέ µου, Θεέ µου, στρέψε την προσοχή σου πάνω µου. Γιατί µε εγκατέλειψες; Τα λόγια των οδυρµών µου απέχουν της σωτηρίας µου.
3 ]ο Θεός µου, κεκράξοµαι ]ηµέρας κα` ι ο[υκ ε[ ισακούσ?η, κα` ι νυκτός, κα` ι ο[υκ ε[ ις {ανοιαν [εµοί.
3 Θεέ µου, φωνάζω την ηµέρα και δεν µε εισακούς, φωνάζω και την νύχτα, και όχι γιατί είµαι ανόητος.
4 σ`υ δ`ε [εν ]αγίοις κατοικε~ ις, ]ο {επαινος το~υ [ Ισραήλ.
4 Όµως εσύ στα άγιά σου κατοικείς, εσύ ο ύµνος του Ισραήλ..
~ ν, {ηλπισαν κα` ι [ερρύσω α[υτούς· 5 [επ` ι σο` ι {ηλπισαν ο] ι πατέρες ]ηµω
5 Σε σένα ήλπισαν οι πατέρες µας, ήλπισαν, και τους γλίτωσες.
6 πρ`ος σ`ε [εκέκραξαν κα` ι [εσώθησαν, [επ` ι σο` ι {ηλπισαν κα` ι ο[υ κατ?ησχύνθησαν.
6 Σε σένα φώναξαν και σώθηκαν, ελπίζοντας σε σένα δεν ντροπιάστηκαν.
7 [εγ`ω δ`ε ε[ ιµι σκώληξ κα` ι ο[υκ {ανθρωπος, {ονειδος [ανθρώπου κα` ι [εξουδένηµα λαο~υ.
7 Όµως εγώ είµαι σκουλήκι όχι άνθρωπος, όνειδος του ανθρώπου, ντρόπιασµα του λαού.
8 πάντες ο] ι θεωρο~υντές µε [εξεµυκτήρισάν µε, [ελάλησαν [εν χείλεσιν, [εκίνησαν κεφαλήν·
8 Όσοι µε βλέπουν µε χλευάζουν, λέει το στόµα τους, κουνάνε το κεφάλι. 9 Λένε, στον Κύριο ήλπισε, λοιπόν ας τον γλιτώσει, ας τον σώσει, αφού τον θέλει.
9 {ηλπισεν [επ` ι Κύριον, ρυσάσθω α[υτόν· σωσάτω α[υτόν, \οτι θέλει α[υτόν. 10 \οτι σ`υ ε@ ι ]ο [εκσπάσας µε [εκ γαστρός, ]η [ελπίς µου [απ`ο µαστω ~ ν τ~ης µητρός µου,
10 Αλλά εσύ µε έβγαλες απ’ την κοιλιά, εσύ η ελπίδα µου από το στήθος της µητέρας µου.
11 [επ` ι σ`ε [επερρίφην [εκ µήτρας, [εκ κοιλίας µητρός µου Θεός µου ε@ ι σύ.
11 Σε σένα έπεσα από την µήτρα, απ’ την κοιλιά της µάνας µου Θεός µου είσαι συ.
~ ν. 12 µ`η [αποστ~?ης [απ’ [εµο~υ, \οτι θλ~ ιψις [εγγύς, \οτι ο[υκ {εστιν ]ο βοηθω
12 Μην φεύγεις µακριά µου, η θλίψη µε πλησιάζει, δεν έχω βοηθό.
13 περιεκύκλωσάν µε µόσχοι πολλοί, τα~υροι πίονες περιέσχον µε·
13 Με περικύκλωσαν σαν πλήθος µοσχαριών, µε απέκλεισαν σαν ταύροι ογκώδεις, απειλητικοί.
14 {ηνοιξαν [επ’ [εµ`ε τ`ο στόµα α[υτω ~ νω ] ς λέων ]ο ]αρπάζων κα` ι ω [ ρυόµενος.
14 Ανοίξανε το στόµα τους µπροστά µου σαν λιοντάρια ωρυόµενα, έτοιµα να αρπάξουν.
[21]
15 ω ] σε` ι \υδωρ [εξεχύθην, κα` ι διεσκορπίσθη πάντα τ`α [οστ~α µου, [εγενήθη ]η καρδία µου ω ] σε` ι κηρ`ος τηκόµενος [εν µέσω? τ~ης κοιλίας µου.
15 Χύθηκα σαν νερό, τα κόκαλά µου διασκορπίστηκαν, και η καρδιά µου µες στα σπλάχνα µου σαν το κερί που λιώνει.
16 [εξηράνθη ω ] ς {οστρακον ]η [ ισχύς µου, κα` ι ]η γλω ~ σσά µου κεκόλληται τω ~? λάρυγγί µου, κα` ι ε[ ις χο~υν θανάτου κατήγαγές µε.
16 Σαν σκεύος πήλινο ξεράθηκε η δύναµή µου, στον λάρυγγά µου κόλλησε η γλώσσα µου, και συ στο χώµα του θανάτου µε κατέβασες.
17 \οτι [εκύκλωσάν µε κύνες πολλοί, συναγωγ`η πονηρευοµένων περιέσχον µε, ω { ρυξαν χε~ ιράς µου κα` ι πόδας.
17 Γιατί µε κύκλωσαν σκύλοι πολλοί, όχλος κακόβουλων µε απέκλεισε, µου έσκαψαν πληγές στα χέρια και τα πόδια .
18 [εξηρίθµησαν πάντα τ`α [οστ~α µου, α[υτο` ι δ`ε κατενόησαν κα` ι [επε~ ιδόν µε.
18 Τα οστά µου καταµέτρησαν, κι αυτοί παρατηρούσαν κι επόπτευαν. 19 ∆ιαµοίρασαν τα ιµάτιά µου µεταξύ τους, τα έβαλαν σε κλήρο.
19 διεµερίσαντο τ`α ] ιµάτιά µου ]εαυτο~ ις κα` ι [επ` ι τ`ον ] ιµατισµόν µου {εβαλον κλ~ηρον.
20 Όµως, Κύριε, εσύ µην αναβάλλεις την βοήθειά σου, σπεύσε σε προστασία µου.
20 σ`υ δέ, Κύριε, µ`η µακρύν?ης τ`ην βοήθειάν µου, ε[ ις τ`ην [αντίληψίν µου πρόσχες.
21 Απάλλαξε απ’ την ροµφαία τη ζωή µου, κι απ’ τις ενέργειες του σκύλων, την ψυχή µου, την µοναδική.
21 ρ~υσαι [απ`ο ροµφαίας τ`ην ψυχήν µου, κα` ι [εκ χειρ`ος κυν`ος τ`ην µονογεν~η µου.
22 Σώσε την ταπεινότητά µου από το στόµα του λιονταριού και από τα κέρατα των µονόκερων.
22 σω ~ σόν µε [εκ στόµατος λέοντος κα` ι [απ`ο κεράτων µονοκερώτων τ`ην ταπείνωσίν µου.
23 Στους αδελφούς µου θα γνωρίσω το όνοµά σου, και θα σε υµνήσω στις συναθροίσεις µας.
23 διηγήσοµαι τ`ο {ονοµά σου το~ ις [αδελφο~ ις µου, [εν µέσω? [εκκλησίας ]υµνήσω σε.
24 Οι φοβούµενοι τον Κύριο υµνήστε τον, όλοι οι απόγονοι του Ιακώβ, δοξάστε, φοβηθείτε τον, ο λαός ολόκληρος του Ισραήλ..
24 ο] ι φοβούµενοι Κύριον, α[ ινέσατε α[υτόν, \απαν τ`ο σπέρµα [ Ιακώβ, δοξάσατε α[υτόν, φοβηθήτωσαν α[υτόν \απαν τ`ο σπέρµα [ Ισραήλ,
25 Γιατί δεν περιφρόνησε την δέηση του φτωχού ούτε αγανάκτησε εναντίον του, ούτε απέστρεψε το πρόσωπό του από µένα, και την κραυγή µου εισάκουσε.
25 \οτι ο[υκ [εξουδένωσεν ο[υδ`ε προσώχθισεν τ~?η δεήσει το~υ πτωχο~υ, ο[υδ`ε [απέστρεψεν τ`ο πρόσωπον α[υτο~υ [απ’ [εµο~υ κα` ι [εν τω ~? κεκραγέναι µε πρ`ος α[υτόν ε[ ισήκουσέ µου. 26 παρά σο~υ ]ο {επαινός µου, [εν [εκκλησί?α µεγάλ?η [εξοµολογήσοµαί σοι, τάς ε[υχάς µου [αποδώσω [ενώπιον τω ~ ν φοβουµένων σε.
26 Ο έπαινός µου αναδύεται από σένα, ύµνους θα σου αναπέµψω στη µεγάλη συνάθροιση, µπροστά σε αυτούς που σε φοβούνται, θα σου αποδώσω ευχές.
27 φάγονται πένητες κα` ι [εµπλησθήσονται, κα` ι α[ ινέσουσιν Κύριον ο] ι [εκζητο~υντες α[υτόν· ζήσονται α] ι καρδίαι α[υτω ~ ν ε[ ις α[ ιω ~ να α[ ιω ~ νος.
27 Θα φάνε, θα χορτάσουν οι φτωχοί, τον Κύριο θα υµνήσουν όσοι τον ζητούν, και οι ψυχές τους θα επιζήσουν στους αιώνες.
[22]
28 Θα θυµηθούν και θα επιστρέψουνε στον Κύριο όλοι, από τα πέρατα της γης, κι όλα τα γένη των εθνών θα πέσουν να τον προσκυνήσουν.
28 µνησθήσονται κα` ι [επιστραφήσονται πρ`ος Κύριον πάντα τ`α πέρατα τ~ης γ~ης κα` ι προσκυνήσουσιν [ενώπιόν α[υτο~υ π~ασαι α] ι πατρια` ι τω ~ ν [εθνω ~ ν·
29Γιατί η βασιλεία είναι του Κυρίου, αυτός δεσπόζει των εθνών.
~ ν [εθνω ~ ν. 29 \οτι το~υ Κυρίου ]η βασιλεία κα` ι α[υτ`ος δεσπόζει τω
30 Έφαγαν και προσκύνησαν όλοι οι πλούσιοι της γης. Μπροστά του θα προσπέσουν όσοι στη γη κατέρχονται. Και η ψυχή µου σε αυτόν θα ζει.
30 {εφαγον κα` ι προσεκύνησαν πάντες ο] ι πίονες τ~ης γ~ης· [ενώπιον α[υτο~υ προπεσο~υνται πάντες ο] ι καταβαίνοντες ε[ ις τ`ην γ~ην. κα` ι ]η ψυχή µου α[υτω ~? ζ~?η.
31 Και οι απόγονοί µου αυτόν θα υπηρετήσουν. Και αυτή η ερχόµενη γενεά ας αναγγελθεί στον Κύριο.
~? . [αναγγελήσεται τω ~? Κυρίω ? 31 κα` ι τ`ο σπέρµα µου δουλεύσει α[υτω γενεά ]η [ερχοµένη,
32 Και στον λαό που πρόκειται να γεννηθεί, λαό που θα δηµιουργήσει ο Κύριος, αυτοί θα διακηρύξουν την δικαιοσύνη του.
32 κα` ι [αναγγελο~υσιν τ`ην δικαιοσύνην α[υτο~υ λαω ~? τω ~? τεχθησοµένω? , \ον [εποίησεν ]ο Κύριος.
[23]
ΨΑΛΜΟΣ 37 ΛΖ΄ (ΛΗ΄)
ΨΑΛΜΟΣ 37 ΛΖ΄ (ΛΗ΄)
Ψαλµ`ος τω ~? ∆αυΐδ· ε[ ις [ανάµηνσιν περ`ι σαββάτου.
Ψαλµός του ∆αβίδ. Σε ανάµνηση, για το Σάββατο.
2 Κύριε µ`η τω ~? θυµω ~? σου [ελέγξ?ης µε, µηδ`ε τ~?η [οργ~?η σου παιδεύσ?ης µε.
2 Κύριε, µη µε ελέγξεις στον θυµό σου, και µη µε συνετίσεις µε οργή.
3 \οτι τ`α βέλη σου [ενεπάγησάν µοι, κα` ι [επεστήρισας [επ’ [εµ`ε τ`ην χε~ ιρά σου·
3 Γιατί τα βέλη σου µπήχτηκαν µέσα µου, και το χέρι σου πάνω µου είναι βαρύ.
4 ο[υκ {εστιν { ιασις [εν τ~?η σαρκί µου [απ`ο προσώπου τ~ης [οργ~ης σου, ο[υκ {εστιν ε[ ιρήνη το~ ις [οστέοις µου [απ`ο προσώπου τω ~ ν ]αµαρτιω ~ ν µου.
4 Ένεκα της οργής σου η σάρκα µου δεν γιατρεύεται, κι ένεκα των αµαρτιών µου δεν ειρηνεύουν τα οστά µου.
5 \οτι α] ι [ανοµίαι µου ]υπερ~ηραν τ`ην κεφαλήν µου, ω] σε` ι φορτίον βαρύ [εβαρύνθησαν [επ’ [εµέ.
5 Γιατί οι ανοµίες µου ξεπέρασαν την κεφαλή µου, και σαν βαρύ φορτίο µε βάρυναν.
6 προσώζεσαν κα` ι [εσάπησαν ο] ι µώλωπές µου [απ`ο προσώπου τ~ης [αφροσύνης µου·
6 Βρόµισαν και σάπισαν οι πληγές µου από την αφροσύνη µου.
7 [εταλαιπώρησα κα` ι κατεκάµφθην \εως τέλους, \ολην τ`ην ]ηµέραν σκυθρωπάζων [επορευόµην.
7 Ταλαιπωρήθηκα, κατακυρτώθηκα, πορευόµουν σκυθρωπός όλη µέρα.
8 \οτι α] ι ψόαι µου [επλήσθησαν [εµπαιγµάτων, κα` ι ο[υκ {εστιν { ιασις [εν τ~?η σαρκί µου.
8 Γιατί τα σωθικά µου γέµισαν χλεύη και δεν υπάρχει θεραπεία για την σάρκα µου.
9 [εκακώθην κα` ι [εταπεινώθην \εως σφόδρα, ω [ ρυόµην [απ`ο στεναγµο~υ τ~ης καρδίας µου.
9 Ταπεινώθηκα και βασανίστηκα σφόδρα, γόγγυζα από τους στεναγµούς της καρδιάς µου.
10 Κύριε, [εναντίον σου π~ασα ]η [επιθυµία µου, κα` ι ]ο στεναγµός µου [απ`ο σο~υ ο[υκ [απεκρύβη.
10 Κύριε, κάθε επιθυµία µου κείται µπροστά σου και τον στεναγµό µου δεν σου απέκρυψα.
11 ]η καρδία µου [εταράχθη, [εγκατέλιπέν µε ]η [ ισχύς µου, κα` ι τ`ο φω ~ ς τω ~ ν [οφθαλµω ~ ν µου, κα` ι α[υτ`ο ο[υκ {εστιν µετ’ [εµο~υ.
11 Η καρδιά µου ταράχθηκε, η δύναµή µου µε εγκατέλειψε, και το φως των µατιών µου, κι αυτό ακόµη µε άφησε.
12 ο] ι φίλοι µου κα` ι ο] ι πλησίον µου [εξ [εναντίας µου {ηγγισαν κα` ι {εστησαν, κα` ι ο] ι {εγγιστά µου [απ`ο µακρόθεν {εστησαν·
12 Οι φίλοι µου και οι δικοί µου ήρθαν κοντά µου αλλά σταµάτησαν, οι πιο δικοί µου σταµάτησαν µακριά.
13 κα` ι [εξεβιάζοντο ο] ι ζητο~υντες τ`ην ψυχήν µου, κα` ι ο] ι ζητο~υντες τ`α
13 Και εκείνοι που ζητούσαν την ζωή µου ασκούσαν βία, κι εκείνοι που
[24]
κακά µοι [ελάλησαν µαταιότητας κα` ι δολιότητας \ολην τ`ην ]ηµέραν [εµελέτησαν.
ζητούσαν το κακό µου µαταιολογούσαν, και δολοπλοκούσαν όλη την ηµέρα.
14 [εγ`ω δ`ε ω ] σε` ι κωφ`ος ο[υκ {ηκουον κα` ι ω] σε` ι {αλαλος ο[υκ [ανοίγων τ`ο στόµα α[υτο~υ·
14 Κι εγώ σαν να ‘µουνα τάχα κουφός δεν άκουγα, και σαν να ήµουνα βουβός δεν άνοιγα το στόµα µου.
15 κα` ι [εγενόµην ω ] σε` ι {ανθρωπος ο[υκ [ακούων κα` ι ο[υκ {εχων [εν τω ~? στόµατι α[υτο~υ [ελεγµούς.
15 Και έγινα σαν άνθρωπος που δεν ακούει και δεν µπορεί να αρθρώσει αντιρρήσεις.
16 \οτι [επ` ι σοί, Κύριε, {ηλπισα· σ`υ ε[ ισακούσ?η, Κύριε ]ο Θεός µου,
16 Γιατί σε σένα ήλπισα Κύριε, ότι εσύ θα εισακούσεις, Κύριε, Θεέ µου.
17 \οτι ε@ ιπα· µήποτε [επιχαρω ~ σί µοι ο] ι [εχθρο` ι µου· κα` ι [εν τω ~? σαλευθ~ηναι πόδας µου [επ’ [εµ`ε [εµεγαλορρηµόνησαν.
17 Γιατί είπα: ουδέποτε οι εχθροί µου θα χαρούν, και όταν κλονιστούν τα πόδια µου δεν θα κοµπάσουν.
18 \οτι [εγ`ω ε[ ις µάστιγας \ετοιµος, κα` ι ]η [αλγηδών µου [ενώπιόν µού [εστι δι`α παντός.
18 Γιατί είµαι έτοιµος για µαστίγωση, και ο πόνος µου, βρίσκεται πάντοτε µπροστά µου.
~ κα` ι µεριµνήσω ]υπέρ τ~ης 19 \οτι τ`ην [ανοµίαν µου [εγ`ω [αναγγελω ]αµαρτίας µου.
19 Γιατί θ’ αποκαλύψω την ανοµία µου, και θα φροντίσω η αµαρτία µου να µετριαστεί.
20 ο] ι δ`ε [εχθρο` ι µου ζω ~ σιν κα` ι κεκραταίωνται ]υπέρ [εµέ, κα` ι [επληθύνθησαν ο] ι µισο~υντές µε [αδίκως·
20 Αλλά οι εχθροί µου ζουν και µε υπερβαίνουν σε δύναµη, και αυξάνονται όσοι µε µισούν.
21 ο] ι [ανταποδιδόντες κακά [αντ` ι [αγαθω ~ ν [ενδιέβαλλόν µε, [επε` ι κατεδίωκον [αγαθοσύνην.
21 Αυτοί που µου ανταποδίδουνε κακά αντί αγαθών µε διέβαλαν επειδή επιδιώκω το αγαθό.
22 µ`η [εγκαταλίπ?ης µε, Κύριε· ]ο Θεός µου µ`η [αποστ~?ης [απ’ [εµο~υ·
22 Μη µε εγκαταλείπεις Κύριε, Θεέ µου, µην αποµακρύνεσαι από µένα.
23 πρόσχες ε[ ις τ`ην βοήθειάν µου, Κύριε τ~ης σωτηρίας µου.
23 Έλα, βοήθησέ µε, Κύριε της σωτηρίας µου
[25]
ΨΑΛΜΟΣ 38 ΛΗ΄ (ΛΘ΄)
ΨΑΛΜΟΣ 38 ΛΗ΄ (ΛΘ΄)
Ε[ ις τ`ο τέλος το~υ [ Ιδιθούν· ω [? δ`η τωω ~? ∆αυΐδ.
Στον αρχιµουσικό Ιδιθούν. Ωδή του ∆αβίδ.
2 Ε@ ιπα· φυλάξω τ`ας ]οδούς µου το~υ µ`η ]αµαρτάνειν [εν γλώσσ?η µου· ~? στόµατί µου φυλακήν [εν τω ~? συστ~ηναι τ`ον ]αµαρτωλ`ον [εθέµην τω [εναντίον µου.
2 Σκέφτηκα: να προσέξω πώς συµπεριφέροµαι, να µη αµαρτάνω µε όσα λέω. Κι έβαλα χαλινό στο στόµα µου, να µην δώσω δικαίωµα σε αµαρτωλό που είναι απέναντί µου.
~ ν, κα` ι τ`ο {αλγη3 [εκωφώθην κα` ι [εταπεινώθην κα` ι [εσίγησα [εξ [αγαθω µά µου [ανεκαινίσθη.
3 Βουβάθηκα και ταπεινώθηκα και σίγησα ακόµη και για πράγµατα αγαθά. Αλλά τότε επανεντάθηκε ο πόνος µου.
4 [εθερµάνθη ]η καρδία µου [εντός µου, κα` ι [εν τ~?η µελέτ?η µου [εκκαυθήσεται π~υρ. [ελάλησα [εν γλώσσ?η µου·
4 Ζεστάθηκε η καρδιά µου, και απ’ τη µελέτη µέσα µου άναψε φωτιά .Και τότε µίλησα και είπε η γλώσσα µου:
5 γνώρισόν µοι, Κύριε, τ`ο πέρας µου κα` ι τ`ον [αριθµ`ον τω ~ ν ]ηµερω ~ ν µου, τίς [εστιν, \ ινα γνω ~ τί ]υστερω ~ [εγώ.
5 Κύριε, γνώρισέ µου το τέλος µου και ποιος ο αριθµός των ηµερών µου, να µάθω τι µε περιµένει.
] σε` ι 6 [ ιδο`υ παλαιστ`ας {εθου τ`ας ]ηµέρας µου, κα` ι ]η ]υπόστασίς µου ω ο[υθέν [ενώπιόν σου· πλήν τ`α σύµπαντα µαταιότης, π~ας {ανθρωπος ζω ~ ν.
6 Να, µε παλάµες µετριέται η ζωή µου και η ύπαρξή µου σαν το τίποτα µπροστά σου. Μάταια είναι όλα, και η ανθρώπινη ζωή.
7 µέντοιγε [εν ε[ ικόνι διαπορεύεται {ανθρωπος, πλήν µάτην ταράσσεται· θησαυρίζει κα` ι ο[υ γινώσκει τίνι συνάξει α[υτά.
7 Πράγµατι, σαν εικόνα περνά ο άνθρωπος, µάταια βασανίζεται. Μαζεύει, θησαυρίζει µη ξέροντας για ποιον.
8 κα` ι ν~υν τίς ]η ]υποµονή µου; ο[υχ`ι ]ο Κύριος; κα` ι ]η ]υπόστασίς µου παρά σοί [εστιν.
8 Για τί, λοιπόν, η υποµονή µου; Όχι για τον Κύριο; Η ύπαρξή µου είναι δίπλα σου.
9 [απ`ο πασω ~ ν τω ~ ν [ανοµιω ~ ν µου ρ~υσαί µε, {ονειδος {αφρονι {εδωκάς µε. 10 [εκωφώθην κα` ι ο[υκ {ηνοιξα τ`ο στόµα µου \οτι σ`υ [αποίησας.
9 Απάλλαξέ µε από τις ανοµίες µου. Όνειδος µε κατάντησες, ακόµη και του άφρονα.
11 [απόστησον [απ’ [εµο~υ τ`ας µάστιγάς σου· [απ`ο γ`αρ τ~ης [ ισχύος τ~ης χειρός σου [εγώ [εξέλιπον.
10 Βουβάθηκα, δεν άνοιξα το στόµα µου, γιατί εσύ τα έκανες αυτά. 11 Απόσυρε τις µαστιγώσεις σου. Το δυνατό σου χέρι θα µε αφανίσει.
] ς 12 [εν [ελεγµο~ ις ]υπ`ερ [ανοµίας [επαίδευσας {ανθρωπον κα` ι [εξέτηξας ω [αράχνην τ`ην ψυχήν α[υτο~υ· πλήν µάτην ταράσσεται π~ας {ανθρωπος.
12 Με ελέγχους για ανοµία παιδεύεις τον άνθρωπο και σαν αράχνη εξαντλείς την ζωή του. Όµως µάταια βασανίζεται ο άνθρωπος.
[26]
13 ε[ ισάκουσον τ~ης προσευχ~ης µου, Κύριε, κα` ι τ~ης δεήσεώς µου, [ενώτισαι τω ~ ν δακρύων µου· µ`η παρασιωπήσ?ης, \οτι πάροικος [εγώ ε[ ιµι παρά σο` ι κα` ι παρεπίδηµος καθώς πάντες ο] ι πατέρες µου.
13 Την προσευχή µου άκουσε, Κύριε, την δέησή µου, τα δάκρυά µου πρόσεξε. Μην τ' αποκρύπτεις όλα αυτά µε την σιωπή σου, γιατί είµαι µέτοικος εδώ σ’ εσένα, πρόσκαιρος, καθώς και όλοι οι πρόγονοί µου
14 {ανες µοι \ ινα [αναψύξω πρ`ο το~υ µε [απελθε~ ιν κα` ι ο[υκέτι µ`η ]υπάρξω.
14 Άσε µε λίγο να συνέλθω, πριν αποχωρήσω, και πάψω πια να υπάρχω.
[27]
ΨΑΛΜΟΣ 49 ΜΘ΄ (Ν΄)
ΨΑΛΜΟΣ 49 ΜΘ΄ (Ν΄)
Ψαλµ`ος τω ~? [ Ασάφ.
Ψαλµός του Ασάφ.
1 Θεός θεω ~ ν Κύριος [ελάλησε κα` ι [εκάλεσε τ`ην γ~ην [απ`ο [ανατολω ~ ν ]ηλίου µέχρι δυσµω ~ ν.
1 Ο Θεός των θεών, ο Κύριος, εµίλησε και κάλεσε την γη απ’ την ανατολή του ήλιου ως την δύση.
2 [εκ Σι`ων ]η ε[υπρέπεια τ~ης ω ] ραιότητος α[υτο~υ·
2 Απ' την Σιών προβάλλει η µεγαλοπρέπεια της ωραιότητάς του.
~ ς \ηξει, ]ο Θεός ]ηµω ~ ν, κα` ι ο[υ παρασιωπήσεται· π~υρ 3 ]ο Θεός [εµφανω [εναντίον α[υτο~υ καυθήσεται, κα` ι κύκλω? α[υτο~υ καταιγίς σφόδρα.
3 Θα έρθει φανερά ο Θεός, ο Θεός µας, δεν θα αποσιωπήσει. Μπροστά του θα καίει φωτιά. Τριγύρω του σφοδρή καταιγίδα.
4 προσκαλέσεται τ`ον ο[υραν`ον {ανω κα` ι τ`ην γ~ην το~υ διακρ~ ιναι τ`ον λα`ον α[υτο~υ.
4 Τον ουρανό από πάνω θα καλέσει, και την γη, να κρίνει τον λαό του. 5 Συγκεντρώστε µπροστά του εκείνους που αφοσιώθηκαν σ’ αυτόν, εκείνους που, µε θυσίες, ασπάστηκαν την διαθήκη του.
~? το`υς ]οσίους α[υτο~υ το`υς διατιθεµένους τ`ην 5 συναγάγετε α[υτω διαθήκην α[υτο~υ [επ` ι θυσίαις,
6 Και οι ουρανοί θα αναγγείλουν την δικαιοσύνη του, γιατί ο Θεός είναι κριτής.
6 κα` ι [αναγγελο~υσιν ο] ι ο[υρανο` ι τ`ην δικαιοσύνην α[υτο~υ, \οτι ]ο Θε`ος κριτής [εστι.
7 Λαέ µου άκουσε, σε σένα απευθύνοµαι Ισραήλ, και διαµαρτύροµαι. Ο Θεός, ο Θεός σου είµαι εγώ.
7 {ακουσον, λαός µου, κα` ι λαλήσω σοι, [ Ισρα`ηλ, κα` ι διαµαρτύροµαί σοι· ]ο Θε`ος ]ο Θεός σο`υ ε[ ιµι [εγώ. 8 ο[υκ [επ` ι τα~ ις θυσίαις σου [ελέγξω σε, τ`α δ`ε ]ολοκαυτώµατά σου [ενώπιόν µο`υ [εστιν διά παντός.
8 ∆εν θα σ’ ελέγξω για τις θυσίες σου, τα ολοκαυτώµατά σου είναι πάντοτε µπροστά µου.
9 ο[υ δέξοµαι [εκ το~υ ο{ ικου σου µόσχους ο[υδ`ε [εκ τω ~ ν ποιµνίων σου χιµάρους.
9 Τους µόσχους του οίκου σου δεν θα δεχθώ, ούτε τους τράγους από τα ποίµνιά σου.
10 \οτι [εµά [εστι πάντα τ`α θηρία το~υ δρυµο~υ κτήνη [εν το~ ις {ορεσι κα` ι βόες·
10 Γιατί δικά µου είναι όλα τα θηρία του δάσους κι όλα τα κτήνη των βουνών και οι βόες
] ραιότης [αγρο~υ µετ’ 11 {εγνωκα πάντα τ`α πετεινά το~υ ο[υρανο~υ, κα` ι ω [εµο~υ [εστιν.
11 Γνώρισα όλα όσα πετούν στον ουρανό, και η οµορφιά του αγρού είναι δική µου.
12 [εάν πεινάσω, ο[υ µή σοι ε{ ιπω· [εµ`η γάρ [εστιν ]η ο[ ικουµένη κα` ι τ`ο πλήρωµα α[υτ~ης.
12 Και αν πεινάσω δεν θα σου το πω. ∆ικιά µου η οικουµένη και όλα όσα περιέχονται σ’ αυτήν.
[28]
13 µ`η φάγοµαι κρέα ταύρων {η α# ιµα τράγων πίοµαι;
13 Μήπως θα φάω κρέας ταύρων ή αίµα τράγων θα πιω;
14 θ~υσον τω ~? Θεω ~? θυσίαν α[ ινέσεως κα` ι [απόδος τω ~? ] Υψίστω? τ`ας ε[υχάς σου·
14 Θυσίασε λοιπόν θυσία ύµνου στον Θεό, και απόδωσε στον Ύψιστο εκείνα που υποσχέθηκες.
15 κα` ι [επικάλεσαί µε [εν ]ηµέρ?α θλίψεως, κα` ι [εξελο~υµαί σε κα` ι δοξάσεις µε.
15 Και κάλεσέ µε σε ηµέρα θλίψεως κι εγώ θα σε ελαφρώσω, και θα µε δοξάσεις.
16 τω ~? δ`ε ]αµαρτωλω ~? ε@ ιπεν ]ο Θεός· \ ινατί σ`υ [εκδιηγ~?η τ`α δικαιώµατά µου κα` ι [αναλαµβάνεις τ`ην διαθήκην µου διά στόµατός σου;
16 Και είπε στον αµαρτωλό ο Θεός: Γιατί διαλαλείς τις απαιτήσεις µου και αναλαµβάνεις να µιλάς για την διαθήκη µου;
17 σ`υ δ`ε [εµίσησας παιδείαν κα` ι [εξέβαλες το`υς λόγους µου ε[ ις τ`α [οπίσω.
17 Εσύ εµίσησες τις διδαχές µου, κι έριχνες πίσω σου τους λόγους µου.
18 ε[ ι [εθεώρεις κλέπτην, συνέτρεχες α[υτω ~? , κα` ι µετ`α µοιχο~υ τ`ην µερίδα σου [ετίθεις.
18 Συνέτρεχες τον κλέφτη όπου τον έβλεπες, και όντας µε µοιχό ζητούσες το µερίδιό σου.
19 τ`ο στόµα σου [επλεόνασε κακίαν, κα` ι ]η γλω ~ σσά σου περιέπλεκε δολιότητας· 20 καθήµενος κατά το~υ [αδελφο~υ σου κατελάλεις κα` ι κατά το~υ υ] ιο~υ τ~ης µητρός σου [ετίθεις σκάνδαλον.
19 Στο στόµα σου η κακία πλεόναζε και η γλώσσα σου ύφαινε απάτες. 20 Κακολογούσες τον συνάνθρωπό σου, όπου καθόσουνα, και στης µητέρας σου τον γιο έστηνες παγίδες
21 τα~υτα [εποίησας, κα` ι [εσίγησα· ]υπέλαβες [ανοµίαν, \οτι {εσοµαί σοι \οµοιος· [ελέγξω σε κα` ι παραστήσω κατ`α πρόσωπόν σου τ`ας ]αµαρτίας σου.
21 Τα ‘κανες όλα αυτά κι εγώ εσίγησα. Θεώρησες, ανόµως, πως σου είµαι όµοιος. Θα σε ελέγξω, φέρνοντας µπροστά σου τις αµαρτίες σου.
22 σύνετε δ`η τα~υτα, ο] ι [επιλανθανόµενοι το~υ Θεο~υ, µήποτε ]αρπάσ?η κα` ι µ`η @?η ]ο ρυόµενος.
22 Έχετε υπόψη σας αυτά, εσείς που λησµονείτε τον Θεό, µήπως και σας αρπάξει, και τότε πια κανείς δεν θα σας σώσει.
23 θυσία α[ ινέσεως δοξάσει µε, κα` ι [εκε~ ι ]οδός, #?η δείξω α[υτω ~? τ`ο σωτήριόν µου.
23 Θυσία ύµνων, µόνο αυτή θα µε δοξάσει, και µόνο αυτή είναι η οδός όπου θα αποκαλύψω, σε όποιον την ακολουθεί, τη σωτηρία µου.
[29]
ΨΑΛΜΟΣ 50 Ν΄ (ΝΑ΄)
ΨΑΛΜΟΣ 50 Ν΄ (ΝΑ΄)
Ε[ ις τ`ο τέλος· ψαλµ`ος τω ~? ∆αυΐδ 2 έν τω ~? [ελθε~ ιν πρ`ος α[υτ`ον Νάθαν τ`ον προφήτην,]ηνίκα ε[ ισ~ηλθε πρ`ος Βηρσαβεέ.
Στον αρχιµουσικό, ψαλµός του ∆αβίδ 2 µε την έλευση του προφήτη Νάθαν , αφού συνάντησε την Βηρσαβεέ.
3 [ Ελέησόν µε, ]ο Θεός, κατά τ`ο µέγα {ελεός σου κα` ι κατά τ`ο πλ~ηθος τω ~ ν ο[ ικτιρµω ~ ν σου [εξάλειψον τ`ο [ανόµηµά µου·
3 Ελέησέ µε, Θεέ µου, κατά το µέγα έλεός σου και κατά την έκταση της ευσπλαχνίας σου εξάλειψε το ανόµηµά µου.
4 [επ` ι πλε~ ιον πλ~υνόν µε [απ`ο τ~ης [ανοµίας µου κα` ι [απ`ο τ~ης ]αµαρτίας µου καθάρισόν µε.
4 Και πλένε µε, διαρκώς, από την ανοµία µου και από την αµαρτία µου καθάρισέ µε.
5 \οτι τ`ην [ανοµίαν µου [εγ`ω γινώσκω, κα` ι ]η ]αµαρτία µου [ενώπιόν µού [εστιν δι`α παντός.
5 Γιατί γνωρίζω την ανοµία µου, και η αµαρτία µου θα µένει εµπρός µου δια παντός.
6 σο` ι µόνω? \ηµαρτον κα` ι τ`ο πονηρόν [ενώπιόν σου [εποίησα, \οπως {αν δικαιωθ~?ης [εν το~ ις λόγοις σου, κα` ι νικήσ?ης [εν τω ~? κρίνεσθαί σε.
6 Μόνο σε σένα αµάρτησα πράττοντας πονηρά ενώπιόν σου, για να δικαιωθούν τα λόγια σου και όταν κρίνεσαι να είσαι νικητής.
7 [ ιδού γάρ [εν [ανοµίαις συνελήφθην κα` ι [εν ]αµαρτίαις [εκίσσησέν µε ]η µήτηρ µου.
7 Γιατί σε ανοµίες είχα συλληφθεί και σε αµαρτίες κυοφόρησε η µητέρα µου.
8 [ ιδού γάρ [αλήθειαν [ηγάπησας, τ`α {αδηλα κα` ι τ`α κρύφια τ~ης σοφίας σου [εδήλωσάς µοι.
8 Αλλά να, εσύ που την αλήθεια αγάπησες, τ’ άδηλα της σοφίας σου και τα απόκρυφα της µου φανέρωσες.
9 ραντιε~ ις µε ]υσσώπω? κα` ι καθαρισθήσοµαι· πλυνε~ ις µε, κα` ι ]υπέρ χιόνα λευκανθήσοµαι.
9 Θα µε ραντίσεις µε ύσσωπο και θα καθαριστώ. Θα µε αποπλύνεις, και θα ασπρίσω περισσότερο απ’ το χιόνι.
10 [ακουτιε~ ις µοι [αγαλλίασιν κα` ι ε[υφροσύνην, [αγαλλιάσονται [οστ~α τεταπεινωµένα.
10 Έτοιµο θα µε κάνεις να αισθανθώ ευφροσύνη κι αγαλλίαση, και τα ταπεινωµένα οστά µου θ’ αγάλλονται.
11 [απόστρεψον τ`ο πρόσωπόν σου [απ`ο τω ~ ν ]αµαρτιω ~ ν µου κα` ι πάσας τάς [ανοµίας µου [εξάλειψον.
11 Απόστρεψε το πρόσωπό σου από τις αµαρτίες µου κι όλες τις ανοµίες µου εξάλειψε.
12 καρδίαν καθαράν κτίσον [εν [εµοί, ]ο Θεός, κα` ι πνε~υµα ε[υθές [εγκαίνισον [εν το~ ις [εγκάτοις µου.
12 Μέσα µου κτίσε καθαρή καρδιά, Θεέ µου, κι εγκαινίασε πνεύµα ορθό στα έγκατά µου.
13 µ`η [απορρίψ?ης µε [απ`ο το~υ προσώπου σου κα` ι τ`ο πνε~υµά σου τ`ο \αγιόν µ`η [αντανέλ?ης [απ’ [εµο~υ.
13 Μη µε αποδιώχνεις από µπροστά σου, και µη µου αφαιρέσεις το πνεύµα σου το άγιο.
[30]
14 [απόδος µοι τ`ην [αγαλλίασιν το~υ σωτηρίου σου κα` ι πνεύµατι ]ηγεµονικω ~? στήριξόν µε.
14 Απόδωσέ µου την αγαλλίαση της σωτηρίας σου και στήριξέ µε µε θέληση ηγεµονική.
15 διδάξω [ανόµους τάς ]οδούς σου, κα` ι [ασεβε~ ις [επ` ι σ`ε [επιστρέψουσι.
15 Θα διδάξω στους άνοµους τον δρόµο σου και οι ασεβείς θα γυρίσουν κοντά σου
16 ρ~υσαί µε [εξ α] ιµάτων, ]ο Θε`ος ]ο Θε`ος τ~ης σωτηρίας µου· [αγαλλιάσεται ]η γλω ~ σσά µου τ`ην δικαιοσύνην σου.
16 Απάλλαξέ µε από το αίµα Θεέ µου, Θεέ της σωτηρίας µου. Η γλώσσα µου θα αγαλλιάσει υµνώντας την δικαιοσύνη σου.
17 Κύριε, τ`α χείλη µου [ανοίξεις, κα` ι τ`ο στόµα µου [αναγγελε~ ι τ`ην α{ ινεσίν σου.
17 Κύριε, τα χείλη µου θ’ ανοίξεις και το στόµα µου θα απαγγέλλει ύµνους σου.
18 \οτι ε[ ι [ηθέλησας θυσίαν, {εδωκα {αν· ]ολοκαυτώµατα ο[υκ ε[υδοκήσεις.
18 Γιατί αν ήθελες θυσία θα στην έδινα. Αλλά εσένα δεν σ’ ευχαριστούν τα ολοκαυτώµατα.
19 θυσία τω ~? Θεω ~? πνε~υµα συντετριµµένον, καρδίαν συντετριµµένην κα` ι τεταπεινωµένην ]ο Θε`ος ο[υκ [εξουδενώσει.
19 Θυσία στον Θεό, µε πνεύµα συντετριµµένο. Καρδιά συντετριµµένη και ταπεινωµένη ο Θεός δεν θ’ απορρίψει.
20 [αγάθυνον, Κύριε, [εν τ~?η ε[υδοκί?α σου τ`ην Σιών, κα` ι ο[ ικοδοµηθήτω τ`α τείχη [ Ιερουσαλήµ·
20 Ευδόκησε, Κύριε, µε την αγαθότητά σου την Σιών, να οικοδοµηθούν τα τείχη της Ιερουσαλήµ
21 τότε ε[υδοκήσεις θυσίαν δικαιοσύνης, [αναφοράν κα` ι ]ολοκαυτώµατα· τότε [ανοίσουσιν [επ` ι τ`ο θυσιαστήριόν σου µόσχους.
21 Τότε θα στέρξεις σε θυσίες δικαιοσύνης, προσφορά και ολοκαυτώµατα. Τότε θα οδηγήσουν πάνω στο θυσιαστήριό σου µόσχους.
[31]
ΨΑΛΜΟΣ 62 ΞΒ΄ (ΞΓ΄)
ΨΑΛΜΟΣ 62 ΞΒ΄ (ΞΓ΄)
Ψαλµ`ος τω ~? ∆αυΐδ [εν τω ~? ε@ ιναι α[υτ`ον [εν τ~?η [ερήµω ? τ~ης [ Ιδουµαίας.
Ψαλµός του ∆αβίδ όταν ήταν στην έρηµο της Ιδουµαίας.
2 Θεέ µου, Θεέ µου, µαζί σου απ’ την αυγή. Η ψυχή µου δίψασε για σένα, και η σάρκα µου πολλές φορές, στην γη την έρηµη, την άβατη και άνυδρη.
2 ] Ο Θε`ος ]ο Θεός µου, πρ`ος σ`ε [ορθρίζω· [εδίψησέν σοι ]η ψυχή µου, ποσαπλω ~ ς σοι ]η σάρξ µου [εν γ~?η [ερήµω ? κα` ι [αβάτω? κα` ι [ανύδρω? . 3 ο\υτως [εν τω ~? ]αγίω? ω { φθην σοι το~υ [ ιδε~ ιν τ`ην δύναµίν σου κα` ι τ`ην δόξαν σου.
3 Έτσι σε είδα στο αγιαστήριο και γνώρισα την δόξα σου και την ισχύ σου.
4 \οτι κρε~ ισσον τ`ο {ελεός σου ]υπέρ ζωάς· τ`α χείλη µου [επαινέσουσί σε.
4 Γιατί το έλεός σου καλύτερο είναι απ’ την ζωή. Θα σ’ επαινέσουν τα χείλη µου.
~? η µου [εν τω ~? [ονόµατί σου [αρω ~ τάς 5 ο\υτως ε[υλογήσω σε [εν τ~?η ζω χε~ ιράς µου.
5 Έτσι θα σε υµνώ στη διάρκεια της ζωής µου, και στ’ όνοµά σου θα υψώνω τα χέρια µου.
6ω ] σε` ι στέατος κα` ι πιότητος [εµπλησθείη ]η ψυχή µου, κα` ι χείλη [αγαλλιάσεως α[ ινέσει τ`ο στόµα µου.
6 Σαν από πλούσια και λιπαρά φαγιά να γέµισε η ψυχή µου, το στόµα µου θα σε υµνεί µε χείλη αγαλλίασης.
7 ε[ ι [εµνηµόνευόν σου [επ` ι τ~ης στρωµν~ης µου, [εν το~ ις {ορθροις [εµελέτων ε[ ις σε·
7 Όταν σε αναθυµάµαι στο στρώµα µου σε µελετώ απ’ τα χαράµατα.
~ ν πτερύγων σου 8 \οτι [εγενήθης βοηθός µου, κα` ι [εν τ~?η σκέπ?η τω [αγαλλιάσοµαι.
8 Επειδή µου στάθηκες βοηθός, και πάντοτε απ’ τα φτερά σου σκεπασµένος θ’ αγάλλοµαι.
9 [εκολλήθη ]η ψυχή µου [οπίσω σου, [εµο~υ [αντελάβετο ]η δεξιά σου.
9 Η ψυχή µου προσκολλήθηκε σε σένα, και η δεξιά σου µε ανέλαβε.
10 α[υτο` ι δ`ε ε[ ις µάτην [εζήτησαν τ`ην ψυχήν µου, ε[ ισελεύσονται ε[ ις τ`α κατώτατα τ~ης γ~ης·
10 Και αυτοί ζήτησαν την ψυχή µου, αλλά µάταια, στα έγκατα της γης θα εισέλθουν
11 παραδοθήσονται ε[ ις χε~ ιρας ροµφαίας, µερίδες [αλωπέκων {εσονται.
11 Σε χέρια µε ροµφαίες θα πέσουν, σε αλεπούς µερίδες θα σφαχτούν.
12 ]ο δ`ε βασιλε`υς ε[υφρανθήσεται [επ` ι τω ~? Θεω ~? , [επαινεσθήσεται π~ας ]ο [οµνύων [εν α[υτω ~? , \οτι [ενεφράγη στόµα λαλούντων {αδικα.
12 Και ο βασιλιάς θα ευφρανθεί για του Θεού την εύνοια, όποιος ορκίζεται στ’ όνοµα του Θεού θα επαινεθεί, γιατί το στόµα αυτών που άδικα µιλούν θα κλείσει.
[32]
ΨΑΛΜΟΣ 67 ΞΖ΄ (ΞΗ΄)
ΨΑΛΜΟΣ 67 ΞΖ΄ (ΞΗ΄)
Ε[ ις τ`ο τέλος· τω ~? ∆αυΐδ ψαλµ`ος ω [? δ~ης.
Στον αρχιµουσικό. Ψαλµός ωδής του ∆αβίδ.
2 [ Αναστήτω ]ο Θε`ος κα` ι διασκορπισθήτωσαν ο] ι [εχθρο` ι α[υτο~υ, κα` ι φυγέτωσαν [απ`ο προσώπου α[υτο~υ ο] ι µισο~υντες α[υτόν.
2 Ας εγερθεί ο Θεός, και ας διασκορπιστούν οι εχθροί του, κι ας εξαφανιστούν από µπροστά του εκείνοι που τον µισούν.
3ω ] ς [εκλείπει καπνός, [εκλιπέτωσαν· ω ] ς τήκεται κηρ`ος [απ`ο προσώπου πυρός, ο\υτως [απόλοιντο ο] ι ]αµαρτωλο` ι [απ`ο προσώπου το~υ Θεο~υ.
3 Όπως χάνεται ο καπνός ας χαθούν, όπως λιώνει το κερί µπροστά στη φωτιά έτσι ας αφανιστούν οι αµαρτωλοί µπροστά στον Θεό,
4 κα` ι ο] ι δίκαιοι ε[υφρανθήτωσαν, [αγαλλιάσθωσαν [ενώπιον το~υ Θεο~υ, τερφθήτωσαν [εν ε[υφροσύν?η.
4 και οι δίκαιοι ας ευφρανθούν, ας αγαλλιάσουν µπροστά στον Θεό, ας τέρπονται σε ευφροσύνη.
~? Θεω ~? , ψάλατε τω ~? [ονόµατι α[υτο~υ· ]οδοποιήσατε τω ~? [επιβε5 {?ασατε τω βηκότι [επ` ι δυσµω ~ ν, Κύριος {ονοµα α[υτω ~? , κα` ι [αγαλλι~ασθε [ενώπιον α[υτο~υ.
5 Τραγουδήστε τον Θεό, ψάλλετε τ’ όνοµά του, ετοιµάστε την οδό σ’ αυτόν που επιβαίνει προς δυσµάς. Κύριος είναι το όνοµά του, αγαλλιάσετε ενώπιόν του.
6 ταραχθήσονται [απ`ο προσώπου α[υτο~υ, το~υ πατρ`ος τω ~ ν [ορφανω ~ ν κα` ι κριτο~υ τω ~ ν χηρω ~ ν· ]ο Θε`ος [εν τόπω? ]αγίω? α[υτο~υ.
6 Θα ταραχθούν µπροστά του, στον πατέρα ορφανών και τον κριτή χηρών. Ο Θεός στον άγιο τόπο του.
7 ]ο Θε`ος κατοικίζει µονοτρόπους [εν ο{ ικω? [εξάγων πεπεδηµένους [εν [ανδρεί?α, ]οµοίως το`υς παραπικραίνοντας, το`υς κατοικο~υντας [εν τάφοις.
7 Στεγάζει ο Θεός µοναχικούς, ελευθερώνει σε ανδρείους τους δεµένους, αλλά σε τάφους βάζει όσους τον πικραίνουν
~? [εκπορεύεσθαί σε [ενώπιον το~υ λαο~υ σου, [εν τω ~? 8 ]ο Θε`ος [εν τω διαβαίνειν σε [εν τ~?η [ερήµω ? .
8 Θεέ µου, όταν έβγαινες, µπροστά απ' τον λαού σου, όταν διάβαινες την έρηµο,
9 γ~η [εσείσθη, κα` ι γάρ ο] ι ο[υρανο` ι {εσταξαν [απ`ο προσώπου το~υ Θεο~υ το~υ Σιν~α, [απ`ο προσώπου το~υ Θεο~υ [ Ισραήλ.
9 σείστηκε η γη και έριξαν σταγόνες οι ουρανοί ενώπιον του Θεού που ήρθε στο Σινά, ενώπιον του Θεού του Ισραήλ.
10 βροχήν ]εκούσιον [αφοριε~ ις, ]ο Θεός, τ~?η κληρονοµί?α σου, κα` ι [ησθένησεν, σ`υ δ`ε κατηρτίσω α[υτήν.
10 Θέλησες, Θεέ µου, να προσφέρεις στον δικό σου τον λαό βροχή, και αρρώστησε, αλλά εσύ τον γιάτρεψες.
11 τ`α ζω ~? ά σου κατοικο~υσιν [εν α[υτ~?η· ]ητοίµασας [εν τ~?η χρηστότητί σου τω ~? πτωχω ~? , ]ο Θεός.
11 Tα ζώα σου ήδη κατοικούν σ' αυτήν. Η αγαθότητά σου την ετοίµασε για τον φτωχό, Θεέ µου
12 Κύριος δώσει ρ~ηµα το~ ις ε[υαγγελιζοµένοις δυνάµει πολλ~?η,
12 Σ' εκείνους που ευαγγελίζονται ο Κύριος θα δώσει δυνατή φωνή:
[33]
13 ]ο βασιλε`υς τω ~ ν δυνάµεων το~υ [αγαπητο~υ, τ~?η ω ] ραιότητι το~υ ο{ ικου διελέσθαι σκ~υλα.
13 ο βασιλιάς των στρατευµάτων του αγαπητού λαού του, για τον καλλωπισµό των οικιών, να µοιραστούν τα λάφυρα.
~ ν κλήρων, πτέρυγες περιστερ~ας πε14 [εάν κοιµηθ~ητε [ανά µέσον τω ριηργυρωµέναι, κα` ι τ`α µετάφρενα α[υτ~ης [εν χλωρότητι χρυσίου.
14 Και αν πλαγιάσετε ανάµεσα στους κλήρους σας, περιαργυρωµένες φτερούγες περιστεριού, µε το ανάµεσά τους διάστηµα πρασινοκίτρινο του χρυσού.
~? διαστέλλειν τ`ον [επουράνιον βασιλε~ ις [επ’ α[υτ~ης, χιονωθή15 [εν τω σονται [εν Σελµών.
15 Όταν ο επουράνιος διαχώριζε βασίλεια σ’ αυτήν, λευκοί σαν χιόνι του Σελµών.
16 {ορος το~υ Θεο~υ, {ορος π~ ιον, {ορος τετυρωµένον, {ορος π~ ιον.
16 Το όρος του Θεού όρος παχύ, πυκνό, παχύ.
17 \ ινατί ]υπολαµβάνετε, {ορη τετυρωµένα, τ`ο {ορος, \ο ε[υδόκησεν ]ο Θε`ος κατοικε~ ιν [εν α[υτω ~? ; κα` ι γάρ ]ο Κύριος κατασκηνώσει ε[ ις τέλος.
17 Γιατί αντιλέγετε εσείς, πλούσια όρη, για το όρος που ευδόκησε να κατοικήσει ο Θεός; ∆ιότι ο Θεός θα κατοικήσει σε αυτό.
18 τ`ο \αρµα το~υ Θεο~υ µυριοπλάσιον, χιλιάδες ε[υθηνούντων· Κύριος [εν α[υτο~ ις [εν Σιν~α @ην, [εν τω ~? ]αγίω? .
18 Το άρµα του Θεού αποτελείται από µυριάδες, χιλιάδες είναι που ευηµερούν. Ο Κύριος ανάµεσά τους, όπως στο Σινά, στον άγιο τόπο του.
19 [ανέβης ε[ ις \υψος, [?ηχµαλώτευσας α[ ιχµαλωσίαν, {ελαβες δόµατα [εν [ανθρώποις, κα` ι γάρ [απειθο~υντες το~υ κατασκηνω ~ σαι.
19 Ανέβηκες ψηλά, αιχµαλώτους αιχµαλώτισες, δέχτηκες δώρα απ’ τους ανθρώπους, ακόµα και από τους απείθαρχους για να εγκατασταθείς σ’ αυτούς.
20 Κύριος ]ο Θε`ος ε[υλογητός, ε[υλογητ`ος Κύριος ]ηµέραν καθ’ ]ηµέραν· κατευοδώσαι ]ηµ~ ιν ]ο Θε`ος τω ~ ν σωτηρίων ]ηµω ~ ν.
20 Ο Κύριος, ο Θεός, ας είναι ευλογητός ο Κύριος κάθε µέρα. Ας µας κατευοδώσει ο Θεός στην σωτηρία µας.
21 ]ο Θε`ος ]ηµω ~ ν, Θε`ος το~υ σώ? ζειν, κα` ι το~υ Κυρίου Κυρίου α] ι διέξοδοι το~υ θανάτου.
21 Ο Θεός µας, ο Θεός που σώζει, και του Κυρίου, του Κυρίου οι διέξοδοι απ’ τον θάνατο.
~ ν α[υτο~υ, κορυφήν τριχ`ος 22 πλήν ]ο Θε`ος συνθλάσει κεφαλάς [εχθρω διαπορευοµένων [εν πληµµελείαις α[υτω ~ ν.
22 Αλλά τα κεφάλια των εχθρών θα τα συντρίψει ο Θεός, τα τριχωτά κεφάλια εκείνων που πορεύονται σε αµαρτίες.
23 ε@ ιπε Κύριος· [εκ Βασάν [επιστρέψω, [επιστρέψω [εν βυθο~ ις θαλάσσης.
23 Είπε ο Κύριος : θα επιστρέψω απ’ το Βασάν, θα επιστρέψω από τα βάθη της θάλασσας,
~ σσα τω ~ ν κυνω ~ ν σου [εξ 24 \οπως {αν βαφ~?η ]ο πούς σου [εν α\ ιµατι, ]η γλω [εχθρω ~ ν παρ’ α[υτο~υ.
24 για να βαφτεί το πόδι σου και η γλώσσα των σκυλιών σου µε αίµα των εχθρών.
25 [εθεωρήθησαν α] ι πορε~ ιαί σου, ]ο Θεός, α] ι πορε~ ιαι το~υ Θεο~υ µου το~υ βασιλέως το~υ [εν τω ~? ]αγίω? .
25 Είδαµε τις πορείες σου Θεέ µου, οι πορείες του Θεού µου, του βασιλιά, στον άγιο τόπο του.
[34]
26 προέφθασαν {αρχοντες [εχόµενοι ψαλλόντων [εν µέσω ? νεανίδων τυµπανιστριω ~ ν.
26 Έφθασαν πρώτοι οι άρχοντες, µετά εκείνοι που έψελναν ανάµεσα σε νέες τυµπανίστριες.
~ ν [ Ισραήλ. 27 [εν [εκκλησίαις ε[υλογε~ ιτε τ`ον Θεόν, τ`ον Κύριον [εκ πηγω
27 Σε εκκλησίες ευλογείτε τον Θεό, τον Κύριο, όσοι προέρχεστε απ’ τις πηγές του Ισραήλ.
28 [εκε~ ι Βενιαµίν νεώτερος [εν [εκστάσει, {αρχοντες [ Ιούδα ]ηγεµόνες α[υτω ~ ν, {αρχοντες Ζαβουλών, {αρχοντες Νεφθαλείµ.
28 Εκεί ο νεώτερος Βενιαµίν εκστατικός, οι άρχοντες του Ισραήλ και οι ηγεµόνες τους, οι άρχοντες της Ζαβουλών, οι άρχοντες της Νεφθαλείµ.
29 {εντειλαι, ]ο Θεός, τ~?η δυνάµει σου, δυνάµωσον, ]ο Θεός, το~υτο, \ο κατειργάσω [εν ]ηµ~ ιν.
29 Θεέ µου, δώσε εντολή στη δύναµή σου, ενδυνάµωσε, Θεέ µου αυτό που δηµιούργησες για µας
30 [απ`ο το~υ ναο~υ σου [επ` ι [ Ιερουσαλήµ σο` ι ο{ ισουσιν βασιλε~ ις δω ~ ρα.
30 Για τον ναό σου στην Ιερουσαλήµ οι βασιλείς θα σου προσφέρουν δώρα.
~ ν ταύρων [εν 31 [επιτίµησον το~ ις θηρίοις το~υ καλάµου· ]η συναγωγ`η τω τα~ ις δαµάλεσι τω ~ ν λαω ~ ν το~υ µ`η [εγκλεισθ~ηναι το`υς δεδοκιµασµένους τω ~? [αργυρίω? · διασκόρπισον {εθνη τ`α το`υς πολέµους θέλοντα.
31 Των καλαµώνων τα θηρία επίπληξε. Αγέλη ταύρων µέσα στα δαµάλια των λαών, να εγκλωβίσουν όσους έχουν ελεγχθεί όπως ο άργυρος. ∆ιασκόρπισε τα έθνη τα φιλοπόλεµα.
32 \ηξουσι πρέσβεις [εξ Α[ ιγύπτου, Α[ ιθιοπία προφθάσει χε~ ιρα α[υτ~ης τω ~? Θεω ~? .
32 Πρέσβεις θα έρθουν απ’ την Αίγυπτο, της Αιθιοπίας το χέρι θα υψωθεί εγκαίρως στον Θεό.
33 α] ι βασιλε~ ιαι τ~ης γ~ης, {?ασατε τω ~? Θεω ~? , ψάλατε τω ~? Κυρίω ? .
33 Βασίλεια της γης, υµνήστε τον Θεό, ψάλετε προς τον Κύριο.
~? Θεω ~? τω ~? [επιβεβηκότι [επ` ι τ`ον ο[υρανόν το~υ ο[υρανο~υ 34 ψάλατε τω κατά [ανατολάς· [ ιδού δώσει τ~?η φων~?η α[υτο~υ φωνήν δυνάµεως.
34 Ψάλετε στον Θεό που επιβαίνει στον ουρανό του ουρανού προς ανατολάς. Και να, θα δώσει στη φωνή του δύναµη µεγάλη.
35 δότε δόξαν τω ~? Θεω ~? · [επ` ι τ`ον [ Ισραήλ ]η µεγαλοπρέπεια α[υτο~υ, κα` ι ]η δύναµις α[υτο~υ [εν τα~ ις νεφέλαις.
35∆ώσετε δόξα στον Θεό. Η µεγαλοπρέπειά του για τον Ισραήλ, και η δύναµή του στις νεφέλες.
36 θαυµαστ`ος ]ο Θε`ος [εν το~ ις ]αγίοις α[υτο~υ· ]ο Θε`ος [ Ισραήλ α[υτ`ος δώσει δύναµιν κα` ι κραταίωσιν τω ~? λαω ~? α[υτο~υ. ε[υλογητ`ος ]ο Θεός.
36 Θαυµάσιος ο Θεός στους άγιους τόπους του. Ο Θεός του Ισραήλ θα ενδυναµώσει τον λαό του. Ας είναι δοξασµένος ο Θεός.
[35]
ΨΑΛΜΟΣ 87 ΠΖ΄ (ΠΗ΄)
ΨΑΛΜΟΣ 87 ΠΖ΄ (ΠΗ΄)
[ω ? δ`η ψαλµο~υ το~ ις υ] ιο~ ις Κορέ· ε[ ις τ`ο τέλος, ]υπ`ερ µαελ`εθ το~υ [αποκριθ~ηναι· συναίσεως Α[ ιµ`αν τω ~? [ Ισραηλιτ?η.
Ωδή ψαλµού για τους γιους Κορέ. Στον αρχιµουσικό, να ψαλεί σε τόνο πένθιµο., συναίσεως του Αιµάν του Ισραηλίτη.
2 Κύριε, Θεέ της σωτηρίας µου, µέρα και νύχτα κραύγασα σε σένα.
2 Κύριε ]ο Θε`ος τ~ης σωτηρίας µου, ]ηµέρας [εκέκραξα κα` ι [εν νυκτ` ι [εναντίον σου·
3 Ας φτάσει ενώπιόν σου η προσευχή µου, στην δέησή µου στρέψε την ακοή σου.
3 ε[ ισελθέτω [ενώπιόν σου ]η προσευχή µου, κλ~ ινον τ`ο ο@υς σου ε[ ις τ`ην δέησίν µου.
4 Γιατί η ψυχή µου γέµισε συµφορές, και η ζωή µου άγγιξε τον Άδη.
4 \οτι [επλήσθη κακω ~ ν ]η ψυχή µου, κα` ι ]η ζωή µου τω ~? \?αδ?η {ηγγισε·
5 Προσµετρήθηκα µε αυτούς που κατεβαίνουνε στον λάκκο, βρίσκοµαι αβοήθητος, σαν άνθρωπος ελεύθερος αλλά µέσα σε νεκρούς.
5 προσελογίσθην µετά τω ~ ν καταβαινόντων ε[ ις λάκκον, [εγενήθην ω ] ς {ανθρωπος [αβοήθητος [εν νεκρο~ ις [ελεύθερος,
6 Ίδιοι µε τραυµατίες που κοιµούνται στον τάφο, που πια δεν τους θυµάσαι, απωθηµένοι από το χέρι σου.
6ω ] σε` ι τραυµατίαι [ερριµµένοι καθεύδοντες [εν τάφω? , ω # ν ο[υκ [εµνήσθης {ετι κα` ι α[υτο` ι [εκ τ~ης χειρός σου [απώσθησαν.
7 Με έβαλαν σε λάκκο βαθύ, στη σκοτεινιά, στον ίσκιο του θανάτου
7 {εθεντό µε [εν λάκκω ? κατωτάτω? , [εν σκοτεινο~ ις κα` ι [εν σκι~?α θανάτου.
8 Έπεσε ο θυµός σου επάνω µου, και όλη την οργή σου την έστρεψες σε µένα.
8 [επ’ [εµ`ε [επεστηρίχθη ]ο θυµός σου, κα` ι πάντας το`υς µετεωρισµούς σου [επήγαγες [επ’ [εµέ. 9 [εµάκρυνας το`υς γνωστούς µου [απ’ [εµο~υ, {εθεντό µε βδέλυγµα ]εαυτο~ ις, παρεδόθην κα` ι ο[υκ [εξεπορευόµην.
9 Έδιωξες τους γνωστούς µου µακριά µου, βδέλυγµα µε θεώρησαν, παραδόθηκα, και δεν µπορώ να εκφύγω.
10 ο] ι [οφθαλµο` ι µου [ησθένησαν [απ`ο πτωχείας· [εκέκραξα πρ`ος σέ, Κύριε, \ολην τ`ην ]ηµέραν διεπέτασα πρ`ος σ`ε τάς χε~ ιράς µου·
10 Απ’ τις στερήσεις τα µάτια µου εξασθένησαν. Σε σένα κραύγαζα, Κύριε, σε σένα ύψωνα, ολόκληρη τη µέρα, τα χέρια µου
11 µ`η το~ ις νεκρο~ ις ποιήσεις θαυµάσια; {η [ ιατρο` ι [αναστήσουσι, κα` ι [εξοµολογήσονταί σοι;
11 Μήπως θα κάνεις πράγµατα θαυµάσια σε νεκρούς; Ή µήπως θα τους αναστήσουν οι γιατροί για να σε υµνήσουν;
12 µ`η διηγήσεταί τις [εν τάφω? τ`ο {ελεός σου κα` ι τ`ην [αλήθειάν σου [εν τ~?η [απωλεί?α;
12 Μήπως το έλεός σου διακηρύξει κάποιος µέσα από τον τάφο του και την αλήθεια σου µέσα απ’ τον χαµό;
13 µ`η γνωσθήσεται [εν τω ~? σκότει τ`α θαυµάσιά σου κα` ι ]η δικαιοσύνη σου [εν γ~?η [επιλελησµέν?η;
13 Μήπως τα έργα σου τα θαυµαστά γίνουν γνωστά αλλά µέσα στο σκοτάδι, και η δικαιοσύνη σου σε ξεχασµένη γη;
[36]
14 κ[αγ`ω πρ`ος σέ, Κύριε, [εκέκραξα κα` ι τ`ο πρωΐ ]η προσευχή µου προφθάσει σε.
14 Γι’ αυτό κι εγώ εβόησα, απ’ το πρωί, σε σένα Κύριε, η προσευχή µου να σε προλάβει.
15 \ ινατί, Κύριε, [απωθ~?η τ`ην ψυχήν µου, [αποστρέφεις τ`ο πρόσωπόν σου [απ’ [εµο~υ;
15 Γιατί αποδιώχνεις την ψυχή µου, Κύριε, γιατί το πρόσωπό σου αποστρέφεις από µένα;
16 πτωχ`ος ε[ ιµι [εγ`ω κα` ι [εν κόποις [εκ νεότητός µου, ]υψωθείς δ`ε [εταπεινώθην κα` ι [εξηπορήθην.
16 Είµαι φτωχός εγώ, απ’ την νεότητά µου στα βάσανα, κι όταν προσπάθησα να υψωθώ ταπεινώθηκα, σε έσχατη ένδεια.
17 [επ’ [εµ`ε δι~ηλθον α] ι [οργαί σου, κα` ι ο] ι φοβερισµο` ι σου [εξετάραξάν µε,
17 Η οργή σου πέρασε πάνω µου, οι απειλές σου µε συγκλόνισαν,
] σε` ι \υδωρ \ολην τ`ην ]ηµέραν, περιέσχον µε \αµα. 18 [εκύκλωσάν µε ω
18 σαν να ήτανε νερό µε περικύκλωσαν όλη τη µέρα, µε αποκλείσανε απειλητικά
19 [εµάκρυνας [απ’ [εµο~υ φίλον κα` ι πλησίον κα` ι το`υς γνωστούς µου [απ`ο ταλαιπωρίας.
19 Μέσα στη δυστυχία µου αποµάκρυνες τους γείτονές µου, τους γνωστούς µου τους φίλους µου
[37]
ΨΑΛΜΟΣ 102 ΡΒ΄ (ΡΓ΄)
ΨΑΛΜΟΣ 102 ΡΒ΄ (ΡΓ΄)
Τω ~? ∆αυΐδ.
Του ∆αβίδ.
1 ε[υλόγει, ]η ψυχή µου, τ`ον Κύριον κα` ι πάντα τ`α [εντός µου, τ`ο {ονοµα το \αγιον α[υτο~υ·
2 Ευλόγησε η ψυχή µου, και ολόκληρος ο εαυτός µου, τον Κύριο, το όνοµά του το άγιο.
2 ε[υλόγει, ]η ψυχή µου, τ`ον Κύριον κα`ι µ`η [επιλανθάνου πάσας τάς [ανταποδόσεις α[υτο~υ·
2 Ευλόγησε ψυχή µου τον Κύριο και µη λησµονείς τις ευεργεσίες του. 3 Πού είναι ευµενής σε όλες τις ανοµίες σου, που θεραπεύει όλες τις αρρώστιες σου.
3 τ`ον ε[υϊλατεύοντα πάσαις τα~ ις [ανοµίαις σου, τ`ον [ ιώµενον πάσας τάς νόσους σου·
4 Που απολυτρώνει την ζωή σου απ’ την φθορά, και σε στολίζει µε στέφανο ελέους και οικτιρµών.
4 τ`ον λυτρούµενον [εκ φθορ~ας τ`ην ζωήν σου, τ`ον στεφανο~υντά σε [εν [ελέει κα` ι ο[ ικτιρµο~ ις·
5 Που πληροί µε αγαθά τις επιθυµίες σου. Η νεότητά σου θα επανέλθει, όπως του αετού.
5 τ`ον [εµπιπλω ~ ντα [εν [αγαθο~ ις τ`ην [επιθυµίαν σου, [ανακαινισθήσεται ω ] ς [αετο~υ ]η νεότης σου. ~ ν [ελεηµοσύνας ]ο Κύριος κα` ι κρίµα π~ασι το~ ις [αδικουµένοις. 6 ποιω
6 Ελεηµοσύνες κάνει ο Κύριος και η δίκαιη κρίση του σε όλους τους αδικούµενους.
~? Μωυσ~?η, το~ ις υ] ιο~ ις [ Ισραήλ τ`α 7 [εγνώρισεν τάς ]οδο`υς α[υτο~υ τω θελήµατα α[υτο~υ.
7 Στον Μωυσή αποκάλυψε τις µεθόδους του, και τις θελήσεις του στον λαό του Ισραήλ.
8 ο[ ικτίρµων κα` ι [ελεήµων ]ο Κύριος, µακρόθυµος κα` ι πολυέλεος·
8 Οικτίρµων και ελεήµων ο Κύριος, µακρόθυµος και πολυέλεος.
~ να µηνιε~ ι. 9 ο[υκ ε[ ις τέλος [οργισθήσεται, ο[υδ`ε ε[ ις τ`ον α[ ιω
9 ∆εν θα 'ναι οργισµένος µέχρι τέλους, ούτε για πάντα εκδικητικός.
~ ν [εποίησεν ]ηµ~ ιν, ο[υδ`ε κατά τάς [ανοµίας 10 ο[υ κατ`α τ`ας ]αµαρτίας ]ηµω ]ηµω ~ ν [ανταπέδωκεν ]ηµ~ ιν,
10 Ούτε κατά τις ανοµίες µας µάς φέρθηκε, ούτε κατά τις αµαρτίες µας µάς τιµώρησε.
11 \οτι κατ`α τ`ο \υψος το~υ ο[υρανο~υ [απ`ο τ~ης γ~ης [εκραταίωσε Κύριος τ`ο {ελεος α[υτο~υ [επ` ι το`υς φοβουµένους α[υτόν·
11 Γιατί όσο µεγάλη η απόσταση του ουρανού απ’ την γη, τόσο µεγάλη η δύναµη του ελέους του σ’ αυτούς που τον φοβούνται.
~ ν, [εµάκρυνεν [αφ’ ]ηµω ~ ν 12 καθ’ \οσον [απέχουσιν [ανατολα` ι [απ`ο δυσµω τάς [ανοµίας ]ηµω ~ ν.
12 Όσο απέχει η ανατολή απ’ την δύση τόσο αποµάκρυνε από µας τις ανοµίες µας.
13 καθώς ο[ ικτίρει πατήρ υ] ιούς, ο[ ικτίρησεν Κύριος το`υς φοβουµένους α[υτόν·
13 Καθώς συµπονά ο πατέρας τους γιους του, έτσι συµπόνεσε ο Κύριος εκείνους που τον φοβούνται
[38]
14 \οτι α[υτ`ος {εγνω τ`ο πλάσµα ]ηµω ~ ν, [εµνήθη \οτι χο~υς [εσµεν.
14 Γιατί αυτός γνωρίζει από τι πλαστήκαµε, θυµάται ότι χώµα είµαστε.
15 {ανθρωπος, ω ] σε` ι χόρτος α] ι ]ηµέραι α[υτο~υ· ω ] σε` ι {ανθος το~υ [αγρο~υ, ο\υτως [εξανθήσει·
15 Σαν χόρτο η διάρκεια της ζωής του ανθρώπου, σαν άνθος του αγρού, έτσι ανθίζει.
16 \οτι πνε~υµα δι~ηλθεν [εν α[υτω ~? , κα` ι ο[υχ ]υπάρξει κα` ι ο[υκ [επιγνώσεται {ετι τ`ον τόπον α[υτο~υ.
16 Πέρασε πάνω του ο άνεµος και δεν υπάρχει πια, κι ούτε κανείς γνωρίζει πού υπήρξε.
~ νος κα` ι \εως το~υ α[ ιω ~ νος [επ` ι 17 τ`ο δ`ε {ελεος το~υ Κυρίου [απ`ο το~υ α[ ιω το`υς φοβουµένους α[υτόν, κα` ι ]η δικαιοσύνη α[υτο~υ [επ` ι υ] ιο`υς υ] ιω ~ ν
17 Όµως το έλεος του Κυρίου από αιώνα σε αιώνα, για όσους τον φοβούνται. Και η δικαιοσύνη του από γιο σε γιο.
18 το~ ις φυλάσσουσιν τ`ην διαθήκην α[υτο~υ κα` ι µεµνηµένοις τω ~ ν [εντολω ~ ν α[υτο~υ το~υ ποι~ησαι α[υτάς.
18 Για κείνους που φυλάνε τη διαθήκη του, και θυµούνται τις εντολές του, και τις τηρούν.
19 Κύριος [εν τω ~? ο[υρανω ~? ]ητοίµασεν τ`ον θρόνον α[υτο~υ, κα` ι ]η βασιλεία α[υτο~υ πάντων δεσπόζει.
19 Ο Κύριος ετοίµασε τον θρόνο του στον ουρανό και η βασιλεία του παντού δεσπόζει.
20 ε[υλογε~ ιτε τ`ον Κύριον, πάντες ο] ι {αγγελοι α[υτο~υ, δυνατο` ι [ ισχύϊ ποιο~υντες τ`ον λόγον α[υτο~υ το~υ [ακο~υσαι τ~ης φων~ης τω ~ ν λόγων α[υτο~υ.
20 Ευλογείτε τον Κύριο όλοι οι άγγελοί του, οι δυνατοί και ισχυροί, που εκτελείτε τις προσταγές του και ακούτε τη φωνή των λόγων του.
21 ε[υλογε~ ιτε τ`ον Κύριον, π~ασαι α] ι δυνάµεις α[υτο~υ, λειτουργο` ι α[υτο~υ ο] ι ποιο~υντες τ`ο θέληµα α[υτο~υ.
21 Ευλογείτε τον Κύριο όλοι οι λειτουργοί του, οι δυνάµεις του, που υπακούετε στο θέληµά του.
22 ε[υλογε~ ιτε τ`ον Κύριον, πάντα τ`α {εργα α[υτο~υ, [εν παντ` ι τόπω? τ~ης δεσποτείας α[υτο~υ· ε[υλόγει ]η ψυχή µου τ`ον Κύριον.
22 Ευλογείτε τον Κύριο, όλα τα έργα του, σε κάθε τόπο της δεσποτείας του. Ευλόγησε, ψυχή µου, τον Κύριο.
[39]
ΨΑΛΜΟΣ 103 ΡΓ΄ (Ρ∆΄)
ΨΑΛΜΟΣ 103 ΡΓ΄ (Ρ∆΄)
Τω ~? ∆αυΐδ.
Του ∆αβίδ.
1 Ε[υλόγει, ]η ψυχή µου, τ`ον Κύριον. Κύριε ]ο Θεός µου, [εµεγαλύνθης σφόδρα· [εξοµολόγησιν κα` ι µεγαλοπρέπειαν [ενεδύσω
1 Ευλόγησε ψυχή µου τον Κύριο. Κύριε, Θεέ µου, το µεγαλείο σου υπέρµετρο, µεγαλοπρέπεια και δόξα περιβλήθηκες
2 [αναβαλλόµενος φω ~ ςω ] ς ] ιµάτιον, [εκτείνων τ`ον ο[υρανόν ω ] σε` ι δέρριν·
2 τυλιγµένος το φως σαν ιµάτιο, εκτείνοντας τον ουρανό σαν παραπέτασµα.
3 ]ο στεγάζων [εν \υδασι τ`α ]υπερω ~? α α[υτο~υ, ]ο τιθείς νέφη τ`ην [επίβασιν α[υτο~υ, ]ο περιπατω ~ ν [επ` ι πτερύγων [ανέµων·
3 Αυτός που σκεπάζει τα υπερώα του οίκου του µε υδάτινα νέφη, ο επιβάτης των νεφών, που περπατά τον κόσµο σε φτερά ανέµων,
4 ]ο ποιω ~ ν το`υς [αγγέλους α[υτο~υ πνεύµατα κα` ι το`υς λειτουργο`υς α[υτο~υ πυρ`ος φλόγα.
4 αυτός που έπλασε τους αγγέλους του πνεύµατα και τους λειτουργούς του φλόγες φωτιάς,
5 ]ο θεµελιω ~ ν τ`ην γ~ην [επ` ι τ`ην [ασφάλειαν α[υτ~ης, ο[υ κλιθήσεται ε[ ις τ`ον α[ ιω ~ να το~υ α[ ιω ~ νος.
5 αυτός που θεµελίωσε την γη ασφαλή, να µην παρεκκλίνει, στους αιώνες.
6 {αβυσσος ω ] ς ] ιµάτιον τ`ο περιβόλαιον α[υτο~υ, [επ` ι τω ~ ν [ορέων στήσονται \υδατα·
6 Η άβυσσος των νερών την περιέβαλε σαν ιµάτιο, στα όρη στάθηκαν τα νερά.
7 [απ`ο [επιτιµήσεώς σου φεύξονται, [απ`ο φων~ης βροντ~ης σου δειλιάσουσιν.
7 Με την επίπληξή σου θα αποµακρυνθούν, από την βροντερή φωνή σου θα δειλιάσουν.
8 [αναβαίνουσιν {ορη κα` ι καταβαίνουσιν πεδία, ε[ ις τόπον, \ον [εθεµελίωσας α[υτά.
8 Τα όρη ανέρχονται, οι πεδιάδες κατεβαίνουν στις θέσεις που εσύ τα στερέωσες.
9 \οριον {εθου, \ο ο[υ παρελεύσονται, ο[υδ`ε [επιστρέψουσι καλύψαι τ`ην γ~ην.
9 Έθεσες όριο, που δεν θα υπερβούν και δεν θα επιστρέψουν να σκεπάσουν την γη.
10 ]ο [εξαποστέλλων πηγάς [εν φάραγξιν, [ανά µέσον τω ~ ν [ορέων διελεύσονται \υδατα·
10 Αυτός που εξαποστέλλει τις πηγές στις φάραγγες για να περνάνε τα νερά ανάµεσα στα όρη.
11 ποτιο~υσι πάντα τ`α θηρία το~υ [αγρο~υ, προσδέξονται {οναγροι ε[ ις δίψαν α[υτω ~ ν·
11 Να πίνουν τα θηρία του αγρού κι οι άγριοι όνοι να σβήνουν τη δίψα τους.
12 [επ’ α[υτά τ`α πετεινά το~υ ο[υρανο~υ κατασκηνώσει, [εκ µέσου τω ~ ν πετρω ~ ν δώσουσι φωνήν.
12 Γύρω απ’ αυτά τα νερά εγκαθίστανται τα πετούµενα του ουρανού αναδίδοντας φωνή ανάµεσα απ’ τις πέτρες.
[40]
13 ποτίζων {ορη [εκ τω ~ ν ]υπερ?ώων α[υτο~υ, [απ`ο καρπο~υ τω ~ ν {εργων σου χορτασθήσεται ]η γ~η.
13 Ποτίζοντας τα όρη από τα υπερώα του οίκου του. Απ’ τον καρπό των έργων σου χορταίνει η γη.
14 ]ο [εξανατέλλων χόρτον το~ ις κτήνεσι κα` ι χλόην τ~?η δουλεί?α τω ~ ν [ανθρώπων το~υ [εξαγαγε~ ιν {αρτον [εκ τ~ης γ~ης,
14 Που κάνεις να φυτρώνει χόρτο για τα κτήνη, και βλάστηση στη διάθεση του ανθρώπου, να βγάζει απ' την γη ψωµί,
15 κα` ι ο@ ινος ε[υφραίνει καρδίαν [ανθρώπου, το~υ ] ιλαρ~υναι πρόσωπον [εν [ελαίω? , κα` ι {αρτος καρδίαν [ανθρώπου στηρίζει.
15 κρασί, που ευφραίνει την καρδιά του ανθρώπου, λάδι που του φαιδρύνει το πρόσωπο, ψωµί που του στηρίζει την καρδιά.
16 χορτασθήσεται τ`α ξύλα το~υ πεδίου, α] ι κέδροι το~υ Λιβάνου, \ας [εφύτευσας.
16 Και θα χορτάσουνε από νερό τα δέντρα του κάµπου και οι κέδροι του Λιβάνου που φύτεψες.
~ ν. 17 [εκε~ ι στρουθία [εννοσσεύσουσι, το~υ [ερωδιο~υ ]η ο[ ικία ]ηγε~ ιται α[υτω
17 Εκεί που φτιάχνουν τις φωλιές τους τα πουλιά και πιο ψηλά η φωλιά του ερωδιού.
18 {ορη τ`α ]υψηλά τα~ ις [ελάφοις, πέτρα καταφυγ`η το~ ις λαγωο~ ις.
18 Τα όρη τα ψηλά των ελαφιών, και οι πέτρες των λαγών τα καταφύγια.
19 [εποίησε σελήνην ε[ ις καιρούς, ]ο \ηλιος {εγνω τ`ην δύσιν α[υτο~υ.
19 Κι έκανε την σελήνη για τις εποχές, και ο ήλιος γνώρισε την δύση του.
20 {εθου σκότος, κα` ι [εγένετο νύξ· [εν α[υτ~?η διελεύσονται πάντα τ`α θηρία το~υ δρυµο~υ.
20 Κι όρισες το σκοτάδι κι έγινε η νύχτα που σ’ αυτήν κυκλοφορούνε τα θηρία του δάσους.
21 σκύµνοι ω [ ρυόµενοι το~υ ]αρπάσαι κα` ι ζητ~ησαι παρά το~υ Θεο~υ βρω ~ σιν α[υτο~ ις.
21 Μικρά λιοντάρια που ζητούν απ' τον Θεό τροφή, µε βρυχηθµούς, έτοιµα να αρπάξουν.
~ ν 22 [ανέτειλεν ]ο \ηλιος, κα` ι συνήχθησαν κα` ι ε[ ις τάς µάνδρας α[υτω κοιτασθήσονται.
22 Ο ήλιος ανατέλλει και όλα συγκεντρώνονται σε µάντρες και φωλιές να κοιµηθούν.
23 [εξελεύσεται {ανθρωπος [επ` ι τ`ο {εργον α[υτο~υ κα` ι [επ` ι τ`ην [εργασίαν α[υτο~υ \εως ]εσπέρας.
23 Βγαίνει τότε ο άνθρωπος για τις δουλειές του, µέχρι το βράδυ θα εργαστεί.
24 ω ] ς [εµεγαλύνθη τ`α {εργα σου, Κύριε· πάντα [εν σοφί?α [εποίησας, [επληρώθη ]η γ~η τ~ης κτήσεώς σου.
24 Πόσο µεγάλα τα έργα σου Κύριε, τα πάντα εν σοφία εποίησες, γέµισε η γη απ’ τα κτίσµατά σου.
# ν ο[υκ 25 α\υτη ]η θάλασσα ]η µεγάλη κα` ι ε[υρύχωρος, [εκε~ ι ]ερπετά, ω {εστιν [αριθµός, ζω ~? α µικρά µετά µεγάλων·
25 Και να η θάλασσα, η µεγάλη κι ευρύχωρη, εκεί ερπετά αναρίθµητα, ζώα µεγάλα και µικρά.
[41]
26 [εκε~ ι πλο~ ια διαπορεύονται, δράκων ο#υτος, \ον {επλασας [εµπαίζειν α[υτ~?η.
26 Εκεί πλοία διαπλέουν, και αυτός ο δράκοντας που έπλασες να την εµπαίζει.
~ σι δο~υναι τ`ην τροφήν α[υτο~ ις ε{υκαιρον. 27 πάντα πρ`ος σ`ε προσδοκω
27 Όλα σε σένα προσδοκούν, να δώσεις την τροφή τους έγκαιρα.
28 δόντος σου α[υτο~ ις συλλέξουσιν· [ανοίξαντός σου τ`ην χε~ ιρα τ`α σύµπαντα πλησθήσονται χρηστότητος.
28 Και αυτά θα την συλλέξουν. Τα χέρια σου ανοίγεις και τα σύµπαντα γεµίζουν καλοσύνη και αγαθότητα.
29 [αποστρέψαντος δ`ε σου τ`ο πρόσωπον ταραχθήσονται· [αντανελε~ ις τ`ο πνε~υµα α[υτω ~ ν, κα` ι ε[ ις τ`ον χο~υν α[υτω ~ ν [επιστρέψουσιν.
29 Αλλ’ αν το πρόσωπό σου αποστρέψεις θα ταραχτούν. Τους αφαιρείς το πνεύµα τους και χάνονται, και επιστρέφουν πάλι στο χώµα τους.
30 [εξαποστελε~ ις τ`ο πνε~υµά σου, κα` ι κτισθήσονται, κα` ι [ανακαινιε~ ις τ`ο πρόσωπον τ~ης γ~ης.
30 Τους ξαναστέλνεις το πνεύµα σου και πάλι θα κτίζονται, και έτσι ανακαινίζεται το πρόσωπο της γης.
31 {ητω ]η δόξα Κυρίου ε[ ις το`υς α[ ιω ~ νας, ε[υφρανθήσεται Κύριος [επ` ι το~ ις {εργοις α[υτο~υ·
31 Ας είναι η δόξα του Κυρίου αιώνια, ας ευφρανθεί ο Κύριος από τα έργα του.
~ ν α[υτήν τρέµειν, ]ο ]απτόµενος 32 ]ο [επιβλέπων [επ` ι τ`ην γ~ην κα` ι ποιω τω ~ ν [ορέων κα` ι καπνίζονται.
32 Αυτός που µόνο βλέποντας την γη, αυτή τρέµει, που αγγίζει τα βουνά και αυτά καπνίζουν.
~? Κυρίω? [εν τ~?η ζω ~? η µου, ψαλω ~ τω ~? Θεω ~? µου, \εως ]υπάρχω· 33 {?ασω τω
33 Θα τραγουδώ στον Κύριο όσο ζω, θα ψάλω στον Θεό µου όσο υπάρχω.
34 ]ηδυνθείη α[υτω ~? ]η διαλογή µου, [εγ`ω δ`ε ε[υφρανθήσοµαι [επ` ι τω ~? Κυρίω ? .
34 Αυτοί οι διαλογισµοί µου ας τέρψουν τον Κύριο, κι εγώ θα ευφραίνοµαι γι’ αυτό.
\ στε µ`η ]υπάρχειν 35 [εκλίποιεν ]αµαρτωλο` ι [απ`ο τ~ης γ~ης κα` ι {ανοµοι, ω α[υτούς. ε[υλόγει ]η ψυχή µου τ`ον Κύριον.
35 Μακάρι να εκλείψουν οι αµαρτωλοί και οι άνοµοι από την γη, να µην υπάρχουν. Ευλόγησε ψυχή µου τον Κύριο.
[42]
ΨΑΛΜΟΣ 117 ΡΙΖ΄ (ΡΙΗ΄)
ΨΑΛΜΟΣ 117 ΡΙΖ΄ (ΡΙΗ΄)
[ Αλληλούϊα.
Αλληλούϊα.
1 [ Εξοµολογε~ ισθε τω ~? Κυρίω? , \οτι [αγαθός, \οτι ε[ ις τ`ον α[ ιω ~ να τ`ο {ελεος α[υτο~υ.
1 ∆οξολογείτε τον Κύριο, γιατί είναι αγαθός, γιατί το έλεός του είναι αιώνιο.
2 ε[ ιπάτω δ`η ο@ ικος [ Ισρα`ηλ \οτι [αγαθός, \οτι ε[ ις τ`ον α[ ιω ~ να τ`ο {ελεος α[υτο~υ·
2 Ας διακηρύξει λοιπόν ο οίκος Ισραήλ ότι ο Κύριος είναι αγαθός και το έλεός του αιώνιο.
3 ε[ ιπάτω δ`η ο@ ικος [ Ααρ`ων \οτι [αγαθός, \οτι ε[ ις τ`ον α[ ιω ~ να τ`ο {ελεος α[υτο~υ.
3 Ας διακηρύξει λοιπόν ο οίκος Ααρών ότι ο Κύριος είναι αγαθός και το έλεός του αιώνιο.
4 ε[ ιπάτωσαν δ`η πάντες ο] ι φοβούµενοι τ`ον Κύριον \οτι [αγαθός, \οτι ε[ ις τ`ον α[ ιω ~ να τ`ο {ελεος α[υτο~υ.
4 Ας διακηρύξουν όλοι που φοβούνται τον Κύριο ότι είναι αγαθός και το έλεός του αιώνιο.
5 [εκ θλίψεως [επεκαλεσάµην τ`ον Κύριον, κα` ι [επήκουσέ µου ε[ ις πλατυσµόν.
5 Στη θλίψη µου επικαλέστηκα τον Κύριο, και µε άκουσε, και την σφιγµένη µου καρδιά χαλάρωσε.
6 Κύριος [εµο` ι βοηθός, ο[υ φοβηθήσοµαι τί ποιήσει µοι {ανθρωπος.
6 Ο Κύριος είναι βοηθός µου, και δεν θα φοβηθώ ό,τι και αν µου κάνει κάποιος άνθρωπος.
7 Κύριος [εµο` ι βοηθός, κ[αγ`ω [επόψοµαι το`υς [εχθρούς µου.
7 Ο Κύριος είναι βοηθός µου, κι εγώ από ψηλά, θα επιβλέπω τούς εχθρούς µου.
8 [αγαθόν πεποιθέναι [επ` ι Κύριον {η πεποιθέναι [επ’ {ανθρωπον· 9 [αγαθόν [ελπίζειν [επ` ι Κύριον {η [ελπίζειν [επ’ {αρχουσι.
8 Καλύτερα να εµπιστεύεσαι τον Κύριο παρά ανθρώπους.
10 πάντα τ`α {εθνη [εκύκλωσάν µε, κα` ι τω ~? [ονόµατι Κυρίου [ηµυνάµην α[υτούς·
9 Καλύτερα να ελπίζεις στον Κύριο παρά στους άρχοντες.
11 κυκλώσαντες [εκύκλωσάν µε, κα` ι τω ~? [ονόµατι Κυρίου [ηµυνάµην α[υτούς.
10 Τα έθνη όλα µε κύκλωσαν, κι εγώ, στ' όνοµα του Κυρίου, αµύνθηκα.
12 [εκύκλωσάν µε ω ] σε` ι µέλισσαι κηρίον κα` ι [εξεκαύθησαν ω ] ς π~υρ [εν [ακάνθαις, κα` ι τω ~? [ονόµατι Κυρίου [ηµυνάµην α[υτούς.
12 Με κύκλωσαν όπως κυκλώνουν την κηρήθρα οι µέλισσες, κι άναψαν όπως καίει η φωτιά τ’ αγκάθια, και στου Κυρίου τ’ όνοµα αµύνθηκα.
13 ω [ σθείς [ανετράπην το~υ πεσε~ ιν, κα` ι ]ο Κύριος [αντελάβετό µου.
13 Με έσπρωξαν και κόντεψα να πέσω, και ο Κύριος µε στήριξε
14 [ ισχύς µου κα` ι \υµνησίς µου ]ο Κύριος κα` ι [εγένετό µοι ε[ ις σωτηρίαν.
14 Η δύναµή µου και η εξύµνησή µου ο Κύριος, και έγινε αυτό η σωτηρία µου.
11 Με κύκλωσαν µε περικύκλωσαν και στου Κυρίου τ’ όνοµα αµύνθηκα.
[43]
15 φων`η [αγαλλιάσεως κα` ι σωτηρίας [εν σκηνα~ ις δικαίων· δεξιά Κυρίου [εποίησε δύναµιν.
15 Φωνές αγαλλιάσεως και σωτηρίας στις σκηνές των δίκαιων. Του Κυρίου η δεξιά ενδυναµώνει.
16 δεξιά Κυρίου \υψωσέ µε, δεξιά Κυρίου [εποίησε δύναµιν.
16 Του Κυρίου η δεξιά µε ανόρθωσε, του Κυρίου η δεξιά ενδυναµώνει.
17 ο[υκ [αποθανο~υµαι, [αλλά ζήσοµαι κα` ι διηγήσοµαι τ`α {εργα Κυρίου.
17 ∆εν θα πεθάνω, αλλά θα ζήσω να διηγηθώ τα έργα του Κυρίου.
18 παιδεύων [επαίδευσέ µε ]ο Κύριος κα` ι τω ~? θανάτω? ο[υ παρέδωκέ µε.
18 Με τιµωρίες µε τιµώρησε ο Κύριος αλλά δεν µε παρέδωσε στον θάνατο.
19 [ανοίξατέ µοι πύλας δικαιοσύνης· ε[ ισελθών [εν α[υτα~ ις [εξοµολογήσοµαι τω ~? Κυρίω? . 20 α\υτη ]η πύλη το~υ Κυρίου, δίκαιοι ε[ ισελεύσονται [εν α[υτ~?η.
19 Ανοίξτε µου τις πύλες της δικαιοσύνης. Θα µπω και θα δοξολογήσω τον Κύριο.
21 [εξοµολογήσοµαί σοι, \οτι [επήκουσάς µου κα` ι [εγένου µοι ε[ ις σωτηρίαν.
20 Αυτή είναι η πύλη του Κυρίου, οι δίκαιοι θα µπουν σ’ αυτή. 21 Θα σε υµνήσω γιατί µε άκουσες και έγινες η σωτηρία µου.
22 λίθον, \ον [απεδοκίµασαν ο] ι ο[ ικοδοµο~υντες, ο#υτος [εγενήθη ε[ ις κεφαλήν γωνίας·
22 Η πέτρα που αποκήρυξαν οι χτίστες έγινε ακρογωνιαίος λίθος.
23 παρά Κυρίου [εγένετο α\υτη κα` ι {εστι θαυµαστ`η [εν [οφθαλµο~ ις ]ηµω ~ ν.
23 Από τον Κύριο έγινε αυτό, θαύµα των οφθαλµών µας.
24 α\υτη ]η ]ηµέρα, \ην [εποίησεν ]ο Κύριος· [αγαλλιασώµεθα κα` ι ε[υφρανθω ~ µεν [εν α[υτ~?η.
24 Αυτή είναι η µέρα που δηµιούργησε ο Κύριος. Ας αγαλλιάσουµε και ας ευφρανθούµε σε αυτή.
25 ω @ Κύριε, σω ~ σον δή, ω @ Κύριε, ε[υόδωσον δή.
25 Κύριε σώσε, τώρα, Κύριε ευόδωσε.
26 ε[υλογηµένος ]ο [ερχόµενος [εν [ονόµατι Κυρίου· ε[υλογήκαµεν ]υµ~ας [εξ ο{ ικου Κυρίου.
26 Ευλογηµένος ο ερχόµενος στο όνοµα Κυρίου. Από τον οίκο του Κυρίου σ’ ευλογήσαµε.
27 Θε`ος Κύριος κα` ι [επέφανεν ]ηµ~ ιν· συστήσασθε ]εορτήν [εν το~ ις πυκάζουσιν \εως τω ~ ν κεράτων το~υ θυσιαστηρίου.
27 Ο Θεός, ο Κύριος, και φανερώθηκε σε µας. Γιορτή οργανώστε µε αυτούς που διακοσµούν µέχρι τα κέρατα του θυσιαστηρίου.
28 Θεός µου ε@ ι σύ, κα` ι [εξοµολογήσοµαί σοι· Θεός µου ε@ ι σύ, κα` ι ]υψώσω σε· [εξοµολογήσοµαί σοι, \οτι [επήκουσάς µου κα` ι [εγένου µοι ε[ ις σωτηρίαν.
28 Θεός µου είσαι συ, θα σε δοξολογήσω. Θεός µου είσαι και θα σε υψώσω. Σε δοξολογώ, γιατί µε άκουσες κι έγινες ο σωτήρας µου.
29 [εξοµολογε~ ισθε τω ~? Κυρίω ? , \οτι [αγαθός, \οτι ε[ ις τ`ον α[ ιω ~ να τ`ο {ελεος α[υτο~υ.
29 ∆οξολογείτε τον Κύριο γιατί είναι αγαθός, γιατί το έλεός του είναι αιώνιο.
[44]
ΨΑΛΜΟΣ 138 ΡΛΗ΄ (ΡΛΘ΄)
ΨΑΛΜΟΣ 138 ΡΛΗ΄ (ΡΛΘ΄)
Ε[ ις τ`ο τέλος· τω ~? ∆αυΐδ, ψαλµ`ος Ζαχαρίου ([εν τ~?η διασπορ~?α).
Στον αρχιµουσικό. Του ∆αβίδ, ψαλµός Ζαχαρίου (στη διασπορά)
1 Κύριε, [εδοκίµασάς µε κα` ι {εγνως µε·
1 Κύριε, µε δοκίµασες και µε γνώρισες.
2 σ`υ {εγνως τ`ην καθέδραν µου κα` ι τ`ην {εγερσίν µου, σ`υ συν~ηκας το`υς διαλογισµούς µου [απ`ο µακρόθεν·
2 Το κάθισµα και την έγερσή µου γνωρίζεις, τους λογισµούς µου καταλαβαίνεις από µακριά.
3 τ`ην τρίβον µου κα` ι τ`ην σχο~ ινόν µου σ`υ [εξιχνίασας κα` ι πάσας τ`ας ]οδούς µου προε~ ιδες.
3 Tην ατραπό µου και τον τόπο µου, εκείνον µε τα βούρλα, τα εξιχνίασες και όλες τις οδούς µου προείδες.
4 \οτι ο[υκ {εστι δόλος [εν γλώσσ?η µου.
4 Γιατί δεν υπάρχει δόλος στη γλώσσα µου.
5 [ ιδού, Κύριε, σ`υ {εγνως πάντα, τ`α {εσχατα κα` ι τ`α [αρχα~ ια· σ`υ {επλασάς µε κα` ι {εθηκας [επ’ [εµ`ε τ`ην χε~ ιρά σου.
5 Ιδού, Κύριε, εσύ τα πάντα γνώρισες, και τα τελευταία και τα παλαιά. Εσύ µε έπλασες, και ακούµπησες έπειτα το χέρι σου πάνω µου.
6 [εθαυµαστώθη ]η γνω ~ σίς σου [εξ [εµο~υ· [εκραταιώθη ο[υ µ`η δύνωµαι πρός α[υτήν.
6 Η γνώση σου για το άτοµό µου έγινε θαυµάσια, κραταιή, δεν είµαι ικανός να την πλησιάσω.
~ [απ`ο το~υ πνεύµατός σου κα` ι [απ`ο το~υ προσώπου σου 7 πο~υ πορευθω πο~υ φύγω;
7 Πού να βαδίσω µακριά απ’ το πνεύµα σου, απ' την κατόπτευσή σου πού να διαφύγω;
8 [εάν [αναβω ~ ε[ ις τ`ον ο[υραν`ον, σ`υ [εκε~ ι ε@ ι· [εάν καταβω ~ ε[ ις τ`ον \?αδην, πάρει·
8 Αν ανεβώ στον ουρανό είσαι εκεί, αν κατεβώ στον Άδη, κι εκεί είσαι πάλι.
9 [εάν [αναλάβοιµι τ`ας πτέρυγάς µου κατ’ {ορθρον κα` ι κατασκηνώσω ε[ ις τ`α {εσχατα τ~ης θαλάσσης,
9 Αν βγάλω δικά µου φτερά την αυγή, και πετάξω να µείνω στην άκρη της θάλασσας,
10 κα` ι γάρ [εκε~ ι ]η χείρ σου ]οδηγήσει µε κα` ι καθέξει µε ]η δεξιά σου.
10 και εκεί θα µε οδηγήσει το χέρι σου και η δεξιά σου θα µε κρατά.
11 κα` ι ε@ ιπα· {αρα σκότος καταπατήσει µε, κα` ι ν`υξ φωτισµός [εν τ~?η τρυφ~?η µου·
11 Κι αν πω, ας πέσει σκοτάδι και µόνο η νύχτα ας φωτίζει την τρυφηλή µου ζωή,
] ς ]ηµέρα φωτι12 \οτι σκότος ο[υ σκοτισθήσεται [απ`ο σο~υ κα` ι ν`υξ ω σθήσεται· ω ] ς τ`ο σκότος α[υτ~ης ο\υτως κα` ι τ`ο φω ~ ς α[υτ~ης.
12 το σκοτάδι δεν θα τ’ αφήσεις να σκοτιστεί και η νύχτα θα φωτιστεί σαν ηµέρα. Όπως το σκοτάδι της µιας, έτσι το φως της άλλης.
13 \οτι σ`υ [εκτήσω το`υς νεφρούς µου, Κύριε, [αντελάβου µου [εκ γαστρ`ος µητρός µου.
13 Γιατί εσύ έχεις κτήµα σου τους νεφρούς µου, Κύριε, απ’ την κοιλιά της µητέρας µου εσύ µε ανέλαβες.
[45]
14 [εξοµολογήσοµαί σοι, \οτι φοβερω ~ ς [εθαυµαστώθης· θαυµάσια τ`α {εργα σου, κα` ι ]η ψυχή µου γινώσκει σφόδρα.
14 Θα σε δοξάσω γιατί έγινες θαυµαστός µέχρι φόβου, θαυµάσια τα έργα σου, και η ψυχή µου το γνωρίζει καλά.
15 ο[υκ [εκρύβη τ`ο [οστο~υν µου [απ`ο σο~υ, \ο [εποίησας [εν κρυφ~?η, κα` ι ]η ]υπόστασίς µου [εν το~ ις κατωτάτοις τ~ης γ~ης·
15 Τα οστά µου, που κρυφά δηµιούργησες, δεν σου κρύφτηκαν, ούτε η υπόστασή µου, στα βάθη της γης.
16 τ`ο [ακατέργαστόν µου ε{ ιδον ο] ι [οφθαλµοί σου, κα` ι [επ` ι τ`ο βιβλίον σου πάντες γραφήσονται· ]ηµέρας πλασθήσονται κα` ι ο[υθε` ις [εν α[υτο~ ις.
16 Τα µάτια σου είδανε πόσο ασχηµάτιστος ήµουνα, στο βιβλίο σου όλοι γραµµένοι. Θα πλαστούν κάποια µέρα, δεν διαφεύγει κανείς.
17 [εµο` ι δ`ε λίαν [ετιµήθησαν ο] ι φίλοι σου, ]ο Θεός, λίαν [εκραταιώθησαν α] ι [αρχα` ι α[υτω ~ ν·
17 Από µένα τιµήθηκαν εξαιρετικά οι φίλοι σου, Θεέ µου, κι ενδυναµώθηκαν οι αρχές τους
18 [εξαριθµήσοµαι α[υτο`υς κα` ι ]υπ`ερ {αµµον πληθυνθήσονται· [εξηγέρθην κα` ι {ετι ε[ ιµ`ι µετά σο~υ.
18 Θα τους µετρήσω αλλά αυξάνονται, περισσότεροι απ’ την άµµο. Εγέρθηκα, και να, είµαι ακόµη µαζί σου.
19 [εάν [αποκτείν?ης ]αµαρτωλούς, ]ο Θεός, {ανδρες α] ιµάτων, [εκκλίνατε [απ’ [εµο~υ.
19 Εάν θανάτωνες, Θεέ µου, τους αµαρτωλούς! Άνθρωποι αιµάτων φύγετε από µένα,
20 \οτι [εριστα` ι [εστε ε[ ις διαλογισµούς· λήψονται ε[ ις µαταιότητα τ`ας πόλεις σου.
20 σκέφτεστε εριστικά. Και µάταια θα καταλάβουν τις πόλεις σου.
21 ο[υχ`ι το`υς µισο~υντάς σε, Κύριε, [εµίσησα κα` ι [επ` ι το`υς [εχθρούς σου [εξετηκόµην;
21 Μήπως δεν µίσησα, Κύριε, εκείνους που σε µισούν, και κατά των εχθρών σου δεν έλιωνα;
22 τέλειον µ~ ισος [εµίσουν α[υτούς, ε[ ις [εχθρούς [εγένοντό µοι.
22 Με τέλειο µίσος τους µίσησα. Γίνανε εχθροί µου.
23 δοκίµασόν µε, ]ο Θεός, κα` ι γνω ~ θι τ`ην καρδίαν µου, {ετασόν µε κα` ι γνω ~ θι τ`ας τρίβους µου
23 ∆οκίµασέ µε, Θεέ µου, γνώρισε την καρδιά µου, τις ατραπούς που ακολουθώ εξέτασε και γνώρισε.
24 κα` ι { ιδε ε[ ι ]οδός [ανοµίας [εν [εµοί, κα` ι ]οδήγησόν µε [εν ]οδω ~? α[ ιωνί?α.
24 Και κοίταξε αν υπάρχει δρόµος ανοµίας µέσα µου. Και οδήγησέ µε στον δρόµο τον αιώνιο.
[46]
ΨΑΛΜΟΣ 140 ΡΜ΄ (ΡΜΑ΄)
ΨΑΛΜΟΣ 140 ΡΜ΄ (ΡΜΑ΄)
Ψαλµ`ος τω ~? ∆αυΐδ.
Ψαλµός του ∆αβίδ.
1 Κύριε, [εκέκραξα πρ`ος σέ, ε[ ισάκουσόν µου· πρόσχες τ~?η φων~?η τ~ης δεήσεώς µου [εν τω ~? κεκραγέναι µε πρός σε.
1 Κύριε, εβόησα σε σένα, εισάκουσέ µε. Πρόσεξε την φωνή της δέησής µου, τις κραυγές µου.
2 κατευθυνθήτω ]η προσευχή µου ω ] ς θυµίαµα [ενώπιόν σου, {επαρσις τω ~ ν χειρω ~ ν µου θυσία ]εσπερινή.
2 Η προσευχή µου ας ανεβεί µπροστά σου σαν θυµίαµα, τα υψωµένα χέρια µου θυσία εσπερινή.
~? στόµατί µου κα` ι θύραν περιοχ~ης περ`ι τ`α 3 θο~υ, Κύριε, φυλακήν τω χείλη µου.
3 Κύριε, βάλε φρουρά στο στόµα µου, θύρα φρουρίου στα χείλη µου. 4 Μην επιτρέψεις να παρεκτραπεί η καρδιά µου σε λόγους πονηρούς, σε αµαρτωλές προφάσεις, όπως αυτοί που ζουν στην αµαρτία, και έτσι να καταταγώ στους εκλεκτούς των.
4 µ`η [εκκλίν?ης τ`ην καρδίαν µου ε[ ις λόγους πονηρίας το~υ προφασίζεσθαι προφάσεις [εν ]αµαρτίαις σ`υν [ανθρώποις [εργαζοµένοις τ`ην [ανοµίαν, κα` ι ο[υ µ`η συνδυάσω µετά τω ~ ν [εκλεκτω ~ ν α[υτω ~ ν.
5 Ο δίκαιος να µε ψέξει, να µε τιµωρήσει µε έλεος, αλλά το λάδι του αµαρτωλού να µην λιπάνει το κεφάλι µου. Ούτε προσεύχοµαι για την συναίνεσή τους.
5 παιδεύσει µε δίκαιος [εν [ελέει κα` ι [ελέγξει µε, {ελαιον δ`ε ]αµαρτωλο~υ µ`η λιπανάτω τ`ην κεφαλήν µου· \οτι {ετι κα` ι ]η προσευχή µου [εν τα~ ις ε[υδοκίαις α[υτω ~ ν.
6 Οι πρόκριτοί τους, στη σειρά των βράχων, καταποντίστηκαν. Θ’ ακούσουνε τα λόγια µου, γιατί τους άρεσαν.
~ ν· [ακούσονται τ`α 6 κατεπόθησαν [εχόµενα πέτρας ο] ι κριτα` ι α[υτω ρήµατά µου \οτι ]ηδύνθησαν. 7ω ] σε` ι πάχος γ~ης [ερράγη [επ` ι τ~ης γ~ης, διεσκορπίσθη τ`α [οστ~α α[υτω ~ ν παρά τ`ον \?αδην.
7 Έσπασαν όπως σπάζει το κοµµάτι της παχιάς γης που έπεσε κατάχαµα, τα οστά τους διασκορπίστηκαν δίπλα στον Άδη.
8 \οτι πρ`ος σε, Κύριε, Κύριε, ο] ι [οφθαλµοί µου· [επ` ι σο` ι {ηλπισα, µ`η [αντανέλ?ης τ`ην ψυχήν µου.
8 Γιατί τα µάτια µου στραµµένα σε σένα, Κύριε, Κύριε, σε σένα ήλπισα, µην µου αφαιρέσεις την ψυχή µου.
9 φύλαξόν µε [απ`ο παγίδος, #ης συνεστήσαντό µοι, κα` ι [απ`ο σκανδάλων τω ~ ν [εργαζοµένων τ`ην [ανοµίαν.
9 Φύλαξέ µε απ’ τις παγίδες που µου έστησαν κι από τα προσκόµµατα αυτών που απεργάζονται την ανοµία.
~ ν ο] ι ]αµαρτωλοί· κατά µόνας ε[ ιµ`ι 10 πεσο~υνται [εν [αµφιβλήστρω? α[υτω [εγώ \εως {αν παρέλθω.
10 Θα πέσουν στο δίχτυ τους οι αµαρτωλοί. Μόνος µου είµαι εγώ, µέχρι ν’ απέλθω.
[47]
ΨΑΛΜΟΣ 142 ΡΜΒ΄ (ΡΜΓ΄)
ΨΑΛΜΟΣ 142 ΡΜΒ΄ (ΡΜΓ΄)
Ψαλµ`ος τω ~? ∆αυΐδ, \οτε α[υτ`ον ]ο υ] ι`ος καταδιώκει.
Ψαλµός του ∆αβίδ, όταν τον καταδιώκει ο γιος του.
1 Κύριε, ε[ ισάκουσον τ~ης προσευχ~ης µου, [ενώτισαι τ`ην δέησίν µου [εν τ~?η [αληθεί?α σου, [επάκουσόν µου [εν τ~?η δικαιοσύν?η σου.
1 Κύριε, την προσευχή µου εισάκουσε, την δέησή µου ακροάσου στην αλήθεια σου, εισάκουσέ µε στη δικαιοσύνη σου.
2 κα` ι µ`η ε[ ισέλθ?ης ε[ ις κρίσιν µετά το~υ δούλου σου, \οτι ο[υ δικαιωθήσεται [ενώπιόν σου π~ας ζω ~ ν.
2 Και µην δικάσεις τον δούλο σου, γιατί κανείς απ’ τους ζώντες δεν θα δικαιωθεί µπροστά σου.
3 \οτι κατεδίωξεν ]ο [εχθρ`ος τ`ην ψυχήν µου, [εταπείνωσεν ε[ ις τ`ην γ~ην τ`ην ζωήν µου, [εκάθισέ µε [εν σκοτεινο~ ις ω ] ς νεκρο`υς α[ ιω ~ νος·
3 Γιατί ο εχθρός καταδίωξε την ψυχή µου, στο χώµα ρίχνοντάς µε µέ ταπείνωσε, µε εγκατέστησε σε τόπους σκοτεινούς σαν τους αιώνια νεκρούς.
4 κα` ι [ηκηδίασεν [επ’ [εµ`ε τ`ο πνε~υµά µου, [εν [εµο` ι [εταράχθη ]η καρδία µου.
4 Καταπονήθηκε το πνεύµα µου, ταράχθηκε η καρδιά µου. 5 Θυµήθηκα ηµέρες παλιές, σκέφτηκα όλα τα έργα σου, τα έργα των χεριών σου µελέτησα.
5 [εµνήσθην ]ηµερω ~ ν [αρχαίων, κα` ι [εµελέτησα [εν π~ασι το~ ις {εργοις σου, [εν ποιήµασι τω ~ ν χειρω ~ ν σου [εµελέτων. 6 διεπέτασα πρ`ος σ`ε τάς χε~ ιράς µου, ]η ψυχή µου ω ] ς γ~η {ανυδρός σοι.
6 Σε σένα άπλωσα τα χέρια µου, σε σένα η ψυχή µου σαν γη άνυδρη.
7 ταχύ ε[ ισάκουσόν µου, Κύριε, [εξέλιπε τ`ο πνε~υµά µου· µ`η [αποστρέψ?ης τ`ο πρόσωπόν σου [απ’ [εµο~υ, κα` ι ]οµοιωθήσοµαι το~ ις καταβαίνουσιν ε[ ις λάκκον.
7 Κύριε άκουσέ µε, γρήγορα, το πνεύµα µου µ' εγκαταλείπει. Μην αποστρέψεις το πρόσωπό και µοιάσω µε όσους κατεβαίνουνε στον λάκκο.
8 [ακουστόν ποίησόν µοι τ`ο πρωΐ τ`ο {ελεός σου, \οτι [επ` ι σο` ι {ηλπισα· γνώρισόν µοι, Κύριε, ]οδόν, [εν #?η πορεύσοµαι, \οτι πρ`ος σ`ε @ηρα τ`ην ψυχήν µου·
8 Κάνε ν’ ακούσω το πρωί το έλεός σου, γιατί σε σένα ήλπισα. Κύριε, γνώρισέ µου την οδό που θα βαδίσω, γιατί σε σένα την ψυχή µου ύψωσα. 9 Απ’ τους εχθρούς µου ελευθέρωσέ µε, Κύριε, γιατί σε σένα κατέφυγα.
9 [εξελο~υ µε [εκ τω ~ ν [εχθρω ~ ν µου, Κύριε, \οτι πρ`ος σ`ε κατέφυγον.
10 Μάθε µε να εκτελώ το θέληµά σου, γιατί εσύ είσαι ο Θεός µου. Το πνεύµα σου το αγαθό ας µε οδηγήσει σε οδό ευθεία.
10 δίδαξόν µε το~υ ποιε~ ιν τ`ο θέληµά σου, \οτι σ`υ ε@ ι ]ο Θεός µου· τ`ο πνε~υµά σου τ`ο [αγαθόν ]οδηγήσει µε [εν γ~?η ε[υθεί?α.
11 Κύριε, ένεκα του ονόµατός σου θα µου δώσεις ζωή, ένεκα της δικαιοσύνης σου θα απαλλάξεις την ψυχή µου από την θλίψη.
11 \ενεκα το~υ [ονόµατός σου, Κύριε, ζήσεις µε, [εν τ~?η δικαιοσύν?η σου [εξάξεις [εκ θλίψεως τ`ην ψυχήν µου·
12 Και µε το έλεός σου θα εξολοθρεύσεις τους εχθρούς µου και αυτούς που θλίβουν την ψυχή µου θ’ αφανίσεις, γιατί εγώ είµαι δούλος σου.
12 κα` ι [εν τω ~? [ελέει σου [εξολεθρεύσεις το`υς [εχθρούς µου κα` ι [απολε~ ις πάντας το`υς θλίβοντας τ`ην ψυχήν µου, \οτι δο~υλός σού ε[ ιµι [εγώ.
[48]
ΨΑΛΜΟΣ 145 ΡΜΕ΄ (ΡΜΣΤ΄)
ΨΑΛΜΟΣ 145 ΡΜΕ΄ (ΡΜΣΤ΄)
[ Αλληλούϊα· [ Αγγαίου κα` ι Ζαχαρίου.
Αλληλούϊα. Αγγαίου και Ζαχαρίου.
1 Α{ ινει, ]η ψυχή µου, τ`ον Κύριον·
1 Εξύµνησε ψυχή µου τον Κύριο.
2 α[ ινέσω Κύριον [εν ζω ~? η µου, ψαλω ~ τω ~? Θεω ~? µου \εως ]υπάρχω.
2 Τον Κύριο θα εξυµνώ σε όλη τη ζωή µου, θα ψέλνω στον Θεό µου όσο υπάρχω.
3 µ`η πεποίθατε [επ’ {αρχοντας, [επ` ι υ] ιο`υς [ανθρώπων, ο# ις ο[υκ {εστι σωτηρία.
3 Μην έχετε εµπιστοσύνη στους άρχοντες, στους γιους ανθρώπων, δεν υπάρχει σωτηρία απ’ αυτούς.
4 [εξελεύσεται τ`ο πνε~υµα α[υτο~υ κα` ι [επιστρέψει ε[ ις τ`ην γ~ην α[υτο~υ· [εν [εκείν?η τ~?η ]ηµέρ?α [απολο~υνται πάντες ο] ι διαλογισµο` ι α[υτο~υ.
4 Θα τους εγκαταλείψει το πνεύµα τους και ο καθένας θα επιστρέψει στην γη του. Εκείνη την ηµέρα αφανίζονται όλοι οι διαλογισµοί του.
5 µακάριος ο#υ ]ο Θε`ος [ Ιακ`ωβ βοηθ`ος α[υτο~υ, ]η [ελπίς α[υτο~υ [επ` ι Κύριον τ`ον Θεόν α[υτο~υ,
5 Μακάριος αυτός που έχει βοηθό τον Θεό τού Ιακώβ, που η ελπίδα του στηρίζεται στον Κύριο τον Θεό του.
6 τ`ον ποιήσαντα τ`ον ο[υρανόν κα` ι τ`ην γ~ην, τ`ην θάλασσαν κα` ι πάντα τ`α [εν α[υτο~ ις· τ`ον φυλάσσοντα [αλήθειαν ε[ ις τ`ον α[ ιω ~ να,
6 Αυτόν που δηµιούργησε τον ουρανό, την γη, την θάλασσα και όλα τα υπάρχοντα σ’ αυτήν. Εκείνον που φυλάει την αλήθεια αιώνια.
7 ποιο~υντα κρίµα το~ ις [αδικουµένοις, διδόντα τροφήν το~ ις πεινω ~ σι· Κύριος λύει πεπεδηµένους,
7 Που κρίνει δίκαια τους αδικούµενους, δίνει τροφή σ’ όσους πεινούν, ελευθερώνει τους δεµένους.
8 Κύριος σοφο~ ι τυφλούς, Κύριος [ανορθο~ ι κατερραγµένους, Κύριος [αγαπ~?α δικαίους,
8 Ο Κύριος δίνει σοφία στους τυφλούς, ο Κύριος ανορθώνει τους συντετριµµένους, ο Κύριος αγαπά τους δίκαιους.
9 Κύριος φυλάσσει το`υς προσηλύτους· [ορφανόν κα` ι χήραν [αναλήψεται κα` ι ]οδόν ]αµαρτωλω ~ ν [αφανιε~ ι.
9 Ο Κύριος φυλάει τους ξένους που ασπάστηκαν τον λόγο του, την χήρα και το ορφανό θα αναλάβει, θα αφανίσει τις µεθόδους των αµαρτωλών.
10 βασιλεύσει Κύριος ε[ ις τ`ον α[ ιω ~ να, ]ο Θεός σου, Σιών, ε[ ις γενεάν κα` ι γενεάν.
10 Ο Κύριος θα βασιλεύει στον αιώνα, ο Θεός σου, Σιών, από γενεά σε γενεά.
[49]
ΨΑΛΜΟΣ 150 ΡΝ΄
ΨΑΛΜΟΣ 150 ΡΝ΄
[ Αλληλούϊα.
Αλληλούϊα.
1 Υµνήστε τον Θεό στους τόπους της λατρείας του, υµνήστε τον και στο παγίωµα της δύναµής του.
1 Α[ ινε~ ιτε τ`ον Θε`ον [εν το~ ις ]αγίοις α[υτο~υ, α[ ινε~ ιτε α[υτ`ον [εν στερεώµατι δυνάµεως α[υτο~υ· 2 α[ ινε~ ιτε α[υτ`ον [επ` ι τα~ ις δυναστείαις α[υτο~υ, α[ ινε~ ιτε α[υτ`ον κατά τ`ο πλ~ηθος τ~ης µεγαλωσύνης α[υτο~υ.
2 Υµνήστε τον για τα µεγάλα έργα του, υµνήστε τον κατά το εύρος της µεγαλοσύνης του.
3 α[ ινε~ ιτε α[υτ`ον [εν {ηχω? σάλπιγγος, α[ ινε~ ιτε α[υτ`ον [εν ψαλτηρίω? κα` ι κιθάρ?α·
3 Υµνήστε τον µε ήχο σάλπιγγας, µε άρπα και κιθάρα.
4 α[ ινε~ ιτε α[υτ`ον [εν τυµπάνω? κα` ι χορω ~? , α[ ινε~ ιτε α[υτ`ον [εν χορδα~ ις κα` ι [οργάνω ? ·
4 Υµνήστε τον µε τύµπανα και χορό, µε έγχορδα και όργανο.
5 α[ ινε~ ιτε α[υτ`ον [εν κυµβάλοις ε[υήχοις, α[ ινε~ ιτε α[υτ`ον [εν κυµβάλοις [αλαλαγµο~υ.
5 Υµνήστε τον µε κύµβαλα εύηχα, µε κύµβαλα αλαλαγµού.
6 π~ασα πνο`η α[ ινεσάτω τ`ον Κύριον. [αλληλούϊα.
6 Ό,τι αναπνέει ας υµνήσει τον Κύριο. Αλληλούϊα
[50]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Ψαλµός 3. Σύµφωνα µε την επιγραφή, ο ψαλµός γράφτηκε από τον ∆αβίδ, όταν καταδιωκόταν από τον γιο του Αβεσσαλώµ. Όλο το σχετικό ιστορικό περιγράφεται στο Βασιλειών Β', κεφ. 15-17. 3.5 Ο Μέγας Αθανάσιος λέει1 ότι εδώ πρόκειται για φωνή της διανοίας και όχι για κραυγή 3.8 Λέγεται ότι στο εβραϊκό κείµενο, πολλές φορές, ο µέλλοντας αντικαθίσταται µε αόριστο, αλλά και το αντίστροφο. Οι παλαιότεροι ερµηνευτές σηµειώνουν2 αυτή την εναλλαγή των χρόνων. Οι Ο' κάνουν τις σχετικές διορθώσεις3, αλλά όχι πάντοτε, ίσως αµφιβάλλοντας και οι ίδιοι για την ακριβή πρόθεση του πρωτοτύπου. Στην προκειµένη περίπτωση τα "[επάταξας" και "συνέτριψας" πρέπει να αντικατασταθούν µε µέλλοντα. Ψαλµός 6. Πολλές από τις φράσεις που αναφέρονται στις επιγραφές των ψαλµών δέχονται διαφορετικές ερµηνείες από τους Πατέρες της Εκκλησίας και από τους νεότερους σχολιαστές και φαίνεται ότι και οι Ο' δεν ήξεραν το ακριβές νόηµά τους. Η φράση "ε[ις τ`ο τέλος" που υπάρχει στην επιγραφή αυτού του ψαλµού, αλλά και πολλών άλλων, µπορεί να σηµαίνει "στον αρχιµουσικό", αλλά και ότι τα λεγόµενα θα συµβούν µετά πολλά χρόνια4, ή κατά την έλευση5 του Χριστού. Επί-
1
"Κα`ι φων`ην µ`εν ]υποληπτέον τ`ην νοερ`αν τ~ης διανοίας πρ`ος τ`ον τ~ων \ολων Θε`ον ]ικεσίαν. ο[υ γ`αρ τ`ην κραυγ`ην λέγει, [αλλά τ`ην α[υδαίαν τ~ης διανοίας ε[υχήν.", Migne 27.80 2 "] Εντ~υθα ]ο χρόνος [ενήλλακται" γράφει συχνά ο Θεοδώρητος (Migne 80.1052 80.1364) 3 Γράφει ο Θεοδώρητος : "]ο χρόνος [ενήλλακται παρ`α το~ις ] Εβδοµήκοντα", Migne 80.1605 4 Θεοδώρητος, "Σηµαίνει δ`ε τ`ο µ`εν ε[ις τ`ο το τέλος, \οτι µακρο~ις \υστερον χρόνοις πληρωθήσεται τ`α προφητευόµενα", Migne 88.888.
51
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
σης, η φράση "]υπέρ τ~ης [ογδόης", κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας σηµαίνει την όγδοη ηµέρα , δηλαδή την ηµέρα την επόµενη της εβδόµης όπου ο Θεός είχε συµπληρώσει την δηµιουργία, ή, όπως γράφει ο Μέγας Αθανάσιος6, η αναστάσιµος ηµέρα του Χριστού, ενώ κατά τους νεότερους αναφέρεται στην µουσική εκτέλεση του ψαλµού, και σηµαίνει7 "οκτώ τόνους κάτω", κάτι που συµφωνεί µε το πένθιµο ύφος του ψαλµού. 6.1 Το ρήµα "παιδεύω" σηµαίνει παιδαγωγώ, αλλά και σωφρονίζω, συνετίζω, όπως και τιµωρώ (ψαλµός 140.5). 6.4 Η φράση "κα` ι σύ, Κύριε, \εως πότε;" είναι από τις δραµατικότερες των ψαλµών. Η ερώτηση δεν είναι διόλου ρητορική και δείχνει ότι κάτω από τις ευχαριστίες και τους ύµνους, σέρνεται το παράπονο του κατατρεγµού και της εγκατάλειψης. Επαναλαµβάνεται και σε άλλους ψαλµούς. 6.5 Είναι χαρακτηριστικό ότι η απελπισία της εγκατάλειψης, του στίχου 6.4, αφήνει να διαφύγει και µια έµµεση απειλή: εάν ο άνθρωπος πεθάνει, ποιος θα σε µνηµονεύει και θα σε υµνεί; Γιατί, οι Ισραηλίτες πίστευαν ότι στον Άδη, όπου βρίσκονται οι ψυχές των νεκρών, ο Θεός δεν επεµβαίνει. Συνεπώς εκεί δεν είναι δυνατόν να συγχωρεθούν, άρα και να υµνήσουν τον Θεό. Το ίδιο πνεύµα κυριαρχεί και στον ψαλµό 87. 6.9-11 Μετά τον θρήνο για την εγκατάλειψη και την έµµεση απειλή, το ύφος γίνεται θριαµβευτικό για την ανταπόκριση του Θεού στις παρακλήσεις, και αναρωτιέσαι αν η ξαφνική µεταστροφή εκφράζει αναθάρρηση, ευχή, ή ίσως, µια έµµεση πρόκληση. 5
Μέγας Αθανάσιος, "τ`ο [επ`ι τέλει τ~ων α[ιώνων πέρας σχε~ ιν τ`α προφητευόµενα. Περ`ι Χριστο~υ γ`αρ κα`ι τα~ων µετ`α τ`ην [ενθρώπισην λέγει [ Εκκλησι~ων" Migne 27.80 6 "Κα`ι τ`ις }αν ε{ιη ]η [οδόη, }η ]η το~υ Χριστο~υ [αναστάσιµος ]ηµέρα", Migne 27.76 7 Π.Ν. Τρεµπέλα Η ΠΑΛΑΙΑ ∆ΙΑΘΗΚΗ Τόµ Ι΄ ΨΑΛΜΟΙ, Εκδ. Ο ΣΩΤΗΡ
[52]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Ψαλµός 10. Αυτός ο ψαλµός φαίνεται πως είναι η απάντηση του ∆αβίδ σε κάποιους που τον συµβούλευαν να φύγει, µπροστά σε κάποιον εχθρό που τον απειλούσε. Η απάντησή του είναι σαφής: έχει εµπιστοσύνη στον Θεό, ο οποίος εξετάζει προσεκτικά τον δίκαιο και τον ασεβή. Αυτός που αγαπά την αδικία, πέρα από τις βαριές τιµωρίες που δέχεται, µισεί και την ίδια του την ψυχή. 10.4 "Βλέφαρα δ`ε" σηµειώνει8 ο Μέγας Αθανάσιος, "τ`ην κριτικ`ην α[υτο~υ πρόνοιαν κα`ι τ~ων πραγµάτων [εξεταστικήν". Ψαλµός 18. Είναι σαφής ο χωρισµός σε δύο µέρη. Στο πρώτο (στίχ. 1-7), που είναι και το λυρικότερο, εξυµνείται η φύση ως δηµιούργηµα του Θεού. Στο δεύτερο, το αυστηρότερο ποιητικά, εξυµνείται ο Νόµος του Θεού. Είναι από τους ωραιότερους ψαλµούς του Ψαλτηρίου. 18.2 Ας υπογραµµιστεί η διαφορά: ο λόγος (που εδώ είναι ο προφορικός λόγος, η επιχειρηµατολογία) µεταβιβάζεται από την µια µέρα στην επόµενη, αλλά η γνώση από την µια νύχτα στην επόµενη. Ο φιλοσοφηµένος Ωριγένης τονίζει9 την διάκριση: "Κα` ι ]η φωτειν`η δ`ε νόησις, ]ηµέρας ο@υσα, ]ετέρ?α φωτειν~?η νοήσει σύµφωνος ο@υσα, [ερεύγεται ρ~ηµα […] ]η λαλι`α προποιε~ ιται το~ ις λόγοις, ο] ι δ`ε λόγοι τ`ην [επιστήµην [επάγουσι, τ`ας [αποδείξεις παρέχοντες […] ]η δ`ε νύξ, ]η βαθυτάτη τ~ων µυστικ~ων πραγµάτων διάληψις, πρ`ος ]ετέραν ]ηµ~ας [ασάφειαν ]οδηγε~ ι, \ηνπερ δάληψιν δίδωσι τ`ο το~υ Θεο~υ πνε~υµα το~ ις {εχουσιν α[υτό. τ`ο κα`ι τ`α βάθη [ερευν~ων το~υ Θεο~υ". Ψαλµός 21. Και εδώ οι σχολιαστές διαφωνούν για την απόδοση της επιγραφής. Ο Κύριλλος Αλεξανδρείας αναφέρει10 "Τιν`ες δ`ε [αντίληψιν ]εωθιν`ην λέγουσι τ`ον τ~ης [αναστάσεως το~υ Σωτ~ηρος καιρόν". Αντιστοίχως, ο Θεοδώρητος γράφει11 "[ Αντίληψις γ`αρ ]εωθιν`η το~υ Σωτ~ηρος ]ηµ~ων [επιφά8
Migne 27.93 Migne 12.1241 10 Migne 69.837 11 Migne 80.1009 9
[53]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
νεια". Οι νεότεροι, λέει ο Τρεµπέλας12 θεωρούν την επιγραφή οδηγία να ψέλνεται ο ψαλµός το πρωί, ή να ψέλνεται µε ορισµένο ήχο. 21.2 Η τελευταία φράση "µακράν…" είναι ακατανόητη, και µεταφράζεται, από παλαιούς και νεότερους σχολιαστές κατά διαφορετικούς τρόπους. Ο Θεοδώρητος αναφέρει13 πως ο Σύµµαχος14, αντί "παραπτωµάτων" µεταφράζει "[οδυρµ~ων", αλλά ο ίδιος θέλει να µείνει πιστός στους Ο' και δεν την αποδέχεται. Εντούτοις, µε αυτή την αντικατάσταση η φράση αποκτά νόηµα. 21.11 Προφανώς εννοεί ότι, ήδη από την µήτρα, έπεσε στην προστασία και επιµέλεια του Θεού. 21.18 Υπονοείται ότι από τα µαρτύρια ήταν κάτισχνος, ότι οι εχθροί του µπορούσαν να µετρήσουν τα κόκαλά του, και ότι οι φύλακες απλώς παρακολουθούσαν φροντίζοντας ώστε ο βασανισµός να γίνεται όπως πρέπει. 21.17-19 Λόγοι προφητικοί για το µαρτύριο του Ιησού Χριστού. 21.21 "Μονογεν~η δ`ε λέγει α[υτο~υ τ`ην ψυχήν" γράφει15 ο Μέγας Αθανάσιος 21.24 Στα ιερά κείµενα, στις λέξεις "φόβος", "φοβερός" και "φοβούµαι", συνυπάρχει η έννοια της κατάπληξης, του θαυµασµού, και του σεβασµού. 21.30 Το επίθετο "πίων", στην περίπτωση προσώπων σηµαίνει καλοζωισµένος, πλούσιος. Είναι λοιπόν δυσεξήγητο πώς και γιατί οι πλούσιοι "έφαγαν και προσκύνησαν". Εκτός αν γίνει δεκτή η άποψη του Μ. Αθανασίου16 και του Θεοδώρητου17, ότι "πίονες" εννοούνται εδώ ε12
∆ες υποσηµ. 7 Migne 80.1009 14 Ελληνιστής Ιουδαίος από την Σαµάρια, του 2ου µ.Χ. αιώνα, που µετέφρασε την Π. ∆ιαθήκη από το πρωτότυπο. 15 Migne 27.136 16 "…τ`ην πνευµατικ`ην δηλονότι τροφήν. Πίονας δ`ε α[υτο`υς καλε~ι δι`α τ`ο ε[υτραφ`ες τ~ων θείων λόγων", Migne 27.137 13
[54]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
κείνοι που έχουν τραφεί µε τον θείο λόγο και είναι πλούσιοι από πνευµατικά αγαθά. 21.30 Οι νεότεροι ερµηνευτές θεωρούν ότι "κατεβαίνοντες ε[ις γ~ην" είναι οι βασανισµένοι και κακοτυχισµένοι, αλλά ο Μέγας Αθανάσιος γράφει18 ότι είναι "ο]ι πεσόντες ε[ις {ολεθρον κα`ι φθοράν, δι`α τ`ο µ`η ε[ιδέναι α[υτο`υς τ`ον Κύριον". Ψαλµός 37. Ψαλµός µετάνοιας του ορθρινού εξάψαλµου. Ο αµαρτωλός ∆αβίδ –αλλά και ο οποιοσδήποτε αµαρτωλός– παρακαλεί για ήπια τιµωρία από τον οργισµένο Θεό. Τυπική εικόνα του ανθρώπου που αναγνωρίζει την ισχύ του νόµου, και αποδέχεται τις συνέπειες της ανυπακοής του, µόνο που εδώ η ποίηση υπερβαίνει το θέµα, γιατί ο ∆αβίδ γνωρίζει την δύναµη αυτής της υπέρβασης. Το κείµενο είναι σοφά οργανωµένο, οι πρώτοι εννέα στίχοι περιγράφουν την δεινή ψυχική και σωµατική κατάσταση του συγγραφέα, οι επόµενοι έξι στίχοι την εγκατάλειψή του από φίλους και γνωστούς –η γνωστή συµπεριφορά έναντι της πεσούσης δρυός– και οι υπόλοιποι στίχοι την ταπείνωση, την προσευχή και την επίκληση της θείας βοήθειας. 37.1 Ο στίχος είναι ίδιος µε τον 6.1 37.8 "Ψόαι" είναι οι µύες των νεφρών, στους οποίους, λέει ο Θεοδώρητος19, εδρεύουν "τ~ης [επιθυµίας οι λογισµοί". Στη λαϊκή µας γλώσσα αντίστοιχη λέξη είναι "τα σωθικά", όπου, µεταφορικά, νοούνται τα βάθη της ψυχής20. Η φράση "ο[υκ {εστιν { ιασις [εν τ~?η σαρκί µου", αναφέρεται και στον στίχο 37.4 17
"ο]ι γ`αρ φαγόντες κα`ι [εµπλησθέντες, χάριν ο] µολογο~υντες περ`ι τ~ης [αθανάτου τροφ~ης, προσκυνήσουσιν ]ως Θε`ον τ`ον τούτων γενόµενον χορηγόν", Migne 80.1024 18 Migne 27.137 19 "… το`υς λογισµο`υς [ονοµάζει. [ Επειδή τ`ας ]υπογαστρίους [ορέξεις ο]ι νεφρο`ι διεγείρουσιν, [εντε~υθεν κινο~υνται τ~ης [επιθυµίας ο]ι λογισµοί", Migne 80.912 20 ∆. Σολωµού, Τρελή µάννα, "[ακούσετε / µίαν ]ιστορία / πο`υ τ`ην α[ισθάνονται / τ`α σωθικά, Στίχ. 12
[55]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
37.13 Εκτός από αυτόν το στίχο, και στον ψαλµό 143 αναφέρεται η φράση "[ελάλησαν µαταιότητας" ως ενέργεια των εχθρών του συγγραφέα, στρεφόµενη εναντίον του. Και είναι δύσκολο να αντιληφθούµε πώς, µιλώντας κάποιος για µάταια πράγµατα µπορεί να βλάψει τον αντίπαλό του. Ο Ευσέβιος, αναφερόµενος21 στον στίχο, προτείνει µια εξήγηση: "[εθελόκακοι [ελάλησάν µοι µαταιότητας, {ενδον ]υποβάλλοντές µου ε]ις τ`ην ψυχ`ην µαταίους λογισµο`υς. άλλ`α κα` ι σ`υν δόλ?ω θέλγοντες κα` ι [απατ~ωντες, ]ως [επ` ι [αγαθο~ις [εδελέαζον καθέλκοντ`ας µε ε[ ις τ`ην ]αµαρτίαν". 37.19 Παραλλαγή του στίχου 31.5 "τ`ην ]αµαρτίαν µου [εγνώρισα κα` ι τ`ην [ανοµίαν µου ο[υκ [εκάλυψα". Ψαλµός 38. Ο πιο πρωτότυπος ψαλµός του Ψαλτηρίου, σχεδόν επαναστατικός. Σύµφωνα µε την επιγραφή του ανήκει στον ∆αβίδ, όµως δύσκολα αναγνωρίζεται εδώ ο συγγραφέας του στίχου "[εγ`ω δ`ε ε[ ιµι σκώληξ κα` ι ο[υκ {ανθρωπος". Η αγέρωχη στάση του σαν συνοµιλητή ισότιµου, η τάση του να συγκρατήσει τη γλώσσα του γιατί φοβάται µήπως βλασφηµήσει, η διαµαρτυρία του για την συνεχή τιµωρία του, και εντέλει η διαπίστωση πως όλα είναι µάταια, χωρίς να εξαιρείται ο αγώνας της "[αγαθοσύνης", γράφονται για πρώτη –και τελευταία– φορά. Είναι ένα κείµενο εκτός χρονολογίας. Κάλλιστα θα µπορούσε να γραφτεί και σήµερα, από έναν ευσεβή χριστιανό που έζησε την φρίκη του εικοστού αιώνα. 38.2 Είναι έκδηλος ο φόβος για το τι µπορεί να βγει από το στόµα του. Γι' αυτό και αποφασίζει να µην µιλά µπροστά σε αµαρτωλούς, που ασφαλώς θα εκµεταλλευτούν τα λόγια του. 38.5 Το "]υστερ~ω" υπάρχει και στον ψαλµό 22.1, αλλά και σε πολλά χωρία των βιβλίων της Π. ∆ιαθήκης, παντού µε την σηµασία του στερώ κάτι (από κάποιον). Εδώ πρέπει να έχει άλλη σηµασία Οι παλαιοί ερµηνευτές το προσπερνούν και ο Βάµβας αντί του "\ ινα γν~ω τ` ι ]υστερ~ω 21
Migne 23.345
[56]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[εγώ" µεταφράζει "δι`α ν`α γνωρίσω πόσον {ετι θέλω ζήσει". Η απόδοση "για να γνωρίσω σε τι υστερώ", είναι βέβαια συνεπής αφού µεταφράζει κατά λέξη, αλλά το νόηµά της φαίνεται άσχετο µε όσα προηγούνται. Πράγµατι, αναρωτιόµαστε γιατί και πώς ο συγγραφέας θα µάθει σε τι υστερεί, αν του γίνει γνωστό το υπόλοιπο της ζωής του. Προτιµώ, λοιπόν, να διαβάζω "τ`ι ]υστερε~ ι [[εµο~υ]", δηλαδή, τι έπεται εµού. 38.4-38.7 Η ζωή έχει καταντήσει αφόρητη (χωρίς να γίνεται διάκριση αµαρτωλού και µη) και επιζητείται το τέλος της. Ο άνθρωπος, το τέλειο δηµιούργηµα, είναι µια φευγαλέα εικόνα, χωρίς υπόσταση, µάταιη, χωρίς σκοπό. 38.8 Γιατί λοιπόν να κάνει υποµονή; Προσµένοντας όχι τον Κύριο, αλλά κάποιον άλλον; Το ερωτηµατικό µετά το " ο[υχ`ι ]ο Κύριος;" δεν απευθύνει ο συγγραφέας στον εαυτό του, αλλά στον Κύριο, και δεν είναι διόλου ρητορικό. Καλεί τον Κύριο να απαντήσει. Ο λόγος καταντά σχεδόν υβριστικός, γι' αυτό και ο συγγραφέας δειλιάζει και παλινωδεί: όχι, η ύπαρξή του ανήκει στον Κύριο. 38.9-11 Αλλά αµέσως επανέρχεται δριµύτερος : Κατάντησα περίγελος και του αµαρτωλού, προσποιούµενος πως τάχα δεν ακούω. Αλλά τι να απαντήσω αφού εσύ είσαι η αιτία όλων αυτών; Το δυνατό σου χέρι και οι µαστιγώσεις σου θα αφανίσουν τον άνθρωπο. 38.12-13 Η παροµοίωση του Θεού µε αράχνη που τυλίγει τον άνθρωπο και αποµυζά την ζωή του, και µάλιστα µάταια, είναι ό,τι δριµύτερο και ανευλαβέστερο θα µπορούσε να λεχθεί. Και δεν ακολουθείται πια από µετάνοια, αλλά σχεδόν µε την προσταγή να γίνει ακουστός µε προσοχή, κλείνοντας µε µια φράση, που ακούγεται σαν απειλή και που µπορεί να σηµαίνει πολλά: είναι "παρεπίδηµος", δηλαδή έρχεται εδώ στη γη, και αυτός και οι προγονοί του, από κάπου αλλού, όπου βέβαια προϋπήρχαν, και όπου, ίσως, µπορεί να επιστρέψουν. Με άλλα λόγια, φαίνεται να αµφισβητεί και την δηµιουργία του, εδώ στην γη, απ' τον Θεό.
[57]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
38.14 Ο ψαλµός κλείνει µε µια σπαρακτική επίκληση του συγγραφέα Το µόνο που ζητά από τον Θεό είναι λίγη ανακούφιση, πριν απ' τον θάνατό του. Έναν θάνατο που σηµαίνει, βέβαια, και το οριστικό τέλος της ύπαρξής22 του. Γιατί στην Π. ∆ιαθήκη δεν υπάρχει σωµατική ανάσταση νεκρών και µεταθανάτια ανταµοιβή και τιµωρία. Κανένα άλλο κείµενο της Π.∆ιαθήκης δεν έχει απαγγείλει τόσο βαριές κατηγορίες κατά του Θεού, κατηγορίες για βασανισµό µάταιο, δηλαδή για σαδισµό. Τόλµη που φθάνει τα όρια της αφροσύνης, όταν είναι γνωστό πόσο ανελέητα εκδικητικός είναι αυτός ο Θεός. Όµως ο ψαλµός είναι από τους ωραιότερους. Οι εικόνες έντονες, ο καταγγελτικός λόγος σφιχτός, οι λέξεις σαφείς, το ύφος σοβαρό απαλλαγµένο από τις συναισθηµατικές εξάρσεις των άλλων ψαλµών, ο ρυθµός στακάτος, που σε καθηλώνει από την πρώτη λέξη. Είναι ο µόνος ψαλµός µε τελεία στην πρώτη λέξη. Που σου επιβάλλει αµέσως να συγκεντρωθείς και να προσέξεις ό,τι θα ειπωθεί. Ψαλµός 49. Αποδίδεται στον Ασάφ, που ο ∆αβίδ είχε ορίσει αρχιµουσικό του Ναού (Α' Παραλ. 16.5), αξίωµα που παρέµεινε στην οικογένειά του. Υπάρχουν ακόµη έντεκα ψαλµοί που αποδίδονται σ' αυτόν, θεωρείται όµως πιθανό να συντάχτηκαν από τους απογόνους του. 49.1 Και ο Ευσέβιος23 και ο Θεοδώρητος24 δηλώνουν ότι οι Ο', µε την λέξη "θεούς" εννοούν τους άρχοντες που είχε εξουσιοδοτήσει ο Θεός να νοµοθετούν και να κρίνουν, και τους οποίους, σε αυτό τον ψαλµό, ελέγχει. 49.2 Ο Θεός εµφανίζεται από την Σιών µε την "ε[υπρέπειαν της ]ωραιότητος α[υτο~υ". Το ουσιαστικό "ε[υπρέπεια" εµφανίζεται 16 φορές στην Π. ∆ιαθήκη και σηµαίνει "µεγαλοπρέπεια". Μόνο όµως εδώ έχει θέση επιθετικού προσδιορισµού, χαρακτηρίζοντας θαυµάσια το µεγαλείο της " \οτι ο[υκ {εστιν [εν τω ~? θανάτω ? ]ο µνηµονεύων σου", λέει ο ψαλµός 6.6 Migne 23.433.46 24 Migne 80.1229.20 22 23
[58]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
θείας ωραιότητας. 49.4 ∆ιαβάζοντας ότι ο Θεός, προκειµένου να κρίνει, καλεί ως µάρτυρες τον ουρανό και την γη, είναι δύσκολο να αποφύγεις τους συνειρµικούς συσχετισµούς µε τους οµηρικούς θεούς, την Ήρα25 και την Καλυψώ26 που καλούν ως µάρτυρες, γι' αυτά που πρόκειται να πουν, τον ουρανό και την γη. 49.5 Εννοεί, να µαζευτούν µπροστά του οι ευσεβείς άρχοντας. 49.8- 49.14 Σε πολλά σηµεία της Π. ∆ιαθήκης ο Θεός απαιτεί ολοκαυτώµατα (Εξ. 10.24, Αριθ. 15.3). Εδώ ο Ασάφ τολµάει και δηλώνει ρητά –στον ψαλµό 50.18 ο ∆αβίδ το αναφέρει εµµέσως– ότι ο Θεός δεν χρειάζεται αιµατηρές θυσίες και ολοκαυτώµατα. Ούτε τρώει κρέατα ταύρων ούτε πίνει αίµα τράγων. Ζητά µόνο ύµνους και συνέπεια στην τήρηση εκείνων που ο καθένας έχει υποσχεθεί. Αν δεν ζητούσε ούτε αυτό, δηλαδή αν δεν ζητούσε απολύτως τίποτα, καµία ανταπόδοση, τότε θα ήταν ο Θεός κάποιου αιώνα που δεν έχει φθάσει µέχρι τότε – και που δεν έχει φτάσει µέχρι σήµερα. 49.22 Θαρραλέος ο Ασάφ, όχι όµως και µέχρι του σηµείου να αρνηθεί τον τιµωρό Θεό, µε άλλα λόγια ν' αρνηθεί την εποχή του και τα ήθη της και την κοινωνική ανάγκη τιθάσευσης του όχλου µε το µοναδικό όπλο τρόµου του αρχαίου κόσµου, το θεϊκό µαστίγιο. Ψαλµός 50. Όπως συνάγεται από την επιγραφή, ο ψαλµός γράφτηκε από τον ∆αβίδ, µετά το αµάρτηµά του, γνωστό από την περιγραφή στο Β' Βασιλ. 11-12. Η Βηρσαβεέ (ή Βησθαβεέ) γυναίκα ωραιότατη, ήταν σύζυγος του αξιωµατικού Ουρία που πολεµούσε στο µέτωπο. Ο ∆αβίδ γοητεύτηκε από την καλλονή της, την κάλεσε σπίτι του και "[εκοιµήθη
25
"{ιστω ν~υν τόδε γα~ια κα`ι ο[υραν`ος ε[υρ`υς υ\ περθε / \ορκος δυνότατος τε πέλει µακάρεσσι θεο~ισι", Ιλ. 15.36 26 "{ιστω ν~υν τόδε γα~ια κα`ι ο[υραν`ος ε[υρ`υς \υπερθε / \ορκος δυνότατος τε πέλει µακάρεσσι θεο~ισι", Οδ. 5.184
[59]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
µετ' αυτ~ης". Συγχρόνως, παρήγγειλε στον επικεφαλής του στρατού του, τον Ιωάβ, να στείλει τον Ουρία σε µια επικίνδυνη µάχη ώστε να σκοτωθεί. Έτσι και έγινε. Ο Κύριος, όµως, θύµωσε µε το αµάρτηµα του ∆αβίδ, έστειλε τον προφήτη Νάθαν να τον συνετίσει, και θανάτωσε το παιδί που είχε συλλάβει η Βηρσαβεέ. Ο ∆αβίδ µετανόησε, και συντετριµµένος έγραψε επτά ψαλµούς, που καλούνται ψαλµοί µετανοίας, και στους οποίους ο αµαρτωλός, ταπεινωµένος, ζητά από τον Θεό έλεος. Ο παρών ψαλµός είναι ένας από αυτούς, και ένας από τους καλύτερους του ψαλτηρίου. Ο ρυθµός του είναι συµπαγής, ο λόγος εύστοχος, ειλικρινής, συγκινητικός, η σύνταξη άψογη, οι λέξεις ηχηρές. ∆ιαβάζεται στις περισσότερες εκκλησιαστικές ακολουθίες 50.6 Ο στίχος ταλαιπώρησε αρκετά τους σχολιαστές. Η πράξη του ∆αβίδ ήταν "ο[υ µόνον [ακολασία [αλλ`α κα` ι [ωµότης κα`ι [απανθρωπία" λέει ο Ωριγένης27. Το πνεύµα του "σ`υ µόν?ω" δεν είναι ότι δεν αµάρτησε έναντι του Ουρία, "[ηδίκησε γ`αρ κ[ακε~ινον, κα`ι τ`ην [εκείνου γυνα~ικα". Αλλά "]η µεγίστη παρανοµία ε[ις α[υτ`ον τετόλµηται τ`ον Θεόν, τ`ον [εκλεξάµενον, τ`ον [αντ`ι προβατέως βασιλέα πεποιηκότα", γράφει28 ο Θεοδώρητος και, σχεδόν µε τα ίδια λόγια, συµφωνεί29 και ο Μέγας Αθανάσιος. Με παρόµοια, όχι στερεά, επιχειρήµατα δικαιολογείται και το δεύτερο ηµιστίχιο, ότι, δηλαδή, το αµάρτηµα δεν έγινε σκοπίµως, για να δικαιωθεί ο Θεός, και ότι σωστά τιµωρήθηκε ο ∆αβίδ. Και σηµειώνει, σχετικά30, ο Κύριλλος Αλεξανδρίας : "τ`ο τοίνυν \οπως ο[υκ {εστιν α[ιτίας [εντα~υθα δηλωτικόν. ο[υ γ`αρ δι`α το~υτο ]ηµαρτεν ]ο ∆αυΐδ \ινα ο Θεός δικαιωθ~?η, [αλλά το{υναντίον κα` ι ]υπ`ο τ~ης ]αµαρτίας τούτου, το~υ Θεο~υ τ`ο δίκαιον [αναδείκνυται". 50.7 Και αυτός ο στίχος δυσεξήγητος, εκτός αν δεχθούµε την εύκολη απάντηση (που προτείνει31 και ο Θεοδώρητος), ότι τους γονείς του ∆αβίδ, όπως και ολόκληρο το γένος των ανθρώπων, βαρύνει το προ27
Migne12.1453 Migne 80.1244 29 Migne 27.240 30 Migne 69.1089 31 Migne 80.1244 28
[60]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
πατορικό αµάρτηµα. 50.9 Ο ύσσωπος ήταν θαµνώδες αρωµατικό φυτό που αναφέρεται σε πολλά σηµεία της Π. ∆ιαθήκης. Κλωνάρια υσσώπου βύθιζαν στο αίµα του ζώου που θυσίαζαν και ράντιζαν κάποιον για να τον καθαρίσουν από τις αµαρτίες του. Το σηµερινό ανάλογο είναι ο αγιασµός µε βασιλικό. Επίσης, όπως αναφέρει ο ευαγγελιστής Ιωάννης (19.29), όταν ο Χριστός βρισκόταν στο σταυρό, οι στρατιώτες "πλήσαντες σπόγγον {οξους κα` ι ]υσσώπ?ω περιθέντες προσήνεγκαν α[υτο~υ τ~?ω στόµατι". 50.10 Πολλοί µεταφραστές, παρασυρόµενοι ίσως από το εβραϊκό κείµενο που γράφει "τα οστά τα οποία συνέθλασας", κατά την µετάφραση του Βάµβα, ή "ossa confregisti" κατά την Βουλγκάτα, γράφουν "οστά συντετριµµένα", εννοώντας "καταλυπηµένα". Όµως, ο "ταπεινωµένος" δεν είναι πάντοτε και "καταλυπηµένος" (παράδειγµα, ο ταπεινός χριστιανός), ούτε ισχύει και το αντίθετο. Άλλωστε, ο ίδιος ο ψαλµός, στον στίχο 19, διακρίνει το "συντετριµµένος" από το "τεταπεινοµένος". ∆εν µπορώ να διαβάσω το εβραϊκό κείµενο, αλλά εκείνος από τους εβδοµήκοντα που µετέφρασε αυτό τον στίχο, και που αν δεν ήταν ποιητής πάντως, όπως φαίνεται από τον ψαλµό, είχε αυξηµένη ποιητική εµπειρία, ήθελε –και πολύ σωστά–, κοντά στις λέξεις "[αγαλλιάσονται [οστέα" µε την τόσο µαλακή άρθρωση, την λέξη "τεταπεινωµένα" και όχι την "συντετριµµένα" µε τα οξέα "ντ" και "τρ". 50.12 Αντί "δηµιούργησε καθαρή καρδιά" προτιµώ το "κτίσε καθαρή καρδιά" ακολουθώντας την Γραφή και την θρησκευτική µας παράδοση όπου ο Θεός κτίζει τον κόσµο και τον άνθρωπο (κτίσις, κτιστός κόσµος, άκτιστον φως κ.ά.). 50.19 Για να συµπληρώσω όσα αναφέρθηκαν προηγουµένως, στον 50.10, σχετικά µε την διαφορά των δύο επιθέτων: στην φράση "καρδίαν συντετριµµένην και τεταπεινωµένην" αυτού του στίχου, δοκιµάστε να αντιµεταθέσετε τα δύο επίθετα. Τα σκληρά συµπλέγµατα "ρδ", "ντ" και "τρ" του πρώτου επιθέτου, που τώρα εκτονώνονται στο "π" του δεύτερου, θα διασπαρούν στην αρχή και στο τέλος της φράσεως, δη-
[61]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
µιουργώντας, αντί της "ταπείνωσης" και χαλάρωσης, που επιζητεί η φράση, αιωρούµενη ένταση. 50.21 Μεταφράζω το "[αναφοράν" όπως προτείνεται στο L.S. δηλαδή, "προσφορά". Ο στίχος δυσκολεύει τους σχολιαστές γιατί έρχεται σε αντίθεση µε τον 50.18 όπου αναφέρεται ότι ο Θεός δεν θέλει ολοκαυτώµατα. Γράφει32 ο Κύριλλος, ο οποίος θεωρεί ότι η Σιών του προηγούµενου στίχου είναι η Εκκλησία: "θυσίαι ο[υχί δι' α]ιµάτων, [αλλ' α]ι τ~ης δικαιοσύνης, ε{ιτουν α]ι τ~ης α[ινέσεως. ] Οµοίως κα`ι [αναφορά και ]ολοκαυτώµατα, κα`ι τα~υτα δικαιοσύνη". Μια άλλη λύση θα ήταν να δεχθούµε ότι ο στίχος προστέθηκε από κάποιους µεταγενέστερους, που σε καιρούς χαλεπούς (εξορίας, αιχµαλωσίας κ.λπ.) εύχονταν την αποκατάσταση της Σιών, µε τις πατροπαράδοτες τελετές του θυσιαστηρίου. Ψαλµός 62. Λέγεται ότι ο ∆αβίδ έγραψε τον ψαλµό από την έρηµο στην οποία είχε καταφύγει διωκόµενος από τον γιο του Αβεσσαλώµ (δες και ψαλµό 3), και αυτό επιβεβαιώνεται και από τον στίχο 2 όπου µιλά για την άνυδρη και άβατη έρηµο. Σε αντίθεση µε τους περισσότερους ψαλµούς, που είναι γεµάτοι απελπισία ικεσία και µετάνοια, στον παρόντα, ο ποιητής είναι αισιόδοξος, βέβαιος για την εύνοια του Θεού και την εξουδετέρωση των εχθρών του. 62.2 Εδώ ας απολαύσουµε την θαυµάσια (σε µέτρο και επιλογή λέξεων) κατάληξη του στίχου "]η σάρξ µου [εν γ~?η [ερήµ?ω κα`ι [αβάτ?ω κα`ι [ανύδρ?ω." 62.7 Το " ε[ ι [εµνηµόνευόν σου" ο Μέγας Αθανάσιος αντικαθιστά33 µε "µνηµονεύων", που είναι πιο σωστό, άλλωστε και ο Θεοδώρητος γράφει34 ότι ο Σύµµαχος35 το ερµηνεύει "[αναµιµνήσκοµαί σου" 32
Migne 69.1104 Migne 27.280 34 Migne 80.1337 35 ∆ες υποσηµ. 13 33
[62]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
62.11 Είναι προφανές ότι αντί των "[αλωπέκων", που δεν τρώνε πτώµατα, κάποιο άλλο σαρκοφάγο ζώο θα αναφερόταν αρχικά εδώ. Αλλά ο Ευσέβιος λέει36 ότι, γράφοντας ο ∆αβίδ "[αλωπέκων", εννοεί "πανούργων πνευµάτων". Ψαλµός 67. Ποίηµα, λυρικό και πολεµικό, σε υψηλούς µεγαλοπρεπείς τόνους, που ψελνόταν µε συνοδεία εγχόρδων. Πολλοί από τους στίχους του είναι δυσεξήγητοι µέχρι ακατανόητοι. Το µεγαλύτερο µέρος του ψαλµού οι Πατέρες το ερµηνεύουν αλληγορικά, θεωρώντας ότι προβλέπει την έλευση του Χριστού. 67.2-4 Ωραιότατοι στίχοι που ψέλνονται στην Ακολουθία του Πάσχα. Για τον στίχο 2 ο Θεοδώρητος γράφει37 "[[ Ανάστασιν δέ, ο[υ µόνον τ`ην τ~ης µακροθυµίας πα~υλαν καλε~ι, αλλ`α κα`ι τ`ο [αναστ~ηναι τ`ον Σωτ~ηρα το~υ κόσµου δι`α τρι~ων ]ηµερ~ων, \οτε τ`ον ]υπ`ερ ]ηµ~ων ]εκούσιον κατεδέξατο θάνατον". 67.5 Το "[επιβεβηκότι" υπονοεί ότι ο Κύριος βαδίζει προς δυσµάς έφιππος, ή επάνω σε άρµα. Αλλά ο Θεοδώρητος βλέπει τον στίχο προφητικό, αναφερόµενο στους αποστόλους38 "[ Εντα~θα ]ο προφητικ`ος λόγος το~ις ]ιερο~ις [αποστόλοις παρεγγυ~?α µετά χορείας κα`ι ]υµνωδίας ε[ις τ`α {εθνη δραµε~ιν, κα` ι τ`ην ]οδ`ον ε[υτρεπίσαι τ~?ω τ~ων \ολων παµβασιλε~ι." 67.7 Ο Θεός ελευθερώνει τους φυλακισµένους και τους αιχµαλώτους, και µάλιστα τους καθιστά ανδρείους πολεµιστές. Ποιοι, όµως, είναι οι "µονότροποι"; Το επίθετο σηµαίνει µοναχικοί, µοναχοί, εγκαταλειµµένοι, αλλά και άγαµοι. Ο Μέγας Αθανάσιος39 προσθέτει, µεταξύ αυτών που αναφέρθηκαν πιο πάνω: "Μονοτρόπους, φησ`ι το`υς α[υτ~?ω κα`ι µόν?ω [αναθέντας τ`ην [ιδίαν ζω`ην κα`ι πάσης διχοψυχίας κα`ι κοσµικ~ης [επιθυµίας α[υτ`ην [αλλοτριώσαντας. Τούτους δ`η ο@υν κα`ι [εν τ~?ω ο{ικ?ω α[υτο~υ τ~?η [επουρανί?ω
36
Migne 23.612 Migne 80.1376 38 Migne 80.1377 39 Migne 27.293 37
[63]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
πόλει κατοικίζειν [επαγγέλεται". O Θεοδώρητος40 γράφει: "Μονοτρόπους καλε~ ι, το`υς \ενα σκοπ`ον {εχοντας, κα` ι τ~ης [αρετ~ης µόνης [επιµελε~ισθαι προαιρουµένους, κα` ι µ`η ν~υν µ`εν τα~υτα, ν~υν δ`ε [εκε~ινα προαιρουµένους". 67.9 Ο Μέγας Αθανάσιος βλέπει41 στο "{εσταξαν" την πτώση του µάννα (Αριθµ. 11.9.) 67.10 Ο Μέγας Αθανάσιος γράφει42 "Βροχ`ην µ`εν τ`ον ε[υαγγελικ`ον λόγον φησί". 67.11-12 ∆ηλαδή στην γη που ετοίµασε για τον λαό του. Όσο για τα ζώα, που θα κατοικήσουν εκεί "ζ~ωα Θεο~υ το`υς ]ιερο`υς [αποστόλους καλε~ ι." λέει43 ο Θεοδώρητος, για να προσθέσει σχετικά µε τον στίχο 12, "ο|υς {ανω ζ~ωα προσηγόρευσεν, ε[υαγγελιστ`ας [εντα~υθα καλε~ι.". 67.13 Ο βασιλιάς συστήνει να χρησιµοποιηθούν τα λάφυρα για τον καλλωπισµό του οίκου και το ερώτηµα είναι του οίκου τίνος. Οι σύγχρονοι µεταφραστές υποστηρίζουν ότι τα λάφυρα, της νικηφόρας µάχης, θα µοιραστούν στους Ισραηλίτες για να στολίσουν τα σπίτια τους. Ο Μέγας Αθανάσιος έχει διαφορετική άποψη44 "Ο@ικος µ`εν ο]ι πιστεύσαντες ε[ις Χριστόν. ]ωραιότης δ`ε το~υ ο{ικου ο]ι \αγιοι α[υτο~υ µαθητα` ι κα` ι [απόστολοι". 67.14 Ίσως να εννοεί τους κλήρους γης που τους δόθηκαν µετά την νίκη. Αλλά ο Θεοδώρητους "κλήρους" θεωρεί45 " "τ`ας δύο διαθήκας" και "πτέρυγες περιστερ~ας", "τ`ην χάριν το~υ Πνεύµατος" 67.15 Από τους πιο δυσερµήνευτους στίχους. Οι Πατέρες έχουν τη γνώµη ότι "βασιλείς" είναι οι απόστολοι και αυτοί "χιονωθήσονται", δη-
40
Migne 80.138 Migne 27.296 42 Migne 27.296 43 Migne 80.1381 44 Migne 27.296 45 Migne 80.1384-85 41
[64]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
λαδή "λαµπρυνθήσονται", εξηγεί46 ο Κύριλλος. Οι σύγχρονοι µεταφραστές έχουν την γνώµη ότι το "διαστέλλειν […] βασιλείς" σηµαίνει ότι ο Θεός "διασκόρπισε τους αλλόφυλους βασιλείς της Χαναάν". Περίπου έτσι µεταφράζει και ο Βάµβας, συµφωνώντας ότι το "διαστέλλω" σηµαίνει διασκορπίζω. Όµως η Βουλγκάτα, στη µετάφρασή της από το εβραϊκό κείµενο, µεταφράζει divideret. Νοµίζω πως το πνεύµα του στίχου είναι ότι ο Θεός χώριζε την Χαναάν σε περιοχές και όριζε εκπροσώπους του (συχνά καλεί "βασιλείς" τους εκπροσώπους του), να τα διοικούν. Και η όλη αυτή ενέργεια έφερε ευφροσύνη (χιονωθήσονται) στον λαό. 67.16 Με τη λέξη "{ορος" εννοείται, κατά τους σύγχρονους µεταφραστές, η Σιών. Αλλά ο Μέγας Αθανάσιος47 έχει διαφορετική γνώµη: "{ Ορος µ`εν τ`ην [ Εκκλησίαν [ονοµάζει, π~ ιον δέ, \οτι ε[υτραφε~ις κα` ι λιπαρ`ας τ~ων [εν α[υτ~?η τ`ας ψυχ`ας [απεργάζεται". 67.23 Η ερµηνεία του στίχου είναι σχεδόν αδύνατη. Υπάρχουν δύο Βασάν. Η περιοχή Βασάν, που αναφέρεται στους ψαλµούς 134.11 και 135.20, µε βασιλιά τον Ώγ, η οποία φαίνεται να είναι φιλική, και το όρος Βασάν48 του παρόντος στίχου. Οι σύγχρονοι µεταφραστές συµφωνούν ότι εδώ πρόκειται για το όρος, στο οποίο είχαν καταφύγει οι εχθροί, και ο Κύριος θα τους εκδιώξει από εκεί, αλλά και από τον βυθό της θάλασσας, για να σφαγούν άγρια όπως αναφέρει ο επόµενος ψαλµός. Ο Βάµβας γράφει "Θέλω [επεναφέρει [εκ Βασ`αν, θέλω [επεναφέρει τ`ον λα`ον µου [εκ τ~ων βαθέων τ~ης θαλάσσης", κάνοντας αναφορά και στην Έξοδο 14.22, όπου ο λαός εισέρχεται "ε[ις τ`ο µέσον τ~ης θαλάσσης". Ο Θεοδώρητος νοµίζει49 ότι Βασάν είναι η αισχύνη στην οποία είχε καταπέσει ο λαός, και ο Μέγας Αθανάσιος, ότι είναι η πικρία50 που ο λα46
Migne 69.1149 Migne 27.297 48 Γ.Ζ. Κωνσταντινίδη, Νέον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν της Αγίας Γραφής, Έκδοσις "ΛΟΓΟΣ", Αθήναι 1985 49 "Βασ`αν δ`ε ]ερµηνευοµένη τ`ην α[ισχύνην δηλο~ ι", Migne 80.1389 50 "Βασ`αν ]ερµηνεύεται πικρία, {ητοι παραπικρασµός", Migne 27.300 47
[65]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
ός είχε αισθανθεί. 67.27 Ο στίχος ψελνόταν από τη ποµπή του στίχου 67.27. Συνήθως τον βάζουν σε εισαγωγικά 67.28 Τόσο ο Θεοδώρητος51 όσο και ο Μέγας Αθανάσιος52 και ο Κύριλλος53 και ο Ωριγένης54 συµφωνούν ότι Βενιαµίν είναι ο απόστολος Παύλος. Οι νεώτεροι όµως, επίσης συµφωνούν, ότι πρόκειται για τον Βενιαµίν, τον νεότερο των πατριαρχών. 67.30 Και αυτός ο στίχος, µαζί µε τον 67.32, θεωρείται ότι προαναγγέλλουν την γέννηση του Χριστού. 67.31 Ποια είναι τα θηρία, οι ταύροι και τα δαµάλια; Ο Μέγας Αθανάσιος55 δίνει την δική του ερµηνεία: "Κάλαµος δ`ε τόπος [εστ` ιν [εν τ~?η Παλαιστίν?η, |ον διώδευον ο]ι [ανιόντες ε[ις ] Ιερουσαλήµ. Ο#υτος δ`ε δ`η ]ο κάλαµος κα` ι µεστ`ος λεόντων [εστ` ιν [εµφωλευόντων παρά τ~?ω \ελος. ο|ι κα`ι [επεβούλευον το~ις [ανιο~υσιν ε[ις ] Ιερουσαλήµ. \ Ωσπερ ο@υν το~ις [εν τ~?η ] Ιερουσαλήµ [ανιο~υσιν [επεβούλευον ο]ι λέοντες, ο\υτως κα`ι το~ις [εν τ~?η νοητ~?η ] Ιερουσαλ`ηµ [ανιο~υσιν [επιβουλεύουσιν ο]ι νοητο` ι λέοντες". Ο Θεοδώρητος56 πάλι, γράφει για τον στίχο: "Ταύρους καλεί τ`ην τ~ων [ Ιουδαίων πληθύν, δι`α τ`ην συνήθη θρασύτητα. δαµάλεις δ`ε λα~ων το`υς [εξ [εθν~ων πεπιστευκότας [ωνόµασε, δι`α τ`ο νέον τ~ης κλήσεως". Και "δεδοκιµασµένους τ~?ω [αργυρί?ω" εννοεί τους ευσεβείς "ο\ιτινες δίκην [αργυρίου πυρωθέντες, [απεφάνθησαν δόκιµοι". 67.34 Για τον Θεοδώρητο57 ο στίχος περιγράφει την ανάσταση και δόξα του Χριστού. Για το πρώτο ηµιστίχιο γράφει: "] Ο γ`αρ ∆εσπότης 51
"Βενιαµ`ιν δ`ε νεώτερος, ο] µακάριος Πα~υλος", .Migne 80.1393 "Τ`ις δ`ε ]ο Βενιαµ` ιν {η ]ο µακάριος [απόστολος Πα~υλος, ο] [εκ φυλ~ης Βενιαµίν;" Migne 27.301 53 "Τ`ις δ`ε ]ο Βενιαµ` ιν {η ]ο µακάριος [απόστολος Πα~υλος, ]ο [εκ φυλ~ης Βενιαµίν;", Migne 69.1156 54 "Περ`ι Παύλου, φασί, το~υτο προφητεύει", Migne 67.28 55 Migne 27.303 56 Migne 80.1396 57 Migne 80.1397 52
[66]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Χριστ`ος ο]υ µόνον ε[ις τ`ον ]ορώµενον ο[υραν`ον [ανελήλυθεν, [αλλ`α κα`ι ε[ις τ`ον ]υπέρτερον, κα`ι [εκάθισεν [εν δεξι~?α τ~ης µεγαλωσύνης [εν ]υψηλ~?ω ]υπερ?ώ?ω τ~ης ο[ικίας [ανατολ~ης, τ`ας [ακτ~ινας π~ασι καταπέµπων [ανθρώποις." Και για το δεύτερο ηµιστίχιο: "Σηµαίνει δ`ε δι`α τούτων, τ`ην µετ`α τ`ην [ανάληψιν το~υ Σωτ~ηρος ]ηµ~ων γενοµένην το~υ παναγίου Πνεύµατος [επιφοίτησιν. ∆ύναµιν γ`αρ ταύτην κα` ι ]ο Κύριος προσηγόρευσε". Σε παρόµοιο πνεύµα κινείται58 και ο Μέγας Αθανάσιος: "[ Επειδ`η τ`ο πάθος [εκήρυξεν [εν το~ις [οπίσω το~υ Χριστο~υ κα`ι τ`ην µέχρις \?αδου κατάβασιν, τούτου χάριν κα`ι τ`ην ε[ις ο[υρανο`υς α[υτο~υ κηρύττει [αναφοίτησιν. Τ`ο δέ, κατ' [ανατολάς, παραβολικόν [εστιν. \ Ωσπερ γ`αρ ]ο \ηλιος [απ`ο δυσµ~ων [επ' [ανατολ`ας {ανεισι, τ`ον α[υτ`ον τρόπον κα`ι ]ο Κύριος ο]ιονε`ι [απ`ο τ~ων το~υ \?αδου µυχ~ων [επέβη το~υ ο[υρανο~υ τ`ον ο[υρανόν". Ψαλµός 87. Κείµενο γεµάτο θλίψη και απαισιοδοξία που εκφράζει το παράπονο του εγκαταλειµµένου από Θεό και ανθρώπους. Την φράση της επιγραφής "]υπερ µαελέθ" ερµηνεύουν ως οδηγία, να ψέλνεται σε πένθιµο τόνο. 87.10 Ο Μέγας Αθανάσιος, δικαιολογώντας πώς τα µάτια εξασθένισαν από τις στερήσεις, γράφει59 "[ Αποκλαιόµην, φησίν, ]υπ`ερ το~υ λαο~υ, [ ιδ`ων α[υτο`υς το~υ κατ`α Θε`ον πλούτου [εκπεσουµένους κα`ι ε[ις πτωχείαν κτανενηγµένους [εσχάτην". 87.11 Ο Βάµβας, που µεταφράζει από το εβραϊκό κείµενο, αντί "ο]ι ] ιατροί [αναστήσουσι" γράφει "ο]ι τεθνε~ωτες θέλουσι σηκωθ~η", που φαίνεται πιο λογικό. 87.13 Με το "[εν τ~?ω σκότει" εννοεί το σκοτάδι του τάφου, και "γ~η [επιλελησµοµένη" είναι η ξεχασµένη γη των νεκρών. 87.16 Αναφέρει ο Θεοδώρητος γι' αυτό τον στίχο60: "ο]ι τε γ`αρ [ Ιουδαίοι µετ`α τ`ην περιφάνειαν περιέπεσον τ~?η δουλεί?α. κα` ι τ~ων [ανθρώπων ]η φύσις, κατ' ε[ικόνα θείαν γεγενηµένη, κα`ι τ~ης [εν παραδείσ?ω ζω~ης [ηξιωµένη, µειζόνων 58
Migne 27.303 Migne 27.381 60 Migne 80.1573 59
[67]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[επιθυµήσασα, κα` ι τ~ων δεδωρηµένων [εξέπεσεν". Θεωρώ λοιπόν ότι το "[εξαπορέω" σηµαίνει, όχι "απορώ", που δεν συµβιβάζεται µε τα συµφραζόµενα (οι νικηµένοι δεν απορούν), αλλά "βρίσκοµαι σε δυσκολία" (L.S.) και µάλιστα οικονοµική61. Ψαλµός 102. Ο περισσότερο εµπνευσµένος ψαλµός του Ψαλτηρίου. Θεωρείται αριστούργηµα του εβραϊκού λόγου, και πρέπει πράγµατι να είναι αφού µπόρεσε να εµπνεύσει τους Ο', σε βαθµό ώστε να γράψουν κι αυτοί ένα ποίηµα. Εδώ ο συγγραφέας ούτε παραπονείται, ούτε ζητά, ούτε παρακαλεί. Απλώς αφήνεται ελεύθερος σε έναν εκ βαθέων λυρικό κυµατισµό προς το αντικείµενο της αγάπης του, που εδώ είναι ο Θεός, αλλά θα µπορούσε –µε κάποιες αλλαγές στις λέξεις– να είναι η αγαπηµένη του, ή ο κόσµος της δηµιουργίας. Ο Θεοδώρητος62 νοµίζει ότι ο ψαλµός γράφτηκε ως ευχαριστία για την απελευθέρωση του Ισραήλ από την αιχµαλωσία της Βαβυλώνας, και προσθέτει "[εγ`ω δ`ε ο@ιµαι π~ασιν [ανθρώποις ]αρµόττειν τ`ην ]υµνωδίαν κα`ι πικροτέρας [απαλλαγε~ισι δουλείας, κα`ι µείζονος [αξιωθε~ισιν [ελευθερίας". 102.8 Τέσσερα επίθετα σε µουσική ροή. Καµιά µετάφραση δεν µπορεί να αποδώσει την οµορφιά του κειµένου. Το αφήνω όπως έχει, όπως άλλωστε αφήνω αµετάφραστες και πολλές άλλες λέξεις και φράσεις των ψαλµών, όταν είναι κατανοητές. 102.9 Το "ε[ ις τέλος" εµφανίζεται σε πολλές θέσεις της Π. ∆ιαθήκης και σηµαίνει "τελικώς", ή "µέχρι το τέλος", ή "εντελώς". 102.15-16 Η συντοµία και το µάταιο της ζωής του ανθρώπου σε πίνακες ζωγραφικής. Με ειλικρίνεια και σοβαρότητα, χωρίς θρηνωδίες και οδυρµούς. Ο ατίθασος Ωριγένης63 υπογραµµίζει, "Μετ`α θάνατον ]η ψυχ`η ο[υχ ]υπάρχει [εν τ~?ω βί?ω τούτ?ω".
61
"[εξαπορηθ~ηναι [αργυρίου τ`ας [εκ γ~ης ]ρίζας τε κα`ι βοτάνας σιτούµενοι [ηνείχοντο", ∆ιον Αλικ. Ρωµ. Αρχαιολ. 7.18. 62 Migne 80.1658 63 Migne 12.1560
[68]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Ψαλµός 103. Ανταγωνίζεται σε οµορφιά τον προηγούµενο. Ένας ύµνος του πλούτου και του κάλλους της δηµιουργίας, µε διαδοχικές ζωηρές εικόνες του φυσικού και ζωικού κόσµου, και ενός Θεού που "[επί πτερύγων [ανέµων" επιβλέπει και συντηρεί την αρµονική λειτουργία του σύµπαντος. Υψηλή λυρική απόδοση του βιβλίου της Γενέσεως από έναν προικισµένο λαϊκό ποιητή. Ο Θεοδώρητος θεωρεί ότι τέτοιο ψαλµό µόνο η του "Πνεύµατος χάρις" µπορεί να εµπνεύσει και γράφει64 "] Η το~υ παναγίου Πνεύµατος χάρις ο[υ µόνον [ηθικήν κα` ι δογµατικ`ην διδασκαλίαν το~ις [ανθρώποις προσφέρει, άλλ`α κα` ι \οπως ]υµνε~ιν προσήκει τ`ον Ποιητ`ην [ακριβ~ως [εκπαιδεύει". 103.2 Το "δέρρις" δεν είναι µόνο δερµάτινο κάλλυµα, όπως συνήθως µεταφράζεται, αλλά και τρίχινο (Εξ. 26.7, Ζαχ. 18.4). Αν δεν υπάρχει επιθετικός προσδιορισµός, είναι απλώς ένα κάλυµµα ή παραπέτασµα. 103.3 Στο Β' Βασιλ. 22.11 ο Θεός "{ωφθη [επ`ι πτερύγων [ανέµου". Στον ψαλµό 17 (που δεν µεταφράζεται εδώ), ο Θεός "[επετάσθη [επ`ι πτερύγων [ανέµων". Αλλά εδώ, "περιπατ~ων [επ`ι πτερύγων [ανέµων". Και απορείς πώς γίνεται, η αλλαγή µιας λέξης, της πρώτης λέξης στις τρεις φράσεις, να µεταλλάξει µια απλή περιγραφή σε ποίηση. Και πώς τώρα να µεταφράσεις, περίπου µε το ίδιο πλήθος λέξεων, αυτή την πολυδιάστατη και πολυσήµαντη εικόνα, όχι σε άλλη γλώσσα, αυτό είναι πιο εύκολο, αρκεί να µεταφράσεις κατά λέξη, αλλά στην ίδια γλώσσα µε άλλες λέξεις; Μα, ποίηση είναι οι λέξεις της. Όχι βέβαια να πεις "που περπατά επάνω σε φτερά ανέµων", γιατί περπατά πάνω απ' την γη, αλλά ούτε "περπατάει µε φτερά ανέµων" γιατί δεν έχει επάνω του φτερά, ούτε ότι "περπατά µεταφερόµενος από φτερά ανέµων" γιατί δεν µεταφέρεται, περπατά. Ό,τι και αν επιχειρήσεις θα απότύχεις. Η ποίηση είναι, πράγµατι, αµετάφραστη. 103.6 Για το "α[υτο~υ" αντί "α[υτ~ης" ο Μέγας Αθανάσιος γράφει65 "Α[υ64 65
Migne 80.1693 Migne 27.436
[69]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
το~υ µ`εν το~υ τ~ης γ~ης στοιχείου φησί". Και προσθέτει "Λέγει δ`ε, \οτι \ωσπερ ] ιµατί?ω περιέβαλε τ~?η [αβύσσ?ω τ`ην γ~ην, {εξωθεν π~ασαν περικυκλ~ων \υδατι […] ] Ως {ορη, φησί, τ`α τ~ης [αβύσσου [ανιστ~ωντα \υδατα ]υψούµενα, κα` ι ο] ιονεί [απειλο~υντα κατακλ~υσαι τ`ην γ~ην." Και ο Θεοδώρητος66 "{αβυσσον δ`ε καλε~ι τ`ην ]υγρ`αν ο[υσίαν ]η θεία Γραφή". Όµως, παρ' ό,τι ο τολµηρός Ωριγένης προτείνει67 "Το [ακατάληπτον τ~ης γνώσεως το~υ Θεο~υ δι`α τ~ης [αβύσσου παρίστησι", µάλλον γίνεται εδώ αναφορά στον κατακλυσµό (Γεν. 7.19), όπου η γη τυλίχτηκε από το νερό που έφθασε και κάλυψε τα βουνά. 103.9 Εννοείται το όριο της θάλασσας. Και ο Θεοδώρητος συµπληρώνει68 τον στίχο του ψαλµού µε την ωραία εικόνα, "Α[ισχύνεται µ`εν τ`ην ψάµµον ]η θάλασσα, κα` ι µέχρις [εκείνης λυτ~ωσα, καθάπερ χαλιν~?ω τ~?ω \ορ?ω τ~?ω θεί?ω κωλυοµένη, [αναχαιτίζεται πάλιν, κα` ι ε[ ις το[υπίσω χωρε~ ι". 103.12 Στην εποχή του ο στίχος θα αντιστοιχούσε µε έναν σηµερινό που θα έλεγε περίπου, "Γύρω απ' τις πηγές φωλιάζουνε πουλιά, γεµίζοντας µε κελαηδήµατα τον πέτρινο χώρο". 103.13 Εντύπωση προκαλεί η µετάβαση από τον πλάγιο λόγο της πρώτης πρότασης, στον ορθό της δεύτερης, χωρίς να µεσολαβεί τελεία. Ίσως, το απαιτούσε η µουσική εκτέλεση του έργου, πιθανώς η εναλλαγή ψαλτών. Ίδια µετάβαση γίνεται και σε άλλες θέσεις των ψαλµών, αλλά από στίχο σε στίχο (όπως π.χ. πιο κάτω, µεταξύ των στίχων 19 και 20). 103.14-15 Η τελευταία πρόταση του στίχου 15 αναφέρεται επίσης στον "άρτο", όπως και η τελευταία πρόταση του στίχου 14, ενώ εδώ περιµένει κανείς αναφορά σε κάποιο άλλο είδος ή προϊόν. Αυτή η, τελείως αδικαιολόγητη, επανάληψη καταστρέφει εντέλει το κάλλος των στίχων. Η επανάληψη υπάρχει και στην Βουλγκάτα και έτσι α66
Migne 80.1697 Migne 12.1561 68 Migne 80.1697 67
[70]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
ποκλείεται να πρόκειται για κακή µετάφραση των Ο'. Από την άλλη µεριά, οι συγγραφείς των ψαλµών αποκλείεται να έχουν υποπέσει σε τέτοιου είδους λάθος (έχουν δώσει εξετάσεις ποιητικής γραφής και έχουν αριστεύσει). Συνεπώς, εκείνο που αποµένει είναι ότι ίσως κάποτε, σε κάποια αντιγραφή, να παραποιήθηκε το αρχικό εβραϊκό κείµενο. Ο Θεοδώρητος αναφέρει πως ο Σύµµαχος69, στην δική του µετάφραση, αντί της φράσεως "το~υ [εξαγαγε~ιν {αρτον [εκ τ~ης γ~ης" γράφει "ε[ ις τ`ο [εκφ~υσαι χλόην [απ`ο γ~ης", οπότε η κακόηχη νοηµατική επανάληψη εκλείπει. 103.25 "] Ερπετά γε µ`ην το`υς [ιχθύας [ονοµάζει, δι` τ`ο {αποδας α[υτο`υς ο]ιονε`ι [επισύρεσθαι τ~?ω \υδατι, ]ως τ`α ]ερπυστικ`α τ~?η γ~?η" γράφει70 ο Ευσέβιος, για να δικαιολογήσει την ύπαρξη θαλάσσιων ερπετών. H λέξη " [ιχθύας" αναφέρεται στον ψαλµό 104, αλλά και στον 8, γραµµένο επίσης από τον ∆αβίδ. Γιατί τότε εδώ προτιµά να γράψει "]ερπετά", που ξενίζει, και όχι "[ιχθύες"; 103.26 Είναι περίεργο το ό,τι ο συγγραφέας, περιγράφοντας θαυµάσια, µε αυτό τον στίχο, αλλά και τους προηγούµενους, τα φυσικά στοιχεία και τα ζώα και τα φυτά, που συνιστούν το µεγαλείο του κόσµου που ο Θεός δηµιούργησε, ξαφνικά αναφέρεται σε πλοία, δηλαδή σε κατασκευές ανθρώπινες, φθαρτές, και µάλιστα αρκετά ατελείς εκείνη την εποχή. Σε απορία φαίνεται πως βρέθηκε και ο Ευσέβιος, γιατί αφού πει ότι µε την ναυπηγική τέχνη έγινε δυνατή η κυκλοφορία των αγαθών, αισθάνεται την ανάγκη να προσθέσει71 "] Υψηλότερον δ`ε πλοί?ω παρεικάζει τ`ην ] Εκκλησίαν, θαλάττ?η δ`ε τ`ον [ανθρώπινον β ίον, δι`α τ`ο [ασταθµητον κα` ι [αεικίνητον τ~ων [εν α[υτ~?η πραγµάτων." Είναι επίσης δυσεξήγητο το τι εννοεί µε τον δράκοντα που εµπαίζει τη θάλασσα. Στο εβραϊκό κείµενο αντί "δράκων" γράφεται "Λευϊάθαν", όνοµα που υπάρχει και στον Ψαλµό 73.14 και στον Ησαΐα (40.1), πάντοτε του ε69
∆ες υποσηµ. 13. Migne 23.1284 71 Migne 23.1284 70
[71]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
βραϊκου κειµένου, και έτσι µεταφράζει και ο Βάµβας. Οι Ο' δεν το αναφέρουν το όνοµα Λευϊάθαν πουθενά, το αντικαθιστούν µε το "δράκων". Οπωσδήποτε, είτε µε το "δράκων" είτε µε το "Λευϊάθαν" (ένα µεγάλο κήτος της εποχής), δεν δίνεται απάντηση στην απορία ποια θέση έχει εδώ αυτό το τέρας, και πώς εµπαίζει τη θάλασσα. 103.30 Για το ρήµα "κτίζω", που χρησιµοποιώ εδώ, δες τον σχολιασµό 50.12 του Ψαλµού 50. Ψαλµός 117. Όπως φαίνεται από τους στίχους 10-18 συντάχτηκε µετά από κάποια νικηφόρα µάχη. Κείµενο λυρικό, άγνωστου συγγραφέα, που οι διαδοχικοί στίχοι του, µε τις επαναλήψεις λέξεων και φράσεων (1-4, 8-9, 10-12) φαίνεται ότι ψελνόταν από διαφορετικούς ψάλτες ή χορούς, σε αντιφωνία, όπως συµβαίνει και σήµερα στην θεία λειτουργία. Οι στίχοι 21-23 θεωρείται ότι αναφέρονται στον Χριστό, γι' αυτό ο ψαλµός χαρακτηρίζεται µεσσιακός. 117.5 Η λέξη "πλατυσµός" σηµαίνει ανοικτό χώρο, πλάτεµα, διεύρυνση, διαστολή, άνοιγµα. Το L.S. µάλιστα, έχει ως παράδειγµα την φράση "προέφθασάν µε ]ηµέραι θλίψεώς µου κα`ι [εγένετο Κύριος [επιστήριγµά µου κα`ι [εξήγαγέ µε ε[ις πλατυσµόν" της Π.∆. Β' Βασιλ. 22.20, φράση που υπάρχει και στον ψαλµό 17 (ο οποίος δεν µεταφράζεται εδώ). Την ίδια χωρική σηµασία έχει και στην φράση "ε[ις πλατυσµόν ε[ις τ`α διαβήµατά µου ]υποκάτω µου" (διεύρυνε τα βήµατά µου) της Π.∆. Β' Βασιλ. 22.37, φράση που υπάρχει επίσης στον ψαλµό 17, παρηλλαγµένη σε "[επλάτυνας τ`α διαβήµατά µου ]υποκάτω µου", που σηµαίνει ότι οι δύο συγγραφείς συµφωνούν ότι το "ε[ις πλατυσµόν" και το "[επλάτυνας" είναι ταυτόσηµα. Όµως στην φράση "Μετ`α το~υτον [ανέστη υ]ι`ος [επιστήµων κα`ι δι' α[υτ`ον κατέλυσεν [εν πλατυσµ~?ω" της Π.∆. Σοφ. Σειρ. 47.12, όπως και στον στίχο που εξετάζουµε εδώ, η λέξη χρησιµοποιείται µεταφορικά σηµαίνοντας ευδιαθεσία, ξάνοιγµα της ψυχής, ανακούφιση. Ο Μέγας Αθανάσιος σχολιάζοντας τον στίχο, µεταφράζει τον "πλατυσµόν" ως "ε[υρυχωρίαν",
[72]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
γράφοντας72 "Κα` ι θλιβόµενον µ`η \ετερον [επικαλε~ισθαι βοηθ`ον {η α[υτ`ον τ`ον Κύροιν, \ος κα` ι τ`ην θλίψιν ]ηµ~ων ε[ ις ε[υρυχωρίαν {αγει πολλήν" 117.12 Μετά το "άναψαν" θα πρέπει να νοηθούν οι λέξεις "από θυµό εναντίον µου", που δεν υπάρχουν στο κείµενο. 117.15-16 Το "ποι~ω δύναµιν" υπάρχει και στο ∆ευτ. 17-18 και σηµαίνει "δίνω δύναµη", ενδυναµώνω. Υπάρχει, επίσης, και στον στίχο 14 του ψαλµού 59 (που δεν µεταφράζεται εδώ) "[εν τ~?ω Θε~?ω ποιήσωµεν δύναµιν", δηλαδή "θα δώσουµε (θα βάλουµε) δύναµη". Αντιστοίχως, το "ποι~ω ]εµαυτ`ον δύναµιν" (Ιεζ. 28.4) σηµαίνει "αποκτώ δύναµη", ενδυναµώνοµαι. 117.16 Τονίζει ο Θεοδώρητος73 "∆εξιάν, καθ`α πολλάκις ε[ιρήκαµεν, τ`ην [αγαθ`ην [ενέργειαν λέγει". 117.19 Κατά τον Τρεµπέλα74, ο στίχος ψελνόταν όταν η λιτανεία έφτανε στην πύλη του ναού, οπότε οι ιερείς που βρίσκονταν µέσα στον ναό, απαντούσαν µε τον στίχο 20, άποψη που δέχονται και άλλοι σύγχρονοι µελετητές. Όµως ο Θεοδώρητος τονίζει75 "Πύλας δικαιοσύνης, ο[υ τ`ας το~υ ναο~υ πύλας καλε~ι, [αλλά τ`ας διαφόρους τ~ης [αρετ~ης [ιδέας". Και ο Μέγας Αθανάσιος76, "Πύλας δικαιοσύνης τ`ας κατ' [αρετ`ην νοήσεις προκοπ`ας, |ας κα` ι ]οδεύουσιν ο] ι το`υς καιρο`υς τ~ων θλίψεων ]υποµείναντες". 117.22 Ο Ωριγένης γράφει77 για τον στίχο: "το~υτο τ`ο ρητ`ον ε[ ις Χριστόν [αναφέρεται". Και δέχονται το ίδιο (και όχι µόνο για αυτό τον στίχο αλλά και για τον προηγούµενο και τους δύο επόµενους), παλαιοί και νέοι σχολιαστές. Άλλωστε, ο Ματθαίος78 αλλά και ο Μάρκος79 και ο 72
Migne 27.476 Migne 80.1813 74 ∆ες υποσηµ. 7 75 Migne 80.1813 76 Migne 27.477 77 Migne 12.1581 78 21.42 79 12.10 73
[73]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Λουκάς80 εµφανίζουν τον Χριστό να επικαλείται αυτούσιο τον στίχο, ως αναφερόµενο στον εαυτό του. Με την έννοια ότι, οι Ιουδαίοι µεν τον απέρριψαν, αλλά ο ίδιος έγινε ακρογωνιαίος λίθος της µεγάλης οικοδοµής, της Εκκλησίας. 117.24 "Σηµαίνει δ`ε ]ο λόγος τ`ην [αναστάσιµον το~υ Σωτ~ηρος ]ηµ~ων" γράφει ο Μέγας Αθανάσιος81 και ο Ευσέβιος82 "]ηµέραν ]υπ`ο το~υ Θεο~υ πεποιηµένην καλε~ι, καθ' |ην ]ο λίθος ο#υτος [ανέστη µετ`α τ`ο πάθος. Ε[υθ`υς γ`αρ µετ`α τ`ην [ανάστασιν, το~ις ]ιερο~ις [εκέλευσεν [αποστόλοις, πορευθ~υναι κα`ι µαθητε~υσαι πάντα τ`α {εθνη". Ο στίχος ψέλνεται µετά την Ανάσταση. 117.25 Και τα δύο ρήµατα ε[υοδ~ω και κατευοδ~ω, εξακολουθούν (µε κατάληξη τώρα -ώνω) να έχουν την ίδια ακριβώς σηµασία. 117.26 Με το πρώτο ηµιστίχιο το πλήθος υποδεχόταν83 τον Ιησού στα Ιεροσόλυµα. 117.27 Στις τέσσερις γωνίες του θυσιαστηρίου υπήρχαν84 κέρατα καλυµµένα µε χαλκό. Ψαλµός 138. Ζωηρή περιγραφή της παντογνωσίας, της παντοδυναµίας και της πανταχού παρουσίας του Θεού, που καταλήγει, µε τους τελευταίους τέσσερις στίχους, σε ένα κήρυγµα µίσους και θανάτου, σύµφωνου πάντως µε τους ηθικούς και θρησκευτικούς κώδικες της εποχής. Ήταν, πράγµατι, ο Χριστός και το κήρυγµα της αγάπης του –της αγάπης όχι ως θεωρητικής σύλληψης, αφού είχε ήδη διατυπωθεί ως αίτηµα από παλαιούς φιλοσόφους, αλλά ως πρακτικού κανόνα παγκόσµιας συµπεριφοράς– η µεγάλη επανάσταση στην εξέλιξη του κοινωνικού ανθρώπου, γι' αυτό και η µεγάλη αντίδραση που συνάντησε. Γιατί αποκήρυξε το µόνο αποτελεσµατικό µέσον ρύθµισης των προσωπικών 80
20.17 Migne 27.480 82 Migne 80.1816 83 Ματθ. 21.9 84 Εξ. 27.2 81
[74]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
και κοινωνικών σχέσεων, το µαστίγιο. Άλλο ζήτηµα το πόσο µακρόβια υπήρξε η αποτελεσµατικότητα αυτής της αποκήρυξης. 138.3 "Σχο~ινος" σηµαίνει καλάµι, συνεπώς και γραφίδα, µέτρο µήκους, βούρλο και τόπος µε καλάµια (βουρλιά). Αναφέρεται στον Ιερ. 8.8 µε τη σηµασία της γραφίδας (σχο~ ινος γραµµαττε~υσιν) και στον Ιερ. 18.15 µε την σηµασία του τόπου. Ο Μέγας Αθανάσιος σηµειώνει85 "Σχοινισµός µ`εν µέτρον [εστ` ιν ]ωρισµένον ]οδο~υ. Λέγει δ`ε ]ως π~ασαν κίνησιν λογισµο~υ [επίστασαι. τ`ας γ`αρ κινήσεις δι`α τ~ων ]οδ~ων σηµαίνει", ο Θεοδώριτος86 "]οδ`ον κα`ι τρίβον τ`ας πράξεις καλε~ι, σχο~ ινον δ`ε τ`ην τούτων ε[υθύτητα. [εκ µεταφορ~ας τ~ων ο[ικοδοµούντων, κα`ι σπαρτί?ω το`υς τοίχους διευθυνόντων" και ο Ωριγένης87 "τ~ων καλ~?η τρίβ?ω χρωµένων [εξιχνιάζει ]ο Θε`ος τ`ην σχο~ινον, κα` ι πάντα τ`α µέτρα τ~ης ]οδο~υ τ~ων τοιούτων προε~ ιδεν ]ο Θεός". Προτιµώ το "τόπο µε βούρλα", µια και ούτε το "µέτρο µήκους" ούτε η "γραφίδα" "[εξιχνιάζεται". 138.12 Ωραίος στίχος: για τον Θεό, το σκοτάδι της νύχτας είναι ίδιο µε το φως της µέρας. 138.13 "Νεφρο`υς γ`αρ [εντα~υθα το`υς λογισµο`υς προσηγόρευσεν" σηµειώνει88 ο Θεοδώρητος. 138.14 Στα ιερά κείµενα, στις λέξεις "φόβος", "φοβερός", "φοβούµαι", συνυπάρχει η έννοια της κατάπληξης, του θαυµασµού, και του σεβασµού. 138.15-16 Στίχοι δύσκολοι και όχι από τους επιτυχηµένους. Οι παλαιοί ερµηνευτές δεν τους σχολιάζουν. Οι νεώτεροι θεωρούν ότι περιγράφεται ο σχηµατισµός του εµβρύου (αλλά και του σκελετού) και η βαθµιαία, µέρα µε τη µέρα, ανάπτυξή του, και ότι όλα είναι γραµµένα στο βιβλίο του Θεού, από το οποίο δεν λείπει κανείς άνθρωπος. 85
Migne 27.532 Migne 80.1933 87 Migne 12.1660 88 Migne 80.1937 86
[75]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
138.17 Το εβραϊκό κείµενο, λέει89 ο Τρεµπέλας, γράφει "βουλαί σου" αντί "φίλοι σου" και έτσι µεταφράζει και ο Βάµβας. Άλλωστε, ποιοι µπορεί να είναι οι αναφερόµενοι "φίλοι" του Θεού; 138.19 Η Π. ∆ιαθήκη είναι το βιβλίο του καθαγιασµένου θανάτου. Θεός και άνθρωποι τον επιβάλουν αφειδώς, χωρίς οίκτο και χωρίς τύψεις. Και βέβαια η θανάτωση των αµαρτωλών, σε αντίθεση µε τον προσηλυτισµό και την µετάνοια, δεν εξυπηρετεί καµιά κοινωνική ή ηθική σκοπιµότητα, απλώς αραιώνει την κοινότητα , µέσα στην οποία οι πιστοί θα µπορούσαν κάλλιστα να εξακολουθούν να ζουν και να θρησκεύονται, και παρόντων των αµαρτωλών. Φυσικά, η µισαλλοθρησκεία δεν είναι δείγµα µόνο εκείνων των καιρών. Ίσως, η σηµαντικότερη διαφορά µεταξύ του Θεού της Π. ∆ιαθήκης και του Θεού της Καινής, είναι ότι η εντολή90 "[αγαπήσης τ`ον πλησίον σου ]ως σεαυτόν" της πρώτης ισχύει µόνο "το~ις υ]ιο~ις το~υ λαο~υ σου" (φράση που προηγείται της εντολής), ενώ το "{αφες α[υτο~ις" είναι παγκόσµιο. Ψαλµός 140. Στον στίχο 2, ο ψαλµός αναφέρεται ως "θυσία [εσπερινή", γι' αυτό και είναι γνωστός ως "[επιλύχνιος", σε αντίθεση µε τον ψαλµό 62, όπου από τον δεύτερο στίχο του (πρ`ος σ`ε [ορθρίζω) φαίνεται ότι τον έψελναν το πρωί, και γι' αυτό ονοµάστηκε "[ορθρινός". Ο ψαλµός διαβάζεται στην ακολουθία του εσπερινού, και παρ' ότι δυσνόητος σε αρκετά σηµεία, είναι πολύ γνωστός και αγαπητός. 140.5 Το λάδι χρησίµευε και ως καλλυντικό, για το πρόσωπο, όπως στον 103.15, αλλά και, αρωµατισµένο, για περιποίηση των µαλλιών. 140.5-6 Ο Ιωάννης ο Χρυσόστοµος, που θεωρεί τον ψαλµό εξαιρετικά σκοτεινό, γράφει91 ότι η φράση "]η προσευχή µου [εν τα~ ις ε[υδοκίαις α[υτ~ων", αλλά και το περιεχόµενο του στίχου 140.6, είναι "παντ`ος ζόφου ζοφωδέστερον". Και πράγµατι, δεν σου αποµένει παρά να την µετα89
∆ες υποσηµ. 7 Λευ. 19.18 91 Migne 55.427 90
[76]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
φράσεις ελεύθερα, ακολουθώντας το πνεύµα των συµφραζοµένων και όχι το κείµενο. 140.7 Ο Θεδώρητος σχολιάζει92: "Πάχος γ~ης τ`ο συνεχ`ες τ~ης γ~ης καλε~ ι , ]ο τ~?ω [αρότρ?ω τεµνόµενον ε[ις βώλους διαιρε~ιται. Τούτοις, φησί, το~ ις βώλοις παραπλησίως ο]ι ν~υν [εστ~ωτες διαλυθήσονται τ~?ω θανάτ?ω, κα`ι [εν το~ις τάφοις τ`α τούτων [οστ~α σκεδαθήσονται. Παρ`α τ`ον \?αδην γ`αρ το`υς τάφους [εκάλεσεν". 140.8 Για τη φράση "µ`η [αντανέλ?ης τ`ην ψυχήν µου" ο Ευσέβιος93 αναφέρει πως ο Σύµµαχος94 αντικαθιστά το ρήµα "[αντανέλ?ης" µε το "[αποκενώσ?ης". Και συνεχίζει "τουτέστι, µ`η συγχωρήσ?ης τ`ον [αποκείµενον [εν τ~?η ψυχ~?η µου [αγαθ`ον θησαυρ`ον [αποκενωθ~ηναι". Αλλαγή ουσιαστική αφού το αίτηµα του συγγραφέα δεν είναι να µην του αφαιρεθεί η ψυχή, δηλαδή η ζωή (οι λέξεις ψυχή και ζωή είναι ταυτόσηµες σε πολλά σηµεία των ψαλµών), αλλά να µην του αφαιρεθεί το υγιές περιεχόµενο της ψυχής του. 148-10 Πολυσήµαντη η φράση "κατ`α µόνας ε[ιµ`ι [εγ`ω \εως {αν παρέλθω". Σηµαίνει άραγε το αυτονόητο και κάπως αφελές που γράφει95 ο Μέγας Αθανάσιος "τότε παρελεύσοµαι [αφόβως κα`ι [αµερίµνως, {όταν α[υτο` ι ο] ι ]αµαρτωλο` ι το~ ις ]εαυτ~ων περιπέσωσι δικτύοις. έγ`ω δ`ε τούτων κεχωρισµένος διατελέσω \εως |αν δέξωµαι το~υ βίου τ`ο πέρας"; Ή ό,τι, µέσα στις πνευµατικές του απορίες και αγωνίες υπαινίσσεται96 ο Ιωάννης ο Χρυσόστοµος, καλύπτοντάς το µε καλλιεπείς φράσεις όπως "µόνος ο[ικ~ων. \οπερ κα`ι µέγιστον [εστ` ιν [αρετ~ης ε@ ιδος […] κα` ι ο[υ µίαν κα` ι δύο κα`ι τρε~ ις ]ηµέρας το~υτο ποιε~ ιν [αλλά πάντα τ`ον βίον […] ο[υ γ`αρ [ερηµία ποιε~ ι τ`ο µόνον ε@ιναι, [αλλά γνώµη φιλόσοφος". Όπου, µε την τελευταία φράση, η υπαρξιακή µοναξιά καλλωπίζεται και εξαγιάζεται 92
Migne 80.1949 Migne 24.45 94 ∆ες σηµ. 33 95 Migne 27.540 96 Migne55.441 93
[77]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Ψαλµός 142. Πολύ γνωστός από τον Εξάψαλµο, τις ακολουθίες και ιεροτελεστίες. Τα στοιχεία του βρίσκονται διάσπαρτα σε άλλους ψαλµούς, αλλά εδώ έχουν συγκεντρωθεί σε ένα αρµονικό σύνολο. 142.2 Ο Θεοδώρητος συµπληρώνει97 "Ο@ ι δα γ`αρ ω ] ς [αδύνατον [αθ~ωόν τινα τ`ο σ`ον δικαστήριον έκφυγε~ ιν". Και εγείρεται το ερώτηµα: γιατί, εξ ορισµού, "αδύνατον"; Γιατί η ικανοποίηση του Νόµου του Θεού να είναι πέρα από τις δυνατότητες του ανθρώπου; Ή, για να µεταφερθούµε στην πηγή ασυµβατότητας ανθρώπου-Νόµου, γιατί ο Θεός, αφού δηµιούργησε τον κήπο της Εδέµ, βέβαια όχι για τον εαυτό του, αλλά για να εγκαταστήσει σε αυτόν το µέγιστό του δηµιούργηµα, τον άνθρωπο, το δηµιούργηµα που –µόνο αυτό– ήταν σε θέση να αναδείξει την ύπαρξή του (γιατί πώς αξιολογείται και πώς νοείται ο Θεός χωρίς τον άνθρωπο), γιατί λοιπόν, για να ελέγξει την ελευθερία βουλήσεως που του δώρισε, στη µέση του παραδείσου98 "[εφύτευσεν" το "ξύλον το~υ ε[ιδέναι γνωστ`ον καλο~υ κα`ι πονηρο~υ", ένα δέντρο τόσο ουσιαστικής σηµασίας, αφού όποιος έτρωγε απ' αυτό, δεν ήταν µόνο παραβάτης της εντολής "ο[υ φάγεσθε", αλλά συγχρόνως γινόταν ένας "[εξ ]ηµ~ων"; Ήταν η ανυπακοή και η απείθεια, το αµάρτηµα του ανθρώπου, οπότε θα µπορούσε µε την µετάνοια και πλήρη τήρηση, έκτοτε, του θείου νόµου να εξιλεωθεί, ή ήταν η απόπειρά του να γίνει ένας "[εξ ]ηµ~ων", αµάρτηµα που δεν εξαγοράζεται µε τίποτα; Ακόµη και αν δεχθούµε ότι το "[εξ ]ηµ~ων" το είπε ο Θεός ειρωνικά, όπως λέει99 ο Θεοδώρητος , και επαναλαµβάνει σχεδόν µε τα ίδια λόγια100 ο Μάξιµος ο Οµολογητής (και 97
Migne 80.1956 Γεν. 2.4, 2.17, 2.22 99 "] Επειδή ]ο διάβολος ε@ιπεν {εσεσθαι ]ως θεο`ι γινώσκοντες καλ`ον κα`ι πονηρόν, [εδέξατο δ`ε το~υ θανάτου τ`ον \ορον τ`ην [εντολ`ην παραβάς, ε[ιρωνικ~ως το~υτο ε{ιρηκεν ]ο τ~ων \ολων Θεός, δεικν`υς τ~ης διαβολικ~ης [εντολ~ης τ`ο ψε~υδος", [ Eρωτήσεις στην [ Οκτάτεχο, TLG 41.11 100 "δι`α το~υτο µεθ' ]υποκρίσεως κα`ι ο@ιον ε[ιπε~ιν ε[ιρωνευτικήν τε κα`ι [ονειδιστικήν, ε[ις {ελεγχον το~υ πεισθέντος [ανθρώπου τ~?ω διαβόλ?ω, τ`ην τ`ο γέγονεν ]ως ε#ις [εξ ]ηµ~ων πρ`ος τ`ην [εντεθε~ισαν δι`α τ~ης [απάτης παρ`α το~υ {οφεως τ~?ω [ Αδ`αµ περ`ι 98
[78]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
οι δύο όµως αναφερόµενοι στον πληθυντικό "]ηµ~ων", που οδηγεί σε πολυθεΐα101, και όχι στο ίδιο το επιχείρηµα102), ήταν απαραίτητο να ελέγξει την ελεύθερη βούληση του ανθρώπου µε µια τέτοια απηνή δοκιµασία αιώνιου, ανεξαγόραστου µε οποιαδήποτε θυσία, ηθικού και σωµατικού θανάτου; Όταν µάλιστα η απαγόρευση είχε τεθεί πριν από την δηµιουργία του ουσιαστικού ενόχου, της Εύας, η οποία ούτε είχε ακούσει απ' τον Θεό την απαγόρευση; Ψαλµός 145 Ο ψαλµός αυτός και οι επόµενοι τέσσερις µε τους οποίους συµπληρώνεται το ψαλτήριο, αρχίζουν µε το "[αλληλούϊα", που "α@ ινον Κυρίου σηµαίνει" λέει103 ο Ευσέβιος. Είναι ψαλµοί λειτουργικοί και φαίνεται πως συντάχτηκαν µετά την επιστροφή από την βαβυλωνιακή αιχµαλωσία. Συντάκτες τους, οι προφήτες Αγγαίος και Ζαχαρίας, που αναφέρονται στην επιγραφή. 145.6 Εννοεί την αλήθεια "τ~ων λόγων α[υτο~υ", εξηγεί104 ο Ευσέβιος. 145.7 "Πεπεδηµένοι" µπορεί να είναι οι αιχµάλωτοι αλλά και οι αµαρτωλοί που εννοεί ο Ευσέβιος105 όταν γράφει "πεπεδηµένους λύει, {αφεσιν ]αµαρτι~ων διδο`υς τα~ ις σειρα~ις των [ιδίων ]αµαρτηµάτων κατεσφιγµένοις". Ψαλµός 150 Το Ψαλτήριο κλείνει µε έναν ύµνο στη δύναµη και το µεγαλείο του Θεού. Στους πέντε από τους έξη στίχους υπάρχει δύο φορές η λέξη "α[ινε~ ιτε", στον έκτο µία φορά η λέξη "α[ινησάτω". Ένας ευχαριστήριος χορός, ένα τραγούδι που συνοδευόταν από τα όργανα όλων θεότητοε {εννοιαν πληθυντικ~ως ποιε~ιται φων`ην ο] θε`ος", Πρ`ος Θαλάσσιον, περ`ι διαφόρων [απόρων τ~ης Θείας Γραφ~ης, TLG 44.22 101 Οι σύγχρονοι µεταφραστές της Π.∆. δεν αρνούνται τον πληθυντικό, τονίζοντας ότι ο Θεός είναι Τριαδικός. 102 ∆ιότι, συνεχίζουν και ερµηνεύουν (όχι τώρα ειρωνικά) το δεύτερο µέρος της παραγράφου 2.22, δηλαδή το "κα`ι ν~υν µήποτε [εκτείν?η τ`ην χε~ιρα α[υτο~υ κα`ι λάβ?η [απ`ο το~υ ξύλου τ~ης ζω~ης κα`ι φάγ?η κα`ι ζήσεται ε[ις τ`ον α[ ι~ωνα" 103 Migne 24.61 104 Migne 24.64 105 ό.π.
[79]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
των ειδών, πνευστά έγχορδα και κρουστά. 150.1 Προτίµησα τον αόριστο "υµνήστε τον", για να αποφύγω τον βαρβαρισµό του ενεστώτα "υµνείτε τον", που µε την επανάληψη γίνεται εντονότερος. 150.1 Μπορεί να γράφει ο Μωυσής (Γεν. 1.8) ότι "[εκάλεσεν ο Θε`ος τ`ο στερέωµα ο[υρανόν", αλλά η λέξη "στερέωµα" σηµαίνει κυρίως το αποτέλεσµα της στερεοποίησης, της συµπάγειας106, της παγίωσης. Ο Παύλος, γράφοντας107 "στερέωµα πίστεως" εννοεί την σταθερότητα της πίστεως. Εξάλλου, στον ψαλµό 18.2 (ο]ι ο[υρανο`ι διηγο~υνται δόξαν Θεο~υ, ποίησιν δ`ε χειρ~ων α[υτο~υ [αναγγέλλει τ`ο στερέωµα) διακρίνεται ο "ο[υρανός" από το "στερέωµα". Αλλά ο Ιωάννης ο Χρυσόστοµος διαβάζει διαφορετικά τον στίχο. Με το "[εν το~ ις ]αγίοις α[υτο~υ" λέει108, εννοεί τους αγίους του, δηλαδή τους ανθρώπους, που ο Θεός µε την χάρη του µετέτρεψε σε αγγέλους, οι οποίοι και κατοικούν στο "στερέωµα", δηλαδή τον ουρανό. Ωραία σύλληψη, ενός ωραίου πιστού, που όµως εµπνέεται από την χάρη του Χριστού, όχι του Γιαχβέ.
106
Τα ουσιαστικά που παράγονται από τριτόκλιτα σιγµόληκτα επίθετα σε –ης, λήγουν σε –εια, (π.χ. αληθής αλήθεια κ.λπ.). Έτσι και συµπαγής, συµπάγεια και όχι συµπαγία. 107 Κολ. 2.5 108 " | Η περ`ι το~υ λαο~υ [εντα~υθα το~υτο λέγει, \η περ`ι βίου ]αγίου κα`ι [ανδρ~ων ]αγίων […] [ Εµο`ι δ`ε \ετρον δοκε~ι α[ινίττεσθαι λέγων. τ`ο γ`αρ [εν το~ις α ] γίοις α[υτο~υ, το~υτο [εστι, δι`α το`υς ]αγίους α[υτο~υ. Ε[υχαριστε~ιτε ο@υν, ο\ τι τοιαύτην πολιτείαν ε[ ις τ`ον βίον ε[ισήγαγεν, |η το`υς [ανθρώπους [αγγέλους [εποίησε. ∆ι`ο πρότερον, [εν το~ ις α] γίοις ε[ιπ~ων, τότε [επήγαγεν […] Κα`ι \ετερον δέ µοι δοκε~ι α[ινίττεσθαι πάλιν, ]ως [εν τ?~?ω προτέρ?ω ψαλµ~ω ? . ] Ως γ`αρ [εκε~ ι ε@ ιπεν, Α[ινε~ιτε α[υτ`ον ο] ι {αγγελοι α[υτο~υ. ο\υτω κα`ι [εντα~υθα. Α[ινε~ιτε α[υτ`ον [εν στερεώµατι α[υτο~υ. τουτέστιν, ο]ι {οντες [εν στερεώµατι α[υτο~υ". Migne 55.495-496
[80]
ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
\α 10.3 [ Ααρών 117.3 [αβάτω ? 62.2 [αβοήθητος 87.5 {αβυσσος 103.6 [αγαθο~ ις 102.5 [αγαθόν 117.8, 117.9, 142.10 [αγαθός 117.1, 117.2, 117.3, 117.4, 117.29 [αγαθοσύνην 37.21 [αγάθυνον 50.20 [αγαθω ~ ν 37.21, 38.3 [αγαλλιάσεται 18.6, 50.16 [αγαλλιάσεως 62.6, 117.15 [αγαλλι~ασθε 67.5 [αγαλλιάσθωσαν 67.4 [αγαλλίασιν 50.10, 50.14 [αγαλλιάσοµαι 62.8 [αγαλλιάσονται 50.10 [αγαλλιασώµεθα 117.24 [αγαπ~?α 145.8 [αγαπητο~υ 67.13 [αγαπω ~ ν 10.5 {αγγελοι 102.20 [αγγέλους 103.4 ]αγίοις 21.4, 67.36, 150.1 \αγιον 50.13, 102.1 ]αγίου 3.5 ]αγίω ? 10.4, 62.3, 67.6, 67.18, 67.25
]αγνός 18.10 [αγρο~υ 49.11, 102.15, 103.11 \?αδ?η 6.6, 87.4 [αδελφο~ ις 21.23 [αδελφο~υ 49.20 {αδηλα 50.8 \?αδην 138.8, 140.7 {αδικα 62.12 [αδικίαν 10.5 [αδικουµένοις 102.6, 145.7 [αδίκως 37.20 [αετο~υ 102.5 α] ι 18.4, 21.27, 21.28, 37.5, 37.8, 67.21, 67.25, 67.25, 67.33, 87.17, 102.15, 102.21, 103.16, 138.17 Α[ ιγύπτου 67.32 Α[ ιθιοπία 67.32 α# ιµα 49.13 α\ ιµατι 67.24 α] ιµάτων 50.16, 138.19 α{ ινει 145.1 α[ ινε~ ιτε 150.1, 150.1, 150.2, 150.2, 150.3, 150.3, 150.4, 150.4, 150.5, 150.5 α[ ινέσατε 21.24 α[ ινεσάτω 150.6 α[ ινέσει 62.6 α[ ινέσεως 49.14, 49.23 α{ ινεσιν 50.17
[81]
α[ ινέσουσιν 21.27 α[ ινέσω 145.2 α[ ισχυνθείησαν 6.11 α[ ιχµαλωσίαν 67.19 α[ ιω ~ να 18.10, 21.27, 102.9, 103.5, 117.1, 117.2, 117.3, 117.4, 117.29, 145.6, 145.10 α[ ιω ~ νας 103.31 α[ ιωνί?α 138.24 α[ ιω ~ νος 18.10, 21.27, 102.17, 102.17, 103.5, 142.3 [ακάνθαις 117.12 [ακατέργαστον 138.16 [ακούονται 18.4 [ακο~υσαι 102.20 {ακουσον 49.7 [ακούσονται 140.6 [ακουστόν 142.8 [ακουτιε~ ις 50.10 [ακούων 37.15 {ακρου 18.7, 18.7 [αλαλαγµο~υ 150.5 {αλαλος 37.14 [αλγηδών 37.18 {αλγηµα 38.3 [αληθεί?α 142.1 [αλήθειαν 50.8, 87.12, 145.6 [αληθινά 18.10 [αλλά 117.17 [αλληλούϊα 150.6 [αλλοτρίων 18.14 [αλωπέκων 62.11 \αµα 87.18
]αµαρτάνειν 38.2 ]αµαρτία 50.5 ]αµαρτίαις 50.7, 140.4 ]αµαρτίας 18.14, 37.19, 49.21, 50.4, 102.10 ]αµαρτιω ~ ν 37.4, 50.11 ]αµαρτωλοί 10.2, 67.3, 103.35, 140.10 ]αµαρτωλόν 38.2 ]αµαρτωλο~υ 140.5 ]αµαρτωλούς 10.6, 138.19 ]αµαρτωλω ~? 49.16 ]αµαρτωλω ~ ν 3.8, 145.9 {αµµον 138.18 [αµφιβλήστρω ? 140.10 {αµωµος 18.8, 18.14 {αν 50.6, 50.18, 67.24, 140.10 [ανά 67.14, 103.10 [αναβαίνουσιν 103.8 [αναβαλλόµενος 103.2 [αναβω ~ 138.8 [αναγγελε~ ι 50.17 [αναγγελήσεται 21.31 [αναγγέλλει 18.2, 18.3 [αναγγελο~υσιν 21.32, 49.6 [αναγγελω ~ 37.19 [ανακαινιε~ ις 103.30 [ανακαινισθήσεται 102.5 [αναλάβοιµι 138.9 [αναλαµβάνεις 49.16 [αναλήψεται 145.9 [ανάστα 3.8 [αναστήσουσι 87.11 [αναστήτω 67.2
[82]
[ανατολαί 102.12 [ανατολάς 67.34 [ανατολω ~ ν 49.1 [αναφοράν 50.21 [αναψύξω 38.14 [ανδρεί?α 67.7 {ανδρες 138.19 [ανέβης 67.19 [ανεκαινίσθη 38.3 [ανέµων 103.3 {ανες 38.14 [ανέτειλεν 103.22 [ανετράπην 117.13 {ανθος 102.15 [ανθρώποις 67.19, 140.4 {ανθρωπον 38.12, 117.8 {ανθρωπος 21.7, 37.15, 38.6, 38.7, 38.12, 87.5, 102.15, 103.23, 117.6 [ανθρώπου 21.7, 103.15, 103.15 [ανθρώπων 10.4, 103.14, 145.3 {ανοιαν 21.3 [ανοίγων 37.14 [ανοίξαντος 103.28 [ανοίξατε 117.19 [ανοίξεις 50.17 [ανοίσουσιν 50.21 [ανόµηµα 50.3 [ανοµίαι 37.5 [ανοµίαις 50.7, 102.3 [ανοµίαν 6.9, 37.19, 49.21, 50.5, 140.4, 140.9 [ανοµίας 38.12, 50.4, 50.11, 102.10, 102.12, 138.24
[ανοµιω ~ ν 38.9 {ανοµοι 103.35 [ανόµους 50.15 [ανορθο~ ι 145.8 [αντανελε~ ις 103.29 [αντανέλ?ης 50.13, 140.8 [ανταπέδωκεν 102.10 [ανταποδιδόντες 37.21 [ανταποδόσεις 102.2 [ανταπόδοσις 18.12 [αντελάβετο 62.9, 117.13 [αντελάβου 138.13 [αντί 37.21 [αντιλήπτωρ 3.4 [αντιλήψεται 3.6 [αντίληψιν 21.20 {ανυδρος 142.6 [ανύδρω ? 62.2 {ανω 49.4 [απ’ 6.9, 18.7, 21.12, 21.25, 37.22, 38.11, 50.13, 87.9, 87.15, 87.19, 138.19, 142.7 \απαν 21.24, 21.24 [απεδοκίµασαν 117.22 [απειθο~υντες 67.19 [απεκρύβη 37.10 [απελθε~ ιν 38.14 [απέστρεψεν 21.25 [απέχουσιν 102.12 [από 3.7, 6.8, 18.14, 18.14, 21.2, 21.10, 21.21, 21.22, 37.4, 37.4, 37.6, 37.9, 37.10, 37.12, 38.9, 38.11, 49.1, 50.4, 50.4, 50.11, 50.13, 67.2, 67.3, 67.3,
[83]
67.6, 67.9, 67.9, 67.30, 87.10, 87.19, 102.11, 102.12, 102.17, 103.7, 103.7, 103.13, 103.35, 138.2, 138.7, 138.7, 138.12, 138.15, 140.9, 140.9 [αποβλέπουσι 10.4 [απόδος 49.14, 50.14 [αποδώσω 21.26 [αποθανο~υµαι 117.17 [αποίησας 38.10 [αποκρυβήσεται 18.7 [αποκτείν?ης 138.19 [απολε~ ις 142.12 [απόλοιντο 67.3 [απολο~υνται 145.4 [απορρίψ?ης 50.13 [αποστ~?ης 21.12, 37.22 [απόστησον 38.11 [απόστητε 6.9 [αποστραφείησαν 6.11 [αποστρέφεις 87.15 [αποστρέψαντος 103.29 [αποστρέψ?ης 142.7 [απόστρεψον 50.11 ]απτόµενος 103.32 [απωθ~?η 87.15 [απωλεί?α 87.12 [απώσθησαν 87.6 {αρα 138.11 [αράχνην 38.12 [αργυρίω ? 67.31 [αριθµόν 38.5 [αριθµός 103.25 \αρµα 67.18
]αρπάζων 21.14 ]αρπάσαι 103.21 ]αρπάσ?η 49.22 {αρτον 103.15 {αρτος 103.15 [αρχαί 138.17 [αρχα~ ια 138.5 [αρχαίων 142.5 {αρχοντας 145.3 {αρχοντες 67.26, 67.28, 67.28, 67.28 {αρχουσι 117.9 [αρω ~ 62.5 \ας 103.16 {?ασατε 67.5, 67.33 [ασεβε~ ις 50.15 [ασεβ~η 10.5 [ασθενής 6.3 [ασφάλειαν 103.5 {?ασω 103.33 α[υτά 18.12, 18.12, 38.7, 103.8, 103.12 α[υτα~ ις 117.19 α[υτάς 102.18 α[υτ~?η 67.11, 103.20, 103.26, 117.20, 117.24 α\υτη 103.25, 117.20, 117.23, 117.24 α[υτήν 67.10, 103.32, 138.6 α[υτ~ης 49.12, 67.14, 67.15, 67.32, 103.5, 138.12, 138.12 α[υτό 18.10, 37.11 α[υτοί 10.3, 21.18, 62.10, 87.6 α[υτο~ ις 67.18, 103.21, 103.27, 103.28, 138.16, 145.6 α[υτόν 21.9, 21.9, 21.9, 21.24, 21.24, 21.24, 21.25, 21.27, 67.2, 102.11,
[84]
102.13, 102.17, 150.1, 150.2, 150.2, 150.3, 150.3, 150.4, 150.4, 150.5, 150.5 α[υτός 18.6, 21.29, 67.36, 102.14 α[υτο~υ 3.3, 3.5, 10.4, 10.4, 10.4, 10.4, 10.7, 18.2, 18.6, 18.6, 18.6, 18.7, 18.7, 18.7, 21.25, 21.28, 21.30, 21.32, 37.14, 37.15, 38.12, 49.2, 49.3, 49.3, 49.4, 49.5, 49.5, 49.6, 67.2, 67.2, 67.5, 67.5, 67.6, 67.6, 67.22, 67.24, 67.34, 67.35, 67.35, 67.36, 67.36, 102.1, 102.2, 102.7, 102.7, 102.11, 102.15, 102.16, 102.17, 102.18, 102.18, 102.19, 102.19, 102.20, 102.20, 102.20, 102.21, 102.21, 102.21, 102.22, 102.22, 103.3, 103.3, 103.4, 103.4, 103.6, 103.13, 103.19, 103.23, 103.23, 103.31, 117.1, 117.2, 117.3, 117.4, 117.29, 145.4, 145.4, 145.4, 145.5, 145.5, 145.5, 150.1, 150.1, 150.2, 150.2 α[υτούς 21.5, 103.35, 117.10, 117.11, 117.12, 138.18, 138.22 α[υτω ~? 3.3, 21.30, 21.31, 49.5, 49.18, 49.23, 62.12, 67.5, 67.17, 102.16, 103.34 α[υτω ~ ν 10.6, 18.4, 18.5, 18.5, 21.14, 21.27, 67.22, 67.28, 103.11, 103.17, 103.22, 103.29, 103.29, 138.17, 140.4, 140.5, 140.6, 140.7, 140.10 [αφ’ 102.12 [αφανιε~ ι 145.9 [αφοριε~ ις 67.10
{αφρονι 38.9 [αφροσύνης 37.6 βαρύ 37.5 Βασάν 67.23 βασιλεία 21.29, 102.19 βασιλε~ ιαι 67.33 βασιλε~ ις 67.15, 67.30 βασιλεύς 62.12, 67.13 βασιλεύσει 145.10 βασιλέως 67.25 βαφ~?η 67.24 βδέλυγµα 87.9 βέλη 10.2, 37.3 Βενιαµίν 67.28 βιβλίον 138.16 βλέφαρα 10.4 βόες 49.10 βοηθέ 18.15 βοήθειαν 21.20, 37.23 βοηθός 62.8, 117.6, 117.7, 145.5 βοηθω ~ ν 21.12 βρέξω 6.7 βροντ~ης 103.7 βροχήν 67.10 βρω ~ σιν 103.21 βυθο~ ις 67.23 γάρ 18.12, 38.11, 49.12, 50.7, 50.8, 67.9, 67.17, 67.19, 138.10 γαστρός 21.10, 138.13 γενεά 21.31 γενεάν 145.10, 145.10
[85]
γ~?η 62.2, 87.13, 142.10 γ~η 67.9, 103.13, 103.24, 142.6 γ~ην 18.5, 21.30, 49.1, 49.4, 103.5, 103.9, 103.32, 142.3, 145.4, 145.6 γ~ης 21.28, 21.30, 37.4, 62.10, 67.33, 102.11, 103.15, 103.30, 103.35, 138.15, 140.7, 140.7 γίγας 18.6 γινώσκει 38.7, 138.14 γινώσκω 50.5 γλυκύτερα 18.11 γλω ~ σσα 21.16, 49.19, 50.16, 67.24 γλώσσ?η 38.2, 38.4, 138.4 γνω ~ 38.5 γνω ~ θι 138.23, 138.23 γνώρισον 38.5, 142.8 γνωσθήσεται 87.13 γνω ~ σιν 18.3 γνω ~ σις 138.6 γνωστούς 87.9, 87.19 γραφήσονται 138.16 γωνίας 117.22
δεήσει 21.25 δεήσεως 6.10, 38.13, 140.1 δέησιν 87.3, 142.1 δειλιάσουσιν 103.7 δείξω 49.23 δεξιά 62.9, 117.15, 117.16, 117.16, 138.10 δέξοµαι 49.9 δέρριν 103.2 δεσπόζει 21.29, 102.19 δεσποτείας 102.22 δή 49.22, 117.2, 117.3, 117.4, 117.25 διά 6.11, 18.15, 37.18, 49.8, 49.16, 50.5 διαβαίνειν 67.8 διαθήκην 49.5, 49.16, 102.18 διακρ~ ιναι 49.4 διαλογή 103.34 διαλογισµοί 145.4 διαλογισµούς 138.2, 138.20 διαµαρτύροµαι 49.7 διαµένων 18.10 διαπορεύεται 38.7 διαπορευοµένων 67.22 δάκρυσιν 6.7 διαπορεύονται 103.26 δακρύων 38.13 διασκορπισθήτωσαν 67.2 δαµάλεσι 67.31 διασκόρπισον 67.31 δέ 3.4, 6.6, 10.3, 10.5, 18.2, 21.4, 21.7, διαστέλλειν 67.15 21.18, 21.20, 37.14, 37.20, 49.8, διατιθεµένους 49.5 49.16, 49.17, 62.10, 62.12, 67.10, δίδαξον 142.10 87.16, 102.17, 103.29, 103.34, 138.17, διδάξω 50.15 140.5 διδόντα 145.7 δεδικαιωµένα 18.10 διελέσθαι 67.13 δεδοκιµασµένους 67.31 διελεύσονται 103.10, 103.20
[86]
διεµερίσαντο 21.19 διέξοδοι 67.21 διεπέτασα 87.10, 142.6 διεσκορπίσθη 21.15, 140.7 διηγήσεται 87.12 διηγήσοµαι 21.23, 117.17 διηγο~υνται 18.2 δι~ηλθεν 102.16 δι~ηλθον 87.17 δίκαιοι 67.4, 117.20 δίκαιον 10.5 δίκαιος 10.3, 10.7, 140.5 δικαιοσύνας 10.7 δικαιοσύνη 87.13, 102.17 δικαιοσύν?η 142.1, 142.11 δικαιοσύνην 21.32, 49.6, 50.16 δικαιοσύνης 50.21, 117.19 δικαίους 145.8 δικαιωθ~?ης 50.6 δικαιωθήσεται 142.2 δικαιώµατα 18.9, 49.16 δικαίων 117.15 δίψαν 103.11 δοκίµασον 138.23 δολιότητας 37.13, 49.19 δόλος 138.4 δόµατα 67.19 δόντος 103.28 δόξα 3.4, 103.31 δόξαν 18.2, 62.3, 67.35 δοξάσατε 21.24 δοξάσει 49.23 δοξάσεις 49.15
δότε 67.35 δουλεί?α 103.14 δουλεύσει 21.31 δο~υλος 18.12, 142.12 δούλου 18.14, 142.2 δο~υναι 103.27 δράκων 103.26 δραµε~ ιν 18.6 δρυµο~υ 49.10, 103.20 δυνάµει 67.12, 67.29 δυνάµεις 102.21 δυνάµεων 67.13 δυνάµεως 67.34, 150.1 δύναµιν 62.3, 67.36, 117.15, 117.16 δύναµις 67.35 δυνάµωσον 67.29 δυναστείαις 150.2 δυνατοί 102.20 δύνωµαι 138.6 δύσιν 103.19 δυσµω ~ ν 49.1, 67.5, 102.12 δω ~ ρα 67.30 δώσει 67.12, 67.34, 67.36 δώσουσι 103.12 [εάν 18.14, 49.12, 67.14, 138.8, 138.8, 138.9, 138.19 ]εαυτο~ ις 21.19, 87.9 ]εαυτο~υ 10.5 {εβαλον 21.19 [εβαρύνθησαν 37.5 {εγγιστα 37.12 [εγγύς 21.12
[87]
[εγένετο 103.20, 117.14, 117.23 [εγενήθη 21.15, 117.22 [εγενήθην 87.5 [εγενήθης 62.8 [εγενόµην 37.15 [εγένοντο 138.22 [εγένου 117.21, 117.28 {εγερσιν 138.2 [εγκαίνισον 50.12 [εγκαταλίπ?ης 37.22 [εγκατέλιπεν 37.11 [εγκατέλιπες 21.2 [εγκάτοις 50.12 [εγκλεισθ~ηναι 67.31 {εγνω 102.14, 103.19 {εγνωκα 49.11 [εγνώρισεν 102.7 {εγνως 138.1, 138.2, 138.5 [εγώ 3.6, 21.7, 37.14, 37.18, 37.19, 38.5, 38.11, 38.13, 49.7, 50.5, 87.16, 103.34, 140.10, 142.12 [εδήλωσας 50.8 [εδίψησεν 62.2 [εδοκίµασας 138.1 {εδωκα 50.18 {εδωκας 38.9 [εζήτησαν 62.10 [εθαυµαστώθη 138.6 [εθαυµαστώθης 138.14 [εθεµελίωσας 103.8 [εθέµην 38.2 {εθεντο 87.7, 87.9 [εθερµάνθη 38.4
{εθετο 18.6 [εθεώρεις 49.18 [εθεωρήθησαν 67.25 {εθηκας 138.5 {εθνη 67.31, 117.10 ~ ν 21.28, 21.29 [εθνω {εθου 38.6, 103.9, 103.20 ε@ ι 3.4, 21.10, 21.11, 117.28, 117.28, 138.8, 142.10 ε[ ι 49.18, 50.18, 62.7, 138.24 ε@ ιδε 10.7 ε{ ιδον 138.16 ε[ ικόνι 38.7 ε[ ιµι 6.3, 21.7, 38.13, 49.7, 87.16, 142.12 ε[ ιµί 138.18, 140.10 ε@ ιπα 37.17, 38.2, 138.11 ε[ ιπάτω 117.2, 117.3 ε[ ιπάτωσαν 117.4 ε@ ιπε 67.23 ε@ ιπεν 49.16 ε{ ιπω 49.12 ε[ ιρήνη 37.4 ε[ ις 10.2, 10.4, 18.5, 18.5, 18.10, 18.15, 21.3, 21.16, 21.20, 21.27, 21.30, 37.18, 37.23, 49.17, 62.7, 62.10, 62.10, 62.11, 67.17, 67.19, 87.3, 87.5, 102.9, 102.9, 103.5, 103.8, 103.11, 103.19, 103.22, 103.29, 103.31, 117.1, 117.2, 117.3, 117.4, 117.5, 117.14, 117.21, 117.22, 117.28, 117.29, 138.8, 138.8, 138.9, 138.20, 138.20, 138.22, 140.4, 142.2, 142.3, 142.7, 145.4, 145.6, 145.10, 145.10 ε[ ισακούσ?η 21.3, 37.16
[88]
ε[ ισάκουσον 38.13, 140.1, 142.1, 142.7 ε[ ισελεύσονται 62.10, 117.20 ε[ ισελθέτω 87.3 ε[ ισέλθ?ης 142.2 ε[ ισελθών 117.19 ε[ ισήκουσε 21.25 ε[ ισήκουσεν 6.9, 6.10 ε[ ισί 18.4 [εκ 18.6, 18.13, 21.10, 21.11, 21.11, 21.21, 21.22, 49.2, 49.9, 49.9, 67.23, 67.27, 87.6, 87.16, 102.4, 103.12, 103.13, 103.15, 117.5, 138.13, 142.9, 142.11 [εκάθισε 142.3 [εκακώθην 37.9 [εκάλεσε 49.1 ]εκάστην 6.7 [εκδιηγ~?η 49.16 [εκε~ ι 49.23, 67.28, 103.17, 103.25, 103.26, 138.8, 138.10 [εκείν?η 145.4 [εκέκραξα 3.5, 87.2, 87.10, 87.14, 140.1 [εκέκραξαν 21.6 [εκζητο~υντες 21.27 [εκίνησαν 21.8 [εκίσσησεν 50.7 [εκκαυθήσεται 38.4 [εκκλησί?α 21.26 [εκκλησίαις 67.27 [εκκλησίας 21.23 [εκκλίνατε 138.19 [εκκλίν?ης 140.4 [εκλείπει 67.3 [εκλεκτω ~ ν 140.4
[εκλιπέτωσαν 67.3 [εκλίποιεν 103.35 [εκοιµήθην 3.6 [εκολλήθη 62.9 [εκοπίασα 6.7 ]εκούσιον 67.10 [εκπορεύεσθαι 67.8 [εκπορευόµενος 18.6 [εκραταιώθη 138.6 [εκραταιώθησαν 138.17 [εκραταίωσε 102.11 [εκρύβη 138.15 [εκσπάσας 21.10 [εκστάσει 67.28 [εκτείνων 103.2 [εκτήσω 138.13 [εκύκλωσαν 21.17, 87.18, 117.10, 117.11, 117.12 [εκωφώθην 38.3, 38.10 {ελαβες 67.19 {ελαιον 140.5 [ελαίω ? 103.15 [ελάλησα 38.4 [ελάλησαν 21.8, 37.13 [ελάλησε 49.1 [ελάφοις 103.18 [ελεγµο~ ις 38.12 [ελεγµούς 37.15 [ελέγξει 140.5 [ελέγξ?ης 6.2, 37.2 [ελέγξω 49.8, 49.21 [ελέει 102.4, 140.5, 142.12 [ελεηµοσύνας 102.6
[89]
[ελεήµων 102.8 [ελέησον 6.3, 50.3 {ελεος 50.3, 62.4, 87.12, 102.11, 102.17, 117.1, 117.2, 117.3, 117.4, 117.29, 142.8 [ελέους 6.5 [ελεύθερος 87.5 [ελπίζειν 117.9, 117.9 [ελπίς 21.10, 145.5 [εµά 49.10 [εµάκρυνας 87.9, 87.19 [εµάκρυνεν 102.12 [εµέ 3.2, 21.14, 37.3, 37.5, 37.17, 37.20, 87.8, 87.8, 87.17, 138.5, 142.4 [εµεγαλορρηµόνησαν 37.17 [εµεγαλύνθη 103.24 [εµεγαλύνθης 103.1 [εµελέτησα 142.5 [εµελέτησαν 37.13 [εµελέτων 62.7, 142.5 [εµή 49.12 [εµίσησα 138.21 [εµίσησας 49.17 [εµίσουν 138.22 [εµνήθη 102.14 [εµνηµόνευον 62.7 [εµνήσθην 142.5 [εµνήσθης 87.6 [εµοί 21.3, 50.12, 117.6, 117.7, 138.17, 138.24, 142.4 [εµο~υ 6.9, 21.12, 21.25, 37.11, 37.22, 38.11, 49.11, 50.13, 62.9, 87.9, 87.15, 87.19, 138.6, 138.19, 142.7
[εµπαιγµάτων 37.8 [εµπαίζειν 103.26 [εµπιπλω ~ ντα 102.5 [εµπλησθείη 62.6 [εµπλησθήσονται 21.27 [εµφανω ~ ς 49.3 [εν 3.3, 6.6, 6.6, 6.7, 6.7, 6.8, 10.2, 10.4, 10.4, 18.6, 18.12, 21.4, 21.8, 21.15, 21.23, 21.25, 21.26, 37.4, 37.8, 37.15, 37.17, 38.2, 38.2, 38.4, 38.4, 38.7, 38.12, 49.10, 49.15, 50.6, 50.6, 50.7, 50.7, 50.12, 50.12, 50.20, 62.2, 62.3, 62.5, 62.5, 62.7, 62.8, 62.12, 67.4, 67.6, 67.7, 67.7, 67.7, 67.8, 67.8, 67.8, 67.11, 67.11, 67.14, 67.15, 67.15, 67.17, 67.18, 67.18, 67.18, 67.19, 67.22, 67.23, 67.24, 67.25, 67.26, 67.27, 67.28, 67.29, 67.31, 67.35, 67.36, 87.2, 87.5, 87.6, 87.7, 87.7, 87.7, 87.12, 87.12, 87.13, 87.13, 87.16, 102.4, 102.5, 102.16, 102.19, 102.22, 103.3, 103.10, 103.15, 103.20, 103.24, 103.33, 117.12, 117.15, 117.19, 117.20, 117.23, 117.24, 117.26, 117.27, 138.4, 138.11, 138.15, 138.15, 138.16, 138.24, 138.24, 140.1, 140.4, 140.5, 140.5, 140.10, 142.1, 142.1, 142.3, 142.4, 142.5, 142.5, 142.8, 142.10, 142.11, 142.12, 145.2, 145.4, 145.6, 150.1, 150.1, 150.3, 150.3, 150.4, 150.4, 150.5, 150.5 [εναντίας 37.12 [εναντίον 37.10, 38.2, 49.3, 87.2 [ενδιέβαλλον 37.21
[90]
[ενεδύσω 103.1 \ενεκα 142.11 \ενεκεν 6.5 [ενεπάγησαν 37.3 [ενέτειναν 10.2 [ενεφράγη 62.12 [εννοσσεύσουσι 103.17 {εντειλαι 67.29 [εντολή 18.9 [εντολω ~ ν 102.18 [εντός 38.4, 102.1 [ενώπιον 18.15, 21.26, 21.28, 21.30, 37.18, 38.6, 49.8, 50.5, 50.6, 67.4, 67.5, 67.8, 87.3, 140.2, 142.2 [ενώτισαι 38.13, 142.1 [εξ 3.5, 37.12, 38.3, 50.16, 67.24, 67.32, 117.26, 138.6 [εξαγαγε~ ιν 103.15 [εξάγων 67.7 [εξάλειψον 50.3, 50.11 [εξανατέλλων 103.14 [εξανθήσει 102.15 [εξάξεις 142.11 [εξαποστελε~ ις 103.30 [εξαποστέλλων 103.10 [εξαριθµήσοµαι 138.18 [εξέβαλες 49.17 [εξεβιάζοντο 37.13 [εξεκαύθησαν 117.12 [εξελεύσεται 103.23, 145.4 [εξέλιπε 142.7 [εξέλιπον 38.11 [εξελο~υ 142.9
[εξελο~υµαι 49.15 [εξεµυκτήρισαν 21.8 [εξεπορευόµην 87.9 [εξετάζει 10.4, 10.5 [εξετάραξαν 87.17 [εξετηκόµην 138.21 [εξέτηξας 38.12 [εξεχύθην 21.15 [εξηγέρθην 3.6, 138.18 [εξ~ηλθεν 18.5 [εξηπορήθην 87.16 [εξηράνθη 21.16 [εξηρίθµησαν 21.18 [εξιχνίασας 138.3 {εξοδος 18.7 [εξολεθρεύσεις 142.12 [εξοµολογε~ ισθε 117.1, 117.29 [εξοµολογήσεται 6.6 [εξοµολόγησιν 103.1 [εξοµολογήσοµαι 21.26, 117.19, 117.21, 117.28, 117.28, 138.14 [εξοµολογήσονται 87.11 [εξουδένηµα 21.7 [εξουδενώσει 50.19 [εξουδένωσεν 21.25 ]εορτήν 117.27 [επ’ 3.2, 21.14, 37.3, 37.5, 37.17, 67.15, 87.8, 87.8, 87.17, 103.12, 117.8, 117.9, 138.5, 142.4, 145.3 [επαίδευσας 38.12 [επαίδευσε 117.18 [επαινεσθήσεται 62.12 [επαινέσουσι 62.4
[91]
{επαινος 21.4, 21.26 [επάκουσον 142.1 [επαλαιώθην 6.8 [επανίστανται 3.2 {επαρσις 140.2 [επάταξας 3.8 [επεί 37.21 [επε~ ιδον 21.18 [επεκαλεσάµην 117.5 [επερρίφην 21.11 [επεστήρισας 37.3 [επεστηρίχθη 87.8 [επέφανεν 117.27 [επήγαγες 87.8 [επήκουσας 117.21, 117.28 [επήκουσε 117.5 [επήκουσεν 3.5 [επί 3.9, 10.1, 10.1, 10.6, 18.10, 21.5, 21.6, 21.9, 21.11, 21.19, 37.16, 49.5, 49.8, 50.4, 50.15, 50.21, 62.7, 62.12, 67.5, 67.30, 67.34, 67.35, 102.11, 102.17, 102.17, 103.3, 103.5, 103.6, 103.23, 103.23, 103.31, 103.32, 103.34, 117.8, 117.9, 138.16, 138.21, 140.7, 140.8, 142.8, 145.3, 145.5, 150.2 [επίβασιν 103.3 [επιβεβηκότι 67.5, 67.34 [επιβλέπων 103.32 [επιβρέξει 10.6 [επιγνώσεται 102.16 [επιθυµητά 18.11 [επιθυµία 37.10 [επιθυµίαν 102.5
[επικάλεσαι 49.15 [επιλανθανόµενοι 49.22 [επιλανθάνου 102.2 [επιλελησµέν?η 87.13 [επιστραφήσονται 21.28 [επιστρέφων 18.8 [επιστρέψει 145.4 [επίστρεψον 6.5 [επιστρέψουσι 50.15, 103.9 [επιστρέψουσιν 103.29 [επιστρέψω 67.23, 67.23 [επιτιµήσεως 103.7 [επιτίµησον 67.31 [επιχαρω ~ σι 37.17 {επλασας 103.26, 138.5 [επλεόνασε 49.19 [επληθύνθησαν 3.2, 37.20 [επληρώθη 103.24 [επλήσθη 87.4 [επλήσθησαν 37.8 [εποίησα 50.6 [εποίησας 49.21, 103.24, 138.15 [εποίησε 10.3, 103.19, 117.15, 117.16 [εποίησεν 21.32, 102.10, 117.24 [επορευόµην 37.7 [επουράνιον 67.15 [επόψοµαι 117.7 {εργα 102.22, 103.24, 117.17, 138.14 [εργαζόµενοι 6.9 [εργαζοµένοις 140.4 [εργαζοµένων 140.9 [εργασίαν 103.23 {εργοις 103.31, 142.5
[92]
{εργον 103.23 {εργων 103.13 [ερε~ ιτε 10.1 [ερεύγεται 18.3 [ερήµω ? 62.2, 67.8 [ερισταί 138.20 ]ερπετά 103.25 [ερράγη 140.7 [ερριµµένοι 87.6 [ερρύσω 21.5 [ερχοµένη 21.31 [ερχόµενος 117.26 [ερωδιο~υ 103.17 [εσάπησαν 37.6 [εσείσθη 67.9 [εσίγησα 38.3, 49.21 [εσµεν 102.14 {εσοµαι 18.14, 49.21 {εσονται 18.15, 62.11 ]εσπέρας 103.23 ]εσπερινή 140.2 {εσταξαν 67.9 [εστε 138.20 {εστησαν 37.12, 37.12 [εστι 37.18, 49.6, 49.10 {εστι 117.23, 138.4, 145.3 {εστιν 3.3, 6.6, 18.7, 21.12, 37.4, 37.4, 37.8, 37.11, 103.25 [εστιν 38.5, 38.8, 49.8, 49.11, 49.12, 50.5 {εσχατα 138.5, 138.9 [εσώθησαν 21.6 [εταλαιπώρησα 37.7 [εταπεινώθην 37.9, 38.3, 87.16
[εταπείνωσεν 142.3 [εταράχθη 6.3, 6.4, 6.8, 37.11, 142.4 {ετασον 138.23 {ετι 87.6, 102.16, 138.18, 140.5 [ετίθεις 49.18, 49.20 [ετιµήθησαν 138.17 \ετοιµος 37.18 ε[υαγγελιζοµένοις 67.12 ε[υδοκήσεις 50.18, 50.21 ε[υδόκησεν 67.17 ε[υδοκί?α 50.20 ε[υδοκίαις 140.5 ε[υδοκίαν 18.15 ε[υήχοις 150.5 ε[υθε~ ια 18.9 ε[υθεί?α 142.10 ε[υθε~ ις 10.2 ε[υθές 50.12 ε[υθηνούντων 67.18 ε[υθύτητας 10.7 ε[υϊλατεύοντα 102.3 ε{υκαιρον 103.27 ε[υλόγει 102.1, 102.2, 102.22, 103.1, 103.35 ε[υλογε~ ιτε 67.27, 102.20, 102.21, 102.22 ε[υλογήκαµεν 117.26 ε[υλογηµένος 117.26 ε[υλογήσω 62.5 ε[υλογητός 67.20, 67.20, 67.36 ε[υλογία 3.9 ε[υπρέπεια 49.2 ε[υρύχωρος 103.25 ε[υφραίνει 103.15
[93]
ε[υφραίνοντα 18.9 ε[υφρανθήσεται 62.12, 103.31 ε[υφρανθήσοµαι 103.34 ε[υφρανθήτωσαν 67.4 ε[υφρανθω ~ µεν 117.24 ε[υφροσύν?η 67.4 ε[υφροσύνην 50.10 ε[υχάς 21.26, 49.14 {εφαγον 21.30 [εφύτευσας 103.16 [εχθραίνοντας 3.8 [εχθροί 6.11, 37.17, 37.20, 67.2 [εχθρο~ ις 6.8 [εχθρός 142.3 [εχθρούς 117.7, 138.21, 138.22, 142.12 [εχθρω ~ ν 67.22, 67.24, 142.9 [εχόµενα 140.6 [εχόµενοι 67.26 {εχων 37.15 \εως 6.4, 18.7, 37.7, 37.9, 102.17, 103.23, 103.33, 117.27, 140.10, 145.2 Ζαβουλών 67.28 ζ~?η 21.30 ζήσεις 142.11 ζήσοµαι 117.17 ζήσονται 21.27 ζητ~ησαι 103.21 ζητο~υντες 37.13, 37.13 ζω ~? α 67.11, 103.25 ζωάς 62.4 ζω ~? η 62.5, 103.33, 145.2 ζωή 87.4
ζωήν 102.4, 142.3 ζω ~ ν 38.6, 142.2 ζω ~ σιν 37.20 ]η 3.9, 3.9, 6.4, 10.6, 18.7, 18.8, 18.9, 18.15, 21.10, 21.15, 21.16, 21.16, 21.29, 21.30, 21.31, 37.10, 37.11, 37.11, 37.18, 38.4, 38.6, 38.8, 38.8, 49.2, 49.12, 49.19, 50.5, 50.7, 50.16, 62.2, 62.2, 62.6, 62.9, 62.9, 67.24, 67.31, 67.35, 67.35, 87.3, 87.4, 87.4, 87.13, 87.14, 102.1, 102.2, 102.5, 102.17, 102.19, 102.22, 103.1, 103.13, 103.17, 103.24, 103.25, 103.25, 103.31, 103.34, 103.35, 117.20, 117.24, 138.6, 138.10, 138.10, 138.14, 138.15, 140.2, 140.5, 142.4, 142.6, 145.1, 145.5 {η 49.13, 87.11, 117.8, 117.9 @?η 49.22 #?η 49.23, 142.8 [ηγάπησας 50.8 [ηγάπησεν 10.7 {ηγγισαν 37.12 {ηγγισε 87.4 ]ηγε~ ιται 103.17 ]ηγεµόνες 67.28 ]ηγεµονικω ~? 50.14 ]ηδυνθείη 103.34 ]ηδύνθησαν 140.6 [ηθέλησας 50.18 [ηκηδίασεν 142.4 {ηκουον 37.14
[94]
\ηλιος 103.19, 103.22 ]ηλίου 49.1 ]ηλίω ? 18.6 {ηλπισα 37.16, 140.8, 142.8 {ηλπισαν 21.5, 21.5, 21.6 {ηλπισεν 21.9 \ηµαρτον 50.6 ]ηµέρ?α 18.3, 49.15, 145.4 ]ηµέρα 18.3, 117.24, 138.12 ]ηµέραι 102.15 ]ηµέραν 37.7, 37.13, 67.20, 67.20, 87.10, 87.18 ]ηµέρας 21.3, 38.6, 87.2, 138.16 ]ηµερω ~ ν 38.5, 142.5 ]ηµ~ ιν 67.20, 67.29, 102.10, 102.10, 117.27 [ηµυνάµην 117.10, 117.11, 117.12 ]ηµω ~ ν 21.5, 49.3, 67.20, 67.21, 102.10, 102.10, 102.12, 102.12, 102.14, 117.23 @ην 67.18 \ην 117.24 {ηνοιξα 38.10 {ηνοιξαν 21.14 \ηξει 49.3 \ηξουσι 67.32 @ηρα 142.8 #ης 140.9 [ησθένησαν 87.10 [ησθένησεν 67.10 ]ητοίµασαν 10.2 ]ητοίµασας 67.11 ]ητοίµασεν 102.19 {ητω 103.31
[?ηχµαλώτευσας 67.19 {ηχω ? 150.3 θάλασσα 103.25 θάλασσαν 145.6 θαλάσσης 67.23, 138.9 θανάτου 21.16, 67.21, 87.7 θανάτω ? 6.6, 117.18 θαυµάσια 87.11, 87.13, 138.14 θαυµαστή 117.23 θαυµαστός 67.36 θε~ ιον 10.6 θέλει 21.9 θέληµα 102.21, 142.10 θελήµατα 102.7 θέλοντα 67.31 θεµελιω ~ ν 103.5 Θεόν 67.27, 145.5, 150.1 Θεός 3.8, 21.2, 21.2, 21.3, 21.11, 37.16, 37.22, 49.1, 49.3, 49.3, 49.6, 49.7, 49.7, 49.16, 50.3, 50.12, 50.16, 50.16, 50.19, 62.2, 62.2, 67.2, 67.6, 67.7, 67.8, 67.10, 67.11, 67.17, 67.20, 67.20, 67.21, 67.21, 67.22, 67.25, 67.29, 67.29, 67.36, 67.36, 67.36, 87.2, 103.1, 117.27, 117.28, 117.28, 138.17, 138.19, 138.23, 142.10, 145.5, 145.10 Θεο~υ 18.2, 49.22, 67.3, 67.4, 67.9, 67.9, 67.16, 67.18, 67.25, 103.21 θέρµην 18.7 Θεω ~? 3.3, 49.14, 50.19, 62.12, 67.5, 67.32, 67.33, 67.34, 67.35, 103.33, 145.2
[95]
θεω ~ ν 49.1 θεωρο~υντες 21.8 θηρία 49.10, 103.11, 103.20 θηρίοις 67.31 θησαυρίζει 38.7 θλίβοντας 142.12 θλίβοντες 3.2 θλίψεως 49.15, 117.5, 142.11 θλ~ ιψις 21.12 θο~υ 140.3 θρόνον 102.19 θρόνος 10.4 θυµίαµα 140.2 θυµός 87.8 θυµο~υ 6.8 θυµω ~? 6.2, 37.2 θύραν 140.3 θυσία 49.23, 50.19, 140.2 θυσίαις 49.5, 49.8 θυσίαν 49.14, 50.18, 50.21 θυσιαστήριον 50.21 θυσιαστηρίου 117.27 θ~υσον 49.14 [ Ιακώβ 21.24, 145.5 { ιασαι 6.3 { ιασις 37.4, 37.8 [ ιατροί 87.11 { ιδε 138.24 [ ιδε~ ιν 62.3 [ ιδού 10.2, 38.6, 50.7, 50.8, 67.34, 138.5 [ Ιερουσαλήµ 50.20, 67.30 ] ιλαρ~υναι 103.15
] ιµάτια 21.19 ] ιµάτιον 103.2, 103.6 ] ιµατισµόν 21.19 \ ινα 38.5, 38.14 \ ινατι 21.2, 49.16, 67.17, 87.15 [ Ιούδα 67.28 [ Ισραήλ 21.4, 21.24, 49.7, 67.9, 67.27, 67.35, 67.36, 102.7, 117.2 [ ισχύϊ 102.20 [ ισχύος 38.11 [ ισχύς 21.16, 37.11, 117.14 [ ιώµενον 102.3 κ[αγώ 87.14, 117.7 καθ’ 6.7, 67.20, 102.12 καθαράν 50.12 καθαρισθήσοµαι 18.14, 50.9 καθάρισον 18.13, 50.4 καθέδραν 138.2 καθε~ ιλον 10.3 καθέξει 138.10 καθεύδοντες 87.6 καθήµενος 49.20 καθώς 38.13, 102.13 καί 3.4, 3.5, 3.6, 3.9, 6.4, 6.4, 6.11, 6.11, 10.5, 10.6, 10.6, 10.7, 18.3, 18.5, 18.6, 18.7, 18.7, 18.11, 18.11, 18.11, 18.12, 18.14, 18.14, 18.15, 18.15, 18.15, 21.3, 21.3, 21.3, 21.5, 21.6, 21.6, 21.7, 21.7, 21.14, 21.15, 21.16, 21.16, 21.17, 21.18, 21.19, 21.21, 21.22, 21.25, 21.27, 21.27, 21.28, 21.28, 21.29, 21.30, 21.30, 21.31, 21.32,
[96]
37.3, 37.6, 37.7, 37.8, 37.9, 37.10, 37.11, 37.11, 37.12, 37.12, 37.12, 37.13, 37.13, 37.13, 37.14, 37.15, 37.15, 37.17, 37.18, 37.19, 37.20, 37.20, 38.3, 38.3, 38.3, 38.4, 38.5, 38.6, 38.7, 38.8, 38.8, 38.10, 38.12, 38.13, 38.13, 38.14, 49.1, 49.3, 49.3, 49.4, 49.6, 49.7, 49.7, 49.10, 49.11, 49.12, 49.14, 49.15, 49.15, 49.15, 49.16, 49.17, 49.18, 49.19, 49.20, 49.21, 49.21, 49.22, 49.23, 50.3, 50.4, 50.5, 50.6, 50.6, 50.7, 50.8, 50.9, 50.9, 50.10, 50.11, 50.12, 50.13, 50.14, 50.15, 50.17, 50.19, 50.20, 50.21, 62.2, 62.2, 62.3, 62.6, 62.6, 62.8, 67.2, 67.2, 67.4, 67.5, 67.6, 67.9, 67.10, 67.14, 67.17, 67.19, 67.21, 67.35, 67.36, 87.2, 87.4, 87.6, 87.7, 87.8, 87.9, 87.11, 87.12, 87.13, 87.14, 87.16, 87.16, 87.17, 87.19, 87.19, 102.1, 102.2, 102.4, 102.6, 102.8, 102.8, 102.16, 102.16, 102.17, 102.17, 102.18, 102.19, 103.1, 103.4, 103.8, 103.14, 103.15, 103.15, 103.20, 103.21, 103.22, 103.22, 103.23, 103.25, 103.29, 103.30, 103.30, 103.32, 103.32, 103.35, 117.5, 117.10, 117.11, 117.12, 117.12, 117.13, 117.14, 117.14, 117.15, 117.17, 117.18, 117.21, 117.23, 117.24, 117.27, 117.28, 117.28, 117.28, 138.1, 138.2, 138.3, 138.3, 138.5, 138.5, 138.7, 138.9, 138.10, 138.10, 138.11, 138.11,
138.12, 138.12, 138.14, 138.15, 138.16, 138.16, 138.18, 138.18, 138.21, 138.23, 138.23, 138.24, 138.24, 140.3, 140.4, 140.5, 140.5, 140.9, 142.2, 142.4, 142.5, 142.7, 142.12, 142.12, 145.4, 145.6, 145.6, 145.9, 145.9, 145.10, 150.3, 150.4, 150.4 καιρούς 103.19 κακά 37.13, 37.21 κακίαν 49.19 κακω ~ ν 87.4 καλάµου 67.31 καλύψαι 103.9 καπνίζονται 103.32 καπνός 67.3 καρδί?α 10.2 καρδία 21.15, 37.11, 38.4, 142.4 καρδίαι 21.27 καρδίαν 18.9, 50.12, 50.19, 103.15, 103.15, 138.23, 140.4 καρδίας 18.15, 37.9 καρπο~υ 103.13 κατ’ 138.9 κατά 49.20, 49.20, 49.21, 50.3, 50.3, 67.34, 102.10, 102.10, 102.11, 140.10, 150.2 καταβαίνοντες 21.30 καταβαινόντων 87.5 καταβαίνουσιν 103.8, 142.7 καταβω ~ 138.8 καταιγίδος 10.6 καταιγίς 49.3 καταισχυνθείησαν 6.11
[97]
κατακυριεύσωσι 18.14 κατάντηµα 18.7 καταπατήσει 138.11 κατασκηνω ~ σαι 67.19 κατασκηνώσει 67.17, 103.12 κατασκηνώσω 138.9 κατατοξε~υσαι 10.2 καταφυγή 103.18 κατεδίωκον 37.21 κατεδίωξεν 142.3 κατειργάσω 67.29 κατεκάµφθην 37.7 κατελάλεις 49.20 κατενόησαν 21.18 κατεπόθησαν 140.6 κατερραγµένους 145.8 κατευθυνθήτω 140.2 κατευοδώσαι 67.20 κατέφυγον 142.9 κατήγαγες 21.16 κατηρτίσω 10.3, 67.10 κατ?ησχύνθησαν 21.6 κατοικε~ ιν 67.17 κατοικε~ ις 21.4 κατοικίζει 67.7 κατοικο~υντας 67.7 κατοικο~υσιν 67.11 κατώτατα 62.10 κατωτάτοις 138.15 κατωτάτω ? 87.7 καυθήσεται 49.3 κέδροι 103.16 κεκόλληται 21.16
κεκραγέναι 21.25, 140.1 κεκράξοµαι 21.3 κεκραταίωνται 37.20 κεράτων 21.22, 117.27 κεφαλάς 67.22 κεφαλήν 3.4, 21.8, 37.5, 117.22, 140.5 κηρίον 18.11, 117.12 κηρός 21.15, 67.3 κιθάρ?α 150.3 κλαυθµο~υ 6.9 κλέπτην 49.18 κλ~ηρον 21.19 κληρονοµί?α 67.10 κλήρων 67.14 κλιθήσεται 103.5 κλίνην 6.7 κλ~ ινον 87.3 κοιλίας 21.11, 21.15 κοιµηθ~ητε 67.14 κοιτασθήσονται 103.22 κόποις 87.16 κορυφήν 67.22 κραταίωσιν 67.36 κρέα 49.13 κρε~ ισσον 62.4 κρίµα 102.6, 145.7 κρίµατα 18.10 κρίνεσθαι 50.6 κρίσιν 142.2 κριταί 140.6 κριτής 49.6 κριτο~υ 67.6 κρυφ~?η 138.15
[98]
κρύφια 50.8 κρυφίων 18.13 κτήνεσι 103.14 κτήνη 49.10 κτήσεως 103.24 κτισθήσονται 103.30 κτίσον 50.12 κύκλω ? 3.7, 49.3 κυκλώσαντες 117.11 κυµβάλοις 150.5, 150.5 κύνες 21.17 κυνός 21.21 κυνω ~ ν 67.24 Κύριε 3.2, 3.4, 3.8, 6.2, 6.3, 6.3, 6.4, 6.5, 18.15, 21.20, 37.2, 37.10, 37.16, 37.16, 37.22, 37.23, 38.5, 38.13, 50.17, 50.20, 87.2, 87.10, 87.14, 87.15, 103.1, 103.24, 117.25, 117.25, 138.1, 138.5, 138.13, 138.21, 140.1, 140.3, 140.8, 140.8, 142.1, 142.7, 142.8, 142.9, 142.11 Κύριον 3.5, 21.9, 21.24, 21.27, 21.28, 67.27, 102.1, 102.2, 102.20, 102.21, 102.22, 102.22, 103.1, 103.35, 117.4, 117.5, 117.8, 117.9, 145.1, 145.2, 145.5, 150.6 Κύριος 3.6, 6.9, 6.10, 6.10, 10.4, 10.4, 10.5, 10.7, 21.32, 38.8, 49.1, 67.5, 67.12, 67.17, 67.18, 67.20, 67.20, 67.23, 102.6, 102.8, 102.11, 102.13, 102.19, 103.31, 117.6, 117.7, 117.13, 117.14, 117.18, 117.24, 117.27, 145.7, 145.8, 145.8, 145.8, 145.9, 145.10
Κυρίου 3.9, 18.8, 18.8, 18.9, 18.9, 18.10, 18.10, 21.29, 67.21, 67.21, 102.17, 103.31, 117.10, 117.11, 117.12, 117.15, 117.16, 117.16, 117.17, 117.20, 117.23, 117.26, 117.26 Κυρίω ? 10.1, 21.31, 67.33, 103.33, 103.34, 117.1, 117.19, 117.29 κωφός 37.14 λαγωο~ ις 103.18 λάκκον 87.5, 142.7 λάκκω ? 87.7 λαλήσω 49.7 λαλιαί 18.4 λαλούντων 62.12 λαόν 3.9, 49.4 λαός 49.7 λαο~υ 3.7, 21.7, 67.8 λάρυγγι 21.16 λαω ~? 21.32, 67.36 λαω ~ ν 67.31 λέγουσι 3.3 λειτουργοί 102.21 λειτουργούς 103.4 λέοντος 21.22 λευκανθήσοµαι 50.9 λέων 21.14 λήψονται 138.20 λίαν 138.17, 138.17 Λιβάνου 103.16 λίθον 18.11, 117.22 λιπανάτω 140.5 λόγια 18.15
[99]
138.1, 138.5, 138.10, 138.10, 138.11, 138.23, 138.23, 138.24, 140.1, 140.5, 140.5, 140.9, 142.3, 142.9, 142.10, 142.10, 142.11 µέγα 50.3 µεγάλ?η 21.26 µεγάλη 103.25 µεγάλης 18.14 µεγαλοπρέπεια 67.35, 103.1 µεγάλων 103.25 µακάριος 145.5 µεγαλωσύνης 150.2 µακράν 21.2 µελέτη 18.15 µακρόθεν 37.12, 138.2 µελέτ?η 38.4 µακρόθυµος 102.8 µέλι 18.11 µακρύν?ης 21.20 µέλισσαι 117.12 µάνδρας 103.22 µεµνηµένοις 102.18 µαρτυρία 18.8 µέντοιγε 38.7 µάστιγας 37.18, 38.11 µερίδα 49.18 µαστω ~ ν 21.10 µερίδες 62.11 µαταιότης 38.6 µεριµνήσω 37.19 µαταιότητα 138.20 µερίς 10.6 µαταιότητας 37.13 µέσον 67.14, 103.10 µαταίως 3.8 µέσου 103.12 µάτην 38.7, 38.12, 62.10 µέσω ? 21.15, 21.23, 67.26 µε 3.2, 3.8, 6.2, 6.2, 6.3, 6.3, 6.5, 18.13, µετ’ 37.11, 49.11 21.2, 21.8, 21.8, 21.10, 21.13, 21.13, µετά 49.18, 87.5, 103.25, 138.18, 140.4, 21.16, 21.17, 21.17, 21.18, 21.22, 142.2 21.25, 37.2, 37.2, 37.11, 37.20, 37.21, µεταναστεύου 10.1 37.22, 38.9, 38.9, 38.14, 49.15, 49.15, µετάφρενα 67.14 49.23, 50.3, 50.4, 50.4, 50.7, 50.9, µετεωρισµούς 87.8 50.9, 50.13, 50.14, 50.16, 87.7, 87.9, µέχρι 49.1 87.17, 87.18, 87.18, 117.10, 117.11, µή 6.2, 18.14, 21.12, 21.20, 37.2, 37.22, 117.12, 117.16, 117.18, 117.18, 138.1, 37.22, 38.2, 38.13, 38.14, 49.12, λόγοι 18.4, 21.2 λόγοις 50.6 λόγον 102.20 λόγους 49.17, 140.4 λόγων 102.20 λούσω 6.7 λύει 145.7 λυτρούµενον 102.4 λυτρωτά 18.15
[100]
49.13, 49.22, 50.13, 50.13, 67.31, 87.11, 87.12, 87.13, 102.2, 103.35, 138.6, 140.4, 140.4, 140.5, 140.8, 142.2, 142.7, 145.3 µηδέ 6.2, 37.2 µηνιε~ ι 102.9 µήποτε 37.17, 49.22 µήτηρ 50.7 µήτρας 21.11 µητρός 21.10, 21.11, 49.20, 138.13 µικρά 103.25 µισε~ ι 10.5 µ~ ισος 138.22 µισο~υντας 138.21 µισο~υντες 37.20, 67.2 µνηµονεύων 6.6 µνησθήσονται 21.28 µοι 3.7, 3.8, 21.2, 37.3, 37.13, 37.17, 38.5, 38.14, 50.8, 50.10, 50.14, 117.6, 117.14, 117.19, 117.21, 117.28, 138.22, 140.9, 142.8, 142.8 µοιχο~υ 49.18 µόνας 140.10 µονογεν~η 21.21 µονοκερώτων 21.22 µονοτρόπους 67.7 µόνω ? 50.6 µόσχοι 21.13 µόσχους 49.9, 50.21 µου 3.3, 3.4, 3.4, 3.4, 3.5, 3.5, 3.6, 3.8, 6.3, 6.4, 6.5, 6.7, 6.7, 6.7, 6.7, 6.8, 6.8, 6.9, 6.10, 6.10, 6.11, 10.1, 18.13, 18.14, 18.15, 18.15, 18.15, 18.15,
[101]
21.2, 21.2, 21.2, 21.3, 21.10, 21.10, 21.11, 21.11, 21.15, 21.15, 21.15, 21.16, 21.16, 21.16, 21.17, 21.18, 21.19, 21.19, 21.20, 21.20, 21.21, 21.21, 21.22, 21.23, 21.25, 21.26, 21.26, 21.30, 21.31, 37.4, 37.4, 37.4, 37.5, 37.5, 37.6, 37.6, 37.8, 37.8, 37.9, 37.10, 37.10, 37.11, 37.11, 37.11, 37.12, 37.12, 37.12, 37.12, 37.13, 37.16, 37.17, 37.17, 37.18, 37.19, 37.19, 37.20, 37.22, 37.23, 37.23, 38.2, 38.2, 38.2, 38.2, 38.3, 38.4, 38.4, 38.4, 38.4, 38.5, 38.5, 38.6, 38.6, 38.8, 38.8, 38.9, 38.10, 38.13, 38.13, 38.13, 38.13, 49.7, 49.16, 49.16, 49.17, 49.23, 50.3, 50.4, 50.4, 50.5, 50.5, 50.7, 50.11, 50.11, 50.12, 50.16, 50.16, 50.17, 50.17, 62.2, 62.2, 62.2, 62.4, 62.5, 62.5, 62.6, 62.6, 62.7, 62.8, 62.9, 62.10, 67.25, 87.2, 87.3, 87.3, 87.4, 87.4, 87.9, 87.10, 87.10, 87.14, 87.15, 87.16, 87.19, 102.1, 102.1, 102.2, 102.22, 103.1, 103.1, 103.33, 103.33, 103.34, 103.35, 117.5, 117.7, 117.13, 117.14, 117.14, 117.21, 117.28, 117.28, 117.28, 138.2, 138.2, 138.2, 138.3, 138.3, 138.3, 138.4, 138.9, 138.11, 138.13, 138.13, 138.13, 138.14, 138.15, 138.15, 138.16, 138.23, 138.23, 140.1, 140.1, 140.2, 140.2, 140.3, 140.3, 140.4, 140.5, 140.5, 140.6, 140.8, 140.8, 142.1, 142.1, 142.1, 142.3, 142.3, 142.4,
142.4, 142.6, 142.6, 142.7, 142.7, 142.8, 142.9, 142.10, 142.11, 142.12, 142.12, 145.1, 145.2, 145.2 µού 37.18, 49.8, 50.5 µυριάδων 3.7 µυριοπλάσιον 67.18 µώλωπες 37.6 Μωυσ~?η 102.7 ναο~υ 67.30 ναω ~? 10.4 νεανίδων 67.26 νεκρο~ ις 87.5, 87.11 νεκρούς 142.3 νεότης 102.5 νεότητος 87.16 νεφέλαις 67.35 νέφη 103.3 Νεφθαλείµ 67.28 νεφρούς 138.13 νεώτερος 67.28 νήπια 18.8 νικήσ?ης 50.6 νόµος 18.8 νόσους 102.3 νύκτα 6.7 νυκτί 18.3, 87.2 νυκτός 21.3 νυµφίος 18.6 ν~υν 38.8 νύξ 18.3, 103.20, 138.11, 138.12 ξύλα 103.16
]ο 3.8, 6.6, 6.8, 10.3, 10.4, 10.5, 18.5, 18.8, 18.10, 18.12, 21.2, 21.2, 21.3, 21.4, 21.10, 21.12, 21.14, 21.26, 21.32, 37.10, 37.16, 37.22, 38.8, 49.3, 49.3, 49.6, 49.7, 49.7, 49.16, 49.22, 50.3, 50.12, 50.16, 50.16, 50.19, 62.2, 62.2, 62.12, 62.12, 67.2, 67.6, 67.7, 67.8, 67.10, 67.11, 67.13, 67.17, 67.17, 67.20, 67.20, 67.21, 67.22, 67.24, 67.25, 67.29, 67.29, 67.36, 67.36, 67.36, 87.2, 87.8, 102.6, 102.8, 103.1, 103.3, 103.3, 103.3, 103.4, 103.5, 103.10, 103.14, 103.19, 103.22, 103.32, 103.32, 117.13, 117.14, 117.18, 117.24, 117.26, 138.17, 138.19, 138.23, 142.3, 142.10, 145.5, 145.10 \ο 67.17, 67.29, 103.9, 138.15 ]οδηγήσει 138.10, 142.10 ]οδήγησον 138.24 ]οδόν 18.6, 142.8, 145.9 [οδόντας 3.8 ]οδοποιήσατε 67.5 ]οδός 49.23, 138.24 ]οδούς 38.2, 50.15, 102.7, 138.3 ]οδω ~? 138.24 ο] ι 3.2, 6.9, 6.11, 10.2, 10.4, 18.2, 21.2, 21.5, 21.8, 21.24, 21.27, 21.30, 21.30, 37.6, 37.12, 37.12, 37.12, 37.13, 37.13, 37.17, 37.20, 37.20, 37.21, 38.13, 49.6, 49.22, 67.2, 67.2, 67.3, 67.4, 67.9, 87.10, 87.17, 102.20,
[102]
102.21, 117.4, 117.22, 138.16, 138.17, 140.6, 140.8, 140.10, 145.4 ο[ ικία 103.17 ο[ ικοδοµηθήτω 50.20 ο[ ικοδοµο~υντες 117.22 ο@ ικος 117.2, 117.3 ο{ ικου 49.9, 67.13, 117.26 ο[ ικουµένη 49.12 ο[ ικουµένης 18.5 ο[ ικτίρει 102.13 ο[ ικτίρησεν 102.13 ο[ ικτιρµο~ ις 102.4 ο[ ικτιρµω ~ ν 50.3 ο[ ικτίρµων 102.8 ο{ ικω ? 67.7 ο@ ινος 103.15 ο# ις 145.3 ο{ ισουσιν 67.30 \ολην 37.7, 37.13, 87.10, 87.18 ]ολοκαυτώµατα 49.8, 50.18, 50.21 [οµνύων 62.12 \οµοιος 49.21 ]οµοιωθήσοµαι 142.7 ]οµοίως 67.7 \ον 21.32, 103.8, 103.26, 117.22 {οναγροι 103.11 {ονειδος 21.7, 38.9 {ονοµα 21.23, 67.5, 102.1 [ονόµατι 62.5, 67.5, 117.10, 117.11, 117.12, 117.26 [ονόµατος 142.11 [οπίσω 49.17, 62.9 \οπως 50.6, 67.24
[ορ 37.4 [οργαί 87.17 [οργάνω ? 150.4 [οργ~?η 6.2, 37.2 [οργισθήσεται 102.9 {ορεσι 49.10 [ορέων 103.6, 103.10, 103.32 {ορη 10.1, 67.17, 103.8, 103.13, 103.18 [ορθρίζω 62.2 {ορθροις 62.7 {ορθρον 138.9 \οριον 103.9 {ορος 67.16, 67.16, 67.16, 67.16, 67.17 {ορους 3.5 [ορφανόν 145.9 [ορφανω ~ ν 67.6 \ος 18.7 ]οσίους 49.5 \οσον 102.12 [οστ~α 6.3, 21.15, 21.18, 50.10, 140.7 [οστέοις 37.4 [οστο~υν 138.15 {οστρακον 21.16 \οτι 3.6, 3.8, 6.3, 6.3, 6.6, 6.9, 10.2, 10.3, 10.7, 21.9, 21.10, 21.12, 21.12, 21.17, 21.25, 21.29, 37.3, 37.5, 37.8, 37.16, 37.17, 37.18, 37.19, 38.10, 38.13, 49.6, 49.10, 49.21, 50.5, 50.18, 62.4, 62.8, 62.12, 87.4, 102.11, 102.14, 102.14, 102.16, 117.1, 117.1, 117.2, 117.2, 117.3, 117.3, 117.4, 117.4, 117.21, 117.28, 117.29, 117.29, 138.4, 138.12, 138.13, 138.14, 138.20, 140.5,
[103]
140.6, 140.8, 142.2, 142.3, 142.8, 142.8, 142.9, 142.10, 142.12 ο[υ 3.7, 21.6, 38.7, 49.3, 49.9, 49.12, 102.10, 103.5, 103.9, 117.6, 117.18, 138.6, 138.12, 140.4, 142.2 ο#υ 145.5 ο[υδέ 18.4, 21.25, 21.25, 49.9, 102.9, 102.10, 103.9 ο[υθείς 138.16 ο[υθέν 38.6 ο[υκ 3.3, 6.6, 18.4, 18.7, 21.3, 21.3, 21.7, 21.12, 21.25, 37.4, 37.4, 37.8, 37.10, 37.11, 37.14, 37.14, 37.15, 37.15, 38.10, 49.8, 50.18, 50.19, 87.6, 87.9, 102.9, 102.16, 103.25, 117.17, 138.4, 138.15, 145.3 ο[υκέτι 38.14 ο[υρανοί 18.2, 49.6, 67.9 ο[υρανόν 49.4, 67.34, 103.2, 138.8, 145.6 ο[υρανο~υ 18.7, 18.7, 49.11, 67.34, 102.11, 103.12 ο[υρανω ~? 10.4, 102.19 ο@υς 87.3 ο#υτος 103.26, 117.22 ο\υτως 62.3, 62.5, 67.3, 102.15, 138.12 ο[υχ 102.16 ο[υχί 18.4, 38.8, 138.21 [οφθαλµοί 10.4, 87.10, 138.16, 140.8 [οφθαλµο~ ις 117.23 [οφθαλµός 6.8 [οφθαλµούς 18.9 [οφθαλµω ~ ν 37.11
παγίδας 10.6 παγίδος 140.9 παιδείαν 49.17 παιδεύσει 140.5 παιδεύσ?ης 6.2, 37.2 παιδεύων 117.18 παλαιστάς 38.6 πάντα 21.15, 21.18, 21.28, 49.10, 49.11, 102.1, 102.22, 103.11, 103.20, 103.24, 103.27, 117.10, 138.5, 145.6 πάντας 3.8, 87.8, 142.12 πάντες 6.9, 6.11, 21.8, 21.30, 21.30, 38.13, 102.20, 117.4, 138.16, 145.4 παντί 102.22 παντός 18.15, 37.18, 49.8, 50.5 πάντων 102.19 παρ’ 67.24 παρά 21.26, 38.8, 38.13, 103.21, 117.23, 140.7 παραδοθήσονται 62.11 παραπικραίνοντας 67.7 παραπτώµατα 18.13 παραπτωµάτων 21.2 παρασιωπήσεται 49.3 παρασιωπήσ?ης 38.13 παραστήσω 49.21 παρεδόθην 87.9 παρέδωκε 117.18 πάρει 138.8 παρελεύσονται 103.9 παρέλθω 140.10 παρεπίδηµος 38.13 πάροικος 38.13
[104]
π~ας 10.1, 38.6, 38.12, 62.12, 142.2 π~ασα 37.10, 150.6 π~ασαι 21.28, 102.21 πάσαις 102.3 π~ασαν 18.5 πάσας 50.11, 102.2, 102.3, 138.3 π~ασι 102.6, 142.5 π~ασιν 6.8 παστο~υ 18.6 πασω ~ ν 38.9 πατέρες 21.5, 38.13 πατήρ 102.13 πατριαί 21.28 πατρός 67.6 πάχος 140.7 πεδία 103.8 πεδίου 103.16 πεινάσω 49.12 πεινω ~ σι 145.7 πένητα 10.4 πένητες 21.27 πεπεδηµένους 67.7, 145.7 πέποιθα 10.1 πεποίθατε 145.3 πεποιθέναι 117.8, 117.8 πέρας 38.5 πέρατα 18.5, 21.28 περί 140.3 περιβόλαιον 103.6 περιεκύκλωσαν 21.13 περιέπλεκε 49.19 περιέσχον 21.13, 21.17, 87.18 περιηργυρωµέναι 67.14
περιοχ~ης 140.3 περιπατω ~ ν 103.3 περιστερ~ας 67.14 πεσε~ ιν 117.13 πεσο~υνται 140.10 πετεινά 49.11, 103.12 πέτρα 103.18 πέτρας 140.6 πετρω ~ ν 103.12 πηγάς 103.10 πηγω ~ ν 67.27 πίοµαι 49.13 π~ ιον 67.16, 67.16 πίονες 21.13, 21.30 πιότητος 62.6 πιστή 18.8 πλασθήσονται 138.16 πλάσµα 102.14 πλατυσµόν 117.5 πλε~ ιον 50.4 πλ~ηθος 50.3, 150.2 πληθυνθήσονται 138.18 πληµµελείαις 67.22 πλήν 38.6, 38.7, 38.12, 67.22 πλήρωµα 49.12 πλησθήσονται 103.28 πλησίον 37.12, 87.19 πλο~ ια 103.26 πλυνε~ ις 50.9 πλ~υνον 50.4 πνε~υµα 10.6, 50.12, 50.13, 50.19, 102.16, 103.29, 103.30, 142.4, 142.7, 142.10, 145.4
[105]
πνεύµατα 103.4 πνεύµατι 50.14 πνεύµατος 138.7 πνοή 150.6 πόδας 21.17, 37.17 ποιε~ ιν 142.10 ποιήµασι 142.5 ποι~ησαι 102.18 ποιήσαντα 145.6 ποιήσει 117.6 ποιήσεις 87.11 ποίησιν 18.2 ποίησον 142.8 ποιµνίων 49.9 ποιο~υντα 145.7 ποιο~υντες 102.20, 102.21 ποιω ~ ν 102.6, 103.4, 103.32 πόλεις 138.20 πολέµους 67.31 πολλή 18.12 πολλ~?η 67.12 πολλοί 3.2, 3.3, 21.13, 21.17 πολυέλεος 102.8 πολύν 18.11 πονηρευοµένων 21.17 πονηρίας 140.4 πονηρόν 50.6 πορε~ ιαι 67.25, 67.25 πορευθω ~ 138.7 πορεύσοµαι 142.8 ποσαπλω ~ ς 62.2 πότε 6.4 ποτηρίου 10.6
ποτίζων 103.13 ποτιο~υσι 103.11 πο~υ 138.7, 138.7 πούς 67.24 πρέσβεις 67.32 πρό 38.14 προε~ ιδες 138.3 προέφθασαν 67.26 προπεσο~υνται 21.30 πρός 3.5, 21.6, 21.25, 21.28, 62.2, 87.10, 87.10, 87.14, 103.27, 138.6, 140.1, 140.1, 140.8, 142.6, 142.8, 142.9 προσδέξονται 103.11 προσδοκω ~ σι 103.27 προσεδέξατο 6.10 προσεκύνησαν 21.30 προσελογίσθην 87.5 προσευχή 87.3, 87.14, 140.2, 140.5 προσευχήν 6.10 προσευχ~ης 38.13, 142.1 προσηλύτους 145.9 προσκαλέσεται 49.4 προσκυνήσουσιν 21.28 πρόσχες 21.2, 21.20, 37.23, 140.1 προσώζεσαν 37.6 πρόσωπον 10.7, 21.25, 49.21, 50.11, 87.15, 103.15, 103.29, 103.30, 142.7 προσώπου 37.4, 37.4, 37.6, 50.13, 67.2, 67.3, 67.3, 67.6, 67.9, 67.9, 138.7 προσώχθισεν 21.25 προφάσεις 140.4 προφασίζεσθαι 140.4 προφθάσει 67.32, 87.14 πρωΐ 87.14, 142.8
[106]
πτέρυγας 138.9 πτέρυγες 67.14 πτερύγων 62.8, 103.3 πτωχείας 87.10 πτωχός 87.16 πτωχο~υ 21.25 πτωχω ~? 67.11 πυκάζουσιν 117.27 πύλας 117.19 πύλη 117.20 π~υρ 10.6, 38.4, 49.3, 117.12 πυρός 67.3, 103.4 ραντιε~ ις 50.9 ρ~ηµα 18.3, 67.12 ρήµατα 18.5, 140.6 ροµφαίας 21.21, 62.11 ρυόµενος 49.22 ρ~υσαι 6.5, 21.21, 38.9, 50.16 ρυσάσθω 21.9 σαλευθ~ηναι 37.17 σάλπιγγος 150.3 σαρκί 37.4, 37.8 σάρξ 62.2 σέ 21.6, 21.11, 50.15, 62.2, 87.10, 87.10, 87.14, 103.27, 140.1, 142.6, 142.8, 142.9 σε 21.23, 21.26, 49.8, 49.15, 49.21, 50.6, 62.4, 62.5, 62.7, 67.8, 67.8, 87.14, 102.4, 117.28, 138.21, 140.1, 140.8 σελήνην 103.19 Σελµών 67.15 Σιν~α 67.9, 67.18
Σιών 49.2, 50.20, 145.10 σκάνδαλον 49.20 σκανδάλων 140.9 σκέπ?η 62.8 σκηνα~ ις 117.15 σκήνωµα 18.6 σκι~?α 87.7 σκότει 87.13 σκοτεινο~ ις 87.7, 142.3 σκοτισθήσεται 138.12 σκοτοµήν?η 10.2 σκότος 103.20, 138.11, 138.12, 138.12 σκυθρωπάζων 37.7 σκ~υλα 67.13 σκύµνοι 103.21 σκώληξ 21.7 σοι 6.6, 21.26, 49.7, 49.7, 49.12, 49.21, 62.2, 62.2, 62.3, 87.11, 117.21, 117.28, 117.28, 138.14, 142.6 σοί 21.5, 21.6, 37.16, 38.8, 38.13, 50.6, 67.30, 140.8, 142.8 σου 3.9, 3.9, 6.2, 6.2, 6.5, 6.6, 18.12, 18.14, 18.15, 21.23, 37.2, 37.2, 37.3, 37.3, 37.4, 37.10, 38.6, 38.11, 38.11, 49.8, 49.8, 49.9, 49.9, 49.14, 49.16, 49.18, 49.19, 49.19, 49.20, 49.20, 49.21, 49.21, 50.3, 50.3, 50.6, 50.6, 50.8, 50.11, 50.13, 50.13, 50.14, 50.15, 50.16, 50.17, 50.20, 50.21, 62.3, 62.3, 62.4, 62.5, 62.7, 62.8, 62.9, 62.9, 67.8, 67.10, 67.11, 67.11, 67.24, 67.24, 67.25, 67.29, 67.30, 87.2, 87.3, 87.3, 87.6, 87.8, 87.8, 87.12, 87.12, 87.13, 87.13, 87.15, 87.17, 87.17,
[107]
102.3, 102.3, 102.4, 102.5, 102.5, 103.7, 103.7, 103.13, 103.24, 103.24, 103.28, 103.28, 103.29, 103.30, 138.5, 138.6, 138.7, 138.7, 138.10, 138.10, 138.14, 138.16, 138.16, 138.17, 138.20, 138.21, 140.2, 142.1, 142.1, 142.2, 142.2, 142.5, 142.5, 142.7, 142.8, 142.10, 142.10, 142.11, 142.11, 142.12, 145.10 σο~υ 21.26, 37.10, 138.12, 138.15, 138.18 σού 49.7, 142.12 σοφί?α 103.24 σοφίας 50.8 σοφίζουσα 18.8 σοφο~ ι 145.8 σπέρµα 21.24, 21.24, 21.31 στέατος 62.6 στεγάζων 103.3 στεναγµός 37.10 στεναγµο~υ 37.9 στεναγµω ~? 6.7 στερέωµα 18.2 στερεώµατι 150.1 στεφανο~υντα 102.4 στηρίζει 103.15 στήριξον 50.14 στήσονται 103.6 στόµα 21.14, 37.14, 38.10, 49.19, 50.17, 62.6, 62.12 στόµατι 37.15, 38.2, 140.3 στόµατος 18.15, 21.22, 49.16 στρουθία 103.17 στρουθίον 10.1
στρωµνήν 6.7 στρωµν~ης 62.7 σύ 3.4, 3.8, 6.4, 21.4, 21.10, 21.11, 21.20, 37.16, 38.10, 49.16, 49.17, 67.10, 117.28, 117.28, 138.2, 138.2, 138.3, 138.5, 138.5, 138.8, 138.13, 142.10 συλλέξουσιν 103.28 σύµπαντα 38.6, 103.28 σύν 140.4 συναγάγετε 49.5 συναγωγή 21.17, 67.31 συνάξει 38.7 συνδυάσω 140.4 συνελήφθην 50.7 συνεπιτιθεµένων 3.7 συνεστήσαντο 140.9 σύνετε 49.22 συνέτρεχες 49.18 συνέτριψας 3.8 συν~ηκας 138.2 συνήσει 18.13 συνήχθησαν 103.22 συνθλάσει 67.22 συντετριµµένην 50.19 συντετριµµένον 50.19 συστ~ηναι 38.2 συστήσασθε 117.27 σφόδρα 6.4, 6.11, 6.11, 37.9, 49.3, 103.1, 138.14 σχο~ ινον 138.3 σώ ? ζειν 67.21 σωσάτω 21.9 σω ~ σον 3.8, 6.5, 21.22, 117.25
[108]
σωτηρία 3.3, 3.9, 145.3 σωτηρίαν 117.14, 117.21 σωτηρίας 21.2, 37.23, 50.16, 87.2, 117.15 σωτήριον 49.23 σωτηρίου 50.14 σωτηρίων 67.20 τά 6.3, 10.1, 10.4, 18.5, 18.5, 18.9, 18.10, 18.15, 21.15, 21.18, 21.19, 21.28, 37.3, 37.13, 38.6, 49.8, 49.10, 49.11, 49.16, 49.17, 50.8, 50.8, 50.17, 50.20, 62.4, 62.10, 67.11, 67.14, 67.31, 87.13, 102.1, 102.7, 102.22, 103.3, 103.11, 103.12, 103.16, 103.18, 103.20, 103.24, 103.28, 117.10, 117.17, 138.5, 138.5, 138.9, 138.14, 140.3, 140.6, 140.7, 145.6 τα~ ις 49.8, 67.31, 67.35, 102.3, 103.18, 140.5, 150.2 ταλαιπωρίας 87.19 ταπείνωσιν 21.22 ταράσσεται 38.7, 38.12 ταραχθείησαν 6.11 ταραχθήσονται 67.6, 103.29 τάς 21.26, 38.2, 38.6, 38.11, 49.14, 49.21, 50.11, 50.15, 62.5, 87.10, 102.2, 102.3, 102.7, 102.10, 102.10, 102.12, 103.22, 138.3, 138.9, 138.20, 138.23, 142.6 τα~υροι 21.13 ταύρων 49.13, 67.31 τα~υτα 49.21, 49.22 τάφοις 67.7 τάφω ? 87.6, 87.12
τάχους 6.11 ταχύ 142.7 τείχη 50.20 τέλειον 138.22 τέλος 67.17, 102.9 τέλους 37.7 τερφθήτωσαν 67.4 τεταπεινωµένα 50.10 τεταπεινωµένην 50.19 τετυρωµένα 67.17 τετυρωµένον 67.16 τεχθησοµένω ? 21.32 τ~?η 3.3, 6.2, 10.1, 10.2, 18.3, 21.25, 37.2, 37.4, 37.8, 38.4, 50.20, 62.5, 62.8, 67.8, 67.10, 67.11, 67.29, 67.34, 87.12, 103.14, 103.33, 138.11, 140.1, 142.1, 142.1, 142.11, 145.4 τήκεται 67.3 τηκόµενος 21.15 τηλαυγής 18.9 τήν 3.4, 6.5, 6.7, 6.7, 6.9, 6.10, 10.5, 10.5, 18.5, 18.7, 21.20, 21.20, 21.21, 21.21, 21.22, 21.30, 21.32, 37.3, 37.5, 37.7, 37.13, 37.13, 37.19, 37.23, 38.12, 49.1, 49.4, 49.5, 49.6, 49.16, 49.18, 50.5, 50.14, 50.16, 50.17, 50.20, 62.3, 62.3, 62.10, 87.3, 87.10, 87.12, 87.15, 87.18, 102.4, 102.5, 102.18, 103.3, 103.5, 103.5, 103.9, 103.19, 103.23, 103.27, 103.28, 103.32, 138.2, 138.2, 138.3, 138.3, 138.5, 138.23, 140.4, 140.4, 140.5, 140.8, 140.9, 142.1, 142.3, 142.3, 142.3, 142.8, 142.11, 142.12, 145.4, 145.6, 145.6
[109]
τ~ης 6.9, 6.10, 18.5, 18.15, 21.2, 21.10, 21.15, 21.28, 21.30, 37.4, 37.6, 37.9, 37.19, 37.23, 38.11, 38.11, 38.13, 38.13, 49.2, 49.20, 50.4, 50.4, 50.8, 50.16, 62.7, 62.10, 67.33, 87.2, 87.6, 102.11, 102.20, 102.22, 103.15, 103.24, 103.30, 103.35, 138.9, 138.15, 140.1, 140.7, 142.1, 150.2 τί 3.2, 10.3, 38.5, 117.6 τιθείς 103.3 τίµιον 18.11 τίνι 38.7 τίς 6.6, 18.13, 38.5, 38.8 τις 87.12 τό 10.7, 18.2, 18.6, 18.7, 18.10, 21.14, 21.23, 21.24, 21.24, 21.25, 21.31, 37.11, 37.14, 38.3, 38.5, 38.10, 49.12, 49.19, 49.23, 50.3, 50.3, 50.3, 50.6, 50.11, 50.13, 50.13, 50.17, 50.21, 62.4, 62.6, 67.17, 67.18, 87.3, 87.12, 87.14, 87.15, 102.1, 102.1, 102.11, 102.11, 102.14, 102.17, 102.21, 103.6, 103.23, 103.29, 103.29, 103.30, 103.30, 117.1, 117.2, 117.3, 117.4, 117.29, 138.12, 138.12, 138.15, 138.16, 138.16, 142.4, 142.7, 142.7, 142.8, 142.8, 142.10, 142.10, 142.10, 145.4, 150.2 το~ ις 6.8, 21.23, 37.4, 49.10, 50.6, 50.12, 62.7, 67.12, 67.31, 67.36, 87.11, 102.6, 102.7, 102.18, 103.14, 103.18, 103.31, 117.27, 138.15, 142.5, 142.7, 145.7, 145.7, 150.1 τόν 3.9, 10.4, 10.5, 10.5, 21.19, 38.2,
38.5, 49.4, 49.4, 67.15, 67.27, 67.27, 67.34, 67.35, 102.1, 102.2, 102.3, 102.3, 102.4, 102.4, 102.5, 102.9, 102.16, 102.19, 102.20, 102.20, 102.21, 102.22, 102.22, 103.1, 103.2, 103.5, 103.29, 103.35, 117.1, 117.2, 117.3, 117.4, 117.4, 117.5, 117.29, 138.8, 138.8, 140.7, 145.1, 145.5, 145.6, 145.6, 145.6, 145.6, 145.10, 150.1, 150.6 τόξον 10.2 τόπον 102.16, 103.8 τόπω ? 67.6, 102.22 τότε 18.14, 50.21, 50.21 το~υ 3.9, 6.5, 6.9, 10.2, 10.6, 18.7, 18.7, 18.8, 18.14, 18.15, 21.4, 21.25, 21.29, 38.2, 38.14, 49.4, 49.9, 49.10, 49.11, 49.20, 49.20, 49.22, 50.13, 50.14, 62.3, 67.3, 67.4, 67.6, 67.8, 67.9, 67.9, 67.9, 67.13, 67.13, 67.16, 67.18, 67.19, 67.21, 67.21, 67.21, 67.25, 67.25, 67.25, 67.30, 67.31, 67.31, 67.34, 102.11, 102.15, 102.17, 102.17, 102.17, 102.18, 102.20, 103.5, 103.11, 103.12, 103.15, 103.15, 103.16, 103.16, 103.17, 103.20, 103.21, 103.21, 117.13, 117.20, 117.27, 138.7, 138.7, 140.4, 142.2, 142.10, 142.11 τούς 3.8, 10.2, 10.4, 49.5, 49.5, 49.17, 67.7, 67.7, 67.31, 67.31, 87.8, 87.9, 87.19, 102.11, 102.13, 102.17, 103.4, 103.4, 103.31, 117.7, 138.2, 138.13, 138.21, 138.21, 142.12, 142.12, 145.9 το~υτο 67.29
[110]
τράγων 49.13 τραυµατίαι 87.6 τρέµειν 103.32 τρίβον 138.3 τρίβους 138.23 τριχός 67.22 τροφήν 103.27, 145.7 τρυφ~?η 138.11 τυµπανιστριω ~ ν 67.26 τυµπάνω ? 150.4 τυφλούς 145.8 τω ~? 3.3, 6.2, 6.6, 6.6, 6.7, 10.1, 18.6, 18.12, 21.16, 21.25, 21.31, 21.32, 37.2, 37.15, 37.17, 38.2, 38.2, 49.14, 49.14, 49.16, 50.6, 50.19, 62.3, 62.5, 62.12, 67.5, 67.5, 67.5, 67.8, 67.8, 67.11, 67.15, 67.18, 67.25, 67.31, 67.32, 67.33, 67.33, 67.34, 67.34, 67.35, 67.36, 87.4, 87.13, 102.7, 102.19, 103.33, 103.33, 103.34, 117.1, 117.10, 117.11, 117.12, 117.18, 117.19, 117.29, 140.1, 140.3, 142.12, 145.2 τω ~ ν 3.7, 10.4, 18.13, 21.2, 21.26, 21.28, 21.29, 37.4, 37.11, 38.5, 38.9, 38.13, 49.9, 50.3, 50.11, 62.8, 67.6, 67.6, 67.13, 67.14, 67.20, 67.24, 67.31, 67.31, 87.5, 102.18, 102.20, 103.6, 103.10, 103.12, 103.13, 103.13, 103.14, 103.32, 117.27, 140.2, 140.4, 140.9, 142.5, 142.9
\υδατα 103.6, 103.10 \υδωρ 21.15, 87.18 υ] ιο~ ις 102.7 υ] ιο~υ 49.20 υ] ιούς 10.4, 102.13, 102.17, 145.3 υ] ιω ~ ν 102.17 ]υµ~ας 117.26 \υµνησις 117.14 ]υµνήσω 21.23 ]υπάρξει 102.16 ]υπάρξω 38.14 ]υπάρχειν 103.35 ]υπάρχω 103.33, 145.2 ]υπέλαβες 49.21 ]υπέρ 18.11, 18.11, 37.19, 37.20, 38.12, 50.9, 62.4, 138.18 ]υπερ~ηραν 37.5 ]υπερω ~? α 103.3 ]υπερώω ? ν 103.13 \υπνωσα 3.6 ]υπολαµβάνετε 67.17 ]υποµονή 38.8 ]υπόστασις 38.6, 38.8, 138.15 ]υσσώπω ? 50.9 ]υστερω ~ 38.5 ]υψηλά 103.18 ] Υψίστω ? 49.14 \υψος 67.19, 102.11 ]υψωθείς 87.16 ]υψω ~ ν 3.4 \υψωσε 117.16 ]υψώσω 117.28
\υδασι 103.3
[111]
φάγοµαι 49.13 φάγονται 21.27 φάραγξιν 103.10 φαρέτραν 10.2 φε~ ισαι 18.14 φεύξονται 103.7 φθόγγος 18.5 φθορ~ας 102.4 φίλοι 37.12, 138.17 φίλον 87.19 φλόγα 103.4 φοβερισµοί 87.17 φοβερω ~ ς 138.14 φοβηθήσοµαι 3.7, 117.6 φοβηθήτωσαν 21.24 φόβος 18.10 φοβούµενοι 21.24, 117.4 φοβουµένους 102.11, 102.13, 102.17 φοβουµένων 21.26 φορτίον 37.5 φυγέτωσαν 67.2 φύγω 138.7 φυλακήν 38.2, 140.3 φύλαξον 140.9 φυλάξω 38.2 φυλάσσει 18.12, 145.9 φυλάσσειν 18.12 φυλάσσοντα 145.6 φυλάσσουσιν 102.18 φωναί 18.4 φων~?η 3.5, 67.34, 140.1 φωνή 117.15 φωνήν 67.34, 103.12
φων~ης 6.9, 102.20, 103.7 φω ~ ς 37.11, 103.2, 138.12 φωτίζουσα 18.9 φωτισθήσεται 138.12 φωτισµός 138.11 χείλεσιν 21.8 χείλη 50.17, 62.4, 62.6, 140.3 χείρ 138.10 χε~ ιρα 37.3, 67.32, 103.28, 138.5 χε~ ιρας 21.17, 62.5, 62.11, 87.10, 142.6 χειρός 21.21, 38.11, 87.6 χειρω ~ ν 18.2, 140.2, 142.5 χήραν 145.9 χηρω ~ ν 67.6 χιλιάδες 67.18 χιµάρους 49.9 χιόνα 50.9 χιονωθήσονται 67.15 χλόην 103.14 χλωρότητι 67.14 χορδα~ ις 150.4 χορτασθήσεται 103.13, 103.16 χόρτον 103.14 χόρτος 102.15 χορω ~? 150.4 χο~υν 21.16, 103.29 χο~υς 102.14 χρηστότητι 67.11 χρηστότητος 103.28 χρυσίον 18.11 χρυσίου 67.14
[112]
ψάλατε 67.5, 67.33, 67.34 ψαλλόντων 67.26 ψαλτηρίω ? 150.3 ψαλω ~ 103.33, 145.2 ψόαι 37.8 ψυχάς 18.8 ψυχ~?η 3.3, 10.1 ψυχή 6.4, 21.30, 62.2, 62.6, 62.9, 87.4, 102.1, 102.2, 102.22, 103.1, 103.35, 138.14, 142.6, 145.1 ψυχήν 6.5, 10.5, 21.21, 37.13, 38.12, 62.10, 87.15, 140.8, 142.3, 142.8, 142.11, 142.12
ω ] ραιότητι 67.13
ω @ 117.25, 117.25 ω # ν 18.4, 87.6, 103.25 ω ] ραιότης 49.11
ω [ σθείς 117.13
ω ] ραιότητος 49.2 ω { ρυξαν 21.17 ω [ ρυόµενοι 103.21 ω [ ρυόµενος 21.14 ω [ ρυόµην 37.9 ω ] ς 10.1, 18.6, 18.6, 21.14, 21.16, 38.12, 67.3, 67.3, 87.5, 102.5, 103.2, 103.6, 103.24, 117.12, 138.12, 138.12, 140.2, 142.3, 142.6 ω ] σεί 21.15, 21.15, 37.5, 37.14, 37.14, 37.15, 38.6, 62.6, 87.6, 87.18, 102.15, 102.15, 103.2, 117.12, 140.7 ω \ στε 103.35 ω { φθην 62.3
[113]
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΣΤΙΧΩΝ
{αβυσσος ω ] ς ] ιµάτιον τ`ο περιβόλαιον α[υτο~υ 103.61 [αγαθόν [ελπίζειν [επ` ι Κύριον 117.8 [αγάθυνον, Κύριε 50.20 α]ι βασιλε~ ιαι τ~ης γ~ης 67.33 α[ ινε~ ιτε α[ υτ`ον [ εν {ηχω ? σάλπιγγος 150.3 α[ ινε~ ιτε α[ υτ`ον [ εν κυµβάλοις ε[ υήχοις 150.5 α[ ινε~ ιτε α[ υτ`ον [ εν τυµπάνω ? κα` ι χορω ~? 150.4 α[ ινε~ ιτε α[ υτ`ον [ επ` ι τα~ ις δυναστείαις α[ υτο~υ 150.2 α[ ινε~ ιτε τ`ον Θε`ον [ εν το~ ις ]αγίοις α[ υτο~υ 150.1 α{ινει, ]η ψυχή µου, τ`ον Κύριον 145.1 α[ ινέσω Κύριον [ εν τ~?η ζω~?η µου 145.2 α[ ισχυνθείησαν κα` ι ταραχθείησαν σφόδρα 6.11 {ακουσον, λαός µου, κα` ι λαλήσω σοι 48.7 [ ακουστόν ποίησόν µοι τ`ο πρωΐ τ`ο {ελεός σου 142.8 [ ακουτιε~ ις µοι [ αγαλλίασιν 50.10 [ αναβαίνουσιν {ορη κα` ι καταβαίνουσιν πεδία 103.8 [ αναβαλλόµενος φω ~ ςω ] ς ] ιµάτιον 103.2 [ ανάστα, Κύριε, σω ~ σόν µε, ]ο Θεός µου 3.8 [ Αναστήτω ]ο Θε`ος κα` ι διασκορπισθήτωσαν 67.2 [ ανέβης ε[ ις \υψος 67.18 {ανες µοι \ ινα [ αναψύξω 38.14 [ ανέτειλεν ]ο \ηλιος, κα` ι συνήχθησαν 103.22 {ανθρωπος, ω ] σε` ι χόρτος α] ι ]ηµέραι α[ υτο~υ 102.15 [ ανοίξατέ µοι πύλας δικαιοσύνης 117.18 [ απ' {ακρου το~υ ο[ υρανο~υ ]η {εξοδος α[ υτο~υ 18.7 [ απόδος µοι τ`ην [ αγαλλίασιν 50.14 [ απ`ο [ επιτιµήσεώς σου φεύξονται 103.7 [ απ`ο πασω ~ ν τω ~ ν [ ανοµιω ~ ν µου ρ~υσαί µε 38.8 1
Πριν από την τελεία σηµειώνεται ο αριθµός του ψαλµού και µετά την τελεία ο αριθµός του στίχου.
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΣΤΙΧΩΝ
[ απόστητε [ απ' [ εµο~υ 6.8 [ αποστρέψαντος δ`ε σου τ`ο πρόσωπον 103.28 [ απόστρεψον τ`ο πρόσωπόν σου 50.11 [ απ`ο το~υ ναο~υ σου [ επ` ι [ Ιερουσαλήµ 67.30 {?ασατε τω ~? Θεω ~?? , ψάλατε τω ~? [ ονόµατι α[ υτο~υ 67.5 {?ασω τω ~? Κυρίω ? [ εν τ~?η ζω~?η µου 103.33 α\υτη ]η ]ηµέρα, \ην [ εποίησεν ]ο Κύριος 117.24 α\υτη ]η θάλασσα ]η µεγάλη κα` ι ε[ υρύχωρος 103.25 α\υτη ]η πύλη το~υ Κυρίου 117.20 α[ υτο` ι δ`ε ε[ ις µάτην [ εζήτησαν τ`ην ψυχήν µου 62.10 βασιλεύσει Κύριος ε[ ις τ`ον α[ ιω ~ να 145.10 βροχήν ]εκούσιον [ αφοριε~ ις 67.10 γ~η [ εσείσθη, κα`ι γ`αρ ο]ι ο[υρανοί {εσταξαν 67.9 γνώρισόν µοι, Κύριε, τ`ο πέρας µου 38.5 δεξιά Κυρίου \υψωσέ µε 117.16 δίδαξόν µε το~υ ποιε~ ιν τ`ο θέληµά σου 142.10 διδάξω [ ανόµους τάς ]οδούς σου 50.15 διεµερίσαντο τ`α ] ιµάτιά µου ]εαυτο~ ις 21.18 διεπέτασα πρ`ος σ`ε τάς χε~ ιράς µου 142.6 διηγήσοµαι τ`ο {ονοµά σου το~ ις [ αδελφο~ ις µου 21.23 δοκίµασόν µε, ]ο Θεός 138.23 δόντος σου α[ υτο~ ις συλλέξουσιν 103.28 δότε δόξαν τω ~? Θεω ~? 67.35 [ εάν [ αναβω ~ ε[ ις τ`ον ο[ υραν`ον, σ`υ [ εκε~ ι ε@ ι 138.8 [ εάν [ αναλάβοιµι τ`ας πτέρυγάς µου 138.8 [ εάν [ αποκτείν?ης ]αµαρτωλούς 138.18 [ εάν κοιµηθ~ητε [ ανά µέσον τω ~ ν κλήρων 67.14 [ εάν πεινάσω, ο[ υ µή σοι ε{ ιπω 48.12
[115]
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΣΤΙΧΩΝ
{εγνωκα πάντα τ`α πετεινά το~υ ο[ υρανο~υ 48.11 [ εγνώρισεν τάς ]οδο`υς α[ υτο~υ τω ~? Μωυσ~?η 102.7 [ εγ`ω [ εκοιµήθην κα` ι \υπνωσα 3.6 [ εγ`ω δ`ε ε[ ιµι σκώληξ κα` ι ο[ υκ {ανθρωπος 21.7 [ εγ`ω δ`ε ω ] σε` ι κωφ`ος ο[ υκ {ηκουον 37.14 [ εθαυµαστώθη ]η γνω ~ σίς σου [ εξ [ εµο~υ 138.6 {εθεντό µε [ εν λάκκω ? κατωτάτω ? 87.7 [ εθερµάνθη ]η καρδία µου [ εντός µου 38.4 [ εθεωρήθησαν α] ι πορε~ ιαί σου 67.25 {εθου σκότος, κα` ι [ εγένετο νύξ 103.20 ε[ ι [ εθεώρεις κλέπτην, συνέτρεχες α[ υτω ~? 48.18 ε[ ι [ εµνηµόνευόν σου [ επ` ι τ~ης στρωµν~ης µου 62.7 Ε@ιπα· φυλάξω τ`ας ]οδούς µου 38.2 ε[ ιπάτω δ`η ο@ ικος [ Ααρ`ων \οτι [ αγαθός 117.3 ε[ ιπάτω δ`η ο@ ικος [ Ισρα`ηλ \οτι [ αγαθός 117.2 ε[ ιπάτωσαν δ`η πάντες ο] ι φοβούµενοι 117.4 ε@ ιπε Κύριος· [ εκ Βασάν [ επιστρέψω 67.23 ε[ ις π~ασαν τ`ην γ~ην [ εξ~ηλθεν ]ο φθόγγος α[ υτω ~ ν 18.5 ε[ ισάκουσον τ~ης προσευχ~ης µου, Κύριε, 38.13 ε[ ισελθέτω [ ενώπιόν σου ]η προσευχή µου 87.3 ε[ ισήκουσεν Κύριος τ~ης δεήσεώς µου 6.10 [ εκ θλίψεως [ επεκαλεσάµην τ`ον Κύριον 117.5 [ εκ Σι`ων ]η ε[ υπρέπεια τ~ης ω ] ραιότητος α[ υτο~υ 48.2 [ εκακώθην κα` ι [ εταπεινώθην \εως σφόδρα 37.8 [ εκε~ ι Βενιαµίν νεώτερος [ εν [ εκστάσει 67.28 [ εκε~ ι πλο~ ια διαπορεύονται 103.26 [ εκε~ ι στρουθία [ εννοσσεύσουσι 103.17 [ εκλίποιεν ]αµαρτωλο` ι [ απ`ο τ~ης γ~ης 103.35 [ εκολλήθη ]η ψυχή µου [ οπίσω σου 62.8 [ εκοπίασα [ εν τ?ω ~ στεναγµ?ω ~? µου 6.7 [ εκύκλωσάν µε ω ] σε` ι \υδωρ 87.18 [ εκύκλωσάν µε ω ] σε` ι µέλισσαι κηρίον 117.12
[116]
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΣΤΙΧΩΝ
[ εκωφώθην κα` ι [ εταπεινώθην 38.3 [ εκωφώθην κα` ι ο[ υκ {ηνοιξα τ`ο στόµα µου 38.10 [ ελέησόν µε, ]ο Θεός 50.3 [ ελέησόν µε, Κύριε, \οτι [ ασθενής ε[ ιµι 6.3 [ εµάκρυνας [ απ' [ εµο~υ φίλον 87.18 [ εµάκρυνας το`υς γνωστούς µου 87.8 [ εµνήσθην ]ηµερω ~ ν [ αρχαίων 142.5 [ εµο` ι δ`ε λίαν [ ετιµήθησαν ο] ι φίλοι σου 138.17 [ εν [ εκκλησίαις ε[ υλογε~ ιτε τ`ον Θεόν 67.27 [ εν [ ελεγµο~ ις ]υπ`ερ [ ανοµίας [ επαίδευσας 38.12 [ εν τω ~? ]ηλίω ? {εθετο τ`ο σκήνωµα α[ υτο~υ 18.6 [ εν τω ~? διαστέλλειν τ`ον [ επουράνιον 67.15 \ενεκα το~υ [ ονόµατός σου, Κύριε, ζήσεις µε 142.11 {εντειλαι, ]ο Θεός, τ~?η δυνάµει σου 67.28 [ εξαποστελε~ ις τ`ο πνε~υµά σου 103.30 [ εξαριθµήσοµαι α[ υτο`υς 138.18 [ εξελεύσεται {ανθρωπος [ επ` ι τ`ο {εργον α[ υτο~υ 103.23 [ εξελεύσεται τ`ο πνε~υµα α[ υτο~υ 145.4 [ εξελο~υ µε [ εκ τω ~ ν [ εχθρω ~ ν µου, Κύριε 142.8 [ εξηράνθη ω ] ς {οστρακον ]η [ ισχύς µου 21.16 [ εξηρίθµησαν πάντα τ`α [ οστ~α µου 21.18 [ εξοµολογε~ ισθε τω ~? Κυρίω ? 117.1 [ εξοµολογε~ ισθε τω ~? Κυρίω ? 117.28 [ εξοµολογήσοµαί σοι, \οτι [ επήκουσάς µου 117.21 [ εξοµολογήσοµαί σοι, \οτι φοβερω ~ ς [ εθαυµαστώθης 138.14 [ επ' α[ υτά τ`α πετεινά το~υ ο[ υρανο~υ 103.12 [ επ' [ εµ`ε δι~ηλθον α] ι [ οργαί σου 87.17 [ επ' [ εµ`ε [ επεστηρίχθη ]ο θυµός σου 87.8 [ επ` ι πλε~ ιον πλ~υνόν µε [ απ`ο τ~ης [ ανοµίας µου 50.4 [ επ` ι σ`ε [ επερρίφην [ εκ µήτρας 21.11 [ επ` ι σο` ι {ηλπισαν ο] ι πατέρες ]ηµω ~ ν 21.5 [ επ` ι τω ~? Κυρίω ? πέποιθα 10.1
[117]
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΣΤΙΧΩΝ
[ επιβρέξει [ επ` ι ]αµαρτωλούς παγίδας 10.6 [ επιθυµητά ]υπέρ χρυσίον 18.11 [ επίστρεψον, Κύριε, ρ~υσαι τ`ην ψυχήν µου 6.5 [ επιτίµησον το~ ις θηρίοις το~υ καλάµου 67.31 [ εποίησε σελήνην ε[ ις καιρούς 103.18 [ εταλαιπώρησα κα` ι κατεκάµφθην \εως τέλους 37.7 [ εταράχθη [ απ`ο θυµο~υ ]ο [ οφθαλµός µου 6.8 ε[ υλογε~ ιτε τ`ον Κύριον, π~ασαι α] ι δυνάµεις α[ υτο~υ 102.21 ε[ υλογε~ ιτε τ`ον Κύριον, πάντα τ`α {εργα α[ υτο~υ 102.22 ε[ υλογε~ ιτε τ`ον Κύριον, πάντες ο] ι {αγγελοι α[ υτο~υ 102.20 Ε[ υλόγει, ]η ψυχή µου, τ`ον Κύριον 103.1 ε[ υλόγει, ]η ψυχή µου, τ`ον Κύριον κα`ι µ`η [ επιλανθάνου 102 .2[ ε[ υλόγει, ]η ψυχή µου, τ`ον Κύριον κα` ι πάντα 102.1 ε[ υλογηµένος ]ο [ ερχόµενος 117.26 {εφαγον κα` ι προσεκύνησαν πάντες ο] ι πίονες τ~ης γ~ης 21.30 ]η καρδία µου [ εταράχθη 37.11 ]ηδυνθείη α[ υτω ~? ]η διαλογή µου 103.34 {ηλπισεν [ επ` ι Κύριον, ρυσάσθω α[ υτόν 21.8 ]ηµέρα τ~?η ]ηµέρ?α [ ερεύγεται ρ~ηµα 18.3 {ηνοιξαν [ επ' [ εµ`ε τ`ο στόµα α[ υτω ~ ν 21.14 \ηξουσι πρέσβεις [ εξ Α[ ιγύπτου 67.32 {ητω ]η δόξα Κυρίου ε[ ις το`υς α[ ιω ~ νας 103.31 θαυµαστ`ος ]ο Θε`ος [ εν το~ ις ]αγίοις α[ υτο~υ 67.36 Θεός θεω ~ ν Κύριος [ ελάλησε 48.1 Θε`ος Κύριος κα` ι [ επέφανεν ]ηµ~ ιν 117.27 Θεός µου ε@ ι σύ, κα` ι [ εξοµολογήσοµαί σοι 117.28 θο~υ, Κύριε, φυλακήν τω ~? στόµατί µου 140.3 θυσία α[ ινέσεως δοξάσει µε 48.23 θυσία τω ~? Θεω ~? πνε~υµα συντετριµµένον 50.18 θ~υσον τω ~? Θεω ~? θυσίαν α[ ινέσεως 48.14
[118]
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΣΤΙΧΩΝ
[ ιδού γάρ [ αλήθειαν [ ηγάπησας 50.8 [ ιδού γάρ [ εν [ ανοµίαις συνελήφθην 50.7 [ ιδού, Κύριε, σ`υ {εγνως πάντα 138.5 [ ιδο`υ παλαιστ`ας {εθου τ`ας ]ηµέρας µου 38.6 \ι νατί, Κύριε, [ απωθ~?η τ`ην ψυχήν µου 87.15 \ ινατί ]υπολαµβάνετε, {ορη τετυρωµένα 67.17 [ ισχύς µου κα` ι \υµνησίς µου ]ο Κύριος 117.14 κ[ αγ`ω πρ`ος σέ, Κύριε, [ εκέκραξα 87.14 καθ' \οσον [ απέχουσιν [ ανατολα` ι [ απ`ο δυσµω ~ ν 102.12 καθήµενος κατά το~υ [ αδελφο~υ σου 48.20 καθώς ο[ ικτίρει πατήρ υ] ιούς 102.13 κα` ι [ αναγγελο~υσιν ο] ι ο[ υρανο` ι 48.6 κα` ι [ αναγγελο~υσιν τ`ην δικαιοσύνην α[ υτο~υ 21.32 κα` ι [ απ`ο [ αλλοτρίων φε~ ισαι το~υ δούλου σου 18.14 κα` ι γάρ [ εκε~ ι ]η χείρ σου ]οδηγήσει µε 138.10 κα` ι γάρ ]ο δο~υλός σου φυλάσσει α[ υτά 18.12 κα` ι [ εγενόµην ω ] σε` ι {ανθρωπος ο[ υκ [ ακούων 37.15 κα` ι ε@ ιπα· {αρα σκότος καταπατήσει µε 138.11 κα` ι [ εν τω ~? [ ελέει σου [ εξολεθρεύσεις 142.12 κα` ι [ εξεβιάζοντο ο] ι ζητο~υντες τ`ην ψυχήν µου 37.13 κα` ι [ επικάλεσαί µε [ εν ]ηµέρ?α θλίψεως 48.15 κα` ι {εσονται ε[ ις ε[ υδοκίαν 18.15 κα` ι [ ηκηδίασεν [ επ' [ εµ`ε τ`ο πνε~υµά µου 142.4 κα` ι ]η ψυχή µου [ εταράχθη σφόδρα 6.4 κα` ι { ιδε ε[ ι ]οδός [ ανοµίας [ εν [ εµοί 138.24 κα` ι µ`η ε[ ισέλθ?ης ε[ ις κρίσιν 142.2 κα` ι ν~υν τίς ]η ]υποµονή µου; 38.8 κα` ι ο] ι δίκαιοι ε[ υφρανθήτωσαν 67.4 κα` ι ο@ ινος ε[ υφραίνει καρδίαν [ ανθρώπου 103.15 κα` ι τ`ο σπέρµα µου δουλεύσει α[ υτω ~? 21.31
[119]
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΣΤΙΧΩΝ
καρδίαν καθαράν κτίσον [ εν [ εµοί 50.12 κατεπόθησαν [ εχόµενα πέτρας 140.6 κατευθυνθήτω ]η προσευχή µου ω ] ς θυµίαµα 140.2 κυκλώσαντες [ εκύκλωσάν µε 117.11 Κύριε, [ εδοκίµασάς µε κα` ι {εγνως µε· 138.1 Κύριε, [ εκέκραξα πρ`ος σέ 140.1 Κύριε, [ εναντίον σου π~ασα ]η [ επιθυµία µου 37.10 Κύριε, ε[ ισάκουσον τ~ης προσευχ~ης µου 142.1 Κύριε µ`η τω ~? θυµω ~? σου [ ελέγξ?ης µε 37.2 Κύριε µ`η τω ~? θυµω ~? σου [ ελέγξ?ης µε 6.2 Κύριε ]ο Θε`ος τ~ης σωτηρίας µου 87.2 Κύριε, τ`α χείλη µου [ ανοίξεις 50.17 Κύριε τί [ επληθύνθησαν ο] ι θλίβοντές µε 3.2 Κύριος [ εµο` ι βοηθός, κ[ αγ`ω [ επόψοµαι 117.7 Κύριος [ εµο` ι βοηθός, ο[ υ φοβηθήσοµαι 117.6 Κύριος δώσει ρ~ηµα 67.12 Κύριος [ εν ναω ~? ]αγίω ? α[ υτο~υ 10.4 Κύριος [ εν τω ~? ο[ υρανω ~? 102.18 Κύριος [ εξετάζει τ`ον δίκαιον κα` ι τ`ον [ ασεβ~η 10.5 Κύριος ]ο Θε`ος ε[ υλογητός 67.20 Κύριος σοφο~ ι τυφλούς 145.8 Κύριος φυλάσσει το`υς προσηλύτους 145.8 λίθον, \ον [ απεδοκίµασαν ο] ι ο[ ικοδοµο~υντες 117.22 µακάριος ο#υ ]ο Θε`ος [ Ιακ`ωβ βοηθ`ος α[ υτο~υ 145.5 µέντοιγε [ εν ε[ ικόνι διαπορεύεται {ανθρωπος 38.7 µ`η [ απορρίψ?ης µε 50.13 µ`η [ αποστ~?ης [ απ' [ εµο~υ, \οτι θλ~ ιψις [ εγγύς 21.12 µ`η γνωσθήσεται [ εν τω ~? σκότει 87.13 µ`η διηγήσεταί τις [ εν τάφω ? τ`ο {ελεός σου 87.12 µ`η [ εγκαταλίπ?ης µε, Κύριε· ]ο Θεός µου 37.22
[120]
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΣΤΙΧΩΝ
µ`η [ εκκλίν?ης τ`ην καρδίαν µου 140.4 µ`η πεποίθατε [ επ' {αρχοντας 145.3 µ`η το~ ις νεκρο~ ις ποιήσεις θαυµάσια 87.11 µ`η φάγοµαι κρέα ταύρων 48.13 µνησθήσονται κα` ι [ επιστραφήσονται 21.28 ]ο βασιλε`υς τω ~ ν δυνάµεων το~υ [ αγαπητο~υ 67.13 ]ο δ`ε βασιλε`υς ε[ υφρανθήσεται 62.12 ]ο [ εξανατέλλων χόρτον το~ ις κτήνεσι 103.14 ]ο [ εξαποστέλλων πηγάς [ εν φάραγξιν 103.10 ]ο [ επιβλέπων [ επ` ι τ`ην γ~ην 103.32 ]ο θεµελιω ~ ν τ`ην γ~ην [ επ` ι τ`ην [ ασφάλειαν α[ υτ~ης 103.5 ]ο Θε`ος [ εν τω ~? [ εκπορεύεσθαί σε 67.8 ]ο Θε`ος ]ηµω ~ ν, Θε`ος το~υ σώ ? ζειν 67.21 ]ο Θε`ος ]ο Θεός µου, πρ`ος σ`ε [ ορθρίζω 62.2 ]ο Θε`ος ]ο Θεός µου, πρόσχες µοι 21.2 ]ο Θεός [ εµφανω ~ ς \ηξει, ]ο Θεός ]ηµω ~ ν 48.3 ]ο Θε`ος κατοικίζει µονοτρόπους 67.7 ]ο Θεός µου, κεκράξοµαι ]ηµέρας 21.3 ]ο νόµος το~υ Κυρίου {αµωµος 18.8 ]ο ποιω ~ ν το`υς [ αγγέλους α[ υτο~υ πνεύµατα 103.4 ]ο στεγάζων [ εν \υδασι τ`α ]υπερω ~? α α[ υτο~υ 103.3 ]ο φόβος Κυρίου ]αγνός 18.10 ο] ι [ ανταποδιδόντες κακά [ αντ` ι [ αγαθω ~ ν 37.21 ο] ι δ`ε [ εχθρο` ι µου ζω ~ σιν κα` ι κεκραταίωνται 37.20 ο] ι [ οφθαλµο` ι µου [ ησθένησαν 87.10 ο] ι ο[ υρανο` ι διηγο~υνται δόξαν Θεο~υ 18.2 ο] ι φίλοι µου κα` ι ο] ι πλησίον µου 37.12 ο] ι φοβούµενοι Κύριον, α[ ινέσατε α[ υτόν 21.24 ο[ ικτίρµων κα` ι [ ελεήµων ]ο Κύριος 102.8 \οπως {αν βαφ~?η ]ο πούς σου [ εν α\ ιµατι 67.24 {ορη τ`α ]υψηλά τα~ ις [ ελάφοις 103.18 \οριον {εθου, \ο ο[ υ παρελεύσονται 103.8
[121]
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΣΤΙΧΩΝ
{ορος το~υ Θεο~υ, {ορος π~ ιον 67.16 \οτι \α κατηρτίσω, α[ υτο` ι καθε~ ιλον 10.3 \οτι α] ι [ ανοµίαι µου ]υπερ~ηραν τ`ην κεφαλήν µου 37.5 \οτι α] ι ψόαι µου [ επλήσθησαν [ εµπαιγµάτων 37.8 \οτι α[ υτ`ος {εγνω τ`ο πλάσµα ]ηµω ~ ν 102.14 \οτι [ εγ`ω ε[ ις µάστιγας \ετοιµος 37.18 \οτι [ εγενήθης βοηθός µου 62.8 \οτι [ εκύκλωσάν µε κύνες πολλοί 21.17 \οτι δίκαιος Κύριος κα` ι δικαιοσύνας [ ηγάπησεν 10.7 \οτι ε[ ι [ ηθέλησας θυσίαν 50.18 \οτι ε@ ιπα· µήποτε [ επιχαρω ~ σί µοι ο] ι [ εχθρο` ι µου 37.17 \οτι [ εµά [ εστι πάντα τ`α θηρία 48.10 \οτι [ επ` ι σοί, Κύριε, {ηλπισα 37.16 \οτι [ επλήσθη κακω ~ ν ]η ψυχή µου 87.4 \οτι [ εριστα` ι [ εστε ε[ ις διαλογισµούς 138.20 \οτι [ ιδο`υ ο] ι ]αµαρτωλο` ι [ ενέτειναν τόξον 10.2 \οτι κατά τ`ο \υψος το~υ ο[ υρανο~υ 102.11 \οτι κατεδίωξεν ]ο [ εχθρ`ος τ`ην ψυχήν µου 142.3 \οτι κρε~ ισσον τ`ο {ελεός σου 62.4 \οτι ο[ υκ [ εξουδένωσεν ο[ υδ`ε προσώχθισεν 21.25 \οτι ο[ υκ {εστι δόλος [ εν γλώσσ?η µου. 138.4 \οτι ο[ υκ {εστιν [ εν τω ~? θανάτω ? ]ο µνηµονεύων σου 6.6 \οτι πνε~υµα δι~ηλθεν [ εν α[ υτω ~? 102.16 \οτι πρ`ος σε, Κύριε, Κύριε, ο] ι [ οφθαλµοί µου 140.8 \οτι σκότος ο[ υ σκοτισθήσεται 138.12 \οτι σ`υ [ εκτήσω το`υς νεφρούς µου 138.13 \οτι σ`υ ε@ ι ]ο [ εκσπάσας µε [ εκ γαστρός 21.10 \οτι τ`α βέλη σου [ ενεπάγησάν µοι 37.3 \οτι τ`ην [ ανοµίαν µου [ εγ`ω [ αναγγελω ~ 37.18 \οτι τ`ην [ ανοµίαν µου [ εγ`ω γινώσκω 50.5 \οτι το~υ Κυρίου ]η βασιλεία 21.28 ο[ υ δέξοµαι [ εκ το~υ ο{ ικου σου µόσχους 48.8
[122]
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΣΤΙΧΩΝ
ο[ υ κατ`α τ`ας ]αµαρτίας ]ηµω ~ ν 102.10 ο[ υ φοβηθήσοµαι [ απ`ο µυριάδων λαο~υ 3.7 ο[ υκ [ αποθανο~υµαι, [ αλλά ζήσοµαι 117.17 ο[ υκ [ εκρύβη τ`ο [ οστο~υν µου [ απ`ο σο~υ 138.15 ο[ υκ [ επ` ι τα~ ις θυσίαις σου [ ελέγξω σε 48.8 ο[ υκ {εστιν { ιασις [ εν τ~?η σαρκί µου 37.4 ο[ υκ ε[ ις τέλος [ οργισθήσεται 102.8 ο[ υκ ε[ ισί λαλια` ι ο[ υδ`ε λόγοι 18.4 ο\υτως [ εν τω ~? ]αγίω ? ω { φθην σοι 62.3 ο\υτως ε[ υλογήσω σε 62.5 ο[ υχ`ι το`υς µισο~υντάς σε, Κύριε 138.21 παιδεύσει µε δίκαιος [ εν [ ελέει 140.5 παιδεύων [ επαίδευσέ µε ]ο Κύριος 117.18 πάντα πρ`ος σ`ε προσδοκω ~ σι 103.27 πάντα τ`α {εθνη [ εκύκλωσάν µε 117.10 πάντες ο] ι θεωρο~υντές µε [ εξεµυκτήρισάν µε 21.8 παρά Κυρίου [ εγένετο α\υτη 117.23 παρά σο~υ ]ο {επαινός µου 21.26 παραδοθήσονται ε[ ις χε~ ιρας ροµφαίας 62.11 παραπτώµατα τίς συνήσει 18.13 π~ασα πνο`η α[ ινεσάτω τ`ον Κύριον. [ αλληλούϊα 150.6 περιεκύκλωσάν µε µόσχοι πολλοί 21.13 πεσο~υνται [ εν [ αµφιβλήστρω ? α[ υτω ~ ν 140.10 πλήν ]ο Θε`ος συνθλάσει 67.22 πο~υ πορευθω ~ [ απ`ο το~υ πνεύµατός σου 138.7 ποιο~υντα κρίµα το~ ις [ αδικουµένοις 145.7 ποιω ~ ν [ ελεηµοσύνας ]ο Κύριος 102.6 πολλο` ι λέγουσι τ~?η ψυχ~?η µου 3.3 ποτίζων {ορη [ εκ τω ~ ν ]υπερ?ώων α[ υτο~υ 103.13 ποτιο~υσι πάντα τ`α θηρία το~υ [ αγρο~υ 103.11 πρ`ος σ`ε [ εκέκραξαν κα` ι [ εσώθησαν 21.6
[123]
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΣΤΙΧΩΝ
προέφθασαν {αρχοντες 67.26 προσελογίσθην µετά τω ~ ν καταβαινόντων 87.5 προσκαλέσεται τ`ον ο[ υραν`ον {ανω 48.4 πρόσχες ε[ ις τ`ην βοήθειάν µου, Κύριε 37.23 προσώζεσαν κα` ι [ εσάπησαν ο] ι µώλωπές µου 37.6 πτωχ`ος ε[ ιµι [ εγ`ω 87.16 ραντιε~ ις µε ]υσσώπω ? κα` ι καθαρισθήσοµαι 50.8 ρ~υσαι [ απ`ο ροµφαίας τ`ην ψυχήν µου 21.21 ρ~υσαί µε [ εξ α] ιµάτων 50.16 σ`υ {εγνως τ`ην καθέδραν µου 138.2 σ`υ δ`ε [ εµίσησας παιδείαν 48.17 σ`υ δ`ε [ εν ]αγίοις κατοικε~ ις 21.4 σ`υ δέ, Κύριε, [ αντιλήπτωρ µου ε@ ι 3.4 σ`υ δέ, Κύριε, µ`η µακρύν?ης τ`ην βοήθειάν µου 21.20 σκύµνοι ω [ ρυόµενοι 103.21 σο` ι µόνω ? \ηµαρτον 50.6 συναγάγετε α[ υτω ~? το`υς ]οσίους α[ υτο~υ 48.5 σύνετε δ`η τα~υτα, ο] ι [ επιλανθανόµενοι το~υ Θεο~υ 48.22 σω ~ σόν µε [ εκ στόµατος λέοντος 21.22 τ`α δικαιώµατα Κυρίου ε[ υθ`εα 18.8 τ`α ζω ~? ά σου κατοικο~υσιν [ εν α[ υτ~?η 67.11 ταραχθήσονται [ απ`ο προσώπου α[ υτο~υ 67.6 τα~υτα [ εποίησας, κα` ι [ εσίγησα 48.21 ταχύ ε[ ισάκουσόν µου, Κύριε 142.7 τέλειον µ~ ισος [ εµίσουν α[ υτούς 138.22 τ`ην τρίβον µου κα` ι τ`ην σχο~ ινόν µου 138.3 τ`ο [ ακατέργαστόν µου ε{ ιδον ο] ι [ οφθαλµοί σου 138.16 τ`ο \αρµα το~υ Θεο~υ µυριοπλάσιον 67.18 τ`ο δ`ε {ελεος το~υ Κυρίου 102.17
[124]
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΣΤΙΧΩΝ
τ`ο στόµα σου [ επλεόνασε κακίαν 48.18 το~ ις φυλάσσουσιν τ`ην διαθήκην 102.18 τ`ον [ εµπιπλω ~ ντα [ εν [ αγαθο~ ις τ`ην [ επιθυµίαν σου 102.5 τ`ον ε[ υϊλατεύοντα πάσαις τα~ ις [ ανοµίαις σου 102.3 τ`ον λυτρούµενον [ εκ φθορ~ας τ`ην ζωήν σου 102.4 τ`ον ποιήσαντα τ`ον ο[ υρανόν κα` ι τ`ην γ~ην 145.6 τότε ε[ υδοκήσεις θυσίαν δικαιοσύνης 50.21 το~υ Κυρίου ]η σωτηρία 3.8 τω ~? δ`ε ]αµαρτωλω ~? ε@ ιπεν ]ο Θεός 48.16 φάγονται πένητες κα` ι [ εµπλησθήσονται 21.27 φύλαξόν µε [ απ`ο παγίδος 140.8 φων`η [ αγαλλιάσεως κα` ι σωτηρίας 117.15 φων~?η µου πρ`ος κύριον [ εκέκραξα 3.5 χορτασθήσεται τ`α ξύλα το~υ πεδίου 103.16 ψάλατε τω ~? Θεω ~? τω ~? [ επιβεβηκότι 67.34 ω @ Κύριε, σω ~ σον δή, ω @ Κύριε, ε[ υόδωσον δή. 117.25 ω ] ς [ εκλείπει καπνός, [ εκλιπέτωσαν 67.3 ω ] ς [ εµεγαλύνθη τ`α {εργα σου, Κύριε 103.24 ω ] σε` ι πάχος γ~ης [ ερράγη [ επ` ι τ~ης γ~ης 140.7 ω ] σε` ι στέατος κα` ι πιότητος 62.6 ω ] σε` ι τραυµατίαι [ ερριµµένοι 87.6 ω ] σε` ι \υδωρ [ εξεχύθην 21.15
[125]