ΤΟΥΡΚΙΚΑ Türkçe ΕΠΙΠΕΔΟ Α1 - Α2
1
2
Gidiyorum bu şehirden Gidiyorum yine bu şehirden Ayaklarım geri geri Tekerlekler almış başını Dönüyor dönüyor Gidiyorum yine bu şehirden Ayaklarım geri geri Tekerlekler almış başını Dönüyor dönüyor Sankı bütün büyük aşkların ortak kaderi Ah beni en çok bu kahrediyor Sankı bütün büyük aşkların ortak kaderi Ah beni en çok bu kahrediyor Ah beni beni Vah beni beni Nerelere gideyim, nasıl edeyim Al beni beni Sar beni beni Saramazsan eğer körfeze bırak Gurup ile soneyim Ah beni beni Vah beni beni Nerelere gideyim, nasıl edeyim Al beni beni Sar beni beni Saramazsan eğer körfeze bırak Gurup ile soneyim
3
Με το ίδιο βήμα θα γυρίσω (Φεύγω πάλι απ΄αυτή τη πόλη, βαδίζοντας προς τα πίσω. Πήραν μπρος οι τροχοί, γυρίζουν - γυρίζουν) Με το ίδιο βήμα θα γυρίσω Με κείνο που έφτανα συχνά στην πόλη αυτή, που τώρα ξανά πάω πίσω, πουθενά Τον ίδιο δρόμο θα γυρίσω. Mονάχη όπως γυρνάει κ'η γη. Γραμμές θολές κι οι ρόδες τρελές. κι όλο πίσω, πάω λες (Και αυτό που με στεναχωρεί περισσότερο είναι αυτή η κοινή μοίρα για όλους τους μεγάλους έρωτες) Κρύβει γκρεμούς, μ' ακούς ; πάντα του έρωτα η στροφή άπιαστους σφυγμούς και καταστροφή Κρύβει γκρεμούς, μ' ακούς ; πάντα του έρωτα η στροφή άπιαστους σφυγμούς και καταστροφή (Αχ! Εμένα τη φτωχή, Βαχ! Εμένα, που να πάω, τι να κάνω. Πάρε με, εμένα. Αγκάλιασε με. Κι αν δεν μπορείς άσε με στης θάλασσας τον κόρφο να σβήσω με το δειλινό.) Αχ δεν ωφελεί να΄ ρθει η Ανατολή Πρέπει να φύγω πριν Πριν σε ποθήσω πιο πολύ Αχ καρδιά φτωχή Στην αγκαλιά του χτες έμοιαζα με βροχή και μ΄ έπινε όλη η γη Αχ δεν ωφελεί να΄ ρθει η Ανατολή Πρέπει να φύγω πριν Πριν σε ποθήσω πιο πολύ Αχ καρδιά φτωχή Στην αγκαλιά του χτες έμοιαζα με βροχή και μ΄ έπινε όλη η γη. 4
Bir tutam baharat Bir tutam baharatla gittin Çarşı içinde bir gölge Ve yollarıma tuz serdin Seni bulayım gizlilerde Baharat, tarçın ve buse Tavanarasında saklı tarife Ay ışığı ve Boğaziçi yalnız O fener bizim çocukluk aşkımız Beni bıraktığın o gece Seni aradım gizlilerde Bir tutam baharata kandım Ben acıyı tattım seninle Baharat, tarçın ve buse Tavanarasında saklı tarife Ay ışığı ve Boğaziçi yalnız O fener bizim çocukluk aşkımız Bir tutam baharatla gittin Çarşı içinde bir gölge
5
Π ο λ ί τ ι κ η κο υ ζ ί ν α Μ ι α π ρ έ ζα μ π α χα ρ ι κά Bir tutam baharatla gittin = Μια πρέζα μπαχαρικά/με έφυγες => Έφυγες με μια πρέζα μπαχαρικά Çarşı içinde bir gölge = Αγορά μέσα/στην μια σκιά => Μια σκιά μέσα στην αγορά Ve yollarıma tuz serdin = Και δρόμους/μου/στους αλάτι σκόρπισες => Και σκόρπισες αλάτι στο δρόμο μου Seni bulayım gizlilerde = Εσένα να/βρω κρυφά/στα => (Για) Να σε βρω στα κρυφά (μέρη) Baharat, tarçın ve buse = Μπαχαρικά, κανέλα και φιλί => Μπαχαρικά, κανέλα και φιλί Tavanarasında saklı tarife = Ταβάνι/ανάμεσα/στο κρυμμένη συνταγή => Συνταγή κρυμμένη στο ταβάνι Ay ışığı ve Boğaziçi yalnız = Σελήνης φως και Βόσπορος μόνο => (Με) μόνο το σεληνόφωτο και το Βόσπορο O fener bizim çocukluk aşkımız = Αυτός φάρος δικός/μας παιδικός έρωτάς/μας => Αυτός ο φάρος ο παιδικός μας έρωτας Beni bıraktığın o gece = Εμένα που/άφησες αυτή νύχτα => Την νύχτα που με άφησες Seni aradım gizlilerde = Εσένα αναζήτησα κρυφά/στα => Σε αναζήτησα στα κρυφά (μέρη) Bir tutam baharata kandım = Μια πρέζα μπαχαρικά/σε πίστεψα => Την πάτησα από μια πρέζα μπαχαρικά Ben acıyı tattım seninle = Εγώ πόνο/τον γεύτηκα μαζί/σου => Γεύτηκα (Ένοιωσα) την πίκρα μαζί σου Baharat, tarçın ve buse = Μπαχαρικά, κανέλα και φιλί => Μπαχαρικά, κανέλα και φιλί Tavanarasında saklı tarife = Ταβάνι/ανάμεσα/στο κρυμμένη συνταγή => Συνταγή κρυμμένη στο ταβάνι Ay ışığı ve Boğaziçi yalnız = Σελήνης φως και Βόσπορος μόνο => (Με) μόνο το σεληνόφωτο και το Βόσπορο O fener bizim çocukluk aşkımız = Αυτός φάρος δικός/μας παιδικός έρωτάς/μας => Αυτός ο φάρος ο παιδικός μας έρωτας Bir tutam baharatla gittin = Μια πρέζα μπαχαρικά/με έφυγες => Έφυγες με μια πρέζα μπαχαρικά Çarşı içinde bir gölge = Αγορά μέσα/στην μια σκιά => Μια σκιά μέσα στην αγορά
6
Α1 ΕΠΙΠΕΔΟ
7
8
Μάθημα 1 – Γενικές πληροφορίες για την Τούρκικη Γλώσσα Η τουρκική ανήκει στην οικογένεια των Αλταϊκών γλωσσών και μιλιέται σήμερα από 74 εκατομμύρια άτομα στην Τουρκία (υπάρχουν επίσης αρκετή διάλεκτοι, οι οποίοι διαφέρουν αρκετά μεταξύ τους) Τα χαρακτηριστικά της σημερινής Τουρκικής που καθιερώθηκε το 1928 είναι:
Τονισμός : Στην Τούρκικη γλώσσα οι μονοσύλλαβες λέξεις δεν τονίζονται. Τα ουσιαστικά, τα επίθετα και τα επιρρήματα συνήθως τονίζονται στην λήγουσα. Επίσης τονίζονται έντονα όλες οι καταλήξεις (π.χ. πληθυντικό, πτώσεις, κτήση, η άρνηση..) Σύνταξη: Η συνηθισμένη σειρά της πρότασης είναι -υποκείμενο + αντικείμενο+ ρήμα- . Βέβαια η σειρά αυτή μπορεί να αλλάξει ειδικά στον προφορικό λόγο όπου μιλάμε πιο ελεύθερα. Επίσης πρέπει να τονίσουμε ότι το σημαντικότερο ρόλο της πρότασης το έχει η τελευταία λέξη, οπότε η σειρά μπορεί να αλλάξει σύμφωνα με αυτό που θέλουμε να τονίσουμε περισσότερο. Στα τουρκικά δεν υπάρχουν άρθρα και γένη. Κάθε γνήσια τούρκικη λέξη έχει ευφωνική διάρθρωση, δηλαδή το πρώτο φωνήεν μιας λέξης ορίζει την τροποποίηση των φωνηέντων που ακολουθούν. Το θέμα της φωνηεντικής αρμονίας θα αναλυθεί στα επόμενα μαθήματα. Συγκολλητική μορφή της τούρκικης: τα επιθήματα της τούρκικης μπορούν να συγκολλούνται η μια μετά την άλλη και να αποτελούν έτσι μονολεκτικές ενότητες. Π.χ. «kalbimdesin» είναι μια μονολεκτική ενότητα η οποία στα ελληνικά σημαίνει «είσαι στην καρδιά μου»
Τουρκικό Αλφάβητο Το τούρκικο αλφάβητο αποτελείται από 29 γράμματα τα οποία είναι τα εξής : ABCÇDEFGĞHİIJKLMNOÖPRSŞTUÜVYZ
Κεφαλαία A B C Ç D E F G
Ğ
H I İ J K L M N O Ö P R S Ş T U Ü V Y Z Μικρά
a b c ç d e f g
ğ
h ı i j k l m n o ö p r s ş t u ü v y z Όνομα γράμματος
a be ce çe de e fe ge
yumuşak he ı i je ke le me ne o ö pe re se şe te u ü ve ye ze ge
Τα φωνήεντα της Τούρκικης γλώσσας χωρίζονται σε : Χοντρά Φωνήεντα: aıou Λεπτά Φωνήεντα: eiöü Τα χοντρά φωνήεντα χωρίζονται σε στρογγυλά και μη-στρογυλλά Χοντρά- μη στρογγυλά: aı Χοντρά στρογγυλά: ou Έτσι και τα λεπτά φωνήεντα χωρίζονται σε στρογγυλά και μη-στρογυλλά Λεπτά – μη στρογγυλά: ei Λεπτά- στρογγυλά: öü Τα σύμφωνα της Τουρκικής χωρίζονται σε: Λεπτά Σύμφωνα : f, s, ş, h, p, ç, t, k
9
Χοντρά Σύμφωνα: b, c, d, g, ğ, j, l, m, n, r, v, y, z
Διαφορές του Τουρκικού αλφαβήτου από άλλα λατινογενείς αλφάβητα: Το Τούρκικο αλφάβητο παρά το γεγονός που χρησιμοποιεί Λατινική γραφή, δεν χρησιμοποιεί κάποια φωνήεντασύμφωνα που χρησιμοποιούν άλλες Δυτικές γλώσσες καθώς και διαθέτει κάποια φωνήματα που δεν τα συναντάμε σε άλλες Λατινικές Γλώσσες Φωνήματα που δεν υπάρχουν στις Δυτικές Γλώσσες Τα φωνήεν «ü» , «ö» και «ı» δεν υπάρχουν στην ελληνική. Για αυτό είναι καλό να μαθαίνετε τα φωνήεντα αυτά με πρακτική και ακούσματα. Για βοηθητικούς και μόνο λόγους να σημειώσουμε ότι το φωνήεν «ü» προφέρεται όπως το γαλλικό «u» (pur) και το φωνήεν «ö» όπως το γαλλικό «eu» (peur). Ενώ το φωνήεν «ı» του οποίου παρόμοιο δεν υπάρχει στις γνωστές ευρωπαϊκές γλώσσες και δυσκολεύει ίσως πολύ τους Έλληνες προφέρεται περίπου σαν το «i» με την διαφορά όμως ότι πρέπει καθώς προφέρεται αυτό το φωνήεν η γλώσσα να είναι τραβηγμένη προς τα πίσω. Τα σύμφωνα που δεν υπάρχουν στις ευρωπαϊκές γλώσσες και προκαλούν σύγχυση είναι το «ş» «ç»και το «ğ». Ο ήχος του «ş» προφέρεται όπως το «sc» στα Ιταλικά, το «ch» στα Γαλλικά, το «sh» στα Αγγλικά και το «sch» στα Γερμανικά. Ενώ το «ğ» (yumuşak g) δεν έχει δικό του ήχο, προφέρεται επεκτείνονταν τον ήχο του προηγούμενου φωνήεν και δεν χρησιμοποιείτε στην αρχή των τουρκικών λέξεων. Να σημειώσουμε επίσης το σύμφωνο «y» το οποίο θεωρείτε πολλές φορές φωνήεν από τους Έλληνες εκπαιδευόμενους, δεν είναι φωνήεν αλλά σύμφωνο ή κάποιες φόρες ημίφωνο. Παραδείγματα: A, a
araba (αυτοκίνητο), Atina (Αθήνα), at (άλογο)
B, b
baba (μπαμπάς), bilgisayar (υπολογιστής), bebek(μωρό)
C, c
cam (τζάμι), can (ψυχή), cesaret (θάρρος)
Ç, ç
çam (πεύκο), çiçek (λουλούδι), çocuk (παιδί)
D, d
dede (παππούς), dolap (ντουλάπι), deniz (θάλασσα)
E, e
elma (μήλο), ekmek (ψωμί), Ege (Αιγαίο)
F, f
fındık (φουντούκι), fil (ελέφαντας), fosfor (φώσφορος)
G, g
güzel (όμορφος,-η,-ο), gül (τριαντάφυλλο), gaz (γκάζι)
Ğ, ğ
Δεν προφέρεται καθόλου ή μακραίνει το προηγούμενο φωνήεν, δεν βρίσκεται στην αρχή των λέξεων. Π.χ. oğlan (αγόρι), ağa (αγάς)
H, h
hayvan (ζώο), hasta (άρρωστος), haber (είδηση, νέο)
I, ı
ışık (φώς), Irak (Ιρακ), ırk (φυλή, ράτσα)
İ, i
iyi (καλός, -η, -ο), iki (δύο), İzmir (Σμύρνη)
J, j
Japonya (Ιαπωνία), jandarma (χωροφύλακας), jambon (ζαμπόν)
K, k
kalem (μολύβι), kestane (κάστανο), küçük (μικρός, -ή, -ο)
L, l
lale (τουλίπα), limon (λεμόνι), lahana (λάχανο)
M, m
masa (τραπέζι), mağaza (μαγαζί), müzik (μουσική)
N, n
naz(νάζι), nazar (μάτιασμα), nar (ρόδι)
O, o
okul (σχολείο), omuz (ώμος), ot (χορτάρι)
Ö, ö
öz (ουσία), öğretmen (δάσκαλος), ödev (καθήκον)
P, p
panayır (πανηγύρι), pasta (τούρτα), perde (κουρτίνα)
R, r
resim (φωτογραφία), rakı (ρακί), rota (ρότα)
10
S, s
Salı (τρίτη), sokak (σοκάκι), saat (ρολόι, ώρα)
Ş, ş
şah (σάχης), şeytan (διάβολος), şemsiye (ομπρέλα)
T, t
tat (γεύση), tembel (τεμπέλης, -α), tavuk (κοτόπουλο)
U, u
uçak (αεροπλάνο), uğur (γούρι), uzak (μακριά)
Ü, ü
üç (τρία), üzüm (σταφύλια), ün (φήμη)
V, v
vapur (πλοίο), valiz (βαλίτσα), vida (βίδα)
Y, y
yaz(καλοκαίρι), yoğurt(γιαούρτι), yağ(λάδι)
Z, z
zor (δύσκολο), zeytin (ελιά), zalim (άπονος)
Τα σημεία στίξης \ Noktalama İşaretleri Parantez (ayraç)
() « »
Παρένθεση
İki nokta
:
Δυο τελείες
Kesme işareti
‘
Απόστροφος
Kısa çizgi
-
Παύλα
Nokta
.
Τελεία
Noktalı virgül
;
Άνω τελεία
Soru işareti
?
Ερωτηματικό
Tırnak işareti
¨¨
Εισαγωγικά
Virgül
,
Κόμμα
Ünlem işareti
!
Θαυμαστικό
Üç nokta
…
Αποσιωπητικά
Η χρήση τους δεν διαφέρει από την Ελληνική γλώσσα. Προσοχή! Στη Τούρκικη γλώσσα το ερωτηματικό είναι (?) και όχι (;) όπως είναι στα Ελληνικά. Το (;) χρησιμοποιείτε ως άνω τελεία.
11
Μάθημα 2 – Χρήσιμες Τούρκικες λέξεις Ο Τούρκικος λαός είναι αρκετά φιλικός και χαίρετε ιδιαίτερα όταν ακούει έναν ξένο (και ιδικά έναν Έλληνα) να λέει ένα γεια, αντίο ή ευχαριστώ στην Τούρκικη γλώσσα. Στο μάθημα αυτό μαθαίνουμε πως μπορούμε να πούμε ποίες είναι αυτές οι βασικές αλλά πολύ χρήσιμες λέξεις που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε στην καθημερινή μας επικοινωνία.
Selamlaşma – Χαιρετισμό Merhaba! (γεια) Selam! (γεια – φιλικό)
/Μέρχαμπα/ / Σελάμ/
Sabah- Πρωί Günaydın! (καλή μέρα) İyi günler! (καλή μέρα)
/Γκουναϊντίν/ (Το φωνήεν “ü” προφέρεται σαν το γαλλικό “u”) /Ιγί γκουνλέρ/
Ayrılırken – Στον αποχαιρετισμό İyi günler! (καλή μέρα) İyi akşamlar! (καλό βράδυ) “sh”) İyi geceler! (καλή νύχτα) Görüşürüz! (τα λέμε) Güle güle! (στο καλό) Hoşça kal! (αντίο) Hoşça kalın! (σας χαιρετώ)
/Ιγί γκουνλέρ/ /Ιγί ακσαμλάρ/ (Το σύμφωνο “ş” είναι παχύ σ και προφέρεται σαν το αγγλικό /Ιγί γκετσελέρ/ /Γκορουσούρουζ/ /Γκουλέ γκουλέ/ /Χοστσά κάλ/ (Το σύμφωνο “ç” είναι παχύ “τσ”) /Χοστσά καλίν/
Seslenme- Προσφώνηση Πριν από το ονοματεπώνυμο Bay (κύριος) /Μπάγ/ -Bayan (κυρία) /Μπαγάν/ Bay Niko, Bayan Eleni Μετά το όνομα Bey (κύριος) /Μπέϊ/, Efendi (κύριος- αφέντης) /Εφέντι/, Hanım (κυρία) /Χανίμ/ Ahmet Bey, Ahmet Efendi, Ayşe Hanım
Hanımefendi (δεσποινίς) /Χανίμεφέντι/ , Beyefendi (κύριος) /Μπεϊεφέντη/
Καλωσόρισμα Hoş geldin! (καλώς ήρθες) /χός γκελτίν/ Hoş geldiniz! (καλώς ήρθατε) /χός γκελτινίζ/ Hoş bulduk! (καλώς σας βρήκα) /χός μπουλντούκ/ Buyurun! (ορίστε, περάστε) /μπούγρουν/
Teşekkür- Ευχαριστίες Teşekkür ederim! (ευχαριστώ) /τεσεκκούρ εντερίμ/ Teşekkürler! (ευχαριστώ) /τεσεκκουρλέρ/ Mersi! (ευχαριστώ) /μερσί/ Sağ ol (να είσαι καλά) /σάολ/ (Το σύμφωνο “ğ” δεν προφέρεται) Sağ olun (να είστε καλά) /σάολουν/ Bir şey değil! (παρακαλώ, δεν κάνει τίποτα) /μπίρ σέι ντείλ/ Rica ederim! (παρακαλώ) /ριτσά εντερίμ/
Συγγνώμη – Özür Dilemek Affedersin! (συγγνώμη) /αφεντέρσιν/ Affedersiniz! (συγγνώμη- ευγενικό) /αφεντέρσινιζ/ Özür dilerim! (συγγνώμη) /οζούρ ντιλερίμ/ (Το φωνήεν “ö” είναι φωνή ανάμεσα στο α-ε και προφέρεται σαν το γαλλικό «eu») Pardon! (συγγνώμη) /μπαρντόν/ Kusura bakmayın! (συγγνώμη) /κουσουρά μπάκμαγιν/
12
Χρήσιμες Τούρκικες λέξεις Evet (ναι) /έβετ/ Hayır (όχι) /χάγιρ/ Lütfen (σε/σας παρακαλώ) /λούτφεν/ Tamam (εντάξει) /ταμάμ/ Ne? (τι;) /νε;/ İmdat! (βοήθεια!) /ιμντάτ/ Ne zaman? (πότε) /νε ζαμάν;/ Neden? (γιατί) /νεντέν;/ Güzel (ωραία, καλά!) /γκουζέλ/ Anlamadım ( δεν κατάλαβα) /ανλάματνίμ/
Βασικοί Διάλογοι Günaydın. (καλημέρα) /γκουναγτνίν/ Günaydın. /γκουναγτνίν/ Benim adım Ahmet (το όνομα μου είναι Ahmet) / Μπενίμ αντίμ Αχμέτ/ Benim adım Yasemin. / Μπενίμ αντίμ Υιασεμίν/ Memnun oldum. (χάρηκα ) / μεμνούν ολντούμ/ Ben de memnun oldum. (και εγώ χάρηκα) / Μπέν ντε μεμνούν ολντούμ/ İyi günler. (αντίο) /Ιγί γκουνλέρ/ İyi günler. /Ιγί γκουνλέρ/ ————————————————————————————————————————————– -
Merhaba. (γεια) /μέρχαμπα/ Merhaba. /μέρχαμπα/ Nasılsın? (πώς είσαι;) /νασιλσίν/ İyiyim. Sen nasılsın? (καλά. Εσύ πως είσαι;) /ιγίγιμ, σέν νασιλσίν;/ Ben de iyiyim. (και εγώ είμαι καλά) /μπέν ντε ιγίγιμ/ Adın ne? (πώς σε λένε;) /αντίν νέ;/ Benim adım Emre. Senin adın ne? (Το όνομα μου είναι Emre. Εσένα πώς σε λένε;) Benim adım Ayşe. / μπενίμ αντίμ Αϊσέ/ Memnun oldum. /μεμνούμ ολντούμ/ Ben de memnun oldum. /μπέν ντε μεμνούμ ολντούμ/ Görüşürüz. (τα λέμε) /γκορουσούρουζ/
-
Güle güle. (στο καλό)
-
İyi günler. Nasılsınız? (καλημέρα, πως είσαστε;)
/ Μπενίμ αντίμ Εμρέ/
/γκουλέ γκουλέ/ /Ιγί γκουνλέρ, νασίλσινιζ;/
Teşekkür ederim. İyiyim. Siz nasılsınız? (ευχαριστώ, καλά είμαι. Εσείς πως είσαστε;) ιγίγιμ, σίζ νασιλσινίζ;/ Ben de çok iyiyim. Adınız ne? (και εγώ είμαι πολύ καλά. Ποιο είναι το όνομα σας;) αντινίζ νέ;/
/τεσεκκούρ εντερίμ,
/μπέν ντε τσόκ ιγιγίμ,
Benim adım Elif, sizin adınız ne? (με λένε Elif. Εσάς τι είναι το όνομα σας;) / μπενίμ αντίμ Ελίφ, σιζίν αντινίζ νέ;/ Benim adım Ebru. Memnun oldum. (με λένε Ebru. Χάρηκα ) / μπενίμ αντίμ Εμπρού,μεμνούμ ολντούμ/ Ben de memnun oldum. (και εγώ χάρηκα) /μπέν ντε μεμνούμ ολντούμ/ İyi akşamlar. (καλό βράδυ.) /Ιγί ακσαμλάρ/ Güle güle. (στο καλό) /γκουλέ γκουλέ/
13
Μάθημα 3 – Αριθμοί – Numaralar Η δημιουργία αριθμών στην τούρκικη είναι απλή και άμεση. Ο κανόνας είναι να ακολουθήσετε τον κανόνα της μείωσης των αριθμών όπως γίνεται και στα ελληνικά. Πρέπει να μάθετε τους αριθμούς από το 0 μέχρι το 10 όπως και το 10,20,30,40….100, 1.000, 1.000.000, 1.000.000,000… χωρίς οποιονδήποτε κανόνα. Οι υπόλοιποι αριθμοί έχουν να κάνουν με την εφαρμογή του κανόνα και η εκμάθηση τους θέλει καλή εξάσκηση.
0
sıfır
21
yirmi bir
1
bir
22
yirmi iki
2
iki
30
otuz
3
üç
40
kırk
4
dört
50
elli
5
beş
60
altmış
6
altı
70
yetmiş
7
yedi
80
seksen
8
sekiz
90
doksan
9
dokuz
100
yüz
10
on
137
yüz otuz yedi
11
on bir
200
iki yüz
12
on iki
300
üç yüz
13
on üç
1,000
bin
14
on dört
2,000
iki bin
15
on beş
10,000
on bin
16
on altı
25,000
yirmi beş bin
17
on yedi
1,000,000
bir milyon
18
on sekiz
1,000,000,000
bir milyar
19
on dokuz
20
yirmi
14
Μάθημα 4 – Φωνηεντική Αρμονία – ÜNLÜ UYUMU Büyük Ünlü Uyumu – Μεγάλη Φωνηεντική Αρμονία Τα φωνήεντα της τουρκικής είναι τα εξής:
Όπως έχουμε ήδη αναφέρει τα χοντρά φωνήεντα είναι τα : a, ı, o, u Και τα λεπτά φωνήεντα: e, i, ö, ü Σύμφωνα με την μεγάλη φωνηεντική αρμονία όταν στη λήγουσα μιας λέξης υπάρχει χοντρό φωνήεν, το επίθημα που ακολουθεί θα είναι και αυτό χοντρό. Όταν το φωνήεν της λήγουσας είναι λεπτό, λεπτό είναι και το φωνήεν του επιθήματος που ακολουθεί. Η αρμονία βρίσκεται σε όλες τις γνήσιες τούρκικες λέξεις εκτός τις λέξεις με ξένη προέλευση ή τις σύνθετες. Την μεγάλη φωνηεντική αρμονία την συναντούμε στην κατάληξη πληθυντικού (-lar, -ler), στο επίθημα του απαρεμφάτου (-mak, -mek), στην τοπική πτώση (-da, -de), στην αφαιρετική πτώση (-dan, -den) κ.α. Περίληψη όταν στη λήγουσα υπάρχει a, ı το προσωπικό επίθημα παίρνει ı όταν στη λήγουσα υπάρχει e, i το προσωπικό επίθημα παίρνει i όταν στη λήγουσα υπάρχει o, u το προσωπικό επίθημα παίρνει u όταν στη λήγουσα υπάρχει ö, ü το προσωπικό επίθημα παίρνει ü Π.χ. araba –lar (αυτοκίνητα) gel- mek
(έρχομαι)
ev- de
(στο σπίτι)
okul- dan
(από το σχολείο)
Küçük Ünlü Uyumu – Μικρή Φωνηεντική Αρμονία Στην μικρή φωνηεντική αρμονία έχουμε έναν δεύτερο πίνακα για τα φωνήεντα τα οποία εκτός από χοντρά- λεπτά τα χωρίζουμε και σε στρογγυλά- μή στρογγυλά. Τα στρογγυλά φωνήεν είναι: u, o, ü, ö Τα μη- στρογγυλά φωνήεν είναι: a, ı, i, e
15
H μικρή φωνηεντική αρμονία βασίζεται στον παρακάτω κανόνα: όταν στη λήγουσα υπάρχει a, ı το προσωπικό επίθημα παίρνει ı όταν στη λήγουσα υπάρχει e, i το προσωπικό επίθημα παίρνει i όταν στη λήγουσα υπάρχει o, u το προσωπικό επίθημα παίρνει u όταν στη λήγουσα υπάρχει ö, ü το προσωπικό επίθημα παίρνει ü Την μικρή φωνηεντική αρμονία την συναντάμε στις παραγωγικές καταλήξεις όπως για επαγγέλματα (-cı, -ci, -cu, cü), στην αιτιατική (-i,- ı, -u, -ü) και γενική πτώση (-in, -ın, -un, -ün) κ.α. Π.χ. kapı – cı (θυρωρός) ev – i (την πόρτα) yol – un (του δρόμου)
ÜNSÜZ BENZEŞMESİ –ΤΡΟΠΗ ΣΥΜΦΩΝΩΝ Τα χοντρά σύμφωνα της Τουρκικής είναι: p, ç, t, k, f, h, s, ş Τα λεπτά σύμφωνα της Τουρκικής είναι: b, c, d, g, ğ, v, z, j Ο πρώτος κανόνας για τα σύμφωνα είναι η μετατροπή των συμφώνων «p, ç, t, k» σε «b, c, d, ğ». Δηλαδή όταν μια λέξη λήγει με «p, ç, t, k» και ακολουθεί κατάληξη της οποίας το πρώτο γράμμα είναι φωνήεν τα σύμφωνα αυτά μετατρέπονται σε «b, c, d, ğ». Π.χ. sokak (οδός )
sokağı (την οδό)
amaç (σκοπός)
amaca (στο σκοπό)
O δεύτερος κανόνας για τα σύμφωνα είναι όταν έχουμε μια λέξη που λήγει σε ένα από τα φωνήεντα p, ç, t, k, f, h, s, ş και ακολουθούν καταλήξεις με τα σύμφωνα «c, d» τότε αυτά μετατρέπονται σε « ç, t». Δηλαδή: c —– ç d —– t π.χ. çiçek (λουλούδι)
çiçek+ cı—- çiçekçi (ανθοπώλης)
Να τονίσουμε ότι δεν υπάρχει γενικός κανόνας για την τροπή συμφώνων έτσι υπάρχουν αρκετές εξαιρέσεις.
16
Μάθημα 5 – Πληθυντικός – Çoğul Eki -lar, ler Ο πληθυντικός αριθμός των ουσιαστικών σχηματίζεται με την προσθήκη του επιθήματος –lar, –ler στον ενικό αριθμό της λέξης. Βασίζεται στην μεγάλη φωνηεντική αρμονία . Έχουμε δηλαδή : a,
ı,
e,
i,
o, ö,
u
-lar ü
-ler
ev (σπίτι)
evler (σπίτια)
araba (αυτοκίνητο)
arabalar (αυτοκίνητα)
köy (χωριό)
köyler (χωριά)
Εξαίρεση: Ορισμένες ξένες λέξεις που λήγουν σε χοντρό φωνήεν δέχονται καταλήξεις με λεπτό φωνήεν, επειδή η προφορά τους είναι λεπτόφωνη: harf (γράμμα) – harfler, kalp (καρδιά) – kalpler, alkol (αλκοόλ)- alkoller, hayal (όνειρο)- hayaller, saat (ώρα, ρολόι)- saatler
17
Μάθημα 6 – Παραγωγικές καταλήξεις – Yapım ekleri (Sıfat ekleri) Στο κεφάλαιο αυτό θα βρείτε κάποιες χρήσιμες παραγωγικές καταλήξεις
-lı, -li, -lu, -lü 1- Δηλώνει τόπο προέλευσης ή καταγωγής από τοπωνυμίες. Εδώ ισχύει η μικρή φωνηεντική αρμονία. Δηλαδή: όταν στη λήγουσα υπάρχει a, ı το προσωπικό επίθημα παίρνει -lı όταν στη λήγουσα υπάρχει e, i το προσωπικό επίθημα παίρνει -li όταν στη λήγουσα υπάρχει o, u το προσωπικό επίθημα παίρνει -lu όταν στη λήγουσα υπάρχει ö, ü το προσωπικό επίθημα παίρνει -lü Selanik (Θεσσαλονίκη) Selanikli (Θεσσαλονικιός/ -ιά) Atina Atinalı İstanbul İstanbullu İspanya İspanyalı İtalya İtalyalı
Επιπλέον με τις καταλήξεις -lı, -li, -lu, -lü παράγουμε επίθετα από ουσιαστικά με την έννοια της περιεκτικότητας μπορούμε να τα αποδώσουμε στα Ελληνικά και με την πρόθεση <με>. Süt (γάλα ) sütlü (με γάλα) Şeker (ζάχαρη) şekerli (με ζάχαρη) Sütlü kahve (καφές με γάλα) şekerli çay (τσάι με ζάχαρη) H κατάληξη -lı, -li, -lu, -lü χρησιμοποιείται επίσης για οπαδούς αθλητικών ομάδων: Galatasaray Galatasaraylı A.E.K Aekli
-sız,-siz,-suz,-süz
Η καταλήξεις -sız,-siz,-suz,-süz δηλώνουν την έννοια μη περιεκτικότητας δηλαδή «χωρίς …..» Sütsüz kahve (καφές δίχως γάλα) Şekersiz çay (τσάι δίχως ζάχαρη) Για να παράγουμε επαγγέλματα χρησιμοποιούμε τις καταλήξεις :
-cı,-ci,-cü,-cu
Μετά από τα σύμφωνα <ç,f,h,k,p,s,ş,t> έχουμε –çı,-çi,-çu,-çü Kapı- Kapıcı (πόρτα- θυρωρός ) Araba- Arabacı (άμαξα – αμαξάς) Siyaset- Siyasetçi (πολιτική – πολιτικός)
- cik, -cık, -cük, -cuk (-çik, -çık, -çuk, -çük)
Παράγουμε υποκοριστικά ουσιαστικά και επίθετα. Δεν ισχύει για όλα τα επίθετα. Τα επίθετα που τελειώνουν σε «k» χάνουν το τελικό «k» Kedi kedicik Eleni
(γάτα- γατούλα)
Elenicik (Ελένη- Ελενίτσα)
sıcak sıcacık (ζεστό- ζεστούτσικο)
18
Μάθημα 7 – Δεικτικές αντωνυμίες – İşaret Zamirleri Bu ( αυτός, -ή, -ό ) για κάτι που βρίσκεται κοντά μας Şu (αυτός, -ή, -ό ) για κάτι που βρίσκεται λίγο μακριά Ο (εκείνος, -ή, -ό) Βunlar ( αυτοί, -ές -ά ) Şunlar ( αυτοί, -ές -ά ) Onlar (εκείνοι, -ές -ά)
μας
Στα Τούρκικα δεν υπάρχει το ρήμα «είμαι». Δηλώνουμε το ρήμα αυτό με κάποιες καταλήξεις τις οποίες θα αναφέρουμε στο επόμενο μάθημα. Το τρίτο πρόσωπο δεν παίρνει κατάληξη. Οπότε για να πω «Αυτό είναι αυτοκίνητο» λέω απλά «Bu araba» Για έμφαση μπορώ να προσθέσω την κατάληξη «-dır» «Bu arabadır». Προσοχή! Η κατάληξη «-dır» δεν πρέπει να χρησιμοποιείτε συχνά γιατί προκαλεί πλεονασμό. Για αυτό να το χρησιμοποιούμε μόνο όταν θέλουμε να δώσουμε έμφαση. Βu ev. Şu araba. O defter. Για να σχηματίσω πληθυντικό τρίτου πρόσωπου δεν είναι ανάγκη να χρησιμοποιήσω πληθυντικό και στο ουσιαστικό (ένας πληθυντικός αρκεί) Bunlar ev. Şunlar araba. Onlar defter. Τι είναι αυτό; / Τι είναι αυτά; Για να σχηματίσω ερώτηση, χρησιμοποιώ δεικτική αντωνυμία και την ερωτηματική αντωνυμία «ne» (τι;) Βu ne? Bu, masa
Bunlar ne? Bunlar, masa
Ποίος είναι αυτός / -ή/ -ό ; Για να ρωτήσω για ανθρώπους χρησιμοποιώ την ερωτηματική αντωνυμία «kim» (ποιος;) Bu kim? Bu, öğretmen
Bunlar kim? Bunlar, öğretmen
Soru eki / Eρωτηματικό μόριο (-mı?,-mi?-mu?,-mü?) Για ερωτήσεις οι οποίες έχουν ως απάντηση «ναι ή όχι» (evet, hayır) χρησιμοποιούμε το ερωτηματικό μόριο και εδώ ισχύει η μικρή φωνηεντική αρμονία. Δηλαδή: όταν στη λήγουσα υπάρχει a, ı το ερωτηματικό μόριο είναι mı? όταν στη λήγουσα υπάρχει e, i το ερωτηματικό μόριο είναι mi? όταν στη λήγουσα υπάρχει o, u το ερωτηματικό μόριο είναι mu? όταν στη λήγουσα υπάρχει ö, ü το ερωτηματικό μόριο είναι mü? Bu ev mi? (αυτό είναι σπίτι;) Bu araba mı? (αυτό είναι αυτοκίνητο;) (Δεικτική αντ. + ουσιαστικό + ερωτηματικό μόριο) Η πιθανές απαντήσεις είναι: Evet, bu ev. (ναι, αυτό είναι σπίτι) Hayır, bu ev değil. (όχι, αυτό δεν είναι αυτοκίνητο) Για να σχηματίσουμε αρνητικές προτάσεις με τα ουσιαστικά και τα επίθετα χρησιμοποιούμε το μόριο değil-. (δεν) Bu araba mı? Hayır, bu araba değil.
19
Μάθημα 8 – İmek eki (Βοηθητικό ρήμα «είμαι» – ως κατάληξη) Στα τουρκικά δεν υπάρχουν βοηθητικά ρήματα, αλλά μια σειρά από καταλήξεις που μπορούν να προστίθενται σε επίθετα, ουσιαστικά κ.α. Έτσι και με το βοηθητικό ρήμα «είμαι» χρησιμοποιούμε το αντίστοιχο προσωπικό επίθημα σε επίθετα, ουσιαστικά και αλλά ακολουθώντας τον κανόνα της φωνηεντικής αρμονίας. Ας δούμε πρώτα τις προσωπικές αντωνυμίες της Τούρκικης γλώσσας:
Ben
Εγώ
Sen
Εσύ
O
Αυτός, αυτή, αυτό
Biz
Εμείς
Siz
Εσείς
Onlar
Αυτοί, αυτές, αυτά
Τα προσωπικά επιθήματα που θα χρησιμοποιούμε στη θέση του βοηθητικού ρήματος «είμαι» για τις αντίστοιχες προσωπικές καταλήξεις είναι:
(y)ım (y)im (y)um (y)üm
Αναλυτικά για κάθε πρόσωπο έχουμε την εξής μορφή:
[-im] το οποίο χρησιμοποιείτε για το α’ πρόσωπο ενικού αριθμού αντιστοιχεί κατά κάποιον τρόπο, στο είμαι [-sin] το οποίο χρησιμοποιείτε για το β’ πρόσωπο ενικού αριθμού -(-(-(-(αντιστοιχεί κατά κάποιον τρόπο, στο είσαι [- ] το οποίο χρησιμοποιείτε για το γ’ πρόσωπο ενικού αριθμού αντιστοιχεί dır) dir) dur) dür) κατά κάποιον τρόπο, στο είναι (όπως έχουμε αναφέρει και σε -(y)ız -(y)iz -(y)uz -(y)üz προηγούμενο μάθημα αν θέλουμε να τονίσουμε το τρίτο πρόσωπο μπορούμε να βάλουμε την κατάληξη -dır ) -sınız -siniz [-iz] το οποίο χρησιμοποιείτε για το α’ πρόσωπο πληθυντικού αριθμού sunuz sünüz αντιστοιχεί κατά κάποιον τρόπο στο είμαστε [-siniz] το οποίο χρησιμοποιείτε για το β’ πρόσωπο πληθυντικού αριθμού αντιστοιχεί κατά κάποιον τρόπο στο είστε [ ] το οποίο χρησιμοποιείτε για το γ’ πρόσωπο πληθυντικού αριθμού αντιστοιχεί κατά κάποιον τρόπο στο είναι (όπως και στον ενικό αριθμό, δεν υπάρχει κατάληξη) Για να ξεχωρίζουμε τον πληθυντικό από τον ενικό χρησιμοποιούμε το επίθημα του πληθυντικού αριθμού των ουσιαστικών που είναι -lar και –ler. Ας δούμε τώρα ένα παράδειγμα σε όλα τα πρόσωπα. Δεν πρέπει να ξεχάσουμε ότι στα τουρκικά το ρήμα μπαίνει πάντα στο τέλος. Οπότε δεν λέμε «είμαι γιατρός» αλλά «γιατρός είμαι»
-sın
-sin
-sun
-sün
Ben doktorum = Εγώ είμαι γιατρός. Sen doktorsun = Εσύ είσαι γιατρός. O doktor(-dur) = Αυτός/-ή είναι γιατρός. Biz doktoruz = Εμείς ήμαστε γιατροί. Siz doktorsunuz = Εσείς ήσαστε γιατροί. Onlar doktorlar (-dır) = Αυτοί/-ές είναι γιατροί. Μπορούμε να παραλείπουμε τις προσωπικές αντωνυμίες μιας και κάθε προσωπικό επίθημα δηλώνει και το πρόσωπο για το οποίο αναφερόμαστε.
Στις λέξεις που λήγουν φωνήεν προσθέτουμε στο πρώτο ενικό και πρώτο πληθυντικό αριθμό το συνδετικό σύμφωνο «-y-»
20
iyiyim = είμαι καλά iyisin = είσαι καλά iyi (dir) = είναι καλά iyiyiz = ήμαστε καλά iyisiniz = ήσαστε καλά iyiler (-dir) = είναι καλά. Τονισμός: Τα προσωπικά επιθήματα του βοηθητικού ρήματος «είμαι» δεν τονίζονται. Τονίζουμε λοιπόν την τελευταία συλλαβή από το ουσιαστικό, το επίθετο κ.α Π.χ. Ben güzelim Sen zayıfsın Άρνηση Στην άρνηση όπως είδαμε και με τις δεικτικές αντωνυμίες χρησιμοποιούμε το αρνητικό μόριο değil. Για να κάνουμε άρνηση στο βοηθητικό ρήμα «είμαι» γράφουμε την λέξη και ακολουθεί το αρνητικό μόριο değil στο οποίο προσθέτουμε τις προσωπική κατάληξη. Επειδή τα φωνήεντα του αρνητικού μορίου değil διατηρούνται ως έχουν δεν χρειάζεται να ανησυχούμε για την αρμονία των φωνηέντων. Δηλαδή: Doktor değilim = Δεν είμαι γιατρός Doktor değilsin = Δεν είσαι γιατρός Doktor değil(dir) = Δεν είναι γιατρός Doktor değiliz = Δεν είμαστε γιατροί Doktor değilsiniz = Δεν είσαστε γιατροί Doktor değiller(dir) = Δεν είναι γιατροί Τονισμός: Τονίζουμε στην τελευταία κατάληξη του αρνητικού μορίου değil Doktor değilim.
Ερώτηση Η ερώτηση στο βοηθητικό ρήμα «είμαι» δημιουργείτε με το ερωτηματικό επίθημα mi-. Το επίθημα αυτό ακολουθεί τη λέξη αλλά δεν ενώνεται μαζί της. Τα προσωπικά επιθήματα ενώνονται με το ερωτηματικό μόριο στο κατάλληλο πρόσωπο και βρίσκονται πάλι στο τέλος. Ισχύει και εδώ η αρμονία των φωνηέντων. Έτσι λοιπόν έχουμε τέσσερις μορφές, «mi-, mı-, mu-, mü-.» Αν και δεν είναι απαραίτητη εάν θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε το επίθημα του πληθυντικού (-lar, -ler) στο τρίτο πληθυντικό αριθμό θα πρέπει να τοποθετείτε στη λέξη και όχι στο ερωτηματικό μόριο. Doktor muyum? = Είμαι γιατρός; Doktor musun? = Είσαι γιατρός; Doktor mu(dur) ? = Είναι γιατρός; Doktor muyuz? = Είμαστε γιατροί; Doktor musunuz? = Είσαστε γιατροί; Doktor(lar) mi(dir)? = Είναι γιατροί; Αρνητική Ερώτηση Στην αρνητική ερώτηση χρησιμοποιούμε και το αρνητικό μόριο «değil» αλλά και το ερωτηματικό μόριο «mi-, mı-, mu-, mü-.» Doktor değil miyim? = Δεν είμαι γιατρός; Doktor değil misin? = Δεν είσαι γιατρός; Doktor değil mi(dir)? = Δεν είναι γιατρός; Doktor değil miyiz? = Δεν είμαστε γιατροί; Doktor değil misiniz? = Δεν είσαστε γιατροί; Doktor değiller mi? = Δεν είναι γιατροί; Ότι είδαμε παραπάνω ισχύει και για το ερωτηματικό επίθημα mi-. Το επίθημα αυτό ακολουθεί τη λέξη αλλά δεν ενώνεται μαζί της όπως η προσωπική κατάληξη. Παρόλα αυτά, ισχύει και για αυτό η αρμονία των φωνηέντων. Έχει λοιπόν τέσσερις μορφές, τις mi-,mı-, mu-, mü-. Ας σημειώσουμε εδώ ότι η προσωπική κατάληξη τοποθετείται πάντα στο τέλος, επομένως ενώνεται με το ερωτηματικό επίθημα.
21
Όταν θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε τον ερωτηματικοαρνητικό τύπο, τοποθετούμε απλώς το ερωτηματικό μόριο mi- μετά τοdeğil. Όπως πάντα, η προσωπική κατάληξη ακολουθεί. Türk
değil
miyim?
Türk
değil
misin?
Türk
değil
mi?
Türk
değil
miyiz?
Türk
değil
misiniz?
Türk
değiller
mi?
22
Μάθημα 9 – Βοηθητικό ρήμα «έχω» Στη Τούρκικη γλώσσα το βοηθητικό ρήμα «έχω» δεν υπάρχει. Αντί αυτού χρησιμοποιείται το ρήμα υπαρκτός ή ανύπαρκτος. Δηλαδή όταν θέλουμε να πούμε στα Τούρκικα «έχω σπίτι» θα πούμε «το σπίτι μου υπαρκτό είναι». Επίσης το επίθετο υπαρκτός χρησιμοποιείται και το ρήμα «υπάρχω». Για να πούμε δηλαδή «είμαι στο σπίτι» στην ουσία θα πούμε «στο σπίτι υπαρκτός είμαι» Var Yok
: :
evim var evin var evi var evimiz var eviniz var evleri var evim yok evin yok evi yok evimiz yok eviniz yok evleri yok evim var mı? evin var mı? evi var mı? evimiz var mı? eviniz var mı? evleri var mı? ===== =====
υπαρκτό ανύπαρκτο
(έχω σπίτι) (έχεις σπίτι) (έχει σπίτι) (έχουμε σπίτι) (έχετε σπίτι) (έχουν σπίτι) (δεν έχω σπίτι) (δεν έχεις σπίτι) (δεν έχει σπίτι) (δεν έχουμε σπίτι) (δεν έχετε σπίτι) (δεν έχουν σπίτι) (έχω σπίτι;) (έχεις σπίτι;) (έχει σπίτι;) (έχουμε σπίτι;) (έχετε σπίτι;) (έχουν σπίτι;)
Evet, evim var (Ναι, έχω σπίτι) Hayır, evim yok (Όχι, δεν έχω σπίτι)
Για να πούμε «έχω ένα αυτοκίνητο» θα πρέπει να πούμε «σε μένα ένα αυτοκίνητο υπαρκτό είναι». Στο σημείο αυτό μαθαίνουμε την τοπική πτώση την οποία θα αναλύσουμε σε άλλο μάθημα. Το επίθημα της τοπικής πτώσης είναι -de, -da. Όταν η λέξη που παίρνει την τοπική πτώση λήγει σε f,s,t,k,ç,ş,h,p το επίθημα γίνεται -te, -ta. Δηλαδή; «έχω ένα αυτοκίνητο» / Bende bir araba var. (σε μένα) (ένα) (αυτοκίνητο) (υπαρκτό) «δεν έχω λεφτά» / Bende para yok. (σε μένα) (λεφτά) (ανύπαρκτα) Προσοχή ! Επειδή μιλάμε στο τρίτο πρόσωπο δεν υπάρχει το ρήμα «είμαι». Αν πάλι θέλουμε να τονίσουμε την πρόταση μας μπορούμε να προσθέσουμε το επίθημα –dır,-dir,dur,-dür. Bende bir araba vardır.
23
Μάθημα 10 – Απλός Ενεστώτας – ŞİMDİKİ ZAMAN Στην τουρκική τα απαρέμφατα είναι άκλιτες ρηματικές λέξεις, άχρονες και απρόσωπες. Κατά κάποιο τρόπο είναι οι ονομασίες των ρημάτων και σχηματίζονται από το θέμα του ρήματος και την κατάληξη –mak, -mek. Για κάθε ρήμα υπάρχει ένα καταφατικό και όπως και ένα αρνητικό απαρέμφατο. Η άρνηση δημιουργείται όταν προσθέσουμε το επίθημα -me- ή -ma- στη ρίζα τού καταφατικού απαρεμφάτου. (-mamak, – memek). Αγαπώ Βλέπω Γελώ Διαβάζω Εργάζομαι Θέλω Κάνω
sevmek görmek gülmek okumak çalışmak istemek yapmak
δεν αγαπώ δε νομίζω δε σπάω δεν ξέρω
sevmemek sanmamak kırmamak bilmemek
ΑΠΛΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ / ŞİMDİKİ ZAMAN Χρησιμοποιείται για πράξεις ή ενέργειες που γίνονται την ώρα που μιλάμε, που άρχισαν προ πολλού αλλά συνεχίζονται και στο παρόν ή για σίγουρες πράξεις που θα συμβούν στο σύντομο μέλλον.
Olumlu/ Κατάφαση Σχηματίζεται με τη χρονική κατάληξη <-iyor,-ıyor,-uyor,-üyor> και τις καταλήξεις του συνδετικού ρήματος είμαι < -ım, -sın, – , -ız, -sınız, -(lar) >. Gel – iyor – um (Θέμα) (χρονική κατάληξη) (κατάληξη προσώπου) Το τρίτο πρόσωπο ενικού και πληθυντικού, δεν λαμβάνει κατάληξη προσώπου. Seviyorum
(αγαπώ…..)
Seviyorsun SeviyorSeviyoruz Seviyorsunuz Seviyorlar
• Εάν το ρήμα λήγει σε φωνήεν, αφαιρούμε το τελικό φωνήεν και κάνουμε την αρμονία με το φωνήεν της λήγουσας. Anlamak —–anlıyorum İstemek——–istiyorum Oynamak——oynuyorum Söylemek—–söylüyorum
Soru / ερώτηση • Η ερώτηση σχηματίζεται σε όλους τους χρόνους του ρήματος με το ερωτηματικό μόριο < mı, mi, mu, mü> • Το ερωτηματικό μόριο γράφεται ξεχωριστά από το ρήμα ή τη λέξη αλλά ακολουθεί τον κανόνα της φωνηεντικής αρμονίας.
24
Seviyor muyum? Seviyor musun? Seviyor mu? Seviyor muyuz? Seviyor musunuz? Seviyorlar mı? Οlumsuz/ άρνηση • Η άρνηση σχηματίζεται με το επίθημα η οποία παρεμβάλλεται μεταξύ του θέματος και της χρονικής κατάληξης. • Τονίζεται η συλλαβή πριν το αρνητικό επίθημα . Sevmiyorum Sevmiyorsun Sevmiyor Sevmiyoruz Sevmiyorsunuz Sevmiyorlar Olumsuz soru / αρνητική ερώτηση Sevmiyor muyum? Sevmiyor musun? Sevmiyor mu? Sevmiyor muyuz? Sevmiyor musunuz? Sevmiyorlar mı?
25
Μάθημα 11- Ερωτηματικές αντωνυμίες, επιρρήματα, επίθετα – Adılları, Belirteçleri, Sıfatları Ne :
τι, ποιο πράγμα (αντ. και επίρρημα)
Bu ne? (τι είναι αυτό;) Sen ne yapıyorsun? (τι κάνεις εσύ;)
Ne zaman:
πότε (επιρ.)
Sen ne zaman geliyorsun? (Πότε έρχεσαι;)
Ne kadar:
πόσο, πόσο κάνει;
Şu çanta ne kadar? (πόσο κάνει αυτή η τσάντα) Beni ne kadar seviyorsun? (πόσο με αγαπάς;)
Nasıl: πώς (επιρ.) Hava nasıl? (πως είναι ο καιρός;)
Niçin:
γιατί
Neden:
γιατί
Niye: γιατί Η απάντηση αρχίζει με το çünkü – διότι Niçin ağlıyorsun? (γιατί κλαίς;) Çünkü çok mutsuzum. (διότι είμαι πολύ στεναχωρημένη/-ος)
Nere (neresi):
ποιο μέρος Burası neresi? (ποιο μέρος είναι αυτό;)
Nereye: που, προς τα πού Nereye gidiyorsun? (προς τα που πάς;)
Nerede:
που, σε ποιο μέρος
Nerede kalıyorsun? (σε ποιο μέρος μένεις )
Nereden: που, από που Nereden geliyorsun? (από πού έρχεσαι;)
Hangi: + ουσιαστικό ποιος,ποια,ποιο (επίθετο)
για πρόσωπα και πράγματα
Hangi kız geliyor? (ποιο κορίτσι έρχεται;)
Kim: ποιος,ποια,ποιο (αντ)
για πρόσωπα
Kim geliyor? (ποιος έρχεται;)
Kaç: + ουσιαστικό ποσοι,ποσες,ποσα (επίθετο) Kaç kız geliyor? (πόσα κορίτσια έρχονται;)
26
Μάθημα 12 – SAAT KAÇ ? (Τι ώρα είναι;) Με την φράση saat kaç? Ρωτάμε την τωρινή ώρα. Η απάντηση θα πρέπει να είναι ως εξής : Saat dört
(η ώρα είναι τέσσερις)
Όταν η ώρα είναι «και μισή» τότε η απάντηση θα πρέπει να είναι ως εξής : 2:30 Saat iki buçuk (η ώρα είναι δυο και μισή) Όταν η ώρα είναι 00:30 ή 12:30 η απάντηση είναι saat yarım (η ώρα είναι μισή)
Saat kaç? Saat iki buçuk.
27
Όταν η ώρα είναι «και κάτι» τότε η απάντηση θα πρέπει να είναι ως εξής : 2:10 saat ikiyi on geçiyor (η ώρα είναι δυο και δέκα) {παρατηρούμε λοιπόν ότι η ώρα παίρνει αιτιατική, τα λεπτά μένουν στην ονομαστική και στο τέλος προσθέτουμε το ρήμα geçiyor} 4:20 saat dördü yirmi geçiyor 6:25
saat altıyı yirmi beş geçiyor
Όταν η ώρα είναι «και τέταρτο» τότε η απάντηση θα πρέπει να είναι ως εξής : 2:15
saat ikiyi çeyrek geçiyor
(η ώρα είναι δυο και τέταρτο)
Όταν η ώρα είναι «παρά κάτι» τότε η απάντηση θα πρέπει να είναι ως εξής : 4: 40 saat beşe yirmi var (η ώρα είναι πέντε παρά είκοσι) {παρατηρούμε λοιπόν ότι η ώρα παίρνει δοτική, τα λεπτά μένουν στην ονομαστική και στο τέλος προσθέτουμε το βοηθητικό ρήμαvar}
SAAT KAÇTA ?
(Τι ώρα…….;)
Με την φράση saat kaçta? Δεν ρωτάμε την τωρινή ώρα αλλά τι ώρα έγινε ή θα γίνει ή τι ώρα κάναμε ή θα κάνουμε κάτι. Φτιάχνουμε την ερώτηση προσθέτοντας τοπική πτώση «–da-de/-ta-te» στην ερωτηματική αντωνυμία «kaç» και το ρήμα που θέλουμε. Δηλαδή η ερώτηση «saat kaçta uyanıyorsun?» σημαίνει «τι ώρα ξυπνάς;»
Η απάντηση θα πρέπει να είναι ως εξής : Saat altıda (στις έξι ) {παρατηρούμε λοιπόν ότι στην απάντηση η ώρα παίρνει τοπική πτώση} Saat kaçta işe gidiyorsun? 7:00 Saat yedide işe gidiyorum Saat kaçta eve dönüyorsun? 18:00 Saat altıda eve dönüyorum
Saat kaçta uyuyorsun? Saat on bir buçukta uyuyorum (11:30) Saat kaçta kahve içiyorsun? Saat dokuzu yirmi geçe kahve içiyorum. (9:20) Saat sekizi çeyrek geçe kahve içiyorum. (8:15) {παρατηρούμε λοιπόν ότι η ώρα παίρνει αιτιατική, τα λεπτά μένουν στην ονομαστική και τέλος το ρήμα geçiyor μετατρέπεται σεgeçe} Saat kaçta buluşuyoruz? Saat sekize beş kala buluşuyoruz. (7:55) Saat ona çeyrek kala buluşuyoruz. (9:45) {παρατηρούμε λοιπόν ότι η ώρα παίρνει δοτική, τα λεπτά μένουν στην ονομαστική και τέλος το βοηθητικό ρήμα var μετατρέπεται σε kala}
28
Μάθημα 13 – Θέλω να… – mAk istemek Στα τουρκικά στις πλάγιες προτάσεις δεν χρησιμοποιούμε την υποτακτική «να», αλλά ρηματικά ουσιαστικά τα οποίο παράγονται προσθέτοντας συγκεκριμένες καταλήξεις. Στο σημείο αυτό θα μάθουμε τις πλάγιες προτάσεις οι οποίες έχουν μορφή «θέλω να….» Το κυρίως ρήμα δηλαδή το «θέλω-istemek» θα μπει στον ενεστώτα ή σε όποιο χρόνο θέλουμε να μιλήσουμε, και το ρήμα της πλάγιας πρότασης «να….» θα έχει τη μορφή του απαρεμφάτου. Για να πούμε δηλαδή: «Θέλω να πιω καφέ», θα πούμε στα τουρκικά «Kahve içmek istiyorum.» Όπου το «istiyorum» = κυρίως ρήμα (σε ενεστώτα) Και το «içmek» = ρήμα της δευτερεύον πρότασης
Παραδείγματα : Yemek yemek istiyorum. / Kahve içmek istiyorum. / Gelmek istemiyorum. / İki fincan çay istiyorum. / Seni dinlemek istemiyorum. /
Θέλω να φάω φαγητό. Θέλω να πιω καφέ. Δεν θέλω να έρθω. Θέλω δυο φλιτζάνια τσάι. Δεν θέλω να σε ακούσω.
29
Μάθημα 14 – Κτητική Επιθήματα – İyelik ekleri Έχουμε πει ότι στα τουρκικά το ρήμα «έχω» δεν υπάρχει. Στη θέση του «έχω» μάθαμε να χρησιμοποιούμε τις λέξεις «var, yok» (υπαρκτό, ανύπαρκτο). Έτσι για να πούμε ότι έχουμε ένα αυτοκίνητο λέγαμε ότι «σε μένα ένα αυτοκίνητο υπαρκτό είναι» – Bende bir araba var. Για να πούμε ότι δεν έχουμε λεφτά θα πρέπει να πούμε «Bende para yok». Πως θα πούμε λοιπόν στο τουρκικά την πρόταση «το δικό μου αυτοκίνητο είναι άσπρο». Αρχικά πρέπει να πούμε ότι στα τούρκικα βάζω κτήση και στο ουσιαστικό και στην προσωπική αντωνυμία, δηλαδή και στον κτήτορα και στο κτήμα. Λέμε δηλαδή «Το δικό μου το αυτοκίνητό μου». Ας αναλύσουμε λοιπόν τα κτητικά επιθήματα της Τούρκικη γλώσσα.
Ø Το κτητικό επίθημα για το α΄ ενικό πρόσωπο είναι -m, εφόσον η λέξη λήγει σε φωνήεν – arabam, annem-, ενώ για τις λέξεις που λήγουν σε σύμφωνο, μαζί με το επίθημα έχουμε και ένα συνδετικό φωνήεν, το οποίο σύμφωνα με την αρμονία μπορεί να είναι –ı, -i, -u, -ü, -evim, telefonum-. Ø Το κτητικό επίθημα για το β΄ ενικό πρόσωπο είναι -n, εφόσον η λέξη λήγει σε φωνήεν – araban, annen-, ενώ για τις λέξεις που λήγουν σε σύμφωνο, μαζί με το επίθημα έχουμε και ένα συνδετικό φωνήεν, το οποίο σύμφωνα με την αρμονία μπορεί να είναι –ı, -i, -u, -ü, -evin, telefonun-. Ø Το κτητικό επίθημα για το γ΄ ενικό πρόσωπο είναι –ı, -i, -u, -ü, δηλαδή ένα φωνήεν εφόσον η λέξη λήγει σε σύμφωνο – evi, telefonu- , ενώ εάν η λέξη λήγει σε φωνήεν τότε έχουμε ένα συνδετικό σύμφωνο και αυτό είναι το –s- , – arabası, annesi-, Ø Το κτητικό επίθημα για το α΄ πληθυντικό πρόσωπο είναι –mız,-miz,-muz,-müz, εφόσον η λέξη λήγει σε φωνήεν – arabamız,annemiz-, ενώ για τις λέξεις που λήγουν σε σύμφωνο, μαζί με το επίθημα έχουμε και ένα συνδετικό φωνήεν, το οποίο σύμφωνα με την αρμονία μπορεί να είναι –ı, -i, -u, -ü, -evimiz, telefonumuzØ Το κτητικό επίθημα για το β΄ πληθυντικό πρόσωπο είναι -nız,-niz,-nuz,-nüz εφόσον η λέξη λήγει σε φωνήεν – arabanız, anneniz-, ενώ για τις λέξεις που λήγουν σε σύμφωνο, μαζί με το επίθημα έχουμε και ένα συνδετικό φωνήεν, το οποίο σύμφωνα με την αρμονία μπορεί να είναι –ı, -i, -u, -ü, -eviniz, telefonunuz. Ø Το κτητικό επίθημα για το γ΄ πληθυντικό πρόσωπο δεν διαφέρει από τον ενικό δηλαδή είναι –ı, -i, -u, ü, εφόσον η λέξη λήγει σε σύμφωνο – evi, telefonu- , ενώ εάν η λέξη λήγει σε φωνήεν τότε έχουμε ένα συνδετικό σύμφωνο και αυτό είναι το –s- , –arabası, annesi-, όμως για να ξεχωρίσουμε το γ΄ πληθυντικό από το γ΄ ενικό πρόσωπο, μπορούμε να βάλουμε το επίθημα του πληθυντικού αριθμού –lar,-ler πριν το κτητικό επίθημα. –evlerimiz, arabalarımız,-
Έχουμε δηλαδή: arabam araban arabası arabamız arabanız arabaları
evim evin evi evimiz eviniz evleri
Εάν τώρα θέλουμε να βάλουμε στην αρχή της πρότασης και τις προσωπικές αντωνυμίες «ben,sen, o, biz, siz, onlar» θα πρέπει να θυμόμαστε ότι μπαίνουν και αυτές πάντα σε κτήση. Οπότε οι προσωπικές αντωνυμίες παίρνουν και αυτές κτητικά επιθήματα και μετατρέπονται σε: Benim Senin Onun Bizim Sizin Onların Παρατηρούμε ότι η μόνη διαφορά είναι στο γ’ ενικό και γ’ πληθυντικό πρόσωπο όπου το «o» μετατρέπεται σε «onu» και το«onlar» σε «onların» και αυτό επειδή ο κτήτορας λήγει σε φωνήεν και έτσι χρειάζεται ένα συνδετικό σύμφωνο, το οποίο σε αυτή την περίπτωση είναι το -n-. Φυσικά η συχνή χρήση της κτητικής αντωνυμίας είναι πλεονασμός. Την χρησιμοποιούμε κάθε φορά που θέλουμε να δώσουμε έμφαση στην έννοια της κτήσης. Τώρα λοιπόν μπορούμε να πούμε «το δικό μου αυτοκίνητο είναι άσπρο». Benim arabam beyaz.
30
Μάθημα 15 – Πτώσεις – Durum Ekleri Durum Ekleri / Πτώσεις Στη Τούρκικη γλώσσα υπάρχουν έξι πτώσεις: 123456-
Yalın durum Belirtme durumu Tamlayan durumu Yönelme durumu Bulunma durumu Çıkma durumu
-i (-yi) -in (-nin) -e (-ye) -de (-te) -den (-ten)
o τον του στον(προς) στον(στάση) από
ονομαστική αιτιατική γενική δοτική τοπική αφαιρετική
Ονομαστική πτώση / yalın durum : Εφόσον στα Τουρκικά δεν υπάρχουν άρθρα, στην ονομαστική πτώση δεν υπάρχει κάποιο επίθημα. Οπότε στα ελληνικά όπου πρέπει να χρησιμοποιήσουμε κάποιο άρθρο (ο, η, το…) στα τουρκικά γράφουμε απλά το υποκείμενο. Παραδείγματα: Eleni güzel. (Η Ελένη είναι όμορφη) Mihalis yorgun. (Ο Μιχάλης είναι κουρασμένος) Çocuk uyuyor. (Το παιδί κοιμάται) Αιτιατική πτώση / belirtme durumu: Στην τούρκικη γλώσσα όλα τα ρήματα που έχουν άμεσο αντικείμενο, συντάσσονται με αιτιατική. Δηλαδή όπου πρέπει να βάλω αιτιατική πτώση (τον, την, το) έτσι ώστε να αναφέρω συγκεκριμένα κάποιο αντικείμενο χρησιμοποιώ το επίθημα -ı, -i, -u, -ü . Όταν η λέξη στην οποία προστίθεται λήγει σε φωνήεν, χρησιμοποιούμε το συνδετικό σύμφωνο -y- για να συνδέσουμε το φωνήεν της λέξης και το φωνήεν της πτώσης. Tο επίθημα χωρίζεται από τα κύρια ονόματα με απόστροφο. Υπάρχει αλλαγή ορισμένων τελικών συμφώνων των λέξεων. Αυτό γίνεται λόγω ευφωνίας όταν ακολουθεί επίθημα που αρχίζει από φωνήεν. p —b ç—- c t—- d k—– ğ/g
Eleni’yi seviyorum. (Αγαπώ την Ελένη) - ποίος αγαπάει; -εγώ (υποκείμενο), -ποιόν αγαπώ; – την Ελένη (άμεσο αντικείμενο) Kitabı okuyorum. -kim okuyor? (Ben)
(Διαβάζω το βιβλίο) -ne okuyorum? (kitabı)
Όταν μιλάμε για ένα αόριστο αντικείμενο παραλείπουμε την κατάληξη της αιτιατικής: Bir adam görüyorum. (Βλέπω έναν (οποιοδήποτε) άνδρα)
Γενική – Tamlayan durumu : Η γενική δείχνει ότι κάποιος ή κάτι κατέχει κάτι άλλο. Το ουσιαστικό που είναι στη γενική θεωρείται κτήτορας ενός πράγματος και πάντα προηγείτε του κτήματος. Το επίθημα της γενικής είναι –ın, in, -un, -ün. Σε περίπτωση δυο φωνηέντων μπαίνει το συνδετικό «n». Kapı - kapının / Araba - arabanın (πόρτα)
(της πόρτας)
(αυτοκίνητο)
(του αυτοκινήτου)
Μετά τη γενική ακολουθεί η κτητική κατάληξη γ΄ προσώπου (–i, -ı, -ü, -u) (-si, -sı, -su, -sü) Arabanın kapısı (Η πόρτα του αυτοκινήτου) Evin adresi (Η διεύθυνση του σπιτιού)
Δοτική πτώση- yönelme durumu : Σχηματίζεται με την κατάληξη ( -a, -e ) και εκφράζει κίνηση προς κάπου, προς κάτι ή κάποιον. Και σε αυτήν την περίπτωση, όταν η λέξη μας λήγει σε φωνήεν, το συνδετικό σύμφωνο που θα χρησιμοποιήσουμε είναι το-y-.
31
Ev- e gidiyorum. (πηγαίνω προς το σπίτι) Araba- y- a bakıyorum. (κοιτάω στο (προς) το αυτοκίνητο)
Τοπική πτώση - kalma durumu: Σχηματίζεται με την κατάληξη (-da, -de / -ta, -te ) και εκφράζει κίνηση εντός ορισμένου μέρους, στάση ή παραμονή σε κάτι ή κάποιον. Ankara’da oturuyoruz. (Καθόμαστε, μένουμε στην Άγκυρα – δηλώνει στάση-) Selanik’te çalışıyorlar. (Δουλεύουμε στη Θεσσαλονίκη )
Αφαιρετική πτώση – Çıkma durumu: Σχηματίζεται με την κατάληξη (-dan, -den /-tan, -ten) και εκφράζει κίνηση από κάπου, από κάτι ή κάποιον. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι σε γενικές γραμμές αντιστοιχεί στην ελληνική πρόθεση από. Ankara’dan geliyorum. (Έρχομαι από την Άγκυρα) Karanlıktan korkmuyorum. (Φοβάμαι από το σκοτάδι) Senden nefret ediyorum. (Σε μισώ – απεχθάνομαι από σένα) Προσοχή: Τα ρήματα που δηλώνουν έντονα συναισθήματα συντάσσονται με αφαιρετική πτώση: (korkmak – φοβάμαι-, nefret etmek –μισώ-, hoşlanmak- έλκομαι-)
32
Μάθημα 16 – Προσωπικές Αντωνυμίες + Πτώσεις Οι προσωπικές αντωνυμίες συντάσσονται με τις πτώσεις και παίρνουν τις παρακάτω μορφές : Ονομ. ———–
αιτιατική -i hali
γενική
δοτική
-in
τοπική
αφαιρετική
– e hali
-de hali
-den hali
Ben
beni
benim
bana
bende
benden
Sen
seni
senin
sana
sende
senden
O
onu
onun
ona
onda
ondan
Biz
bizi
bizim
bize
bizde
bizden
Siz
sizi
sizin
size
sizde
sizden
Onlar
onları
onların
onlara
onlarda
onlardan
Seni seviyorum.
(Σε αγαπώ)
Onu düşünüyorum.
(Τον σκέφτομαι)
Senden hoşlanıyorum.
(Μου αρέσεις)
33
Μάθημα 17 – Κτήση, Πτώση και Ενεστώτας Ας θυμηθούμε τις κτητικές καταλήξεις: -im, -ım, -um, -üm -in, -ın, -un, -ün -i, -ı, -u, -ü -imiz, -ımız, -umuz, -ümüz -iniz, -ınız, -unuz, -ünüz -i, -ı, -u, -ü Benim evim arabam Senin evin araban Onun evi arabası Bizim evimiz arabamız Sizin eviniz arabanız Onların evi arabası Ας ενώσουμε τις κτητικές αντωνυμίες με τις πτώσεις (πρώτα κτήση μετά πτώση): Αιτιατική: Benim evimi Senin evini Onun evini Bizim evimizi Sizin evinizi Onların evini
arabamı arabanı arabasını arabamızı arabanızı arabasını
Γενική: Benim evimin Senin evinin Onun evinin Bizim evimizin Sizin evinizin Onların evinin
arabamın arabanın arabasının arabamızın arabanızın arabasının
Δοτική: Benim evime Senin evine Onun evine Bizim evimize Sizin evinize Onların evine
arabama arabana arabasına arabamıza arabanıza arabasına
Τοπική: Benim evimde Senin evinde Onun evinde Bizim evimizde Sizin evinizde Onların evinde
arabamda arabanda arabasında arabamızda arabanızda arabasında
Αφαιρετική: Benim evimden arabamda Senin evinden arabanda Onun evinde arabasında Bizim evimizde arabamızda Sizin evinizde arabanızda Onların evinde arabasında Και τέλος να δούμε κάποιες προτάσεις με ενεστώτα: Senin kızını çok seviyorum. (Αγαπώ πολύ την κόρη σου) Onun köpeğinden korkuyorum. (Φοβάμαι από το σκύλο του) Niko’nun evine gidiyorum. (Πηγαίνω στο σπίτι του Νίκου) Evimin odasında çalışıyorum. (Εργάζομαι στο δωμάτιο του σπιτιού μου)
34
Μάθημα 18 – Προσδιορισμοί ADTAMLAMASI / ΟΝΟΜΑΤΙΚΟΣ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ Στη Τούρκικη γλώσσα έχουμε τους παρακάτω προσδιορισμούς. 1-
Belirtili Ad Tamlaması/ Οριστικός προσδιορισμός
Είναι συνδυασμός δυο ουσιαστικών που φανερώνουν σε ποίον ή σε τι ανήκει ένα πράγμα. Δηλαδή όταν θέλουμε να πούμε ότι το βιβλίο ανήκει στη Μαρία ή η πόρτα ανήκει στο σπίτι. Στον κτήτορα προσθέτουμε τη γενική πτώση, –ın, -in, -un, -ün / -nın, -nin,-nun, -nün και στο κτήμα το τρίτο πρόσωπο της κτητικής κατάληξης -ı, -i, -u, -ü / -sı,-si,-su,-sü στο κτήμα. Δεν ξεχνάμε ότι πάντα βάζουμε τον κτήτορα στην αρχή. Δηλαδή ενώ στα ελληνικά λέμε «η τσάντα της γυναίκας» στα τουρκικά λέμε «kadının çantası» (της γυναίκας η τσάντα) Παραδείγματα Evin kapısı (η πόρτα του σπιτιού) Okulun penceresi (το παράθυρο του σχολείου) Müdürün defteri (το τετράδιο του διευθυντή) Öğrencinin kitabı (το βιβλίο του μαθητή) Ανάμεσα στη γενική και στο ουσιαστικό μπορεί να υπάρχουν επίθετα ή ουσιαστικά Kadının kırmızı çantası.(Η κόκκινη τσάντα της γυναίκας) Σχηματισμός : Çocuk (ğ) -un kalem -i, Όνομα γενική όνομα κτητ. Öğrenci -n- -in çanta -s- -ı Όνομα ευφωνικό γεν. όνομα ευφ. κτ. αντ. Οριστικός προσδιορισμός με πτώσεις : Μπορούμε να προσθέσουμε πτώσεις στο τέλος των προσδιορισμών εάν το κυρίως ρήμα το απαιτεί. Ενώνουμε κτήση με πτώση με το σύμφωνο «n» Hep beraber evin odasına girdik. (Όλοι μαζί μπήκαμε στο δωμάτιο του σπιτιού) O adamın sesinden korkuyorum. (Φοβάμαι την φωνή αυτού του ανθρώπου)
2- Belirtisiz tamlama/ Aόριστος προσδιορισμός Είναι συνδυασμός δυο ουσιαστικών που φανερώνουν το είδος ή την κατηγορία ενός πράγματος. Δεν δίνει την έννοια ότι κάτι ανήκει σε κάποιον. Δεν υπάρχει η έννοια του κτήτορας και του κτήματος. Δεν παίρνει την κατάληξη « -ın, -in, -un, -ün». Υπάρχει όμως και εδώ η κτητική κατάληξη του τρίτου προσώπου -ı, -i, -u, -ü / -sı,si,-su,-sü
Εδώ το προσδιορίζον είναι σπάνια πληθυντικός αριθμός. Για παράδειγμα ο προσδιορισμός kadın çantası σημαίνει γυναικεία τσάντα και όχι η τσάντα της γυναίκας όπως θα σήμαινε τοkadının çantası. Πότε χρησιμοποιείται: Όταν η γενική φανερώνει το είδος, τον τύπο του ουσιαστικού :
Erkek eldiveni (ανδρικά γάντια) Okul kitabı (σχολικό βιβλίο)
Üniversite öğrencisi (μαθητής πανεπιστημίου) Kadın çantası (γυναικεία τσάντα)
Cep telefonu (τηλέφωνο της τσέπης -κινητό) Tavuk çorbası (κοτόσουπα)
Oταν η γενική φανερώνει το κύριο όνομα πόλεων, τόπων.
İzmir limanı ( το λιμάνι της Σμύρνης )
Hilton οteli (το ξενοδοχείο Χίλτον)
35
Arkeoloji müzesi Taksim meydanı (Αρχαιολογικό μουσείο) (Πλατεία Ταξίμ) Οταν η γενική εκφράζει θέση, υπούργημα, επάγγελμα, υπηρεσία Selanik Belediyesi Matematik öğretmeni Dışişleri Bakanlığı (Δήμος της Θεσσαλονίκης) (Καθηγητής μαθηματικών) (Υπουργείο Εξωτερικών) Dış doktoru Belediye Başkanı Okul Müdürü (Οδοντίατρος) (Δήμαρχος) (Διευθυντής σχολείου) Αόριστος προσδιορισμός με πτώσεις : Dış doktorunundan çok korkuyorum. (Φοβάμαι πολύ των οδοντίατρο) Okul müdürüne gittim. (Πήγα στον διευθυντή του σχολείου) 3- Takısız Ad Tamlaması / Προσδιορισμός χωρίς καταλήξεις Tα ουσιαστικά που εκφράζουν την ύλη (μέταλλα, βιομηχανικά προϊόντα) χρησιμοποιούνται ως επίθετα και δεν παίρνουν καταλήξεις. Altın (χρυσός) Kumaş (ύφασμα)
cam (τζάμι) demir (σίδηρο)
Altın küpe (χρυσό σκουλαρίκι)
deri (δέρμα) tahta (ξύλο)
bakır (χαλκός) gümüş (ασήμι)
tahta masa (ξύλινο τραπέζι)
Προτάσεις με πτώσεις: Bu elmas yüzüğü istiyorum. Deri çantadan çok hoşlanıyorum.
kağıt (χαρτί) elmas (διαμάντι) deri çanta (δερμάτινη τσάντα)
(Θέλω αυτό το διαμαντένιο δαχτυλίδι) (Μου αρέσει πολύ αυτή η δερμάτινη τσάντα)
4- Zincirleme Ad Tamlaması/ Αλυσιδωτός Προσδιορισμός Στον αλυσιδωτό προσδιορισμό συνδέονται μεταξύ τους δύο ή το πολύ τρεις γενικές: Η σειρά των επιθημάτων είναι: γενική-κτήση-γενική-κτήση και αν χρειαστεί στο τέλος βάζουμε την κατάλληλη πτώση. Αli΄nin kardeşinin kitabı – το βιβλίο του αδελφού του Ali Κadın çantasının rengi – το χρώμα της γυναικείας τσάντας Öğrencilerin okul kitapları - τα σχολικά βιβλία των μαθητών Προτάσεις με πτώσεις: Arkadaşımın kardeşinin evinde yemek yiyoruz. (Τρώμε φαγητό στο σπίτι του αδερφού της φίλης μου)
36
Μάθημα 19 – Αόριστος BELİRLİ GEÇMIS ZAMAN /ΑΟΡΙΣΤΟΣ (ΆΜΕΣΗ ΓΝΩΣΗ) Χρησιμοποιείται για πράξεις που πραγματοποιήθηκαν. Το επίθημα του αορίστου είναι –di και έχει τέσσερις εναλλακτικές μορφές. -di, -dı, -du, -dü. Όταν η ρίζα του ρήματος λήγει σε ένα από τα σύμφωνα k, p, t ,f, ç, ş, s, h το επίθημα μετατρέπεται σε -ti, tı, tu, tü Κατάφαση
Άρνηση
Ερώτηση
Gel
di
m
Gelme
di
m
Gel
di
m
mi?
Gel
di
n
Gelme
di
n
Gel
di
n
mi?
Gel
di
-
Gelme
di
-
Gel
di
-
mi?
Gel
di
k
Gelme
di
k
Gel
di
k
mi?
Gel
di
niz
Gelme
di
niz
Gel
di
niz
mi?
Gel
di
ler
Gelme
di
ler
Gel
di
ler
mi?
Προσοχή! Στο α΄ πρόσωπο του πληθυντικού αριθμού το z (π.χ. στον ενεστώτα είχαμε την μορφή geliyoruz) γίνεται k χάριν ευφωνίας. Παραδείγματα: Ben dün akşam sinemaya gittim. (Εγώ χθες το βράδυ πήγα σινεμά) Sen geçen yaz Atina’ya gittin mi? (Εσύ το περασμένο καλοκαίρι πήγες στην Αθήνα;) Ben bu sabah okula gitmedim. (Σήμερα το πρωί δεν πήγα στο σχολείο)
37
Μάθημα 20 – Αόριστος του ρήματος είμαι İMEK GEÇMİŞ ZAMAN- ΑΟΡΙΣΤΟΣ ΤΟΥ ΣΥΝΔΕΤΙΚΟΥ ΡΗΜΑΤΟΣ «ΕΙΜΑΙ» Έχουμε μάθει την κλήση του βοηθητικού ρήματος «είμαι» στον ενεστώτα iyiyim iyisin iyi iyiyiz iyisiniz iyiler Τώρα λοιπόν θα μάθουμε τον αόριστο του «είμαι»: Έχει θέση Παρατατικού και φανερώνει άμεση γνώση Κλίνεται ως εξής : İdim, idin, idi, idik, idiniz, idiler Όταν η λέξη λήγει σε σύμφωνο χάνεται το “i” του συνδετικού ρήματος Yorgun idi – yorgundu Güzel idi – güzeldi Όταν η λέξη λήγει σε φωνήεν τότε το “i” μετατρέπεται σε «y» İyi idi- iyiydi Neşeli idi- neşeliydi Πρακτικά έχουμε τις καταλήξεις : -dı, -di, -du, -dü -tı, -ti, -tu, -tü -ydı, -ydi, -ydu, -ydü Kατάφαση Ben yorgundum
Ben öğrenciydim
Ben gençtim
Sen yorgundun
Sen öğrenciydin
Sen gençtin
O yorgundu
O öğrenciydi
Biz yorgunduk
Biz öğrenciydik
Biz gençtik
Siz yorgundunuz
Siz öğrenciydiniz
Siz gençtiniz
Onlar yorgundular
Onlar öğrenciydiler
Onlar gençtiler
O gençti
Άρνηση Ben yorgun değildim
Ben öğrenci değildim
Ben genç değildim
Sen yorgun değildin
Sen öğrenci değildin
Sen genç değildin
O yorgun değildi
O öğrenci değildi
O genç değildi
Biz yorgun değildik
Biz öğrenci değildik
Biz genç değildik
Siz yorgun değildiniz
Siz öğrenci değildiniz
Siz genç değildiniz
Onlar yorgun değildiler
Onlar öğrenci değildiler
Onlar genç değildiler
Ερώτηση Ben yorgun muydum?
Ben öğrenci miydim?
Ben genç miydim?
Sen yorgun muydun?
Sen öğrenci miydin?
Sen genç miydin?
O yorgun muydu?
O öğrenci miydi?
O genç miydi?
Biz yorgun muyduk?
Biz öğrenci miydik?
Biz genç miydik?
Siz yorgun muydunuz?
Siz öğrenci miydiniz?
Siz genç miydiniz?
Onlar yorgun muydular?
Onlar öğrenci miydiler?
Onlar genç miydiler?
Παραδείγματα: Ben dün akşam çok yorgundum. (Χθες το βράδυ ήμουν πολύ κουρασμένος/-ή) Genç kız partide çok güzeldi. (Η κοπέλα ήταν πολύ όμορφη στο πάρτι) Geçen hafta hava soğuk değildi. (Την περασμένη εβδομάδα ο καιρός δεν ήταν κρύος)
38
Μάθημα 21 – Παρατατικός ŞİMDİKİ ZAMAN (HİKAYE KİPİ) / ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ Δηλώνει διάρκεια, επανάληψη και συνήθεια στο παρελθόν. Σχηματίζεται με το τρίτο πρόσωπο του απλού ενεστώτα και τον αόριστο του συνδετικού ρήματος ‘είμαι’ .
Gel – iyor- dum
(ερχόμουν)
Κατάφαση
Ερώτηση
Άρνηση
Αρνητική. Ερώ
sen seviyordun
seviyor muydun?
sevmiyordun
sevmiyor muydun?
o seviyordu
seviyor muydu?
sevmiyordu
sevmiyor muydu?
biz seviyorduk
seviyor muyduk?
sevmiyorduk
sevmiyor muyduk?
siz seviyordunuz
seviyor muydunuz?
sevmiyordunuz
sevmiyor muydunuz?
onlar seviyorlardı
seviyorlar mıydı?
sevmiyorlardı
sevmiyorlar mıydı?
Eskiden sebze ve meyve sevmiyordum. (Παλιά δεν αγαπούσα φρούτα και λαχανικά) Seni her zaman çok seviyordum. (Σε αγαπούσα πολύ πάντα)
Στη Τούρκικη γλώσσα με τον Παρατατικό χρησιμοποιείτε πάρα πολύ και το ρηματικό επίρρημα «-ken» (όταν) ULAÇ –(Y)KEN< İ-KEN / Ρηματικόεπίρρημα (όντας, ότανήμουνα) Το «iken» είναι από τις καταλήξεις της τουρκικής που δεν ακολουθούν το βασικό κανόνα της αρμονίας των φωνηέντων, διατηρώντας το φωνήεν «e» ακόμη και μετά τα χοντρά φωνήεντα. Το θέμα του συνδετικού ρήματος «i» χάνεται όταν η λέξη λήγει σε σύμφωνο, ενώ μετατρέπεται σε «y» όταν η λέξη λήγει σε φωνήεν: Küçük – iken : küçükken (όταν ήμουν μικρός) Beş yaşında iken : beş yaşındayken (όταν ήμουν πέντε χρονών)
Sen küçükken çok güzeldin. (ήσουν πολύ όμορφη όταν ήσουν μικρή) Ben beş yaşındayken dans ediyordum. (όταν ήμουν πέντε χρονών χόρευα)
39
Μάθημα 22 – Πρόθεση ΜΕ «İle» Edatı /Η πρόθεση «με» «-le, -la, yle, -yla» Η πρόθεση ile μπαίνει στο τέλος των ουσιαστικών ή των αντωνυμιών και φανερώνει τρόπο, μέσο, όργανο… İle: με ( μαζί, μέσω), και (ως σύνδεσμος) Προσκολλάται στο ουσιαστικό που αναφέρεται ή και γράφεται χωριστά όταν πρόκειται να δοθεί έμφαση στο λόγο. Κατά την προσκόλληση όταν το ουσιαστικό λήγει σε σύμφωνο, η πρόθεση ile χάνει το «i» και το φωνήεν «e» υπάγεται στην αρμονία των φωνηέντων. Όταν το ουσιαστικό λήγει σε φωνήεν το «i» μετατρέπεται σε «y». Kalem ile – kalemle yazıyorum. (γράφω με μολύβι) Araba ile- arabayla gidiyorum. (πηγαίνω με αυτοκίνητο) Su ile- suyla oynuyor. (παίζει με το νερό)
40
Μάθημα 23 – Συγκριτικός – Υπερθετικός βαθμός KARŞILAŞTIRMA- ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΟΣ ΒΑΘΜΟΣ Ο συγκριτικός βαθμός των επιθέτων σχηματίζεται με το ποσοτικό επίρρημα (πιο) και την αφαιρετική πτώση <-den-dan, -ten, -tan>.
Eleni, Maria’dan daha kısa. (Η Ελένη είναι πιο κοντή από την Μαρία) Benim evim senin evinden daha büyük. (Το σπίτι μου είναι πιο μεγάλο από το σπίτι σου) Kim Ahmet’ten daha akıllı? (Ποιος είναι πιο έξυπνος από τον Αχμέτ;)
ÜSTÜNLÜK- ΥΠΕΡΘΕΤΙΚΟΣ ΒΑΘΜΟΣ Ο υπερθετικός βαθμός των επιθέτων σχηματίζεται με το ποσοτικό επίρρημα (ο/η/το πιο). Το ουσιαστικό με το οποίο γίνεται η σύγκριση (αν υπάρχει) πρέπει να βρίσκεται στη γενική. Έχουμε δυο τρόπους για να φτιάξουμε υπερθετικό βαθμό: Οι καταλήξεις: – ın, -in, -un, -ün -nın, -nin, -nun, -nün -daki, -deki, -taki, -teki Dünyanın en yüksek tepesi Everest’tir. (Το πιο ψηλό βουνό του κόσμου είναι το Έβερεστ) Türkiye’nin en büyük şehri İstanbul’dur. (Η πιο μεγάλη πόλη της Τουρκίας είναι η Κων/πολή) En zayıf kim? (Ποιος είναι ο πιο αδύνατος;) Ali, sınıftaki en çalışkan öğrenci. (O Αλί είναι ο πιο επιμελής μαθητής της τάξης)
41
Μάθημα 24 – Υποτακτική-Προστακτική
EMİR KİPİ / ΠΡΟΣΤΑΚΤΙΚΗ Χρησιμοποιείται σε διαταγές, ευχές και παρακλήσεις. Δεν υπάρχει α΄ πρόσωπο. Σχηματίζονται με καταλήξεις προσώπου. Στο δεύτερο πρόσωπο χρησιμοποιείται η ρίζα του ρήματος. Στην ερώτηση χρησιμοποιείται μόνο το γ’ πρόσωπο (ενικό και πληθυντικό)
Ben
-
-
-
-
Sen
gel
gelme
-
-
O
gelsin
gelmesin
gelsin mi?
gelmesin mi?
Biz
-
-
-
-
Siz
gelin/ geliniz
gelmeyin/gelmeyiniz
-
-
Onlar
gelsinler
gelmesinler
gelsinler mi?
gelmesinler mi?
Παραδείγματα: Lütfen oturun! (Παρακαλώ καθίστε) Lütfen burada sigara içmeyiniz! (Παρακαλώ μην καπνίζετε εδώ) Çabuk yanıma gel! (Γρήγορα έλα κοντά μου!) Kapıyı kapatma! (Μην κλείνεις την πόρτα)
İSTEK KİPİ/ ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΗ- ΕΥΚΤΙΚΗ Χρησιμοποιείτε σε προτάσεις και δηλώνει επιθυμία, προτροπή ή αποτροπή καθώς και απορία (απορριμματική υποτακτική). Στα ελληνικά αποδίδεται με το μόριο «να» (ας) Σχηματίζεται με τη χρονική κατάληξη «-a, -e» και τις καταλήξεις του ρήματος «είμαι» με μόνη διαφορά στο πρώτο πρόσωπο πληθυντικού, όπου έχουμε την κατάληξη «-lım,-lim» αντί της «-ız, -iz» Gidelim- Alalım Στην ερώτηση, το ερωτηματικό μόριο μπαίνει στο τέλος, μετά τις καταλήξεις προσώπου: Geleyim mi? H άρνηση σχηματίζεται με την κατάληξη «-ma,-me» geleyim-gelmeyeyim Στη σύγχρονη Τουρκική γλώσσα το δεύτερο και τρίτο πρόσωπο ενικού και πληθυντικού πολλές φορές αναπληρώνετε με την προστακτική Το δεύτερο πρόσωπο ενικού και πληθυντικού δεν έχει ερωτηματικό τύπο αφού δηλώνει προτροπή ή αποτροπή.
Ben
geleyim
gelmeyeyim
geleyim mi?
gelmeyeyim mi?
Sen
gelesin(gel)
gelmeyesin(gelme)
-
-
O
gele(gelsin)
gelmeye(gelmesin)
gelsin mi?
gelmesin mi?
Biz
gelelim
gelmeyelim
gelmeyelim mi?
gelelim mi?
Siz
gelesiniz (gelin/ geliniz)
gelmeyesiniz (gelmeyin/ gelmeyiniz)
-
-
Onlar
geleler (gelsinler)
gelmeyeler(gelmesinler)
gelsinler mi?
gelmesinler mi?
Παραδείγματα: Bir bardak çay içeyim! (Ας πιω ένα ποτήρι τσάι) Sence, onu arayayım mı? (Λες να του τηλεφωνήσω;) Haydi sinemeya gidelim! (Άντε ας πάμε σινεμά!)
42
Α2 ΕΠΙΠΕΔΟ
43
44
Μάθημα 1 – Επίσημος Ενεστώτας (-makta, -mekte) H κατάληξη -makta, -mekte χρησιμοποιείτε ως δεύτερη μορφή του Ενεστώτα (şimdiki zaman) η οποία είναι και πιο επίσημη. Χρησιμοποιείται πιο πολύ σε επίσημα έγγραφα, επιστολές, σε άρθρα στις εφημερίδες, στην τηλεόραση (κυρίως στις ειδήσεις) και στην καθομιλούμενη γλώσσα, όταν θέλουμε να μιλήσουμε πιο επίσημα. Σχηματίζετε με το απαρέμφατο (-mak, -mek) και την τοπική κατάληξη (-ta, -te). Gelmekteyim(έρχομαι)
Gelmemekteyim(δεν έρχομαι)
Gelmekte miyim?(έρχομαι;)
Gelmektesin
Gelmemektesin
Gelmekte misin?
Gelmekte
Gelmemekte
Gelmekte mi?
Gelmekteyiz
Gelmemekteyiz
Gelmekte miyiz?
Gelmektesiniz
Gelmemektesiniz
Gelmekte misiniz?
Gelmekteler
Gelmemekteler
Gelmekteler mi?
Şimdi Başbakan konuşmakta. (Τώρα μιλάει ο Πρωθυπουργός) Az sonra programımız bitmekte. (Σε λίγο τελειώνει το πρόγραμμα.) On yıldır bu şirkete hizmet vermekteyiz. (Δέκα χρόνια υπηρετούμε σε αυτή την εταιρεία.)
45
Μαθημα 2 – Κατάληξη- Σύνδεσμος «ki» – «ki» Eki – Bağlacı Το «ki», δεν ακολουθεί τη φωνηεντική αρμονία, δηλαδή παραμένει ως «ki» ανεξάρτητα από το τελευταίο φωνήεν. Προσοχή! Εξαιρούνται οι λέξεις που τελειώνουν με το φωνήεν «ü» όπου το «ki» μετατρέπεται σε «kü». Π.χ. « dünkü, bugünkü» Χρησιμοποιείτε: 1) Για να παράγουμε χρονικά επίθετα από χρονικά επιρρήματα (πρέπει να ακολουθεί κάποιο ουσιαστικό): Sabah – sabahki (πρωινό)
geçen yıl – geçen yılki (περσινό)
Öğlen- öğlenki (μεσημεριανό) Akşam- akşamki (βραδινό)
önce- önceki (προηγούμενο)
Dün- dünkü
sonra- sonraki (επόμενο)
(χθεσινό)
Bugün- bugünkü (σημερινό) Yarın- yarınki (αυριανό)
şimdi- şimdiki (τωρινό) her zaman- her zamanki (παντοτινό)
Sabahki kahve çok güzeldi. (Ο πρωινός καφές ήταν πολύ καλός) Akşamki filme gidelim mi? (Να πάμε στο βραδινό έργο;) Sonraki otobüse biniyoruz. (Επιβιβαζόμαστε στο επόμενο λεωφορείο.) Her zamanki garsona sipariş verdik. (Παραγγείλαμε στον παντοτινό σερβιτόρο) 2) To προσθέτουμε σε κτητικές αντωνυμίες και παραπέμπουμε σε ένα συγκεκριμένο αντικείμενο ή πράγμα (που μας ανήκει) το οποίο είχαμε αναφέρει προηγουμένως. Π.χ. Αν μας πει κάποιος «Το σπίτι μου είναι μικρό» (Benim evim küçük) και θέλουμε να πούμε «Και το δικό μου» χωρίς να αναφέρουμε ξανά «το σπίτι» (αφού είναι πλέον πλεονασμός ) θα πούμε «Benimki de» Benim – benimki
(το δικό μου)
Senin- seninki
(το δικό σου )
Onun- onunki
(το δικό του\της)
Bizim- bizimki
(το δικό μας)
Sizin – sizinki
(το δικό σας)
Onların- onlarınki
(το δικό τους)
3) Μαζί με την τοπική πτώση (–daki, -deki,-takı, -teki) χρησιμοποιούμε για να παράγουμε επίθετα που δηλώνουν τόπο. Ακολουθούνται πάντα από ένα ουσιαστικό και δεν δηλώνουν πρόσωπο και χρόνο. Bahçedeki adam Okuldaki öğrenci Evdeki oda Adadaki ev Sendeki kalp
(Ο άνδρας που βρίσκεται στο κήπο) (Ο μαθητής που είναι στο σχολείο) (Το δωμάτιο που βρίσκεται στο σπίτι) (Το σπίτι που βρίσκεται στο νησί) (Η καρδιά που βρίσκεται σε εσένα – η καρδιά που έχεις )
4) Τέλος χρησιμοποιείτε ως σύνδεσμος σε δευτερεύουσες προτάσεις και δεν κολλάει στην προηγούμενη λέξη . Είναι η πιο απλή μορφή για να μιλήσουμε ή να γράψουμε με δευτερεύουσα πρόταση. Μπορεί να μεταφραστεί ως «που…» Bana öylesine yakın ki kardeşim kadar seviyorum. (Είναι τόσο κοντά μου που τον αγαπώ σαν τον αδελφό μου.) Öyle çok güldü ki gözlerinden yaş geldi. (Γέλασε τόσο πολύ που ήρθαν δάκρυα από τα μάτια της.) Μπορεί να χρησιμοποιηθεί όταν θέλουμε να δώσουμε έμφαση στο νόημα. Σε αυτή την περίπτωση δεν υπάρχει ακριβής μετάφραση στα Ελληνικά. O hiç gülmedi ki! (Αυτός δεν γέλασε καθόλου!) Onun ne suçu var ki! (Τι φταίει αυτός!)
46
Μάθημα 3 – Μέλλοντας – Gelecek Zaman Μέλλοντας – Gelecek Zaman (-acak, -ecek) Ο μέλλοντας δημιουργείτε με τη χρονική κατάληξη –acak, -ecek, και δείχνει την βεβαιότητα του ομιλητή για πράξεις που θα γίνουν στο μέλλον.
Η λειτουργία του –acak- με τις ρηματικές ρίζες που λήγουν σε σύμφωνο. Gel
eceğ
im
Θα έρθω
Gel
ecek
sin
Θα έρθεις
Gel
ecek
-
Θα έρθει
Gel
eceğ
iz
Θα έρθουμε
Gel
ecek
siniz
Θα έρθετε
Gel
ecek
ler
Θα έρθουν
Παρατηρούμε ότι στο πρώτο πρόσωπο (ενικό και πληθυντικό) το «k» μετατρέπετε σε «ğ» (αρμονία συμφώνων).
Η λειτουργία του –acak- με τις ρηματικές ρίζες που λήγουν σε φωνήεν. Το συνδετικό σύμφωνο είναι –y-. Oku
y
acağ
ım
Oku
y
acak
sın
Oku
y
acak
-
Oku
y
acağ
ız
Oku
y
acak
sınız
Oku
y
acak
lar
Η ερωτηματική λειτουργία του –acak-. Gel
ecek
miyim?
Θα έρθω;
Gel
ecek
misin?
Θα έρθεις;
Gel
ecek
mi?
Θα έρθει;
Gel
ecek
miyiz?
Θα έρθουμε;
Gel
ecek
misiniz?
Θα έρθετε;
Gel
ecekler
mi?
Θα έρθουν;
Η αρνητική λειτουργία του –acak-. Gelme
y eceğ
m
Δεν θα έρθω
Gelme
y ecek
sin
Δεν θα έρθεις
Gelme
y ecek
-
Δεν θα έρθει
Gelme
y eceğ
iz
Δεν θα έρθουμε
Gelme
y ecek
siniz Δεν θα έρθετε
Gelme
y ecek
ler
Δεν θα έρθουν
47
Η αρνητική ερωτηματική λειτουργία του –acak-. Gelmey
ecek
miyim?
Δεν θα έρθω;
Gelmey
ecek
misin?
Δεν θα έρθεις;
Gelmey
ecek
mi?
Δεν θα έρθει;
Gelmey
ecek
miyiz?
Δεν θα έρθουμε;
Gelmey
ecek
misiniz?
Δεν θα έρθετε;
Gelmey
ecekler
mi?
Δεν θα έρθουν;
Προσοχή! Στην καθομιλούμενη γλώσσα αρκετές φορές κόβουμε συλλαβές. Έτσι στο μέλλοντα είναι πιθανό να ακούμε τα ρήματα ως: Gelicem
Gelmicem
Gelicem mi?
Gelmicem mi?
Gelicen
Gelmicen
Gelicen mi?
Gelmicen mi?
Gelicek
Gelmicek
Gelicek mi?
Gelmicek mi?
Gelicez
Gelmicez
Gelicek miyiz?
Gelmicez mi?
Geliceksiniz
Gelmiceksiniz
Gelicek misiniz?
Gelmicek misiniz?
Gelicekler
Gelmicekler
Gelicekler mi?
Gelmicekler mi?
Μερικά από τα χρονικά επιρρήματα που χρησιμοποιούμε στο μέλλοντα είναι: yarın
αύριο
az sonra
σε λίγο
iki gün sonra
δυο μέρες μετά
iki saat sonra
δυο ώρες μετά
on dakika sonra
δέκα λεπτά μετά
gelecek yıl (sene)
του χρόνου
seneye
του χρόνου
gelecek hafta
την επόμενη εβδομάδα
haftaya
την επόμενη εβδομάδα
bir az sonra
σε λίγο
bu akşam
το βράδυ
bir ay sonra
σε ένα μήνα
yaza
το καλοκαίρι
kışa
τον χειμώνα
sonbahara
το φθινόπωρο
ilkbahara
την άνοιξη
Παραδείγματα: Bu akşam sinemaya gideceğiz.
Σήμερα το βράδυ θα πάμε σινεμά.
Yarın denize gireceğim.
Αύριο θα μπω στη θάλασσα
Haftaya tatile çıkacak.
Την άλλη βδομάδα θα πάει διακοπές.
Seneye üniversiteyi bitirecekler.
Του χρόνου θα τελειώσουν το πανεπιστήμιο.
On dakika sonra seni arayacağım.
Θα σε τηλεφωνήσω σε δέκα λεπτά.
Gelecek hafta okula gidecek miyiz?
Την επόμενη βδομάδα θα πάμε στο σχολείο;
48
Μάθημα 4 – Το ρήμα «Είμαι» στο Μέλλοντα – Gelecek zaman «İmek» Eki Το απαρέμφατο των βοηθητικών ρημάτων είναι το «olmak». Έτσι στο μέλλοντα το χρησιμοποιούμε ως βοηθητικό ρήμα «είμαι».Για να πούμε δηλαδή «Θα γίνω γιατρός » πρέπει στα Τουρκικά να ακολουθήσουμε την εξής σύνταξη: «Ben doktor olacağım.» (\Εγώ γιατρός θα γίνω\)
Ben doktor olacağım
Doktor olacak mıyım?
Doktor olmayacağım
Sen doktor olacaksın
Doktor olacak mısın?
Doktor olmayacaksın
O doktor olacak
Doktor olacak mı?
Doktor olmayacak
Biz doktor olacağız
Doktor olacak mıyız?
Doktor olmayacağız
Siz doktor olacaksınız
Doktor olacak mısınız?
Doktor olmayacaksınız
Onlar doktor olacaklar
Doktor olacaklar mı?
Doktor olmayacaklar
Παραδείγματα: Biz seneye üniversiteden mezun olacağız.
Του χρόνου θα αποφοιτήσουμε από το πανεπιστήμιο.
O şarkıcı olacak mı?
Αυτός\Αυτή θα γίνει τραγουδίστρια;
Kocam iyi olacak mı?
Ο σύζυγος μου θα γίνει καλά;
Siz ne zaman emekli olacaksınız?
Εσείς πότε θα γίνετε συνταξιούχοι;
Yazın hava sıcak olacak mı?
Το καλοκαίρι ο καιρός θα είναι ζεστός;
49
Μάθημα 5 – Προθέσεις – İlgeçler (Gibi, Kadar, Hakkında) Στα τουρκικά πρέπει να θυμόμαστε ότι οι προθέσεις πάντα προσδιορίζουν την προηγούμενη λέξη. Σε προσωπικές αντωνυμίες χρησιμοποιούμε γενική (benim, senin, onun, bizim, sizin, onların), ενώ σε ουσιαστικά και κύρια ονόματα ονομαστική μορφή (Ayşe, Eleni, köpek, taş).
Gibi : όπως, σαν (στις παρομοιώσεις) κατά τις ….. (μόνο με τις ώρες) Kar gibi beyaz bir elbise aldım. (Πήρα ένα φόρεμα άσπρο σα χιόνι) Manken gibi bir kızla tanıştım. (Γνωρίστηκα με ένα κορίτσι σαν μοντέλο.) Köpek gibi çalışıyorum. (Δουλεύω σαν σκύλος) Saat beş gibi seninle buluşacağım. (Θα συναντηθώ μαζί σου κατά τις πέντε.) Saat iki gibi kahve içelim mi? (Να πιούμε καφέ κατά τις δυο;)
Kadar: τόσο… όσο (για συγκρίσεις) περίπου ( με τους αριθμούς) Ayşe kadar güzel bir kız görmedim. (Δεν έχω δει τόσο όμορφη κοπέλα όσο την Αϊσέ) Ayşe, senin gibi inatçı bir çocuk. (Η Αϊσέ είναι πεισματάρα όπως και εσύ) 20 dakika kadar gecikeceğim, çok işim var. (Θα αργήσω περίπου είκοσι λεπτά, έχω πολύ δουλειά)
Hakkında: σχετικά με…. Κλείνονται με τις προσωπικές αντωνυμίες ως:
benim hakkımda
σχετικά με εμένα
senin hakkında
σχετικά με εσένα
onun hakkında
σχετικά με αυτόν/αυτήν/αυτό
bizim hakkımızda
σχετικά με εμάς
sizin hakkınızda
σχετικά με εσάς
onların hakkında-haklarında
σχετικά με αυτούς/αυτές/αυτά
Benim hakkımda kötü konuşma!
(Μην μιλάς σχετικά με μένα!)
Bugün hayvanlar hakkında konuşacağız. (Σήμερα θα μιλήσουμε σχετικά με τα ζώα) Sizin hakkınızda suçlamalar var. (Υπάρχουν κατηγορίες σχετικά με σας.)
50
Μάθημα 6 – Δυνητική Οριστική -Gelecek Zaman Hikaye kipi (-acaktı, -ecekti) Χρησιμοποιείτε για πράξεις που θα γινόταν στο παρελθόν ή στο μέλλον αλλά δεν πραγματοποιήθηκαν ή δεν θα πραγματοποιηθούν. Έχει την σημασία ότι κάτι θα μπορούσε να γίνει αλλά συνέβη κάτι και δεν έγινε ή δεν θα γίνει. Σχηματίζεται με τη ρίζα του ρήματος (gel-) + το τρίτο πρόσωπο του μέλλοντα (-ecek) + τον αόριστο (-ti- μετά το k χρησιμοποιούμε –t- και όχι –d-) + προσωπικές καταλήξεις. Κατάφαση / Olumlu gelecektim
θα ερχόμουν
gelecektin
θα ερχόσουν
gelecekti
θα ερχόταν
gelecektik
θα ερχόμασταν
gelecektiniz
θα ερχόσασταν
gelecektiler (geleceklerdi)
θα ερχόταν
Όταν η ρίζα του ρήματος τελειώνει σε φωνήεν (oku-) τότε χρησιμοποιούμε το ευφωνικό -yokuyacaktım
θα διάβαζα
okuyacaktın
θα διάβαζες
okuyacaktı
θα διάβαζε
okuyacaktık
θα διαβάζαμε
okuyacaktınız
θα διαβάζατε
okuyacaktılar (okuyacaklardı)θα διάβαζαν Άρνηση/ Olumsuz gelmeyecektim
δεν θα ερχόμουν
gelmeyecektin
δεν θα ερχόσουν
gelmeyecekti
δεν θα ερχόταν
gelmeyecektik
δεν θα ερχόμασταν
gelmeyecektiniz
δεν θα ερχόσασταν
gelmeyeceklerdi (gelmeyecektiler)δεν θα ερχόταν Ερώτηση/ Soru gelecek miydim?
θα ερχόμουν;
gelecek miydin?
θα ερχόσουν;
gelecek miydi?
θα ερχόταν ;
gelecek miydik?
θα ερχόμασταν;
gelecek miydiniz?
θα ερχόσασταν;
gelecek miydiler? (gelecekler miydi?)θα ερχόταν ;
51
Αρνητική Ερώτηση/ Olumsuz Soru gelmeyecek miydim?
δεν θα ερχόμουν ;
gelmeyecek miydin?
δεν θα ερχόσουν;
gelmeyecek miydi?
δεν θα ερχόταν ;
gelmeyecek miydik?
δεν θα ερχόμασταν;
gelmeyecek miydiniz?
δεν θα ερχόσασταν;
gelmeyecekler miydi?
δεν θα ερχόταν ;
Παραδείγματα: Dün sinemaya gidecektim ama çok işim vardı. (Χθες θα πήγαινα στο σινεμά αλλά είχα πολύ δουλειά) Haftaya tatile çıkacaktık ama uçak bileti yok. (Την άλλη βδομάδα θα πηγαίναμε διακοπές αλλά δεν υπάρχουν εισιτήρια.) Sen, bir sene önce mezun olmayacak mıydın? (Εσύ δεν θα αποφοιτούσες ένα χρόνο πριν;)
52
Mάθημα 7 – Παραγωγικό Eπίθημα -ca, -ce -ça,-çe Χρησιμοποιούμε το παραγωγικό επίθημα -ca, -ce στις παρακάτω περιπτώσεις (όταν η λέξη τελειώνει με ένα από τα σύμφωνα f,s,t,k,ç,ş,h,p χρησιμοποιούμε το –ça, -çe)
Παράγουμε ονόματα γλωσσών από ονόματα εθνοτήτων Türk (Τούρκος) – Türkçe (Τούρκικα) Yunan (‘Έλληνας) – Yunanca (Ελληνικά) İngiliz (Άγγλος) – İngilizce (Αγγλικά) Ben Türkçe konuşuyorum ama İtalyanca konuşmuyorum. (Εγώ μιλάω Τουρκικά αλλά δεν μιλάω Ιταλικά)
Παράγουμε επίθετα τα οποία έχουν την έννοια «λίγο πιο κάτω από το φυσιολογικό» (σαν να λέμε αλμυρούτσικο, καλούτσικο κ.α.) Güzel – güzelce (κάπως όμορφο, ομορφούλικο) Temiz – temizce (κάπως καθαρό) Küçük – küçükçe (κάπως μικρό- ούτε μεγάλο ούτε μικρό) Şişman – şişmanca (γεματούλης\-α) Güzelce bir lokantaya gittik. (Πήγαμε σε ένα ομορφούλικο εστιατόριο) Esmerce bir kız geldi. (Ήρθε μια κάπως μελαχρινή κοπέλα)
Παράγουμε από ουσιαστικά επιρρήματα, καθώς και από ουσιαστικά που αναφέρονται σε ομάδα ανθρώπων. Yavaş – yavaşça (σιγανά) Hoş – hoşça (ευχάριστα) Sessiz – sessizce (σιωπηλά) Aile – ailece (οικογενειακά) Toplum – toplumca (σαν κοινωνία) Sınıf- sınıfça (σαν τάξη) Yavaşça sınıfa girdi ve sessizce oturdu. (Μπήκε στην τάξη σιγανά και έκατσε σιωπηλά) Yarın ailece pikniğe gideceğiz. (Αύριο θα πάμε οικογενειακώς σε πικνίκ)
Χρησιμοποιείτε και για υπερβολές σε αριθμούς καθώς και σε λέξεις με χρονική διάρκεια (πάντα με πληθυντικό) On – onlarca (δεκάδες) Yüz- yüzlerce (εκατοντάδες) Bin- binlerce (χιλιάδες) Saat- saatlerce (για ώρες) Ay –aylarca (για μήνες) Gün – günlerce (για μέρες) Yıl- yıllarca (για χρόνια) Depremde binlerce insan evsiz kaldı. (Στο σεισμό χιλιάδες άνθρωποι έμειναν χωρίς σπίτια) Günlerce senden bir telefon bekledim. (Για μέρες περίμενα ένα τηλεφώνημα από εσένα)
Χρησιμοποιείτε σε προσωπικές αντωνυμίες για να αναφέρουμε την έννοια – κατά την γνώμη μου…Προσοχή! Στο τρίτο πρόσωπο ενικό και πληθυντικό καθώς και σε κύρια ονόματα επιλέγουμε το -a\ -e göre. Στις υπόλοιπες προσωπικές αντωνυμίες μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε και τις δυο μορφές. Bence
bana göre
sence
sana göre
(κατά την γνώμη μου)
ona göre bizce
bize göre
sizce
size göre onlara göre
Bence bu konuyu bir daha konuşmalıyız. (Κατά τη γνώμη μου πρέπει να μιλήσουμε ξανά το θέμα αυτό) Ahmet’e göre en zor iş doktorluk. (Σύμφωνα με τον Αχμέτ το πιο δύσκολο επάγγελμα είναι η ιατρική)
53
Μάθημα 8 – GEÇMİŞ ZAMAN (BELİRSİZ) – ΑΟΡΙΣΤΟΣ (ΕΜΜΕΣΗ ΓΝ ΣΗ) – mış, -miş, -muş, -müş Στην Τούρκικη γλώσσα υπάρχει ένας δεύτερος αόριστος. Αυτός ο αόριστος δεν έχει αντίστοιχο χρόνο στα Ελληνικά για αυτό και μεταφράζεται σαν τον απλό αόριστο. Στα Τουρκικά όμως η χρήση του διαφέρει αρκετά από τον απλό αόριστο. Στο μάθημα αυτό, θα προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε την χρήση του χρόνου αυτού και τις συγκεκριμένες περιπτώσεις όπου χρησιμοποιείτε ο χρόνος αυτός δίνοντας χαρακτηριστικά παραδείγματα.
Ο αόριστος έμμεσης γνώσης σχηματίζεται με τη χρονική κατάληξη «-mış, -miş, -muş, -müş» και τις χρονικές καταλήξεις του συνδετικού ρήματος «είμαι» Ο χρόνος αυτός δηλώνει πράξη που γνωρίζουμε όχι άμεσα αλλά έμμεσα. Δεν έχουμε οριστική γνώση – δεν έχουμε δει ούτε ακούσει-.
Film güzeldi : Η ταινία ήταν καλή (την είδα- άμεση γνώση-) Film güzelmiş : Η ταινία ήταν καλή αλλά εγώ δεν την είδα (το έμαθα από κάποιον άλλον) O αόριστος αυτός χρησιμοποιείτε για:
Έμμεση πληροφόρηση Dün Çin’de deprem olmuş. (Χθες έγινε σεισμός στην Κίνα – δεν ήμουν εκεί αλλά το έμαθα)
Άγνοια Dün gece sarhoş olmuşum ve bütün gece şarkı söylemişim. (Χθες το βράδυ μέθυσα και όλο το βράδυ τραγουδούσα – έκανα μια πράξη χωρίς να την συνειδητοποιήσω)
Αφηγήσεις Χρησιμοποιούμε τον χρόνο αυτό στα παραμύθια: Bir varmış, bir yokmuş….. (Μια φορά και έναν καιρό…)
Συναισθήματα ( έκπληξη, απορία, λύπη, ειρωνεία) Zavallı köpek soğuktan ölmüş! (Το καημένο το σκυλάκι πέθανε από το κρύο) Güya Ayşe evlenmiş! (Δήθεν η Αϊσέ παντρεύτηκε) Onun eski sevgilisi ünlü bir aktörmüş! (Ο παλιός της φίλος – και καλά- ήταν ένας φημισμένος ηθοποιός)
Ben
uyumuşum
Ben uyumamışım
Ben uyumuş muyum?
Sen
uyumuşsun
Sen uyumamışsın
Sen uyumuş musun?
O
uyumuş
O uyumamış
O uyumuş mu?
Biz
uyumuşuz
Biz uyumamışız
Biz uyumuş muyuz?
Siz
uyumuşsunuz Siz uyumamışsınız
Siz uyumuş musunuz?
Onlar
uyumuşlar
Onlar uyumuşlar mı?
Onlar uyumamışlar
54
Μαθημα 9 – Belirsiz Geçmiş Zaman – İmek Eki Το Ρήμα «Είμαι» Έμμεσης Γνώσης -imişim, -ımışım, – umuşum, -ümüşüm (λένε ότι ήμουν, ότι είμαι..) Χρησιμοποιείται για την έμμεση πληροφόρηση ή την άγνοια για το παρελθόν αλλά και για το παρόν έχει δηλαδή και την έννοια του «ενεστώτα των ακουσμάτων». Πρέπει να μην ξεχνάμε ότι, όταν το ουσιαστικό ή το επίθετο τελειώνει με φωνήεν χρησιμοποιούμε πάντα το ευφωνικό σύμφωνο «-y-» πριν το χρονικό επίθημα (-miş, -mış, -muş, -müş)
Κατάφαση \ Olumlu Ben güzelmişim
Ben şarkıcıymışım
Sen güzelmişsin
Sen şarkıcıymışsın
O güzelmiş
O şarkıcıymış
Biz güzelmişiz
Biz şarkıcıymışız
Siz güzelmişsiniz
Siz şarkıcıymışsınız
Onlar güzelmişler
Onlar şarkıcıymışlar
Άρνηση \ Olumsuz Ben güzel\ şarkıcı değilmişim Sen güzel \ şarkıcı değilmişsiz O
güzel \ şarkıcı değilmiş
Biz güzel \ şarkıcı değilmişiz Siz güzel \ şarkıcı değilmişsiniz Onlar güzel \ şarkıcı değilmiş
Ερώτηση \ Soru Ben güzel miymişim?
Ben şarkıcı mıymışım?
Sen güzel miymişsin?
Sen şarkıcı mıymışsın?
O güzel miymiş?
O şarkıcı mıymış?
Biz güzel miymişiz?
Biz şarkıcı mıymışız?
Siz güzel miymişsiniz?
Siz şarkıcı mıymışsınız?
Onlar güzel miymişler?
Onlar şarkıcı mıymışlar?
Παραδείγματα Ayşe eskiden çok güzelmiş. (Η Αϊσέ παλιά ήταν πολύ όμορφη – λένε ότι….) Güya onun kocası çok zenginmiş. (Δήθεν ο άνδρας της είναι πολύ πλούσιος) Dün çok sarhoşmuşum. (Χθες ήμουν πολύ μεθυσμένος- μου το είπαν-) Meğer Ahmet kötü bir adam değilmiş!. (Φάνηκε ότι ο Αχμέτ δεν είναι κακός άνθρωπος ) O doktor değil miymiş? (Αυτός δεν είναι γιατρός; – έκπληξη- )
55
Μαθημα 10 – Geniş Zaman Geniş Zaman / Εξακολουθητικός Ενεστώτας , Aόριστος, Μέλλοντας Φανερώνει ότι η ενέργεια γίνεται πάντοτε, όχι όμως την στιγμή που μιλάμε. Ο χρόνος αυτός δεν έχει αντίστοιχο στα Ελληνικά είναι ένας χρόνος που αναφέρεται στο παρόν, στο παρελθόν και στο μέλλον. Έχει χρονική κατάληξη «-r» και τις καταλήξεις του συνδετικού ρήματος «είμαι» ye-r-im , ye-r-sin Στα ρήματα που λήγουν σε φωνήεν προσθέτουμε το «-r» Bekle – r – im ye- r- im
Σε πολυσύλλαβα ρήματα προσθέτουμε το «-ır,-ir,-ur,-ür» Otur – ur- um karşılaş-ır-ım
Τα μονοσύλλαβα ρήματα παίρνουν το «a,e» Koş-a-r-ım, yaz-a-r-sın
Δεκατρία όμως μονοσύλλαβα συμφωνόληκτα ρήματα είναι εξαίρεση και παίρνουν το «-ır,-ir,-ur,-ür»
Τα δεκατρία αυτά ρήματα είναι: 1.
Almak : alırım
8. Olmak: olurum
2.
Bilmek: bilirim
9. Ölmek: ölürüm
3.
Bulmak: bulurum
10. Sanmak: sanırım
4.
Durmak: dururum
11. Varmak: varırım
5.
Gelmek: gelirim
12. Vermek: veririm
6.
Görmek: görürüm
13. Vurmak: vururum
7.
Kalmak: kalırım
H άρνηση παρουσιάζει ανώμαλο σχηματισμό. Στο πρώτο ενικού και πληθυντικού χάνεται η χρονική κατάληξη «-r»: Gel-me-m (δεν έρχομαι), Gel-me-y-iz (δεν ερχόμαστε) Στο δεύτερο και τρίτο πρόσωπο έχουμε την μετατροπή του «-r» σε «-z». Gel-me-z-sin, gel-me-z, gel-me-zsiniz, gel-me-z-ler
Olumlu – κατάφαση
Olumsuz – άρνηση
Gelirim
alırım
gelmem
almam
Gelirsin
alırsın
gelmezsin
almazsın
Gelir
alır
gelmez
almaz
Geliriz
alırız
gelmeyiz
almayız
Gelirsiniz
alırsınız
gelmezsiniz
almazsınız
Gelirler
alırlar
gelmezler
almazlar
Soru- Ερώτηση
Olumsuz soru- αρνητική ερώτηση
Gelir miyim?
Alır mıyım?
gelmez miyim?
Gelir misin?
Alır mısın?
gelmez misin?
Gelir mi?
Alır mı?
gelmez mi?
56
Gelir miyiz?
Alır mıyız?
gelmez miyiz?
Gelir misiniz?
Alır mısınız?
gelmez misiniz?
Gelirler mi?
Alırlar mı?
gelmezler mi?
Α) Στο παρόν:Που χρησιμοποιείτε: Χρησιμοποιείτε για τις συνήθειες και πράξεις που γίνονται τακτικά αλλά όχι την στιγμή που μιλάμε. Ben kitap okurum. (ne zaman? Her zaman - Πότε ;- πάντα όχι την στιγμή που μιλάω) Ben kitap okuyorum. (ne zaman? Şimdi- Πότε; -Τώρα…) B) Στοναόριστο : Χρησιμοποιείτε σε ανέκδοτα, διηγήματα, λογοτεχνικά έργα. Küçük kız her sabah bahçede oynar sonra büyükannesinin yanına koşar … (Το μικρό κορίτσι κάθε πρωί έπαιζε στον κήπο και μετά έτρεχε κοντά στη γιαγιά της…) Γ) Στο μέλλον: Δείχνει την αβεβαιότητα για τις πράξεις που πρόκειται να γίνουν. Το χρησιμοποιούμε όταν δεν είμαστε σίγουρη ότι θα γίνει η πράξη ή δεν θέλουμε να δεσμευθούμε για κάτι. Saat sekiz gibi gelirim. (Θα έρθω γύρω στις οκτώ) Belki yarın pikniğe gideriz. (Ίσως αύριο πάμε σε πικνίκ) Δ) Σε ευγενικές ερωτήσεις ή προσφορές. Lütfen kapıyı kapatır mısın? (Παρακαλώ, μπορείς να κλείσεις την πόρτα;) Sen kalkma, çayı ben getiririm. (Μην σηκώνεσαι, εγώ φέρνω το τσάι.) Ε) Το «Geniş zaman» χρησιμοποιείτε και σε κάποιες φράσεις για να εκφράσουμε ευχαριστίες, συγγνώμη κ.α. Κάποιες από τις εκφράσεις αυτές που τις συναντάμε καθημερινά είναι: Teşekkür ederim
Ευχαριστώ
Özür dilerim
Συγγνώμη
Rica ederim
Παρακαλώ
Affedersin / affedersiniz
Να με συγχωρέσεις\ συγχωρέσετε
Tebrik ederim
Συγχαρητήρια
Kutlarım
Συγχαρητήρια
Düşünürüz
Θα το σκεφτούμε\ θα δούμε
Korkarım
Φοβάμαι πως …
Umarım
Ελπίζω
Sanırım
Νομίζω
Olur
Εντάξει, συμφωνώ
Yine bekleriz
Σας περιμένουμε πάλι…
Bilmem
Δεν ξέρω
Fark etmez
Δεν κάνει διαφορά
57
Μάθημα 11 – Μπορώ – ebil, -abil Στα τουρκικά το ρήμα μπορώ σχηματίζεται με την προσθήκη του επιθήματος –ebil–, –abil– στο απαρέμφατο του ρήματος που λειτουργεί πλέον ως ξεχωριστό απαρέμφατο. Εάν μετά τη ρίζα του ρήματος έχουμε φωνήεν τότε χρειαζόμαστε το συνδετικό –y–.
Gelmek – Έρχομαι
Gelebilmek – Μπορώ να έρθω
Η αρνητική μορφή του μπορώ Για να σχηματίσουμε άρνηση πρέπει πρώτα να σχηματίσουμε αρνητικό απαρέμφατο. Το αρνητικό απαρέμφατο θα πρέπει να έχει την εξής μορφή: Gelebilmemek Επειδή όμως το απαρέμφατο γινόταν πολύ μακρύ, κάποια στιγμή κόπηκε μια συλλαβή και έμεινε απλά ένα –e- ή a-, ανάλογα με το προηγούμενο φωνήεν. Έτσι, τα αρνητικά απαρέμφατα διαμορφώθηκαν ως εξής Gele(bil)memek à Gelememek (Δεν μπορώ να έρθω)
Το «μπορώ» στα Τούρκικα λειτουργεί με τα χρονικά επιθήματα όπως κάθε ρίζα του απαρεμφάτου. Κατάφαση \ Olumlu Gelebilirim(Μπορώ να έρθω, να έρχομαι)
Gelebiliyorum(Μπορώ να έρχομαι – τώρα)
Gelebildim(Μπόρεσα να έρθω)
Gelebilirsin
Gelebiliyorsun
Gelebildin
Gelebilir
Gelebiliyor
Gelebildi
Gelebiliriz
Gelebiliyoruz
Gelebildik
Gelebilirsiniz
Gelebiliyorsunuz
Gelebildiniz
Gelebilirler
Gelebiliyorlar
Gelebildiler
Gelebiliyordum(Μπορούσα να έρθω)
Gelebileceğim(Θα μπορέσω να έρθω)
Gelebilmişim(Μπόρεσα να έρθω- έμμεση γνώση)
Gelebiliyordun
Gelebileceksin
Gelebilmişsin
Gelebiliyordu
Gelebilecek
Gelebilmiş
Gelebiliyorduk
Gelebileceğiz
Gelebilmişiz
Gelebiliyordunuz
Gelebileceksiniz
Gelebilmişsiniz
Gelebiliyorlardı
Gelebilecekler
Gelebilmişler
Gelemem(Δεν μπορώ να έρθω, να έρχομαι)
Gelemiyorum(Δεν μπορώ να έρχομαι – τώρα)
Gelemedim(Δεν μπόρεσα να έρθω)
Gelemezsin
Gelemiyorsun
Gelemedin
Άρνηση \ Olumsuz
58
Gelemez
Gelemiyor
Gelemedi
Gelemeyiz
Gelemiyoruz
Gelemedik
Gelemezsiniz
Gelemiyorsunuz
Gelemediniz
Gelemezler
Gelemiyorlar
Gelemediler
Gelemiyordum(Δεν μπορούσα να έρθω)
Gelemeyeceğim(Δεν θα μπορέσω να έρθω)
Gelememişim(Δεν μπόρεσα να έρθω- έμμεση γνώση)
Gelemiyordun
Gelemeyeceksin
Gelememişsin
Gelemiyordu
Gelemeyecek
Gelememiş
Gelemiyorduk
Gelemeyeceğiz
Gelememişiz
Gelemiyordunuz
Gelemeyeceksiniz
Gelememişsiniz
Gelemiyorlardı
Gelemeyecekler
Gelememişler
Gelebilir miyim?(Μπορώ να έρθω, να έρχομαι;)
Gelebiliyor muyum?(Μπορώ να έρχομαι ;– τώρα)
Gelebildim mi?(Μπόρεσα να έρθω;)
Gelebilir misin?
Gelebiliyor musun?
Gelebildin mi?
Gelebilir mi?
Gelebiliyor mu?
Gelebildi mi?
Gelebilir miyiz?
Gelebiliyor muyuz?
Gelebildik mi?
Gelebilir misiniz?
Gelebiliyor musunuz?
Gelebildiniz mi?
Gelebilirler mi?
Gelebiliyorlar mı?
Gelebildiler mi?
Gelebiliyor muydum?(Μπορούσα να έρθω;)
Gelebilecek miyim?(Θα μπορέσω να έρθω;)
Gelebilmiş miyim?(Μπόρεσα να έρθω;- έμμεση γνώση)
Gelebiliyor muydun?
Gelebilecek misin?
Gelebilmiş misin?
Gelebiliyor muydu?
Gelebilecek mi?
Gelebilmiş mi?
Gelebiliyor muyduk?
Gelebilecek miyiz?
Gelebilmiş miyiz?
Gelebiliyor muydunuz?
Gelebilecek misiniz?
Gelebilmiş misiniz?
Gelebiliyorlar mıydı?
Gelebilecekler mi?
Gelebilmişler mi?
Ερώτηση \ Soru
Παραδείγματα Hesabı getirebilir misiniz ? (Μπορείτε να φέρετε τον λογαριασμό;) Yarın toplantıya katılabilecek misiniz? (Αύριο θα μπορέσετε να συμμετάσχετε στη συνάντηση;) Beni duyabiliyor musun? (Μπορείς να με ακούσεις; \ Με ακούς;) Ben şarkı söyleyebilirim, ama dans edemem. (Μπορώ να τραγουδήσω αλλά δεν μπορώ να χορέψω) Geçen hafta çalışabildin mi? (Την περασμένη εβδομάδα μπόρεσες να δουλέψεις;) Murat ne dedi, işi bitirebilmiş mi? (Τι είπε ο Μουράτ, μπόρεσε να τελειώσει την δουλειά;)
59
60
ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
61
62
Καιρός – Hava durumu hava … Güneşli Bulutlu Rüzgarlı Sisli Fırtınalı … yağıyor Yağmur Dolu Kar
Hava nasıl? ο καιρός είναι….. με ηλιοφάνεια συννεφιασμένος με αέρα με ομίχλη με φουρτούνα …. βρέχει βροχή χαλάζι χιόνι
Πως είναι ο καιρός ;
DERECELER –ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ hava kaç derece? hava 22°C (hava yirmi iki derece) hava … sıcak soğuk çok sıcak
ποια είναι η θερμοκρασία; η θερμοκρασία είναι 22°C ο καιρός είναι….. ζεστός κρύος πολύ ζεστός
Ευχές για Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά στη Τούρκικη γλώσσα Παρακάτω θα βρείτε παραδείγματα για Χριστουγεννιάτικες και Πρωτοχρονιάτικες ευχές στην Τούρκικη γλώσσα:
Mutlu Noeller
Καλά Χριστούγεννα
Μutlu Yıllar
Καλή χρονιά
İyi ve sağlıklı seneler!
Καλή χρονιά με υγεία
Şeker gibi tatlı, masal gibi güzel bir yıl diliyorum. / Εύχομαι το νέο έτος να είναι γλυκό σαν ζάχαρη και όμορφο σαν παραμύθι. Yeni yılda da hiç ümitsiz kalmaman ve hayallerine kavuşman dileğimle. / Εύχομαι και στο νέο έτος να μην μείνεις ποτέ χωρίς ελπίδες και να αποκτήσεις όλα σου τα όνειρα. Yeni yıl kutlu olsun, sağlık, başarı ve mutluluk dolu olsun./ Καλή χρονιά, γεμάτη υγεία, επιτυχία και χαρά. Yeni yılda melekler sihrini göstersin ve bütün neşe ve mutluluklar size gelsin. /Στο νέο έτος οι άγγελοι να δείξουν τη μαγεία τους και να σας φέρουν χαρά και ευτυχία. Daha iyi yıllara, hep birlikte, elele.. mutlu yıllar ! / Σε καλύτερα χρόνια, όλοι μαζί, χέρι χέρι… Χρόνια πολλά! En kötü günümüz hiç gülmediğimiz gündür. Yeni yılın dolu dolu ve geniş en içten gülümsemelerle dolu geçmesi dileğiyle mutlu yıllar. / Η χειρότερη μας μέρα είναι αυτή που δεν γελάσαμε καθόλου. Εύχομαι η νέα χρονιά να είναι γεμάτη με αληθινά χαμόγελα που βγαίνουν μέσα από την ψυχή μας. Acısıyla, tatlısıyla, iyisiyle kötüsüyle bir yıl daha geçti. Hoş geldin yeni yıl. Mutlu yıllar! / Με τις χαρές και τις πίκρες, με τα καλά και τα κακά, πέρασε ακόμα ένας χρόνος. Καλώς ήρθε η νέα χρονιά. Χρόνια πολλά!
Χρώματα – Renkler Ak Βeyaz Βej Bordo
Λευκό Άσπρο Μπεζ Μπορντό
63
Gri Haki Kahverengi Krem Kırmızı Lacivert Mavi Mor Pembe Sarı Siyah Turuncu Τurkuaz Yeşil Açık Koyu
Γκρίζο Χακί Καφέ Κρεμ Κόκκινο Θαλλασί Μπλέ Μόβ Ρόζ Κίτρινο Μαύρο Πορτοκαλί Τουρκουάζ Πράσινο Ανοιχτό ( açık mavi, açık pembe…..) Σκούρο (koyu mavi, koyu pembe…)
Γιορτές – Bayramlar – Ozel Gunler Yeni yıl Doğum günü İsim günü Anneler günü Babalar günü Kadınlar günü Ramazan bayramı Noel bayramı Kurban bayramı
πρωτοχρονιά γενέθλια ονομαστική εορτή μέρα της μητέρας μέρα του πατέρα μέρα της γυναίκας Γιορτή του Ραμαζανιού (θρησκευτική γιορτή) Χριστούγεννα Γιορτή της Θυσίας (θρησκευτική γιορτή)
Λαχανικά – Sebzeler Bakla Bamya Brokoli Bezelye Biber Dere otu Domates Enginar Havuç Ispanak Kabak Karnıbahar Kereviz Kuru Fasulye Limon Lahana Mantar Marul Maydanoz Mısır Patlıcan Patates Pırasa Salatalık Sarımsak Soğan Taze Fasulye
κουκί μπάμια μπρόκολο αρακάς πιπεριά άνηθο ντομάτα αγκινάρα καρότο σπανάκι κολοκύθι κουνουπίδι σέλινο φασόλι ξηρό λεμόνι λάχανο μανιτάρι μαρούλι μαϊντανός καλαμπόκι μελιτζάνα πατάτα πράσο αγγούρι σκόρδο κρεμμύδι φασόλι φρέσκο
64
Turp
ραπανάκι
Φρούτα – Meyveler Ahududu Ananas Armut Avokado Böğürtlen Çilek Dut Elma Erik Greyfurt Hindistan Cevizi İncir Karadut Kavun Kayısı Karpuz Kiraz Kivi Ayva Mango Muz Nar Portakal Şeftali Üzüm Vişne
φραμπουάζ ανανάς αχλάδι αβοκάντο βατόμουρο φράουλα μούρο μήλο κορόμηλο γκρέιπ φρουτ καρύδα σύκο μαύρο μούρο πεπόνι βερίκοκο καρπούζι κεράσι ακτινίδιο κυδώνι μάνγκο μπανάνα ρόδι πορτοκάλι ροδάκινο σταφύλι βύσσινο
Μέλη του Σώματος-Vücudumuz Ağız Ak Ciğer Avuç Ayak, Bacak Baldır Beden Bel Beyin Bilek Bıyık Böbrek Boyun, Boğaz Çene Ciğer Cilt, Ten Dil Dirsek Diş Diz El, Kol Ense Göğüs Göz Kafa, Baş Kalp, Yürek
Στόμα Πνεύμονας Παλάμη Πόδι Γάμπα, Μηρός Σώμα Μέση Εγκέφαλος Καρπός Χεριού Μουστάκι Νεφρό Λαιμός Σαγόνι Συκώτι Δέρμα Γλώσσα Αγκώνας Δόντι Γόνατο Χέρι Σβέρκος, Αυχένας Στήθος Μάτι Κεφάλι Καρδιά
65
Karın Kaş Kemik Kıl Kulak Mide Omuz Parmak Saçlar Sakal Surat Tırnak Yanak
Κοιλιά Φρύδι Κόκκαλο Τρίχα Αυτί Στομάχι Ώμος Δάχτυλο Μαλλιά Μούσι Πρόσωπο Νύχι Μάγουλο
Αντικείμενα – Eşyalar Ayna Ayakkabı Askı Abajur Ahize Ampul Bilet Bıçkı Bıçak Boru Bidon Bez Cam Cımbız Cop Çekiç Çakı Çuval Davul Dolap Demir Dümen Elbise Eldiven Fare(Mouse) Flüt Gardolap Ip Jilet Kalem Kitap Kolye Koltuk Kapı Kumanda Klavye Kasa Kül Tabağı Makas Masa Matkap Mızrak
καθρέφτης παπούτσι κρεμάστρα αμπαζούρ ακουστικό (τηλεφώνου) λάμπα εισιτήριο πριόνι μαχαίρι σωλήνας μπιτόνι πανί τζάμι τσιμπιδάκι γκλόπ σφυρί σουγιάς σακί νταούλι ντουλάπι σίδερο λαγουδέρα ένδυμα, φόρεμα γάντια ποντίκι (υπολογιστή) φλάουτο γκαρνταρόμπα σκοινί ξυράφι μολύβι βιβλίο κολιέ πολυθρόνα πόρτα χειριστήριο πληκτρολόγιο χρηματοκιβώτιο σταχτοδοχείο ψαλίδι τραπέζι τρυπάνι κοντάρι
66
πέταλο εστία βέλος οκά πετονιά δρεπάνι άκμονας λεφτά παπούτσι πατσάς διαβατήριο κουρτίνα έλικας ράφι ράγα καλάθι λεπίδα ρούχα ούτι σίδερο βάζο
Nal Ocak Ok Okka Olta Orak Örs Para Pabuç Paça Pasaport Perde Pervane Raf Ray Sepet Ustura Urba Ud Ütü Vazo
Τοπικά Επιρρήματα – Yer – Yön Belirteçleri βορράς νότος ανατολή δύση βορειοανατολικά βορειοδυτικά νοτιοανατολικά νοτιοδυτικά μπροστά πίσω πάνω κάτω μέσα έξω δεξιά αριστερά δίπλα απέναντι ανάμεσα, μεταξύ, ενδιάμεσα κοντά μακριά γωνιά μέση
Kuzey Güney Doğu Batı Kuzeydoğu Kuzeybatı Güneydoğu Güneybatı Ön Arka Üst Alt İç Dış Sağ Sol Yan Karşı Ara Yakın Uzak Köşe Orta
Γυναικεία ονόματα και η σημασία τους – Kadın isimleri ve anlamları Α Açelya
Ένα όμορφο λουλούδι, αζαλέα
Afet
Καταστροφή
Ajda
Αντικείμενο με χαράγματα
67
Alev
Φλόγα
Aliye
Μέγας, θρυλικός
Arzu
Θέληση, επιθυμία
Asiye
Πονεμένη γυναίκα
Aslıν
Ερωτευμένη κοπέλα σε ένα τουρκικό παραμύθι (Αslı ile Kerem)
Asude
Σιωπηλό, ήρεμο, ξεκούραστο
Asuman
Ουρανός
Asya
Ασία
Ayça
Μισοφέγγαρο
Aydan
Αυτό που μοιάζει με τη Σελήνη
Ayla
Γυναίκα
Aylin
Φωτεινός κύκλος γύρω από τη Σελήνη
Aynur
Φωτεινό όπως τη Σελήνη
Aysu
Κρυστάλλινο νερό όπως τη Σελήνη
Ayşe
Ζωή
Ayşegül
Χαμογελαστή
Ayten
Με άσπρο δέρμα σαν τη Σελήνη
Azize
Έντιμη, αξιοπρεπή
Azra
Αγνή, παρθένα
Asena
Λύκαινα από Τουρκική μυθολογία
Aleyna
Αυτή που ζει μέσα σε άνεση, σε υγεία
Ayfer
Σεληνόφως
Β Bahar
Άνοιξη
Banu
Γυναίκα, νοικοκυρά
Başak
Στάχυ
Bedia
Ομορφιά
Begüm
Αξιότιμη γυναίκα
Belgin
Aνοιχτό, φανερό
Benan
Πολύ όμορφη κοπέλα
Bengi
Ατελείωτο, αιωνιότητα
Berin
Με μεγάλη αξία
Berna
Νέα
Berrak
Καθαρό, αγνό
Berrin
Με μεγάλη αξία
Beste
Σύνθεση (στη μουσική)
Beyza
Κάτασπρο
Bihter
Το καλύτερο
68
Bilge
Γνώστης
Billur
Καθαρό τζάμι
Binnaz
Με πολύ νάζι
Binnur
Με πολύ φως
Birgül
Μονάκριβο τριαντάφυλλο
Birsen
Έχει την σημασία του «μόνο εσύ»
Birsu
Μονάκριβο νερό
Buket
Μπουκέτο
Burçak
Βίκος, λαθούρι
Burçin
Ελαφίνα
Burcu
Όμορφο και γοητευτικό άρωμα
Büşra
Καλά νέα
Bilun
Μισοφέγγαρο
Biricik
Μονάκριβο
Beril
Καθαρό
C Cahide
Αυτή που προσπαθώ
Canan
Αγαπημένη
Cansu
Με μεγάλη αξία, όπως την ψυχή
Cemile
Όμορφη συμπεριφορά
Cemre
Αύξηση θερμότητας
Ceyda
Αυτή που κάνει καλό σε όλους
Ceylan
Αντιλόπη
Ç Çağla
Τσάγαλο
Çiçek
Λουλούδι
Çiğdem
Κολχικό (λουλούδι)
Çisem
Βροχούλα
D Damla
Σταγόνα
Defne
Δάφνη
Demet
Δεμάτι
Deniz
Θάλασσα
Derya
Θάλασσα
Destan
Έπος
Dide
Μάτι (Αραβική λέξη)
Dilara
Αγαπημένη
Dilek
Θέληση, επιθυμία
69
Duygu
Συναίσθημα
Dicle
Τίγρης (ποταμός)
Dolunay
Πανσέληνο
Ε Ebru
Κυματιστό ύφασμα
Ece
‘Υψιστος, τρανός
Eda
Η συμπαθητικότητα
Ekin
Σιτάρι
Ela
Μελί (χρώμα)
Elçin
Δεμάτι
Elif
Το πρώτο γράμμα του Αραβικού αλφαβήτουk /όμορφη κοπέλα
Emel
Φιλοδοξία
Emine
Κάποιος που μπορείς να εμπιστευτείς
Esin
Αεράκι
Esma
Ονόματα
Esmeray
Μελαχρινή σαν την ομορφιά του φεγγαριού
Eylül
Σεπτέμβριος
Eftalya
Φημισμένη Ρωμιά τραγουδίστρια
Eysan
Φημισμένη με την ομορφιά της
F Fatma
Ώριμη, αυτή που έχει κόψει το γάλα
Feray
Φωτεινότητα, λαμπρή
Feride
Αυτή που είναι μοναδική
Feriha
Χαρούμενη, ευτυχισμένη
Feyza
Επιτυχημένη, χαρούμενη
Fidan
Νέο δένδρο
Filiz
Βλαστάρι
Firdevs
Το όνομα του 6ου κήπου του παραδείσου
Funda
Μικρός θαμνώνας
Füsun
Μάγια
G Gamze
Λακκάκι (όταν χαμογελάμε)
Gaye
Στόχος, σκοπός
Gizem
Μυστικό
Gonca
Μπουμπούκι
Gönül
Καρδιά, ψυχή
Gözde
Αυτή που αρέσει σε άλλους
Gül
Τριαντάφυλλο
70
Gülben
Έχει την σημασία «Εγώ είμαι τριαντάφυλλο»
Gülçin
Αυτή που μαζεύει τριαντάφυλλα
Gülşah
Βασίλισσα των τριαντάφυλλων
Gülistan
Ροδώνας
Güllü
Όμορφη γυναίκα/ Αυτή που έχει τριαντάφυλλα
Gülpembe Ροζ του τριαντάφυλλου Gün
Μέρα
Güzide
Επιλεγμένη
Göknur
Λαμπερή, φωτεινή
H Hacer
Πέτρα, κομμάτι βράχου
Hale
Φωτοστέφανο
Handan
Χαμογελαστή
Hande
Χαμόγελο / διασκέδαση
Hatice
Κορίτσι το οποίο γεννήθηκε πρόωρα
Hilal
Με τριανταφυλλένια μάγουλα
Huri
Κορίτσι του παραδείσου, άγγελος
Hülya
Όνειρο, φαντασίωση
Hürmüz
Θεά της καλοσύνης στον Ζωροαστρισμό (είναι μια από τις
Hürrem
Χαρούμενη, αυτή που περνάει τον χρόνο της ευχάριστα
παλαιότερες θρησκείες)
I Işık
Φως
Işıl
Φωτεινός/-η/-ο
Işılay
Φως της Σελήνης
İ İclal
Μεγαλείο
İffet
Καθαριότητα, να είσαι τίμιος
İlayda
Νεραΐδα νερού
İlknur
Το πρώτο φως
İlkyaz
Αρχή του καλοκαιριού
İmge
Εικόνα που κατασκευάζει το μυαλό
İnci
Μαργαριτάρι
İpek
Μετάξι
İrem
Κήπος του παραδείσου
J Jale
Χιονοστοιβάδα
Jülide
Ανέμελα μαλλιά
K
71
Kader
Μοίρα
Kadriye
Τιμή
Kamelya
Καμέλια
Kumru
Τρυγόνι
Kısmet
Τύχη, πεπρωμένο
Kiraz
Κεράσι
L Lale
Τουλίπα
Lamia
Αυτό που λάμπει
Latife
Όμορφο, ευχάριστο / Πλάκα, χαριτολόγημα
Leman
Να λάμπεις / το μάζεμα της σοδιάς
Leyla
Μεγάλη και σκοτεινή νύχτα
M Makbule
Αυτό/-ή/-ό που αρέσει
Manolya
Μανόλια
Mehtap
Φεγγαρόφωτο
Melda
Αυτή που έχει λεπτό και όμορφο σώμα
Melek
Άγγελος
Meliha
Όμορφη, γλυκιά
Melike
Αρχόντισσα
Melis
Μέλισσα (που φτιάχνει μέλι)
Melisa
Μέλισσα (φυτό)
Melodi
Μελωδία
Meltem
Μελτέμια (άνεμος)
Menekşe
Μενεξές
Meral
Ελαφίνα
Meriç
Έβρος (ποτάμι)
Merve
Βουνό κοντά στη Μέκκα
Meryem
Γυναίκα δεμένη με την θρησκεία της
Mihriban
Αυτή που αγαπάει
Mine
Μίνιο (σε μέταλλο)
Müge
Λουλούδι συκιάς
Müjde
Καλή είδηση
Müjgan
Ματόκλαδο
Mısra
Στίχος
N Nadide
Σπάνια, πολύτιμη
Nalan
Αυτή που μοιρολογεί, που φωνάζει
72
Naz
Νάζι
Nazlı
Ναζιάρα
Necla
Παιδί, σπλάχνο
Neşe
Χαρά
Nehir
Ποτάμι
Nergis
Νάρκισσος
Nihal
Με λεπτό και όμορφο σώμα
Nil
Ποταμός Νείλος
Nilgün
Με χρώμα μπλέ
Nilüfer
Νούφαρο
Nimet
Αγαθό
Nisan
Απρίλιος
Nükhet
Με ωραίο άρωμα
Nur
Φως, σταλμένο από τον Θεό
O Oya
Δαντέλα, κροσέ
Ö Öykü
Ιστορία, μυθιστόρημα
Özge
Ξένη, άλλη, όμορφη
Özlem
Επιθυμία, νοσταλγία
P Pakize
Πολύ όμορφη, καθαρή
Pelin
Φυτό με πικρό άρωμα σε χρώμα άσπρο ή μαύρο
Pembe
Ροζ
Peri
Νεράιδα
Perihan
Αρχόντισσα των Νεραϊδών
Petek
Κερήθρα
Pinar
Πηγή
R Rabia
Τέταρτη
Rana
Όμορφη
Reyhan
Βασιλικός
Rüya
Όνειρο
S Saadet
Ευτυχία
Sabahat
Ομορφιά
Safiye
Παρθένο, αγνό
Sakine
Ήρεμη
73
Seda
Φώς
Sedef
Μάργαρος
Seher
Χαραυγή
Selen
Νέο, είδηση
Selvi
Κυπαρίσσι
Sema
Ουρανός
Semra
Μελαχρινή
Serap
Οφθαλμαπάτη
Sertap
Λαμπερό
Sevda
Αγάπη, έρωτας
Sevgi
Αγάπη
Sezen
Με δυνατή διαίσθηση
Sıla
Πατρίδα του ξενιτεμένου
Sibel
Σταγόνα βροχής που μένει ανάμεσα στα σύννεφα και στη γη
Simge
Σύμβολο
Sinem
Το σώμα μου
Songül
Το τελευταίο τριαντάφυλλο
Sonnur
Το τελευταίο φως
Su
Νερό
Sultan
Σουλτάνα
Ş Şebnem
Δροσιά
Şehrazat
Ηρωίδα στο παραμύθι 1000 και 1 νύχτες
Şelale
Καταρράκτης
Şevval
Δέκατος μήνα του Αραβικού Ημερολογίου
Şiir
Ποίημα
Şükran
Ευγνωμοσύνη
Şule
Φλόγα
T Tanyeli
Αεράκι που φυσάει από την ανατολή
Tuba
Δένδρο το οποίο πιστεύετε ότι υπάρχει στο παράδεισο
Tutku
Πάθος
Tülin
Καθρέπτης
Türkan
Αυτή που βοηθάει τον Σουλτάνο στην ηγεμονία
U Ulviye
Μεγαλοπρεπής , θριαμβικός
Ü Ülkü
Ιδανικό, όραμα
74
Ümran
Ευτυχία, ευφορία
V Vahide
Μοναδική
Vicdan
Συνείδηση
Y Yaprak
Φύλλο
Yasemin
Γιασεμί
Yağmur
Βροχή
Yelda
Η πιο μεγάλη νύχτα του χρόνου
Yeliz
Σημάδι του αέρα
Yeşim
Πέτρα νεφρίτης
Yeter
Αρκετά, η έννοια του «φτάνει»
Yıldız
Αστέρι
Yonca
Τριφύλλι
Yosun
Φύκι
Z Zehra
Με άσπρο και καθαρό πρόσωπο
Zekiye
Έξυπνη
Zerrin
Χρυσαφένια
Zeynep
Πολύτιμο πετράδι
Ziynet
Στολίδι
Zübeyde
Αληθινό, ουσία
Zülfiye
Αυτή που έχει πολύ όμορφα μαλλιά
Zümrüt
Σμαράγδι
Ανδρικά ονόματα και η σημασία τους – Erkek İsimleri ve Anlamları A Abdullah
Άνθρωπος του Θεού
Abidin
Προσευχητής
Adem
Ο πρώτος άνδρας που δημιούργησε ο Θεός / Αδάμ
Adil
Δίκαιος
Adnan
Δυο ουρανοί, δυο παράδεισοι (παλιό τούρκικο όνομα)
Ahmet
Αυτός που δοξάζει το Θεό
Ali
Αξιοπρεπής, έντιμος
Alp
Λεβέντης , ήρωας
Alparslan
Άφοβος, σαν λιοντάρι
Altay
Αλταϊκά όρη
75
Arda
Διάδοχος
Aslan
Λιοντάρι
Ata
Πατέρας, πρόγονος
Atilla
Άρχοντας των Ούνων
Aydın
Γνώστης
Ateş
Φωτιά
Aykut
Δώρο
Aytekin
Μοναδικός μήνας
B Baha
Αξία, αντίτιμο
Bahadır
Αξιοπρεπής, έντιμος
Bahtiyar
Ευτυχισμένος, χαρούμενος
Barış
Ειρήνη
Batu
Δυνατός, ισχυρός
Bayraktar
Σημαιοφόρος
Bayram
Γιορτή
Behlül
Χαμογελαστός, ευεργέτης
Birol
Έχει την σημασία «Να είσαι μοναδικός»
Bora
Μπόρα
Bülent
Μεγάλος, θρυλικός
Bünyamin
Γιός του Προφήτη Ιάκωβου
Bulut
Σύννεφο
Berk
Δυνατός
C Can
Ψυχή
Celal
Οργή, θυμός
Cem
Το σύνολο από κάτι
Cemal
Ομορφιά
Cengiz
Σκληρός, τραχύς
Cenk
Σύντομος πόλεμος
Cihan
Κόσμος
Cuma
Παρασκευή, ιερή μέρα των Μουσουλμάνων
Ç Çağrı
Κάλεσμα
Çetin
Δύσκολο
Çağatay
Μικρό άλογο
Çelik
Ατσάλι
Çınar
Πλάτανος
76
D Deha
Ιδιοφυΐα
Demir
Σίδερο
Deniz
Θάλασσα
Doğu
Ανατολή
Doruk
Κορυφή
E Edip
Ευγενικός / Καλλιεργημένος
Efe
Ζεϊμπέκης, παλικάρι
Ege
Αιγαίο / Θρυλικός
Ejder
Δράκοντας
Ekrem
Γενναιόδωρος
Emin
Έμπιστος
Emir
Αρχηγός
Emrah
Αυτός που παίζει σάζι και χορεύει
Emre
Ερωτευμένος, καλός φίλος
Ender
Σπάνιος
Engin
Απέραντος, ατελείωτος
Erdoğan
Γεννημένος ήρωας, γενναίος
Ertuğrul
Σωστός, καθαρός
Ezel
Δίχως αρχή
F Fakir
Φτωχός
Fatih
Πορθητής, κατακτητής
Ferhat
Άνεση
Ferit (d)
Μοναδικός
Fikret
Να βυθίζεσαι σε σκέψεις
G Galip
Νικητής
Gani
Πλούσιος, ανοιχτοχέρης
Garip
Μοναχός, ξένος, περίεργος
Gökberk
Πράσινο φύλο
Gökhan
Βασιλείας των ουρανών
Güven
Εμπιστοσύνη, ασφάλεια
H Hakan
Μεγάλος Χάνος, αρχηγός των αρχηγών
Halil
Πολύ καλός φίλος
77
Haluk
Αυτός που τα πάει καλά με όλους, βολικός
Harun
Πεισματάρης /δύστροπο άλογο
Hasan
Καλοσύνη, ομορφιά
Haydar
Λιοντάρι / Πολύ γενναίος
Hilmi
Υπομονητικός
Hüseyin
Ψυχική ομορφιά
I Işık
Φως
İ İbrahim
Ο Προφήτης Αβραάμ
İhsan
Να κάνεις καλοσύνη
İlkay
Πρώτες μέρες της νέας σελήνης
İlker
Πρώτο παιδί (αγόρι)
İmdat
Βοήθεια
İsa
Ιησούς
İskender
Αλέξανδρος
K Kaan
Σουλτάνος, Αρχηγός
Kadir
Αξία, τιμή
Kahraman
Ήρωας
Kartal
Αετός
Kaya
Βράχος
Kemal
Ώριμος
Kenan
Πιστεύετε ότι είναι ο γιός του Νώε
Kerem
Γενναιοδωρία
Kıvanç
Χαρά, ευαρέσκεια
Korkmaz
Άφοβος
Kuzey
Βορράς
L Levent
Λεβέντης, ναύτης
M Mahmut
Άξιος για έπαινο
Mecnun
Τρελός
Mehmet
Αυτός που κερδίζει έπαινος
Menderes
Ποτάμι στο Αιγαίο
Meriç
Έβρος (ποταμός )
Mert
Γενναίος
Mesut
Ευτυχισμένος, χαρούμενος
78
Metin
Γερός, δυνατός
Murat
Θέλημα, σκοπός
Musa
Μωυσής
Mustafa
Καθαρός, αγνός
Müjdat
Χαρμόσυνα νέα
N Nadir
Σπάνιος
Namık
Αυτός που γράφει, συγγραφέας
Nasreddin
Βοηθός
Nazım
Ρυθμιστής
Necat
Ανεξαρτησία
Nedim
Καλός φίλος
Nuh
Νώε
O Oğuz
Σωστός και καλός άνδρας
Okan
Κατανόηση, εκμάθηση
Oktay
Θυμωμένος, οργισμένος
Onur
Τιμή, εντιμότητα
Orhan
Διοικητής του λαού
Osman
Άνδρας σαν φωτιά
Ozan
Λαϊκός ποιητής
Ö Öcal
Να πάρεις εκδίκηση
Ömer
Δύναμη ζωής
Önder
Αρχηγός
Özcan
Από ψυχή
Özgür
Ελεύθερος
Özkan
Καθαρόαιμός
P Pars
Λεοπάρδαλη
Peker
Δυνατός άνδρας
Polat
Σκληρό σίδερο
Poyraz
Βοριάς (άνεμος)
R Ramiz
Αυτός που σημαδεύει
Recep
Μεγαλοπρεπής, μέγας και τρανός
Refik
Φίλος, σύντροφος
Reha
Λύτρωση, σωτηρία
79
Rıdvan
Ο άγγελος που περιμένει στη πόρτα του παραδείσου
Rıza
Ικανοποίηση
Ruhi
Σχετικά με τη ψυχή
Rüştü
Ώριμος
S Sadi
Τυχερός
Salih
Καλός , ωφέλιμος
Salim
Δυνατός, δίχως ελλείψεις
Savaş
Πόλεμος
Seçkin
Επιλεγμένος
Sedat
Δίκαιος, σωστός
Selçuk
Αυτός που ρέει σαν ποτάμι
Selim
Αρρώστια με εύκολη θεραπεία
Semih
Με γενναιόδωρη ψυχή
Sercan
Η αρχή των ψυχών
Serdar
Διοικητής
Sergen
Ράφι
Sezer
Με δυνατή διείσδυση
Sıtkı
Σωστός, τίμιος
Sönmez
Άσβεστος, ακατάσβεστος
Süleyman
Σουλεϊμάν, Γιός του Προφήτη Δαβίδ
Ş Şaban
Ο όγδοος μήνας του Ισλαμικού ημερολογίου
Şafak
Αυγή, ανατολή
Şahin
Γεράκι
Şener
Ευτυχισμένος άνδρας
Şeref
Τιμή , εντιμότητα
Şevket
Υψηλότητα
T Tan
Χαραυγή
Tarık
Πρωινό άστρο
Tarkan
Παλιό τούρκικο όνομα/ Ατημέλητος
Tayfun
Τυφώνας
Tayyib (p)
Καλός, σεμνός, αγνός
Tekin
Τυχερός
Temel
Θεμέλιο, βασικό
Tolga
Ένας είδος προμετωπίδας
Toygar
Κορυδαλλός
80
Tuna
Δούναβης ποταμός
Türker
Τούρκος άνδρας
U Ufuk
Ορίζοντας
Uğur
Τύχη, γούρι
Umut
Ελπίδα, προσδοκία
Ü Ümit
Ελπίδα, αναμονή
V Vedat
Φιλία, αγάπη
Vefa
Ευγνωμοσύνη
Veli
Άγιος, ιδιοκτήτης, κηδεμόνας
Volkan
Ηφαίστειο
Y Yahya
Άγιος Ιωάννης
Yakup (b)
Προφήτης Ιακώβ
Yalın
Απλό, σκέτο
Yaman
Καταπληκτικός, φοβερός
Yaşar
Αυτός που ζει, ο εν ζωή
Yavuz
Σκληρός, αυστηρός
Yekta
Μοναδικός
Yıldırım
Αστραπή, κεραυνός
Yılmaz
Άφοβος, ατρόμητος
Yiğit
Δυνατός, γενναίος
Yunus
Δελφίνι
Z Zafer
Νίκη
Zeki
Έξυπνος
Ζώα – Hayvanlar A Ahtapot
χταπόδι
Akbaba
γύπας
Akrep
σκορπιός
Alabalık
πέστροφα
Antilop
αντιλόπη
Arı
μέλισσα
81
Aslan
λιοντάρι
At
άλογο
Ayı
αρκούδα
B Balina
φάλαινα
Balık
ψάρι
Böcek
έντομο
C Ceylan
αντιλόπη
Ç Çekirge
ακρίδα
D Deve
καμήλα
Domuz
γουρούνι
E Eşek
γαϊδούρι
F Fare
ποντίκι
Fil
ελέφαντας
Fok
φώκια
G Geyik
ελάφι
Goril
γορίλας
Güvercin
περιστέρι
H Hamsi
γαύρος
Hindi
γαλοπούλα
Horoz
κόκορας
I Istakoz
αστακός
İ İnek
αγελάδα
K Kanarya
καναρίνι
Kaplan
τίγρης
Kaplumbağa
χελώνα
Karınca
μυρμήγκι
Kartal
αετός
82
Kaz
χήνα
Keçi
κατσίκι
Kedi
γάτα
Kırlangıç
χελιδόνι
Kokarca
κουνάβι
Koyun
πρόβατο
Köpek
σκύλος
Kurbağa
βάτραχος
Kuğu
κύκνος
Kurt
λύκος
Kuş
πουλί
Kutupayısı
πολικήαρκούδα
L Lama
λάμα
Levrek
λαβράκι
Leylek
πελαργός
Leopar
λεοπάρδαλη
M Manda
βουβάλι
Maymun
μαϊμού
O Orangutan
ουραγκοτάγκος
Ö Ördek
πάπια
Örümcek
αράχνη
Öküz
βόδι
P Puma
πούμα
Penguen
πιγκουίνος
S Salyangoz
σαλιγκάρι
Serçe
σπουργίτι
Sığır
βόδι
Sincap
σκίουρος
Sinek
μύγα
Sivrisinek
κουνούπι
Ş Şahin
γεράκι
83
T Tavuk
κότα
Tavşan
λαγός
Tilki
αλεπού
Timsah
κροκόδειλος
Y Yarasa
νυχτερίδα
Yengeç
καβούρι
Yılan
φίδι
Z Zargana
ζαργάνα
Zebra
ζέβρα
Zürafa
καμηλοπάρδαλη
Είδη Βιβλίου – Kitap Türleri Aksiyon - Macera
Δράση – περιπέτεια
Anı
Απομνημονεύματα
Biyografiler
Βιογραφίες
Anlatı
Μυθιστόρημα
Ansiklopedi
Εγκυκλοπαίδεια
Antoloji
Ανθολογία
Antropoloji
Ανθρωπολογία
Araştırma
Έρευνα
Arkeoloji
Αρχαιολογία
Astroloji
Αστρολογία
Aşk / Roman
Ερωτικό/ νουβέλα
Aşk Şiirleri
Ερωτικά ποιήματα
Bilim – Teknoloji
Επιστήμη- τεχνολογία
Bilim Kurgu
Επιστημονικής φαντασίας
Bitkiler Alemi
Κόσμος των φυτών
Biyografi/Otobiyografi
Βιογραφία/ αυτοβιογραφία
Çağdaş Klasikler
Σύγχρονα κλασικά
Çeviri Şiirler
Μεταφρασμένα ποιήματα
Çevre ve Ekoloji
Περιβάλλον και Οικολογία
Çizgi Roman
Κόμιξ
Çocuk Edebiyatı
Παιδική λογοτεχνία
Çocuk Kitapları
Παιδικά βιβλία
Deneme
Δοκίμιο
84
Derleme
Συλλογή
Dil Bilgisi
Γραμματική
Dil/Etimoloji
Γλώσσα/ ετοιμολογία
Dilbilim
Γλωσσολογία
Din
Θρησκεία
Dünya Edebiyatı
Παγκόσμια λογοτεχνία
Edebiyat
Λογοτεχνία
Efsaneler/Destanlar
Μύθος /έπος
Eğitim
Εκπαίδευση
Eğlence-Mizah
Διασκέδαση/ σάτιρα
Ekoloji
Οικολογία
Ekonomi
Οικονομία
Eleştiri
Κριτικό
Fantastik
Φανταστικό
Felsefe
Φιλοσοφία
Felsefe ve Psikoloji
Φιλοσοφία και ψυχολογία
Fıkra
Ανέκδοτο
Fotoğraf
Φωτογραφία
Güzel Sanatlar
Καλές τέχνες
Halk Edebiyatı
Λαϊκή λογοτεχνία
Halkla İlişkiler
Δημόσιες σχέσεις
Hatıra
Ανάμνηση
Hayvanlar Alemi
Ζωικό βασίλειο
Hikaye
Ιστορία
Hobi
Χόμπι
Hukuk
Νομικό
İletişim
Επικοινωνία
Karikatür
Σκιτσογράφημα
Klasik Polisiye Romanlar
Κλασικά αστυνομικά
Korku
Θρίλερ
Macera
Περιπέτεια
Makale
Άρθρο
Masal
Παραμύθι
Mektup
Επιστολή
Metafizik-Ufo ve Uzay
Μεταφυσικό – Ufo και διάστημα
Mitoloji
Μυθολογία
Mitolojik Masallar
Παραμύθια της μυθολογίας
Müzik
Μουσική
85
Öykü
Διήγημα
Parapsikoloji
Παραψυχολογία
Polisiye
Αστυνομικό
Psikoloji
Ψυχολογικό
Roman
Νουβέλα
Sağlık
Υγεία
Sanat
Τέχνη
Sanat Tarihi
Ιστορία τέχνης
Siyaset
Πολιτικό
Sosyoloji
Κοινωνιολογία
Sözlük
Λεξικό
Spor
Άθλημα
Şiir
Ποίημα
Tarih
Ιστορία
Tiyatro
Θέατρο
Turizm
Τουρισμός
Uluslararası İlişkiler
Διεθνείς σχέσεις
Είδη Έργων – Film Türleri Aksiyon filmi
Ταινία δράσης
Casus
Κατασκοπική
Dövüş
Πολεμική
Belgesel
Ντοκιμαντέρ
Doğa
Φύση
Gezi
Ταξίδι
Bilim kurgu
Επιστημονική φαντασία
Dini
Θρησκευτική
Dramatik
Δραματικό
Erotik dram
Ερωτικό δράμα
Melodram
Μελόδραμα
Trajedi
Τραγωδία
Eğitim
Εκπαιδευτικό
Erotik
Ερωτικό
Fantastik
Φανταστικό
Masal
Παραμύθι
Mitolojik
Μυθολογικό
Gerilim
Δραματικό
Komedi
Κωμωδία
86
Parodi
Παρωδία
Korku
Θρίλερ
Psikolojik korku
Ψυχολογικό θρίλερ
Macera
Περιπέτειας
Korsan
Πειρατικό
Müzikal
Μιούζικαλ
Politik
Πολιτικό
Pornografik
Πορνογραφικό
Romantik
Ρομαντικό
Romantik dram
Ρομαντικό δράμα
Romantik macera
Ρομαντική περιπέτεια
Savaş
Πολεμικό
Spor
Αθλητικό
Suç
Έγκλημα
Gizemli
Μυστηριώδης
Mafya
Μαφία
Polisiye
Αστυνομικό
Tarihi
Ιστορικό
Aile
Οικογενειακό
Çocuk
Παιδικό
Genç
Νεανικό
Kadın
Γυναικείο
Animasyon
Κινούμενα σχέδια
Kısa
Μικρής διάρκειας
Sessiz
Βουβή
Siyah beyaz
Μαυρόασπρη
Üç boyutlu
Τρισδιάστατη
Επαγγέλματα – Meslekler A
aşçı
μάγειρας
aktör
ηθοποιός (άνδρας)
albay
συνταγματάρχης
amiral
ναύαρχος
anahtarcı
κλειδαράς
animator
ανιματέρ 87
antropolog
ανθρωπολόγος
arabacı
αμαξάς
araştırmacı
ερευνητής
arkeolog
αρχαιολόγος
armatör
εφοπλιστής
artist
ηθοποιός (γυναίκα)
asansörcü
τεχνικός/κατασκευαστής ανελκυστήρων
asistan
βοηθός
asker
φαντάρος, αξιωματικός
astrofizikçi
αστροφυσικός
astronot
αστρονόμος
atlet
αθλητής
avcı
κυνηγός
avukat
δικηγόρος
ayakkabıcı
υποδηματοποιός,τσαγκάρης
B baharatçı
έμπορος μπαχαρικών
bahçıvan
κηπουρός
bakıcı
νταντά
bakırcı
μπακιρτζής
bakkal
μπακάλης
balıkçı
ψαράς
bankacı
τραπεζίτης
barmen
μπάρμεν
başbakan
πρωθυπουργός
başçavuş
επιλοχίας
başkan
πρόεδρος, αρχηγός
başpiskopos
αρχιεπίσκοπος
belediye başkanı
δήμαρχος
benzinci
βενζινάς
berber
κουρέας 88
biletçi
εισπράκτορας
bilgisayar mühendisi
μηχανικός υπολογιστών
bilgisayar programcısı
προγραμματιστής υπολογιστών
bilgisayar tamircisi
επισκευαστής υπολογιστών
bilimadamı
επιστήμονας
bilirkişi
πραγματογνώμονας
bisikletçi
ποδηλάτης
biyolog
βιολόγος
borsacı
χρηματιστής
boyacı
ελαιοχρωματιστής
börekçi
τυροπιτάς
büyükelçi
πρέσβης
C–Ç cambaz
ακροβάτης
camcı
τζαμάς
cankurtaran
ναυαγοσώστης
cenaze levazımatçısı
εργαζόμενος σε γραφείο τελετών
cerrah
χειρούργος
coğrafyacı
γεωγράφος
çantacı
τσαντάς
çaycı
παραγωγός/πωλητής τσαγιού, φανατικός τσαγιού
çevirmen
μεταφραστής
çevrebilimci
οικολόγος
çiçekçi
ανθοπώλης
çiftçi
αγρότης
çilingir
κλειδαράς
çoban
βοσκός
çocuk doktoru παιδίατρος çorapçı
κατασκευαστής/πωλητής καλτσών 89
çöpçü
σκουπιδιάρης
D dadı
νταντά
daktilograf
δακτυλογράφηση
danışman
σύμβουλος
dansöz
χορεύτρια
davulcu
νταουλιέρης
dedektif
ντεντέκτιβ
denizci
ναύτης, ναυτικός
derici
βυρσοδέψης
devlet memuru
δημόσιο υπάλληλος
diktatör
δικτάτορας
dilenci
ζητιάνος
diplomat
διπλωμάτης
diş hekimi
οδοντίατρος
diyetist
διαιτολόγος
doğum uzmanı
μαιευτήρας
doktor
ιατρός
dondurmacı
παγωτατζής
dövizci
υπάλληλος γραφείου συναλλάγματος
E ebe
μαία
eczacı
φαρμακοποιός
eczacı kalfası
βοηθός φαρμακοποιού
editor
επιμελητής έκδοσης
eğitimci
παιδαγωγός
eğitmen
εκπαιδευτής
ekonomist
οικονομολόγος
elektrik mühendisi
ηλεκτρολόγος μηχανικός
elektrikçi
ηλεκτρολόγος 90
eleştirmen
κριτικός
embriyolog
εμβρυολόγος
emlakçı
κτηματομεσίτης
ergonomist
εργατολόγος
esir
αιχμάλωτος, σκλάβος
eskici
παλιατζής
estetisyen
αισθητικός
etnolojist
εθνολόγος
ev hanımı
οικοδέσποινα
F falcı
μάντης
fırıncı
φούρναρης
film yapımcısı παραγωγός film yönetmeni
σκηνοθέτης
filozof
φιλόσοφος
fizikçi
φυσικός επιστήμονας
fizyoterapist
φυσικοθεραπευτής
fotoğrafçı
φωτογράφος
futbolcu
ποδοσφαιριστής
G gardiyan
δεσμοφύλακας, φρουρός
garson
σερβιτόρος
gazeteci
δημοσιογράφος
gemici
ναύτης, ναυτικός
general
στρατηγός
gezgin
περιηγητής, οδοιπόρος
gitarist
κιθαρίστας
gökbilimci
αστρονόμος
göz doktoru
οφθαλμίατρος
gözetmen
επιθεωρητής
gözlükçü
οπτικός
grafiker
γραφικός 91
gümrük memuru
τελωνειακός
güzellik uzmanı
αισθητικός
H hakem
διαιτητής
halıcı
ταπητουργός
hamal
χαμάλης
haritacı
χαρτογράφος
hastabakıcı
νοσηλευτής
havacı
αεροπόρος
haydut
ληστής, συμμορίτης
hayvan bakıcısı
κτηνοτρόφος
hemşire
νοσοκόμα
hesap uzmanı
λογιστής
heykeltıraş
γλύπτης
hırdavatçı
χρωματοπώλης
hizmetçi
υπηρέτης
host
αεροσυνοδός (άνδρας)
hostes
αεροσυνοδός (γυναίκα)
hukukçu
νομικός
I ırgat
εργάτης
ışıkçı
τεχνικός φωτισμού
İ icra memuru
κατάσχων
iç mimar
εσωτερικός διακοσμητής
ihracatçı
εξαγωγέας
iktisatçı
οικονομολόγος
ilahiyatçı
θεολόγος
illüzyonist
ταχυδακτυλουργός
imam
ιμάμης
insan
διευθυντής ανθρώπινου 92
kaynakları uzmanı
δυναμικού
inşaat mühendisi
πολιτικός μηχανικός
inşaatçı
οικοδόμος
istatistikçi
στατιστικολόγος
işçi
εργάτης
işletmeci
διοικητής επιχειρήσεων
itfaiyeci
πυροσβέστης
ithalatçı
εισαγωγέας
J jeofizik mühendisi
γεωφυσικός επιστήμονας
jeolog
γεωλόγος
jinekolog
γυναικολόγος
jimnastikçi
γυμναστής
K kahveci
καφετζής
kahya
κεχαγιάς, οικονόμος
kalaycı
χαλκωματάς
kameraman
εικονολήπτης
kamyoncu
νταλικέρης
kapıcı
θυρωρός
kaptan
καπετάνιος
kardinal
καρδινάλιος
kardiyolog
καρδιολόγος
karikatürist
σκιτσογράφος
kasap
χασάπης
kasiyer
ταμίας
katip
γραμματέας
kaymakam
έπαρχος
kazıcı
εκσκαφέας
kebapçı
ψήστης
kemancı
βιολιστής 93
kırtasiyeci
χαρτοπώλης
kimya mühendisi
χημικός μηχανικός
kitapçı
βιβλιοπώλης
komedyen
κωμικός
komisyoncu
μεσολαβητής
konsolos
πρόξενος
koreograf
χορογράφος
korgeneral
αντιστράτηγος
koramiral
αντιναύαρχος
korsan
πειρατής
koruma görevlisi
σωματοφύλακας
kovboy
καουμπόι
köfteci
κεφτετζής
kömürcü
καρβουνιάρης
köşeyazarı
αρθρογράφος
kuaför
κομμωτής
kuşçu
πουλολόγος
kumarbaz
τζογαδόρος
kumaşçı
υφασματέμπορος
kurye
κούριερ
kuyumcu
κοσμηματοπώλης
kürkçü
γουναράς
kütüphaneci
βιβλιοθηκάριος
L laborant
βοηθός εργαστηρίου
levazımcı
σιτιστής
lokantacı
εστιάτορας
lostracı
λούστρος
M madenci
μεταλλωρύχος
makinist
μηχανοδηγός 94
makyajcı
μακιγιέρ
manav
μανάβης
manifaturacı
έμπορος ειδών ένδυσης
manikürcü
μανικιουρίστας
manken
μανεκέν
marangoz
ξυλουργός
masör
μασέρ
matbaacı
τυπογράφος
matematikçi
μαθηματικός
memur
δημόσιος υπάλληλος
menajer
μάνατζερ
mermerci
μαρμαράς
meteoroloji uzmanı
μετεωρολόγος
meyhaneci
ταβερνιάρης
mezarcı
νεκροθάφτης
mikrobiyolog
μικροβιολόγος
milletvekili
βουλευτής
mimar
αρχιτέκτονας
mobilyacı
επιπλοποιός
model
μοντέλο
muhabir
ανταποκριτής
muhasebeci
λογιστής
muhtar
κοινοτάρχης
muezzin
μουεζίνης
müfettiş
επιθεωρητής
mühendis
μηχανικός
müteahhit
εργολάβος
müzisyen
μουσικός
N nakliyeci
μεταφορέας
nalbant
πεταλωτής
nalbur
χρωματοπώλης 95
συμβολαιογράφος
noter Ο obuacı
ομποϊστας
ocakçı
καπνοδοχοκαθαριστής
odacı
κλητήρας
oduncu
ξυλοκόπος
okçu
τοξότης
okul müdürü
διευθυντής σχολείου
okutman
λέκτορας
operatör
μηχανοδηγός, χειριστής
orman mühendisi
δασολόγος
otelci
ξενοδόχος
oto tamircisi
επισκευαστής αυτοκινήτων
oymacı
ξυλογλύπτης
oyuncu
ηθοποιός
Ö öğrenci
μαθητής
öğretmen
καθηγητής
öğretim görevlisi
πανεπιστημιακός δάσκαλος
P palyaço
κλόουν
pansumancı
νοσοκόμος
papaz
παπάς
patolog
παθολόγος
pilot
πιλότος
piskopos
επίσκοπος
piyade
πεζικός
piyanist
πιανίστας
polis memuru
αστυνόμος
politikacı
πολιτικός
postacı
ταχυδρόμος 96
profesör
καθηγητής
psikiyatris
ψυχίατρος
psikolog
ψυχολόγος
R radyolog
ραδιολόγος
rehber
ξεναγός
reklamcı
διαφημιστής
rektör
πρύτανης
rektör yardımcısı
αντιπρύτανης
ressam
ζωγράφος
S saatçi
ρολογάς
sahil koruma
ακτοφύλακας
sanayici
βιομήχανος
satış elemanı
πωλητής
savcı
εισαγγελέας
sekreter
γραμματέας
sepetçi
καλαθοποιός
ses teknisyeni
ηχολήπτης
sigortacı
ασφαλιστής
sihirbaz
ταχυδακτυλουργός
silahçı
οπλοποιός
simitçi
κουλουράς
soyguncu
ληστής
soytarı
γελωτοποιός
spiker
εκφωνητής
stilist
στυλίστας
striptizci
στριπτιζέζ
su tesisatçısı
υδραυλικός
sucu
νερουλάς
sunucu
παρουσιαστής
sünnetçi
ειδικός που κάνει περιτομή 97
sütçü
γαλατάς
Ş şair
ποιητής
şapkacı
καπελάς
şarap üreticisi
οινοπαραγωγός
şarkıcı
τραγουδιστής
şarküter
αλλαντοποιός
şekerci
ζαχαροπλάστης
şemsiyeci
ομπρελάς
şoför
οδηγός
T taksici
ταξιτζής
tarihçi
ιστορικός
tasarımcı
σχεδιαστής
tatlıcı
ζαχαροπλάστης
tavukçu
ορνιθοτρόφος
teğmen
ανθυπολοχαγός
televizyon tamircisi
επισκευαστής τηλεόρασης
temizlikçi
καθαρίστρια
temsilci
εκπρόσωπος
terapist
θεραπευτής
tercüman
μεταφραστής
terzi
ράφτης
tezgahtar
πωλητής
tesisatçı
τεχνικός
tornacı
τορναδόρος
tuğamiral
αντιναύαρχος
tuğgeneral
ταξίαρχος
tuhafiyeci
ψιλικατζής
turşucu
πωλητής τουρσιών
tümamiral
αντιναύαρχος 98
tümgeneral
υποστράτηγος
U ustabaşı
πρωτομάστορας
uzay mühendisi
αστροναύτης
üretici
παραγωγός
ürolog
ουρολόγος
V vali
νομάρχης
vestiyer
αμπιγιέρ
veteriner
κτηνίατρος
veznedar
ταμίας
viyolonselci
βιολοντσελίστας
Y yarbay
αντισυνταγματάρχης
yardımcı pilot βοηθός πιλότου yargıç
δικαστής
yayıncı
εκδότης
yazar
συγγραφέας
yazı işleri müdürü
αρχισυντάκτης
yelkenci
ιστιοπλόος
yeminli tercüman
επίσημος μεταφραστής
yoğurtçu
γιαουρτάς
yorgancı
παπλωματάς
yorumcu
σχολιαστής
yönetici
διευθυντής
yüzücü
κολυμβητής
Z zabıta
αστυφύλακας
zanaatçı
τεχνίτης
zangoç
καντηλανάφτης
zeytinci
ελαιοπαραγωγός 99
100
ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ
http://turkish.pgeorgalas.gr/RecipesSet.asp
101
102
Χαιρετισμοί Merhaba
Γεια.
Hoşça kalın
Αντίο.
Günaydın
Καλημέρα.
İyi akşamlar
Καλησπέρα.
İyi geceler
Καληνύχτα.
Hoş geldiniz
Καλώς ήρθατε.
Hoş bulduk
Καλώς σας βρήκαμε.
Γνωριμία Adım Kerem
Το όνομά μου είναι Κερέμ
Memnun oldum
Χάρηκα για τη γνωριμία
Nasılsınız?
Πώς είστε;
İyiyim
Είμαι καλά
Teşekkür ederim
Ευχαριστώ
Bir şey değil
Παρακαλώ
Συνάντηση φίλων -Günaydın Murat.
Καλημέρα Murat.
-Günaydın Ayşe.
Καλημέρα Ayşe.
-Bugün nasılsın?
Πώς είσαι σήμερα;
-Çok iyiyim. Sen nasılsın?
Είμαι πολύ καλά. Εσύ πώς είσαι;
-Ben de iyiyim
Κι εγώ είμαι καλά
-İyi günler.
Καλή σου μέρα.
-Sana da. Görüşürüz.
Και σε σένα. Τα λέμε.
Παρουσίαση εαυτού Merhaba herkese!
Γεια σε όλους!
Benim adım Maria.
Με λένε Μαρία.
Yunanlıyım.
Είμαι Ελληνίδα.
Atina'da yaşıyorum.
Ζω στην Αθήνα.
Türkçe öğreniyorum.
Μαθαίνω τούρκικα.
103
Είμαι παιδί Günaydın. Benim adım Nesrin. Dokuz yaşındayım. Bir kardeşim var. Adı Murat. Her gün okula gidiyorum. Hayvanları seviyorum. İki kedim var. Gitar ve piyano çalıyorum.
Καλημέρα. Με λένε Nesrin. Είμαι 9 χρονών. Έχω έναν αδελφό. Τον λένε Murat. Κάθε μέρα πηγαίνω στο σχολείο. Αγαπώ τα ζώα. Έχω δύο γάτες. Παίζω κιθάρα και πιάνο.
Ενήλικος - Οικογένεια Adım Mehmet. Kırk yaşındayım. Evliyim. Küçük bir şehirde yaşıyorum. Öğretmenim. İki çocuğum var. Bir erkek ve bir kız.
Με λένε Mehmet. Είμαι 40 χρονών. Είμαι παντρεμένος. Ζω σε μία μικρή πόλη. Είμαι δάσκαλος. Έχω 2 παιδιά. Ένα αγόρι και ένα κορίτσι.
Karım çocuk yuvasında çalışıyor.
Η γυναίκα μου δουλεύει στον παιδικό σταθμό (νηπιαγωγείο).
Σπουδάζω Benim adım Zeynep.
Με λένε Zeynep.
Yirmi üç yaşındayım.
Είμαι 23 χρονών.
Ankara Üniversitesinde öğrenciyim.
Είμαι φοιτήτρια στο Πανεπιστήμιο της Άγκυρας.
İngiliz dili ve edebiyatı okuyorum.
Σπουδάζω Αγγλική γλώσσα και λογοτεχνία.
Dört sınıftayım.
Είμαι στο 4ο έτος.
Σπουδάζω II Murat ne okuyorsun? Tıp okuyorum. Kaçıncı sınıftasın? İkinci sınıf öğrencisiyim. Ben, son sınıf İktisat öğrencisiyim. Siz ne okuyorsunuz? Ben Erasmus öğrencisiyim. Ben İstanbul Üniversitesinde hukuk okuyorum. Ben doktora yapıyorum. Bir öğrenci yurdunda kalıyorum.
Murat τι σπουδάζεις; Σπουδάζω Ιατρική. Σε ποιο έτος είσαι; Είμαι φοιτητής στο 2ο έτος. Εγώ είμαι φοιτητής Οικονομικών στο τελευταίο έτος. Εσείς τι σπουδάζετε; Εγώ είμαι φοιτητής με το Erasmus. Εγώ σπουδάζω Νομικά στο πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης. Εγώ κάνω διδακτορικό. Μένω σε μία φοιτητική εστία.
104
Σχέδια για το αύριο Berna, Üniversiteyi bitirmene kaç yıl kaldı?
Berna, πόσα χρόνια σου μένουν για να τελειώσεις το Πανεπιστήμιο;
Mezun olduktan sonra ne yapacaksın?
Τι θα κάνεις μόλις αποφοιτήσεις;
Amerika'da siyaset bilimi alanında master ve doktora yapacağım.
Θα κάνω μάστερ και διδακτορικό στον τομέα των πολιτικών επιστημών στην Αμερική.
Mezun olduktan sonra ne yapmak istediğimden emin değilim.
Δεν είμαι σίγουρος(η) τι θα κάνω μόλις αποφοιτήσω.
Belki evleneceğim. Belki kendi işimi kuracağım.
Ίσως παντρευτώ. Ίσως στήσω τη δική μου δουλειά.
Αποχαιρετισμός Çok geç oldu.
Είναι πολύ αργά.
Gitmeliyim.
Πρέπει να φύγω.
Beni evde bekliyorlar.
Με περιμένουν στο σπίτι.
Benim için çok zahmet ettiniz.
Μπήκατε σε κόπο για μένα.
İlginize çok teşekkür ederim.
Ευχαριστώ για το ενδιαφέρον σας.
Allahaısmarladık.
Αντίο (Αυτός που φεύγει).
Güle güle.
Αντίο (Αυτός που μένει).
Αποχαιρετισμός II Oldu o zaman, görüşmek üzere! Yine görüşürüz! Haftaya görüşürüz! Yarın işte görüşürüz. Kendine iyi bak! Peki, tamam. Seni sonra ararım. Şimdilik hoşça kal! Dikkatli sür! Tamam. Beni merak etme. Ailene benden selam söyle.
Έγινε λοιπόν. Εις το επανιδείν! Τα ξαναλέμε! Τα λέμε την επόμενη εβδομάδα. Τα λέμε αύριο στη δουλειά. Να προσέχεις. Καλά εντάξει. Θα σου τηλεφωνήσω μετά. Αντίο προς το παρόν. Να οδηγάς προσεκτικά! Εντάξει μην ανησυχείς για μένα. Πες χαιρετισμούς από μένα στην οικογένειά σου.
105
Ερωτήσεις γνωριμίας Adın nedir?
Πώς σε λένε;
Kaç yaşındasın?
Πόσων χρονών είσαι;
Nerelisin?
Από πού είσαι;
Ne iş yapıyorsun?
Τι δουλειά κάνεις;
Telefon numaran nedir?
Ποιο είναι το τηλέφωνό σου;
e-mailin nedir?
Ποιο είναι το email σου;
Facebook'ta mısın?
Είσαι στο Facebook;
Ερωτήσεις γνωριμίας II Birbirinizi tanıyor musunuz? Neden Türkiye'ye geldin? Burada ne kadar kalmayı düşünüyorsun? Ne kadar zamandan beri buradasın? Nerede oturuyorsun? Burayı seviyor musun?
Γνωρίζεστε μεταξύ σας; Γιατί ήρθες στην Τουρκία; Πόσο σκέφτεσαι να μείνεις εδώ; Πόσο καιρό είσαι εδώ; Πού μένεις; Σου αρέσει εδώ;
Μιλώ στο τηλέφωνο Alo! Bernayla görüşebilir miyim?
Γεια! Μπορώ να μιλήσω με την Berna;
Hayır evde yok.
Όχι δεν είναι στο σπίτι.
Bir dakika bekleyin çağırayım.
Περιμένετε ένα λεπτό να (τον/την) φωνάξω.
Kim aradı diyeyim?
Ποιος να πω ότι καλεί;
Ben Erol, aradığımı lütfen söyler misiniz?
Είμαι ο Erol, θα (του/της) πείτε να μου τηλεφωνήσει;
Hoşça kalın efendim.
Αντίο κύριε.
Πρόσκληση Sizi bugün bize davet etmek istiyorum. Gelir misiniz? Memnuniyetle. Seni evime çaya bekleyeceğim. Vaktin var mı? Bu akşam işim çok. Maalesef gelemeyeceğim.
Θέλω να σας προσκαλέσω σήμερα στο σπίτι μας. Θα έρθετε; Ευχαρίστως Θα σε περιμένω στο σπίτι μου για τσάι. Έχεις χρόνο; Έχω πολλή δουλειά το απόγευμα. Δυστυχώς δεν θα μπορέσω να έρθω.
106
Επίσκεψη Hoş geldiniz! Hoş bulduk! İçeri buyurun. Paltonuzu çıkarın. Masaya oturun. Size bir şey ikram edebilir miyim? Zahmet etmeyin. Çayın nasıl olsun? Elinize sağlık.
Καλώς ήλθατε! Καλώς σας βρήκαμε! Περάστε μέσα. Βγάλτε το παλτό σας. Καθίστε στο τραπέζι. Μπορώ να σας προσφέρω κάτι; Μην μπαίνετε σε κόπο. Πώς να είναι το τσάι σου; Γεια στα χέρια σας.
Ραντεβού Saat kaçta buluşacağız? Saat dokuzda buluşalım. Gelebilirsen haber ver. Mehmet nerede buluşmak istersin? Tamam, orada görüşürüz! Seni sonra ararım. Kusura bakma yine geç kaldım. Üç dakika içinde orada olacağım. Çok fazla bekledin mi?
Τι ώρα θα συναντηθούμε; Ας βρεθούμε στις 9. Ειδοποίησέ με αν μπορέσεις να έρθεις. Mehmet πού θέλεις να συναντηθούμε; Εντάξει τα λέμε εκεί! Θα σε πάρω αργότερα. Συγνώμη, πάλι άργησα. Θα είμαι εκεί σε τρία λεπτά. Περίμενες πολύ;
Σας εύχομαι! Şerefe! İyi şanslar! İyi yolculuklar! Tebrikler! Geçmiş olsun! Hayırlı işler! Yeni yılınız kutlu olsun! Hepinize iyi tatiller dilerim! Sana iyi bayram dileriz!
Στην υγειά σας! Καλή τύχη! Καλό ταξίδι! Συγχαρητήρια! Περαστικά! Καλές δουλειές! Καλή χρονιά να έχετε! Εύχομαι σε όλους σας καλές διακοπές! Σου ευχόμαστε καλό μπαϊράμι (τουρκ.)!
Σ' αγαπώ - Μ' αγαπάς Seni seviyorum. Seninle olmak istiyorum. Sevgilim, bana dön. Öp beni. Benimle çıkar mısın? Seni çok özlüyorum. Çok güzelsin. Benimle evlenir misin?
Σ' αγαπώ. Θέλω να είμαι μαζί σου. Αγαπημένη(ε) μου, γύρνα σε μένα. Φίλησέ με. Θα βγεις μαζί μου; Μου έχεις λείψει πολύ. Είσαι πολύ ωραία. Με παντρεύεσαι;
107
Σ' αγαπώ - Μ' αγαπάς II Erkek arkadaşın var mı? Kız arkadaşın var mı?
Έχεις φίλο; Έχεις φιλενάδα;
Evlimisin? (Ben) bekarım. (Ben) nişanlıyım. (Ben) boşandım.
Είσαι παντρεμένος(η); Είμαι αδέσμευτος(η). Είμαι αρραβωνιασμένος(η). Είμαι χωρισμένος(η).
Biriyle görüşüyor musun? Biriyle çıkıyorum.
Τα έχεις με κάποιον(α); Βγαίνω με κάποιον(α).
Έκτακτες καταστάσεις Yardım edin! Lütfen bana yardım edin!
Βοήθεια! Παρακαλώ βοηθήστε με!
Dikkat! Dikkat edin!
Προσοχή! Προσέξτε!
Ambulans çağırın!
Φωνάξτε ένα ασθενοφόρο!
Bir doktora ihtiyacım var!
Χρειάζομαι ένα γιατρό!
Lütfen acele edin!
Παρακαλώ βιαστείτε!
Bir kaza oldu!
Έγινε ατύχημα!
Yangın var! İtfaiyeyi çağırın!
Φωτιά! Φωνάξτε την πυροσβεστική!
Έκτακτες καταστάσεις II Polis çağırın! Cüzdanım çalındı.
Φωνάξτε την αστυνομία! Κλάπηκε το πορτοφόλι μου.
Bir hırsızlık rapor etmek istiyorum.
Θέλω να αναφέρω μία κλοπή.
Pasaportumu ve cep telefonumu bulamıyorum.
Δεν μπορώ να βρω το διαβατήριό μου και το κινητό μου.
Telefonunuzu kullanabilir miyim?
Μπορώ να χρησιμοποιήσω το τηλέφωνό σας;
108
Στην τράπεζα Günaydın, banka hesabı açmak istiyorum.
Καλημέρα, θέλω να ανοίξω έναν τραπεζικό λογαριασμό.
Kimliğiniz var mı? Yanımda pasaportum var.
Έχετε ταυτότητα; Έχω μαζί το διαβατήριό μου. Θέλω να κάνω ανάληψη 200 λίρες.
İki yüz lira çekmek istiyorum.
Θέλω να καταθέσω στο λογαριασμό μου 1000 λίρες.
Hesabıma bin lira yatırmak istiyorum.
Θέλω να μεταφέρω χρήματα στο εξωτερικό.
Yurt dışına para transfer etmek istiyorum.
Χρησιμοποιώντας ATM En yakın bankamatik nerede? Lütfen kartınızı giriniz. PIN numaranızı giriniz. Yanlış PIN numarası. Giriş - İptal - Sil. Para çekme. Lütfen bekleyiniz. Hesabınızda yeterli miktar bulunmamaktadır. Makbuz ister misiniz? Kartınızı alınız.
Πού είναι το κοντινότερο ATM; Παρακαλώ εισάγετε την κάρτα σας. Εισάγετε το PIN σας. Λανθασμένο PIN. Είσοδος(Enter) - Ακύρωση(Cancel) - Διαγραφή(Delete) Ανάληψη χρημάτων. Παρακαλώ περιμένετε. Δεν υπάρχει στο λογαριασμό σας επαρκές ποσό. Θέλετε απόδειξη; Πάρτε την κάρτα σας.
Στο ξενοδοχείο Boş odanız var mı? Çift yataklı, duşlu bir oda istiyorum. Beni yarın sabah saat yedide uyandırın lütfen. Üç yataklı oda ücreti kaç? Hesabı hazırlar mısınız?
Έχετε άδεια δωμάτια; Θέλω ένα δίκλινο δωμάτιο με ντους. Θα με ξυπνήσετε αύριο το πρωί στις 7 παρακαλώ; Πόσο κοστίζει το τρίκλινο δωμάτιο; Ετοιμάζετε το λογαριασμό;
Στο ξενοδοχείο II Her odada kablolu ve kablosuz İnternet bağlantısı mevcuttur. Bütün odalarda deniz manzaralı balkon, klima, TV, saç kurutma makinesi ve duşlu banyo vardır. Otelde yüzme havuzu, kapalı restaurant, araba parkı, bar ve özel plaj vardır. Kahvaltı salonu ikinci katta.
Σε κάθε δωμάτιο είναι διαθέσιμη ενσύρματη και ασύρματη σύνδεση στο Ίντερνετ. Σε όλα τα δωμάτια υπάρχει μπαλκόνι με θέα στη θάλασσα, κλιματιστικό, τηλεόραση, πιστολάκι μαλλιών και μπάνιο με ντους. Στο ξενοδοχείο υπάρχει πισίνα, κλειστό εστιατόριο, χώρος στάθμευσης, μπαρ και ιδιωτική παραλία. Η αίθουσα πρωινού είναι στο
109
Στο ξενοδοχείο III Lütfen çıkış kaydı yapmak istiyorum. Ödemeyi nasıl yapmak istiyorsunuz? Kredi kartı ile ödeyeceğim. Nakit ile ödeyeceğim. Mini barı hiç kullanmadık. Bagajlarımızı bırakabileceğimız bir yer var mı? Ziyaretinizden memnun kaldınız mi? Evet, çok memnun kaldık.
Παρακαλώ θέλω να κάνω check out. Πώς θέλετε να πληρώσετε; Θα πληρώσω με πιστωτική κάρτα. Θα πληρώσω με μετρητά. Δεν χρησιμοποιήσαμε καθόλου το μίνι μπαρ. Υπάρχει κάποιο μέρος να αφήσουμε τα πράγματά μας; Μείνατε ευχαριστημένοι από τη διαμονή σας; Ναι μείναμε πολύ ευχαριστημένοι.
Εστιατόριο - Παραγγέλνω Affedersiniz, bu masa boş mu?
Συγγνώμη, αυτό το τραπέζι είναι ελεύθερο;
Bakar mısınız? Σερβιτόρε! (κυριολεκτικά: βλέπετε;) Yemek listenizi rica ediyorum.
Τον κατάλογό παρακαλώ.
Bir pirzola, bir döner kebap ve bir salata lütfen.
Μία μπριζόλα, ένα ντονέρ κεμπάπ και μία σαλάτα παρακαλώ.
Garson hesabı getirir misiniz?
Σερβιτόρε, θα φέρετε το λογαριασμό;
Εστιατόριο - Σερβιτόρος Buyurun!
Παρακαλώ!
Baş üstüne efendim.
Στις διαταγές σας.
Ne arzu edersiniz?
Τι επιθυμείτε;
Başka bir şey yer misiniz?
Θα φάτε(παραγγείλετε) τίποτε άλλο;
Bir şey içer misiniz?
Θα πιείτε κάτι;
Güle güle!
Στο καλό!
Sizi yine beklerizfendim.
Σας περιμένουμε ξανά κύριε.
110
Καφέ/Μπαρ - Παραγγέλνω Bana bir şişe Efes birası, ufak şişe lütfen!
Για μένα ένα μπουκάλι μπύρα Efes, μικρό μπουκάλι παρακαλώ!
Bir kahve istiyorum, orta şekerli olsun!
Θέλω ένα καφέ, μέτριος να είναι!
Bir bardak su rica ederim.
Ένα ποτήρι νερό παρακαλώ.
İki çay lütfen, demli olsun!
Δύο τσάγια παρακαλώ, αρωματικά να είναι!
Θέλω παγωτό Hadi, dondurma alalım!
Εμπρός να πάρουμε παγωτό!
Bir dondurma lütfen.
Ένα παγωτό παρακαλώ.
Dondurmanız nasıl olsun?
Πώς να είναι το παγωτό σας;
Çikolatalı çilekli olsun lütfen.
Με σοκολάτα και φράουλα παρακαλώ.
Kaç para?
Πόσο κάνει;
İki lira kırk kuruş.
Δύο λίρες και σαράντα kuruş.
Buyurun!
Ορίστε!
Τουριστικές πληροφορίες Şehri dolaşmanın en iyi yolu hangisi? Buradan şehrin ana alışveriş bölgesine yürüyerek birkaç dakika içinde ulaşılabilir. Haftada iki yarım gün be bir tam gün yakın adalara geziler düzenlenir. Peki, şehir etkinlikleri ile ilgili broşürleriniz var mı? Haritalarınız var mı? Elbette! Küçük haritada yalnızca şehir merkezi var. Büyük haritada bütün şehri görebilirsiniz.
Ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος περιήγησης στην πόλη; Από εδώ μπορείτε να φτάσετε περπατώντας στην κυριότερη εμπορική περιοχή της πόλης σε λίγα λεπτά. Κάθε εβδομάδα οργανώνονται δύο εκδρομές για μισή ημέρα και μία ολοήμερη στα κοντινά νησιά. Εντάξει, έχετε τίποτε ενδιαφέροντα φυλλάδια με τις εκδηλώσεις που γίνονται στην πόλη; Έχετε χάρτες; Φυσικά! Στο μικρό χάρτη υπάρχει μόνο το κέντρο της πόλης. Στο μεγάλο χάρτη μπορείτε να δείτε ολόκληρη την πόλη.
111
Ρωτώ τον δρόμο Ayasofya'ya nasıl gidilir?
Πώς πηγαίνουν στην Αγία Σοφία;
Kapalı Çarşı nerede?
Πού βρίσκεται η Κλειστή Αγορά;
Havaalanına ne ile gidebiliriz? Taksim otobüsü nereden kalkar? En yakın metro istasyonu nerede? Orası uzak mı?
Με τι (μέσο) μπορούμε να πάμε στο αεροδρόμιο; Από πού ξεκινάει το λεωφορείο για το Ταξίμ; Πού βρίσκεται η πιο κοντινή στάση του μετρό; Εκείνο (το μέρος) είναι μακριά;
Δείχνω τον δρόμο Doğru gidin.
Πηγαίνετε ευθεία.
Köprüden sonra sola dönün.
Μετά τη γέφυρα στρίψτε αριστερά.
Üç numaralı otobüse binin.
Ανεβείτε στο λεωφορείο νούμερο 3.
Sirkeci'de inin
Κατεβείτε στο Sirkeci.
Hiç sapmadan trafik lambasına kadar gidin.
Χωρίς να στρίψετε, πηγαίνετε μέχρι το φανάρι.
Yol ikiye ayrılır, sağ yolu takip edin.
Ο δρόμος χωρίζει στα δύο, ακολουθείστε το δεξιό (κλάδο).
Ταξιδεύω Trabzon'un nerelerini gezdiniz?
Ποια μέρη επισκεφθήκατε στην Τραπεζούντα;
Sümela manastırına gittim.
Πήγα στο μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά.
Onu çok beğendim. Başkalarından, en çok ne hoşuna gitti? Oranın insanları çok cana yakın.
Αυτό μου άρεσε πολύ. Από τα υπόλοιπα τι σας άρεσε περισσότερο; Οι άνθρωποι εκεί είναι πολύ ανοιχτόκαρδοι.
112
Στο λεωφορείο Buradan Ayasofya'ya otobüs var mı?
Υπάρχει λεωφορείο από εδώ για την Αγία Σοφία;
Otobüs bileti nereden alınır? Şu gişeden alınır.
Πού πωλούνται εισιτήρια λεωφορείου; Πωλούνται από εκείνο το γκισέ.
Bu otobüs Taksim'den geçer mi?
Αυτό το λεωφορείο περνάει από το Ταξιμ;
Havaalanına iki tane lütfen. Δύο τεμάχια (εισιτήρια) για το αεροδρόμιο παρακαλώ. Hilton otelinde inecek var mı?
Γίνεται στάση στο Hilton;
Üsküdar'a kaç saatte bir işler? Yirmi dakikada bir işler.
Για το Σκούταρι τι ώρες γίνεται αναχώρηση; Κάθε 20 λεπτά μία αναχώρηση.
Στο πλοίο Πότε είναι το επόμενο πλοίο για την Πρίγκηπο;
Büyükada'ya bir sonraki gemi ne zaman? Bir araba ve dört yolcu için bilet istiyorum.
Θέλω εισιτήριο για ένα αυτοκίνητο και τέσσερις επιβάτες.
Çocuk indirimi var mı?
Υπάρχει έκπτωση για τα παιδιά;
Gökçeada'ya feribot ne zaman varıyor?
Πότε φτάνει το φεριμπότ στην Ίμβρο;
Bozcaada'ya yaklaşık yirmi dakika içinde varacağız.
Θα φτάσουμε στην Τένεδο περίπου σε 20 λεπτά.
Στο τρένο Haydarpaşa tren istasyonu nerede?
Πού είναι ο σταθμός τρένου Haydarpaşa;
Bu Ankara treni mi? Hayır, şu Αυτό είναι το τρένο για Άγκυρα; Όχι, perona gitmeniz lazım. πρέπει να πάτε σε εκείνη την πλατφόρμα. İstanbul'a giden tren saat kaçta kalkıyor? Saat sekizde Τι ώρα φεύγει το τρένο για kalkıyor. Κωνσταντινούπολη; Φεύγει στις οκτώ. Bursa'ya gidiş dönüş bileti ne kadar? Otuz lira. İkinci mevki vagonlar nerede? Trende kuşetli vagon var mı?
Πόσο έχει το εισιτήριο για Προύσα πήγαινε - έλα; Τριάντα λίρες. Πού είναι τα βαγόνια της 2ης θέσης; Στο τρένο υπάρχουν κουκέτες;
113
Στο αεροδρόμιο Ankara'dan Kahire'ye direkt uçuş var mı?
Υπάρχει απευθείας πτήση από Άγκυρα για Κάιρο;
Η πτήση ανάμεσα σε Νέα Υόρκη και New York ile İstanbul Κωνσταντινούπολη διαρκεί 11 ώρες. arasındaki uçuş on bir saat sürüyor. Πότε είναι η επόμενη πτήση για Τραπεζούντα; Trabzon'a bir sonraki uçuş ne zaman? Τελευταία αναγγελία για την πτήση 240. İki yüz kırk numaralı uçuş için son çağrı. Yüz kırk beş numaralı uçuş binişe başlamıştır.
Έχει αρχίσει η επιβίβαση για την πτήση 145.
Check in Nereye yolculuk ediyorsunuz? Rezervasyon numaranız yanınızda mı? Rezervasyon numaramı unuttum. Bilet ve pasaportunuz lütfen. Kaç tane çanta check in yaptıracaksınız? El çantanızı görebilir miyim? Cam kenarı mı yoksa koridor tarafında mı oturmak istersiniz?
Για πού ταξιδεύετε; Έχετε μαζί σας τον αριθμό κράτησης; Ξέχασα τον αριθμό κράτησής μου. Το εισιτήριο και το διαβατήριό σας παρακαλώ. Πόσες βαλίτσες θα τσεκάρετε; Μπορώ να δω τη χειραποσκευή σας; Θέλετε παράθυρο ή διάδρομο;
Έλεγχος στο αεροδρόμιο Lütfen ceketinizi çıkarır mısınız? Lütfen metalik eşyalarınızı tepsiye koyar mısınız?
Βγάζετε παρακαλώ το τζάκετ σας; Βάζετε παρακαλώ τα μεταλλικά σας αντικείμενα πάνω στον ιμάντα;
Lütfen ceplerinizi boşaltır mısınız?
Αδειάζετε παρακαλώ τις τσέπες σας;
Lütfen dizüstü bilgisayarınızı çantadan çıkarır mısınız? Sıvı madde taşıyor musunuz?
Βγάζετε παρακαλώ το φορητό υπολογιστή σας από τη θήκη; Μεταφέρετε αντικείμενα σε υγρή μορφή;
Maalesef bunu yanınıza alamazsınız.
Δυστυχώς αυτό δεν μπορείτε να το πάρετε μαζί σας.
114
Στο Gate του αεροδρομίου Hangi kapıya gitmem gerek? Kötü hava yüzünden uçuşumuz gecikti. Ankara'ya giden yolcu Murat Yıldırım için son çağrı, lütfen yirmi beş numaralı kapıya gidiniz. Lütfen pasaport ve biniş kartınızı görebilir miyim? İstanbul'da uçağa körükten binmek hoşuma gitti. İyi uçuşlar!
Σε ποια πύλη πρέπει να πάω; Λόγω της κακοκαιρίας η πτήση μας είχε καθυστέρηση. Τελευταία αναγγελία για τον επιβάτη Murat Yıldırım με προορισμό την Άγκυρα. Παρακαλώ πηγαίνετε στην πύλη 25. Μπορώ να δω το διαβατήριο και την κάρτα επιβίβασής σας; Μου άρεσε που μπήκα στο αεροπλάνο από φυσούνα στην Κωνσταντινούπολη. Καλή πτήση!
Στο αεροπλάνο Elimdeki karta göre koltuk numaram 7C El çantanızı lütfen başınızın üstündeki dolaba yerleştiriniz. Lütfen tüm cep telefonlarını ve elektronik aletleri kapatınız. Lütfen kemerlerinizi bağlayınız ve koltuğunuzu dik duruma getiriniz. Lütfen bu kısa güvenlik açıklamasına dikkat ediniz. Bir saat on dakika içinde inişe geçeceğiz. Kemer bağla işareti sönene kadar koltuğunuzdan kalkmayınız.
Σύμφωνα με την κάρτα (επιβίβασης) που κρατώ, ο αριθμός θέσης μου είναι 7C. Βάλτε παρακαλώ τη χειραποσκευή σας στο ντουλάπι που βρίσκεται πάνω από το κεφάλι σας. Παρακαλώ κλείστε όλα τα κινητά τηλέφωνα και τις ηλεκτρονικές συσκευές σας. Παρακαλώ δέστε τη ζώνη σας και φέρτε το κάθισμά σας σε όρθια θέση. Παρακαλώ δώστε προσοχή σε αυτή τη σύντομη επίδειξη κανόνων ασφαλείας. Θα προσγειωθούμε σε μία ώρα και δέκα λεπτά. Μη σηκώνεστε από το κάθισμά σας μέχρι να σβήσει η φωτεινή ένδειξη "ΠΡΟΣΔΕΘΕΙΤΕ".
Με ταξί Benim için taksi çağırır mısınız? Taksi durağı nerede? Beni Ayasofya'ya götürün lütfen. Burada durun lütfen. Burası iyi, teşekkürler. Ne kadar? Yirmi dokuz lira. Bozuk var mı? Tamam, üstü kalsın. Fiş alabilir miyim lütfen?
Θα καλέσετε για μένα ένα ταξί; Πού είναι η πιάτσα των ταξί; Παρακαλώ να με πάτε στην Αγία Σοφία. Σταματήστε εδώ παρακαλώ. Εδώ είναι καλά, ευχαριστώ. Πόσο πάει; 29 λίρες. Έχετε ψιλά; Εντάξει, κρατήστε τα ρέστα. Μπορώ να έχω απόδειξη παρακαλώ;
115
Ενοικίαση αυτοκινήτου Bir araba kiralamak istiyoruz. Nasıl bir araba düşünüyorsunuz? Beş kişilik bir arabanız var mı? Günlük kirası ne kadar?
Θέλουμε να νοικιάσουμε ένα αυτοκίνητο. Πώς θέλετε να είναι το αυτοκίνητο; Έχετε ένα αυτοκίνητο 5 θέσεων; Πόσο είναι το ημερήσιο ενοίκιο;
Yetmiş lira. Bu çok pahalı. Daha ucuz 70 λίρες. Αυτό είναι πολύ ακριβό. bir şey sizde var mı? Έχετε κάτι φθηνότερο; Bu araba sigortalı mı?
Είναι ασφαλισμένο αυτό το αυτοκίνητο;
Βενζίνη παρακαλώ! Κοίταξε εκεί! Ένα βενζινάδικο (υπάρχει).
İşte orada! Bir benzin istasyonu var.
Ορίστε!
Buyurun? Kırk liralık kursunsuz lütfen. Depo dolsun. Hava tertibatı nerede? Yağlama ve yıkama lütfen. İç ve dişini yıkayın.
40 λίρες αμόλυβδη παρακαλώ. Γεμίστε το ρεζερβουάρ. Πού είναι το μηχάνημα (της πίεσης) του αέρα; Λάδια και πλύσιμο παρακαλώ. Πλύντε το μέσα και έξω.
Πάμε παραλία; Ne güzel bir plaj!
Τι ωραία παραλία!
Bu Türkiye'nin en uzun kumsalı.
Αυτή είναι η μακρύτερη αμμουδερή παραλία της Τουρκίας.
Plaj voleybolu oynayalım. Çocuğun can simidi nerede?
Ας παίξουμε beach volley. Πού είναι το σωσίβιο (κουλούρα) του παιδιού;
Bana güneş kremi sürer misin?
Μου βάζεις αντηλιακό;
Güneş gözlüğüm yok.
Δεν έχω γυαλιά ηλίου.
116
Σε fast food Bir tane tavuk burger lütfen! İki orta boy patates kızartması ve üç kola istiyorum. Bana bir Akdeniz salatası. Başka birşey ister misiniz? Bir ketçap, bir mayonez ve birkaç tane kâğıt peçete daha alabilir miyim? Hepsi on beş lira otuz kuruş.
Ένα χάμπουργκερ με κοτόπουλο παρακαλώ! Θέλω δύο πατάτες μεσαίου μεγέθους και τρεις κοκα κόλες. Για μένα μία μεσογειακή σαλάτα. Θέλετε κάτι άλλο; Μπορώ να πάρω μία κετσάπ, μία μαγιονέζα και μερικές χαρτοπετσέτες επιπλέον; Όλα μαζί 15 λίρες και 30 kuruş
Βουτιές στις νεροτσουλήθρες! Aquaparkta çesitli açık ve kapalı su kaydırakları, iki çocuk havuzu, ve bir tramplen var. Parkın giriş fiyatları: 0 ile 3 yaş ücretsiz 4 ile 9 yaş 40 TL (Türk Lirası) 9 yaş ve üzeri 50 TL dir Aquapark giriş ücretine dahil hizmetler: Gün boyu tüm yüzme havuzlarından faydalanma Gün boyu tüm kaydıraklardan faydalanma Gün boyu tüm şemsiye, şezlong ve güneşlenme teraslarından faydalanma Gün boyu tüm atlama kulelerinden faydalanma Aquapark 5 Mayıs ile 5 Ekim tarihleri arası yaz sezonunda hizmet veren bir parktır. Bu tarih aralığında 10.00 ile 18.00 saatleri arasında hizmet vermektedir.
Στο υδάτινο πάρκο, υπάρχει ποικιλία από ανοιχτές και κλειστές νεροτσουλήθρες, δύο παιδικές πισίνες και μία ευλύγιστη σανίδα για βουτιές. Τιμές εισόδου του πάρκου: 0 - 3 ετών Δωρεάν 4 - 9 ετών 40 τουρκικές λίρες 9 ετών και άνω 50 τουρκικές λίρες Υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στο αντίτιμο εισόδου του υδάτινου πάρκου: Ολοήμερη χρήση όλων των πισίνων Ολοήμερη χρήση όλων των τσουληθρών Ολοήμερη χρήση των ομπρελών, των σεζ λονγκ και των πλατωμάτων ηλιοθεραπείας Ολοήμερη χρήση όλων των πύργων καταδύσεων Το υδάτινο πάρκο προσφέρει τις υπηρεσίες του για την καλοκαιρινή περίοδο από τις 5 Μαΐου έως τις 5 Οκτωβρίου. Σε αυτό το διάστημα λειτουργεί από τις 10:00 έως τις 18:00.
117
Ψάρεμα Balık tutmayı seviyor musunz?
Σας αρέσει το ψάρεμα;
Zıpkın ve olta ile balık avlıyorum.
Ψαρεύω με ψαροντούφεκο και πετονιά.
Levrek nasıl tutulur?
Πώς πιάνεται το λαβράκι;
Dün on beş dakikada üç tane ahtapot tuttum.
Χτες μέσα σε δεκαπέντε λεπτά έπιασα τρία χταπόδια.
Çipura hangi yem ile tutulur?
Η τσιπούρα με τι δόλωμα πιάνεται;
Balıkçı teknesi ağlarını balıkla doldurup limana döndü.
Η ψαρόβαρκα αφού γέμισε τα δίχτυα της με ψάρια, γύρισε στο λιμάνι. Το ψάρεμα θέλει υπομονή.
Balık avlamak sabır ister.
Σε μουσείο Giriş ücreti: 20 TL. Bu müzeye giriş ücretsizdir. Öğrenciler için indirim var mı? Burada fotoğraf çekmek yasaktır. Ayrıca sesli rehber sistemi de istiyorsanız, o da 5 TL. Müze Pazartesi ve Salı günleri kapalı. Hediyelik eşya mağazasından yöresel eşyaları satın alabilirsiniz.
Τιμή εισόδου: 20 λίρες. Σε αυτό το μουσείο η είσοδος είναι δωρεάν. Υπάρχει έκπτωση για φοιτητές; Εδώ απαγορεύεται η φωτογράφιση. Αν θέλετε επιπλέον συσκευή φωνητικής ξενάγησης, κοστίζει 5 λίρες. Το μουσείο είναι κλειστό τις Δευτέρες και τις Τρίτες. Από το μαγαζί με τα αναμνηστικά μπορείτε να πάρετε τοπικά προϊόντα.
Στην πινακοθήκη Bu galerinin büyük bir portre koleksiyonu var. Bu güzel resmi kim yaptı? İkinci katta empresyonist ressamların eserleri vardır. Ressam bu çalışmalarda karakalem, pastel ve yağlıboya kullandı. Modern sanatı sever misin? Galeride sekiz ülkeden yirmi iki sanatçının resimleri sergileniyor.
Σε αυτή την πινακοθήκη (γκαλερί) υπάρχει μία μεγάλη συλλογή από πορτρέτα. Ποιος έφτιαξε αυτόν τον ωραίο πίνακα; Στο δεύτερο όροφο υπάρχουν έργα ιμπρεσιονιστών ζωγράφων. Ο ζωγράφος σε αυτά τα έργα χρησιμοποίησε μαύρο μολύβι, παστέλ και λαδομπογιά. Σου αρέσει η μοντέρνα τέχνη; Στην γκαλερί εκτίθενται πίνακες 22 ζωγράφων από 8 χώρες.
118
Αναζητώντας διαμέρισμα İlanını verdiğiniz daire için arıyorum. Ne tür bir daire bakıyorsunuz? Tek yatak odalı bir daireye ihtiyacım var. Sizde mevcut bir tane var mı? Kiralayacak bir yer mi yoksa satın alacak bir yer mi bakıyorsunuz? Hangi fiyat aralığında bir daire düşünüyorsunuz? 700 ile 800 TL arasında bir yer arıyorum. Aylık kira 700 Lira, 400 Lira da kaporası var.
Τηλεφωνώ για το διαμέρισμα που έχετε βάλει στην αγγελία. Για τι είδους διαμέρισμα κοιτάτε; Χρειάζομαι ένα διαμέρισμα με ένα υπνοδωμάτιο. Έχετε κάποιο διαθέσιμο; Κοιτάζετε για κάποιο προς ενοικίαση ή για κάποιο προς πώληση; Σε ποιο εύρος τιμών σκέφτεστε να είναι το διαμέρισμα; Ψάχνω για ένα χώρο ανάμεσα στις 700 και 800 λίρες. Το μηνιαίο ενοίκιο είναι 700 λίρες και 400 λίρες ως εγγύηση.
Αγγελία για διαμέρισμα Üsküdar’da, üç odalı satılık daire, 120 metre kare, dördüncü kat, asansörlü, bakımlı, doğalgaz kombili, otoparklı, okula metroya yakın. Salon ve yatak odası ahşap parke. Fiyat: 85.000 Türk Lirası.
Στην περιοχή Σκούταρι, πωλείται διαμέρισμα 120τμ τριών δωματίων, στον τέταρτο όροφο, με ασανσέρ, περιποιημένο, με μπόιλερ φυσικού αερίου, με πάρκινγκ, κοντά στο σχολείο και στο μετρό. Το σαλόνι και το υπνοδωμάτιο διαθέτουν ξύλινο πάτωμα. Τιμή 85.000 λίρες Τουρκίας.
Ψωνίζω En iyi baklava nerede satılıyor?
Πού πουλιέται ο καλύτερος μπακλαβάς;
Bunun fiyatı ne?
Ποια είναι η τιμή του;
O halıyı bize gösterir misiniz?
Θα μας δείξετε εκείνο το χαλί;
Hepsi ne kadar?
Όλα μαζί πόσο κάνουν;
Kırk lira çok pahalı.
40 λίρες είναι πολύ ακριβά.
Bana uygun bir fiyat söylerseniz alırım.
Αν μου πείτε μία καλύτερη τιμή θα το αγοράσω.
119
Δοκιμάζω ρούχα και παπούτσια Bunu deneyebilir miyim? Bu ayakkabının dokuz numarası var mı? Kıyafet deneme odası nerede? Orta beden bana biraz küçük geliyor. Bunun büyük bedeni var mı? Rengini beğenmedim. Başka rengi var mı? Bu pantolon sana çok yakıştı!
Μπορώ να δοκιμάσω αυτό; Έχετε αυτά τα παπούτσια στο νούμερο εννιά; (ανάλογα με την προέλευση) Πού είναι το δοκιμαστήριο; Το Medium μου έρχεται λίγο μικρό. Έχετε από αυτό σε Large; Δεν μου αρέσει το χρώμα του. Υπάρχει σε άλλο χρώμα; Αυτό το παντελόνι σου πάει πολύ!
Στο σούπερ μάρκετ Size yardımcı olabilir miyim? Peynir reyonu nerede acaba? Burada donmuş gıda reyonu. On beş dilim jambon lütfen! Altı kutu Coca Cola al! Hepsi on dört lira yetmiş beş kuruş. Kredi kartı ile ödeyebilir miyim? Birkaç poşet daha alabilir miyim?
Μπορώ να σας βοηθήσω; Πού βρίσκεται το τμήμα των τυριών; Εδώ είναι το τμήμα των κατεψυγμένων τροφών. Δεκαπέντε φέτες ζαμπόν παρακαλώ! Πάρε έξι κουτιά κόκα κόλα! Όλα μαζί κάνουν 14 λίρες και 75 κουρούς. Μπορώ να πληρώσω με πιστωτική κάρτα; Μπορώ να πάρω μερικές σακούλες επιπλέον;
Στο κρεοπωλείο Buyurun efendim! Yarım kilo kıyma lütfen! Yalnızca birkaç gram altında, tamam mı? Tabii ki. Başka bir şey ister misiniz? Altı büyük parça dana pirzolası, iki yüz gram kuzu ciğer ve dört parça tavuk, lütfen! İşte buyrun! O sucuk baharatlı mı? Evet çok baharatlı. Hepsi kırk iki lira elli kuruş. Hepsini bir poşete koyacağım.
Παρακαλώ κύριε! Μισό κιλό κιμά παρακαλώ! Μόνο λίγα γραμμάρια παρακάτω, είναι εντάξει; Βεβαίως! Θέλετε τίποτε άλλο; 6 μεγάλα κομμάτια μοσχαρίσια μπριζόλα, 200 γραμμάρια αρνίσια συκωταριά και 4 κομμάτια κοτόπουλο παρακαλώ! Ορίστε! Εκείνο το σουτζούκι είναι πικάντικο; Ναι είναι πολύ πικάντικο. Όλα μαζί 42 λίρες και 50 κουρούς Θα τα βάλω όλα μαζί σε μία σακούλα.
120
Στο ψαράδικο Balıkçı balıkların taze mi? Taptaze abla*. Denizden yeni çıktı. Ahtapotun kilosu ne kadar ya? Kilosu on beş lira. Bir kilo palamut, yarım kilo levrek ve bir buçuk kilo karides verin. Buyurun. Borcum ne? Otuz iki lira. Buyurun. Paranızı alın. Hayırlı işler. İyi günler. Yine bekleriz.
Ψαρά είναι τα ψάρια σου φρέσκα; Ολόφρεσκα κυρία μου. Μόλις βγήκαν από τη θάλασσα. Πόσο πάει το κιλό το χταπόδι; 15 λίρες το κιλό. Δώσε μου 1 κιλό παλαμίδα, μισό κιλό λαβράκι και 1,5 κιλό γαρίδες. Ορίστε. Τι χρωστάω; 32 λίρες Ορίστε τα χρήματά σας. Καλές δουλειές. Καλή σας ημέρα. Να μας ξανάρθετε.
Πάμε κομμωτήριο; Saat dokuzda kuaförde randevum var.
Έχω ραντεβού στο κομμωτήριο, στις 9 η ώρα.
Saçımı kestirmek istiyorum. Saçınızı nasıl kesmemi istersiniz? Yıkanacak mı? Ne kadar kısa olacak? Kısa olsun, ama çok kısa olmasın.
Θέλω να κόψω τα μαλλιά μου. Πώς θέλετε να κόψω τα μαλλιά σας; Να τα λούσω; Πόσο κοντά να είναι; Ας είναι κοντά, αλλά όχι πολύ κοντά.
Lütfen perma yaptırmak istiyorum. Saçımı boyatmak istiyorum. Saç spreyi kullanmayın lütfen!
Παρακαλώ θέλω να κάνω περμανάντ. Θέλω να βάψω τα μαλλιά μου. Μη χρησιμοποιήσετε λακ παρακαλώ!
Πάμε κομμωτήριο; Saat dokuzda kuaförde randevum var.
Έχω ραντεβού στο κομμωτήριο, στις 9 η ώρα.
Saçımı kestirmek istiyorum. Saçınızı nasıl kesmemi istersiniz? Yıkanacak mı? Ne kadar kısa olacak? Kısa olsun, ama çok kısa olmasın.
Θέλω να κόψω τα μαλλιά μου. Πώς θέλετε να κόψω τα μαλλιά σας; Να τα λούσω; Πόσο κοντά να είναι; Ας είναι κοντά, αλλά όχι πολύ κοντά.
Lütfen perma yaptırmak istiyorum. Saçımı boyatmak istiyorum. Saç spreyi kullanmayın lütfen!
Παρακαλώ θέλω να κάνω περμανάντ. Θέλω να βάψω τα μαλλιά μου. Μη χρησιμοποιήσετε λακ παρακαλώ!
121
Ποιο smartphone να διαλέξω; Akıllı telefon alırken nelere dikkat edilmeli: Günümüz teknolojisinde telefon alırken öncelikle Android işletim sistemini aramalısınız. Ucuz bir fiyata iyi bir Android telefona sahip olabilirsiniz. İdeal olarak minimum 5 megapiksel kameralı telefonları tercih etmelisiniz. Wi-Fi kullanacaksanız hızlı bir bağlantıya sahip olan telefonlar tercih etmelisiniz. Bugün yeni çıkan modellerin çoğu 4 inç ve üzerinde boyuta sahip.
Τι πρέπει να προσέχουμε όταν αγοράζουμε smartphone: Με τη σημερινή τεχνολογία, όταν αγοράζετε τηλέφωνο, πρέπει να ψάχνετε (να διαθέτει) το σύστημα επικοινωνίας Android. Για λίγα χρήματα μπορείτε να αποκτήσετε ένα τηλέφωνο με Android. Ιδανικά, πρέπει να επιλέξετε η κάμερα να έχει τουλάχιστον 5 megapixel. Αν χρησιμοποιήσετε Wi-Fi, επιλέξτε ένα κινητό με γρήγορη σύνδεση. Το μέγεθος των περισσότερων καινούργιων μοντέλων είναι από 4 ίντσες και πάνω.
Παζαρεύοντας - Bu pantolon ne kadar?
Πόσο κάνει αυτό το παντελόνι;
- Yüz yirmi lira.
120 λίρες
- Sana altmış lira vereyim peşin peşin.
Να σου δώσω 60 λίρες απολύτως τοις μετρητοίς.
- Abi* olmaz, seksen ver.
Αδελφέ δε γίνεται, δώσε 80.
- Hadi yetmiş al.
Άιντε, πάρε 70.
- İyi tamam, al hadi!
Εντάξει, άντε πάρτο!
- İyi günler!
Γεια χαρά!
Αγορά καινούργιου αυτοκινήτου Buyurun efendim! Günaydın. Yeni bir araba almak istiyorum. Ne tür bir araba arıyorsunuz? Bir aile arabası almak istiyorum. Bu sizin ihtiyaçlarınıza en uygun arabadır. Arabada büyük bir bagaj, ABS, altı hava yastığı, elektrikli aynalar, elektrikli camlar, tepe penceresi ve klima var. Bu arabanın fiyatı nedir? Otuz bin Türk lirası. Siyah renkte var mı? Elbette efendim.
Παρακαλώ κύριε! Καλημέρα. Θέλω να αγοράσω ένα καινούργιο αυτοκίνητο. Τι είδους αυτοκίνητο ψάχνετε; Θέλω να πάρω ένα οικογενειακό αυτοκίνητο. Αυτό είναι το ιδανικό αυτοκίνητο για τις ανάγκες σας. Το αυτοκίνητο έχει μεγάλο πορτ παγκάζ, ABS, 6 αερόσακους, ηλεκτρικούς καθρέφτες, ηλεκτρικά παράθυρα, ηλιοροφή και κλιματισμό. Ποια είναι η τιμή αυτού του αυτοκινήτου; 30000 λίρες. Υπάρχει σε μαύρο χρώμα; Φυσικά κύριε!
122
Αγορά μεταχειρισμένου αυτοκινήτου Buyrun hanımefendi. İkinci el bir araba almak istiyorum. Acaba bu araba bugüne kadar kaç kilometre yaptı? Doksan bin kilometre. Arabanın genel durumu nasıl? Arabanın motoru çok iyi durumdadır. Şehir dışı hiç kullanılmamıştır. Merkezi kilitlemesi ve çok iyi bir alarm sistemi var. Bu arabayı almadan önce test sürüşü yapayım. Ondan sonra karar vereceğim.
Παρακαλώ κυρία! Θέλω να αγοράσω ένα μεταχειρισμένο αυτοκίνητο. Άραγε αυτό το αυτοκίνητο πόσα χιλιόμετρα έχει κάνει μέχρι σήμερα; 90000 χιλιόμετρα. Ποια είναι η γενική κατάσταση του αυτοκινήτου; Η μηχανή του αυτοκινήτου είναι σε πολύ καλή κατάσταση. Δεν έχει χρησιμοποιηθεί καθόλου έξω από την πόλη. Έχει κεντρικό κλείδωμα και ένα πολύ καλό σύστημα συναγερμού. Να κάνω ένα test drive σε αυτό το αυτοκίνητο πριν το αγοράσω. Μετά από αυτό θα αποφασίσω.
Στο φαρμακείο En yakın eczane nerede? Şiddet boyun ağrısı ve baş ağrısı geçiriyorum.
Πού είναι το κοντινότερο φαρμακείο; Έχω έντονο πόνο στον αυχένα και πονοκέφαλο.
Bir kutu aspirin rica ediyorum! Boğaz ağrısı için bir ilacınız var mı? Doktordan reçeteniz var mı?
Ένα κουτί ασπιρίνες παρακαλώ! Έχετε κανένα φάρμακο για τον πονόλαιμο;
On üç aylık oğluma güneş kremi almak istiyorum.
Θέλω να αγοράσω αντιηλιακή κρέμα για το δεκατριών μηνών γιο μου.
Έχετε συνταγή γιατρού;
Στο φαρμακείο II Bu ilacın yan etkileri var mı? Bu ilaçları ne kadar süre ve miktarda kullanacağım?
Αυτό το φάρμακο έχει παρενέργειες; Για πόσο διάστημα και σε τι ποσότητα θα χρησιμοποιήσω αυτά τα φάρμακα;
Yemeklerle birlikte mi alacağım? Bu şurubu birer yemek kaşığı, günde iki kez, yemekten önce, dört ile altı hafta boyunca almalı. On beş gün boyunca, sabahakşam, altışar damla alın.
Θα το παίρνω μαζί με το φαγητό; Πρέπει να παίρνετε αυτό το σιρόπι, από μία κουταλιά φαγητού, δύο φορές τη μέρα, πριν φάτε και για 4-6 εβδομάδες. Πάρτε για 15 ημέρες, πρωί-βράδυ, από 6 σταγόνες.
Dermatit için hafif kortizonlu bir krem arıyorum.
Ψάχνω για μία κρέμα για δερματίτιδες με χαμηλή περιεκτικότητα κορτιζόνης.
123
Παραδοσιακό ζαχαροπλαστείο İyi günler! Yarım kilo fıstıklı baklava lütfen. Ayrıca dört tane kazandibi, bir tane de tavukgöğsü. Sade helvanın kilosu 14 Türk Lirası, kakaolunun da 17 Türk Lirası. Güllü lokumlarınız pek lezzetli. Maşallah! Maalesef şu anda kadayıfımız yok. Revaniniz harika görünüyor. Tadına bakabilir miyim? Künefe peynir ile yapılan bir tatlıdır.
Καλημέρα σας! Μισό κιλό μπακλαβά με φιστίκι παρακαλώ. Επιπλέον 4 κομμάτια καζάν ντιπί και 1 κομμάτι ταούκ κιοκσού. Ο σκέτος χαλβάς κοστίζει 14 λίρες ενώ με το κακάο 17 λίρες το κιλό. Το λουκούμι σας με τριαντάφυλλο είναι πολύ νόστιμο. Εξαιρετικό! Δυστυχώς αυτή τη στιγμή δεν έχουμε κανταΐφι. Το ραβανί σας δείχνει υπέροχο. Μπορώ να το δοκιμάσω; Το κιουνεφέ είναι ένα γλυκό που φτιάχνεται με τυρί.
Στο ταχυδρομείο En yakın postane nerede? Bu mektubu Almanya'ya yollamak ne kadar tutar? Üç Lira tutuyor. Bu paketi İzmir'e yollamak istiyorum. İçinde ne var? Onu tartmak zorundayım. Şu formu doldurun lütfen! Bir mektup aynı şehir içinde kaç günde ulaşır?
Πού είναι το κοντινότερο ταχυδρομείο; Πόσο κοστίζει να στείλω αυτό το γράμμα στη Γερμανία; Κοστίζει τρεις λίρες. Θέλω να στείλω αυτό το πακέτο στη Σμύρνη. Τι έχει μέσα; Είμαι υποχρεωμένος(η) να το ζυγίσω. Συμπληρώστε εκείνη τη φόρμα παρακαλώ! Σε πόσες μέρες φτάνει ένα γράμμα στην ίδια πόλη;
Στο ταχυδρομείο II Ekspres mektup ne kadar? Taahhütlü mektubunuz var. Şuraya bir imza atar mısınız? Pasaportunuz var mı? Başka bir şey ister misiniz? Ayrıca bir paket zarf lütfen. Nereden pul alabilirim? Sağdaki gişeye gidin. Posta kutusu nerede?
Πόσο κοστίζει το γράμμα να πάει Express; Έχετε συστημένο γράμμα. Μπορείτε να υπογράψετε εδώ; Έχετε το διαβατήριό σας; Θέλετε τίποτε άλλο; Επιπλέον ένα πακέτο φακέλους παρακαλώ. Από πού θα πάρω γραμματόσημα; Πηγαίνετε στο δεξιό ταμείο. Πού είναι το γραμματοκιβώτιο;
124
Σε συνεργείο αυτοκινήτων Γεια σου μάστορα! Να είστε καλά, ορίστε. Τι έχει το αυτοκίνητό;
Kolay gelsin usta. Sağ olun, buyurun. Arabanın nesi var? Motordan tık tık tık şeklinde bir ses geliyor. Ayrıca el freni tutmuyor. Bir dakika, hemen bakayım. Arabayı ne zaman alabilirim? Bugün bitmez. Çok işim var. Yarın öğleden sonra.
Από τη μηχανή ακούγεται(έρχεται) ένας ήχος σαν τικ, τικ, τικ. Επιπλέον δεν πιάνει το χειρόφρενο. Ένα λεπτό. Θα το δω αμέσως. Πότε θα μπορέσω να πάρω το αυτοκίνητο; Δεν θα τελειώσει σήμερα. Έχω πολλή δουλειά. Αύριο το απόγευμα.
Σε συνεργείο αυτοκινήτων II Oto elektrikçisi nerede? Arabanızın nesi bοzuk? Arabanın ön sağ sinyali yanmıyor. Ayrıca arka sol fren ışığı bozuk. Otomatik camlar çalışmıyor. Arabanın aküsü bitti. Ön sol lastiği patlak. Karbüratör tıkalı mı?
Πού είναι ο ηλεκτρολόγος αυτοκινήτων; Τι είναι χαλασμένο στο αυτοκίνητό σας; Το μπροστά δεξιά φλας του αυτοκινήτου δεν ανάβει. Επιπλέον, το πίσω, αριστερά φως του φρένου είναι χαλασμένο. Τα ηλεκτρικά παράθυρα δεν δουλεύουν. Τελείωσε η μπαταρία του αυτοκινήτου. Το μπροστά, αριστερά λάστιχό του έχει σκάσει. Το καρμπιρατέρ είναι βουλωμένο;
Σε συνεργείο αυτοκινήτων III Dün arabamın ön plastik tamponu kırılmıştı. Arabamın çamurluğunda bir minik hasar vardı. Arabamın rengini değiştirmek için ne yapmalıyım? Arabanın komple bakımı kaça yapılır? Klima üflüyor ama soğutmuyor. Akü değişiminden sonra radio kod istiyor.
Χτες έσπασε ο πλαστικός προφυλακτήρας του αυτοκινήτου μου. Στο φτερό του αυτοκινήτου μου έγινε μια μικροζημιά. Τι πρέπει να κάνω για να αλλάξω το χρώμα του αυτοκινήτου μου; Πόσο πάει το γενικό σέρβις του αυτοκινήτου; Το αιρκοντίσιον φυσάει αλλά δεν ψύχει (τον αέρα). Μετά την αλλαγή μπαταρίας το ραδιόφωνο ζητάει κωδικό.
Για επιδιόρθωση - επισκευή Dokunmatik ekrani nerede tamir ettirebilirim? Saatimin yeni bir pile ihtiyacı var. Televizyon tamir ediyor musunuz? Tamir ne kadar sürer? Hemen yaparım. Ne kadar tutar? Bu anahtarı kopyalayabilir misiniz? Bence artık bu yazıcı tamire değmez hale gelmiştir.
Πού μπορώ να φτιάξω την οθόνη αφής; Το ρολόι μου χρειάζεται καινούργια μπαταρία. Επισκευάζετε τηλεοράσεις; Πόσο θα διαρκέσει η επισκευή; Θα το φτιάξω αμέσως. Πόσο θα κοστίσει; Μπορείτε να φτιάξετε ένα αντίγραφο αυτού του κλειδιού; Για μένα αυτός ο εκτυπωτής δεν είναι πια σε κατάσταση που να μπορεί να επισκευαστεί. 125
Ηλεκτρονικό εμπόριο Selam Web sayfanızdan sipariş ettiğim ürünü zaten kargoya verdiniz mi? Eğer vermediyseniz siparişimi iptal etmek istiyorum. Sipariş ettiğim A1234 numaralı ürünleri iptal etmek istiyorum. Bunun için ne yapmam gerekiyor? Benim için herhangi bir maliyeti var mı?
Γεια σας Έχετε ήδη δώσει για αποστολή την παραγγελία που έκανα από την ιστοσελίδα σας; Αν δεν την έχετε δώσει, θέλω να ακυρώσω την παραγγελία μου. Θέλω να ακυρώσω τα προϊόντα της παραγγελίας μου με αριθμό A1234. Τι πρέπει να κάνω γι' αυτό; Θα υπάρξει κάποια επιβάρυνση για μένα;
Ηλεκτρονικό εμπόριο II Sayın Bay / Bayan, Sitenizden sipariş vereli yaklaşık iki hafta oldu. Sipariş kodu c56. Siparişim şu anda ne durumda ve ne zaman elime geçecek? Üç iş günü içinde gönderilme ibaresi olmasına rağmen, bana henüz ulaştırılmadı. Ürünün Türkiye'ye gönderilmesi kaç gün sürer? Saygılarımla
Αγαπητέ κύριε / κυρία Από τότε που έδωσα την παραγγελία στην ιστοσελίδα σας έχουν περάσει περίπου δύο εβδομάδες. Ο κωδικός παραγγελίας είναι c56. Ποια είναι η τρέχουσα κατάσταση της παραγγελίας μου και πότε θα μου παραδοθεί; Παρά την ένδειξη για αποστολή σε 3 εργάσιμες ημέρες, δεν έχει φτάσει ακόμη σε μένα. Πόσες μέρες διαρκεί η αποστολή προϊόντων στην Τουρκία;
Ηλεκτρονικό εμπόριο III Fiyatlara yüzde 18 KDV ilave edilecektir. Yukarıdaki fiyatlar 28 Şubat tarihine kadar geçerlidir. Ödeme seçenekleri: PayPal veya kredi kartı ile ödeyebilirsiniz. Her kitabın yanında yer alan “Sepete Ekle” simgesini tıklayarak ya da kitabın info bölümünde yer alan simgeyi tıklayarak ürünleri sepetinize ekleyebilirsiniz. Yapılan siparişler iki gün içinde iptal edilebilir.
Στις τιμές προστίθεται ΦΠΑ 18% Οι παραπάνω τιμές ισχύουν έως τις 28 Φεβρουαρίου. Επιλογές πληρωμής: Μπορείτε να πληρώσετε με PayPal ή πιστωτική κάρτα. Πατώντας το σύμβολο "Προσθήκη στο καλάθι" που βρίσκεται δίπλα σε κάθε βιβλίο ή στην ενότητα με τις πληροφορίες του βιβλίου, μπορείτε να προσθέσετε τα προϊόντα στο καλάθι σας. Οι παραγγελίες μπορούν να ακυρωθούν μέσα σε 2 μέρες.
126
Στο βιβλιοπωλείο Günaydın! Size yardım edebilir miyim? Arkadaşım için ilginç bir kitap almak istiyorum. Ne tavsiye edersiniz? Dedektif hikayesi mi yoksa bir roman mı istersiniz? En sevdiğiniz yazarlar kimlerdir? Bu ayın en çok satılan kitapları hangileri? Orhan Pamuk çok gözde. Bu kitabın fiyatı ne kadar? Sekiz lira seksen kuruş. Bunu alacağım, herhalde. Güzel sararsanız çok memnun olurum.
Καλημέρα! Μπορώ να σας βοηθήσω; Θέλω να αγοράσω ένα ενδιαφέρον βιβλίο για έναν φίλο μου. Τι προτείνετε; Θέλετε μία αστυνομική ιστορία ή ένα μυθιστόρημα; Ποιοι είναι οι πιο αγαπημένοι σας συγγραφείς; Ποια είναι τα βιβλία με τις περισσότερες πωλήσεις αυτό το μήνα; Ο Orhan Pamuk είναι πολύ δημοφιλής. Ποια είναι η τιμή αυτού του βιβλίου; 8 λίρες και 80 κουρούς. Μάλλον θα πάρω αυτό. Θα σας είμαι υπόχρεος αν το τυλίξετε καλά.
Ένα γιατρό παρακαλώ! Şikayetiniz ne? Midem bulanıyor. Ne zamandan beri? Sabahtan beri. Ateşiniz var mı? Hayır, ateşim yok. Başım da ağrıyor. Yemeklerden sonra birer hap, su ile alın.
Τι σας ενοχλεί; Ανακατεύεται το στομάχι μου. Από πότε; Από το πρωί. Έχετε πυρετό; Όχι δεν έχω πυρετό. Με πονάει επίσης το κεφάλι μου. Μετά τα γεύματα να παίρνετε από ένα χάπι, μαζί με νερό.
Ιατρική εξέταση Doktor muayenesi. Ağzınızı açın, dilinizi çıkarın, aaa deyin. Nefes alın, verin. Öksürün lütfen. Dokunduğumda burası acıyor mu? Burada ağrı hissediyor musunuz? Sağ kolunuzu kaldırın. Sizin yüksek tansiyonunuz var. Ateşinizi ölçelim. Ateşiniz normal.
Ιατρική εξέταση. Ανοίξτε το στόμα σας. Βγάλτε τη γλώσσα σας. Πείτε ααα. Πάρτε εισπνοή - εκπνοή. Βήξτε παρακαλώ Πονάει όταν αγγίζω εδώ; Εδώ αισθάνεστε πόνο; Σηκώστε το δεξί σας χέρι. Έχετε ψηλή πίεση. Ας μετρήσουμε τον πυρετό σας. Η θερμοκρασία σας είναι κανονική
127
Έχω πονόδοντο... Dişim ağrıyor.
Πονάει το δόντι μου.
Ağzınızı açar mısınız?
Ανοίγετε το στόμα σας;
Bir dolguya ihtiyacım var.
Είναι ανάγκη να κάνω ένα σφράγισμα.
Bu dişin çekilmesi gerekir. Αυτό το δόντι χρειάζεται εξαγωγή. Şimdi size bir iğne yapacağım.
Τώρα θα σας κάνω μία ένεση.
Dişlerimizi günde en az iki kez ve iki dakika yumuşakça fırçalamalıyız.
Πρέπει να βουρτσίζουμε μαλακά τα δόντια μας, τουλάχιστον δύο φορές την ημέρα και για δύο λεπτά.
Μικρο-ατύχημα Merhaba Berna. Sol ayağının nesi var? Dizimde bir ağrı var. Dün egzersiz yaparken ayacağımı burktum. Hay Allah, acıyor mu? Dün çοk acıyordu ama bugün daha iyi. İnşallah! Belki sargı bezi ile sarılmalı. Geçmiş olsun, hemen iyileşirsin umarım!
Γεια σου Berna. Τι έχει το αριστερό σου πόδι; Με πονάει το γόνατό μου. Χθες κάνοντας γυμναστική στραμπούληξα το πόδι μου. χ Θεέ μου, πονάει; Χθες πονούσε πολύ, μα σήμερα είναι καλύτερα. Μακάρι! Ίσως πρέπει να τυλιχτεί με επίδεσμο. Περαστικά! Ελπίζω να καλυτερέψει σύντομα.
Στον οφθαλμίατρο Göz doktorunda: Bir göz testi yaptırmak istiyorum çünkü görüşüm giderek kötüleşiyor. Belki yeni bir gözlüğe ihtiyacım var. Uzağı mı yoksa yakını mı göremiyorsunuz? Şu tablodaki harfleri okur musunuz? Önce sol gözünüzü, sonra sağ gözünüzü kapatın. Şimdi yukarıdan aşağıya okuyun. Gözlük veya kontakt lens kullanmanız gerekir.
Στον οφθαλμίατρο: Θέλω να κάνω μία εξέταση ματιών γιατί όσο πάει η όρασή μου χειροτερεύει. Ίσως χρειάζομαι καινούργια γυαλιά. Μακρια ή κοντά δεν μπορείτε να δείτε; Μπορείτε να διαβάσετε τα γράμματα σε εκείνο τον πίνακα; Κλείστε πρώτα το αριστερό και μετά το δεξιό μάτι. Τώρα διαβάστε από πάνω προς τα κάτω. Πρέπει να χρησιμοποιήσετε γυαλιά ή φακούς επαφής.
128
Στο νοσοκομείο Hemşire kız kardeşime iğne yaptı. Futbolcu omuzundaki sakatlık nedeniyle ambülansla hastaneye kaldırıldı. Biraz önce sizin röntgen sonuçlarınız geldi. Merak edilecek birşey yok. Acil ameliyata ihtiyacım var mı? Sedye üzerinde baygın halde yatan hasta, giriş acil kapısının önüne getirildi. Ümit ameliyattan sonra yoğun bakıma alındı.
Η νοσοκόμα έκανε ένεση στην αδελφή μου. Ο ποδοσφαιριστής εξαιτίας του τραυματισμού στον ώμο, μεταφέρθηκε με ασθενοφόρο στο νοσοκομείο. Πριν λίγο ήρθαν τα αποτελέσματά σας των ακτίνων Χ. Δεν υπάρχει τίποτα ανησυχητικό. Θα χρειαστώ επείγουσα εγχείρηση; Ο ασθενής μεταφέρθηκε με φορείο, λιπόθυμος, στην πόρτα των επειγόντων. Ο Ümit μετά την εγχείρηση μεταφέρθηκε στην εντατική.
Τι δουλειά κάνεις; Ne iş yapıyorsun? Doktorum. Satıcıyım. Bilgisayar mühendisiyim. Ben bir avukatım. Üniversite öğrencisiyim. Özel bir firmada sigortacı olarak çalışıyorum. Kısmi zamanlı çalışıyorum. Bir firmada tam zamanlı olarak muhasebeci olarak çalışıyorum.
Τι δουλειά κάνεις; Είμαι γιατρός. Είμαι πωλητής. Είμαι μηχανικός υπολογιστών. Εγώ είμαι δικηγόρος. Είμαι φοιτητής στο Πανεπιστήμιο. Δουλεύω σε μία ιδιωτική εταιρία ως ασφαλιστής. Δουλεύω με ημιαπασχόληση. Δουλεύω σε μία εταιρία ως λογιστής πλήρους απασχόλησης.
Πού δουλεύεις; Kimin için çalışıyorsunuz? Eviniz işyerinize yakın mı? Serbest meslek sahibiyim. Kendi işyerim var. Tekstil ile uğraşıyorum. Bir aile şirketinde çalışıyorum. Devlet memuruyum. Uluslararası bir şirketin Türkiye temsilcisiyim. Antalya'da bir otelde resepsiyonda çalışıyorum.
Για ποιον δουλεύετε; Είναι το σπίτι σας μακριά από τον τόπο εργασίας σας; Είμαι ελεύθερος επαγγελματίας. Έχω δικό μου χώρο εργασίας. Ασχολούμαι με την υφαντουργία. Δουλεύω σε μία οικογενειακή επιχείρηση. Είμαι δημόσιος υπάλληλος. Είμαι αντιπρόσωπος μιας πολυεθνικής εταιρίας στην Τουρκία. Δουλεύω στη ρεσεψιόν ενός ξενοδοχείου στην Αττάλεια.
129
Πόσα χρήματα κερδίζεις; Maaşınız ne kadar? Aylık brüt maaşım 1500 (bin beş yüz) TL. Net ücretim 1300 (bin üç yüz) TL, yol ücretim aylık 140 (yüz kırk) TL ve yemek ücretim de aylık 60 (altmış) TL'dır. İşsizlik maaşı ne kadar? Şu andaki ücretinizden memnun musunuz? Bugün 5 saatte 400 (dört yüz) TL kazandım. Bu yıl 10000 (on bin) TL vergi ödedim.
Πόσος είναι ο μισθός σας; Ο ακαθάριστος μηνιαίος μισθός μου είναι 1500 λίρες. Ο καθαρός μισθός μου είναι 1300 λίρες, τα μηνιαία οδοιπορικά 140 λίρες και τα μηνιαία έξοδα τροφής 60 λίρες. Πόσο είναι το επίδομα ανεργίας; Είστε ικανοποιημένος από τον τρέχοντα μισθό σας; Σήμερα σε 5 ώρες κέρδισα 400 λίρες. Φέτος πλήρωσα για φόρο 10000 λίρες.
Συνθήκες εργασίας Günde sekiz saat, haftada toplam kırk saat çalışıyorum. Ben saat 9'dan 5'e kadar çalışırım. Ağustos başından on dördüne kadar iki hafta tatilim var. İşyerimde her gün bir saat fazla mesai yapıyorum. Uzun nöbetler tutan doktorlar, yorgunluk ve stres yaşıyorlar. Kasiyer çalışması sırasında çok dikkatli olmak zorundadır. Ben iş buldum ama mesaisi çok, maaşı az.
Δουλεύω 8 ώρες την ημέρα, σύνολο 40 ώρες την εβδομάδα. Εγώ δουλεύω από τις 9:00 έως τις 5:00. Έχω 2 εβδομάδες διακοπές, από τις αρχές Αυγούστου έως τις 14. Κάθε μέρα στον τόπο εργασίας μου κάνω μία ώρα υπερωρία. Οι γιατροί που κάνουν μεγάλες εφημερίες, αισθάνονται (ζουν) κούραση και άγχος. Ο ταμίας υποχρεούται να είναι πολύ προσεκτικός την ώρα της δουλειάς του. Εγώ βρήκα δουλειά, αλλά το ωράριο (της) είναι μεγάλο και ο μισθός (της) λίγος.
Συνέντευξη για εργασία İş görüşmesinde en çok sorulan sorular. Bana kendinizi anlatınız. Son işinizden neden ayrıldınız? İş arkadaşları sizin için ne söylemektedir? Bu kuruluş hakkında neler biliyorsunuz? Bu şirkette neden çalışmak istiyorsunuz? Geçen yıl bilgilerinizi geliştirmek için neler yaptınız?
Οι συχνότερες ερωτήσεις σε συνέντευξη για εργασία. Πείτε μου για εσάς. Γιατί αφήσατε την τελευταία σας δουλειά; Τι λένε οι συνάδελφοί σας για εσάς; Τι γνωρίζετε γι' αυτόν τον οργανισμό; Γιατί θέλετε να δουλέψετε σ' αυτήν την εταιρία; Τι κάνατε τον τελευταίο χρόνο για να βελτιώσετε τις γνώσεις σας;
130
Συνέντευξη για εργασία II Başka firmalarla da görüşüyor musunuz? Bizim için çalışan başka birisini tanıyor musunuz? Maaş beklentiniz nedir? İşe alınırsanız, ne kadar süre bizim için çalışmayı beklerdiniz? Neden sizi işe alalım? En büyük gücünüz nedir?
Είστε σε επαφή και με άλλες εταιρίες; Γνωρίζετε κάποιον άλλο που δουλεύει για εμάς; Ποια είναι η προσδοκία σας για μισθό; Αν πάρετε τη δουλειά, πόσο χρόνο περιμένετε να δουλέψετε για εμάς; Γιατί να προσλάβουμε εσάς; Ποιο είναι το πιο δυνατό σας σημείο;
Συνέντευξη για εργασία III Neden satış alanında kariyer yapmayı seçtiniz? Neden yurtdışında çalışmayı tercih ettiniz? Bir ekibe liderlik ettiniz mi? Nasıl bir lidersiniz? En büyük başarınızı anlatabilir misiniz? Baskı altında çalışabilme becerinizi anlatınız. İşteki hatalarınızdan neler öğrendiniz? Benim için sorularınız var mı?
Γιατί επιλέξατε να κάνετε καριέρα στον τομέα των πωλήσεων; Γιατί αποφασίσατε να εργαστείτε στο εξωτερικό; Έχετε ηγηθεί ομάδας; Τι είδους αρχηγός είστε; Μπορείτε να περιγράψετε τη μεγαλύτερη επιτυχία σας; Περιγράψτε την ικανότητά σας να δουλεύετε υπό πίεση. Τι έχετε μάθει από τα λάθη σας στη δουλειά; Έχετε ερωτήσεις για μένα;
Συνέντευξη για εργασία III Neden satış alanında kariyer yapmayı seçtiniz? Neden yurtdışında çalışmayı tercih ettiniz? Bir ekibe liderlik ettiniz mi? Nasıl bir lidersiniz? En büyük başarınızı anlatabilir misiniz? Baskı altında çalışabilme becerinizi anlatınız. İşteki hatalarınızdan neler öğrendiniz? Benim için sorularınız var mı?
Γιατί επιλέξατε να κάνετε καριέρα στον τομέα των πωλήσεων; Γιατί αποφασίσατε να εργαστείτε στο εξωτερικό; Έχετε ηγηθεί ομάδας; Τι είδους αρχηγός είστε; Μπορείτε να περιγράψετε τη μεγαλύτερη επιτυχία σας; Περιγράψτε την ικανότητά σας να δουλεύετε υπό πίεση. Τι έχετε μάθει από τα λάθη σας στη δουλειά; Έχετε ερωτήσεις για μένα;
Οικονομική κρίση Ben şimdi işsizim. Geçen hafta işimden kovuldum. Şu anda çalışmıyorum. Part time bir iş arıyorum. Her gün gazetelerde iş ilanlarına bakıyorum. Üç şirkete özgeçmişimi gönderdim.
Εγώ τώρα είμαι άνεργος. Την περασμένη εβδομάδα απολύθηκα από τη δουλειά μου. Αυτή τη στιγμή δεν δουλεύω. Ψάχνω μία δουλειά μερικής απασχόλησης. Κάθε μέρα κοιτάζω στις εφημερίδες τις αγγελίες για εργασία. Έστειλα το βιογραφικό μου σε τρεις εταιρίες.
131
132
ΡΗΜΑΤΑ
133
134
Ρήματα Παρακάτω θα βρείτε την ολοκληρωμένη λίστα των τούρκικων ρημάτων με παραδείγματα (τα οποία θα σας βοηθήσουν και ως προς τις πτώσεις που συντάσσονται τα ρήματα). και με τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων αυτών. A Εylem
Ρήμα
Παράδειγμα
Μετάφραση
Abartmak
Υπερβάλλω
Hastalığını abartıyorsun!
(υπερβάλεις την αρρώστια σου)
açıklamak
εξηγώ, διευκρινίζω
Konuyu açıklayalım!
(ας διευκρινίσουμε το θέμα)
acıkmak
πεινάω
Çok acıktım!
(πείνασα πολύ)
acımak
πονάω,λυπάμαι
Köpeğe acıdım
(λυπήθηκα για το σκύλο)
açmak
Ανοίγω
Kapıyı açıyorum
(ανοίγω την πόρτα)
adamak
Θυσιάζω
Kendimi çocuğuma adadım
(θυσίασα τον εαυτό μου στο παιδί μου)
afallamak
Σαστίζω
Seni görünce affaladım
(σάστισα όταν σε είδα)
affetmek
συγχωρώ
Onu affediyorum
(τον συγχωρώ)
ağda yapmak
κάνω αποτρίχωση
Ayaklarıma ağda yaptım
(έκανα αποτρίχωση στα πόδια μου)
ağlamak
κλαίω
Benim için ağlama!
(μην κλαίς για μένα)
ağrımak
πονάω
Başım ağrıyor
(πονάει το κεφάλι μου)
akmak
ρέω, τρέχω
Su akıyor
(τρέχει το νερό)
aksamak
καθυστερώ
İşler çok aksadı
(οι δουλειές καθυστέρησαν πολύ)
alay etmek
κοροϊδεύω
Arkadaşlarınla alay etme!
(μην κοροϊδεύεις τους φίλους σου)
aldatmak
εξαπατώ, απατώ
Ali, karısını aldatmış
(Ο Αλί απάτησε την σύζυγο του)
alıkoymak
κρατώ, εμποδίζω
Hırsız, çocuğu alıkoydu
(ο κλέφτης κρατάει το παιδί)
alınmak
θίγομαι, πειράζομαι
Söylediklerine alındım
(θίχτηκα με αυτά που είπες)
alışmak
συνηθίζω
Yeni evime alıştım
(συνήθισα το καινούριο μου σπίτι)
alkışlamak
Χειροκροτώ
Herkes, sanatçıyı alkışladı
(όλοι χειροκρότησαν τον ηθοποιό )
almak
παίρνω
Yeni bir araba alacağım
(θα πάρω ένα καινούριο αυτοκίνητο)
altını çizmek
Υπογραμμίζω
Bu konunun altını çizmeliyiz
(πρέπει να υπογραμμίσουμε αυτό το θέμα)
anlamak
καταλαβαίνω
Seni anlamıyorum
(δεν σε καταλαβαίνω)
anlatmak
Εξηγώ
Öğretmen, ders anlatıyor
(ο καθηγητής εξηγεί μάθημα)
anmak
Μνημονεύω
Dedemi sevgiyle anıyorum
(μνημονεύω με αγάπη τον παππού μου)
ant içmek
Ορκίζομαι
Buna ant içiyorum
(ορκίζομαι για αυτό)
aramak
ψάχνω, τηλεφωνώ
Dün seni aradım
(χθες σε τηλεφώνησα)
aşık olmak
Ερωτεύομαι
Sana aşık oldum
(σε ερωτεύτηκα)
asmak
κρεμάω
Çantamı kapıya astım
(κρέμασα την τσάντα μου στη πόρτα)
aşmak
Ξεπερνώ
Kendini aştın
(ξεπέρασες τον εαυτό σου)
ateşe vermek
βάζω φωτιά
Adam, evini ateşe vermiş
(ο άνθρωπος έβαλε φωτιά στο σπίτι του)
atışmak
λογοφέρνω
Çift, otobüste atışmaya başladı
(το ζευγάρι άρχισε να λογοφέρνει στο λεωφορείο )
atıştırmak
Τσιμπολογώ
Televizyon karşısında atıştırıyorum
(τσιμπολογώ μπροστά στη τηλεόραση)
atlamak
πηδάω
Kadın, köprüden atlamış
(η γυναίκα πήδηξε από τη γέφυρα)
135
atmak
πετάω
Eski elbiselerimi çöpe attım
(πέταξα τα παλιά μου ρούχα στα σκουπίδια)
avlamak
Κυνηγάω
Avcı, kuş avlıyor
(ο κυνηγός, κυνηγάει πουλιά)
ayarlamak
κανονίζω, ρυθμίζω
Randevularımı ayarladım
(κανόνισα τα ραντεβού μου)
ayırmak
χωρίζω, μοιράζω
Kışlık elbiseleri ayırdım
(χώρισα τα χειμερινά μου ρούχα)
ayrılmak
χωρίζω, αποχωρίζομαι, φεύγω
Ondan ayrıldım
(τον/την χώρισα)
azaltmak
Μειώνω
İşlerimi azaltmalıyım
(πρέπει να μειώσω τις δουλειές μου)
azmak
αγριεύω, υπερβάλω το όριο
Köpek birden azdı
(ο σκύλος ξαφνικά αγρίεψε)
B bağırmak
φωνάζω, μαλώνω
Anne, çocuğuna bağırıyor.
(Η μαμά μαλώνει το παιδί της )
bağışlamak
συγχωρώ
Seni bağışlıyorum.
(Σε συγχωρώ)
bağlamak
δένω
Köpeği bahçeye bağladım.
(Έδεσα το σκύλο στο κήπο)
bakmak
Κοιτάω
Bütün gece bana bakıyordu.
(Με κοίταζε όλο το βράδυ)
barışmak
συμφιλιώνομαι
Nihayet kardeşiyle barıştı.
(Επιτέλους συμφιλιώθηκε με τον αδερφό του)
başarmak
καταφέρνω
Sonunda ben de başardım.
(Επιτέλους τα κατάφερα και εγώ)
başlamak
αρχίζω, ξεκινάω
Dans kursuna başladım.
(Ξεκίνησα σε σχολή χωρού)
basmak
πατάω
Halıya basma!
(Μην πατάς στο χαλί!)
batmak
βυθίζομαι
Gemi okyanusta battı.
(Το καράβι βυθίστηκε στον ωκεανό.)
bayılmak
λιποθυμάω(πεθαίνω για κάτι)
Makarnaya bayılıyorum.
(Μου αρέσουν πολύ τα μακαρόνια)
becermek
καταφέρνω
Bu işi ancak sen becerebilirsin.
(Αυτή τη δουλειά μπορείς να την καταφέρεις μόνο εσύ)
beklemek
περιμένω
Seni durakta bekliyorum.
(Σε περιμένω στη στάση)
belirlemek
καθορίζω
Patron, maaşımızı belirliyor.
(Το αφεντικό καθορίζει τους μισθούς μας)
belirmek
εμφανίζομαι
Aniden kapıda belirdi.
(Ξαφνικά εμφανίστηκε στη πόρτα)
belirtmek
αναφέρω
Bu konuyu müdüre belirteceğim.
(Θα αναφέρω αυτό το θέμα στον διευθυντή)
bellemek
απομνημονεύω
Söylediklerini belledim.
(Απομνημόνευσα αυτά που είπες)
benzemek
μοιάζω
Ben kardeşime benzemiyorum.
(Εγώ δεν μοιάζω με τον αδερφό μου)
beslemek
τρέφω
Her sabah tavukları besliyorum.
(Κάθε πρωί τρέφω τα κοτόπουλα)
bıçaklamak
μαχαιρώνω
Hırsız, adamı bıçaklamış.
(Ο κλέφτης μαχαίρωσε τον άνθρωπο)
bilmek
ξέρω, γνωρίζω
Ben türkçe biliyorum.
(Ξέρω τουρκικά)
binmek
επιβιβάζομαι
Arabaya biniyorum.
(Επιβιβάζομαι στο αυτοκίνητο)
bırakmak
αφήνω
Anahtarları masaya bırak.
(Άφησε τα κλειδιά στο τραπέζι).
birleşmek
ενώνομαι
Köprü, iki kıtayı birleştiriyor.
(Η γέφυρα ενώνει τις δυο ηπείρους)
bitirmek
τελειώνω (κάτι)
Derslerimi bitirdim.
(Τελείωσα τα μαθήματα μου)
bitmek
τελειώνω (παθητικό)
Ders bitti.
(Το μάθημα τελείωσε)
bölmek
διαιρώ
Ekmeği iki parçaya böldüm.
(Χώρισα το χωμί σε δυο κομμάτια)
136
bombalamak
βομβαρδίζω
Savaş uçakları şehri bombalıyor.
(Τα πολεμικά αεροπλάνα βομβαρδίζουν τη πόλη)
boşaltmak
αδειάζω
Buzdolabını boşaltıyoruz.
(Αδειάζουμε το ψυγείο)
boşanmak
χωρίζω ,παίρνω διαζύγιο
Ali’yle Ayşe boşandı.
(Ο Αλί και η Αϊσέ χώρισαν)
boyamak
βάφω
Boyacı, evi boyadı.
(Ο βαφέας, έβαψε το σπίτι)
bozmak
χαλάω
Bilgisayarımı bozdum.
(Χάλασα τον υπολογιστή μου)
buharlaşmak
εξατμίζομαι
Sıcaktan su buharlaşıyor.
(Το νερό εξατμίζεται από τη ζέστη)
bükmek
στραβώνω,λυγίζω
Eliyle demiri büktü.
(Λύγισε το σίδερο με το χέρι του)
bulmak
βρίσκω
Sonunda güzel bir ev buldum.
(Επιτέλους βρήκα ένα όμορφο σπίτι)
buluşmak
συναντιέμαι
Akşam arkadaşlarımla buluşacağım.
(Το βράδυ θα συναντηθώ με τους φίλους μου)
büyülemek
μαγεύω
Güzelliğinle beni büyüledin.
(Με μάγεψες με την ομορφιά σου)
büyümek
μεγαλώνω
Kızım çok büyüdü.
(Μεγάλωσε πολύ η κόρη μου)
buyurmak
διατάζω
Padişah buyurdu.
(Ο Σουλτάνος διέταξε)
C–Ç çağırmak
φωνάζω
Annem bizi yemeğe çağırıyor.
(H μάμα, μας φωνάζει για φαγητό)
çakmak
καρφώνω
Duvara çivi çakıyorum.
(Καρφώνω καρφί στο τοίχο)
çalışmak
δουλεύω
Ben ofiste çalışıyorum.
(Εργάζομαι στο γραφείο)
çalmak
κλέβω
Hırsız, çantamı çaldı.
(Ο κλέφτης έκλεψε την τσάντα μου)
can vermek
ψυχορραγώ
Küçük kuş kaldırımda can verdi.
(Το μικρό πουλάκι ψυχορράγησε στο πεζοδρόμιο)
cansızlaşmak
απονεκρώνω
Çocuk bilgisayarın önünde adeta cansızlaştı.
(Το παιδί λες και απονεκρώθηκε απέναντι στον υπολογιστή)
çarpmak
χτυπώ
Hoşçakal deyip kapıyı çarptı.
(Είπε αντίο και χτύπησε πίσω του την πόρτα)
çekilmek
αποχωρώ
Oyuncu yorulunca oyundan çekildi.
(Ο παίκτης όταν κουράστηκε, αποχώρησε από το παιχνίδι)
çekmek
τραβάω
Günümüzde insanlar birçok zorluk çekiyor.
(Στις μέρες μας οι άνθρωποι τραβούν πολλές δυσκολίες)
cevap vermek
απαντάω
Lütfen bana cevap ver!
(Απάντησε σε παρακαλώ)
cevaplamak
απαντάω
Zor soruları cevaplayamadım.
(Δεν μπόρεσα να απαντήσω τις δύσκολες ερωτήσεις)
çevirmek
γυρίζω, περιστρέφωμεταφράζω
Bu belgeyi çevirebilir misin?
(Μπορείς να μεταφράσεις αυτό το έγγραφο)
cezalandırmak
καταδικάζω,τιμωρώ
Mahkeme hırsızı cezalandırdı.
(Το δικαστήριο καταδίκασε τον κλέφτη)
çiftleşmek
ζευγαρώνω
Geçen ay köpeğimi çiftleştirdim.
(Τον περασμένο μήνα ζευγάρωσα το σκύλο μου)
137
çiğnemek
καταπατώ, παραβιάζω
Kuralları bu şekilde çiğneyemezsin.
(Δεν μπορείς να παραβιάζεις έτσι τους κανόνες)
çıkarmak
βγάζω
Lütfen eve girerken ayakkabılarını çıkar!
(Παρακαλώ όταν μπαίνεις στο σπίτι να βγάζεις τα παπούτσια σου)
çıkmak
βγαίνω
Bugün işten geç çıktım.
(Σήμερα βγήκα αργά από τη δουλειά)
çıldırmak
τρελαίνομαι
Onu görünce çıldırıyorum.
(Όταν τον βλέπω τρελαίνομαι)
çizmek
σχεδιάζω, ζωγραφίζω
Yeni bir proje çiziyorum.
(Σχεδιάζω ένα καινούριο σχέδιο)
çökmek
κάθομαι, παρακμάζω
Yer sofrasına çöküp yedik.
(Καθίσαμε κάτω και φάγαμε)
çözmek
λύνω
Bu problemi çözemiyorum.
(Δεν μπορώ να λύσω αυτό το πρόβλημα)
çürümek
σαπίζω
Buzdolabındaki meyveler çürümüş.
(Σάπισαν τα φρούτα που βρισκόταν στο ψυγείο )
D dağılmak
διαλύομαι
Sen gidince bütün aile dağıldı.
(Όταν έφυγες εσύ, όλη η οικογένεια διαλύθηκε)
dağıtmak
διαλύω
Çocuklar bütün evi dağıttı.
(Τα παιδιά διέλυσαν όλο το σπίτι)
dalgalanmak
κυματίζομαι
Saçları rüzgarda dalgalanıyordu.
(Τα μαλλιά της κυματίζονταν στον αέρα)
dalmak
καταδύομαι, αφαιρούμε
Yine hayallere daldın.
(Πάλι αφαιρέθηκες στα όνειρα)
darılmak
παρεξηγώ
Lütfen bana darılma.
(Σε παρακαλώ μην με παρεξηγήσεις.
davranmak
συμπεριφέρομαι
Hayvanlara iyi davranmalıyız.
(Πρέπει να συμπεριφερόμαστε καλά τα ζώα.)
dedikodu yapmak
κουτσομπολεύω
Arkadaşlarımla kahve içip dedikodu yaptık.
(Ήπιαμε καφέ και κουτσομπολέψαμε με τις φίλες μου )
değerlendirmek
αξιολογώ
Müdür raporu inceliyor.
(Ο διευθυντής αξιολογεί την αναφορά)
değişmek
αλλάζω
Hava birden değişti.
(Ο καιρός άλλαξε ξαφνικά)
delirmek
τρελαίνομαι
Adam tamamen delirdi.
(Ο άνδρας τρελάθηκε εντελώς)
delmek
τρυπώ
Duvarı deliyoruz.
(Τρυπάμε τον τοίχο)
demek
λέω
Çocuk «Hemen geliyorum» dedi.
(Το παιδί είπε: «Έρχομαι αμέσως»)
denemek
δοκιμάζω
Bu elbiseyi denemek istiyorum.
(Θέλω να δοκιμάσω αυτό το φόρεμα)
devam etmek
συνεχίζω
İşime devam ediyorum.
(Συνεχίζω τη δουλειά μου)
dikmek
ράβω
Terzi güzel bir elbise dikiyor.
(Ο ράφτης ράβει ένα ωραίο φόρεμα)
dilemek
εύχομαι
Mutlu bir yıl diliyorum.
(Εύχομαι έναν ευτυχισμένο χρόνο)
dinlemek
ακούω
Radyoda müzik dinliyorum.
(Ακούω μουσική στο ραδιόφωνο)
dinlenmek
ξεκουράζομαι
Evde dinleniyorum.
(Ξεκουράζομαι στο σπίτι)
dizmek
βάζω σε σειρά
Kitapları rafa dizdim.
(Έβαλα σε σειρά τα βιβλία στο ράφι )
doğmak
γεννιέμαι
1980 yılında doğdum.
(Γεννήθηκα το 1980)
doğramak
ψιλοκόβω
Patatesleri doğradım.
(Ψιλόκοψα τις πατάτες )
138
doğurmak
γεννάω
Fatma güzel bir bebek doğurdu.
(Η Φατμά γέννησε ένα όμορφο μωρό)
dökülmek
χύνομαι
Kahve üstüme döküldü.
(Ο καφές χύθηκε πάνω μου)
dokunmak
ακουμπώ
Bana bir daha dokunma!
(Μην με ακουμπήσεις ξανά )
dolandırmak
εξαπατώ
Ortağı Ahmet’i dolandırdı.
(Ο συνέταιρος του, εξαπάτησε τον Αχμέτ)
doldurmak
γεμίζω
Tabağı doldurma!
(Μην γεμίσεις το πιάτο)
donmak
παγώνω
Hava çok soğuk, donuyoruz.
(Ο καιρός είναι πολύ κρύος, παγώνουμε)
dönmek
επιστρέφω, γυρίζω
Ülkeme dönüyorum.
(Επιστρέφω στη χώρα μου)
dövmek
δέρνω
Babası, çocuğunu dövdü.
(Ο μπαμπάς, έδειρε το παιδί του.)
dövüşmek
μάχομαι,μαλώνω
Çocuklar sokakta dövüşüyordu.
(Τα παιδιά δέρνονται στο δρόμο.)
doymak
χορταίνω
Yemekler çok güzeldi ama doymadım.
(Τα φαγητά ήταν πολύ καλά, αλλά δεν χόρτασα)
durdurmak
σταματάω κάτι
Taksiyi durdur lütfen!
(Σε παρακαλώ σταμάτα το ταξί)
durmak
σταματάω
Her zaman kırmızı ışıkta duruyorum.
(Πάντα σταματάω στο κόκκινο)
duş almak
κάνω ντους
Her sabah duş alıyorum.
(Κάθε πρωί κάνω ντους)
düşmek
πέφτω
Saksı balkondan sokağa düştü.
(Η γλάστρα έπεσε από το μπαλκόνι στο δρόμο)
düşünmek
σκέφτομαι
Her gün seni düşünüyorum.
(Σε σκέφτομαι κάθε μέρα)
duymak
ακούω
Seni duyamıyorum, biraz bağır lütfen!
(Δεν σε ακούω, φώναξε λίγο)
düzeltmek
επιδιορθώνω
Biraz şişmanladım, giysilerimi düzeltmem gerek.
(Πάχυνα λίγο, πρέπει να επιδιορθώσω τα ρούχα μου)
düzmek
τακτοποιώ
Giysilerimi düzüyorum.
(Τακτοποιώ τα ρούχα μου)
E eğilmek
σκύβω
Adam kitabı almak için eğildi.
(Ο άνδρας έσκυψε για να πάρει το βιβλίο)
eğitmek
εκπαιδεύω
Köpeğimi eğitiyorum
(Εκπαιδεύω το σκύλο μου)
eğlenmek
διασκεδάζω
Dün barda eğlendik.
(Χθες διασκεδάσαμε στο μπαρ)
eklemek
προσθέτω
Yemeğe tuz ekledim.
(Πρόσθεσα αλάτι στο φαγητό)
ekmek
φυτεύω
Bahçeye gül diktim.
(Φύτεψα τριαντάφυλλα στο κήπο)
ekşimek
ξινίζομαι
Tenceredeki yemek ekşidi.
(Ξίνισε το φαγητό που ήταν στη κατσαρόλα )
el sıkışmak
κάνω χειραψία
İş adamları toplantı sonunda el sıkıştı.
(Οι επιχειρηματίες έκαναν χειραψία στο τέλος της συνάντησης)
ellemek
Πασπατεύωχουφτώνω
Çocuk kediyi elledi.
(Το παιδί πασπάτεψε την γάτα)
emeklemek
μπουσουλώ
Bebeğimiz emekliyor.
(Το μωρό μας μπουσουλάει)
139
emmek
θηλάζω
Küçük kopek annesinden süt emmiyor.
(Το μικρό σκυλάκι θηλάζει από τη μαμά του)
endişelenmek
αγχώνομαι, ανησυχώ
Senin için çok endişeleniyorum.
(Ανησυχώ πολύ για εσένα)
ermek
φτάνω, πετυχαίνω
Sonunda muradına erdi! (Επιτέλους έφτασε στην επιθυμία του)
ertelemek
αναβάλλω
Işlerini erteleme!
(Μην αναβάλλεις τις δουλειές σου)
esinlenmek
εμπνέομαι
Yönetmen bir kitaptan esinlendi.
(Ο σκηνοθέτης εμπνεύστηκε από ένα βιβλίο)
esmek
φυσώ
Bugün rüzgar çok kuvvetli esiyor.
(Σήμερα φυσάει πολύ δυνατά ο άνεμος )
esnemek
χασμουριέμαι
Derste esnemeyin!
(Μην χασμουριέστε στο μάθημα)
etkilemek
επηρεάζω
Kız, genci etkiledi.
(Το κορίτσι επηρέασε τον νέο)
evlenmek
παντρεύομαι
Eleni, Nikos ile evlendi.
(Η Ελένη παντρεύτηκε με τον Νίκο.)
ezberlemek
αποστηθίζω
Bu şiiri ezberle!
(Αποστήθισε αυτό το ποίημα)
ezmek
ζουλώ
Domatesleri ezip sos yaptım.
(Ζούληξα τις ντομάτες και έφτιαξα σος)
fakirleşmek
φτωχαίνω
Ekonomik kriz nedeniyle birçok aile fakirleşti.
(Πολλές οικογένειες φτώχυναν λόγο της οικονομικής κρίσης)
fark etmek
Αντιλαμβάνομαι, προσέχω
Özür dilerim sizi fark etmedim.
(Συγνώμη δεν σας πρόσεξα)
fırlamak
πετάγομαι
Araba kullanırken bir çocuk aniden yola fırladı.
(Όταν οδηγούσα ένα παιδί πετάχτηκε ξαφνικά στο δρόμο)
fotoğraf çekmek
βγάζω φωτογραφία
Doğada fotoğraf çekmeyi çok seviyorum.
(Αγαπώ πολύ να βγάζω φωτογραφίες στη φύση)
gecikmek
Καθυστερώ
Özür dilerim randevuya gecikeceğim.
(Συγγνώμη θα αργήσω στο ραντεβού)
geçinmek
Κερδίζω τα προς τα ζην
Geçinmek için hepimiz çalışıyoruz.
(Δουλεύουμε όλοι για να τα βγάλουμε πέρα)
geçirmek
Περνώ
Zor günler geçiriyorum.
(Περνώ δύσκολες μέρες)
geçmek
Διέρχομαι, διασχίζω
Köprüden geçiriyoruz.
(Διασχίζω την γέφυρα)
gelişmek
Εξελίσσομαι
Son yıllarda hızla gelişiyoruz.
(Τα τελευταία χρόνια εξελισσόμαστε με ταχύτητα)
geliştirmek
Αναπτύσσω
Bu programı geliştirmek için çalışıyoruz.
(Προσπαθούμε να αναπτύσσουμε αυτό το πρόγραμμα)
gelmek
Έρχομαι
Sana geliyorum.
(Έρχομαι σε εσένα)
gerçekleşmek
Πραγματοποιούμαι
Rüyalarımız sonunda gerçekleşti.
(Πραγματοποιήθηκαν επιτέλους τα όνειρα μας )
geri almak
Ανακαλώ
Sözlediklerini geri al!
(Πάρε πίσω τα λόγια σου)
F
G
140
gerilmek
Τεντώνομαι
Kedi gerilip uyumaya devam etti.
(Η γάτα τεντώθηκε και συνέχισε να κοιμάται)
gerinmek
Υπερηφανεύομαι
Anne çocukları için gerindi.
(Η μητέρα υπερηφανεύεται για τα παιδιά της)
getirmek
Φέρνω
Lütfen bir çay getirir misiniz?
(Παρακαλώ μου φέρνεται ένα τσάι;)
gezmek
Κάνω βόλτα, περιηγούμαι
Parkta geziyoruz.
(Κάνουμε βόλτα στο πάρκο)
girmek
Μπαίνω
Şimdi evime biniyorum.
(Τώρα μπαίνω στο σπίτι μου)
gitmek
Φεύγω
Bu şehirden gidiyorum.
(Φεύγω από αυτήν την πόλη)
giymek
Φοράω
Yeni aldığım elbiseyi giyeceğim.
(Θα φορέσω το φόρεμα που αγόρασα πρόσφατα)
gizlemek
Κρύβω
Hediyeyi nereye gizledin?
(Που έκρυψες το δώρο; )
gizlenmek
Κρύβομαι
Çocuklar ağacın arkasına gizlendi.
(Τα παιδιά κρύφτηκαν πίσω από το δέντρο)
göçmek
Μεταναστεύω
Kuşlar sıcak ülkelere göçtü.
(Τα πουλιά μετανάστευσαν σε ζεστές χώρες )
göndermek
Στέλνω
Aileme bir mektup gönderdim.
(Έστειλα ένα γράμμα στην οικογένεια μου)
görmek
Βλέπω
Televizyonda dizi seyrediyorum.
(Παρακολουθώ σειρά στην τηλεόραση)
görüşmek
Συνομιλώ, συναναστρέφομαι
Müdürle görüşmek istiyorum.
(Θέλω να μιλήσω με τον διευθυντή)
göstermek
Δείχνω
Yeni kitapları gösteriyorum.
(Δείχνω τα καινούρια βιβλία)
götürmek
Πηγαίνω
Kızımı her sabah okula götürüyorum.
(Πηγαίνω κάθε πρωί την κόρη μου στο σχολείο)
gözden kaybolmak
Εξαφανίζομαι
Adam birden gözden kayboldu.
(Ο άνδρας εξαφανίστηκε ξαφνικά)
gözlemek
Παρατηρώ
Buradan kuşları gözleyebilirsiniz.
(Μπορείτε να παρατηρήσετε από εδώ τα πουλιά)
gücenmek
Θίγομαι
Şakanıza gücendim.
(Θίχτηκα με το αστείο σας)
güldürmek
Διασκεδάζω κάποιον, τον κάνω να γελάσει
Seni güldürmek çok zor.
(Είναι πολύ δύσκολο να σε διασκεδάσουμε)
gülmek
γελάω
Komedi filmlerine çok gülüyorum.
(Γελάω πολύ με τις αστείες ταινίες)
gülümsemek
χαμογελάω
Bebek, annesine bakıp gülümsedi.
(Το μωρό κοίταξε την μητέρα του και χαμογέλασε)
güvenmek
εμπιστεύομαι
Sana güveniyorum.
(Σε εμπιστεύομαι)
güzelleşmek
ομορφαίνω
Sen son zamanlarda çok güzelleştin.
(Εσύ το τελευταίο διάστημα ομόρφυνες πολύ )
haberleşmek
επικοινωνώ
Yarın tekrar haberleşeceğiz.
(Αύριο θα επικοινωνήσουμε ξανά)
harap etmek
καταστρέφω
Fırtına evleri harap etti.
(Η φουρτούνα κατέστρεψε τα σπίτια)
harcamak
ξοδεύω
Bu kadar para harcama!
(Μην ξοδεύεις τόσα λεφτά!)
H
141
hareket etmek
κινούμαι, ξεκινάω
Tren hareket etti, artık yetişemeyiz.
(Το τρένο ξεκίνησε, δεν μπορούμε να προλάβουμε)
hastalanmak
Αρρωσταίνω
Galiba hastalanıyorum.
(Νομίζω ότι αρρωσταίνω)
hata yapmak
κάνω λάθος
Büyük bir hata yaptım.
(Έκανα ένα μεγάλο λάθος)
hatırlamak
θυμάμαι
Seni bir yerden hatırlıyorum.
(Σε θυμάμαι από κάπου)
hava atmak
παίρνω αέρα
Bir araba aldı diye hava atıyor.
(Πήρε αέρα επειδή αγόρασε αυτοκίνητο)
havlamak
γαβγίζω
Komşunun köpeği bütün gün havlıyor.
(Ο σκύλος του γείτονα γάβγιζε όλο το βράδυ)
hazırlamak
ετοιμάζω
Güzel bir kahvaltı hazırladım.
(Ετοίμασα ένα ωραίο πρωινό)
hecelemek
συλλαβίζω
Çocuklar ilk kelimelerini heceliyorlar.
(Τα παιδιά συλλαβίζουν τις πρώτες τους λέξεις)
helak olmak
εξαντλούμαι
Sabahtan çalışıyorum, helak oldum.
(Δουλεύω από το πρωί, εξαντλήθηκα)
heyecanlanmak
συγκινούμαιενθουσιάζομαι
Seni görünce çok heyecanlanıyorum.
(Συγκινούμαι πολύ όταν σε βλέπω)
hissetmek
αισθάνομαι
Kendimi hasta hissediyorum.
(Αισθάνομαι άρρωστη)
hızlanmak
επιταχύνω
İşe geç kalacağım, biraz hızlanın lütfen!
(Θα αργήσω στη δουλειά, παρακαλώ επιταχύνεται)
horlamak
ροχαλίζω
Kocam bütün gece horladı.
(Ο άνδρας μου όλο τα βράδυ ροχάλιζε)
hoşlanmak
μου αρέσει, έλκομαι
Resim yapmaktan hoşlanıyorum.
(Μου αρέσει να ζωγραφίζω)
içermek
περιέχω
Bu menü neler içermekte?
(Τι περιέχει αυτό το μενού;)
içine doğmak
προαισθάνομαι
Içime kötü şeyler doğuyor.
(Προαισθάνομαι άσχημα πράγματα)
içmek
πίνω
Bir kahve içmek istiyorum.
(Θέλω να πιω έναν καφέ)
ihanet etmek
προδίνω
Ayşe kocasına ihanet etmiş.
(Η Αϊσέ πρόδωσε τον άνδρα της )
ikaz etmek
προειδοποιώ
Seni son kez ikaz ediyorum.
(Σε προειδοποιώ για τελευταία φορά)
ilerlemek
προοδεύω, προχωρώ
Ahmet işinde çok ilerlemiş.
(Ο Αχμέτ προόδευσε πολύ στη δουλειά του)
ilişki kurmak
σχετίζομαι, κάνω σχέση
Kendinden daha büyük bir kadınla ilişki kurmuş.
(Έκανε σχέση με μια μεγαλύτερη του)
imzalamak
υπογράφω
Müdür belgeleri imzalıyor.
(Ο διευθυντής υπογράφει τα έγγραφα)
inanmak
πιστεύω
Sana çok inanıyorum.
(Σε πιστεύω πολύ)
indirmek
κατεβάζω, μειώνω
Dolaptan yazlık giysilerimi indirdim.
(Κατέβασα από τη ντουλάπα τα καλοκαιρινά μου ρούχα)
inmek
κατεβαίνω
Durakta otobüsten
(Κατέβηκα από το λεωφορείο
Iİ
142
indim.
στη στάση)
iptal etmek
ακυρώνω
Yarınki randevularımı iptal edeceğim.
(Θα ακυρώσω τα αυριανά μου ραντεβού)
irdelemek
αναλύω, εξονυχίζω
Herşeyi bu kadar çok irdeleme!
(Μην αναλύσεις τόσο πολύ το κάθε πράγμα)
ısırmak
δαγκώνω
Köpek oynarken küçük çocuğu ısırdı.
(Ο σκύλος όταν έπαιζε δάγκωσε το παιδάκι)
ışıtmak
ζεσταίνω
Yemek pişirmeden önce ocağı ısıt!
(Πριν μαγειρέψεις ζέστανε την εστία)
işitmek
ακούω
Odadan gelen sesleri işitiyor musun?
(Ακούς τις φωνές που έρχονται από το δωμάτιο;)
ıslık çalmak
σφυρίζω
Gençler kızların arkasından ıslık çaldı.
(Οι νέοι σφύριξαν πίσω τα κορίτσια)
ısmarlamak
παραγγέλνω
Haydi pizza ısmarlıyalım!
(Άντε ας παραγγείλουμεπίτσα!)
ispat etmek
αποδεικνύω
Sana masum olduğumu ispat edeceğim.
(Θα σου αποδείξω ότι είμαι αθώος)
ispatlamak
αποδεικνύω
Avukat mahkemede herşeyi ispatladı.
(Ο δικηγόρος απέδειξε τα πάντα στο δικαστήριο)
istemek
θέλω, ζητώ
Yeni bir araba istiyorum.
(Θέλω να αγοράσω ένα καινούριο αυτοκίνητο)
itiraf etmek
ομολογώ
Herşeyi itiraf edeceğim.
(Θα ομολογήσω τα πάντα)
itmek
σπρώχνω
Ünlü sanatçıyı yakından görmek için insanlar birbirini itiyor.
(Οι άνθρωποι σπρώχνουν ο ένας τον άλλον για να δουν από κοντά τον φημισμένο καλλιτέχνη )
iyi gitmek
πάω καλά
Derslerinde çok iyi gidiyorsun.
(Τα πας πολύ καλά στα μαθήματα σου)
iyi yolda olmak
είμαι σε καλό δρόμο
Sence iyi yolda mıyım?
(Κατά τη γνώμη σου είμαι σε καλό δρόμο;)
iyileşmek
αναρρώνω
Hasta iyileşmeye başladı.
(Ο ασθενής άρχισε να αναρρώνει)
izlemek
παρακολουθώ
Her akşam TV izliyorum.
(Κάθε βράδυ παρακολουθώ τηλεόραση )
K kabul etmek
δέχομαι
Genç kız sevgilisinin evlenme teklifini kabul etti.
(Η κοπέλα δέχτηκε την πρόταση γάμου του φίλου της)
kaçırmak
χάνω, απάγω
Geç uyandım ve otobüsü kaçırdım.
(Ξύπνησα αργά και έχασα το λεωφορείο)
kaçmak
ξεφεύγω
Polisleri gören hırsız hemen kaçtı.
(Ο κλέφτης που είδε τους αστυνόμους αμέσως ξέφυγε)
kafayı yemek
σαλτάρω, τρελαίνομαι
Nasıl böyle konuşuyorsun? Kafayı mı yedin?
(Πως μιλάς έτσι; Σάλταρες;)
kaldırmak
σηκώνω
Annem her sabah beni erkenden kaldırıyor.
(Η μαμά μου κάθε πρωί με ξυπνάει από νωρίς)
kalmak
μένω
10 yıldır bu evde kalıyorum.
(Εδώ και 10 χρόνια μένω σε αυτό το σπίτι)
143
kanamak
αιμορραγώ
Araba kazası yapan kadının bacağı kanıyor.
(Αιμορραγεί το πόδι της γυναίκας που έκανε ατύχημα)
kanıtlamak
αποδεικνύω
Masum olduğunu kanıtlaman lazım.
(Πρέπει να αποδείξεις ότι είσαι αθώος)
kapatmak
κλείνω
Lütfen televizyonu kapatır mısın?
(Μπορείς να κλείσεις την τηλεόραση παρακαλώ;)
kapmak
αρπάζω
Hırsız kadının çantasını kapıp kaçtı.
(Ο κλέφτης άρπαξε την τσάντα της γυναίκας και το έσκασε)
kapsamak
περιέχω
Bu ürün hangi maddeleri kapsıyor?
(Ποιες ουσίες περιέχει αυτό το προϊόν)
karar vermek
αποφασίζω
Karar ver artık ya gir ya çık.
(Αποφάσισε πλέον ή μπες ή βγες)
kararmak
σκοτεινιάζω
Hava aniden karardı.
(Ο καιρός ξαφνικά σκοτείνιασε)
karıştırmak
ανακατεύω
Çorbayı karıştır.
(Ανακάτευσε την σούπα)
katılmak
συμμετέχω
Yarışmaya katılmaya karar verdim.
(Αποφάσισα να συμμετάσχω στον διαγωνισμό)
katletmek
δολοφονώ μακελεύω
Her yıl milyonlarca hayvan katlediliyor.
(Κάθε χρόνο δολοφονούνται εκατομμύρια ζώα)
kaybetmek
χάνω
Arabanın anahtarlarını kaybettim.
(Έχασα τα κλειδιά του αυτοκινήτου)
kaybolmak
χάνομαι
Arkadaşımın evini ararken kayboldum.
(Χάθηκε καθώς έψαχνα το σπίτι του φίλου μου)
kaymak
γλιστρώ, τσουλώ
Kışın kayak kaymaya bayılıyorum.
(Το χειμώνα μου αρέσει να κάνω σκι)
kazanmak
κερδίζω
Çok çalışan çok kazanır.
(Όποιος δουλεύει πολύ κερδίζει πολύ)
kazmak
σκάβω
Bahçede büyük bir çukur kazdık.
(Σκάψαμε μια μεγάλη τρύπα στον κήπο)
keşfetmek
ανακαλύπτω
Ünlü bilim adamı yeni bir ilaç keşfetti.
(Ο διάσημος επιστήμονας ανακάλυψε ένα καινούριο φάρμακο)
kesmek
κόβω
Ekmeği kes ve sofraya getir!
(Κόψε το ψωμί και φέρε το στο τραπέζι)
kırılmak
σπάω, παρεξηγώ
Masadaki vazo kırıldı.
(Έσπασε το βάζο που ήταν πάνω στο τραπέζι)
kirletmek
βρομίζω
Odanı kirletme!
(Μην βρομίζεις το δωμάτιο σου)
kırmak
σπάω
Çocuk yeni vazoyu kırdı.
(Το παιδί έσπασε το καινούριο βάζο)
kıskanmak
ζηλεύω
Ayşe ablasını çok kıskanıyor.
(Η Αϊσέ ζηλεύει πολύ την αδερφή της)
kışkırtmak
προκαλώ, ερεθίζω
İnsanları bana karşı kışkırtma!
(Μην ερεθίζεις τους ανθρώπους έναντι σε μένα )
kızdırmak
κάνω κάποιον να θυμώσει
Sözlerin beni çok kızdırdı!
(Θύμωσα πολύ με τα λόγια σου )
144
kızmak
θυμώνω
Bana kızma lütfen!
(Μη μου θυμώνεις σε παρακαλώ)
koklamak
μυρίζω κάτι
Bahçedeki çiçekleri kokluyorum.
(Μυρίζω τα λουλούδια που βρίσκονται στο κήπο)
kokmak
μυρίζω
Oda mis gibi kokuyor.
(Το δωμάτιο μυρίζει πολύ όμορφα)
konuşmak
μιλάω
Çok hızlı konuşuyorsun.
(Μιλάς πολύ γρήγορα)
köpürmek
αφρίζω, γίνομαι έξαλλος
Banyo köpürdü.
(Άφρισε το μπάνιο)
korkmak
φοβάμαι
Köpeklerden çok korkuyorum.
(Φοβάμαι πολύ τους σκύλους)
korkutmak
τρομοκρατώ
Adam çocuğu korkuttu.
(Ο άνδρας τρόμαξε το παιδί)
korumak
προφυλάγω
Seni her zaman koruyacağım.
(Θα σε προφυλάγω πάντα)
koşmak
τρέχω
Her sabah parkta koşuyorum.
(Κάθε πρωί τρέχω στο πάρκο)
kötüleşmek
χειροτερεύω
Hastanın durumu bugün kötüleşti.
(Η κατάσταση του ασθενή σήμερα χειροτέρεψε)
kovalamak
κυνηγώ
Polis hırsızları kovalıyor.
(Ο αστυνόμος κυνηγάει τους κλέφτες )
koymak
βάζω
Yemekleri buzdolabına koyuyorum.
(Βάζω τα φαγητά στο ψυγείο)
kullanmak
χρησιμοποιώ
Hangi telefonu kullanıyorsun?
(Ποιο τηλέφωνο χρησιμοποιείς;)
kurmak
φτιάχνω
Yeni bir şirket kuruyoruz.
(Φτιάχνουμε μια καινούρια εταιρεία)
kurtarmak
γλυτώνω κάποιον
Küçük kediyi kurtardık.
(Γλυτώσαμε το μικρό γατάκι)
kurtulmak
γλυτώνω
Sonunda kötü alışkanlıklardan kurtuldu.
(Επιτέλους γλύτωσε από τις κακές συνήθειες)
kurutmak
στεγνώνω
Saçlarımı kurutuyorum.
(Στεγνώνω τα μαλλιά μου)
kusmak
κάνω εμετό
Çok içki içen adam sonunda kustu.
(Ο άνθρωπος που ήπιε πολύ ποτό στο τέλος έκανε εμετό)
küsmek
κακιώνω
İki eski arkadaş önemsiz bir olay için küstü.
(Οι δυο παλιοί φίλοι μάλωσαν για ένα ασήμαντο γεγονός )
laf atmak
πετάω καρφί, πειράζω (για γυναίκες)
Gençler sokakta yürüyen kızlara laf attı.
(Οι νέοι πείραξαν τις κοπέλες που περπατούσαν στο δρόμο)
laf dinlemek
υπακούω
Şimdiki çocuklar hiç laf dinlemiyor.
(Τα σημερινά παιδιά δεν υπακούουν καθόλου)
laf taşımak
μεταφέρω λόγια
Laf taşıyan insanları hiç sevmiyorum.
(Δεν αγαπώ καθόλου τους ανθρώπους που μεταφέρουν λόγια)
laflamak
κουβεντιάζω
Kahve içip eski
(Ήπιαμε καφέ και
145
arkadaşlarımla lafladık.
κουβεντιάσαμε με τους παλιούς μου φίλους)
lekelemek
λεκιάζω
Yeni elbisemi lekeledim.
(Λέκιασα το καινούριο μου φόρεμα)
listelemek
καταγράφω
Bu haftaki işlerimi listeledim.
(Κατέγραψα τις δουλείες αυτής της βδομάδας)
lütfetmek
Κάνω τη χάρη
Lütfedip bir yıl sonra paramı ödedi!.
(Μου έκανε τη χάρη και πλήρωσε τα λεφτά μου μετά από ένα χρόνο)
mahvetmek
Αφανίζω, εξοντώνω, καταστρέφω
Yaptıklarınla partiyi mahvettin.
(Κατέστρεψες το πάρτι με αυτά που έκανες)
makyaj yapmak
μακιγιάρω
Kızlar parti için makyaj yapıyor.
(Τα κορίτσια μακιγιάρονται για το πάρτι)
medenileşmek
εκπολιτίζομαι
Bu ülkenin medenileşmesi için çalışıyoruz.
(Δουλεύουμε για τον εκπολιτισμό αυτής της χώρας)
memnun etmek
ευχαριστώ, ικανοποιώ
Seni memnun etmek çok zor!
(Είναι πολύ δύσκολο να σε ικανοποιήσουμε)
memnun kalmak
μένω ευχαριστημένος
Otel hizmetinden hepimiz çok memnun kaldık.
(Όλοι μας μείναμε ευχαριστημένοι από την εξυπηρέτηση του ξενοδοχείου)
memnun olmak
χαίρομαι
Seninle tanıştığımıza çok memnun oldum.
(Χάρηκα πολύ για την γνωριμία)
meraklanmak
ανησυχώ, σκοτίζομαι
Eve geç kalınca annem çok meraklandı.
(Η μητέρα μου ανησύχησε πολύ όταν άργησα στο σπίτι)
mezun olmak
αποφοιτώ
Gelecek yıl üniversiteden mezun olacağız.
(Του χρόνου θα αποφοιτήσουμε από το πανεπιστήμιο)
mırıldanmak
μουρμουρίζω, ψιθυρίζω
Banyo yaparken sevdiğim şarkıları mırıldanırım.
(Όταν κάνω μπάνιο ψιθυρίζω τα αγαπημένα μου τραγούδια)
minnet duymak
ευγνωμονώ
Bana yardım ettiğin için sana minnet duyuyorum.
(Σε ευγνωμονώ που με βοήθησες)
mola vermek
κάνω μια ανάπαυλα, ένα διάλλειμα
Çok yorulduk, bir mola verelim.
(Κουραστήκαμε πολύ ας κάνουμε ένα διάλλειμα)
muayene etmek
εξετάζω
Doktor dikkatlice hastasını muayene ediyor.
(Ο γιατρός εξετάζει προσεκτικά τον ασθενή του)
mücadele vermek
δίνω αγώνα
Günümüzde başarılı olmak için mücadele vermeliyiz.
(Στις μέρες μας για να πετύχουμε πρέπει να δώσουμε αγώνα)
δασκαλεύω, συμβουλεύω
Baba çocuklarına nasihat verdi.
(O μπαμπάς συμβούλεψε τα παιδιά του)
M
N nasihat vermek
146
nazar değmek
ματιάζω
Sana nazar değdi!
(Σε μάτιασαν!)
nefes almak
αναπνέω
Doktor hastasına derin nefes almasını söyledi.
(Ο γιατρός είπε στον ασθενή του να πάρει βαθιά αναπνοή )
nefret etmek
μισώ, απεχθάνομαι
Yalancı insanlardan nefret ediyorum.
(Μισώ τους ψεύτες)
numara yapmak
κάνω νούμερα, καμώνομαι
Küçük çocuk ilgi çekmek için numara yapıyor.
(Το μικρό παιδί κάνει νούμερα για να προσελκύσει το ενδιαφέρον)
ödemek
πληρώνω
Hesabı ödemek istiyoruz.
(Θέλουμε να πληρώσουμε τον λογαριασμό )
ödenmek
πληρώνομαι
Bu ay maaşımız ödenmedi.
(Αυτό το μήνα δεν πληρώθηκε ο μισθός μας)
öfkelenmek
εκνευρίζομαι
Genç kadın kocasına öfkelendi.
(Η νέα γυναίκα εκνευρίστηκε με τον άνδρα της )
öğrenmek
μαθαίνω
Türkçe öğrenmek istiyorum.
(Θέλω να μάθω Τούρκικα)
öğretmek
διδάσκω
Dil öğretmek zor ama zevkli bir iş.
(Το να διδάσκεις γλώσσες είναι μια δύσκολη αλλά και ευχάριστη δουλειά)
öğütlemek
συμβουλεύω
Annelerimiz her zaman bizi öğütler.
(Η μητέρες μας πάντα μας συμβουλεύουν)
okşamak
χαϊδεύω
Köpeğimi okşamayı çok seviyorum.
(Αγαπώ να χαϊδεύω το σκύλο μου)
öksürmek
βήχω
Çok sigara içen insanlar çok öksürüyorlar.
(Βήχουν πολύ οι άνθρωποι που καπνίζουν πολύ)
okumak
διαβάζω
Kitap okumayı çok seviyorum.
(Αγαπώ πολύ να διαβάζω βιβλία)
ölçmek
μετράω
Sütü ölçüp tatlıya koydum.
(Μέτρησα το γάλα και το έβαλα στο γλυκό)
ölçüşmek
αναμετριέμαι
Benimle ölçüşebileceğini mi sanıyorsun?
(Νομίζεις ότι μπορείς να αναμετρηθείς μαζί μου;)
öldürmek
σκοτώνω
Katil yaşlı adamı öldürdü.
(Ο δολοφόνος σκότωσε τον ηλικιωμένο άνδρα)
olmak
γίνομαι, «είμαι»
Mehmet doktor olmak istiyor.
(O Μεχμέτ θέλει να γίνει γιατρός)
ölmek
πεθαίνω
Kaza yapan genç hastanede öldü.
(Ο νέος που έκανε ατύχημα πέθανε στο νοσοκομείο)
onarmak
επισκευάζω
Yazlık evimizi onarmaya karar verdik.
(Αποφασίσαμε να επισκευάσουμε το εξοχικό μας)
önlemek
εμποδίζω
Böyle kötü olayları önlememiz gerek.
(Πρέπει να εμποδίζουμε τέτοιες άσχημες καταστάσεις)
öpmek
φιλάω
Anne sevgiyle bebeğini öptü.
(Η μαμά φίλησε με αγάπη το μωρό της)
OÖ
147
öpüşmek
φιλιέμαι
Genç aşıklar birbirlerine sarılıp öpüştü.
(Οι ερωτευμένοι νέοι αγκαλιάστηκαν και φιλήθηκαν)
oturmak
κάθομαι, κατοικώ
Ben İstanbul’da oturuyorum.
(Κατοικώ στην Ιστανμπούλ)
övmek
παινεύω
Aileler her zaman çocuklarıyla övünür.
(Οι οικογένειες πάντα παινεύονται με τα παιδιά τους)
oyalamak
απασχολώ, χασομερώ
Beni oyalama, işlerimi bitirmem lazım.
(Μην με απασχολείς, πρέπει να τελειώσω τις δουλειές μου)
oynamak
παίζω
Haydi top oynamaya gidelim!
(Άντε πάμε να παίξουμε μπάλα)
oyuna getirmek
εξαπατώ
Bu adam hepimizi oyuna getirdi.
(Ο άνθρωπος αυτός μας εξαπάτησε όλους)
özlemek
επιθυμώ, αποθυμώ
Seni çok özledim.
(Μου έλειψες πολύ)
P paketlemek
συσκευάζω, πακετάρω
Lütfen bu hediyeyi paketler misiniz?
(Μπορείτε να συσκευάσετε αυτό το δώρο παρακαλώ;)
pahalılaşmak
ακριβαίνω
Bu restoran çok pahalılaştı başka yerde yiyelim!
(Το εστιατόριο αυτό ακρίβαινε πολύ να φάμε σε άλλο μέρος)
paniklemek
πανικοβάλλομαι
Aniden eski sevgilisini görünce panikledi.
(Όταν είδε ξαφνικά τον/την πρώην πανικοβλήθηκε)
parçalamak
κομματιάζω
Yaramaz çocuk yeni oyuncağını parçaladı.
(Το άτακτο παιδί κομμάτιασε το καινούριο του παιχνίδι)
parlamak
λάμπω
Bu sabah güneş ne güzel parlıyor!
(Τι ωραία που λάμπει σήμερα ο ήλιος!)
parlatmak
γυαλίζω
Annem cam eşyaları parlattı!
(Η μαμά μου γυάλισε τα γυάλινα αντικείμενα)
patlamak
σκάω
Çocuğun balonu patladı.
(Έσκασε το μπαλόνι του παιδιού)
paylaşmak
μοιράζομαι
Kardeşler herşeyi paylaşmalı.
(Τα αδέλφια πρέπει να μοιράζονται τα πάντα)
pazarlık etmek
παζαρεύω
Kapalıçarşıda pazarlık etmeden hiç bir şey almayın.
(Μην αγοράσετε τίποτα από την Κλειστή Αγορά χωρίς να παζαρέψετε)
pişirmek
ψήνω, μαγειρεύω
Bugün ne pişireceksin?
(Τι θα μαγειρέψεις σήμερα;)
pişman olmak
μετανιώνω
Ahmet söylediklerine pişman oldu.
(Ο Αχμέτ μετάνιωσε για αυτά που είπε)
programlamak
σχεδιάζω
Yaz tatili için ne programlıyorsunuz?
(Τι σχεδιάζετε για τις καλοκαιρινές διακοπές;)
rahatlamak
ησυχάζω, ανακουφίζομαι
Çantasını bulan kadın rahatladı.
(Η γυναίκα που βρήκε την τσάντα της ησύχασε)
rahatsızlanmak
αδιαθετώ
Dün akşam dedem rahatsızlandı, hastaneye
(Χθες βράδυ αδιαθέτησε ο παππούς μου και τον
R
148
götürdük.
πήγαμε στο νοσοκομείο)
rahmetli olmak
πεθαίνω
Ünlü sanatçı geçen hafta rahmetli oldu.
(Ο φημισμένος καλλιτέχνης πέθανε την περασμένη εβδομάδα )
randevulaşmak
Κλείνω/δίνω ραντεβού
Yarın buluşmak üzere randevulaştık.
(Δώσαμε ραντεβού για να βρεθούμε αύριο)
rastlamak
συναντώ
Yolda eski bir arkadaşıma rastladım.
(Στο δρόμο συνάντησα μια παλιά μου φίλη)
reddetmek
αρνούμαι
Sevgilisinin evlenme teklifini reddetti.
(Αρνήθηκε την πρόταση γάμου του φίλου της)
renklendirmek
χρωματίζω
Masayı renklendirmek için renkli mumlar koydum.
(Έβαλα κεριά στο τραπέζι για να το χρωματίσω)
rica etmek
παρακαλώ
Rica ediyorum, biraz sessiz konuşur musunuz?
(Παρακαλώ μπορείτε να μιλήσετε πιο σιγά;)
sabunlamak
σαπουνίζομαι
Yerleri süpürüp sabunladım.
(Σκούπισα και σαπούνισα το πάτωμα)
sağlamak
εξασφαλίζω
Ailemiz bize en iyi eğitimi sağlamak için herşeyi yaptı.
(Η οικογένεια μας έκανε τα πάντα για να μας προσφέρει την καλύτερη εκπαίδευση)
saklamak
κρύβω, φυλάω
Annenden hiçbir şey saklamamalısın.
(Δεν πρέπει να κρύβεις τίποτα από την μαμά σου)
saklanmak
κρύβομαι
Saklambaç oyununda bütün çocuklar eski eve saklandı.
(Στο κρυφτό όλα τα παιδιά κρύφτηκαν στο παλιό σπίτι)
saldırmak
επιτίθεμαι
Köpek yoldan geçen yaşlı adama saldırdı.
(Ο σκύλος επιτέθηκε στον ηλικιωμένο άνδρα που περνούσε από το δρόμο)
sanmak
νομίζω
Sanıyorum ki, bu teklif çok iyi.
(Νομίζω ότι η προσφορά αυτή είναι πολύ καλή)
sarılmak
αγκαλιάζομαι
Uzun zamandır görüşmeyen kardeşler birbirine sarıldı.
(Τα αδέλφια που είχαν πολύ καιρό να ειδωθούν αγκαλιάστηκαν. )
şaşırmak
σαστίζω, απορώ
Bu duruma hepimiz çok şaşırdık.
(Απορήσαμε όλοι με αυτή την κατάσταση)
satılmak
πωλούμαι
Bahçeli ev çok ucuza satıldı.
(Το σπίτι με τον κήπο πουλήθηκε πολύ φθηνά )
satın almak
αγοράζω
Bir ev satın almak istiyoruz.
(Θέλουμε να αγοράσουμε ένα σπίτι)
satmak
πουλάω
Arabamı satmaya karar verdim.
(Αποφάσισα να πουλήσω το αμάξι μου)
savaşmak
πολεμάω
İki ülke savaşmaya başladı.
(Οι δυο χώρες άρχισαν να πολεμούν )
savunmak
αμύνομαι
Haklarımı sonuna kadar savunacağım.
(Θα αμύνομαι μέχρι το τέλος τα δικαιώματα μου)
saymak
μετρώ
Her akşam kazandığı paraları sayıyor.
(Κάθε βράδυ μετράει τα χρήματα που κερδίζει)
SŞ
149
seçmek
επιλέγω
Tatil için otel seçmeliyiz.
(Πρέπει να επιλέξουμε ξενοδοχείο για το ταξίδι)
seslenmek
προσφωνώ, φωνάζω
Sokakta sana seslendim ama duymadın.
(Στο δρόμο σε φώναξα αλλά δεν με άκουσες)
sevilmek
αγαπιέμαι
Murat iş yerinde herkes tarafından çok sevilen bir adam.
(Ο Μουράτ είναι άνθρωπος που αγαπιέται από όλους στην δουλειά)
sevmek
αγαπώ
Çocuklar dondurmayı çok seviyor.
(Τα παιδιά αγαπούν πολύ το παγωτό)
seyretmek
παρακολουθώ
Her akşam televizyonda dizi seyrediyorum.
(Κάθε βράδυ παρακολουθώ σειρά στην τηλεόραση)
sigara içmek
καπνίζω
Lütfen burada sigara içmeyiniz.
(Παρακαλώ μην καπνίζετε εδώ)
şikayet etmek
κάνω παράπονα
Bizimle kaba konuşan garsonu müdüre şikayet ettik.
(Κάναμε παράπονα στον διευθυντή για τον σερβιτόρο που ήταν αγενής μαζί μας)
sıkılmak
βαριέμαι
Evde çok sıkıldım, haydi sinemaya gidelim.
(Βαρέθηκα πολύ στο σπίτι ας πάμε σινεμά)
sıkışmak
στριμώχνομαι
Otobüs çok kalabalık, çok sıkıştık.
(Το λεωφορείο είναι πολύ γεμάτο, στριμωχθήκαμε πολύ)
sıkmak
σφίγγω
Yeni ayakkabılar ayağımı sıktı.
(Τα καινούρια παπούτσια μου έσφιξαν τα πόδια)
silmek
σβήνω
Öğretmen dersin sonunda tahtayı sildi.
(Ο δάσκαλος στο τέλος του μαθήματος έσβησε τον πίνακα)
sindirmek
χωνεύω, εμπεδώνω
Dün söylediklerini bir türlü sindiremiyorum.
(Δεν μπορώ σε καμία περίπτωση να χωνέψω αυτά που είπες χθες)
sıralamak
απαριθμώ
Sekreter dosyaları sıralıyor.
(Η γραμματέας απαριθμεί τα έγγραφα)
sokmak
βάζω, τσιμπάω
Arı çocuğu parmağından soktu.
(Η μέλισσα τσίμπησε το παιδί στο δάκτυλο)
sörf yapmak
κάνω σέρφινγκ
Yaz aylarında sörf yapmayı çok severim.
(Αγαπώ πολύ να κάνω σκι τους καλοκαιρινούς μήνες )
sormak
ρωτάω
Bir soru sormak istiyorum.
(Θέλω να ρωτήσω μια ερώτηση)
söylemek
λέω
Şarkı söylemeye bayılıyor.
(Του αρέσει πολύ να λέει τραγούδια- τραγουδάει)
söylenmek
παραμιλώ
Söylenme, işini yap!
(Μην παραμιλάς, κάνε την δουλειά σου!)
soymak
ξεφλουδίζω, γδύνω
Patatesleri soyup haşladı.
(Ξεφλούδισε την πατάτες και τις έβρασε)
soyulmak
ληστεύομαι
Bu villa 3 soyguncu tarafından soyuldu.
(Η βίλλα αυτή ληστεύτηκε από 3 κλέφτες)
soyunmak
ξεντύνομαι
Çok yorgundum, soyunup hemen yattım.
(Ήμουν πολύ κουρασμένος, ξεντύθηκα
150
και αμέσως κοιμήθηκα) söz vermek
δίνω το λόγο μου
Bana söz vermiştin.
(Μου είχες δώσει το λόγο σου)
suçlamak
κατηγορώ
Onu boş yere suçlamışız.
(Τον κατηγορήσαμε άδικα)
sunmak
παρουσιάζω
Bu akşam sizlere yeni ürünümüzü sunacağız.
(Σήμερα το βράδυ θα σας παρουσιάσουμε το καινούριο μας προϊόν )
süpürmek
σκουπίζω
Bütün evi süpürüp temizledim.
(Σκούπισα και καθάρισα όλο το σπίτι)
sürdürmek
συνεχίζω
Bu işi sürdürmeliyiz.
(Πρέπει να συνεχίσουμε αυτή τη δουλειά)
sürmek
οδηγώ, πασαλείβω
Bisiklet sürmeyi öğrendi.
(Έμαθε να οδηγεί ποδήλατο)
sürünmek
σέρνομαι
Elbisen çamura sürünüyor.
(Το φόρεμα σου σέρνεται στη λάσπη)
susamak
διψώ
Çok susadım, bir bardak su lütfen!
(Δίψασα πολύ, ένα ποτήρι νερό παρακαλώ!)
süslemek
στολίζω
Hep beraber yılbaşı ağacımızı süsledik.
(Όλοι μαζί στολίσαμε το πρωτοχρονιάτικο μας δέντρο)
süslenmek
στολίζομαι
Genç kız süslenip partiye gitti.
(Η κοπέλα στολίστηκε και πήγε στο πάρτι)
susmak
σωπαίνω
Biraz sus da başkası konuşsun.
(Σιώπα λίγο, να μιλήσει και κάποιος άλλος)
süt sağmak
αρμέγω γάλα
Köyde ninem her sabah süt sağıyor.
(Στο χωριό η γιαγιά μου αρμέγει κάθε πρωί γάλα)
süzmek
σουρώνω, φιλτράρω
Makarnaları süzüp yedik.
(Σουρώσαμε τα μακαρόνια και τα φάγαμε)
tahliye etmek
απαλλάσσω, εκκενώνω
Bütün bina tahliye edildi.
(Εκκενώθηκε όλο το κτήριο)
taklit etmek
απομιμούμαι
Arkadaşım bütün sanatçıları taklit edebiliyor.
(Ο φίλος μου μπορεί και μιμείται όλους τους καλλιτέχνες )
takmak
φοράω (αξεσουάρ)
Kravat takmayı unutma.
(Μην ξεχνάς να βάλεις γραβάτα)
tanımak
γνωρίζω
Bu kızı bir yerden tanıyorum.
(Γνωρίζω από κάπου την κοπέλα αυτή)
tanışmak
γνωρίζομαι
Onunla tanışmak istiyorum.
(Θέλω να γνωριστώ με αυτήν)
tanıtmak
συστήνω
Sizlere yeni iş arkadaşınızı tanıtmak istiyorum.
(Θέλω να σας συστήσω τον καινούριο σας συνεργάτη)
tapmak
λατρεύω
Anneme tapıyorum.
(Λατρεύομαι την μαμά μου)
taramak
χτενίζω
Her sabah saçlarımı tarıyorum.
(Κάθε πρωί χτενίζω τα μαλλιά μου )
tartışmak
συζητώ
Sizinle tartışmak istemiyorum.
(Δεν θέλω να συζητήσω μαζί σας )
Τ
151
tasarlamak
σχεδιάζω
Geleceğimizi tasarlamamız lazım.
(Πρέπει να σχεδιάσουμε το μέλλον μας)
taşımak
κουβαλώ
Çantamı taşıyabilir misin?
(Μπορείς να κουβαλήσεις την τσάντα μου;)
taşınmak
μετακομίζω
Bu evden taşınmaya karar verdik.
(Αποφασίσαμε να μετακομίσουμε από αυτό το σπίτι)
tatmak
γεύομαι
Kekimden tatmak ister misin?
(Θέλεις να δοκιμάσεις το κέικ μου;)
telefon etmek
τηλεφωνώ
Yarın size telefon edeceğim.
(Αύριο θα σας τηλεφωνήσω)
temizlemek
καθαρίζω
Bugün evi temizlemeliyim.
(Σήμερα πρέπει να καθαρίσω το σπίτι)
terk etmek
εγκαταλείπω
Adam karısını terk etti.
(Ο άνδρας εγκατέλειψε την γυναίκα του)
teşebbüs etmek
επιχειρώ
Buna sakin teşebbüs etme, pişman olursun.
(Μην τυχόν και το επιχειρήσεις θα μετανιώσεις)
teşvik etmek
ενθαρρύνω
Sözleriyle hepimizi teşvik etti.
(Μας ενθάρρυνε όλους με αυτά που είπε)
tıraş olmak
ξυρίζομαι
Babam traş olmak için berbere gitti.
(Ο πατέρας μου πήγε στο μπαρμπέρη για να ξυριστεί )
titremek
τρέμω
Küçük kız soğuktan titriyordu.
(Ο μικρό κορίτσι έτρεμε από το κρύο)
toplamak
μαζεύω
Lütfen odanı topla!
(Παρακαλώ μάζεψε το δωμάτιο σου)
tüketmek
καταναλώνω
Çok alkol tüketmeyin.
(Μην καταναλώνετε πολύ αλκοόλ)
tükürmek
φτύνω
Yerlere tükürme!
(Μην φτύνεις κάτω)
tutmak
κρατάω
Bir dakika bardağımı tutar mısın?
(Μπορείς να κρατήσεις ένα λεπτό το ποτήρι μου;)
tütmek
καπνίζω
Şömine tütüyor bir sorun olmalı.
(Καπνίζει το τζάκι πρέπει να υπάρχει κάποιο πρόβλημα)
tutuklamak
συλλαμβάνω
Polis hırsızları tutukladı.
(Η αστυνομία συλλάμβανε τους κλέφτες )
uçmak
πετάω
Kuşlar ne güzel uçuyor!
(Τι ωραία που πετούν τα πουλιά)
ulaşmak
φτάνω
Sonunda evime ulaştım.
(Επιτέλους έφτασα στο σπίτι μου)
unutmak
ξεχνάω
Pardon adınızı unuttum.
(Συγγνώμη ξέχασα το όνομα σας)
üretmek
παράγω
Bu şehir çok patates üretiyor.
(Η πόλη αυτή παράγει πολύ πατάτα)
üşenmek
βαριέμαι
Bu akşam dışarı çıkmaya üşeniyorum.
(Σήμερα το βράδυ βαριέμαι να βγω έξω)
üşümek
κρυώνω
Üşüyorsan kaloriferi
(Εάν κρυώνεις να
UÜ
152
yakayım.
ανάψω το καλοριφέρ)
utanmak
ντρέπομαι
Böyle sözler söylediğin için utanmalısın.
(Πρέπει να ντρέπεσαι που λες τέτοια λόγια)
uyanmak
ξυπνάω
Yarın çok erken uyanacağım.
(Αύριο θα ξυπνήσω πολύ νωρίς )
uyarmak
προειδοποιώ
Seni çok defa uyarmıştık, ama sen aynı hatayı tekrar yaptın.
(Σε είχαμε προειδοποιήσει πολλές φορές, αλλά εσύ ξαναέκανες το ίδιο λάθος )
uygulamak
εφαρμόζω
Kuralları uygulamamız gerek.
(Πρέπει να εφαρμόζουμε τους κανόνες)
uymak
ταιριάζω
Eşinle birbirnize çok uyuyorsunuz.
(Ταιριάζετε πολύ με την σύζυγο σου)
uyumak
κοιμάμαι
Çok yorgunum erkenden uyuyacağım.
(Είμαι πολύ κουρασμένος θα κοιμηθώ νωρίς)
uzanmak
ξαπλώνω
Yatağa uzanıp bir film seyrettim.
(Ξάπλωσα στο κρεβάτι και παρακολούθησα ένα φιλμ)
üzülmek
στεναχωριέμαι
Hasta olmana çok üzüldüm.
(Στεναχωρήθηκα πολύ που είσαι άρρωστος)
varmak
φτάνω
Yarım saat sonra tren varıyor.
(Σε μισή ώρα φτάνει το τρένο)
vazgeçmek
παρατάω, υπαναχωρώ
Bu işten vazgeçmelisin.
(Πρέπει να παρατήσεις αυτή τη δουλειά)
vermek
δίνω
Ev sahibine kiraya vermeyi unutma!
(Μην ξεχνάς να δώσεις το ενοίκιο στον ιδιοκτήτη)
vurmak
χτυπάω
Yere düşen adam kafasını vurdu.
(Ο άνθρωπος που έπεσε κάτω, χτύπησε το κεφάλι του)
vurulmak
χτυπιέμαι, ερωτεύομαι
Barda gördüğüm kıza vuruldum.
(Ερωτεύτηκα την κοπέλα που είδα στο μπαρ)
yağlamak
λαδώνω
Balıkları yağlayıp pişirdik.
(Λαδώσαμε το ψάρια και τα ψήσαμε)
yakalamak
συλλαμβάνω, πιάνω
Polis kaçan hırsızı kısa sürede yakaladı.
(Ο αστυνόμος έπιασε σύντομα τον κλέφτη που το έσκασε)
yaklaşmak
πλησιάζω
Televizyona bu kadar çok yaklaşma gözlerin bozulacak.
(Μην πλησιάζεις τόσο πολύ στη τηλεόραση θα χαλάσεις τα μάτια σου)
yakmak
καίω
Romantik bir ortam yaratmak için mumları yaktık.
(Ανάψαμε τα κεριά για να φτιάξουμε ρομαντική ατμόσφαιρα)
yalamak
γλείφω
Köpek yavrusunu yalayıp yıkadı.
(Η σκύλα έγλειψε και έπλυνε το μωρό της)
yalvarmak
ικετεύω
Sevgilisine «gitme» diye yalvardı.
(Παρακάλεσε την αγαπημένη του για να μην φύγει)
V
Y
153
yanıt vermek
απαντάω
Öğretmenin sorusuna hiç kimse yanıt vermedi.
(Κανένας δεν απάντησε την ερώτηση του δασκάλου)
yanıtlamak
απαντάω
Sekreter bütün gün telefonları yanıtlıyor.
(Η γραμματέας όλη μέρα απαντάει στα τηλέφωνα)
yanmak
καίγομαι
Eyvah! Yemek yandı!
(Πω! Κάηκε το φαγητό!)
yansıtmak
αντανακλώ
Yüzün iç güzelliğini yansıtıyor.
(Το πρόσωπο σου αντανακλά την εσωτερική σου ομορφιά)
yapılmak
φτιάχνομαι
Bu ev sadece tahtadan yapılmış.
(Το σπίτι αυτό φτιάχτηκε μόνο ξύλο)
yapışmak
κολλώ
Vazo güçlü yapıştırıcı sayesinde yapıştı.
(Το βάζο κόλλησε χάρη της δυνατής κόλλας)
yapmak
κάνω
Bu yaz tatil yapmayacağım.
(Αυτό το καλοκαίρι δεν θα κάνω διακοπές)
yaratmak
δημιουργώ
Çok güzel bir atmosfer yarattınız.
(Δημιουργήσατε μια πολύ ωραία ατμόσφαιρα)
yardım etmek
βοηθάω
Anneme her zaman yardım ediyorum.
(Βοηθάω πάντα την μαμά μου)
yasaklamak
απαγορεύω
Kapalı mekanlarda sigara içmeyi yasakladılar.
(Απαγορέψανε το κάπνισμα σε κλειστούς χώρους)
yaşamak
ζω
Çok güzel günler yaşıyoruz.
(Ζούμε πολύ όμορφες στιγμές)
yaşlanmak
γερνώ, γηράσκω
Yaşlanmaktan korkuyor.
(Φοβάται να γεράσει)
yatmak
ξαπλώνω, κοιμάμαι
Her akşam çok geç yatıyorum.
(Κάθε βράδυ κοιμάμαι πολύ αργά)
yazılmak
γράφομαι
Dans kursuna yazıldım.
(Γράφτηκα στα μαθήματα χορού)
yazmak
γράφω
Ünlü yazar yeni kitabını yazıyor.
(Ο φημισμένος συγγραφέας γράφει το καινούριο του βιβλίο)
yemek
τρώω
Bugün ne yiyeceğiz?
(Τι θα φάμε σήμερα;)
yenmek
νικώ
Rakibini yenen takım şampiyon oldu.
(Η ομάδα η οποία νίκησε την αντίπαλη ομάδα έγινε πρωταθλήτρια)
yerleşmek
εγκαθίσταμαι
İzmir’e yerleşmeye karar verdik.
(Αποφασίσαμε να εγκατασταθούμε στη Σμύρνη)
yetişmek
προλαβαίνω
Otobüse yetişemedim ve işe geç kaldım.
(Δεν πρόλαβα το λεωφορείο και άργησα στη δουλεία)
yetmek
αρκώ, φτάνω
Bu maaş bize yetmiyor.
(Δεν μας φτάνει αυτός ο μισθός)
yığılmak
επισωρεύομαι
Bayılan kadın yere yığıldı.
(Η γυναίκα που λιποθύμησε σώριασε κάτω)
yıkamak
πλένω
Bütün elbiselerimi yıkayıp ütüledim.
(Έπλυνα και σιδέρωσα όλα τα ρούχα μου)
154
yıkmak
κατεδαφίζω
Belediye kaçak evleri yıktı
(Ο Δήμος κατεδάφισε τα αυθαίρετα)
yıpratmak
φθείρω
Kendini böyle şeyler için yıpratma.
(Μην φθείρεις τον εαυτό σου για τέτοια πράγματα)
yitirmek
χάνω
Genç kadın, kazada kocasını yitirdi.
(Η νέα γυναίκα έχασε τον άνδρα της στο ατύχημα)
yoğurmak
ζυμώνω
Köyde her sabah ekmek yoğururlar.
(Στο χωριό κάθε πρωί ζυμώνουν ψωμί)
yolmak
μαδώ
Çiçekleri yolma!
(Μην μαδάς τα λουλούδια)
yorulmak
κουράζομαι
Bugün işte çok yorulduk.
(Σήμερα κουραστήκαμε πολύ στη δουλειά)
yükselmek
υψώνομαι, ανεβαίνω
Çok başarılı bir genç, işinde yükseleceği belliydi.
(Είναι ένας πολύ πετυχημένος νέος ήταν φανερό ότι θα ανέβει στη δουλειά του )
yürümek
περπατάω
Evden işe yürüyorum.
(Περπατάω από το σπίτι στη δουλειά)
yutmak
καταπίνω
Yemeği çiğnemeden yuttu.
(Κατάπιε το φαγητό δίχως να το μασήσει)
yüzmek
κολυμπάω
Her gün bir saat yüzüyorum.
(Κάθε μέρα κολυμπάω μια ώρα)
zarar vermek
βλάπτω
Sigara içmek sağlığa zarar verir.
(Το κάπνισμα βλάπτει την υγεία)
zayıflamak
αδυνατίζω
Spor yaparak zayıfladım.
(Αδυνάτισα κάνοντας σπορ)
zehirlemek
δηλητηριάζω
Bu vicdansız adam sokaktaki bütün hayvanları zehirledi.
(Αυτός ο άκαρδος άνθρωπος δηλητηρίασε όλα τα ζώα του δρόμου)
zenginleşmek
πλουτίζω
Bir anda zenginleşti.
(Πλούτισε ξαφνικά)
zevk almak
απολαμβάνω
Beni üzmekten zevk mi alıyorsun?
(Απολαμβάνεις να με στεναχωρείς;)
zorlamak
δυσκολεύω, πιέζω
Çocuklarınızı zorlamayın
(Μην πιέζετε τα παιδιά σας)
zulmetmek
βασανίζω
Kimse kimseyi zulm edemez.
(Κανένας δεν μπορεί να βασανίζει κανέναν)
Z
155
156
ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΛΕΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΓΛ ΣΣΑ
http://users.otenet.gr/~aker/MeletesArthra.htm
157
158
A:α abaküs = άβακας [αρχ. ελλ. άβαξ > γαλλ. abacus, abaque > τουρκ.]. abanoz = έβενος [αρχ. ελλ. > περσ. > τουρκ.]. abis = άβυσσος [αρχ. ελλ. άβυσσος > γαλλ. abysse > τουρκ.]. ablatya = είδος αλιευτικού διχτυού με μεγάλα "μάτια", δηλ. μεγάλες θηλιές [νεοελλ. απλάδια, υποκορ. του επιθ. απλά > τουρκ.]. abli = απλή, σκοινί για το ανέβασμα ή κατέβασμα των πανιών πλοίου [νεοελλ. απλή > τουρκ. abli]. abuli = αβουλία [αρχ. ελλ. αβουλία > γαλλ. aboulie > τουρκ.]. açelya, açalya = αζαλέα [αντιδ. αρχ. ελλ. αζαλέος > αγγλ. azalea > νεοελλ. > τουρκ.]. adenit = αδενίτιδα [ελλ. > γαλλ. adénite> τουρκ.]. aerobik = αεροβική [αντιδ. αρχ. ελλ. αερόβιος > γαλλ. aérobique, αγγλ. aerobics > τουρκ., νεοελλ.]. aerodinamik = αεροδυναμική [ελλ. > γαλλ. aérodynamique > τουρκ.]. afazi = αφασία [αντιδ. αρχ. ελλ. άφατος > γαλλ. aphasie > τουρκ., νεοελλ.]. afi (argo) = επίδειξη, φιγούρα [αρχ. ελλ. αφή > τουρκ.]. afoni = αφωνία [αρχ. ελλ. αφωνία > γαλλ. aphonie > τουρκ.]. aforoz, aforizm, aforizma = αφορισμός [αρχ. ελλ. αφορισμός > γαλλ. aphorism > τουρκ.]. aft = άφθα, άφτρα [αρχ. ελλ. άφθα > γαλλ. aphte > τουρκ.]. aftos (argo) = εραστής-ερωμένη [αρχ. ελλ. αυτός > τουρκ.]. afyon = αφιόνι [αντιδ. μετγν. ελλ. όπιον > τουρκ. afyon > μεσν. ελλ. αφιόνιον > νεοελλ. αφιόνι]. afyonkeş = ο χρήστης αφιονιού [νεοελλ. αφιόνι + περσ. -keş > τουρκ.]. agnosi, agnozi = αγνωσία, άγνοια [αντιδ. αρχ. ελλ. άγνωτος > γαλλ. agnosie > τουρκ., νεοελλ.]. agnostisizm = αγνωστικισμός [αντιδ. αρχ. ελλ. άγνωστος > γαλλ. agnosticisme > τουρκ., νεοελλ.]. agora = αρχαία ελληνική αγορά [αρχ. ελλ. αγορά > τουρκ.]. agorafobi = αγοραφοβία [ελλ. > γαλλ. agoraphobie > τουρκ.]. agrafi = αγραφία [ελλ. > γαλλ. agraphie > τουρκ.]. agronomi = αγρονομία [νεοελλ. > γαλλ. agronomie > τουρκ.]. ahır = αχούρι [αντιδ. αρχ. ελλ. άχυρον > περσ. > τουρκ. ahır > μεσν. ελλ. αχούριον > νεοελλ. αχούρι. Κατ' άλλη άποψη περσ. > τουρκ. > νεοελλ.]. ahlat = άγριο αχλάδι, αγριαχλαδιά [μεσν. ελλ. αχλάδιον > τουρκ.]. ahtapot = χταπόδι [αρχ. ελλ. οκτάπους > μετγν. ελλ. οκταπόδιον > τουρκ.]. akademi = ακαδημία [αρχ. ελλ. > γαλλ. académie > τουρκ.]. akademisyen = ακαδημαϊκός, οπαδός του Πλάτωνος [αρχ. ελλ. ακαδημία + γαλλ. cien > γαλλ. académicien > τουρκ.]. akademik = ακαδημαϊκός [μετγν. ελλ. > γαλλ. académique > τουρκ.]. akasya = ακακία [αρχ. ελλ. > γαλλ. acacia > τουρκ.]. akkefal = είδος ψαριού του γλυκού νερού [τουρκ. ak + αρχ. ελλ. κεφαλή > τουρκ.]. akrobasi = ακροβασία [νεοελλ. > γαλλ. acrobatie > τουρκ.]. akrobat = ακροβάτης [μετγν. ελλ. > γαλλ. acrobate > τουρκ.]. akrobatik = ακροβατικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. acrobatique > τουρκ.]. akromatopsi = αχρωματοψία [ελλ. > γαλλ. achromatopsie > τουρκ.]. akromegali = ακρομεγαλία [ελλ. > γαλλ. acromégalie > τουρκ.]. 159
akronim = ακρωνύμιο [ελλ. > αγγλ. acronym > τουρκ.]. akropol = ακρόπολη [αρχ. ελλ. ακρόπολις > γαλλ. acropole > τουρκ.]. akroştiş = ακροστιχίδα [μετγν. ελλ. ακροστιχίς > γαλλ. acrostiche > τουρκ.]. aks = άξονας τροχού [αρχ. ελλ. άξων > γαλλ. axe > τουρκ.]. aksiyom = αξίωμα (επιστ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. axiome > τουρκ.]. akson = άξων (ανατ.) [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. aktinit = γενική ονομασία ραδιενεργών στοιχείων [ελλ. ακτίνια > γαλλ. actinite > τουρκ.]. aktinoloji = ακτινολογία [ελλ. > γαλλ. actinologie > τουρκ.]. aktinolojik = ακτινολογικός [ελλ. > γαλλ. actinologique > τουρκ.]. aktinyum = ακτίνιο (χημ.) [ελλ. > αγγλ. actinium > τουρκ.]. akustik = ακουστική [αντιδ. αρχ. ελλ. ακουστικός > γαλλ. acoustique > τουρκ., νεοελλ.]. alay = πλήθος || στρατιωτική μονάδα [αρχ. ελλ. αλλαγή > μεσν. ελλ. αλλάγιον (= στρατιωτική μονάδα) > τουρκ.]. alegori = αλληγορία [μετγν. ελλ. > γαλλ. allégorie > τουρκ.]. alegorik = αλληγορικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. allégorique > τουρκ.]. aleksi = αλεξία (= αδυναμία ανάγνωσης) [ελλ. > γαλλ. alexie > τουρκ.]. alerjen = αλλεργιογόνο [ελλ. > γαλλ. allergène > τουρκ.]. alerji = αλλεργία [ελλ. > γαλλ. allergie > τουρκ.]. alerjik = αλλεργικός [ελλ. > γαλλ. allergique > τουρκ.]. alotropi = αλλοτροπία [ελλ. > γαλλ. allothropie > τουρκ.]. alotropik = αλλοτροπικός [ελλ. > γαλλ. allotropique > τουρκ.]. amazon = αμαζόνα [αρχ. ελλ. Αμαζών > τουρκ.]. ambar = αμπάρι [αντιδ. αρχ. ελλ. εμπόριον > περσ. > τουρκ. > νεοελλ. Κατ' άλλη άποψη περσ. > τουρκ. > νεοελλ.]. amblem = έμβλημα [μετγν. ελλ. > γαλλ. emblème > τουρκ.]. ametal = αμέταλλο [ελλ. > γαλλ. amétale > τουρκ.]. ametist = αμέθυστος (ημιπ. λίθος) [μετγν. ελλ. > γαλλ. améthyste > τουρκ.]. amfibi = αμφίβιος [αρχ. ελλ. > γαλλ. amphibie > τουρκ.]. amfibol = αμφίβολο (ορυκτό) [ελλ. > γαλλ. amphibole > τουρκ.]. amfiteatr = αμφιθέατρο [μετγν. ελλ. > γαλλ. amphithéâtre > τουρκ.]. amfora = αμφορέας [αρχ. ελλ. αμφορεύς > γαλλ. amphore > τουρκ.]. amip = αμοιβάδα [αρχ. ελλ. αμοιβάς > γαλλ. amibe > τουρκ.]. amnezi = αμνησία [αντιδ. μετγν. ελλ. > γαλλ. amnésie > τουρκ., νεοελλ.]. amniyon = άμνιο [αρχ. ελλ. αμνίον, άμνιον > τουρκ.]. amonyak = αμμωνία [αντιδ. μετγν. ελλ. αμμωνιακόν > λατ. ammoniacum > γαλλ. ammoniaque > τουρκ., νεοελλ.]. amorf = άμορφος [αρχ. ελλ. > γαλλ. amorphe > τουρκ.]. ampermetre = αμπερόμετρο [γαλλ. amper + αρχ. ελλ. μέτρον > γαλλ. ampèremètre > τουρκ.]. ampirik = εμπειρικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. empirique > τουρκ.]. ampirist = εμπειριστής [ελλ. > γαλλ. empiriste > τουρκ.]. ampirizm = εμπειρισμός [ελλ. > γαλλ. > empirisme > τουρκ.]. ampul = αμπούλα [αντιδ. αρχ. ελλ. αμφορέα > αμφορά(ν) > λατ. ampulla > γαλλ. ampoule > τουρκ., νεοελλ.]. amyant = αμίαντος [αρχ. ελλ. > γαλλ. amiante > τουρκ.]. anabolizma = αναβολισμός [ελλ. > γαλλ. anabolisme > τουρκ.]. 160
Anadolu = Ανατολή, Ανατολία [αρχ. ελλ. ανατολή > τουρκ.]. anaerobik = αναερόβιος [ελλ. > γαλλ. anaérobique > τουρκ.]. anafilaksi = αναφυλαξία [ελλ. > γαλλ. anaphylaxie > τουρκ.]. anafor = δίνη, αντίρρευμα || (μτφ.) φιλοδώρημα [αρχ. ελλ. αναφορά > νεοελλ. αναφόρι > τουρκ.]. anaforcu = ο επιδιώκων την απόκτηση αγαθών χωρίς κόπο [αρχ. ελλ. αναφορά + τουρκ. -cu > τουρκ.]. anagram = ανάγραμμα, λέξη που είναι προϊόν αναγραμματισμού [ελλ. > γαλλ. anagramme > τουρκ.]. anahtar = ανοιχτήρι, κλειδί [νεοελλ. ανοιχτήρι > τουρκ.]. anakronik = αναχρονιστικός [νεοελλ. > γαλλ. anachronique > τουρκ.]. anakronizm = αναχρονισμός [μεσν. ελλ. > γαλλ. anachronisme > τουρκ.]. analist = αναλυτής [νεοελλ. > γαλλ. analyste > τουρκ.]. analitik = αναλυτικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. analytique > τουρκ.]. analiz = ανάλυση [αρχ. ελλ. > γαλλ. analyse > τουρκ.]. analjezi = αναλγησία [αρχ. ελλ. > γαλλ. analgésie > τουρκ.]. analjezik = αναλγητικός [αντιδ. αρχ. ελλ. αναλγησία > γαλλ. analgésique > νεοελλ., τουρκ.]. analoji = αναλογία [αρχ. ελλ. > γαλλ. analogie > τουρκ.]. analojik = αναλογικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. analogique > τουρκ.]. anamnezi = ανάμνηση, ιστορικό ασθενούς [αρχ. ελλ. > γαλλ. anamnésie > τουρκ.]. anarşi = αναρχία, αναστάτωση [αρχ. ελλ. > γαλλ. anarchie > τουρκ.]. anarşişt = αναρχικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. anarchiste > τουρκ.]. anarşizm = αναρχισμός [ελλ. > γαλλ. anarchisme > τουρκ.]. anartri = αναρθρία [αντιδ. αρχ. ελλ. > γαλλ. anarthrie > τουρκ., νεοελλ.]. anason = γλυκάνισο [μετγν. ελλ. άνισον > τουρκ.]. anatomi = ανατομία [αντιδ. αρχ. ελλ. ανατομή > γαλλ. anatomie > τουρκ., νεοελλ.]. anatomik = ανατομικός [αντιδ. αρχ. ελλ. ανατομή > μετγν. ελλ. ανατομικός > γαλλ. anatomique > νεοελλ., τουρκ.]. anatomist = ανατόμος [νεοελλ. > γαλλ. anatomiste > τουρκ.]. anavaşya = η ανάβαση των αποδημητικών ψαριών από τη Μεσόγειο στον Ε. Πόντο, αντίθ. του katavaşya, βλ. λέξη [αρχ. ελλ. ανάβασις > μεσν. ελλ. αναβάσιον > τουρκ.]. andemi = ενδημία [μετγν. ελλ. > γαλλ. endémie > τουρκ.]. andemik = ενδημικός [ελλ. > γαλλ. endémique > τουρκ.]. andropoz = ανδρόπαυση [ελλ. > γαλλ. andropause > τουρκ.]. anekdot = ανέκδοτο [αντιδ. αρχ. ελλ. ανέκδοτος > γαλλ. anecdote > τουρκ., νεοελλ.]. anemi = αναιμία [αρχ. ελλ. > γαλλ. anémie > τουρκ.]. anemik = αναιμικός [ελλ. > γαλλ. anémique > τουρκ.]. anemometre = ανεμόμετρο [ελλ. > γαλλ. anémomètre > τουρκ.]. anemon = ανεμώνη [αρχ. ελλ. > γαλλ. anémone > τουρκ.]. anestezi = αναισθησία [αρχ. ελλ. > γαλλ. anesthésie > τουρκ.]. anesteziyolojik = αναισθησιολογικός [ελλ. > γαλλ. anesthésiologique > τουρκ.]. anevrizma = ανεύρυσμα [αντιδ. μετγν. ελλ. > γαλλ. anévrisme > τουρκ., νεοελλ.]. angarya = αγγαρεία [αρχ. ελλ. άγγαρος, περσ. αρχής > μετγν. ελλ. αγγαρεύω > μετγν. ελλ. αγγαρεία > τουρκ.]. anglofil = αγγλόφιλος [νεοελλ. > αγγλ. anglophile > τουρκ.]. 161
anhidrit = ανυδρίτης [ελλ. > γαλλ. anhydrite > τουρκ.]. anjiyo, anjiyografi = αγγειογραφία [ελλ. > τουρκ.]. anjiyoloji = αγγειολογία (ανατ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. angiologie > τουρκ.]. ankiloz = αγκύλωση [μετγν. ελλ. > γαλλ. ankylose > τουρκ.]. anofel = ανωφελής κώνωψ [αρχ. ελλ. ανωφελής > γαλλ. anophèle > τουρκ.]. anomali = ανωμαλία [αρχ. ελλ. > γαλλ. anomalie > τουρκ.]. anonim = ανώνυμος [αρχ. ελλ. > γαλλ. anonyme > τουρκ.]. anorganik = ανόργανος [μετγν. ελλ. > γαλλ. anorganique > τουρκ.]. anot = άνοδος (θετικό ηλεκτρόδιο) [αρχ. ελλ. > γαλλ. anode > τουρκ.]. ansefalit = εγκεφαλίτιδα [ελλ. > γαλλ. encéphalite> τουρκ.]. ansiklopedi = εγκυκλοπαίδεια [αντιδ. μετγν. ελλ. εγκυκλοπαιδεία > γαλλ. encyclopédie > τουρκ., νεοελλ.]. ansiklopedik = εγκυκλοπαιδικός [ελλ. > γαλλ. encyclopédique > τουρκ.]. ansiklopedist = εγκυκλοπαιδιστής [ελλ. > γαλλ. encyclopédiste > τουρκ.]. antagonist = ανταγωνιστής [αρχ. ελλ. > γαλλ. antagoniste > τουρκ.]. antagonizm, antagonizma = ανταγωνισμός [νεοελλ. > γαλλ. antagonisme > τουρκ.]. antarktik = ανταρκτική [αντιδ. αρχ. ελλ. > γαλλ. antarctique > τουρκ., νεοελλ.]. anterit = εντερίτιδα [ελλ. > γαλλ. entérite > τουρκ.]. antibiyotik = αντιβιοτικός [ελλ. > γαλλ. antibiotique > τουρκ.]. antidemokratik = αντιδημοκρατικός [νεοελλ. > γαλλ. anti-démocratique > τουρκ.]. antihijyenik = ανθυγιεινός [νεοελλ. > γαλλ. antihygiénique > τουρκ.]. antijen = αντιγόνο [ελλ. > γαλλ. antigène > τουρκ.]. antikiklon = αντικυκλώνας [ελλ. > γαλλ. anticyclone > τουρκ.]. antikor = αντίσωμα [αρχ. ελλ. αντί + γαλλ. kor (corps) > τουρκ. antikor]. antilop = αντιλόπη [αντιδ. μεσν. ελλ. ανθόλοψ > γαλλ. antilope > τουρκ., νεοελλ.]. antinomi = αντινομία [μετγν. ελλ. > γαλλ. antinomie > τουρκ.]. antipati = αντιπάθεια [αρχ. ελλ. > γαλλ. antipathie > τουρκ.]. antipatik = αντιπαθητικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. antipathique > τουρκ.]. antisepsi = αντισηψία [ελλ. > γαλλ. antisepsie > τουρκ.]. antiseptik = αντισηπτικός [ελλ. > γαλλ. antiseptique > τουρκ.]. antitez = αντίθεση [αρχ. ελλ. > γαλλ. antithèse > τουρκ.]. antitoksin = αντιτοξίνη [ελλ. > γαλλ. antitoxine > τουρκ.]. antoloji = ανθολογία [μετγν. ελλ. > γαλλ. anthologie > τουρκ.]. antrasit = ανθρακίτης [αντιδ. μετγν. ελλ. > γαλλ. anthracite > τουρκ., νεοελλ.]. antropoit = ανθρωποειδής [αρχ. ελλ. > γαλλ. anthropoïde > τουρκ.]. antropolog = ανθρωπολόγος [ελλ. > γαλλ. anthropologue > τουρκ.]. antropoloji = ανθρωπολογία [ελλ. > γαλλ. anthropologie > τουρκ.]. antropolojik = ανθρωπολογικός [ελλ. > γαλλ. anthropologique > τουρκ.]. antropomorfizm = ανθρωπομορφισμός [ελλ. > γαλλ. anthropomorphisme > τουρκ.]. antroposantrizm = ανθρωποκεντρισμός [ελλ. > γαλλ. anthropocentrisme > τουρκ.]. anyon = ανιόν [αντιδ. αρχ. ελλ. > γαλλ. anion > τουρκ., νεοελλ.]. aort = αορτή [αρχ. ελλ. > γαλλ. aorte > τουρκ.]. apokaliptik = αποκαλυπτικός [μεσν. ελλ. > γαλλ. apocalyptique > τουρκ.]. apokrif = απόκρυφος [αρχ. ελλ. > γαλλ. apocryphe > τουρκ.]. 162
apostrof = απόστροφος [αρχ. ελλ. > γαλλ. apostrophe > τουρκ.]. apoşi = απόχη [μετγν. ελλ. υποχή > μεσν. ελλ. απόχη > τουρκ.]. apraksi = απραξία [αρχ. ελλ. > γαλλ. apraxie > τουρκ.]. apsent = αψέντι [αντιδ. αρχ. ελλ. αψίνθιον > γαλλ. apsinthe > τουρκ., νεοελλ.]. apsis (μαθ.) = αψίδα [αρχ. ελλ. > γαλλ. abcisse > τουρκ.]. apukurya = αποκριά [νεοελλ. > τουρκ.]. araka = αρακάς [αρχ. ελλ. άρακος > τουρκ.]. araşit = αραχίδα, είδος φιστικιάς [πιθ. αντιδ. μετγν. ελλ. αραχίδνα > γαλλ. arachide > τουρκ., νεοελλ. αραχίδα]. areometre = αραιόμετρο [ελλ. > γαλλ. aréomètre > τουρκ.]. argon = αργόν (χημ.) [αντιδ. αρχ. ελλ. αργός > γαλλ. argon > τουρκ., νεοελλ.]. argonot = αργοναύτης (είδος μαλακόστρακου) [αρχ. ελλ. > γαλλ. argonaute > τουρκ.]. aristoculuk = αριστοτελισμός [αρχ. ελλ. αριστο- + τουρκ. -culuk > τουρκ.]. aristokrasi = αριστοκρατία [αρχ. ελλ. > γαλλ. aristocratie > τουρκ.]. aristokrat = αριστοκράτης [μετγν. ελλ. > γαλλ. aristocrate > τουρκ.]. aristokratik = αριστοκρατικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. aristocratique > τουρκ.]. aristokratlık = αριστοκρατικότητα [μετγν. ελλ. αριστοκράτης + τουρκ. -lık > τουρκ.]. aritmetik = αριθμητική [αρχ. ελλ. > γαλλ. arithmétique> τουρκ.]. aritmi = αρρυθμία [αρχ. ελλ. > γαλλ. arythmie > τουρκ.]. aritmik = άρρυθμος [αρχ. ελλ. > γαλλ. arythmique > τουρκ.]. arkaik = αρχαϊκός [αρχ. ελλ. > γαλλ. archaïque > τουρκ.]. arkaizm = αρχαϊσμός [μετγν. ελλ. > γαλλ. archaïsme > τουρκ.]. arkeolog = αρχαιολόγος [μεσν. ελλ. > γαλλ. archéologue > τουρκ.]. arkeoloji = αρχαιολογία [αρχ. ελλ. > γαλλ. archéologie > τουρκ.]. arkeolojik = αρχαιολογικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. archéologique > τουρκ.]. arketip = αρχέτυπος [μετγν. ελλ. > γαλλ. archétype > τουρκ.]. arktik = αρκτική [αντιδ. αρχ. ελλ. αρκτικός > γαλλ. arctique > τουρκ., νεοελλ.]. armoni, harmoni = αρμονία [αρχ. ελλ. > γαλλ. harmonie > τουρκ.]. armonik = αρμονικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. harmonique > τουρκ.]. armonyum = αρμόνιο [αντιδ. αρχ. ελλ. αρμονία > λατ. harmonia > γαλλ. harmonium > νεοελλ., τουρκ.]. armuz = ο αρμός ανάμεσα στα ξύλα του καταστρώματος των πλοίων [αρχ. ελλ. αρμός > τουρκ.]. aroma = άρωμα [αρχ. ελλ. > ιταλ. aroma > τουρκ.]. aromalı = αρωματισμένος [αρχ. ελλ. άρωμα + τουρκ. -lı > τουρκ.]. aromaterapi = αρωματοθεραπεία [ελλ. > γαλλ. aromathérapie > τουρκ.]. aromatik = αρωματικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. aromatique > τουρκ.]. arsen, arsenik = αρσενικό (χημ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. arsenic > τουρκ.]. arşiv = αρχείο [αρχ. ελλ. > γαλλ. archives > τουρκ.]. arter = αρτηρία (ανατ.), μτφ. κεντρική λεωφόρος [αρχ. ελλ. > γαλλ. artère > τουρκ.]. arterit = αρτηρίτιδα [ελλ. > γαλλ. artérite > τουρκ.]. artrit = αρθρίτιδα [αρχ. ελλ. αρθρίτις > γαλλ. arthrite > τουρκ.]. artroz = άρθρωση [μετγν. ελλ. > γαλλ. arthrose > τουρκ.]. asbest = ασβέστης [αρχ. ελλ. άσβεστος > γαλλ. asbeste > τουρκ.]. asenkron = ασύγχρονος [ελλ. > γαλλ. asynchrone > τουρκ.]. 163
asepsi = ασηψία [μεσν. ελλ. > γαλλ. asepsie > τουρκ.]. aseptik = ασηπτικός [αρχ. ελλ. άσηπτος > μεσν. ελλ. ασηπτικός > γαλλ. aseptique > τουρκ.]. asfalt = άσφαλτος [μεσν. ελλ. > γαλλ. asphalte > τουρκ.]. asimetri = ασυμμετρία [αρχ. ελλ. > γαλλ. asymétrie > τουρκ.]. asimetrik = ασύμμετρος [αρχ. ελλ. > γαλλ. asymétrique > τουρκ.]. asimptot = ασύμπτωτος [αρχ. ελλ. > γαλλ. asymptote > τουρκ.]. asparagas = διογκωμένη είδηση [αρχ. ελλ. ασπάραγος / ασφάραγος > αγγλ. asparagus > τουρκ. Η σημασία της τουρκ. λέξης φαίνεται ότι συνδέεται με το ρήμα σφαραγώ, που σημαίνει ηχώ, βροντώ]. astar = αστάρι [αντιδ. αρχ. ελλ. ιστός > μετγν. ελλ. ιστάριον > περσ. > τουρκ. astar > νεοελλ. αστάρι. Κατ' άλλη άποψη η λέξη είναι περσ.]. astım = άσθμα [αρχ. ελλ. > γαλλ. asthme > τουρκ. astım και παλαιότ. astma]. astigmat = αστιγματικός [ελλ. > γαλλ. astigmate > τουρκ.]. astigmatizm = αστιγματισμός [ελλ. > γαλλ. astigmatisme > τουρκ.]. astrofizik = αστροφυσική [ελλ. > γαλλ. astrophysique > τουρκ.]. astrolog = αστρολόγος [αρχ. ελλ. > γαλλ. astrologue > τουρκ.]. astroloji = αστρολογία [αρχ. ελλ. > γαλλ. astrologie > τουρκ.]. astrolojik = αστρολογικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. astrologique > τουρκ.]. astronom = αστρονόμος [αρχ. ελλ. > γαλλ. astronome > τουρκ.]. astronomi = αστρονομία [αρχ. ελλ. > γαλλ. astronomie > τουρκ.]. astronomik = αστρονομικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. astronomique > τουρκ.]. astronot = αστροναύτης [ελλ. > γαλλ. astronaute > τουρκ.]. ataraksiya = αταραξία [αρχ. ελλ. > γαλλ. ataraxie > τουρκ.]. ateist = αθεϊστής [ελλ. > γαλλ. athéiste > τουρκ.]. ateizm = αθεϊσμός [ελλ. > γαλλ. athéisme > τουρκ.]. aterina = αθερίνα, είδος ψαριού [αρχ. ελλ. αθερίνη > τουρκ.]. atlas = άτλαντας [αρχ. ελλ. 'Aτλας > τουρκ.]. atlet = αθλητής || ανδρικό εσωτερικό φανελάκι χωρίς μανίκια [αρχ. ελλ. > γαλλ. athlète > τουρκ.]. atletik = αθλητικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. athlétique > τουρκ.]. atletizm = αθλητισμός [ελλ. > γαλλ. athlétisme > τουρκ.]. atmosfer = ατμόσφαιρα [ελλ. > γαλλ. atmosphère > τουρκ.]. atmosferik = ατμοσφαιρικός [ελλ. > γαλλ. atmosphèrique > τουρκ.]. atom = άτομο (χημ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. atome > τουρκ.]. atomal = ατομικός (χημ.) [αρχ. ελλ. άτομον + τουρκ. -mal > τουρκ.]. atomik = ατομικός (χημ.) [ελλ. > γαλλ. atomique > τουρκ.]. avlu = αυλή [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. ayandon = κακοκαιρία που αρχίζει στις 18 Ιανουαρίου, την επομένη του Αγ. Αντωνίου [νεοελλ. 'Αι Αντώνης > τουρκ.]. ayazma = αγίασμα [μετγν. ελλ. > τουρκ.]. azelya = βλ. açelya azoik = αζωικός [ελλ. > γαλλ. azoïque > τουρκ.]. azot = άζωτο [ελλ. > γαλλ. azote > τουρκ.]. B : μπε bakteri = βακτήριο [αντιδ. αρχ. ελλ. > γαλλ. bactérie > τουρκ., νεοελλ.]. bakteridi = βακτηρίδιο [αντιδ. μετγν. ελλ. > γαλλ. bactéridie > τουρκ., νεοελλ.]. 164
bakteriyolog = βακτηριολόγος [ελλ. > γαλλ. bactériologue > τουρκ.]. bakteriyoloji = βακτηριολoγία [ελλ. > γαλλ. bactériologie > τουρκ.]. bakteriyolojik = βακτηριολoγικός [ελλ. > γαλλ. bactériologique > τουρκ.]. balgam = φλέγμα [αρχ. ελλ. > αραβ. > τουρκ.]. balistik = βαλλιστική [αντιδ. μετγν. ελλ. βαλλίζω > γαλλ. balistique > τουρκ., νεοελλ.]. balsam = βάλσαμο [αρχ. ελλ. βάλσαμον, πιθ. σημιτικό δάνειο > αγγλ. balsam > τουρκ.]. balyoz, varyos = βαριά, μεγάλο σφυρί [μεσν. ελλ. βαριά > τουρκ.]. banyo = μπάνιο, λουτρό [αντιδ. αρχ. ελλ. βαλανείον > λατ. balneum > ιταλ. bagno > τουρκ., νεοελλ. μπάνιο]. barbar = βάρβαρος [αρχ. ελλ. > γαλλ. barbare > τουρκ.]. barbarizm = βαρβαρισμός [αρχ. ελλ. > γαλλ. barbarisme > τουρκ.]. bariton = βαρύτονος (μουσ.) [αντιδ. ελλ. > γαλλ. baryton > τουρκ., νεοελλ.]. barograf = όργανο μέτρησης του ύψους αεροσκάφους [ελλ. > γαλλ. barographe > τουρκ.]. barometre = βαρόμετρο [ελλ. > γαλλ. baromètre > τουρκ.]. baroskop = όργανο μέτρησης της ατμοσφαιρικής πίεσης [ελλ. > γαλλ. baroscope > τουρκ.]. barut = μπαρούτι [αντιδ. μετγν. ελλ. πυρίτις > περσ. > τουρκ. > νεοελλ.]. batimetre = βαθύμετρο [νεοελλ. > γαλλ. bathymètre > τουρκ.]. batiskaf = βαθυσκάφος [ελλ. > γαλλ. bathyscaphe > τουρκ.]. baz = βάση (χημ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. base > τουρκ.]. bazilika = βασιλική, ανάκτορο (αρχιτεκτ.) [μετγν. ελλ. βασιλική (στοά) > λατ. basilica > γαλλ. basilique > τουρκ.]. belsem = βλ. balsam bez = βαμβακερό ύφασμα || αδένας [αρχ. ελλ. βύσσος, πιθ. σημιτικό δάνειο > αραβ. > τουρκ.]. bezelye = μπιζέλι [αντιδ. μετγν. ελλ. πίσον > ιταλ. pisello > τουρκ., νεοελλ.]. biber = πιπέρι, πιπεριά [αρχ. ελλ. πέπερι > μεσν. ελλ. πιπέρι(ον) > τουρκ.]. bibliyofil = βιβλιόφιλος [νεοελλ. > γαλλ. bibliophile > τουρκ.]. bibliyograf = βιβλιογράφος [ελλ. > γαλλ. bibliographe > τουρκ.]. bibliyografya, bibliyografi = βιβλιογραφία [μετγν. ελλ. > γαλλ. bibliographie > τουρκ.]. bibliyografik = βιβλιογραφικός [νεοελλ. > γαλλ. bibliographique > τουρκ.]. bibliyoman = βιβλιομανής [ελλ. > γαλλ. bibliomane > τουρκ.]. bibliyomani = βιβλιομανία [ελλ. > γαλλ. bibliomanie > τουρκ.]. bibliyotek = βιβλιοθήκη [μετγν. ελλ. > γαλλ. bibliothèque > τουρκ.]. bilar = είδος πίσσας για το καλαφάτισμα των πλοίων [μετγν. ελλ. πιλάριον (= αλοιφή) > τουρκ.]. biyoelektrik = βιοηλεκτρισμός [ελλ. > γαλλ. bioélectrique > τουρκ.]. biyoenerji = βιοενέγεια [ελλ. > γαλλ. bioénergie > τουρκ.]. biyofizik = βιοφυσική [ελλ. > γαλλ. biophysique > τουρκ.]. biyografi = βιογραφία [μεσν. ελλ. > γαλλ. biographie > τουρκ.]. biyografik = βιογραφικός [νεοελλ. > γαλλ. biographique > τουρκ.]. biyolog = βιολόγος [ελλ. > γαλλ. biologue > τουρκ.]. biyoloji = βιολογία [ελλ. > γαλλ. biologie > τουρκ.]. biyolojik = βιολογικός [ελλ. > γαλλ. biologique > τουρκ.]. 165
biyometeoroloji = βιομετεωρολογία [ελλ. > γαλλ. biométéorologie > τουρκ.]. biyopsi = βιοψία [ελλ. > γαλλ. biopsie > τουρκ.]. biyosfer = βιόσφαιρα [ελλ. > γαλλ. biosphère > τουρκ.]. bocurgat = εργάτης, βαρούλκο [τουρκ. boca (= απότομο άδειασμα) (< ιταλ. poggia) + αρχ. ελλ. εργάτης]. bodoslama = ποδόσταμα, ποδόστημα [αρχ. ελλ. ποδο- + -στημα > τουρκ.]. bodrum = μπουντρούμι [αντιδ. αρχ. ελλ. ιππόδρομος > τουρκ. > νεοελλ.]. bora = μπόρα [αντιδ. αρχ. ελλ. βορράς > ιταλ. bora > τουρκ., νεοελλ.]. borsa = χρηματιστήριο, αγορά [αρχ. ελλ. βύρσα (= κατεργασμένο δέρμα) > ιταλ. borsa > τουρκ.]. botanik = βοτανική [μετγν. ελλ. > γαλλ. botanique > τουρκ.]. brakisefal = βραχυκέφαλος [ελλ. > γαλλ. brachycéphale > τουρκ.]. bre = βρε, μπρε [μωρέ, κλητ. του αρχ. ελλ. μωρός > μρε > μεσν. ελλ. βρε > τουρκ.]. brom = βρόμιο (χημ.) [αντιδ. μετγν. ελλ. βρόμος (= δυσάρεστη οσμή) > γαλλ. brome > τουρκ., νεοελλ.]. bronş = βρόγχος [αρχ. ελλ. > γαλλ. bronche > τουρκ.]. bronşit = βρογχίτιδα [ελλ. > γαλλ. bronchite > τουρκ.]. buat = ηλεκτρικό κουτί [αντιδ. αρχ. ελλ. πύξος > μετγν. ελλ. πυξίς > λατ. buxida > γαλλ. boîte > τουρκ., νεοελλ. μπουάτ]. bulada = πουλάδα, μικρή κότα [νεοελλ. > τουρκ.]. bulgur = πλιγούρι, πνιγούρι [νεοελλ. > τουρκ.]. burç = πύργος || ζώδιο || ιξός (βοτ.) [αρχ. ελλ. πύργος, αβέβ. ετύμου > αραβ. > τουρκ.]. burs = υποτροφία [αρχ. ελλ. βύρσα (= κατεργασμένο δέρμα) > γαλλ. bourse > τουρκ.]. butik = μικρό κατάστημα [αρχ. ελλ. αποθήκη > γαλλ. boutique > τουρκ.]. bürokrasi = γραφειοκρατία [γαλλ. bureau + αρχ. ελλ. -κρατία > γαλλ. bureaucratie > τουρκ.]. C : τζε cımbız = τσιμπιδάκι, λαβίδα [πιθ. αρχ. ελλ. εμπίς (= είδος εντόμου) με την επίδραση του τσιμπώ > νεοελλ. τσιμπίδα > τουρκ.]. cibre = τσίπουρο [μεσν. ελλ. τσίπουρον > τουρκ. Τα ελληνικά ετυμολογικά λεξικά πιθανολογούν ότι η λέξη τσίπουρο είναι τουρκική. Κατ' άλλη άποψη η λέξη συνδέεται με το μετγν. ελλ. σίκερα (= οινοπνευματώδες ποτό) εβραϊκής αρχής. Σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας η λέξη είναι ελληνική]. cimnastik = βλ. jimnastik cins = γένος, φύλο, είδος [πιθ. αρχ. ελλ. γένος, λατ. genus > αραβ. cins > τουρκ.]. ciro = τζίρος [αντιδ. μετγν. ελλ. γύρος > λατ. gyrus > ιταλ. giro > τουρκ., νεοελλ.]. coğrafi = γεωγραφικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. géographie > τουρκ.]. coğrafya = γεωγραφία [μετγν. ελλ. > γαλλ. géographie > τουρκ.]. coğrafyacı = γεωγράφος [μετγν. ελλ. > γαλλ. géographe + τουρκ. -cı > τουρκ.]. cümbüş = συμπόσιο, διασκέδαση [αντιδ. πιθ. αρχ. ελλ. συμπόσιον > περσ. > τουρκ. > νεοελλ. τσιμπούσι. Κατ' άλλη άποψη περσ. > τουρκ. > νεοελλ.]. Ç : τσε çaça = παλαιός ναύτης εμπορικού πλοίου || γυναίκα εργαζόμενη σε οίκο ανοχής 166
[πιθ. ιταλ. zia (= θεία) > μεσν. ελλ. τσα, με αναδίπλωση. Κατ' άλλη άποψη από το βουλγ. tsitsa (= θεία)]. çağanoz = κάβουρας [μεσν. ελλ. τασαγανός > τουρκ. Κατ' άλλη άποψη τουρκ. > νεοελλ. Σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας η λέξη είναι ελληνική]. çanak = τσανάκι [αντιδ. μετγν. ελλ. σαννάκιον (= είδος ποτηριού) > τουρκ. > νεοελλ. Η λ. σαννάκιον απαντά μόνο στον Αθήναιο, ο οποίος αναφέρει ότι είναι "έκπωμα περσικόν", δηλ. ποτήρι περσικό. Κατ' άλλη άποψη η λ. çanak είναι τουρκική. Και είναι πολύ πιθανό τούτο, εφόσον απαντά σε τουρκικές γλώσσες πριν από τον 11ο αιώνα, χωρίς σύνδεση με άλλες γλώσσες. Υπάρχει όμως και μια άλλη τουρκική λ., λαϊκή περισσότερο, με την ίδια σημασία, η λ. senek (= ξύλινο δοχείο νερού), η οποία μορφολογικά αλλά και σημασιολογικά είναι πλησιέστερη προς το σαννάκιον. Κι αυτή βέβαια απαντά σε τουρκικές γλώσσες πριν από τον 11ο αιώνα και μάλιστα είναι αγν. ετύμου, σύμφωνα με τον πρώτο Τούρκο μελετητή της τουρκικής γλώσσας, που έγραψε το λεξικό του το 1074, Kâşgarlı Mahmud. Και είναι πολύ πιο πιθανό η λ. σαννάκιον να αποτελεί την πηγή της τουρκικής senek, αν λάβουμε υπόψη ότι οι Τούρκοι στις δάνειες λέξεις τον φθόγγο / a / συχνά τον μετατρέπουν σε / e / (πβ. semer < σαμάρι, mermer < μάρμαρο, mengene < μάγγανον κ.λπ.) παρά της λ. çanak -αν πρέπει οπωσδήποτε να συνδέσουμε κάποια από τις δύο με την ελληνική λέξη!]. çatra patra = έτσι κι έτσι, κουτσά στραβά (για τη γνώση μιας γλώσσας) [αντιδ. μεσν. ελλ. σάταλα πάταλα > τουρκ. > νεοελλ. τσάτρα πάτρα]. çembalo = μουσικό όργανο [αντδ. αρχ. ελλ. κύμβαλον > λατ. cymbalum > ιταλ. cembalo > νεοελλ., τουρκ.]. çetele = εγκοπή [μεσν. ελλ. σχεδάριον, υποκορ. του μετγν. ελλ. σχέδιον > λατ. schedula > ιταλ. cédola > τουρκ.]. çıvgar = ζευγάρι ζώων [αρχ. ελλ. ζευγάριον > τουρκ.]. çingene = Τσιγγάνος [μεσν. ελλ. αθίγγανος (α- στερητικό + θιγγάνω) > ατσίγγανος > τσιγγάνος > τουρκ.]. çipil = μάτι που έχουν πέσει οι βλεφαρίδες του || βρόμικος [μεσν. ελλ. τσίμπλα > τουρκ.]. çipura, çupra = τσιπούρα [αρχ. ελλ. ίππουρος > μεσν. ελλ. τσιππούρα > τουρκ.]. çiroz = τσίρος [πιθ. αρχ. ελλ. κηρίς (= είδος ψαριού) μεσν. ελλ. τσίρος > τουρκ.]. çotra = τσότρα, ξύλινο δοχείο νερού [αντιδ. αρχ. ελλ. κοτύλη (= κοιλότητα, κύπελλο) > λατ. cotyla > ιταλ. ciòtola > ρουμ. ciutură > τουρκ. çotra > νεοελλ. τσότρα]. çupra, çipura = τσιπούρα [αρχ. ελλ. ίππουρος > μεσν. ελλ. τσιππούρα > τουρκ.]. D : ντε dağar = ταγάρι [μεσν. ελλ. ταγάριον, υποκορ. του αρχ. ελλ. ταγή (= μερίδα ζωοτροφής) > περσ. > παλ. τουρκ. tağar > σύγχρ. τουρκ. dağar]. daktilograf, daktilo = δακτυλογράφος [ελλ. > γαλλ. dactylographe και συντετμ. dactylo > τουρκ.]. daktilografi = δακτυλογραφία [ελλ. > γαλλ. dactylographie > τουρκ.]. daktiloskopi = δακτυλοσκοπία [ελλ. > γαλλ. dactyloscopie > τουρκ.]. defne = δάφνη [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. defter = τεφτέρι, δεφτέρι [αντιδ. μεσν. ελλ. διφθέριον > αραβ. > τουρκ. > 167
νεοελλ. τεφτέρι]. deist = θεϊστής [ελλ. > γαλλ. déiste > τουρκ.]. deizm = θεϊσμός [ελλ. > γαλλ. déisme > τουρκ.]. dekagram = δέκα γραμμάρια [ελλ. > γαλλ. décagramme > τουρκ.]. dekalitre = δεκάλιτρο [ελλ. > γαλλ. décalitre > τουρκ.]. dekametre = δεκάμετρο [ελλ. > γαλλ. décamètre > τουρκ.]. dekaster = δέκα κυβ. μέτρα [αρχ. ελλ. δέκα + γαλλ. stère (= 1 κυβικό μέτρο καυσόξυλα) > τουρκ.]. dekatlon = δέκαθλο [ελλ. > γαλλ. décathlon > τουρκ.]. demagog = δημαγωγός [αρχ. ελλ. > γαλλ. démagogue > τουρκ.]. demagoji = δημαγωγία [αρχ. ελλ. > γαλλ. démagogie > τουρκ.]. demagojik = δημαγωγικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. démagogique > τουρκ.]. demet = δεμάτι [μετγν. ελλ. δεμάτιον > τουρκ.]. demiurgos = δημιουργός, ο παράγων υπέρ του δήμου [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. demograf = δημογράφος [ελλ. > γαλλ. démographe > τουρκ.]. demografi = δημογραφία [ελλ. > γαλλ. démographie > τουρκ.]. demografik = δημογραφικός [νεοελλ. > γαλλ. démographique > τουρκ.]. demokrasi = δημοκρατία [αρχ. ελλ. > γαλλ. démocratie > τουρκ.]. demokrat = δημοκράτης [αρχ. ελλ. > γαλλ. démocrate > τουρκ.]. demokratik = δημοκρατικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. démocratique > τουρκ.]. demokratlık = δημοκρατία [αρχ. ελλ. δημοκράτης + τουρκ. -lık > τουρκ.]. deontoloji = δεοντολογία [ελλ. > γαλλ. déontologie > τουρκ.]. deontolojik = δεοντολογικός [ελλ. > γαλλ. déontologique > τουρκ.]. deri = δέρμα [πιθ. αρχ. ελλ. δέρας, δέρμα > τουρκ.]. dermatit = δερματίτιδα [ελλ. > γαλλ. dermatite > τουρκ.]. dermatolog = δερματολόγος [ελλ. > γαλλ. dermatologue > τουρκ.]. dermatoloji = δερματολογία [ελλ. > γαλλ. dermatologie > τουρκ.]. dermatolojik = δερματολογικός [ελλ. > γαλλ. dermatologique > τουρκ.]. despot = δεσπότης, μητροπολίτης [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. despotik = δεσποτικός, αυταρχικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. despotique > τουρκ.]. despotizm = δεσποτισμός [ελλ. > γαλλ. despotisme > τουρκ.]. diaspora = διασπορά, μετανάστευση [μετγν. ελλ. > ιταλ. diaspora > τουρκ.]. didaktik = διδακτικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. didactique > τουρκ.]. difana = δίφανο, τριπλό δίχτυ ψαρέματος [νεοελλ. δίφανα, πληθ. του επιθ. δίφανο (= δίχτυ με δύο φανιές, δηλ. όψεις με μεγάλες θηλιές) > τουρκ.]. difteri = διφθερίτιδα [ελλ. > γαλλ. diphtérie > τουρκ.]. diftong = δίφθογγος [μετγν. ελλ. > γαλλ. diphtongue > τουρκ.]. dikel = δικέλλι [αρχ. ελλ. δίκελλα > μεσν. ελλ. δικέλλι > τουρκ.]. dilemma = δίλημμα [μετγν. ελλ. > τουρκ.]. dimi = δίμιτο, ύφασμα με πυκνή ύφανση [μεσν. ελλ. δίμιτον > τουρκ.]. dinamik = δυναμικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. dynamique > τουρκ.]. dinamit = δυναμίτης [ελλ. > γαλλ. dynamite > τουρκ.]. dinamizm = δυναμισμός [ελλ. > γαλλ. dynamisme > τουρκ.]. dinamo = δυναμό [ελλ. > γαλλ. dynamo > τουρκ.]. dinamometre = δυναμόμετρο [ελλ. > γαλλ. dynamomètre > τουρκ.]. dinozor = δεινόσαυρος [ελλ. > γαλλ. dinosaure > τουρκ.]. diploma = δίπλωμα [αρχ. ελλ. > ιταλ. diploma > τουρκ.]. diplomalı = διπλωματούχος [αρχ. ελλ. δίπλωμα + τουρκ. -lı > τουρκ.]. 168
diplomasız = χωρίς δίπλωμα [αρχ. ελλ. δίπλωμα + τουρκ. -sız > τουρκ.]. diplomasi = διπλωματία [ελλ. > γαλλ. diplomatie > τουρκ.]. diplomat = διπλωμάτης [ελλ. > γαλλ. diplomate > τουρκ.]. diplomatik = διπλωματικός [ελλ. > γαλλ. diplomatique > τουρκ.]. diplomatlık = διπλωματία [ελλ. > γαλλ. diplomate + τουρκ. -lık > τουρκ.]. diren, dirgen = δικράνι, γεωργικό εργαλείο [αρχ. ελλ. δίκρανον > τουρκ.]. dirhem = δράμι [αντιδ. *δράχμιον, υποκορ. του αρχ. ελλ. δραχμή > αραβ. dirhem > τουρκ. dirhem, μεσν. ελλ. δράμιον > νεοελλ. δράμι]. disk = δίσκος [αρχ. ελλ. > γαλλ. disque > τουρκ.]. diskotek = ντισκοτέκ [αντιδ. αρχ. ελλ. δίσκος + θήκη > γαλλ. discothèque > νεοελλ., τουρκ.]. ditiramp = διθύραμβος [αρχ. ελλ. > γαλλ. dithyrambe > τουρκ.]. diyabet = σακχαρώδης διαβήτης [μετγν. ελλ. > γαλλ. diabète > τουρκ.]. diyabetik = διαβητικός [νεοελλ. > γαλλ. diabétique > τουρκ.]. diyafram = διάφραγμα [αρχ. ελλ. > γαλλ. diaphragme > τουρκ.]. diyagonal = διαγώνιος [μετγν ελλ. > γαλλ. diagonal > τουρκ.]. diyagram = διάγραμμα [αρχ. ελλ. > γαλλ. diagramme > τουρκ.]. diyakoz = διάκος [μεσν. ελλ. > τουρκ.]. diyakroni = διαχρονία [ελλ. > γαλλ. diachronie > τουρκ.]. diyakronik = διαχρονικός [ελλ. > γαλλ. diachronique > τουρκ.]. diyalekt = διάλεκτος [αρχ. ελλ. > γαλλ. dialecte > τουρκ.]. diyalektik = διαλεκτική [αρχ. ελλ. > γαλλ. dialectique > τουρκ.]. diyalektoloji = διαλεκτολογία [ελλ. > γαλλ. dialectologie > τουρκ.]. diyalektolojik = διαλεκτολογικός [ελλ. > γαλλ. dialectologique > τουρκ.]. diyalel = διαλογισμός [αρχ. ελλ. > γαλλ. diallèle > τουρκ.]. diyaliz = διάλυση, ανάλυση [αρχ. ελλ. > γαλλ. dialyse > τουρκ.]. diyalog = διάλογος [αρχ. ελλ. > γαλλ. dialogue > τουρκ.]. diyapazon = διαπασών [αρχ. ελλ. > γαλλ. diapason > τουρκ.]. diyastaz = διάσταση [αρχ. ελλ. > γαλλ. diastase > τουρκ.]. diyastol = διαστολή (ιατρ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. diastole > τουρκ.]. diyet = δίαιτα [αρχ. ελλ. > γαλλ. diète > τουρκ.]. diyetetik = διαιτητική [ελλ. > γαλλ. diététique > τουρκ.]. diyez = δίεση [αρχ. ελλ. > γαλλ. dièse > τουρκ.]. diyoptri = διοπτρία, μονάδα ισχύος φακών [ελλ. > γαλλ. dioptrie > τουρκ.]. dizanteri = δυσεντερία [αρχ. ελλ. > γαλλ. dysenterie > τουρκ.]. dogma = δόγμα [αρχ. ελλ. > γαλλ. dogme > τουρκ.]. dogmatik = δογματικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. dogmatique > τουρκ.]. dogmatizm = δογματισμός [μετγν. ελλ. > γαλλ. dogmatisme > τουρκ.]. dolikosefal = δολιχοκέφαλος, μακροκέφαλος [ελλ. > γαλλ. dolichocéphale > τουρκ.]. doz = δόση [αρχ. ελλ. > γαλλ. dose > τουρκ.]. dragon = δράκοντας, δραγόνος [αντιδ. αρχ. ελλ. δράκων > λατ. draco > γαλλ. dragon > τουρκ., νεοελλ. δραγόνος]. drahmi = δραχμή [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. drahoma = τράχωμα, προίκα σε μετρητά [μεσν. ελλ. *τραχώνω (= προικίζω με τραχύ, δηλ. ασημένιο νόμισμα) > τουρκ.]. draje = κουφέτο [αρχ. ελλ. τράγημα (= ξηρός καρπός) > λατ. tragemata > γαλλ. dragée > τουρκ.]. 169
dram = δράμα [αρχ. ελλ. > γαλλ. drame > τουρκ.]. dramatik = δραματικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. dramatique > τουρκ.]. dramaturg = δραματουργός [μετγν. ελλ. > γαλλ. dramaturge > τουρκ.]. dramaturji = δραματουργία [μετγν. ελλ. > γαλλ. dramaturgie > τουρκ.]. droseragiller = είδος φυτού [αρχ. ελλ. δροσερά + τουρκ -giller > τουρκ.]. düven = δουκάνη, δοκάνη, εργαλείο αλωνίσματος [αρχ. ελλ. τυκάνη > νεοελλ. δουκάνη > τουρκ.]. Ε:ε efendi = αφέντης [αρχ. ελλ. αυθέντης > μεσν. ελλ. αφέντης > τουρκ.]. efendilik = αφεντιά [μεσν. ελλ. αφέντης + τουρκ. -lik > τουρκ.]. egemen = κυρίαρχος, ανεξάρτητος [αρχ. ελλ. ηγεμών > τουρκ.]. egoist = εγωιστής [ελλ. > γαλλ. egoïste > τουρκ.]. egoizm = εγωισμός [ελλ. > γαλλ. egoïsme > τουρκ.]. egzama = έκζεμα [μετγν. ελλ. > τουρκ.]. egzogami = εξωγαμία [νεοελλ. > γαλλ. exogamie > τουρκ.]. egzotik = εξωτικός [αντιδ. αρχ. ελλ. έξω > αρχ. ελλ. εξωτικός > γαλλ. exotique > τουρκ., νεοελλ.]. eklektik = εκλεκτικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. éclectique > τουρκ.]. eklektizm = εκλεκτισμός, εκλεκτικισμός [ελλ. > γαλλ. éclectisme > τουρκ.]. ekliptik = εκλειπτική [μετγν. ελλ. > γαλλ. écliptique > τουρκ.]. eko = ηχώ [αρχ. ελλ. > γαλλ. écho > τουρκ.]. ekol = σχολή, επιστημονικό ή καλλιτεχνικό ρεύμα [αρχ. ελλ. σχολή > λατ. schola > γαλλ. école > τουρκ., πβ. okul]. ekolali = ηχολαλία [ελλ. > γαλλ. echolalie > τουρκ.]. ekolog = οικολόγος [ελλ. > γαλλ. écologue > τουρκ.]. ekoloji = οικολογία [ελλ. > γαλλ. écologie > τουρκ.]. ekolojik = οικολογικός [ελλ. > γαλλ. écologique > τουρκ.]. ekonometri = οικονομετρία [ελλ. > γαλλ. économétrie > τουρκ.]. ekonomi = οικονομία [αρχ. ελλ. > γαλλ. économie > τουρκ.]. ekonomik = οικονομικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. économique > τουρκ.]. ekonomist = οικονομολόγος [ελλ. > γαλλ. économiste > τουρκ.]. ekopraksi = ηχοπραξία, ηχοκινησία [ελλ. > γαλλ. échopraxie > τουρκ.]. eksen = άξονας [αρχ. ελλ. άξων > τουρκ.]. elastik = ελαστικός [αντιδ. μετγν. ελλ. ελαστός > γαλλ. élastique > τουρκ., νεοελλ.]. elastikî = ελαστικός [μετγν. ελλ. ελαστός > γαλλ. élastique + αραβ. -î > τουρκ.]. elastikiyet = ελαστικότητα [ελλ. > γαλλ. élastique + αραβ. -iyyet > τουρκ.]. elektrik = ηλεκτρικός [ελλ. > γαλλ. électrique > τουρκ.]. elektrikçi = ηλεκτρολόγος [ελλ. > γαλλ. électrique + τουρκ. -çi > τουρκ.]. elektriklenmek = ηλεκτρίζω [ελλ. > γαλλ. électrique + τουρκ. -lenmek > τουρκ.]. elektrolit = ηλεκτρολύτης [ελλ. > γαλλ. électrolyte > τουρκ.]. elektroliz = ηλεκτρόλυση [ελλ. > γαλλ. électrolyse > τουρκ.]. elektromanyetizma = ηλεκτρομαγνητισμός [ελλ. > γαλλ. électromagnetisme > τουρκ.]. elektromekanik = ηλεκτρομηχανικός [ελλ. > γαλλ. électromécanique > τουρκ.]. elektron = ηλεκτρόνιο [ελλ. > γαλλ. électron > τουρκ.]. elektronik = ηλεκτρονικός [ελλ. > γαλλ. électronique > τουρκ.]. elektroskop = ηλεκτροσκόπιο [ελλ. > γαλλ. électroscope > τουρκ.]. elektrostatik = ηλεκτροστατική [ελλ. > γαλλ. électrostatique > τουρκ.]. 170
elektrot = ηλεκτρόδιο [ελλ. > γαλλ. électrode > τουρκ.]. elips = έλλειψη (γεωμ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. ellipse > τουρκ.]. elipsoit = ελλειψοειδής [ελλ. > γαλλ. ellipsoïde > τουρκ.]. eliptik = ελλειπτικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. elliptique > τουρκ.]. embriyoloji = εμβρυολογία [ελλ. > γαλλ. embryologie > τουρκ.]. embriyolojik = εμβρυολογικός [ελλ. > γαλλ. embryologique > τουρκ.]. embriyon = έμβρυο [αρχ. ελλ. > γαλλ. embryon > τουρκ.]. endemik = ενδημικός [ελλ. > γαλλ. endémique > τουρκ.]. endokrin = ενδοκρινής [ελλ. > γαλλ. endocrine > τουρκ.]. endokrinoloji = ενδοκρινολογία [ελλ. > γαλλ. endocrinologie > τουρκ.]. endokrinolojik = ενδοκρινολογικός [ελλ. > γαλλ. endocrinologique > τουρκ.]. endoskop = ενδοσκόπιο [ελλ. > γαλλ. endoscope > τουρκ.]. endoskopi = ενδοσκοπία [ελλ. > γαλλ. endoscopie > τουρκ.]. enerji = ενέργεια [αρχ. ελλ. > γαλλ. énergie > τουρκ.]. enerjik = ενεργειακός || ενεργητικός [αρχ. ελλ. ενεργητικός > γαλλ. énergique > τουρκ.]. engebe = εδαφική διαμόρφωση και ανωμαλία [αρχ. ελλ. εγκόπτω > μετγν. ελλ. εγκοπή > τουρκ.]. enginar = αγκινάρα [αρχ. ελλ. κυνάρα > μετγν. ελλ. κινάρα > μεσν. ελλ. αγκινάρα > τουρκ.]. entelekya = εντελέχεια [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. entimem = ενθύμημα (λογ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. enthymème > τουρκ.]. entomoloji = εντομολογία [ελλ. > γαλλ. entomologie > τουρκ.]. entomolojik = εντομολογικός [ελλ. > γαλλ. entomologique > τουρκ.]. entomolojist = εντομολόγος [ελλ. > γαλλ. entomologiste > τουρκ.]. entropi = εντροπία (στατιστ.) [αντιδ. αρχ. ελλ. > γαλλ. entropie > τουρκ., νεοελλ.]. enzim = ένζυμο [αντιδ. μεσν. ελλ. ένζυμος > γαλλ. enzym > νεοελλ., τουρκ.]. epidemi = επιδημία [αρχ. ελλ. > γαλλ. épidémie > τουρκ.]. epidemik = επιδημικός [νεοελλ. > γαλλ. épidémique > τουρκ.]. epidemioloji = επιδημιολογία [ελλ. > γαλλ. épidémiologie > τουρκ.]. epiderm = επιδερμίδα [αρχ. ελλ. επιδερμίς > γαλλ. épiderme > τουρκ.]. epifit = επίφυτος, παράσιτο φυτό [ελλ. > γαλλ. épiphyte > τουρκ.]. epigrafi = επιγραφική [μετγν. ελλ. επιγραφικός > γαλλ. épigraphie > τουρκ.]. epigram = επίγραμμα [αρχ. ελλ. > γαλλ. épigramme > τουρκ.]. epik = επικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. épique > τουρκ.]. epikerem = επιχείρημα [αρχ. ελλ. > γαλλ. épichérème > τουρκ.]. epilepsi = επιληψία [αρχ. ελλ. > γαλλ. épilepsie > τουρκ.]. epileptik = επιληπτικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. épileptique > τουρκ.]. epilog = επίλογος [αρχ. ελλ. > γαλλ. épilogue > τουρκ.]. episantır = επίκεντρο σεισμού [αρχ. ελλ. επίκεντρον > γαλλ. épicentre > τουρκ.]. epistemoloji = επιστημολογία [ελλ. > γαλλ. épistémologie > τουρκ.]. epistemolojik = επιστημολογικός [ελλ. > γαλλ. épistémologique > τουρκ.]. epitelyum = επιθήλιο [ελλ. > γαλλ. épithelium > τουρκ.]. epope = εποποιία [αρχ. ελλ. > γαλλ. épopée > τουρκ.]. erganun = όργανο εκκλησιαστικό [αρχ. ελλ. όργανον > τουρκ.]. ergonomi = εργονομία [ελλ. > γαλλ. ergonomie > τουρκ.]. ergonomik = εργονομικός [ελλ. > αγγλ. ergonomic > τουρκ.]. eristik = εριστικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. éristique > τουρκ.]. 171
erkete (argo) = παρακολούθηση κάποιου [αρχ. ελλ. έρχεται > τουρκ.]. eroin = ηρωίνη [αντιδ. αρχ. ελλ. ηρωίνη > γαλλ. héroïne > τουρκ., νεοελλ.]. eros = έρως [αρχ. ελλ. > γαλλ. éros > τουρκ.]. erosal = ερωτικός [αρχ. ελλ. έρως > γαλλ. éros + τουρκ. -al > τουρκ.]. erotik = ερωτικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. érotique > τουρκ.]. erotizm = ερωτισμός [ελλ. > γαλλ. érotisme > τουρκ.]. eskatologya = εσχατολογία [ελλ. > τουρκ.]. eskiz = σχεδιάγραμμα, προσχέδιο [μετγν. ελλ. σχέδιον > γαλλ. esquisse > τουρκ.]. estetik = αισθητικός, αισθητική [αρχ. ελλ. > γαλλ. esthétique > τουρκ.]. estetikçi = αισθητικός (ουσ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. esthétique + τουρκ. -çi > τουρκ.]. estetizm = αισθητισμός [ελλ. > γαλλ. esthétisme > τουρκ.]. eter = αιθέρας [αρχ. ελλ. αιθήρ > λατ. aether > γαλλ. éther > τουρκ.]. etik = ηθική (ουσ.), ηθικός (επίθ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. éthique > τουρκ.]. etimoloji = ετυμολογία [μετγν. ελλ. > γαλλ. étymologie > τουρκ.]. etimolojik = ετυμολογικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. étymologique > τουρκ.]. etiyoloji = αιτιολογία [μετγν. ελλ. > γαλλ. étiologie > τουρκ.]. etiyolojik = αιτιολογία [μετγν. ελλ. > γαλλ. étiologique > τουρκ.]. etnik = εθνικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. ethnique > τουρκ.]. etnografik = εθνογραφικός [ελλ. > γαλλ. ethnographique > τουρκ.]. etnografya = εθνογραφία [ελλ. > γαλλ. ethnographie > τουρκ.]. etnolog = εθνολόγος [ελλ. > γαλλ. ethnologue > τουρκ.]. etnoloji = εθνολογία [ελλ. > γαλλ. ethnologie > τουρκ.]. etnolojik = εθνολογικός [ελλ. > γαλλ. ethnologique > τουρκ.]. etoloji = ηθολογία (βιολ.) [νεοελλ. > γαλλ. éthologie > τουρκ.]. etolojik = ηθολογικός (βιολ.) [νεοελλ. > γαλλ. éthologique > τουρκ.]. etüv = αποστειρωτήρας [αρχ. ελλ. τύφω (= καπνίζω) > γαλλ. étuve > τουρκ.]. evdemonizm = ευδαιμονισμός [αρχ. ελλ. > γαλλ. eudémonisme > τουρκ.]. evlek = αυλακιά, αυλάκι [μετγν. ελλ. αυλάκιον, υποκορ. του αρχ. ελλ. αύλαξ > νεοελλ. αυλάκι > τουρκ.]. ezoterik = εσωτερικός, μυστικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. ésotérique > τουρκ.]. F : φε fagosit = φαγοκύτταρο [ελλ. > γαλλ. phagocyte > τουρκ.]. fagositoz = φαγοκυττάρωση, φαγοκύτωση [ελλ. > γαλλ. phagocytose > τουρκ.]. falaka = φάλαγγας [αρχ. ελλ. φάλαγξ > αραβ. > τουρκ.]. fallus = φαλλός, το ανδρικό γεννητικό όργανο [αρχ. ελλ. > λατ. phallus > τουρκ.]. falyanos = είδος φάλαινας [αρχ. ελλ. φάλλαινα > τουρκ.]. fangri = φαγγρί, είδος ψαριού [μεσν. ελλ. φαγρίον, υποκορ. του αρχ. ελλ. φάγρος > μεσν. ελλ. φαγγρί > τουρκ.]. fantasma = φάντασμα, οπτασία [αρχ. ελλ. > γαλλ. fantasme > τουρκ.]. fantastik = φανταστικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. fantastique > τουρκ.]. fantaziye = βλ. fantezi fantazya = επίδειξη αράβων ιππέων σε γιορτές [αρχ. ελλ. φαντασία > τουρκ.]. fantezi = φαντασία, φαντασίωση, φανταστικός [αρχ. ελλ. φαντασία > γαλλ. fantaisie > τουρκ.]. fanus = φανός [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. fanya = πρόσθετο αλιευτικό δίχτυ με μεγάλα "μάτια", δηλ. θηλιές [νεοελλ. φανιά (= όψη, πλευρά διχτυού με μεγάλες θηλιές) > τουρκ.]. 172
far = φανάρι τροχοφόρων [μετγν. ελλ. φάρος > γαλλ. phare > τουρκ.]. farenjit = φαρυγγίτιδα [ελλ. > γαλλ. pharyngite > τουρκ.]. farmakoloji = φαρμακολογία [ελλ. > γαλλ. pharmacologie > τουρκ.]. farmakolojik = φαρμακολογικός [ελλ. > γαλλ. pharmacologique > τουρκ.]. fasulye = φασόλι [μεσν. ελλ. φασηόλιον > τουρκ.]. fayton = παϊτόνι, άμαξα || είδος πουλιού [αρχ. ελλ. Φαέθων > γαλλ. phaéton > τουρκ. fayton, payton, βλ. λέξη]. faz = φάση [αρχ. ελλ. > γαλλ. phase > τουρκ.]. felsefe = φιλοσοφία [αρχ. ελλ. > αραβ. > τουρκ.]. fener = φανάρι [νεοελλ. > τουρκ.]. fenomen = φαινόμενο [αρχ. ελλ. > γαλλ. phénomène > τουρκ.]. fenomenizm = φαινομενισμός [ελλ. > γαλλ. phénomènisme > τουρκ.]. fenomenoloji = φαινομενολογία [ελλ. > γαλλ. phénoménologie > τουρκ.]. fenomenolojik = φαινομενολογικός [ελλ. > γαλλ. phénoménologique > τουρκ.]. ferace = φερετζές [πιθ. αντιδ. μεσν. ελλ. φορεσία > αραβ. > τουρκ., νεοελλ. φερετζές]. fesleğen = βασιλικός (φυτ.) [μετγν. ελλ. > τουρκ.]. feylesof = φιλόσοφος [αρχ. ελλ. > αραβ. > τουρκ.]. fıçı = βουτσί, μεγάλο βαρέλι [μετγν. ελλ. βούττις > μετγν. ελλ. βουττίον > μεσν. ελλ. βουτσίον > νεοελλ. βουτσί > τουρκ.]. fındık = φουντούκι [αντιδ. αρχ. ελλ. Πόντος > μετγν. ελλ. ποντικόν (κάρυον) > αραβ. > τουρκ. > νεοελλ.]. fırça = βούρτσα [πιθ. αρχ. ελλ. βύρσα (= κατεργασμένο δέρμα) > μεσν. ελλ. *βύρτσα, από το βυρτσίζω > τουρκ. Κατ' άλλη άποψη από το αρχ. γερμ. burstja ή το αλβ. vurcë. Σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας η λέξη είναι ελληνική]. fıstık = φιστίκι [αντιδ. μετγν. ελλ. πιστάκιον, υποκορ. του πιστάκη, αβέβ. ετύμου > αραβ. > τουρκ. > νεοελλ.]. fışkı = κοπριά [αρχ. ελλ. φύσκη > μετγν. ελλ. φύσκιον > νεοελλ. φουσκί > τουρκ.]. fidan = νεαρό φυτό, φυντάνι [αντιδ. μετγν. ελλ. φυτάνη > τουρκ. fidan > νεοελλ. φυντάνι]. fide = νεαρό φυτό για μεταφύτευση [αρχ. ελλ. φυτόν ή φυτεία > τουρκ.]. fiğ = βίκος (βοτ.) [μετγν. ελλ. βικίον > τουρκ.]. filantrop = φιλάνθρωπος [αρχ. ελλ. > γαλλ. philantrope > τουρκ.]. filarmoni = φιλαρμονία, αγάπη προς τη μουσική [ελλ. > γαλλ. philharmonie > τουρκ.]. filarmonik = φιλαρμονική [ελλ. > γαλλ. philharmonique > τουρκ.]. filateli = φολοτελισμός [αρχ. ελλ. φίλος + ατέλεια > γαλλ. philatélie > τουρκ.]. filenk = στρογγυλά δοκάρια που τοποθετούνται κάτω από μεγάλα βάρη, ιδίως σκάφη, για να διευκολύνουν τη μετακίνησή τους [μετγν. ελλ. φαλάγγιον (= στρογγυλό ξύλο), υποκορ. του αρχ. ελλ. φάλαγξ > τουρκ.]. filika = φελούκα, βάρκα έκτακτης ανάγκης πλοίου [πιθ. αντιδ. μετγν. ελλ. εφόλκιον > αραβ. > ιταλ. feluca > τουρκ., νεοελλ. φελούκα]. filiskin = φλησκούνι [αρχ. ελλ. βλήχων / γλήχων > μεσν. ελλ. βλησκούνι(ο)ν / φλησκούνιν > τουρκ.]. filiz = βλαστός [πιθ. αρχ. ελλ. φυλλίς, υποκορ. του φύλλον > τουρκ.]. filizî = ανοιχτό πράσινο χρώμα του βλαστού [πιθ. αρχ. ελλ. φυλλίς > τουρκ. filiz + αραβ. -î]. 173
filoksera = φυλλοξήρα, φυλλοξέρα [ελλ. > γαλλ. phylloxéra > τουρκ.]. filolog = φιλόλογος [αρχ. ελλ. > γαλλ. philologue > τουρκ.]. filoloji = φιλολογία [αρχ. ελλ. > γαλλ. philologie > τουρκ.]. filolojik = φιλολογικός [μεσν. ελλ. φιλολογικός > γαλλ. philologique > τουρκ.]. filoz = φελλός που χρησιμοποιείται στα δίχτυα των ψαράδων [αρχ. ελλ. φελλός > τουρκ.]. filozof = φιλόσοφος [αρχ. ελλ. > γαλλ. philosophe > τουρκ.]. filozofik = φιλοσοφικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. philosophique > τουρκ.]. fire = φύρα [αρχ. ελλ. φυρώ (= αναμειγνύω) > μεσν. ελλ. φύρα > τουρκ.]. firfiri = λαμπρό κόκκινο χρώμα [αρχ. ελλ. πορφύρα > αραβ. > τουρκ.]. fiske = φούσκα, φουσκάλα || φούσκος, το χαστούκι [αρχ. ελλ. φύσκη > μετγν. ελλ. φούσκα > τουρκ.]. fitopatoloji = φυτοπαθολογία [ελλ. > γαλλ. phytopathologie > τουρκ.]. fitopatolojik = φυτοπαθολογικός [ελλ. > γαλλ. phytopathologique > τουρκ.]. fizik = φυσική [αρχ. ελλ. > γαλλ. physique > τουρκ.]. fizyoloji = φυσιολογία [αρχ. ελλ. > γαλλ. physiologie > τουρκ.]. fizyolojik = φυσιολογικός [αρχ. ελλ. φυσιολογικός > γαλλ. physiologique > τουρκ.]. fizyonomi = φυσιογνωμία [μετγν. ελλ. φυσιογνωμία > γαλλ. physionomie > τουρκ.]. fizyoterapi = φυσιοθεραπεία [ελλ. > γαλλ. physiothérapie > τουρκ.]. flebit = φλεβίτιδα [ελλ. > γαλλ. phlébite > τουρκ.]. flegmon = φλεγμονή [αρχ. ελλ. > γαλλ. phlegmon > τουρκ.]. flurya = φλώρος, είδος ωδικού πτηνού [αρχ. ελλ. χλωρίων > μεσν. ελλ. φλώρος > τουρκ.]. fok = φώκια [αρχ. ελλ. φώκη > γαλλ. phoque > τουρκ.]. fol = φώλι, φώλος [αρχ. ελλ. φωλεά > νεοελλ. φωλιά > φώλι > τουρκ.]. folluk = χώρος που προορίζεται να γεννούν οι κότες [αρχ. ελλ. φωλεά > νεοελλ. φωλιά > φώλι + τουρκ. -luk > τουρκ.]. fonem = φώνημα [αντιδ. αρχ. ελλ. > γαλλ. phonème > τουρκ., νεοελλ.]. fonetik = φωνητικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. phonétique > τουρκ.]. fonograf = φωνογράφος [ελλ. > γαλλ. phonographe > τουρκ.]. fonografi = φωνογραφία [ελλ. > γαλλ. phonographie > τουρκ.]. fonojenik = φωνογενής [ελλ. > γαλλ. phonogénique > τουρκ.]. fonoloji = φωνολογία [ελλ. > γαλλ. phonologie > τουρκ.]. fonolojik = φωνολογικός [ελλ. > γαλλ. phonologique > τουρκ.]. foroz = ψαριά, το σύνολο των ψαριών του διχτυού [αρχ. ελλ. φορά > τουρκ.]. fosfor = φωσφόρος [αρχ. ελλ. > γαλλ. phosphore > τουρκ.]. fota = είδος βουτσιού για κρασί [μετγν. ελλ. βούττις (= κάδος) > νεοελλ. βούτα > τουρκ.]. foto = φως [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. fotoelektrik = φωτοηλεκτρικός, φωτοηλεκτρισμός [ελλ. > γαλλ. photoélectrique > τουρκ.]. fotoğraf, fotoğrafya = φωτογραφία [ελλ. > γαλλ. photographe > τουρκ.]. fotojenik = φωτογενής [μετγν. ελλ. > γαλλ. photogénique > τουρκ.]. fotokopi = φωτοτυπία [αρχ. ελλ. φωτο- + γαλλ. copie > γαλλ. photocopie > τουρκ.]. fotomekanik = φωτομηχανικός [ελλ. > γαλλ. photomécanique > τουρκ.]. fotometre = φωτόμετρο [ελλ. > γαλλ. photomètre > τουρκ.]. fotometri = φωτομετρία [ελλ. > γαλλ. photométrie > τουρκ.]. fotosentez = φωτοσύνθεση [ελλ. > γαλλ. photosynthèse > τουρκ.]. 174
fotosfer = φωτόσφαιρα [ελλ. > γαλλ. photosphère > τουρκ.]. fototaksi = φωτοταξία [ελλ. > γαλλ. phototaxie > τουρκ.]. fototaktizm = φωτοτακτισμός [ελλ. > γαλλ. phototactisme > τουρκ.]. fototerapi = φωτοθεραπεία [ελλ. > γαλλ. photothérapie > τουρκ.]. fototropizm = φωτοτροπισμός [ελλ. > γαλλ. phototropisme > τουρκ.]. frenoloji = φρενολογία [ελλ. > γαλλ. phrénologie > τουρκ.]. frisa = ρέγκα καπνιστή [αρχ. ελλ. θρίσσα > νεοελλ. φρίσσα > τουρκ.]. futa = είδος αγωνιστικού πλοιαρίου [μετγν. ελλ. βούττις (= κάδος) > νεοελλ. βούτα > τουρκ.]. G : γκε galaksi = γαλαξίας [αρχ. ελλ. γαλαξίας (κύκλος) > γαλλ. galaxie > τουρκ.]. galoş = γαλότσα [αρχ. ελλ. καλόπους > λατ. calopus > γαλ. galoche > τουρκ.]. garoz = τα εντόσθια της παλαμίδας και του τορικιού [αρχ. ελλ. γάρος (= είδος σάλτσας από άρμη και εντόσθια ψαριών) > τουρκ.]. gam = γκάμμα [αντιδ. αρχ. ελλ. γάμμα > ιταλ. gammα, γαλλ. gamme > τουρκ., νεοελλ.]. gamet = γαμέτης [αντιδ. αρχ. ελλ. γαμέτης > γαλλ. gamète > τουρκ., νεοελλ.]. gangren = βλ. kangren gargara = γαργάρα [νεοελλ. γαργάρα > τουρκ.]. gastrit = γαστρίτιδα [ελλ. > γαλλ. gastrite > τουρκ.]. gastronom = γαστρονόμος [νεοελλ. > γαλλ. gastronome > τουρκ.]. gastronomi = γαστρονομία [μετγν. ελλ. > γαλλ. gastronomie > τουρκ.]. gem = γκέμι, χαλινάρι [πιθ. αντιδ. αρχ. ελλ. κημός ("στομίς τω χαλινώ εμφερής", Ησύχ., πβ. Ξεν. Ιππ. 5, 3) > τουρκ. > νεοελλ. γκέμι]. genetik = γενετικός [ελλ. > γαλλ. génétique > τουρκ.]. geometri = γεωμετρία [αρχ. ελλ. > γαλλ. géométrie > τουρκ.]. geometrik = γεωμετρικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. géométrique > τουρκ.]. gitar = κιθάρα [αρχ. ελλ. > γαλλ. guitare > τουρκ.]. glikoz = γλυκόζη [ελλ. > γαλλ. glycose > τουρκ.]. gliserin = γλυκερίνη [ελλ. > γαλλ. glycérine > τουρκ.]. gondol = γόνδολα [πιθ. αντιδ. μεσν. ελλ. κοντούρα > ιταλ. gondola > τουρκ., νεοελλ.]. gönder = κοντάρι [μετγν. ελλ. κοντάριον, υποκορ. του αρχ. ελλ. κοντός > μεσν. ελλ. κοντάρι(ν) > τουρκ.]. gönye = γωνία, τρίγωνο, γνώμονας [αρχ. ελλ. γωνία > τουρκ.]. grafik = γραφικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. graphique > τουρκ.]. grafit = γραφίτης [αντιδ. αρχ. ελλ. γράφω > γαλλ. graphite > τουρκ., νεοελλ.]. grafolog = γραφολόγος [ελλ. > γαλλ. graphologue > τουρκ.]. grafoloji = γραφολογία [ελλ. > γαλλ. graphologie > τουρκ.]. gram = γραμμάριο [μετγν. ελλ. > γαλλ. gramme > τουρκ.]. gramer = γραμματική [αρχ. ελλ. > γαλλ. grammaire > τουρκ.]. gramofon = γραμμόφωνο [ελλ. > γαλλ. gramophone > τουρκ.]. grotesk = γκροτέσκο [αρχ. ελλ. κρύπτη > λατ. crypta > ιταλ. grotta > ιταλ. grottesca > γαλλ. grotesque > τουρκ.]. gübre = κοπριά [αρχ. ελλ. κοπρία > τουρκ.]. güderi = δέρμα κατσίκας [μεσν. ελλ. κωδάριον, υποκορ. του αρχ. ελλ. κώδιον (= 175
προβιά, δέρμα προβάτου) > τουρκ.]. güğüm = γκιούμι, μεταλλικό κανάτι [Τα ελληνικά ετυμολογικά λεξικά θεωρούν τη λέξη τουρκική. Σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας είναι ελληνική η λέξη. Πιθανώς θεωρεί ότι προέρχεται από το μεσν. ελλ. κουκούμιον, υποκορ. του λατ. cucuma (= λέβης, καζάνι)]. H : χε halat = καραβόσκοινο, παλαμάρι [αρχ. ελλ. καλώδιον, υποκορ. του κάλως (= σκοινί) > τουρκ.]. hale = άλως, φωτεινός δακτύλιος γύρω από τη σελήνη [αρχ. ελλ. άλως (= αλώνι) > αραβ. > τουρκ.]. halka = χαλκάς [αντιδ. αρχ. ελλ. χαλκός > αραβ. > τουρκ. halka > νεοελλ. χαλκάς]. halter = αλτήρας [αρχ. ελλ. αλτήρ > γαλλ. haltère > τουρκ.]. hani = χάννος (ιχθ.) [αρχ. ελλ. χάννα/-η > τουρκ.]. harharyas = καρχαρίας [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. harita, harta = χάρτης [αρχ. ελλ. > αραβ. > τουρκ.]. harmoni, armoni = αρμονία [αρχ. ελλ. > γαλλ. harmonie > τουρκ.]. harmonyum = αρμόνιο [αντιδ. αρχ. ελλ. αρμονία > λατ. harmonia > αγγλ., γαλλ. harmonium > τουρκ., νεοελλ.]. haydi = άντε, άιντε [αρχ. ελλ. άγετε > νεοελλ. άιντε > τουρκ.]. hedonizm = ηδονισμός [ελλ. > γαλλ. hédonisme > τουρκ.]. hegemonya = ηγεμονία [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. hektar = εκτάριο [αντιδ. αρχ. ελλ. εκατόν + γαλλ. -are > γαλλ. hectare > τουρκ., νεοελλ.]. hektogram = εκατό γραμμάρια [αρχ. ελλ. εκατόν + γραμμάριον > γαλλ. hectogramme > τουρκ.]. hektolitre = εκατόλιτρο [ελλ. > γαλλ. hectolitre > τουρκ.]. hektometre = εκατόμετρο [ελλ. > γαλλ. hektomètre > τουρκ.]. helezon = έλικας, κοχλίας [αρχ. ελλ. ελίσσων, μετχ. του ελίσσω > αραβ. > τουρκ.]. helikoit = ελικοειδής [μετγν. ελλ. > γαλλ. hélicoïde > τουρκ.]. helikopter = ελικόπτερο [ελλ. > γαλλ. hélicoptère > τουρκ.]. helis = έλικας (μαθ.) [αρχ. ελλ. έλιξ > γαλλ. hélice > τουρκ.]. helyoterapi = ηλιοθεραπεία [ελλ. > γαλλ. héliothérapie > τουρκ.]. hematit = αιματίτης (λιθ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. hématite > τουρκ.]. hematoloji = αιματολογία [ελλ. > γαλλ. hématologie > τουρκ.]. hematolojik = αιματολογικός [ελλ. > γαλλ. hématologique > τουρκ.]. hemofili = αιμοφιλία [ελλ. > γαλλ. hémophilie > τουρκ.]. hemoroit = αιμορροΐδες [αρχ. ελλ. > αγγλ. hemorroid > τουρκ.]. hepatit = ηπατίτιδα [αρχ. ελλ. ηπατίτις > γαλλ. hépatite > τουρκ.]. herek = πάσσαλος για τη στήριξη αναρριχώμενων φυτών, φούρκα [αρχ. ελλ. χάραξ (= στήριγμα των κλημάτων, πάσσαλος) > τουρκ.]. heterodoks = ετερόδοξος [μετγν. ελλ. > γαλλ. hétérodoxe > τουρκ.]. heterogen = ετερογενής [αρχ. ελλ. > γαλλ. heterojen > τουρκ.]. heyula = η ύλη, το χάος [αρχ. ελλ. ύλη > αραβ. > τουρκ.]. hıristiyan = βλ. hristiyan hidrodinamik = υδροδυναμική [ελλ. > γαλλ. hydrodynamique > τουρκ.]. hidroelektrik = υδροηλεκτρικός [ελλ. > γαλλ. hydro-électrique > τουρκ.]. hidrofil = υδρόφιλος [ελλ. > γαλλ. hydrophile > τουρκ.]. 176
hidrofor = υδροφόρος [αρχ. ελλ. > γαλλ. hydrophore > τουρκ.]. hidrografi = υδρογραφία [ελλ. > γαλλ. hydrographie > τουρκ.]. hidrojen = υδρογόνο [ελλ. > γαλλ. hydorogène > τουρκ.]. hidroksil = υδροξύλιο [ελλ. > γαλλ. hydroxile > τουρκ.]. hidroksit = υδροξίδιο [ελλ. > γαλλ. hydroxide > τουρκ.]. hidroliz = υδρόλυση [ελλ. > γαλλ. hydrolyse > τουρκ.]. hidroloji = υδρολογία [ελλ. > γαλλ. hydrologie > τουρκ.]. hidrometre = υδρόμετρο [ελλ. > γαλλ. hydromètre > τουρκ.]. hidrosfer = υδρόσφαιρα [ελλ. > γαλλ. hydrosphère > τουρκ.]. hidroskopi = υδροσκοπία [μετγν. ελλ. > γαλλ. hydroscopie > τουρκ.]. hidrostatik = υδροστατική [ελλ. > γαλλ. hydrostatique > τουρκ.]. hidroterapi = υδροθεραπεία [ελλ. > γαλλ. hydrothérapie > τουρκ.]. higrometre = υγρόμετρο [μετγν. ελλ. > γαλλ. hygromètre > τουρκ.]. higroskop = υγροσκόπιο [ελλ. > γαλλ. hygroscope > τουρκ.]. hijyen = υγιεινή (ουσ.), υγιεινός [αρχ. ελλ. υγιεινός > γαλλ. hygiène > τουρκ.]. hilozoizm = υλοζωισμός [ελλ. > γαλλ. hylozoïsme > τουρκ.]. himen = παρθενικός υμένας [αρχ. ελλ. υμήν > γαλλ. hymen > τουρκ.]. hiperbol = υπερβολή (μαθ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. hyperbole > τουρκ.]. hiperbolik = υπερβολικός (μαθ.) [μετγν. ελλ. > γαλλ. hyperbolique > τουρκ.]. hiperboloit = υπερβολοειδής (μαθ.) [ελλ. > γαλλ. hyperboloïde > τουρκ.]. hipermetrop = υπερμέτρωψ [ελλ. > γαλλ. hypermétrope > τουρκ.]. hipnoz = ύπνωση [ελλ. > γαλλ. hypnose > τουρκ.]. hipodrom = ιππόδρομος [αρχ. ελλ. > γαλλ. hippodrome > τουρκ.]. hipofiz = υπόφυση [μετγν. ελλ. > γαλλ. hypophyse > τουρκ.]. hipopotam = ιπποπόταμος [μετγν. ελλ. > γαλλ. hippopotame > τουρκ.]. hipostaz = υπόσταση [αρχ. ελλ. > γαλλ. hypostase > τουρκ.]. hipotenüs = υποτείνουσα [αρχ. ελλ. > γαλλ. hypoténuse > τουρκ.]. hipotetik = υποθετικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. hypothétique > τουρκ.]. hipotez = υπόθεση [αρχ. ελλ. > γαλλ. hypothèse > τουρκ.]. histerezis = καθυστέρηση τοκετού [αρχ. ελλ. υστέρησις > γαλλ. hystérésis > τουρκ.]. histeri = υστερία [αντιδ. αρχ. ελλ. υστέρα (= μήτρα) > γαλλ. hystérie > νεοελλ., τουρκ.]. hiyerarşi = ιεράρχηση [μεσν. ελλ. > γαλλ. hiérarchie > τουρκ.]. hiyeroglif = ιερογλυφικά [μετγν. ελλ. > γαλλ. hiéroglyphe > τουρκ.]. homojen = ομογενής [αρχ. ελλ. > γαλλ. homogène > τουρκ.]. homolog = ομόλογος [αρχ. ελλ. > γαλλ. homologue > τουρκ.]. homonim = ομώνυμος [αρχ. ελλ. > γαλλ. homonyme > τουρκ.]. homoteti = ομοιοθεσία (γεωμ.) [ελλ. > γαλλ. homothétie > τουρκ.]. hora = κυκλικός χορός [αρχ. ελλ. χορεία > τουρκ.]. hormon = ορμόνη [αντιδ. αρχ. ελλ. ορμώ > γαλλ. hormone > τουρκ., νεοελλ.]. horon = γενική ονομασία ποντιακών χορών [αρχ. ελλ. χορόν, αιτ. του χορός > τουρκ.]. hoyrat = χωριάτης, άξεστος [μεσν. ελλ. > τουρκ., με αντιμετάθεση]. hristiyan = χριστιανός [μετγν. ελλ. > τουρκ.]. huni = χωνί [μεσν. ελλ. χωνίον, υποκορ. του αρχ. ελλ. χώνη > νεοελλ. > τουρκ.].
177
I : ι άφωνο ığrıp = γρίπος, αλιευτικό μέσο [μετγν. ελλ. γρίπος > τουρκ.]. ıklim = βλ. iklim ırgat = εργάτης [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. ırıp = βλ. ığrıp ıskara = βλ. ızgara ıskarmoz = σκαρμός, σκαλμός || είδος ψαριού [αρχ. ελλ. σκαλμός > μεσν. ελλ. σκαρμός > ιταλ. scarmo > τουρκ.]. ıspazmoz = σπασμός [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. ıstakoz = αστακός [μεσν. ελλ. > τουρκ.]. ıstar = ιστός, υφαντικό εργαλείο [μετγν. ελλ. ιστάριον, υποκορ. του αρχ. ελλ. ιστός > τουρκ.]. ıstavroz = βλ. istavroz ızgara = σχάρα [μετγν. ελλ. > τουρκ.]. İ:ι idea = ιδέα [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. ideal = ιδεώδης [αρχ. ελλ. ιδέα > γαλλ. idéal > τουρκ.]. idealist = ιδεαλιστής [ελλ. > γαλλ. idéaliste > τουρκ.]. idealizm = ιδεαλισμός [ελλ. > γαλλ. idéalisme > τουρκ.]. ideolog = ιδεολόγος [ελλ. > γαλλ. idéologue > τουρκ.]. ideoloji = ιδεολογία [ελλ. > γαλλ. idéologie > τουρκ.]. ideolojik = ιδεολογικός [ελλ. > γαλλ. idéologique > τουρκ.]. idil = ειδύλλιο (φιλ.) [μετγν. ελλ. > γαλλ. idylle > τουρκ.]. idiopati = ιδιοπάθεια [μετγν. ελλ. > γαλλ. idiopathie > τουρκ.]. idol = είδωλο [αρχ. ελλ. > λατ. idolum > γαλλ. idole > τουρκ.]. iklim = κλίμα [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. ikon = θρησκευτική εικόνα [αρχ. ελλ. εικών > γαλλ. icône > τουρκ.]. ikonografi = εικονογραφία, μελέτη και ανάλυση των εικόνων [μετγν. ελλ. εικονογραφία > γαλλ. iconographie > τουρκ.]. iksir = ελιξήριο [μετγν. ελλ. ξηρίον (= σκόνη επουλωτική τραυμάτων) > αραβ. > τουρκ. Το νεοελλ. ελιξήριο είναι αντιδ. μέσου ξένου όρου, αγγλ. elixir, γαλλ. élixir]. ilistir = διυλιστήριο, φίλτρο [αρχ. ελλ. διυλίζω > μεσν. ελλ. διυλιστήριον > τουρκ.]. imbat = μπάτης, θαλασσινός αέρας [μετγν. ελλ. εμβάτης > τουρκ. Η ετυμολογία αυτή δεν είναι πιθανή, διότι η λ. εμβάτης σημαίνει είδος υποδήματος και μόνο κυριολεκτικά μπορεί να σημαίνει αυτόν που εισέρχεται κάπου, στην προκειμένη περίπτωση τον άνεμο που κατευθύνεται προς την ξηρά προερχόμενος από τη θάλασσα. Μια άλλη ετυμολογία που συνδέει τη λ. μπάτης με την τουρκ. λ. batı (= δύση) είναι προϊόν προφανώς παρετυμολογίας, διότι δύση και μπάτης τυχαία μόνο σχέση έχουν. Μια τρίτη πιθανότερη πρόταση είναι η σύνδεση της λ. με το ιταλ. vènto d' imbatto (= θαλασσινός άνεμος προς την ξηρά). Κατά συνέπεια το νεοελλ.μπάτης προέρχεται είτε από το τουρκ. imbat ή το ιταλ. imbatto]. incil = Ευαγγέλιο [αρχ. ελλ. ευαγγέλιον > αραβ. > τουρκ.]. inorganik = ανόργανος [μετγν. ελλ. > γαλλ. inorganique > τουρκ.]. ipotek = υποθήκη [αρχ. ελλ. > γαλλ. hypothèque > τουρκ.]. ipotetik = υποθετικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. hypothétique > τουρκ.]. ipotez = βλ. hipotez 178
iridyum = ιρίδιο [ελλ. > γαλλ. iridium > τουρκ.]. iris = ίριδα [αντιδ. αρχ. ελλ. ίρις > γαλλ. iris > τουρκ., νεοελλ.]. ironi = ειρωνεία [αρχ. ελλ. > γαλλ. ironie > τουρκ.]. ironik = ειρωνικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. ironique > τουρκ.]. isfenks = βλ. sfenks isfendan = σφεντάμι, είδος δένδρου [μετγν. ελλ. σφένδαμνος > περσ. > τουρκ.]. iskelet = σκελετός [αρχ. ελλ. > γαλλ. squelette > τουρκ.]. iskete = σκαθί, είδος πουλιού [αρχ. ελλ. σκανθίον > νεοελλ. σκαθί > τουρκ.]. iskolâstik = βλ. skolastik iskorpit = σκορπίδι (ιχθ.) [μετγν. ελλ. σκορπίδιον > τουρκ.]. ispari = σπάρος (ιχθ.) [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. ispati = σπαθί (χαρτοπ.) [μετγν. ελλ. σπαθίον > τουρκ.]. ispinoz = σπίνος [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. istalâgmit = βλ. stalagmit istalâktit = βλ. stalaktit Istanbul = Κωνσταντινούπολη [αρχ. ελλ. εις την πόλιν > τουρκ.]. istavrit = σαυρίδι [μετγν. ελλ. σαυρίδιον > τουρκ.]. istavroz = σταυρός [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. isteri = υστερία [αντιδ. αρχ. ελλ. υστέρα > γαλλ. hystérie > τουρκ., νεοελλ.]. istif = στοίβα [αρχ. ελλ. στοιβή > μετγν. ελλ. στοιβάζω > νεοελλ. στοίβα > τουρκ.]. istiridye = στρείδι [μεσν. ελλ. οστρείδιον > τουρκ.]. istoacılık = βλ. stoacılık istrongilos = σμαρίδα (ιχθ.) [μεσν. ελλ. στρογγυλός > τουρκ.]. iyon = ιόν (φυσ. χημ.) [αντιδ. αρχ. ελλ. > γαλλ. ion > τουρκ., νεοελλ.]. iyot = ιώδιο [αντιδ. αρχ. ελλ. ιώδης, ίον > γαλλ. iode > τουρκ., νεοελλ.]. izmarit = σμαρίδι (ιχθ.) || αποτσίγαρο, γώπα (που είναι και είδος ψαριού) [αρχ. ελλ. σμαρίς > τουρκ.]. izobar = ισοβαρής [αρχ. ελλ. > γαλλ. isobare > τουρκ.]. izohips = ισοϋψής [αρχ. ελλ. > γαλλ. isohypse > τουρκ.]. izomeri = ισομέρεια (χημ.) [ελλ. > γαλλ. isomérie > τουρκ.]. izotop = ισότοπο (φυσ.) [ελλ. > γαλλ. isotope > τουρκ.]. J : ζε παχύ, όπως το αντίστοιχο γαλλικό jant = ζάντα [αντιδ. αρχ. δωρ. καμπά > λατ. gamba, camba > γαλλ. jante > τουρκ., νεοελλ.]. jeodezi = γεωδαισία [αρχ. ελλ. > γαλλ. géodésie > τουρκ.]. jeofizik = γεωφυσική [ελλ. > γαλλ. géophysique > τουρκ.]. jeolog = γεωλόγος [ελλ. > γαλλ. géologue > τουρκ.]. jeoloji = γεωλογία [ελλ. > γαλλ. géologie > τουρκ.]. jeolojik = γεωλογικός [ελλ. > γαλλ. géologique > τουρκ.]. jeomorfoloji = γεωμορφολογία [ελλ. > γαλλ. géomorphologie > τουρκ.]. jeomorfolojik = γεωμορφολογικός [ελλ. > γαλλ. géomorphologique > τουρκ.]. jeotermi = γεωθερμία [ελλ. > γαλλ. géothermie > τουρκ.]. jeotermik = γεωθερμικός [ελλ. > γαλλ. géothermique > τουρκ.]. jimnastik = γυμναστική [αρχ. ελλ. > γαλλ. gymnastique > τουρκ.]. jinekoloji = γυναικολογία [ελλ. > γαλλ. gynécologie > τουρκ.]. jinekolojik = γυναικολογικός [ελλ. > γαλλ. gynécologique > τουρκ.]. 179
K : κε kadastro = κτηματολόγιο [μεσν. ελλ. κατάστιχον > ιταλ. catasto > γαλλ. cadastre > τουρκ.]. kadırga = κάτεργο [μετγν. ελλ. > τουρκ.]. kadmiyum = κάδμιο (χημ.) [αντιδ. μετγν. καδμεία (= είδος ορυκτού) > νεολατ. cadmium > γαλλ. cadmium > νεοελλ., τουρκ.]. kafa = κεφάλι [πιθ. αρχ. ελλ. κεφαλή > αραβ. > τουρκ.]. kaka = κόπρανα, κακό, άσχημο (στη γλώσσα των νηπίων) [αρχ. ελλ. κακόν (πβ. αρχ. ελλ. κάκκη = περιττώματα) > τουρκ.]. kakofoni = κακοφωνία [μετγν. ελλ. > γαλλ. cacophonie > τουρκ.]. kaktüs = κάκτος [αρχ. ελλ. > γαλλ. cactus > τουρκ.]. kalamar = καλαμάρι [μετγν. ελλ. καλαμάριον > τουρκ.]. kalamata = ελιές Καλαμάτας [μεσν. ελλ. Καλαμάτα (= πόλη της Πελοποννήσου) > τουρκ.]. kalay = καλάι, κασσίτερος [αντιδ. μετγν. ελλ. κάλαϊς, αγν. ετύμου > τουρκ. > νεοελλ. καλάι]. kalem = μολύβι, καλάμι [αρχ. ελλ. κάλαμος > μετγν. ελλ. καλάμιον > αραβ. > τουρκ.]. kaleydoskop = καλειδοσκόπιο [ελλ. > γαλλ. kaléidoscope > τουρκ.]. kalıp = καλούπι [αντιδ. αρχ. ελλ. καλόπους > αραβ. > τουρκ. > μεσν. ελλ. καλούπιν > νεοελλ.]. kaligrafi = καλλιγραφία [μετγν. ελλ. > γαλλ. calligraphie > τουρκ.]. kalinos = γουλιανός (ιχθ.) [αρχ. ελλ. γλάνις / γλανίς > νεοελλ. γουλιανός > τουρκ.]. kaliptra = καλύπτρα, το προστατευτικό κάλυμμα στην κορυφή της ρίζας των φυτών [αρχ. ελλ. > γαλλ. calyptre > τουρκ.]. kaloma = καλούμπα [αντιδ. αρχ. ελλ. κάλυμμα ή πιθανότερο μετγν. ελλ. χάλασμα (= χαλάρωμα) > ιταλ. caluma > τουρκ., νεοελλ.]. kaloş = βλ. galoş kama = δίκοπο μαχαίρι [μετγν. ελλ. καμάκιον, υποκορ. του αρχ. ελλ. κάμαξ > νεοελλ. καμάκι > τουρκ. Κατ' άλλη άποψη η λέξη είναι τουρκική]. kamara = καμπίνα πλοίου [αρχ. ελλ. καμάρα, αβέβ. ετύμου > ιταλ. cámera > τουρκ.]. kambur = καμπούρης [αντιδ. αρχ. ελλ. καμπύλος > τουρκ. > νεοελλ. Κατ' άλλη άποψη η λέξη είναι τουρκική]. kameriye = καμάρα, θολωτό στέγαστρο σκεπασμένο με πρασινάδα [αρχ. ελλ. καμάρα, αβέβ. ετύμου > ιταλ. cámera > τουρκ.]. kanaviçe = κανναβάτσο [αντιδ. αρχ. ελλ. κάνναβις > λατ. cannabis > ιταλ. canavaccio > μεσν. ελλ. κανναβάτσον, τουρκ.]. kanca = γάντζος [αντιδ. αρχ. ελλ. γαμψός > βεν. ganzo, ιταλ. gáncio > τουρκ., νεοελλ. Σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας η λέξη είναι ιταλική]. kanepe = καναπές [αντιδ. μετγν. ελλ. κωνωπείον, υποκορ. του αρχ. ελλ. κώνωψ > λατ. conopeum > γαλλ. canapé > νεοελλ. καναπές > τουρκ.]. kangal = σπείρα σύρματος, σωλήνα, σκοινιού κ.λπ. [μετγν. ελλ. κάγχαλος (= κρίκος πόρτας) > νεοελλ. *καγκάλι > τουρκ.]. kangren = γάγγραινα [αρχ. ελλ. > γαλλ. gangrène > τουρκ.]. kanon = κανόνας (μουσ.) [αρχ. ελλ. κανών > γαλλ. canon > τουρκ.]. kantaron = κενταύριο, είδος φυτού [αρχ. ελλ. κενταύρ(ε)ιον > τουρκ.]. 180
kanun = κανόνας || κανονάκι (μουσ.) [αρχ. ελλ. κανών > αραβ. > τουρκ.]. kanuni = κανονικός, νομικός [αρχ. ελλ. κανών > αραβ. > τουρκ.]. kaos = χάος [αρχ. ελλ. > γαλλ. chaos > τουρκ.]. kapari = κάππαρη [αρχ. ελλ. κάππαρις > τουρκ.]. karakoncolos = καλικάντζαρος [αβέβ. ετύμου, πιθ. μετγν. ελλ. καλίγιον (= υπόδημα) > καλίκι + άντζα (= κνήμη) > νεοελλ. καλικάντζαρος > τουρκ. Σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας είναι ελληνική η λέξη]. karakter = χαρακτήρας [αρχ. ελλ. χαρακτήρ > γαλλ. caractère > τουρκ.]. karakteristik = χαρακτηριστικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. caractéristique > τουρκ.]. karakteroloji = χαρακτηρολογία [ελλ. > γαλλ. caractérologie > τουρκ.]. karanfil = γαρύφαλλο [αντιδ. μετγν. ελλ. καρυόφυλλον > βεν. garofolo > μεσν. ελλ. γαρύφαλλον > αραβ. > τουρκ.]. karavide, kerevides, kerevit = καραβίδα [μετγν. ελλ. καραβίς > τουρκ.]. kardiyak = καρδιακός [μετγν. ελλ. > γαλλ. cardiaque > τουρκ.]. kardiyograf = καρδιογράφος [ελλ. > γαλλ. cardiographe > τουρκ.]. kardiyografi = καρδιογραφία [ελλ. > γαλλ. cardiographie > τουρκ.]. kardiyogram = καρδιογράφημα [ελλ. > γαλλ. cardiogramme > τουρκ.]. kardiyolog = καρδιολόγος [ελλ. > γαλλ. cardiologue > τουρκ.]. kardiyoloji = καρδιολογία [ελλ. > γαλλ. cardiologie > τουρκ.]. kardiyolojik = καρδιολογικός [ελλ. > γαλλ. cardiologique > τουρκ.]. kardiyopati = καρδιοπάθεια [ελλ. > γαλλ. cardiopathie > τουρκ.]. kardiyoskleroz = καρδιοσκλήρυνση [ελλ. > γαλλ. cardiosclérose > τουρκ.]. kardiyoskop = καρδιοσκόπιο [ελλ. > γαλλ. cardioscope > τουρκ.]. kardiyoskopi = καρδιοσκοπία [ελλ. > γαλλ. cardioscopie > τουρκ.]. karfiçe = καρφίτσα [αρχ. ελλ. κάρφος > μετγν. ελλ. καρφίον > νεοελλ. καρφίτσα > τουρκ.]. karides = γαρίδα [αρχ. ελλ. καρίς > τουρκ.]. karizma = χάρισμα [μετγν. ελλ. > γαλλ. charisme > τουρκ.]. karizmatik = χαρισματικός [ελλ. > γαλλ. charismatique > τουρκ.]. karnabahar = κουνουπίδι [πιθ. αρχ. ελλ. κράμβη + περσ. behar (= άνοιξη) > τουρκ. Σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας η λέξη είναι σύνθετη, ελληνική και περσική]. karnabit = κουνουπίδι [πιθ. αρχ. ελλ. κράμβη + περσ. behar (= άνοιξη) > αραβ. karnabid > τουρκ., οπότε το νεοελληνικό καρναμπίτι είναι εν μέρει αντιδάνειο]. kart = κάρτα [αντιδ. αρχ. ελλ. χάρτης > ιταλ. carta, γαλλ. carte > τουρκ., νεοελλ.]. kartograf = χαρτογράφος [μετγν. ελλ. > γαλλ. cartographe > τουρκ.]. kartografi = χαρτογραφία [ελλ. > γαλλ. cartographie > τουρκ.]. kartografik = χαρτογραφικός [ελλ. > γαλλ. cartographique > τουρκ.]. karton = χαρτόνι [αντιδ. αρχ. ελλ. χάρτης > ιταλ. cartone, γαλλ. carton > τουρκ., νεοελλ.]. kaşeksi = καχεξία [αρχ. ελλ. > γαλλ. cachexie > τουρκ.]. katabolizma = καταβολισμός [ελλ. > catabolisme > τουρκ.]. katafot = αντιφέγγισμα [αρχ. ελλ. κατά + φως > γαλλ. cataphote > τουρκ.]. katakofti = είδος ρυθμού στην κλασική τουρκική μουσική [νεοελλ. κατά + κοφτός > τουρκ.]. katakomp = κατακόμβη [αντιδ. μετγν. ελλ. κατακούμβαι > γαλλ. catacombe > τουρκ., νεοελλ.]. 181
katalepsi = καταληψία [ελλ. > γαλλ. catalepsie > τουρκ.]. katalitik = καταλυτικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. catalytique > τουρκ.]. kataliz = κατάλυση (χημ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. catalyse > τουρκ.]. katalog = κατάλογος [αρχ. ελλ. > γαλλ. catalogue > τουρκ.]. katarakt = καταρράκτης [αρχ. ελλ. > γαλλ. cataracte > τουρκ.]. katavaşya = η κατάβαση των αποδημητικών ψαριών από τον Ε. Πόντο στη Μεσόγειο, αντίθ. του anavaşya, βλ. λέξη [αρχ. ελλ. κατάβασις > μεσν. ελλ. καταβάσιον > τουρκ.]. katedral = καθεδρικός [αρχ. ελλ. καθέδρα + γαλλ. -al > γαλλ. cathédrale > τουρκ.]. kategori = κατηγορία [αρχ. ελλ. > γαλλ. catégorie > τουρκ.]. kategorik = κατηγορηματικός [ελλ. > γαλλ. catégorique > τουρκ.]. katolik = καθολικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. catholique > τουρκ.]. katot = κάθοδος (αρνητικό ηλεκτρόδιο) [αρχ. ελλ. > γαλλ. cathode > τουρκ.]. katyon = κατιόν [αρχ. ελλ. > γαλλ. cation > τουρκ.]. kavanoz = γαβάθα [μετγν. ελλ. γάβαθον, σημιτικό δάνειο > μεσν. ελλ. *γαβάθα, από το υποκορ. γαβάθιν > τουρκ. Σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας είναι ελληνική η λέξη]. kavkı = καυκί, καύκαλο [μετγν. ελλ. καύκος > μετγν. ελλ. καυκίον > τουρκ.]. kefal = κέφαλος (ιχθ.) [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. kemer = κεμέρι, δερμάτινο ζωνάρι || καμάρα [αρχ. ελλ. καμάρα, αβέβ. ετύμου > περσ. > τουρκ.]. kemere = δοκάρι στο κατάστρωμα του πλοίου [μετγν. ελλ. καμάριον, υποκορ. του αρχ. ελλ. καμάρα, αβέβ. ετύμου > μεσν. ελλ. καμάριν > τουρκ.]. kemoterapi = χημειοθεραπεία [ελλ. > γαλλ. chimiothérapie > τουρκ.]. kenevir = κάνναβη, καννάβι [αρχ. ελλ. κάνναβις, αβέβ. ετύμου > νεοελλ. καννάβι > τουρκ.]. kepbastı = είδος μεγάλου διπλού αλιευτικού διχτυού [νεοελλ. σκεπαστή > τουρκ.]. kerata = κερατάς [μεσν. ελλ. κέρατον > τουρκ.]. kerevet = κρεβάτι, ντιβάνι [μετγν. ελλ. κραβάτιον, υποκορ. του κράβατος, αβέβ. ετύμου > μεσν. ελλ. κρεβάτιον > τουρκ.]. kerevides, kerevit, karavide = καραβίδα [μετγν. ελλ. καραβίς > τουρκ.]. kerkenez = κιρκινέζι, αρπακτικό πουλί [πιθ. αρχ. ελλ. κίρκος > τουρκ. > νεοελλ., οπότε είναι αντιδάνειο]. kestane = κάστανο [μετγν. ελλ. > τουρκ.]. ketenpere (argo) = απάτη, αισχροκέρδεια [αρχ. ελλ. κατά + πέρας > τουρκ.]. keylûs = βλ. kilüs keymus = βλ. kimüs kılıf = θήκη, κυρίως μαχαιριού [αρχ. ελλ. κελύφιον, υποκορ. του κέλυφος > αραβ. > τουρκ.]. kırat = καράτι [αντιδ. αρχ. ελλ. κεράτιον > λατ. carratus > αγγλ. carrat > τουρκ., νεοελλ.]. kırtasiye = χαρτικά είδη [αρχ. ελλ. χάρτης + αραβ. -siyye > τουρκ.]. kibernetik = κυβερνητική [ελλ. > τουρκ.]. kiklotron = κύκλοτρο [ελλ. > τουρκ.]. kilise = εκκλησία [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. kilit = κλειδί [αρχ. ελλ. κλειδίον > περσ. > τουρκ.]. kilo = κιλό [αντιδ. ελλ. χιλιόγραμμο > γαλλ. kilo-gramme > τουρκ., νεοελλ.]. kilogram = χιλιόγραμμο [ελλ. χιλιόγραμμο > γαλλ. kilogramme > τουρκ.]. 182
kilometre = χιλιόμετρο [ελλ. > γαλλ. kilomètre > τουρκ.]. kilüs = χυλός (ανατ.) [αρχ. ελλ. > αραβ. > τουρκ.]. kimyon = κύμινο [αρχ. ελλ. κύμινον, σημιτικό δάνειο > τουρκ.]. kimüs = χυμός (ανατ.) [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. kinematik = κινηματική [ελλ. > γαλλ. cinématique > τουρκ.]. kinetik = κινητική [αρχ. ελλ. > γαλλ. cinétique > τουρκ.]. kinik = κυνικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. cynique > τουρκ.]. kinizm, sinizm = κυνισμός [μετγν. ελλ. > γαλλ. cynisme > τουρκ.]. kiraz = κεράσι [μετγν. ελλ. κεράσιον > τουρκ.]. kiremit = κεραμίδι [μετγν. ελλ. κεραμίδιον > τουρκ.]. kirizma, kirizme = βαθύ σκάψιμο, "γύρισμα" [μεσν. ελλ. γύρισμα > τουρκ.]. kist = κύστη [αρχ. ελλ. κύστις > γαλλ. kyste > τουρκ.]. kitara = βλ. gitar kiyanus = κυάνιο [ελλ. > τουρκ.]. kleptoman = κλεπτομανής [νεοελλ. > γαλλ. kleptomane > τουρκ.]. kleptomani = κλεπτομανία [νεοελλ. > γαλλ. kleptomanie > τουρκ.]. klima = κλιματιστικό μηχάνημα [αρχ. ελλ. κλίμα > γαλλ. climat (= κλίμα) > τουρκ.]. klimatoloji = κλιματολογία [ελλ. > γαλλ. climatologie > τουρκ.]. klimatolojik = κλιματολογικός [ελλ. > γαλλ. climatologique > τουρκ.]. klinik = κλινική (ουσ.), κλινικός (επιθ.) [αντιδ. μετγν. ελλ. κλινικός > γαλλ. clinique > τουρκ., νεοελλ.]. klitoris = κλειτορίδα [μετγν. ελλ. κλειτορίς > γαλλ. clitoris > τουρκ.]. klor = χλώριο [αντιδ. αρχ. ελλ. χλωρός > γαλλ. chlore > νεοελλ., τουρκ.]. klorofil = χλωροφύλλη [ελλ. > γαλλ. chlorophylle > τουρκ.]. kloroform = χλωροφόρμιο [αρχ. ελλ. χλωρός + γαλλ. -forme > γαλλ. chloroforme > τουρκ.]. kloroplâst = βλ. kloroplast kloroplast = χλωροπλάστης [ελλ. > γαλλ. chloroplaste > τουρκ.]. kloroz = χλώρωση [ελλ. > γαλλ. chlorose > τουρκ.]. koçan = κοτσάνι [αρχ. ελλ. κόπτω > *κοψάνιον, υποκορ. του *κόψανον > νεοελλ. κοτσάνι > τουρκ. Κατ' άλλη άποψη η λέξη είναι σλαβικής αρχής]. kof = κούφιος [αρχ. ελλ. κούφος (= κενός) > μεσν. ελλ. κούφιος > τουρκ.]. kola = κόλλα [αρχ. ελλ. κόλλα > ιταλ. colla > τουρκ.]. koledok = χοληδόχος [μετγ. ελλ. > γαλλ. cholédoque > τουρκ.]. kolera = χολέρα [αρχ. ελλ. χολή + -έρα > γαλλ. choléra > τουρκ.]. kolesterol = χοληστερόλη [ελλ. > γαλλ. cholestérol > τουρκ.]. kolik = κωλικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. colique > τουρκ.]. kolon = κόλον, τμήμα του παχέος εντέρου [αρχ. ελλ. κόλον, αγν. ετύμου > γαλλ. côlon > τουρκ.]. kolyoz = κολοιός [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. koma = κώμα [αρχ. ελλ. κώμα > γαλλ. coma > τουρκ.] || πυθαγόρειο κόμμα (μουσ.) [αρχ. ελλ. κόμμα > τουρκ.]. komedi, komedya = κωμωδία [αρχ. ελλ. > γαλλ. comédie, ιταλ. comédia > τουρκ.]. komik = κωμικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. comique > τουρκ.]. koni = κώνος [αρχ. ελλ. > γαλλ. cône > τουρκ.]. konik = κωνικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. conique > τουρκ.]. kopanaki = εργαλείο κεντήματος [νεοελλ. > τουρκ.]. 183
koral = χορικό εκκλησιαστικό άσμα [αρχ. ελλ. χορός + γαλλ. -al > γαλλ. choral > τουρκ.]. koregraf = χορογράφος [ελλ. > γαλλ. chorégraphe > τουρκ.]. koregrafi = χορογραφία [ελλ. > γαλλ. chorégraphie > τουρκ.]. koro = χορωδία [αρχ. ελλ. χορός > ιταλ. coro > τουρκ.]. kosmos = βλ. kozmos kostik = καυστικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. caustique > τουρκ.]. kozmetik = κοσμητικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. cosmétique > τουρκ.]. kozmik = κοσμικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. cosmique > τουρκ.]. kozmogoni = κοσμογονία [μετγν. ελλ. > γαλλ. cosmogonie > τουρκ.]. kozmogonik = κοσμογονικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. cosmogonique > τουρκ.]. kozmografya = κοσμογραφία [αρχ. ελλ. > γαλλ. cosmographie > τουρκ.]. kozmoloji = κοσμολογία [ελλ. > γαλλ. cosmologie > τουρκ.]. kozmolojik = κοσμολογικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. cosmologique > τουρκ.]. kozmonot = κοσμοναύτης [ελλ. > γαλλ. cosmonaute > τουρκ.]. kozmopolit = κοσμοπολίτης [μετγν. ελλ. > γαλλ. cosmopolite > τουρκ.]. kozmos = κόσμος, σύμπαν [αρχ. ελλ. > γαλλ. cosmos > τουρκ.]. köknar = κουκουναριά [νεοελλ. > τουρκ.]. körfez = κόλπος (γεωγ.) [αρχ. ελλ. κόλπος > μετγν. ελλ. κόλφος > μεσν. ελλ. κόρφος > τουρκ.]. krater = κρατήρας [αρχ. ελλ. κρατήρ > γαλλ. cratère > τουρκ.]. kriko = ανυψωτήρας, γρύλλος [αρχ. ελλ. κρίκος > ιταλ. cricco > τουρκ.]. kripton = κρυπτόν (χημ.) [αντιδ. αρχ. ελλ. κρυπτόν > γαλλ. krypton > νεοελλ., τουρκ.]. kristal = κρύσταλλο [αρχ. ελλ. κρύσταλλος > γαλλ. cristal > τουρκ.]. kristaloit = κρυσταλλοειδής [μετγν. ελλ > γαλλ. cristalloïde > τουρκ.]. kriter = κριτήριο [αρχ. ελλ > γαλλ. critère > τουρκ.]. kritik = κριτική, κριτικός, κρίσιμος [αρχ. ελλ > γαλλ. critique > τουρκ.]. kritisizm = κριτικισμός [ελλ > γαλλ. criticisme > τουρκ.]. kriyoskopi = κρυοσκοπία [ελλ > γαλλ. cryoscopie > τουρκ.]. kriz = κρίση [αρχ. ελλ > γαλλ. crise > τουρκ.]. krizalit = χρυσαλλίδα [αρχ. ελλ > γαλλ. chrysalide > τουρκ.]. krizantem = χρυσάνθεμο [μετγν. ελλ > γαλλ. chrysanthème > τουρκ.]. krokodil = κροκόδειλος [αρχ. ελλ. > γαλλ. crocodile > τουρκ.]. krom = χρώμιο (χημ.) [αντιδ. αρχ. ελλ. χρώμα > γαλλ. chrome > νεοελλ., τουρκ.]. kromatik = χρωματικός [μετγν. ελλ > γαλλ. chromatique > τουρκ.]. kromoplâst = βλ. kromoplast kromoplast = χρωμοπλάστης [ελλ > γαλλ. chromoplaste > τουρκ.]. kromosfer = χρωμόσφαιρα [ελλ > γαλλ. chromosphère > τουρκ.]. kromozom = χρωμόσωμα [ελλ > γαλλ. chromosome > τουρκ.]. kronaksi = χροναξία [ελλ > γαλλ. chronaxie > τουρκ.]. kronik = χρονικό, χρόνιο [μετγν. ελλ. χρονικός > γαλλ. chronique > τουρκ.]. kronograf = χρονογράφος [μετγν. ελλ. > γαλλ. choronographe > τουρκ.]. kronoloji = χρονολογία [μετγν. ελλ. > γαλλ. chronologie > τουρκ.]. kronolojik = χρονολογικός [νεοελλ. > γαλλ. chronologique > τουρκ.]. kronometre = χρονόμετρο [ελλ. > γαλλ. chronomètre > τουρκ.]. ksenofobi = ξενοφοβία [ελλ. > γαλλ. xénophobie > τουρκ.]. ksenon = ξένον (χημ.) [αντιδ. αρχ. ελλ. ξένος > γαλλ. xénon > νεοελλ., τουρκ.]. 184
ksilofon = ξυλόφωνο [ελλ. > γαλλ. xylophone > τουρκ.]. kuka = κουβάρι κλωστής || ρίζα ινδοκάρυδου [αρχ. ελλ. κόκκος > τουρκ.]. kukumav (kuşu) = κουκουβάγια [μεσν. ελλ. κουκουβάγια, κουκουβάια, από τη φωνή κουκουβάου > τουρκ.]. kulübe = καλύβα [αρχ. ελλ. καλύβη > περσ. > τουρκ.]. kundak = το ξύλινο τμήμα των τουφεκιών [αρχ. ελλ. κοντός (= κοντάρι) > μεσν. ελλ. κοντάκιον, υποκορ. του αρχ. ελλ. κόνταξ > τουρκ.]. kundura = κουντούρα, παπούτσια πρόχειρα [κοντή ουρά > μεσν. ελλ. κόντουρος > κούντουρος > τουρκ. Κατ' άλλη άποψη η λέξη είναι τουρκική. Σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας η λέξη είναι ελληνική]. kup = κοπή ενδύματος, σχήμα προερχόμενο από κοπή [αρχ. ελλ. κόλαφος > γαλλ. coupe > τουρκ.]. kurna = γούρνα [μεσν. ελλ. γρώνη > γούρνα > τουρκ.]. kutu = κουτί [αρχ. ελλ. κύτος > *κυτίον > μεσν. ελλ. κουτί > τουρκ.]. küb = βλ. küp kübik = κυβικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. cubique > τουρκ.]. kübizm = κυβισμός [μετγν. ελλ. > γαλλ. cubisme > τουρκ.]. küfe = κοφίνι [αρχ. ελλ. κόφινος > νεοελλ. κούφα, κόφα > τουρκ.]. külüstür = παλιό, ερειπωμένο, εγκαταλελειμμένο [μετγν. ελλ. κυλίστρα (= χώρος όπου κυλιούνται τα ζώα) > τουρκ. Σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας η λέξη είναι ελληνική]. küme = σωρός, σύνολο, ομάδα [αρχ. ελλ. κυώ (= φουσκώνω, πβ. κύηση) >αρχ. ελλ. κύμα > αραβ. > τουρκ.]. kümes = ορνιθώνας, κοτέτσι [μετγν. ελλ. κουμάσιον > τουρκ.]. küp = κύβος [αρχ. ελλ. > γαλλ. cube > τουρκ.]. küpeşte = κουπαστή [μετγν. ελλ. έγκωπον (= τα πλάγια μέρη του πλοίου) > *εγκωπαστή > νεοελλ. κουπαστή > τουρκ.]. L : λε labada = λάπαθο (βοτ.) [αρχ. ελλ. λάπαθον > νεοελλ. λάπατο > τουρκ.]. lâbirent = βλ. labirent labirent = λαβύρινθος [αρχ. ελλ. > γαλλ. labyrinthe > τουρκ.]. lâhana = βλ. lahana lahana = λάχανο [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. laik = λαϊκός, αυτός που δεν σχετίζεται με τον κλήρο [μετγν. ελλ. > γαλλ. laïque > τουρκ.]. laisizm = λαϊκισμός [νεοελλ. > γαλλ. laïcisme > τουρκ.]. lâkonik = βλ. lakonik lakonik = λακωνικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. laconique > τουρκ.]. lalanga = λαλαγγίτα, είδος τηγανίτας [μετγν. ελλ. λαλάγγη > τουρκ.]. lâmba = βλ. lamba lamba = λάμπα [αντιδ. αρχ. ελλ. λαμπάς > ιταλ. lampa > νεοελλ. λάμπα > τουρκ.]. lantan = λανθάνιο (χημ.) [αρχ. ελλ. λανθάνω > λατ. lanthanum > γαλλ. lanthane > τουρκ.]. lapina = λαπίνα (ιχθ.) [μεσν. ελλ. λαπίνα > τουρκ.]. larenjit = λαρυγγίτιδα [ελλ. > γαλλ. laryngite > τουρκ.]. lâstik = βλ. lastik lastik = λάστιχο [αντιδ. μετγν. ελλ. ελαστός > ιταλ. elastico, γαλλ. élastique > 185
τουρκ., νεοελλ.]. laterna = λατέρνα [αντιδ. αρχ. ελλ. λαμπτήρ > λατ. la(n)terna (= λυχνάρι) > ιταλ. lanterna > τουρκ., νεοελλ.]. leğen = λεκάνη [αρχ. ελλ. λεκάνη, αβέβ. ετύμου > αραβ. > περσ. > τουρκ.]. leksikografi = λεξικογραφία [ελλ. > γαλλ. lexicographie > τουρκ.]. leksikoloji = λεξικολογία [ελλ. > γαλλ. lexicologie > τουρκ.]. lenger = άγκυρα || μεγάλο χάλκινο δοχείο [αρχ. ελλ. άγκυρα > περσ. > τουρκ.]. leopar = λεοπάρδαλη [αντιδ. αρχ. ελλ. πάρδαλις, αβέβ. ετύμου> λατ. leopardus > μετγν. ελλ. λεόπαρδος > γαλλ. léopard > τουρκ., νεοελλ.]. lepra = λέπρα [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. letarji = λήθαργος [αρχ. ελλ. > γαλλ. léthargie > τουρκ.]. levrek = λαβράκι [μετγν. ελλ. λαβράκιον > τουρκ.]. lezbiyen = λεσβία [αρχ. ελλ. > γαλλ. lesbien > τουρκ.]. liken = λύκος (ιατρ.) [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. likorinoz = λικουρίνι (ιχθ.) [αρχ. ελλ. *λευκορ-ρίνιον > τουρκ.]. liman = λιμάνι [αντιδ. αρχ. ελλ. λιμήν > μετγν. ελλ. λιμένιον > τουρκ. liman > νεοελλ. λιμάνι]. lipari = το σκουμπρί μετά τον τσίρο, την περίοδο δηλ. που είναι παχύ [αρχ. ελλ. λιπαρός > τουρκ.]. lipit = λιπίδιο [ελλ. > γαλλ. lipide > τουρκ.]. lipsos = είδος σκορπιού (ιχθ.) [μεσν. ελλ. λειψός > τουρκ.]. lir = λύρα [αρχ. ελλ. > γαλλ. lyre > τουρκ.]. lirik = λυρικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. lyrique > τουρκ.]. lirizm = λυρισμός [μετγν. ελλ. > γαλλ. lyrisme > τουρκ.]. lise = λύκειο [αρχ. ελλ. > γαλλ. lycée > τουρκ.]. litoloji = λιθολογία [ελλ. > γαλλ. lithologie > τουρκ.]. litosfer = λιθόσφαιρα [ελλ. > γαλλ. lithosphère > τουρκ.]. litre = λίτρο [μετγν. ελλ. > τουρκ.]. liturya = λειτουργία (θρησκ.) [μετγν. ελλ. > τουρκ.]. lityum = λίθιο (χημ.) [αρχ. ελλ. λίθος > γαλλ. lithium > τουρκ.]. lodos = νότιος ή ΝΔ άνεμος || είδος ψαριού [αρχ. ελλ. νότος > τουρκ., με παραφθορά της λέξης]. logaritma = λογάριθμος [ελλ. > γαλλ. logarithme > τουρκ.]. logaritmik = λογαριθμικός [νεοελλ. > γαλλ. logarithmique > τουρκ.]. logistik = βλ. lojistik logos = λόγος, γλώσσα [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. loğusa = βλ. lohusa lohusa = λεχώνα, λεχούσα [μεσν. ελλ. > τουρκ.]. lojik = λογική (ουσ.), λογικός (επίθ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. logique > τουρκ.]. lojistik = λογισμός [αρχ. ελλ. > γαλλ. logistique > τουρκ.]. lokosit, lökosit = λευκοκύτταρο [ελλ. > γαλλ. leucocyte > τουρκ.]. lomboz = φινιστρίνι [αρχ. ελλ. ρόμβος > τουρκ.]. longoz = απότομο βάθος σε ποτάμι ή θάλασσα [μεσν. ελλ. λόγγη (= τάφρος) > λόγγος > τουρκ. Κατ' άλλη άποψη το λόγγος προέρχεται από το σλαβ. longû]. lop = λοβός || μαλακό κομμάτι, π.χ. κρέας [αρχ. ελλ. λοβός > γαλλ. lobe > τουρκ.]. lökoplâst = βλ. lökoplast lökoplast = λευκοπλάστης (βοτ.) [ελλ. > γαλλ. leucoplaste > τουρκ.]. lökosit, lokosit = λευκοκύτταρο [ελλ. > γαλλ. leucocyte > τουρκ.]. 186
lösemi = λευχαιμία [ελλ. > γαλλ. leucémie > τουρκ.]. lüfer = γουφάρι, είδος ψαριού [μεσν. ελλ. γομφάριον, υποκορ. του αρχ. ελλ. γόμφος > τουρκ.]. M : με madalya = μετάλλιο [αρχ. ελλ. μέταλλον > νεοελλ. μετάλλιο > ιταλ. medaglia > τουρκ.]. madara = κακός, άσχημος [αρχ. ελλ. μαδαρός (= φαλακρός, άδεντρος) > μεσν. ελλ. μαδάρα > περσ. > τουρκ.]. madrabaz = χονδρέμπορος, μεταπράτης [μετγν. ελλ. μεταπράτης > περσ. > τουρκ.]. magma = μάγμα [αρχ. ελλ. μάσσω > μετγν. ελλ. μάγμα > γαλλ. magma > τουρκ.]. magri = βλ. mıgri makine = μηχανή [αρχ. ελλ. > λατ. machina > ιταλ. macchina > τουρκ.]. makinist = μηχανικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. machiniste > τουρκ.]. makroekonomi = μακροοικονομία [ελλ. > γαλλ. macroéconomie > τουρκ.]. makroekonomik = μακροοικονομικός [ελλ. > γαλλ. macroéconomique > τουρκ.]. malakit = μαλαχίτης [αντιδ. αρχ. ελλ. μαλάχη > γαλλ. malacihte > τουρκ., νεοελλ.]. malama = άχυρα ανάμικτα με σιτηρά [αρχ. ελλ. μάλαγμα > μεσν. ελλ. μάλαμα > τουρκ.]. malgama = αμάλγαμα [αντιδ. αρχ. ελλ. μαλάσσω > μετγν. ελλ. μάλαγμα > λατ. amalgama > τουρκ., νεοελλ.]. malihülya = μελαγχολία [αρχ. ελλ. > αραβ. > τουρκ.]. manastır = μοναστήρι [μετγν. ελλ. μοναστήριον > τουρκ.]. mancınık = καταπέλτης || ροδάνι [αρχ. ελλ. μάγγανον > αραβ. > τουρκ.]. mandal = μάνταλο [μετγν. ελλ. μάνδαλος > αραβ. > τουρκ.]. mandar = καρούλι πλοίου [μεσν. ελλ. ιμαντάριον, υποκορ. του αρχ. ελλ. ιμάς > νεοελλ. μαντάρι (= σκοινί πλοίου) > τουρκ.]. mandepsi (argo) = παγίδα, απάτη [νεοελλ. μάντεψε, προστακτ. του μαντεύω > τουρκ.]. mandıra = μάντρα [αρχ. ελλ. μάνδρα > τουρκ.]. mani = μανία [αρχ. ελλ. > γαλλ. manie > τουρκ.]. manometre = μανόμετρο [αρχ. ελλ. μανός + μέτρον > γαλλ. manomètre > τουρκ.]. mantar = μανιτάρι || φελλός [μετγν. ελλ. αμανιτάριον, υποκορ. του αμανίτης > μεσν. ελλ. μανιτάρι > τουρκ.]. manya = βλ. mani manyak = μανιακός [μετγν. ελλ. > γαλλ. maniaque > τουρκ.]. manyetik = μαγνητικός [νεοελλ. > γαλλ. magnétique > τουρκ.]. manyetizma = μαγνητισμός [ελλ. > γαλλ. magnétisme > τουρκ.]. margarin = μαργαρίνη [αντιδ. μετγν. ελλ. μάργαρον > γαλλ. margarine > τουρκ., νεοελλ.]. martaloz, martolos = αρματολός [νεοελλ. > παλαιότ. τουρκ.]. marul = μαρούλι [πιθ. *αμαρούλιον, υποκορ. του λατ. *amarulla (lactuca) > μετγν. ελλ. μαρούλιον > τουρκ.]. marya = προβατίνα, θηλυκό ζώο [νεοελλ. Μαρία > τουρκ., με παραφθορά της λέξης, όπως φαίνεται από κείμενα της τουρκοκρατίας]. masarika = η μεμβράνη που περιβάλλει τα έντερα [μετγν. ελλ. μεσάραιον > τουρκ.]. mastika = μαστίχα [μετγν. ελλ. μαστίχη > τουρκ.]. 187
masura = μασούρι [όψιμο μεσν. ελλ. μασούριον > τουρκ. Σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας η λέξη είναι ελληνική. Κατ' άλλη άποψη το μασούριον είναι υποκορ. του τουρκ. masura]. matematik = μαθηματικά [αρχ. ελλ. > γαλλ. mathématique > τουρκ.]. matiz = ματίζω, δένω [μετγν. ελλ. αμματίζω > νεοελλ. ματίζω > τουρκ.] || μέθυσος (αργκό) [αρχ. ελλ. μέθυσος > τουρκ.]. maydanoz = μαϊντανός [αντιδ. μεσν. ελλ. μακεδονήσι > τουρκ. maydanoz > νεοελλ. μαϊντανός]. maymun = μαϊμού [πιθ. αρχ. ελλ. μιμώ > αραβ. > τουρκ. > μεσν. ελλ. μαϊμού, οπότε είναι αντιδάνειο. Κατ' άλλη άποψη τουρκ. > νεοελλ. Σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας η λέξη είναι αραβική]. mazgal = πολεμίστρα [αρχ. ελλ. μασχάλη > τουρκ.]. medüz = μέδουσα [αρχ. ελλ. > γαλλ. méduse > τουρκ.]. mega = πολύ μεγάλο [αρχ. ελλ. μέγα, ουδέτερο του μέγας > τουρκ.]. megafon = μεγάφωνο [αντιδ. μεσν. ελλ. μεγάφωνος > γαλλ. mégaphone > τουρκ., νεοελλ.]. megalomani = μεγαλομανία [ελλ. > γαλλ. mégalomanie > τουρκ.]. mekanik = μηχανική, μηχανικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. méchanique > τουρκ.]. mekanism = βλ. mekanizm mekanizm = μηχανοκρατία [ελλ. > γαλλ. mécanisme > τουρκ.]. mekanizma = μηχανισμός [ελλ. > ιταλ. mechanisma > τουρκ.]. melânkoli = μελαγχολία [αρχ. ελλ. > γαλλ. mélancolie > τουρκ.]. melanurya = μελανούρι [αρχ. ελλ. μελάνουρος > μεσν. ελλ. μελανούρι > τουρκ.]. melisa = μέλισσα (φυτ.) [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. melodi = μελωδία [αρχ. ελλ. > γαλλ. mélodie > τουρκ.]. melodram = μελόδραμα [ελλ. > γαλλ. mélodrame > τουρκ.]. menderes = μαίανδρος [αρχ. ελλ. Μαίανδρος (= όνομα ποταμού της Μ. Ασίας) > τουρκ.]. mendirek = κυματοθραύστης [νεοελλ. μαντράκι, υποκορ. του μεσν. ελλ. μάντρα > τουρκ.]. menenjit = μηνιγγίτιδα [ελλ. > γαλλ. méningite > τουρκ.]. mengene = μέγγενη [αντιδ. αρχ. ελλ. μάγγανον > τουρκ. mengene > νεοελλ. μέγγενη. Συνήθης η μετατροπή του φθόγγου / a / σε / e / στα ελλ. δάνεια της τουρκ. π.χ. λαβράκι > levrek, μάρμαρο > mermer, σαμάρι > semer]. menisküs, menüsküs = μηνίσκος [αρχ. ελλ. > λατ. meniscus > τουρκ.]. menopoz = εμμηνόπαυση [ελλ. > γαλλ. ménopause > τουρκ.]. mera = βοσκοτόπι [αρχ. ελλ. μείρομαι (= μοιράζω) > αρχ. ελλ. μέρος > αραβ. > τουρκ.]. mermer = μάρμαρο [μετγν. ελλ. > αραβ. mermer > τουρκ.]. mersin = μυρσίνη [αρχ. ελλ. μύρτος > μύρσινος > μυρσίνη > τουρκ.]. mestur = μυστικός, μυστήριος [αρχ. ελλ. μυστήριον > αραβ. > τουρκ.]. metabolizma = μεταβολισμός [ελλ. > γαλλ. métabolisme > τουρκ.]. metafizik = μεταφυσική [μετγν. ελλ. > γαλλ. métaphysique > τουρκ.]. metafor = μεταφορά (φιλ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. métaphore > τουρκ.]. metal = μέταλλο [αρχ. ελλ. > γαλλ. métal > τουρκ.]. metalografi = μεταλλογραφία [ελλ. > γαλλ. métallographie > τουρκ.]. metamorfoz = μεταμόρφωση [μετγν. ελλ. > γαλλ. métamorphose > τουρκ.]. metapsişik = μεταψυχική [ελλ. > γαλλ. métapsychique > τουρκ.]. 188
metatez = μετάθεση συμφώνου (γλωσ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. métathèse > τουρκ.]. metazori = με το ζόρι, δια της βίας [νεοελλ. με το + τουρκ. zor > τουρκ.]. metelik = μεταλλίκι [αντιδ. αρχ. ελλ. μεταλλικόν > γαλλ. métalique > τουρκ., νεοελλ.]. meteor = μετέωρο [αρχ. ελλ. > γαλλ. météore > τουρκ.]. meteorolog = μετεωρολόγος [αρχ. ελλ. > γαλλ. météorologue > τουρκ.]. meteoroloji = μετεωρολογία [αρχ. ελλ. > γαλλ. météorologie > τουρκ.]. meteorolojik = μετεωρολογικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. météorologique > τουρκ.]. metodoloji = μεθοδολογία [ελλ. > γαλλ. méthodologie > τουρκ.]. metot = μέθοδος [αρχ. ελλ. > γαλλ. méthode > τουρκ.]. metre = μέτρο [αρχ. ελλ. > γαλλ. mètre > τουρκ.]. metrik = μετρικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. métrique > τουρκ.]. metronom = μετρονόμος [αρχ. ελλ. > γαλλ. métronome > τουρκ.]. metropol = μητρόπολη, μεγαλούπολη [αρχ. ελλ. > γαλλ. métropole > τουρκ.]. metropolit = μητροπολίτης [μετγν. ελλ. > τουρκ.]. metropoliten = μητροπολιτικός [μετγν. ελλ. μητρόπολις + γαλλ. -tain > γαλλ. métropolitain > τουρκ.]. mıgri = μουγγρί (ιχθ.) [μετγν. ελλ. γογγρίον, υποκορ. του αρχ. ελλ. γόγγρος, με παρετυμολ. επίδραση του μουγκρίζω > μεσν. ελλ. μουγγρίν > τουρκ.]. mıhladız = μαγνήτης (λαϊκ.), βλ. mıknatıs mıknatıs = μαγνήτης [μεσν. ελλ. > αραβ. > τουρκ.]. mıknatısi = βλ. mıknatısî mıknatısî = μαγνητικός [μεσν. ελλ. μαγνήτης > αραβ. > τουρκ.]. mızıka = μπάντα, μουσική, αρμόνικα [αρχ. ελλ. μουσική > ιταλ. musica > τουρκ.]. midilli = μυντιλής, είδος μικρόσωμου αλόγου που υπήρχε στη Μυτιλήνη [αρχ. ελλ. Μυτιλήνη > τουρκ.]. midye = μύδι [μετγν. ελλ. μύδιον > τουρκ.]. migren = ημικρανία [μετγν. ελλ. > γαλλ. migraine > τουρκ.]. mihaniki = βλ. mihanikî mihanikî = μηχανική, ασυναίσθητη [αρχ. ελλ. μηχανική > αραβ. > τουρκ.]. mikrobiyolog = μικροβιολόγος [ελλ. > γαλλ. microbiologue > τουρκ.]. mikrobiyoloji = μικροβιολογία [ελλ. > γαλλ. microbiologie > τουρκ.]. mikrofon = μικρόφωνο [ελλ. > γαλλ. microphone > τουρκ.]. mikrokok = μικρόκοκκος [ελλ. > γαλλ. microcoque > τουρκ.]. mikrometre = μικρόμετρο [ελλ. > γαλλ. micromètre > τουρκ.]. mikron = μικρόν [ελλ. > γαλλ. micron > τουρκ.]. mikrop = μικρόβιο [ελλ. > γαλλ. microbe > τουρκ.]. mikrosefal = μικροκέφαλος [αρχ. ελλ. > γαλλ. microcéphale > τουρκ.]. mikroskop = μικροσκόπιο [ελλ. > γαλλ. microscope > τουρκ.]. mil = μήλη, χειρουργικό εργαλείο που έχει σχήμα λεπτού μεταλλικού ραβδιού [αρχ. ελλ. μήλη > αραβ. > τουρκ.]. mim = μίμος [αρχ. ελλ. μίμος, αβέβ. ετύμου > γαλλ. mime > τουρκ.]. mimik = μιμητικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. mimique > τουρκ.]. mimoza = μιμόζα [αντιδ. αρχ. ελλ. μίμος > λατ. mimus > γαλλ., ιταλ. mimosa > νεοελλ., τουρκ.]. miras = κληρονομιά [αρχ. ελλ. μοίρα (= μερίδιο) > μεσν. ελλ. μοιρασία > αραβ. > τουρκ.]. mistisizm = μυστικισμός [ελλ. > γαλλ. mysticisme > τουρκ.]. 189
mit, mitos = μύθος [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. mitoloji = μυθολογία [αρχ. ελλ. > γαλλ. mythologie > τουρκ.]. mitos, mit = μύθος [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. miyasma = μίασμα [αρχ. ελλ. > γαλλ. miasma > τουρκ.]. miyop = μύωπας [αρχ. ελλ. > γαλλ. myope > τουρκ.]. mnemotekni = μνημονική, μνημοτεχνική [αρχ. ελλ. > γαλλ. mnémotechnie > τουρκ.]. monad = βλ. monat monarşi = μοναρχία [αρχ. ελλ. > γαλλ. monarchie > τουρκ.]. monat = μονάδα (φιλοσ.) [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. monizm = μονισμός [ελλ. > γαλλ. monisme > τουρκ.]. monogami = μονογαμία [μετγν. ελλ. > γαλλ. monogamie > τουρκ.]. monografi = μονογραφία [νεοελλ. > γαλλ. monographie > τουρκ.]. monolog = μονόλογος [μεσν. ελλ. > γαλλ. monologue > τουρκ.]. monopol = μονοπώλιο [μετγν. ελλ. > γαλλ. monopole > τουρκ.]. monotip = μονοτυπία [ελλ. > γαλλ. monotype > τουρκ.]. monoton = μονότονος [μετγν. ελλ. > γαλλ. monotone > τουρκ.]. morfem = μόρφημα [ελλ. > γαλλ. morphème > τουρκ.]. morfin = μορφίνη [αντιδ. μετγν. ελλ. Μορφεύς > γαλλ. morphine > τουρκ., νεοελλ.]. morfinoman = μορφινομανία [ελλ. > γαλλ. morphinomane > τουρκ.]. morfoloji = μορφολογία [ελλ. > γαλλ. morphologie > τουρκ.]. mozaik = μωσαϊκό [αντιδ. αρχ. ελλ. Μούσα > λατ. musaicus > γαλλ. mosaïque > τουρκ., νεοελλ.]. mozole = μαυσωλείο [αρχ. ελλ. Μαύσωλος > μετγν. ελλ. Μαυσώλειον > γαλλ. mausolée > τουρκ.]. musandıra = μεσάντρα, εντοιχισμένη ντουλάπα για στρώματα και παπλώματα [αρχ. ελλ. μέσος + άνδηρον (= ύψωμα) > *μεσάνδηρα > νεοελλ. μεσάντρα > τουρκ. Κατ' άλλη άποψη τουρκ. > νεοελλ. Σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας η λέξη είναι ελληνική]. musiki = μουσική [αρχ. ελλ. > αραβ. > τουρκ.]. muşmula = μούσμουλο [αρχ. ελλ. μέσπιλον > μεσν. ελλ. μέσπουλον > μούσπουλον > μούσμουλο > τουρκ.]. müze = μουσείο [αρχ. ελλ. > γαλλ. musée > τουρκ.]. müzik = μουσική [αρχ. ελλ. > γαλλ. musique > τουρκ.]. müzler = μούσες [αρχ. ελλ. Μούσαι > τουρκ.]. N : νε nadas = αγρανάπαυση μετά το όργωμα [αρχ. ελλ. νεώ (= καλλιεργώ εκ νέου) > αρχ. ελλ. νεατός > τουρκ.]. naftalin = ναφθαλίνη [αντιδ. μετγν. ελλ. νάφθα > γαλλ. naphtaline > τουρκ., νεοελλ.]. namus = εντιμότητα [αρχ. ελλ. νόμος > αραβ. > τουρκ.]. narkotik = ναρκωτικό [μετγν. ελλ. > γαλλ. narcotique > τουρκ.]. narkoz = νάρκωση [αρχ. ελλ. > γαλλ. narcose > τουρκ.]. narsisizm = ναρκισσισμός [ελλ. > γαλλ. narcissisme > τουρκ.]. narsist = νάρκισσος, αυτός που αγαπά υπερβολικά τον εαυτό του [αρχ. ελλ. > γαλλ. narcissist > τουρκ.]. 190
navlun = ναύλο [αρχ. ελλ. ναύλος > τουρκ.]. nefrit = νεφρίτιδα [αρχ. ελλ. > γαλλ. nephrite > τουρκ.]. nekroz = νέκρωση [μετγν. ελλ. > γαλλ. nécrose > τουρκ.]. nektar = νέκταρ [αρχ. ελλ. > γαλλ. nectar > τουρκ.]. nemf = νύμφη (εντομ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. nymphe > τουρκ.]. neolitik = νεολιθικός [ελλ. > γαλλ. néolithique > τουρκ.]. neolojizm = νεολογισμός [ελλ. > γαλλ. néologisme > τουρκ.]. neon = νέον (χημ.) [αντιδ. αρχ. ελλ. νέον > γαλλ. néon > τουρκ., νεοελλ.]. neoplâzma = βλ. neoplazma neoplazma = νεόπλασμα [ελλ. > γαλλ. néoplasme > τουρκ.]. nergis = νάρκισσος [αρχ. ελλ. > περσ. nergis > τουρκ.]. neşter = νυστέρι [αρχ. ελλ. νύσσω (= τρυπώ) > *νυστήριον > περσ. > τουρκ.]. nevralji = νευραλγία [μεσν. ελλ. > γαλλ. névralgie > τουρκ.]. nevrasteni = νευρασθένεια [ελλ. > γαλλ. neurasthénie > τουρκ.]. nevroloji = νευρολογία [ελλ. > γαλλ. neurologie > τουρκ.]. nevropat = νευροπαθής [ελλ. > γαλλ. névropathe > τουρκ.]. nevroz = νεύρωση [αντιδ. μεσν. ελλ. > γαλλ. névrose > τουρκ., νεοελλ.]. nostalji = νοσταλγία [μεσν. ελλ. > γαλλ. nostalgie > τουρκ.]. nöron = νευρώνας [ελλ. > γαλλ. neurone > τουρκ.]. nümismatik = νομισματικός [μεσν. ελλ. > γαλλ. numismatique > τουρκ.]. O:ο obelisk = οβελίσκος [αρχ. ελλ. > γαλλ. obélisque > τουρκ.]. odeon = αρχαίο ελληνικό ωδείο [αρχ. ελλ. ωδείον > γαλλ. odéon > τουρκ.]. odyometre = ακουόμετρο [λατ. audio + αρχ. ελλ. μέτρον > γαλλ. audiomètre > τουρκ.]. oftalmoloji = οφθαλμολογία [ελλ. > γαλλ. ophtalmologie > τουρκ.]. oftalmoskop = οφθαλμοσκόπιο [ελλ. > γαλλ. ophtalmoscope > τουρκ.]. okaliptüs = ευκάλυπτος [ελλ. > γαλλ. eucalyptus > τουρκ.]. oksijen = οξυγόνο [ελλ. > γαλλ. oxygène > τουρκ.]. oksit = οξίδιο [αντιδ. αρχ. ελλ. οξύς > γαλλ. oxide > τουρκ., νεοελλ.]. okul = σχολείο [αρχ. ελλ. σχολή > λατ. schola > γαλλ. école > τουρκ.]. okyanus = ωκεανός [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. okyanusya = Ωκεανία [ελλ. > τουρκ.]. oligarşi = ολιγαρχία [αρχ. ελλ. > γαλλ. oligarchie > τουρκ.]. olimpik = ολυμπιακός [αρχ. ελλ. > γαλλ. olympique > τουρκ.]. olimpiyat = ολυμπιακοί αγώνες [αρχ. ελλ. Ολυμπιάς > γαλλ. olympiade > τουρκ.]. omuz = ώμος [αρχ. ελλ. > τουρκ. Η λ. απαντά σε αρκετές τουρκ. γλώσσες, γεγονός που δημιουργεί αμφιβολίες για την ακριβή προέλευσή της και απαιτεί περαιτέρω έρευνα]. onanizm = αυνανισμός [ελλ. > γαλλ. onanisme > τουρκ.]. onomastik = ονομαστικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. onomastique > τουρκ.]. onomatope = ονοματοποιία [μετγν. ελλ. > γαλλ. onomatopée > τουρκ.]. ontogenez = οντογένεση [ελλ. > γαλλ. ontogénèse > τουρκ.]. ontoloji = οντολογία [ελλ. > γαλλ. ontologie > τουρκ.]. oosfer = ωόσφαιρα [ελλ. > γαλλ. oosphère > τουρκ.]. oosit = ωοκύτταρο [ελλ. > γαλλ. oocyte > τουρκ.]. optik = οπτική [αρχ. ελλ. > γαλλ. optique > τουρκ.]. 191
orfoz = ροφός, είδος ψαριού [αρχ. ελλ. όρφος, ορφός > τουρκ.]. organ = όργανο [αρχ. ελλ. > γαλλ. organe > τουρκ.]. organik = οργανικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. organique > τουρκ.]. organizma = οργανισμός [ελλ. > γαλλ. organisme > τουρκ.]. orgazm = οργασμός [μετγν. ελλ. > γαλλ. orgasme > τουρκ.]. orkestra = ορχήστρα [αρχ. ελλ. > γαλλ. orchestre > τουρκ.]. orkide = ορχιδέα [αντιδ. αρχ. ελλ. όρχις > λατ. orchidea > γαλλ. orchidée > τουρκ., νεοελλ.]. orkinos = τόννος, είδος ψαριού [μετγν. ελλ. όρκυνος > τουρκ.]. orkit = ορχίτιδα [ελλ. > γαλλ. orchite > τουρκ.]. ornitoloji = ορνιθολογία [ελλ. > γαλλ. ornithologie > τουρκ.]. orojeni = ορογένεια, ορογένεση [ελλ. > γαλλ. orogénie > τουρκ.]. ortodoks = ορθόδοξος [μετγν. ελλ. > τουρκ.]. ortopedi = ορθοπαιδική [ελλ. > γαλλ. orthopédie > τουρκ.]. ortopedik = ορθοπαιδικός [ελλ. > γαλλ. orthopédique > τουρκ.]. oşinografi = ωκεανογραφία [ελλ. > αγγλ. oceαnography > τουρκ.]. otantik = αυθεντικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. authentique > τουρκ.]. otarsi = αυτάρκεια [αρχ. ελλ. > γαλλ. autarcie > τουρκ.]. otistik = αυτιστικός [ελλ. > γαλλ. autistique > τουρκ.]. otizm = αυτισμός [ελλ. > γαλλ. autisme > τουρκ.]. otobiyografi = αυτοβιογραφία [ελλ. > γαλλ. autobiographie > τουρκ.]. otodidakt = αυτοδίδακτος [αρχ. ελλ. > γαλλ. autodidact > τουρκ.]. otoerotizm = αυτοερωτισμός [ελλ. > γαλλ. auto-érotisme > τουρκ.]. otograf = αυτόγραφος [μετγν. ελλ. > γαλλ. autographe > τουρκ.]. otokrasi = αυτοκρατορία [μετγν. ελλ. > γαλλ. autocratie > τουρκ.]. otokrat = αυτοκράτορας [αρχ. ελλ. αυτοκράτωρ > γαλλ. autocrate > τουρκ.]. otokritik = αυτοκριτική [ελλ. > γαλλ. autocritique > τουρκ.]. otomat = αυτόματο (ουσ.) [ελλ. > γαλλ. automate > τουρκ.]. otomatik = αυτόματος (επίθ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. automatique > τουρκ.]. otomatizm = αυτοματισμός [αρχ. ελλ. > γαλλ. automatisme > τουρκ.]. otonomi = αυτονομία [αρχ. ελλ. > γαλλ. autonomie > τουρκ.]. otopsi = αυτοψία, νεκροψία [μετγν. ελλ. αυτοψία > γαλλ. autopsie > τουρκ.]. oya = ούγια [αρχ. ελλ. όα / ώα > μετγν. ελλ. ούα > μεσν. ελλ. ούια > τουρκ.]. ozmos = όσμωση [αντιδ. μετγ. ελλ. ωσμός + -ωση > γαλλ. osmose > τουρκ., νεοελλ.]. ozon = όζον [αντιδ. αρχ. ελλ. όζον > γαλλ. ozone > τουρκ., νεοελλ.]. Ö : ε άφωνο, όπως το γαλλικό eu και το γερμανικό ö ödem = οίδημα [αρχ. ελλ. > γαλλ. oedème > τουρκ.]. ökse = ιξός, κολλώδης ουσία [αρχ. ελλ. ιξός > τουρκ.]. örgüt = οργάνωση, ίδρυμα [μετγν. ελλ. οργάνωσις > τουρκ.]. ötanazi = ευθανασία [μετγν. ελλ. > γαλλ. euthanasie > τουρκ.]. P : πε palamar = παλαμάρι [αντιδ. αρχ. ελλ. παλάμη > μεσν. λατ. palamarius > νεοελλ. παλαμάρι > τουρκ. Σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας η λέξη είναι ελληνική]. palamut = παλαμίδα [μετγν. ελλ. παλαμίς > τουρκ.] || βαλανίδι [μετγν. 192
ελλ. βαλανίδιον > τουρκ., με παραφθορά της λέξης]. palanga = παλάγκο, πολύσπαστο [αντιδ. αρχ. ελλ. φάλαγξ > λατ. phalangae > ιταλ. palanco / paránco > τουρκ., νεοελλ. παλάγκο]. palavra = ψευδολογία || ανόητη φλυαρία [αντιδ. αρχ. ελλ. παραβολή > λατ. parabola > ισπ. palavra > νεοελλ., τουρκ.]. paleografi = παλαιογραφία [ελλ. > γαλλ. paléographie > τουρκ.]. paleontoloji = παλαιοντολογία [ελλ. > γαλλ. paléontologie > τουρκ.]. paleozoik = παλαιοζωικός [ελλ. > γαλλ. paléozoïque > τουρκ.]. palikarya = παλικάρι [μεσν. ελλ. παλληκάριον > τουρκ.]. panayır = πανηγύρι [μεσν. ελλ. πανηγύριον > τουρκ.]. pandomima = παντομίμα [αντιδ. μετγν. ελλ. παντόμιμος > λατ. pantomimus > ιταλ. pantomima > τουρκ., νεοελλ.]. panik = πανικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. panique > τουρκ.]. pankras = παγκράτιο [αρχ. ελλ. παγκράτιον > γαλλ. pancrace > τουρκ.]. pankreas = πάγκρεας [αρχ. ελλ. > γαλλ. pancréas > τουρκ.]. panorama = πανόραμα [ελλ. > γαλλ. panorama > τουρκ.]. panoramik = πανοραμικός [ελλ. > γαλλ. panoramique > τουρκ.]. panteist = πανθεϊστής [ελλ. > γαλλ. panthéiste > τουρκ.]. panteizm = πανθεϊσμός [ελλ. > γαλλ. panthéisme > τουρκ.]. panteon = πάνθεον [αρχ. ελλ. > γαλλ. panthéon > τουρκ.]. pantograf = παντογράφος [ελλ. > γαλλ. pantographe > τουρκ.]. pantufla = παντόφλα [αντιδ. αρχ. ελλ. παντο- + φελλός > ιταλ. pantofola > γαλλ. pantoufle > νεοελλ. παντούφλα > τουρκ.]. papatya = το λουλούδι μαργαρίτα [μεσν. ελλ. παπαδιά > τουρκ.]. papaz = παπάς [αρχ. ελλ. πάππας (= μπαμπάς) > μεσν. ελλ. παπ(π)άς > τουρκ.]. papirüs = πάπυρος [αρχ. ελλ. πάπυρος, αβέβ. ετύμου > γαλλ. papyrus > τουρκ.]. parabol = παραβολή (μαθ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. parabole > τουρκ.]. parabolik = παραβολικός (μαθ.) [μετγν. ελλ. > γαλλ. parabolique > τουρκ.]. paraboloit = παραβολοειδής [ελλ. > γαλλ. paraboloïde > τουρκ.]. paradigma = παράδειγμα [αρχ. ελλ. > γαλλ. paradigme > τουρκ.]. paradoks = παράδοξος [αρχ. ελλ. > γαλλ. paradoxe > τουρκ.]. parafazi = παραφασία [ελλ. > γαλλ. paraphasie > τουρκ.]. paragraf = παράγραφος [μετγν. ελλ. > γαλλ. paragraphe > τουρκ.]. paraketa = παραγάδι || ταχύμετρο πλοίου [μεσν. ελλ. παραγαύδιον, υποκορ. του μετγν. ελλ. παραγαύδης (= κροσσωτό φόρεμα), πιθ. περσ. δάνειο > νεοελλ. παραγάδι > τουρκ.]. paralâks = βλ. paralaks paralaks = παράλλαξη (αστρ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. parallaxe > τουρκ.]. paralel = παράλληλος [αρχ. ελλ. > γαλλ. parallèle > τουρκ.]. paralelizm = παραλληλισμός [μεσν. ελλ. > γαλλ. parallélisme > τουρκ.]. paralojizm = παραλογισμός [αρχ. ελλ. > γαλλ. paralogisme > τουρκ.]. parametre = παράμετρος [ελλ. > γαλλ. paramètre > τουρκ.]. paramnezi = παραμνησία [ελλ. > γαλλ. paramnésie > τουρκ.]. parankima = παρέγχυμα [μετγν. ελλ. > γαλλ. parenchyme > τουρκ.]. paranoya = παράνοια [αρχ. ελλ. > γαλλ. paranoïa > τουρκ.]. paranoyak = παρανοϊκός [ελλ. > γαλλ. paranoïaque > τουρκ.]. parantez = παρένθεση [μετγν. ελλ. > γαλλ. paranthèse > τουρκ.]. parapsikoloji = παραψυχολογία [ελλ. > αγγλ. parapsychlogy > τουρκ.]. 193
parasempatik = παρασυμπαθητικό [ελλ. > γαλλ. parasympathique > τουρκ.]. parazit = παράσιτο [αρχ. ελλ. > γαλλ. parasite > τουρκ.]. parazitoloji = παρασιτολογία [ελλ. > γαλλ. parasitologie > τουρκ.]. parodi = παρωδία [αρχ. ελλ. > γαλλ. parodie > τουρκ.]. parşömen = περγαμηνή [μετγν. ελλ. > γαλλ. parchemin > τουρκ.]. partenogenez = παρθενογένεση [ελλ. > γαλλ. parthénogenèse > τουρκ.]. paspal = πασπάλη, αλεύρι με πίτουρο [αρχ. ελλ. πασπάλη > τουρκ.]. pasta = πάστα, είδος γλυκίσματος [αντιδ. μετγν. ελλ. πάστη (= ζύμη) > μετγν. λατ. pasta > ιταλ. pasta > τουρκ., νεοελλ.]. pastra = πάστρα (χαρτοπαιγν.) [μεσν. ελλ. > τουρκ.]. patetik = παθητικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. pathétique > τουρκ.]. pati = τα εμπρόσθια πόδια των ζώων, π.χ. γάτας κ.λπ. || το πόδι του μικρού παιδιού [αρχ. ελλ. πατώ > τουρκ.]. patik = πατίκι, παντούφλα [αρχ. ελλ. πατώ + -ίκι > νεοελλ. πατίκι > τουρκ.]. patojen = παθογόνος [νεοελλ. > γαλλ. pathogène > τουρκ.]. patoloji = παθολογία [ελλ. > γαλλ. pathologie > τουρκ.]. patolojik = παθολογικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. pathologique > τουρκ.]. patrik = πατριάρχης [μετγν. ελλ. > τουρκ.]. patrikhane = πατριαρχείο [μετγν. ελλ. πατριάρχης + περσ. hane > τουρκ.]. pavurya = καρκίνος (αστρ.) [αρχ. ελλ. πάγουρος > τουρκ.]. paydos = διακοπή εργασίας [μεσν. ελλ. φαγητόν (ο σκοπός μάλλον της διακοπής) > τουρκ. Κατ' άλλη άποψη αρχ. ελλ. παύσις > τουρκ. Σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας η λέξη είναι ελληνική]. payton = παϊτόνι, άμαξα [αρχ. ελλ. Φαέθων > γαλλ. phaéton > τουρκ. payton, fayton, βλ. λέξη]. pedagog = παιδαγωγός [αρχ. ελλ. > γαλλ. pédagogue > τουρκ.]. pedagoji = παιδαγωγική [αρχ. ελλ. > γαλλ. pédagogie > τουρκ.]. pedagojik = παιδαγωγικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. pédagogique > τουρκ.]. pedavra = λεπτό σανίδι [αρχ. ελλ. πέτευρον > μεσν. ελλ. πέταυρον > τουρκ.]. pediatri = παιδιατρική [ελλ. > γαλλ. pédiatrie > τουρκ.]. pedoloji = παιδολογία [ελλ. > γαλλ. paidologie > τουρκ.] || πεδολογία, εδαφολογία [αρχ. ελλ. πέδον > γαλλ. pédologie > τουρκ.]. peksimet = παξιμάδι [μετγν. ελλ. παξαμάδιον > μεσν. ελλ. παξιμάδιον > νεοελλ. παξιμάδι > τουρκ.]. pelikan = πελεκάνος [αρχ. ελλ. πελεκάν > γαλλ. pélican > τουρκ.]. pelte = πελτές [αντιδ. μετγν. ελλ. πολτός > περσ. > τουρκ. > νεοελλ.]. pentatlon = πένταθλο [αρχ. ελλ. πένταθλον > γαλλ. pentathlon > τουρκ.]. pepsin = πεψίνη [αντιδ. αρχ. ελλ. πέψις > γαλλ. pepsine > τουρκ., νεοελλ.]. pepton = πεπτόνη [αντιδ. αρχ. ελλ. πεπτόν > γαλλ. peptone > τουρκ., νεοελλ.]. pereme = μικρό πλοίο [μετγν. ελλ. πέραμα (= πέρασμα) > τουρκ.]. perese = νήμα της στάθμης || κατάσταση [νεοελλ. περασιά (= ευθυγράμμιση) > τουρκ.]. peripatetizm = η φιλοσοφία του Αριστοτέλη [ελλ. > γαλλ. péripatétisme > τουρκ.]. periskop = περισκόπιο [ελλ. > γαλλ. périscope > τουρκ.]. periton = περιτόναιο [αρχ. ελλ. > γαλλ. péritoine > τουρκ.]. peritonit = περιτονίτιδα [ελλ. > γαλλ. péritonite > τουρκ.]. periyodik = περιοδικός [μετγν. ελλ. > périodique > τουρκ.]. perki = πέρκα (ιχθ.) [αρχ. ελλ. πέρκη > τουρκ.]. 194
permeçe = είδος λεπτού σκοινιού του πλοίου [αρχ. ελλ. πρυμνήσιον > νεοελλ. πρυμάτσα > τουρκ.]. peroksit = υπεροξίδιο [λατ. per + ελλ. οξίδιο> γαλλ. peroxyde > τουρκ.]. peronospora = περονόσπορος [ελλ. > τουρκ.]. pestil = ξερά φρούτα σε φύλλα [μετγν. ελλ. πάστιλλος > τουρκ.]. petrografi = πετρογραφία [ελλ. > γαλλ. pétrographie > τουρκ.]. petrol = πετρέλαιο [αρχ. ελλ. πέτρα + έλαιον > γαλλ. pétrole > τουρκ.]. pıhtı = πηχτός [αρχ. ελλ. πηκτός > περσ. > τουρκ.]. pırasa = πράσο [αρχ. ελλ. πράσον > τουρκ.]. pırnal = πουρνάρι [μεσν. ελλ. πιρνάριον > τουρκ.]. pırpırı, pirpiri = πέρπυρο, χρυσό βυζαντινό νόμισμα [αρχ. ελλ. υπέρπυρος > μεσν. ελλ. υπέρπυρον > τουρκ.]. pide = πίτα [αντιδ. αρχ. ελλ. πηκτή > λατ. picta > ιταλ. pitta > νεοελλ. πίτα > τουρκ.]. pilâki = βλ. pilaki pilaki = πλακί φαγητό [αρχ. ελλ. πλακίον > τουρκ.]. pilot = πιλότος [αντιδ. πιθ. αρχ. ελλ. πηδόν > ιταλ. piloto, γαλλ. pilote > τουρκ., νεοελλ.]. pines = πίνα, είδος όστρακου [αρχ. ελλ. πίνα > τουρκ.]. piramidal = πυραμιδοειδής [αρχ. ελλ. πυραμίς + γαλλ. -al > γαλλ. pyramidal > τουρκ.]. piramit = πυραμίδα [αρχ. ελλ. > γαλλ. pyramide > τουρκ.]. pirina = πυρήνα (καύσιμος ύλη) [νεοελλ. > τουρκ.]. piroksen = πυρόξενο (γεωλ.) [ελλ. > γαλλ. pyroxène > τουρκ.]. pirosfer = πυρόσφαιρα [ελλ. > γαλλ. pyrosphère > τουρκ.]. pirpiri = βλ. pırpırı piskopos = επίσκοπος [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. piton = πύθωνας [αρχ. ελλ. Πύθων > γαλλ. python > τουρκ.]. piyale = φιάλη, ποτήρι [αρχ. ελλ. φιάλη > περσ.> τουρκ.]. piyata = πλατύ και μεγάλο πιάτο φαγητού [αντιδ. αρχ. ελλ. πλατύς > λατ. *plattus > ιταλ. piatto > νεοελλ., τουρκ.]. pizolit = πισσόλιθος (γεωλ.) [ελλ. > γαλλ. pisolithe > τουρκ.]. plak = πλάκα, δίσκος [αρχ. ελλ. πλάξ > γαλλ. plaque > τουρκ.]. plaka = πινακίδα κυκλοφορίας τροχοφόρων || μεταλλικό φύλλο [αρχ. ελλ. πλάξ > ιταλ. placca > τουρκ.]. planet = πλανήτης [αρχ. ελλ. > γαλλ. planète > τουρκ.]. plânkton = βλ. plankton plankton = πλαγκτόν [αντιδ. αρχ. ελλ. πλαγκτόν > αγγλ., γερμ. plankton > τουρκ., νεοελλ.]. plâstik = βλ. plastik plastik = πλαστικό, πλαστικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. plastique > τουρκ.]. platin = πλατίνα [αντιδ. αρχ. ελλ. πλατύς > λατ. *plattus > ισπ. platina (= ασήμι) > νεοελλ., τουρκ.]. plâtonik = βλ. platonik platonik = πλατωνικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. platonique > τουρκ.]. plâzma = βλ. plazma plazma = πλάσμα (ιατρ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. plasma > τουρκ.]. plutokrasi = βλ. plütokrasi 195
plütokrasi = πλουτοκρατία [αρχ. ελλ. > γαλλ. ploutocratie > τουρκ.]. Plüton = Πλούτων [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. polemik = πολεμική [αρχ. ελλ. > γαλλ. polémique > τουρκ.]. poliandri = πολυανδρία [μετγν. ελλ. > γαλλ. polyandrie > τουρκ.]. polifoni = πολυφωνία [μετγν. ελλ. > γαλλ. polyphonie > τουρκ.]. poligam = πολύγαμος [μετγν. ελλ. > γαλλ. polygame > τουρκ.]. poligami = πολυγαμία [μετγν. ελλ. > γαλλ. polygamie > τουρκ.]. poligon = πολύγωνο [αρχ. ελλ. > γαλλ. polygone > τουρκ.]. poliklinik = πολυκλινική [ελλ. > γαλλ. policlinique > τουρκ.]. polimeri = πολυμέρεια [μετγν. ελλ. > γαλλ. polymérie > τουρκ.]. polip = πολύποδας [αρχ. ελλ. πολύπους > γαλλ. polype > τουρκ.]. polis = αστυνομία [αρχ. ελλ. πόλις > γαλλ. police > τουρκ.]. politeist = πολυθεϊστής [ελλ. > γαλλ. polythéiste > τουρκ.]. politeizm = πολυθεϊσμός [μετγν. ελλ. > γαλλ. polythéisme > τουρκ.]. politik = πολιτικός (επιθ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. politique > τουρκ.]. politika = πολιτική (ουσ.) [αρχ. ελλ. > ιταλ. politica > τουρκ.]. politikacı = πολιτικός (ουσ.) [αρχ. ελλ. πολιτική > ιταλ. politica + τουρκ. -cı > τουρκ.]. porfir = πορφυρίτης [ελλ. > γαλλ. porphyre > τουρκ.]. pornografi = πορνογραφία [αντιδ. μετγν. ελλ. > γαλλ. pornographie > τουρκ., νεοελλ.]. poyraz = βοριάς [αρχ. ελλ. βορέας > τουρκ. poyraz, με αντιμετάθεση]. poz = πόζα [αντιδ. μετγν. ελλ. παύσις > λατ. pausa > γαλλ. pose > τουρκ., νεοελλ.]. pragmatik = πραγματικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. pragmatique > τουρκ.]. pragmatist = πραγματιστής [ελλ. > γαλλ. pragmatiste > τουρκ.]. pragmatizm = πραγματισμός [ελλ. > γαλλ. pragmatisme > τουρκ.]. pratik = πρακτικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. pratique > τουρκ.]. prehistorik = προϊστορικός [ελλ. > γαλλ. préhistorique > τουρκ.]. prehistorya = προϊστορία [αρχ. ελλ. ιστορία > λατ. *praehistoria > τουρκ.]. presbit = πρεσβύωπας [ελλ. > γαλλ. presbyte > τουρκ.]. prizma = πρίσμα [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. problem = πρόβλημα [αρχ. ελλ. > γαλλ. problème > τουρκ.]. program = πρόγραμμα [αρχ. ελλ. > γαλλ. programme > τουρκ.]. prolog = πρόλογος [αρχ. ελλ. > γαλλ. prologue > τουρκ.]. prostat = προστάτης (ανατ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. prostate > τουρκ.]. prostela = μπροστέλα [μεσν. ελλ. εμπροστά + -έλα > εμπροστέλα > μπροστέλα > τουρκ. Κατ' άλλη άποψη σλαβ. prestela > νεοελλ. μπροστέλα, με παρετυμολ. επίδραση του εμπρός. Σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας η λέξη είναι ελληνική]. protein = πρωτεΐνη [αντιδ. μετγν. ελλ. πρώτειος > γαλλ. protéine > τουρκ., νεοελλ.]. protez = τεχνητό μέλος του σώματος || πρόθεμα (γλωσ.) [αρχ. ελλ. πρόθεσις > γαλλ. prothèse > τουρκ.]. protokol = πρωτόκολλο [μετγν. ελλ. πρωτόκολλον > γαλλ. protocole > τουρκ.]. proton = πρωτόνιο [αντιδ. αρχ. ελλ. πρώτον > γαλλ. proton > τουρκ., νεοελλ.]. protoplâzma = βλ. protoplazma protoplazma = πρωτόπλασμα [ελλ. > γαλλ. protoplasma > τουρκ.]. prototip = πρωτότυπος [μετγν. ελλ. > γαλλ. prototype > τουρκ.]. 196
prozodi = προσωδία [αρχ. ελλ. > γαλλ. prosodie > τουρκ.]. pruva = πλώρη [αρχ. ελλ. πρώρα > ιταλ. prua > τουρκ.]. psikanaliz = ψυχανάλυση [ελλ. > γαλλ. psychanalyse > τουρκ.]. psikasteni = ψυχασθένεια [ελλ. > γαλλ. psychasthénie > τουρκ.]. psikiyatr = ψυχίατρος [ελλ. > γαλλ. psychiatre > τουρκ.]. psikiyatri = ψυχιατρική [ελλ. > γαλλ. psychiatrie > τουρκ.]. psikolog = ψυχολόγος [ελλ. > γαλλ. psychologue > τουρκ.]. psikoloji = ψυχολογία [ελλ. > γαλλ. psychologie > τουρκ.]. psikolojik = ψυχολογικός [ελλ. > γαλλ. psychologique > τουρκ.]. psikolojizm = ψυχολογισμός [ελλ. > γαλλ. psycologisme > τουρκ.]. psikometri = ψυχομετρία [ελλ. > γαλλ. psychomètrie > τουρκ.]. psikopati = ψυχοπάθεια [ελλ. > γαλλ. psychopathie > τουρκ.]. psikoz = ψύχωση [μετγν. ελλ. > γαλλ. psychose > τουρκ.]. psişik = ψυχικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. psychique > τουρκ.]. R : ρε rafadan, rafıdan = μελάτο αβγό, ρουφηχτό αβγό [μετγν. ελλ. ροφητόν > τουρκ.]. rapsodi = ραψωδία [αρχ. ελλ. > γαλλ. rhapsodie > τουρκ.]. raşitik = ραχιτικός [ελλ. > γαλλ. rachitique > τουρκ.]. raşitizm = ραχιτισμός, ραχίτιδα [μετγν. ελλ. > γαλλ. rachitisme > τουρκ.]. reçina = ρετσίνα, είδος ελληνικού κρασιού [αρχ. ελλ. ρητίνη, μετγν. λατ. resina > νεοελλ. ρετσίνα > τουρκ.]. reosta = ρεοστάτης (φυσ.) [ελλ. > γαλλ. rhéostat > τουρκ.]. retorik = ρητορική [αρχ. ελλ. > γαλλ. rhétorique > τουρκ.]. ritim = ρυθμός [αρχ. ελλ. > γαλλ. rythme > τουρκ.]. romatizma = ρευματισμός [αντιδ. αρχ. ελλ. ρευματισμός > γαλλ. rhumatisme > τουρκ., νεοελλ.]. S : σε safir = ζαφείρι [αντιδ. μετγν. ελλ. σάπφειρος > λατ. sapphirus > γαλλ. saphir > τουρκ., νεοελλ.]. safsata = σόφισμα [μετγν. ελλ. σοφιστεία > αραβ. > τουρκ.]. sahne = σκηνή [αρχ. ελλ. σκηνή > αραβ. > τουρκ.]. sako = πανωφόρι [αρχ. ελλ. σάκκος, σημιτικό δάνειο > λατ. saccus > ιταλ. sacco > τουρκ.]. salamandra = είδος σαύρας [αρχ. ελλ. σαλαμάνδρα > τουρκ.] || είδος θερμάστρας [αρχ. ελλ. σαλαμάνδρα > γαλλ. salamandre > τουρκ.]. saloz = αυτός που του έχει σαλέψει ο νους [αρχ. ελλ. σάλος (= τρικυμία, σεισμός) > μεσν. ελλ. σαλός > τουρκ.]. salya = σάλιο [αρχ. ελλ. σίαλος > μεσν. ελλ. σάλιο > τουρκ.]. salyangoz = σαλιγκάρι, σάλιαγκας, σαλιάγκος [μεσν. ελλ. σαλίγκας > τουρκ.]. sandal = σάνταλο, είδος φυτού [μετγν. ελλ. σάνταλον, αγν. ετύμου > αραβ. > τουρκ.] || βάρκα [αρχ. ελλ. σανδάλιον, υποκορ. του σάνδαλον, αγν. ετύμου > τουρκ.] || σανδάλι, πέδιλο [αρχ. ελλ. σανδάλιον, υποκορ. τουσάνδαλον, αγν. ετύμου > γαλλ. sandale > τουρκ.]. saprofit = σαπρόφυτο [ελλ. > γαλλ. saprophyte > τουρκ.]. sardun = είδος σκοινιού των ψαράδων [αρχ. ελλ. σαρδόνιον (= χλευαστικό γέλιο) > νεοελλ. σαρδόνι (= χοντρό και στενό σε πλάτος δίχτυ) > τουρκ.]. sarkom = σάρκωμα [μετγν. ελλ. > γαλλ. sarcome > τουρκ.]. 197
sarpa = σάρπα (ιχθ.) [αρχ. ελλ. σάλπη > νεοελλ. σάρπα > τουρκ.]. sedir = κέδρος [αρχ. ελλ. > γαλλ. cèdre > τουρκ.]. semafor = σηματοφόρος [ελλ. > γαλλ. sémaphore > τουρκ.]. semantik = σημαντική, σημασιολογία [αρχ. ελλ. σημαντική > γαλλ. sémantique > τουρκ.]. sembol = σύμβολο [αρχ. ελλ. > γαλλ. symbole > τουρκ.]. sembolizm = συμβολισμός [ελλ. > γαλλ. symbolisme > τουρκ.]. semer = σαμάρι [μετγν. ελλ. σαγμάριον > μεσν. ελλ. σαμάρι > τουρκ.]. semiyoloji = σημειολογία [ελλ. > γαλλ. sémiologie > τουρκ.]. semiyolojik = σημειολογικός [ελλ. > γαλλ. sémiologique > τουρκ.]. sempati = συμπάθεια [αρχ. ελλ. > γαλλ. sympathie > τουρκ.]. sempatik = συμπαθητικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. sympatique > τουρκ.]. sempozyum = συμπόσιο [αρχ. ελλ. > γαλλ. symposium > τουρκ.]. semptom = σύμπτωμα [αρχ. ελλ. > γαλλ. symptome > τουρκ.]. senaryo = σενάριο [αντιδ. αρχ. ελλ. σκηνή > λατ. scenarium, υποκορ. του scena > γ αλλ. scénario, ιταλ. scenário > νεολλ., τουρκ.]. sendik = σύνδικος [αρχ. ελλ. > γαλλ. syndic > τουρκ.]. sendika = συνδικάτο [αντιδ. αρχ. ελλ. σύνδικος > γαλλ. syndicat > τουρκ., νεοελλ.]. sendrom = σύνδρομο [αρχ. ελλ. σύνδρομος > γαλλ. syndrome > τουρκ.]. senfoni = συμφωνία (μουσ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. symphonie > τουρκ.]. senkretizm = συγκρητισμός [μετγν. ελλ. > γαλλ. syncrétisme > τουρκ.]. senkron = σύγχρονος [μετγν. ελλ. > γαλλ. synchrone > τουρκ.]. senkronik = συγχρονικός [ελλ. > γαλλ. synchronique > τουρκ.]. sentagma = σύνταγμα (γλωσ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. syntagme > τουρκ.]. sentaks = σύνταξη (γλωσ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. syntaxe > τουρκ.]. sentetik = συνθετικό [αρχ. ελλ. > γαλλ. synthétique > τουρκ.]. sentez = σύνθεση [αρχ. ελλ. > γαλλ. synthèse > τουρκ.]. septik = σκεπτικιστής [ελλ. > γαλλ. sceptique > τουρκ.]. septisizm = σκεπτικισμός [ελλ. > γαλλ. scepticisme > τουρκ.]. sepya = μελάνι σουπιάς και ζωγραφιά από μελάνι σουπιάς [αρχ. ελλ. σηπία > λατ. sepia > ιταλ. seppia > τουρκ.]. seramik = κεραμικός, κεραμικό [αρχ. ελλ. κέραμος > αρχ. ελλ. κεραμικός > γαλλ. céramique > τουρκ.]. sfenks = σφίγγα [αρχ. ελλ. σφίγξ > γαλλ. sphinx > τουρκ.]. sınır = σύνορο [νεοελλ. σύνορο, ουδ. του αρχ. ελλ. σύνορος > τουρκ.]. sınırdaş = αυτοί που έχουν κοινά σύνορα [νεοελλ. σύνορο, ουδ. του αρχ. ελλ. σύνορος + τουρκ. -daş > τουρκ.]. sınırlı = οριοθετημένος || οριακός [νεοελλ. σύνορο, ουδ. του αρχ. ελλ. σύνορος + τουρκ. -lı > τουρκ.]. sıra = σειρά [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. sırma = λεπτό ασημένιο σύρμα [αρχ. ελλ. σύρμα > τουρκ.]. sırmakeş = ο κατασκευαστής σύρματος [αρχ. ελλ. σύρμα + περσ. -keş > τουρκ.]. sırmalı = συρματόπλεκτος [αρχ. ελλ. σύρμα + τουρκ. -lı > τουρκ.]. sideroz = ανθρακικός σίδηρος [αρχ. ελλ. σίδηρος > γαλλ. sidérose > τουρκ.]. sifon = σίφων [αρχ. ελλ. > γαλλ. siphon > τουρκ.]. siklamen = κυκλάμινο [μετγν. ελλ. κυκλάμινος > γαλλ. cyclamen > τουρκ.]. siklon = κυκλώνας [αντιδ. αρχ. ελλ. κύκλος > γαλλ. cyclone > τουρκ., νεοελλ.]. silindir = κύλινδρος [αρχ. ελλ. > γαλλ. cylindre > τουρκ.]. 198
silindiraj = κυλίνδρωση [αρχ. ελλ. κύλινδρος + γαλλ. -age > γαλλ. cylindrage > τουρκ.]. silindirsel = κυλινδρικός [αρχ. ελλ. κύλινδρος > γαλλ. cylindre + τουρκ. -sel > τουρκ.]. simetri = συμμετρία [αρχ. ελλ. > γαλλ. symétrie > τουρκ.]. simetrik = συμμετρικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. symétrique > τουρκ.]. simetrisiz = ασύμμετρος [αρχ. ελλ. συμμετρία + τουρκ. -siz > τουρκ.]. simit = σιμίτι, κουλλούρι [αντιδ. αρχ. ελλ. σεμίδαλις > αραβ. > τουρκ. > νεοελλ. σιμίτι]. sinagog = συναγωγή [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. sinarit = συναγρίδα [αρχ. ελλ. συναγρίς > τουρκ.]. sinema = κινηματογράφος [αντιδ. αρχ. ελλ. κίνημα + γράφω > γαλλ. cinématographe και συντετμ. cinéma > τουρκ., νεοελλ. σινεμά]. sinematik = κινηματική [ελλ. > γαλλ. cinématique > τουρκ.]. sinematograf = κινηματογράφος [ελλ. > γαλλ. cinématographe > τουρκ.]. sinematografik = κινηματογραφικός [ελλ. > γαλλ. cinématographique > τουρκ.]. sinerji = συνεργασία [μετγν. ελλ. > γαλλ. synergie > τουρκ.]. sinestezi = συναισθησία [ελλ. > γαλλ. synésthésie > τουρκ.]. sini = σινί, μεγάλο χάλκινο ταψί [μετγν. ελλ. σινίον > περσ. > τουρκ.]. sinik = κυνικός (φιλοσ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. cynique > τουρκ.]. sinizm, kinizm = κυνισμός (φιλοσ.) [μετγν. ελλ. > γαλλ. cynisme > τουρκ.]. sinonim = συνώνυμος [αρχ. ελλ. > γαλλ. synonyme > τουρκ.]. siroz = κίρρωση ήπατος [ελλ. > γαλλ. cirrhose > τουρκ.]. sirtaki = συρτάκι [αρχ. ελλ. συρτός > νεοελλ. συρτάκι > τουρκ.]. sirto = συρτός χορός [αρχ. ελλ. συρτός > τουρκ.]. sismik = σεισμικός [νεοελλ. > γαλλ. sismique > τουρκ.]. sismograf = σεισμογράφος [ελλ. > γαλλ. sismographe > τουρκ.]. sismolog = σεισμολόγος [ελλ. > γαλλ. sismologue > τουρκ.]. sismoloji = σεισμολογία [ελλ. > γαλλ. sismologie > τουρκ.]. sistem = σύστημα [αρχ. ελλ. > γαλλ. système > τουρκ.]. sistematik = συστηματικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. systématique > τουρκ.]. sistire = ξύστρα [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. sistit = κυστίτιδα [ελλ. > γαλλ. cystite > τουρκ.]. sistol = συστολή της καρδιάς [μετγν. ελλ. συστολή > γαλλ. systole > τουρκ.]. siyatik = ισχιαλγία [ελλ. > γαλλ. sciatique > τουρκ.]. skandal = σκάνδαλο [μετγν. ελλ. > γαλλ. scandale > τουρκ.]. skleroz = σκλήρυνση [νεοελλ. > γαλλ. sclérose > τουρκ.]. skolastik = σχολαστικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. scolastique > τουρκ.]. sofist = σοφιστής [αρχ. ελλ. > αγγλ. sophist > τουρκ.]. sofistike = αφύσικος || νοθευμένος [αντιδ. αρχ. ελλ. σοφιστικός > μεσν. λατ. sophisticus > γαλλ. sophistiqué > νεοελλ. σοφιστικέ, τουρκ.]. sofizm = σόφισμα [αρχ. ελλ. > γαλλ. sophisme > τουρκ.]. somata = σουμάδα, αναψυκτικό από γαλάκτωμα αμυγδάλου [πιθ. ινδ. σόμα (= είδος ποτού, θεϊκό ελιξίριο) + -άδα > νεοελλ. σουμάδα > τουρκ. ή *σουμάδι (= σημάδι, δηλαδή ένα συμβολικό δώρο του γαμπρού προς τη νύφη, μετά το οποίο ακολουθούσε αμέσως ένα κέρασμα με το ποτό σουμάδα) > σουμάδα. Σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας η λέξη είναι ελληνική]. somun = στρογγυλό φουσκωτό ψωμί, καρβέλι [μεσν. ελλ. ψωμί(ν), υποκορ. 199
του αρχ. ελλ. ψωμός (= κομμάτι ψωμιού) > τουρκ.]. sorit = σωρείτης [μετγν. ελλ. > γαλλ. sorite > τουρκ.]. spastik = σπαστικός [ελλ. > γαλλ. spastique > τουρκ.]. spazm = σπασμός [αρχ. ελλ. > γαλλ. spasme > τουρκ.]. sperma = σπέρμα [αρχ. ελλ. > γαλλ. sperme > τουρκ.]. spor = σπόριο [αρχ. ελλ. σπόρος > γαλλ. spore > τουρκ.]. stadya = σταδία [αρχ. ελλ. στάδιος > γαλλ. stadia > τουρκ.]. stadyum = στάδιο [αρχ. ελλ. > λατ. stadium > τουρκ.]. stalagmit = σταλαγμίτης [ελλ. > γαλλ. stalagmite > τουρκ.]. stalaktit = σταλακτίτης [ελλ. > γαλλ. stalactite > τουρκ.]. statik = στατικός, στατική [αρχ. ελλ. > γαλλ. statique > τουρκ.]. stenografi = στενογραφία [ελλ. > γαλλ. sténographie > τουρκ.]. stenotip = μηχανή στενογραφίας, "στενοτυπία" [ελλ. > γαλλ. sténotype > τουρκ.]. stereofonik = στερεοφωνικός [ελλ. > γαλλ. stéréophonique > τουρκ.]. stereografi = στερεογραφία [ελλ. > γαλλ. stéréographie > τουρκ.]. stereoskop = στερεοσκόπιο [ελλ. > γαλλ. stéréoscope > τουρκ.]. stereotipi = στερεοτυπία [ελλ. > γαλλ. stéréotypie > τουρκ.]. stetoskop = στηθοσκόπιο [ελλ. > γαλλ. stéthoscope > τουρκ.]. stoacılık = στωικισμός [αρχ. ελλ στοά + τουρκ. -cılık > τουρκ.]. strateji = στρατηγική [αρχ. ελλ. > γαλλ. stratégie > τουρκ.]. streptokok = στρεπτόκοκκος [ελλ. > γαλλ. streptocoque > τουρκ.]. striknin = στρυχνίνη [αντιδ. μετγν. ελλ. στρύχνος > γαλλ. strychnine > τουρκ., νεοελλ.]. susam = σουσάμι [αρχ. ελλ. σήσαμον, σημιτικό δάνειο > νεοελλ. σουσάμι > τουρκ.]. sübye = σουπιά [αρχ. ελλ. σηπία > νεοελλ. σουπιά > τουρκ.]. süline = σωλήνα, θαλάσσιο μαλάκιο [αρχ. ελλ. σωλήν > τουρκ.]. sünger = σφουγγάρι [μετγν. ελλ. σπογγάριον, υποκορ. του αρχ. ελλ. σπόγγος > νεοελλ. σφουγγάρι > τουρκ.]. sürü = κοπάδι, σωρός [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. Ş : σε παχύ şamandıra = σημαδούρα [νεοελλ. > τουρκ.]. şapşal = ανόητος || άκομψη εμφάνιση [αρχ. ελλ. σήψις > *σηψαλός > νεοελλ. σάψαλος > τουρκ.]. şayak = σαγιάκι, χοντρό μάλλινο ύφασμα [μεσν. ελλ. σαγίον, υποκορ. του μετγν. ελλ. σάγος (= χοντρός μανδύας) > νεοελλ. σαγιάκι > τουρκ. Κατ' άλλη άποψη το σαγιάκι είναι τουρκική λέξη. Ελληνική η λέξη σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας]. şema = σχήμα, σχέδιο, διάγραμμα [αρχ. ελλ. > γαλλ. schéma > τουρκ.]. şırınga = σύριγγα [αρχ. ελλ. σύριγξ > ιταλ. siringa > τουρκ.]. şimiotaksi = χημειοτακτισμός [ελλ. > γαλλ. chimiotaxie > τουρκ.]. şimiotropizm = χημειοτροπισμός [ελλ. > γαλλ. chimiotropisme > τουρκ.]. şinik = σοινίκι, μέτρο δημητριακών [μετγν. ελλ. χοινίκιον, υποκορ. του αρχ. ελλ. χοίνιξ > νεοελλ. σοινίκι > τουρκ.]. şist = σχιστόλιθος [ελλ. > γαλλ. schiste > τουρκ.]. şizofreni = σχιζοφρένεια [ελλ. > γαλλ. schizophrénie > τουρκ.]. 200
T : τε takimetre = ταχύμετρο [ελλ. > γαλλ. tachymètre > τουρκ.]. takograf = ταχογράφος [ελλ. > αγγλ. tachograph > τουρκ.]. takometre = ταχύμετρο [ελλ. > αγγλ. tachometer > τουρκ.]. taksi = ταξί, αγοραίο [αρχ. ελλ. τάξις + μέτρον > γαλλ. taximètre, συντετμ. taxie > τουρκ.]. taksimetre = ταξίμετρο [αρχ. ελλ. τάξις + μέτρον > γαλλ. taximètre > τουρκ.]. taksonomi = ταξινομία [ελλ. > γαλλ. taxonomie > τουρκ.]. taktik = τακτική [αρχ. ελλ. > γαλλ. tactique > τουρκ.]. talaz = τρικυμία [αρχ. ελλ. θάλασσα > νεοελλ. θάλασσα (= θαλασσοταραχή, φουρτούνα) > τουρκ.]. tarhana = τραχανάς [μετγν. ελλ. τραγανός > περσ. > τουρκ. Κατ' άλλη άποψη περσ. > τουρκ. > νεοελλ.]. taşikardi = ταχυκαρδία [ελλ. > γαλλ. tachycardie > τουρκ.]. tayfun = τυφώνας [αρχ. ελλ. > αγγλ. typhoon > τουρκ.]. tayın = σιτηρέσιο, μερίδα τροφής [αρχ. ελλ. ταγήν, αιτ. του ταγή > αραβ.> τουρκ.]. teizm = θεϊσμός [ελλ. > γαλλ. théisme > τουρκ.]. teknik = τεχνική, τεχνικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. technique > τουρκ.]. tekniker = τεχνικός [αρχ. ελλ. > γερμ. techniker > τουρκ.]. teknisyen = τεχνικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. technicien > τουρκ.]. teknokrasi = τεχνοκρατία [ελλ. > αγγλ. technocracy > τουρκ.]. teknokrat = τεχνοκράτης [ελλ. > γαλλ. technocrate > τουρκ.]. teknoloji = τεχνολογία [αντιδ. μετγν. ελλ. > γαλλ. technologie > τουρκ., νεοελλ.]. teknolojik = τεχνολογικός [ελλ. > γαλλ. technologique > τουρκ.]. tektonik = τεκτονική [αρχ. ελλ. > γαλλ. tectonique > τουρκ.]. telefon = τηλέφωνο [ελλ. > γαλλ. téléphone > τουρκ.]. telefotografi = τηλεφωτογραφία [ελλ. > γαλλ. téléphotographie > τουρκ.]. telekinezi = τηλεκινησία [ελλ. > γαλλ. télékinésie > τουρκ.]. teleoloji = τελεολογία [ελλ. > γαλλ. téléologie > τουρκ.]. teleolojik = τελεολογικός [ελλ. > γαλλ. téléologique > τουρκ.]. telepati = τηλεπάθεια [ελλ. > γαλλ. télépathie > τουρκ.]. telepatik = τηλεπαθητικός [ελλ. > γαλλ. télépathique > τουρκ.]. teleskobik = τηλεσκοπικός [ελλ. > γαλλ. téléscopique > τουρκ.]. teleskop = τηλεσκόπιο [ελλ. > γαλλ. téléscope > τουρκ.]. telfin = κομμάτι του ψαριού τορίκι, που προορίζεται για λακέρδα [μετγν. ελλ. δελφίν (δελφίνι || ναυτικό εργαλείο) > τουρκ.]. telgraf = τηλέγραφος [ελλ. > γαλλ. télégraphe > τουρκ.]. tem, tema = θέμα [αρχ. ελλ. θέμα > γαλλ. thème > τουρκ.]. tematik = θεματικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. thématique > τουρκ.]. temel = θεμέλιο [αρχ. ελλ. θεμέλιος > τουρκ.]. temelli = μόνιμος, σταθερός [αρχ. ελλ. θεμέλιος + τουρκ. -li > τουρκ.]. tenya = ταινία, παρασιτικό σκουλήκι [αρχ. ελλ. ταινία > τουρκ.]. teogoni = θεογονία [αρχ. ελλ. > γαλλ. théogonie > τουρκ.]. teokrasi = θεοκρατία [μετγν. ελλ. > γαλλ. théocratie > τουρκ.]. teokratik = θεοκρατικός [ελλ. > γαλλ. théocratique > τουρκ.]. teoloji = θεολογία [αρχ. ελλ. > γαλλ. théologie > τουρκ.]. teolojik = θεολογικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. théologique > τουρκ.]. teorem = θεώρημα [αρχ. ελλ. > γαλλ. théorème > τουρκ.]. 201
teori = θεωρία [αρχ. ελλ. > γαλλ. théorie > τουρκ.]. teorik = θεωρητικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. théorique > τουρκ.]. terapi = θεραπεία [αρχ. ελλ. > γαλλ. thérapie > τουρκ.]. terementi = τρεμεντίνα, τερεβινθίνη [νεοελλ. τρεμεντίνα > τουρκ.]. termal = θερμό ιαματικό νερό [αρχ. ελλ. θερμός > γαλλ. thermal > τουρκ.]. termik = θερμικός [ελλ. > γαλλ. thermique > τουρκ.]. termodinamik = θερμοδυναμική [ελλ. > γαλλ. thermodynamique > τουρκ.]. termoelektrik = θερμοηλεκτρικός [ελλ. > γαλλ. thermoéléctrique > τουρκ.]. termograf = θερμογράφος [ελλ. > γαλλ. thermographe > τουρκ.]. termokimya = θερμοχημεία [ελλ. > τουρκ.]. termometre = θερμόμετρο [ελλ. > γαλλ. thermomètre > τουρκ.]. termos = θερμός (ειδικό δοχείο) [αντιδ. αρχ. ελλ. θερμός > αγγλ., γαλλ. thermos > τουρκ., νεοελλ.]. termosifon = θερμοσίφωνας [ελλ. > γαλλ. thermosiphone > τουρκ.]. termostat = θερμοστάτης [ελλ. > γαλλ. thermostat > τουρκ.]. tetanos = τέτανος [αρχ. ελλ. > γαλλ. tétanos > τουρκ.]. tez = εργασία υποβαλλόμενη σε εκπαιδευτικό ίδρυμα [αρχ. ελλ. θέσις > γαλλ. thèse > τουρκ.]. tılsım = υπερφυσική, μαγική δύναμη [μεσν. ελλ. τέλεσμα (= τελετή, μυστήριο) > αραβ. > τουρκ.]. tırpan = δρεπάνι [μετγν. ελλ. δρεπάνιον, υποκορ. του αρχ. ελλ. δρέπανον > τουρκ.]. tifo = τύφος [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. tifüs = τύφος [αρχ. ελλ. > γαλλ. typhus > τουρκ.]. tip = είδος || πρότυπο [αρχ. ελλ. τύπος > γαλλ. type > τουρκ.]. tipografi = τυπογραφία [νεοελλ. > γαλλ. typographie > τουρκ.]. tipografya = τυπογραφία [νεοελλ. > τουρκ.]. tipoloji = τυπολογία [ελλ. > γαλλ. typologie > τουρκ.]. tiran = τύραννος, αυταρχικός [αρχ. ελλ. τύραννος > γαλλ. tyran > τουρκ.]. tirfil = τριφύλλι [μετγν. ελλ. τριφύλλιον > νεοελλ. > τουρκ.]. tirhandil = τρεχαντήρι [μετγν. ελλ. τροχαντήριον, υποκορ. του τροχαντήρ, με παρετυμολ. επίδραση του τρέχω > νεοελλ. τρεχαντήρι > τουρκ.]. tirhos = σαρδέλα [αρχ. ελλ. τριχία > τουρκ.]. tiryaki = θεριακλής, ο εξαρτημένος από διάφορες ουσίες [πιθ. μετγν. ελλ. θηριακή > περσ. > τουρκ. Κατ' άλλη άποψη και η λέξη θηριακή προέρχεται από την περσική]. titan = τιτάνας [αρχ. ελλ. Τιτάν > γαλλ. titan > τουρκ.]. tiyatro = θέατρο [αρχ. ελλ. > ιταλ. teatro > τουρκ.]. toksikoloji = τοξικολογία [ελλ. > γαλλ. toxicologie > τουρκ.]. toksikoman = τοξικομανής [ελλ. > γαλλ. toxicomane > τουρκ.]. toksin = τοξίνη [ελλ. > γαλλ. toxine > τουρκ.]. tomar = τομάρι || σωρός [αρχ. ελλ. τόμος > μετγν. ελλ. τομάριον > αραβ. > τουρκ.]. tomografi = τομογραφία [ελλ. > γαλλ. tomographie > τουρκ.]. ton = τόνος (μουσ., γραμμ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. ton > τουρκ.] || είδος ψαριού, τόνος [αρχ. ελλ. θύννος > λατ. tunnus > ιταλ. tonno, γαλλ. thon > νεοελλ. τόνος > τουρκ.]. tonik = τονικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. tonique > τουρκ.]. tonoz = θόλος [αρχ. ελλ. θόλος > τουρκ., με παραφθορά]. topaz = τοπάζι [μετγν. ελλ. τοπάζιον, αγν. ετύμου > γαλλ. topaze > τουρκ.]. topografya = βλ. topoğrafya 202
topoğrafya = τοπογραφία [μετγν. ελλ. > γαλλ. topographie, ιταλ. topografia > τουρκ.]. toponimi = τοπωνυμία [ελλ. > γαλλ. toponymie > τουρκ.]. torik = τορίκι, είδος παλαμίδας [αντιδ. πιθ. αρχ. ελλ. ταρίχη, πληθ. του τάριχος (= ταριχευμένο, παστό) αγν. ετύμου > τουρκ. > νεοελλ. τορίκι ή ρίκι (νομίζοντας ότι η συλλαβή < το > αποτελεί άρθρο!). Επειδή συνήθιζαν να παστώνουν και να κάνουν λακέρδα ένα συγκεκριμένο είδος παλαμίδας, φαίνεται ότι ονομάστηκε και η παλαμίδα τάριχος. Κατ' άλλη άποψη τουρκ. > νεοελλ. Ελληνική η λέξη σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας]. torna = τόρνος [αρχ. ελλ. > ιταλ. tórnio > τουρκ.]. tragedya = τραγωδία [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. trahom = τράχωμα [μετγν. ελλ. > γαλλ. trachome > τουρκ.]. trajedi = τραγωδία [αρχ. ελλ. > γαλλ. tragédie > τουρκ.]. trajik = τραγικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. tragique > τουρκ.]. trakunya = δράκαινα (ιχθ.) [αρχ. ελλ. > τουρκ.]. trapez = τραπέζι γυμναστικής [αρχ. ελλ. τραπέζιον > γαλλ. trapèse > τουρκ.]. travma = τραύμα [αρχ. ελλ. > ιταλ. tráuma > τουρκ.]. travmatoloji = τραυματολογία [ελλ. > γαλλ. traumatologie > τουρκ.]. trigonometri = τριγωνομετρία [ελλ. > γαλλ. trigonomètrie > τουρκ.]. trigonometrik = τριγωνομετρικός [ελλ. > γαλλ. trigonométrique > τουρκ.]. triloji = τριλογία [αρχ. ελλ. > γαλλ. trilogie > τουρκ.]. triptik = πιστοποιητικό εξόδου λεωφορείου από τα σύνορα [τρίπτυχον, ουδ. του αρχ. ελλ. τρίπτυχος > γαλλ. triptyque > τουρκ.]. tropika = τροπικός [αρχ. ελλ. > ιταλ. tropico > τουρκ.]. tropizm = τροπισμός [ελλ. > γαλλ. tropisme > τουρκ.]. troposfer = τροπόσφαιρα [ελλ. > γαλλ. troposphère > τουρκ.]. tulum = τουλούμι, γκάιντα [αντιδ. αρχ. ελλ. τύλη / μετγν. ελλ. τύλος (= εξόγκωμα, κάλος || σαμάρι αχθοφόρου) > τουρκ. > νεοελλ. τουλούμι. Κατ' άλλη άποψη η λέξη είναι τουρκική]. turfanda = τροφαντός, πρώιμος [αρχ. ελλ. πρώτος + -φαντός > *πρωτοφαντός > νεοελλ. τροφαντός > τουρκ. Κατ' άλλη άποψη περσ. > τουρκ. > νεοελλ.]. U : ου uranus = βλ. uranüs uranüs = ουρανός [αρχ. ελλ. > λατ. uranus > τουρκ.]. uranyum = ουράνιο (χημ.) [ελλ. > γαλλ. uranium > τουρκ.]. uskumru = σκουμπρί [αρχ. ελλ. σκόμβρος > μεσν. ελλ. σκουμπρί > τουρκ.]. usturlap = αστρολάβος [μετγν. ελλ. > αραβ. > τουρκ.]. utopya = βλ. ütopya Ü : ου άφωνο, όπως το γαλλικό u και το γερμανικό ü üremi = ουραιμία [ελλ. > γαλλ. urémie > τουρκ.]. üroloji = ουρολογία [ελλ. > γαλλ. urologie > τουρκ.]. üstüpü = στουπί [αρχ. ελλ. στυππείον > τουρκ.]. ütopik = ουτοπικός [ελλ. > γαλλ. utopique > τουρκ.]. ütopya = ουτοπία [αντιδ. αρχ. ελλ. ου + τόπος > μεσν. λατ. utopia > γαλλ. utopie > τουρκ.]. 203
üvendire = βουκέντρα, βούκεντρο [μεσν. ελλ. βουκέντριον, υποκορ. του μετγν. ελλ. βούκεντρον > τουρκ.]. V : βε vaftiz = βάπτιση, βάπτισμα [μετγν. ελλ. > τουρκ.]. varyos, balyoz = βαριά, μεγάλο σφυρί [μεσν. ελλ. βαριά > τουρκ.]. vatoz = βατί, είδος σελαχιού (ιχθ.) [αρχ. ελλ. βάτος > τουρκ.]. vernik = βερνίκι [μετγν. ελλ. βερενίκιον > νεοελλ. > τουρκ.]. vişne = βύσσινο [αρχ. ελλ. βύσσινος > μετγν. ελλ. βύσσινον > τουρκ.]. voli = βολή, ριξιά διχτυού || κέρδος (αργκό) [αρχ. ελλ. βολή > τουρκ.]. vonoz = γόνος ψαριών [αρχ. ελλ. γόνος > τουρκ., με παραφθορά]. Υ : γιε yakamoz = φωσφορισμός της θάλασσας [αρχ. ελλ. διακαίω > *διακαμός (πβ. κάμα) > τουρκ.]. yalı = γιαλός || μεγαλοπρεπές παραλιακό σπίτι [αρχ. ελλ. αιγιαλός > μεσν. ελλ. γιαλός > τουρκ.]. yeke = δοιάκι, μοχλός για την περιστροφή του πηδαλίου στα πλοία [μεσν. ελλ. οιάκιον, υποκορ. του αρχ. ελλ. οίαξ > τουρκ.]. yelloz = γυναίκα κακής διαγωγής, περίγελος [πιθ. αρχ. ελλ. γέλως > τουρκ.]. yoma = είδος χοντρού σκοινιού για το δέσιμο των πλοίων [πιθ. αρχ. ελλ. λύγος (= είδος φυτού από το οποίο κατασκεύαζαν ιμάντες, ασπίδες κ.ά) > μετγν. ελλ. λυγώ (= δένω) > *λύγωμα > τουρκ. Ελληνική η λέξησύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας]. yortu = γιορτή [μεσν. ελλ. > τουρκ.]. Z : ζε zargana = ζαργάνα [πιθ. αρχ. ελλ. σαργάνη (= καλάθι) > μετγν. ελλ. ζαργάνη > μεσν. ελλ. ζαργάνα > τουρκ.]. zelve = ζεύγλα, ζεύλα, εξάρτημα για τη ζεύξη δύο ζώων [αρχ. ελλ. ζεύγλη > νεοελλ. ζεύλα > τουρκ.]. zevce = η σύζυγος [αρχ. ελλ. ζεύγος > αραβ. > τουρκ.]. zevç = ο σύζυγος [αρχ. ελλ. ζεύγος > αραβ. > τουρκ.]. zifir = αιθάλη, καπνιά [αρχ. ελλ. ζόφος (= βαθύ σκοτάδι) > αραβ. > τουρκ.]. zifos = τζίφος, άχρηστος, κενός [πιθ. αρχ. ελλ. ψήφος > νεοελλ. τζίφος > τουρκ. Κατ' άλλη άποψη η νεοελληνική λέξη τζίφος ίσως προέρχεται από το αραβ. zife. Ελληνική η λέξη σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας] || λάσπη που πετιέται από το χώμα, καταιγίδα [αρχ. ελλ. ζόφος (= βαθύ σκοτάδι) > τουρκ.]. zigot = ζυγωτό [αρχ. ελλ. > γαλλ. zygote > τουρκ.]. zodyak = ζωδιακός [μετγν. ελλ. > γαλλ. zodiaque > τουρκ.]. zoolog = ζωολόγος [ελλ. > γαλλ. zoologue > τουρκ.]. zooloji = ζωολογία [ελλ. > γαλλ. zoologie > τουρκ.]. zootekni = ζωοτεχνία [ελλ. > γαλλ. zootechnie > τουρκ.]. zula (argo) = κρύπτη απαγορευμένων πραγμάτων [μεσν. ελλ. ζουλίζω > ζουλώ > ζούλα > τουρκ.].
204
ΤΟΥΡΚΙΚΕΣ ΛΕΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛ ΣΣΑ
205
206
ΑΛΑΝΙ (αλήτης),
ΚΑΒΟΥΡΔΙΖ
(φρυγανίζω-ξεροψήνω),
ΑΛΑΝΑ (ανοιχτός χώρος),
ΚΑΖΑΝΙ (λέβητας),
ΑΓΑΣ (δεσποτικός-αυταρχικός),
ΚΑΣΜΑΣ (αξίνα-σκαπάνη),
ΑΓΙΑΖΙ (πρωινό ή νυχτερινό κρύο), ΓΙΑΟΥΡΤΙ
ΚΑΛΕΜΙ (γραφίδα),
(πηγμένο γάλα),
ΚΑΛΟΥΠΙ (μήτρα-πρότυπο),
ΤΣΕΠΗ (θυλάκιο),
ΚΑΛΠΙΚΟΣ (κίβδηλος),
ΤΑΒΑΝΙ (οροφή),
ΚΑΠΑΚΙ (σκέπασμα- κάλυμμα),
ΤΖΑΚΙ (παραγώνι),
ΚΑΡΑΟΥΛΙ (φρουρά-σκοπιά),
ΚΑΪΚΙ (βάρκα),
ΚΑΡΠΟΥΖΙ (υδροπέπων),
ΜΕΛΤΕΜΙ (άνεμος ετησίας),
ΚΟΥΒΑΣ (κάδος-αγγείο),
ΜΑΝΑΒΗΣ (οπωροπώλης),
ΝΤΙΠ ΓΙΑ ΝΤΙΠ (ολωσδιόλου),
ΜΠΑΚΑΛΗΣ (παντοπώλης),
ΚΑΤΣΙΚΑ (ερίφι-γίδα),
ΓΛΕΝΤΙ (διασκέδαση),
ΚΕΛΕΠΟΥΡΙ (ανέλπιστο εύρημα),
ΚΑΒΓΑΣ (φιλονικία),
ΚΙΜΑΣ (ψιλοκομμένο κρέας),
ΚΕΦΙ (ευδιαθεσία),
ΚΙΟΣΚΙ (περίπτερο),
ΧΑΤΙΡΙ (χάρη),
ΚΟΛΑΪ (ευκολία-άνεση),
ΝΤΕΡΤΙ (καημός),
ΚΟΛΑΟΥΖΟΣ (οδηγός),
ΝΤΑΒΑΝΤΟΥΡΙ (σύγχυση),
ΚΟΠΙΤΣΑ (πόρπη),
ΤΣΙΜΠΟΥΚΙ (καπνοσύριγγα),
ΚΟΤΖΑΜ (τεράστιος-πελώριος),
ΧΑΣΑΠΙΚΟ (κρεοπωλείο),
ΚΟΤΣΑΝΙ (μίσχος),
ΝΤΟΥΛΑΠΙ (ιματιοθήκη),
ΚΑΦΑΣΙ (κιβώτιο),
ΔΕΡΒΕΝΙ (κλεισούρα),
ΚΟΤΣΙ (αστράγαλος),
ΜΠΑΪΡΑΚΙ (σημαία),
ΚΟΥΒΑΡΝΤΑΣ (γενναιόδωρος-
ΤΣΟΜΠΑΝΗΣ (βοσκός-ποιμένας),
ανοιχτοχέρης),
ΓΙΛΕΚΟ (περιθωράκιον),
ΚΟΥΜΠΑΡΑΣ (δοχείο χρημάτων),
ΧΑΜΠΑΡΙΑ (αγγελία-νέα),
ΚΟΥΣΟΥΡΙ (ελάττωμα-μειονέκτημα),
ΓΙΑΠΙ (οικοδομή),
ΚΟΥΤΟΥΡΟΥ (ασύνετα-απερίσκεπτα),
ΓΙΑΚΑΣ (περιλαίμιο),
ΛΑΓΟΥΜΙ (υπόνομος-οχετός),
ΓΙΑΡΜΑΣ (ροδάκινο),
ΛΑΠΑΣ (χυλός),
ΓΙΝΑΤΙ (πείσμα),
ΛΕΒΕΝΤΗΣ (ανδρείος-ευσταλής),
ΓΙΟΥΡΟΥΣΙ (επίθεση),
ΛΕΚΕΣ (κηλίδα),
ΓΚΕΜΙ (χαλινάρι),
ΛΕΛΕΚΙ (πελαργός),
ΓΟΥΡΙ (τύχη),
ΛΟΥΚΙ (υδροσωλήνας),
ΓΡΟΥΣΟΥΖΗΣ (κακότυχος),
ΜΑΓΙΑ (προζύμη-ζυθοζύμη),
ΓΚΑΪΝΤΑ (άσκαυλος),
ΜΑΓΚΑΛΙ (πύραυνο),
ΕΡΓΕΝΗΣ (άγαμος),
ΜΑΓΚΟΥΦΗΣ (έρημος),
ΖΑΜΑΝΙΑ (μεγάλο χρονικό διάστημα),
ΜΑΪΝΤΑΝΟΣ (πετροσέλινο-μακεδονίσι),
ΖΑΡΖΑΒΑΤΙΚΑ (λαχανικά),
ΜΑΝΤΖΟΥΝΙ (φάρμακο),
ΖΟΡΙ (δυσκολία),
ΜΑΟΥΝΑ (φορτηγίδα),
ΖΟΥΜΠΟΥΛΙ (υάκινθος),
ΜΑΡΑΖΙ (φθίση),
ΚΑΒΟΥΚΙ (καύκαλο),
ΜΑΡΑΦΕΤΙ (μικρό εργαλείο),
207
ΜΑΣΟΥΡΙ (μικρό ξύλο),
ΝΤΑΡΑΒΕΡΙ (συναλλαγή-αγοραπωλησία),
ΜΑΧΑΛΑΣ (συνοικία),
ΝΤΕΛΑΛΗΣ (διαλαλητής),
ΜΕΖΕΣ (ορεκτικά),
ΝΤΕΛΗΣ (παράφρονας),
ΜΕΝΤΕΣΕΣ (στρόφιγγα),
ΝΤΙΒΑΝΙ (κρεβάτι),
ΜΕΝΕΞΕΣ (εύοσμο λουλούδι),
ΝΤΟΥΒΑΡΙ (τοίχος),
ΜΕΡΑΚΙ (πόθος),
ΝΤΟΥΜΑΝΙ (καταχνιά-καπνός),
ΜΕΡΕΜΕΤΙ (επισκευή-επιδιόρθωση),
ΝΤΟΥΝΙΑΣ (κόσμος-ανθρωπότητα),
ΜΟΥΣΑΜΑΣ (κερωμένο-αδιάβροχο ύφασμα),
ΠΑΖΑΡΙ (αγορά-διαπραγμάτευση),
ΜΟΥΣΑΦΙΡΗΣ(φιλοξενούμενος-επισκέπτης),
ΠΑΝΤΖΑΡΙ (κοκκινογούλι-τεύτλο),
ΜΠΑΓΛΑΡ Ν
ΠΑΤΖΟΥΡΙ (παραθυρόφυλλο),
(δένω-φυλακίζω),
ΜΠΑΛΤΑΣ (πελέκι),
ΠΑΠΟΥΤΣΙ (υπόδημα),
ΜΠΑΜΙΑ (ιβίσκος ο εδώδιμος),
ΠΕΡΒΑΖΙ (πλαίσιο θυρών),
ΜΠΑΜΠΑΣ (πατέρας),
ΠΙΛΑΦΙ (ρύζι),
ΜΠΑΜΠΑΛΗΣ (ο πολύ γέρος),
ΡΑΧΑΤΙ (ησυχία)
ΜΠΑΞΕΣ (περιβόλι-κήπος),
ΣΑΚΑΤΗΣ (ανάπηρος),
ΜΠΑΡΟΥΤΙ (πυρίτιδα),
ΣΑΜΑΤΑΣ (θόρυβος),
ΜΠΑΤΖΑΚΙ (κνήμη-σκέλη),
ΣΕΝΤΟΥΚΙ (κιβώτιο),
ΜΠΑΤΖΑΝΑΚΗΣ (σύγαμπρος-συννυφάδα),
ΣΕΡΤΙΚΟ (τσουχτερό, βαρύ),
ΜΠΑΤΙΡΙΣΑ (πτωχεύω-χρεοκοπώ),
ΣΙΝΑΦΙ (συντεχνία, κοινωνική τάξη),
ΜΠΑΧΑΡΙΚΟ (αρωματικό άρτυμα),
ΣΙΝΤΡΙΒΑΝΙ(πίδακας),
ΜΠΕΚΡΗΣ (μέθυσος),
ΣΙΡΟΠΙ (πυκνόρρευστο διάλυμα ζάχαρης),
ΜΠΕΛΑΣ (ενόχληση),
ΣΑΪΝΙ (ευφυής),
ΜΠΟΓΙΑ (βαφή-χρώμα),
ΣΟΥΓΙΑΣ (μαχαιράκι),
ΜΠΟΓΙΑΤΖΗΣ (ελαιοχρωματιστής)
ΡΟΥΣΦΕΤΙ (χαριστική εξυπηρέτηση),
ΜΠΟΪ (ανάστημα-ύψος),
ΣΟΒΑΣ (ασβεστοκονίαμα),
ΜΠΟΛΙΚΟΣ (άφθονος),
ΣΟΪ (καταγωγή-γένος),
ΜΠΟΣΤΑΝΙ (λαχανόκηπος),
ΣΟΚΑΚΙ (δρόμος),
ΜΠΟΣΙΚΟΣ (χαλαρός),
ΣΟΜΠΑ (θερμάστρα),
ΜΠΟΥΖΙ (πάγος-ψύχρα),
ΣΟΥΛΟΥΠΙ (μορφή-σχήμα),
ΜΠΟΥΛΟΥΚΙ (στίφος-άτακτο πλήθος),
ΤΑΜΠΛΑΣ (αποπληξία-συγκοπή),
ΜΠΟΥΛΟΥΚΟΣ (καλοθρεμμένος-παχουλός),
ΤΑΠΙ (χωρίς χρήματα),
ΜΠΟΥΝΤΑΛΑΣ (κουτός-ανόητος),
ΤΑΡΑΜΑΣ (αυγοτάραχο),
ΜΠΟΥΝΤΡΟΥΜΙ (φυλακή),
ΤΑΣΑΚΙ (σταχτοδοχείο),
ΜΠΟΥΡΙ (καπνοσωλήνας),
ΤΑΧΙΝΙ (αλεσμένο σουσάμι),
ΜΠΟΡΑ (καταιγίδα)
ΤΑΨΙ (μαγειρικό σκεύος),
ΜΠΟΥΤΙ (μηρός),
ΤΕΚΕΣ (καταγώγιο),
ΜΠΟΥΧΤΙΣΜΑ (κορεσμός),
ΤΕΝΕΚΕΣ (δοχείο),
ΝΑΖΙ (κάμωμα-φιλαρέσκεια),
TΕΜΠΕΛΗΣ (οκνηρός-ακαμάτης),
ΝΤΑΜΑΡΙ (φλέβα-λατομείο),
ΤΕΡΤΙΠΙ (τέχνασμα-απάτη),
ΝΤΑΜΠΛΑΣ (αποπληξία),
ΤΕΦΑΡΙΚΙ (εκλεκτό-αριστούργημα),
ΝΤΑΝΤΑ (παραμάνα-τροφός),
ΤΕΦΤΕΡΙ (κατάστιχο),
208
ΤΖΑΜΙ (υαλοπίνακας-γυαλί), ΤΣΑΜΠΑ (δωρεάν), ΤΖΑΝΑΜΠΕΤΗΣ (κακότροπος-δύστροπος), ΤΟΠΙ (σφαίρα), ΤΟΥΛΟΥΜΙ (ασκός), ΤΟΥΛΟΥΜΠΑ (αντλία), ΤΟΥΜΠΕΚΙ (σιωπή), ΤΡΑΜΠΑ (ανταλλαγή), ΤΣΑΙΡΙ (λιβάδι-βοσκοτόπι), ΤΣΑΚΑΛΙ (θώς), ΤΣΑΚΙΡΗΣ (γαλανομάτης), ΤΣΑΚΜΑΚΙ (αναπτήρας),
ΧΑΛΚΑΣ (κρίκος), ΧΑΜΑΛΗΣ (αχθοφόρος), ΧΑΝΙ (πανδοχείο), ΧΑΠΙ (καταπότι), ΧΑΡΑΜΙ (άδικα), ΧΑΡΜΑΝΗΣ (χασισοπότης), ΧΑΡΤΖΙΛΙΚΙ (μικρό χρηματικό ποσό), ΧΑΒΑΣ (μουσικός σκοπός) ΧΑΦΙΕΣ (καταδότης), ΧΟΥΖΟΥΡΕΜΑ (ανάπαυση), ΧΟΥΙ (ιδιοτροπία), ΧΟΥΝΕΡΙ (πάθημα-εξαπάτηση).
ΤΣΑΝΤΑ (δερμάτινη θήκη), ΤΣΑΝΤΙΡΙ (σκηνή), ΤΣΑΠΑΤΣΟΥΛΗΣ (ανοικοκύρευτος-άτσαλος), ΤΣΑΡΚΑ (επιδρομή-περιπλάνηση), ΤΣΑΝΤΙΖ
(εξοργίζω-προσβάλω),
ΤΣΑΧΠΙΝΗΣ (κατεργάρης-πονηρός), ΤΣΙΓΚΕΛΙ (αρπάγη-σιδερένιο άγκιστρο), ΤΣΙΦΟΥΤΗΣ-ΤΣΙΓΚΟΥΝΗΣ (φιλάργυρος), ΤΣΙΡΑΚΙ (ακόλουθος), ΤΣΙΣΑ (ούρα), ΤΣΙΦΤΗΣ (άψογος-ικανός), ΤΣΟΥΒΑΛΙ (σακί), ΤΣΟΥΛΟΥΦΙ (δέσμη μαλλιών), ΤΖΟΓΛΑΝΙ (νέος) ΤΣΟΠΑΝΗΣ (βοσκός) ΦΑΡΑΣΙ (φτυάρι-σκουπιδολόγος), ΦΑΡΣΙ (τέλεια-άπταιστα), ΦΛΙΤΖΑΝΙ (κύπελλο), ΦΥΝΤΑΝΙ (φυτώριο), ΦΙΣΤΙΚΙ (πιστάκη), ΦΥΤΙΛΙ (θρυαλλίδα), ΦΟΥΚΑΡΑΣ (κακομοίρης-άθλιος), ΦΟΥΝΤΟΥΚΙ (λεπτοκάρυο-λευτόκαρο), ΦΡΑΝΤΖΟΛΑ (ψωμί), XABOYZA (δεξαμενή νερού), ΧΑΖΙ (ευχαρίστηση), ΧΑΛΑΛΙΖ
(συγχωρώ),
ΧΑΛΙ (άθλιο), ΧΑΛΙ (τάπητας),
209