ΛΙΛΗ ΖΩΓΡΑΦΟΥ
Απο τη Μ ήδεια στη Σ ταχτοπούτα Υ] ιστορία του φαλλού
L
εκδόσεις
/Κ . ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ
Κάθε γνήσιο άντίτνπο φέρει την υπογραφή της συγγραφέα)
Αιλή Ζωγράφου
ΜΗΔΕΙΑ ΣΤΑΧΤΟΠΟΥΤΑ
αποτη στη
Ή ιστορία τον φαλλού
Τέταρτη έκδοση
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ
©Λιλή Ζβγράφδυ καί Εκδόσεις ’Αλεξάνδρεια
Προπή έκδοση: ’Ιούνιος 1998 ISBN 960-221-147-4 'Επιμέλεια κειμένου: ’Αριάδνη Άλαβάνου Στοιχειοθεσία, φιλμ: 'Αγγέλα Ζαχαριάδου Μοντάζ: Εϋη Κώτσου Εκτύπωση: X . Ζαχαρόπουλος - Δ. Σιταράς - Γ. Ζαχαρόπουλος Ο.Ε. Βιβλιοδεσία: Κώστας Δελής
c-mail:
[email protected] Κεντρική διάθεση: 'Εκδόσεις ’Αλεξάνδρεια, Σόλωνος 133,106 77 Αθήνα, τηλ. 3806305, 3821813, fax 3838173 Βιβλιοπωλείο στή Στοά τού Βιβλίου: Πεσμαζόγλου 5 / Σταδίου 44, 105 64 'Αθήνα, τηλ. 3311719
Περιεχόμενα Εισαγωγή.............................................................................................................9 Μέρος πρώτο: ΑΓΙΟ ΤΗ ΜΗΔΕΙΑ ΣΤΗ ΣΤΑΧΤΟΠΟΥΤΑ
Κεφάλαιο 1: 'Η ιδιοφυία τής αγάπης είναι γυναικεία........... 17 Κεφάλαιο 2: Επάγγελμα "Άνδρας................................................. 43 Μέρος δεύτερο: Η λ η σ τ ε ί α
τ η ς κ ο σμ ο γο ν ία ς
Κεφάλαιο 1: Συντρίμμια ελευθερίας.............................................59 Κεφάλαιο 2: Ή μητρική γλώσσα, ή πατρική γή, γένους θηλυκού................................................................................. 71 Κεφάλαιο 3: Όρέστεια-τό σύνορο..............................................107 Μέρος τρίτο: Η ΑΙΜΟΜΙΞΙΑ ΤΩΝ ΜΥΘΩΝ
Κεφάλαιο 1: Κεφάλαιο 2: Κεφάλαιο 3: Κεφάλαιο 4: Κεφάλαιο 5:
Οίδίπους.......................................................................147 Όρέστης....................................................................... 153 "Αντιγόνη..................................................................... 165 Ήλέκτρα...................................................................... 171 Μήδεια...........................................................................175
Μέρος τέταρτο: ΣΥΜΓΙΟΣΙΟΝ
"Έρως μέσα από τό Σνμπόσιονχοϋ Πλάτωνος.........................193 Συμπόσιον..............................................................................................201 Επίμετρο........................................................................................................ 209 Ιΐι|’>λιογραφΐα............................................................................................................221
Εισαγωγή Γιατί από τη Μήδεια στη Σταχτοπούτα; Μά ή Μήδεια διέ θετε τήν επίγνωση τού σώματός της καί τό πάθος του, σέ αντίθεση μέ τή Σταχτοπούτα πού καθόταν άβουλη δίπλα στό τζάκι μήν περιμένοντας καί μή διεκδικώντας τίποτα. Τά πα ραμύθια είναι οί καθρέφτες κάθε εποχής. Τό τέλος τής μη τριαρχικής εποχής έφτιαξε τό μύθο τής Μήδειας, στόν σφύζοντα από ανδρική ισχύ πατριαρχικό κόσμο τών δύο τελευ ταίων αιώνων ξεπήδησε ή άθλιότης τής Σταχτοπούτας πού δέν περίμενε ούτε κατά διάνοιαν τό βασιλόπουλο, νά όμως πού τής προέκυψε. Ή πρώτη τους επαφή έγινε μέ τό πόδι πού μπήκε στό γοβάκι, σέ αντίθεση μέ τή Μήδεια πού ερω τεύτηκε μέχρι τρέλας τόν Ίάσονα (εδώ σημαίνει ότι τόν επι θυμούσε μέ όλο της τό κορμί) καί γιά χάρη του έκλεψε τό θη σαυρό τού πατέρα της, πράξη πρώτη, γιατί ακολούθησαν κι άλλα, καί τόν έπεισε νά τήν άπαγάγει. Ή ερωτική της πρωτοβουλία υπαγορεύεται από τήν υψη λή της προέλευση, μιά κι είναι βασιλοκόρη καί εκπροσωπεί τήν αυθεντική πρόγονο τών γυναικών. Γ’ιατί όλες οί γυναίκες βασίλισσες είναι, αφού αξιώθηκαν τή γενναιοδωρία τού «δη μιουργού» πού τούς ανέθεσε τήν ανανέωση τού άνθροόπινου γένους. Καί μήν άκοΰτε τόν μισογύνη Εβραίο μυθοπλάστη πού πήρε ένα κοψίδι από τό πλευρό τού άνόρα γιά νά φτιά ξει τή γυναίκα, γιατί μένει αναπάντητο τό ερώτημα: «Καί κείνον, τόν πρώτο άνόρα ποιος τόν γέννησε;» Διότι ό άπο-
ΙΟ
από τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
καλούμενος «δημιουργός» νίπτει τάς χειρας καί απλά συμ βουλεύει «αύξάνεσθε καί πληθύνεσθε», αφήνοντας τήν πρω τοβουλία στή βασιλοκόρη-γυναίκα. Γιατί επιμένω στον βασι λικό τίτλο; Διότι είναι ή μοναδική περίπτωση πού τό βασιλί κι άξιοποιεΐται. ΙΙοιός τολμά νά αμφισβητήσει ότι ή γυναίκα αποτελεί τήν αυθεντική βασίλισσα τής ζωής; Μήν παρανοηθώ, ωστόσο, καί πιστέψει ό αναγνώστης ούτε πρός στιγμήν ότι θά διαβάσει φεμινιστικό βιβλίο. Κατ’ αρχήν γιατί είμαι παθιασμένη αντιφεμινίστρια, γιά τόν απλό λόγο ότι είμαι πολύ ευτυχής πού γεννήθηκα γυναίκα. Καί τί θά γινόμουν, πώς θά 'παιρνα τόσες καί τέτοιες ηδονές άν δέν υπήρχαν οί ανδρες; Τό βιβλίο αυτό πραγματεύεται τόν ανδρα από τήν πρώτη δυνατή (κατά τή φαντασία μου) παρουσία του ως τήν πραγ ματική ιστορία τής διαδρομής του μές στους αιώνες. Ή πε ρίπτωσή του μέ απασχολεί καί μέ παιδεύει τώρα καί τριάντα χρόνια. Τριάντα χρόνια τρόμου, φόβου, αμφιβολίας καί βασανισμοΰ, πού τά βιβλία μου πλήθαιναν, τά ράφια μου έπη ξαν, χρειάστηκε νά παραγγείλω καινούργια ράφια στόν πα λιατζή τοϋ Γιουσουρούμ. Διάβαζα κι όταν ακόμα έγραφα ένα καινούργιο βιβλίο, αλλά φοβόμουν. ’Έτρεμα μπροστά στις ανατροπές πού προκαλοΰσε ή τόλμη τής συγκεκριμένης σκέψης μου πού δέν τήν είχα συναντήσει πουθενά ίσαμε τώ ρα. Φυσικά δέν είχα δασκάλους μιά καί δέν ήμουν πανεπι στημιακή. Καί τούς δασκάλους τούς είχα ανάγκη γιά νά στη ρίξουν τήν άποψή μου πού τή θεωρούσα ήδη πολύ τολμηρή. Διέθετα, ωστόσο, βιβλία, όπως τού Wilhelm Reich, απόλυτα διαφωτιστικά, πού μάς δίδανε μιά σπρωξιά, αλλά ανεπαρκή ώς πρός τήν ελληνική προϊστορία καί αρχαιότητα γενικά πού, όπως πίστευα, έχουν διαδραματίσει πρωτεύοντα ρόλο στήν εξέλιξη τών κοινωνιών καί τών ανθρώπινων σχέσεων. "Ωσπου' ανακάλυψα τόν G. Thomson καί τά τρία άριστουρ-
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ Φ ΑΛΛΟ Υ
γηματικά έργα του. «Ή ερμηνεία γιά τόν προελληνικό, τόν πρωτοελληνικό, τόν κλασικό καί τόν ελληνιστικό κόσμο παραμένει ό,τι βαθύτερο έχει γραφτεί από μαρξιστική σκο πιά γύρω από αυτή τή θεματολογία»,1όπως γράφει γι’ αυτά ό Ernest Borneman στήν Πατριαρχία, όταν επιτέλους κυκλο φόρησε στά ελληνικά.23 Αυτό τό βιβλίο μ’ έκανε πολύ ευτυχισμένη αν καί πιό τρο μοκρατημένη από πριν. Γιατί, όταν μιλάμε γιά τόν Borneman, πρέπει νά προϋποθέτουμε έναν γίγαντα σκέψης καί καλ λιέργειας. Μιά δήλωση τής συζύγου του Εΰας μέ έστησε στά πόδια μου: Γιά νά μπορέσω όμως ώς γυναίκα νά παρουσιάσω στήν κοι νωνία μιά εναλλακτική λύση στήν πατριαρχία (καί τί απο μένει από τό γυναικείο κίνημα αν δέν μπορεί νά τό κάνει αυτό;) πρέπει πρώτα νά μάθω ποιά ήμουν, πριν ή πατριαρ χία μέ υποβιβάσει σ’ αυτό πού είμαι σήμερα. Γι’ αυτό νομί ζω ότι ό Έρνεστ έχει δίκιο, όταν λέει ότι εμείς οί γυναίκες δέν μπορούμε νά αρχίσουμε τόν αγώ να μας κατά τής πα τριαρχίας προτού μάθουμε τί ήμασταν, πριν καταντήσουμε •’ασθενές” φύλο. Καί αυτό μπορούμε νά τό μάθουμε μόνο μελετώντας τήν προπατριαρχική κοινωνία.2 'Οπότε αποφάσισα ότι πρέπει νά καταθέσω τίς δικές μου απόψεις. Τριάντα χρόνια βασανισμοΰ καί αμφιβολίας (τό πρώτο σχετικό βιβλίο τό αγόρασα από τού Κάουφμαν στά 1. Πρόκειται γιά τ« έργα The Prehistoric Aegean (έλλ. μτφρ. Ή αρχαία κοινωνία - τό προϊστορικό Αιγαίο, 1958-1959), The First Philosophers (1955) καί το Aeschylus and Athens (έλλ. μτφρ. Αισχύλος καί Αβήναι, 1954). 2. Ε. Borneman, Ή πατριαρχία, Ή προέλευση καί τό μέλλον τού κοι νωνικού μας συστήματος, μτφρ. Δ. Κούρτοβικ, έκδ. Μορφωτικό Ιδρυμα 'Εθνικής Τραπέζης 1988. σελ. 911. 3. Στό ϊόιυ, σελ. 921.
α π ο τη
Μ ή δ ε ια ς τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
I960, L ’Histoire des Femmes, τοϋ Maurice Barbeche έκδ. Stock) «πετρώνουν» κάποιες μόνιμες ιδέες πού σχηματίστη καν μέ την πρώτη σύλληψη. Καί σ’ αυτό με παρηγόρησε ό Borneman γράφοντας στον Πρόλογό του: 'Εννοείται δτι τέτοιοι συλλογισμοί έχουν, σέ μεγάλο βαθμό, ενρετικό χαρακτήρα, γιατί κανένας δεν ξέρει τί σκεφτόταν πραγματικά ό προϊστορικός άνθρωπος. Μέ αυτή τήν έννοια, Βέλο) νά τονίσω εδώ κάτι πού γιά τόν ειδήμονα (καί τόν κα λοπροαίρετο προσθέτω εγώ) θά πρέπει νά είναι αυτονόητο: ότι όσο προσεκτικά κι άν ερεύνησα τις πηγές, ένα ορισμένο μέρος αυτού τοϋ βιβλίου -σχεδόν όλα όσα άναφέρονται στήν κοινωνική δομή, τις σχέσεις ιδιοκτησίας, τή σεξουαλι κή ζωή καί τις δοξασίες τοϋ προϊστορικού ανθρώπου- έχει τό χαρακτήρα θεωρητικού μοντέλου καί πρέπει νά θεωρείται απλώς ύπόθεση εργασίας.' Αυτό τό απόσπασμα τό υπογράφω καί τό παραθέτω γιά όσους θά ’θελαν νά άμφισβητήσουν τήν τολμηρή ανάπτυξη των επιχειρημάτων μου καί τις άκόμα τολμηρότερες θέσεις μου γιά τόν δισυπόστατο ρόλο πού διαδραμάτισε ό αρχαίος ελληνισμός στή διάρκεια τής ακμής του, γεγονός πού διατυ πώνεται άπό τόν Borneman, μέ τήν ίδια οξύτητα πού χαρα κτηρίζει καί τή δική μου σύλληψη, όταν λέει: «τά γεγονότα πού συνέβησαν στήν άρχαία Ελλάδα καί τή Ρώμη έχουν ιδι αίτερη σημασία, γιατί διαμόρφωσαν τή νοοτροπία καί τή συ μπεριφορά τών ληστρικών ευρωπαϊκών λαών πού άπό τό 15ο αιώνα τής εποχής μας έχουν γίνει ή μάστιγα τής ανθρω πότητας, κατακτώντας, άποικιοποιώντας καί υποβάλλοντας σέ στυγνή εκμετάλλευση σχεδόν ολόκληρο τόν έξωευρωπαϊκό κόσμο. "Ετσι ή "νεολιθική επανάσταση” πού έγινε στό χώρο τοϋ οψιμότερου ελληνικού καί ρωμαϊκού πολιτισμού1 1. Borneman. δ.π., σελ. 22.
II ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ Φ ΑΛ Λ Ο Υ
ι:ι
επηρέασε τή μοίρα ολόκληρης τής υδρογείου γιά 4.500 ώς 5.000 χρόνια μετά τήν επικράτησή της».' Φυσικά ό Borneman μέ συμφέρει, όχι μόνο γιατί τόν πα ραπάνω ισχυρισμό τόν συμπεριλαμβάνω στή γενική ανάπτυ ξη τοϋ βιβλίου μου, αλλά καί διότι μέ βοηθά νά ταξινομήσω τήν εργασία μου αυτή στήν επιστημονική περιοχή πού ό ίδιος ορίζει ώς «νεότευκτη επιστήμη τής ιστορικής σεξολογίας, ενός κλάδου τής ανθρωπολογίας».1 2 Καί είναι ή πρώτη φορά πού συ ναντώ στήν παγκόσμια γραμματολογία έναν παρόμοιο ορι σμό τόσο σοβαρό καί πραγματικά νεότευκτο. Δέν είναι τυχαίο τό γεγονός ότι τό βιβλίο μου αυτό γρά φτηκε σε μιά προχωρημένη ηλικία. Ίσως γιατί δέν έτολμοϋσα νά προκαλέσω τόν σύγχρονο ελληνισμό στό ζήτημα τής αρχαι ότητας πού θεωρείται ταμπού ακόμα καί στίς μέρες μας. ’Αλλά καί γιατί δέν ήθελα νά παρανοηθώ ότι προκαλώ, κατά των άνόρών, πού τούς ευρισκα συνεχώς μπροστά μου, μέσα σέ όλων των ειδικών τά βιβλία. Μιά καί εδώ, στίς σελίδες πού ακολουθούν, δέν κάνω φεμινιστικό κήρυγμα ούτε καί άναφέρομαι στή χειραφέτηση τής γυναίκας, αλλά στήν κατάργηση τής χειραφέτησής της. Καί τώρα καί πάντα πίστευα, άπό τήν παιδική μου ηλικία, ότι τό γυναικείο πρόβλημα είναι πρόβλη μα ανδρικό. Καί δέν υπερβάλλω ίσχυριζόμενη ότι σχεδόν άπό πάντα είχα άποφασίσει ότι εκείνος πού είχε τό πρόβλημα ήταν καί είναι ό άνδρας. Τώρα πού αισθάνομαι ότι διαθέτω άρκετά επιχειρήματα, θέλω νά καταγγείλω τόν κοινωνικό βιασμό πού ύπέστη ή γυ ναίκα άπό τόν πατριαρχικό φυλετικό ιμπεριαλισμό, άπό τόν όποιο παράγεται καί ό όρος «μητρικό Δίκαιο» κατά τόν J.J. Bachofen πού κατάφερε νά καθορίσει επακριβώς ότι «τό Δί1. Borneman. δ.π., οελ. 16. 2. Borneman, ό.π.,αελ. 17.
α π ο τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
χάνο ανάγεται σέ μιά ιστορική πράξη: τήν άρνηση τής φύσης». Τό φυσικό γεγονός πού τό Δίκαιο άρνείχαι είναι ή γέννηση, διευκρινίζει ό Borneman. Μιά καί ή γυναίκα γνωρίζει πάντα ότι τό παιδί πού γέννησε είναι δικό της, ενώ αντίθετα ό άνδρας δέν μπορεί ποτέ νά είναι βέβαιος γιά τήν πατρότητα του. Όπότε ή πατριαρχία θεμελιώνεται μέ τη δήλωση τού άνόρα ότι αύτή ή κατάσταση πρέπει νά πάψει. «Επειδή ή γυ ναίκα θά ήταν γιά πάντα άνώτερή μας αν συνεχιζόταν αύτή ή κατάσταση, στό εξής τήν απαγορεύω. Αύτή τήν απαγόρευση τήν ονομάζω Δίκαιο».' "Οταν τελείωνα τούτο τό βιβλίο δημοσιεύτηκε στόν Τύπο ότι ανακαλύφθηκε κάπου στήν Ελευσίνα ή σπηλιά όπου έγρα φε ό Εύριπίδης. "Ενα σύγκρυο μέ διαπέρασε μές στό καταχεί μωνο. "Από ποιό χάος ξεπήδησαν αύτοί οί Ποιητές, αναρωτύ θηκα. Είχαν άραγε επίγνωση τής αξίας τους καί τής προ σφοράς τους; Καί μέ ποκ'χ λογική χαράμισαν αύτή τή θεία χά ρη μισώντας ταυτόχρονα τή γυναίκα; Τέτοιο σύμπλεγμα κα τωτερότητας! Ποιά νά ’ταν τάχα αύτή πού συγκέντρωνε μιά τέτοια μυστηριώδη κι ανεξόφλητη αγανάκτηση, αλλά καί δια πόμπευση πού μεταβιβάστηκε μέσα από τίς χιλιετίες καί στίς σύγχρονες ύπανάπτυκτες κοινωνίες, όπως τή δική μας; Πολ λές φορές αναρωτύθηκα μήπως οί γυναίκες, σέ παλαιότερους χρόνους, όταν πίστευαν ότι γεννούσαν από μόνες τους χωρίς τή συμμετοχή τού άνδρα, μήπως στή διάρκεια τής μητριαρ χίας, ή γυναίκα φερόταν υπεροπτικά μειώνοντας τόν άνδρα. ’Αλλά άπό κάπου θά προδιδόταν αύτό. Ό Εύριπίδης ιδιαί τερα δέν θά ’χάνε εύκαιρία νά τό άναφέρει, ύστερα άπό όσα καταλογίζει στό γυναικείο φύλο διασύροντας το. Λ.Ζ. 2S 'Απριλίου 19971
1. Borneman.
ό .π .,
σελ. 21.
Μέρος πρώτο ΑΓΙΟ ΤΗ ΜΗΔΕΙΑ ΣΤΗ ΣΤΑΧΤΟΠΟΥΤΑ
Κεφ άλαιο 1
Ή ίδίοφνϊα τής αγάπης είναι γυναικεία Τό χέρι. καί ή ομιλία: \'ά ποιά είναι ή ανθρωπότητα' Μέσα στό σούρουπο σηκώθηκε ένα ασυνήθιστο υπόκωφο βουητό, λές καί κάποιος γίγαντας μάζευε τό μανδύα του φεύ γοντας. ’Από τό στόμιο τής σπηλιάς πού μπροστά του συνή θως ανοιγόταν τό πέλαγος γαλανό ώς τά βάθη τοΰ ορίζοντα κόρα ή θάλασσα είχε άποσυρθεΐ. Ή εξαφάνισή της άφηνε γυ μνά μυριάδες βότσαλα σωριασμένα σέ χαμηλά βουναλάκια ώς τά βάθη τοΰ ουρανού, στεγνά, λές καί δέν είχαν ποτέ γνωρίσει τό νερό ούτε τήν άλμύρα τής εξαφανισμένης θάλασσας. Ή πέ τρινη επιφάνεια άσπρόγκριζη σώπαινε. Ή σιωπή έλεγες πώς θά διαρκέσει αιώνια. Κανείς δέν μέτρησε τό χρόνο τής θανά σιμης σιωπής. Ωστόσο, δέν είχε ακόμα σκοτεινιάσει απόλυτα όταν ή πλάση άνάδωσε ένα χαρούμενο φουρφούρισμα. Ή πα ραλία βρέθηκε σκεπασμένη μέ θάλασσα ρηχή καί μέσα της φέγγιζαν τά στοιβαγμένα βότσαλα, καθώς τό υγρό στοιχείο φαινόταν ν ’ άναβλύζει από τά έγκατα διάφανο, ν ’ ανεβαίνει περιοδικά στήν ακτή πρός τά μέσα, σκεπάζοντας λαίμαργα τά στεγνά βουνά από βότσαλα ώς τό βάθος τοΰ ορίζοντα. Νότος! Πάνα) στό βράχο τής έρημης παραλίας. Νότος, homo nudus et inermis, ό άνθρωπος γυμνός καί άοπλος. Μαζεμένος1 1. Η. Berr, Πρόλογος ατό Ή πρωτόγονη κοινωνία, γενική προΐσταμαι τής ανθρωπότητας τον J. Morgan, έκδ. Άναγνώστίόη.
IS
Α ΐιο τ Η Μ ή δ ε ι α σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
γύρω από τό μαλλιαρό κορμί του, πού τό κρατώι αγκαλια σμένο μές ατούς μακριούς βραχίονες του. Φαίνεται νά τό προστατεύει, καθώς τό άνακρατάει έτσι σφιχτά, πανικόβλη τος μπροστά στό εφιαλτικό φαινόμενο πού εμείς τό γνωρί ζουμε ώς άμπωτι καί παλίρροια. Ό δυστυχής; Αυτός θά γίνει πολύ μετά, χιλιάδες χρόνια αργότερα, όταν έρθει ή ώρα των ποιητών, ό Πρωτογέννητος, ό Δημιουργός, ό Φάνης των ’Ορφικών, ό Έρω ς πού, διαβαί νοντας άπό τή Θεογονία τοΰ Ιερώνυμου Ελλανίκου, τη Ραψωδική Θεογονία, τούς ’Ορφικούς "Υμνους καί τήν εποποιία τοΰ Νόνου, Οά ξαναπροβάλει στην Ήσιόδεια Θεογονία, στά μέτρα μας πιά, τά προσδιοριζόμενα άπό τό φαλλό του πού θά καθορίζει τήν αναπαραγωγή τής ζωής. ’Απορημένοι θ’ άνακαλύψουμε ώστόσο, αργότερα, «τόν ακόμα παλαιότερο Πρώτο πού οί αρχαιότατες ρίζες του συνδέονται μέ τήν ορφική δοξα σία πού θέλει δημιουργό τοΰ κόσμου τό Φεγγάρι μέσα άπό ένα δαίδαλο μύθων, τρόμου, ανεδαφικών ερμηνειών καί προ λήψεων νά ταυτίζεται σέ παμπάλαιες χαμένες δοξασίες μέ τό Κοσμογονικό Αυγό», όπως μάς αποκαλύπτει ό Αεκατσάς.1 ’Οπισθοχωρώντας ώστόσο, φτάσαμε ήδη σέ μιά άνοικοδόμητη πλάση. Μιά γή χωρίς παρεμβάσεις ανθρώπινες, χωρίς τραύματα άπό άνθρώπινο χέρι. ’Ολωσδιόλου άνεξερεύνητη, μόνο μέ θάμνους, νερά και δέντρα πανύψηλα, φυλλώματα όλοπράσινα στις ρεματιές ποταμιών καί λιμνών, μέ άναρίθμητα είδη ζώων νά πηγαινοέρχονται ώς τό άπειλητικά σκο τεινό βάθος όπου φτάνει τό βλέμμα. Καταλαβαίνετε τώρα πόσο μακριά σάς παρέσυρα πρός τά πίσω; Χιλιάδες χρόνια! Κατασκευή καμιά καί πουθενά ούτε ιδέα άνΟρώπινης επέμβασης. Καί μεις γλιστρούμε -εσείς καί γώ- μέ καρδιοχτύπι στά σπλάχνα τοΰ άφωνου χρόνου, 1. Έ (Μος, οελ. 67 κ.π.
ιι Ι σ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
λάμνοντας όλο καί βαθύτερα μέσα του, δέκα, είκοσι, σαρά ντα χιλιάδες έτη π ίσιο. "Αρκεί ώς εδώ. Μήν υπερβάλλουμε τήν άντοχή μας ούτε καί τήν άγνοιά μας, μιά κι ή Επιστήμη ισχυρίζεται ότι ό πλανήτης μάς παραδόθηκε πρίν πέντε ίσως έξι δισεκατομμύρια χρόνια, έτσι, ξεδοντιασμένος γέ ροντας. Γι’ αυτό θά ξεκινήσουμε άπό κεί πού ό προϊστορι κός άνθρωπος άφήνει τά πρώτα δακτυλικά του άποτυπώματα μέ εγχαράξεις σέ βράχους σπηλαίων, τότε άκόμα πού ή ζωή άνοργάνωτη διασχίζει επιφυλακτικά μέ τεράστια γυ μνά πέλματα τό όργιο τής γήινης ζούγκλας. Νάτος αύτός πάνω στό βράχο, άνίδεος άπό Ποιητές καί θρησκείες πού θά διεκδικήσουν κάποτε τήν πατρότητά του, πασχίζοντας νά ιδιοποιηθούν τό μυστήριο τής προέλευσής του. "Ετσι κι άλλιώς, δεν έχει άκούσει καμιά λέξη σέ καμιά γλώσσα. Ούτε καί διαθέτει ό ίδιος λεξιλόγιο. Μόνο κραυγές καί μυκηθμοί βγαίνουν άπό τό στήθος του. Κ ι αυτά μόνο γιά νά εκδηλώσει φόβο, πείνα καί παγωνιά, γδυμνός καί άοπλος καθώς είναι. Ούτε γνωρίζει ότι ή περίοδος εκείνη τής άπόλυτης άγνοιας, τής άνύπαρκτης επικοινωνίας καί άπουσίας θε σμών είναι σίγουρα ή μοναδική περίοδος πραγματικής ελευ θερίας πού ’ζησε ό άνθρωπος. Τί ώφελεΐ όμως, άφοϋ ό ίδιος δέν τό ήξερε; Ε μ είς τόν βλέπουμε. Εκείνος δέν έχει καμιά σχέση μέ τό μέλλον, δέν μάς ξέρει. Θά γεννηθούμε εκατομμύ ρια χρόνια μετά, μέ τό κλάμα νά στέλνει άμέτρητες επικλή σεις, στή «μαμά», τό «θεό», τήν «Παναγία». ‘Αλλά αυτόν δέν τόν άπόθεσε στον κόσμο κανένας, ούτε θηλυκός ούτε σερνι κός, άδεια ή γή, άδειος ό ίδιος σάν άμεταχείριστο κουτί. Τί βλέπει; Τίποτα δέν έχει άκόμα όνομα, ούτε ό ίδιος. Εξάλλου δέν τόν χρειάζεται κανένας γιά νά τόν φωνάξει ούτε καί υπάρχει όμοιος του στήν άκτίνα τής όρασής του. Άκίνητοςάδειος. κάτι άόρατο ώστόσο διασχίζει τά σπλάχνα του: ό φό βος καθώς τό σκοτάδι σκεπάζει όλες τις εικόνες κι όλους
γο
αποτη
Μ ή δ ε ια ς τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
τούς εχθρούς. Ό χ ι μόνος. Τή συντροφικότητα πρέπει νά τή γνωρίζεις γιά νά τή νοσταλγείς. Αντίθετα αισθάνεται σκλα βιά. Ναι, είναι εξουσιασμένος άπό τό φόβο. Ό φόβος θά παραμείνει γιά πολύ -πάρα πολύ- ό μοναδικός σύντροφος αυτού τού μοναχικού πλάνητα. Ή φύση πού τόν περιβάλλει όχι μόνο φιλόξενη δέν είναι, αλλά μιά παγίδα, γεμάτη κινδύ νους. Πρόκειται φαντάζομαι γιά τό ίδιο στάδιο πού μάς παράστησαν κάποιοι άθλιοι κατοπινοί περασάρηόες σάν Π α ράδεισο τών Πρωτόπλαστων κι ενός πανάγαθου χιλιετούς θεού πού απαγόρευε τό σμίξιμο μιά καί κείνος δέν πηδούσε. ’Άκου Παράδεισος! Χωρίς στέγη, χωρίς νερό, χωρίς ένδυ μα καί τό φοβερότερο χωρίς φίλο. Τά υπέρτατα αγαθά, φι λία, αγάπη, εμπιστοσύνη, αλληλεγγύη, όλα τά πρώτης ανά γκης ανθρώπινα ήταν οί μεγάλοι απόντες άπό τόν θαυμαστό Παράδεισο τού τραγικού Ά δάμ, μέ μοναδική παρουσία μίας Εΰας πανούργας, αδίστακτης καί περιφρονητικής γιά τόν δειλό Άδάμ πού υποχρεώνεται νά αναγνωρίσει πατρότητα στό πρώτο νόθο παιδί τής χριστιανικής κοινωνίας. Αντίθετα, ό δικός μας «Πρώτος» δέν αντιμετωπίζει πα ρά μόνο σαρκοβόρα, έτοιμα νά τόν κατασπαράξουν. Δύσκο λα ξεχωρίζει τό συνάνθρωπό του άπό τά πιθηκοειδή ιδιαί τερα. Σίγουρα δέν ήταν πιό όμορφος άπό τά μακρινά του εκείνα πρωτοξαδέρφια. Τό μαλλιαρό του δέρμα είναι τό μο ναδικό ένδυμα πού τόν προστατεύει όταν οί χιονοθύελλες σαρώνουν τή ζούγκλα του. Καί πρέπει νά ’ταν μιά πλούσια γούνα, όπως συμπεραίνουν οί ερευνητές άπό τά χαρακτικά του στά σπήλαια: «Στίς χαραγμένες απεικονίσεις τής Μαγδαληναίας εποχής παρουσιάζεται ό άνθρωπος μέ εγκάρ σιες γραμμές πού, όπως εικάζεται, απεικονίζουν μακρύ καί πυκνό τρίχωμα», επισημαίνει ό J. Morgan.1 1. Ήπριυτάγονη κοινωνία, οελ. 49.
II
I Λ
ΓΟΝ ΑΤΟΥ ΦΑΛΛΟΥ
i I
Λίν είναι σίγουρο πώς θά ξεφύγει τή μοίρα τών αδύνατων, 'ι ί άρχουν τόσα πολλά θηρία γύρω του. Ό σ ο γιά κείνον τρώιι ια πάντα ή τουλάχιστον τά δοκιμάζει, άπό χόρτα καί καρΐιιυς ώς μικροσκοπικά ζώα, άν καί μερικά τρέχουν σά δαιμο νισμ ένα. Κάποτε έχει τήν εξαιρετική τύχη νά βρει μικροσκοπί ου βρέφη, φυσικά καί ανθρώπινα νήπια άκινητοποιημένα, ανίκανα ν ’ άντισταθοϋν, καί τά καταβροχθίζει. Κατά καιρούς πάλι τά δέντρα καί οί θάμνοι γεμίζουν μικσούς ή μεγάλους πολύχρωμους καί χυμώδεις καρπούς πού μ ιν χορταίνουν. Μόνο πού αυτά τά αγαθά εξαφανίζονται ιι/ιδόν ξαφνικά καί τά κλαδιά τους μένουν μαδημένα ή ξειια Μάταια περπατεΐ τότε μίλια καί μιλιά μέ τήν ελπίδα νά αναβρεΐ όμοιά τους, μαζί καί τή ζεστασιά πού τόν περιέ11<(λλε. "Αλλά τά πάντα έχουν γίνει εχθρικά καί άφιλα, δέν ι'ΐοαλαβαίνει γιατί ερήμωσε ό παράδεισός του. Είναι άραγε ιάιαραίτητο νά έπισημάνουμε ότι τό μυαλό του τό άνεπειογαστο υπολειτουργεί όσο καί ενός πνευματικά καθυστεκΐιμένου σήμερα; Από ποιά περίοδο αρχίζει ν ’ αναγνωρίζει τούς συνανθοώπους του; Σίγουρα άπό τότε πού τό σώμα ισορροπεί σέ οοθια στάση -πολύ μετά τήν κάθοδό του άπό τά δέντραιι ίοτε περπατάει πιά μόνο μέ τά δυό του πόδια μέ τά χέρια μακριά νά φτάνουν ώς τά γόνατα. Αυτός λοιπόν καί τά πτει >ωτά κυκλοφορούν στή ζούγκλα όρθιοι.
Λιανοητικά ανάπηρος θά ήταν ό καθένας πού θ’ άφυπνι<<>ruv (Τ’ έναν κόσμο άδειο, όλότελα κενό άπό παρελθόν καί μνήμες. Γι αυτόν ό χρόνος κυλάει παρανοϊκά μέ φώς καί πυ/■ νι) σκοτάδι πού κάποτε διασπάται (ϊπό μία στρογγυλή φωτισμένη τρύπα πού άργοκινιέται ψηλά, πάνω άπό τό μαύρο σκοτάδι πού τόν περιβάλλει.
-) ·)
ΑΠΟ ΤΗ Μ ΗΔΗΙΑ ΣΤΗ ΣΤΑΧΤΟ ΙΙΟ Υ'ΓΑ
Πρόκειται γιά μιά περίοδο απόλυτα ανιστορική όσο δέν είναι σήμερα ή ζωή ενός σκύλου ή μιας γάτας πού κατοι κούν ανάμεσα σέ ζωόφιλους. ’Οφείλουμε ωστόσο νά θεωρήσουμε ένα τό κρατούμενο τήν παρουσία τής σελήνης, την επαναλαμβανόμενη γιά τόν πρωτόγονο άνθρωπο, πού δεν «πράττει» επί χιλιετίες. Τίπο τα δεν τόν παρακινεί νά μετακινηθεί άν δέν πεινάει. Ή άδεια από κάθε δημιούργημα γη, όπου οί προηγούμενοι του δέν έχουν αφήσει κανένα ίχνος, εκτός άπό σωρούς κόκα λα καί ίσιος αποκαΐδια φωτιάς -πολύ άργότερα-, αυτή ή χω ρίς παρελθόν άνώνυμη περιοχή τής όποιας γης, δέν ερεθίζει τή δραστηριότητα τού ναρκωμένου προϊστορικού άνθρώπου, άν δέν τήν εξουδετερώνει ολοκληρωτικά ό φόβος. Ό Anthony Smith στό βιβλίο του Τό σώμα' επισημαίνει πόσο ριψοκίνδυνο ήταν γιά τόν πρωταρχικό πρόγονό μας ως καί τό κατέβασμά του άπό τά δέντρα στή γη όπου κυκλοφο ρούσαν πολύ ευκίνητα φυτοφάγα καί τρομερά ευλύγιστα σαρκοβόρα. Ό «σύγχρονός» μας άνθρωπος ή Homo Sapiens υπάρχει εδώ καί 50U.CKX) χρόνια. ’Ίχνη ωστόσο μέ ζωγραφιές στά τοιχώματα σπηλαίων καί σέ σκαλισμένα κόκαλα (πού ση μαίνει πώς ζούσε μακρά διαστήματα κλεισμένος λόγω φο βερών καιρικών συνθηκών), τέτοια ίχνη μάς αφήνει μόνο άπό τό 40000 καί δώθε μέχρι καί τό 10000, πριν άπό εκείνον πού οί επιστήμονες βάφτισαν Cro-Manion καί πού ό Smith καί πολ λοί άλλοι ερευνητές θεωρούν σάν τόν πρώτο, ουσιαστικά, καλλιτέχνη. Αυτός άρχίζει πριν Ί0.000 χρόνια νά φτιάχνει τά πρώτα άγαλματίδια -τά ειδώλια- άπό άσβεστόλιθο, πάντα γυναι κεία μέ υπερβολικά τονισμένους γλουτούς, μαστούς καί αιδοία, καθώς καί νά σκαλίζει πάνω σέ βράχους παραστά-I. I. Έκδ. ΙΙαπαξήση, τόμ. ι, κεφ. 2. 1974.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΦΑΛΛΟΥ
Χί_
σεις ζώων. Εκείνο πού εντυπωσιάζει στά γυναικεία ειδώλια είναι ή άπουσία οποίας προσπάθειας ν ’ αποδοθούν χέρια καί άκρα γενικώς ή πρόσωπο, γιά όρθιες ή καθιστές γυναίκες. «Ό άνθρωπος», βεβαιώνει ό Borneman,1 «ανέπτυξε μιά λα τρεία τής γονιμότητας. Μπορούμε νά πούμε χωρίς υπερβολή ότι ή αναπαράσταση τού ανθρώπινου σώματος στή γλυπτική έπήγασε άπό τή γυναικολατρία τής άνω παλαιολιθικής». ’Αλλά σ’ αύτό θά έπανέλθουμε μέ τή δική μας άποψη. Τόσο αργά λοιπόν ήρθαν όλα! Μέ καθυστέρηση τετρακοσίων εξήντα χιλιάδων χρόνων πού κύλησαν σέ σιωπή καί λή θαργο, μέ κανένα σημάδι διάρκειας. Μοιραία γεννάται τό ερώτημα: Πώς τάχα συνουσιάστηκαν ό άνδρας μέ τή γυναίκα όσο ακόμα περπατούσαν στά τέσσερα; "Οπως τά άλλα τετρά ποδα; Καί ποιές έξεις άφησε στόν προϊστορικό αρσενικό αυτή ή μακρά περίοδος; Μυστήριο, όσο καί τό ερώτημα: Πώς βρέθηκε ή γυναίκα ανάσκελα κάτω άπό τόν άνδρα εκα τοντάδες χιλιάδες χρόνια άργότερα; Οί κίνδυνοι, ό φόβος, ή ανάγκη συνεχούς μετακίνησης γιά άναζήτηση τροφής άποτελοΰν, ωστόσο, μιά συνεχιζόμενη ανασφάλεια. Καί ή άνασφάλεια προκαλεΐ τήν απομόνωση τού ατόμου, αναστέλλοντας τήν περίπτωση επαφών μέ συνανθρώ πους, ματαιώνοντας μιά στοιχειώδη επικοινωνία καί κατά συνέπεια τήν ανάπτυξη καί τή διαμόρφωση τού Λόγου, τή δυ νατότητα ανταλλαγής πληροφοριών καί εμπλουτισμού εμπει ριών. ’Ακόμα καί ή όποια τυχαία επικοινωνία αποκλείεται, μιά καί ή άραιοκατοικημένη άπό τό είδος γή πρέπει νά στάθη κε ένα άκόμα ανασταλτικό στοιχείο γιά κάθε προσέγγιση. Νά υπολογίσουμε επιπλέον πώς ή θνησιμότητα πρέπει νά ’ταν τόσο υψηλή ώστε νά μή βοηθούσε στήν πύκνωση των πε ι. "Ο. π., σε λ. 72.
:ί 1
α π ο τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
ριπλανώμενων κατά περιοχές. 'Άν λάβουμε υπόψη ότι στις αρχές τού αιώνα μας ό μέσος όρος ζωής κυμαινόταν στά σαράντα μέ πενήντα χρόνια, πόσο σύντομη πρέπει νά ’ταν ή ζωή τοϋ πρωτόγονου; Μιά καί, άν θά γλίτωνε τήν εξόντωσή του άπό τά αναρίθμητα σαρκοβόρα, δηλητηριώδη ερπετά ή έντομα, θά τόν σκότωναν μικρόβια, μολύνσεις καί βαριές πνευμονίες. Είναι σίγουρα άνεδαψικό νά πιστεύουμε ότι ό πρωτόγονος θά ’ταν άνθεκτικότερος, πιθανά εγκλιματισμέ νος στή σκληρότητα πού μέσα της γεννήθηκε. Όπότε κι άν ακόμα υποθέσουμε πώς κάποια αστραπή νόησης, κατανόησης ή ερμηνείας όποιου φαινομένου φέγγει άξαφνα στό μυαλό του, ή συντομία τής ζωής δέν τοϋ αφήνει καιρό νά επεξεργαστεί τόν πρωτόγνωρο συλλογισμό καί πολύ λιγότερο νά τόν διασταυρώσει πιθανόν μέ κάποιον κοντινό του, μιά κι αύτός ό «πλησίον» δέν υπάρχει. Τό ίδιο ανύπαρκτο θά μείνει γιά μακρό, μακρότατο διάστημα καί τό μέσον επικοινωνίας; ή γλώσσα καί ή ομιλία. Ό λ α λοιπόν συνεργούσαν κατά τής όποιας εξέλιξης τοϋ πρωτόγονου. Μή μάς διαφεύγει εξάλλου τό σημαντικότερο: Πώς επί έκατοντάδες χιλιάδες άν όχι εκατομμύρια χρόνια, κανένα απολύτως σημάδι δέν φαίνεται νά ειδοποίησε τόν άνθρωπο ότι αποτελούσε μιά ξεχωριστή προικισμένη συνο μοταξία ανάμεσα στά άλλα ζώα πού κυκλοφορούσαν ολό γυρά του. «Τό εγώ είναι άγνωστο εξάλλου στή φυσική δομή τού κόσμου», επισημαίνει ό Γ. Πανεθυμιτάκης στό βιβλίο του Άνομοιότητα, ελευθερία, άγορά. Τότε πώς καί χάριν σέ ποιόν τάχα βγήκε ό άνθρωπος άπό τήν άποχτήνωση; Πώς, μέ λίγα λόγια, έξανθρωπίστηκε; Χάρη στήν αγάπη φαντάζομαι: Ό άνθρωπος αγάπησε. Καί ή πρώ τη πού συναισθηματοποιήθηκε πρέπει νά ’ταν ή γυναίκα.
η
Ισ τ ο ρ ία τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
«Πάνω στό δεσμό της Μάνας μέ τό Παιδί καί στήν 'Ομαδική Μητρότητα σχηματίζεται ή Κοινωνία»1 Στήν Καταγωγή τής οικογένειας τού Fr. Engels23υπάρχει ή κατάθεση: «Λαοί αποκλειστικά κυνηγετικοί, όπως τούς πα ρουσιάζουν τά βιβλία, δηλαδή λαοί πού νά ζοϋν μονάχα άπό τό κυνήγι, δέν υπήρχαν ποτέ, γιατί τό προϊόν τοϋ κυνηγιού είναι πολύ αβέβαιο. Σάν συνέπεια τής άδιάκοπης άβεβαιότητας των πηγών διατροφής φαίνεται πώς σ’ αύτό τό στάδιο εμφανίστηκε ή άνθρωποφαγία πού άπό κεΐ κι εμπρός διατη ρείται πολύ καιρό. Ο ί Αυστραλοί καί πολλοί Πολυνήσιοι βρίσκονται άκόμα καί σήμερα σ’ αύτό τό μέσο στάδιο τής άγριας κατάστασης». Ή εκδοχή δέν λέει νά μπαγιατέψει κι ας κυκλοφόρησε τό παραπάνω βιβλίο στή Γερμανία, στά 1884. Πρέπει άκόμα νά τονίσουμε ότι ό Bachofen προηγείται (Το μητριαρχικό δί καιονΫ μέ τις ίδιες απόψεις κατά μία εικοσαετία. Μέχρι καί τό 1977, μπορούσες νά βρεις στόν Τύπο πληροφορίες γιά συμπτώματα άνθρωποφαγίας σέ κάποιες άπρόσιτες φυλές ανεξερεύνητων περιοχών τής άφρικάνικης ζούγκλας. Ή άποψή μας λοιπόν ώς πρός τήν πολύ άργοπορημένη συμβίωση ετερόφυλων γενικά καί ή εικασία μας ότι αύτη ή καθυστέρηση επικοινωνίας λειτούργησε αρνητικά ώς πρός τήν ανάπτυξη τής νοημοσύνης τους, καθώς καί τού προφο ρικού λόγου, φαίνεται λογική. 'Αλλά καί μάς βοηθάει πα ράλληλα νά δώσουμε ίσως μιά ορθή ερμηνεία σ’ ένα άλλο φαινόμενο πού παλαιοντολόγοι, άνθρωπολογοι καί έρευνη1. Π. Λεκαταάς, Μη τριαρχία, έκδ. Κείμενα, αελ. 48. 2. Ή καταγωγή τής οικογένειας, τής άτυμικής ιδιοκτησίας καί τον κράτους, έκδ. Θεμέλιο, 1966. οελ. 48. 3. J.J. Bachofen, Dus Mutterrecht. Στουτγάρδη 1861.
ιϋ
α π ο τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
τές υποστηρίζουν. "Οτι δηλαδή ή πρώτη μορφή ομαδικής συμβίωσης άποτελεΐται μόνο από γυναίκες καί παιδιά. Οί επιστημονικές έρευνες εξάλλου συμπίπτουν στην επι σήμανση των πρώτων κοινοβίων, πού συγκροτούνται σέ κά ποια μορφή κουτσουρεμένης οικογένειας, μόνο από θηλυκά διαφόρων ηλικιών, ανάμεσα σέ αδελφές, κόρες, μανάδες καί τά παιδιά τους. Κι αυτό γιατί κατά πάσα πιθανότητα ή θηλυκιά πρωτόγονη, ζώντας μέσα στις συνθήκες τής ζούγκλας καί τής εξόντωσης βρεφών, οργανώνει μιά στοιχειώδη άμυνα, προκειμένου νά διαφυλάξει τό μικρό της, μιά καί άνθρωποι καί ζώα δείχνουν ιδιαίτερη προτίμηση στό ανθρώπινο κρέας, πού τό βρίσκουν τρυφερό, τρυφερότερο άπό άλλων ζώων, αφού έτσι κι αλλιώς ή φωτιά όέν έχει ακόμα ανάψει.' Όπότε προκύπτει ότι αφετηρία στάθηκε ή ανάγκη κάποιου νεογέννη του. ’Ισχυρό κίνητρο γιά νά παρακινήσει τό νοΰ τού θηλυκού νά λειτουργήσει στις πιό σκοτεινές περιόδους τού πρωτογο νισμού καί νά ενώσει ϊσως δυό μανάδες σέ κάποιο καταφύγιο-σπηλιά, όπου η μία μένει σά φύλακας στά μικρά (τους) όσο ή άλλη βγαίνει σέ αναζήτηση τροφής. Πώς συνεννοήθηκαν; Μά φαντάζομαι όπως όλα τά ζώα καί ιδίως τά πουλιά πού κάνουν εναλλάξ βάρδιες επώασης καί αργότερα αναζήτησης τροφής, ενώ τό ένα άπό τά δυό μένει νά φυλάει τή φωλιά καί τά νεογνά. Περιττό νά υπενθυμίσουμε πώς ταυτότητα αναγνώρισης μεταξύ τών θηλυκών υπήρξαν φυσικά οί τεράστιοι μαστοί. Όπότε επιβεβαιώνεται ή άποψη τού L.H. Morgan ότι «οί κύριοι θεσμοί τής ανθρωπότητας αναπτύχθηκαν άπό λίγα άρχέγονα σπέρματα σκέψης».1 2 1. Σέ σύγχρονα συνέδρια τέθηκε τό θέμα o n τά μικρά θήλαζαν τό μα στό ώς τά τέσσερα τους χρόνια, μιά καί όέν γινόταν νά μασήσουν άψητες τρυφές. 2 .1 . Η. Morgan, Ή αρχαία κοινωνία, έκό. Άναγνωστιδη, σελ. 2<\
I
Η ΙΣΤΟΡΙΑ TOY ΦΑΛΛΟΥ
Σέ μιά δεύτερη φάση, τά παιδιά 0ά πολλαπλασιαστοϋν, άδέλφια κι άδελφάδες θά ’ρθοϋν, πού μεγαλώνοντας θά προ στατέψουν μέ τή σειρά τους τά καινούργια νεογέννητα. Χωρίς νά γνωρίζουν συνήθως σέ ποιόν άπ’ δλες τίς άδελφάδες -ίσως καί συντρόφισσες- ανήκει τούτο ή εκείνο τό παιδί, όπως του λάχιστον μας βεβαιώνουν, L.H. Morgan, Bomeman, Thomson, Malinowski, Bachofen, Briffaut καί άπό αναφορές τους ό Λεπατσάς. Αυτός ό τύπος κοινοβίου σέ σπηλιές ή σέ καλύβες θεωρείται ιστορικά βεβαιωμένος καί μάς δίνει τήν πρώτη μορφή οικογένειας. Θά διατηρηθεί, πυκνώνοντας, μέ κεντρι κό πυρήνα τήν παλαιότερη μητέρα -αρχηγό- στόν αίγαιακό χώρο, καθεστώς πού θά ισχύει ως προχθές μέ τήν κάθοδο των πρώτων ελληνικών φύλων. Οί σερνικοί θά μπαινοβγαί νουν γιά ζευγάρωμα ελεύθερα, αλλά θά γυρίζουν πάντα στό καλύβι τής δικής τους μάνας. "Οπως θά συνεχίσουν νά κου βαλούν τροφή καί οί νέοι στην οικογένεια τους. "Αν ζευγά ρωναν οριστικά μέ κάποιαν, πήγαιναν νά ζήσουν στην καλύ βα τής μάνας της. Τέτοια κολοβή είναι ή πρώτη μορφή οικογένειας. Ό πα τέρας είναι ανύπαρκτος καθώς καί ό ρόλος του. Ή ώρα του θ’ αργήσει πολύ, χιλιάδες καί χιλιάδες χρόνια. ’Αλλά περίμενε, γιατί σοΰ φυλάω τήν εικόνα τού πρώτου μάρτυρα, τήν εκθαμβωτική σκηνή πού τραβάει τό μίτο τού υπαρξιακού προβληματισμού στόν ξέγνοιαστο αθώο κόσμο. "Αν φυσικά δέν βαρέθηκες τήν περιπλάνησή μου στην άβυσσαλέα μοναξιά τού τραγικού άνθρώπου, πού τολμώ νά δεερευνήσω, καί τήν πρώτη του άφύπνιση σέ μιά τρομοκράτισσα Φύση. Στήν πρώτη μορφή κοινοβίου πού περιγράψαμε συμβιώνουν παιδιά καί αδέλφια, σερνικό, καί θηλυκά, προσπαθώ ντας νά ζεσταθούν στό πυκνό τρίχωμά τους. Κάποια στιγμή
3>Χ
α π ο τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
μιά από τίς γυναίκες αρχίζει ν ’ ανασαίνει παράξενα. Κορί τσια κι αγόρια καθισμένα άνακούρκουδα γίνονται θεατές ενός συμβάντος πού θ’ άποτυπωθει άσβηστο στη μνήμη τους, μιά κι είναι αρχικά συνδυασμένο μέ αίμα. Καί ό πρωτόγονος φοβάται τό αίμα, μάλλον γιατί τό έχει κανονικά συνδέσει μέ τό θάνατο, μετά την κατασπάραξη ενός ζωντανού από κά ποιο άλλο Ισχυρότερο. Κάποια στιγμή ώστόσο, ή προκατά ληψή του άνατρέπεται. Ή μάνα ή ή αδελφή του, γονατισμένη, βαριανασαίνει κάθιδρη. Δέν θά φώναζε σίγουρα. 'Όλα τά ζώα βογκούν ελάχιστα ή καθόλου όσο γεννοβολοΰν. Καί ό άνθρωπος ακόμα τότε δέν είχε χαϊδευτεί καί ζοΰσε απόλυτα προσαρμοσμένος στή Φύση. Μέ τήν ίδια ησυχία γεννούσαν π:ρίν λίγες δεκαετίες ακόμα χωρικές άπομονωμένων πε ριοχών πού δέν είχαν κατεβεΐ σέ κλινικές τού πολιτισμού. ’Αλλά άς γυρίσουμε στήν ετοιμόγεννη πρωτόγονή μας πού πιέζει μέ τίς παλάμες της μαλακά στά πλαϊνά τήν ογκώδη κοιλιά της πού πονάει. Τίποτα δέν εμποδίζει τά μέλη τής οικογένειας νά παρακολουθούν τό διεσταλμένο στόμιο τού κόλπου άπ’ όπου ξεπηδάει ξαφνικά ένας πίδακας αίματο')δους υγρού πού κυλάει άπό τούς μηρούς στή γή. Ά π ό τό στόμιο πάντα, θά ξεπροβάλει σέ λίγο ένα πράμα πού φαίνε ται λείο καί μαλακό σάν μεγάλο αυγό, κόκκινο ή μαυριδερό σκεπασμένο μέ μαλλιά υγρά κι αυτά. Τό πρόσωπο τής ετοι μόγεννης παραμορφώνεται άπό μιά υπέρτατη προσπάθεια, όταν ένα κεφαλάκι μικρό γλιστράει έξω άπό τό στόμιο, γιά νά τό ακολουθήσει ένας ώμος. Μ ’ έναν υγρό γδούπο τελικά ξεγλιστράει στά ματωμένα σκέλη ένα μικροσκοπικό ολόκλη ρο ανθρωπάκι πού καταλήγει στις παλάμες τής μάνας. Τό ανθρωπάκι ώστόσο δέν είναι λεύτερο. "Ενα έντερο πού ξεκι νάει άπό τήν κοιλιά του χάνεται μέσα στά σπλάχνα τής μά νας. Τότε εκείνη φέρνει τίς φορτωμένες παλάμες της ώς τό στόμα της, κόβει μέ τά δόντια τό «λώρο» καί τόν δένει κό-
η
Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
2!)
μπο, γιατί στάζει υγρή ζωή. Ά π ό τά ανοιχτά ακόμα μαλλια ρά σκέλη της γλιστράει στερνά ένα αηδιαστικό κομμάτι ξε θωριασμένου ίστοϋ, τό «ύστερο» τών επιστημόνων, χιλιάδες χρόνια μετά. Τότε μόνο ή μάνα, ελευθερωμένη, πέφτει ανά σκελα, βολεύοντας τό νεογέννητο πάνω στά μεγάλα βυζιά της όπου καί αποκοιμάται όπως καί ή Ιδια. Κι όλα γύρω ξαναγί νονται ήσυχα, άλλά ποτέ όπως πριν. Ποιος νά ’ναι αυτός ό άλλος κι άπό πού ’έρχεται; Ιδού ό πρώτος αύτόπτης μάρτυ ρας ά π ’ όπου ξεπηδάει ό πρώτος σκεπτόμενος. Αυτή είναι ή μεγάλη ώρα τής έπερχόμενης ανθρωπότητας, τά ουσιαστικά Θεοφάνεια. Τό μοναδικό πραγματικά θείο γεγονός πού συγκλόνισε τόν παραφορτωμένο άπό τρόμους, προλήψεις καί άγνοια άνθρωπο στάθηκε, καί δίκαια, ό τοκετός. Ά ν σκεφτοΰμε ότι ό Homo Sapiens ζεΐ περίπου 400.000 χρόνια στή γη, τότε αμέ τρητα σερνικά παιδιά παρακολούθησαν τή διαδικασία τής γέννησης. Άπό αύτό τό μαλλιαρό τερατάκι γεννιέται μέσα στόν άνθρω πο ό Θεός - ή ποίηση τών θρησκειών. Σέ όλες τίς άσυνάντητες μεταξύ τους γεωγραφικές περιο χές, όλες οί θρησκείες πού αναδύονται στή γή είναι ή ποίηση τών λαών μπροστά στό θαύμα τής άνθρωπογονίας. Σίγουρα ό ποιητής γεννήθηκε πολύ πριν τόν επιστήμονα καί πριν ό τελευταίος τολμήσει νά πλύνει τή λεχώνα κάνοντάς της αντισηψία στά τέλη τού δέκατου ένατου αιώνα. Μόνο τότε! Γιατί ή εκκλησία απαγόρευε κάθε παρέμβαση στό «έργο τού Θεού». Ά λ λ ά γιά νά έπιστρέψουμε στους αιώνες τής προϊστο ρίας, βεβαιωνόμαστε άπό τούς Thomson, Graves, Borneman ότι «οί άνδρες εκείνης τής εποχής λάτρευαν τίς γυναίκες τους σά μαγικά όντα». Δέν είναι περίεργο ώστόσο πώς αυτή ή φάση τής ζωής,
:ιο
απο τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
πού ό ανδρας παρακολουθούσε περιδεής τή γυναίκα νά γεν νάει, δεν απασχόλησε ποτέ ούτε έναν επιστήμονα; Κανένας ερευνητής, εθνολόγος, παλαιόντολόγος, κοινω νιολόγος ή ψυχολόγος δεν αντιμετώπισε τόν σερνικό θεατή, ανεξαρτήτως ηλικίας, καί τις επιπτώσεις πού θά είχε τό τρι σμέγιστο θέαμα τού τοκετού στον ψυχισμό του καί στή δια μόρφωση τής ψυχολογίας καί τής σκέψης του. Στήν πλούσια σχετική βιβλιογραφία άναφέρονται όλοι γενναιόδωρα στήν εύρηματικότητα τής γυναίκας πού, μέ κά ποιο ραβδάκι σάν εργαλείο σκαλίσματος, επιδίδεται στήν καρποσυλλογή γιά μακρύ διάστημα, μέ αποτέλεσμα νά κληρο δοτεί τό ραβδάκι στήν πρωτοκόρη της. Καί φυσικά αναρωτιέ μαι πώς αύτοί οί λογιών λογιών λεπτολόγοι ερευνητές δέν μπήκαν ποτέ στή θέση εκείνου τού πρωτόγονου μέ τό άγραφο μυαλό, αντιμέτωπου μ’ ένα τόσο δά ζωντανό κορμάκι πού εξέρχεται μέσα από τά κλειστά τοιχώματα ενός άλλοι' τό Ιδιο άγνωστου σώματος.
"Ας γυρίσουμε όμως στή γυναίκα πού κρούει πρώτη τή θύρα τού Θεού κι άς ξέρει πώς δέν είναι μέσα ούτε αλλού πουθενά, τόν χρειάζεται ώστόσο εκείνη, γιά νά προστατέψει τά γεννήματά της. Ή γυναίκα αρχικά είναι φορέας τής ιδιο φυίας τής αγάπης. ’Από τά χέρια αυτής τής αχειροποίητης δημιουργού, σχε δόν αβάπτιστης ακόμα ώς Μάνας, από τά χέρια της θά βγεί ό πρώτος ήχος. "Από τά χέρια της θά νιώσει τό βρέφος τό πρώτο προστατευτικό αγκάλιασμα στά μέλη του τά γυμνά όσο καί τά δικά της. Τά χέρια τής έγνοιας της θά ’ναι τό πρώτο πουκάμισο πού θά ντύσει τήν ανθρώπινη σάρκα. Πο λύ, πάρα πολύ καιρό μετά θά αφυπνιστεί ή εύρηματικότης τής Δημιουργού πού θά ύφάνει τό πρώτο πανί μέ τήν έπεξερ-
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ Φ Α Λ Λ Ο Υ
ϋΐ
γασία τοϋ λιναριού. "Ως τότε μόνο οί παλάμες της θά περι βάλλουν τό βρέφος, πού τά αισθάνεται όλα, άπ’ ό,τι τουλάχι στον ισχυρίζεται ή σύγχρονη επιστήμη. Καί θά μένει βρέφος κρεμασμένο στό μαστό της τέσσερα ολόκληρα χρόνια, μάς βε βαιώνει ή Evelyne Sullerot. Εκτός από τό γεγονός ότι τά τρό φιμα ήταν τόσο δυσεύρετα, πρόκειται πάντα γιά κυνήγι, ρί ζες φυτών καί καρπούς πού όλα καταβροχθίζονται ωμά. Πώς νά τά μασήσει ενα μωρό; "Ως τούς ομηρικούς χρόνους -ή μάλλον ώς τήν καταγραφή τών Επών πού γίνεται ανάμεσα στον όγδοο καί τόν έβδομο αιώνα- οί "Ελληνες πρέπει νά ’τρωγαν τά σφαχτά μόλις καψαλιασμένα. Πάρα πολύ συχνά ό Όμηρος περιγράφει πώς πετάνε τά σφαχτά στή φωτιά καί στρώνουνται αμέσως γιά πρωινό ή βραδινό.
«'Αλλά από ποιόν λοιπόν εποχή», αναρωτιέται ό Η. Berr, «κατάγεται αυτό τό χέρι, πού αυξάνει μέ τόσο παράξενο τρό πο τή δύναμη ενός προνομιούχου ζωικού είδους;» Σίγουρα από τήν εποχή τής αγάπης. ’Ακριβώς τό θαύμα συντελέστηκε άπό τήν άνάγκη τής γυναίκας νά εξυπηρετήσει τά δυό βασικά ένστικτα τής ζωής: τή μήτρα καί τό στομάχι, τίς δύο εστίες τής μεγάλης πείνας. Σίγουρα τή στιγμή πού ξέ σκιζε ή ίδια τήν προβιά κάποιου ζώου, γιά νά φάει τό περιε χόμενο, διαπίστωσε πώς κρατούσε τό πρώτο περιτύλιγμα τού βρέφους της -τήν προβιά- πού τό μακροσκοπικό κορμί του είχε τόση άνάγκη. «Τό χέρι καί ή ομιλία: νά ποιά είναι ή ανθρωπότητα», επιμένει ό Η. Berr, γιά νά συμπληρώσει: «Αυτό που τερματίζει τήν ιστορία τον ζώου, αρχίζοντας τήν (ανθρώπινη ιστορία, είναι ή εφεύρεση τον χεριού».' Δέν είναι τολμηρό νά υποθέσουμε πώς ή φυσιολογική1 1. Η. Berr. δ.π.
αποτη
ίϋ
Μ ή δ ε ια ς τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
ανθρώπινη τάση γιά επικοινωνία πρέπει νά προωθήθηκε αρχικά από τό έκ βαθέων ένστικτο τής μητέρας νά επικοινω νήσει μέ τό παιδί της. "Ισως γιά νά τό κανακέψει καί νά καλ μάρει τήν πείνα του, βγήκε από τό στόμα της ή πρώτη καθησυχαστική παλλόμενη φωνή μ’ ένα αυτοσχέδιο τραγουόιστικό τερέτισμα. Καί σ’ άλλες στιγμές, γιά νά τού υποδείξει τόν κίνδυνο πού τό απειλεί μέ μιά αρνητική κίνηση τής παλάμης κι έναν απαγορευτικό ήχο προειδοποίησης, όμοιο μέ τό δικό μας «μή». «Τό χέρι, μέ τίς πληροφορίες πού παρέχει μέ τήν άφή καί τό δέρμα - πληροφορίες πού γίνονται όλο καί πιό ακριβείς καί πού συνεργαζόμενες μέ κείνες πού προσφέρει ή αίσθηση τής όρασης τελειοποιούνται, συμβάλλει αποφασιστικά στή γνώση τού εξωτερικού κόσμου», ισχυρίζεται ό Η. Berr καί συμπληρώνει: «Μέ τή μιμική, πού αποτελεί μιά πρώτη προ σπάθεια γιά ομιλία, προκαλει μ’ έναν τρόπο άμεσο τήν τάση τών άνθρώπων γιά επικοινωνία».1 Οί πρώτοι φθόγγοι λοιπόν πρέπει νά αρθρώθηκαν από τό στόμα τής μάνας. Τό άποδεκτικό ή έναγκαλιστικό χέρι της, οδηγημένο από τή στοργή, τήν έγνοια, τήν προστατευτικότητα, σέ συνεργασία μέ τόν ήχο θά δικαιώσει τήν άποψή μου ότι ή ομιλία κατάγεται από τήν αγάπη. Μέ τά δάκτυλά της ή γυναίκα ξεκλειδώνει ανομολόγητα μυστικά τής Φύσης. Μ ’ αύτά θά λυγίσει τά φρέσκα καλάμια ή τή λυγαριά κατασκευάζοντας τό πρώτο κοίλο, πού θά ονο μαστεί αργότερα «λίκνο» καί «καλάθι», όπου θά εναποθέτει τό βρέφος της καί τούς καρπούς πού θά συλλέγει. "Οντας ολόγυμνη δέν υπάρχει περίπτωση νά σηκώσει τή φούστα της ή τήν ποδιά της νά τά γεμίσει. Αυτή πάλι θά ζυμώσει χώμα καί νερό καί θά στερεοποιήσει σέ πηλό τήν κατασκευή κάποι-1 1. Η. Berr. 6.π.
π Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
:i:t
ου σκεύους-δοχείου, γιά ν ’ αποταμιεύει, τί; "'Ισως νερό τού ρυακιού γιά τή νύχτα; Πόσο ()ά παίξει στά αμήχανα δάκτυλά της τό λινάρι, ώσπου νά γίνει νήμα πού θά οδηγήσει κάποτε στήν επινόηση τού πρωτόγονου αργαλειού; "Ολο αυτό τό συναρπαστικό υλικό μιας επιστημονικής ερευνάς πού εκτείνεται σέ δεκάδες χιλιετίες καί τά συμπερά σματα της πού θεοποιούν τή γυναίκα, ναί, όλα αυτά τά θαυ μαστά, μας τά παραδίδουν ντοκουμενταρισμένα άντρες επι στήμονες καί όχι φεμινίστριες. ’Άντρες μεγάλου αναστήμα τος, παγκόσμια αναγνωρισμένοι, σάν τόν G. Thomson, τόν Ε. Borneman, τούς Malinowski, Frazer, Nilsson, A. Smith, J. Morgan, L.H. Morgan καί τόν δικό μας διαφωτιστή (κυριολε κτικά) καί ανυπέρβλητο Παναγή Λεκατσά. Τόν αναφέρω μέ δέος, γιατί πραγματοποίησε καί μάς τροφοδότησε μ’ ένα τό σο χυμώδες γνωστικό έργο, ζώντας καί δουλεύοντας μέσα σέ τούτη τή στεγνή κι άγονη Ελλάδα, όπου όχι μόνο δέν χάρηκε καμιά αναγνώριση, αλλά αμφισβητήθηκε επιπλέον. "Αν ξέρα νε οί Έλληνίόες τί τού χρωστούν! Γιατί, όπως μάς βεβαιώνει ό Borneman καί δεκάδες ομότεχνοί του ερευνητές, «αντίθετα μέ τήν ιδέα πού επικρατεί ανάμεσα στούς σημερινούς άνδρες, ότι ό άνδρας έχει “από φυσικού του” μεγαλύτερες τεχνικές ικανότητες από τή γυναίκα καί επομένως ή τεχνολογική εξέλι ξη τής ανθρωπότητας είναι αποκλειστικά έργο των άνδρών, διαπιστώνουμε όλο καί πιό πολύ ότι ϊσα ίσα τά προϊστορικά εκείνα εργαλεία πάνω στά όποια έμελλε νά οίκοδομηθεΐ έπειτα από χιλιάδες χρόνια ή βιομηχανία είναι εφεύρεση τής γυναίκας».1 Τ όϊδιο ακριβώς ισχυρίζεται ό Αεκατσάς πεθαμένος χρόI. Borneman, ΰ.π.. of λ. 100.
11
αποτη
Μ ή δ ε ια ς τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
νκχ πριν κυκλοφορήσει Ή πατριαρχία τού Borneman, γρά φοντας: «Τό ραβδί του σκαλίσματος καί ή σκαπάνη, τό ρο δάνι, τό αδράχτι καί ό αργαλειός, στά όποια στηρίχτηκε ολόκληρη ή κατοπινή υφαντουργία είναι γυναικείες εφευρέ σεις, μέ τόν Ιδιο τρόπο πού οί πρώτες ύλες παραγωγής, ιδι αίτερα τό λινάρι καί τό βαμβάκι, καλλιεργήθηκαν γιά πρώτη φορά από γυναίκες. ’Ανάμεσα στά εργαλεία πού εφεύρε ή γυναίκα τής νεολιθικής εποχής πρέπει νά άναφέρουμε καί τό πέτρινο δρεπάνι, μέ τό όποιο ή γυναίκα έκοβε αρχικά αγριόχορτα καί αργότερα σιτηρά».' «Πάντα τά ένδοξα παρ’ αύτοΐς, από των γυναικών ουκ από τών άνόρών έστί», συ μπληρώνει ό Πολύβιος. Ό ανόρας έκανε μέ τόν καιρό πολλές τεχνικές βελτιώ σεις, αλλά ή αποφασιστική ώθηση, ή δημιουργική κατάκτηση, ή πρώτη ιδέα όέν ήρθε άπό τόν άνδρα παρά, όπως άλλω στε ήταν φυσικό, άπό τή δημιουργό τής ζωής, τήν πρώτη πα ραγωγό, τή γυναίκα καί τή μητέρα. Ή γυναικεία καθιέρωση, ωστόσο, καί ή αποδοχή της ώς Μητέρας-Θεάς όέν γίνεται ποτέ οργανωμένα. 'Απλά υπερι σχύει αυτόματα, κατ’ άρχάς, φυσικά, έξ αιτίας τού μυστηρί ου τής γονιμότητάς της. Καί μόνο, εξάλλου, αυτή ή ίόιαιτερότητά της θ’ άρκοϋσε γιά νά τής εξασφαλίσει τό βάθρο. Ό 'Έβανς*2 μάλιστα ισχυρίζεται μετά τήν αποκάλυψη τής Κνωσού ότι βρισκόμαστε μπροστά σέ μιά θρησκεία πού τείνει πρός τό μονοθεϊσμό καί πού δίνει τήν πρώτη θέση τής ίεραρ1 II. Λεκατσας, ΰ.π., σελ. 50. 2. Ό Ά ρύουρ ’Έβανς ήταν ένας αρχαιολόγος πού γεννήθηκε στά 1851 «τήν Αγγλία, άπό πατέρα αρχαιολόγο. Ό ντα ς πολύ πλούσιος γύριζε, ξέ νοιαστος καβαλάρης, τό Βαλκάνια καί μάζευε αρχαία νομίσματα. Πίστευε ότι μιά σειρά σφραγιδόλιθων -μικροί σκαλιστοί ή ανάγλυφοι λίθ οι- μέ διάφορες παραστάσεις ζώων, ανθρώπων, εργαλείων, αποτελούν λείψανα εϊκονογραιρικής γραφής πού προηγούνται χρονολογικές, στην Ε λλάδα .
ιι Ι σ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
:(Γ)
χίας σέ μιά γυναικεία θεότητα. Πρόκειται, συνεχίζει, γιά την ίδια, κατά προσέγγιση, μορφή θρησκείας τόσο διαδεδομένης στην 'Ανατολή καί στις συριακές περιοχές, άπό τήν 'Έφεσο καί τή Μαύρη θάλασσα ως καί τή Μεσόγειο. Πρόκειται γιά μιά θρησκεία μέ προέλευση, κατ’ άρχάς, άπό τήν παραγωγικό τητα τής γης, μέ τή μορφή τής Παγκόσμιας Μητέρας Ικανής νά άναπαράγεται άπό τόν εαυτό της καί πού μέ τήν παρέλευ ση τού χρόνου Οά συνεταιριστεί μ’ έναν νέο αρσενικό θεό, τό δορυφόρο της. 'Αντίθετα, τονίζει ό Borneman, καί συμφωνούν μαζί του ό G. Thomson, ό Gordon Childe, καθώς καί οί Engels καί Malinowski, ό έξιδεολογισμός τού άνταγωνισμού, τού άγώνα, τού πολέμου τής επικράτησης εις βάρος των άλλων, τής προ βολής τού εγώ μέσα άπό τή μείωση των άλλων, ήταν στήν πραγματικότητα έργο των άνδρών.1 τής εισαγωγής τής φοινικικής γραφής. Καί διαπίστωσε επιπλέον ότι πολλά απ' αυτά τά αντικείμενα πού έβρισκε σέ διάφορα μουσεία προέρχονταν άπό τήν Κρήτη. Κι έφτασε στό συμπέρασμα ότι ή Κρήτη πρέπει νά ’ταν ή κοιτίδα τής προφυινικικής αυτής γραφής. Συνέπεσε καί ή επανάσταση τού 1898, οπότε ή Κρήτη αύτονομήθηκε. τρόπος τού λέγειν. γιατί τή μοιράστη καν οί λεγάμενες Πρυστάτιδες Δυνάμεις, «Δώσε καί σέ μένα μπάρμπα» πήρε καί ό Έβανς. καθ’ ότι Ά γγλος, προσωπικώς τό λόφο Κεφάλα όπου υπήρχε πιθανότητα νά ήταν θαμμένη ή Κνωσός. Πράγματι, οί ίδίαις δαπάναις άνασκαφές του άποκάλυψαν τό ανάκτορο τής δυναστείας τού Μίνωος, έκτασης 20 χιλιάδων τετραγωνικών. Μιά καί ό καλός "Αγγλος ήταν πάμπλουτος. προχώρησε μετά τήν αποκάλυψη τού θησαυρού καί σέ αναστυ λώσεις. Φυσικά φύσηξε ό άνεμος τού φθόνου ντόπιων καί ξένων, εκτός τής Αγγλίας πού τόν έχρισε σέρ στά 1911. Λίπος διαίρεσε τά πολιτισμικά στά δια σέ πρωτομινωικά, μεσομινωικά, ύοτερομινωικά. ’Απόψεις παγκόσμια αναγνωρισμένες σήμερα πού, τότε όμως, ξεσήκωσαν άγρια πολεμική. Τά γεγονότα αυτά πού ολοκληρώθηκαν τό πρώτο τέταρτο τού αιώνα μας διεύ ρυναν απεριόριστα τις έρευνες καί τά συμπεράσματα ιστορικών, παλαιο ντολογιών καί αρχαιολόγων φωτίζοντας μιά τόσο σημαντική περίοδο τού προελληνισμού. 1. Ή πατριαρχία, σελ. 100.
A iio τ η Μ ή δ ε ι α σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
1!ι
Καί ό Λεκατσας Οά καθορίσει την απόλυτη άποψη ότι «ό άνθρωπος είναι από φυσικού του μητριαρχικός, γιατί μη τριαρχικός είναι ό πρόγονός του: τό Ζώο». Ή σχέση τής μάνας με τό παιδί είναι «φυσικό περιστατικό», ενώ τοϋ πα τέρα μέ τό παιδί «πλάσμα δικαίου».1 Στή μέση παλαιολιθική, τή δεύτερη βαθμίδα τής παλαιολι θικής εποχής, διευκρινίζει ό Borneman,2 πού μπορούμε νά τήν τοποθετήσουμε χονδρικά στό διάστημα ανάμεσα στά 100.000 καί τά 50.000 χρόνια πριν από σήμερα, οί εστίες μέ ανθρώπινα λείψανα καί τά Ιδια τά ευρήματα γίνονται πλου σιότερα, καθώς εκείνη τήν εποχή φαίνεται νά ανακάλυψαν οί κάτοικοι τά σπήλαια καί τά υπόστεγα κάτω από τούς βράχους. 'Υπάρχει πλήθος στοιχείων πού στηρίζουν τήν υπόθεση ότι τήν κάθε ορδή τήν αποτελούσαν μικρά γένη από τριάντα, τό πολύ, μητέρες μέ τούς άνδρες, τά παιδιά τους καί τούς συγγενείς τών μητέρων. Ή άγνοια τής συμμετοχής τού άνδρα στήν τεκνοποίηση είχε ώς αποτέλεσμα τήν άρχή τής μητρογραμμικότητας πού έδινε αναπόφευκτα στή γυναίκα ψηλότε ρη θέση μέσα στήν ομάδα άπ' όσο στόν άνδρα. Οί «σώγα μπροι», επισημαίνει ό Borneman,' αδιάφορο πόσο καιρό ζούσαν στό σόι κυνηγώντας καί ψαρεύοντας, έμεναν μάλλον μέλη τού γένους τής δικής τους μητέρας. Ο ί γυναίκες ήταν διάσημες γιά τίς κυνηγετικές επιδόσεις τους, όπως αναφέρει ό Ρώσος προϊστοριοδίφης Μ .Ο . Κόσβεν. «'Ολόκληρος ό μύθος τής αδύναμης καί εύθραυστης
1. Ή μητριαρχία, σελ. 47. 2. Ό .π . αελ. 58.
2. Ό .π .. αελ. 59.
η
Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
■λι_
γυναίκας είναι επινόημα τοΰ άνδρα ή, ακριβέστερα, τής πα τριαρχίας».' Εκείνη τήν εποχή τής μέσης παλαιολιθικής πρέπει επί σης νά ανακαλύφθηκε τό βράσιμο καί τό ψήσιμο τής Τροφής καί επειδή δέν υπήρχαν ακόμα τσουκάλια, υποθέτουμε, κατά τόν Borneman,1 2ότι τά στομάχια των μεγάλων ζώων πού σκό τωνε ό άνθρωπος στό κυνήγι ήταν οί πρώτες «χύτρες». "Ολες τις βαθμίδες στις όποιες οί άνθρωποι ζοϋν μόνο από τή συλλογή τροφής τις ονομάζουμε παλαιολιθικές, αδιά φορο σέ ποιά περίοδο τής προϊστορίας ανήκουν, κατά τόν Borneman, ενώ τις περισσότερες βαθμίδες όπου ασκείται ή καλλιέργεια τού εδάφους καί ή κτηνοτροφία τις ονομάζουμε νεολιθικές.3 «Ό λη ή άλλη, εξόν από τήν κυνηγετική βιοσυντηρητική δραστηριότητα τής πρωτόγονης κοινωνίας, πέφτει στή γυ ναίκα», κατά τόν Λεκατσά.4 Αύτή εξακολουθεί τήν καρπο συλλογή πού συμπληρώνει τό κυνήγι. Τά μητρικά της χρέη την κρατούν στήν προσωρινή ή μόνιμη εγκατάσταση, ενώ ό άνδρας λείπει εξακολουθητικά κυνηγώντας ή πολεμώντας. Αύτή στεριώνει καί τήν κατοικία, όπως κάθε θηλυκό, ανάμε σα στά ζώα, τή φωλιά του. Αύτή δουλεύει καί τά δέρματα καί τά τομάρια γιά στέγαστρα (κάτι σάν αντίσκηνα) ή καλύ βες άπό θάμνους καί ή οικοδομική δουλειά μένει, τονίζει ό Borneman, γιά χιλιάδες χρόνια προνόμιο τών γυναικών.5 Ή πρώτη καλλιέργεια, ή Σκαλιστική, πού βγαίνει άπό τήν καρποσυλλογή, καί ή Γεωργία πάρα πέρα, πού γεννιέται άπό τή σκαλιστική καλλιέργεια καί πού μένει στά χέρια τών 1. Ά ναφέρεται οτόν Borneman. ό.π., αελ. 60. 2. Ό.π.. αϊλ. 61. 2. Ό .π.. αελ. 4S. 4. Ό .π., Οΐλ. 49-50. 5. Ό .π.. (ηλ. 70.
Ιίΐ
α π ο τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
γυναικών ώς τήν εφεύρεση τοϋ 'Αλετριού, είναι ανακάλυψη δική της. 'Από την καλαθοπλεκτική της ξεπηδούν ή ’Αγγειοπλαστι κή, ή Πλεκτική, ή ’Υφαντική της. Η διακοσμητική επίσης, ή ζωγραφική, ή χαρακτική, ή βαφική στά δέρματα, στά υφά σματα, στά σύνεργα καί στά στολίσματα, σύμφωνα μέ τούς Λεκατσα καί Borneman, βγαίνουν άπό τά χέρια τής γυναί κας. Στή γυναίκα ανήκει έτσι ή καταβολή των τεχνών πού θά τίς αναπτύξει ύστερα στά μεγαλειακά τού πολιτισμού κατορ θώματα ό άνδρας. Καί καταλήγει ό Αεκατσάς: «'Επειδή η μό νη οικονομική, στά παλαιότερα στάδια, αξία είναι ή παρα γωγικότητα, ή Γυναίκα, ό μόνος στά στάδια αυτά παραγω γός, παραμένει καί τό κέντρο τής πρωτόγονης οικονομίας». Οί κοινωνικοί θεσμοί πού άχρηστεύθηκαν μέ τόν καιρό άπό τήν οικονομική πρόοδο βρίσκουν άσυλο στή θρησκεία, ισχυρίζεται ό Thomson1καί άναφέρει διάφορες φυλές στά πέρατα τής γης πού άνακρατούν, μέ θρησκευτικά προσχήματα, διάφορες μορφές όμαδογαμίας - όπως τό πρόσχημα ότι ή ευτυχία καί ή προκοπή τους έξαρτώνται άπό τήν καλοθέληση τών προγόνων. Φυσικά, δέν λείπει ό συντηρητισμός καί ή σε μνοτυφία κάποιων ερευνητών πού νιώθουν νά τούς φεύγουν τά μαλλιά άπό τό κεφάλι καί κατηγορούν σύγχρονους τού άναστήματος τών Morgan καί Briffaut πού τολμούν νά άποκαλοΰν «πολιτισμό» παρόμοια «συμφύρματα» ή «κουρελού δες». Καταλαβαίνεις, ελπίζω, ότι ό όρος κουρελού άφορά τήν όμαδογαμία ή άλλιώς Ίερουργική Έλευθερομιξία. Φυσικά, ό Thomson παραδέχεται τήν εξαφάνιση τών εθί μων αυτών, εξηγώντας ότι, όσο ό τρόπος τής παραγωγής άτομικοποιείται, έρχεται σέ σύγκρουση μέ τή συλλογική όργάνωI. G. Thomson. Η αυχαία ελληνική κοινωνία - τό ττυυίίηουικό Αιγαίο. Εκδοτικό Ινστιτούτο Αθηνών, μτηρ. Γ. Βιστάκη 1959. στλ. 35.
II ΙΣΤΟΡΙΑ Τ Ο Υ Φ Α Λ Λ Ο Υ
:ΐ!)
ail τών παραγωγών, οπότε δαο γίνεται π,ιό αυτάρκης γίνεται καί, περισσότερο ίδιοχτητικός. Ή όμαόογαμία ώστόσο διαφοροποιείται εξελικτικά καί τό συνήθειο μιας ομάδας άδελφών πού σμίγουν μέ μιά ομάδα άδελφάδες δίνει τή θέση του στόν αδελφό πού παντρεύεται μιάν ή περισσότερες άδελφάδες γιά λογαριασμό του. Τό αντί θετο τής αδελφικής, ανοργάνωτου συνδυασμού, κοινωνίας πο λυανδρίας, όπου μιά ομάδα αδέλφια παντρεύονται μέ μιά γυ ναίκα, σβήνει ένωρίτερα μαζί μέ τήν κοινωνική υπεροχή τού θηλυκού φύλου καί τήν ισχυροποίηση τής κοινοκτημοσύνης.1 'Όλα τούτα ώστόσο διαπιστώνονται οικουμενικά καί πα ρόμοιοι θεσμοί καί ήθη αναπτύχθηκαν καί ισχυσαν σέ δλη τήν ανθρωπότητα στήν πρώτη φάση ανοργάνωτης ακόμα κοινωνίας καί σέ περιοχές σάν τήν Αυστραλία καί τά απο μακρυσμένα νησιώτικα συγκροτήματα πού οί εθνολόγοι ανακάλυψαν μόλις τόν περασμένο αιώνα ή καί στις αρχές τού δικού μας. Τό γεγονός δηλαδή ότι αύτό πού στήν προελληνική Ελλά δα καί στήν Κνωσό ιδιαίτερα άποκλήϋηκε Τερογαμία ισχύει τό ΐδιο καί στή φυλή Arunda τής κεντρικής Αυστραλίας σέ κατοπινούς καιρούς, αλλά πάντοτε μέ μορφή θρησκευτικού εθίμου - είναι άπό κάθε άποψη συγκλονιστικό. Τό άποδεδειγμένο γεγονός, μέ λίγα λόγια, ότι ό άνθρωπος σ’ όλα τά πλάτη καί μήκη τής γής, αν καί σίγουρα αποκομμέ νος γεωγραφ ικά, βρίσκει ή βιώνει, μέ τό ένστικτό του μοναδι κό οδηγό, τούς ίδιους δρόμους τής αναπαραγωγικής επαφής χωρίς αναστολές σεμνοτυφίας ή καί λογικής, άν προτιμάς, επιβεβαιώνει τόν άφορισμύ τού Η. Berr ότι «ή Ιστορία ολό κληρη είναι ουσιαστικά ή ίδια ή λογική».2 1. G . Thomson, δ.π., αελ. 40. 2. Η Berr, ο.,τ.
ίο
απο
m Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
Στους Αυστραλούς, τούς ΓΙολυνήσιους καί σέ άλλες φυ λές, η γυναίκα προσέρχεται στό ναό πριν από τό γάμο της και εκεί συνευρίσκεται μέ άνδρες μέ τούς όποιους τήν ενώ νουν βαθμοί συγγένειας πού απαγορεύουν τή μεταξύ τους γε νετήσια σχέση σέ όλη τήν υπόλοιπη ζωή. Καί επιπλέον, στίς ίδιες περιοχές, κάθε παντρεμένη γυναίκα χρωστά μιά φορά στή ζωή της νά πάρει μέρος σέ μιά τελετή όπου τή μεταχειρί ζονται όλοι οί παρευρισκόμενοι άνδρες σάν κοινό αγαθό, διαδικασία άπό τήν όποια εξαιρούνται, πολύ αργότερα, ό πατέρας της, οι αδελφοί της καί οί γιοι της. Πάντα σύμφωνα με τις συνήθεις Χών προγόνων τους, κατά τόν ισχυρισμό των ιθαγενών. Τό ίδιο, μέ μικρές παραλλαγές, συνέβαινε καί στήν ελληνική αρχαιότητα, θυσία στό ναό ή στό όνομα τής ’Αφροδίτης. Ολες αυτές οί λεπτομέρειες ιστορήθηκαν από τόν Fison, έναν «θεοσεβούμενο μά τίμιο χριστιανό ιερωμένο», κατά τόν G. Thomson,1 πού ταξίδεψε στίς προαναφερόμενες περιο χές, και επισημαίνει: «Δέν μπορούμε νά πιστέψουμε ούτε για μια στιγμή πώς εδώ έχουμε μονάχα ένα ξέσπασμα ακο λασίας χωρίς κάποια εσωτερική σημασία ή εσωτερικό σκοπό. Αποτελεί τμήμα μκχς θρησκευτικής τελετής πού λογιέται π(»ς είναι καλόδεχτη άπό τή μεριά τών προγόνων. Μά πώς θά ’ταν καλόδεχτη απ’ αυτούς αν δέν ήταν σύμφωνη μέ τίς συνήθειες τών Ιδιων στά βαθιά περασμένα;», γιά νά καταλήςει: «Μέσα μου τό ’χω παραδεχτεί -τήν ’Αδιαίρετη Κοινότη τα, δηλαδή τήν ένδόγαμη ορδή- ’Αδιαίρετη Κοινότητα δέν σημαίνει τίποτα περισσότερο ή λιγότερο άπό πολυμιξία». Φυσικά, μάς πληροφορεί ό Thomson, όλες αυτές οί εθνο λογικές αποκαλύψεις προκάλεσαν σάλο στίς αστικές χώρες I . G. I hoinson, δ .π ., οελ. %.
η
Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
καί ιδιαίτερα εις βάρος τού L.H. Morgan πού θεωρήθηκε τό ίδιο ιερόσυλος όσο καί ό Δαρβίνος. Καί γιά νά ένισχύσω τό αναμφισβήτητο τών παραπάνω αναφορών θά κάνω ένα άλμα στούς Έτρούσκους καί τούς Σαβίνους, τούς δύο πασίγνωστους λαούς τής ’Ιταλίας πού κυριάρχησαν στήν αρχή τής πρώτης π .Χ . χιλιετίας. Ό G. Thomson λοιπόν, πού τούς θεωρεί απόλυτα μητριαρχικούς, άναφέρει: «Ή αρπαγή τών γυναικών τών Σαβίνων εξηγείται τό πιό πολύ στήν περίπτωση γάμου μέ αρπαγή· κι έτσι ήταν... Μά άν οί Σαβίνοι ήταν μητριαρχικός λαός, είναι πιθανό πώς εκείνο πού πραγματικά κυνηγούσαν οί Ρωμαίοι δέν ήταν τό σο οί κυρίες καθαυτές όσο τά κτήματά τους».' Ό σ ο γιά τούς Έτρούσκους, πού είχαν αναπτύξει υψηλό πολιτισμό καί πού σύμφωνα μέ τούς "Ελληνες ιστορικούς είχαν κοινές τίς γυναίκες τους καί τά παιδιά τους, δέν ήξε ραν τούς πατεράδες τους.I.
I. G. Thomson, α.τ„ σελ. ft!.
Κεφ άλαιο 2
Επάγγελμα Λ νόρας Ο ί α ρ χ ικ ο ί θεσμοί τής ά νθ ρ ω π ότη τα ς ά νέτειλα ν στήν εποχή των αγρίω ν, εξελίχτηκα ν τήν εποχή τής βαρβαρότητας κ α ί ιορψ α σ α ν στόν π ολιτισ μό. Μ π ο ρ ε ί νά βεβαιω θεί π ειστικά δτι ή περίοδος τής αγριότητα ς προηγείται άπό κείνη ν τής βαρβα ρ ό τ η τ α ς σ ' δ λ ε ς τις φ υ λ έ ς τής (ανθρω πότητας, ό π ω ς ε π ίσ η ς είναι, γνω σ τό ό τ ι ή β α ρ β α ρ ό τ η τ α είναι τό τελευταίο στάδιο π ρ ίν τόν πολιτισμό.
L.H . Morgan'
"Οπως βεβαιιυνουν όλοι οί αρχαιολόγοι επιστήμονες καί ερευνητές, ή διαδικασία τής εξημέρωσης των ζώων αρχίζει στή μεσολιθική εποχή. Ή συγκατοίκηση καί στενή επαφή μέ τά κοπάδια καί ή ιδιαίτερη φροντίδα γι’ αυτά φαίνεται νά διευρύνουν τόν ανθρώπινο νοϋ, πού αρχίζει νά υποψιάζεται καί μέ τόν καιρό vex συλλαμβάνει τήν αποφασιστική συμμε τοχή τοϋ αρσενικού στή γονιμοποίηση τού θηλυκού. Αύτό θά άποτελέσει τό κύριο έναυσμα τής μετάβασης άπό τή βαρβα ρότητα στόν πολιτισμό καί θά χαρακτηριστεί άπό τήν καθιέ ρωση τού πολέμου. Τά πρώτα ελληνικά φύλα, πού κατεβαί νουν στή Βαλκανική χερσόνησο γύρω στά 2300, είναι ήδη πα τριαρχικοί λαοί- ακολουθούν οί μητριαρχικοί Δωριείς στά 1200, πρό τής στερνής χιλιετηρίδας. Έπρόκειτο γιά άγριες1 1.
Η
α ρ χ α ία - κ ο ιν ω ν ία ,
m -X .
5-7.
ΑΠΟ ΤΗ Μ ΠΔΗ ΙΑ ΣΤΗ ΣΤΑ ΧΤ Ο Π Ο ΥΤ Α
ορδές πού όρμοΰσαν μέ τό δίκαιο τοϋ ένοπλου, αρπάζοντας γυναίκες, δούλους καί χρυσάφι. Ό γαλήνιος, ανοχύρωτος κόσμος, ό μητριαρχικός, λιποθυμά κάτω από τή βία καί στη συνέχεια πεθαίνει. Ό Borneman πιστεύει ότι ή μεγάλη μετα νάστευση πρέπει νά ’γίνε μετά την εξημέρωση των κατοικί διων ζώων, αλλά πριν από την ανάπτυξη τής γεωργίας, στή μεσολιθική εποχή περίπου. Τό γένος δέν κατάγεται πλέον από μιά γενάρχισσα πού κρατά τά μοναδικά κλειδιά τού πολλαπλασιασμού τοϋ είδους. Κανείς δέν σταματάει πλέον τούς εισβολείς. Τό μένος τής ταπεινωμένης υπόστασης τού αρσενικού, αύτοϋ τοϋ ανυπολόγιστου, κατώτερου όντος, όπως πίστευε γιά τόν έαυτό του, πού παρακολουθούσε μέ τά μάτια πεταγμένα έξω κάθε γυναίκα νά γεννάει από τά σπλά χνα της ανθρώπους, θά εκδηλωθεί μέ ούρανομήκεις πολεμι κές κραυγές καί πράξεις απίθανης άγυρτείας. «"Οποιος θέλει νά κατανοήσει τήν πατριαρχία», δηλώνει ό Borneman, «δέν πρέπει νά ξεχνάει ποτέ τήν προέλευσή της από τή ληστεία»1' πού έπεκτείνεται ώς τήν ιδιοκτησία τοϋ ανθρώπου. Καί τής γυναίκας ιδιαίτερα. Οί ίνδοευρωπαϊκές φυλές, πού ξεκινούν από τήν κοιτίδα τους τό Καζαχστάν σά νομάδες βοσκοί, Κιμμέριοι, ’Αλβανοί, Θράκες καί "Ελληνες, εισβάλλουν μέ τό άστε ντοϋε στή Βαλ κανική χερσόνησο χωρίς γυναίκες καί επιπλέον κουρελήδες. Καί θ’ αλλάξουν τόν κόσμο φυσικά, θά φέρουν τόν ουρα νό κάτω καί τή γή πάνω. Γιατί, επισημαίνει ό Borneman, ώσπου νά καταφέρουν οί "Ελληνες νά εξαφανίσουν τά τελευ ταία υπολείμματα τής γυναικείας κυριαρχίας στόν τομέα τής παραγωγής τροφίμων καί όχι μόνο, πέρασαν περισσότεροι άπό πέντε αιώνες. Φυσικά δέν έπρόκειτο μόνο γιά τόν το-
1. Ό.π .πελ. 147.
η
Ισ τ ο ρ ί α Τ Ο Υ Φ α λ λ ο ύ
\ Γι
μέα παραγωγής τροφίμων, αλλά γιά καθολική παρουσία πού ένέπνεε τόν καθολικό σεβασμό. Ή γυναίκα ήταν πανίσχυρη γενάρχισσα καί όχι μόνο επειδή γεννούσε άναπαραγόμενη άφ’ έαυτής. Κάλυπτε όλη τήν κλίμακα κοινωνικής εξουσίας όχι από ματαιοόοξία ή φιλοδοξία. Ή Έλλαδική καί Κρητικιά γυναίκα ήταν άσχετη μέ τά εθιμικά τυπικά τών Αιγυ πτίων καί τών άλλων ανατολικών λαών. Καί νά πού όλοι αυτοί οί γίγαντες έθνολόγοι-έρευνητές βρίσκονται σ’ ένα ανε ξήγητο κενό πισωγυρίσματος γι’ αυτούς τούς περίπου πέντε αιώνες από τά 1100 καί κάτω, κενό τό όποιο ή διαλεκτική τής οικονομίας δέν καταφέρνει νά γεμίσει ή νά έρμηνεύσει ικανο ποιητικά. Πρόκειται γιά ένα κενό αφασίας πού κάποιοι ανα φέρουν καί σά σκοτεινό έλληνικό μεσαίωνα. "Αν κρίνουμε, ισχυρίζεται ό R. Graves, από τά τεχνουργή ματα καί τούς μύθους πού έπέζησαν, ή νεολιθική Ευρώπη στό σύνολό της είχε άξιοσημείωτα ομοιογενές σύστημα θρη σκευτικών ιδεών, βασιζόμενο στή λατρεία τής πολυώνυμης Μητέρας-Θεάς πού ήταν εξίσου γνωστή στή Συρία καί τή Λ ι βύη. Ή αρχαία Ευρώπη δέν είχε καθόλου θεούς. Τή Μεγάλη Θεά τή θεωρούσαν αθάνατη, αμετάβλητη καί παντοδύναμη, μιά καί ή έννοια τής πατρότητας δέν είχε ακόμα εισχωρήσει στό θρησκευτικό σκέπτεσθαι. Ή Θεά είχε εραστές, αλλά γιά ευχαρίστηση, όχι γιά νά εξασφαλίζει παιδιά από έναν πατέ ρα. Οί άνδρες φοβόνταν, λάτρευαν καί ύπάκουαν τήν άρχουσα γυναίκα. Ό Ηρόδοτος μαρτυράει πολλά επαίσχυντα γιά τούς φι λόδοξους επιδρομείς, απομυθοποιώντας τήν απαγωγή γυ ναικών πού, τελικά, ήταν βαρβαρικό έθιμο καί εφαρμόστηκε ιδιαίτερα από τούς άνδρες. «Ή Ίώ βρίσκεται φυσιολογικά στήν Αίγυπτο, μετά τήν απαγωγή της πού αποδίδεται στούς Φοίνικες, παρ' όλο ότι πρόκειται γιά έλληνική μυθοπλασία ή δήθεν μεταμόρφωσή της από τήν "Ηρα σέ δαμάλι».
'ιΐ;
ΑΠΟ ΤΗ Μ ΗΛΕΙΑ ΣΤΗ ΣΤ Α Χ Τ Ο Π Ο Υ Τ Α
Εξιστορεί στή συνέχεια τήν απαγωγή τής Ευρώπης από Κρήτες γιά νά συμπληρώσει μετά: «’Αλλά αργότερα οί "Ελλη νες όιέπραξαν καί δεύτερο αδίκημα: πήγαν μέ πολεμικό κα ράβι στην Αία τής Κολχίδος, άνάπλευσαν τόν ποταμό Φάση καί άψοΰ έκαναν ό,τι άλλο είχαν νά κάνουν, άρπαξαν τήν κόρη τού βασιλιά Μήδεια. Ό βασιλιάς τής Κολχίδος έστειλε έναν εκπρόσωπό του στήν Ελλάδα νά ζητήσει πίσω τή θυγα τέρα του, αλλά οί "Ελληνες απάντησαν ότι όπως δεν τούς είχε δοθεί καμία ικανοποίηση γιά τήν αρπαγή τής Ίοΰς άπό τό ’Άργος έτσι κι αυτοί δεν θά έδιναν καμία ικανοποίηση γιά τήν απαγωγή τής Μήδειας άπό τήν Κ ολχίδα... Μετά όμως άπό μιά γενιά ό γιός τού ΓΙριάμου ’Α λέξανδρος (εννοεί τόν Πάρε) πού είχε άκούσει τις διηγήσεις των γεροντότερων γιά τίς άρπαγές γυναικών,’ βέβαιος πιά ότι κι αύτός όέν θά είχε νά δώσει λόγο σέ κανένα άπήγαγε τήν Ελένη. Οί "Ελληνες τότε σκέφθηκαν νά στείλουν εκπροσώ πους γιά νά ζητήσουν πίσω τήν Ελένη, αλλά έλαβαν τήν άπάντηση ότι δεν έπρεπε νά ζητούν ικανοποίηση άπό τούς άλλους, όταν οί ίδιοι όέν έδωσαν ικανοποίηση γιά τήν άρπαγή τής Μήδειας... "Ως τότε λοιπόν γίνονταν μόνο άπαγωγές άπό τό ένα ή τό άλλο μέρος».1 «"Οσοι άπό τούς "Ιωνες έφυγαν άπό τό πρυτανείο των ’Αθηναίων καί νομίζουν ότι είναι οί καλύτεροι "Ιωνες, όέν είχαν φέρει γυναίκες μαζί τους, άλλά πήραν γυναίκες άπό τήν Καρία άφοΰ σκότωσαν τούς γονείς τους. Έξαιτίας τού φόνου αύτού οί γυναίκες πήραν μεταξύ τους όρκο, πού τόν μετέδωσαν καί στις θυγατέρες τους, νά μήν κάθονται ποτέ νά φάνε μέ τούς άνόρες τους ούτε νά τούς φωνάζουν μέ τό όνομά τους επειδή τούς σκότωσαν τούς πατέρες, τούς άνόρες
1. Ηρόδοτος, τόμ. Α. 1-4.
II ΙΣ ΤΟΡΙΑ ΤΟΥ Φ ΑΛΛΟ Υ
καί τα παιδιά τους κι ύστερα άπ’ αυτά ζοΰσαν υποχρεωτικά μαζί τους».1 Φυσικά ό Ηρόδοτος κατηγορήθηκε άπό τούς σύγχρο νους του σά συκοφάντης, όταν αναφέρει μεταξύ των πολλών άλλων ότι οί ΙΙέρσες έμαθαν άπό τούς "Έλληνες κι έγιναν παιδεραστές. Δέν παραλείπει άκόμα νά αναφέρει ότι οί Πελασγοί πού κατοικούσαν στή Λήμνο, γιά νά εκδικη θούν τούς "Αθηναίους, άπέστειλαν πενηντάκωπα καράβια καί παραμόνεψαν τίς γυναίκες των Αθηναίων, πού εόρτα ζαν τήν εορτή τής Άρτέμιδος στή Βραυρώνα· άρπαξαν πολ λές άπό κεί κι έφυγαν παίρνοντάς τες στή Λήμνο, όπου τίς είχαν γιά παλλακίδες καί έκαναν πολλά παιδιά μαζί τους. Μιά καί μεγαλύτερη άνδρική αρετή, μετά τήν ανδρεία στή μάχη, θεωρείται τό νά έχει κανείς πολλά παιδιά. Οί Λυδοί, οί Έτροΰσκοι καί οί Πελασγοί υπήρξαν μητριαρ χικοί λαοί. Οί Πελασγοί τής Λήμνου, κατά τόν G. Thomson, είκονίζονται σ’ έναν άπό τούς πασίγνωστους ελληνικούς μύθους. «’Αφού έκαναν πανιά από τή Θεσσαλία γιά ν ’ αναζητή σουν τό Χρυσόμαλλο Δέρας, οί "Αργοναύτες ρίζαν άγκυρα στή Λήμνο, πού τότε κυβερνιόταν άπό γυναίκες μέ βασίλισσα τήν Ύψιπύλη, θυγατέρα τού Θόαντα. Λίγο καιρό πρίν οί Δήμνιες είχαν προσβάλει τήν "Αφροδίτη πού τίς τιμώρησε μέ μιά δυσάρεστη μυρωδιά πού έκανε τούς άνδρες τους νά τίς άπαρατήσουν. Οί γυναίκες απάντησαν σκοτώνοντας τούς άνόρες, όλες εξόν άπό τήν Ύψιπύλη πού λυπήθηκε τόν πατέ ρα της».2Ή σημασία τού μύθου, πού πρώτος τόν έρμήνεψε ό Bachoten, δέν σηκώνει καμιά αμφιβολία. Καταφεύγει στήν τέταρτη στροφή τού χορού τής τραγωδίας Οι Χοηφόρες 1. 'Ηρόδοτος, τόμ. A, 146-14Κ. 2. Thomson, ΰ .π .. οελ. 117-S.
'ι 8
α π ο τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
(631-4) καί μνημειώνει τή θύμηση τοϋ πελασγικού μητριαρ χικού συστήματος, μά σέ ξεπεσμένη μορφή, πού άνταποκρινόταν στόν κατοπινό ξεπεσμό τού θηλυκού φύλου. Π ρ ώ το μ ε ς σ ’ ό λ α τά κ α κ ά τής Λ ή μ ν ο ν έχ ο υ ν νά π ο υ ν κ α ί τό ξ ο ρ κ ίζ ο υ ν μ ιά β ο ή σάν τά να θνμηθονν, τόσο, π ο ύ π α ρ ο ιμ ία σωστή κ α ί ταιριασμένη Λ ήμνια νά λεν τά π ιό φ ριχτά μ ' c m ’ τάθεο κ ρ ίμ α κατα φ ρονεμένη κατά β υ θ ο ύ π ά ει ή γενιάγιατί κ α ν είς όέ στέργει ου δέ τιμά δ,τι ό θ εός μισήσησ ’ αύτά π ο ιο ς δέ θά συμφ ω νή σει ;
(Μετάφραση Γρυπάρη)
Ή ιδέα ότι οι γυναίκες έκαναν γιά αιώνες απεργίες γεννή σεων δεν πρέπει νά άπορριφθεΐ αβασάνιστα, υποστηρίζει ό Borneman.1 "Οπωσδήποτε ή Λυσιστράτη τού Αριστοφάνη είναι κάτι περισσότερο από προϊόν τής φαντασίας. "Ανάμε σα στοάς στίχους τής κωμωδίας φτερουγίζει ό απόηχος μιας τραυματικής θύμησης. Τέτοιες σιωπηρές εξεγέρσεις, συμπε ραίνει ό Borneman, μέ τά μοναδικά όπλα πού είχαν άπομείνει στίς γυναίκες, πρέπει νά ξέσπασαν περισσότερες από μία φορές εκείνη τήν περίοδο. Μέ αποτέλεσμα νά παρατηρηθεί πληθυσμιακή μείωση καί έλλειψη εργατικών χεριών. Συγγενική πρέπει νά ’ναι καί ή περίπτωση τών Ά μαζό-
1.
" Ο .π .,
0κλ.
177.
η
Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
τ.ι
νων12γιά τις οποίες οί αρχαίοι συγγραφείς μάς κρύβουν λό για, γιατί φαίνεται πώς μέ τή μαχητικότητα τους είχαν εξευτε λίσει πολλούς ακατανίκητους ήρωες. Μέχρι καί ό 'Ηρόδοτος άπέφυγε νά άποκαλύψει ότι ώς καί ό Ηρακλής υπήρξε θύμα των Αμαζόνων. Μάς διηγείται ώστόσο την περιπέτεια των Σαυροματών, μίας από τίς φυλές πού αποτελούν τό λαό των ΣκυΟών, οί όποιοι άποκαλοΰν τίς Αμαζόνες «άνδροφόνες», πού τελικά τίς νίκησαν οί "Ελληνες στή μάχη τού ποταμού Θερμώδοντος, οπότε άπέπλευσαν μέ τρία πλοία καί μερικές Αμαζόνες αιχμάλωτες.’ ’Αλλά στό ανοικτό πέλαγος αυτές επιτεθήκανε στά πληρώματα τών άνδρών καί τούς σκότωσαν. Καθώς δέν είχαν ιδέα από πλεούμενα άφησαν τό ρεύμα νά τίς πηγαίνει. "Ετσι φτάσανε στους Κρημνούς τής λίμνης Μαιώτιδος πού κατοικούσαν ελεύθεροι Σκύθες. Κατέβηκαν τότε στήν ξηρά καί έβάδιζαν πρός την κατοικημένη περιοχή. Μόλις συ νάντησαν τήν πρώτη αγέλη άλογων τά καβάλησαν κι άρχισαν τή λεηλασία στις περιουσίες τών Σκυθών. Οί Σκύθες απο ρούσαν μέ τή νεανικότητα τών εισβολέων πού τούς ήταν άγνωστοι, τούς αντιμετώπισαν ώστόσο σέ κανονική μάχη, όπου έπεσαν αρκετοί κι από τίς δύο πλευρές. Οί Σκύθες μάζε 1. Οί Αμαζόνες έίταν λαός πού τόν κυβερνούσαν γυναίκες κι ό τρόπος της ζωής τους πολύ παράλλαζε από τό δικό μας. Οί γυναίκες άνατρέφονταν γιά τόν πόλεμο όντας υποχρεωμένες νά υπηρετούν στό στρατό καθορισμένη περίοδο πού όσο κρατούσε, έμεναν παρθένες. Σαν έβγαιναν από τή στρατιω τική υπηρεσία, δίνονταν στους ανόρες γιά ν’ αποκτήσουν παιδιά, μά κρα τούσαν στά χέρια τους τόν έλεγχο όλων τών δημόσιων υποθέσεων, ενώ οί άνδρες κάνανε μιά σπιτική ζωή, σάν τίς παντρεμένες γυναίκες στή δική μας κοινωνία. (Διόδωρος 3, 52, άναφέρεται από G. Thomson, ό.π., οελ. 123). 2. Ό μύθος τών Αμαζόνων, στήν ελληνική του μορφή, γεννήθηκε σά σύμβολο τών μητριαρχικών θεσμών... Οί ’Αμαζόνες χώνεψαν διαδοχικά οέ μιά ενιαία μυθική εικόνα όλες τίς μητριαρχικές μορφές πού πρόβαλαν στον ευρυνόμενο ελληνικό ορίζοντα. Οί Αμαζόνες καί. οί γυναίκες τής Λήμνου είναι πολωμένες εκφράσεις τής ίδιας Ιδέας. (G. Thomson, στό ί'όιυ, σελ. 123).
r>()
απο τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
ψαν μερικά πτώματα των εισβολέων καί διαπίστωσαν δτι έπρόκειτο γιά γυναίκες. Αποφάσισαν τότε νά μην τίς φονεύ ουν πιά έπ’ ούόενί...12καί τελικά συμβίωσαν. Ο ί 'Αμαζόνες,2 στις όποιες άναφέρονται στά πεταχτά σέ αρχαία κείμενα, δεν σχολιάζονται ποτέ σοβαρά. Ή ύπαρξή τους προϊδεάζει γιά μιά αιματηρή σύγκρουση ανάμεσα στό ανδρικό καί τό γυναικείο φύλο καί επιπλέον μιά πρωτοφα νή ανταρσία από μέρους των γυναικών, πού οί συγγραφείς πρέπει νά θεώρησαν τήν εκδήλωσή της πολύ ταπεινωτική. 1. Ηρόδοτος δ , ι ιο-i 11. 2. Οί "Ελληνες θεωρούσαν ολόκληρο τόν αυτόχθονο πληθυσμό, ακό μα καί τά ίνόοευρωπαϊκά φύλα πού μεταναστέυσαν στήν Ελλάδα πριν απ' αυτούς φερμένα άπ’ τόν Καύκασο, «μητριαρχικό». Είνα ι πόντιος γε γονός ότι οί εφτά σημαντικότεροι πολιτισμοί πού συνάντησαν οί "Ελλη νες όταν εισέβαλαν στόν ελληνικό χώρο, ό μεσοτρωαόικός στή Μικρά ’Ασία, ό μεσοθρακικός καί ό μεσομακεδονικός στά βορειοανατολικά Βαλκάνια, ό πρωτοελλαδικός στήν κεντρική Ελλάδα, ό μεσοκυκλαδικός στά νησιά, ό μεσομινωικός στήν Κρητη καί ό μεσοκυπριακός στήν Κ ύ προ είχαν, παρά τόν πολύ διαφορετικό τρόπο παραγωγής καί τήν πολύ διαφορετική εξελικτική βαθμίδα τους, ένα κοινό γνώρισμα: μιά μητριστική παράδοση πού είχε αφήσει Ιχνη ακόμα καί εκεί όπου ή καταγωγή δέν άνι/νευόταν πιά μητρυγραμμικά. Επίσης τόν καιρό τής μετανάστευσης τών ελληνικών φύλων, ή θρησκεία καί ή μυθολογία αϊτών τών εφτά πολιτισμών ήταν ακόμη αφιερωμένες στή λατρεία μιας Μητέρας-Θεάς. 'Έ ν α τρίτο γνώρισμα τών προελληνικών πολιτισμών τού Αιγαίου ήταν ή σχετική φιλειρηνικότητά τους. Ή Κνωσός, ή Αγία Τριάδα, τά Μάλλια. τό Παλαιόκαστρο, τά Γουρνιά καί αναρίθμητα άλλα χωριά καί πόλεις στήν Κρήτη, στις Κυκλάδες καί. στήν ηπειρωτική Ελλάδα ήταν σέ μεγάλο βαθμό ανοχύρωτες. Οί οικισμοί ήταν ήρεμοι, χαμηλών τόνων. Μόνο μετά τήν εμφάνιση τών Ελλήνων ν τύ ν ο νται τά λεγάμενα Κυκλώπεια τείχη - οχυρωματικά έργα μιας πολεμικής ανδροκρατικής κοινωνίας. Οί μητριστικές γενοταγεϊς κοινωνίες δέν είχαν ιεραρχίες καί τάξεις. Αυτό, συμπεραίνει 6 G. Childe, επιβεβαιώνεται καί από τή συλλογική τα φή τών νεκρών. Οί τάφοι τού αϊγαιακοϋ χώρου δέν φανερώνουν καμιά ταξική διαίρεση τής κοινωνίας, πού τόσο καθαρά τήν αντανακλούν τά αντίστοιχα μνημεία στόν Νείλο. (Rorneman, ό.,τ.. σελ. 104 και 134-135).
ιι Ισ τ ο ρ ία τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
«Οί λέξεις», κατά τόν G. Thomson, «είναι μεγάλες κου τσομπόλες. Είναι μάρτυρες γιά τό χαμένο παρελθόν, προικι σμένες μέ λόγο». Οί αρχαίοι μας πρόγονοι πού είχαν τό μονοπώλιο τής γραφής, όλοι από 'Ηρόδοτο ώς ’Αριστοτέλη καί Πλάτωνα, εμφανίζονται άγνοούντες τήν πρόσφατη (γιά κείνους) κοι νωνική δομή τού παρελθόντος τους πού, οί ίδιοι, αναδόμη σαν άπαλείφοντας όσο τό δυνατό τόν πρωταγωνιστικό ρό λο τής γυναίκας, τής πρώτης παραγωγού, τής σιτοόότριας, τής μητέρας τού πολιτισμού καί τά έργα της. Ό άνδρας, αντίθετα, όντας επί πολλούς αιώνες κυνηγός καί ψαράς, έγινε εκμεταλλευτής τής Φύσης, ένα κατ’ εξοχήν άρπακτικό ζώο, τό όποιο θά χρειαστεί ακόμα χιλιάδες χρό νια γιά νά φτάσει στό βαθμό τού πολιτισμού πού κατέκτησε ή γυναίκα τήν ίδια περίοδο ώς φύλακας τής φωτιάς, κατασκευάστρια τού σπιτιού, προστάτιδα τών παιδιών καί παρα γωγός τής τροφής.1 Μ ’ αύτό τό αποφθεγματικό συμπέρασμα συμφωνούν κά θε λογής επώνυμοι καί μή επιστήμονες, πού παράλληλα υμνούν αυτές τίς μακρές περιόδους τής αναμφισβήτητης μη τριαρχικής κοινωνικής σύνθεσης ως τίς ειρηνικότερες πού γνώρισε ή ιστορία τού ανθρώπου. Φυσικά, πολλά κοινωνικά φαινόμενα άνιστορικών χρό νων, ώς τή μέση νεολιθική (οπότε υπάρχουν τουλάχιστον χτίσματα, σημαντικοί μάρτυρες κοινόβιας ζωής), ερμηνεύο νται από τούς έρευνητές-ίστορικούς, ταυτόσημα μέ τή σημε ρινή νοοτροπία, σάν αποτέλεσμα μαρξιστικο-οικονομικών συσχετισμών ώς πρός τήν ισονομία ή τήν εκμετάλλευση τών πρωτόγονων συμπολιτών. Μέ τόν Borneman νά υποστηρίζει 1. Borneman, ά ,τ., οιΑ. 84.
:>·ι
ΑΠΟ ΤΗ Μ Η ΔΚΙΑ ΣΤΗ ΣΤΑ ΧΤ Ο Π Ο ΥΤ Α
ότι οπού δεν υπάρχει εκμετάλλευση δεν υπάρχουν οϋτε λόγοι νά καταστρέφεται συστηματικά τό εγώ τών άλλων, γεγονός πού χαρακτηρίζει την πατριαρχία (όπου έδώ εκφράζει την πριυτογενή μορφή καπιταλιστικών συστημάτων). Ναί, είναι γεγονός ότι ή εκμετάλλευση κατηγορεΐται γιά μύρια δεινά, ατομικά καί κοινωνικά. ’Αλλά εμείς βρισκόμα στε ακόμα στήν εποχή πού οί ανώτεροι κυνηγοί καί ψαρά δες αντικαθιστούν τούς Νεαντερτάλιους καί τούς άμεσους προγόνους τού σημερινού ανθρώπου (ανάμεσα στά 40.000 καί 10.000 χρόνια πριν), οπότε μάς βεβαιώνουν ότι έγινε πράγματι σωστή επανάσταση στήν κυνηγετική τεχνική. Διό τι εφευρέθηκαν νέα κυνηγετικά εργαλεία καί ό εφοδιασμός με τροφή βελτιώθηκε. Καί, καθώς αυτή ή πρόοδος ήταν κυ ρίως έργο τών άνόρών, ή θέση τής γυναίκας γνώρισε τήν πρώτη ύποβάθμιση.1 Κ αί δώ αξίζει νά σταθούμε καί νά άναλογιστούμε τίς ευθύνες τού μύθου. Ό μύθος σίγουρα ενοχοποιείται. Ό G. Thomson ωστόσο, π ιό υποψιασμένος, αφού άποδεικνύει ότι ή μητρογονική όμαδογαμία κυριαρχούσε κάποτε καί στήν ’Αθήνα, συνεχίζει: «Δέν υπάρχει λόγος νά δυσπιστοϋμε γ ι’ αυτή τήν παράδοση. Ο ί 'Αθηναίοι δέν θά δημιουργούσαν ένα μύθο πού θά παράσταινε τούς προγόνους τους σάν άγριους. “ Ό τρόπος τής ζωής τών παλαιότερων Ελλήνων έμοιαζε μέ τόν τρόπο τής ζωής τών σημερινών βαρβάρων” . Μέ τά άξιοθύμητα τούτα λόγια ό Θουκυδίδης εξάγγειλε, μέ χαρακτηρι στική διόραση, τήν αρχή τής συγκριτικής μεθόδου στήν κοι νωνική ανθρωπολογία».2 'Αλλά ήδη στόν καιρό τού Θουκυ δίδη, ή υλιστική παράδοση ήταν κιόλας κατακριτέα. ’Αντίθε τα μέ τήν πραγματικότητα τού παρελθόντος τής πρωτόγονης 1. Bomeman, ό .π ., οελ. 66-67. 2. Thomson, ό .π ., σελ. 63.
ιι Π τ ύ ω λ τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
γο
κοινοκτημοσύνης, της όμαδογαμίας καί τής μητριαρχίας, υπερίσχυσε 6 μύθος πού καθρέφτιζε τήν ατομική ιδιοκτησία, ι η «φυσική διαφορά» ανάμεσα σέ "Ελληνες καί δούλους - τή δουλική εργασία καί τήν υποταγή τών γυναικών, δλα στηριζόμενα στό «φυσικό δίκαιο». Μά δέν είναι τυχαίο τό γεγο νός ότι ό Πλάτων επιθυμούσε νά καούν τά έργα τού Δημό κριτου, καθώς καί τού Επίκουρου, πού κάηκαν τελικά. Καί ό G. Thomson κλείνει σά νά μοιρολογιέται: «"Αν τά γραφτά τών ύστερότερων υλιστών, τού Δημόκριτου καί τού Επίκουρου, δέν είχαν χαθεί, σίγουρα θά είχαμε μιαν ανάλυ ση τής παλαιότερης Ελληνικής κοινωνίας βαθύτερη άπό τού ’Αριστοτέλη».1 Ε μ είς ώστόσο μπορούμε σήμερα πλέον ν ’ αποκρυπτο γραφήσουμε τά ανείπωτα. Τό ερώτημα είναι: Πότε καί τί συντέλεσε στήν αποφασι στική καθαίρεση τής γυναίκας, πού αποκαλύπτει μιά φθονε ρή κακότητα, ακόμα καί μισαλλοδοξία στήν «ποδοπάτησή» της, όπως ισχυρίζεται ό Borneman, γεγονός πού αποδίδει αποκλειστικά στήν οικονομική χειραφέτηση τού ανδρα. "Αν καί παραδέχεται ότι «είναι ζήτημα αν υπήρξαν ποτέ καί πουθενά άλλα κοινωνικά συστήματα (σάν τής μητριαρχικής περιόδου) μέ υψηλότερη ηθική.2 Καθώς ή μητέρα έτσι κι αλλιώς ήξερε ποιό παιδί κρατούσε άπό τήν ίδια δέν χρεια ζόταν -αντίθετα μέ τόν άνδρα- τό θεσμό τής μονογαμίας. «Ή μονογαμία εκφ ράζει τήν ανδρική κυριαρχία», συμπληρώ νει, «γιατί μόνο ό άνδρας έχει συμφέρον νά ζευγαρώνει ή γυ ναίκα του μόνο μ’ αυτόν». ’Αντίθετα, συνεχίζει, δέν υπάρχει κανένας ηθικός λόγος νά απαιτεί μιά γυναίκα άπό τόν ανδρα μέ τόν όποιο συζεί νά μή σμίγει μέ καμιάν άλλη· μόνο
1. Ό.π., οελ. 93. 2. Borneman, ό.π., οελ. 109.
:λ _
αποτη
Μ ή δ ε ια ς τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
δταν διατρέφεται άπ’ αυτόν έχει έναν πολύ σοβαρό οικονο μικό λόγο νά τού είναι «πιστή». Ό μω ς (επιμένει) όσο αυτή παράγει τή μερίδα τού λέοντος από τά απαραίτητα πρός τό ζην, είναι απαλλαγμένη άπό ένα τέτοιο κίνητρο. Βλέπεις; Ό μαρξισμός φτάνει εις τό άπόγειο τής καπιτα λιστικής εκπορνευμένης νοοτροπίας, ερμηνεύοντας τή σχέ ση μέ τήν αστική καί χριστιανική οίκονομίστικη άποψη, σά στάση ζωής. Ούτε άπ’ αύτό τό δρόμο, λοιπόν, δέν βρήκαμε δίοδο γιά νά απαντήσουμε στό τί δημιούργησε τή διάσταση καί τήν αντιδικία ανάμεσα στά δύο φύλα, τά τόσο μονια σμένα, ώστε ν ’ ανατρέψουν τά καθιερωμένα καί νά επιβά λουν ένα καινούργιο status πού άποκαλοϋμε φαλλοκρατική κυριαρχία. "Ακούσε! Γιά λογαριασμό μου τουλάχιστον άρνοΰμαι νά ερμηνεύσω τήν κοσμογονική μετάλλαξη τού τότε κόσμου, τό σχίσμα τών φύλων μέ οικονομολογικούς μόνο όρους καί αιτίες. Ούτε καί θά ισχυριστεί κανένας ότι ή πατριαρχία προ γραμματίστηκε σάν επιτελικό ή πολιτικό σχέδιο πριν εφαρ μοστεί. Γιατί ό Borneman κραυγάζει: «Τό δίκαιο είναι προϊόν τής πατριαρχίας. Ή μητριστική κοινωνία δέ ζύγιζε τή Δικαιοσύνη μέ τή ζυγαριά, παρά αντι μετώπιζε τά μέλη της όπως συμπεριφέρεται ή μητέρα στά παιδιά της».1 Γιατί εν αρχή ήν τό γένος. Καί ή οργάνωση τοΰ γένους ήταν ένα άπό τά πιό εύρυθμα δημοκρατικά συστήματα όλιυν τών εποχών. Δέν υπήρχαν ούτε υπάλληλοι ούτε άστυνομικοί ούτε δικαστές ούτε φυλακές ούτε άριστοκράτες ούτε στρα τιωτικοί, Δέν υπήρχαν ούτε φτωχοί ούτε πλούσιοι ούτε εργο δότες ούτε εργάτες - δέν υπήρχαν τάξεις. Μέ λίγα λόγια: Δέν 1. "Ο .π ., ο (λ . 84.
II ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ Φ ΑΛΛΟ Υ
υ;τήρχε καμιά δημόσια εξουσία, πέρα άπό τήν κοινότητα κιιν μελών τής φυλής, γι’ αυτό καί όέν υπήρχε κράτος.' 11 πυραμίδα τής φυλής στηριζόταν σέ τέσσερις άρχές: Στήν έξ αίματος συγγένεια, δεύτερον στή μητρογραμμική γε νεαλογία, τρίτον στην κοινοκτημοσύνη καί τέλος στήν ίσο ι ητα τών φύλων. Όπως καταλαβαίνεις, μιά γυναίκα καλ λιεργητής, παραγωγός, σκέπη, καί πού γεννάει μόνη της, είναι στήν κοιναινία τής φυλής καί τού γένους τό κορυφαίο πρόσωπο, αλλά δέν κηδεμόνευε ποτέ τούς άνδρες της. Κι αύτά όλα είναι κοντά μας χρονολογικά, χθεσινά. "Ενα φρέσκο εύρημα είναι τό Catal Huyiik,1 23 7νεολιθικός οικισμός, 6 5 4 στή σημερινή νότια Τουρκία, πού κατοικήθηκε συνεχώς άπό τό 6800 π .Χ . ιός τό 5900 π .Χ . περίπου.’ Οί κύριοι καί δευτερεύοντες χώροι του οδηγούν στό συ μπέρασμα ότι τό γένος πού τό κατοικούσε ήταν σέ μεγάλο βαθμό άποκεντσωμένο. Θά ήταν πρόωρο νά μιλήσουμε γιά οικογένεια, μιά καί ή οικογένεια είναι ένας θεσμός πού χα ρακτηρίζει τό πατρικό δίκαιο, καί ή παρουσία μητρομορφικών λατρευτικών ειδωλίων μαρτυρεί ότι έχουμε νά κάνου με μέ έναν οικισμό πού κατά βάση είχε άκόμα μητριστική οργάνωση. Ό πω ς σού άνέφερα ήδη σχετικά μέ τήν όμαόογαμία καί 1. Bomeman, άπ.. σελ. 96-97. 2. Κατά τόν Bomeman, άπ., σελ. 89. 3. Κατά τόν L.H . Morgan ή ανθρωπότητα γενικώς πέρασε άπό τά ακό λουθα στάδια: 1) Κατώτερο Στάδιο ’Αγριότητας 2) Μεσαίο Στάδιο Αγριότητας 3) ’Ανώτερο Στάδιο Αγριότητας 4) Κατώτερο Στάδιο Βαρβαρότητας 5) Μεσαίο Στάδιο Βαρβαρότητας 6) Ανώτερο Στάδιο Βαρβαρότητας 7) Στάδιο Πολιτισμού
Γ>(')
ΑΠΟ ΤΗ ΜΗΔΗ1Α ΣΤΗ Σ ΤΑ Χ Τ Ο Π Ο Υ Τ Α
την ίερογαμία πού δέν είχαν πατρίδα ούτε ιδεολογία (αυτό σημαίνει πώς ήταν παγκόσμια φαινόμενα), τό ίδιο παρατηρείται καί μέ τά γυναικεία ειδώλια πού βρέθηκαν αναρίθμητα σέ άνασκαφές σ’ ολόκληρη την Ευρώπη καί τήν ’Ασία.
« νΑν υποθέσουμε εκατό χιλιάδες χρόνια σάν τό μέτρο τής ύπαρξης τυϋ ανθρώπου πάνω στή γη, γιά νά βρούμε τό σχετικό μήκος της κάθε πε ριόδου -κα ί γ ι’ αυτή τήν υπόθεση μπορεί αυτό νά υπήρξε μακρότερο ή βραχύτερο- θά φανεί, μιά γιά πάντα, ότι τουλάχιστον εξήντα χιλιάδες χρόνια πρέπει νά όρισθοϋν γιά τήν περίοδο της αγριότητας. Ά π ’ τά υπό λοιπα χρόνια, είκοσι χιλιάδες ή τό ένα πέμπτο θά έχουν διανυθεΐ στήν Παλαιότερη περίοδο τής βαρβαρότητας, γιά τή Μεσαία καί Τελευταία πε ρίοδο έμειναν δέκα πέντε χιλιάδες χρόνια, καί μόνο πέντε χιλιάδες χρό νια, περισσότερο ή λιγότερο γιά τήν περίοδο τού πολιτισμού». «Είνα ι ένα συμπέρασμα μεγάλης σπουδαιότητας στήν εθνολογία, ότι ή εμπειρία τής ανθρωπότητας στήν αγριότητα ήταν μακρότερη σέ διάρκεια απ' όλη τήν έπακόλουθη εμπειρία της καί ότι ή περίοδος τού πολιτισμού καλύπτει μόνο ένα μικρό τμήμα τής ζωής τής ανθρώπινης φυλής». ( Ή α ρ χα ία κ ο ιν ω ν ία , σελ. 52).
Μέρος δεύτερο Η ΛΗΣΤΕΙΑ ΤΗΣ ΚΟΣΜΟΓΟΝΙΑΣ
Κεφ άλαιο 1
Συντρίμμια ελευθερίας ΙΊρέπει ακόμα νά σοΰ ξαναμιλήσω γιά τόν Lewis Henry Morgan πού έκανε επιτόπια άνθρωπολογική έρευνα στούς ’Ινδιάνους Ίροκέζους απ’ όπου συμπεραίνει ότι βρήκε τό κλειδί τής φυλετικής οργάνωσης αντίστοιχα με τήν άρχαία Ελλάδα καί τή Ρώμη. Ό π ο υ όλα τά μέλη τής γενιάς μου είναι άδέλφια καί άδελφάδες μου - οί όροι δηλαδή πού χρη σιμοποιούνται γιά τόν ομομήτριο αδελφό ή αδελφή χρησιμο ποιούνται επίσης καί γιά όλα τά ξαδέλφια (Ιδιας γενιάς) σέ βαθμό απεριόριστα ξεμακρυσμένο.Ό τύπος αυτός κατά τόν L.H . Morgan ανεβαίνει σέ μιά περίοδο πού ανάμεσα στά πρόσωπα τής κάθε γενιάς δέν υπήρχε κανένας περιορισμός στις φυλογονικές σχέσεις. Ό πατέρας μου μπορεί νά ’ναι άδελφός τής μητέρας μου, ή μητέρα μου μπορεί νά ’ναι αδελ φή τού πατέρα μου· τά αδέλφια καί οί άδελφάδες μου ταυτί ζονται μέ τούς κουνιάδους καί τίς κουνιάδες μου καί τά παι διά τους δέν διακρίνονται από τά παιδιά τά δικά μου.1Πολύ νωρίς ωστόσο, σέ μιά πρώιμη περίοδο, άποκλείεται μία σε ξουαλική σχέση: ανάμεσα στά αδέλφια, γεγονός πού ξαφνιά ζει ώς πρός τήν προέλευσή του, τόν Engels ιδιαίτερα. «Ό ιε ρότερος καί μοναδικός συγγενής σου είναι ό αδελφός σου. ’Άνδρα θά βρεις κι άλλον, άδελφό όμως ποτέ».2 1. Τό αναφέρει καί ό Thomson, αττ, σελ, 31. 2. Η καταγω γή τής οικογένεια ς, τής α τομ ικής ιδιοκτη σ ία ς κ α ί τον κ ρ ά τους.
γ>ο
α π ο τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
Στά ευρωπαϊκά ευρήματα ή φυλή δεν ζούσε απαραίτητα σ’ έναν μόνο οικισμό παρά απλωνόταν συχνά σέ κάμποσα χωριά. Κάθε αυτόνομη ομάδα, κατά τόν Borneman,' καλλιερ γούσε γιά λογαριασμό της τό κομμάτι γης που τής είχε άπονεμηΟεΐ. Μιά τέτοια ομάδα περιλάμβανε τή μητέρα, τά παιδιά της, τούς γονείς της (αν ζοϋσαν ακόμα) καί τούς άνδρες πού συνδέονταν μαζί της καί μέ τις κόρες της. Ή γιαγιά, ή μητέρα καί τά παιδιά ανήκαν στό ίδιο γένος- ό παππούς, ό πατέρας καί οί άνδρες των θυγατέρων ανήκαν σέ διαφορετικά γένη. (Χρησιμοποιούνται οί συνηθισμένοι καί ίσχύοντες όροι, όπως παππούς, πατέρας, παρά τό ότι σέ τόσο πρώιμες εποχές ό ρόλος τού πατέρα ήταν άγνωστος ώς πρός τήν αναπαραγω γή.) Ή συνολική περιουσία τού γένους, μέ εξαίρεση τά απο λύτως προσωπικά αντικείμενα, αποτελούσε κοινό αγαθό. Επικεφαλής κάθε ομάδας ήταν ή πρεσβύτερη γυναίκα πού συντόνιζε τίς εργασίες όλων των άλλων. «Οί λατρευτικοί χώροι μάς επιτρέπουν σήμερα νά υποθέ σουμε ότι μία ή δύο φορές τό χρόνο συγκεντρώνονταν σ’ ένα μέρος μεγαλύτερες ενότητες ανθρώπων γιά ορισμένες τελετές σχετικές μέ τή λατρεία τής Μητέρας. ’Από τέτοιες κυνηγετι κές καί λατρευτικές ομάδες προέκυψαν εκείνοι οί ιδιόμορφοι συνδετικοί κρίκοι ανάμεσα στό γένος καί τή φυλή, πού τούς ξαναβρίσκουμε έπειτα από ολόκληρες χιλιετηρίδες στούς "Ελληνες ώς φρατρίες καί στούς Ρωμαίους ώς κονρίες».12 3 Τί είναι λοιπόν μητριαρχία, είναι τό πρώτο ερώτημα πού θέτει ό G. Thomson1καί τό δεύτερο, άν πράγματι λειτούργησε ώς θεσμός μέ τή γυναίκα νά παίζει αποφασιστικό ρόλο, μιά καί θεωρείται βέβαιο ότι συντέλεσε στή γένεση τού πολιτισμού. 1. " Ο .π ., σελ. 92. 2. Borneman, δ .π ., σελ. 67. 3. Τ ό προϊστορικό Α ϊγ α ϊυ . σελ. 101.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ Φ Α Λ Λ Ο Υ
Ένα παρεμφερές γεγονός -ντοκουμέντο- πιό φρέσκο ώστόσο, σχεδόν σύγχρονό μας, μάς τό προσφέρει πάλι ό Thomson καί αφορά τό λαό των Κάσι πού ή μισιι χώρα τους ανήκει στις Βρετανικές ’Ινδίες από τό 1835 περίπου. Στά 1846 έχουν ήδη μυηθεί στό χριστιανισμό περί τούς 20.000 καί, σύμφωνα μέ τή μονογραφία τού συνταγματάρχη Gurdon,' είναι πρότυ πα Σαββατιστών πού παρακολουθούν άνελλιπώς τήν κυρια κάτικη λειτουργία, ντυμένοι στά γιορτινά καί μέ τό ανάλογο κυριακάτικο ύφος. Κατά τά άλλα, τίποτα δέν άλλαξε τίς θε σμικές τους παραδόσεις. Οί Κάσι συνηθίζουν νά λένε, σάν παροιμία, «από τίς γυναίκες βλάστησε τό γένος». Ή μητέρα δέν είναι μόνο ή κεφαλή, ή πηγή καί ό μοναδικός κρίκος τής οικογένειας, αλλά σέ πολλές περιοχές είναι ό μόνος ιδιοκτή της (πού εξασφαλίζει τήν κοινοκτημοσύνη όλων των αγαθών) τής ακίνητης περιουσίας καί μόνο από τή μεριά της μεταφέρεται ή κληρονομιά. Ό πατέρας δέν έχει καμιά συγγένεια μέ τά παιδιά του, πού περνούν στό γένος τής μητέρας. Τό μερο κάματό του πάει στό δικό του μητριαρχικό γένος κι όταν πε θαίνει τά κόκαλά του τοποθετούνται στον κοινό τάφο τής γε νιάς τής μάνας του. Κατά περιοχές ό άντρας ούτε ζεί ούτε τρώει στό σπίτι τής γυναίκας του, μά τήν επισκέπτεται μόνο τή νύχτα. Στόν αποδιδόμενο πρός τούς προγόνους σεβασμό, πού άποτελεΐ τό θεμέλιο τής φυλετικής ευσέβειας, ή αρχική ττρογόνισσα καί ό αδελφός της είναι τά μόνα πρόσωπα πού λογαριάζονται. Τό γεγονός άποδεικνύει πόσο λαχταρούν οί λαοί νέες κοινωνικο-θρησκευτικές γεύσεις, χωρίς ωστόσο ν ’ άπαρνούνται τή βαθιά ριζωμένη μέσα τους παράδοση. Φυσικό νά αναρωτιέται κανείς, πώς θά προχωρούσε ό άνθρωπος στόν πολιτισμό; Οί παραδόσεις συχνά παλινδρομούν.1 1. Avcaftomu από τόν Thomson, ο .π ,.α . 101-3.
αποτη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
Στά 1964 γνώρισα στή Βουδαπέστη ένα νέο ζευγάρι μέ δυό παιδιά. Είχαν εκπατριστεί από τήν Ελλάδα είκοσι χρό νια πριν. Τό όνειρό τους ήταν νά επιστρέφουν κάποτε στήν Ελλάδα νά έπαναλάβουν τό γάμο τους στήν εκκλησία καί νά βαφτίσουν τά παιδιά τους σέ κολυμπήθρα. Τό πραγματοποί ησαν δεκατέσσερα χρόνια μετά. Μην ξεχνάμε ακόμα καί τό καθολικό κλείσιμο των εκκλησιών στίς κομμουνιστικές χώρες. Στή Ρωσία ό χριστιανισμός είχε παρελθόν μιας χιλιετίας. Πώς θά κρίνουμε τίς δεκάδες χιλιετίες πού συνόδευαν τόν πρωτόγονο; Κι όμως, καμιά άπό τίς αρετές των πρωτόγονων κοινω νιών δέν έφτασε στίς μέρες μας. Θά σοϋ ’λεγα πώς φτάσαμε στήν αντίθετη όχθη. Ό σεβασμός γιά τό πρόσωπο τής γυναί κας σά νά μήν υπήρξε ποτέ. Ό Ε .Ο . James, καθηγητής τής Ιστορίας τών Θρησκειών στό Πανεπιστήμιο τού Λονδίνου, γράφει στό βιβλίο του Ή λατρεία τής Θεάς Μητέρας στήν ιστορία τών Θρησκειών. «Σύμφωνα μέ όλα τά άρχαιολογικά καί αποδεικτικά ντο κουμέντα τά σχετικά μέ τούς μύθους καί τούς θεσμούς τής Μέσης ’Ανατολής, καθώς καί τών ανατολικών μεσογειακών χωρών πού μάς είναι σήμερα προσιτά, όλα συμφωνούν προκειμένου vet άποόειχθεΐ τό εξαιρετικό επίπεδο πού κατέ χει σ’ αυτή τήν παράδοση ή λατρεία τής Θεάς... νομίζω πώς θά χρειαζόταν πολύ συστηματικότερες έρευνες όσον αφορά τό ρόλο πού διαδραμάτισε μέσα στούς αιώνες καί ιδιαίτερα στήν περιοχή τής Εγγύς ’Ανατολής. Είναι φανερό ότι αύτή ή λατρεία αποτελούσε ένα συστατικό στοιχείο καί βαθύτατα ριζωμένο στή μακρά καί πολύπλοκη ιστορία πού άναφερόταν σ’ ένα σύνολο πίστεων καί θρησκευτικών δοξασιών πού περιβάλανε τίς μυστηριώδεις διεργασίες τής γονιμότητας, τής γέννησης καί τής τεκνοποίησης, διεργασίες κοινές γιά τή
η
Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
Φύση ολόκληρη, την ανθρώπινη ράτσα καθώς καί τά ζωικά είδη».1 ’Αλλά ό Ε.Ο . James, πού εκδίδει τό παραπάνω βιβλίο στά 1960, σαράντα χρόνια μετά τόν J. Morgan (1923), θαμπώνε ται τό ίδιο μπροστά στό λυγερό μαγδαλήνιο άγαλματίόιο πού ονομάστηκε «ακόλαστη ’Αφροδίτη» καί βρέθηκε στήν περιοχή τής Ντορντόνι, στή Γαλλία. Καί παρακάτω εκθειά ζει τήν περίφημη μορφή μιας γυμνής γυναίκας, πού φαίνε ται νά ’ναι έγκυος, νά κρατά στό δεξί της χέρι τό κέρατο ενός βίσονα, σκαλισμένη, ανάγλυφη σ’ ένα πέτρινο συγκρό τημα ύψους πέντε μέτρων... Στό έδαφος τής σπηλιάς υπάρ χουν τέσσερις άλλες παρόμοιες μορφές ανάλογα σκαλισμέ νες. Μιά από τίς φιγούρες είναι ίσως σερνικός έτοιμος νά τραβήξει τό τόξο... μιά άλλη ανάγλυφη μορφή φαίνεται σά νά γεννά... Τήν ίδια περίοδο λοιπόν πού ό Μαγδαλήνιος άνδρας φτιά χνει μικρά αριστουργήματα από πηλό καί σκαλίζει μέ τόση τέχνη ζώα σέ κόκαλο ή ελεφαντόδοντο, καθώς καί «περίφη μες» γυναικείες μορφές σέ βράχους, απεικονίζει πολύ σπά νια τόν άνδρα (ή σέ πέντε γυναίκες ένας σερνικός) καί μέ απίστευτη βαρβαρότητα, κατά τήν έκφραση τού Morgan πού κι αυτός μέ τά ευρήματα τής Ντορντόνι συγκρίνει. Συνα ντάμε καί αιδοία στίς περισσότερες σπηλιές τού δάσους τού Φονταινεμπλώ. Ό καλλιτέχνης δέν πρέπει νά ’χει αισθητικά προβλήματα, μιά καί ή τέχνη δέν έχει ακόμα παρελθόν, ώστε νά υποφέρει από συγκριτικές αμφιβολίες. 'Απλά, στίς δοξα σίες του ό σερνικός δέν αντιπροσωπεύει τίποτα απολύτως. ’Απεικονίζει, λοιπόν, τόν άνδρα σπάνια καί γι’ αυτό αδέξια. ’Ενώ έξιδανικεύοντας τή γυναίκα καί άναπαριστάνοντάς την 1. l.c ctilte dc la dcessc mere duns I ’histoire
10.
( i'l
ΑΠΟ ΤΗ Μ Η ΔΚΙΑ ΣΤΗ ΣΤ Α Χ Τ Ο Π Ο Υ Τ Α
συνεχώς - άλλοτε γιά ξορκισμό, άλλοτε σάν εκδήλωση λατρείας (θρησκευτικής), εξοικειώνεται μέ τή φιγούρα της τόσο, ώστε νά φτάνει σ’ αυτές τίς τελειότητες. 'Αντίθετα, από τήν ώρινάκεια βαθμίδα -άνω παλαιολιθική- ώς τή μαγδαληναία, υπάρχουν τά αμέτρητα γυναικεία ειδώλια. Αυτή τή νο οτροπία ακολουθεί ό προϊστορικός άνθρωπος, προκειμένου νά καθορίσει τόν πολιτισμό του. Μιά σουμεριακή προ σευχή στή Νάνα, τή σεληνιακή θεότητα, λέει: «Κόρφε μητρι κέ, εσύ πού γεννάς τά πάντα». Ανάμεσα στόν σύγχρονο άνθρωπο καί τόν προϊστορικό ή καί τόν νεολιθικό ακόμα, υπάρχει μιά τεράστια διαφορά πού δεν πρέπει νά λησμονούμε: ή κατευθυνόμενη γνώση μας. Μιά μορφή όιανοουμενισμοϋ σέ κλίμακες, ανάλογα μέ τήν αγορα στική αξία τού καθενός, ακόμα καί μέ γραμμάτια χωρίς αντί κ ρ ισ μ α , πού μας καθιστά γενικά α νίκα νους νά ενσαρκωθούμε στόν πρωτόγονο· γιά νά νιώσουμε τό σύγκρυο τού φυσικού περίγυρου, πού παρ’ όλη τήν καθολική φτώχεια του (σέ κτίσματα, ανέσεις καί εμπειρίες) τού εξασφαλίζει μιά «οδυνηρή» ελευθερία. Τό γεγονός ότι ό πρωτόγονος είναι ακάλυπτος κι ανοργάνωτος κάνει τήν ελευθερία αυτή οδυνη ρή (κι άς μην υπάρχει αντίστοιχο αντίθετό της). ’Αλλά καί τή μοναδική σέ αυθεντικότητα πού πρέπει νά ’ζησε ό άνθρωπος πάνα) σέ τούτη τή γή. Τό αποτέλεσμα μιάς τέτοιας ελευθερίας ξαφνιάζει σήμερα ερευνητές εθνολόγους καί ιστορικούς. Σύμφωνα μέ όλα τά στοιχεία, παλιά καί νέα, είναι βέβαιο πώς ό πρωτόγονος, σ’ όποιο σημείο τής γής κι άν βρισκόταν καί χωρίς καμιά άπολύτιος επικοινωνία, έντυπιοσιάστηκε από τά ίδια γεγονότα, φυσικά φαινόμενα ή καί πρόσωπα καί τά θεοποίησε. Ή γενε αλογία των ιερών προτύπων τού ανθρώπου είναι κοινή, μέ τή Γή, τή Γυναίκα καί τό Φεγγάρι στήν πρώτη θέση.
5
η
Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
Γ.Γ»
«Πρόκειται γιά μιά ολόκληρη φιλοσοφία πριν τούς φιλό σοφους» (γράφει ό G. Dumezil προλογίζοντας τό βιβλίο τού Μ. Eliade),' «πού εμφανίζεται μόλις παρατηρήσουμε τίς πιό ταπεινές από τίς θρησκείες, πού προκύπτει από μιά προ σπάθεια ερμηνείας καί ενοποίησης, μιά προσπάθεια πού τείνει στή θεωρία μ’ όλη τή σημασία τής λέξης». Μήν τό ξεχνάμε! Γιά έναν ασύλληπτο σέ μάκρος γιά μάς χρόνο, αυτά τά γεγονότα, μέ προεξάρχουσα τή διαδικασία τής αναπαραγωγής, παραμένουν τό εκπληκτικό θέαμα τής ζωής του. Μέ μοναδική ήρωίδα καί πρωταγωνίστρια τή Γυ ναίκα. Τά φαγώσιμα, χόρτα, ρίζες, καρποί, κάποτε τελειώνουν καί πρέπει νά περπατήσει μακριά, γιά νά βρει σέ κάποια γωνιά κάτι ξεχασμένο νά ξεγελάσει τήν πείνα του. Είναι οί περίοδοι πού τρομάζει ακόμα πιό πολύ, καθώς νιώθει πώς ή φίλη του ή γή τόν εγκαταλείπει ανέκφραστη μές στήν παγω νιά. "Ωσπου κάποιο πρωί ό ήλιος κατρακυλά ευεργετικός στό ξυλιασμένο κορμί του κι αυτή, ή ίδια ή γή άναδίνει υπο σχέσεις. Τρυφερεύει. ’Ανοίγει φιλόξενα τά σπλάχνα της. ΟΙ ξεροκαψαλιασμένοι θάμνοι φουντώνουν, τά δέντρα γεμίζουν υποσχέσεις πού προμηνοΰν καρπούς καί χυμώδεις γεύσεις. Βέβαια δέν ξέρει. Γιά πόσες χιλιάδες χρόνια θ’ αναρω τιέται «ή άνοιξη θά ξανάρθει;» Καί πόσες χιλιάδες χρόνια θά διαβοΰν ώσπου νά πει μέ βεβαιότητα «όταν ξανάρθει ή άνοιξη»; Καί, πρόσεξέ με, Οά δει όλη αυτή τήν καλοσύνη τής γής νά τού απλώνει αμέτρητα νεογέννητα πολύχρωμα είδη άφθονα, αρκετά νά θρέψουν όλα τά ζωντανά- πού πέφτουν λαχταρι-1
1. Μ. F.liade, Π ρ α γ μ α τ εία π ά ν ω στήν ισ τορ ία των θρησκειώ ν, έκδ. Ί . Χατζηνικολή, 19S1.
lid
από τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
σμένα καί βοσκούν, βοσκούν τή γη, όπως τό μικρό ζωντανό ομοίωμά της βοσκά τούς μαστούς τής μάνας του. "Ωστε; Ή Γυναίκα καί ή Γη έχουν μιά ομοιότητα: γεννούν κι οί όυό. Κι άλλη ομοιότητα: κι οί όυό τρέφουν. Ή μην είναι μία; Ό πρω τόγονος τίς βλέπει τό Ιδιο έμψυχα καί τίς δύο νά διατηρούν στά μυστηριώδη σπλάχνα τους τεράστιες παρακαταθήκες ζωής εξασφαλίζοντας τή διατροφή όλων των ζωντανών πλασμάτων. Μεγάλη Μητέρα ή Γή καί ενσάρκωσή της επίσημη ή Γυναίκα! Τό κοσμοείδωλο τού ανθρώπου ήταν τελικά τό αιδοίο τής γυναίκας καί οί μαστοί της. Στό Σάι, μάς λέει ό Πλούταρχος, ό ναός τής "Αθήνας, τήν οποία καί "Ίσιν νομίζουν, είχε τήν εξής επιγραφή: «εγώ είμ ί π α ν τό γεγονός κ α ί ό ν κ α ί έσ όμ ενο ν κ α ί τόν έ μ ό ν π έ π λ ο ν ο ν δ είς π ω θνητός ά π εκ ά λυψ εν».'
Πού σημαίνει, εγώ είμαι τό παν ό,τι υπήρξε, υπάρχει καί θά υπάρξει καί τόν πέπλο μου κανείς ακόμα θνητός δέν άποτράβηξε. Σ ’ αυτή τήν ιερότητα άθικτη καί απρόσβλητη στέκεται ή γυναίκα όταν εισβάλλουν οί "Αχαιοί. «Ή αμοιβαία κατάπλη ξη πού προκάλεσε ή πρώτη επαφή ανάμεσα σέ μητριστικούς καί πατριαρχικούς λαούς άφησε καί στις δύο πλευρές ανεξί τηλα ίχνη», θά μάς πει ό Bornemarr καί συνεχίζει: «στίς γε ωργικές φυλές δημιούργησε τήν εντύπωση ότι αυτοί οί εισβολείς ήταν ακριβώς ό,τι θεωρούσαν αργότερα οί "Ελλη νες όλους τούς άλλους λαούς: βάρβαροι- στούς "Ελληνες άντί-1 2 1. Πλούταρχος, Ί σ ις -'Ό σ ιρ ις , 354. 2. Ή π α τ ρ ια ρ χ ία , σελ. 154.
ΐ! Ισ τ ο ρ ί α t o y Φ α λ λ ο ύ
(17
Οί τα άφησε μιά τραυματική αδυναμία νά δουν τή γυναίκα ώς ισάξιο καί ισότιμο πλάσμα. "Ενα παράξενο μίγμα σεξουα λικής εξάρτησης καί ανθρώπινης περιφρόνησης, συνοδευμένης από τήν ένοχη συνείδηση πού είχε ό άνδρας απέναντι σ’ αυτό τό αλλόκοτο εξωτικό πλάσμα, επειδή βέβαια είχε έρθει σε εσώτερη κοινωνία μαζί του, σφράγισε γιά χιλιετηρίδες τή σεξουαλική ζωή τών Ελλήνων». Φυσικά ό υποβιβασμός τής γυναίκας σε βιαζόμενο άτομο καί ή επίγνωση πλέον ότι ό άνδρας συμμετέχει στή γονιμοποί ηση δέν θά ήταν επαρκείς αιτίες γιά τήν εξάρθρωση τού μητρογραμμικοϋ, μητροτοπικού συστήματος τού γένους, άν οί "Ελληνες δέν κουβαλούσαν ή δέν εφεύρισκαν τό άροτρο. "Ως τότε ή καλλιέργεια τής γης γινόταν μόνο μέ τή σκαπάνη, από τή γυναίκα πάντοτε. «Τό άροτρο», πιστεύουν όλοι οί ερευνη τές, «είναι ανδρική εφεύρεση» καί «τό γεγονός τής επικράτη σης τοϋ άνδρα στή νεολιθική εποχή οφείλεται στήν ανατροπή τής οικονομικής ισορροπίας ανάμεσα στόν άνδρα καί τή γυ ναίκα». Μιά καί «ή καλλιέργεια δημητριακών πρόσφερε στόν άνθρωπο μιά σταθερή καί πλουσιοπάροχη πηγή τροφής», βε βαιώνει ό Μ.Ο. Κόσβεν. «Τά σιτηρά μπορούν εύκολα νά φυ λαχτούν καί επιτρέπουν τή δημιουργία άποθεμάτων τροφής. ’Από εδώ καί πέρα τά δημητριακά θά γίνουν ή κύρια τροφή ενός μεγάλου μέρους τής ανθρωπότητας καί θά μείνουν γιά πολύ καιρό». "Ως καί τό άχυρό τους θ’ άξιοποιηθεΐ.' Φυσικά τίποτα άπ’ αυτά δέν γίνεται γρήγορα ή εσπευ σμένα. Τά πάντα ακολουθούν τόν αργό ρυθμό πού απαιτεί ή αναζήτηση τού νέου, τού αδοκίμαστου. Τρία είναι τά κύρια χαρακτηριστικά τής μετάβασης στήν πατριαρχία.1
1. Άναφέρεται. ύπό Bomeman, ο.π.. σελ. 160.
(·»«
Α ΐ ι ο τ η Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
α) Αϊτοί οί ποιμενικοί λαοί, πού μέ σχετικά λίγη εργασία κατάφεραν νά παράγουν σχετικά πλούσια τροφή, έγιναν οί φοβερότεροι ληστές τής προϊστορίας καί τής πρωτοϊστορίας. Γιατί ή ζωοκλοπή συνήθισε τό βοσκό στήν ιδέα τής κλοπής άλλων αγαθών. β) "Ετσι οί εύπορες ποιμενικές φυλές έγιναν οί ληστρικοί λαοί τής νεολιθικής. "Οποιος θέλει νά κατανοήσει τήν πα τριαρχία δέν πρέπει νά ξεχνάει ποτέ τήν προέλευσή της (από τή ληστεία. γ) ’Από τή στιγμή πού ό άνδρας άνακάλυψε τήν ατομική ιδιοκτησία -καί αυτό αποτελεί τήν αναμφισβήτητη «συμβολή» τού άνδρα στόν πολιτισμό- άρχισε νά βλέπει γυναίκα καί παιδιά ώς γυναίκα «του» καί παιδιά «του». Ό άνθρωπος γί νεται ιδιοκτησία. ’Αρχίζει έκτοτε ό υποβιβασμός τού ανθρώ που σέ πράγμα καί μαζί μ’ αυτό ή έχθρα ανάμεσα στά δύο φύ λα. Ή τραγωδία τής ελληνικής πατριαρχίας, λέει ό Borneman,1 δέν είναι ότι οί "Ελληνες υποδούλωσαν τίς γυναίκες τους, αλλά ότι μέ τήν υποδούλωση αυτή στέρησαν καί τούς ίδιους τούς εαυτούς τους από τήν ελευθερία. Καί ό L.H. Morgan κα ταλήγει στή διαπίστωση: «Άπό τήν αρχή ώς τό τέλος οί "Ελλη νες άνδρες διακατέχονταν άπό έναν εγωισμό ή άπό μιά διακε κριμένη φιλαυτία, πού τούς έκανε νά περιφρονοΰν τίς γυναίκες σέ βαθμό πού είναι ζήτημα άν τόν συναντάμε στούς άγριους». "Ετσι, ό «πολιτισμός» δημιουργεί γιά πρώτη φορά τήν περιφρόνηση γιά τίς γυναίκες, πού είναι άγνωστη στούς βαρβάρους. "Ετσι ή αλλιώς, ώστόσο, άπό τή στιγμή πού ή παραγωγή περνάει στά χέρια των άνδρών, ή γυναίκα παραμερίζεται μέ άποτέλεσμα νά τής άφαιροϋνται δικαιοδοσίες καί προνόμια.1
1. Ό .π ., αελ. 147.
ιι Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
r>!)
Αυτό δικός δέν άρκούσε ατούς "Ελληνες. Αίσθάνϋηκαν ιίιν ανάγκη νά δημιουργήσουν μιά εξουσία ώστε άφ’ ενός νά ι λέγχονται οί τάξεις πού δήμιουργήθηκαν καί άφ’ ετέρου νά ίκπληρώνεται ή θέληση τής κυρίαρχης τάξης. 'Έτσι δημιουργιΐται τό κράτος■ καί ακολουθεί ή οικογένεια σάν φύλακας των θεσμών, τής ύπακοής τού σεβασμού πρός τό κράτος. «"Ετσι ή οικογένεια άποτέλεσε ένα καταρχήν αρνητικό, καταστροφικό όργανο πού άντικαθιστοΰσε τήν αγάπη μέ τό φόβο, τήν ανεξαρτησία μέ τήν εξάρτηση, τή μεγαλοψυχία μέ τήν ίσχυρογνωμοσύνη, τήν παραγωγή μέ τήν κατανάλιυση». «Ήταν» καταγγέλει ό Borneman «ή μεγαλύτερη ηθική κατά πτωση στήν ιστορία των γενεαλογικών συστημάτων ώς εκεί νη τή στιγμή».' ’Αφού δμως τιάρα τά υλικά αγαθά γίνονται άτομική ιδιο κτησία, ή γυναίκα ακολουθεί ώς ίδιάζον άγαθό. Τώρα πιά ό άνδρας πού τή διάλεγε έπρεπε νά τήν άγοράσει. Φυσικά τό νά καταλήξει σέ εμπόρευμα άλλάζει άρδην τή σεξουαλική της ζωή. Στό μητρογραμμικό στάδιο κανένας καί κανενός 6 έλεγ χος δέν τήν εμπόδιζε νά διαθέτει ελεύθερα τό κορμί της. Τώ ρα όμως ή σεξουαλική ελευθερία άντιμετωπιζόταν σαν σπα τάλη προκαλούμενη καί άπό μιά άγανάκτηση γι’ αυτή τήν «καριόλα» πού πηδιέται άβέρτα μέ όποιον γουστάρει- άλλά καί ή μοιχεία θεωρείται κλοπή. Γιά πρώτη φορά, μάς πληρο φορεί ό Borneman, στήν ιστορία τής ελληνικής φυλετικής κοινωνίας εμφανίστηκε ή ζήλια. «Γιατί ή ζήλια δέν είναι ένα πραγματικά ερωτικό συναίσθημα, παρά μονάχα ή σεξουαλι κή έκφραση τής διεκδίκησης άτομικής ιδιοκτησίας καί ό φό βος μπροστά στό ενδεχόμενο τής άπώλειάς της».1 2 "Ωσπου ή γυναίκα θά χάσει καί τό δικαίωμα νά εκφράζει τή γνώμη της, 1. Ο .π ., Ο ΐλ , 168. 2, "Ο.τι., αελ. 169.
70
Α ΐιο τ Η Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
τό μοναδικό δικαίωμα πού έμεινε ατούς φτωχούς. Διότι ό φωτισμένος ’Άρχων Σόλων «στά 594 π .Χ . όρισε νά μή διαι ρούνται πιά οί Α θηναίοι σύμφωνα μέ τό επάγγελμά τους, άλλά σύμφωνα μέ τήν εισοδηματική κατηγορία τους καί νά έχουν δικαιώματα καί υποχρεώσεις ανάλογες μέ τήν οικονο μική τους δύναμη. 'Έτσι έχασαν τό δικαίωμα ψήφου όχι μό νο οί φτωχοί, παρά καί οί γυναίκες, γιατί συνήθως δέν είχαν ατομική ιδιοκτησία».' Τελικά ή κοινωνική θέση τής γυναίκας στήν Ελλάδα χειροτέρευε συνεχώς ως τόν 4ο αιώνα π .Χ ., τήν περίοδο τής λεγάμενης δημοκρατίας.1
1. Borneman, δ .π .,ο ΐ λ . IS4.
Κ εφ άλαιο 2
Ή μητρική γλώσσα καί ή πατρική γή: γένους θηλυκόν Ή μετάβαση από τή φυσική κατάσταση στον πολιτι σμό όέν πραγματοποιήθηκε μ ' ένα άλμα καί ασφαλώς οϋτε ή διαδικασία ήταν σύντομη οντε ή μετάβαση από τομη. Θά πρέπει νά φανταστούμε τήν πρώιμη ανάπτυ ξη των πρώτων πολιτιστικών στοιχείων -ομιλία, πα ράδοση, υλικά επιτεύγματα, έννοιολογική σκέψη- σάν μιά εξαιρετικά αργή καί επίπονη διαδικασία, ή οποία έπιτελέστηκε αθροιστικά άπό άναρίθμητα άτομα, μέ αναρίθμητα μικρά βήματα, πού ενσωματώθηκαν σ' ένα ενιαίο σύνολο σέ τεράστια χρονικά διαστήματα.' Β. Malinowski Γύρω στά 2000 π .Χ . εμφανίζονται σημάδια των πρώτων Ελλήνων στή Βαλκανική χερσόνησο. Στά 1210 έπισημαίνεται ή παρουσία τών Φρυγών καί των Θρακών στήν Άνατολία, γύρω στά 1200 εμφανίζονται οί λεγόμενοι Δωριείς. Οί χρονολογίες αυτές θεωρούνται κατά προσέγγισιν καί αβέβαιες, μάς δίνουν ώστόσο μιά γενική εντύπωση γιά τό πότε αυτοί οί πατριαρχικοί (εκτός τών Δωριέων) λαοί ήρθαν σέ επαφή μέ τούς ευρωπαϊκούς γεωργικούς λαούς.’*2
!. Β. Malinowski. Σ ε ξ ο υ α λ ικ ό τ η τ α κ α ί κ α τ α π ίεσ η σ τή ν π ρ ω τ ό γ ο ν η κ ο ιν ω ν ία , έκδ. Καοτανιώτη 1976, σελ. 172. 2. Borncman. Ή π α τ ρ ια ρ χ ία , σελ, 140.
α γιο τ η
Μ ή δ ε ια ς τ η Στ α χ τ ο π ο ύ τ α
Οπου εμφανίστηκε ή κτηνοτροφία στίς μητροτοπικές γενοταγεΐς κοινωνίες τού παλιού Αιγαίου κατέστρεψε σχεδόν ακαριαία τήν παλιά τάξη πραγμάτων, πού είχε γιά κύρια έρείσματά της τήν κοινοκτημοσύνη, τή γεωργία καί τή μητρογραμμική γενεαλογία.' Ή κάθοδος των Ελλήνω ν στή Βαλκανική χερσόνησο καί στήν Ελλάδα ιδιαίτερα θεωρείται, τουλάχιστον, σάν θεομη νία όμοια ή καί πιό ολέθρια καί άπό των θύννων. Παράλληλα μέ τό ρήγμα πού προκαλεΐται στή γυναικοκρατούμενη κοινωνία άπό μιά συμπεριφορά άγνωστη καί στούς τότε βαρβάρους, ή ληστεία θεωρείται νόμιμη άπό τόν θρασύτερο εις βάρος τού άπραγου καί απόλεμου. Όπότε, συ μπληρώνει ό Borneman, ή μετάβαση άπό τή βαρβαρότητα στόν πολιτισμό χαρακτηρίζεται άπό τήν καθιέρωση τοΰ πολέ μου. Αύτές οί τολμηρές, ανήσυχες φυλές λεηλατούν τή μιά περιοχή μετά τήν άλλη, σκοτώνουν τούς άνδρες καί παίρνουν μαζί τους τίς γυναίκες ώς κινητή περιουσία, γιά νά εγκατα σταθούν κάπου καί νά κάνουν τόν ντόπιο πληθυσμό φόρου υποτελή - αυτό είναι τό πρώτο βήμα γιά τή μετατροπή τών ντόπιων σέ δουλοπάροικους. "Από αύτη τή διαδικασία πέρα σαν οί Κασσίτες πού εκπόρθησαν τή Βαβυλώνα, οί Ύ ξώ ς βα σιλιάδες πού κυρίεψαν τήν Αίγυπτο καί οί Α χαιοί λαφυρα γωγοί πού κυρίεψαν τή Μινωική Κρήτη.2 Μάς υπενθυμίζει ακόμα 6 ίδιος πώς ένας τιμητικός τίτλος πού δινόταν στούς ομηρικούς ήρωες ήταν «διαγουμιστής τών πόλεων». Καμιά άπό τίς διαφημιζόμενες εκστρατείες τών Αχαιών δέν έγινε μέ κίνητρα άλλα άπό τή λεηλασία. Ή εκστρατεία τού Ίάσονα στήν Κολχίδα καί ή εκστρατεία στήν Τροία άπό1 2
1. Borneman, δ .π ., σελ. 164. 2. Borneman. δ .π ., σελ. 149.
ιι Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
7μ
τούς τρεις ήρωες γίνανε γιά λεηλασία πλούτου. Ζώα, χρυσά φι, όοϋλοι καί δούλες καί σκλάβες έταΐρες. Ή Ίλιάδα δεν κρύβει λόγια καί ό αρχικός τσακωμός τού Άγαμέμνονα μέ τόν Άχιλλέα γιά τήν κόρη τού Χρύση γίνεται γιά τό ποιος ()ά τήν πάρει στό κρεβάτι του. Κι αναρωτιόμασταν καί μεΐς στά μαθητικά μας χρόνια γιατί δεν μάς δίδασκαν τήν Ίλιάδα συνέχεια. Γιά νά μήν πληροψορηθοΟμε άπό τούς 120 πρώ τους στίχους τήν ξεφτίλα τών ηρώων «μας»; Ό Όδυσσέας εξάλλου καυχιέται πώς υπήρξε αρχηγός σε εννιά ληστρικές επιδρομές καί ότι κάθε φορά αποκτούσε περισσότερα λάφυ ρα άπ’ όσα δικαιούνταν. Γύρω στά τέλη τού δέκατου έκτου αί. π .Χ ., ή ταξική διαίρεση τών Ελλήνων είχε ήδη προχωρή σει τόσο πολύ ώστε οί «βασιλείς», οί αρχηγοί τών ληστρικών εκστρατειών, είχαν ήδη γίνει ένα είδος άρχουσας τάξης.' « Αγροίκοι μά ρωμαλέοι εισβολείς», επισημαίνει καί ό G. Thomson, «υπόταξαν καί χώνεψαν έναν ανώτερο πολιτι σμό. Μ ’ ετούτο έφερναν μιά οικονομική καί κοινωνική ανα τροπή πού σημαδεύεται άπό τή σώρευση πλούτου στά χέρια μιας δραστήριας στρατιωτικής κάστας. Σπαραγμένη ή κάστα τούτη άπό τίς εσωτερικές συγκρούσεις γιά τή διαδοχή καί τήν κληρονομιά, τσακίζει τούς φυλετικούς της δεσμούς καί ξαμολιέται στή σταδιοδρομία ενός βίαιου κι αύτοβεβαιωτή ατομικισμού - σταδιοδρομία τόσο σύντομη όσο είναι καί λαμπρή, γιατί τά κέρδη τους πάρθηκαν μέ τό σπαθί κι όχι μέ καμιά άνάπτυξη τών παραγωγικών δυνάμεων»/ Ή άνακάλυψη ωστόσο τής άτομικής ιδιοκτησίας ήταν ή οριστική άπιόλεια τής θείας χάρης, γιατί μαζί μ’ αυτήν άρχίζει ή εκμετάλλευση τού ανθρώπου άπό τόν άνθρωπο καί ή διάσπαση τής κοινωνίας σέ τάξεις πού καταπίεζαν ή μιά τήν1 2 1. Borneman, άπ., σελ. 152. 2. Τό π ρ ο ισ τ ο ρ ικ ό Α ιγ α ίο , σελ. 295-296.
αποτη
Μ ή δ ε ια στ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
άλλη. Ή μετάβαση τού πατρογραμμικοΰ γένους στήν πατρο γραμμική οικογένεια τελείωσε μέ τήν εξάρθρωση τοΰ γένους, τή διαίρεση τών οικογενειών καί τό μοίρασμα ολόκληρης τής περιουσίας τοΰ γένους. Ά θ ελα μας, συνεχίζει ό Borneman,' σκεφτόμαστε εδώ τίς πρώτες συναντήσεις ανάμεσα στους μητριαρχικούς ’Αζτέ κους καί τούς πλιατσικολόγους ’Ισπανούς τοΰ Cortez... Οί ’Ισπανοί είχαν ένα κοινό στοιχείο μέ τούς πρώτους "Ελληνες πού αντιμετώπιζαν τίς γυναίκες τών γεωργικών φυλών όπως περίπου οί ’Ισπανοί τίς γυναίκες τών κατακτημένων ’Αζτέ κων: ώς πλάσματα διπλά αξιοκαταφρόνητα· πρώτον γιατί άνήκαν στή φυλή τών νικημένων· καί δεύτερον γιατί, όπως συμβαίνει συνήθως μέ τά κατακτητικά στίφη, τίς χρησιμο ποιούσαν γιά νά κορέσουν τή σεξουαλική τους δίψα. Τίς βία ζαν, γιατί είχαν πολύ καιρό νά πλαγιάσουν μέ γυναίκα, αλλά ταυτόχρονα περιφρονοΰσαν στό πρόσωπό τους ολόκληρη τή φυλή τους. Δέν νομίζω ότι τό σύνδρομο τών ’Αχαιών ήταν τόσο απλό όσο τών ’Ισπανών, παρά τό ότι ή περιφρόνηση γιά τή γυναί κα πού δέχεται νά κοιμηθεί μέ τόν "Ελληνα ισχύει άκόμα καί στις μέρες μας, τουλάχιστον γιά κάποιους άξεστους. ’Αντίστοιχα, βρισκόμαστε πιά στήν εποχή (1250 π .Χ .) όπου στις μινωικές εικονογραφίες, ό σύνευνος τής Μητέρας Ιέρειας, πού ώς τώρα είκονιζόταν καθιστάς σ’ ένα σκαλο πάτι μπροστά στά πόδια της, σηκώνεται όρθιος, αλλά εξα κολουθεί γιά κάποιο διάστημα νά στέκει λίγο χαμηλότερα, ώσπου σηκώνεται στό ίδιο ύψος μέ κείνην. Αύτή ή εικονογραφημένη διαφοροποίηση δίνει τήν αίσθη ση ότι ό σύνευνος άνδρας βγαίνει άπό τήν ανωνυμία τοΰ1
1. Ό .π .,ο ε λ . 154.
ιι Ι σ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
I .)
εποχιακού συντρόφου καί παίρνει τή θέση τοΰ ίσου, πρός ισην, σεξουαλικοί συντρόφου. Πού σημαίνει ότι ή πληροφο ρία γιά τή συμμετοχή τοΰ σερνικού στήν αναπαραγωγή είναι πλέον επίσημη καί αναμφισβήτητη. Τήν Ιδια περίοδο ή λίγο αργότερα είκονίζονται άνδρες νά ιερουργούν, ντυμένοι ώστόσο μέ ποδήρη γυναικεία άμφια. Ό G. Thomson υποστηρίζει ότι ή παρουσία σερνικών ιερέων σκανδάλισε τόσο τό λαό, ώστε άποφασίστηκε νά ντυθοϋν μέ τή γνωστή γυναικεία αμφίεση, ώσπου νά συνηθιστεί τό θέαμα. Ισχυρίζεται ακόμα ότι αύτό δέν παρατηρήθηκε μόνο στούς 'Έλληνες είδωλολάτρες, αλλά καί σε όλους τούς λαούς όπου οί άνδρες εμφανίζονται μέ μακριά γυναικεία άμφια. ’Από ποιό κανάλι πληροφόρησης άποκαλύφτηκε τό κε φαλαιώδες νέο γιά τή συμμετοχή τού άνδρα στήν αναπαρα γωγή, δέν μάθαμε ποτέ. Ό σ ο γιά τήν εντύπωση πού προκάλεσε, συμπεραίνουμε από τήν παραφορά πού κτύπησε κατα κέφαλα τούς Έλληνες. Φυσικά, ή εξημέρωση κάποιων ζώων καί ή δημιουργία κοπαδιών πιθανόν νά συντέλεσαν σέ συ νειρμούς, όπως σημειώνουμε παραπάνω. Ό Mircea Eliade, ώστόσο, έχει αντίθετη γνώμη. Λέει σχε τικά ότι «ή ανακάλυψη τής γεωργίας (καλλιέργειας γενικά) άλλαξε ριζικά τή μοίρα τής άνθρωπότητας, έξασφαλίζοντάς της τροφή καί τήν άνάπτυξη τού πληθυσμού». ’Αλλά ή άνακάλυψη τής γεωργίας είχε άποφασιατικά άποτελέσματα καί γιά έναν άλλο λόγο. Τή μοίρα της άνθρωπότητας δέν τήν κα θόρισε ούτε ή πληθυσμιακή άνάπτυξη ούτε ή εξασφάλιση τής διατροφής της, άλλά ό συνειρμός πού συντελέστηκε στόν άνθρώπινο νοΰ παρακολουθώντας τή διαδρομή τής καλλιέρ γειας τής γής. Αύτό πού εκείνος είδε στά δημητριακά, ό,τι άποκόμισε μέσα άπ’ αυτή τή διαπίστωση, ό,τι συμπέρανε άπό τό παράδειγμά τών σπόρων πού χάνουν τό σχήμα τους κάτω άπό τό χώμα, όλ’ αυτά άποτέλεσαν τό άποφασιστικό βιολο-
ΙΊ
Α Π Ο
Τ Η
Μ Π Α Ρ - Ι Α
Σ Τ Η
Σ Τ Α Χ Τ Ο Π Ο Υ Τ Α
γικό μάθημα. Ή γεωργία άποκάλυψε στον άνθρωπο ιή ριζική ενότητα τής οργανικής ζωής· τήν αναλογία γυναίκα-άγρός, γε νετική πράξη (acte generateur)-σπoρά κ.λπ. 'Αλλά καί οί ση μαντικότεροι διανοητικοί συνδυασμοί είναι αποτέλεσμα αυτής τής αποκάλυψης: ό ρυθμός τής ζωής όπου καί ό θάνα τος εννοείται ώς επιστροφή. Αυτοί οί διανοητικοί συνδυα σμοί στάθηκαν σημαντικοί γιά τήν εξέλιξη τής άνθρωπότητας καί δεν ήταν δυνατοί παρά μετά τήν ανακάλυψη τής καλλιέρ γειας τής γής. Στήν προϊστορική αγροτική μυθοπλασία βρί σκεται καί μιά από τίς σπουδαιότερες σωτηριολογικές ρίζες: «ακριβώς όπιυς ό κρυμμένος στή γή σπόρος, μπορεί καί ό θά νατος νά ελπίζει σέ μιά επιστροφή στή ζωή, κάτω από μιά καινούργια μορφή».1
Ωστόσο, θά κρατήσουν τό στόμα τους καλά κλειδωμένο. Ό λοι: Άριστοτέληόες, Ήσίοδοι, Ήρόόοτοι, ΙΊλούταρχοι, Παυ σανίες. 'Ά ν καί ή πληροφορία πώς ό άνδρας γκαστρώνει τή γυναίκα είχε ϊσως τή σημασία τού γκρεμίσματος τού τείχους ανάμεσα στις δυό Γερμανίες σήμερα, καί πιό πολύ. 'Ά ν τό γε γονός αυτό γιά τούς Σοβιετικούς σήμανε τήν ελευθερία, γιά τούς "Ελληνες ήταν πιθανότατα ή αρχή τής παραφροσύνης πού χαρακτηρίζει τή φυλή. Οί "Ελληνες παραληρούν πιστεύο ντας ότι ενσάρκωναν όχι τό θεό, αλλά τούς θεούς. Κανείς δέν γνωρίζει πόσες χιλιετίες έζησαν στήν άφάνεια, ώς διακοσμητικά στοιχεία στήν παρουσία τής γυναίκας, στήν ταπείνωση τού ότι ζούσαν όλη μέρα στή γυναικεία οικογένεια, γιά νά σχολάσουν τό σούρουπο. "Η τού ότι, αντίθετα, έπιαναν βάρ διες τίς νύχτες στό πλευρό τής γυναίκας. Ή γέννηση τού κάθε 1. Μ. F.liade. Histoire dcs croyances cl dcs ideas rcligiciaes. οελ. 303-4. Payot.
η
Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
77
παιδιού ήταν μιά ταπείνωση ανηλεώς επαναλαμβανόμενη. Καί επιτέλους ή άρσενική περηφάνια βρήκε τή δικαίωσή της. Τότε θά πεθάνει ή Ελλάδα σε εμβρυώδη μορφή γιά πρώ τη φορά. Γιατί συμβαίνει νά πληροφορηθοϋν οί άνδρες δτι όχι μόνο δεν αύτοαναπαράγεται ή γυναίκα, αλλά ότι είναι απαραίτητη ή συμμετοχή τού άλλου φύλου γιά νά γονιμοποιηθει. 'Οπότε από κυνηγός-τροφοδότης, πού ήταν τό νψιστο επίτευγμα τον αρσενικού, προάγεται σέ άνδρα. Τότε θά παραφρονήσει, ό ’Αχαιός καί ό "Ελληνας γενικά. Ό ,τ ι λένε «σκοτεινό μεσαίωνα» τού ελληνικού κόσμου, πού συμπίπτει από τό 1100 μέχρι καί τό 700 π .Χ ., θά ’ναι δικό του επίτευγ μα, τού σερνικού. Ή ιστορική κυριαρχία τού άνδρα στήν κτηνοτροφία δεν μπορούσε, θά μάς εξηγήσει ό Borneman,1νά συμβιβαστεί πιά με τήν Ιστορικά αναγκαία προτεραιότητα τής γυναίκας στή γεωργία. "Ωσπου νά μπορέσουν οί "Ελληνες νά εξαφανίσουν τά τελευταία υπολείμματα τής γυναικείας κυριαρχίας στόν τομέα τής παραγωγής τροφίμων, πέρασαν περισσότεροι από πέντε αιώνες. Υπάρχει ένα κεφάλαιο τής Ιστορίας πού άποσιωπήθηκε συστηματικά. Τό κεφάλαιο αυτό, θά μάς πει πάλι ό Borneman, άφορά τήν τύχη τής πρώτης προσπάθειας πού έκανε ή πα τριαρχία νά καταλάβει τήν εξουσία καί νά γίνει καθεστώς. Ή απόπειρα όχι μόνο άπέτυχε, αλλά καί οδήγησε στήν κατα στροφικότερη οπισθοδρόμηση. Τή σύντομη άνθηση τού μυκη ναϊκού πολιτισμού, πού δέν ήταν σχεδόν τίποτε περισσότερο από εκμετάλλευση τής υπεραξίας τών Κρητών, τή διαδέχτηκε ή μακρά νύχτα τού ελληνικού μεσαίωνα, μιά υποτροπή στή λίθινη εποχή. "Ολα όσα είχαν μάθει οί κάτοικοι τής έλλη-
1. Ό .π., αελ. 178.
78
ΑΠΟ ΤΗ Μ ΗΛΕΙΑ ΣΤΗ ΣΤ Α Χ Τ Ο Π Ο Υ Τ Α
νίκης χερσονήσου καί των νησιών από τίς γεωργικές φυλές καί τούς υψηλούς αστικούς πολιτισμούς τά ξέχασαν. Ό γρα πτός λόγος εξαφανίστηκε. Χίλια χρόνια μετά τήν εισαγωγή τής γραφής επικρατούσε πάλι άναλφαβητισμός. OL ντόπιοι εγκαταλείπουν τήν πέτρινη άρχιτεκτονική καί ξαναγυρίζουν στις καλύβες από λάσπη. Ό μπρούντζος καί ό σίδηρος εξα φανίστηκαν. "Ολες οί πρόοδοι στήν παραγωγή τροφίμων χά νονται από τήν ηπειρωτική Ελλάδα, λες καί δέν έγιναν ποτέ. Οί κάτοικοι άποδεκατίστηκαν. Σέ ολόκληρη τήν Ιστορία τής ανθρωπότητας δέν υπάρχει άνάλογο παράδειγμα μιας τόσο ολοσχερούς ήττας ενός νέου κοινωνικού συστήματος όσο αυτής πού γνώρισε ή πατριαρχία στήν Ελλάδα στήν πρώτη της προσπάθεια νά στεριώσει. Ωστόσο, κανένα ίχνος εισβολής ξένων φυλών δέν παρουσιάζεται πουθενά. "Ετσι χάθηκε καί κάθε στοιχείο πολυτέλειας πού χαρακτηρίζει τά υψηλά πολι τιστικά επίπεδα. Πάει καί ή κομψή καλοραμμένη φορεσιά τών Κρητών, καθώς καί τά κουμπωτά πολυτελή ρούχα τών Μυκηναίων, λές καί δέν υπήρξαν ποτέ, ώσπου κατέληξαν νά έχουν γιά μοναδική τους ενδυμασία άρραφτα πανιά χωρίς κουμπιά. 'Ακόμα καί οί κυνηγοί τής λίθινης εποχής μέ φορε σιές άπό συρραμμένα τομάρια ήταν ντυμένοι καλύτερα απ’ αυτούς τούς πρωτοπόρους τής πατριαρχίας. Ό Nilsson χαρακτήρισε αυτή τήν εποχή ώς τή φτωχότερη καί σκοτεινότερη περίοδο ολόκληρης τής έλληνικής ιστο ρίας, μέ μοναδική εξαίρεση τή λίθινη εποχή.' Οί οικισμοί ελαττώθηκαν στό ένα όγδοο καί άπό 330 πού λειτουργούσαν ζωντανά τόν δέκατο τρίτο π .Χ . αιώνα, μειώθηκαν στούς 40 τόν ενδέκατο. Ή ουσία ολόκληρης τής τραγωδίας, καταλήγει ό Borneman,1 1. H o m e r and M y c e n a e , Λονδίνο, 1937· άναφέρεται στόν Borneman, ό .π ., σελ. 172-4.
ιι Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
7!)
ι ίναι ότι οί "Ελληνες αφανίστηκαν επειδή αφανίστηκαν οί γεωργοί τού Αιγαίου. Ή παρακμή πού άρχισε στά τέλη τοΰ δωδέκατου αιώνα είχε σάν αποτέλεσμα νά υπάρχουν τόν ενδέκατο πόλεις-φαντάσματα. Οί κάτοικοι άποδεκατίστηκαν, άλλοι έγκατέλειπαν τις πόλεις τους, γιατί δέν μπορούσαν πιά νά τραφούν καί πήγαιναν μετανάστες σέ άποικίες.1 Είναι δυνατόν η πλήρης απόρριψη τών γυναικών νά είναι άσχετη μέ τήν απόλυτη οικονομική καί πολιτισμική παρακμή; "Οταν διαπίστωσαν τό κλίμα τής πανελλήνιας παραφροσύνης τών άνόρών καί τήν εχθρότητά τους στόν παραδοσιακό τρόπο ζωής, νά παραιτήθηκαν τάχα εκείνες άπ’ όλα ή τίς άπέσυραν οί άνδρες; ’Αλλά πέντε αιώνες καταλυτικής παραφροσύνης είναι πά ρα πολύ μεγάλο διάστημα. Νά καταναλώθηκε σέ συγκριτι κές παρατηρήσεις στή γεωργία καί τήν κτηνοτροφία, όπως εικάζει ό Μ. Eliade, ή μήπως συνέβη αυτό πού συμβολίζει ό μύθος μέ τή γέννηση τού Μινούταυρου; Γιατί ή Πασιφάη, ή γυναίκα του βασιλιά Μίνωα, ερωτεύ τηκε τρελά έναν πανέμορφο κατάλευκο ταύρο καί επιθυμούσε νά βατευτεί μαζί του. Ό τεχνίτης Δαίδαλος βλέ ποντας τόν καημό της επινόησε ένα κούφιο ομοίωμα αγελά δας πού κατασκεύασε άπό ξύλο καί τήν έκλεισε μέσα. Ό ταύρος τότε όρμησε στήν ξύλινη αγελάδα, αλλά στήν πραγμα τικότητα βάτεψε τήν κρυμμένη Πασιφάη. ’Αποτέλεσμα τής συνεύρεσης αυτής ήταν ή γέννηση τού Μινώταυρου μέ σώμα ανθρώπινο καί κεφαλή ταύρου, στολισμένη μέ μεγάλα ώραΐα κέρατα. Ό Μίνωας υποτίθεται ότι ντρεπότανε γιά τό γιό αυτό όχι γιατί γεννήθηκε, άπ’ αυτό τό ανορθόδοξο σμίξιμο, αλλά γιά τό τερατώδες τού γιου, κατασκεύασε ωστόσο ως καί υπόγειαI. I. Borneman, δ.π.,αελ. 175.
απ ο τη
8 0
Μ ή δ ε ια σ τη Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
σουίτα όπου τόν έγκατέστησε. Κανείς δεν μπορούσε νά όιαπράξει τήν ιεροσυλία νά τόν έπχσκεφθεΐ στά άδυτα, άλλά κι άν τό τολμούσε ήταν αδύνατο νά ξαναβγεί από τό Λαβύρινθο. Γιατί όμως εγινε ένα ένθεο ταμπού ό Μινώταυρος γιά τόν μητριαρχικό λαό τής Κρήτης, άλλά καί γιά τούς ’Αθη ναίους; Νά έπρόκειτο τάχα γιά τήν πρώτη πρακτική επαλή θευση ότι ή γέννηση ήταν αποτέλεσμα τής συνεύρεσης ενός αρσενικού καί ενός θηλυκού αντίστοιχα; «Τά γεγονότα δέν μιλάνε ποτέ μόνα τους, χρειάζονται πά ντοτε έναν διερμηνέα γιά νά μιλήσουν», κατά τον Montagu.1 Ό Μινώταυρος ώστόσο θεωρείται ιερός. Ό ταν ό άλλος γιός τού Μίνωα, ό Άνδρόγεω, έπεσε θύμα τού ταύρου τού Μαραθώνος, ό βασιλιάς Μίνωας, πανίσχυρος τότε, επέβαλε τόν φρικτό, όπως λεγόταν, φόρο σάν ποινή, μιά καί θεω ρούσε τούς ’Αθηναίους υπαίτιους του θανάτου τού γιου του. Κάθε ένατο έτος έκτοτε έστελναν εφτά νέους καί εφτά παρ θένες στήν Κρήτη, πού σάν θύματα τού Μινώταυρου θά εξα φανίζονταν στό Λαβύρινθο. Στην τρίτη έννεαετία πήρε καί ό Θησέας μέρος στήν αποστολή τής ομάδας καί μέ ή χωρίς τή βοήθεια τής ’Αριάδνης κατάφερε νά σκοτώσει τόν Μινώταυ ρο, αυτόν τόν ζωντανό μάρτυρα. Κανένας δέν μάς άποκάλυψε ποτέ γιατί ό βασιλιάς-πατέρας του τόν φύλαε σέ τέτοια μεγάλη ασφάλεια καί ποιά ήταν ή σημασία του γιά τή μινωική Κρήτη. Κανένας δέν μάς άποκάλυψε ποτέ άν ό Μινώταυ ρος αντιπροσώπευε τό πρώτο συγκεκριμένο σύμβολο τού αρσενικού πού σπέρνει καί τού θηλυκού πού γονιμοποιείται καί γεννάει. ’Αλλά όπως κι άν είχαν τά πράγματα, ό Θησέας δέν βρέθηκε ποτέ τιμωρούμενος, στή συνέχεια, γιά τήν ιερόσυ λη πράξη του νά δολοφονήσει τόν Μινώταυρο. ’Ίσως, Ισιος
I. A. Smith, δ.π., οελ. 10.
ιι Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
81
λέμε, ή σημασία της ύπαρξης τοϋ Μινώταυρου νά είχε πιά γί νει τόσο κοινή ώστε νά εΐχε ξεπεραστεΐ. Ό ταν, ωστόσο, οί "Έλληνες αποφάσισαν νά εμφανιστούν καί νά εκθέσουν τό πολιτιστικό τους πρόσωπο, κάτι άλλαξε στήν "Αθήνα, κατ’ άρχάς μέ τόν Κέκροπα. Μιά καί δηλώνε ται ότι είχε αμέσως ανακαλύψει τή διπλή καταγωγή των άνθρώπων, τήν καταγωγή όχι μόνο από τή μητέρα άλλά καί από τόν πατέρα. ’Αμέσως "ίδρυσε τό γάμο ανάμεσα σ’ έναν καί μόνο άνδρα καί σέ μιά καί μόνη γυναίκα, έναν θεσμό ύπό τήν προστασία τής θεάς ’Αθήνας. «Αυτή ήταν ή ιδρυτική του πράξη, αντάξια ενός πανάρχαιου πατέρα, πού δέν ήταν βέβαια ό προσωπικός πρόγονος των ’Αθηναίων, άλλά αύτοί τού χρωστούσαν πάντως τήν πατρική τους καταγωγή», μάς λέει ό Κ. Kerenyi στήν περί φημη Μυθολογία των Ελλήνω ν. 1 ’Ά ν καί δέν ήταν άνθρωπος, άλλά ένα ον μισός άνθρωπος καί μισός θεός καί γιά όλες τίς εποχές ό προστάτης ήρωας καί κύριος τών ’Αθηναίων, πρέπει νά άρχισε μ’ αυτόν μιά άνθρώπινη ζωή στήν ’Αττική, καταλήγει ό Kerenyi, γιά νά συμπληρώσει: «"Όποιος έδινε έμφαση στό ότι ό Κέκροψ ήταν ό Ιδρυτής τού γάμου, θά ’πρεπε επίσης νά αναφέρει ότι πρίν άπ’ αυτόν άνδρες καί γυναίκες ανακατεύονταν χωρίς καμία διάκριση». Μέ τή σειρά του εμφανίζεται καί ό 'Ησίοδος πού αναλαμ βάνει νά νοικοκυρέψει καί νά ξαναγεννήσει τήν άνθρωπότητα μέ τόν Δία καβάλα νυχθημερόν, πότε σάν κύκνο, πότε σάν χρυσή βροχή, σάν κεραυνό ή σάν όφι, νά ξαναγκαστρώνει όλες τίς μεγάλες 'Αθηναϊκές οικογένειες, μιά καί οί άρχοντες έπρεπε πιά ν ’ άποκτήσουν επίσημα πιστοποιητικά γέννησης 1. Σιλ . 450-451. έκδ. Ί.Δ. Κολλάρυν καί ΣΙΑ Σ Α.Ε., 1975.
8-.'
α π ο τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
από έναν πατέρα καί, σάν υψηλή αστική τάξη, μόνο από τόν Δία δέχονταν νά έχουν γεννηθεί. Καί μή γελάς εσύ! Μέχρι κι ό Πλάτωνας περηφανευόταν νά λέει πώς κι ή δική του μαμά τόν είχε πιάσει μέ θεό καί δέν ντρεπότανε νά τά λέει αυτά σε μιά εποχή πού θ’ ακο λουθήσει ένας Επίκουρος. «Ή παρακμή τής Μοίρας», δηλώνει επιγραμματικά ό με γάλος G. Thomson, «καί τό άνέβασμα τού Νόμου σημαδεύ ουν τό πέρασμα άπό τή μητριαρχική φυλή στό πατριαρχικό κράτος». Τόσο αργά; Ρωτούν κάποιοι. Γιά μένα δέν είναι άργοπορημένοι. "Οταν αποφασίσεις νά μπεις στον ίστό τής άγνοιας καί τής βραδυκίνητης σκέψης, πού θεωρείς γνώση, τότε κα ταλαβαίνεις πώς όλα γίνονται πολύ αργά. Τό στοιχείο τού χρόνου ξεφεύγει όλότελα άπό τόν έλεγχο τού νού μας. "Ας επιστρέφουμε στόν τέταρτο αιώνα στόν πάνσοφο 'Αριστοτέλη. Στό περί Ονείρων κείμενο: «...Γιατί στους πολύ καθαρούς καθρέφτες, όταν κοιτά ξουν οί γυναίκες στόν καθρέφτη κατά τήν περίοδο των εμμή νων, σχηματίζεται στήν έπιφάνειά του σάν ένα αιμάτινο σύν νεφο· κι άν ό καθρέφτης είναι καινούργιος, δέν είναι εύκολο νά σβήσει κανείς τήν κηλίδα αυτή, άν όμως είναι παλιός, είναι ευκολότερο... Γι’ αυτό όταν έρχονται τά έμμηνα, άπό τήν αιματηρή διαταραχή καί φλόγωση σε μας δέ γίνεται φα νερή ή διαφορά στά μάτια, υπάρχει όμως (γιατί τό σπέρμα καί τά έμμηνα έχουν τήν ίδια φύση)».1 Ή εκδοχή αυτή τού ’Αριστοτέλη φαίνεται σέ μάς σήμερα τελείως παιδαριώδης. Διαθέτουμε ακόμα μιά μαρτυρία άπό τόν μεγάλο έρευνηI. Αριστοτέλης, Μικρά Φναικά, μτφρ. Β. Τατάκης. Ν. Σωτηράκης καί Α. Ευσταθίου. Έκό. I. Ζαχαρόπυυλος.
ιι Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
.χ:ι
τή Β. Malinowski στό βιβλίο του Σεξουαλικότητα καί κατα πίεση στην πρωτόγονη κοινωνία, πού κυκλοφόρησε στά 1927 στό Λονδίνο καί στή Νέα Ύόρκη ώς αποτέλεσμα επιτόπιας έρευνας τού συγγραφέα στή Βορειοδυτική Μελανησία. Σύμφωνα λοιπόν μέ τή θεωρία τού έξελικτισμού, ή όποια πρεσβεύει ότι ολόκληρη ή ανθρωπότητα, ανεξαρτήτως γεω γραφικού χώρου, περνάει υποχρεωτικά άπό τά Ιδια εξελι κτικά στάδια, ξαναβρίσκουμε στό πρώτο τέταρτο τού αιώνα μας στοιχεία κοινά μέ τά προελληνικά χρόνια τής λίθινης εποχής. Οί ιθαγενείς αύτοί, σύμφωνα μέ τήν κατάθεση τού Malinowski, είναι μητρογραμμικοί, ζοϋν δηλαόη σέ μιά τέ τοια κοινωνική οργάνωση, όπου ή συγγένεια άνιχνεύεται άποκλειστικά διαμέσου τής μητέρας καί τόσο τό δικαίωμα διαδοχής όσο καί τό κληρονομικό δίκαιο μεταβιβάζονται διαμέσου τής θηλογονικής γραμμής...1 ...Θ ά πρέπει νά τονιστεί ότι οί Τροβριανοί ιθαγενείς αγνοούν καθ’ ολοκληρίαν τή γονιμοποιό δράση τού άνδρικοΰ σπέρματος, γνωρίζουν όμως ότι μιά παρθένα δέν μπορεί νά συλλάβει καί ότι γιά νά γίνει μητέρα πρέπει, νά «άνοιχτεΐ» όπως λένε οί ίδιοι. Αύτό στήν καθημερινή ζωή τού χωριού γί νεται σέ μικρή ηλικία άπό τό άνδρικό μόριο ή άπό ένα αντι κείμενο τής φύσης, όπως ό σταλακτίτης ή τό ψάρι.2 Ά ν καί τό ξανάπαμε: «Τό στοιχείο τού χρόνου ξεφεύγει όλότελα άπό τόν έλεγχο τού νοΰ μας». Ό πρώτος πού αντίκρι σε σπερματοζωάρια ήταν ό εύπορος έμπορος Antony van Leeuwenhoek. Διέθεσε ένα πολύ μεγάλο μέρος άπό τά 91 χρό νια τής ήσυχης ζωής του στό Ντέλφτ κατασκευάζοντας μι κροσκόπια, τροχίζοντας μόνος του τούς φακούς του καί κοι τάζοντας τόν μικρόκοσμο πού υπήρχε πίσω άπ’ αυτούς. Τά 1. Σ τ ο i'du>. σελ. 45. 2. Σ τ ό ϊό ιυ . οιλ. 128.
«Λ
α π ό τη
Μ ή δ ε ια στ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
μικροσκόπιά του μπορούσαν νά μεγεθύνουν οτιδήποτε κατά 160 περίπου φορές. Ξεσκέπασαν, δηλαδή, κόσμο πού έμενε κρυμμένος στό γυμνό μάτι. ΤΗταν τό 1677 πού έβαλε ανθρώπινο σπέρμα πίσω από τό φακό καί είδε, μαζί μέ τό φίλο του L. Hamm, κάτι μικρά πραγματάκια νά κολυμπάνε μέσα στό υγρό. Καί, συνεχίζει ό Anthony Smith1πού μάς διηγείται γλα φυρά τό περιστατικό: Ή Βασιλική Εταιρία τού Λονδίνου, άν καί νεοσύστατη, ήταν κιόλας ή πιό προοδευτική επιστημονική οργάνωση τού κόσμου. Ό 'Ολλανδός μικροσκόπος τής έστειλε μιά επιστολή περιγράφοντας τά εύρήματά του. 'Αλλά μέ τή σκέψη πώς τό σπέρμα τού ανθρώπου δέν είναι «καθώς πρέπει» θέμα γιά νά συζητηθεί δημόσια, παρακάλεσε τήν Εταιρία νά μή δημοσιεύ σει τήν περιγραφή του, στήν περίπτωση πού θά τήν έκρινε άσεμνη ή ανήθικη. Ή Εταιρία αντίθετα τήν έκρινε γοητευτι κή καί τή δημοσίευσε αμέσως. Έτσι ή ύπαρξη των ανθρώπι νων σπερματοζωαρίων έγινε γνωστή εδώ καί 300χρόνια. Πολλές ήταν οί ανθρώπινες κοινωνίες πού πίστευαν ή καί υποψιάζονταν ότι υπάρχει ένας τέτοιος σπόρος αιώνες καί αιώνες πρίν τήν ανακάλυψή του. Μερικές μάλιστα από τίς κοινωνίες αυτές πίστευαν ότι φτάνει ό σπόρος τού αρσε νικού -μέ λίγη έστω φροντίδα άπό τό θηλυκό- γιά mi δημι ουργία τής νέας γενιάς. Δέν αποκλειόταν όμως καί ή αντί θετη εκδοχή, πού υιοθετούσαν ορισμένες φυλές τής Αυστρα λίας, ότι δηλαδή καί τό θηλυκό δέν χρειάζεται καθόλου τή συμβολή τού αρσενικού γιά νά τεκνογονήσει. Πίστευαν ότι ή τεκνογονία έξαρτάται άπό τή διάθεση τής γυναίκας, αγνο ώντας τή συμβολή τής εκσπερμάτισης τού άνδρα. I. A. Smith, ά,τ.. τ. Ιος. αελ. 55.
II ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ Φ Α Λ Λ Ο Υ
S.">
Κίναι, πολύ πρόσφατη ή στιγμή πού ό άνθρωπος μπόρεσε vu δει μέ τά μάτια του τό πολύ αρχικό στάδιο τής ζωής. Τό ι(>77, ό Antony van Leeuwenhoek είχε βέβαια όεΐ στό πρωτό γονο μικροσκόπιό του σπερματοζωάριο. ’Αλλά κανείς όέν είχε όεΐ ένα ώάριο μέχρι τό 1930. Ή πρώτη πειραματική ένω ση ανθρώπινου ώαρίου καί σπερματοζωαρίου έγινε καί μελε τήθηκε τό 1944. Είναι περίεργο πώς έμεινε κρυμμένη άπό τό ανθρώπινο μάτι τόσο καί τόσο καιρό ή μικρή αυτή μάζα κυτ τάρων, πού δέν είναι μεγαλύτερη άπό ένα βατόμουρο στήν αρχική φάση τής ζωής της. Μόνο τό 1953 μπόρεσαν επιστήμο νες νά δούνε μιά ελεύθερη βλαστοκύστη, όπως λέγεται τό ώά ριο πού έχει γονιμοποιηθεΐ, χωρίς ακόμα νά προσκολληθεϊ στό τοίχωμα τής μήτρας... Τόν Σεπτέμβριο τού 1965 ανακοι νώθηκε θριαμβευτικά άπό τήν ιατρική σχολή τού Πανεπιστη μίου τού Βαντερμπίλτ ή φωτογράφηση τών πυρήνων ενός ώαρίου καί ενός σπερματοζωαρίου καθώς βρίσκονταν δίπλα-δίπλα.1 Τόσες καί τέτοιες αποστάσεις χιλιετιών διήνυσε ό άνθρω πος γιά νά κατακτήσει καί νά διαλευκάνει ορισμένα μυστικά τής Φύσης. Δέν ξύπνησε κάποιο πρωί μεγαλοφυής καί απροσ δόκητα ευρηματικός. Μπορεί νά έμπνεύστηκε σέ άνύποπτο χρόνο τήν ποίηση καί νά εφεύρε τήν Τραγωδία μέσα άπό τήν άγωνία του νά άποδείξει τήν άξια του, όπως θά δούμε πάρα πέρα, καί μέσα άπό τήν άνάγκη του νά διαλαλήσει καί νά άποκαλύψει πράγματα πού νά άντιστρέψουν τήν εικόνα τού κόσμου καί τού άνδρα ιδιαίτερα. "Εκτοτε κανένας δέν πρό κειται νά σταματήσει τή μεγαλαυχία του καί τή ματαιοδοξία του, άκόμα κι αν καταστρέψει τόν κόσμο, μηχανευόμενος όλο καί πιύ εξοντωτικά μέσα γιά τό συνάνθρωπό του. Καί
I
A .
S m ith ,
ο.π.,
τ.
1ος, ο ε λ .
131.
si ;
α π ο τη
Μ ή δ ε ια στ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
τελικά δέν Βά γλιτώσει ούτε ό ίδιος από τή μανιακή καταστρεπτικότητά του, πραγματοποιώντας μιά διαδρομή χιλιε τιών καί προσεγγίζοντας όλο καί απειλητικότερος στον όλε θρο τοϋ θαυμαστοί) δο'ιρου τής ζωής: «τό θείο παλάτι τοΰ σώματός μας».1 Νά λοιπόν τό ’Αθηναϊκό κράτος θεμελιωμένο στήν κατα δίκη τοϋ θηλυκοί), στήν απόλυτη περιφρόνηση καί εξαφάνι ση τής γυναίκας από τόν δημόσιο βίο, μέχρι του σημείου νά παρομοιάζεται από Ιστορικούς ή Αθήνα μέ «’Ανδρική λέ σχη». Φυσικά όλες οί γειτονικές πόλεις-κράτη, Θήβα, ’Άργος, Κόρινθος κ.λπ. μπολιάζονται μέ την αθηναϊκή νοοτροπία. Καί ναί μέν ό ’Αθηναίος σερνικός απομυθοποιεί πιά τή σύλ ληψη τού παιδιού στά σπλάχνα τής γυναίκας καί παύει νά βλέπει τόν τοκετό σάν εφιάλτη, είναι όμως σίγουρα ό πρώτος νοήμων πού τό συνειδητοποιεί καί τό άξιοποιεΐ. ’Απόδειξη πώς ώς 'Έλληνας μεγαλουργεί αναμφισβήτητα μέσα από τήν τέχνη, λατρεύοντας τώρα τό αρσενικό κορμί του, προβάλλοντάς το μέ απερίγραπτο ναρκισσισμό, μέχρι πού τό ερωτεύε ται μέ τις χωρίς όριο φιλοδοξίες του καί, τό σπουδαιότερο, όλα τά θετικά ταυτίζονται μέ άσβεστο μίσος καί περιφρόνη ση γιά τή γυναίκα. Ό λο ι οί άλλοι λαοί-φυλές, από τούς Δωριεΐς-Σπαρτιάτες πρώτα, πού αδιαφορούν υπεροπτικά γιά τίς όποιες αντιλή ψεις των ’Αθηναίων, καί τούς Ριομαίους μετά, πού περνούν από τό στάδιο τού πρωτογονισμού τους στόν παρακμάζοντα Ελληνικό πολιτισμό, δέν μπολιάστηκαν από τό αβυσσαλέο άγχος πού προκαλεΐ στούς ίδιους τούς "Ελληνες ή γυναίκα. Γιατί οί τελευταίοι δέν άποκάλυψαν ποτέ καί σέ κανέναν πό1. R. Boyle: «Είν α ι μεγάλη ντροπή γιά μιά λογική ύπαρξη νά κατοικεί ο’ ένα τοου θείο παλάτι όπως τό ανθρώπινο σώμα, χωρίς καθόλου νά γνω ρίζει τήν υπέροχη δομή του», στ ή A. Smith, ό.,τ., οελ. xiv.
11 I mi o p i a t o y Φ α λ λ ο ύ
87
μεκυμένοι καί ταπεινωμένοι βγήκαν από τή γυναίκα. ‘Έτσι μόνο εξηγείται ή βάρβαρη-μοχθηρή ψυχοσύνθεση τοϋ "Ελλη να πού ωριμάζει κρυμμένος πίσω από τό μυστικό του, ανα καλύπτοντας τήν ελευθερία στήν προσπάθειά του νά χειραφειηθεΐ άπό τό όέος πού τοϋ προκαλει ή προσωπικότητα τής γυναίκας. Ή υπόλοιπη ανθρωπότητα, άπό τήν άλλη, εισάγει ίκτοτε τήν ατομική ελληνική ελευθερία, χυίρις νά γνωρίζει τά συστατικά της. Ό λα αυτά, όπως καταλαβαίνεις φυσικά, όέν τά συμμεριζό ταν ή Σπάρτη, μιά καί οί Δωριείς εισβολείς της ήταν ανέκαθεν μητριαρχικοί καί έμειναν. Ό φιλελευθερισμός τοϋ Λυκούρ γου, ιδρυτή τής Δωρικής πολιτείας των Σπαρτιατών, σκανδά λιζε τόσο πολύ τούς πατριαρχικούς ’Αθηναίους, ώστε νά μήν επιτρέπει στόν εαυτό του ολόκληρος Θουκυδίδης νά προφέρει τό όνομά του. Ό όέ Πλούταρχος αναφέρει σχετικά μέ τόν ’Αριστοτέλη:1«Δέν αληθεύει αυτό πού γράφει ό ’Αριστοτέλης πώς επιχείρησε ό Λυκούργος στήν αρχή νά σωφρονίσει τίς γυ ναίκες, άλλά παραιτήθηκε γρήγορα απ’ αύτό, μήν μπορώντας νά περιορίσει τήν μεγάλη τους ελευθερία καί τήν γυναικοκρατία πού προερχόταν άπό τίς συνεχείς εκστρατείες τών άνδρών κατά τίς όποιες άναγκαζόταν νά τίς αφήνουν αφεντικά, γι’ αυτό τίς περιποιούνταν καί τίς ονόμαζαν κυράδες».2 ’Αντίθε τα, φρόντισε γι’ αυτές όσο τοϋ ήταν δυνατόν. Δυνάμωσε τά σώματα τών κοριτσιών μέ τό τρέξιμο, τήν πάλη, τό άκόντιο καί τή ρίψη δίσκων, έτσι πού καί ή σύλληψη τών παιδιών vex ριζωνόταν γερά μέσα στά ρωμαλέα σώματα καί αυτές νά αντέχουν ανώδυνα, όσο τό δυνατό, τίς γέννες. Κατάργησε
do
1. Πλούταρχος, Λ υ κ υ ν ρ γ υ ς 14. 2. 'Από τούς Σπαρτιάτες επηρεάστηκαν καί οί Ρωμαίοι, ισχυρίζεται 6 Επίκτητος εις τό Έ γ χ ειυ ΐδ ιό ν του, διότι οί γυναίκες της Ρώμης άπό τά δε κατέσσερα τους χρόνια άποκαλοϋνταν άπό τούς ανδρες κυρίες η μάλλον Δέσποινες.
ss
αποτη
Μ ή δ ε ια γ γ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
λοιπόν τή μαλθακότητα καί τη ζωή κρυφά από τόν ήλιο, κα θώς καί κάθε Οηλυπρέπεια κι έβγαλε έξω γυμνά τά κορίτσια σάν τ' αγόρια νά παρακολουθούν τίς πομπές (παρελάσεις) καί νά χορεύουν σέ κάποιες τελετές καί νά τραγουδούν, ενώ οί νέοι ήταν παρόντες καί τά έβλεπαν... Ή γύμνια των κοριτσιών δέν είχε τίποτα τό αισχρό, διότι εξακολουθούσαν νά έχουν αιδημοσύνη καί άπουσίαζε ή πρόκληση. Απλά, συνήθι ζαν τή γύμνια τους, γεμάτες αγάπη γιά ρωμαλεότητα, έκανε δέ τίς νέες γυναίκες εύγενέστερες πού έτσι κι αλλιώς διέθεταν αρετή καί φιλότιμο, κατά τούς ιστορικούς. Γι’ αυτό συνέβαινε νά λένε κι αύτές, όπως διηγούνται γιά τή Γοργώ τή γυναί κα τού Λεωνίδα, όταν μία ξένη τής είπε: «Μόνο εσείς οί Λάκαινες (Σπαρτιάτισσες) εξουσιάζετε τούς άνδρες σας», εκείνη απάντησε: «Γιατί μονάχα εμείς γεννούμε ανδρες». Τούς άνύπανδρους, συμπληρώνει ό Πλούταρχος, τούς γιουχαΐζανε στό δρόμο. Ό Λυκούργος τούς απαγόρευε νά παρακολουθούν τίς γιορτές όπου οί νέοι καί οί νέες χόρευ αν κι έκαναν γυμναστικές ασκήσεις ολόγυμνοι. Καί όλα αυτά ήταν παραινετικά γιά νά παντρεύονται οί νέοι, μέ τίς παρελάσεις, τούς αγώνες καί τά ξεγυμνώματα πού τούς εξούσιαζαν, καθώς λέγει ό Πλάτων, ερωτικοί καί όχι γεωμετρικοί πόθοι.1 Τίς γυναίκες τίς παντρεύονταν μέ τό έθιμο τής αρπαγής, όχι μικρές καί νεαρές, αλλά ώριμες καί μεστωμένες. ΓΙαραλάμβανε τή νύφ η ή «νυμφεύτρια», τής ξύριζε σύρριζα τό κε φάλι, τήν έντυνε μέ ανδρικά ρούχα καί υποδήματα καί τήν έβαζε νά κοιμηθεί σέ μιά στοίβα καλάμια μόνη στά σκοτεινιά Τότε ό γαμπρός έκανε τήν εμφάνισή του νηφάλιος, χωρίς νά είναι πιωμένος, αφού είχε δειπνήσει στά συσσίτια. Τής έλυνε 1. Πλούταρχος, δ,ττ., 15.
II ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ Φ Α Λ Λ Ο Υ
S'.)
ιή ζώνη καί τήν έφερνε αγκαλιά στό κρεβάτι. Κι άφοΰ έμενε μαζί της γιά λίγο, έφευγε σεμνά καί πήγαινε vet κοιμηθεί, όπως πάντα, στον καταυλισμό μέ τούς άλλους νέους. Καί τόν άλλο καιρό έκανε τό ίδιο, περνώντας τή μέρα του μέ τούς συνομηλίκους του, ξεκουραζόταν κοντά τους καί στή νύφη πήγαινε κρυφά καί συνεσταλμένα, φοβούμενος μή γίνει αντιληπτός από τούς συγκατοίκους της. Καί ή γυναίκα του τεχναζόταν διάφορα, διευκολύνοντας τήν κατάσταση, ώστε νά σμίγουν σέ ώρα κατάλληλη μόνο, χωρίς νά τό παίρνουν είδηση οί άλλοι. Ό λ ’ αυτά δέν γινόταν μόνο γιά λίγο καιρό, κάποιοι μάλιστα αποκτούσαν παιδιά πριν νά ίδοϋν τίς γυ ναίκες τους μέ τό φώς τής μέρας. Ό Πλούταρχος ισχυρίζεται ακόμα ότι ό τρόπος αυτός πού ζευγάρωναν άποτελοϋσε μιά άσκηση εγκράτειας, αλλά επιπλέον δυνάμωνε τόν πόθο ανάμεσα στά ζευγάρια. Γιά μάς βέβαια αύτά είναι μάλλον άκαταλαβίστικα καί ή διπλή ζωή των νέων άνάμεσα στό στρατώνα καί τή σύζυγο έκφραζε τήν ανοχή τής κοινωνίας: καί τούτο ποιεΐν καί κείνο μή άφιέναι. Ίσως νά ’μαστέ καχύποπτοι από διαστροφή καί εκφυλισμό σκέψης, αφού κανείς δέν μάς διευκρινίζει ούτε καί μάς δί νουν περισσότερες πληροφορίες. Υπομονή, γιατί έχω κι άλλα νά σοΰ άποκαλύψω καί νά σέ καταπλήξω. Ένώ όμως, συνεχίζει ό Πλούταρχος,1προσέδωσε στό γά μο σεμνότητα καί τάξη ευπρέπειας (ό Λυκούργος πάντοτε) άπέρριψε σαρκαστικά τίς καταγέλαστες γυναικείες ζήλιες καί έθεώρησε καλό νά νομοθετήσει ότι μόνο οί άξιοι πρέπει νά τεκνοποιούν. Κοροΐδευε μάλιστα, σάν αντικοινωνικούς τούς τιμωροΰντες τά σεξουαλικά εγκλήματα μέ σφαγές καί πολέ μους. Διότι συγχωρούσε στόν γέρο σύζυγο μιας νέας γυναί 1. Ό .η .. 15
(Η)
ΑΠΟ ΤΗ Μ Η Δ Ε ΙΑ ΣΤΗ Σ Τ Α Χ Τ Ο Π Ο Υ Τ Α
κας, έφ’ όσον τού άρεσε καί εκτιμούσε κάποιον νέον, ώραΐον καί καλόν (εκείνος ό γέρος σύζυγος), νά τόν φέρει στή γυναί κα του καί άφοΰ θά τήν έγονιμοποιοΰσε με υγιές «βαρβάτο» σπέρμα, νά κρατήσει τό παιδί πού θά προέκυπτε. "Ακούσε τώρα καί τό καλύτερο. Επιτρεπόταν ακόμα σ’ έναν καθωσπρέπει άνόρα, αν τυχόν τού άρεσε κάποια σοβαρή παντρεμένη κυρία, καρπερή, μάνα ώραίων παιδιών, νά ζητή σει από τόν άνόρα της νά σμίξει μαζί της (νά συνευρεθεί), ώστε νά γεννηθούν άπ’ αυτήν όμόαιμοι σάν νά φυτεύτηκαν σέ «καλλίκαρπο γη». Διότι, πρώτον μέν, ό Λυκούργος πρέσβευε ότι τά παιδιά δεν ανήκαν στούς γονείς τους, αλλά σέ όλη τήν πόλη. Γι’ αυτό καί επιδίωκε νά γεννιούνται οί πολίτες από τούς άριστους όχι τούς τυχαίους. ’Έδειχνε εξάλλου μιά περιφρόνηση στά ήδη υπάρχοντα νομοθετήματα. Γιατί, σοΰ λέει (ό Λ υ κούργος), ζευγαρώνουν τούς σκύλους καί τά άλογα μέ τά τε λειότερα δυνατά αντίστοιχα, παρακαλώντας ή καί πληρώνο ντας ακόμα, ενώ κλειδώνουν καί φρουρούν τίς γυναίκες τους, απαιτώντας νά είναι μόνο άπ’ αυτούς τά παιδιά, ακό μα καί άν είναι ανόητοι, γέροι καί άσθενικοί, λές καί ή ποι ότητα τών παιδιών θά έξαρτηθεΐ από τήν έντιμη σύλληψη. "Ολα αυτά λοιπόν είχαν τέτοιο αντίκτυπο στήν εφαρμογή τών επιταγών τής φύσης καί τής πολιτείας καί ήταν τόσο ξέ να πρός τή διαφθορά ή όποια λέγεται ότι επικράτησε στις γυναίκες ύστερα άπ’ αυτά, ώστε δέν άκούστηκε ποτέ καμιά άπιστία μεταξύ τους. Σώζεται μάλιστα, λέει ό Πλούταρχος, ή συνομιλία κάποι ου Σπαρτιάτη, Γεράδα μέ τ’ όνομα, από τούς πολύ παλιούς, πού ρωτήθηκε κάποτε άπό έναν ξένο πώς τιμωρούνται στήν πατρίδα του (τή Σπάρτη) οί μοιχοί. — Ξένε, κανείς δέ γίνεται μοιχός στή χώρα μας. — Ά λλα άν γίνει; Έπέμεινε ό ξένος.
π Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
ill
— Πληρώνει, είπε ό Γεράδας, γιά αποζημίωση ένα μεγάλο ταύρο πού σκύβει τό κεφάλι από τόν Ταΰγετο καί πίνει στον Ευρώτα. 'Εκπληκτος ό 'ξένος ρώτησε: Καί πώς γίνεται τόσο μεγάλο βόδι; Ό Γεράδας γέλασε καί είπε: Καί πώς θά μπορούσε νά γί νει κάποιος μοιχός στή Σπάρτη; Αύτά λοιπόν ιστορούνται γιά τούς γάμους τών Σπαρτιατών.
Ο ί π α νά ρ χα ιοι κάτοικοι τών ελληνικώ ν περιοχών αγνοούσαν τό Ιδιο όσο καί οί Σπαρτιάτες τήν αίσθηση ή τή σημασία τής μοιχείας. ’Αντίθετα γνώριζαν πολύ καλά τό έθιμο τής Ερωτικής Φιλοξενίας, μάς λέει ό ΓΙ. Αεκατσάς στό δοκίμιο Άρήτη.' Τό έθιμο υποχρέωνε τόν φιλόξενο Οντα νά παραχωρήσει στόν ξένο του τή γυναίκα του ή μιά από τίς γυναίκες του ή τίς θυγατέρες του, γιά νά πλαγιάσει μαζί της. Τό έθιμο αύτό συναντήθηκε σέ πλήθος απολίτιστους ή ήμιπολιτισμένους λαούς καί διατηρήθηκε ως τόν δέκατο έκτο αιώνα σέ λαούς τής Βόρειας Ευρώπης. Μά τό πιό αξιοσημεί ωτο, στις διάφορες μυθιστορίες, είναι ότι οί νεαρές τού σπι τιού παραστέκουν στό λουτρό του τόν φιλοξενούμενο τους. Τό στοιχείο αυτό βρίσκουμε σ’ ένα από τά κύρια επεισόδια τού Τριστάνον καί της Ίζόλδης, όπου στήν πρώτη δραματική σκηνή ανάμεσα στούς μελλοντικούς εραστές ό ήρωας είναι όλότελα γυμνωμένος. Τό ίδιο σημαντικό είναι καί τό άλειμ μα μέ λάδι όλων τών φιλοξενούμενων τής 'Οδύσσειας από τίς νέες πού τούς λούζουν. Μόνο ή Ναυσικά, στήν 'Οδύσσεια, ενώ συναντάει πρώτη1 1. Δυστυχώς όέν διαθέτω βιβλίο, ούτε γνω ρίζω αν έκδόθηκε ποτέ. δια θέτω μόνο τό δημοσιευμένο στόν Τύπο δοκίμιο.
ΑΠΟ ΤΗ Μ Η Δ Ε ΙΑ ΣΤΗ Σ Τ Α Χ Τ Ο Π Ο Υ Τ Α
τόν Όόυσσέα καί τόν συμβουλεύει νά προσπέσει στή μάνα της, κατά τό μητριαρχικό πρωτόκολλο, προτείνει στίς δούλες νά τόν λούσουν. Παρά τό ότι τό λούσιμο τού ξένου τό κάνει ένα μέλος της οικογένειας καί συνήθως ή θυγατέρα. Μέ την πρότασή της η Ναυσικά παρουσιάζεται σεμνότυφη. Καί όέν προφταίνουμε, λέει ό Λεκατσάς, νά καταπιούμε αυτή τήν αυθαίρετη παραλλαγή, όταν ό Όόυσσέας παρακαλει τίς δούλες νά απομακρυνθούν μέ τό αστείο πρόσχημα, «μπροστά σας εγώ δέ θά λουστώ, γιατί ντρέπομαι νά γυμνωθώ σέ όμορφόμαλλες κόρες». Έκεϊ, μ’ άλλα λόγια, πού όέν ντρεπόταν ή Ναυσικά, ντρέπεται ό πατριαρχικά (μεταφυτευμένος) Όόυσ σέας. Στήν πραγματικότητα, επιμένει ό Λεκατσάς, οί πα τριαρχικοί ’Αχαιοί δέν είναι τόσο ντροπαλοί όσο οί όιασκευαστές τής παραδομένης στήν 'Οδύσσεια ύλης. ’Ή μήπως, λογοκριμένης; ’Αλλά τί ακριβώς συμβαίνει, αναρωτιέται καί ό G. Thomson.1 Ό Όόυσσέας άπηύθυνε κανονικά τό αίτημά του στή βασί λισσα, όπως τόν συμβούλεψε νά κάνει ή Ναυσικά. Εκείνη όμως δέν τού αποκρίνεται καθόλου. Δέν είναι λοιπόν ή βα σίλισσα, αλλά ό βασιλιάς εκείνος πού τελικά αποφασίζει. Είναι φανερό πώς έχουμε εδώ δυό διαφορετικές αποδόσεις τού Ιδιου θέματος. Στή μιά ό ικέτης πέφτει στά γόνατα τής βασίλισσας, συμβολική χειρονομία τής γέννησης, τής ανα γέννησης, τής υιοθεσίας καί τής ικεσίας. Στήν άλλη κάθεται στήν εστία, τό κέντρο τής οικογενειακής ζωής, απ’ όπου ό βασιλιάς τόν όδηγάει στό τραπέζι καί τόν δέχεται έτσι σάν δικό του. Τελετές ικεσίας είναι καί οί δυό τους, μά ή πρώτη είναι μητριαρχική καί ή δεύτερη πατριαρχική. Ά π ’ όπου γί νεται φανερό ότι οί ποιητές πού τακτοποίησαν τήν Ο δ ύ σ σεια στήν τελική της μορφή δίστασαν άνάμεσά τους.1 1. Τ ό π ρ ο ϊσ τ ο ρ ικ ό Α ιγ α ίο , οελ. 301.
ιι Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
ίϋί
Τό ϊόιο έθιμο τό μαρτυρούν στήν προϊστορική Ελλάδα οί μύθοι, πού ό πατέρας βάζει τήν κόρη του νά πλαγιάσει μ’ έναν ήρακχ φιλοξενούμενο του. "Οπως ό Πιτθέας στήν Τροιζήνα «μεθά» τόν Αίγέα πού φιλοξενεί καί τού βάζει δίπλα του τήν κόρη του τήν Αιθρα. 'Από τήν ένωσή τους γεννιέται ό μεγαλόδοξος ήρωας Θησέας.1 Τό δικαιολογητικό των μύθων αύτών ύστερότερα (κατά πατριαρχική παραλλαγή) είναι πώς ό φτλοξενητής φιλοδοξεί δήθεν ν ’ αποκτήσει ή κόρη του παιδί μέ τόν μεγάλο σέ ήρωοσύνη ή σέ βασιλίκι φιλοξενούμενο του. Τό «δήθεν» εδώ τοποθετείται ειρωνικά μιά καί στήν προϊστο ρική μυθολογία αγνοούσαν οί πάντες ότι στή σύλληψη καί γέννηση συντελεί καί ό πατέρας. "Ομοια καί ό Θέσπις στις Θεσπιές φιλοξένησε πενήντα μέ ρες τόν Ηρακλή -όσες καί οί θυγατέρες του- στέλνοντας κάθε βράδυ στό κρεβάτι τού ήρωα από μιά θυγατέρα του, γιά ν ’ αποκτήσουν καί οί πενήντα παιδί από κείνον. "Οταν ή γαμική μανία των ’Αχαιών αποχαλινώθηκε, ό μύθος μεγιστοποιήθηκε καί άναφερόταν ότι ό Ηρακλής γκάστρωσε καί τις πενήντα σέ μιά νύχτα. «Στήν ιρλανδική μυθιστορία τού Cuchulainn, όταν ό ήρω ας καί οί δυό σύντροφοί του φιλοξενούνται από τόν βασιλιά τού Ulster, τούς δίνονται γιά νά διαλέξουν γιά τό στρώμα τους πενήντα θυγατέρες καθενός μέ, άνάμεσά τους, τήν κόρη τού βασιλιά καί τή βασίλισσα τήν ίδια», αναφέρει ό Αεκατσάς καί καταλήγει: «Είδαμε πώς τό έθιμο τής Ερωτικής Φι λοξενίας κατεβαίνει από τόν ομαδικό γάμο τών παλαιότερων φυλετικών αδελφών, επικυρώνει τήν αδελφοποίηση τού φι λοξενούμενου καί στερεώνει τήν εμπιστοσύνη ανάμεσα σέ κείνον καί τούς φιλοξενητές του».2 1. Πλούταρχος. Θ η σ έα ς 3. έκ<Υ Πάπυρος. 2. II. Λεκατσάς. Ά ρ ή τ η .
!Ι \
α π ο τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
'Αλλοίμονο άθλιο γένος των θνητών σέ ποιες διαμάχες μίσους έχετε μπει. Εμπεδοκλής ( Καθαρμοί)
ΈκεΙ ωστόσο πού όέν καταφέρνουν νά παραποιήσουν τό μύθο, πάντα σύμφωνα με τή νεοαποκτηθεΐσα πατριαρχική νοοτροπία, καί πέφτουν σέ παιδαριώδεις αντιφάσεις είναι στά Όμηρικά ’Έπη καί κυρίως στήν Όδνσσεια. ’Από τή θολωμένη μνήμη τού εθίμου τής Ερωτικής Φιλο ξενίας προκύπτει τελικά, δπως υποστηρίζει ό Αεκατσάς, ότι οί συνθέτες τής γραπτής 'Οδύσσειας χειρίζονται παραδομένη υπό πατριαρχικούς όρους ύλη. Γιατί, ώς γνωστόν, ή (ωραία) Ελένη γεννιέται από τό σμίξιμο τής Αήδας μέ τόν Δία-κύκνο. Ή Ιστορία τής απαγωγής της βρισκόταν στά Κύπρια, ένα από τά χαμένα έπη τής ομηρικής παράδοσης. Κατά τά Κ ύ πρια λοιπόν, όπως μαθαίνουμε άπό τόν Ηρόδοτο,1ό ΓΙάρις, όντας φιλοξενούμενος τού Μενελάου στή Σπάρτη, φεύγει παίρνοντας μαζί του καί τήν Ελένη, κατά τήν απουσία τοϋ Μενελάου στήν Κρήτη. Καί ποιος μάς βεβαιώνει ότι δεν ϊσχυσε στήν περίπτωση τό έθιμο τής Εριστικής Φιλοξενίας ακόμα καί παρουσία τού Μενελάου; ’Αλλά μιά καί αύτά συνέβαιναν στά μητριαρχικά χρόνια οπότε οί γυναίκες ήταν ελεύθερες νά πάνε μέ όποιον άνόρα τούς γούσταρε, ή έγκριση τοϋ Μενελά ου περίσσευε. Νά ήταν, αναρωτιέται ό G. Thomson, τάχα ό Μενέλαος ένας ίερέας-βασιλιάς πού πήρε τό αξίωμά του ώς σύζυγος τής τοπικής Έλένης-Άφροδίτης; Γιατί, σύμφωνα μέ τήν πα 1. Ηρόδοτος. Μυνσαι. τ. Γ
1 17,
έκδ. I. Zcr/αρόπουλυς.
II ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ Φ ΑΛ Λ Ο Υ
ράδοση, λεγόταν ότι θάφτηκαν μαζί ό Μενέλαος καί ή Ε λ έ νη καί λατρεύονταν σάν θεοί. Ωστόσο, όλη ή Ιστορία τού αρχαίου κόσμου παραλλαγ μένη προκαλεΐ τή δυσπιστία, καθώς γίνεται φανερό ότι αντι παλεύει δύο εχθρούς πού θά ’θελε νά καταχωνιάσει βαθιά μέ σα στή γη. ’Από τή μιά τή μητριαρχική γυναίκα, τήν περιβλημένη μέ μαγική δύναμη, θεά έκ θεών, τήν αξιωμένη σέ κάθε κρίσιμη ώρα μέ αξεπέραστο κύρος. Καί από τήν άλλη νά θα φτεί άμετάκλητα τό παρελθόν καί μαζί του εκείνος ό άνδρας πού επί χιλιετίες αγνοούσε τή συμμετοχή του στή διαιώνιση τού είδους καί γι’ αυτό ζοϋσε βαθιά ταπεινωμένος σάν κατώ τερος καί περίπου άχρηστος. Καί ντρέπομαι μελετώντας όλο αυτό τό τεράστιο υλικό, δικών καί ξένων, σπάνιας χαρισματικής νοημοσύνης, στήν προσπάθειά τους νά ξεδιαλύνουν τά ανεξήγητα, τά άνεπαλήθευτα, πού χτυπιούνται μεταξύ τους άντιφάσκοντας μέ τή μουγκαμάρα πού καλύπτει τέσσερις σημαδιακούς αιώνες (1100-700 π.Χ.), σημαδιακούς όχι από κλέη καί δόξα μά άπό πληγωμένη ματαιοδοξία καί κούφιο εγωισμό, θανάσιμα τραυ ματισμένο άπό τό γεγονός πού άγνοοϋσαν, αφήνοντας τά πρωτεία στή γυναίκα, σύντροφο καί μεγαλουργό όσο καί ή γή. «’Από τά ζυγαρίσματα τής σύγκρουσης Μητριαρχίας και Πατριαρχίας... τή νίκη τούτη (τής Πατριαρχίας) πού μεταλ λάζει τήν τάξη τοϋ κόσμου στή γή καί τόν ουρανό τήν άνακεφαλαιώνει ή μορφή τής Πηνελόπης στην 'Οδύσσεια. Ω στό σο», συνεχίζει ό Αεκατσάς, «μέσα άπό τά συντρίμματα αρχαί ων μητριαρχικών εικόνων, είναι τόση ή πρωτοστασία καί τό σο τό μεγαλείο τών γυναικείων μορφών, ώστε άπό έπος τής Αχαϊκής Πατριαρχίας ή ’Οδύσσεια κινδυνεύει νά γυρίσει σέ Έπος τής Αίγαιακής Μητριαρχίας».1 I. Άρήτη.
ϋίί
α π ο τη
Μ ή δ ε ια ς τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
ΟΙ ’Αχαιοί διασκεύασαν τήν Ιστορική τους πορεία θάβο ντας τήν ώς τότε πραγματικότητα, πού τήν αποτελούσε ένα σύμπαν αθωότητας καί μαγείας, σεβασμού καί ισότητας, κλίνοντας υπέρ τής άνηθικότητας, αρκεί πού ή τελευταία δεν ήταν μητριαρχική. Κανένας τραγικός ούτε φιλόσοφος, μή έξαιρουμένου ούτε τού ’Αριστοτέλη, δέν συμπεριέλαβε μές στίς καταθέσεις του τό γεγονός ότι από τόν ενδέκατο αιώνα περίπου ζούνε σ’ ένα νεογέννητο κόσμο αποκάλυψης, όταν συνειδητοποιούν απόλυτα ότι τό αρσενικό μετείχε ενεργά στήν άναπαραγωγή τού ανθρώπινου είδους. «Δέν υπήρχαν πιά όρια στίς ανθρώπινες φιλοδοξίες», λέει ό Nilsson1«στήν περίοδο πού συμπίπτει μέ τήν παρακμή τών θεών. Ή άτομικολατρεία θά βγάλει τόν ανδρα στό προσκή νιο τού κόσμου». Όμολογουμένως αποτελεί μοναδικό φαινόμενο στήν ανθρώ πινη Ιστορία τό γεγονός ότι από τέτοια φυλετική μνησικακία, ευτέλεια (γιατί έτσι κι αλλιώς τό μίσος είναι ευτελές) καί ρατσιστική (φυλετική) εμπάθεια γεννήθηκαν παρόμοια έργα υψηλής τέχνης καί άντίστοιχης παιδείας. Αυτός ό άνόρας! Πού εμείς δέν μπορούμε νά φωταγωγή σουμε τίς σκοτεινές πλευρές τού νού του, αποφασίζει: Πρώτα νά εκμεταλλευτεί τούς τραγουδοκράτορες ραψωδούς, τούς κληρονόμους τών προγενέστερων συντεχνιών τών μυκη ναϊκών παλατιών, μιά καί στήν κυριολεξία πρόκειται γιά χρονικογράφους τής εποχής. Σέ όλα τά συμπόσια, τά σπίτια, τά πανηγύρια, τίς θρησκευτικές γιορτές, αυτά τά νέα καί πα λιά κατορθώματα τραγουδιούνταν καί θά συνέχιζαν νά τρα γουδιούνται, άλλά κατάλληλα διασκευασμένα. Παράλληλα οί ’Αχαιοί βάζουν τά θεμέλια τής Δημόσιας Παιδείας. Ά π ό κεΐ
1. Μ.Ρ. Nilsson. Ισ τ ο ρ ία τής α ρ χ α ία ς έ λ λ η ν ικ ή ς θρησκεία ς, σελ. 301.
II ΙΣΤΟΡΙΑ Τ Ο Υ Φ Α Λ Λ Ο Υ
07
κι, εμπρός όλα τά παιδιά 0ά μυοϋνται στή φαλλοκρατική ιδε ολογία μέσα άπό τά χειρόγραφα τής 'Οδύσσειας καί τής Ιλιάδας κατάλληλα διασκευασμένα, μαθαίνοντας ταυτόχρο να τήν ορθή ελληνική γλώσσα, χάρη στήν ύψηλή φροντίδα τού ευπατρίδη ΙΙεισίστρατου.
Είμαι ό μεγάλος πολιτικός ΓΙεισίστρατος που μάζεψα τά σκόρπια ομηρικά τραγούδια γιατί αν οί 'Αθηναίοι άποίκησαν τή Σμύρνη ό χρυσός ποιητής είναι δικός μας συμπολίτης.' Ό ,τ ι άνηθικότερο, ό,τι ανέντιμο 0ά πλασαριστεί σάν κα τόρθωμα άξιο πρός μίμηση. Μ ιά καί τά παιδιά πρέπει νά συνηθίσουν στή συνείδηση τοϋ νέου ανδρισμού καί στήν απόλυτη περιφρόνηση τής γυναίκας, μαθαίνοντας άπό μικρά ότι ό άνδρας είναι επιβήτορας καί γ ι’ αυτό παλικαράς, πού σημαίνει ότι μπορεί νά πηγαίνει μέ όποια γυναίκα τοϋ γου στάρει, άντίθετα μέ τή γυναίκα πού καταδικάζεται σέ αυστη ρή νηστεία. Τό ότι ό Όόυσσέας, στήν Οδύσσεια, γκαστρώνει όλες τίς βασίλισσες, μάγισσες, ημίθεες πού τόν φιλοξενούν κατά καιρούς θεωρείται νόμιμο. Τό ότι ό Δίας βιάζει τή μάνα του Ρέα θεωρείται νόμιμο. Τό ότι οί σύντροφοι τοΰ Όδυσσέα ληστεύουν καί λεηλα τούν κάθε τί πού τούς εντυπωσιάζει καί τό επιθυμούν θεω ρείται νόμιμο. Τό γεγονός ότι ό Όόυσσέας τυφλώνει εναν μονόφθαλμο άκακο βοσκό πού τόν περιγράφει σάν γίγαντα Κύκλωπα, γιά1 1. Επίγραμμα σιόν ανδριάντα τον Πεισίστρατου. Τέλη 6ου αιώνα, ΙΙα λ α τ ιν ή 'Α ν θ ο λ ο γ ία 11.472.
'.IK
ΑΠΟ τ η Μ ή δ ε ι α σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
νά μεγαλοποιήσει τό κατόρθωμά του, είναι έξυπνακίστικο άρα γενναίο. Τό ότι οί ηγέτες τής εκστρατείας κατά τής πλούσιας χρυσοφόρας Τροίας, μέ τήν πρόθεση τής λεηλασίας της, επικα λέστηκαν τήν τιμή τού Μενελάου -άγνωστο είδος στήν εποχή του- θεωρήθηκε ευρηματικό, δικαιώνοντας πάλι τήν ευφυΐα του πολυμήχανου. "Οπως θεωρήθηκε νόμιμη ή θυσία ενός δωδεκάχρονου κοριτσιού, όχι γιά νά σωθεί κάποιος πού κινδύνευε, αλλά τό κλέος τοϋ ίδιου τού Άγαμέμνονα, τού πατέρα της, ανά μεσα στό στρατό του. "Οπως ήταν ηθικό τό νά δεχτεί ό Ά χιλλέας, τό ιδεώδες τής άρσενικής λεβεντιάς, τά λύτρα πού τού πρόσφερε ό Πρίαμος γονατιστός μπροστά του μέ αντάλλαγμα τό πτώμα τοϋ γιου του "Εκτορα, προκειμένου νά τό θάψει. Κ ι ακόμα τό ότι δέν τοϋ παραδίόει απλώς τό πτώμα τοϋ σκοτωμένου στή μονομαχία "Εκτορα, άλλά κατακρεουργημένο, μιά κι ό μέγας Ά χιλλέας είχε τήν έμπνευση νά τό δέ σει στό αρμα του καί νά τό περιφέρει επανειλημμένα στό πεδίο τής μάχης, επιδεικνύοντας τήν αντρειοσύνη του. Μέ αντά τά πιστοποιητικά πολιτογραφήθηκαν οί Έλλη νες-Αχαιοί Άνδρες.
«Πίσω από τό έργο τών ευγενικών ποιητών», σχολιάζει ό G. Thomson, «πού έπλασαν τήν Ίλίάδα καί τήν Όδιίσσεια βρί σκεται μιά εποχή ωμότητας καί βίας όπου οί τολμηροί πρωτο πόροι τής ατομικής Ιδιοκτησίας διαγούμισαν τόν πλούσιο ιε ρατικό περίτεχνο πολιτισμό τής μινωικής μητριαρχίας». Ή μορφή τής κοινωνικής οργάνωσης πού ύπερίσχυσε είχε απέ ραντες ιστορικές δυνατότητες καί στάθηκε ένας από τούς με γαλύτερους συντελεστές πού βοήθησαν τούς Αχαιούς νά έπι-
II ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ Φ Α Λ Λ Ο Υ
99
βάλουν ανάμεσα στά άλλα καί τή γλώσσα τους στους κατα χτημένους. «'Όντας πατριαρχική βάρυνε περισσότερο στην ι λάστιγγα πρός όφελος τών άντρων καί τής γλώσσας των άντρων, παντού οπού ή ελληνική ερχόταν, μέ όιαλληλογα!ιit ς, σέ σύγκρουση μέ τις παλιές διαλέκτους».1 "Έργο τών διασκευαστούν είναι καί ή μεταμόρφωση τοΰ Οδυσσέα πού, σύμφωνα μέ τίς μητριαρχικές παραδόσεις, αντλούσε τά βασιλικά του προνόμια άπό τό δικαίωμα τοΰ γά μου του μέ τή βασιλοκόρη τοϋ Ίκάριου, Πηνελόπη. Τό ίδιο όπως κι ό Άχιλλέας, προβάλλεται σάν τό ιδεώδες τής ηρω ικής λεβεντιάς. «Ακούραστος, πανούργος, τολμηρός ό Όδυσσέας, έχασε δέκα χρόνια στούς τρωικούς πολέμους κι άλλα δέκα άκόμα ταξιδεύοντας, πλιατσικολογώντας, σωριάζοντας πλούτη, διασκεδάζοντας στις άγκάλες τής Κίρκης ή τής Καλυψοΰς».2 Ό άναγνώστης τής 'Οδύσσειας, ωστόσο, άδημονει περισ σότερο άπό τόν ήρωα νά φτάσει κάποτε στήν περιπόθητη Ιθάκη. Παρακολουθώντας τίς γυροβολιές τοΰ Όδυσσέα άπό νησί σέ νησί καί άπό θεά σέ μάγισσα, υποψιάζεται πώς οί ποικίλες επισκέψεις του έχουν μιά υστεροβουλία. Γνωρίζο ντας δηλαδή ό Όδυσσέας τήν άνεξαρτησία τών γυναικών τής (πραγματικής) μητριαρχικής εποχής του καί τής βασιλοκό ρης Πηνελόπης πού άντλεί τή συμπεριφορά της άπό τούς μη τριαρχικούς θεσμούς, δέν άποκλείεται νά υποψιάζεται πώς θά βρει κλειστές τίς πόρτες τοϋ παλατιού τής Ιθάκης. 'Οπό τε μπορεί νά ερμηνευτεί ή θαλάσσια διαδρομή του άπό νησί σέ λιμάνι σά μιά ελπίδα νά δεχτεί κάποια αίτηση γάμου άπό μιά άπ’ όλες τίς θεόμορφες πού τόν δέχονται στό κρεβάτι τους άνετα, σύμφωνα μέ τά μητριαρχικά έθιμα, μέ άντιπαρο1. Thomson. Τ ό jtooujtoolxo Α ιγ α ίο , αελ. 309-10. 2. Σ τ ό ϊό κ κ αελ. 309.
1 0 0
α π ο τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
χή φυσικά μια αντίστοιχη βασιλεία. Γιατί πώς νά τό κάνου με; Ό Όδυσσέας δεν φαίνεται καθόλου νά βιάζεται νά συνα ντήσει ξανά την οικογένεια. ’Απόδειξη πώς κι όταν φτάνει στήν ’Ιθάκη επιτέλους, κρύβει την ταυτότητά του - αλλά σ’ αυτό θά έπανέλθουμε. Κ αί στή Φαιακία πρέπει νά πήγε μέ τήν ελπίδα αυτή. "Όπου υποτίθεται ότι (σύμφωνα μέ τό κανάκισμα πού τού κάνουν οί διασκευαστές) ό πατέρας τής Ναυσικάς, ό ’Αλκί νοος, τοΰ κάνει πρόταση γάμου γιά τή νεαρότατη θυγατέρα του. 'Αλλά μιά τέτοια πρόταση είναι απίθανη όχι μόνο γιατί ’ναι γερασμένος καί φαλακρός («...αλήθεια τών δαδιών τό άντίφλογο νά κατεβαίνει μοιάζει άπ’ τό κεφάλι του, δέν τοΰ ’μειναν μαθές καθόλου τρίχες»1), αλλά καί γιατί τούς δήλωσε αμέσως ποιος ήταν, απόδειξη πώς τούς κράτησε όλονυχτίς ξάγρυπνους, άφηγούμενος, γιά νά τούς εντυπωσιάσει, τίς περιπέτειές του. Πού υποτίθεται ότι είχαν σά μοναδικό στό χο νά φτάσει στήν Ιθάκη, κοντά στή γυναίκα του καί τό γιό του. Θά πρέπει νά παν λοιπόν ό ’Αλκίνοος ανήθικος προτείνοντάς του γάμο μέ τήν κόρη του. Μάλλον θά προκάλεσε τόν οίκτο τους, κουρελής, μισόγυμνος όπως εμφανίστηκε, γιατί όχι καί τήν περιφρόνησή τους, μιά καί δέν ζοϋσαν πιά σέ ατμόσφαιρα πολέμου. ’Άσε πού τό παρακάνει ό ραψωδός περιγράφοντας τίς αλλαξιές πού τοΰ χάρισε ή Άρήτη καί τήν πολυτέλεια τών δώρων της. "Οποιος δέν θαμπώνεται από μιά πρώτη ανάγνωση τής 'Οδύσσειας, μπορεί νά δει ψυχραιμότερα τήν παραποίηση τής πλοκής πού προδίδεται από τήν άόεξιότητά της. Καί ότι ό ’Αλκίνοος τόν δέχτηκε μάλλον σάν μπελαλήδικο τυχοδιώ κτη καί δέν έβλεπε τήν ώρα νά τόν ξεφορτωθεί. Γι' αυτό τόν
1. 'Οδύσσεια, μετάφραση Καζαντζάκη-Κακρώίΐ. σελ. 354-55.
II ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ Φ Α Λ Λ Ο Υ
1(11
καζουν, τόν ποτίζουν καί τόν πάνε τό σούρουπο στό καράβι πού θά σαλπάρει τήν επομένη τό πρωί-, όπου κοιμάται σέ στρωμένο λευκό σεντόνι. Τό ξημέρωμα ταξιδεύει πάντα κοι μισμένος, αλλά κι όταν αράζουν στήν ’Ιθάκη, ό Όδυσσέας εξακολουθεί νά κοιμάται. Όπότε τό πλήρωμα τόν μεταφέρει κοιμισμένο στήν παραλία όπου τόν παρατούν καί ξανασαλπάρουν βιαστικά, ίσως κατ’ εντολήν τού ’Αλκίνοου. Τίποτα από τή βιασύνη τού Φαίακα βασιλιά δέν δείχνει ότι τόν έβλε πε σάν υποψήφιο γαμπρό. Στήν 'Ιθάκη πιά κρύβει τίς αλλα ξιές πού τόν φίλεψε ή Άρήτη καί εμφανίζεται ανώνυμος κουρελής. Τί φοβάται ώστόσο καί αποδέχεται τό χλευασμό τών μνηστήρων πού τόν ανεβάζουν καί τόν κατεβάζουν γερο ζητ ιάνο; ’Αλλά ό ΓΙεισίστρατος καί οί σύμβουλοί του είναι απο φασισμένοι νά στήσουν ένα πρότυπο αρετής καί σεμνότητας στή μορφή τής Πηνελόπης, ώς υπόδειγμα γιά κάθε ξεμυαλι σμένη μητριάρχισσα. ’Ακολουθεί λοιπόν τό χάπυ έντ τής επί εικοσαετία θρηνούσης Πηνελόπης καί τού ανίκητου καί τού αδιαμφισβήτη του Όδυσσέα πού κατατροπώνει τούς σαράντα νεαρούς μνη στήρες καί σμίγει τελικά σέ απόλυτη ευτυχία μέ τήν οίκογένειά του. 'Έλα όμως πού τό έθιμο τής ’Ερωτικής Φιλοξενίας είναι τού καιρού τους καί επιμένει ό Λεκατσάς ότι, σύμφωνα μέ τήν παράδοση, όσο έλειπε ό Όδυσσέας της ή Πηνελόπη είχε σμίξει διαδοχικά μέ όλους τούς μνηστήρες. 'Έτσι κι αλλιώς, ή συγκινητική εκδοχή τής αποκατάστασης τού Όδυσσέα πλάι στήν Πηνελόπη του είναι εχθρικά αντίθετη μέ τή μαρτυρία τού Παυσανία πού ισχυρίζεται ότι «Πλησίον τού σταδίου είναι Ιερόν τής Άρτέμιόος καί πρός τά δεξιά τού δρόμου υψηλός τύμβος. Αέγουν ότι αυτός είναι ό τάφος τής Πηνελόπης. Μή συμφωνούντες πρός όσα λέγονται δι’ αυτήν
w
α π ο τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
εις τό ποίημα τό λεγόμενον Θεσπρωτίς. Διότι εις τό ποίημα τούτο άναφέρεται ότι ό Όδυσσέας έπανελθών έκ Τροίας απέ κτησε μέ την Πηνελόπην υιόν τόν Πτολιπόρθην. Ή σχετική όμως παράδοσις των Μαντινέων λέγει ότι ή Πηνελόπη κατηγορήθη από τόν Όόυσσέα ότι έβαζε κρυφίως τούς ερωμένους της εις τόν οίκον του καί τήν έδιωξε· εκείνη τότε έπήγε εις τήν Σπάρτην, αργότερα όμως μετοίκησε από τήν Σπάρτην εις τήν Μαντίνεια όπου καί άπέθανε».1 Καί γιατί κρυφίως; Ούτε αυτή ούτε ή Κλυταιμνήστρα, σάν μητριαρχικές βασίλισσες, είχαν λόγο νά κρύβουνται. Κρίμα ώστόσο, δεν θά μάθουμε ποτέ αν πράγματι ή Πη νελόπη ήταν τόσο ακόρεστη. Γιατί είχε πού είχε εγκατεστη μένους στό παλάτι τούς σαράντα μνηστήρες πού, κατά τούς νόμους τής Ερω τικής Φ ιλοξενίας, τούς μετάλλαζε κάθε βράδυ νόμιμα. Προκύπτει, όμως, τό ερώτημα ποιούς τάχα έβαζε κρυφίως στόν οίκον του; Νεαρούς ποιμένες; ’Αλλά μένουν καί άλλα δύο ερωτήματα αναπάντητα. Γιατί ό Παυσανίας παρασυρόμενος άναφέρεται στόν οίκον «του». ’Ά ν όμως τό παλάτι ήταν όντως δικό του, τού Όδυσσέα, πώς καί μέ ποιό δικαίωμα είχαν κάνει κατοχή τού σπιτιού καί οί σαράντα μνηστήρες; Καί επιπλέον άπό ποιούς κρυβό ταν ή Πηνελόπη, άφοΰ ό Όδυσσέας ήταν έτσι κι αλλιώς απών! Ά π ό τούς σαράντα μνηστήρες;
Πάντως ή Πηνελόπη χαλάει τήν πατριαρχική συνταγή, είτε γιατί μόλις άντίκρισε τόν καταρρέοντα γέροντα Όδυσσέα τό ’βάλε στά πόδια (καλά, στήν 'Οδύσσεια αναλαμβάνουν τά θεϊκά μάγια, ανάλογα μέ τήν περίσταση, τή μεταμόρφωI. Πανοανίας. Μεαοηνιακά A' 12 5-7, μτφρ. A. ΓΙαπαΒεοόοϊρου. έκδ. Πάπυρος.
ι l xΊΌΡ1Α t o y Φ α λ λ ο ύ
10.'!
oi) too οέ γέρο ή σέ νέο, όπως στή Φοαακία πού ή βασιλοκόι οι τόν ερωτεύτηκε μετά τό μπάνιο του). Μάς πληροφορούν λοιπόν (πάντοτε οί όιασκευαστές) ότι οι τούτη τήν περίπτωση πέρασε πάνω του τό μαγικό χέρι της μ προστάτις του Άθηνά καί τόν μεταμόρφωσε σέ θλιβερό γε ρόντιο: Είπε ή Άθηνά κι ευθύς τόν άγγιξε μέ τό ραβδί πού έκράτει καί ζάρωσε τό δέρμα του τ’ όμορφο στό λυγερό κορμί του, τής κεφαλής του τά ξανθόμαλλα τ’ αφάνισε μέ δέρμα γερόντου τού ζώσε πολύχρονου τά μέλη γύρω γύρω τού θόλωσε τά μάτια τά όμορφα πού ξάστραφταν ιός τότε κι ακόμα μέ άλλα τόν περίζωσε κουρέλια καί χιτώνα, λερά κι όλότρυπα, σέ ανείπωτη μουτζούρα βουτηγμένα...'
Αύτή πρέπει νά ’ταν ή πραγματική εικόνα τού Όδυσσέα ύστερα άπό εικοσάχρονη απουσία. Δέν μάς εξηγούν μόνο σέ τί χρησίμευε ή άπό μέρους τής Αθήνας μεταμόρφωσή του στό -υποτίθεται- χειρότερο. Μή πως δέν είχε κάν τό δικαίωμα νά επιστρέφει; Ποιόν ίσχύοντα θεσμό φοβόταν ό Όδυσσέας; Τά δικαιώματα πού είχαν άποκτήσει οί εγκάθετοι μνηστήρες ή έστω ένας άπ’ όλους; Γιατί στό διάστημα αυτό ή Πηνελόπη γέννησε τόν θεό Πάνα (Πάν-Πανός-Πάντες) άπ’ όλους τούς μνηστήρες μπόλιασμα. Φυσικά, στήν εποχή τους, ούτε λόγος γιά μοιχεία, μιά καί οί γυναίκες γκαστρώνονταν άπό τό φεγγάρι ή γενικώς άπό μυστηριώδη αίτια. ’Αλλά οί γυναίκες ήταν γενικά άπό χρήσιμα έως πολύτιμα άτομα. Μιά καί μόνο εκείνες ΰφαιναν καί χωρίς τά υφαντά τους οί ανδρες καταδικάζονταν στή γύ μνια. Στή Ραψωδία Ξ τής 'Οδύσσειας τό πρόβλημα μιας 1
1. Οδύσσεια, δ.π., Ν. 429-435.
10'ι
Α ΐιο τ Ή Μ ή δ ε ι α σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
χλαμύδας κι ενός χιτώνα απασχολεί επανειλημμένα τόν κουρελή Όδυσσέα καί τόν περίφημο χοιροβοσκό του Εΰμαιο. "Ακόμα καί στοίχημα βάζει ό Όδυσσέας μαζί του γιά μιά αλλαξιά, πού τελικά τοΰ υπόσχεται ό χοιροβοσκός ότι θά τοϋ προσφέρει ό γιός του Τηλέμαχος, μόλις επιστρέφει από τή Σπάρτη. Υπάρχει ακόμα κι άλλη διορθωτική εκδοχή πού μάς δεί χνει ότι ή Πηνελόπη δικαίωνε κάποια φήμη θεάς, γιατί τιμάται από τό ιερατείο μιά καί γεννάει έναν τόσο σημαντικό θεό. Δεν έπρόκειτο γιά φήμη. Πιστευόταν ότι ή Πηνελόπη, αρκαδική θεά τοϋ φεγγαριού, γέννησε μέ τόν αρκαδικό μεγάλο φεγγαροθεό τόν αρκαδικό Φεγγαροδαίμονα Πάνα. Τόπος τής γέν νας ήταν οί Θηραί ή καί τό Λύκαιον, όπου κρατήθηκαν λα τρείες προμογονικές καί μαντείο τοϋ Πάνα.1 Μυθιστορεΐται εξάλλου πώς οί Λέλεγες διώχτηκαν άπό τήν Τρωάδα ύστερα άπό τόν Τρωικό πόλεμο. "Αλλες ωστόσο παραδόσεις μαρτυρούν πώς οί Αέλεγες ήταν προϊστορικοί κάτοικοι τής "Ακαρνανίας, τής Κεφαλληνίας καί τής "Ιθάκης. Στήν Όόνσσεία παρουσιάζεται ό Όδυσσέας ξένος, χωρίς άλλους συγγενείς στι'ιν "Ιθάκη εκτός άπό τήν οίκογένειά του. "Από πολλά πάντως μπορεί νά υποθέσει κανείς πώς ό Όδυσσέας κυβέρνησε τήν "Ιθάκη σάν υποτελής τοϋ "Ικάριου άπό τό δικαίωμα τοϋ γάμου του μέ τή θυγατέρα του Πηνε λόπη.*2 Πράγμα πού δέν αποκλείει τήν εκδοχή εϊτε ότι τόν έδιω ξαν οί μνηστήρες εϊτε ότι πράγματι τούς πολέμησε καί άπέτυχε, όντας γέρος καί άποκαμωμένος. Ή εκδοχή νά ξανακα
ι, π. Λεκατοΰς. Φαιαχία, έκδ. Κείμενα, σελ. 20. 2. CX Thomson, Τύ Όμιιρικύ ίπη. Εκδοτικό "Ινστιτούτο "Αθηνών, οελ. 29.
ιι Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
ι or,
π'κτησε τό βασίλειο καί τή γυναίκα του φαίνεται απίθανη. Ό Όδυσσέας είχε μάλλον άδοξο τέλος. Αντίθετα είχε μεγάλες πιθανότητες νά τόν χρησιμοποιήσουν σάν ήρωα οί τρεις με γάλοι μας τραγικοί (Αισχύλος-Σοφοκλής-Εύριπίδης). Οι τρεις, πού δεν άφησαν κανένα μύθο τής μητριαρχίας ανεκμε τάλλευτο, δέν θά χρησιμοποιούσαν καί τό μοντέλο-πρότυπο τής «πιστής Πηνελόπης»; Τό ερώτημα όμως είναι, τή βρήκε ό Όδυσσέας νά τόν περιμένει; 'Ή είχε γίνει άφαντη; ’’Εστω. Κι άν ό Όδυσσέας θέλησε νά διεκδικήσει τά κυριαρχικά του δι καιώματα στήν ’Ιθάκη; Κατά πάσα πιθανότητα είχε ύποστει εξευτελιστικό διωγμό. Τό ιερατείο λοιπόν αποφάσισε ότι τό έπος είχε κάνει τή δουλειά του καί ότι ή εκδοχή τής πιστής Πηνελόπης ήταν πάρα πολύ διδακτική καί χρήσιμη, ακόμα κι άν υποθέσουμε ότι ό ίδιος ό Όδυσσέας δεν έπέστρεψε πο τέ στήν ’Ιθάκη. Ό ,τ ι έπέζησε ίσαμε τίς μέρες μας είναι ό μύθος τής πι στής Πηνελόπης καί ή σμίκρυνση ή ή μηδαμινοποίηση τού "Ελληνα σερνικού πού έξάρτησε τήν υπόληψή του άπό τόν δικό του φαλλό σέ συνάρτηση μέ τό αιδοίο τής γυναίκας πού θεωρεί δική του. ’Υπάρχει ώστόσο μιά μυθολογική εκδοχή πού μάς παρα δίνει ό Kerenyi1ώς πρός τό θάνατο τού Όδυσσέα, πού τού ήρθε άπό τή θάλασσα άπό τό χέρι τοϋ γιου πού απόκτησε μέ τήν Κίρκη. Ό γιός αυτός λεγόταν Τηλέγονος, πού σημαίνει «αυτός πού γεννήθηκε μακριά». Αυτός ό Τηλέγονος λοιπόν έφτασε στήν Ιθάκη άναζητώντας τόν πατέρα του. Ό Όδυσ σέας πληροφορήθηκε γιά τόν ερχομό κάποιου ληστή πού ήρθε νά τού κλέψει τό κοπάδι. Έτρεξε στήν άκτή κι εκεί έπε σε χτυπημένος άπό τό δόρυ τού Τηλέγονου. Ό Τηλέμαχος
1. Κ. Kerenyi, Η μ ιΉ υ λ ο γ ία των Ή λ λ ή ν ω ν , a sk . 594.
ion
ά γ ιο τ η
Μ ή δ ε ια ς τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
γνωρίστηκε τότε μαζί του καί πήραν τή σορό τοΰ Όδυσσέα καί τήν αιώνια νέα ΙΙηνελόπη καί γύρισαν στό νησί Αίαία όπου ζοϋσε ή Κίρκη. Έκεΐ ζήσανε τά όυό ζευγάρια, ό Τηλέμα χος μέ τήν Κίρκη κι ό Τηλέγονος μέ τήν Πηνελόπη.
Κ εφ άλαιο 3
Ό ρέστεLa - τό σύνορο Τά μεγάλα έργα όέν είναι ταμπού άνέγγιχτα, άλλά στέγες φιλόξενες γιά επίμονους περιηγητές η κι οδοιπόρους.
Δ. Μαρωνίτης Ή Όδύσσεια είναι σταγών στον ωκεανό σε σύγκριση μέ τό τεράστιο κύμα πού σήκωσαν οί ’Αχαιοί γιά νά σαρώσουν ή μάλλον νά άκυρώσουν έναν κόσμο, τόν μητριαρχικό, από τόν πολιτισμό τού όποιου απούσιαζαν οί άνδρες στήν κυριο λεξία. Καί τά κατάφεραν. Ούτε ένα επίσημο στοιχείο γιά τή μακρά σέ εκατονταετίες, πιθανόν καί χιλιετίες, περίοδο τής Μητριαρχίας όέν διαθέτουμε ούτε τήν παραμικρή άναφορά, σέ σημείο νά αμφισβητείται από κάποιους ολόκληρη αύτή ή πολιτισμική εποχή. Μοναδική πραγματικότητα, χωρίς χθές ούτε καί προηγούμενο, καταγραμμένη από δραματουργούς, ιστορικούς καί φιλόσοφους, άναδύθηκε σάν από θαύμα σ’ έναν κόσμο κενό από γίγνεσθαι ή καλλιτεχνική έκφιραση τής ζωής τών Έλλήνων-Άχαιών από τόν έβδομο αιώνα καί δώθε. Μέ αυστηρά επιλεγμένους προγόνους, μέ πρωτοστάτη τόν Δία φυσικά καί τόν Διόνυσο. Καί νά τά Μικρά καί Μεγάλα Διονύσια, διθύραμβοι απ’ όπου ξεκινούν όλα γιά νά εξελιχθούν σέ Τραγωδίες πού πα ρουσιάζονται σέ θέατρα πλέον, χωρητικότητας, κατ’ άλλους, δεκατεσσάρων χιλιάδων θέσεων, άλλά καί είκοσι πέντε χιλιά-
ΙΟΝ
ΑΓΙΟ ΤΗ Μ ΗΔΕΙΑ ΣΤΗ ΣΤΑΧΤΟΠΟΥΤΑ
δων, τολμούν νά αναφέρουν, ίσως καί περισσότερων. "Οπου βέβαια ό ρεαλισμός, ή γιγαντοποίηση αλλά καί ή ώραιοποίηση συμβαδίζουν με μιά χοντρή, ογκώδη άνηθικότητα. Κι αύτά όλα νά συνδυάζονται ταυτόχρονα μέ πολιτιστικά θαύ ματα καί εκδηλώσεις πού κρατούν τό στόμα των λαών όλάνοιχτο τρεις χιλιάδες χρόνια μετά, καί τήν άνάσα κομμένη από τήν κατάπληξη καί τό θαυμασμό. Τίτλος, προμετωπίδα αυτής τής θείας αποκάλυψης αλλά καί ανάστασης θά μπει φυσικά ή Θεογονία τού Ησίοδου. Καί ποιος άλλος θά ’ταν καταλληλότερος από τόν Δία ώς άρχοντας τής κοσμογονίας; Μέ λίγα λόγια ό 'Ησίοδος σκαρώνει «Γενεαλογικό Δέντρο» τής αρχαίας ’Αθήνας, παρέχοντας πιστοποιητικά γεννήσεως σέ όλα τά γνωστά πρόσωπα τής αθηναϊκής κοινωνίας, άλλά καί τής μυθολογίας, επωνύμου πατρός καί όχι μόνο μητέρας, όπως συνέβαινε μέχρι τότε. ’Αντίθετα ή μητέρα τώρα πιά αγνοείται. Φαίνεται καθαρά πώς ή Θεογονία τού Ησίοδου γράφτηκε μόνο γι’ αυτούς τούς δύο λόγους. Δόγος πρώτος, νά συνηθί σει τό κοινό στό ουσιαστικό σπέρμα καί στό ρήμα σπέρνω, άμφ-ότερα, φυσικά, σχέση έχοντα μέ τή θεϊκή-άνδρική εκσπερ μάτιση. Καί λόγος δεύτερος, νά διευκρινιστεί γιά ποιό λόγο κατοικούσε τή γή κι αυτό τό άθλιο, καταραμένο γένος τών γυ ναικών: «έτσι κι ό Α ία ς ό άψηλόβροντος έφτιαξε τις γυναίκες γιά τους θνητούς ανθρώπους συμφορά κι έργων κακών συ ντρόφους. Γ ια τί α π ' αυτήν (τή συμφορά) κρατεί τών γυ ναικών τό γένος τό καταραμένο πού 'ναι γιά τούς θνητούς τρανή πληγή».' Καί μάς εξηγεί ό καλός-άφελής 'Ησίοδος ότι ό Δίας ήταν μέν καλότατος, άλλά γιά ν ’ αποδείξει τήν παντο δυναμία του τιμώρησε ολόκληρη τήν ανθρωπότητα έξ αίτιας1 1. Ησίοδος, Θ εο γ ο ν ία , στ. 5<)0-6(Χ).
h
Ισ τ ο ρ ί α t o y Φ α λ λ ο ύ
10!»
τοϋ ίερόσυλου-προδότη Προμηθέα πού τού ’κλεψε τό μοναδι κό προνόμιο τής φωτιάς καί τό πρόσφερε στους ανθρώπους. Μονάρχης όντας τής γής, θεωρούσε τούς υπηκόους του θνη τούς κατώτερα όντα κι ανάξιους νά χαίρονται τό αποτέλεσμα τών δικών του αστραπών. Εμφανίστηκε όμως καί ό Προμη θέας αντίστοιχα, ώς έχιυν προμήθειαν, πρόνοια μέ άλλα λό για. "Αλλά πρόνοια μπορεί νά ’χει μόνο ό θεός. Ή πρόνοια όμως μεταβιβαζόμενη σέ άνθρωπο άφαιρεΐ από τούς θεούς τό επίσης μοναδικό προνόμιο τής προστασίας τους. "Οσο κακό λοιπόν κι άν προξένησε ή δημιουργία τής γυναίκας δεν εξι σώθηκε ποτέ μέ τήν ανεξαρτησία πού κέρδισε ό άνθρωπος, χάρη στόν Προμηθέα πού καλώς τιμωρήθηκε στόν Καύκασο: ή ελευθερία ήταν από τότε ακριβή. Ωστόσο ή γυναίκα δέν έθεωρείτο ένα ανθρώπινο πλάσμα, άλλά μιά ποινή γιά τήν ανθρωπότητα, κατά τις επίσημες πηγές. Καί πράγματι, οι Αχαιοί μεγαλούργησαν μέ τή σφραγίδα άνδρας έποίησεν. Βγαίνοντας από τό πολύπλοκο πλέγμα κατωτερότητας πού τούς δημιουργούσε ή γυναικεία παρουσία, τήν άπέσυραν, όχι από τήν κυκλοφορία άλλά από τή ζωή ολόκληρη, άναλαβαίνοντας τή δόμηση ενός νέου κόσμου, άφήνοντάς την μόνο νά γεννοβολάει σάν επίσημος μάρτυς τοϋ ανδρισμού τους. Μισεί κάποιος ό,τι φοβάται. Αυτό τό χαρακτηριστικό μίγ μα φόβου καί μίσους γιά τις γυναίκες διαμόρφωσε κατά τόν Bomeman1τήν εικόνα τής Ελλάδας, καθώς καί τής πατριαρ χίας. Οί "Ελληνες, πατέρες τοϋ πολιτισμού, έφθειραν τόν εαυ τό τους καί τόν εύτέλισαν κατακαιόμενοι άπ’ αυτό τό μίσος, έκφράζοντάς το σάν φτυσιά πρός δλες τίς κατευθύνσεις. "Ανθρωποι μεγάλου άναστήματος σάν τόν Θουκυδίδη τόλ μησαν νά διατυπώσουν σκέψεις σάν κι αυτήν:I. I. "Ο.τι., cTtλ. 266.
αποτη
Μ ή δ ε ια ς τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
"Αν τή γυναίκα τή δημιούργησε θεός ξέρει αυτός, όπου κι άν βρίσκεται ότι είναι δ πρόξενος της με γαλύτερης συμφοράς.
’Από κοντά καί ό "Ομηρος, πού επισημαίνει στην Οδύσ σεια: Δέν υπάρχει στή γη πιό απαίσιο, πιό ξεδιάντρο πο πλάσμα από τή γυναίκα. Ό 'Ησίοδος, αφού μας ιστορεί στή Θεογονία τόν τρόπο πού ό σιδηρουργός θεός "Ηφαιστος σκάρωσε τή γυναίκα, την ξομπλιάζει με δλα τά δώρα πού πήρε από τήν ’Αφροδίτη, μέ φλυαρία, μοχθηρό γέλιο καί πονηριές. Καί επιπλέον: Ποτέ μην άφήσεις νά σέ ξεμυαλίσει ή γυναίκα ή κουνοκιόλα ούτε οί κολακείες της πού μ ’ αυτές νά σέ τυλίξει θέλει.
Κ ι ακόμα: Ή γυναίκα είναι μιά συμφορά, μιά ωραία συμφο ρά. μιά καλοστημένη παγίδα πού μέσα της πέ φτουν οί άνθρωποι.
’Αλλά καί ή θεωρία τού Πλάτωνα ξεχείλιζε άπό σοφία καί θυμοσοφία γιά τήν ύπαρξη τής γυναίκας: Κ α τ’ αρχήν όλες οί ψυχές φώλιαζαν σέ τινδρικά κορμιά. 'Όσες cm’ αυτές ζοϋσαν άψογα στή γή, έπέστρεψαν στ’ ιιστέρια ά π ’ όπου καί προέρχο νταν. Αλλά ή ψυχή πού δέν ζοϋσε άμεμπτη ζωή ξαναγύριζε στή γή χάρη σέ μιά δεύτερη γέννηση, αυτή τή φορά μέ τή μορφή γυναίκας. "Αν σ’ αυτή τή δεύτερη ενσάρκωσή της συμπεριφερόταν υπερ βολικά φιλήδονα, υποβιβαζόταν ακόμα μιά βαθμί δα χαμηλότερα: ξαναγεννιόταν γιά τρίτη φορά μέ τή μορφή ζώου.
Καί ό Μένανδρος δέν υπολείπεται ευγενικών χαρακτηρι σμών:
11 Ισ τ ο ρ ί α t o y Φ α λ λ ο ύ
111
Φύτρο κακό ε ΐν ’ ή γυναίκα στή ζωή- αλλά σάν άναγκαΐο κακό τήν αγοράζουμε.
Κ ι άλλου ή γνωστή ρήση: Πυρ. γυνή καί θάλασσα, τά τρία κακά. αλλά βρίσκει επιπλέον δτι Φορτίο δεινών είν ' ή γυναίκα γιά τόν άνδρα. Ό Ευριπίδης ονειρευόταν έναν κόσμο όπου ό άνδρας θά μπορεί ν ’ άγοράζει παιδικό σπόρο μέ τό χρυσάφι του γιά ν ’ άποφεύγει έτσι τό σμίξιμο μέ τή γυναίκα. Κι άλλου: Πάντα οί γυναίκες στέκουν εμπόδιο στήν ευτυχία τώνάνδρών. πάντα ζημιά τούς κάνουν. Καί άπορεΐ: Κανείς ποτέ όέ βρήκε αντίδοτο νά μάς φυλάει άπ ’ τις κακές γυναίκες: τέτοιο βάσανο είναι οί γυναίκες. Κ ι ό καημένος ό Μένανδρος πάλι: "Ενας μπελάς πού πάντα μάς ακολουθεί, είναι ή γυναίκα. 'Από τίς γυναίκες μοναχά κρατούν τά βάσανα όλα. όλα τά κακά. Καί συνοψίζει: 'Όπου είναι οί γυναίκες είναι όλα τά κακά μαζί. Καί ό Ησίοδος επιβεβαιώνει: Έτσι ό Δίας έστειλε στους άνδρες τις γυναίκες σάν επιδημία, γεμάτες σχέδια ύπουλα. γιά νά εξηγήσει ότι όποιος εμπιστεύεται γυναίκα, δείχνει εμπιστοσύ νη στό ληστή. Κι ακόμα: Μέτρο κανένα δέν γνωρίζουν, σ’ όλα είναι άσω τες. κι έτσι μοιάζουν μέ τούς κηφ ήνες πού δέν κα τέχουν καμία δουλειά παρά κατεβάζουν στην κοι-
ΑΠΟ T il Μ Η Δ Κ ΙΑ ΣΤΗ Σ Τ Α Χ Τ Ο Π Ο Υ Τ Α
λία τους τών άλλων τό μόχθο... 'Όποιος λοιπόν γλιτώνει από τό γάμο καί τά αισχρά έργα των γυ ναικών. αυτός σώζει τό βιός του. 'Αλλά όποιος παίρνει ένα πλάσμα τοσο βλαβερό, αυτού ή ζωή γίνεται μαρτύριο αδιάκοπο καί τά βάσανα είναι αβάσταχτα... γιατί οί γυναίκες στραγγίζουνε τόν άνδρα καί τόν παραδίνουν σέ θλιβερά γεράματα.
’Αλλά, ό Άντιφάνης την εμπιστεύεται κάπου: Μόνο σ ’ ένα εμπιστεύομαι τή γυναίκα: πώς σάν πεθάνει δέ θά ξαναζήσει. Σέ τιποτ’ άλλο δεν τής έχω εμπιστοσύνη ώσπου νά πεθάνει. Θά μπορούσε ό καθένας νά γεμίσει πάρα πολλές σελίδες μέ τόσο προσβλητικά αποφθέγματα εις βάρος τών γυναικών. ’Αλόγιστο τό μίσος καί τό βάθος της εχθρότητας. Είναι μά ταιο ν ’ αναρωτυθούμε άπό πού προέρχεται μιά τέτοια εμπά θεια. Εμείς τό δηλώσαμε ήδη: Οί Έλληνες έβρισκαν νά ’ναι πολύ αδικημένοι άπό τόν καταμερισμό τών ιδιοτήτων ανάμε σα στόν άνδρα καί τή γυναίκα. Τό γεγονός ότι ή φύση είχε αναθέσει στή γυναίκα νά γεννάει, ακόμα καί όταν διαπίστω σαν ότι ό ανδρας σπέρνει, ήταν γ ι’ αυτούς αδιανόητο. ’Ίσιος νά ήταν καί μακραίωνη ή πληγή άπό τήν αίσθηση τής γυναί κας πού γεννούσε. Είναι φανερό πάντως ότι θεωρούσαν ώς έσχατη ταπείνωση τή γέννα άπό τή γυναίκα. Αύτό τό μοναδι κό θαυματουργό φαινόμενο τό έβλεπαν σάν προνόμιο χαρι σμένο άδίκως στή γυναίκα. Φυσικά ήταν άγριοι στήν άρχή, βάρβαροι στή συνέχεια, άπαίδευτοι καί επιστημονικά καθ’ ολοκληρίαν απληροφόρητοι. Δεκτός ό εντυπωσιασμός τους. 'Αλλά μεταπήδησαν τόσο γρήγορα στή φιλοσοφική διάθεση, στήν ποίηση, στή δραματουργία καί δέν λυτρώθηκαν ποτέ άπό τό σύνδρομο τής προνομιούχου γυναίκας. Καί όχι μό νο! ’Αλλά συνέχισαν νά τήν περιφρονούν κλινικά καί σώμα-
ιι Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
ι ι.κά, επιδιδόμενοι με ιδιαίτερο ενθουσιασμό στόν όμοφυλοιλικό έρωτα. Όσες αμέτρητες γραπτές ομολογίες διαθέτου με γιά τήν απόρριψη τοϋ θηλυκού -εκτός άπό τήν περίπτωση τής γέννας τών παιδιών- άλλες τόσες καί περισσότερες επι βεβαιώσεις υπάρχουν γιά τόν έκθειασμό τών μικρών άγοριών καί τής παιδεραστίας γενικώς. Ή γυναίκα-σύζυγος δέν αντιμετωπιζόταν διαφορετικά παρά σάν αυτή πού γεννάει, άπ’ όπου καί ή ετυμολογία «γυ νή». Δέν αντιπροσώπευε τίποτε άλλο, έβλεπε σπάνια τόν άνδρα της, δέν έτρωγε ποτέ μαζί του ούτε καί τόν συνόδευε όταν ήταν προσκαλεσμένος κάπου. Ούτε τόν φώναζε μέ τ’ όνομά του, αλλά «κύρη». Εξάλλου στήν ’Αθήνα τού 5ου αιώνα υπήρχε μιά ίόιάζουσα 'Αρχή, τού «γυναικονόμου», δηλαδή τού επόπτη τών γυναικών πού έπέβλεπε τή συμπεριφορά τών ’Αθηναίων γυναικών κατά τις εξόδους τους, ώστε νά μήν παρεκτρέπονται καί νά μήν κά νουν σπατάλες.1Σύμφωνα μέ πληροφορίες τού Φιλήμονα καί τού Νίκανδρου,2ό Σόλων ίδρυσε στά 524 π.Χ. τά πρώτα νόμι μα πορνεία όπου κοινές γυναίκες πουλούσαν, κάτω άπό κρα τική επίβλεψη, τίς ερωτικές υπηρεσίες τους σέ άλλοόαπούς καί ναυτικούς. Ό προϊστάμενος αυτών τών σπιτιών λεγόταν «πορνοβοσκός» ή «πορνοτρόφος», ό σήμερα άποκαλούμενος νταβατζής. Όπότε καταλήγουμε στή διαπίστωση ότι τά πάντα σχεδόν ήταν κρατικά στήν ’Αρχαία Ελλάδα, άκόμα καί τά μπορντέλα. Φυσικά στά πορνεία αυτά δέν πάταγε τό πόδι του κανένας καθώς πρέπει ’Αθηναίος. Αυτοί οί κύριοι διέθεταν ένα ιδιαί τερα πολυτελές είδος, τίς «Εταίρες». Ή λέξη εταίρα έμφανί<1
1. Borneman, ό .π ., οελ. 276. 2. ’Αθηναίος ατό Δ τ ιπ ν υ σ ο φ ια τ α ί Χ ΙΙΙ, αναφέρεται άπό Borneman, ό .π .. σελ. 236.
ΑΙΙΟ ΤΗ Μ ΗΔΗΙΑ ΣΤΗ Σ Τ Α Χ Τ Ο Π Ο Υ Τ Α
ζεται γιά πρώτη φορά στην ελληνική γραμματεία στό έργο τής Σαπφώς, περί τό 600 π .Χ ., καί σημαίνει «συντρόφισσα», «φιλενάδα», «ερωμένη». Αυτές άποκαλοΰνταν «μουσικές» εταίρες σέ αντιδιαστολή μέ τίς «πεζές», τίς κοινές πόρνες. Ό τίτλος «μουσική» εταίρα δήλωνε τίς ευλογημένες άπό τίς Μούσες εταίρες πού ήξεραν νά τραγουδούν, νά χορεύουν, νά παίζουν μουσικά όργανα καί νά συζητούν θαυμάσια. Αυτές γίνονταν παντού δεκτές σέ κάθε λογής συμπόσιο, τίς συντη ρούσαν δυό τρεις ευκατάστατοι άνδρες, πού μοιράζονταν τήν εύνοιά τους, ή τήν είχε αποκλειστικά κάποιος γιά λογαρια σμό του. Γινόταν καί τό αντίθετο, δηλαδή κάποιοι επιφανείς άνδρες συντηρούσαν τρεις ή καί περισσότερες εταίρες, όπως ό ρήτορας Υπερείδης πού είχε τή Μυρρίνη στήν ’Αθήνα, τή Φύλα στήν Ελευσίνα καί στόν Πειραιά τήν ’Αρισταγόρα. 'Οταν ό γιός του Γλαύκος παραπονύθηκε γι’ αυτή τή σπατάλη ό Υπερείδης τόν αποκλήρωσε.' Οί αρχαίοι ’Έλληνες συγγραφείς άναφέρονται συχνά στήν άπληστία καί φιλοχρηματία των έταιρών. Ζητούσαν συνήθως αστρονομικά ποσά άπό τούς θαυμαστές τους. Ή αξία ολό κληρου τού φορτίου ενός πλοίου, αναφέρει ό Borneman,1 2 γιατί μέ τέτοια φορτία πλούτιζαν οί έμποροι στις ελληνι κές πόλεις, ξοδευόταν συχνά γιά μιά μοναδική νύχτα μέ κά ποια άπ’ αυτές τίς εταίρες. Πολλοί δέν δίσταζαν νά παίζουν τό ρόλο τού σωματέμπορα, όταν άνακάλυπταν μιά μικρή καλλονή, ούτε δίσταζαν νά τήν πλασάρουν σέ κάποια αγο ρά εκτός ’Αθήνας. "Οταν ό ’Αλέξανδρος έδωσε εντολή στόν Άπελλή νά ζω γραφίσει γυμνή μιά άπό τίς αγαπημένες του παλλακίδες, τήν
1. Πλούταρχος, Οίβίυι των δέκα ρητόρων. 2. Ό.π., αελ. 241.
ιι Ι σ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
I Ι.Ί
,τερίφ>ημη Καμπάσπη, γιά νά αποθανατίσει τό υπέροχο σώμα της, κατάλαβε ότι ό Άπελλής τήν είχε ερωτευτεί καί τοΰ τή χάρισε.1Ό Αθηναίος υποστηρίζει ότι αργότερα ή Καμπάσπη πόζαρε γιά νά ζωγραφίσει ό Άπελλής τήν Αφροδίτη τής Κώ. Υποστηρίζει ακόμα ότι ό Πραξιτέλης σμίλεψε τήν Αφροδίτη τής Κνίδου έχοντας μοντέλο του τήν αγαπημένη του εταίρα Κρατίνα.2 Επίσης, ή σχέση ανάμεσα στήν πορνεία καί τή θρησκευ τική λατρεία ήταν ακόμα στενή στήν περίοδο τής ελληνικής πατριαρχίας, ώστε μερικοί εραστές τών μεγάλων έταιρών δέν δίσταζαν νά στήσουν άγάλματά τους μές στους ναούς. Τό Δείκτήρίον, τό πρώτο κρατικό πορνείο τοΰ Σόλωνα στήν ’Αθήνα, ήταν απαραβίαστο όπως καί οί ναοί τής πό λης, καλυπτόμενο άπό τήν κρατική εξουσία. Σύμφωνα μέ τά έθιμα πού μάς παραδίδουν ό Στράβων, ό Ηρόδοτος καί ό Λουκιανός, ή κάθε γυναίκα έπρεπε νά κα θίσει στόν περίβολο τοΰ ναοΰ καί νά δοθεί ερωτικά στόν καθένα πού τής έριχνε στήν ποδιά ένα νόμισμα, ανεξάρτητα άπό τήν αξία του, μιά καί έπρόκειτο νά παντρευτεί καί πα ραβίαζε τήν εντολή τής θεάς πού όριζε ότι κάθε γυναίκα πρέπει νά είναι στή διάθεση όλων τών άνδρών χάριν τής γο νιμότητας. Οί ωραίες γυναίκες φυσικά διαλέγονται αμέσως, περιμένουν όμως άλλες τρία καί τέσσερα χρόνια καί δέν μπορούν νά σηκωθούν πριν αυτή ή πράξη συντελεστεΐ. Γι’ αύτό ό Bachofen3 σχολιάζει: « Ό γαμήλιος δεσμός είναι ξέ νος καί μάλιστα εχθρικός γιά τύν φυσικό νόμο τής ’Ύλης. Ή αποκλειστικότητα τοΰ γάμου παραβιάζει τό δίκαιο τής
1. Πλίνιος 35, 10' 36, 12' 35. 86. 2. Borneman, δ .π .. πελ. 347. .3. D a s M utterrech t-Τ ό μ η τ ρ ικ ό δ ίκ α ιο . Borneman, δ .π .. οελ. 358.
1 1C,
α π ο τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
μητέρας γης... Γι’ αυτό ή γυναίκα πού παντρεύεται πρέπει να εξευμενίσει τή μητέρα Φύση, περνώντας από μιά περίοδο ελεύθερου εταιρισμού καί νά εξαγοράσει τήν αγνότητα τού συζυγικού δεσμού μέ τήν ακολασία πού προηγείται απ’ αυτόν... Είναι μιά Ουσία στή μητέρα Φύση γιά νά εξασφαλι στεί ή συγκατάθεσή της στή συζυγική αγνότητα πού θά ακο λουθήσει. Γι’ αυτό ό γαμπρός είναι ό τελευταίος πού τού γί νεται ή τιμή. Γιά νά μπορεί ό άνδρας νά κατέχει μόνιμα τή γυναίκα, πρέπει πρώτα νά τήν αφήσει σε άλλους». Παράλληλα ώστόσο αναπτύσσεται καί ή παιδεραστία. Τά αγόρια μεγάλωναν φυσιολογικά στό πατρικό σπίτι μέ τήν επίβλεψη τής μητέρας. Ό ταν αυτά συμπλήρωναν τά δώδεκα χρόνια, οί δυνατότητες τής μάνας δεν άρκούσαν. Εκτός από τό γεγονός δτι ήταν συχνά αναλφάβητη, ήταν καί εξόριστη από τήν κοινωνία όπου οί γυναίκες δεν κυκλοφορούσαν. Υποτίθεται ότι τήν ευθύνη τού γιοΰ θά αναλάμβανε ό πατέ ρας. Συνέβαινε όμως vet είναι πολυάσχολος, οπότε προσλάμβανε έναν ειδικό δούλο γιά τήν εκπαίδευση τού γιου. Αν συνέβαινε ώστόσο -καί αυτό συνέβαινε συνήθως- νά είναι καί ό δούλος αμόρφωτος, τότε έμενε ή εκδοχή ότι καθήκον τού εκπαιδευτή ήταν νά διαπαιδαγωγεΐ τόν έφηβο μέ αγάπη. Ποιά ήταν τά περιθώρια καί ή μορφή αυτής τής αγάπης έκ μέρους τού παιδαγωγού είναι φανερό. Εξάλλου, ήταν κα θολική αντίληψη σέ όλες τις πόλεις ότι τό καθήκον κάθε ενηλίκου μέλους τής άρχουσας τάξης ήταν νά διαλέξει έναν έφηβο τής τάξης του καί ν ’ άναλάβει τήν αγωγή του. Είναι δύσκολο νά διατυπώσουμε μιά θεωρία ώς πρός τήν καταγωγή καί προέλευση τής άρσενικής ομοφυλοφιλίας στήν Ελλάδα σ’ όποιες πηγές κι άν στραφούμε. Οί πληροφορίες πάλι από τούς ίδιους τούς "Ελληνες, πού ήταν πολυγραφότα-
II ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ Φ Α Λ Λ Ο Υ
mi από ιόν 6ο αιώνα καί κάτω, αντιφάσκουν. "Ενα ωστόσο ι ίναι σίγουρο, αλλά καί γεγονός: Ό τι από τη στιγμή που υπο χρεώθηκαν νά παραόεχτοϋν ότι ή γυναίκα γεννάει έτσι ή αλλιώς έστω καί μέ τή συμμετοχή τους, άποψάσισαν νά μήν Γής αναγνωρίσουν ούτε ένα επιπλέον προνόμιο πάνω καί πέ ρα άπ’ αυτό. Τήν απέκλεισαν απ’ όλη τήν κοινωνική ζωή, τής απαγόρευσαν κάθε συμμετοχή, άκόμα καί νά συντρώγει στό ίδιο τραπέζι μέ τόν σύζυγό της. Από κεΐ καί πέρα έκαναν τά αδύνατα δυνατά γιά τή διαπόμπευσή της. Ταυτόχρονα καλ λιέργησαν τήν άρσενική ομοφυλοφιλία, ύψώνοντάς την σάν φράγμα, ώς πρός τήν ποιότητα τής σεξουαλικής απόλαυσης, καί έξιδανικεύοντάς την κατά τις αποφάσεις τοΰ Σωκράτη καί τού Πλάταινα, αφήνοντας γιά τή γυναίκα τόν κτηνώδη ρόλο τής συνουσιαζόμενης πρός αναπαραγωγή. Φυσικά οί γυναίκες τής εποχής -από τόν έβδομο αιώνα καί κάτω- είναι καθ’ ολοκληρίαν απαίδευτες, δέν γνωρίζουν ούτε ανάγνωση καί υποκύπτουν στή βίαιη συμπεριφορά των λήσταρχων Ελλήνω ν, πού είχαν έπιπέσει στους καταυλι σμούς τους σάν θεομηνία, όσο κι άν έξανίστανται. Ώ ς πρός τήν άποψη αυτή καί ώς πρός τό γεγονός ότι αναπτύχθηκε άπό τή Σαπιρώ ένας αντίλογος μέ τεράστια απήχηση, έχει ό Borneman1 μιά θεωρία πού θά μεταφέρω όσο πιό σύντομα γίνεται. Ή Σαπφώ λοιπόν διηύθυνε ένα θίασο (ένα είδος θρησκευ τικού ομίλου) στήν πρωτεύουσα τής Λέσβου, Μυτιλήνη, πού σύμφωνα μέ τό θρύλο είχε ιδρυθεί άπό τίς ’Αμαζόνες καί είχε πάρει τό όνομα τής βασίλισσάς τους... Μ ’ αυτές καί μέ. τό νησί τους συνδέει ή σημερινή γλώσσα τήν έννοια τής γυ ναικείας ομοφυλοφιλίας, χρησιμοποιώντας τίς εκφράσεις «σαπφικός έρωτας» ή «λεσβιακός έρωτας». Αλλά ή Σαπφώ 1. Ό τι., αίλ. 372-375.
118
ΑΠ Ο ΤΗ Μ Η Α Η ΙΑ ΣΤ Η ΣΤ Α Χ Τ Ο Π Ο Υ Τ Α
δέν ήταν ούτε «σαπφική» ούτε «λεσβία»: ήταν Αμφιφυλόφιλη, με έντονη τάση γιά εριστικά τρίγωνα. "Άς θυμηθούμε στίχους: Κι εμείς οί κοπέλες τραγουδάμε όλοννχτίς σέ τούτη δώ τήν πόρτα τόν έρωτα άνάμεσά μας, τρισευλογημένε εσύ γαμπρέ, κι εσύ, νύφη, πού ό κόρφος σου σάν μενεξές μυρίζει...
Η τό άλλο: "Αχ, μάνα, άλλο δέν μπορώ στον άργαλειό νά ύφάνω. Ή λυγερή Κύπρη άνα ψε μέσα μου καημό γιά κείνο τό παληκάρι.
Ή Σαπφώ ήταν παντρεμένη μέ τόν Κερκίδα καί στά νιά τα της είχε δεσμό μέ τόν ποιητή ’Αλκαίο, πού έγραψε γ ι’ αυτήν μερικούς άπό τούς ωραιότερους στίχους του. Ό λ α τά ποιήματα πού άφιέρωσε ή Σαπφώ στις συντρόφισσές της μάς επιτρέπουν νά διακρίνουμε πολύ καθαρά τίς μορφές τών άνδρών πού αγαπούσαν αυτές τίς κοπέλες καί αγαπιόντου σαν απ’ αυτές. Ή συναίσθηση ότι μόνο ή πλήρης ισοτιμία καί ό Αμοιβαίος σεβασμός επιτρέπουν νά Ανθήσει ή αγάπη δέν εκδηλώνεται πουθενά πιό πρίν στή λογοτεχνία τής Δύσης. ’ Αποτελεί, επομένως, επανάσταση όχι μόνο στήν ποίηση, Αλλά καί στήν κοινωνιολογία, στή συνείδηση τών άνΟρώπιυν. Καθώς όμως ή πατριαρχική κοινωνία τών Ελλήνων είχε ήδη καταλύσει τή μητριστική ισονομία τών όυό φύλων, ή σεξου αλική ισοτιμία ήταν εφικτή μόνο μέσα στά πλαίσια τού ενός ή τού άλλου φύλου. ‘Έτσι λοιπόν, τό είδος έρωτα στό όποιο έπιδιδόταν ή Σαπφώ δέν είναι τόσο σύνδρομο ομοφυλοφι λίας όσο ή μόνη δυνατότητα πού είχε μιά ετεροφυλόφιλη γυ ναίκα σ’ εκείνη τή φάση τής ελληνικής ιστορίας νά βρει έναν ισότιμό της σεξουαλικό σύντροφο.
II ΙΣΤΟΡΙΑ Τ Ο Υ Φ Α Λ Λ Ο Υ
I I!)
To γεγονός ότι ή α γ ά π η πρωτοεμφανίστηκε στή συνείδη ση τών Ελλήνων ώς όμοψυλοφιλικό φαινόμενο είχε ανυπο λόγιστες συνέπειες γιά ολόκληρη τήν εξέλιξη τοΰ δυτικόν πολιτισμού. Γιατί ή σημαντικότερη επίδραση πού άσκησε ή Σαπφώ ήταν στον Σωκράτη καί στήν Ακαδημία. Ά ν οί πληροφορίες πού μάς δίνει ό ΓΙλάτων είναι αξιόπιστες, ό Σω κράτης όχι μόνο θαύμαζε τήν ποιητική τέχνη τής Σαπιρώς αλλά καί οργάνωσε τήν 'Ακαδημία σύμφωνα μέ τό πρότυπο τοΰ σαπφικού θιάσου. Αυτό όμως σημαίνει, επίσης, ότι ό Πλάτων δέν έμπνεύστηκε τίς παιδαγωγικές ιδέες του άπό τίς παιδεραστικές διδακτικές μεθόδους τιόν Σπαρτιατών -όπως πιστεύουν οί αστοί ελληνιστές-, αλλά άπό τή Σαπφώ, μέ τή μεσολάβηση του Σωκράτη. Γιατί ή ιδέα ότι οί γνώσεις μπο ρούν νά μεταδοθούν μόνο χάρη στήν ύπαρξη μιας βαθιάς ερωτικής σχέσης ανάμεσα στό δάσκαλο καί τό μαθητή γεν νήθηκε στή Λέσβο καί όχι στή Σπάρτη. «Ή ιστορική προσφορά τής Σαπφώς είναι ότι μετέτρεψε τό θίασο, έναν όμιλο μέ θρησκευτικό χαρακτήρα, σέ εκπαι δευτικό θεσμό. "Ετσι, άπό μιά λατρευτική εκδήλωση προέκυψε ένα παιδαγωγικό σύστημα».1 "Ισως δέν είναι τολμηρό νά φανταστούμε ότι όπως δόθηκε ή εντολή άπό τόν Πεισίστρατο νά συγκεντρωθούν τά άποσπάσματα πού τραγουδούσαν δεξιά κι άριστερά οί Ραψωδοί άπό τήν 'Οδύσσεια καί τήν Ίλιάδα καί νά ταξινομηθούν σέ έπος-βιβλίο, μέ τόν ίδιο τρόπο τέθηκαν επί στρατιωτικού χάρτου καί τά ύπόλοιπα κοινωνικά προβλήματα καί ό σχεδιασμός (Αντιμετώπισής τους, όπως έγινε καί (Αργότερα μέ τήν Τραγωδία. Νά δεχτούμε ότι ένα προαιώνιο μίσος (Αναπτύχθηκε άπό 1. Bornem an,
δ .π .,
σελ. .174.
l.j()
από τη
Μ ή δ ε ια ς τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
μέρους τοΰ άνδρα πρός τή γυναίκα, στην Ελλάδα Ιδιαίτερα; Γιατί πώς αλλιώς θά εξηγήσουμε τά διχασμένα συναισθήμα τα τοϋ άνδρα, πού από τή μιά λαχταράει μια συγκεκριμένη γυναίκα κι όταν καταφέρει νά κοιμηθεί μαζί της πιστεύει ότι τήν ταπεινώνει ή ότι τήν υποτάσσει γιά πάντα; Αύτό πού συναντιέται ώς τις μέρες μας κυρίως στις υπανάπτυ κτες τάξεις είναι άραγε ένα κατάλοιπο; Ό άνδρας ακόμα καί ό σύγχρονος διακατέχεται από έναν δεσποτισμό καί μιά υπεροψία πού εκφράζεται άπό τήν κα τάπληξή του άν ή γυναίκα τόν άπορρίψει σάν εραστή ή τόν έγκαταλείψει μετά άπό ένα δεσμό επίσημο ή ανεπίσημο. Γεγονός παραμένει ότι τό νά γεννιέσαι στην Ελλάδα γ υ ν α ίκ α , έκτοτε, είναι βιολογικό άτύχημα. Φυσικά τήν εξέλιξη τής αθηναϊκής νοοτροπίας μέ τίς γυ ναίκες καταδικασμένες στήν απόλυτη άφάνεια καί απομόνωση ακολουθούν όλες οί γειτονικές πόλεις-κράτη, Θήβα, "Αργος, Κόρινθος κ.λπ. Εκτός άπό τή Σπάρτη, μιά καί οί Δωριείς εισβολείς της ήταν άνέκαθεν μητριαρχικοί καί παρέμειναν. Μέ αποτέλεσμα, ό σεβασμός γιά τόν πολιτισμό πού άναπτύξανε οί "Ελληνες γενικά νά παρασύρει κι άλλες θρησκείες πού έκκολάφθηκαν μεταγενέστερα, μέ τόν ισλαμισμό πρώτο καί τίς υπό άπαγόρευσιν γυναίκες του, καλά κρυμμένες πίσω άπό τό φερετζέ καί τό τσαντόρ ώς σήμερα. ’Αντίθετα μέ τόν άνδρα "Ελληνα πού στήν Ιδια περίοδο λατρεύει τό σερνικό του κορμί, τό γδύνει, τό επιδεικνύει μέ άπερίγραπτο ναρκισσισμό, τό άλείβει μέ έλαια, τό κάνει γλυπτό-άγαλμα άνείπωτης ομορφιάς, ώσπου τελικά τό ερωτεύε ται δημόσια καί επιδεικτικά. "Ολοι οί άλλοι λαοί, μέ τούς Ρωμαίους πρώτα πού περ νούν (άπό τό υψηλό στάδιο πολιτισμού τών Έτρούσκων πού
ιι Ι σ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
κατακλέβουν) στόν ελληνικό πολιτισμό αργότερα, όέν φαίνο νται νά διακατέχονται άπό τό σύνδρομο τής γυναικείας 'ιδι αιτερότητας, τήν οποία, άντίθετα, σέβονται άπεριόριστα στήν περίοδο τής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας πού άκολουθει. "Οχι, σίγουρα ή βεβαιότητα πού άποκτά ό ’Αχαιός γιά τό γεγονός ότι συμμετέχει στή διαιώνιση σπέρνοντας στούς κόλπους τής γυναίκας τά παιδιά δέν τού άρκεΐ. Ή πραγμα τοποίηση τής δημιουργίας άνθρώπινης ζωής γίνεται ορατή μόνο άπό τή γυναίκα πού κουβαλάει τό έμβρυό της μήνες καί μήνες. Γι’ αυτό τρελαίνονται οί μυθολόγοι καί βάζουν τόν Δία νά καταπίνει τήν Μήτιν καί τή σοφία της -πού άποτελεΐ συστατικό τής μητρότητας-, νά γεννά τήν ΆΟηνά άπό τό κε φάλι καί τόν Διόνυσο άπό τό μηρό του. Βάζει άκόμα στόχο καί προορισμό του, άργότερα, νά γκρεμίσει τό μεγαλείο τής μητέρας, νά τή σύρει στή λάσπη, νά τήν εξευτελίσει προτάσ σοντας τήν Κλυταιμνήστρα, τή Μήδεια, τήν Ίοκάστη. "Ετσι μόνο μπορεί νά ερμηνευτεί ή τόσο πολύπλοκη καί άντιδραστική ψυχοσύνθεση μέ τάση κρυψίνοιας άκόμα καί καχυποψίας τού "Ελληνα. Πού πίστεψε ότι άνακαλύπτει τήν άτομική ελευθερία, όταν χειραφετείται άπό τό φόβο τών δύο ισχυρότερων κατ’ αυτόν στοιχείων τής φύσης -τών θεών καί τών γυναικών- ή, αντίστροφο, καταργώντας άμφότερα άπό τή συνείδησή του, μιά καί πιστεύει ότι λειτουργεί ό Ιδιος ισό θεα, σπέρνοντας τή ζωή καί επιπλέον εξουδετερώνοντας τή γυναικεία παρουσία άπό τήν κοινωνία. 'Αλλά ή ελευθερία δέν κερδίζεται ούτε κι εξασφαλίζεται μέ τή διαγραφή υπαρκτών όντων ή έστω καί ένθεων, όταν συνεχίζουμε νά τά θεωρούμε επικίνδυνα. Καί δέν ωφέλησε ή μυστικοπάθεια τών άνδρών, εφόσον οί φόβοι τους έμει ναν καταχωνιασμένοι βαθιά μέσα τους. Καί στήν πραγματι κότητα όέν λυτρώθηκαν ποτέ άπ’ αυτούς.
I ->-2
απ ο τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
’Εκεί ωστόσο πού μεγαλούργησε 6 "Ελληνας καί ή 'Αθή να του ήταν τό θέατρο καί ή δημιουργία τής Τραγωδίας. ’Αλλά πριν ν ’ ασχοληθούμε μέ τό θέατρο πρέπει ν ’ άναφερθοΰμε στις περίφημες Φαλλοφορίες πού γίνονταν πρός τιμήν τού Διονύσου, στην εποχή τού Θέσπι, τού Φρυνίχου, τού Χοιρίλου καί τού Πρατίνα. ’Απαράδεκτος αρχικά στήν ’Αθηναϊκή κοινωνία ό γλυκύ τατος Βάκχος-Διόνυσος, γιατί παράσερνε ώς καί τίς γυ ναίκες όλων των ηλικιών, πού οργίαζαν κυριολεκτικά κατα λαμβανόμενες από γαμική μανία. Γεγονός πού σίγουρα προκαλοϋσε τήν απόρριψή του από τίς άνδροκρατούμενες κοι νωνίες. Ευκαιρία γιά τόν μισογύνη Ευριπίδη νά γράψει τήν απάνθρωπη τραγωδία του Ο ί Βάκχες. Τό ίδιο αντιπαθείς ήταν καί οί οπαδοί τού Διονύσου πού πήγαιναν στις διάφορες πόλεις τής Ελλάδας νά διαδώσουν τή θρησκεία του, όπως στήν ’Αργολίδα όπου ό Περσέας τούς καταδίωξε προσωπικά, σκοτώνοντας μερικούς άπ’ αυτούς. Πρέπει νά υπογραμμίσουμε ότι όλοι οί ’Αχαιοί κρύβουν λό για γιά τόν Διόνυσο ειδικά. ’Αγνοούμε άν αυτό είναι αποτέ λεσμα μιας κάποιας σεμνοτυφίας. Γνωρίζουμε, ωστόσο, άπό τό μύθο ότι κάποτε ό θεός Διόνυσος θύμωσε γιά τήν περι φρόνηση πού έδειξαν καί οί ’Αθηναίοι στό ξόανό του καί τε λικά έμόλυνε όλους τούς ανδρες μέ κάποια αρρώστια στά γεννητικά τους όργανα. Επειδή δέν κατάφερναν νά Οεραπευθοϋν, καταφύγανε στό Μαντείο, πού τούς απάντησε ότι τότε μόνο θά θεραπευθοΰν, όταν αποδώσουν εξαιρετικές τιμές στόν περιφρονημένο θεό. Κάποιος έριξε τήν ιδέα νά φτιά ξουν ψεύτικους μεγάλους φαλλούς καί νά παρελάσουν στούς δρόμους, πράγμα πού καθιερώθηκε έκτοτε ώς Φαλλοφορία. Πάντα βρίσκεται ένας πού ρίχνει τυχαία μιά ιδέα (πού τού έχουν πει), κάποιος άλλος βρίσκεται κρυμμένος δί πλα ή κάτω άπό τό μάντη πού τού ψιθυρίζει μιά άλλη «αϋθάρ-
ιι Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
ι Τ’,
H Γΐτη» ιδέα καί τό όργανο τής Συνουσίας καθιερώθηκε νά πα ρελαύνει ατούς δρόμους τής Αθήνας κατά τά Μεγάλα καί Μικρά Διονύσια, πού καθιερώθηκαν σάν εθνικές εορτές, κα θώς καί τά Λήναια καί τά Άνθεστήρια. Σ ’ αυτές τίς θρησκευτικές εορτές, όέν ΐσχυαν απαγορεύ σεις συμμετοχής. Δούλοι, αγρότες καί αφέντες, γυναίκες καί άνόρες βγαίνανε στους δρόμους όπου γινόταν πανζουρλι σμός. Αυτά τά πλήθη άποτέλεσαν καί τόν πρώτο θίασο, πι θανώς άπό τό ρήμα θύω, πού σημαίνει εφορμώ, μαίνομαι. Κι όλοι τραγουδούσαν ύμνους πού γράφονταν ειδικά γιά τό θεό κάθε χαράς, τραγούδια πού λέγονταν διθύραμβοι. Ό χορός τού διθυράμβου στάθηκε τό πρωτοκύτταρο τής ελληνικής τραγιυδίας.1 Γνωρίζουμε πώς ή Τραγωδία ξεπήδησε άπό τό διθύραμβο, δηλαδή άπό έναν τύπο απλού δημοτι κού χορού σέ μιά κυκλική πίστα ή αλώνι... ό χορός άπετελεΐτο άρχικά άπό πενήντα πρόσωπα. Οί Διονυσιακές εορτές δεν ήταν οί μόνες πού κατά τή διάρκειά τους είχαν καί μιμι κές παραστάσεις, όπως τού Δία καί τής "Ηρας. Στή Βοιωτία λεγόταν Δαίδαλα.2 Τά Διονύσια, Μικρά καί Μεγάλα, θεωρούνταν μιά επίσημη πανελλήνια θρησκευτική γιορτή. Κατά τόν Πλούταρχο, τή φαλλική πομπή άκολουθούσε μεγαλοπρεπέστατη καί θορυβωδέστατη συνοδεία άπό άμέτρητα βόδια καί ταύρους, πού πρόσφεραν γιά θυσία ή πόλη, οί σύμμαχοι, οί άποικίες καί οί πλούσιοι ιδιώτες. ’Ακολουθούσαν πλήθος νέες-Βάκχες στολι σμένες μέ κισσό καί θύρσους χορεύοντας μέ κρόταλα, κύμβα λα καί ρόπτρα (είδος καστανιέτας), τό δέ πλήθος χόρευε μέ άλαλαγμούς, σέ εκδηλώσεις πού διαρκούσαν τρεις μέρες.
1. Αλ. Σολομός, Τί ,τμός Διόνυσον, εκό. Δίφρος 1972. αελ. 67. 2. Λάακαρης, ό.π., αελ. 76, τ. ίος.
από τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
Μοναδικό παγκόσμια καί πρωτοφανές: Εθνική έορτή τών Ελλήνων μέ έθνικό Σύμβολο τό Φαλλό, σέ τριήμερη εθνική έορτή μέ τό όνομα Φαλλοφορίες. Οί Φαλλοφορίες συνδέονται αρχικά μέ τό όνομα τοϋ Θέσπι, πού σκάρωνε σατιρικά ποιηματάκια καί τά άπάγγελνε στό πλήθος των πανηγυριωτών προκαλώντας τό γέλιο τους. Ό Φρύνιχος τελειοποίησε τήν απαγγελία μέ υλικό τά κατορ θώματα τών θεών, σέ ερασιτεχνικές παραστάσεις, στό ύπαι θρο πάντα. Τό είδος ενθουσίασε τούς ’Αθηναίους, ό στρατη γός Θεμιστοκλής χρηματοδότησε τότε τίς υπαίθριες παρα στάσεις καί τό «χορό» τους. Στήν αρχή τό άγριο στοιχείο τών οργίων κατά τίς εκδη λώσεις τής διονυσιακής λατρείας, μέ τούς γενειοφόρους σάτυρους μασκαρεμένους σέ μισούς τράγους νά χορεύουν, μπήκε στίς εκδηλώσεις μέ παλλαϊκή συμμετοχή. Ή λατρευ τική αυτή εκδήλωση συνεχίστηκε κάθε χρόνο στά Μεγάλα Διονύσια, καταλήγοντας στό θέατρο τού θεού μέ τή μορφή αγώνα, όπως στίς περισσότερες ελληνικές εκδηλώσεις. Τότε άρχίζει νά ένδιαφέρεται καί ή Πολιτεία. Ό Ιδιος ό "Αρχών άνέλαβε τή διοργάνωση. Διάλεγε τρεις ποιητές -πού στήν αρχή χρησιμοποιούσαν τούς ήδη γνωστούς μύθους τών θεών- καί τρεις πλούσιους χορηγούς πού άναλάβαιναν τά έξοδα τής παράστασης. ’Ώσπου στίς αρχές τοϋ πέμπτου αιώνα εμφανίζεται ό Αισχύλος, ό πατέρας τής Τραγωδίας, μέ τούς Πέρσες καί ακολουθούν αμέσως μετά Ο ί επτά επί Θήβας. Έ , καί; Τί σημαίνει ότι, σύμφωνα μέ τά λεγάμενα, ό "Αρχών τής πολιτείας τών ’Αθηνών ανέθεσε σέ δύο ή καί τρεις ποιητές νά γράψουν τραγωδίες; Τί εξασφάλιζε αυτό τό δεδομένο; Κα λά ή ανάθεση, αλλά πώς γράφτηκαν οί Τραγωδίες; ’Από ποιο πρότυπο διδάχτηκαν, οδηγήθηκαν ή έστω ποιό πρότυπο μιμήθηκαν οί εντεταλμένοι, προκειμένου νά πραγματοποιή-
11 Ισ τ ο ρ ί α t o y Φ α λ λ ο ύ
πουν τά αριστουργήματα πού παρέδωσαν; Τί θά πεί «εμφα νίστηκε 6 Αισχύλος μέ δύο τραγωδίες, τούς ΙΙέρσες καί τούς Επτά επί Θήβας»·, ’Από πού εμφανίστηκε ένας Αισχύλος; ’Από τό Χάος; Καί μόνο ή εκδοχή αύτή μάς προκαλεΐ αμηχανία καί τρόμο. "Ας μή λησμονούμε ότι οί τραγωδίες ήταν ή συνέχεια τών λαϊκών πανηγυριών -Φαλλοφορίες-, όπου οί μάζες, σέ πλήρη μέθη καί ευφορία, χόρευαν ατούς δρόμους ανταλλάσσοντας βωμο λοχίες καί χάζευαν καλαμπουρίζοντας κάποιες πρόχειρες καί σύντομες αναπαραστάσεις θεϊκών καί μυθικών μιμήσεων. Καί αυτών συνέχεια αποτελεί ό μέγας ποιητής; Ό Αισχύλος. Νά έπαναλάβουμε καί μεϊς τήν άποψη-είκασία τού Anthony Smith καί τήν αναφορά του στόν Σαίξπηρ, μέ τήν εύκαιρία τού βιβλίου τοϋ Δαρβίνου, Ή καταγωγή τοϋ ανθρώπου, όπου καί υποστηρίζεται ή άποψη «τής ανυπαρξίας κάθε σκοπιμό τητας στήν εξέλιξη, μιάς άνυπαρξίας πού δέν είχε ποτέ αρχή καί δέ θά έχει ποτέ τέλος». Όπότε, άναφέρει ό A. Smith, «ό Σαίξπηρ, δηλαδή, ξεπήδησε μέσα από τήν άμορφη μάζα, από τή λάσπη, από τά παλιρροιακά κύματα πού σκέπαζαν τή Γή κατά τήν προαιώνια άγραφη ζωή της».1 Καί τί νά πούμε τότε μεϊς γιά τούς "Ελληνες Τραγωδούς πού έζησαν δύο χιλιάδες χρόνια πριν τόν σχεδόν σύγχρονό μας Σαίξπηρ (1564-1616). Γιατί ό Σαίξπηρ μαθήτευσε στούς αρχαίους Τραγικούς. Εκείνοι όμως, πού εμείς τούς αντικρί ζουμε τόσο φυσικά, από πού ξεπήόησαν τόσο τέλειοι καί άψογοι, πραγματικοί Δάσκαλοι καί μεγάλοι ποιητές; Κι άς επιμένει ό A. Smith ότι «ό Γουίλλιαμ Σαίξπηρ πραγματικά ξεπήδησε τυχαία μέσα από τήν άμορφη εκείνη μάζα». Πού δέν ήταν πιά τόσο άμορφη, αφού περιέκλειε τόν πέμπτο αιώ να τής ’Αθήνας, τόν Ρωμαϊκό πολιτισμό καί το Βυζάντιο. 1. A. Smith, ο',.τ.. τ. Ιος, m l . 6-7.
ι γ<;
απ ο τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
ΓΗ ελληνική Τραγωδία ήταν κατ’ αρχήν θρησκευτική.' Ή Τραγωδία κατάγεται από έναν Χορό λατρευτικό ή μαγικό πού σκοπός του είναι νά παρουσιάσει τό θάνατο τής βλάστη σης αυτό τό χρόνο καί τή θριαμβευτική της επάνοδο τόν άλλον. Οί τελετές δηλαδή πού γίνανε τό θεμέλιο τής Τραγω δίας είχαν ταυτιστεί μέ τίς βασικότερες ελληνικές άντιλήψεις γιά τή ζωή καί τή μοίρα, τό νόμο καί τήν αμαρτία άλλά καί τήν τιμωρία. Ή βλάστηση γιά τούς αρχαίους ήταν κάτι τό υπαρκτό σάν πρόσωπο, όχι «αυτό» άλλά «Εκείνος». Γιατί άν Εκείνη (ή Φύση) δεν ξαναγεννηθεΐ τί θά γινόταν; Ή πείνα καί ό θάνατος άπό πείνα ήταν μιά άπειλητική συμφορά γι’ αύτά τά πρωτόγονα γεωργικά χωριά. Τό πνεύμα τής βλάστη σης ήταν τό παράδειγμα τής ισορροπίας πού ξαναρχόταν. Ή λατρεία τού Πνεύματος τής Βλάστησης, βεβαιώνει ό Mircea Eliade, έχει ασυνήθιστη διάδοση σ’ όλη τή γή. «Οί Αιγύπτιοι έκτελοΰσαν θεαματικές ιεροτελεστίες, μά οί εκδηλώσεις εκείνες δεν είχαν αποκτήσει μορφή τέχνης. ’Αντίθετα οί Έλληνες έδωσαν σχήμα στό όργιο. ’Οργάνωσαν τό έξαλλο πλήθος σέ ομάδες χορευτών, πού μεταφράζανε τή θρησκευτική τους έξαρση σέ μουσική, σέ όρχηση καί -τό σπουδαιότερο- σέ ποίηση».1 2
Επειδή συζητήθηκε πολύ από τούς Ευρωπαίους έρευνητέςμελετητές ότι ή αρχαία Τραγωδία είχε πεσιμιστική έμπνευση, καθώς οί συγγραφείς της ερμήνευαν κάθε ανθρώπινη δυστυ χία μέ τήν έχθρα ή τή ζήλια των θεών ή άπό μιά άνεξιχνίαστη συνωμοσία τής Μοίρας, επιμένω ότι ή άρχαία Τραγωδία -πέ ρα άπό τήν πρωτοφανή έμπνευση τού ποιητικού λόγου καί τήν 1. Αάοκαρης. ο.,τ.. τ. 1ος. σελ. 32.
2. Ά λ . Σολομός. Τι ,τρός Διόνυσον, δ.π.
II ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ Φ Α Λ Α Ο Υ
απροσδόκητα άρτια επεξεργασία του- ήταν βασικά εκπαιδευ τική καί γι’ αυτό επικίνδυνη. Ό λ ο ι οί ποιητές-τραγωόοί (χω ρίς καμιά εξαίρεση) εμφανίζονται μ’ έναν συγκεκριμένο στόχο στά έργα τους, νά διδάξουν, νά παραδειγματίσουν, ακόμα καί νά τρομοκρατήσουν τό κοινό γιά παρελθόντα γεγονότα, όπως ή αιμομιξία, ό φόνος συζύγων κ.α. Επιδίωκε, δηλαδή, ή Τραγωδία σέ πρώτο πλάνο τήν εξημέρωση τού άνθρώπου καί τή μετάβασή του από τό άνομοθέτητο μητριαρχικό καθεστώς σ’ έναν νομοθετημένο κόσμο καί μιά όριοθετημένη κοινωνία. Φωτεινός πνευματικός ηγέτης τού κόσμου αυτού ήταν ό 'Απόλλων, υπεύθυνος μιας νέας ανθρωπιστικής, ειρηνευτικής ηθικής, άλλά πατριαρχικής στό έπακρο. Πρόσεξαν, ώστόσο, καί σεβάστηκαν τις θρησκευτικές δο ξασίες τού λαού, άλλά οί επεμβάσεις τών θεών στή ζωή τού άνθρώπου, άπό τόν πέμπτο αιώνα καί δώθε, είναι πιό αυθαί ρετες καί σπάνια τόσο άμείλικτες, μέ πρότυπο τόν Προμηθέα. Καλόν είναι νά γνωρίζει ό καθένας ποιά μοίρα τόν απειλεί καί τόν περιμένει στίς ερημιές τού Καυκάσου, έτσι καί τολμή σει νά διεκδικήσει γιά τόν κοινό άνθρωπο κάποιες πολυτέλει ες, πού δικαιωματικά άπολαμβάνουν μόνο οί θεοί-άρχοντες, ή Εξουσία εν όλίγοις. Δέν μάθαμε, κι ούτε θά μάθουμε ίσιος ποτέ, ποιοι άκριβώς έμπνεύστηκαν καί αποφάσισαν νά πάρουν οί Τραγωδίες κα θαρά έκπαιδευτικό-άντιμητριαρχικό χαρακτήρα γιά τό μεγά λο κοινό. Μέ λίγα λόγια, ό προορισμός τών Τραγωδιών δφειλε νά είναι εκπαιδευτικός γιά τό πλήθος πού κατέκλυζε δω ρεάν τά θέατρα. Πρώτο: Νά άνασκευαστούν οί παλαιοί μύθοι καί νά διαψευστεΐ ότι ή γυναίκα είχε θεϊκή υπόσταση. Δεύτερο: Εξημέρωση τών ηθών, σύμφωνα μέ τήν πατριαρ χική νοοτροπία. Ή άναφορά στη γυναίκα θά γίνεται μόνο προκειμένου νά καταγγελθεί ή συμπεριφορά της, πού θά
ι -hj
α π ο τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
προβάλλεται σάν εγκληματική, μέ εξαίρεση την 'Άλκηση τοΰ Ευριπίδη. Τρίτο: Τούς γυναικείους ρόλους ()ά υποδύονται πάλι ανόρες ηθοποιοί. Τέταρτο: Νά τονιστεί έντονα ότι γιά νά γεννηθεί κάθε παι δί πρέπει νά τό «σπείρει» ό άνδρας, πού κατόπιν λέγεται πα τέρας.
Τό Θέατρο δηλαδή αναλαμβάνει τό ρόλο τών Μέσων Μα ζικής Ενημέρωσης, ερμηνεύοντας όλο τό παρελθόν σύμφωνα μέ τίς καινούργιες πληροφορίες πού έκόμιζαν οί δαφνοστεφανωμένοι συγγραφείς τής θεατρικής δημιουργίας. Μιά καί δέν άρκοΰσε νά πάρει ό λαός την πληροφορία πού έτσι κι αλλιώς έλάμβανε από τίς βωμολοχίες τών Φαλλοψοριών, άλλα καί νά διδαχτεί τό παρελθόν όχι όπως τό ήξερε ώς τότε καί τό πίστευε, αλλά όπως είχε διαμορφωθεί μέ βάση τή συμ μετοχή τοΰ αρσενικού στή δημιουργία καί τήν ανατροπή τού γυναικείου μονοπωλίου. Γιατί ακόμα κι αν διέθεταν οργανωμένη παιδεία, τό πρό βλημα δέν αφορούσε μόνο τίς νέες γενιές πού θά διδάσκο νταν στό σχολείο, αλλά καί τή διαμόρφωση μιας πλατύτερης κοινής γνώμης πού είχε μέσα σέ χιλιετίες χωνέψει τήν ανωτε ρότητα καί τήν ιερότητα τής Γυναίκας. Αυτό πού απασχο λούσε κυρίως τούς Αθηναίους καί τούς ’Αχαιούς γενικότερα ήταν τό γκρέμισμα τού ειδώλου τής Γυναίκας καί τό δικαίω μα βεβήλωσής του σ’ όλες τίς κοινωνικές βαθμίδες καί σ' όλες τίς τάξεις. Σέ μιά εποχή λοιπόν πού οί μάζες δέν είχαν πολιτικά δι καιώματα ούτε καί θρησκευτικά, τό θέατρο προσφερόταν δω ρεάν στούς πάντες. Ό ’Αριστοτέλης ιστορεί πώς οί παλαιότεροι 'Αθηναίοι ήταν οργανωμένοι σέ τέσσερις φυλές, μέ τήν κά-
11 ΙΣΤΟΡΙΑ T O Y Φ ΑΛ Λ Ο Υ
I 29
Ot φυλή νά περιλαβαίνει τρεις φρατρίες, μέ τήν κάθε φρατρία νά περιλαβαίνει τριάντα γένη καί μέ τό κάθε γένος νά περιλα βαίνει τριάντα άντρες. Μέ τόν 'Αριστοτέλη συμφωνούν ό Πο λύβιος, ό Διονύσιος, ό Πλούταρχος καί ό Δίων ό Κάσσιος ότι ή φυλή ήταν μιά ομάδα άπό φρατρίες καί ή φρατρία μιά ομάδα άπό γένη.1Τέλος, θεωρείται βέβαιο, άπό άλλους, ότι τά γένη ήταν τεχνητά καί πώς ό τεχνητός τους χαρακτήρας πιστοποιείται κατηγορηματικά άπό τούς άρχαίους συγγρα φείς καί σημαδεύεται άκόμα στόν μυθικό χαρακτήρα τών προγόνων, άπ’ όπου πήρανε τ’ όνομα, καί στή μακροβιότητα μερικών γενών πού κράτησαν μιά άσπαστη ύπαρξη ίσαμε τίς ήμέρες τής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Υπήρχε, λόγου χάριν, τό Γένος τής Δήμητρας Άχαίας ή τής Δήμητρας Ευρώπης. 'Η Δήμητρα τών Καδμείων ήταν φιδοθεά, όπως ή Άθηνά τών Έρεχθειδών. Τό ’Αθηναϊκό γένος κρατούσε μιά προγονική λατρεία πού τή διηύθυνε ό "Αρχών ή άρχηγός, σ’ ένα ειδικό ιερό, κι είχε καί τόν δικό του τόπο ταφής, όπου οί νεκροί λατρεύονταν σάν ήρωες. Ή φροντίδα γιά τόν νεκρό κι Ισως ή συνολική λατρεία τού γένους βασιζόταν σέ μηνιάτικες ιεροτελεστίες, σάν τά χωριάτικα όργια.2 Ή λέξη όρχεών -πού σημαίνει μέ λος μιας θρησκευτικής άδελφότητας- σχετίζεται πιθανόν μέ τά όργιο, μυστικές ιερουργίες καί μέ τό όργάς, ένα κομμάτι καθιερωμένου εδάφους, καλλιεργημένου ή άκαλλιέργητου. Ο ί άρχαιότεροι κάτοικοι τής ’Αττικής άπ’ ό,τι ξέρουμε ήταν οί Πελασγοί, ένας μή ελληνικός λαός. Πιστεύεται ότι οί όργεώνες ήταν άρχικά τά μέλη τών γενών τών Πελασγών. Πρόκειται γιά μητριαρχικά γένη, άπ’ όπου τ’ όνομα ομογά λακτες, θρεμμένοι άπό τό ϊδιο γάλα. Ζούσαν σέ χωριάτικους 1. G. Thomson, Τ ό π ρ ο ϊσ τ ο ρ ικ ό Α ιγ α ίο , σελ. 66-67. 2. Σ τ ό ϊδ ιο , σελ. 73.
i:i<)
αποτη
Μ ή δ ε ια ς τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
συνοικισμούς, πού καθένας τους είχε τό Ιερό του σύδενδρο (όργάς) γιά την τήρηση τής λατρείας τού γένους (οργιά). Στήν 'Αθήνα, σύμφωνα μέ τόν 'Ηρόδοτο, ή λατρεία περιο ριζόταν αυστηρά στό γένος. Ωστόσο, ξέρουμε από επιγρα φές πώς τόν πέμπτο αιώνα κρατιόταν μιά θέση τής ιέρειας τής Δήμητρας Ά χα ία ς, μαζί μέ άλλων θρησκευτικών καί πο λιτικών άξιωματούχων, στήν πρώτη σειρά τού Διονυσιακού θεάτρου.12 3 Ή τόση αύστηρότης λοιπόν πού προβλεπόταν όχι γιά νά διεισδύεις, απλώς γιά νά συμμετέχεις σέ οικογενειακές λα τρείες, έρχεται σέ πλήρη αντίθεση ή, άν προτιμάτε, σύγκρου ση μέ τό δικαίωμα τού λαού νά προσέρχεται δωρεάν στίς θε ατρικές παραστάσεις τής τραγωδίας καί τής κωμωδίας. "Ενας συρφετός από άστεγους θεϊκά καί ανυπεράσπιστους από προστάτες-θεούς πώς γινόταν νά είναι τόσο εύπρόσδεκτος στά μικρά καί μεγάλα θέατρα; 'Όλα τά παραπάνω επιβεβαιώνονται από τή θερμή συ ναίνεση τού Σόλωνα πού λέει: Αλλά καί είς τό θέατρο οδηγούμε τούς νέους καί τούς διδάσκουμε δημόσια διά των κωμωδιών καί τραγωδιών εις τάς όποιας βλέπουν άρετάς καί κα κίας παλαιών ανθρώπων καί οϋτω συνηθίζουν ώστε τάς μέν κακίας νά αποφεύγουν πρός δέ τάς άρετάς νά ρέπουν} Στήν κωμωδία Οι βάτραχοι/ ό ’Αριστοφάνης βάζει στό στόμα τού Αισχύλου:
1. G. Thomson, δ .π ., σελ. 80. 2. Λάσκαρης, Μ α θ ή μ α τ α ισ τ ο ρ ία ς ά ρ χ α ίυ ν ελ λ η ν ικ ο ύ θεάτρου, σελ. 114. 3. Μετάφραση: Θρασ. Σταύρου.
τ.
1ος,
ιι Ι σ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
Γιατί, άν είναι οδηγός στά παιδάκια όπως ξέρουμε ό δάσκαλος, εϊν’ ό ποιητής οδηγός των εφήβων. Κ αί πρέπει νά μιλούμε γιά ενάρετα πράματα εμείς (ατ. 1059).'
Καί άλλου βάζει τόν Αισχύλο νά ρωτάει τόν Εύριπίδη: Τόν ποιητή γιά ποιό λόγο είν' ανάγκη κανείς νά θαυμάζει; Σ ' αυτό απάντησε μου. Ευριπίδης: Γιά τού νοϋ του τή δύναμη, όρμήνιες καλές γιατί δίνουμε, κι έτσι στις πόλεις τούς ανθρώπους τούς κάνουμε ανώτερους (στ. 12-16).
Κι άλλου (δείχνοντας τούς θεατές): Ευριπίδης: Δίδαξα άκόμα αυτούς εδώ πώς νά μι λούν... (στ. 958). Αισχύλος: τή λαχτάρα ξυπνώ ατών θεατών τήν ψυχή νά νικούν τούς αντίπαλους πάντα... (στ. 1053-1054). νΕργα τέτοια νά κάνουν χρωστούν οί ποιητές. Σκέψου πόσο άπ’ τά πρώτα τά χρόνια οί ποιητές μέ γενναία καί μεγάλη ψυχή τούς ανθρώπους ώφέλησαν (δ.π., στ. 1063-1065).
Μπορούμε, λοιπόν, νά καταλήξουμε στήν άποψη-βεβαιότητα ότι οί Τραγωδίες γράφονταν μέ κάποιο προμελετημένο σχέδιο, εύφυέστατα διατυπωμένο. Κανένας δέν κάνει τό άτόπημα νά πληροφορήσει τίς μάζες ότι άπό λάθος ήταν μη τριαρχικές ούτε καί ότι πίστευαν άπό λάθος στή γυναικεία μαζική παρουσία, τήν άλάθητη καί άπαραβίαστη. ’Αντίθετα προβάλλονται νέοι θεσμοί, όπως ή πατρότητα καί ό σεβασμός πρός αυτήν, σφραγισμένος όμως μέ τήν άπολλώνια βούληση ή παρότρυνση. Ό ’Απόλλων εμφανίζεται σάν γιός τού Δία, έντονα άντιμητριαρχικός. Θεός μέ μεγάλο κύρος πού τόλμη σε νά εκδικηθεί τό θάνατο τού γιοΰ του, ’Ασκληπιού, σκοτώ-
I :i -j
A110 ΤΗ Μ ΗΔΗΙΑΣΤΗ ΣΤΑΧΤΟΠΟΥΤΑ
νοντας τούς Κύκλωπες, γιούς τού Δία. Φυσικά, υπήρχε μιά νομοτέλεια πού τιμωρούσε τούς εγκληματίες θεούς, οί όποιοι έκτίουν τήν ποινή τους κανονικά. Καί ή παιδεραστία υποτί θεται πώς ξεκινάει από τόν ’Απόλλωνα, άν καί ήταν διάση μος γιά τίς γυναικοδουλειές του. ’Αλλά ό ’Απόλλων ερωτεύε ται, μετά άπό αμέτρητες γυναίκες, καί τόν Υ άκινθο, «ένα θαυμάσιο αγόρι, πού τόν βλέπουμε σέ εικόνες πάνω σέ κύκνο. Αέγαν πώς ό ’Απόλλων τόν αγαπούσε καί πετοΰσε μαζί του τό δίσκο. Κάποιο μεσημέρι ό θεός χτύπησε τόν αγαπημένο του μέ τόν πέτρινο δίσκο. ’Από τό αίμα τού άδικοχτυπημένου φύτρωσε τό λουλούδι υάκινθος, ένα λουλούδι μέ βαθυγάλαζα άνθη, πού φύτρωνε σέ άγριότοπους. Ό 'Υάκινθος λατρευό ταν σά νεκρός ήρως όσο καί ό Ά δω νις. ’Ανάμεσα στ’ αγόρια πού αγαπούσε ό ’Απόλλων, σ’ όλες τίς σχετικές διηγήσεις τά ώραΐα αγόρια είναι οί σωσίες τού Ιδιου».1 Τέλος πάντων διάγει μιά πολυκύμαντη ζωή σά θεάνθρω πος ειδικά χαρισματικός, όντας γιός τού Δία καί τής Αη τούς. Καί πρίν άπό τή γέννησή του ακόμα γίνονταν θαύμα τα, μόνο καί μόνο γιατί θά ’ρχότσν αύτός στόν κόσμο. Ή παρέμβασή του καί στά ανθρώπινα ήταν αποφασιστική, μιά καί ήταν πατριαρχικός θεός. Ό Αισχύλος τόν επιστρατεύει κυριολεκτικά στήν τριλο γία του Όρέστεια εμφανίζοντας τον επί σκηνής, γιατί χωρίς τό κύρος του δέν θά τά καταφέρει ποτέ νά αθωώσει τόν μητροκτόνο Όρέστη, όπως τό επιδιώκει. Ό ’Απόλλων λοιπόν εμφανίζεται νά πείθει τόν Όρέστη, νά αναλαμβάνει τήν ηθική αυτουργία τού φόνου τής μητέρας του Κλυταιμνήστρας καί τού εραστή της Αΐγισθου, τούς όποιους σκοτώνει ό Όρέστης όχι γιά νά κληρονομήσει τό θρόνο καί τήν εξουσία γενικά (πού, λογικά, αποτελεί τό κίνητρο τέτοιου είδους φονικών σ’ 1. Κ. Kerenyi, Ή μυθολογία τών Ελλήνω ν, αελ. 137.
ιι Ι σ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
ι,ι :i
ι κείνη τή μεταβατική εποχή), αλλά γιά λόγους τιμής καί εκδί κησης τής δολοφονίας τοΰ πατέρα Άγαμέμνονα, οπότε πραγ ματοποιεί, κατόπιν -νέα ς- θεϊκής βούλησης, ένα πρωτοφα νές έγκλημα στον έλλαόικό χώρο καί σέ όλο τό βάθος των παρελθόντων αιώνων. Καί λέμε πρωτοφανές έγκλημα, γιατί ή μοιχεία όέν ήταν παράπτωμα καί οί γυναίκες ήταν ελεύθε ρες νά πηγαίνουν μέ διαφορετικούς άνδρες. Ούτε υπήρχε απα γόρευση πού νά τίς εμποδίζει νά κάνουν τό κέφι τους. ’Από δειξη πώς ενώ ό μύθος τών ’Ατρειδών ήταν παλαιός, παλαιότερος τού Αισχύλου οπωσδήποτε, μιά καί άναφέρεται στήν εκστρατεία τής Τροίας καί τή λήξη της (εφτά αιώνες πριν), ο λαός (χορός) μπορεί νά σχολίαζε τό γεγονός, στήν τραγωδία, δεν εμφανίστηκε ωστόσο εχθρικός ή ανατρεπτικός (κατά τό «τά αφεντικά κάνουν ό,τι τούς αρέσει»). Καί στόν "Ομηρο,1 όταν ό Όδυσσέας κατεβαίνει στόν "Αδη, όπου συναντάει καί τόν Άγαμέμνονα, ό τελευταίος διηγείται μέ παραπονιάρικο τόνο ότι ό Αιγισθος τόν κάλεσε σπίτι του γιά έορταστικό γεύμα μέ τήν πρόθεση νά τόν ξεκάνει καί κατηγορεί τήν Κλυ ταιμνήστρα ότι δέν τού έκλεισε κάν τά μάτια, ή άπονη, όταν δολοφονήθηκε μαζί μέ τούς συντρόφους του. Κατά τόν Αισχύλο, λοιπόν, ό Όρέστης σκοτώνει τή μάνα του καί τόν Αίγισθο, προκειμένου νά εκδικηθεί τό θάνατο τού πατέρα του Άγαμέμνονα, αλλά έτσι κι άλλιώς σύμφωνα μέ τήν τιμωρό άπαίτηση τού λαού, ό μητροκτόνος συντρίβε ται άπό τήν ίδια του τήν πράξη μέ τήν αυτόματη παρέμβαση καί επίθεση πού δέχεται άπό τίς Έρινύες. Τί είναι όμως οί Έρινύες καί ποιόν άντιπροσωπεύουν; Τόν υπέρτατο (άν καί άγραφο) ήθικό νόμο τής μητριαρχικής συνείδησης. «Άπό τή στιγμή πού μπαίνουμε ατό γένος, ή ιερότητα τής I. Όόνσσεια, ιιτφρ. Κακριόή-Καζαντζάκη, ΓΙ οτ. 410-434.
m
αποτη
Μ ή δ ε ια ς τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
ζωής υψώνεται σέ απόλυτο απαραβίαστο, γιατί κρίνει την αιματοχυσία σάν Ιεροσυλία, τύφλωση, αυτοκτονία. Ή αντί δραση έρχεται τόσο ξαφνικά κι αλάθητα όσο όταν ένα νεύρο αγγιχτεί με τό βελόνι... Ό ταν ή κατάρα ξεστομιζότανε, όταν τό γένος άπαρνιόταν τόν καταδικασμένο παίρνοντας τόν όρκο όπου ό νομοταγής τόν βρει “νά τόν άποδιώκει”, ό αποκλεισμέ νος είναι νεκρός. Πετιόταν έξω από τη ζωή των ανθρώπων».1 «Τό ίδιο καί στήν Ελλάδα», συνεχίζει ό G. Thomson, «ό άνθρωπος πού έχυνε αίμα συγγενή διωχνόταν άπό τήν κοινό τητα, καταδιωκόταν άπό τίς κατάρες των συγγενών του, ή, όπως τό εκφράζανε, άπό τό εκδικητικό πνεύμα τού θύματος, πού τόν κατάτρεχε καί τόν κατάτρωγε, ώσπου δέν έμενε πα ρά ένας σωρός κόκκαλα. Ή κατάρα καί τό εκδικητικό πνεύμα είναι τό ίδιο πράγμα. Ο ί Ά ρ α ί ή Έρινύες συμβολίζουν τή συλλογική κατάρα τού γένους πού επικαλείται τίς ψυχές τών προγόνων του να ξεσηκωθούν καί νά καταστρέψουν τόν απόβλητο. "Ετσι τρελαινόταν... Ή πρωτόγονη συνείδηση, όντας λιγότερο πολύπλοκη άπό τή συνείδηση τού πολιτισμέ νου άνθρώπου ταράζεται πιό εύκολα. Κι έτσι τό έγκλημα είναι καθαυτό ή τιμωρία του».2 Ό Αισχύλος πρέπει πολύ νά βασανίστηκε σάν συγγραφέας-ποιητής, προκειμένου νά άντιμετωπίσει τίς Έρινύες, χω ρίς ώστόσο νά μπορεί, ούτε νά γίνεται, νά άγνοήσει τήν αυθαίρετη παρουσία τους. Καί τελικά τίς καταργεί, διαγράφοντάς τες. Καταργεί δηλαδή τή συνείδηση. Καί μέ τήν παρέμβαση ποιανού; Τού 'Απόλλωνα κατ’ άρχάς, πού τίς ξορκίζει ύβρίζοντάς τες: 1. Gronbech. Περί ανθρωποκτονίας μέσα ατό γένος, στήν παλιά γερμα νική κοινωνία, αναμένεται άπό G . Thomson, ό.π., σελ. 88. 2. Τό προϊστορικό Αιγαίο, σελ. 88-89.
ιι Ι σ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
1.i.')
οί σιχαμένες/πανάρχαιες γριές, κόρες τής Νύχτας,/ πού κανείς άνθρωπος, θεός, μήτε θηρίο/ ποτέ όέν τίς ζυγώνει- γεννήθηκαν γιά τό κακό καί στό κακό σκοτάδι/ ζοϋνε τοΰ Τάρταρον, στής γης τά βάθη/ μέ των θνητών καί των θεών τό μίσος.'
Καί βεβαιώνοντας τόν Όρέστη: Γιατί εγώ σέ πρόσταζα νά σφάξεις τή μάνα σου. Νά τό θυμάσαι... 'Αλλά καί με τή συμπαράσταση τής Αθήνας. Είπαν όλοι θεοσεβή τόν Αισχύλο. Ό Αισχύλος όμως είναι ένας φωτισμένος αιρετικός φι λόσοφος πού διαλέγει ανάμεσα σέ δυό δεδομένα ποιό θά πετάξει. Τούς θεούς πού δέν πιστεύει σάν κατασκεύασμα των άνθρώπινων άναγκών ή τή μητριαρχική συνείδηση πού οφεί λει νά πολεμήσει, νά τήν ξεριζώσει άπό τόν εγκέφαλο τού λαού όπου είναι προσκολλημένη σάν πολύποδας, άποτοξινώνοντάς τον μιά γιά πάντα. Καί τελικά διαλέγει νά εκμε ταλλευτεί τούς θεούς γιά σύμμαχους, εξίσου άκαταμάχητες αυθεντίες ενάντια στό ένστικτο τής μάνας-μητρότητας καί τής συνείδησης. Στόν άγώνα του δέν λογαριάζει σάν άντίπαλο τή γυναίκα, άποφασισμένος νά τήν εξοντώσει, έξοστρακίζοντάς την άπό τίς συνειδήσεις - ή συμμαχία τού άρσενικοϋ τόν πονάει. Τόν εμφανίζει λοιπόν στή σκηνή ήγέτη-Άγαμέμνονα μεγαλόπρε πο, ήρωα, νικητή, μοιχό, άνενδοίαστο πού κουβαλάει τό τρόπαιο-παλλακίδα του στήν άπιστη μοιχαλίδα Κλυταιμνήστραγυναίκα του. Ό μω ς ό ίδιος δέν τό ξέρει, όπως δέν άντιλαμβάνεται καί τό κοινό, ότι ό Αισχύλος μετακόμισε τό ζεύγοςI.
I. Αισχύλος, Ευμενίδες (στ. 73 κ.π.), μιφρ. Τ. Ρουσσος.
l :ί r.
α π ο τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
από παλια ήθη, εφτά αιώνες πριν. Αύτά ώστόσο όέν παύουν νά είναι θαυμαστά κτχί βολικά. Καί κεί απάνω ή Κλυταιμνή στρα τόν σκοτώνει. ‘Αθώο; Τής είχε θυσιάσει μιά θυγατέρα δωδεκάχρονη, κουβαλώντας την με δόλο στό στρατόπεδο, τά χα γιά νά τήν παντρέψει. Αυτό ώστόσο όέν τό άναφέρει, αλλά καί ψεύδεται -ό Αισχύλος- στή συνέχεια. Γιατί ό "Ομηρος μάς τά λέει αλλιώς στήν 'Οδύσσεια (II, στ. 408 κ.π.). ...βρήκα τό θάνατο από τόν Αϊγισθο καί τήν καταραμένη γυναίκα μον ή αυτός μέ κάλεσε στό σπίτι του νά φάμε κι έκεΐ μέ σκότωσε, όπως σφάζουνε τό βόδι στό παχνί του. Τέτοιος φριχτός μέ βρήκε θάνατοςκαί γύρα μου οί σύντροφοι ό ένας στόν άλλο άπάνου έσφάζονταν, σά χοίροι άσπροδοντάτοι. Πεσμένοι εμείς καί γύρα όλόγεμα τραπέζια καί κροντίρια στό άρχοντιλίκι καί τό πάτωμα ν ' άχνίζει άπό τό γαϊμα ... Κ ι ή σκύλα εκεί μέ άφήκε, κι ουδέ στόν Κάτω Κόσμο ώς διάβαινα, τό βάσταξε ή καρδιά της νά μοΰ σφαλίσει μέ τά χέρια της τά μάτια καί τό στόμα. Γ Ιιό ανήμερο κ α ί π ιό ξετσ ίπ ω το δέ β ρ ίσ κ ετα ι στόν κόσμο ά π ’ τή γυναίκα...
Μά εκείνη, κλώθοντας κακό στό νοϋ μονάχα ντροπή κι απάνω της έσώριασε καί στίς γυναίκες όλες γιά πάντα εδώ κι εμπρός...
ιι Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
1H7
Φυσιολογικότατα, λοιπόν, κάλεσε ό Αϊγισθος, καινούρ ι ο ς σύντροφος τής Κλυταιμνήστρας, τόν Άγαμέμνονα καί ιο ασκέρι του νά τούς τραπεζώσει. Καί όέν κατηγορεί τήν Κλυταιμνήστρα πώς τόν σκότωσε, αλλά γιατί όέν τού ’κλειυε τά μάτια καί τό στόμα σά νεκρού. Θά έπανέλθουμε όμως οτήν καταστρατήγηση τού μύθου από τόν Αισχύλο. Καί νά πού αναδύεται ό Όρέστης, έξι χρόνια αργότερα, άκαρδος, φιλόδοξος, άπληστος, προκειμένου νά γίνει ό κλη ρονόμος τού παλατιού καί τής βασιλείας (κατά τό ίσχύον πα τριαρχικό όίκαιο πλέον, στά χρόνια τού Αισχύλου, φυσικά) άλλά πού ύποτίθεται θέλει νά εκδικηθεί τό θάνατο τού πατέ ρα του. Έόώ, στήν Όυέατεια μπαίνει γιά πρώτη φορά ό δρος πατέρας- ώς μάθημα γιά τά μεγάλα πλήθη των θεατών. Έ ν όνόματι τού «πατέρα» λοιπόν καί κατ’ εντολήν τού ’Απόλλωνα τή σφάζει κυριολεκτικά τή μάνα του τήν Κλυ ταιμνήστρα, ενώ αυτή τού δείχνει τό μαστό της απ’ δπου τού θυμίζει δτι βύζαξε τή ζωή. Καί νά πεις πώς τό φονικό έγινε έν βρασμώ ψυχής; "Εξι ολόκληρα χρόνια μετά τό θά νατο τού Άγαμέμνονα καί τής Κασσάνδρας. Μάς πείθει δμως ό Αισχύλος. Μεγάλος ποιητής! Ύπερμέγας. Δίκαια οί Α χαιοί αίσθάνθηκαν ισόθεοι. Ώστόσο ό παριστάμενος λαός πού παρακολουθεί τήν τρα γωδία περιμένει τήν ποινή: νά κυκλώσουν οί Έρινύες τό μητροκτόνο. "Οπως καί γίνεται. Γιατί ένας φονιάς όέν απο βάλλεται μόνο από τήν πόλη-κράτος δπου κάνει τό έγκλημα, άλλά άπ’ δλη τή γή. Α πλά οί Έρινύες τόν κατοικούν. Τις πα ράγει, μέ λίγα λόγια, ή συνείδησή του. Μιά καί αντιπροσω πεύει τό ειδεχθές μίασμα, αφού δεν σεβάστηκε τήν ιερή κοι λία άπ’ δπου βγήκε. Καί ό Αισχύλος φυσικά τόν άφήνει νά βασανίζεται άπό τίς Έρινύες πού τόν διεκδικούν νά τόν κα τασπαράξουν. Ό Ευριπίδης μάλιστα τό πάει πιό μακριά. Τόν
Ι.ΊΚ
από τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
ρίχνει καταγής κουρελιασμένο, πτώμα. Κι δταν τόν ρωτάει 6 Μενέλαος τί έχει, απαντάει: Είναι, ή συνείδηση νά ξέρω
τί έχω πράξει.' Έ τσ ι, είναι ή πρώτη φορά πού χρησιμοποιείται συγκε κριμένα ώς δρος από τραγικό ποιητή τό δτι οί Έ ρινύες είναι οί τύψεις τής ένοχης συνείδησης. "Ομως τήν ευθύνη τού φόνου την έχει ό θεός. Ό ’Απόλλων παρακινεί τόν Όρέστη νά σκοτώσει τή μάνα του καί τόν ερα στή της Αιγισθο γιά νά εκδικηθεί τή δολοφονία τού πατέρα του Άγαμέμνονα. (Γιά μάς φυσικά, επειδή αυτοί έχουν σφετε ριστεί τό βασίλειο.) Πώς λοιπόν θά τόν σώσει τώρα ό ηθικός αυτουργός ’Απόλλων; Διότι οί Έρινύες δέν παραδέχονται τό κύρος τοϋ καθαρμού πού παρέχει προφορικά ό ’Απόλλων στόν Όρέστη καί τόν κατηγορούν πώς τήν «προαιώνια ξέσκι σε συνθήκη». Μιά καί οί Έρινύες αναγνωρίζουν σά μόνα κοι νωνικά δικαιώματα τά μητροπαράδοτα. Προερχόμενες από τόν μητριαρχικό κόσμο, «αγνοούν τόν γαμικό δεσμό καί γι’ αυτό δέν ένδιαφέρονται καθόλου γιά τό σκοτωμό τού Άγαμέμνονα από τήν γυναίκα του».23Μόλις όμως ό Όρέστης σκοτώ νει τήν Κλυταιμνήστρα, οί Έρινύες ξεπηδούν μονομιάς από τό χυμένο αιμα τής μητέρας, γιά νά πάρουν τήν εκδίκησή της. Πρόκειται, εξηγεί ό G. Thomson, γιά τό συνήθειο τής πρωτό γονης κοινωνίας, τής μητριαρχικής, δπου δλες οί κοινωνικές σχέσεις έξαρτιοΰνται από τή συγγένεια τού αίματος, όπου τά μόνα συγγενή μέλη είναι ή μητέρα, τά παιδιά της καί τ’ αδέλ φια μεταξύ τους.·1’Έχουμε λοιπόν εδώ, κατά τόν G. Thomson 1. Ευριπίδης, Όρέστης, οτ. 365, μτφρ. Τ. Ροϋσσος. 2. G . Thomson, Διαλέξεις γιά τόν άρχαΐυ ελληνικό πολιτισμό, οελ. 2425, Εκδοτικό ’Ινστιτούτο Αθηνών.
3. Στό Ιδιο.
ιι Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
Π !)
πάντοτε, τίς Έρινύες καί τόν ’Απόλλωνα αντιμέτωπους νά αντιπροσωπεύουν δυό ιστορικές εποχές στήν ανάπτυξη τού ι λληνικοΰ πολιτισμού, δηλαδή τήν πρωτόγονη εποχή καί τήν αριστοκρατική. Ούτε ή παρέμβαση τής Άθηνάς δέν τίς πείθει. Οπότε δημιουργεΐται τό πρώτο ανθρώπινο δικαστήριο. Ό χ ι γιά νά άπονείμει δικαιοσύνη, αλλά γιά νά τή φαλκιδεύσει, ένισχύοντας τό πατριαρχικό καθεστώς. «'Η Δίκη τού Ορέστη άποχτάει μιά βαθύτερη σημασία, σάμπως νά έπρόκειτο δχι απλά γιά τό πεπρωμένο ενός μοναδικού άνθρωπον, άλλά γιά τό μέλλον όλης τής άνθρωπότητας».' Τότε ή Άθηνά, ή πατριάρχισσα θεά, όπως δηλώνει ή ίδια, προσπαθεί νά καλοπιάσει τίς Έρινύες παρηγορώντας τες γιά τήν κατάργησή τους μ’ ένα «κυβερνητικό διάταγμα», όπως θά λέγαμε σήμερα, βεβαιώνοντάς τες πώς είναι στό χέρι τους νά έχουν μέρος «στής γής τήν κατοχή μέ όσες τιμές τούς πρέπουν» καί τίς βγάζει κυριολεκτικά στή σύνταξη. Κολακευμέ νες από τήν Άθηνά καί τή γοητεία τής εύγένειάς της (συνηθι σμένες νά προκαλοΰν πάντα τόν τρόμο καί τήν αντιπάθεια τών θνητών), γίνονται οί ίδιες προστάτριες τού δικαστηρίου πού αντιπροσωπεύει τό καθεστώς τής κατάργησής τους. Ή πατριαρχία εγκαινιάζει τήν είσοδό της στόν πολιτι σμό, μέ τή σημαία τού Αισχύλου, καθιερώνοντας έναν Νέο κόσμο καί βάζοντας θεϊκή -κρατική- σφραγίδα στήν άνηθικότητα, όπου ό άνθρωπος παύει νά είναι υπόλογος στή συ νείδησή του. Γιατί άν ή συνείδηση δέν είναι τό μέτρο τού ήθους, πού άλλου περιέχεται, δυνάμει, ή ήθική; Ή Όρέστεια σηματοδοτεί τό σύνορο μιάς κοσμογονικής αλλαγής γιά τή μοίρα τού ανθρώπου καί τή διαμόρφωση τού1 1. G. Thomson, Διαλέζεΐζ. οιλ. 26.
I 'ιΟ
αποτη
Μ ή δ ε ια ς τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
ήθους. Εννοούμε ένα ορατό, συγκεκριμένο σύνορο, πριν τήν Όρέστεία καί μετά τήν Όρέστεια. ΙΙρίν τήν Όρέστεία, ώς τόν πέμπτο αιώνα, ή ηθική ήταν άνομοθέτητη, οπότε ό άνθρωπος ήταν ό ευσεβής τής τιμής μέ οδηγό τή συνείδησή του. Μιά συνείδηση τόσο ισχυρή καί τό σο αδιαμφισβήτητη, ώστε άρκοϋσε νά ορκιστεί τό κάθε άτομο στους «θεούς». Μετά τήν Όρέστεία, τό ορθόν καί τό άδικο, τό ηθικό καί τό ανήθικο δεν καθορίζονται πλέον από τήν ατομική ευθύνη, άλλά από Νόμους πού θεσπίζονται άπό Δημόσιους Λειτουρ γούς (υπαλλήλους) καί βάσει των επιθυμιών καί τής εύνοιας τής Εξουσίας. Μέ τήν Όρέστεία εγκαινιάζεται γιά τήν ανθρωπότητα τό Δικαστήριο, ή παρέμβαση τής εξουσίας τού ’Ισχυρού (στήν περίπτωσή μας, τών ’Απόλλωνα καί Άθηνάς) καί καθιερώ νεται ή ρύθμιση τού δικαίου ή άδικου σύμφωνα μέ ανθρώ πινη κρίση καί ρυθμιστή τά όποια συμφέροντα. 'Οπότε καταλύεται ή αγιότητα τού φρονήματος, τής «συνείδησης» τον ανθρώπου. Καί ή Άθηνά φυσικά πού καλεΐ στό Δικαστήριο, ’Άρειο Πάγο όπως τό ονομάζει, όλα τά μεγάλα ονόματα τής ’Αθή νας. Δημόσιος κατήγορος ορίζεται ή γεροντότερη άπό τίς Έρινύες. Σύμβουλος υπεράσπισης γίνεται ό ’Απόλλων, πού αναλαμβάνει έξ ολοκλήρου τήν ευθύνη τού φόνου δηλώνο ντας δημόσια «γιατί σ ’ έβαλα εγώ τή μάνα σου νά σφάξεις».' Ό ’Απόλλων υποχρεώνεται άπό τό κατηγορητήριο νά απα ντάει σκληρά, άλλά καί πολύ προσεκτικά ώς τό σημείο ν ’ αμφισβητήσει τή σημασία τής μητρότητας, δηλώνοντας ότι ό1 1. Τραγωδίες τυν Αισχύλον. Μτφρ. Ι.Ν. Γρυπάρης, έκδ. Έ στίας-Ί.Δ. Κυλλάρυυ.
ιι Ι σ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
η ι
άνδρας πού σπέρνει αυτός γέννα·' καί ότι ή γυναίκα όέν διαέρει άπό τό απαθές αυλάκι τού αλετριού όπου ό άνδρας ρί χνει τό σπόρο του. Καί δικαιολογεί τόν Όρέστη γιά όσα έκα νε, διότι μόνον ό πατέρας δικαιούται νά λέγεται γονιός. <1
Χορός: Κοίτα πώς πολεμάς άθώο νά μάς τόν βγάλεις! άφοϋ τό αίμα τής μάνας του αίμα δικό του έχυσε κατά γης... Άπόλλωνας: Κι αυτό θ' άποκριθώ καί πόσο όρθά στοχάσον δέν είναι η μάνα πού γεννάει αύτό πού λένε παιδί τηςθρέφει μονάχα τό νέο τό σπέρμαό άντρας πού σπέρνει αυτός γεννάκείνη σάν ξένη τό φύτρο σώζει, άν ό θεός γερό τ’ αφήσει καί θά σου φέρω απόδειξη σ' αύτό πού λέω πατέρας γίνεται νά ύπάρξει δίχως μάνα, νά, μάρτυρας εμπρός τού 'Ολύμπιου Δία ή κόρη πού μέσα σέ κοιλιάς δέ θρέφτηκε σκοτάδια, κι όμοιο της ποιά θεά βλαστάρι θά γεννούσε; Άθηνα: 'Ακούετε τώρα τό τί ορίζω εδώ, 'Αθηναίοι Πρώτη φορά σήμερα έσεϊς κρίνετε δίκη γιά αίμα χυμένο Αδιάφθορο καί σεβαστό μ ’ αυστηρή γνώμη στήνω τό Βουλευτήριο αύτό μέσα στήχώρα, πού όταν κοιμάται φρουρός άγρυπνός της νάναι.
Ό Αισχύλος γιά νά αθωώσει τόν μητροκτόνο Όρέστη υπο χρεώνεται νά κατεβάσει τούς θεούς στή σκηνή, επιστρατεύο ντας ισχυρές ενισχύσεις. Όπότε τήν ευθύνη τού φόνου τήν αναλαμβάνει ό ίδιος ό θεός Απόλλων μέ τήν άνίερη παρό τρυνση: « Γιατί εγώ σέ πρόσταζα νά σφάξεις τή μάνα σου». «Οί θεατές πήγαιναν στό θέατρο, όπως πηγαίνουν οί προ σκυνητές νά προσκυνήσουν μιά θαυματουργό εικόνα ή τά ιερά1 1. R. Graves, Ελληνικοί μύθοι, τ. 3υς, σελ. 85, έκό. ΓΙλειάς-Ρούγκας, 1979.
1
\■>
ΑΠΟ ΤΗ ΜΗΔΚ1Α ΣΤΗ Σ Τ Α Χ Τ Ο Π Ο Υ Τ Α
λείψανα κάποιου αγίου στά σημερινά χρόνια... Ό λη ή πόλη παρευρίσκετο έκεϊ μέ τούς άρχοντές της, τούς ιερείς των θεών της, τούς στρατηγούς της, μέ τούς στρατευμένους εφήβους... γιατί ή γιορτή μέ τήν παράσταση τής Τραγιοόίας ήταν καί πο λιτική καί στρατιωτική επίδειξη καί θρησκευτικό πανηγύρι κι ένα συγκινητικό εγκώμιο τής αθηναϊκής Δημοκρατίας».' Τά θέατρα κτίζονταν τόσο μεγάλα ώστε νά χωρούν όλους τούς κατοίκους τής πόλης καί τούς πιθανούς ξένους επισκέ πτες πού συνέρρεαν χάριν τών εορτών. Έπρόκειτο δηλαδή γιά ένα Σάλτσμπουργκ τής εποχής, όπου μαζεύονταν πολ λοί ξένοι καί σύμμαχοι. Καί οί ’Αθηναίοι έκαναν τό πάν γιά νά δικαιώσουν τή φήμη τών λαμπρών έορτών τους.
Μά ή νέα αύτή μορφή τής πατριαρχικής κοινωνίας (ή μετά τήν Όρέστεια), πού στάθηκε καί ή βασική ενότητα τής ώριμης ελληνικής κοινωνίας στήν κλασική εποχή καί όπου ή γυναίκα ήταν δεμένη σ’ έναν άνδρα, ενώ ό σύζυγος ήταν απόλυτα λεύ τερος, επιβλήθηκε ύστερα από έναν πολύκαιρο αγώνα, ενά ντια σέ μιά όλότελα διαφορετική κοινωνία, όπου δέν υπήρχε τυπικός γαμικός βίος καί ή γυναίκα ήταν άπόλυτα ελεύθερη καί ζευγάρωνε μ’ όποιον τής άρεσε. Ό αγώνας αύτός κερδήθηκε, βέβαια, από κείνους πού χαλκέψανε, σάν ένα από τά πιό αποτελεσματικά μέσα γιά τή στερέα>ση τής καινούργιας πατριαρχικής μορφής τής κοινωνίας, τήν παράδοση τή σωματωμένη στήν έγγραφη Ίλιάδα καί στήν 'Οδύσσεια. Αύτός είναι ό ιστορικός εκείνος συντελεστής πού δίνει στά έπη τό τραγικό τους βάθος καί τή δυναμική τους ζωντάνια. «Βέβαια, οί αλλαγές πού ακολούθησαν καί τήν καταστρο φή τών αχαϊκών βασιλείων τών Μυκηνών, τής Πύλου καί τής1 1. Γ. Καψάλης, Εισαγωγή στήν αττική τραγωδία, οελ. 87.
ιι Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
ι \.{
/πάρτης ήταν επίσης βαθιές καί ραγδαίες. Ό ελληνικός πολιιισμός τής κλασικής εποχής δεν κατέβηκε σέ ειρηνικούς κά|ΐ;ιους σάν τήν Ίριδα από τόν Όλυμπο. Ήταν καρπός αγώ νων πού δόθηκαν σέ άμέτρητες επιδρομές καί μάχες, ανάμε σα στούς καπνούς πόλεων πού καίγονταν καί στά ξεφωνητά μ ριζωμένων αιχμαλώτων.»'1
1. G . Thomson, Δ ιά λ εξη ς γιά τόν αρχαίο ελληνικό πολιτισμό - Τά Ομηρικά έπη, σελ. 48. Εκδοτικό Ινστιτούτο Αθηνών.
Μέρος τρίτο Η ΑΙΜΟΜΙΞΙΑ ΤΩΝ ΜΥΘΩΝ
Κεφ άλαιο 1
Οϊδίπονς Ό Φρόυντ πίστεψε μέ παιδική αφέλεια δτι ό Σοφοκλής τοϋ εξασφάλιζε μέ τήν τραγωδία του Οϊδίπονς Τύραννος τό μύθο πού ταίριαζε γάντι στη θεωρία του δτι ό γιος ερωτεύε ται τή μητέρα του ανυπερθέτως. Συχωρεμένος βέβαια, μιά καί στό πρώτο τέταρτο τού αιώνα μας δέν είχαν γίνει ακόμα τόσο ενδελεχείς μελέτες πάνω στόν αρχαίο ελληνικό κόσμο. Ή Τροία καί ή Κνωσός βρίσκονταν τότε στά σπάργανα τής αποκάλυψης, οπότε τό σύνορο τής μετάβασης από τόν ειρη νικό μητριαρχικό κόσμο στόν πατριαρχικό άπολυταρχισμό ήταν ακόμα αδιευκρίνιστο. Ό Φρόυντ πιθανώς νά αγνοούσε τό Μητριαρχικό δίκαιο τού Bachofen, μπορεί ακόμα νά μήν είχαν προλάβει νά μελετηθούν τοιχογραφίες σάν εκείνες τής Μεγάλης Ιέρειας τής Κνωσού μ’ έναν έφηβο καθισμένον χα μηλά στά πόδια της πού σταδιακά θά σηκωθεί. Έπρόκειτο γιά τόν εποχιακό εραστή τής 'Ιέρειας Μητέρας, τό σύνευνο πού συνήθως είναι γιός της πού, σέ αντάλλαγμα τής υψηλής εύνοιας, πεθαίνει (τόν σκοτώνουν) κάθε χρόνο (κι άλλον, φυσικά), θυσία απαραίτητη γιά νά ευδοκιμήσουν τά χωρά φια καί οί σπορές. Ό έφηβος πού μπορεί νά ήταν από γιός τής 'Ιέρειας ώς καί ξένος, θυσιαζόταν μέ ειδική διαδικασία καί μέ τό αΐμα του ραντίζονταν έμψυχα καί άψυχα γιά μύη ση καί εύόόωση τής θυσίας. Με τούς αιώνες, ή εκτέλεση γι νόταν εικονικά, άν ή βασίλισσα-Ίέρεια επιθυμούσε νά κρα τήσει περισσότερο διάστημα τόν νεαρό εραστή της, ώσπου
η8
αποτη
Μ ή δ ε ια ς τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
τό έθιμο καταργήθηκε οριστικά καί θυσιαζόταν στη θέση του κάποιο ζώο. Ή αιμομιξία μητέρας καί γιοϋ ήταν απόλυτα θεμιτή, ενώ αντίθετα απαγορεύονταν αυστηρά οί σχέσεις ανάμεσα σέ αδέλφια. Μιλούμε πάντα γιά τούς μητριαρχικούς χρόνους, οπότε κληρονόμος της Ιέρειας ήταν πάντοτε ή πρώτη κόρη, μιά καί σύμφωνα μέ τήν παράδοση ή θυγατέρα παρέμενε στή μητρική εστία, ενώ αντίθετα τά αγόρια φεύγανε καί συζοϋσαν μέ τό σόι τής κοπέλας πού διάλεγαν. Εξάλλου μέ τήν κατάρ γηση τών μητριαρχικών θεσμών, ή πρώτη άπαίτηση τών πατε ράδων, άφοϋ προσδιορίστηκε ό γενετήσιος ρόλος τους, ήταν νά τούς κληρονομούν οί γιοι τους στήν εξουσία καί όχι πλέον οι θυγατέρες ή οί άδελφοί τών μανάδων όπως συνηθιζόταν άπό αιώνες. Ή μετάβαση όμως στήν πατριαρχία καί ή εξασφάλιση τής διαδοχής είχαν ένα κόστος γιά τούς σερνικούς. Γιατί τώρα πιά γεννιέται ό τρόμος στούς βασιλιάδες, πού νιώθα νε νά κινδυνεύουν άπό τούς σερνικούς διαδόχους τους. Τί θά γίνει, δηλαδή, άν ό γιος λιγουρευτεΐ πριν τήν ώρα τήν πατρική εξουσία. 'Υπήρχε ήδη τό παράδειγμα τού Κρόνου πού κόβει τούς όρχεις τού πατέρα του Ουρανού. Ό μύθος φυσικά είναι πρωθύστερος, μιά καί γνωρίζουμε πιά μέ ποιό πνεύμα έγραψε ό 'Ησίοδος τήν Κοσμογονία του. 'Έχουμε καί τήν περίπτωση τού Κρόνου πού κατάπινε όσα παιδιά τού γεννούσε ή Ρέα, ώσπου είδανε καί πάθανε νά σώσουνε τόν Δία, δίνοντας στόν Κρόνο μιά πέτρα άντί γιά βρέφος, πού τήν κατάπιε φυσικά· καί όταν άνδρώθηκε ό Δίας τόν «καθάρισε». ΓΙαλαιότερη πρέπει νά είναι καί ή άπόρριψη τού Οίδίποδα, πού οί γονείς του, τρομοκρατημένοι άπό τά μαντεία -πού τί άλλο νά λέγανε, φιλοσοφημένες ήταν οί προγνώσεις τους- ότι τάχα τό παιδί θά σκοτώσει τόν πατέρα του σάν με-
II
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
Τ Ο Υ
Φ
Α Λ Λ Ο Υ
Η !)
γαλώσει, τό παραδιυσανε σ’ έναν βοσκό, βρέφος δύο ήμερων νά τό εκθέσει στις άγριες βουνοπλαγιές. Τού είχαν κόψει τούς τένοντες τών ποδιών προνοώντας γιά τό ενδεχόμενο μην προλάβει καί μεγαλώσει καί τρέξει νά σκοτώσει τόν πατέρα του. Φυσικά στήν τραγωδία τού Σοφοκλή άναφέρεται ότι τό παιδί παραδίδει στό βοσκό ή μάνα. Όπότε όλη ή βαρβαρότη τα αποδίδεται στη γυναίκα. Γι’ αύτό εξάλλου καί χρησιμο ποιεί ό ποιητής τόν παμπάλαιο μύθο, αρπάζοντας τήν ευκαι ρία μιας πολλαπλής επιπλέον διαφώτισης άν καί, όπως λέει ό Graves, δέν υπάρχουν μύθοι, μόνο ιστορικά γεγονότα πού καταλήγουν σέ μύθους. ’ Αν, λοιπόν, δεχτούμε ότι όλα τά βρέφη ερωτεύονται τή μάνα τους, αύτό αποκλείεται γιά τόν Οίδίποδα, μιά καί δέν μεγάλωσε στήν αγκαλιά τής Ίοκάστης. ΓΙού σημαίνει ότι δέν είχε εικόνα. Τήν εικόνα τής μάνας κουβαλάει τό παιδί στόν άδειο κόσμο του καί αυτήν ερωτεύεται. Τό παιδί δέν τό γεν νούμε μόνο, τό μεγαλώνουμε. Ή μάνα είναι ό πρώτος ψίθυ ρος πού στή μουσικότητά του αναπαύεται τό όποιο βρέφος. Δέν υπάρχει τίποτα μαγευτικότερο άπό τό χαμόγελο τής μά νας, όταν σκύβει σπάνιο στό παιδικό προσωπάκι, καθώς καί τά χέρια της πλεούμενα πού σέ ταξιδεύουν στό άγνωστο κε νό, τό γεμάτο έρωτα. Ό καημένος ό Οίδίποδας δέν έχει γευτεί τίποτα άπ’ αυτά. ’Έτσι, μεγάλος πιά επιστρέφει άπό τό Μαντείο τών Δελφών όπου τού ανακοινώνουν ότι θά σκοτώσει τόν πατέρα του καί θά παντρευτεί τή μάνα του. Στήν προσπάθειά του νά πε ράσει τό στενό σταυροδρόμι τής Φωκίδας, εκνευρισμένος, χτυπά έναν γέροντα πού πετιέται άπό κάποιο άμάξι, βρίζοντάς τον. Αδιαφορώντας γιά τό έπεισόδιο, προχωρεί άποφασισμένος νά μήν έπιστρέψει στήν Κόρινθο, πού πιστεύει πατρίδα του καί στό βασιλιά Πόλυβο καί τή βασίλισσα Μερόπη, πού θεωρεί γονείς του. Μέ τήν άπόφαση αυτή καί
ΙΓ)0
από τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
αγνοώντας δτι ό γέρος πού χτύπησε θανάσιμα είναι 6 βασι λιάς της Θήβας Λάιος καί συνεπώς πατέρας του, μπαίνει στη χώρα των Θηβών καί τή βρίσκει ανάστατη. "Ενας λοιμός κα τατρώει τόν πληθυσμό. Ό άντιβασιλεύς Κρέων, αδελφός τής βασίλισσας πού κυβερνά στή θέση της (κατά τό μητριαρχικό σύστημα), έχει έκόώσει μιά προκήρυξη ότι έκεΐνον πού θά σώσει τή Θήβα από τό λοιμό θά τόν κάνει βασιλιά, παντρεύοντάς τον μέ τήν αδελφή του Ίοκάστη. Ό Οίδίπους σώζει τή χώρα, άποκαθίσταται ή ζωή κανονικά καί κείνος παντρεύεται τήν Ίοκάστη. Λίγα χρόνια μετά καί αφού έχουν γεννήσει δυό γιούς καί δυό κόρες, γίνεται ή αποκάλυψη. Ό Οίδίπους μα θαίνει δτι σκότωσε τόν πατέρα του καί παντρεύτηκε τή μάνα του καί τυφλώνεται μέ τά ίδια του τά χέρια. Ή Ίοκάστη αύτοκτονεΐ. Ό Οίδίπους οδύρεται λίγο, γιατί παίδιωσε μέ τή μάνα του, αλλά δηλιόνει πώς βγάζει τά μάτια του γιά νά μή βλέπει τόν κόσμο δπου σκότωσε τόν πατέρα του. "Εχει δλα τά έλαφρυντικά, άλλά χτυπιέται γι’ αύτό πού θέλει νά έπισημάνει ό Σοφοκλής στήν κοινή γνώμη: δτι απαγορεύεται νά σκοτώ σεις τόν πατέρα σου. Κυρίως αυτό. Καί τό νά κοιμηθείς μέ τή μάνα σου είναι σοβαρό, άλλά πολύ λιγότερο από τό νά ξεκάνεις τόν πατέρα σου. Ή πατροκτονία λοιπόν. Ό ποια άντίφαση μέ λίγες δεκα ετίες διαφορά. Ό Αισχύλος αθώωσε τόν Όρέστη γιά τή μη τροκτονία, άλλά ό Σοφοκλής καταδικάζει τόν Οίδίποδα -παρά τό έλαφρυντικό τής άγνοιας δτι σκότωσε τόν ίδιο τόν Λ ά ιο - νά καταρρακωθεί κι από βασιλιάς νά όιωχθεΐ σάν μίασμα, επαίτης στούς δρόμους. "Ολοι οί κριτικοί απορούν γιατί ό Σοφοκλής βάζει τόν Οίδίποδα νά τυφλωθεί. Νεότε ροι κριτικοί, αναφέρει ό C.M . Bowra, υποστηρίζουν δτι μέ τό νά τυφλωθεί ό Οίδίπους μόνος του αμαρτάνει, παραβαίνοντας τό αξίωμα δτι ό άνθρωπος πρέπει νά δέχεται αύτό
II ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ Φ ΑΛ Λ Ο Υ
1Γ>1
:ιού αποφασίζουν οι θεοί.' Ά λλ ά στήν περίπτωση τοϋ Οίόίιτοδα δεν παίζουν οί θεοί. 'Άλλο είναι τό αντικείμενο τού Σοφοκλή κι άλλο υπογραμμίζει μέ τήν καταδίκη τής τύφλω σης. Τά πλήθη πρέπει νά μάθουν ότι τό έγκλημα τής πατρο κτονίας προϋποθέτει καί τήν έσχατη μοίρα -εκτός από τό θάνατο-, γιατί ό πατροκτόνος πρέπει νά έπιζήσει, τραβώ ντας μιά ζωή τήν εξαθλίωσή του καί τήν καταρράκωση τής αλαζονείας του. Τό ξανάπαμε ότι τούτη ή συμπεριφορά καί οί αντίστοι χες ποινές εντυπώσιαζαν τίς μάζες μέχρι συγκλονισμού κι άρχιζε πλέον ό όρος «πατέρας» νά μετράει. Φυσικά ό μύθος είναι τόσο παλιός, ώστε ό Σοφοκλής νά βρίσκεται στή δύσκολη θέση νά άπονείμει ό ίδιος δικαιοσύ νη, τυφλώνοντας τόν Οίδίποδα καί αφήνοντας τήν Ίοκάστη νά κρεμαστεί. Γιά τόν άπλούστατο λόγο ότι δέν προβλεπόταν ποινή ούτε καί δικαστήριο στό όποιο θά παραπεμπόταν ή αιμομιξία μάνας καί γιου.I.
I. Ο ί Τραγωδίες του Σοφοκλή, Αντιγόνη-Οίδίπους Τύραννος, έκδ. Κώδικας.
Κ εφ άλαιο 2
Όρέστης Μιά από τίς ώραιότερες τραγωδίες τού Ευριπίδη είναι ό 'Ορέστης του. Πρόκειται φυσικά γιά τόν Ιδιο Όρέστη, τό γιό τοΰ Άγαμέμνονα, νεκρού πλέον. Καί οί τρεις τραγικοί, Αισχύλος, Σοφοκλής, Ευριπίδης, επιστρέφουν συστηματικά στους παλιούς μύθους της μη τριαρχικής περιόδου καί τούς διασκευάζουν ακούραστα, προκειμένου νά επιτύχουν την πλύση εγκεφάλου πού επιδιώ κουν. Εκείνο πού πρέπει νά προσέξουμε ιδιαίτερα στην ανά γνωση τών Τραγωδιών είναι ή συστηματική επανάληψη ορι σμένων νεοεισαχθέντων όρων, όπως «πατέρας», «μοιχεία», «άτιμάζω τήν κλίνη», «σπέρμα», «πατροκτόνος». 'Υπάρχει μάλιστα κι ένα χαρακτηριστικό ανέκδοτο ώς πρός τό «σπέρμα», πού αναφέρουν παλιοί ιστοριογράφοι. Στό στίχο 555, ό Όρέστης προσπαθεί νά άπολογηθεΐ στόν παππού του γερο-Τυνδάρεω καί πατέρα τής δολοφονημένης από τόν Ιδιο Κλυταιμνήστρας.1 Τί έπρεπε νά κάμω;... Μ ' έχει ό πατέρας φυτέψει κι ή κόρη σου μέ γέννησε, τό σπέρμα καθώς ή γη παίρνοντας από κάποιονχωρίς πατέρα τέκνο δέ γεννιέται.1 2
1. Ευριπίδης, Όρέστης. έκδ. Κάκτος, μτφρ. Τ. Ροϋσσος. 2. Στό ϊόιυ, στ. 78-9.
αποτη
Μ ή δ ε ια ς τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
Όπότε λέγεται δτι πετάχτηκε ένας θεατής όρθιος κι έκραύγασε: «καί χωρίς μητέρα, ώ κάθαρμα Ευριπίδη».' Ή τραγωδία ξεκινάει έξι μέρες μετά τό φόνο τής Κλυται μνήστρας καί τοϋ Αιγισθου από τό γιό της Όρέστη, οπού ό λαός τού "Αργους είναι αποφασισμένος νά έκτελέσει τόν Όρέστη καί τήν αδελφή του Ήλέκτρα μέ λιθοβολισμό γιά τό ανόσιο έγκλημα τής μητροκτονίας. Μόλις έχει ξεμπαρκάρει (άπό τήν Τροία, υποτίθεται) καί ό Μενέλαος μέ τήν Ελένη πού κάθεται κρυμμένη στό παλάτι (τοϋ Άγαμέμνονα), φο βούμενη τή λαϊκή εχθρότητα πού ή φυγή της μέ τόν Πάρι προκάλεσε, μέ τίς γνωστές συνέπειες. Μιά καί γιά τήν ώρα γίνεται ό απολογισμός των νεκρών συμπολιτών τους πού έχασαν τή ζωή τους χάρη στό δικό της ξεπόρτισμα, πού όπως τό περιγράφει ή ίδια: άπό τότε πού έφυγα γιά τήν Τροία μέ μιά μανία άπό τούς θεούς δοσμένη
Φυσικά αύτό δέν άφοροϋσε καθόλου τό λαό, πού έτσι κι αλλιώς δέν τολμούσε νά κριτικάρει τό ήθος καί τίς πράξεις των βασιλιάδων του, εκτός πιά κι άν ξεπερνοΰσαν τά όρια, όπως στήν περίπτωση μέ τή μητροκτονία, όπότε γινόταν ό Ιδιος τιμωρός. ’Απόδειξη πώς ή δολοφονία τοϋ Άγαμέμνονα όπως καί, προηγούμενα, ή αντικατάστασή του από τόν Αιγισθο δέν είχαν ξεσηκώσει τήν κοινή γνώμη. Ό Αϊγισθος καί ή Κλυταιμνήστρα φαίνεται νά ζοΰσαν άνετα στό παλάτι ακό μα καί νά κυβερνούσαν, μιά καί τό βασίλειο ήταν προίκα τής θυγατέρας τοϋ Τυνδάρεω. Κι αυτή μπορούσε νά πάρει στό κρεβάτι της όποιον ήθελε. Ό λαός μπορεί νά σχολίαζε πίσω άπό τήν πλάτη τών αρχόντων του (όπως εμφανίζεται στις Τραγωδίες νά γίνεται1 1. Ν. Λάοκαρης, Ιστορία τον αρχαίου θεάτρου.
ιι Ι σ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
15 Γ>
ατό τό Χορό), αλλά όλα πίσω άπό τήν πλάτη τους. Μόνο ο τήν περίπτωση τής μητροκτονίας άπό τό φονικό χέρι τοϋ ()ρέστη μέ τήν άγρια παρακίνηση τής Ήλέκτρας, τό ’ Αργος ξεσηκώνεται αυθόρμητα, όπιυς άφηγεΐται ή ίδια ή Ήλέκτρα: Τό Ά ργος
έπήρε τήν απόφαση, κανένας νά μή μας δέχεται τούς μητροκτόνονς στή στέγη του, ούτε πλάι στήν εστία μήτε νά μάς μιλά. Κ α ί σήμερα είναι ν ’ αποφασίσει ή πόλη των Άργείων ψηφίζοντας, άν πρέπει εμάς τούς δυό μέ λιθοβο λισμό νά θανατώσουν ή μέ σπαθί θά κόψουν τό λαιμό μας.1
Ώστε λοιπόν τό γεγονός είναι μεγάλο καί πολυσήμαντο, άφοΰ ό λαός θά ψηφίσει τόν τρόπο εκτέλεσης. Δέν είναι πε ρίεργο πού πριν έξι χρόνια όταν δολοφονήθηκε ό ’Αγαμέ μνων δέν συνέβη τό παραμικρό; Βασιλιάς ήταν, αλλά, όπως άποδεικνύεται, διορισμένος, διά τοϋ γάμου του, άπό τό άξίωμά του δέν μπορεί ή βασιλοκόρη νά τόν άπολύσει; Δι καίωμά της. Ή Μητέρα όμως; Ή ιέρεια τής μητριαρχίας, τό ιερό πρόσωπο άπό τό όποιο εκπορεύεται ή ζωή καί άνανεώνεται; Ή μητέρα είναι τό άλλο: ό δημιουργός. Ό άνθρωπος καί ιδιαίτερα τότε πού δέν έγνώριζε ούτε άπέδιόε σέ κανέναν άλλο τή δημιουργία. Ό άνθρωπος άνανεωνόταν ώς είδος άπό τή γυναίκα πού τόν γεννοϋσε, χωρίς μεσολαβητές. Ούτε καί φαινόταν νά τούς είχε ανάγκη. Ά π ’ ευθείας λοιπόν άνοι γε τά θεία σκέλια της κι έβγαζε ανθρώπους. Μέγιστο, τρισμέ γιστο γεγονός. Πού καί γιά μάς παραμένει ακόμα -ό τοκε τός- σάν Επιφάνεια θεϊκά. Ό σο κι άν τά ’χουμε ανακατέψει μέ θεό, χημεία καί φυσική τό γεγονός τής έλεύσεως τοϋ κάθε ανθρώπου παραμένει Επιφάνεια.I. I. Ηΰριπώης, Όρέστης, στ. 47-55.
ι :>γ,
αποτη
Μ ή δ ε ια ς τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
Αύτό τό προσπερνάει ό Ευριπίδης, χωρίς νά τολμήσει, φυ σικά, νά τό αιτιολογήσει. Προσπαθεί μόνο -σάν μεγάλος ποι ητής- νά στρέψει τήν προσοχή μας καί τόν οίκτο μας στόν Όρέστη, πεσμένο κατά γής, τσακισμένο κι άρρωστο από τό κυνηγητό των Έρινύων.12 3Ή μόνη ελπίδα γιά τά δύο αδέλφια είναι ό Μενέλαος, πού εξακολουθεί νά είναι τό καλό παιδί, γιά τήν κοινή γνώμη, αλλά ούτε τή γυναίκα του, τήν Ελένη, δέν μπορεί νά βοηθήσει, πού έχει προκαλέσει τήν κατακραυγή τού λαού. Γι’ αυτό καί ομολογεί ή ίδια: Φοβάμαι νά φανώ μπρος στους Άογείους Τούς γονιούς τρέμω αυτών πού έπεσαν στήν Τροία.1 Ό Ευριπίδης δέν χάνει τήν ευκαιρία νά τό επιβεβαιώσει διά τού Χορού: Ή Τννόαρίόα είναι άξια γιά τό μίσος των γυναικών πού γίνηκε ή ντροπή τους.1 Φυσικά, αυτά είναι παραμύθια καί εφευρήματα τού Ευρι πίδη (πολύ κατόπιν εορτής), γιά νά υποβάλει στό κοινό τήν έννοια «ντροπή συμπεριφοράς» καί ιδιαίτερα τής μοιχείας. "Αλλα πίστευαν οί άρχαίοι μας λαοί - δέν τούς άποκαλώ πρωτόγονους, μιά κι έζησαν πολύ εύγενέστερα καί ειρηνικά, 1. Κατά τόν Παυσανία, Κορινθιακά, χ χ χ ι , 4-5, μπροστά στό ναό τής Λυκείας Άρτέμιδος υπάρχει μία πέτρα πού τή λένε ιερή. Πάνω στήν πέτρα αυτή κάποτε εννιά Τρυιζήνιοι Ιερείς εξάγνισαν τόν Όρέστη γιά τό φόνο τής μάνας του. Επίσης, δ.π., 8, άναφέρεται: Μπροστά στό ιερό τοΰ 'Απόλλωνα υπάρ χει ένα οικοδόμημα πού ονομάζεται Σκηνή τοΰ Όρέστη, ό όποιος εγκατα στάθηκε εκεί όταν ήλθε στήν Τροιζήνα, επειδή κανείς από τούς Τροιζηνίους δέν δεχόταν νά τόν φιλοξενήσει σπίτι του πριν έξαγνισθεί γιά τό φόνο της μάνας του. 'Εκεί τοΰ έστελναν τροφή καί τόν υπέβαλαν σέ όλους τούς καθαρμούς ώσπου έξαλείφθηκε τό έγκλημά του. Καί τώρα ακόμη οί από γονοι εκείνων πού τόν εξάγνισαν δειπνούν στό μέρος αύτό ορισμένες μέ ρες τού έτους. 2. Ό .π ., στ. 99-104. 3. Ό .π ., στ. 1155-6.
ιι Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
157
;ι ρίν εισβάλλουν οί ορδές τών κατακτητών στόν αγαθό μηι ριαρχικό τους κόσμο. Τίποτα δέν απαγόρευε στις γυναίκες νά πλαγιάζουν μέ όσους ανδρες επιθυμούσαν πριν τόν ι βδομο αιώνα καί πριν θεσμοθετηθούν οί φονικοί νόμοι (όπως τούς έλεγαν) από τόν Δράκοντα. Τότε άκούγεται γιά πρώτη φορά στόν αρχαίο κόσμο ή έκφραση «πατροκτονία», καθώς καί ό όρος μοιχός. Καί ό Απόλλωνος, νέος παντοδύναμος θεός, πού «καθαρίζει» γιά τήν πατριαρχία. Τά αδέλφια, Ήλέκτρα καί Όρέστης, ισχυρίζονται ότι είναι θύματα τού ’Απόλλωνα: Ό Φοίβος μας θυσίασε ζητώντας τό αίμα τοΰ ανόσιου φόνον τής πατροκτόνας μάνας μας.'
’Αλλά τί μάγος θά ’ταν ό Εύριπίδης άν άφηνε τόν ήρωά του ανυπεράσπιστο. Βάζει λοιπόν στό στόμα τοΰ Όρέστη μα γευτικά λόγια, όταν εμφανίζεται ό γερο-Τυνδάρεως, ό πατέ ρας τής Κλυταιμνήστρας: Ποιό νά βρω σκοτάδι πού τήν όψη μου νά κρύψω; Ποιό σύννεφο πυκνό ν ’ απλώσω μπρος μου τοΰ γέροντα τό βλέμμα ν ’ άποφύγω.2
Ό Τυνδάρεως όμως θυμάται τά παλιά ειρηνικά χρόνια καί λέει στόν Μενέλαο: Ετούτοι οί πρόγονοί μας καλά τά 'χαν ορίσει- απαγόρευαν νά συναντιέται μ ’ Άλλους, μήτε άκόμη νά φαίνεται στήν πόλη εκείνος πού ’χ ε βάψει τά χέρια του μέ τό αίμα φόνου-1 2 1. Ό .π ., στ. 190-3. 2. Ό .π., στ. 466-9.
ΑΠΟ ΤΗ Μ ΗΛΕΙΑ ΣΤΗ ΣΤ Α Χ Τ Ο Π Ο Υ Τ Α
158
τόν εξιλέωναν όμως μ ’ εξορία χωρίς γιά τιμωρία νά τόν σκοτώσουν.'
Εξακολουθεί όμως νά πιστεύει στά πατροπαράδοτα καί τούς εύσεβείς όσο κι ό ίδιος θεούς. Μενέλαε νά τό ξέρεις, μήν πηγαίνεις ενάντια στους θεούς Θέλοντας τούτον νά βοηθήσειςάσ’ τον οί πολίτες νά τόν σκοτώσουν μέ τίς πέτρεςαλλιώς στή Σπάρτη μήν ξαναπατήσεις.
Ό Όρέστης όμως εξαχρειώνεται καί τού φωνάζει μέ τού Ευριπίδη τή φωνή καί τήν πένα: Κ ι όσο γιά τίς φοβέρες σου πώς πρέπει νά μέ λιθοβολήσουν, τήν Ελλάδα μάθε πώς ώφελώ. "Αμα οί γυναίκες φτάσουν σέ τόσο θράσος νά σκοτώνουν τούς άντρες τους κι ύστερα στά παιδιά τους νά καταφεύγουν μέ γυμνά στήθη γιά νά τά συγκινήσουν, τότε θά ’ναι γιά κείνες ένα τίποτα νά σφάξουν τούς άντρες μ ’ όποια αιτία κι άνβρίσκουν. Μά κάνοντας εγώ τή φρικτή πράξη καθώς τήν ονομάζεις, έχω βάλει τέρμα στό νόμο αυτόν. Μέ δίκαιο μίσος τή μάνα μου έσφαξα πού 'χει προδώσει τόν άντρα της φευγάτο άπ’ τό παλάτι τόν πρώτο στρατηγό όλης τής Ελλάδας, κι ατίμασε τήν κλίνη του12 3 τό θράσος της μου πήρε τόν πατέρα καί μ' έχει κάνει μητροκτόνό*
1. "Ο.π., στ. 513-20. 2. "Ο.π., οτ. 566-76. 3. "Ο.π., οτ. 589-90
ιι Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
Αυτά τά λόγια, ν' αντηχούν σ’ ενα θέατρο κατάμεστο από αγράμματο λαό, πρέπει ν ’ αναστάτωναν, αλλά καί νά διαφο ροποιούσαν τή νοοτροπία τοϋ φιλειρηνικού κόσμου. Θά κα τέληγε κάποιος νά πιστέψει ότι ό Ευριπίδης φύτεψε κυριο λεκτικά καινούργια ήθη καί τρόπους σκέψης γιά ανύπαρκτα καί αταίριαστα προβλήματα, άναφερόμενος στήν πραγματι κότητα στά τρωικά, εφτά αιώνες πριν, σέ εποχή δημοκρα τίας. Όπότε πλέον καθιερώνονται μέσα από τό θέατρο, μέ πλύσεις εγκεφάλου, εκφράσεις, αλλά καί άπόψεις σάν αυτή πού ξεστομίζει ό Όρέστης. Αυτή πού τοϋ πατέρα μου τό στρώμα πρόδωσε τα'ψα έχει πεβάνει- ώατόσο τό νόμο θά χαλάσετε, άν εμένα σκοτώσετε καί γρήγορα θά βρείτε τό θάνατο κι εσείς· γιατί θά γίνουν τότε συχνές τέτοιες γυναικείες τόλμες.'
Ν ’ άναλογιστοϋμε ότι όλη μας τή σημερινή καθυστέρηση καί όπισθοδρομικότητα, μέ τή βεντέτα π.χ. πού άκμασε ως τόν δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, «γιά τήν τιμή», τήν κουβα λούσε ό λαός στίς αποσκευές τών ηθών του, πολύ γνησιότε ρο πειστήριο καί άπ’ αύτή τήν ελληνική γλώσσα πού υψώ νουμε σάν σημαία τής ελληνικότητάς μας; Ό Ευριπίδης, ωστόσο, κάνει σοβαρή δουλειά χύνοντας όλο του τό δηλητήριο γιά τή γυναίκα καί φυτεύοντας στό σερνικό μυαλό δύο ουσιαστικά συναισθήματα: τό φόβο καί τήν καχυποψία γιά τή γυναίκα καί τήν ουσιαστική, ξεκάθα ρη θέση τού άνδρα-πατέρα μέσα στήν οικογένεια. Μιά καί στήν εξέλιξη τής τραγωδίας, τά τρία καλόπαιδα, Όρέστης, ΓΙυλάδης καί Ήλεκτρα, συστήνουν τρομοκρατική
1. Ό .π.. οτ. 942-8.
]<;ο
α π ο τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
συμμορία μέ πρόθεση νά σφάξουν τήν Ελένη καί τή θυγατέ ρα της Έρμιόνη, προκειμένου νά εκδικηθούν τόν Μενέλαο πού δέν τούς υπερασπίστηκε κατά τή σύναξη τού λαού τών Άργείω ν, δπου άποφασίστηκε νά τούς λιθοβολήσουν έως θανάτου. Ό Χορός, πού εκπροσωπεί τήν κοινή γνώμη ή τό λαό, συμμετέχει μέ σαόιστική διάθεση στίς αποφάσεις τους ...προτού νά όώ πραγματικά σφαγμένη τήν Ελένη, ματωμένη... Ή τιμωρία τών θεών χτύπησε δίκαια τήν Ελένη Γιατί πλημμύρισε μέ θρήνους όλάκερην Ελλάδα γιά χατίρι τού ανόσιου τού καταραμένου Πάρι τής Ίδης, πού έφερε στήν Τροία τούς "Ελληνες.'
Ό Ευριπίδης ρίχνει μ’ ένα σμπάρο δυό τρυγόνια, τό ένα γιά τήν τρωθείσα «τιμή» καί τό δεύτερο απαλλάσσοντας τούς "Ελληνες πού όρμησαν σάν ορδές αγρίων γιά νά λεηλατήσουν τήν πλούσια καί άλογοτρόφα Τροία. Ό σ ο γιά τό πρόσχημα τής Ελένης ήταν πράγματι ένα πουκάμισο αδειανό. Ό R. Graves λέει ότι οί κλασικοί δραματικοί ποιητές έπλαθαν κα ταπώς ήθελαν τήν παράδοση. «Ή ευφάνταστη αφήγηση τού Ευριπίδη γιά τά όσα συνέβησαν μετά τήν επιστροφή τής Ε λέ νης καί τού Μενέλαου στίς Μυκήνες δέν περιέχει κανένα μυ θικό στοιχείο...»1 2 "Οπως ό Αισχύλος έτσι κι ό Ευριπίδης ασκούσε προπαγάνδα υπέρ τού ανδρικού φύλου. Τό δεύτερο στοιχείο «πλύσης εγκεφάλου» άφορα στόν προκύψαντα θεσμό τού «πατέρα»· κι όταν ό Μενέλαος ρωτάει:
1. Ό .π .,ο τ . 1363-9.
2. R. Graves, Oi Ε λληνικοί μύθοι, τ. 3, σελ. 88.
II I. I Ο Π Α Ί Ο Υ Φ Α Λ Λ Ο Υ
I I'll
Ποιος θά ’θελε νά σου μιλήσει εσένα; • 1
ηατοβαμμένος Όρέστης απαντάει ξεκάρφωτα Αυτός πού τόνπατέρα τον αγαπάει'
Ωστόσο, ή τρομοκρατική συμμορία αποτυγχάνει, μιά καί <ι Αίας αποσύρει τήν ωραία Ελένη, καί κόρη του, στους ουρα νούς. Μενέλαος: Τό φόνο άρνιέσαι; Όρέστης: Λυπάμαι πού τ ’ άρνιέμαι ωστόσο θά ’πρεπε. Μενέλαος: Νά πράξεις τί; Μου φέρνεις φόβο. Όρέστης: Τήν ατιμία νά ’χ α σφάξει τής ’Ελλάδας.'
Εθνικό λοιπόν τό θέμα τής απιστίας. Τέτοιο τό ήθελε ό Ιίύριπίδης νά τό επιβάλει. Είναι τολμηρό νά αποδεχτούμε τήν καθιέρωσή του; Ματαιώνεται λοιπόν ή σφαγή εξ αιτίας τής πανελλήνιας ατιμίας, τουλάχιστον όσον άφορά τήν Ελένη. Μένει ωστό σο ή Έ ρμιόνη, ή κόρη της, κι ένα τεράστιο λογοτεχνικό αδιέξοδο γιά τό συγγραφέα. Τότε μιμείται τόν Αισχύλο καί καταφεύγει στόν από μηχανής θεό. Κατεβαίνει λοιπόν ό ’Απόλλων πού δλα τά νοικοκυρεύει, κυριολεκτικά. Είναι, ωστόσο, περίεργο πώς οί τραγικοί μπερδεύουν τό παρόν μέ τό παρελθόν ώς πρός τά ήθη καί τά έθιμα. Φυσικά, δέν περιμένει ό θεός κριτική από τό κοινό. Λέει, λοιπόν, ό Απόλλων: Ά σ ε Μενέλαε τόν Όρέστη τ’ Ά ργος νά κυβερνάει κι εσύ νά πας στη Σπάρτη νά βασιλέψεις, έχοντας τήν προίκα τής γνναικός σου.
Μά τό παλάτι καί ή βασιλεία κυβερνιούνται από τούς
1. Ό . π . , σ τ .
1600- 10.
1 (>;>
αποτη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
γαμπρούς στά μητριαρχικά χρόνια πριν καί μετά τόν Τρωι κό πόλεμο. Στόν πέμπτο αιώνα πού γράφει ό Εύριπίδης, τέ τοια έθιμα δέν ισχύουν. Συνεχίζει ωστόσο: Έτοϋτον που ανάγκασα τή μάνα τον νά σφάξει θά τόν συμφιλιώσω μέ τήν πόλη'
Καί πάλι οί θεοί άνακατεύονται σέ όλα τά ειδεχθή εγκλή ματα τών θνητών, αναλαμβάνοντας τήν ευθύνη τους, όσο άποκρουστικά κι αν είναι, διδάσκοντας στό κοινό υψηλό ήθος: Ό τ ι ό φόνος είναι νόμιμο δικαίωμα τού δολοφόνου από τή στιγμή πού τό θύμα αλλάζει κρεβάτι ή σύντροφο. Καί ιδιαίτερα όταν τό άλλο μέλος τού ζευγαριού, όπως ό Μενέ λαος, μένει κυριολεκτικά άστεγος, στούς πέντε δρόμους. Αΐιτό βέβαια δέν έπιβεβαιώθηκε ποτέ, ότι, δηλαδή, ό Τρωικός πόλεμος έγινε γιατί ό Μενέλαος δέν είχε πού τήν κεφαλήν κλΐναι. Ό ταν δέ ό Μενέλαος καί ολίγον καθυστερημένος καί άπόλεμος, γι’ αύτό καί άναλαμβάνει ό μεγάλος του αδελφός, ό "Αγαμέμνων, νά όιεκδικήσει τήν άπαχθεισα σύζυγο. Γιατί, άν αυτό δέν γινόταν, θά μπορούσε άνά πάσα στιγμή νά επι στρέφει στή Σπάρτη ή Ελένη, αναθέτοντας στόν Πάρι τά συ ζυγικά καθήκοντα καί τή βασιλεία, φυσικά. Τότε οί σερνικοί έξαρτιόταν άπόλυτα άπό τή γυναικεία κάλυψη. "Ακόμα καί γιά ένα πουκάμισο. Γι’ αύτό προβάλλε ται τόσο πολύ ή φιλοξενία τού Όδυσσέα στό νησί τών Φαιάκων καί επιπλέον άναφέρεται ιδιαίτερα ή άπό μέρους τής "Αρήτης προσφορά Ιματισμού. Τόν όποιο ό Όδυσσέας φρο ντίζει νά κρύψει, όταν βγαίνει γιά άνίχνευση στήν "Ιθάκη. Καί ό βοσκός τόν παρηγορεΐ καθώς τόν βλέπει κουρελή, πώς όταν επιστρέφει ό Τηλέμαχος θά τόν φιλέψει μέ ρούχα, 1. Ό .π ., στ. 1580-6.
ιι Ι σ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
Ki.'l
τού υποτίθεται δτι θά ζητήσει άπό τή μάνα του. Σ ’ όλη τήν αρχαιότητα οί πάντες κρέμονταν άπό έναν άργαλειό, είτε τής συζύγου είτε γιά τίς μεγάλες άρχόντισσες, όπως ή Πηνε λόπη, άπό τίς ύφάντρες πού δούλευαν συνεχώς γιά τίς άνάγκες τής οικογένειας καί τού σπιτιού. Ό καθένας πού δέν είχε οικογένεια βολευόταν δύσκολα άπό άποψη ρουχισμού.
Κ εφ άλαιο 3
’Α ντιγόνη Ό μύθος της τραγωδίας είναι σέ όλους γνωστός καί πιοη ύω ότι πρόκειται γιά την ωραιότερη τραγωδία από τίς οωζόμενες τού Σοφοκλή. Ό Ετεοκλής καί ό Πολυνείκης, γιοί καί διάδοχοι τού τυ φλού πλέον Οίδίποδα, μοιράζουν τή βασιλεία της Θήβας από ι να εξάμηνο ό καθένας. Πρώτος βασιλεύει ό Ετεοκλής, αλλά όταν λήγει τό εξάμηνο άρνεΐται νά δώσει τά σκήπτρα στόν αδελφό του Πολυνείκη. Ό τελευταίος οργανώνει στρατό καί εκστρατεύει κατά τών Θηβών. Πρίν καλά καλά αρχίσει ή μάχη, τά δύο αδέλφια άλληλοσκοτώνονται σ’ ένα είδος μονομαχίας. 'Αμέσως αναλαμβάνει ό αδελφός τής μητέρας τους Ίοκάοτης τή διακυβέρνηση τής Θήβας απόλυτα νόμιμα καί τό όηλ(ί>νει. ... εγώ τήν εξουσία δικαιωματικά κατέλαβα λόγω συγγενικών δεσμών μέ τούς χαμένους.
Εδώ πλέον γίνεται φανερό ότι ό Σοφοκλής δεν υπολογίζει π'ιν κρίση τού κοινού του ούτε καί τή σχετική καλλιέργειά του. Αντίθετα απευθύνεται περισσότερο καί έν γνώσει του σέ ανθρώπους μέ παρωχημένες αντιλήψεις. Γιατί δέν μπορεί νά επικαλείται μητριαρχικούς νόμους στά μέσα τού πέμπτου αιώνα. Καί ό συγγραφέας υπεραμύνεται τού άγραφου μητριαρ χικού δικαίου, όπου, σέ πολύ απαρχαιωμένη δομή, ό άόελ-
1(if.
α π ο τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
φός βασίλευε στη θέση τής αδελφής, είτε ζοΰσε εκείνη είτε δχι. Τό ίδιο είδαμε νά ισχύει καί στην περίπτωση τού Οίόίποδα, δταν επισκέπτεται γιά πρώτη φορά, τυχαία, τή Θήβα. ΙΙάλι ό αδελφός τής βασίλισσας είχε βγάλει διάγγελμα καί υποσχόταν πώς, σέ κείνον πού θά ’σώζε τήν πόλη άπό τό λοιμό, θά ’δίδε τή βασίλισσα αδελφή του ώς σύζυγο καί κατά συνέπεια καί τή βασιλεία. "Αλλά ό Σοφοκλής βιάζεται λές νά φτάσει στήν ουσία πού τοϋ ένέπνευσε τήν τραγωδία καί παραβλέπει τίς λεπτο μέρειες. Βρίσκομε πάλι τόν Κρέοντα στή θέση τοϋ άντιβασιλέως μετά τό θάνατο τών Ετεοκλή καί Πολυνείκη, μόνο πού τώ ρα ή εντολή είναι διαφορετική: νά ταφεί ό Ετεοκλής μέ δλα τά έθιμα καί νά μείνει ό Πολυνείκης άταφος, αφού ύψωσε όπλα κατά τής πατρίδας του. Ή ’Αντιγόνη άρνείται νά υπακούσει στή βασιλική διαταγή καί αποφασίζει νά θάψει τόν αδελφό της πάση θυσία, γιατί δεν ύπήρχε μεγαλύτερη Ιερόσυλη πράξη άπό τό ν ’ άφήσεις άταφο έναν νεκρό νά τόν κατασπαράξουν τά σκυλιά καί τά όρνια. Αυτό θά ήταν Ιεροσυλία στά άγια χρόνια τής μητριαρ χίας. Τώρα όμως θά άναλάβει ή αδελφή της, πιό προσγειωμέ νη, νά τή νουθετήσει καί νά τή γυρίσει στήν πραγματικότητα, ότι τώρα κυβερνάει ένας άδίσταχτος τύραννος. ...απολειφάδια μοναχά τά δυό μας, στό νόμο κόντρα, άν πάρουμε στ’ άψήφιστα τον βασιλιά τήν εξουσία. Λογάριασε πρώτα καλά: γυναίκες γεννηθήκαμε· σέ πόλεμο δέ γίνεται νά μπούμε μέ τούς άντρες. Μάς κυβερνάνε δυνατοί, κι ανάγκη καί σ ’ αυτά καί σ ’ άλλα πιό πικρά νά σκύβουμε κεφάλι (στ. 59-64).'1 1. Σοφοκλής, Αντιγόνη, μτφρ. Κ . Γεωργουσόπυυλος.
II ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΦΑΛΛΟΥ
1C.7
Αύτό οφείλει νά θυμίσει ό Σοφοκλής στους χιλιάδες θεα τές πού παρακολουθούσαν, μαζεμένοι, τήν ανταρσία μιας μοναχικής γυναίκας ενάντια στήν ανδρική εξουσία πού έκ των πραγμάτων είναι αήττητη. ’Αλλά ή ’Αντιγόνη είναι αμε τάπειστη: εγώ θά τόνε θάψω Μ ’ αρέσει νά τό πράξω κι άς πεθάνω
Καί θά τόν θάψει συμβολικά, πασπαλίζοντας τό νεκρό δυό φορές μέ χώμα, οπότε θά τήν πιάσουν καί θά χρειαστεί ν ’ άπολογηθεί στόν τύραννο πού λυσσάει γιά τήν παραβία ση τών εντολών του. Πώς θά πεθάνω τό ’ξέρα όέν τό 'ξέρα Ούτε στοχάστηκα ποτέ πώς έχουν κύρος οί δικές σου προσταγές, γιά νά μπορείς. Θνητός, νά πατάς τών θεών τους (αλάθευτους άγραφους νόμους. Δέν είναι τωρινοί καί χτεσινοί, μά ζοϋν αιώνια, κανείς ποτέ δέν έμαθε πώς φύτρωσαν στόν κόσμο
(στ. 458-461). Ό Σοφοκλής όμως ξέρει καί επιθυμεί νά ξεριζώσει αυτές τις πεποιθήσεις καί τούς νόμους πού θεωρούνται ακατάλυτοι στή λαϊκή νοοτροπία. Γι’ αύτό καί θά τό προχωρήσει πάρα πέρα, αποκαλύπτοντας τό σύνδρομο τού μή ισχυρού, χωρίς αυτοπεποίθηση, μέ τό μονόλογο τού Κρέοντα μπροστά στήν επιμονή τής ’Αντιγόνης νά υπερασπίζεται τίς μητριαρχικές δοξασίες. Ά ν τ ρ α ς δέ θά 'μαι τώρα εγώ, άντρας αυτή αν ατιμώρητα κλοτσάει τήν ισχύ μου.
καί γι’ αύτό έξαλλος φωνάζει: όσο εγώ θόι ζώ. γυναίκα δέ θά διαφεντεύει.
Καί τότε ξεφεύγει άπό τόν ποιητή ένας ανθρώπινος λό-
ι ins
α π ο τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
γος, από τό στόμα της ’Αντιγόνης, διότι όσο κι αν υπηρετεί μιά αποστολή, ή ανθρωπιά του τόν προδίδει, όταν βάζει στό στόμα της τό στίχο: Ζώ γιά ν ’ αγαπώ καί ν ’ άγαπιέμαι. κι όχι γιά νά μισώ (στ. 521).
’Έχει όμως κι έναν γιό -κληρονόμο, διάδοχο στό Ορόνοό Κρέων, τόν Αϊμονα. Πού είναι άρραβωνιασμένος μέ τήν ’Αντιγόνη. Αυτός σά νέος ανήκει σέ άλλη γενιά καί έχει νέες αντιλήψεις. Προσπαθεί λοιπόν νά συγκρατήσει τόν πατέρα του ώς πρός τις αποφάσεις του γιά τό υποτιθέμενο έγκλημα τής ’Αντιγόνης. Όπότε ό Κρέων τόν περιφρονεί καί τόν άποκαλεί: Σίχαμα■ κοπέλι μιας γυναίκας (στ. 740).
άλλ’ αυτό πού ακούεται σάν ΰβρις: Είσαι γυναίκας δούλος... (στ. 751)
Ή μισαλλοδοξία του τόν εξαγριώνει τόσο πού φωνάζει Πάρτε τη γρήγορα■ καί καθώς πρόσταζα νά πάτε νά τή χτίσετε στό λάκκο τό βαθύ.
Οί έντολές του έκτελοΰνται αμέσως καί ή ’Αντιγόνη, έγκλει στη πιά, εξηγεί τόν θεμελιώδη δεσμό ανάμεσα στά αδέλφια: Ό άντρας μου κι άν πέθαινε καινούργιο θά 'παιρνα άν έχανα παιδί, απ’ άλλον θά 'κανα. Τιάρα πού μάνα καί πατέρα μου τούς πήρε ό Χάρος αδελφός δεν μπορεί νά βλαστήσει.
Ό ποιητής θέλει, αλλά δεν μπορεί νά δικαιώσει τό άδικο. Κ ι άδικο είναι τό μίσος τού Κρέοντα γιά τήν ’Αντιγόνη πού τόλμησε νά τού φέρει αντίρρηση. Τό μίσος αυτό τραβάει στή συνέχειά του τρεις θανάτους. Τής 'Αντιγόνης, πού θά τήν κτίσουν ζωντανή στόν τάφο, τού Αϊμονα, τού μοναδικού γιού
π Ισ τ ο ρ ία τ ο υ Φα λ λ ο ύ
Hi!)
πού απομένει στον Κρέοντα, καί της Ευρυδίκης, τής γυναί κας τού Κρέοντα, πού επίσης αΰτοκτονεΐ. Κι όλ’ αυτά γιά τή σκέψη πού ξεστόμισε: 'Άντρας δέ θή ’μαι τώρα εγώ. άντρας αυτή άν άτιμώρητα κλοτσάει τήν ισχύ μου.
Αιώνες έχουν περάσει, χιλιετίες, άλλά οί άντρες δέν 0’ αποκτήσουν ποτέ αυτοπεποίθηση γιά τή δύναμή τους απένα ντι στή γυναίκα.
Κ εφ ά λα ιο 4
Ήλέκτρα Ά π ό μιά Ήλέκτρα έχουν γράψει καί οί τρείς μεγάλοι τρα γικοί μας. Ό Σοφοκλής καί ό Ευριπίδης την τιτλοφορούν ονομαστικά. Μόνο ό Αισχύλος άποκαλεΐ Χοηφόρους τη μία άπό τίς τραγωδίες της τριλογίας του Όρέστεια, αναπτύσσο ντας ωστόσο τό ίδιο θέμα. Ε ίνα ι περίεργο, ως ένα σημείο, πού οί δύο νεότεροι πήραν ατόφιο τό θέμα άπό τόν Αισχύλο. Φυσικά, μπορεί νά πιστεύανε ότι τό θέμα είχε παλιώσει καί λησμονηθεί, μιά καί ή Ήλέκτρα τού Ευριπίδη παρουσιάστηκε στά 413 π .Χ ., δεκα επτά χρόνια μετά την Ήλέκτρα τού Σοφοκλή καί σαράντα πέντε χρόνια μετά την Όρέστεια τού Αισχύλου. Ο ί τρεις τραγωδίες έχουν πολλά κοινά σημεία. Κ α τ’ άρχάς, ηθικός αυτουργός γιά τό φόνο τής μάνας Κλυταιμνή στρας είναι αποκλειστικά ή Ή λέκτρα, πού δέν τό κρύβει ούτε τό άρνιέται έξ αιτίας αυτού τού όψιμου έρωτα γιά τόν πατέρα της (Άγαμέμνονα) πού τής εμφυτεύουν καί οί τρεις τραγικοί. Καί μιλάμε γιά εμφύτευση, γνωρίζοντας ότι τά γε γονότα αυτά συμβαίνουν αμέσως μετά τόν Τρωικό πόλεμο, οπότε ισχυαν οί μητριαρχικοί θεσμοί καί ή συγγένεια μέ τόν πατέρα παρέμενε ακόμα σκοτεινή. Ό Ευριπίδης, ωστόσο, τολμάει καί βάζει στό στόμα τής Ήλέκτρας: στά γόνατά μον πλανώ νά τή σφάξω κι άς πτβανω (στ.
2 8 1 ).
Α ΐιο τΗ Μ ή δ ε ι α ς τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
Κατά τή γνώμη μου, τό θέμα «Ήλεκτρα» τό άξιοποίησαν καί οί τρεις, Αισχύλος, Σοφοκλής, Ευριπίδης, γιατί πρόσφερε πολλή διαφώτιση ατό κοινό ώς πρός τόν όρο «πατέρας», πού «σπέρνει» παιδιά. Πρόκειται κυριολεκτικά γιά μιά πλύ ση εγκεφάλου. — Στόν Σοφοκλή άναφέρεται 55 φορές ή λέξη «πατέρας» σέ 1.510 στίχους. — Στόν Αισχύλο άναφέρεται 49 φορές ή λέξη «πατέρας» σέ 1.100 στίχους. -— Στόν Ευριπίδη άναφέρεται 66 φορές ή λέξη «πατέρας» σέ 1.358 στίχους. Met δέν άρκοΰνται σ’ αυτό. Ό Ευριπίδης προχωρεί πιό πέρα την πλύση εγκεφάλου καί τελείως άκαιρα. Βάζει στό στόμα τής Ήλέκτρας, όταν ξεσπάει μετά τή δολοφονία του Αιγισθου: Οί '’Α ργίτες έλεγαν όλοι: «Τής κυρΰς ό άντρας, κι όχι ό αφέντης τής γυναίκας». Μές στό σπίτι, αν κυβερνά ή γυναίκα κι όχι ό άντρας, είναι ντροπή μεγάλη. Έγώ άποστρέφομαι τά τέκνα αυτά πού όέν τά ονοματίζουν άπ ' τόν πατέρα τους μέσα στήν πόλη αλλά άπ' τή μάνα τους.1
Λανσάρει καί κάτι καινούργιο ό Ευριπίδης άντιφάσκοντας, ότι δηλαδή θεωρεί τή συζυγική σχέση εξευτελιστική γιά τή γυναίκα. Ή Ήλεκτρα, στή δική του εκδοχή, έχει παντρευ τεί έναν άγρότη, ταπεινής καταγωγής. Αυτός λοιπόν δηλώνει: Στό στρώμα της όέν πλάγιασα ποτέ μου -τό ξέρει ή Κύπρη ακόμη 'ναι παρθένα.
1. Ευριπίδης. Ή λ ε κ τ ρ α , μτφρ. Τ. Ροϋαοος. υτ. 930-935. έκό. Κάκτος.
ιι Ι στο ρ ία
το υ
Φαλλού
17,1
Γιατί ντροπή μεγάλη τό λογιάζω, βασιλοκόρη όος πήρα, νά μή δείξω σέβας, άφον δέν είμαι (ίντάξιός της (στ. 40-45).
Καί στή συνέχεια (στ. 1100) προπαγανδίζει γιά ταπεινές καί υπάκουες γυναίκες: Μες στό σπίτι πιότερο αξίζει ή φρόνιμη γυναίκα κι άς μή βαστάει άπό μεγάλο σόι από μιάν άλλη άρχοντογεννημένη.
Αύτά τά αναφέρει ή Ήλέκτρα πού καμαρώνει σά βασιλο κόρη πώς δέν την άγγιξε ποτέ ό λαϊκός της σύζυγος. Οί παλατιανοί λοιπόν ορίζουν τί είναι ηθικό καί τί ανήθικο γιά τό λαό, ενώ δολοφονούν τή μάνα τους, γιατί δέν τούς παρα χώρησε τά αγαθά τής βασιλείας, άλλά τά κράτησε γιά τόν εαυτό της καί τόν καινούργιο σύζυγο. Κ ι άμα καθώς μάς λές, τήν κόρη σον ό γονιός μας έσφαξε, εγώ σέ τί κι ό άδελφός μου σέ ιιδικήσαμε; "Οταν σκότωνες τόν άντρα, γιατί σέ μάς τό πατρικό παλάτι όέν έδωσες, παρά σάν προίκα σου στό γάμο χάρισες στόν καλό σου ξένα πλούτη; (στ. 1086-1090).
Γιά νά καταλήξει (ό Όρέστης τού Εύριπίδη) στή θριαμβευ τική κορώνα μπροστά στό πτώμα τής μάνας του πού μόλις δολοφόνησε: Νά λοιπόν, έγέννησες παιδιά γιά νά σέ σφάξουν (στ. 1229-1230).
Ό Σοφοκλής δέν ήταν τόσο σκληρός στή δική του Ή λέ κτρα καί καθόλου διδακτικός εναντίον τών γυναικών, διότι όέν ήταν τόσο μισογύνης όσο ό Εύριπΐόης.
Κεοράλαιο 5
Μήδεια 1 Έ τ σ ι ή ήρωίδα τής παλιάς τάξης
είναι ή κακούργα τής νέας. G . Thomson
Ό μύθος τής τραγωδίας Μήδεια είναι πασίγνωστος μές στούς αιώνες. Ό Ίάσων πάει στην Κολχίδα μέ τη φιλοδοξία ν ’ αρπάξει τό χρυσόμαλλο δέρας από τόν φοβερό Δράκοντα πού τό φυλάει μέρα νύχτα. Στην Κολχίδα βασιλεύει ό Αίήτης, γιός τού 'Ήλιου. ’Έχει δυό κόρες από τήν πρώτη του γυναί κα, τή Μήδεια καί τη Χαλκιόπη, καί από τη δεύτερη γυναίκα του, τόν ’Άψυρτο, έναν γιό πού διασχίζει τούς αιώνες τής μυθολογίας από μωρό ώς εικοσάχρονο παλικάρι. Παλαιότερα ό Αίήτης, δυσαρεστημένος μέ τή διανομή τής κληρονομιάς, έγκατέλειψε τήν Κόρινθο κι εκπατρίστηκε στήν Κολχίδα όπου κι εγκαταστάθηκε. Ό ταν εμφανίστηκε ό Ίά σων απαιτώντας τό Χρυσόμαλλο Δέρας πού υποτίθεται ότι τού ανήκε γιά λόγους κληρονομικούς, έφριξε από τούς όρους πού τού έβαλε ό Αίήτης. Ευτυχώς όμως τόν είχε ήδη ερωτευ τεί ή Μήδεια μέ τήν πρώτη ματιά καί τόν βοήθησε μέ πλήθος μαγικά πού ήξερε νά επιτύχει στούς άθλους πού τού επέβαλε ό πατέρας της.
ΐ. Μ ή δ ε ια , εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Π. Λεκατσας, έκό. 1. Ζαχαρόπουλος.
17 Γ>
α π ο τη
Μ ή δ ε ια στ η Στ α χ τ ο π ο ύ τ α
‘Ανάμεσα στά μαγικά πού τού προμήθεψε τοΰ ’δώσε κι ένα ερωτικό φίλτρο γιά νά τήν ερωτευτεί καί κείνος καί νά την πάρει μαζί του φεύγοντας.' Φυσικά όέν μπορούμε νά κρίνου με τή δύναμη τού ερωτικού φίλτρου, γιατί, από τή μελλοντική συμπεριφορά τού Ίάσονα, μάλλον από συμφέρον έδειξε ν ’ άνταποκρίνεται στον έρωτα τής Μήδειας, μιά καί χωρίς αυτήν δεν θά κατάφερνε τίποτα καί θά γύριζε άπραχτος ή τό πολύ πολύ νά τόν σκότωναν οί άνθρωποι τοΰ Αίήτη. Ό ταν τέλος κατάφεραν νά πιάσουν τίς ακτές τών Παγασών, ξαφ νιάστηκαν πού ή χώρα δεν πανηγύριζε γιά τήν υποδοχή τους. Τέλος, ό Ίάσων βρήκε κάποιον ψαρά καί τόν ρώτησε. "Έτσι έμαθε ότι ό Πελίας είχε εξοντώσει τούς γονείς του, Αϊσονα καί Πολυμήλη, καθώς καί τόν μικρό γιό τους. Πανικοβλήθηκαν όλοι. 'Έκρυψαν τήν «’Αργώ» πίσω από βράχια κι άνέλαβε ή Μήδεια νά καταλάβει τήν πόλη ολομόναχη. Καί τά κατάφερε χάρη στά χίλια καλούδια τής Μυθολογίας πού βρίθει άπό γοητευτικά παραμύθια. Καί ή Μήδεια έπεισε τόν γέρο ΓΙελία νά προσφερθεΐ στις μαγικές της ικανότητες γιά νά τόν ξανακάνει παλικαράκι. Αυτό φυσικά τό πίστεψαν κι οί όυό άπό τίς τρεις του κόρες. Κ ι όταν, λέει, ό γέρος ναρκώθηκε άπό τά μάγια τής Μήδειας, έβαλε τίς δυό κόρες νά τόν τεμα χίσουν σέ δεκατρία κομμάτια - ιερός αριθμός, αλλά καί γιά νά χωρέσει στό καζάνι πού θά τόν έβραζαν. Κι έβρασε αλή θεια ό μπαμπάς τους, δέν άναστήθηκε όμως. Τότε ή Μήδεια αναστέναξε άπό ανακούφιση, γιατί λιγόστεψαν οί εχθροί τού Ίάσονα, ό όποιος ωστόσο παραιτήθηκε άπ’ τό θρόνο τοΰ ΓΙε λία ύπέρ τοΰ αδελφού του πού εΐχε πάει μαζί του στήν Κολ-1
1. Τ ό μαγικό φίλτρο τής ’Αφροδίτης, πού περιγράφεται έπιμελώς άπό τόν Θεόκριτο ( Ε ιδ ύ λ λ ια Β 17), χρησιμοποιήθηκε ευρύτατα, μάς βεβαιώνει ό Ξενοφών, σέ ολόκληρη τήν Ελλάδα συμπεριλαμβανομένου καί τοΰ κύ κλου τού Σιοκράτη ('Α π ο μ ν η μ ο ν εύ μ α τ α Γ II. 17).
II ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ Φ Α Λ Λ Ο Υ
177
χίδα. Είχε έτσι κι αλλιώς εξασφαλίσει τό βασίλειο τής Κόριν θου, μιά καί ή Μήόεια ήταν τό μόνο επιζών παιδί τοΰ Αίήτη, τοΰ νόμιμου βασιλιά τής Κορίνθου, μετά τό θάνατο τοΰ άτε κνου σφετεριστή Κόρινθου. "Η Μήδεια δήλωσε τότε τήν απαίτησή της γιά τό θρόνο καί οί Κορίνθιοι αναγνώρισαν τόν Ίάσονα σά βασιλιά τους. Γιατί, φυσικά, κανένας σοβαρός σχολιαστής ή ιστορικός δεν χρησιμοποιεί τήν εκδοχή δτι ή Μήδεια, ξεφεύγοντας μέ τήν «’Αργώ», έτεμάχιζε τόν μικρό της αδελφό Άψ υρτο πετώντας τά κομμάτια του στό δυνατό ρεΰμα ώστε ό πατέρας της, πού καταδίωκε τόν Ίάσονα, νά καθυστερεί μαζεύοντάς τα. Ό ’Απολλώνιος Ρόδιος (Δ 212-502)' βεβαιώνει δτι ό Άψ υρτος ακολουθούσε τή Μήδεια μέ δικό του καράβι σταλμένος από τόν πατέρα του Αίήτη. Καί πράγματι τά κατάφερε καί παγίδεψε τήν «’Αργώ» στίς εκβολές τοΰ ’Ίστρου. Οί ’Αργο ναύτες τότε αποφάσισαν ν ’ αποβιβάσουν τή Μήδεια σέ κο ντινό νησί αφιερωμένο στήν ’Άρτεμη καί νά τήν εμπιστευ τούν στίς φροντίδες τής ιέρειας γιά λίγες μέρες. 'Οπότε ένας βασιλιάς τών Βρύγων θά δίκαζε τήν υπόθεση καί θά αποφά σιζε άν θά έπρεπε νά επιστρέφει ή Μήδεια στό σπίτι της ή ν ’ ακολουθήσει τόν Ίάσονα στήν Ε λλάδα , καθώς καί τίνος ιδιοκτησία θ’ αποτελούσε ό θησαυρός - τό Χρυσόμαλλο Δέ ρας δπαις τόν άποκαλοΰσαν, άν καί πιστευόταν δτι έπρόκειτο γιά τεράστια ποσότητα χρυσού. Ή Μήδεια ώστόσο έστει λε κρυφά ένα μήνυμα στον ’Άψυρτο, τόν αδελφό της, βεβαιώνοντάς τον δτι τήν άπήγαγαν μέ τή βία καί ίκετεύοντάς τον νά τή σώσει. Μέ τό πού εμφανίστηκε ό ’Άψυρτος στό νησί φάνηκε νά προσβάλλει τήν ανακωχή, οπότε ό Ίάσων τόν ακολούθησε καί παραμονεύοντας τόν χτύπησε πισώπλατα. "Υστερα έκοψε τά άκρα του καί έγλειψε τρεις φορές τό χυμέ-1 1. Κ. Graves, δ .π ., τ. 4ος, αελ. 313. 133α-133(7.
178
ΑΠΟ ΤΗ Μ Η Δ Κ ΙΑ Σ Τ Η ΣΤ Α Χ Τ Ο Π Ο Υ Τ Α
νο αίμα, φτύνοντας το κάθε φορά, γιατί πίστευε πώς θ’ άποφύγει έτσι νά τόν κυνηγήσει τό φάντασμα τού νεκρού. Ή Μήδεια έπέστρεψε στήν «’Αργώ», ενώ οί ‘Αργοναύτες επιτέθηκαν στους ακυβέρνητους Κόλχους καί τούς διέλυσαν. Οί περιπέτειες τού ζεύγους κατά τήν επιστροφή του ήταν παρεμφερείς μέ τήν 'Οδύσσεια. Στό τελευταίο στάδιο τού τα ξιδιού, πέρασαν σώοι καί άβλαβεΐς άπό τό νησί τών Σειρήνων, πού λεγόταν ότι είχαν αύτοκτονήσει, γιατί ήττήθηκαν άπό τίς Μούσες στούς άγώνες τραγουδιού πού είχε οργανώ σει ή "Ηρα. "Ομως στό νησί τους ζούσαν άκόμα κι όταν πέρα σε ό Όδυσσέας άπό κεΐ, έναν αιώνα άργότερα, όπως μάς βε βαιώνουν οί Παυσανίας, Στράβων καί ό "Ομηρος.
Ή τραγωδία τού Εύριπίδη Μήδεια άρχιζει μέ τό σπαραγμό τής ίδιας. Καί φτάνει στό ένα τρίτο τού κειμένου του μέ τήν ίδια συμπαράσταση στή γυναίκα καί τή λογική τών επιχειρη μάτων της, σέ σημείο πού πιστεύεις πώς ό Ποιητής λατρεύει καί εκτιμά βαθύτατα τό γυναικείο φύλο. ’Αλλά πώς άλλιώς θά πείσει τόν αναγνώστη καί τό θεατή πώς είναι έντιμος καί άπροκατάληπτος, όταν θά μιλήσει παρακάτω γιά τήν εξέλιξη τής συμπεριφοράς καί τήν άθλια εγκληματικότητα τής γυναί κας, γενικά; Γυναϊκες τής Κόρινθόν (απευθύνεται στό Χορό) βγήκα τώρα γιά νά μή βάλετε κακό στό νον σας Μά εμένα αυτό τό αναπάντεχο πού μ ’ ηΰρε στον τάφο μέ κατέβασε. Πηγαίνω κι ανάγκη νά πεθάνω, αγαπημένες μον μιά κι ή ζωή μον ρήμαξε...
ιι Ι στο ρ ία
το υ
Φαλλο ύ
17!»
... Τό ξέρεις πώς ό άντρας μον. πού ήταν τό παν γιά μένα, τώρα βρέθηκε νάναι ύ χειρότερος τού κόσμον. 'Απ' όλα τά πλάσματα πώχονν ψυχή καί νόηση, τί νά σάς λέω αθλιότερο άλλο φύτρο απ' τίς γυναίκες δέν είναι...
Βέβαια, μέ τά λόγια αυτά θεμελιώνει τήν άφοσίωση τής γυναίκας σ’ έναν μοναδικό άντρα, όρος καί κανόνας απα ράβατος, αν καί συνεχίζει εκθέτοντας τό ανδρικό φύλο: . . . μ ’ ένα σωρό λεφτά εΐν' ανάγκη πρώτα σύζυγο ν ’ αγοράσουμε, δεσπότη τού κορμιού μας
’Αλλά ή Μήδεια είναι -αισθάνεται- Μητέρα-Γή, μέ μαντι κές ικανότητες, είναι έγγονή τοΰ "Ηλιου, έχει τήν αίσθηση ότι είναι πάνω άπό τούς κοινούς ανθρώπους πού μπορεί, όποια στιγμή τό αποφασίσει, νά τούς καταστρέψει, εκδηλώνοντας μιά μοναρχική νοοτροπία. Αύτή τήν προσωπικότητα θέλησε νά εκμεταλλευτεί ό Εύριπίδης, δαμάζοντάς την, άναγκάζοντάς την νά πράξει σύμφωνα μέ τίς επιθυμίες του, άφαιρώντας της τό μοναδικό πλεονέκτημα πού όλοι υποχρεωτικά αναγνωρίζουν στή γυναίκα: τή στοργή τής μάνας. Καίριος, αδίστακτος, θά τήν οδηγήσει, όχι μέ επαρκείς αιτιολογήσεις, στή σφαγή τών παιδιών της. Γιατί θέλει νά προκαλέσει τή φρίκη τών θεατών, τή βδελυγμία καί τήν απόρριψη, εις βάρος μιας βασιλοκόρης πού αντάλλαξε μέ τό κρεβάτι τού Ίάσονα τή ζωή τών παιδιών της. Τέτοια βδελυρότητα καταγγέλλει ό μεγάλος Ποιητής. Ίάσων: Ούτε σύ θά τώλεγες τοϋ κρεβατιού άν δέν σ ’ έτσουζε ή μοναξιά Μά τέτοιες είστε σείς... Σάν τό κρεβάτι πάει καλά, δλα τάχετε■ μ ’ άν ίσως τον τύχει άναποδιά. τότε τά πάντα κι άς ειν' τά πλέον ώφέλιμα κι ώραία,
ISO
Α ΐιο τ η Μ ή δ ε ια ς τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
κατατρεγμό θανάσιμο θαρρείτε 'Α π ’ άλλον κόπον ν ' άποχτοννε θάπρεπε παιδιά οί θνητοί. Τό γένος σας αν έλειπε καί τά κακά τ’ άνθρωπον λέω θά λείπαν (στ. 569-575).
Φυσικά, με την καταγγελία τούτη ό Ευριπίδης ξέρει πού οδηγεί την τραγωδία. Εμείς, όμως, οί θεατές είμαστε ανυπο ψίαστοι κι ούτε πού φανταζόμαστε πού θέλει νά μάς οδηγή σει. Ν ’ ανταλλάξει μιά γυναίκα δεκατέσσερα παιδιά (γιατί τό σα τού γέννησε ή Μήδεια τού Ίάσονα, εφτά γιούς κι εφτά θυ γατέρες) μέ τό κρεβάτι καί με τό θάνατο!' Ό Ευριπίδης φυσι κά, προκειμένου νά πείσει τό κοινό του, χρησιμοποιεί λογική καί δικαιολογίες νταβατζή, πού φαίνεται πώς ύπερίσχυε στήν ποιότητα τοΰ λαϊκού θεατή. Έ τσι, λοιπόν, βάζει στό στόμα τοΰ Ίάσονα: Κι εγώ θέλω νά ξέρεις, στό ξαναεΐπα πώς άπό έρωτα δέ συμπεθέριασα μέ βασιλιάδες, παρά γιατ' ήθελα νά σώσω εσένα καί στά παιδιά μου άδέρφια βασιλόπουλα νά δώσω, στέρεο πύργο τοΰ σπιτιού μου (στ. 593-8) ... μά λέγε άν θέλεις κάτι γιά τά παιδιά η γιά σέ την ίδια νά σέ βοηθήσω άπό τά χρήματά μ ο ν λέγε, γιατί ’μ αι πρόθυμος νά δώσω μ ’ άνοιχτόχέρι... (στ. 610-19) ... στη μαρτύριά των θεών τό ρίχνω, πώς μ ’ όλα μου σέ σέ καί στά παιδιά μον βοηθός θέλω νάρθώ. μά εσύ δέ βλέπεις που τό καλό, καί μέ τό πείσμα διώχνεις αυτούς πού σέ πονούν εσύ θά κλάψεις (στ. 612-22).1 1. Ό Ευριπίδης παρουσιάζει, φυσικά, γιά σκηνική οικονομία, μόνο δυό παιδιά, αλλά σύμφωνα μέ τό μύθο ήταν δεκατέσσερα.
η
Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
181
Ή Μήδεια δέχεται καί τό πλήγμα νά υποχρεωθεί νά έγκαταλείψει τή χώρα αμέσως. Τότε ό Ευριπίδης εμφανίζει έναν απροσδόκητο επισκέπτη στό σπίτι τής Μήδειας, τό βασιλιά τής ’Αθήνας Αίγέα, άτεκνο ακόμα, πού ούτε λίγο ούτε πολύ τής προτείνει γάμο εκφράζοντας τόν μεγάλο θαυμασμό του γιά τό πρόσωπό της. Ό ταν τά βρίσκουν καί ό Αίγέας φεύγει, ή Μήδεια δείχνει αισιόδοξη καί αποκαλύπτει στό Χορό τά σχέδιά της. Πού αφορούν πρώτα τη νέα σύζυγο τοΰ Ίάσονα, τή Γλαύκη, πού θά πεθάνει μέ τά δώρα πού θά τής στείλει ή ίδια ή Μήδεια, ένώ στή συνέχεια θά σκοτώσει τά παιδιά της. Φυσικά, ό τρόπος πού δικαιολογεί ή Μήδεια τίς άποφάσεις της είναι τελείως διανοουμενίστικος, κάτι πού ταιριάζει ιδι αίτερα στόν μεγάλο Ποιητή Ευριπίδη. Γελιέται όποιος μ ’ ένόμισε γυναίκα αδύναμη, δειλή καί ταπεινούλα Γιατί έτσι είμαι κι άλλιώς - γιά τούς οχτρούς μου άμείλιχτμ ό π ’ τή μιά κι άπό τήν άλλη στό φίλο όλη καρδιά. Καί μόνον τέτοιοι άνθρωποι έχουν τή φήμη τή μεγάλη (στ. 807-9) (τών γάρ τοιούτων ευκλεέστατος βίος).
Έόώ πρόκειται γιά υψηλού επιπέδου κοινωνική φιλοσο φία, πού φυσικά ή βάρβαρη Μήδεια όέν είναι σέ θέση ν ’ αναπτύξει- δεν έπρόκειτο γιά μιά Διοτίμα πού εξέφραζε ούτε λίγο ούτε πολύ τόν Σωκράτη. Κάτι τέτοιο ωστόσο είναι δικαίωμα τού ποιητή κι ούτε γνωρίζουμε πώς τόν άντιμετώπισαν οί διανοούμενοι τής εποχής του. Δέν αφήνει όμως τήν ήρωίόα του νά κάνει καμιά παρορμητική πράξη. ’Απλώς αναφέρει όλα τά μελλούμενα έγκλήματά της μέ τή σειρά πού τά ’χει ό ίδιος σχεδιάσει. Θέλω νά πώ ότι ή Μή δεια μπορεί νά φωνάζει έν ψυχρώ: Τά παιδιά μου θά τά σκοτώσω (στ. 792).
Ι8:>
αποτη
Μ ή δ ε ια ς τη Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
Θά μπορούσε δίκης καί νά μήν τό αναγγείλει καί νά όρμήσει κάποια στιγμή απάνω τους. 'Έλα όμως πού ό δραματουργός τό ’χει ανάγκη γιά νά τής απαντήσει ό Χορός: Μά τότε κι άλλη γυναίκα αθλιότερη σου δέ θά γίνει (στ. 818).
Γιατί ό Ευριπίδης χρειάζεται ένα αντίβαρο στήν προηγού μενη τραγωδία του Όρέστης καί στόν μητροκτόνο ήρωά του. Γι’ αυτό καί συνεχίζει ό Χορός, μεταδίδοντας ανατριχίλα καί βδελυγμία γιά τό προμελετούμενο έγκλημα. Πώς λοιπόν μιά τέτοια πόλη πόχει τά ποτάμια άγιασμά της πώς φιλόξενη μιά χώρα θά δεχτή τήν παιδοκτόνα, τήν άνόσιαν εσένα Σκέψου, ώ σκέψον στά παιδιά σου πώς Οτι μπήξεις τό μαχαίρι σκέψου σάν ποιό φόνο πάει νά τολμήσει σου τό χέρι (στ. 846-853).
Μά τίποτα δέν σταματάει τή Μήδεια πού φωνάζει με τού Ευριπίδη τά λόγια: Μά εμπρός καρδιά μου. οπλίσουδέν είν' ώρα γιά δισταγμούς... ... Έ λα πανάθλιο χέρι πάρε τό μαχαίρι... ... καί μ ή δειλιάσεις μή θυμηθείς πώς ήταν ή λατρεία σου, μηδέ καί πώς τά γέννησες (στ. 1245-1253). Κ ι ό χορός: 'Αλλοίμονο! Ώ Γής κι ώ τού Ή λιον λαμπρό πανυπέρλαμπρο φιος ώ κυττάτε άντικρνστε τη τήν κακούργα γυναίκα...
η
Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
ικί
κράτησε τη τη βαρειόμοιρη τούτη, πού μία
αίματόδιψη κάμαν οί δαιμόνοι Ήριννύα Τον κάκου λοιπόν οί βαρειοί των παιδιών τόσοι μόχτοι; Τον κάκον σά μάνα τά γέννησες λατρευτά... Ξεφρένιασες, κι ή οργή σον σ' ανόσιο γυρνά φονικό Τών δικών οί μιαροί σκοτωμοί φοβερό (στ. 1251-1265).
’Ανατριχιάστε πλήθη, πάρτε τό μερτικό σας από τόν δι πλό φόνο πού δέν έγινε ποτέ. Σύμφωνα μέ όλους τούς ιστο ρικούς καί σχολιαστές τών μύθων, ή Μήδεια δέν δολοφόνη σε ποτέ τά παιδιά της.
’Από τήν 'Αγορά παίρνοντας τόν άλλο δρόμο πού πάει στή Σικυώνα, γράφει ό Παυσανίας,1βρίσκουμε στά δεξιά τού δρόμου ναό καί άγαλμα μπρούντζινο καί λίγο πιό πέρα είναι ή βρύση τής Γλαύκης, όπως τή λένε, γιατί, κατά τήν παράδο ση. μέσα σ’ αύτή ρίχτηκε ή Γλαύκη «νομίζοντας πώς τό νερό τής βρύσης θά τή γιάτρευε άπό τά δηλητήρια τής Μήδειας». Ή Γλαύκη ήταν αντίζηλη τής Μήδειας, όντας ή καινούρ για σύζυγος τού Ίάσονα, κόρη τού βασιλιά Κρέοντα. «Στό έπάνο) μέρος τής βρύσης αυτής είναι χτισμένο καί τό λεγόμενο Ωδείο καί κοντά σ’ αυτό ό τάφος τών παιδιών τής Μήδειας, πού λεγόταν Μέρμερος καί Φέρης, πού καθώς λέει ή παράδοση πετροβολήθηκαν άπό τούς Κορίνθιους».2 ’Από τις κόρες τής Μήδειας καί τού Ίάσονα διασώθηκε μόνο τής Έριώπης τό όνομα. Αντίθετα, μάς είναι γνωστά 1. Παυσανίας. Κορινθιακά, εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια Γ. Κορόατος, έκιΥ Ζαχαρόπουλος. 2. Παυσανίας, ΰ.π.
I Si
αποτη
Μ ή δ ε ια στ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
τά ονόματα των γιων της: Μήδειος ή Πολύξενος, Μέρμερος, Φέρης ή Θεσααλός, Άλκιμήδης, Τίσανδρος καί "Άργος. "Οργισμένοι οί Κορίνθιοι από τούς φόνους τής Γλαύκης καί τού Κρέοντα,' τούς συνέλαβαν όλους καί τούς σκότωσαν μέ λιθοβολισμό, αν καί κατέφυγαν στό Ιερό τής "Ακραίας Ηρας. «’Επειδή όμως», ιστορεί ό Παυσανίας,23«τά παιδιά αυτά σκοτώθηκαν άδικα καί άνομα, τά μωρά παιδιά των Κορινθίων πεθαίνανε, ιόσπου ύστερα από χρησμό τοΰ θεού (’Απόλλωνα) καθιερώθηκε κάθε χρόνο νά προσφέρονται θυ σίες γι’ αυτά». Πολλούς αιώνες αργότερα συνεχιζόταν ή τι μωρία τους γιά τούτο τό έγκλημά τους: «επτά κοπέλες κι επτά αγόρια περνούσαν ένα ολόκληρο χρόνο ντυμένοι στά μαύρα καί κουρεμένοι γουλί στό ναό τής "Ακραίας "Ηρας όπου έγινε τό φονικό. Σύμφωνα μέ τίς προσταγές τού Μα ντείου των Δελφών έθαψαν τά νεκρά κορμιά τους στό ναό...»1 Ά π ό τόν καιρό όμως πού ή Κόρινθος χαλάστηκε από τούς Ρωμαίους καί χάθηκαν οί παλιοί της κάτοικοι, σταμά τησαν καί οι θυσίες. Ο ί σύγχρονοί τους, Ύ γίνυς στούς Μύθους καί Σέρβιος στις 'Εκλογές τού Βιργίλιου, παραπλανημένοι άπό τόν Ευρι πίδη -ό όποιος, καθώς λέγεται, δωροδοκήθηκε άπό τούς Κορίνθιους μέ δεκαπέντε τάλαντα, προκειμένου νά τούς απαλ λάξει άπό τό άδίκημα πού είχαν διαπράξει- ’ισχυρίζονται ότι ή Μήδεια σκότωσε τά δύο της παιδιά, ενώ τά υπόλοιπα, εκτός άπό τόν Θεσσαλό, πέθαναν στό παλάτι πού ή Ιδια πυρ πόλησε. «’Επειδή κάθε τραγωδία πού νικούσε στις γιορτές 1. Αύτό τό βασιλικό όνομα σημαίνει «έξουσιαστής» καί τό χρησιμο ποιούσαν παντού καί πάντοτε ποιητές καί αφηγητές (Kerenyi, δ .π ., σελ.
518). 2. Παυσανίας. Κ ο ρ ιν θ ια κ ά , δ .π .. Ill 6-9. 3. R. Graves, δ .π .. σελ. 332. παραπέμπει γιά την πληροφορία σέ 'Απολ λόδωρο Λ 9. 28, Αίλιανύ Π ο ικ ίλ η ιστορίαν 21.
η
Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
IS")
του Διόνυσου οτήν ’Αθήνα, αποκτούσε κύρος καί άπό θρη σκευτική άποψη, είναι πιθανότατο οί Κορίνθιοι νά πλήρω σαν αδρά τόν Ευριπίδη1γιά τή γενναιόδωρη τροποποίηση του μύθου πού τότε πιά είχε γίνει δυσφημιστικός», συμπεραί νει ό R. Graves.23 Καί τί τόν ένοιαζε τόν Ευριπίδη νά διασύρει μιά άγνωστή του μυθική ήρωίδα; Θά τή διαπομπεύσει μάλιστα μέ με γαλύτερο σαδισμό σάν μιά βασίλισσα άπό τή γενιά τοϋ 'Ήλι ου, πού δίπλα της ό Ίάσων δέν στεκόταν σάν συγκυρίαρχος, άλλά σάν ένας παραπεταμένος πρόσφυγας, κατά τήν άποψη τοϋ Kerenyi.' Καί θά τό κάνει μέ τά δυνατά του, τελειώνο ντας τήν τραγωδία, αποδίδοντας στον Ίάσονα τό τρομακτι κό κατηγορώ εις βάρος της. Ώ μίσος, ώ πού μισητότερή σου, κακούργα, άλλη δέ στάθη στους θεούς, σέ μέ καί σ ’ όλη τή γενιά τού ανθρώπου, πού βάσταξε ή καρδιά σου, ατά παιδιά σου πού γέννησες νά μπήξεις τό μαχαίρι καί μένα ρημαδιό νά μ ’ αφανίσεις. Στάχτη νά γίνεις! 'Ώ! Τώρα μονάχα λογιάζω τά σωστά καί τότες όχι. σάν άπό σπίτι βάρβαρο καί χώρα σέ σπίτι Ελληνικό σ' έφερνα, τόσο μεγάλη συμφορά μου, καί πατέρα καί γης πού σ' είχε θρέφει τήν προδότρα. Τόν τιμωρό σου δαίμονα σέ μένα τόν στείλανε οί θεοί■ γιατί σά σκότωσες 1. "Ενα τάλαντο ήταν 6.000 δραχμές, ασήμι βάρους τουλάχιστον 26 κιλών. 2.
Ο.π., σελ.
332, 334.
3. Ο .π ., σελ. 518.
ικ γ »
απ ο τη
Μ ή δ ε ια σ τη Σ τ α χ τ ο ιιο υ τ λ
τόν άδελφό συν δίπλα στήν εστία σας, σ ’ άφησα εγώ στ’ ώριόπλωρο καράβι νά μονμπεις. τήν 'Αργώ μου. Κ ι άπ' τά τέτοια σάν άρχισες, παντρεύτηκες εμένα κι άφον παιδιά μ ον γέννησες, τά σκότωσες, κακούργα, γιά κρεβάτια καί γιά γάμους ΓΙοτές σέ τέτοια πράξη Ελληνόπουλα δέ θάφτανε, ποτές... ... καί βρήκα γ ι ' άξιά μου εσέ, γυναίκα οχτρό μου, λιόντισσα κάλλιο, ποτέ γυναίκα, π ' άγριώτερη ψυχή άπ’ τήν Τυρρηνίόα Σκύλλαν έχεις.
Χάσου άπ’ τά μάτια μου, κακούργα αισχρή, των τέκνων μου μιαιφόνα.
' Αντε νά ξεπλύνεις τώρα, δυόμισι χιλιάδες χρόνια μετά, τό γένος των γυναικών. 'Αλλά, άναρωτιέται κανείς, γιατί ή Μήδεια, αφού έκαψε τή Γλαύκη, τήν αντίζηλό της, καί τόν πατέρα της, έπρεπε νά σκοτώσει καί τά παιδιά της; Ωστόσο, ή ιστορία τή θέλει νά φεύγει από τήν Κόρινθο ύστερα άπ’ όλα αυτά, νά πηγαίνει στήν ’Αθήνα οπού παντρεύεται τόν Αίγέα καί, αφού τού γέν νησε έναν γιό, τόν Μήδο, νά φεύγει καί από τήν 'Αθήνα, για τί, όπως λεγόταν, θέλησε νά φαρμακώσει τόν Θησέα, γιό τού Αίγέα. Είχε παρ’ όλα αυτά τήν εύνοια των θεών κι έγινε αθά νατη. Κ αί όπως πίστευαν ορισμένοι ήταν εκείνη πού πα ντρεύτηκε τόν Άχιλλέα καί όχι ή ωραία Ελένη, στα Ήλύσια Πεδία ή στή Νήσο τών Μακάριον. Αντίθετα, ό Ίάσων είχε χάσει τήν εύνοια τών θεών, επειδή πήρε τ’ όνομά τους στό στόμα του αδίκως, απιστώντας στή Μήδεια, καί περιπλανιόταν από πόλη σέ πόλη μισητός άπ’ όλους. Γέρων πιά ξαναγύρισε κάποτε στην Κόρινθο καί κά-
ιι Ι σ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
187
Οι,σε στή σκιά τής «Άργώς» πού ήταν σάπια, αναπολώντας ιερασμένες όόξες καί πικραμένος γιά τις συμφορές πού τόν |>ρήκαν. Καθώς σκεφτότανε νά κρεμαστεί στήν πλώρη τού πλοίου, εκείνο ξαφνικά γκρεμίστηκε καί τόν πλάκωσε.'
1. R. Graves, δ.π.. τ. 4ος. at λ. 335.
Μέρος τέταρτο ΣΥ ΜΠ ΟΣΙΟΝ
«'Όλο μιλάω γιά τόν φιλόσοφο... Καί δέν έχω καί πολύ άδικο. Γιατί η ιστορία τής φιλοσοφίας είναι σφραγισμένη από τούς άντρες. Αύτό συμβαίνει επειδή ή γυναίκα, τόσο ώς φύλο όσο καί ώς σκεπτόμενο άτομο, υπήρξε αντικείμενο κα ταπίεσης καθ’ όλη τή διάρκεια τής ανθρώπινης ιστορίας. Αυτή είναι δυστυχώς ή πραγματικότητα. Κρίμα, γιατί κατ’ αύτό τόν τρόπο χάθηκαν γιά πάντα πολλές σημαντικές εμπειρίες καί σκέψεις». Αύτό τό επισημαίνει ό Γιοστέιν Γκάαρντερ στό βιβλίο του Ό Κόσμος τής Σοφίας1. Πιστεύω ώστόσο ότι τό γνώριζαν τό ϊδιο καλά ό Πλάτων καί ό Σωκράτης.
1. Jostein Gaarder, Ό Κόσμος τί)ς Σ ο φ ία ς , Μυθιστόρημα γιά τήν Ιστορία τής Φιλοσοφίας. Έκδ. Νέα Σύνορα-Α,Α. Λιήάνη, 1996.
Έρως μέσα από τό Σνμπόσιον τοϋ Πλάτωνος Τό Σνμπόσιον' τοΰ Πλάτωνος είναι ένα ταμπού. Θές γιατί γράφτηκε από τόν Πλάτωνα, ίσως καί γιατί συνδέεται μέ τήν ιχύτοκτονία τοϋ ’Ιωάννη Συκουτρή, πού τό εμφάνισε πρώτος στην καθομιλουμένη της εποχής του (πρώτη έκδοση 1934). Πό σο ώριμη ήταν ή Ελλάδα γιά νά αφομοιώσει τότε τό Σνμπό σιον, σάν προσφορά, δεν είμαι σέ θέση νά τό 'ξέρω. ”Αν κρίνου με πάντως από τήν κυκλοφορία διαφόρων βιβλίων τής εποχής, ή απάντηση θά ’ναι άπογοητευτική ώς πρός τό Σνμπόσιον. Τό Σνμπόσιον, γραμμένο άπό τόν Πλάταινα τό 385 π .Χ ., υποτίθεται στή βάση μιας άφήγησης τοϋ 400 πού παραπέμπει στό 416 π .Χ ., μεταφέρει σέ μιά εποχή δόξας καί άκμής τής ’Αθήνας, άναβιώνοντας εμμέσως έναν λαμπρό κόσμο πού έχει πιά σωριαστεί σέ ερείπια. Κύριο θέμα του πρός συζήτη ση είναι ή παιδεραστία. Κύριοι ομιλητές εις τό πλατωνικό Σνμπόσιον, πού γίνεται στό σπίτι τοΰ Άγάθωνος, είναι οί Φαιδρός, Παυσανίας, Αριστοφάνης, Έρυξίμαχος, ’Αριστό δημος, Σωκράτης καί ’Αλκιβιάδης. Στήν εισαγωγή άναλαμβάνει ό Συκουτρής νά μυήσει τόν άναγνώστη εις τήν παιδεραστία, θέμα πού θά άπασχολήσει καί τούς συμποσιαζόμενους. ’Εξηγεί λοιπόν στήν άρχή τοΰ δοκιμίου του δτι ό «θεσμός αυτός είναι των Δωριέων, όχι των Ίώνων» καί ότι «εις τάς δωρικός πολιτείας ό παιδικός έρως ήταν θεσμός άναγνωρισμένος, σχεδόν κρατικός. Εις τήν1 1. Πλάτων, Σ ν μ π ό σ ιο ν . Κείμενον, μετάφρααις καί ερμηνεία I. Σιοιοντρη - Ακαδημία ’Αθηνών Ελληνική βιβλιοθήκη, έκό. Ί.Δ. Κολλάρου και ΣΙΛ2 Λ.Η., Έκδοσις δεύτερα 1950.
m
αποτη
Μ ή δ ε ια ς τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
Η λείαν, όπως αναφέρει ό Πλάτιυν, καί εις την Θεσσαλία ή σχέση έραστοϋ καί ερωμένου ήτο δημοσιά γνωστή». ’Ά λλω στε τέτοιες σχέσεις καλλιεργούσαν καί άνδρες άνωτέρας ηθικής καί πνευματικής περιωπής, δπαις 6 Επαμεινώνδας, ό μεγαλύτερος μεταξύ των στρατιωτικών τής Ελλάδα ς. Ό ένας ερωμένος του, ό Καφισόδωρος, σκοτώθηκε στή μάχη τής Μαντινείας, ό άλλος, ό Άσώπιχος, έγινε θρύλος με τίς ανδραγαθίες του. Μάς εξηγεί ακόμα ό Συκουτρής δτι στή Σπάρτη ή σχέση τού «έραστοϋ» πρός τόν «έρώμενο» έθεωρεΐτο τόσο νόμιμη, ώστε ό εραστής κρατούσε θέση αναγνωρισμένου κηδεμόνος καί ήταν υπεύθυνος έναντι τής πολιτείας καί τής κοινωνίας γιά τίς τυχόν παρεκτροπές τού έρώμενου. Στήν Κρήτη, κοιτίδα τών δωρικών θεσμών καί πατρίδα τού έθίμου, κατά τόν Πλάτωνα πάντοτε, ό έραστής, πού έκεΐ λεγόταν φιλήτωρ, άνήγγελλε στήν οικογένεια τρεις μέρες πρίν ότι είχε έκλέξει τόν έφηβο-γιό τους. Ή έγκριση τής οικογένειας διδόταν στήν περίπτωση πού ό έραστής ήταν άντάξιος τού γιου. Ή μεγαλύτερη ντροπή γιά έναν νέο ήταν νά μήν τού γίνει καμιά πρόταση από κάποιον φιλήτορα. Ό π α ιδ ικ ό ς έρωτας πέρασε, μ α ζί μέ άλλα δω ρικά στοιχεία, στούς Βοιωτούς καί τούς Αθηναίους, τούς αποκαλούμενους ’Ίωνες, ώς δωρική μόδα στήν άριστοκρατία καί τόν «τόνο, ώς γνωστόν», μάς βεβαιώνει πάντοτε ό Συκουτρής, «άκόμα καί καπά τόν 5ο αιώνα έδιόεν ή δωρική άριστοκρατία εις τά ζητήματα αυτά - μεταξύ τών τάξεων εκείνων πού είχαν τόν καιρό καί τήν άνεσιν νά συχνάζουν στά γυμναστήρια». Στήν Αθήνα (αναφέρει ό Ί. Συκουτρής) έτραγούδησαν τό είδος αυτό τού έρωτα ό Αισχύλος καί ό Σοφοκλής καί ό Σό λων, ό όποιος απαγόρευσε νομοθετικά τόν έρωτα καί τή γυ μναστική στούς δούλους. Εξάλλου «ή ηθική συνείδησις τής Ιωνικής λαϊκής μάζης δέν ήδυνήθη νά συμφιλιωθή μέ τό έθι-
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ Φ Α Λ Λ Ο Υ
11)Γ»
μον. Τό άντίκρυζε δπως οί bourgeois (αστοί) τοϋ 17ου καί 18ου αιώνα τάς ηθικής παρεκτροπής τών αριστοκρατικών τάξεων, ώς αυτονόητον προνόμιον τών τάξεων αυτών ώς μίαν passion noble (εΰγενές πάθος) πού εξύψωνε βεβαίως κοι νωνικούς εκείνον, ό όποιος τήν έξήσκει, κατεβίβαζεν όμως ηθικώς εκείνον εις βάρος τού όποιου έξησκεΐτο, τά παιδικά». Οσο γιά τήν προέλευση τοΰ θεσμού δεν μάς είναι επα κριβώς γνωστή, δηλώνει ό Συκουτρής. Τήν άποδίόει, ώστόσο, στή ζωή τοϋ στρατοπέδου καί στήν περιπετειώδη περίο δο όπου τά πολεμικά στίφη μεταναστεύουν νομαδικά, έγκαταλείποντας γυναίκες καί παιδιά άπ’ όπου κι αν ξεκίνησαν. «’Αλλά τό ζήτημα», ισχυρίζεται ό Συκουτρής, «όέν είναι άν μία φυσική ανάγκη ώδήγησε καί οδηγεί πάντοτε εις διαστρο φής- αυτό δέν είναι διόλου προβληματικόν. Τό πρόβλημα πα ρουσιάζεται, από τήν στιγμήν πού μιά φυσική άνάγκη εξευγε νίζεται, γεμίζει μ’ εν άνώτερον πνευματικόν καί ηθικόν περιεχόμενον, όπως συνέβη μέ τόν παιδικόν έρωτα εις τούς 'Έλλη νας καί μόνον εις αυτούς». Παραδέχεται, ώστόσο, ό Συκουτρής ότι ή προέλευση τοϋ ελληνικού παιδικού έρωτα είναι σκοτεινή. "Οπως καί ότι στίς ελληνικές χώρες όπου οί εταίρες καί ό θεσμός τους επικράτη σε μέ τήν πλατιά έννοια, ό παιδικός έρωτας ήταν συγκεκριμέ να περιορισμένος. ’Αντίθετα, μάς εξηγεί ότι οί αρχαίοι άνδρες αντίκριζαν τό ωραίο σώμα σά μιά αποκάλυψη τοϋ θείου καί ή κατάνυξη πού τούς κυριαρχούσε είχε θρησκευτικό χαρακτήρα, καθώς καί ή επιθυμία νά λατρέψουν τά «παιδικά» σά θεό. Ό παιδικός έρως δέν έθεωρεΐτο γιά τά παιδικά μαρτύριο θηλυπρέπειας, αλλά ανδρισμού καί άρρενωπότητας καί αρετής. Όπω ς τονί ζει καί ό ’Αριστοφάνης αί άνδυεϊαι φύσεις τρέπονται πρός τήν παιδεραστία καί τά παραδείγματα άνόρών όπως ό 'Αγησί λαος καί ό Αλκιβιάδης επιβεβαιώνουν τό γεγονός ότι ό παιδί-
I !)(i
α π ο τη
Μ ή δ ε ια σ τη Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
κός έρως βρήκε έδαφος στις αρρενωπές καί πολεμοχαρές φυ λές, δπως οί Δωριείς. ’Αλλά, ρωτάει ό Συκουτρής, ποιό συναίσθημα τραβούσε άραγε έναν ώριμο άνόρα νά ένδιαφερθεΐ γιά την ανάπτυξη τού νέου, νά διαθέσει χρόνο Ισιος καί δαπάνες καί γενικά πο λύ κόπο; "Οχι βέβαια ή φιλία, άπαντάει ό Ιδιος. «ΤΗτον ό έρως πρός τόν νέον, ένα αίσθημα τεκνογονίας πνευματικής, ή επιθυμία νά φέρης εις τόν κόσμον παιδιά της ψυχής σου, ομοιώματα τού ανώτερου σου εγώ». Καί ακριβώς αυτή την έξαρση βρίσκανε στόν έρωτα τοϋ νέου άνδρα πρός τόν έφη βο, μιά έξαρση «βακχείας», καθώς καί όλη τήν τρυφερότητα καί στοργή πού χρειάζονται γιά νά πετύχει αυτή ή ψυχική τε κνογονία, κατά τόν Παυσανία. Διότι, συνεχίζει ό Συκουτρής, ό έρως ήταν μόνο ή προεισαγωγή καί ή συναισθηματική θεμελίωση μιας ισόβιας φιλίας. Ειδεμή, ένας έρως χωρίς τήν προσδοκία φιλίας θά ήταν κάτι παροδικό καί ανήθικο. Ό Λυσίας μάλιστα ισχυρίζεται ότι άποκλείεται νά δημιουργηθεΐ ισχυρή φιλία εάν κάποιος δέν είναι ερωτευμένος.
Αυτά αποτελούν μιά σύνοψη των πρώτων εξήντα τριών σελίδων τοϋ είσαγαιγικοϋ δοκιμίου τού ’Ιωάννη Συκουτρή γιά τό Σνμπόσιον τοϋ Πλάτωνα. Στά μισά τής σελίδας 63, τελειώνοντας ό συγγραφέας έναν ύμνο στήν παιδεραστία, άρχίζει μιά καινούργια παράγραφο σχεδόν πένθιμη: «’Από τοϋ 4ου αίώνος ή σημασία τοϋ έρωτος τού παιδι κού εκπίπτει. Ί Ι πόλις ώς οργανισμός μαραίνεται, οί πολϊται γίνονται υπήκοοι - καί διά νά ύπακούης χρειάζεσαι άλλας άρετάς, όπως παρατηρεί ό Παυσανίας, όχι αύτάς πού χαρίζει ό έρως... Στρατιώται σπανίως γίνονται τιάρα οί πολϊται, καί ή γυμναστική εκφυλίζεται βαθμηδόν εις έναν αθλητισμόν των επιδόσεων. Έ ξ άλλου τό έργον τής αγωγής άναλαμβά-
η
Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
11)7
νουν αί διάφοροι σχολαί φιλοσόφων, ρητόρων κ.λπ. ή ή πο λιτεία μέ τό σύστημα τής εφηβείας. Ή πνευματική επίσης ζωή κατατέμνεται, καί τό βιβλίον αντικαθιστά εις τά πλειστα τήν προσωπικήν επαφήν. ’Έτσι, ή κοινωνική καί παιδαγωγι κή άποστολή, πού έξωράιζε ή τουλάχιστον έσυγχωροϋσε τό παρά φύσιν, λείπει καί μένει τό ελάττωμα, τό πάθος, ή δια στροφή». Επιπλέον ό Συκουτρής μοιάζει όδυρόμενος γιατί διαπι στώνει ότι «από τήν στιγμήν πού ένα αίσθημα γίνεται τής μάζης συνήθεια, προσιτόν δηλαδή καί εις ανθρώπους χωρίς καμμίαν έσωτερικήν άνάτασιν, θά τό γεμίσουν μέ τό ταπεινό περιεχόμενο τής Ιδικής των ψυχής». Μέ τή διαπίστωση, δη λαδή, ότι ή παιδεραστία περνά καί στούς ξένους καί στούς δούλους ό Συκουτρής προειδοποιεί: «Θά πρέπει μάλιστα τό φαινόμενον τής δουλείας νά έξετασθή όχι τόσον ώς οικονο μικόν φαινόμενον, όσον εις τ’ άποτελέσματά του τά κατα στρεπτικά διά τήν ήθικήν υγείαν, αλλά καί τήν φυλετικήν κα θαρότητα τής άρχούσης τάξεως». Ή αριστοκρατία, λοιπόν, πού άποκαταστάθηκε στήν ’Αθή να καί στις άλλες χώρες (πόλεις) τής Ελλάδας κληρονόμησε από τούς βάρβαρους κατακτητές Δωριείς καί ’Αχαιούς τήν καθολική απόρριψη τής γυναίκας, ώς δευτερεύουσας σημα σίας καί ποιότητας πλάσματος πού χρησίμευε γιοι τεκνοποίη ση όσο καί όπως κάθε είδος τού ζιυικοϋ βασιλείου. "Οπως διαπιστώθηκε, τά περίφημα «παιδικά», ό σφοδρός έρωτας γιά μικρά αγόρια αναπτύχθηκε στούς ’Αθηναίους από άνάγκη άναζητήσεως ψυχικού συντρόφου. Ή νοσταλγία τους καί ή λαχτάρα τους νά επιτύχουν μιά ανώτερη ψυχική επικοινωνία μέ τό αγόρι ήταν βασικά αποτέλεσμα τής προ κατάληψης καί τής συνειδητής αποστροφής τους πρός τή γυ ναίκα, τόν φυσιολογικό σύντροφο τοϋ αρσενικού. Μά ήταν
HI 8
ΑΠΟ Τ Η
Μ ΗΔΗ! Α Σ Τ Η
ΣΤΑ Χ ΤΟ Π Ο Υ ΤΑ
αμόρφωτη ισχυρίζονταν. Γιατί τά παιδάκια τί ήταν στά δε καπέντε τους; Καί γιατί δεν άνέλαβαν νά μορφώσουν τά κοριτσόπουλα, άποκαθιστώντας μαζί τους μιά σχέση συντρο φικότητας, εφόσον μάλιστα γνωρίζουμε ότι παντρεύονταν μεταξύ δώδεκα-δεκατεσσάρων χρόνων; Φυσικά πρέπει νά έπισημάνουμε τό γεγονός ότι ή γυναίκα, όσο νέα κι άν ήταν, δέν αντιμετώπιζε τόν άνόρα με οίονδήποτε θαυμασμό. Σέ αντίθεση μέ τά «παιδικά», όπως μάς εξηγεί ό Συκουτρής. «Καί άκριβώς αυτή τήν έξαρσιν έβρισκαν εις τόν έρωτα τού νέου πρός τόν έφηβον, μιάν έξαρσιν πού έλάμβανε όλας τάς ποικιλίας αισθηματολογικών εκδηλώσεων καί όλην τήν τρυφερότητα καί στοργήν πού χρειάζονται διά νά έπιτύχη αυτή ή ψυχική τεκνογονία». Καί άλλου: «Τού εφήβου τά αισθήματα πρός τόν εραστήν του δέν είναι βεβαίως έρως - αύτό φυσικώς αποκλείεται (...) Κυριαρχούσαν όμως θέσιν εις τά αίσθήματά του είχε ό θαυμασμός πρός τήν προσωπικότητα τού εραστή. Είς τά μάτια τού εφήβου ό ερα στής έφάνταζεν ώς ή ενσάρκωσες τού ιδανικού καί των πόθων του, ώς τό ιδεώδες πρότυπον πρός τό όποιον άπέβλεπε, κατά τό όποιο καί θά διέπλαττε τήν προσωπικότητά του». Δέν προσφερόταν λοιπόν ή γυναίκα γιά τήν ικανοποίηση τής ματαιοδοξίας του σύν τό γεγονός ότι τή μισούσαν, γιατί κρατούσε τά υψηλά προνόμια τού τοκετού. Γι’ αυτό καί προ σπάθησαν μέσα από τά θεατρικά έργα τους νά τήν παραστή σουν σάν τέρας. 'Ωστόσο, αύτό πού βρίσκει ό Συκουτρής άπογοητευτικό είναι τό ότι μέ τόν τέταρτο αιώνα ό θεσμός τής παιδεραστίας μαραίνεται καί περνάει σέ παρακμή, σάν διαστροφή πλέον καί σάν τέτοια τήν εισάγει καί ή Ρώμη.1 1. «Τήν διαστροφήν καί. μόνην εύρηκαν είς τήν ελληνικήν κοινωνίαν καί αυτήν παρέλαβαν, μαζί μέ τ' αλλα της αρχαίας κοινωνίας ελαττώματα.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ Φ Α Λ Λ Ο Υ
ID !)
Φαίνεται δτι οί Ρωμαίοι δέν έπασχαν από τό σύνδρομο τής γυναικείας υπεροχής (ώς γεννήτορος) καί ότι πέρασαν τε λείως ομαλά στήν αποδοχή τής διαφοράς τών φύλων. ’Αλλά παραμένει περίεργο γιά έναν τόσο μεγάλο φιλόσο φο σάν τόν Συκουτρή τό γεγονός ότι δέν ερμηνεύει αντικει μενικά τή διαφοροποίηση τής κοινωνίας ώς αποτέλεσμα τής κατάρρευσης τής ’Αθηναϊκής πολιτείας υστέρα από τόν Πελοποννησιακό πόλεμο, τήν καταστροφή τής οικονομίας καί τή μοιραία αλλαγή τών γενεών. Ά π ’ όλες αυτές τις κοινωνι κές μεταλλάξεις καί τίς ιστορικές ανακατατάξεις περνάει σάν τυφλός. Ή άριστοκρατία έχει χάσει τή λεοντή της. ’Ακό μα καί οί μάζες έχουν διαφοροποιηθεί ώς πρός τή γυναίκα, όπως έπισημαίνεται καί από τίς κωμωδίες τού ’Αριστοφάνη, μιά καί ή δηλητηρίαση είς βάρος της έχει χάσει τήν οξύτητά της, γιατί οί διάδοχες γενιές άγνοοΰν τήν πίκρα τών άνδρών τού παρελθόντος αιώνα. Τό μειονέκτημα τής αριστοκρατίας είναι ότι άποτελεΐται από ολιγάριθμους καί όσο μειώνονται οί αποστάσεις από τίς μάζες (καί από τά περασμένα της με γαλεία) τόσο δυσκολότερα εισδύει ή επιρροή της σ’ αυτές. Καί τό θέατρο, κυρίως αύτό, έχει πάψει πιά νά λειτουργεί όπως παλιά, μειώνεται ό ρόλος του σάν Μέσου Μαζικής ’Ενημέρωσης καί κατά συνέπεια ή εχθρότητα καί ή υποτίμη ση τής γυναίκας. Το Συμπόσιον λοιπόν αποτελεί ένα σπάνιο ντοκουμέντο καί υϊ Ρωμαίοι. Κ α ί υί διάφοροι mignons, πού εστόλιζαν τά μέγαρα τών Ρωμαίων αϋτυκρατόρων ή τών Ρωμαίων πλουτοκρατών, δούλοι κατά τό πλεϊατον ή απελεύθεροι, δέν είχαν ούτε μακρινή ομοιότητα πρός τούς ωραίους εφήβους τού 5ου αίώνος, έναν Λύσιν ή έναν Χαρμίδην, διά τούς όποιους τό μεγαλύτερο θέλγητρο ήτο ή σωφροσύνη». «Τά παραδείγματα εξάλλου τού 'Ομήρου καί τού Dante οί όποιοι μάς προσφέρουν τήν ώραιοτέραν σύλληψιν ένός κόσμου πού φεύγει, τής πατριαρχικής βασιλείας ό ένας, τού Μεσαίωνας ό άλλος, είναι αρκετά», δ ι ευκρινίζει. ό Συκουτρής πάντοτε.
j(H)
α π ο τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
καί την ισχυρότερη επαλήθευση τού ισχυρισμοί) μου ότι ένα πικρόχολο φυλετικό μίσος, πού υπερβαίνει τή ρατσιστική μισαλλοδοξία, χωρίζει τά δύο φύλα στήν αριστοκρατική ’Αθήνα. ’Οχτώ φιλόσοφοι συζητούν μιά ολόκληρη νύχτα, ώς τό ξημέρωμα, καί ή γυναίκα δεν άναφέρεται ούτε σάν εκδοχή. Έδώ πλέον συντελεΐται ή ακύρωση ενός πλάσματος φυσι κού, τής γυναίκας. Θεωρείται, απλά, έξοστρακισμένη από τή νόησή τους. Ό π ω ς θά δούμε στά αποσπάσματα πού άκολουθοΰν, οί γυναίκες άναφέρονται, κυρίως από τόν Παυσανία, όταν θά πρέπει νά διαχωριστεί περιφρονητικά τό κατώτερο είδος -ταξικά καί πνευματικά- τών άνδρών πού καταφεύγουν σ’ αύτές.
Σνμπόοιον § 9 (Μιλάει ό Παυσανίας)·. «Λοιπόν ό μέν ’Έρως τής Παν δήμου ’Αφροδίτης είναι αληθινά πάνδημος καί προβαίνει εις δ,τι τύχη. Αυτός είναι ό έρως, πού δοκιμάζουν οί κατώτεροι άνθρωποι. Ερωτεύονται δέ αυτού τού είδους τά πρόσωπα πρώτον μέν όχι όλιγώτερον γυναίκας, παρ' δσον παιδιά. Έπειτα καί δσους τυχόν ερωτεύονται, τό σώμα των μάλλον παρά τήν ψυχήν ερωτεύονται. "Ύστερα παιδιά κατωτέρας, δσον τό δυνατόν, διανοητικότητος επειδή κοιτάζουν πώς νά πραγματοποιήσουν τούς σκοπούς των, καί αδιαφορούν αν τά μέσα είναι ηθικά ή όχι... Προέρχεται άλλωστε καί από τήν θεάν, ή όποια καί νεωτέρα είναι πολύ άπό τήν άλλην καί συμ μετέχει εις τήν γέννησίν της καί τό θηλυκόν καί τό αρσενικόν.1 2 Τουναντίον ό άλλος (έρως) είναι τής Ουρανίας ή οποία πρώτον μέν δεν έχει μέσα της στοιχεΐον θηλυκόν, αλλά μόνον αρσενικόν, έπειτα είναι αρχαιότερα άπηλλαγμένη ατασθα λίας. Δ ι’ αυτόν μάλιστα τόν λόγον στρέφονται πρός τό αρσε νικόν όσοι έχουν μέσα των τήν πνοήν αυτού τού Έρωτος καί άρέσκονται εις δ,τι έκ φύσεως έχει μεγαλυτέραν ρωμαλεότητα καί νοημοσύνην. Θά ήμπορούσε μάλιστα κανείς καί εντός αυτής ταύτης τής περιοχής τής παιδεραστίας νά διακρίνη
1, 'Όλα τά λήμματα είναι από τήν έκδοση πού μετέφρασε καί. σχολία σε ό Ί . Συκουτρής. 2. Ε ν ν ο εί τήν λεγομένη Πάνδημον ’Αφροδίτη πού κατά τόν "Ομηρο (Ί λ ιά δ α Η 470) θεωρείται κόρη τού Διάς καί της Διώνης. Αντίθετα άπό τήν Ουρανία ’Αφροδίτη πού κατά τόν Ησίοδο γεννήθηκε από τόν άφρό τής θάλασσας κι άπό τό σπέρμα τού άκρωτηριασμένου Ουρανού, δεν έχει λοι πόν μητέρα (άμήτωο), Οπότε είναι άμόλυντη από θηλυκό στοιχείο.
·Μ)·2
α π ο τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
ποιοι γνησίως είναι παρακινημένοι από τούτον τόν Έρωτα: αύτοί δέν ερωτεύονται ανώριμα τά παιδιά, αλλά όταν αρχί σουν πλέον νά έχουν κρίσιν, καί τούτο συμπίπτει σχεδόν μέ τήν έμφάνισιν των πρώτων τριχών τού προσώπου [...] Έ π ρε πε μάλιστα καί νόμος νά υπάρχει απαγορεύουν τόν έρωτα των μικρών παιδιών δέν θά έσπαταλάτο τότε τόση προσπά θεια εις κάτι άβέβαιον. Διότι άβέβαιον είναι τό τέλος τών παιδιών, ώς πού θά καταλήξει ή έξέλιξίς των ώς πρός τά έλαττώματά τιον ή τά προτερήματα, τά ψυχικά καί τά σωμα τικά.1Οί ανώτεροι βέβαια άνθρωποι θεσπίζουν μόνοι τιον διά τόν έαυτόν των τόν νόμον αυτόν εκουσίους. Έπρεπεν όμως καί εις τούς χυδαίους αυτούς έραστάς νά έπιβάλλωμεν διά τής βίας τοιαύτην διαγωγήν, όπως καί μέ τάς γυναίκας τάς έλευθέρας τούς έξαναγκάζομεν, όσον μας είναι δυνατόν, νά μή συνάπτουν έρωτικάς σχέσεις. Διότι αυτοί είναι πού έχουν προκαλέσει καί τήν δυσφήμησιν, ώστε νά φθάνουν μερικοί νά υποστηρίζουν, πώς είν’ εντροπή νά φαίνεται κανείς ευχάρι στος εις τόν εραστήν του [...] "Αλλωστε καμμία, φαντάζομαι, πράξις, πού γίνεται βέβαια σύμφωνα μέ τούς κανόνας τής εΰπρεπείας καί τής ηθικής, δέν είναι δυνατόν νά επισύρει ψό γον δίκαιον».2 (178c) Φαιδρός «[...] Έγώ τουλάχιστον δέν θά είχα ν ’ ανα φέρω τί σπουόαιότερον ευεργέτημα υπάρχει διά τόν άνθρω πον ευθύς από τά πρώτα χρόνια τής νεότητάς του, παρά ερα στής αξιόλογος καί άγαπητικός παρόμοιος δι’ έναν εραστήν. Διότι εκείνο πού πρέπει νά κατευθύνει εις όλην του τήν ζωήν τόν άνθρωπο, πού θέλει νά ζήση έναν βίον άνώτερον, αυτό 1. Ό Παυσανίας άντιτίθεται πρός τόν Φαιδρόν, όστις συνιστά τόν έρωτα ευθύς μέ αμούστακα παιδάκια (ύποσ. Ί . Συκουτρή). 2. Τόσον αυτονόητον είναι διά τούς καθώς πρέπει ανθρώπους ό παι δικός έρως, ώστε θεωρεί τ ό λ μ η μ α ό Παυσανίας τήν δυσφήμησιν τον παι δικού έρωτα (ύποσ. Ί . Συκουτρή).
ιι Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
j(>,i
ούτε δεσμοί συγγενικοί είναι εις θέσιν νά καλλιεργήσουν μέσα του τόσον άρτια, ούτε τιμητικαί διακρίσεις, ούτε πλούτος, ούτε άλλο κανένα όσον ό έρως». Στη συνέχεια ό Φαιδρός εκθέτει τήν άποψή του γιά τό πώς οί θεοί τιμούν τό ζήλο στόν έρωτα καί τόν ήρωισμό άναφερόμενος στόν ’Αχιλλέα, από τίς πράξεις τού οποίου συγκλονί στηκαν ακόμα καί αυτοί: (179e) «Επειδή ενώ είχε προειδοποιηθώ από τήν μητέρα του ότι θά άποθάνη αν σκοτώση τόν Έκτορα, αν όμως δέν τό κάμη, θά έπιστρέψη εις τόν τόπον του καί θά τελειώση τήν ζωήν του εις γήρας βαθύ, εντούτοις είχε τό θάρρος καί έπροτίμησε νά βοηθήση τόν εραστήν του Πάτροκλον καί νά τόν έκδικήση καί ύστερα ν ’ άποθάνη, όχι μόνον χάριν εκείνου αλλά καί αμέσως κατόπιν εκείνου [...] Δ ι’ αυτό ϊσα Ισα καί οί θεοί τόν έκαμάρωσαν εξαιρετικά, καί εξαιρετικά τόν έτίμησαν, πού απέδιδε τόσην σημασίαν εις τόν εραστήν του [...] καί τόν έστειλαν εις των μακάριον τάς νήσους». Καί τελειώνει: (180b) «Έτσι λοιπόν ισχυρίζομαι εγώ, ότι ό Έρω ς είναι μεταξύ τών θεών ό περισσότερον αρχαίος καί ό περισσότερον σεβαστός καί ό περισσότερον αποτελεσματικός διά τούς ανθρώπους εις άπόκτησιν προσωπικής αξίας καί εύδαιμονίας καί εις τήν ζωήν καί μετά θάνατον». "Οταν έρχεται ή σειρά τού Σωκράτη αυτός ισχυρίζεται ότι θά μεταφέρει στή συντροφιά μιά θεωρία περί τού έρωτος πού ακούσε κάποτε από μία γυναίκα τής Μαντινείας, τή Διοτίμα, πολύ σοφή γενικά. (202c) «’Αλλά τότε» είπα (μιλά ό Σωκράτης) «τί νά είναι ό Έρως; θνητός;» «Κάθε άλλο». (Άπαντά ή Αιοτίμα) «Μά, τό τε τί;» [...] «Δαίμων μέγας, Σωκράτη. "Αλλωστε κάθε τί δαι μονικόν εύρίσκεται μεταξύ θεού καί θνητού».
ιΙΟ'ι
α π ο τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
Εις ιόν Τίμαιον (πάλι τού Πλάτωνος) -αναφέρει ό Συκουτρής- ό δαίμων αυτός ταυτίζεται με την ψυχή, εδρεύει στην κεφαλή καί υψώνει τόν άνθρωπο πρός τόν ουρανό, ώστε νά φρονεί (ή ψυχή) αθάνατα καί θεία. Ή Διοτίμα π.χ. είναι δαιμόνια, διότι ό,τι μάς λέγει δέν είναι ή πενιχρή ατομι κή της πείρα. Ή κοινή αυτή γυναίκα από τή Μαντίνεια είναι διερμηνεύς μόνο ανώτερης σοφίας. Ό Σωκράτης είναι (επί σης) δαιμόνιος, διότι ή γοητεία πού έξασκεΐ εις τούς ανθρώ πους δέν εξηγείται ούτε μέ τήν εξωτερική του εμφάνιση -είναι άσκημος καί σιληνόμορφος- ούτε μέ τήν ώραιότητα των λόγων του - είναι κοινές καί τετριμμένες λέξεις. Ό Σω κράτης, λοιπόν, είναι Δαίμων. ’Αλλά τί ακριβώς είναι ό Έ ρω ς; Δέει, λοιπόν, ό Σωκρά της διά τής Διοτίμας: (205b) «Δεδομένου ότι ό έρως στρέφεται πάντοτε πρός αυτό (τήν παντοτινή κατοχή τοϋ αγαθού), κατά ποιον τρόπον καί μέ ποιαν ενέργειαν πρέπει νά τό επιδιώκουν εκείνοι, των οποίων ό ζήλος καί ή επιμονή θά ήδύνατο ν ’ άποκληθή έρως; Τί νά είναι τό έργον αύτό; [...] Θά σοΰ τό είπώ εγώ. Είναι λοιπόν τούτο γέννησις εντός τού ώραίου καί σωματική καί ψυχική [...]» Καί: (206ο) «Ό λοι οί άνθρωποι Σωκράτη εγκυμονούν καί κατά τό σώμα καί κατά τήν ψυχή· όταν όέ φθάσουν εις ώρισμένην ήλικίαν, ή φύσις μας τότε αισθάνεται τήν επιθυμία νά γεννή σει. Τοκετός όμως εντός τού άσχημου δέν είναι δυνατός· μό νος εντός τού ώραίου. Διότι καί ή ένωσις άνδρός καί γυναικός τοκετός είναι...» Σ ’ αυτό τό σημείο επεμβαίνει ό Συκουτρής καί αναλαμ βάνει νά μάς εξηγήσει:
η
Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
■ 2or.
«Διότι ό έρως -καί αυτό είναι τό ουσιώδες δίδαγμα τής όλης περικοπής- δέν ταυτίζεται απολύτως ούτε καν γενετικώς, πρός τό γενετήσιον ένστικτον, όσον στενά κι άν συν δέεται πρός αυτό. Τό γενετήσιον ένστικτον καί ή γενετήσια πράξις είναι λειτουργία απλώς μερικών οργάνων τού σώμα τος, ένα τεχνικόν μέσον τής φύσεως, πού δημιουργεί τάς φυ σικός προϋποθέσεις μόνον πρός νέαν δημιουργίαν, όέν είναι δημιουργία.' Είναι κάτι πού έχει τό νόημά του έξω αύτοϋ, οσάκις έχει κάποιον νόημα. Καί τό νόημα αύτό δέν είναι δυ νατόν νά είναι ή ηδονή- ή ηδονή είναι ένα απλό συνοδευτικό φαινόμενο τής ψυχολογικής μόνον συνειόήσεως τού εγώ, τό οποίον, καθ’ εαυτό λαμβανόμενο, δέν παρέχει τό αίσθημα τής ένώσεως καί ολοκληρίας, άφοΰ καταβιβάζει τό άγαπώμενον πρόσωπο είς μέσον ή άντικείμενον αυτοερωτισμού. »Ά λλά ούτε καί ή αναπαραγωγή τού είδους ώς σκοπός είναι τό νόημα τού έρωτος. (Τό ένστικτον τής άναπαραγωγής, όπως πολύ ώραΐα τονίζει ό Nietzsche, είναι ένας μύθοςύπάρχει μόνο τό ένστικτον τής συνουσίας.) Πρώτον διότι ό έρως [...] δέν είναι πράξις σκοπιμότητος. [...] Έπειτα είς τήν φύσιν της κάθε αγάπη, καί ό έρως περισσότερον, είναι πρόληψις αξιών, [...] είναι σύλληψις εκείνου, πού δυνάμει ίσως ενυ πάρχει είς τήν κοινήν πραγματικότητα. Τό νόημά της λοιπόν (τής αγάπης) δέν ήμπορεί νά είναι αναπαραγωγή, έπανάληψις δηλαδή τού αύτοϋ δντος έπ’ άπειρον - όπως πιστεύουν όσοι καταβιβάζουν τόν έρωτα είς βιομηχανίαν παραγωγής ανθρω πίνου ύλικοϋ χρησίμου είς τάς επιχειρήσεις τάς οικονομι κός, τήν γεωργίαν ή τόν πόλεμον [...] "Αν ό ερωτευμένος συγκινήται από τό ώραΐον, από τήν ανδρείαν, άπό τήν πνευμα τικήν καλλιέργειαν, άπό κάθε αξίαν, όέν συγκινεΐται διά ν ’1
1. 'Υπογράμμιση τής συγγραφικός.
α π ο τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
απόχτηση μέ τήν βοήθειαν αυτής τής συγκινήσεως ένα παιδί, διά νά διευκολυνθή ή φύσις - όπως κηρύσσουν μερικαί θεωρίαι».1 Έξανίσταται ό Συκουτρής γιατί οι Ρωμαίοι θεωρούν τήν παιδεραστία διαστροφή. Ά ν εξαιρέσουμε τό γεγονός ότι ή παιδεραστία έθεωρείτο προνόμιο τής αριστοκρατίας, όσο καί ή ραφινάτη γεύση των αυγών κορυδαλλού ή κοτσυφιών, πού μόνο εξευγενισμένα λαρύγγια δικαιούνται νά άπολαμβάνουν, φοβάμαι, παρ’ όλα αυτά, πώς πρόκειται γιά διαστροφή, μέσα άπό τή βαθύτατα ριζωμένη μισαλλοδοξία τών άνδρών, μισαλλοδοξία πού εκφρα ζόταν καί ώς αποστροφή κατά τών γυναικών. "Ακριβώς γιατί διαθέτουν τό μή ανατρέψιμο προνόμιο τής αναγέννησης τής ανθρωπότητας, λόγος γιά τόν όποιο ή γυναίκα θεοποιήθηκε στό παρελθόν. Κανένας φυσικά δέν ομολογεί άπό πού καί γιά ποιούς λόγους προκύπτει ή προκλητική περιφρόνηση τής γυναίκας, καθώς καί τό κίνητρο πού ώθησε τό σερνικό στήν αποθέωση τού έρωτα μέ τούς έφηβους, τά περίφημα «παιδικά». Γι’ αύτό καί ή παιδεραστία δέν έπέζησε στις λαϊκές μάζες, τίς χωρίς φαντασία. Τό ’καναν βέβαια κι αύτό, άν έβρισκαν τήν εύκαιρία νά πηδήσουν κάποιο αγόρι. "Αλλά οί λαϊκές τά ξεις ζούνε νοικοκυρεμένα κι έχουν στοιχειώδη όνειρα, όσα καί οί ανάγκες τους. "Αντίθετα μέ τήν πνευματική αριστοκρα τία πού ώραιοποιεΐ πάντα δ,τι κι άν κάνει. Στόλισε λοιπόν τήν παιδεραστία μέ ποίηση, φιλοσοφία καί γυαλιστερά κου δούνια, επισημοποιώντας τό θεσμό καί βγάζοντας περίπατο τόν εραστή, περιφρονώντας τό λαό, πού ούτε μέ τήν κατά τών γυναικών θεατρική προπαγάνδα δέν άπέρριψε τά ταπει-1 1. Πρόλογος, οελ. 205-209.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ Τ Ο Υ Φ Α Λ Λ Ο Υ
'>07
νά καί χυδαία του γούστα, πού σήμαινε τή σοφή προσαρμογή τους στή γυναίκα (ή τή φύση), πού στηριζόταν στήν κοινή τους καταγωγή καί στή στοργή πού προκαλούσε ή κοινή τους μιζέρια. Μέ τόν καιρό, ήρθαν νέες γενιές, νέες αρχές, νέες ιδεολο γίες άπό διδασκαλίες πού διέβρωσαν τόν νεφελώδη έκστατισμό τών πλατωνιστών καί τό υπαρξιακό τους πρόβλημα. Για τί είχανε σίγουρα υπαρξιακό πρόβλημα. Ό καθένας τους χρωστούσε σέ μιά γυναίκα τήν προέλευσή του. Γεγονός πού δέν μπορούσε τίποτα νά τό άποσβέσει ούτε καί νά τό αναιρέ σει. Ή επικοινωνία του μέ τή ζωή άρχιζε άπό κείνα τά στήθια καί διατηρούσε τήν αίσθηση άπό τό ζωογόνο άρωμά τους ώς τά δυό μέ τρία χρόνια του πού συνέχιζε τό θηλασμό. Καί στά δώδεκα του, έγκατέλειπε αύτό τό θερμό καταφύγιο καί παρα δίδονταν ώς έρώμενος στόν εραστή. Ά π ό τή μάνα του τάχα μπορούσε νά άπογαλακτισθεΐ; Μάταια οί άρχαΐοι μας κήρυξαν πόλεμο κατά τής Φύσης, παράλληλα μέ πανελλήνια σεξουαλική έτεροφυλική απεργία, επιβάλλοντας τό νεαρό άγόρι ώς σεξουαλικό σύντροφο. Καί όπως θά ’πρεπε νά τό περίμεναν, μ’ όλη τή σοφία τους, ή διαστροφή δέν κυριάρχησε. Έκανε τό γύρο της (υποχρεωτι κά γιά τά παιδιά) όσο υπήρχε ή πνευματική άριστοκρατία στήν Αθήνα. Οί "Ελληνες έχασαν τό στόχο τους, προδίδοντας όλες τίς ευάλωτες πλευρές τους στούς φιλόδοξους κατακτητές, καί ήττήθηκαν κατά κράτος, στήν κυριολεξία. Α λλά όπως δέν μπορείς ν ’ αλλάξεις τή ροή ενός ποταμού, ούτε νά εμποδίσεις μιά καταιγίδα, έτσι δέν άνατράπηκε ό προορισμός τής γυναίκας. Ά ς φώναξαν οί μεγάλοι μας τραγικοί, άς διέρρηξαν τά ίμάτιά τους, όπως ό θείος Ευριπίδης βάζει στό στόμα τού πάναγνου 'Ιππόλυτου:
9<)8
α π ο τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
Ώ Δία γιατί στον ήλιον τό φώς νά φέρεις τίς γυναίκες, τά δολερά τά πλάσματα τών άντρώνε τόν όλεθρο; "Αν νά σπείρεις τό ανθρώπινο τό γένος έβονλήθης, δέν έπρεπε νά τό γεννάει γυναίκα, μά δίδοντας καθένας στους ναούς σου γιά μάλαμα, γιά σίδερο, γιά χάλκωμα τό σπόρο τών παιδιών του ν ’ αγοράζει ανάλογα μ ’ 6 ,τι πληρώνει - κ ’ έτσι στό σπιτικό τον λέφτερος νά ζεΐ, μέ δίχως θηλυκά. Δ έ θέλει ρώτημα, πώς ή γυναίκα είναι κακό μεγάλο: ό γονιός τή γεννάει, τή μεγαλώνει κ ’ ύστερα δίνει προίκα νά τή διώξει, νά γλυτώσει. Κ ι αυτός πού τήν παίρνει φύτρα κακιά στό σπιτικό τον βάζει. Μισώ τίς ξύπνιες! Δέν τίς θέλω σπίτι μου σάν έχουνε μυαλό παραπανίσιο Νά χαθείτε, ποτές δέ θά χορτάσω νά σάς μισώ γυναίκες.... Γιατί οί γυναίκες είναι πάντα κακές Κ ι αν κρεμαστεί τών γυναικών ή φάρα Ολάκερη.......εγώ τή γνώμη δέν αλλάζω.'
I. Ευριπίδης. Ιπ π ό λ υ τ ο ς , 2η ίκόυοη. 1973. Μτφρ. Κ. Βάρναλης.
Επίμετρο 'Όποιος προσπαθεί νά άλλάξει τόν κόσμο αυτο σχεδιάζοντας, μέ έμβαλωματικές μεθόδους, είναι βέβαιο ότι θά άποτύχει. Μ όνο όποιος άντλεϊ άπό τή γνώση τοϋ παρελθόντος γνώσεις γιά τό μέλλον μπορεί νά άλλάξει πραγματικά τό παρόν.
Ε. Bomeman' Γιατί έγραψα τούτο τό βιβλίο; Καί τί σημαίνει γράφω; Πώς έχω μιά εσωτερική φωνή πού όλο καί κάτι μοϋ παραγγέλλει, είτε μόνη μου βρίσκομαι ή μέ κόσμο - άνθρώπους. Φορές φορές τσακώνουμαι μέ τή μέσα μου φωνή ή άγανακτώ. Μέ παιδεύει, μοϋ γανώνει τό μυαλό, έπιμένοντας πώς τούτο καί τ’ άλλο είναι ισχυρό, απαιτητικό, πώς ναί βέβαια πρέπει νά κοπιάσω γιά νά τού βρω μορφή, μιά αληθοφανή δικαιολογία ύπαρξης. Πέρασαν πολλά χρόνια παλεύοντας μέ τούτη τήν παραγ γελία, ώσπου γνώριζα πιά όλο τόν περίγυρο, τό τοπίο τής Ιστορίας. Καί μιά μέρα σούρουπο καταχείμωνο είχα τελειώ σει γιά πολλοστή φορά τήν Αντιγόνη τού Σοφοκλή καί τόν άναλογίστηκα μέ πολλή τρυφερότητα καί δέος, τόν άνθρωπο, ολομόναχο στό άφιλο σύμπαν, τό κλειστό ακόμα καί απόρ ρητο, νά σφαδάζει μέ τή δική του εσωτερική φωνή άπό τό πουθενά. Χω ρίς ερμηνεία, χωρίς εικόνα, χωρίς μουσική εγώ είχα τήν πολυτέλεια τών προηγούμενων, τήν Ιστορία, τήν Ποίηση, τή μουσική. Πάμπλουτη σέ σύγκριση μέ τόν μο1. Η πατριαρχία, οελ. 129.
■2
Η )
α π ο τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
ναχικό άνθρωπο καθισμένο στό βράχο ν ’ ακούει τό γουργουρηιό τής παλίρροιας, ακόμα αβάφτιστης, νά πρέπει νά εφεύ ρει όλα εκείνα πού αποτελούν τόν πλούτο μου. Κ ι είπα νά τόν ακολουθήσω, ν ’ άνακαλύψω μαζί του τή ζωή, τό χέρι, τό λόγο, τή γέννα μου. ’Έμεινα ανυπεράσπιστη μαζί του στό σκοτάδι τής ζούγκλας του. Τόν ακολούθησα στά τυφλά κι ανακάλυψα επιτέλους τό προπατορικό αμάρτημα τού ανθρώ που, πού δέν τό διέπραξε κάποιος Ά δάμ περίτρομος, αλλά ό Προμηθέας μέ τήν αυθάδεια καί τόν ανθρωπισμό του, μέ τά όποια τελικά συμβιβάστηκε ή πλάση - ό προϊστάμενος. Δέν έμαθα άν υπήρξε Δημιουργός. ’Αλλά γνωρίζω πώς βρέθηκε ό άνθρωπος πεταγμένος στή γή του φύρδην-μίγδην μέ αμέτρη τες απειλές, μηδέν προστασία καί ανεπεξέργαστη λογική. "Ολα χρειάστηκε νά τά εφεύρει, όλα, ως καί τή φαντασία. ’Έτσι τόλμησα. Γιά τό βιβλίο τούτο δέν διαθέτω τίτλους. Γνώριζα ότι ή κατάθεσή μου αυτή ξεπερνοϋσε τά όρια των δυ νατοτήτων μου όχι όμως καί τής πεποίθησής μου, παρ’ όλο πού μέ τά θέματα τής προϊστορίας καί τής πρωτοϊστορίας έχουν ασχοληθεί γίγαντες τής σκέψης καί τής επιστήμης. Αυτός ό τρόμος, καί τώρα πού τό βιβλίο ολοκληρώθηκε, παρα μένει εκεί, μέσα στό στήθος καί τό μυαλό μου μιά γροθιά σφιγ μένη όσο κι άν γνωρίζω ποιά μονοπάτια χρειάστηκε νά χαρά ξιο στόν ανύπαρκτο δρόμο πού μ’ έσπρωχνε ή σκέψη μου. Τό γεγονός ώστόσο ότι απευθύνομαι σέ "Ελληνες (γυ ναίκες καί άνδρες) σάν καί μένα, πού κατανοούμε την ίδιάζουσα ποιότητά μας, πού όμολογουμένως έχει κάποιες πρω τιές, μ’ έπεισε νά προχωρήσω καί νά «μάς» άποκαλύψω. Εξάλλου διαισθάνομαι τήν εχθρότητα πού θά προκαλέσω στό ανδρικό φύλο, μιά καί καταγγέλλω τούς Έλληνες-άνόρες σάν τούς πρώτους κομπορρήμονες τού πλανήτη μας πού λά τρεψαν τόν εαυτό τους καί ταπεινώσανε έσκεμμένα τή γυναί κα πού τούς έτρωγε τήν πρωτιά τής Δημιουργίας. Καί όχι μό-
Η ΙΣ Τ Ο Ρ ΙΑ Τ Ο Υ Φ Α Λ Λ Ο Υ
νο. ’Αφού βεβαιώθηκαν γιά τή συμμετοχή τους στό θαύμα, διέδωσαν τήν περιφρόνησή τους κατά τών γυναικών στά πέρατα τής ζωής, μιά καί υπήρξαν, σάν ανδρες, οί πρώτοι πνευ ματικοί δημιουργοί καί διαφωτιστές τού πλανήτη μας. Φυσικά διαπίστωνα μελετώντας -επαναλαμβάνω καμιά τριανταριά χρόνια- δτι κάπου στόμωνε ή ανάλυση καί ή ερμη νεία από όλους τούς μεγάλους ερευνητές, εκεί κάπου στήν κάθοδο τών Δωριέων καί τόν μεσαίωνα πού άκολουθεΐ σάν τοίχος αδιαπέραστος. Μέ μοναδική εξαίρεση τόν G. Thomson πού επισημαίνει ότι κάπου στά στερνά τού Μινωικού πολιτι σμού γίνεται κάποια διαφοροποίηση ώς πρός τόν ευνοούμε νο τής Μεγάλης Τέρειας. ’Από κεΐ πού στις τοιχογραφίες κα θόταν πάντα χαμηλά στά πόδια της, κάποτε σηκώνεται όρθιος, αλλά στέκεται ένα σκαλοπάτι χαμηλότερά της, ώσπου εμφανίζεται δίπλα της ισοϋψής. Γιατί, θά μάς εξηγήσει ό R. Graves,' οί σύμμαχοι τού Άγαμέμνονα δέν χάρηκαν γιά πολύ τούς καρπούς τής νίκης πάνω στήν Τροία. Μεταξύ 1100 καί 1050 π .Χ. ή εισβολή τών Δωριέων κατέστρεφε τόν Μυκηναϊ κό πολιτισμό στήν Πελοπόννησο, οπότε αρχίζουν οί σκοτει νοί αιώνες στήν Ελλάδα. Καί χρειάστηκε νά περάσουν έναςδυό αιώνες μέχρι νά μεταναστεύσουν οί ’Ίωνες στή Μικρά ’Ασία, νά βαδίσουν πάλι στό δρόμο τής αναγέννησης στηριγ μένοι πάντα σταθερά στόν "Ομηρο. Ποιά στεγανά κράτησαν οί Δωριείς, ώσπου νά εμπεδωθεί τό νέο καθεστώς, μέ τήν οριστική κατάλυση τής γυναικείας εξουσίας; Γιατί γίνεται πιά φανερό ότι έφτασε ή ώρα τής σύ γκρουσης ανάμεσα στήν παλιά γενοταγή κοινωνία μέ τήν πο λιτεία. Ή κοινωνία πού ώς τότε στηριζότανε στά έθιμα -στό φυσικό δίκαιο- σέ αντίθεση μέ τήν πολιτεία πού ήθελε νά επι βάλει θεσμούς.1 1. R. Graves, Ο ί 'Ε λ λ η ν ικ ο ί μ ύ θ ο ι, τ. 4ος, οελ. 461, οημ. 7.
■ nj_
αποτη
Μ ή δ ε ια ς τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
Ποτέ, ώστόσο, όέν θά άνακαλύψουμε τά αίτια της απλη στίας (η τής μίμησης) πού ώθοϋν τούς ανδρες νά σφετερίζο νται υψηλά κοινωνικά αξιώματα από τίς γυναίκες πού κυριο λεκτικά παραμερίζονται στον επί αιώνες καθιερωμένο προο ρισμό τους. Τό αποκαλυπτικότερο στοιχείο μάς προσφέρεται πάλι από τίς ιερουργίες, οπού στή θέση τής γυναίκας Ιέρειας εμφανίζεται -καινοτομία πρωτοφανής- νά ιερουργεί άνδρας. Τό κοινό ξαφνιάζεται, δυσανασχετεί καί εκδηλώνει φανερά τή δυσαρέσκειά του άποχωρώντας. Τότε συμβαίνει τό ανή κουστο: οί ανδρες 'ιερείς αναγκάζονται νά φορέσουν τά μα κριά τελετουργικά γυναικεία άμφια, προκειμένου νά μήν έγκαταλείψει τό κοινό τούς ναούς. Αυτό, τονίζει ό G. Thomson, θά παρατηρηθεί κατά τά φαινόμενα σέ όλες τίς θρησκείες καί γ ι’ αυτό παντού στόν κόσμο όπου φορούν οί ιερείς άμφια, καί αναγκάστηκαν νά υποκαταστήσουν ανδρες τίς γυναίκες, είναι μακριά, σέ στύλ γυναικείου φορέματος. Εκατομμύρια λοιπόν οί τραυματισμένες αθώες παιδικές ανδρικές καρδιές. Την ίδια περίοδο, τό φαινόμενο τού αίματος τών εμμήνων τό ιερό, θά κηρυχθεί μαζί μέ όλη τή γυναικεία παράσταση σέ «γρουσουζιά». ’Απαγορεύεται σέ γυναίκες μέ περίοδο νά μπουν σέ ναό, ακόμα καί νά διασχίσουν αγρούς, γιατί βλά πτουν τά σπαρτά. Τό γεγονός τού τρόμου καί τό τεράστιο πλέγμα κατωτε ρότητας, από τήν πεποίθηση ότι ή γυναίκα γεννούσε από μόνη της, μετατρέπεται μέ τή γνώση σέ αηδία, τό ίδιο τό γε γονός πού άλλοτε προκαλούσε τόν Ιερό τρόμο καί τό δέος, παρ’ ότι είναι πιά βέβαιοι οί σερνικοί ότι συμμετέχουν στή Δημιουργία κι ότι χωρίς αυτούς ή ζωή θά σταματούσε. Καί προκύπτει τό ερώτημα: Γιατί τότε έπιμένανε στην αποσιώπησή του; Ευρισκαν ότι τόν καλύτερο καί πλέον θεα ματικό ρόλο τόν κράτησε ή γυναίκα; Ή φοβήθηκαν μή γελοι-
η
Ισ τ ο ρ ί α τ ο υ Φ α λ λ ο ύ
οποιηθοΰν ομολογώντας δτι επί, χιλιετίες αγνοούσαν τή σύ μπραξή τους; Μυστήριο! Έκτοτε δέν τής χαρίστηκαν, τήν προπηλάκισαν κρυφά καί φανερά, εξευτελίζοντας καί βιάζοντάς την, καί ταυτό χρονα γράφοντας τίς Τραγωδίες τους. ΓΗ Μινωίτισσα ίέρεια-άμαζόνα-άθλήτρια-θηριοδαμάστρια που είκονιζόταν υπέρλαμπρη νά συμμετέχει σέ όλες τίς θιασικές καί κοινιυνικές εκδηλώσεις, δχι μόνο εξαφανί ζεται, άλλα καί καταργεΐται από προσώπου γης καί ζωής. ’Από τόν πέμπτο αιώνα καί κάτω ή γυναίκα υποβαθμίζεται σέ δούλα αναπαραγωγής κατ’ εντολήν τού συζύγου, κλειδω μένη στό σπίτι. Πρόκειται γιά τό μεγάλο μυστικό πού γνώριζε μιά ομάδα ελάχιστων άνδρών καί πού κράτησαν βαθιά μέσα τους εφτα σφράγιστο δρκο πίστης καί σιωπής -om erta- χωρίς νά σημει ωθεί ούτε μιά παραβίαση εχεμύθειας. ’Ακριβώς γιατί οί μορ φωμένοι ήταν ελάχιστοι καί κατευθύνανε κείνοι τήν πανελ λήνια παιδεία ανηλίκων καί ενηλίκων. Εύρημά τους τό θέα τρο, ή διασκευή καί έπανασυναρμογή τών παλαιών μύθων στά μέτρα πλέον πού προσανατόλιζαν βιολογικά πρός τήν πραγματική ανθρώπινη φύση. Άερικά, στοιχειά, πνεύματα, ποτάμια (τά νερά τού Σκάμανδρου) κ α ί φεγγάρια καταργοΰνται στό θέατρο πού διαφωτίζει ρεαλιστικά τίς μά ζες, άπ’ όπου δέν εξαιρούνται δούλοι καί γυναίκες. Γιά τίς όποιες ωστόσο απαγορεύεται ακόμα καί ή εκμάθηση γραφής καί στοιχειώδους ανάγνωσης. Δέν γνωρίζουμε ακριβώς τό ρόλο πού διαδραμάτισε ό ’Αριστοφάνης μέ τίς κωμωδίες του. 'Έπαιζε σάν τή γάτα μέ τό ποντίκι προκαλώντας τόν πανικό στούς διανοούμενους, παρά τό ότι ανήκε στον στενό κύκλο τού Πλάτωνα, συχνός Οαμώνας τών συμποσίων του. Ό Άλέξης Σολομός τόν τοπο θετεί: «Μπορεί νά σατιρίζει τίς γυναίκες, κι εδώ κι αλλού,
από τ η
Μ ή δ εια
ςτη
Σ τα χ το π ο ύ τα
γιά την ματαιοδοξία τους, την υποκρισία τους ή την ερωτική τους ακράτεια, μά στό βάθος εκτιμάει τή θέλησή τους καί θαυμάζει τό μυαλό τους».' Ή ανάπτυξη τοϋ χαρακτηριστικού τής ηρωολατρίας συ μπίπτει μέ τήν ίδια περίοδο. Είναι τό αίτιο καί τό αποτέλε σμα τής παράφορης άτομικής άνάγκης του αρσενικού γιά αύτοπροβολή καί πρόσβαση στήν ’Αθανασία, υστέρα από τήν επιβεβαίωσή του ότι έχει κι αυτός διαβατήριο σ’ αυτήν. Ε π ι διώκει καί καταφέρνει νά γίνεται άντικείμενο θαυμασμού. Παρά τό ότι ή επίγνωση γιά τή συμμετοχή του στή διαιώ νιση τού προσδίδει τεράστια αυτοπεποίθηση καί άλαζονεία, δέν τού εξασφαλίζει ώστόσο καμιά ουσιαστική καί συνειδητή αίσθηση ελευθερίας. Παραμένει πάντα λιγότερος, ή, γιά νά κυριολεκτήσω, ένας ανάπηρος, έφ’ όσον δέν είναι μοναδικός θεός. Παρ’ όλο πού φτιάχνει τούς νόμους στά μέτρα του, στά μέτρα των κρατούντων, των ισχυρών, μεταρρυθμίζει τούς κοινωνικούς κανόνες, κρατώντας έπιδεικτικά άποστάσεις από τή γυναίκα, μεταδίδει κληρονομικά τ’ όνομά του στά παιδιά του, αλλά δέν διαπιστώνει καμιά γαλήνη στή συνείδη σή του, καμιά χαλάρωση στό θυμό του ούτε καί καμιά παρη γοριά πού νά τόν σώζει από τόν τρόμο τής εξαφάνισής του. Στό νταηλίκι πού αναπτύσσει, όταν πιά βεβαιώνεται ότι γεν νάει, ανακαλύπτει έναν άντίπαλο ισχυρότερο του: τό Θεό, τή μοίρα ή τούς φυσικούς νόμους, οπότε, μετά τήν καθαίρεση τής γυναίκας, μένει πάλι κάποιος δυνατότερος του μπροστά πού τού κλείνει τό δρόμο: ό θάνατος. Ή μήπως άγαπάει τόν εαυτό του αφύσικα ώς τόν εκλεκτόν; Δέν κερδίζει τή μάχη μέ τή ματαιοδοξία του. ΙΙροσδένεται στόν "Ομηρο, θεοποιεί τόν Όδυσσέα κι όλη εκείνη τήν τυχοδιωκτική φάρα πού όρμά στήν ειρηνική Τροία, μέ μοναδικό σκοπό νά τή ληστέψει, καί Ι.Άλ. Σολομός, Ό ζωντανός 'Αριστοφάνης, έκδ. Πλειάς 1978, σελ. 254.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΦΑΛΛΟΥ
2 1Π
τήν ισοπεδώνει, σωριάζοντας την σέ ερείπια, διαπράττοντας καί γενοκτονία. Θά ’ταν υπερβολή νά σκεφτοϋμε δτι οι "Αχαιοί μόλυναν τούς ανθρώπους μέ τό μικρόβιο του φθόνου γιά τόν αξιότερο. Τό αντάλλαγμα δέν ήταν δά καί τόσο μεγάλο. Ό Όμηρος άνακηρύσσει, βέβαια, τήν Πηνελόπη μονογαμική, προκαλώντας ένα χαμόγελο ειρωνείας στούς γνωρίζοντες ότι έπρόκειτο γιά μιά μητριαρχική εποχή όπου τό γυναικείο κορ μί καί τό κρεβάτι ήταν άσχετα μ’ ένα καί μοναδικό φαλλό, κατά τήν υψηλή ανδρική αντίληψη της ηθικής πού τοποθετή θηκε έξ ολοκλήρου στά γεννητικά όργανα. "Ετσι από δια στροφή χωριάτικη ό "Ελληνας τής εποχής γκαστρώνει τή σύ ζυγό του καί καταφεύγει γιά γνήσια ηδονή στά νεαρά αγόρια. "Όχι ότι τόν κατηγορούμε γιά σεξουαλική διαστροφή. Στό σημείο αυτό μάς προσφέρει ό Ε. Borneman τήν άποψή του τελείως συγκεκριμένα: Τό θεωρώ απόλυτα διανοητό, γιά νά μήν πώ λογικά αναμ φισβήτητο, ότι μιά μέρα σέ έναν αταξικό πολιτισμό, θά αναπτύξουμε ερμαφρόδιτες καταβολές, έτσι ώστε ό καθέ νας μας θά μπορεί νά αποφασίζει ανάλογα μέ τίς ψυχικές τάσεις του άν θά γίνεται πατέρας ή μητέρα, άν θά ζήσει ώς γυναίκα ή ώς άνδρας. "Ακόμα καί σήμερα είναι φανερό ότι οί σεξουαλικές σχέσεις ανάμεσα σέ έναν σχετικά “θηλυκό” άνδρα καί μιά σχετικά “άρρενωπή” γυναίκα είναι ικανο ποιητικότερες [...] μόνο όποιος μπορεί, χάρη στήν ψυχοσεξουαλική ιδιοσυγκρασία του, νά έρθει στή θέση τού άλλου, αύτός μπορεί νά μαντέψει τίς επιθυμίες τοϋ άλλου καί νά τίς ικανοποιήσει. Σ ’ αυτό οφείλεται βέβαια καί τό θέλγητρο των όμοφυλικών σχέσεων.' Ό άνθρωπος-άνδρας καταλήγει νά άντιφάσκει μέ τόν έαυτό του. Γίνεται ένας χαζοχαρούμενος παλικαράς, καχύπο-I. I. "Ο .π ., σελ. 926.
•21η
α π ο τη
Μ ή δ ε ια σ τ η Σ τ α χ τ ο π ο ύ τ α
πτος απέναντι σέ όλους. Καί χάνει τήν ανθρώπινη αυθεντικό τητα τής επίγνωσης των λαθών του. Καταντάει ένας τρομο κράτης πού απαγορεύει συνήθως τη γνώμη τών άλλων. Διαλέ γει νά τόν φοβούνται, ή οικογένεια του πρώτα, ή κοινωνία με τά καί τέλος οί μάζες, αν τού δώσουν εξουσία. Θάβει χιλιάδες γυναικεία ειδώλια άπό τό παρελθόν καί επιδίδεται στη γλυπτική γιά ν ’ αποθανατίσει τήν ομορφιά τού ανδρικού σώματος. Ταυτόχρονα ανακαλύπτει τόν αθλη τισμό πού τόν κάνει πλαστικότερο. Καμαρώνει γιά τήν ανευ ανταγωνισμού γύμνια του, μιά καί απαγορεύεται ή παρουσία τών γυναικών στά γυμναστήρια - παντού εκτός τής Σπάρτης. ’Αφήνει μακριά τά μαλλιά του, πού τά περιποιείται μέ αρω ματικά έλαια γιά νά θαμπώνει τά βλέμματα, όπως τόν θά μπωνε ή γυναίκα στό παρελθόν. Παράλληλα, δέν αποτελεί μέρος τού οικογενειακού κυττά ρου, αφού δέν συζεΐ καθόλου ούτε μοιράζεται ποτέ τόν οικο γενειακό βίο, ξενυχτώντας σέ λέσχες, συμπόσια καί μπορντέλα. "Οταν ό γιός του φτάνει στήν εφηβεία, τόν παραδίνει σ’ έναν υποτιθέμενο παιδαγωγό πού, συνήθως, είναι παλιός ύπηρέτης, γιά νά τόν μυήσει στά μυστικά τής ομοφυλοφιλίας. Δέν ζεΐ καθόλου τή θαλπωρή τής οικογενειακής ζωής γιά νά αισθανθεί τρυφερότητα καί μάλιστα περιφρονεΐ τή σύζυγό του σέ σημείο πού νά άναφέρεται άπό τούς αρχαίους ώς σημαντι κή ιστορική πληροφορία υπέρ τού ’Αριστοτέλη ότι φερόταν φιλικά στή σύζυγό του. Εξάλλου μή λησμονούμε τό βασικό καί σημαντικότερο: ότι τό πάθος τού έρωτα ήταν άγνωστο ανάμεσα στούς βαρβάρους, όπως καί κάθε τί συναισθηματικό. Καί δω είναι μιά τρομακτική διαφορά πού δέν γνωρίζω άν παρηγορει τή γυναίκα, ύστερα άπό τήν τόση ταπείνωση, αλλά πάντως τή διασώζει, έστω καί άθελά της. Ή φύση τής γυναίκας είναι προικισμένη μέ μιά πολυτέλεια οργανική πού λειτουργεί αυτόματα καί κυρίως άσύνειδα, καθώς καί οί
η Ι στο ρ ία τ ο υ
Φαλλο ύ
2 17
ορμόνες τής θηλυκότητας της: Ή γυναίκα γεννιέται ταυτόση μα μέ τό αίσθημα τής αθανασίας. 'Ίσιος γιατί ’ναι προορισμέ νη νά γεννήσει; Ή όιότι βλέπει συγκεκριμένα τή σαρκική της διάσταση νά έπεκτείνεται; Γιατί τί άλλο είναι ή γέννηση ενός παιδιού παρά μιά παράταση ζωής; 'Αλλά καί πριν νά γεννή σει ή ακόμα κι άν δέν τής συμβεΐ ποτέ αυτό, ή συγκεκριμένη αίσθηση λειτουργεί γαλήνια μέσα της, κυρίαρχη. Αυτό αξίζει νά τό προσέξουμε κυρίως στις γυναίκες πού ζοΰν σέ αραιο κατοικημένα χωριά (στις μέρες μας εγκαταλειμμένα), ακόμα καί σέ απομονωμένες ορεινές περιοχές. Συμφιλιωμένες μέ τά χέρια τους, τά κρατούν ακίνητα ήρεμα στήν ποδιά τους, βλέ ποντας γαλήνια τό τοπίο τής ερημιάς πού απλώνεται μπρο στά στά μάτια τους. Ζοΰν συνήθως ώς τά βαθιά γεράματα, χωρίς νευρώσεις καί χάπια. Ό Μαλρώ έχει γράψει ότι ό όρος «ευτυχία» δέν εκφράζει παρά μιά άφηρημένη κατάσταση. Νο μίζω, συνεχίζει τό συλλογισμό του, πώς εκείνο πού ό άνθρω πος θά ’θελε νά έκφράσει μέ τή λέξη «ευτυχία» διατυπώνεται σωστά μέ τήν έννοια «αταραξία». Γι’ αυτό πιστεύω ότι κι άν άφηναν τή γυναίκα λεύτερη δέν θά ’φτάνε Ισως σέ μεγάλα επιτεύγματα. Κι άν τά καταφέρ νει μέ όσα καταπιάνεται δέν είναι άπό φιλοδοξία, αλλά άπό ευταξία. Μέσα της λειτουργεί μιά ανάγκη τάξης εφάμιλλης τής τάξης τού κόσμου πού μάς περιβάλλει. Γ ι’ αυτό σ’ ό,τι κάνει ή γυναίκα μέ μεράκι έχει τήν τάση τής τελειότητας. Ό Τσαρούχης έγραψε κάποτε γιά τή ζωγράφο Νίκη Καραγάτση; «Ή γυναίκα είναι πολύ πιό θετική άπό τόν άνδρα καί πιό φυσική καί ή τέχνη πού ή ύπαρξή της δικαιολογείται σάν ένα φάρμακο εναντίον τής ανήσυχης ανισορροπίας τών άνδρών, κινδυνεύει νά γίνει στά χέρια της ένα ήρεμο εργό χειρο, αλλά μιλούμε γιά τόν κανόνα. Οί εξαιρέσεις δίνουν τό δικαίωμα στή γυναίκα νά είναι, εάν όχι ανώτερη, οπωσ δήποτε εφάμιλλη τού άνδρα καλλιτέχνη».
jlK
από τ η
Μ ή δ εια
ςτη
Σ τα χ τ ο π ο ύ τ α
Αύτή ώστόσο ή περικοπή άναφέρεται σέ διανοούμενα άτο μα. 'Υπάρχει όμως καί μιά εκδοχή τελείως πρωτόγονη. Στά 1975 ανέβηκα σ’ ένα μικρό ορεινό χωριό τής ανατολικής Κρήτης, γιά νά δώ μιά σπάνια συλλογή υφαντών κεντημά των. Στή σάλα ύποδοχής υπήρχαν τρεις κασέλες οπού φυλά γονταν τά προικιά τής κάθε γενιάς. Ή νεότερη κοπέλα ήταν γύρω στά είκοσι, ή μητέρα της γύρω στά σαράντα καί ή μητέ ρα τής μητέρας, πού είχε πεθάνει πριν δυό χρόνια στά ογδό ντα της, θά ’χε ζήσει από τίς αρχές τοϋ αιώνα. Μοΰ άνοιξαν τήν κασέλα τής τελευταίας οπότε είδα τά σπανιότερα υφαντά στή ζωή μου, ακριβώς γιατί ήμουν συλλέκτρια. Στεκόμουν σάν άπόπληκτη από τόν καημό ότι δέν αξιώθηκα νά γνωρίσω αύτή τή γυναίκα. Πώς ήταν αύτή ή γυναίκα, ρώτησα τήν κόρη της. «Τή λέγανε Μαρία. Ύφαινε ως τό θάνατό της. Κ ι όταν τελείωνε κάθε καινούργιο υφαντό, αφού έδενε καί τά κρόσ σια στίς άκριες, τό σήκωνε, τό παρατηρούσε κι έλεγε “πώς θά τά βάλετε τά χέρια μου στό λάκκο;” ». Τίποτε άλλο δέν απειλούσε ό θάνατος παρά τήν εξαφάνι ση τών χεριών της, τό δημιουργό. "Αν δεχτούμε τήν άποψη τού Τσαρούχη περί «τής ανήσυχης ανισορροπίας τών άνδρών» πού ξεπήδησε σάν αποτέλεσμα μέ σα άπό εκατοντάδες εκατομμύρια εξελικτικές γραμμές, μέσα από ένα χάος τυχαίας βιολογικής δραστηριότητας πού κράτησε 4.000.000.000 χρόνια, οπότε εμφανίζεται ένα είδος ικανό νά ελέγχει τή μοίρα του, κατά τόν A. Smith, μέ ποιό αποτέλεσμα; «Νά άποτελείται όλη ή Ιστορία αποκλειστικά άπό τήν επιβολή τής κτηνώδους δύναμης καί κατακτητικών αγώνων μεταξύ τών ανθρώπων είναι μιά ιστορία εισβολών, κατακτήσεων, υποδουλώσεων, εξαφανίσεων ολόκληρων λαών καί επιμιξιών τών νικημένων μέ τούς νικητές τους».1 1. J. Morgan, Ή πρωτόγονη κοινωνία, έκό. Άναγνωστίδη, σελ. 36.
Η ΙΣ Τ Ο Ρ ΙΑ Τ Ο Υ Φ Α Λ Λ Ο Υ
jin
Είναι τελικά τό άριστουργηματικό αποτέλεσμα της «Λεγε ώνας τών Ξένιον ΕΠ Ε» τών ήμερων μας, άπληστων τυχοδιω κτών, αδίστακτων θανατηφόρων στρατευμένων μισθοφόρων, πρός εξυπηρέτηση τών ισχυρών τούτης τής γης, είτε γιά οικο νομικές ομάδες πρόκειται είτε γιά κυβερνήσεις δπως τής βορειοα μερικανικής- πού αναζήτησε ακόμα καί άλλους πλανήτες γιά νά διαχωρίσει τά πεπρωμένα της. Ή γυναίκα έγινε τό διακοσμητικό της, μία ακόμα επίδειξη, στολισμένη σάν καρνάβαλος ή ολόγυμνη. Ή μορφή του σημερινού κόσμου είναι επίτευγμα τού άνδρα, άπό τό τέλος τής προϊστορίας, πού μπορούμε νά τόν παρακολουθήσουμε, ώς τίς μέρες μας. Τό μοναδικό πιστεύω του συγκεντρώνεται στόν άνταγωνισμό -τό κέρδος-, τήν ιδιοκτησία, τήν άντιπαλότητα. Χρησιμοποίησε άκόμα καί τόν Θεό γιά νά έπωφεληθεΐ άπό κατακτητικούς πολέμους πού τούς βάφτισε θρησκευτικές Σταυροφορίες. Πού καλλιέργη σαν ιδιαίτερα τή μισαλλοδοξία, τό ρατσισμό καί τό μίσος. Κάθε ελπίδα ειρήνευσης έχει χαθεί. "Οπου υπάρχουν πηγές πλούτου (’Αφρική, Ν. ’Αμερική) χρηματοδοτείται καί ένας πόλεμος. Ή ιστορία τού άνθρώπου στά πολύ λίγα, πέντε χι λιάδες τελευταία χρόνια, έχει σάν ορόσημα μόνο εξοντωτι κούς πολέμους, γενοκτονίες καί τελικά φρενοκομεία οπού καταφεύγουν πλήθη «καλών» δολοφόνων -ήρώων άντικομμουνιστών-, τών άποκαλούμενων καί «βετεράνων», πού αντι μετώπισαν άντίπαλους απελπισμένους, σκληροτράχηλους καί πιό άδίστακτους τιμωρούς άπό τούς ίδιους. Καί κεΐ έγινε τό μέγα πανηγύρι μέ τούς άσπροκώληδες βετεράνους τής πα ραφροσύνης. Δέν άπέτυχε ό άνδρας μόνο στή διακυβέρνηση τού κό σμου αλλά καί σάν άτομο-φυλή. Σέ μιά ζωή απάνθρωπη, εκδικητική καί οί μύθοι καί τά πα ραμύθια πέθαναν. Τό βασιλόπουλο, ό Μεγαλέξανδρος μεί-
■ 1-J0
ΑΠ Ο Τ Η Μ Η Δ Ε ΙΑ Σ Τ Η Σ Τ Α Χ Τ Ο Π Ο Υ Τ Α
νάνε ξυπόλυτοι, ανάξια πρότυπα καί όέν πουλιούνται πιά ούτε στά παλιατζίόικα. Ό άνδρας είναι στά άζήτητα, με θλιβερές νευρώσεις καί καταθλίψεις γιά πρόωρη φαλάκρα, γιατί καμιά γυναίκα δέν πιστεύει πιά γι’ αυτόν ότι αποτελεί «ιδανικόν». Τις μετοχές των άνδρών τίς μεγάλωνε ό θαυμασμός των γυναικών. Οί όποιες έχουν διαπιστώσει πιά στίς μέρες μας ότι καλύτερη ή μοναχική ζωή από τή συμβίωση μέ έναν σερνικό καθυστερη μένων αντιλήψεων γιά τήν ελευθερία. Τό νά κάνεις τή δούλα καί τήν νταντά σέ κάποιον χαϊδεμένο άπό τή μάνα του είναι βαρετότερο άπό τό νά ζεΐς καί νά μεγαλώνεις ένα νόθο παιδί ή έστω καί χωρίς πατέρα. ’Απορημένος αυτός κοιτάζει γύρω του, συνειδητοποιεί τήν απόρριψη τού μύθου του καί χώνε ται στήν κατάθλιψη, ή όποια τόν οδηγεί σέ παρωχημένα νταηλίκια μέ άποτέλεσμα κάποτε νά δολοφονεί τή γυναίκα πού τόν έγκατέλειψε. Αυτό συγκεκριμένα παρατηρεΐται στίς εργατικές ελληνικές τάξεις όπου ή οικογενειακή τιμή ανήκε ή εξέθετε τόν άνδρα τής οικογένειας. Αυτές ήταν άξιες πού έδι ναν τήν ικανοποίηση στό λαϊκό άτομο, ώστε νά άντιμετωπίζει μέ περιφρόνηση, έξ αιτίας τής άνηθικότητάς της, τήν αστι κή τάξη, μέσα στήν όποια, βέβαια, τά διαζύγια δέν είναι πιά καθόλου σπάνιο φαινόμενο. Ό υπανάπτυκτος κάτοικος τής πόλης δέν έχει πληροφορηθεΐ τίποτα άπό τά τεκταινόμενα καί άρνεΐται νά μοιάζει ή οικογενειακή του εικόνα μέ κείνην τού αστού πού περιφρονοϋσε, ένα αίσθημα πού τό βίωνε σάν παρηγοριά ή σάν αντάλλαγμα γιά τό ότι, σά φτωχός, δέν άπολάμβανε τά αγαθά τών πλούσιων, άλλά ύπερεΐχε τουλά χιστον σέ ηθική. Ή γή δέν ανήκει πλέον στήν ανθρωπότητα. ’Ανήκει στίς τρο μακτικές Έρινύες τών εγκλημάτων της.
Βιβλιογραφία Αισχύλος, 'Αποσπάσματα, μτφρ., σχόλια Τ. Ροϋσσος, Κείμενα, 'Αθήνα 1985. — Αγαμέμνων, μτφρ. Τ. Ροϋσσος, Πλειάς, 'Αθήνα 1973. — Προμηθεύς Δεσμώτης, μτφρ. Ί . Ζερβός, Φέξης, ’Αθήνα. — Τραγωδίες, μτφρ. Τ. Ροϋσσος, Πλειάς, 'Αθήνα 1973. Anquetil, Ζ ., Τόχέρι καί ή μηχανή, Παπαζήσης, Αθήνα 1978. ’Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη, τόμοι Α καί Β, εκδόσεις Άφών Τολίδη Ο.Ε., 'Αθήνα 1984. Άποστολίδης, Π. Δ., Τά ιατρικά του :Αριστοφάνη, Γαβριηλίδης, 'Αθήνα 1996. 'Αριστοτέλης, Πολιτικά /-///, είσαγ. μτφρ. σχόλια Π . Λεκατσάς, Ζαχαρόπουλος, 'Αθήνα. — Περί Ψυχής - Μικρά Φυσικά, είσ., μτφρ., σχόλια Β. Τατάκης, Ν. Σωτηράκης καί Ά . Ευσταθίου, Ζαχαρόπουλος, 'Αθήνα. Αριστοτέλονς τό «Όργανον» (22 αιώνες μετά), μτφρ., έπιμ. Ά ρ . Παπανδρέου, Ι.Γ. Βασιλείου, 'Αθήνα 1990. Οί κωμωδίες του 'Αριστοφάνη, μτφρ. Θρ. Σταύρου, Βιβλιοπιολεΐον τής «Εστίας» Ί.Δ . Κολλάρου και ΣΙΑΣ Α.Ε., 'Αθήνα. Baldry, H .C ., Τό τραγικό θέατρο στήν αρχαία Ελλάδα, Καρδαμίτσας, 'Αθήνα 1981. Bardeche, Μ ., Hisioire des femmes, δύο τόμοι, Stock, Παρίσι 1968. Badinter, Ε., Χ Υ Ή ανδρική ταυτότητα, Κάτοπτρο, 'Αθήνα 1992. Borneman, Ε., Ή πατριαρχία. Ή προέλευση καί τό μέλλον τον κοινω νικού μας συστήματος, μτφρ. Δημ. Κούρτοβικ, Μορφωτικό "Ιδρυμα 'Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1988.
->■)■)
Λ 11() Til Μ ΙΙΛΚ1Λ ΣΤΠ ΣΤΛΧΤΟ ΙΙΟνΤΛ
Bowra, C .M ., Οί τραγωδίες τον Σοφοκλή. Αντιγόνη-Οιδίπους Τύραν νος, Κώδικας, 'Αθήνα. Bury, J.B ., Οί αρχαίοι Έλληνες ιστορικοί, Παπαόήμας, 'Αθήνα 1988. Γκρούτ, Μ π., Γεννηθήτω τό θέλημά της... πρέπει επιτέλους νά γιατρέ ψουμε τό κακό του νά είσαι... γυναίκα, μτφρ. Έ . Παπαδοπούλου'Ά . Κτένα, Στοχασμός, 'Αθήνα 1976. Γρυπάρης, Ί., Οί τραγωδίες τού Αισχύλου, I. Ίκέτιδες-Πέρσες-Επτά επί
Θήβας-ΙΙροιιηϋέας δεσμώτης. II. Όρέστεια ( Α γαμέμνονας-ΧοηφόρεςΕύμενίδες), Βιβλιοπωλεΐον τής «Εστίας» Ί.Δ . Κολλάρου καί Σ1ΑΣ Α.Ε., 'Αθήνα. Cauquelin, Α., Αριστοτέλης, μτφρ. Στ. Βλοντάκη, Παπαόήμας, 'Αθήνα 1996. Clarck, G ., Οί γυναίκες στήν όψιμη άρχαιότητα, μτφρ. Στ. Κομνηνός, Παπαόήμας, Αθήνα 1997. D ’Eaubonne, Fr., Les femmes avant le patriarcat, Payot, Παρίσι 1976. Dardigna, A .-M ., Femmes-femmcs sur papier glace, Maspero, Παρίσι 1974. Davis, A ., Parle. Notre Temps-Editions Sociales. Παρίσι 1972. Delcourt, M ., Oedipe ou la legende du conquerant, Societe d'edition «Les Belles Lettres», Παρίσι 1981. Diel, P., Ό συμβολισμός στήν ελληνική μυθολογία, Χατζηνικολής, 'Αθήνα 1980. Dover, K .J., Ή κωμωδία τοϋ Αριστοφάνη, μτφρ. Φ.Ί. Κακριδή, Μορ φωτικό Ίδρυμα 'Εθνικής Τραπέζης, 'Αθήνα 1978. Eliade, Μ ., Forgerons et Alchimistcs, Flammarion. Παρίσι 1977. — Histoire dcs croyanccs et des idces rcligieuses, δύο τόμοι, Payot, Παρίσι 1978. — Πραγματεία πάνω στήν ιστορία των θρησκειών, μτφρ. Έ . Τσούτη, Χατζηνικολής, 'Αθήνα 1981. Engels, Fr., Ή καταγωγή τής οικογένειας τής ατομικής ιδιοκτησίας καί του κράτους, Θεμέλιο, ’Αθήνα 1966. Ευριπίδης, Ίκέτιδες, μτφρ. Δ .Μ . Σάρρος, Αθήνα 1938. — Ιππόλυτος στεφανηφόρος. Εταιρεία Ελληνικώ ν Εκδόσεων, 'Αθήνα 1969.
II ΙΣΤΟΡΙΑ τον ΦΛΛΛΟν
■ 2·>Λ
— Βάκχες, μτφρ. Π. Πρεβελάκη, είσ. E.R. Dodds, Εταιρεία Σπουδών Σχολής Μωραΐτη, 'Αθήνα 1972.
— 'Εκάβη, Έπικαιρότητα, Αθήνα 1993. — Ήλεκτρα, μτφρ. Δ.Μ . Σάρρος, Τυπογραφεία «Κύκλου», Αθήνα 1935- Κάκτος, 1992· Έπικαιρότητα, Αθήνα 1993.
— Ιππόλυτος, απόδοση στά νεοελληνικά Κ. Βάρναλης, Κέδρος 1973· Έπικαιρότητα, Αθήνα 1993.
— Τραγωδίες τού Ευριπίδη. Αλκηστη- Αντρομάχη-Οί Ίκέτισσες-Οί Τρωαδίτισσες-Ή Ιφιγένεια στη χώρα των Ταύρων- Έλένη-ΟίΒάκχες- Η Ιφιγένεια στήν Ανλίδα-Ρήσος, μτφρ. Θρ. Σταύρου, Βιβλιο πωλείου τής «Εστίας» Ί Α Κολλάρου και ΣΙΑΣ Α.Ε., ‘Αθήνα. — Όρέστης, Κάκτος, ‘Αθήνα 1992. — Ηρακλής μαινόμενος, Κάκτος, Αθήνα 1993. — Μήδεια-Κύκλωψ- 'Αλκηστις, εισ., μτφρ., σχόλια II. Λεκατσάς, προλεγόμενα Γ. Κορδάτος, Ζαχαρόπουλος, Αθήνα. Evans-Pritchard, Ε .Ε ., La femme dans les societes primitives, Presses universitaires de France, Παρίσι 1971. Flaceliere, R., Ό δημόσιος καί ιδιωτικός βίος των άρχαίων Ελλήνων, μτφρ. Γ.Δ. Βανδώρου, ΙΙαπαδήμας, ‘Αθήνα 1974. Fraissc, S., Le mythe d’Antigone, Armand Colin, Παρίσι 1974. Friedan, B „ La femme mystifiee, Gonthier, Παρίσι 1964. Friedell, Ε.. Πολιτιστική Ιστορία τής αρχαίας Ελλάδας. Μύθος καί πραγματικότητα τής προχριστιανικής ψυχής, μτφρ. Δ. Κούρτοβικ, Π ο ρ εία ,’Αθήνα 1986. Fromm. Ε., Ό φόβος μπροστά στήν ελευθερία, Μπουκουμάνης. Graves, R „ La Decsse Blanche. Un mythe poctiquc cxplique par Thistoirc, Editions du Rochcr, Παρίσι 1979. — Οί ελληνικοί μύθοι, τέσσερις τόμοι, Πλειάς-Ρούγκας, Αθήνα 1979. Grimberg, C , La Grece et les origines de la puissance romaine. Marabout, Παρίσι 1983. Ζούρου, Φρ.Μ., Ό γάμος στή Βόρεια Λέσβο. Από τή γέννηση έως τον άντίγαμο, 1974. Ηρόδοτος, Ιστορία, τόμος πρώτος (Α-Β) Κλειώ-Εντέρπη. τόμος άεύ-
Λ 11() ΤΙ I Μ 11Λ ΗIΛ Σ Τ Ι1 Σ Τ Α Χ Τ () 11() Π 'Λ
τερος (Γ-Ε) Θάλεια-Μελπο[ιένη-Τερψιχόρη, τόμος τρίτος (ΣΤ-Θ) Έρατώ-Πολύμνια-Οΰρανία-Καλλιόπη, ΙΙαπαδήμας, Αθήνα 1978. — Ιστορία, Πάπυρος· Ιστορία, βιβλίον Δ, Μελπομένη, Πάπυρος, ’Αθήνα. Ησίοδος, Ασπίς. 'Αποσπάσματα Ήοιών-ί Ιίναξ, Πάπυρος, 'Αθήνα 1968. — Θεογονία , Αθήνα. — "Απαντα, Αθήνα. Θουκυδίδης, Ιστορία, μτφρ. Ά . Βλάχος, τόμος πρώτος A Β ' (1969), τόμος δεύτερος Γ ' Δ (1969), τρίτος Ε Ζ (1969), τόμος τέταρτος Η ' Θ ' (1968), Γαλαξίας, ’Αθήνα. Ίμβριώτη, Ρ., Ή Αθηναία στόν Ε ' καί Δ ' αιώνα π .Χ., Άθηνά, Αθήνα 1922. Hamilton, Ε ., l.a mythologic, Marabout. Παρίσι 1978. James, Ε .Ο ., Le culte de la deesse-mere. Dans I ’hisioire dcs religions, Payot, Παρίσι 1960. Καλιόρης, Γ.Μ ., Ό γλωσσικός αφελληνισμός. Πέραν τονμισοξενισμον καί τής ϋποτελείας, Α ρ μ ό ς, Αθήνα 1998. Καψάλης, Γ.Δ., Μία βαθύτερη γνωριμία μέ τό Σοφοκλή, τ. A ' , Βιβλιοπωλειον τής «Εστίας» Ί.Δ. Κολλάρου καί ΣΙΑΣ Α.Ε., Αθήνα. 1935. Καροϋζος, Χ ρ ., Δελφοί, Ε ρμ ής 1974. Kerenyi, Κ ., Η μυθολογία των Ελλήνων, μτφρ. Δ. Σταθόπουλος, Βιβλιοπωλεΐον τής «Εστίας» Ί.Δ. Κολλάρου καί ΣΙΑΣ Α.Ε., Αθήνα 1975. Kitto, H .D .F., Αρχαία ελληνική τραγωδία, μτφρ. Λ. Ζανάκος, Παπαδήμας, ’Αθήνα 1968. Kott, J., Θεοφαγία. Δοκίμια γιά τήν αρχαία τραγωδία, μτφρ. Ά . Βερυκοκάκη-Άρτέμη, Ε ξά ντα ς, Αθήνα 1976. Κυύρτοβικ, Δ., Ή εξέλιξη τής ανθρώπινης σεξουαλικότητας, Ράππας, Αθήνα 1986. Αάσκαρης, Ν., Ιστορία τον αρχαίου ελληνικόν θεάτρου, τρεις τόμοι, Τυπογραφικά καταστήματα «Άκροπόλεως», Αθήνα τ. 1 1925. τ. 2 1925 καί τ. 3 1927.
!ι Ι σ τ ο ρ ί α τ ο ν Φα λ λ ο ί -
— Ιστορία τον ρωμαϊκού θεάτρου, Τυπογραφικά καταστήματα «Άκροπόλεως», Αθήνα. Λεκατσάς, Παναγής, 'Ερμηνεία μιας μορφής τής Προϊστορικής καί Όρφικοόιονναιακής θρησκείας, Δίφρος, 'Αθήνα 1963.
— Ή μητριαρχία καί ή σύγκρουσή της μέ τήν ελληνική πατριαρχία, Κείμενα,'Αθήνα 1970.
— Φαιακία. Μητριαρχικά στοιχεία καί μνητικές αφετηρίες τής Οδύσσειας, Κείμενα, ’Αθήνα 1970. — Διόνυσος. Καταγωγή καί εξέλιξη τής διονυσιακής θρησκείας, Εταιρεία σπουδών νεοελληνικού πολιτισμού καί γενικής παιδείας, 'Αθήνα 1971. — Ευριπίδης II. Εκάβη- Ελένη- Ήλέχτρα, Καστανιώτης, 'Αθήνα 1978.
— Τό κάλεσμα τής Θεονύφης. Τό ψυχολογικό καί μυητικό πλέγμα τον Ιερού Γάμου, Καστανιώτης, 'Αθήνα 1980. Levi-Stauss, C l., Ο τοτεμισμός σήμερα, Ράππας, 'Αθήνα 1972. I.oraux, Ν., Les ent'anls d'Aihena, Maspero, Παρίσι 1981. Λουκιανός, "Απαντα, Κάκτος, 'Αθήνα 1994. Macdonald Comford, Fr., Ή άττική κωμωδία, Παπαδήμας, 'Αθήνα 1972. Malinowski, Β., La scxualite ct sa repression dans les socictes primitives, pbp. Παρίσι 1980· έλλ. έκδοση. Σεξουαλικότητα καί καταπίεση στην πρωτόγονη κοινωνία, Καστανιώτης, 'Αθήνα 1976. Μαρμάρινου, Ίώ, Κοσμάς Πολίτης. "Ενα πορτραΐτο, Γαβριηλίδης, Αθήνα 1988. Meier, Christian, Ή πολιτική τέχνη τής αρχαίας ελληνικής τραγωδίας. Καρδαμίτσας, 'Αθήνα 1997. Morgan, El., Η καταγωγή τής γυναίκας, μτφρ. Ά λ . Κοτζιάς, Ράππας, Αθήνα 1973. Morgan, I , Ή πρωτόγονη κοινωνία. Γενική προϊστορία τής ανθρωπό τητας. Άναγνωστίδη, Αθήνα. Morgan, L .H ., Ή αρχαία κοινωνία, Άναγνωστίδη, 'Αθήνα. Murray, G .. Ο Ευριπίδης καί ή εποχή του, Βιβλιοπωλείο ν τής « Εστίας» Ί.Δ . Κολλάρου καί ΣΙΑΣ A.F.. Αθήνα 1965.
— Αισχύλος ό δημιουργός τής τυαγιοδίας, μτφρ. 15.Γ. Μανόηλαρά, Καρόαμίτσας. ‘Αθήνα 1989. Nilsson. Ρ.Μ .. Ελληνική λαϊκή θρησκεία, Ί Ι βιβλιοθήκη τοΐ’ ιμλολύγου, άρ. 8, 'Αθήνα 1966. — 'Ιστορία τής αρχαίας ελληνικής θρησκείας, μτφρ. Ά . ΙΙαπαθωμοπούλου, Παπαδήμας, ’Αθήνα 1971. — Ή μυκηναϊκή προέλευση τής ελληνικής μυθολογίας, μτφρ. Ί.Κ . Μαζαράκης Α'ίνιάν, Δωδώνη, 'Αθήνα 1979. — "Ομηρος καί Μυκήνες, μτφρ. Ί .Κ . Μαζαράκης Αΐνιάν, Δωδώνη. Αθήνα 1989. Ό μ ηρος, 'Οδύσσεια, μτφρ. Ν. Καζαντζάκη-Ί.Θ. Κακριδή, 'Αθήνα 1968. — Ίλιάδα , μτφρ. Ν. Καζαντζάκη-Ί.Θ. Κακριδή, 'Αθήνα 1976. Page, L .D ., Ή Ίλιάςκαί ή Ιστορία, ΙΙαπαδήμα, ’Αθήνα 1968. — 77 όμηρικη Οδύσσεια, μτφρ. Κ. Πανηγύρη, Παπαδήμας, 'Αθήνα 1970. ΓΙανυκροροπούλου-Λεβέντη, Ά ., Ή γυναικεία παρουσία στά ομηρικά πλαίσια, Μνημοσύνη, Αθήνα 1980. ΓΙαπαλάς, Η ., Ηνριπίδου Φοίνισσαι, 'Αθήνα 1971. ΙΙαυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις, Κορινθιακά, Πάπυρος, 'Αθήνα 1937. 1938- τίο., μτφρ., σχόλια Γ. Κορδάτος, Ζαχαρόπουλος, Αθήνα. — Λακωνικά, Πάπυρος, Αθήνα 1939. - Αττικά. Α καί 15, Πάπυρος, ’Αθήνα 1954- Ζαχαρόπουλος, Αθήνα. — 'Αχαϊκά. Α καί Β, Πάπυρος, ’Αθήνα 1955- Ζαχαρόπουλος, Α θή να. — Αρκαδικά. Α καί Β. Πάπυρος, Αθήνα 1956. — Ησιωτικα, Α και Β. Πάπυρος, Αθήνα 1956. — Ήλειακά 2, Πάπυρος, ’Αθήνα 1958. — Μεσσηνιακά. Α καί Β, Πάπυρος, Αθήνα 1959· είσ., μτφρ·. σχόλια Γ. Κορδάτος, Ζαχαρόπουλος, Αθήνα. — Φωκικά, Α καί Β. Πάπυρος, Αθήνα 1960. Περιοδικό 77:7. QUEL, τεΰχ. 74, Hiver 1977. Πλάτων. Συμπόσιον. κείμ.. μτφρ., έρμην., Ί. Συκουτρή, Βιβλιοπωλείου τής «Εστίας» Ί .Δ . Κολλάρου καί ΣΙ ΑΣ A.F., Αθήνα 1950.
i! I σ τ ο π .\ τον Φ α λ λ ο ί '
~ζ1
— Έρνξίας ή περί πλούτου, Κριτίας η Ατλαντικός , Πάπυρος, Αθήνα 1962. — Ιίολιτεία, τόμος Α καί Β, προλεγόμενα Ε. ΙΙαπανοϋτσος, είσ., μτφρ., σχόλια I. Γρυπάρης, Ζαχαρόπουλος, Αθήνα. ΙΙλούτορχος, Βίοι, τόμος πρώτος. Γαλαξίας,’Αθήνα 1968.
— Βίοι παράλληλοι. Δημοσθένης-Κ ικάρων. Αλκιβιάδης-Κοριολανός, είσ.. μτΐ( ρ., σχόλια Θ. Παπακωνσταντίνου, Ζαχαρόπουλος. Αθήνα.
— Βίοι παράλληλοι, Θησεύς, Πάπυρος, ’Αθήνα 1939. — Βίοι παράλληλοι. Λυκούργος, Πάπυρος, ‘Αθήνα 1939. — ΊΙερί Ισώος καί Όαίριδος. Α καί Β, Πάπυρος, Αθήνα 1955. — Βίοι παράλληλοι. Σόλων-Ποπλικόλας, Κάκτος, ’Αθήνα 1992. — Βίοι παράλληλοι, Γάιος Μαρκιος- Αλκιβιάδης. Κάκτος, 'Αθήνα 1993. Romilly, J. dc, Αρχαία ελληνική τραγωδία, Καρόαμίτσας, 'Αθήνα 1976. Russell. Β., Lc manage el la morale. Robert Laffont 1970. Σβάμπ, Γ. καί N .A. Κούν, Μυθικοί ήρωες των Ελλήνων, Ήριόανός, 'Αθήνα. Σημωνίδης ό Άμοργί,νος, Κατά Γυναικών, Ιστός, 'Αθήνα 1996. Smith, Α „ Το σώμα, δύο τόμοι, μτφρ. Τ .Ά . ΓΙαπαόόποτ'λος καί Α. Α. Δάνος, Παπαζήσης, Αθήνα 1974. Σολομός, Ά λ „ Ό "Αγιος Βάκχος ή τά άγνωστα χρόνια τον ελληνικού θεάτρου Μ ) π.Χ-1600μ.Χ.. Κεραμεικός, ’Αθήνα 1964. — Τί πρός Διόνυσον. Σημειώσεις γύρω άπ' τήν τραγωδία. Δίφρος, Αθήνα 1972. — Ό ζωντανός Αριστοφάνης. Πλειάς, Μάιος 1978. Σοφοκλής, Αϊας, Κάκτος, 'Αθήνα 1992. — Ηλεκτρα, Κάκτος, Αθήνα 1992. — Τραχίνιαι, Κάκτος, Αθήνα 1992. — Αντιγόνη, Κάκτος,'Αθήνα 1994. Στράβων, Γεωγραφικά. A. Β καί Γ. ιΙο., μτφρ., σχόλια II. Βαλάκής, Ζαχαρόπουλος. 'Αθήνα. Siillerot. l·.. l.c tail laminin, Fayard. Παρίσι 1978.
■2·>8
Λ 110 Til λ ΙΙΙΔ Β ΙΛ ΣΤ1Ι Σ ϊ Λ Χ Τ Ο ΙΙΟ Π ’Λ
Τικάνεν, Μ ., Ό βιασμός ενός άντρα, μτφρ. Γ. Κυριακάκου, Νεφέλη, 'Αθήνα 1981. Thomson, G ., Ή ποίηση χθες καί σήμερα, Κέδρος, 'Αθήνα 1956. — Ή αρχαία ελληνική κοινωνία. Τό προϊστορικό Αιγαίο, μτφρ. Γ. Βιστάκη, Εκδοτικόν Ίνστιτοϋτον Αθηνών, Αθήνα 1959. — Διαλέξεις γιά τόν αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, Εκδοτικόν Ίνστιτοϋτον Αθηνών. Fischer, Η., Ή αναγκαιότητα της τέχνης, Θεμέλιο, 'Αθήνα 1976. Foucault, Μ., Ιστορία τής σεξουαλικότητας, 1. Ή δίψα τής γνώσης, Ράππας, Αθήνα 1978. Freud, S., Τοτέμ καί ταμπού, μτφρ. Κ. Μεραναίου, Δημ. Δαρεμα, ’Αθήνα. — II γυναικεία σεξουαλικότητα, Νεφέλη, Αθήνα 1981. Φώρ, II., Ή καθημερινή ζωή στήν Κρήτη τήν μινωική εποχή. 1500 π .Χ ., μτφρ. 'Έ. Αγγέλου, Ώ κεανίς, ’Αθήνα Φωτιάδης, Θ ., Γυναικοκρατία (μητριαρχία), Χατζηνικολής, ’Αθήνα 1980. Vincent, Μ.. Femmes. Quelle liberation'!, Notre Temps-Editions Sociales, Παρίσι 1976. Whitman, Cedric Η.. Ό Ευριπίδης καί ό κύκλος του μύθον, μτφρ. Έ . Θωμαδάκη. Εκδόσεις τού Εικοστού Πρώτου, ’Αθήνα 1996.
«Γιά νά μπορέσω δμως ώς γυναίκα νά παρουσιάσω στήν κοινωνία μιά έναλλακτική λύση στήν πατριαρχία (καί τί απομένει από τό γυναικείο κίνημα αν δέν μπορεί νά τό κά νει αύτό;) πρέπει πρώτα νά μάθω ποιά ήμουν πρίν ή πα τριαρχία μέ υποβιβάσει σ’ αύτό πού είμαι σήμερα.»
t
Μ ακέττα εξωφύλλου: Εΰη Κ ώτσου ISBN 960- 221- 147-4