ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΝΕΟΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ ΣΤΗ Μ.ΑΣΙΑ (1878-1923) ΠΕΛΑΓΙΑ Β. ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΟΥ
ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΙΑΚΩΒΟΣ Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2010
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Σελ. Α. ΠΡΟΛΟΓΟΣ
3
Β. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
9
Γ. ΚΕΦΑΛΑΙΑ 1. Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ ΣΤΗ Μ. ΑΣΙΑ ΕΠΙ ΤΟΥ ΣΟΥΛΤΑΝΟΥ ΑΒΔΟΥΛ ΧΑΜΙΤ (1878-1907) α. Οθωμανο-γερμανικές σχέσεις. Η πολιτική της Γερμανικής Αυτοκρατορίας πριν τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
22
β. Μπίσμαρκ και Realpolitik.
29
γ. Στρατηγική και οικονομική πολιτική της Γερμανικής Αυτοκρατορίας.
31
2. Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ ΣΤΗ Μ. ΑΣΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΤΟΥΡΚΩΝ (1908-1918) α. Η εξωτερική πολιτική Τουρκίας και Γερμανίας πριν και κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
33
β. Η πολιτική επιρροή της γερμανικής στρατηγικής επί της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
39
γ. Εκτοπισμοί των ελληνικών πληθυσμών της Μ. Ασίας, τα τάγματα εργασίας και οι πορείες θανάτου. Συμμετοχή και ευθύνη της Γερμανίας.
51
3. Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ ΣΤΗ Μ. ΑΣΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΟΥ ΚΕΜΑΛ ΑΤΑΤΟΥΡΚ (1919-1923) α. Οι
αποφάσεις του Συνεδρίου των Παρισίων
και οι αλλαγές στο
σκηνικό. β. Πολιτικές
πολιτικό 56
εξελίξεις στον ελλαδικό χώρο και ο
ρόλος
του
γερμανικού
παράγοντα.
63
γ. Η πολιτική των Μεγάλων Δυνάμεων στη Μ. Ασία.
72
Δ. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
76
Ε. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
79
ΣΤ. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
88
2
ΠΡΟΛΟΓΟΣ Οι σχέσεις της Γερμανίας με την Οθωμανική Αυτοκρατορία κατά την περίοδο 1878-1923 αποτελούν ένα πολυσύνθετο ζήτημα, με πτυχές ιδεολογικές, πολιτικές, διπλωματικές και οικονομικές. Μέχρι σήμερα η συντριπτική πλειοψηφία των ερευνητών επικεντρώθηκε στο ζήτημα της διώξεως των χριστιανικών πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με μια υπερβάλλουσα μάλιστα δόση συναισθήματος. Στο πλαίσιο αυτό έχουν γραφτεί από ιστορικούς και ιστοριοδίφες ποικίλα αναγνώσματα, από επιστημονικές μελέτες έως εκλαϊκευτικά συγγράμματα, ορισμένα από τα οποία μάλιστα αγγίζουν τα όρια των θρήνων για τις «χαμένες πατρίδες» και τα δεινά του εκεί ελληνικού πληθυσμού 1 . Η συγκεκριμένη εργασία αποσκοπεί σε μια επιστημονική προσέγγιση του ζητήματος, σύμφωνα με τις επιταγές της Κλειούς και μέσα από την ψύχραιμη ματιά του ιστορικού. Αφετηρία της ενασχόλησης με το ζήτημα αυτό υπήρξε η ποντιακή μου καταγωγή. Ωστόσο προσπάθησα, όσο αυτό ήταν εφικτό, να αποστασιοποιηθώ από τα πράγματα προκειμένου να ανταποκριθώ στις επιταγές της ιστορικής επιστήμης. Η αιτία της ενασχόλησης μου με το ζήτημα υπήρξε η επιμελής αποσιώπηση και η εκούσια διαστρέβλωση της ιστορικής αλήθειας, όσον αφορά το ζήτημα των διώξεων και των μαρτυρίων που υπέστησαν οι Έλληνες της καθ’ημάς Ανατολής στις αρχές του 20ού αιώνα στα εδάφη της τουρκικής επικράτειας. Ωστόσο, η άσβεστη φλόγα για την δικαίωση των μαρτυρικών προγόνων, όχι βεβαίως ως προαποφασισμένο κατασκεύασμα, μέσα από την ιστορική συγγραφή μιας μεταπτυχιακής εργασίας, που χρονικά συνέπεσε με την ατυχή επιλογή του όρου «συνωστισμός» στο σχολικό βιβλίο της Στ΄ δημοτικού, δεν εμπόδισε την συνεχή προσπάθεια για αντικειμενική καταγραφή της ιστορικής αλήθειας αν και η συγκινησιακή φόρτιση, κάποιες φορές, ήταν αναπόφευκτη. Η συλλογή των σχετικών εγγράφων στο Ιστορικό Αρχείο του Υπουργείου των Εξωτερικών εμπλούτισε το πρωτογενές υλικό. Μέσα από τη μελέτη των ιστορικών εγγράφων των Ελλήνων διπλωματών προβλήθηκε το μέγεθος της γερμανικής ευθύνης στο ζήτημα των διώξεων των χριστιανικών λαών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας καθώς και η ποιότητα και η ευρύτητα της συνεργασίας των δύο χωρών. Γερμανία και 1
Τοπάλ Οσμάν του Γεώργιου Ν. Λαμψίδη, Μαύρη Θάλασσα. Χρονικό από την τραγωδία του Πόντου του Χρήστου Σαμουηλίδη, Ταμάμα, η αγνοούμενη του Πόντου του Γεώργιου Ανδρεάδη, Χαμένες Πατρίδες. Από την απελευθέρωση μέχρι την καταστροφή του Γιάννη Π. Καψή και πολλά άλλα.
3
Τουρκία, λόγω οικονομικών συμφερόντων αλλά και εξαιτίας της ταυτόσημης ιδεολογικής αφετηρίας, συνεργάστηκαν στενά πριν, μετά και κυρίως ως σύμμαχοι κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στο πλαίσιο αυτό διερευνώνται θέματα, όπως είναι η ανάδειξη των αιτιών της γερμανο-τουρκικής συμμαχίας, η οποία θεμελιώθηκε την εποχή της συνεργασίας του Σουλτάνου Αβδούλ Χαμίτ με τον Καγκελάριο Μπίσμαρκ, στα τέλη του 19ου αιώνα. Η ατυχής σύμπτωση των συμφερόντων των δύο Αυτοκρατοριών απέβη όμως μοιραία για τους χριστιανικούς πληθυσμούς που διαβιούσαν εκείνη την εποχή στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η Γερμανία συμμετείχε ενεργά, υπήρξε μάλιστα συναυτουργός στο οθωμανικό σχέδιο εξόντωσης των μειονοτήτων. Η λογική του Ποντίου Πιλάτου, όπως υποστηρίζεται από πολλούς, στο ζήτημα αυτό δεν χαρακτήριζε την πολιτική επιλογή της Γερμανίας. Αντιθέτως, αποδεικνύεται ότι υπήρξε ο εγκέφαλος των εκτοπίσεων και των εκδιώξεων των χριστιανικών πληθυσμών, καθώς είχε εισβάλλει στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και επηρέαζε την πολιτική της σε μεγάλο βαθμό και πάντοτε προς όφελος των επιδιώξεών της 2 . Η χρονική διαίρεση του ζητήματος με βάση τις καθεστωτικές αλλαγές στην Οθωμανική Αυτοκρατορία μαζί με τους κινδύνους που ενέχει, βοηθάει στην ανάδειξη της εξέλιξης του ζητήματος. Επιπρόσθετα καταβλήθηκε προσπάθεια να διερευνηθεί το ζήτημα κυρίως από την ανθρωπιστική πλευρά του και με κεντρικό άξονα τις επιπτώσεις της πολιτικής αυτής στους λαούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και τις χριστιανικές μειονότητες που έγιναν οι δέκτες των επιπτώσεων της. Η πολιτική, πνευματική, στρατιωτική και κυρίως η οικονομική προπαγάνδα της Γερμανίας καθώς και η συμπεριφορά της ως αποικιοκρατικής δύναμης απέναντι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία νομιμοποιούσε τις όποιες δραστηριότητές της στον ευρωπαϊκό περίγυρο. Η Γερμανία, αδικημένη από τους Γάλλους και τους Βρετανούς στο μοίρασμα των αποικιών, ήθελε ως πεδίο δράσης την Αυτοκρατορία του Βοσπόρου. Η κρίσιμη καμπή για τους Έλληνες της Μικράς Ασίας ήταν η γερμανοτουρκική συμμαχία, η οποία προέκυψε μετά την υπογραφή της συνθήκης του Βερολίνου (1878). Το διάστημα που ακολούθησε η Γερμανία θεώρησε την αγγλογαλλική προστασία των χριστιανικών λαών της Αυτοκρατορίας ως εμπόδιο στα ενδιαφέροντά της. Ο σιδηρόδρομος Βαγδάτης-Βερολίνου, η γερμανική Τράπεζα (Deutsche Bank) και οι εμπορικές συναλλαγές με την Τουρκία αποτελούσαν 2
Μεγάλος αριθμός εγγράφων από το Ιστορικό Αρχείο του Υπουργείου των Εξωτερικών αποδεικνύει τον ισχυρισμό αυτό.
4
ζωοδότρα πνοή στα γερμανικά ιμπεριαλιστικά σχέδια. Τα οικονομικά συμφέροντα, η ιμπεριαλιστική πολιτική και η δημιουργία αποικιών ήταν στην πρώτη γραμμή της γερμανικής πολιτικής, η οποία, στα πενήντα χρόνια που εξετάζονται, δεν έπαψε στιγμή να επιδιώκει την καλή συνεργασία με την Τουρκία. Η ιδεολογική ταύτιση του Παγγερμανισμού και του Παντουρκισμού 3 , είτε με την μορφή της επιδίωξης της εθνικής ομοιογένειας με όποιο κόστος, είτε της επικράτησης μιας μόνο δύναμης σε παγκόσμια κλίμακα, οδήγησαν στην άψογη συμμαχία και στην αγαστή συνεργασία των δύο χωρών σε μια κρίσιμη εποχή. Στο μεταίχμιο δύο αιώνων, με την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η συνεργασία αυτή υπήρξε καθοριστική τόσο για την τύχη των χριστιανικών πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας όσο και για τις εξελίξεις σε παγκόσμιο επίπεδο και την μετέπειτα διαμόρφωση των πολιτικών πραγμάτων στην Ευρώπη και όχι μόνο. Η διάθεση της Γερμανίας για παγκόσμια επικράτηση έγινε εμφανής την εποχή εκείνη και συνεχίστηκε αργότερα με τα γνωστά αποτελέσματα. Έγινε λοιπόν γνωστό ότι η γερμανική δίψα για παγκόσμια κυριαρχία προϋπήρχε της πολεμικής δράσης και ενυπήρχε στην γερμανική πολιτική και ιδεολογική σκέψη. Ο υπεράνθρωπος και η σχετική θεωρία αποτελούσαν ανέκαθεν μέρος της γερμανικής φιλοσοφίας. Στόχος της φιλοσοφίας αυτής ήταν η επίτευξη της γερμανικής επικράτησης με όποιο κόστος. Η Realpolitik του Μπίσμαρκ και η Weltpolitik του Γουλιέλμου Β΄ αποτελούσαν θεμέλιο λίθο στην γερμανική στρατηγική και κεντρική πολιτική φιλοσοφία της Γερμανικής Αυτοκρατορίας. Η γερμανική ιδεολογία και οι θεωρίες των Γερμανών φιλοσόφων αποτέλεσαν έτσι το λίκνο που κυοφόρησε αυτήν την πολιτική του επεκτατισμού, της αποικιοκρατικής πολιτικής και της διάθεσης παγκόσμιας κυριαρχίας. Οι θεωρίες αυτές αποτέλεσαν το ιδεολογικό επίστρωμα της γερμανικής επεκτατικής πολιτικής. Η πορεία προς Ανατολάς (Drang nach Osten) 4 απέβλεπε σε κυριαρχία επί της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η ανώτερη επιμελητεία και η καλύτερη οργάνωση του
3
Παγγερμανισμός είναι η ιδεολογία της επικράτησης της Γερμανίας σε όλο τον κόσμο, η δημιουργία της μείζονος Γερμανίας. Ο Παντουρκισμός είναι η ιδεολογία της ένωσης του τουρκικού κόσμου και η ανάδειξή του σε παγκόσμια δύναμη. Βλ. ενδεικτικά, Ο Παγγερμανισμός και τα κατακτητικά του σχέδια, Αθήνα, 1916 του Ch. Andler, και Das deutsch-türkische Waffenbündnis im Weltkrieg, Λειψία, 1940 του Carl Mühlmann. 4 Η επέκταση προς την Ανατολή ήταν το γερμανικό, ιμπεριαλιστικό σχέδιο μέσω της δημιουργίας της σιδηροδρομικής γραμμής από το Βερολίνο ως τη Βαγδάτη για τη διευκόλυνση του οικονομικού ελέγχου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Βλ. Ε.Μ. Βurns, Ευρωπαϊκή Ιστορία, ο δυτικός πολιτισμός: Νεότεροι χρόνοι, Θεσσαλονίκη, 2006, σ. 793, Hans Heinrich Nolte, Drang nach Osten, Κολωνία, 1976, σσ. 10-40
5
γερμανικού στρατού οδήγησαν τους Οθωμανούς στην ανάθεση της αναδιοργάνωσης του στρατού τους από Γερμανούς αξιωματικούς. «Ο Τούρκος δεν ήξερε να πολεμάει. Ο Γερμανός τού έμαθε», 5 περιγράφει χαρακτηριστικά η Διδώ Σωτηρίου στα Ματωμένα Χώματα. Η Γερμανία βρήκε στο πρόσωπο της Τουρκίας τον πιο καλό σύμμαχο και εταίρο και η Τουρκία την συμμαχική μεγάλη δύναμη που απορροφούσε τη βιομηχανική της παραγωγή. Οι πλούσιες πλουτοπαραγωγικές πηγές, ο ανεκμετάλλευτος ορυκτός πλούτος, οι πολλαπλές δυνατότητες αξιοποίησης της βιομηχανικής παραγωγής αποτελούσαν ισχυρό δέλεαρ για την κατάκτηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η κατοχή των Στενών σήμαινε αυτομάτως και την επικράτηση στην περιοχή καθώς και τον έλεγχο ενός πολύ νευραλγικού στρατηγικά σημείου. Από ελληνικής πλευράς λίγοι είναι οι μελετητές που ασχολήθηκαν με το ζήτημα. Ο καθηγητής Κωνσταντίνος Φωτιάδης έχει διερευνήσει το ζήτημα επισταμένα. Επίσης, πολύ σημαντική είναι η συμβολή του καθηγητή του Πανεπιστημίου της Βιέννης, Πολυχρόνη Ενεπεκίδη, ο οποίος ασχολήθηκε με το θέμα του μικρασιατικού ελληνισμού και της γερμανικής πολιτικής 6 . Η διεθνής έρευνα περιορίζεται στην μελέτη του ζητήματος κυρίως κατά την διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και στην συμμαχία των δύο χωρών και μόνο. Οι διαστάσεις της συμμαχίας αυτής και οι επιπτώσεις της στους χριστιανικούς πληθυσμούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας δεν θίγονται ωστόσο πουθενά. Αντιθέτως, υπάρχει μια παντελής απουσία αναφοράς στο παραπάνω ζήτημα. Με βάση τα παραπάνω δεδομένα, η συγκεκριμένη εργασία στοχεύει σε μια συνθετική παρουσίαση των ζητημάτων της γερμανικής πολιτικής, στην ανάδειξη των προτεραιοτήτων και των στρατηγικών της, στη διαμόρφωση των σχέσεών της τόσο με την Οθωμανική Αυτοκρατορία όσο και με την Ελλάδα. Όσον αφορά στην έρευνα, το προσωπικό αρχείο του καθηγητή Κωνσταντίνου Φωτιάδη αποτέλεσε έναν βιβλιογραφικό και αρχειακό θησαυρό, καθώς περιλαμβάνει αρχειακό υλικό και πλούσια βιβλιογραφία που συνιστούν μοναδικά ιστορικά 5
Ιστορικό Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών, Εισαγωγή, σ.8, Ανθελληνικοί εν Τουρκία Διωγμοί, , Οι Ανθελληνικοί διωγμοί εν Τουρκία από της κηρύξεως του Ευρωπαϊκού Πολέμου, Α΄, ΑΑΚ/15, 19151917.Αναλυτικότερα: «Ο Τούρκος είναι ειδικός εις το κακουργείν· δύναται να φονεύσει, να ατιμάσει αλλ’ είναι ανίκανος να καταρτίση σύστημα, τρόπον τινά επιστημονικόν, υπό το οποίον να υποσκάπτωνται τα θεμέλια μιας εθνότητος. Περί της γερμανικής ενοχής υπάρχουν πλείστα τεκμήρια». 6 Τραπεζούντα, Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη. Τρία κέντρα του μικρασιατικού ελληνισμού 1800-1923, Αθήνα, 1989, είναι ένα από τα έργα του ιστορικού Πολυχρόνη Ενεπεκίδη, στο οποίο Γερμανοί, Αυστριακοί και Ελβετοί πολιτικοί, διπλωμάτες, λόγιοι και συγγραφείς αναφέρονται στην άνθηση και στην καταστροφή πόλεων του μικρασιατικού ελληνισμού.
6
ντοκουμέντα και καθίστανται έτσι πολύτιμα εργαλεία στα χέρια του ερευνητή. Ο πλούτος των πηγών και της βιβλιογραφίας δεν είναι παρά η απόρροια πολυετούς δουλειάς και επίπονης έρευνας του καθηγητή 7 . Πολύ σημαντική πηγή ξενόγλωσσης βιβλιογραφίας αποτέλεσαν οι βιβλιοθήκες των πανεπιστημίων του Ζίγκεν στη Γερμανία (Universität Siegen) και των Αδάνων στην Τουρκία (Çukurova Üniversitesi), τις οποίες είχα την ευκαιρία να επισκεφτώ στο πλαίσιο ενός ερευνητικού προγράμματος. Φυσικά, η διαδικασία της έρευνας περιλάμβανε τις βιβλιοθήκες του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, του Ιδρύματος Μελετών Χερσονήσου του Αίμου και της Κεντρικής Βιβλιοθήκης Θεσσαλονίκης. Θερμές ευχαριστίες και τεράστια ευγνωμοσύνη οφείλω στους καθηγητές μου, Ιάκωβο Μιχαηλίδη και Κωνσταντίνο Φωτιάδη για την πολύπλευρη στήριξη και την αμέριστη συμπαράσταση τους. Άνθρωποι με πλούσιο επιστημονικό έργο και τεράστια αποθέματα ψυχής προσέφεραν με τις συμβουλές τους όχι μόνο την επιστημονική αλλά και την ηθική στήριξη στο πρόσωπό μου. Ένθερμοι υποστηρικτές στάθηκαν σε όλη αυτή την πορεία οι γονείς και οι φίλοι μου που ενίσχυσαν με τον δικό τους ξεχωριστό τρόπο τον αγώνα μου. Σημαντική παράλειψη θα αποτελούσε η απουσία αναφοράς στην παροχή των δύο υποτροφιών από την Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών και την Εύξεινο Λέσχη Θεσσαλονίκης, πολύ σημαντικοί αρωγοί στην όλη διαδικασία. Τα δύο ιδρύματα προσέφεραν ανεκτίμητη βοήθεια μέσω των υποτροφιών και της έμπρακτης στήριξής τους, καθώς οι άνθρωποι που τα στελεχώνουν εκτιμούν πάντοτε την προσπάθεια που καταβάλλουν οι νέοι ερευνητές. Ο Πρόεδρος της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών Νικόλαος Μέρτζος, ο Ομότιμος καθηγητής του τμήματος Νεότερης Ιστορίας Ιωάννης Κολιόπουλος και ο Πρόεδρος της ΠΟΕ (Παμποντιακή Ομοσπονδία Ελλάδας) Γιώργος Παρχαρίδης μου δίδαξαν μέσω της γνωριμίας μας μαθήματα ζωής. Ευχαριστίες οφείλω επίσης και στο προσωπικό του Ιστορικού και Διπλωματικού Αρχείου του Υπουργείου Εξωτερικών που συνέβαλε στην επιτυχή ολοκλήρωση της ερευνητικής διαδικασίας στην Αθήνα σε μια χρονικά ατυχή στιγμή εν μέσω διαδηλώσεων και ταραχών- για την πόλη. Τέλος, η δεκαήμερη περιδιάβαση του Εύξεινου Πόντου με εμπνευστή και ξεναγό τον καθηγητή της Βυζαντινής 7
Το δεκατετράτομο έργο του Φωτιάδη, Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, Θεσσαλονίκη 20022005 περιλαμβάνει έγγραφα από τα επίσημα αρχεία των Υπουργείων των Εξωτερικών διαφόρων χωρών και λοιπών επίσημων φορέων (Γερμανία, Αυστρία, Ιταλία, Βατικανό, Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία, Ρωσία, Σοβιετική Ένωση, Κοινωνία των Εθνών).
7
Φιλολογίας, Βασίλη Κατσαρό καθώς και η ευτυχής συγκυρία της παρουσίας μου στην πρώτη πατριαρχική Θεία Λειτουργία στο μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά στον Εύξεινο Πόντο τον Δεκαπενταύγουστο, με όπλισαν με δύναμη και θάρρος να συνεχίσω την έρευνα με περισσότερο πείσμα, να έρθω σε επαφή με τις πατρογονικές εστίες και να ζήσω μοναδικές, συγκινητικές και συνάμα ιστορικές στιγμές που θα μείνουν για πάντα στην καρδιά μου και θα αποτελούν πολύτιμα όπλα στη φαρέτρα των αναμνήσεων.
8
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Οι διαδοχικές κρίσεις στο εσωτερικό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας επηρέασαν την ευρωπαϊκή πολιτική των Μεγάλων Δυνάμεων καθ’όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα και απείλησαν επανειλημμένα την ειρήνη στην Ευρώπη. Έτσι το ενδιαφέρον της γηραιάς ηπείρου επικεντρώθηκε στον Μεγάλο Ασθενή, την Τουρκία, η οποία έπρεπε να συνειδητοποιήσει τα προβλήματα και τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε και να λάβει δραστικές αποφάσεις 8 . Στις 13 Ιουνίου του 1878 και για ένα μήνα, διενεργήθηκε το Συνέδριο του Βερολίνου. Κατά τη διάρκεια του συνεδρίου, ο Γερμανός Καγκελάριος Μπίσμαρκ 9 ανέλαβε να εξισορροπήσει τα συμφέροντα της Βρετανίας, της Ρωσίας και της Αυστροουγγαρίας. Κανένα άλλο συνέδριο της παγκόσμιας Ιστορίας δεν πρόσφερε ποτέ ξανά τόσα πολλά κίνητρα για τη διεξαγωγή του. Αποτελεί σημείο-τομή όπου εγκαινιάζεται η αρχή μιας νέας ιστορικής εποχής 10 . Όσο αναφορά στα Βαλκάνια, μπορεί η διεθνής συνθήκη να μην έλυσε το βασικό και δυσεπίλυτο θέμα των συνόρων των νέων εθνικών κρατών, αποτέλεσε όμως σταθμό για την εθνική και πολιτική αποκατάσταση των βαλκανικών λαών 11 . Στο συνέδριο έλαβαν μέρος οι ηγέτες της Βρετανίας, της Αυστροουγγαρίας, της Ιταλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας καθώς και της Γερμανικής και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αντιπρόσωποι της Ελλάδας, της Ρουμανίας, της Σερβίας και του Μαυροβουνίου ήταν παρόντες στις συνεδριάσεις, αλλά όχι ενεργά μέλη. Οι ανταγωνιστές της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, κυρίως η Αυστροουγγαρία και η Βρετανία είχαν απαιτήσει τη διενέργειά του. Κατά τη διάρκειά του οι ηγέτες προχώρησαν σε αναθεώρηση της συνθήκης του Αγίου Στεφάνου. Ο κίνδυνος του πανσλαβισμού είχε θέσει σε εγρήγορση το Βερολίνο, καθώς υπήρχε ο φόβος της 8
Alexander Novotny, Österreich die Türkei und das Balkanproblem im Jahre des Berliner Kongresses, στον τόμο Quellen und Studien zur Geschichte des Berliner Kongresses 1878, Γκρατζ, Kολωνία, 1957, σ. 23 9 Otto von Bismarck: Πρώσος πολιτικός (1815-1898), Καγκελάριος της Πρωσίας από το 1862 και της ενοποιημένης Γερμανίας από το 1871 ως την παραίτησή του το 1890. Υπήρξε ο αρχιτέκτονας της γερμανικής ενοποίησης με αλλεπάλληλα πλήγματα που κατάφερε κατά της Αυστρίας και της Γαλλίας. Ο ρεαλισμός, η ψυχρότητα και η αυταρχικότητά του τού προσέδωσαν το προσωνύμιο του «Σιδηρού Καγκελάριου». Ωστόσο ήξερε να ελίσσεται και να συμβιβάζεται, όταν το απαιτούσε το συμφέρον του. Ως πολιτική του υποθήκη άφησε την προτροπή να αποφευχθεί πολεμική σύγκρουση με τη Ρωσία. Βλ. Ηenry Morgenthau, Τα μυστικά του Βοσπόρου, Α΄Παγκόσμιος Πόλεμος-Εκστρατεία ΚαλλίποληςΝεότουρκοι-Διωγμοί Ελλήνων-Γενοκτονία Αρμενίων, Αθήνα, 1994, σ. 43, Gottfried Hagen, Die Türkei im Ersten Weltkrieg, Φρανκφούρτη, σ. 9 10 Novotny, ό.π., σ. 68 11 Μαρία Νυσταζοπούλου-Πελεκίδου, Οι βαλκανικοί λαοί, Από την τουρκική κατάκτηση στην εθνική αποκατάσταση (14-19ος αι.), Θεσσαλονίκη, 2000, σ. 10
9
επανάστασης των σλαβικών εθνοτήτων κατά των Αψβούργων. Λονδίνο και Παρίσι έτρεφαν ανησυχίες για την όλο και πιο αδύναμη επιρροή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η «βαλκανιοποίηση» των απολεσθέντων περιοχών της Τουρκίας αποτέλεσε ένα ζωτικό ζήτημα των ευρωπαϊκών κρατικών συστημάτων 12 . Τα βαλκανικά κράτη δεν έλαβαν ωστόσο μέρος στο συνέδριο ζωτικής σημασίας για το μέλλον τους, καθώς οι Μεγάλες Δυνάμεις χάραξαν το χάρτη της χερσονήσου κεκλεισμένων των θυρών 13 . Μετά το Συνέδριο του Βερολίνου η Γερμανία αναγορεύτηκε σε προστάτη 14 και οικονομικό συνδιαχειριστή του τεράστιου πρωτογενούς πλούτου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ως ανταμοιβή στον αυτοκράτορα της Μπίσμαρκ, για την βοήθεια που προσέφερε στον Σουλτάνο κάθε φορά που κρινόταν η τύχη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Με την ενεργή συμμετοχή της Γερμανίας στα ζητήματα της Υψηλής Πύλης το Ανατολικό Ζήτημα εισήλθε σε μια νέα, άγνωστη για τα μέχρι τότε δεδομένα, φάση. Η κατάληξη ήταν η παγκόσμια πολεμική σύρραξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, λόγω και των αλληλοσυγκρουόμενων συμφερόντων 15 . Η εικοσαετία 1870-1890 χαρακτηρίζεται από την επικράτηση στη διεθνή σκηνή της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής, που απέβλεπε στην επίτευξη ευρωπαϊκών στόχων. Μετά την γερμανική ενοποίηση υπό την πρωσική ηγεμονία, ο Μπίσμαρκ επιθυμούσε να διατηρήσει αμετάβλητη την ηγεμονική θέση της Γερμανίας. Με τη λήξη του συνεδρίου του Βερολίνου και, εφόσον ο Κάιζερ επεδίωκε να διατηρήσει σταθερή την κατάσταση στη νοτιοανατολική Ευρώπη, βάσισε τη 12
Νovotny, ό.π., σσ. 51-65. Με τη συνθήκη του Βερολίνου δημιουργήθηκαν τρεις εδαφικές ενότητες. Η Βουλγαρία προς Βορρά της οροσειράς του Αίμου, αυτόνομη αλλά υποτελής στο Σουλτάνο, η Ανατολική Ρωμυλία προς Νότο υπό χριστιανό διοικητή και η Μακεδονία ως τουρκική επαρχία. Αναγνωρίστηκαν επίσης, η Σερβία, το Μαυροβούνιο και η Ρουμανία ως ανεξάρτητα κράτη. Η Ρωσία έλαβε τα εδάφη στην ανατολική Μικρά Ασία που της παραχωρήθηκαν με τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου και η Ελλάδα έλαβε τη Θεσσαλία και μέρος της Ηπείρου, εδάφη που απέκτησε τελικά το 1881 ύστερα από σκληρές διαπραγματεύσεις με την Τουρκία. Η Αγγλία πήρε το νησί της Κύπρου με ειδική συνθήκη με την υπόσχεση να στηρίξει την Τουρκία κατά της Ρωσίας στη Μ. Ασία. Τέλος, η Αυστρία ανέλαβε τη διοίκηση της Βοσνίας και της Ερζεγοβίνης, οι οποίες παρέμειναν τυπικά κτήσεις του Σουλτάνου. Βλ. Ιωάννης Κολιόπουλος, Νεώτερη Ευρωπαϊκή Ιστορία, 1789-1945. Από τη Γαλλική Επανάσταση μέχρι τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, Θεσσαλονίκη, 2001, σ. 219 13 Νυσταζοπούλου- Πελεκίδου, ό.π., σ. 267 14 Bernd F. Schulte, Vor dem Kriegsausbruch 1914, Deutschland, die Türkei und der Balkan, Ντύσελντορφ 1980, σ. 9, Imanuel Geiss, Der Berliner Kongress 1878, Μποπάρτη, 1978, σσ.5-6, Novotny, ό.π., σ. 53, Νυσταζοπούλου-Πελεκίδου, ό.π., σσ.186-187, Douglas Dakin, Η ενοποίηση της Ελλάδας 1770-1923, Αθήνα,2001, σ. 206, Ευάγγελος Κωφός, «Ο ελληνισμός στην περίοδο 1869-1881 από το τέλος της κρητικής επανάστασης ως την προσάρτηση της Θεσσαλίας», Ιστορία του ελληνικού έθνους, τόμ. 13ος, σ. 351, Κωνσταντίνος Φωτιάδης, Οι εξισλαμισμοί της Μικράς Ασίας και οι Κρυπτοχριστιανοί του Πόντου, Θεσσαλονίκη, 1988, σ. 412 15 Κωνσταντίνος Φωτιάδης, Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, Θεσσαλονίκη, 2002-2005, τόμ. 1ος , σσ. 421-422
10
διπλωματική του δράση στην επιδίωξη αυτή. Έτσι, το 1879 προχώρησε στη σύναψη διπλής συμμαχίας με την Αυστροουγγαρία και το 1887 στη σύναψη μυστικής συμφωνίας με τη Ρωσία. Η εξασφάλιση της σταθερότητας στην Ευρώπη, η κύρια επιδίωξη του Γερμανού Καγκελάριου, τον οδήγησε το 1882 στην προσέλκυση της Ιταλίας στην Τριπλή Συμμαχία Γερμανίας και Αυστροουγγαρίας και στη σύναψη συμμαχίας με τη Ρουμανία το 1883. Το 1887 κατάφερε να μεταστρέψει την πολιτική της Βρετανίας, την οποία οδήγησε σε σύναψη συμφωνίας με την Ιταλία και την Αυστροουγγαρία με το επιχείρημα της διατήρησης του status quo στην ανατολική Μεσόγειο 16 . Η πολιτική του Μπίσμαρκ είχε τάσεις εξισορρόπησης των παραδοσιακών και των σύγχρονων στοιχείων, οι οποίες χαρακτήριζαν παλαιότερα την πολιτική του Ναπολέοντα Βοναπάρτη. Η πολιτική αυτή συνδύαζε το απολυταρχικό στυλ της στρατιωτικής πολιτικής με τον κρατικό παρεμβατισμό. Μέσω μιας πολιτικής πολέμου λίγο μετά το 1871 και μιας πολιτικής κοινωνικού και οικονομικού ιμπεριαλισμού κατά τη δεκαετία του 1880, προσπάθησε να καταπνίξει τα εσωτερικά προβλήματα, στρέφοντας την προσοχή στα εξωτερικά ζητήματα. Ο ρόλος του στην ίδρυση της Γερμανικής Αυτοκρατορίας καθώς και το πολιτικό και διπλωματικό του χάρισμα είναι αδιαμφισβήτητα. Ο «βοναπαρτισμός» που χαρακτήριζε την πολιτική του Κάιζερ ήταν ενδεδυμένος τον μανδύα της μοναρχικής παράδοσης της Γερμανίας και προσπάθησε να αποστασιοποιηθεί και να ξεχωρίσει από τα προηγούμενα μοναρχικά συστήματα με την εισαγωγή του ‘σύγχρονου’ στοιχείου στο πολιτικό παιχνίδι 17 . Η Realpolitik (ρεαλιστική πολιτική), η απλή και χωρίς αρχές επιδίωξη των συμφερόντων του κυρίαρχου κράτους 18 είχε βρει την πλήρη εφαρμογή της στο πρόσωπο του Καγκελάριου Μπίσμαρκ. Η Weltpolitik (παγκόσμια πολιτική), μια ιδεολογία-ιδανικό για τους Γερμανούς σήμαινε την ανακάλυψη μιας νέας παγκόσμιας αποστολής που θα ήταν αντάξια της βιομηχανικής και τεχνολογικής ανάπτυξης, του πολιτιστικού μεγαλείου, και της στρατιωτικής δύναμης της Γερμανίας και ήταν το βασικό κεντρικό πολιτικό σύνθημα του νέου καθεστώτος, που εγκαινιάστηκε με την ανάρρηση στο θρόνο του αυτοκράτορα Γουλιέλμου Β΄ 19 . 16
James Joll, Η Ευρώπη 1870-1970, Θεσσαλονίκη, 2006, σσ. 132-133 Hans-Ulrich Wehler, The German Empire 1871-1918, Λονδίνο, 1985, σσ. 58-59 18 Η Realpolitik και το raison d’état είχαν εφαρμοστεί νωρίτερα και από τον καρδινάλιο Ρισελιέ, ο οποίος επιδίωκε μια εξωτερική πολιτική απολύτως σύμφωνη με τα συμφέροντα της Γαλλίας. Βλ. J.M.Roberts, Παγκόσμια Ιστορία, τόμ. β΄, Αθήνα, 2002, σ. 85 19 Edgar Feuchtwanger, Imperial Germany 1850-1918, Λονδίνο, Ν. Υόρκη, 2001, σ. 96, Joll, ό.π., σ. 129 17
11
Ο ιμπεριαλισμός διατρέχει όλη την Ιστορία, καθώς δεν αποτελεί εκδήλωση μίας και μόνο εποχής. Αποτελεί ιδιάζον χαρακτηριστικό των σχέσεων της Ευρώπης με τους μη Ευρωπαίους εκτός Ευρώπης, αφού η ιμπεριαλιστική διακυβέρνηση μεταφερόταν δια ξηράς και δια θαλάσσης. Ειδικά τον 19ο και 20ο αιώνα η λέξη ταυτίστηκε με την ευρωπαϊκή επέκταση και η άμεση εξουσία των Ευρωπαίων στον υπόλοιπο κόσμο είχε ήδη γίνει πιο έκδηλη 20 . Οι Γερμανοί δεν θα μπορούσαν να ξεφύγουν από την ιμπεριαλιστική και αποικιακή πολιτική και ανταγωνίζονταν με τις άλλες ευρωπαϊκές δυνάμεις για την επικράτησή τους 21 . Μάλιστα, ο γερμανοβρετανικός οικονομικός ανταγωνισμός έφτασε στο αποκορύφωμά του στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα. Ο βιομηχανικός ανταγωνισμός των δύο χωρών συνετέλεσε στην ανάδειξη των πολιτικών συμμαχιών στο τέλος του αιώνα 22 . Σύμφωνα με την Weltpolitik, η οποία ερχόταν σε αντίθεση με εκείνη του Μπίσμαρκ που επικέντρωσε το ενδιαφέρον του στην Ευρώπη, ο εξοπλισμός της χώρας και η προσπάθεια απόκτησης αποικιών ή οικονομικής διείσδυσης σε υπανάπτυκτες χώρες ήταν το ζητούμενο. Η πολιτική οικονομικής και πολιτικής επέκτασης που ακολούθησε η καϊζερική Γερμανία προκάλεσε μια σειρά από κρίσεις στις σχέσεις της με τις άλλες δυνάμεις 23 . Η επιθυμία για τη σύσταση μιας αποικιακής αυτοκρατορίας προέκυπτε από τη δυσαρέσκεια που προκαλούσε η παγκόσμια θέση της Γερμανίας στα τέλη του 19ου αιώνα 24 . Η δημιουργία αποικιών στην Αφρική αποτέλεσε βασική γραμμή της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής. Η επέκταση της γερμανικής εξουσίας στη «Μαύρη Ήπειρο» θα ισοδυναμούσε με τη διάδοση του διαφωτισμού και του ανθρωπισμού, των δύο βασικών αγαθών του ανθρωπισμού, στους βάρβαρους ιθαγενείς. Ωστόσο, η σφαγή των Χερέρο της νοτιοδυτικής Αφρικής από τους Γερμανούς το 1907 25 ίσως και να προϊδέαζε για τις πρακτικές των εκκαθαρίσεων που θα εφάρμοζαν λίγα χρόνια αργότερα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η Γερμανία συμμετείχε στον αποικιακό ανταγωνισμό για την Ανατολή στα τέλη του 19ου αιώνα, καθώς αντιλήφθηκε την μεγάλη αξία των μικρασιατικών 20
Roberts, ό.π., σ. 338 Winfried Baumgart, Deutschland im Zeitalter des Imperialismus 1890-1914, Βερολίνο, Στουτγκάρδη, Κολωνία, 1923, σ. 23 22 Ε.Μ. Burns, Ευρωπαϊκή Ιστορία, ο δυτικός πολιτισμός: Νεότεροι χρόνοι, Θεσσαλονίκη, 2006, σσ. 678-679 23 Morgenthau, ό.π., σ. 44 24 Ο Μπίσμαρκ είχε ενθαρρύνει το αποικιακό λόμπυ για πολιτικούς και διπλωματικούς λόγους. Η πολιτική του παρέμενε προσανατολισμένη στον ευρωπαϊκό χώρο. Βλ. Joll, ό.π., σ. 129 25 Roberts, ό.π., σσ. 351-352 21
12
εδαφών. Η Εγγύς Ανατολή εξυπηρετούσε ποικιλότροπα τα ιμπεριαλιστικά της ενδιαφέροντα. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία με τον πλούτο της σε πρώτες ύλες, την προθυμία της για πώληση των βιομηχανικών γερμανικών προϊόντων, και την γεωπολιτική της θέση αποτελούσε την ιδανική περίπτωση επίτευξης των βιομηχανικών, εμπορικών και τραπεζικών σχεδίων της Γερμανίας 26 . Η ανάρρηση στο θρόνο της Γερμανίας του Γουλιέλμου Β΄ φαινόταν να ευνοεί τους Γερμανούς στρατιωτικούς και να έρχεται σε ρήξη με την άσκηση της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής. Η παραίτηση του Μπίσμαρκ το 1890 άλλαξε και την κατεύθυνση της γερμανικής πολιτικής που πλέον επηρεαζόταν από τους στρατιωτικούς κύκλους που ήταν φιλικά προσκείμενοι στον αυτοκράτορα 27 . Ο Κάιζερ Γουλιέλμος Β΄ το 1889 επισκέφθηκε για πρώτη φορά την Κωνσταντινούπολη 28 εγκαινιάζοντας μια καινούρια εποχή για τη Γερμανική Αυτοκρατορία. Έκτοτε η Γερμανία του Κάιζερ καλλιέργησε το θετικό κλίμα για την σύναψη περαιτέρω σχέσεων με την Αυτοκρατορία του Βοσπόρου. Η τουρκική συμμαχία αποδείχθηκε μια πραγματική επιτυχία της γερμανικής διπλωματίας και ευοδώθηκε μετά από αρκετές δεκαετίες γερμανικών διπλωματικών ελιγμών στην Εγγύς Ανατολή. Οι εμπορικές και οικονομικές σχέσεις των δύο χωρών, η δημιουργία της σιδηροδρομικής γραμμής Βαγδάτης-Βερολίνου καθώς και της γερμανικής τράπεζας (Deutsche Bank) στην Τουρκία και η υπογραφή της τουρκογερμανικής συνθήκης στις 2 Αυγούστου 1914 θεμελίωσαν ακόμη περισσότερο την συμμαχία αυτή 29 . Τα μοναδικά εμπόδια για την γερμανική επικράτηση στην Ανατολή και συγκεκριμένα στο μικρασιατικό χώρο ήταν η υψηλή επιστασία των Γάλλων και των Βρετανών καθώς και οι χριστιανικές μειονότητες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι Έλληνες και οι Αρμένιοι, ως οι πολυπληθέστερες πληθυσμιακά ομάδες, κρατούσαν στα χέρια τους το εμπόριο και την οικονομία και θεωρούνταν από τους Γερμανούς ερείσματα των Αγγλογάλλων 30 . Το 1895, επί Σουλτάνου Αβδούλ Χαμίτ διενεργήθηκαν οι σφαγές των Αρμενίων. Οι Αρμένιοι, εν όψει των μεταρρυθμίσεων
26
Φωτιάδης, Γενοκτονία, σ. 425 Κολιόπουλος, Νεώτερη Ευρωπαϊκή Ιστορία, σ. 221 28 Hugo Grothe, Deutschland, die Türkei und der Islam, Ein Beitrag zu den Grundlinien der deutschen Weltpolitik im islamischen Orient, Λειψία, 1914, σ. 6, Μιχαήλ Ροδάς, Πώς η Γερμανία κατέστρεψε τον Ελληνισμό της Μικράς Ασίας, Αθήνα, 1995, σ. 17 29 Frank G. Weber, Eagles on the Crescent, Austria and the diplomacy of the turkish alliance,19141918, Λονδίνο, 1970, σ. 1 30 Φωτιάδης, Εξισλαμισμοί, σ. 45 27
13
που εξήγγειλαν οι Τούρκοι, απαίτησαν την αναγνώριση της ισότητας και των άλλων δικαιωμάτων που τους αναλογούσαν. Οι Τούρκοι απάντησαν με ωμή βία στις αρμενικές διαμαρτυρίες. Η εξέγερση και οι σφαγές του Σασούν, η διαδήλωση των Χιντσάκ, η εξέγερση του Ζεϊτούν, η αναταραχή του Βαν ήταν τα βασικά γεγονότα που διαδραματίστηκαν κατά τα έτη 1894-1896 και σηματοδοτούσαν την αρχή μιας τουρκικής πολιτικής απέναντι στις μειονότητες που θα εφαρμοζόταν και αργότερα με τις άλλες χριστιανικές εθνότητες της Αυτοκρατορίας, πέρα των Αρμενίων 31 . Το 1895 ο Γουλιέλμος Β΄ απέρριψε το σχέδιο διάλυσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας του Σάλισμπουρυ, που προτάθηκε από τις κυβερνήσεις της Βιέννης και του Λονδίνου ως ένδειξη διαμαρτυρίας για τις αρμενικές σφαγές, ενώ τρία χρόνια αργότερα, το 1898, ακολούθησε η δεύτερη επίσκεψή του στην Κωνσταντινούπολη για την περαιτέρω σύσφιξη των σχέσεων των δύο Αυτοκρατοριών 32 . Στην Ελλάδα την ίδια περίοδο η Μεγάλη Ιδέα αποτελούσε την κυρίαρχη ιδεολογία και η εφαρμογή της ήταν η βασική επιδίωξη της εξωτερικής πολιτικής. Τον Μάιο του 1881 οι Μεγάλες Δυνάμεις επέβαλαν στην Τουρκία την παραχώρηση της Θεσσαλίας και της Άρτας στους Έλληνες. Όμως, οι επαναστατικές κραυγές από την Κρήτη υπενθύμιζαν την υπόδουλη κατάσταση στην οποία βρισκόταν το νησί. Η ελληνική ανησυχία για τη Μακεδονία πάλι, κυρίως μετά τη δημιουργία του βουλγαρικού κράτους, προκάλεσαν την αφύπνιση των πατριωτικών κύκλων. Το Σεπτέμβριο του 1895 μετά την ίδρυση της Εθνικής Εταιρείας από αξιωματικούς στην Αθήνα και την αποστολή στην Κρήτη όπλων και εθελοντών, ανακήρυξαν οι Κρητικοί την Ένωση. Την επίλυση του Κρητικού ζητήματος δυσχέραινε με την στάση της η Γερμανία, ενώ ο αυτοκράτορας Γουλιέλμος Β΄ επέμενε στον τερματισμό των εχθροπραξιών με ταυτόχρονη παραδοχή της ήττας της Ελλάδας και την ανάκληση των στρατευμάτων της από το νησί 33 . Η Υψηλή Πύλη δυσανασχέτησε και, αφού σιγουρεύτηκε για την ουδετερότητα των άλλων βαλκανικών κρατών, κήρυξε τον Απρίλιο του 1897 τον πόλεμο στην Ελλάδα. Ο ελληνο-τουρκικός πόλεμος του 1897 διήρκησε μόλις ένα 31
Βαχάκν Νταντριάν, Η Ιστορία της Αρμενικής Γενοκτονίας. Εθνικές διαμάχες από τα Βαλκάνια στον Καύκασο, Αθήνα, 2002, σσ. 228-265 32 Κώστας Λούλος, Η γερμανική πολιτική στην Ελλάδα 1894-1914, Αθήνα, 1992, σ. 19 33 Κολιόπουλος, Ιστορία της Ελλαδας από το 1800, Η διαμόρφωση και η άσκηση της εθνικής πολιτικής, τεύχ. β΄, Θεσσαλονίκη, 2002, σ. 190. Γενικότερα η Γερμανία έθετε συνεχώς εμπόδια στην ικανοποίηση των ελληνικών διεκδικήσεων. Η Γερμανία πρότεινε την επιβολή της επιτροπής του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου στα δημοσιονομικά του ελληνικού κράτους. Οι επιδιώξεις της Γερμανίας, η οποία υπήρξε το βασικό έρεισμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αφορούσαν την πλήρη ικανοποίηση των συμφερόντων της Τουρκίας.
14
μήνα, αλλά ανάδειξε την ανωτερότητα του οθωμανικού στρατού σε σχέση με τα ελληνικά στρατεύματα. Ο στρατός του Αβδούλ Χαμίτ, εκπαιδευμένος από Γερμανούς αξιωματικούς, νίκησε κατά κράτος τον ελληνικό στρατό, ο οποίος βρισκόταν υπό την ηγεσία του διαδόχου πρίγκιπα Κωνσταντίνου. Η συνθήκη ειρήνης που υπογράφτηκε το Δεκέμβριο του 1897, απέδωσε στην Πύλη αρκετά ελληνικά εδάφη και κυρίως, μια πολεμική αποζημίωση καθώς και τον διεθνή οικονομικό έλεγχο. Στο νησί της Κρήτης διορίστηκε Ύπατος Αρμοστής ο πρίγκιπας Γεώργιος 34 . Το 1908 εκδηλώθηκε στην Τουρκία η επανάσταση των Νεοτούρκων. Επρόκειτο για τους οπαδούς των φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων και των αντιπάλων του Σουλτάνου Αβδούλ Χαμίτ. Οι Νεότουρκοι, τα μέλη δηλαδή του κομιτάτου «Ένωση και Πρόοδος» (Ittihat ve Terakki Cemiyeti), επιζητούσαν την επαναφορά του Συντάγματος του 1876 και τη δημιουργία ενός εκσυγχρονισμένου κράτους που θα συνάσπιζε όλους τους υπηκόους στο ιδανικό του Οθωμανισμού και της προσήλωσης στην κοινή πατρίδα. Αν και αρχικά πρέσβευσαν την ισότητα και την αυτονομία των διαφόρων εθνοτήτων της Αυτοκρατορίας, οι Νεότουρκοι κατέληξαν να είναι ένα εθνικιστικό κίνημα που εφάρμοσε πολιτική αφομοίωσης, εκτουρκισμού και εξόντωσης των διαφόρων εθνοτήτων της Αυτοκρατορίας. Επικεφαλής του κινήματος των Νεοτούρκων ήταν η τριανδρία των Ταλαάτ, Εμβέρ και Τζεμάλ, οι οποίοι
εγκαθίδρυσαν
ένα
συγκεντρωτικό,
δικτατορικό
καθεστώς.
Αν
και
αμφιταλαντεύθηκαν μεταξύ Αντάντ και Κεντρικών Δυνάμεων ώθησαν τελικά τη χώρα στον πόλεμο στο πλευρό της Γερμανίας 35 . Οι Νεότουρκοι έδειξαν ότι δεν προτίθονταν να απεμπολήσουν κυριαρχικά δικαιώματα της Τουρκίας. Ο Αβδούλ Χαμίτ, ο επονομαζόμενος και «κόκκινος ή ερυθρός Σουλτάνος», μετά τη δόξα που κέρδισε με το νικηφόρο πόλεμο της χώρας του το 1897 κατά της Ελλάδας και το τέλος των αρμενικών διώξεων με 300.000 θύματα, προσπάθησε να προωθήσει την ιδέα του Πανισλαμισμού, της ένωσης δηλαδή του μουσουλμανικού κόσμου υπό την αιγίδα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Μετά την επανάσταση των Νεοτούρκων, υποχρεώθηκε να επαναφέρει το Σύνταγμα του 1876, ενώ τον Απρίλιο του 1909 εξορίστηκε στην Θεσσαλονίκη, μετά την αποτυχία του αντιπραξικοπήματος
34
Ζωρζ Καστελλάν, Η Ιστορία των Βαλκανίων (14ος-20ος αι.), Αθήνα, 1991, σσ. 465-468 Morgenthau, ό.π., σ. 50-51, F. von der Goltz, Der Jungen Türkei Niederlage und die Möglichkeit ihrer Wiedererhebung, Βερολίνο, 1913, σσ.5-20 35
15
κατά των Νεοτούρκων. Στον θρόνο τον διαδέχθηκε ο αδελφός του, Μεχμέτ Ε΄ Ρεσάτ, ο οποίος αποδείχθηκε άβουλο όργανο των Νεοτούρκων 36 . Η ζωτικής σημασίας κατοχή των Στενών για τη Γερμανική Αυτοκρατορία προκάλεσε ακόμα μία διαμάχη με την Ρωσία. Το γερμανικό ενδιαφέρον περιστρεφόταν γύρω από την περιοχή των Στενών, καθώς η Γερμανία είχε σημαντικά συμφέροντα στη διατήρηση της στενής συνεργασίας με τους Οθωμανούς. Ο ανταγωνισμός Βρετανίας και Ρωσίας για τις σφαίρες επιρροής στην ανατολική Μεσόγειο ήταν ένα ακόμη εμπόδιο για τη Γερμανία. Στην περιοχή των Βαλκανίων τα συμφέροντα της Ρωσίας, της Αυστροουγγαρίας και της Γερμανίας ήταν αντίθετα και προσανατολίζονταν σε διαφορετικές κατευθύνσεις. Το ‘τελευταίο καταφύγιο’ του Μπίσμαρκ πρόβαλε και πάλι στο προσκήνιο· η αποφυγή πολεμικής σύγκρουσης με τη Ρωσία και η εξασφάλιση της ουδέτερης στάσης της θα επιτευχθεί με την εγκατάλειψη της Αυστρίας και την παράδοση της Ανατολής στους Ρώσους 37 . Λίγο πριν ξεσπάσουν οι Βαλκανικοί Πόλεμοι του 1912-1913 η κατάσταση στο βαλκανικό χώρο ήταν έκρυθμη. Η Υψηλή Πύλη είχε παραλύσει από τις αναταραχές της εσωτερικής οθωμανικής πολιτικής και από την κρίση στο στρατιωτικό τομέα, λόγω της εμπλοκής στις ιταλικές επιθέσεις στη Λιβύη και στην αλβανική εξέγερση. Οι Μεγάλες Δυνάμεις ήταν διαιρεμένες αν και όλες είχαν τον κοινό φόβο της έκρηξης της βαλκανικής πυριτιδαποθήκης. Μέσα στο διεθνές αυτό πλαίσιο, οι βαλκανικοί λαοί, στις 30 Σεπτεμβρίου 1912, κινητοποιήθηκαν και απαίτησαν με τελεσίγραφο μεταρρυθμίσεις στη διοίκηση της Μακεδονίας. Η Κωνσταντινούπολη συγκέντρωσε τα στρατεύματά της ώσπου, στις 8 Οκτωβρίου το Μαυροβούνιο έστειλε στρατό εναντίον της Αλβανίας. Μια εβδομάδα αργότερα, η Πύλη ζητούσε από το Σέρβο και το Βούλγαρο πρεσβευτή να εγκαταλείψουν την πρωτεύουσα. Ο πόλεμος κηρύχθηκε στις 9 Οκτωβρίου και η Ελλάδα, στο όνομα της Ένωσης της Κρήτης, ενώθηκε με τους συμμάχους της. Η ανωτερότητα των οθωμανικών στρατευμάτων διαφάνηκε για ακόμη μια φορά, καθώς ο αναδιοργανωμένος από τους φον Μόλτκε (von Moltke) και φον ντερ Γκολτζ (von der Goltz) οθωμανικός στρατός ήταν πλέον και εξοπλισμένος με τουφέκια Μάουζερ και κανόνια Κρουπ. Όμως, οι χριστιανοί στρατιώτες που πολεμούσαν για εθνικούς στόχους αποδείχθηκαν πιο αποφασιστικοί από τους αντιπάλους τους. Επιπλέον, ο πολυάριθμος στρατός των βαλκανικών χωρών ήταν 36 37
Morgenthau, ό.π., σσ. 55-56 Andreas Hillgruber, Germany and the Two World Wars, Αγγλία, 1981, σ. 20
16
ασυγκρίτως ισχυρότερος από τις οθωμανικές στρατιές. Οι επιχειρήσεις στο πεδίο των μαχών έληξαν με τη διάσκεψη του Λονδίνου (30-5-1913), όπου η Οθωμανική Αυτοκρατορία υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει σημαντικό μέρος των βαλκανικών της εδαφών. Βέβαια η κατάσταση επιδεινώθηκε λόγω της ασυμφωνίας των συμμάχων για τον καθορισμό των συνόρων και τη σύναψη συμμαχιών. Έτσι, δεν άργησε να ξεσπάσει και ο Β΄ Βαλκανικός τον Ιούνιο του 1913. Η συνθήκη του Βουκουρεστίου, στις 10 Αυγούστου του 1913, έθεσε τέρμα στους Βαλκανικούς Πολέμους. Με τη συνθήκη αυτή, η Βουλγαρία στερούνταν το πιο ζωτικό τμήμα της Μακεδονίας. Η Ελλάδα προσάρτησε ολόκληρη τη Μακεδονία στα νότια της λίμνης Οχρίδας και την παράκτια περιοχή με τη Θεσσαλονίκη και την Καβάλα. Η Σερβία έπαιρνε τη βόρεια Μακεδονία και την κεντρική μέχρι την Οχρίδα και το Μοναστήρι. Η Ρουμανία εδραιωνόταν στο νότιο τμήμα της Δοβρουτσάς και η Οθωμανική Αυτοκρατορία ανακαταλάμβανε τμήμα της Ανατολικής Θράκης 38 . Η δολοφονία του αρχιδούκα της Αυστρίας Φραγκίσκου Φερδινάνδου Α΄ και της συζύγου του στις 28 Ιουνίου 1914 στο Σεράγεβο έδωσε την αφορμή για το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο συνασπισμός των δυνάμεων σε δύο αντιμαχόμενα στρατόπεδα, την Τριπλή Συμμαχία (Γερμανία, Αυστρία, Ιταλία) και την Τριπλή Συνεννόηση (Βρετανία, Γαλλία, Ρωσία) σήμαινε γενίκευση κάθε τοπικής κρίσης σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου. Ο Μεγάλος Πόλεμος υπήρξε η συνέπεια των αντιμαχόμενων και συγκρουόμενων συμφερόντων των ευρωπαϊκών χωρών. Η απρόσκοπτη ολοκλήρωση της κινητοποίησης των ενόπλων δυνάμεων και η ταχεία προώθηση των χερσαίων δυνάμεων, ιδιαίτερα της Γερμανίας, ισοδυναμούσαν με κήρυξη του πολέμου. Το έτος 1917 υπήρξε κρίσιμο για την εξέλιξη του πολέμου. Ο πόλεμος βρισκόταν σε μια πορεία που προοιώνιζε την λήξη της γερμανικής ηγεμονίας στην Κεντρική Ευρώπη. Μετά την παραίτηση του Γερμανού Καγκελαρίου Μπέτμαν Χόλβεγκ (Theobald von Bethmann Holweg), την εξουσία ανέλαβαν οι στρατιωτικοί και τοποθέτησαν ως Καγκελάριο τον Πρώσο πολιτικό, Μικαέλις (Georg Michaelis), ο οποίος ήταν όργανο των στρατιωτικών. Η έξοδος των Ηνωμένων Πολιτειών στον πόλεμο με το πλευρό των Συμμάχων είχε μεγάλη σημασία όχι μόνο ως προς την έκβαση του πολέμου αλλά και ως προς το μέλλον της Ευρώπης και του κόσμου γενικά. Τον Μάιο του 1918 υπογράφηκε η οικονομική και στρατιωτική
38
Καστελλάν, ό.π., σσ. 515-521
17
ένωση των δύο Αυτοκρατοριών, σε συνάντηση των δύο αυτοκρατόρων, του Καρόλου Α΄ των Αψβούργων και του Γουλιέλμου Β΄. Η ένωση συμβόλιζε το τέλος της μεγάλης πολυεθνικής Αυτοκρατορίας της κεντρικής Ευρώπης και την αρχή μιας νέας εποχής για τη γηραιά ήπειρο. Η ήττα της Γερμανίας με το τέλος του πολέμου ήταν γεγονός. Η έξοδος των Η.Π.Α. στο πλευρό των Συμμάχων, ως αντιστάθμισμα στις αρνητικές επιπτώσεις της ρωσικής αποχώρησης, είχε προδικάσει τις θετικές για τους Συμμάχους εξελίξεις. Μετά τη συνθηκολόγηση της Βουλγαρίας, ακολούθησε η Οθωμανική Αυτοκρατορία και αργότερα και η Αυστρία. Η Γερμανία προετοιμαζόταν για την αποδοχή των επονείδιστων όρων συνθηκολόγησης που θα επέβαλαν οι νικητές του πολέμου. Αναπόφευκτες ήταν οι εσωτερικές αναταραχές μετά τις δυσμενείς εξελίξεις. Στις 7 Νοεμβρίου ξέσπασε επανάσταση στο Μόναχο όταν οι σοσιαλιστές απαίτησαν την κατάργηση της μοναρχίας, η οποία ανακοινώθηκε στις 9 του μηνός με την παραίτηση του Γουλιέλμου από τον αυτοκρατορικό θρόνο. Στις 28 Σεπτεμβρίου 1918, ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Χίντενμπουργκ (Paul von Hindenburg) μαζί με τον στρατηγό Λούντεντορφ
(Erich
Friedrich
Wilhelm
Ludendorff)
οδηγήθηκαν
στη
συνθηκολόγηση παρά τους επαχθείς όρους των Συμμάχων 39 . Οι όροι της ειρήνης, βασισμένοι στα 14 σημεία του προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών Γουίλσον, έγιναν αποδεκτοί με πνεύμα δυσαρέσκειας και υποταγής στους Συμμάχους. Η επανάσταση είχε φθάσει ως το Βερολίνο. Η υπογραφή της ανακωχής έθεσε τέρμα στον Μεγάλο Πόλεμο, του οποίου οι επιπτώσεις υπήρξαν τεράστιες τόσο για τους νικητές όσο και για τους ηττημένους 40 . Με το τέλος του πολέμου και τις τρεις έκπτωτες Αυτοκρατορίες, την Οθωμανική, την Αυστροουγγρική και την Γερμανική, τα δεδομένα άλλαξαν ριζικά. Η ανακωχή του Μούδρου στις 30 Οκτωβρίου υπογράφτηκε από την πανικόβλητη Υψηλή Πύλη και επέτρεπε στους Συμμάχους να διατηρούν στρατεύματα στη ζώνη των Στενών και να κυκλοφορούν εκεί ελεύθερα 41 . Η σημασία του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου για τη Γερμανία ήταν μεγάλη, καθώς αποτελούσε το έναυσμα για την καλλιέργεια του γερμανικού ιδεαλισμού και του Παγγερμανισμού, ιδεολογία που ανέπτυσσαν για αιώνες οι μεγάλοι διανοούμενοι 39
Μarshall Lee, Wolfgang Michalka, German Foreign Policy 1917-1933: Continuity or Break?, Μπεργκ, 1987, σ.17 40 Ιωάννης Κολιόπουλος, Νεώτερη Ευρωπαϊκή Ιστορία 1789-1945. Από τη Γαλλική Επανάσταση μέχρι τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, Θεσσαλονίκη, 2001, σσ. 303-320 41 Καστελλάν, ό.π., σ. 565
18
όπως ο Έκχαρτ, ο Λάιμπνιτζ, ο Καντ, ο Φίχτε και ο Έγκελ. Η Γερμανία επεδίωκε, μέσω μιας στρατιωτικής νίκης, να καταστήσει την Ευρώπη και όλο τον κόσμο κοινωνούς του γερμανικού πνεύματος (Geist) 42 . Η πανισλαμιστική πολιτική των Νεοτούρκων και ο Παντουρκισμός, σε συνδυασμό με το παγγερμανιστικό πνεύμα, αποτέλεσαν ταυτόσημες ιδεολογίες που χάραξαν την κοινή πορεία των δύο Αυτοκρατοριών, Γερμανίας και Τουρκίας. Η πανισλαμιστική πολιτική είναι απαύγασμα της παγγερμανικής πολιτικής. Οι Γερμανοί προχώρησαν στην εθνοκάθαρση, στην εκδίωξη των ξένων με βάση την ιδεολογία του Παγγερμανισμού. Η αφομοίωση όλων των εθνών υπό μια οθωμανική ιδέα, ώστε να μην υπάρχει πλειοψηφικό ή μειοψηφικό εθνολογικό ζήτημα, «υμείς και ημείς», να μην αποτελούν οι θρησκευτικές πεποιθήσεις διασπαστικό παράγοντα αποτελούσε το νεοτουρκικό δόγμα. Το ομόγλωσσον και το ομοειδές ήταν το επίκεντρο της εθνικιστικής νεοτουρκικής πολιτικής 43 . Ο τουρκικός εθνικισμός και ο Οθωμανισμός δεν πέτυχαν το στόχο τους. Εδάφη εξακολούθησαν να χάνονται παρόλες τις ανθρώπινες απώλειες. Το ισλαμιστικό στοιχείο της οθωμανικής ταυτότητας αύξησε τη σημασία του. Οι δημιουργοί του νέου τουρκικού κράτους, το νομιμοποιούσαν και του απέδιδαν ιστορικές ρίζες 44 . Στο πλαίσιο της συμμαχίας των νικητών του πολέμου υπογράφηκαν δυο ακόμα συνθήκες. Η συνθήκη του Νεϊγύ στις 27 Νοεμβρίου 1919 επιβεβαίωνε την ελληνική κυριαρχία σε μεγάλο μέρος των εδαφών της Θράκης και προέβλεπε την εθελούσια μετανάστευση των Βουλγάρων από την Ελλάδα και των Ελλήνων από την Βουλγαρία. Η συνθήκη των Σεβρών, στις 10 Αυγούστου 1920 παραχωρούσε στην Ελλάδα ολόκληρη τη Θράκη. Επίσης, η Κωνσταντινούπολη και τα Στενά αποτέλεσαν ουδέτερη ζώνη υπό τον έλεγχο συμμαχικής επιτροπής. Η Συνδιάσκεψη ειρήνης στο Παρίσι, τον Ιανουάριο του 1919 οδήγησε στην υπογραφή της συνθήκης των Βερσαλλιών μεταξύ των Συμμάχων και της Γερμανίας. Η άνευ όρων συνθηκολόγηση της Γερμανίας ήταν το αποτέλεσμα της υπογραφής της συνθήκης των Βερσαλλιών, στις 28 Ιουνίου 1919, η οποία τερμάτισε επίσημα τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η συνθήκη αυτή ωστόσο, αποστέρησε από τη Γερμανία το δικαίωμα της αυτονομίας στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής. Η Γερμανία 42
A.J. Hoover, God, Germany and Britain in the Great War, Λονδίνο, 1989, σ. 13 Ροδάς, ό.π., σσ. 36-45 44 Donald Quataert, Η Οθωμανική Αυτοκρατορία, Οι τελευταίοι αιώνες 1700-1922, Αθήνα, 2006, σσ. 327-331 43
19
απώλεσε την Αλσατία και τη Λωραίνη, καθώς και σημαντικό τμήμα των εδαφών της. Οι γερμανικές αποικίες περιήλθαν στην επικυριαρχία της Κοινωνίας των Εθνών, ενώ υποχρεωνόταν σε αφοπλισμό και αποπληρωμή πολεμικών αποζημιώσεων 45 . Στο μεταξύ η ρωσο-γερμανική συνθήκη του Μπρέστ-Λιτόφσκ (Brest-Litovsk) καθώς και η διάσκεψη του Σαν Ρέμο (San Remo) μεταξύ Γαλλίας, Βρετανίας και Ιταλίας άλλαξαν εκ νέου τα δεδομένα και σηματοδότησαν νέες εξελίξεις. Στην Οθωμανική Αυτοκρατορία μετά το θάνατο του Σουλτάνου Μεχμέτ Ε΄ Ρεσάτ ακολούθησε η άνοδος του Σουλτάνου Μεχμέτ Στ΄ Βαχιδεδίν στο θρόνο. Το σουλτανικό αξίωμα έπαψε να υπάρχει από το 1922, ενώ το οθωμανικό χαλιφάτο καταργήθηκε το 1923 46 . Άλλες συνθήκες ειρήνης ήταν η συνθήκη του Αγίου Γερμανού (Σαιν Ζερμαίν) με την Αυστρία και η συνθήκη του Τριανόν με την Ουγγαρία. Στο σύνολο των συνθηκών που υπογράφηκαν οι Γερμανοί συνήθιζαν να αναφέρονται περιφρονητικά με τον όρο Vorortsverträge, δηλαδή συνθήκες των προαστίων, λόγω των περιοχών που υπογράφτηκαν 47 . Την ίδια εποχή η Γερμανία έθεσε νέους πολιτικούς στόχους στην εξωτερική της πολιτική. Επιδίωξε και πάλι την κυριαρχία, μέσω της διατήρησης των ισορροπιών με τους δυτικούς συμμάχους καθώς και την αναθεώρηση της συνθήκης των Βερσαλλιών μέσω της Ρωσίας. Ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος που είχε τελειώσει στόχευε σε μια γερμανική Μέση Ευρώπη (Mitteleuropa). Τώρα οι Γερμανοί θα αρκούνταν σε μια ρωσική βοήθεια για την πραγματοποίηση των στόχων τους, και πάλι στο ίδιο πνεύμα της στροφής προς την Ανατολή. Οι Γερμανοί ευελπιστούσαν σε μια αναβίωση της ανατολικής πολιτικής που απέτυχε κατά τα έτη 1917-1918 48 . Η νίκη της Τουρκίας στον ελληνο-τουρκικό πόλεμο ήταν έργο ενός πρώην Νεότουρκου, ικανού στρατιωτικού, του Μουσταφά Κεμάλ 49 , ο οποίος αφού έτρεψε σε φυγή τους Ιταλούς, εξεδίωξε Γάλλους και Έλληνες και με τη βοήθεια των Μπολσεβίκων συνέτριψε τους Αρμενίους. Ο θρίαμβος του εθνικισμού επί των
45
Επίσης αποστρατικοποιήθηκε η ανατολική όχθη του Ρήνου και καταλήφθηκε από τους Συμμάχους. Η Γερμανία υποχρεώθηκε να παραδώσει όλα τα εμπορικά πλοία και να παραδίδει επί δέκα χρόνια δωρεάν γαιάνθρακα στη Γαλλία το Βέλγιο και την Ιταλία. Η αποζημίωση στους Συμμάχους για τις υλικές καταστροφές ανερχόταν περίπου σε ενάμιση δισεκατομμύρια στερλίνες, ποσό που ξεπερνούσε τις οικονομικές δυνατότητες της εξουθενωμένης Γερμανίας. Βλ. Κολιόπουλος, Ευρωπαϊκή Ιστορία, σσ. 322-323 46 Αυτόθι, σ. 108 47 Joll, ό.π., σ. 380 48 Lee- Michalka, ό.π., σσ. 54-58 49 Klaus Kreiser, Atatürk, eine Biographie, Μόναχο, 2008, σσ. 10-13
20
αποφάσεων του Παρισιού ήταν γεγονός. Ωστόσο, η Οθωμανική Αυτοκρατορία μετατράπηκε σε εθνικό κράτος, ύστερα από έξι αιώνες, και γεννήθηκε μια νέα δημοκρατία υπό ένα δικτάτορα, αποτελεσματικό εκσυγχρονιστή. Οι Τούρκοι της Μικράς Ασίας ήταν για πρώτη φορά, ύστερα από έξι αιώνες, η πλειοψηφία του πληθυσμού της χώρας τους. Ο Κεμάλ Ατατούρκ, δηλαδή ο «Πατέρας των Τούρκων» προσπάθησε να εκσυγχρονίσει την Τουρκία και να τη μετατρέψει από παραδοσιακή ισλαμική κοινωνία σε ευρωπαϊκή. Για τον σκοπό αυτό θεώρησε λογικό να μετέλθει κάθε θεμιτού και αθέμιτου μέσου, θυσιάζοντας ακόμα και ανθρώπινες υποστάσεις στο βωμό ενός δήθεν εκσυγχρονισμού 50 . Το κεμαλικό εθνικιστικό κίνημα προώθησε την οργάνωση ισχυρού στρατού, ο οποίος συγκρούστηκε με τον ελληνικό στο μικρασιατικό μέτωπο. Η εκλογική ήττα του Βενιζέλου και η επάνοδος του βασιλιά Κωνσταντίνου έδωσε το πρόσχημα στις Μεγάλες Δυνάμεις να αποδεσμευτούν απέναντι στην Ελλάδα, αφήνοντας την έκθετη στον ελληνο-τουρκικό πόλεμο. Χωρίς συμμάχους και τις δυνάμεις της παραταγμένες σε εκτεταμένο μέτωπο, η Ελλάδα έχασε τον πόλεμο με μια άνευ προηγουμένου ήττα τον Αύγουστο του 1922, όταν τα κεμαλικά στρατεύματα εξαπέλυσαν σφοδρή επίθεση κατά των ελληνικών δυνάμεων στη Μικρά Ασία. Την καταστροφή και την ήττα ακολούθησε ο βίαιος ξεριζωμός των Ελλήνων του Πόντου, της Θράκης και της Μικράς Ασίας, οι οποίοι υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν την εστίες τους και να ζητήσουν καταφύγιο στην Ελλάδα 51 . Η συνθήκη ειρήνης της Λοζάνης, η οποία υπογράφηκε στις 24 Ιουλίου 1923 υπήρξε η οριστική συνθήκη ειρήνης μεταξύ της Τουρκίας και των δυνάμεων της Αντάντ. Με την συνθήκη αυτή η Τουρκία ανέκτησε την Ανατολική Θράκη και την περιοχή της Σμύρνης. Επίσης, με την ίδια συνθήκη αναγνωρίστηκε η κυριαρχία της Ιταλίας στα Δωδεκάνησα και ορίστηκαν τα σύνορα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας 52 .
50
Roberts, ό.π., σσ. 492-493 Κολιόπουλος, Ευρωπαϊκή Ιστορία, σσ. 324-5, Έντουαρντ Χέιλ Μπίρσταντ, Η μεγάλη προδοσία, Ο ρόλος των Μεγάλων Δυνάμεων στη Μικρασιατική Καταστροφή και στη Συνθήκη της Λοζάνης, Αθήνα, 1997, σσ. 165-168 52 Κολιόπουλος, Ιστορία της Ελλάδος, σσ. 279-283 51
21
A΄ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ ΣΤΗ Μ. ΑΣΙΑ ΕΠΙ ΤΟΥ ΣΟΥΛΤΑΝΟΥ ΑΒΔΟΥΛ ΧΑΜΙΤ (1878-1907)
α΄.
ΟΘΩΜΑΝΟ-ΓΕΡΜΑΝΙΚΕΣ
ΣΧΕΣΕΙΣ.
Η
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΤΗΣ
ΓΕΡΜΑΝΙΚΗΣ
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ ΠΡΙΝ ΤΟΝ Α΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΟΛΕΜΟ
Πολύ σημαντικό ρόλο στην δημιουργία αποικιακών σχέσεων και των αντίστοιχων ζωνών επιρροής έπαιζε η κατασκευή σιδηροδρομικών γραμμών. Ιδιαίτερα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία δίνονταν μάχες για την απόκτηση του προνομίου κατασκευής τους από τις Μεγάλες Δυνάμεις καθώς αυτό συνεπαγόταν και την οικονομική διείσδυση στην Εγγύς Ανατολή. Ο ανταγωνισμός για την σιδηροδρομική γραμμή Βαγδάτης-Βερολίνου απέκτησε μεγαλύτερες διαστάσεις, όταν η χάραξη πλησίαζε την Αίγυπτο και τον Περσικό Κόλπο, απειλούσε τις βρετανικές κτήσεις και, όταν αφορούσε στην περιοχή της Συρίας, απειλούσε τα γαλλικά συμφέροντα αντίστοιχα. Η Ρωσία φυσικά αντιδρούσε στην αύξηση της γερμανικής επιρροής στην περιοχή και στην ενδυνάμωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μέσω των σχεδίων κατασκευής της σιδηροδρομικής γραμμής. Οι Βρετανοί αντιδρούσαν σθεναρά στην επέκταση των σιδηροδρόμων μέσω της Μεσοποταμίας στον Περσικό Κόλπο. Ο Αβδούλ Χαμίτ εγκαινίασε την κατασκευή του σιδηροδρόμου της αραβικής χερσονήσου το 1900, ενέργεια που προκάλεσε αντιδράσεις στη βρετανική πλευρά. Με τη σύνδεση των δύο αυτών δικτύων οι γραμμές μέσω Χαλεπίου και Δαμασκού θα κατέληγαν στη Μέκκα. Η κατάληξη και ο τερματισμός της γραμμής της Βαγδάτης στην περιοχή της Βασόρας αποτελούσε άμεση απειλή για τις Ινδίες, ενώ η σύνδεση με την αραβική χερσόνησο έβαζε σε κίνδυνο τη βρετανική κυριαρχία στην Αίγυπτο. Επιπλέον, χάρη στο σιδηρόδρομο της Βαγδάτης η σύνδεση της Γερμανίας με τη Μέση Ανατολή και τις Ινδίες συντόμευε πολύ σε σχέση με τη διαδρομή που ακολουθούσε ως τότε ο βρετανικός εμπορικός στόλος. Η Βρετανία που είχε τον έλεγχο του Γιβραλτάρ και του Σουέζ επιθυμούσε να διατηρήσει το προνόμιο του μονοπωλίου στη ναυσιπλοΐα και του εμπορίου του Ινδικού και Ατλαντικού Ωκεανού. Εξάλλου, το μονοπώλιο των μεταφορών Βαγδάτης-Βασόρας ήταν στα χέρια της βρετανικής εταιρείας Lynch. Η απώλεια του
22
ελέγχου των εξόδων στον Περσικό Κόλπο ανησυχούσε ιδιαίτερα τους Βρετανούς και θεωρούσαν ιδιαίτερα επίφοβη την γερμανο-οθωμανική συμμαχία, καθώς το εμπόριο και οι συγκοινωνίες της περιοχής βρίσκονταν υπό τον έλεγχό τους. Η εξαγωγή περίπου 50.000 τόνων σιταριού και 40.000 δεμάτων μαλλιού με κύριο προορισμό τη Βρετανία δικαιολογούσαν τους φόβους και την ανησυχία τους για μια μη επιθυμητή απώλεια της βρετανικής κυριαρχίας στην Ανατολία 53 . Όταν λοιπόν, επί Γουλιέλμου Β΄ οι Γερμανοί άρχισαν να κατασκευάζουν τους σιδηροδρόμους της Μ. Ασίας, η προσέγγιση των δύο χωρών επεκτάθηκε από το στρατιωτικό στο πολιτικό και οικονομικό επίπεδο. Το 1888 δόθηκε στους Γερμανούς το πρώτο προνόμιο κατασκευής σιδηροδρομικής γραμμής και θεωρήθηκε σημείοτομή για την ανάπτυξη της τουρκο-γερμανικής συνεργασίας. Μέχρι το 1888 το πρόβλημα των μεταφορών δυσχέρανε την επέκταση των οικονομικών συναλλαγών και των εμπορικών σχέσεων ανάμεσα στις δύο χώρες. Η μεταφορά των γερμανικών προϊόντων με πλοία άλλων χωρών στα τουρκικά λιμάνια αύξανε το κόστος και καθιστούσε μη ανταγωνιστικά τα γερμανικά προϊόντα. Αρχικά η Deutscher Handelsverein (Γερμανικός Σύνδεσμος Εμπορίου) που ιδρύθηκε το 1880 επιχείρησε να αναπτύξει συνεργασία με την Αυτοκρατορία. Η εταιρεία άνοιξε υποκαταστήματα για την πώληση των προϊόντων της στην Κωνσταντινούπολη και άλλες μεγάλες πόλεις. Την ίδια περίοδο πολύ σημαντική άνοδο γνώρισε η Deutsche Levante Linie, εταιρεία που πρωτοστάτησε στο γερμανο-τουρκικό εμπόριο, καθώς πολύ σημαντικό ρόλο έπαιξε η μεταφορά μεγάλης ποσότητας υλικού για την κατασκευή του σιδηροδρόμου που είχε αρχίσει η Deutsche Bank. Οι εναλλακτικές μέθοδοι επέκτασης της Γερμανίας στην Ανατολή υλοποιήθηκαν μέσω της εμφάνισης μιας νέας γενιάς πολιτικών. Ενώ ο Μπίσμαρκ θεωρούσε άσκοπη ακόμα και την απλή ανάγνωση εκθέσεων και αναφορών από την Κωνσταντινούπολη, ο Γουλιέλμος Β΄ επισκέφθηκε δύο φορές την οθωμανική πρωτεύουσα. Η αλλαγή της στάσης της Γερμανίας απέναντι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία έγινε ακόμη περισσότερο εμφανής με την άνοδο του Γουλιέλμου Β΄ στο θρόνο. Οι αναξιοποίητες πηγές πρώτων υλών, η πολυάνθρωπη αυτοκρατορία με συνολικό πληθυσμό 20 εκατομμυρίων και άλλοι σημαντικοί παράγοντες οδήγησαν την γερμανική κυβέρνηση στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Μια χώρα ικανή για την 53
Murat Özyüksel, «Εξωτερικές σχέσεις της περιόδου του Αβδούλ Χαμίτ (Abdülhamit), 1876-1909», Turkish Review, 1999, σσ. 44-47
23
κάλυψη των αναγκών της Γερμανίας αποτελούσε σε κάθε περίπτωση ισχυρό δέλεαρ. Αρχικά, με μια σειρά εμπορικών συμφωνιών η Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία είχε ενσωματωθεί στο γερμανικό οικονομικό σύστημα. Ακολούθησαν οι συμφωνίες με τη Ρουμανία, οι οποίες έθεσαν τις ρουμανικές πετρελαιοπηγές στη διάθεση της γερμανικής βιομηχανίας. Το γερμανικό ενδιαφέρον στρεφόταν πλέον στις απέραντες και ανεκμετάλλευτες εκτάσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με προτεραιότητα τη Μικρά Ασία και τη Μεσοποταμία. Η αμοιβαία συμπάθεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας απέναντι στη Γερμανία, ως μοναδική ελπίδα σωτηρίας, προέτρεψαν το Σουλτάνο να δηλώσει πως η επέκταση της γερμανικής επιρροής μέχρι τον Περσικό Κόλπο θα απέβαινε προς όφελος και των δύο πλευρών. Η κρίση και η απαισιοδοξία που επικρατούσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία οδήγησαν τις δύο χώρες στην σύμπραξη και στην συμπόρευση. Η προστασία και ο εκπολιτισμός της Ανατολής, η επέκταση του γερμανικού εμπορίου και η προώθηση των προϊόντων της γερμανικής βιομηχανίας στις αγορές της Ανατολίας αποτέλεσαν εν κατακλείδι τους συνδετικούς κρίκους στη διάνοιξη και διατήρηση των οθωμανο-γερμανικών σχέσεων την εποχή εκείνη. Η ανάθεση της κατασκευής της σιδηροδρομικής γραμμής Νίκαιας-Άγκυρας στη Γερμανική Εταιρεία Σιδηροδρόμων έδωσε την απαραίτητη ώθηση για την επίσημη επίλυση του προβλήματος της μεταφοράς των γερμανικών προϊόντων. Η γραμμή Κωνσταντινούπολης-Νικομήδειας που είχε κατασκευαστεί αποκλειστικά από το οθωμανικό κράτος, ήταν μόνο η αρχή ενός μεγάλου έργου που ο Σουλτάνος Αβδούλ Αζίζ στόχευε να συνεχίσει μέχρι τη Βαγδάτη. Ωστόσο, η οικονομική συγκυρία δεν επέτρεψε την υλοποίηση του μεγαλεπήβολου σχεδίου, η έμπνευση και η σύλληψη του οποίου αποδίδεται στον Γουλιέλμο φον Πρέσελ 54 . Ο Πρέσελ που έψαχνε τρόπους χρηματοδότησης πέτυχε, παρά τις αντιξοότητες, να μεταπείσει τον διευθυντή της Württembergische Vereinsbank για μια μεγάλη αγοραπωλησία όπλων. Ο διευθυντής της τράπεζας έπεισε με τη σειρά του τον Γκέοργκ φον Ζίμενς, γενικό διευθυντή της Deutsche Bank 55 . Αρχικά ο Ζίμενς έδειξε αδιαφορία ως προς την χρηματοδότηση του έργου. Οι συνθήκες στην Τουρκία δεν ήταν οι πιο κατάλληλες για την έναρξη επενδύσεων. Τελικά όμως ο Ζίμενς δέχτηκε να αναλάβει τη χρηματοδότηση του έργου, έπειτα και από την προσπάθεια άλλων Γερμανών 54
Αυτόθι, σσ.26-28 George W.F. Hallgarten, Imerialismus vor 1914, Die soziologischen Grundlagen der Aussenpolitik Europäischer Grossmächte vor dem Ersten Weltkrieg, Mόναχο, 1963, σ. 267
55
24
διαμεσολαβητών. Επίσης, η Υπηρεσία Δημοσίου Χρέους και ο ρόλος της στην αποπληρωμή των εγγυήσεων από τους Οθωμανούς έπεισαν τον Ζίμενς να αναλάβει το δύσκολο εγχείρημα. Ο ανταγωνισμός των κεφαλαίων και των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων για την ανάληψη του έργου της κατασκευής της σιδηροδρομικής γραμμής έλαβε μεγάλες διαστάσεις μετά και την δέσμευση της Υπηρεσίας Δημοσίου Χρέους να αναλάβει η ίδια τη συγκέντρωση των κονδυλίων. Έτσι, με την υπερκέραση των χρονοβόρων διαδικασιών η ανάληψη ενός τόσο επικερδούς έργου γινόταν περισσότερο ελκυστική για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις. Παρόλα αυτά η δυσλειτουργία του οθωμανικού θησαυροφυλακίου εξακολουθούσε να αποτελεί μειονέκτημα και οι δυσκολίες πληρωμής έναν σοβαρό αποτρεπτικό παράγοντα. Η χάραξη των σιδηροδρομικών γραμμών ακολούθησε μια συγκεκριμένη πορεία. Βέβαια, οι προτάσεις που έπεσαν στο τραπέζι ήταν ποικίλες. Η Εταιρεία Σιδηροδρόμων «Ταρσός-Ταύρος και Άδανα» είχε ήδη αποπερατώσει και παραδώσει σε λειτουργία τη γραμμή Μερσίνας-Αδάνων μήκους 67 χιλιομέτρων. Ένας Γάλλος επενδυτής,
ο
Κολάς
ήθελε
να
επεκτείνει
τη
γραμμή
Χαϊντάρπασα
Κωνσταντινούπολης- Νικομήδεια της Βιθυνίας μέσω Άγκυρας μέχρι τη Βαγδάτη, ενώ οι Βρετανοί πρόσφεραν μια αντιπρόταση για τη γραμμή της Βαγδάτης. Η Γερμανική Τράπεζα (Deutsche Bank) υπέγραψε συμφωνία προνομίων με την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η Γερμανική Τράπεζα δανειοδοτώντας το τουρκικό κράτος με χαμηλό επιτόκιο ύψους 5% διευκόλυνε την κατάσταση. Σημαντικό τμήμα του δανείου χρησιμοποιήθηκε μάλιστα για την αγορά όπλων από την Γερμανία και έτσι υπήρχε διπλό κέρδος για τους Γερμανούς. Η συμφωνία καθόριζε την παράδοση της ανάθεσης και τους όρους κατασκευής και χρήσης της γραμμής Νικομήδειας-Άγκυρας στην Deutsche Bank. Στην κοινοπραξία που θα ολοκλήρωνε τη γραμμή της Άγκυρας συμμετείχαν, εκτός από την Γερμανική Τράπεζα (Deutsche Banκ), και οι Deutsche Vereinsbank και η Württembergische Vereinsbank. Το 1889 εξασφαλίστηκε και η συμμετοχή της Wiener Vereinsbank, η οποία ανέλαβε τη χάραξη των γραμμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας
στην
Ευρώπη
(γραμμή
Κωνσταντινούπολη-Αδριανούπολη-
Philippocel-Bellova) με τη μέθοδο της αγοράς της πλειοψηφίας των μετοχών. Η προέλαση στα μικρασιατικά εδάφη θεωρήθηκε από τους Γερμανούς επενδυτές περισσότερο προσοδοφόρα και από τη σύνδεση της ευρωπαϊκής ηπείρου με την Κωνσταντινούπολη.
Επιπλέον,
η
κατασκευή
της
σιδηροδρομικής
γραμμής
Θεσσαλονίκης-Μοναστηρίου μήκους 219 χιλιομέτρων ανατέθηκε στην ίδια 25
γερμανική επενδυτική κοινοπραξία. Η Εταιρεία Σιδηροδρόμων Ανατολίας στην οποία χορηγήθηκε το έργο της κατασκευής ελεγχόταν από την Γερμανική Τράπεζα και ορισμένους Γάλλους επενδυτές. Την ίδια περίοδο, οι προσπάθειες της Εταιρείας Σιδηροδρόμων της Ανατολίας για την προσέλκυση του βρετανικού κεφαλαίου απέβησαν άκαρπες. Το καθεστώς του Σιδηροδρόμου της Βαγδάτης ενέτεινε για την επόμενη δεκαετία τις ρωσογερμανικές και αγγλογερμανικές σχέσεις στη Μέση Ανατολή 56 . Έτσι οι Γερμανοί που μέχρι το 1880 δεν είχαν φτιάξει ούτε ένα χιλιόμετρο σιδηρόδρομου στα οθωμανικά εδάφη, το 1890 είχαν κερδίσει την ανάθεση της κατασκευής ενός σιδηροδρομικού δικτύου 2.000 χιλιομέτρων 57 . O αυτοκράτορας Γουλιέλμος συμφώνησε με την πρόθεση του Σουλτάνου Χαμίτ για επέκταση της σιδηροδρομικής γραμμής μέχρι τη Μεσοποταμία. Ο Χαμίτ ήθελε να αρχίσει συζητήσεις για το θέμα αυτό με τη διοίκηση της Εταιρείας Σιδηροδρόμων
Ανατολίας
(Anadolu
Demiryolları
Şirketi
ή
Ottomanische
Gesellschaft Anatolischer Eisenbahnen). Τον Αύγουστο του 1890 υπογράφτηκε και η τουρκο-γερμανική συνθήκη εμπορίου η οποία αύξησε ακόμη περισσότερο την εμπιστοσύνη των Οθωμανών αξιωματικών προς τους Γερμανούς. Έτσι η Γερμανία γινόταν η μόνη χώρα που αποδεχόταν το νέο τελωνειακό σύστημα που ήθελαν να εφαρμόσουν οι Οθωμανοί. Βέβαια η επικύρωση της συνθήκης από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες καθιστούσε τη συνθήκη νεκρό γράμμα και απλώς έδινε την ευκαιρία στη Γερμανία να εκφράσει χωρίς ζημία τα φιλοτουρκικά της αισθήματα. Πράγματι η χάραξη των σιδηροδρομικών γραμμών συνοδευόταν από επενδυτικές δραστηριότητες, όπως η κατασκευή έργων άρδευσης και ενέργειας για την παραγωγή πρώτων υλών καθώς και εξόρυξης μεταλλευμάτων. Σύμφωνα με το άρθρο 8 της υπογραφούσης συμφωνίας του 1903 για το σιδηρόδρομο, 58 η εταιρεία
56
Μ. S. Anderson, The Great Powers and the Near East, 1774-1923, Λονδίνο, 1970, σσ. 142-143 Özyüksel, ό.π., σσ. 30-31. Η παραχώρηση του σιδηροδρόμου της Βαγδάτης στις 5 Μαρτίου του 1903 έπεται δύο άλλων προνομίων παραχώρησης, του Οκτώβρη του 1888 και του Δεκέμβρη του 1899. Οι γραμμές Κωνσταντινούπολης-Άγκυρας και Κόνια-Βαγδάτης κατασκευάστηκαν σύμφωνα με αυτές τις προηγηθείσες συμφωνίες. Βαρυσήμαντο θεωρείται το άρθρο της συμφωνίας της 5ης του Μάρτη 1903 για το Σιδηρόδρομο της Βαγδάτης το οποίο αναφέρεται στην κατασκευή λιμανιών για τη μεταφορά των αγαθών του εμπορίου. Η σύμβαση της παραχώρησης με όλα τα άρθρα αναλυτικά στον Anderson, ό.π., σσ. 142-143. 58 Anderson, ό.π., σ. 145 57
26
κατασκευής του σιδηροδρόμου είχε το δικαίωμα διεξαγωγής μεταλλευτικών ερευνών και εργασιών σε ακτίνα 20 χιλιομέτρων από τις γραμμές 59 . Ο Χαμίτ παρά τις πιέσεις των υπολοίπων ευρωπαϊκών χωρών για παραχώρηση του δικαιώματος κατασκευής σιδηροδρόμου στα οθωμανικά εδάφη, έμεινε πιστός στη γερμανική πλευρά. Η αιτία γι’ αυτό ήταν ότι ο Σουλτάνος πίστευε πως οι Γερμανοί σε αντίθεση με τους Γάλλους και τους Βρετανούς, δεν είχαν πολιτικές σκοπιμότητες και εδαφικές διεκδικήσεις επί των οθωμανικών εδαφών. Η επιτυχής έκβαση της κατασκευής της σιδηροδρομικής γραμμής ΚωνσταντινούποληςΆγκυρας το Νοέμβριο του 1892 επιβεβαίωσε τις πεποιθήσεις του Σουλτάνου για την επιτυχημένη γερμανική πορεία 60 . Στις 15 Φεβρουαρίου 1893 η οθωμανο-γερμανική συμμαχία ενισχύθηκε με την υπογραφή μιας νέας συμφωνίας προνομίων. Η κατασκευή της γραμμής Εσκισεχίρ-Ικονίου ολοκληρώθηκε το 1896 και έκανε εφικτή τη μετακίνηση από την Κωνσταντινούπολη στο Ικόνιο εντός δύο ημερών. Σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε στον οικονομικό τομέα, η Γερμανία ούτε την εποχή του Μπίσμαρκ είχε αναμιχθεί ενεργά στις νομικές και διοικητικές μεταρρυθμίσεις στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Έτσι η πολιτική αδιαφορίας προς τις μειονότητες την περίοδο του Γουλιέλμου Β΄, εξελίχθηκε σε ανοιχτή στήριξη των Οθωμανών. Η Γερμανία που είχε αργήσει να εισέλθει στα ζητήματα της διεθνούς πολιτικής δεν είχε καμιά μειονότητα υπό την προστασία της. Δε συνέβαινε όμως το ίδιο με τους Βρετανούς, τους Ρώσους και τους Γάλλους που είχαν αναλάβει την προστασία των διαμαρτυρομένων, των ορθοδόξων χριστιανών και των καθολικών αντίστοιχα. Η γερμανική πολιτική της διατήρησης της εδαφικής ακεραιότητας της Τουρκίας ταυτιζόταν με τα σχέδια για αύξηση της επιρροής της και ειρηνικής εισόδου στο οθωμανικό κράτος. Η γερμανική στάση υπέρ του αμετάβλητου των οθωμανικών συνόρων πήρε μάλιστα μια πιο ξεκάθαρη μορφή με την υποστήριξη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στον πόλεμο με την Ελλάδα
το 1897. Φυσικά η
πολιτική αυτή στόχευε στο να μην διακινδυνεύσουν οι γερμανικές επενδύσεις επί των οθωμανικών εδαφών. Παράλληλα, οι υπηρεσίες που πρόσφεραν κατά τη διάρκεια του
59
Βλέπε την Διδακτορική Διατριβή του Κυριάκου Χατζηκυριακίδη, Η διείσδυση των ευρωπαϊκών εταιρειών στα μεταλλεία της Μ. Ασίας (1861-1923). Επιπτώσεις στους Έλληνες μεταλλουργούς του Πόντου, Θεσσαλονίκη, 2005, σ. 120 60 Özyüksel, ό.π., σσ. 30-33
27
πολέμου οι γερμανικοί σιδηρόδρομοι σε Ευρώπη και Ασία, ενίσχυσαν τη θετική γνώμη του Αβδούλ Χαμίτ για την ωφέλεια των σιδηροδρόμων 61 . Σύμφωνα με άρθρο της ρωσικής εφημερίδας της Πετρούπολης Novoje Vremja, η κατασκευή του σιδηροδρόμου θα απέδιδε όλη την βιομηχανία και το εμπόριο της Μ. Ασίας στη Γερμανία. Η Γερμανία θα αποκτούσε υλικά πλεονεκτήματα εντός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και θα άνοιγε νέες ατραπούς στη σύσφιξη των σχέσεων των δύο χωρών. Εν αντιθέσει, Γαλλία, Βρετανία και Ρωσία μπορεί να προχωρούσαν στη σύναψη επίσημων διπλωματικών συμφωνιών, οι οποίες όμως δεν θα άντεχαν στις πιέσεις που θα δέχονταν. Αντίθετα η γερμανο-τουρκική εμπορική σχέση και φιλία εδραιωνόταν, πέραν της κυβέρνησης και στην εμπιστοσύνη του λαού 62 . Ταυτόχρονα, γερμανικά θρησκευτικά ιδρύματα, όπως τα Jerusalim Verein, Evangelische Bund, Deutsche Orient Mission, σε παραλληλισμό με τη γερμανική εξωτερική πολιτική, είχαν αυξήσει τη δράση τους σε Συρία και Παλαιστίνη. Οι γερμανικές ιεραποστολές αποσκοπούσαν στη διάδοση του προτεσταντισμού που συνεπαγόταν την αύξηση της γερμανικής πολιτισμικής επιρροής. Επιπλέον, μια σειρά από σύλλογοι που ιδρύθηκαν με πρωτοβουλία Γερμανών μελετητών της Ανατολής είχαν ενισχύσει τη δραστηριότητά τους με σκοπό την κατεύθυνση του γερμανικού επεκτατισμού προς εκπλήρωση των δικών τους επιδιώξεων. Μεταξύ αυτών ήταν και η Παγγερμανική Ένωση (Alldeutscher Verband). Επρόκειτο για μια εθνικιστική οργάνωση που όπως και άλλοι σύλλογοι όπως οι Vorderasiatische Gesellschaft και Deutsche Vorderasien Komite ήθελε τον εποικισμό της Ανατολίας. Η Μ. Ασία και η Μέση Ανατολή λόγω κλίματος και γεωγραφικής θέσης ήταν οι πλέον κατάλληλες για μια τέτοια ενέργεια. Ο εποικισμός της Ανατολίας από Γερμανούς πολίτες αναπτύχθηκε ως ιδέα από την εποχή του Γουλιέλμου, ενισχύθηκε ακόμη περισσότερο κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Όταν η γαλλική και βρετανική προπαγάνδα ταυτιζόταν με τις παγγερμανιστικές ιδέες των συλλόγων, η καχυποψία της Υψηλής Πύλης αυξανόταν κατακόρυφα 63 . Οι Παγγερμανιστές διέδιδαν ότι ως φορείς ενός υπέρτερου πολιτισμού είχαν υποχρέωση να επεκτείνουν τα όριά τους. Οι περίοικοι λαοί, ασχέτως φυλετικής 61
Özyüksel, ό.π., σσ. 34-35 Χατζηκυριακίδης, ό.π., σ. 120 63 Özyüksel, ό.π., σσ. 40-41, Ε. J. Hobsbawm, H εποχή των αυτοκρατοριών, 1875-1914, Αθήνα, 2007, σ.104 62
28
συγγένειας, όφειλαν να υποταχθούν και ως προς αντάλλαγμα της κατάλυσης της πολιτικής ανεξαρτησίας τους, να λάβουν το «αγαθό του υψηλότερου πολιτισμού». Οι αρχές των Παγγερμανιστών περιλάμβαναν τον μη σεβασμό σε καθετί διαφορετικό, είτε αφορά εθνικότητα ή θρήσκευμα, και γενικότερα στην με κάθε μέσο επιβολή της παγγερμανιστικής εθνικιστικής ιδεολογίας. Θεωρούσαν ως ιστορική αποστολή του έθνους την κατάκτηση ξένων εδαφών και αλλόφυλων πληθυσμών. Επρόκειτο για την εκπολιτιστική διαδικασία με γερμανική ηγεσία προς όφελος όλων 64 .
β΄. ΜΠΙΣΜΑΡΚ ΚΑΙ REALPOLITIK
O Μπίσμαρκ συνήθιζε να λέει: φοβού μόνο του Θεού, οργήν κατά του εχθρού και πίστιν επί του λαού μας 65 . Επρόκειτο για ένα αριστοκράτη γαιοκτήμονα, μη αντιδραστικό που δεν συμμεριζόταν την συνταύτιση των εκπροσώπων της τάξης του με την Αυστρία. Διπλωματικός εκπρόσωπος της Πρωσίας στη δίαιτα της Γερμανικής Συνομοσπονδίας ο νέος Καγκελάριος πίστευε ότι η Πρωσία ήταν ικανή να ενώσει τους Γερμανούς σε ένα ενιαίο κράτος. Στην αντιπαράθεση μονάρχη και κοινοβουλίου υποστήριξε τη θέση του βασιλιά, επειδή πίστευε στο θεσμό της μοναρχίας και στην αμείωτη ισχύ του σε σχέση με το κοινοβούλιο και αναγνώριζε την ανάγκη αναδιοργάνωσης και ενίσχυσης του στρατού. Απέφυγε ωστόσο την ανοιχτή σύγκρουση με τη φιλελεύθερη πλειοψηφία στη Βουλή και προώθησε τις μεταρρυθμίσεις στο στρατό σταθερά και αθόρυβα. Πίστευε επίσης ότι η Πρωσία είχε την ανάγκη της αστικής τάξης και τους στρατού και πως η φιλελεύθερη αντιπολίτευση θα ήταν, προκειμένου να επιτευχθεί η ενοποίηση της Γερμανίας, πιο πιστή σύμμαχος από την συντηρητική αντιπολίτευση 66 . Η ανησυχία του να αποφύγει μια σύγκρουση με τη Γαλλία και η συνακόλουθη επιθυμία του να δημιουργήσει συνθήκες απομόνωσης της Γαλλίας στην Ευρώπη κατηύθυναν την οθωμανική πολιτική του Μπίσμαρκ. Επίφοβες ως προς τη δημιουργία συμμαχιών με τη Γαλλία ήταν η Ρωσία και η Αυστρία. Έτσι, το 1872 ο Γερμανός πρωθυπουργός προχώρησε σε προφορική συμφωνία με τους αυτοκράτορες 64
Ανώνυμος, Η εν Ανατολή γερμανική πολιτική, Η Ελλάς και ο ελληνισμός, Αθήνα, 1915, σ. 17 ΙΑΥΕ, Ζωγράφος προς Υπουργείο Εξωτερικών, «Πολεμικά δάνεια Γερμανίας», Βερολίνο, 3-3-1915, αρ.πρωτ. 3329, Α΄, Α/5,1915, Στάσις και Πολιτεία Κεντρικών Δυνάμεων 66 Ιωάννης Κολιόπουλος, Νεώτερη Ευρωπαϊκή ιστορία,1789-1945. Από τη Γαλλική Επανάσταση μέχρι τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, Θεσσαλονίκη, 2001, σ. 205 65
29
των δύο χωρών που έμεινε στην ιστορία ως η «Πρώτη Συμφωνία Ένωσης Τριών Αυτοκρατοριών». Με τη συμφωνία αυτή καθοριζόταν το απαραβίαστο και αδιαφιλονίκητο των συνόρων στην Ευρώπη και γινόταν αποδεκτή από τη Ρωσία η χάραξη της γαλλογερμανικής μεθορίου. Όμως Ρωσία και Αυστρία έφτασαν σύντομα σε ρήξη μεταξύ τους και η Γερμανία, συνειδητοποιώντας τη δυσκολία ύπαρξης μιας τέτοιας συμμαχίας, έμεινε στο πλευρό της Αυστρίας συνάπτοντας μια νέα συμμαχία μαζί της. Η συμμαχία της Αυστρίας με τη Βρετανία εναντίον της Ρωσίας αποτέλεσε το οριστικό πλήγμα και οδήγησε την Ρωσία να αποχωρήσει από την Ένωση των Τριών Αυτοκρατόρων. Ο Μπίσμαρκ θεωρούσε την Οθωμανική Αυτοκρατορία ως μια δύναμη εφεδρική, ενώ προσπαθούσε να διατηρήσει διπλωματικές σχέσεις με τη Ρωσία. Η διαφωνία της χώρας του με τη Γαλλία προβλημάτιζε ιδιαίτερα τον Γερμανό πρωθυπουργό. Η απομόνωση της Ρωσίας από το εχθρικό στρατόπεδο και η διατήρηση ίσων αποστάσεων με την Οθωμανική Αυτοκρατορία αποτελούσαν τις βασικές γραμμές της εξωτερικής μπισμαρκιανής πολιτικής. Στο κλίμα αυτό εντάσσεται και η αποστολή της στρατιωτικής γερμανικής βοήθειας προς ενίσχυση του οθωμανικού στρατού 67 . Μετά την ανανέωση των συμβάσεων των Γερμανών αξιωματικών από τον Σουλτάνο Αβδούλ Χαμίτ, ενέργεια που προκάλεσε εύλογες απορίες στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη, η Οθωμανική Αυτοκρατορία προχώρησε στη σύναψη εμπορικών σχέσεων με τη Γερμανία εγκαινιάζοντας μια νέα εποχή για τις δύο αυτοκρατορίες. Ο Σουλτάνος ήθελε να δώσει την εντύπωση μιας ετοιμοπόλεμης Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και η εντύπωση αυτή ενισχύθηκε ακόμη περισσότερο με την αγορά οπλισμού από την σύμμαχο χώρα. Από το 1883 μάλιστα άρχισε και η αποστολή Τούρκων αξιωματικών στη Γερμανία προς εκπαίδευση τους. Με το πέρας της αποστολής και την επάνοδό τους στην Τουρκία οι αξιωματικοί εντάσσονταν στο φιλογερμανικό κίνημα του οθωμανικού στρατού. Έτσι η Οθωμανική Αυτοκρατορία περνούσε το μήνυμα στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη της ενίσχυσης των στρατιωτικών σχέσεων με τη Γερμανία 68 . Η μεγαλύτερη επιτυχία όμως της γερμανικής στρατιωτικής αποστολής ήταν η διάνοιξη των θυρών της τουρκικής αγοράς και η πλήρης παράδοσή της στη 67
Murat Özyüksel, «Εξωτερικές σχέσεις της περιόδου του Αβδούλ Χαμίτ (Abdülhamit), 1876-1909», Turkish Review, 1999, σσ.20-21 68 Jehuda L. Wallach, Anatomie einer Militärhilfe. Die preussisch-deutschen Militärmissionen in der Türkei 1835-1919, Ντύσελντορφ, 1976, σσ. 49-58
30
γερμανική πολεμική βιομηχανία. Η πώληση όπλων στους Οθωμανούς από τις βρετανικές και γαλλικές εταιρείες πολέμου όπως η Vickers Armstrong και η Schneider-Creusot κυριαρχούσε στην οθωμανική αγορά. Τώρα οι γερμανικές εταιρείες Mauser, Krupp και Löwe ανέλαβαν το μονοπώλιο στον πολεμικό εξοπλισμό. Η προμήθεια 500
πυροβόλων για την οχύρωση των Στενών των
Δαρδανελίων το 1885 από την εταιρεία Krupp ήταν η πρώτη μεγάλη επιτυχία του φον ντερ Γκολτζ για τη γερμανική πολεμική βιομηχανία. Το 1888 ο οπλισμός που είχε αγοραστεί για λογαριασμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από τη Γερμανία ανήλθε σε 2,2 εκατομμύρια μάρκα ενώ για τα επόμενα έτη, 1889 και 1890 το ποσό αυτό συνολικά ήταν 15,3 εκατομμύρια μάρκα. Κατά τη διάρκεια της Καγκελαρίας του Μπίσμαρκ, παρά τη στασιμότητα στις πολιτικο-οικονομικές σχέσεις με την Οθωμανική Αυτοκρατορία, τέθηκαν τα θεμέλια για μια στενότερη συνεργασία στο στρατιωτικό τομέα 69 .
γ΄.
ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ
ΚΑΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΤΗΣ
ΓΕΡΜΑΝΙΚΗΣ
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ
Η αγγλο-ρωσική συμμαχία του Αυγούστου του 1907 αποτελούσε άλλη μια απόδειξη της επιδείνωσης της διεθνούς θέσης της Γερμανίας. Η Βρετανία και η Ρωσία παραμέρισαν τις μεταξύ τους διαφορές και προχώρησαν στη σύναψη συμμαχίας. Η πιο σημαντική σύμπτωση συμφερόντων συνέβη στην Περσία, όπου αναγνωρίστηκαν η βρετανική σφαίρα επιρροής στα νότια και η ρωσική στα βόρεια. Αντίθετα, η γερμανική πολιτική και οικονομική διείσδυση στην Τουρκία, με σύμβολο τον σιδηρόδρομο Βαγδάτης-Βερολίνου δεν βρήκε αποδοχή από την Αγία Πετρούπολη. Για τους Γερμανούς αυτό αποτελούσε το μοναδικό ιμπεριαλιστικό τους σχέδιο. Η γερμανική επικράτηση στην Οθωμανική Αυτοκρατορία θα απέφερε πολλά οφέλη. Έτσι, όταν ο Σουλτάνος Αβδούλ Χαμίτ ο Β΄ ανατράπηκε από τους Νεότουρκους, το στοίχημα που είχε βάλει η Γερμανία έμοιαζε να τίθεται για λίγο σε κίνδυνο. Οι Νεότουρκοι όμως ήρθαν εγγύτερα με τις δυτικές δυνάμεις όπως και οι πρόγονοί τους και θεώρησαν ότι το γερμανικό κεφάλαιο θα απέβαινε χρήσιμο ως αντιστάθμισμα στην ανάμιξη των παλιών δυνάμεων επιβολής. Η γερμανική κυβέρνηση ήταν η ηγέτιδα δύναμη, καθώς οι γερμανικές τράπεζες και οι επιχειρήσεις 69
Özyüksel, ό.π., σσ. 24-25
31
προτιμούσαν να μοιράζονται τα ρίσκα με τους Βρετανούς και Γάλλους ανταγωνιστές τους 70 . Με την ανάρρηση του στο θρόνο ο Γουλιέλμος Β΄ πραγματοποίησε μια σημαντική αλλαγή στην εξωτερική πολιτική της Γερμανίας. Η ζωτική ανάγκη για εύρεση πρώτων υλών και αγορών την εποχή της βιομηχανοποίησης, οδήγησε τη χώρα του να προχωρήσει σε αποικιοκρατικές κινήσεις, δραστηριότητα την οποία είχε ξεκινήσει ήδη ο μετριοπαθής Μπίσμαρκ. Η επεκτατική πολιτική του Γουλιέλμου (Weltpolitik) αποτέλεσε την αιτία της διαφωνίας ανάμεσα στον αυτοκράτορα και στον πρωθυπουργό, με αποτέλεσμα την παραίτηση του Μπίσμαρκ από την καγκελαρία. Η Γερμανία σημείωσε πολύ μεγάλη πρόοδο στον τομέα της βιομηχανίας μέσα σε λίγες δεκαετίες. Το 1871 παράγονταν 1.564.000 τόνοι χάλυβα, ποσότητα η οποία το 1900 άγγιξε τους 9.103.000 τόνους πλησιάζοντας την παραγωγή της Βρετανίας. Το 1910 η γερμανική βιομηχανική παραγωγή έφτασε τους 14.794.000 τόνους. Στην επεξεργασία του χάλυβα η Γερμανία έφτασε στο σημείο να προηγείται όλης της Ευρώπης. Οι τομείς παραγωγής κάρβουνου, όπλων, μηχανών, ηλεκτρισμού και χημικών προϊόντων σημείωσαν εντυπωσιακή ανάπτυξη. Οι σιδηρόδρομοι έλυσαν το πρόβλημα της μεταφοράς που υπήρχε. Ήδη από το 1880 η Γερμανία κατείχε την τέταρτη θέση σε παγκόσμια κλίμακα ανάμεσα στις χώρες με τις μεγαλύτερες εξαγωγές. Οι γερμανικές τράπεζες που είχαν σημαίνοντα ρόλο στην πορεία αυτή άρχισαν τις επενδύσεις στο εξωτερικό και το ετήσιο ποσό των επενδύσεων δεν έπεσε ποτέ κάτω από τα 400 εκατομμύρια μάρκα 71 . H Γερμανία διέθετε την πιο σύγχρονη πολεμική μηχανή της εποχής με άρτια οργανωμένες γραμμές ανεφοδιασμού, σύγχρονη βαριά βιομηχανία με εντυπωσιακούς ρυθμούς ανάπτυξης και ασυναγώνιστη τεχνολογική υποδομή. Οι υποστηρικτές της ουδετερότητας δεν έκρυβαν την πεποίθηση ότι η Γερμανία, η οποία διέθετε τον πιο σύγχρονο στρατό της εποχής, θα υπερίσχυε έναντι των αντιπάλων της 72 .
70
Edgar Feuchtwanger, Imperial Germany 1850-1918, Λονδίνο, Ν. Υόρκη, 2001, σσ. 146-147 Murat Özyüksel,, «Εξωτερικές σχέσεις της περιόδου του Αβδούλ Χαμίτ (Abdülhamit), 1876-1909», Turkish Review, 1999, σσ.25-26 72 Ιωάννης Σ. Κολιόπουλος, Ιστορία της Ελλάδας από το 1800. Η διαμόρφωση και η άσκηση της εθνικής πολιτικής, τεύχ. β΄, Θεσσαλονίκη, 2002, σσ. 236-237 71
32
Β΄ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ ΣΤΗ Μ. ΑΣΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΤΟΥΡΚΩΝ (1908-1918)
α΄. Η ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥΡΚΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ ΠΡΙΝ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ Α΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
Η συμμαχία των Γερμανών με τους Τούρκους διατήρησε την ισχύ της για μικρό χρονικό διάστημα. Επισυνάφτηκε στις αρχές Αυγούστου του 1914, κάτω από τον φόβο ενός επικείμενου πολέμου και έληξε το φθινόπωρο του 1918 με τη διάλυση της συμμαχίας μεταξύ της Γερμανίας, της Ιταλίας, της Αυστροουγγαρίας και της Τουρκίας εξαιτίας της συντριβής τους στα μέτωπα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Σε αντίθεση με τις άλλες συμμαχικές συνθήκες, η γερμανο-τουρκική δεν υπήρξε προϊόν προσεκτικών υπολογισμών και μακροχρόνιας προετοιμασίας. Η ξαφνική και γοργά ανερχόμενη κρίση στην Ευρώπη το καλοκαίρι του 1914 δεν άφηνε άλλωστε πολλά περιθώρια για περαιτέρω σκέψη. Τα κοινά συμφέροντα της Γερμανίας και της Τουρκίας οδήγησαν τις δύο χώρες να ενώσουν τα όπλα και τις τύχες τους, για να μην βρεθούν εκτεθειμένες σε μια ενδεχόμενη διάσπαση. Μετά τη λήξη των Βαλκανικών Πολέμων η βασική γραμμή της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής ήταν να μπει σε ένα συμμαχικό σύστημα. Η ατυχής κατάληξη του Βαλκανικού Πολέμου οφείλονταν στο γεγονός ότι η Τουρκία πολεμούσε μόνη της εναντίον των Βαλκανίων. Η πορεία του πολέμου αποκάλυψε στις ευρωπαϊκές δυνάμεις την εσωτερική αδυναμία της μεγάλης Αυτοκρατορίας, η οποία οδήγησε στον εδαφικό ακρωτηριασμό της με την απώλεια του μεγαλύτερου μέρους των ευρωπαϊκών εδαφών της. Το αποτέλεσμα του πρώτου Βαλκανικού Πολέμου ανέδειξε επίσης την «αρπακτική» διάθεση των Ευρωπαίων για την τουρκική κληρονομιά και τη διάσπαση της εσωτερικής πολιτειακής οργάνωσης της Τουρκίας. Ο δεύτερος Βαλκανικός Πόλεμος ανάδειξε επιπλέον την αμφισβήτηση των Μεγάλων Δυνάμεων προς την τουρκική πολιτική ισχύ, παρότι θα μπορούσε να επιφέρει βελτίωση σε ορισμένες καταστάσεις με τη διπλωματική εκμετάλλευση των ευνοϊκών συνθηκών 73 .
73
Ανώνυμος, Das deutsch-türkische Bündnis im Weltkrieg, I.Grundlinien der türkischen Aussenpolitik vor Ausbruch des Weltkrieges,σσ. 1-5
33
Η Τουρκία είχε ανάγκη από χρόνο προκειμένου να ανασυγκροτηθεί. Ένας συνασπισμός θα μπορούσε βέβαια να της προσφέρει βοήθεια μια και η ίδια ήταν αδύναμη. Έτσι, οποιοσδήποτε ερχόταν σε σύγκρουση μαζί της θα ερχόταν αντιμέτωπος με μια ισχυρή συμμαχία και όχι με μια απομονωμένη και αδύναμη Τουρκία. Ο συνασπισμός θα έπρεπε να κατορθώσει αυτό που δεν κατάφερνε από μόνη της η δική της εξουσία και δύναμη· την προστασία της Τουρκίας σε περίπτωση εξωτερικής επίθεσης. Αυτοί ήταν οι λόγοι που υποχρέωναν την Τουρκία να ενταχθεί σε μια συμμαχία. Αρχικά η χώρα έπρεπε να καθορίσει τη στάση που θα κρατούσε απέναντι στις ευρωπαϊκές δυνάμεις. Σε μια ενδεχόμενη διάσπαση των ευρωπαϊκών δυνάμεων σε δύο στρατόπεδα, έπρεπε να μελετήσει αν η προσχώρηση της στην Αντάντ ή στην Τριπλή Συμμαχία θα της πρόσφερε περισσότερα οφέλη. Ήθελε επίσης να εξασφαλίσει τη βεβαιότητα ότι οι Μεγάλες Δυνάμεις θα μπορούσαν να εγγυηθούν τη στήριξη της εξωτερικής της πολιτικής και την καλώς εννοούμενη διασφάλιση της ύπαρξης της. Η Τριπλή Συμμαχία με την επέμβαση της στην Εγγύς Ανατολή, με την αιτιολογία της διασφάλισης του status quo στην περιοχή, εξασφάλιζε την ισορροπία από μια ενδεχόμενη στρατιωτική απειλή της Αντάντ. Αντίθετα, κατά την ερμηνεία πολλών Τούρκων πολιτικών και διπλωματών, η Τουρκία δεν επρόκειτο να βρει αυτήν την ασφάλεια από την Αντάντ. Από την άλλη όμως κυριαρχούσε η άποψη ότι η Γερμανία δεν ήθελε να διακυβεύσει τις φιλικές σχέσεις με τις Μεγάλες Δυνάμεις για όφελος της Τουρκίας. Δεν ήταν λίγες άλλωστε οι περιπτώσεις που η Γερμανία συμφώνησε για το συμφέρον της παγκόσμιας ειρήνης με λύσεις που ήταν επιζήμιες για την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Λίγο πριν την έκρηξη των Βαλκανικών Πολέμων ολόκληρη η βαλκανική χερσόνησος ήταν ένα καζάνι που έβραζε. Η πολιτική ένταση ήταν το κοινό χαρακτηριστικό που επικρατούσε στις βαλκανικές πρωτεύουσες αλλά και στην Κωνσταντινούπολη. Ωστόσο παραμονές των πολέμων τόσο η Τουρκία όσο και τα άλλα βαλκανικά κράτη δεν προσδιόριζαν την πολιτική που θα ακολουθούσαν και δεν κατέληγαν σε μια συγκεκριμένη απόφαση. Η ασάφεια αυτή, προερχόμενη από το κλίμα ανασφάλειας που επικρατούσε λόγω των συχνών πολιτικών μεταβολών, ήταν διάχυτη και στην πολιτική των Μεγάλων Δυνάμεων. Έτσι οι στόχοι της εξωτερικής
34
πολιτικής της Τουρκίας παρέμεναν συγκεχυμένοι μέχρι την έκρηξη του Μεγάλου Πολέμου 74 . Η εξωτερική γερμανική πολιτική από την άλλη κράτησε τα προσχήματα και κινήθηκε περισσότερο διπλωματικά με την ισχύ και το κύρος της μεγάλης προστάτιδος δύναμης. Η πολιτική αυτή κινήθηκε με βάση την αρχή της ουδετερότητας της Τουρκίας και της διακαούς επιθυμίας να μην προσχωρήσει στο στρατόπεδο της Αντάντ. Η πολιτική πορεία της Γερμανίας στο θέμα της Μέσης Ανατολής συμβάδιζε πάντως με τα τουρκικά σχέδια συμμαχίας με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία. Μια τέτοια βαλκανική συμμαχία είχε κριθεί από το Βερολίνο πως θα προσέφερε σημαντικές υπηρεσίες στις Κεντρικές Δυνάμεις σε περίπτωση πολέμου. Θα συγκρατούσε τη Σερβία και την Ελλάδα και θα παρείχε ένοπλα στρατιωτικά σώματα στις Κεντρικές Δυνάμεις, ενώ θα άνοιγε νέους στρατιωτικούς δρόμους επιχειρήσεων στη Ν. Ρωσία και θα μετέφερε τον πόλεμο στις ευαίσθητες περιοχές της Αντάντ. Ο Γερμανός αυτοκράτορας ήταν όμως αντίθετος με αυτόν τον συνασπισμό του οποίου κύριος εκφραστής ήταν ο Βάγκενχαϊμ, ο Γερμανός πρεσβευτής. Ο αυτοκράτορας επιθυμούσε μια συμμαχία ανάμεσα σε Ελλάδα, Τουρκία και Ρουμανία. Η διαφωνία αυτή έφερε σε δύσκολη θέση το Υπουργείο Εξωτερικών. Από την άλλη διαφωνούσε με τον Αυτοκράτορα και η Αυστροουγγαρία, καθώς η Βιέννη επιθυμούσε την προσάρτηση της Βουλγαρίας στη συμμαχία. Έτσι έγιναν προσπάθειες για να απομακρυνθεί ο αυτοκράτορας από τη φιλελληνική του στάση γιατί επιπλέον, μια συμμαχία Ελλάδας-Τουρκίας-Ρουμανίας θα είχε ως αποτέλεσμα τη σύμπραξη της Βουλγαρίας με τη Ρωσία. Η διαφοροποίηση στις πολιτικές των δύο χωρών μπορεί να συνοψιστεί στο ζήτημα της ασφάλειας στην Ευρώπη και στα Βαλκάνια. Ενώ η Τουρκία ευαγγελιζόταν την σύναψη της Τριπλής Συμμαχίας με σκοπό την προστασία του βαλκανικού συνδυασμού, η Γερμανία επιθυμούσε μια βαλκανική συμμαχία ωφέλιμη για την Τριπλή Συμμαχία. Η ανάληψη του ρόλου της προστάτιδας δύναμης επιφορτιζόταν αρνητικά, λόγω της στρατιωτικής βοήθειας που είχε προσφέρει στην Τουρκία. Κάθε σχέση άλλωστε βασίζεται στην αρχή του δούναι και λαβείν. Έτσι η ήττα της Τουρκίας μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους δεν προοιώνιζε ένα ευοίωνο στρατιωτικό μέλλον. Σύμφωνα με τον στρατηγό Σάντερς, «ο στρατός της Τουρκίας βρίσκεται σε τέτοια κατάσταση που σε περίπτωση πολέμου θα οδηγηθεί με ακρίβεια
74
Αυτόθι, σσ.5-10
35
στην κατάρρευση». Εξάλλου, όπως τόνισε και ο Βάγκενχαϊμ «η Τουρκία σήμερα δεν είναι σε θέση να γίνει ακόμα μέλος μιας συμμαχίας. Θα ήταν φορτίο για τις υπόλοιπες χώρες χωρίς να μπορεί να προσφέρει το παραμικρό» 75 . Ο κίνδυνος ενός πολέμου στην Ευρώπη έκανε επιτακτική την ανάγκη λήψης αποφάσεων. Στο πλαίσιο αυτό οι διπλωματικές διαπραγματεύσεις καθορίζονταν ανά πάσα στιγμή από τις άμεσες εξελίξεις που λάμβαναν χώρα. Η αφορμή για τη σύναψη της γερμανο-τουρκικής συμμαχίας δόθηκε τελικά από την πλευρά της Τουρκίας. Τα διλήμματα που προέκυψαν για τη Γερμανία τότε ήταν πολλά. Η διάθεση της να στρέψει την Τουρκία στο πλευρό των Κεντρικών Δυνάμεων υπονομευόταν από το κακό παρελθόν της τελευταίας στον στρατιωτικό τομέα. Υπήρχαν όμως ενδείξεις ότι η κρίση στον στρατό της Τουρκίας ήταν παροδική. Πράγματι, ο στρατηγός Σάντερς πληροφόρησε τον πρέσβη για το αξιόμαχο της τουρκικής στρατιωτικής πλευράς. Μάλιστα ο Γερμανός αυτοκράτορας υπέδειξε στον πρέσβη: «για καιροσκοπικούς λόγους η επιθυμία της Τουρκίας να ενωθεί με τις Κεντρικές Δυνάμεις θα μπορούσε να εκπληρωθεί». Έτσι ο Βάγκενχαϊμ άλλαξε την στάση που είχε κρατήσει μέχρι τότε και ανακοίνωσε στον Βεζύρη την συμμαχική στήριξη της Γερμανίας. Έτσι, η Τουρκία βγήκε από την απομόνωση λίγο πριν ξεσπάσει ο πόλεμος 76 . Λίγο πριν την έκρηξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου όμως η διάθεση της Γερμανίας
να
ακολουθήσει
μια
συμβιβαστική
πολιτική
στην
Οθωμανική
Αυτοκρατορία, μετά την σχετική διαβεβαίωση της σχετικά με τη δυνατότητα διαπραγμάτευσης των οικονομικών της διαφορών επί των οθωμανικών εδαφών με την Αντάντ, ανατράπηκε από τα γεγονότα που εξελίσσονταν ραγδαία. Η αποστολή του Γερμανού Σάντερς στα Στενά των Δαρδανελίων θορύβησε τη Ρωσία, η οποία απορρίπτοντας το συμβιβασμό με τους Αρμενίους ηγήθηκε της εκστρατείας της Αντάντ. Η κακή χρονική συγκυρία της γερμανικής στρατιωτικής αποστολής, τον Ιανουάριο του 1913, όταν το Συνέδριο του Λονδίνου προσπαθούσε ανεπιτυχώς να θέσει τέρμα στον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο, δημιούργησε δυσάρεστες εντυπώσεις. Ο Βάγκενχαϊμ διαβεβαίωνε για την ανάγκη ύπαρξης ενός στρατηγού στις υπηρεσίες του μεταπολεμικού τουρκικού στρατεύματος. Δύο βδομάδες αργότερα ο Γερμανός πρέσβης επεξηγούσε τις προθέσεις της τουρκικής κυβέρνησης περισσότερο αναλυτικά. Η Τουρκία μετά την ήττα της στους 75
Αυτόθι, ΙΙ.Grundlinien der Orientpolitik vor Ausbruch des Weltkrieges, σσ.10-15 Αυτόθι, III.Die deutsch-türkischen Bündnisverhandlungen und der Vertrag vom 2. August 1914 , σ.16
76
36
Βαλκανικούς Πολέμους έχρηζε άμεσης αναδιοργάνωσης του στρατιωτικού της τομέα, ενέργεια μη πραγματοποιήσιμη δίχως την ευρωπαϊκή ενίσχυση. Η προτίμηση του Γερμανού στρατηγού δικαιολογείται με τα εξής επιχειρήματα. Αρχικά, ο διορισμός ενός Γερμανού αξιωματικού ως ανώτατου διοικητή, ο οποίος λογοδοτούσε απευθείας στον υπουργό πολέμου της Τουρκίας, θα εκμηδένιζε τις υπάρχουσες πολιτικές υποταγές εντός του οθωμανικού στρατού. Η Πύλη προτίμησε τη Γερμανία για τη θέση αυτή, καθώς Γαλλία και Ρωσία δεν θεωρούνταν τόσο έμπιστες, ενώ η Βρετανία είχε ήδη αναλάβει τη διοίκηση του τουρκικού ναυτικού 77 . Ο διορισμός ενός Γερμανού στρατιωτικού για την επίβλεψη των οχυρώσεων των Στενών και της Κωνσταντινούπολης, αίτημα που ικανοποιήθηκε με την ταυτόχρονη έκρηξη του Β΄ Βαλκανικού Πολέμου, ήταν απόφαση του ίδιου του Κάιζερ μετά από τουρκική παράκληση. Το πολιτικό κλίμα που επικρατούσε και οι φήμες που διαδίδονταν στην Ευρώπη απασχολούσαν τη γερμανική κυβέρνηση. Οι κατηγορίες ότι η Γερμανία επιδίωκε να καταστήσει την Τουρκία δορυφόρο της εν αναμονή του Μεγάλου Πολέμου προβλημάτιζαν τον Κάιζερ. Όμως, ενώ ήταν τουρκική η έκκληση για στρατιωτική ενίσχυση μέσω της αποστολής του Σάντερς, η Γερμανία ήταν εκείνη που έδινε έμφαση στην δύναμη που θα αποκτούσε μέσω της αναδιοργάνωσης του τουρκικού στρατού 78 . Με λίγα λόγια, η Τουρκία γινόταν φερέφωνο της Γερμανίας με αντάλλαγμα τη νίκη στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο που ήταν έτοιμος να ξεσπάσει. Η αίτηση μιας γερμανικής στρατιωτικής βοήθειας από τη μεριά των Τούρκων δικαιολογείται απόλυτα λόγω των σχέσεων των δύο χωρών τα τελευταία τριάντα χρόνια. Γερμανοί αξιωματικοί είχαν προσληφθεί επανειλημμένως στον οθωμανικό στρατό με σκοπό την εκπαίδευσή του και έτσι οι Τούρκοι στρατιώτες γνώριζαν ήδη καλά τις γερμανικές στρατιωτικές τακτικές και πολεμικές μεθόδους. Επιπλέον, σε αντίθεση με τη γενικότερη ευρωπαϊκή αντίληψη, οι Τούρκοι στρατηγοί δεν απέδωσαν ποτέ ευθύνες στη γερμανική εκπαίδευση για χαμηλές επιδόσεις τους στο βαλκανικό μέτωπο. Αντίθετα πίστευαν στη γερμανική πειθαρχία και στη στρατιωτική τους δεινότητα και η ανάθεση των Στενών απευθείας στην διακυβέρνηση του Σάντερς επιβεβαίωνε αυτή την τουρκική πεποίθηση με τον πιο αξιόπιστο τρόπο 79 .
77
Charles Donald Sullivan, Stamboul Crossings:German diplomacy in Turkey, 1908 to 1914, Μίσιγκαν, 1977, σσ. 358-360 78 Αυτόθι, σσ.363-365 79 Αυτόθι, σσ. 365-366
37
Σε κάθε περίπτωση η απόφαση του Κάιζερ να αποστείλει την στρατιωτική αποστολή στην Κωνσταντινούπολη αντικατόπτριζε το θετικό είδωλο που επιθυμούσε να δείξει η Γερμανία στην υπόλοιπη Ευρώπη. Ο Γουλιέλμος δεν επιδίωκε να επιδείξει μια κυνικά κυριαρχική στάση απέναντι την Τουρκία, αλλά μια ολότελα γενναιόδωρη Γερμανία μετά και τις εξελίξεις στο αρμενικό ζήτημα. Κατά τη διάρκεια των συζητήσεων στο Συνέδριο του Λονδίνου η Γερμανία επέδειξε θετική στάση απέναντι στο αρμενικό ζήτημα με σκοπό τη διάψευση των εντυπώσεων που είχαν δημιουργηθεί. Με τη λήξη και του Β΄ Βαλκανικού Πολέμου η Αδριανούπολη βρισκόταν σε βουλγαρικά χέρια και ο Βαρόνος Βάγκενχαϊμ ενίσχυε την τουρκική πλευρά που επιδίωκε την επανένωση της. Πολύ σημαντικός υπήρξε ο ρόλος του Βάγκενχαϊμ και στην διατήρηση του στάτους της Τουρκίας και της αυθυπαρξίας της ως κράτος. Η Βίλχελμστρασε, σε γενικές γραμμές, διατήρησε ένα χαμηλό προφίλ κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων της αποστολής Σάντερς στην Τουρκία. Είναι όμως γεγονός ότι η εντύπωση που προκλήθηκε στην Ευρώπη από την αποστολή της στρατιωτικής βοήθειας στους Τούρκους υποτιμήθηκε από το Βερολίνο. Αν και οι Γερμανοί διατείνονταν ότι επρόκειτο για μία ακόμα στρατιωτική αποστολή όπως είχε συμβεί ξανά και στο παρελθόν με πρόσφατο παράδειγμα εκείνη του Στρατηγού Γκόλτζ το 1910, η ευρωπαϊκή αντίληψη περί του θέματος έλαβε αρνητικές διαστάσεις 80 . Ο ανταγωνισμός Γερμανίας-Αυστροουγγαρίας για την Τουρκία λίγο πριν την έκρηξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου είχε σχέση με τη διεθνή σχέση της Αψβουργικής Αυτοκρατορίας λόγω της σύνθεσης των εθνών της και μέσω του συστήματος ισχύος του δυισμού, αυτό που τα ενδιαφέροντα της επέκτασης του μονοπωλιακού κεφαλαίου επέβαλαν. Η πολιτική του ιμπεριαλισμού και της οικονομικής επέκτασης πάλι αφορούσε κυρίως στις αποικιακές χώρες, όπως ήταν η Τουρκία, η Κίνα και η Περσία. Η οικονομική και πολιτική επιβολή της Αυστροουγγαρίας στην περιοχή της Τουρκίας εντάθηκε μετά την επίσκεψη του προξένου Πέτροβιτς στην Αλεξάνδρεια, στις ακτές της Μ. Ασίας από τις 5 Φεβρουαρίου έως τις 24 Μαρτίου 1913, όπου συνέλεξε πληροφορίες σχετικά με τις δυνατότητες εγκατάστασης αποικιών και δημιουργίας αγορών στην περιοχή 81 .
80
Αυτόθι, σσ. 367-369 Fritz Klein, «Die Rivalität zwischen Deutschland und Österreich-Ungarn in der Türkei am Vorabend des ersten Weltkrieges, Politik im Krieg 1914-1918» στον τόμο Studien zur Politik der deutschen herrschenden Klassen im ersten Weltkrieg, Βερολίνο, 1964 , σσ. 1-3
81
38
Η σφαίρα επιρροής της Γερμανίας στην Τουρκία επεκτάθηκε λόγω της διείσδυσης της μέσω του στρατού και της δημιουργίας αποικιών. Το στρατοκρατικό πνεύμα της Γερμανίας την ανέδειξε σε χώρα προστάτιδα και της έδωσε την ευκαιρία και της οικονομικής επέκτασης στην Μ. Ασία. Το ενδιαφέρον της Γερμανίας και των Μεγάλων Δυνάμεων για την Αυτοκρατορία του Βοσπόρου ήταν απόλυτα δικαιολογημένο.
Τα
στενά
των
Δαρδανελίων
και
η
ίδια
η
θέση
της
Κωνσταντινούπολης από τα βυζαντινά ακόμα χρόνια προσφερόταν ως θαυμάσιο στρατηγικό σημείο. Η Πόλη στο μεταίχμιο δύο ηπείρων, προστατευμένη από τις τρεις πλευρές της από θάλασσα, ήταν από στρατιωτική άποψη εκλογή πρώτης τάξης. Από εκεί μπορούσε κανείς να επιβλέπει τόσο τα Βαλκάνια όσο και την Περσία. Επίσης, ήταν θαυμάσιος συγκοινωνιακός κόμβος γιατί βρισκόταν στη χερσαία οδό που ένωνε Ευρώπη και Ασία και στη θαλάσσια αρτηρία που οδηγούσε από το Αιγαίο στον Εύξεινο Πόντο 82 . Τα πλεονεκτήματα της θέσης της Κωνσταντινούπολης είχαν διαχρονική αξία και αποτελούσαν δέλεαρ για την κυριαρχία της.
β΄.
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΕΠΙΡΡΟΗ
ΤΗΣ
ΓΕΡΜΑΝΙΚΗΣ
ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ
ΕΠΙ
ΤΗΣ
ΟΘΩΜΑΝΙΚΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ Α΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
Η γερμανική στρατηγική επιρροή στην Οθωμανική Αυτοκρατορία είναι παρούσα καθ’όλη τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι εκτοπισμοί και οι εκκαθαρίσεις των χριστιανικών πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας υπήρξαν μάλιστα πολεμικοί σχεδιασμοί γερμανικής προέλευσης 83 . Σύμφωνα με τον Ιωακειμίδη: «Η Γερμανία του Κάιζερ είναι ο ηθικός αυτουργός των εγκλημάτων κατά των εν Τουρκία χριστιανών και προ πάντων των Ελλήνων. Διότι, εάν οι Γερμανοί δεν ενεκολπούντο και δεν ενεθάρρυνον τους Τούρκους, εάν οι Γερμανοί δεν εισηγούντο την εκ των παραλίων μερών 82
Ιωάννης Καραγιαννόπουλος, Το Βυζαντινό κράτος, Θεσσαλονίκη, 2001, σ. 69 Κωνσταντίνος Φωτιάδης, Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, Ανέκδοτα έγγραφα από τα Αρχεία του Υπουργείου Εξωτερικών Ρωσίας και Σοβιετικής Ένωσης (μεταφρασμένα έγγραφα). τόμ. 9ος, Θεσσαλονίκη, 2002-2005, , σσ. 192-193, έγγραφο 97, Η συμμετοχή της Γερμανίας στις διώξεις των Ελλήνων, Απόρρητο τηλεγράφημα του επιτετραμμένου (Ντεμίντοφ) στην Αθήνα, 7/20 Αυγούστου 1917, αρ.πρωτ. 523. Πιο συγκεκριμένα, ο Ντεμίντοφ περιέγραφε: Εντείνονται οι διωγμοί των Ελλήνων στην Μικρά Ασία και τα παράλια της Μαύρης Θάλασσας, απ’όπου τους οδηγούν στο εσωτερικό της χώρας για να αποτρέψουν τυχόν συνεργασία με τους Ρώσους, οι οποίοι αναμένονται ως σωτήρες. Οι Τούρκοι υποκινούνται από τους Γερμανούς…Ο Ενβέρ διατηρεί την εξουσία σε στενή σχέση με τους Γερμανούς. 83
39
απομάκρυνσιν των Ελλήνων και την εκτόπισιν αυτών εις το εσωτερικόν, κατά το 1914, και βραδύτερον των άλλων Ελλήνων, οι Τούρκοι ουδέποτε θα διεννοούντο να πράξωσι τούτο ούτε και αυτάς τας διομολογήσεις θα ετόλμων να καταργήσωσιν. Η αποθράσυνσις των Τούρκων κατά μέγα μέρος οφείλεται εις τους Γερμανούς, οίτινες και υπήρξαν, ως είπομεν, οι ηθικοί αυτουργοί της καταστροφής του εν Τουρκία ελληνισμού κατά την διάρκειαν του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου» 84 . Η γερμανικής εμπνεύσεως απόφαση εκτοπισμού των Ελλήνων υλοποιήθηκε στις αρχές του 1915, όταν, υπό το πρόσχημα των προληπτικών μέτρων, απαραίτητων για τις απαιτήσεις ενός πολέμου ζωτικής σημασίας για την Οθωμανική Αυτοκρατορία, κρίθηκε αναγκαίο από την κυβέρνηση των Νεοτούρκων να μετακινηθούν οι χριστιανικοί πληθυσμοί των παραλίων στα βάθη της Ανατολής 85 . Η γερμανική προπαγάνδα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία κορυφώθηκε μάλιστα με την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και εκδηλώθηκε με διαφορετικές μορφές. Η αποστολή Γερμανών επιστημόνων, ως πρεσβευτών του Παγγερμανισμού και του Παντουρκισμού, η χειραγώγηση του οθωμανικού τύπου 86 και κυρίως η αναδιοργάνωση του οθωμανικού στρατού από Γερμανούς αξιωματικούς 87 υπήρξαν οι βασικές εκφάνσεις της γερμανικής προπαγάνδας στην Αυτοκρατορία του Βοσπόρου. Μάλιστα
οι
Γερμανοί
αξιωματικοί
επέδειξαν
υπερβάλλοντα
ζήλο
οργανώνοντας εθελοντικά τμήματα από μουσουλμάνους, οι οποίοι συγκροτούσαν άτακτες συμμορίες και υπό τη γερμανική καθοδήγηση απειλούσαν τη ζωή και την περιουσία των ντόπιων Ελλήνων. Η άφιξη των Γερμανών με σκοπό τη σύνθεση και την οργάνωση τέτοιων συμμοριών συνοδεύθηκε από τον απαραίτητο ανεφοδιασμό
84
Βλ. Σάββας Ιωακειμίδης, Συμβολή εις την γενικήν ιστορίαν του Πόντου, Αθήνα, 1970, σσ. 60-61 στο Κωνσταντίνος Φωτιάδης, Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα, 2004, σ.159 85 Φωτιάδης, ό.π., σ. 159 86 Φωτιάδης, ό.π., σ. 160 87 Ο Γερμανός αρχιστράτηγος Liman von Sanders ανέλαβε την πλήρη αναδιοργάνωση του οθωμανικού στρατού, ο οποίος βρισκόταν σε πρωτόγονη κατάσταση, σύμφωνα με τα γερμανικά πρότυπα. Βέβαια, η γερμανική στρατιωτική επιρροή διαδέχθηκε την πρωσσική, η οποία ήδη από την εποχή της Β΄ Αιγυπτιακής Κρίσης (1839-1841) ήταν έντονη στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο Γερμανός αξιωματούχος von Moltke ανέλαβε τον εκσυγχρονισμό του στρατού του Σουλτάνου Μαχμούτ Β΄ ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για την περαιτέρω συνεργασία της Πρωσσίας και μετέπειτα Γερμανικής Αυτοκρατορίας με την Αυτοκρατορία του Σουλτάνου. Βλ. Murat Özyüksel , «Εξωτερικές σχέσεις της περιόδου του Αβδούλ Χαμίτ (Abdülhamit), 1876-1909», Turkish Review, 1999, σ.19. Η γερμανική συμμετοχή στην αναμόρφωση του οθωμανικού στρατού έχει προηγηθεί των Νεοτούρκων με την εξουσιοδότηση του Γερμανού ταγματάρχη von der Goltz από τον Αβδούλ Χαμίτ να αναδιοργανώσει τον στρατό και να αναλάβει την εκπαίδευση των στρατιωτικών του. Βαχάκν Νταντριάν, Η Ιστορία της Αρμενικής Γενοκτονίας. Εθνικές διαμάχες από τα Βαλκάνια στον Καύκασο, Αθήνα, 2002, σ. 439
40
πολεμοφοδίων. Η οργάνωση των πολεμικών προετοιμασιών των τουρκικών στρατιωτικών αρχών βρισκόταν σε γερμανικά χέρια 88 . Η διγλωσσία και η συμμαχική ταύτιση των Γερμανών εκδηλώθηκε και με τον τρόπο που διαχειρίζονταν την ελληνική πλευρά. Ενώ οι ίδιοι οργάνωναν εθελοντικά ένοπλα σώματα, διαμαρτύρονταν ταυτόχρονα με επιστολή τους για τη δράση των αντίστοιχων ελληνικών ανταρτικών σωμάτων στην Σαμψούντα. Στις συστάσεις του προς τον Έλληνα μητροπολίτη ο Γερμανός πρόξενος αναφέρθηκε μάλιστα σε ληστρικές συμμορίες Ελλήνων Οθωμανών που ανέβαιναν στο βουνό για να αποφύγουν τη στρατιωτική θητεία. Κατέληγε μάλιστα με την διαβεβαίωση: «Ο Έλληνας της Ανατολής αγαπάει να λέει μεγάλα λόγια. Ωστόσο, η απόσταση των λόγων του από τις πράξεις είναι ιδιαίτερα μεγάλη» 89 . Επιπλέον, η αραίωση του πληθυσμού στη Μ. Ασία εξυπηρέτησε τον γερμανικό εποικισμό 90 υπέρ του οποίου γινόταν μεγάλη προπαγάνδα στην Γερμανία 91 . Εξάλλου, όπως έγινε φανερό, «η Γερμανία υποστήριζε την Τουρκία μόνο όταν το απαιτούσαν τα δικά της συμφέροντα και το γόητρο, π.χ. στη διάρκεια της επιχείρησης των Δαρδανελίων. Τότε το Βερολίνο άρχισε να λαμβάνει υπ’ όψη την ήττα και την αποδυνάμωση της Τουρκίας και να ανησυχεί για τη διάσωση των τεραστίων γερμανικών κεφαλαίων στην Ασία» 92 . Πλήθος τα έγγραφα που μαρτυρούν την γερμανική συμμετοχή στον πόλεμο στο πλευρό της Τουρκίας, αδιάψευστοι μάρτυρες την ηθικής συναυτουργίας της μεγάλης ευρωπαϊκής δύναμης στα όσα εγκληματικά διαπράχθησαν εις βάρος των Ελλήνων και των χριστιανικών μειονοτήτων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Από πληροφορίες του υποπρόξενου της Αγγλίας, Ηλιόπουλου, κατέφθασε στην Ελλάδα η
88
Φωτιάδης, ό.π., 9ος τόμ., σ. 150, έγγραφο 64, Γερμανοί αξιωματικοί οργανώνουν εθελοντικά τμήματα μουσουλμάνων, Πρόξενος Μπραντ προς το Β΄ Πολιτικό Τμήμα του Υπουργείου Εξωτερικών της Ρωσικής Αυτοκρατορίας στην Τραπεζούντα, 25 Σεπτεμβρίου 1914, αρ. πρωτ. 561, 89 Φωτιάδης, ό.π., 7ος τόμ., σσ. 108-109, έγγραφο 35, Εμφάνιση ελληνικών ανταρτικών σωμάτων στη Σαμψούντα. Συστάσεις Γερμανού προξένου στον τοπικό Έλληνα μητροπολίτη για τη δράση τους. Επικίνδυνη σε υψηλό βαθμό η γενική εκτόπιση των Ελλήνων, Αντίγραφο επιστολής του Bergfeld προς τον πρέσβη Metternich, Σαμψούντα, 14 Σεπτεμβρίου 1916, αρ. πρωτ. 486 90 Φωτιάδης, ό.π., 9ος τόμ., σσ. 169-170, έγγραφο 81, Η γερμανική πολιτική στη Μικρά Ασία, Απόρρητο τηλεγράφημα του επιτετραμμένου στη Βέρνη, 1/14 Ιουλίου 1916, αρ. πρωτ. 419 91 Προκειμένου η Ανατολή να καταστεί περισσότερο ελκυστική στα γερμανικά μάτια ώστε να δημιουργηθούν συνοικισμοί από Γερμανούς υπηκόους, οργανώνεται δίκτυο προπαγάνδας που προτρέπει τους Γερμανούς να μεταβούν στην Τουρκία, τη χώρα του χρυσού και του πλούτου, για μόνιμη διαμονή. Προς αυτό το σκοπό επιτάσσονται πλοία και υπερωκεάνια ενώ οι Γερμανοί έχουν ελευθερία επιλογής της περιοχής εγκατάστασή τους. Βλ. Μιχαήλ Ροδάς, Πώς η Γερμανία κατέστρεψε τον ελληνισμό της Μικράς Ασίας, Αθήνα, 1995, σ.29 92 Φωτιάδης, ό.π., 9ος τόμ., σσ.169-170, έγγραφο 81, Η γερμανική πολιτική στη Μικρά Ασία, Απόρρητο τηλεγράφημα του επιτετραμμένου στη Βέρνη, 1/14 Ιουλίου 1916, αρ. πρωτ. 419
41
είδηση, το καλοκαίρι του 1914, ότι η Τουρκία είχε αναθέσει την αρχηγία του στρατού της Περγάμου σε Γερμανούς 93 . Σε άλλο έγγραφο 94 ο Αποστολόπουλος, ανέφερε ότι στον τουρκικό στρατό της Μ. Ασίας βρίσκονταν τοποθετημένοι Γερμανοί αξιωματικοί. Ο συνεχής ανεφοδιασμός με πολεμικό υλικό κάθε είδους που κατέφθανε από την Γερμανία προς επίρρωση των τουρκικών δυνάμεων καταμαρτυρείται και πάλι από τον αριθμό των εγγράφων. Πλοία με τόνους πυρομαχικών 95 , βαρέα οβιδοβόλα, πυροβόλα και άμαξες πυρομαχικών δια ξηράς, διασχίζοντας τις συμμαχικές χώρες, Ρουμανία και Βουλγαρία, ξεφόρτωναν στο Βόσπορο το πολύτιμο υλικό που ερχόταν από την Γερμανία 96 . Πολύ σημαντική πηγή πληροφοριών αποτελεί επίσης έγγραφο, στο οποίο αναφέρονται λεπτομερώς τα πυρομαχικά που αποστέλλονταν σιδηροδρομικώς εκ Γερμανίας, τα οποία είχαν μεν παραγγελθεί από την Τουρκία, απεστάλησαν δε Γερμανικῇ Πρωτοβουλίᾳ 97 . Ο συνδυασμός γερμανικής και νεοτουρκικής προπαγάνδας είχε τελικά τις γνωστές, μοιραίες επιπτώσεις στις χριστιανικές μειονότητες της αυτοκρατορίας. Οι Γερμανοί μοίραζαν υπομνήματα στην τουρκική γλώσσα από τον Απρίλιο του 1915 αλλά και πρωτύτερα μέσω της Deutsche Palestina Bank (Γερμανική Τράπεζα Παλαιστίνης) για τον φανατισμό των μουσουλμάνων ώστε να ενταθεί το αντιχριστιανικό μένος. Μέσω της διανομής αυτών των υπομνημάτων προπαγάνδιζαν την παύση των εμπορικών συναλλαγών με τους χριστιανούς της Αυτοκρατορίας. Ένα τέτοιο υπόμνημα, σε γαλλική μετάφραση, έπεσε στην αντίληψη του Έλληνα πρόξενου στη Βηρυτό, ο οποίος και περιγράφει την χριστιανική αγανάκτηση κατά των Γερμανών μετά την διάδοση του 98 .
93
ΙΑΥΕ, Πετυχάκης προς Υπουργείο Εξωτερικών, Μυτιλήνη, 27 Ιουλίου 1914, αρ. πρ. 25065, Δ΄,1914, Στρατιωτική κατάστασις των διαφόρων κρατών και ιδία της Τουρκίας προ και μετά την έκρηξιν του πολέμου 94 ΙΑΥΕ, Αποστολόπουλος προς Υπουργείο Εξωτερικών , Σαμψούντα, 29 Ιουλίου 1914, αρ. πρ. 45309, Δ΄,1914, Στρατιωτική κατάστασις των διαφόρων κρατών και ιδία της Τουρκίας προ και μετά την έκρηξιν του πολέμου 95 ΙΑΥΕ, Αποστολόπουλος προς Υπουργείο Εξωτερικών, Πέραν, 24 Ιουλίου 1914, αρ. πρ. 24488, Δ΄,1914, Στρατιωτική κατάστασις των διαφόρων κρατών και ιδία της Τουρκίας προ και μετά την έκρηξιν του πολέμου 96 ΙΑΥΕ, Πανάς προς Υπουργείο Εξωτερικών, 24 Αυγούστου 1914, αρ. πρ. 28886, Δ΄,1914, Στρατιωτική κατάστασις των διαφόρων κρατών και ιδία της Τουρκίας προ και μετά την έκρηξιν του πολέμου 97 ΙΑΥΕ, Πανάς προς Υπουργείο Εξωτερικών, Πέραν, 19 Σεπτεμβρίου 1914, αρ. πρ. 6487, Δ΄, 1914, Στρατιωτική κατάστασις των διαφόρων κρατών και ιδία της Τουρκίας προ και μετά την έκρηξιν του πολέμου 98 ΙΑΥΕ, Α΄, ΑΑΚ/15, 1915-1917, Ανθελληνικοί εν Τουρκία Διωγμοί, Οι Ανθελληνικοί διωγμοί εν Τουρκία από της κηρύξεως του Ευρωπαϊκού Πολέμου, Εισαγωγή, σ.10
42
Η εναρμονισμένη πολιτική της Τουρκίας με τα γερμανικά σχέδια προκαλούσε αμηχανία στον συνασπισμό της Αντάντ, καθώς δεν γνώριζαν τα σχέδια της Τουρκίας. Η αμφίβολη στάση της Τουρκίας ενίσχυε επίσης την ρωσική πολιτική διατήρησης δυνάμεων στον Καύκασο και την αγγλική θέση ενίσχυσης των δυνάμεών της στις Ινδίες και στην Αίγυπτο καθώς και την διατήρηση στόλου στα Δαρδανέλια 99 . Η γερμανική επιρροή επί της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας επισημοποιήθηκε με την υπογραφή της τουρκο-γερμανικής συνθήκης συμμαχίας, στις 2 Αυγούστου 1914. Προσπάθειες για σύναψη συμμαχίας ανάμεσα στις δύο χώρες είχαν βέβαια προηγηθεί από ομάδα Τούρκων πολιτευτών με αρχηγό τον υπουργό πολέμου, Εμβέρ Πασά 100 , καθώς ήταν διαδεδομένη η άποψη ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία έπρεπε να ταχθεί με ένα από τα δύο μεγάλα στρατόπεδα. Οι όροι της μυστικής αυτής συνθήκης αφορούσαν στην διατήρηση ουδετερότητας σχετικά με την διαμάχη ανάμεσα στην Αυστροουγγαρία και στη Σερβία. Η Γερμανία υποχρεωνόταν σε περίπτωση απειλής της Τουρκίας να την υπερασπιστεί, ενώ σε περίπτωση πολέμου η στρατιωτική αποστολή της Γερμανίας θα ετίθετο στην πλήρη διάθεση της Τουρκίας. Τέλος, σε περίπτωση που η Ρωσία έδειχνε εχθρικές διαθέσεις, 101 η συμμαχία της Γερμανίας με την Αυστροουγγαρία θα ίσχυε και στην Τουρκία 102 . Οι διπλωματικές έριδες και οι διάφορες ανησυχίες που εκφράστηκαν πριν την υπογραφή της συνθήκης συμμαχίας υπήρξαν πάντως έντονες. Οι επιφυλάξεις σχετικά με την σύναψη της συμμαχίας ήταν επίσης ποικίλες και προέρχονταν εκατέρωθεν. Τόσο η γερμανική πλευρά όσο και η τουρκική διατηρούσαν αμφιβολίες σχετικά με την ωφέλεια
και τα κέρδη μιας τέτοιας συμμαχίας 103 . Η Τουρκία, μάλιστα,
ταλαντεύτηκε για δύο μήνες και έδειξε διαθέσεις διαπραγμάτευσης και με την Ρωσία. Η αμφίπλευρη στήριξη και η αλληλοβοήθεια των δύο μεγάλων συμμαχικών δυνάμεων αποκαλύπτεται από τις οικονομικές δραστηριότητες και τις επενδυτικές πρακτικές ανάμεσά τους. Η συνεχής και μαζική βοήθεια της Γερμανίας μέσω των 99
Ηenry Morgenthau, Tα μυστικά του Βοσπόρου, Α΄Παγκόσμιος Πόλεμος-Εκστρατεία ΚαλλίποληςΝεότουρκοι-Διωγμοί Ελλήνων-Γενοκτονία Αρμενίων, Aθήνα, 1994, σσ. 155-156 100 Ο Εμβέρ Πασάς υπήρξε ένας από τους πρωτεργάτες του κινήματος των Νεότουρκων του 1908. Διορίστηκε στρατιωτικός ακόλουθος στο Βερολίνο όπου έμαθε γερμανικά και έγινε φανατικός γερμανόφιλος και θαυμαστής του πρωσικού μιλιταρισμού. Ο ρόλος του στην είσοδο της Τουρκίας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό της Γερμανίας ήταν σημαντικός. Morgenthau, ό.π., σσ. 56-57 101 Η Τουρκία μπήκε επίσημα στον πόλεμο μετά τον ναυτικό βομβαρδισμό των λιμανιών της Ρωσίας στον Εύξεινο Πόντο (16 Οκτωβρίου 1914). Η Αγγλία, η Ρωσία και η Γαλλία κήρυξαν διαδοχικά τον πόλεμο κατά της Τουρκίας. Morgenthau, ό.π., σ. 34 102 Ανώνυμος, Die Deutschen Dokumente zum Kriegsausbruch, Βερολίνο, 1919, σσ.183-184 103 Το διπλωματικό παρασκήνιο περιγράφεται λεπτομερώς στο υποκεφάλαιο, το σχετικό με την υπογραφή της συνθήκης συμμαχίας. Βλ. Frank G. Weber , Eagles on the Crescent, Germany, Austria, and the diplomacy of the Turkish alliance 1914-1918,Λονδίνο, 1970 , σσ. 60-67
43
στρατιωτικών, οικονομικών και καθαρά δημοσιονομικών πόρων υποβοηθήθηκε από την επιχορήγηση τεράστιων χρηματικών ποσών σε γερμανικές εφημερίδες ευρείας κυκλοφορίας με σκοπό την άμεση δωροδοκία τους. Χωρίς την γερμανική ενίσχυση οι δυνατότητες της Τουρκίας να επιβιώσει και να διεξάγει έναν εκτεταμένο πόλεμο ήταν κυριολεκτικά ανύπαρκτες. Ήδη από την εποχή του Αβδούλ Χαμίτ η προπαγάνδα ανθούσε. Ο Γουλιέλμος Β΄ έδωσε εντολές στις Αρχές που είχαν την ευθύνη της λογοκρισίας του Τύπου να παραμείνουν σιωπηλές σχετικά με το αρμενικό ζήτημα. Ωστόσο και ο Αβδούλ Χαμίτ εξαγόραζε την σιωπή των ανταποκριτών των μεγάλων γερμανικών εφημερίδων (Berliner Tageblatt, Frankfurter Zeitung, Vossische Zeitung, Norddeutsche Allgemeine Zeitung, Berliner Lokalanzeiger) μέσω μηνιαίων χορηγιών των 50 ή 100 τουρκικών λιρών 104 . Ο Σουλτάνος πάλι ξόδευε μέρος των εσόδων του κράτους σε δωροδοκίες με σκοπό να εξαγοράσει την κοινή γνώμη στην Ευρώπη. Πολύ γνωστή χαμιτική τακτική αποτελούσε και η παρασημοφόρηση των στρατηγών, των αυτοκρατόρων και πολιτικών προσώπων με σκοπό τη δημιουργία θετικού κλίματος και την απόκτηση της εύνοιάς τους 105 . Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι Γερμανοί υπήρξαν ο ιθύνων νους της τουρκικής και νεοτουρκικής στρατιωτικής πολιτικής στη διάρκεια του Μεγάλου Πολέμου. Ο Ρίχτερ,
εκδότης
της
γερμανικής
εφημερίδας
Allgemeine
Missions-Zeitung
επιβεβαιώνει το γεγονός· οι Γερμανοί αξιωματικοί είχαν δώσει την συμβουλή (den Rat gaben) για τους εκτοπισμούς 106 . Ένα ακόμη μέτρο, μορφή οικονομικής προπαγάνδας ήταν το μποϋκοτάζ που εφαρμόστηκε εναντίον των χριστιανών της Αυτοκρατορίας. Το μέτρο δεν αφορούσε τους Εβραίους που οι Τούρκοι αντιμετώπιζαν με συμπάθεια. Οι Τούρκοι υπάλληλοι εξανάγκαζαν τους επαγγελματίες να δηλώνουν μέσω των επιγραφών των καταστημάτων το επάγγελμα και την εθνικότητά τους, εκδηλώνοντας έτσι την μικροπρέπεια της τουρκικής κυβέρνησης που οδηγούσε σε εξόντωση και οικονομικό μαρασμό τους υπηκόους της. Εισηγητές της πολιτικής αυτής οι Γερμανοί αν και προφανής αιτία έμοιαζε η αγριότητα και ο σωβινισμός της τουρκικής φυλής 107 . Η άφιξη του Göben και του Breslau, των δύο γερμανικών θωρηκτών ήταν ο θρίαμβος και η πρώτη διπλωματική νίκη της Γερμανίας και αποτέλεσε ένα ακόμη επισφράγισμα της γερμανο-τουρκικής συμμαχίας. Με την προσθήκη των θωρηκτών 104
Νταντριάν ,ό.π., σσ. 203-205 Αυτόθι, σ. 210. 106 Αυτόθι, σ. 457 107 Morgenthau, ό.π., σ. 102 105
44
ενισχύθηκε ο τουρκικός στόλος και έγινε ισχυρότερος σε σχέση με τον ρωσικό της Μαύρης Θάλασσας. Τα γερμανικά θωρηκτά εξασφάλιζαν έτσι στις τουρκικές ναυτικές δυνάμεις τον έλεγχο της Μαύρης Θάλασσας 108 . Στις 27 Οκτωβρίου 1914 μάλιστα τα γερμανικά θωρηκτά εκτουρκίσθηκαν και μετονομάσθηκαν σε Yavuz Sultan Selim και Μidilli 109 . Αναφορικά με τα γερμανικά θωρηκτά και τον εξοπλισμό των τουρκικών πολεμικών πλοίων, διαφάνηκε εξαρχής η γερμανική επιτήρηση. Το Γκέμπεν αποτελούνταν από 470 Τούρκους και 670 Γερμανούς ναύτες. Η αναλογία είναι πάντα ενδεικτική της γερμανικής μεγαλοσύνης. Οι υπηρεσίες του πλοίου λειτουργούσαν υπό την επίβλεψη των Γερμανών αξιωματικών, ενώ το πλοίο πλοηγούνταν υπό Γερμανό κυβερνήτη. Ο ιματισμός και το πολεμικό υλικό υπήρξαν επίσης γερμανική χορηγία. «Είναι τώρα φανερόν εκ πλείστων ενδείξεων ότι το πλοίον τούτο εξακολουθεί να είναι γερμανικόν και άγνωστον ημίν αν υπάρχη συμφωνία τις πραγματική καθ’ήν οι Τούρκοι δύνανται να ελπίζωσιν ότι τούτο δύναται να περιέλθη αργότερον εις χείρας αυτών». Το Μπρεσλάου διατήρησε και αυτό το γερμανικό πλήρωμα και τον Γερμανό συγκυβερνήτη. Το καταδρομικό βρισκόταν στη θάλασσα του Μαρμαρά. Αλλά και στα υπόλοιπα πολεμικά πλοία του τουρκικού ναυτικού έγινε επίσης φανερή η γερμανική κυριαρχία. Η Γερμανία έτσι κατέστησε υποχείριό της τον τουρκικό στόλο, με αποτέλεσμα την εχθρική αντιμετώπιση της Αγγλίας και της Ρωσίας. Γερμανοί ναύτες με εξειδίκευση στο ναυτικό πυροβολικό τοποθετούνταν στα τουρκικά θωρηκτά. Γερμανοί υπαξιωματικοί, μηχανικοί και άλλες ειδικότητες υπηρετούσαν στο τουρκικό ναυτικό με σκοπό την άνοδο του επιπέδου του. Η πλειονότητα του στόλου στα Δαρδανέλια και στην Καλλίπολη, βρισκόταν σε ετοιμότητα για κάθε πολεμικό ενδεχόμενο. Η γερμανο-τουρκική επάνδρωση του στόλου εγγυούνταν την βέλτιστη απόδοσή του. Πιθανότητα πολιτικής μεταστροφής της Τουρκίας και απομάκρυνσή της από τη γερμανική πολιτική θα επέφερε μεγάλο πλήγμα στο τουρκικό ναυτικό 110 . Ωστόσο, η δημοφιλία της Αγγλίας όσο και της Γαλλίας στον τουρκικό λαό παρέμενε μεγαλύτερη από εκείνη της Γερμανίας. Τα μέλη της νεοτουρκικής 108
Morgenthau, ό.π., σσ. 127, 135 Χάρης Τσιρκινίδης, Επιτέλους τους ξεριζώσαμε, Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, Θράκης και Μ. Ασίας μέσα από τα γαλλικά αρχεία, Θεσσαλονίκη, 1993, σ. 75 110 ΙΑΥΕ, Κριεζής προς Υπουργείο Εξωτερικών, Κωνσταντινούπολη, 25 Αυγούστου 1914, αρ. πρωτ. 5718, Δ΄, 1914, Στρατιωτική κατάστασις των διαφόρων κρατών και ιδία της Τουρκίας προ και μετά την έκρηξιν του πολέμου. Τα πολεμικά πλοία αναφέρονται ονομαστικά και λεπτομερώς στην συγκεκριμένη έκθεση του πλωτάρχη Κριεζή προς το Υπουργείο Εξωτερικών. 109
45
τριανδρίας, Ταλαάτ, Εμβέρ και Τζεμάλ κλυδωνίζονταν σχετικά με την στάση τους απέναντι στις μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις καθώς οι τρείς άνδρες ερωτοτροπούσαν και με τους δύο συνασπισμούς. Οι Εμβέρ και Ταλαάτ ήταν στο πλευρό της Γερμανίας, ο Τζεμάλ όμως είχε τη φήμη του γαλλόφιλου. Τα περισσότερα μέλη του υπουργικού συμβουλίου πάλι, όπως και η κοινή γνώμη, θεωρούσαν ιστορικό φίλο της Τουρκίας την Αγγλία και όχι την Γερμανία. Έτσι ο Βάγκενχαϊμ, έχοντας να αντιμετωπίσει την έντονη γενικευμένη αντίδραση, οργάνωσε προπαγάνδα εξαγοράς του τουρκικού Τύπου και μεθόδευσε την στρατηγική του προς την επίτευξη των συμφερόντων του. Κατάφερε έτσι να αντιστρέψει σταδιακά το φιλοαγγλικό κλίμα που επικρατούσε στην Τουρκία σε φιλογερμανικό ελέγχοντας τον Τύπο και παραποιώντας τα γεγονότα. Η Ρωσία και η Αγγλία, ως σύμμαχος της, απεικονίζονταν εχθρικές ενώ η Γερμανία παρουσιαζόταν ως ο μεγάλος προστάτης του Ισλάμ. Οι Τούρκοι είχαν μάθει να λένε: Ο Θεός ας τιμωρήσει την Αγγλία (Gott Strafe England). Η κινητήρια δύναμη και σε αυτή την περίπτωση, το γερμανικό χρήμα 111 . Η Γερμανία επίσης, εκτός από το να κατευθύνει την τουρκική σκέψη, ιδιοποιούνταν τους στρατιωτικούς πόρους της Τουρκίας. Εκτός από την οργάνωση του τουρκικού στρατού επιχείρησε να αναλάβει και το τουρκικό ναυτικό, παραγκωνίζοντας τις αγγλικές ναυτικές εταιρείες που διατηρούσαν ναυπηγεία στην Κωνσταντινούπολη 112 . Η γερμανική προπαγάνδα είχε άμεσα αποτελέσματα. Τα αισθήματα θαυμασμού του μουσουλμανικού πληθυσμού για τα πεπραγμένα του γερμανικού στρατού και ναυτικού 113 καθώς και το ευνοϊκό κλίμα που επικρατούσε υπέρ της Γερμανίας σε όλη την Αυτοκρατορία ήταν γεγονός. Σε σχετική αναφορά του ο δραγουμάνος Ζβέρμπελ (Schwörbel) περιέγραφε τις ενθουσιώδεις εκδηλώσεις του τουρκικού λαού υπέρ της Γερμανίας. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του έμεινε έκπληκτος διαπιστώνοντας την δεδηλωμένη αγάπη και πίστη του τουρκικού λαού απέναντι στους Γερμανούς, παρά τη γενικευμένη εχθρότητα προς τους ξένους και τους χριστιανούς. Αναφέρει χαρακτηριστικά: «Μόλις γινόταν γνωστή η άφιξή μου σε 111
Η τουρκική εφημερίδα Ικντάμ άρχισε να εξυμνεί τη γερμανική πολιτική και να επικρίνει εκείνη της Αντάντ. Η Osmanischer Lloyd μετατράπηκε σε όργανο της γερμανικής πρεσβείας. Η κυκλοφορία της γαλλόφωνης Jeune Turc διακόπηκε. Βλ. Morgenthau, ό.π., σσ. 159-161 112 Η αγγλική εταιρεία Άρμστρονγκ και Βίκερς είχε ναυπηγείο στην Κωνσταντινούπολη, το οποίο κατέλαβαν οι Γερμανοί. Παράλληλα με την αναδιοργάνωση του στρατού από Γερμανούς η Τουρκία, το 1913, ζήτησε από βρετανική αποστολή την αναμόρφωση του οθωμανικού ναυτικού, απόφαση που ανακλήθηκε τον Αύγουστο του 1914. Βλ. Morgenthau, ό.π., σσ. 161-162 113 ΙΑΥΕ, Κριεζής προς Υπουργείο Εξωτερικών, Βερολίνο, 1/14 Φεβρουαρίου 1915, αρ.πρωτ. 1506, Α΄, Α/5, 1915, Στάσις και Πολιτεία Κεντρικών Δυνάμεων
46
κάποιο χωριό ή μικρή πόλη, δεχόμουν αμέσως επισκέψεις από δημοσίους υπαλλήλους, αξιωματικούς και ανθρώπους κάθε κοινωνικής τάξης, οι οποίοι ήθελαν να μάθουν καθετί σχετικό με τη Γερμανία και στη συνέχεια μου έφερναν κι άλλους για ενημέρωση». Συνεχίζοντας, πρότεινε: «Κατά τη γνώμη μου θα άξιζε τον κόπο να σταλούν χάρτες και φωτογραφίες στον καθαρά τουρκικό, αγροτικό και μικροαστικό πληθυσμό που διαμένει στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας, καθώς και να γίνονται κατά καιρούς ταξίδια υπαλλήλων του Υπουργείου Εξωτερικών, με σκοπό την προπαγάνδα υπέρ της Γερμανίας» 114 . Οι Τούρκοι, οι επίτιμοι Γερμανοί της Μέσης Ανατολής 115 αποδέχονταν όλες τις προσφορές των Γερμανών προπαγανδιστών. Ο Lepsius, Γερμανός ιεραπόστολος και πρόεδρος της γερμανικής ιεραποστολής της Ανατολής αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, στην γερμανική αδελφοσύνη εν όπλοις με την Τουρκία, η οποία επέβαλε υποχρεώσεις πέρα από καθήκοντα 116 . Η προπαγάνδα που έφτασε στο απόγειο της αποτελεσματικότητας της στη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, είχε δύο διαφορετικές εκφάνσεις. Η άμεση προπαγάνδα γινόταν συνήθως μέσω εφημερίδων, περιοδικών, διαλέξεων, ταινιών προς ενημέρωση και εκπαίδευσης του κοινού, πρακτική την οποία ακολούθησαν οι Η.Π.Α.. Ο άλλος τρόπος, αποτελεσματικότερος και περισσότερο παραπλανητικός, συνιστά τη σταδιακή δημιουργία ευνοϊκού κλίματος προς την υπόθεση μέσω ψυχολογικής πίεσης 117 . Η Γερμανία στηρίχθηκε και στις δύο μορφές προπαγάνδας για να πετύχει τις επιδιώξεις της στην οθωμανική επικράτεια. Στη
φαρέτρα
της
πνευματικής
προπαγάνδας
βρίσκονταν
Γερμανοί
δημοσιογράφοι με ιμπεριαλιστικές διαθέσεις. Και αυτοί είχαν διττή λειτουργία να εκπληρώσουν. Από την μια, να ασχοληθούν με την εσωτερική κατάσταση της χώρας τους και να προϊδεάσουν τα κόμματα θετικά υπέρ μιας επιθετικής μεσανατολικής πολιτικής και από την άλλη να δώσουν μια ώθηση προς τα έξω και να υποβάλουν τον
114
Φωτιάδης, Η Γενοκτονία, τόμ. 7ος, σσ. 80-83, έγγραφο 24, Αναφορά του Schwörbel για τους Έλληνες που εκτοπίστηκαν στη θάλασσα του Μαρμαρά και τον επικείμενο αφανισμό των Ελλήνων στην περιοχή της Σμύρνης. Διώξεις Αρμενίων και ομολογίες Τούρκων αξιωματικών για αυτές. Ενθουσιώδεις εκδηλώσεις του τουρκικού λαού υπέρ της Γερμανίας., Schwörbel προς γερμανική Πρεσβεία Κωνσταντινούπολης, Πέραν, Σεπτέμβριος 1919, αρ. πρωτ. 246689 115 George Horton, H κατάρα της Ασίας, Αθήνα, 1926, σ. 13 116 Αυτόθι,σ. 45 117 Έντουαρντ Χέϊλ Μπίρσταντ, Η μεγάλη προδοσία Ο ρόλος των Μεγάλων Δυνάμεων στη Μικρασιατική Καταστροφή και στη Συνθήκη της Λοζάνης, Αθήνα, 1997, σ. 121
47
λαό της Ανατολής να αποδεχτεί την γερμανική προπαγάνδα 118 . Ο Γερμανός δημοσιογράφος Hugo Grothe αναφέρει χαρακτηριστικά, ότι το μέσο μιας ειρηνικής διείσδυσης στην Ανατολή υπήρξε η επιστημονική, πνευματική και πολιτική επιρροή. Τόνισε ακόμη ότι η γερμανική πολιτισμική πολιτική (Kulturpolitik) στη Μ. Ασία αποκτούσε ερείσματα μέσω των φορέων πνευματικού πολιτισμού. Οι φορείς αυτοί, γλώσσα, βιβλία, σχολεία, επιστήμη και τέχνη μετατράπηκαν σε μέσα για την επίτευξη μιας επεκτατικής πολιτικής και προετοιμασίας ενός μεγάλου και παγκόσμιου εμπορίου 119 . Μια άλλη προσφιλής μέθοδος προπαγάνδας ήταν η δημιουργία και η ίδρυση σχολείων και πνευματικών ιδρυμάτων. Η ειρηνική αυτή μέθοδος διείσδυσης ήταν διαδεδομένη και χρησιμοποιήθηκε ευρέως από τη Γερμανία. Ήδη από την εποχή του Αβδούλ Χαμίτ κατέφθασαν Γερμανοί στην Τουρκία για την έναρξη της εκπαιδευτικής προπαγάνδας. Γερμανοί ιερείς και εκπαιδευτικοί από την Βυτεμβέργη, με επικεφαλής τον πάστορα Χόφμαν, έρχονταν στην Κωνσταντινούπολη, άνοιγαν σχολεία και εκκλησίες ενώ η εκμάθηση γερμανικών επέφερε χρηματικό αντάλλαγμα. Με την πάροδο των μηνών τα γερμανικά σχολεία άρχισαν να πολλαπλασιάζονται, όπως και οι μαθητές που φοιτούσαν σε αυτά. Οι Γερμανοί διπλωμάτες, η πρεσβεία της Κωνσταντινούπολης και τα προξενεία της Ανατολής μετατράπηκαν σε εμπορικά κέντρα. Με απώτερο στόχο τον διαφωτισμό και την αφύπνιση των Τούρκων εκδόθηκε τέλος το περίφημο βιβλίο του δόκτορα Κέργκερ «Η Μ. Ασία πεδίον Γερμανικού αποικισμού» 120 . Σταδιακά, η γερμανοποίηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας λάμβανε όλο και μεγαλύτερες διαστάσεις και επεκτεινόταν πλέον σε περισσότερους τομείς. Γερμανικές εταιρείες, γερμανικά καταστήματα, γερμανικά σχολεία ιδρύθηκαν σε όλες τις πόλεις της Μ. Ασίας 121 . Η Τουρκία μετατράπηκε προοδευτικά σε γερμανικό προτεκτοράτο. Επήλθε έτσι περίοδος πλήρους στρατιωτικής, οικονομικής, εμπορικής, γεωργικής, ατμοπλοϊκής και εκπαιδευτικής επικράτησης των Γερμανών. Όπως χαρακτηριστικά περιγράφει ο Μ. Ροδάς, «Εις το Ικόνιον εγκατεστάθησαν μηχανικοί, κτηνοτρόφοι, γεωπόνοι. Ο διευθυντής της Γερμανικής Τραπέζης Φόν Γκβίντερ ωθεί διαρκώς πάντα Γερμανόν έμπορον προς την Ανατολήν και παρέχει χιλιάδας μάρκων 118
Lothar Rathmann, Stossrichtung Nahost, 1914-1918, Zur Expansionspolitik des deutschen Imperialismus im ersten Weltkrieg, Βερολίνο, 1963, σ. 27 119 Hugo Grothe, Die asiatische Türkei und die deutschen Interessen, Λειψία, σσ. 37, 43 120 Ροδάς, ό.π., σ. 16 121 Φωτιάδης, Η Γενοκτονία, τόμ. 1ος, σ. 449
48
προς εκείνους οι οποίοι επιθυμούν να εκμεταλλευθούν το έδαφος της Μ. Ασίας. Οι Γερμανοί φθάνουν μέχρι του Ικονίου με γεωργικά εργαλεία, προβαίνουν εις την αποξήρανσιν της λίμνης του Ικονίου και εντός μιας διετίας έχουν εις την διάθεσίν των ολόκληρον πεδιάδα. Οι εργάται Γερμανοί έχουν ήδη σχηματίσει τους πρώτους συνοικισμούς και προς τούτο εκδίδουν νέους χάρτας με τα ονόματα των Γερμανικών χωρίων. Η εκμετάλλευσις του πλουτοφόρου τουρκικού εδάφους επεκτείνεται εις τα Άδανα και την Μεσοποταμίαν. Οι Γερμανοί μηχανικοί εξακολουθούν την μελέτην αρδευτικών έργων και σχεδιάζουν πώς να εκτοπίσουν την Αγγλικήν εταιρείαν, η οποία έχει αρχίσει τας εργασίας της επί του ποταμού Μαιάνδρου. Διαρκώς προχωρούν εις το βάθος της Μ. Ασίας, φθάνουν εις την Παλαιστίνην και αποβλέπουν εις εν τεράστιον έργον επικοινωνίας μετά της διώρυγος του Σουέζ» 122 . Τα όπλα Μάουζερ και τα τηλεβόλα Κρουπ ήταν γερμανική χορηγία στους Τούρκους. «Όχι μόνο νουν τους έδωσαν οι Γερμανοί αλλά και όπλα» 123 . Τα τουρκικά στρατεύματα εξοπλισμένα με γερμανικά όπλα, διακατέχονται από το πρωσσικό μιλιταριστικό πνεύμα 124 . Η γερμανική προπαγάνδα, το δίκτυο της οποίας εξαπλώθηκε σε όλη την Αυτοκρατορία σταδιακά, εμπεριείχε την γερμανική επικράτηση μέσω του σιδηροδρόμου, του εμπορίου, της ίδρυσης Τραπεζών και της εμφάνισης γερμανικών ατμοπλοίων στην Μεσόγειο και τις θάλασσες της Τουρκίας. Η επιτυχία της προπαγάνδας προϋπέθετε επίσης την εκδίωξη των Αγγλογάλλων καθώς και την συντριβή των Ελλήνων. Επιπλέον, οι Εταιρείες που ανήκαν σε Άγγλους και σε Γάλλους πέρασαν σε γερμανική επίβλεψη και κατοχή. Η αγγλική τηλεφωνική εταιρεία της Κωνσταντινούπολης, η βελγική εταιρεία των τραμ, η αγγλική εταιρεία του τούνελ, τα υδραυλικά αγγλικά έργα της Μεσοποταμίας και η γαλλική οδοκατασκευαστική εταιρεία είτε διέκοψαν την λειτουργία τους είτε πέρασαν στα γερμανικά χέρια. Μετά την κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής ΒαγδάτηςΒερολίνου εμφανίσθηκαν στα τουρκικά λιμάνια της Κωνσταντινούπολης, της Σμύρνης, της Θεσσαλονίκης, της Μαύρης Θάλασσας, τα μεγάλα γερμανικά ατμόπλοια, τα οποία συναγωνίζονταν τα αντίστοιχα ξένα. Επίσης, ιδρύθηκαν εμπορικά πρακτορεία στις μεγαλύτερες πόλεις της Τουρκίας 125 .
122
Ροδάς, ό.π.,, σσ. 77-79 Αυτόθι., σ. 18 124 Rathmann, ό.π.,, σ. 30 125 Ροδάς, ό.π., σσ. 24-25. 123
49
Η Γερμανία, παράλληλα με την στρατιωτική και πολιτική κυριαρχία στη Μέση Ανατολή, επιδίωκε και την επιβολή της μέσω διαφόρων ενώσεων και συνδέσμων. Με την είσοδο της Τουρκίας στο πόλεμο, ιδρύθηκαν γερμανικές ενώσεις διαφόρων ειδών. Η γερμανική ιμπεριαλιστική δράση επέβαλε επίσης μακροπρόθεσμα αλλά και άμεσα μέτρα που στόχευαν στον οικονομικό έλεγχο της Ανατολής. Μερικές εταιρείες που δραστηριοποιήθηκαν επί του οθωμανικού εδάφους είναι οι εξής: 1. Ο γερμανικός οικονομικός συνεταιρισμός για τα Βαλκάνια και την Ανατολή (Deutscher Wirtschaftsverband für den Balkan und den Orient) 2. Ο γερμανικός βαλκανικός σύνδεσμος (Deutscher Balkanverein) 3. Το γερμανικό Συνδικάτο Εμπορίου της Ανατολής (Deutsches OrientHandels-Syndikat) 4. Η γερμανο-ανατολική εμπορία (Deutsch-Orientalische Handelsgesellschaft) 5. O γερμανικός σύνδεσμος της Εγγύς Ανατολής (Deutscher Levanteverband) 6. Το γερμανικό ινστιτούτο Μ. Ασίας (Deutsches Vorderasien-Institut) 7. Το Ινστιτούτο για την εμπορική κίνηση με τη Βουλγαρία (Institut für den Wirtschaftsverkehr mit Bulgarien) 8. Ο γερμανικός σύνδεσμος Εγγύς Ανατολής (Deutscher Levante-Verband) 9. Ο ανατολίτικος και υπερπόντιος Συνεταιρισμός της Δρέσδης (Dresdener Orient- und Übersee-Gesellschaft m.b.H.) 10. H ένωση εμπορίου Μέσης Ευρώπης (Mitteleuropäische HandelsVereinigung) 11. Η βιομηχανία προπαγάνδας για την Ανατολή (Industrie-Propagandastelle für den Orient) 12. O γερμανο-περσικός οικονομικός συνεταιρισμός (Deutsch-Persischer Wirtschaftsverband) 13.
H
γερμανο-τουρκική
Handelsgesellschaft)
126
εμπορική
Ένωση
(Deutsch-Türkische
.
Συμπερασματικά, οι λόγοι που οδήγησαν τους Γερμανούς στα τουρκικά εδάφη και στην επιδίωξη να προσεταιριστούν την Οθωμανική Αυτοκρατορία μπορούν να συνοψισθούν στα εξής: Η ελεύθερη ανάπτυξη του γερμανικού πλούτου, η περαιτέρω άνθηση του γερμανικού πολιτισμού, η βιομηχανική, τραπεζική και εμπορική ανάπτυξη, η διατήρηση της αυθυπαρξίας της γερμανικής φυλής, η γεωργική
126
Rathmann, ό.π.,, σσ. 143-147
50
βελτίωση καθώς και η αύξηση του γερμανικού πλούτου. Το σημαντικότερο πλεονέκτημα υπήρξε δε, ότι οι Γερμανοί δεν θα έχαναν την πολιτισμική τους ταυτότητα αλλά θα παρέμεναν «Γερμανοί την ψυχήν και την υπηκοότητα» 127 .
γ΄. ΕΚΤΟΠΙΣΜΟΙ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΠΛΗΘΥΣΜΩΝ ΤΗΣ Μ. ΑΣΙΑΣ, ΤΑ ΤΑΓΜΑΤΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
ΚΑΙ
ΟΙ
ΠΟΡΕΙΕΣ
ΘΑΝΑΤΟΥ.
ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ
ΚΑΙ
ΕΥΘΥΝΗ
ΤΗΣ
ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ
Η μεθοδευμένη εξόντωση του ελληνικού πληθυσμού της Μ. Ασίας και του Πόντου περιλάμβανε τους εκτοπισμούς, τα τάγματα εργασίας και τις πορείες θανάτου. Τα απάνθρωπα μέσα που μηχανεύτηκαν οι Νεότουρκοι με ιθύνοντα νου τους Γερμανούς χαρακτηρίζονταν από αγριότητα και βαναυσότητα. Οι εκτοπισμοί και οι εξορίες κατά τη διάρκεια του χειμώνα και σε εποχές με σφοδρή κακοκαιρία, με στέρηση των αναγκαίων μέσων επιβίωσης αποτελούσαν τα συστατικά στοιχεία μιας προσεκτικά μελετημένης γενοκτονίας. Στην περιφέρεια του Πόντου, όπου εφαρμόστηκαν τα μέτρα εξόντωσης, οι μαζικοί θάνατοι δεν απέτρεψαν την εφαρμογή και την εντατικοποίηση αυτών των μέτρων. Στην Τρίπολη, Κερασούντα, Ορντού, Αμάσεια, Σινώπη, Ινέπολη και γενικότερα σε όλο τον Πόντο κατά τη διάρκεια των πορειών θανάτου δεν επιτρεπόταν στα θύματα η στάθμευση σε κατοικημένα μέρη παρά μόνο σε έρημα και εκτεθειμένα σημεία. Ο σκοπός ήταν διπλός. Αφενός η έλλειψη στέγασης και η έκθεση σε ακραίες καιρικές συνθήκες και αφετέρου η δυσκολία εύρεσης τροφής. Επίσης, απαγορευόταν να υποβαστάζονται οι ασθενείς και οι βαριά άρρωστοι, ενώ ακόμα τιμωρούνταν η παραμυθία και η περιποίηση των μεγαλυτέρων. Επιβαλλόταν επίσης η εγκατάλειψη των ανηλίκων, των γερόντων και των ασθενών που πέθαιναν από την πείνα. Κατά τη διάρκεια της πορείας με πρόσχημα λόγους υγιεινής εξαναγκάζονταν να μπουν στους λουτρώνες και μετά εκτιθέμενοι γυμνοί στο ύπαιθρο σε θερμοκρασίες υπό του μηδενός περίμεναν την υποτιθέμενη ιατρική επιθεώρηση. Οι νεώτεροι κρίνονταν ως ασθενείς και στέλνονταν στα νοσοκομεία όπου δηλητηριάζονταν και θανατώνονταν. Οι Τούρκοι ικανοποιούσαν τα άγρια ένστικτά τους ρίχνοντας στη θάλασσα τα ορφανά και τα νήπια ενώ απαγόρευαν την παροχή ασύλου και τροφής στους λιμοκτονούντες. Όσοι κατάφερναν να ξεφύγουν 127
Ανώνυμος, Η εν Ανατολή γερμανική πολιτική. Η Ελλάς και ο ελληνισμός, Αθήνα, 1915, σσ. 19-22
51
από αυτήν την μαρτυρική πορεία συλλαμβάνονταν και θανατώνονταν. Τα περισσότερα σπίτια των εκπατριζόμενων Ελλήνων κατεδαφίζονταν 128 . Η τουρκική θηριωδία, συνδυαστικά με το γερμανικό εξοντωτικό πρόγραμμα, περιλάμβανε επιπλέον την μετατόπιση πάντοτε προς το εσωτερικό «ένεκεν στρατιωτικών λόγων». Η πεζοπορία διάρκειας 36 ωρών επί 6-7 ημέρες κάτω από αντίξοες συνθήκες, με αδαμιαία περιβολή υπό ακραίες καιρικές συνθήκες, ήταν εξοντωτική. Η εξάντληση και η κόπωση λόγω των κακουχιών και της ασιτίας οδηγούσαν έτσι τους ατυχείς πρόσφυγες με μαθηματική ακρίβεια στο θάνατο. Ειδικά τα παιδιά, ηλικίας 6-10 ετών μετά από πολλές δοκιμασίες έσβηναν στη διάρκεια της εξοντωτικής άνευ λόγου πορείας. Η πείνα και οι ασθένειες είχαν γίνει μόνιμη συντροφιά των προσφύγων και αποτελούσαν τη θανάσιμη απειλή. Το σχέδιο εξόντωσης ήταν αριστοτεχνικά σχεδιασμένο. Ο λευκός θάνατος, η γενοκτονία εν ροή δεν περιλάμβανε αιματοχυσίες και όπλα· επρόκειτο για θάνατο λόγω κακουχιών και εξάντλησης με τους υπαίτιους να επικαλούνται στρατιωτικές και πολεμικές ανάγκες. Τα θύματα της «γερμανοτουρκικής θηριωδίας», Πόντιοι αλλά και Μικρασιάτες έζησαν στο πετσί τους το αποτέλεσμα μιας τόσο επιτυχημένης κατά τα άλλα συμμαχίας 129 . Ο Καλλέργης σε επιστολή του στο Υπουργείο των Εξωτερικών αναφέρεται στην εκκένωση της Κερασούντας και στον εκτοπισμό των κατοίκων της. Η γερμανική και αυστριακή πρεσβεία τον ενημέρωσαν για την επικείμενη μεταφορά στο εσωτερικό των υπηκόων του τουρκικού κράτους. Αφορμή για την εκκένωση και τον εκτοπισμό στάθηκε η επερχόμενη επέλαση των Ρώσων 130 . Οι διωγμοί των Ελλήνων της Τραπεζούντας περιγράφονται και σε άλλη επιστολή του Καλλέργη προς το Υπουργείο Εξωτερικών. Οι απαγωγές και βίαιες μεταφορές επιφανών Ελλήνων Ποντίων, η εγκατάλειψη της Ιεράς Μονής της Παναγίας Σουμελά από τους μοναχούς μόλις πλησίαζαν οι Ρώσοι υπήρξαν ενδεικτικές περιγραφές των διωγμών και των διώξεων. Επίσης, στην Αμισό (Σαμψούντα) η κατάσταση ήταν οικτρή. Καταστροφή των σπιτιών και μαρτύρια των 128
ΙΑΥΕ, Κατεχάκης προς Υπουργείο Εξωτερικών, Πετρούπολη, 7 Μαΐου 1916, αρ.πρωτ. 4889, Β΄, Β/35,38,45,59, 1916-1917, Ειδικός Φάκελος Τραπεζούντας, Εκθέσεις Αρχιμανδρίτη Πανάρετου. Για τα μαρτύρια που υπέστησαν οι Έλληνες της Μ. Ασίας και του Ευξείνου Πόντου αναλυτικά σε κάθε περιοχή βλ. Οικουμενικό Πατριαρχείο, Μαύρη Βίβλος διωγμών και μαρτυριών του εν Τουρκία Ελληνισμού (1914-1918), Οικουμενικό Πατριαρχείο, 1919 129 ΙΑΥΕ, Υπουργείο Εξωτερικών, Τραγωδία Ποντικής Μικρασίας, Απελάσεις, Ανθελληνικοί εν Τουρκία διωγμοί. 130 ΙΑΥΕ, Καλλέργης προς Υπουργείο Εξωτερικών, Κωνσταντινούπολη, 23 Ιουλίου 1915, αρ. πρωτ 17551, Β/35, Ειδικός Φάκελος Τραπεζούντας. Εκθέσεις Αρχιμανδρίτη Πανάρετου
52
κατοίκων των χριστιανικών χωριών της περιφέρειας της Αμισού αποτελούσαν την καθημερινότητά τους. Στην μετατόπιση των ελληνικών πληθυσμών των παραλίων του Ευξείνου Πόντου ο πρεσβευτής της Γερμανίας υποσχόταν ότι θα μεσολαβούσε για την παύση των εκτοπίσεων. Το παράλογο και η ανακολουθία της γερμανικής πολιτικής και οι διπλωματικές ικανότητες των πρεσβευτών αποτελούσαν πλέον το άλλοθι της γερμανικής πολιτικής 131 . Οι κάτοικοι της Θράκης, του Ευξείνου Πόντου και της Μ.Ασίας υπέστησαν απάνθρωπες και βίαιες καταστάσεις που περιγράφονται αδρομερώς από τον Καλλέργη σε άλλη επιστολή του. Μετά την ρωσική κατάληψη της Τραπεζούντας, λεηλατήθηκαν τα ελληνικά χωριά και εκδιώχθηκαν οι κάτοικοι τους. Η άφιξη ορισμένων Γερμανών αξιωματικών αναχαίτισε προσωρινά τους διωγμούς, επέτεινε όμως το μένος και την ένταση της καταδίωξης των κατοίκων. Οι συνθήκες της αναχώρησης και της διαδικασίας των μετατοπίσεων υπήρξαν πάντως σε κάθε περίπτωση σκληρές. «Ειρημμένος Γερμανός Κόμης ανεκοίνωσε Μητροπολίτη τηλεγράφημα Πρεσβευτού Γερμανίας προς αυτόν καθ’ό κεφαλαιώδες να γίνει εντός μηνός επιτρεπομένου εις αναχωρούντας πληθυσμούς να εκλέξωσι τόπον διαμονής και παραλάβωσι ό,τι θέλουσι και ότι αι ιδιοκτησίαι των θα έμενον απαραβίαστοι. …Απέλασις εξετελέσθη εντός 24 ωρών και ολιγώτερον μη παρασχεθείσης ουδεμίας ευκολίας εις καταφεύγοντας οίτινες ανεχώρησαν άνευ τροφίμων, φορτηγών ζώων, ενδυμάτων και αποσκευών υπό ραγδαίαν πολλάκις βροχήν και υπό ισχυράν συνοδείαν χωροφυλάκων ηναγκασμένοι να διανυκτερεύωσιν εν υπαίθρω υπό δριμύ ψύχος» 132 . Ο Γερμανός ανώτατος αξιωματικός Liman von Sanders, εμπνευστής του σχεδίου γενοκτονίας και, σύμφωνα με την γερμανική αντίληψη περί ανθρώπων ως αντικείμενα, έλεγε στους Τούρκους για τα σχέδια εξόντωσης: ‘Σας διαβεβαιώ ότι με το σύστημα που προτείνω, ο θάνατός τους θα είναι βέβαιος. Η μισητή και άτιμη αυτή ράτσα θα ξεκληριστεί και θα χαθεί για πάντα’. Ο Γουλιέλμος πάλι, είχε δηλώσει σε επιστολή του σχετικά με τις μεθόδους εξόντωσης των χριστιανικών πληθυσμών της Οθωμανικής Τουρκίας: «…Η ψυχή μου σκίζεται, αλλά πρέπει να παραδώσουμε όλα στο αίμα και στη φωτιά, να κρεμάσουμε άνδρες, γυναίκες, παιδιά και γέρους, να μην αφήσουμε όρθιο ούτε ένα δέντρο ούτε ένα σπίτι. Με τέτοιες μεθόδους τρόμου, που 131
ΙΑΥΕ, Καλλέργης προς Υπουργείο Εξωτερικών, Κωνσταντινούπολη, 5 Ιουλίου 1915, αρ. πρωτ. 17986, Β/45, Ειδικός Φάκελος Τραπεζούντας. Εκθέσεις Αρχιμανδρίτη Πανάρετου 132 ΙΑΥΕ, Αντίγραφο τηλεγραφήματος του Καλλέργη προς το Υπουργείο Εξωτερικών, Κωνσταντινούπολη, 2 Φεβρουαρίου 1917, Α΄, ΑΑΚ/15, 1915-1917, Ανθελληνικοί εν Τουρκία διωγμοί
53
είναι οι μόνες ικανές στο να συντελέσουν να τελειώσει ο πόλεμος μέσα σε δυο μήνες, ενώ αν έχω ανθρώπινα αισθήματα ο πόλεμος θα συνεχιστεί επί χρόνια. Παρά την απέχθειά μου, αποφάσισα λοιπόν να διαλέξω την πρώτη μέθοδο…» 133 . Πολύ χαρακτηριστικά περιγράφει η Διδώ Σωτηρίου στα Ματωμένα Χώματα τον Γερμανό αξιωματικό Σάντερς και τη γενικότερη κατάσταση που επικρατούσε εκείνη την εποχή στη Μ. Ασία:
«Τον Τούρκο τον επονήρεψε ο Γερμανός. Ο
Γερμανός έχει το πρόσταγμα. Αφέντης τώρα στη Μικρασία δεν ήταν μόνο ο Τούρκος· ήταν και ο Γερμανός. Ο Γερμανός ήταν ο νους κι ο Τούρκος το χέρι. Ο ένας σκάρωνε τα σχέδια και ο άλλος τα εκτελούσε. Στη Σμύρνη κόπιασε ένας Γερμανός πασάς, στεγνός και άκαρδος, με την πρωσική στολή και το σουλούπι του κατακτητή, ο Λίμαν φον Σάντερς. Δεν είχε έλεος και οίκτο τούτος ο κακός δαίμονας της Μικρασίας, Μαζί του δε χώραγε κουβέντα, αίσθημα, μπαξίσι. Τούτος ήταν σταλμένος με το ψυχρό σχέδιο να μας εξοντώσει για να μας αρπάξει το χρυσόμαλλο δέρας. Στην ουσία η Τουρκία ήταν τώρα μια γερμανική αποικία» 134 . Μετά τις ρωσο-τουρκικές συγκρούσεις τον Οκτώβριο του 1914 και την έξοδο των δύο δυνάμεων στα δύο αντίπαλα στρατόπεδα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου οι σχέσεις των δύο χωρών ήταν τεταμένες. Τα γερμανικά θωρηκτά Γκέμπεν και Μπρεσλάου βομβάρδισαν τα ρωσικά λιμάνια του Πότι και του Βατούμ και τις πόλεις της Οδησσού, του Νικολάιεφ, της Σεβαστούπολης και του Νοβοροσίσκ. Ο υποστράτηγος Εμβέρ πασάς μέλος της ισχυρής νεοτουρκικής τριανδρίας ηγείτο των επιχειρήσεων των οθωμανικών στρατευμάτων που πραγματοποιούσαν τις επιθέσεις εναντίον του χριστιανικού στοιχείου που κατοικούσε στην Ρωσία 135 . Κατά τη διάρκεια του Μεγάλου Πολέμου οι Έλληνες της Ρωσίας και του Πόντου βίωσαν τον κίνδυνο της ολοκληρωτικής καταστροφής. Τα χωριά του Κάρς είχαν να αντιμετωπίσουν, πέρα από τον βαρύ χειμώνα, την προέλαση των οθωμανικών στρατευμάτων. Το σχέδιο των Οθωμανών είχε σαν στόχο την κατάληψη της νότιας Υπερκαυκασίας και την επέκταση της οθωμανικής κυριαρχίας στους τουρκογενείς πληθυσμούς των ρωσοκρατούμενων χωρών. Με την έναρξη των 133
Πρόκειται για απόσπασμα από επιστολή που έστειλε ο Γερμανός βασιλιάς προς το βασιλιά της Αυστρίας Φραγκίσκο Ιωσήφ (François Joseph). Βλ. Χάρη Τσιρκινίδη, Επιτέλους τους ξεριζώσαμε. Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, Θράκης και Μ.Ασίας μέσα από τα γαλλικά αρχεία, Θεσσαλονίκη, 1993, σ.9 134 Διδώ Σωτηρίου, Ματωμένα Χώματα, Αθήνα, 1962, σ.67 135 Άρτεμις Ξανθοπούλου- Κυριακού, Ιωάννης Κ. Χασιώτης, «Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και οι Έλληνες της Ρωσίας και του Πόντου (1914-1918)» στον τόμο Οι Έλληνες της Ρωσίας και της Σοβιετικής Ένωσης. Μετοικεσίες και εκτοπισμοί, Οργάνωση και Ιδεολογία, Θεσσαλονίκη, 1997, σσ. 175-177
54
εχθροπραξιών και καθ’όλη τη διάρκεια ενός αιματηρού πολέμου οι ελληνικοί πληθυσμοί ήταν τα θύματα των ρωσο-τουρκικών αψιμαχιών. Αν και η ελληνική συνεργασία με τη ρωσική πλευρά υπήρξε περιορισμένης έκτασης, ήταν το ελληνικό στοιχείο, αυτό που πλήρωσε την προώθηση των Οθωμανών στην ρωσική ενδοχώρα. Οι δυσμενείς συνθήκες εξανάγκασαν τότε πλήθος Ελλήνων του Πόντου να πραγματοποιήσει μετοικεσίες προς το Καρς και βορειότερες περιοχές της Υπερκαυκασίας. Η έκρηξη της επανάστασης στη Ρωσία την άνοιξη του 1917 έθεσε τέρμα στην στρατιωτική τουρκική κατάρρευση στην ανατολική Μ. Ασία 136 .
136
Αυτόθι, σσ. 178-180
55
Γ΄ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ ΣΤΗ Μ. ΑΣΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΟΥ ΚΕΜΑΛ ΑΤΑΤΟΥΡΚ (1919-1923)
α΄. ΟΙ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΤΩΝ ΠΑΡΙΣΙΩΝ ΚΑΙ ΟΙ ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΣΚΗΝΙΚΟ
Στο Συνέδριο Ειρήνης που συγκλήθηκε στο Παρίσι το 1919 για να επισφραγίσει το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου συμμετείχαν μόνο οι νικητές που ανέλαβαν να χαράξουν εκ νέου τον χάρτη της Ευρώπης και της Εγγύς Ανατολής. Η νομιμότητα στις ηττημένες χώρες αμφισβητήθηκε με βάση την αρχή της αυτοδιάθεσης των λαών και διάφορες πολιτικές σκοπιμότητες. Οι ηγέτες των χωρών που βρέθηκαν στο Παρίσι τον Ιανουάριο του 1919 για να αποφασίσουν για την τύχη των ηττημένων χωρών και όλης της Ευρώπης εν γένει, χρειάστηκε να νομιμοποιήσουν και να δικαιολογήσουν υφιστάμενες καταστάσεις. Οι διάφορες εξελίξεις που είχαν προηγηθεί στα μέτωπα του πολέμου επηρέασαν, όπως ήταν φυσικό, καθοριστικά τις διαπραγματεύσεις και το τελικό αποτέλεσμα του Συνεδρίου. Τις διάφορες χώρες αντιπροσώπευαν οι υπουργοί εξωτερικών και βεβαίως οι πρωθυπουργοί τους. Πρωταγωνιστές του Συνεδρίου υπήρξαν ο Κλεμανσώ, ο Ουΐλσον, και ο Λόυντ Τζώρτζ 137 . Το Συνέδριο Ειρήνης του Παρισιού βρισκόταν εν εξελίξει όταν έκανε την εμφάνιση του ο Βενιζέλος με την κατάθεση των ελληνικών διεκδικήσεων. Στις 3 Φεβρουαρίου 1919, ο Έλληνας πρωθυπουργός παρουσίασε ενώπιον του συμβουλίου τις ελληνικές θέσεις. Ωστόσο, η φιλελληνική ατμόσφαιρα και οι διπλωματικές ικανότητες του Ελευθέριου Βενιζέλου δεν προϊδέαζαν για τις αρνητικές εξελίξεις πάνω στο ελληνικό ζήτημα. Οι Μεγάλες Δυνάμεις με εξαίρεση την Ιταλία βρέθηκαν στο πλευρό της Ελλάδας. Το ζήτημα των νησιών και της Μ. Ασίας έμοιαζε να παίρνει τον δρόμο της επίλυσής του 138 . Ο Βενιζέλος παραθέτοντας το δωδέκατο από τα δεκατέσσερα σημεία του Wilson, αναφέρθηκε στη διεκδίκηση αυτονομίας της περιοχής της Μ. Ασίας. Εφόσον η περιοχή περιελάμβανε μια ελληνική πλειοψηφία, είχε το δικαίωμα να διεκδικήσει 137
Ιωάννης Κολιόπουλος, Νεώτερη Ευρωπαϊκή Ιστορία, 1789-1945. Από τη Γαλλική Επανάσταση μέχρι τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, Θεσσαλονίκη, 2001, σ. 321 138 Ν. Petsalis-Diomidis, Greece at the Paris Peace Conference 1919, Θεσσαλονίκη, 1978, σ. 135
56
αυτονομία και ένωση με την μητροπολιτική Ελλάδα. Κατέληγε μάλιστα με την διαπίστωση ότι ένα έθνος δεν έπρεπε να θεωρηθεί υπεύθυνο για την ανεύθυνη στάση ενός βασιλιά. Η εισήγηση του Βενιζέλου προκάλεσε θετικά αισθήματα στους υπόλοιπους ηγέτες. Ο Wilson, ο Clemenceau, ο Lloyd George και ο Orlando είδαν με καλό μάτι τις ελληνικές θέσεις. Ο Βενιζέλος, όπως εξομολογήθηκε σε επιστολή του στο Ρεπούλη, ατένιζε με αισιοδοξία το μέλλον. «Η πρόοδος είναι αξιοσημείωτη. Η Ιταλία, η οποία ήλπιζε να αποκτήσει τη Σμύρνη, όχι μόνο δεν την αποζητά πλέον αλλά αποδέχεται και την εκεί καθιέρωσή μας….Θα πρέπει να μας δοθούν η Σμύρνη, το Αϊβαλί με την ενδοχώρα, καθώς επίσης η Κύπρος και τα Δωδεκάνησα, με τη θυσία ενός ή δύο νησιών, και η μισή Βόρεια Ήπειρος, από την Κορυτσά έως το Λεσκοβίκι…Η μεγαλύτερη αρετή ενός πολιτικού είναι να κάνει εγκαίρως τις απαραίτητες θυσίες για να διασφαλίσει καλύτερα αποτελέσματα» 139 . Κατά τους μήνες Φεβρουάριο έως Απρίλιο του 1919 οι εξελίξεις στο μικρασιατικό ζήτημα ήταν σημαντικές. Οι ελληνικές διεκδικήσεις στη Μ. Ασία έπρεπε να αντιμετωπιστούν σε σχέση με το μέλλον της Ανατολής στο σύνολό της και όχι μεμονωμένα. Το ίδιο ίσχυε και για την Ανατολική Θράκη που εξαρτιόταν άμεσα από το μέλλον της Κωνσταντινούπολης. Η επιτροπή των Ηνωμένων Πολιτειών ήταν της άποψης ότι ήταν άδικο να αποκοπούν οι παράκτιες περιοχές της δυτικής Μ. Ασίας από την κεντρική Ανατολία, ενώ θεωρούσε ότι οι Έλληνες αποτελούσαν μειονότητα στην περιοχή και οι υπολογισμοί του ελληνικού πληθυσμού της Μ. Ασίας από την ελληνική κυβέρνηση υπήρξαν υπερβολικοί 140 . Πλέον το παιχνίδι έμοιαζε χαμένο. Η μοίρα του ελληνισμού και της Ελλάδας βρισκόταν στα χέρια των Μεγάλων Δυνάμεων. Πέραν της ένθερμης στήριξης του Lloyd George και του Clemenceau, οι Μεγάλες Δυνάμεις δεν φάνηκαν διατεθειμένες να αντιμετωπίσουν με φιλελληνικούς πολιτικούς χειρισμούς το μικρασιατικό ζήτημα. Ο Βενιζέλος αναγκάσθηκε έτσι να τροποποιήσει τα ελληνικά αιτήματα. Στο μεταξύ οι Έλληνες της Μ. Ασίας υπέβαλαν υπόμνημα του Οικουμενικού Πατριαρχείου για ένωση με την Ελλάδα. Η οικονομική, πνευματική και πολιτιστική ανωτερότητα των Ελλήνων δημιούργησε αναστολές στις Μεγάλες Δυνάμεις. Η οικονομική ζωή της Τουρκίας εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό από τους Έλληνες της Μ. Ασίας. Η αυτόχθονη φυλή των Ελλήνων της Ανατολής δημιουργούσε φόβους πλήρους επικράτησης της τουρκικής στην Ανατολή. Οι αγγλογαλλικές διαμάχες μαίνονταν για 139 140
Αυτόθι, σσ. 137-138 Αυτόθι, σσ. 173-174
57
την Εγγύς Ανατολή και το ιταλικό ενδιαφέρον παρέμεινε έντονο καθ’όλη τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων. Προτάθηκαν τότε διάφορες λύσεις για το Ανατολικό Ζήτημα που μόνο πρόσκαιρη ανακούφιση μπορούσαν να προσφέρουν στους Έλληνες της Μ. Ασίας. Άλλοτε προτάθηκε διεθνής έλεγχος με τη συνεργασία Γαλλίας και Βρετανίας, άλλοτε ανεξαρτησία της Τουρκίας ως Ανατολικού κράτος και άλλοτε ιταλικός έλεγχος με απόδοση της Σμύρνης στην Ελλάδα 141 . Οι Βρετανοί ειδικοί Toynbee και Nicolson πρότειναν με τη σειρά τους μια άλλη λύση για το ζήτημα 142 . Ακολούθησαν μια σειρά εναλλακτικών προτάσεων σχετικά με την επίλυση του ζητήματος. Ο Nicolson πρότεινε ως καλύτερη, τη μέση και την ‘ιταλική’ λύση 143 . Ο Βενιζέλος πάλι διατήρησε την άποψη ότι η Ελλάδα θα αποκτούσε την Κωνσταντινούπολη μέσω της Μ. Ασίας και της δύναμης του εκεί ελληνισμού. Στο συνέδριο του Παρισιού διεκδίκησε Θράκη και δυτική Μ. Ασία και τη δημιουργία ενός μικρού τεχνητού κρατιδίου της Κωνσταντινούπολης και των Στενών. Η Ελλάδα ωστόσο, δεν μπορούσε να βασιστεί στην αμερικανική σύμπραξη και βοήθεια, καθώς ο πρόεδρος Wilson επηρεαζόταν από τους ειδήμονες του και τις αμερικανικές ιεραποστολές που μάχονταν την Ορθοδοξία και τον ελληνισμό 144 . Η Τουρκία ήταν το επίκεντρο όπου διασταυρώνονται οι ξένες προπαγάνδες. Εκεί βρίσκονταν τα αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα των Μεγάλων Δυνάμεων. Με τον καιρό όμως, αποδείχθηκε ότι η Τουρκία είχε ανάγκη την ελληνική συνεργασία. Η διεθνοποίηση της βασιλεύουσας θα ενίσχυε την επιρροή των Μεγάλων Δυνάμεων, ενώ ως τουρκική θα μετατρεπόταν στο κέντρο μιας ελληνο-τουρκικής συμπολιτείας. Χωρίς την ελληνική συνεργασία η Τουρκία διακινδύνευε να βρεθεί και πάλι υπό την νεοτουρκική ηγεσία, η οποία επιδίωκε μέσω του Κορανίου να υιοθετήσει τον μπολσεβικισμό υπό την καθοδήγηση του Ταλαάτ από το Μόναχο. Η μεταφορά της πρωτεύουσας στην Ανατολία, ώστε να είναι εγγύτερα της Ρωσίας θα ήταν
141
Αυτόθι, σσ. 178-182 Οι Βρετανοί ειδικοί προτείνουν την απόδοση στην Ελλάδα της Κωνσταντινούπολης, των ευρωπαϊκών ακτών των Στενών, και της Θάλασσας του Μαρμαρά αντί για την Σμύρνη και την διατήρηση για την Τουρκία των ασιατικών περιοχών στα ανατολικά και νότια. Βλ. Petsalis-Diomidis, ό.π,, σ. 185 143 Η καλύτερη λύση αναφέρει ελληνική προσάρτηση της Κωνσταντινούπολης και της ευρωπαϊκής Τουρκίας, τουρκική Σμύρνη και Ανατολία και τα Στενά υπό διεθνή έλεγχο. Η μέση λύση αφορά την αμερικανική επίβλεψη της περιοχής των Στενών και της Κωνσταντινούπολης ενώ η ‘ιταλική’ λύση σχετίζεται με ελληνική κυριαρχία σε Σμύρνη, Αϊβαλί και δυτική Ανατολία και ιταλικό έλεγχο σημαντικού μέρους της Τουρκίας, με την τελευταία σε διεθνή οικονομικό έλεγχο. Βλ. PetsalisDiomidis, ό.π., σσ. 186-187 144 Αυτόθι, σσ. 185-189 142
58
αναπόφευκτη. Έτσι η ελληνική λύση έμοιαζε θελκτικότερη για την τουρκική πλευρά 145 . Οι δυσάρεστες για τα ελληνικά δίκαια εξελίξεις αντικατοπτρίζονται σε άρθρο της εφημερίδας Ελεύθερος Πόντος. Στις 6 Ιουλίου 1919 η εφημερίδα σχολίασε τα τεκταινόμενα του Συνεδρίου του Παρισιού. Αναφέρθηκε στις ιταλικές διεκδικήσεις που υπέβαλε ο Τιττόνι και στο αρμενικό ζήτημα που όδευε προς τη λύση του μετά την παλιννόστηση των Αρμενίων προσφύγων. Η υπέρμετρη αισιοδοξία απέρρεε από τις μέχρι τότε εξελίξεις. Η αποτυχία της τουρκικής αντιπροσωπείας στο Συνέδριο του Παρισιού αποδόθηκε πολύ χαρακτηριστικά με την παρομοίωση ότι πήγαν «δια έριον» και επέστρεψαν κουρεμένοι. Οι αυταπάτες των Νεότουρκων στηρίχθηκαν στη γερμανική στήριξη με αποκορύφωμα την είσοδο των θωρηκτών Γκέμπεν και Μπρεσλάου στα Δαρδανέλια. Όμως έπραξαν το λάθος να θεωρήσουν τη «Γερμανίαβδέλα» ως δανειστή. Γινόταν επίσης αναφορά στην εξόντωση του μισού χριστιανικού πληθυσμού της Μ.Ασίας με την πρόφαση στρατιωτικών σχεδιασμών και τον επιθυμητό μετέπειτα εποικισμό της περιοχής με Γερμανούς αποίκους. Η αγγλική εφημερίδα Όριεντ νιούζ, της οποίας τα νέα αναπαρουσίαζε και ανασυνέθετε ο Ελεύθερος Πόντος αναφέρθηκε στη σωτήρια δράση του πρεσβευτή της Γερμανίας Μέττερνιχ, ο οποίος έδειξε φιλάνθρωπη στάση υπέρ του αρμενικού λαού και διαμαρτυρήθηκε στον Ταλαάτ για τις αρμενικές σφαγές. Μετά από διαμαρτυρία των Νεότουρκων, ο Μέττερνιχ ανακλήθηκε λόγω επέμβασης στα εσωτερικά ζητήματα της Τουρκίας. Τέλος γινόταν λόγος για τη φιλία του Κάιζερ με τον Χαμίτ και τους ηγέτες των Νεότουρκων. Ο Χαμίτ σε διάλογό του με τον ηγέτη των Νεότουρκων Εμβέρ του είχε επιστήσει την προσοχή, καθώς η συμμαχία με την Γερμανία θα σήμαινε το τέλος της Τουρκίας. Σε αναμενόμενη απορία του Εμβέρ για τη φιλογερμανική δράση του, ο Σουλτάνος ανταπάντησε πως επρόκειτο για φαινομενική φιλία και πως μόνη του επιδίωξη αποτελούσε μια βρετανική συμμαχία 146 . Η απόβαση του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη ήταν γεγονός. Ένα γεγονός που διαδραματίσθηκε εν μέσω των διαβουλεύσεων στο Συνέδριο του Παρισιού. Ο 145
Αυτόθι, σ. 190 Νεωτέραι Ειδήσεις, Ελεύθερος Πόντος, 6 Ιουλίου 1919. Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα της εφημερίδας: Ο Χαμίτ, προς στιγμήν εσιώπησε, κατόπιν: «Συνδέσαντες την Τουρκίαν δια συμμαχίας μετά της Γερμανίας ανοίξατε τον τάφον της Τουρκίας». «Αλλά, έκοψεν ο Εμβέρ με αγανάκτησιν, σεις ο ίδιος υπήρξατε είς των μεγαλυτέρων φίλων του Κάιζερ». «Έλεγον πάντοτε ότι είσθε παιδί», απήντησεν ο Σουλτάνος. «Διετήρησα φαινομενικήν φιλίαν μετά της Γερμανίας αλλ’ εις το τέλος ηδυνάμην να πωλήσω το δέρμα μου αντί καλλιτέρας τιμής εις την Αγγλίαν!». 146
59
ελληνισμός της Μ. Ασίας βρέθηκε όμως σύντομα σε δυσχερή θέση. Στην Μ. Ασία, πεδίο ανταγωνισμού των Μεγάλων Δυνάμεων, οι εξελίξεις ήταν σημαντικές. Αυξήθηκε η ιταλική επιρροή σε βάρος της μέχρι τότε γερμανικής. Οι ιταλικές τράπεζες απορρόφησαν τις γερμανικές καθώς και τις αυστριακές. Το εισαγωγικό και εξαγωγικό εμπόριο πέρασε σταδιακά στα χέρια των Ιταλών. Η εδραίωση της ιταλικής κυριαρχίας τους προχωρούσε με σταθερούς ρυθμούς 147 . Η προέλαση του ελληνικού στρατού στη Μ. Ασία συνεχιζόταν παράλληλα με τις διαπραγματεύσεις. Τα συμφέροντα ήταν αντιμαχόμενα και συνεχώς οι θέσεις άλλαζαν προκειμένου να βρεθεί η ιδανικότερη λύση. Στη διάρκεια των μηνών Μαΐου έως το Δεκέμβριο του 1919 το Συνέδριο κορυφώθηκε. Ο Clemenceau πρότεινε τα βιλαέτια της Προύσας και της Κασταμονής να δοθούν στη Γαλλία, η Αμερική να αποκτήσει εκείνο της Άγκυρας και το βιλαέτι του Αϊδινίου να μοιραστεί σε Ελλάδα και Ιταλία. Ο Lloyd George αντιπρότεινε την ιταλική κυριαρχία στην περιοχή της Αντάλειας. Ο πρόεδρος Wilson πάλι συμφωνούσε με την ιδέα της ελληνικής Σμύρνης και των Δωδεκανήσων 148 . Η Τουρκία βρέθηκε πάντως υπό την αναγκαστική καθοδήγηση των ξένων δυνάμεων, οικεία κατάσταση γι αυτήν, καθώς και στο παρελθόν είχε περιέλθει υπό το καθεστώς της επιτήρησης των ξένων ελεγκτών. Η διοίκηση της Τουρκίας από ειδικούς συμβούλους κρίθηκε επιβεβλημένη, καθώς η ιταλική παρουσία στη Μ. Ασία απειλούσε την ειρήνη. Στη συνέχεια διαπιστώθηκε ότι ο διαχωρισμός της Ανατολίας σε ζώνες επιρροής είναι ανέφικτος. Οι αποφάσεις και οι προτάσεις ανατρέπονταν πάντως καθημερινώς και η ανάγκη εύρεσης της ιδανικότερης λύσης έφερε μοιραία τους σύνεδρους σε συνεχείς αντιπαραθέσεις. Η Γαλλία προθυμοποιήθηκε προς στιγμήν να τεθεί στο περιθώριο των διαπραγματεύσεων και να αποσυρθεί από τις διεκδικήσεις της στη Μ. Ασία, παρά τα τεράστια οικονομικά της συμφέροντα στην περιοχή, αρκεί να μην διαταράσσονταν οι σχέσεις της με τους Ιταλούς και τους Μουσουλμάνους. Τη ρευστότητα των περιστάσεων αντανακλούσε και το γεγονός ότι η Ρωσία, μετά την καθεστωτική αλλαγή, δεν ανήκε στους συμμάχους, ενώ η Αυστροουγγαρία είχε ήδη διαλυθεί. Έτσι η συνθήκη του Λονδίνου δεν είχε πλέον νόημα. Ο Wilson από την άλλη επιθυμούσε την απομάκρυνση της Ιταλίας από το πεδίο των μικρασιατικών διαπραγματεύσεων.
147 148
Αυτόθι, σσ. 191-195 Αυτόθι, σσ.228-229
60
Οι καθοριστικοί παράγοντες του Συνεδρίου υπήρξαν, σε γενικές γραμμές, η άνευ όρων παράδοση της Γερμανίας, η αποσύνθεση Αυστρίας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η σκληρή στάση της Γαλλίας απέναντι στη Γερμανία και η πολιτική στάση του Αμερικανού προέδρου. Ο στόχος των νικητριών δυνάμεων ήταν κυρίως η ρύθμιση του γερμανικού ζητήματος που θα διατηρούσε τη μειονεκτική θέση της Γερμανίας και θα απέτρεπε τυχόν αύξηση της ισχύος της καθώς και η χάραξη νέων συνόρων στην Ευρώπη και στην Εγγύς Ανατολή, με κριτήριο τις ανάγκες των εθνοτήτων και όχι τα δυναστικά συμφέροντα 149 . Η εφημερίδα Εποχή του Νίκου Καπετανίδη, που εκδιδόταν στην Τραπεζούντα περιγράφει χαρακτηριστικά και λεπτομερώς τη δεινή θέση της Γερμανίας μετά την ήττα της στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η εφημερίδα αποδίδει με ενάργεια και χαρακτηριστική ζωντάνια το πνεύμα της εποχής και τις μετέπειτα πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις καθώς και τα γεγονότα που διαδραματίζονταν υπό μία άλλη, πιο κριτική σκοπιά. Με γλαφυρότητα και μια δόση ειρωνείας περιγράφεται η θέση της Γερμανίας στον ευρωπαϊκό κόσμο. Ο τίτλος του άρθρου μάλιστα προϊδεάζει για την σκωπτικότητα της περιγραφής που ακολουθεί. «Η Γερμανία υπεράνω όλων!» τιτλοφορούνταν το άρθρο που δημοσιοποιήθηκε στις 6 Σεπτεμβρίου του 1919 από την Εποχή. «Προς τον μιλιταρισμό-ζήτω ο αυτοκράτωρ» συνέχιζε ο Εδουάρδος Έλσε, ο οποίος υπέγραφε το συγκεκριμένο δημοσίευμα. Ο αρθρογράφος ανέφερε ότι η ηττημένη Γερμανία αντιμετώπιζε έναν διττό κίνδυνο, αυτόν του σπαρτακισμού και του Παγγερμανισμού. Ο Έρτζμπεργκ, ο νέος ηγέτης της χώρας διατεινόταν ότι διατηρούσε τις ισορροπίες και θα κατάφερνε να επαναφέρει τη χώρα στην παλιά της αίγλη με το μικρότερο δυνατό κόστος. Η αποφυγή των μιλιταριστικών τάσεων και η οικονομική ανάκαμψη ήταν στα σχέδια του πανούργου, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, Έρτζμπεργκ. Η αποφυγή της πλήρους αναρχίας, λόγω του οικονομικού χάους και της ηθικής κατάπτωσης, αναπόφευκτες συνέπειες της ήττας αποτελούσαν τις πρώτιστες έγνοιες του ηγεμόνα της Γερμανίας. Πέρα από την πειθαρχία και την οργανωτική ικανότητα του γερμανικού λαού, ο αρθρογράφος έκανε λόγο για την ροπή του προς την βιαιότητα. Συνέχιζε μάλιστα με την διαπίστωση ότι ο μέσος Γερμανός όπως και η ανώτερη κοινωνική τάξη, επιθυμούσε την επαναφορά στην ηρεμία και στην τάξη. Η Γερμανία απεχθανόταν τον
149
Κολιόπουλος, ό.π., σ. 322
61
μπολσεβικισμό και η απουσία του Γουλιέλμου Β΄ ενείχε τον κίνδυνο της επαναφοράς στον μιλιταρισμό και στον Παγγερμανισμό. Η υποχρέωση πλήρους αφοπλισμού της Γερμανίας, μετά την υπογραφή της συνθήκης των Βερσαλλιών επιβάρυνε τους Γερμανούς, οι οποίοι έβλεπαν θετικά έναν νέο πόλεμο με την διάθεση της αντεκδίκησης. Στο μεταίχμιο του μιλιταρισμού και της αναρχίας η Γερμανία έπρεπε να κρατήσει τις ισορροπίες της. Η Πρωσσία προκάλεσε την κακή τύχη της Γερμανίας, μια Αυτοκρατορία που εξανάγκασε τους λαούς πέριξ του Ρήνου να δηλώσουν: «Μας εξηνάγκασαν να κάμωμεν μίαν αιματηράν τρέλλαν. Δεν έχομεν την συνείδησιν ικανώς ήρεμον. Ητιμάσθημεν ενώπιον των λαών. Είμεθα σχεδόν κατεστραμμένοι. Πρέπει να ανασυνταχθώμεν και προ παντός ν’ανακτήσωμεν την θέσιν μας εις τον κύκλον των πεπολιτισμένων εθνών. Ας αφήσωμεν αποφασιστικώς και ειλικρινώς τας παλαιάς τρέλλας, ας εργασθώμεν. Ημείς πρώτοι θα κερδίσωμεν.» Ο γράφων καταλήγει πως διαπράττει σφάλμα όποιος δεν θεωρεί την Γερμανία υπολογίσιμη δύναμη με κατακτητικές βλέψεις 150 . Πολύ χαρακτηριστικό είναι επίσης και το άρθρο που αναφέρεται με σκωπτική διάθεση στη μετανοημένη και μεταπολεμική Γερμανία. Το απόσπασμα από το γελοιογραφικό περιοδικό Άνω Κάτω δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Εποχή και τιτλοφορείται: Το τροπάριον της μετανοούσης Μαγδαληνής. Η στήλη αναφερόταν με ειρωνική διάθεση και στον Ουίλσον, «τον ειρηνοποιό», πρόεδρο των ΗΠΑ. Το απόσπασμα έχει ως εξής: «Κύριε Βίλσων η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα Γερμανία, την σην αισθανομένη πηγμήν, ηττημένης αναλαβούσα τάξιν, οδυρομένη, υποβρύχια και στόλους προ των ποδών σου κομίζει…Οίμοι, λέγουσα, ότι νυξ μοι υπάρχει, οίστρος αιμοδιψίας, ζοφώδης τε και ασέληνος έρως στρατοκρατίας. Δέξαι μου τα κροκοδείλα δάκρυα, ο δια των ταγκ διεξάγων τον πόλεμον, ο κλίνας την πλάστιγγα προς την Συνεννόησιν. Καταφιλήσω την υπογραφήν σου και το στέμα μου καταθέσω προ των ποδών σου, ων εν τω Βερολίνω Κάιζερ, τον κρότον τοις ωσίν ηχηθείς, φόβω το έκοψε λάσπη. Καταστροφών τα πλήθη και κριμάτων μου τας αβύσσους τις επανορθώσει, λαοσώστα Ουΐλσων; Μη με την σην δούλην διαμελίσης, ο αμέτρητον έχων στρατόν και πολεμοφόδια» 151 . Ούτως ή άλλως κάθε εφημερίδα ήταν μια επιχείρηση με απώτερο σκοπό το κέρδος και για κείνη την εποχή αποτελούσε το αποκλειστικό μέσο ενημέρωσης και 150 151
Εδουάρδος Ελσέ, «Η Γερμανία υπεράνω όλων», Εποχή, Τραπεζούς, 6 Σεπτεμβρίου 1919 Ανώνυμος, «Το Τροπάριον της μετανοούσης Μαγδαληνής», Εποχή, Τραπεζούς, 7 Δεκεμβρίου 1918
62
διαμόρφωσης απόψεων 152 . Κάθε εφημερίδα και έντυπο της εποχής, όπως είναι διαχρονικά διαπιστωμένο εκφράζει τις απόψεις του εκδότη και ενίοτε λειτουργεί ως φερέφωνο των διαφόρων τάξεων. Ο ανεξάρτητος τύπος δίκαια θεωρείται ως η τέταρτη εξουσία. Έτσι και τότε τα έντυπα περιέγραφαν την περιρρέουσα ατμόσφαιρα και την πολιτική κατάσταση που επικρατούσε. Η Εποχή ωστόσο προσπάθησε να κρατήσει αποστάσεις και να διατηρήσει ένα χαμηλό προφίλ.
β΄. ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΟΝ ΕΛΛΑΔΙΚΟ ΧΩΡΟ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΥ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑ
Οι Έλληνες δεν υπολόγισαν σωστά τη δύναμη της ελληνο-γερμανικής συνεργασίας. Η Ελλάδα, ως νικήτρια χώρα στο πλευρό της Αντάντ κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ανταμείφθηκε με παραχώρηση εδαφών από τη Βουλγαρία και την Οθωμανική Αυτοκρατορία, χώρες οι οποίες κατά τη διάρκεια του πολέμου αποτελούσαν τον αντίπαλο συνασπισμό, τις Κεντρικές Δυνάμεις. Σύμφωνα με τη συνθήκη του Νεϊγύ, η Ελλάδα απέσπασε από την Βουλγαρία τη Δυτική Θράκη και έτσι αποκόπηκε η βουλγαρική διέξοδος προς τη Μεσόγειο θάλασσα. Με την υπογραφή της συνθήκης των Σεβρών πάλι η Τουρκία παρέδιδε στην Ελλάδα όλη την Ανατολική Θράκη και τη ζώνη της Σμύρνης στη δυτική Μικρά Ασία, με εξαίρεση την περιοχή της Κωνσταντινούπολης. Προς αποκατάσταση των ελληνο-γερμανικών σχέσεων ο Liman von Sanders υπέβαλε υπόμνημα με το οποίο ζητούσε συνάντηση με τον Νούλη, τον επιτετραμμένο της Ελλάδας στο Βερολίνο. Ο Νούλης απέστειλε τηλεγράφημα προς τον πρόεδρο της κυβέρνησης στο Παρίσι, αναφέροντας ότι ο Καλιτσουνάκης του επέδωσε υπόμνημα του Sanders. Ο Γερμανός στρατάρχης επιδίωξε να ανατρέψει το εις βάρος του αρνητικό κλίμα. Ισχυρίσθηκε λοιπόν, ότι ακέραια έφεραν την ευθύνη των ελληνικών διωγμών στη Μ. Ασία οι Τούρκοι στρατηγοί και πως αυτοί διέδιδαν τα όσα συκοφαντικά ακούγονταν για το πρόσωπό του. Δεν απέκρυψε μάλιστα τη δυσαρέσκειά του για όσα έκαναν χωρίς να τον ενημερώσουν οι Τούρκοι στρατηγοί. Μάλιστα προς ενίσχυση των λεγομένων του κατέθεσε επιστολές Ελλήνων της Μ. Ασίας που του εξέφραζαν ευχαριστίες και κατέληξε υποστηρίζοντας πως οι Έλληνες 152
Σωτηρία Βασιλείου, «Το προσφυγικό ζήτημα μέσα από την εφημερίδα Φως (1922-1930)» στον τόμο Οι πρόσφυγες στη Μακεδονία. Από την τραγωδία στην εποποΐα, Κολιόπουλος Σ. Ιωάννης, Μιχαηλίδης Δ. Ιάκωβος (επιμ.), Αθήνα, 2009, σ.156
63
της Σμύρνης ανάρτησαν την εικόνα του στα ελληνικά σχολεία λόγω της ευγνωμοσύνης που έτρεφαν προς εκείνον. Οι ωμότητες και οι βιαιότητες που διαπράχθηκαν ήταν έργο καθαρά τουρκικό, υποστήριξε εν κατακλείδι ο Γερμανός στρατηγός 153 . Ο Νούλης με τη σειρά του απέστειλε το υπόμνημα του Sanders στον Έλληνα υπουργό εξωτερικών μαζί με ένα εμπιστευτικό τηλεγράφημα. Εκεί ο Έλληνας επιτετραμμένος ανέλυσε τις σκέψεις του περί της κατάστασης των ελληνογερμανικών σχέσεων. Αναφέρθηκε στη συνάντηση που είχε με τον ένθερμο φιλέλληνα, τον Γερμανό υπουργό των Εξωτερικών Simons, ο οποίος όπως διατεινόταν ζήλευε την Ελλάδα για την τωρινή της ευνοϊκή θέση και συγχρόνως λυπόταν γιατί δεν την έχει γείτονα χώρα. Μάλιστα υποστήριξε ότι, αφού η Τουρκία είχε αποσυντεθεί το 1912, έπρεπε να φτάσει ο ελληνικός στρατός μέχρι την Ερζεγοβίνη. Ο Πάλλης απάντησε ότι η Ελλάδα ήταν ευχαριστημένη με τα σύνορά της και ήθελε να ζήσει ειρηνικά με τους γείτονές της. Ο Γερμανός Υπουργός των Εξωτερικών χαρακτήρισε τον Βενιζέλο ως τον «μεγαλύτερο πολιτικό άνδρα του κόσμου» και προέτρεψε την Ελλάδα σε νέα διεύρυνση των συνόρων ώστε η Ελλάδα και η Γερμανία να αποκτήσουν κοινά σύνορα. Οι καλές σχέσεις των δύο χωρών θα εξασφαλίσουν την καλή γειτονία. Ο Simons ομολόγησε επίσης «το πεπλανημένο της αρχαίας πολιτικής της Γερμανίας» και μετανόησε λέγοντας πως «η πολιτική αυτή παρήλθε και η Γερμανία θα δώση δείγματα αληθούς φιλίας τη Ελλάδι». Επίσης, ο Γερμανός τον ενημέρωσε ότι είχε αποφασίσει για το πρόσωπο που θα τοποθετούσε στη θέση του Πρέσβη στην Αθήνα, ο οποίος θα ήταν ιδιαίτερα ευχάριστος στην ελληνική κυβέρνηση, θα ήταν φίλος της Ελλάδας. Ο Πάλλης το μόνο που του ζήτησε και το έλαβε υπόψη του ήταν ο νέος πρέσβης να μην είχε καμία σχέση με κύκλους του Κωνσταντίνου γιατί αυτό θα δημιουργούσε πρόβλημα. Ο νέος πρέσβης θα ήταν ο κόμης Φον ντερ Σούλενμπεργκ (von der Schhulenberg). Ισχυρίστηκε πως η Γερμανία όφειλε να υποστηρίξει τα συμφέροντα της Ελλάδας και να μην υποχωρήσει στις παράλογες αξιώσεις των συμμάχων της, Βουλγάρων και κυρίως Τούρκων. Τη συμμαχία των Τούρκων και των Ρώσων χαρακτήρισε ο Γερμανός φιλέλληνας ως «μπολσεβικοτουρκική ανοησία», η οποία έπρεπε να σταματήσει για το καλό της ανθρωπότητας. Εξέφρασε ακόμη απορία 153
ΙΑΥΕ, Νούλης προς Υπουργείο Εξωτερικών, Βερολίνο, 3/16 Μαΐου 1920, αρ.πρωτ. 6029, Α΄, Α/5/ΙΙ, 1920, Πολιτική, Φάκελος Γερμανίας. Πολιτική, στρατιωτική και οικονομική κατάσταση στη Γερμανία. Σχέσεις Γερμανίας-Ελλάδας, Γερμανίας-Ρωσίας
64
σχετικά με τη στάση των Τούρκων για τη συνθήκη των Σεβρών και διαβεβαίωσε τον Νούλη περί της γερμανικής υποστήριξης απέναντι στη χώρα του. Στη συνέχεια ο Νούλης διατύπωσε το προσωπικό του συμπέρασμα: οι απροσδόκητες και ποικίλες γερμανικές περιποιήσεις ήταν δικαιολογημένα ύποπτες και μόνο σκοπό είχαν την εθνική εκδούλευση. Ανέλυσε την πολιτική κατάσταση της Γερμανίας και τη θέση της στην ευρωπαϊκή σκακιέρα των εξελίξεων. Στα τέλη του 1920, υποστήριξε, η Γερμανία εξαρτιόταν από τις διεθνείς εξελίξεις και ήταν έρμαιο των πολιτικών αποφάσεων των Αγγλογάλλων. Η αναγνώριση της συνθήκης των Σεβρών και η αντικεμαλική συμπεριφορά -όπως αυτή περιγράφεται από τον Simonsεξηγούνταν απόλυτα. Οι Γερμανοί επιδίωκαν την μεσολάβηση του Έλληνα πρωθυπουργού στον Βρετανό ομόλογo του ώστε να φανεί επιεικής με τα ζητήματα της γερμανικής πολιτικής, δηλαδή το ζήτημα των γαλλικών αξιώσεων στο Ρήνο και τη Βαυαρία και τον καθορισμό των πολεμικών αποζημιώσεων. Σε αντάλλαγμα, θεωρούσε, ότι η Γερμανία προσέφερε την ανατολική επιρροή της για την διάλυση του κεμαλικού κινήματος ως όρου για την μεσολάβηση Βενιζέλου στον Lloyd George και αναφέρθηκε προκαταβολικά στην αναγνώριση των διατάξεων της Συνθήκης των Σεβρών εκ μέρους της Γερμανίας. Οι Γερμανοί, ως ψυχροί υπολογιστές των συμφερόντων τους και ως έμπειροι διπλωμάτες ακολουθούσαν για άλλη μια φορά, μια καλά σχεδιασμένη στρατηγική. Ωστόσο, ο Νούλης πρότεινε ως την καλύτερη διπλωματική λύση την επίλυση των ελληνοτουρκικών ζητημάτων χωρίς την ξένη παρέμβαση και ειδικά χωρίς την γερμανική μεσολάβηση. Τόνισε επίσης ότι έπρεπε να αποφευχθεί οποιοδήποτε αναφορά στις ραδιουργίες του von Seet στην Μ.Ασία, ώστε να μην διαταραχθεί το πρόσχημα των φιλικών σχέσεων μεταξύ ΓερμανίαςΕλλάδας 154 . Μια άλλη προσπάθεια προς την βελτίωση των σχέσεων Ελλάδας-Γερμανίας ήταν η προπαγανδιστική τάση που επέδειξε ο γερμανικός τύπος με σκοπό τη δημιουργία ευνοϊκού, φιλελληνικού κλίματος στο γερμανικό λαό. Μάλιστα, ειδική επιτροπή στο Υπουργείο Εξωτερικών, στο Βερολίνο επιφορτίστηκε με αυτήν την δραστηριότητα. Μέλη αυτής της επιτροπής διατελούν και Έλληνες, δημοσιογράφοι και καθηγητές, οι οποίοι εξέδιδαν το δημοσιογραφικό όργανο, Das Ausland. Για την επίτευξη του στόχου επιστρατεύθηκε ειδικός ανταποκριτής στα Βαλκάνια και στην 154
ΙΑΥΕ, Νούλης προς Υπουργό Εξωτερικών Νικόλαο Πολίτη, Βερολίνο, 20 Σεπτεμβρίου 1920, αρ.πρωτ. 12940, Α΄, Α/5/ΙΙ, 1920, Πολιτική, Φάκελος Γερμανίας. Πολιτική, στρατιωτική και οικονομική κατάσταση στη Γερμανία. Σχέσεις Γερμανίας-Ελλάδας, Γερμανίας-Ρωσίας
65
Ελλάδα· ο Μάριο Πασάρτζ για την Vossische Zeitung 155 . Ωστόσο, δύο χρόνια αργότερα ο επιτετραμμένος της Ελλάδας στο Βερολίνο, Πολίτης σε επιστολή του στο Υπουργείο των Εξωτερικών εξέφρασε την διαφωνία του για την προσπάθεια δημιουργίας φιλελληνικού κλίματος μέσω του γερμανικού τύπου. Ο αποκλεισμός της Γερμανίας λόγω της εξέλιξης του Ανατολικού Ζητήματος και η παγίωση της διεθνούς θέσεώς της την καθιστούσαν εχθρική και επομένως κάθε προσπάθεια προσέγγισης ήταν ανώφελη, υποστήριξε ο Έλληνας διπλωμάτης. Η φιλοτουρκική διάθεση και η ένθερμη υποστήριξη των τουρκικών διεκδικήσεων κατά τις συζητήσεις της Συνθήκης των Σεβρών του γερμανικού τύπου αποτελούν μάλιστα αδιάψευστους μάρτυρες της ένοχης - και για την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη- συνεργασίας και συμμαχίας. Οι Αγγλογάλλοι είχαν συμβουλεύσει τον Πολίτη προς αυτή την κατεύθυνση καθώς αυτή η αλληλοϋποστήριξη ήταν το απόλυτο τεκμήριο των στενών δεσμών που, ακόμα και μετά την ήττα των δύο δυνάμεων, υφίσταντο ανάμεσά τους. Ο Πολίτης υπερτόνισε επίσης την ανάγκη της μη μεταστροφής του κλίματος υπέρ της Ελλάδας, καθώς η συγκεκριμένη χρονική στιγμή, κατά την διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας, ήταν δυνατόν να προκαλέσει αρνητικά και πικρόχολα σχόλια από τις υπόλοιπες δυνάμεις. Η δημιουργία καλών ελληνο-γερμανικών σχέσεων που αντανακλάτο στον γερμανικό τύπο, τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή εμπεριείχε τον κίνδυνο της παρερμηνείας. Η Ελλάδα θα έμοιαζε να εξαρτάται από Γερμανούς προστάτες. Οι ανταποκρίσεις του γερμανικού τύπου αναφέρονταν σε αλματώδη πρόοδο του ελληνικού κράτους και στην φανερή βελτίωση των περιοχών που είχε προσαρτήσει η Ελλάδα από την Τουρκία μετά την Συνθήκη των Σεβρών. Επίσης, γινόταν λόγος για την «εκπολιτιστική και εμπορική διείσδυση του Ελληνισμού καθ’όλην την ανατολικήν λεκάνην της Μεσογείου» 156 . Σε άλλο έγγραφο του Νούλη γινόταν λόγος για τις εμπορικές σχέσεις της Ελλάδας με τη Γερμανία. Μάλιστα τονιζόταν πως η γερμανική εταιρεία L.V.G. (LüftVerkehrs-Gessellschaft) θα προέβαινε στην πώληση σαράντα αεροπλάνων 157 .
155
ΙΑΥΕ, Βαλιαννάτος προς Βασιλιά Κωνσταντίνο, Κοπεγχάγη, 1/14 Ιουνίου 1919, αρ.πρωτ. 6673, Α΄, Α/5/ΙV , 1919, Πολιτική. Περί κεντρικών αυτοκρατοριών, Γερμανία. 156 ΙΑΥΕ, Πολίτης προς Υπουργείο Εξωτερικών, Βερολίνο, 11/24 Μαΐου 1921, αρ.πρωτ. 14594, Κεντρική Υπηρεσία, 1921, Τουρκογερμανικές σχέσεις και στάση της Ελλάδας μέσω του γερμανικού τύπου, φάκελος 1, υποφάκελος 4 157 IΑΥΕ, Νούλης προς Επιτελική Υπηρεσία Στρατού, Βερολίνο, 1 Ιουνίου 1920, αρ.πρωτ. 7192, Α΄, Α/5/ΙΙ, 1920, Πολιτική, Φάκελος Γερμανίας. Πολιτική, στρατιωτική και οικονομική κατάσταση στη Γερμανία. Σχέσεις Γερμανίας-Ελλάδας, Γερμανίας-Ρωσίας
66
Οι Γερμανοί πάντως επιθυμούσαν την αποπομπή του Βενιζέλου και την επάνοδο του γερμανόφιλου Κωνσταντίνου. Τον Οκτώβρη του 1919 με επιστολή τους στον Υπουργό Εξωτερικών, Νικόλαο Πολίτη, εξέφρασαν το κοινό αίσθημα και την αναμονή της περιπόθητης «μεταβολής εν Ελλάδι» 158 . Πράγματι, μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου του 1920 και την ανατροπή του Βενιζέλου, στο θρόνο επανήλθε ο Κωνσταντίνος. Η άνοδός του προκάλεσε τη «συμμαχική» δυσφορία απέναντι στην Ελλάδα και σύντομα την πολιτική απομόνωση της σε διεθνές επίπεδο, καθώς ο Κωνσταντίνος είχε άμεσες σχέσεις με τη βασιλική οικογένεια της ηττημένης Γερμανίας. Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου είχαν προηγηθεί οι προσπάθειες των Συμμάχων να προσεταιριστούν την Ελλάδα, οι οποίες προσέκρουσαν στην άρνηση του βασιλιά της Ελλάδας Κωνσταντίνου να εγκρίνει την έξοδο από την ουδετερότητα όπως επιθυμούσε ο Βενιζέλος που πίστευε στην τελική επικράτηση των Συμμάχων και είχε πιστέψει στις διαβεβαιώσεις τους για παραχώρηση εδαφών της Τουρκίας όπου κατοικούσαν ελληνικοί πληθυσμοί. Οι ενέργειες των Μεγάλων Δυνάμεων και η πόλωση ανάμεσα στις θέσεις του Βασιλιά και του Πρωθυπουργού οδήγησαν τελικά την Ελλάδα στον Εθνικό Διχασμό, την απομάκρυνση του Κωνσταντίνου και την έξοδο της χώρας στον Πόλεμο στο πλευρό των Συμμάχων 159 . Τον Μάιο του 1920 ο Ι. Καλιτσουνάκης σε επιστολή του στον Βενιζέλο συμπεριέλαβε και την επιστολή του Sanders 160 . O πρώην Στρατάρχης του τουρκικού στρατού στη μακροσκελή επιστολή του ισχυριζόταν πως δεν είχε ανάμιξη στα όσα εγκληματικά και αποτρόπαια είχαν διαπραχθεί εις βάρος των Ελλήνων της Μ. Ασίας και κατέβαλε προσπάθεια να αποτινάξει τις προσωπικές του ευθύνες μεταθέτοντας όλο το βάρος στους Τούρκους στρατηγούς. Αναφέρθηκε επίσης στο γεγονός που είχε διαδοθεί σχετικά με τα σκληρά μέτρα εναντίον των Χριστιανών και ιδιαίτερα των Ελλήνων, στα οποία ‘εμπλέκομαι και εγώ.’ Υποστήριξε ότι επρόκειτο για ένα τέλειο ψέμα και για μία ακόμη δυσφήμιση. Αντιθέτως, όπως υποστήριζε, ο ίδιος προστάτευσε, με την δύναμη που είχε, τους χριστιανικούς πληθυσμούς από τις 158
ΙΑΥΕ, Θωμάς Μουσικός προς Υπουργό Εξωτερικών Νικόλαο Πολίτη, Βέρνη, 15/28 Οκτωβρίου 1919, αρ.πρωτ. 443, Α΄, Α/5/ΙV, 1919, Πολιτική, Περί κεντρικών αυτοκρατοριών, Γερμανία 159 Ιωάννης Κολιόπουλος, Νεώτερη Ευρωπαϊκή ιστορία,1789-1945. Από τη Γαλλική Επανάσταση μέχρι τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, Θεσσαλονίκη, 2001, σ. 310 160 IAYE, Kαλιτσουνάκης προς Βενιζέλο, Βερολίνο, 15 Μαΐου 1920, von Liman von Sanders, General der Kavallerie, “Mein Verhältnis zu den Griechen in der Türkei während des Weltkrieges”, Α΄, Α/5/ΙΙ, 1920, Πολιτική, Φάκελος Γερμανίας. Πολιτική, στρατιωτική και οικονομική κατάσταση στη Γερμανία. Σχέσεις Γερμανίας-Ελλάδας, Γερμανίας- Ρωσίας
67
τουρκικές αυθαιρεσίες. Στην επιστολή του ο Γερμανός Στρατηγός αποποιούνταν πλήρως των αποδεδειγμένων ευθυνών που έφερε με την δικαιολογία ότι η μόνη ισχύς που είχε στην Τουρκία ήταν στρατιωτικής φύσης. Ισχυρίσθηκε επίσης πως δεν είχε καμία εμπλοκή ή επιρροή στα εσωτερικά ζητήματα της Τουρκίας. Ως επιχείρημα μάλιστα χρησιμοποίησε το βιβλίο του – Πέντε χρόνια στην Τουρκία- στο οποίο όλα περιγράφονταν λεπτομερώς. Τέλος καταδίκασε την τουρκική Κυβέρνηση που δεν συνηγόρησε υπέρ της αθωότητάς του και αποποιήθηκε κάθε ευθύνης για τις διώξεις κατά των Ελλήνων, των Αρμενίων και των Ασσύριων. Στη συνέχεια της επιστολής του ο Liman von Sanders παρέθεσε τον επτάλογο των άλλοθι, σύμφωνα με τα οποία δεν έφερε ευθύνη για τις διώξεις εναντίον των Ελλήνων στη Μ. Ασία και στον Πόντο. Εν ολίγοις, ισχυρίσθηκε ότι δεν είχε δικαιοδοσία στη Μ. Ασία και ότι είχε εντολή να δράσει στρατιωτικά σε άλλες περιοχές και σε διαφορετικές χρονικές περιόδους. Μάλιστα αρνήθηκε την υπαιτιότητα της εμπνεύσεως του σχεδίου της μεταφοράς των Ελλήνων από τα παράλια του Πόντου και της Μ. Ασίας στην ασιατική ενδοχώρα. Αναφέρθηκε μάλιστα στο γεγονός ότι είχε ζητήσει από τον Εμβέρ να παραιτηθεί από την ανώτατη διοίκηση της πέμπτης στρατιάς της Μ.Ασίας. Παρόλα αυτά παραδέχθηκε την συναυτουργία του στη μερική εκκένωση στο Αϊβαλί. Ωστόσο, υποστήριξε, ότι επρόκειτο για ένα στρατιωτικό μέτρο που έπρεπε να ληφθεί από τον ίδιο, καθώς στον πόλεμο ήταν υπεύθυνος για την ασφάλεια των παραλίων. Στην περίπτωση της εκκένωσης της πόλης των Βουρλών δεν έφερε ευθύνη. Γενικότερα ο Von Sanders χρησιμοποίησε ως επιχείρημα ότι ως Γερμανός στρατηγός δεν είχε επιρροή στην τουρκική δικαιοσύνη και οι αρμοδιότητές του περιορίζονταν στους Γερμανούς που υπηρετούσαν στον τουρκικό στρατό. Ακόμη, επικαλέσθηκε την καλή σχέση που είχε αποκτήσει με τους Έλληνες στην Πάντερμο, όπου προέβη στην ίδρυση ορφανοτροφείου, ενώ αρνήθηκε ότι εισέπραξε χρήματα από τους κατοίκους για την δημιουργία του. Στην περίπτωση της Σμύρνης μάλιστα, ισχυρίσθηκε ότι έδωσε το σχολείο της Σμύρνης πίσω στους κατοίκους μετά την αναγκαστική του χρήση για στρατιωτικούς σκοπούς ως νοσοκομείου. Οι κάτοικοι μάλιστα παρέθεσαν γεύμα προς τιμήν του για ‘όσα είχα κάνει για τους Έλληνες.’ Ο Γερμανός στρατηγός δεν έκρυψε την ανησυχία του για την φήμη του στο εξωτερικό με όσα συκοφαντικά γνωστοποιούνταν για τον ίδιο. Τέλος αρνήθηκε την ευθύνη για
68
τις αρμενικές διώξεις και τα μέτρα κατά των Ασσύριων. Την ευθύνη, υποστήριξε, έφεραν μόνο οι τουρκικές αρχές και ο Τζεμάλ Πασάς 161 . Σε άλλο έγγραφο περιγράφονταν οι εμπορικές σχέσεις Ελλάδας-Γερμανίας. Γινόταν μάλιστα αναφορά στη μετάβαση στο Βερολίνο από την Αθήνα του απεσταλμένου της Κυβέρνησης για την μελέτη της εμπορικής κατάστασης στην Γερμανία Καλογήρου και στη συνάντησή του με τον Νούλη. Η αποστολή του Καλογήρου στην Γερμανία οφειλόταν στο γεγονός ότι στην Ελλάδα δεν λειτουργούσε ειδική υπηρεσία για στρατιωτικές υποθέσεις, η οποία να ήταν επιφορτισμένη με την συλλογή πληροφοριών και την αποστολή τους στην κυβέρνηση. Ο Καλογήρου ενημερώθηκε για τα σχέδια της γερμανικής κυβέρνησης να πουλήσει στην Ελλάδα κάθε είδους στρατιωτικό υλικό με συμφέροντες όρους. Ζητούνταν μάλιστα από τον Νούλη να τον διευκολύνει στο έργο του. Ακολούθησαν ενέργειες που συνιστούσαν παραβίαση της συνθήκης των Βερσαλλιών. Επρόκειτο για προσφορές σε αεροπορικό και πολεμικό υλικό, για τις οποίες όμως η γνώμη των στρατιωτικών κύκλων ήταν ότι έπρεπε να απορριφθούν. Η μεγαλύτερη γερμανική αεροπορική εταιρία προσέφερε μάλιστα στην Ελλάδα 40 καινούργια αεροπλάνα με τα ανταλλακτικά τους προς 4.200.000 μάρκα, καθώς και 59 αεροπλάνα καινούργια και μεταχειρισμένα με το υλικό εκπαίδευσης προς 6.900.000 μάρκα. Κοινοποιούνταν επίσης τηλεγράφημα του Νούλη προς την Αθήνα, στο οποίο γινόταν μνεία σε μια ανώνυμη επιστολή Έλληνα από το Γκαίρλιτς με καταγγελίες για την εκεί ίδρυση συνδέσμου αξιωματικών συνεργαζόμενων με τον τέως βασιλιά με σκοπό την δολοφονία του πρωθυπουργού Βενιζέλου. Ο Καλογήρου αφού μετέβη στο Γκαίρλιτς, στη Δρέσδη και στη Λειψία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα καταγγελόμενα είχαν μεγάλη πιθανότητα βάσης. Πρότεινε μάλιστα την επίβλεψη του Αλβανοέλληνα εμπόρου Ζάρου που υπηρέτησε στο Έσλιν και στον πόλεμο υπήρξε στέλεχος της υπηρεσίας των Γερμανών στην Ελλάδα 162 . Τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1920 οι ελληνο-γερμανικές σχέσεις χαρακτηρίζονταν από αστάθεια και πολλές διακυμάνσεις. Η ήττα της Γερμανίας στον 161
IAYE, Von Liman von Sanders, General der Kavallerie, “Mein Verhältnis zu den Griechen in der Türkei während des Weltkrieges”, Α΄, Α/5/ΙΙ, 1920, Πολιτική, Φάκελος Γερμανίας. Πολιτική, στρατιωτική και οικονομική κατάσταση στη Γερμανία. Σχέσεις Γερμανίας-Ελλάδας, ΓερμανίαςΡωσίας 162 IAYE, Συνταγματάρχης Βερίκιος Ανδρέας, διευθυντής του ΙΙ Γραφείου προς την Επιτελική Υπηρεσία Στρατού, Αθήνα, 29 Mαΐου 1920, αρ.πρωτ. 896, Α΄, Α/5/ΙΙ, 1920, Πολιτική, Φάκελος Γερμανίας, Πολιτική, στρατιωτική και οικονομική κατάσταση στη Γερμανία. Σχέσεις ΓερμανίαςΕλλάδας, Γερμανίας-Ρωσίας.
69
Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και η συνακόλουθη διπλωματική απομόνωση της είχαν ως αποτέλεσμα την προσπάθεια αποκατάστασης των σχέσεων της με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Η γερμανική πλευρά επιδίωκε τη σύναψη στενότερων οικονομικών σχέσεων με την ελληνική και τη διάψευση των ισχυρισμών του γαλλικού τύπου περί γερμανικής ανάμειξης στην απόπειρα δολοφονίας του Βενιζέλου για τη δημιουργία φιλελληνικού κλίματος. Η επαναλειτουργία της γερμανικής πρεσβείας στην Αθήνα, η δράση Ελλήνων επιχειρηματιών, η ανάληψη οικονομικών πρωτοβουλιών από την Ελλάδα, η παροχή γερμανικής εκπαίδευσης στον ελληνικό πληθυσμό μέσω της ίδρυσης σχολείων και η προώθηση των γερμανικών σπουδών με τη
μετάβαση
στα
γερμανικά
πανεπιστήμια
αποτέλεσαν
τις
προσπάθειες
αποκατάστασης των σχέσεων των δύο χωρών. Οι πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα διευκόλυναν τη διαδικασία προσεγγίσεως των δύο κρατών. Η ήττα του Βενιζέλου στις εκλογές του 1920 και η ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Δημήτριο Γούναρη έδωσαν στους διπλωμάτες τα εχέγγυα περί της ανταλλαγής απόψεων για την βελτίωση των ελληνο-γερμανικών σχέσεων. Τα περισσότερα μέλη της νέας κυβέρνησης είχαν γερμανική παιδεία, καθώς είχαν σπουδάσει σε πόλεις της Γερμανίας. Βέβαια η νέα κατάσταση ερχόταν σε ρήξη με τους συσχετισμούς δυνάμεων που είχαν διαμορφωθεί μετά το τέλος του Μεγάλου Πολέμου και την υποχρέωση της Ελλάδας να τηρήσει τις δεσμεύσεις της απέναντι στην Αντάντ. Η ουδετερότητα όφειλε να απεικονίζεται στην άσκηση της επίσημης εξωτερικής ελληνικής πολιτικής ώστε να μην διαταραχθούν οι συμμαχικές σχέσεις που διατηρούνταν έως τότε. Η Ελλάδα ήταν υποχρεωμένη να αποκρύπτει τα πραγματικά της αισθήματα για τη Γερμανία ώστε να μην δημιουργηθεί κίνδυνος απομόνωσης της. Το καλό κλίμα μεταξύ των δύο χωρών επιβεβαιωνόταν επίσης με την αποδοχή και τη συμπάθεια από τον ελληνικό πληθυσμό των γερμανικών οικονομικών δραστηριοτήτων. Ωστόσο η ελληνική εξωτερική πολιτική είχε θέσει γερά θεμέλια στην βρετανική υποστήριξη και σύμπραξη. Η ενεργός δράση των Γερμανών στην ελληνοτουρκική στρατιωτική σύγκρουση στο μέτωπο της Μικράς Ασίας ήταν ένα ακανθώδες ζήτημα που εμπόδιζε την βελτίωση των σχέσεων των δύο χωρών. Η νέα συμμετοχή Γερμανών αξιωματικών στον κεμαλικό στρατό αναζωπύρωσε το συναίσθημα δυσαρέσκειας και απογοήτευσης των Ελλήνων απέναντι στην γερμανική πλευρά. Η προσπάθεια δικαιολόγησης μιας νέας γερμανικής στήριξης στην Τουρκία και στον στρατό του Κεμάλ δεν έπεισαν την ελληνική διπλωματία. Η προσπάθεια μη 70
απομόνωσης της Γερμανίας από τις οικονομικές συνδιαλλαγές και τα εδαφικά κέρδη της Τουρκίας αποτέλεσαν το κίνητρο της. Ωστόσο η ελληνική πλευρά πρότεινε τη γερμανική ουδετερότητα καθώς το «ένοχο» παρελθόν της δεν της άφηνε περιθώρια επιλογών 163 . Η συνεχής ανάδυση νέων ζητημάτων που απειλούσαν την διατάραξη των εύθραυστων ισορροπιών και παρεμπόδιζαν την αποκατάσταση των διμερών σχέσεων απαιτούσε λεπτούς, διπλωματικούς χειρισμούς και από τις δύο πλευρές. Αφενός η Ελλάδα δεν έπρεπε να αφήσει να εμπλακεί η Γερμανία στις ελληνικές εσωτερικές υποθέσεις, καθώς ο τρόπος άσκησης της κυβερνητικής πολιτικής ήταν στο στόχαστρο της βενιζελικής παράταξης και αφετέρου η Γερμανία έπρεπε να διατηρήσει ένα καλό κλίμα με την ελληνική πλευρά.
Υπήρξε πάντως προσπάθεια να αυξηθούν τα
γερμανικά ερείσματα εν Ελλάδι, ενώ πηγή πληροφόρησης αποτελούσε η γερμανική Αρχαιολογική Σχολή. Η Γερμανία έπρεπε να κάνει προσπάθεια για να κερδίσει την ελληνική εύνοια, καθώς την διεκδικούσαν ταυτόχρονα η Γαλλία και η Αγγλία. Η πνευματική, πολιτιστική και οικονομική προπαγάνδα αποτέλεσε το μέσο της σταδιακής μεταστροφής της ελληνικής κοινής γνώμης. Πάγια θέση της γερμανικής κυβέρνησης ήταν η μη ανάμειξη στα εσωτερικά ελληνικά ζητήματα. Το Βερολίνο δεν επιθυμούσε να πάρει θέση στη διαμάχη μεταξύ βενιζελικής και φιλοβασιλικής παράταξης. Φυσικά δεν παρέβλεπε το γεγονός της έμπρακτης γερμανοφιλίας του Κωνσταντίνου. Οι εξελίξεις πάντως δεν επέτρεψαν τη θετική εξέλιξη των σχέσεων των δύο χωρών. Τα γεγονότα του Αυγούστου του 1922 επηρέασαν τις μεταξύ τους σχέσεις. Η αντιπαράθεση των δύο πλευρών, βενιζελικών και αντιβενιζελικών απέσπασε την προσοχή των Γερμανών διπλωματών που παρακολουθούσαν με ενδιαφέρον τις εξελίξεις 164 . Η πολιτική του Βενιζέλου είχε όλα τα χαρακτηριστικά της τυχοδιωκτικής πολιτικής του Καβούρ (Camilo di Cavour) και του Μπίσμαρκ (Otto von Bismarck). Ήταν απόλυτα κυνική, υπέρμετρα τολμηρή, υποτιμούσε το ρίσκο και δεν υπολόγιζε το κόστος 165 . Στην ουσία τα επιχειρήματα του Βενιζέλου συνοψίζονταν στο ότι η Γερμανία δεν ήταν σε θέση να βοηθήσει την Ελλάδα σε περίπτωση κατάληψης εδαφών της από τις Κεντρικές Δυνάμεις και πως η Ελλάδα ήταν υποχρεωμένη λόγω 163
Στράτος Ν. Δορδανάς, «Ειδήσεις από την Ελλάδα: όψεις των ελληνο-γερμανικών σχέσεων τη δεκαετία του 1920», στον τόμο Έθνος, κράτος και πολιτική, Θεσσαλονίκη, 2009 , σσ. 87-93. 164 Αυτόθι, σσ. 94-98 165 Ιωάννης Σ. Κολιόπουλος, Ιστορία της Ελλάδας από το 1800. Η διαμόρφωση και η άσκηση της εθνικής πολιτικής, τεύχ. β΄, Θεσσαλονίκη, 2002, σσ. 237-238
71
της γεωπολιτικής της θέσης να διατηρεί φιλικές και συμμαχικές σχέσεις με τις δυνάμεις που ήλεγχαν τις θαλάσσιες επικοινωνίες στην Ανατολική Μεσόγειο 166 .
γ΄. Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΣΤΗ Μ. ΑΣΙΑ
Οι Έλληνες της Μ. Ασίας έγιναν θυσία στο βωμό της επεκτατικής εξωτερικής γερμανικής πολιτικής. Οι πολιτικοί σχεδιασμοί της Γερμανίας, χωρίς ηθικές αναστολές, έφερε τους Έλληνες στη δεινή θέση της απώλειας της γενέθλιας γης τους και της βίαιης εκδίωξης από τις πατρογονικές εστίες. Η πολιτική των Μεγάλων Δυνάμεων στο μικρασιατικό θέατρο των επιχειρήσεων
υπήρξε
ξεκάθαρα
φιλοκεμαλική.
Κατά
τη
διάρκεια
του
ελληνοτουρκικού πολέμου οι Έλληνες είχαν να αντιμετωπίσουν τις δυνάμεις του Κεμάλ ενισχυμένες από όλες τις Μεγάλες Δυνάμεις ανεξαιρέτως. Η Γερμανία που βρέθηκε στο πλευρό της Τουρκίας πλέον είχε να αντιμετωπίσει τα δικά της εσωτερικά προβλήματα και αποσύρθηκε από την ενεργό συμμαχική δράση, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι έμενε αμέτοχη. Η κεμαλική Τουρκία δεν έμεινε όμως αβοήθητη και χωρίς συμμαχική στήριξη. Το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και η έναρξη του ελληνοτουρκικού πολέμου έδωσαν την ευκαιρία στις Μεγάλες Δυνάμεις να εκφράσουν τα φιλοτουρκικά τους αισθήματα. Η δηλωμένη ουδετερότητα των περισσοτέρων κρατών αποδείχθηκε πλασματική. Ο εφοδιασμός του κεμαλικού στρατού γινόταν ως επί το πλείστον από τις λεγόμενες ουδέτερες χώρες. Ο εφοδιασμός του στρατού του Κεμάλ, με λαθρεμπορικό τρόπο και μέσα, πραγματοποιούνταν είτε απευθείας μέσω των λιμανιών της Σαμψούντας, Τραπεζούντας, Σινώπης, Ποντοηράκλειας, Νικομήδειας, Εφέσου και Αττάλειας είτε μέσω ενδιαμέσων σταθμών (Τσατάλτζα, Καλλίπολη, Βάρνα, Βατούμ, Ρόδος, Βηρυττός, Αλεξανδρέττα). Η ενίσχυση του στρατού με έμψυχο υλικό έγινε σε μεγαλύτερη κλίμακα μέσω ξηράς και θάλασσας. Οι αξιωματικοί που κατέφθασαν στην Ανατολή προέρχονταν από Ιταλία, Ρωσία, Βουλγαρία, Καύκασο, Κωνσταντινούπολη. Στη Βουλγαρία οι
166
Ιωάννης Σ. Κολιόπουλος, Ιστορία της Ελλάδας από το 1800. Η διαμόρφωση και η άσκηση της εθνικής πολιτικής, τεύχ. β΄, Θεσσαλονίκη, 2002, σ. 241
72
κομμουνιστές προχώρησαν σε ανεφοδιασμό της Τουρκίας με ζώα και σιτηρά 167 . Οι ιταλικές δυνάμεις ενίσχυσαν τον κεμαλικό στρατό με πολεμικό υλικό, ενώ επιστρατεύονταν ακόμη και Έλληνες ομογενείς. Οι Ιταλοί απροκάλυπτα διέθεσαν όπλα και χρυσό στους κεμαλικούς 168 , ενώ οι Γάλλοι παρέδωσαν το πολεμικό τους υλικό στον στρατό του Κεμάλ 169 . Το πολεμικό υλικό που είχε παραδοθεί στους Συμμάχους
με
το
τέλος
του
Πολέμου
και
τη
σύναψη
της
ανακωχής
επαναχρησιμοποιήθηκε έτσι στον ελληνοτουρκικό πόλεμο. Γαλλικά και ιταλικά πλοία μεταβίβαζαν στον τουρκικό στρατό πολεμοφόδια, τα οποία είχε αγοράσει η Γενική Διεύθυνση Επιμελητείας του τουρκικού στρατού στην Κωνσταντινούπολη. Οι αξιωματικοί που κατατάσσονταν στον κεμαλικό στρατό απολάμβαναν δελεαστικά προνόμια (άδεια, οδοιπορικά, προκαταβολή μισθοδοσίας). Αιχμάλωτοι πολέμου επιστρατεύονταν και κατατάσσονταν στον κεμαλικό στρατό. Διενεργούνταν επίσης πολεμικό λαθρεμπόριο υπέρ του Κεμάλ με κρυφές διαδικασίες. Οι Άγγλοι από την Αίγυπτο ανεφοδίαζαν με πολεμικό υλικό τους κεμαλικούς, Οι Μπολσεβίκοι της Ρωσίας πάλι ενίσχυαν παντί τρόπω τις δυνάμεις του κεμαλικού στρατού 170 . Ο Κεμάλ ανεφοδιαζόταν με υλικό μέσω της Μαύρης θάλασσας. Ο αιγυπτιακός λαός διενήργησε έρανο για την Τουρκία λόγω του έντονου θαυμασμού για τον απελευθερωτικό της αγώνα. Η Γερμανία συνέχισε και κατά την κεμαλική περίοδο να διατηρεί φιλοτουρκική συμπεριφορά. Ο διοικητής του στρατού στη Μ. Ασία, ο στρατηγός Παπούλας σε επιστολή του προς το Υπουργείο Στρατιωτικών επιβεβαιώνει τη δυσμενή για την ελληνική πλευρά πραγματικότητα. Το πολεμικό υλικό των Γερμανών αποτελούνταν από όπλα Μάουζερ, φυσίγγια και πυρομαχικά και καταφθάνει προς ενίσχυση του κεμαλικού στρατού 171 . Σε άλλο έγγραφο αναφέρονταν ονομαστικά οι Γερμανοί αξιωματικοί που υπηρετούσαν στο Γενικό Επιτελείο 167
ΙΑΥΕ, Πανουργιάς προς Υπουργείο Εξωτερικών, Σόφια, 30/12 Απριλίου 1921, αρ.πρωτ. 3457, Κεντρική Υπηρεσία, 1921, φάκ. 1, υποφάκ. 5 168 ΙΑΥΕ, Ραγκαβής προς Ύπατη Αρμοστεία Ελλάδας, Σμύρνη, 11 Σεπτεμβρίου 1921, αρ.πρωτ. 2053, Κεντρική Υπηρεσία ,1921,, φάκ. 1, υποφάκ. 2. Η Ιταλία ήρθε σε συνεννόηση με την επαναστατική κυβέρνηση του Κεμάλ το Μάρτιο του 1921 στη Ρώμη, αποχωρώντας από τη Μ. Ασία και παραχωρώντας της πολεμικό υλικό. 169 ΙΑΥΕ, Μεταξάς προς Υπουργείο Εξωτερικών, Ρώμη, 22/5 Οκτωβρίου 1921, αρ.πρωτ. 11051, Κεντρική Υπηρεσία ,1921, φάκ. 1, υποφάκ. 2 170 ΙΑΥΕ, «Εφοδιασμός κεμαλικού στρατού και ενισχύσεις παρ’ουδετέρων», Επιτελική Υπηρεσία Στρατού, Γραφείον ΙΙ, Δραγούμης, Αθήνα, 18 Σεπτεμβρίου 1921, Κεντρική Υπηρεσία, 1921, φάκ. 1, υποφάκ. 2. Οι μυστικές συμφωνίες του Κεμάλ με τη νεοπαγή Σοβιετική Ένωση και η παραχώρηση πολύτιμου εξοπλισμού από τους Μπολσεβίκους αιτιολογήθηκε εν μέρει λόγω της ελληνικής συμμετοχής στην εναντίον τους εκστρατεία της Αντάντ στην Ουκρανία. 171 ΙΑΥΕ, Παπούλας προς Υπουργείο Στρατιωτικών, Αθήνα, 3 Νοεμβρίου 1921, αρ.πρωτ. 12664, Κεντρική Υπηρεσία, 1921,, φάκ. 1, υποφάκ. 2
73
Στρατού της Τουρκίας με τουρκική στολή 172 . Η γερμανική κυβέρνηση ωστόσο διαβεβαίωνε περί του αντιθέτου, σε μια προσπάθεια να αποποιηθεί και πάλι των ευθυνών της. Ο υφυπουργός των Εξωτερικών της Γερμανίας ανέφερε ότι η γερμανική κυβέρνηση απαγόρευε τη μετάβαση αξιωματικών στην Τουρκία και η παρουσία ορισμένων εκεί ήταν δικαιολογημένη. Επρόκειτο είτε για τυχοδιωκτικά στοιχεία που είχαν απολυθεί από τον γερμανικό στρατό είτε για υπολείμματα παλαιότερων γερμανικών αποστολών. Εφημερίδα του Βερολίνου ανέφερε σχετικά με την παρουσία των εν Τουρκία Γερμανών αξιωματικών ότι επρόκειτο για φήμες που διέδιδε η Αγγλία με σκοπό να δυσφημίσει και να βλάψει τη Γερμανία 173 . Τέλος, σε εμπιστευτικό τηλεγράφημα προς το Υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας ο διευθυντής του τμήματος αναφερόταν στην άρση της απαγόρευσης των εμπορικών συναλλαγών με τη Γερμανία μεταξύ των Συμμάχων 174 . Δεν έλειψαν ωστόσο και ορισμένες περιπτώσεις όπου οι Μεγάλες Δυνάμεις φαίνεται να ομολογούσαν την ενοχή τους ή την αδιάφορη στάση τους απέναντι στην ελληνική πολιτική στην Ανατολή. Ο πρεσβευτής της Αγγλίας, για παράδειγμα, φέρεται να ομολόγησε πως «η πολιτική των Μεγάλων Δυνάμεων απέναντι της Ελλάδος υπήρξε επαίσχυντος» 175 Η εφημερίδα Εποχή, στις 19.10.1919 αναφέρθηκε στη σύλληψη του Γερμανού στρατηγού Sanders που προκάλεσε τη διαμαρτυρία της κυβέρνησης του Βερολίνου. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, η γαλλική κυβέρνηση άφησε υπαινιγμούς σχετικά με την ευθύνη του για τους εκτοπισμούς και την καταδίωξη των ελληνικών πληθυσμών στη Μ.Ασία. Η ίδια εφημερίδα στις 4 Ιουνίου 1919 αναφέρθηκε στο πρόσωπο του Γερμανού στρατιωτικού ως τον κυριότερο υποκινητή και οργανωτή των εκτοπισμών Ελλήνων και Αρμενίων στην Τουρκία. Τονίσθηκε επίσης ότι ο Sanders θα οδηγούνταν ενώπιον στρατοδικείου για να απολογηθεί για την εξόντωση του άμαχου και μη πληθυσμού. 176 .
172
ΙΑΥΕ, Βότσης προς Υπουργείο Εξωτερικών, Κωνσταντινούπολη, 4/17 Ιουνίου 1921, αρ.πρωτ. 6400, Κεντρική Υπηρεσία, 1921, φάκ. 1, υποφάκ. 2. Πρόκειται για τους αξιωματικούς Βίντεκερ, Κράουσεν, Σβάρτς και Νόφερ. 173 ΙΑΥΕ, Νούλης προς Υπουργείο Εξωτερικών, Βερολίνο, 5/18 Ιουλίου 1921, αρ.πρωτ. 7827, Κεντρική Υπηρεσία, 1921, φάκ 1, υποφάκ. 2 174 ΙΑΥΕ, Διευθυντής Υπουργείου Συγκοινωνίας (διεύθυνση λογοκρισίας) προς Υπουργείο Εξωτερικών, Αθήνα, 30 Ιουλίου 1919, αρ.πρωτ. 7466, Α΄, Α5/ΙV, 1919, Πολιτική, Περί κεντρικών αυτοκρατοριών, Γερμανία. 175 ΙΑΥΕ, Ραγκαβής προς Υπουργείο Εξωτερικών, Λονδίνο, 31/3 Σεπτεμβρίου 1921, αρ.πρωτ. 10124, Κεντρική Υπηρεσία, 1921, φάκ. 4, υποφάκ. 7 176 Εποχή, Τραπεζούς, 19.10.1919
74
Η Αγγλία πρότεινε στην Ελλάδα να είναι παραχωρητική μετά την ήττα στον Σαγγάριο, δεν υποστήριζε την ελληνική πολιτική στην Ανατολή καθώς θεωρούσε ότι η Ελλάδα όφειλε να επιλύσει με ειρηνικό τρόπο τις διαφορές της, δηλαδή να επιδείξει ενδοτικότητα στους όρους της ειρήνης και να μην προβάλλει αξιώσεις. Οι κεμαλικοί στο μεταξύ ζητούσαν εκκένωση της Σμύρνης 177 . Μετά την ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Γούναρη, ο πρόεδρος της ελληνικής κοινότητας της Κερασούντας, Νεόφυτος του απέστειλε συγχαρητήρια επιστολή. Τον συνέχαιρε για την νίκη και του απηύθυνε έκκληση σχετικά με την απελευθέρωση των υπόλοιπων αλύτρωτων ελληνικών χωρών και ειδικά του «πολυπαθούς και ελληνικοτάτου Πόντου». Ο Νεόφυτος δήλωνε ορκισμένος οπαδός του Γούναρη, ενώ επισήμανε πως βρισκόταν στην διάθεσή της ελληνικής κυβέρνησης, «Πάς Έλλην δυνάμενος να συμβάλλει κατά τι εις το μέγα εθνικόν έργον Σας, οφείλει να ταχθή υπό τας διαταγάς Σας άνευ όρων» δήλωνε ο πρόεδρος της ελληνικής Κερασούντας σε μια απέλπιδα προσπάθεια να προσεγγίσει διπλωματικά την ελληνική πλευρά ώστε να δει ως αναπόσπαστο τμήμα της ελληνικής επικράτειας τον μαρτυρικό Πόντο. Τέλος αναφέρθηκε στη ηρωική του δράση κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη σωτηρία από βέβαιο θάνατο δεκαπέντε χιλιάδων Ελλήνων της Κερασούντας λόγω των σχέσεων του με τους ηγέτες των Νεοτούρκων 178 . Οι Τούρκοι διενεργούσαν μέσω του τύπου προπαγάνδα και απευθύνονται στην νεολαία. Η Χακιμιγιέτι Μιλλιέ δημοσιεύει τα εξής: «Οι Έλληνες έρριψαν εις την μάχην τους πλέον μορφωμένους άνδρας των, οίτινες αποτελούσιν την Μεραρχίαν του Παλαιολόγου ή δεν γνωρίζω ποίαν άλλην. Αλλά πού είναι η ιδική μας Μεραρχία ‘Κωνσταντινουπόλεως’, το δικό μας Σύνταγμα του ‘Φατίχ’, το δικό μας Τάγμα ‘Γιαβούρ’[…] Είτα υπενθυμίζει τον δοθέντα όρκον προ δύο ετών εις Σουλτάν Αχμέτ επί τη καταλήψει της Σμύρνης υπό των Ελλήνων…» 179 .Το πρακτορείο Reuters διαψεύδει την συμβιβαστική συμφωνία Ελλάδας-Τουρκίας 180 .
177
ΙΑΥΕ, Βότσης προς Υπουργείο Εξωτερικών, Κωνσταντινούπολη, 10/23 Σεπτεμβρίου 1921, αρ.πρωτ. 10576, Κεντρική Υπηρεσία, 1921, φάκ. 4, υποφάκ. 7 178 ΙΑΥΕ, Νεόφυτος προς Γούναρη, Πρόεδρο ελληνικής κυβέρνησης, 12 Ιουλίου 1921, αρ.πρωτ. 531, Κεντρική Υπηρεσία, 1921, φάκ. 4, υποφάκ. 7 179 ΙΑΥΕ, «Εφοδιασμός κεμαλικού στρατού και ενισχύσεις παρ’ουδετέρων», Επιτελική Υπηρεσία Στρατού, Γραφείον ΙΙ, Δραγούμης, Αθήνα, 18 Σεπτεμβρίου 1921, Κεντρική Υπηρεσία, 1921, φάκ. 1, υποφάκ. 2 180 ΙΑΥΕ, Στεργιάδης προς Υπουργείο Εξωτερικών, Σμύρνη, 18 Ιανουαρίου 1921, αρ.πρωτ. 541, Κεντρική Υπηρεσία, 1921, φάκ. 1, υποφάκ. 2
75
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Θα ήταν ανώφελη η αποφυγή της σύγκρισης της γερμανικής πολιτικής του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου με εκείνη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η κοινή ιδεολογική αφετηρία, η ιμπεριαλιστική πολιτική, η διάθεση για παγκόσμια κυριαρχία, η προσπάθεια εφαρμογής της Weltpolitik καταστούν αναπόφευκτη τη σύγκριση της γερμανικής πολιτικής των δύο πολέμων. Μετά την επανένωση της Γερμανίας το 1990, αρκετοί Γερμανοί ιστοριογράφοι προσπάθησαν να αποτινάξουν από την γερμανική ιστορία όλα τα μελανά της σημεία. Κατηγορήθηκαν όμως για προσπάθεια διαστρέβλωσης και αγιοποίησής του ιστορικού παρελθόντος της Γερμανίας. Το δεύτερο και Τρίτο Ράιχ αναπλάστηκαν και ωραιοποιήθηκαν με σκοπό την αναζωογόνηση της εθνικής υπερηφάνειας. Η συσχέτιση της πολιτικής του Μπίσμαρκ με εκείνη του Χίτλερ είναι απολύτως απαραίτητη, καθώς παρουσιάζονται ομοιότητες και πολλά κοινά χαρακτηριστικά. Η αυτοκρατορική Γερμανία έχει πολύ στενή σχέση με εκείνη του 20ου αιώνα, σχέση η οποία δεν μπορεί να παραβλεφθεί. Το καθήκον του ιστορικού επιβάλλει την κατανόηση πρωτίστως και έπειτα την κρίση. Για αυτό θεωρείται απαραίτητο να γίνει κατανοητή η σχέση του Β΄ Ράιχ με όσα συνέβησαν μετά 181 . Επίσης τόσο η τουρκική κυβέρνηση όσο και ο λαός φαίνονταν να έχουν άγνοια του ιστορικού τους παρελθόντος και κατηγορήθηκαν για προσπάθεια διαστρέβλωσής του. Μάλιστα η Τουρκία με δόλια μέσα «εξαγόραζε την ιστορία της» στα αμερικανικά πανεπιστήμια με αντάλλαγμα την επιμελή αποσιώπηση του παρελθόντος της. Ήταν ένα παρελθόν που μέχρι και τον Χίτλερ είχε εμπνεύσει. «Ποιος θυμάται τους Αρμένιους;» είχε διερωτηθεί ο ίδιος σε μια προσπάθεια να δικαιολογήσει τις σφαγές των Εβραίων κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο 182 . Η περίοδος του Γουλιέλμου έληξε με έναν καταστροφικό πόλεμο. Η κατάρρευση επιβεβαίωσε τις άσχημες συνέπειες ενός βίαιου πολέμου. Ο προ του 1914 γερμανικός πολιτισμός, ο σωβινισμός, ο μιλιταρισμός, ο απολυταρχισμός, είναι τα χαρακτηριστικά που δικαιολογούν τη δημιουργία του Γ΄ Ράιχ, είκοσι χρόνια αργότερα. Ωστόσο, στις αρχές του 20ου αιώνα η αυτοκρατορική Γερμανία ήταν θαυμαστή από όλους, λόγω του υψηλού επιπέδου πολιτισμού, του εκπαιδευτικού 181
Edgar Feuchtwanger, Imperial Germany, Λονδίνο, Ν.Υόρκη, 2001, εισαγωγή. Thea Halo, Ούτε το όνομά μου. Γενοκτονία και επιβίωση. Μια αληθινή ιστορία του Πόντου. Αθήνα, 2001, σ. 31
182
76
συστήματος και της αναπτυγμένης τεχνολογίας. Ανάμεσα στους Γερμανούς επικρατούσε η αίσθηση ότι ο νέος αιώνας που ξεπρόβαλε, ο 20ος, ήταν ο ‘γερμανικός αιώνας’. Η αχίλλειος πτέρνα ήταν το πολιτικό σύστημα επειδή στερούνταν της ισχύος να επιβάλει τη νομιμότητα 183 . Γερμανία και Τουρκία έμειναν πιστές στη γερμανο-τουρκική συνθήκη της 2ας Αυγούστου 1914 μέχρι το τέλος του πολέμου και τη δυσάρεστη εξέλιξή του. Για τέσσερα ολόκληρα χρόνια διεκδικούσαν ένα νικηφόρο αποτέλεσμα. Πιστός στη στρατιωτική συμμαχία ο στρατός της Τουρκίας πολέμησε έξω από τα σύνορά του στα βαλκανικά πεδία μάχης, ενώ ο γερμανικός στρατός πολέμησε στα τουρκικά πεδία μάχης, στα Δαρδανέλια, στην Παλαιστίνη, και στη Μεσοποταμία. Οι σύμμαχοι δεν κατάφεραν να εκμεταλλευτούν τα αποτελέσματα της συμμαχίας προς όφελος της ειρήνης. Τέλη Οκτωβρίου του 1918 η Τουρκία, με τη συγκατάθεση της Γερμανίας, ζήτησε ανακωχή. Με την παράδοση των όπλων λύθηκε και η συμμαχία ανάμεσά τους. Αντί της αναμενόμενης αποζημίωσης, που περίμεναν οι δύο χώρες για τις απώλειές τους στον πόλεμο, απειλούνταν με αφανισμό. Η ήττα στον πόλεμο τις οδήγησε ταπεινωμένες στις Βερσαλλίες. Η Τουρκία κατάφερε να ξεφύγει από τους ολέθριους όρους της ειρήνης. Η Γερμανία όμως έπρεπε να αγωνιστεί σκληρά γι αυτό 184 . Το αποτέλεσμα της συνεργασίας αυτής ήταν οδυνηρό για τους Έλληνες της Μ. Ασίας. Η πολιτική των Νεοτούρκων, συνδυασμένη με τη γερμανική καθοδήγηση, αποσκοπούσε με τη μέθοδο των βίαιων απελάσεων και την τακτική της προμελετημένης φυσικής εξόντωσης των αλλογενών στοιχείων της Αυτοκρατορίας στην τελική εθνική εκκαθάριση και στον πλήρη εκτουρκισμό του κράτους. Οι ελληνικοί διωγμοί του 1913-1914 αποτέλεσαν την πρώτη φάση του σχεδίου και μετά την Αρμενική Γενοκτονία, ακολούθησαν οι διώξεις των Ελλήνων του Πόντου την περίοδο 1916-1922, με τις οποίες και ολοκληρώθηκε το σχέδιο. Η μεθοδολογία των εκτοπίσεων στο εσωτερικό και ιδιαίτερα στις αφιλόξενες ανατολικές και νοτιοανατολικές επαρχίες της Αυτοκρατορίας καθώς και οι μαζικοί θάνατοι προκάλεσαν τον βίαιο αφανισμό του ελληνικού στοιχείου 185 .
183
Feuchtwanger, ό.π., εισαγωγή Ανώνυμος, Das deutsch türkische Bundnis im Weltkrieg, IV.Die späteren deutsch türkischen Verträge, σσ.20-25 185 Α. Ξανθοπούλου-Κυριακού, Ι. Κ. Χασιώτης, «Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και οι Έλληνες της Ρωσίας και του Πόντου (1914-1918)» στον τόμο Οι Έλληνες της Ρωσίας και της Σοβιετικής Ένωσης. Μετοικεσίες και εκτοπισμοί. Οργάνωση και ιδεολογία, .Θεσσαλονίκη, 1997, σσ. 182-183 184
77
Η σημασία των Ελλήνων της «έξω» Ελλάδας ήταν πολύ μεγάλη καθώς διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της εθνικής κίνησης που οδήγησε στην επανάσταση του 1821. Η μεγαλοϊδεατική αποκατάσταση του ελληνικού έθνους στα όρια μιας ελληνικής επικράτειας ανατολικής και δυτικής, ασιατικής και ευρωπαϊκής, νησιώτικης και ηπειρωτικής 186 απέτυχε ωστόσο στην εφαρμογή της. Παρόλα αυτά οι ελληνικοί πληθυσμοί που διαβιούσαν επί αιώνες στα μικρασιατικά εδάφη και που βίαια ξεριζώθηκαν από τις εστίες τους, οι αλύτρωτες ελληνικές χώρες, οι χαμένες πατρίδες δεν έπαψαν ποτέ να αποτελούν το λίκνο του απανταχού Ελληνισμού.
186
Ιωάννης Σ. Κολιόπουλος, Ιστορία της Ελλάδος από το 1800. Η διαμόρφωση και η άσκηση της εθνικής πολιτικής, τεύχ. β΄, Θεσσαλονίκη, 2002, σ.24
78
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Α. Ελληνική Βιβλιογραφία 1. Αγτζίδης Βλάσης, Πόντος. Ένα ανοιχτό ζήτημα, Αθήνα, 1996 2. Ανδρεάδης Γ. Χρήστος, Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου (1916-1923), Αθήνα, 1997 3. Ανώνυμος, Η εν Ανατολή Γερμανική πολιτική. Η Ελλάς και ο ελληνισμός, Αθήνα, 1915 4. Βασιλείου Σωτηρία, «Το προσφυγικό ζήτημα μέσα από την εφημερίδα Φως(1922-1930)» στον τόμο Οι πρόσφυγες στη Μακεδονία. Από την τραγωδία στην εποποΐα, Κολιόπουλος Σ. Ιωάννης, Μιχαηλίδης Δ. Ιάκωβος (επιμ.), Αθήνα, 2009 5. Γεωργανόπουλος Ευρυπίδης, Οι προσπάθειες των Ελλήνων του Πόντου για αυτοδιάθεση κατά το τέλος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας 1916-1922, Διδακτορική Διατριβή, Θεσσαλονίκη, 2007 6. Δορδανάς Ν. Στράτος, «Ειδήσεις από την Ελλάδα: όψεις των ελληνογερμανικών σχέσεων τη δεκαετία του 1920», στον τόμο Έθνος, κράτος και πολιτική, Γούναρης Κ. Βασίλης (επιμ.), Θεσσαλονίκη, 2009 7. Ενεπεκίδης Κ. Πολυχρόνης, Τραπεζούντα, Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη. Τρία κέντρα του μικρασιατικού ελληνισμού, 1800-1923, Αθήνα, 1989 8. Ζαμπάρτας Μ. Ιωάννης, Πόντος, γη των Τραντέλλενων, Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, Αθήνα, 2001 9. Καραγιαννόπουλος Ιωάννης, Το Βυζαντινό κράτος, Θεσσαλονίκη, 2001 10. Καστελλάν Ζωρζ, Η Ιστορία των Βαλκανίων, (14ος-20ος αι.), μετάφραση: Αλιφέρη Βασιλική, (τίτλος πρωτοτύπου: Histoire des Balkans), Αθήνα, 1991 11. Κολιόπουλος Σ. Ιωάννης, Ιστορία της Ελλάδος από το 1800. Η διαμόρφωση και η άσκηση της εθνικής πολιτικής, τεύχ. β΄, Θεσσαλονίκη, 2002 12. Κολιόπουλος Ιωάννης, Νεώτερη Ευρωπαϊκή ιστορία,1789-1945. Από τη Γαλλική Επανάσταση μέχρι τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, Θεσσαλονίκη, 2001 13. Κωφός Ευάγγελος, «Ο ελληνισμός στην περίοδο 1869-1881 από το τέλος της κρητικής επανάστασης ως την προσάρτηση της Θεσσαλίας» στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, 13ος τόμ.
79
14. Λούλος Κωνσταντίνος, «Ο ρόλος της Ελλάδας στα σχέδια της γερμανικής βαλκανικής πολιτικής 1912-1913», στον τόμο Η Ελλάδα των Βαλκανικών Πολέμων 1910-1914, Αθήνα, 1993 15. Λούλος Κώστας, Η γερμανική πολιτική στην Ελλάδα 1896-1914, μετάφραση: Λιάπτση Κατερίνα, Αθήνα, 1992 16. Λούξεμπουργκ Ρόζα, «Οι εθνικοί αγώνες στην Τουρκία και η σοσιαλδημοκρατία», περιοδικό Λαοί, τεύχ. 1, Μάιος 1987 17. Μάκκας Λέων, Η Γαλλία και η Γερμανία ενώπιον του Ελληνισμού, Αθήνα, 1915 18. Μπίρσταντ Έντουαρντ Χέιλ, Η μεγάλη προδοσία. Ο ρόλος των Μεγάλων Δυνάμεων στη Μικρασιατική Καταστροφή και στη Συνθήκη της Λοζάνης, μετάφραση: Κασσεσιάν Ιωσήφ Γρηγόρης, (τίτλος πρωτοτύπου: The Great Betrayal), Αθήνα, 1997 19. Νταντριάν Βαχάκν, Η ιστορία της Αρμενικής Γενοκτονίας. Εθνικές διαμάχες από τα Βαλκάνια στον Καύκασο, μετάφραση: Αγαμπατιάν Οχανές Σαρκίς, (τίτλος πρωτοτύπου: The History of the Armenian Genocide. Ethnic Conflict from the Balkans to Anatolia to the Caucasus, Η.Π.Α., 1995), Αθήνα, 2002 20. Νυσταζοπούλου-Πελεκίδου Μαρία, Οι βαλκανικοί λαοί. Από την τουρκική κατάκτηση στην εθνική αποκατάσταση (14-19ος αι.), Θεσσαλονίκη, 2000 21. Ξανθοπούλου-Κυριακού Άρτεμις- Χασιώτης Κ. Ιωάννης, «Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και οι Έλληνες της Ρωσίας και του Πόντου (1914-1918)» στον τόμο Οι Έλληνες της Ρωσίας και της Σοβιετικής Ένωσης. Μετοικεσίες και εκτοπισμοί. Οργάνωση και ιδεολογία., Χασιώτης Κ. Ιωάννης (επιμ.), Θεσσαλονίκη, 1997 22. Οικουμενικό Πατριαρχείο, Μαύρη Βίβλος διωγμών και μαρτυριών του εν Τουρκία Ελληνισμού (1914-1918), Οικουμενικό Πατριαρχείο, 1919 23. Πελαγίδης Ε. Ευστάθιος, Μικρασιατικός και ποντιακός ελληνισμός. Από την αρχαιότητα μέχρι την ανταλλαγή, Με το ντοκουμέντο της Γενοκτονίας της Γ΄εν Αθήναις Εθνοσυνελεύσεως, Θεσσαλονίκη, 2004 24. Πελαγίδης Ευστάθιος, Ο ελληνισμός της Μ. Ασίας και του Πόντου, ιστορική επισκόπηση, Θεσσαλονίκη, 2001 25. Ροδάς Μιχαήλ, Πώς η Γερμανία κατέστρεψε τον ελληνισμό της Μικράς Ασίας, Αθήνα, 1995 26. Σαμουηλίδης Χρήστος, Ιστορία του ποντιακού ελληνισμού, Αθήνα, 1985 80
27. Σωτηρίου Διδώ, Ματωμένα Χώματα, Αθήνα, 1962 28. Τσιρκινίδης Χάρης, Επιτέλους τους ξεριζώσαμε….Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, Θράκης και Μ. Ασίας μέσα από τα γαλλικά αρχεία, Θεσσαλονίκη, 1993 29. Τσιρκινίδης Χάρης, Έχω όπλο την αγχόνη….Το ντοκουμέντο της Μεγάλης Καταστροφής υπό το φως των ξένων απορρήτων αρχείων1908-1925, Θεσσαλονίκη, 2005 30. Φουρνιάδης Παντελής, Σελίδες από την ιστορίαν της Κερασούντος και τα τερατουργήματα του αιμοσταγούς Τοπάλ Οσμάν καθ’όλην την περιφέρειαν του Πόντου, Θεσσαλονίκη, 1965 31. Φωτιάδης Κωνσταντίνος, Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, 1ος -14ος τόμ., Θεσσαλονίκη, 2002-2005 32. Φωτιάδης Κώστας, Οι εξισλαμισμοί και η προσφορά των κρυπτοχριστιανών του Πόντου στους εθνικοθρησκευτικούς αγώνες, Θεσσαλονίκη, 1974 33. Φωτιάδης Κωνσταντίνος, Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα, 2004 34. Φωτιάδης Ε. Κωνσταντίνος, Ο ελληνισμός του Ευξείνου Πόντου, Κέντρο Ποντιακών Μελετών, 2008 35. Φωτιάδης Κώστας, Η Γενοκτονία του ποντιακού ελληνισμού μέσα από τουρκικές πηγές, Πρακτικά 5ου Πανελλήνιου συνεδρίου, Ο ελληνισμός της Μ.Ασίας, του Πόντου, της Ανατολικής Θράκης και η Χαλκιδική 1912-1940, Χαλκιδική, 2000 36. Φωτιάδης Κώστας, Οι εξισλαμισμοί της Μικράς Ασίας και οι κρυπτοχριστιανοί του Πόντου, Θεσσαλονίκη, 1988 37. Φωτιάδης Κώστας, Πόντος ,δικαίωμα στη μνήμη, Κέντρο Ποντιακών Μελετών, Αθήνα, 2004 38. Χαραλαμπίδης Μιχάλης, Φωτιάδης Κώστας, Πόντιοι, Δικαίωμα στη μνήμη, Κέντρο Ποντιακών Μελετών, Αθήνα, 2004 39. Χατζηκυριακίδης Κυριάκος, Η διείσδυση των ευρωπαϊκών εταιρειών στα μεταλλεία της Μ. Ασίας (1861-1923). Επιπτώσεις στους Έλληνες μεταλλουργούς του Πόντου, Διδακτορική Διατριβή, Θεσσαλονίκη, 2005 40. Andler Ch., Ο Παγγερμανισμός και τα κατακτητικά του σχέδια, Αθήνα, 1916
81
41. Burns E.M., Ευρωπαϊκή Ιστορία. Ο δυτικός πολιτισμός: νεότεροι χρόνοι, μετάφραση: Δαρβέρης Τάσος, Κολιόπουλος Σ. Ιωάννης (επιμ.), Θεσσαλονίκη, 2006 42. Dakin Douglas, Η ενοποίηση της Ελλάδος 1770-1923, μετάφραση: Ξανθόπουλος Α., (τίτλος πρωτοτύπου: The Unification of Greece 1770-1923, Λονδίνο, 1972), Αθήνα, 2001 43. Halo Thea, Ούτε το όνομά μου. Γενοκτονία και επιβίωση. Μια αληθινή ιστορία του Πόντου, (τίτλος πρωτοτύπου Not even my name, Ν. Υόρκη, 2000), Αθήνα, 2001 44. Hobsbawm E.J., H εποχή των αυτοκρατοριών, 1875-1914, μετάφραση: Σκλαβενίτη Κωστούλα, (τίτλος πρωτοτύπου: The age of Empire, 1875-1914, Λονδίνο, 1987), Αθήνα, 2007 45. Horton George, Η Κατάρα της Ασίας, μετάφραση: Τσελίκα Λ. Γεωργίου, (τίτλος πρωτοτύπου: The Blight of Asia, Ν.Υόρκη, 1926), Αθήνα, 1926 46. Horton Nansy, Η προδοσία των Μεγάλων Δυνάμεων, καταστροφή της Σμύρνης- Γενοκτονία, Πρακτικά Γ΄ Παγκόσμιου Συνεδρίου Ποντιακού Ελληνισμού, Θεσσαλονίκη, 1992 47. Joll James, Η Ευρώπη 1870-1970, μετάφραση: Βόγλη Κ.Ελπίδα, Χασιώτης Ι. Λουκής (επιμ.) (τίτλος πρωτοτύπου: Europe since 1870. An international History), Θεσσαλονίκη, 2006 48. Morgenthau Ηenry, Τα μυστικά του Βοσπόρου, Α΄Παγκόσμιος ΠόλεμοςΕκστρατεία Καλλίπολης-Νεότουρκοι-Διωγμοί Ελλήνων-Γενοκτονία Αρμενίων, μετάφραση: Κασεσιάν Ι., (τίτλος πρωτοτύπου: Ambassador Morgenthau’s story) Αθήνα, 1994 49. Özyüksel Murat, «Εξωτερικές σχέσεις της περιόδου του Αβδούλ Χαμίτ (Abdülhamit), 1876-1909», Turkish Review, 1999 50. Quartaert Donald, H Οθωμανική αυτοκρατορία. Oι τελευταίοι αιώνες, 17001922, μετάφραση: Σαρηγιάννης Μαρίνος, (τίτλος πρωτοτύπου: The Ottoman Empire, 1700-1923), Αθήνα, 2006 51. Roberts J.M., Παγκόσμια Ιστορία, β΄τόμ., μετάφραση: Παπαϊωάννου Τρισεύγενη, (τίτλος πρωτοτύπου: History of the World), Αθήνα, 2002 52. Sartiaux Felix, Η ελληνική Μικρασία. Από την αρχαιότητα μέχρι τον 20ο αιώνα, τα, μετάφραση: Νίκα Ντίνα, (τίτλος πρωτοτύπου: L’ Asie Mineure Grecque), Αθήνα, 1993 82
ΕΦΗΜΕΡΙΔΕΣ 1. Εποχή 2. Ελεύθερος Πόντος Β. Ξενόγλωσση Βιβλιογραφία 1. Adamow Ε., Die Europäischen Mächte und die Türkei während des Weltkrieges, Konstantinopel und die Meerenge, Δρέσδη, 1932 2. Adnan San, Die Stellung der Türkei im Rahmen der Internationalen Verträge seit dem Ersten Weltkrieg, Διδακτορική Διατριβή, Γκέτινγκεν, 1963 3. Anderson M.S., The Great Powers and the Near East 1774-1923, Λονδίνο, 1970 4. Baumgart Winfried, Die deutsche Ostpolitik im Sommer 1918: Zwischen Brest-Litowsk und Compiegne, Βιέννη, Μόναχο, 1966 5. Βaumgart Winfried, Deutsche Ostpolitik 1918, von Brest-Litowsk bis zum Ende des Ersten Weltkrieges, Βιέννη, Μόναχο, 1966 6. Baumgart Winfried, Der Friede von Paris, 1856, Μόναχο, Βιέννη, 1972 7. Baumgart Winfried, Deutschland im Zeitalter des Imperialismus, 1890-1914, Βερολίνο, Στουτγκάρδη, Κολωνία, 1923 8. Bihl Wolfdieter, Die Kaukasus-Politik der Mittelmächte, Ihre Basis in der Orient-Politik und ihre Aktionen 1914-1917, Bιέννη, Κολωνία, Γκράτζ, 1975 9. Carlson R. Andrew, German Foreign Policy 1890-1914 and Colonial Policy to 1914: a Handbook and Annotated Bibliography, Νέα Υόρκη, 1970 10. Endres Franz Carl, Der Weltkrieg der Türkei, Bερολίνο 11. Feuchtwanger Edgar, Imperial Germany 1850-1918, Λονδίνο, Ν. Υόρκη, 2001 12. Fischer Fritz, Krieg der Illusionen: Die deutsche Politik von 1911-1914, Ντύσελντορφ, 1969 13. Fuhrmann Rainer, Die orientalische Frage, das PanslawistischChauvinistische Lager und das Zuwarten auf Krieg und Revolution, Φρανκφούρτη, 1975 14. Geiss Imanuel, Der Berliner Kongress 1878, Μποπάρτη, 1978
83
15. Grothe Hugo, Deutschland, die Türkei und der Islam. Ein Beitrag zu den Grundlinien der deutschen Weltpolitik im islamischen Orient, Λειψία, 1914 16. Grothe Hugo, Die asiatische Türkei und die deutschen Interessen, Λειψία 17. Hagen Gottfried, Die Türkei im Ersten Weltkrieg, Φρανκφούρτη 18. Hallgarten W.F George, Imperialismus vor 1914, Die soziologischen Grundlagen der Aussenpolitik Europäischer Grossmächte vor dem Ersten Weltkrieg, Mόναχο, 1963 19. Hillgruber Andreas, Germany and the Two World Wars, μετάφραση: Kirby C. William, Αγγλία, 1981 20. Hoover A.J., God, Germany and Britain in the Great War, Λονδίνο, 1989 21. Kampen Wilhelm, Studien zur deutschen Türkeipolitik in der Zeit Wilhelms II, Κίελο, 1968 22. Klein Fritz, «Die Rivalität zwischen Deutschland und Österreich-Ungarn in der Türkei am Vorabend des ersten Weltkrieges, Politik im Krieg 1914-1918» στον τόμο Studien zur Politik der deutschen herrschenden Klassen im ersten Weltkrieg, Βερολίνο, 1964 23. Kreiser Κlaus, Atatürk, Eine Biographie, Μόναχο, 2008 24. Kremer Auenrode H., Hirsch Ph., Sammlung der officiellen Actenstücke zur Geschichte der Gegenwart, Λειψία, 1878 25. Lee Μarshall, Michalka Wolfgang, German foreign policy 1917-1933: Continuity or Break?, Μπεργκ, 1987 26. Lepsius Johannes, Unsere Waffenbrüderschaft mit der Türkei, Allgemeine Missions-Zeitschrift, Βερολίνο, 1915 27. Loulos Konstantin, Die deutsche Griechenlandpolitik von der Jahrhundertwende bis zum Ausbruch des Ersten Weltkrieges, Φρανκφούρτη, 1986 28. Maser Werner, Deutschland: Traum oder Trauma?Kein Requiem, Μόναχο, 1984 29. Moltke Helmuth, Briefe über Zustände und Begebenheiten in der Türkei aus den Jahren 1835-1839, Νόρντλιγκεν, 1987 30. Moutafidou Ariadni, «Das deutsche Engagement im Orient im Spiegel der unverröffentlichten Akten der Grossen Politik 12. Mai- 12. Juni 1897», Südost-Forschungen, Edgar Hösch, Karl Nehring (επιμ.), τεύχ. 54, Μόναχο, 1995 84
31. Mühlmann Carl, Das deutsch-türkische Waffenbündnis im Weltkriege, Λειψία, 1940 32. Novotny Alexander, «Österreich die Türkei und das Balkanproblem im Jahre des Berliner Kongresses» στον τόμο Quellen und Studien zur Geschichte des Berliner Kongresses 1878, Γκρατζ, Kολωνία, 1957 33. Nolte Hans Heinrich, Drang nach Osten, Κολωνία, 1976 34. Petersdorf Herman, Bismarck. Die gesammelten Merke, Βερολίνο 35. Petsalis Diomidis Ν., Greece at the Paris Peace Conference 1919, Θεσσαλονίκη, 1978 36. Rathmann Lothar, Stossrichtung Nahost 1914-1918, Zur Expansionspolitik des deutschen Imperialismus im ersten Weltkrieg, Βερολίνο, 1963 37. Ritter Albert, Das politische programm des Krieges, Φρανκφούρτη, 1916 38. Schmarte M., Der Grosse Krieg 1914-1918, Λειψία, 1922 39. Schöllgen Gregor, Imperialismus und Gleichgewicht. Deutschland, England und die orientalische Frage 1871-1914, Mόναχο, 1984 40. Schulte F. Bernd , Vor dem Kriegsausbruch 1914, Deutschland, die Türkei und der Balkan, Ντύσελντορφ, 1980 41. Sullivan Charles Donald, Stamboul Crossings: German diplomacy in Turkey, 1908 to 1914, Μίσιγκαν, 1977 42. Von der Golz F., Der Jungen Türkei Niederlage und die Möglichkeit ihrer Wiedererhebung, Bερολίνο, 1913 43. Wallach L. Jehuda, Anatomie einer Militärhilfe. Die preussisch-deutschen Militärmissionen in der Türkei 1835-1919, Ντύσελντορφ, 1976 44. Weber G. Frank, Eagles on the Crescent, Germany, Austria and the diplomacy of the turkish alliance,1914-1918, Λονδίνο, 1970 45. Wehler Hans-Ulrich, The German Empire 1871-1918, Λονδίνο, 1985 46. Winterstetten R., Berlin-Bagdad, Μόναχο, 1913 47. Ανώνυμος, Das deutsch-türkische Bündnis im Weltkrieg 48. Ανώνυμος, Die Deutschen Dokumente zum Kriegsausbruch, Βερολίνο, 1919
85
ΑΡΧΕΙΑΚΟ ΥΛΙΚΟ Α. ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΕΣ ΠΗΓΕΣ Διπλωματικό και Ιστορικό Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών Ελλάδας 1. ΙΑΥΕ, Δ΄, 1914, Στρατιωτική κατάστασις των διαφόρων κρατών και ιδία προ και μετά την έκρηξιν του πολέμου 2. ΙΑΥΕ, Α΄, Α/5, 1915, Στάσις και Πολιτεία Κεντρικών Δυνάμεων 3. ΙΑΥΕ, Α΄, ΑΑΚ/15, 1915-1917, Aνθελληνικοί εν Τουρκία διωγμοί 4. ΙΑΥΕ, Β΄, Β/35,38,45,59, 1916-1917, Ειδικός Φάκελος Τραπεζούντας. Εκθέσεις Αρχιμανδρίτη Πανάρετου 5. ΙΑΥΕ, Α΄, Α/5/ΙV, 1919, Πολιτική, Περί κεντρικών αυτοκρατοριών, Γερμανία 6. ΙΑΥΕ, Α΄, Α/5/ΙΙ, 1920, Πολιτική, Φάκελος Γερμανίας. Πολιτική, στρατιωτική
και
οικονομική
κατάσταση
στη
Γερμανία.
Σχέσεις
Γερμανίας-Ελλάδας, Γερμανίας-Ρωσίας 7. ΙΑΥΕ, Κεντρική Υπηρεσία, 1921, Τουρκογερμανικές σχέσεις και στάση της Ελλάδας μέσω του γερμανικού τύπου 8. ΙΑΥΕ, Κεντρική Υπηρεσία, 1921, Διάφορα
Β. ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΕΣ ΠΗΓΕΣ 1. Φωτιάδης Κωνσταντίνος. Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, Ανέκδοτα έγγραφα από τα Αρχεία του Υπουργείου Εξωτερικών της Ελλάδας 1905-1919, 4ος τόμ., Θεσσαλονίκη 2002-2005 2. Φωτιάδης Κωνσταντίνος, Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, Ανέκδοτα έγγραφα από τα Αρχεία του Υπουργείου Εξωτερικών της Ελλάδας 1920-1925, 5ος τόμ., Θεσσαλονίκη, 2002-2005 3. Φωτιάδης Κωνσταντίνος, Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, Ανέκδοτα έγγραφα από τα Αρχεία του Υπουργείου Εξωτερικών Γερμανίας, Αυστρίας, Ιταλίας και Βατικανού, 7ος τόμ., Θεσσαλονίκη, 2002-2005 4. Φωτιάδης Κωνσταντίνος, Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, Ανέκδοτα έγγραφα από τα Αρχεία των Υπουργείων Εξωτερικών Μεγάλης Βρετανίας, Γαλλίας, Κοινωνίας των Εθνών και S.H.A.T., 8ος τόμ., Θεσσαλονίκη, 2002-2005 86
5. Φωτιάδης Κωνσταντίνος, Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, Ανέκδοτα έγγραφα από τα Αρχεία του Υπουργείου Εξωτερικών Ρωσίας και Σοβιετικής Ένωσης (μεταφρασμένα έγγραφα), 9ος τόμ., Θεσσαλονίκη, 2002-2005
87
ΣΤ. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
IAYE, Von Liman von Sanders, General der Kavallerie, “Mein Verhältnis zu den Griechen in der Türkei während des Weltkrieges”, Α΄, Α/5/ΙΙ, 1920, Πολιτική, Φάκελος Γερμανίας. Πολιτική, στρατιωτική και οικονομική κατάσταση στη Γερμανία. Σχέσεις Γερμανίας-Ελλάδας, Γερμανίας- Ρωσίας
88