2. ΔΙΟΓΕΝΗΣ
ALPHA MI
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
Ό ΔιογένΎ)ς άπο τ~
ΣινώΠΎ), ό επιλεγ6μενος Κύων
(400/
390-328/323 π.χ.), ό κατ' εξox~ν εκπρ6σωπος του Κυνισμου, ~λθε στ~ν ' Aθ~να σύμφωνα με τ~ν παΡάaοσΎ) (ΔιογένΎ)ς Λαέρ, - 4 ου αι., ' ε",οριστος '<:"' , , , τιος νι 20 21) , κατ α" τα μεσα του απο τη ,
,
γενετεφα
του,
tf
οπου
"
με τον
7'1
,
τpαπε~ΙΤΎ)ν πατερα του
(Ι'
κεσια
("Ύ)
Ίκέτα) εΙχαν παραχαράξει το ν6μισμα τ-ης π6λΎ)ς. ΕΙναι πιθανο οτι στ~ν
' Aθ~να ό ΔιογένΎ)ς σχετίσΤΎ)κε προσωπικα με τον
ΆντισθένΎ),
όπωσa~ποτε πάντως
εΠΎ)ρεάσΤΎ)κε καθοριστικα
άπο τις άρχες τ-ης ~θικ-ης του ΆντισθένΎ), τις όποΤες άνέπτυξε ως τις άκραΤες συνέπειές τους και προσπάθΎ)σε να τις εφαρμ6σει εμπρακτα στ~ ζω~ του.
- Οί περισσ6τερες άπο τις σωζ6-
μενες μαρτυρίες για τον ΔιογένΎ) εχουν άνεκaοτολογικο χαρα κτ~pα (περίφΎ)μα εχουν καταστεΤ τα άνέκaοτα με το πιθάρι του , Δ ιογενΎ) ,
'λ' το ιχναρι
του,
"
με
Μ
τον
.
'Αλ'<:" 'Ι> ε",ανορο
" ) Κ.α.
και,
προέρχονται άπο συγγραφεΤς πoΛU μεταγενέστερους οπως ό ΔιογένΎ)ς Λαέρτιος, ό Πλούταρχος, ό ΈπίΚΤΎ)τος, ό Δίων Χρυ
σ6στομος, ό Μάξιμος Τύριος, άφου με τ~ν εξαίpεσΎj του Θε6φραστου (ΔιογένΎ)ς Λαέρτιος νι
κανένας συγγραφέας σύγ
22)
χρονος με τον ΣινωπίΤΎ) φιλ6σοφο aεν παΡαaίaει κάτι γι' αυ τ6ν. ΕΙναι, ετσι, σχεaον άaύνατο να aιαΚΡίνει πια κανεις τ~ν αυθεντικ~ ίστopικ~ πλΎjpOφOpία γι' αυτον άπο τ~ν μυθοπλα-
,
στια.
Ο'ι ουσκο 'Ι> λ'ιες
"
επιτεινονται
'<:"'
ε",αιτιας
-
ΤΎ)ς
'λ Ύjς μεγα
'
συγχυ-
σΎ)ς που ΠPoκλ~θΎ)κε στ~ν Kυνικ~ παΡάaοσΎ) άπο τ~ν τάσΎ) των Στωικων να άποaίaουν aικές τους θεωρίες στον ΔιογένΎ) με
άπώτερο στ6χο να άναχθουν και αυτοι μέσα άπο μια άaιάσπα σΤΎj σεφα aιαaοχων (ΆντισθένΎjς
-
ΔιογένΎ)ς
νων) τελικα στον 'iaιo τον ΣωκράΤΎ).
(νι
75-76)
-
-
ΚράΤΎ)ς
-
z~
Ό ΔιογένΎ)ς Λαέρτιος
άναφέρει ον6ματα μαθψων του ΔιογένΎ). Δεν εΙναι
βέβαιο αν ό ΔιογένΎ)ς εΙχε ζ~σει για μεγάλο χρονικο aιάσΤΎ)μα
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥ;-.ιικοι
180
στ~ν Κόρινθο, δπως παραοίοει ό Δωγέν"f)ς Λαέρηος νι 74, άλ λα. και οΙ Δίων Χρυσόστομος 8,4 και 'Ιουλιανός, Λ6ΥΟΙ 7,212· &λλ"f)λοσυγκρουόμενες εΊναι έπίσ"f)ς οΙ μαρτυρίες σχεηκα. με τον χρόνο, τον τόπο και τις συνθΊjκες του θανάτου του. - Ό Δωγέ ν"f)ς Λαέρτιος νι 80 παραοίοει 060 οιαφΟΡεηΚΟ'Jς καταλόγους με τίτλους εργων άποοιΟόμενων στον ΔωγένΥ) (ό οεύτερος άπο αυτους εΊναι του 'Αλεζανορινου περιπαΤ"f)ηκου Σωτίωνα, 20ς αΙ π.Χ.)· άναφέρει δμως έπίσ"f)ς δη σύμφωνα με τον Σάτυρο και τον Σωσίστρατο, βιογράφους του 30υ και του 20υ αΙ π.Χ.
άντίστωχα, ό Δωγέν"f)ς οεν εΙχε συγγράψει τίποτα. 'Ανάμεσα στους παραοιΟόμενους τίτλους ύπάρχουν και τραγωοίες, που ώστόσο εΊναι πoΛU άμφίβολο α.ν προορίζονταν για. τ~ σκψ~, και μία Πολιτεία, ~ όποία ασΚ"f)σε έπίορασΥ) στον Z~νωνα, τον Ιopυτ~ τΊjς Στοας έπίσ"f)ς Χρειες και
'Επιστολές, οΙ όποΤες
εχουν χαθεΤ' οΙ φερόμενες ώς έπιστολες του ΔιογένΥ) εΙναι ολες νόθες. Πρβ.
1.
RE
ν
1 (1903), στ. 765-773 Ρ. Natorp.
ΣΤΡΑΒΩΝ, ΓεωγριχφιχιΧ ΧΙΙ
De chorographja
Ι
2, 11.
Πρβ.
POMPONn;s MELA,
19, 105. ι
"Ανδριχς δε έξήνεγχεν
[sc.
ή π6λις Σινώπη] αγΙΧΘούς, των μεν φιλο
σ6φων Διογένη τον Κυνιχον χιχι' Τψ6Θεον τον Πιχτρίωνιχ, των δε
ποιητων Δ{φιλον τον χωμιΧ6ν, Χλπ. 'Η
Σ
ι
,
I~
~
ινωΠΥ) ανεοει",ε
~
Ι
'θ
σπουοαωυς αν
ι
ρωπους:
'"
απο
τους φι
λ
ι
οσο-
φους τον κυνικο ΔιογένΥ) και τον Τιμόθεο τον Πατρίωνα,1 άπο τους ΠΟΙ"f)τες τον κωμικο Δίφιλο,2 κλπ. 1. Ό δπ' OCριθ. 17 στο οικειο λΊjμμα τΎjς RE. Κατα ,ον ΣτρOCβωνα ΧΙΙ 546 συγκαταλέγεται στους ανδρας ιΧγαθους ,ους όποίους OCνέδειξε Τι ΣινώΠ'η' πρέ
πει να εζ'φε κατα ,ον
40
~ τον
30
αΙ π.Χ.
2. Σύγχρονος ,ου ΜενOCνδρου, 12 στο λτ,μμα τ'fjς
OCναφέρεται και αότος OCπο τον ΣτρOCβωνα, Ο.π.· δπ' OCριθ,
RE.
2.
ΔIOΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων χιχι' δογμάτων συνιχγω γη νι
20-21.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
ΙΚΙ
-'ΙΟΥένης ΊκεσΕου τραπεζ{του Σινωπε(;ς. Φησι' δε Διοκλης, δημοσ[αν αύτου την τράπεζαν εχοντος του πατρος και' παραχαράξαντος το νό μισμα, φυΥεϊΎ. Εύβουλ[δης δ' έν τψ Περι ΔΙΟΥένους αύτόν φησι Διο Υένην τουτο πραξαι και' συναλασθαι τψ πατρΙ Ού μην άλλα και' αύ τος περι' αύτου φησι έν τψ Πορδάλφ ώς παραχαράξαι το νόμισμα. 'Ένιοι δ' έπψελητην γενόμενΟΥ άναπεισθηναι ύπο των τεχνιτων και'
έλθόντα είς Δελφους
είς το Δήλιον έν τ,η πατρ{δι Άπόλλωνος πυν
r}
θάνεσθαι εί ταυτα πράξει &περ άναπεtθεται' του δε συΥχωρήσαντος το πολιτικον νόμισμα, ού συνε[ς, το κέρμα έκιβδήλευσε και' φωραθε[ς, ώς μέν τινες, έφυΥαδε(;θη, ώς δέ τινες, έκων ύπεξηλθε φοβηθε[ς.
(21)
'Ένιοι δέ φασι παρα του πατρος αύτον λαβόντα το νόμισμα δια
φθειραι' και' τον μεν δεθέντα άποθανειν, τον δε φυΥειν έλθειν τ' είς Δελφους και' πυνθανόμενον ούκ εί παραχαράξει, άλλα τ{ ποιήσας έν δοξότατος εσται, οtJτω λαβειν τον χρησμον το υτον.
ΔιογένΥις, γιος του τραπεζίτη 'Ιχεσία, άπο τ~ Σινώπη. 'Ο Διο Χλης άναφέρει δη ό πατέρας του ΔιογένΥ) είχε τ~ν τράπεζα τ-ης
πόλΥις χαL εξορίσΤΥιχε επειδ~ εχανε παραχάραξΥ) του νομίσμα τος. 'Ο ΕυβουλίδΥις δμως, στο βιβλίο του για τον ΔιογένΥι, υποστηρίζει δη αύτο το εχανε ό ΔιογένΥις χαL δη εφυγε στ~ν εξορία μαζL με τον πατέρα του. Μάλιστα χαL ό 'ίδιος στον Πόρ
δαλό του, άναφέρει για τον έαυτό του πως παραχάραξε το νό μισμα. 'Ορισμένοι υποστηρίζουν δη του είχαν άνατεθει xαθ~ χοντα επιθεωΡΥιτ-η χαL δη τον επεισαν οί τεχνίτες να πάει
στους Δελφους ~ στο Δ~λιo, τ~ν πατρίδα του' Απόλλωνα, για να pωτ~σει αν πρέπει να πράξει αύτα που τον παραχινουν [δΥιλ. /
"λλ 1: να α αι.,ει
,ι ] το νομισμα.
Κ α θ' 'θ' ως ο εος
-" το
του
ι 1 επετρεψε,
'" λ ΟΥ)
.
να άλλάξει τ~ν πoλιηx~ τάξΥ) των πραγμάτων, χι εχεινος, μ~ ,Ι ,Ι , ζ " "λ β ι εχοντας εννΟΥισει, παραχαραι.,ε τα χερματα, τον συνε α αν χα ι,
σύμφωνα με όρισμένους, τον εξόρισαν, σύμφωνα δμως με όρι
σμένους άλλους εφυγε με τ~ θέλYισ~ του, επειδ~ φOβ~θΎjXε. (21) 'Άλλοι πάλι υποσΤΥιρίζουν δη ό πατέρας του τον παραΧίνΊ]σε
,
ι ζ
να
\ το
παραχαραι.,ει
Ι
,α
νομισμα
χαι
οη
'θ
πε
ανε,
'
ο
ι
πατερας
του, δέσμιος στ~ φυλαx~, ενω ό ΔιογένΊ]ς εφυγε χαL π-ηγε
στους Δελφους χαL ζ~ΤΊ]σε να μάθει οχι αν επρεπε να χάνει τ~ν 1:
ι
παραχαραι.,Ύ) 'rf
j
i
,Ι
'λλ'
α
"λ
και οη ετσι ε
α
/
Ι,,
α η
β
επρεπε να χανει
ι
''''''
\,
για να ι
ε τοτε εχεινο τον ΧΡΥισμο.
Ι ζ , γινει ι.,αχουστος,
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
182
Ή Ιστορία για την παραχOCραζ-η το;; νομίσματος και τον Δελφικο (~ τον Δ~
λιο) ΧPΊJσμO που ελαβε ό ΔΙOγένΊJς είναι αμφίβOλΊJ ώς προς την ίστορικ6τητOC της. Με αύτην έπιχειρείται να πλαστεί
- κατα το πρ6τυπο το;; ΧPΊJσμo;; που (20e κΙ) - ~νας μύθος
είχε λOCβει ό ΣωκpocΤΊJς της πλατωνικΊjς Άπολογίας
γύρω απο την φυγην το;; ΔιoγένΊJ απο τη Σινώπ'Υ), την έζορία του στην 'Aθ~ να, ~ όποία καθαυτην πρέπει να εχει κOCποια ίστορικη βocσΊJ, και την έκεί φι
λοσοφικη 8ραστηρι6τψOC του. Ή αφετ-ηρία τΊjς μυθοπλαστία ς ανOCγεται πι θανως στον 'ί8ιο τον κυνικο φιλ6σοφο, ό όποϊ"ος, σύμφωνα με την πλΊJpoφopία το;; ΔιoγένΊJ Λαέρτιου, στον Π6ρδαλο είχε παρα8εχτεϊ" μια τέτοια παραχOCρα
ζΊJ. Τυπολογικα ύπOCρχει χαpαΚΤΊJPιστικη όμοι6τητα με την πεpίπτωσΊJ το;; ΣωκpocΤΊJ, ό όποίος συσχέτιζε το καθΊJμεpινo φιλοσοφικο εργο του στην 'Aθ~να με τη μαιευτικη τέχνΊJ τΊjς μψέρας του και το απέ8ι8ε σε έντολη το;; Π υθικο;; θεο;;. Κατα τον 'ί8ιο τρ6πο ~ παpαχocpαζΊJ το;; νομίσματος απο τον
ΔιoγένΊJ, ~ όποία συν8έεται με το έπOCγγελμα το;; πατέρα του, το;; τραπεζίτη ~ ανώτερου κρατικο;; οίκονομικο;; ύπαλλ~λoυ (~ αρχαία λέζΊJ τραπεζίτης μπορεί να εχει και αύτη τη 8εύτεpΊJ σΊJμασία) 'Ικεσία, Οιπο8ί8εται σε θε'ίκη έντολη και συσχετίζεται με ΤΊΙ φιλοσοφικη 8ραστηρι6τητOC του: ό ΔιoγένΊJς άκυρώνει ολους τους καν6νες και τις συμβOCσεις που 8ιέπουν ΤΊΙ ζωΊι το;; άτ6μου στην κοινωνία, αλλOCζει τον χαραχτήρα τους, και τους αντικαθιστα με
γν~σιoυς, άν6θευτους φυσικους καν6νες ζωΊjς λυτρώνοντας ετσι τους άνθρώ πους άπο τους κOCθε λoγΊjς αναγκασμούς, που τους περιορίζουν ασφυκτικOC,
και ζανα8ίνοντOCς τους τΊιν πρωταρχ ικΊι έλευθερία τους.
- 'Ενω ~ ίστορικη
βocσΊJ της παpαχocpαζΊJς το;; νομίσματος είναι πoΛU άμφίβoλΊJ, 8εν συμβαίνει το 'ί8ιο με τΊιν φυγην το;; ΔιογjνΊJ άπο ΤΊΙ ΣινώΠΊJ, ~ όποία, οπως σΊJμειώνει ό Ρ. νοn
der Muhll, «Interpretationen biographischer Uberlieferung»,
σ.
238,
«θα μπορο;;σε να έζΊJγ~σει γιατί ό γιος ένος τpαπεζίΤΊJ ζο;;σε στΊιν Άθ~να μέσα στΊι φτώχεια». 'Έτσι, ό νοn
der Muhll
συν8έει τη φυγΊι το;; ΔιoγένΊJ με
την έγκαθί8pυσΊJ στη ΣινώΠΊ) το;; φιλοπερσικο;; καθεστωτος του ΔατocμΊJ και την τοποθετεϊ" χρονικα γύρω στα
3.
370
π.Χ.
ΣΟΥΔΑ, στο λΊjμμα 'Διογένης' (η.
1143).
Διογένης, Ίκεσίου υι'ος τραπεζ{του, Σινωπεύς. "Ος φυγων την πατρί8α 8ια το παρακ6ψαι ν6μισμα ~λθεν είς 'Αθήνας και' 'Α ντισθένει πα
ραβαλων
Ti{J Kuvtxi{J
ήριΧσθη του εκείνου βίου και η7ν κυνικην φιλο
σοφίαν ήσπιΧσατο, πολλής ούσης αύτi{J ύπερι8ων ούσ{ας.
Δωγένης, γιος του 'Ικεσία, τραπεζίτη το έπάγγελμα, άπο τ~
Σ ινωπη.
/
'Ο
Δ
/
ιογενης,
,/
οταν
'ζ / ε<-,οριστηκε
,\, απο ΤΓιν
/~
πατριοα
του
για κάποια παραχάραξη νομισμάτων, ~λθε στ~ν 'Αθήνα, σχε-
ι
ΔIOΓΕΝΗΣ
183
τίστψ<.ε με τον χ.υνιχ.Ο φιλ6σοφο ΆντισθένΎj, αιστάνθΎjXε ~λξΎj
για τον τρ6πο της ζωης του χαι αXOλOύθΎjσε τ~ν xυνιx~ φιλο-
σοφία αοιαφορώντας για τ~ν μεγάλΎj περιουσία του. Δεν ύπlι.pχoυν στοιχεϊα στ~ν Kυνικ~ παplι.δOσΊj *ι ΙJ.λλα αρχαιογνωστικα. στοι
χεϊα, που να. καθιστο'')ν
a priori αδύναΤΊj τη συνlι.νΤΊjσΊj και τrιν πpoσωπικ~
γνωριμία του ΔΙOγένΊj (ό όποϊος πρέπει να. είχε ελθει στ~ν Άθ~να πριν απο το
360
π.χ.) με τον ΆντισθένΊj (για. τον όποϊο γνωρίζουμε ΟΤΙ πέθανε
μεγlι.λΊj ~λικία
- σε - το 366(5 π.χ.). Άπο τ~ν IJ.λλΊj πλεuΡα. αποτελεϊ κοινο τ6πο
Ίj πpoσπlι.θεια τ~ς ΣτοΟίς και των Κυνικων να. κατασκευlι.σoυν σχέσεις δα σκlι.λoυ-μαθΎ)τ-η προκειμένου να. αποδείξουν οτι ανάγονται απευθείας, χωρις χάσματα και κενά, στον Σωκplι.ΤΎ).
4. ΣΟΥΔΑ, στο λ'ίjμμα 'ΔΙΟΥένης' (η. 1144). ΔΙΟΥένης, 'Αντισθένους όμιλητής, ό'ς πρώτος Κύων επεκλήθη' εν π[ θψ δε διέτριβεν. Έρομένψ δε αιJτιi!, πως αν πρωτεύσειεν, επολιτεύε το δέ, ό θεος άνεVιεν, ει παραχαράξειεν. Ό δε το νόμισμα παρεχάρα ξεν- εφ' Φ φυΥων ήλθεν ες 'Αθήνας. Έντυχων δε 'Α ντισθένει κατα
δόξης διαλεΥομένψ εφιλοσόφησε.
ΔΙOγένΎjς, μαθψΎjς του ΆντισθένΎj, ό πρωτος που αΠOXλ~θΎjXε 'Κύων'· ζουσε σ' ~να πιθάρι. 'Όταν pώΤΎjσε το μαντεΤο πως θα γιν6ταν πρωτος
- γιατί εΙχε αναμιχθεΤ στ~ν πoλιτιx~ -, ό
θεος έοωσε απ6xpισΎj οτι αυτο θα συνέβαινε αν παραχάραζε το
,
νομισμα.
Κ
'
-,
,"ι;"
ι εχεινος τοτε παραχαρα",ε το νομισμα.
"Ο'"ι; ταν ε",αι-
7ίας αυτης της πpάξΊjς τον εξ6ρισαν, ~λθε στ~ν Άθ~να. Έχει συνάνησε τον ΆντισθένΎj, που συζΎjΤOυσε για τις γνωμες των πολλων, χαι στpάφΎjXε στ~ φιλοσοφία.
5.
ΣΟΥΔΑ, στο λfjμμα Ύνωθι σαυτόν' (η. 334).
Γνώθι σαυτον και' το νόμισμα παρ αχάρ αξο ν, παραΥΥέλματα Πυθικά. Τουτέστι της των πολλων δόξης υπερόρα και παραχάραττε μη την ιΧλήθειαν, άλλα το νόμισμα.
Ι Ι
1
1
Ι
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
184 'Ν' ι \ α γνωρ~σε~ς τον
~ , εαυτο
σου
,
'"
κα~
't:"
να παραXαραι"ε~ς
το
,
νoμ~-
σμα', προστάγματα τ~ς Π υθίας. Ν α. αo~αφoρείς, ΟYjλαο~, γ~α.
τη γνώμΥ) των πολλων και να. παραπo~είς ox~ την αλ~θε~α αλλα. ο, η εlνα~ καθ~ερωμένo απο συν~θε~α.
6.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' δογμάτων συναγω γη νι
56.
Όνειδιζ6μεν6ς ποτε
[sc.
ό Διογένης] επι
TifJ
παραχαράξαι το ν6μι
σμα έφη, «ήν ποτε χρ6νος εκεινος στ' ήμην έγω τοιουτος όποιος συ νυν- όποιος δ' εγω νυν, συ ούδέποτε».
"Ο ταν
'
"
"ψ ει"ε καποτε τον 'Δ' καποιος ε ιογενΥ) γ~α ΤYjν παραχαραι"Υ)
t:'
't:
το\) νομίσματος, εκείνος απάνΤYjσε: «'Ήταν κάποτε που ~μoυν
οπως εlσα~ εσυ τώρα' οπως ομως εlμα~ τώρα εγώ, εσυ οεν πρ6κε~τα~ να. εlσα~ ποτέ».
ΛΟΤΚΙΑΝΟΣ, Δι'ς κατηγορούμενος
7.
,
24.
r ΕΡΜΗΣ: Διογένη Σινωπέα παρείναι καιρός, και συ ή Άργυραμοιβι '. κη λέγε. - ΔΙΟΓΕΝΗΣ: Και μην αν γε μη παύσηται ενοχλουσα, (}j Δίκη, ούκέτι δρασμου δικάσεταί μοι, αλλα πολλων και' βαθέων τΡαυ μάτων- εγω γαρ αύτίκα μάλα πατάξας
ξύλ4>
TifJ
-
ΔΙΚΗ: ΤΕ τουτο;
ΤΕ έφευγεν ή Άργυραμοιβική, ό δε διώκει επηρμένος το βάκτρον. Ού μέτΡιόν τι κακον ή αθλία έοικε λήΨεσθαι.
Έρμ~ς: Elνα~ ώρα να. ~λθε~ ό ΔιογένYjς απο τη Σ~νώπYj' κ~ εσύ, 'Α ργυραμo~ β"'"'' ~XYj, πες η εxε~ς ενανηον
,
μαρτυρoμα~'
,\
αν
Yj('Α ργυραμo~ β ~ΚY),
του.
~\
σεν
-
Δ' ιογενYjς: Δ ~α'Δ"
σταμαΤYjσε~,
~XYj,
να
με παρενοχλεί, οεν θα. με καΤYjγορεί π~α. γ~α. οραπέτευσYj, αλλα. γ~α. πολλα. και γερα. Xτυπ~ματα: γ~ατι θα. πάρω αμέσως το ρα"" β σ~ μo~
,
κα~'θ" α ΤYjν χτυΠYjσω.
β ~ΚY),
-
Δ'~XYj: Τ'~
συμ β' α~νε~;
,\,
"
'Η 'Α ργυρα-
,
"β λ "~ το α ε στα πoσ~α κ~ αυτος την κυνYjγαε~ με σYjκωμε-
νο το ραβοί του' την ΟύστυχYj, οεν εlνα~, καθως φαίνετα~, μαρο
,
,
'θ'
το κακο που
,
α ΤYjν
β
-
ρε~.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
8.
ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ, Δημώνακτος β{ος
5.
'Eι[Jκει [sc. ό Δημωναξ] δε TifJ Σωκράτει μαλλον ψκειωσθαι, ει και TifJ σχήματι και' Tn του β{ου Ρq.στών'f) τον Σινωπέα ζηλουν εδοξεν, ού παραχαράττων τα εις την δ{αιτα ν.
Π~θανως ό Δημωνα1; είχε περισσότερα κo~να στo~xε~α με τον Σωκρατ-η, παρ' ολο oτ~ στο ντύσιμο και τ~ν ανεμελ~α τ-ης ζω-ης
φα~νόταν OΤ~ ακολουθουσε εκε~νoν απο τ~ Σ~νώΠ"η, χωρις παν τως να ΨευτΙζε~ τον τρόπο τ-ης ζω-ης του.
9.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων και' δογμάτων συναγω γη νι
71.
'Όντως ν6μισμα παραχαράττων [sc. ό Διογένης], μηδεν ουτω τοις κατα ν6μον ώς τοις κατα φύσιν διδούς.
Πραγμαηκα παραχαρασσοντας το νόμ~σμα, χωρις o~όλoυ να oΙνε~, ό Διογέν'Yjς, σ'YjμασΙα στα θεσπΙσματα του νόμου αλλα σ' αύτο που ~ φύσ'Yj όρΙζε~.
10.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων και δογμάτων συνα
γωγη νι 38. Πρβ. ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, Περι' της 'Αλεξάνδρου τύ χης η &ρετης Ι
10
ρ.
332 c.
'Έφασκε [sc. Διογένης] δ' &ντιτιθέναι TJx'f) μεν θάρσος, ν6μιρ δε φύ σιν, πάθει δε λ6γον.
K~ ύπoστ~ρ~ζε ό Διογέν'Yjς οη στ~ν τύχ'Yj αυτος αντ~τασσε~ το θαρρος, στο νόμο τ~ φύσ'Yj, στο παθος το λόγο.
11.
ΙΟΥΛΙΑΝΟΣ, Λ6γοι ΙΧ [νι] 8 ρ. 187 b κΙ
Ήγψ6να μεν ού Νδιον εύρειν, εφ' δν &νενέγκαι χρη πρωτον αυτο Ι sc. τον Κυνισμ6ν], ει κα{ τινες ύπολαμβάνουσιν 'Α ντισθένει τουτο
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥ:"ΙΙΚΟΙ
186
και' Διογένει προσήκειν. τουτο γουν εοικεν Οίνόμαος ούκ άτόπως λέ γειν
«6
κυνισμος ουτε άντισθενισμός έση ουτε διογενισμός». Λέγουσι
μεν γαρ οι' γενναιότεροι των κυνων δη και'
6 μέγας
Ήρακλης, ωσπερ
οδν των άλλων άγαθων ήμι'ν αίτιος κατέστη, οδτω δε και' τούτου του β[ου παράδειγμα το μέγιστον κατέλιπεν άνθρώποις.
'Εγω δε ύπερ
των θεων και των είς θε[αν ληξιν πορευθέντων ευφημειν έθέλων πε[ θομαι μεν και προ τούτου τινας ούκ έν 'Έλλησι μόνον, άλλα και βαρ βάροις ωδτω φιλοσοφησαυ' αυτη γαρ ή φιλοσοφ[α κοινή πως εοικεν εΙναι και' φυσικωτάτη και' δεισθαι
... (188)
ούθ' ήστινοσουν πραγματε[ας
άλλα άπόχρη μόνον δύο ταυτα του ΠυθΕου παραινουντος
άκουσαι, το 'Γνωθι σαυτον' και' 'Παραχάραξον το νόμισμα" πέφηνε γουν ήμιν άρχηγος της φιλοσοφΕας lJσπερ olμαι, τοις 'Έλλησι κατέ στη των καλων άπάντων αίτιος,
νομοθέτης και βασιλεύς,
6 εν
6
της 'Ελλάδος κοινος ήγεμων και'
Δελφοις θεός, δν έπειδη μη θέμις ~ν τι
διαλαθειν, ουδε ή Διογένους έπιτηδειότης ελαθε. προυτΡεψε δε αύτον ουχ ωσπερ τους άλλους επεισεν έντε[νων την παραΕνεσιν, άλλ' εργιΡ διδάσκων δη βούλεται συμβολικως δια δυοιν όνομάτοιν, «παραχάρα
ξον», είπών, «το νόμισμα». ΤΟ γαρ 'γνωθι σαυτόν' ουκ έκε[νιΡ πρω τον, άλλα και' τοις άλλοις εφη και' λέγει, πρόκειται γαρ olμαι του τε μένους. Εύρήκαμεν δη τον άρχηγέτην της φιλοσοφ[ας, ως που
6 δαι
μόνιός φησιν 'Ιάμβλιχος, άλλα και τους κορυφα[ους έν αύTrι, Ά ντι σθένη και' Διογένη και' Κρά.,ητα, 9Γς του β[ου σκοπος ~ν και τέλος αύτους οΓμαι γνωναι και' των κενων ύπεριδειν δοξων, άληθεΕας δέ, η
«πάντων μεν άγαθων θεοις, πάντων δε άνθρώποις ήγειται», δλr;, φα σΕν, έπιδράξασθαι τ,η διανoE~.
Δεν εΙν' ευχ.ολο να έντοπίσει χανεις ποιός πρώτος είσ'1γ~θ'1χ.ε
τ~ν κυνικ~ φιλοσοφία, παρ' ολο οτι όρισμένοι εΤναι τ~ς γνώμ"Υ)ς
οη ~ τψ~ αυτ~ αν~κει στον Άνησθέν"Υ) και στον Διογέν"Υ). Φαίνεται ετσι οη
aEV εΙναι παράλογο αυτο που λέει ό Οινό
μαος,1 οη «~ Kυνικ~ φιλοσοφία aEV εΤναι ουτε αντισθενισμος "'Ι>
'Γ
ουτε οιογενισμος».
\
"1:"
λ'
ιατι οι αι"ΙΟ ογοτεροι
Κ
\,
,
υνικοι υποσΤ1JΡΙ-
ζουν οη και ό μεγάλος Ήρακλ~ς, οπως συμβαίνει να του οφεί λουμε aιάφορα αλλα αγαθά, αφ"Υ)σε στους ανθρώπους και το πιο ευγενικο ύπόaειγμα αυτου του τρόπου ζω~ς. Έγω απο τ~ν Π
λ ευρα'
μου,
\
με
"λ
ο
ο
\
τον
σε
β
\
ασμο
\
που
θ'λ ε
ω
\"εχω
να
\
για
\
τους
θεους κα.ι για οσους εΊχα.ν θε'ίχ~ μοίρα., πιστεύω ;)7~ ZX~ ϊ:ρtν
'1 1
ι
"
Ι
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
187
απο τον Ήpακλ~ ύπ~pζαν όρισμένοι '''Ελλ Τινες στους
'
α λλ' α
"αναμεσα ,
και
- οχι μόνον ανάμεσα , - οι,
'β αρ β αρους στους
όποιοι ακoλo6θΊjσαν αυτ~ τ~ φιλοσοφία. Γιατt ~ φιλοσοφία αυ τ~ φαίνεται δτι κατα κάποιον τρόπο εχει μια καθOλικόΤΊjτα xαot
εΙναι εντελως φυσικ~ ωστε να μ~ χρειάζεται κάποιαν ει8ικ~ σπoυ8~'
[ ... ] (188) αλλα αρκει άπλως να ακο6σει κανεtς τον
Πυθικο Θεο καθως μας 8ίνει τα παραγγέλματά του: το «Να γνωρίσεις τον εαυτό σου», το «Ν α παραχαράζεις το νόμισμα».
~ας γίνεται ετσι φανερο δη θεμελιωτ~ς τ~ς κυνικ~ς φιλοσο φίας εΙναι αυτος στον όποιο καθως πιστε6ω εγώ, ο[ 'ΈλλΊjνες χρωστουν δλα τους τα καλά, ό κοινος άρχοντας xαot νOμOθέΤΊjς xαot βασιλιας τ~ς Έλλά8ας, ό Δελφικος Θεός: που επει8~ 8εν ~ταν 8υνατο xαot θεμιτο να του 8ιαφ6γει κά.τι, 8εν του 8ιέφυγε ουτε ~ ι8ιαίτεpΊj καταλλΤιλότψα του ΔΙOγένΊj. Kαot τον παρο τρυνε σ' αυτ~ τ~ φιλοσοφία οχι οπως τους άλλους, εντείνοντας τ+Ιν παpα.ίνεσΊj, αλλα εμπρακτα εζΊjγώντας του αυτο που ~θελε,
'
''C ' συμ β ο λ ικα με,~, ουο λ'" ει.,εις, λ" εγοντας του« Π αραχαραι.,ε το' νομι-
σμα». Γιατt το «Να γνωρίσεις τον εαυτό σου» 8εν το εΙπε
πρωτα στον ΔΙOγένΊj αλλα xαot στους άλλους, xαot τους το λέει xαot τώρα, αφου εΙναι, νομίζω, χαραγμένο επάνω στο [ερο του
Θεου. Bp~καμε ετσι τον θεμελιωτ~ αυτ~ς της φιλοσοφίας, οπως λέει κάπου xαot ό θε'ίκος Ίάμβλιχος,2 κι επίσΊjς τους πρώτους μεταζυ των πρώτων σ' αυτ~ν, τον ΆνησθένΊj xαot τον ΔΙOγένΊj xαot τον KpάΤΊj' αυτους που σκοπο xαot τελικο στόχο
στη ζω~ τους εΙχαν, θαρρω, να γνωρίσουν τον εαυτό τους, , ~
,
"
,~
'C
αοιαφορωντας για τις κενΟΟΟι.,ες
,
'ψ εις, και"λλ' β να συ α ουν με
σκε
OλΊj την MναμΊj του πνε6ματός τους τ~ν αλ~θεια, αυτ~ν πο6, καθως λένε, εϊναι «το πρωτο απο ολα τα αγαθα για ΤΟ'Jς θεους
οσο xαot για τους ανθρώπους». 3
Προσπα.θώντα.ς ό α.υτοκράτορα.ς Ίουλια.νΟς στα μέσα. τοί) 40υ α.Ι να προβάλει κάποια. α.ντίστα.σΊj στ~ν εζάπλωσΊj τοί) Χριστια.νισμοί) α.να.ζ~ΤΊjσε στην α.ρ χα.ία. φιλοσοφία. - κυρίως στον Νεοπλα.τωνισμ6 -
σΤΊjpίγμα.τα. για τ~ν πα.
λα.ια εΙOωλoλα.τpικ~ θpΊjσκεία.. Στο πλα.ίσιο α.υτο προπα.γάνΟιζε κα.ι ενα.ν εζι
Οα.νικευμένο Κυνισμ6, 'ίσως λ6γω όρισμενων κοινων σΊjμείων τοί) τελευτα.ίου με τον Χριστια.νισμ6. Ό Ίουλια.νΟς εΙχε εντυπωσια.στεΙ α.πΟ τ~ν προσωπικ6-
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚιΝΙΚΟΙ
IΚ8
":Ί)τα του ΔιογένΤ, καΙ τον προβαλλει ώς Itναν κορυφοιιο τΊ)ς OCρχοιίοις φιλοσο (Ρίοις, ισαζιο του Π υθοιγόροι κοιΙ του Σωκρατlj, OCποοίοοντοις συναμοι σε οιυτον μιαν OψψΊj νεοπλατωνική-πυθοιγόρειοι ευσέβεια, εντελώς ζένΊj στον ίστορικο
ΔΙOγένΊj. Ό λόγος Εις τους άπαι8εύτους κύνας, OCπο τον άποΤο εχει OCντλΊjθει το ποιροιπανω OCπόσποισμοι, εΤνοιι γροιμμένος το 362 μ.χ. κοιΙ OCποτελει συνΊj γορίοι ίιπερ τΊ)ς κυνικΊ)ς φιλοσοφίοις κοιΙ κοιταγγελίοι καποιων εκφυλισμένων Κυνικών τΊ)ς εποχΊ)ς που Χ λείιοιζοιν τον ΔΙOγένΊj κοιΙ OCουνοιτουσοιν να εννοή σουν το ρόλο του Κυνικου φιλοσόφου ώς {)ΠΊjpέΤΊj μιiΧς γνήσιας φιλοσοφικΊ)ς ποιιΟείας.
1. Πρβ. Ευσέβιος, ΕύαΥΥελικη προπαρασκευη νι 7, 2-3· ό ΟΙ
νόμοιος OCπο τα Γαοοιροι, Κυνικος του 20υ οι1. μ.χ., εΤχε OCσκήσει ενΤOνΊj κριτι κ~ στους μαντεις κοιι στη θpΊjσκείoι. Ή φpασΊj τ~ν όποίοι ποιροιθέτει εοώ ό 'Ιουλιοινος εΤνοιι OCπο το χαμένο εργο του Γοήτων φωρά, OCποσπασμοιτοι του
όποίου εχει οιοισώσει ό εκκλΊjσιαστικoς συγγροιφέοις Ευσέβιος στην Εύαγγε λικη προπαρασκευή.
2. Ό 'Ιουλιοινος τρέφει OCπεριόριστο θοιυμοισμο για τον 3. Πλατων, Ν6μοι 730c 1-2.
νεοπλοιτωνικο 'Ιαμβλιχο (περ. 250-325).
12.
ΙΟΥΛΙΑΝΟΣ, Λόγοι ΥΙΙ
4 ρ. 208c-d.
'Αλλ' 'ίσως ό μεν λόγος 0(5 φησι δε"ιν άντι' των άληθων χαι' μη πεπλα σμένων τα ψευδη χαl πεπλασμένα παρα του χυνός,
«Φ μόνι;; της
έλευθερίας μέτεστιν», έν το"ις χοινο"ις 4δεσθαι συλλόγοις, ή συνήθεια δε αύτψ γέγονεν άπο Διογέν,ους άρξαμένη χαl Κράτητος !iχρι των έφεξης. Ούδεν ούδαμου παράδειγμα τοιουτον ει5ρήσεις έχε"ινο γαρ
άφίημι τέως ότι τψ χυνιχψ «το νόμισμα παραχαράττοντι» τfj συνη
θείq: προσέχειν ούδαμως προσήχει, τψ λόγι;; δε αύτιFJ μόνι;;, χαl το ποιητέον ευρ[σχειν οίκοθεν, άλλ' ού μανθάνειν έξωθεν.
Θα πει 'ίσως κανεις οη μ' ολο που ~ λoγικ~ μας βεβαιώνει οη ό Κυνικός, ό μόνος έλευθερος άνάμεσα στους άνθρώπους, δεν
πρέπει να έπινΟει Ψευδ~ και πλασματικα πράγματα άντι για τα 'λ Ύ) θ'Ύ) και τα μΎ)'λ α π ασματικα και να τα προ β'λλ" α ει επειτα σης
"
"
"
,
δΎ)μόσιες συναθροίσεις, ώστόσο αύΤ~ ~ συνfιθεια ξεκίνΎ)σε άπο τον ΔιογένΎ) ΜΙ τον ΚράΤΎ) και διαΤΎ)pfιθψε άπο αυτους οΙ όποιοι τους άΚOλoUΘφαν. Πουθενα πάντως δεν θα βρεις ενα
παράδειγμα μιας τέτοιας συνfιθειας γιατι άφfινω έπι του πα ρόντος οτι σ' εν αν Κυνικο που «παραχαράττει το νόμισμα» όιόλου δεν ταιριάζει να δίνει σΎ)μασία σε ο, τι αποτελει συνfιθεια
:Χλλα στ~ν καθαp~ λoγικ~ και μόνο, και οη οφείλει να άνακα-
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
189
λύπτει εντός του τί είνocι σωστο να πράξει κι 6χι να το όιΜ' " πρocγμocτoc σκετocι ocπο
το ετος
't:' ' ε,",ωτερικoc.
362 ό κυνικος φιλόσοφος Ήρ,χκλειος κ,χλεσε τον 'Ιουλιανο στην
ΚωνσταντινούπολΎ) για: να: παρακολουθΊισει ~να φιλοσοφικο μ,χθΊJμ,χ του.
'Απο αύτη την άφορμη ό αύτοκρ,χτορας εγραψε τον Προς ΉράΧλειον ΧυνιΧον λόγο του - απ' οπου το παρocπocνω κocι το OCμέσως έπόμενο άπόσπασμα. - ,
με τον όποιο, ()στερα άπο τη 8ιαΤύπωσΊJ θετικων κρίσεων για: τον ΔιογένΎ) και τον άρχαιο Κυνισμό, ό 'Ιουλιανος επιτ[θεται στους Κυνικους της εποχης
του που τους θεωρουσε κοινωνικους έπαναστ,χτες οι όποιοι άπειλουσαν την κοινωνικη συνοχη οσο και οΙ ΧριστιανοΙ
13. Ε!
ΙΟΥΛΙΑΝΟΣ, Α6ΥΟΙ ΥΗ
8',
7
ρ.
211b-c.
όπερ ό θεος έφη ΔΙΟΥένει, «το ν6μισμα παραχαράξας» έπι' την
προ ταύτης εΕρημένην ύπο τού θεού συμβουλην τρέποιτο, το «Υνωθι σαυτ6ν», όπερ ζηλώσαντες έπι' των έΡΥων ΔΙΟΥένης και' Κράτης φα{ νονται, τούτο η8η τού παντος άξιον έΥωΥε φα{ην αν άν8ρι' και' στρα τηΥειν και' φιλοσοφειν έθέλοντι.
Tt
8έ εlπε ό θε6ς,
lip'
(σμεν; 'Ότι της
των πολλων αύτψ 86ξης έπέταξεν ύπεροραν και' παραχαράττειν ού
την άλήθειαν, άλλα το ν6μισμα· το 8έ «Υνωθι σαυτ6ν» έν ποτέρl1 θη σ6μεθα μο{ρl1; Π6τερον έν
Tn τού νομ{σματος; 'Ή τούτ6 Υε αύτο της
άληθε{ας ε[ναι κεφάλαιον θήσομεν και' τρ6πον είρησθαι τού «παραχά ραξον το ν6μισμα» 8ια της τού «Υνωθι σαυτον» άποφάσεως; 'Ώσπερ
Υαρ ό τα νομιζ6μενα παντάπασιν άτψάσας, έπ' αύτην 8έ ηκων την άλήθειαν ούθ' ύπέρ έαυτού τοις νομιζομένοις, άλλα τοις 6ντως οδσι
θήσεται, ουτως ο[μαι και' ό Υνους έαυτον όπερ έστιν άκριβως ε(σεται και' ούχ όπερ νομ{ζεται. Π6τερον οδν ούχ ό Πύθιος άληθής τέ έστι
θε6ς, και' ΔΙΟΥένης τούτο έπέπειστο σαφως, ός Υε αύτψ πεισθει'ς άντι' φυΥά80ς άπε8ε{χθη ού τού Περσων βασιλέως με{ζων, άλλ', ώς ή φή μη παρέ8ωκεν, αύτψ τψ καταλύσαντι το Περσων κράτος και ταις
Ήρακλέους άμιλλωμένlμ πράξεσιν, ύπερβάλλεσθαι 8έ τον 'Αχιλλέα φιλoτψoυμένlμ ζηλωτ6ς;
''Αν ομως [κάποιος που θέλει να δε{ξει τον χαρακτήρα της κυ-
-
\
\
'
Ι] πρoc,",ει ,~" 'λ ε ο (θ εος στον Δ ιογενΙΚΎjς φι λ οσοφιας οπως πocρocγγει
'1Ύ) κoc1-
occpou πρωτoc «πocρocχocράξει το νόμισμoc» επειτoc στρocψει
f),~ν εντoλ~ που ό θεος είχε όώσει πρωτύτερoc, όΎ)λ. στο «Να
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
190
γνωρίσεις τον έαυτ6 σου», τ6τε λέω οτι αυτο είναι κάτι εντε
λως άντάξιο ένος άνθρώπου που θέλει να είναι ~γέΤYJς και φι λ6σοφος. Γιατι γνωρίζουμε αραγε τί εννοουσε ό θε6ς; 'Έaωσε
εντoλ~ στον ΔιογένΥ) να περιφρονει και να παραχαράττει οχι τ~ν άλ~θεια άλλα το ισχύον «ν6μισμα». Σε ποιάν άπο αυτες
"
,
, ","ι ι θ" Ιξ Ι ΜΙ τις ουο καΤYJγοριες α εντα ουμε ΤYJν αυτογνωσια; YJπως στα
ισχύοντα νομίσματα; ''Η μ~πως μαλλον πρέπει να τ~ν θεωρ~ σουμε ώς συγκεφαλαίωσΥ) της άλ~θειας και να εκλάβουμε το «γνωθι σαυτ6ν» ώς τον τρ6πο με τον όποιο θα άποτυπώσουμε "Ιλλ
μιαν
α
YJ
Ι",",
σφραγισα
"
ι
επανω
στις
,
ι
ισχυουσες
ιψ
απο
εις;
Γ'
ιατι
οπως κι εκεινος που aεν aίνει καμια σYJμασία στις συμβατικες γνωμες άλλα προχωρει κατ' ευθείαν προς τ~ν άλ~θεια aεν θα ρυθμίσει τ~ στάσΥ) του με βάσΥ) οσα γενικως θεωρουνται σω στα άλλα με ο,τι πραγματικα είναι σωστ6, ετσι, νομίζω, κι αυ τος που εχει αυτογνωσία θα γνωρίζει τον έαυτ6 του οπως
άκριβως είναι στ~ν πραγματικ6ΤYJτα και οχι ο,ΤΙ οί ΙΧλλοι νομίΥ "ουν
γι "
ι αυτον.
Δ'" ' θ' ι εν επεται λ'''' οιπον οτι ο Π υ θ ικος εος β γαινει
άλYJθινος κι οτι ό ΔιογένYJς είχε εντελως πεισθει περι αυτου;
-
'Δ
ο
ι
ιογενYJς
((.....
ο
οποιος
,,'
τον
ακουσε
κι
,
,
αντι
"ξΙ
για
ε
οριστος
,
απο-
aε[Χηκε τελικα οχι ά.πλω" πιο τρανος άπο τον βασιλια των Περσων αλλά, οπως λέει ~ παράaοσYJ, αξιoζ~λευτoς άκ6μΊJ και
για τον ΙΧνaρα που aιέλυσε το κράτος των Περσων,1 και συνα γωνίσΤYJκε με τον Ήρακλη στα κατορθώματα και φιλοΜξφε 'ξ επερασει Ι "Α χι λλ εα; να τον Ι
Πρβ.
132].
14.
καΙ
'Ιουλιανός,
Λόγοι
ΙΧ
[= ΥΙ] 12
ρ.
192, 8-6
[=ΔιογένΊ)ς
1. 'Εννοεί τον Μ. ' ΑλέζανΟρο.
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, Περι' φυγης
7 ρ. 602a.
Διο και' Διογένης ό κύων προς τον εΙπόντα «Σινωπεις σου φυγην έκ Πόντου κατέγνω σα ν», «έγω δ'», ε!πεν, «έκε{νων έν ΠόντιfJ μονην 'Ίχκραις έπι' ρηγμισιν άξένου πόρου "».
Γι' αυτο και ό Κυνικος ΔιογένYJς οταν κάποιος του είπε οτι «Οί Σινωπεις σε καταaίκασαν σε εξορία άπο τον Π6ντο»,
r 11
ι,
191
ΔIOΓΕΚΗΣ
άπάντησε: «Κι έγω καταaίκασα έκείνους να μείνουν στον Π6ν
το "στ~ν ακpΊj του γκρεμου, σ' ενα αγρω πέρασμα"».1 1.
ΕόριπΙοης, 'Ιφιγένεια ή έν Τα6ροις
15.
253.
ΔlOΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤlOΣ, Φιλοσόφων βίων και' δΟΥμάτων συνα
ΥωΥη νι
49.
Και' πάλιν ειπόντος τινός, «Σινωπεις σου φυΥην κατέΥνωσαν», «εΥω δέ Υε», ε[πεν
[sc.
ό ΔΙΟΥένης], «εκείνων μονήν».
Κι οταν πάλι κάποιος του εΙπε οτι «οΙ πολίτες τΎjς ΣινώΠΊjς σε καταaίκασαν να πας έξορία», ό ΔωγένΊjς του άπάνΤΊjσε οη κι ό 'ίaως τους καταaίκασε «να μείνουν έκεΙ».
16.
ΦΑΒΩΡΙΝΟΣ,
Περι' φυΥης, &.πόσπασμα
11 (Στ~λΎj 1, στίχοι
29-3:» και &.πόσπασμα ιν (Στ~λΎj 3, στίχοι 26-32). 'Απόπειρα νOΎjματικYις απόδOσΎjς του πoΛU φθαρμένοΙ) έλλΎjνΙΚOυ παπuρικου κεψένοu.
Τ~ν Εζορ[α θα μπορουσαν και α,λλοι, για διαφΟΡεΤΙΚΟ'Jς λόγοuς, να τ~ν περιφρον~σοuν, ό ΔΙOγένΎjς δμως απο τ~ ΣινώΠΎj και ό KpάΤΎjς
απο τ~ Θ~βα ... και ό Μοuσώνιος ό ΤUΡΡΎJVος τ~ν πεpιφpόνΎjσαν 6χι απο μίσος κατ α τΥις πατρίδας τοuς οϋτε απο εχθρα απέναντι στους σuμπολίτες τοuς αλλα Eπειδ~ τα σφάλματα που γίνονταν τα δέχονταν
δλα ώς κάτι ά.νθρώπινο. 'Απόσπασμα ιν. Ώς προς αυτο ό ΔΙOγένΎjς, στον όποΤο αναφέpθΎjκα λίγο παραπάνω, δεν θεωρεΤτο στ~ν πατρίδα τοι) καλΟς XPΎjματιστ~ς, δταν δμως Εζορίστ-ηκε ... εγινε στον τόπο τ'ijς νέας διαμονΥις τοι) πιο ζακοuστος απο όπoιoδ~πoτε α,λλον 6χι μόνο
στ~ ΣινώΠΎj ά.λλα και σ' δλΎj τ~ ΎΥΙ, την ωρα που Εζαιτίας τΥΙς φτώ χειας και τΥΙς Εζορίας τοι) εΙχε στεpΎjθεΤ τα πάντα.
Ό σκεπτικός-εκλεκτικος φιλόσοφος και ρ+Ιτορας ΦαβωρΙνος OCπο την Άρε λάτη τ"ijς ΓαλατΙας (20ς αΙ μ.χ.) εΙχε σuγγράψει μιOC oιατpιβ~ για. τ~ν Ι:ξο
ρΙα, tXπο τΎjν όποΙα σώζεται ενα. σ"fjμανΤLΚΟ απόσπασμα..
Ι
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚιΝΙΚΟΙ
192
17.
ΜΟΥΣΩΝΙΟΣ,
9
ρ.
43, 15-44, 1
και
9
ρ.
47, 9-10.
'Ή8η 8έ τισι και' παντάπασι το φεύγειν συνήνεγκεν, ωσπερ Διογένει,
ος έκ μεν ί8ιώτου φιλ6σοφος έγένετο φυγών, αντι' 8ε του καθησθαι είς Σινώπην 8ιέτριψεν έν τfj Έλλά8ι, ασκήσει 8ε τiJ προς αρετην των φι λοσ6φων 8ιήνεγκεν.
ρ.
(9
47, 9-10).
'Ένιοι 8έ γε και έν80ξ6τατοι
φεύγοντες έγένοντο, καθάπερ Διογένης ό Σινωπεύς. , , 1 ποφχουν
ι-γι
ζ ι λλ
Ec.,IX
\
ι
t
('
Ι
Ι, ζ'
"ι
ου ορισμενοι τους οποιους η εc.,ορια τους ωφε-
λησε πραγματικά, οπως τον Διογένη, ό όποΤος με τ~ν Εξορία ,Ι
εγινε φι
"
λ'
\
του στην
\,
Ι
\
οσοφος και αντι να μεινει στη 'Ελλ Ι ~
\
ζ
Ι
,Ι
Σ
Ι
Ι
\
ινωπη περασε τη \
αοα και c.,εχωρισε αναμεσα στους φι
λ
ζ
Ι
Ι
ωη \
οσοφους για
την προσπάθειά του να κατακτ~σει τ~ν άpετ~. 9 ρ. 47, 9-10. 'Ορισμένοι μάλιστα εγιναν χάρη στ~ν Εξορία ονομαστοί, οπως ό Διογένης άπο τ~ Σινώπη. Ό Μοuσώνιος (10ς ocΙ μ.Χ.) εΤνocι Στωικος φιλόσοφος, 1>ά.σκocλος, μετocζυ &λλων, κocι το\) Έπ[κτ-ψοu.
18.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων και' 80γμάτων συνα γωγη νι
49.
Πρ6ς τε τον όνει8{σαντα αύΤ4J την φυγήν, «&λλα τούτου γ' Ενεκεν», ε[πεν
[sc.
ό Διογένης], «(jj κακο8α{μων έφιλοσ6φησα».
Σ' ΕκεΤνον ό όποΤος χλευασε τον Διογένη για το οτι ~ταν , εc.,οριστος, ''1:' "τ '" 'θ ,ι \ αυτος ε.πε:« ΜΙ α, κακομοφη, αυτο στα ηκε αιτια να γίνω φιλόσοφος». «Στ~ν πpά.ζΊj ό Κuνισμ6ς», πocρocηρεϊ ό
Rhetoric and the Invention of Cynicism»,
R. Bracht Branham, «Diogenes' 455, «εφθocσε να σΊjμoc[νει ~νocν
σ.
τρόπο ζωης σαν ocυτον που οΙ περιστά.σεις i)ίi)ocςocν να ζεί: στ~ν Εςορίoc ό Διο γένΊjζ».
19.
ΠΛΟΠΑΡΧΟΣ, πως αν τις απ' έχθρων ώφελΟIΤΟ
2 ρ. 87a.
'Ένιοι 8ε και' πατΡ{80ς στέρησιν και χρημάτων αποβολην έφ68ιον σχολης έποιήσαντο και φιλοσοφ{ας, ώς Διογένης κχ! ΚΡΧΤΥι:;.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
193
Για όρισμένους, πάλι, cΧκ6μΎJ κoc!. ~ στέpΎJσΎJ τΎjς πocτρΙοocς Κoc!. το χάσιμο των ΧPΎJμάτων cΧΠOτέλεσOCν τ~ν cΧφOpμ~ να συγκεν τρωθουν κoc!. να φιλoσoφ~σoυν, οπως ~γινε με τον ΔΙOγένΎJ κoc!.
τον KpάΤΎJ.
20.
ΠΛΟΠΑΡΧΟΣ, Περί εύθυμιας
6 ρ. 467c.
Τοϋτ' οδΎ δει πρωτον άσχειν χαί μελετάν, ώσπερ ό της χυνος άμαρ των
TifJ
λίθιμ χαι' την μητΡυιαν πατάξας «ούδ' ουτως», εφη, «χα
χως». 'Έξεστι γαρ μεθιστάναι n}ν τύχην έχ των άβουλήτων. 'Εφυγα
δεύθη Διογένης «ούδ' ουτω χαχως»' ήρξατο γαρ φιλοσοφειν μετ-α την φυγήν. ' 'λ \, οιπον πρεπει Αυτο
νεΙς,
,
\,....." ocσκει κocι
πρωτιστως νoc
νoc
'ζ φροντι ει κoc-
- σαν κι εκεΤνον που χτύΠΎJσε κocτα λάθος με τ~ν πετρια
cΧντ!. για τ~ σκύλoc τ~ μΎJΤPιά του' «Ο\Jτε κι ~τσι», είπε, «είνocι &σΧΎJμoc»' γιocτ1. είνocι ουνocτον τ~ν τύΧΎJ να την ξεστρocτίζεις cΧπo τα cΧνεπιθύμψoc. Έξ6ρισocν τον ΔιoγένΎJ' «Ο\Jτε κι ~τσι
~τocν &σΧΎJμoc»' γιocτ!. μετα τ~ν εξορΙoc &ρχισε να κocτocπιάνετocι με τ~ φιλοσοφΙoc.
21. OVIDIUS, Epjstulae ex Ponto
Ι 3, 67-68.
non dolujt patrja Cynjcus procul esse Sjnopeus, legjt enjm sedes, Attjca terra, tuas. Δεν λυπ6τocν ό Κυνιχος φιλ6σοφος cΧπo τ~ ΣινώΠΎJ για το οτι
~τocν μocκρια cΧπo τ~ν πocτρΙοoc, γιocτ!. οιάλεξε ενocν τ6πο οιocμο νΎjς στ~ γΎj τΎjς 'Α ΤτLκΎjς.
22. ΣΧΟΛΙΟ στον ΛΟΥΚΙΑΝΟ, Βιων πράσις 7. Ό Κυνιχος οl5τος Διογένης -iίν μiν Σινωπευς άπο τοϋ Εύξεινου π6ν του, άργυραμοιβος δi ων χαί δια η?ν μετα Κύρου στΡατειαν, μεθ' 015 χαί Κλέαρχος συνεστράτευσε, δημευθείς έφυγαδεύθη χα.ί χαταλα.βων
194
οι ΛΓ'ΧΛΙΟΙ κn;ικοι
'Αθήνας 'Α ντισθένει προσεταιΡισθεις συνην θανόντος δε
TijJ
άνδρι' δια βίου. 'Α πο
'Α ντισθένους άπεχθως έχων τοις ηθεσι
των λοιπων
'Αθηναίων είς Κόρινθον εχωρίζετο και προς το Κράνιον όνομαζόμε νον ενηυλίσθη υπαιθρος π{θον έχων εΕς οΙ'κησιν. 'Α ναμερισάμενος δε τα εΕς την δίαιταν Κορίνθψ και' 'Αθήναις κατα το πρόσφορον των
καιΡων και' τας διατριβας εποιειτο, χειμωνος μεν 'Αθήναις επιδημων άλέας χάριν, έαρος δε και θέρους Κόρινθον κατοικων
TijJ
μη πνιγώδη
τότε Κόρινθον ε[ναι άλλ' άναψύχεσθαι πανταχόθεν άφ' έκατέρας θα
λάττης τοις άνέμοις καταπνεομένην. 'Ην δε το επιτήδευμα παρρησια στης και' πολλα τους άσυνέτους ελέγχων και' παύειν επιχειΡων αυτους της άνοίας τε κα! κορύζης. Φέρονται δε αύτου παρα Δίωνι
TijJ
Πρου
σαει και διάλογοι προς 'Αλέξανδρον τον Μακεδόνα, όπηνίκα προς Πελοπόννησον διαβας Κορίνθου επέβη
'Αλέξανδρος.
Παρα πάντα
τοιγαρουν τον έαυτου βίον ουτως άτημελως βιώσας και' πρόνοιαν έαυτου όσα γε προς το σωμα ούδ' ηντινα πεποιημένος άλλα πάντα τα
ι5π' όδόντα εδώδιμα οίόμενος και' θηρίων βουλόμενος ούδεν ανθρωπον διαφέρει ν το προς την τροφην ασκευον σηπί!! περιτυχ&η ώμiJ και' cjJοις, απερ οΙ'
Έκάτr; εν ταις νουμηνίαις τα δειπνα επι' των τριό
TiJ
δων ποιουντες ετ{θεσαν, ταυτα φαγ&η ουτως, ώς εl5ρε, κατα το κρά τιστον άπεπ-:-ήσας ο()τως εξέθανεν. ,' Α υτος
'Κ
ο
.,
υνικος
Δ
.1'
ιο Υ ενΎJς
"
,
καταγοταν
απο
'Σ'
τη
ινωπη,
,
στον
Εϋξεινο Πόντο, κι ~ταν xρηματιστ~ς, και έπειo~ ελαβε μέρος στ~ν έκστρατεΙα του Κύρου, με τον όποΤο εΙχε έκστρατεύσει και ό Κλέαρχος, τον έξόρισαν άφου του o~μεuσαν τ+Ιν περιου-
,
σια'
, , κοντα
φ θ' ανοντας
' σ θ ενη
κι
., ηταν
στην
'Αθ' ηνα του
",
ς: οια λ ε",ε
"λ για φι ο
σ "'λ' ο ΎJ τη ζ' ωΎJ
του.
νης πέθανε, ό Διογένης, έπειο+Ι οί α.λλοι
του
"Α ντιτον
"Ο ταν ο"Α ντισ θ'ε-
' ΑθηναΤοι
του προξε
νουσαν άπέχθεια με τις συν~θειές τους, εφυγε για τ~ν Κόρινθο και π-ηγε να μεΙνει στο λεγόμενο Κράνιο, στο υπαιθρο, εχοντας
για κατάλυμά του ενα πιθάρι.
' Αφου μοΙρασε αύτα που του
χρειάζονταν για τη ζω+Ι του άνάμεσα σ,~ν Κόρινθο και ,~ν
, Aθ~να,
μοΙρασε και το χρόνο τΊjς οιαμον-ης του άνάλογα με
τ~ν καταλληλότητα για κάθε έπox~, τον χειμώνα στ~ν ' Aθ~να, έπειo~ ~ταν ζεστ~, τ~ν α.νοιξη και το καλοκαΙρι σ,~ν Κόρινθο, έπειo~ τότε ~ Κόρινθος οεν εΙχε άπoπνικτικ~ ζέστη ά.λλα έρχό ταν οροσια άπο παντου, καθως τ~ν φυσουσε ό άέρας και άπο
ΔJOΓΕΝΗΣ
7Ιζ Μο θάλασσες.1 ' Ασχολ[α του εΙχε να μ~λάε~ ελεύθερα με 70υς ανθρώπους και να θέτε~ ερωτήματα στους αστόχαστους προσπα
' θ ωντας
\
να
\'
\
\
,
β'λ 'λ ος στ-ην αμυα λ' α ε~ τε OσυνΊj κα~ ΤΊj μωp~α
τους. Ό Δ[ων απο τ~ν Προύσα παpαθέτε~ και όp~σμένες συζΊj-
,
\
\
7ΎJσε~ς του με τον
'Αλ' Ι;
~
\
ε~ανopO τον
Μ
~,
ακεοονα,
2"
,
οταν περνωντας
ό 'Αλέζανόρος στ~ν ΠελOπόννΊjσO μπ-ηκε στ~ν Kόp~νθo. "EζΊjσε
σ' σλΎJ του τ~ ζω~ ετσ~ αφρόντιστα, χωρις ό~όλoυ να μερψνα γ~α ότιόήποτε σχετιζόταν με τις ανάγκες του σώματός του, &λλα θεωρώντας πως καθετι που μπορεΤ κανεις να το όαγκώσε~ εΙνα~ φαγώσψο και στι ό ανθρωπος σε τ[ποτα όεν ό~αφέpε~ ώς
προς τ~ν προετοψασ[α τ-ης τροφ-ης απο τα ζωα' σαν βρ-ηκε μ~α ώμ+Ι σoυπ~α και αύγα που τα εΙχαν αφήσε~ αύτοι οΙ όπoΤo~ τ~ν πpωΤOμΊjν~α αφήνουν στα τρ[στρατα φαγΊjΤO γ~α τ~ν ΈκάΤΊj, τα εφαγε σπως τα βρ-ηκε, επαθε φoβεp~ όυσπεψ[α ΧιΧι πέθανε. 1. Δίων Χρυσόστομος, Λόγοι νι 2.
23.
2.
Δίων Χρυσόστομος, Λόγοι ιν
ΕΙΣΕΒΙΟΣ, EύlΧyyελικη ΠPOπlΧplΧσXευη χν
Τούτου
[sc.
13,8
ρ.
16.
816c.
τού Ά ντισθένους] δε άχουστης ΥέΥονε ΔΙΟΥένης ό Κύων,
ος xlΧι' ιχύτος θηpιωδέστlΧτlΧ φρονειν δ6ξIΧς πολλους έπηΥάΥετο.
Mαθψ~ς του 'Aντ~σθένΊj ύπ-ηρζε ό Δ~OγένΊjς ό Kυν~κoς που ό[" , " f! r 'ζ " ..... κ~ αυτος ΤΊjν εντυπωσΊj oτ~ EcXE ε~αιpετικα ακpα~ες
νοντας
απόΨε~ς τpάβΊjζε πολλους με το μέρος του.
24. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων xlΧι' δΟΥμάτων συνlΧ ΥωΥη νι 21. Πρβ. HIERONYMUS, Adversus Jovinjanum ΙΙ 14. Γεν6μενος δε Άθήνησιν Ά ντισθένει πlΧpέβlΧλε [sc. ό ΔΙΟΥένης]. Τού
δε διωθουμένου δια το μηδένlΧ ΠpOσίεσθlΧι, έξεβιάζετο τfj προσεδΡίCf. Κιχί ποτε την βlΧXτηpίlΧν έπlΧνlΧτεινlΧμένOυ lΧύΤ4J την XεφlΧλην ύπο σχών, «πlΧϊε», ε[πεν, «ού Υαρ 'ευρήσεις ουτω σχληρον ξύλον Φ με
άπείρξεις [ως αν τι φlΧίνT) λέΥων». Τούντεύθεν διήχουσεν xlΧι' ιΧτε φυ Υας ων ωρμησεν έπι τον εύτελη βίον. ι
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚIΝΙΚΟΙ
196
Φθάνοντας ό ΔLογένΎJς στ~ν Άθ~να στράφψ<.ε στον ΆνΤLσθέ νΎJ. Καθως αυτος άρνLόταν να τον οεχθεΤ, έπεLΟ~ οεν άνεχόταν κανέναν οΙπλα του, ό ΔLογένΎJς εμεLνε κοντά του OLιX τ-ης βΙας. KIΧt κάποτε που ό ΆνησθένΎJς σ~κωσε τ~ν μαγκούρα του και ταπανω του,
\
ι 'λ ο'Δ LογενΎJς σκυ'β οντας το κεφα
L του,
ι «χτυπα)),
του εΙπε· «οεν θα βρεΤς ξύλο τόσο σκλΎJpo ωστε να μπορέσεLς
να με έμποοΙσεLς, rLιX δσο ΟLάσΤΎJμα φαΙνεσαL πως λες κάΤL σΎJι 'Α' ι ,ι θ' ,(' ''1::'' , μανηκο)). πο τοτε εγLνε μα ΎJΤΎJς του, XIΧL ως ει..,ΟΡLστος που
~ταν εζ ΎJσε πoΛU φτωχ LXci. Δεν γνωρίζουμε πότε OCκριβως ~λθε ό ΔιoγένΊJς στ~ν ' Aθ~να· πιθανως Τι ocφι ξ~ του τοποθετείται στα ταραγμένα χρόνια γύρω OCπο το
370 π.Χ., δταν στ~
ΣινώΠΊJ κυβερνουσε ό σατpά:ΠΊJς Δατά:μΊJς, ocνθρωπος των Περσων, ό όποίος ύΠΊJpετoυσε τον ΆpταξέpξΊJ Β'ο T~ν επoχ~ εκείνΊJ ό ΔιoγένΊJς θα ~ταν
30-40
χρόνων, κι είναι φυσικο το δτι ζ~ΤΊJσε καταφύγιο σε μιOC πόλΊJ, με την όποία Τι γενέτειΡά: του είχε ίσχυρους 3εσμούς, OCφου λίγο μετα το ρικλέους, Τι ΣινώΠΊJ είχε 3εχθεί περίπου
444 π.χ., επι Πε 600 Άθψαίους εποίκους. 1. Ό
ΔιoγένΊJς Λαέρτιος ΧPΊJσιμoπoιεί τ~ν εκφpασΊJ εύτελης β{ος ώς συνώνυμΊJ του λιτdς β{ος γιOC να χαpαΚΤΊJpίσει τον κυνικο τρόπο ζωΊjς.
25.
ΑΙΛΙΑΝΟΣ, Ποικίλη [Ιπορία Χ 16.
Έπει' ό Ά ντισθένης πολλους προυτρεπεν έπι' φιλοσοφίαν, οΙ' 3ε ού3εν αύΤ4) προσεϊχον, τέλος ιΧγανακτήσας ού3ένα προσίετο. Και' Διoγένηv
οδν ηλαυνεν ιΧπα της συνουσίας αύτου. Έπει' 3ε ~ν λιπαρέστερος ό Διογένης και ένέκειτο, ένταυθα η3η και' τjj βακτηρίο/ καθίξεσθαι αύ του ήπείλει· καί ποπ και έπαισε κατα: της κεφαλης. Ό 3ε ούκ ιΧπηλ λάττετο, ιΧλλ' έτι μαλλον ένέκειτο φιλοπ6νως, ιΧκοι5ειν αύτου 3ιψων,
και' έλεγε «συ μεν παίε, εί βοι5λει, έγω 3ε ύποθήσω την κεφαλήν- και' ούκ αν ο(Jτως έξει5ροις βακτηρία ν σκληράν, ώστε με ιΧπελάσαι των 8ιατριβων των σων». Ό 3ε ύπερησπάσατο αύτ6ν.
ΈπεLΟ~ ό Ά νΤLσθένΎJς παρότρυνε πολλους να στραφουν στ~ φL λοσοφΙα άλλα έκεΤνΟL οεν του εΟLναν καμLα σΎJμασΙα, στο τέλος
άγανάΚΤΎJσε XIΧt οεν οεχόταν κανέναν ώς μαθΎJΤ~ του. "ΕτσL XIΧt τον ΔLOγένΎJ τον εΟLωχνε άπο οΙπλα του. ΈπεLΟ~ δμως ό ΔLΟ γένΎJς ~ταν ΠLΟ φορηκος XIΧt έπέμενε, τότε ό 'Α νησθένΎJζ τον
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
197
άπειλουσε οτι θα τον xτυπ~σει με τΎ; μαγκουρα του - και κά ποια στιγμΎ; μάλιστα του τΎιν εφερε στο κεφάλι. Έκεινος ομως
δεν τον ξεφορτωνόταν άλλα επέμενε με άκόμΎJ μεγαΛUτεpΎJ διά-
, ΤΎJ'''''Ψ "ακουσει , τον "Α ντιεια, απο οι α του να θ εσΎJ για' προσπα'θ' ' - ε"λ εγε:« Χ τυπα ' " θ'ε λ εις εγω " θ'α σκυ'Ψ ω το, σ θ ενΎJ' και,του με, αν κεφάλι να μου το xτυπ~σεις, δεν θα μπορέσεις ομως να βρεις
,
,
λ'"
"
~
,~
"
,
μαγκουρα τοσο σκ ΎJPΎJ ωστε να με οιω",εις απο κοντα σου».
Κι ό ' AντισθένΎJς ενιωσε μεγάλΎJ άγάΠΎJ γι' αυτόν.
26.
ΠΛΟΥΤ ΑΡΧΟΣ, Συμποσιακα
11 1, 7
ρ.
632 e.
Ποιει δ' ευχαρι σκωμμα κα!. μέμψις έμφα[νουσα χάριν- ώς Διογένης περ!. Ά ντισθένους ελεγεν «δς με ράκη τ' ήμπισχε κά.ξηνάγκασεν
πτωχον γενέσθαι κά.κ δ6μων ά.νάστατον»· οιί γαρ αν όμο[ως πιθανος ήν λέγων, «ός με σοφον και' αιίτάρκη και' μακάριον έπο [η σε».
'Ένα χαριτωμένο περιγέλασμα άποτελει και ΎJ κατάΚPισΎJ ~ όποΙα φανερώνει ευγνωμoσυνΎJ' οπως οταν ελεγε ό ΔιoγένΎJς για τον ΆντισθένΎJ: «Αυτος που μ' εντυσε με κουρέλια και με υποχρέωσε να γΙνω φτωχος και με πέταξε εξω άπο το σπΙτι "" θ'" '1:' , αν " "λ " με μου»' 1 οεν α ΎJταν ε",ισου πειστικος ε εγε:« Α" υτος που
εκανε σοφό, άνεξάpΤΎJΤo κι ευτυχισμένο».
1. Adesp. trag. fr. 394 ρ. 914 :\'auck. Πρβ. Th. Κ. Stephanopoulos, «Tragika ΙΙ», Zeitschrift f. Papyrologie und Epigr. (1988), σ. 19.
27. MACROBIlJS, 5aturnaJja VΙΙ 3, 21.
5ic et Diogenes Antisthenem cynicum, magistrum suum, solebat velut vituperando laudare: «ipse me», aiebet, «mendicum fecit ex divite et pro ampla domo in dolio fecit habitare». Melius autem ista dicebat quam si diceret: «gratus illi sum quia ipse me philosophum et consummatae virtutis virum fecit».
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
198
'Έτσι χι ό ΔιογένΎ)ς συν~θtζε να έπαινεί τον Άντισθέν-η τον
' Κ υνιχο,
,
,
~ λ Οι του, τον σocσχoc
'" "ψ εγε: σocν νoc τον ε
ι « Α'υτος»,
"λ ε εγε,
«με εχocνε φτωχο απο πλούσιο, χocι με εχocνε να. χocτοιχω σ' ενoc
πιθάρι αντι σε ευρύχωρο σπίτι». Κocλύτερoc ομως που ελεγε ocυ τα. πocρα. να. ελεγε: «του εΙμocι ευγνώμων επειό~ με εχocνε φιλό σοφο χocι &νθρωπο ενάρετο».
28.
ΑΡΡΙΑΝΟΣ, Έπικτήτου Διατριβαl ΠΙ
Δια τουτο ελεγεν
[sc.
ό Διογένης] ότι «έξ
ρωσεν, ούκέτι έδ06λευσα».
24, 67 κΙ
015 μ'
Ά ντισθένης ήλευθέ
(68) πως ήλευθέρωσεν; άκουε, τΕ λέγει'
«έδΕδαξέν με τα έμα και' τα ούκ έμά. Κτήσις ούκ έμή' συγγενεις, ΟΙ κειοι, φ[λοι, φήμη, συνήθεις τ6ποι, διατριβή, πάντα ταυτα ότι άλλ6τρια.
(69)
"Σον οι)ν τΕ; χρήσις φαντασιων". Τα6την εδειξέν μοι ότι
άκώλυτον έχω, άνανάγκαστον' ούδει'ς έμποδΕσαι δ6ναται, ούδει'ς βιά σασθαι άλλως χρήσασθαι Ύ} ώς θέλω .. .».
Γι' ocυτο ό ΔΙOγένΊjς συν~θιζε να. λέει οτι «πια. όεν υποόουλώ θΊjXε ποτε σ' εχεινο απο το όποιο τον ελευθέρωσε ό Άντισθέ νΊjς».
(68) πως τον ελευθέρωσε ό ΆντισθένΊjς; 'Άχου τί λέει:
«Με όίόocξε τί εΙνocι όιχό, μου χocι τί όεν εΙνocι. Ή περιουσίoc όεν εΙνocι όιχό μου πράγμoc' συγγενεις, οιχειοι, οί φίλοι, ~ ύπόλΊjψΊj, οί γνώριμοι τόποι, οί συνocνocστροφες - ολ' IΧ'Jτα. εΙνocι ξένoc.
(69) "Τότε τί εΙνocι όιχό σου; - Ό τρόπος που μετocχεφίζεσocι
"
\ Ι Ψ τις σχε εις σου.
Μ
""
,'~ ~ ιl "~, ~ , " ου εσει~ε οτι ocυτο σεν υποχειτocι σε χocνενoc
Χώλυμoc, σε χocνένocν ανocγχocσμό· 1 χocνένocς όεν μπορει να. με εμποόίσει, χocνένocς όεν μπορει να. με ύποχρεώσει όια. τ~ς βίocς να. τις μετocχεφιστω όιocφορετιχα. απ' οτι εγω θέλω ... ».
1.
ΤΟ ο[οocγμoc που ιΧποκ6μισε ό οουλος Έπ[κητος ιΧπο τον ΆντισθένΊj ΚOCΙ
τον ΔΙOγένΊj ήτocν οτι τελικιΧ ιΧκ6μ Ίj κocι ~ οουλε[oc, οπως τ6σες αλλες ουσιΧρε στες κocτocστιΧσεις, μπορει νιΧ συμβocο[ζει με τ~ν ελεuθεp[oc τ-ης ψυχ-ης.
29.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων και δογμάτων συνα
γωγη νι 6. Διογένει χιτωνα αιτουντι πτ6ξαι προσέταξε μάτιον.
[sc.
ό Ά ντισθένης] θοι
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
199
Στο ΔΙOγένΎJ, ό όπo~oς ζψουσε απο τον ΆντισθένΎJ να του οώ σει εν αν χιτώνα, ό ΆντισθένΎJς είπε να οιπλώσει στα δύο το πανωφ6ρι του. 'Ο χιτων fιταν ελαφρυ ρουχο που το φορουσαν κατάσαρκα' το ίμάτιον fιταν
((αρι% εξωπρικο ρουχο, πρβ. κα.ι ΔιογένΥις Λαέρτιος νι 22.
30.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βtων χαι' δογμ&:των συνα
γωγη νι
18. Πρβ. και ΑΡΡΙΑΝΟΣ, Έπιχτήτου ΔιατΡιβαι ΠΙ
22, 62-63. Έτελεύτησε
[sc.
ό Ά ντισθένης] δε άΡΡωστ!cr-' δτε χαι Διογένης εί
σιων προς αύτον έφη, «μήτι χρεία φ!λου;» χα! ποτε παρ' αύτον ξιφί διον έχων είσηλθε. του δ' είπ6ντος, «τ[ς αν άπολύσειέ με των π6νων;» δείξας το ξιφίδιον, έφη, «τουτο», χαι' δς, «των πόνων», ε[πον, «ού του ζην».
Ό Άνησθέν'fjς πέθανε απο αρρώσηα' στ~ οιάρκειά ΤΎJς π~γε
κοντά του ό Διογέν'fjς και του εΙπε, «M~πως εχεις τ~ν ανάγκ'fj ένος φ~λoυ;» Και κάποια αλλ'fj φορα ό Διογέν'fjς π~γε σ' αυτον κρατώντας ενα μαχα~pι' κι οταν, τ6τε, ό Άνησθέν'fjς του εΙπε, «Ποι6ς θα με απαλλάξει απο ΤΟ 1Jς π6νους;» «Αυτο εοω», του
απάνΤ'fjσε ό Διογέν'fjς Oε~χνoντά.ς του το μαχα~pι. «Έννοουσα απο τους π6νους», εΙπε τ6τε ό Άνησθέν'fjς, «οχι απο τ~ ζω~». Βλ. κα.ι Άν-:-ισθένΎJζ 45.
31. ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ, πως δει ίστορίαν συγγρ&:φειν 3. Ταυτα το[νυν, (Σ φιλότης, όρωντα χα ι' άχούοντ&: με το του Σινωπέως
έχεινο είσηλθεν- όπότε γαρ ό Φtλιππος έλέγετο ηδη έπελαύνειν, ω' Κορ[νθιοι π&:ντες έταρ&:ττοντο χα ι' έν εργ4J ήσαν, ό μεν δπλα έπι σχευ&:ζων, ό δε λίθους παραφέρων, ό δε έποιχοδομων του τείχους, ό
δε επαλξιν ύποστηρίζων, ό δε άλλος άλλο τι των χρησ[μων ύπουρ γων. Ό δη Διογένης όρων ταυτα, έπει μηδεν εl'χεν δ τι χαι' πράττω - ούδεις γοφ αύΤ4J ες ούδεν έχρητο - διαζωσ&:μενος το τΡιβώνιον
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
200
σποuδfj μάλα και αύτος έκύλιε τον π[θον, έν Φ έτύΥχανεν οικων, ανω και κάτω του Κρανε{ου' κα{ τινος των συνήθων έρομένου, «τ{ ταυτα
ποιείς, (JΊ ΔιόΥενες;» «Κυλ{ω», έφη, «κάΥω τον π[θον, ώς μη μόνος άΡΥείν δοκο{ην έν τοσούτοις έΡΥαζομένοις».
'Ακούγοντας λοιπ6ν, φΙλοι, και βλέποντας !Χυτά, μο;:; ~λθε στο
νο;:; εκεΙνΎ) ~ 1στορΙα με τον ΔιογένΎ) απο τ~ ΣινώΠΎ). Τ6τε που κυκλοφορuσε ~ φ~μΎ) οτι ό ΦΙλιππος ~ταν κι6λας καθ' όσόν, ολοι ΟΙ ΚορΙνθιοι, αναστατωμένοι, εΙχαν ριχτει στ~ aουλειά: ό ενας επισκεύαζε οπλα, ό α.λλος κουβαλοuσε πέτρες, α.λλος εχτι ζε κάτι στο τειχος, α.λλος ενΙσχυε τα ύποσΤΎ)ρΙγματα, α.λλος,
πάλι, εκανε κάποιαν α.λλΎ) ΧP~σιμΎ) aουλειά. Βλέποντάς τα αυ τα ό ΔιογένΎ)ς, καθως aεν εΙχε τΙ να κάνει - γιατι κανένας aεν
τον ΧΡΎ)σιμοποιοuσε πουθενά -
\
και
β 'λθ α Ύ)κε
κι
,\
αυτος
\
να
κυ
ζώσΤΎ)κε το λιωμένο pouxo του
λ' αει
,
,
πανω-κατω
\
στο
Κ
'
ρανειο
\
το
πιθάρι στο όποιο εμενε. 'Όταν κάποιος γνωστ6ς του τον ρώΤΎ) σε «ΤΙ κάνεις εκει, ΔιογένΎ);», εκεινος το;:; απάνΤΎ)σε: «Κυλάω
κι εγω το πιθάρι, για να μ~ φαΙνομαι πως εΙμαι ό μ6νος αργ6σχολος ανάμεσα σε τ6σους που εργάζονται». ι
32.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων β{ων και' δΟΥμάτων συνα ΥωΥη νι
69.
[Κείμενο ποιροι8ιΜμενο ιΧπο το1'ις κώ8ικες 8πφ το
άποΊ.ο 8εν εχει πεpιλΊjφθεΊ. στ~ν εκ80σΊj τ~ς Όξφ6p8Ίjς του
H.S.
Long]. (Ά ΥΥελομένου Φιλ{ππου ώς μέλλοι τ;η
Kop{ve4J
προσβάλλει ν και πάν
των προς έΡΥοις οντων και' περισπωμένων, οl5τος τον οικείον π[θον έκύλιεν.
Έρομένου δέ τινος,
«{)του χάριν, ΔιόΥενες;» «()τι», εφη,
«πάντων ταλαιπωρουμένων, έμε μηδεν ποιείν ατοπον. Κυλ{ω Υουν τον π[θον, μηδεν αλλο διαπράττεσθαι εχων>.
'Όταν εΙχε φθάσει ~ ε'ίaΎ)σΎ) οτι ό ΦΙλιππος εμελλε να επιτεθει
στ~ν Κ6ρινθο και ολοι εΙχαν στρωθει στ~ aουλεια και ~σαν απα σχολΎ)μένοι, ό 4ιογένΎ)ς κυλοuσε το πιθάρι του. Σε κάποιον που τον ρώΤΎ)σε γιατΙ το εκανε αυτ6, εκεινος απάνΤΎ)σε οτι «αφο;:;
ολοι ύποφέρουν, aεν εΙναι σωστο εγω να μ~ν κάνω τΙποτα. Κυ /.:Χω ε7ΙJΙ το πιθάρι, μια και aεν εχω να κάνω τΙποτε α.λλο».
ΔΙΟΙΈΝΗΣ
33 .
201
.-λΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' δογμάτων συνα
ΥωΥη νι 43. Φr;σι' δε Διονύσιος ό στωικος ώς μετα ΧαιΡώνειαν συλληφθεις άπή χθΎ}
[sc.
ό ΔΙΟΥένης] προς Φtλιππoν- και' έρωτηθεις τίς εΥη, άπεκρί
νατο, «κατάσκοπος της σης άπληστίας». 'Όθεν θαυμασθει'ς άφείθη.
Ό στωικος Διονύσιος1 ανα.φέρει 5τι υστερα. απο τ~ μάχlJ τ-ης Χα.φώνεια. ς 2 ό ΔΙOγένΊjς συνελ~φθΊj κα.Ι όOΊjγ~θΊJXε στον ΦΙλιπ πο' στ~ν εpώΤΊjσΊj ποιός ~τα.ν, εκεΤνος το\) απάνΤΊjσε πως ~τα.ν «κάποιος που πα.pα.ΤΊjpεΤ τ~ν απλΊjστΙα. σου». 'Εντυπωσια.σμέ νος ό ΦΙλιππος τον OCφΊjσε ελεύθερο. 'Ανέκοοτοι οπως οιότο ιΧνάγοντοιι σε κοιτοιγροιφες ποιλοιιί;:ιν Κυνικων (χρείΊΧι,
διατριβαί) σεις.
κα.Ι
οεν
πρέπει
να.
εκλοιμβάνοντοιι
ώς
ίστορικες
ιΧφΊJγ~
1. Με το Ονομα. οιύτο φέροντοιι τρεΤς στωικοι φιλόσοφοι' κοιτα. τον
Κ.ν. Fritz, Quellenuntersuchungen zu Leben und Philosophie des Diogenes von Sinope, σ. 28, σΊJμ. 58 πρόκειτοιι έοω για. τον Διονύσιο άπο τ~ν Ήράκλειοι,
τον λεγόμενο μετΙΧθέμενον.
2. ΤΟ 338 π.χ.
34. ΠΛΟΠ ΑΡΧΟΣ, πως cΧν τις διακρίνειε τον κ6λακα του φίλου 30 p.70c. ΕI5 δε και Διογένης, δς έπει παρελθων εις το του Φιλίππου στΡατ6πεδον, οτε τοις 'Έλλησιν έβάδιζε μαχούμενος, άνήχθη προς αύτ6ν, ό
δ' άΥνοων ήpώτr;σεν ει κατάσκοπ6ς έση, «πάνυ μεν ol5v», έφη, «κα τάσκοπος, d) Φίλιππε, της άβουλίας σου και' άνοίας, δι' ην ούδενος άναγκάζοντος gPX71 περι' βασιλείας και' του σώματος ωρο/ μιο/ διακυ βεύσων».
'Έξοχα. επΙσΊjς απάνΤΊjσε κι ό ΔΙOγένΊjς, ό όποΤος 5τα.ν μπ-ηκε στο στρα.τόπεΟο το\) Φιλ~ππoυ - τότε που εκεΤνος π~γα.ινε νOC πoλεμ~σει τους 'ΈλλΊjVες - κα.ι όOΊjγ~θΊjκε σ' α.ύτόν, κι ό ΦΙ λιππος, μ~ γνωρΙζοντάς τον, τον pώΤΊjσε αν ~τα.ν κα.τάσκοπος, «Βεβα.ιότα.τα.», απάντησε ό ΔΙOγένΊjς «κα.τα.σκοπεύω, ΦΙλιπ-
\,
πε, ΤΊjν α.περισκε
ψι
\"
Ι
ια. και ΤΊjν α.νOΊjσια. σου, που χωρις κα.νενα.ς ' "
νOC σε ύποχρεώνει, ερχεσα.ι νOC Οια.κινΟυνεύσεις μέσα. σε μιOC ωρα. " β α.σιΙλ ειο κα.ι\ ΤΊj\ ζ ωΊjΙ σου». ενα.
οι λΡΧΑΙUΙ ΚΠ"ΚΟΙ
Ή χpείIΧ α.ύτ~, οπως επισης +ι προηγούμενη κα.ι η επομενη, α.νηκουν στον -:-ύπο των ανεκΜτων στα όποια. ό φιλ6σοφος συνα.ν-:-ατα.ι με τον ισχυρο αρ χοντα. κα.ι χάρη στη σοφία. κα.ι την έτοιμ6ΤΎ)-:-0ι του αποΟεικνύε-:-α.ι ανώπρος άπα αυτ6ν.
35.
ΑΡΡΙΑΝΟΣ, Έπιχτήτου Διατριβαι' ΠΙ
22, 23 κέ.
οδτως παpασxεuασάμενoν ουχ εστι τούτοις άρχεισθαι τον ταις
Ele'
άληθεΕαις Κυνιχ6ν, άλλ' εΕδέναι δε!, στι άγγελος άπο του Διος άπέ σταλται χα ι' προς τους άνθρώπους περι άγαθων χαι' χαχων ύποδε{ξων
αυτοις, στι πεπλάνηνται χα ι' άλλαχου ζητουσι τJ7ν ουσΕαν του άγαθου χα ι' του χαχου,
(24)
σπου ουχ εστιν,
σπου δ' εστιν,
ουχ ένθυμουνται,
χαι ώς ό Διογένης άπαχθει'ς προς ΦΕλιππον μετα τJ7ν έν ΧαιΡω
νεΕο/ μάχην χατάσχοπος εΙναι. Τίρ γαρ οντι χατάσχοπ6ς έστιν ό Κυνι χος του τΕνα έστι τοις άνθρώποις φΕλα χαι' τ[να πολέμια.
(25) Και'
δει αυτον άχριβως χατασχεψάμενον έλθ6ντ' άπαγγεϊ'λαι τάληθη μήθ' ύπο φ6βου έχπλαγέντα, ωστε τους μη οντας πολεμΕους δειξαι, μήτε τινα άλλον τρ6πον ύπο των φαντασιων παραταραχθέντα
r;
συγχυ
θέντα.
'Έπε~τα, ό άλ'fJθ~νος Κυναός, αν εΙνα~ ετσ~ προετοιμασμένος,
οεν εΙνα~ ουνατον να άρκ!σθει σε αυτά, άλλα πpέπε~ να γνωρί ζε~ oτ~ τον εχε~ στείλε~ στους άνθρώπους ό Δίας ώς άγγελ~αφό
ρο του 1 γ~α να τους πει ΟΤΙ σχετ~κα με τα καλα και τα ασΧ'f)μα πράγματα o~ατελoυν σε πλάν'f)2 και άναζψουν Tljv άλ'fJθιν~ φ,j
cr'f) του καλου και του κακου:3 άλλου, έκει που οεν υπάρχει, ένω έκει που υπάρχει, οεν το συλλογίζονται κάν, (24) και οπως εΙ πε ό Διογέν'f)ς στον Φίλιππο, οταν υστερ' άπο τ~ μάΧΥ) τΤις
Χαφώνειας ό Φίλιππος τον άπΥιγαγε, οτι εΙναι κατάσκοπος.4 Γιατι στ' άλ~θε~α ό Κυνικος εΙναι ενας κατάσκοπος που άνι XVE,jE~ ποιά πράγματα εΙναι φιλικα για τους άνθρώπους και
/ εχ , θ ρικα. / (25)
ποια
Κ' αι
/
, -, / αφου πρωτα τα κατοπτευσει ......, / θ , , ' ~ , 'f) ε~α, χωρις ουτε ο φο-
πρεπει,
'
Ο/λ "/β "/λθ 'λ Ο α με ακρι εια, να ε ει να πει Τ'f)ν α
β ος
"
να
τον
''C '" και να
συνταpα~ει
τον
"
κανει
να
,
χαραΚΤ'f)ρισει
έχθρους αυτους που οεν εΙναι, ουτε κατα κάποιον αλλ ο τρόπο ο[
έξωτερικες έντυπώσεις να του προκαλέσουν
,ον κάνουν να σαστίσει.;'
cr,jyxucr'f) και να
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
1. Ό ρόλος του Κυνικου, παρατηρει ~ Μ. Billerbeck, Epiktet. Vom Kynismus, σ. 78, συνίσταται στο να ocποτελει εναν αΥΥελον, κατιΧσκοπον ~ κήρυ κα σταλμένο ocπο τον Δία γιιΧ νιΧ όδ'Υ)γει τους ocνθρώπους στ~ν ευδαιμο
νία.
2. Ή Μ. Billerbeck, Ο.π., σελ 79, ύπενθυμίζει ΟΤΙ βασικο γιιΧ τ~ν -ήθι
κ~ του Έπίκτψου είναι ~ σωκpατικ~ ocpx~ ΟΤΙ ό ocνθρωπος λαθεύει -ήθικιΧ παρα τ~ θέλ'Y)σ~ του, iξαιτίας της ocγνοιας τοu ocyιxeou. KαθΊjκoν ετσι τοu
Κυνικοu φιλοσόφου είναι νιΧ επισ'Υ)μαίνει, οπως ό ΣωΚΡ&Τ'Υ)ς, τιΧ -ήθικιΧ όλι
σθ~ματα καΙ νιΧ καταδείχνει τ~ν πλ&ν'Υ).
3. ΚατιΧ τον Έπίκητο ~ ουσία
τοu xιxxou καΙ τοu καλοu εγκειται στ~ χρησιν των φαντασιων (βλ καΙ παρα π&νω Διογέν'Υ)
4. Ώς β&σ'Υ) γιιΧ τον Έπίκτψο ύπ6κεινται έδω τιΧ OCμέ
28).
σως παραπάνω χωρία τοu Διογέν'Υ) Λαέρτιου καΙ τοu Πλουτ&ρχου με το ανέκδοτο για τ~ συν&νΤ'Υ)σ'Υ) Διογέν'Υ)-Φιλίππου ()στερα ocπο τ~ μ&χ'Υ) τΊjς Χαι
ρώνειας (338 π.Χ.).
5. Καθώς ΟΙ λαθεμένες παραστ&σεις καΙ σκέψεις εξ&
πτουν το θυμικ6, ~ ocπα[Τ'Υ)σ'Υ) τοu Έπικτ~τoυ γιιΧ τ~ν όρθην χρησιν των φαν τασιων ισχύει ιδιαίτερα για τους Κυνικούς, σ'Υ)μειώνει ~ Μ.
σελ
81.
36.
Π ΛΟΎ'Τ ΑΡΧΟΣ, Περι' φυγης
16
ρ.
Billerbeck,
Ο.π.,
606c.
Διογένης ούκ ε!χε παρρησ{αν, ος εις το Φιλ{ππου στρατ6πε80ν πα ρελθών, όπην{κα μαχούμενος έχώρει τοις Έλλησι, και' προς αύτον
άναχθει'ς ώς κατάσκοπος να{, κατά.σκοπος, "έφη άφ'i'χθαι της άπλη στ{ας αύτοί] και' της άφροσύνης ήκοντος έν βραχει xιxιpi(J &ακυβευσαι περι' της ήγεμον{ας &.μα και' τοί] σώματος.
Δεν εΙχε το θάρρος τ~ς γνώμΎjς ό ΔΙOγένΎjς, ο οποϊΌς μπ~χε
στο στρα.τόπε80 του Φ~λίππoυ, τότε που εχεινος προχωρουσε
γ~α. να. πoλεμ~σε~ τους 'Έλλψες, χα.Ι ό8Ύjγ~θΎjχε μπροστα. στο βα.σ~λ~α. ώς χα.τάσχοπος; ΕΙπε oτ~, βεβα.ίως εΙχε πάε~ εχει γ~α.
να. χα.τα.σχoπευε~ τ~ν OCπλΎjστία. χα.Ι τ~ν ocφpOσυνΎj του Φ~λίπ που, ό όποιος ερχότα.ν να. 8~α.χ~ν8υνευσε~ μέσα. σε λίγες στιγμες
"
""
(,
\ ,'~ ΤΎjν α.υτoχpα.τop~α. χα.~ συνα.μα. τον εα.υτο του τον ~o~o.
37. ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΎ'ΣΟΣΤΟΜΟΣ, Προς τους πολεμοuντας τοις έπι' το μονάζειν ένάγουσιν ΙΙ 6. Ό 8έ Σινωπευς πάλιν [τερος ο15τος φιλόσοφος τοσούΤ4J και' τούτων και έτέρων μυρ{ων τοιούτων βασιλέων εύπορώτερος ην, και' TΙXUTIΧ
οι ΑΙ'ΧΑΙΟΙ ΚΥ:\'ΙΚΟΙ
204
ριχκίοις συζων, ως τον Φίλιππον τον Μιχκεδ6νιχ στριχτιαν έπι Πέρσιχς αγοντιχ, πάντιχ άφέντιχ, ίδ6ντΙΧ ιχύτον άπελθειν κιχι' έρέσθΙΧι δι' έιχυτου,
μή τινος δέοιτο, κιχι' εί' τι κελεύοι' ιχύτον δε ούδεν άπιxγγε'iλιxι.
Και ό καταγόμενος άπο τrι Σινώπη, άλλος πάλι φιλόσοφος αυ τός, ~ταν τόσο πλουσιότερος και άπο τέτοιους βασιλιά~ες και άπο μύριους άλλους σα.ν αυτούς σε στα. κουρέλια
- και τουτο παρ' ολο οτι ζου -, ωστε ό Φίλιππος ό ΜακεΜνας στrιν έκ
στρατεία κατα. των Περσων, μόλις τον εί~ε, άψησε τα. πάντα
και πΊjγε καΙ τον ρώτησε αυτοπροσώπως μ~πως χρειαζόταν τίποτε κι αν είχε κάη να. του ζψ~σει' κι ό ΔιογένΎ)ς ~εν του ε~ωσε καμία άπάνΤΎ)σΎ).
38.
ΦΙΛΟΣΤΡ ΑΤΟΣ, τα είς τον Τυιχνέιχ 'Απολλωνιον νπ ΥΙΙ
2,3 και
3, 3.
Διογένης δε ό Σινωπευς κιχι' Κράτης ό Θηβιχιος ό μεν εύθυ ΧΙΧιΡω νείιχς ηκων έπέπληξεν ύπερ 'ΑθηνΙΧίων Φιλ{ππιμ περι' d.ίν 'Ηριχκλείδης
εlνιχι φάσκων ιΧπωλλυ όπλΟΙί τους ύπερ έκε{νων όπλΙΧ ήρμένους, ό δέ... ΥΙΙ
3, 3.
Διογένης δε προ ΧΙΧιΡωνε{ιχς μεν είπων τιχυτιχ προς τον
Φίλιππον καν έφύλιχξε τον ανδριχ κΙΧθιχρον των έπ' 'Αθηνιχ{ους όπλων,
είργιχσμένοις δ' έπιστας ωνείδ!ζε μέν, ού μην διωρθουτο.
Είναι έπίσΎ)ς ό ΔιογένΎ)ς άπο τrι ΣινώΠΎ) και ό ΚράΤΎ)ς άπο τrι Θ~βα, άπο τους όποίους ό πρωτος πΊjγε κατευθείαν στrι Χαι ρώνεια και έπιτίμΎ)σε τον Φίλιππο για. τον τρόπο με τον όποιο φέρθΎ)κε στους Άθψαίους: παρ' ολο οη ό Φίλιππος ελεγε πως
~ταν άπόγονος του ΉpακλΊj, ώστόσο κατέστρεψε με τα. οπλα του έκείνους που εΙχαν πάρει τα. οπλα για. να. ύπερασπιστουν τους άπογόνους του ΉρακλΊj. ΥΙΙ
3, 3.
Ό ΔιογένΎ)ς, αν τα. εΙ
χε πει αυτα. στον Φίλιππο πριν άπο τrι μάχΎ) τΊjς Χαιρώνειας, θα. τον εΙχε προφυλάξει άπο το να. πάρει τα. οπλα κατα. των
, Αθψαίων,
ένω με το να. περιμένει να. του τα. πει άφου ό Φί
λιππος εΙχε πράξει πια. οσα επραξε, μπορει μεν να. τον έπιτίμΎ) σε ομως το κακο ~εν επανορθωνόταν.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
39.
ΠΛΟΤΤΑΡΧΟΣ, Περι φυγης
205
12 ρ. 604d.
Το το;; Διογένους «Άριστοτέλης άριστC!, γταν
80xfj
Φιλίππcp, Διο
γένης, οταν Διογένει».
Κι α.υτο που εΙπε ό Διογέν"Υ)ς: «'Ο 'Αριστοτέλ"Υ)ς τρώγει, Οτα.ν το κρίνει ό Φίλιππος ό Διογέν"Υ)ς, Οτα.ν το κρίνει ό Διογέν"Υ)ς».
40.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων και 80γμάτων συνα γωγη νι
45.
Προς τον μακαρίζοντα Kαλλισθένηv και λέγοντα ώς πολυτελων παρ' Άλεξάν8ρcp μετέχει, «κακο8αίμων μεν οδν έστιν», εΊπεν
[sc. 6
Διο
γένης], «ό'ς και άριστC! και 8ειπνει γταν Άλεξάν8ρcp 8όξψ>.
Σε κάποιον ό όποl:ος κα.λοτύχιζε τον Κα.λλισθέν"Υ) κι ελεγε πως ζεΙ: στ~ν πολυτέλεια., Οίπλα. στον' Αλέξα.νΟρο, ό Διογέν"Υ)ς εΙπε: «''Ε, λοιπ6ν, εΙνα.ι ουστυχισμένος, οποιος τρώει κα.Ι. πίνει οποτε αρέσει στον Άλέξα.νΟρο».
41.
ΠΛΟΤΤΑΡΧΟΣ, Περι' της Άλεξάν8ρου τύχης Ύ} ιipετης λόγος α.'
10 ρ. 331e κέ. ΦΙλοσόφου τοίνυν έστι' ψυχης σοφίας έpιiν και' σοφους αν8ρας θαυμά
ζειν μάλιστα' τουτο
8'
Άλεξάν8ρcp προσην ώς oιJ8ενι των βασιλέων.
Και' πως μεν εΊχε προς Άριστοτέλην είρηται και' γτι τον μεν άρμονι
κον Ά νάξαρχον έντιμότατον των φίλων ένόμιζε... Όνησίκριτον 8ε τον Διογένους του Κυνος μαθητΥ;ν, γτι αρχοντα των κυβερνητων κα τέστησεν, ύπο πλειόνων ίστόρηται. (f) Διογένει 8' αύτ~ περι' Κόριν θον είς λόγους έλθων ουτως εφριξε και κατεπλάγη τον βίον και' το άξίωμα του άν8ρός, ωστε πολλάκις αύτοΟ' μνημονεύων λέγειν «ει μη
'Αλέξαν8ρος ημην, Διογένης αν ημην», τουτέστιν «ήσχολούμην αν περι λόγους, ει μη 8ι' εργων έφιλοσόφουν». Ούκ εΊπεν «ει μη βασι
λευς ήμην, Διογένης αν ημην», ού8' «ει μη πλούσιος και' Άργεά8ης» (oιJ γαρ προέκρινε την τύχην της σοφίας (332) oιJ8ε την πορφύρ:χν κ:χι'
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚίΝΙΚΟΙ
2Uti
το διάδημα της πήρας και' του τρ{βωνος)' άλλ' εΙπεν «εί μη 'Αλέξαν δρος ημην, Διογένης αν ημην», τουτέστιν «εί μη τα βαρβαρικα τοις
Έλληνικοις κεράσαι διενοούμην και πασαν ηπειΡον έΠΙ6η έξημερω σαι, και' πέρατα γης άνερευνων και' θαλάττης ώκεανi{Ί προσερεισαι
Μακεδον[αν, και την Έλλάδα σπειραι και καταχέασθαι. Γένους παν τος εύδικ[αν και είρήνην, ούκ αν έν άπράκτιΡ τρυφων έξουσ{ο/ καθή μην, άλλ' έζήλουν αν την Διογένους εύτέλειαν. Νυν δε σύγγνωθι, Δι6γενες,
(b) Ήρακλέα μιμουμαι και' Περσέα ζηλω, και τα Διονύσου
μεΤΙ6η ίχνη, θεου γενάρχου και προπάτορος, βούλομαι πάλιν έν Ίν δ{ο/ νικωντας 'Έλληνας έγχορευσαι και' τους υπερ Καύκασον όρε{ους και' άγρ{ους των βακχικων κώμων άναμνησαι. Κάκει τινες εΊναι λέ γονται στερρας και' γυμνήτιδος σοφ{ας έθάδες ανδρες ι'εροι' και αύτ6νομοι, θεi{Ί σχολάζοντες, εύτελέστεροι Διογένους, ούδεν πήρας δε6με νοι' τΡοφην γαρ ούκ άποτ{θενται, πρ6σφατον άει' και' νέαν άπο γης
έχοντες ποτον δε ποταμοι' Ρέουσι' φύλλα δ' αύτοις δένδρων άποχυ θέντα και' π6α γης έγκατακλιθηναι. (c) Δι' έμε κάκεινοι Διογένη γνώσονται καΙ Διογένης έκε{νους. Δει κάμε ν6μισμα παρακ6ψαι και'
παραχαράξαι το βαρβαρικον Έλληνα,η πολιτε{ο/».
ΕΙνocι ετσι γνώρισμoc τ~ς φιλoσoφικ~ς Ψυχ~ς να. ocΙσθcΧνετocι ερωτoc για. τ~ σοφίoc
xoct απέρocντο θocυμocσμο για. τοuς σοφοuς
ανθρώπους. τοστο χocpoc~τ~pιζε τον Άλέζocνορο οσο κocνένocν άλλο βocσιλιcΧ.
Koct
εχει ανocφερθει πoιcΧ ~τocν ~ στcΧσΊj του απέ
νocντι στον' ApιστoτέλΊj
xoct
οη θεωροσσε πιο ακριβ6 του φίλο
τον μουσικο ΆνcΧζ ocpχo l ... xoct εχει απο πολλοuς πocρocοοθει οη τον ΌνΊjσίκpιτo,2 τον μOCθΊjΤ~ τοσ ΔΙOγένΊj τοσ Κυνικοσ, τον τοποθέτησε επικεφocλ~ς τοσ στ6λου. ''Οτocν ομως συνOμίλΊjσε με τον '{οιο τον ΔΙOγένΊj στ~ν Κ6ρινθο, τ6σο πoΛU συγκλOνίσΤΊj-
"
)"
κε κocι σocστισε ocπο ΤΊj.
"
"
ζ' '~I .... , θ' ωΊj κocι ΤΊjν oc~ιoc του ocν ρωπου, ωστε
συχνcΧ, οτocν τον θυμ6τocν, ελεγε οη «αν οεν ~μoυν ό 'Αλέζocν ορος, θα. ~μoυν ΔιoγένΊjς», εννοώντocς με ocυτο οτι «αν οεν " " τις πpoc~εις 'ζ ΊjμOυν με
φι λ' οσοφος,
θ'
oc
,
κocτocπιocνομουν
,
με
θ εωpΊj-
τικα. φιλοσοφικα. ζ ψ-ήμocτoc». Δεν εΙπε «αν οεν ~μoυν βocσιλιcΧς, θα. ~μoυν ΔΙOγένΊjς», ουτε «αν οεν ~μoυν πλούσιος
xoct οεν αν~
κoc στο γένος των Άργεocοων» (γιocτt οεν εβocζε τ~ν τύΧΊj
, ocπο , "
μπροστoc
τη
'(332)" , ουτε
σοφιoc
το OιcΧOΊjμOC μπροστα. απο το OισcΧκκι
'β ocσι λ' ΤΊj ΙΚΊj
,
πορφυρoc
,
κocι
xoct το φθocρμένο πocνωφ6-
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
207
ρι)·αλλα εΙπε «α.ν όεν ~μoυν Άλέξανόρος, θα ~μoυν ΔΙOγένΊjς»,
δYJλαo~: «α.ν στόχος μου όεν ~ταν να συγκεράσω τα βαρβαρικα με τα έλλψικα πράγματα κα~ φθάνοντας σ' ολες τ~ς ~πείpoυς να τ~ς εκπολιτίσω, κα~ Εξερευνώντας τα πέρατα τ~ς γ~ς κα~ τ~ς θάλασσας ως τ~ν α.κpΊj του Ώκεανου να κάνω ωστε να λέ
γονται Μακεόονία, κα~ να σπείρω τ~ν Έλλάόα κα~ να τ~ν προ σφέρω πλουσιοπάροχα. Δεν θα επαναπαυόμουν σε μιαν α.πpαγΊj εξουσία άΠΟλαμβάνοντας με τpυφΊjλόΤΊjτα τους καρπους ~ς δικαΙOσύνΎjς κα~ τ~ς εΙρ~νΊjς το;:; κάθε εθνους άλλα θα προσπα θοuσα να μιμΊjθω στ~ν άπλότψα τον ΔΙOγένΊj. Τώρα ομως συγχώρεσέ με, ΔΙOγένΊj, μιμοuμαι τον Ήpακλ~ κα~ προσπαθω να. μοιάσω στον Περσέα, κα~ ακολουθώντας τα χνάρια το;:; Διο νύσου, το;:; θε'ίκο;:; προπάτορα τ~ς γενιας μου, θέλω οί "Ελλψες
,
να
'ψ ουν Χ ορε
1:"' '-,ανα,
, νΙΚΊjτες,
"1 νσια, ~,
σΤΊjν
'
"1 και να: " '-,ανα θ υμισουν
στους όρεσίβειους, τους τραχεις ανθρώπους,
πέρα απο τον
Καύκασο, τα βακχικα πανΊjγύpια. Λένε πως ύπάρχουν κι εκει κάποιοι α.νθρωποι, α.γιοι κι ελεύθεροι, αφοσιωμένοι σε μια στέ pεΊj σοφία, τ~ σοφία των Γυμνοσοφιστων, αφιερωμένοι στο
θεό, πιο άπλo~ απο τον ΔΙOγένΊj, που όεν χρειάζονται ουτε όι σάκκι: γιατ~ αυτo~ όεν μαζεύουν τροφές, αλλα εχ ουν πάντοτε
φρέσκια και χλωρ~ τpoφ~ απο τ~ γ~ κα~ πίνουν απο τα ποτά μια που κuλοuψ κι εχουν των δέντρων τα πεσμένα φύλλα κα~ τ~ χλόΊj για να πλαγιάζουν. XάpΊj σ' εμένα θα γνωρίσουν κι εκεινοι οί σoφo~ τον ΔΙOγένΊj, κι ό ΔΙOγένΊjς εκείνους. Πρέπει κι εγω να παpα.πoι~σω το νόμισμα. κα,ι να πα,ραχα.ρά.ξω στο βαρβαρικο τ~ σφραγίόα τ~ς έλλψικ~ς πολιτείας». Συχνα στις αρχαιες ΠΊjyες ό ΔιoyένΊjς συναντ(iται με κάποιον βασιλια ~ τύ ραννο οπως τον Διον6σιο των Συρακουσων,
":0'1 Φίλιππο, τον Μ. 'Αλέξανδρο
η τον Περδίκκα και τον Κρατερό' στα αποσπάσματα αότης της ένότψας ( = ΔιoyένΊjς
41-71) δπως και στα εκτεν~ αποσπάσματα απο τον Δίωνα
Χρυσόστομο, Λόγοι ιν 1-4 και τον Λουκιανό, Νεκρικοι' διάλογοι 13, 1-6, ό Κυνικος φιλόσοφος αναμετριέται με τον Μ. 'Αλέξανδρο και αποδεικνύει τ~ν πνευματικΥ, 'JπεΡΟΧ~ καί, κυρίως, τΎιν ελευθερία και τ~ν ανεξαpΤΊjσία του απέναντι σ,,:ον κοσμοκράτορα. Ή ίστορικότητα αότων των συναντ~σεων εΙ ναι περισσό,,:ερο OCπο αμφίβOλΊj, αφοu, σ6μφωνα με τις αφΊjy~σεις, λαμβάνουν
χώρα στ~ν 'Λθ~να Τι ,,:~ν Κόρινθο και σε αότες ό Μ. Άλέξανδρος παρουσιά-
208
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
ζετocι ~3Ί) ώς ό αρχοντocς του κόσμου 8λου. "Αβ3Ί)ΡOC (περίπου
1. 'Ο Άνάξocρχος απο τα 380-320 π.χ.), μocθψ-ης του ΔΊ)μόκριτου, ακολούθΊ)σε τον
Άλέξocν3ρο στ-ην έκστρocτείoc στΙς 'Ιν3ίες, 8που με τ-η βοήθειoc 3ιερμΊ)νέων προσπάθΊ)σε να συζψήσει με τους Ίν30υς φιλοσόφους, τους όποίους οΙ 'Έλ λψες
72.
όνόμocζocν
2.
'ΓιιμΥοσοφιστάς'.
ΟΙ
μocρτυρίες
'Ο 'ΟνΊ)σίκριτος απο τ-ην Άστυπάλocιoc
γι'
ocότον
στο
ΟΚ
(380/375-305/300 π.χ.), ό
όποίος είχε μocθΊ)τεύσει στον ΔιογένΊ), ελocβε κocι ocότος μέρος στην Ιv3ικη Ε:κ στρocτείoc του Μ.
' Αλεξάν3ρου κocΙ συνocντηθΊ)κε με τους Γυμνοσοφιστές,
στους όποίους απο3ί3ει κυνικα γνωρίσμocτoc. ΤΟ περιώνυμο κocτα την αρχocιό τητoc εργο του για τον Άλέξocν3ρο με τον τίτλο πως 'Αλέξανδρος ηχθη 3εν
εχει σωθεί. ΟΙ μocρτυρίες γι' ocότον στα
42.
F Gr Hist 134.
ΠΛΟΥΤ ΑΡΧΟΣ, Προς 7;γεμόνα άπιχ[δευτον
5 ρ. 782a-b.
ΤΙΧύτψ δ' ούδεν έμποιει την διάθεσιν η λόγος έκ φιλοσοφ[ιχς πιχριχγε νόμενος Ε'νιχ μη πάσχωμεν το του 'Αλεξάνδρου, ό'ς έν
Kop[vOcp
Διογέ
νην θειχσάμενος κιχ! δι' εύφυtιχν άγιχπήσιχς κιχ! θιχυμάσιχς το φρόνημιχ
κιχι' το μέγεθος του άνδρος εlπεν «εί μη ?Αλέξιχνδρος ημψ, Διογένης αν ημην», όλ[γου δέων είπειν την περ!ΙΧύτον εύτυχ[ιχν κιχ! λιχμπρότη τιχ κιχι' δύνιχμιν ώς κώλυσιν άρετης κιχι' άσχολ[ιχν βιχρυνόμενος κιχ! ζη
λοτυπων τον τρ[βωνιχ κιχ ι' την πήριχν, αη τούτοις ~ν άν[κητος κιχ! άνάλωτος Διογένης, ούχ 'ώς έκεινος απλοις κιχι' ί'πποις κιχ! σιχρ[σσιχις.
Έξην οΟν φιλοσοφουντιχ κιχ! τfj διιχθέσει γίγνεσθΙΧι Διογένην κιχ! τ,η τύχη μένειν 'Αλέξιχνδρον, κιχι' δια τουτο γενέσθΙΧι Διογένην μίiλλoν, αη ~ν 'Αλέξιχνδρος, κτλ.
'Αλλα τ~ aιάθεσΎJ αύτ~ aεν τ~ν γεννOC τΙποτε α.λλο εκτος άπο τ~ς aιaασκαλΙες τ~ς φιλοσοφΙας για να μ~ν πάθουμε δ,τι ά 'Αλέξανaρος, ά άποΤος σαν ειaε στ~ν Κ6ρινθο τον ΔιoγένΎJ κα~ θαΙΙμασε τα φυσικα χαρΙσματά του κι εμεινε εκπλΎJκτoς άπο το
φρ6νΎJμα τ~ς Ψυx~ς του, εΙπε δτι «α.ν aεν ~μoυν Άλέξανaρος, θα ~μoυν ΔιoγένΎJΦ. ΛΙγο ελειψε να ελεγε δτι δλΎJ ~ εύτυχΙα γΙΙρω του κα~ ~ αϊγλΎJ κα~ ~ MναμΎJ του ~σαν βάρος, γιατ~ του στέκονταν εμπ6aιο στ~ν άρετ~ κα~ aεν του α.φψαν ελεΙΙθερο , ff' 'ζ'λ ' , Ι, \ ~ χρονο, κι οτι αυτος ΎJ ευε το τριμμενο πανωφορι και το σΙσάκκι, γιατ~ με αύτα ~ταν άκατανΙΚΎJτoς κα~ άκατάβλΎJτoς ά ΔιoγένΎJς κι οχι, οπως αύτ6ς, με τα δπλα, τα α.λογα και τα μα-
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
XpLOC ,
209
Μρocτoc. "Ή τocν ~τσL aυνocτ6ν, φLλοσοφώντocς, νOC γΙνεL ΔLΟ-
,
\
\ OLOC ~ 'θ \ εσΎj XOCL
,\
"Αλ'ξ συνocμoc νoc πocρocμεLνεL ε ocν-
γενΎJς ως προς ΤΎJ
aΡος σε iS,η ocφορoc τ~ν τύΧΎJ, κocι
YLOC τουτο νOC OCποβεί κocτOC
μεΙζονoc Μγο ΔLογένΎJς, OCφου 'ΑλέξocνaΡος ~τocν ΚL6λocς.
43.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και δΟΥμάτων συνα
Υωγή ιν
32.
Φασι' δε και' Άλέξανδρον είπείν ώς είπερ Άλέξανδρος μη έΥεΥ6νει,
έθελησαι αν ΔΙΟΥένης Υενέσθαι.
ΆνocφέρεΤOCL iSη κocι ό ΆλέξocνaΡος είπε πως α.ν aεν ~τocν ό
'ΑλέξocνaΡος θOC ~θελε νOC είνOCL ό ΔLογένΎJς.
44. GNOMOLOGIUM VATICANUM 743 n. 91. Ό αύτός
[sc.
Άλέξανδρος] θεασάμενος ΔΙΟΥένην τόν κυνικόν φιλ6σο
φον και' θαυμάσας εΊπέ τινι των Υνωρίμων- «ώς ήδέως αν έΥεν6μην ΔΙΟΥένης, ε! μη έΥεΥ6νειν Άλέξανδρος».
Ό 'caLOς 'ΑλέξocνaΡος, iSτocν είaε τον ΔLογένΎJ, τον κυνLΚO φLλ6σοφο, Κocι ενLωσε θocυμocσμο
YL'
ocυτ6ν, είπε σε κιΧΠΟLOν OCπο
τους φΙλους του: «Π6σο θOC 'θελoc νOC γLν6μουν ΔLογένΎJς α,ν aεν εΙχoc γΙνεL ό 'ΑλέξocνaΡος!»
45. ΠΛΟΠ ΑΡΧΟΣ, Βίοι παράλληλοι, Άλέξocνόρος 14, 2-5 ρ. 671d-e. Πολλων δε και πολιτικων άνδρων και' φιλοσ6φων άπηντηκ6των αύΤ4J και' συνηδομένων, ηλπιζε και' ΔΙΟΥένην τόν Σινωπέα ταύτό ποιήσει ν, διατΡίβοντα περι' Κ6ρινθον. Ώς δ' εκείνος ελάχιστον Άλεξάνδρου λ6Ύον έχων έν T4J Κρανείφ σχολην ~yεν, αύτός επορεύετο πρός αύτ6ν Ετυχε δε κατακείμενος εν ήλίφ. Και μικρόν μεν άνεκάθισεν, άνθρώ-
-"ων
"
,
,
~ 'βλ εψεν 1/' ' τον , τοσουτων επερχομενων, και σιε εις
/4. ΟΙ Αρχαίοι Κυνικοί
,.Γι Λλ ε"ανσρον. 'Ι: ~ 'Ω:;
210
οι λΡΧλΙΟΙ ΚΎ'ΝΙΚΟΙ
δ' έχεΊνος άσπασάμενος χαι προσεΙΠ6η αύτον ήρώτησεν, ει τινος τυγ χάνει δε6μενος, «μιχρ6ν», εΤπεν' «άπο TOU ήλ[ου μετάστηθι». Προς TOUTO
λέγεται τον 'Αλέξανδρον ουτω διατεθηναι χαι θαυμάσαι χατα
φρονηθέντα την ύπεροψ[αν χα! το μέγεθος TOU άνδρ6ς, ώστε των περι' αύτον ώς άπ;!;εσαν διαγελώντων χαι σχωπτ6ντων, «άλλα μην έγώ», εΤπεν, «ει μη 'Αλέξανδρος ημην, Διογένης αν ημην».
Καθως πολλοι ανθρωποι τ~ς δΎjμόσιας ζω~ς και φιλόσοφοι π~ γαν να τον συναντfισoυν και να τον συγχαρουν, ό 'Αλέξανδρος εΙχε τ~ν έλπίδα ΟΤΙ θα εκανε το 'ίδω και ό ΔωγένΎjς ό Σινωπέας που εμενε τότε στ~ν Κόρινθο. Κι έπειδ~ αυτος έλάχισΤΎj προ σoχ~ εδωσε στον 'Αλέξανδρο και καθόταν στο Κράνεω χωρις ,ι Ι - . να κανει τιποτα, ΠΎjγε ο
'Αλ Ι \: ~ "Ι ε",ανορος σ. αυτον.
Τ' ον
β-\: ΡΎjκε ",α-
πλωμένο να λιάζεται. Βλέποντας να ερχονται τόσοι πολλοι ανΙ , Ι θ λ ,ι \: " ' θ ρωποι, ο• Δ ωγενΎjς ανασΎjκω Ύjκε ιγο και κοιτα",ε κατα τον 'Αλέξανδρο. ΚΙ οταν αυτος τον άσπάστηκε και τον ρώΤΎjσε αν χρειαζόταν τίποτα, ό ΔωγένΎjς εΙπε: «Να πας λίγο πιο 'κεί άπο
'''.
,
,
/ \: ~,εντυπωσιασΤΎjκε τοσο πο λ' τον ΎjΛω». ΑΙ'" ενε ΟΤΙ ο 'Αλ ε",ανορος υ
άπο αυτο και ενιωσε τέτοιο θαυμασμο για Trιν ΠΕρ'ηφάνεια και το +Ιθικο άνάσΤΎjμα του άνθρώπου ό όπο"ιος τον περιφρόνΎjσε, ωστε, οταν φεύγοντας οί! συνοδοί του τον περιγελουσαν και τον πείραζαν έκείνος εΙπε: «Πραγματικά, αν δεν ~μoυν ό 'Αλέξαν
δρος, θα ~μoυν ΔΙOγένΎjς».
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, Περι' φυγης 15 ρ. 605 d-e.
46.
"Αδοξ6ς έστι Διογένης δν ιδ6η 'Αλέξανδρος έν ήλ[tιJ χαθήμενον έπι
στας ήρώτησεν, ει τινος δεΊται' TOU δε μηδεν άλλ' η σμιχρον άποσχο τίσαι χελεύσαντος, έχπλαγει'ς το φρ6νημα προς τους φίλους εΤπεν- «ει
μη 'Αλέξανδ.σος ημην, Διογένης αν ήμην;»
Ε",' ιναι ασΎjμOς
•
'
,
,
•
\: ο Δ ωγενΎjς; Α" υτος που βλ' εποντας τον ο 'Αλ ε",αν/
δρος να κάθεται και να λιάζεται, στάθΎjκε άπο πάνω του και
τον ρώΤΎjσε αν χρειαζόταν τίποτε' κι οταν ό Διογένης του ,
,
"~'
Υ'
,Ι,
απανΤΎjσε πως τιποτε οεν χρεια~oταν παρ α μονο να τρα
β
-
ΎJχτει
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
211
, " περoc ωστε ., "-'β' "λ ιο, ο • 'Αλ'!:' ~ λιγο πιο νoc μΎ) του κρυ ει τον Ύ) ε",ocνσρος, ό όποιος ~μεινε κocτά.πλΎ)κτος ιΧπο τη μεγocλοφροσύνΎ) του, εϊπε "λ στους φι ους του:« "Α ν
~", σεν Ύ)μουν
•
ο
'Aλ'~ ~ ε",ocνσρος,
θ'" oc Ύ)μουν
ΔιογένΎ)ς».
47. CICERO, Tuscu1anae disputatjones V 32,92. Πρβ. VALERIUS MAXIMUS, Factorum ac djctorum memorahjJjum ιν 3, 4. At cero Diogenes liherius, ut Cynicus, Alexandro rogantj, ut diceret, si quid opus esset, «nunc quidem paululum», inquit, «a sole». Offecerat videlicet apricanti. Et hic quidem disputare solehat, quanto regem Persarum vita fortunaque superaret; sihi nihi1 deesse, jJJi mhi1 satis umquam fore; se eius voluptates non desiderare, quihus numquam satiari iDe posset, suas eum consequi nuΠo modo posse. Ό ΔιογένΎ)ς ομως ιΧπά.νΤΎ)σε με περισσ6τερΎ) ελευθερΙoc στον 'ΑλέξocνSρο, δτocν εκεινος τον ρώτ-ησε voc του πει αν χρειocζ6τocν
τΙποτε: «Π~γocινε λΙγο πιο 'κει ιΧπο τον -ηλιοl» Προφocνως τον εϊχε εμποSΙσει εκει που λιocζ6τocν. Συν~θιζε επΙσΎ)ς ό ΔιογένΎ)ς
voc ιΧνocφέρει π6σο πoΛU ξεπερνουσε τον βocσιλιoc των Περσων ώς προς τον τρ6πο τ~ς ζω~ς xoct ώς προς τ~ν τύΧΎ): στον 'Ι:Sιο, τον ΔιογένΎ), sεν ~λλειπε τΙποτε, γιoc εκεινον ποτε τΙποτε sεν ~τocν ιΧρκετ6' ό rSιος sεν ποθουσε κocμΙoc ιΧπο τtς ιΧπολocύσεις, στtς όποιες εκεινος, ό βocσιλιocς των Περσων, sεν μπορουσε πο
τε voc κορέσει τtς επιθυμΙες του - χωρtς ώστ6σο voc μπορει, με κocνένoc τρ6πο, voc νιώσει τtς Sικές του, του ΔιογένΎ), τtς ιΧπο λocύσεις. Ό Κικέρων περιορίζετοιι στην OCπάντηση που έ8ωσε ό ΔΙOγένΊjζ στον ' Αλέ
ζοιν8ρο κοιΙ ύπογροιμμίζει την οιυτάρκειοι κοιΙ την ύπεροχη του Κυνικου μόνον σε σύγκpισΊj με τον βοισιλιOC των Περσων.
48. ΑΡΡΙΑΝΟΣ, 'Ανάβασις ΥΙΙ 2, 1-2. Κ&:νταύθα έπ;l;νεσε μεν 'Αλέξανδρος τoιJς τε λ6Υους αύτους και' τους είπ6ντας, επρασσε δε ομUJς αλλα και τ&:ναντ{α οΊς έπf;νεσεν. Έπει'
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΙ'ΝΙΚΟΙ
212
και Διογένην τον εκ Σινώπης θαυμάσαι λέγεται, εν 'Ισθμψ εντυχων Διογένει κατακεψέν4J εν ήλ[4J, επιστας συν τοίς ύπασπισταίς και' τοίς πεζετα[ροις και' ερ6μενος ε( του δέοιτο· ό δε Διογένης αλλου μεν έφη δείσθαι ούδεν6ς, &πο του ήλ[ου δε &πελθείν εκέλευσεν αύτ6ν τε
και' τους συν αύτΨ.
(2) Ούτω τοι ού πάντn έξω του επινοείν τα κρε[τ
τω ήν 'Αλέξανδρος, &λλ' εκ δ6ξης γαρ δεινως εκρατείτο.
Κ αι,
,
, ,
,
,
"
με αυτη την ευχαιρια ο
'Αλ';;:
'Ι-
''Ι-'
'λ'
,
ε~ανσpoς επισοχιμασε χαι τα
0-
για αυτα χαι τους όμιλψές, έπραξε ομως άλλα, έχ οιαμέτρου αντίθετα, απο έχεινα που έπιΟοΧίμασε. Γιατι χαι για τον Δισγέ
νΊj απο τ~ ΣινώΠΊj, χαθως λένε, εΙχε έχφρα.σει θαυμασμό, οταν
,
τον
,
συνανΤΊjσε
,
' ~απ ;;: λ ωμενο '
"Ι σ θ μο στον
χαποτε
'
'λ ια ζ εται· να
"
'θ ΊjXε τοτε ο 'Αλ';;: 'Ι", " τους υπασπιστες , , στα ε~ανσpoς απο πανω του με
,
,
χαι τους πε
'"
,\
ζ' 'λ' ους σωματοφυ αχες του χαι τον ρωΤΊjσε αν χρεια-
, χατι.
' ζ οταν
'Ο Δ' ΙOγενΊjς
-"απανΤΊjσε του
''Ι-' πως σεν
χρεια ζ' οταν
,
τι-
ποτε άλλο, τοσ ζ~ΤΊjσε ομως να τpαβΊjXτει απο τον ~λιo, αυτος ,
,
χαι Ίj
'Ι-
'
συνΟσεια του.
- ;;: , λ ως ~ενo
(2)
"Αλ';;:
στον
'Ι-
"
Γ'
ινεται ετσι
,
,
ε~ανσpo να στοχα
ζ
",οτι σεν '1-'" , Ίjταν εντε-
φανερο
εται
, , , τα ανωτερα
,
πραγματα
αλλα οτι τον είχε χυριεuσει σε φοβερο βαθμο ~ φιλοΟοξία.
49.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β[ων και' δογμάτων συνα γωγη νι
38.
Έν τψ ΚΡανε[4J ήλιουμέν4J αύτψ
[sc,
Διογένει] 'Αλέξανδρος επιστάς
φησιν, «α(τησ6ν με δ θέλεις». Και' δς «&ποσκ6τησ6ν μου», φησΙ , Κ αποτε
,
'
'Δ ΙOγενΊjς που ο
λ ια ζ'οταν
,
στο
'
Κ ρανειο,
'θ ΊjXε μπροστα
στα. του ό 'Αλέξανορος χαι τοσ είπε: «Z~ΤΊjσέ μου Ο,τι θέλεις».
Κι έχεινος τοσ λέει: «Tpαβ~ξoυ, ωστε να μ~ μοσ χρuβεις τον ~λιo».
50.
ΣΙλιΙΠΛΙΚΙΟΣ, 'Υπ6μνημα είς Έπ[κτητον
15.
Έαν δε και' διδομένου, φησ[ [sc. ό Έπ[κτητος], τινος των εκτος τού των ύπο των πολλων μακαριζομένων, μη λάβnς, &λλ' ύπεΡ[δnς, ως
ΔΙΟΙΈΝΗΣ
213
Kpάτr;ς έποιησε και' Διογένης Άλεξάνδρου γαρ έρωτήσαντος τι βού λεται, «άπ6στηθι», φησι, «του ήλιου»· έτυχε γαρ ύπ' αυτον θερμαι ν6μενος
ωστε θαυμάσαντα n}ν μεγαλοφροσύνην του άνδρος τον
'Αλέξανδρο ν ευξασθαι, ει μεν δυνατ6ν, χα ι' τον Διογένην γενέσθαι· ει δε μή, μείναι
Άλέξανδρον...
δι6,
φησιν,
οι' ύπεριδ6ντες τούτων,
ΊΙράΧλειτ6ς τε χαι Διογένης, άξιως θείοι τε -ljσαν χαι' έλέγοντο.
Άλλα. ακόμΎ) κι α.ν σου προσφέρουν, υποσΤΎ)ρίζει ό Έπίκητος,
lκαποιο ' "'" απο αυτα
τα
\ οι .
'ζ \, θ' ε~ωτερικα αγα α που
πο
λλ
\
,
ΟΙ τα
θεωρουν ευλογία, εσυ να. μ~ το πάρεις αλλα. να. το περιφρoν~ σεις, Οπως εκανε ό ΚράΤΎ)ς κα!. ό ΔιογένΎ)ς. 'Όταν, ετσι, τον ρώΤΎ)σε ό Άλέξανορος τί ~θελε, εκεϊνος του λέει: «Να. σταθεϊς
\, κει. . . απο , \
πιο
\
f'λ
τον Ύ)
ιο»·
' "
\
γιατι ετυχε να
ζ'
,
,
εσταινεται τοτε στον
~λιo. 'Έτσι, αφου θαύμασε τ~ν πεΡΎ)φάνεια του ανθρώπου αυ του, ό 'Αλέξανορος ευx~θΎ)κε, α.ν ~ταν ουνατόν, να. γινόταν ΔιογένΎ)ζ" είοαλλιως να. εξακoλoυθ~σει να. είναι ΆλέξανΟρος ...
Για. τουτο, λέει, Οσοι περιφρόνΎ)σαν αυτα. τα. εξωτερικα. αγαθά, ενας Ή ράκλειτος κι ενας ΔιογένΎ)ς, κα!. ~σαν κα!. αποκαλουν ταν επαξίως θε·ίκοΙ
1.
Στο 'ΕΥχειΡ[διον ήθικης
51.
15.
ΖΩΝΑΡΑΣ, Σύνοψις ι'στοριων ιν 9. Πρβ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΑΙΣΑ ΡΕΙΑΣ, Έπιστολαι Ι
12,3· ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Λ6γος
εις τον μαΧάριον Βαβύλαν χαι' χατα 'Ιουλιανου χαι' προς Έλλη νας
8.
Προς Διογένην δε τον Σινωπέα περι' Κ6ρινθον διατρ{βοντα άπελθων
[sc.
ό Άλέξανδρος], χαι ήλ{ψ θαλπ6μενον εύρηΧώς, ήσπάσατ6 τε τον
άνδρα χαι' εί' τινος δέοιτο ηρετο. Ό δε της του ήλιου ε[πεν άλέας δεί
σθαι, χαι' μετασθηναι αυτον ήξΙου. Άπιόντος δε του Άλεξάνδρου οι' περι' αυτον χατεγέλων του Διογένους ό δε προς αυτους έφη, θαυμά ζων το ύπεροπτιχον του άνδρ6ς, ως «ει μη Άλέξανδρος ημην, Διογέ νης αν ημην».
Φεύγοντας ό 'Αλέξανορος για. να. πάει να. συναντ~σει τον Διο γένΎ) απο τ~ ΣινώΠΎ) που οιέμενε στ~ν Κόρινθο τον βρ~κε να.
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚίΝΙΚΟΙ
214
λ~άζετα~, κ~ ocφοu τον ocσπάστηκε τον ρώτησε μ~πως χpε~αζ6ταν τίποτα. Αύτος του είπε πως χpε~αζ6ταν τ~ ζεστασ~α του
\
-
"λ ~oυ κα~ του -"Ι" \ στα θ ε~ παpαo~π ς,' λ α. ΎJ ~ΎJΤΎJσε να
•
"Ο ταν ο 'Αλ'" ει"αν-
δρος εφευγε, ΟΙ ocκ6λουθοί του πεp~γελoυσαν τον Δ~oγένΎJ' έκεΤ
νος δμως με θαυμασμο γ~α τ~ν πεPΎJφάνε~α του ocνθρώπου τοΙΙς
είπε πως «αν δεν ~μoυν ό 'Αλέξανδρος, θα ~μoυν Δ~oγένΎJς».
52.
ΕΥΔΟΚΙΑ, 'Ιωνιά
332 ρ. 240, 24-241, 3. Πρβ. ΑΝΩΝΥΜΟΣ 12, 7 ..
ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΣ, ΒΕος Άλεξάνδ'ρου Δι6 ποτε ήλιουμένιΡ αιίτΙ;;:>
[sc.
Διογένει] επέστη Άλέξανδ'ρος ό Μα
κεδ'ών, ιΧποσκοτων αιίτον του μη θερμαΕνεσθαι, και' λέγων «είπέ, Δι6γενες, τΕ βούλει σοι χαρΕσομαι;» ό δ'έ εlπε «οl5περ μη δ'υνάμενος πα ρασχειΎ, εασ6ν με μετασχεΙν». Ό δ'έ «και' τΕ δπερ οιί δ'ύναμαι;» ό δ'έ ιΧποκριθει'ς «την του ήλΕου θάλΨιν».
Γ~αυτo και κάποτε ποΙΙ ό ΔιoγένΎJς λ~αζ6ταν, στάθΎJκε ocπο πά νω του ό 'Αλέξανδρος κρύβοντάς του τον ήλιο, με ocποτέλεσμα να μ~ ν~ώθε~ ό ΔιoγένΎJς τ~ ζεστασ~ά, και του είπε: «Πές μου, Δ~oγένΎJ, πo~ά χάpΎJ θέλ~~ς ocπο μένα;» ΈκεΤνος τ6τε του είπε: «''AφΎJσέ με να 'χω κ~ έγω κάτ~ σ' αύτο ποΙΙ δεν μπορεΤς να μου δώσε~ς έσύ». -
«Ποι6 είνα~ αύτο ποΙΙ έγω δεν μπορώ να
σου το δώσω;», ρώτφε ό 'Αλέξανδρος, κ~ ό Δ~oγένΎJς ocποκρί θΎJκε: «T~ ζεστασ~α του ήλ~oυ».
53.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων και' δ'ογμάτων συνα γωγη νι
60.
Άλεξάνδ'ρου ποτέ επιστάντος αιίτΙ;;:>
[sc.
Διογένει] και' είπ6ντος, «εγώ
είμι Άλέξανδ'ρος ό μέγας βασιλεύς», «κιΧγώ», φησΕ, «Διογένης ό κύων».
'
•
\
\
'
"Ο ταν καποτε ο 'Αλ'ει"ανορος 'C ς, 'θ ΎJκε μπροστα στον Δ ~oγενΎJ στα
και του είπε: «Eίμα~ ό 'Αλέξανδρος, ό μεγάλος βασ~λ~άς», «K~ έγώ», του λέε~ έκεΤνος, «είμα~ ό ΔιoγένΎJς ό σκύλος».
215
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
'AνέκooτlΧ δπως ιχύτο οεν εlνlΧι οuνιχτον να εχοuν ίστoρικ~ αξίlΧ, οι6τι προϋ
ποθέτοuν δτι ό
' AλέξlΧνoρoς
~τlΧν ~OΎi ΚOσμOκρά.ΤOρlΧς, ένω εlνlΧι γνωστο δτι
uστεριχ ιΧπο τις κlΧτlΧκτήσεις τοu οεν έπέστρεΥε στ~ν Έλλά.OIΧ.
54. GNOMOLOGIUM VATICANUM 743 n. 104. 'Ο αύΤ6ς
[sc.
'Αλέξανδρος] αίτήσαντος αύΤ6ν Διογένους δραχμην
εφη, «ού βασιλΙΚ6ν τ6 δωρον»' του δε είπόντος «και' δ6ς τάλαντον», ε[πεν «άλλ' ού κυνικ6ν τ6 αl'τημα».
'Όταν ό ΔΙOγένΎjς ζ~ΤΎjσε απο τον 'Αλέξανaρο μΙα aραχμ~, εχεινος του εΙπε: «Αύτο το α'{ΤΎjμα aεν εΙναι αντάξιο ένος βασι
λια»· χι οταν ό ΔΙOγένΎjς του εΙπε «Δωσε μου τ6τε ενα τάλαν-
"
~ το», ο"Αλ'ξ ε ανορος απανΤΎjσε:
« Α"υτο
\"
,
~\" το αΙΤΎjμα οεν ειναι αν-
τάξιο ένος χυνιχου».
55. GNOMOLOGIUM VATICANUM 743 n. 96. Παρεκβολαι' είς την 'Ομήρου Όδύσσειαν ζ
Πρβ. ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ,
14, ρ. 1557,2-3.
'Αλέξανδρος ό βασιλευς πληρώσας ποτε όστέων πίνακα επεμψεν Διο γένει T4J XUVlX4J' ό δε λαβων ε[πε' «κυνικ6ν μεν τ6 βρωμα, ού βασι λΙΚ6ν δε το δωρον».
\
,
,
,'''''
\,
'Ο β ασι λ ιας 'Αλ'ξ ~ ε ανορος γεμισε χαποτε ενα οισχο με χοχα λ α
χαι τα εστειλε στο ΔΙOγένΎj τον Κυνιχ6' χι εχεινος, μ6λις τα εΙ
aE, εΙπε: «Το εaεσμα εΙναι αντάξιο ένος Κυνιχου, ομως το aω ρο aεν εΙναι αντάξιο ένος βασιλια».
56. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων και' δογμάτων συνα γωγη νι 63. Ψηφισαμένων 'Αθηναίων 'Αλέξανδρο ν Διόνυσον, «κάμέ», εφη [sc. ό Διογένης], «Σάραπιν ποιήσατε».
'Όταν οΙ ΆθΎjναιOΙ αποφάσισαν, υστερ' απο ψΎjφOφOρΙα, να ανακηρύξουν τον 'Αλέξανaρο ώς τον θεο Δι6νυσο, ό ΔΙOγένΎjς εΙπε: «Κι εμένα να με χάνετε θεο ΣάραΠΎj».
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
216 Σύμφωνοι με τον Τάκιτο,
Historiae 4,83
κ.έ. κοιι τον Πλούτοιρ:χ.ο. !!ερ! "!σι
δος κιχι' Όσ!ριδος 361f-362e ~ λοιτρείοι του θεου ΣάΡΟΙΠΥ) μετοιφέρθΊ)Χε στην Αιγυπτο άπο την ΣινώΠΥ), τ~ν ποιτρίi)οι του ΔιογένΊ), επι Πτολεμοιίου Α',
57.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων και' δογμάτων συνα γωγη νι
44.
'Αλεξάνδρου ποτε πέμψαντος έπιστολην προς 'Α ντΕπατρον εΙς 'Αθή νας διά τινος 'ΑθλΕου, παρων έφη
[sc.
Διογένης]- &θλιος παρ' άθλΕου
δι' άθλΕου προς &θλιον. "Ο τα.ν
'
•
κα.ποτε ο
'Αλ'ξ '" ε α.νορος
"εστει λ ε
"Α' μια. επιστο λ' ΎJ στον ντι-
"
πα.τρο, στ~ν ' Aθ~να., με κάποιον που όνομα.ζότα.ν 'Άθλιος, ό Δ~ΟΎένYJς, που παρευρισΧότcxν έχει, είπε: «fΈνας &θλLος άπΩ κάποιον &θλιο aια.μέσου ένός ά.θλίου σε κάποιον &θλιο». Ό ΔιογένΊ)ς Λοιέρτιος άποi)ίi)ει στον ΔιογένΊ) άρκετOC άκ6μΊ) λογοποιίγνιοι, βλ. ΔιογένΊ)ς
561 εως 568· έντύπωcrΊJ προκοιλεί έi)ώ ~ άνοιφορOC στον Μ. 'Αλέ
ζοινi)ρο. ι
58. GNOMOLOGIUM VATICANUM 743n. 97. Ό αύτος
[sc.
'Αλέξανδρος] lδων Διογένψ κοιμώμενον έν πtθιρ εtπε'
«πtθε μεστε φρενων», ό δε φιλ6σοφος άποστας εΙπεν-
«d)
βασιλεϋ μέ
γιστε,
θέλω τύχης σταλαγμον η φρενων πtθoν ~ς μη παρούσης δυστυχοϋσιν α[ φρένες». ' • Βλ εποντα.ς ο
,
-
,
'Αλ'ξ '1> 'Δ' ε α.νορος τον ιoγενΎJ να. κοιμα.τα.ι μεσα. σ
, ενα. "
πιθάρι εΙπε: «'Ώ πιθάρι, γεμάτο μυα.λό!»· ό φιλόσοφος ομως
ά.να.σΎJκώθΎJκε xrxL εΙπε: «Μια στα.λα.γμα.τια τύXΎJ θέλω κι οχι ενα. πιθάρι γεμάτο μυα.λό - για.τL aίχως τύXΎJ το μυα.λό πέφτει σε aυστυχ ία.». 1 1. Στίχοι άπο άγνωστη τροιγωi)ίοι που ό Κ. Wachsmuth, Studien zu den griechischen Flori1egien, σ. 140 τους άποi)ίi)ει στον ΔιογένΊ).
rr i
"'
Ι ,
217
ΔJOΓΕΝΗΣ
',,' i
59.
ΑΡΡΙΑΝΟΣ, ΈπικτήτοlJ Διατριβαι' ΠΙ
ΠΡΟΥlJμνάσματα
22, 92.
Πρβ. χαι ΘΕΩΝ,
5.
Πάλιν 'Αλεξάνδρcp έπιστάντι αύτι)) κοψωμένcp και είπ6ντι ού χρη παννύχιον εrJδειν βΟΙJληφ6ρον άνδρα, [νlJπνος [τι ων
ό ΔΙΟΥένηςJ ιΧπήντησεν
[sc.
Φ λαοι' τ' έπιτετΡάφαται και τ6σα μέμηλε.
'Ή πάλ~ οταν ό
' Αλέξανορος
στάθΎjκε ocπο πάνω του, ενω ο
Δ~OγένΎjς κοιμόταν, κα!. εΤπε: «"OλΎj τ~ νύχτα ενας πρωτόγερος οεν πpέπε~ να. κοιμα.ταω,
εκεινος,
μ~σoκoιμ~σμένoς ocκό μΎj ,
ιΧπάνΤΎjσε: «ποι; τόσο ocσκέρ~ του μπ~στεύΤΎjκαν κ~ εγνo~ες πολ
λες τον ζώνουν».1 Koct με ocύτη την XPECoc επιι>ιωκετocι να Ι>ειχτει ~ ύπεροχη του ΔιoγένΎj ιΧπέ vocvn στον ΆλέξocνΙ>ρο: συνεχΙζοντocς με μεγάλΎj έτοιμότψoc ό φιλόσοφος το όμΎjpικo πocράθεμoc, το «επιστρέφει» στον' ΑλέξocνΙ>ρο XOCTcX τρόπο ωστε να ιΧφορOC πια εκεΙνον. το ιΧνέκΙ>οτο ιΧπocντoc xocL στον ιΧλεξocνΙ>ρινο p~Topoc του 20υ ocΙ μ.χ. Θέωνoc, ΠΡΟΥυμνάσματα 5 (Περι ΧΡεΙocς), ό όποιος το πocρocθέ τει ως πocράΙ>ειγμoc διπλΎjς χρεtας, Ι>Ύjλocι>η χρείocς ~ όποίoc περιέχει Μο ιΧπο
φάνσεις dίν κα! ή έτέρα μεθ' ένας προσώπου XPEtιxv ποιει, ο[ον Άλέξανδρος ό των Μακεδόνων βασιλευς επιστας ΔΙΟΥένει κοψωμένιΡ ε[πεν.
κοι στίχοι
1. ΟΙ όμΎjpι ElvocL ιΧπο την 'Ιλιάδα, Β 24 xocL 25, xocL πocρocτίθεντocι ει>ω σε με
τάφΡocσΎj των Ν. ΚocζocντζάΚΎj- ΙΘ. KocxpLa~.
60.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και δΟΥμάτων σlJνα ΥωΥη νι
68.
Προς 'Αλέξανδρον έπιστάντα και' είπ6ντα, «ού φοβiJ με;» «τί Υάρ», ε[πεν [sc. ό ΔΙΟΥένης), «εl; ιΧΥαθον η κακ6ν;»' του δ' είπ6ντος, «ιΧΥα θ6ν», «τίς οδν», εlπε, «το ιΧΥαθον φοβείται;». ' 'Αλ/l;" Σ τον ε~ανopo
,
που
'θ Ύjκε στα
"
απο
Ι πανω
' Ι , Ι «Δ εν με'βφο ασα~;» ο'Δ ~OγενΎjς απανΤΎjσε:
του
λ εγοντας Ι ' του
-
« ΤΙ~ εισα~; Κα λ'ο Ύj"
κακό;»· κι οταν εκε~νoς του 'πε οη εΙναι καλό, «Πo~ός, λοιΙ >, του - ,αποκρι'θ Ύjκε ο'Δ ΙOγενΎjς, Ι Ι πον> «φο β-' αται το κα λ ο;».
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
218
61.
Μ.
Ει
Diogenes, δ κυνικ6ς, qui ah Alexandro rege iussus optare, quid velΒθ facturum.
let,
TERENTIUS VARRO, Saturae Menippeae LIII 8.
'Κ υνικος, ' Κ αι"Δ' ο ΙOγενΊjς, ο
"-,,
",
'θ Ίjκε απο τον ο οποιος οιαταχ
β ασι-
λια. Άλέζανaρο να. ζΊJτ~σει να. γίνει όηa~ποτε ηθελε. Στα α.ποσπάσματα ύπ' α.ριθ.
61-71
έχουν α.ποτυπωθεΙ κάποιες α.ΠΊ)χf.σεις
&πο τις &ναμετρf.σεις ΔιογένΊ)-' Αλέξανδρου και Τι έξιδανίκευσΤ, τους.
62. SENECA, De heneficiis V 6, 1. Alexander Macedonum ΓθΧ gloriari solehat a nuJJo Βθ heneficiis vΊ ctum ... Eadem Γθ gloriari Socrates potuit, eadem Diogenes, a quo utjque VΊctus est. Quidni victus sit jJlo die, quo homo super mensuram jam humanae superhjae tumens vidit aJiquem, cuj nec dare qujcquam posset nec eripere? Ό
' Αλέζανaρος
χιέται οη
aEV
ό βασιλια.ς των Mακεaόνων συν~θιζε να. καυ
~ταν απο ";#.ανέναν κατώτερος στις εύεργεσίες ...
Για. το 'caιο πρcΧγμα θα. μπορουσε να. καυXΊjθει ό ΣωκρcΧΤΊjς, επίσΊjς ό ΔΙOγένΊjς, απο τον όποιο ό ' Αλέζανaρος είχε αποaει χθει κατώτερος. Γιατι πως
aEV αποaείΧΤΊjκε κατώτερος εκείνΊj
τ~ν ~μέρα που ενω καμcΧρωνε πέρα απο τα. ορια τ~ς ανθρώπι νΊjς δπεΡΊjφcΧνειας, είaε κcΧπoιoν στον όποιο aώσει τίποτα και απο τον όποιο τίποτα
aEV μπορουσε να aEV μπορουσε να. αφαι
ρέσει;
63. D.J. JUVENALIS, Saturae
χιν
308-12.
dolia nudi non ardent Cynjci; si fregeris aJtera fiet cras domus, aut eadem plumho commissa manehit. sensit Alexander, testa cum VΊdit in jJla
219
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
magnum hahitatorem, quanto felίcior hίc, qUΊ nil cuperet, quam qui totum sihi posceret orhem. τα πιθά.ρια του γυμνου Κυνικου δεν καίγονται' α.ν τα σπά.σεις, αύτος αυριο θα φτιά.ξει &λλο σπίτι ~ θα μείνει στο 'ίδιο ένώ-
, το με\ μο λ'β \ εΙοε -" ο• 'Αλ'ζ" , - το\ πινοντας υ ι. Σ αν εc"ανορος σ , εκεινο ' θ αρι
\
,,-,
"
'λ α β' τον σπουοαιο κατοικο, κατα ε ποσο περισσοτερο ευτυ-
χισμένος είναι οποιος δεν επιθυμεΊ: τίποτα απ' οσο αύτος που 't:'
'
,\
t
,
Ιλ'
αc"ιωνει για τον εαυτο του ο
\
λ
,
οκ ηρο τον κοσμο.
64. APUI,EIUS, Apologia 22. Diogenes quidem Cynicus cum Alexandro Magno de veritate certabundus baculo vjce sceptri gloriabatur. Ό Διογένης ό Κυνικος συζητώντας με τον Μ. 'Αλέξανδρο για τον αληθινο χαρακτηρα του βασιλικου αξιώματος καυX~θηκε για το ραβδί του πως ~ταν rcro με ~να σκΎjπτρo.
65.
ΑΡΡΙΑΝΟΣ, Έπικτήτου ΔιατριβαllΙ 13, 24.
Λέγειν Διογένης μεμελετήκει ό προς 'Αλέξανδρο ν ο{Jτως λαΜίν, ό
προς Φ{λιππον, ό προς τους πειΡατιΧς, ό προς τον 6JνησιΧμενον ... έκε{ νοις, οΊς μεμέληκεν, τοίς θαρρουσι' κ.τ.λ.
ΕΤχε ασΚ'fjθεί στον λόγο ό ΔιογένΎ)ς, αύτος που μίλΎjσε στον 'Αλέξανδρο ετσι οπως μίλησε στον Φίλιππο, στους πειρατές, σ
,
,\
""
αυτον που τον αγορασε
....
σ
,,Ι
'β'
εκεινους που σο
,~
,
αρα ενοιαφε-
ρονταν γι' αύτά., στους θαρραλέους κλπ.
66. ΜΑΡΚΟΣ ΑΤΡΗΛΙΟΣ, τα είς έαυτον ΥΙΙΙ 3. 'Αλέξανδρος δε και' ΓιΧιος και' Πομπήιος τ{ προς Διογένη καΙ Ήρ&: κλειτον και' ΣωκpιΧτΗV; οΙ' μεν γαρ εΊδον τα πριΧγματα καΙ τας αίτ{ας
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
220
και' τας υλας και' τα ήγεμονικα
ijv
αύτων αύτά· έκει 8έ, όσων πρό
νοια, και' 80υλε[α πόσων.
τι εlνoc~ ό Άλέζocν~poς χ~ ό Γάιος χ~ ό Πoμπ~~oς μπροστα. στον Διογέν"fj, τον Ήpάχλε~τo, τον ΣωχράΤ"fj' Γ~ocτι ocυτοι ε~ω
,
.~ ,Ι o~εγνωσocν τoc πρocγμocτoc,
"
,
"(λ Ι τ~ς oc~τιες χoc~ τις υ ~χες
β' ocσε~ς τους,
χocι το ~γεμoν~χo μέσoc τους ~τocν ~ιχό τους ενω εχεινo~, πόσες φpoντ[~ες, πόσΊ) ~oυλε[oc.
67.
1ΟΥΛΙΑΝΟΣ, Λόγοι
IX[VI] 20 ρ. 203b.
Εί σμικρα τας β[βλους ιΧνελ[ττων έμελέτας, ωσπερ ήμεις οί πολιτικοl και' πολυπράγμονες, εγνως αν όπως Άλέξαν8ρος ιΧγασθηναι λέγεται
την Διογένους μεγαλοΨυχ[αν.
Λ[γο αν ανo~γες να. ~~ocβάσε~ς τα. β~βλ[oc, l5πως εμεις ο[ ~"fjμό
σ~o~ αν~pες ποu εχουμε πολλα. εν~~ocφέpoντoc, θα. γνώp~ζες τ[ θocυμocσμο ετρεφε, χocθως λένε, ό 'Aλέζocν~poς γ~α. τ~ μεγάλΊ)
ψυχη του Διογέν"fj.
68.
1ΟΥ ΛΙΑΝΟΣ, Λόγοι ΥΗ 8ρ.
212c.
Διογένης 8ε και' πένης ων και' χρημάτων έν8εης είς Όλυμπ[αν έβά8ι ζεν, Άλέξαν8ρον 8ε ηκειν έκέλευε παρ' έαυτόν, ει τψ πιστος ό Δ[ων.
ουτω πρέπει ν ένόμιζεν έαυτ<;J μεν φoιτίjν έπι' τα ι'ερα των θεων, τ<;J βασιλικωτάτψ 8ε των καθ' έαυτον έπε την έαυτου συνουσ[αν.
':4
8ε
προς Άλέξαν8ρον γέγραφεν, ού βασιλικαι' παραινέσεις είσ[ν; 'Ο Δ' ~ογεν"fjς,
,
π~oc,
,Ι τον ι ocπο
ι Ι ","' , ζ'"," ι 'Ολ φτωχος χoc~ o~xως πορους, τoc~ωευε σΤ"fjν υμ-
"'"
'
,
'
-
'Αλ' ζ ' ι ε "λθ ε~ εχε~νoς χονε~ocνopo ωστοσο 't' ~"fjΤ"fjσε νoc
τά του - εφόσον μπορουμε να. ~ώσoυμε π[σΤΊ) στα. λόγ~oc του
Δ[ωνoc. 1 Τ όσο εΙχε π~στέΨε~ ό Διογέν"fjς l5τι ~τocν χρέος του να. επ~σχέπτετoc~ τα. [ερα. των θεων, χρέος l5μως χocι του π~o αρ χοντιχου ανάμεσoc στοuς μονάρχες εχε[νου του χocφου να. ελθε~ σ
, ocυτον. "
Κ" ~ οσoc
'λ" 'Ψ ε~ στον Ι πoc ~ εxε~ γρoc
λουν βocσ~λ~χες πocpoc~νέσε~ς;
'Αλ'ζ "'" "'"ι ε~ocνopo οεν
,
ocποτε-
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
1.
':
ΔΙων Χρυσόστομος, Α6ΥΟ,
69.
221
IV.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Προς τους πολεμουντας τοις έπι' το μονάζειν ένάγουσ,ν ΙΙ
4.
Πόσα γαρ οίει χρήματα ΤΟν 'Αλέξαν8ρον
TifJ
Διογένει, ει γε ήθελε 8έ
ξασθαι, 8ουναι ι1ν; 'Αλλ' ούκ ήθέλησεν' έκεινος 8ε έφιλονείκει και πάντα lΠΡαττε, ωστε 8υνηθηναί ποτε έπ,' τον πλουτον έλθειν τον ι
τουτου.
Κ αι,
τι'11>' οεν
θ'α '11> οινε,
νομι'ζ' εις, ο
'Aλ'~ 11> ε'οανορος
'Δ'" στον ιογεν-η, αν
αυτος ~ταν διατεθειμένος να. το δεχθετ. ' Αλλα. δεν ~τανo ό
, Αλέξανδρος
ώστόσο προσπαθουσε κι εκανε τα. πάντα προκει
μένου να. μπορέσει κάποτε να. OCγγίξει τον πλουτο του Διογέν-η.
70.
ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΓΡΗΓΟΡΑΣ,
ΧΥΙ
'Ρωμαϊκη ι'στορία χιν
3, 6
,
κocΙ
3, 4.
Ει γα:ρ 'Αλέξαν8ρος έκεινος ό μέγας, ό καθ' ολης μ,κρου της 'Ασίας έλιΧσας, το Διογένους αι80ύμενος έμακάριζεν εύτελες και άπέριττον μαλλον η τον της έαυτου βασιλείας σγκον και πλουτον ... Ει
8' οιΥν,
(XVI 3,4).
λεγέτω τις παρελθών, πως 'Αλέξαν8ρος έκεινος ό μέγας, ό
μέχρι Ίν8ων τα: της Εύρώπης 8ιαβιβάσας οπλα, τον εύτελη του Διο γένους πίθον και την 8ιερρωγυιαν άμπέχεσθαι μαλλον έσθητα ποθειν ώμολ6Υει, η την της όλης Άσ{α:ς τε και' Εύρώπης εχειν &ρχήν, και' τον Βαβυλώνιον έκεινον περιβεβλησθαι πλουτον.
Γιατ!. αν ό 'Αλέξανδρος, έκεινος ό Μέγας, που εψθασε σχεΟΟν
ως τ~ν ocκρ-η τ-ης 'Ασίας, σεβόταν κα!. καλοτύχιζε περισσότερο τον λιτο κι OCπέριττο τρόπο του Διογέν-η παρ α. τ~ν μεγαλοπρέ πεια κα!. τον πλουτο τ-ης δικ-ης του βασιλικ-ης έξουσΙας
... (χνι 3,4). "Ας ελθει λοιπον κάποιος κι ας πει πως ό 'Αλέξανδρος, έκεινος ό Μέγας, πο\; εκανε ώστε να. πocνε τα. l5πλα τ-ης Ευρώ π-ης 'Ισαμε τ~ χώρα των Ίνδων, παραδεχόταν l5τι προτιμουσε το τιποτένιο πιθάρι του Διογέν-η κα!. το σχισμένο του ρουχο
'
ι )"", ι \ "~ ι f'λ"Α περισσοτερο απο το να εχει υπο τ-ην ε'οoυσια του ο -η τ-ην σια
κα!. τ~ν Ευρώπ-η κα!. έκεινα τα. πλούτ-η τ-ης Βαβυλώνας.
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
222
71.
ΚΩΔΙΚΑΣ ΒΑΤΙΚΑΝΟΥ
DCCXI fol. 82b.
Λόγοι Διογένους προς τον βασιλέα 'Αλέξανδρον. ουκ ο!σθα, στι διτ
τή έστι παιδεία, ή μέν τις δαιμόνιος, ή δε άνθρωπίνη· ή μεν οδΎ θεία μεγάλη και' ισχυρα και' ρο/δ{α, ή δε άνθρωπ{νη μικρα και' άσθενης και πολλους εχουσα κινδύνους και' άπάτην ουκ σλ{γην. 'Όμως δε άναγ κα{α προσγενέσθαι έκε{ν,η, ει σρθως γ{γνοιτο, και καλουσιν οι' πολλοι' ταύτην μεν παιδε{αν, καθάπερ ο!μαι παιδ{α, και' νομίζουσι τον πλει στα γράμματα ειδότα Περσικά τε και Έλληνικά, και' τα Σύρων και' των Φοιν{κων και' πλείστοις έντυγχάνοντα βιβλίοις, τουτον σοφώτα
τον και μάλιστα πεπαιδευμένον. Πάλιν δέ, σταν έντύχωσι των τοιού των τισι μοχθηροίς και δειλοις και φιλαργύροις, όλ{γου αξιόν φασι το πραγμα και' τον ανθρωΠΟΥ" την δε έτέραν ένίοτε μεν παιδεία ν, έν{οτε δε άνδρίαν και' μεγαλοφροσύνην' και' ο(Jτω δη δίχα παιδε{ας έκάλουν οι'
πρότερον,
τους
δε
της
άγαθης
παιδείας
έπιτυγχάνον
τας και' τους τας ψυχας άνδρείους πεπαιδευμένους, ώς
Ήρακλέα
έκεΙνον. ουκουν σστις αν έκείνην την παιδεία ν έχ,η καλως πεφυκώς,
ρο/δίως και' ταύτης γίνεται μέτοχος, όλίγα άκούσας, και' σλιγάκις αυ τα τα μέγιστα και' κυριώτατα, και' μεμύηται και' φυλλάττει έν
xn,
Tn ψυ
και' ουδει'ς αν αυτον ετι τούτων άφέλοιτο ούτε καιρός, ούτε αν
θρωπος, ούτε σοφιστής άλλ' ουδ' αν πυρί τις έγκαυσαι βουλόμενος
άλλα καν έμΠΡήσr; τις τον αΜρωπον, ώσπερ τον Ήρακλέα φασιΎ αυ τον έμπρησαι, μένειν αυτψ τα δόγματα έν τ,η
rfuxn,
καθάπερ, 07μαι,
των κατακαιομένων νεκρων τους όδόντας φασι' διαμένει ν, του αλλου
σώματος δαπανηθέντος ύπο του πυρός, ου γαρ μαθειν, άλλ' ύπομνη σθηναι δειται μόνον. Έπειτα ευθυς ο!δέ τε και' έγνώρισεν, ώς αν έξ άρχης τα δόγματα έχων ταυτα έν τ,η αυτου διανο{ο/. Προσέτι δέ, Μν μεν άνδρι' περιπέσ,η, (5σπερ όδον έπισταμένιι;, ρο/δίως έκεινος έπέδει ξεν αυτψ· και' μαθων ευθυς απεισΙΥ" Μν δε άγνοουντι και' άλαζόνι σο φιστ,η, κατατρ{ψει περιάγων αυτόν, ότε μεν προς άνατολάς, ότε δε προς δύσιν, ότε δε προς μεσημβρίαν ηκων, ουδεν αυτος ειδώς, άλλά εικάζω ν, και πολυ πρότερον αυτος ύπο τοιούτων άλαζόνων πεπλανη μένος, ώσπερ αι' άμαθεϊ'ς και' άκόλαστοι κύνες, έν τ,η θήρο/ μηδεν ξυ
νιεισαι, μηδε γνωρ{σασαι το tχνoς, έξαπατωσιν &λλας τ,η φων,η και' τψ σχήματι, ώς ειδυια{ τε και' όρωσαι, και' πολλαι' συνέπονται ταύ ταις, αι' άφρονέσταται σχεδον ταις μάτην φθεγγομέναις τούτων δ' αι' μεν αφθογγοι σιωπωσι, μόνον αl5ται έξαπατωνται' αι' δε προπετέστα
ται και άνοητόταται μιμούμεναι τας πρώτας, θορυβουσι και μιμουν-
1""!
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
223
τσα αλλας έξαπαταν- τοιουτον ε(Jροις αν και περι' τους καλουμένους σοφιστάς.
ΛόγLOC του ΔωγένΊ] προς τον βocσLλLα ' ΑλέξocνΟΡΟ. Δεν γνωρΙ ζεLς iSη ~ ΠOCLοεLOC είνOCL Ούο ειοων: ~ θεόστocλΤΊ] XOCt ~ άνθρώΠL νΊ]' ~ θε·ίκ~ είνOCL σΠΟUΟOCLOC XOCt οuνocτ~ XOCt ευκολΊ], ένω ~ άν θΡώΠLνΊ] είνOCL άσ~μocνΤΊ] XL άΟύνocμΊ], XOCt πεΡLκλεLεL πολλους ΚLνΟύνοuς XL άpκετ~ άπάΤΊ]. Άνocγκocσηκα iSμως προστίθεΤOCL στ~ θε'ίκ~ - ετσL είνOCL το σωστό -
XL ό κόσμος τ~ν ΟνομάζεL· ' ( παι δΙ) LXLOC ια , κω, νομL'ζ EL iSη iSποως γνωΡLζεL πάρoc πολλα γράμμocτoc XOCt περσLκα XOCt έλ- Σ'uρων XOCL,των - Φ' " ς, β'ζ λ Ί]νLΚOC' XOCL, των ΟLνLκων XL ΟΠΟLος OLOC OC EL πάρoc πολλα βLβλLOC, είνOCL σοφότocτος XOCt στο επocκρο μορφωμέ
ς,'" ΠOCLοεLOC, οπως,
νομL'ζ ω,
ς," ΠOCLΟLΚΊ]
Ί] λ
νος. ΠάλL iSμως, iSτocν τα σuνocντησεL ocυτα σε κάποωuς μοχθΊ]ς, λ' 'λ' , 'ζ rl ,( , XOCL, OEL οuς XOCL φL ocργuροuς, uποσΤΊ]ΡL EL οη XOCL OL γνωσεLς ocυτες XOCt ό ανθρωπος ocυτος εχοuν μLΚP~ άξLoc. ΤΟ οεύτερο
,
ροuς
είοος τ~ς ΠOCLοεLocς ό κόσμος μεΡLκες φορες το λέεL ΠOCLοεLOC, αλλ οτε
'λ' πoc ΤΟ
L
λ'EEL
ς, "λ' ocνΟΡLΚΊ] Ί]
Ι)' LXLOC ('ανδρια XOCL
,
μεγoc λ οφΡοσuνΊ]'
'
ετσL λΟLπον οΙ πocλOCLότεΡΟL ονόμocζocν αΠOCLοεuτοuς iSσοuς είχocν
αγocθ~ ΠOCLοεLOC XOCt είχocν iXcrx~crEL τ~ν ψuχ~ τοuς στ~ν ανορεLOC, r! ,..... '(Η οπως εκεLνο τον
pocxλ-Ί].
'Ε
,.,
πομενως, οποως σuμ
β" OCLνεL νoc
xoc-
τέχεL έκεΙνΊ] τ~ θεόστocλΤΊ] ΠOCLοεLOC λόγω τ~ς ευγενLκ~ς κocτoc γωγ~ς τοu, ευκολoc αποκτα
xoct τ~ν ανθΡώΠLνΊ], άκοuγοντocς λΙ yoc' XL άκοuγοντocς λΙγες φορες έκεΙνoc τα πoΛU σΊ]μocνηκα xoct ' β OCcrLXOC, , μuεLΤOCL .. , φu λ ocγμενoc ' , πο λ u σ' " ocuτoc XOCL" τoc κρocτocεL σΤΊ]ν ψuχ~ τοu χωρις κocνένocς ΠLα να μπορει να του τα πάρεL - ουτε crUYXUpLOC, ουτε ανθρωπος ά.πλΟς ουτε σοφLστ~ς, άκόμΊ] XL α.ν , "θ ε λ ε νoc' τον , κoc'ψ EL σΤΊ], φωΤLOC. "Αλλ'''' ΚOCΠΟLος Ί] OC XL ocν τον κoc'ψ EL κocνεLς, δπως λένε δη εκocψocν τον Ήρocκλ~, πocρocμένοuν οΙ
,
,
'ψ UΧΊ]Ι ocπο'ψ εLς τοu μεσoc στην
τοu,
rl οπως,
νομL'ζ ω,
λ'εγεΤOCL οη "
πocρocμένοuν τα 06νΤLOC των νεκρων που ΚOCLγονΤOCL, ένω το ύπό λΟLΠΟ σωμoc έξocφocνLζεΤOCL απο τ~ φωηά'
γLOCΤΙ ocυτος οεν
'θ uμ Ί] θ EL' - ocμεσως , , " XOCL XPELOC'ζ εΤOCL νoc"θ'λ" μoc EL OC λoc μονο νoc μετoc ξέρεL xoct εμocθε, σαν να τις EXEL έξocρχ~ς τ~ς γνώσεLς ocυτες μέ" σoc στο, μuoc λ'ο ΤΟU. Κ' L εΠLΠ λ"\ εον, ocν σuνocνΤΊ]σεL ΚOCΠΟLον ο(
όποιος ξέρεL κocλα το ορόμο, ευκολoc έκεινος θα του τον οεLξεL
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΊ'ΝΙΚΟΙ
224
χα/. μόλLς τον μocθεL, θα φύγεL άμέσως OCν όμως συναντ~σεL χOC-
,
"
,
ΠΟLον αμα θ' Ύ) XIΧL"λ α α ζ' ονα σοφLσΤΎ), αυτος
θ"α
'
τον τα λ αLπωΡΎ)σεL
πεΡLφέροντocς τον &λλοτε στ~ν άνατoλ~ XL &λλοτε στ~ SύσΎ) ~
,
"
, ,
,
,~, ξ' 'λλ' θ χατα το νοτο, γLαη ο σοφLσΤΎ)ς οεν ερεL ΤLποτα α α ΠL ανο-
λoγε~, άφου πολυ πρωτύτερα εΙχε XL ό '(SLος εξαπαΤΎ)θεΤ άπο τέτωους άλαζόνες, όπως άχΡLβως οί &μαθες χα/. άσυγχρOCτητες
σχύλες, οί όπo~ες τ~ν ωρα του χυνΎ)γωυ sεν χαταλαβαΙνουν τΙ
ποτα ουτε άναγνωρΙζουν τα XVOCpLIΧ, εξαπατουν &λλες με τ~ \
φωνΎ)
Ι στασΎ)
\,
XIΧL
ΤΎ)
τους,
f/"
οη
ταχα
XIΧL
ξ'
ερουν
,
XIΧL
βλ'
επουν,
ετσL που πολλες να τ/.ς άχολουθουν: οί &μυαλες άχολουθουν αυ-
,
τες
,
'ζ
που YIΧUYL
ουν
'λ'
χωΡLς
ογο'
, ορμΎ)ΤLχες ( \ OL(πω
fl
\
ομως XIΧL
t
OL
ΠLΟ άνόΎ)τες, μψούμενες τις πρωτες, χOCνουν φασαρΙα χα/. γαυ
γΙζουν χαι εξαπατουν &λλες. ΚOCΤL παρόμΟLΟ θα συναντ~σεLς XL άνOCμεσα σ' αυτους που ονομocζονταL σοφLστές.
72.
ΔΙΟΙΈΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων χιχι' δογμάτων συνιΧ γωγη νι
44.
Περδ{χχου ιΧπειλήσιΧντος, εί μη [λθοι προς ιΧύτ6ν, ιΧποχτενειν, έφη,
,~,
'1' / θ
/
'λ /
.... , ιΧν ,Ι
«ουοεν μεγιΧ' χιχι γιΧΡ ΧιΧν ιΧρος χιχι φα ιΧγγιον τουτ
,t,'
ΠΡιΧc"ειεv»'
έχεινο δε μαλλον ιΧπειλειν ήξ{ου ώς «εί ΧιΧΙ χωρι'ς έμου ζήσιΧΙ, εύδιΧΙ μ6νως ζήσοιτο».
'Όταν ό ΠερSΙχχας άπεΙλΎ)σε πως OCν sεν π~γαLνε ό ΔLογένΎ)ς σ' αύτον θα τον σχότωνε, εχε~νoς άπOCνΤΎ) σε: «Δεν εΙναL Sιx αύτο χα/. χανένα χατόρθωμα' θα μπορουσε να το χocνεL XL ενα σχαθOC
pL ~ μLα φαρμαχερ~ άρOCχνΎ»>.1 'Ως ΠLΟ σοβαρο θα θεωρουσε OCν ό ΠερSΙχχας ελεγε πως «ζώντας χαι χωρις εμένα, θα ζουσε εύτυχ Lσμένα».
1.
T~ν
ratrL
ιΧπάντ-ησ'l) φέρεται να εχει ί)ώσει και ό Κυρψα'ίκος φιλόσοφος
Θεόί)ωρος ό •Αθεος (περίπου ί)ρου Λυσίμαχο
(361-281
330-270
π.χ.) στον στρατηγο του Μ. Άλεξάν
π.Χ.), σύμφωνα με 8σα παραί)ίί)ουν ό Κικέρων,
Tusculanae disputationes ν 40, 117 και ό VaJerius Maximus, Factorum ac dictorum memorahiJjum νι 2,3. Ή έκί)oχ~ αύτ~ πρέπει να είναι ~ πρωταρχι κ~, για να περάσει επειτα ιΧπο τον Θεόί)ωρο στον Διογέν'l), κυρίως, 8πως
22S
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
{,ποστΊ)ρίζει ό Μ. Winiarczyk, «Theodoros ό "Αθεος und Diogenes νοη Sinope», σ. 37 κ.έ., λόγω τ~ς ΧCΙ:PCΙ:ΚτΊ)Pιστικ~ς ΠCΙ:PPΊ)σίcι:ς του Κυνικου. Ό Κ.ν. Fritz, QueJlenuntersuchungen zu Leben und Philosophie des Diogenes von Sinope, σ. 28, εχει 3είξει ()τι το πcι:pcι:πocνω άνέκ30ΤΟ 3εν εχει Ιστopικ~ βOCσΊ) 3ε30μένου ()τι ό στpcι:τηγoς του Μ. ' ΑλεξOCν3ρου - ό μόνος Πεp3Ικκcι:ς στον όποϊο θά μπορουσε νά άνcι:φέpετcι:ι το άνέκ30ΤΟ με τον ΔιογένΊ) - είχε ελθει
στ~ Ν. Έλλoc3cι: μόνο γιά ~νcι: σύντομο χρονικο 3ιocστΊ)μcι: ()στεpcι: άπο την πτώσΊ) τ~ς Θ~βcι:ς (338 π.Χ.) κcι:\ 3εν είχε τότε την έξoυσίcι: νά άπειλ~σει με θocνcι:τo ~νcι:ν 'ΈλλΊ)νcι: που ζουσε σε έλλΊ)VΙΚ~ πόλΊ).
73.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' 80γμάτων συνα γωγη νι
57.
Κρατέρου άξιουντος προς αύτον άπιέναι, «άλλα βούλομαι», έφη, «έν
'Αθήναις αλα λείχειν η παρα Κρατέρφ της πολυτελους τραπέζης άπολαύειν».
'Όταν ό Κρατερος άπα~τoυσε να. πάει ό Διογέν'Υ)ζ σ' αύτόν, εκεινος εΙπε: «προτψω να. γλεΙφω άλάτ~ στ~ν 'Aθ~να παρα. να.
άπολαμβάνω
πoλυτελ~
γεύματα
εχοντα.ς
δΙπλα
μου
τον
Κρατερό» . Ή συνOCνΤΊ)σΊ) ΔιογένΊ)- Kpcι:τεpoυ προϋποθέτει ()τι ό ΔιογένΊ)ς ζουσε κcι:\
{)στεpcι: άπο το θocνcι:τo του Μ. ΆλεξOCν3ρου (323 π.Χ.), ()τcι:ν ό Kpcι:τεpoς είχε άνcι:λOCβει τ~ 3ιοίΚI)σΊ) του εύpωΠCΙ:'(κoυ τμ~μcι:τoς του Mcι:κε30νικoυ κρOCτους, πpocγμcι: ά3ύνcι:τo.
74.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' 80γμάτων συνα γωγη νι
66.
Όνει8ιζ6μενος ότι παρ' 'Αντιπάτρου τριβώνιον έλαβεν, έφη, ουτοι άπ6βλητ' έστι' θει';)ν έρκυ8έα 8ωρα. ΚΙ
\
"ψ
αποτε που ε
\
εγαν τον
Δ
ι
\
~I
\
Ι
,\
~oγενΎJ γ~ατ~ οεχτηκε να παpε~ απο
τον ΆντΙπατρο ενα τρψμένο πανωφόp~ εκεινος εΙπε: «o,τ~ άκp~βo ο[ θεο1. μας χάp~σαν του πεταμου aεν εΙνα~».1 1. Ό στίχος είνcι:ι όμΊ)ρικος άπο τ~ν Ίλιά.8α. Τ 65 στη μετocφpcι:σΊ) Ν. Kcι:ζcι:ν τζόιΚΊ)-ι'Θ. Kcι:κpι3~.
οι ΑΡΧΑΙΟΙ Κ,ΝΙΚΟΙ
226
75.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων κιχι δΟΥμάτων συνιχ ΥωΥη νι 50.
Έρωτηθεις πως χρητιχι Διονύσιος τοις φίλοις, έφη, «ώς θυλάκοις, τους μεν πλήρεις κρημνων, τους δε κενους ΡΕπτων».
'Ότα.ν κάποτε τον ρώΤΎjσα.ν πως φέρετα.ι ό Διονύσιος στους φί λους, ό ΔΙOγένΎjς άπάνΤΎjσε: «'Όπως στα σα.κούλια.: τα γεμάτα.
τα κρεμάει, τα αΟεια. τα πετάει». ΤΟ άνέκ30ΤΟ πρέπει να άνοιφέρετοιι στον Διονύσιο τον νεότερο, τύροιννο των Συροικουσων άπο το
367 εως το 357 κοιι το 346 εως το 344 π.χ. Άλλα Fritz, Que1Jenuntersuchungen κλπ. σ. 38, σε χρεϊ:ες
δπως ΠΟΙΡΟΙΤΥ)ρεϊ ό Κ.ν.
δπως ~ ποιροιπάνω είνοιι εμφoιν~ς ~ προσπάθειοι να 3οθεϊ σε οιυτες κάπως λο γοτεχνικόΤΕρ"Υ) μopφ~ ωστε το περιεχόμενό τους να μ~ 3Ινετοιι &πλως ώς δ6ξιχ Tou φιλοσόφου.
76.
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, Βίοι πιχράλληλοι, Τιμολέων
15, 8-9 ρ. 243c.
Πλάτων μεν οόν ουκ έπεϊ'δεν έν Κορίνθψ Διονύσιον, άλλ' έτυχεν ήδη τεθνηκώς, ό δε Σινωπευς ΔΙΟΥένης άπιχντήσιχς ιxCT4i πρωτον, «ώς άνιχζίως», έφη, «Δι6νυσιε ζ,~ς». Έπιστάντος δ' έκείνου κιχι' είπ6ντος, «εό ποιεις, rJj Δι6Υενες, συνιχχθ6μενος ήμιν ήτυχηκ6σι», «τί Υάρ;» ε[ πεν ό ΔΙΟΥένης, «οίει μέ σοι συνιχλΥειν, ου διΙΧΥιχνιχκτειν, δη τοιουτον
άνδράποδον ι:Jν, κιχι τοις τυριχννείοις, ωσπερ ό πιχτήρ, έπιτήδειος έΥ Υηράσιχς άποθιχνειν, έντιχυθιχ πΙΧίζων κιχ ι' τρυφων διάΥεις μεθ' ήμων;»
Ό Πλάτων οεν εζφε να οει τον Διονύσιο Ότα.ν α.ύτΟς Ίιτα.ν
στ~ν Κ6ρινθο, άλλα είχε ~OΎj πεθάνει.1 ό ΔΙOγένΎjς άπο τ~ Σι νώΠΎj, πάντως, σαν τον είοε για πρώΤΎj φορα είπε στον Διονύσιο:
'λ'ιγο « Π rJcro
- α.ι,Ι ,:;: 'ζ ει,
σου
,
-"
Δ' ιονυσιε, να. ζ εις ετσι».
Κ α. θ' ως
τ6τε (j ~ιoνύσιoς στάθΎjκε κα.ι του είπε: «Kα.λoσύνΎj σου, Διο
γένΎj, να συμπάσχεις με εμίΧς που άτυx~σα.με», «Νομίζεις OΎj λα.O~», άπάνΤΎjσε ό ΔΙOγένΎjς, «Ότι συμπάσχω μα.ζί σου; 'Όχι, με εξοργίζει το Ότι ενω είσα.ι ετσι ooυλoπρεπ~ς κα.ι θα σου αξι ζε να γερνουσες κα.ι να πεθάνεις στα σπίτια. του τυράννου,
Όπως ό πα.τέρα.ς σου, εσυ περνίΧς τ~ ζω~ σου πα.ίζοντα.ς κα.ι άπολα.μβάνοντα.ς μα.ζΙ μ' εμίΧς».
227
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
1.
το
77.
347
π.χ.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων χαι' 30γμάτων συνα γωγη νι
25-26.
Καί ποτε, Πλάτωνα εν 3είπνιμ πολυτελει χατανοήσας
νης] ελάας αψάμενον, «τω, φησίν,
«6
[sc. 6 Διογέ
σοφος εις Σιχελίαν πλεύσας
των τραπεζων τούτων χάριν, νυν παραχειμένων ούχ απολαύεις;» Και'
ας, «αλλ α νη τους θεούς», φησί, «Δι6γενες, χαχει τα πολλα προς ελάας χαι' τα τοιαυτα εγιν6μηv». Ό 3έ, «τί οδν έ3ει πλειν εις Συρα χούσας; 'Ή τ6τε ή 'Α ττιχη ούχ έφερεν ελάας;» Φαβωρινος 3έ φησιν εν Παντο3απ;η ι'στορίο/ 'Αρίστιππον είπειν τουτο. Και' άλλοτε ισχά3ας εσθίων απήντετ' αύτΙ;;> φησί τε, «έξεστί σοι μετασχειν»' του 3έ λα
β6ντος χαl
φαγ6 ντο ς,
εφη,
«μετασχειν
εΊπον,
ού
χαταφαγεΙν».
(26) Πατων αύτου ποτε στρώματα χεΧληΧ6τος φίλους παρα Διονυ σίου, έφη, «πατω την Πλάτωνος χενοσπου3ίαν»' προς 8ν
6 Πλάτων,
«ασον, (jj Δι6γενες, του τύφου 3ιαφαίνεις, 30χων μη τετυφωσθαι». Ο[ 3έ φασι τον Διογένην ειπειν, «πα τω τον Πλάτωνος τυφον»' τον 3έ φάναι, «έτέριμ γε τύφιμ, Δι6γενες». Σωτίων
3'
εν τΙ;;> τετάρτιμ φησι'
προς αύτον είπειν τουτο τον Πλάτωνα. Διογένης οΊν6ν ποτ' f;τησεν αύτ6ν, τ6τε 3έ χαl ίσχά3ας. Ό 3έ χεράμιον αλον έπεμψεν αύτΙ;;>' χαι' ας, «σύ», φησίν, «αν ερωτηθΕς 3ύο χαl 3ύο π6σα εστίν, ε(χοσιν απο χρινΕ; ουτως ούτε προς τα αιτούμενα 3ί3ως ο()τε προς τα ερωτώμεν'
αποχρίν,η». Έσχωψε 3η ώς ιΧπεραντολ6γον.
'Όταν χάποτε ό Διογέν'f)ς EIaE σ' ~να πλουσιοπάροχο γευμα τον Πλάτωνα Ι να παίρνει ελιές, είπε: «Μπά; Ό σοφος εχανε όλόχλ
'f)po
ζ'''' ταc..,ΙΟΙ στ'f)
θ'λ α ασσα
"ισαμε
'Σ ιχε λ'ια γι Τ'f)
" " αυτα
τα τρα-
." ", λ α του σεν ", τα\ 'απο λ αμ β'ανει;»' πε'ζ ια χαι" τωρα που τα, χει σιπ χι εχεΤνος του λέει: «Μα τους θεούς, Διογέν'f), εγω χι εχετ2 που
\
"
,,,
)1 "λλ'ες φορες "λ (ο 'f)μουν τις πιο πο ε ιες χαι τα παρομοια ετρωγα».
Διογέν'f)ς τότε του λέει: «Για ποιό λόγο, λοιπόν, ~ταν άνάγχ'f) να aιασχίσεις τ~ θάλασσα ως τις Συραχουσες; Ή Άττιχ~ aεν εβγαζε τότε ελιές;» Ό Φαβωρίνος ομως στ~ν Πα.ντοδα.πη
/ (
~ fl '" ';' ιστορια. υποστ'f)ΡΙ'ζ ει οτι αυτο το ειπε ο('Α' ριστιππος. 3 Κ' αποτε
αλλοτε που ετρωγε ξερα συχα συναντ~θ'f)χε με τον Πλάτωνα χαι του λέει: «ΜπορεΤς να συμμετάσχεις χι εσύ»' οταν τότε
j οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥ'ΝΙΚΟΙ
J
εκε~νoς πΎjpε και εφαγε, ό Διογέν'Yjς του λέει: Να συμμετάσχεις σου εΙπα, οχι να τα φας αλα».
(26) Κάποτε που ό Πλάτων εΙχε
καλεσμένους ά:πο τον κυκλο του Διονυσίου, ό Διογέν'Yjς πατου σε πάνω στα στρώματα λέγοντας: «ποaοπατω τ~ ματαιοaοξία του Πλάτωνα»' ό Πλά,ωνας τότε του εΙπε: «Πόσο μεγάλ'Yj
or'Yjcr'Yj φανερώνεις, Διογέν'Yj, με το να νομίζεις πως aεν εχεις or'Yjcr'YJ». 'Άλλοι πάλι λένε ΟΤΙ ό Διογέν'Yjς εΙπε: «ποaοπατω τ~ν o'C'Yjcr'Yj του Πλάτωνα», κι οτι εκε~νoς ά:πάνΤ'Yjσε: «Διαμέσου μιας αλλ'Yjς ο'ί'Yjσ'Yjς, Διογέν'Yj». Ό Σωτίων αμως στο τέταρτο t 'ζ ει οτι ιΙ ",... '" 'Κ υνιχο " ο β ι βλ 'ιο του 4 υποστ'YjΡΙ αυτο το ειχε πει στον 5 Πλάτων. Κάποτε ό Διογέν'Yjς ζ~Τ'Yjσε ά:πο τον Πλάτωνα κρασι
και συγχρόνως του ζ~Τ'Yjσε και ξερα συχα. Ό Πλάτων του εστειλε ενα όλόκλ'YjΡΟ π~λινo aoXE~o και ό Διογέν'Yjς του λέει: «Δε μου λές: ''Αν σε pωτ~σω πόσο κάνει Μο και Μο, θα ά:παν τ~σεις πως κάνει ε'ίκοσι; Με αυτο τον τρόπο ουτε αυτα που νεις
,
ι
ανταποκρινονται
'r!
σε
.....
ο,τι
σου
ζ'
'YjΤ'Yjσαν,
,Ι
ουτε
αυτα
at,
που
ά:παντας σε α,τι σε ρώΤ'Yjσαν». Τον ΚΟΡόιaευε πως ~ταν ά:πε ραντολόγος.
1. 'Η σuχν6ΤTjΤOC με τ~ν όποίocΙέμφocνίζετocι ό ΠλOCτων στις χρειες το;:; Διογέ VTj οφείλετocι στη ΧOCΡOCΚΤTjριστικ~ OCντίθεσΊj των Μο τύπων, ~ όποίoc διεIJΚO λύνει την σocφ~ ocποτύπωσTj τΊjς ΧOCΡOCΚΤlJριστικα. κuνικΊjς στOCσTjς. 2. χιΧχει, δTjλocδ~ στη Σικελίoc: στην έκδoχ~, έπομένως, το;:; ΔιογένTj Λocέρτιοu ~ ίστο
p[oc διocδρocμocτίζετocι στ~ν Άττικ~.
3. fr. 34 nIG 111 ρ. 582. Ό Φocβωρί
νος OCπο την ΆρελιΧΤTj ElvocL ρ~τορocς τΊjς ΔεύτεpΊjς ΣoφιστικΊjς. Ό Κ.ν.
Quellenuntersuchungen
Fritz,
κλπ. σ. 20, uποσΤTjρίζει στι ~ έκδoχ~ με τον ' Αρί
στιππο θα. ~τocν ~ πρωτocρχικ~ xoct στι με ocuτ~ν ώς βόισΊj πλόισΤΊjκε κocτ6πιν
xoct μίoc ΙJ:λλTj για. τον ΔιογένTj.
4. fr. 15 \\'ehrli. Ό πεΡΙΠOCΤTjτικος Σωτίων
(20ς ocΙ π.Χ.) είχε σuγγρόιψει μια. Διαδοχη των φιλοσόφων ~ όποίoc ά.πλων6τocν σε δεκocτρίoc βιβλίoc. βλ. Κ.ν.
5.' Ακολοuθω στο κείμενο τ~ν ocθέησTj του χύνα' κλπ. σ. 14.
Fritz, Quellenuntersuchungen
78. TERTULLIANUS,Apologeticus 46, 12.
Πρβ. του αύτου,
De pallio
4, 7.
Si de prohitate defendam, ecce lutulentis pedihus Diogenes superhos Platonis toros aJia superhia deculcat.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
229
'Άν εΙναι να ύπερασπιστω τ~ν εύθύτητα του χαρακτήρα, ιaούl 'ΥπOCρχει ό ΔιoγένΊJς ποι) με ρυπαρα π6aια ποaοπατε'L τα περή φανα στρωσιaια του ΠλOCτωνα - με μιαν αλλΊJ πεΡΊJφocνεια. Ό έκκλ'φιocστικoς συγγροιφέοις Τ ερτυλλιοινος (περίπου
160-240 μ.χ.) έκτι
μα την έπψoν~ με τ~ν όποίοι οί Κυνικοι έπιτίθεντοιι στοΙΙς ίσχυροΙΙς κοιι τοΙΙς οιυτοοιποκοιλούμενους φιλοσόφους.
79. HIERONYMUS, Adversus Jovinianum 11 9. Et ίΡΒθ Plato cum esset dives, et toros θίυΒ Diogenes lutaris pedibus conculcaret, ut posset vacare philosophiae, elegίt Academiam viDam ab urbe procul, etc. Κι ό Ίaιος ό ΠλOCτωνας, οταν ~ταν πλούσιος κι ό ΔιoγένΊJς με
λασπωμένα π6aια του καταπατουσε τα άνOCκλιντρOC του, aιocλε ζε, για να μπορέσει να άσxoλΊJθεΤ με τ~ φιλοσοφΙα, τ~ν περιο
x~ για τ~ν ' ΑκαaΊJμΙα μακρια άπο το κέντρο τ-ης π6λΊJς, κλπ.
80. ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Άνθολ6γιον ΠΙ 36, 21. Διογένης nτησέν ποτε Πλάτωνα των έκ του κήπου ίσχά8ων τρεις ώς δ' έκεινος μέ8ιμνον ιΧπέστειλεν, «ουτως», εφη, «και' ιΧπoκp{νr; <&ν> έρωτηθεις μύρια». 'Ο Δ
'ζ'
ιoγενΊJς
,
, \
\
ΊJτησε καποτε απο τον
Πλ'
,
, \
ατωνα τρια συκα απο
τον κ-ηπο του, κι οταν αύτος του εστειλε ενα καντOCρι, ό Διογέ νΊJς του εΙπε: «'Έτσι κι οταν σε ρωτουν ενα πρOCγμα, εσι) άπαν τίΧς για άναριθμψα».
81. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων και 80γμάτων συνα γωγη νι
58.
'Ένιοι 8$ τούτου [sc. Διογένους] φασιν εtναι κιΧκεινο, στι Πλάτων θεασάμενος αύτον λάχανα πλύνοντα, προσελθων ήσυχ:;; εΙ'πο! αύτ4"!,
230
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
«εί Διονύσιον έθεράπευες, ουκ αν λάχανα επλυνες»· τον δ' αποκρίνα
σθαι όμοίως ήσυχη, «και' συ εί λάχανα επλυνες, ουκ αν Διονύσιον έθεράπευες».
Στον Διογέν"Υ) άποο[οουν όρισμένοι χαι εχεινο το άνέΧοοτο,
,
συμφωνα
'"
με το
-
οποιο
βλ'εποντας ,
τον
,
ο
Πλ' ατων
'λ' να π ενει
λ α-
χανιχα. τον πλ"Υ)σ[ασε χαι του είπε σιγά: «''Αν ~σoυν πεΡΙΠΟΙ"Υ) τιχος άπέναντι στον Διονύσιο, οεν θα. 'πλενες τώρα μαρούλια»· χι εχεινος το 'ίοιο σιγα. του άπάνΤ"Υ)σε: «Κι εσυ αν επλενες μα ρούλια, οεν θα. ~σoυν πεΡΙΠΟΙ"Υ)τιχος άπέναντι στον Διονύσιο». ΤΟ ιΧνέκοοτο οιύτο λεγ6τοιν για οιοιφορετικους φιλοσ6φους Δπο οιοιφορετικες
ποιροιλλοιγές, l5πως π.χ. στον ΔιογένΊ) ΛαέρτLO ΙΙ 68 κοιι το Gnomologium Vaticanum 743 n. 192 για τον ΆρΙστιππο και τον ΔLOγένΊ)· εΙχε περάσει επΙσΊ)ς στ~ν επιστολογροιφΙοι. Ό R.F. Hock, «Simon the Shoemaker as an Ideal Cynic», σ. 267, σΊ)μειώνει l5τι σε οιύτο «συγκεφοιλοιιώνοντοιι οΙ οιύσΤΊ) ρες κοιι οΙ ~ooνιστικες ιΧπ6ψεις των Κυνικων γύρω ιΧπο τ~ συνoινoιστpoφ~ με τους &ρχοντες».
82.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' δογμάτων συνα γωγη νι
ΕΕστήκει
[sc.
41. Διογένης] ποτε κατακρουνιζ6μενος των δε περιεστώ
των έλεούντων, παρων Πλάτων εφη, «εί βούλεσθ' αυτον έλεησαι, απ6στητε», ένδεικνύμενος φιλοδοξίαν αυτου.
Κάποτε ό Διογέν"Υ)ς είχε σταθει χαι τον χατάβρεχαν, χαι χαθως οσοι παρευρ[σχονταν τον συμπονουσαν, ό Πλάτων, που ~ταν εκεΤ, ε!πε: «''Αν θέλετε να τον σπλαχνιστείτε, να φύγετε απΌ
'0&», επισ"Υ)μα[νοντας ετσι τ~ν ματαιοοοξ[α του Διογέν"Υ).
83.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' δογμάτων συνα γωγη νι
67.
Όνειδιζ6μενος ότι αυτος
[sc.
ό Διογένης] αίτει, Πλάτωνος μη αί
τουντος, «κακεϊΎος», εlπεν, «αίτει, αλλ' άγχι σχων κεφαλήν, ίΎα μη πευθοίαθ' οΕ άλλοι».
Ι
j
\,
231
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
"Οταν κατηγόρησαν τον Διογένη ΟΤΙ ζητιάνευε ένω, άντίθετα, ό Πλά,ων οεν το εκανε αυτό, έκεινος είπε: «Κι αυτος ζητιανεύει,
άλλα γέρνοντας το κεφάλι του, να μ~ν ,ον πάρουν ε'ίοησΎ) οΙ
αλλοι».1 1.
ΔΊjλαδη συγκλίνοντάς το προς το μέρος εκείνου απο τον όποιο ζητιανε6ει'
ό στίχος απαντα στην 'Οδύσσεια α
157
και δ
70U
Δ.1\'. λ
84.
ΑΙΛΙΑΝΟΣ, Ποικιλη ι'στOpΙIΧ χιν
70
και δίνεται σε μετάφραση
33.
Διελέγετο ύπέρ τινων ό Πλάτων, πlΧpων δ' ό Διογένης όλιγον lχυΤ4J προσειχεν.
ΉγlΧνάκτησεν οΟν έπι' τούτοις ό
Άριστωνος κlΧι' έφη,
«έπάκουσον των λόγων, κύον». ΚIχI ος ουδεν διlΧτlΧplΧχθεις «άλλ'
έγώ», ε!Ίτεν, «ουκ έπlΧνηλθoν έκεισε δθεν έπράθην, ωσπερ οι' κύνες», α.Ινιττόμενος α.υτου εις ΣικελΙα.ν όδόν, ειώθει δέ, φα.σιν, ό Πλάτων περι' Διογένους λέγειν, δτι μlΧινόμενoς οiSτος Σωκράτης έστΙν.
Ό Πλάτων συζψουσε για κάποια πράγματα, άλλα ό Διογένης Π0 1J ~ταν έκει οίπλα οεν εοινε μεγάλη πpoσox~ στα λόγια του. , \ ε~opγισε '1;:' Α υτο
\
\
-'Α' το γιο του ριστωνα
['1'οη λ .
\
τον
Πλ' ατωνα
J και\
τον εκανε να πει: «Δόσε πpoσox~ στα λόγια που άκους, σκύ λε». Κι ό Διογένης, χωρις οιόλου να ταραχθει, είπε: «Έγω , ~'ζ Ι .,....", 'λ 1 α , παν,ως οεν ~αναγυpισα εκει που με που ησαν, οπως τα σκυ-
" λ ια»,
, υπαινισσομενος
\ το
1;:''1' τα~ιoι
,ου
Πλ' ατωνα
στη\
Σ ικε λ'ια
- χα.ί, καθως λένε, ό Πλά,ων συν+Ιθιζε να λέγει για τον Διογέ νη οτι είναι ενας μανιασμένος Σωκράτης.2 1. 'Όπως φαίνεται στο αμέσως έπ6μενο απ6σπασμα, ή απάντησΎ) του Διογέ νΥι πpέπε~ να. fι,,:α.ν εLΡωνιχ.~' ό . ι\Lλια.νΟς ομως οεν τ~ν αντιλα.μβάνετα.ι ετσι και προσθέτει το ουκ πριν απο το έπανηλθον. 2. Σχετικα με τον χαρακτΎ) ρισμ6 μαινόμενος Σωκράτης, ΠΟ':; κι α.υτΌς OCπα.ντα σε ~νoc μέρος τ~ς χειρό γραφΎ)ς παράδοσΎ)ς του ΔιογένΎ) Λαέρτιου (βλ. το μεθεπ6μενο απ6σπασμα) ό
\Υ. Nestle, Die Sokra6ker, σ. 21, παρατηρει πως αποτελει μιαν ενδειξΎ) οτι ό
ΔιογένΎ)ς δεν αν+,κει τ6σο στην έποχη των κατακτήσεων του Μ. 'Αλεξάνδρου ~λλα στην εποχη 70U ΔΎ)μοσθένΎ): στ6χος των πολεμικων α1χμων του δεν iΊ,,:αν ό κοσμοκράτορας 'Αλέξανδρος αλλιΧ ό μέσος 'Aθrιναιoς πολίης, στον
!
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
232
J
όποιο ό ΔΙOγένΊjς φάνταζε σαν ενας μαινόμενος Σωκράτης. Και για τα αύτα σΊjμεια βλ. και
85.
G. Giannantoni, SR
τ.
3,
σ.
860
389.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' 80γμάτων συνα γωγη
VI40.
Πλά:τωνος ειπ6ντος αύτον
[sc.
τον Διογένη] κύνα, «ναί», έφη· «έγω
γαρ έπανηλθον έπι' τους πεπρακ6τας».
'Όταν ό Πλάτωνας τον OCποκάλεσε σκuλο, ό Δ~oγέν'Y)ς είπε:
« Μ α'λ ~στα'
"βλ'επε~ς, t:' ' , "ι εγω, ",αναγυp~σα σ" εκε~νoυς που με που-
λ'Υ)σαν». Ή φpάσΊj του ΔΙOγένΊj έΥω Υα.ρ έπανηλθον έπι' τους πεπρακ6τας α.ναφέρεται στα περιστατικα τ~ς σύλλΊjψΊjς και της πώλΊjσΊjς του Πλάτωνα ώς 30ύλου
στ~ν ΑΊγινα (ΔιoγένΊjς Λαέρτιος ΠΙ
19),
τα όποια παρεμβάλλονται OCνάμεσα
στο πρωτο και το 3εύτερο ταζί3ι (έπανηλθον) του φιλοσόφου στη Σικελία, και εΙναι εΙpωνικ~.
86.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' 80γμάτων συνα
γωγη νι 54. Πρβ. GN~MOLOGIUM VATICANUM 7/i 3 u. 442.
[ Έρωτηθει'ς [sc.
ό Διογένης] ιίπ6 τινος, «ποϊ'6ς τίς σοι Διογένης
80-
κε'!;» «Σωκράτης», ε[πε, «μαιν6μενος».]
'Όταν ό Δωγέν'Υ)ς ρωτήθ'Υ)κε OCπο κάπο ων «τΙ λoγΊjς ocνθρωπος
είνα~ κατ α. τ~ γνώμ'Υ) σου ό
Δ~oγέν'Y)ς», εκείνος α.πάνΤ'Υ)σε:
«'Ένας μα~ν6μενoς ΣωκράτΎις».
87. GNOMOLOGHJM VATICANUM 743 n. 445. Ό αύτος
[sc.
Πλά:των] Διογένους αύτον καλουντος έν &γop~ φαγεϊ'ν
ε[πεψ «ως χαρίεν αν ην σου το απλαστον, ει μη ην πλαστ6ν».
Ό Πλάτων, κάποτε που ό Δ~oγέν'Y)ς τον καλουσε να. φάε~ στ~ν OCγορά, είπε: «τι xαp~τωμέν'Y) που θα. ~ταν ~ φυσ~κ6Τ'Y)τά σου αν οεν ~ταν επίπλαστ'Υ)Ι»
ΔΙΟΓΕ]\"ΗΣ
88.
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, Περι' ήθιχης άρετης ΒΑΙΟΣ, Ά νθολόΥιον ΠΙ
12 ρ. 452d. Πρβ. ΣΤΟ 13, 6$ [ΘεμιστΙου έκ τοσ Περι' Ψυχης].
Και ΔΙΟΥένης, επαινουμένου Πλάτωνος, «τΕ
8'
εχείνος», εlπεν, «εχει
σεμνόν, ας τοσουτον χρόνον φιλοσοφων ού8ένα λελύπηχεν;»
'Όταν κάποιοι έπαινουσαν τον Πλάτωνα, ό ΔιoγένΎJς παρατ+Ι PΎJσε: «τι σπoυδα~o μπopε~ να εχει ό ανθρωπος που ένω άσχο
λε~ται τ6σον καφο με τ~ φιλοσοφία δεν εχει δυσαρεστ+Ισει κα νέναν;»
89.
ΔΙΟΙΈΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βΕων χαι 80Υμάτων συνα
ΥωΥη νι
53.
Πλάτωνος περι ί8εων 8ιαλεΥομένου χαι' όνομάζοντος τραπεζότητα χαι χυαθότητα, «εΥώ», εlπεν
[sc.
δ ΔΙΟΥένης], «(}) Πλάτων, τράπε
ζαν μεν χα ι' χύαθον δρω· τραπεζότητα 8ε χαι' χυαθότητα ού8αμως»' χαι δς, «χαηχ λόΥον», εφη' «οΊς μεν Υαρ χύαθος χαι' τράπεζα θεωρεί ται όφθαλμους εχεις
((;
8ε τΡαπεζότης χαι' χυαθότης βλέπεται νουν
ούχ εχεις».
'Όταν κάποτε ό Πλάτων συζΎJτoυσε για τις ίδέες και μιλουσε
για μια 'τpαπεζ6ΤΎJτα' και μια 'κυαθ6ΤΎJτα', 1 ό ΔΙOγένΎJς είπε: 'Ε 'Πλ' , τραπε",ι ''ι'" ι θ ο τα 'βλ'επω, ΤΎJν , «γω, ατωνα, το και τον κυα
τpαπεζ6ΤΎJτα ομως και τ~ν κυαθ6ΤΎJτα με κανένα τρ6πο». Κι ,..... Ι '" λ' ι "Ι εκεινος τοτε του εει:« Ε"λ ογα συμ β αινει αυτο: ματια,
u
" με τα
όπo~α βλέπει κανεις ενα ποτ+Ιρι κι' ενα τραπέζι, διαθέτεις, νου ομως, με τον όπo~o γίνεται όpατ~ ~ ίδέα του τραπεζιου και ~ ίδέα του ΠOΤΎJpιoυ, δεν διαθέτεις». Πανομοιότυπο ανέκδοτο παροιδίδετοιι απο τον Σιμπλ[κιο, Τπόμνημα ε/ς τ<χς 'Αριστοτέλους Κατηγορίας ρ. 208, 28-32 κοιι τον 'Αμμώνιο, Σχόλια ε/ς τ-ην Είσαγωγην Πορφυρίου ρ. 40, 6-10 [= Άντισθένης 177 κοιι 178] γιιΧ τον
'λντισθέiιη και τον ΠλOCτωνοι, μόνο που εκει τιΧ ποιροιδε[γμοιτοι είνοιι Ύι ι'ππό τι;ς κοιι Ύι ιΧνθρωπότης. Πυp~νoις των ανεκ06των οιύτων, οπως κοιι του αμέ σως έπομένου, είνοιι Ύι δυσπιστίοι του Κυνικου γιιΧ τιΧ αφηΡΊ)μένοι λογικιΧ σx~ :J.OΙ7OΙ ΚΟΙΙ Ύι πεπo[θΊ)~ του οτι Ύι αλ~θειoι κοιι ό ελεγχός ΤΊ)ς είνοιι για ,ον 91.-
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
234
λ6σοφο πρωτίστως ζ+,Τ'Υ)μα ίκαν6ητας και βούλ'Υ)σ'Υ)ς να βιώνει και να εφαρ μ6ζει εμπρακτα τις άρχές του.
1. κυαθότητα' άπο τον κύαθον, το ποτ+,ρι
με το ΟποΊ.ο άντλουσαν άπο το άγγεΊ.ο (κρατήρ), στο ΟποΊ.ο άναμιγνυ6ταν το κρασι με νερ6.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β!ων και' δoyμιiτων συνα
90.
ΥωΥη νι
40.
Πλιiτωνoς όρισαμένου, άνθρωπ6ς έστι
(ifjov δ!πουν άπτερον, και' ευ [sc. ό ΔΙΟΥένης] αυτον είς Πλιiτωνoς άνθρωπος»' ΙJθεν Tifj
δoκψoίJντoς, ταας &:λεκτρυ6να είσήνεΥκεν
την σχολην κα! φησιν, «οl5τ6ς έστιν ό IJpcμ προσετέθη το πλατυώνυχον.
'Όταν ό Πλάτωνας διατύπωσε ταν όρισμα ΟΤΙ ό «ανθρωπος εΙ ναι δίποδο ζωο χωρις φτερά», και ό όρισμας αυτας εΙχε γίνει
,
,
"
"
,
,
~ 'Δ' ~, β'ζ αποοεκτος, ο ιογεν'!)ς μαοαει ενα πετεινο, τον α ει μεσα στ'!)
σχολη [του Πλάτωνα] και λέει: «Αυτας εΙναι ό ανθρωπος του ' Πλ ατωνα»'
'1:'" ε",αιτιας
αυτου
προστε'θ '!)κε
"
στον
"το" με
ορισμο
πλατια νύχια'. Στους Υευοοπλατωνικους
'ΌΡΟfς
415a 11-12, Ο ανθρωπος ορίζεται ώς
«ζC;Ίoν απτερον δ{πουν, πλατυώνυχοΥ' δ μόνον των οντων έπιστήμης της κα τα λόΥους δεκτικόν έστιν», ενω στο
Gnomologium Yaticanum 156 +ι 'ιοια άν - Ό Κυνικος οεν άναι
τίορασ'Υ) προσγράφετοιι στον Βίωνα τον Βορυσθενίτ'Υ).
ρεΊ. κάτι αναπτύσσοντας θεωΡ'Υ)τικα επιχειρ+,ματα άλλα το υποσκάπτει οιαμέ σου μια.ς παραοειγμοιτικ'ijς πράζ'Υ)ς και με οιυτο γελοιοποιεΊ. ταυτ6χρονα και το πρόσtι!πo, το όποιΌ συνδέεται με δ~τι αότος θέλει να άνocιρέσει. Κα.τα. τον Η.
Niehues-Probsting, «Die KynisnlUs-Rezeption der Moderne»,
σ.
547,
απο
τελεΊ. και (ΧOJTO ενα εΙοος παραχάραζ'Υ)ς του νομίσματος.
91.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Άνθολ6Υιον πι 13, 45.
ΔΙΟΥένης ηρετο ΠΜτωνα εί ν6μους ypιiφει' ό δε έφη. «ΤΕ δα!; Πολι
τε!αν έΥραψας;» «Πιiνυ μεν οδ'ν». «ΤΕ οδ'ν, ή πολιτε!α ν6μους ουκ ε[ χεν;» «Ε!χεν». «ΤΕ οδ'ν έδει σε πιiλιν ν6μους ypιiφειν;»
Ό Διογέν'!)ς ρώησε ταν Πλάτωνα αν εγραφε ν6μους κι εκείνος
, ,
, -
απαντ'!)σε καταφατικα.
M"'~' ο, Ψ ες και"Π λ α, εσυ σεν εγρα τ'!)ν ο t-
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
τείΙΧ;
-
Bεβα.~6τα.τα..
-
Ε-[χε. -
ΤΙ
Ι
-
Ή
235
Πολιτείιχ aεν εΙχε
ζΙ
,
ιψ
οτε τι χpε~α. οτα.ν να. γρα.
Ιλ
xoct
ν6μοuς;
ι
ε~ς πα. ~ νομοuς;
92. FULGENTIUS, Exposjtjo virgi1janae contjnentjae 154. ΑΙ ΥθΓΟ aureum quod djxjmus, clarjtatem facundjae desjgnare voluimus memores Platonjs sententjam, cujus heredjtatem Djogenes Cynjcus jnvadens nihjl jhj plus (fljsj> auream linguam jnvenit, ut Tiherjanus jn ljhro (155) de deo Socratjs memorat.
'Αλλα. πρα.γμα.ταα α.uτο εIνα.~ το χρuσocφ~ που ε'{πα.με· θελ+Ισα.
με να aείζοuμε τ~ σα.φ+Ινε~α. τ~ς εUφΡocaε~α.ς φέρνοντα.ς στ~ μν+ΙμΊ] μα.ς τη γνώμΊ] του ΠλOCτωνα., του όποίοΙ) τ~ν κλΊ]ρονο μ~α ελέγχοντα.ς ό ΔωγένΊ]ς ό Κuναος τίποτα. πεp~σσ6τεpo aεν
θα εϋp~σκε εκεΤ πα.ρα μ6νο τ~ χρuσ~ γλώσσα., 1Sπως μνΊ]μoνεύε~ ό T~βεp~α.νOς στο β~βλίo σχετικα με το θεο του ΣωκρOCτη.
93.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων κιχι' 80Υμάτων συνιχ
ΥωΥη ιν 3. 'Ή8η 8ε όπο ΠΙΧΡΙΧλύσεως κιχι' το σωμιχ 8ιέφθΙΧρτο
[ ... ].
[sc.
δ Σπεύσιππος]
Φιχσι 8ε ιχύτον έπ' άμιχξΕου φερ6μενον εΙς την ΆκΙΧ8ήμειιχν συν
ιχντησιχι ΔΙΟΥένει κιχ ι' «χιχΊρε» εΙπεΊΥ- τον 8έ φάνιχι, «άλλα μη σύ Υε,
οστις όπομένεις ζην τοιουτος ων».
'Απο τ~ν πα.ΡOCλuσΊ] το σωμα. του Σπεύσ~πποu1 ~τα.ν π~α ερείπω
, την
[... ] 'Α
Κ α.~'
Ι λ εγετα.~
,ι οτι κα. θ" ως
ο
Σ πεuσ~ππος ι
ι , ΠΊ]γα.~νε προς
~ ι ,ι '" '1;:Ι ι 'Δ ι κα.OΊ]μ~α. επα.νω σ ενα. α.μα.c,α.κ~, σuνα.νΤΊ]σε τον ~oγενΊ]
κα.Ι του εΙπε: «Χα.Τρε!»· κ~ 1Sτ~ εκεΤνος τ6τε του 'πε: «'Όχ~ 1Sμως κ~ εσύ, που ανέχεσα.~ να ζεΤς, σε τέτo~α. κα.τOCστα.σΊ]». 1. Άθ-ηνοaος φιλ6σοφος (περίπου 407-339 π.Χ.), &ν"Υ)ψιος το;:; ΠλOCτωνα καΙ /)ιευθυντ~ς, &πο το 347 εως το θOCνατ6 του, τ~ς πλατωνικ~ς Άκα/)"Υ)μίας.
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΎ'ΝΙΚΟΙ
236
94.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' δΟΥμάτων συνα ΥωΥη
V 18-19.
ΔΙΟΥένους ίσχάδ' αύτΙ;;;
[sc.
Άριστοτέλει] διδ6ντος νοήσας δτι, εί μη
λάβοι, χρείαν ε'ίη μεμελετηκώς, λαβ6η tφη ΔιoyένΗV μετα τijς χρείας και' την ίσχάδα ιΧπολωλεκέναι' πάλιν τε διδ6ντος λαβων κα!. μετεωρί
σας ώς τα παιδία ειπών τε «μέΥας ΔΙΟΥένης», ιΧπέδωκεν αύτ4J.
[. .. ]
Το κάλλος παντος tλεΥεν έπιστολίου συστατικώτερον. οΙ' δε τούτο μεν ΔιoyένΗV φασ!.ν· όρίσασθαι.
'Όταν ό ΔLογέν'!Jς πρόσφερε στον' ΑΡLστοτέλ'!J ενα συχο, έχεΤ νος, έπεLS~ σχέφΤ'!Jχε πως αν sεν το επαφνε, ό ΔLογέν'!Jς θα εϊ χε ΧLόλας εΤOLμO χάποω α:πόφθεγμα, το π~pε XCXL εϊπε δΤL ό Δωγέν'!Jς μαζL με το α:πόφθεγμα εχασε XCXL το συχο· XL δταν ό
ΔLογέν'!Jς του ξανάSωσε ενα συχο, ό 'ΑΡLστοτέλ'!Jς το π~pε, το
,
σ'!Jχωσε Ψ
'!J λ'" α, οπως
,
,
ς,., χανουν τα παLOLα,
-, "
'λ ε Δ' γα ωγεν'!J» του το επεστρε ψ ε.
XCXL'λ'εγοντας«"Ω ,με... ]'0 'Α ΡLστοτε'λ'!Jς συν'!J'θ L-
[
ζε να λέεL δΤL ~ ομορφLα α:ποτελεΤ χαλύτερ'!J σύστασ'!J α:πο μLαν
έΠLστολ~. ΌΡLσμένΟL α:ποSίSουν αυτ~ τ~ φράσ'!J στο Δωγέν'!J. ι
95.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' δΟΥμάτων συνα
ΥωΥη
11 68.
Παρι6ντα ποτε αύτον
[sc.
Άρίστιππον] λάχανα πλύνων ΔΙΟΥένης
tσκυψε και' φησίΥο «εί ταύτα lμαθες προσφέρεσθαι, ούκ αν τυράννων αύλας έθεράπευες». Ό δε «και' σύ», εΙπεν, «ε'ίπερ .gδεις ιΧνθρώποις όμιλε/ν, ούκ αν λάχανα lπλuνες».
Κάποτε που ό Δωγέν'!Jς επλενε λάχανα πεΡLγέλασε τον 'Αρί σηππο, που περνουσε έχεΤ χονtά,
XCXL το;:; εϊπε: «"Αν εϊχες μά
eEL να σου α:ρχοuσαν αυτά, sεν θα ~σoυν ύΠ'!JρέΤ'!Jς σΤLς αυλες των α:ρχόντων». KCXL ό 'Αρίσηππος το;:; α:πάνΤ'!Jσε: «KCXL συ αν ~ξεpες να συναναστρέφεσαL τους α:νθρώπους, sεν θα επλενες λάχανα». Ο[ χρειες παρουσιάζουν τον ΔΙOγένΊj και τον
' Αρίστιππο ώς &lΙιάλλακτους
έχθρο6ς, οΙ όποιοι ιιεν χάνουν εόκαιΡία να lΙιασταυρώσουν τα ξίψΊj τους. Συ-
ΔJOΓΕΝΗΣ
237
χνα. ώστ6σο τα. 'ίοιοι ανέκοοτοι αποο[οοντοιι κοιι στους Ούο. Βλ σχετικα. κοιι
G.A. Gerhard, «Zur Legende vom Kyniker Diogenes», «Simon the Shoemaker as an Ideal Cynic», σ. 48.
σ.
91 κοιι R.F. Hock,
96. GNOMOLOGIUM VATICANUM 743 n. 192. Διογένης Άριστίππου θεασαμένου ποτε αύτον επι κρήνης λάχανα αγρια πλύνοντα και' είπ6ντος «(}) Δι6γενες, εί αυλας τυράννων εθερά πευες, ού κ αν ταύτα ησθιες», «συ μεν οδν,
(})
Άρίστιππε», gφη, «εΙ
ταύτα ησθιες, ουκ αν αύλας τυράννων εθερά:πευες».
'Όταν ό ' Aρ[στ~ππoς ειΌε κάποτε τον Δ~OγένΎj σε μ~α ΠΎjγ~ να πλένε~ αγρ~α λάχανα
xcxt του είπε «α.ν, Δ~OγένΎj, ύΠΎjρεΤOυσες
το,)ς &ρχοντες, οεν θα τα ετρωγες αυτά», ό ΔωγένΎjς του απάνΤΎjσε: «Ώστ6σο, ' Aρ[στ~ππε, α.ν εσ,) τα ετρωγες αυτά, οεν θα ~σoυν ύΠΎjρέΤΎjς στtς αυλες των αρχ6ντων».
97.
ΔIOΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤIOΣ, Φιλοσ6φων βίων και' δογμάτων συνα γωγη νι
74-75.
Και' πράσιν ηνεγκε
[sc.
ό Διογένης] γενναιότατα' πλέων γαρ είς
At-
γιναν και' πειΡαταις άλους dίν ήρχε Σκίρπαλος, ε/ς Κρήτην ά:παχθει'ς
επιπράσκετο' και' τού κήρυκος ερωτωντος τί οΊδε ποιειν, gφη,
«&'1-
θΡ6Jπων αρχειν». "Οτε και δείξας τινα Κορίνθιον ευπάρυφον, τον προειΡημένον Ξενιάδην, gφη, «τούτιΡ με Π6Jλει' οl5τος δεσπότου χρ!;
ζει». Ώνειται δη αυτον ό Ξενιάδης και &παγαγων είς την Κόρινθον επέστησε τοις έαυτού παιδίοις και' πάσαν ενεχείρισε την οίκίαν. Ό δε ο(Jτως αύτην εν πάσι διετίθει, ώστε εκεινος περιιων [λεγεν, «ά:γαθος
δαίμων είς την οlκίαν μου εΙσελήλυθε». (75) Φησι δε Κλεομένης εν τijΊ επιγραφομένιΡ ΠαιδαγωγικijΊ τους γνωρίμους λυΤΡ6Jσασθαι αυτον
θελησαι, τον δ' εύήθεις αύτους είπειψ ουδέ γαρ τους λέοντας δούλους εΊναι των τρεφόντων, άλλα τους τρέφοντας των λεόντων. Δούλου γαρ το φ οβεισθαι , τα δέ θηρία φοβερα τοις άνθΡ6Jποις εΊναι. 'Ο Δ ωγενΎjς '
,
,
αντψετωπ~σε
"λ' την πω ΎjσΎj
του
,
με
'λ' ~ μεγα Ύj αc,ω-
πpέπε~α. Συγκεκρψένα, πλέοντας προς την A'Ιγ~να επεσε στα Ί.έρ~α πειΡατων πο,) αρχΎjγ6ς τους ~ταν ό Σκ[ρπαλος, οΙ όπoΤo~
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
238
τον άπ~γα.γα.ν στ~ν Kp~ΤΊ) κα.~ τον π~γα.ν γ~α πούλΊ)μα.. Σε έρώΤΊ)σΊ) του όΊ)μ6σιου κ~pυκα. τΙ ~ξεpε να κάνε~, ό Δ~oγένΊ)ς
,
'
,-
,
'ζ' "~ξ ε τοτε α.πoκp~'θ Ί)κε:« Ν"ξ α. ε oυσ~α. ω α.ν θ ρωπους»' κα.~ του εσε~
ό Δ~oγένΊ)ς κάπo~oν κα.λοντυμένο ΚορΙνθιο, τον Ξεν~άόΊ), στον
όποίο άνα.φεpθ~κα.με πρωτύτερα., κα.~ του είπε: «Να με πoυλ~σε~ς σ
,
"
"
-
"
\, -, του α.να. θ' ετε~
'ζ ετα.~ α.φεντη». 'Ο ..::.εν~α.σΊ)ς ,~ α.υτοψ α.υτος xpε~α. τον α.γο-
'ζ' ρα. ε~ πpα.γμα.τL,
' πα.φνοντα.ς " κα.~
τον
, σΤΊ)ν
Κ'op~ν θ ο
τ~ν έκπα.ΙόευσΊ) των πα.~ό~ων του κα.~ του έμπ~στεύετα.~ ολΊ) τ~
ό~α.xεΙp~σΊ) του σΠ~τLOυ.l Ό Δ~oγένΊ)ς έκτελουσε ολ' α.υτα τα κα.θ~κoντα. κα.τα τέτοιον τρ6πο, ώστε ό Ξεν~άόΊ)ς γυρνουσε έόω κ~ έκεί κα.~ ~λεγε: «'Ένα. πνευμα. άγα.θΟ ~xε~ μπεί στο σπΙτ~
μου». (75) Ό ΚλεομένΊ)ς,2 στο β~βλΙo του με τον τΙτλο Πα.ι&χ γωγός, άνα.φέpε~ oτ~ οΙ μα.θψες του Δ~oγένΊ) προσφέρθΊ)κα.ν να τον έξα.γοράσουν, άλλα oτL έκείνος τους xα.ρα.κτ~ρ~σε άφελείς, άφου, οπως είπε, όεν είνα.~ τα λ~oντάρ~α. όoυλo~ έκεΙνων που τα
τρέφουν άλλά, άπενα.ντΙα.ς, έκείνω που τα τρέφουν είνα.~ όoυλo~ των λ~oντα.ρ~ων: γ~α.τΙ 'να.~ γνώρ~σμα. του όούλου να φoβατα.~,
,
-
'θ' κα.~ τα. Ί)P~α. προ ξ ενουν
"
'
'β ο στους α.ν θ ρωπους. φο
Ή [στορικ6τψα τ~ς πώλησΊ)ς του ΔιογένΊ) ώς Ι>ούλου στον Κορίνθιο ΞενιOC
Ι>Ί) εΙναι περισσ6τερο άπο άμφ,βολΊ): ό Δίων Χρυσ6στομος ι>εν γνωρίζει τίπο τα για αύτην άλλα άναφέρει ότι ό ΔιογένΊ)ς π~γε με τ~ θέλΊ)σ~ του στ~ν Κ6ρινθο GστεΡα άπο το θOCνατο του ΆντισθένΊ) (Λόγοι νιιι
4).
'ΌλΊ) αύτ~ ~
I>Ι~ΎΊ)crΊJ, που πρέπει να εχει πλαστει με βOCσΊ) την πώλΊ)σΊ) του Ήpακλ~ στον Συλέα του Εύριπίl>Ί) ~ του ΑΙσώπου στον όμώνυμο μυθο, άποτελει, όπως χα ραΚΤΊ)ριστικα σΊ)μειώνει ό H.D. Rankin, Sophisls, Socratics and Cynics, σ. 229, «άγιoγpαφικ~ έπιν6Ί)σΊ)) της I>ιoγενικ~ς παρOCl>οσΊ)ς. ΤΟ αύτο Ισχύει καΙ για την παιl>αγωγικ~ l>ρασΤΊ)ρι6τητα του ΔιογένΊ) στο σπίτι του ΞενιOCI>Ί) πο\ι
άπλως Ι>ίνει το έξωτερικο σχ~μα για τη l>ιατύπωσΊ) των άρχων μιίΧς Kυνικ~ς παιl>αγωγικ~ς.
1. Πρ6κειται για εΙpωνικ~ άντιστpoφ~ τ~ς σχέσΊ)ς κυρίου
Ι>ούλου με τ~ν όποία έκφρOCζεται ~ πεποίθΊ)σΊ) του Κυνικου ότι ~ κατOCστασΊ) της Ι>ουλε[ας κλπ.
ι>εν
OCκυρώνει -τη
l>ιOCκρισΊ)
&ξιoυ-μ~
&ξιου,
σοφου-OCl>αους
2. Σύμφωνα με τον ΔιογένΊ) Λαέρτιο νι 95 ό ΚλεομένΊ)ς ~ταν μαθΊ)
της του Κυνικου Mψpoκλ~.
98.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων κα.ι' δογμάτων συνα γωγη νι
29-31.
Φησι' δε Μένιππος έν τfj Διογένους Πράσει ώς άλους και' πωλούμενος ήρωτήθη
[sc.
ό Διογένης] τΕ οlδε ποιε'(ν. Άπεκρίνατο, «άνδρων αρ-
239
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
Ι
Ι
Ι
Ι
Ι
,ι
'1
'θ/λ
/
δ
χει ν»' ΚIΧΙ προς τον κηρlJΚIΧ, «κηΡlJσσε», εφη, «ει τις ε ε ει
εσποτην
lχύτ4J πpίlΧσθlΧι». ΚωλlJθεις κlΧθίζεσθlΧι, «ούδέν», έφη «διlΧφέpει' κlΧι' γαρ τους ίχθυς όπως αν κέοιντο πιπpάσκεσθIΧΙ». (30) ΘlΧlJμάζειν τ' έφη εί χύτplΧν μεν κlΧι' λOπάδlΧ ώνούμενοι κομπουμεν- _ανθρωπον δε
μ6ν,η τn lJψει &.pκεΙσθIΧΙ. 'Έλεγε T4J Ξενιάδr; τφ πpιlΧμένCΡ lΧύτ6ν, δειν πείθεσθlΧΙ lΧύτφ, εί κlΧι' δουλος ε/η' κlΧι γαρ ίlΧτpOς η ΚlJβερνήτης εί δουλος ε/η, πεισθηνlΧι αν IΧJT4J. Ε(JβΟlJλος δέ φησιν έν
T4J
έπιγplΧφO
μένCΡ ΔιογένΟlJς πρασις ο(Jτως αγειν τους πlΧΙδlΧς του ΞενιάδοlJ, μετα τα λοιπα μlΧθήμlΧτlΧ ίππεύειν, τοξεύει ν, σφενδοναν, &.κοντίζειν- έπειτ'
έν τn πlΧλlχίστΡr ούκ έπέτΡεπε
T4J
πlΧιδOτp[β,η &.θλητικως αγειν, &.λλ'
ιχύτο μ6νον έΡlJθήμlχτος χάριν κlΧι εύεξίlΧς.
(31) KlΧτε"i'χoν δε οί πlΧIδες
πολλα ποιητων κlΧι' σlJΎΎΡlχφέων κlΧι' των ιχύτου ΔιογένΟlJς, πασάν τ' έφοδον σύντομον προς το εύμνημ6νεΙJτον έπήσκει. Έν o/ΚCΡ τ' έδίδlΧ σκε δΙIΧΚOνεΙσθlΧΙ λιτn τΡοφjj χρωμένΟlJς κlΧι' ύδωρ πίνoντlΧς, έν χρφ ΚΟlJρίlχς τε κlΧι' &.ΚlΧλλωπίσΤΟlJς είργάζετο κlΧι' &.χίτωνlΧς κlΧι' &.νlJποδή ΤΟlJς κlΧι' σιωπηλούς, κlΧθ' ιχύτους βλέπoντlΧς έν τlΧΙς όδοΙς. Έξηγε δ' ιχύτους κlΧι έπι ΚlJνηγέσιlχ.
Οί δε κlχι ιχύτου ΔιογένΟlJς έπιμέλειlΧν
έποιουντο κlΧι' προς τους γονέlχς lΧίτητικως εtχoν.
Ό Μένιππος, στο εργο του Ή πώληση του Διογένη, 1 άναφέρει πως οταν επιασαν τον ΔΙOγένΎj κα!. τον π~γαιναν να τον πoυλ~ σουν, τον ρώΤΎjσαν τΙ ~ξερε να κάνει. ΈκεΤνος άΠOκριθΎjκε πως )'~
'ζ'
\ 't:'
Ύj~ερε «να ε~oυσια ει αν
θ
ι
\'
θ
ι
\
Ι
ρωπους», και απ ευ υνομενος στον ΚΎj-
ρυκα τοι) είπε: «Να Sιαλαλ~σεις, μ~πως ενSιαφέρεται κανε!.ς να
άγοράσει άφεντικο για τον έαυτό του». 'Όταν του άπαγόρευ
σαν να είναι καθιστός,2 ό ΔΙOγένΎjς είπε: «Λυτο sεν εχει καμια σΎjμασια' γιατ!. κα!. τα ψάρια τα πουλiiνε, οπως κι αν είναι
απλωμένα». (30) Είπε επΙσΎjς πως ocποροuσε που δταν πρόκει
ται να ocγοράσουμε μια χύτρα ~ ενα τσουκάλι τα χτυπiiμε3 ενω οταν ocγοράζουμε εναν OCνθρωπο, μiiς ocpXE"L απλως να τον κοι τάξουμε. Στον ΞενιάSΎj, ό άποΤος τον άγόρcxσε, ελεγε πως επρεπε να του είναι ύπάκουος, μ' ολο που αυτός, ό ΔΙOγένΎjς,
~ταν sουλος γιατ!. κα!. σ' ενα γιατρο θα ~ταν ύπάκουος, ~ στον κυβερν~ΤΎj ένος πλοΙου, εστω κι αν ~σαν sουλοι. Ό Εϋβουλος4 στο εργο του που φέρει τον τΙτλο Ή πώληση του Διογένη λέει σχετικα με τ~ν ocγωγ~ των παιsιων του ΞενιάSΎj οη εκτος ocπο
\
"λλ
τα α
α
θ ι
\
μα Ύjματα τα
Ι θ
\,ιππευουν, Ι
μα αινε να
\
ζ
Ι
να τo~ευoυν,
\
να
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
240
1 , , 1 'λ 1 11 "" με α.κoντ~o· στ-ην πα. α.~στρα., επε~τα., οεν β α.'λλ ουν με' σφεντονα., έπέτρεπε στον γυμνα.στ-η να: τα: άσκε~ στα: άθλ~μα.τα. πα.ρα: μόνο d
\
,
,ι
ωσπου να. κοκκινισουν τα. μα.γου
(31)
Τ α.,
""
,\,
λ'
"
t:"
α. τους κα.~ να. ν~ωσoυν ευε"ια..
'"
'"
1 πα.ιοια. κα.τεχα.ν πο λλ' α. α.πο τους ΠOΙΎJτες κα.ι τους συγ-
γρα.φεί:'ς άλλα: κα.!. άπο του ίοωυ του ΔΙOγένΎJ τα: ~ργα., κα.ι. φρόν τιζε 6λΎJ ~ ΠΡOσέγγισΎJ να: εϊνα.ι σύνΤOμΎJ ώστε να: τo~ς μένει ευ
κολα. στη μν~μΎJ.5 Στο σπΙτ~ τo~ς μάθα.ινε να: φροντίζουν μόνοι τους τον έα.υτό τους, να: άρκουντα.ι σε OCπλ-η τροφ-η κα.ι. να: πίνουν μόνο νερό· κι άκόμΎJ τo~ς εκα.νε να: κουρεύουν κοντα: τα: μα.λλιά τους, να: εϊνα.ι άφnα.σΙΟωτοι κα.!. να: βγα.Ινουν στο ορόμο χωρι.ς χιτώνα. κα.!. χωρι.ς ύπoO~μα.τα. στα: πόΟια. τους, σιωΠΎJλoι. κα.ι. συγκεντρωμένοι στον έα.υτό τους. Κι α.ύτοι. πάλ~ νοιάζοντα.ν για:
τον ΔωγένΎJ κ~ ελεγα.ν στo~ς γoνε~ς τους κα.λα: λόγια. γι' α.υτόν. 1. Ό Κ.ν. Fritz, QueIIenuntersuchungen κλπ., σ. 22 κέ. εχει δποστηρίξει δη ~ Ιστορία γιά την πώλφΊ) τοϊί ΔιογένΊ) ώς 130ύλου εχει την ά:φετηρία της
στον Μένιππο (πρωτο μισο τοϊί 3ου αΙ π.χ.) και τα: - μ-η σωζόμενα -
σατι
ρικα: εργα του, ό όποΤος ώς πρώΊ)ν 130ϊίλος έν13ιαφερόταν για: ~νoc μUΘo, στον όποίο θά ά:ντιστρεφότocν ~ σχέσΊ) 130ύλου-κυρίου καΙ θα: γελοιοποιεϊτο ό τε λευτOCιoς.
2. Κατα: τη 13ιάρκεια της ά:γοραπωλΊ)σίας. 3. Για: να: 130κιμά 4. Δεν γνωρίζουμε τίποτε για: τον Ευβουλο· ~ ά:νocφο
σουμε &ν είνocι γερά.
ρά, πάντως, έ13ω σε αυτον 13είχνει δτι ό μύθος της Διογένους πράσεως είχε έ13ραιωθεΤ και δ Κυνικος φιλόσοφος προβocλλόταν ώς L13εώ13Ί)ς πιχιδιχγωγος κoc\ ο!κοv6μος.
5. Έ13ω εχουμε μια: OCπο τις έλιiχιστες ά:νocφορες σε πocι13oc
γωγικες 13ρασΤΥΙριότητες τοϊί ΔιογένΊ), OCφοϊί στην πocρoc130ση 13εσπόζει σχεΜν OCποκλειστικα: ~ εΙκόνα τοϊί ΔιογένΊ) ώς τυπικοϊί έκφpocστ'ίj του κυνικοϊί βΕου. Στ-ην πocραπOCνω OCνocφορα: ό ΔιογένΊ)ς μiΧς πocρουσιάζετocι ώς ενocς παι13ocγω γος παλocιου τύπου, έκπρόσωπος μιiΧς παι13ocγωγικ'ίjς ποιι θυμίζει την Κύρου Πιχιδεία κocι τον Κυνηγετικο του Ξενοφώντoc του
1\
την Άρετη στην OCλλΊ)γορία
llpo13Lxou (καθ' αύτους βλέποντας έν ταϊς όδοίς), ά:λλα: πού, πocράλλΊ)λoc.
σuμβoc13[ζει με τα: στοιχεΤα τοϊί 130ξογρocφικοϊί μέρους
(§ 70-71)
στο νι βι
βλίο της Φιλοσ6φων βίων ~αι' δογμάτων συναγωγ9}ς του ΔιογένΊ) Λocέρτιο\ [= Διογέτης 154]. Βάσει αυτων των 13ε130μένων ό R. Htlistad, Cynic Hel and Cynic Κing, σ. 120 δποστηρίζει δη στο πocρocπOCνω OCπόσπσισμσι σώζετ ο γνl]σιο δλικο OCπο τον ΉραΧλή, τη μη σωζόμενΊ) Tpoιrw13Loc τοϊί ΔιογένΊ).
99.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β/ων κιχι' 80γμ&των συν γωγή νι
36.
τi{Ί πριιχμένφ ιχυτόν Ξενι&8n φησ/ [sc. Διογένης], «&γε 6πως τό πρ' τιχττ6μενον ποιήσεις». του
8'
εΕπ6ντος ιfνω ποτιχμων χωρουσιχι
;
> ΔιοrΕΝΗΣ
241
γαι, «εί 8Ε: ίαψον έπρίω νοσων, ούκ ~ν», <εφ η>, «αύτ4Ί έπε{θου, αλλ' εΙπες αν ώς άνω ποταμων χωρουσι παγαι;»
Στον ΞενLάa7j, δ δπο'Lος τον αγόρασε, λέει δ Δωγέν7jς: «Έμ πρός! Να. κάνεLζ αυτο που σε προστάζουν». Κι οταν εκε'Lνος του 'πε οτι «των ποταμων τα. ρεuματα κυλουνπρος τα πά
νω»,l δ ΔLογέν7jζ του απάντησε: «"Αν αρρώσταLνες XIXL καλου σες γLατρό, θα aεχόσουν τις συμβουλές του ~ θα. του ελεγες οη
των ποταμων τα ρεuματα κυλουν προς τα πάνω;» Ό ΔιογένΊ)ς ocυτ'ijς της χρε{ας ουσιocστικOC κocτocγγέλλει τον ά:cρυσικo κocι α.λο
γο χocρocκτηρoc το\) θεσμο\) της 30'Jλείocς, ότocν σuμβocίνεL ό 30\)λος νOC υπερέχει
κocτOC όπoιo3~πoτε τρόπο: ~θικά, πνεuμocτικά, βιολογικα OCπένocντι στον κυριό τοu' στην περίπτωσΊ) ocύτη ~ νομικ-η σχέσΊ) ΚUΡίοu-30υλοu OCνocτρέπετocι κoc\ «ανω ποταμC)Υ χωpoίJσι παγαΕ». Όπως σΊ)μειώνει ό Α. Μπocγιόνocς, Ή πο-
λιτικη φιλοσοφία των Κυνικων, σ.
38,
.
~ μόνΊj 3uνocτότYjΤOC κocθάρσε:ως είνocι ~
τηPΊ)crΊj το\) νόμο!) τ'ijς φυσεως, ό όποιος επιβάλλει να πocρoc3εχθεϊ: ό νόμφ 3ε σπότης ότι πρέπει νOC είνocι ίιπ~χooς το\) 30υλο!) τοu, όπως το υπο3ε:ικνυε:ι ό
ΔιογένΊ)ζ στον Κορίνθιο ΞενιιΧ31j.
1.
Ό στίχος
eIvoct OCπο τη Μήδεια 410
το\) Εύριπί3Ί).
100.
ΣΟΥΔΑ, στο λΊjμμα 'Διογένης' (η.
1143 κα!. n. 1144).
Διογένης (η. 1143): Γηραιος 8Ε: ων ύπο πειΡατου ΣΚιΡτιχλου έλήφθη και πραθεις έν
Koptve4J
Ξενιιχ8r; τι νι' παρα τ4Ί πριαμέν4J 8ιέμεινεν,
ούχ έλ6μενος λυθηναι ύπο Άθηνα!ων
1}
των οΙκείων και φίλων. Διο
γένης (η. 1144): Πλέων 8Ε: ύπο καταποντιστων ληφθεις έπράθη. Κη ρυττ6μενος 8Ε: και έρωτώμενος, τ! εl8είη, «άρχει ν ανθρώπων», εφη.
ΚαΙ θειχσιχμενος Κορίνθιον πλούσιον άσωτον, «τούτιΡ με», έφη, «πώ λησον' 8εσπότου γαρ 8εϊται». Ό 8Ε: ώνείται και' είς Κ6ρινθον άγει καΙ Ο ιι
των παί8ων άπο8είκνυσι παι8αγωγ6ν. 'Έλεγε 3Ε: 8αίμονα αγαθον είς την οίκίιχν είσεληλυθέναι.
Στα γερατειά του δ Διογέν7jζ επεσε στα χέΡLα του πεφατΊj Σχφτάλου l και πουλΎιθ7jκε aουλος στ~ν Κόρινθο, σε χάΠΟLον Με I~ (Ι ~ VLIX07j, οπου XIXL παρεμεινε κοντα σ αυτον που τον αγορασε: aεν προτ[μ7jσε να τον εξαγοράσουν οΕ ' Ae7jVIX'LOL ~ οΕ φ[λΟL ΚIΧΙ "
ισ οα-
,
,
"
\
\
,
,
οί γνωστο[ του. (η. 1144) Έχεϊ: που επλεε τον επιασαν πεφα-
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
242
τες καΙ τον εaωσαν για πούλημα. 'Όταν κλ~θΊjκε να τον που λ~σoυν καΙ τον pώΤΊjσαν τ[ ~ζεpε να κάνει, απάνΤΊjσε πως ~ζε-
'
,
, ε~oυσια '1:" ' ζ ει αν 'θ' »Κ αι βλ'εποντας καποιον Κ' ρε «να ρωπους. οριν-
θιο, εν αν ασωτο πλούσιο, εΤπε στον aιαλαλΊjΤ~: «ΠoύλΊjσέ με σ' αυτόν- αυτος χρειάζεται αφεντικό». 'Εκείνος τον αγοράζει
καΙ τον ΠΊjγα[νει στ~ν Κόρινθο καΙ του αναθέτει τ~ν ανατpoφ~ των παιaιων του. 'Έλεγε μάλιστα στι ενα αγαθο πνευμα εΤχε
μπεί στο σπίτι του.
1.
Στον ΔιογένΎ) Λοιέρτιο νι
101.
φέρετοιι ώς Σκ{ρπαλος.
74
ΠΛΟΥΤ ΑΡΧΟΣ, Περl. είιθυμίας 4 ρ. 466e.
Διογένης δε πωλούμενος εσκωπτε τον κήρυκα κατακείμενος ά.ναστη ναι δ' οίικ εβούλετο κελεύοντος, ά.λλα παίζων και' καταγελων ελεγεν «εΙ δ' lχθυν επίπρασκες;»
Ό ΔΙOγένΊjς, σταν τον πούλαγαν, ΚΟΡόιaευε τον aιαλαλΊjΤ~ ζαπ
' λ ωμενος
,
κατω·
"
"\
,
οταν αυτος τον προστα
ζ
\
ε να σΊjκω
θει,
.
ο
Δ
ιο-
γένΥ)ς, περιπαίζοντας και καταγελώντας τον, του ελεγε: «'Αν
πούλαγες Ψάρι;»l 1.
ι
Βλ. ΔιογένΎ)ς Λοιέρτιος νι
29
ΙSπoυ σε άνάλογΎ) ύπ60ειζΎ) προς τον ΔLOγέ
νΎ) να στέκετοιι ορθιος δσο οιοιρκουσε 'ή άγοροιπωλΎ)σΙοι εκείνος άπ&νΤΎ)σε ΙSτι οιύτο tιτoιν κάτι χωρις σΎ)μοισΙοι, άφο;:; «και' τους ιχθυς δπως αν κέΟΙΥΤΟ πι πράσκεσθαι».
102.
ΠΛΟΥΤ ΑΡΧΟΣ, ΕΙ αίιτάρκης ή κακία προς κακοδαψονίαν
3
ρ.
499b. [Ή T6XΊJ ιΧπευθ6νεται στ~ν Κακία]. Δουλείαν και' δεσμα και' πρασιν επάγεις; Καταφρονει σου Διογένης, ό'ς ύπο των λr;στων πωλούμενος
εκήρυττε· «τίς ώνήσασθαι βούλεται <δεσπ6την>;». ' Φ ερνεις
.,
'λ
ως επακο
ου
θ
\
•
~
'λ
ο ΤΊjν υποοου
ωσΊj,
\
ΤΊj
φυ
λ'
ακισΊj,
\
το
1:"
~ε-
πούλΥ)μα; Σε περιφρονεί ό ΔιογένΥ)ς, ό όποΤος εκεί που τον
πούλαγαν φώναζε: «Ποιός θέλει να αγοράσει αφεντικό;»
ΔlOΓΕΝΗΣ
103.
ΜΟΙΣΩΝΙΟΣ,
9
ρ.
243
49, 3-9 [= ΣΤΟΒΑΙΟΣ,
Άνθολ6Υιον πι
40,9]. Σr5 δ' εΙπέ μοι, ω εταιρε, οτε ΔΙΟΥένης φεr5Υων ~ν Άθήνησιν,
r)
οτε
πραθεις ύπο των λr;στων ~λθεν εις Κ6ρινθον, Iipιx τ6τε πλείω παρρη σίαν άλλος τις έπεδείξατο ΔΙΟΥένους Έλευθεριώτερος άλλος τις
r)
r)
Άθηναιος
r)
Κορίνθιος;
Tt
δ';
ΔΙΟΥένης των τ6τε ιΧνθρώπων ~ν; "ας
και' Ξενιάδου του πριαμένου αύτον ώς δεσπ6της δούλου ~pχεν.
Έσυ ομως, φίλε, πές μου: τον καφο που ό Δ~oγένΎjς ~ταν εξό ρ~στoς στ~ν Άθ~να ~ οταν τον πoύλΎjσαν ο[ λΎjστες κα!. ~λθε στ~ν Kόρ~νθo, εSε~ξε ocραγε τότε κανένας ocλλος, ε'ίτε ΆθψαΤος ε'ίτε Koρίνθ~oς, περ~σσότερo σθένος απ' οσο ό ΔιoγένΎjς; K~ υπ-ηρξε κανένας ocλλος απο τους ανθρώπους εκείνΎjς τ-ης εποχ-ης που να εΙχε φρόνΎjμα π~o ελεύθερο απ' oτ~ ό Δ~oγένΎjς; Ό Δ~o γένΎjς που κα!. τον Ξεν~άSΎj, ό όποΤος τον εΙχε αγoράσε~, τον εξουσίαζε οπως ενας SεσπόΤΎjς τον sουλο του! Ό Στωικος Μουσώνιος (Ιος α1. μ.Χ.) καί, στο έπ6μενο ά.π6σπασμα,
6 μαθΊJ
της του 'Επίκτητος ά.νOCγουν τη στocσΊJ του ΔιoγένΊJ κατOC τ~ σύλλΊJψ+Ι του
ιΧπο τοuς πειρατές και την πώλΊJσ+Ι του ώς δούλου σε χαραΚΤΊJPιστικo παρά δειγμα τ'ijς παΡPΊJσ[ας και τ'ijς έλευθερ[ιχς του Κυνικου φιλοσ6φου.
104.
ΑΡΡΙΑΝΟΣ, Έπικτήτου ΔιατΡιβαί ιν
1, 114-118.
τουτο Υάρ έστιν ή ταις άληθείαις έλευθερία. Tιxr5TlJV ήλευθερώθη Διο Υένης παρ' Ά ντισθένους και' ούκέτι έφη καταδουλωθηναι δr5νασθαι
ύπ' ούδεν6ς. (115) Δια τουτο πως έάλω, πως τοις πειΡαταις έχρητο· μή τι κύριον εlπέν τινα αύτων; Και' ού λέΥω το όνομα' ού Υdφ η7ν φω νην φοβουμαι, άλλά το πάθος, άφ' 0/5 ή φωνη έκπέμπεται. (116) πως
έπιτιμ/f αύτοις, οτι κακως έτΡεφον τους έαλωκ6τας πως έπράθη' μή τι κύριον έζήτει; Άλλα δουλον. πως δε πραθει'ς άνεστρέφετο προς τον
δεσπ6την- εύθυς διελέΥετο προς αύτ6ν, οτι ούχ ούτως έστολίσθαι δει αύτ6ν, ούχ ούτως κεκάρθαι, περι' των υι'ων, πως δει αύτους διάΥειν. (117) Και' τί θαυμαστ6ν; Εί Υαρ παιδΟτΡ{βην έώνητο, έν ταις παλαι στΡικοις ύπηpέτr; αν ιxιIT4J έχρητο
r)
κυρί4J; Ει δ' lατΡ6ν, ώσαr5τως, ει
δ' άρχιτέκτονα. Και ουτως έφ' έκάστης υλης τον έμπειΡον του άπεί ρου κρατειν πασα. άνάΥκη.
(118)
'Όστις οΟν καθ6λου την περι' βίον
έπιστήμην κέκτηται, τί άλλο r) τουτον εlναι δει τον δεσπ6την;
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
244
Γ~ατι αυτ~ είνα~ ~ αληθ~ν~ ελευθερία. Με αυτ~ τ~ν εννo~α ελευθερώθψιε ό ΔωγένΊjς απο τον ΆντισθένΊj και είπε επε~τα
bΤΙ οεν ~ταν π~α ουνατο να ύπoooυλωθε~ σε κανέναν.
(115) Γ~α
αυτό: πως συμπεp~φέpθΊjκε bταν τον επ~ασαν! πως αντιμετώ π~σε τους πεφατές! M~πως αποκάλεσε κανέναν απ' αυτους κύ
p~ό του; Και οεν εννοω α.ν ΧPΊjσιμOΠOίφε αυτ~ τ~ν ονομασία'
, ","'
γ~ατ~ σεν
φο
β'λ/ξ αμα~ ΤΊj ε Ίj
,/
'λλ' 'Ψ υχ ~ΚΊj α α ΤΊjν
την όποία εκπopεύετα~ ~ λέξΊj.
καταστασΊj,
, ,
απο
(116) πως τους επ~πλ~ττε~ γ~α
το άσΧΊjμO φαγψο που εo~ναν στους αΙχμαλωτ~σμένoυς τους! πως φέpθΊjκε οταν τον ΠOύλΊjσαν! Ζψοuσε να βpε~ αφεντικό; Δοuλο ζΊjτοuσε! K~ οταν τον ΠOύλΊjσαν γ~α οοuλο πως συμπεp~ φερόταν στον κύp~ό του; 'Άpχ~σε αμέσως να τοι) εξΊjγε~ οτι οεν
επρεπε να ντύνετα~ ετσ~, ουτε να κoυpεύετα~ ετσ~ και να τοι) λέε~ γ~α τα πα~o~ά του πως επρεπε να ζοUν.
(117)
Και τί παρά
ξενο ύπάpχε~ σ' ολα αυτά; ''Αν ό άνθρωπος εκε~νoς είχε πάpε~
~ναν γυμναστ~ γ~α τ~ν πάλΊj, θα τον ΧΡΊjσιμοπο~οuσε ώς οοuλο ~ ώς αυτεξούσω άνθρωπο; ΤΟ 'ίοω α.ν εΙχε πάpε~ ενα γ~ατpo ~ εναν αpχ~τέκτoνα. Και κατα τον 'ίοω τρόπο γ~α κάθε αντ~κείμε νο: πpέπε~ απαpα~τ~τως ό ίκανος να είνα~ ανώτερος απο τον
αOα~.
(118) Γεν~κα λo~πόν, οταν κάποως κατέχε~ τ~ γνώσΊj
πως να ζε~ κανείς, τί άλλο μένει παρα να είναι αυτος ό άρ χοντας;
105.
ΦΙΛΩΝ, Περι' του πάντα σπουδαί:Όν εlναι έλεύΘερον
121-124. 16, 1.
Πρβ. ΚΛΗΜΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕιΣ, Παιδαγωγος ΠΙ, ΠΙ
Ό γουν κυνικος φιλ6σοφος Διογένης ΙJψει και μεγέΘει τοσούΤl;J φρο νήματος έχρήσατο, ωσΘ' άλους ύπο λ,ηστων, έπει' γλ[σχρως και' μ6λις ηχς αναγκα[ας αύΤ4J παpε'lχoν τΡοφάς, ουΘ' ύπο της παρούσης τύχης γναμφΘεις ουτε την ωμ6τητα των ύπηγμένων δε[σας, «ατοπώτατον ο Ον», έφη, «γ[νεται, δελφάκια μεν
1)
προβάτια, όπ6τε μέλλοι πιπρά
σκεσΘαι, τροφαίς έπψελεστέραις πια[νειν εΙς εύσαρκ[αν, ζιf;ων δε το &ριστον, &νΘρωπον, ασιτ[αις κατασκελετευΘέντα και' συνεχέσιν έν δε[αις έπευων[ζεσΘαι».
(122)
Λαβών δε τροφας διαρκείς, έπειδη μεΘ'
έτέρων αΙχμαλώτων έμελλεν απεμπολείσΘαι, καΘ[σας πρ6τερον
r;p[-
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
245
στα μάλ' εύθαρσως, επιδιδους και' τοίς πλησ{ον. ΈΥος δε ούχ ύπομέ
νοντος, άλλα και' σφ6δρα κατηφοϊίΥτος, «ού παύσ71 της συΥΥοίας; χρω τοις παροϊίσιν» εφη «και' Υάρ τ' ήόκομος Νι6βη εμνήσατο σίτου, τfj περ δώδεκα παίδες εΥΙ' μεΥάροισιν όλΟΥΤΟ, εξ μεν θυΥατέρες, εξ δ' υι'έες ήβώΟΥτες».
(123)
Είτ' επινεαΥιευ6μεΥος προς τον πυθ6μεΥον των ώνητικως εχ6ν
των «τί οiδας;» «άρχειν», εlΠεν, «άνθρώπων», ενδοθεν, ώς εοικε, της ψυχης το ελεύθερον και' εύΥενες και' φύσει βασιλικον ύπηχούσης.
'Ν δη δε και προς χαριεΥτισμον ύπο της συνήθους εκεχειρίας, έφ' άλλοι συΥΥοίας ΥέμΟΥτες κατήφουν, έτράπετο.
1; οι'
(124) ΛέΥεται Υοϊίν,
()τι θεασάμεν6ς τινα των ώΥουμένων, δν θήλεια ν6σος εΊχεν, έκ της όψεως oιJκ άρρενα προσελθων εφη' «σύ με πρίω' συ Υαρ άνδρος χρείαν εχειν μοι δοκείς», ώς τον μεν δυσωπηθέΥτα έφ' ο[ς έαυτφ συν !;δει καταδϊίναι, τους δε άλλους το συν ειJτολμίq. ειJθυβ6λoν έκπλήττε σθαι. ~Apά Υε τφ τοιούτιΡ δουλείαν, άλλ' oιJ μ6Υον έλευθερίαν δίχα άνυπευθύΥου Υ;Υεμονίας έπιφημιστέον;
Ό κυνικος φιλόσοφος ΔωγένΎ)ς είχε τόσο υΨΎ)λο και γενναϊ.ο φρόνΎ)μα ωστε κάποτε που τον είχαν πιάσει λΎ)στες οί όποϊ.οι
μετα βίας του εοιναν τ~ν άπολύτως άπαραΙΤψΎ) τρoφ~, αuτος
,
~,
οεν καμφ
θ
"",
Ι
,
",
\
Ύ)κε απο το ατυΧΎ)μα του αυτο ουτε και φο
β'θ
Ύ)
'
Ύ)κε ΤΎ)
βαναυσόΤΎ)τα εκείνων που τον είχαν στ~ν εξουσΙα τους «είναι πoΛU παράοοξο», τους είπε, «τα γουρουνάκια και τα άρνάκια
να τα τρέφουν με τροφες καλύτεΡΎ)ς ποιόΤΎ)τας ωστε να πιά-
,
"
σουν κρεας επανω τους,
,...,
,
'λ' ""λ' ζυτερο απ ο α τα ωα, τον
ενω το κα
ανθρωπο, να τον άφ~νoυν, με τ~ oιαρκ~ στέΡΎ)σΎ) τ-ης τροφ-ης, να
σκελετωθεϊ.
και
να
τον
πουλάνε
σε
χαμΎ)λ~
τψ~».
(122) 'Έκτοτε οί λΎ)στες του εοιναν κανονικα τρoφ~ και ()ταν ~ταν να τον πανε στ~ν άγορα μαζι με τους άλλους που είχαν πιάσει, αuτός, γεμάτος θάρρος, κάθισε πρωτα κι εφαγε οίνον τας κα!. στους οιπλανούς του. Σε κάποιον μάλιστα που οεν μπορουσε να άντέξει αuτ~ τ~ν κατάστασΎ) κι ~ταν εξαφετικα
βαριόθυμος, ό ΔωγένΎ)ς εΙπε: «Δεν φτάνει πια αuτ~ ~ κατσου-
,
.
,
, ,
1:' τωρα ' φια σου, Κ' oιτα~ε τι, θ' α κανεις», γιατι"Ν'β «κι Ύ) ιο Ύ) ακομα
, Ύ)
, λ' 1:' ~ καΛοπ ε~oυOΎ)
" ,
στερνα να
φαει
θ'θ
υμΎ) Ύ),
,~,~
~,
που οωοεκα παωια
τΎις εχασε στο άρχοντικό ΤΎ)ς μέσα, γιους εξι στον άνθο ,,:γ;ς
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
246
νιότης τους και θυγατέρες εξι».l (123) 'Όταν επειτα κάποιος άπο εκεΙνους που κοιτουσαν τΙ να. άγοράσουν τον ρώτησε ποιά
aοuλεια. ήξερε, ό ΔιογένYjς, με νεανικ~ ζωYjρόΤYjτα, του είπε: ''1'' θ ' 11- , , " , , , « Ν α"ξ ε oυσια~ω αν ρωπους», σειχνοντας με αυΤΥ) ΤYjν απαντYj, " ξ , , ,Ι " , , \ σΥ) του ΤYjν ανε
αΡΤYjσια,
ΤYjν ευγενεια και ΤΥ)
φυσΙΚΥ)
αρχοντια
τ~ς Ψυχ~ς του. Κι α.ρχισε άμέσως να. άστειεύεται, κατα. τον συνΥ)
ι θ ισμενο
τ~ς όποΙας
"
του
01.
τροπο,
απ
"
\
,
αφορμΥ)
μια
,
καταστασΥ)
'ξ' αιτιας
ε
α.λλοι είχαν πέσει σε μελαγχολΙα και ~ ΟΨΥ) τους
~ταν σuννεφιασμένYj.
(124) Λέγεται, π.χ., οτι βλέποντας ό
ΔιογένYjς κάποιον άπο τους άγοραστές, ό όποΤος ~ταν θYjλuπρε π~ς, να. μ~ν εχει τΙποτε άρρενωπο επάνω του τον πλYjσΙασε και του είπε:
«Έσυ να. με άγοράσεις γιατι εσύ, θαρρω, εχεις
άνάγΚΥ) άπο α.νaρα», κι εκεΤνος τότε άπο τ~ ντρoπ~ που ενιωσε μέσα του π~γε να. κρυφτεΤ, ενω
01.
α.λλοι σάστισαν με τ~ν ευστο
ΧΥ) και συνάμα παράτολμΥ) βoλ~. Μπορουμε λοιπον να. ΧΡYjσι-
,
,
μΟΠΟΙYjσοuμε ΤΥ)
λ'ε ξ
'11λ"'" σου εια
Yj
Yj
~,
"λλ"" εκτος απο
οποιασYjποτε α
Yj
τ~ λέξΥ) ΈλευθερΙα' για. εν αν τέτοιο α.νθρωπο που καμια. άνεύ θυνΥ) κυριαρχΙα aεν είχε aύναμY) επάνω του; Στα.
ΟιποσπOCσμοιτοι
Οιπο
τOιJ
έλληνoτρoιφ~
10u~οιϊ:Ό
Φίλωνοι
π.χ.-45 μ.χ.) κοιι τον Oιλεξoιν~ρινo ΚλήμΊ) (~ε6τερo μισο του
(περίποu 30 20u οι1. μ.Χ.) το
μοτίβο της Διογένους πρά.σεως ~ιoιπλέκετoιι με στοιχεϊ:"οι που σχετίζοντοιι πε ρισσ6τερο με τ~ν ά.νιχίδειιχν του ΚuνικοU. Ω
1.
οι στίχοι είνοιι Οιπο την 'Ιλιά.διχ
602-4, στ~ μετOCφροισΊ) των Ν. ΚοιζοιντζOCΚΊ)-Ι.Θ. Koικρι~ή.
106.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Άνθολ6γιον ΠΙ
3, 52.
Διογένης πωλούμενος έν ΚορίνθιΡ έρομένου του κήρυκος «τί έπίστα σαι;» «&νθρ ώπω ν», εφη, «άρχει ν». Κα! ό κηρυξ γελάσας «μέγα έπι τήδευμα πωλω, εί' τις θέλει πρίασθαι κύριον».
'Όταν πουλουσαν τον ΔιογένYj, στ~ν Κόρινθο, ό aιαλαλYjτ~ς τον , ρωΤYjσε
, ποια
11λ' σου εια
,
'Ι' γνωρι~ε:
''Ι' « Ν"ξ α ε oυσια~ω
" τους
'
αν θ ρω-
πους», είπε α\;τός. Κι ό aιαλαλYjτ~ς τότε γέλασε: «Πουλάω», είπε, «μια. σποuaαΙα aοuλεια. ράσει άφεντικό».
-
αν τυχον θέλει κανεις να. άγο
247
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
107.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων και δΟΥμάτων συνα ΥωΥη νι 33.
Προς τον ειπόντα, «Πύθια νικω &νδρας», «εΥω μεν oJv», εlπεν [sc. ό ΔΙΟΥένης], «&νδρας, συ δ' άνδράποδα».
Σε κάπο ων που εΙπε ΟΤΙ «Στα Πύθια νικάω &νορες», ό Δωγέ νΥΙς ά.πάνΤΥΙσε: «Έγω νικάω &νορες εσυ οούλους μ6νον».
108.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων και δΟΥμάτων συνα ΥωΥη νι 43.
Όλυμπίασι του κήρυκος άνειπ6ντος, «νικο/ Διώξιππος &νδρας», «015τος μεν δη άνδράποδα, &νδρας δ' εΥώ».
Στην ΌλυμπΙα, οταν ό κ~pυκας ά.ν~γγειλε ΟΤΙ στους &νορες νΙ Κ"ησε ό Διώξιππος,l ό ΔωγένYJς εΙπε: «Δούλους νΙΚΥΙσε αυτ6ς εγω νΙΚΥΙσα &νΟρες».
1. Άνocφορα. σε ocυτον γ[νετocι κocι α.πο τον Πλούτocρχο, Περι' πολlJΠΡΙΧΥμοσύ νΤις 521h [= ΔιoγένΎJς 527].
109.
ΣΧΟΛΙΟ, στον 'ΌμΎJpo, Ίλιας Ι 448.
Και ό κυνικος δε ΔΙΟΥένης τοις συνουσιν ώμολ6Υει οιας εΊχεν όρμας προ του φιλοσοφειν, ως &ρχειν αύτου μη δυνάμενος των &λλων ηθελεν.
Κα!. ό κυνικος ΔωγένΥις όμολογουσε στους μαθψές του τΙ τά σεις εΙχε προτου να στραφεΤ στη φιλοσοφΙα: ΟΤΙ ΟYJλαο~, ενω ~, -" , εζουσια"ει . 'Υ ' "εαυτο του, YJ "θ ε λ ε να ",. 'Υ οεν μπορουσε να τον εζουσια"ει τους &λλους.
110. r,ELUVS, Il 18, 9-10 [= MACROBIUS, Saturnalja
Ι
11,
42-3]. Πρβ. SENECA, Epjstulae ad Lucjljum ν 6, 12. Djogenes etjam cynjcus servjtutem serιivit. Sed js θΧ ljhertate jn servjtutem venum jerat. Quem cum emere vellet Ξενιάδης Κορίνθιος,
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
248
ecqujd artjficjj noyjsset, percontatus «noyj» jnqujt Djogenes «hoιmnj hus Jjherjs jmperare». Tum Ξενιάδης responsum ejus demjratus emjt et manu emjsjt filjosque suos ej tradens: «accjpe» jnqujt «ljheros meos, qujhus jmperes». Άκ6μΊ), ό ΔωγένΊ)ς ό Κuνικος ύπ~pξε aοUλος. Άλλα. αύτος ιΧπο ελεύθερος ποuλ~θΊ)κε για. aοUλος. 'Όταν ~θελε να. τον ιΧγο
ράσει ό ΚορΕνθιος ΞενιάaΊ)ς, ιΧφου τον ρώτφε μ~πως ύπ~pχε κάποιο επάγγελμα ποu να. το εΙχε μάθει, «γνωρΕζω», εΙπε ό , Δ ιογενΊ)ς, ''Ι> νιαΟΊ)ς
"ξ'ζ ~ «να ε oucrLIΧ ω ε'λ'θ εΙ) εροuς αν θ.Ρωποuς». Τ" οτε ο ~ε-
θ'ζ αuμα οντας
, λ εΙ) θ'ερωσε, απε
"απανΤΊ)σΊ) , Ι
ΤΊ)ν
1>'' και' ' παραοινοντας
'
'
τοι)
τον
τοΙ)
"
" τοuς
,
αγορασε
,\
και
τον
'Ι>'ξ ou», γιοuς τοu, «οε
εΙπε, «τα. παιaιά μοΙ) για. να. τα. εξοuσιάσεις».
111. LACTANTIUS, Djyjnae jnstjtutjones
ΠΙ
25, 16.
Enumerant etjam Platonem ac Djogenem, qw tamen non seryj fuerunt, sed ms seryjtus evenerat: sunt enjm captj. 'Aπcxp~θμoυν ocχ6μ~ τον Πλάτωνα καΙ τον Δ~oγένΎ), οΙ δποί:οι
" '1>" UΠΊ)Ρ - ξ αν οοuλοι, 'Ι> - Ι αλ 'λ"α Ί) οοuλεια 'Ι> ' τοuς , σuνε'β Ί): γιατι, ομως οεν τοuς σuνέλαβαν.
112.
ΙΟΎ'ΛΙΑΝΟΣ, Λ6γοι ΥΗ
8 ρ. 212d-213a.
ου μ6νον δε έν τοίς λ6γοις 1ν Διογένης θεοσεβής, άλλα γαρ και' έν τοίς εργοις έλ6μενον γαρ αυτον οίκεΊν τας Άθήνας έπειδη το δαψ6νιον είς την Κ6ρινθον άπήγαγεν, άφεθει'ς ύπο του πριαμένου την π6λιν ουκέτ' cf;ήθη δείν έκλιπείν'
(213)
Έπέπειστο γαρ αύτου τοίς θεοίς
μέλει ν εί:ς τε την Κ6ρινθον ου μάτην, ουδε κατά τινα συντυχ{αν, τΡ6πον δέ τινα ύπο των θεων είσπεπέμφθαι, όρων την π6λιν τΡυφωσαν
των Άθηνα{ων μα.λλον και' δεομένην με{ζονος και' γενναιοτέρου σω φρο νι στο υ.
'Ο Δ' ιογενΊ)ς
σε β' οταν
'θ' τοuς εοuς
"
οχι
,
μονο
'λ'ογια στα
'λλ'α και α
,
με τις πράξεις τοu. Γιατι ενω aιάλεξε ώς τ6πο aιαμον~ς τοΙ)
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
7Υιν ' Aθ~να, οταν ~ θε'ίκΥι παpέμβασΎj τον εψερε στην Κ6ΡLνθο, cι.\;τ6ς, μ6λLς εκε~νoς που τον εΤχε ,Ι
.,
~\
,Ι
\
εΚΡLνε ΟΤL οεν επρεπε ΠLα να
τι εΤχε πεLσθε~
OtL
iXYOpIicrEL τον αΨΎjσε ελεύθερο 'λ (213) Γ LΙXαΨΎjσεL αυτη ΤΎjν πο Ύj.
\',
ο[ θεοι ψρ6νηζαν
,
YL'
\
\
αυτον και οη στ+Ιν Κ6-
ΡLνθο οεν εΤχε βpεθε~ ανευ λ6γου ουτε συμπτωμαΤLΚιΧ, άλΜ. ΟΤL +Ιταν σταλμένος άπο τους θεους YLιX εναν όΡLσμένο λ6γο, καθως
εβλεπε ΟΤL αυτ+ι ~ π6λΎj ζουσε σε μεγαΛUτεpΎj χλLΟ+Ι άπ' ΟΤL ο[
,ΑθΎjνα~ΟL
και. οη ΧΡεLαζ6ταν κιΧΠΟLον ΠLΟ μεγιΧλο και ΠLΟ ου
νατο YLιX να τ+Ιν συνετΙσεL. ΆντΙθετοι όιπο τον Μουσώνιο κοιι τον ΈπΙΚΤΎjΤO ό οιυτοκρά.τοροις 'Ιουλιοινος επιχειΡεϊ να προσδώσει στ~ν Διογένους πρα.σιν θpΎjσκευτικό νόΎjμOΙ κοιι να προβά.λει την θεOσέβειlΧν του φιλοσόφου.
113.
ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ, Β{ων Πpίiσις
ΖΕΥΣ:
.. ,
6-11.
άλλον παράΥωμεν,
(7) ΕΡΜ.: Βούλει τον αύχμωντα εκεινον, τον Ποντικόν; ΖΕΥΣ: Πάνυ μεν οιΙν. ΕΡΜ.: Οδτος ό την πήραν εξηρτημένος, ό εξωμ{ας, ελθε και περ{ιθι εν κύκλιΡ το συνέδριον. Β{ον άνδρικον πωλω, β{ον άριστον και' Υε νικόν, β{ον ελεύθεροΥ' τΕς ωνήσεται; ΑΓα: Ό κηρυξ πως έφης σύ; Πωλεις τον ελεύθερον;
ΕΡΜ.: 'ΈΥωΥε. ΑΓα: Eiτ' ού δέδιας μή σοι δικάσηται άνδραποδισμου -}j και' προκα λέσητα{ σε ες "Αρειον Π&Υον;
ΕΡΜ.Ούδεν αύτ4> μέλει της πρ&σεως οίεται Υαρ εΙναι παντάπασιν ελεύθερος.
ΑΓα: ΤΕ δ' άν τις αύτ4> χρήσαιτο ρυπωντι και ουτω κακοδαιμόνως διακειμένιΡ; Πλην εί μη σκαπανέα Υε και' ύδροφ6ρον αύτον άπο δεικτέον.
ΕΡΜ.: Ού μόνον, άλλα και ην θυρωρεϊΎ αύτον επιστήσr;ς, πολυ πιστο-
τέριΡ ΧΡήσr; των κυνων. Άμέλει κύων αύτ4> και το γνομα. ΑΓα: Ποδαπος δε έστιν η τ{να την άσκησιν επαΥΥέλλεται;
ΕΡΜ.: Αύτον έρου, κάλλιον Υαρ ουτω ποιεΙν.
ΑΓα: Δέδια το σκυθρωπον αύτου και κατηφές, μή με ύλακτήσr; προσελθ6ντα -}j και' νη Δ{α Jixr; Υε. Ούχ όρ(jς ως διηρται το ξύλον
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
250
και' συνέσπακε τας όφρυς και' άπειλητικ6ν τι και' χολωδες ύποβλέπει; ΕΡΜ.: Μη δέδιθι' τιθασος γάρ έστι.
(8)
ΑΓα: Το πρωτον,
clJ
βέλτιστε, ποδαπος ε!;
ΔΙΟΓΕΝΗΣ: Παντοδαπ6ς. ΑΓα: πως λέγεις;
ΔΙΟΓ.: του κόσμου πολίτην όρο/ς. ΑΓα: Ζηλοις δε δη τίνα; ΔΙΟΓ.: Τον Ήρακλέα. ΑΓα: Τί οδν ούχl καΙ λεοντην άμπέχr;; ΤΟ μεν γαρ ξύλον έοικας αύτι;;.;. ΔΙΟΓ.: Τουτί μοι λεοντη, το τριβώνιον. Στρατεύομαι δε ((;σπερ έκει νος έπι' τας ήδονάς, ού κελευστός, άλλ' έκούσιος, έκκαθαραι τον
βίον προαιΡούμενος. ΑΓαΕδ γε της προαιρέσεως. Άλλα τί μάλιστα ειδέναι σε φωμεν; 'Ή τίνα την τέχνην έχεις; ΔΙΟΓ. 'Ελευθερωτής ειμι των άνθρώπων και' ιατρος των παθων- το δ' δλον άληθείας και' παρρησίας προφήτης ε[ναι βούλομαι. (9)ΑΓαΕδ γε,
clJ
προφητα' ην δε πρίωμαί σε, τίνα με τον τρ6πον
διασκήσεις; ΔΙΟΓ.: πρωτον μεν παραλαβών σε και' άποδύσας την τΡυφην κα! άπορίι'! συγκατακλείσας τΡιβώνιον περιβαλω, μετα δε πονειν και' κάμνειν καταναγκάσω ιχαμαι' καθεύδοντα και' ύδωρ πίνοντα και'
clJv
έτυχεν έμπιμπλάμενον, τα δε χρήματα, ην έχr;ς, έμο! πειθ6μενος ές την θάλατταν φέρων έμβαλε'i'ς, γάμου δε άμελήσεις και' παίδων κα! πατρίδος, και' πάντα σοι ταυτα ληρος έσται, και' την πατρi{Jαν οικίαν άπολιπων η τάφον οικήσεις η πυργίον έρημον η και' π{θον
ή πήρα δέ σοι θέρμων έστω μεστη και' όπισθογράφων βιβλίων, κα! ουτως έχων εύδαιμονέστερος έ[ναι ψήσεις του μεγάλου βασιλέως. 'Ήν μαστιγοι δέ τις η στΡεβλοζ τούτων ούδεν άνιαρον ήγήσr;. ΑΓα: πως τουτο φ;ης το μη άλγειν μαστιγούμενον; Ού γαρ χελώνης
η καράβου το δέρμα περιβέβλημαι. ΔΙΟΓ.: ΤΟ Εύριπίδειον έκεινο ζηλώσεις μικρον ένΙΧΛλιΧξας. ΑΓα: Το ποιον; ΜΟΓ.: Ή φρήν σοι άλγήσει, ή δε γλωττα έσται άνάλγψος.
(10)
'Α
δε μάλιστα δει προσειναι, ταυτά έστιν- ιταμον χρη ε[ναι και' θρα συν και' λοιδορεισθαι πασιν έξ 'ίσης και' βασιλευσι κα! ιδιώταις
ou-
τω γαρ άποβλέψονταί σε και' άνδρείον ύπολήΨονται. Βάρβαρος δε ή φωνη έστω και' άπηχες το φθέγμα και' άτεχνως δμοιον κυνί, και' πρόσωπον δε έντεταμένον και' βάδισμα τoιoύτCΡ πpoσώπcρ πρέπον,
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
251
κιχ ι' ολως θηριώδη τιχ πάντιχ κιχι αγριιχ. Αι'δως δε κιχι' επιε{κειιχ κιχ ι'
μετΡι6της &πέστω, κιχ ι' το ερυθρια.ν &π6ξυσον του προσώπου πιχν τελως. Δ{ωκε δε τα πολυιχνθρωπ6τιχτιχ των χωρ{ων, κιχι' εν ΙΧύτοις τούτοις μ6νος κιχι' &κοινώνητος εlνιχι θέλε μη φ{λον, μη ξένον προ σιέμενος κιχτάλυσις γαρ τα τοιιχυτιχ της άρχης. 'Εν όψει δε πάν
των,
& μηδ'
ίδtq. ποιήσειεν αν τις, θιχρρων πο{ει, κιχι των άφροδι
σ{ων ιχιρου τα γελοι6τεριχ, κιχι' τέλος, ην σοι δοκfj, πολύποδιχ ώμον Ί} σηπ{ιχν φιχγων άπ6θιχνε.
ΤΙΧύτψ σοι την εύδιχψον{ιχν προξε
νουμεν.
(11)
ΑΓα: ''Απιχγε' μιιχρα γαρ κιχι' ούκ &νθρώπινιχ λέγεις.
ΔΙΟΓ.: Άλλα ρο/στά γε, iJj οl5τος, κιχ! πασιν εύχερη μετελθειν- ού γάρ σοι δεήσει πιχιδεΕιχς κιχ! λ6γων κιχ ι' λήρων, άλλ' επΕτομος ιxυτr; σοι
προς δ6ξιχν ή 6δ6ς καν ι'διώτης !ις, ητοι σκυτοδέψης Ί} τιχριχοπώ λης Ί} τέκτων Υ) τριχπεζ{της, ούδέν σε κωλύσει θιχυμιχστον εlνιχι, ην μ6νον ή άνιχ{δειιχ κιχ ι' το θράσος πιχρfj κιχι λοιδορεισθΙΧι κιχλως εκ
μάθr;ς. ΑΙΌ.: Προς τιχυτιχ μεν ού δέομιχ{ σου. ΝΙΧύτης δ' αν ίσως Ί} κηπουρος εν xιxιpi{J γένοιο, κιχι τιχυτιχ, ην εθέλr; σε άποδ6σθιχι ούτοσι' το μέ γιστον δύ' άβολων. ΕΡΜ.: Έχε λΙΧβών- κιχι γαρ ασμενοι άΠΙΧλλιχξ6μεθΙΧ ενοχλουντος ιxιJ του κιχι' βοωντος κιχι' απιχντιχς ιΧπιχξιχπλως ύβρ{ζοντος κιχι άγο ρεύο ντος κιχκως.
ΖΕΥΣ:
.. :'Ας
φέρουμε κά:ΠΟLον αλλο.
(7) ΕΡΜΗΣ: ΘέλεLς εκεινον το βρωμLά:ΡΎj OCΠΟ τον Π6ντο; ΖΕιΣ: ΓLατί 0XL; ΕΡΜ.: ΠλΎjσίασε εσύ, που εχεLς κρεμασμένο πά:νω σου το
aLcrtiXXL, εσυ με τα γυμνα μπρά:τσα, και προχώρφε γύρω-γύ ρω στην όμ~γυΡΎj. Πουλά:ω ανaΡLΚΟ πρ6τυπο ζω~ς, πρ6τυπο
ζω~ς ευγενέστατο και εξαίρετο, πρ6τυπο ζω~ς ελε6θερο. ΠΟLος θα ciYOpticrEL; ΑΓΟΡΑΣΤΗΣ: Ε, κ~ρυκα! πως το είπες αυτ6; Πουλας εναν ελεύθερο; ΕΡΜ.: Άσφαλως.
ΑΓο.: Και aεν φοβασαL μ~ σε crUpEL στα aLκασΤ~ΡLα καΤΎjγO
ρώντας σε ΟΤL τον εκανες aοuλο ~ ocκ6μα μ~πως σε προκα λέσεL να εμφανLστεις στον 'ΆρεLΟ Πά:γο;
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚOl
252
ΕΡΜ.: Δεν Ι)είχνει κανένα ενl)ιαφέρον για το πούλημα' γιαΤL εχει τ~ν εντύπωση πως είναι πέρα για πέρα ελεύθερος. ΑΓΟ.: τι θα μποροσσε να τον κάνει δμως καν εις αύτον ετσι βρωμιάρΥ)ς XIΧL αθλιος που είναι; Έκτος βέβαια κι αν τον
β α'λ ει
ι
'β
να σκα
,ι
ι
ει Υ) να
,
XOu β α λ'αει
νερο.
ΕΡΜ.: 'Όχι μόνον- XIΧL θuρωρο αν τον κάνεις, θα σου εΙναι πoΛU πιο πιστος απο τα σκuλιά.
Σκύλο μάλιστα τον λένε κι
, ,
αuτον.
ΑΓΟ.'ΑπΟ ποσ είναι; Ποιο το έπάγγελμά τοu; ΕΡΜ.: ΡώΤΥ)σε τον tl)ιo' το καλύτερο που εχεις να κάνεις. ΑΓΟ.: Φοβαμαι ετσι σκuθρωπος XIΧL κατσούφΥ)ς που εΙναι, μ~-
πως με κλωτσ~σει μόλις τον πλΥ)σιάσω ~ ακόμΥ), μα το Δία, μ~πως με Ι)αγκώσει κιόλας. Δε βλέπεις πως κρατάει ψΥ)λα Ι
ΤΟ
ρα
,
β"" Ι ζ' Ι '''' Ι λ ο"οκοιταει ~ Ι σι τοu και μα εuει τα φρuσια τοu και με.
, λ ι απει Υ)ΤΙΚΟ
Ι, 'βλ' και οργισμενο εμμα;
ΕΡΜ.: M~ φοβάσαι' Ι)εν είναι αγριος.
(8)
ΑΓΟ.: πρωτα-πρωτα, απο ποσ εΙσαι ανθρωπέ μοu;
ΔΙΟΓΕΝΗΣ: Άπο όποul)~ποτε. ΑΓΟ.: τι θες να πεις; ΔΙΟΓ.: Βλέπεις εν αν πι:;λίΤΥ) του κόσμοu. ΑΓΟ.: 'Υπάρχει κανεLς που να τον θαuμάζεις;
ΔΙΟΓ.: Τον Ήρακλ~ θαuμάζω. ΑΓΟ.: Γιατί λοιπον Ι)εν εΙσαι ντuμένος με τ~ λεoντ~; Στο ρα βl)L βέβαια του μοιάζεις.
ΔΙΟΓ.: τοστο έl)ω εΙναι ~ λεoντ~ μοu, το τριμμένο ρουχο. ',Αγωνίζομαι σαν κι εκεινον ενάντια σΤLς απολαύσεις χωΡLς να παίρνω έντολες &λλα αυτόκλΥ)τος, επιλέγοντας για σκοπό μοu να καθαρίσω έντελως τον κόσμο που ζοσμε. ΑΓΟ .: Τ ι"
-
,
,
ι
ωραιος σκοπος, πραγματι.
Μ'
ρεις πιο καλά; Ποιό είναι το επάγγελμά ΔΙΟΓ.: Άπελεuθερώνω
,ι
-
~,
-
α, τι να ποuμε πως "ε-
crou;
τους ανθρώποuς XIΧL τους γιατρεύω
απο τα πάθΥ) τοuς XIΧL γενικα θέλω να ΚΥ)ρύχνω τ~ν αλ~θεια και τ~ν έλεuθεροστομία.
(9) ΑΓΟ .: Τ "ι
-
ωραια,
εκπαιl)εύσεις;
,
Ι
xY)puxIΧ.
ΜΙ
,Ι
Ι,
,
α αν σε αγορασω,
Ι,
σε τι
θ
Ι
' με α
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
253
ΔΙΟΓ.: πρωτα-πρωτα θα σε πάρω μαζt μου, θα σε άπαλλάξω άπο τ~ χλι3~, θα σε κλεtσω μαζL με τ~ φτώχεια καΙ. θα σου
,
φορεσω τρι
,
"
β' θ'" Ι , 'ζ ωνιο· επειτα α σε αναγκασω να κοπια εις και
να ταλαιπωρεΤσαι: να κοιμOCσαι χάμω καΙ. να πtνεις νερο καΙ.
να τρως Ο,τι σου τυχαtνει· &αν έχεις χp~ματα, θα τα φέρεις κα1. θα τα πετOCξεις στ~ θOCλασσα, άφο\) πρωτα σε πεtσω· 3εν θα εν3ιαφέρεσαι για γOCμο, για παι3ιOC, για τ~ν παΤΡt3α σου, καΙ. ολα αυτα θα είναι για σένα κολοκύθια, κα1. άφου εγκα
ταλεtψεις το πατρικό σου σπtτι, θα κατoιx~σεις ~ σε τOCφο ~ σε κανένα ερ-ημο πατάρι ~ άκόμα κα1. σε πιθOCρι· το 3ισOCκκι
σου θα είναι γεμOCτο λούπινα κα1. όπισθόγραφα βιβλtα· Ι κι ενω θα βρtσκεσαι σ' αυτ~ τ~ν κατάστασ-η, θα πεΤς οτι είσαι
"
πιο
,
ευτυχισμενος
,
,
καποιος σε
κι
, "
απο
'λ ο μεγα
το
1'\
β
\
μαστιγωνει -η σε
'ζ
ασανι
β ασι λ' ια. "Α ν
'λ ιστα μα
, '" τιποτε απο
αυτα οεν
ει,
\
~,
θα το νομtσεις ενοχλ-ητιχό. ΑΓΟ.: πως λες οτι το μαστtγωμα 3εν θα μου προκαλεΤ πόνο; Δεν εχω το καβούκι τ~ς χελώνας ~ του κάραβου.
ΔΙΟΓ.: Θα εφαρμόσεις αυτο που είπε ό ΕυΡιπt3-ης, λtγο παραλ λαγμένο. ΑΓΟ.: Ποιο εννοεις;
ΔΙΟΓ.: Ό νους σου θα σε πονέσει, ~ γλώσσα σου ομως 3ε θα
,
νιωσει
,
πονο.
(10)
"Ο σα
'
πρεπει,
,
κυριως,
,,'εχεις
να
τ
ε.ναι
'
τα
έξ~ς: χρειOCζεται να είσαι άναtσχυντος καΙ. θρασυς και να εξευτελtζεις, ά3ιαΚΡtτως, ολους, κα1. τους βασιλιά3ες και
,
τους
,
, "
απ λ' ους πο λ'ιτες- γιατι ετσι
θ'α
'ψ ουν· ο "λ οι τα 'βλ'εμστρε
ματOC τους σε σένα με θαυμασμο και θα σε θεωρουν θαρρα
λέο. Ή φων~ σου να είναι τραχεια και ~ λαλια σου κακό-ηχ-η κα1. εντελως ομοια με του σκύλου, και το πρόσωπό σου να είναι σοβαρο και το βOC3ισμOC σου ταφιαστο σε τέτοια οψ-η και γενικα ολα σου να άποπνέουν τραχύτ-ητα και σκλ-ηρOC3α.
Να μ~ν εχεις ντpoπ~, καλοσύν-η και μετριοπOCθεια, και να 3ιώξεις εντελως άπο το πρόσωπό σου το κοκκtνισμα. Να
,
,\ , 'θ'λ \', τους να ε εις να μενεις μονος ζ""
Ι
Ι
\"
ανα -ητας τους πιο πυκνοκατοικ-ημενους τοπους και
σ
αυ-
"
ι σου και χωρις συντροφια, κι
ουτε να 3έχεσαι φtλo ~ φιλοξενούμενο· ολα αυτα καταργοϋν
2,,4
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
τ~ν εξουσία. Μπροστα σε ολους θαρρετα να χάνεις οσα οεν θα μπορουσε να χάνει χανε~ς ούτε ιοιαιτέρως, χι απο τ~ς σαρ χιχες ~ooνες να προτιμας τ~ς πιο χαταγέλαστες, χαί, τέλος,
αν σου φαίνεται χαλ6, φάε χα~ ώμο χταπόοι ~ σουπια χα~ πέ θανε. Για τέτοια ευτυχία σου οίνουμε χρήσιμες όOΊjγίες. ΑΓΟ.: Φύγε' ελεεινα χι οχι ανθρώπινα είναι οσα λές.
(11)
ΔΙΟΓ.: Είναι ώστόσο πoΛU εύχολα, ανθρωπέ μου, χι ό χαθένας
εχει τ~ν ευχέρεια να τα πετύχει' γιατ~ οεν θα σου χρειαστει ούτε μόpφωσΊj ούτε λόγια ούτε φλυαρίες, άλλα αυτος ό ορό μος προς τ~ Οόξα θα είναι για σένα σύντομος χι αν είσαι
ενας άπλας πολίης, βυpσOOέψΊjς, ας πουμε, ~ αν πουλας παστα ψάρια ~ ξυλουργος ~ τραπεζίης, τίποτα οεν θα στα θει εμπόοιο στο να σε θαυμάζουν, άρχει μόνο να είσαι άναι o~ς χα~ θρασυς χα~ να εχεις μάθει χαλα να εξευτελίζεις.
ΑΓΟ.: Γι' αυτα τα πράγματα οεν σε χρειάζομαι. 'Ίσως με τον χαφο μπορεις να γίνεις ναύΤΊjς ~ χΊjΠOυpός, χα~ βέβαια, αν
αυτος εοω θέλει να σε πουλήσει το πoΛU-πoΛU για Ούο οβολούς.
ΕΡΜ.: Πάρ'
με ευχαpίσΤΊjσΊj
θα
άπαλλαγουμε απο αυ-,ον τον ενοχλψιχο που φωνάζει
xcxt
,
που
,
τους
τον χα~ χράτα τον'ζ
ε",ευτε
λ'ζ
ι
ει
,
γιατ~
ζ'
απα",απαντες
'λ'
χαι
μι
αει
,Ι
ασΧΊjμα
γι
,
αυτούς.
1.
Βιβλίoc με γράμμocτoc ιΧκόμ'f) κocι έπι το;; κocλύμμocτος.
114.
ΑΙΛΙΑΝΟΣ, ΠοιχΕλη ίστορΕα Χ
11.
'Ήλγει τον (})μον Διογένης η τΡωθείς, ο!μαι, η έξ αλλης τινος αίτίας. Έπει' δε έδ6χει σφ6δρα άλγειν, των τις άχθομένων αύΤ4J χατεχερτ6μει λέγων «τί οδΎ ούχ άποθνήσχεις,
())
Δι6γενες, χαι' σαυτον άπαλ
λάττεις χαχων;» Ό δε εlπε, «τους είδ6τας χαι'
&
& δει πράττειν
έν
T4J
βίφ
δει λέγειν, τούτους γε ζην προσήχει», (})ν χαι' αύτος ώμολ6γει
εΙναι. «Σοι μεν οΟν», εφη, «ούχ είδ6τι τά τε λεχτέα χαι' τα πραχτέα
άποθανειν έν χαλ4J έστιΥ' έμε δε τον έπιστήμονα έχείνων πρέπει ζην».
ΔΙΟΓΕ;\ΙΗΣ
255
Ό Δ~OγένΎjς αΙσθανόταν πόνους στον c1μο άπο ~να XΤύΠΎjμα ~ κάπo~αν 1:ί.λλΎj αΙτία. K~ επε~o~ φα~νόταν οη πονουσε πάρα πο λύ, κάπo~oς άπο εκείνους που οεν τον συμπαθουσαν, τον χλευα/ / ζ ε λ εγοντας
τώσε~ς κ~
<<Γ ~ατ~/
του:
Ecr'J
άπο
""
/
/
"
'λ σεν πε θ α~νε~ς, Δ ΙOγενΎj, ωστε να γ υ-
τις
συμφορές;».
Αυτος του άπάνΤΎjσε:
«'Όσo~ 1;έρουν τί πpέπε~ να κάνε~ κανεις και τί να λέε~, α'JΤΟΙ ά1;ίζε~ να ζουν», οεχόμενος οη σε αυτους συγκαταλέγετα~ και ό έαυ,ός του. «Έσυ λo~πόν», εΤπε, «που οεν 1;έpε~ς τί πpέπε~ να λες και τί να πpάττε~ς, καλο εΤνα~ να πεθάνε~ς ενω εγώ, που
τα 1;έρω αυτά, πpέπε~ να ζω».
115.
ΔIOΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤIOΣ, Φιλοσ6φων β{ων χαι δογμάτων συνα γωγη νι
34.
Πρβ.
GNOMOLOGIUM ν ΑΤΙ CAN υ;vι 743 n. 202.
Προς τους ειπ6ντας, «γέρων ε! χαι λοιπον άνες», «τ{ δέ», Εφη
[sc.
ό
Διογένης], «ει δ6λιχον Ετρεχον, προς τi{j τέλει Εδει με άνεϊΎαι χαι' μη μάλλον επιτειναι;»
'Όταν κάπo~o~ εΤπαν στον Δ~OγένΎj oτ~ «EΤσα~ γέρος άπο 'δω και πέρα να xαλαpώσε~ς τ~ν προσπάθειά σου», εκεινος εΤπε:
«Μα πως; ''Αν ετρεχα στους άγωνες, θα 'πρεπε, φθάνοντας
κοντα στο τέρμα, να χαλαρώσω τ~ν πpoσπάθε~α ~, άντίθετα, 'β/λ να α ω τα συνατα μου;»
''''
/
116. ΔIOΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤIOΣ, Φιλοσ6φων β[ων χαι δογμάτων συνα γωγη νι 51. Έρωτηθεις τ{ άθλιον εν β[ιμ, Εφη [sc. ό Διογένης], «γέρων άπορος».
Σαν ρώησαν τον ΔΙOγένΎj πo~ά κατάστασΎj τ~ς ζω~ς εΤνα~ οΙ κτρή, εκεινος άΠOκpίθΎjκε: «Ένος γέροντα φουκαρα».
117. ΑΡΣΕΝIOΣ, ρ. 197, 17-18. Ό αυτος [sc. Διογένης] ερομένου τινος αυτ6ν «τ[ νομ[ζεις το γηρας;» χπεχρ[νατο «του ζην χεψωνα».
οι ΑΡΧΑΙΟΙ Κ,ΝΙΚΟΙ
256
Ό '{~ιoς ΔLογένΎ)ς, οταν κOCπωος τον ρώΤΎ)σε «llOLOC είναL
'r,
γνώμΎ) σου YLιX τα γερατεLOC;», αποκρ(θΎ)κε: «τα θεωρω τον χμμώνα τΊjς ζωΊjς». 'Όμοιο ιΧπόφθεγμα ιΧπο3ί3εται και στον MψρoκλΊj.
118.
ΑΡΣΕΝΙΟΣ, ρ.
209, 14-16. 13-14.
Πρβ. ΦΙΛΟΔΗΜΟΣ, Περι' θανάτου
ιν στ~λΊJ χχνιι
Ό αυτος
[sc.
Διογένης] ό8υρομένου τινος, έπει8η έπι' ξένης έμελλε
τελευταν, εΙπε' «τί ό8ύν,η, dΊ μάταιε, πανταχ6θεν γαρ ό80ς ή αυτη εις
':4 ι80 υ». Σε κOCποιον που θρψουσε και o~υp6ταν γLατι θα πέθωνε στα ξένα, ό ΔLογένΎ)ς του είπε: «τι βαριοθυμας, αν6Ύ)τε ανθρωπε' ό '{~ιoς ~ρ6μoς ό~Ύ)γει απο παντου στον "A~Ύ)>>.
119.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' 80γμάτων συνα γωγη νι
68. ι
Έρωτηθεις ει κακος ό θάνατος, «πως», εΙπε κ6ς,
0/5
[sc.
ό Διογένης], «κα-
παρ6ντος ουκ αισθαν6μεθα;»
'Όταν pωτ~θΎ)κε ό ΔιογένΎ)ς α.ν ό θOCνατος είναL κocη κακ6, «πως μπορει», αποκρ(θΎ)κε, «να είναL κακο κocη που σαν είναL ~ίπλα μας ~εν το ανΤLλαμβαν6μαστε;»
120.
[ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ], Παραμυθητικος εις Άπολλώνιον
12 ρ. 107e.
Πάνυ 8ε σοφως και ό κυνικος Διογένης κατενεχθει'ς εις υπνον και μέλλων έκλείπειν τον βίον, 8ιεγείραντος αυτον του ιατρου και' πυθο μένου μή τι περι' αυτον ειη χαλεπ6ν, «ου8έν», έφη' «ό γαρ ά.8ελφΟς τον ά.8ελφΟν προλαμβάνει», ό υπνος τον θάνατον.
Πολύ σoφ~ ~ταν και ~ παραΤ~ΡΎ)σΎ) του κυνLκου ΔιογένΎ) που οταν είχε βυθLστει σε υπνο, ετοψος να εγκαταλείψεL τ~ ζω~,
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
257
κα.ι τον σκούνΤΎ)σε ό για.τρΟς ρωτώντας τον μ~πως του συνέ βα~νε ΚOCη κακ6, «Κανένα άπολύτως», εΙπ' έκεΤνος: «ιΧπλως ό
\
" '~λ φος \ παε~ , να\ προ λ'α β ε~ τον α"λλ ο», ΟΊ) ~ λ αΟΊ) ~ \ ο , υπνος " \ ενας αοε τον θOCνατο.
121. CENSORINUS, De die nataJl; 15, 2. Hoc anno [sc. octogesimo et uno] et Dionysius Heracleotes, ut vita abiret, cibo abstinuit et contra Diogenes cynicus cibi cruditate in choleram solutus. Σ' αύτο το ετος [aΊ)λ. το όaγΟΊ)κοστο πρωτο] καL ό Δωνύσ~oς ό 'Η ρακ λ' "ψ" ε~ωΤΊ)ς επα ε να
τρωγε~,
"θ' γ~α να πε ανε~,
ι, \ κα~, απο
, ΤΊ)ν
&λλΊ) , ό Δ~oγένΊ)ς ό Kυν~κoς πέθανε σε περίοaο χολέρας άπο
τ~ν ωμ6τητα τ~ς τρoφ~ς.
122.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων και δογμάτων συνα Υωγη νι
76.
ΛέΥεται δε προς τα ένενήκοντα έτη βιους
[sc. ΔΙΟΥένης] τελευτησαι.
Λέγετα~ γ~α τον Δ~oγένΊ) οη πέθανε σε ~λ~κία περίπου ένενΎιν-
,
-
τα ετων.
123.
ΣΟΥΔΑ, στο λΊjμμα. 'Διογένης' (η. 1142).
ΓέΥονεν έπι της τών λ' καταλύσεως.
Γενν'ήθΊjκε την έπo:x.~ τΊjς άνα.τpoπΊjς των ΤριOCκοντα..
124. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων και' δογμάτων συνα γωΥη νι 79. Πρβ. ΣΟ1'ΔΑ, στο λΊjμμα. 'ΔωγένΊjς' (η.
1143).
Δημήτριος δ' έν τοις Όμωνύμοις φησι' της αύτης ~μέpας 'Αλέξαν
δρον μεν έν Βαβυλ(;jνι, ΔΙΟΥένην δ' έν ΚορΕνθψ τελευτησαι. "Ην δε γε'ρω ν κατα" .τριτην , ''' • "Ο"Λυμπιαοα. '" την και' οεκατην και, εκατοστην
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
258
Ό Δ-YJμ~ΤΡιος, 1 στο εργο του 'Ομώνυμοι uποσΤΎJΡ[ζεL ΟΤL ό 'Aλέξocν~poς χoc~ ό ΔΙOγένΎJς πέθocνocν τ~ν 'i~LOC ~μέpoc: ό πρωτος στ~ Βocβυλώνoc, ό άλλος στην ΚόΡLνθο.
νΎJς στ~ν έχocτoστ~ ~έΧOCΤΎJ τp[ΤΎJ
KL
~τocν γέρος ό Διογέ
ΌλυμΠLά~oc
[= 328-325
π.χ.]. Ή πληροφορία δτι ό ΔιογένΊ)ς ~ταν γέρος στην έκατoστrι δέκαΤΊ) τρίΤΊ) 'Ολυμπιάδα
π.Χ.] εχει αντλΊ)θει απο τον 'Απολλόδωρο καί,
[= 328-325
δπως σΊ)μειώνει ό Κ.ν.
Fritz, QueJJenuntersuchungen
κλπ., σ.
32
κέ., εχει
έπισημονικο χαρακτήρα. Αύτη καθαυτ~ν ~ πλΊ)ροφορία δείχνει αφενος δτι δ~ν ~ταν γνωστο κατΟι τ~ν αρχαιόΤΊ)τα πότε ακριβως πέθανε ό ΔιογένΊ)ς, κά τι πού, δπως παραΤΊ)ρει ό ν.
Fritz,
συνΊ)γορει υπ~p τΊ)ς αξίας ΤΊ)ς, αφοϋ είναι
ετσι φανερο δτι ό ' Απολλόδωρος δ~ν αναφέρει μ~ αύτrιν περισσότερα απο δσα
γνωρίζει, και αφετέρου δτι δ~ν ~ταν γνωστrι ~ αιτία τοϋ θανάτου τοϋ Διογέ νΊ). Τοϋτο, συνεχίζει ό ν.
Fritz, δ.π., OCφψε μεγά:λα περιθώρια μυθοπλαστίας,
δπως δτι πέθανε τ~ν 'ίδια ήμέρα μ~ τον Μ. 'Αλέξανδρο ~ δτι δΊ)λΨΊ)ριά:σΤΊ)Κε απο ώμο χταπόδι.
1. Πρόκειται γιΟι τον πολυtστορα ΔΊ)μήτριο τον Μά:γνΊ) 80 στο λΊ)μμα 'ΔΊ)μήτριος' τΊ)ς RE, συγγρα
τα (10ς αΙ π.Χ.), τον υπ' αριθ.
φέα δύο εργων Περι' όμωνύμων π6λεων και Περ! όμωνύμων ποιητών τε και' συγγραφέων.
125. ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, Συ~πoσιακα ΥΗΙ 1, 1 ρ. 717c. Έμνήσθησαν 8Ε: και της Άλεξάν8ρου του βασιλέως τελευτης και της Διογένους του Κυνος ήμέρο/ μι~ γενομένης.
ΚάΠΟΙΟL ocνocφέΡθΎJχocν επ[σΎJς στο θάνocτο του βocσLλLα 'Αλέξocν ~poυ χoc~ του ΔLογένΎJ του
KUVLXOiJ,
που συνέβΎJσocν τ~ν r~LOC
~μέpoc. 'Ο Πλούταρχος αναφέρει τους δύο θανά:τους ώς παραδείγματα περίεργΊ)ς σύμ πτωσΊ)ς. Ό θά:νατος τοϋ Μ. τον 'Ιούνιο τοϋ
126.
323
' Αλεξά:νδρου
τοποθετειται χρονικΟι τον Μά:ιο ~
π.χ.
ΠΛΟΥΤ ΑΡΧΟΣ, Περι σαρκοφαγ{ας α 16 ρ. 995c-d.
Διογένης
8'
ώμον φαγειν πολύπουν έτ6λμησεν, εΎα την 8ια του πυρος
έκβάλΤι κατεργασ{αν των κρεων- και' πολλων περιεστώτων αιίτον άν-
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
259
θρώπων εγκαλυψάμενος τij) τρίβωνι και' τij) στόματι προσφέρων το κρέας «ύπερ ύμών», φησίν, «εγω παραβάλλομαι και προκινδυνεύω». Καλόν, (;j Ζευ, κίνδυνοΥο ου γάρ, ως Πελοπίδας ύπερ της Θηβών ελευθερίας η ως Άρμόδιος και' Άριστογείτων ύπερ Άθηναίων, προε κινδύνευσεν ό φιλόσοφος ώμij) πολύποδι διαμαχόμενος, (να τον βίον
&ποθηΡιώσr;;
"
'Ο Δ ωγενΊjς Ι 'λ μΊjσε να ,Ι" Ις,." το φαει ωμο χταποοι για να β'λ α ει ενα Ι
'θ
'ψΙ
τελος σΤΊj συνΊj εια να ,
ΊjνOυν
" κρεατα τα
, σΤΊj
Ι
φωτια' κι εχον"
τας γύρω του πολλους ανθρώπους, σκέπασε το πρόσωπό του " , \ "β λ ,Ι \, λ ' με το πανωφορι του και ε α ε στο στομα του το κρεας εγον-
« Γ ια'
τας:
σε ώραϊο
Ι Ι ς,. , ζ Ι XαpΊj σας β'ζ' α ω σε κινουνο ΤΊj ωΊj μου». Θ εεΙ μου,
• xlvl)uvo! 'Όπως ό Πελοπίl)ας για τ~ν ελευθερία τ-ης
Θ~βας ~ οπως ό Άρμόl)ως καΙ. ό 'Αριστογείτων για τους 'AθΊjVαίoυς, ετσι καΙ. ό φιλόσοφος Ι)ιακινl)ύνευσε παλεύοντας με
το ωμο χταπόl)ι, για να κάνει τ~ ζω~ πιο άγρια' Ι)εν είν' ετσι;
127.
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, Πότερον lJδωρ η πυρ χρησψώτερον 2 ρ. 956b.
Και Διογένης δ' ό κύων ηκιστα προσεχρητο πυρί, ώστε και' πολύποδα καταπιων ώμον «οlJτως ύπερ ύμών», ε[πεν, «(;j άνδρες, παραβάλλο μαι»' χωρι'ς δ' lJδατος ουτε καλόν τις ενόμισε ζην ουτε δυνατόν.
ΚαΙ. ό κυνικος ΔΙOγένΊjς ελάχιστα ΧΡΊjσιμοποωuσε τ~ φωτιά, ετσι που εφαγε ωμο ακόμΊj κι ενα χταπόl)ι, λέγοντας: «Με αυ-
\
το
β'ζ ~ 'ζ' " XαpΊj σας»' χωρις " νερο α ω σε,Ι κινουνο ΤΊj ωΊj μου για
ομως κανένας Ι)εν πίστεψε πως είναι καλό, αλλα ουτε καΙ. Ι)υνα τό, να ζεϊ κανείς.
128. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων και' δογμάτων συνα γωγη νι
34.
Και' ώμα δε κρέα επεχείρησε [sc. ό Διογένης] φαγε'[ν, &λλ' ου δι~~ κησεν.
Ό ΔωγένΊjς Ι)οκίμασε να φάει ακόμΊj καΙ. ωμο κρέας αλλα Ι)εν
\ Ι Ψ το χωνε ε.
260
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΎ'ΝΙΚΟΙ
Ή προτίμ'Υ)σ'Υ) του Διογέν'Υ) στη φυτοφαγία οφειλόταν OCπλως στον λιτο τρόπο της ζωΤις του.
129.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων χαι' δογμάτων συνα γωγη νι
76.
Πρβ. ΣΤΟΒΑΙΟΣ,
ΝΑΙΟΣ, Δειπνοσοφισται' νιιι
Περι' δε του θανάτου
[sc.
Άνθολόγιον ιν
348·
ΑΘΗ
341e.
Διογένους] διάφοροι λέγονται λόγοι' οι' μεν
γαρ πολύποδα φαγόντα ώμον χολεΡιχn ληφθηναι χαι' iJjδε τελευτησαι.
Σχεταα με τον θάνατο του Διογένη άναφέρονται οιαφορετικες έκοοχές: όρισμένοι, συγκεκριμένα, λένε δτι τον επιασε χολέρα, έπειo~ εφαγε ώμο χταπόοι
xcxt
δη πέθανε άπο αUτό.
Άμέσως μετα το θάνατο του Διογέν'Υ) αρχισαν να i)ιατυπώνονται i)ιαφορεη κες έκi)οχες για το τέλος του, καΙ
1)
έκi)οχη που άποi)ίi)ει τον θάνατό του στο
οη εφαγε ώμο χταπόi)ι ~ταν πoΛU γνωστη κατα την άρχαιότψα. ΤΟ νό'Υ)μα μιας τέτοιας πράξ'Υ)ς του Διογέν'Υ) μπορεί να εΙναι οη με αύτην Ο κυνικος θα θέλ'Υ)σε να i)είξει οτι μια άκόμ'Υ) καθιερωμέν'Υ) συνήθεια του πολιτισμένου βίου, το μαγεφευμένο φαγ'Υ)τό, εΙναι περιττή' Ο
G.A. Gerard, «Zur Legende vom Kyniker Diogenes», σ. 90 κ1:., έρμψεύει πάλι την πράξ'Υ) του Διογέν'Υ) ως 'β' ",. "Μ'" 'θ" "Κ «κατ α ασ'Υ) 'Υ)οονιστικ'Υ)). ια οιαφορετικ'Υ) εωΡ'Υ)σ'Υ) Τ'Υ)ς προτεινει ο .ν. Fritz, Quellenuntersuchungen κλπ. σ. 30: Άφου ύπενθυμίσει ορισμένες φρά σεις του Άντισθέν'Υ), πώς θα ~θελε, αν μπορουσε, άκόμΎj και να σκότωνε την Άφροi)ίΤΎj
(= ΆντισθένΊJς 146 και 147), άναζψεί το νό-r,μα αυτης τΤις ίστο
ρίας στο να i)ειχτεϊ
1)
πpόθεσΊJ του άσκψικου ΔιoγένΊJ να νεκρώσει μια εκ
φανσΎj τΡυφης τη σύνi)εσ'Υ) έξάλλου αύτου του περιστατικου με το θάνατο του ΔιoγένΊJ ο Κ.ν.
Fritz, Ο.π., την θεωρεί κατοπινη ΠΡOσθήΚΎj, έχθρικη προς τον
κυνικο φιλόσοφο.
130.ΙΟΤΛΙΑΝΟΣ, Λόγοι ιχ[νι] Προς 'Έλληνας νης
2, 1·
1
ρ. 181a-b.ΠΡβ. ΤΑΤΙΑΝΟΣ,
ΛΟΤΚΙΑΝΟΣ, Βίων πρασις
10 [ = Διογέ
113].
Άλλα χαι' την έδωδην του πολύποδος Xωμtμδει [sc. Κυνιχός τις] χαί φησι τον Διογένη της άνοίας χαι χενοδοξίας έχτετιχέναι δίχας ώσπερ ύπο χωνείου της τροφης διαφθαρέντα.
«Ούτω πόρρω που σοφίας
έλαύνει», ώστε έπίσταται σαφ(Jς οτι χαχον ό θάνατος.
τουτο δε
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
ΧΥνοειν ~πελάμβανεν ό σοφος Σωχράτης, άλλα: χα ι' μετ' έχεινον
[ 'Α ν
-;-:σθένΥίς' χαι'] Διογένης. (Β) 'Αρρωστουντι γουν. φασ{ν, 'Αντισθένει
μαχρα:ν χαι δυσανάληπτον άρρωστ{αν ξιφ{διον έπέδωχεν ό Διογένης
είπών- «εί φ{λου χρ;ήζεις ύπουργ{ας... »· ούτως ούθεν ιf}ετo δεινον έχεινος ούδε άλγεινον τον θάνατον.
,Αλλα
ό εν λόγ
γε το xταπόo~ και λέγε~ oτ~ ό ΔιογένΎ)ς πλ~pωσε γ~α τ~ μωρία και τ~ν κενοοοξία του, άφου πέθανε εξα~τίας αυτου που εφαγε
- σαν να 'χε πάpε~ κώνε~o. «Τόσο μεγάλΎ) εlνα~ ~ αγνo~ά του», ωστε γνωpίζε~ επακp~βως οη ό θάνατος εlνα~ κακό. 'Ωστόσο ό
σοφος ΣωκράΤΎ)ς παραοεχόταν οη γ~' αυτο το πράγμα εΙχε ocγνo~α, οπως επίσΎ)ς, ύστερ' άπ' αυτόν, ό ΆντισθένΎ)ς και ό
ΔιογένΎ)ς. (Β) Κάποτε που ό ΆνησθένΎ)ς εΙχε προσβλΎ)θεϊ άπο μακροχρόνιο και άνίατο νόσΎ)μα, ό Δ~oγένΎ)ς του εοωσε ενα εγ
χειρίοιο λέγοντάς του: «"Αν xpε~άζεσα~ τ~ βo~θε~α κάποιου φί λου ... ». Τόσο πoΛU πίστευε ό Δ~oγένΎ)ς oτ~ ό θάνατος οεν εlνα~
,
ηποτε φο
131.
\"
β'" ~ ερο ουτε κα~ επωσυνο.
ΤΑΤΙΑΝΟΣ. Προς Έλληνας 2,
1.
Διογένης πιθάχνης χαυχήματι π;'ν αύτάρχειαν σεμνυν6μενος πολύπο δος ώμoβop{~, πάθει συσχεθει'ς είλεi(; δια: την άχρασ{αν άποτέθνηχεν.
Ό ΔιογένΎ)ς ό κρασοπίθαρος εΙχε γ~α καύχΎ)μά του τ~ν ωjτ~ρ κε~α' εφαγε ωμο xταπόo~, επαθε είλεο και πέθανε άπο τ~ν άκpάτε~α.
132. ΙΟΥΛΙΑΝΟΣ, Λ6γοι ΙΧ [ΥΙ] 12 ρ. 191c-193c. την σαρχοφαγ{αν οΙ' μεν άνθρώποις ύπολαμβάνουσι χατα: φύσιν, οΙ' δε ijχιστα τουτο έργάζεσθαι προσήχειν άνθρώΠlfJ διανοουνται, χαι' πολυς 15 περι' τούτου διήνυσται λ6γος έθέλοντι οοΎ σοι μη ραθυμειν έσμοι περι' του τοιούτου β{βλων φανήσονται. Τούτους Διογένης έξελέγχειν ~;';ετo δεΙν. Διενοήθη γουν ώς, εί μεν άπραγματεύτως έσθfων τι: σάρ-
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚιΝIΚΟΙ
262
κας,
(d)
ώσπερ οΊμαι τών άλλων έκαστον θηρ!ων, ο[ς τουτο ένεψεν ή
φύσις, άβλαβώς αυτο και άνεπαχθώς, μα.λλον 8ε και' μετα της του σώματος ώφελε!ας έρ γάζοι το, κατα φύσιν εΊναι πάντως n7ν σαρκο φαγ!αν ύπέλαβεν- εί 8έ ης έντευθεν γένοιτο βλάβη, ουχι' τουτο άν θρώπου το έργον (σως ένόμισεν, άλλ' άφεκτέον εΊναι κατα κράτος αυ του. ΕΙς μεν οιϊΎ αν ε(η τοιουτος ύπερ του πράγματος ί'σως βιαιότερος λόγος, έτερος 8ε οίκειότερος τψ χυνισμψ,
(192) εί περι του τέλους
αυτου πρότερον έη σαφέστερον 8tέλθοψι. Άπάθειαν γαρ ποιουνται το τέλος τουτο 8ε (σον έση' τψ θεον γενέσθαι. Αίσθανόμενος οδν (σως αύτου Διογένης έν μεν τοις άλλοις άπασιν άπαθους, ύπο 8ε της τοιαύτης έ8ω8ης μόνον θραττομένου και' ναυηωντος και' 8όξ!) κενfj μα.λλον η λόγζιl 8ε80υλωμένου' σάρκες γάρ είσιν ου8εν
ijHov,
καν μυ
ριάκις αύτιχς έψήσr;, χαν ύποτρ!μμασι μυρίοις ης αυτας καΡυκεύσr;' και' ταύτης αυτον άφελέσθαι και καταστfjσαι
(b) παντάπασιν έξάντη
της 8ειλίας Φήθη χρηναι' 8ειλία γάρ έσην, εδ (σθι, το γουν τοιουτο. Έπει προς της Θεσμοφόρου εί σαρκών έψημένων άπτόμεθα, του χά ριν ούχι' και' άπλως αυτας προσφερόμεθα, φράσον ήμΙν. ου γαρ έχεις έτερον είπειν η όη ΟΟτω νενόμισται και' οΟτω συνειθ!σμεθα' ου γαρ
8η πριΎ μεν έψηθηναι β8ελυρα πέφυκεν, έψηθέντα 8ε γέγονεν αυτών άγνότερα.
Tt
8ητα έχρην πράττειν τόν γε παρα θεου ταχθέντα καθά
περ στΡατηγου (c) πα.ν μεν έξελειν «το νόμισμα», λόγζιl 8ε και άλη
θεί~ κριναι τα πράγματα; Περιι8ειν αύτον ύπο ταύτης της 8όξης ένο χλούμενον, ώς νομ!ζειν όη κρέας μέν έσην έψηθεν άγνον και' έ8ώ8t μον, μη κατεργασθεν 8ε ύπο του πυρος μυσαρον (σως και β8ελυρόν; Οοτως εΊ μνήμων; Οοτως εΊ σπου8αιος, ώς τουτο όνει8ίζων τψ κενο8όξζιl, κατα σε φάναι, Διογένει, κατ' έμε 8ε τψ σπoυ8αιoτάτζιl θερά πονη και ύπηρέτ!) του Πυθ!ου, την του πολύπ080ς έ8ω8ήν, κατε8ή-
80κας μυρίους ταρίχους 'Ιχθυς ορνιθάς τε φ!λας θ' ότι χειΡας [κοιτο,
... (193c)
ουκ άρα την ώμοφαγίαν β8ελύττεσθε οι' τα παραπλή
σια 8ρώντες ουκ έπι' τών άνα!μων μόνον ζιί;ων, άλλα και' έπι' των
al-
μα έχόντων. Και τoύτζιl 8ε (σως 8tαφέρεσθε προς έκεινον ότι ό μεν άπλώς ταυτα και' κατα φύσιν Φήθη χρηναι προσφέρεσθαι, άλσι 8ε ύμεις και' πολλοις άλλοις άρτύσαντες ή80νης ένεκα, την φύσιν όπως
βιιΧσησθε. Και 8η τουτο μεν έπι' τοσουτον άπόχρη.
T~ σαρκοφαγία όρισμένοι άνθρωποι τ~ν θεωρουν ώς κάτι φυ σικο ενω όρισμένοι άλλοι, πάλι, εΙναι τ-ης γνώμΎjς οη οιόλου
ΔΙΟΙΈΝΗΣ
οεν ταιριάζει στον ανθρωπο τουτο το πράγμα, κα!. το ζ~τΊJμα α'JΤΟ εχει πολυσυζ-ητ'ηθει' αν εΙσαι οιατεθειμένος να καταβάλεις 'θ εια, θ'α οιαπιστωσεις <:' "" κάποια προσπα οτι υπαρχει π λ-θ ΊJ ος β ι-
, "
ι " '" θ' tf" ,\ , βλιων επι του εματος. "Ολ" αυτα εκρινε οτι επρεπε να τα ανα-
σκευάσει ό ΔΙOγένΊJς. Ή αποψ+ι του ~ταν πως αν κανεις τρώ
γει σάρκες, οπως, νομίζω, συμβαίνει με ολα τα αλλ α θΊJpία που Τι φύσΊJ εχει κανονίσει να τρέφονται ετσι, χωρις να ΠPOβλΊJμα τίζεται πάνω σ' αυτο, μπορει να το κάνει αυτο χωρις να υφί
σταται βλάβΊJ και χωρις να του εΙναι ουσάρεστο, ~ μα.λλον και με έπωφελεις έπιπτώσεις για το σωμα' σ' αυτ~ τ~ν πεpίπτωσΊJ θεωρουσε ΟΤΙ ~ σαρκοφαγία εΙναι κάτι έντελως φυσικό. "Αν ομως απο τ~ σαρκοφαγία θα ~ταν ουνατο να πpoξενΊJθει κά
ποια βλάβΊJ, τότε αυτ~ οεν εΙναι κατάλλΊJλΊJ για τον ανθρωπο άλλα πρέπει να άποφεύγεται με κάθε τρόπο. Για το ζ~ΤΊJμα αυτο θα μπορουσε 'ίσως να υπάρξει μια πιο «βεβιασμένΊJ» απο
YΊJ και μια αλλΊJ πιο συγγενικ~ με τ~ν Kυνικ~ φιλοσοφία,
(192) μόνο που πpoΊJγoυμένως πρέπει να εξΊJγ~σω με ακόμΊJ μεγαλύτεPΊJ σαφ~νεια το στόχο αυτ~ς τ~ς φιλοσοφίας. Ώς τε λικο σκοπο θεωρουν τ~ν έλευθερία άπο τα πάθΊJ' αυτο ίσοουνα μει με το να γίνει καν εις θεός. ΕΙναι λοιπον πιθανον ΟΤΙ παρα
ΤΎjpώντας ό ΔιoγένΊJς πως απέναντι σε ολα τα αλλα φαγψα
εμενε άνεΠΊJpέαστoς κι ΟΤΙ μόνο το ωμο κρέας του προξενουσε
ένoxλ~σεις και του εφερνε αΊJoία, το θεώpΊJσε αυτο ώς άπόοει
ζη ΟΤΙ ~ταν υποοουλωμένος σε μιαν αστ~PΙXτΊJ γνώμΊJ κι οχι στο λογικό' γιατι οί σάρκες οεν παύουν να εΙναι σάρκες οσο κι
"
αν
,
τις
Ψ' ΊJσει
"
κανεις
και
(Ι οσα
, καρυκευματα
κι
~" αν
τους
βα 'λ ει.
Άπο αυτ~ τ~ λιποψυχία νόμισε ό ΔΙOγένΎjς πως επρεπε να άπαλλαγει και να τ~ν οιώξει έντελως απο πάνω του' γιατί, να εΙσαι βέβαιος, το πράγμα iΧ'JΤΟ εΙναι Οειλία. Γιατι πές μου, στο ονομα τ~ς Δ~μψpας, τ~ς θεα.ς που θέλει νόμους:1 αφου συμ βαίνει να τρωμε ψΊJμένες σάρκες, για ποιό λόγο να μ~ τις τρω-
, "Αλλ" μ ε και" σΤΊJ φυσΙΚΊJ, τους καταστασΊJ; ΊJν απανΤΎjσΊJ σ " αυτο, οεν θα βρεις παρα μόνο ΟΤΙ ετσι εΙναι καθιερωμένο να γίνεται και ετσι εχουμε συνΊJθίσει να κάνουμε. Γιατι ασφαλως οεν μπορουμε να πουμε οτι οί σάρκες προτου να ψΊJθoυν εΙναι σιχα-
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚιΝΙΚΟΙ
μερες ένω μόλLς τtς Ψ~σoυμε γίνονταL καθαρ6τερες άπ' O-:~ ~σαν στ~ φυσα~ κατάστασ~ τους. τι θα οφεLλε λΟLπον να πράξεL αυτος που εΙχε άπο το θεο ταχθε'L, σαν άλλος στρατη γός, να καταργ~σεL έντελως το Ισχυον «νόμLσμα» XClt να σταθμL'ζ εL τα πραγματα με XPLΤOYJpLO το
XClL"'λ'θ την α YJ εLα; Θ' "α επρεπε να άδLαφορ~σεL YLiX αυτ~ τ~ν τρέχουσα γνώμΥ) - που τόσο τον ένοχλουσε - ώσαν να πίστευε XL έκε'Lνος οη το κρέας μόλLς ψYJθε'L έξαγνίζεταL XClt γίνεταL κατάλλYJλο YLiX φάγωμα, ένω αν δεν έπενεργ~σεL έπάνω του ~ φωηα εΙναL ρυπαρο XClt άκάθαρτο; ΤέΤΟLα μν~μY) ε:χμς; Τόσο νΟLάζεσαL YLiX τ~ν άλ~"
θ εLα; Γ LαΤL'
λ OYLXO'
" ,
μο
λ'
ονοη
,
,
εΠLΚΡLνεLς
" ,εντονα
τοσο
οπως τον χαΡαΚΤYJΡίζεLς, ΔLογένYJ
,
τον
,~
~
ματαLΟΟΟ<-,Ο,
- ένω κατ α τ~ OLX~ μου
γνώμΥ) πρόκεLταL YLiX τον ΠLΟ ενθερμο δLάκονο XClt ύΠYJΡέτYJ του ΠύθLου θεου -
YLiX το χταπόδL που εφαγε, έσυ εχεLς καταβροΙ ι! λ' « ClpLCl, πετουμενα, Ο,η α" " 2 (193) 'Ε' '" χαLνε στα χεΡLα σου να πεσεL» ... C πομενως, αυτο που σας προξενε'L clYJolCl δεν εΙναL το φάγωμα του ώμου κρέατος, δεδομένου ΟΤL κ6ινετε το Ίδω OXL μόνο YLiX τα ζωα που δεν εχουν αΤμα άλλα XClt YLiX έκε'Lνα που εχουν. KClt 'ίσως δLαφέρετε ' ,Ι "ψι Χ θ LσεL απεφα καπνLστα κρεατα,
άπο τον ΔωγένΥ) ώς προι; τουτο: έκε'Lνος πίστευε ΟΤL αυτ~ τ~ν
τpoφ~ επρεπε να τ~ν τρώγεL ετσL οπως ~ταν, στ~ φυσLΚ~ ΤYJς κατάστασYJ, ένω έσε'Lς, νοστψεύοντάς τψ με άλάΤL XClt με πολ λα άλλα καρυκεύματα YLiX να τ~ν κάνετε ευχάΡLστYJ, άσκε'Lτε βία στ~ φύσYJ. ΣχεΤLκα με αυτο το θέμα άρκουν οσα εΙπα. Στο τμ'ijμοι οιυτο του λ6γου Είς τους ιΧπIΧι8εύτoυς XύνlΧς, στον οποίο ο 'Ιου λιοινος επιτίθετοιι στους Κυνικους τ'ijς Ε:ποχ'ijς του (ο λ6γος εΙνοιι γροιμμένος το
362 μ.Χ.) που ν6θευοιν τις γν~σιες άρχες τ'ijς Κυνικ'ijς φιλοσοφίοις, επιχει 1. ΣχετικOC με
ρείτοιι νOC εζ'Yjγηθεί γιοιτι ο Διογέν'Yjς έφοιγε το ωμο χτοιπ63ι.
τον χοιροικηρισμο τ'ijς θείiς Δ~μψpoις ως θεσμοφόρου ύπενθυμίζουμε τ~ν
ομώνυμ'Yj γιορτη (θεσμoφόpιlΧ) προς τιμ~ν τ'ijς θείiς ~ οποίοι εΙχε συν3εθεί με τους ζω'ijς.
133.
ν6μους
της
γεωργίοις
κοιί,
κοιτ'
επέκτοισ'Yj,
της
πολιτισμέν'Yjς
2. Ό ομ'Yjρικας στίχος είνοιι άπα τ~ν Ό8ύσσειIΧ μ 331.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βΕων και' δογμάτων συνα γωγη νι
77.
Πρβ. ΣΟΥΔΑ στο λήμμα 'Διογένης' (η.
1143).
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
"Αλλοι φιχσι' πολύπουν χυσι' συμμερ{σιχσθΙΧι βουλ6μενον [SCo Διογέ νηv] ουτω δηχθηνιχι τού ποδος τον τένοντιχ χιχι' χιχτιχστΡέψιχιο .
.
,
,
,
,
'Άλλo~ υπoστηρ~'ζ" ουν oτ~ θ'λ ε οντας ο'Δ' ~oγεν'Y)ς να μoφασε~ στα
σκυλ~α ενα χταπ6a~ aέΧΤ'Υ)κε μ~α aαγκωματ~α στο νευρο του ποaιου κ~ ()τ~ αυτο προκάλεσε το θάνατ6 τουο 'Η έκόoχ~ OCύΤ~ εΙνocι έντελως μεμονωμένΊ) κocί, κocθως όεν ύπOCρχει σχετικο υλικό, εΙνocι OCόύνocτο ναι έντοπιστει ~ γpocμμocτειocκ~ ΠΊ)γ-ή τηςο κocται τον
Haussleiter, Der Vegetarismus ίΩ der Antike, σο 175, OCποτελει μιαιν στικ~ μεΤOCπλocσΊ) της - πιο όιocόεόομένΊ)ς κocται τ~ν OCρχocιότητoc -
Jο
όρθολογι
έκόoχ~ς
της βρώσΊ)ς του ώμου πολύποόocο
134.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων χιχι δογμάτων συνιχ
γωγη νι
76-780 Πρβο ΣΟΥΔΑ στο λ'ijμμoc 'νυχτΙΧλ6ς"
οΙ' δε το πνεύμιχ συγχρΙΧτήσιχντιχ [SCo τον Διογένη],
div
έστι χιχι' Κερ
xιδίiς ό ΜεγΙΧλοπολ{της λέγων έν τοις μελιάμβοις ουτως oιJ μαν ό πάρος γιχ Σινωπευς τηνος ό βιχχτροφ6ριχς,
διπλε{μιχτος, ιxtθεpιβ6σxιxς, αλλ' ανέβΙΧ
(77)
χείλος ποτ' όδ6ντιχς έρε{σιχς χιχι το πνεύμιχ συνδιχχώψ
Ζιχνος γ6νος ής γαρ αλιχθέως
oιJpάνι6ς τε χύωνο
[000] οΙ' μέντοι
γνώριμοι ιxιJτoύ, χιχθά φησιν 'Αντισθένης έν ΔιΙΧδοχιχις, είΧιχζον την τού πνεύμιχτος συγχράτησινο 'Ετύγχιχνε μεν γαρ διάγων έν TifJ Κριχνε{ιμ TifJ προ της Κορ{νθου γυμνιχσ{ιμο κιχτα δε το έθος ήχον οΙ' γνώριμοι χιχι' ιxιJτoν χιχτΙΧλιχμβάνουσιν έγχεΧΙΧλυμμένΟΥ" oιJ δη
είΧιχσιχν ιxιJτoν xoιμίiσθιxι, oιJ γαρ ήν τις νυστΙΧλέος χιχι ύπνηλ6ς όθεν, αποπετάσιχντες τον τΡ{βωνιχ έχπνουν ιxιJτoν χιχτΙΧλιχμβάνουσι χιχι ύπέ λιχβον τούτο πpίiξιxι λοιπον βουλ6μενον ύπεξελθειν τού β{ουο (78) 'Ένθιχ χιχι' στάσις, ως φιχσιν, έγένετο των γνωρ{μων, τ{νες ιxιJτoν
θάψωσΙΥ" αλλα Χιχι' μέχρι χεφων ήλθονο 'Αφιχομένων δε των πιχτέρων χιχι' των ύπερεχ6ντων, ύπο τούτοις τιχφηνιχι τον ανδριχ πιχρα τfί πύλr;
;-r, φερούσr; είς
Ίσθμ6νο
οι ΑΡΧΑΙΟΙ
266
KYJ\IKOI
'Άλλοι πάλι λένε πως ό θάνατος του ΔΙOγένΎj οφείλεται στο οη συγκpάΤΎjσε τ~ν αναπνO~ του. Σ' αυτους συγκαταλέγεται και ό
Κερκιόας απο τ~ MεγαλόΠOλΎj,1 ό όποιος στους Μελιάμβους του λέγει τα ακόλουθα 2 : «Δεν εΙναι πια έκεινος που ~ταν πριν ό Σινωπέας, με το ραβόί, το όιπλο πανωφόρι, κεινος που τον
"ετρεφε
'θ'" ο κα αρος αγερας,
,
α λλ'
,
ανε β' αινει
(77)' με
,
,~ τα σοντια
σφιγμένα, όαγκώνοντας τον αέρα' γιατι στ' αλ~θεια, ~σoυν
γέννΎjμα του Δία, ενας σκύλος του ουρανου». 3 [ ... ] Οί μαθψές του ομως, οπως αναφέρει ό ΆντισθένΎjς στις Διαδοχές,4 όέχον ταν οτι αίτΙα του θανάτου ~ταν το κpάΤΎjμα τ~ς αναπνO~ς.
'Έμενε στο Κράνειο, το γυμναστ~pΙO πριν απο τ~ν Κόρινθο, κι οταν, ώς συν~θως, εφθασαν έκει οί μαθψές του, τον βρ-ηκαν κουκουλωμένο. Έπειό~ όεν ~ταν ανθρωπος ύπναρας, που νύστα ζ ε,
~'
σεν
"εντυπωσΎj , " οτι
",~
τους
εσωσε
ΤΎjν
,
κοιμοταν'
'β
τρα
ζ
Ύj<-,αν
ετσι απο πάνω του το πανωφόρι και όιαπίστωσαν πως όεν ανάπνεε,
,
και
"
'θ Ύjκαν σκεφ
οη
'β"" προε Ύj σ αυΤΎj
~θελε να τερματίσει τ~ ζω~ του.
(78)
ΤΎjν
,~'~, πpα<-,Ύj, επεΙOΎj
Έόω, καθως λέγεται, οί
μαθΎjτές του αρχισαν να μαλώνουν ποιοί θα τον εθαβαν, κι εφθασαν μάλιστα να πιαστουν και στα χέρια. 'Όταν ομως ~λ θαν οί γεροντότεροι και 9ί προύχοντες, τον εθαψαν αυτοι κοντα
στ~ν πύλΎj που όόΎjγει στον 'Ισθμό. Δεν εΙναι 3υνατο να εζακριβωθει +ι Ιστορικότψα αυτ~ς τΤις εκ30x~ς και όπoιασ3~πoτε &λλης -
- οπως
σχετικα με το θάνατο το;:; ΔιογένΊ]. Μόλο πο,) οΙ
περισσότερες αρχαιες εΙ3~σεις συν3έουν τον ΔιογένΊ] με τ~ν πόλΊ] τΤις Άθ~
νας, οπου φαίνεται οτι εζΊ]σε το μεγαλύτερο μέρος τ~ς ζωΤις του, 3εν όπάρχει τίποτα το απίθανο στ~ν ε'ί3Ί]σΊ] δη πέθανε στ~ν Κόρινθο' βλ. και Παυσανίας ΙΙ
2, 4
r=
ΔιογένΊ]ς
1. Ό κυνικος φιλόσοφος και πoιψ~ς Κερκί3ας η
1451.
Κερκι3α.ς απο τΤι ΜεγαλόπολΊ] (περίπου
290-220
π.Χ.) μα.λλον -;αυτίζεται με
τον πολιτικο και στρατιω':-ικό, στον όποιο αναφέρεται ό Πολύβιος
2, 65. ΟΙ
Μελ {ιχμβο ι, το πιο γνωστο εργο -;ου, εΙναι πoι~ματα λυρικα ώς προς τΤι μορ φ~ και σατφικα ώς προς
-;0
περιεχόμενο.
J. υ. PoweJl, Collectanea Alexandrina,
σ.
202
2. fr. 6 Oiehl
=
επιβεβαιώνει δη
fr. 1 Powell· ό -;0 απόσπασμα
αν~κει στους Μελιάμβους.
3. Ό αρχαιος στίχος (ούράνι6ς τε κύων) εΙναι -;0;:; ΔιογένΊ] [= 'γέννΥιμα το;:; ΔίαΊ. 4. Άντι σθένΥις ό Ρό3ιος (20ς αι. π.χ.), ό όπ' αριθ. 9 σ-;ο οικειο λΤιμμα τ~ς RE- το εργο του Διιχδοχιχ{, (f'Gr llist 5(8) βασικο για -;Τιν Ιστορία των αρχαίων φι ενα λογοπαίγνιο με το ονομα
λοσοφικων σχολων, συγκαταλέγεται, μαζι με το όμώνυμο εργο το;:; Σωτίωνα
267
ΔΙΟΓΕi\ΉΣ
:Χπο 7'Γιν Άλεξάνδρειrx (επίσης 20ς (ΧΙ π.χ.) στις πιο σημrxντικες πηγες του Διογένη ΛrxέΡΤLOυ.
135.
ΠΑΛΑΤΙΝΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΧΙ 158 (ΑΝΤΙΠΑτροη.
Αιάζει πήρη τε και 'Ηράκλειον αριστον βριθυ Σινωπ{του Διογένευς ρ6παλον,
και το χύδψ ρυπ6εντι π{νψ πεπαλαγμένον έσθος δι πλάδιο ν, κρυερων άντ{παλον νιφάδων, στη τεοις ώμοισι μια{νεται'
ij
γαρ ό μέν που
ουράνιος, συ δ' έφυς ουν σποδι;ησι κύων. άλλα μέθες, μέθες όπλα τιχ μη σέθεψ αλλο λε6ντων, αλλο γενειητων έργον όρωρε τράγων.
ΘΡΎJVε"!: το οισάΧΧι, χα!. το ύπέροχο σαν του Ήραxλ~ βαρυ ραβΟ!. του ΣινωπΙτη Διογένη χα!. το λερο άπο το χυμένο πιόμα ρουχο,
το οιπλωμένο ουο φορες για να χρατάει το χρύο, θρηνουν χι αύ τά, γιατ!. τα μoλUνoυν οί (;}μοι σου' γιατ!. έχεΤνος ~ταν πραγμα τιχα ούράνιος, ένω έσυ ενας σχυλος μέσα στ!.ς στάχτες. 'Άφησε
χάτω τα οπλα, αφησε τα οπλα που οεν εΙναι οιχά σου: αλλο το εργο των λιονταριων χι αλλο των γενειοφόρων τράγων.
136.
ΑΡΡΙΑΝΟΣ, Έπικτήτου Διατριβαι' ΠΙ 22, 58.
''Ακουε, τ{ λέγει έκεινος
[sc.
ό Διογένης] πυρέσσω ν προς τους πα
ρι6ντας «κακαω, έφη, «κεφαλα{, ου μετανοειτε; 'Αλλ' άθλητων μεν 6λέθρων μάχην 6cjι6μενoι απιτε όδον τοσαύτην εις Όλυμπ{αψ πυρε του δε καΙ άνθρώπου μάχην ιδειν ου βούλεσθε;»
'Άχου τα λόγια του Διογένη στους περαστιχ.ους, χάποτε που " πυρετο'« "'Αθλ ιοι», ε"λ εγε, «οεν ~"λλ'ζ ειχε α α ετε μυα λ' α; Κ' ανετε
τέτοιο μεγάλο ταζΙοι για να οεΤτε τον άγώνα άπαΙσιων άθλη
των, ι τον άγώνα ομως του πυρετου με τον ανθρωπο οεν θέλετε να τον ΟεΤτε;». ~o θ'
"
\
t'o'
,
,
\,
, '(Lrx 70, πλος 7'/; Διογένη. 7ις όποιες πrxρrxθέτει ό Διογένης Λrxέρτιος νι 76. και τουτο
rxνrxτος (Χπο πυρετο οεν συγκrxτrxλεγετrxι στις πrxρrxλλrxγες
268
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
αποτελει ενοειζ'Υ] ιJτι στη Συνιχγωγή του οεν εχει σηριχτει σε δλο το σχετικο υλικό. Με τ-ην αντίθεση ανάμεσα στον εζωτερικο άγώνα του άθλψ~ και στον
εσωτερικο άγώνα του κυνικου φιλοσόφου για τ-ην αρετη ό Έπίκτψος θέλει να αποοείζει ποφαοειγματικα τ-ην ~θικ-η τελειότψα του αλ'Υ]θινου Κυνικου, δπως αύτη αναοεικνύεται μέσα απο την πάλ'Υ] του με τις άντιζοόητες της
ζω~ς, στην προκειμέν'Υ] περίπτωσ'Υ] με τον πυρετο που εοώ εΊναι κάτι σαν σύμβολο τ~ς αρρώστιας εν γένει.
χην του
1.'Ακολουθώ την ανάγνωσ'Υ] όλέθρων μά F. Blass αντι του όλεθρον η μάχην του φθαρμένου κειμένου' ~ λ.
Όλεθρος' ΧΡ'Υ]σιμοποιειται, με περιφρον'Υ]τικη σ'Υ]μασία και επι προσώπων
χαρακηριστικη εΊναι ~ κυνικ-η περιφρ6ν'Υ]σ'Υ] τών αθλψών.
137. HIERONYMUS, Adversus Jovjnjanum
ΙΙ 14.
Vjrtutem ejus [sc. Djogenjs] et contjnentjam mors quoque jndjcat. Nam cum ad agonem Olympjacum, quj magna frequentja Graecjae Cθ lehrahatur, jam senex pergeret, fehrj jn jtjnere djcjtur apprehensus, accuhujsse jn crepjdjne vίΙBθ: volentjhusque eum amjcjs, aut jn jumentum, aut jn vehjculum tollere, non acqujevίt: sed transjens ad arhorjs umhram locutus est: «ahjte, quaeso, et spectatum pergjte haec me nox aut vjctorem prohahjt, aut vίctum. Sj fehrem vjcero, ad agonem venjam: sj me vjcerit fehrjs, ad jnferna descendam». /hjque per noctem e]jso gutture, non tam morj Βθ ajt, quam fehrem morte excludere.
,
την αρετη και τ~ν εγκράτεια του Διογέν"f) τ~ν aείχνει κι ό θά νατ6ς του. Γιατι σταν, γέρος πιά, π~γαινε στους Όλυμπιακους αγώνες, ο[ όπo"~oι τελουνταν στ~ν Έλλάaα με μεγάλ"f) προσέλ Eucr"f)
'
κοσμου,
πλωσε στ~ν
λ'εγεται
"
οη
κα θ'
''Ι-' οοον
"β ασε ανε
"
πυρετο
και
ξ'α-
τον σ"f)κώσοuν ε'Ιτε επάνω σε υποζύγιο ε'Ιτε σε άμάξι
τ~ συγκατάθεσ~ του, αλλα αφ ου μετακιν~θ"f)κε προς τ~ σκια ένος aέντροu εΙπε: «Φύγετε, παρακαλώ, για να πατε να aειτε'
τούτη ~ νύχτα θα με αναaείξει ~ νικψ~ ~ νΙΚ"f)μένο. "Αν θα εχω νικ~σει τον πυρετ6, θα ελθω στους αγώνες αν θα με εχει νικ~σει ό πυρετ6ς, θα κατέβω στον 'Άa"f))' Και εκει κατα τ~ νύχτα με το λαιμο εξασθεν"f)μένο λέει οχι τ6σο ση πεθαίνει σσο ση με το θάνατο εμποaίζει τον πυρετ6. ΤΟ ανέκοοτο του ΠΡΟ'Υ]γουμένου αποσπάσματος παραοίοεται και απο τον Ίε ριυνυμο' χαραΚΤ'Υ]ριστικ-η εΊναι ~ άντίθεσ'Υ] με τη λιτ-η οιατύπωσ'Γ, τι,;') 'Ε;:[-
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
/.7'r,70').
269
Ή πά:λ"Υ) του Διογέν"Υ) με τον πυρετό, τον /)ποιο ό φιλόσοφος κοιτοινι
δ Sιοιμέσου του έΚΟ'Jσιου θοινιΧτου του, προβιΧλλετοιι ώς το «~θικo άντίβοιρο»
(\1. Billerbeck. Epiktet. Vom Kynismus, σ. 124) στα ολυμπιοικα άγωνίσμοιτοι.
138.
ΑΙΛΙΑΝΟΣ, Ποιχίλη ι'στορία νΗΙ
14.
ιJωγένης ό Σινωπευς οτε λοιπον ένόσει έπι' θανάτιμ, tαuτον φέρων μόλις έρριψε χατά τινος γεφυρΕου προς γυμνασίιΡ όντος χαι προσέτα ξε τi{J παλαιστροφύλαχι, έπειδα.ν αισθηται άποπεπνευχ6τα αύτ6ν, ρι φαι ε[ς τον Ίλισσόν. Ούτως &ρα ολίγον έμελε Δωγένει χα ι' θανάτου χα ι' ταφης.
'Έτσι, ό ΔιογέV'f)ς απο τ~ ΣινώΠΎ), οταν αΡΡώσΤYJσε και ~ταν '
'θ να πε ανει,
'
Ι θ crup Ύ)κε
μετα
,
β' Ι , ιας και σωριασΤΎ)κε σ
rl
,
ενα γεφuρα-
κι, Π0 1J ηταν κοντα. σε κάποιο γuμναστήΡιο,1 κι εόωσε εντoλ~ στον φύλακα της παλαΙστρας, μόλις ιΧντιλΎ)φθει πως εχει ξεψuι
ΧΎ)σει,
"'"C ΡΙc,ει
να τον
•
"!λ ισσο. ι ΤΙ λ ιγο Ι ζ' ' οσο επομενως νοια 0-
στον
ταν ό ΔιογένΎ)ς για. το θάνατο και τ~ν ταφή. Ι1ρβ.
FPhG 11
ρ.
296 n. 7. τα κοιθιερωμένοι τοιφικα έθιμοι εΙνοιι για τον Κυ
νικο κιΧτι εντελως άΟιά:φορο. Θυμίζουμε κοιι του Σωκpά:τr, την άοιιΧφΟΡ"Υ) απ,χντησ"Υ) σε ερώτησ"Υ) των φίλων του - στ~ φυλοικΤι, λίγο πριν άπο το τέλος του, Φαίδων Κ.ν.
115c 4-
πως ~θελε να τον θά:ψουν: σπω; αν βούλησθε.
Ό
1.
Fritz. QueJJenuntersuchungen, σ. 30, το τοιυτίζει με το γυμνοιστΤιριο του
ΚuνοσιΧργους.
139. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων χαι δογμάτων συνα γωγη νι 79. Ένιοι δέ φασι τελευτωντα αύτον [sc. ιJιoγένην] έντείλασθαι &ταφον ριψαι ώς παν θηρίον αύτου μετάσχοι, η εις γε βόθρον συνωσαι χαι' ολίγην χόνιν έπαμησαι (οΙ' δε ε[ς τον Ίλισσον έμβαλειν) [να τοις άδελ φοΊς χρήσιμος γένηται.
Όρισμένοι λένε πως οταν ό ΔιογένΎ)ς βρισκόταν στα. τελεuταια τοu εόωσε εντoλ~ να. τον πετάξοuν, αταφο, ωστε κάθε αγριο ('ω'"
"
,
,
,
,!
,\"
'ζ
'
,
" ο να χει μερτικο απ αuτον - Ύ) να τ()ν ριc,οuν σε κανενα λάκκο και να. ιΧφήσοuν ιΧπο πάνω με το χέρι λΙγΎ) σκόνΎ) (αλλοι
'"~ 1.., ι
\1
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚιΝΙΚΟΙ
270
\"
\
\
\
,
\ ' Ιλ ισσο' ) , ωστε "
'λ ι λ' <:, λ β α λ ουν στον ενε πως εοωσε εντο Ύ) να τον
πα
να αποβει xp~σιμoς στ' αaέλφια του. 1 Πρβ.
fPhG
140.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων κα! 80γμάτων συνα
ΙΙ ρ.
γωγ7; νι Ό
296 n. 7.
1.
'Εννοεί τους σχUλοuς.
31-32.
8' αυτός [sc. ό Ε6βουλος] φησι ποφιΧ [sc. Διογένην] κα! θανόντα ταφηναι
τον
Τ;;; Ξενιά8rι και' γηρασαι αυ προς των υι'ων αυτού. 'Ένθα
και' πυνθανομένου τού Ξενιά80υ πως αυτον θάcjιειεν, έφη, «έπι' πρό
σωπον»'
(32)
τού
8'
έρομένου «8ια τί;» «ότι μετ' όλ ίγο ν», εΙπε,
«μέλλει τα κάτω άναστρέφεσθαι»' τούτο 8ε 8ια το έπικρατειν η8η τους Μακε8όνας η έκ ταπεινων ύcjιηλoυς γίνεσθαι.
Ό αύτος Ευβουλος αναφέρει ση ό ΔιογένΎ)ς γέρασε στο σπ[τι
του ΞενιάaΎ)1 καΙ πως σαν πέθανε τον εθαψαν τα παιaια του
'<:"Ο • ~,~ \, \ , θ'ψ ταν ο .::.ενιαoΎ)ς τον ρωΤΎ)σε πως να τον α ουν, ,εκεινος "απανΤΎ)σε:« Μ' (32) Κ" • ~ , <:- τον \ προυμυτα». ι οταν ο .::.ενιαoΎ)ς ~
.::.ενιαoΎ).
ρώΤΎ)σε «Γιατ[;», ό ΔιογένΎ)ς είπε στι «'ι στερ' απο λίγο θα
'ρθουν τα πάνω κάτω». Με αύτο εννοουσε ση ~aΎ) επικρατου
σαν οΙ Mακεaόνες2, με &λλα λόγια ση απο τα χαμΎ)λιΧ είχαν
,
\
ανε'β ει στα Ψ Ύ) λ' α».
Πρβ.
FPhG
ΙΙ ρ.
295 n. 6.
1.
Βλ. πocρocπocνω, ΔιογένΊ)ς
97.
2.
'ιπocινι
χτικΙ] ά:νocφορα στις σocρωτιχες ά:λλαγες της επoχ~ς των Διocaόχων.
141.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Άνθολόγιον ιν
55, 11.
'Έλεγεν ό Διογένης ότι αν μεν κύνες αύτον σπαρ"ιχξωσιν, ύρκανία εσται ή ταφή' αν 8ε γύπες ιΧπτωνται, 'Ιν8ική, αν 8ε μη8ε!ς πpoσέλθrι, ό χρό νος καλλίω την ταψην 8ια των πολυτελεστάτων, ήλίου και' όμβρου.
Ό ΔιογένΎ)ς ελεγε ση αν τον κατασπαράζουν τα σκυλιά, Υι τα φ~ του θα είναι σπω ς αύτ~ των 'Υρκανων- αν πέσουν επάνω
του οΙ γuπες, σπω ς των 'Ινaων- 1 αν πάλι aεν τον πλΎ)σιάσει κα νένας, ό χρόνος θα το;:; εζασφαλίσει ακόμΎ) καλύτεΡΎ) ταφ~ με
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
271
την πocρέμβocσΎJ των ΠLΟ πολύτψων σΤΟLχεΙων: του ~λLου κoc~ τ~ς βροχης. Ή 'ι ρκοινίοι, πεpιox~ τΊjς Άσίοις στις ν6τιες κοιι νοτιοοινοιτολικες ά.κτες τΊjς Κοισπίοις ΘOCλοισσοις, ά.ποτελοσσε εποιρχίοι τοσ Περσικοσ κρOCτους. ΤΟ ν6'1)μοι '6jς φρocσ'l)ς 'Υ'ρκαν[α εσται ή ταφη γίνετοιι σοιφες στο ποιροικάτω χωρίο τοσ ΠλουτOCρχου, Ε! αύτάρκης ή κακ[α προς κακοδαψον[αν
499d οπου διοιβOCζου
με: 'Υρκανων δε κύνες, ΒαΚτΡιανων δ' γρνιθες νεκρους έσθfουσι κατα ν6μους" πρβ. κοιι Σέξτος 'ΕμπειΡικ6ς, Πυρρώνειαι ύποτυπώσεις ΠΙ
227:
'Υ'ρκανοι' δε
χυσlν αύτους
[sc. τους νεκρούς] εκτ[θενται βοράΥ" Ίνδων δ' ένιοι ΥυΨΕ. Βλ σχετικOC κοιι τ~ διεξoδικ~ ά.νοιφορOC στο ά.π6σποισμοι ά.πο τον G. Giannantoni, SR, τ. ΠΙ σ. 393, σ'l)μ. 45. 1. Άκολουθω στη μετocφροισ'l) τ~ δι6Ρθωσ'l) τοσ F.W.A. Mullach, αν δε yϊiπες &πτωνται, Ίνδικη (FPhG Il ρ. 306d n. 76) ά.ντΙ του φθοιρμένου αν δε yϊiπες ιΧπτέον τΊjς ποιρocδοσ'l)ς, το όποιο δεν δίνει ν6'1)μοι.
142.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Ά νθΟλ6Υιον ΠΙ
6, 36.
Ό ΔΙΟΥiνης τους πολλους tφασκεν ζωντας μεν έαυτους σήπειν λου τροις
riyyovrrx;
και' &φροδισίσις τήκοντας, &ποθν!;σκοντας δ' έν θυ
μιάμασι το σωμα κελεύει ν &ποτίθεσθαι, τους δ' έν μiλιτι, ύπερ του μη ταχέως κατασαπηναι.
Ό ΔωγένΎJς ~λεγε ΌΤL ο[ πολλοι ανθρωΠΟL κάνουν να σocπΙζεL το κορμΙ τους, Όσο ζουν, μουσκεύοντά.ς το στα λουτρα κocι δLOC λύοντάς το με τις ~δoνές, οτocν πεθocΙνουν Όμως άφ~νoυν Eντoλ~ να άποτεθεί μέσoc σε θυμLάμocτoc,
KL αλλΟL πάλL σε μέλL, YLIΧ να
μ~ λLώσεL γρ~γoρoc.
143. CICERO, Tusculanae disputationes Ι 43, 104. Durior Diogenes, et is quidem eadem sentiens, sed ut Cynicus asperius: proici se iussit inhumatum. Tum amici: «volucrihusne et feris?» «minime vero», inquit, «sed hacjlum propter me, quo ahjgam, ponjtote». «quj poterjs?» 10j, «non enim sentjes». «qujd igitur mihj ferarum laniatus oberit nihJ1 sentienti?».
llLO τρocχυς ~τocν ό ΔLογένΎJς KL είχε βέβOCLOC KL ocύτος τ~ν ΊδLOC αΠOψΎJ, ώς κυνLκος ομως τ~ν Εζέφρocσε με μεγocλύτεΡΎJ σκλΎJρ6-
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
Τ'fjτα: ε~ωσε εντoλ~ να τον αψήσουν αταφο. ΡώΤ'fjσαν τ6τε
OL
φίλοι: «Στα πουλια χαι στα αγρια θ'fjρία;» «Καθ6λου», εΙπε
εχεΤνος «να βάλετε ~ίπλα μου ενα pαβ~ί, για να τα ~ιώxνω». «πως θα μπορεΤς να το χάνεις αuτ6;» ρώΤ'fjσαν εχεΤνοι, «εσυ
~εν θα αΙσθάνεσαι τίποτα». «Τ6τε λοιπον ώς προς τί θα με
βλάψει το χατασπάραγμα απο τα αγρια θ'fjρΙα, αφου ~εν θα αΙ σθάνομαι τίποτα;»
144. CICERO, Pro Murena 36, 75. Is [sc. Q. Tubero], cum epuJum Q. Maximus Ρ. Africani patrui sui nomine popuJo romano daret, rogatus est a Maximo ut trjcljnjum sterneret cum esset Tubero ejusdem Afrjcani sororjs fjlius. Atque jlle, homo erudjtjssjmus Βα Stojcus, stravjt pelljculjs haedjnjs lectuJos Punjcanos et exposujt vasa Samia, quasj vero esset Djogenes Cynjcus mortuus et non djvinj homjnjs Afrjcanj mors honestaretur. Αuτ6ς, οταν ό Κουιντος Μάξιμος παρέθετε επΙσ'fjμο γευμα στον ρωμα·ι:χΟ λα6, στο ονομα του Π6πλιου
' Αφριχανου, '
του
~'λ φου του, προτα'θ"" 'λ ινο, επειπατραοε ,'fjχε για να στρωσει το τριχ
~~ ~ταν γιος τ~ς α~ελφ~ς του ' Αφριχανου. Κι εχεϊνος, ανθρω πος πολυμαθέστατος χαι Στωιχ6ς, εστρωσε με ~εpματάχια ερίφων τις μιχρες φοινιχιχες χλΙνες χαι απλωσε τα Σαμιαχα
αγγεΤα σαν να εΙχε, στ' αλ~θεια, πεθάνει ό Διογέν'fjς ό Κυνιχος χι οχι σαν να τιμουσαν το θάνατο ένος εξαιρετιχου ανθρώπου, του ' Αφριχανου.
145.
ΠΑ Ύ'ΣΑΝΙΑΣ, Έλλά80ς περιήγησις ΙΙ
2, 4.
Άνιουσι 8ε είς Κ6ρινθον και αλλα έστι κατα την ό80ν μνήματα, και προς τn πύλη Διογένης τέθαπται ό Σινωπεύς, όΎ κύνα έπ{κλησιν κα λουσιν 'Έλληνες.
Καθως αν'fjφορΙζει χανεις για την Κ6ρινθο ύπάρχουν χατα μ~
χος του ~p6μoυ χαι αλλα μν~ματα
- χι εχεϊ χοντα στ~ν πuλ'fjΙ
27::
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
εΙναι θαμμένος ό ΔωγένΊjς άπο τ~ ΣινώΠ'η, αυτος που ο[ "Ελ ληνες του 'χουν οώσει το παρωνύμιο ό 'Σκύλος'.
1.
Πρβ. Διογένης Λαέρτιος νι
78 [= Διογένης 134].
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων και δογμάτων συνα
146.
γωγη νι 'Επέστησαν
78-79. οΙ' πατέρες και οΙ' ύπερέχοντες] τ' αύτψ
[sc.
[sc.
Διογέ
νει] κίονα και' έπ' αύτψ λίθου Παρίου κύνα. Ύστερον δε και οΙ' πολί ται αύτου χαλκαϊς είκόσιν έτίμησαν αύτον και έπέγραψαν ουτω' γηράσκει και χαλκος ύπο χρόνου, άλλα σον ουη κυδος ό πας αίών, Διόγενες, καθελεϊ·
μουνος έπε, βιοτας αύτάρκεα δόξαν έδειξας θνατοϊς και ζωας οlμον έλαφροτάταν. Έση και ήμων έν
(79)
-r<;J
προκελευσμαηκψ μέΤΡl;J
Α. Διόγενες, αγε λέγε τίς έλαβέ σε μόρος ές 'ί!ίΟος. Δ. Έλαβέ με κυνος αγριον όδάξ.
Ο[ γεροντότεροι xtxL ο[ προύχοντες εστ-ησαν μια στ~λΊj προς τL μ~ν του ΔΙOγένΊj κι εβαλαν επocνω ενα σκύλο άπο πocριο μocρμα ρο. 'Έπειτα τον τΙμΊjσαν xtxL ο[ συμπολΙτες του με χocλκινο ocγαλ-
,/
,/
" / ' , " / '''' / / ,ο καφος "/λ γκρεμισει ο ος
/ / , / ,/ / ' / ' , "'" ~ γιατι μονος εσυ εοεΙι.,ες
μα, κι εγρα Ψ αν επανω ΤΊjν ακο λ ου θ Ίj επιγpαψΊj:« Φθ εφεται ακομΊj κι
""
, ο
θ"α
οεν
λ' "'/~ Δ χα κος απο το χρονο, ΤΊj OΙΚΊj σου ομως ΟΟι.,α, ωγενΊj, ΤΊjν
στους άνθρώπους το πιο ευκολο μονοπocτι για μια ζω~ γεμocτη ,
/
αυταρκεια».
1
(79)
'Ύ' / 1 παρχουν
'''' / και οικοι
μας
/ στιχοι
,/ σε μετρο
προκελευσματικό: «Α. ΔΙOγένΊj, πές μας ποιoc θανατεp~ μο'i."ρα
σε π-ηρε στον "AoΊj. Δ. Μ' &ρπαξε το ocrpιo Οόντι ένος σκύλου».2 Πρβ.
FPhG
ΙΙ ρ.
296 π. 7. 116.
1.
Πα:λα:τινη 'Ανθολογία: χνι
τινη 'Ανθολογία:νιι
147.
ΠΑΛΑΤΙΝΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ, νΗ
63
(Άόέσποτο).
τον κύνα Διογένη, νεκυοστόλε, δέξο με, πορθμευ, γυμνώσαντα βίου παντος έπισκύνιον. 18.
ΟΙ Αρχαίοι Κυνικοί
334.
2.
Πα:λα:
274
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
Περαματάρ'Υ) των νεκρων, πάρε κι έμένα, το σκύλο ΔΙOγένΊj. ι
ι
που Τ'Υ)
148.
ζ
ι
ω'Υ)
ξ
ι
')
εγυμνωσε απ
,
Ι
,
"'λ
Τ'Υ)ν προσΠΟΙ'Υ)σ'Υ) και Τ'Υ)ν α
ΠΑΛΑΤΙΝΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ, ΥΗ
α
ζ
,
ονεια.
64 ('Ά3Ί)λο).
α. Είπέ, κύον, τΕνος άν8ρος έφεστως σήμα φυλάσσεις; β. Τού Κυν6ς. α. Άλλα τΕς ~ν ο/5τος άνηρ ό Κύων;· β. ΔΙΟΥένης. α. Γένος είπέ. β. Σινωπεύς. α. 'Ός πΕθον (βκει; β. Και' μάλα. Νύν
8$
θανων άστέρας οΊκον έχει.
α. Πές, σκύλε, ποιανου τον τάφο στέκεσαι Σ κυ'λ ου.
α.
"
xcxt φυλας; β. του ' . 'Ο
ΜΙ ι.,. ,Ι,ο αν θ ρωπος, ο Σ κυ'λ ος; β α ποιος 'Υ)ταν αυτος
Διογέν'Υ)ς. α. πουθε βαστουσε ~ γενιά του; β. 'Απο τ~ Σινώπ'Υ). α. Έκεί.'νος πο\; 'μενε στο πιθάρι; β. Άκριβως
xcxt τώρα πο\;
πέθανε εχει για σπίτι του τ' α.στρα.
149.
ΠΑΛΑΤΙΝΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ, ΥΗ
65 (Άντιπάτρου).
ΔΙΟΥένευς τ68ε σήμα, σοφού κυν6ς, ός ποτε θυμij) άρσενι Υυμνήτην έξεπ6νει βΕοτον,
(jΊ μία τις πήρα, μία 8ιπλo~ς, el; άμ' έφοίτα σκίπων, αυτάρκους όπλα σαοφροσύνας. άλλα τάφου τού8' έκτος (τ', άφρονες, ώς ό Σινωπευς
έχθαίρει φαύλο ν πάντα και είν
'At8n.
του Διογέν'Υ) εΙν' αυτος ό τάφος, του σοφου Σκύλου, πο\; παλια
,
')
\
"ξ' Ι ~" ζ' Ι καποτε αντε ε με αντρικια καροια μια ω'Υ) στ'Υ) γυμνια'
')
\
αυτος
πο\; 'χε ενα σακούλι στον ι1μο, ενα οιπλωμένο ρουχο, ενα ρα
βοί, τα 5πλα τ~ς γεμάΤ'Υ)ς σωφροσύν'Υ) ανεξαρτφίας. Μακρια 5μως απο τον τάφο του, α.μυαλοι! Γιατt κάθε αχρεί.'ον αυτος απο τ~ Σινώπ'Υ)
150.
xcxt στον 'Άο'Υ) ακ6μ'Υ) τον έχθρεύεται.
ΠΑΛΑΤΙΝΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ, ΥΗ
66 (Όνέστου).
Βάκτρον και' πήρη και' 8ιπλ60ν εlμα σοφοιο ΔΙΟΥένευς, βι6του φ6ρτος ό κουφ6τατος.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
275
πάντα φέρω πορθμηϊ' λέλοιπα Υαρ oιJδεν ι5περ Υης άλλά, κιίον, σα{νοις, Κέρβερε, τ6ν με κιίνα.
Μια. μα.γκούρα., ~να. σα.κούλι κι ~να. aιπλωμένο ροϋχο ~τα.ν το πα.νάλα.φρο φορτίο στ~ ζω~ τοϋ σοφοϋ ΔωγένΎj. 'Όλο\)ς τους ΠΎjγα.ίνω στον πεpα.μα.τάpΎj· για.τΙ τίποτε aεν αφ~νω πάνω στ~ ~
γΎ).
151.
'
'Ε σ\) ομως, ,ι Ιλ ΚΙερ β ερε, χα.ιοε ι ~ Ψ ε κι εμενα., ,Ι 'Σ κ\) Ιλ ο. σκ\) ε, τον
ΠΑΛΑΤΙΝΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ, ΥΗ
67 (ΛεωνίΟοu).
Άtδεω λυπηρε διήκονε, τοuτ' Άχέροντος rJδωρ δς πλώεις πορθμ{δι xuIΧvi71, δέξαι μ', εί κα{ σοι μέΥα βρίθεται όκρυ6εσσα βαρις άποφθψένων, τον κιίνα ΔιoyένΎjY. 'Όλπη μοι και' πήρη έφ6λκια και το παλαιον εσθος, χώ φθψένους ναυστολέων όβολ6ς. Πάνθ' όσα κήν ζωοις έπεπάμεθα, ταuτα παρ' ':4ιδαν ερχομ' εχων- λείπω δ' oιJδεν ι5π' ήελίιμ.
Λ\)ΠΎjμένε ύΠΎjpέΤΎj τοϋ 'ΆaΎj, που aια.πλέεις με τ~ μα.ύpΎj βάρ κα. τα. νερα. τοϋ 'Αχέροντα., aέξο\) κι εμένα. στο πα.γερΟ πλεού μεν6 σο\), μ6λο πού 'να.ι κα.τάμεστο απ' τους αποθα.μένο\)ς, τον σκύλο ΔΙOγένΎj. 'Ένα.
po·t κι ~να. σα.κούλι, το λιωμένο ροϋχο, κι
Υι aEXιXpoc για. το τα.ξίaι τΎjς θα.νΎjς δλες κι δλες οι αποσκε\)ές μο\). 'Ό,τι aιx6 μο\) εΙχα. στ~ γΎj το κο\)βα.λνω μα.ζΙ μο\) στον
'ΆaΎj, τίποτα. aεν εχω αφ~σει κάτω απ' τον ~λιo.
152. ΠΑΛΑΤΙΝΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ, ΥΗ 68 ('Apxiou). 'Αϊδος dj νεκυηΥέ, κεχαρμένε δάκρυσι πάντων, δς βαθυ πορθμειίεις τοuτ' Άχέροντος rJδωρ, εί κα{ σοι βέβριθεν ύπ' είδώλοισι καμ6ντων
όλκάς, μη ΠΡολ{Π71ς ΔΙΟΥένη με κιίνα. όλπΎjY και' σκ{πωνα φέρω και διπλ60ν εlμα και' πήpΎJY και' σοι ναυτιλ{ης όβολ6ν.
και' ζωος τάδε μοuνον, ιΧ και' νέκυς djδε κομίζω, εΊχον- ι5π' ήελίου δ' ου τι λέλοιπα φάει.
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚιΝΙΚΟΙ
276
"Ώ περαματάρ'Υ) του 'Άa'Υ) , εσυ που για χαρά σου ~xεις τα Μ κρυα όλονων και που aιαπλέεις τουτα τα βαθεια νερα του 'Α χεροντα: '
μ "'λ ο ο
\
που
\
το
π λ" εουμενο
ϊ!:' ' λο ε.ναι ~εxει
σου
'
\
απο
σκιές, μ~ μ' αφ~νεις πίσω, εμένα, τον σκύλο Διογέν'Υ). 'Ένα pot
"
εχω
μα ζ'ι
,
μου
κι
,~,
"β~'" ενα ρα σι, ενα
,
"Ι
-
~ λ' σΙΠ ωμενο
και μια σεκαρα για το περασμα σου.
Κ
\
αι
ζ
ρουχο,
\
\
,
~ σισακκι
το
\"
ωντανος που 'Υ)μουν
αυτα 'χα μόνο, 5σα και πεθαμένος κρατω EaiJJ' κι οϋτε ~xω
αφ~σει τίποτε κάτω απο το φως του ~λιoυ.
153.
ΠΑΛΑΤΙΝΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ, ΙΧ
145 (ΆΟέσποτο).
'Ελθων εις Ά tδη ν, 6τε δη σοφΌν ηνυσε γηρας, Διογένης ό κύων Κροtσον ιδων εγέλα και' στρώσας ό γέρων τΌ τριβώνιον εγγυς εκε{νου, του πολυν εκ πο ταμ ο υ χρυσΌν άφυσσαμένου, εΊπεν- «έμοι και νυν πλε{ων τ6πος 6σσα γαρ εΊχον,
πάντα φέρω συν εμο{, Κρο'ίσε, συ δ' ούδεν lχεις».
Σαν ~φθασε στον "Aa'Y) ό σκύλος Διογέν'Υ)ς, 5ταν πια τα σοφα
γεράματά του εΙχαν τελειώσει, γέλασε βλέποντας τον ΚροΤσο, κι άπλώνοντας το τριμι!ένο ρουχο του κοντα-κοντα σ' εκεΤνον
που πoΛU χρυσάφι εΙχε βγάλει απ' το ποτάμι,l του εΙπε: «Έγω και τώρα πιότερ'Υ) &πλα ~xω απο σένα' 5,τι ~ταν aικό μου, το κρατω έaω, μαζί μου, εσυ 5μως ΚροΤσε, aεν ~xεις τίποτα».
1. ' Απο
154.
τον Πακτωλ6.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων και δογμάτων συνα γωγη νι
80.
Φέρεται δ' αύτου 'Ιχθύας,
Κολοι6ς,
Διογένους] βιβλ{α τάδε' διάλογοι' Κεφαλ{ων,
[sc.
Π6ρδαλος, Δημος Άθηνα{ων,
ήθική, Περι' πλούτου, Περι θανάτου.
-
'Ερωτικ6ς, Θε6δωρος,
'ΕπιστολαΙ
-
Πολιτε{α,
Ύιjι{ας,
Τέχνη
Άρ{σταρχος,
TpαγCΡδ{αι έπτά· Έλένη, Θυέστης,
Ήρακλης, Άχιλλεuς, Μήδεια, Χρuσιππος, Οίδ{πους.
Σωσικράτης δ' εν
ri(J
πpώτCΡ τYjς Διαδοχης και' Σάτυρος εν
τcρ των Β{ων ούδεν εΊναι Διογένους φασ{'
[ ... ]
ri(J τετάρ ri(J έβδ6-
Σωτ{ων δ' εν
277
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
μ<ρ
ταυτα
μόνα
φησι
Διογένους
ε[ναι'
Περι'
ι:Χρετης,
Περι'
ιΧΥαθου, 'Ερωτικόν, Πτωχόν, Τολμαίον, Πόρδαλον, Κά.σανδρον, Κε φαλ{ω να,
Φιλ{σκον,
Άρ{σταρχον,
Σ{συφον,
Γανυμήδην,
Χρε{ας,
Ώς βιβλΙα το\) ΔιoγένΎJ αναφέρονται τα. ακ6λουθα.
Δι&:λο
'Επιστολά.ς.
γοι: ΚεφαλΙων, Ίχθύας, Κολοι6ς, Ό λαος τ~ς Άθ~νας, Πολι τεΙα, Ή TέXνΎJ τ~ς ~θικ~ς, Περι πλούτου, Έρωηκ6ς, Θε6aω ρος, 'ΥψΙας,
' ΑρΙσταρχος, Περι θαν&:του. Έπιστολές. Έπτα.
ΤΡαγωaΙες: ΈλένΎJ, ΘυέσΤΎJς, Ήpακλ~ς, Άχιλλεύς, Μ~aεια, ι Ο'Ν 'Ω στοι σο ο 'Σ ωσαpαΤΎJς, ι ,β ιωιπους. στο πρωτο Χ ρυσιππος, βλΙο τ~ς Διοιδοχης,1 και ό Σ&:τυρος, στο τέταρτο βιβλΙο των Βίω.} ύπoσΤΎJPΙζoυν δτι κανένα απο αυτα. aεν εΙναι το\) ΔωγένΎ) [ ... ] Ό ΣωτΙων π&:λι, στο εβaομο βιβλΙο,3 ύΠOσΤΎJPΙζει δη το\)
ΔωγένΎJ εργα εΙναι μ6νον αυτα. έaω: Περι αpετ~ς, Περι αγα θο\), Έρωτα6ς,
Πτωχ6ς, Τολμαίος, Π6Ρaαλος, Κ&:σανaΡος,
ΚεφαλΙων,
ΦιλΙσκος,
,Ανέκaοτα,
Έπιστολές.
' ΑρΙσταρχος,
ΣΙσυφος,
Γανυμ~aΎJς,
Ό ΔιoγένΎJς Λαέρτιος παραδίδει Ι:δω δύο διαφορετικους καταλόγους με τα εργα του ΔιoγένΎJ, εναν ό όποιος περιλαμβOCνει 21 τίτλους και εναν με 14 τί τλους, και μόνο για τον δεύτερο ocπο αύτους αναφέρει ώς ΠΎJγή του τον Περι π(xτ'ΎJΤΙΚo Άλεξανδρινο Σωτίωνα (πρωτο μισο του 20υ αΙ π.χ.), συγγραφέα
μιας Διαδοχr,ς των φιλοσόφων, Ι:νω παpocλλΎJλα σΎJμειώνει οτι σύμφωνα με τον ΣωσικpocτΎJ, τον Ρόδιο ίστορικο και βιογρOCφο του 20υ αΙ π.Χ. και τον
επίσΎJς Περιπατψικο βιογρOCφο ΣOCτυρο (30ς αΙ π.Χ.) ό ΔιoγένΎJς δεν εΙχε συγγρOCΨει τίποτα. τουτο αντιβαίνει στ~ pψ~ μαρτυρία του Στωικου ΚλεOCν
θΎJ (fr.
590 SVF Ι ρρ. 132-3) οτι Τι ocπoδι3όμενΎj στον ΔιoγένΎJ Πολιτε{α εΙ
ναι γνήσια. ΆνεξOCρτψα ομως ocπο αύτο θα ~ταν σφOCλμα να θεωρήσουμε τον
ΔΙOγένΎj OCπλως εναν +,θικολόγο διανοούμενο πο':' δεν 'έχανε ευκαιρία να χλευOCζει - με τις πρOCξεις και με τα λόγια του -
τις αξίες του πολιτισμου,
κοιι ό όποιος δεν εΙχε γρOCψει τίποτε, ιδίως αν ανοιλογιστουμε οτι στ~ν ' Α&ήνα 70υ 40υ οιΙ κοιμια πνευμoιτικ~ κίνΎJσΎj δεν μπορουσε να παpαΙΤΎjθει από δΎJμo σιεύσεις. - Οί 360 κατOCλογοι του ΔιoγένΎJ Λαέρτιου παρουσιάζουν μεγOCλες αποκλίσεις: μόνον πέντε τίτλοι ('Ερωτικός, Πόρδαλος, Κεφαλ{ων, Άρ{σταρ χος, 'Επιστολαι') απαντουν και στους 360 καταλόγους, χωρις πάντως να
αποκλείετοιι και ΟΙ τίτλοι Περι' άρετης και Περι' άΥαθου του δευτέρου κατα λόγου να αποτελουν {ιποτίτλους συγγραφων, ΟΙ όποιες στον πρωτο κατάλογο φέρονται με α.λλο τίτλο. Σχετικα με τ~ν ocθέτΎJGΎJ όρισμένων συγγραφ(;,ν - ανάμεσα στις όποιες Τι Πολιτε{α και οί τραγωδίες - ocπο τον ΣωσικpOCτ"fι
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
278
κοιι τον Σocτuρο, κοιι τ~ν OCΡνΊ)σΊ) του Σωτίωνοι νΟι σuμπεριλocβει στΟι γν~σιoι ερ
γοι την Πολιτεία ό Κ.ν.
Fritz, QuelJenuntersuchungen κλπ. σ. 58, βοισιζ6μενος F. Dummler, AntΪsthenika, σ. 64 κΙ, ~χει δείξει
σε ποιλοιι6τερες ερεuνες του
πειστικOC 8τι οφείλετοιι σε στωικες έπιδρOCσεις: οΙ Στωικοι είχα.ν τ~ν τάσΎ) νOC &:πορ ρ(πτουν τΙς πιο ocκpι:X~'ες θέσεις ,,;ου Κυνισμου ώστε να. μ~ν ιΧνΙΧλαμβάνουν καΙ οΙ Ίδιοι, οΙ όποιοι δια.μέσοu των Κuνικων κοιι Ιδίως του' ΑντισθένΎ) έπιζΎ)τουσοιν νOC
&:να.χθουν στον ΣωκρOCτη, την ευθυνΎ) τέτοιων διδα.σκοιλιων. Ό Κ.ν.
Fritz,
ο.π., σ.
56-57 ποιροιτηρει σχετικΟι οτι &:πο τον ΚοιτOCλογο του Σωτίωνοι, ό όποιος έκ φρOCζει έν προκειμένω τον στωικο κοιν6νοι ιΧνοιφορικΟι με το σuγγροιφικο εργο του ΔιογένΊ), λείπει ~ Πολιτεία κοιιΜο τροιγωδίες (ΟΙδίπους, Θυέστης), στις όποιες ό ΔιογένΊ)ς ύπoστ~pιζε ιΧπ6ψεις ιΧσuμβίβοιστες με τον Στωικισμ6, ένω
ιΧπο τ~ν ocλλΊ) ό κοιτOCλογος οιύτος ιΧρχίζει με Μο. τίτλοuς χοιροικτηριστικΟι στωικου ένδιοιφέροντος: Περι' ιΧpετijς κοιι Περι' ιΧγαθοσ.
-
ΣχετικΟι με όρισμέ
νοι ocλλοι εργοι των ποιροιπOCνω κοιτοιλ6γων σΊ)μειώνοuμε γιΟι τον Πόρδαλο οη
στ~ χειΡ6γροιφΊ) ποιρOCδοσΊ) φέρετοιι κοιι ώς Πάρδαλις ~ Πάρδαλης οΙ Μο τε λεuτοιιες γροιφες μα.ς ποιροιπέμποuν σε εργο με έπιθετικους στ6χοuς οπως οΙ
Καταβάλλοντες του Π ρωτοιγ6ροι, ένω ~ ΠΡΟΊ)γουμενΊ) (Π όρδαλος) στ~ν κ~ ιΧνοιίδειοι. ΓιΟι τ~ν Πολιτεία ό Ε.
Literatur,
KUVL-
Schwartz, CharakterkIJpfe aus der antiken
σ. 127, εΙκάζει i5τι σε οιύτην ό ΔιογένΊ)ς θΟι διοικ~ρuχνε τ~ν διocλucrΊJ
κάθε πολιτειοικης τάξΊ)ς, ένω γιΟι τ~ν Τέχνη ήθιχη ~ Μ.-Ο. διεξοδικο ύπ6μνΊ)μOC ΤΊ)ς
L 'Ascese cynique ύποσΤΊ)ρίζει
Goulet-Caze
στο
οη ιΧποτελουσε το δογ
μοιτικο θεμέλιο της ποιλοιιοκuνικΊjς ιΧσκ~σεως κοιι οτι ολοι τΟι βοισικΟι διoινo~μoι τοι των δοξογροιφικων ποιροιγρOCφων 70-71 τΊjς Συναγωγης του ΔιογένΊ) Λοιέρ
τιοu ιΧνOCγοντοιι σε oιύτ~ν. οι,'Επιστολες δεν rtxouv κοιμίοι σχέσΊ) με τΟι σωζ6μενοι κείμενοι που φέροντοιι ώς Έπιστολες του ΔιογένΊ), οΙ όποιες είνοιι ν6θες, πoΛU μετοιγενέστερες, κοιι rtxouv κOCποιοι ιΧξίοι μ6νο γιΟι τ~ν έξέλιξΊ) του μυθοu του ΔιογένΊ). ΓιΟι τις τροιγωδίες του ΔιογένΊ) ~δΊ) οΙ ποιλοιι6τεροι έρεuνψες
(Gomperz, Dummler, Wachsmuth) EXouv δείξει οτι δεν πρ6κειτοιι γιOC θεοιτρικΟι εργοι ιΧλλOC γιΟι ποιρωδίες με διδα.κτικους στ6χοuς που γιΟι το περιεχ6μεν6 τοuς
είνοιι δuνοιτον νΟι σΧΊ)μοιτίσοuμε κOCποιοι Ιδέα. με βOCσΊ) Ιδίως τους Λόγους του Δίωνοι του ΧΡuσοστ6μοu. ΚοιτΟι τον H.D.
Cynics,
Rankin, Sophists, Socratics and
σ. 232, ό Έρωτιχος θΟι μπορουσε νΟι εΙνοιι μιΟι σα.τιpικ~ ιΧπOCνΤΊ)σΊ) στο
πλοιτωνικο Συμπόσιο, ένω ό Φιλίσχος, ονομοι γιΟι το όποιο τίποτε δεν είνοιι γνωστ6, ιΧποτελει κοιτΟι τον Κ.ν.
Fritz,
ο.π., σ. 57, οιύθοιίρεΤΊ) έπιν6Ί)σΊ) των
Στωικων. ΟΙ Χρείαι, τέλος, ~σoιν σuλλογες συντομων ιΧνεκδ6των, οπως οιύτΟι που φέροντοιι στον Στοβοιιο ώς διατΡιβαl τοσ Διογένους.
2. fr. 17 FHG ΠΙ ρ. 164.
503.
155.
1. fr. 21 FHGiv ρ.
3. fr. 19 Wehrli.
ΕΥΔΟΚΙΑ, Ίωνια 332 ρ. 245, 10-14.
Φέρεται δ' αύτού
[sc.
να{ων,
Τέχνη ήθική, Περι' άρετής, Περι' άγIΧθoύ, Περι'
Πολιτε{ιχ,
Διογένους] συγγράμματα τάδε' Δήμος Άθη
ΔΤΟΓΕΚΗΣ
279
πλούτου, TpαYtιJδ{αι επτά, Περι θανάτου, Περι' πτωχε{ας, διάλΟΥΟΙ πολλοι' και' άλλα τινά.
'Ως εργα του ΔιoγένΎJ αναφέρονται τα έξ-ης: Λαας της 'Αθήνας, Πολιτε{α, 'Η τέχνη της ήθικης, Περι' αρετης, Περι αγαθο;;, Περι' πλούτου, έπτα τραγωδίες, Περι' θανάτου, Περι' φτώχειας, πολλοι διάλογοι και όρισμένα αλλα. , Απο τους τΙτλους που περιλocμβocνοντocι στον κocτocλογο τ~ς ΨευοοευοοκΙocς
~ξι (Δημος 'Αθηναίων, Πολιτεία, Τέχνη ηθιχη Περ! πλούτου, Τραγωδίαι έπτα, Περ! θανάτου) ά.πocντουν στον πρωτο κocτocλογο του ΔΙOγένΎj Λocέρτιου, κocι τρείς (Περι' &:ρετης, ΠερΙ &:yaOo!J, Περ! πτωχείας) στον κocτocλογο που ό ΔΙOγένΎjς Λocέρτιος προσγρocφει στον ΣωτΙωνoc.
156. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων και' δΟΥμάτων συνα ΥωΎη νι 48.
'ΗΎησ{ου παρακαλουντος χρησα{ τι αύτ~ τι~ν συΥΎραμμάτων, «μά ταιος», Εφη [sc. ό ΔΙΟΥένης], «τυΥχάνεις, (J) ΉΥησ{α, δς ίσχάδας μεν Υραπτας ούκ αιρ,η, άλλα τας άληθινάς άσκησιν δε παριδ&η την άλη θινην επ! την ΥεΥραμμένην όρμο/ς».
"Οταν κάποτε ό 'Η γΎJσί ας l παρακαλουσε τον ΔιoγένΎJ να του δανείσει κάποιο απο τα συγγράμματά του, έκεινος, ό ΔιoγένΎJς, του εΙπε: «'AνόΎJτoς εΙσαι, ΉγΎJσία: τα ζωγραφιστα συκα δεν
τα θέλεις, αλλα προτιμας τα αλΎJθινά' τ~ν ασΚΎJGΎJ ομως τ~ν αλΎJθιν~ τ~ν παραμελεις και στρέφεσαι σ' αυτ~ν που εΙναι γpαμμένΎJ»· «"Ισως ποτε α.λλοτε», σΎjμειώνει ά.νocφερόμενος σε ocύτο το ά.νέκΟοτο ό Ρ. ;'Iίa torp στο οίκείο λ~μμoc ('Διογένης', όπ' ά.ριθ. 44) τ~ς RE «οεν ΠOλεμήθΎjκε με τόσο φocνocτισμο -r. πνευμocτικ~ κocλλιέργειoc τουά.νθρώπου στο ονομoc τ'Ι;ς (,ι,ψuσΊjς" xα.~ του (,'λόγου"»' πρβ. και ΔΙOγένΎjζ ~ι\α:έpτιoς \,τι 5 και ΔΙων Χρυσόστομος, Λόγοι VΙΙΙ (7) 9. 1. Ό φιλόσοφος ά.πΟ τ~ν KυpήνΎj, ό Επι λεγόμενος ΠεισιΘάνατος πέθocνε το 283 π.Χ.
280
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
157. M.C. FRONTO, De eloquentia 1, 3. Quid? PhiJosophi ipsi nonne diverso genere orationis usi sunt? Zeno ad docendum planissimus, Socrates ad coarguendum captiosissimus, Diogenes ad exprohandum promptissimus etc. Τί; M~πως οι Ίaιοι οι φιλόσοφοι
aEV χρ-ησιμοποί-ησαν aιαφΟΡε
τικο ετaος λόγου; Ό Z~νωνας ~ταν σαφέστατος στ~ aιaασκα λία, ό Σωκράτης στο επακρο παραλογιστικος στον ελεγχο, ό Διογέν'Υ)ς ετοιμος να αρχίσει τους όνειaισμους κλπ.
158. APULEIUS, Apologia 9. Ut taceam scripta Diogenis CJ'nici et Zenonis Stoicae sectae conditoris, id genus [sc. lascivissimum] plurima .
. " για να απoσιωπ~σω τα συγγράμματα το\) Διογέν'Υ) το\) Κυ νικου κα.ι του Z~νωνα., του Ιoρυτ~ τ~ς Στωικ~ς σχoλ~ς, αύτο '';'~ το ειοος,
159.
~ λ Ο'Υ)
.
"
' ,
'λ αστο, υπερ β ο λ ιχα ακο
το
"εχει
,
παρα πο λλ' α.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων β{ων κlΧι' 80Υμάτων συνlΧ ΥωΥη ν
KlΧτlΧλέλoιπε
42-3. [sc.
ό ΘεόφplΧστoς] 8έ βιβλ{1Χ κlΧι' ιχύτος 6τι μάλιστlΧ
πάμπλειστlΧ [ ... ] lστι 8έ τά8ε [ ... ] των ΔΙΟΥένους συνlΧyωyη IχΌ
'
'Ο Θ " εοφραστος
"
, ,
"
,
εχει κι αυτος αφ'Υ)σει παμπο λλ α
β ι βλ'ια ...
τ κι ε,-
ναι τα ακόλουθα... Συλλογ-Υ; ιΧποφθεγμά:των του Διογένη, σ' εναν τόμο.
160. Εί
ΑΘΗΝΑΙΟΣ, ΔειπνoσOφιστlΧι' ΙV
8'
164a.
ύμεις όντως, dj φιλόσοφοι, την lΧύτάpκειlΧν άσπάζεσθε κlΧι' των
8ε{πνων τιχ εύτελη, τ[ έντlΧυθlΧ πlΧplΧy[νεσθε μη8έ κληθέντες; ... η ώς τον ΔΙΟΥένους KεφlΧλ{ωνlΧ ιΧΠOσΤOμlΧΤΙOυντες;
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
2ιiΙ
"Αν πpαγματ~κα επιζ-ητεLτε, εσεLς οί φ~λ6σoφo~, τ~ν αυτάpκε~α καΙ. τα λ~τα όεLπνα, γ~ατι. ερχεσθε εόώ χωρι.ς καν να σας εχουν καλέσε~; ... ~ μ~πως γ~α να α.παγγεΙλετε τον ΚεφαλΕωνα του ΔιoγένΎJ;
161.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων β{ων και δογμάτων συνα γωγη ΙΙ
112.
'Ιχθύας... προς 8ν και Διογένης ό κυνικος διάλογον πεπο{ηται.
>
Ό 'Ιχθύας, εναντΙον του όποΙου ό Δ~oγένΎJς ό Kυν~κoς εχε~ συγγpάΨε~ εν αν ό~άλoγo. 'Ο 'Ιχθύας ηταν Μεγαρικος φιλ6σοφος του 40υ αΙ π.Χ. Για. τον πολεμικο χαpακτΎjpα τΎjς συγγpαφΎjς βλ. Κ. Doering, Megariker, σ. 100-1.
162.
ΑΘΗΝΑΙΟΣ, Δειπνοσοφισται ιν 159c.
Διογένης δ' έν τfj έαυτοϊί Πολιτε{1! νόμισμα εΤναι νομοθετεϊ' άστΡα γάλους.
Ό ΔιoγένΎJς, στ~ν ΠολιτεΕα του, όpιζε~ με ν6μο iSη ν6μ~σμoι θα εΤνα~ α.στpάγoιλo~. 'Η πρ6ταση να. ocντικατασταθει το ν6μισμα ocπο ocστραγάλους, δ1)λαδ~ άπο κ6τσια, θα. ocποτελουσε άσφαλως ενα μέτρο κατα. των έκφυλιστικων συνε
πειων του πλούτου στη ζω~ των άνθρώπων. Βλέποντας το χωρίο ύπο διαφο ρετικο πρίσμα ό H.D. Rankin, Sophists, Socratics and Cynics, σ. 231, ση μειώνει - με ν6ημα - οτι ό Διογένης «είχε ίδίαν πείρα των δυσκολιων πο,) συνεπάγεται Τι ποικιλία των μετάλλων».
163.
ΦΙΛΟΔΗΜΟΣ, Περι των Στωικων, στ~λη χν 12 - XV 11.
Άλλα γαρ έπε{ τινες των καθ' ήμας και' περι της Διογένους, ώς γέ φασι, διστάζουσιν Πολιτε{ας, ύπεκδυόμενοι την Στοάν, ρητέον αν είη το και' Διογένους εΤναι και' τον τρόπον εχουσαν τοϊίτον, ώς α'ί τ' άν:):-
282
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
γραφαι' των πινάκων αί' τε βυβλιοθηκαι σημα[νουσιν. Και' Κλεάνθης εν τψ περι' στολης ώς Διογένους αύτης μνημονεύει και' επαινει και'
κοινως τε των εν αύτn διατάξεων κάπι' μέρους εν[ων έκθεσιν ποιεΙται. Και' Χρύσιππος εν τψ περι' πόλεως και' νόμου νη Δι' αύτης μψνήσκε ται
[ ... ]
Κάν τψ περι' πολιτε[ας λαλήσας περι' άχρηστ[ας των οπλων
φησι' ταυτα και' Διογένην λέγειν, οπερ γε εν τn Πολιτε[ο/- μόνον φανή σεται γεγραφώς. Κάν τψ περι των μη δι' αύτα αι'ρετων φησιν εν τ,η Πολιτε[ο/- νομοθετειν τον Διογένην περι' του δειν άστραγάλοις νομι-'
τεύεσθαι. Κειται δέ ταύτ' εν τψ περι' ής λαλουμεν κάν τψ πpώτcρ προς τους &λλως νοουντας την φρόνησιν. 'Αμα κάν τψ κατα τον κατα φύσιν β[ον μνημονεύει γε αύτης και' των εκει δυσσεβων και' συγκατα
τωεται. Κάν τψ δ περι' του καλου και' της ήδονης πολλάκις αύτης και' των εν αύτn μψνήσκεται μετ' εγκωμ[ων. Κάν τψ γ περι' δικαιοσύνης το
περι
της άνθρωποφαγ[ας δόγμα...
κατακεχώρικε.
της αύτης
πραγματε[ας εν τψ ζ περι' του καθήκοντος ... Αύτος θ' ό Διογένης εν τψ 'Α τρει και τψ Οlδ[ποδι και' τψ Φιλ[σκcρ τα πλειστα των κατιχ την Πολιτε[αν αΙσχρων και άνοσ[ων ώς άρέσκοντα καταχωρ[ζει.
Και' 'Αντ[πατρος εν τψ κατα των αίρέσεων της τε του Ζήνωνος μι μνήσκεται πολιτε[ας και' της του Διογένους δόξης ην κατεχώρισεν εν
τn Πολιτε[ο/-, την άπαθ[αν καταπληττόμενος αύτων. Και' φασ[ τινες «'Αλλ' ούκ έστιν ή Πολιτε[α του Σινωπέως, άλλ' έτέρου τινός. Κα
κων γάρ τις ού Διογένης.. ,
[ ... ].
τα καΜ των άνθρώπων ήδη παρα
γράφωμεν, οπως αν ώς όλιγώτατον χρόνον εν ταις επινο[αις διατΡ[
βωμεν αύτων. 'Αρέσκει το[νυν τοις παναγέσι τούτοις κυνων μεταμ φιένυσθαι β[ον- άποκεκαλυμμένως τo'i'ς όνόμασι χρησθαι καΙκερα[ως και πασιν- άποτρ[βεσθαι φανερως διπλην εσθητα μετενδύειν- παρα χρησθαι τοις &ρρεσιν οι' κάν ερωνται, κ&μ μη και άσμένως επιδιδόναι τo'i'ς προαφουμένοις, συνβιάζεσθαι
[ ... ] ...
παιδας πασιν εΙναι κοινούς
άδελφαις έαυτων και' μητράσιν και συγγενέσιν συγγ[γνεσθαι και' τοις άδελφοις και' τοις υιΌις μηδενος άπέχεσθαι μέρους εΙς πλησιασμον μηδέ αν προς γέ τινα συντελijται β[αν- τοις άνδράσιν τας γυναικας,
εΙτα επάγειν και' διαφιλοτεκνειν, οπως αν αύταις συμπλέκωνται, κ&μ
μηδενος τυγχάνωσιν, άγοράζειν τους εξυΠΥιρετήσοντας ώς έτυχε δέ πασι και' πάσαις χρησθαι' ταις Ιδ[αις θεραπα[ναις επιπλέκεσθαι τους
γεγαμηκότας, τας γεγαμημένας μετα των προαιΡουμένων συναπα[ ρειν τους &νδρας άπολιπούσας την αύτην στολην άμπέχεσθαι τοις
άνδράσιν τας γυναικας και' των αύτων μετέχει ν επιτηδευμάτων... δρόμον έτι και' γυμνάσια ... και' γυμνας εΙναι και' εναντ[ον πάντων και' συνγυμνάζεσθαι' άνδράσιν μηδέν άποκεκρυμμένον γ[νεσθαι
[ ... ]
Και'
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
μ!;τε πόλιν y;γεΊσθlΧΙ μηδεμ{ιχν
(J)v
283
έπιστάμεθlΧ μήτε νόμον. ''AπlΧντlΧς
OιεσθlΧι πlΧιδάpιlΧ κlΧι μlΧινOμένOυς ύπάρχειν ως γε κlΧι' νοσεΊν ... έν πli σιν άμlΧpτωλOύς, ωστε μηδέ των νομιζομένων κlΧλων
r;
δικlΧ{ων πlΧp'
lχυτοΊς μηδέν κlΧλOν εν τfj φύσει ΚlΧθεστηκένlΧι.
, Αλλα. έπειo~ όρισμένοι απο τους συγχρόνους μας 'έχουν, δπως λένε, αμφιβΟλίες χα!. για. του ΔιογένΥ) τ~ν ΠολιτείΙΧ, ι ωστε να. μΎj συσχετιστεΤ με τΎj Στοά, πρέπει να. λεχθεΤ δτι ~ Πολιτείιχ χαι εΙναι 'έργο του ΔιογένΥ) χα!. 'έχει τα. χαραχΤYjριστιχα. που τ-ης αποοίοουν οί χατάλογοι χαι οί βιβλιoθΊjχες. Ό ΚλεάνθYjς
στο 'έργο του για. τΎjν ένουμασία [Περι' στολης] την αναφέρει έπαινετιχα. ώς εργο του ΔιογένΥ) χαι οίνει αφενος μια. γενιχ~
περιγραφή ΤYjς χα!. αφετέρου τ~ν πεpιγpαφ~ όρισμένων έπι μέ ρους σYjμείων ΤYjς. ΈπίσYjς, αναφορα. σε αύτΎjν χάνει ό Χρuσιπ
πος στο εργο του Περl. π6λεως κιχ ι' ν6μου
'" χα!. στ!.ς Πολιτεϊ:ες
του. 2 Και στο εργο του Περl. πολιτείιχς, χάνοντας λόγο σχετιχα. με το δτι τα. δπλα εΙναι χάτι &ΧΡYjστο,3 uποσΤYjρίζει δτι τΎjν 'Cοια αΠΟψΥ) είχε χα!. ό ΔιογένYjς
-
αΠΟψΥ) που ό ΔιογένYjς απο
οεοειγμένα μόνο στΎjν Πολιτείιχ τΎjν εΙχε γράψει. ΣτΎjν συγγρα
φή του για. τα. πράγματα που οεν τα. προτιμάει χανεις για. αύτα. τα. 'ίοια [Περι' των μη δι' ιχι.ίτα ιχιρετων] ό Χρuσιππος uποστYj ρίζει οτι ό ΔιογένYjς στ~ν Π ολιτείιχ του οριζε δτι ώς νομίσματα
πρέπει να. χαθιερωθουν οί αστράγαλοι. 4 Ή &ΠΟψΥ) αύτ~ εΙναι γραμμένΥ) στο πρωτο βιβλίο τΊjς πραγματείας σχετιχα. με αύ
τους που έννοουν Οιαφορετιχα. τΎj φρόνYjσYj [Προς τους &λλως νοουντιχς την φρ6νησιν]. Στ~ν πραγματεία του για. τ~ φυσιχ~
ζω~ [Περι' του κιχτα φύσιν βίου] ό Χρuσιππος τ~ν αναφέρει, οπως έπίσYjς τις ασεβεΤς απόψεις που οιατυπώνονται έχεΤ, χαι
έχφράζει τ~ σuμφωνYj γνώμΥ) του. Στο τέταρτο βιβλίο του ερ γου του Περl. του κΙΧλου κιχι' της ήδονης αναφέρεται συχνα. στ~ν
Πολιτείιχ χαι στο περιεχόμενό ΤYjς με έγχωμιαστιχα. λόγια. Και στο τρίτο βιβλίο τΊjς συγγpαφΊjς του Περl. δικιχιοσύνης μιι '" ι λ αει για Τψ αν θ ρωποφαγια
[
] ....
'" σχετιχα με ΤYjν ,,~ ιοια πραγμα-
τεία γίνεται λόγος στο εβοομο βιβλίο του 'έργου του Περι' του / [] ....νιχθ ηκοντος...
/}/" ΙΠΟοΙΧ
χαι,
, στον
' •
.
Κ αι ο ',~ ι " Α τρειχ, / 5 στον ' Ο'ιιοιος ο Δ ιογενYjς στον Λ Φ ι λ ισκο / 6'1εχει περι λ αΙ β' Ι " ει τα περισσοτερα απο
284
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
tl
,
,
"Ι
Ι
Π
,
οσα αισχρα και ανοσια περιεχονται στην
ο
λ
ι
(
,
'ψ
ιτεια: ως απο
εις
ΤΟι) προσωπικές. Ό Άντίπατρος στο εργο ΤΟι) εναντίον των
φιλοσοφικων σχολων [Κα:τιΧ των α:ιρέσεων] αναφέρεται στ~ν
Πολιτε{α: τοu Z~νωνα καL στ~ SιSασκαλία που ό Διογένης Sια τύπωσε στ~ SLX~ ΤΟι) Πολιτε{α: με θαuμασμο για τ~ν απάθειά τοuς. Κι όρισμένοι λένε: «Ή Πολιτε{α:
SEV
είναι εργο τοu Σι
νωπέα αλλα κάποιοΙ) αλλοu· κάποιοΙ) κακοu κι όχι τοu Διογέ
νη7 ... ». ''Ας γράψοuμε τώρα τα όμορφα πράγματα που itxouv πεϊ αUΤΟL ΟΙ Μο, ετσι ωστε να ασχοληθοuμε l5σο το Suνατον λι γότερο με ΤLς εμπνεύσεις τοuς. ΑUΤΟL ΟΙ Μο επαίσχuντοι αν θρωποι αρέσκονται να παριστάνοuν l5η ζοuν οπως ΟΙ σκύλοι· να χρησψοποιοuν απερίφραστα ΤLς λέξεις
-
καL μάλιστα l5λες
- ,
να αυνανίζονται Sημοσίως, να φοροuν το πανωφόρι Sιπλωμένο, να κάνοuν καταxp~σεις με ανSρες τους όποίοuς θεϊ καL με αλλοuς που .,
ι
εuχαριστηση
,
στον
SEV
itxouv
ερωτεu
εΙναι Sιατεθεψένοι να ενSώσοuν με
'ζ
,
,
Ι
\
ει.,αναγκασμο να το κανοuν
....
[]"
\
οη τα παι-
SLιX πρέπει να ιxv~xouv σε f5λοuς, f5η [εΙναι επιτρεπτές] ΟΙ ερω
τικες σχέσεις με ΤLς αSελφές, τ~ μητέρα, τους σuγγενεϊς, με τα
αSέλφια καL με τα παιSιά. 8 Δεν πρέπει να απέχει κανεLς απο καμια εpωηκ~ προσέγγιση, ακόμα κι αν χρειαστεϊ να ασκηθεϊ ' \, Ο'ι γuναικες ι [πρεπει , ] να\ π λησια'ζ ouv ερωτικα , \ σε καποιον. β ια τους ανSρες, να ερχονται με κάθε τρόπο σε επαφ~ με αυτούς,
κι αν
SEV βρίσκοuν κανένα, να αναζητοuν στ~ν αγορα αυτους
που θα ΤLς εζuπηρετ~σοuν. [Ν α ερχονται σε επαφ~] ολες με ολοuς, οπως τύχει. ΟΙ παντρεμένοι να πλαγιάζοuν με ΤLς
Sou-
λες τοuς καL ΟΙ παντρεμένες με οποιοuς ΤLς θέλοuν, αφ~νoντας
τους ανSρες τοuς.9 ΟΙ γuναϊκες να itxouv το 'CSLo ντύσψο με τους ανSρες καL να καταγίνονται με ΤLς 'CSιες ασχολίες, χωΡLς
SιάΚΡιση. [Να πηγαίνοuν] οΙ γuναϊκες γuμνες στο στάSιο καL
\
σης
...
πα λ αιστρες
"
και να
'ζ ονται γuμνα
μα ζ'ι,
κι ΟΙ ανSρες να εΙναι εντελως γuμνοΙ
"
μπροστα
t'λ ouςo σε ο
[ ... ] ΟΙ ανθρωποι SEV
πρέπει να θεωροuν SLX~ τοuς καμια πολιτεία απ' οσες γνωρί
ζοuμε lΟ καL κανένα νόμο.l1 Να θεωροuν οτι ολοι ΟΙ ανθρωποι είναι μικρα παιsια η παράφρονες, οη είναι αρρωστοι
[ ... ]
οτι
σε ολα λαθεύοuν, κι ετσι απο τα πράγματα που λογίζονται σ' αυτους καλα η Sίκαια κανένα
SEV εΙναι απο τ~ φύση καλό ...
Γ ΔΙΟΓΕΝΗΣ
285
το εργο του 'Επικούρειου φιλοσ6φου και ΠΟΙΊ)τη του 10υ α:Ι π.χ. Φιλ63Ί)μου
απο τα. Γά3α:ρα: (περίπου
110-40/35
π.Χ.), πα:ρ' 8λο 8τι εϊνα:ι φτωχο σε πρω
τ6τυπα: 3ια:νο+Ιμα:τα:, εχει σΊ)μα:ντικlj ιΧξία: για. τ~ν Ιστορία: της φιλοσοφία:ς, ιΧφου σ' α:ύτο 3ια:σώζοντα:ι
- συχνα. έπιλέξει -
άπ6ψεις άπο 3ια:φορετικες
σχολές, μετα:ξυ α.λλων κα:ι του 'Επίκουρου. Ή πιο σΊ)μα:ντικ~ πλΊ)ροφορία: που ιΧντλουμε άπο τον Φιλ63Ί)μο σχετικα. με τον ΔιογένΊ) εϊνα:ι ~ μα:ρτυρία: του για. την α:ύθεντικ6ΤΊ)τα: τΎ)ς Πολιτείας. Ή μα:ρτυρία: α:ύτ~ περιέχετα:ι σε τουτο το απ6σπα:σμα: άπο το Περι' των Στωικων, μια. συγγpα:φ~ εντονΊ)ς πολεμικΎ)ς στ~ Στωικ~ φιλοσοφία:, με την όποία: έπιχεφεLτα:ι να. 3ειχτει 8τι ~ Πολιτεία του
Ζ+Ινωνα:, του Ι3ρυτη τΎ)ς Στοocς, ούσια:στικα. είνα:ι έμπνευσμένΊ) OCπο το όμώνυ μο εργο του ΔιογένΊ). Πρέπει πάντως να. λάβουμε υπ' ΟψΊ) 8τι ό Φιλ63Ί)μος 3εν εϊχε πρ6σβα:σΊ) σε πρωτογενες υλικο άλλα. άντλει άπο 3ευτερογενεις κυνικες ΠΊ)γες που μocς εϊνα:ι α.γνωστες.
' Απο το άπ6σπα:σμα: α:ύτ6, που περιέχετα:ι
στους ~μικα:τεστpα:μμένoυς κυλίν3ρους του Έρκουλα:νου, εχουμε μετα:φέρει έ3ώ τα. σχετικώς κα:λύτερα: 3ια:ηpΎjμένα: crΊJμεια: του έξα:φετικα. 3υσα:νάγνω
στου κειμένου.
1. ΔΊ)λα:3~ για. τη γνΊ)σι6ΤΊ)τά ΤΊ)ς. 2. Με τ~ν άνα:φορά του (331-232 π.χ.) κα:ι του Χρύσιππου (280207
στις μα:ρτυρίες του ΚλεάνθΊ)
μ.χ.), τών Μο άμέσως έπομένων έπικεφα:λΎ)ς τΎ)ς Στοocς μετα. τον Ι3ρυτ+Ι ης Ζ+Ινωνα: τον Κιτιέα:
(334/3-262/1
π.χ.), ό Φιλ63Ί)μος θέλει να. OCντικρούσει
την προσπάθεια: τών Στωικών τΎ)ς έποχΎ)ς του να. θεμελιώσουν τ~ν ανεξα:ρη σία: τΎjς 110λιτείας του Ζ+Ινωνα: OCπο τον ΔιογένΊ).
3. Ό Α. Μπα:γι6να:ς, Ή
πολιτικη φιλοσοφία των Κυνικων, σ. 79, υποθέτει 8τι ό ΔΙOγένΎjς θα. είχε υπο στηρίξει σχετικα. με τα. 8πλα: 8τι είνα:ι α.ΧΡΊ)στα: ώς κάτι πα:ρα. φύσιν, κι 8τι τα. ζώα: που OCκολουθουν το ν6μο τΎ)ς φύσΊ)ς ουτε εχουν ουτε χρειάζοντα:ι 8πλα:.
4. Βλ. το OCμέσως ΠΡΟΊ)γούμενο OCπ6σπα:σμα:.
5. 'Ίσως τα:υτίζετα:ι με 6. Ό
τον Θυέστην του πρώτου κα:τα:λ6γου του ΔιογένΊ) Λα:έρτιου νι 80. Κ.ν.
Fritz, Que1Jenuntersuchungen κλπ.,
σ.
57, χα:ρα:ΚΤΊ)ρίζει α:ύτ~ τ~ν OCνα:φο
ρα. ώς α:ύθα:ίρεη έπιν6Ί)σΊ) τών Στωικών- ύποσΤΊ)ρίζει έπίσΊ)ς 8τι 3εν πρέπει να. τα:υτίζετα:ι με τον όμώνυμο Α1γιν+Ιη μα:θΊ)τη του ΔιογένΊ), OCφου, ocν συνέ βα:ινε α:υτο, θα. OCποτελουσε τ~ μoνα:3ικ~ στ~ν Ιστορία: τΎ)ς έλλΊ)νικΎ)ς φιλοσο
φία:ς περίπτωσΊ) που ~να:ς φιλ6σοφος θα. είχε 3ώσει σε εργο του το ονομα: ένος μα:θΊ)τΎ) του.
7. Ό Κ.ν. Fritz, 8.π., σ. 56, σΊ)μειώνει 8τι άντίθετα: με τους
φιλοσ6φους της Άρχα:ία:ς Στοocς, οΙ Στωικοι του 20υ α:Ι π.Χ., OCκολουθώντα:ς
τη γενικ6τερΊ) τάσΊ) τών φιλοσοφικών σχολών τΎ)ς έποχΎ)ς, προσπα:θουσα:ν να. συν3έσουν τη Στωικ~ φιλοσοφία: με τον ΣωκράΤΊ). 'Ωστ6σο, οΙ πoΛU 3υσάρε στες κα:ι εντελώς OCσυμβίβα:στες με τον Στωικισμο OCπ6ψεις που είχε 3ια:τυπώ
σει ό ΔιογένΊ)ς στην Πολιτεία τους προβλΊ)μάτιζε Ι3ια:ίτερα:' κι έπει3~ ό τελευ τα:ιος ~τα:ν OCνα:π6σπα:στος κρίκος της σεφocς που ό3Ί)γουσε OCπο τον Ι3ρυτη τΎ)ς
Στοocς στον Σωκράη (Ζ+Ινων- ΚράΤΊ)ς-ΔιογένΊ)ς- Ά ντισθένΊ)ς), κα:τέλΊ)ξα:ν να. υποσΤΊ)ρίζουν 8τι την Πολιτεία 3εν την είχε γράψει ό ΔιογένΊ)ς OCλλιΧ κακων τις. 8. 'Εν3εχομένως OCνάλογο περιεχ6μενο θα. είχα:ν κα:ι όρισμένες OCπο τις τρα:γω3ίες που OCπο3ί30ντα:ι στον ΔιογένΊ). 9. Ό R. Hoistad, Cynic Hero κλπ. σ. 149, crΊJμειώνει 8τι βλέπουμε ε3ώ πώς μια. κίνΊ)σΊ) έχθpικ~ στον Kυν~-
οι APXAIOΙKfNIKOI
286
σμο σκόπιμα στρεβλώνει τ~ν Kυνικ~ παράΟοσΊ). οι Κυνικες θέσεις που συ ναντίΧμε εοω ουτε με τ~ φιλοσοφία ουτε με την ~θικ~ εχουν σχέσΊ): ό Φιλό ΟΊ)μος θέλει να παρουσιάσει τ~ν Kυνικ~ φιλοσοφία ώς ενα βαρβαρισμο που &ποτελει &πειλ~ για κάθε κοινωνία.
10.
Το νόΊ)μα πρέπει να εΙναι ΟΤΙ ~
KυνLΧ~ OCΠΟψΊ) για την πολιτεία οεν &ντιστοιχει σε όπoιαo~πoτε [στορικως γνωστ~ μoρφ~ πολιτεύματος.
164.
11.
Πρβ. ΔιογένΊ)ς Λαέρτιος νι
ΠΛΟΠΑΡΧΟΣ, Β[οι Παράλληλοι, Λυκοσργος
72.
31,2.
Ταύτην και' Πλάτων Ελαβεν της πολιτε[ας ύπόθεσιν και' Διογένης και' Ζήνων και πάντες όσοι τι περι' τούτων έπιχειΡήσαντες εΖπείν έπαι νουνται, γράμματα και' λόγους ιΧπολιπόντες μόνον.
T~ν 'ίοια αυτ~ πoλιτικ~ άpx~ άκολοί.ιθφε και ό Πλάτων, έπί σΊjς ό ΔΙOγένΊjς και ό Z~νων, και ολοι έκεϊ:νOL για τους όποίους οιατυπώνονται έπαινετικα λ6για, ένω εχουν άφ~σει μ6νο συγ γραφες και πραγματεϊ:ες.
165. HIERONYMUS, EpistuJae LX 5. Legimus Crantorem ... Platonis, Diogenis, Clitomachi, Carneadis, Posidonii ad sedandos luctus o/JuscuJa percurrimus, qui diversis aetatihus diversorum lamenta vellihris vel epistulis minuere sunt conati. Διαβάζουμε το εργο του Κράντορα ... εχουμε κατα νου μικρες πραγματεϊ:ες του Πλάτωνα, του ΔΙOγένΊj, του Κλειτ6μαχου, του KαpνεάoΊj, του Ποσειοώνιου για το πως καταπραυνεται το
πένθος αυτοι σε οιαφορετιχες έποχες πpOσπάθΊjσαν ε'ίτε με βι' βλ ια
ειτε με επιστο λ"ες να
"
"
Θυμίζουμε τον τίτλο Λαέρτιου νι
166.
),ιγοστε'ψ ουν
'θ pΊjνO τον
-
,
καποιων.
Περι θανιΧτου στον πρωτο κατάλογο του ΔιογένΊ)
80 [= ΔιογένΊ)ς 154].
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων και' δογμάτων συνιχ γωγη νι
80.
Τά τε τραγ4Jδάριά φησιν ό Σάτυρος Φιλ[σκου εΊναι του ΑΖγινήτου. Υνωρίμου του Διογένους.
2R7
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
K~ ό Σάτυρος1 uποσΤ'f)ρΙζε~ Ι)η οΙ τραγωόιουλες εIνα~ εργο του
Φ~λΙσκoυ2 απο τ~ν A'{γ~να, μαθψ~ του Δ~ογέν'f)ο
10
Βλ. παραπιΧνω, Διογένης
167.
1540
20
ΔΙOγένΎjς Λαέρτιος νι
750
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' δογμάτων συνα
γωγη νι
730
000 εΙ' γ' αύτου [SCo Διογένους] αι' τpαy~δίαι και' μη Φιλίσκου του ΑίΥΙ νήτου έκείνου Υνωρίμου η Πασιφωντος του Λουκιχνου, ον φησι Φα
βωριΎος έν Παντοδαπfj ι'σΤΟΡ{q: μετα την τελευτην αύτου συΥγράψαιο
00 ο έφ' Ι)σον βέβα~α οΙ τραγωόΙες εIνα~ ό~κές του, του Διογέν'f), και ox~ του Φ~λίσκoυ απο τ~ν A'{γ~να, που ~ταν μαθ'f)τ~ς του, ~ του Πασ~φώντα, του γιου του Λoυκ~ανoυ, γ~α τον όποΤο ό Φα
βωρί νος στις Π α.ντΟς εl'δους [στορ {ες 1 λέε~ I)Τ~ εγραψε υστερα απο το θάνατο του ΔιογένΊ') ο
fro 35 FHG
168.
ΙΙΙ ρο
582-30
ΙΟΥ ΛΙΑΝΟΣ, Λ6ΥΟΙ ΙΧ [νΙ] 7 ρο 186co
Αί' τε γαρ θρυλούμεναι Διογένους τpαy~δ{αι Φιλ{σκου τινος ΑίΥινή του λέγονται ε[ναι, και' εί ΔΙΟΥένους δε ε[εν, ούθεν ιΧτοπ6ν έστι τον σοφον πα{ζειν,
έπει και τουτο πολλοι φα{νονται (των) φιλοσ6φων
ποιήσαντεςο
Γ~ατι και οΙ τραγωόίες του Δ~ογέν'f), γ~α τις όποΤες I)λo~ μ~ λουν, λέγετα~ Ι)η εIνα~ κάποιου Φ~λίσκoυ απο τ~ν A'{γ~ναo αλλα
και αν εIνα~ του Δ~ογέν'f), όεν εIνα~ ό~όλoυ παράόοζο να παίζε~ ό σοφός, αφου αυτο το πράγμα φαίνετα~ Ι)η το εκαναν και ocλλο~ φ~λόσoφo~o
169. ΙΟΥΛΙΑΝΟΣ, Λ6γοι νΗ 6 ρο 21Oc-d κα.Ι 8 ρο 211d-212ao Ίχς άναφερομένας δε είς τον Διογένη τpαy~δ{ας, ουσας μεν και' όμfj λΟΥουμένως κυνικου τινος συΎΎράμματα., άμφισβητουμένας δε κατ:Χ
Q
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
2Η8
τουτο μόνον, ε(τε του 8ι8ασκάλου, του Διογένους, είσίν, ε(τε του μαθη του Φιλίσκου, τΕς ούκ αν έπελθών β8ελύξαιτο και' νομίσαιτο ύπερβολην &ppr;τoυpγίας ού8ε ταις έτέραις &πολελειφθαι;
(8 ρ. 211d-212a)
Οδτος
οδν ό Διογένης όποι6ς τις ην τά τε προς τούς θεούς και' τα προς &νθρώ πους μη 8ια των Οίνομάου λόγων μη8ε των Φιλίσκου τραγιΡ8ιων, α!ς έπιγράψας το Διογένους γνομα της θείας πολλά ποτε κατεψεύσατο κε φαλης, άλλα 8ι' ων έ8ρασεν έργον όποιός τις ην γνωριζέσθω.
KL οσο rLιX ΤLς τραγωοΙες που άΠΟΟLοονταL στον ΔLογένΎJ XIΧL EIVIΧL, κατα XOLV~ όμολογΙα, εργα κάποωυ KUVLXOU ενω άμφL σβΎJτειταL μ6νο κατα π6σο EIVIΧL γραμμένες άπο τον οάσκαλο,
,
τον
Δ
~,
'
LOrEVΎJ,
ης, σεν
,"
ΎJ
τον
μα
θ' ΎJΤΎJ,
,
τον
Φ λ'
L LcrxO,
,
,~ β Υ , ΠΟLος, OLIΧ α",οντας
'
θ' 'θ' β~ λ ,~, θ' 'Υ" α IΧLcr ανοταν σε υγμLα XIΧL σεν α σΧΎJμαη",ε ΤΎJν εν-
ΤύπωσΎJ ΟΤL οεν ύστερουν ώς προς ΤLς πέρα άπο κάθε
0pLO αι
σχρολογΙες ουτε
ΣχεΤLκα
XL
άπο ΤLς έταLρες;
(8
ρ.
211d-212a)
με τ~ στάσΎJ του ΔωγένΎJ άπένανΤL στους θεους XIΧL άπένανΤL
στους άνθρώπους ας μ~ σΧΎJματιζOυμε γνώμΎJ με βάσΎJ οσα άναφέρεL ό Οιν6μαος ουτε με βάσΎJ ΤLς τραγωοΙες του ΦLλL
σκου, ό όποιος προσγράφοντας σ' αυτες το ονομα του ΔLογένΎJ πολλα Ψευo~ πράγματα φ6ρτωσε ίr' αυτο το [ερο πρ6σωπο, άλ λα ας κρΙνουμε ΠΟL6ς ~,αν ό ΔωγένΎJς με βάσΎJ ΤLς πράξεLς του.
170.
ΠΛΟΠΑΡΧΟΣ, Περι' του &ΚΟ,ύειν
7
ρ.
41c-d.
'Ως γαρ των ύπ' αύλον ιf.8όντων α{ πολλαι' τούς &κούοντας ά:μαρτίαι 8ιαφεύγουσιν, ουτως περιττη και' σοβαρα λέξις &ντιλάμπει
TifJ
&κροα
τfj προς το 8ηλούμενον. Ό μεν γαρ Μελάνθιος, ώς εοικε, πεΡI της
Διογένους τΡαγιΡ8ίας έρωτηθει'ς ούκ έφη κατι8ειν αύτη ν ύπο των όνομάτων έπιπροσθουμένην.
ΓLαΤL οπως τα πεΡLσσ6τερα λάθΎJ εκεΙνων που τραγουοουν με τη συνοοεΙα αυλου οεν γLνονταL άνΤLλΎJπτα σ' οσους τους άκου νε, ετσL XIΧL το βαρυφορτωμένο XIΧL πομπωοες ύφος θαμπώνεL
"
, , - , β EL
τον ακρoαΤΎJ XIΧL του κρυ
"
,
'~λ' λ' Π' ωνεL ο ογος. ρεπεL
αυτο που σΎJ
να ~ταν, καθως φαLνεταL, ό ΜελάνθLος, εκεινος που οταν τον
ρώΤΎJσαν rLιX τ~ν τραγωοΙα του ΔLογένΎJ άπάντησε πως οεν εΙχε
,
"λ
σΧΎJ!7αησεL ανΤL
ΎJ
Ψ
ΎJ
, .. rL ' " αυΤΎJν, αφου
,
'/'"
τψ σκεπα",αν
OL(
λ'ξ ε
εLς.
289
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
171.
ΣΟΥΔΑ, στο λ~μμα 'Διογένης' (η.
1142).
jιογένης η Οίνόμαος, 'Αθηναίος τραγικός γέγονεν έπι της των λ / καταλύσεως. Δράματα αύτου·
'Αχιλλεύς,
Έλένη,
Ήρακλης, Θυέ
στης, Μήδεια, ΟΖ8ίπους, Χρύσιππος, Σεμέλη.
ΔΙOγένΊjς ~ ΟΙνόμαος, 'ΑθψαιΌς τραγικος πoιψ~ς γενν~θΊJΚε την έπoχ~ τ~ς ανατpoπ~ς των Τριάκοντα. Δικά του οράματα εΙναι τα ακόλουθα: Άχιλλεύς... Σεμέλη.
172. TERTULLIANUS, Apologetjcus 14, 9. Sed et Djogenes nescjo qujd jn Herculem ludjt, et Romanus cynjcus Varro trecentos Ioves, sjve Iupjteros djcendum, sjne capjtjj)us jntroducjt. Ώστόσο οεν ξέρω ο\)τε πως ό ΔΙOγένΊjς χλευάζει τον Ήpακλ~,
ο\)τε για ποιό λόγο ό ΡωμαΤος κυνικος ΟΜρρων αναφέρεται σε τριακόσιους ΔΙες
-
εrτε ΔΙες-πατέρες, ώς προς το όνομα
χωρι.ς κεφάλια.
173.
XΡΊJσμoι των Έλλ1]νικων θεων
(1889)
ρ.
n. 70
έκi). Κ. Buresch
Klaros
134.
'Ότι Διογένης ό φιλόσοφος, είς ναον Ήρακλέους έσπέρας καταβάσης εΖσελθών,
έλαβε τον
Ήρακλέα έκ τΡιχων κατεσκευασμένον και'
χλευάζων, εlπεψ «εΙα 8ή, d) 'Ήρακλες, νυν σοι ή8η καιρός, ώσπερ
Εύρυσθεζ &:ταρ 8η και ήμίν ύπουργησαι τον τΡισκαι8έκατον τουτον αθλον έκτελουντα και την έμην φακην [ψοντα». Και' τουτο είπων είς το πυρ αύτον ένέθηκεν.
Γιατι. ό ΔΙOγένΊjς ό φιλόσοφος, μπαΙνοντας στο ναο του Ήpακλ~ την ώρα που επεφτε το βραΜκι, επιασε τον Ήpακλ~, που ~ταν φτιαγμένος απο τρίχες, καΙ. χλευάζοντας του εΙπε: «Έμπρος
λοιπόν, Ήpακλ~, σου οΙνεται τώρα ~ ευκαιρία, οπως βO~θΊjσες
,
,(,
, "
τον Ε' θ" υρυσ εα, να προσφερεις τις υΠΊjpεσιες σου και σ
,
19.0ί i'lρχαίoι Κυνικοί
,
εμενα,
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
290
πρocγμocτοποιώντocς ocuτο τον οέχocτο τριτο &θλο
XOCL Ψ~νοντocς KocL λέγοντάς το ocuτο τον εβocλε στ~ φωτιά.
ΤLς φocχές μου».
174.
ΔIOΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤIOΣ, Φιλοσ6φων β{ων και' δογμάτων συνα γωγη νι
73.
Μηδ' ιΧν6σιον εΓναι το και' των ιΧνΘρωπε{ων κρεων αψασΘαι, ώς δηλον εκ των ιΧλλοτρίων έΘωψ και' τψ ορΘψ λ6γΖV πάντ' εν πιiσι και' δια
πάντων εΓναι λέγων. Και' γαρ εν τψ αpτΖV κρέας εΓναι και εν τψ λα χάνΖV αρτον, και' των σωμάτων των λοιπων εν πιiσι διά τινων άδήλων π6ρων [και J ΙJγκων είσκρινομένων και συνατμιζομένων, ώς δηλον εν
τψ ΘυέστΤι ποιει.
Δεν θεωρουσε άνόσιο ουτε
XOCL
το να. φάγει χocνεLς άνθρώπινο
χρέocς, Όπως γlνετocι φocνερο άπο ΤLς συν~θειες των ξένων λocων.
Κι υπoστ~ριζε Ότι αν το σχεφθουμε λογιχά, σε Όλoc τα. πρά γμocτoc υπάρχουν τα. πάντoc
\ λ οιπον
" χocι
χα. ψωμL
XOCL Όλoc οιocπερνουν τα. πάντoc. 'Έτσι
,
'Ψ' ~, ,Ι , λ μεσoc στο ωμι υπocρχει χρεocς χocι μεσoc στoc ocχocνι-
XOCL σε Όλoc τα. σώμocτoc υπάρχουν μέΡΎJ άπο &λλoc σώ
μocτoc, που τμ~μocτά τονς εΙσχωρουν μέσoc άπο χάποιους άόρocτους
,
πορους
\
χocι
'ζ
'ζ
ε~ocτμι
οντocι
ι λ
πoc
ι
μoc
ζ'
ι,
1
f!
οπως
,
χocνει
,
φocνερο
στον Θυέστη του. Είναι 'ίσως το μονα3ικο σΊJμεϊΌ σε oλΊJ την κυνικη παpόι30σΊJ οπου επιχεφει ται να. σΤΊJPιχτεϊ.' κόιποια &πoψΊJ του ΔιoγένΊJ επόινω σε μιIΧ πρα:γματικΥ; επι σΤΊJμoνικη θεωρία, εν προκειμένω στη θεωρία του 'Αναξαγόρα γιIΧ τις όμοιο
μέρει ες, 3ΊJλα3η τIΧ &ναρίθμψα υλικα. στοιχεία, τα. 3ιόισπαρτα σε ολο το σύμ παν σε απείρως μικρα. κομμόιτια, που με τη συνένωσή τους προκαλουν τη γέ νεσΊJ και με το χωρισμό τους τη φθορα. των επιμέρους πραγμόι-:-ων (ΟΚ 59 Β1, Β4, Β6, Β10). Ώς ΠΊJγη 3ίνεται ό Θυέστης, μια. τρα:γω3ία που φέρετα:ι με το ονομα του μυθικου ~pωα, στον όποίο ό ' Ατρεύς, ό α3ελφός του, παρέ θεσε 3ειπνο με το κρέας των παι3ιων του ΘυέστΎj (<<ΘυέστειlΧ δείπνlΧ»). Πρό
κειται για. ενα: ζήΤΊJμα: που απο κα:ιΡΟ αποτελουσε αντικείμενο συζΊJτήσεων στην Έλλόι3α: με κεντρικο &ξονα: το οτι ολοι οί &νθρωποι θεωρουντα. 3ικόι
τους ~θΊJ κα:ι εθιμα: ώς τα. ορθότερα:' πρβ. το κλα:σικο χωρίο του Ή poaότoυ 3, 38, 2-4 για. την κα:ύσΊJ Τι ΤΤΙ βpώσΊJ των νεκρων γονέων. Για. τον ΔιoγένΊJ το ζήτημα: α:ύτο θα. είχε κα:θα:ρως θεωpΊjΤΙΚO χα:ρα:κτήρα: αφου oλΊJ Τι (ίλΊJ είνα:ι όμοιογενης, επετα:ι δτι εν γένει το να. τρώγει κα:νεις εμπεριέχει κα:ι ενα στοι χείο κα:ννιβα:λισμου. Ό
F.G. Downing, «Cynics and Early Christianity», σ.
ΔΙΟΙ'Ε1iΗΣ
2ΗΙ
283, ό όποιος εχει εΡεuνfισει τr.ν επί3pασrι των κuνικων 13εων στον αρχέγονο 20 και τον 30 αι. κατηγορία για καννιβαλισμο στις τάξεις των Χριστιανων σχετίζεται με τέτοιες να,οuραλιστικες απόψεις τοσ Διoγένrι. 1. Ό Η .D. Rankin, 50pJljsts, 50cratjcs and Cynjcs, σ. 234, 3ιαβλέπει ε3ω μια εν3ειξrι οτι ό ΔιογένΎ)ς Χριστιανισμό, θεωρει πιθανο οη Τι ε,:'ρέως 3ια3ε30μένrι καηχ τον
προβληματιζόταν κατα πόσο όρισμένες φιλοσοφικες αρχες ησαν απαραίτψες
για ΤΤΙ σ,fιριξΎ) τ~ς 3ι3ασκαλίας
175.
,ou.
ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΑΝΤΙΟΧΕΙΑΣ, Προς Αυτ6λυκον
3, 5.
Έπειδη οι3Ύ πολλα άνέγνως, τί σοι εδοξεν τα Ζήνωνος η τα Διογέ
νους και' Κλεάνθους δπ6σα περιέχουσιν αι' βίβλοι αυτων, διδάσκουσαι άνθρωποβορίας, πατέρας μεν ύπο Εδίων τέκνων έψεσθαι και' βιβρώ σκεσθαι, και' εί τις ου βούλotτο η μέλος τι της μυσεpίiς τΡοφης άπορ ρίψειεν, αυτον κατεσθίεσθαι τον μη φαγ6ντα; Προς τούτοις άθεωτέρα
τις φωνη εύρίσκεται, ή του Διογένους, διδάσκοντος τα τέκνα τους έαυτων γονεις εΕς θυσία ν αγειν και τούτους κατεσθίειν.
Έπειδ~ λοιπόν, πολλσ. εχεις διαβάσει, τ[ γνώμΎ) εχεις γι' αυτα που πρεσβεύει ό Ζ-ήνων Ι ~ ό ΔιογένΎ)ς και ό ΚλεάνθΎ)ς,2 οσα
, ,
,
υπαρχουν στα
,
β βλ' ι ια τους,
"ψ'
φαγια, το να
YJvouv
,
"
-
"
~ ~, θ τα οποια οιοασκουν την αν ρωπο,~,
,,~
,~"
τους πατεραοες τα ιοια τους τα παιοια και
να τους τρωνε, κι αν τυχον κάποιος δεν θα ~θελε να το κάνει
αΛτο -η αν θα πετουσε κάποιο κομμάτι αυτ~ς τ~ς pυπαp~ς τρο φ~ς, να τον τρωνε τον 'ίδιο, αυτον που δεν το εφαγε; Έκτος
απο αυτους ύπάρχει μια φων~ ακόμΎ) πιο &θεΎ) , Υι φων~ του ΔιογένYJ, ό όποιος διδάσκει να θυσιάζουν τα παιδιά τους γονεις τους και να τους τρώγουν.
1. fr. 254 5Ι'}' Ι ρ. 59.
2. fr. 584 5VF J ρ. 132.
176. ΚΛΗΜΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕ1'Σ, Στρωματεις Π, ΧΧ 119, 5-6.
Tt γαρ έτερον ή τρυφη η φιλήδονος λιχνεία και' πλεονασμος περίεργος προς ήδυπάθειαν άνεψένων; Έμφαντικως δ Διογένης εν τινι τραγψ8[0/ γράφει'
οι' της άνάνδρου κιχι' διεσΚιΧτωμένης τΡυφης ύφ' ήδονιΧισι σιΧχθέντες κέιΧΡ
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚιΝΙΚΟΙ
292
πονείν θέλοντες ού8ε βαιά, χαι ηχ έπι' τούτοις οσα αΙσχρως μεν ε{ρ-ηται, έπαξ{ως 8ε των φιλη-
86νων.
Γιατt τΙ αλλο είναι ~ τpυφ~ παρα φιλ~aονΎJ λαψαργΙα καt περΙ-
,
εpγΎJ
β
υπερ
ο
λ"
ΎJ
που
,
κατατεινει
, )απο'λ αυσΎJ εκεινων "
,
σΤΎJν
οι
όποιοι ~χoυν χαλαρα ήθΎJ; XαpαΚΤΎJPιστικα λέει ό ΔιoγένΎJς σε κάποια ΤΡαγωaΙα: «Αύτοt που χόρτασαν τ~ν καΡaιά τους με απολαύσεις αταΙριαστες σε ανaΡες καt γεμάτες κόπρο, μ~ θέ λοντας ~στω λΙγο να κοπιάσουν», κι εκτος απο αύτά, σσα αΙ
σχρα ~χoυν εΙπωθει, που σμως είναι αντάξια εκεΙνων που αγα πουν τtς ~aονές.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων χαι' 80γμάτων συνα
177.
γωγη νι
75-76.
Θαυμαστη 8ε τις ~ν περι' τον άν8ρα πειθώ, ώστε πάνθ' όντινούΎ ρψ 8{ως αι'ρείν τοις λ6γοις. Λέγεται γούΎ Όνησ{χριτ6ν τινα ΑΙγινήτην πέμψαι εις ηχς 'Αθήνας 8υοίν οντοιν υιΌιν τον έτερον 'Α ν8ροσθένην, δν άχούσαντα τού Διογένους αύτ6θι προσμείναι· τον
'" , ,..., ετερον αποστεΙΛαι
τον
"
τον
β'υτερον Φλ" ι ισχον
πρεσ
όμο{ως 8ε χα ι' τον Φιλ{σχον χατασχεθηναι.
(76)
8'
τον
έπ' αύτον χαι'
,
προειΡημενον,
ΤΟ τΡ{τον αύτον άφι
Χ6μενον μη8εν ~ττoν συνείναι τοις παισι' φιλοσοφούντα. Τοιαύτη τις προσην {υγξ τοις Διογένους λ6γοις.
Ό ΔιoγένΎJς είχε κάποιαν αξιoθαύμασΤΎJ ικανόΤΎJτα να πε(θει, ωστε εί.\κολα κατακτουσε με τα επιχεφ~ματά του τον όποιοa~
ποτε. Λένε στι κάποιος ΌνΎJσΙΚPιτoς απο τ~ν ΑLγινα 1 ~στειλε στ~ν Άθ~να τον ~ναν απο τους auo γιούς του, - ΆνaΡοσθένΎJ2 τον ~λεγαν
ό όποιος σταν ακουσε τον ΔιoγένΎJ, εμεινε εκεΙ·
-
κι στι ίίστερ' απο αύτον ό ΌνΎJσΙΚPιτoς εστειλε καt τον αλλο
γιό του, τον ΦιλΙσκο,3 για τον όποιο μιλ~σαμε πρωτύτερα, που , "''1> , , , , , - (76) Τ ριτος ' , κατα τον ιοιο τροπο παρεμεινε κι αυτος εκει. πια ,
,
,Ι
κατα σεφα εφ
θ
' (
"~
,
'θ
ασε και ο ισιος, κι αφιερω
"ι
ΎJκε και αυτος,
ί'"
μα"ι
με τους γιούς του, στ~ φιλοσοφΙα. Τέτοια γOΎJτεΙα ασκουσαν τα λόγια του ΔιoγένΎJ.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
293
ΤΟ απόσπασμα είναι σημαντικο γιατι αναφέρεται κατΟι συγκεκριμένο τρόπο σε μαθητες το\) Διογένη Ι>είχνοντας ετσι οτι ό φιλόσοφος είχε νΟι προσφέρει κα-:-ι περισσότερο απο σπινθr,ροβόλα ανέκl>οτα και ίl>ιόρρυθμη συμπεριφο ρα.
1. "HI>r, οΙ παλαιότεροι έρευνητες (Ε. Zeller, F. Susemihl, Η.ν. Arnim, Jacob:y) τον ταυτίζουν με τον όμώνυμο κυνικο φιλόσοφο και συγγραφέα -:-ο\) 40υ αΙ (Διογένης Λαέρτιος νι 84), παρ' ολο οτι αυτος καταγόταν απο
}<'.
-:-Ύιν 'Λσ-:-υπαλαια. Ό 'Ονησίκριτος είχε ακολουθ+Ισει τον Μ. Άλέξανl>ρο στΎιν εκστρατεία των 'IVI>LWV ώς αξιωματικος το\) ναυτικο\) ύπο τον Νέαρχο και είχε συγγραΨει ~να μη σωζόμενο μυθισ-:-ορηματικο αφ+Ιγημα το\) ε'ίl>ους τ~ς Κύρου Πα.ιδεία.ς το\) Ξενοφώντα, στο όποιο ό Άλέξοινl>ρος εμφοινιζόταν ώς ε'lοις κυνικος ηρως.
2. Περι orύτο\) ό Ρ. Natorp στο λ. 'Άνl>ροσθένης' (ύπ' 3. Βλ. ποιροιπανω, Διογένης 169.
αριθ.
10) τr,ς RE.
178.
ΣΟΥΔΑ, στο λ~μμα 'ΦιλΕσκος Αιγινήτης'.
ΦιλΕσκος Αιγινήτης ό 8ι8άξας γράμματα Άλέξαν8ρον τον Μακε86-
να. Αύτος 8ε ακουστης ~ν του Κυνος Διογένους, κατα 8ε ΈρμΙΠ7!ον Στ[λπω νος. Έγραψε 8ιαλ6γους,
d)v
έστι Κ68ρος.
Φιλίσκος άπο τ~ν Α'ίγινα' αύτος που δίδαξε τα γράμματα στον
'Αλέξανδρο τον Μακεδόνα. Ό 'ίδιος ~ταν μαθψ~ς του Διογέν'Υ) του Κυνικου, καί, σύμφωνα με τον "Ερμιππο,l του Στίλπωνα.
'Έγραψε διαλόγους, άνάμεσα στους όποίους και τον Κ6δρο.
1. fr. 37 FHG 111
ρ.
45.
179. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων και' 80γμάτων συνα γωγη νι 76. 'Ήκουσε 8' αύτου [sc. Διογένους] και ΦωκΕων ό έπΕκλην χρηστος και' Στ[λπων ό Μεγαρευς και αλλοι πλεΕους αν8ρες πολιτικοΙ
Στους μαθ'Υ)τες του Διογέν'Υ) συγκαταλεγόταν ό Φωκίων,l αύ τος που τον άποκαλουσαν 'ό εντιμος', επίσ'Υ)ς ό Στίλπων 2 άπο τα Μέγαρα και πολλοι. αλλω πολιτιχοΙ 1. Ό 'Αθηναιος στροιτιωτικος και πολιτικος το\) 40υ οιΙ Δεl>ομένου οτι ό Πλοuταρχος, Φωκίων 4, ι>εν γνωρίζει τίποτε γιΟι μοιθΊ)Τείοι το\) Φωκίωνοι στον Διογένη, +ι σχέση το\) σΤΡΟΙΤ1)γο\) με τον φιλόσοφο - OCν ύπΥιρξε μιΟι τέ-
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΎ'ΝΙΚΟΙ
294
τοια σχέσΥ) - θα ηταν πεpιστασιακ~. 2. Ό γνωστος φιλόσοφος (περίπου 380-300 π.χ.) τΎjς M.εγoιpικΎjς σχoλΎjς, aάσκαλος το;:; Z~νωνα, του Lap'JT~ της Στοας.
180.
ΕΥΣΕΒΙΟΣ, Εύαγγελιχη πpoπαpασxεuη χν 13,8 ρ. 816c.
Τούτου
[sc.
'Αντισθένους] 8ε άχουστης γέγονε Διογένης ό Κύων...
τούτον Κράτης 8ιε8έξατο.
\ Μ 1 α θ ηΤfjς
-
,-
'
,
Ι:: 'Δ ιογενΎ)ς ο Σ κυ'λ ος του 'Α ντισ θ' ενΎ) υΠΎ)ρ,",ε ο
...
'
κι αυ-
τον τον SιαSέχθΎ)κε ό ΚράΤΎ)ς.
181.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων χαι' 80γμάτων συνα γωγη νι
60.
Έρωτηθει'ς τί ποιων χύων χαλειται, εφη
[sc.
ό Διογένης]ο «τους μεν
8ι86ντας σαίνων, τους 8ε μη 8ι86ντας ύλαχτων, τους 8ε πονηρους 8άχνων».
'Όταν pωτfιθΎ)κε ό ΔιογένΎ)ς τΙ κάνει και τον άποκαλουν 'σκύ λο', άπάνΤΎ)σε: «'Όσους μου SLvouv, τους γαλιφΙζω' οσους SEV
μου SLvouv, τους γαυγΙζ!u' τους κακους τους Sαγκώνω». ΤΟ αvέκaοτο το;:; αποσπάσματος αυτου αν~κει σε μια καΤYjγορία χρειων, οΙ άποΤες μας
alvo'Jv τΤιν είκόνα ένος πιο μειλίχιου ΔιογέvYj' στον «γν~σιo» Διο
γένΎ) θα ταίριαζε περισσότερο μια απάντr,σΎ) οπως τους φ{λους δάκνω, ίΎα σώσω, ΣτοβαΤος ΠΙ
13, 44. ΟΙ έρευνψες aιαΚΡίvο'JV στΤι γραμματειακ+Ι απο
τύπωσΥ) του Κυνισμο;:; μια πιο ηπια φάσΎ) που την τοποθετουν χρονικα στις αρχες το;:; 30υ αί. π.χ., τ+Ιν φάσΥ) ατΤι ό Κ.ν.
Fritz, Quellenuntersuchungen 42, τΤιν αποaίaει σε επίaΡαση το;:; Βίωνα το;:; ΒορυσθενίΤΎ) (περίπου 325-255 π.χ.). κλπ. σ.
182.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων χαι' 80γμάτων συνα
γωγη νι
55.
Έρωτηθεις ποταπος ε{η Χύων, εψr;
[sc.
ό Διογένης]ο «πεινων Μελι
ταιος, χορτασθει'ς 8ε ΜολοττιΧ6ς, τούτων ους έπαινούντες οΙ' πολλοι ού τολμωσι 8ια τον πόνον συνεξιέναι αύτοι; έπε' την θήραν" ούτως
0.]3'
έμω' 3.Jν:χσθε συμβιούν 8ια τον φ6βον των &λγη86νων».
2%
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
"O"cxv ρώησCXν τον ΔLογένΊ] τί λoγ~ς σκύλος ElVIΧL, έκεινος απάνΤΎJσε: «'Όταν πεLνάω, είμαL μcxλτέζLκος οτcxν είμCXL χορ
τάτος, τσοπαν6σκυλο, απ' αύτα που οί πεΡLσσ6τεΡΟL τα παL νεύΟ1)ν, αλλα οεν τολμουν να τα πάρουν μαζί τους στο xuvYιrL, γLCXΤΙ εχουν κ6πο' ετσL XL έσεις οεν μπορειτε να ζειτε μαζί μου, 'θ"α πονεσετε». YLCXτL'β' φο οσcxστε πως 'Ο Κ.ν.
Fritz,
Q/1eJlefl/1flters/1ch/1ngen, σ.
60-1,
επισΊ]μαίνει Eab'! μια ανακο
λουθία: οί ΧλΎηδ6νες που καθιστοuν τον Κυνιχο ανυπ6φορο στους γ6ρω του οφείλονται στον τρ6πο τΊjς ζωΊjς του, στον χυνικαν βίον' γνώρισμα δμως ου
σ~ωόες cιύ70U του βίου εΙναι ~ άπoόέσμευσΎj ΧΠΟ 7ις περιττες αναγκες, ~ αν τοχ'Γι στ'Γιν πείνα. 'Έτσι, κατOC τον ν. Frίtι, γνήσιο εΙναι μόνο το τμΊjμα τΊjς
χρείας πο') αφΟΡi στον ",{ολοττικαν κ6να (aΊ]λ. το 'α.γριο τσοπαν6σκυλο'),
ενω τOC περι Μελιταίου (aΊJλ. σκ6λου στον όποιο αρέσουν τOC χάaια' πρβ. και τον συνειΡμο με το 'μέλι') αποτελοuν αστε'ίσμο
- μεταγενεστέρων -
στρε
φόμενο κατOC το;; ΔιογένΊ]' ή συγκόλλΊ]σΊ] αυτο;:; το;:; αστε'ίσμο;:; με το χπ6φθεΥμα 70ϋ ΔωγένΊj για -;ον έαυ-:-ό του (~'Ιl0λoττιxoς) αΠΟ7ελεϊ:, κατα τον ν.
Fritz,
δ.π., κάτι aίχως ν6Ί]μα.
183.
ΠΑΠΥΡΟΣ ΤΗΣ ΒΙΕΝΝΗΣ 29946 στ~λΊJ ΙΙ-ΥΙ.
[Τρ{τη Χρε{α]
'Ερωτώντων 8έ ηνων αύτον τ{ς εί'η' «εγώ, κύων».
«π08απ6ς;» εtπαν. «εγώ, εφ η, εαν μεν πεινω, Μαρωνικ6ς σταν 8ε μή, Άμελιταιος σταν 8ε εμπλησθω, ~Voλoττικ6ς. [Τέταρτη Χρε{α]
'Εν Παν8ημ{4J 8έ ποτε αύτου κατακεψ.ένου, Ύ;ρώτων ο[ φύλακες των στρατηγων τις IΞi'r; και' π08απ6ς. «'Εγώ, εφη, κύων ιΗολοτηκ6ς», «που
8',
εφασαν, πορεύει;» ούκ cΧπoκpινoμένoυ 8ε αύτου κατηγ6ρουν
προς τους στρχτηγούς, και' μεταπεμψαμένων των στρατηγων αύτον και' λεγ6ντων- «τ{ ουτω καταφρονεις της π6λεως και' των ν6μων 8η μοσ{ων ωστε ού8ε ηχ ερωτώμενα ετι cΧπoκp{νεσθαι;» «ούκ εγωγ" IΞt πεν, Χλλά: πυνθανομένων τ{ς εί'ην και' π08απ6ς, cΧπεκpινάμην ση κύων
;1ιΙολοτηκ6ς. Προσεπερωτώντων 8ε αύτων που πορευο{μην, μα{νε σθαι υπέλαβον αύτούς, ο[ όρωντές με cΧνακε{μενoν ήρώτων που ποτε πορευο{μην». ['Όγ80η Χρε{α] 'Ερωτηθεις 8ε 8ιά: τ{ το σωμα ούκ ε~
λούσασθαι, «ού βούλομαι, εφη, 80κειν, cΧλλ' IΞtvrxc κύων...
[Τ ρίΤΊ] Χρεία] Σε κάΠΟLους που τον ρωτουσαν ΠΟL6ς ElVIΧL είπε: «Είμαι σκύλος». «' Απο που είσαι;» του είπαν. «'Όταν πεLνάω,
εΙμαL απο ΤΤΙ Μαρώνεια' οταν οεν πεινάω Άμελιταιος(;)' κι
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
296
οταν εIμα~ χορτάτος, απο τ~ ΜολοσσΙα».1 [Τέταρτη ΧρεΙα]. Κάποτε που ~ταν ξαπλωμένος στο Πανa~μ~ο,2 τον ρωτουσαν οί φρουροι τους όποΙους εΙχαν βάλε~ οί στρατηγοι πo~ός ~ταν
και απο που ~ταν. «'Εγώ», εΙπε, «εIμα~ τσοπανόσκυλο». «που Π'fjγαLνε~ς;» εΙπαν εκεΤνo~. 'Επε~a~ αυτος
aEV
απαντουσε, οί
φρουροι το ανέφεραν στους στραΤ'fjγούς. K~ οταν οί στραΤ'fjγοι ~στε~λαν και τον κάλεσαν και του ~λεγαν: «Γ~αΤί περ~φρoνεΤς με αυτο τον τρόπο τ~ν πόλη και τους νόμους της πoλ~τειας ωστε
απαντας ουτε σε o,τ~ σε ρωτουν;» «'Όx~ εγώ», εΙπε'
aEV
«εγω οταν με ρώΤ'fjσαν πo~ός εIμα~ και απο που, τους εΙπα oτ~ εIμα~ σκύλος απο τ~ ΜολοσσLaα. 'Όταν εκεΤνo~ συνέx~σαν και με ρώΤ'fjσαν που Π'fjγαLνω, νόμ~σα οη ~σαν τρελοί, αφ ου ενω με ~βλεπαν πως ~μoυν ξαπλωτός, εκεΤνo~ με ρωτουσαν που
,
Π'fJγα~να». ["Ο
τα~,
<:. yoO'fj
']
Χ ρε~α
"
"Ο ταν τον ρωΤ'fjσαν γ~αη'<:.' οεν λ ου'ζ ε-
θέλω», εΙπε, «να φαινoμα~ αλλα να εΙμα~ σκύλος ... »
«aEV
Ό ύπ' άριθ.
29946 έλλΎjVLΚOς ΠOCπυρος τΊjς Βιέννης 8ιοισώζει ύλικο ποιλοιιότε
ρο άπο οιύτο τΊjς ΣυναΥωΥης του Διογένη Λοιέρτιου, το όποιο άνOCγετοιι στον
10
οιΙ π.Χ. κοιΙ οπως ύποθέτει ό
G. Rudberg, «Zur Diogenes- Τradition»,
σ.
115
προέρχετοιι άπο ενοιν ΔΙΟΥένΟΥς βίον ~, πιθοινότεροι, άπο κOCποιοι ΔΙΟΥένους άποφθεΥμά.των συναΥωΥή. Το περιεχόμενό του εΙνοιι σημοιντικο 8ιότι μας έπι τρέπει νά συμπερOCνουμε οτι ό Διογένης Λοιέρτιος εχει περιλOCβει στο εργο του
ενοι μικρο μόνο μέρος άπο το άνεκ80τολογικο ύλικο για τον Διογένη. Έτσι, άπο τΙς έννέοι κOCπως πιο εύ8ιOCκριτες χρεϊ'ες του φθοιρμένου ΠOΙπυΡLΚOυ κειμέ
νου μόνο μΙοι, Τι τρΙτη, άποιντα - άρκετα ποιροιλλοιγμένη -
κοιΙ στη ΣυναΥωΥη
του Διογένη Λοιέρτιου νι 55. Γενικότεροι, σε σίιγκριση με τα γνωστα άπο τη ΣυναΥωΥη άνέκ80ΤΟΙ για: τον Διογένη οί χρειες οιύτες εΙνοιι πιο εκτενεις κοιΙ εχουν κOCπως πιο άνεπτυγμένο το στοιχειο του 8ιοιλόγου.
1. κοιτα: τον Κ.ν. Fritz, Quellenuntersuchungen, σ. 61, ό πOCπυρος 8Ινει την έχθρικlj προς τον Κυνισμο έκ80Χ~ του άνεκΜτου με μετοιλλοιγμένη μoρφ~: Τι άντ[θεση πεινων
χορτασθει'ς εχει άνΤLΚOΙΤOΙσΤOΙθει έ8ω άπο μια κλΙμοικοι με τρεις βοιθμΙ8ες. τα σκυλια άπο τ~ θρOΙΚLΚ~ Μοιρώνειοι ~σoιν κυνΎ)γετικOC' 8υσκολΙες προξενει το
Άμελιταϊ'ος: ό G.A. Gerhard, νείιει ώς
8ιοιΌ
184.
Phoinix von Kolophon,
'μ~-Mελιτικός', 8Ύ)λ.
σ. 44, σημ. 3, το έρμη
'σκίιλος στον όποιο 8εν άρέσουν τα χoc-
2. το ίερο τΊjς Άφρ08Ιτης, στην Άθ~νoι ~ στην Κόρινθο.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων ΚιΧ ι' δογμάτων συν:χ γωγη νι
33.
2!1ϊ
ΔΙΟΓεΝΗΣ
'Έλεγεν
[SC.
Διογένης] έlΧlJτον κύνlΧ ε[νlΧι τών έπlΧινOlJμένων, άλλα
μηδένlΧ τολμάν τών έπlΧινOύντων σlJ.νεξιένlΧι έπι' τJ?ν θήplΧν.
"Ελεγε για ταν έαυτό του πως ~ταν ~να σκυλt άπα 'κε~να που τα παινεuουν άλλα που κανένας οεν τολμάει να τα πάρει μαζΙ
του στα κυν~γι. Πρβ. χοιΙ Δίων Χρυσόστομος, Λ6ΥΟΙ νΗΙ
185.
(7) 11.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων κlχι' δογμάτων σlJνlΧ
γωγη νι
45. Πρβ. ΑΠΟΣΤΟΛΙΟΣ, ΣlJνιχΥωγη πlΧpoιμιών ΧΙΙΙ
23. Προς τα πεpιστάντlΧ μειpάκιlΧ κιχ!. εΙΠOντlΧ,
ήμάς», «θlΧppειτε», έφη
[sc.
«βλέπωμεν μη δάκ'()
Διογένης], «πlΧιδίlΧ· κύων τεlJτλίlΧ ούκ
έσθίει».
Σε κάτι παιοια που εΙχαν σταθε~ γuρω του λέγοντάς του «Κοι ταμε μ~ μας οαγκώσεις», ό ΔΙOγένΊjς εΙπε: «M~ φοβαστε, παι οιά μου' ό σκuλος οεν τρώει λαχανάκια».
186.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίος κιχ!. δογμάτων σlJνlΧ γωγη νι
61.
Δύο μlΧλlΧκών πεΡΙΚΡlJπτομένων ιχύτόν έφη
[sc.
ό Διογένης], «μη εύ
λlΧβεισθε' κύων τευτλlΧ ού τρ6Jγει».
Σε ουα φoβιτσιάpΊjOες που π~γαιναν να τοuκρυφτοuν ό Διογέ νΊjς εΙπε: «M~ φοβάστε' ό σκuλος οεν τα τρώει τα λάχανα». Koιl σε ToUTO το tXνέχaοτο, οπως χοιΙ σε οιύτOC που το πλοιισιώνουν, ό ΔΙOγένΊjς oιύτoΧOΙpOΙχΤΊjpίζετOΙΙ ώς κύων. Ό ΧOΙpOΙχΤΊjpισμOς εχει μιOC μοιχρOC ΠΟΙΡocaοσΊj στ~ν έλλψιχ~ γροιμμοιτείοι (βλ. σχετιχOC S. Lilja, Dogs in Ancient Poetry (1976)), εΙνοιι προσβλψιχος xoιl uποaΊjλώνει tXνοιίaειοι, OCπρέπειοι, OCνοιισχυν τίοι. 'Όπως γνωρίζουμε, ηaΊj ό ΆντισθένΊjς εΙχε το προσωνόμιο άπλοκύων, ΔΙOγένΊjς Λοιέρτιος νι 13 [ = ΆντισθένΊjς 32]. Με τον ΔΙOγένΊj χοιι τους όποι
aοuς του, οΙ άποΤοι περιφρονοuσοιν τους χοινόνες τ-ης εuπρεποuς συμπεριφορiiς xoιl ζΟ'Jσοιν l:ξοιιρετιχOC λιτoc, ό ΧOΙΡOΙχΤΊjpισμOς (κύων, κυνΙΧ6ς) στερεώθΊjXε,
1
!
298
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
και φαινόταν πολυ ταιριαστός κι οπως φαίνεται τον εΤχαν απο/)εχτει και ΟΙ 'ί/)ιοι. Τ ο ανέκ/)οτο αότου του αποσπάσματος εΤναι ενα απο έκεινα στα όποια ανΤΙΜτοπτρίζεται αότη ~ έξέλιζ-η.
187.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ος XlΧι' 80γμάτων συνlΧ γωγη νι
46.
'Εν 8ε{πν<ι> προσερρ{πτουν lΧύτ4>
[sc.
Διογένει] τινες OστάpιlΧ ώς χυν{'
XIΧΙ δς άπIΧλλIΧττ6μενoς προσούρησεν ιχύτοις ώς χύων.
Σ' ~να oε~πνo κάποιοι πετουσαν στον Διογέν"Υ) κόκαλα οπως σ' ~να σκύλο' κι εκε~νoς φεύγοντας τους κατούρ"Υ)σε, σαν σκύλος.
188.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ. Φιλοσ6φων β{ων XlΧι' 80γμάτων συνlΧ
γωγη νι
61.
'Αριστωντι lΧύτ4>
Διογένει] έν άγop~ οΙ' περιεστωτες συνεχες
[sc.
έλεγον, «χύον»' ό 8έ, «ύμεις», εΊπεν, «έστε Χύνες,
ot με άριστωντι
πεpιεστήXlΧτε». ι
Κάποτε που ό Διογέν"Υ)ς ετρωγε το μεσ"Υ)μεριανο φαγψό του
στrιν αγορά,
οσοι
βρίσκονταν
εκε~ του
φώναζαν
συνεχως:
«Σκύλε!»' κι εκε~νoς τότε τους εΙπε: «Σκυλια ε'ίσαστ' εσε~ς, που στεκόσαστε γύρω μου, ενω εγω τρώω».
189. GNOMOLOC,IUM VATICANUM 743 n. 175. Ό lΧύ~.;
[sc.
Διογένης
1 άριστων
έν άγop~, άχούων πlΧpα των πlΧpε
στώτων χύον εΊπε' «XlΧι' μην ύμεις χύνες έστέ· οΙ' γαρ Χύνες βλέπουσι (προρ τους έσθ{OντlΧς».
Ό 'ίοιος Διογέν"Υ)ς, τρώγοντας κάποτε στrιν αγορά, σαν ακουσε απο τους παρευρισκομένους να τον λένε σκύλο, εΙπε: «Έσε~ς
"
εισαστε, στ
,
'λ'"Υ) θ εια, σκυ λ ια' γιατι τα σκυ λ ια α
που τρώγουν».
'
"
'
βλ'επουν
"
εκεινους
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
190.
299
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων κιχ ι' δογμάτων συνιχ
γωγη νι Ειώθει
[sc.
69.
ό Διογένης] δε πάντιχ ποιειν εν
Ti(> μέσιΡ, κιχι' τα Δήμη
τρος κιχι τα 'Αφροδίτης. Κιχι' τοιούτους τινας ήρώτιχ λόγους ει τι)
άρισταν μηδεν εi'η άτοπον, ούδ' έν άγορο/ έστιν άτοπον' ούκ έση δ' άτοπον τι) άρισταν, ούδ' έν &:γορο/ άριχ έστιν άτοπον. Χειρουργών δ' έν μέσιΡ συνεχές, «εi'θε ήν», έλεγε, «κιχ ι' την κοιλίιχν ΠΙXpΙXτpιcjιάμενOν του λψου πιχύσιχσθιχι». 'Ο
Δ' ιογενΎ)ς
'θ ~ ζ ε συνΎ)
\
να
\
τα
,
κανε~
"λ α ο
\
μπροστα
\
στον
,
κοσμο
- και Ό,τ~ σχετίζετα~ με τ~ Δ~μψpα και Ό,τι με την 'ΑφροSί ΤΎ). Και κατέλΎ)γε συλλoγ~στ~κα σε όp~σμένα συμπεράσματα οπως το ακ6λουθο: «''Αν το να τpώγε~ κανεις sεν εlνα~ κάτι
παράλογο, sεν εlνα~ παράλογο ουτε και στ~ν αγορά' το να τpώγε~ Όμως καν εις sεν εlνα~ παράλογο' έπομένως sεν εlνα~
ουτε και οταν αύτο γίνετα~ στ~ν αγορά».1 Και καθως συχνα αύναν~ζ6ταν μπροστα σε άλλους, «μακάp~», ελεγε, «να ~ταν έπίσΎ)ς Sυνατο τρίβοντας καν εις τ~ν κo~λ~ά του, να σταματουσε και τ~ν πείνα». Οί περιοριστικοι κσ.ν6νες που EZouv έπιβλΎjθει γύρω ocπο τΎιν έρωτικΎι έπιθu μίσ. ι>εν EZouv κσ.νένσ. OCντlΚΡισμσ. στΎι φύσΎ), τΤις όποίσ.ς οί OCπσ.ιτησεις ocποτε λουν γιOC τον Κuνικο τον μ6νο πσ.ρσ.l>εκτΟ ν6μο. Ή κuνικΎι άνα:ίδεια: άποτελεί
l>ισ.μσ.ΡΤUΡlσ. κσ.τOC των κοινωνικων σuμβocσεων κσ.ι σuνOCμσ. μέσο 'έμπpσ.ΚΤΎjς ύπον6μεuσ'ής τοuς: με τΎιν πpάξΎj τοu ό ΔΙOγένΎjς γελοιοποιεί σ.ύτες τις σuμ βOCσεις κσ.ι πσ.pocλλΎjλσ. Ι>είχνει π6σο εΙΙκολσ. κσ.ι &μεσσ. μπορεί κσ.νεΙς νOC ίκσ. νοποιει μιOC βσ.σικ'ή, φuσικΎι κσ.Ι κσ.θολικ'ή, άνθpώπινΎj OCνOCγΚΎ). «Ή κuνικΎι
άνσ.ισχuντlσ. ξετuλlγετσ.ι στΎιν κσ.τεύθuνσΎj τΤις σοφιστικΤις - άντισθένεισ.ς άποl>έσμεuσΎjς άπο τOC κσ.θιερωμένσ. κσ.ι τOC Ισχύοντσ.», σΎjμειώνοuν οί F. Uber-
weg-K. Praechter, Grundriss der Geschichte der Philosophie, σ. 169, «~ Ιl>ισ.ι τερ6τψά ΤΎ)ς ομως 'έγκειτσ.ι στο ετι κσ.τ' σ.ύτΎιν 'ή προσπOCθεισ. νOC ξεριζωθουν
οί κοινωνικες προκσ.τσ.λ'ήψεις ύποχωρεί μπροστOC στΎιν εύχσ.pίσΤΎjσΎj που προ κσ.λεί ~ κσ.τOC "κuνικο" τρ6πο (ίn "zynischer" Weise) προσβολΎι των πιο πρω τσ.ρχικων σ.ΙσθΎjμOCτων του πολιτισμένοu OCνθρώποu». Ό Η. Niehues-Prob-
sting, «Die Kynismus-Rezeption der Moderne», σ. 546 μocς θuμlζει οτι ό Diderot, ό όποιος άποl>εχ6τσ.ν τ-ην xuvιxTι σuμπεριφορoc, ΙI>Ιως σε ο,ΤΙ άφορoc τον σκσ.νl>σ.λώI>Ύj τρ6πο τΤις σεξοuσ.λικ'ijς άl>ισ.νΤΡοπιOCς, χσ.pσ.ΚΤΎjpίζει τους Κuνι ΚΟ'Jς , ,σ,,:ο οΙκειο λΤιμμσ. τοu τΎjς Encyclopedie ώς «άπρεπεις ocλλoc με μεγOCλτ, χpε7Ύj». 1. ΛογοπocΙγvιο με τον tSpo 'ατοπον', ό όπο'LΌς τΥιν πρώτ"t'j ΧΧL 7Y,V
οι ΑΡΧΑΙΟΙ Κ)'ΝΙΚΟΙ
:3ΟΟ
ΤΡΙΤΊ) φορα που ά:πocντOC στο κεΙμενο σΊ)μocΙνει το 'πocράλογο', το 'Ι)[χως νόΊ) μoc', ένω τη l>εύτερΊ) κocι την τέΤOCΡΤΊ) το 'έκτος τόπου', το 'ά:πρεπές'. "Ενoc λογοπocΙγνιο, οπως ΠOCΡOCΤΊ)ρεί ό
the Invention of Cynicism»,
σ.
R. Bracht Branham, «Diogenes Rhetoric and 460, με το περΙβλΊ)μoc του τυπικου συλλογι
σμου, ίtνocς ά:πο τους τύπους των σοφισμάτων που κocτocλογογρocφεί ό Άρι στοτέλΊ)ς στους Σοφιστικους έλέγχους του.
191.
ΑΡΣΕΝΙΟΣ, ρ. 203, 15-17.
Ό αύτος
Διογένης] ιΧποτριβ6μενος το α/80/0ν έν
[sc.
Tij)
φανερij),
έλεγε προς τους παρ6ντας, ειθε και' τον λψον ούτως &:ΠΟτΡίψασθαι της γαστρος ή8υνάμην.
Ό 'ί~~oς ΔωγένYjς, τρΙβοντας το πέος του στα φανερά, ελεγε σ'
οσους ~σαν εκει «μακάp~ να μπορουσα νά '~~ωXνα και τ~ν πεΙ να τρΙβοντας με τον 'ί~ω τρόπο τ~ν κo~λ~ά».
192.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και 80γμάτων συνα γωγη νι
46.
Έπ' ιΧγορας ποτε χειΡουργων «είθε», έφη
[sc.
ό Διογένης], «και' την
χοιλίαν ~ν παρατρίψαντα μη πεινην».
Κάποτε πο':; ό ΔωγένYjς αuναν~ζόταν στ~ν OCγορά, «μακάp~»,
εΙπε, «να ~ταν ~υνατo να σταματουσε κανεις και τ~ν πεΙνα τρΙ βοντας τ~ν κo~λ~ά του». 'Εκ πocρocl>ρομ~ς το ά:νέκl>οτο ά:πocντα Μο φορες στ-η ΣυνcΧγωγη του ΔιογένΊ) Λocέρτιου' ά:ξΙζει πάντως νOC προσέξουμε τ~ l>ιocφορOC του ποτέ... έφη τ~ς μιocς ά:νocφορας (ΥΙ
190])
46)
ά:πο το συνεχές... έλεγε της &λλΊ)ς (ΥΙ
69 [= ΔιογένΊ)ς
που ίσως να ά:νάγετocι σε κάποιoc l>ιocστρωμάτωσΊ) τ~ς σχεΤΙKϊjς πocρά
l>οσΊ)ς. Ό
G.A. Gerhard, «Zur Legende vom Kyniker Diogenes», σ. 98 κέ., Phojnix νΟΩ Kolophon, σ. 144 κέ., εχει ύποσΤΊ)ρΙξει οτι
πρβ. κocι του ocύτου,
το ά:νέκl>οτο ι>εν έκφράζει τον ocύθεντικο ΔιογένΊ) ά:λλOC μια κάπως κocτοπινό
τεΡΊ), πιο ά.κρocΙoc κocτεύθυνσΊ) του Κυνισμου, που θέλοντocς νOC τονΙσει ά.κόμΊ) πιο έμφocντικα τ-ην ά.νεξocρτησΙoc ά.πΟ τον έξωτερικο κόσμο κocτocφε6γει στ-ην ocύτο'ίκocνΟΠΟΙΊ)ση κocι ά.φΊ)γείτocι γιOC τον ΔιογένΊ) οτι ocύνocνιζότocν.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
193.
301
ΠΛΟΥΤ ΑΡΧΟΣ, Περι' Στωικων ένlΧντιωμάτων
21 ρ. 1044b.
'Εν δε τiίJ Περι' πoλιτείlΧς ούδεν ήδονης ένεκlΧ πράξει ν ούδε πlΧplΧ σκευάσεσθlΧ[ φησι
[sc. ό Χρύσιππος] τους πoλ[τlΧς... εΙτlχ μικρον άπο
τούτων προελθων έπlΧινει τον Δωγένη το ιχίδοιον άποτριβόμενον έν φlΧνεpiίJ κιχ ι' λέγoντlΧ προς τους πlΧpόντlΧς «είθε κlΧι' τον λψον ο(Jτως άΠOτp[ψlΧσθlΧΙ της γlΧσΤPOς ήδυνάμην». Τίν' οδν έχει λόγον έν τοις αύτοις έπlΧινειν τον έκβάλλOντlΧ την ήδονην άμlΧ κlΧι τον ήδονης ένεκlΧ ΤOιαυτlΧ πpάΤΤOντlΧ κlΧι' ΤOΙlΧύτης άπτόμενον lΧίσχρουργίας;
Kα~ στο Περι' πολιτε{ιχς ό Χρύσιππος1 ύποστ-ηρΙζει πως για. XάpΎj τ~ς ~ooν~ς οί πολΙτες οtτε θα. πράξουν οtτε θα. προετοι,
μασουν
,
ηποτα
...
[]
"rl
επειτα,
οταν
'λ' ιγο
προχωραει
,
παραχατω
απο αύτά, επαινει τον ΔΙOγένΎj, ό όποιος ετριβε στα. φανερα. το πέος του χι ελεγε σ' σσους ~σαν εχει μπροστα. ση «μαΧάρι να. μποροuσα να. εοιωχνα με τον rOΙO τρόπο Xα~ τ~ν πεινα τρΙβον τας τ~ν χοιλιά». τι νόΎjμα εχει λοιπον απο τ~ μια. να. παινεύει αύτον ό όποιος απέρριψε τ~ν ~ooν~ χαl' απο τ~ν αλλΎj να. πράτ
τει για. XάpΎj τ~ς ~ooν~ς τέτοια πράγματα χαl' να. επιχειΡει τέ τοιες αναισχυντίες;
1. fr. 706 SVF III
ρ.
177.
194. ΑΘΗΝΑlOΣ, Δειπνοσοφισται ΙV 158f. Διογένης τε προς τους έγκαλOυντlΧς αύτiίJ άΠOτpιβoμιtνφ έλεγεΥ" «είθ' ήδυνάμην κlΧι' την γlΧστέplΧ τpίψlΧς της πείνης κlΧι της ένδείlΧς πlΧύ σασθlΧι».
Ό ΔΙOγένΎjς ελεγε σε σσους τον χαΤΎjγΟΡοuσαν για. το στι αύ νανιζ6ταν: «ΜαΧάρι να. μποροuσα τρίβοντας χαl' τ~ν χοιλια. να. σταματοuσα τ~ν πείνα χαl' τ~ν ανέχεια».
195. ΣΤΟΒΑlOΣ, 'EκλOγlΧι ΙΙ 8, 21. Διoγιtνης έφη νομfζειν όραν η7ν τύχην ένoPOύOυσlΧν αύτiίJ κlΧι' λιt γOυσlΧν
τουτον δ' ου δύνlΧμlΧι βlΧλέειν κύνlΧ λυσσητηplΧ.
οι λΡΧΛΙΟΙ ΚΊΊ\ϊΚΟΙ
302
Ό ΔωγένΎ)ς έλεγε οη νόμ~ζε πως έβλεπε τ~ν ΤύΧΎ) να όρμoc επάνω τοu κα!. να λέε~: «Μονάχα αύτον να ρίξω κάτω όεν μπο
ρω, το λuσσασμένο σκύλο».1 1. Λόγια το;:; ΤείιΚΡΟ1) γιOC τον 'Έκτορα άπο τΥιν 'Ιλιάδα Θ 299· ό ΔιογένΊ)ς αίσθιΧνεται άσφαλΊις άπέναντι στΙς επιθέσεις τ-ης Τ{JΧΊ)ς, γιατ! βλέτ:ει νOC ορ θώνεται γ{ψω 1'01) το προστατε1)":ΙΚΟ ,,:ειχος «,,:Τ,ς γνώσ'l)ς κα! -:Τ,ς Zeller, ΠίΒ PJlilosophie der Grierhυn, τ. ΙΙ/1, σ. 304 κα! σΎjμ. 3.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Άνθολόγιον ΠΙ
196.
ιΧρετης ρ. /14
13, 44.
άρετ-!jς», Ε.
Πρβ. ΘΕΥΙΙΣΤΙΟΣ, Περι'
Sachan.
Ό Διογένης έλεγεν ΟΤΙ οΙ' μεν άλλοι κύνες τoι.lς έχθpoι.lς δάκνουσιν, έγω τους φίλους, ινα σώσω.
Ό
ΔωγένΎ)ς
έλεγε
οη
OL &λλo~ σκύλo~ όαγκώνοuν τους
εχθρούς, ενω εγω τους φίλοuς γ~α να τους σώσω. Βλ. ΔΙOγένΎjς Λαέρτιος νι
197.
(~.\Ω:\1ΟLΟGιυΜ
Ό αύτος έπι'
T<;J
[sc.
60 [= ΔΙOγένΎjς 181],
,
σΎjμείωσ·l).
VATICANl;M 743 n. 194.
Διογένης] ιΧγανακτουντος Πολυξένου του διαλεκτικου
κύνα αύτόν τινας προσαγορεύει ν έφη' «και' σύ με κάλει κύνα'
Διογένης γάρ μοί έστι παρώνυμΟΥ" είμι' δε κύων, των μέντοι γενναίων και φυλαττόντων τoι.lς φίλους».
Στον Πολύξενο,1 τον εμr-ειΡΟ στ~ ό~αλεκηκ+Ι, ό όποιος aucrανασχετοσσε πο,j όp~σμένo~ φώναζαν
'Σκύλο'
τον ΔωγένΎ),
εχεινος εΙπε: «Να με φωνά.ζε~ς κ~ εσυ 'Σκύλο'· το 'ΔωγένΎ)ς'
εΙναι r-αρατσf)'~κλc' εγ(~ εΙμαι σκuλί, άλλα άπο τα καλά, αυτα που φuλά.νε τους φίλους».
1. ~() σoφ~στ+Ις Πσλ'Jζενος ~7αν σ lJγΧΡονος του Πλάτωνα" σύμφωνα με τον Φανία (σ,,:ον Άλέξανορσ 'Αφροοισιέα, Σχόλιο στOC :\!εTlΧ τα φuσικα 84, 16), ό 7':?(";')7()~ ΠΟ') όια;Τ'Jπωσε το έπιχείρ"ημα του 7ρίτου χνθρώπου κατα τΥιζ πλα.7(,,'ιι;6;: θεωρίας
nc;v
ίΟεων.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
198.0Λ1"ΜΠIΟΔΩΡΟΣ,
Ύπ6μνημα εΙς Πλάτωνος Γοργ{αν
521a
44,6. Κα! τινες πάλιν ερουσιν, ότι Κύων τις γέγονεν άπηνης ανθρωπος ψευδος δέ· άλλα: χύων εστι'ν ή ελεγχτιχη ζωή.
Και όρισμένοι, πάλι, θα πουν οτι ό ανθρωπος ύπ~ρξε αγριο σκυλί' αύτο
aEV αλ1jθεύει: 'σκυλί' είναι ό ελεγκηκος τρόπος
ζω~ς.
199. Ε1"ΔΟΚΙΑ, Ίωνιά, 332 ρ. 239, 11-240, 9. Διογένης ό χυνιΧός, Ίχεσίου τΡαπεζ[του υι'ος ήν, Σινωπεύς. Κυνιχος δε ';;χουσεν άπο μεταφορας των χερσαίων χυνων- ωσπερ γα.ρ οι' Χύνες εχουσ[ τι φύσει φυλαχτιχον χα ι' διαχριτιχον (δι:χχρ[νουσι γα.ρ τους οί χε{ους των ξένων χαι' φυλάττουσι τους οlχείους), ο{Jτω χαι' ο!5τος εμι
με'(το το διαχριτιχον χαι φυλαχτιΧόν, χαι εφύλαττε μεν τα. της φιλο σοφ[ας δόγματα, διέχρινε δε τους έπιτηδε[ους χαι' άνεπιτηδείους προς
φιλοσοφ[αν. Ο!5τος οΟν ό Κυνιχος τοιουτος ων ήν είΧ6τως ευπαρρη σ[αστος ήλεγχε Υα.ρ χαι' δυνάστας χαl ελλΟΥίμους χα ι' πάντα ανθρω πον δηθεν δια. το χαλ6ν- ελέγχων δε οδΎ άστει6τερον χα ι' Υελοιωδέστε ρον πολυ ήλεγχεν. 'Αχουστης δε ήν 'Αντισθένους, χα ι' διαχούσας αυ του ωρμησεν επι' τον εύτελη βίον.
Ό κυνικος φιλόσοφος ΔωγένΎ)ς ηταν γιος του XΡΎ)ματιστ~ 'Ικεσία, άπο τ~ ΣινώΠΎ). 'Κυνικό' τον αποκάλεσαν μετα.φορικα
, "
απο
τα
σκυ
λ'
ια
'ζ
που
...
ουν
\
σΤΎ)
,
στερια.·
,
γιατι
tf
οπως
,
τα.
σκυ
λ
\
ια.
εχουν απο τ~ φύσΎ) τους μια τάσΎ) να aια.φuλάγοuν κα.ι να aια. κρίνουν (ξεχωρίζουν τους ανθρώπους του σπιηου απο τον ξένο
και τους φυλάγουν), ετσι κι εκεινος απομψειτο αύΤ~ τ~ν ιaιό τΊjτα του να aLIΧxpLVEL κα.νεΙς κα.ι να φυλάει, και άφενος φύλα.γε
"
.. ,
,
'λ ,~~" ι t:' ' ζ τις φι οσοφικες oo~α.σιες, ενω αφετερου ~εxωρι ε εκεινους που
ησα.ν κατάλλΎ)λοι για τ~ φιλοσοφία απο τους ακατάλλΎ)λους γι'
"'10 ντα.ς
α.υΤΤιν.
λ" οιπον
'λ' τετοως αυτος ο κυνικος φι οσοφος,
""
μι-
λουσε, κα.θως ητα.ν φυσικο με παρρΎ)σία. 'Εξέταζε, ετσι, κα.ι
&ρχοντες και ανθρώπους που λογα.ριάζοντα.ν σποuaα'i.'οι, μα κα.ι 'θ ε α.ν "θ ρωπο, ΟΎ) "'-θ εν για το κα. λ'ο του. Μ" κα 1 ε
,\
T1jV
'ο' ε~ετα.σΎ; ομωc:
"
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
304
αόΤ~ εaειχνε πως ~σαν πoΛU πιο αστείΌι xcxt γελοΤοι. 'Yπ~pξε μαθΎ)της του ΆντισθένΎ), xcxt σαν α.κουσε τ~ aιacxσκcxλLCX του στράφΎ)κε στον λιτο τρόπο ζω~ς.
200.
ΦΙΛΩΝ, Περι φυτουργ{ας Νωε τό 8εύτερον
151.
Ή κυνός φωνη πάντως όμωνύμως έμφερομένων πλει6νων άνομο{ων,
(2 8ι' αύτijς σημα{νεται ... και προσέτι ό άπό τijς κυνικης αι'ρέσεως όρ μηθεις φιλ6σοφος, ΆρΕστιππος και' Διογένης και' &λλων οΙ' τα αύτα έπιτη8εύειν ήξ{ωσαν άπεptληπτoς άριθμός άνθρώπων. 'Η λ/ξ
ε Ύ)
,κυων / "λασφα ως
-,
/
\
, \
ΧΡΎ)σψοποιειται ομωνυμικα: με αυΤΎ)ν
aΎ)λώνοντcxι πολλα aιcxφΟΡετικα πράγματα, Οπως ... επεσΎ)ς aΎ) λώνεται ό φιλόσοφος ποu εχει τ~ν αφετηρεα του στ~ν Kυνικ~ σxoλ~, ό 'Αρεστιππος, ό ΔωγένΎ)ς xcxt αναpLθμψoι α.λλοι α.νθρω-
\
ποι που
201.
θ
/
,\
\,
\ ,
/
""ξ ζ λ θ/ εωΡΎ)σαν οτι ι ε να ακο ου Ύ)σουν αυτες τις αρχες.
cx
ΚΛΗΜΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΤΣ, Στρωματεις VΙΙΙ, ΙV
12, 5.
Είκ6τως γαρ αν ε'ίποιμι·lΠο{ου κυν6ς; 'Ξγω γαρ και' περι' του χερ σα{ου και' του θαλαττ{ου και' του κατ' ούρανόν &στΡου, άλλα και Διο γένους και των &λλων έφεξης 8{ειμι κυνων.
Γιcxτt ευλογα θα μπορουσα να pωτ~σω: Ποιανου σκύλου; Γιcxτt εγω μιλάω xcxt για τον σκύλο τ~ς στεριας xcxt για αότον τ~ς
θάλασσας xcxt για το α.στρο ποu είναι στον οόρανο αλλα xcxt για
\
τον
202.
Δ
/
ιογενΎ)
\
\
\
\
'/λλ Κ και τους ~ ους υνικους σΤΎ)
ΑΘΗΝΑΙΟΣ, Δειπνοσοφισται ΧΙΙΙ
/
σεφα.
611b.
Συνελ6ντι 8ε είπειν κατα τόν Σολέα Κλέαρχον ού καρτερικόν β[ον άσκείτε, κυνικόν 8ε
Ti{J οντι ζητε· κα[τοι του ζφου τούτου έν τέτταρ
σι την φύσιν περιττην έχοντος, (;)νπερ ύμεις τα χε{ρω μερισάμενοι
τηρεΙτε. Αίσθήσει τε γαρ τn κατ' οσφρανσιν και' πρός τό οίκείον και' άλλ6τΡιον θαυμαστόν και'
Ti{J
συνανθρωπ{ζον οίκουρόν ε[ναι και φυλα-
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
305
χτικον του των εδ δρώντων βίου πάντων περιττ6τατον. 'Ων οόδέτερον
πρ6σεστιν ύμιν τοις τον κυνικον βίον μιμουμένοις. Oι'Jτε γαρ συναν'Υ θρωπι"ετε
"'" οιαγινωσκετε
ουτε
-, λ ' ομι ουντων,
'''1
ουοι:;να
των
,
{J.,f, αισu,Ισει
τε
πολλifJ ύστερουντες &:ργως και &:φυλάκτως ζητε. Αοιδ6ρου δέ και παμφάγου του
(tfJou πεφυκ6τος, ~τι δέ ταλαιπώρου και' γυμνου τον
βίον, α.μφω ταυτα μελετατε, κακολ6γοι και' βοροι' πρ6ς τε τούτοις l1νοικοι και &:νέστιοι βιουντες.
Kα~ γ~α να συγκεφαλα~ώσOυμε: συμφωνα με τον Κλέ αρχο l OCπο τους Σόλους ό βΙος σας aεν εlνα~ καρτεΡLΚOς OCλλα πραγμαΤLΚα ζειτε σαν τους κυνες μ' ολο που ~ φuσ"Yj αuτου του ζώου ζε
χωρΙζε~ σε τέσσαρα σ"Yjμεια, ά;πο τα όποια έσεις συμμερΙζεσθε κα~ τ-ηρειτε τα χειρότερα. ΤΟ ζωο αuτο γ~α παρocaε~γμα εlνα~ 't:
α",~o
"
να
θ
'
")1
,
, \ ,
Ι
(
,
αυμαστο γ~α Τ"Yjν οσφΡ"Yjσ"Yj του κα~ γ~α Τ"Yjν ~κανΟΤ"Yjτα του
αντ~
λ
αμ
\).... o~κε~o
β'
ανετα~ το
\ το\
κα~
t:"
",ενο·
κ~
"t:' 'ζ ",εχωρ~ ε~
επ~σ"Yjς
στο επακρο γ~α τον τρόπο που συν~έετα~ με τον OCνθρωπο κα~ του φυλocε~ το σπΙτ~ κα~ γ~α τ~ν Lκανότ"YjΤOC του να πρoστατευε~ 'ζ ω"Yj οσων το μεταχεφ~'ζ oντα~ κα λ'α. Τ"Yj
, '"
'Αλλ'α
"'"
καμ~α απο αυτες
τις ιa~ότητες aεν χαραΚΤ"YjρΙζε~ έσOCς που μψεισθε τον τρόπο ζω-ης των KυνLΚων. Γ~ατι έσεις ουτε με τους OCνθρώπους συνOC
πτετε σχέσε~ς ουτε a~ακρΙνετε τον χαρακτ~ρα αuτων με τους όποΙους συναλλOCσσεσθε, κ~ ocκόμ"Yj, έπε~a~ ύστερειτε πολυ σε \.
Ι
';jJ: ••••
ι j ~
'~
f
σχέσ"Yj με τους σκυλους ώς προς τ~ν ά;ντ~λ"YjΠΤLΚ~ ίκανόΤ"Yjτα, ζ-ητε νωθρα και aΙχως προφUλαζ"Yj. Άλλα καθως το ζωο αuτο εlνα~ επΙσ"Yjς, ά;πο τ~ φuσ"Yj του, γκρ~ν~ocρ~κo και παμφOCγο και
ζει στ~ γυμν~α μ~α ταλα~πωΡ"Yjμέν"Yj ζω~, εσεις aΙνετε πρoσoχ~ σ
,
1.
,;'
~ Ι
,~,
Ι
\
ζ
-
'ζ'
ε~τε μ~α
,
ω"Yj γεματη κακο-
Περίπου
340-250 π.χ.· Περιπocτητικος fr. 24 FHG 11 ρ. 310).
φιλόσοφος, εχει συγγρά.ψει μετoc
ζυ άλλων ΒΕους-
203. APULEIUS, Apologia 22. Peram eram et baculum Ιυ philosophis, exprobrares igitur et equitibus faJeras et peditibus clipeos et signiferis vexilla ac denique triumphantibus quadrigas albas et togam paJmatam? Non sunt quidem ista Plato20.
t,
\
γλωσσ~α και ά;a"YjφαγΙα κ~ επ~πλέoν χωρις σπΙτ~ και πατριaα.
;i'ii: [,
"
αυτες τ~ς ουο ~Ο~ΟΤ"Yjτες του κα~
Οί 'Αρχαιοι Κυνικοί
ΊΟθ
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΙ'ΝΙΚΟΙ
njcae sectae gestamjna sed Cynjcae famjJjae lnsjgnja. Verum tamen JlO(' Djogenj et Αntist
,
'1>':-' oνειoι~εις
''Ι>' το οισαχχι
χαι"β'l>' το ρα οι
των
φι λ' οσο-
φων χαι χΟΡο·ίΟειJεις τις άσπίοες των ίππέων χαι των πεζων, χαι τις σΎjμαιες των σΎjμαΙOφόpων χαι τα λευχα τέθριππα, χαι
τ-ην τ+Ιβεννο των θριαμβευτων, τ~ν στoλισμένΎj με χέγχρους; Αυτα οεν εΙναι βέβαια τα οιαχριτιχα τ~ς Πλατωνιχ~ς σxoλ~ς άλλα τα οιαχριτιχα τ~ς οΙχογένειας των Κυνιχων. Πραγματι-
,
χα,
τισ
''ι>' "Δ' το οισαχχι χαι"β'l>'''' το ρα οι ειναι για τον ΙOγενΎj χαι"'Α τον ν'" θ ενΎj ο, τι
,
για
'β ασι λ''Ι> τους ιαοες
''Ι> ''Ι> το OιαOΎjμα,
'" τους
για
αυτο-
χράτορες ~ χλαμύοα, για τους ΠOντίφΎjχες το πιλήχιο για τους
,
,
,
οιωνοσχοπους το χαμπυ
204.
λ' ωτο
ρα
β'l>' οι.
ΠΛΟΠ ΑΡΧΟΣ, Ει lΧύτάρχης ή XIΧX{IΧ προς XIΧXOδIΧΨOν{lΧν
.3
ρ.
499c-d. Άλλ' εξ ούσ{ιχς λlΧμπpας JjlΧt οίχου xiχι τplΧπέζης XlΧι' πολυτελε{ιχς εις
τp[βωνlΧ XIΧΙ πήplΧν XIΧΙ πpOσlΧ{τησιν εφημέρου τροφης XlΧτάξεις; ΤIχVτ' εύδlΧΨOν{lΧς αpχlΧι Διογένει, τlΧυτ' ελευθερ{ιχς Κράτητι XlΧι' δ6ξης.
'Αλλα θα περιορίσεις εν αν ανθρωπο άπο τον άστραφτερο πλοu το χι άπο το σπίτι του, το τραπέζι, τ~ν πολυτέλεια, στο τριμ
μένο pouxo, το οισάχχι χαl. τ~ ζψιανια για το μεροφάγι; Αυτα άποτελοuν τ~ βάσΎj τ~ς ευοαιμονίας, σύμφωνα με τον ΔΙOγένΎj,
αυτα τ~ βάσΎj τ~ς ελευθερίας χαl. τ~ς XlΧλ~ς φήμΎjς, σύμφωνα με τον KpάΤΎj.
205.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων XlΧι' δογμάτων συνlΧ
γωγη νι
33.
'Α νlΧπήpOυς ελεγεν
[sc.
Διογένης Ί ού τους χωφους XlΧι' τυφλούς, αλλα
τους μη εχoντlΧς πήplΧν.
307
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
'\/1. ναΠΊJPOυς ' "" ο'Δ' ΙOγενΊJς οεν
'ζ' XαpαΚΤΊJPΙ ε τους κουφους και τους
'"
τυφλους OCnΓY. οσους οεν 'έχουν ΟισOCκκι. 1 1. ~Ίlλα:8'fι οσους 8εν ακολουθοuν τον κυνικο βιο.
206. ΓιΑΛΑΤΙΝΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ χνι 333 (Άντιφίλου Βυζα.ντίου). 'f{ ;-;~pη χα ι' χλαϊΎα χαι ΙJδατι πιληθείσα
μ.άζχ. χαι' ή προ ποδων ράβδος έρειδομένη, χχι' δέπχς έχ χεράμοιο, σοφij) χυνι μέτρα βίοιο χρχιχ' xfιν τούτοις
ljv
τι περισσότεροψ
χο{λχις ΥΧΡ πόμχ χερσι'ν ίδων άρύοντα βοώτην εΤ;π' «τί χα ι' σε μάτην, οστΡαχον, ήχθοφόρουν;»
Τ οΙ
'λ
σακου
(,
,
~,
Ι
ι, ΊJ καππα, ενα κομματι μουσκεμενο
Ψ
"
ωμι, ΊJ μαγ-
κoύpcι. ocκουμπισμένΎj μπροστα στα π60ιcι. του, κι ενα π-ήλινο πo,'fιpι ~σαν για τον σοφο Σκύλο ocρκετα για τι.ς ocνocγκες τΎjς
r"'" "ωηζ"
"" "ακoμΊJ υπηρχε (""' αυτα
και σ
Ι " καη περιττο' και βλ'εποντας
χOCποιον γεωργο να πίνει νερο μέσ' OCΠΟ τι.ς παλOCμες του είπε: «Προς τΙ, ποτ-ήρι, σε είχα οίχως λ6γο φορτωθεί κι έσένα».
207.
λΙ:SΟΝΙι.:s, E-pigl'ammata
XXIX.
pera, JJoJenta, tl'ibon, liacu]us, scyphus, al'ta sufJeJlex ista [uit ('ynici: set fJutat hanc nimiam. namque ('aΓis manib/ls (?el'nens fJotal'e bubuJcum: CUI', SCΥρhθ, te, dixit. gθstο sufJel'vacuum. "Ε
'λ λ' λ ι να σcι.κoυ ι, ιγο π ιγουρι,
r! , , ι! , ενα τρψμενο πανωφορι, ενα κυ-
πελλο - αυτες tιταν οί ocποσκευες του Κυναου. ' Αλλα κι αυτα τα θεωρεί πολλOC. Γιατι. βλέποντας κOCποιο γελαoocPΊJ να πίνει ,Ι
με τις χουφτες του, λεει στο αΧΡΥιστο κυπελλο: '\....,
,ι'Ι σε κου β α λ' cι.ω;».
"
,
' «'Ε σενανε
,
προς
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
308
208.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' δογμάτων συνα γωγη νι 37. Π ρβ. ΠΛΟ ΥΤ ΑΡΧΟΣ, πως αν τις αίσθοιτο έαυ του προκ6πτοντος έπ' άρετ;η
Θεασάμεν6ς
[sc.
8
ρ.
7ge.
Διογένης] ποτε παιδίον ταις χερσί πινον έξέρριψε
της πήρας την κο τύλ ην, είπών,
«παιδ[ον με νενίκηκεν εύτελείο/».
Έξέβαλε δε καί το τΡυβλίον, όμοίως παιδίον θεασάμενος, έπειδη κα τέαξε το σκευος,
-rijj
κοίλιμ του ψωμίου την φακην ύποδεχ6μενον.
'Όταν κocποτε ό Διογέν"fjς είδε ενα παιδΙ να πίνει νερο με τα χέι ~ , , ''Ιι ,ι λλ ρια, πεταc,ε απο το οισακκι το κυπε ο ,
,Ι
,
\
λ'
(
με εχει νLΚ"fjσει σΤ"fjν απ ΟΤ"fjτα».
ΠΙ
~
λ'
εται.,ε
εγοντας:«
) επισ"fjς Ι
"Ε
'1-'
να παιοι
,\,
~
,
απο το οισακ-
κι καΙ τ~ν κούπα, δταν είδε πocλι ενα παιδΙ να παίρνει τΙς φακές
-
"λ του στο κοι ωμα του
Ψ
,. .,
ωμιου,
,ι εσπασε το πιατο.
r/,'
οταν
τα άποσπOCσματα αύτης της ένότητας
(203
κέ.) άναφέρονται στα έξωτερικα
σύμβολα το\) κυνικο\) βΙου, άπο τα όποία τα πιο χαρακτηριστικα εΙναι ~ πή
ρα, ό τΡ{βων, ~ βακτηρία
1)
~ ράβδος, ό πίθος, το τΡύβλιον. «Πραγματολογι
κα σΊjμαντικό, καθότι έντελως ξένο στΙς έλλΊJVικες άντιλήψεις», χαpαΚΤΊjpΙζει
ό
G. Rudberg, «Zur Diogenes-Tradition»,
σ.
124,
crΊjμ.
49,
το οτι ό ΔΙOγένΊjς
3ι3OCσκεται κOCτι, έν προκειμένω την OCπλόΤΊjτα, άπο ενα παι3Ι
209. GNOMOLOGIUM VATICANUM 743 Ό αύτος
[sc.
Ω. 185.
Διογένης] θεασάμενος μειράκιον άρυ6μενον χερσί κοί
λαις άπο του παραρρέοντος 6δατος και' πινον άπέρριψεν αύτίκα καί την έξ -}jς είώθει πίνειν κύλικα βελτίους και' χρησιμωτέρας τας χειρας φήσας έαυτον είλ ηφέναι παρα της φύσεως.
(ο αυτος ΔΙOΎέν~ς, οταν εΙόε κάποτ' ~να άγ6ρι να παίρνει με τΙς χουφτες του νερο απο ενα
, ,
"ι
αμεσως και το κυπε
PUOCKL, έκεΤ παραδίπλα, πέταξε " . - crUV"fj'θ ι ζ ε να, πινει, Ι λ' εγον-
λλ ο, με το οποιο
τας δη ~ φύσ"fj του είχε δώσει κocτι πιο χρήσιμο: τα χέρια.
210. SENECA, Epistulae morales
χιν 2
[= XC], 14.
Quomodo, ΟΓΟ te, convenit, υΙ et Diogenem mireris et Daidalum? Uter θΧ his sapiens tibi videtur? Ql1i serram commentυs est, an ille ql1i Cl1m
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
309
γίdίsset puerum caγa manu bjbentem aquam, fregit protjnus excemptum e peruJa caljcem cum hac objurgatjone suj: «quamdju homo stuJtus SUΡerγacuas sarcjnas habujt!» quj se compJjcujt jn do}jo et jn eo cubjtaγjt?
πως, σε ρωτω, συμβαίνει να θαυμάζεις κα~ τον ΔιογένΥ) κα~ τον Δαίοαλο; Ποιός άπο τους Ούο σου φαίνεται σοφός; Έκεινος που επινό'f)σε το τρυπάνι ~ εκεινος που βλέποντας ενα παιo~ να
,
πινει
'" με
νερο
ης
πα λ' αμες
"β γα λ ε ε
'
το
,
κυπε λλ ο
'
\
απο
\
το
'λ ι σακου
του, το εσπασε επιτιμώντας τον έαυτό του με αύτα τα λόγια: «τι άνόψος που ~μoυν να κρατω δλον αύτο τον καφο περιττα φορτία!», οιπλώθ'f)κε στο πιθάρι του κι επεσε να κοιμ'f)θει;
211.
ΣΙΜΠΛΙΚΙΟΣ, Ύπ6μνημα εις 'Επίχτητον
32.
Τοσαύτη δε ~ν ή σπουδη τοϊς θείοις άνδράσι προς το περιττον &παν άποσχευάσασθαι, ώστε τον ΔΙΟΥένην φασι σΧύφος ξύλινον άει' περι φέροντα εν τn πήρο/, iίJ το 6δωρ άρυ6μενος έπινεν, επειδη ποταμον διαβαίνων εθεάσατ6 τινα ταϊς χερσι'ν άρυ6μενον χαι πίνοντα, έρριψε
το σΧύφος εις τον ποταμ6ν, ειπών, μηΧέτι δεϊσθαι αύτου, των χειΡων την χρείαν ποιουσων.
Τόσο μεγάλος ~ταν ό ζ~λoς των θε'ίκων άνθρώπων να ξεφορ τωθουν καθετ~ περιττο ωστε λένε δτι ό ΔLOγέν'f)ς, που είχε
,
\
\
\.
-
'λ" "'λ ινο κυπε 'λλ ο, με το οποιο παντοτε μα ζ'ι του στο σακου ι ενα ι.,υ
επαφνε κι επινε νερό, δταν κάποτε οιασχίζοντας ενα ποτάμι I~' " πινει νερο\με '" , ζ 't:' εcoε καΠΟLOν να τα χερια του, πεται.,ε το ι.,υλινο κύπελλο στο ποτάμι λέγοντας δη οεν το χρειαζόταν πιά, άφου \ σου ~ λ εια ' αυΤΥ) " " κανουν τα\ χερια. Ι ΤΥ) Τ'f)ν
212. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ, 'Επιστολαι' Ι 4. Τον δε ΔΙΟΥένην ούδε επαύσατ6 [sc. ό Βασίλειος] ποτε θαυμάζων. -:οϊς παρα της φύσεως μ6νοις άρχεϊσθαι φιλοτψούμενον, ώς χα ι' το χισσύβιον άπορρϊψαι επειδήπερ παρα παιδος εδιδάχθη χοίλαις ται:: /ε:ρσι'ν επιΧύπτων πίνειν.
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
310
Κ L Ο'Β ασL'λ εLος
~\
οεν
,Ι
\ \
\
Ψ ε ποτε να θ αυμα 'ζ εL τον Δ ωγενΎj Ι \ που
επα'
προσπαθουσε να περωρΙζεται μόνο σε O,τL μας παρέχεL ~ φύσΎj: " 'ζ t Δ ι ι! "θ' \ αΚOμΎj καL"ι το κυπε λλ' ο του πετα",ε ο ωγενΎjς, οταν εμα ε απο ιl
~,.....,
'β
ενα παLΟL πως να σκυ μες
'"
"
εL καL να ΠLνεL νερο
μεσ
, απο , "
ΤLς πα
λ'
α-
του.
ΦανταστικOC λόγια τ~ς Πενίας, τOC όποΊ.α παρεμβOCλλει στ~ν έπιστολή του ό Βασίλειος.
213. PLAUTUS, Persa 122-128. njhjl parasjtus est, cuj argentum domj est: lubjdo extemplo coeperest convivium, tuburcjnarj de suo, sj qujd domj est. cynjcum esse egentem oportet parasjtum probe: ampulJam, strjgilem, scaphjum, soccos, palJjum, marsuppjum habeat, jnjbj pau1Jum praesjdj, quj famjJjarem suam vitam oblectet modo. 'Ένας παρocσLτος πού 'χεL λεφτα l)αOC του εΙναL χαμένος: αίσθOC νεταL αμέσως τ~ν αν~γΚΎj να αρχΙσεL να εύωχε'i:ταL, να κατα'ζ εL β ροχ θ L
""λλ'
''1
το ενα καL το α
"ζ
~
~
Ι
"
"
Ι
\
ο με ε",οοα οLκα του, αν εχεL τα με-
σα. 'ΈχεL καθ~κoν ό παρocσLτος να εΙναL ενας φτωχος κυναός: ,,'
να
εχεL
ι!
ενα
φ
λ
'f!
ασΚL,
ενα
t:
'fl
",υσΤΡL,
ενα
Ι
κυπε
λλ
ο,
~'λ"
σανοα
Lα,
ενα
φθαρμένο ρουχο XL ενα πουγγι &Ι)εω σχεl)όν, μόνο rLιX ο,ΤL χρεLocζεταL το σΠLταό του. Ό F. Leo, «Diogenes bei Plautus», σ. 441, πιστεύει οτι σε αύτούς τους στί
χους του Πλαύτου εχούμε τ~ν παλαιότατ'f) μαρτυρία γιOC τον Διογέν'f), ό
όποΊ.ος «γύρω στOC 3;')0 ~ 340 π.Χ. ~ταν στ~ν 'Αθήνα μιOC τόσο ξεχωpιστ~ μopφ~ ωστε α:ποτελουσε τ~ν προσωποποί'f)σ'f) του κυνικου βίου». Κυρίως ό
F. Leo προσπαθεΊ. νOC συναγOCγει συμπερOCσματα γιOC τOC έξωτερικOC στοιχεία της φιγΟ'JΡας του κυνικου σοφου· τOC πιο χαραΚΤ'f)ριστικoc α:πο α>JΤOC, Τι βακτη ρία και Τι πήρα, το ραβίΗ και το ίιισOCκκι, στOC όποΊ.α ίιεν γίνεται στους παρα πOCνω στίχους καμία α:ναφορOC, ιΧποτελουσαν, σ'f)μειώνει, α:παpαίΤΊjΤO έξοπλι
σμο κOCθε &θηναίου όίloιπόpoυ. Eίίlικότεpα γιOC τ~ βακτηρία, Τι σύνίlεσή ΤΎJζ με τον ΔιoγένΎJ πρέπει, κατOC τον F. Leo. ο.π., σ. 442, νOC εΙναι κOCπως μετα
γενέστεpΎJ καί να εχει τ-ην ά:φετηρΙα ΤΎ)ζ σε άνέκaοτα, στoc b7':'JI''X ":0 ραβaL παίζει ίtνα ρόλο, π.χ. ΔιoγένΎJζ Λαέρτιος νι 32 και 66· "ρβ. Y.'Χ~
\
Ι
21 οπου
31
j.ΙΟΙΈ:'oiΗΣ
Ι
ό '~C\ ν-:-ισθένΊjζ, σ7Ύjν πρώΤ1) συνeι.νΤΎjσ+ι του με τον ΔιογενΥ] σΤικώνει το ραβδί 70υ γιoc voc 70ν χτυπήσει. 'Η arnpuJJa, πχλι, όΎjλαό+Ι 70 όοχειο γιoc το λχόι, και ή strigi/is, ή στλεΥΥίς, το ζυστρΙ, με το όποιο κοιθχριζαν το σωμα lJaTEPOΙ OC,-O τ+ι γ"μναστική α.σΚΎjσΎj, μας παραπέμπουν σε ~ναν ΔΙOγένΎj όιαφορετικο
OC,-O τον ρ!)πωντα ΔΙOγένΎj το;) Λουκιανο;) και τΊjς μεταγενέστεpΎjζ βιογραφι κr,ζ παpXόOσΎjς και πιο κοντOC σε αύτον που ό 'ΛθΎjνόόωpOς των Περιπάτων
τον εμφανΙζει ώς αει' σηλπνον διdι το αλείφεσθαι, ΔΙOγένΎjς Λαέρτιος νι 81.
214. Μ.Τ. VARRO, SatUl'al'um LVI 9 και LXX 20. Sed cynίcίs ίnvoJucl'Um et paJJίum Juteum non est. LXXI20. Dίoge nern postea paJJίurn soJurn hahuίsse, et hahel'e Ulίxern rnel'arn tυnii?am: pj]ellrn ίdeo non hahel'e.
'Αλλα για τους Κυναους το περίβλYjμοι κοι!. ό τρΙβωνοις οεν εΙ νοιι κάη εύκοιτοιφρόνψο. (LXXI 20). Μετα α.πο οιύτα ό Διογέ ν1jς φόρεσε μόνο τον τρΙβωνοι, κοι!. ό 'Οουσσέοις φορουσε μόνο τον χιτώνοι: για τουτο οεν φορουσοιν σκουφο.
215. ΣΕΞΤΟΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ, Πυρρώνειοι ύποτυπώσεις Ι 14, 145· 150 και 153. Ά γωγf; μεν οοΎ εστιν α[ρεσις β[ου η τινος πράγματος περι ενα Ύ) πολλους γινομένη, ο[ον περι' Διογένην Ύ) τους Λάκωνας. [ .. ·1 150. ',4 γωγην δε άγωγ!f, οταν την Διογένους άγωΥην άντιτιθωμεν τ;; του 'Αριστ[ππου. [ ... ] 153. ΆΥωΥ;; δε έθος άντιτΕθεται, οταν οι' μεν πολ
λοl ανθρωποι άναχωρουντες μΙΥνύωνται ταις έαυτων Υυναιξ[ν, ό δε Κράτης τ;; Ίππαρχ[α δημοσ['!' καΙ ό μεν ΔΙΟΥένης άπα εξωμ[δος πε Ριf;ει ήμεις δε ώς είώθαμεν.
Κοινόνοις συμπεριφορας, λοιπόν, εΙν οι ι επιλoγ~ ένος τρόπου
r"ωΎjς '""' Ύj,\
~"
'"
,Ι'
~
, τον
1j,\"οιπο
f!
ενος προιγμοιτος που γινετοιι οιποοεκτο οιπο ενοι
' Π ροσωποι,
" λ .χ. οπως
" οιπο
Δ ωγενΥι '
1j ,\
πο
λλ'
οι
'Λ' τους οικωνες.
(150). Κοι!. α.ντιτάσσετοιι σ' 'ένοιν κοινόνοι συμπεριφορας 'ένοις α.λ λος κοινόνοις, οτοιν στον κοινόνοι του ΔιογένΥι α.νητάσσουμε τον κοινόνοι του ' ΑρΙστιππου. (153). Κι Υι συν~θειoι α.νητάσσετοιι ~τoυς κοινόνες τ~ς συμπεριφορας, οτοιν, ενω οί περισσότεροι χνθρωποι α.ντοιμώνοντοιι με τ!.ς γυνoι~κες τους 'έχοντοις α.ΠΟΤ?:Ζ-
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
:112
, , Κ ραΤΎjς ' , ζ ετα~ με"'Ι ''''OΎjο συνoυσ~α ΤΎjν ππαρχ~α β Ύjχτε~-καπου, μοσί ως l κ~ οταν ό ΔωγένΎjς περ~φερ6ταν με τ~ μ~α μασχάλΎj ακάλυΠΤΎj, ενω έμεΤς ντυν6μαστε με τον συνε~θ~σμένo τρ6πο.
1.
Σέξτος ΈμπειρικοΙ Πυρρώνειο, ύποτυπώσε,ς Ι
216.
14, 153 [= Κράτης 35].
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ, 'Ομιλία εΙς τους νέους. πως αν έξ Έλληνιχων ώφελοϊντο λ6γων
7.
Κουρας δε χαι &μπεχ6νας lξω των &ναγχαίών περιεργάζεσθαι στυχούντων έστί, χατα τον Διογένους λ6γον,
1}
1}
δυ
άδιχούντων.
Το να ασχoλεΤτα~ κανεLς με περ~σσ~ επιμέλε~α με το κούρεμα
XCXL τα κομψα ενΟύματα εϊνα~ γνώρ~σμα ~ ~υστυχ~σμένων αν θρώπων, σύμφωνα με τον ΔωγένΎj, ~ άνθρώπων OC~αων.
217.
ΜΑΞΙΜΟΣ ΤΥΡΙΟΣ, Διαλέξεις Ι 9.
Ούδε γαρ ή Διογένους ζήλωσις θυλάχιον χαι βαχτηρία, &λλ' lξεστ[ν
που χαι ταυτα περιβεβλημένqν Σαρδαναπάλλου εlναι χαχοδαιμονέ στερον.
Οuτε κ~ ~ μίμΎjσΎj του Δ~OγένΎj συνίστατα~ στο σακoύλ~
XCXL το
"" γ~ατ~'ϊ '" , κα~" κρατωντας τα κανε~ς , αυτα " , εΙρα β O~: ε,να~ ουνατον να
να~ π~o ~υστυχ~σμένoς απο τον Σαρ~ανάπαλλo.l
1.
Ό βοισιλιας των Άσσυρίων ΆσσουρμποινιπOCλ (Ίος οιΙ π.Χ.) που ~ ποιρά
l)οσ'Υ) τον ~)(ει τοιυτίσει με τον τύπο του ά:κ6λοιστου, σπάτοιλου κοιι OCσωτου ά:νθρώπου. Πρβ. Δίων Χρυσ6στομος, Λόγο, ΙV
135·
έπίσ'Υ)ς Κράτης
102
κοιι
103.
218.
ΜΑΞΙΜΟΣ ΤΥΡΙΟΣ, Διαλέξεις Ι 10.
Ν6μιζε δη χ&ν τοϊς των φιλοσ6φων λ6γοις, το μέν χαλον ούχ εlναι παντοδαπον ούδέ διαπεφορημένον, &λλ' §ν χαι αύτο αύτφ παραπλή
σΙΟΥ- τους δε άγωνιστας αύτούς, άλλον άλλι;υ σχήματι ύπο της τύχης
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
313
περιβεβλήμενον, είσπέμπεσθΙΧι έπι' την σκηνην του βίου, Πυθιχγ6ριχν
μεν πopφυp~ άμπισχόμενον, τptβωνι δε Σωκρά.την, Ξενοφωντιχ δε θώριχκι κιχι άσπίδι, τον δε έκ της Σινώπης άγωνιστf;ν, κιχτιχ τον Τή λεφον έκείνον, βιχκτηρίq: κιχι θυλάκιρ. Συνετέλει δε ιχύτοίς κιχι τα
σχήμιχτιχ ιχύτα προς την δριχμιχτουργίΙΧψ κιχι δια τουτο ό μεν Πυθιχ γόριχς έξέπληττεν, ό δε Σωκρά.της ηλεγχεν, ό δε Ξενοφων έπειθεν, ό δε Διογένης ώ νείδι ζεν.
Ν α νoμΙζε~ς oτ~ κα!. στων φ~λoσ6φων τους λ6γους το καλΟ o~ν εlνα~ πo~κ~λ6μopφo οuτε o~αφopoπo~"Y)μένo άλλα ενα κα!. σχεΟΟν oμo~o μ~ τον έαυτ6 του' κ~ oτ~ οΙ άγων~στ~ς αυτο!. στάλθ"Υ)καν στ-η σκψ-η τΎjς ζωΎjς μ~ o~αφopετ~κo ό καθένας τους περΙβλ"Υ) μα, οοσμένο άπο τ-ην τύΧ"Υ): Ό Πυθαγ6ρας ντυμένος πορφύρα, ό ΣωκράΤ"Υ)ς μ~ ενα άπλΟ ρουχο, ό Ξενοφώντας μ~ θώρακα κα!. άσπΙοα, κ~ ό άγων~στ-ης άπο τ-η Σ~νώπ"Y), οπως κ~ Ε:κε"Lνος ό T~1 \ β ,1>\ \ 'λ Κ ' \. , , , εφος, με ρα o~ κα~ σακoυ~. ~ αυτo~ o~ τρoπo~ εμφαν~σ"Y)ς
λ
συνέβαλαν στ-η opαματ~κ-η σύνθεσ"Υ) τΎjς παρουσΙας τους γ~α τουτο ό Πυθαγ6ρας τρ6μαζε, ό ΣωκράΤ"Υ)ς άναφουσε γνωμες, ό Ξενοφώντας ~πε~θε, ό Διογέν"Υ)ς χλεύαζε. 1. 'Ο ν6θος γιος του 'HpoικλΊj που μετοιμφιεσμένος σε έΠΟΙΙΤΊ) εκλεψε απο τΙς ~uκΊjνες τον ν~πιo 'Ορέστη.
219. ΙΟ1'ΛΙΑΝΟΣ, Λόγοι ΥΗ 18 ρ. 233c. Τίνιχ δε άσκησιν έποιήσω του βίου; Τί δέ σοι άξιον της Διογένους βΙΧ κτηρίιχς η νιχι μα Δ[ιχ της πιχρρησ[ιχς πεπο[ητιχι;
Πο~iiς λoγΎjς ασκΊjcr"Y) ~κανες στ-η ζω~; τι ~χε~ς κάνε~ που νά 'να~ άντάξιο του ραβοιου του Δ~oγέν"Y) ~, μα τον ΔΙα, τΎjς παρ Ρ"Υ)σΙας του;
'λποδέΚΤΊ)ς των έπιτιμΊ)τικων λ6γων του οιότοκρocτοροι 'Iοuλιοινου εΙνοιι ό κοι77. τα α.λλοι α.γνωστος σύγχρον6ς τοu (40ς οι1. μ.χ.) Κuνικος φιλ6σοφσ: ·11 ?OCΧλειος.
ΟΙ ΑΡΧλΙΟI ΚΓ\;ΙΚΟΙ
220.
APOLU~ARIS
SIDONIUS, r.[)istιJlae ΙΧ 9, 14 .
.'l/cqlle te satis hoc aemlllari, qllod per gymnasia pingantιJr areopagitica γοΙ prytanea, cιιrγa cenice SpelIsippllS... Diogenes harha ωmante. Κι οuτε εΙναι αρκετο να έπιόιώκεις εκείνο το όποίο όείχνουν ο[
~ωγραφιες στα γυμνάσια του' Αρείου Πάγου 1 και στα πρυτα νεία, που όείχνουν τον Σπευσιππο με τον κυρτο αυχένα ... τον ΔωγένΎj με το όασύτριχο γένι. 1.
Ό λόφος στOC /)υτικOC ,r.ς βόρειας ακpΊjς της ΆκpόΠOλΊjς ,ων Άθηνων.
221.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων κlΧι δΟΥμάτων συνlΧ
ΥωΥη νι 43. 'HylΧπατo
[sc.
ό ΔΙΟΥένης] δε ΚIΧΙ' προς ΆθηνlΧίων- μειplΧκίOυ Υοϋν
τον πίθον ιχύτοϋ συντpίrjιlΧνΤOς, τψ μεν πληΥας έδOσlΧν, εκε[νφ δε άλ λον πlΧpέσχoν.
Άλλα κι οί ΆθΎjVαίoι αγαπουσαν τον ΔωγένΊ): οταν ενας νεα
ρος του εσπασε το πιθάρι,1 !κείνοι τον εόεφαν, ενω στον Δω γένΊ) πρόσφεραν ενα α.λλο.
1. ΓιOC 12-13.
222.
το πιθtiρι του ΔΙOγένΊj βλ. και Δίων Χρυσόστομος, Λόγοι ΙΥ(4)
ΩΡΙΓΕΝΗΣ. Κιχτα Κέλσου.
ΙΙ
41.
Άλλα κlΧι' ΔΙΟΥένης δι' ύπεpβάλλOυσlΧν ευτέλειlΧν πίθον ψκει, πlΧp' ούδενι των νοϋν εχ6ντων καν μέτριον τούτου Υε χάριν ΔΙΟΥένης εν ΚIΧΚOις ~ν.
'ΑλλιΧ και ό ΔωγένΊ)ς, απο ύπερβoλικ~ λιτόητα, κατοικουσε σ' ενα πιθάρι' ώστόσο κανένας λογικος α.νθρωπος όεν εκρινε οη ό ΔωγένΊ)ς εξαιτίας αυτου εστω ως ενα βαθμο κακοπερ νουσε.
f Ί ι
.'>IOΓE~HΣ
223.
ΣΟΤ ΔΑ στο λ~μμlΧ 'ζωη πίθου '.
'ζωη πίθου'· έπι' των μετρίως και ταπεινως ζώντων, άπο Διογένους
το;; φιλοσόφου, (β πίθος ην ή ήδίστη καταγωγή.
'ζωfι πίθου'· λέγεται για οσους ζουν στ~ν ανεχεια και τ~ν &θλι6τψα' απο τον ΔιογένΎ] το φιλ6σοφο, για τον όποϊο το πι θάρι ηταν το πιο ευχάριστο κατάλυμα.
224. ''Ον
ΕΤΔΟΚΙΑ, 'Ιωνια
πίθο ν ] έν
[sc.
εισ/ίει έν
rXtlrijJ
rijJ
332
ρ.
240, 22-2!1.
χεψωνι Ι(;κει
[sc.
Διογένης]- και έσπέρας μεν
δια το κρύος, ήμέρας δε έξ,ήει δια τον ηλιον.
Ό ΔιoγένΎJς κατοικουσε στο πιθάρι τον χειμώνα' το δειλινο εμπαινε στο πιθάρι για το κρύο, ενω το πρωι εβγαινε για να λιαστεϊ.
225.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων β!ων και δογμάτων συνα γωγη νι
22.
Μυν θεασάμενος
στος έν
rijJ
[sc.
ό Διογένης] διατρέχοντα, καθά φησι Θεόφρα
ΜεγαΡικijJ, και' μήτε κo!τΎjV έπιζητουντα μήτε σκότος εύ
λαβούμενον η ποθουντά τι των δοκούντων άπολαυστων, πόρον έξευρε της περιστάσεως.
'Όπως αναφέρει ό Θε6φραστος στον ΜεΥα.ρικ6,1 βλέποντας κά ποτε ό ΔιoγένΎJς ενα ποντίκι να ΠΎJγαινoέpXεται τρέχοντας χω
ρις να ψάχνει για κατάλυμα ουτε να προσπαθεϊ να αποφ'Jγει το
...
'
"
'~" 'λ" σκοταοι ουτε πα ι να επι ζ ΎJτει κατι απ
-
,\
'θ εωρουνται αυτα που
απολαυστικα βρ-ηκε ό 'ίδιος διέξοδο στ~ δικ~ του κατάστασΎJ.2 Ή παραπάνω χρείΙΧ οεν OCποτελε!: περιγραψl] -:Ύjς κυνικΎjς αυτάρκειας οσο
άποτελεί εν3ειζΎj για το στι Τι αυτάρκεια αύτΤι βασίζεται στ~ ζωώόΎj έπιβίω ση. Ό
J. Moles, «Honestius quam ambitiosius?
κλπ.», σ.
116,
σημ. 102, πα
ρα-:ηρεΙ: ΟΤΙ πολλοι εpευνΎjτες οεν 'έχουν συνειoητoπoι~σει ώς ποι6 βαθμο Τι
χυνικΥι τ~ύτισΎJ του ενάρετου βίου με τον κατα φύσιν βίο σΤΎjρίζεται σ",:ο
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
316
laεωaες του πρωτογονισμου. Δεν ocληθεuει, σΊ)μειώνει, ότι ό ΔΙOγένΊjς aEν
προσaιορίζει σε τί συνίστσ.τσ.ι ~ ocρετ~: ~ κυνικ~ OCπόιντησΊ) στο έρώτημσ. α.ίιτο OCνσ.μφιβόλως aEV ευστσ.θεΙ, «ώστόσο είνσ.ι ΡΊJT~
(explicit)>>. - Με σ.ότ~ τη
χρείσ., crXEaov στην ocρχ~ του κεφσ.λσ.ίου τ-ης ΣυνlΧγωγης πού είνσ.ι OCφιερωμένο στον ΔιογένΊ) (ΥΙ 20-81), ό ΔΙOγένΊjς Λσ.έρτιος μOCς εισόιγει στ~ν περιγρσ.φ~ του τρόπου ζω-ης πού θOC OCκολουθουσε ό κυνικος φιλόσοφος OCπο τ~ μσ.κριν~ ΣινώΠΊ). ΤΟ ocνέκaοτο γιOC τον μυν συγκσ.τσ.λέγετσ.ι στOC πιο aισ.aεaομένσ.· σώ ζετσ.ι σε πολλες πσ.ρσ.λλσ.γες κσ.ί, όπως πσ.ρσ.ΤΊ)ρεΙ ό Κ.ν. Fritz,
Quellenuntersuchungen κλπ., σ. 36, aEV aElXVEL οϋτε φιλικ~ οϋτε έχθρικ~ aιόιθεσΊj γιOC τον
ΔΙOγένΊj. Ό ΔιογένΊ)ς Λσ.έρτιος το προσγρόιφει στον MεγlΧpιxoν του Θεόφρσ. στου (περίπου 370-288/5 π.χ.) κσ.ι σ.ότΟ του προσaίaει μεγόιλο ίστορικο βόι θος, το όποιο έπιτρέπει στον G.
Steiner, «Diogenes' Mouse and the Royal Dog», σ. 40, νOC είκόισει ότι ό πσ.θισ.σμένος γιOC OCνεξα.ΡΤΊ)σίσ. ΔΙOγένΊjς, ό
όποιος είχε φτωχuνει, OCποτελουσε πρώιμο συστσ.τικΟ τ-ης κυνιχ-ης πσ.ρόιaοσ1jς (ένω όπιο μσ.ΧΊJTικός, είκονοκλσ.στικΟς Διογέν1jς ητσ.ν μιOC προβολη των ζ1j τιόινων ρων).
φιλοσόφων
1.
κσ.ι
των
πλσ.νόaιων
Κ1jρuκων
Ό MεγlΧpιxoς πρέπει νOC ητσ.ν aιόιλογος. Στο
κσ.τοπινότερων
V 43
κα.ι
τ-ης ΣυνlΧγωγης
του ό ΔΙOγένΊjς Λσ.έρτιος εχει συμπεριλόιβει στOC εργσ. του Θεόφρσ.στου κσ.ι
μιOC ΣυνlΧγωγ1; των Διογένους, γιOC την όποίσ. ώστόσο ΊjaΊj ό Ε. Zeller, Die Philosophie der Griechen, τ. 11/1, σ. 283, σΊ)μ. 1, θεωρουσε πιθα.νότερο ότι OCνα. φερότσ.ν στον ΔΙOγένΊj OCπο την Άπολλωνίσ..
2.
Πρέπει νOC OCνσ.φέρετσ.ι στη
MσκoλΊj κσ.τόιστσ.σ1j, την όποίσ. OCντιμετώπιζε ό ΔΙOγένΊjς Οτσ.ν, έξόριστος πιόι, είχε στεΡΊjθει τούς φίλους, τούς συγγενεις κσ.ι τOC πολιτικOC aικσ.ιώμσ.τόι του.
226. ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, πως &ν τις αΊσθοιτο έαυτου προκ6πτοντος έπ' άpετfj
5
ρ.
77e-f.
Και' περι' Διογένους δμοια του Σινωπέως ι'στορουσιν άρχομένου φιλο
σoφεϊ:v, ώς Άθηναίοις ηΎ έορτη και' δείπνα δημοτελη και' θέατρα, και συνουσίας μετ' άλλήλων έχοντες έχρωντο κώμοις και' παννυχίσιν, ό δ' έν τινι γωνίιr. της άγορας συνεσπειΡαμένος ώς καθευδήσων ένέπιπτεν
εΙς λογισμους τρέποντας αυτον ουκ άτρέμα και' θραύοντας, ώς ουδ' άπ' ουδεμιας άνάγκης εΙς έπίπονον και' άλλ6κοτον ήκων βίον αυτος ύφ' έαυτου κάθηται των άγαθων ιΧπάντων έστερημένος.
Elra
μέντοι
μυν τινα προσερπύσαντα λέγεται περι πl:ς ψίχας αυτου της μάζης άναστρέφεσθαι, τον δ' αδθις άναφέρειν
rif;
φρονήματι και λέγειν προς
έαυτον οΖΌν έπιπλήττοντα και' κακίζοντα "τί φ,ής, (jj Δι6γενες; τουτον μεν εύωχεί ηχ σα λείμματα και' τρέφει, συ δ' ό γενναίος δτι μη με θύεις έκεί κατακείμενος έν άνθινοίς και άπαλοίς στρώμασιν όδύΡr; και
θρηνείς σεαυτ6ν;».
.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
317
Κάτι παρόμΟLΟ αναφέρουν και rLIΧ τον ΔLογένΎj απο τ~ ΣLνώΠΎj, οταν αΡΧLζε να στρέφεταL στ~ φLλοσοφ(α. Οί 'ΑθΎjναίΟL είχαν γωρτ~ με δΎjμόσLα δείπνα και εκδΎjλώσεLς στο θέατρο, επ(σΎjς συγκεντρώσεLς μεταξύ τους με γλέντια και ξενύΧΤLα, ενω ό ΔLΟ γένΎjς, μαζεμένος σε κάΠΟLα γωνLα τ-ης αγορας rLIΧ να ΚΟLμΎjθεί, εΙχ ε παραδοθεΤ σε σκέψεLς που τον εκαναν να χάνεL τ~ γαλ~νΎj του και του κλόνLζαν το ~θαό: πως τάχα χωρl.ς να ύπάρχ εL κα νένας λόγος εΙχε μπεί σ' ~ναν κουραστικο καΙ. αλλόκοτο τρόπο ζω-ης και πως απο SLX~ του εύθύνΎj καθόταν τώρα εκεί στερΎjμέ νος απ' ολα τα αγαθά. 'ΈπεLτα ομως, λένε, πλΎjσ(ασε εκεί ~να πονΤ(ΚL που αΡXLσε να ψαχουλεύεL στα ψ(χουλα απο το ψωμι το\) ΔLογένΎj, XL εκείνος αμέσως αναθάΡΡΎjσε XL εΙπε μέσα του, κατ α ι ι \ 'εαυτοι του:« ΤΙL καποων τροπο μα λ' ωνοντας XIΧL\ XIΧXL'ζ οντας τον εΤν' αύτα που λές, ΔLογένΎj! Το\)το εδω το πονΤ(ΚL εύωχείταL με οσα πετας καΙ. τρέφεταL με αύτά, XL εσύ, ό περ~φανoς ανθρω πος, θρψείς και oMPEcrIΧL που δεν μεθοκοπας ξαπλωμένος εκεί πέρα επάνω σε λουλουδένLα καΙ. μαλακα στρώματα;» Στον Πλούτocρχο, άλλα κocι στον Αιλιocνο του άμέσως έπομένου άποσπιΧσμoc τος, το OCνέκ30ΤΟ με το ποντίκι εχει γίνει ή Ιστορίoc τΊ)ς μετocστροφΊ)ς του κυ
νικου ηρωoc, «μια πρocγμocτικα 'Η ριΧκλειoc έπιλoγ~ άνιΧμεσoc στο κocλΟ κocι στο κocκ6», G. Steiner, Ο.π., σ. 40, σΊjμ. 15. Γενικως, το πocριΧ3ειγμoc του ζώου πocίζει σΊjμOCντικO ρ6λο στ~ν προσπιΧθειoc του κυνικου φιλοσ6φου να κocτocγ
γεΙλει τ~ν OCκ6ρεσΤΊ) 3ΙΨoc του άνθρώπου του πολιτισμου για πολυτέλειoc κocι πλουτο, κocι να 3ιocΚ"ηρύξει οτι μ6νο με τον ocύτοπεριορισμο στα άπολύτως άπocρocίτητoc μπορεί το ατομο να κocτocκτήσει κocι να 3ιocτηρήσει τ~ν έσωτερι κ~ έλευθερΙoc του.
227. ΑΙΛΙΑΝΟΣ, Ποικίλη [στορ ία ΧΙΙΙ 26. Διογένης ό Σινωπευς έρημος ην και μ6νος ιΧπέρριπτο, και ουτε ηνά δι' ιΧπορίαν ύπεδέχετο, ουτε ης αιίτον έξένιζε, τον ανδρα έκτρεπ6με νος διά το τοϋ τρ6που έλεγκηκον και όη ην προς τά πραττ6μενα και λεγ6μενα δυσάρεστος. 'Ηθύμει οδν ό Διογένης χαι φύλλων ακρα ησθιε· ταϋτα γάρ ο[ παρην. Τοίς δε ιΧποπίπτουσι τοϋ CiF'rou θρύμμασι μϋς έχρητο έπιφοιτων. Ό οδν Διογένης φιλοπ6νως κατεσκέψατο το πραττ6μενον, και' μειδιάσας και έαυτοϋ γεν6μενος φαιδρ6τερ6ς τε κIΧι'
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
318
ίλεως εtπεν «ό μεν μυς οδτος της ΆΘηνα[ων πολυτελε[ας δειτα! o~δεν συ δέ,
dJ
Διόγενες, &χΘrι δη μη συνδειπνεις ΆΘηνα[οις». Και' επόp~
σεν έαυτif'J ευκαιΡον εύΘυμ[αν.
Ό ΔΙOγένΊjς άπο τ~ ΣινώΠΊj ζουσε εpΊjμOς και προκαλουσε μό
νος του τ~ν πεpιφpόνΊjσΊj' κι επειa~ ~ταν φτωχός, ουτε επισκέ,
ψεις
~,
οεχοταν
,Ι
ουτε
κι
'"
αυτον
τον
φι
λ
~
'"
ο,",ενουσε
,\ , τον απει
κανειζ'
, '1-' συνΊj'θ ι ζ' ι '''λλ φευγαν, επεΙOΊj ε να κατακρινει τους α ους και"ι να γινε-
ται aυσάΡεστος με τις πράξεις και τα λόγια του. 'Ή ταν λοιπον άπελπισμένος και ετρωγε ΙΧ.κρες άπο τα φύλλα, γιατι αuτα είχε ι
προχεφα. ,
' "
rl
,
και τα ετρωγε ενας ποντικος.
"
,
αυτο που
, "
,
Τ' ψΙιχου λ α που επεφταν απο ΤΊjν τροψη του ΠΊjγαινε ι α
"Ι
ΙΟΔ
ι
,.,...,
ωγενΊjς εζετασε
'β αινε και,ι συνε τοτε χαμογε'λ ασε,
και είπε: «Αuτο το ποντίκι
β
,
ασανιστικα
'θ υμΊjσε, γα λ Ίjνε Ψε ' ευ
'
aEV εχει aιόλου άνάγΚΊj τ~ν πολυτέ
λεια των' AθΊJVαίων, ενω εσύ, ΔωγένΊj μου, στενοχωριέσαι που
aEV παρακάθεσαι σε aειπνο με τους ΆθΊJVαίoυς». Κι έaωσε στον έαυτό του τ~ν εuκαφία να βρει το κέφι του.
228.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων και' δογμάτων συνα γωγη νι
40.
Προς τους έρπύσαντας επι' την τράπεζαν μ.υς, «ίδού», φησι'
[sc.
Διο
γένης], «και Διογένης παρασίτους τρέφει».
Στα ποντίκια που σύpθΊjκαν ως το τραπέζι του ό ΔΙOγένΊjς εί πε: «Να που και ό ΔωγένΊjς τρέφει παράσιτα!» 'Όπως φιχ[νετιχι σε ιχύτο το άπόσπιχσμιχ ό ποντικος του Διογένη i)εν εΙνlχι
άποκλειστικΟι σύμβολο άνεξιχρτησ[ιχς.
229.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων β[ων και δογμάτων συνα γωγη νι
22-23.
ΤρΕβωνα 8ιπλώσας πρωτος κατά ΤΙΥας δια το ανιΧγκην εχειν και'
ενεύδειν
arJTif'J,
πήραν τ' εκομΕσατο ένΘα
arJTif'J
τα σιτ[α ~ν, και παντι
τόπιρ εχρητο είς πάντα, άριστων τε και' καΘεύδων και' διαλεγόμ.ενος.
r :319
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
'( )τε και τους 'Αθηναίους εφασκε, δεικνυς Γι7ν του Διος στοαν και' το Ι lομ πειο ν, aJT4J κατεσκευακέναι ένδιαιτασθαι. (23) Βακτηρίο/ δ' έπε r,τr;Ρίζετο άσθενήσας επειτα μέντοι και δια παντος έφόρει, ού μην έν χστει, άλλα καθ' όδον αύτn τε και' πήρο/, καθά φησιν Όλυμπιόδω ,σος ό 'Αθηναίων προστατήσας και' Πολύευκτος ό ρήτωρ και Αυσα νίας ό Αίσχρίωνος. 'Επιστείλας δέ ηνι οίκίδιον aJT4J προνοήσασθαι, βραδύνοντος, τον έν T4J ΜητΡώιΡ πίθον εσχεν οίκίαν, ώς και αύτος έν ταις έπιστολαις διασαφει. Και θέρους μεν έπι ψάμμου ζεστης έκυλιν
Tn
δειτο, χεψωνος δ' άνδριάντας κεχιονισμένους περιελάμβανε, παντα χόθεν έαυτον συνασκων.
Σ{.ψφωνα με όρισμένους ~ταν ό πρωτος που εβαλε το πανωφό ρι του διπλ6 1 επειδ~ χρειαζόταν και να κοιμαται μ' αυτό, επί σ'f)ς εφοδιάσΤ'f)κε μ' ενα δισάκκι οπου εΙχε τΎ;ν τροφή του, και εκανε σε όποιονδήποτε τόπο ότιδήποτε: ετρωγε, κοιμόταν, συ
ζψουσε. 2 Συνήθιζε, ετσι, να λέει δείχνοντας Tl] στο α του Δία και το Πομπείο,3 οτι οΙ Άθψαίοι τα εΙχαν χτίσει για να μένει , - αυτος. " εκει ~'
"
(23) "Ο ταν ~, ,
' " καποτε αρρωσΤ'f)σε, στ'f)ΡΙ ζ"οταν σ
.....,
" ενα
,ι - οχι ομως σΤ'f)ν ποβ λ'f), αλλα στις όδοιπορίες του'!' επίσ'f)ς το δισάκκι, καθως ανα φέρει ό 'Ολυμπιόδωρος,5 που διετέλεσε πρωτος αρχοντας στ~ν , Αθήνα κι ό ρήτορας ό Πολ6ευκτος6 και ό Λυσανίας,7 ό γιος τσυ ΑΙσχρίωνα. "Οταν κάποτε εστειλε γράμμα σε κάποιον να φροντίσει να του βρεί ενα σπιτάκι, κι εκείνος καθυστερουσε, ό
ρα οι' επειτα ομως το κρατουσε παντοτε
ff
"
8
Διογέν'f)ς ΧΡ'f)σιμοποί'f)σε για σπίτι του το πιθάρι που ~ταν στο Μψρωο,9 οπως σαφως μας πλ'f)ροφορεί κι ό 'ίδιος στις 'Επιστολές του. ω Τ α καλοκαίρια κυλιόταν πάνω στ~ν αμμο,
,ους χειμωνες αγκάλιαζε χιονισμένα αγάλματα, ασκώντας με κάθε τρόπο τον έα.υτό του. 'Η ασΧΎΙσις του Διογένη οεν ενέχει καμιCL εχθρότητα απέναντι σ-:ο σωμα, οπως συμβαίνει με -:-η μυσ-:ικισ-:ικ-η ασκητικ-η και τον αγώνα των χρισ-:ιανων αναχωρητων xtxTCL τΊ)ς σάρκας γιατι ycCL τον ΔιογένΎ), οπως σημειώνει ό Ε. Sch\\'artz, CharakterkDpfe aus dε'Γ Antjke, σ. 122, natura]ja non sunt turpja. Προχωρώντας πέρα απο τ-ην αντισθένεια αοιαφορία απέναντι crTCL ε;ωτερικCL iXYOΙeCL το'::; πολιτισμου, ό φιλόσοφος προσπαθουσε με τ-ην χυνιχην ασχησιν VCL σκληpαγωγ~σει το σωμοι του ωστε VCL μπορέσει VCL απαλλαγεΤ. απο τους εσω-
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
:120
τερικοuς και έξωτερικοuς όιναγκασμοuς και να κατακτ~σει την μεγαλύτεpΊj
3υνατη έλευθερία καί, με αύτ~ν, την ευτυχία· να όιπ03εσμευτει όιπο τη 30υλεία στις έκλεπτυσμένες συν~θειες, στΙς όποιες είναι ύπ030υλωμένοι οΙ κοινοι αν θρωποι.
1. τουτο είναι όιμφίβολο· στο νι 13 τ-(jς ΣIJΥlχγωγΎjς ό ΔΙOγένΊjς (FGrH 84 F 24) όιπ03ί3ει το Ί3ιο πράγμα στον ΆντισθένΊj (βλ. παραπάνω, ΆντισθένΊ)ς 176), καΙ ό Σωσικρά ΤΊ)ς (FHG ιν 503) στον πυθαγόρειο Διό3ωρο όιπο την Άσπεν30. 2. Αυτη ~ Λαέρτιος εχει όιναφέρει οτι ό NεάνθΊjς
συμπεριφορα του φιλοσόφου έκφράζει πιο χαρακηριστικα τη στpάτευ~ του στην κυνικη έλευθερία: ό ΔιογένΊ)ς είναι ό μόνος όιρχαιος φιλόσοφος, για τον όποιο παρα3ί3εται ΟΤΙ ΠIΧYΤΙ τ6πφ έχρητο ε/ς πάyτlΧ και αυτο είναι σΊ)μαντικο
για την κατανόΊ)σΊ) καΙ των έπι3ράσεων της κυνικης φιλοσοφίας στον όιρχαίο κόσμο.
3.
Το κτ~pιo
-
στον Κεραμεικό
-
στο όποίο φυλάσσονταν τα όιπα
ραΙητα για τις θΡΊ)σκευτικες τελετες της πόλΊ)ς.
4.
Είναι χαρακηριστικο
οτι ό ΔιογένΊ)ς, σύμφωνα με οσα μας λέει έ3ω ό ΔιογένΊ)ς Λαέρτιος, 3εν εφερε
πάντοτε το ραβ3ί, ενα όιπο τα χαρακηριστικα σύμβολα ποu εχουν συν3εθεί με τον Κυνισμό.
294/93
και
293/92
5.
Πρόκειται μαλλον για τον ΆθΊ)ναϊο αρχοντα των έτων
π.χ.
6.
ΤΟ ονομα αυτο ~ταν πoΛU συχνο τον
40
αΙ π.χ.
στην Άθ~να, οπου πολλιΧ πρόσωπα με αυτο το aνομα παίζουν ρόλο στα 3Ί) μόσια πράγματα (Πολύευκτος δ Σφ~ττιoς, Π. ό Κριωεύς, Π. ό Kυ3αντί3Ίjς), και 3εν είναι πάντοτε ε()κολο να ταυτίζονται οΙ όιναφορές.
7. Πρόσωπο 8. Ό R. Bracht Branham, «Diogenes' Rhetoric and the Invention of Cynicism», σ. 454, χαρακηρίζει αυτη την πράξΊ) του ΔιογένΊ) ώς την «κα αγνωστο.
ταστατικη πράξΊ) του Κυνισμου». Καταφεύγοντας ό ΔιογένΊ)ς σε αυτην, οταν ναυάγΊ)σε το σχέ3ιό του να έξΙJσφαλίσει ενα φτωχο κατάλυμα (otxt8ιoy),
πραγματοποιεί ενα μεγάλο βημα προς την κατεύθυνσΊ) τ~ς όιναζ~ησΊ)ς 3ιεξό3ου στις όιντιξοόητες και της προσαρμογης στις Μσκολες καταστάσεις (π6ΡΟΥ έξηυρε τijς περιστάσεως). Είναι έν3ιαφέρον οτι έ3ω γίνεται λόγος για: προσωρινη 3ιαμονη του φιλοσόφου σε πίθΟΥ, ένω σύμφωνα με τη μεταγενέ
στερΊ) παpά30crΊJ το πιθάρι ~ταν ~ μόνιμΊ) κατοικία του - στην ' Aθ~να
7)
την
Κόρινθο. "Ας σΊ)μειωθεί πάντως οτι τα όιρχαία πιθάρια ~ταν κατασκευασμένοι
όιπο ηλΟ και ~σαν πoΛU μεγάλα. να"ίκου κράτους.
10.
Ό Κ.ν.
9.
Ίερο της ΚυβέλΊ)ς και όιρχεϊΌ του όιθΊ)
Fritz, Quellenuntersuchungen
κλπ., σ.
39,
πα
ραΤΊ)ρεί οτι ~ 3υσκολία που όιναφύεται όιπο την όιναφορα σε ΈπιστολΕ:ς του
ΔιογένΊ), που όισφαλως είναι μεταγενέστερες, αϊρεται άπο το γεγονος ΟΤΙ το crΊJμείo αύτa του κειμένου είναι έμβόλιμο.
230. HIERONYMUS, Adversus Jovjnjanum
ΙΙ
14.
Hwus [sc. Antjsthenjs] Djogenes jJ1e /amosjssjmus sectator /ujt, potentΪoΓ rege A1exandro et naturae VΪctor humanae re/ert Satyrus qw jJ]lJ-
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
321
strjum virorum scrjhjt hjstorjas, quod Djogenes paJljoJo dupJjcj usus sjt propter frjgus: peram pro ceOarjo hahuerjt: secumque portavit cJavam oh corpuscoJj fragiljtatem qua jam senex memhra sustentare soJjtus erat, et ήμερ6βιος vulgo appeDatus sit, jn praesentemphoram poscens a quoJjhet, et accjpjens cjhum. Hahjtavit autem jn portarum vestjhuljs et portjcjhus cjvitatum. Cumque Βθ contorqueret jn doJjo, voJuhilem Βθ hahere domum jocahatur, et Βθ cum temporjhus jmmutantem. Frjgore enim ΟΒ doJjj vertehat jn merjdjem; aestate ad septentrjonem, et utcumque soJ se jncJjnaverat, Djogenjs sjmuJ praetorjum vertehatur. Quodam vero tempore hahens ad potandum caucum Jjgneum, vidjt puerum manu concava hjhere et eJjsisse ilJud fertur ad terram, djcens: nescjeham quod et natura haheret poculum. Όπαaος του' Α νησθένΊ) ύπ-ηρξε ό ΔιογένΊ)ς, εκεΤνος ό εξαφεη-
, ονομαστος, , "
κα
,
'"
ισχυροτερος απο το
β ασι λ' ~ ια 'Aλ'~ Ec,IΧVOpO
,
και νι-
κψ~ς τ-ης ocνθρώπινΊ)ς φύσΊ)ς.Ι Ό Σάτυρος? ό όποΤος γράφει ίστορίες επιφανων ocνaρων, ocναφέρει οτι ό ΔωγένΊ)ς ΧΡΊ)σιμο ποιουσε aιπλΟ το τριβώνιό του, για το κρύο' είχε aισάκκι OCντl.
για κελάρι' επειa~ το μικρο κορμί του ~ταν OCσθενικό, κρατουσε ~να ραβaί, με το όποΤο, γέρος πιά, είχε συν-ηθΙσει να ύποστηρΙΥ
",ει
"λ
τα
με Ί)
του,
\,ονομασΤΊ)κε Ι
και
,
,
απο
,
τον
,
κοσμο
t
ιβ
ημερο
ως,
έπειa~ καθΊ)μερινα ζψουσε καΙ. aεχόταν τρoφ~ OCπο οπου ~θελε. Κατοικουσε ομως στ~ν ε'ισοaο των πυλων καΙ. στl.ς aΊ)μόσιες στοές. Κουλουριαζόταν στο πιθάρι καΙ. ocστειευόταν οη είχε κυ
λιστο σπίτι που το μετακινουσε OCνάλογα με τl.ς εποχές. nατl.
το χειμώνα εστρεφε το στόμιο του πιθαριου προς το νότο' το ' '>1 , \ β , , ιl JI t Ι/λ λ κα οκαφι το εστρεφε προς το
ορρα, και οποτε εγερνε ο -η
ιος,
OCμέσως στρεφόταν καΙ. το στρατ-ηγεΤο του ΔιογένΊ). Κάποτε, ocλ~θεια, κρατώντας ~να ξύλινο κύπελο για να πιεΤ, EIaE ~να ~,
"
\
Ι
\
λ'
,
παΙσι να πινει με κυρτωμενες ης πα αμες, και
λ'
,Ι
(
εγεται οτι ο
ΔωγένΊ)ς εσπασε τότε εκεΤνο το πoτ~ρι καταγ-ης λέγοντας: aεν ~ξερα οτι καΙ. ~ φύσΊ) εχει πoτ~ρι.
1. Βλ ποφοιπάνω, ΔιoγένΊJς 41 κέ. 2. Ή άνοιφορα 3εν όπάρχει στα FHG, δπως σΊJμειώνει ad loc. ό G. Giannantoni. 21. Οί 'ΑρχαίΟΙ Κννικοί
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
322
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων χαι' δογμάτων συνα
231.
γωγη νι 34. Γυμνolς ποσι' χίονα έπάτει
[sc.
ό Διογένης] χαι' τιχ αλλα όσα ανω
προείρηται.
Ό Διογέν"Υ)ς περπατουσε ξυπ6λ"Υ)τος στο ΧL6νL,
XL
οσα άλλα
εχουμε άναφέρεL παραπάνω. Βλ. και ΔιογένΊ)ς Λαέρτιος ΥΙ
22-23 [= ΔιογένΊ)ς 229].
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, Άποφθέγματα Λαχωνιχα
232.
16 ρ. 233a.
Ίδών τις των Λαχώνων Διογένη τον χύνα περιλαμβάνοντα άνδριάντα χάλχεον, ψύχους γντος σφοδρου, έπύθετο εί ριγοί:' άρνησαμένου δέ, «τί οδν», εφη, «μέγα ποιεί:ς;».
r'Ωταν κάποιος Λάκωνας εΙοε τον ΔιογένΎ), κάποτε που εκocνε
πολυ κρύο, νoc άγκαλLάζεL ενα χάλΚLνο άγαλμα, τον ρώΤ"Υ)σε ocν κρύωνε'
XL
οταν εκεLνος του άπάνΤ"Υ)σε άρνψLΚOC ό Λάκωνας εΙ
πε: «Τ6τε λΟLπ6ν, σπουaαLΟ το πράγμα!» ι
233.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων χαι' δογμάτων συνα
γωγη νι
81.
Τον δε φιλ6σοφον
[sc.
τον Διογένη] ΆθΗV6δωp6ς φησιν έν όγδ6,η πε
ριπάτων άει' στιλπνον φαίνεσθαι δια το άλείφεσθαι.
Ό Άθ"Υ)ν6aωρος,1 στο oyaoo βLβλ[ο των Περιπάτων άναφέρεL ΟΤL ό φLλ6σοφος φαLν6ταν πάντοτε λαμπερ6ς, έπεLa~ άλεLφ6ταν
με MaL. 2 1.
Ό ΆθΊ)νόοωρος OCπο την Ταρσο (περίπου
λος του Κικέρωνα και του Στράβωνα.
-
2.
75
π.χ.
- 7
μ.χ.), Στωικός, φί
Το &λειμμα του σώματος με λάοι
κάτι που συνΊ)θιζόταν μετΟι το λουτρ ο ~ πριν OCπο τις γυμναστικες ocσκ~
σεις
-
οεν ~ταν ξένο στον ΔιογένΊ)' πρβ. και το έπίγραμμα του Λεωνίοα στην
Παλατινη 'ΑνθολογΕαΥΙΙ67, [=ΔιογένΊ)ς κυνικ~ς ένOυμlΧσίας στον Πλαυτο,
151], έπίσΊ)ς την περιγραφη Persa 123-125 [= ΔιογένΊ)ς 213].
της
323
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
234.
ΑΡΡΙΑΝΟΣ, Έπικτήτου ΔιατΡιβαι' ΠΙ
Χρε[α μiντοι χαι' σώματος πotού τφ τοιούτιμ
22, 86-89.
[sc.
τφ Κυνιχφ]. ΈπεΕ
τοι αν φθισιχος ΠΡοiΡχηται, λεπτος χαι' ώχρός, oυxin όμοΕαν έμφασιν ή μαρτυρ[α αυτού έχει.
(87) Δεί γαρ αυτον ου μόνον τα της ψυχης
έπιδειχνύοντα παριστάνειν τοίς ίδιώταις στι ένδiχεται δ[χα των θαυ μαζομiνων εlναι ύπ' αυτων χαλον χαι' άγαθόν, άλλα χαι δια τού σώ
ματος ένδεΕχνυσθαι, στι ή άφελης χα ι' λιτη χαι' υπαιθρος δ[αιτα ουδε το σωμα λυμαΕνεται· σωμα το έμόν».
(88) «ίδου χα ι' τούτου μάρτυς είμι' έγω χα ι' το
Ώς Διογiνης έποΕει' στ[λβων γαρ περιήρχετο χα ι'
χατ' αυτο το σωμα έπiσΤΡεφε τους πολλούς.
(89) Έλεούμενος δε Κυ
νιχος έπα[της δοχεί' πάντες άποσΤΡiφονται, πάντες προσΧόπτουσιν. ουδε γαρ ρυπαρον αυτον δεί φαΕνεσθαι, ώς μηδε χατα τούτο τους άν θρώπους άποσοβείν, άλλ' αυτον τον αυχμον αυτού δεί χαθαρον εlναι χαι' άγωγόν.
Κι άκόμΎ) ό Κυνικος φιλόσοφος χρειάζεται ενα όρισμένο είοος σώματος: αν περνα άπο μπροστά σου ενας χηκιασμένος, λι
γνος και κιτρινιάΡΥ)ς, ~ μαρτυρία του οεν εχει πια τ~ν 'ίοια βα ρύτψα.
(87) Γιατι οτι μπορεL κανεις να είναι καλος και άξιος
άνθρωπος χωρις να οιαθέτει εκεLνα τα πράγματα ποu οί άλλοι τα θαυμάζουν, ό Κυνιχος πρέπει να το άποοεικνύει στοuς άν
θρώπους οχι μόνο παρουσιάζοντάς τους τις Ιοιότψες τ~ς ψυ x~ς του, άλλα να τοuς οείχνει και με αυτο το σωμα του οη ό
άπλος και λιτος τρόπος τ~ς ζω~ς του στο υπαιθρο οεν βλάπτει το σωμα του. (88) «Νά, μάρτυς γι' αυτο είμαι εγω ό rοιος και ,σωμα Ι "Ε τσι εκανε " ' το μου.» ο'Δ' ιογενΥ)ς: λ αμποκοπωντας περι-
φερόταν, και τραβουσε τ~ν πpoσox~ των άπλων άνθρώπων και με του σώματός του τ~ν εμφάνισΥ). (89) 'Ένας Κυνιχος ομως ποu ζΥ)τα ελεΥ)μοσύνΥ) θεωρεLται ζψιάνος ολοι τον άποστρέ φονται, ολοι ουσανασχετουν με αυτόν. Κι ουτε πρέπει να φαί-
,~ , " , , - για, να, μΥ), φο β/ζ ι ει και ως προς αυτο τους ανθρώπους - άλλα άκόμΥ) και ~ τραχύτψά του πρέπει να είναι vΛα θ αΡΥ) ' και"λ ' ε κυσΤΙΚΥ).
' νετ αι β ρομικος
Στ+Ιν έν6ητα αύτ~ ό 'Επίκτψος όριοθετει τον ωjθεντικο Κυνικο άπο τους συγχρ6νους του ψευaοκυνικους με τ+Ιν έπιaεικτικtΧ βρ6μικη και άπεριποίψΊ]
εμφ&.νισ~ τους. Αεπτας και ώχρας είναι, στ+Ιν Κωμωaία, χαpαΚΤΊ]PιστικtΧ
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
324
γνωρΙσμοιτοι του ά:σΚ'Y)τLΚOυ φιλοσόφου' ά.φελής, 3'Y)λoι3~ OCπλός, κοιι λιτός συγ κοιτοιλέγοντοιι στοΙΙς τυπικοΙΙς προσ3ιορισμοΙΙς του κυνικου βΙου. Ό κυνικός, τέλος, 3εν εχει μόνιμ'Υ) στέγ'Υ) , είνοιι ύπαιθρος.
ΑΡΡΙΑΝΟΣ, Έπικτήτου ΔιιχτριβΙΧΙ' ιν
235.
11, 21.
Έπεί τοι πάντες οι' γεγριχφ6τες περι' Σωκράτους πάντιχ τιΧνιχντίιχ ιχύ
τij'J προσμιχρτυρουσιν, ότι ή8υς ού μ6νον ιΧκουσιχι ιΧλλα κιχι' ί8είν ~ν. Πάλιν περι' Διογένους τιχύτα γράφουσι.
K~ i.Sμως i.Sλο~ i.Scro~ εχουν γράΨε~ γ~α τον Σωκράτη καταθέτουν μ~αν εντελως άντιθετη μαρτυρΙα γ~' αυτ6ν: i.Sτι ~ταν ευxάρ~στoς
\
\,
,
,Ι ι " ' , . . . . . , λλ βλ' Κ" "~ ox~ μονο στο να τον ακους α α κα~ να τον επε~ς. α~ τα ~O~α
πράγματα γράφουν γ~α τον Δωγέν'Yj. Πρβ. χοιΙ, στο οιυτό, Ι 24, 8 [ = Διογέν'Υ)ς 328].
236. GNOMOLOGIUM VATICANUM 743 n. 195. Ό ΙΧύτος ,
κιχι
1'1
[sc.
Διογένης] τρι80ύλους έκάλει τους γιχστρος κιχι ιχί8οίου
1'/
υπνου
ηττονιχς.
Ι
Ό 'caως Δ~ογέν'Yjς άποκαλουσε τρ~πλα aούλους i.Sσους ύποκύ πτουν στις ~aονες τ~ς κo~λ~iΧς, των άπ6κρυφων μερων και του
"
υπνου.
Πρβ. Ξενοφων, 'Απομνημονεύματα Ι
237.
5, 1.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων κιχι' 8ογμάτων συνιχ γωγη νι
51.
την γιχστέριχ Χάρυβ8ιν έλεγε
[sc.
ό Διογένης] του βίου.
Ό Δ~ογέν'Yjς άποκαλουσε την κo~λ~α «Χάρυβa'Yj τ~ς ζω~ς». π ρβ. "ΟμΊ)ρος, Ό8ύσσεια μ 101 κέ.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Άνθολ6Υιον ΠΙ
238.
325
6, 40 κocι 6, 41.
ΔΙΟΥένης έσθ{ειν tλεΥε τους ιΧνθρώπους του ηδεσθαι ένεκα, ιΧποπαύε σθαι δε αυτου τούτου χάριν μή έθέλειν.
ΔΙΟΥένης τους μεν άλ
(6, 41)
λους tφησε ζην, ί'να έσθ{ωσιν, IΧuTdv δε έσθ{ειν, [να ζη.
Ό Διογένης ελεγεοη ΟΙ ανθρωποι τρωνε για να άπολαμβάνουν και πως για XάpΊj της άπ6λαυσΊjς φαγψ6.
(6, 41)
aEV
λένε να σταματ~σoυν το
Ό ΔωγένΊjς είπε οη ΟΙ αλλοι ανθρωποι ζουν
για να τρωνε, ενω αύτος τρώει για να ζει. ΤΟ aε'JτεΡΟ άπόφθεγμoc το άποaίaοuν στον Σωκρά:ΤΊ) μετocζυ αλλων ό Πλού τocρχος, πως δεί τον νέον ποιημάτων ιΧχούειν
21e κocι ό Στοβoc'ίος, Άνθολό
γιον ΠΙ 17, 22.
239.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων καί δΟΥμάτων συνα
ΥωΥή νι ΠΡdς
[sc.
Tdv
40.
πυθ6μενον πo{~ ώp~ δει ιΧριστιΧν. «εί μεν πλούσιος», εΙπεv
ό ΔΙΟΥένης], «όταν θέλr;· εί δε πένης, όταν
txr;».
Σ' εκεινον που ρώτησε τον ΔωγένΊj π6τε πρέπει να τρώγει χα νε[ς, αύτος άπάνΤΊjσε: «''Αν είναι πλούσιος, οποτε θέλει· OCν εί ναι φτωχ6ς, οποτε εχει». Στο Gnomologium Vaticanum 743 n. 156 πocρόμοιο άπόφθεγμoc προσγρά:φε τocι στον ΒΙωνoc τον ΒορυσθενίΤΊ) (πρώτο μισο του 30υ ocΙ π.Χ.) Ό Κ.ν. Fritz, QuelJenuntersuchungen, σ. 42, έπισΊ)μocΙνει την άπόκλΙσΊ) του άποφθέγμocτος
άπο την ocύσΤΊ)P~ έκaοχ~ του Κυνισμου ΚOCL aιεΡωτocτocι μήπως ό Βίων κομί ζει ενocν πιο ~πLO τόνο στην ΠOCΡά:aοσΊ) γιιΧ τον ΔιογένΊ).
240. ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, Ρητορική r 10. 1411a 24-5. Ό Κ'υων 8,ε"
- τα"'Α ττικα' 8 ' τα καπηλ εια φι , ιτια
'Ο Σ
."
'λ
\
,
Ι
[ sc. εκα , 'λ ει ] .
χυ ος ονομαζε τα χαΠΊjλια «συσσιτια των
"..,
Αf)-r,νχιων». ,
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
326
Το OCριστοτελικο χωρίο 1>είχνει δτι ό ΔΙOγένΊjς ~ταν πασίγνωστος με το πα ρωνύμιό του στ~ν όχι και τόσο μεγOCλΊj ocσυν~θιστo ocν, δπως μας ύπενθυμίζει ό νουμε OCπο το θέατρο του ΜενOCν1>ρου.
, Aθ~να του 40υ αΙ π.Χ., κOCτι όχι G. Giamantoni, SR, τ. 3, σ. 441, κρί
- Φιδ{τι!Χ ~ φιλ{τι!Χ ~σαν τα συσσ{τι!Χ,
τα κοινα γεύματα των Σπαρτιατων.
241.
ΣΙΜΠΛΙΚΙΟΣ, Ύπ6μνημα εις το 'Αριστοτέλους Περι οόρανου ρ.
148, 19-20.
Και γαρ και οΙ' σνοι, φ η σι' Διογένης, κατα της εόΘε{ας έπι την τροφην ιΧπ{ασι και' την π6σιν.
Γιατ~ κα~
OL
γάιοαροι, λέει ό ΔιογένYJς, ακολουθουν τ~ν ευθεία
καθως πηγαίνουν να φανε Ύι να πιουν.
'Ίσως πρόκειται για εtpωνLΚ~ ύπαινικτικ~ OCναφορα του ΔΙOγένΊj στ~ γεωμε
τρικΥι πpότασΊj περι της ευθείας ώς τΎ)ς συντομοτέρας γραμμΎ)ς.
242.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛAEPTIO~ Φιλοσ6φων β{ων και δογμάτων συνα
γωγη νι
58.
Όνειδιζ6μεν6ς
[sc.
ό Διογένης] ποτε δη έν ιΧγορι7 έφαγεν, «έν ιΧγορι7
γιχρ», έφη, «και έπε{νησα».
'Όταν κάποτε τον καΤYJγ6ΡYJσαν πως εφαγε στ~ν αγορά, ό Διο γένYJς εϊπε: «Μα εγω στ~ν αγορα πείνασα».
«Ή μόνΊj όpατ~ μέθο1>ος του ΔΙOγένΊj συνίσταται σε μια συνεχΎ) 1>ια1>ικασία "προσαρμογων" και "αυτοσχε1>ιασμων", καθώς οί περιστOCσεις τον φέρνουν OCντιμέτωπο με σειρες OCπο 1>ιOCφορα πpoβλ~ματα ... Μια τέτοια μέθο1>ος 1>εν
παρOCγει μια όpισμένΊj συνεκτικ~ 1>έσμΤι θεωpΊjτικων 1> ι1>ασκαλιων» , παpαΤΊj ρεί σχετικα ό R. Bracht Branllam, «Diogenes' Rhetoric and the Invention of Cynicism», σ. 457. - Οί Άθψαίοι εβλεπαν 1>υσαρέστως να μ~ν ΤΊjpOυνται
όρισμένοι συμβατικοι κανόνες καλΎ)ς συμπεριφορας θέλοντας ό ΔΙOγένΊjς να ocμφισβTιτ~σει τ~ν πpo~λωσ~ τους σε τέτοιες πpoκαταλ~Ψεις - κατα τ~ γνώμΤι του - , κOCθισε και εφαγε το φαγψό του μπροστα σε δλους.
327
ΔΙΟΓΕ"'ΗΣ
243.
GΝΟΜΟΙΔ(~ΙUΜ VATICANUM 743 n. 196.
'ο αύτος [sc. Διογένης] έρωn;θει'ς 8ι' ήν αιτίαν έν Tfj στοο/ έσθίει ztπεν ση «και' τους κυβερνήτας όρω και' τους άλλους τεχνίτας προς το έργον τήν τροφην λαμβάνοντας».
Σαν ρώΤΊjσαν τον ΔΙOγένΊj για ποι6 λ6γο τρώει στ~ν στοά, εΙπε πως «απ' ση βλέπω και ο[ κυβερν-ητες και ο[ αλλοι τεχνίτες παίρνουν το φαγψ6 τους έκεl.' που έργάζονται».
244.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' δογμάτων συνα γωγη νι
35.
Έκβαλ6ντος δ' άρτον ηνος και αισχυνομένου άνελέσθαι, βουλ6μενος Ι sc. ό ΔιoγένΎjζ] αύτον νουθετησαι, κεράμου τράχηλον δΙ;σας έσυρε δια του Κεραμεικου. "Ο
ι , ζ , rf ταν καποιος πεταc.,ε κατω ενα
Ψ
,
,
,
,
,
ωμι και μετα ντρεποταν να
το σΊjκώσει,l ό ΔΙOγένΊjς, θέλοντας να του δώσει ενα μάθΎ)μα,2 πέρασε ενα σχοινι απο το λαψο μιας στάμνας και τ~ν εσερνε στον Κεραμεικ6.
1. Δεν ~θελε να σΚ'JΥει, για να μΥι οείξει δη οεν εΙχε κανένα οουλο να του βαστάει το Υωμl. 2. Να τον οιΟάξει να ύφίσταται τις ταπεινώσεις ώς ~να μέσο για τ~ν κατάκτηση τ-ης εσωτερικ-ης ελευθερίας.
245. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' δογμάτων συνα γωγη ιν 56. Έρωτηθεις [sc. ό Διογένης] ει σοφοι πλακουντα έσθίουσι, «πάντα», ε!πεν, «ώς και οΙ' λοιποι' άνθρωποι».
Σαν ρώΤΊjσαν τον ΔΙOγένΊj α.ν τρωνε ο[ σοφοι πίτες «τα πάν τα», εΙπ' έκεl.'νος «σπως κι ο[ αλλοι ανθρωποι».
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
328
Ό Διογένης οεχόταν τις OCπολα6σεις που τοσ προσφέρονταν OCλλα μποροσσε και να τις στερηθει χωρις να λυπαται γι' αυτό' οπως ξέρουμε OCπο τον Διογέ νη Λαέρτιο, (ΥΙ
23 [= Διογένης 229]), στόχος τ~ς &σκησ~ς του ηταν ν.χ
OCτσαλώσει το σώμα του κι οχι να νεκρώσει τ~ σιΧρκα και τις έπιθυμΙες της.
246. GNOMOLOGIUM VATICANUM 743
Ω.
.~
]
i
188.
i
Διογένει Ti{J σοφi{J επισκώψαντ6ς τινος στι φιλ6σοφος ων Πλακουνταςl εσθ[ει, «πάντων», έφη, «οι' φιλ6σοφοι άπτονται, άλλ' ούχ ώσπερ
01';1
i
λοιπο, άνθρωποι».
Σε κάποιον ό όΠQ~Ός περιγέλασε τον σοφο ΔΙOΎέν~ για το 8τι Ετρωγε πίτες μόλο που ~ταν φ~λόσoφoς, Ε:κεινος είπε πως «τα
, " 'ζ παντα οοκψα ουν
'λ' ,Ι t! \ \ , " οι φ~ oσoφo~, ox~ ομως με τον τροπο που τα
οοκψάζουν οί &λλo~ &νθρωπo~».
247.
ΑΘΗΝΑΙΟΣ, Δειπνοσοφισται' ΠΙ
113f.
Ού χώ προπάτωρ ύμων Διογένης πλακουντά ποτε εσθ{ων εν δε{ΠVΙΡ λάβρως προς τον πυνθαν6μενον έλεγεν άρτον εσθ{ειν καλως πεποιη μένον;
Τρώγοντας κάποτε λαίμαργα σ' ενα οειπνο μ~α πίτα ό πρόγο νός σας ό Διογένης οεν άπάντησε, σε κάποιον που τον ρωτου σε, δη Ετρωγε ενα πoΛU καλoφτ~αγμένo ψωμί;
248.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων και' δογμάτων συνα γωγ7; νι
50.
Πρβ.
GNOMOLOGIUM VATICANUM 743
Ω.
169. 'Άσωτον θεασάμενος
[sc.
ό Διογένης] εν πανδοκε{ιρ ελάας εσθ{οντ'
έφη, «εί ουτως ήρ{στας, ούκ αν ουτως εδε{πνεις».
Ι
329
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
13λέποντας κocποτε ό Δ~OγένΊjς σε μ~α ταβέρνα εναν ασωτο να τpώε~ ελ~ες του είπε: «''Αν είχες πocρε~ τέτo~o πρωιν6, ~εν θα δε~πνoυσες τώρα ετσ~ [λ~τOC]». "Αν, δΊiλαδ~, με τη θέλ'φ~ σου είχες ύΠOβλΊjθεί σε κάποιες στεp~σεις, δεν θOC Τισουν τώρα ύποχρεωμένος νOC στερείσαι.
249.
ΑΡΣΕΝΙΟΣ ρ. 210, 1-4.
'Εν συμποσ{l)) πολλου ιxιJτφ [sc. Διογένει] οίΎου διδομένου, τοϋτον έξέχεεΥο έπει' δέ τινες ιxιJτoν έμέμφοντο, «Μν γαρ ιxιJτ6ν», έφη, «έκ π{ω, oιJ μ6νον ιxιJτoς άπ6λλυτιχι, άλλα κάμε προσιχπ6λλ υσι ν».
Σ' ενα συμπ6σ~o ε~~ναν στον Δ~OγένΊj να π~εL πολυ κρασt κ~ ,....
,
,Ι
rl
,
\ ,
εκε~νoς το εχυνε' οταν καπoιo~ τον κατεκp~ναν γ~
,
,
"
~
αυτο εκε~νoς
είπε: «"Αν το π~ω, ~εν θα πocε~ χαμένο αυτο μονocχα OCλλα θα με ζεπαστpέΨε~ κ~ εμένα». Ό Κυνικος δεν έπιχειΡεί νOC έπιδράσει έκθέτοντας έπιχειp~ματα ~ OCναπτίισ σοντας διδακτικOC λόγια ά.λλOC με κάποια δpάσΊj της στιγμ 'ijς ποίι, οπως σr, μειώνει ό Ε. Schwartz, CharakterkrJpfe κλπ., σ. 134, «μπορεί νOC είναι ενα bon
mot, μιOC πpάξΊj ~ και τOC Μο».
250.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων κιχ!. δογμά.των συνιχ γωγη νι
Έρωτηθει'ς
54.
[sc. ό Διογένης] ποϊΌν ο[νον ήδέως π{νει, έφη, «τον άλλ6-
τριον».
Σ"αν
'Δ' pωΤΊjσαν τον ΙOγενΊj πo~o κpασ~ π~νε~
,
"
ι με ευχαp~σΤΊjσΊj,
"
αυτος εΙ7tε: «ΤΟ ξένο». «Είναι &σΧΊjμO νOC ύποφέρεις γι' αύτoc ποu βλέπεις δίπλα σου και σε ά.φορουν νομίζω πως σ' ενα ξένο σπίτι θOC μπορουσα νOC ά.πολαίισω με πιο ξέγνοιαση
διάθεσΊj δ,τι προσφέρεται έκεί και πως ή δεκτικόητά μου θOC είχε έκεί λιγό-
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚιΝIΚΟΙ
330
τερες OCναστολες καΙ θα ήταν πιο καθαp~. Ή OCπOCντΊ)σΊ) του ΔιογένΊ) OCνταπο κρίνεται καΙ στη aικ~ μου α'ίσθΊ)σΊ). 'Όταν τον ρώτΊ)σαν ποι6 κρασΙ του άρεσε περισσ6τερο, OCπOCνΤΊ)σε: "ΤΟ ξένο κρασί"». Αυτα ό Μονταίνιος στα ΔοΧίμιά. του, ΠΙ
251.
9.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων και' 80γμάτων συνα
γωγη ΥΙ
66.
'Ονει8ιζόμενος
[sc.
ό Διογένης] οτε εν καπηλείlfJ πίνει, «και εν κου
ρείlfJ», φησί, «κείρομαι».
'Όταν κOCποτε περιγελουσαν τον ΔΙOγένΊj πως επινε στο καΠΊj λιό, έκείνος εΙπε δη «κα!. στο κουρεϊ'ο κουρεύομαι».
252.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Ά νθολόγιον πι
6, 37.
Διογένης έλεγεν των οί:κων ένθα πλείστη τΡοφη πολλους μυς εΙναι και γαλας- και' σώματα 8έ τα πολλην τροφην 8εχόμενα και' νόσους
ί:σας έφέλκεσθαι.
ι
Ό ΔΙOγένΊjς ελεγε δτι δπου ύπOCρχουν, στα σπίτια, πολλα τρό φιμα, ύπOCρχουν κα!. πολλα ποντ[κια κα!. γOCτες- κι δη τα σώμα
τα που παίρνουν πoλλ~ τpoφ~ προσελκύουν έξίσου πολλες αρ ρώστιες.
253.
ΙΟΤΛΙΑΝΟΣ, Λόγοι
IX[VI], 16
ρ.
198c-199a.
Καίτοι πόσlfJ κρειττον ιΧπέχεσθαι παντάπασιν αύτων
[sc.
των ή80-
νων]; Εί 8έ μη Ρ48ιον, οΕ Διογένους νόμοι και Κράτητος ύπέρ τούτων ούκ ιΧτιμαστέοι' «έρωτα λύει λιμός, εί 8έ
ToJTlfJ
βρόχος». Ούχ οlσθα οτε ταυτα έπραξαν εχεινοι
χρησθαι μη 8ύνασαι,
TifJ
βίlfJ 8ι8όντες ό8ον
εύτελείας; «Ού γαρ εκ των μαζοφάγων», φησιΎ ό Διογένης, «οΕ τύ ραννοι, άλλ' εκ των 8ειπνούντων πολυτελως».
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
331
Π6σο προτιμ6τερο EIVOCL να απέχεL κocνει.ς εντελως απΌ ocuτες [:τι.ς σOCΡΚLκες ~όoνες κocι. τι.ς απολocύσεLς τΎjς ΧΟLλLας]; KL αν τουτο όεν εΙν' ε\)κολο, όεν πρέπεL να κocτocφρονε'!: κocνει.ς ο,ΤL OPLcrOCV σχεΤLκα με ocuτες ό ΔωγένΎiς κocι. ό Κράτης: «Τον ερω τoc ΤΟ'Ι στocμocτα ~ πεΤνoc' XL αν όεν μπopε'Lς να το εφocρμ6σεLς , , Ύi'θ Ύi λ' ,Ι ,ΙεΠΡOCι"ocν t: ,.... , ocυτο, ELOC». Δ'εν γνωΡL'ζ εLς ΟΤL ετσL EXELVOL, ocκο(l
' ~, - ,ocπ λ'OΤΎiτocς;« Ο'L τυρocν, λου ωντocς σΤΎi'ζ ωΎi, τους το, ορομο ΤΎiς
θ
VOL», λέεL ό ΔLογένΎiς, «όεν προέρχονΤOCL απΌ εκείνους που τρω, θ ρωπους ' νε XpL'θ LVO Ψ ωμL"λλ" oc oc ocπο, ocν που" πocφνουν πο λ υτε λ'Ύi γεύμocτoc» .
Πρβ. καΙ Δίων Χρυσόστομος, Α6ΥΟΙ ιν (4) 116-33' νι (6) 12 ML 12-20' νΗΙ (7) 20-6 καΙ ΙΧ (8) 12.
254. ΓΑΛΗΝΟΣ, Περι' των πεπονθ6των τ6πων νι 15. Διογένης οι3Ύ ό κυνικος ωμολ6γητα.ι μεν ιΧπάντων άνθρώπων κα.ρτερι
κώτα.τος γεγονένα.ι, προς &πα.ν εργον έγκρα.τεΕα.ς τε κα.ι' κα.ρτερΕα.ς δε6μενοψ άλλ' όμως κα.!. ο15τος άφροδισΕοις έχρητο, τJ7ν 15χλησιν την έκ του κα.τεχομένου σπέρμα.τος άποθέσθα.ι βουλ6μενος, ούχ ως έπ' άγα.θ6ν τι την έζευγμένην α.ύτου τfj κενώσει πα.ρα.γιγν6μενος ήδονήν. 'Ετα.ΕΡCf γουν ποτε συνθέμενος, ως φα.σιν, ως προς α.ύτΟν άφΕκητα.ι, βρα.δυνούσης α.ύτης, άπετρΕψα.το το σπέρμα. προσα.πτ6μενος -rfj χειρ!. του α.ίδοΕου, κα.!. μετιΧ τα.υτα. πα.ρα.γενομένην άπέπεμψεν, είπων την χεΙρα. φθάσα.ι τον ύμένα.ιον *σα.ι.
κocτα γενLΧ~ πocpocόoχ~ ό ΔLογένΎiς ό KυνLΧoς ύπΎjpζε ό ΠLΟ κocρτεΡLκος απ' ολους τους ανθρώπους σε όΤLό~ποτε αΠOCLτοuσε ι '(Ω' " ,ocπο λ'ocμ β ocνε ης , XOCL, ΚOCΡτεΡLOC. στο σο XL ocυτος ε' γκρocτεLOC , Ύiooνες, ,~ 'θ'λ ' ΟLωι"εL ~ '" " ,. " ενο, σOCΡΚLκες ε οντocς νoc ocπο πocνω του ΤΎiν ' " Ι "'ζ " ' " θ χλΎiσΎi ocπο το σπερμoc που τον ΠLε ε XL 0lL YLOC νoc OCLστocν EL
όΎjθεν ώς κάΤL κocλΟ τ~ν ~όoν~ ~ όποίoc συνοόεύεL τ~ν απoβoλ~
το;';' , κoc θ'ως λ'ενε, "εκocνε συμ"σπερμocτος. Κ'ocποτε λ' ΟLπον που,
φωνίoc με μLα έτocίρoc να ελθεL κοντά του XL εκείνΎi κocθυστερου-
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
"
'λλ'αΧΤΊ)χε απο το σπερμα τρι'β οντας με το σε, ο'Δ ιογενΊ)ς απα
'
, ,
"
χέρι του τα απ6xpυφcΧ του, χι οταν αργ6τερα ~ έταίρα εφθασε, τ~ν εοιωξε λέγoντcΧς ΤΊ)ς ΟΤΙ τον ύμέναιο 1 πρ6φθασε χα!. του τον τραγούΟΊ)σε το χέρι του. 1. Το γιχμ~λιο τροιγοό8ι.
255. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων κlΧι' δογμάτων συνlΧ γωγη νι 51. (Λ6γιlΧ
ιΧπoδιδ6μενIΧ
στον
Διογένη).
Τον
έpωτlΧ
σχoλIΧζ6ντων
ιΧσΧOλίlΧν.
Ό ερωτας εΙναι απασχ6λΊ)σΊ) ανθρώπων που οεν ασχολουνται με τίποτα. Ποιρ6μοιο απ6φθεγμοι γιιΧ τον ερωτοι απο8ί8ετοιι στον Θε6φροιστο (πά.θος ψυ χης σχολιχζούσης) απο τον ΣτοβοιΙ:ο, 'Α νθολόγιον ιν 20, 68 κοιι το Gnomo]o-
gium Vaticanum 743
Ω.
332.
256. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΊΊΟΣ, .Φιλοσ6φων βίων κlΧι' δογμάτων συνlΧ γωγη νι 67. τους εpωντlΧς έφη [sc. ό Διογένης] προς ήδονην ιΧτυχείν.
'Όσοι έρωτεύονται, εΙπε ό ΔιογένΊ)ς, ατυχουν ώς προς τ~ν απ6λαυσΊ).
257. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων κlΧι' δογμάτων συνlΧ γωγη νι 54. 'Ερωτηθει'ς [sc. ό Διογένης] πoίcμ xlΧιpi{J δεί γlΧμείν, έφη, «τους νέους μηδέπω, τους δε πρεσβυτέρους μηδεπώποτε».
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
f
\
~αν ρωτησαν τον
Δ
333
'
ι , " , ΙOγενΎj ποτε πρεπει κανεις να παντρευεται,
εκεινος είπε: «ΟΙ νέοι οχι ακόμΎj, κι οι μεγάλοι οχι πιά». 'Ο ΔΙOγένΊJς Λαέρτιος, Συναγωγη Ι 26 [ = D Κ 11 Α1], παρα3ί3ει παρόμοιο άπόφθεγμα και για τον Θαλ~: στ~ μψέρα του, πο'; τον πίεζε να παντρευτεϊ, ό Θαλ~ς «Νη Δ{α, έλεγεν, ουδέπω καιρός». ΕΓτα, έπειδη παρήβησεν, έγκει μένης, είπεϊΎ, «ουκέτι καιρός».
258.
ΑΡΣΕΝΙΟΣ, ρ. 197,6-7.
Ό αυτος [sc. Διογένης] έρωτη θείς, τί χαχον έν βίcy, έφη, «γυνη ευειδής».
Ό ϊδιος, οταν τον ρώΤΎjσαν ποιό πράγμα στ~ ζω~ εΙναι κακό, είπε: «Ή OμOΡψΎj γυναίκα».
259.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων χαι δογμάτων συνα γωγη νι
52.
Ίδων [sc. ό Διογένης] ποπ γυναιχας άπ' έλαίας άπηγχονισμέ νας, «είθε γrΧp», έφη, «πάντα τιχ δένδρα τοιουτον χαρπον ηνε γκεν».
Βλέποντας κάποτε ό ΔΙOγένΎjς γυναικες που τ~ς είχαν κρεμάσει σε μια ελιά, «μακάρι», είπε, «ολα τα δέντρα να ~βγαζαν τέ τοιον καρπό».
Ό \ν.Ο. Lebek, «Dichterisches uber den 'Hund' Diogenes», σ. 293, άφοσ πα ραTΊJpει για το άνέκ30ΤΟ δτι ~ δλΊJ κατάστασΊJ σε αυτο ένέχει κάτι το άπίθα νο (γυναίΚας &:π' έλα{ας &:πηΥχονισμένας) και άφετέρου δτι θυμίζει κάτι πα
ρόμοιο πο'; άπαντα. στον Κικέρωνα, De oratore 2, 278 για κάποιον Σικελό, εΙκάζει δτι θα πρόκειται για παpαλλα~ ένας άνεκΜτου τα όποιο περιστα ιnακα άπο3ί3ε-:-αι σε 3ιαφορετικα πρόσωπα.
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
334
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων χαι' 80γμάτων συνα
260.
γωγη νι Ί8ων
51.
[sc. ό Διογένης] γυνα,χα έν φopείcμ, «ού χατα το θηρίον», lφη,
«ή γαλεάγρα».
"Οτocν ε!3ε ό ΔωγένΊjς μια γυνocίκoc σ' ενoc φορεLΟ, ε!πε δτι «το κλουβι 3εν ε!νocι α.νOCλογο με το θΊjpίo».
261.
ΑΡΣΕΝΙΟΣ ρ. ΝΗΣ
826
Ω.
197, 15-16. Πρβ. ΠΑΠΥΡΟΣ ΤΗΣ ΣΟΡΒΟΝ
3.
Κοινολογουμένας γυνα,χας θεασάμενος
[sc.
ό Διογένης], lφη, «άσπι'ς
παρ' έχί8νης φάρμαχον 8ανείζεται».
Βλέποντocς κocποτε ό ΔΙOγένΊjς όυο γυνOCLκες να συνομιλοuν ε!πε:
« "Ε νoc
262.
'
"
"
,
,~ σocνει ~ 'ζ ετocι σΊj ~ λ' φocρμocκερο φισι ΊjΤΊjpιO OCΠΟ μιoc οχιoc».
ΠΑΠΥΡΟΣ ΤΗΣ ΣΟΡΒΟΝΝΗΣ
826
ll.
2. Πρβ. GNOMOLO-
GIUM PARISIENSIS'n. 4. Ί8ων Υ[υν]α,χα 8ι8α[σχ]ομένην γράμματα εtπεν
olov
[sc.
ό Διογένης}
ξίφος άχοναται.
Ε!πε ό ΔΙOγένΊjς σαν ε!όε μια γυνocίκoc ποι) μά.θocινε γρocμμocτoc: «Τι ξίφος α.κονίζετocι!»
263. INSCRIPTIONES HE·RCULANAE
ll.
264 Della Corte.
Διογένης ό χυνιχος φιλόσοφος ί8iιJν γυναίχα ύπο ποταμου φερομένην ε'{πεν- ιiφες φέρεσθαι το χαχ(ο>ν ύπο χαχου. 'Ο
'λ' κυνικος φι οσοφος
Δ' ΙOγενΊjς βλ' εποντocς
" ,
,
μιoc γυνocικoc νoc ΤΊjν
εχει πocρocσύρει ενoc ποτocμι ε!πε: «'Άσε το ενoc κocκο να το πoc ρocσέρνει το α.λλο».
335
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
Πρ6κειται γιΟι τυπικlj χρεία: ή συντoμ6τατΊj πεpιγpαφ~ της κατOCστασης (Διογένης... φερομένην) εΙναι απολύτως απαpαίΤΨΊj γιΟι τ~ν καταν6φΊj της pfισΊjς (αφες ... ύπο χαχου) που ακολουθεϊΌ ΓpαμμένΊj σ' εναν τοΤ.χο του Έρ κουλανου δείχνει οτι ~δΊj λίγο πρΙν απο το 79 μ.Χ. - ετος καταστροφης της π6λΊjς, καΙ της παpακείμενΊjς ΠOμΠΊjΙας - αποδίδονταν στον ΔΙOγένΊj απ6Υεις μισογυνικές ύπOCρχει καΙ στην αpαβικ~ συλλoγ~ Adab al-falasjta σε με τάφραση του Hunain ibn Ishaq (90ς αΙ μ.Χ.). Στ~ μεΤOCφpασΊj ακολουθω την παλαι6τεpΊj έpμΊjVευτικ~ έκδoχ~ (1968) του A.L. Boegehold, «Αη Αρο phthegm of Diogenes the Cynic», σ. 60: Ή γυναίκα, ενα πρOCγμα κακ6, πα ρασύρεται απο το ποτOCμι, πο':ι ένω καθαυτο δεν εΙναι κακ6, ώστ6σο είναι κακο γι' αυτήν. 'Η έpμΊjVεία αυτ~ είναι νOΊjματικOι άπλOύστεpΊj καΙ δεν επεμβαίνει στο κείμενο οσο οί κατοπιν6τερες των ,ν.Ο. Lebek (1976) καΙ J. Moles (1983).
264. GNOMOLOGIUM VATICANUM 743
ll.
173.
'Ο αυτος [sc. Διογένης] θεασάμενος ωίον> αυλητρίδος οίήματος πλή ρη έφη' «νεανίσχε, με'iζoν έχεις το φύσημα της μητρός».
Σαν elae ό ΔΙOγένΊjς το γιο μιας αύλητΡίaας να εΙναι γεμάτος επαpσΊj, εΙπε: «Νεαρέ μο\), φο\)σκώνεις περισσ6τερο OCπο τ~ μΊjτέpα σο\)).
Πρβ. το μείζον της μητΡος έχειν το φύσημα του ΎπεpείδΊj στον Άθfιναιo, 591f.
Δειπνοσοφισται'
265. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων χα ι' δογμάτων συνα γωγη νι 63. Πρβ. ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Άνθολ6γιον ιν 21, 15. τας έταίρας έφη [sc. ό Διογένης 1 βασιλέων ElVIΧt βασιλίσσας αίτειν γαρ ό τι αν δόξΤι αυταΙς.
Οί έταιρες, εΙπε ό ΔΙOγένΊjς, εΙναι οί βασίλισσες των βασιλιά aων: ζψουν ο,τι τους ερθει στο μ\)αλ6.
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
336
266.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων χαι' 80γμάτων συνα γωΥ7; νι
61.
Τας εύπρεπεΊς έταίρας έλεγε
[sc.
ό Διογένης] θανασίμιρ μελιχράτιρ
παραπλησίας εΙναι.
ης εύποφουσΙαστες έταΤρες ό Διογένης τΙς παρομοΙαζε με θα νατηφόρο μΙγμα μελιου. Πocρόμοιoc P~σΊ) OCπο3ί3ετocι στον 'Αριστοτέλη, στο Gnomologium Vaticanum 743 π. 142. - ΤΟ OCπόσπocσμoc, δπως κocι τoc OCμέσως έπόμενoc, έκφρά;ζει τη
στOCσΊ) του ΔιογένΊ) όιπένocντι στην ή3oν~: κocθως ό φιλόσοφος 3εν μπορεί νOC την στερΊ)θεί έντελως, προσπocθεί νOC την περιορίσει στο έλά:χιστο, ώστε νOC 3ιocτηp~σει την έσωτεpικ~ έλευθερίoc του.
267.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων χαί 80γμάτων συνα γωγη νι
66.
Πρός τόν λιπαρουντα T(j εταίp~ «τί θέλεις», έφη
« τυχεΊν,
[sc.
ό Διογένης],
d) ταλαίπωρε, οδ τό άποτυχεΊν άμει ν6ν έση;»
Σε κάΠΟLον που εκλLπαρουσε μLα έταΙρα, ό Διογένης είπε:
«ΔυστυΧLσμένε, γLαΤL να θέλεLς κάη που καλύτερα είναL να μ~ν το πετύχεLς;»
268.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων χαι' 80γμάτων συνα
γωγη νι 62. Πρβ. ΕΤΣΤ ΑΘΙΟΣ, Παρεχβολαι' είς την Ίλιά8α Ω
499 ρ. 1361, 30-31.. Θεασάμενος
[sc.
ό Διογένης] υι'όν έταίρας λίθον είς γχλον βάλλοντα,
«πρ6σεχε», έφη, «μη τόν πατέρα πλήξr;ς».
Βλέποντας ό Διογένης τον YLO μLcxς έταΙρας να πετάεL πέτρες
στο πλΊjθoς του φώναξε: «Πρόσεχε μ~πως χτυπ~σεLς τον πα τέρα σου!»
337
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων κιχι' 80Υμάτων συνιχ
269.
ΥωΥη νι
60.
Πρβ. ΣΧΟΛΙΟ στον' ΑριστοφOCν-η, Πλουτος
Φρύνης Άφpo8ίτηv χρυσην ά:νΙΧθείσης έν Δελφοίς τουτον
179.
[sc. ΔΙΟΥέ
νηv] έΠΙΥράψιχι, «ά:πό της των Έλλήνων ά:κριχσίιχς».
Λέγετocι πως δτocν κOCποτε ~ ΦρύνΥ) OCφιέρωσε στους Δελφους
,
"Α φροοιτ"Yj, ~I μιoc χρυσΥ)
"
ι 'Α" ο• Δ ιογ έ ν"Yjς εγρoc Ψ' ε επocνω:« πο Τ"Yjν
OCσωτΙoc των Έλλ~νων».
Ό ΠλούΤΟιΡχος, Περι' της Άλεξ&ν8ρου τύχης η άρετης 1Ι, νocιος,
336d
ΜΙ ό Άθ~
&ποδίδουν την 'ίδιoc φρOCση (άπο της τών Έλλήνων άχ.ρασ{ιχς)
591h
σ-:ον ΚρOCτη (βλ. πocρocκOCτω, ΚρOCτης,
44
~ως
46):
~ σύνδεση ocύτη εϊνocι πιθoc
ν6τεpΎJ, &φου ό ΚρOCτης πρέπει να ~τocν κocλύτερoc πλΎJpoφoPΎJμένoς σε ocύτOC' το ιΧνέχ.ΡΙΧΥεν του ΚρOCτη, στο κείμενο του ΠλουτOCρχου, εχει πεpισσ6τεpΎJ
φυσικ6τητoc &πο την &ντίδpocσΎJ του ΔιoγένΎJ (έΠΙΥΡ&ΨΙΧΙ) στον ΔιoγένΎJ Λocέρτιο.
-
Στο &νώνυμο σχόλιο στον &ριστοφOCνειο Πλουτο
179,
ό ΔιoγένΎJς
φέρεται να εχει επιγρOCΨει σχε80ν την rδια φpocσΎJ (της έλλ7)Υιχ.ης άχ.ριχσ{ιχς το
τΡ6πιχιον) στο άφιέρωμoc τ'ijς Λαίδας.
270. 'Ής
ΑΘΗΝΑΙΟΣ, Δειπνοσοφιστιχι ΧΙΙΙ 588c.
[sc. Αιχt80ς] κιχι' Άρίστιππος ήριχ κιχι' Δημοσθένης ό ρήτωρ Διο
Υένης τε ό κύων.
T~ν όποΙoc
Aoctaoc OCγocπουσε με ερωτoc κoc!. ό ' ΑρΙστιππος κoc!. ό
Δ"Yjμοσθέν"Yjς ό ρ~τoρocς κoc!. ό Διογέν"Yjς ό Κυνικ6ς. Στα &ποσπOCσμocτοι ocύτ'ijς τ'ijς έν6τητocς ~ εΙκ6να του ΔιoγένΎJ &ντocνακλα τα χαροικτηριστικα ένος «Ίjδoνικoυ» Κυνισμου πού, κοιτα τον
G.A. Gerhard, «Zur Legende vom Kyniker Diogenes», σ. 98, OCρχισε να διοιμορφώνετοιι &πο τον 30 οι1. π.Χ., 5τοιν μια σειΡα συγγροιφέων προσκείμενων στον Κυνισμο (TέλΎJς, Κερκιδας, Μελέοιγρος, ΔΎJμωνoιζ, Λουκιοιν6ς) πpoσπocθΎJσoιν να με τριOCσουν την οιύστηρ6τητοι στη μopφ~ των ~pώων του Κυνισμου. Έτσι,
;,
ΔιoγένΎJς ποιρουσιOCζετοιι ώς εροιστης της Λοιίδοις, ~, 5πως στο μεθεπ6μενr,
άπ6σποισμοι, το υπ' &ριθ. 272, τ'ijς ΦpύνΎJς. :!J. Οί Αρχαίοι Κυνικοί
/ 338
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
271. ΚΛΗΜΗΣ ΡΩΜΗΣ, 'ΟμιλίΙΧι V 18, 147. Πρβ. ΘΕΟΦΎ'ΛΑΚΤΟΣ. ΈπιστολΙΧι'
LX.
Άλλα και ό τούτου [sc. Ά ντισθένους] μαθητης Διογένης Λαι8ι ούκ έπι' μισθi(> Ti(> φέρειν αύτην έπ' ώμων 8ημοσ[ο/ κοινωνει μετιΧ παρ ρησ[ας;
Άλλα και ό μαθ-ητης του Άντισθένη,1 ό Διογένης, με το να κoυβαλά.ε~ στους ωμους του τη Λα·tΟα άντι άμo~βΊjς οεν oεΙxνε~, ευθαρσως, στους &λλους oτ~ εxε~ κά.πo~α σχέσΥ) μ' αυτ~ν; 1.
Βλ. 'AντισθένΊjζ
69.
272. TERTULLIANUS, ApoJogetjcus 46, 10. NoVΊ et Phrynem meretrjcem Djogenjs supra recumbentΪs ardore subantem.
Γνώρ~σα και τη ΦρύνYj, την έταΙρα του Δ~ογένYj, που άπο π6θο tl
\ ,
,Ι
'ξ
εκανε σαν καπρος επανω στους
απ
λ
ι
ι
ωμενους συμπoσ~αστες.
ι
273.
ΑΡΣΕΝΙΟΣ ρ. 197, 19-21.
Ό αύτος [sc. Διογένης] ι8ων γραυν καλλωπιζομένην ε[πεν' «ει μεν προς τους ζώντας πεπλάνησαι, ει 8ε προς τους νεκρούς, μη βρά8υνε».
Ό Δ~ογένYjς, οταν εΙοε μ~α γρ~α που φτ~ασ~oων6ταν είπε: «''Αν το κά.νε~ς γ~α τους ζωντανούς, είσα~ γελασμένYj' αν ομως γ~α τους πεθαμένους, μην καθυστερεΙς».
274. ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Άνθολόγιον ΠΙ 6, 39. Διογένης ού8εν εύωνότερον ε[ναι μοιχου 8ιωρ[ζετο την ψυχην τών 8ραχμης ωνίων προϊεμένου.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
339
(ο ΔιογένΎ)ζ ελεγε ΟΤΙ τίποτoc 3εν εΙναι πιο φΤΎJνo OCπο κocποιον μοιχο που χαρΙζει τ~ν Ψυχ~ του για ψώνια μιας aΡαχμ~ς. ΤΟ νότιμα γίνεται σαφέστερο με τη οιόρθωση τοσ εύων6τερον σε &:νούστερον Τι &:νοώτερον, 5πως είκιΧζει ό Α. Nauck. Ό ΔιογένΊ]ς Λαέρτιος, ΣυναΥωγη νι 4, παραοίοει κιΧτι OCνιΧλογο γιOC τον' Α ντισθένΊ], ό όποίος OCπευθυνόμενος σε κιΧποιον μοιχο που προσπαθοσσε νOC ξεφύγει φέρεται νOC τοσ λέει: «ώς δυστυ χΎ;ς, πηλ{κον κ{νδυνον άβολου διαφυΥεϊ'ν έδύνασο», ΟΊ]λ. «τί κινΟύνους θOC μποροσσες νOC OCποφύγεις, ocv εοινες λίγες οεκιΧρες» - έννοείται: γιOC μιOC φτη ντ, πόρνΤι [ = 'Αντισθένης 68].
275. ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ, Collationes ΧΙΙΙ 5. Cum quo autem horrore proferenda est illa sententia Diogenis? Factum enjm quod phjJosophum mundi hujus, velut qujddam memorahjle proferre non pudujt, neque djci a nohjs sjne verecundja, neque audjrj potest. Nam cuidam in aduJterii crimjne punjendo (ut ferunt) ait, το δωρεαν πωλούμενον θlΧνιΧτιp μη ιΧy6plΧζε, id, est, quod gratis venditur morte non emas.
Μέ ποιά φρΙκη πρέπει να προβληθεΤ έκεΙν"fj ~ γνώμ"fj τοu Διο γέν"fj; Διότι azv ντράΠ"fjκε να προβάλει κάπωα πράζ"fj των φιλο σόφων τοu κόσμου του ώς κάτι α.ζιομν"fjμόνευτο, και ο\)τε να ειπωθεΤ είναι aυνατον αυτο α.πο έμας χωρις ντpoπ~ ο\)τε να α.κουστεϊ. Διότι ό Διογέν"fjς κατα τον κολασμο τοu α.aικ~ματος της μοιχεΙας -οπως κάνουν - λέει σε κάποιον: το δωρεάν πωλούμενον θανιΧτφ μη ιΧΥ6ραζε, a"fjλαa~ ο,τι πουλιέται aω\ , " αγοραl.,,εις '''ι' " τιμ"fjμα το\ θ'ανατο. ρεαν μψ το με
276. ΑΡΣΕΝΙΟΣ ρ. 209, 11. Ό lΧι.JτOς [sc. ΔΙΟΥένης] ε[πε τον πλουτον τύχης έμετον ε[νlΧι.
Ό Διογέν"fjς είπε οτι ό πλοuτος είναι ~νας έμε70ς τ~ς τύχ"fjς.
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
'Όμοια ρ~σΊj ocποSίSει ό ΣτοβαΊ:ος,
Ά νθολόγιον ιν 31, 89 στον Μόνιμο. - Για τ~ν πενία του ΔΙOγένΊj βλ. και Δίων Χρυσόστομος, Λ6γοι ΥΙΙΙ (7) 16· Λουκιανός, Νεκρικοι' 8ιάλογοι 1, 3· 11, 1 και 3· 13,4.
Ί:l7. ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Άνθολ6γιον ΙV 31,88.
Ό αύτος
[sc.
Διογένης] έλεγε, μήτε έν π6λει πλουσίCf, μήτε έν
olxECf
άρετην οlχειν 8ύνασθαι.
Ό ΔΙOγένΊjς ελεγε δτι fι άpετ~ οuτε σε π6λΊ) πλουσια. μπορεί να. μείνει \
,ι
ουτε σε
Ι
σπιτι.
Βλ. και παρακάτω, ΔΙOγένΊjς
291.
Ί:l8. ΤΕΛΗΣ ρ.
12, 5 - 13, 13 [= ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Ά νθολ6γιον ΠΙ 1,98]. Πρβ. GNOMOLOGIUM PARISINUM n. 333.
ουτως έά:ν σοι 8είξω 8ύο γέροντας, 8ύο πένητας, 8ύο φεύγοντας, τον , J ""' / , λ/ ,,# θ / " '\."'...., /
μεν εν
xn,
τ,η
πασ,η ευχο
ι~ και απα
ειCf
ο ντα,
τον οε εν τ,η
πασ,η
ταρα-
ού φανερον στι ού το γηρας, ού την πενίαν, ού την ξενίαν αΙτια
τέον άλλ' έτερ6ν τι; Και' σπερ Διογένης έποίησεν προς τον πολυτελη
φάμενον π6λιν εΊναι τας Άθήνας λαβι);ν γαρ αύτον ηγεν είς το μυρο
πωλειον και έπυνθάνετο π6σου της κύπρου ή κοτύλη' «μνας» φησι'ν ό μυροπώλης άνέχραγε «πολυτελής γε ή π6λις». Άπηγεν αύτον πά λιν έΙς το μαγειΡειον και' έπυνθάνετο πόσου το άχροκώλιοψ «ψιων
8ραχμων»' έβόα «πολυτελης γε ή πόλις». Είς τα έρια πάλιν τα μα
λακα και πόσου το πρόβατον. «Μνας» φησίψ έβόα «πολυτελής γε ή πόλις». «Δεύρο 8ή» φησί. Κάνταύθα αγει αύτον και' εΙς τους θέρ μους. «Πόσου ή χοινιξ;» <<χαλκού» φησίψ άνέκραγεν ό Διογένης «εύτελής γε ή πόλις». Πάλιν εΙς τας ίσχά8ας, «8ύο χαλκων», «των
8ε μύρτων;» «Δύο χαλκων»' «εύτελης γε ή πόλις». "Ον τρόπον οι)ν δ8ε ούχ ή πόλις εύτελης και' <πολυτελής, άλλ' έαν μεν ουτω ζ,η> πο
λυτελής, έαν 8ε ουτως, εύτελής, ουτω και τα πράγματα, εαν μεν αύ -:οις ουτω χρηται, εύπετΎj και' ι3ιf8ια φανειται, έαν 8ε ουτως, 8υ
"jΞΡY,·
r i
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
,\ "Ε τσL, αν
-;:,'1:;:."
σου
οεLc..,ω
ουο
γεροντες,
341 ;:.'
,;:.,
ουο
φτωχους,
ουο
'1:'
εc..,ΟΡL-
στους, οπου ό ενας aL6λου aεν θα aυσανασχετε'L κα!. θα aLαΤΥ)Ρε'L την ~pεμΙα του ένω ό α.λλος θα εΙναL έντελως OCναστατωμένος,
aεν θα γΙνεL φανερο ΟΤL aεν πρέπεL να καΤΎ)γορε'L κανε!.ς ούτε τα
γεράματα, ούτε τ~ φτώχεLα, ούτε τ~ν έξορΙα OCλλα κάΤL α.λλο; rJ.1JτΟ που εκανε ό ΔωγένΎ)ς σε κάΠΟLον, ό όπο'Lος ελεγε οη ~
KL
, Aθ~να εΙναL πολυ OCΚΡLβ~ π6λΎ): τον π-ηρε κα!. τον π-ηγε στο μυ ροπωλε'Lο κα!. ρώΤΎ)σε π6σο κ6σΤLζε ενα μLΚΡΟ aοχε'Lο κυΠΡLακο μυρο. «ΜΙα μνα», λέεL ό OCρωματοπώλΎ)ζ' «Ή π6λΎ) εΙναL πα
νάΚΡLβΎ)>>, ξεφώνLσε τ6τε ό α.λλος. Τον π-ηγε επεLτα ό ΔωγένΎ)ς στο μαγέραο κα!. ρώΤΎ)σε π6σο εΙχε το μπούΤL: «ΤΡε'Lς
aprxx-
μές». «llανάΚΡLβΎ) ~ π6λΎ)>>, φώναζε ό α.λλος. Τον π-ηγε μετα στα μαλακα μαλλLα κα!. ρώΤΎ)σε να μocθεL π6σο κάνεL το μαλλ!.
-
του
προ β' ατου:
« Μ'LrJ.
-
μνα»'
•
ο
"λλ ος α
'
ζ φωναc..,ε:
' β Ύ) Ύ) • «ll αναΚΡL
π6λΎ)>>. «'Έλ' OCπο 'aω», του λέεL ό ΔωγένΎ)ζ' κα!. τον ΠΎ)γαΙνεL τ6τε κα!. στα οσΠΡLα «Ω6σο εχεL ~ χοΙνLκα;» «'Ένα χocλΚLνο
, - λ'εεL εκεLνοζ' , 1 :' ,. νομLσμα», του c..,εφωνLσε τοτε ο Δ' LογενΎ)ς:«
II αμ'
φθΨΎ) εΙναL ~ π6λΎ)>>. Τον ΠΎ)γαΙνεL μετα στα ξερα συκα: «Δύο χOCλΚLνα». «τα μύρτα;» «Δύο χάλΚLνα». «Ή π6λΎ) εΙναL πάμ
φθΨΎj».1 'Όπως λΟLπον έaω aεν εΙναL ~ π6λΎj πocμφθΎjνΎj ~ πα νOCΚΡLβΎj OCλλα αν ζε'L κανε!.ς κατ α τον ενα τρ6πο εΙναL πανOCΚΡL βΎj
XL αν κατα τον α.λλο εΙναL πάμφθΨΎj, το 'caLO συμβαΙνεL κα!. \' '"
"Ι r! Ι με τα πραγματα: "'Α ν τα αντψετωΠL'ζ εL κανεLς με τον ενα τρο-
πο θα φαΙνονταL βολLκα κα!. εύκολα, αν ομως τα ocνημετωπΙζεL
με τον α.λλο τρ6πο θα φαΙνονταL Μσκολα. 1. το α'JΤΟ OCφΎjγειται ό Πλοuταρχος, Περι' εύθυμίας 470e-471a για τον Σω XpάΤΎj. Πρβ. και ΔΙOγένΎjς Λαέρτιος νι
35 [= ΔΙOγένΎjς 392].
279. ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Άνθολ6γιον ΙV 32, 11 κα.Ι 32, 19. Διογένης η7ν πενίαν αύτοδίδακτον εφη εlναι έπικούρημα προς φιλο σοφΕαν, & γαρ έκείνην πείθειν τοις λ6γοις πειΡασθαι, ταυτ' έν εργοις την πενίαν άναγκάζειν. 32, 19. Διογένης την πεν{αν ελεγεν αύτοδΕδα Κτον εlVαι άρετf,ν.
342
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚιΝΙΚΟΙ
Ό Δ~oγένης ύπoστ~p~ζε δτ~ ~ φτώxε~α. OCποτελει μ~αν α.ύτόμα.-
\
β οη'θ ε~α.
τη
στη
φ~
λ
'
oσoφ~α.:
,\
α.υτα.
\
γ~α.
\ ,oπo~α. - 'Y,J
τα.
φ~
λ
'
oσoφ~α.
προσπα.θεΙ να πεΙσε~ a~α.μέσου των έπ~χεφ'YJμocτων, ~ φτώxε~α. τα έπ~βocλλε~ OCνα.γκα.σΤLΚα στ~ν πρOCζ'YJ. (32, 19) Ό Δ~oγένης ~λεγε δτ~ ~ φτώxε~α. εΙνα.~ ενα. ειaος OCρετης που τ~ν a~aOCσκετα.~ κα.νε1.ς α.υτόμα.τα..
'Όμοιο ocπόφθεγμοι προσγρά:φετοιι στον Ξενοφώντοι, στο
Gnomologium Vati-
canum 743 n. 414.
280.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Άνθολ6γιον ιν
32, 12.
Διογένης όνειδ{σαντος ιxJT4J τινος πεν{αν μοχθηρου, έφη, «δια μεν πεν{αν ούδένα πώποτε στρεβλούμενον εΊδον, δια δε κακ{αν πολλούς».
"Οτα.ν κocπο~ος έλεε~νoς &νθρωπος πεp~γελo\)σε τον Δωγένη γ~α τη φτώxε~α. του, έκεινος εΙπε: «Δεν ~xω ίaει ως τώρα. κα.νένα.
να τον βα.σα.νΙζουν, έπε~a~ !Jτα.ν φτωχός, EIaoc δμως πολλους να
\
τους
β
'ζ
Πρβ. το ocπόσποισμοι
281.
\
\
,
α.σα.ν~ ουν γ~α. την κα.κ~α. τους».
77
του Κρά:τη.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Ά νθολ6γιον ιν
33, 26.
Διογένης όνειδ{ζοντ6ς τινος ιxJT4J πεν{αν «κακοδαψον», εΙπεv, «ού δένα τυραννουντα δια πεν{αν έώρακα, δια δε πλουτον τους πάντας».
'Ότα.ν κocπο~ος πεp~γελo\)σε κocποτε τον Δ~oγένη πως ~τα.ν
φτωχός, έΚΕινος το\) , εΙπε: «Δεν EIaoc κα.νένα.ν να ~xε~ τυpα.νν~ κες a~α.θέσε~ς OCπο φτώxε~α., γ~α xocp'YJ το\) ~λoύτoυ δμως ~xoυν οί πOCντες».
343
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
282. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων και δογμάτων συνα γωγη νι 62.
'Υποβολψα{ου τινος είπ6ντος αύτψ [sc. Διογένει] ότι χρυσον εχοι έν
τiίJ [ματ{t;J, «να!», εφη, «δια τούτο αύτο ύποβεβλημένος κoψίj».1
"Οταν κOCποιος νόθος εΙπε στον Διογέν-η ΟΤΙ εχει χρυσOCφι στο
...
"
... , ,
ρουχ ο του, αυτος του απαντ-ησε:
«Γ"ι
,
αυτο
κοιμασαι εχοντOCς
το κOCτω α.πο το κεφOCλι σου».
'Η απά.ντησΊj του ΔΙOγένΊj σΤΊjpΙζετlΧι στις λέξεις 'ύΠOβOλιμlΧ"ίOς' -
'ύποβε
βλΊjμένOς' κlΧι το ν6Ίjμά. ΤΊjς εΙνlΧι: «"Εχεις κά.θε λ6γο να. κρύβεις ιχύτο που εΙ σlΧι, δπως κρύβεις οιύτο που εχεις». - 'Ακολουθώντοις τον Κ.ν. Fritz, QueJJenuntersuchungen zu Leben und Philosophje des Djogenes ΥΟΏ Sjnope, σ. 18, ανΤΙΚOΙτέσΤΊjσOΙ στο κεΙμενο το κοψώμαι των κωοΙκων με τ~ oι6pθωσΊj κoψ~ του
Cobet.
283. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων και δογμάτων συνα γωγη νι 51. Πρβ. ΣΧΟΛΙΟ στον 'AριστoφtινΎj, Πλούτος 202. 'Ερωτηθεις [sc. ό Διογένης] δια τ{ το χρυσ{ον χλωρ6ν έστιν, εφη «ότι πολλους εχει τους έπιβουλεύοντας».
Σαν ρώτ-ησαν τον ΔΙOγένΎj γιατ~ το χρυσOCφι εχει χρωμα ώχρό, εκεινος εΙπε: «'Eπειo~ εΙναι πoλλo~ εκεινοι που σχεοιOCζουν ,ι
,
ασXΎjμα πραγματα γι
,
,
,
αυτο».
284. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων και δογμάτων συνα γωγη νι 50. την φιλαργυρ{αν εlπε [sc. ό Διογένης] μητΡ6πολιν
ι
παντων
των
κακων.
'Ο ΔΙOγένΎjς xαρακτ~ρισε τ~ φιλαργυρία ώς τ~ν αφεΤΎjρία κOCθε κακοU.
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΊ'ΝΙΚΟΙ
'Όμοια φράση άπο/)Ι/)ει στον ΒΙωνα τον ΒορυσθενΙτη ό Στοβαίος, Ά νθαλ6γιον ΠΙ
285.
10, 37·
και το
Gnomologium Vaticanum 743 n. 265
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Ά νθολόγιον ΠΙ
στον Δημόκριτο.
10, 45.
Διογένης ώμοίου τους φιλαργύρους τοϊ"ς ύδρωπικοϊ"ς.
'Εκείνους μέν
γαρ πλήρεις οντας ύγρου έπιθυμεϊ"ν ποτου, τούς τε φιλαργύρους πλή
ρεις οντας άργυρίου έπιθυμεϊ"ν πλείΟΥος, άμφοτέρους δέ πρός κακου. 'Επιτείνεσθαι γαρ μαλλον τα πάθη, oσcμ τα έπιθυμούμενα πορίζεται.
τους φLλάργυρους ιiνθρώπoυς ό ΔLOγένΊjς τους παρομοίαζε με εκείνους που πάσχουν ιiπo ϋaρωπα. ΓLατt OL ίιaρωΠLΚοί, παρό λο ()ΤL εΊναL γεμάΤΟL ιiπo ίιγρό, θέλουν να πίνουν- OL φLλά:ργυΡΟL πάλL, ένω εΊναL γεμάτOL λεφτά, θέλουν πεΡLσσότερα: xcxt OL μεν xcxt OL ae: τείνουν σε κάη κακό. ΓLατt τα πάθΊj μεγαλώνουν , β α θ' ,( (, θ ι στον μο που LΚανΟΠΟLουνταL OL εΠL υμLες.
286. COD. PAL. GR. 297 n. 71f. 118". Ό αύτός
[sc.
Διογένης] ίδων φυλάργυρον έκφερόμεΥον, ~φη' «ο15τος
βίον άβίωτον βιώσας έτέροις κατέλιπεν βίον».
Ό ΔLOγένΊjς, σαν εΊaε να ΚΊjaεύουν ~να φLλάργυρο, εΊπε: «του τος έaω, ιiφoυ εζΊjσε βίο ιiβίωτo, ocφφε σε ocλλους βLός».
287.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων καί δογμάτων συνα γωγη νι
47.
Τόν άμαθη πλούσιον πρόβατον εΙπε
"
,
[sc.
ό Διογένης] χρυσόμαλλον.
'Ο Δ LOγενΊjς ι , ι λ εσε εναν αOαΊj ~, π λ ουσLΟ ι αποκα «προι β ατο με'λλ' μα
ιiπo χρυσάφL».
L
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
345
288. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων και δογμάτων συνα γωγηνΙ47.
Θεασάμενος [sc. ό ΔιoγένΊjς] έπι άσώτου oικιqι έπιγεγραμμένον «πράσψος» «f;δειv», εlπε, «στι ουτω κραιπαλωσα pqιδEως έξεμέσοις τον κ6ριον».
''Οταν ό ΔΙOγένΎjς είόε κάποτε γραμμένο επάνω στο σπίτι ένος ,ι " Π ω λ εLταL», .,. Τ'ο Ύjc"EptX "t: "f , ασωτου ΟΤL« εLπε:« πως υστερ , )απΌ\ τε-
ΤΟLO κρασοπ6ΤL κα!. τέΤOLα ζαλάόα ευκολα θα ξερνουσες τον αφένΤΎj σου».
289. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων και δογμάτων συνα γωγη νι 46.
Χρημάτων δε6μενος άπαιτεϊ'ν έλεγε [sc. ό Διογένης] τους φΕλους, ουκ αίτεϊ'ν.
"Οταν χρεLαζ6ταν χρ~ματα ό ΔLογένΎjς, τα απαLτουσε, ~λεγε, απο τους φίλους, όεν τα ζψουσε.
290. ΑΙΛΙΑΝΟΣ, Ποικ{λη ίστορΕα ιν 27.
[Ξάνθος ό ποιητης λέγει] στι Διογένης λαβων παρα ΔιοτΕμου του ΚαρυστΕου ν6μισμα όλΕγον έφη'
σοι' δε θεοl τ6σα δοϊ'εν σσα φρεσι σnσι μεvοιv(f.ς άνδρα τε καΙ olxov. 'Εδ6κει δέ πως ό Δι6τψος μαλθακώτερος εlvαι.
'Ο ΠΟLΎjΤΎjς ,~, , ,,' ' ';>' t:...tXv θ οςl 'αναφερεL πως οταν ο'Δ LOγενΎjς oεΧΤΎjκε
απο τον ΔL6τψο τον ΚαρύσΤLΟ λίγα χρ~ματα είπε: «Κα!. να χαρε'i:ς απ' τους αθάνατους ο,ΤL ποθε'!: ~ xtXpaLti σου, &ντρα κα~
, »2Γ' 'ΔΙ (,.... , σΠLΤL. LtX τον LOΤψΟ υΠΎjρχε Ύjc"εντυπωσΎj πως "ήταν καπω::; ΠLΟ αόύναμος χαρακτ~ρας.
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΎ'ΝΙΚΟΙ
346
1. ΠΟΙΊ)της οιπο τ~ν MεγiΧλΊ) ΈλλiΧaοι ~ απο τ~ Σικελίοι (Ίος οι1. π.χ.). 2. Ό8ύσσειιχ ζ 180-1' στ~ μετiΧφpoισΊ) των Ν. KoιζoιντζiΧΚΊ) - Ι.Θ. ΚΟΙΚΡιa~.
291.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' δογμάτων συνα γωγη νι
32.
Εισαγαγ6Υτος ΤΙΥος αύτον
[sc.
Διογένη] εις οδων πολυτελη και κω
λύΟΥτος πτύσαι, έπειδη έχρέμψατο, εις την όψιν αύτου επτυαν, εί πων χείρονα τ6πον μη εύρηκέναι. οΙ' δε τουτο Άριστίππου φασΙ
'Όταν χά.ποιος εμπασε τον ΔιογένΎ) σ' ενα πολυτελες σπίτι χα~ έχεΤ το\) άπαγ6ρευσε να βγά.λει τα φλέγματα, ό ΔιογένΎ)ς, οταν
τον επιασε β~Xας, εφτυσε στο πρ6σωπο το\) oίχo~εσπ6ΤΎ) λέ-
\
γοντας πως
~\ οεν
"β ε ρισχε
,
χεφοτερο
,
\
\
μερος να τα
,
φτυσει.
"Αλλ
οι
άπo~ί~oυν αυτο το περιστατιχο στον' Αρίστιππο. 1
«'Ότοιν πρόκειτοιι για τ~ν uπερβολικ~ πολυτέλειοι μιας κοιτοικίοις, ό Κυνικος κοιι ό Ήaονικος ένώνουν τ~ aύνoιμ~ τους», ΠΟΙΡΟΙΤΊ)ρει ό
. von ΚΙ h ο ορ on,
ωχ
σ.
1178 -,
γι
Ι, \ οιυτο
\"
'"
G.A. Gerhard, Phoj-
\ '" ,
\,
\
το οινεκοοτο που οειχνει ΤΊ)ν πικροι κοιι
την όpγ~ του Κυνικου· ώστόσο είνοιι εξίσου πιθοινο να αποτελει επινόΊ)σΊ) των εχθρων του Κυνισμου.
292.
1. ΔιογένΊ)ς Λοιέρτιος, Συνιχγωγη 11 75.
ΓΑΛΗΝΟΣ, Προτρεπτικος
8.
Κάλλιον δ' ίσως προσθείναι και' του ΔιογέΥους
olov αγαθ6ν τινα έπιρ
δ6ν. "Ος έστιώμεΥος παρά ΤΙΥΙ των μεν έαυτου πάΥτων ακριβως προ
νεΥοημένιρ, μ6Υου δ' έαυτου παΥτάπασιν ημεληκ6τι, χρεμψάμεΥος ώς πτύσων εΙτ' έν κύκλιρ περισκοπήσας εις ούδεν μεν πέριξ επτυσεν, αύ
τifJ δε μ6νιρ προσέπτυσε τifJ δεσπ6τr; της οικίας. Ά γανακτουΥτος δ' αύτου και την αιτίαν έρωτωΥτος ούδεν έφησεν όραν ουτως ημελr;μέ Υον των κατα την οικίαν ώς έκείΥον. τους γαρ τοίχους &παΥτας αξιο λ6γοις γραφείς κεκοσμησθαι, το δ' έδαφος έκ ψήφων πολυτελων συγ
κείσθαι θεων εικ6νας έχον διατετυπωμένας, &παΥτά τε τα σκεύΥ} λαμ πρα και καθαρα και' την στρωμνην και τας κλίνας εις κάλλος έξησκη-
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
347
σθαι, μ6νον δ' έκε,νον όραν r;μελημiνον. Εrθισθαι δ' ιΧπασιν ιΧνθρώ ποις εις τους ιΧτψοτιΧτους των παρ6ντων τ6πων ιΧποπτύειν.
Θα ~ταν rσως καλύτερα να προσθέταμε και το περιστατικο με τον ΔΙOγένΎj σαν ενα εϊόος OμOpφΎjς επωόου. Κάποτε ποι; ~ταν φιλοξενούμενος ένος ανθρώπου ό όποιος εϊχε επιμελέστατα ,
ι
Ι/λ
φροντισει για ο
,ι
α του τα πραγματα
'"
εκτος
,
απο
,(
τον
,
εαυτο
του,
ποι; τον είχε αφ~σει εντελώς αφρόντιστον, ό Διογένης ,εβΎjξε για να βγάλει φλέγμα και κοιτάζοντας επειτα όλόγυρά του όεν το εφτυσε πουθενα εκεl: γύρω αλλα μόνο στο πρόσωπο του
OL-
κoόεσπόΤΎj. 'Όταν τότε εκεινος, γεματος αγανάΚΤΎjσΎj, τον ρω-
"'"
"
"
, ,
'
';'
'
(Δ ,~, "βλ τουσε γιατι το εκανε αυτο, ο ΙOγενΎjς ειπε πως σεν ε επε με-
σα στο σπίτι τίποτε τόσο παpαμελΎjμένO οσο εκεΙνον. 'Όλοι οί τοιχοι, εΙπε, είναι όιαΚOσμΎjμένOΙ με αξιόλογες ζωγραφιές το
πάτωμα αποτελειται απο πανάκριβα ψΎjφιόωτα με παραστά σεις θεών, δλα τα αλλα πράγματα του σπιτιου είναι αστραφτε-
,
,
"
"ι "β' ρα και κα θ αρα, τα σκεπασματα και τα κρε ατια φτιαγμενα με
καλαισθΎjσ[α κι δτι μόνον εκεινον βλέπει να εΙναι αφρόντιστος.
Κι εΙνα.ι συν~θεια, εΙπε, που τ~ν ~χoυν ολοι οΙ α.νθρωποι, να. φτύνει κανεις στο χειρότερο μέρος εκει γύρω του.
293. GNOMOLOGIUM MONACENSE LATINUM
ΧΥΙ
1.
Πρβ.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, 'Ερμψε{α εις την προς Ρωμα{ους έπιστολην
12.
De homine foedo Diogenes. Cum ίΙΙί domum suam homo formae turpis sculptam ostenderet, omnihus in ea locis lapidihus et auro nitentihus, in faciem domini expuit, dixituque se aliud yjJjus in iJla domo non respexisse. Ό ΔΙOγένΎjς για εναν ασΧΎjμO ανθρωπο. 'Όταν ενας ασΧΎjμOς ανθρωπος εόειξε σ' εκεινον το σπίτι του, φτιαγμένο απο γλύ πη, με δλους τοuς χώρους σ' αυτο αστραφτεροuς απο τα μάρ
μαρα και το χρυσάφι, ό ΔΙOγένΎjς εφτυσε στο πρόσωπο του
OL-
ΟΙ ΑΡΧΑΙσι ΚιΝΙΚΟΙ
348
κοaεσπότ'Υ) και εΙπε οτι aεν παραΤ~Ρ'Y)σε σ' έκεΙ-νο το σπίτι τί ποτε άλλο πιο ευτελές.
294.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ. Φιλοσ6φων βίων και' 80Υμάτων συνα ΥωΥη νι
28.
ΚατεΥίνωσκε 8έ και' των έπαινούντων μέν τους 8ικαίους, ότι χρημά
των έπάνω εΊεν, ζηλούντων 8έ τους πολυχρημάτους.
Κατέκρινε έπίσ'Υ)ς έκείνους που παινεύουν τους aίκαιους ανθρώ πους πως εΙναι τάχα ύπεράνω χρ'Υ)μάτων, απο τ~ν άλλ'Υ) ομως
έξυμνουν οσους εχουν πολλσ. χρ~ματα.
295.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και 80Υμάτων συνα
ΥωΥη νι 87. Φησι 8έ Διοκλής πεισαι αύτον
[sc.
Κράτη τα ] ΔΙΟΥένην την ουσιαν
μηλ6βοτον άνεϊΎαι και εί τι άΡrύΡιον είη, είς θάλατταν βαλεΙν.
Ό Διοκλης αναφέρει οτι ό Διογέν'Υ)ς επεισε τον ΚράΤ'Υ)l ναι αφ~σει το κτΎjμα του ναι γίνει χωρος έλευθεΡ'Υ)ς βoσκΎjς των προβάτων και ναι πετάξει στ~ θάλασσα ο,ΤΙ χρ~ματα εΙχε.
1.
Βλ. ΚράΤΊ)ς
296.
6
~ως
10.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Ά νθολ6Υιον ΠΙ
10, 60.
ΔΙΟΥένης ό κύων θεασάμεν6ς τινα πλουσίας Υραίας προσποιούμενον
έραν έφη «ταύτr; ού τον όφθαλμ6ν, άλλα τον ό86ντα έπιβέβληκεν».
Ό Διογέν'Υ)ς ό Κυνιχος βλέποντας κάποιον ναι προσποιειται
πως εΙν' έρωτευμένος με μιαι πλουσια γριαι εΙπε οτι «aεν τ~ν ,Ι,
,
'"
'λλ'
εχει ακουμΠ'Υ)σει με τα ματια α
\
'~I
α με τα ooν7~7.».
r
349
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
297. ΣΤΟΒΑΙΟΣ. Ά νθολ6γιον πι 10, 62. Διογένης τους μεγάλα και' άθρ6α λαμβάνοντας μεγαλοπτώχους έκάλει.
"Οσους οέχονταν συχνα. μεγocλες ελεΊjμOσύνες ό ΔΙOγένΊjς τους χαpακτ~pιζε θε6φτωχους.
298. GNOMOLOGIUM VATICANUM 743 n. 180. 'Ο αυτος [sc. Διογένης] έρωτηθεις τΕς έν άνθρώποις πλούσιος εΙπεν «ό αυτάρκης».
Σα.ν pώΤΊjσαν τον ΔLOγένΊj ποι6ς, ανocμεσα στους ανθρώπους, εΙναι πλούσιος, απocνΤΊjσε: «'Όποιος οεν ~χει τ~ν ανocγΚΊj κα νεν6ς».
299. ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Άνθολ6γιον ΙV 31, 48. Διογένους τους 8έ πολλους των πλουσΕων ώμοΕου τοις έπι' των 8υσ βάτων και άποκρήμνων φυομένοις 8έν8ροις και' άμπέλσις. Τ6ν τε γαρ τούτων καρπον άνθρώπους μη λαμβάνειν, κ6ρακας 8έ και παραπλή σια τούτων ζijJα καταναλtσκειν- έκεΕνους τε τον πλουτον είς μέν τα έπιεική των πραγμάτων ου κατατωεσθαι, κ6λαξι 8έ και π6ρναις και ταίς αίσχροτάταις ή80ναις και' κενωτάταις 86ξαις χορηγείν.
του ΔΙOγένΊj. τους περισσ6τερους πλούσιους ό ΔΙOγένΊjς τους ι ζ \ ,~, ""λ ' ι , παρομοια ε με τα οεντρα και τα αμπε ια που φυτρωνουν σε ς,.Ι
, ,
β
ι
ι
ουσ ατες και αΠOκpΊjμνες περιοχες.
1 Γ
"
ι
ιαη τους καρπους τους
~, , f ( " θ 'λλ" ι \ Ι οεν τους παφνουν οι αν ρωποι, α α τους γευονται τα κορακια Ι "λλ ζ, ,,Ι, ς,." ς,. θ
κι α
-. 't'J')
α
ωα παρομοια με αυτα· τον πλουτο τους οεν τον οια ε-
, ωφε 'Ιλ ιμα πραγματα, Ι 'λλ"α τον σπατα λ ουν 'Λ'λ' Π ουσιοι για α
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
350
για. τους κόλακες, τις πόρνες, τις πιο αισχρες άπολαύσεις και "λ τις πιο μεγα ες
,
1.
ματαιοσο ξ'ιες.
"
Π ρβ. και Διογένης Λαέρτιος νι
60 [= Διογένης 390J.
300. GNOMOLOGIUM MONACENSE LATINUM
ΧLνι 1.
De contemptu pecunjae. Djogenes cum jllj a capjte nocte fur sacculum cum nummjs suhtrahere conaretur, et jlle sentjret, tolle, jnqujt, jnfeJjx, ut facjas utrosque dormjre. Σχετικα. με την περιφρόνηση του xp~ματoς. 'Όταν ό κλέφτης προσπάθησε τ~ νύχτα να. άποσπάσει άπο το κεφάλι του Διογένη
,
το
σακκου
λ'" ακι με
τα
Ι
νομισματα
κι
,.....,
εκεινος
το
'λ
κατα
α
β
ε,
πάρτο, του εΙπε ό Διογένης, όυστυχισμένε, για. να. μπορέσουμε και οΙ όύο να. κοιμηθουμε.
301. GNOMOLOGIUM LINDEBROGENSE
ll.
1.
ι
Cum qujdam fur nocte Diogenj de capjte pecuniam auferre conaretur, ille sentiens ajt: tolle, infeJjx, et permitte utrumque dormire. 'Όταν κάποιος κλέφτης επιχείρησε κατα. τ~ όιάρκεια τΎjς νύ χτας να. άρπάξει άπο το κεφάλι του Διογένη τα. xp~ματα, εκεΤνος,
'
'λ ις το κατα 'λ α β ε, μο
ϊ ε.πε:
,
Π'" αρτα συστυχισμενε,
, ,
κι επιτρε-
ψε και στους Μο να. κοιμηθουμε.
302. FRONTO, Ad Μ. Antoninum de eloquentjae 2, 14. Diogenes cynicus non modo nullam pecuniam quaesivit, sed etiam propriam neglexit.
'
' "οχι
'Ο Δ ιογεν-ης ο'Κ υνικος
,
",
,
,
μονο σεν επι ζ' ητησε καμια περιου-
σία, άλλα. και τ~ όικ~ του τ~ν παραμέλησε.
.
i
. 11
351
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
303. ΤΕΛΗΣ ρ. 14, 3-6.
Και τ[ έχει δυσχερες Ύ} έπ[πονον ή πεν[α; 'Ή οιί ό Κράτης και' Διογέ νης πένητες ήσαν; Και πως ωιJν> p~δ[ως διεξήγαγον ατυφοι γενόμενοι και' έπαϊ'ται και' δια[Γ() ειίτελεϊ' και' λιτ(j δυνάμενοι χρήσασθαι;
Krx~ τί OCντίξοο ~ χοuρrxστ~χο ύπάpχε~ στ~ φτώχε~rx; 'Ή μ~πως ό KpάΤΎJς xrx~ ό Δ~oγένΎJς οεν ~crrxv φτωχοί; Krx~ πως εxεΤνo~ τα "β rrx λ (χν περrx ' , ε με"λ' ευχο ~rx xrx~\μπορεσrxν
vrx, ζ'ΎJσoυν
, επrxρ,ι χωp~ς
σΎJ, σαν ζΎJτ~άνo~, φτωχαα xrx~ λ~τά;
304. ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Είς νεωτέραν χηρεύσασαν 6. Ο[ς γουν έξην δια πεν[ας έπιτυχεϊ'ν της δόξης της παρα των πολλων, οιίκ έτι εrλοντο πλουτεϊ'ν, άλλα πολυ διδόμενον χρυσ[ον διέπτυσαν. Και τούτους οιί παρ' έμου δεήσ!) μαθεϊ'ν, άλλ' άκριβέστερον ήμων 07-
δας αιίτJ7ν τον 'Επαμεινώνδαν, τον Σωκράτην, τον 'Αριστε[δην, τον Διογένην, τον Κράτητα, τον μηλόβοτον άνέντα την χώραν την έαυτου.
"Ο σω λ" o~πoν
"
",
- ι}~,
μπορεσrxν xrx~ πετuχrxν με ΤΎJ φτωχε~rx τους
vtJ.
, , , " χοσμο, οεν ~,~ 'λ ζ "λ' (XπoxΤΎJσoυν φΎJμΎJ στον o~rx ει.,rxν π~rx vrx π oυΤΎJ-
σουν OCλΜ. πεΡ~φΡ6νΎJσrxν πολ\.ι χpυσάφ~ το όποΤο τους Ο~ν6τrxν. K~ (Χυτους οε θα χpε~rxστε'!.' να τους μάθε~ς OCπο μένrx, OCλλα γνω", "εγω " τον 'Ε πrxμε~νωνοrx, ,~, ' p~'ζ ε~ς xrx λ'uτερrx (χπ O,τL το Σ ωχρrxΤΎJ, "Α p~στε~oTι, ,~ το'Δ' 'Κ' " , τον ~OγενΎj, τον ρrxΤΎj, (Χυτον που"ι (XφΎjσε τους ~
ι
,\
,ι
οαους του (Χγρους εpΎJμoυς ωστε fl
vrx ,
β'
'β
οσχουν προ rxτrx.
305. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων β[ων και δογμάτων συνα γωγη νι 49. ''Ητει [sc. ό Διογένης] ποτε άνδριάντα' έρωτηθεις δε δια τ[ τουτο ποιεί, «μελετω», ε7πεν, «άποτυγχάνειν».
'Ι
1
Ι
352
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚίΝΙΚΟΙ
Κάποτε ό ΔωγένΎ)ς ΠIΧPIΧXlΧλOυσε ενlΧ αγlΧλμlΧ' σα.ν τον ρώη σlΧν γιlΧτΙ το
εXlΧνε lΧότ6,
είπε:
«' AσxoυμlΧι
στο
να. άπο
τυγχ. άνω » . 'Όπως θOC διocπιστώσουμε σ' ocυτη την έν6τψoc, είνocι πάρoc πολλες οΙ χρείες με θέμoc τον Διογέν'l) ώς επocίτη χocι τουτο πρέπει νOC OCποτελε'ί ενδειξ'l) 1)τι στον Κυνισμο ~ επocιτείoc - με τις τocπεινώσεις που ocυτη συνεπάγετocι -
OCρ
χίζει με τον Διογέν'l). 'Ωστ6σο, ~ επocιτείoc του Διογέν'l) δεν σχετίζετocι με την χυνιχη ocυτάρχειoc, OCφου, 1)πως σ'l)μειώνει ό R. Bracht Branham, «Diogenes'
Rhetoric and the Invention of Cynicism», σ. 463, «χocνένocς δεν είνocι λιγ6τερο ocuτocρχ'l)ς OCπο τον ζψιάνο», OCλλOC με την χυνιχη παρρησ{α χocι την ελευθερίoc:
Ή OCπ6ρριψ'l) τΊ)ς εργocσίocς, ~ OCπ6ρριψ'l) ένος τρ6που ζωΊ)ς που ~ χοινωνίoc τον χocρocχτηρίζει ώς πocρocγωγιχ6, ύπocγορεύετocι OCπο τη διάθεσ'l) του χυνιχου φι λοσ6φου νOC μην ύποτocχθε'ί στους χocν6νες χocι την ocόθεντίoc της χοινωνίocς.
«Ή ocύτάρχειoc εΙνocι ενoc desideratum, ~ ελευθερίoc 1)μως είνocι χocτηγοριχη πρoστocγ~» γιOC τον Κυνιχ6, σ'l)μειώνει ό
R.B. Branham, 1).π. Πρβ. χocι Δίων
Χρυσ6στομος, Α6ΥΟΙ ιν (4) 11-13· νι (6) 6-7· 34-5.
6.
ΠΛΟΠΑΡΧΟΣ, Περι δυσωπίlΧς
7
ρ.
531f.
Διογένης μεν οδν τους ιΧνδp'ιάντlΧς ;ητει πεΡΙΙ6η έν ΚεΡlχμεικi{j κlΧι , 'Ω '7 "λ Ι, , :λπρος τους νlΧυμlΧ.,OντlΧς ε εγεν IΧΠOτυγχlΧνειν με ετlΧν.
Ό
,
ΔωγένΎ)ς πεpιφεp6τIΧν 'λ
lΧγlΧ
μlΧτlΧ,
\, σ
XIΧΙ
ιΙ
οσους
στον
ΠlΧplΧ
ξ
KεplΧμειxo Ι
ενευOντlΧν
γι
[xετεύOντlΧς τα. ,~
"'λ
ιχυτο
ε
εγε
,ι
οη
~τlΧν μια. ασΧΎ)σΎ) πως να. άντιμετωπΙζει τ~ν άποτυχ'ΙIΧ.
307.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φι:λοσ6φων βίων κlΧι' δογμάτων συνlΧ γωγη νι
62.
ΈπlΧινOύντων τινών τον έπιδ6ντIΧ lΧύτi{j έφη
[sc. ό Διογένης] «έμε δ'
ούκ έπlΧινειτε τον αςιον :λlΧβεΙν».
'ΌτlΧν όρισμένοι ελεγlΧν επlΧινεηXα. λ6γιIΧ σε χάποων που εοω
σε στον ΔιογένΎ) ενlΧ βO~θΎ)μlΧ, ό ΔιογένΎ)ς είπε: «'EμένlΧ οεν με επlΧινεΤτε που άξΙζω να. με βΟΎ)θουν;»
353
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
308.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων χαι δογμάτων συνα
ΥωΥη νι
49.
Αιτων τινα - χαι' Υαρ τούτο πρωτον έποίησε δια. την άπορίαν - έφη [sc. ό ΔΙΟΥένηςJ «εί μεν χαι αλλιΡ δέδωχας, δας Χάμοί· εί δε μηδενί, ιΧπ' έμού αρςαι». ' Ζ Ύ)τωντας
, \,
'Δ' 'θ εια ο ιογενΎ)ς απο καποιον β OΊj
-
\
γιατι αυτο εκανε
στ~ν άpχ~ εζαιτΙας τ~ς άνέχειάς του - του εΙπε: «''Αν ~χεις οώσει ποτέ σου σε κάποιον, οωσε κα~ σε μένα' αν οεν ~χεις οώ σει σε κανέναν, κάνε άpχ~ άπα εμένα».
309.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων χαι' δΟΥμιΧτων συνα Υωγη νι
Δύσχολον f;Tεt
59. [sc.
ό ΔΙΟΥένηςJ
.
τού δ' είπόντος, «εαν με πείσr;ς»·
έφη, «εί σε έδυνιΧμην πεισαι, έπεισα αν άπιΧΥςασθαι».
Ό ΔΙOγένΊjς ζψουσε βo~θεια άπα εν αν Ούστροπο &νθρωπο·
οταν εκεινος του εΙπε ΟΤΙ «Πρέπει πρωτα να με πείσεις», ό ΔΙOγένΊjς άπάνΤΊjσε: «"Αν μπορουσα να σε πείσω, θα σε ~πειθα να πας να κρεμαστεΙς».
310. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων χαι' δογμάτων συνα ΥωΥη νι 56. ΦιλιΧΡΥυρον f;τει [sc. ό Διογένης]- τού δε βραδύνοντος, «ανθρωπε», εlπεν, «είς τροφην αίτω σε, ούχ είς ταφήν».
Ό ΔιογένΎ)ς ζψουσε βo~θεια άπα εναν φιλάργυρο· καθως εκει νος καθυστερουσε να του οώσει, ό ΔΙOγένΊjς του εΙπε: «'Άν
θρωπέ μου, σου ζψω για να φάω, l5χι για να με θάψουν». ':3. Οι' 'Αρχαίοι Κυνικοί
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΎ'ΝΙΚΟΙ
354
311.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων και' δογμάτων συνα γωγη νι
62.
'Απαιτούμενος
[sc.
Διογένης] ύπό τινος τρίβωνα έφη, «ει μεν έχαρί
σω, έχω' ει δ' έχρησας, χρωμαι».
'Όταν κάποιος ζ-ητουσε α.πο τον ΔΙOγένΊj να του επιστρέψει το πανωφόρι που του είχε Sώσει, εκεινος του εΙπε: «"Αν μου το χάρισες, το ~xω' α.ν μου το Μνεισες, το χρειάζομαι».
312.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων και' δογμάτων συνα γωγη νι
"Ασωτον f;τει
67.
[sc.
Πρβ. ΜΑΞΙΜΟΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ
LXI 17.
ό Διογένης] μ ναΥ" πυθομένου δε δια τί τους μεν
αλλους άβολον αιτει, αύτον δε μναν, «ότι», εΙπε, «παρα μεν των αλ
λων πάλιν έλπίζω λαβεϊν, παρα δε σού θεων έν γούνασι κεϊται ει πά
λιν λήΨομαι».
Ό ΔιογένΊ)ς ζΊ)τουσε απο εναν σπάταλο να του 8ώσει μΙα μνOC. 'Όταν έκεινος ρώτησε να μάθει γιατι του ζΊ)τουσε μΙα μνoc ένω απο τους αλλους ζΊ)τουσε εναν όβολό, ό ΔιογένΊ)ς του εΙπε:
«' Απο
τους αλλους έλπΙζω να πάρω κι αλλΊ)
φορά, ένω απο σένα ενας θεος ξέρει αν θα ξαναπάρω».
313.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ, προσώπου
Έπιστολαι κεκομψευμέναι άπο του των θεων
1.
Όρθως ποιεϊτε πεινωντες διψωντες ριγωντες χαμευνούντες ταύτα
γαρ διατάττει νόμος ό Διογένειος, δς έγράφη κατα Λυκούργον νομο θέTΗV Λακεδαψονίων.
Καλα κάνετε που πεινατε, sιψατε, ξεπαγιάζετε, κοψαστε και \ , , 'ζ' Ι Δ ι \' ταχαμα' γιατι αυτα προστα ει ο νομος του ΙOγενΎj που ακο-
λουθει τον Λυκουργο, τον νOμOθέΤΊj των ΛακεSαψονΙων.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
314.
ΘΕΜΙΣΤΙΟΣ, Λ6γοι Π, ρ.
355
30c-d.
"Οστις δε έν έξουσίl1 μεν άδικίας δικαι6τερος Ά ναξαγ6ρου, έν άδείl1 δε άκολασίας σωφρονέστερος Ξενοκράτους, τΡυφα.ν δε ύπερ έκείνον τον Σαρδανάπαλλον έχων ι5ίjoν άνέχεται λιμού και' δίψης η Διογένης
ό Σινωπεύς, κτλ.
'Όποιος ~xε~ τ~ Ούναμ-η να αo~κ~σε~ και' εlνα~ oιxα~6τεpoς απο τον 'Α ναξαγ6ρα, Όποιος ~xε~ τ~ οuνατ6τ-ητα να o~απpάξε~ ακο
λασίες και' εlνα~ π~o σuνετος απο τον Ξενοκράτ-η, Όποιος μπορει να ζει με μεγαλύτερ-η ΤΡuφ-ηλ6τ-ητα απο αυτ~ν του γνωστου ~ 'λλ ou Σ αροαναπα
' ,
\,
\
\
κ~ ανεxετα~ τ-ην πε~να κα~ τ-η
~'ψ
o~
α
, λ'οτερα zuxo
απ' Ό,τι ό Δ~oγέν-ης απο τ~ Σ~νώπ-η κλπ.
315.
ΑΙΛΙΑΝΟΣ, Ποικίλη [στορία ιν
11.
Διογένης έλεγε και' τον Σωκράτην αιlτoν τΡυφησαι' περιειΡγάσθαι γdφ και'
Tifi
οίκιδίιρ και
Tifi
σκιμποδίιρ και ταϊς βλαύταις δε αΊσπερ
οδν έχρητο Σωκράτης εστιν lJτε.
Ό Διογέν-ης ελεγε Ότ~ ακ6μ-η και' ό 'ίδιος ό Σωκράτ-ης εζ-ησε
\
\
μες στ-ην πο λ uτε'λ ε~α'
,
,
"
,
'"
, \oπo~α 'τα
γ~ατ~ ματα~α κoπ~ασε κα~ γ~α το χαμο-
"
~'λ ~α, σπ~τo κα~ γ~α το προχεφο κρε β'" ατι κα~ τα σανοα
βέβα~α ό Σωκράτ-ης τα xp-ησψoπo~oυσε κάποu-κάποu.
316. ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ, Έπιστολαι' CXXXVII. {Διοδώριρ} ... τον σοφώτατον Διογένην, δς έν ψιλn "n πήρl1 τον μέγι στον πλούτον ώρίζετο.
(Προς τον Δ~6δωpo) ... τον σοφ6τατο Διογέν-η, ο οποιος Όp~ζε ιι
f
,
oτ~ Ο π~o μεγάλος πλουτος εlνα~ ~να σκέτο δ~σάκκ~.
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
356
317. SENECA, De heneficiis V 4, 3. Necesse est a Socrate heneficiis vjncar, necesse est a Diogene, medias Macedonum gazas nudus incessit caJcatis regis opihus.
QU1
per
Στ~ς μεγάλες πράξεις κατανάγΧ'Υ) με ξεπερνα ό Σωκράτης, κατανάγΧ'Υ) κι ό
Διογέν"f)ς,
ό
όποl:ος aιέσχισε γυμνος τους
θ"f)σαυρους των ΜακεΜνων ποaοπατώντας τoc πλούΤ"f) του βα σιλια.
ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ, Μένιππος
318.
18.
ΦΙΛ.: ':4.τοπα διηΥ;η τα περι' των βασιλέων και μικρου δεΊν απιστα. Τ{ δε
6
Σωκράτης έπραττεν και' ΔΙΟΥένης και' εΙ' τις αλλος των σο
φων; -ΜΕΝΙΠΠ.: ναπάλλlp
Ti(J
... 6
δε βέλτιστος ΔΙΟΥένης παροικεΊ μεν Σαρδα
ΆσσUΡΕlp και MEδ~
Ti(J
ΦρυΥΙ' και' αλλοις τισι' των πολυ
τελων- άκούων δε οΖμωζ6ντων αύτων και' τJ?ν παλαιαν τύχην άναμε
τΡουμένων Υελο/ τε και τέρπεται, και τα πολλα ύπτιος κατακεΕμενος
4δει μάλα τpαχεE~ και άπηνε! τ;η φωνn τας οΖμωΥας αύτων έπικαλύ
πτων, ι5στε άνιίiσθαι τους ανδρας και' διασκέπτεσθαι μετοικεΊν ού φέ
ροντας τον ΔΙΟΥένη.
(Φίλος-Μένιππος) - Παράξενα εΙναι οσα λες γιOC τους βασι λιάaες κα~ σχεaον ά:πΙστευτα. τι εκανε ομως ό Σωκράτης κα!. 'Δ ι \ , "λλ ι ο ιογεν"f)ς και οι α οι σοφοι; νει
\ με
\ το
Σ
"" ι λλ ο αροαναπα
\ τον
- ... 'Α
\
"t:"
,
και ο ε'-,οχος
ι
σσυριο
\ και
Δ
ι ι ιογεν"f)ς με-
\ ΜΙ"" τον ιοα
' \ --\, ,'/
απο
ΦρυγΙα ΚΖ( με όρισμένους αλλους πάμπλουτους ά:νθρώπους
ά:κούγοντάς τους νOC οΜρονται κα!. νOC ά:ναπολουν τ~ν παλιOC εύΙ
τυχια
τους γε
λ
σ6τερο χρ6νο,
Ι
αει
\'
και
Ι
ευχαριστιεται:
ά:νάσκελα,
t:"
'-,απ
τραγουΜει,
λ
Ι
ωμενος,
\
τον περισ-
σκεπάζοντας με την
αγρια, ολο σκλ"f)ράaα, φων~ του τ!.ς γοερες κραυγές τους, ετσι
που οΙ ανθρωποι νOC αΙσθάνονται ασΧ"f)μα κα!. νOC σκέπτονται νOC παν ε νOC μεΙνουν ά:λλου, επειa~ aεν μπορουν νOC ύποφέρουν τον Διογέν"f).
357
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
319.
ΠΛΟιΤΑΡΧΟΣ, πως &ν τις αισθotτο έαυτoίJ προκόπτοντος έπ'
αΡετn 6 ρ. 78d. Κα! Διογένης την εις 'Αθήνας έκ Κορίνθου κα! πάλιν εις Κόρινθον έξ 'Αθηνων μετάβασιν έαυτoίJ παρέβαλλε ταις βασιλέως
tapo; μεν
Σού
σοις καΙ χειμωνος έν Βαβυλωνι, θέρους δ' έν Mηδίι:r διατΡιβαΙς.
Κι ό ΔΙOγένΊjς παρομοΙαζε τ~ μετακΙνΊ)σ~ του απο τ~ν Κόρινθο
στ~ν ' Aθ~να και απο τ~ν ' Aθ~να πάλι στ~ν Κόρινθο με τις Sιαμονες του βασιλια των Περσων τ~ν ανOιζΊj στα Σουσα, το
,
,
χεψωνα σΤΊj
,
Β α β υ λ' "λ' Μ ΊjOια. ~, ωνα και το κο οκαφι σΤΊj
Πρβ. Δίων Χρυσόστομος, Λόγοι lν επίσης το ύπ' OCριθ.
320.
3
(4) 10
και
40
κέ' νι
(6) 1-6
και
35
κέ·
OCπόσπασμα του Μητροκλη.
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ, 'Ομιλία εις τους νέους. πως αν έξ έλληνικων ώφελοιντο λόγων
8.
'Εγώ δε κα! Διογένους &γαμαι η7ν πάντων άμoίJ των ανθρωπίνων ύπεροψίαν, ός γε και' βασιλέως του μεγάλου έαυτον απέφηνε πλου σιώτερον, τφ έλαττόνων η έκεινος κατα τον βίον προσδεΙσθαι.
Θαυμάζω και του ΔΙOγένΊj τ~ν ύπεροψΙα, ό όπo~oς χαρακτ~ρι' "εαυτο του π λ' , τον , β ασι λ' - Π ερσε τον ουσιοτερο και" απο ια των 'β θ" ζ' , ζ' λ' " σων, στον α μο που χρεια οταν σΤΊj ωΊ) του ιγοτερα απ Ο,τι εκε~νoς.
321. ΙΣΙΔΩΡΟΣ ΠΗΛΟιΣΙΩΤΗΣ, 'Επιστολα!. ΠΙ 154. Δι' Υ;
,
'ι
./ν γαρ αιτιαν...
Δ
ι
,t
/
Υ....
.... Π - βασιλεως / ερσων
ιογενης εν ρακιοις ",ων, του
ήγειτο έαυτον πλουσιώτερον;
Για ποιό λόγο ... ό ΔΙOγένΊjς ζωντας στα κουρέλια, θεωρουσε " ,
τον εαυτο του πλουσιότερο απο το βασιλια των Περσων;
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
358
322.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων και' 80γμάτων συνα γωγη νι
Είώθει
[sc.
38.
ό ΔιoγένΊjς] 8ε λέγειν ηχ τραγικας άρας IΧUT4J συνηντηκέ
ναι' εΙναι γουν απολις, αοικος, πατρ{80ς έστερημένος,
πτωχ6ς, πλανήτης, β{ον lχων τούφ' ήμέραν.
Ό ΔιογένΎ)ς συν~θιζε να λέει πως είχαν πέσει επάνω του οί κα τάρες των Τραγικων- πως ~ταν «aίχως πόλYj, aίχως σπίτι, aίχως
''''" φτωχος, 'λ ' \ τον \ επωυσιο». , , 1 πατριοα, π ανο'β ιος, πα λ ευοντας για Στο πνεuμoc των λ6γων ναι),
xoc!
Tou
ΔιογένΊ) (τας τΡαγιχας αρας
atJT4J
συντετηΧέ
των OCοέσποτων τρocγιχων στΙχων που ocχολουθοuν, OCντocποχρΙνετocι
χocλύτερoc Τι E:XOOΧ~ τ-ης έζορΙocς γιΟι πολιτιχους λ6γους OCπο τ~ ΣινώΠΊ) πocρΟι της έχούσιocς φυγΎjς προς ocπoφυγ~ν των συνεπειων μιiiς χολάσΨΊ)ς πράξης οπως Τι πocρocχάρocζΊ) τοσ νομΙσμocτος.
1. Nauck, Adespota fr. 284· πρβ. xoc! 1029 Tou Eu-
το ιΧπολις ιΧοιχος φυγας αλητεύων χθ6να OCπο τον Ίππ6λυτο
ΡΙΠΙΟΊ).
323. GNOMOLOGIUM VATICfANUM 743 n. 201. Ό αύτος
[sc.
Διογένης] lφη πάντα lχειν τα έν ταις TpIΧY4J8EIΧtςo εΙνα{
τε γαρ πτωχ6ς, πλανήτης, β{ον lχων έφήμερον «άλλ' όμως τοιοότων ύπαρχ6ντων των κατ' έμε Ετοιμ6ς
είμι περι εύ8αιμον{ας
T4J
Περσων βασιλει άγων{σασθαι».
Ό ΔωγένYjς είπε οτι τον είχαν βρει ολα οσα συμβαίνουν στtς ΤΡαγωaίες: γιατt είναι φτωχός, πλανόβιος, πρόσκαιρος. «Ένω
ομως τέτοια είναι ~ κατάστασ~ μου, είμαι ετοψος να συναγω νιστω σε ευτυχία τον βασιλια των Περσων».
324.
ΑΙΛΙΑΝΟΣ, Ποικίλη ι'στορία πι
29.
Διογένης ό Σινωπευς συνεχως έπέλεγεν ύπερ έαυτου ότι τας έκ της
τΡαγ4J8ίας άρας αύτος έκπληροι και ύπομένει' εΙναι γαρ
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
πλχνης ιΧοικος πιχτρίδος έστερημένος πτωχος δυσείμων βίον εχων [τον] έφήμερον.
ΚΙΧΙ' ομως έπι' τούτοις μέΥΙΧ έφρόνει ούδεν fjHov η 'Αλέξιχνδρος έπι' ri} της οικουμένης ιΧρχ,η, οτε κιχι '/νδους έλ6η είς Βιχβυλωνιχ ύπέστρεΨεν.
'ο ΔΙOγένΎjς απο τ~ν ΣινώΠΊj συνεχως ελεγε για τον έαυτό του οτι πλ~ρωνε καΙ. ύπέφερε κατάρες οπως αύτες που συνανταμε στl.ς τραγωο[ες γιατl. ~ταν, ελεγε, «πλανόβιος, ο[χως σπ[η, ο[χως πατρ[οα, φτωχός, ρακένουτος, πρόσκαιρος». Ώστόσο γι' α'Jτα τα πράγματα ~ταν περ~φανoς οσο καΙ. ό .\1[. 'Αλέξανορος για τ~ν παντοκρατορ[α του, οταν, αφου κατέκτησε τη χώρα των 'Ινοων, γύρισε στ~ Βαβυλώνα.
325. ΙΟΎΆΙΑΝΟΣ, ΛόΥΟΙ ΙΧ [νι] 14 ρ. 194d-195b. Πρβ. και νι 4 ρ.
256 c-d.
Σκόπει δη τΙΧύτης εί μη μάλιστιχ της ΠΡΟΙΧιΡέσεως ήν ΔΙΟΥένης, δς το μεν σωμιχ τοις πόνοις ιΧνέδην πιχρεΙΧεν, ίΎιχ ιχύτο της φύσεως ρωμιχ λεώτερον κιχτιχστήσr;, (195 a) πράττειν δε ήξίου μόνον όπόσιχ αν φιχ vif rifJ λόΥ
,
"
"
,(
,
Σκε' ψου τωρα μΊjπως περισσοτερο απο oΠOΙOνOΊjΠOτε ~ "λλ' α ο ΤΊj
γνώμΊj αύτ~ τ~ν ασπαζόταν ό ΔΙOγένΊjς, ό όποιος συν~θιζε να
εκθέτει συνεχως το σωμα του στ~ σκλΊjραγωγ[α, για να το κά νει πιο ουνατο απ' ση ~ταν εκ φύσεως,
(195a) κι εκρινε αξιο
να πράττει μόνον ο,η υστερα απο λoγικ~ σκέψΊj του φαινόταν πωr , .., ε" πρεπε
'"
να το
κανει'
\ σης "
και
ενοχ λ' Ίjσεις που
\
ζ , "εκινωντας
360
οι ΑΡΧΑΙΟΙ Κ1'ΝΙΚΟΙ
απο το σωμα. εΠ'Υ)ρεάζουν τ~ν Ψυx~ χα.ι τόσο συχνα. μας ανα.γ-
''(' " α.σχο λ' χα.",ουν να. ουμα.στε πο λ'" u με α.υτο, α.πο πα.ντου -
-
, μα.ς - περι β'λ που α. λει
εχεΊνος aEV εaινε χα.μια. πpoσox~. 'Έτσι, με α.υτ~
τ~ν εξάσΧ'Υ)σ'Υ), ό ανθρωπος α.υτΟς εχα.νε το σωμα. του τόσο aUνα.τό, οσο, νομίζω, aEV ~τα.ν το σωμα. χα.νενΟς απο οσους aιεχ
alx'Y)crocv βρα.βεΙα. στους αγωνες, χα.ι ~ Ψυxιχ.~ χα.τάστα.σ~ του εγινε τέτοια. (b) ωστε να. α.Ισθάνετα.ι ευτυχισμένος, βα.σιλια.ς aιόλοu λιγότερο - για. να. μ~ν πω περισσότερο - χι απο τον Μεγάλο Βα.σιλιά, οπως συν~θιζα.ν να. αποχα.λουν οί "Ελλψες
τον Πέρσ'Υ) μονάρχ'Υ). Μιχρο πράγμα. εΙνα.ι χα.τα. τ~ γνώμ'Υ) σου άνθρωπος «aίχως πόλ'Υ) , aίχως σπίτι, aίχως πα.ΤΡίaα., που aEV εχει ουτε οβολό, ουτε aΡα.χμ~, ουτε aουλο».
326.
ΑΡΡΙΑΝΟΣ, Έπικτήτου Διατριβαι' ΠΙ
22, 45-50.
Και' πως έν8έχεται μη8εν έχοντα, γυμν6ν, άοικον, ά:νέστιον, αύχμων τα, (ά>80υλον, άπολιν 8ιεξάγειν εύρ6ως; θεος τον 8εΕξοντα έpγtιJ, στι έν8έχεται.
(46) Ί8ου ά:πέσταλκεν ύμιν ά (47) «Ί8ετέ με, άοικ6ς εΖμι,
απολις, ά:κτήμων, ά80υλος χαμαι' κοψωμαι' ού γυνή, ού παι8Εα, ού πραιτωρΕ8ιον, ά:λλα γη μ6νfJV και' ούρανος και' lv τριβωνάριον. (48) Και' τ! μαι λεΕπει; Ούκ εΖμι' άλυπος, ούκ εΖμι άφοβος, ούκ εΖμι' έλεύθερος; Π6τε ύμων εl8έν μέ τις έν όρέξει ά:ποτυγχάνοντα, π6τ' έν
έκκλΕσει περιπΕπτοντα; Π6τ' έμεμιJιάμην η θεον η άνθρωπον, π6τ' ένεκάλεσά τινι; Μή τις ύμων έσκυθρωπακ6τα με εl8εν; (49) πως
8'
έντυγχάνω τούτοις, οί!ς ύμεις φοβεισθε και' θαυμάζετε; Ούχ ώς ά:ν-
8ραπ680ις; ΤΕς με Ζ8ων ούχι' τον βασιλέα τον έαυτοϋ όραν οιεται και' 8εσπ6την;»
(50)
'Ί8ε κυνικαι' φωναΕ, ι8ε χαρακτήρ, ι8' έπιβολή.
Κα.ι πως εΙνα.ι auνα.τΟν ενα.ς άνθρωπος που aEV εχει τίποτα., που εΙνα.ι γυμνός, χωρις σπίτι, εΡ'Υ)μος, φτωχός, aίχως ενα. aουλο,
,
• '(', ",ω'Υ)
,~, χωρις πα.τριοα., να. χυ λ' α.ει 'Υ)
"
του 'Υ)ρεμα.;
(46)
Ν' α.,
•
ο
'
Θ "εος
1
σας εχει στείλει εχεινον που θα. aείξει εμπρα.χτα. οτι α.υτο εΙνα.ι auνα.τόΙ (47) «Κοιτάξετέ με», λέeι, «εΙμα.ι χωρις σπίτι, χωρις
πα.ΤΡίaα., χωρις περιουσία.,2 χωρις aουλο· 3 χωμαμα.ι χα.τα.γ~ς
aEV εχω γυνα.ίΧα., aEV εχω πα.ιaιά, aEV εχω αγρόΧτ'Υ) μα., πα.ρα. μόνο γ~ χι ουρα.νΟ χι ενα. λυωμένο ρουχα.λάΧι.
(48)
Κα.Ι τί μου
;Jli\
ΔΙΟΓΕ:'<ΗΣ
λείπει; Δεν εΙμαι ocμέριμνος, 3εν εΙμαι αφοβος,4 3εν εΙμαι ελεu θερος;" Π6τε με εl3ε κανείς σας να πέφτω εζω σε κocτι που επιθυμουσα ~ να μου συμβαίνει κocτι που ~θελα να ocποφuγω; ι,
,
Κακισα ποτε κανενα
θ
,
Ι,,
'θ
ΤΙ
εο Ίj κανεναν αν ρωπο;
"β
α ε
λ
ι
α α ποτε
με κανέναν; Με εχει 3εL ποτε κανείς σας κατσοuφΊj; (49) Κι οταν συναντω κανέναν ocπ' αuτους που εσεLς τους φοβαστε XIΧt
τους θαυμocζετε, πως τους ocντιμετωπίζω;6 Δεν τους ocντιμετω πίζω σαν να ~σαν 30υλοι; Ποι6ς με ocντικρίζει XIΧt 3εν εχει τ~ν Ι
εν":υπωσΊj ,
πως
,
βλ'
ι
επει
β
τον
λ'
ασι ια
,
\
και
τον
"
κυριο
του;»
(50) Αuτα εΙναι λ6για που ταφιocζουν σ' εν αν Κυνικ6, αuτος εl ναι χαρακτήρας, αuτ~ εΙναι σχε3ία βίου.
1. AuTo που εντυπωσιόιζει στον Διογένη είναι Τι ιΧπόλυτη συνέπειόι του: Τι ταύτιση του τρόπου της ζωης του με τις ιΧπόψεις που 3ιακ~pυττε. Κι αύτο ιΧκριβως τον1ζει ε3ω ό
Kynismus,
σ.
108,
Έπ1κτητος.
2. Ή Μ. Billerbeck, Epiktet. Vom
υποστηρ1ζει ση ό Έπίκτητος, ό όποίος σε Μο σημεία της
πραγματείας του γιOC τον Κυνισμο
και
(§ 10
50)
επικρίνει την ιΧ3ιόιντροπη
επαιτεία των ψευ30κυνικων της εποχης του, ιΧντικαθιστoc «'ίσως σκόπιμα» ε3ω τOC πτωχος και βίον Εχων τούφ' ήμέplΧν του τραγικου ιΧποσπόισματος
- '":oc
όποία παραπέμπουν ιΧμέσως στ+Ιν επαιτεία του Διογένη
κότερο άκτήμων.
3.
με το γενι
-
Πρβ. τ+Ιν ιΧντί3pασΎj του Διογένη, σταν είχε 3ραπετεύ
σει ό 30υλος του Μόινης, σπως τ+Ιν παρα3ί3ει ό Διογένης Λαέρτιος νι
55.
«Γελο ϊ:Όν, ει Μάνης μεν χωρ!ς Διογένους ζ;η, Διογένης δε χωρι'ς Μάνου ού
δύνlΧτlΧι».
Ό Έπίκτητος γρόιφει στο 'Εγχειρίδιον
4.
12, 1:
Κρεισσον γαρ
λψCΡ άΠOθlΧνειν αλυπον κΙΧ! αφοβον γενόμενον η ζην έν άφθόνοις τlΧplΧσσόμε νον.
5.
Με τ+Ιν ιΧνεξαρτφία του ιΧπο τOC εξωτερικOC πρόιγματα ό Κυνικος
κερ3ίζει χα:ι τ+Ιν ιΧνεξαρτησία ιΧπο τOC πόιθη της ψυχης, τOC όποία ιΧπορρέουν
ιΧπο λανθασμένες εκτιμ~σεις γιOC τOC εξωτερικOC πρόιγματα, κι ετσι XΙXTΙXXToc την ελευθερία του. 6. ΤOC χαρακτηριστικOC παρα3είγματα της στόισης του ΔΙOγένΊj εΙναι εν προκειμένω ό τρόπος κατOC τον όποίο ιΧντιμετώπισε τους πειρατες και τον Μ. 'Αλέξαν3ρο.
327. lογΛΙΑΝΟΣ, Λόγοι ΙΧ [Vl] 18 ρ. 200d-20 ρ. 203c. 'Όστις οΟν κυνίζειν έθέλει μήτε τον τρ{βωνα μήτε την πήραν μήτε τrιν β Ι
ι
•
1
Ι
,
Ι
ι
ακτηριαν και την κομην αγαπατω μονον,
(201) a
rl,
ιν
t/
,
ωσπερ εν
κώμη βαδίζ,η κουρείων και' διδασκαλείων ένδεει ιΧκαρτος και' άγράμ ματος, άλλα τον λόγον άντι' τοϋ σκήπτρου και' την lνστασιν άντι TYj:;
πήρας της κυνικης ύπολαμβανέτω φιλοσοφίας γνωρίσματα. ΠαΡΡr;-
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
362
σί~ δε χρηστέον αύτψ πρωτον όπόσου πέφυκεν αξιος έπιδειξαμένιρ, ωσπερ οψαι Κράτης και' Διογένης, οΙ' πασαν μεν ιΧπειλην τι5χης και
etre
παιδιαν
etre
παροινίαν χρη φάναι τοσουτον ιΧπέσχον του δυσκό
λως ένεγκεΊν, ωστε άλους μεν ύπο των καταποντιστων ό Διογένης έπαιζεν, ό Κράτης δέ. .. (c) ... Και' ού τουτο ~ν το προηγοι5μενον αύ τοΊς τέλος ιΧλλ', σπερ έφην, έσκόπουν σπως αύτοι' μεν εύδαιμονήσω
σι ν, έμελε δε αύτοΊς των αλλων τοσουτον σσον ξυν{εσαν οψαι φι5σει κοινωνικον και πολιτικον ζψον τον ανΘρωπον elVιXl, και' τους συμπο λιτευομένους ωφέλησαν ού τοΊς παραδείγμασι μόνον, ιΧλλα και' τοις λόγοις.
(d) 'Όστις οΟν αν έΘέλr; κυνικος elvcxt και' σπουδαΊος ιΧνήρ, αύ
του πρότερον έπιμεληΘε{ς, ωσπερ Διογένης και' Κράτης έξελαυνέτω μεν της ψυχης &παντα έκ πάσης τα πάΘη, όρΘψ δε έΠΙτΡέψας τι;!: καΘ' έαυτον λόγιρ και' νψ κυβερνάσΘω. Κεφάλαιον γαρ ~ν, ως έγω οψαι, τουτο της Διογένους φιλοσοφίας.
(19) Ει δε έτα{p~ ποτε προσηλΘεν ό (202a) σταν
ιΧνήρ, καίτοι και τουτο τυχον &παξ η ούδε &παξ έγένετο,
ήμΊν τα &λλα κατα τον Διογένη γένηταί (τις> σπουδαΊος, αν oιJτω φα
vn και τοιουτόν τι δραν φανερως έν όφΘαλμοΊς πάντων, ού μεμψόμεΘα
ούδε αΙηασόμεΘα. Πρότερον μέντοι την Διογένους ήμΊν έπιδειξάμε νος εύμάΘειαν και' την ιΧγχίνοιαν και' την έν τοΊς αλλοις &πασιν έλευ Θερίαν, αύτάρκειαν, δικαιοσι5νην, σωφροσύνην, εύλάβειαν, χάριν, προ σοχην ως μηΘεν εικ,η μηδε μάτην μηδε ιΧλόγως ποιεΊν, έπει' και ταυτα της Διογένους εισι φιλοσοφίαι οικεΊα'
(b) πατε{τω τυφον, καταπαιζέ
τω των τα μεν ιΧναγκαΊα της φι5σεως έργα κρυπτόντων έν σκότιρ, φημι δε των περιττωμάτων τας έκκρίσεις, έν μέσαις δε ταΊς ιΧγοραΊς και' ταΊς πόλεσιν έπιτηδευόντων τα βιαιότατα και' μηδεν ήμων οικεΊα
τn φι5σει, χρημάτων άρπαγάς, συκοφαντίας, γραφας ιΧδ{κους, διώξεις αλλων τοιούτων συρφετωδων πραγμάτων. Έπει' και Διογένης ιΧπέπαρδεν
etre
(c) etre ιΧπεπάτησεν etre αλλο η τοιουτον έπραξεν, ωσπερ
οΟν λέγουσιν (ΟΙ' πολλοί> έν ιΧγορο/, τον έκείνων πατων τυφον έποίει, διδάσκων αύτους ση πολλψ φαυλότερα και' χαλεπώτερα τούτων έπι τηδει50υσι. τα μεν γάρ έσην ήμΊν πασι κατα φ ι5σι ν, τα δέ, ως έπος
ειπεΊν, ούΘενί, πάντα δε έκ διαστΡοφης έπιτηδεύεται. 'Αλλ' οΙ' νυν του Διογένους
(d) ζηλωται το ρο/στον και' κουφότατον έλόμενοι το κρεΊτ
τον ούκ εlδοv- σι5 τε έκείνων elVιXl σεμνότερος έΘέλων ιΧπεπλανήΘης τοσουτον της Διογένους προαιρέσεως, ωστε αύτον έλεεινον ένόμισας.
(20) Ει δε τούτοις μεν ήπίστεις ύπερ ιΧνδρος λεγομένοις, δν οΙ' πάντες 'Έλληνες τότε έΘαι5μασαν μετα Σωκράτη και ΠυΘαγόραν έπι' Πλά τωνος και 'Αριστοτέλους,
015
γέγονεν ιΧκροατης ότου σωφρονεστάτου
και' συνετωτάτου Ζήνωνος καΘηγεμών, ού'ς ούκ είκος ~ν απαντας
363
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
ΧΜ.τηθηναι περι' άνδρος oιJτω φαύλου όποιον συ διακωμcpδεις, d) βέλ τιστε, (203 a) ίσως αν τι πλέον έσκόπησας περι αύτου και πορρωτέ ρω προηλθες της έμπειΡ{ας τάνδρός. Τ{να γαρ ούκ έξέπληξε των Έλ λ!;νων ή Διογένους καρτερ{α, βασιλικης ούκ εξω μεγαλοψυχ{ας οΟσα, και' φιλοπον{α; 'Εκάθευδεν άνηρ έπι' στιβάδος έν τψ π{θcp βέλτιον η Μέγας Βασιλευς ύπο τοις έπιχρύσοις όρόφοις έν Tn μαλθακn κλ{νr;, ησθιε την μάζαν ήδιον η συ νυν τας σικελικας έσθ{εις τραπέζας, έλούετο ψυχρψ (b) το σωμα προς άέρα ξηρα{νων άντι των όθον{ων, ο[ς συ άπομάτΤ(), φιλοσοφώτατε.
"Οποιος λo~πoν θέλε~ να ζε~ ως κυναος φ~λόσoφoς ocς μην έγ
κoλπώνετα~ μόνο το τρψμένο pouxo ~ το σακoύλ~ ~ το ραβοι και τα μαλλ~α γ~α να πopεύετα~ ακούρευτος κ~ αγράμματος σαν να βρισκόταν σε μ~α πόλΥ) πο,) οεν εxε~ κoυpε~α και σxoλε~α
αλλα ocς θεωpε~ ως γνωρίσματα τ~ς κυν~κ~ς φ~λoσoφίας τον λoγ~σμo κ~ ox~ το ραβοί, τις φ~λoσoφ~κες αρχές ΤYjς κ~ ox~ το 'λ σακoυ~.
Κ α~ι ΤYjν ι
'
ε'λ ευ θ εpoστoμ~α
,
πpεπε~
Ι να
Ι,εφαρμο'ζ ε~ ΤYjν
αφου πρωτα oώσε~ οείγματα τ~ς αξίας του, σπως κατ α τη γνώμΥ) μου εκαναν ό ΚΡάΤYjς και ό ΔιογένYjς, οΙ όπo~o~ ύπέμε ναν κάθε χτύΠYjμα τ~ς τύΧYjς τόσο αγόγγυστα - εΊτε ως πα~ oαp~ωoες πα~γνίo~ θα το χαραΚΤYjρίζαμε αύτο ε'{τε ως συμπεp~
φορα μεθυσμένου -, ωστε ό ΔιογένYjς, σταν τον επ~ασαν οΙ πειρατές, 1 αστε~ευόταν, και ό Κρά ης 2 ... Και οεν ~ταν τουτο ό κύριος σκοπος αύτων των Κυναων αλλά, σπως είπα, στόχο
τους εΙχαν πως οΙ '{oιo~ θα κατακτουσαν την εύοαψονία,3 ένω ι τους ι α "λλ ους νo~α'ζ ονταν, νoμ~'ζ' Ι β α θ μοι πουι καγ~α ω, μονο στον
τανοουσαν στι ό άνθρωπος εlνα~ απο τη φύσΥ) του κo~νων~κo και πoλ~τικo ον, και τοuς συμπολίτες τους τοuς ωφέλYjσαν ox~
,
μονο
"
με
το
'~I παpαoε~γμα
τους
'λλ'α α
κα~\
, με
το'λ'ογο
τους.
(d) 'Όπo~oς λo~πoν θέλε~ να είνα~ οπαΟΟς του Kυν~σμoυ και άν θρωπος αξ~όλoγoς, αφου πρωτα φpoντίσε~ γ~α τον έαυτό του, οπως ό ΔιογένYjς και ό ΚΡάΤYjς, ocς ξεp~ζώσε~ απο την ψυχη του έξoλoκλ~poυ κάθε πάθος και ocς έμπ~στευθε~ ολα σσα αφορουν
(',
\,
~o'ν εαυτο του στον ορ θ ο λ'ογο κα~Ι στοι μυα λ'ο του, ωστε ff " να τα
,
'
κυβεpνάε~ αύτό. τουτο, καθώς νομίζω έγώ, ~ταν το πρώτιστο στ+Ι φ~λoσoφία του Δ~ογένYj. (19) K~ ocν κάποτε ό άνθρωπος αύ-
:J64
ΟΙ ΑΙ'ΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
τος π~γε σε καμια πόρνη
- μόλο που και αυτο συνέβΊ) μία φο -, &μα κάποιος απο έσας γίνει τόσο
ρα ~ 'ίσως ουτε καν μία
σYjμαντικος οπως ό ΔιογένYjς," και φανει οτι εκανε κι αυτος κά τι τέτοιο όλοφάνερα μπροστα στα μάτια όλονων, ~εν θα ΤΟν κατακρίνουμε ουτε θα τον κατΊ)γoρ~σoυμε. ''Ας μας ~είξει ομως
πρωτα οτι ~ιαθέτει τ~ν ίκανόΤΊ)τα του ΔιογένΊ) στο να μαθαίνει, τ~ν έτοιμόΤΊ)τα του πνεύματός του κι επειτα, σε ολα τα α.λλα,
,
"
'λ ευ θ' Ι:" ' ,~ " , ερια, ΤΊ)ν ανε<-,αΡΤΊ)σια, ΤΥ) σικαιοσυνΊ), ΤΊ) σωφροσυνΊ),
ΤYjν ε
"λ'β
ΤΊ)ν ευ
α
εια,
, ΤΊ)
,~
",\
"Ι,
φροντισα του να μΊ)ν κανει τιποτα σΤYjν τυΧΊ) Ί)
ματαίως ~ χωρις λόγο, γιατι και αυτα εΙναι γνωρίσματα τ"Yjς φιλοσοφίας του ΔιογένΊ)· ας τσαλαπατ~σει, τότε, τ~ν ο'ίΊ)σΊ), ας ρεζιλέψει αυτους οί όποιοι κρύβουν στο σκoτά~ι οσα εΙναι απο τ~ φύσΊ) αναγκαια, έννοω τις έκκρίσεις των περιττωμάτων, ένω απο τ~ν α.λλΊ) ~ιαπράττoυν έν μέσΊ) αγορα και καταμεσ!.ς στ!.ς πόλεις μας τ!.ς πιΟ α.γριες πράξεις που ~ιόλoυ ~εν εΙναι συγγενι
κες με τ~ φύσΊ) μας: να αρπάζουν χρ~ματα, να συκοφαντουν, να κάνουν α.~ικες καταγγελίες, α.~ικες ~ιώξεις κα!. α.λλα τέτοια χυ
~αια πράγματα. Γιατ!. κι αν ό ΔιογένYjς α.φΊ)Gε μια πoρ~~ ~ αποπάΤΊ)σε ~ εκανε ~Ί)μόσια κάτι ανάλογο, οπως πολλο!. αναφέ ρουν, το εκανε για να ΠO~9πατ~σει ,ιjν υπεροψία εκείνων των
,
αν
θ
'
ρωπων,
\"
,
~,
για να τους σωσει να κατα
λ'β
α
f!
" ,
ουν οτι αυτοι κανουν
πολυ χειρότερα κα!. πολυ πιο απαρά~εκτα πράγματα. Γιατι οσα
εκανε ό ΔιογένΊ)ς ~σαν πράγματα συγγενικα με τ~ φύσΊ) ολων μας, ενω τουτα ε~ω
- για να το πουμε ετσι -
με κανενος τη
φύσΊ) ~εν συγγενεύουν, αλλα ~ιαπράττoνται ολα απα ~ιαστρoφ~. Ώστόσο αυτο!. οί όποιοι στ!.ς μέρες μας μιμουνται τΟν ΔιογένΊ)
,
,
,
~ 'λ ε<-,αν Ι:" ' '" λ "λ' θ' ~, το πιο ευκο ο και το ιγοτερο επαχ ες, και σεν προ-
σια
"
""
,
,';'
\
~ θ' σε<-,αν το πιο σΊ)μαντικο· κι εσυ, σΤΊ)ν επι υμια σου να εισαι πιο σο
' β αρος,
"
'θ Ί)κες σε τετοιον παραπ λ ανΥ)
β α θ μο '
"
,
,
σχετικα με τις αρ-
χες του ΔιογένΊ), ωστε σχΊ)μάτισες τ~ν έντύπωσΊ) οτι ~ταν
'
'λ εεινος. ε
(20)
"Α ν
'
,~" εσυ σεν
πιστευες
,
στα
λ'ογια
μου
", για
αυτα
εναν α.νθρωπο που ολοι οί "EλλΊ)Vες στα χρόνια του Πλάτωνα κα!. του' ΑριστοτέλΊ) τΟν θαύμαζαν αμέσως μετα ταν ΣωκράΤΊ)
κα!. τΟν Πυθαγόρα,5 εναν α.νθρωπο στΟν όποιο μαθ~τευσε ό Μ σκαλος του έξαιρετικα σώφρονα κα!. σοφου Z~νωνα,6 κα!. πο';
365
ΔΙΟΓΕ!'\ΗΣ
~
~
,
'Ί
/
(/λ'
δεν Υιταν ουνατον να ε,χαν ο
'λ'
,(Ι
"
οι υποπεσει σε π ανΊj για εναν αν-
θρωπο τόσο άχρε'LΌ οπως τον παρουσιάζεις εσυ στ~ν χωμωοΙα
σου, φΙλε, (203a) θα εΙχες Ίσως παpατΊJP~σει τον xαpαxτ~pα του πιο προσεχτιχα xα~ θα εΙχες πpoxωp~σει περισσότερο στ~ γνωστιx~ πpoσέγγισΊj αυτου του άνθρώπου. 'Ιπάρχει "EλλΊjVας που να μ~ του πpOζένΊjσε XατάπλΊjζΊj ~ χαρτεριΧότψα του
ΔΙOγένΊj xα~ ~ άντox~ του άπέναντι στους Χόπους, ~ όποΙα
,/ 'λ Ίj θ ινα 'β ασι λ ιχο'ψ υχιχο, μεγα λ ειο; εΧλεινε ενα α
'Ο" αν θ ρωπος
ωJτος χοιμόταν άπάνω στα &'χυρα μέσα σε ~να πιθάρι πιο χαλα άπ' οτι ό βασιλιας των Περσων στο μαλαχο χρεβάτι του χάτω
άπο τ~ XpυσωμένΊj opoφ~,7 ετρωγε το ψωμΙ του με περισσότε ΡΥι ευXαpΙσΤΊjσΊj απ' οτι εσυ τώρα τα σιχελιχα εοέσματά σου,8 λουζόταν με χρύο νερο xα~ στέγνωνε το σωμα του στον αέρα
άντ~ να χρφιμοποιεΤ τα λινα ύφάσματα με τα όποΤα σφουγγΙ ζεσαι εσύ, μεγάλε φιλόσοφε. ΤΟ απ6σπασμα εΙναι απο τον λ6γο του 'Ιουλιανου Εις τους άπαιδεύτους κύ νας, ό όποιος εχει γραφτει το
362
μ.Χ. καΙ αποτελει σUν"tjγορία ύπερ του αύ
θεντικου κυνισμου· σε αύΤ~ τ~ν έν6τητα
(200d-203e)
ό αύτοκράτορας απο
την μια σΤΊjλιτεύει τΙς ανατρεπτικες οιαθέσεις κάποιων συγχρ6νων του οί
όπο"ίοι σφετερίζονταν το ονομα του Κυνικου καΙ απο την &λλΊj οιατυπώνει
όρισμένες σκέψεις για τον γν~σιo Κυνισμ6.
1. Βλ. παραπάνω, ΔΙOγένΊjς 97 2. Άκολουθει στο κείμενο του 'Ιουλιανου (201b) ~ αναφορα στον Κρά τη [= Κράτης 27]. 3. Έννοει οσα εχει αναφέρει πρωτύτερα για το ευδαι
κΙ
μονειν ώς τελικο σκοπο στον όποιο κατατείνει καΙ ~ κυνικ~ φιλοσοφία: ~ εύ
οαιμονία αύτ+Ι συνίσταται έν τφ ζειν κατα φύσιν, άλλα μη προς τας των πολ λων δ6ξας, 19.'3d.
4. Ό γνώμονας με τον όποιο ό 'Ιουλιανος αποτιμϊΧ τους
άπαιδεύτους κύνας του 40υ αΙ μ.Χ. εΙναι ό ΔΙOγένΊjς. 5. Ό ΔΙOγένΊjς του 'Iοuλιανοu εΙναι ενας απο τους κορυφαίους της φιλοσοφίας. 'Όπως σΊjμειώνει
ό Η. Rahn. «Die Frommigkeit der Kyniker», σ. 248, ό αυτοκράτορας τον έν Μει με τ+Ιν νεoπλατωνικ~-πυθαγ6pεια ευσέβεια τ~ς oyιμΊjς αpχαι6ΤΊjτας καΙ τον έννοει με το πνεuμα τοu πλατωνικοu Σωκράτη τ~ς 'Απολογίας, τοu Κρί τωνα καΙ τοu Φαίδωνα. 6. Έννοει τον Κράτη. 7. Πρβ. καΙ 195b τοu αύ του λόγου [=ΔιoγένΊjς 325]. 8. τα Σικελικα γε'Jματα ~σαν πεpίφΊjμα για την πολυτέλειά τους πρβ. καΙ Πλάτων, Πολιτεία 404d ... και' Σικελικην ποι χιλ{αν οψου, ώς εοιχ.ας, ουκ αΖνεϊς.
328. AP~)T.\\"OΣ. 'κπιχτήτου ΔΙΙΧτΡιβΙΧι' Ι 24, 6 χέ.
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
366
Προ σου κατάσκοπος άποσταλει'ς Διογένης αλλα ημιν απηγγελκεν. Λέγει ότι ό θάνατος ούκ εστι κακ6ν, ούδε γαρ αίσχρ6ν- λέγει ότι άδo~ ξ{α r/ι6φoς έστι' μαινομένων άνθρώπων. (7) περι' ήδονης,
ola
Ola
δε περι' π6νου,
ola
δέ
περι' πεν{ας ε'tρηκεν οδτος ό κατάσκοπος το δε γυ
μν[ασιjον εΙναι λέγει ότι κρεϊσσ6ν έστι πάσης περιπορφύρου' το δ'
έπ' άστΡώτφ πέδφ καθεύδει ν λέγειν ότι μαλακωτάτη κο{τη έστ{ν. Και άπ6δειξιν φέρει περι έκάστου το θάρσος το αύτου, τJ7ν άταρα ξ{αν, n}ν έλευθερ{αν, εΙτα και το σωμάτιον στ{λβον και' συνεστΡαμμέ νον. «Ούδε{ς», φησ{ν, «πολέμιος έγγύς έστιν- πάντα είρήνης γέμει». πως, d) Δι6γενες; «ίδού», φησ{ν, «μή τι βέβλημαι, μη τι τέτρωμαι, μή τινα πέφευγα;»
Ό Δωγέν"Υ)ς, πο,; τον είχαν στε(λει πρtν άπο σένα νΟι 3εΤ xrxt νΟι
μά:θει,l μOCς εχει άναφέρει 3ιαφορετικΟι πρά:γματα. Λέει οτι ό θά:νατος 3εν είναι κακ6, γιατΙ 3εν είναι κά:τι άτιμωτικ6' ~ κακ~
φ~μ"Y), λέει, είναι ενας θ6Ρuβος πο,; τον xocvouv παρά:φρονες.2
(7) η εχει άναφέρει αύτος ό Διογέν"Υ)ς γιΟι τον μ6χθο, γιΟι τ~ν ~3oν~, γιΟι τη φτώχεια! Ή γύμνια, λέει, είναι καλύτεΡ"Υ) άπο όπoια3~πoτε πορφύρα' νΟι κοιμOCσαι καταγ~ς χωρΙς στρωσ(3ια είναι το πιο μαλακο στρωμα. ΚαΙ ώς απ63ειζ"Υ) γιΟι καθένα απο
'" φερνει το, 'λEU θ ερια ' τοu, ε αuτα
, σΙΚΟ ~ , ΤΟU, Τ"Υ)ν "αταρα",ια ! : ' τοu, "Ι" 'λ" επειτα το κορμακι τοu, το αμπερο
θ' αρρος κι
το
,
την και
σκλ"Υ)ραγωγ"Υ)μένο. «Κανένας έχθρ6ς», ύποσΤ"Υ)ρ(ζει, «3εν είν' έ3ω κοντά:' ολα είναι γεμά:τα γαλ~ν"Y)>>. πως ετσι, Δωγέν"Υ);
«Νά:, 3ές: εχω 3εχτεΤ κανένα χτύΠ"Υ)μα; 'Έχω καμιΟι πλ"Y)γ~; Προσπά:θ"Υ)σα νΟι αποφύγω τ(ποτα;»
1.
Στο ΠΙ
24
των Διατριβών του Έπίκτητου
[= ΔΙOγένΊjς 35]
σχετικΟι με το ρόλο του Κυνικου ώς κοιτοισκόπου των θεων:
aιοιβάζοuμε
TijJ γαρ γντι κα.τιΧ
σκοπ6ς έστιν ό ΚυνικΌς τόσ τίνα έστ! τοις όινθρώποις φίλα κα! τίνα πολέ μια.
2. Πρβ. το την τ' άδοξ!αν άγαθΌν και' ίσον TijJ π6νφ του 'AντισθένΊj 11· έπίσΊjς Στοβοιίος, ιν 29, 19 [= ΔΙOγένΊjς 371].
στον ΔΙOγένΊj Λοιέρτιο, νι
329.
ΜΑΞΙΜΟΣ ΤΥΡΙΟΣ, Διαλέξεις χν 9.
τα δε Διογένους τι χρη λέγειν; 'Ος άφέμενος της αύτου σχολης πε ρι,ήει έπισκοπων τα των πλησίον, ούκ άργος ούδε ήμελημένος έπι
στάτης άλλα κατα τον 'Οδυσσέα έκεινον
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
367
οντινα μεν βασιληα και' έξοχον άνδρα κιχείη, τον δ' άγανοις έπέεσσιν έρητύσασκε παραστάς ον δ' αδ δήμου τ' άνδρα ίδοι, βο6ωντά τ' έφεύροι, τον σκήΠΤΡ4J έλάσασκεν.
'Αλλ' ουδ' έαυτοϋ άπείχετο, άλλ' έκ6λαζεν και παρείχεν irxIJTifj πράγματα
αδτον μεν πληγnσιν άεικελίr;σι δαμάσσας, σπειρα κάκ' άμφ' ώμοισι βαλών.
τι να. πε~ κανεις ομως για. τα. σχετικα. με τον ΔΙOγένΎj; "AφΎjσε
τ~ν ~συxία του και περιφερ6ταν παpαΤΎjpώντας προσεκτικα. τους διπλανούς του - ~νας παpαΤΎjpΎjτ~ς που ουτε απραγος ~ταν ουτε μπορουσες να. τον αγνo~σεις, αλλα. οπως κι εκε~νoς ό 'Οδυσσέας «οποιον στο δρ6μο p~γα κι αρχοντα τρανο συνα
παντουσε, σιμώνοντάς τον τον αντίσκοφτε με τα. πραγά του λ6για. Μ' απ' το χοντρο λαο οποιον επιανε μπροστά του να. 'ζ ει, φωνα
\
με
\
το
ρα β~' σΙ
\
τον
Ι ζε καταχερι
'\ "αποπαφνε τον
και
ετσι».1 Δεν αφΎjVε απείραχτον ουτε τον έαυτ6 του αλλα. τον τι
μωρουσε και τον εφερνε σε MσκoλΎj θέσΎj: «Μ6νος του αΙΙτ6ς, πλΎjγώνOντας το σωμα του με τις πιο ασXΎjμες πλΎjγές, σ' αθλια κουρέλια τύλιξε τους ωμους του ... ».2 1. 'Ιλιάδα Β 188-9 και 198-9 στ~ μετάφραση των Ν. Καζαντζάκη- Ι.Θ. Kακpι(3~. 2. 'Οδύσσεια (3 244-5 στ~ μετάφρασ"Υ) του Δ.Ν. ΜοφωνίΤ"Υ).
330. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' δογμάτων συνα γωγη νι 35. Μψεισθαι έλεγε [sc. ό Διογένης] τους χοροδιδασκάλους και' γαρ έκείνους δπερ τ6νον ένδιδ6ναι ένεκα τοϋ τους λοιπους &ψασθαι τοϋ προσήκοντος τ6νου.
Ό ΔΙOγένΎjς ελεγε οτι μιμε~ται τους δασκάλους του xopou'
γιατι κι εκε~νoι δίνουν ~ναν ψΎjλ6τεpo τ6νο ωστε οΙ αλλοι να. πιάσουν τον σωστΩ τόνο.
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
368
Ή uπερβoλ~ ποι.. cruxvoc χοφocχτηρίζει τη σuμπεριφορoc χocι τις ocνΤΙΟΡ&σεις του
Kuvtxou ocποτελεί πocιοocγωγιχο τέχνocσμoc ποι.. ό ΔιογένΊ)ς το ocΙσθητο
ποιεί έοω με τ~ν εΙχόνoc του χοροΟιΟocσχάλοu.
331.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΛΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων χαι' 80γμάτων συνα γωγη νι
64.
Είς θέατρον είσ;/;ει [sc. ό ΔιoγένΊjς] έναντίος τοϊς έξιουσΙΥ" έρωτηθεις 8ε 8ια τί, «τουτο», έφη, «έν παντι' τΙ;; βίιΡ έπιτη8εύω ποιεϊ"ν».
Στο θέocτρο ό ΔLOγέν"Yjς εμπoc~νε εχοντocς απένocντί το\) τους α.λλο\)ς
'
"β
πο\) ε
\"
, ",
,
Ι
,
-
γoc~νocνo σocν τον ρωΤ"Yjσocν γ~ocτι το εχocνε oc\)το, εχε~-
νος είπε στι «ocυτο φροντίζω νOC χάνω σε ί5λoc τOC πράγμocτoc στη ζω~ μο\)).
Ό Διογένης τ~ς πocράOOσ'l)ς εχει έπίγνωση τ~ς θέσης χocι του ρόλοu τοu ώς ένος ό όποίος ocvτιστρocτεύετocι τOC χocθιερωμένoc. «Λύτο το στοιχείο τ~ς χωμι χ~ς ocύτοορocμocτοποίησης», πocρocτηρεί ό
R. Bracht Branham, «Diogene's Rhetoric χλπ.», σ. 451, «εϊνocι χocpocχτηpιστLΧO του τρόποu ποι.. ό Διογένης
έμφocνίζετocι στην ocνεχοοτολογΙf~ πocράοοση τ~ς χρε!ας νOC πηγocίνει ocντίθετoc
στο ρευμoc με ocύτοσuνocίσθηση». Ό
G.A. Gerhard, Phoinix,
σ. 68, σuνοέει ocύ
τη τη σuμπεριφορoc του Διογένη με τ~ν xuVLX~ μισανθρωπ!α τοu, ένω ό F.
Sayre, The Greek Cynics ad loc. την έρμηνεύει ώς μιOCν έχo~λωση έγωισμου ~ ώς προσπάθειoc προσέλχuσης της πρoσoχ~ς των ΙΧλλων.
332.
ΣΤΟΒΛΙΟΣ, Ά νθολόγιον πι 4, 83.
Διογένους έπει 8ε έν τfi στοci άνάπαλιν περιπατουντος αύτου έγέλων
τινές, «εΊτ' ούχ αίσχύνεσθε», εΊπεν, «υμεις την έν τΙ;; βίιΡ ό8όν άνά παλιν πορευόμενοι, έμου την έν τΙ;; περιπατειν χατεγνωΧ6τες;»
του Δ~ογέν"Yj. 'Ότocν χάποτε όp~σμένo~ τον πεp~γελoυσocν που περπocτουσε στ~ στοOC αντίθετoc, εχεινος είπε: «Δεν ντρέπεστε
εσεις που πορε\)6σocστε ανάποSoc στ~ ζω~ νOC χOCΤ"Yjγορειτε εμέ νoc επε~S~ το χάνω ocυτο στο περπάΤ"Yjμoc;»
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
369
333. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων κχι' δογμάτων συνα γωγη νι
47.
Προς το ρυπαρον βΧλανεϊον,
«οΕ ένθάδε», fφη
[sc.
ό Διογένης],
«λου6μενοι πού λούονται;»
ΜπocΙνοντocς ό ΔΙOγένΊjς σ' ~νoc βρόμικο λουτρο είπε: «'Όσοι πocίρνουν ε/)ω το λουτρό τους που πλένοντocι μετά;»
334.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' δογμάτων συνα
γωγη νι
63.
Προς τον όνειδίζοντχ ότι εις τ6πους άκαθάρτους είσ{οι, «και γαρ ό ήλιος», fφη
ό Διογένης], «είς τους άποπάτους, άλλ' οιί μια{
[sc.
νεται».
Σ ε"
ΚOCΠΟLOν
\τον ', ζ" κocκι ε γιoc
που
το
ΙΙ οτι
,Ι εμπocινε
'"
σε
μεΡΊj
,
ocκoc-
θocρτoc ό ΔΙOγένΊjς OCπάνΤΊjσε
335.0Λ1'ΜΠΙΟΔΩΡΟΣ, Ύπ6μνημα εις Πλά.τωνος Γοργ{αν
476a,
22,2. Εί γαρ ύβΡ{σ,r; τις σπουδαϊον ή μεν ύβρις έδρασεν, οιίδεν δε fπχθεν Χιίτ6ς, κχτχφρονεϊ γάρ' ούτως γαρ ύβριζέ τις τον Διογένη, κα{ φησιν
αύτφ αλλος «dΊ Δι6γενες, ύβρ{ζει σε ό ανθρωπος»' ό δε έφη' «έγω ούκ ύβρ{ζομαι ούδε γελωμαι».
Γιocτι ocv βρΙσει κocνεις κάποιον σπου/)oc"LΌ α.νθρωπο, ~ βρισιOC /)ιocτυπώθΊjκε, εκε~νoς
νος
\
\
,
ουτε νoc με περιγελocσει».
24. Οί Αρχαίοι Κυνικοί
370
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
336.
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΑΖΙΑΝΖΗΝΟΣ, Ποιήματα 12,25,494-6. Ό δ' έκ Σινώπης προσιων ταϊ'ς έκ στέγους υβριζ$ ταύτας, ώς λόγος. Τ{ μνώμ$νος;
φέΡ$ιν τας υβΡ$ις $ύκόλως ταϊ'ς υβΡ$σι.
'Όταν εκεϊνος που καταγ6ταν cΧπα τ~ Σ~νώπ"Y) συναντουσε τ1.ς
,
,
'β α λ ε, κα θ' πορνες, τις προσ ως
λ'εγετα~. Τ'~
"
,-
εχοντας κατα νου;
Ν'α
ύπομένουν ευκολα τους εξευτελ~σμoυς με αλλους εξευτελ~ σμοUς.
337.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βΕων και' δογμάτων συνα γωγη νι
41.
Λύχνον μ$θ' ήμέραν &ψας
[sc.
ό Διογένης],
«&νθρωπον»,
φησΕ,
«ζητω».
'Ανάβοντας καταμεσ~μεpα ό Δ~oγέν"Y)ς ενα λυχνάp~, «ψάχνω», λέε~, «να βρω εν αν ανθρωπο». 'Ένoc ά:πο τOC πιο ΧOCΡOCΚΤΊ)ριστικOC ~oτίβoc της aιογενικης ΠOCΡάaοσΊ)ς. Με τη συμβoλικ~ πράζΊ), με την όποίoc έπιaιώκετocι ~ έπίτocσΊ) της έντύπωσΊ)ς ά:πο τη σύντομ Ί) φράσΊ) (ανθρωπον ζητώ), ό ΔιογένΊ)ς κocτocγγέλλει τ~ν έκφυλι σμένΊ) κocτάστocσΊ) το\) κοινωνικο\) περιγύρου του. Ένω άλλοι στοχαστες ά:πο τον Πρωτocγόρoc ως τον ΆριστοτέλΊ) ά:νocγνώριζocν σε οσους σέβοντocν τους
συμβocτικους κocνόνες της κοινης aιocβίωσΊ)ς το aικocίωμoc νOC ΧOCΡOCΚΤΊ)ρίζοντocι 'άνθρωποι', ό ΔιογένΊ)ς aΙOCΚΊ)Ρύττει με τον τρόπο του έaω οτι ά:λΊ)θινος άν
θρωπος είνocι μόνο ό 'έλεύθερος' Τι ό 'σοφός' ύπο τ~ν κυνικ~ έκaοχ~ των Ορων. ΤΟ «Φocνάρι το\) ΔιογένΊ)) εγινε στους Νεότερους χρόνους εμβλΊ)μoc καΙ σύμβολο το\) κριτικο\) έλέγχου των ά:νθρώπινων +,θων- σΊ)μειώνουμε ένaεικτι
κOC τ~ν έπιβίωσΊ) το\) μοτίβου στ~ν τέχνΊ) της Γocλλικης ΈΠOCνάστocσΊ)ς (πρβ. Κ.
Herding, «Diogenes aJs Burgerheld», Boreas 5 (1982),
σ.
232-254).
ΚocτOC
πρocγμocτικOC μεγocλειώaΊ) ΤΡόΠΟ'Jά:νocφέρετocι στ~ν πρ,χζΊ) του ΔιογένΊ) ό F.
Nietzsche
στο περίφΊ)μο
1250
ά:πόσπocσμoc της
FrOh]jche
~Vίssenschaft, οπου
ά:νocγγέλλει το aιocνόΊ)μoc γιOC τον «Θάνατο το\) Θεο\)>>, μετocσχΊ)μocτίζοντάς
την τocυτόχρονα σε πράζΊ) aιαφωτισμο\) κocΙ κριτικιjς της' θρΊ)σκείocς. - ΤOC γρocμμocτειocκOC πocράλλΊ)λoc της φράσΊ)ς ανθρωπον ζητώ πocρocτίθεντocι ά:πο τους
G.A. Gerhard, Phoίnίx von Kolophon, σ. 261, σΊ)μ. 3, κocΙ Α. Packmohr, De Diogenis Sίnopίensis apophthegmatis quaestiones selectae, σ. 74 κΙ
371
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
338.
ΑΡΣΕΝΙΟΣ ρ. 197, 22-24.
'Ο αύτος [sc. Διογένης] ήμέρας ποτε λύχνον &ψας περι!;ει' πυνθανο μένων δε τινων, προς τί τουτο, έλεγεν άνθρωπον ζητεΙν.
Ό ΔιoγένΎJς αναψε κάποτε ενα λυχνάρι κατα τ~ οιάρκεια τ~ς
,
ι,
,
ΎJμεpας και περιφεροτανο σ
.,
ιl
,
....
,
,,'
οσους τον ρωτουσαν γιαη το εκανε
αύτο απαντουσε οτι «εψαχνε να βρεΤ εν αν ανθρωπο».
339.
ΦΙΛΩΝ, Περι γιγάντων 8, 33.
'Όντως γαρ 6 ιΧληθινος οι5τ6ς έστιν, δν και' των παλαιων λύχνον τις μεσημβρίας άψάμενος προς τους πυνθανομένους άνθρωπον έφη ζητεΙν.
Γιατ~ τί}> οντι αύτος εΙναι ά αλΎJθινoς ανθρωπος, για τον άποΤο κα~ κάποιος απο τούς παλαιους, αφου αναψε μέρα μεσΎJμέpι ενα λυχνάρι, ελεγε σ' οσους τον ρωτουσαν πως εψαχνε να βρεΤ αν θρωπο.
340. TERTULLIANUS, Adversus Marcionem
Ι 1.
Nam jlle canjcola Diogenes hominem invenire cupjehat lucerna merjdie cjrcumferens. 'Έναν ανθρωπο έπιθυμουσε να ανακαλυΨει έκεΤνος ά κυνικος ΔιoγένΎJς περιφέροντας καταμεσ~μεpα ενα λυχνάρι.
341. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και δογμάτων συνα γωγη νι
Έπαν:!;ει [sc.
60.
6
Διογένης] ιΧπ' Όλυμπ{ων- προς οοΎ τον πυθ6μενον
ει Όχλος εί'η πολύς, «πολυς μέν», ε[πεν, Θρωποι».
«6
οχλος, όλίγοι δ' οΙ' άν
372
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
" "Ολ' Ι YUpL ζ ε ιχπο τους υμΠLιΧχους ιΧγωνες ρωτησε ΧcXΠΟLος τον ΔLογέν'1) α.ν εΊχε ΠcXεL στους αγωνες πoΛUς Χ6σμος. ι Κ ιΧποτε
,Ι που
«Κ6σμος», εΊπε ό ΔLογέν'Yjς, «~ΤιΧν πολύς
OL
&νθρωΠΟL δμως
~σιΧν λΙγω)).
342.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων β!ων και' δογμάτων συνα γωγη νι
40.
'Εκ του βαλανε!ου έξιων
ται, ήρνήσατο
[sc.
-rifi μεν
ό Διογένης]ο
πυθομένιμ εΙ πολλοι' !1νθρωποι λούον
-rifi
δ' εΙ πολυς όχλος, ώμολόΥησε.
ΒγιΧΕνονΤιΧς ό ΔLογέν'Yjς απο τα λουτρα αΠcXνΤ'Yjσε αρνΨLχα σε ΧcXΠΟLον που τον ρώΤ'Yjσε α.ν ~ΤιΧν μέσιΧ πολλοt &νθρωΠΟL που εΠιΧφνιΧν το λουτρ6 τους σε χάΠΟLOν δμως που τον ρώΤ'1)σε α.ν ~ΤιΧν μέσιΧ πoΛUς Χ6σμος ό ΔLOγέν'Yjς αΠcXνΤ'Yjσε ΧιΧΤιΧφιΧΤLΧcX.
343.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων και δογμάτων συνα γωΥη νι
35.
Ι "λ εγε [ sc. ο'ΔΙιογενης Ι] Τιους' π:λ ειστους ε
,,,Ι
παρα σακτυ
λ ον
ι
θ
"
μαινεσ αι' εαν
oιJν τις -rdv μέσον προτε!νας πορεύηται, δ6ξειν τιμ μα!νεσθαι, έαν δε τόν λιχανόν, ούκέτι.
Στους πεΡLσσ6τερους ανθρώπους, ελεγε ό ΔLογέν'Yjς, έξιΧΡΤOCΤιΧL
απο ~νιΧ Μχτυλο l α.ν θα εΊνιΧL σε ΧιΧΤcXσΤιΧσ'Yj αλλοφροσύν'Yjς ~ " " "ι β ~Ιζ" Ι ι, 0lL: ετσL, ιΧν ΧιΧΠΟLOς IΧOL εL εχονΤιΧς τους τεντωμενο το μεσιΧϊΌ του Μχτυλο,2 θα ~ινoυν τ~ν έντύπωσ'Yj δη εΊνιΧL αλλ6φρο νες,3 α.ν δμως εχεL τεντωμένο τον ~εEXτη, OlL. Άκολουθω την έρμψείοι το\) Κ.ν. Fritz, QueJ1enuntersuchungen, σ. 15 κέ., ό όποιος 8ιορθώνει το δ6ξει μοι{νεσθοιι των κω8ίκων σε δ6ξειν τιρ μοι{νεσθοιι
[sc. τους πλείστους ιΧνθρώπους]. Διεζο8ικOC συζ-ητειτοιι το χωρίο στον G. Giannantoni, SR, τ. πι, σ. 459· πρβ. κοιι ΔΙOγένΊjς Λοιέρτιος νι 34 [=ΔιoγένΊjς 580]. 1. Ή ά.ρχοιίοι εκφpOΙσΊj ποιρα δάκτυλον ά.ντιστοιχεΙ στη 8ικ~ μοις 'ποι ρOC τρίχοι'. 2. ΔΊjλoι8~ κάνοντοις μιOC πpOσβλΊjΤΙΚ~ χειΡονομίοι. 3. Κοιθως θOC εκ8Ίjλώνoυν την &ντί8poισ~ τους γιOC την πpoσβoλ~.
373
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
344.
ΑΡΡΙΑΝΟΣ, Έπιχτήτου Διατριβαι ΠΙ 2, 11.
ουχ οΤδας, δτι ΔΙΟΥένης των σοφιστων τινα ούτως εδειςεν έχτείνας τον μέσον δάχτυλον, εΤτα έχμανέντος αυτου «οδτ6ς έστιν», εφη, «6 δεινα' εδειςα ύμιν αυτ6ν»; ''Α νθρωπος Υαρ δαχτύλιΡ ου δείχνυται ώς λ{θος Ύ) ώς ξύλον, &λλ' όταν τις τα δόγματα αύτοι) δεΙξη, τ6τε αύτον ώς άνθρωπον εδειςεν.
Δεν ξέρεις οτι ό ΔιoγένΎJς ει3ειξε κάποιο σoφιστ~ προτε(νοντας
,
,...,~,
το μεσαιο οαχτυ
\
λ'
rl
rl
,f
,....
"ζ
"
ο του και οτι, οταν επειτα εκεινος εγινε ει.,ω
φρενών, ό ΔιoγένΎJς εΙπε: «Αύτος εΙναι ό ι3εΤνα' εγω σocς τον ει3ειξα;» Γιατι ό ανθρωπος ι3εν εΙναι κάτι που μπορεΤ κανεις να το ι3ε(ξει με το Μχτυλό του οπως ι3ε(χνει μια πέτρα ~ ενα κομ-
",
, 1: 'λ ο, α 'λλ'α μονον οταν οεΙι.,ει 'Ι- '1: " τι πρεσ β' ματι ι.,υ κανεις ευει αυτος ο
,
"
α.νθρωπος, τον εχει ι3ε(ξει ώς α.νθρωπο. Πρβ. ΔΙOγένΎjς Λαέρτιος, ΣυΥιχγωγη νι 34 [ = Διογέν1)ς 580].
345.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων χαι' δΟΥμάτων συνα
ΥωΥη νι
29.
'ΈλεΥε [sc. 6 ΔΙΟΥένης] δε χαι δειν τας χειρας έπι τους φίλους έχτεί νειν μη συΥκεκαμμένοις τοις δακτύλοις.
Ό ΔιoγένΎJς ελεγε πως πρέπει κανεις ν' OCπλώνει τα χέρια
στους φ(λους χωρ1.ς να εΙναι τα Μχτυλά του λυγισμένα. 1 1. ΔΎjλαo+Ι να τους προσφέρει τ~ φιλία του ά:νοιχτόκαροα χωρΙς μικροπρεπείς Uπολογισμούς.
346. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων χαι' δΟΥμάτων συνα ΥωΥη νι 32. Φωνήσας [sc. 6 ΔΙΟΥένης] ποτέ, «lω άνθρωποι», συ νελ θ6 ντω ν, καθί κετο Tfj βακτηpί~, εΙπών, «&νθρώπους έκάλεσα, ού καθάρματα», ως φησιν Έκάτων έν
TifJ
πρώτιΡ των Χρειων.
374
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
Κάποτε ό ΔΙOγένΎjς φώναξε «Bo~θε~α, άνθpωπo~!», κ~ οταν αυ~ τοι ετρεξαν, τοuς χτυπουσε με το Ραβaι του λέγοντας «εγω ζ~ ΤΎjσα νά 'ρθουν άνθpωπo~, οχ ~ καθάρματα». Τ ο αναφέpε~ δ
Έκάτων 1 στο πρωτο β~βλΙo των Χρειων. 1. fr. 22 Gomoll. Ό Έκocτων απο τη Ρόοο (περίπου 160-90 π.χ.) ~τOtν Στωικός, μοιθψης του Ποινοιίτιου· το εργο του οεν εχει σωθει.
347.
ΘΕΟΔΩΡΗΤΟΣ ΚΥΡΟΥ, Έλληνικων θεραπευτικη παθημάτων ΧΙΙ
48-49.
της τούτου
[sc.
Ά ντισθένους] 8ι8ασκαλ{ας τετύχηκε Διογένης ό Σι
νωπεύς, λ6γψ μεν και' αύτος την φιλοσοφ{αν ζηλώσας, ή80νης 8ε 80Ι; λος γεν6μενος και' 8ημοσ{ο/ ταϊς έτα{ραις μιγνύμενος και κάκιστον
τοις θεωμένοις προσφέρω ν παρά8ειγμα. Φασι' 8ε αύτ6ν, μεμψαμένου τινος το γιν6μενον και' είρηκ6τος- «τ{ ποιεις,
dJ
Δι6γενες;» φάνιχι
έκεινον, τfj ξυνήθει λοι80Ρ{ο/ χρησάμενος- «ΙΤΙ κάθαρμα, εί έπιτύχοψι, α.νθρωπον». ουτως ιΧνέ8ην έλάγνευεν.
του Άντ~σθένΎj τ~ a~aασΚl1λΙα άκουσε ό ΔΙOγένΎjς απο τ~ ΣL νώΠΎj, ο ΟΠΟLος στα λόγLα ενθοuσLάσΤΎjκε απο τ~ φLλοσοφΙα,
,
~
υποοου
λ Ι θ
ω
Ύjκε
,ι
ομως
"'1>" Ί]οονΊ]
σΤΎjν
κα~
ΥΙ
συνoυσ~α",oταν
,
μπροστα
στοuς άλλους με τις πόρνες aΙνοντας κάΚLστο παΡάaεLγμα σε rl "βλ ΑΙ Ιλ 'rf Ι " οσους ε επαν. ενε μα Lστα πως οταν καΠOLος τον
xtxXLcrE YL
,
αυτο πο,; γLνόταν και τον ρώΤΊ]σε «τΙ EivtxL αυτο που κάνεLς, ΔιογένΊ];», εκεLνος, με τον γνωστο χλευαστικο τρόπο του, του είπε: «Κάθαρμα, κo~τάω μ~πως βρω κανέναν άνθρωπο». 'ΈτσL ακόλαστα σuνοuσLαζόταν.
ΟΙ ΧριστιοινοΙ συγγροιφεις εκμετοιλλευόμενοι το λιγότερο οιύστηρο ρεuμοι της
oιoγενικ~ς ποιρocοοσ'1]ς, το όποιο OCρχισε να οιοιμορφώνετοιι αμέσως μετα τον
40 οιΙ π.Χ. κοιΙ ποιροuσιocζει τον Διογέν'1] ακόμ'1] κοιΙ ώς έροιστη τ~ς Λοιtοοις κοιΙ τ~ς Φρ6ν'1]ς (Βλ. σχετικα Διογέν'1]ς 270-272), προσπocθ'1]σοιν έπίμονοι να αφΟΙιΡέσουν απο τον Διογέν'1] την oιryx'1] πού τον περιέβοιλλε. ΤΟ ποιροιπocνω απόσποισμοι Tou επισκόπου ΘεοοώΡ'1]του (50ς οιΙ μ.Χ.) απο-;-ελει οείγμοι οιύ τ~ς τ~ς προσπOCθειοις.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
348.
375
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων κιχι δΟΥμάτων συνιχ ΥωΥη νι
27.
'Ερωτηθεις [sc. ό ΔΙΟΥένης] που της Έλλάδος (δοι ιΧΥΙΧθους &.νδριχς, «ανδριχς μέν», εlπεv, «ο ύδιχμο υ, πιχ,διχς δ' έν Αιχκεδιχ{μονι».
"Οταν ρώτ-ησαν τον ΔLογέν-η σε ΠΟL6 μέρος τ-ης Έλλά~ας εΤχε ~ει αν~pες καλούς, «'Άν~pες», απάντ-ησε εκεινος, «πουθενά' παL~LOC ομως στ~ Λακε~αΙμoνα». Φuσικ~ εΤνocι ~ σuμπά.θειoc που πρέπει να ~τpεφε ό λιτο3Ιocιτος ΔΙOγένΊjς για τη Σπά.pΤΊj κoc! τους ocύσηρους θεσμούς ης.
349.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, 'Α νθολ6Υιον πι 13, 43.
ΔΙΟΥένης 'Α ττικου τινος έΥκιχλουντος ιχύΤ4J δι6τι Αιχκεδιχψον{ους μαλλον έπιχινων πιχρ' έκε{νοις ού διιχτρ{βει' «ούδε Υάρ ίιχτρ6ς», εlπεv, «ιJyιε{ιxς ων ποιητικ6ς, έν το'ς ιJyιιx{νoυσι την διιχτριβην ποιε'τιχι».
'Όταν κάΠΟLος απο τ~ν ΆττLΚ~ καταμαρτυροuσε κάποτε στον ΔLογέν-η πως ενω παΙνευε πεΡLσσ6τεΡΟ τους Λακε~αψoνΙoυς, ~εν π~γαLνε νOC μεΙνεL μαζΙ τους, εκεινος το;:) απάντ-ησε πως «ουτε ό γLαΤΡ6ς, αυτος που ~ΙνεL τ~ν ύγεΙα, μένεL ~Ιπλα στους ύγLεΙς».
350.
ΔlOΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων κιχι δΟΥμάτων συνιχ ΥωΥη νι
59.
Έπιχνήρχετο [sc. ό ΔΙΟΥένης] έκ Αιχκεδιχ{μονος είς 'Αθήνιχς προς οδΎ τον πυθ6μενΟΥ, «πο, κιχι π6θεν;» «έκ της ιΧνδρων{τιδος», εlπεv, «είς την Υυνιχικων'τιν». Ό Δ Lογεν-ης ' " , 'Αθ'-ηνα απο " 'Λ ακεοαψονα' ~, , επεστρεφε στην τ-η σε
κάΠΟLον που τον ρώτ-ησε απο πο;:) ερχ6ταν και πο;:) π~γαLνε απάντ-ησε: «' Απο τον τ6πο που εlναL rLOC αν~pες στον τ6πο που εlναL rLOC γυναικες».
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
.376 'Opθdι ό Α.
Packmohr, De Diogenis Sinopensis apopthegmatis quaestiones seJectae, σ. 88, θεωρεί τ-η σίινοεσΊ) με τον ΔιογένΊ) ώς μετocγενέστερΊ) κocι προσ
γράφει τους σχετικους ΧOCΡOCΚΤΊ)ρισμοΙΙς στον ΆντισθένΊ). Βλ. Θέων, Προγυ μνάσματα 5 ρ. 104, 15 κΙ
351.
[= ΆντισθένΤις 11 J.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Έκλο γιχι' ΙΙ
..J ,,<''''νης
15, 43 .
λ6γον τινα διεξ!;ει περι' σωφροσύνης κιχι' έγκριχτεΕιχς κιχι ώς
έ,-;Ιίνουν ιχύταν οι' 'ΑθηνΙΧίοι, ό δε «κάκιστα απ6λοι σθε», ε[πε, «τοϊς έργοις μοι αντιλέγοντες».
Ό Διογέν'Yjς ελεγε όρισμένα πράγματα για τ~ σωφροσύνΊ) καΙ. τ~ν έγκράτεια, καΙ. καθως ΟΙ 'Αθ'Yjναιοι ταν έπιaΟΚLμαζαν, έκει νος τους εΙπε: «Κακα τέλος να 'χετε, που μου άντιλέγετε με τ1.ς πράξεις σας».
352.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ. Φιλοσ6φων β{ων κιχι' δογμάτων συνα γωγη νι
191.
41.
Πρβ.
GNOMOLOGIUM VATICANUM 743 7 ρ. 526c.
Ω.
ΠΛOΠAPXO~, Περι φιλοπλουτΕας
'Εν Μεγάροις ίδων
,
[sc.
ό Διογένης]
Ti
μεν πρ6βιχτα τοίς δέρμασιν
έσκεπασμένιχ, τους δε πα'i'διxς αύτων γυμνούς, έφη, «λυσιτελέστερ6ν έστι Μεγαρέως ε[ναι κριαν η υι'6ν».
Βλέποντας ό Διoγέν~ς στα. Μέγαρα να. εχουν χαλuμμένα τιΧ πρ6βατα με aέΡματα ένω τα παιaιά τους να τα εχουν γυμνά, εΙπε δη εΙναι προτιμ6τερο νά 'ναι κανε1.ς τα κριάρι ένας Μεγα ΡΙΤΊ) παρ α ό γι6ς του».
353.
ΑΙΛΙΑΝΟΣ, ΠοικΕλη ι'στορΕα ΧΙΙ
56.
Διογένης ό Σινωπευς έλεγε πολλά, την αμΙΧθΕαν κιχι την απαιδευσΕαν των Μεγαρέων διΙΧβάλλων, κιχι έβούλετο Μεγιχρέως άνδρας κριας ε[ νιχι μαλλον η υι'6ς. '!jνiττετο δε ότι των θρεμμάτων ποιοϋντιχι πρ6νοιιχν οΕ Μεγιχρεις, των πιχΕδων δε ούχ!.
r
... 1
ι
377
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
Ό ΔLογένΎJς απο τη ΣLνώΠΎJ ~λεγε πολλOC ΚOCΤOCΚΡLνοντocς τ~ν αμάθεLOC
XOCL την αμορφωσLα των ΜεγOCΡLτων, XOCL πρoΤLμoυσε,
ελεγε, νOC είνOCL το XPLιXPL ένος ΜεγOCΡLΤΎJ πocρα ό γL6ς του. Τπο
νοουσε ΟΤL OL ΜεγOCΡLτες φροντΙζουν YLOC τOC βοσκ~μocτά τους
ενω YLOC τOC ΠOCLI>Lά τους ;)lL.
354.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Άνθολ6γιον ΠΙ
.
7, 46.
Πρβ.
TERTULLIANUS,
Apologeticum 39, 14. Όρων Μεγοιρέοις ό Διογένης τα μοικρα τεΕχη ι'στάΥτοις
«d)
μοχθη
ρο{», εΊπε, «μη του μεγέθους ΠΡΟΥοειτε των τειχων, άλλα των έπ' oιι.lτων στησομένων».
Βλέποντocς ό ΔLογένΎJς ΜεγOCΡLτες νOC χτΙζουν τα μεγάλoc τεΙΧΎJ, «'ΆθλLοL», τους είπε, <<μ~ν ~χετε ~γνΟLOC π6σο μεγιiλoc θα είνOCL
:-:Χ τεΙΧΎJ αλλOC π6σο μεγάλΟL εκε'LνΟL που θα στocθουν επάνω σ' ocύτά». 'Όμοια. φράση ιΧποϊ)ίϊ)ετα.ι στον Έμπεϊ)οχλ'/j χα.Ι τον ΆριστοτέλΊ) (ΔιογένΊ)ς
Λα.έρτιος, ΣυΥΟΙΥωγΊ; νπι
63 [= DK 31
(Α1λια.ν6ς, Ποικ{λη ι'στορ{οι ΧIΙ
355.
Α
1]
χα.Ι
V 20), χα.Ι στον ΠλιΧτωνα.
29).
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων κοιι' 80γμάτων συΥΟΙ γωγη νι
57.
Πρβ.
GNOMOLOGIUM VATICANUM 743 n.
168. Ε/ς Μύν80ν έλθων
[sc. ό Διογένης] κοιι' θεοισάμεΥος μεγάλοις τας πυ
λοις, μικραν 8ε την π6λιν, εφη, «~y8pες Μύν8ιοι, κλείσοιτε τας πύλοις,
μη ή π6λις ύμων έξέλθ71».
"Οτocν ό ΔLOγένΎJς π-(jγε στ~ Μύνl>ο XOCL EII>E ΟΤL OL πύλες ~σocν μεγάλες ενω ~ π6λΎJ ~τocν μLΚΡ~, «ΜύνI>LΟL», είπε, «κλε'Lστε ΤLς
πύλες YLOC νOC μ~ βγεΊ: ~ π6λΎJ σocς εξω». Άνέχϊ)οτα. οπως το πα.ρα.πάνω ϊ)εν ~χoυν [στopιχ~ βάσΊ): είνα.ι ιΧπίθα.νο να: εί χε έπισχευθεί ό ΔιογένΊ)ς την Μόνϊ)ο, ιΧρχα.ία. π6λΊ) της Κα.ρία.ς. «Για: να:
1
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
378
OCστειευθουν με ενα τόπο», σΊ)μειώνει ό
G.A. Gerhard, «Zur Legende νοω Kyniker Diogenes», σ. 105, «παρουσιOCζουν τον ~ρωα να περιφέρεται σε όλο
τον κόσμο. 'Έτσι έξΊ)γεϊται το OCνιστορικο μοτίβο του "ταξι3εύοντος Διο γένΊ)"».
356.
ΑΙΛΙΑΝΟΣ, Ποικίλη ίστορία ΙΧ
28.
Έπ!;νει Σπαρτιάτης το έπος Ήσιό80υ το λέγον ούδ' αν βους ιΧπ6λοιτ', ει μη γείτων κακος εi'η, ιΧκούοντος Διογένους ό δε εΊΠε' «και' μην Μεσσήνιοι και' οι' β6ες αύ τών ιΧπολώλασι, και' ύμείς αύτών έστε οί γείτονες».
'Ένας Σπαρτιάτης επιaοκίμαζε το απόφθεγμα του Ή σιόaου
που λέει 5τι «το βόaι σου aεv θα χαθεί αν γείτονα κακο aεv
~xεις», 1 ενω CXXOUYE ό ΔιογέV"Yjζ" που είπε: «Ο[ Mεσσ~νιoι (l
ομως,
"
και
τα
β''Ι> οοια
τους,
'θ
χα
"YjXIχV,
,ι Ι γειτονες
και
τους
,"
εισαστ
εσείς!»
~EpΎα καΙ ήμέραι
1.
357.
348.
ΑΙΛΙΑΝΟΣ, Ποικίλη ίστορία ΙΧ
34.
Διογένης εις Όλυμπίαν έλθων και' θεασάμενος έν τfj πανηγύρει 'Ρο διακούς τινας νεανίσκους πολυτελώς ήσθημένους, γελάσας «τυφος»,
έφη, «τουτ6 έστιν».
ElTCX
περιτυχων Λακεδαιμον{οις έν έξωμ{σι φαύ
λαις και ρυπώσαις «αλλος», εΊΠεν, «οδτος τυφος».
"Οταν ό ΔιογέV"Yjς π~γε στ~ν 'Ολυμπία κα~ EIaE, στ~ γιορτη,
,.
"
καποιους νεαρους
,
απο
'Ρ''Ι> Τ"Yj 000
'β πανακρι α
,
ντυμενους,
'λ γε ασε
και είπε: «Αuτο είναι ξιπασιά»·1 οταν ~πειτα συvάVΤ"Yjσε Λακε aαιμοv[ους που φορουσαν κάτι φτψους χιτωνες xωρ~ς μανίκια και βρώμικους, είπε: «Αuτο είναι cxλλου ε'ιaους ξιπασιά».
1.
Βλ. παραπOCνω ΔιογένΊ)ς Λαέρτιος νι
26 [ =
ΔιογένΊ)ς
77].
r ι
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
379
!
358.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, 'Ανθολ6Υιον ΠΙ
του αύτου
[sc.
22, 41.
ΔΙΟΥένους]- ό τυφος ωσπερ ποψην
015
θέλει τους πολ
λους &Υει.
του Δ~OγένΎj: ~ ζ~πocσ~α όOΎjγεΙ, σαν τον βοσκό, τους πολλους άνθρώπους, οπου θέλε~ ocυτ~.
359.
ΑΡΡΙΑΝΟΣ, Έπικτήτου ΔιατΡιβαι' ΠΙ
22, 80.
Μήποτε ούκ αισθαν6μεθα του μεΥέθους αύτου ούδε φανταζ6μεθα κατ' dξίαν τον χαpακτΎjpα τον ΔΙΟΥένους, &λλ' εις τους νυν dποβλέ πομεν, τους τpαπεζΎj<α>ς πυλαωρούς, οι ούδεν μψουνται εκείνους
1;
ε(
[δ]τι &ρα π6ρδωνες Υίνονται, &λλο δ' ούδέν;
M~πως οεν άντ~λocμβocνόμocστε τ~ μεγOCλOσύνΎj του ΔΙOγένΎj ΚOCΙ
οεν εχουμε σωστ~ εΙκόνoc γ~α τον xocpocκτ~poc του άλλα όνους μocς ΠΎjγOCίνε~ στους τωp~νoυς σκύλους που τους ΤOC'ιζουν στο
,
,
'ζ ~ γ~oc νoc φυ λ, , 1 o~ " oπoιo~ '" 'λ "" , ocνε τ~ς πορτες, οΙΟ ου οεν ocκο-
τρocπε
λουθουν εκείνους τους πocλιου ς 2 εκτος 'Ισως άπο το oτ~ άφfινoυν ποροε ς3 - κocΙ σε τίποτε α.λλο; 1. Άνά-γετocι σε λ6γιoc του Πριάμου (οί!ς τΡέφΟΥ εΥ μεΥάροισι τΡιχπεζηιχς θυ ριχωρούς), ά.πο το Ψ 29 τ-ης Ίλιά8ιχς. 2. Τον ΔιoγενΎJ, τον Κράη κocι τοuς μocθΎJτες τους. 3. Ά νocφέρετocι στο περιστocτικο ποι.. πocρocο[οει ό ΔιoγενΎJς Λocέρτιος, ΣυΥΙΧΥωΥη νι 94 [ = Μ ψροκλ-ης 1].
360. ΑΡΡΙΑΝΟΣ, Έπικτήτου Διατριβαι' ΠΙ 24, 64-70. ''ΑΥε, ΔΙΟΥένης δ' ούκ εφίλει ούδένα, δς οίίτως ήμερος ~ν και φιλάν θρωπος, ωστε ύπερ του κοινου των dνθΡώπων τοσούτους π6νους και ταλαιπωρ{ας του σώματος ασμενος &ναδέχεσθαι;
(65) 'Αλλ' εφίλει
πως; Ώς του Διος διrΧκoνoν έδει, !1μα μεν κηδ6μενος, !1μα δ' ώς τψ
θεψ ύποτεταΥμένος. (66) Δια τουτο πίiσα yΎj πατρις ~ν εκείνιμ μ6νιμ εξαίρετος δ' ούδεμία' και' άλους ούκ επ6θει τας 'Αθήνας ούδε τους εκεί συνήθεις και φίλους, &λλ' αύτοϊ'ς τοϊ'ς πειΡαταϊ'ς συνήθης έΥίνετο και έπανορθουν επειpίiτo. Και πραθεις ίίστερον εν Κορίνθιμ διΎjyεν ου-
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚιΝΙΚΟΙ
380
τως ως πρόσθεν έν
'Αθήναις και' ε/ς Περραιβους
8'
αν άπελθων
ωσαύτως εlχεν.
(67) Ούτως έλευθερία γίνεται. Δια ToUTO έλεγεν ότι «έξ 015 μ' 'Α ντισθένης ήλευθέρωσεν, ουκέτι έ80ύλευσα». (68) Πώς
ήλευθέρωσεν; '~κoυε, τί λέγει' «έ8ί8αξέν με τα έμα και' τα ουκ έμά.
κτησις ουκ έμή' συγγενείς, οΙκείοι, φίλοι, φήμη, συνήθεις τόποι, 8ια τριβή, πάντα TιXUTιX ότι άλλότΡια, (69) "Σον οδν τί; χρησις φαντα σιών.
"
Ταύτην έ8ειξέν μοι ότι άκωλυτον έχω, άνανάγκαστοψ ου8εις
έμπο8ίσαι 8ύναται, ου8ει'ς βιάσασθαι άλλως χρήσασθαι η ως θέλω.
(70)
Ης οδν έτι έχει μου έξουσίαν; Φίλιππος η 'Αλέξαν8ρος η Περ-
8ίκκας η ό μέγας βασιλεύς; Πόθεν αυτοίς; Τον γαρ ύπ' άνθρωπου μέλλοντα ήττασθαι
πολυ πρότερον ύπο τών πραγμάτων 8εί ήτ
τασθαι».
'Έλα, οεν αγαπουσε κανέναν ό ΔΙOγένΊjς, ό όποιος ~ταν τ6σο πραος και φ~λ~κoς στους ανθρώπους ωστε πρ6θυμα ύΠOβλήθΊj κε σε τ6σους σωματαους κ6πους και ταλα~πωpίες γ~α χάpΊj του κo~νoυ καλου;
Άλλα με πo~6ν τρ6πο έκοήλωνε τ~ν
(65)
αγάΠΊj του; 'Όπως ταίp~αζε σ' εναν οουλο του Δία: φροντίζον
τας γ~α τους ανθρώπους και συνάμα εχοντας υποταχθει στον ι 1 (66) θ εο.
νο -
-
r
Τ ουτος
'
εLνα~ ο
λ ογος ι
,
που
-
"Δ ΙOγενΊj ι
\,
γ~α τον
κα~ μο-
~ταν OλΊj ~ γ~ πατpίo~ του κ~ oχ~ ενας ξεχωp~στoς τ6-
πος2 κ~ οταν τον επ~ασαν οΙ πειρατές, έκεινος οεν νοσταλγοuσε την 'Αθήνα και τους γνωστους και φίλους του έκει, αλλα συν~Ιθ
σε
Ίjκε φ~
λ'
~κα
μα
,
ζΙ
,ι
~ τους κα~
,
ι
"~
εκανε αποπειΡες να τους σ~op
θ ι
ω-
σε~. K~ υστερα, οταν τον ΠOύλΊjσαν στ~ν K6p~νθo, ζουσε οπως
πρωτύτερα στ~ν 'Αθήνα, μα και στους Πεppα~βoυς3 OCν είχε πάε~, πάλ~ με τον 'Co~o τρ6πο θα είχε συμπεp~φεpθεΙ.
(67)
'Έτσ~
κατακτατα~ ~ έλευθερΙα. Γ~' αυτο συνήθ~ζε να λέε~ οη «οεν ύΠOOOυλώθΊjκα ποτε πάλ~ σ' έκεινο απο το όποιο με έλευθέρω σε ό ΆντισθένΊjς».
(68)
"Α
~Ι~ ξ ι r ~ ι , Ι~, r ε σιοα ε τι εLνα~ σ~ΚO μου κα~ τ~ σεν εLνα~.
ι λ
κουσε τι
Ι
εε~:«
πως τον έλευθέρωσε ό Άντ~σθένΊjς;
Μ'
Ή περιουσΙα οεν είνα~ o~κ6 μου πράγμα' συγγενεις, oικειo~, οΙ Ιλ
φ~
o~,
"Ιλ
Ίj
υπο
, \ εLνα~ r αυτα
ξΙ
Ίj
Ψ
ενα.
Ίj,
,Ι
Ι,
o~ γνωpιμo~ τoπo~,
(69)
ΤΙ
Ι
οτε τ~
εινα~
μεταχεφίζεσα~ τις σκέΨε~ς σου.
4
~
ι
o~ συναναστροφες
Ι
σ~κo σου;
-
'Ο
-
"λ'
ο
τροπος που, Ι
Μου εoε~ξε oτ~ αύτο οεν υπ6-
κε~τα~ σε κανένα έμπ60~O, σε κανέναν αναγκασμ6' κανένας οεν
Ρ
ι
'Ι
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
381
μπορετ νOC με εμπο3Ισει κocνένocς 3εν μπορεΤ νOC με uποχρεώσει
3ιoc τ~ς βΙocς νOC τις μετocχεφιστω 3ιocφΟΡετικoc ocπ' δτι εγω θέ λω. 5
(70)
Ποι6ς λοιπαν εξocκολουθεΤ νOC ~xει έξουσΙoc επιΧνω
μου; Ό ΦΙλιππος, ό 'Αλέξocν3Ρος, ό ΠεΡ3Ικκocς ~ ό βocσιλιocς των Περσων; Άπα που θOC τ~ν ocντλουσocν; Γιocτι ocυτας πού 'νocι νOC νΙΚΊjθεΤ ocπα ανθρωπο, κocτ' OCνιΧγΚΊj ~xει, πoΛU πρωτύτε
poc, 1.
νΙΚΊjθεΤ ocπα τOC πριΧγμocτoc».
Ό 'Επίκτητος προσπΙΧθει να. OCπΙΧλύνει τον πιχρΙΧ8οσιιχκα. τριχχυ χιχριχκτ-ηριχ
του ΔΙOγένΎj άπο8ί80ντιχς σε ιχύτον ενιχ εί80ς φιλιχνθρωπίιχς πού, δπως πιχριχ
ΤΎjpε~ ό
J. Moles, «Honestius quam ambitiosius?»,
ά-ποστολικου ζ~λoυ.
σ.
112,
εχει τ~ μopφ~ του
2. Πρβ. ΔΙOγένΎjς ΛΙΧέρτιος, ΣυνΙΧΥωΥη νι 63 κιχι
3. ΟΙ κάτοικοι της Περριχιβίιχς, στο βόρειο τμ-ημιχ τ-ης Θεσσιχ 4. Συνoπτικ~ εκθεσΎj ιχύτου του 8ιιxνo~μιxτoς 8ίνει ό 'Επίκτητος στο πρωτο κεφάλΙΧιο του 'ΕΥχειΡιδ{ου του. 5. ΈΠ'Jμένως, άκόμΎj ΚΙΧΙ -ή κιχτά
73.
λίιχς.
σΤΙXΣΎj τ-ης 80υλείιχς είνιχι 8υνιχτον να. συμβΙΧ8ίζει με την έλευθερίΙΧ τ-ης ψυχ-ης.
361.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων κιχι' δογμάτων συνιχ γωγη νι
'-" Δ ιττην σ
70-71.
"λ εγε ε
[ SC. ο,
Δ ιογενης ι ] ε t-ναι την '" ",Ι, ι ασκησιν, την μεν ψυχικην,
Τ1)ν δε σωματικήΥ" ταύτην καθ' ήν έν γυμνασΕCf συνεχεις γιν6μεναι φαντασΕαι εύλυσΕαν προς τικ της &:ρετης εργα παρέχονται. ΕΖναι δ'
ιΧτελη την έτέραν χωρι'ς της έτέρας, ούδεν ~ττoν εύεξΕας και ίσχύος έν τοις προσήκουσι γενομένης, ώς περι την ψυχην και περι το σωμα.
ΠαρετΕθετο δε τεκμήρια τού ΡCfδΕως &:πο της γυμνασΕας έν τff &:ρετfj καταΥΕνεσθαι' όραν τε γαρ εν τε ταϊ"ς τέχναις βαναύσοις και' ταϊ"ς &λ
λαις ού την τυχούσαν όξυχειΡΕαν τους τεχνΕτας &:πο της μελέτης πε ποιημένους τους τ' αύλητας και τους &:θλητας όσον ι5περφέρουσιν
έκάτεροι τff ίδΕCf πονήσει τff συνεχεζ και ώς οδτοι εί μετήνεγκαν την cΧσκησιν και' έπι' την ψυχήν, ούκ αν &:νωφελως και &:τελως έμ6χθουν. (71) Ούδέν γε μην έλεγε το παράπαν έν TijJ βΕιμ χωρις &:σκήσεως κα τορθούσθαι, δυνατην δε ταύτην παν έκνικησαι. Δέον οδΎ &:ντι' των
&:χρήστων π6νων τους κατα φύσιν έλομένους ζην εύδαψ6νως, παρα την &νοιαν κακοδαψονούσι. Και' γαρ αύτης της ήδονης ή καταφρ6νη σις ήδυτάτη προμελετηθεϊ"σα, και &σπερ οι' συνεθισθέντες ήδέως ζην,
&:ηδως έπι τούναντΕον μετΕασιν, ουτως οι' τούναντΕον &:σκηθέντες ήδιον αύτων των ήδονων καταφρονούσι. Τοιαύτα διελέγετο και ποιων έφαΕ-
..
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
382
νετο
τον αύτον χαραχτηρα του βίου λέγων διεξάγει ν όνπερ χαι
[ ... ]
ΉραΧλης, μηδέν ελευθερίας προχρίνων.
Ό ΔΙOγένΊjς ~λεγε δη ~ ασΚΊJGΊj ~χει Μο όψεις: αφενος την
,
Ψ υΧΙΚΊj
"
'
Ι, Ι" "'λ και αφετερου ΤΊj σωμαΤΙΚΊj' με ΤΊj συνεΧΊj εκ τε εσΊj αυ-
της τ~ς aιττ~ς ασΚΊjσΊjςl aιαμΟΡφώνονται σκέψεις,2 οΙ όποιες καθιστουν ευΚOλΊj τ~ν πpαγμαΤOΠOίΊjσΊj των ~pγων τ~ς αpετ~ς. Κι ~λεγε ακ6μΊj δη το ενα ετaος ασΚΊjσΊjς εΤναι λειψο χωρις το
αλλο,3 αφ ου ~ καλ~ κατάσΤIΧσΊj και ~ MναμΊj συγκαταλέγεται στους απαραίτψους αρους για τ~ν Ψυχ~ ασο και για το σωμα. Παρειχε
ae: τεκμ~pια πως με τ~ν ασΚΊjσΊj κατακτα κανεις τ~ν
αpετ~' γιατΙ καΙ στΙς άπλες τέχνες, αλλα καΙ στΙς &λλες, τΙς ανώτερες, βλέπει κανεΙς δτι με τ~ν εξάσΚΊjσΊj οΙ τεχνίτες απο
κτουν μιαν ασυν~θισΤΊj εuχέρεια, κι επίσΊjς βλέπει π6σο οΙ IΧu' λ Ίjτες
'"
και οι
,
, ,
'~'ζ ~ α θλ Ίjτες ",εχωρι ουν μετα",υ τους ανα λ ογα
"
με ΤΊjν
συνεχ~ προσπάθεια που καταβάλλει ό καθένας τους, και πως
αν μετέφεραν τ~ν ασΚΊjσΊj αuτ~ και στ~ν Ψυχ~, οΙ προσπάθειές τους
aEV θα ~σαν ανώφελες καΙ ακαρπες. (71) ΤΙποτα στ~ ζω~, aEV κατορθώνεται χωρΙς ασΚΊjσΊj, κι ~ ασΚΊj
ελεγε ό ΔΙOγένΊjς,
σΊj αuτ~ μπορει να ύπεpνικ~σει τα πάντα. Καθως λοιπον απο τελει δρο απαραίτψο για μιαν εuτυχισμένΊj ζω~ το να μ~ aLIΧ
λέγει κανεις αΧPΊjστες ασκ~σεις4 αλλα εκεινες τΙς προσπάθειες που εναρμονίζονται με τ~ φύσΊj,5 ~ όποιαa~ποτε αθλια κατά στασ~ μας οφείλεται σε αμυαλOσύνΊj.6 ΓιατΙ ακ6μΊj και τ~ς ~aον~ς ~ πεpιφp6νΊjσΊj, αν εχει φθάσει κανεΙς σ' αuτ~ν ϋστερα
απο ασΚΊjσΊj, προσφέρει τ~ν πιο μεγάλΊj απ6λαυσΊj,7 κι δπως δσοι εχουν συνΊjθίσει να ζουν στ~ν ~aov~ aυσαΡέστως ΠΊjγαί νουν στον αντιθετο τρ6πο ζωΊjς, ~τσι κι δσοι εχουν ασΚΊjθει στο αντιθετο αΙσθάνονται ακ6μΊj μεγαλύτεpΊj απ6λαυσΊj, δταν περι
φρονουν τις ~aονές. 8 Αuτα aίaασκε ό ΔΙOγένΊjς και - εΤναι φα-
,-
νερο
""
αυτα επραττε
[]'ζ' ... Ίj ωΊj
Τ'~ " γνωριτου ε,χε το οιακριηκο
σμα που εΤχε και του Ήpακλ~ ~ ζω~, μ~ βάζοντας τίποτε πά νω απο τ~ν ελευθερία. 9
ΤΟ απόσπασμα αν~κει στο ίιοξογραφικο μέρος τ~ς εκθεσΊjς του ΔΙOγένΊj
Λαέρτιου, το όποίο ξεχωρίζει για τον θεωpΊJTΙΚo xαpακτ~pα του
(§§ 70-73
ΔΙΟΓΕl'iΗΣ
383
-;συ νι βιβλίου της Συναγωγης) , άφου οεν περιέχει άνεκοοτολογικο ύλικο καΙ ocποφθέγματα οπως OλΎj ~ ocλλΎj εκθεσΎj άλλιΧ άποτελει συγκεφαλαίωσΎj θεωρψικων OCπ6ψεων. Βασικο θέμα των ούο §§ 70-71 του ocποσπocσματος είναι ~ ΧPΎjσιμ6τητα καΙ ~ ocναγκαι6τψα της οιττης, Ψυχοφυσικης, κυνικης άσκήσεως. 'Ο R. Ht\istad, Cynic Hero and Cynic King, σ. 38 κέ. καΙ ~ Μ. _ Ο. Goulet-Caze στο L' ascese cynique, εργο άφιερωμένο άκριβως σε αό τες τΙς ούο παραγρOCφους (<
ταν ~ παλαια: κυνικ~ ασκησ,ς. 'Απεναντίας πιο έπιφυλακτικοΙ είναι ό Κ.ν. Fritz, QueJJenuntersuchungen κλπ. σ. 58 κέ., ό όποιος βλέπει σε αότες τΙς
παραγρOCφους μιίΧς στωικης έμπνεύσεως άπ6πεφα να: συσΤΎjμαΤOΠOΙΎjθεϊ: θεω p-r,τικα: το άνεκοοτολογικο ύλικ6. 1. Δέχομαι με τον R. Ht\istad, Ο.π., σ. 42, οτι το ταύτην του άρχαίου πρωτοτύπου οεν άναφέρεται στο σωμαnκην &λλα. στ~ διττην ασκησιν, και δη., έπομένως, αυτο το όποιο τοvίζεL εοω ό
ΔωγένΎjς είναι ~ occrXΎJcrΎj ώς oιττ~ Ψυχoσωματικ~ ocpx~·
2. Σχετικα: με τ~ν
χρησ,ν φαντασ,ων βλέπε καΙ στο ocμέσως πpOΎjγOύμενo άπ6σπασμα των 'Επ,κτήτου Δ,ατρ,βων πι 24, 67 κέ. 3. Ή φpOCσΎj έμπεριέχει «έπίθεσΎj
στ~ν ocποκλειστικ~ καλλιέργεια του πνεύματος», Ht\istad, Ο.π., σ. 43, κOCτι που το συναντίΧμε καΙ στον 'AντισθένΎj, την τ' άρετην των έργων εΖΎα" μήτε
λόγων πλε[στων δεομένην μήτε μαθημά.των, ΔωγένΎjς Λαέρτως νι 11· πρβ. καΙ το παραποϊίντα, [sc. οί Κυνικοί] δε καΙ ηχ εγκύκλια μαθήματα, Ο.π., νι 103. 4. 'Η φpOCσΎj άποτελει πoλεμικ~ α.ίχμ~ κατα: του OCθλΎjτισμου. 5. 'Εννοει τ~ i)ιττη Ψυχoφυσικ~ OCcrXΎjcrΎj. 6. Ή όπoιαo~πoτε άναζι6ΤΊJτα είναι ocπ6ΡΡοια ανο,ας, oΊJλαo~ άπροθυμίοις κοιΙ ελλεΙψΎjς ocποφοισιστικ6τητοις στο να: άκoλoυθΊJθεί ό κυνικος ορ6μος προς τ~ν εόΟοιιμονίοι. 7. Ό G.A. Gerhard, «Zur Legende vom Kyniker Diogenes», βλέπει έοω μια: 5ψιμΎj πρ6σμι ζΊJ γνωρισμOCτων του 'Ηi)ονισμου στον κυνικο μύθο' άντιθέτως ~ Goulet-Caze μια:ν εκφpOΙσΎj του κυνικου ΠΟΙΡοιi)6ζου οτι για: τον κύνα ~ ocxpoιloι occrXΊJcrΊJ άποτελει συνOCμα ~i)ον~. 8. 'Ei)w, σΊJμειώνει ό Ι.Μ. Nachov, «Der Mensch ίn der Philosophie der Kyniker», σ. 371, ό ocσΚΊJτισμος οιοιπλέκετοιι i)ιοιλεκτικα: με τον 'Ηοονισμ6: «'Η φιλοσοφίοι της άπ6λoιυσΊJς μετοιστρέφετοιι στο ocντίθε τ6 της καΙ ocνΟΙΚΊJΡύσσει μια: άκούσιοι occrXΊJcrΊJ σε άπ6λoιυσΊJ», Marx - Engels, Werke τ. 3 (Βερολίνο 1965), σ. 402. 9. Με τ~ν εννοιοι της άπooέσμευσΎjς άπο τ~ν καταπίεσΊJ κοιΙ τον κοιτοινοιγκοισμ6.
362. ΣΤΟΒΑΙΟΣ, 'Ανθολ6γιον ΠΙ 7, 17 [=ΕΠΙΚΤΗΤΟΣ, fr. 57 Smets]. Διογένους ού8ένα καλον εφησεν εΊναι π6νον, οδ μη τέλος εrη εύψυχ{:χ και τ6νος ψυχΎjς, &λλ' ούχι σώματος.
384
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚιΝΙΚΟΙ
του ΔLOγέν"Υ). Κανένας κόπος, είπε ό Διογέν"Υ)ς, οεν είναι καΜς αν ώς τελικο στόχο του οεν θά. 'χε τ~ν γενναιόΤ"Υ)τα και τ~ν τό νωσ"Υ) της Ψυx~ς -
363.
κι oχι του σώματος.
ΑΡΡΙΑΝΟΣ, Έπικτ7;του Δια:τΡιβα:ι ιν 1, 152-158.
Διογένης ήν έλεύθερος. Π6θεν τουτο; Ούχ δτι έξ έλευθέρων ήν, ού γαρ ήν, άλλ' δτι α:ύτος ήν, δτι άποβεβλήκει πάσα:ς τας της δουλε{α:ς
λα:βας ούδ' ήν, δπως τις προσέλθ,η προς α:ύτον ούδ' δθεν λάβητα:ι προς το κα:τα:δουλώσα:σθα:ι.
(153)
Πάντα: ε(Jλυτα: ε!χεν, πάντα: μ6νον προσ
ηρτημένα:. Εί της κτήσεως έπελάβου, α:ύη?ν άφηκεν &ν σοι μαλλον η
ήκολούθησεν δι' α:ύτήν' εί του σκέλους, το σκέλος εί δλου του σωμα: τ{ου, δλον το σωμάτιοψ οίκε{ους, φ{λους, πα:τρ{δα: ώσα:ύτως. 'Ήδει, π6θεν lχει κα:ι πα:ρα τ{νος κα:ι' έπι τ{σιν λα:βών.
άληθινους προγ6νους, τους θεούς, κα:ι' την
-rifJ
(154)
τους μεν γ'
γντι πα:τρ{δα: ούδεπώ
ποτ' αν έγκα:τέλιπεν ούδε πα:ρεχώρησεν &λλφ μαλλον πε{θεσθα:ι α:ύ τοις κα:ι' ύπα:κούειν ούδ' ύπερα:πέθα:νεν αν εύκολώτερον της πα:τΡ{δος
&λλος.
(155) Ού γαρ έζήτει ποτε δ6ξα:ι τι ποιειν ύπερ των δλων, άλλ'
έμέμνητο δτι παν το γεν6μενον εκε'tθέν εστιν κα:ι ύπερ εκείνης πράτ τετα:ι κα:ι' ύπο του διοικουντοΡ α:ύτην πα:ρεγγυατα:ι.
(156)
Τοιγα:ρουν
δρα:, τ{ λέγει α:ύτος κα:ι' γράφει' «δια τουτ6 σοι», φησ{ν, «lξεστιν, d) Δι6γενες, κα:ι'
-rifJ
Περσων βα:σιλει κα:ι' 'Αρχιδάμφ
ώς βούλει δια:λέγεσθα:ι».
[ ... ] (158)
-rifJ
Λα:κεδα:ιμον{ων
δια τ{ οι}ν, φησίν, lξεστιν; «'Ότι
το σωμάτιον έμον ούχ ήγουμα:ι, δτι ούδενος δέομα:ι, δτι ό ν6μος μοι πάντα: έστι' κα:ι &λλο ούδέν». Τα:υτα: ήν τα έλεύθερον έκεινον έάσα:ντα:.
Ό Διογέν"Υ)ς ~ταν έλεύθερος. που οφειλόταν αυτό;
"OXL στο ΟΤΙ
~ταν γενν"Υ)μένος απο γονεΤς έλεύθερους (γιατι οεν ~ταν), αλλα έπειo~ ό ~OLOς ~ταν έλεύθερος, καθως είχε πετά.ξει απο πά.νω του ολες τις λαβες τις οουλείας
- και οεν ύπ~pxε τρόπος να
τον πλ"Υ)σιά.σει κανεις ουτε να τον πιά.σει απο κά.που για να τον
ύποΟουλώσει. (153) 'Όλα οσα είχε, ~σαν χαλαρα οεμένα μαζί
του, ολα τους ~σαν άπλως προσθέματα. l 'Άντον επιανες απο τ~ν περιουσία, μά.λλον θα σου τ~ν ocφΎjVε παρα θα σε ακολου θουσε για χά.Ρ"Υ) Τ"Υ)ζ" αν τον επιανες απο το πόοι, θα σου το
/"-1
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
385
αψηνε' OCν απο το άθλιο κορμL του, θα σου άΨ'f)νε το άθλιο κορι
,
"~
\
.....,
'λ
μι του' το ιοιο τους συγγενεις, τους ψι
'
Ι\.'
ους, την πocτριοoc.
Γ
Ι
νω-
ριζε άπο που τα εϊχε ocύτά, ποι6ς του τα εϊχε aώσει κoc~ με ποιούς Ορους.
(154) τους αλ'f)θινους προγ6νους του, τους θεούς,
κoc~ τ~ν ΠPOCγμOCτLΚ~ του ΠOCΤΡιaoc2 aεν θα την ΠΡ6aιaε με ΤLΠΟ τoc, ουτε θα άψψε κocνένocν άλλο να ψocνεΤ πιο εύπειθ~ς κoc~ πιο uπάκουος σ' ocύτ~ν, ουτε άλλος κocνένocς θα έ%νε πιο πρ6θυμoc
τ~ ζω~ του για τ~ν ΠOCΤΡLaoc του. (155) Γιocτ~ ποτέ του aεν επι ζψουσε να ψocνεΤ οτι κάνει κάτι για το σύμπocν άλλα πάντοτε θυμ6τocν πως ότιa~ποτε γLνετocι εχει τ~ν Π'f)γ~ του εκεΤ κoc~ συντελεΤτocι για xcip'f) εκεΙν'f)ς τΎjς ΠOCΤΡLaocς κoc~ εϊνocι έγγυ'f)μένο
, ,,-
"
ocπο εκεινον που Τ'f)ν κυ
- (156)
β ερνoc.
ΔΙ λ οιπον, Ι Ι λ εει κocι,Ι ες, τι τι '
γράψει ocύτ6ς: «Για τουτο», λέει, «Διογέν'f), σ' έσένoc έπιτρέπε τocι να μιλας άκ6μ'f) κoc~ στον βocσιλια των Περσων κoc~ στον
Άρχέλocο, τον βocσιλια των Λocκε3OCLμονLων, οπως σου άρέσει
[ ... ] (158) ΓΙOCΤL λοιπ6ν, ρωτάει κάποιος, σου έπιτρέπετocι; «Γιocτ~ το άθλιο σωμoc μου aεν το λογocριάζω για aLx6 μου' " , 3'εν χρειoc'ζ' ,( Ι , ι γιocτι εγω ομocι τLΠOΤOC' γιOCτL ο νομος - κocι τιποτε άλλο - εϊνocι για μένoc το παν». Αύτα ~σocν που του έπέτρεπocν να εϊνocι έλεύθερος.
1. Έπομένως, εύκολοι κοιι αδιοιμοιρτόρψοι θα μπορουσε κοιι να τα στεΡΊJ θείο
2. ΔΊJλoιδ~ το σόμποιν.
364. ΑΡΡΙΑΝΟΣ, Έπικτητου Διατριβαι ιν 1, 30-32. Ούτως και' Διογένης που λέγει μ{αν ε[ναι μηχανην προς έλευθερ{αν το εύκ6λως ιΧποθνnσκειν, κα{ τiίJ Περσων βασιλει γράφει Ότι «την Άθη να{ων π6λιν κατα8ουλώσασθαι ού 8ύνασαι' ού μαλλον», φησ{ν, «r) τους ίχθύας». «πως; ού γάρ λήψομαι αύτούς;». (31) «"Αν λάβr;ς», φησ[ν, «εύθυς ιΧπολιπ6ντες σε οίχήσονται, καθάπερ οΕ ίχθύες. Και
γάρ έκε[νων δν αν λάβr;ς, ιΧπέθανεν- και οδτοι ληφθέντες έιΧν ιΧποθνn σκωσιν, τ[ σο[ έστι της παρασκευής Όφελος;»
(32) Toϊiτ' ~στιν έλευ θέρου ιΧν8ρος φωνη σπου8ij έξητακ6τος το πραγμα και' ωσπερ είκος
εύρηκ6τος.
25. Οι' :4.ρχαίοι Κυνικοί
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
386
'Έτσι κα~ ό Διογέν'Υ)ς λέει κάπου ΟΤΙ ενας τρ6πος ύπάρχει να
\
\
'ξ λ 'λ θ ι ε ασφα ισει ' κανεις Τ'Υ)ν ε ευ ερια:
κα~ στον βασιλια των Περσων 'Aθ~νας
1
\ ~" \ θ ι να ειναι ετοιμος να πε ανει'
γράφει ΟΤΙ «τ~ν π6λ'Υ) τΊjς
SEV μπορεις να τ~ν ύποSουλώσεις παραπάνω απ' οτι
μπορεις να ύποSουλώσεις τα Ψάρια». «πως ετσι; Δεν μπορω να τους κυριέψω;»
(31) «"Αν το κάνεις», απαντα ό Διογέν'Υ)ς,
\
, "ι «αυτοι αμεσως θ"" α σε αφ'Υ)σουν και θ" α φυγουν,
Γ ιαη\ και\ τα\
."
Ψ'
,
,
,\"
,\
σαν τα ΨΙ αρια.
αρια, αν πιασεις καποιο απο αυτα, πε
θ
ι
"
αινει' ετσι
κι αύτοΙ αν, με το που τους πιάνεις, πεθα[νουν, ποι6 θα εΙναι \ το
Ι '" κεροος
σου
, \ απο
\
\ Τ'Υ)ν πο λ εμικ'Υ)
ι προετοιμασια;».
(32)
\
Α' υτα
εΙναι λ6για έλεύθερου ανθρώπου που εχει έξετάσει σοβαρα το
ζ~Τ'Y)μα κα~ πού, οπως εΙναι ευλογο, εχει βρει τ~ν αλ~θεια πά, νω σ
,
ι
αστο.
Orelli 3ιορθώνει το Περσωv σε Μlχχε86vωv, ένω ό Schenke το OCθετεί. W.A. Oldfather, Epjctetus, τ. 2 (στη σειΡα Loeb), ad loc., υπενθυμίζει οτι γύρω στα 355 π.Χ. ό βocσιλιας των Περσων 'Αρτocζέρζης, ό έπιλεγόμενος
1.
Ό
Ό
~Ωχoς, φocίνετocι πως εΤχε πράγμocτι ocπειλ~σει την 'Aθ~νoc με πόλεμο.
365.
ΑΠΟΣΤΟΛΙΟΣ, ΣυναγfιJγη παροψιων χνι 6, 1a.
Αίσχρον το γ' αίσχρον χαν
80x;ij
χαν μη
8ox;ij'
τουτο Διογένους.
Το αισχρο πράγμα εΙναι αισχρο ε'Ιτε θεωρειται ώς τέτοιο εΊτε κι
ocv
SEV θεωρεΙται. ΓνώμΎ) του ΔιογένΎ).
Ό Στοβocίος, Ά vθολ6ΥΙΟV ΠΙ
366.
5, 36
το OCπο3ί3ει στον Πλάτωνoc.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων χαι' 80γμάτων συνα γωγη νι
29.
Έπ;ήνει [sc. ό Διογένης] τους μέλλοντας γαμείν και' μη γαμείν, χα; τους μέλλοντας χαταπλειν χαι' μη χαταπλειν, χαι τους μέλλοντας πο
λιτεύεσθαι χαι μη πολιτεύεσθαι, χα ι' τους παι80τΡοφειν χαι μη παι80-
τροφειν, χαι' τους παρασχευαζομένους συμβιουν τοις 8υνάσταις χαι μη προσι6ντας.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
387
Ό ΔιογένΎ)ς παΙνευε εκεΙνους που σκοπεύουν να κάνουν γάμο \~,
,Ι
κoι~ σεν τον
,
το
π
λ
-
o~o
κοινουν, ,~,
κα~
σεν
,Ι
,
εκε~νoυς που ~
~
Ι
τoι~ωευoυν,
κ~
Ι
,
σκοπευουν νοι ,
Ι
εκε~νoυς
,
που
t:'
~'Ψ
τoι~ωε
Ι
ουν
σκοπευουν
,
με ,
νοι
ασχολΎ)θουν με την πoλ~τικ~ κoι~ δεν ασxoλoυντoι~ ~ να αναθρέ~" ~\ "Ι " ,( 'Υ ουν παω~oι κα~ σεν τοι ανοιτρεφουν κ~ εκε~νoυς που ετoιμα~oν-
Ψ
τα~ να μπουν στ~ν {ιΠΎ)ρεσΙοι ένας άρχοντοι κoι~ δεν μπαΙνουν. ΤΟ χωρ[ο εΙναι φθαρμένο σε βαθμο που νOC επηρεάζεται σΊ]μαντικoc το ν6Ί]μα.
ΣχετικOC με τOC τέσσερα πρώτα ζευγΊ] (ΥαμεϊΎ και μη ΥαμεϊΎ ~ως παιδοτΡΟ φεϊΎ και μη παιδΟτΡοφεϊΎ) ό ΔιογένΊ]ς φα[νεται νOC λέει πως '8,τι κι αν κά
νεις, θOC βγεις μετανοιωμένος'. Ή po~ αύτη 8μως οιακ6πτεται σε σχέσΊ] με
-;0 πέμπτο ενέργΊ]μα, 8που ό ΔιογένΊ]ς αποοέχεται μ6νο τ~ μ[α εκooχ~ και επαινει μ6νον τους παρασκευαζομένους σUΜβιoυν... και μη προσιόντας. «'Εν πάσΊ] περιπτώσει», παραΤΊ]ρει ό Κ.ν. Fritz, Quellenuntersuchungen, σ. 15, ό όποιος εχει επισΊ]μάνει τις ουσκολ[ες του κειμένου, «οεν εΙναι ουνατον νOC θεωρΊ)θει 8τι οΙ φράσεις αύτου του αποσπάσματος αναιΡουν 8,τι σε τ6σα l1.λλα &νέκοοτα εχει σαφέστατα εκφραστει, 8η OΊ]λαO~ ό Διογένης *ιταν κατOC του γάμου (Διογένης Λαέρτιος νι (Άθ~ναιoς ιν
159c)
2·
νι
54),
κατOC τΊ)ς συμμετοχΊ)ς στOC κοινOC
κλπ.», ενώ ως εκφρασΊ] ακρα[ου ατομισμου θεωρει τ~
φράση σχετικOC με το γάμο και ό πρβ. και
367.
D.R. Dudley, Α History οΙ Cynicism, σ. 37· L. Paquet, Les Cynics grecs, σ. 55, σΊ]μ. 19.
ΜΑΞΙΜΟΣ ΤΥΡΙΟΣ, Διαλέξεις ΧΧΧΙΙ 9. Πρβ. και ΧΧΧΥΙ
5-6. 'Αλλα και' τον Διογένην έκεινον είς τον π[θον ήδονη είσάγει· εί δε και' ή ιΧρετη αύτ~ συνεισέβαλλεν, τ{ την ήδονην έξοικ{ζεις τ~ λόγιΡ; 'Ήδετο ό Διογένης τ~ π{θιΡ, ώς Βαβυλωνι Ξέρξης ήδετο τiJ μάζ,η ό Διογένης, ώς ό Σμινδυρ{δης τiJ καΡύκκr;· ήδετο ταις κρήναις ταις πανταχου, ώς ό Καμβύσης Xoάσπr; μόνψ ήδετο τ~ ήλ{ιΡ, ώς Σαρδα
νάπαλλος ταις πορφυρ{σΙΥ" ήδετο τiJ βακτηp{~, ώς 'Αλέξανδρος τ~ δόρατι· ήδετο τ~ θυλάκιΡ, ώς ό Κροισος τοις θησαυροΙς. καν παρα βάλr;ς ήδονας ήδοναις, τα Διογένους κρατεΙ· τα γαρ έκε{νων μεστα μεν ήδονης, άλλα άναμέμικται λύπr; πανταχου· όδύρεται Ξέρξης ήτ τώμενος, στένει Καμβύσης ΤΙτΡωσκόμενος, οίμώζει Σαρδανάπαλλος
έμπψπράμενος, άνιαται Σμινδυρ{δης άπελαυνόμενος, δακρύει Κροι σος λαμβανόμενος, λυπειται 'Αλέξανδρος μη μαχόμενος αί δε Διογέ
νους ήδοναι οίμωγης άπειροι, άστονοι, άδάκρυτοι, άλυποι. Συ δε τας
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΎ'ΝΙΚΟΙ
388
ή80νάς ιχύτου π6Υους ΚlΧλείς μετΡείς γάρ τά ΔιογέΥους τfj σlΧυΤOυ φύσει, πονηρφ μέτριρ- συ μεν γάρ άλγήσεις τlΧυτlΧ 8ρων, Διογένης 8ε ή8ετο. ΈΠΙΤOλμήσlΧιμι
8'
αν εγωγε είπείν, ώς ού8ει'ς ή80νης Διογέ
Υους ήν έplΧστής άκριβέστερος. Ούχ έστ[ιχν ενεμεν, έπ[λυπον γάρ
/
,
ΚOνOμιlΧ· ου πο
λ
",1,
ι
'
ιτειlΧς εφηψlΧτO,
,
Ι
Ι
"'"
oiιιι."
"
lΧνΙIΧPOν γlΧp το χpημlΧ· ουκ επειplΧ",1
γά.μου, ηκουεν γάρ τήν ΞlΧνθ[ππΗV· ούκ έπειΡά.θη πlΧι80τpOφ[lΧς, έώplΧ
γάρ τά 8είνlΧ· άλλά αφετος πlΧyτός του 8εΙΥου, έλεύθερος, αφΡΟΥτις, ά8εής, αλυπος ένέμετο τήν πασlΧν γην, ώς olκoν ένlΧ, μ6Υος άνθρώπων ή80νIΧίς συνων άφρουρήτοις κlΧι άτlΧμιεύΤOις κlΧι άφθ6Υοις.
'Αλλ& XCXL τον γνωστό μας τον ΔLογέν1j ~ ~Sov~ τον βocζεL μέσα ι
στο ΠL
" cxpL· αν
θ'
,Ι
Ι
Ι
ι!
ομως μα
ι
εσυ γLαΤL με τα
, , ευχαΡLσΤLOταν
' Δ Lογεν1jς
λ'
OrLCX
ι στο
,
ΠL
ζ'
L του
θ'
CXpL
,ι
, XCXL\ 1j1::,αρετη,
εμπαLνε
'
β γα 'ζ εLς ε "ξ ω Τ1jν Ι,",
'Ο Δ Lογεν1jς
1jooV1j;
σου
θ'
CXpL,
,
Ι
στο ΠL
"
οπως
Ι
ι
, .::.ερ -, ξ 1jς
ο
XpL'θ LVO
ευχαΡLσΤLοταν με το
ι σΤΥ)
Β
,,'
α
β
υ
λ' l 'ο ωνα·
Ψ ωμL, οπως ο 'Σ'" μLνουΡL-
S1jς2 με την xcxpUX1j3 εύχαΡLστLόταν με ΤLς Π1jγές οπου XL &ν
'" β Ρ ,LσΚΟνταν , οπως
ο
,
Κ αμ β' Ι Ι Χ' 4ευχαΡL' υσ1jς μονο με τον οασΠ1j·
σΤLόταν με τον ~λLΟ, οπως ό ΣαρSανocπαλλος με ΤLς πορφuρες, , ευχαΡLσΤLOταν
Ι με
Ι το
ρα β"'" οπως
OL,
"Αλ'ξ" ο ε ανορος
ι με
ι το
'" οορυ·
εύχαΡLσΤLόταν με το SLcrOCXXL, οπως ό ΚροΤσος με τους θ1jσαυ ΡοUς. KL &ν συγΚΡ(νεLς άπο~αuσεLς με άπολαuσεLς, του ΔLογέν1j
1j,
ζ
\
ωΥ)
Ι
t'
υπεΡεχεL·
\
rLCXτL
1jt'
ζ
, εκεLνων "
ωΥ)
τ
ε.ναL,
β'β
ε
,
γεματη
άπόλαυσ1j, ομως παντου εΙναL άνocμLΚτη με Τ~ λUΠ1j: θΡ1jνε'L" ό
-,
.::.ερ
ξ
1jς
Ι, που νLΚLεταL,
'ζ στενα εL
θ
ι Ρ1jν1jΤLΚα
, ο
Κ
αμ
β' υσ1jς
ι που
πλ1jγώνεταL, σφαΜζεL ό ΣαρSανocπαλλος που τον πυρπολουν,
λυπiiταL ό ΣμLνSυΡ(S1jς που εξΟΡ(ζεταL, SακρuζεL ό ΚροΤσος που συλλαμβocνεταL, στενοχωΡLέταL ό 'ΑλέξανSρος, οταν sεν εΙναL
στη μOCΧ1j· οί άπολαuσεLς του ΔLογέν1j ομως sεν πεΡLέχουν θΡ1jι , ν1jΤLκες κραυγες,
' ' 'οακρυα, ' στεναγμους,
λ'υπες. 'Ε συι β'β ε
ι ΤLς
ocπολαuσεLς του ΔLογέν1j ΤLς όνομocζεLς κόπους γLαΤL συγΚΡ(νεLς ι τη
ζ
ι ωΥ) του
Δ
' Ι" Ι , 'λλ λ Lογεν1j μεΙ τον εαυτο σου, που εΙναL ακατα 1j ο
, 'Ε συ ι 0Υ) " λ
,
"'"ΟΤL
συνεπεLα απ
'
-
,
' 1j oLOL-
ο Δ Lογεν1jς. ΔΙ" εν οLΟLκουσε σΠLΤL, γLαΤLΙ,"
X1jcr1j ένος σΠLΤLου ~χεL σκοτουρες sεν άσχολ~θ1jκε με την πο-
389
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
λ~τ~Κ+Ι, γιατι α.ύτΟ το πράγμoc εχει λύπες" δεν δοκίμασε το γά μο, γιατι ακουγε για τ~ν ΞανθίΠΠΎ)' όεν όοκίμασε να άναθρέψει ~ "βλ επε το ενα και""λλ παισια, γιατι ε το α ο.
,
,
' "
,
'Αλλ"α
απα λλ αγμενος
'
'θ ερος, χωρις εγνοιες, χωρις "β' άπο κα θ' ετι φο β ερο, ε'λ ευ φο ο και
,
' "
λύΠΎ) , μ6νος αύτος άπο ΙSλoυς τους άνθρώπους είχε όικ~ του ΙSλΎ) τ~ γ-η σαν ~να σπίτι, άπολαμβάνοντας ~όoνες που ουτε να τις πεpιφpoυp~σει καν εις χρειάζεται, ουτε να τις φυλάξει, ουτε τον φθ6νο των αλλων προκαλουν.
1. Πρβ. Δίων Χρυσόστομος, Λόγοι VI(6) 8 χ.Ι 2. Ό Σμιν/)υpί/)ΊJς άπο τr. ΣύβαpΊJ, &νθρωπος μεγocλΊJς χλι/)~ς ( δς έπι' πλειστον δη χλιδής, Ήρό/)οτος 6, 127). 3. Ή κιχρύκκη tιτocν βocρειOC σOCλτσoc, (βρωμιχ Λύδιον έξ ιχιμιχτος κιχι' ήδυσμά,των συγκε{μενον, Ήσύχιος). 4. Ποτocμος τ~ς MΊJ/)ίocς.
368.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Άνθολ6γιον ιν
γωγή παροιμιών νΗΙ
39, 21 [= ΑΠΟΣΤΟΛΙΟΣ,
Συνα
6b ].
Τού ιχύτού [sc. Διογένους]- εύδαιμονίαν δε ταύτην εΙναι φαμεν &ληθι νην το την διάνοιαν και την ψυχην &ει έν ήσυχίl! και' ι'λαρ6τητι δια τρίβειν.
Tou ΔιογένΎ). ' AλΎ)θιν~ εύτυχία; υποσΤΎ)ρίζουμε, είναι τουτο: να περνα κανεις τ~ ζω~ του εχοντας το μυαλΟ και τ~ν Ψυχ~ του σε κατάστασΎ) γαλ~νΎ)ς και εύόιαθεσίας.
ΈμφocνΊις στο πocρocπOCνω ocποσπocσμoc, κocι σε ocυτο που άκολουθει, είνocι ~ επιχούρειoc επί/)pocσΊJ: ό ΔιoγένΊJς εμφocνίζετocι νOC τocυτίζει τr.ν εύδοaμον{ιχν με την πνευμocτικr. άπόλocυσΊJ χocι τr. γocλ~νΊJ τ~ς Ψυχ~ς. Ό Ε. Zeller, Die Philosophie der Griechen, τ. Π/1, σ. 306 κ.έ., ό όποιος θεωρουσε οτι κocι τOC Μο εχφρOCζουν Κυνικες άπόψεις, είχε ό/)ΊJγΊJθει - βOCσει κocι ocυτων των άποσπoc σμOCτων - στο κOCπως άμ~χocνo συμπέρocσμoc οτι «~ θεωρίoc των Κυνικων γιOC την ευ/)ocιμονίoc tιτocν άνεπocρκως άνεπτυγμένΊJ κocι οΙ εκφρocστικοι τρόποι ΤΊJς
/)εν είχocν άχρίβειoc, κι οτι ~ γνώμΊJ των Κυνικων tιτocν οη με κocνένocν τρόπο ocυτr. χocθocυτην ~ ~/)ονr. /)εν άποτελει σκοπο άλλOC κOCτι που πρέπει νOC άπορρί
πτετocι εφόσον ύπερβocίνει ο,τι ~pχετocι ώς φυσικο επocκόλουθο άπο την Ιχocνο
πoίΊJσΊJ άπocpocίΤΊJτων φυσικων άνocγκων», ο.π., σ. 311.
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
390
369. GNOMOLOGIUM VATICANUM 743 n. 181. Διογένης lφασκεν ήδονην άληθινην εΖΎαι το την ψυχην εν ήσυχ{C! καί ι'λαρ6τηη lχειν, ~νευ δέ τούτου ούδέ τιχ Μ{δου ούδέ τα Κρο{σου χρή ματα ωφέλιμα ε[ναι· εαν δέ ης η ύπέρ μεγάλου η ύπέρ μικρου λυπη ται, ούκ εύδα{μων, άλλα κακοδα{μων εστ{ν.
Ό ΔLογένΊjς ύποστηΡLζε δΤL άλΊjθLν~ ~aov~ εϊναL νOC κρατOCς τ~ν
Ψ υΧΊj,
"
σου σε καταστασΊj γα λ' ΊjνΊjς XΙXL ευοLα θ' εσLας
""
" XL ΟΤL
,
χωΡLς
αύτο aεν ώφελουν ουτε του M[aιx τOC χρ~ματα ουτε του Κρο[
σου'
XL OCν ΚOCΠΟLος θλ[βεταL YLOC ΚOCΤL σπουaα~ο ~ YLOC ΚOCΠΟLΟ
άσ~μαντo πρOCγμα aεν εϊναL εύτυΧLσμένος άλλOC aυστυχ~ς.
370.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Ά νθολ6γιον ιν
39, 20.
Διογένους εύδαιμον{α γαρ μ{α εση' το εύφρα{νεσθαι άληθινως καί μηδέποτε λυπεΊ:σθαι, εν όπο{φ δ' αν τ6πφ η xaιpifJ
!i
ης.
του ΔLογένΊj. Μ[α εϊναL ~ εύτυχ[α: νOC νLώθεLς άλΊjθLν~ χαρOC και'
νOC μ~ λυπocσαL ποτέ, δπου,
XL OCν βρ[σκεσαL και' ύπο όΠΟLεσa~
ποτε πεΡLστOCσεLς.
371.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Άνθολ6γιον ιν
29, 19 [= ιν 29, 57].
Διογένους πυνθανομένου ηνος τ{νες των άνθρώπων εύγενέστατοι,
«οι' καταφρονουντες», ε[πε, «πλούτου, δ6ξης, ήδονης, ζωης, των δέ εναντ{ων ύπεράνω δντες πεν{ας, άδοξ{ας, π6νου, θανάτου».
του ΔLογένΊj. Σε ΚOCΠΟLον που ζψουσε νOC μocθεL ΠΟLΟ[ εΙναL
OL
&νθρωΠΟL με τ~ν μεγαλύτεΡΊj εύγένεLα ό ΔLογένΊjς εϊπε: «'ΌσΟL
"'"
,
,
''''ξ 'ζ' πεΡLφρονουν τον π λ ουτο, τη 00 α, ΤΊjν ΊjOOνΊj, ΤΊj ωΊj, XΙXL στε-
-
κονταL
Ψ
,
-
' Ίj λ οτερα απο τ
""
ι τους: ανΤL'θ ετα
" τη
'" φτωχεLα, την αφα-
νεLα, τον π6νο, το θOCνατο». Πρβ. κοι! Άρριοινός, Έπικτήτου Διατριβαι Ι
24, 6-7 [= ΔιογένΊ)ς 328].
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
391
372. ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΓΡΗΓΟΡΑΣ, Ρωμαϊκη ίστορία ΧΧΙ 5, 7. Πρβ. ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ, 'Υπερ τών είκ6νων 17. Καίτοι έχρην του σοφου Διογένους πεισθηναι τοις λ6γοις ας πυθομέ νου τιν6ς, όπως αν τις tν80ςος τάχιστα γένοιτο και' p~8ίως, άπεκρί νατο' «εί 86ςης καταφρονειν 8υνηθείη».
Kα~ οντως θα. 'πρεπε κανε~ς να. πεισθεϊ στα. λ6για του σοφου
ΔιογένΎ) πο\; δταν κάποιος ρώτ-φε πως θα. μπορουσε κανε~ς να. γιν6ταν δσο το aυνατον πιο γρ~γoρα κα~ πιο ε{)κολα aιάσΎ)μος,
απάνΤΎ)σε: «''Αν θα. μπορουσε να. περιφρoν~σει τ~ Μξα».
373. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και 8ογμάτων συνα γωγη νι 24. Συνεχές τε tλεγεν [sc. ό Διογένης] είς τον βίον παρεσκευάσθαι 8ειν λ6γον Ύ) βρ6χον.
Ό ΔιογένΎ)ς a€v επαυε να. λέει δτι στη ζω~ πρέπει να. είναι κα νε~ς έφοaιασμένος μ€ νου ~ μ€ μια. θΎ)λειά. Ό Πλο6τα.ρχος, Περι' Στωικων έναΥτιωμάτων
1039c-1040d OCπο3Ι3ει το [ = ΆντισθένΊjς 120} ό ΔΙOγένΊjς Λα.έρτιος νι 86 KpάΤΊjς 108].
l)ια.ν6Ίjμα. στον ΆντισθένΊj έΠΙcrΊjς στον Κράτη
[=
374. ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ, Κατά αίρέσεων ΠΙ 2, 9 (ΠΙ 27). Διογένης ό κυνικος άπο Σινώπης της κατά τον Π6ντον π6λεως τά
πάντα Ά ντισθένει συνην. 'Έφησε το άγαθον οίκειον παντι' σοφφ εl ναι, τά
8'
αλλα πάντα ού8εν Ύ} φλυαρίας ύπάρχειν.
Ό ΔιογένΎ)ς ό Κυνικ6ς, απο τ~ν π6λΎ) πο\; είναι στον Π6ντο, συμφωνουσε σ€ δλα μ€ τον ΆντισθένΎ). Tπoστ~ριξε δτι το k'λy α θ'ο ε.ναι τ , - σε, κα'θ ε σοφο' κι οτι " ο"λ α τ '''λλ '<" , , οικειο α α οεν υπαρχουν για. κανέναν ocλλο λ6γο παρα. μ6νο για. φλυαρΙα.
392
375.
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Άνθολ6Υιον ΠΙ 24, 14.
ΔΙΟΥένους τίς ΥG1φ αν ήττον φοβο,τ6 τι η θαρσοίη μάλιστα, η ΙJστις αύτφ μη8εν συνει8είη κακ6ν;
του Διογέν-η. Ποι6ς θα ~ταν 8υνατον να νιώθει λιγ6τερο φ6βο ~ νά 'χει περισσ6τερο θάρρος παρα έκε~νoς που συναισθάνεται
έν86μυχα πως 8εν ύπάρχει μέσα του τΙποτε κακ6. Πρβ. καΙ Δίων Χρυσόστομος,
A6yot
νι
(6) 41-42 -
ιΧποδίδεται εΠΙσΎJζ
στον ΣωκρOCτη, τον Περίανδρο, τον Βία ιΧπο την Πpι~ν'Y)· βλ. Α.
De Diogenis Sinopensis apopthegmatis quaestiones selectae,
376.
σ.
Packmohr, 13-14.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Άνθολ6Υιον ΠΙ 22, 40.
Διογένους της ά:λαζονείας καθάπερ τι;)ν κεχρυσωμένων ΙJπλων ουχ ΙJμοιά έστι τιχ έντός το'ς έκτ6ς.
του Διογέν-η. 'Όπως OCκριβως συμβαΙνει με τα επιχρυσωμένα όπλα, ετσι καΙ. στ~ν OCλαζονεΙα το μέσα 8εν εΤναι όμοιο με το εξω.
377.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Άνθολ6γιον ΠΙ 13, 42.
('Εκ τι;:';ν Δίωνος Χρειών): την έπιτίμησιν ό ΔΙΟΥένης ά:λλ6τΡιον ά:γα
θόν έλεΥεν είναι.
(Άπα τ1.ς Χρειες του ΔΙωνα): Ό Διογέν-ης χαpακτ~pιζε την
, ,
επιπ
378.
,
,
λ!:' λ' "λλ -η<,,-η ως κα ο για τον α ο.
ΜΑΞΙΜΟΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ, LXIX 18: ΔιογέV1jς.
Διογένης έρωτηθείς «τί χαλεπώτατον;» «τό γΙΥνώσκειν έαυτ6ν», έφη, «πολλα Υαρ ύπό φιλαυτίας έκαστον έαυτφ προστιθέναι».
Διογέν-ης. 'Όταν ό Διογέν-ης ρωτηθ-ηκε «τΙ εΤναι το πιο 8ύσκολο;»,
r ε.πε: «το" να γνωρι'ζ ει κανεις τον εαυτο του, γιαη'θ' κα ε-
""
νας, OCπο φιλαυτΙα, προσθέτει πολλα στον έαυτ6 του».
r
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
379. di
ΜΑΞΙΜΟΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ,
393
LXVII 24:
ΔιoγένΊJς.
θνητον dν8ρων κιχι' τΙΧλιχ{πωρον γένος
ώς ού8έν εσμεν πλην σκιιχ,ς εοικ6τ-ες, βάρος περισσον
yij;
άνιχστΡοφώμενοι.
ΘνΎjτοt xιxt ~υστυΧLσμένΟL &νθΡωΠΟL, &λλο τΙποτα ~εν εΊμαστε
\,
\
"
,
\
..
'ζ 'β' παρα καΤL που μΟLα εL με σΚLες, αρος πεΡLΤΤΟ YLΙX ΤΎj γΎj, κα-
θως ΤΡLγυρΙζουμε έ~ω
XL έκεϊ.'.
ΟΙ στίχοι ιΧποδίδοντocι κocΙ στον Σοψοκλ1j (fr. 859 Nauck2 ), βλ. Α. Packmohr, δ.π., σ.
380.
15-16.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων κιχι' 80γμάτων συνιχ
γωγη νι
55.
Προς τον εΖπ6ντιχ κιχκον εΊνιχι το ζην, «ού το ζην», εΊπεν
[sc.
ό Διο
γένης], «dλλα το κιχκως ζην».
Σε κάΠΟLον, ό όποϊ.'ος είπε πως είναL κακο πράγμα το νOC ζεϊ.' κανεΙς, ό ΔLογένΎjς παpατηpΎjσε:
«''OlL το νOC ζεϊ.' &λλOC το νOC ζεϊ.'
&σΧΎjμα». Βλ. κocΙ ΔιογένΎ/ζ ΛocέΡΤΙΟζ νι
65 [= ΔιογένΎ/ζ 434].
381. ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Ά νθολ6γιον πι 4, 85. Διογένης lλεγε τους άνθρώπους τα μεν προς το ζην πορ{ζεσθΙΧι, τα 8ε προς το εδ ζην ού πορ{ζεσθΙΧι. 'Ο Δ LOγενΎjς ' "λ ε εγε
"
ΟΤL
OL'"αν θ ρωΠΟL
,~ 'ζ ονταL εφΟΟLα
, "
,
με Ο,ΤL τους
είναL απαραΙτψο YLOC νOC ζουν, ένω με ΙS,ΤL τους είναL απαραΙτη το
YLOC νOC ζουν σωστOC ~εν έφΟ~LάζονταL.
382. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων κιχι' 80γμάτων συνιχ γωγη ΙΙ 78.
394
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΊ'ΝΙΚΟΙ
Κιχτεγ{νωσκε
[sc.
ό 'Αρ{στιππος] των άνθρώπων ως τα σκεύη μεν έν
τlΧις άγOplΧσ{lΧις κομπούντων, τους 8ε β{ους είκ;;; 8oκιμlΧζ6ντων. Οι' 8ε τουτο Διογένους φlΧσ{ν.
Ό ΆρΙστ~ππoς μεμφ6ταν τους ανθρώπους, επε~~~, ~λεγε, 5ταν
αγοράζουν ~να σκευος, το χτυπουν,l ενω αντ(θετα τον τρ6πο
-
ι ζ ουν τον Ι που
, λ'εγουν στ-ην ι, επ~ τυχη. "Αλλ o~
'
""'"
,
Ι τα ι απoo~ooυν αυτα
λ6γ~α στον Δ~ογέν"Yj.
1.
Γιoc νOC το aοκιμά:σοuν
383.
ocv
είναι γερό.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων κlΧι' 80γμάτων συνlΧ γωγη νι
27.
Σπου8ιχιολογουμένφ
[sc.
Διογένη] ποτε ως ού8ει'ς προσ;ήει, έπέβlΧλε
τερετ{ζειν- άθροισθέντων 8έ, ωνε{8ισεν ως έπί μεν τους φληνάφους άφικνουμένων σπου81χ{ως,
έπι' 8ε τα σπoυ8IΧιIΧ βpIΧ8υν6ντων όλι
γώρως.
Κάποτε που ό Δ~ογέν"Yjς μ~λoυσε γ~Oι ~να σοβαρο ζ~Τ"Yjμα και' ι
"'ι
κανε~ς οεν π
λ
'ζ
"Yjσ~α
Ι,
" ,
Ι
'ζ
ε να αΚ9υσε~ αρχ~σε να σφυρ~
ι
ε~ σαν που
λ' ~.
,
'λ ~ς μα ζ ευΤ"Yjκαν πο λλ οιι τους ι '''' ι οταν " , μο κατσαo~ασε που προκε~ταL
γ~Oι ανΟ"YjσΙες σπεύ~oυν με ζΎjλo, ενω γ~Oι τΟι σπoυ~αΤα πράγμα
τα καθυστερουν και' ~εν ~χoυν καμΙα ~~άθεσ"Yj. Ή περ[εργα έπιaεικτικ-η σuμπεριψορoc ~ταν γιOC τους Κuνικους ~να τέχνασμα με το δπο'ίο έπιaιωκόταν είτε ~ εμπρακτη καταγγελ[α καΙ ~ ύπονόμεuση των σuμβατικων κανόνων σuμπεριψορας είτε, οπως έaω, ~ προσέλκuσΊJ τ~ς προ σoχ~ς πρβ. καΙ Δ[ων Χρuσόστομος, Λ6γοι νΗΙ Λαέρτιος νι
384.
(7) 7-8·
έπ[σΊJς ΔιoγένΊJς
57.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, ΈκλOγlΧί ΙΙ
31, 61.
Διογένους ότlΧν αλλου τινΌς φροντ{(ης, τ6τε άμελεις σlΧυΤOυ.
του Διογέν"Yj. 'Όταν φρoντ[ζε~ς κάποιον αλλο, παραμελεΤς τον
,
,
εαυτο σου.
Ι ΔΙΟΓΕΝΗΣ
395
385. ΣΤΟΒΑΙΟΣ, 'Εχλογαι Π 31, 74. Διογένης &τοπον tφησεν εΊναι έπι μεν τον λύχνον έπιχειν tλα,ιον, ίνα έπι' της τραπέζης όρώμεν, γπως δε τfi διανoE~ φρονψώτεροι γεν6με νοι χατανοήσωμεν τιΧ τι{J βΕφ βέλτιστα, μηδεν έθέλειν αναλΕσχειν.
'ο Δ~oγένΎJς εϊπε πως εϊνα~ παρocλογο απο τ~ μ~oc νOC βocζουμε ,~ στο\ λ υχναρ~ ' γ~α\ να\ βλ'επουμε επανω " - απο , \ λαo~ στο\ τραπε'ζ' ~, ενω \ "λλ \ \ ' \ 1:' ~'Ψ , \ \ , ΤΎJν α ΎJ να μΎJν εννοουμε να "οοε ουμε τ~πoτα γ~α να γ~νoυμε π~o μυαλωμένo~ ώστε νOC κατανo~σoυμε τOC ανώτερα πρocγματα της ζωΊjς.
386.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, 'Α νθολ6γιον ΠΙ 6, 17.
Διογένης χατεγέλα τών τιΧ μεν ταμιεια χατασημαινομένων μοχλοις
και Χλεισι' χαι σημάντΡοις, το δε σώμα το αύτών πολλαις θυρΕσι και' θύραις ανοιγ6ντων διά τε στ6ματος χαι αίδοΕων χα ι' &)των και' οφθαλμών.
'Ο Δ~oγένΎJς περ~γελoυσε ()σους σφocλ~ζαν τr.ς απoθΊjκες τους με αμπocρες, κλε~l)~oc και. σφραγΙ8ες,. ενω στο σωμα τους εϊχαν πολλOC μικρOC και. μεγocλα ανοΙγματα, το στόμα, I)ΎJλαl)~, χαι. τOC αΙI)ΟLα, τOC αύτ~oc, τOC μOCτ~α. Πρβ. Δίων Χρuσόστομος, Α6γοι ιν (4) 101· ΥΗΙ (7) 21.
387. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων χαι δογμάτων συνα γωγη νι
66.
[Λόγια του ΔιoγένΊj] ... τους μεν οίκέτας τοις δεσπ6ταις, τους δε φαύ λους ταΊ:ς έπιθυμΕαις δουλεύειν.
Ό ΔιoγένΎJς εϊπε ()τ~ και.
ot
ot
I)oυλo~ ύΠΎJρετoυν τους κυρΙους τους
αχρεLΟ~ τOC πocθΎJ τους.
11
Ι
Ι
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
396
388.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων και' δογμάτων συνα γωγη νι
Ίδων
[sc.
65.
ό Διογένης] αφρονα ψαλτήριον άρμοζ6μενον, «ουκ αισχύ
ν,η», έφη, «τους μεν φθ6γγους
Tifj
ξύλ~ προ σαρμ 6ττω ν, την δε ψυχην
εις τον βΕον μη άρμ6ττων;»
Βλέποντας ό Διογέν'Υ)ς εν αν άνό'Υ)ΤΟ άνθρωπο να κουρ8ίζει μιαν
&ρπα, «Δεν ντρέπεσαι;», 1 του είπε' «τους ~xoυς τους έναρμο"ξ/λ νι'ζ εις με το ο,
'Ψ Τ'Υ)ν
u
UX'Y)Ι
,Ι '1-' " σου ομως οεν Τ'Υ)ν
,
εναρμονι'ζ εις με
τ~ ζω~». 1. Συχνα ό ΔιογένΎ)ς Οιπευθύνεται σε κόιποιον ξεκινώντας ΤΤΙ φρόισΎ) του με το 'ουκ αΙσχύνί')' καΙ α:ύτο είναι ενοειχ,,:,ικό του άπότομου ΚιΧΙ επιτακτι.κου τόνου που χαραΚΤΥιρίζει τον κυνικο λόγο.
389.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων και' δογμάτων συνα γωγη νι
64.
Πρβ. ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Άνθολ6γιον πι
23, 10.
τους λέγοντας μεν τα σπουδαια μη ποιουντας δέ, έλεγε
[sc.
ό Διογέ
νης] μηδεν διαφέρει ν κιθάρας καΙ γcφ ταύτην μήτ' ακούειν μήτ' αισθάνεσθαι.
,
Για οσους μιλουν για τα μεγάλα άλλα 8εν πράττουν άναλόγως ό Διογέν'Υ)ς ελεγε οτι 8ιόλου 8εν 8ιαφέρουν άπα μια κιθάρα: γιατι κι έκείν'Υ) ουτε άκούει ουτε αΙσθάνεται. Πρβ. Δίων Χρυσόστομος, Α6γοι ΥΙΙΙ (7) 1-2· επίσης στον ΔιογένΎ) Λαέρτιο ΥΙΙ 173 Οιποδίδεται παρόμοια φρόιση στον Στωικο ΚλεόινθΎ), ό όποιος [λεγε 8ε και τούς έκ τoϊi περιπά.του δμοι6ν τι πά.σχειν ταις λύραις, αl' καλως φθεγ
ξάμενα~ αύτων ουκ ακούουσι.
390.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων καΙ δογμάτων συνα γωγη νι
60.
τους ασώτους εΊπε κρημνifj πεφυκυΕαις,
[sc. d.iv
ό Διογένης] παραπλησΕους εΙναι συκαις έπι' του καρπου μεν ανθρωπος ουκ άπογεύεται,
κ6ρακες δε και' γυπες έσθίουσι.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
397
Για το';ς aιεφθαΡμένους ανθρώπους ό ΔΙOγένΎjς είπε πως είναι σαν τις συκιες που φυτρώνουν στον γκρεμο και πο'; τον καρπ6 τους aεν τον aοκψάζει ό OCνθρωπος αλλα τον τρωνε τα κοράκια
και οί γυπες.Ι Ό
G. Rndberg, Ο οποίος θεωρεί τον Κυνισμο ώς ενοι φοιινόμενο της ίστορΙοις - ποιρoc τ~ν
τοu πολιτισμοu έν πολλοίς ξένο προς τον άρχοιίο έλλψικο κόσμο
άδιoιμφισβ~ΤΊ)τη συνάφειά του με τ~ Σoφιστικ~ κοιΙ τη Σωκpoιτικ~ (Σωκρά της-ΆντισθένΊ)ς) -, έπισΊ)μοιΙνει τη χoιpoικτηpιστικ~ μopφoλoγικ~ ομοιότητοι τοu ποιροιπάνω άποφθέγμ,οιτος με τΙς ποιροιβολες της Κ. Διοι.θήκης
genes-Tradition», σ. 126, σΊ)μ. 55. 31, 48 [ = ΔιογένΊ)ς 299].
391.
«Zur Dio1. Πρβ. κοιι ΣτοβοιϊΌς, Άνθολ6Υιον ιν
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βΕων και' δΟΥμάτων συνα
ΥωΥη νι Έβόα
[sc.
44.
ΔΙΟΥένης] πολλάκις λέΥων τον τών &:νθρώπων βΕον Νδιον
ύπο τών θεών δεδόσθαι, &:ποκεκρύφθαι δ' αύτον ζητούΥτων μελ{πη κτα και μύρα και' ηχ παραπλήσια. "Οθεν προς τον ύπο το,; οίκέτου ύποδούμεΥον, «ο6πω», εΤπε, <~uακάριος εζ αν μή σε και &:πομύξη· τουτο δ' εσται πηρωθέΥΤΙ σοι τας χεΙρας».
Συχνα ό ΔΙOγένΎjς εβαζε τις φωνες στους ανθρώπους και τους
ελεγε οτι οί θεo~ είχαν κανονίσει ωστε -Γι ζω~ που τους εχει aoθει να είναι ευΚOλΎj, αλλα με τ~ν απλφΤΎj τάσΎj των ανθρώπων για γλυκύσματα, αρώματα και τα Π:ι.Ρ6μοια αυτο είχε ξεχα
στεΙ. Ι Με αυτο το πνευμα ό ΔιογένΤις είπε σε κάποιον πο'; ό aουλος του φορουσε τα παπούτσια: «Δεν θα εχεις ακ6μΎj αγγί ξει τ~ μακαρι6τψα, α.ν aεν σου σκουπίσει κα~ τ~ μύΤΎj· aΎjAIΧa~ α.ν aεν σου αXPΎjστευθOυν τα χέρια». 1. Ό τρόπος ζωΎjς που άποδέχετοιι ό Κυνικος είνοιι το κoι.τcΧ φύσιν ζην με την πpιμιτιβιστικ~ σΊ)μοισΙοι της φράσΊ)ς κοιΙ oιυτ~ν που μα.ς άποκοιλύπτει +ι συμ περιφορOC των ζώων. 'ιπο τ~ν έπ+Ιρειοι τοu πολιτισμοu (που έδω συμβολΙζε
τοιι με τoc μελ[πηκτοι., τoc μύροι. κ.λπ.) ο &νθρωπος εχοισε οιυτη τ~ν άλ+Ιθειοι,
δΊ)λ. Επεσε στ~ν κοιτάστοισΊ) τΎjς &γνοιοις.
398
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
392. ΔΙΟΓΕΝΗΣ γωγη νι
ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και 80γμάτων συνα
35.
τα πολλο;; &ξια το;; μη8ενος έλεγε
Διογένης] πιπράσκεσθο" και
[sc.
έμπαλιν- άν8ριάντα γοϋΎ τΡισχιλίων πιπράσκεσθαι, χοίνικα των
8130
8'
άλφι
χαλκων.
ΤOC πολUΤLμοι πριχγμοιτοι, ~λεγε ό ΔLOγένΊ)ς, πουλLουνΤΟΙL σχε~όν τζιχμποι, XOΙt ανηθέτως ~τσL, ~νoις αν~ΡLιχντοις χοστ(ζεL τρεϊ:ς
ΧLλLιχ~ες χιχλΧLνοι, ένω μLOC χο(νLΧΟΙ αλεύΡL Μο χιχλΧLνοι νομ( σμοιτοι.
Πρβ. ΚΟΙΙ Διογέν1jς
278.
393. ΔΙΟΓΕΝΗΣ
ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' 80γμάτων συνα
γωγη νι
39.
TijΊ μύρφ τούς π68ας άλειψάμενος έφη
[sc.
Διογένης] άπο μεν της
κεφαλης εΙς τον άέρα άπιέναι το μύρον, άπο 8ε των π08ων είς την γσφρησιν. ' Σ οιν
"λ EL Ψ ε ο 'Δ' "'Ι< " -ε~πε , , οι LογενΊ)ς τοι ΠΟΟLΟΙ του με μυρο ΟΤL, οιπο, το,
χεφιχλL τό μύρο χιχνεΤΟΙL στόν αέροι ένω από τOC πό~LΟΙ ΠΊ)γοι[νεL
στ~ν ΟσφΡΊ)σΊ).
394. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, γωγη νι 66.
Φιλοσ6φων βίωνκαί 80γμάτων συνα
Προς τον μυριζ6μενον, «βλέπε», εΊπε
[sc.
Διογένης], «μη ή της κε
φαλης σου εύω8ία 8υσω8ίαν σου τijΊ βίφ παράσχ'η».
Σt χιχΠΟLον ποι) αλεLφότοιν μt μύρο ό ΔLOγέν'Yjς εΙπε: «Πρόσεχε
μ~πως ~ εuω~LOC του χεφοιλLου σου φέρεL ~υσω~[oι στ~ ζω~ σου».
μι
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
395.
399
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων κα:ι 80Υμάτων συνα:
ΥωΥη νι
42.
'I&JJv [sc. ΔΙΟΥένης] τινα: πεΡιΡρα:ιν6μενον έπεϊ:πεν, «ΙΤΙ κα:κ68α:ψον, ούκ έπ{στα:σα:ι ότι ώσπερ των έν Υρα:μμα:τικ,η ά:μα:ρτημάτων περιΡ ρα:ιν6μενος ουκ αν ιΧπα:λλα:Υε{ης, ο(Jτως ου8ε των έν τψ βίlρ;»
' Β λεποντας
, ρανη ζ'οταν γ~α"θ ~ ο'Δ" ~OγενΎjς καπo~oν που να κα αρ θ ε~
του εΤπε: «KακoμoΙpΎj, 3εν ξέpε~ς πως οπως 3εν θα ~ταν 3υνα τον με το pά.ντ~σμα να απαλλαγε"L'ς απο τα γpαμμαΤLΚα λά.θΎj, το 'ί3~o αΜνατο εΤνα~ να απαλλαγεLς καt απο τα λά.θΎj σου στ~ ζω~;» Ό
J .F. Kindstrand, «The Cynics and
Η eraclitus» , σ. 172, εντοπίζει όμoι6ΤΊJ
τες των Κυνικων με τόν ΉρOCκλειτο ίοιocίτερoc στόν κριτικό ελεγχο της πocρoc οοσιocκΊ)ς λoc"ίκΊ)ς πίστης κocΙ λocτρείocς. Στό πλocίσιο ocύτό συγκρίνει την πocρoc πOCνω χρείoc του ΔιoγένΊJ με τό καθα{ΡΟΥται δ' αλλιρ αίματι μιαιν6μεΥΟΙ ε( τις εΖς Π7)λον έμβας πηλiρ &'πον{ζοιτο του Ήρocκλείτου
[= ΟΚ 22
olov
Β 5] κocι
πocpocΤΊJpει δτι κocΙ στΙς ούο περιπτώσεις επισΊJμocίνετocι έμφocντικOC ό &λογος
χocρocκτηρocς τΊ)ς πpocζΊJς του κocθocρμου, κocΙ στη μιOC κocΙ στην &λλΊJ περίπτω σΎJ οιocμέσου μιiiς χocρocκτηριστικΊ)ς σύγΚPισΊJς.
396. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων κα:ι' 80Υμάτων συνα: ΥωΥη νι 43. Προς 8ε τους περι τικ όνείρα:τα: έπτοημένους ~λεyεν
[sc. ΔΙΟΥένης] ώς lιπεp d)v μεν πράττουσιν (Jπα:ρ, ούκ έπιστΡέφοντα:ι, ύπερ d)v 8ε κα:θεύ80ντες φα:ντα:σιουντα:ι, πολυπρα:Υμονουσιν. Γ ~α"
Ι ,\" 'β 't:' ' .... ,' , εκε~νoυς που τους επ~ανε φο ος εc.,α~τ~ας των ονεφων που
εβλεπαν ό ΔωγένΎjς ελεγε οη ενω 3εν τους απασχολουν οσα
,
, ",'
πραττουν στο c.,υπν~ο τους,
,
~,
ενo~αφεpoντα~ πο
λ""
λ'
υ γ~α οσα π α-
θουν με τ~ φαντασΙα τους στον 1Jπνο τους.
397. ΣΤΟΒΑΙΟΣ, 'ΕκλΟΥα:ι ΙΙ 46, 13. ΔΙΟΥένης έρωτηθεις τί τάχιστα: γηράσκει πα:ρ' ιΧνθρώποις, ε[πε' «χάρις».
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
400
Σαν ρώΤΥ)σocν τον ΔωγένΎj ποι6 πράγμoc γερνάει στους ανθρώ
πους γΡΎjγoρ6τερoc απο τα α.λλoc, απάνΤΎjσε:
«Ή ευγνωμο
σύνΎj». 'Όμοιoc φρά:σ'l) ocπa3Ι3ετocι στον Άριστοτέλ'l) (Διογέν'l)ς Λocέρτιος ν 18·
mologium Vaticanum 743 n. 138) num 743 n. 212).
398.
χocι στον Δ'Ι)μοσθέν'l)
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Άνθολόγιον ιν
Gno(Gnomologium Vatica-
46, 20.
Διογένης έρωτηθει'ς τί των κατα τον βίον άκρότατον, εΤπεν- «έλπίς».
Σαν ρώΤΎjσOCν τον ΔωγένΎj ποιό εΤνocι το πιο υπέροχο πράγμoc
στ~ ζω~, εΤπε: «Ή ελπιaoc».
399. ΑΙΣΩΠΟΣ,
Μύθοι
65.
Διογένης δ8οιπορων. Διογένης δ κύων δ80ιπορων ως έγένετο κατά τινα ποταμον πλημμυρουντα, είστήκει προς τας 8ιαβάσεις άμηχανων.
ΕΤς 8έ τις των 8ιαβιβάζειν εiθισμένων θεασάμενος αύτον 8ιαπορουντα προσελθων 8ιεπέρασεν αύτόν., Ό 8ε άγάμενος αύτου την φιλοφροσύ
νην είστήκει την αύτου πενία ν μεμφόμενος 8ι' ην άμείψασθαι τον εύεργέτην ού 8ύναται. 'Έτι 8ε αύτου ταυτα 8ιανοουμένου έκεινος θεα
σάμενος έτερον δ80ιπόρον 8ιελθειν μη 8υνάμενον προσ8ραμων και' αύ τον 8ιεπέρασε. Και δ Διογένης προσελθων αύτο/ εΤπεν- «άλλ' έγωγε
ούκέτι σοι χάριν έχω έπι' το/ γεγονότι' δρω γάρ, δτι ού κρίσει άλλα νόσ<ρ τουτο πoιε'i'ς». Ό λόγος 8ηλοζ δτι οΙ' μετα των σπου8αίων και' τους άνεπιτη8είους εύεργετουντες ούκ εύεργεσίας 8όξαν, άλογιστίαν 8ε μίiλλoν όφλισκάνουσι.
Ό ΔωγένΎjς όaοιπόΡΟζ. Ό ΔΙOγένΎjς ό Σκύλος π~γocινε κάποτε
με τα π6aιoc, κocΙ μ6λις ~φθocσε σ' ενoc ποτάμι που εΤχε ξεχειλΙ σει στάθΎjκε αμ~xocνoς μ~ ξέροντocς πως να το περάσει. Μόλις τον
ElaE σ' ocυτ~ τ~ MσκoλΎj κocτcΧσΤOCσΎj κάποιος απο εκεΙνους
που συν~θως μετέφερocν τους όaοιπ6ρους στο απένocντι μέρος,
\
\
'
ι ,Ι (ο Δ' τον π λ ΎjσΙOCσε κocι' " τον περocσε ocπενocντι. ΙOγενΎjς, που θ ocυ-
\ κoc λ OσυνOCΤΎj ' μocσε ΤΎjν
a 'θ'
'θ' ιoc εσΎj του, στoc Ύjκε τοτε κι ocρχισε νoc
"
,
Ρ
ι
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
401
τα βάζε~ με τ~ φτώχε~oc του, έξoc~τΙocς της όποΙocς sεν ~τocν σε ' " ocντocμε~'ψ'" - ocκομΎ] " • Δ ~oγενΎ]ς ' νoc ε~ τον ευεργεΤΎ] του. 'Ε νω ο θ εσΎ] εκocνε ocύτες ΤLς σκέΨε~ς, έκεΤνος, ό περocτάρΎ]ς, βλέποντocς ~νocν "λλ
OC
ο
,
(~
\,
ooo~πopo νoc μΎ]
.. \
,
,
,
μπopε~ νoc πεpocσε~ το πoτocμ~,
,Ι
ετρε
ξ
,
ε κoc~
τον μετέφερε κ~ έκεΤνον στο ά.πένOCντL μέρος. Τ6τε ό Δ~oγένΎ]ς ΠΎ]γocινε~ νε'
,
γ~OCτL
XOCL
του λέε~: «Δεν σου οφεΙλω π~α χάρΎ] γ~α: o,τL ~γ~-
,
"
"
βλ' "~, 'ψ επω πως ocυτο οεν το κocνε~ς ocπο σκε Ύ]
, , OC'λλ'OC ocπο
&.ppώστ~oc». Ή &.φ~γΎjσΎ] φocνεpώνε~ oτ~ oσo~ μocζL με τους σπουSocΙους ά.νθρώπους εύεργετουν
XOCL
τους OCΧΡΎ]στους sεν λο
γιζoντoc~ &.γocθοπο~οL &'λλα: μάλλον έλocφp6μυocλo~».
400.
ΙΟ1ΆΙΑΝΟΣ, Α6γοι ΥΗ 25ρ.
238a-239b.
Συ δε fJπως ήμϊν μή τον Διογένη προσβΙΧλων ώσπερ τι μορμολυκείΟν εκφoβήσr;ς ου γάρ εμυήθη, φιχσίν, άλλά κιχι προς τον <ΠΡο>τΡεπ6με νον εκμυηθηνιχι, «γελοϊον», ε[πεν, «dΊ νειχνίσκε, ει τους μεν τελώνιχς οίει τιχι5της [νεκιχ της τελετης κοινωνήσειν τοϊς θείοις των εν ':4ιδου κιχλων,
Ά γησ{λιχον δε κιχ ι' Έπιχμεινώνδιχν εν τφ βορβ6ριρ κείσε
σθιχι». τουτο, dΊ νειχνίσκε, βιχθυ λίιχν εση' κιχι' δε6μενον έξηγήσεως, ως έμιχυτον πείθω, μείζονος,
(b)
fJπως ήμϊν ιχυτιχι δοϊεν ιχι θειχι' την
επίνοιιχν- νομίζω δε ιχυτήν ήδη κιχι' δεδ6σθιχι. Φιχίνετιχι γάρ ό Διογέ
νης οιίχ, ώσπερ ύμεϊς άξιουτε, δυσσεβής, άλλ' έκείνοις, dΊν μικρφ
πρ6σθεν έπεμ νήσθην, προσ6μοιος άπιδων γάρ εις την περίστιχσΙν την κιχτιχλιχβουσιχν ιχυτ6ν, ε[τιχ εις τάς έντολάς βλέπων του ΠυθΕου κιχι
συνεις 6τι τον μυούμενον εχρην πολιτογριχφηθηνιχι
πρ6τερον κιχι'
Άθηνιχϊον, (c) ει κιχι μή φύσει, τφ ν6μιρ δε γενέσθΙΧι, τουτο !φυγεν, οιί το μυηθηνιχι, νομίζων ιχυτον ε[νιχι του κ6σμου πολίτην, κιχι τιχϊς
ολιχις των θεων ουσίιχις, ιχί' τον 6λον
xotvif
κ6σμον έΠΙτΡοπεύουσιν,
άλλ' ου τιχϊς τά μέρη κιχτιχνειμιχμένιχις ιχυτου, διά μεγΙΧλοφροσύνην άξιων συμπολιτεύεσθΙΧι'
1'6
τε ν6μιμον ου πιχρέβη ιχιδο'( των θεων,
κιχίτοι τ&λλιχ πιχτων κιχι πιχριχχιχριΧττων-
γεν, fJθεν ι1σμενος ήλευθέρωτο.
Tt
δ'
ljv
(d) ιχύτ6ν τε ουκ έπιχνήγιχ
τουτο; ό π6λεως μιας δουλευ
σιχι ν6μοις έιχυτ6ν τε ΙΙποθεϊνιχι τούτιρ fJπερ
ljv
άνιΧγκη πιχθε'(ν Άθη
νΙΧίιρ γενομένιρ. πως γαρ ουκ !μελλεν ό των θεων είΎεκεν εις Όλυμ πίιχν βΙΧδίζων, ό τφ Πυθίιρ πεισθεις κιχι φιλοσοφήσιχς ώσπερ ΣωκριΧ της
-
φησι' γάρ κιχ ι' ιχυτος ε[νιχι Πι5θιον οίκοι πιχρ' έιχυτφ, 6θεν ιχυτφ
κιχί ή όρμή προς φιλοσοφίιχν εγένετο -
::6 Οί :Αρχαίοι Κυνικοί
(239 a)
μή πιχριένιχι των
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΊ'ΝΙΚΟΙ
402
&νακτόρων είσω και' μάλα &σμένως, εί μη τουτο έξέκλινε το ύποθεί ναι νόμοις έαυτον και δουλον &ποφηναι πολιτεΕας; Άλλα δια τΕ μη
ταύτην εΙπε την αίτΕαν, έκ των έναντΕων δε την παραιΡουμένην ού σμικρα της των μυστηρΕων σεμνότητος; 'Ίσως μεν αν τις τα τοιαυτα και Πυθαγόρif. μάλιστα έπισκήψειεν, ούκ όρθως λογιζόμενος ουτε γαρ ρητέον πάντα έστΕν, αύτων τε οlμαι τούτων,
d)v
θέμις φάναι, ενια
προς (τους> πολλους σιωπητέον εΙναΕ μοι φαΕνεται.
(b)
Φανερα δε
σμως έστι' και τούτων ή αίτΕα' κατανοήσας γαρ &μελουντα μεν τijς περι τον βΕον όρθότητος, έπι δε
ri{J
μεμυησθαι μεγαλοφρονουντα τον
παραινουντα αύτi{J τοιαυτα, σωφρονΕζων αμα και' διδάσκων αύτον στι τούτοις μέν, ο[ς &ξΕως του μυηθηναι βεβΕωται, και' μη μυηθείσιν οΕ
θεοι τας &μοιβας &κεραΕους φυλάττουσι, τοίς δε μοχθηροίς ούδέν έστι πλέον, (c) καν είσω των ίερων είσφρήσωσι περιαύλων. 'Ή γαρ ού ταυτα και ό ίεροφάντης προαγορεύει, «σστις χείρα μη καθαρος και' σντινα μη χρή», τούτοις &παγορεύων μη μυείσθαι; ΤΕ πέρας ήμίν εσται των λόγων, εί ταυτα μήπω σε πε[θει;
Κ α~,
,
-
,
,
'β' μΎJν προσπα θ ε~ς να με φο ~σε~ς προ β'λλ' α οντας μου τον
Δ ~o-
γένΎJ ώς φ6βψρο' i3EV εΙχε ποτέ του μυΎJθεL, λένε, κα~ σε κιΧ
ποιον ό όΠΟLος τόν παpακίνΎJσε κιΧποτε να μυΎJθεL, ό Δ~oγένΎJς του άπιΧνΤΎJσε: «Elνα~ γελΟLΟ, νεαρέ μου, να π~στεύε~ς oτ~ ό
όποιοσi3~ποτε τελώνΎJς θα,εχε~, χιΧPΎJ σ' αυτ~ τ~ν τελετ~, μερ τ~κό σε o,τ~ θε'ίκό καλό uπιΧρχε~ στόν "Ai3ΎJ, ένω ό ΆγΎJσίλαoς
, ,
''''
,
κα~ ο 'Ε παμε~νωνoας θ" α κε~τoντα~ σΤΎJ β pωμεpΎJ λ' ασΠΎJ». 1 Α' υ-
,
τ6, νεαρέ, εlνα~ μεγιΧλΎJ κουβέντα κα~ χpε~ιΧζετα~ - πεp~ αυτου
εχω πε~σθεL- πλΎJpέστεpΎJ έξ~yφΎJ' (b) ας μας i3ώσουν οΙ θεε ς 2 τ~ MναμΎJ να τό βρουμε, αν κα~ νομίζω πως μας την εχουν κ~6λας i3ώσε~. Γ~ατ~ εlνα~ ΠΡ6i3Ύjλο οη ό Δ~oγένΎJς i3EV ~ταν άσεβ~ς, οπως ~σχυpίζεσθε, άλλα εμo~αζε πoΛU σ' έκείνους
τους φ~λoσ6φoυς, τους όποίους άνέφερα3 πρωτύτερα. Γ~ατ~
λαμβιΧνοντας uπ' oψΎJ τ~ς συνθ~κες, στ~ς όΠΟLες εΙχε βρεθεL καί,
"
,
,
-
-
"
,
επε~τα, βλ'εποντας ΤΎJν εντο λ' ΎJ του Π υ θ'~oυ Θ "εου κα~ εννοωντας
oτ~ oπo~oς πιΧε~ να μυΎJθεL πpέπε~ πpoΎJγoυμένως να πoλ~τoγpα
φΎJθεL ΆθΎJVαLος, (c) κ~ oτ~ αν αυτό i3EV εχε~ συμβεL άπό τ~ φύσΎJ,
θ α'
,,'
,πρεπε να' " "ξ" 'β-" γ~νε~ με νoμ~ΚΎJ πρα ΎJ, απεφυγε ακp~ ως αυτΟ " μυΎJσΎJ, θ' \ (, λ' -, εωρωντας τον εαυτο του πο ~ΤΎJ του κο-
κα~ oχ~ ΤΎJ
σμου' κα~ τέτo~α ~ταν ~ μεγαλoσύνΎJ τ~ς Ψυχ~ς του, ωστε εκp~-
rι t ι
Ι ί
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
403
νε πως oφε~λε να συν3εθε'L με τ~ θε'ίκ~ φύσΎ) ολων των θεων, που απο κo~νoυ κυβερνουν ολο τον κ6σμο, κ~ oχ~ μ6νο με τους θεους που ~χoυν μοφα.στε'L σε όp~σμένα. τμ~μα.τά του. Κα.ι απο σε
β α.σμο,
'θ'~' στους εους σεν
πα.ρα. β'~α.σε
"
τους
νομους,
μο'λ' ο που
Όλες τις &λλες γνωμες τις κα.τα.πάΤΎ)σε κα.Ι. τις πα.ρα.χάρα.ξε. (d) ,~\
Κα.~
~,
σεν
,",α.να.γυp~σε
\
σΤΎ)ν
,
κα.τα.στα.σΎ)
, \
α.πο
,
ΤΎ)ν
(
,
oπo~α.
\
με
,
τοσΎ)
ευχα.ρΙσΤΎ)σΎ) είχε απελευθερωθε'L. Πo~ά ~τα.ν α.υτ~ ~ κα.τάστα. σΎ); Το να μ~ν ύπο30υλωθε'L στους ν6μους μ~ιΧς μ6νον πoλ~τεΙα.ς κα.ι να μ~ν πα.Ρα.30θε'L σε ο, τL κα.τ' ανάγΚΎ)ν θα πάθα.~νε
ocv γ~ν6-
τα.ν Άθψα.'Lος πολΙΤΎ)ς. Γ~α.τΙ πως θα ~τα.ν 3υνα.τΟν ~να.ς &ν
θρωπος που τα.ξΙ3ευε στ~ν ΌλυμπΙα. 4 γ~α χάρΎ) των θεων, ενα.ς &νθρωπος που ύπάκουσε στον Πυθικο ΧΡΎ)σμο κα.Ι φ~λoσ6φΎ)σε
οπως ό ΣωκράΤΎ) ς 5 - γ~α.τΙ ό ΣωκράΤΎ)ς 3~α.τεΙνετα.~ oτ~ στο σπΙτL του κα.τ' Ι3Ια.ν γ~ν6τα.ν κα.Ι ό 'ί3ιος 3έΚΤΎ)ς των Π υθικων
εντολων, απ' οπου κα.Ι π~γα.ζε ~ εφεσ~ του γ~α τ~ φ~λoσo φΙα. - ,
(239a) πως θα ~τα.ν 3υνα.τ6ν, λέω, ~να.ς τέτo~oς &νθρω
πος να μ~ν εΙσέpχετα.~ με πολυ μεγάλΎ) του ευχα.ρΙσΤΎ)σΎ) στο
κα.ΤO~ΚΎ)Τ~PΙO των θεων, εφ6σον α.υτο 3εν θα συνεπα.γ6τα.ν τ~ν ύπα.γωγ~ σε ν6μους κα.Ι τ~ν ύπο30ύλωσΎ) σε κά;πo~α. πoλ~τεΙα.; Γ~α.τΙ ομως, θα πε'Lς, 3εν επικα.λέσΤΎ)κε α.υτΟν το λ6γο αλλα αν τ~θέτως ~να.ν &λλο, ό όπο'Lος θΙγε~, κ~ oχ~ λΙγο, τ~ν tεΡ6ΤΎ)Τα. των μυσΤΎ)ρΙων; Θα μπορουσε 'ίσως κα.νεΙς να 3~α.τύπωνε τ~ν
ϊ3~α. μoμφ~ κα.Ι. κα.τα του Πυθα.γ6ρα., χωρις ώστ6σο να το σκε-
-
,
,
φ θ ε~ σωστα.· γ~α.τL σεν συμ ~,
β'
,
,
"λ
α.~νε~ να. πpεπε~ ο
"
,
α. τα. πρα.γμα.τα. να.
λέγoντα.~, κ~ απο α.υτα πά;λ~ που επ~τpέπετα.~ να εΙπωθουν, όp~ σμένα., κα.τα τη γνώμΎ) μου, πpέπε~ να τα ά.πoσ~ωπoυμε μπρο
στα στον πoΛU κ6σμο. (b) Ώστ6σο' ~ εξ~γΎ)ι!Ύ) α.υτ~ς τ~ς περΙ πτωσΎ)ς είνα.~ πpoφα.ν~ς: ό ΔιογένΎ)ς είχε αντ~λΎ)φθε'L oτ~ εκε'Lνος
ό όπο'Lος τον πα.ρ6τρυνε να μυΎ)θε'L 3εν φp6ντ~ζε να ζε'L ό 'ί3~oς σωστά, μ6λο που ύπερΎ)φα.νευ6τα.ν γ~α το oτ~ είχε μυΎ)θ E'L, κα.Ι. θ'λ " τον συνετ~σε~ , , "~<:O'" ε Ύ)σε, ο'Δ' ιογενΎ)ς, να. κα.~, συνα.μα. να. τον O~OOCc.,E~
oτ~ οσους εχουν ζ~σε~ κα.τα τρ6πο αντάξ~o τ~ς μύΎ)σΎ)ς ot θεοl τους αντα.μεΙβουν απεp~6p~στα. ακ6μΎ) κ~ ocv 3εν είνα.~ μυΎ)μένo~, ε νω - o~"λ " θ ρωπOL σεν <:Ο' κεpσ~ <:Ο'ζ ουν τ~πoτε, , ( c ) εστω " " ε εε~νo~' α.ν κ~ α.ν εΙ σε'λθ ουν στους "~εpo~ς " χωρους. Γ" '<:ο' <:ο , ~α.τ~ α.υτο σεν σ~α.ΚΎ)pυττε~ κα.~,
404
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
ο ιεpoφάνΤΎJς οταν σε οποιον «aεν εχει xtΧθαpα χέρια ~ εχε" όΠΟLοS~ποτε &λλο κώλυμα» του απαγορεύεL να μυΎJθεΤ; Μα ΠΟL6 θα εΙναL το τέλος των λ6γων μου αν ουτε αύτο σε πειθεL; Στο τέλος του Προς 'Ηράκλειον ΚυΥικον λόγου του ό Ίουλιανος OCντικρούει
8σους ύποστηριζαν 8τι ό ΔιoγένΎJς οεν εχει θέσΎJ στον κύκλο των εύσεβων φι λοσόφων οΙ όποϊοι είχαν μυΎJθεϊ: στα μυστ~pια.
69c:
1.
Πρβ. Πλάτων, Φαί8ων
δη δς αν άμυητος καΙ άτέλεστος εις ':4ι80υ άφίκηται έν βορβόριμ κείσε
ται· έπίσΊ)ς Ζ' Έπιστολη Πυθαγόρειοι,
οΙ
333e.
2.
Δίων Χρυσόστομος, Λόγοι ΥΠΙ 'Απολογία
31d:
'Ηλθεν
(7) 6
Περιπατητικοι φιλόσοφοι. και ΙΧ
(8) 1-2.
5.
3. 4.
ΟΙ
Πρβ.
c,
Πρβ. Πλάτων,
ση μοι θειόν η και' 8αιμόΥιον γίγνεται.
ΙΟΥΛΙΑΝΟΣ, Α6γοι ΥΙΙ
401.
Ή Δ~μψpα και ~ ΠερσεφόνΊ).
Πλατωνικοι και οΙ
8
ρ. 212a-c.
ό Διογένης] είς Όλυμπίαν έπ!. τί προς Δι6ς; ,να τούς
[sc.
άγωΥιστας θεάσηται; τί δέ; ούχι' και' 'Ισθμίοις τούς αύτούς κα!. Πανα θΗVαίoις θεάσασθαι δίχα πραγμάτων
ol6v
τε ην;
τοις κρατίστοις συΥΥενέσθαι των Έλλήνων;
015
(b) άλλα έθέλων έκει γαρ 'Ισθμ6νδε έφοΕ
των; Ούκ αν οδΎ ευροις αλλΗV αίτίαν η την είς τον θεον θεραπείαν. ΕΙ
δ'
,
'Ι:
λ
ουκ ε,->επ
/,
/, ,,, , , ουοε εγω
αγη τον κεραυΥΟ'Γ
,
νη
'θ'
τους
εους πο
λλ
-
λ
ων πο
-
λάκις πειΡαθει'ς διοσημιων έξεπλάγΗV. 'Αλλ' όμως ουτω δή τι τούς θεούς πέφρικα κα!. φιλω και' σέβω κα!. αζομαι κα!. πάνθ' άπλως τα
TotaiJTa
προς αύτούς πάσχω, όσαπερ αν τις και' οΓα προς άγαθούς δε
σπ6τας, προς διδασκάλους, προς πατέρας, (c) προς κηδεμ6νας, προς πάΥτα άπλως τα
TotaiJTa, ώστε όλίγου δειν ύπο των σων ρημάτων πpcΊ;ΗV έξανέστην. ToiJTo μεν οδΎ ούκ ο[δ' όΥτινα τΡ6πον έπελθον ισως σιωπασθαι δέον έρρέθη.
Προς τί, γLα το ονομα του Δία, π~γε στ~ν 'Ολυμπία; ΓLα να Sε'L τους αθλψές; Μα τους ΊSLους αύτους άθλψες SEV θα μπο
ροσσε να τους Sε'L καΙ. στα ''IσθμLα καΙ. στα Παναθ~ναLα χωρl.ς
LCX; (b)
,~ καμLα συσκο λ'
, τους
,
στον
Μ' ,~, ΎJ "θ ε λ' " ΎJπως επεLσΎJ ε να συνανΤΎJσεL εκεL
XCXL, 'λ ατρεLα ' ΤΎJ
,~ '''Ελλ ΎJνες; M"'~" ΠLΟ σLακεκρψενους α αυΤΟL σεν ΠΎJγαLναν
'1 σ θ μο; '
"Αλλ ο λ'ογο σεν ~'θ'α β ρεLς -
"
παρα μονο
των θεων. Δεν αισθάνθΎJκε, λές, Sέος γLα τον κεραυν6. 1 ουτε εγώ, μα τους θεούς, αισθάνθΎJκα Sέος, παρ' ολο ΟΤL εχω SOXL-
..
ρι ΔΙΟΓΕΝΗΣ
405
μάσει πολλα. σ'Υ)μάοια του Δία πολλες φορές. Ώστ6σο νιώθω
,
,
,
\)
..
,
'λ" θ' 'β τετοιαν ανατριχι α για τους εους και τους αγαπω, τους σε 0-
μαι, τους φοβουμαι xιxt γενικως τρέφω γι' αύτους τα. 'ίοια εκεϊ:'
να αισθ~ματα που τρέφει κανεtς για. ocγαθους OCρχοντες,2 για. όασκάλους, πατεράοες,
(c) προστάτες ~ για. όπoιoo~πoτε &λλον
&νθρωπο τέτοιου ε'ίόους, ώστε λίγο ελειψε τtς προάλλες να.
αναστατωθω ocπο τα. λ6για σου. 'Εν πάσ'Υ) περιπτώσει αύτ6, χωρtς να. ξέρω πως, ειπώθ'Υ)κε, αν xιxt θα. ~ταν rσως σωστο να.
μ~ λέγεται. 1. Ό Ίουλιocνος θέλει να OCποοώσει τ~ν OCτocρocζΙoc του ΔιoγένΊJ στ~ν έμπιστο σίJνΊJ την όποΙoc, κocτ' ocύτόν, εΙχε ό φιλόσοφος στους θεούς πρβ. ΊOCμβλιχος, Περι' Αιγυπτίων Μυστηρίων ΠΙ
402.
4.
2. Πρβ. ΠλOCτων, Φιχί8ων 63c.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤιΟΣ, Φιλοσ6φων βίων κιχι' 80Υμάτων συνlΧ
ΥωΥη νι
42.
Λυσίου του φlχρμΙΧΚΟΠ6Jλου πυθομένου εί θεους νομίζει
νης], «πως 8έ», εlπεν, «ού νομίζω, όπου κιχι σε θεοίς
[sc. ΔΙΟΥέ ixepdv ύπο
λιχμβάνω;» Οι' 8ε Θε68ωρον είπείν τουτο.
'Όταν ό Λυσίας, αύτος που πουλουσε φάρμακα, ρώΤ'Υ)σε τον
ΔLOγέν'Υ) αν πίστευε σε θεοι'ις, εκεϊ:'νος του εΙπε: «πως οεν πι στει'ιω, ocφου κι εσένα σε θεωρω αντίθεο;» 'Άλλοι πάλι ocναφέ ρουν ()τι αύτο το εχει πεϊ:' ό Θε60ωρος. 'Απο OCνέκοοτoc οπως ocύτο, με το όποιο, βocσικOC, έπιοιώκετocι να οειχθει ~
έτοψόΤt)ΤOC του φιλοσόφου, 8εν εΙνocι 8υνocτον να συνocχθεϊ:' όπoιo8~πoτε συμ πέρocσμoc για τ~ θpΊJσκευτικ~ πΙση του ΔιoγένΊJ κocι των &λλων Κυνικων. Τέ τοιoc OCνέκ80ΤOC OCπο8Ι80ντocν στον ΔιoγένΊJ OCπο έχθρους του Κυνισμου, οΙ
όποϊ:'οι προσπocθουσocν να πocρουσιOCσουν τον 8OCσκocλο της KυνικΊjς φιλοσοφΙocς ώς &θεο ~ έπΙσΊJς, οπως είκOCζει ό Μ. Winiarczyk, «Theodoros ό 'Άθεος und Diogenes vοη Sinope», σ. 39, OCπο μετocγενέστερους Κυνικούς, ~8oνιστικΊjς
αποκλΙσεως, οΙ όποιοι fιθελocν να 8εΙζουν τ~ν έγγύτψoc των OCπόψεων του Διο γένΊJ με τις 8ικές τους. Γενικότocτoc πOCντως μπορουμε να ύποσηρΙζουμε ΟΤΙ ΟΙ Κυνικοι 8εν OCπέκλινocν στα ζψ~μocτoc τΊjς θpΊJσκεΙocς OCπο τ~ γpocμμ~ του
έλλψικου Διocφωτισμου: 8εν OCμφισβψουσocν εύθέως τ~ν υπocpζΊJ του θεΙου, OCπέρριπτocν ώστόσο τ~ν πολλόητoc κocι τον OCνθρωπομορφισμο των θεων της
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
406
λοι'ίκής ποιρά80σ'ΥΙς, «Άθε'ίστές», 8πως σ'ΥΙμειώνει ό Ε.
der Griechen,
τ,
11(1,
σ,
329,
σ'ΥΙμ,
2,
Zeller, Die PhjJosophie
«~σoιν οί Κυνικοι με την άρχοιΙοι εννοιοι
της λέξ'ΥΙς, έφ6σον άρνουντοιν τους θεους της π6λ'ΥΙς, κοιι άσφοιλως είχοιν 8Ικιο,
8τοιν οί ϊ8ιοι άπέρριπτοιν τ~ν κοιτηγορΙοι του άθε'ίσμου», φιλ6σοφος Θε68ωρος ό 'Άθεος (περΙπου
Διογέν'ΥΙς Λοιέρτιος
11 102.
330-270
1. Ό ΚυΡ'ΥΙνοι'ίκος
π.Χ.), 8πως ποιροι8Ι8ει ό
Ή 8ιπλ~ άπ680σ'ΥΙ του
bonmot - του όποΙου, 32-34 - στον Διο Μ. Billerbeck, Epiktet.
πάντως, ~ ποιτρ6τητοι άν~κει στον ' Αριστοφάν'ΥΙ, 'Ιππης γέν'ΥΙ κοιι τον Θε68ωρο όφεΙλετοιι, 8πως ποιροιτηρεί ~
Vom Kynismus,
σελ.
152,
στο 8τι άντικοιτοπτρΙζει έξΙσου εuγλωττοι τις έπι
φυλάξεις του Διογέν'ΥΙ γι!Χ την πoιpoι80σιoικ~ λοιτρεΙοι κοιι τη 8ε8'Υ1λωμέν'ΥΙ άθεtοι του Θεο8ώρου.
403.
ΑΡΡΙΑΝΟΣ, Έπικτήτου ΔιιχτριβΙΧι' ΠΙ
22, 90-91.
Δεί δε κιχ ι' χάριν πολλην προσείνιχι φυσικην τψ Κυνικψ κιχι όξύτητιχ
(ε! δε μή, μύξιχ γίνετιχι, αλλο δ' ούδέν), (νιχ έτοίμως δύνητιχι κιχι' πιχ ριχκειμένως προς τα έμπίπτοντιχ ιΧπιχνταν. 'Ως Διογένης προς τον εΕ π6ντιχ «συ ε[ ό Διογένης ό μη οΙ6μενος ε[νιχι θεούς;» «κιχι' πως», εφη,
«σε θεοίς έχθρον νομίζω<ν>;».
Ό κuνLΚος φ~λ6σoφoς πpέπε~ να O~ιΧθέτε~ άκ6μΎ) πoλλ~ φuσ~κ~ χocρ-η κιχ~ oξύνo~ιΧ (o~ιΧφOpε;ΤLΚα το πρocγμιΧ ΚιΧΤιΧντα σ~ΧιΧμocριΧ κιχ~ τΙποτε αλλο), &στε να μπορε'!: να άΠιΧντα με έτοψ6τ-ητιΧ
, ,
κιχ~ εuκο
'rl ... 't:' ~ιχ σε ο,τι τοu πεΤιΧ~oυν.
λ'
r,o
"
.
πως ιΧΠιΧντ-ησε ο
Δ
ι
~oγεν-ης
σ' έκε'Lνον που τον ρώτ-ησε «Έσυ είσιΧ~ ό Δ~oγένΎ)ς που οεν π~ στεύε~ πως uπocρχοuν θεοΙ;»
-
«πως θα σε θεωρουσιΧ τ6τε έσέ
νιΧν άντLθεo;».
404. CICERO, De natura deorum
ΠΙ
33, 82-34, 83.
Videsne igitur deorum iudicio, si vident ΓθΒ humanas, discrimen esse sublatum? Diogenes quidem Cynicus dicere solebat Harpa1um, qui temporibus j]]is praedo felix habebatur, contra deos testimonium dicere, quod in iDa fortuna tam diu viveret. Βλέπεις λοιπον 8τι ~ χρίσ~ των θεών, εφόσον παραΤΎ)ρουν τ~ άνθpώπ~νιΧ πρocγμιΧΤιΧ, ~xε~ ΚιΧΤιΧpγ~σε~ κocθε Ο~OCΚΡ~σΎ) άνocμεσιΧ
"
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
407
στους OCνθρώπους; ΠρocγμOCΤLΚOC, ό ΔLογένΎJς ό ΚυνLκος cruv~eL ζε να λέεL οη ό "Αρπocλος, ~νocς λΎJστ~ς εκεΙνων των κocφων που λογLζότocν ευτυΧLσμένος, OCποτελουσε ocπόaεLξΎJ κocτα των
-
θ εων,
\
"ζ
γLocη ε
ΎJσε
', , \, XOCL\ευτυΧΎJσε εΠL τοσο
,
μεγoc
λ
ο
, XPOVLXO\ oLOC~
σΤΎJμOC.
405. CICERO, De natura deorum
ΠΙ
36, 88-37, 89.
Improhorum igίtur prosperitates secundaeque res redarguunt, ut Diogenes dicehat, vim omnem deorum ac potestatem. Ή ευτυχΙoc, λΟLπόν,
xoct ~ κocλοτυχΙoc των πoνΎJpων ανθρώπων xoct τ~ν εξου
OCνocφουν, κocθως εΙπε ό ΔLογένΎJς, oλΎJ τ~ aύνocμΎJ σΙoc των θεων.
406. TERTULLIANUS, Ad Nationes
ΙΙ
2.
Djogenes consultus, quid in caeJis agatur, numquam, inquit, ascendi. 'Ότocν pωτηθΎJκε ό ΔLογένΎJς τΕ να συμβOCLνεL στον ουρocνό,
oc-
πocνΤΎJσε ΟΤL ποτε aεν εΙχε OCνεβε~. 'Όμοιο OCγνωστικιστικο OCπ6φθεγμα: προσγρOCφει ή πα:ρOC30σΊ) κα:ι στον Σω κρOCτη,
νι
Gnomologjum Vatjcanum 743 n. 489. 39 [= ΔιογένΊ)ζ 443].
Πρβ. κα:ι ΔιογένΊ)ζ Λα:έΡΤΙΟζ
407. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων χιχι' 80Υμάτων συνιχ ΥωΥη νι 39. Άξιούντων Άθηνιχ{ων μυηθηνιχι ιχύτον [sc. ΔΙΟΥένη] χιχι λεΥ6ντων ώς έν ι%80υ προε8ρ{ιχς οί μεμυημένοι τυΥχάνουσι, «ΥελοϊΌν», εφη, «ει Ά Υησ{λιχος μεν χιχι Έπιχμεινών8ιχς έν τi(J βορβ6ριμ 8ιάξουσιν, εύτε λεις 8έ τινες μεμυημένοι έν τιχις μιχχάρων νήσοις εσοντιχι».
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
408
'Όταν
Άθ-ηναϊ:οι ζψουσαν άπο τον Διογέν-η ναι μu-ηθεϊ: σται
OL
μuστ~ρια καΙ του ελεγαν οτι στον "Α8-η
OL
μu-ημένοι εχοuν τ~ν
καλύτερ-η θέσ-η εκεϊ:νος είπε πως θαι 'ταν «γελοϊ:ο ό ΆγησΙλαος
καΙ ό Έπαμεινών8 ας Ι ναι είναι στ~ βpωμεp~ λάσπ-η, ενω xocποιοι άσ~μαντoι που θαι εχοuν μu-ηθεϊ: ναι μένοuν σται ν-ησιαι των ΜακOCΡων».
Βλ. ποιροιπά:νω, Διογένης χ'ljς 3εν είνοιι οΙ
408.
400.
1.
ΕΙνοιι ά:ξιοπρόσεκτο ()τι ~ρωες της
rno-
των μοικε30νικων χρόνων.
lcrxupol
ΠΛΟΠΑΡΧΟΣ, πως δεί τον νέον ποιημάτων άχούειν 4ρ. Πρβ. ΑΡΣΕΝΙΟΣ ρ.
21f.
203, 21-26.
Δεί δέ τφ Διογένει και προς τον ΣοφοΧλέα χρήσασθαι' πολλάς γάρ άνθρώπων μl)ριάδας έμβέβληκεν είς άθl)μΕαν περι' των μ ι) στηρ Εω ν
ταυτα γpάιjιας «ώς τρισ6λβιοι
κείνοι, βροτων, οι' ταυτα δερχθέντες τέλη μ6λωσ' ές ':4ιδοl)' τοίσδε γάρ μ6νοις έχεί
-"εστι, ζην
τοις
δ' α"λ' λοισι
" παντ
" , εχειν κακα».
Διογένης δ' άκούσας τι τοιουτον «τΕ λέγεις;» έφη' «κρεΕττονα μοίραν
έξει
ΠαταικΕων ό κλέπτης ιΧποθανων η
'Επαμεινώνδας δτι με
μύηται;»
Πρέπει ναι ΧΡ-ησLμοποι~σοuμε τον Διογέν-η εναντΙον του Σοφο κλ~' γιατι ό Σoφoκλ~ς εκανε ναι λuπ-ηθουν μUΡιoc8ες ανθρωποι, " Ψε εγρα
tl οταν
"
αuτοuς
,
τοuς
' ! !υσοι
'Τ ρισεuτuχισμενοι στιχοuς:
«
φθocσοuν στον "Α8-η εχοντας 8εϊ: τουτες τις μuστικες τελετές γι
,
,
,
,
αuτοuς μονο
-
,
θ'" ζ" '''λλ οuς u !!λ α θ' α uπαρχ ει ω-η εκει, για τοuς α α
είναι ασχ-ημα».l Άλλαι ό Διογέν-ης, σαιν ιXxoucrE κocτι τέτοιο, εί πε: «Τι; Θαι 'χει καλύτερ-η μοϊ:ρα, οταν πεθocνει, ό ΠαταικΙων, ό κλέφτ-ης, άπο τον Έπαμεινών8α, επει8~ είναι μu-ημένος;»
1. fr. 753 Nauck, ρ. 247.
409
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
409.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Άνθολ6γιον ΠΙ
29, 92.
Ό Διογένης έλεγε" τJ?ν Μή8ειιχν σοφήν, &λλ' ού φιχρμιχκ{διχ γενέσθΙΧι· λιχμβάνουσιχν γαρ μΙΧλιχκούς &νθρώπους κιχι τα σώμιχτιχ διεφθιχρμέ νους υπο τΡυφΎίς Ιν τοίς γυμνιχσίοις κιχι τοίς πυριιχτηρίοις διιχπονεϊΎ
κιχ ι' ίσχυρούς ποιείν σφριγωντιχς όθεν περι' ΙΧύτης ρυηνιχι τJ?ν δ6ξιχν, ,ι
,
Ι
ι,
",/,
ι
οτι τιχ κρειχ εψουσιχ νεους εποιει.
Ό ΔLογένΎJς ~λεγε ()ΤL ~ Μ~SεLOC ~τocν μυocλωμένΎJ γυνocΙκoc κoc~ ()ΤL sεν φocρμocκωσε κocνένocν: ~πocφνε ανθρώπους μocλθocκούς, με
σώμocτoc χocλocσμένoc απο την τρυφΎJλ~ ζω~, κoc!. βocζοντocς τους να. ασΚΎJθoυν στα. γυμνocσΤ~ΡLOC κoc~ στ!.ς πocλOCLστρες τους ~κocνε Sυνocτούς, γεμocτους σφρΙγος βγ~κε, ~τσL, "εκocνε t:' \ ,->ocνoc
,Ανocφέρετocι
Ι
"
νεους τους ocν
rL' ocύτ~ν ~ φ~μΎJ ()ΤL
θ ρωπους Ι ψι ΎJνOνΤOCς
"
το κρεocς τους.
1
στο θocνocτο του ΠελΙoc: σύμφωνoc με το μυθο, ~ M~δειoc επεισε
τις κ6ρες του να τον τεμocχΙσουν κocι να ρίξουν τα μέλη του σε ίtνoc ζεμocτιστ6, δΊjθεν θερocπευτικ6, λουτρ6, μετα το όποιο ό ΠελΙocς, ()πως τους ύποσχέθ'1)κε Τι M~δειoc, θα ξocνocγιν6τocν νέος.
410.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων κιχι δογμάτων συνιχ γωγή νι
38.
TtϊJ ΆσκληπιtϊJ ά:νέθηκε
[sc. Διογένης] πλήκτην, δς τούς Ιπι στ6μιχ
πίπτοντιχς ΙΠΙτΡέχων συνέτΡιβεν.
Ό ΔLογένΎJς ~κocνε αφLέρωμoc στον' ΑσκλΎJΠLΟ ~νocν πocλOCLστ~, ό όΠΟLος ~τρεχε κoc~ χτυπουσε οσους ~πεφτocν μπρoύμΎJΤoc στο θε6. Σ' ίtνocν OCρχocιο νocο μπορουσε να OCφιερώσει κocνείς, έκτος OCπο τα συν~θ'Yj ά:νoc θ~μocτoc, κocι πρ6σωπoc, τα όποιoc θα έκτελουσocν έκει όρισμένες έργocσίες.
411. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων κιχι δογμάτων συνιχ γωγή νι 59. Θιχυμάζοντ6ς τινος τα Ιν Σιχμοθράκ'() ά.νΙΧθήμιχτιχ, έφη [sc. ό Διογέ νης], «πoλλtϊJ αν είη πλείω εί κιχι' οί μή σωθέντες &νετtθεσιxν»· οί δε τουτο Διιχγ6ρου φιχσι' του Μηλίου.
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚιΝΙΚΟΙ
410
Σε κOCποιον που κοιτουσε σαστισμένος τα τOCματα στ~ Σαμο θρOCΚ'η ό ΔιoγένΎJς είπε: «Θα ~σαν πoΛU περισσότερα αν είχαν
αφιερώσει και εκεινοι που ~εν σώθΎJκαν»' άλλοι πOCλι ύπoσΤΎJ
ρίζουν οτι αυτο το εχει πει ό Διαγόρας απο τ~ Μηλο. l Τ ο OCνέκ1>οτο στρέφεται εί1>ικότερα κατα τΊ)ς πίσΤΊ)ς στη θεία πρόνοια. Ή προσγραφη του στον 1>ε1>Ί)λωμένο ά.θεο Διαγόρα OCπο τη ΜΊ)λο (1)εύτερο μισο του 50υ αΙ π.χ.) εΙναι κατανοψή. Ή OCπό1>οσή του και στον ΔωγένΊ), αν 1>εν οφείλεται σε σύγχυσΊ) λόγ({> τΊ)ς όμοιόΤΊ)τας των ονομάτων, 5πως πιστεύουν οΙ Α.
Packmohr, De Diogenis Sinopensis apopthegmatis quaestiones seJectae, σ. 23 και W. Nestle, «Legenden vom Tod der Gottesverl1chter», σ. 259, συν1>έε
ται με την OCπόΡΡΙψΊ) OCπο μέρους το\) ΔωγένΊ) τΊ)ς παρα1>οσιακΊ)ς λαϊκΊ)ς λα τρείας
- ώς μιocς συνήθειας 5πως 5λες οΙ άλλες - και πρέπει να εΙχε συντε 200 μ.χ., OCφου ό ΔωγένΊ)ς Λαέρτως γνωρίζει OCνέκ-
λεστει ~1>Ίj πριν OCπο το
1>οτα πο'; OCπο1>ί1>ονται συγχρόνως στον ΔωγένΊ) και στον Διαγόρα η τον Θεό-
1>ωρο.
412.
1.
Βλ. Κικέρων,
De natura deorum ΠΙ 37, 89.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων και' δογμάτων συνα γωγη νι
63.
Θυόντων τινων τοις θεοις έπι
υι'ον γενέσθαι, εφη
TifJ
[sc.
Διογένης],
«περι δε του ποδαπος έκβ;η ου θ~ετε;»
'Όταν ό ΔιoγένΎJς εί~ε κOCποιους να προσφέρουν θυσία στους θεους για να άπoκτ~σoυν Υιό, τους είπε: «Για το τί λoγ~ς αν θρωπος, ομως, θα γίνει ~εν προσφέρετε θυσία;»
413.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων και' δογμάτων συνα γωγη νι
Θεασάμενός
37.
[sc.
Διογένης] ποτε γυναικα άσχημονέστερον τοις θεοις
προσπίπτουσαν, βουλόμενος αυτης περιελειν την δεισιδαψονίαν, καθά φησι Ζωίλος ό Περγαιος, προσελθων ε[πεν, «ουκ ευλαβfj, (}j γύναι,
μή ποτε θεου όπισθεν έστωτος
-
πάντα γάρ έστιν αυτου πλήρη
άσχημονήσης;»· , Κ αποτε
,
"
'
,
,
'ϊ~' 'θ' που ε.οε μια γυναικα να αγκα λ ια ζ ει τους εους με τρο-
πο απpεπ~, ό ΔιoγένΎJς θέλοντας, καθως λέει ό Ζωίλος ό Περ-
Ρ
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
411
γα~oς, 1 να τ~ς ξεp~ζώσε~ τ~ 8ε~σ~8αψoν[α, τ~ν πλ'ησ[ασε και τ~ς εΙπε: «Δεν φOβασα~, γυνα[κα, μ~πως ασX'ημoφεpθε~ς στο θεο που στέκετα~ π[σω σου, αφου τα πάντα εlνα~ γεμάτα απο αύτ6ν;» ΤΟ OCνέκ30ΤΟ εΊναι εν3ιαφέρον γιατΙ προϋποθέτει μια κpιτικ~ τ'ijς ΠΡοσευχ'ijς σε λατρευτικες OCπεικονίσεις του θείου καΙ OCπ6ΡΡΙψΊ) τ'ijς OCλογΊ)ς ταύτισΊ)ς ε1κ6νας καΙ θείου (βουλόμεΥος αυτης περιελειν την δεισιδαψΟΥ{αν). Χαρακτη
ριστικ~ εΊναι καΙ ~ εν ε'ί3ει παp~3ίoις OCναφορα στο γνωστο OCπ6φθεγμα του Θαλ'ij, πάΥτα πλήρη θεων εΙvαι,
DKl1A22.
1.
Δεν γνωρίζουμε γι' αυτον
τίποτα πέραν αυτης της OCναφορOCς.
414.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων β{ων και' δογμάτων συνα γωγη νι
28.
Πρβ. ΣΤΟΒΑΙΟΣ, 'ΑνθΟλόγιον ΠΙ
ΜΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΎ'Σ, Στρωματε"lς νlI, ιν Έκ{νει δ' αύτον
[sc.
6, 35· 25, 5.
ΚΛΗ
τον Διογένη] και' το θύειν μεν το"lς θεο"lς ύπερ
ύγιε{ας, εν αύτfj δε τfj θυσ{1! κατcΧ της ύγιε{ας δειπνε"lν.
Ένοχλουσαν επ[σΎ)ς τον Δ~oγένΎ) κ~ εκε~νo~ που ενω πρ6σφεραν θυσ[ες ύπερ ύγε[ας στους θεους, απο τ~ν αλλΎ) , κατ α τ~ν 'L8~IΧ τ~ν θυσ[α, εκ αν αν κακο στην ύγε[α τους με το να τρώγουν.
415.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων β{ων και δογμάτων συνα γωγη νι
48.
Λέγοντος δ' αύτιfJ
[sc.
Διογένει] τινος ίσχυρως δεισιδα{μονος, «μι(j
πληγfj την κεφαλήν σου διαρρήξω», «εγω δέ γε», ε[πε, «πταρων εξ
άριστερων τρέμει ν σε ποιήσω».
'Όταν κάποιος πολυ 8ε~σ~8α[μων εΙπε στον Δ~oγένΎ) «θα σου 8ώσω μ~α και θα σου σπάσω τ6 κεφάλ~)), εκε~νoς του απάνΤΎ) σε: «K~ εγω θα φτεpν~στω απο τα αp~στεp&. σου 1 και θα σε κ&. νω να τpέμε~ς)).
1. ΤΟ
φτέρνισμα ΠΟ') ερχ6ταν OCπο τα OCριστερα θεωρείτο πολο) κακος 01ων6ς.
412
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
416.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων και' δογμάτων συνα γωγη νι νΗ, ιν
39. Πρβ. ΚΛΗΜΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕιΣ, Στρωματείς
25, 5 κέ.
Εύνούχου μοχθηρου επιγράψαντος επι η7ν οικείαν «μηδέν εισίτω κα κόν»,
«6
οι)ν κύριος», έφη
[sc. Διογeνης], «τijς οικίας που εΙσeλθ.r;;»
Κάποτε που ~νας άχρειος ευνουχος είχε γpάΨε~ στα σπίτι του «Κανένα κακα να μ~ μπει μέσα», ό ΔωγένΊjς είπε: «Κι ό σπι τoνoΙΚOκίΨΊjς άπα που θα μπει;» «Κοικεντρεχως OCφελη» ΧΟΙΡΟΙΚΤlJρίζει ~ Μ.Ο.
Cyniques et la religion»,
σ.
120,
Goulet-Gaze, «Les premiers
την πoιpoιΤ~PΊJσΊJ του ΔιoγένΊJ της ποιροιπιΧνω
χρείοις.
417.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων και' δογμάτων συνα γωγη νι
50.
Νεογάμου επιγράψαντος επι την οικίαν του Διος παίς καλλίνικος Ήρακλης
6
ενθάδε κατοικεί' μηδέν εισίτω κακόν[ sc. Δ ιογενης, ' ] «μετα"τον , πο'λ εμον η' συμμαχια». ,
" ,Ι, επεγραψε "Ο
ταν
'
καποτε
rl
ενας
Ι
νωπαντρος
,Ι
εγρα
Ψ
ε
ι
πανω
,ι
στο
σπιτι
του:
«Έσω μένει ό γιας του Δία, ό ενσοζος θpιαμβευτ~ς Ήρα κλ~ς», ό ΔΙOγένΊjς εγραψε: «'Ύστερ' άπα ταν π6λεμο ~ συμ μαχία».
418.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων και δογμάτων συνα γωγη νι
61.
Άπο συκης ώπώριζε
[sc. Διογeνης]- του δέ φυλάττοντος ειπόντος,
«αύτόθεν πρώην άνθρωπος &πήγξατο», «εγω οι)ν», φησίν, «αύτην καθαρω».
Ό ΔωγένΊjς μάζευε καρπους άπα μια συκιά. 'Όταν ό φύλακας [του κτ~ματoς] του είπε ΟΤΙ «άπα αυτ~ τ~ συκια κpεμάσΤΊjκε
Ρ
L
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
413
πp~ν απο λΙγο κιχφο κOCποως», ό ΔLογένΊjς του αΠOCνΤΊjσε: «ΏρIχLIχ· έγω λΟLπον θα. τ~ν κlΧθlχρΙσω».
419.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων και' 80γμάτων συνα
γωγη νι
64.
'Εν ι'ερφ 8ειπνων των,
"
[sc.
'1
V
Διογένης ], μεταξύ ρυπαρων άρτων παρατεθέν.1, '1 ,t, 1 \).... ι: "/
αρας αυτους ερριψεν,
ειπων εις ιερον μη αειν ρυπαρον εισιεναι.
ΚOCποτε που ό ΔLογένΊjς ετρωγε σ' ενιχν νιχο εφεριχν ακOCθlΧρτlχ
ψωμLOC,
XL
έκεLνος τα. π-ηρε κlX~ τα. πέτlχξε λέγοντlχς ΟΤL σε
tEpo
μέρος sεν πρέπεL να. μπlχΙνεL ακOCθlΧρτο πρOCγμlχ.
420.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων και' 80γμάτων συνα
γωγη νι 'Ενεκάλει
[sc.
42. Διογένης] τοίς άνθρώποις περι της τύχης, αίτείσθαι
λέγων αυτούς άγαθα τα αυτοίς 8οχουντα και ου τα χατ' άλήθειαν.
Ό ΔLογένΊjς μεμφ6τιχν τους ανθρώπους σχεΤLΚα. με τ~ν τύχΊj, λέγοντlχς ΟΤL ζΊjΤOυν οσιχ νομΙζουν ΟΤL
EIVIXL
421.
ETVIXL
αγιχθα.
XL I)lL
οσιχ
στlΧλ~θεLIΧ.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Άνθολ6γιον ιν 44, 71.
Διογένους περιπεσων
8'
αl5 ησι συμπτώμασιν έλεγεν «εl5 γε, (jj τύ
χη, γη μου άρρένως προέστηχας». 'Εν 8έ τοίς τοιούτοις χαιΡοίς χαι τερετ{ζων άνεχώρει.
του ΔLογένΊj. 'Ότιχν' κOCποτε τον εΙχlχν βρεL απιχνωτα. όΡLσμένlχ ατυχ~μlXτlX, ελεγε: «Εδγε, τύχΊj, που με ύπερlχσπΙζεσlΧL με αν SΡLσμ61» Σε τέΤΟLες πεΡLστocσεLς εφευγε σLγοτρlχγουSώντlχς. Ή λOCΤΡε(oc της θεας Τ ύΧΊjς γνώριζε μεγιχλΊj ανο80 στους έλλψιστικους χρό νους, δπως δμως γριχφει ό ίστορικος της έλλΊjνικΎjς θΡΊjσκε(ocς Μ. Nilsson,
Ge-
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
414
schichte der griechischen
Reιigiοn,τ.
2,
σ.
207,
~ θεότητα. α.ύτ~ ιχποτελεί ~να.
εrilος Uποκα.τάστα.τοu: ~ έiιΡα.ίωσή της στ~ θΡΊ)σκεuτικ~ σφα.ίρα. uποilΊ)λώνει περισσότερο ελλειμμα. ιχλΊ)θινΊjς πίστης πα.ρoc γνήσιο θΡΊ)σκεuτικο α.ΙσθΊ)μα.. ΟΙ φιλοσοφικες σχολες ιχντιilΡουσα.ν σ' α.ύτη τ~ν έξέλιξΊ) και προσπα.θουσα.ν νOC κα.τα.στησοuν τOC ατομα. ιχπρόσβλΊ)τα. στOC χτuπήμα.τα. τΊjς θεOCς με α.ύτΟ το πρίσμα. πρέπει νOC iιουμε κα.ι τη στάσΊ) των
KuVLKWV,
οΙ όποίοι EilELXVΙXV,
1)
ΙΙποκρίνοντα.ν, οτι ~σα.ν έντελως ιχilιάφοΡΟΙ κα.ι ιχπα.θείς ιχπένα.ντί ΤΊ)ς.
422.
ΘΕΜΙΣΤΙΟΣ, Παράφρασις των ύστέρων Άναλυτικων Άριστο τέλους ρ.
'λλλ' .t1. α
56, 30-32.
, Δ' ΙΟΥενης
και
' Σωκρατης.ΛΡ ' 'λ'''' ουν
"ι, μεΥαλ οψυχος και
'"
και ουτοι
8ια το μη ανέχεσθαι ύβριζ6μενοι; ουδαμως, αλλ' οτι κατεφρ6νουν των έκ της τύχης.
ΜεγocλΊj Ψυχ~ δμως είχε XOCL ό ΔΙOγένΊjς XOCL ό ΣωκρOCτης. M~-
,
"
~,~,
, ,
"
πως κι ocυτοι επεΙOΊj σεν ocνεχοντocν νoc τους προσ
β'λ
oc
εις;
Κ
ocθ'0-
λου' &:λλOC έπει~~ περιψρονουσocν δσoc όψε[λοντocν στην τύΧΊj.
423.
[ΔΙΩΝ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ), Λ6ΥΟΙ
ΝΟΣ, Περι' τύχης 18].
LXIV (47) 17-8
[=ΦΑΒΩΡΙ
'
Σωκράτης Υοί]ν έπι' πολλοίς αύτον έμακάριζε και' ΟΤΙ ζψον λΟΥικον καΙ γτι ΆθηναΙΌς. ΔΙΟΥένης δε ό κύων &:Υροίκως και' τέλεον ού πολι
τικως η(Jχει κατα της τύχης, <ώς> πολλιΧ μεν βέλη έφιείσης αύτψ ώς σκοπψ, τυχειν δε μη δυναμένης. Ού φέρω θρασυν6μενον ο(5τω φιλ6σοφον. Μή καταψεύδου της τύχης ου τοξεύει Υάρ σε, γτι ού βούλε ται' θελούσJj δε τjj τύχη πανταχοί] Ρ48ιον. Και' τα μεν σύντονα έκεινα ού λέΥω, τα Λακωνικά, τους δουλεύοντας Πέρσαις και' τον έν Κορίν θφ Διονύσιον καΙ την Σωκράτους καταδίκην και' την Ξενοφωντος φυ
Υήν καΙ τον Φερεκύδους θάνατον και' την ευδαψονίαν τήν Ά ναξιip χου' &:λλ' αύτοί] τούτου τοί] χαλεποί] σκοποί] π6σοις lτυχε τοξεύμα
σιν; ΦυΥάδα σε έποίησεν, είς 'Αθήνας ηΥαΥεν, Άντισθένει προυξένη σεν, είς Κρήτην έπώλησεν.
'Εν ΠOCσΊj περιπτώσει ό ΣωΚΡOCΤΊjC; θεωρουσε τον έocυτ6 του εό-
,
,
τυχισμενο γιoc πο
λλ"
oc
,
"'':;:',ιτocν
πρocγμocτoc: γιoc το οτι
,
"λλ ~ ε ογο ον κocι
f Ι f Ι
Ι""'""
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
415
στι ~ταν ' Αθψαϊ.'ος. Ό ΔωγένΎJς ό Κυνικος απο τ~ν αλλΎJ, αζε στα και όλωσόιόλου χωρις ευγένεια, καταριόταν τ~ν TύXΎJ οη
-:ον εΤχε βάλει στόχο και του ερριχνε πολλα. βέλΎJ χωρις ώστό σο να μπορεί να τον πετύχει. Δεν ανέχομαι να φέρεται ενας φι
λόσοφος ετσι αόιάντροπα. M~ν καταφέρεσαι κατα τ~ς TύXΎJς Ε:πικαλούμενος ανυπόστατα πράγματα: όεν σε χτυπάει με το
τόζο ΤΎJς, E:πειό~ όεν θέλει' σταν θέλει, τ~ς εΤναι ευκολο να σε xτυπ~σει οπου κι ιΧν βρίσκεσαι. Και όεν μεταχειρίζομαι Ε:κεϊ.'νες τις όυνατες λακωνικες Ε:κφράσεις
-
όουλοι των
Περσων,
ό
Δωνύσιος στ~ν Κόρινθο, ~ καταόίΚΎJ του ΣωκpάΤΎJ, ~ Ε:ζορία του Ξενοφώντα, ό θάνατος του ΦεpεκύόΎJ, ~ ευτυχία του ΆνάΙ:
'-,αρχου.
1 'Αλλ'α
-, με
ρωτω:
/
ποσα
β/λ~' ε
ΎJ
/
",
σεν πετυχε αυτο τον
~/
συ-
σκολο στόχο; Σ' εστειλε Ε:ζορία,2 σε π~γε στ~ν Άθ~να, σε εφερε στον ΆντισθένΎJ, σε ποuλΎJσε στ~ν Κόρινθο. ΟΙ
360
λόγοι ΠερΙ τύχης που συμπεριλαμβάνονται στο
corpus
του Δίωνος
Χρυσοστόμου (το παρον ocπόσπασμα ocνήκει στον οεύτερο) εΊναι νόθοι και θεωρουνται εργα του έκλεκτικου φιλοσόφου του 20υ αΙ μ.χ. Φαβωρίνου ocπο
την ΆpελάτΊJ.
1.
τους δουλεύοντας Πέρσαις... την εύδαψονίαν του Άνα
ξάρχου' ocναφέρεται σε χαpαΚτΊJPιστικες περιπτώσεις σκλΊ)ρότψας τ~ς Τύ ΧΊ)ς.
rLoc τον έν ΚορίνθιΡ Διονύσιον βλ. Δίων Χρυσόστομος, Α6ΥΟΙ 37, 19. Ό
Ξενοφών εξορίστηκε έπειo~ συνοεόταν με τον Κύρο, ό όποϊος εΊ.χε ταχθεϊ με το μέρος τ~ς ΣπάΡΤΊ)ς στον ΠελοποννΊ)σιακο Πόλεμο. Ό ΦερεκύΟΊ)ς, για τον όποϊο κάνει λόγο ό Πλούταρχος, ΠελοπΕδας
21, θανα,,:ώθΊ)κε ocπο τους Σπαρ
τιάτες και το οέρμα του φυλασσόταν ocπο τους βασιλείς τ~ς ΣπάΡΤΊ)ς. Ό φι λόσοφος Άνάξαρχος ocπο τα "ΑβΟΊ)ρα (40ς αΙ π.Χ.), ό επιλεγόμενος εύδαι μονιΧ6ς, τ~ς σχoλ~ς του ΔΊ)μοκρίτου, είχε τραγικο τέλος.
2.' Απευθύνεται
ρψορικα στον ΔιογένΊ).
424.
ΠΛΟΥΤ ΑΡΧΟΣ, 'Ότι ούδ' ήδέως ζην εστιν χατ' Έπ[χουρον 22ρ. 1102ί.
Πάντα δε των θεων χατα τον ΔΙΟΥένη, χαι' χοινα τα των φ{λων, χαι'
φtλoι τοίς θεοίς οΙ' άΥαθο{, χαι' τον θεοφιλη μΙ; τι ει} πράττειν η θεοφι λη ψη> εlναι τον σώφρονα χαι δ[χαιον άδύνατόν έστιν.
'Όλα εΤναι των θεων, οπως εΤπε ό ΔιoγένΎJς, κι OL φίλοι τα 'χουν ολα κοινά, κι αγαΠΎJμένoι των θεων εΤναι OL καλοί, κι
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
416
έκείνος που OL θεοι. τον αγοιπουν sεν εΙνΟΙL Suνοιτο να μ~ν εΙνΟΙL ευΤUΧLσμένος, δπως πocλL εΙνΟΙL αΜνοιτον ό μεΤΡ'Yjμένος κοιι. S(ΚΟΙLος &νθρωπος να μ~ν εΙνΟΙL αγΟΙΠ'Yjτος στους θεούς.
425.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων χαί δογμάτων συνα γωγη νι
ΣυνελογΕζετο
37.
[sc.
Διογένης] δε χαί 06τως τών θεών έση πάντα· φΕ
λοι δε οι' σοφοι' τοις θεοίς χοινά δε τά τών φtλων- πάντ' αρα έση' τών σοφών.
'Έκοινε έπ(σ'Yjς ό ΔLογέν'Yjς τον ακ6λοuθο σuλλογLσμ6: Στους θεους ιxv~xouv τα πOCντοι· OL σοφοι. δμως εΙνΟΙL φ(λΟL των θεων XL OL φ(λΟL τα εχοuν δλοι XOLVOC. Έπομένως, τα πOCντοι ιxv~xouv στους σοφούς. Ό
σ.
R. Bracht Branham, «Diogenes' Rhetoric and the Invention of Cyrucism», 459 κέ., πocρocτηρε"ϊ εuστοχoc ΙSτι ό ΔιογέV7Jς 8εν ιΧνocπτύσσει τέτοιους συλ
λογισμους ως σοβocρOC έπιχειp~μocτoc οuτε προσπocθε"ϊ με ocότους νOC μετocπεΙσει κOCποιους που 8ιocφορετικOC 8εν θOC ~σocν 8ιocτεθειμένοι νOC ιΧπ08εχτοuv τOC συμ
περOCσμocτoc των έπιχειΡ7Jμocτωv το>1, ιΧλλOC κocτOC κOCποιον τρόπο πocρω8ε"ϊ τOC ει87J των συλλογισμων που Ikλλοι φιλόσοφοι πocΙρνουν τόσο το"ϊς μεΤΡ7Jτο"ϊς. Ό χocρocκτηρocς της πocρω8ίocς ιΧνoc8υετocι ιΧπο την χocpocκτηpιστικ~ ιΧvτΙθεσ7J ιXvoc
μεσoc στην τυπικ~ ιΧvocπτυζ7J του ιΧπ08εικτικου λόγου κoc! στOC πocρOC80ζoc κυνι κOC συμπερOCσμocτoc που πocρOCγοντocι ιΧπο ocότόνο «τOC έργocλε"ϊoc
Tou
λόγου μετoc
τρέποντocι σε χλευocσμο του ϊ8ιου του συλλογιστικου λόγου», σ7Jμειωvει ό
R.B. Branham,
δ.π., σ.
460.
Στο «συμπέρocσμoc» του ΔιογέV7J (πάντ' &ρα
έση' των σοφων) περικλεΙετocι ocότουσιο το ~θικo 18εω8ες του Κυνισμου: ό κυνικος σοφος εχει περιορίσει τΙς ιΧνOCγκες του στο έλιiχιστo, κoc! κocθως 8εν χρειOCζετocι σχε80ν τίποτoc, ocΙσθOCνετocι ΙSτι ~χει σχε80ν τOC πOCντoc 8ικOC του.
Συλλογίζομocι μιOC φpocσ7J του
Brecht: «In seiner kleinsten Gr{)sse uberstand
der Denkende den Sturm».
426.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων χαι' δογμάτων συνα γωγη νι
72-73.
Πάντα τών σοφών εΙναι λέγων χαι' τοιούτους λ6γους έρωτών
[sc.
Διογένης] οίΌυς ανω προεψήχοψεν- πάντα τών θεών έση· φtλoι δε
-
Ρ ΔΙΟΓΕΝΗΣ
417
τοίς σοφοίς ο[ θεο{- κοινα 8ε τα των φίλων- πάντα &ρα των σοφων. Περι τε του νόμου ()τι χωρι'ς αύτου ούχ ο[όν τε πολιτεύεσθαι· ού γάρ
φησιν &νευ πόλεως οφελός τι εΊναι άστείου· άστείον 8ε ή πόλις νόμου 8ε &νευ πόλεως ού8εν οφελος άστείον &ρα ό νόμος. Εύγενείας 8ε και 8όξας και' τα τοιαυτα πάντα 8ιέπαιζε, προκοσμήματα κακίας εΊναι λέγων- μόνην τε όρθην πολιτείαν εΊναι την εν κόσμφ. 'Έλεγε 8ε και κοινας εΊναι 8είν τας γυναίκας, γάμον μη8ε όνομάζων, άλλα τον πεί σαντα τjj πεισθείσr; συνείναι· κοινους 8ε 8ια τουτο και τους υι'έας. Μη8έν τε &τοπον εΊναι εξ [ερου τι λαβείν η των ζφων τινος γεύ σασθαι.
ΙΌλα, έλεγε ό Διογέν1)ς, ocν~xoυν στους σοφούς, καΙ :χ.ΡΎ)σιμο ποιουσε εν προχεψένω συλλoγ~σμoυς δπως αυτοι. τους όπο[ους
εχουμε άναφέpε~ παραπάνω: 1 τα πάντα άν~xoυν στους θεούς, φ[λo~ δμως των θεων είνα~ οι σοφο[, x~ οι φ[λo~ τα εχουν δλα
xo~νά· έπομένως τα πάντα άν~xoυν στους σοφούς. Σχεταα με τον ν6μο ύπoστ~p~ζε δη χωρι.ς αυτον 3εν είνα~ 3υνατον να ζεΤ
χανει.ς ώς ελεύθερος πολ[τ-ης,2 γ~ατ[, ύπoστ~p~ζε, χωρι.ς συγ-
,
,
'
'λ χροτ-ημεν"Yj πο λ'~' ~τε~α οεν πpoαγετα~ ο πο ~τ~σμενoς πο
'β'ιος λ ~ησμενoς
'ζ ετα~
ταυτ~
"
με
Τ"Yj
β'~Oζ" α 'λλ"α
ο
'λ ' πο ~τε~α
συγχροτ-ημεν"Yj
ώστ6σο χωρι.ς ν6μο ~ πoλ~τε[α αυτ~ είνα~ ενα τ[ποτα· έπομέ
νως: ~ πολ~ησμέν"Yj ζω~ εγxε~τα~ στον ν6μο. Πεp~γελoυσε επ[ σ"Yjς τ~ν ευγεν~x~ xαταγωγ~ χαι. τ~ν ύπ6λ"Yjψ"Yj χαι. τα παp6μo~α
χαραΧΤ"YjΡ[ζοντάς τα 3~αχοσμ"Yjηχα πεp~τυλ[γματα τ-ης χαχ[ας.3 Moνα3α~ σωστ~ πoλ~τε~αx~ συγΧΡ6Τ"Yjσ"Yj είνα~ αυτ~ του σύμ παντος.4 'Έλεγε επ[σ"Yjς δτ~ οι γυναΤχες πpέπε~ να άποτελουν xo~νo χτ-ημα· τον γάμο 3εν τον παρα3εχ6ταν άλλα ελεγε δτ~ το
σωστο είνα~ να άνταμώνε~ ό όπoιoσ3~πoτε με όπo~α3~πoτε γυ να[χα,5 εφ6σον θα ύπάpxε~ ,
~
,
Ι
crUVCX[VEcr"Yj χαι. των Μο· γ~' αυτο χαι. 'Ύ' 'ζ" ιΙ cxv"yjxouv σε't'λ ο ους. 1 ποστ"YjΡ~ ε αχομ"Yj oτ~
"Ι
τα πα~o~α πpεπε~ να
3εν είνα~ 3~6λoυ ατοπο να άφαφεΤ χανει.ς xάτ~ άπο τον ναο ~ να γεύετα~ χάπOLΟ ζωο. 6 Ό R. HOistad, Cynjc Hero κλπ., σ. 139 είκάζει γιΟι το περιεχόμενο οιύτου του ά:ποσπάσμοιτος ιΧπο το 80ζογροιφικο τμ1jμοι της Συναγωγής (§§ 70-73) 5τι πρόκεΙΤΟΙΙΎΙΟι τη σύνοψη μιOCς συστημοιτικ1jς εκθεσης στ~ν όποΙοι περιγράφε7ΧΙ ενχ πολιτειοικο σχε8Ιοισμοι πλοιτωνικου τύπου, κοιι έντοπΙζει κοινΟι σημείοι
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
418 με την Πολιτεία να.
(423e, 44ge κέ.) και τους Ν6μους (739b) του Πλόιτω 1. ΔιογένΊ)ς Λαέρτιος νι 37. 2. Το χωρίο είναι ίlυσεpμ~νευτo: ό Διο
γένΊ)ς Λαέρτιος απoίlίίlει έίιω στον ΔιογένΊ) τη γνώμΊ) ΟΤΙ ό νόμος εΙναι απα
ραίτητη προϋπόθεσΊ) τ'ijς ζω'ijς μέσα: σε μιOC πολιτεία, ένω, οπως γνωρίζουμε, κόιθε σχετικη αναφορOC του κυνικου ΔιογένΊ) είναι απορριπτικη γιOC το νόμο.
Ό H.C. Baldry,
The Unity
οΙ Mankind
in Greek Thought,
σ. 106, θεωρει οτι
ό φιλόσοφος αναφέρεται έίιω σε Ο,ΤΙ είναι σκόπιμο και χp~σιμo γιOC τοuς πολ
λους και οχι σε έκεινο το όποιο είναι σύμφωνο με τη φύσΊ) και σωστο γιOC τον σοφό. Ό
R. Htlistad, πόιλι, Ο.π., σ. 139, πιστεύει ΟΤΙ έίιω το αντικείμενο τ'ijς
συζ ~ΤΊ)σΊ)ς είναι το κρόιτος ως έγγυΊ)της του ίιικαίου και τ'ijς ασφόιλειας των πολιτων, και ΟΤΙ στο πλαίσιο
rxuTo ό ΔιογένΊ)ς φέρεται νOC υποστηρίζει οτι ό - που ίιεν είναι ίιυνOCτον νOC λειτουργει εξω απο μιOC νομικη-συμβατικη κοινότψα αποτελει κόιτι αναγκαιο γιOC το κρόιτος. 3. Ή κυνικη ηθικη
νόμος
αρνειται τις αξίες της παλιίΧς, αριστοκρατικ'ijς καλοκαγαθίας, και αντιτόισσει στην ισχύουσα τόιξΊ) πραγμόιτων με τους συμβατικοuς κανόνες ΤΊ)ς την ανε ξόιρτητη, αuτόνομΊ) προσωπικότητα του κυνικου, τον μαΧΊ)ΤΙΚΟ ατομισμό του.
4. Ό ορος όρθη πολιτεία απαντίΧ συχνOC σε πολιτικOC κείμενα του 40υ Πολιτεία 544a, Πολιηκος 293a, Ζ' Έπιστολη 330e, στον ΆριστοτέλΊ), ΠολιηκιΧ 1279a 18, xoc. ΟΙ περισσότεροι έpευVΊ)τες αΙ, λχ. στον Πλόιτωνα,
συμφωνουν ΟΤΙ το ίιιανόΊ)μα που απoίlίίlεται έίιω στον ΔιογένΊ), πως ίlΊ)λαίlη
μόνΊ) όρθη πολιτεία είναι ή έν
Tif>
Χ6σμιΡ, ίιεν έμπεριέχει την ιίlέα ένος παγ
κόσμιου κρόιτους, τον κοσμοπολιτισμο με τη σύγχρονΊ) σΊ)μασία του ορου, αλλOC έκφρόιζει την ανεξαρτησία του Κυνικου, την ocποίlέσμευσ~ του ocπο κόιθε
τόπο: ό σοφος αισθόινεται ίlεμένιl; μόνο με το σύμπαν, μoναίlικη κατευθυντη ρια αρχη είναι γι'
rxuTov η φύσΊ). 'Ωστόσο ό R. HOistad, Ο.π., σ. 141, σΊ)
μειώνει οτι το πραγματικο νόΊ)μα τ'ijς θεώΡΊ)σΊ)ς του ΔιογένΊ) παραμένει OCδιευκρίνιστο και εικόιζει ΟΤΙ, ένίlεχoμένως, σημαίνει «κόιτι παραπόινω απο
ιΧπλη OCπόΡΡΙψΊ) του Ιστορικου κρόιτους». ΓιOC τον «κοσμοπολιτισμό» του Διο γένΊ] βλ και το μεθεπόμενο απόσπασμα.
5. Σε ο,τι αφορίΧ την ocπόΡΡΙψΊ)
του γόιμου ως κοινωνικου θεσμου το παρόιγγελμα του ΔιογένΊ) OCποτελει πα ραπέρα ocνόιπτυξΊ) ocπόψεων και δΙΧΚΊ)ρύξεων του ΆντισθένΊ]' βλ ΔιογένΊ)ς Λαέρτιος νι
11. Σε ο,τι OCφορίΧ την κοινοκτημοσύνΊ] των γυναικων παραΤΊ]
ρουμε οτι τOC περιθώρια έλευθερίχς ποι.. ocφψε ό κυνικος φιλόσοφος είναι
- σύμφωνα με το κείμενο του ΔιογένΊ) Λαέρτιου - πολυ μεγόιλα ( τον πείσαν τα τfj πεισθείσ71 συνεϊΎαι) σε σύγκρισΊ] με τους περιορισμοuς ποι.. θέτει ό Πλόιτων γιOC τους φιλοσόφους και -:ους φύλακες τ'ijς πολιτείας του (Πολιτεία
449c κΙ Ν6μοι 739b κΙ). Πρέπει ωστόσο νOC λόιβουμε υπ' ΟψΊ] οτι οΙ ocπο φόινσεις των δύο φιλοσόφων ίιεν εΙνχι έν προκειμένω έντελως συγκρίσιμες ίιε ίιομένου οτι ό χαpxκτ~pας των λόγων του ΔιογένΊ) φαίνεται νOC είναι πολι.. γε νικός.
6.' Αφου πxpαΤΊ]P~σOυμε οτι η γενικη τόισΊ] των OCνθρώπων νOC θεω
ρουν τOC ίιικόι τους ~θΊ) και εθιμχ ως τOC καλύτερα ocποτελουσε ocντικείμενο συ
ζ~τησης στην κλασικη Έλλόιδα (χαραΚΤΊ)ριστικο παpόιίlειγμα είναι το χωρίο
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
του Ήρ03ότου, 3.38, 2-4 για τ~ν καύση
1)
419
τ~ βρώση των νεκρων γονέων),
εί.ίλογο είναι να σκεφθουμε ΙSτι ό Διογένης ocπλως συζητουσε σε αύτο το πλαίσιο τέτοια ζητ~ματα χωρις έπιφυλάξεις αλλα με τ~ χαpακτηpιστικ~ κυ νικ~ πιχρρησ[ιχν του.
427.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων ΚιΧΙ δογμάτων συνιΧ γωγη νι
51.
τους ιΧγαθους ανδρας θεων είκ6νας εΙναι.
[Λ6για του Διογένη] Οί &ξιοι &νθρωποι εΙναι όμοιώματα των θεων. ΟΙ λιγοστες αποφάνσεις σχετικα με ΤΟΟς θεοος ραπάνω
- μία απο αύτες είναι 1) πα -, ΟΙ όποΤες απ03ί30νται στον Διογένη (και στον' Αντισθένη), 3εν
έποιρκουν για τη 3ιαμόρφωση σαφέστερης είκόνας σχετικα με τη θρησκευτι κότητα των Κυνικων. Άλλα και ό έξι3ανικευτικος Κυνισμος του 'Ιουλιανου, του 'Επίκτητου, του Δίωνα, του Θεμίστιου έπι3ρουν παραμορφωτικα σε αύ τη τ~ν εΙκόνα. 'Όπως ομως συγκεφαλαιωτικα παρατηρεϊ
1) Μ. Billerbeck, Dje Kyniker jn der modernen Forschung, σ. 26, είναι 3υνατον να ύποστηριχθεϊ, Ι3ίως με βάση τις έργοισίες του J .F. Kindstrand και της Μ.-Ο. Goulet-Caze,
οτι 1) στάση των αρχαίων Κυνικων απέναντι στ~ θρησκεία ~ταν κατα βάση αγνωστικιστικ~ καΙ οτι 1) κpιτικ~ τ~ς παpα30σιακ~ς λαϊκ~ς λοιτρείας καΙ εύ σέβειας αποτελουσε συστατικο στοιχεϊο του αγώνα τους κατα της ακρισίοις, της ύπεροψίας καΙ τ~ς ύποκρισίας.
428. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων και δογμάτων συνιΧ γωγη νι 63. Έρωτηθεις [sc. 6 Διογένης] π6θεν εi:η, «κοσμοπολΕτης», έφη.
Σαν ρώησαν τον Διογένη απο που ~ταν απάντησε πως ~ταν «πολίτης του Χ6σμου».
Δεν μπορουμε να ε'ίμαστε βέβοιιοι οτι ό Διογένης χαpακτ~pιζε τον έοιυτό του ώς πολίτη του κόσμου, μόλο ποο κάτι τέτοιο είναι πιο πιθοινο για οιύτον απ' δτι για τον Σωκράτη, στον όποίο ό Κικέρων, TuscuJanae djsputatjones V 35, ό Πλούταρχος, Περι φυΥης 5 κοιΙ ό 'Επίκτητος, ΔΙΙΧτΡιβαι' Ι 9, 1 απο3ί30υν
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
420
ενιχν τέτοιο ΧIΧΡIΧΚΤΊ)ρισμ6. Ή λ. κοσμοπολ{της εΙνlχι σπόινιιχ κιχί, με μονlχl)ι
κ~ έξlΧίρεσΊ) το πιχριχπόινω χωρίο του ΔιογένΊ) ΛIΧέρτιου, Ι)εν εχει ΧΡΊ)σιμο ΠΟΙΊ)θεί ocπο "Ελλψιχ συγγρlχφέIΧ πριν ocπο τον έξελλΊ)νισμένο 'Iουl)lΧίο Φίλω νιχ, Ο οποίος γρόιφει στην κlXμ~ τών χιλιετιών πριν κιχι μετα τον Χριστο (περίπου
30 π.Χ. - 45 μ.χ.). Με την ocπόινΤΊ)σ~ του οτι εΙνlχι κοσμοπολ{της ο
ΔιογένΊ)ς προχωρόιει ενιχ βημιχ πιο πέρlχ ocπο τον ΆντισθένΊ), του οποίου ~ όιpνψιχ~ θέσΊ) OCπένlχντι στο Ιστορικα l)εl)ομένο κρόιτος Ι)εν όφειλ6τιχν σε έθνι
κο περιορισμο ocλλOC στο οτι οΙ ν6μοι του κρόιτους Ι\εν OCνlχγνώριζlχν τ~ν OCξίlΧ της όιρετης. Ό «κοσμοπολιτισμ6ς» του ΔιογένΊ) Ι\εν εχει κlχμίlΧ σχέσΊ) με το ένl\ιlχφέρον του πολυτlχξιl\εμένου OCνθρώπου για τους OCλλους πολιτισμους (οπως συμβlΧίνει με τον Ήρ6I\οτο): ο Κυνικος εχει τώριχ ocποl)εσμευθεί OCπο κόιθε συγκεκριμένο τ6πο κιχι του εΙνlχι ocl\ιόιφΟΡΊ) κόιθε ΠlΧτΡίl)lχ. Ό σοφος ιχί σθόινετιχι l)εμένος μ6νο με τ~ φύσΊ), μ6νο με το σύμπιχν.
ΑΡΣΕΝΙΟΣ ρ.
429.
Ό αύτος
[sc.
209, 26-28.
Διογένης] έρωτηθε[ς, πως &ν ης πολιτεύηται έπι'έξου
σ[C!, έφη, καθiπεΡ έν πυρ{- μήτε λ[αν έγγυς ε{ναι, Ε'να μη κατακα,η,
μήτε π6ρρω, (να μη ριγώσ71'
ΣOCν ρώτ-ησocν τον ΔLογένΎJ ΠΟLά στάσΎJ νOC κρocτoc κocνεLς ocπέ\
,~
Ι
,
,
νocνη σΤΎJν ε",ουσLOC ocπocνΤΎJσε:«
('0 ΠΟLOC XOCL' ocπενocνΤL , ,
,
σΤΎJ φω-
ηά: νOC μ~ στέκεΤOCL ουτε 'πολυ κοντά, rLOC νOC μ~ν κocε'L, ουτε πο λ υ μOCΚΡLOC, '
Ι"
rLOC
\
~
,
νoc μ ΎJν ",επocγLocσεL».
Ό ΣτοβlΧίος, 'Α νθολόΥιον ιν 4, 28 κιχι το
Gnomologium Vaticanum 743 n. 8
προσγρόιφουν ΙΧΙJΤΟ το OCπ6φθεγμιχ στον ΆντισθένΊ)' βλ. ΆντισθένΊ)ς
430.
77.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων και δογμiτων συνα γωγη νι
'Ερωτηθει'ς
[sc.
50. Διογένης] ποτε ύπο
κος είς dvJpIiVTιX, έφη, «άφ'
0/5
Tupivvou
ποΊος εi'η άμεΕνων χαλ
Άρμ6διος και' 'ΑριστογεΕτων έχαλ
κεύθησαν».
'Ότocν κάποτε pώΤΎJσε ενocς τύρocννος τον ΔLογένΎJ ΠΟL6 ειaος :χ.ocλκου εΙνOCL το ΠLΟ κocτάλλΎJλo
rLOC
ocνaΡLάντoc, εκε'Lνος ocπάντη
σε: «Αύτο απο το όπο'Lο σφυpΎJλocτ~θΎJΚocν ό ΆΡμ6aLος κocι ό
,ΑΡLστογε[των».
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
421
Ποιρόμοιο ά:πόφθεγμοι ά:πο8ί8ει ό Πλοότοιρχος, πως ιΧν τις Οιιχκρ!νειε τον κ6λακα του φ!λου ρεϊ' ό Κ.ν. Frίtz,
27
ρ.
68a
στον Άντιφωντοι. Άνεκ80ΤΟΙ 8πως οιυτό, ποιροιτη
Quellenuntersuchungen κλπ., σ. 34, οφείλουν την πρoέλευσ~
τους στην έπιθυμίοι του συγγροιφέοι νOC 8ιοιμορφώσει λογοτεχνικότεροι το κεί
μενό του ά:νΤL νOC ά:ρκεσθεϊ στην κοιτοιγροιφ-η άπλως της γνώμ"Υ)ς του φιλοσό
φου' 8εν εχε,\ετσι, Π,ολυ νό"Y)~oι, ν~ ά:νοιρωΤΙ,όμοιστε, ποιός μπορεϊ νOC ~τoιν ό τόροιννος που εκοινε Τ"Υ) σχεΤΙΚ"Υ) ερωτησ"Υ) στον Διογεν"Υ).
431.
ΠΛΟΠ ΑΡΧΟΣ, Εί πρεσβυτέριι> πολιτευτέον
1
ρ.
783d.
Ού γαρ ή τυραννΕς, ώς τις εΙπε ΔιονυσΕιι>, χαλον εντάφιο ν, &λλ' εχεΕ
νιι> γε η7ν μοναρχΕαν μετα της &8ιχΕας τ6 γε μη παύσασθαι συμφοραν τελεωτέραν εποΕησε. Και' χαλως Διογένης ύστερον εν ΚορΕνθιι> τον υίον αύτου θεασάμενος ί8ιώτην εχ τυράννου γεγενημένον «ώς &να
ξΕως», έφη, «σεαυτου, Διονύσιε, πράττεις- ού γαρ ενταυθά σε μεθ' ήμων έ8ει ζην ελευθέρως χαι &δεως, &λλ' εχε, το,ς τυραννεΕοις εγχα τιι>χοδομημένον ώσπερ ό πατ-1;ρ α.χρι γήρως εγχαταβιωσαι».
Γ~ατι ~ ocλ~θε~α εlνα~ ΙSτ~ ~ τυραννιaα, ΙSπως εΙπε κιiπo~oς στον ' '1" "β 'λλ" Δ ιονυσιο, σεν είνα~ ΤΨΎjμενO σα ανο α α, αντ~ θ'ετως, σΤΎj''Ι'' σαΎj ι
(
του περ~πτωσΎj Ύj
,
,
εΠΨOνΎj
του σ
"
\'1
αυτην
,
'"
εκανε την γεμαΤΎj
απο
&a~XLIΧ μοναρχΙα του &κόμΎj π~o όλOκλΎjρωμένΎj συμφoριi. Και πoΛU σωστα επε~τα ό Δ~OγένΎjς στην Kόρ~νθo, ΙSταν ειaε τον γ~ό του να εlνα~ OCπο τύραννος άπλος π~α La~ώΤΎjς, του εΙπε: «Πόσο ' λ ~γo,
-
,
,
,
, ,
Δ' 'ξ'ζ' ιoνυσ~ε, σου α ~ ε~ Ύj τωρ~νΎj καταστασΎj σου. Γ' ~ατ~ εσυ
aEV επρεπε να ζεΤς έaω μαζΙ μας έλεύθερα και χωρις φόβο, OCλ λα να περνας τ~ ζω~ σου κλε~σμένoς έκεΤ στο παλιiτ~ του τυ pιiννoυ &ς τα γεριiματιi σου, ΙSπως ό πατέρας σου»). ΣχετικOC με τον Διογέν"Υ) ΚΟΙL τον Διονόσιο βλ Διογέν"Υ)ς 75 ΚΟΙL 76.
432. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων χαι δογμάτων σ~να γωγη νι 63. Πρβ. ΕΥΔΟΚΙΑ, 'Ιωνια 332 ρ. 245, 5-7. 'Έρωτη θεις ' [sc. Δ ιογενης / ] τι/ αυτιι> , - περιγεγονεν / , φιλ οσοφιας, / " εχ εφη,
«χαι εί μηδεν α.λλο, το γουν προς πασαν τύχην παρεσχευάσθαι».
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚιΝΙΚΟΙ
422
Σαν ρώτησαν τον ΔΙOγένΎj ποι6 ~ταν το κέρδος του άπο τ~ν φι λοσοφtα άπάνΤΎjσε: «''Αν αχι τtποτε α.λλο, το ΟΤΙ είμαι προετοι
μασμένος για ότιδ~πoτε φέρει ~ τUΧΎj». Πρβ. OCντίστοιχες ocπαντ~σεις του Άντισθέν-η, έμΙΧ1Jτi(J όμιλε/ν, ΔιογένΊ)ς Λαέρτιος ΥΙ
6 [= ΆντισθένΊ)ς 1121 καΙ του Κράτη, θέρμων 44, 2-4 [ = Κράτης 113].
τε χο/νιξ κιχι τα
μηδενας μέλλει ν, Τέλης ρ.
433. GNOMOLOGIUM VATICANUM 743 n. 182. Ό αύτος
[sc.
Διογένης] έρωτηθει'ς ύπο Άριστίππου τί ιxCT
γένετο έκ φιλοσοφίας εlπε' «το πλουτεϊ'ν μηδε,6βολον εχ ο ντα».
'Όταν pωτ~θΎjκε ό ΔΙOγένΎjς άπο τον' ΑΡtσηππο πω6 ~ταν το αφελ6ς του άπο τ~ φιλοσοφtα, εκείνος είπε: «'Όη είμαι πλοu σLOς χωρις να εχω εστω εναν Οβολ6».
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' δογμάτων συνα-
434.
γωγη νι
65.
ι
Προς τον είπ6ντα «άνεπιτήδει6ς είμι προς φιλοσοφίαν», «τί οδν», εφη
[sc.
Διογένης], «(ης, εί του καλως ζην μη μέλει σοι;»
Σε κάΠΟLOν που εΙπε «ΕΙμαι άκατάλλΎjλOς για τ~ φιλοσοφtα»,
ό ΔLOγένΎjς παpατ~pΎjσε: «Τ6τε λοιπον γιατι ζείς, άφου δεν σε μέλει να ζείς αμορφα». Βλ. καΙ παραπάνω, ΔιογένΊ)ς
435.
380.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Άνθολ6γιον πι 33, 14.
Διογένης προς τον φιλ6σοφον εlναι φήσαντα, έρωτωντα δε έριστικως «κακ6δαιμον», εφη, «το βέλτιστον των έν μαιν6μενος
T
λ6γιΡ φιλοσοφειν φnς».
T
βίιΡ του φιλοσ6φου λυ
Γ
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
ι
423
Σε κάποιον που ελεγε πως ~ταν φιλόσοφος αλλα εκανε συνε χως ερισηκες εpωτ~σεις ό ΔιογένΊ)ς εΙπε: «'Άθλιε! Καμώνεσαι πως εΙσαι φιλόσοφος, με τα λόγια σου δμως καταστρέφεις δ,η πιο ώραιΌ υπάρχει στ~ ζω~ του φιλοσόφου».
436.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων β[ων χαι δογμάτων συνα
γωγη νι
64.
Προς τον ειπόντα «ούδεν εΙδως φιλοσοφεΊς», έφη
[sc.
Διογένης], «ει
χαι' προσποιουμαι σοφ[αν, χαι τουτο φιλοσοφεΊν έστι».
'Όταν κάποιος εΙπε στον ΔιογένΊ) «Λες φιλοσοφ[ες χωρ1.ς να εχεις Ιοέα», εκεινος απάνΤΊ)σε:
«' ΑκόμΊ)
κι αν προσποιουμαι
πως εΙμαι σοφός, εΙναι κι αυτο φιλοσοφ[α».
437. GNOMOT,OGIUM VATICANUM 743 n. 174. Ό αύτος
[sc.
Διογένης] cΧxoύσας ύπό τινος στι «ούχ ων φιλόσοφος
προσποιij εΖΎαι», εtπε' «χατα τουτο γουν χρε[ττων σου ειμ[, τό γε βούλεσθαι».
'Ότα.ν κάποιος εΙπε στον ΔιογένΊ) δη «παριστάνεις πως εΙσαι φιλόσοφος, ενω οεν εΙσαι», εκεινος απάνΤΊ)σε: «Ώς προς τουτο
εΙμαι καλUτεpός σου: ώς προς το δη θέλω να εΙμαι φιλό σοφος».
438. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων β[ων χα[ δογμάτων συνα γωγ7; νι
56. Πρβ. MAΞI~,ωΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ νιιι 27.
'Ερωτηθεις [sc. Διογένης] δια τ[ προσα[ταις μεν έπιδιδόασι, φιλοσό φοις δε ου, έφη, «ση χωλοι' μεν χα ι' τυφλοι γενέσθαι έλπ[ζουσι, φιλο σοφησαι δ' ούδέποτε».
'Όταν ρώΤΊ)σαν τον ΔιογένΊ) γιατ1. οΙ ανθρωποι ο[νουν στους ζΊ)τιάνους ενω στους φιλοσόφους οεν ο[νουν, εκεινος απάνΤΊ)σε:
οι ΑΡΧΑΙΟΙ Κ,ΝΙΚΟΙ
424
«Γ~ατι σκέΠΤOντα~ oτ~ μπορεί κ~ οΙ 'ca~O~ να γίνουν κουτσοι και τυφλοί, φ~λ6σoφo~ ομως ποτέ».
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων β[ων κιχι' δογμάτων συνιχ
439.
γωγη νι
36.
'Ήθελέ ης πιχρ' ιxJT4J
ΔιογένειJ φιλοσοφειψ ό δε οι' σιχπέρδην
[sc.
δους έκέλευσεν ιΧκολουθεΙν.
Ώς δ' ύπ' ΙΧίδους μψιχς ιΧπηλθε, μετά
χρόνον ύπιχντήσιχς ιxJT4J κιχι' γελάσιχς λέγει, «την σην κιχ ι' έμην φιλ{ιχν
σιχπέρδης διέλυσε». Διοκλης δ' ο(Jτως ιΧνιχγράφει. Είπόντος ηνος ιχύ
T4J,
«έπ{τιχττε ήμιν, Διόγενες», ιΧπιχγιχγων ιχύτον ήμιωβολΕου τυρον
έδ{δου φέρει ψ ιΧρνησιχμένου δέ, «την σήν», εφη, «κιχι' έμην φιλ{ιχν ήμιωβολΕου τυρΕδιον διΙΧλέλυκε».
Κocποιος ~θελε να a~aαχθεί φ~λoσoφία απο τον Δ~oγέν'Y). Ό Δ~oγέν'Y)ς τ6τε του εaωσε μ~α ρέγγα και του ζ~Τ'Y)σε να τον
,
ακο λ ου θ' 'Y)σε~.
'Ε.... κε~νoς
,
τοτε
"
απο
'" Τ'Υ)ν
ντροπ'Υ)
πετα ξ ε
κ~
"
εφυγε.
'Όταν ϋστερα άπο καφο ό Δ~oγέν'Y)ς τον συνocνΤ'Υ)σε, του είπε
γελώντας: «T~ φ~λία άνocμεσα σ' εσένα και σ' εμένα τ~ν χocλα-
\,
σε μ~α ρεγγα».
'Ο Δ
λ..
't.
,
,
..
,t.
,(
ιοκ 'Υ)ς ωστοσο αφ'Y)γε~τα~ Τ'Υ)ν ~στop~α ως
έξ~ς: 'Όταν κocποιος είπε στον Διογέν'Υ), «'Όp~σε, Διογέν'Υ), τί
να κocνουμε», εκείνος π~pε και του εaωσε να κpατ~σε~ ενα κομ μocτ~ τυρι άξίας μ~σoυ Οβολου· κ~ επε~a~ εκείνος άpν~θψε, ό
Διογέν'Υ)ς του είπε: «T~ φ~λία μας τ~ν a~έλυσε λίγο τυρι μ~σoυ Οβολοϋ».
440.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων β{ων κιχι δογμάτων συνιχ γωγη νι
103.
Άρέσκει οδν ΙΧύτοις
[sc.
τοις ΚυνικοιςJ τον λογικον κιχι' τον φυσικον
τόπον πεΡΙΙΧιΡειν, έμφερως ΆρΕστωνι
T4J ΧΕιρ, μόνιρ δε προσέχειν T4J
ήθικ4J. Κιχι' όπερ ηνες έπι Σωκράτους, τουτο Διοκλης έπι Διογένους χνιχγράφει, τουτον φάσκων λέγειν, «δει ζητειν ότη τοι έν μεγάροισι κιχκον τ' ιΧγΙΧθόν τε τέτυκτιχι».
Ρ ΔΙΟΓΕΝΗΣ
425
Ο[ ΚuνLΚΟΙ στρέφοuν το ένaιocφέΡον τοuς μόνο στ~ν ~θική, ενω &.όιocφορουν έντελως για τ~ λOγLΚ~ κocι τ~ φuσικ~ - οπως ό
'Αρίστων άπο τ~ Χίο. 1 Κι ocυτο που όρισμένοι άποaίaοuν στον ΣωκpάΤΎj, ό Διoκλ~ς2 το σuνaέει με τον ΔΙOγένΎj, άνocφέροντocς
'"
\
"
') \ ιι "λ ι \ 'ζ 'ζ γι , ocuτον οη ε εγε πως «πρεπει νoc ε",ετoc ει κocνεις ο, τι κoc λ'ο Ύj
κocκο μες στο πocλάτι τοu ~χει γίνει».3 ΤΟ χωρίο ocυτο τοσ ΔιογένΊ) Λocέρτιου εΙνocι σΊ)μocντιχο γιocτί, όπως σΊ)μειώνει
ό G. Rudberg, «lum Diogenes-TypuS», σ. 135, «οείχνει ότι ~OΊ) ή Άρχocιότη -;oc εΙχε ΠOCΡOCΤΊ)ρήσει ότι ό ΔιογένΊ)ς χocι οΙ οπocοοί του εΙχocν χocτocπιocστεϊ: με τα έρωτημocτoc της Ψυχ~ς, τις OCνOCγχες χocι τις προσπOCθειές της». Ό Διογέ νΊ)ς οεν αγνοει χocι οεν υποτιμίΧ θεωρψιχα τον φυσιχο χόσμο, ανocγνωρίζει ομως σ' ocυτον πoΛU μιχρότερΊ) αξίoc για το στοχocσμο χocι τη ζω~ απ' ότι τοσ απέοιοocν οΙ ·Ιωνες φιλόσοφοι, ό ΠλOCτων, ό ΆριστοτέλΊ)ς, ή ΣτοOC, ό Νεο πλocτωνισμός. Για τον ΔιογένΊ) ένοιocφέρον εχει πρωτίστως ή γνώσΊ) που εΙ νocιουνocτον να αξιολογΊ)θει απο 'ήθιχ~ OCΠΟψΊ).
ocΙ π.Χ., fr. 354 π.χ.).
441.
SVF Ι ρ. 80. 3. Ό8ύσσειιχ 0392.
1. Περιπocτητιχος τοσ 30υ 2. Διoχλ~ς απο τ~ ΜocγνΊ)σίoc (10ς ocΙ
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων χαι δογμάτων συνα γωγη νι
ΠεριαιΡουσι
104.
[sc.
ο[ Κυνικοη δε χαι' γεωμετρ{αν χαι' μουσικην και πάν
τα Τ<Χ τοιαυτα. Ό γουν Διογένης προς τον έπιδειχνύντα αύτι;3 ώρο σκοπειΌν
«χρ ήσιμο ν»,
εφη,
«το
εργον
προς
το
μη
ύστερησαι
δε{πνου».
Ο[ ΚuνLΚΟΙ άπορρίπτοuν έπίσΎjς τ~ γεωμετρίoc κocι τ~ μοuσLΚ~ ΚocΙ ολoc τα πocρόμοιoc. 'Έτσι ό ΔΙOγένΎjς είπε σε κάποιον που του ~όειξε ~νoc +Ιλιocκο ρολόι: «Χρήσιμο πράγμoc για να μ~ν άρ γει κocνεις να πάει για φocγψό».
442. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων β{ων χαι' δογμάτων συνα γωγη νι
73.
1ιΙ0υσικης τε και' γεωμετΡικης και' άστρολογ{ας και των τοιούτων άμελεϊν, ώς άχρήστων και ούχ άναγκα{ων.
426
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟ!
ι (Γ νωμΊ)
-
του
Δ
ι
)
ιογενΊ).
Γ
\
\
ια ΤΊ)
Ι
μουσΙΚΊ),
\
ΤΊ)
Ι
\
\
γεωμετρια και ΤΊ)ν
αστρονομία μπορει κανεις νOC αaιαφΟΡει, γιατι είναι πράγματα
αΧΡΊ)στα και όχι απαραίτψα. 'Ό,τι ισχύει γιOC την ερευνoc τ~ς φύσΊJς (βλ πocρocπOCνω, ΔιoγένΊJς
440)
ισχύει
έπίσΊJς γιOC δλες τΙς τέχνες χocΙ τΙς έπιστημες, οΙ όποιες 3εν εχουν ώς πρώτι στο στόχο τους τ~ν -ηθιχ~ βελτίωσΊJ του ιΧτόμου. Πρβ. χocΙ Δίων Χρυσόστο μος, Λ6γοι Χ(9)2 χocΙ Λουχιocνός, Νεκρικοι' 8ιάλογοι
443. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, γωγη νι 39.
11, 1.
Φιλοσόφων βίων κlΧl 80γμάτων συνlΧ
Προς τον λέγoντlΧ περΙ των μετεώρων, «ΠOσΤIΧΙOς», έφη
[sc.
Διογέ
νης], «πάρει άπο του ο υplΧνO υ».
Σε κάποιον ό όποιος μιλοuσε γιOC τOC ουράνια σώματα ό Διογέ νΊ)ς είπε: «Π6σες μέρες είναι που εχεις ελθει απο τον ουραν6;»
444.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, 'ΕκλΟ γlΧι'
11 1, 23.
Διογένους άστρολόγου 8έ τινo~ κlΧτ' άγοραν έπι8εικνύντος εν τινι πι νlΧκίCΡ κlΧτlΧγpάφOυς τους άστέplΧς, κlΧι' φά:σκοντος στι
ol5Toi είσιν .01'
πλlΧνώμενOΙ των άστέρων, έΠIΧΚOύσlΧς, «μη ψεύ8ου», εΙπεν, «(}j έΤIΧI
ρε' ου γαρ ol5Toi είσιν οι' πλlΧνώμενOΙ, άλλα oI5Tot», 8είξlΧς lχυτ4! τους πlΧplΧκlΧθεζOμένoυς.
'Όταν κάποτε στ~ν αγορOC ενας αστρον6μος εaειχνε τOC αστρα
χαραγμένα επάνω σε μιOC πλάκα και ελεγε ποιά απο αυτoc πλα νωνται, ό ΔιογένΊ)ς, μ6λις τον ακουσε, είπε: «M~ λες ψέμματα, φίλε' aEV πλανωνται αυτoc αλλOC τοuτοι εaω», και τοu εaειξε δσους κάθονταν εκει aίπλα.
445.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Έκλογαι
11 31, 118.
Γεωμέτρης τις τον Διογένην άΠIΧί8ευτoν ΚIΧΙ' άμlΧθη έκάλει' ό 8έ «συγγίγνωσκέ μοι», έφη, «μη μlΧθόντι έ8t8IΧξε».
& μη8έ
Χείρων τον 'ΑχιλλέIχ
Ρ 427
ΔΙΟΙΈΝΗΣ
Κ&ποως γεωμέΤΡ'Yjς OCποκα.λουσε τον Δ~oγένΊ') άμ6ρφωτο κα.ι OCδα.~· «συμπ&θα. με», του είπε τ6τε εκείνος, «που δεν εμα.θα. 6,τ~ δεν δΙδα.ξε οί)τε ό ΧεΙρων στον Άχ~λλέα.».
446.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων β[ων και 80γμάτων συνα γωγη νι
27-28.
Τούς τε γραμματικους έθαύμαζε σέως κακα ιΧναζητουντας, τα
8'
[sc.
Διογένης] τιχ μέν του Ό8υσ
ί8ια ιΧγνοο υντας. Και μην και τους
μουσικους τας μέν έν τn λύp~ χορ8ας άρμόττεσθαι, ιΧνάρμοστα
8'
έχειν της ψυχης τιΧ ήθη· τους μαθηματικους ιΧποβλέπειν μέν προς τον ήλιον και' την σελήνην, τα
8'
έν ποσι' πριΧγματα παpopίi.ν.
(ο ΔιογένΎ1ς άπορουσε με τους έρμΎ)νευτες οί δποίοι άνΙχνευα.ν
τoc σφ&λμα.τα. του 'Οδυσσέα., ενω τoc δLΚ& τους τoc OCγνοουσα.ν. ΈπΙσ'Yjς με τους μoυσ~κoυς ΟΙ όπoίo~ κουρδΙζουν τις χορδες στ~ ' ,..... \ Ψ' ,~, λυρα., ενω Τ'Yjν υχΊ') τους Τ'Yjν α.φ'Yjνουν πα.Ρα.ΧΟΡΟ'Yj· κα.~ με τους
'"
μα.
" θ'Yjμα.τικους
"
\
"
που εχουν στρα.μμενο το
βλ'εμμα.
,
, 'Y"λ j ~o
τους στον
κα.Ι το φεγγ&p~, ενω τoc πρ&γμα.τα. που είνα.~ μπροστOC στOC π6δ~α. τους τOC πα.ρα.βλέπουν. Βλ. πα.ρα.πOCνω τoc OCποσπOCσμα.τα.
440 χα.Ι 442. Με το τιΧ τοι; Ό3ΙJσσέως κιχ
κιΧ ιΧνιχζητοuντιχς ύποδηλώνοντα.ι ~ λόγια. πολυμOCθεια. χα.ι ~ είδιx~ γνώση που OCπορρ[πτοντα.ι, έπειδ~
- 8πως χα.ι οΙ ΙΧ.λλες επιστ'ijμες χα.ι τέχνες -
δεν
εχουν ώς πρώτιστο στόχο τους νOC βελτιώνουν ~θιxoc το άτομο χα.ι νOC το όδη γοϋν στ~ν πρOCζη την σύμφωνη με την OCρετη. Ό Μ.
Guggenheim, «Studien zu Platons Idealstaat. Kynismus und Platonismus», σ. 537, πα.ρα.χολουθεί όρι σμένες ocπηχ~σεις α.ύτοϋ τοϋ OCποσπOCσμα.τος σε λα.τ[νους συγγρα.φείς (Σενέ κα.ς, Λα.χτOCντιος).
447. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων β[ων και' 80γμάτων συνα γωγη νι
24. Πρβ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡιΣΟΣΤΟΜΟΣ, Προς τους
πολεμουντας τοις έπι το μονάζειν ένάγουσιν πι
12.
'Έλεγε [sc. Διογένης] 8έ και ώς γταν μέν t871 κυβερνήτοις έν τΙ;> β{ιΡ και' ίατΡους και' φιλοσόφους, συνετώτοιτον εlναι των ζ~ων νομ{ζειν
428
οι λΡΧλΙΟI ΚΥΝΙΚΟΙ
τον riνθρωπον' οταν δε πάλιν όνειΡοχριτας χαι' μάντεις χαι' τους προ σέχοντας τούτοις Ύ} τους επι' δόξ;η χαι πλούΤ4> πεφυσημένους, ούδεν ματαιότερον νομιζειν άνθρώπου.
'Έλεγε αx6μΊJ ό ΔιoγένΊJς πως οταν τύχει να συναντrισει στη ζωrι του χυβερν-ητες πλοΙων, γιατρούς, φιλοσ6φους εχει τ~ν έν τύπωσΊJ οτι ό ανθρωπος είναι το πιο γνωστιχο απ' ολα τα πλά σματα' οταν ομως πάλι συναντα όνεφοχρΙτες χαL μάνΤΊJSες, χι ανθρώπους που SΙνουν σrιμασΙα σ' αυτους ~ έπΙσΊJς αυτους που φουσκώνουν γ~α το κα.λΟ Όνομα ~ τον πλουτο τους, π~στεύει πως τΙποτα SEV είναι πιο χούφιο απο τον ανθρωπο.
448.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, 'ΕΧλο γαι'
Ό αύτος
[sc.
11 31, 75.
Διογένης] ερωτηθει'ς τι ή γη βαρύτερον βαστάζει, έφη'
«riνθρωπον άπαΙδευτον».
Σαν ρώΤΊJσαν τον ΔιoγένΊJ ποι6 είναι το πιο βαρυ πράγμα απ' οσα σΊJxώνει ~ γ-η απάντφε: «'Ο αμ6ρφωτος α.νθρωπος!»
"Ο πως
συμ
β ocινει Ι XOCL
'" με
~ 'λ οιπο Ι,ocνεχοοτο '" λ ογιχο"λ' υ ιχο
το υπο
,
"Δ ιογενΎ) '
γιoc τον
ετσι xoct ocύτο ΠΟ'J ανocφέρετocι στον ΔιογένΎ) ώς 3όισχocλο πocρουσιόιζει τις 'ί3ιες 3υσχολίες σχετιχα με τΤιν ίστoριχότYjτoc των αντλουμένων πληροφοριων,
τη στocθερότητoc τ~ς σύν3εσ~ς τους με τον φιλόσοφο xoct την ανίχνευση των ΠΎ)γων. Βέβocιο ElvocL, πόιν.ως, ΟΤΙ ό ΔιογένΎ)ς 3εν fιτocν aόισχocλoς με τ+. σχο λocστιχr.-συμβocτιχ+. σΊ)μocσίoc τ~ς λέξΎ)ς, ένω τα σΎ)μocντιχότερoc μοτίβoc σε ocύτο το ύλιχο ElvocL ό ένθουσιocσμος για την πocι3είoc xoct τ+. μόρφωσΊ) - λίγο ως πoΛU στο πλocίσιο των αρχων τοσ Κυνισμοσ -
xoct 1) περιφρόνΎ)ση για τον
tX3oc+. xoct τον αμόρφωτο.
449.
ΜΑΞΙΜΟΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ
XLIV 15.
Διογένης τους εύειδεις χαι' άπαιδεύτους όμοιους έφη εΊναι άλαβά στροις έχουσιν γξος.
ΔιoγένΊJζ' τους ομορφους αλλtX αμ6ρφωτους ανθρώπους τους παρομοΙαζε με Sοχεϊ.'α απο αλάβαστρο που μέσα εχουν ξύSι.
Ρ
ι
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
450.
ΚΩΔΙΚΑΣ ΝΕΑΠΟΛΕΩΣ ΙΙ
D 22 n. 49.
Διογένης έλεγε' χρη τών βιβλΕων τοις χρησιμωτάτοις χρησθΙΧι, τιχ δε
λοιπα ιΧπορρΕπτειν, ώσπερ δητιχ ποιοϊίμεν κιχι έπι τών όστέων- τijΊ μυελijΊ τούτων χρώμεθιχ, τιχϊίτιχ δε είς κύνιχς &:πορρΕπτομεν.
Ό ΔιoγένΎJς ελεγε: 'Απο τα βιβλία πρέπει να κρατocμε μόνο τα
πιο xp~σψα, κα!. τα σ.λλα να τα πετocμε, άκριβως οπως κάνου με κα!. με τα κόκκαλα που κρατocμε το με30ύλι τους κι αύτα τα πετocμε στους σκύλους.
451.
ΓΑΛΗΝΟΣ, 11ροτρεπτικος
452. COD.
ΥΑΤ. Ι::Κ
6.
Βλ. Άντισθένης
197.
633f. 115.
Διογένης ίδων πλούσιον &:πιχ{δευτον έφη' «ίδου το χρυσοϊίν πρ6βιχτον».
Βλέποντας ό ΔιoγένΎJς εναν άμόρφωτο πλούσιο εΤπε: «Να το
,
χρυσαφενιο προ'β ατο».
453.
ΔIQΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων κιχι δογμάτων συνιχ γωγη νι
την πιχιδε{ιχν
68.
.. !πε [sc.
Διογένης] τοις μεν νέοις σωφροσύνην, τοις δε
πpεσβυτέp~·.ις πιχριχμυθΕιχν, τοις δε πένησι πλοϊίτον, τοις δε πλουσ{οις κ6σμον εΙνιχι
Ή παι3εία, εΤπε ό ΔιoγένΎJς, εΤναι για τους νέους σωφρονισμός, για τους -ηλικιωμένους παpΎJγoPιά, για τους φτωχους πλουτος, για τους π'λ. ,ύσιους στολί3ι. Για τον Δ'f)γfνΎJ, ποιροιτηρε'ί ό R. HOistad, Cynic Hero κλπ., σ. 180, ~ ποιι aείοι, τα μΙΧθ/jrlCΙΤΙΧ, εχουν ά.ξίοι πOCντοτε σε συνocρτησΎJ με τη βoισικ~ ~θικ~
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚίΝΙΚΟΙ
430
&pχ~, ιχλλαι κοιι σ' οιυτη την περΙπτωσ1) ~ άξΙοι τοuς είνοιι κιΧτι ώσπερ έφ68ιον (πρβ. κοιι Διογέν1)ς Λοιέρτιος νι
31). Μόνο σε τέτοιοu εr80uς ποιι8εΙοι άνοιφέ
ρετοιι το άπόσποισμοι οιυτό.
454.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Έκλογαι' ΙΙ
31, 92.
Διογένους ή παιδεΕα όμοΕα έση' χpυσiίJ στεφάνφ- και' γάρ τψην !χει καί πολυτέλειαν.
Tou ΔLογέν"Yj. Ή πα:L8εLα: είνα:L σOCν το χρυσο στεφιΧνL: κιΧΤL ΤL μ"YjΤLΚΟ ~α:1. συνιΧμα: ΠOλύΤLμO.
455.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Έκλογαι' ΙΙ
31, 87.
Διογένης !λεγε την των παΕδων άγωγην έοικέναι τo'i"ς των κεραμέων πλάσμασΙΥ" ώς γάρ έκείνοι ιΧπαλον μεν τον πηλον όντα όπως θέλουσι σχηματ{ζουσι και' ρυθμ{ζουσιν, όπτηθέντα δε ούκέη δύνανται πλάσ
σειν, οστω και' τούς έν νε6τητι μη διά π6νων παιδαγωγηθέντας, τε λεΕους γενομένους άμεταπλάστους γΕνεσθαι.
,
Ό ΔLογέν"Yjς ~λεγε ()ΤL ~ ά:γωγ~ των πα:L8Lων μΟLιΧζεL με τOC σκεύ"Yj ποι, φΤLιΧχνουν
OL κερα:μοπλιΧστες. ΓLα:τ1. ()πως e:κεϊ:νΟL
κα:νονΙζουν τον Π"Υ)λ6, ()σο είνα:ι μα:λα:κ6ς, κα:1. ΤΟ;:; 8Ινουν ()ποιο
σΧΥίμα: θέλουν, ένω ()τα:ν ψ"Yjθεϊ: 8εν μποροuν πιOC νOC τον πλιΧσ σουν, ~τσL κι α:ότο1. ποι, 8εν 8Lα:πα:L8α:γωΥήθ"Yjκα:ν στOC νιιΧτα: τους
- "Yj, α:να:πτυ~"Yj " !:"'
, , , " !! 'λ λ θ με επιπονες α:σΚ"YjσεLς, υτα:ν Ο οκ "Yjρω ει
τ τους, ει-
'
,"',ο "'λλ'!:" να:ι α:ουνα:το να: τους α: α:~εL κα:νεις.
.
456.
ΜΑΞ-ΙΜΟΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ ΧVΙ
12.
Διογένης. Νεκρον ίατΡεύειν και. γέροντα νουθετεΞΎ ταυτ6ν έστι.
Διογέν"Yjς. 'Ένα: κα:1. το α:ότο είνα:L νOC για:τρεύει κα:νε1.ς ~να:ν πε' θ α:μενο xotL" να:
"',
οLνεL συμ β ου λ'ες σ
",ενα:ν
,
γεροντα:.
Ρ ΔΙΟΓΕΝΗΣ
457.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Ά νθολόγιον ΠΙ
431
1,55.
Διογένους πυνθανομένου τινός, πώς αν τις έαυτου διδάσκαλος γένοι το, «εί ύπερ
ll)y
έπιτψ~ τοις αλλοις», tφη, «και' έαυτφ έπιτψώr; μά
λιστα».
Tou
Διογέν"fj. Σε κάποιον που ζψουσε να μάθει πως θα μπο
ρουσε κανεις να γΙνει Μσκαλος του έαυτου του ό Διογέν"fjς εί πε: «''Αν θα κατέκρινε και τον έαυτό του, πρωτΙστως, για αύτα που κατακρΙνει στους άλλους».
458.
ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΜΟΝΑΧΟΣ Π, ΧΧΧΙΙ
60.
Διογένης ένουθέτει τινα πονηρόν- έρωτώμενος δε ύπό τινος, «τί τουτο ποιεις;» tφη' «Αίθίοπα σμήχω, ίΎα λευκον ποιήσω».
Ό Διογέν"fjς εοινε συμβουλες σε εν αν κακο άνθρωπο, κι οταν κάποιος τον ρώΤ"fjσε τί εκανε εκε~νoς άπάνΤ"fjσε: «Τρίβω με το σφουγγάρι εναν ΑΙθΙοπα για να τον άσπρίσω».
459.
ΠΛΟ1'ΤΑΡΧΟΣ, Εί διδακτον ή άρετή
2 ρ. 439d. Πρβ. ΟΛ1'Μ 519b ρ. 43, 2.
ΠΙΟΔΩΡΟΣ, Ύπόμνημα είς Πλάτωνος Γοργίαν
Παιδος όψοφαγουντος, ό Διογένης τφ παιδαγωγφ κόνδυλον tδωκεν, ορθώς ού του μη μαθόντος άλλα του μη διδάξαντος το άμάρτημα ποιήσας.
'Όταν κάποτε ενα παιοι ετρωγε λαίμαργα, ό Διογέν"fjς εοωσε ενα χαστούκι στον παιοαγωγό καταλογίζοντας,
σωστά,
το
σφάλμα οχι σ' αύτον που είχε άγνοια άλλα σ' αύτον που οεν τον ΟΙΟαξε.
460. ΕΡΜΟΓΕΝΗΣ, Προγυμνάσματα 3, 19 ρ. 6, 7-14. [= ΑΦΘΟ ΝΙΟΣ, Προγυμνά.σματα 3 ρ. 4, 9-11]. Τών δε χρειών αί' μέν είσι λογικαί, αί' δε πρακτικαί, αί' δε μικταί
... πρακτικαΙ
δέ, έν αlς πραξις μόνον,
oloy
Διογένης ίδων μειΡά.κιον
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
432
άτακτουν τον παιδαγωγον έτύπτησε. Μικται δε αϊ μίξιν έχουσαι λ6γου και' πράξεως, οΕον «Διογένης ίδων μειράκιον άτακτουν τον παι δαγωγον έτύπτησε λέγων- τί γαρ τοιαυτα έπαίδευες;»
'Απο τα. ocνέκSοτα ocλλα χαρακτηρίζονται λεκτικά, ocλλα πρα-
\
\
"λλ α κτικα και α
\
'Π ρακτιχα χαρακτηρι'ζ" μικτα... ονται οσα
"'ζ ζ ονται μονο σε πρα,",η,
f/
,
''"'
οπως για παραοειγμα
Ι οταν ο
,tl
Δ
,
β ασι-
' ιογενης
ElSE ενα ocτακτο παιSί, χτύπησε τον παιSαγωγό του'. Μικτα. , '''' r " β 'ζ . 'ζ' \ λ'ογο και\ σε\ πρα,",η, ,ζ ανεκοοτα ε.ναι οσα ασι ονται ε,",ισου σε οπως για. παράοειγμα 'οταν ό Διογένης είοε ενα παιοι που "
't::"
,
,
'"
,
,
.....
'
τ
εκανε ατα,",ιες, χτυπησε τον παιοαγωγο του και του ε.πε: γιατι
λοιπον τον μάθαινες τέτοια πράγματα;'
461.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' δογμάτων συνα γωγη νι
Είσελθων
69. Διογένης] είς διδασκάλου και' Μούσας μεν ίδων πολ
[sc.
λάς, μαθητας δε όλίγους, «συν θεοίς», έφη, «διδάσκαλε, πολλους μα θητας έχεις». ' Μ παινοντας
•
ο
Δ' ιογενης σ
, ενιΛ" "... σχο λ ειο -
\
και
\ • ,
βλ' εποντας να υπαρ-
χουν εκεΤ πολλες εΙκόνες των Μουσων OCλλα. λίγοι μαθητες είπε: «Με τους θεούς, Μσκαλε, μπόλικους μαθητες εχεις». Άξίζει νOC προσέξοuμε την όιμφΙσΊjμίΙX τ'ijς πιxριxτηΡΊiσΊiς του ΔΙOγένΊi, όιφου ή
εκφριxσΊi συν θεοίς μπορεί νOC σΊiμιx[νει έ8ω 'με τη βo~θειά των θεων'
diis)
όιλλOC κΙΧι 'σuμπεριλιχμβιχvομέvωv των θεων'
(una cum djjs).
(gratia
Ό Άθ~
νιχιος, Δειπνοσοφιστιχι ΥΗ Ι
348d προσγρOCφει μιOCν OCνOCλOγΊi νΊiφocλιιx σκεπτι κιστικΥ) πιxριxΤ~ΡΊiσΊi στΟ·ν κιθιχριστη Στριχτ6νικο: έπειδη έν τφ διδιχσΚΙΧλείφ ε!χεν έννέιχ μεν είκόνιχς των Μουσων, του δε 'Απόλλωνος μίιχν, μΙΧθητας δε δύο, πυνθιχνομένου τινος πόσους έχο, μιχθητιΧς, έφη 'συν τοις θεοις δώδεκιχ'.
462.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' δογμάτων συνα γωγη νι
38.
Μακρά τινα άναγινώσκοντος και' προς
παραδείξαντος "θαρρείτε", έφη
[sc.
ri}J
τέλει του βιβλΕου άγραφο ν
Διογένης], «άνδρες, γην δρω».
j
Ι
ί
&
~
:1
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
Ί
,ι
Δ~άβα-ζε κάπo~oς επ~ πoλλ~ν ωρα- μεγα-λOCΡώνως OCπο ~να- β~ βλίο, κ~ δτα-ν α,ψησε να CΡα-νεΤ ~να- α,γpα-cρo cρύλλo στο τέλος τοϋ
β~βλίoυ ό Δ~oγένΎ)ς εΙπε: «Θάρρος, CΡίλo~, βλέπω στεp~ά». Πα:ρόμοιο OCνέκ80ΤΟ OCπο8ί8ετα:ι κα:ι στον Θεόκριτο, Gnomologίum
Vatjca-
num 743 n. 348.
463.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βΕων και δογμάτων συνα γωγή νι
64. Πρβ. GNOMOLOGIUM VATICANUM 743 n. 198.
Προς τον συνιστάντα τον παιδα και λέγοντα ώς εύφυέστατός έστι και ηχ ήθη κράτιστος, «τΕ οΟν», εlπεν
[sc.
Διογένης], «έμου χρ;ήζει;».
Σε κάπo~oν που πα-ρουσία-σε στον Δ~oγένΎ) το πα-~~ί του λέγον
τα-ς ΟΤΙ εΙνα-~ εξυπν6τα-το κα-Ι. δτ~ εx.ε~ θα-υμάσω ~θoς ό Δ~oγέ-
,
'
"
''Ί' " νΎ)ς πα-ρα-ΤΎ)ΡΎ)σε:« Τ' οτε λ o~πoν τ~ με x.ρε~α-~ετα-~ εμενα-;»
Βλ. κα:ι πα:ρα:κιΧτω, ΔΙOΎέ'lΎjζ
464.
547.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων β{ων και δογμάτων συνα γωγή νι
48.
ΜεψακΕου διαδεικνυμένου πληρώσας το προκόλπιον θέρμων άντικρυς έκαπτε
[sc.
ό Διογένης]- του δέ πλήθους είς αύτον άφορωντος θαυμά
ζειν έφη πως έκειΎον άφέντες είς αύτον όρωσι.
'Ότα-ν κάποτε ενα-ς νεα-ρος προσπα-θοϋσε να εντυπωσ~άσε~ με
ενα-ν λ6γο του, ό Δ~oγένΎ)ς γέμ~σε τ~ν πo~~α τοϋ x.~τώνα- του με λoύπ~να-, στάθΎ)κε ocπένα-ντ~ κ~ α,ρx.~σε να τα x.άφτε~· επε~~~ τ6τε ό κ6σμος τον κo~τoϋσε, εΙπε oτ~ πα-ρα-ξενευ6τα-ν που πα-ράΤΎ)σα-ν
\
"
,-
"βλ επα-ν εκε~νoν. τον νεα-ρο κα-~ ε
465. ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Ά νθολόγιον ιν 26, 33. Διογένης έρωτηθεις το πως δει πατέρας και' υι'ους άλλήλσις προσφέ ρεσθαι, φησιν ε! μη περψένοιεν αίτηθηναι ύπ' άλλήλων, άλλα διδόν28. Οί Αρχαίοι Κυνικοί
11
'Ii'
434
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
τες φθάνσιεν. 'Επιεικώς
8' 6 πατηρ 6 8ε υ[ος
πάσχσι, ταχέως ιiχθεται·
8ια το προευεργετηκέναι, εί μη ευ έντpυφ~ και ούκ άξιοι αίτεΙν.
'Όταν ρώτησαν τον Δ~OγένΊj πως πpέπε~ να φέpoντα~ ο[ πατε ράόες στα παLόLά τους χαι άντ~στpόφως, είπε ΟΤL το σωστο εί
να~ να μ~ν περιμένουν πρωτα να τους ζΨΊjθει χάΤL άλλα να προλαβαΙνουν το αΊΤΊjμα όΙόοντας πρωτύτερα αύτοΙ·
XL
οη εί
να~ εϋλογο να άγαναχτει γp~γopα ενας πατέρας, α.ν όεν του φέ poντα~ χαλά, γLατι ~χε~ ~όΊj προσφέΡεL· ό γLός, άπο τ~ν αλλΊj, γΙνετα~ αύθάόΊjς χαι όεν χαταόέχεταL να ζψ~σε~.
Πρβ. χοιΙ Δίων Χρυσόστομος, Α6ΥΟΙ ιν
466.
(4) 29
χέ.
[ΠΛΟΠΑΡΧΟΣ], Περι παί8ων άγω γης 3 ρ.
'Εχ6μενον
8'
la-2d.
αν είη τούτων είπειν όπερ ού8ε τοις προ ήμών παρεω
ρατο. Το ποίΟν; 'Ότι τους lνεκα παι80ποιίας πλησιάζοντας ταις γυ ναιξιν ήτοι το παράπαν άοίνους
r)
μετρίως γουν οίνωμένους ποιεισθαι
προσήκει τον συνουσιασμ6ν. Φίλοινοι γαρ και' μεθυστικοι' γίνεσθαι φιλουσιν
d)v
αν την άρχην της σ7#ορας ο[ πατέρες έν μέθr; ποιησάμε
νσι τύχωσιν. Ή και' Διογένης μειράκιον έκστατικον φρονουν, «νεανίσκε», εφησεν,
«6
l86JV
και' παρα
πατήρ σε μεθύων εσπειΡε».
Σε αύτ~ τ~ συνάφε~α θα 'πρεπε να άναφερθουμε σε ενα θέμα ,~, οεν
που
,
το
'βλ
παρε
επαν
"
ουτε
,
o~
πα
,
λ' αωτεΡΟL
μας.
Π'" οω ε.vαL
αύτό; ΤΟ οη oσo~ πλΊjσLάζουν γυναιχες με σχοπο να χάνουν
πα~ό~α πpέπε~ χατα τ~ν ωρα τΊjς συνουσΙας ~ να είνα~ εντελως
νΊjφάλLΟL ~ ~στω να μ~ν ~χoυν π~ει πολύ. Γ~ατι εχεινΟL που ο[ πατεράόες τους ~σαν μεθυσμένo~, οταν τους ~σπεpναν, συν~θως άγαπουν το χρασι χαι γΙvονταL μέθυσΟL.
rL'
αύτο χαι ό Δωγέ
νΊjς, σαν είόε εν αν νεαρο σε xατάστασΊj ~XστασΊjς χαι παραφο
ρας, του εΙπε: «Νεαρέ, ό πατέρας σου ~ταν μεθυσμένος οταν σ' ~σπεpνε».
Πρβ. χοιΙ Διογένης Λοιέρτιος ΥΗ
18.
Ρ ΔΙΟΓΕΝΗΣ
467.
435
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' δογμάτων συνα
γωγη νι
65.
Προς τον καταφρονουντα του πατΡ6ς, «oιJκ αίσχύν;r;», έφη
[sc. Διο
γένης], «καταφρονών τούτου δι' όΎ μέγα φρονεις;»
Ili
ι'
Σε χocποιον που φερότα.ν στον πα.τέρα. του πεpιφpOνΎjΤΙXα ό ΔΙOγένΎjζ είπε: «Δεν ντρέπεσαι
voc
περιφρονείς αύτον ocπο τον
όποίο προέρχετα.ι ~ UπεΡΎjφOCνειOC σου;» KIΧL έ3& το oιJκ ιχισχύη; 3Ινει τον ΧOφlΧΚΤΊJPιστικo τόνο της κυνικ~ς συνο μιλΙlχς.
468.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' δογμάτων συνα γωγη νι
58.
Πρβ.
GNOMOLOGIUM VATICANUM 743
Ω.
176. Θεασάμεν6ς
[sc.
Διογένης] ποτε μειράκιον φιλοσοφουν, «εδγε», ε'[
πεν, «δη τους του σώματος έραστας έπι' το της ψυχης κάλλος με τά.γεις».
"Οτα.ν ό ΔΙOγένΎjς εΙοε χocποτε ~να.ν νεα.ρΟ να άσχολείτα.ι με τη φιλοσοφία. του εΙπε: «Εδγε· μετα.στρέφεις τους έρα.στες του
σώμα.τος σε έρα.στες τ-ης ΨυΧLΧ-ης ΟμορφιOCς».
469. [ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ], Περι' παίδων ιΧγωγης 7 ρ. 5c. Φιλοσ6φψ δ' όμιλήσαντες τούτου ίσως τοις προστάγμασιν έαυτους αν καταπειθεις
παρέσχοντο,
καΙ.
τ6
γε
παράγγελμα
του Διογένους
εμαθον αν, δς φορτικώς μεν τοις ρήμασιν ιΧληθώς δε τοις πράγμασι παραινει καί φησιν «είσελθε είς πορνειον παϊ, ['να μά.θ,ης δη τών ιΧνα
ξίων τα τίμια oιJδεν διαφέρει».
"Αν συνα.να.στρέφοντα.ν δμως ~να.ν φιλόσοφο '{σως να ένστερνί ζοντα.ν τις έντολές του χα.ι. να χα.τα.νοουσα.ν το πρόστα.γμα. του ΔΙOγένΎj, ό όποίος πα.ροτρύνει μ' ~να.ν λόγο ένOχλΎjΤLΧO άλλα
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
436
ΚΙΧΙ με ούσLlχσΤLΚ~ άλ~θεLIΧ, κιχι λέεL: «π ~YIΧLVE, νέε, στο πορ νειο YLιX νιΧ μάθεLς ΟΤL οεν uπάρχεL κlχμLιΧ ΟLlχφοριΧ άνάμεσlΧ σ'
),
ιχυτιχ
,
που
'ζ κοση ουν
Ι ΧPΎjμIΧτlΧ
" ' "
XIΧL
σ
lΧυτlΧ
που
~, οεν
'ζ κοση ουν
τΙπOΤIΧ».
470.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων και δογμάτων συνα γωγη νι
54.
Ίδων [sc. Διογένης] ποτε «rotoiJr6v έση της άρετής το ' Βλ εΠOντlΧς
μειράκιον
έρυθριων,
«θάρρει»,
έφη,
χρωμα».
"Δ'" κιχποτε ο LογενΎjς ενlΧ
πlΧ λλ ΎjxIΧplΧXL νlΧ
XOXXLVL'ζ EL
"
είπε: .«Θάρρος, ΠΙΧL~)L μου' ΙΧ'JΤΟ ElVIΧL το χpωμlΧ τ~ς άpετ~ς».
471.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων καΙ δογμάτων συνα γωγη νι
61.
Περι παιδος πεπορνευκ6τος έρωτηθει'ς
[sc.
Διογένης]
π6θεν είη,
«Τεγεάτης», έφη.
'ΌτlΧν pώΤΎjσlΧν τον ΔLογένΎj YLιX κάποLO άκ6λIΧστo Iiy6PL άπο που κlΧτlΧγ6τlΧν, εκεινος είπε: «' Απο τ~ν ΤεγέIΧ». Λογοπoc[γνιο με τις λέξεις 'Τεγεάτης'
xoct 'τέγος' [=στέΥΥΙ, όροφ+,]: ~ τε
λευτoc[oc, σε μετocγενέστερoc κε[μενoc, δπως ocυτο του Διογένη Λocέρτιοu (30ς ocΙ μ.Χ.), σημoc[νει το 'πορνεϊο', το 'χocμocιτuπεϊο'.
472.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων και δογμάτων συνα γωγη νι
46.
Προς το κοτταβ{ζον έν
rifJ
βαλανε{ιΡ μειΡάκι6ν φησιν
[sc.
Διογένης]
«γσιΡ βέλτιον, τοσούτιΡ χείρον».
Σ ε"
ΚΙΧΠΟLO
πlΧ λλ' ΎjxIΧplΧXL
' "εΠIΧL ζ ε
που
,
ΚOττlΧ β ο
, λουτρα ό
στlΧ
~LOγένΎjς είπε: «'Όσο ΠLΟ κlΧλά, τ6σο χεφ6τεplΧ».
Ρ ΔΙΟΓΕΝΗΣ
437
Ό κ6ττΙΧβος 1ιτocν πocιγνίl)ι σικελικ'ijς προελεύσεως, πολ\ι συνΊ)θισμένο στα συμπόσιoc ocλλdι κocι OCλλου, πocιζόμενο με πολλους τρόπους, κocτα το όποΤο ΟΙ συμμετέχοντες προσπocθουσocν να μocντεύσουν αν είχocν την ευνοιoc της έρωμέ
νΊ)ς τους. Ή OCπόιντησΊ) του ΔιογένΊ), 15σιΡ βέλnον, τοσούτιΡ χειρον, γίνετocι χocΤOCνOΊ)τη αν λόιβουμε ύπ' aψΊ) iιτι ό ΔιογένΊ)ς OCπέρριπτε την πpoσωπικ~
έpωτικ~ σχέσΊ).
473.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων κιχι' 80yμιiτων συνιχ
ΥωΥη νι
46.
Mειpιiκιoν θειxσιiμενoς
[sc.
ΔΙΟΥένης] μετιΧ σιχτριχπών έπι 8είπνον
&πι6ν, &πoσπιiσιxς πρός τους οlκε{ους &πήΥΙΧΥε κιχι έκέλευσε τηρείν.
' Σ σ.ν
/
./
/
,/
/ ,σ.πο,
T~ • Δ λλ ζ" λ ε.οε ο ιογεν-ης ενσ. πσ. -ηκσ.ρσ.κι νσ. φευγει μσ. ι με π ου-
σιους
\, " κσ.ι ισχυρους
σ.ν
θ
' ρωπους
'tf
~....
γισ. ενσ. οειπνο,
\
'β
το τρσ.
-η
ξ
ε
την συντροφιOC τους, το π-ηγε στους δικούς του κσ.ι. τους ζ~τησε να το προσέχουν.
Τ ~ν λ. 'σιχτριΧπης', που σ~μocινε τον κυβερν~ΤΊ) περσικ'ijς έπocρχίocς, την ΧΡΊ) σιμοποιουσocν έπίσΊ)ς προς ύπ?l)~λωσΊ) πλουσίων ~ έπισ~μων.
474.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων κιχι 80yμιiτων συνιχ ΥωΥη νι
Ί8ών
[sc.
65.
ΔΙΟΥένης] ποτε νειχνΕσκον θηλυν6μενον, «ούκ ιχΙσχύνη»,
lφη, «χε{ρονιχ της φύσεως περι σειχυτου βουλευ6μενος; ή μέν yιip σε &ν8ριχ έποΕησε, συ 8έ σειχυτόν βιάζη ΥυνΙΧίκιχ εΊνιχι».
Βλέποντσ.ς κOCποτε ό Διογέν-ης ~νσ.ν θ-ηλυπpεπ~ νεσ.ρούλ-η του είπε: «Δεν ντρέπεσσ.ι να κOCνεις χεφ6τερσ. σχέδισ. για τον έσ.υτ6
, ,.,οτι -η•
σου σ.π
/
, "
~ ~, φυσ-η; 'Ε' κειν-η σε εφτισ. ξ" ε σ.νορσ. κσ.ι"θ'λ συ ε εις οισ.
της βΙσ.ς να εΤσσ.ι γυνσ.Ικσ.». Πocρόμοιoc φρόισΊ) ocποl)ίl)ετocι κocι στον' ΑριστοτέλΊ), Gnomologium Vaticanum 743 n. 144· πρβ. έπίσΊ)ς Άρριocνός, Έπικτ!;τοΙ) ΔιιχτριβΙΧι ΠΙ 1, 27-36.
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
438
475.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βΕων και δογμάτων συνα γωγη νι
46.
Προς το κεκοσμημένον μειράκιον πυθόμενόν τι εφη
[sc.
Διογένης] ού
πρότερον λέξειν αύτ4ί, εί μη άνασυράμενος δεΕξειε πότερον γυνη έστιν
r;
άνήρ.
Σε κάποιον λουσάτο νεαρούλ"fj ό όπo~oς τον ρώΤ"fjσε κάΤL ό ΔLΟ γέν"fjς εΙπε πως
aEV
θOC του ιΧπαντουσε OCν ΠΡΟ"fjγουμένως
aEV
σ~κωνε ψ"fjλoc τOC ρουχα του ώστε νOC φανε~ OCν ElVIΧL ανaΡας ~ γυναίκα.
476.
ΑΘΗΝΑΙΟΣ, Δειπνοσοφισται ΧΙΙΙ
565c.
Διογένης δε ίδών τινα ο(Jτως εχοντα το γένειον εφησεΥ" «μή τι εχεις
έγκαλειν τfj φύσει, ότι άνδρα σε έποΕησε και ού γυνααα;» 'Έτερον δέ τινα έπι (ππου ίδ&η παραπλησΕως εχοντα και μεμυρισμένον και' τού
τοις άκολούθως ήμφιεσμένον, πρότερον μεν εφησε ζηΤειν τΕ έστι ό ι'ππόπορνος, νυν δ' εύρηκέναι.
'Όταν ό ΔLογέν"fjς
ElaE κάποιον που aEV εΙχε yfVELIΧ στο Π"fjγούνL
του εΙπε: «M~πως τά 'χεLς βάλεL με τ~ φύσ"fj που σε εκανε αν
apIΧ και
0lL γυναίκα;». KL οταν ElaE επάνω σ' ενα αλογο κά
ποιον αλλο, παρόμΟLΟ με τον ΠΡΟ"fjγούμενο, ιΧρωμαησμένο και ντυμένον ιΧνάλογα, του εΙπε οη πάντοτε &ς τότε εΨαχνε νOC
βpε~ τί ElVIΧL ό ιππόπορνοςl και οη τώρα το εΙχε βpε~. 1. Ή λ. σΎjμOΙίνει τον πoΛU Οικ6λοιστο κοιι Oισελγ~ &νθρωπο.
477.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βΕων και' δογμάτων συνα
γωγη νι
54.
Μειράκιον ίδων
[sc.
Διογένης] καλλωπιζόμενον εφη, «εί μεν προς
άνδρας, άτυχεις· εί δε προς γυναικας, άδικεις».
Ρ
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
439
Βλέποντocς ό Δ~oγέν-ης ~νoc πocλλψιocpάκ~ νiΧ κocλλωπ[ζετoc~ το\) εΙπε: «''Αν το κάνε~ς γ~iΧ τους α.νδρες, εΙσoc~ δυστυχ~σμένoς
ocv
γ~iΧ τ!.ς γυνocϊκες, εΙσoc~ α.δ~κoς».
478.
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ, Όμιλία είς τους νέους. πως αν έξ Έλληνικων ώφελοΖΎτο λ6γlUν
7.
Κουρας 8ε και' αμπεχ6νας έξlU των αναγκα{lUν περιεργάζεσθαι η 8υσ
rUXOtJVTlUV
έστ{, κατα τον Διογένους λ6γον, η ιX8tXOtJVTlUV.
Το νiΧ φpoντ(ζε~ κocνε!.ς με πεp~σσ~ επψέλε~oc γ~iΧ τ~ν κ6μμωσ-η κoc!. τ~ν άμφ(εσ~ του πέρoc άπο το άπocρocΙτητο εΙνoc~ κάτ~ πού, οπως εΙπε ό Δ~oγέν-ης, τocφ~άζε~ σε α.νθρωπο δυστυχ~σμένoν ~ α.δ~κo.
479. GNOMOLOGIUM VATICANUM 743 n. 177. Ό αύτος
[sc.
Διογένης] κατανοήσας μειράκιον έπι
rn
πολυτελείq. της
χλαμύ80ς σεμνυν6μενον, «ού παύσr;», έφη, «μειράκιον έπι προβάτου σεμνυν6μενον αρετΤί;»
"Οτocν κάποτε ό Δ~oγέν-ης άντελ~φθ-η ~νocν νεocρο νiΧ εΙνoc~ πoΛU πεp~φocνoς γ~iΧ τ~ν πocνάκp~β-η χλocμύδoc του εΙπε: «Δεν θiΧ στoc μocτ~σε~ς νiΧ πεp-ηφocνεύεσoc~, πocλλ-ηκocpάκ~ εσύ, γ~iΧ το προτέ-
, ,
ρ-ημoc ενος προ
β'
ocτου;».
480. lΟιΛΙΑΝΟΣ, Α6γοι ΙΧ[ΥΙ] 15 ρ. 197 b-c. τουτο γαρ πολλοι του Διογένους ζηλώσαντες έγένοντο παντορέκται και' μιαροι' και των θηΡ{lUν ού8ε ένος κρε{ττους, ση 8ε ούκ έμος ό λ6γος έστ{, πρωτον έργον έρω σοι Διογένους, (c) έφ' Φ γελάσονται μεν
οί πολλο{, έμοι 8ε εΊναι 80κει σεμν6τατον. Έπει8η γάρ ης των vilUV έν οχλl;J, παρ6ντος και του Διογένους, άπέπαρ8εν, έπάταξεν έκεινος τfί βακτηρίq. φάς «εΊτα, (jj κάθαρμα, μηθεν &ξιον του 8ημοσ{q. τα
οι ΑΡΧΑΙΟΙ Κ1'ΝΙΚΟΙ
τοιαυτα θαρσειν πράξας, έντευθεν ήμιν
&pX7l
δ6ξης καταφρονεΙν».
Ο(Jτως Φετο χρηναι πρ6τερον ήδονης και' θυμου κρείττονα γενέσθαι
και' τρίτον έπι το τελει6τατον έλθειν των παλαισμάτων,
(d) άποδυσά
μενον προς πtς των πολλων δ6ξας, αΓ μυρίων κακων αίτιαι γίνονται τοις πoλλo'i'ς.
ΓLατ~ πολλοί, στ~ν προσπάθεLά τοuς να. μΨΎ)θουν ώς προς αυτο
τον ΔLOγένΎ), εγLναν Ιxανo~ YLcX. όηa~ποτε ποταπό xα~ αχρε'LΟL, ι χεφοτεΡΟL
XtxL,
,
,
απο
'θ τα
txL YLtx,
ι 'fJPLtx.
''1>'1:"'' σεLι"ω ΟΤL
Κ'
να
"'1>' σεν
αuτο
αποτελε'L aαό μοu ισΧUΡLσμό, θα. σου α.ναφέρω πρωτα χάη που εχανε ό ΔLογένΎ)ς (c) xα~ που ένω οΙ πoλλo~ θα. το πεΡLγελιΧ
crouv, χατα. τ~ aLX~ μοu γνώμΎ) zlV!xL άξLO μεγάλοu σεβασμου. 'Όταν χάποτε σ' ενα πλ~θoς άνθρώπων, που ανάμεσά τους ~ταν xα~ ό ΔLογένΎ)ς, χάΠΟLος νέος άφΎ)σε μLα. ΠΟΡa~, έχεΤνος
" χτυΠΎ)σε με"β'1>' τον το ρα τοu
OL
,
,f
να εχεLς
Ι
"
~,
πραι"εL
ηποτα που
λ'εγοντας:« Β"θ ' ρε χα αρμα, χωΡLς
να
.....
σου
~,
OLVEL
,~,
το
\
σααLωμα να
)
απο-
τολμOCς τέΤΟLα πράγματα μπροστα. στους άλλοuς, αρχίζεLς απο αυτο να. μOCς aείχνεLς δη πεΡLφρονε'Lς τ~ γνώμΎ) των άλλων;». Τόσο πίστεuε ό ΔLογένΎ)ς δη πρέπεL xανε~ς πρωτύτερα να. χυ-
PLtxPX~crEL πάνω στ~ν ~aov~ xα~ το πάθος xα~ επεLτα να. ελθεL
"
στο
...."εγχεφΎ)μα: (d)
αχραLO
ι,
να
,
,
εΠLχεφΎ)σεL
, τα \ β'λ α EL
να
"
με
ης
γνωμες των πολλων, οΙ όπο'Lες γίνονταL ~ αιτία άναρίθμψων συμφορων YLcX. τους πολλους άνθΡώποuς.
481.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' δογμάτων συνα γωγη νι
Προς το
47.
καταιτιώμενον μειράκιον το
«παυσαι γάρ», εφη
[sc.
πληθος των ένοχλούντων,
Διογένης], «και συ τα δείγματα του πασχη
τιωντος περιφέρω ν».
Σ' εν αν νεαρο που παραπονLόταν YLcX. το πλ~θoς έχείνων που τον παρενοχλουσαν ό ΔLογένΎ)ς εΙπε: «Σταμάτα XL έσυ να. aztX-
νεLς όλόγuρα τα. σΎ)μάaLα τ~ς aLασΤΡοφ~ς crou».
,.
Ρ ΔΙΟΓΕΝΗΣ
482.
[ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΦΑΛΗΡΕΎ'Σ], Περι έρμηνε{ας
Και το προς τον καλον ρηθέν
atiT4'J·
441
261.
προσπαλαίων Υαρ καλ4'J παι8ι'
ΔΙΟΥένης 8ιεκινήθη' πως το αΖ80 ,Ο ν, τού 8έ παι80ς φοβηθέντος και' άπ08ημήσαντος, θιippει, ~φη, d) παι8ίον, ούκ είμι ταύτr; όμοιος. Γε
λο,Όν Υαρ το πρ6χειΡον τούλ6Υου, 8ειν-Υ; 8' ή κευθομένη ~μφασις. Και l5λως, συνελ6ντι φpιiσαι, παν το εΙ80ς τού κυνικού λ6Υου σαίνοντι &μα !οικέ τιμ και 8ιiκνoντι.
ΙΈνoc σ..λλο παριiδειγμoc είνocι α.ύτΟ που είπε ό ΔιογένΎ)ς στο ,Ι
"
, , ενocν r/" " θ oc λocι'βο ντocς κocποτε μ ομορφο ocιστocν Ύj, \ θ \ '" β'θ " , στυσΎj, κocι κoc ως το ocγορι φο Ύj Ύjκε κι εκocνε νoc
ομορφο ocγορι. κε
, κocτι
, σocν
Π
φύγει, ό ΔΙOγένΎjς τοϋ εΙπε: «M~ φοβασocι· σ' ocυτο 3εν εΙμocι ομοι6ς σου». Ή επιφocνειocκ~ σΎjμOCσιOC εΙνocι αστε~oc· το συγκε
κocλυμμένο ομως ν6Ύjμoc ~χει κάποιoc 3ρψύτψoc.
KOCL ocυτο
'ι " , λ'ογο στο "λ' 'ζ' ισχυει γενικoc γιoc\ τον κυνικο συν ο ο του: μοιoc ει με
σκύλο που γλύφει ΚOCL συνάμoc 3ocγκώνει.
483.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' 80yμιiτων συνα
ΥωΥΎ; νι Ί8ων
[sc.
65.
ΔΙΟΥένης] εύπρεπij νεανίσκον άπρεπως λαλούντα, «ούκ αΙ
σχύνη», ~φη, «έξ έλεφαντίνου κολεού μολυβ8ίνην ~λκων μιiχαιpαν;»
Βλέποντocς ό ΔΙOγένΎjς ~νocν ευπocρουσΙocστο νεocρο νOC λέει λ6γιoc ocΙσχρOC εΙπε: «Δεν ντρέπεσocι νOC τρocβας απο ελεφάντινΎj θ~ΚΎj
"
,
ενoc μο λ υ β'ενιο μocχocφι;»
484. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' 80yμιiτων συνα ΥωΥΎ; νι 33. Είσελθων
[sc. ΔΙΟΥένης] ποτε ήμιξύρητος είς νέων συμπ6σιον, καθιi
φησι ΜηΤΡοκλijς έν τα,ς Χρε{ας, πληΥάς ~λαβε· μετά 8έ έyypιiψας τά
όν6ματα εΙς λεύκωμα των πληξιiντων περι,ήει έξημμένος [ως αύτους υ"β'θη ρει περιε κε καταΥινωσκομενους και επιπ.λ ηττομ έ νους.
",
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
442
'Όπως ocνocφέρεL ό Mψpoxλ~ς στα Ά νέχδοτιΧ του 1 ό ΔLΟΥένΎjς ....
,
,
ηΥε χocποτε σ tl
ΎjμLσυ
XOCL,
t!
ενoc Υ
,
λ'
"Ψ
\,'
,
ενΤL νεων ocν
ΤLς εφOCΥε' εΥΡOC
ι
θ'
ζ
Ι
"
ρωπων ι..,υΡLσμενος χocτoc το
ε τοτε σ
'tl
ενocν
λ
"
, , ,
ευχο ΠLνocχoc τoc ονο-
μocτoc έχείνων που τον χτύΠΎjσocν, τα χρέμocσε έπOCνω του χocΙ
ΤΡLΥύΡLζε έ8ώ
,
χocτηΥορωντocς
XL έχεΤ ώσπου οΙ &λλΟL &ΡΧLσocν να τους βρίζουν , τους. XOCL, Ψ'εΥοντocς
Το ιί)ιο περιστοιτικο άποί)ίί)ετοιι κοιι στον
KpocTY) [ = Κρocτης 56], οποu ομως
στη θέσ7j των νεοιρων εμφοινίζετοιι κocποιος Νικόί)ρομος. Aύτ~ ~ &νοιφορ& σε
σuγχεκριμένο πρόσωπο, ποιροιτηρεί ό Κ.ν. σ.
Fritz, QueUenuntersuchungen κλπ., 39, κοιθιστα πιθοινο οτι σε σχέσ7j με τον KpocTY) uπocρχει κocποιοι προιγμοιτι
κ~ βOCσ7j στο περιστοιτικό, είνοιι ομως &ί)ύνοιτο ν& εξοικριβωθεί αν ό Κρocτης μιμ~θ7jκε εν προκειμένω τον Μσκοιλό τοu Διογέν7j ~ αν ~τoιν ό ΜψροκλΎ)ς οιύτος που προτίμ7jσε ν& σuνί)έσει το περιστοιτικο με τον Διογέν7j. "Οπως
σuμβοιΙνει γενικως με τΙς χρειες ετσι κοιι εί)ω ~ &vlxvtucr7j των σχέσεων της μιας με την ocλλ7j είνοιι σχεί)ον ά3ύνοιτη.
1.
Ό ΜψροκλΎ)ς είνοιι ό άρχοιιότε
ρος κuνικος σuγγροιφέοις στον όποίο ποιροιπέμπει ό Διογέν7jς Λοιέρτιος. Ό κ.ν.
Fritz,
ο.π., ποιροιτηρεί οτι ί)εν uπocρχει ΙΧλλ7j &νοιφορ& του Διογέν7j Λοιέρ
τιοu στις χρειες του ΜψροκλΎ), κοιι οτι 'οιύτο μειώνει την άξΙοι της πλ7jΡΟ φορΙοις.
485.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φι,λοσ6φων βίων και' δογμάτων συνα γωγη νι
Θεασάμεν6ς
45.
[sc.
Διογένης] ποτε μειράκιον λ{θους βάλλον έπl. σταυ
ρ6ν, «εδγε», εΙπε, «τεύξ,η γαρ ' Βλεποντocς
-rou
σκοποU».
"Δ'" χocποτε ο LΟΥενΎjς ενocν νεocρο
"
, , oc πετυχεLς τον
'ϊ 'β Ο' θ' στocυρο ε.πε:« Μ πρoc
νoc
πετρο β ο λ' ocεL
"
ενoc
, σχοπο».
Ή άπocντησ7j επιί)έχετοιι ί)ιοιφορετιχες έρμ7jνείες δπως 'θ& κoιτoιλ~ξεις κι εσυ στο στοιuρό', 'θ& σε θέσοuν όπο επιτηΡ7jσ7j' κ.oc.
486. GNOMOLOGIUM VATICANUM 743 Ω. 197. Ό αύτος
[sc.
Διογένης] καταμαθών τινα των γνωρίμων μοχθηΡο"ς
ιΧνθρώποις όμιλοuντα «~τoπ6ν γε», εlπεν, «ει πλε"ν μεν βουλ6μενοι
σύμπλους βελτίστους έπιλεξ6μεθα, βιοuν δε όρθως προαιΡούμενοι κοινωνους
-rou βίον
τους τυχ6ντας αιΡησ6μεθα».
Ρ
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
443
ΙΌτα.ν ό ΔιογένΎ)ζ έμαθε ΟΤΙ κάποιος από τους γνωστούς του
συναναστρεφ6ταν φαύλους άνθρώπους, «Eίνα~ παράξενο», είπε,
'
,Ι Ι " " 1:'~ στη 'θ α Ι λ ασσα, να o~α ~ λ'ε«οταν πpoκε~τα~ να κανουμε ενα τα~~o~
γουμε τους π~α καλους συνταξ~ωτες, ενω άπα τ~ν αλλΎj στ~ ζω~, παρ' δλο δη θέλουμε να ζουμε σωστά, συμπορευ6μαστε με δπo~oν τύχε~». Ποφ6μοιο απ6φθεγμα αποlΗδεται στον Χίλων α (Πλούταρχος, των έπτα σο φων συμπ6σιον
24·
πρβ. και
487.
148a)
και στον 'Αρίσταρχο
(Gnomologium Vaticanum 122 n.
SVF 3, 634).
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, ΈκλογιχιlΙ
33, 10.
Διογένης έρωτηθε{ς, τ{ έση φ{λος «μ{ιχ ψυχή», έφη, «έν δυσι' σώμιχσι κειμένη».
'Όταν
pώΤΎjσαν τον
,
'"
ΔωγένΎj τί
σΎjμαίνε~ φίλος,
άπάντησε:
Μ ~α' Ψ υΧΎj που υπαpχε~ σε,~" ουο σωματα».
«
Παρόμοιο απόφθεγμα αποδίδεται στον Βίαντα απο τ~ν Πpι~νΎj 'Αριστον κα.ι' πρωτον μάθημα.
ν
20
και
n. 23) και τον' ApιστoτέλΎj Gnomologium Vaticanum 743 n. 137).
488. ANECDOTA GRAECA
(έκο.
(Florilegium
(ΔιoγένΎjς Λαέρτιος
Boissonade) 1 ρ. 125, 3-4.
Διογένους ούκ έσην ούδενι άνδρι κιχτιχπονουμένιΡ φάρμιχκον σωτη ρ{ιχς ώς χρηστΌς φ{λος.
του Δ~OγένΎj: Δεν ύπάpχε~ γ~α τον εξαντλΎjμένO φάρμακο σω ΤΎjpίας αλλο άπο τον καλΟ φίλο.
489. ANECDOTA GRΑΕCA(έκΟ. Boissonade) 1 ρ. 125, 5-6. Ό προσδεχόμενος κιχτιχ του φ{λου φιχυλον λόγον, ούχ ήττον του έν διΙΧβάλλοντος ε[νιχ{ μοι δοκεί.
444
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
"ΟΠΟLος εύχαρίστως
IiXOUEL
~ναν &~LXO λόγο κατα του φίλου
~εν εΙναL, κατα τ~ γνώμΎj μου, λLγότερο κακος άπο εκείνον ποι) ~LαβάλλεL.
490.
ΠΛΟΠΑΡΧΟΣ, πως αν τις αί'σθοιτο έαυτου προΧόπτοντος έπ' άρετ;;;
11
του φίλου
ρ.
36
82a' ρ.
πρβ. ΜΙ πως αν τις διαχρίνειε τον χόλαχα
74c.
"Ως που Διογένης έλεγε
rijJ
σωτηρίας δεομένιρ ζητειν προσήχειν η
φίλον σπουδαίον η διάπυρον έχθρόν, σπως έλεγχόμενος η θεραπευό μενος έχφεύγοι την χαχίαν.
'Όπως ελεγε κάπου ό ΔLογένΎjς, οποως
EXEL
ανάγΚΎj σωΤΎjpίας
πρέπεL να άναζψ~σεL ~ ~ναν πολuτψο φίλο ~ ~ναν &σπoν~o εχθρό, ωστε ε'ίτε με τον αύσΤΎjpO ελεγχ.ο ε'ίτε με τ~ φLλLΚ~ φpoντί~α να άποφεuγεL τα σφάλματα. Βλ. καιι ΆντισθένΊ)ς
491. COD.
ΥΑΤ.
124.
GR. 633 f. 121".
Διογένης εlπε τον φίλον δείν εύεργετείν, ΕΎα μαλλον
t φίλος,
χαι' τον
έχθρον όμοίως, ΕΎα γένηται φίλος φυλάσσεσθαι γαρ άναγχαίον των μεν φίλων τον ψόγον, των δε έχθρων την έπιβουλήν.
Ό ΔωγένΎjς εΙπε ΟΤL πρέπεL κανεις να εύεργετεί το φίλο, YLιX
να τον
xtXVEL
EXEL πεΡLσσότερο φίλο, XL επίσΎjς τον εχθρό, YLιX να τον XL ΟΤL ElvlΧL άπαpαίΤΎjΤO να ~EVEL πpoσox~ στις εΠL
φίλο'
κρίσεLς των φίλων και στα υπουλα σχέ~Lα των εχθρων.
492.
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, πως δεί τον νέον ποιημάτων άχούειν ρ.
21e.
Προς δε τον γράψαντα ποτ! τον πονηρον οι!χ άχρηστον όπλον ά πονηρία τρόπον τινα συνεξομοιουσθαι χελεύοντα τοις πονηρο!::.
:"t:J
:"0 υ
Διογέ-
r
ΔlOΓΕΝΗΣ
445
νους παραβαλειν έσηΥ' έpωτr;θει'ς γάρ όπως ιΧν ης άμυναιτο τόν έχθρόν, «αυτός», έφη, «καλός κάγαθός γενόμενος».
KIΧL σ' έκε!:'νον που εγραψε ΙSΤL «όιπένανη στον όιχρε!:'ο δεν EiVIΧL
αΧΡ'Υ)στο οπλο ~ άΧΡεL6τητα»1 XIΧL που κατα ΚOCΠΟLον τρ6πο μα.ς παροτρύνεL να έξομΟLωθουμε με τους άχρεΙους, πρέπεL να "t:'
\,
ανΤLτα",εL κανεLς τα
-
λ'
OrLIΧ του
Δ
ι LOrEV'Y)'
ιl
"
οταν τον
ρωΤ'Υ)σαν
,
με
ΠΟL6ν τρ6πο θα μπορουσε κανεLς να uπερασΠLστε!:' τον έαυτ6 του ocπένocντ~ σε ενocν εχθρο ocπocνΤYJσε: «με τ~ VOC ΎΙνε~ ό 'ίδιος ' "t: κα λ ος XIΧL\ α",Lος».
1. Ή προέλευση του στΙχου είνocι ocγνωστ'l]' ό Πλούτocρχος τον χρ'l]σψ.οποιε"i: ΚOCΙ στο Περ,' 8υσωπίοι.ς 534a.
493.
ΠΛΟΠΑΡΧΟΣ,
88b'ΠΡβ.
Πώς
ιΧν
ης
άπ'
έχθρών
ώφελοιτο
4
ρ.
GNOMOLOGIUM VATICANUM 743 n. 187.
'Έτι το{νυν πρόσλαβε τJ?ν Διογένους ιΧπόφασιν, φιλόσοφον σφό8ρα
και' πολιηκην οδσαΥ' «πώς ιΧμυνουμαι τόν έχθρόν;» «αυτός καλός κάγαθός γενόμενος».
Λ α'β ε
'"
•
.,.,.
'ψ 'Υ) σου XIΧL την φρασ'Υ) του Δ υπο
' ((ΟΠΟLα Ι " LOrEV'Y), 'Υ) EXEL
με-
γOCλ'Υ) φLλοσοφLΚ~, XIΧL πολLΤLΚ~, άξΙα: «Πώς θα άμυνθώ όιπέl 'θ' νανΤL σ ' tεναν εχ ρο;
494.
-
\ , ,
"t: ε το να γLνω ο(,'~ LΟLος κα λ'ος XIΧL, α",Lος».
Μ'
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων β{ων και' 8ογμιΧτων συνα γωγη ΥΙ
Έpωτr;θεις
[sc.
51. Διογένης] τ{ τών θηρ{ων κιΧκιστα 8ιΧκνει, έφη, «τών
μέν ιΧγρ{ων συκoφιΧντr;ς, τών 8έ ήμέρων κόλα';».
'Όταν ρώΤ'Υ)σαν τον ΔLογέν'Υ) ΠΟL6 όιπ' ΙSλα τα θ'Υ)ρΙα δαγκώνεL ΠLΟ ασΧ'Υ)μα, έκε!:'νος είπε: «' Απο τα ιXrpLIΧ θ'Υ)ρΙα ό συκοφOCντης,
όιπο τα ~μεpα ό κ6λακας».
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
446
495.
ΑΡΣΕΝΙΟΣ, ρ.
'Ερωτηθείς τοις γρεσιν
209, 6-8.
[sc. ΔισΥένης] ποια r1PXTot και' λέοντες,
εΥη θηρ{α χαλεπώτερα, εlπεν- «έν μέν έν δέ ταις π6λεσι τελωναι κα.ι' συκο
φ&νται».
/
' Σ α.ν
ρωτησα.ν
,-
/
'Δ LογενΎ)
τον
,/
/
ΠΟLα.
ϊ
ε.να.L
'
τα.
φο
/
β εροτερα.
/
θ "YJPLαo,
-~ "λ / OL. ,α.ρκουοες xαoL τα. Lοντα.pLαo, στις π6λεLς ομως OL τελώνες κα.Ι OL συκοφOCντες».
εκεLνος α.πα.νΤΎ)σε:«
496.
Σ
'β
τα.
'ϊ
ουνα. ε.να.L
ΑΘΗΝΑΙΟΣ, Δειπνοσοφισταί νι
Περι' 1jς
[sc.
254c.
κολακε{ας] καλως ό Δ ισΥένης lλεΥε πολ υ κρε-ΙΤτο ν εlναι
εΖς κ6ρακας &πελθειν
f}
ε/ς κ6λα.κας, οί ζωντες
lT!
τους &Υαθους των
&νδρων κατεσθ{ουσι .
. rL~ τ~ν όποΙα. κολα.κεΙα. σωστ~ ~λεγε ό ΔLογένΎ)ς ΟΤL εiνα.L προ τψ6τερο ν~ φύγεL κα.νεΙς κα.Ι ν~ πocεL στ~ XOpOCXLαo πα.p~ στους /λ
κο
'
α.κες που κα.τα.
β
ροχ
θ/ζ
L ουν
,
τους κα.
λ"
ους α.ν
θ
/
, - , /
ρωπους ενω α.κο-
μα. εiνα.L ζωντα.νοΙ Βλ. ΚΙΧ! Άντισθένηζ
156.
497. GNOMOLOGIUM VATICANUM 743 n. 186. ΔισΥένης πρός τόν λοιδορούμενον αιiτ~ «&λλ' ογτε έμοΕ», lφη, «πι στεύσει τις ειiφημοuντι σε ογτε σοι' έμέ βλασφημοUντι».
Ε;Lπε θ α."
•
/
,/
••
-
'"
λ/εω
κα. λ' α.
λ'OYLαo
να.ν που μLλας ασΧΎ)μα. YL~ μένα.». Βλ. ΚΙΧ! Άντισθένηζ
498.
,/ pL ζ ε:« Ο"υτε εμενα. " " XL εσε"
'''β ο Δ LOγενΎ)ς σε κα.ΠΟLον ο ΟΠΟLος τον ε
/ψ εL κα.νεLς α.ν με ΠLστε
39.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Άνθολ6Υισν πι 3, 51.
YLαo σενα. ουτε
r
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
447
'Έφη ης τον Διογένην άν6ητον είναι' ό δε «άν6ητος μεν ούκ είμω, έφη, «τον δε αύτον ύμιν νουν oι.Jκ έχω».
Κάποιος εΙπε για τον ΔιoγένΎJ πως εΙναι άνόΎJτoς εκεϊνος τότε παpαΤ~PΎJσε:
«' Ανόψος δΕν εΙμαι, δΕν 'έχω ομως το 'ίδιο μυαλο
μ' εσας». Πρβ. μια ποφόμοιoc OCπιΧνΤΊ]σΊ] του 'Αρίστιππου, ΔιογένΊ]ς Λocέρτιος ΙΙ
499.
71.
ΑΡΣΕΝΙΟΣ ρ. 208, 21-23.
Ό αι.Jτoς
[sc.
Διογένης] προδ6του ηνος κακως αύτον λέγοντος, έφη'
«χαίρω έχθρ6ς σου γεν6μενος, συ γαρ ού τους έχθρους άλλα τους φί λους κακως ποιεΙς».
Κάποτε που ενας α.πιστος φΙλος κακολογουσε τον ΔιoγένΎJ, εκεϊνος εΙπε: «ΧαΙρω που 'έγινα εχθρός σου' γιατι εσυ δΕν κα κομεταχεφΙζεσαι τους εχθρους άλλα τους φΙλους σου».
500. GNOMOLOGIUM VATICANUM 743 Ό αύτος
«6
[sc.
Διογένης] προσελθ6ντος
ll.
179.
rxCT4J
τινος και' λέγοντος δη
δεινά σε κακως λέγει» ε[πε' «μη θαύμαζε' καλως (γαρ> λέγειν ούκ
έμαθεν».
ΣΕ κάποιον που πηγε και του εΙπε οη «ό τάδε σε κακολογει»,
ό ΔιoγένΎJς άπάνΤΎJσε: «M~ σου φαΙνεται παράξενο' δΕν 'έχει μάθει να λέει 'έναν καλο λόγο». Ό ΔιογένΎ)ς Λocέρτιος ΙΙ 36 OCποόίόει μια πocρόμοιoc φριΧσΊ] στον ΣωκριΧΤΊ]' το Gnomologium Vaticanum, 743 n. 441 στον ΠλιΧτωνoc.
501. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και δογμάτων συνα γωγη ΥΙ 54. Προς τον είπ6ντα, «πολλοί σου καταγελωσιν», «άλλ' έγώ», έφη, [sc. ό Διογένης] «ού καταγελωμαι».
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
448
Σ' ocύτον ποι) του είπε «πολλο1. σε περ~γελoυν», ό Δ~oγέν-ης ιΧπάντησε: «Έγω όμως aεν γΙνoμoc~ περΙγελως».
502.
ΠΛΟΠΑΡΧΟΣ, Περι' άοργψίας
12
ρ.
460e.
ου 8εί ταυτα περιμένει ν τον όργι ζ6μενο ν, άλλα το του Διογένους «ογτοί σου καταγελωσιν, ιΓι Δι6γενες»· «εγώ
8'
ου καταγελωμαι»
λαμβάνειν έαυτi{j.
Ό όργ~ζ6μενoς άνθρωπος aεν πρέπε~ ναι πεΡLμένε~ [ναι ύποστε"L
'"
ocυτη
την
,
τocπε~νωσ-η
] oc'λλ'oc
,
πρεπε~
,~,
νoc
oωσε~
,
γ~oc
λ
oγocρ~ocσμ
6
του την ιΧπάντησ-η ποι) εaωσε ό ΔLOγέν-ηζ" οτocν κάπo~oς του εί
πε ότ~ «ocύτο1. εaω σε περ~γελoυν», εκε"Lνος ιΧπάντ-ησε: «Έγω όμως aεν γΙνoμoc~ περΙγελως».
503.
ΠΛΟΠ ΑΡΧΟΣ, Φάβιος Μάξιμος
10, 2
ρ.
179f-180a.
'Αλλ' ώσπερ Διογένης ό σοφ6ς, εΙπ6ντος τινος προς αι.Jτoν «ογτοι σου
καταγελωσιν» «άλλ' εγώ», εΖιπεν, «0ι.J καταγελωμαι», μ6νους ήγού μενος καταγελιiσθαι τους εν8ι86ντας καΙ. προς τα τοιαυτα 8ιαταρατ τομένους.
'ΑλλΟι ()πως ό σοφος Δ~oγέν-ης, οτocν του είπε κάπo~oς oτ~ «ocύ το/. έaω σε περ~γελoυν», εκε"Lνος ιΧπάντ-ησε: «Έγω aεν γΙνoμoc~ περΙγελως», επε~a~ πΙστευε oτ~ περΙγελως γΙνoντoc~ oσo~ aEL-
,
,
,
,
~ θ' χνουν ocoυνocμ~oc κoc~ πoc oc~νoυν συγχυσ-η,
504.
["ετσ~
, ,
κoc~ ο
Φ' β
oc
~oς
] ....
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' 80γμάτων συνα γωγή νι
58.
Προς τον εΙπ6ντα, «ο{ πλείους σου καταγελωσι», «κάκείνων τυχ6ν», εΙπεν [sc. ό Διογένης], «ο{ Ονοι· άλλ' φονται, ούτ' εγώ εκε[νων».
ol1T' εκείνοι
των ονων επιστρέ-
.
, ΔΙΟΓΕΝΗΣ
449
Σε κάπο ων που του εΙπε οτι «οΙ περισσότεροι σε περιγελουν», ό Δωγένης εΙπε: «'Ίσως κι έκεΙνους πάλι να τους περιγελουν οΙ γάιaocΡΟΙ' οπως ομως έκεινοι aεν πολυσκοτ(ζοντocι για τους γOC'r:ΜΡους ετσι κι έγω για aocύτους». Μια OCνOCλΟΎ"η σύγκpΙσΎj OCνθρώπινων σχέσεων με σχέσΥ) OCνθρώπου-ζώου συν ιχντiiμε στον ΔιογένΥ) ΛIΧέρτιο ΙΙ
21
OCνlΧφOpικα κlΧΙ με τον Σωκρά:τη: Σε κά:
ποιον που πlχρlΧξενεύθYjκε για την OC8ιOCφΟΡΥ) ocντ[8plΧσy) το\) τελευΤIΧ[Oυ OCπέ
νlΧντι σε ιχυτον που τον είχε χτυπ~σει, ό ΣωκρOCτης ΠIΧΡIΧΤ~ΡYjσε: «εΙ 8ε με ονος έλάκτισε, 8ίκην αν αύτφ έλάιχανον;»' πρβ. κlΧΙ Ο.
zum zwejten Buch von Xenophons Memorabjjjen,
505. COD.
ΟΠΟΒ.
σ.
Gigon, Kommentar
95.
GR. 192 f. 206 v •
ΆπαΥΥε{λαντος αύτφ
[sc.
Διογένει] τινος δτι «ό δεινά σε κακώς λέ
γει» «και τυπτέτω με», έφη, «μη παρόντα».
"Οτocν κάπο ως του OCνέφερε οτι «ό aεινoc σε κocκολογει», ό Δω
γένΎ)ς εΙπε: «"Ας με aέΡνει κιόλocς σαν aεν εΙμocι έγω μπροστά του».
506. COD. VAT. GR. 1144f. 216 V • Ό αύτος
[sc.
Διογένης] όνειδ{ζοντος τινος και' λέγοντος «μεθύων
παραληρεις», εΊπεν- «συ δε οιου με νήφοντα παραληρεΙν».
Σε κάπο ων που τον χλεύocζε κoc~ του ελεγε οτι «εΙσocι μεθυσμέ νος κoc~ πocρocμιλOCς» ό ΔιογένΎ)ς του εΙπε: «Κι έσυ νόμιζες οτι πocρocμιλω οτocν εΙμocι ξεμέθυστος».
507. JOANNES SARESBERIENSIS, Po]jcratjcus ΙΙΙ 14, 9. GNOMOLOGIUM MONACIENSE LATINUM XLV 1.
Πρβ.
Sed et Djogenes, cum ej nun6asset amjcus, te amj6 cunctj yjtuperant, oportet, jnqujt, sapjentjam ah jnsjpjentjhus ferjιi; esse enjm meJjorem indicat mala Jjngua quem carpjt.
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
450
•ΑλλOC XOCL ό Διογέν'Υ)ς, δτocν κOCποιος φΙλος του OCνOCγγειλε: δλοι ο[ φΙλοι σε κocτηγορουν, OCπOCντησε δτι πρέπει ~ σοφΙoc νOC όέχε
τocι χτuπήμocτoc OCπο μωρους γΙOCΤL ~ κocκιOC γλωσσoc OCποόει κνυει δτι ocύτος ενocντΙον του όποΙοu κocτocφέρετocι εϊνocι κocΜ τερος.
508. COD. VAT. GR. 633 f. 11gv. ΔιογέΥης τουτο προς έαυΤΟΥ συΥεχως lλεγεν- στε οΙ' πολλο! σε έπαι Υωσι, τ6τε Υ6μιζε έαυΤΟΥ μη8εΥος άξΙΟΥ εlΥαι, σταΥ 8έ μη8εΕς, &λλιi ψέγω σι, τ6τε πολλου.
Ό Διογέν'Υ)ς επocνocλOCμβocνε σuνεχως στον έocuτό τοu το έξΎjς: 'Ότocν ο[ πολλΟL σε πocινεuοuν, τότε νOC θεωρεις δτι όεν OCξΙζεις τΙποτε· δτocν πOCλι όεν σε πocινεύει κocνένocς τοuς &λλOC σε κocτoc-
,
-"
•
"θ ""ζ εις πο λλ' κρινοuν, το τε νoc εωρεις οτι OCι.,Ι
oc.
509. GNOMOLOGIUM PARISIENSE LATINUM Diogenes dixit: superat conscientia,
quidqUΊd
Ω. 17.
mali confixerit Jingua.
Ό Διογέν'Υ)ς εϊπε: ~ γνώσ'Υ) ύπερβocΙνει ότιό~πoτε κocκο κocτoc σκεuocσει ~ γλώσσoc.
510. GNOMOLOGIUM MONACIENSE LATINUM
χχιν 3.
Diogenes cum qUΊdam θί perferret ahqua maledicta ah amico eius de eodem dicta, an haec amίcus dixerίt, dubium est, inqUΊt; id qUΊdem mί hί de te manίfestum est. 'Ότocν κOCποιος OCνέφερε στον Διογέν'Υ) όρισμένες κocκολογΙες εΙ
πωμένες γι' ocύτον OCπο φΙλο τοu, εϊπε δτι εϊνocι OCμφΙβολο &ν ocύτOC τOC εϊπε φΙλος τουτο, πρOCγμocτι, μου εϊνocι όλοφOCνερο γιOC σένoc.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
511.
451
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βΕων κlΧι' 80γμάτων συνlΧ γωγη νι
67.
Έρωτηθει'ς [sc. ό Διογένης] 8ιιΧ τΕ ιΧν8ράπο81Χ εκλήθη, «ότι», φησΕ, «τους πό8ιχς ιΧν8ρων ε!χον, την 8ε ψυχην όποΕlχν συ νυΎ ό εξετάζων».
'Όταν ρωτ~θ"Y)κε ό Διογέν"Υ)ς γιατ1. τους ~oύλoυς τους όνόμασαν Ίχν~ράπo~α' , ocπάνΤ"Υ) σε: «Έπει~~ τα πό~ια τους ~σαν οπως των
&ν~ρων ocλλα ~ Ψυχ~ σαν αύτ~ν που εχεις έσυ ό όπo~oς ρωτιΧς». Πρβ. Δίων Χρuσόστομος, Λόγοι Χ
512.
(9) 1
κέ.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βΕων κlΧι' 80γμάτων συνlΧ γωγη νι 55. Πρβ. ΑΙΛΙΑΝΟΣ, ΠοικΕλη ι'στορΕIΧ ΧΙΙΙ 28.
Προς τους συμβoυλεύoντlΧς τον ιΧπo8pάντIΧ ιχύτου 80υλον ζητειν, «γε λοιον», έφη [sc. Διογένης], «εί Μάνης μεν χωρι'ς Διογένους (η, Διο γένης 8ε χωρι'ς Μάνου ού 8ύνlΧτlΧι».
Σ ε'
\'
\
(! , 'λ ε Ψ αν να ανα ζ "Υ)Τ"Υ)σει Ι ,~ .... λ οσους τον συμ β ου τον σου Ο του που
τό 'χε σκάσει ό Διογέν"Υ)ς ε!πε: «Ε!ναι γελo~o ό Μάν"Υ)ς να ζε~ χωρ1.ς τον Διογέν"Υ), ό Διογέν"Υ)ς ομως να μ~ μπoρε~ χωρ1.ς τον Μάν"Υ)>>.
"Αν οΙ πολλοΙ γνώριζοιν 8τι δ &νθρωπος είνοιι φύσει οιυτάρκης κοιΙ μποροσσοιν με έγκράτειοι νOC ζ~σοuν ενοιν βΕον εύτελη κοιτοιβάλλοντοις τον &:ποιιτούμενο πόνον γιOC νOC Ικοινοποι~σοuν τΙς περιορισμένες &:νάγκες τοuς χωρΙς τη βo~θειoι ύΠ'Υ)ρετων, aEV θOC είχοιν &:νάγκ'Υ) aούλων, 8πως &:κριβως δ Διογέν'Υ)ς aEV είχε
OCνάγκ'Υ) τοσ Μάν'Υ) (Α. Μποιγιόνοις, 'Η πολιτικη φιλοσοφΕα. τών Κυνικών, σ.
38).
513. ΣΤΟΒΑΙΟΣ, 'Ανθολόγιον ιν 19, 47. Πρβ. ΤΕΛΗΣ ρ. 41, 13-15.
Διογένης ιΧπο8ράντος του οίκέτου ούκ εφρόντιζε, 8εινον εΊ'vIΧΙ λέγων, εί Διογένης μεν χωρις ιχύτου ζην ού 8ύνlΧτlΧι, ιχύτου 8' εκεινος χωρις 8ύνlΧτlχΙ.
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
452
Ό ΔLογέν'Yjς, δτιχν κOCποτε aΡιχπέτευσε ό aουλος του,
εaωσε
aEV
O"YjμιχσLΙΧ στο γεγονος λέγοντιχς πως θα ~τιxν φοβερο να μ~ν
μπορεΤ ό ΔLογέν'Yjς να ζ~σεL χωρις έκεΤνον ένω ό aουλος μπορεΤ χωρις ιχότ6ν.
514. SENECA, De
tranquiΠitate amlnί
8, 3-7
ToJerabjJjus autem est, υΙ dixi, facίliusque non adquirere quam BmίΙΙθ re, ideoque Jaetiores VΊdebis, quos numquam fortuna respexit, quam quos deserUΊt. Vidit hoc Diogenes, VΊr ingentis Bnίmί, et θΠίcίΙ, Ωθ qUΊd sibi θπρί possit (5) si qUΊs de feJjcitate Diogenίs dubitat, potest idem dubitare et de deorum immortaJium statu, ΒΩ parum beate degant, quod jJJjs ΩθC praedia ΩθC horti sint ΩθC aJieno coJono rura pretiosa nec grande in foro faenus (7) at Diogenί servus unicus IυgίΙ ΩΟΟ eum reducere, cum monstraretur, tanti putaVΊt. «Turpe est» inquit «Manen sίne Diogene posse VΊvere, Diogenen sine Mane ΩΟΩ posse». Videtur mίhί dixisse» age tuum negotium, fortuna, nίhίl apud Diogenen iam ΙUΊ est: !υgίΙ mίhi servus, immo lίber abii. 'Αλλ&., 8πως είπε, EiVOCL ΠLΟ ύποφερτο καΙ ΠLΟ ευκολο να μ~ν ιχποκτα κιχνεΙς, πιχρα να χocνεL ΚOCτL πού εΙχε,
νους στοuς όποΙους ~
YL' ιχότο κιχι έκεΙ TGX'Yj 'aEV στocθ'Yjκε ποτε εόμεν~ς θα τοuς
aεΤς να εΙνΙΧL ΠLΟ πρ6σχΙΧΡΟL ιχπο ιχuτοuς στοuς όποΙους εστρεψε
τα νωτιχ. Ό ΔLογέν'Yjς, ενιχς &νθρωπος με μεγocλ'Yj Ψυx~, το ειaε "
"
d
\,
....
\
....
,
Ι
\
Ι
KL εκιχνε ωστε νιχ μ'Yjν μπορεL νιχ του ιχφιχφεσεL κιχνεLς ΤLποτε [ ... ] (5) ''OΠΟLος ιχμφLβocλλεL YLcX τ~ν εότυχΙιχ του ΔLογέν'Yj, μπορεΤ έξΙσου να ιχμφLβocλλεL κιχι YLcX την κιχτocστιχσ'Yj των ιχθιχ/ θ εων: - κιχτιχ, ποσο / οεν "" ζ ουν - β/' / ,επεLΟ'Yj "" ουτε " νιχτων LO ευτυΧLσμενο, ιχυτο
κτημιχτιχ εχουν ούτε κ~πoυς ούτε μπορουν να έκμLσθώνουν τοuς κΙΧλύτερους ιχγρούς τους, ούτε να τοκογλυφουν στην ιχγο
ρα !!
[ ... ] (7) του ΔLOγέν'Yj του εφυγε ό μονιχaLκος aουλος του KL -,,,'" ξ "" θ εωΡ'Yjσε / "/ξ ζ , , / / εοεL ιχν οεν πως ιχ L ε νιχ τον πιχρεL ΠL-
οτιχν του τον
σω. «ElVΙXL ντpoπ~», εΙπε, «ό Μocν'Yjς να μπορεΤ να ζεΤ χωρις τον ΔLογέν'Yj, ό ΔLογέν'Yjς δμως να μ~ μπορεΤ χωρις τον
Mocv'Yj)). TGX'Yj·
ΝομΙζω δΤL ~θελε να πεΤ τουτο: «ΚOCνε τη aουλεLOC σου,
ό ΔLογέν'Yjς aEV εχεL τώριχ τΙποτε aLΚ6 σου: ό aουλος μου' φυγε, ~. μαλλον έλευθερώθ'YjΚΙΧ ιχπ' ιχότ6ν)).
r
1111
,
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
[~
ι
Ιί
515.
453
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων κιχι' 8ογμάτων συνιχ γωγη νι
52.
Πρβ.
GNOMOLOGIUM VATICANUM 743 n.
200. Έρωτηθεις
[sc. 6 Διογένης]
εί πιχι8ισκάριον
7)
πιχι8άριον έχοι, έφη,
«ου»· του 8ε είπ6ντος, «Μν οδΎ &ποθάνης, τίς σε έξοίσει;» έφη,
«6
ΧΡf;ζων της οίκείιχς».
'Όταν ρώτησε κά:πo~oς τον Δ~OγένΊj αν ~χε~ καμ~ocν ύΠΊjpετp~Oύ λα ~ κανένα ύΠΊjpετά:κo, απά:ντησε αpνΊjτ~κά:' κ~ ()ταν έκεΤνος τον pώΤΊjσε «K~ αν πεθά:νε~ς πo~6ς θOC σε σΊjκώσε~;», ό Δωγέ-
,
"
ϊ Α"υτος που θ'α χρε~α 'ζ ετα~ το σπ~τ~». νΊjς ε.πε:«
516.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων κιχι' 8ογμάτων συνιχ γωγη νι
Ί8ων
52.
[sc. Διογένης] ποτε 8ριχπέτην έπι φρέΙΧτι κΙΧθήμενον έφη, «μει
ράκιον, βλέπε μη έμπέσης».
Κά:ποτε που ό Δ~OγένΊjς EISE εναν SραπέΤΊj νOC κά:θετα~ έπά:νω σ' ενα ΠΊjγά:S~ του είπε: «Νεαρέ, πρ6.σεχε μ~ν πέσε~ς». ΛογοποιΙγνιο με aιοιφορετικες σΎiμoισΙες του ρ. έμπ{πτειν: ~ φρά.σΎ) μπορεϊ νOC σΎiμoιΙνει 'πρόσεχε μ~ν πέσεις μέσοι στο ΠΎiγά.aι' ~ κοιι 'έπά.νω σ' οιύτους που σε ψά.χνουν '.
517. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων κιχι' 8ογμάτων συνιχ γωγη νι 28. 'Ά γιχσθΙΧι 8ε κιχι' των 80ύλων ο! λιχβροφιχγουντιχς 6ρωντες τους 8ε σπ6τιχς μη8εν άρπάζοιεν των έσθιομένων.
ΈκπλΊjσσ6ταν έπισΊjς δ Δ~OγένΊjς με τους Sούλους πού, ενω
' " , \' , , \~, βλ επουν τους αφεντες τους να τρωγουν λαψαργα, αυτo~ οεν • 'ζ ουν τ~πoτα , '" το τραπε'ζ ~. αρπα απο
Ι Ι'
Ι
οι ΑΡΧΑΙΟΙ Κ"Υ'ΝΙΚΟΙ
454
518.
ΦΙΛΩΝ, Περι' του πάντα σπουδαιον έλεύθερον εΊναι
157.
Ό γουν Διογένης ιδών τινα των λεγομένων άπελευθέρων ά:βρυνόμε νον και' πολλους αύτ4> συνηδομένους, θαυμάσας το αλογον και ακρι τον, «δμσιον» εΊπεν «ώς εΙ' τις άνακηρύξειέ τινα των οικετων άπο ταύτης της ήμέρας εΊναι γραμματικον
r)
γεωμέτρην
r)
μουσικόν, ούδ'
οναρ των τεχνων έπησθημένον».
Ώς γαρ έπιστήμονας ού ποιει το
κήρυγμα, ούτως ούδε έλευθέρους
-
έπει' μακάριον ήν τι
-
άλλα μό
νον ούκ οΙκέτας.
'Έτσι ό ΔΙOγένΊjς, οτocν εΙοε κάποιον απο τους λεγόμενους απε λευθερωμένους οούλους να κocμocρώνει XOCL πολλους να τον συγ xoclpouv, εμεινε εκπλΊjΚΤOς απο τ~ν ελλεΙψΊj λογικου xoc1. κρί σΊjς. «Αυτό», εΙπε, «εΙνocι σαν να οιocκ~ρυχνε κocνε1.ς οτι απο
ΤOύΤΊj τ~ν ~μέρoc ό τάοε οουλος εΙνocι φιλόλογος ~ γεωμέτpΊjς ~ μουσικός, ένω έκεινος οεν τ1.ς εχει ίοει ocυτες τ1.ς έπιστ~μες ου τε στον ϋπνο του». 'Όπως ΟΊjλocο~ ~ ΟΙOCΚ~ΡυζΊj οεν κάνει τους αλλους έπιστ~μoνες ετσι οεν τους κάνει κι έλεύθερους - γΙOCΤL
,
,
';' oc Ίjτocν
θ'
κocτι τετοιο
'ι:" ζ'λ OCc.,ΙO Ίj ευ το
-
oc'λλ'oc
'λocπ ως
,
κocνει
voc"
μΊjν
εΙνocι πια οουλοι.
519.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων β[ων και δογμάτων συνα γωγη νι
Έρωτηθει'ς
49.
[sc.
Διογένης] δια τ[ ο[ άθλψαι άνα[σθψο[ εισιν, έφη,
«δτι κρέασιν ύε[σις και βοε[οις άν4Jκοδόμηνται».
Σαν ΡώΤΊjσocν τον ΔΙOγένΊj γΙOCΤL οΙ αθλψες εΙνocι ανocίσθψοι, ocυτος απάνΤΊjσε: «Έπειo~ εΙνocι χτισμένοι με χοφινα xoc1. βοοι να κρέocτoc». ΟΙ οροι της ζω-ης του ΔιoγένΎJ, οπως και γενικότερα των κατώτερων κοινω
νικων στρωμOCτων, απέκλειαν τη συμμετoχ~ στον αθλΎJτισμo και ιιεν έπέτρε παν κανένα ένθουσιασμο γιΟι το αθλΎJΤΙΚo tΙΙεωΙΙες, του όποΙου ocλλωστε ~
πpoέλευσΎJ ~ταν αpιστoκpατικ~' βλ. σχετικΟι και ΔιoγένΎJς Λαέρτιος νι 30
r= ΔιoγένΎJς
1401, νι 61
r= ΔιoγένΎJς
526], Λουκιανός, Νεκρικοι' διάλΟΥΌ!
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
455
1, 3· επίσΎJς Μιχξιμος Τ6ρου ΧΧΥΙΙ 3, οπου OCνα.φέρετα.ι κιχτι πα.ρ6μοιο για τον κριχτη [= KpιχΤΎJς 88].
520.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων και 80γμάτων συνα γωγη νι
62.
Άφυη παλαιστην θεασάμενος
[sc.
Διογένης] ίατρεύοντα έφη,
«τΕ
τοϋτο; η ΕΎα τους ποτέ σε νικήσαντας νϋν καταβά:λr;ς;»
Ι.
,
Βλέποντας ό Δ~oγένΎJς ~ναν άoέξ~o παλα~στ~ να. εξασκει το ~α τp~κo επάγγελμα εϊπε: «τι εϊνα~ αυτο πάλ~; ''Η μ~πως πας ι
"
ετσ~ να
Στο
β'λ
ι
,Ι
,Ι
,ι
α ε~ς κατω εκε~νoυς που καποτε σε ν~ΚΎJσαν;»
Gnomologium Vatjcanum 743 n. 226
OCπο3ί3ετα.ι πα.ρ6μοια. φpιχσΊj (νυν
εσpηXlΧς μέθοδο ν, δι' ης πολλους XIΧTlΧβlΧλεις) στον ΔΊjμOσθένΊj.
521.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων και' 80γμάτων συνα γωγη νι
Ί86η
[sc.
49.
Διογένης] ποτ' ΌλυμπιονΕχην πρ6βατα νέμοντα,
χέως», εlπεν,
«τα
«d'ι βέλτιστε, μετέβης άπα των ΌλυμπΕων έπι' τα
Νέμεα». ι Σ αν
. , " καποτε ', ε,οε
'Δ' ο ~oγενΎJς
"
εναν
'Ολ υμπ~oν~ΚΎJ '
ι να
β oσκ~'ζ ε~
πρ6βατα του εϊπε: «Γp~γopα π-ηγες, φίλε, άπο τ~ν 'Ολυμπία στ~ Νεμέα». Στο Gnomologium Vatjcanum 743 n. 567 τ~ν Ι3ια. είpωνLΚ~ πα.pα.τηpΊjσΊj (ΤΙΧ χέως άπα Όλυμπ{ιχς έπl NέμεlΧ, 3Ίjλ. ουσια.στικα 'γp~γopα. OCπο όλυμπιoνίΚΎJς ξέπεσες να β6σκεις πρ6βα.τα.') φέρετα.ι να OCπευθ6νει σε ενα.ν όλυμΠΙOνίΚΊj μια ΎPlΧυς άπιΧή. Ό Α. Packmohr, De Djogenjs Sjnopensjs κλπ., σ. 93 είκιχζει οτι α.ύτ~ ~ βpα.χυλoγικ6τεpΊj εκ3oχ~ πρέπει να ~τα.ν κοιν6τα.τη. Κα.τα τα ΙΧλ
λα. πρ6κειτα.ι, οπως είνα.ι φα.νερΟ για λογοπα.ίγνιο με τις λέξεις 'νέμω', 3Ίjλ.
'β6σκω', 'ποιμα.ίνω', 'NέμεlΧ', 3Ίjλ. τους OCγωνες που τελουντα.ν στη ΝεμέIΧ (= 'τ6πος νoμ~ς'), μετα.ξυ "Αργους κα.ι Κορίνθου.
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚιΝΙΚΟΙ
456
[ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΦΑΛΗΡΕΥΣ], Περί έpμΗVείας 260.
522.
Καί τά ΔιογέΥους τά έν 'Oλυμπί~, οτε του όπλίτου δραμ6Υτος έΠΙτΡέ χων αυτάς έκήρυττεν έαυτάν Υικαν τά 'Ολύμπια πάΥτας ιΧνθρώπους
κα.λoκιΧγαθί~. Καί γάρ γελαται τά είρημέΥον &μα και' θαυμάζεται, καί ήρέμα καί ύποδάκνει πως λεγ6μεΥον.
'Ένιχ &λλο πιχριΧaεLγμιχ ε'iVΙΧL ιχύτο με τον ΔLογέv'Υ) στ~ν Όλυμ π(ιχ: 'Αμέσως uστερ' απο ~νιxν αγώνιχ aρ6μου αvaρωv με πιχνο πλ(ΙΧ, τρέχοντιχς γLα λ(γο XL ΙΧύτ6ς, aLιχκ~ρυχvε ΟΤL ν(Κ'Υ)σε ολους
τούς ανθρώπους στούς ΌλυμΠLιχκούς αγωνες της αρετης. τα λ6γLΙΧ ιχύτα προκΙΧλουν το γέλLΟ κιχ/. τιχυτ6χρονιχ ~νιxν θιχυμιχσμο
- κιχ(, αμυaρως, εχουν κιχτα κιΧΠΟLΟV τρ6πο κιΧΤL a'Υ)ΚΤLX6.
523.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Ά νθολ6γιον ΠΙ
4, 111.
Διογένης έλεγε διαπαλαίΟΥτας μεν πολλούς όραν και' διατρέΧΟΥτας διΙΧΚΙΧλοκιΧγαθιζομέΥους δε ου.
'Ο Δ LογεV'Υ)ς ' "λ εγε OτL ""βλ~ ε ε επε 'λ
ΠΙΧ
'Υ)
' XΙXL
"ξ
στο τρε
Lμ0,
Πρβ. κιχι Διογέν1)ς ΛΙΧέρτιος νι
524.
πο
λλ" ους
"\ σΤ'Υ)ν ιχρετ'Υ)
f/
νιχ
ομως
πιχριχ
β' YΙXLVOUV
,
στην
0lL. ,/
65 [ = Διογέν1)ς 388].
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' δογμάτων συνα γωγη νι,
'ΈλεΥέ
[sc.
27.
Διογένης] τε περι' μεν του παρορύττειν και λακτίζειν
ιΧγωνίζεσθαι τούς ιΧνθρώπους, περί δε καλοκαγαθίας μηδένα.
Ό ΔLογέV'Υ)ς ελεγε ΟΤL οΙ &νθρωπOL ocμLλλωVΤΙΧL στο σκιXψ Lμ0 1 κιχ/. τ/.ς κλωτσLές, κιχνένιχς τους ομως στ~ν αρετ~.
1. Τό πιχρορύττεΙΥ, 1Ι1)λ. το σκάψιμο, ~τιxν OCσΚ1)σ1) ποu άποτελουσε μέρος της προετοιμιχσ(ιχς γιΟι τοuς Όλυμπιιχκοuς άγωνες.
r ΔΙΟΓΕΝΗΣ
525.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, 'Ανθολ6γιον ΠΙ
457
5, 39.
Δεινον έλεγε ό Διογένης, εί οι μεν &f)λψαι' και' οι κιθαρφδοι' γαστΡος και ήδονων κρα'ωυσιν, οί' μεν της φωνης χάριν οί' δε του σώματος, σωφροσύνης δ' ενεκα ούδει'ς τούτων καταφρονήσει.
Ό Διογέν'fjς ~λεγε δη ε!νocι φοβερο να μπορουν οΙ αθλψες κocι οΙ κιθocρω/)οι να συγκρocτουντocι απένocντι στις απολocύσεις τις κοιλιας κocι τις σωμocτικες απολocύσεις, οΙ κιθocρω/)οι για xocP'fj τ~ς φων~ς τους, οΙ αθλψες για XOCP'fj του σώμocτ6ς τους, ενω,
αντιθέτως, για XOCP'fj τ~ς σωφροσύν'fjς κocνένocς τους να μ~ν πε ριφρονεί: ocυτες τις απολocύσεις.
,
, 526.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, ΦΙλοσ6φων μων και δογμάτων συνα
γωγή νι Ίδων
[sc.
61.
Διογένης] ΌλυμπιoνίκΗV είς έταίραν πυκν6τερον ά:τενίζον
τα, «(δε», έφη, «κριον 'Αρειμάνιον ώς ύπο του τυχ6ντος κορασίου τραχηλίζεται».
Βλέποντocς ό Διογέν'fjς ενocν Όλυμπιον[κ'fj να κοιτOCζει συχνα πυκνα μιαν έτoc[ρoc, «Για /)ές» , ε!πε, «ενoc λιοντocρ6ψυχο κριOCρι: τ[ λocβ~ του ~χει κOCνει στο λocιμο ενoc κοινο κοριτσOCκι)).
527.
ΠΛΟΠΑΡΧΟΣ, Περι πολυπραγμοσύνης ΛΙΑΝΟΣ, Ποικίλη ιστορία ΧΙΙ
12 ρ. 521h. Πρβ. ΑΙ
58.
Ό μεν Διογένης θεασάμενος είσελαύνοντα τον ΌλυμπιoνίκΗV Διώ ξιππον εφ' άρματος και γυναικος εύμ6ρφου θεομένης τήν πομπήν , / αποσπασαι
,
"',fJ ι τας οψεις μη'δ' υναμενον α'λλ' υποβλ εποντα και, παρεπι-
στΡεφ6μενον, «όpίiτ'», εlπε, «τον ά:θλητήν ύπο παιδισκαρίου τΡαχη λιζ6μενον;» ' • Δ' Βλ εποντocς ο LOγεν'fjς
\ θ ριocμ β ευτικoc
, σΤ'fjν
\
τον
'λ'
πο
'fj
'Ολ υμπιονικ'fj 'Δ ιω<"ιππο 'ζ ι
\ μπocινει , νoc
\ ff \ , , επocνω στο ocρμoc του κocι νoc μ'fjν μπο-
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥI\'ΙΚΟΙ
458
ρει να πάρει το βλέμμα. του απο μιαν ομορψη γυνα.ίκα. που πα. ρα.κολουθουσε τ~ν πoμπ~ αλλα να τις ρίχνει πλάγιες μα.τιες κα.ι να γυρίζει συνεχως προς το μέρος της είπε: «Για κοιτάξτε πως
"ενα
'λ'" κοριτσοπου ο εχει
κα.νει
λ α. β' Ίj
, ,
α.π
'
'λ α.ιμο το
,
στον
,
'
α. θλ ΊjΤΊj
μα.ς».
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βΕων και' 80γμάτων συνα
528.
γωγη νι
47.
Παχέος κιθαp~80υ προς πάντων μεμφομένου αύτος μόνος έπ;ήνει
[sc.
Διογένης]ο έρωτηθει'ς 8Ε: 8ιιΧ τΕ, lφη, «ότι τηλικουτος ων κιθαp~8εί και' ού ληστεύει».
Κάποιον πα.χυσα.ρκο κιθα.ρω06, για τον όποιο ολοι μιλουσα.ν &σχ'~μα, ό Δ~oγέν~ς
- μόνος αυτός -
τον επαινουσε- χι οταν
τον pώΤΊjσα.ν για ποιό λόγο το εκα.νε α.υτό, είπε: «ΈπειS~, μό λο που είνα.ι τόσο σωμα.τώSΊjς τρα.γουΜει με τ~ν κιθάρα. του κα.ι
SEV λΊjστευει τους αλλους».
529.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων β!ων και' 80γμάτων συνα-
γωγη νι 48.
ι
Τον κιθαp~80ν άει' καταλειπόμενον ύπο των άκροατων ήσπάσατο
[sc.
ό Διογένης] «χαίρε άλέκτορ»· του 8Ε: είπόντος, «8ιιΧ τΕ;» «ότι», lφη,
«ο/8ων πάντας έγε!ρεις».
'Ένα.ν κιθα.ΡωSΟ που πάντοτε οι α.κροα.τες τον πα.ρα.τουσα.ν κι εφευγα.ν ό ΔΙOγένΊjς τον ασπάσΤΊjκε λέγοντάς του «Γειά σου
πετεινάρι μουΙ»· χι οταν εκείνος τον ρώΤΊ)σε «Γιατί αυτό;», ό ΔΙOγένΊjς του είπε: «Για.τΙ έσυ τους ξεσΊjκώνεις Ολους».
530.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων β!ων και 80γμάτων συνα γωγη νι
Ί8ων
[sc.
67.
ό Διογένης] τοξότην άφυη παριΧ τον σκοπον έκάθισεν, εί
πών, «Ε'να μη πληγω».
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
459
Σαν ElaE ό Διογέν'Υ)ς ~να.ν αaέξLO τοξ6τ'Υ) κάθφε ακριβως στον
στ6χο λέγοντα.ς: «Για να μ~ λα.βωθω».
531.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων ΚΙΧ!. δογμάτων συνlΧ
γωγη νι
41.
ΈντpίψlΧνΤOς IΧJT<{i
«ol6v
[sc.
Διογένει] κ6νδυλ6ν τινος, «Ήράκλεις», έφη,
με χρημ' έλάνθlΧνε το μετιΧ πεpικεφlΧλlΧίlΧς πεpιπlΧτείν».
Σε κάΠΟLOν ό όποϊ:ος το\) εaωσε μια γροθια ό Διογέν'Υ)ς είπε: «Μα το θε6, aεν σκέφτ'Υ)Κα. πως θα 'πρεπε να κυκλοφορω με κράνος».
532.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων κlΧι' δογμάτων συνlΧ γωγη νι
Έρωτηθει'ς
54.
[sc.
ό Διογένης] τί θέλοι κονδύλου λlΧβείν, «πεpικεφlΧ
λlΧ[lΧν», έφη. ' Σ α.ν
ι
'Δ
ρωΤ'Υ)σα.ν τον
ι
,
Ι
ιογεν'Υ) σε ΠΟLOν
'
θ' ι ζ ,Ι θ α. τα.φια. ε να. φα.ει γρο ια.
άπάνΤ'Υ)σε: «Σ' ~να. κράνος».
533.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων κlΧι' δογμάτων συνlΧ γωγη νι
41.
Προς τον έντινάζlΧντlΧ lΧύτψ
[sc.
Διογένει] δοκ6ν, ε[τlΧ ειπ6ντlΧ, «φύ
λlΧζlΧι», «πάλιν γάρ με», έφη, «πlΧίειν μέλλεις;»
"Οτα.ν κάποιος ερριξε πάνω στον ΔLOγέν'Υ) ~να. aoxciPL [κα.τα λά θος] κι άμέσως μετα το\) φώνα.ξε να προσέξει, εκεϊ:νος το\) είπε: «Λογα.ριάζεις a'Υ)λα.a~ να με χτυπήσεις πάλι;» Ή κωμικ~ πoιpoιΤ~PΊJσ1), την όποίοι εΊτε προιγμοιτικα EXOCVE ό ΔιoγένΊJς σε oιu τον ό όποίος τον χτύΠΊJσε κοιτα λά:θος με το οοκά:ρι ε'ίτε όιπλως συνoέθΊJκε απο τrιν πoιpά:ooσΊJ με το ονομά: του, ιΧποτέλεσε τ~ βά:σΊJ για τrι φpά:σΊJ 'ό τrιν
οι ΑΡΧΑΙΟΙ KT~IKOI
460
οοκον φέρων', Τι όπο[oc ίιΠOOΎjλώνει την '&φόpψΎj μονοτον[oc' κocι
+.
όπο[oc πρέ
πει να ~τocν πocpOιμιώOΎjς την &ρχocιότψoc. 'Έτσι
- κάτι σαν τ~ν εκφpOCσΎj ΔιΌς Κόρινθος- κocτα έξΎjyε'ί τουλάχιστον ό J .F. Killeen το σχεοον ocίνΙΥμoc
τικο &ριστοτελιχο χωρίο τ~ς Ρητοριχης, «Μν γάρ τις τα τοιαυτα μη νηται ... γίνεται 'ό την δοκων φέρων'», (OΎjλ. α:ν κocνεις οεν πocρουσιάζει κάη
τέτοιο σωστά, θα προκύψει κάτι πoΛU μονότονο), J.F. Killeen, "Aristotl~
Rhet. 1413b 3",
534.
σ.
186-7.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' δογμάτων συνα γωγη νι
66.
Προς τον ένσείσαστα αύτ4ί λαξαι», πλήξας αύτον
Κ αποιον
ι
[sc.
Διογένει] δοκ6ν, εlτα ε/π6ντα, «φύ
βακτηρίο/, εφη, «φύλαξαι».
rif
"'\."
~,
r/
'ζ
'"
,
ι
που κουνΎ)σε ουνατα ενα οοκαρι για να το ρι"ει επανω
στον ΔιογένΎ) κι υστερα το\) φώναξε «φυλάξου», ό ΔιογένΎ)ς
\
/
\
\
τον χτυΠΎ)σε με το ρα
535.
ΑΡΣΕΝΙΟΣ ρ.
Ό αύτος
[sc.
βς,./
οι του
208, 18-20.
,
/
λ/
λ/ζ
εγοντας του: «φυ α"ου».
Πρβ. ΑΙΣΩΠΟΣ, Μυθοι
65a.
Διογένης] λοιδορούμενος ύπ6 τινος φαλακρου, εφη' «σε
μεν ούχ ύβρίζω, τας δε τρίχας σου έπαινω, ΟΤΙ κακον κρανίον έξέ φυγον».
Ό ΔιογένΎ)ς, κάποτε που τον περιγελο\)σε κάποιος φαλακρ6ς, το\) είπε: «Έγω
azv σε έξευτελίζω,
ώστ6σο παινεύω τις τρίχες
σου που γλύτωσαν α.πο ενα άθλιο κεφάλι».
536. GNOMOLOGIUM Ό αύτος
[sc.
ΥΑTICANUM
743
Ω.
170.
Διογένης] θεασάμενος μάχαιραν έρρψμένην εφη' «τ[ς
σε ιΧπώλεσεν η τίνα σίι;»
Βλέποντας ό ΔιογένΎ)ς ενα πεσμένο μαχαίρι είπε: «Ποι6ς σε
ε:ι.ασε ~ ποι6ν α.φάνισες έσύ;».
Ρ ΔΙΟΓΕΝΗΣ
461
537. GNOMOLOGIUM VATICANUM 743 n. 199. 'Ο αύτος [sc. Διογένης] θεασάμενος π6ρρωθεν προσι6ντα χυρτ6ν, έπειδη έΥγυς έγένετο, εΊπεψ «(1νθρωπε, Φμψ τΕ σε φέρει ν».
''Οταν κocποτε ό ΔLογέν'Yjς εί3ε α:πο μαΚΡLα: να: πλ'YjσLocζεL ~νας καμπούΡ'Yjς, μ6λLς αύτος εφτασε κοντoc, ό ΔLογέν'Yjς του είπε: «"Ανθρωπέ μου, ν6μLζΙΧ πως ΚOCΤL κουβαλουσες».
538. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων χαι' δογμάτων συνα γωγη νι 54. ΔυοιΎ ποτε νομιχοίν άχούσας [sc. Διογένης] τους δύο χατέχρινε εΙ πών τον μεν χεΧλοφέναι, το δε μη άπολωλεχέναι.
'Ακούγοντος κocποτε ό ΔLογέν'Yjς Μο 3Lα3Lκους τους κιχτέΚΡLνε Κlχ~ τους Μο λέγοντας ()ΤL ό μεν ~νlΧς είχε κλέψεL ένω ό OCλλος οεν είχε χocσεL τΙΠOΤIΧ.
539. GNOMOLOGIUM VATICANUM 743 n. 190. Ό αύτος [sc. Διογένης] γεγονώς ποτε χριτης δύο άνθρώπων πονηρων,
έγκαλουντος κλoπΎjς θατέρου τψ (1λλιμ, μετα. το άκουσαι άμφοτέρων «συ μέν», εφη, «φαΕνει μοι μη άπολέσας, ο15τος δε χεΧλοφέναι».
Κocποτε που ό ΔLογέν'Yjς είχε α:ναλocβεL να: ΚΡLνεL Μο ΚIΧΚOυς α:ν θρώπους που ό ~νας καΤ'Yjγορουσε τον OCλλο rLιX κλoπ~, α:φου τους OCκουσε κα~ τους Μο, «'Εσύ», είπε στον ~να, «3εν μου φαLνεταL να: εχεLς χocσεL ΤΙΠOΤIΧ, αύτ6ς, α:πο τ~ν ocλλ'Yj, μου φαΙ-
\ "EXEL κ λ'ψ νεΤIΧL πως ε EL». 540. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων και' δογμάτων συνα γωγη νι 45. Θεασάμεν6ς
[sc. ό Διογένης] ποτε τους ι'ερομνήμονας των ταμιων τι
να φιάλψ ύφr;Ρημένον (1γοντας εφη, «οι' μεγάλοι Χλέπται τον μικρον αγουσι».
462
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚιΝΙΚΟΙ
Βλέποντας κά.ποτε ό ΔΙOγένΊjς τους Ιερεις να τραβολογουν κά. ποιον απο τους οΙκον6μους του ναου που εlχε πά.ρει ενα αγγειο [αφιερωμένο στον να6] εlπε: «ΟΙ μεγά.λοι κλέφτες τραβολογουν τον μικρ6».
541.
ΚΛΗΜΗΣ
ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΥΣ,
[ = ΘΕΟΔΩΡΗΤΟΣ,
Στρωματείς
νΗ,
ιν
25,
Έλληνικων θεραπευτικη παθημάτων νι
20]. Εδ γουν και' Διογένης προς τον θαυμάζοντα, δτι εl5ρεν τον οφιν τψ δπέρφ περιειλημένον, «μη θαύμαζε», έφη· «ην γαρ παραδοξ6τερον
έκείνο, εΙ το (Jπερον περι' όρθψ τψ οφει κατειλημένον έθεάσω».
Σωσηχ ετσι κι ό ΔΙOγένΊjς εlπε σε κά.ποιον ό όποιος εlχε σαστί
σει που βρ~κε το φιaι τυλιγμένο στο ρ6παλο: «M~ν ιΧπορεΙζ" πιο αξιοπερίεργο θα ~ταν αν εlχες
aE'L' το ρ6παλο νOC εχει τυλι
χτει γύρω στο όρθιο φιaι».
542.
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, Περι' εύθψΕας
20 ρ. 477c.
"Αγαμαι δε και' του Διογένους, δς τον έν ΑακεδαΕμονι ξένον όρων
παρασκευαζ6μενον εΙς έορτήν τινα και' φιλοτιμούμενον «άνηρ δ'», εl πεν, «άγαθος ού πασαν ήμέραν έορτην ήγείται;». 'ζ ω "αυμα Θ
"
επισΊjς
'Δ' τον ΙOγενΊj
,
που
βλ'εποντας
" "ο
αυτον
-
οποιος
τον φιλοξενουσε στ~ ΛακεaαΙμονα να έτοιμά.ζεται για κά.ποια γιoρτ~ γεμά.τος ένθουσι-ασμ6, εΙπε: «Μα ενας σωστος ανθρω
πος aEV θεωρει κά.θε ~μέρα καΙ μια γιoρτ~;».
543.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων και' δογμάτων συνα γωγη νι
45.
Προς τον έπι' τfj λεoντfj θρυπτ6μενον, «παυσαι», έφη νης] «τα της άρετης στρώματα καταισχύνων».
[sc. ό Διογέ
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
463
Σε ΚOCΠΟLον που κocμOCρωνε YLOC τη λε6ντεLOC i>opoc του ό ΔLογέ νΊ)ς εΙπε: «ΣτocμOCτoc νOC νΤΡΟΠLocζεLς το κOCλυμμoc της όφετ~ς!» 1. 'Η λεοντη ~τoιν το τυπικο ~νδυμoι τοϊί ΉpoικλΊj, τοϊί ίιποδειγμοιτικοϊί ~pωoι των Κυνικων.
544.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων χαι' 80γμάτων συνα γωγη νι
34.
Κληθει'ς [sc. Διογένης] έπι 8είπνον oux έφη παρέσεσθαι' μη8έ γαρ πρώην αιΙτι;;) χάριν έγνωΧέναι.
f'Οτocν κάλεσαν κάποτε τον ΔιoγένΎJ σ' ενα. 8εΤπνο εΙπε ΟΤΙ δεν θOC π~γOCLνε: γLOCΤΙ την τελευτocΙoc φορOC που εΙχε πocεL i>εν του ανocγνώΡLσocν ευγνωμοσύνΊ). Αυτο το «λίγο ίιπεροπτικο χιοϊίμορ» τοϊί Διογέν'l] θυμίζει στον L. Paquet,
Les Cyniques grecs, σ. 57, σ'l]μ. 29, κOCτι απο τ~ στocσ'l] τοϊί ΣωκρOCτη στο αθ'ΙJVοιϊκο δικοιστηριο, &τοιν αξίωνε απο τοΙΙς δικοιστές του, ποΙΙ μόλις πρωτύ τεροι τον είχοιν κοιτοιδικOCσει, να αποφοισίσουν τ~ν σίτησ~ του στο πρυτοινείο, έν πpυτoι.νείCιJ σιτεϊ'σθοι.ι, Πλ&των, 'Απολογίοι. 36d-37a, για τις uπ'l]ρεσίες τις όποίες είχε προσφέρει στην πόλ'l].
545. ΤΕΛΗΣ ρ. 8,
3 -
9,
2 [= ΣΤΟΒΑΙΟΣ, 'Α νθολ6γιον πι
1, 98].
Πρβ. GNOMOLOGIUM PARISINUM n. 331.
Ποίον γάρ σοι τοιουτον οίχητήριον, φησι'ν ό Διογένης, του θέρους,
olov έμοι' ό παρθενων ο(Jτος, ευπνους χαι' πολυτελής; Εί ταυτα λέγοι ή Πεν[α, τ[ αν έχοις άντειπείν; 'Εγω μέν γαρ (αν> 80χω άφωνος γενέ σθοι.ι. 'Αλλ' ήμείς πάντα μάλλον αίτιώμεθα η την έαυτων 8υστΡοπ[αν χαι χαχο8αψον[αν, το γηρας, την πεν[αν, τον άπαντήσαντα, την ήμέ ραν, την ώραν, τον τ6πον. Δι6 φησιν ό Διογένης φωνης άχηχοέναι χαχ[ας έαυτην αίτιωμένης
ουτις έμοι' των 8' άλλος έπα{τιος, άλλ' έγω αιΙτή. Παράφοροι 8έ πολλοι' οιίχ έαυτοίς άλλα τοίς πράγμασι την αίτ{αν έπάγουσι,
464
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
Γ~αΤL πo~ά: θερ~ν~ καΤOLΚΙα εxε~ς έσύ, λέε~ ό Δ~OγένΎjς, σαν αύ το τον παρθενώνα που εχω έγώ, τον ένά:ερο xtxL τον πολύτψο; "Αν αύτα λέε~ ~ πενΙα, τΙ θα μπορουσες να ocντ~τά:ξε~ς έσύ; Έγω νομΙζω πως θα εμενα &φωνος. Έμεις ώστ6σο ρΙχνουμε
\
'θ'
την ευ
υνΎj
\,
,\'"
στα παντα εκτος απο ΤΎjν
~
,
O~ΚΎj
μας παρα
ξ
\
\
εν~α κα~
την κακoμoφ~ά: μας: στα γερά:ματα, τ~ν φτώxε~α, σε κά:πo~o που συναντ~σαμε τυχαΙα, στην ~μέρα, τ~ν ωρα, τον τ6πο. Γ αύτο λέε~ ό Δ~OγένΎjς πως &κουσε τ~ν Ίό~α τ~ν κακΙα να ρΙχν ~ την εύθύνΎj στον έαυτ6 της. «Δεν μου φταΙε~ κανένας &λλος γ, α
τουτα έόω, OCλλιΧ ό έαυτ6ς μου».1 ΠολλΟL ώστ6σο κά:νουν
fO
λά:θος να μ~ν καθ~στoυν ύπεύθυνο τον έαυτ6 τους OCλλα ΤLς ~ p~στά:σε~ς.
1.
ΠοιροιλλοιΥη του όμ'Υ)ριχου στίχου ου τΕ μαι υμμες έπαΕτιοι, άλλ' Ά Ύαμέ
μνων, ('Ιλιάδα Α
546.
ΤΕΛΗΣ ρ.
98].
Πρβ.
335).
10, 6 - 11, 1 [=ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Άνθολ6γιον GNOMOLOGIUM PARISINUM n. 332.
ΠΙ,
1,
Κιχι συ προς τά πιχρ6ντιχ χρω. Γέρων γέγονιχς μη ζήτει τά του νέου.
Άσθενης πάλιν- μη ζήτει τά του ίσχυρου, άλλ' ώσπερ Διογένης, έπε[ τις ώθει κιχι έτριχχήλιζεν άσθενως έχοντιχ, ού διετριχχηλ[ζετο, άλλά δε[ςιχς ΙΧύτ4) τον κ[ονιχ «βέλτιστε», φησ[, «τουτον ώθει προστάς».
KtxL συ να XΡΎjσΨOΠO~εις αύτα που εxε~ς στ~ ό~ά:θεσ~ σου. ''Ας πουμε πως γέρασες: μ~ν έπ~ζψεις πρά:γματα που ταφ~ά:ζoυν στους νέους. 'Ή πά:λ~ ας πουμε πως εxε~ς xά:σε~ ΤLς όυνά:με~ς σου:
,
μΎjν
προσπα
θ
-πραγματα ,
ε~ς
"ζ' που ταφ~α ουν σ
(l
,
εναν γερο
&νθρωπο OCλλα να κά:νε~ς σ, τι κ~ ό Δ~OγένΎjς που σταν κά:πo~oς
τον εσπρωχνε xtxL τον επ~ανε OCπο το λαψο - κά:ποτε που ~ταν έξασθενΎjμένOς -
έκεινος όεν &ρx~σε να παλεύε~ OCλλα όεΙχνον
τά:ς του ~να στύλο του εΙπε: «Στά:σου έκει μπροστά:, &νθρωπέ μου,
xtxL σπρωχνε τον στύλο».
μ
ΔIOΓΕΝΗΣ
547.
465
ΑΡΡΙΑΝΟΣ, Έπικτήτου ΔιατΡιβαι' ΙΙ
3, 1.
Καλως ό Διογένης προς τον ιΧξιουντα γρ&:μματα παρ' αύτου λαβειν συστατικιΧ «ότι μέν ανθρωπος», φησίν, «εζ και' ί8ών γνώσεται' εί8' ιΧγαθος η κακ6ς, εί μέν έμπειΡ6ς έστι 8ιαγνωναι τους ιΧγαθους κα, κακούς, γνώσεται, εί
8'
απειΡος, ού8' αν μυρι&:κις γρ&:ψω αύτφ».
ΏροιΙοι OCπOCντηση εοωσε ό ΔLογένΎjς σ' έκε'Lνον που του ζψουσε
να του οώσεL συσΤOΙΤLΚα γρOCμμοιτοι: «'ΌΤL είσΟΙL &νθρωπος»,
του 'πε, «θα το ocνΤLλΎjφθε'L μ6λLς σε Lοε'L' κοιτα π6σο, πocλL, εί σΟΙL κοιλΟς ~ κοικ6ς, θα το ocνΤLλΎjφθε'L αν εχεL τ~ν Ικοιν6τητοι να
ΟLΟΙΚΡLνεL τους κοιλους κοιι. τους κοικούς-
XL
αν οεν τ~ν εχεL οιύτη
την Ικοιν6τητοι, οεν θα κocνεL οιύτη τη OLOCKpLσY) ocκ6μΎj
XL
αν έγω
του το γρOCψω ΧLλLες φορές».
548.
ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΜΟΝΑΧΟΣ Ι, ΧΧΧΙΧ
55.
Διογένους λύκος ί8ών ποιμένας έσθίοντας έν σκηvn πρ6βατον, έΥΥυς προσελθών, ήλ[κος αν
ijv
ό θ6ρυβος, εlπεν, εί έγώ τουτο έπο[ουν.
του ΔLογένΎj. "Οτοιν ενοις λύκος είοε κOCποτε μέσοι σε μLα σΚ'ην~ βοσκους να τρωνε ενοι OCρνΙ, π'ijγε κοντOC τους κοιι. είπε: «τι φοι σοιρΙοι θα γLν6τοιν αν οιύτο το εκοινοι έγώ!»
549.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' 80γμ&:των συνα γωγή νι
Εύστοχώτατος
74.
Πρβ. ΕιΔΟΚΙΑ, 'ΙωνιιΧ
8' έγένετο [sc.
332
ρ.
245, 1-5.
Διογένης] έν ταις ιΧπαντήσεσι των λ6-
γων, ώς 8ηλον έξ ιJ)ν προειΡήκαμεν.
ΈξοιφεΤLκα εύστοχες ~σoινoι ocποιντησεLς που εΟLνε ό ΔLογένΎjς στα έρωτημοιτοι που του εθετοιν, δπως είνΟΙL φοινερο OCπ' δσοι
εχουμε ~OΎj πεL. 30. Οί :Αρχαίοι Κυνικοί
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
46ο
550.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων και δογμάτων συνα γωγη νι
Έρωτηθεις
69.
[sc.
ό Διογένης] τί κάλλιστον έν &νθρώποις, έφη, «παρ
ρησία».
Σαν ρώτησοιν τον Δ~ογ~ν1J πo~6 ε'[νoι~ οινοιμεσοι στ' ανθpώπ~νoι πράγμοιτοι το π~o όμορφο απάνΤ1Jσε: «Ή ωμ~ εΙλ~κpίνε~oι». Ή θεμελιώ8Ί)ς κυνικ~ άξίοι 8εν εΙνοιι ~ οιύτOCρκειοι άλλα ~ ελευθερίοι, ί8ιοιίτεροι ~ εξOCσΚΊ)σΊ) oιύτΎjς τ~ς ελευθερίοις στ~ σφοιίροι τοί) λόγου, ~ πιχρρησ[ιχ, ~ όποίοι, οπως λέει ε8ω ό ΔιογένΊ)ς, εΙνοιι το κάλλιστον έν όινθρώποις. Έπομέ
νως, «όρισμένοι ε'ί8Ί) PΊ)ΤOPικ~ς πpoικτικ~ς», οπως χοιροικτηριστικα σΊ)μειώνει ό
R. Bracht Branham, «Diogenes' Rhetoric and the Invention of Cynicism», σ.
460,
«εΙνοιι ούσιω8ως κυνικOC, συγκροτοuν δ,τ,ι. εννοοuμε με οιύτο τον δρο κοιΙ
8εν άποτελοuν άπλως το εργοιλεΤο μιocς ί8εολογίοις, ~ όποίοι ύφίστοιτοιι άνεξ oιpτ~τως ά:πο οιύτOC».
551.
ΜΑΡΚΟΣ Α ΥΡΗΛΙΟΣ, τα εις έαυτdν ΧΙ 6, 4.
Μετα δε την τΡαγιΡδίαν ή &ρχαία κωμιΡδία παρήχθη παιδαγωγικην
παρρησίαν έχουσα και' της &τυφ!ας ούκ &χρήστως δι' αύτης της εύ θυρρημοσύνης ύπομιμν,ήσκουσα' ΠΡdς οlόν τι και' Διογένης ταυτι' πα ρελάμβανεν.
'Ύστερ' απο τ~ν τροιγωδίοι δ1Jμιουργ~θ1Jκε ~ αρχοιίοι κωμωδίοι που τ~ν ΧΟΙΡΟΙΚΤ1Jρίζε~ μ~α ελευθεροστομίοι δπως oιυτ~ των πoι~
δοιγωγων, 1 ~ όποίοι δ~oιμ~σoυ τ~ς ωμ~ς εΙλ~κpίνε~oις δ~δάσκε~ αποτελεσμοιτικα τ~ μετριοφροσύν1J. Γ~α κάπo~oν τ~τo~o λ6γο
,
•
'λ οι β ε ο οινε
Δ' ~ογεν1Jς
'"
οιυτο το
'λ ο. ρο
1. 'Όπως
8ιευκρινίζει ό G. Rudberg. «Diogenes the Cynic and Marcus Aurelius», σ. 11, ~ εκφροισΊ) πιχιδΙΧΥωΥικη πιχρρησίΙΧ 8εν εχει τ~ σΊ)μοισίοι τοί)
«ποιι8οιγωγικου» ~ «8ι8οικτικου» μέσου οιύτου κοιθοιυτο άλλα 8Ί)λώνει εκείνΊ) την ελευθεροστομίοι, τ~ν ελευθεριότψοι τ~ς λεκτικ~ς συμπεριφορocς που χοι
poικτ~pιζε τους ά:ρχοιίους πιχιδΙΧΥωΥοος, τους 80ίιλους οΙ όποΤοι συνό8ευοιν τα ποιι8ια των ευπορων οίκογενειων κοιτα τΙς μετoικιν~σεις τους στ~ν πόλΊ). Μια 18έοι άπο oιύτ~ τ~ν πoιι8oιγωγικ~ ποιρρφίοι μας 8ίνει ό Πλόιτων στον επίλογο
Ρ
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
του Λύση
223a-b,
467
οτιχν οΙ πιχιοιχγωγοΙ όρμουν μέσιχ στην πΙΧλιχίστριχ ώσπερ
διχΕμονές τινες κιχι κΙΧλουν έπιτιχκτικΟι τΟι πιχιοιΟι νΟι γυρίσουν στΟι σπίτιιχ τους, ύποβιχρβιχρΕζοντες, ύποπεπωΧ6τες κιχι Ουσιχνιχσχετώντιχς. Αυτη ~ συμπεριψο ρΟι χιχριχκτηριζε, κιχτΟι τον Μ. Αυρ-ήλιο, κιχΙ τον Κυνικο σοφό.
ΔΙΩΝ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Α6γοι
552.
LXXII (55) 11.
Πυνθαν6μενοι ... χαι' περι' Διογένους, ότι χαι αύτος προς απαντα εύ π6ρει λ6γου χαι' ά.ποχρ{σεως. Και' Tι:r μεν τούτου χαι' 8ιαμνημονεύου σιν οι' πολλοί, ηχ μέν τινα ισως είπ6ντος αύτου, τά 8ε χαι' αλλων συν θέντων.
Ζψώντocς νOC μάθουν ... επΙσ"Υ)ς
YLOC τον ΔLογέν"Υ), γLocτt XL ocύτος xoct στtς ευ στο χε ς απocντ~σεLς.
εΙχε μεγάλ"Υ) εύχέρεLOC στο λ6γο
KL
ό πoΛUς κ6σμος θυμαΤOCL ακ6μoc τOC λ6γLOC του, αλλoc απο τOC
όπο'i:oc τOC
crEL
itXEL, 'ίσως, πεϊ: ό i:3Lος ενω πάλL αλλoc τOC εχουν συνθέ
αλλΟL.
553.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Άνθολ6γιον ΠΙ
34, 16.
'Εχ τών Δ{ωνος Χρειών. Τών συν6ντων τις μειΡαχ{ων Διογένει, έρω τώμενος ύπ' αύτου έσιώπα' ό 8ε εφη «ούχ οιει του αύτου εΙναι εί8έναι τά
& λεχτέον
χαι' π6τε, χαι τίνα σιωπητέον, χαι προς τ{να;»
'Απο τOC Ά νέχ80τα του ΔΙωνoc. ΚάΠΟLος απο τους νεocρους που μocθ~τευocν στον ΔLOγέν"Υ), οτocν ό ΔLογέν"Υ)ς τον ρώτησε κάΤL,
3εν απocντουσε' εκεΤνος τ6τε του εΙπε: «Δεν νομΙζεLς οη προσL-
\ EVOC XOCL τον ocυτο voc γνωΡL'ζ" EL ΤL πρεπεL voc\ λ'εγεΤOCL XOCL\ π6τε, xoct ΠΟL6ς πρέπεL νOC σLωπα XL απένocνη σε ΠOL6ν;» '1- 'ζ OLOC EL
σε
f/
\
\
,\
\
554. ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Ά νθολ6γιον ΙΙΙ 13, 37 [= ΔΙΩΝ ΧΡΥΣΟΣΤΟ ΜΟΣ, Α6γοι ΙΧ (8) 6-7]. 'Εχ τών Διογένους Διατριβών. 'Ώσπερ οι3'ν του Ποντιχου μέλιτος γεύσασθαι έπιχειΡουσιν οι' απειΡΟΙ, γευσάμενοι 8ε παΡ:Χ7.ρijμ:χ έξέ-
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
468
πτυσlΧν, 8υσχεpάνlΧντες, δτι πικρ6ν εστι κlΧι' αη8ές, ογτω κlΧι' του Διο γένους αΠOπεφασθlΧι μεν ήθελον 8ια ΠOλυπplΧγμOσύνην, ελεγχ6μενοι 8ε απεστΡέφοντο κlΧί εφευγον. Κιχί &λλων μεν ή80ντο λοι80ρουμένων, ιχύτοι'
8'
εφοβουντο κlΧί ανεχώρουν. Κιχί εί μεν εσκωπτέ τε κlΧί επlΧι
ζεν, lJσπερ είώθει εν{οτε, ύπερφυως εχlΧφOν, ανlΧτεινlΧμένOυ 8ε κlΧί σπoυ8άσIΧντoς ουχ ύπέμενον τJ7ν πlΧppησ{lΧν.
'
'Α πο
-
'Δ LOCΤΡL β'ες του ης
'
Δ Lογεν-η.
"0πως
λ ΟLπον '''~, οσΟL οεν
,
γνωΡL-
ζουν τΙποτε YLOC το μέλL του Π6ντου l εΠLχεφουν νOC το SΟΚLμά:-
,
"
,
'λ Lς ΤΟ 'β'ζ ουν στο στομoc τους OCLσ θ' ~, σουν ΚOCL μο ocνονΤOCL ουσocρε-
OC
στoc κoc1. το φτύνουν επεLS~ εΙνOCL ΠLΚΡΟ ΚL εχεL α-ηSLocσΤLΚ~ γεύ
σ-η, ετσL κoc1. όΡLσμένΟL ~θελocν απο νoσ-ηρ~ πεΡLέργεLOC νOC SΟΚL μά:σουν τον ΔLογέν-η, μ6λLς ομως εκε~νoς τους εφερνε σε SΎσκo λ-η θέσ-η γύΡLζocν ΚL εφευγocν.
Koc1.
SLocσκέSocζocν βέβOCLOC οτocν τOC
σκώμμocτά: του αφορουσocν OCλλους,
επocφνocν Sρ6μο.
OL 'lSLOL ομως φοβουντocν ΚL Koc1. χocΙροντocν με την ΚOCΡSLά: τους οτocν εκε~
νος, κocτOC τ~ συν~θεLά: του, πεΡLγελουσε ΚL αστεLευ6τocν, μ6λLς tI
,ι
\,
,
\
ομως επocυε νoc ocστεLευεΤOCL ΚOCL σο
β
,
ocρευοτocν,
~\"
\
οεν ocντεχocν την
ώμ~ εtλLΚρΙνεLά: του.
1. Στον Πόντο, τον τόπο της κα.-IocγωYi!ς τοα Διογένη, πα.ρα.γότα.ν ~να. 8'l)λη τηριω8ες μέλι, γιOC το όποίο μιλάει ό Πλ[νιος, Naturalis historia ΧΧΙ 13.
555. ΑΡΡΙΑΝΟΣ,
Έπικτήτου ΔιlΧτpιβlΧί ΠΙ
21, 18-19.
'Αλλ' ου8ε σοφον εΙνlχι τυχον εξlΧpκεΊ προς το επψεληθηνlΧι νέων- 8εΊ 8ε κlΧι' προχεφ6τητά τινlΧ εΙνlχι κlΧί επιτη8ει6τητlΧ προς τουτο, νη τον Δ{ιχ, κlΧί σωμα ποιον κlΧι' προ πάντων τον θεον συμβουλεύειν τlΧύτην την χώplΧν κlΧτlΧσχεΊν,
(19)
ώς Σωκράτει συνεβούλευεν την ελεΥκΤΙ-
κην χώplΧν εχειν, ώς Διογένει την βlΧσιλικην κlΧι' επιπληκτικήν, ώς Ζήνωνι την 8ι8lΧσκlΧλικην κlΧι' 8oγμlΧτικήν.
ΓLOCΤ1. προκεψένου νOC ασχoλ-ηθε~ κocνε1.ς με τ~ SLOCΠOCLSocγώγ-ησ-η
των νέων sεν αρκε~ νOC εΙνOCL σοφος αλλOC αΠOCLτε~ΤOCL εΠLπλέον κoc1. κά:ΠΟLOC έτοψότητoc κoc1. tSLocΙτερ-η Ικocν6τ-ητoc, μOC τον ΔΙoc, επΙσ-ης κocτά:λλ-ηλ-η σωμOCΤLΚ~ SLά:πλocσ-η κoc1. προπocντος νOC τον
(
μι ΔΙΟΓΕΝΗΣ
469
εχει συμβουλεύσει άΘεος να καταπιαστεΤ με αυτ~ τ~ν περιο χ~, (19) ()πως συμβούλευε τον Σωκρά:τη να καταπιαστεΤ με τ~ν εξέταση xιxt τ~ν &νασκευ~ των γνωμων, ()πως συμβούλευε
,
τον
Δ ΙOγενΎj '
"λ' να επιπ Ύjττει,
'''λλ σαν α ος
β ασι λ' ιας,
"
τους
αν θ ρω-
'
πους, iSπως τον Z~νωναl να τους οιοά:σκει xιxt να οιατυπώνει θεωΡΎjτικες ΟιΟασκαλ[ες.
1. fr. 29 SVF Ι
556.
ρ.
11.
ΑΡΡΙΑΝΟΣ, Έπικτήτου Διατριβαι ΙΙ
16, 35.
που γάρ μαι μέτεστι τούτου του πpάγμlΧΤOς
[sc.
της φιλoσoφίlΧς],
015
Σωκράτει ψε>την τiί5 ούτως ιΧπoθlΧν6ντι, ούτως ζήσlΧντι; οι) Διογένει μετην;
Γιατt τ[ μερτικο εχω εγω σ
αυτο το πρά:γμα, τ~ φΙλοσοφ[α,
στο άποΤο είχε μερτικο ά Σωκρά:ΤΎjς, ά άποΤος πέθανε ετσι ευ γενικα κι εζΎjσε ετσι ευγενικά:; ''Η σε αυτο στο άποΤο είχε μερ τικο ά ΔΙOγένΎjς;
557.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων κlΧι δογμάτων συνlΧ γωγη νι
38-39.
Προς τον συλλογισάμενον δτι κέplΧτlΧ εχει, άψάμενος του μετώπου, «εγω μέν», εφη
[sc.
δ Διογένης], «ούχ δρω». Όμοίως κlΧι προς τον
εEπ6ντIΧ δτι κίνησις ούκ εστιν, ιΧνlΧστας περιεπάτει.
'Όταν κά:ποιος το\) &πέοειξε συλλογιστικα iSτι εχει κέρατα,l ά ΔΙOγένΎjς, πιά:νοντας το μέτωπ6 του του είπε: «Δεν παραΤΎjρω τ[ποτα». Έπ[σΎjς iSταν κά:ποιος το\) εΙπε iSτι ~ κ[νΎjσΎj είναι κά:
τι &νυπ6στατο, εκεΤνος σΎjκώθΎjκε ορθιος κι άρχισε να βαο[ζει 2 εοω κι εκεΤ. 1. Έννοει ενοι γνωστο OCρχοιιο σόφισμοι, τον λεγόμενο κεpαT[νΗV (Ει τι οιίκ ιΧπέβαλες, τουτ' έχεις' κέρατιχ δ' οιίκ ιΧπέβαλες κέριχτ' l1ρ' έχεις, ΔιoγένΎjζ
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚιΝΙΚΟΙ
470 Λοιέρτιος ΥΙΙ
187),
την ποιτρότητοι το;; όποίου ό Διογέν"t)ς Λοιέρτιος, (Ι.π.,
την ιΧπο8ί8ει στον Χρύσιππο ~ στον Εύβοuλί8"t). τικ-η ocρν"t)σ"t) της κίν"t)σΊ)ς κοιΙ το;; γίγνεσθαι, ΟΚ
DΚ 29 [ =
Z~νων] Α
25.
2.' Ανοιφέρετοιι στην έλεοι 28 [= ΠΟΙΡμενί8"t)ς] Β 7 κοιΙ
Ή r8Loι εμπροικτη ιΧνοισκευ-η οιύτης της 8ι8οισκοιλίοις
εχει ιΧπο80θεί κοιΙ στον ΆντισθένΊ)
[= Άντισθέν"t)ς 189
κοιΙ
190].
558. GELLIUS, Noctes Atticae ΧΥΙΙΙ 13, 7-8. Libet autem dicere, quam facete Diogenes sophisma id genus, quod supra dixi a quodam dia1ectico θΧ Platonis diatriba per contumeliam propositum remuneratus sit. Nam cum ita rogasset dia1ecticus: «quod ego sum, id tu non es?» et Diogenes adnuisset atque iDe addidisset: «homo autem ego sum»; cum id quoque adsensus esset et contra dia1ecticus ita conclusisset: «homo igitur tu non es», «hoc quidem» inquit Diogenes «fa1sum est, et si verum fieιi vis, a me incipe». Πρ~πεL ναι σου πω με πόσΊJ έτοψότητα ό ΔLογ~νΊJς αντ~κροuσε ενα σόφLσμα απο αυται που αν~φερα παραπάνω, το όποΤο του
παροuσLασε κάΠΟLος 3LαλεΚΤLκος τ~ς σχoλ~ς του Πλάτωνα YLOι να τον προσ β' α λ EL.
"
Γ LαΤL'" οταν
• oLIX '" λ εΚΤLΧOς '" τον
ο
ρωΤΊJσε:« 'Ε σΙ)
'
3εν είσαL αυτο που είμαL έγ~· 3εν είν' ετσL;» XIXL ό ΔLογ~νΊJς το 3~χτηκε, ό 3LαλεΚΤLκος πρόσθεσε: «Έγω 5μως είμαL ocνθρω
πος». 'Όταν ό ΔLογ~νΊJς το 3~ΧΤΊJκε XL αυτο XIXL ό 3LαλεΚΤLΧος εβγαλε το σuμπ~ρασμα: «'Άρα έσυ 3εν είσαL ocνθρωπος», «Auτό», είπε τότε ό ΔLογ~νΊJς, «EiVIXL Ψεu3~ς, &ν 5μως θ~λεLς ναι εί
VIXL αλΊJθ~ς, OCΡΧLσε το σuλλογLσμο απο έμ~να».
559.
ΣΙΜΠΛΙΚΙΟΣ, &κρ6ιχσιν' ρ.
Ύπ6μνημιχ είς την
1012, 22-26.
'Αριστοτέλους
Πρβ. στο ocίιτο κocι ρ.
'Φυσικην
1205, 26.
Τέττιχριχς εΙνιχ[ φησι τούς περι κινήσεως του Ζήνωνος λ6Υους, 8ι' ιΙίν Υυμνάζων τούς &κροωμένους &νιχφειν έ86κει το ένΙΧΡΥέστιχτον έν τοις οl5σι, την κ[νησιν. 'Ώστε κιχι ΔΙΟΥένη τον κύνιχ των &ποριων ποτε
τούτων &κούσιχντιχ μη8εν μεν είπειν προς ΙΧύτάς, &νιχστάντιχ 8ε βιχ8[ σιχι κιχι' 8ια της ένΙΧΡΥε[ιχς ΙΧύτης λυσιχι τα έν τοις λ6Υοις σοφίσμιχτιχ.
,
,
Ρ ΔΙΟΓΕΝΗΣ
471
Τέσσερα λένε δτ~ είνα~ τα εΠ~Xεφ~ματα του Z~νωνα σxετ~κα με την κΙνΎ)σΎ), με τα όποr.α, θέλοντας να εξασκ~σε~ λoγ~κα τους μαθΎ)τές του, εo~νε την εντύπωσΎ) δη αναφουσε το π~o
πρόΟΎ)λο ανάμεσα στα πράγματα: την κΙνΎ)σΎ). Γ~' αυτο λo~πoν κ~ ό ΔιογένΎ)ς ό Kυν~κός, δταν κάποτε α.κουσε αυτα τα Ούσκολα O~αλεΚΤLΚα εΠ~Xεφ~ματα, οεν O~ατύπωσε καμΙα γνώμΎ) σxετ~"λλ' α
κα α ~
'θ Ύ)κε
σΎ)κω
,
ι
'β'ς,. 1 αO~σε,
κα~
,
ς,.
",Ύ) του ανασκευασε τα o~α
λ
'
,
,
ις,. λΎ)
"
κα~ με αυΤΎ) ΤΎ)ν ΠΡΟΟΎ)
" εκηκα
ι
εΠ~XεφΎ)ματα
ι
πρα-
.
.1. Πρβ. κσ.Ι πσ.ρσ.πάνω, Διογένης 90.
560.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων και' δογμάτων συνα γωγη νι
42.
Άλλα και' Μειδ[ου κονδυλίσαντος αυτον
[sc.
Διογένη] και' ειποντος,
«τρισχίλιαί σοι κείνται έπι' τjj τΡαπέζ,η», τ,η έξης πυκτικους λαβων
ίμάντας και' καταλοήσας αυτον εφη, «τΡισχίλιαί σοι κείνται έπε τfj ΤΡαπέζr;».
,ΑλλιΧ κ~ δταν ό Mε~Oιας Εοωσε μ~α γρoθ~α στον ΔιογένΎ) ΜΙ του είπε: «Τρεr.ς x~λ~άoες είνα~ γ~α σένα επάνω στο τραπέζ~»,
εκεr.νος, την α.λλΎ) μέρα, π~ρε λoυρ~ά, απο αυτα που ψορουν οί πυγμάxo~, κ~ αψου τον τσάκ~σε στο ξύλο του είπε: «Τρεr.ς x~ λ~άoες είνα~ γ~α σένα επάνω στο τραπέζω. ΤΟ γρονθοκόπημσ. που εΤχε Ι)εχθεί ό ΔΎJμoσθένΎJς απο τον Μειl)lσ., κσ.Ι ό συμ
βιβσ.σμός του με σ.υτΟν ενσ.ντι όρισμένου ποσου ~τσ.ν μια cause celebre του 40υ σ.Ι Κσ.τα τον Ε.
Schwartz, CharakterkiJpfe aus der Antike, σ. 121, το
ανέκl)οτο με τον ΔιoγένΎJ κσ.ι τον Μειl)lσ. έπινo~θΎJκε ώς μια μoμφ~ για τον ΔΎJμoσθένΎJ κσ.Ι τον έξευτελιστικο συμβιβσ.σμό του με τον πλούσιο' Αθψσ.ίο.
561. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων και' δογμάτων συνα γωγη νι 52. Ίδων
[sc. Διογένης] ψειΡα>κύλλιον ίματιοκλέπτην έν τcp βαλανείcp
έφη, «έπ' άλειμμάτιον Ύ) έπ' άλλ' ίμάτιον;»
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
' Βλ εποντα.ς
'Δ' ο ωγενΎJς
ι στα.
λ ουτρα. ι" ενα.ν
'λΎJ, νεα.ρου
Ι που
" λε β ε εκ
ρουχα., του εΙπε: «τι γυρεύεις; Κα.μια OCλοιφούλα. [άλειμμάτιον] ,Ι κα.νεν , "'λλ [ α.'Ιλλ ο ιμα.τιον ,ι ] ;». ΎJ α. ο ρουχο
562.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων και δογμάτων συνα γωγη νι
Ίδων
[sc.
51.
Διογένης] ποπ δύο κενταύρους κάκιστα έζωγραφημένους
έφη, «πότερος τούτων Χείρων έστί;»
Σαν εΙδε κάποτε ό ΔιoγένΎJς δυο Κεντα.ύρους πάρα. πολυ ασXΎJ μα.
ζωγρα.φισμένους
εΙπε:
«Ποιός
OCπο
τους
δύο
εΙνα.ι
ό
Χε(ρων;»
Λογοπocίγνιο με το ονομoc το;) ζocκουστο;) Κεντocύρου Χείρωνoc κocι τον ομόηχο συγκριτικο βocθμο το;) επιθέτου κακ6ς' ('χε{ρων', Οηλ. 'χειρότερος', εν προ κειμένω 'πιο κocκότεχνος').
563.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, ΙΦιλοσόφων βίων και' δογμάτων συνα γωγη νι
59.
ΕύμόρφιΡ μειΡακίιΡ άπιόντι ε/ς συμπόσιον έφη
[sc. ό Διογένης], «χείρων έπανήξεις»· του δ' έπανελθόντος και' τ;η έξης ε/πόντος, «και
άπηλθον και' χείρων ούκ έγενόμην», έφη, «Χείρων μεν ου, Εύρυτίων δέ».
Σε κάποιο ομορφο πα.λλΎJκα.pάκι που ξεκινουσε για ενα. συμπό σιο ό ΔιoγένΎJς εΙπε: «Θα γυρ(σεις χεφότερος [χε{ρων ]». Οτα.ν
Ε:κεΤνο γύρισε OCπο το συμπόσιο κα.(, τ~ν αλλΎJ μέρα., εΙπε στον ' Κ α.ιΙ, , [Ι]' Δ ωγενΎJ:« γυρισα. κα.ι'","'" σεν εγινα. χεφοτερος χειΡων » α.υτος του εΙπε: «Χε(ρων οχι, Ευρυτ(ων 1 ομως να.(». 1. Ό Ευρυτίων ~τocν Κέντocυρος που σ' ενoc συμπόσιο, στο άρχοντικο το;) Πεφίθου, συμπεριφέρθηκε ocσχημoc λόγω μέθης, 'Οδύσσεια φ 295 κέ.
r r
Ι
ι
473
ΔJOΓΕΝΗΣ
564.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Άνθολ6γιον ιν
36, 10.
Διογένης προς τι.να των συνήθων το σωμα βεβλαμμένον και ποτνιώ μενον, «ε15», έφη, «φ{λος, ότι πονεις, ίνα μη πονijς».
Σε κάΠΟLον γνωστό του ό όποΤος είχε πάθεL ζΊjμLα στο σωμα του xιxt όόυρόταν ό ΔLογένΊjς είπε: «Καλα που ύποφέρεLς απο
την αρρώσΤLα, φtλε, ωστε να μ~ν ύποφέρεLς απο τ~ όουλεLά».
565.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων και δογμάτων συνα γωγη νι
Δειν6ς τ' ~ν
24.
[sc.
ό Διογένης] κατασοβαρεύσασθαι των &λλων, και την
μεν Εύκλε{δου σχολην έλεγε χολήν, την δε Πλάτωνος διατριβην κα τατριβήν, τους δε Διονυσιακους ιΧγωνας μεγάλα θαύματα μωροις έλε γε και τους δημαγωγους όχλου διακ6νους.
Ό ΔLογένΊjς ~ταν φοβερος καθως έκό~λωνε τ~ν πεΡLφρόνΊjσ~ του απένανΤL στους OCλλους: τ~ σxoλ~ του ΕuκλεtόΊj τ~ν απο
καλουσε 'xoλ~'1 xιxt του Πλάτωνα τ~ όLόαχ~ 'χρονΟΤΡLβ~'2. τους ΔωνυσLακους αγωνες 'μεγάλο πανΊjγύΡL των ανo~των' xιxt
τους όΊjμαγωγOυς 'ύΠΊjρέτες του Οχλου'.3 1. Ό Εύκλεί3ης όιπο τoc Μέγαρα (περίπου 450-380 π.χ.), του όποίου Τι 3ι3α σκαλία ~ταν Ίjθικoλoγικoς έλεατισμος όινόιμικτος με σωκρατικOC στοιχεία,
έπιτίθετο στOC έπιχεφήματα των όιντιπόιλων φιλοσοφικων ρευμόιτων κατOC τρόπο εντονα έριστικό. Λαέρτιο νι
566.
2. Δηλα3~ 'χόισιμο χρόνου'. 47 [= Διογένης 579].
3. Πρβ. και Διογένη
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων β{ων και' δογμάτων συνα
γωγη νι
68.
Προς Διδύμωνα τον μοιχον ίατρεύοντά ποτε κ6ρης όφθαλμ6ν, «όρα», φησ{
[sc.
ό Διογένης], «μη τον όφθαλμον της παρθένου θεραπεύων
:-ην κ6ρην φθε{ΡTJς».
474
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΎΝΙΚΟΙ
Στον Δ~Mμωνα., ενα.ν μo~x6, ό όποΤος προσπα.θουσε κάποτε να γ~α.τpέΨε~ το μάη μ~ας κ6pΊjς, ό Δ~OγένΊjς ε!πε: «Πρ6σεχε μ~
πως γ~α.τpεύoντα.ς το μάη τ~ς πα.ρθένα.ς τ~ν κα.τα.στpέΨε~ς». Λογοπαίγνιο με τα όμώνυμα Χ6ρη, 3·YJλ. 'κορίτσι', 'κόρη', και Χ6ρη, 3ηλ. 'κό ρη το;:; ματιοu'
567.
(pupilla).
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων και δογμάτων συνα γωγη νι
'Ακούσας
[sc.
51. Διογένης] ποτε οτι Διδύμων
6
μοιχας συνελήφθη,
«&ξιος», εφ η, «έκ του ονόματος κρέμασθαι».
Σαν ΙΧκουσε κάποτε ό ΔΙOγένΊjς πως επ~α.σα.ν τον Δ~Mμωνα., τον
,,.
μo~xo, ε,πε:«
1.
Διδ'ύμων
568.
-
Τ
...
't:""!'
"
,
"','
ι
ου α.",~<.,ε~ να. τον κρεμα.σουν α.πο το ονομα. του.
1
δ'ίδ'υμοι 3ηλ. οΙ 'όρχεις'.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, φιλοσόφων βίων και' δογμάτων συνα γωγη νι
Πρβ.
62.
ΔείξαΥτος αύτ4'ί
[sc.
xoct ΣΤΟΒΑΙΟΣ, 'Ανθολόγιον πι 10, 57.
Διογένει] παιδαρίου μάχαιραν ήν είλήφει παρ'
έραστου, «ή μεν μάχαιρα», εφ η, «καλή, ή δε λαβη αίσχρά».
"Οτα.ν κάποιο άγopάκ~ εόε~ξε στον ΔΙOγένΊj ενα. μα.xα.ίp~ που του ε!χε όώσε~ ό εpα.στ~ς του, «το μα.xα.ίp~», ε!πε ό ΔΙOγένΊjς,
«ε!να.~ ώρα.Το, ~ πpoέλευσ~ του δμως ε!να.~ IΧσXΊjμΊj».
569.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων και' δογμάτων συνα γωγη νι
52.
'Αξιόπιστον ίδων
[sc. 6 Διογένης]
λωποδύτην εφ η,
τίπτε ού dΊδε, φέριστε; ~ τίνα συλήσων νεκύων κατατεθνηώτων;
ι ",~
'Ι':,
r!
475
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
Βλέποντας ό ΔΙOγένΎjς τον 'Αξιόπιστο, τον λωπο3ύτη, του εΙ πε: «Τ[ σ' εφερ' ε3ω πέρα, φίλε; Μην τους νεκρούς, ε3ω που
, β ρισκονται
1.
"~,
κοιταμενοι να γουσεις;».
Άπα τους στίχους Κ
Κα.ζα.ντζόικ'Υ)
570.
-
343
καΙ Κ
387
1
τΎjς 'Ιλιάδας στη μετόιφρα.σ'Υ) των Ν.
Ι Θ. Kα.κριO~.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων χαι δογμάτων συνα γωγη νι
53.
Προς τον πολυτελως όψωνουντα
ώΧύμορος δΙ; μοι, τέχος, εσσεαι, 0[' rΧγopάζεις.
[Ό ΔΙOγένΎjς εϊπε] σε κcΧπoιoν ό όποΤος ψώνιζε για ενα πολυτε λες γευμα: «Γιέ μου, μ' αυτα που τώρ' αγόρασες οί μέρες σου
εΙναι λίγες».1
1.
Άπα ταν στίχο Σ
95
τ'ijς 'Ιλιάδας το 0[' αγορεύεις του όμ'Υ)ρικου στίχου
εχει πα.ρα.λλα.χθεl., γιOC τΙς OCνόιγκες τ'ijς περίστα.σ'Υ)ς, σε 0[' αγοράζεις.
571.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσόφων βίων χαι' δογμάτων συνα γωγη νι
Άριστων
55.
[sc. ό Διογένης] έλιΧας, πλαχουντος είσενεχθέντος, Ρίψας
φησίν, ώ ξένε, τυράννοις έχποδ6η μεθίστασο.
Και' &λλοτε, μάστιξεν δ' έλιΧαν.
Ό ΔΙOγένΎjς ετρωγε κcΧπoτε ελιές, κι οταν του πρόσφεραν μια , ι \ t:" , πιτα, πεταει τις ε'λ' ιες και'λ' εει:« Β'''''' γες απ ΤΎj μεσΎj, ~ενε' τοπο
στο βασιλι&!». Kιxt κ&ποτε άλλοτε: «3ίνει βιτσια μεμιας στ' αλόγα τα» . Ό στίχος ιJj ξένε... μεθ{στασο εϊνα.ι του Ευριπίο'Υ), Φο{νισσες 40, ενω το μά στιξεν δ' έλιΧαν εϊνα.ι όμ'Υ)ΡΙΚΟ κα.Ι OCπαντα στο Ε 366 καΙ στο Θ 45 τ'ijς 'Ιλιά-
476
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
δος' πρ6κειτocι ΥΙOC λΟΥοπocίΥνιο με τον τύπο έλάαν, έπικο OCπocρέμφocτο του ρ. έλάω, έλαύνω ocλλOC κocι oc1τιocτικ~ ένικου του οιocλεκτικου ocττικου έλάα, ΟΊ)λ. 'έλα{α', 'έλιά:'. ΚocτOC τον
nes»,
σ.
99,
G.A. Gerhard, «Zur Legende vom Kyniker Dioge-
το OCνέκοοτο έπινO~θΊjκε OCΡΥ6τερoc, OCπο Κυνικούς, οί όποίοι οεν
OCσπά:ζοντocν τον λιτον κocι εύτελη βίο του Κυνικου φιλοσ6φου κocι προσπocθου
σocν, με τέτοιoc OCνέκοοτoc, νOC οείξουν οτι πocρ6μοιoc με τ~ oικ~ τους ~τocν κocΙ του ΔιoyένΊj ~ στά:σΊj OCπένocντι στOC δλικOC OCΥocθά:.
572.
ΣΤΟΒΑΙΟΣ, Άνθολ6γιον ΠΙ ΖΙΑΝΖΗΝΟΣ Λ6γοι ιν
[=
17, 15. Πρβ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΑ
Κατα Ίουλιανου Βασιλέως και' κα
τα Ελλήνων στηλιτευτικοι' Α']
72.
Ό Διογένης καθαρον λαβων αρτον, έξέβαλε της πήρας τον αυτ6πυρον είπών'
Jj ξένε, τυράννοις έκπο8ων μεθΕστασο.
"Οταν ό ΔιoγένΎJς π~pε κάποτε ψωμι καθαρό, έβγαλε και πέταt:' ,",ε
' " το απο
γοντας:
1.
'λ ι σακκου '
«Β γες
, , απ
EύpιπίoΊjς, Φο{νισσες
573.
του
, ΤΎJ
, \,
'ψ' το ωμι
απο
, !:"' μεσΎJ, ,",ενε'
, τοπο
,
ακοσκινιστο
'β
στο
ασι
λ
'λ' α ευρι
λ'ε-
1 ια.». 'Ι
40.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων και' 80γμάτων συνα γωγη νι
Θεασάμεν6ς
57.
[sc.
ό Διογένης] ποτε πορφυροκλέπτην πεφωραμένον
έφη, έλλαβε πορφύρεος θάνατος και μοίρα κραταιή.
Σαν
EraE
,
ό ΔιoγένΎJς κάποτε να συλλαμβάνουν επ' αύτοφώρω
, "
"
'"
~ Ί καποιον που εκ λ ε Ψ ε ενα πορφυρενω ενσυμα εLπε:
,
,
",
~
,
,
«Μ ατοκυ λ'ι-
'λ!:"'
σΤΎJκε το χερι του, κι ευτυς τα συο του ματια σφα
ι,",ε ΎJ
~ τρανοΜναμ ΎJ κι ό σκοτει νος ό Χάρος». 1 1. 'Ιλιάδα Ε 83, στ~ μετά:φPOCσΊj των Ν. Kocζocντζά:ΚΊj-I'Θ. ΚocκριΟή.
Μ
'
οφα
r ί
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
477
574. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων κιχι' 80γμάτων συνιχ γωγη νι 104.
Προς τον επι8εικνύντιχ ΙΧύτ4) [sc. Διογένει] μουσικην έφη, γνώμιχις γαρ άν8ρών εδ μεν ο!κουνται π6λεις εδ 8' ο[κος, ού ψαλμο'ϊσι και τερετίσμασιν.
'Ο Δ~OγένΎjς είπε σε κάποιον ό όποιος του εό~νε όείγματα τ-ης μoυσ~κ-ης τέχνΎjς του: «Με τ~ γνώσΎj των OCνθρώπων κυβερ"" \ \ ( λ.... \, , " "Ψ λ νoυντα~ σωστα κα~ o~ πο ~τε~ες κα~ το σπ~n - oχ~ με τα ασίματα και τoc σ~γoτpαγoυό~ματα».1 1. ' Απο την 'Α ντι6πη του EυpιπΙoΎj, fr. 200 Ν.
575. GNOMOLOGIUM VATlCANUM 743 n. 193. 'Ο ΙΧύτος [sc. Διογένης] κιχταμαθων νεανίσκον τινα πάσι το'ϊς σοφι στΙΧ'ϊς προσομιλουντιχ και προθυμούμενον και αύτ4) προσομιλησαι έφη'
μήτι μοι άλλοπρ6σαλλε παρεζ6μενος μινύριζε.
"Οταν ocντελ~φθΎj ό ΔΙOγένΎjς εν αν νεαρούλη νoc εχε~ σχέσε~ς με ολους τους φ~λoσ6φoυς και νoc θέλε~ νoc σχετ~στει και με αύτον είπε: «Τί μου 'pχεσα~ κοντά, πεντάγνωμε, και κλαΨoυpίζε~ς τώρα;».1 1. 'lλιά8α Ε 889 στη μετocφΡocσΎj των Ν. ΚοιζοιντζOCΚΎj-Ι.Θ. KoικpιO~.
576. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων κιχι' 80γμάτων συνα γωγη νι
53.
Μειράκιον εύμορφο ν άφυλάκτως !86JY [sc. ό Διογένης] κοιμώμενο ν, νύξας, «επέγειΡΙΧΙ», έφη,
μη τίς σοι ευ80ντι μετιxφpένtμ εν 86ρυ πήξr;.
Βλέποντας ό Δ~OγένΎjς ενα ομορφο παλλΎjκαpάκ~ νoc κoιμίXτα~
OCμέριμνο το σΚOύνΤΎjζε και του είπε νoc σΎjκωθει <<μ~ν καί, κα θως κoιμίXσα~, π~σώπλατα καν εις σε κoνταpέΨε~». 1
478
1.
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΊ'ΝΙΚΟΙ
Ποιροιλλοιγη του στίχου Θ
95
τ~ς 'Ιλιά8Iχς.
577. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων και' δογμάτων συνα γωγη νι <ΏplΧϊΌν ίδων
69.
[sc.
ό Διογένης] μειράκιον άτάκτως ι1νω και κάτω με
ταπηδων συνεχως, εφη Μηρι6νη, τάχα κέν σε, και όρχηστήν περ έ6ντα, εγχος έμον κατέπαυσε διαμπερές, εΙ' σ' εβαλ6ν περ.>
Βλέποντας ό ΔΙOγένΎjς ενα όμορφο παλλψ.αράκι να xopoΠΎjMει ασταμάΤΎjτα πάνω-κάτω κάπως ακοσμα, το;:.; εΙπε: «Χορευτα
ρας κι OCν εΙσαι, MΎjpι6νΎj, το κοντάρι OCν σ' ε{)ρισκε μονάχα, τ~
φ6ρα σΙγουρα θα σο;:'; 'κοβε μια για πάντα».1 1. 'Ιλιά81χ Π 617-8 στη μετάφροιση Ν. Κοιζοιντζάκη-ΙΘ. KOΙKpLa~.
578. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων και δογμάτων συνα γωγη νι 'Έλεγε
[sc.
41. Ι
ό Διογένης] τους μεν δημαγωγους όχλου διακ6νους, τους
δε στεφάνους δ6ξης έξανθήματα.
Ό
ΔΙOγένΎjς
" λ" οχ ου ,
τους
αποκαλοuσε
τους
;.)ΎjμαγωγOυς
, , σπυρια, ΤΎjς στεφανους
~'ζ
ΟΟc"ας
,
'ύΠΎjpέτες
του
.
579. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων και' δογμάτων συνα γωγη νι
47.
τους ρήτορας και' πάντας τους ένδοξολογουντας τΡισανθρώπους άπε κάλει " Τ ους
[sc.
ό Διογένης] άντι του τΡισαθλΕους.
,\,
,
'f'λ" β γα 'ζ ουν λ' ο ους οσοι ογους για να αΠOΚΤΎj-
pΎjΤOpες και
σουν φ~μΎj ό ΔΙOγένΎjς τους αποκαλοuσε 'τρισανθρώπους' εν νοώντας με αυτο 'τρισαθλΙους'.
...... ΔJOΓΕΝΗΣ
Πρβ. και Δίων Χρυσόστομος, Α6γοι ιν
21·
Α6γοι νιιι
580.
479
(4) 35, 37, 78, 132·
Α6γοι νι
(6)
(7) 9.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και' δογμάτων συνα γωγη νι
Κατέλαβέ
[sc.
34. ό Διογένης] ποτε Δ ημοσθένην τον ρήτορα έν πανδο
κεί({i &:ριστωντα.
του δ' ύποχωρουντος,
«τοσούΤ({i μάλλον», έφη,
«έσr; έν τφ πανδοκε{({i». Ξένων δέ ποτε θεάσασθαι θελ6ντων Δημο σθένην, τον μέσον δάκτυλον έκτείνας, «ο15τος ύμ/ν», έφη, «έστι'ν ό 'Αθηναίων δημαγωγ6ς».
(ο ΔιογένΊ)ζ επιocσε κάποτε τον ΔΊ)μοσθένΎ) να τρώγει σ' ενα. κα.πη
' Κ α. θ'ως λ ειο.
"
α.υτος
τρα.
β'ΎJXΤΎJκε
'"
προς τα.
μεσα., l ' ο
Δ ~oγε'
νΎJς είπε: «Τόσο πεp~σσότεpo είσα.~ μέσα. στο κα.ΠΎJλε~ό». K~ Οτα.ν κάποτε ~θελα.ν κάπo~o~ ξένo~ νOC οουν τον ΔΎJμoσθένΎJ, ό
ΔιoγένΎJς τέντωσε το μεσα.Το ΟιΧχτυλό 2 του κα.~ είπε: «Noc πo~oς είνα.~ ό oΎJμα.γωγoς των ΆθΎJVα.Ιων».
Σ~ ocντίθεσΎJ μ~ τον
G.A. Gerhard, Phoinix,
σ.
148,
ό όπο-ΙΌς προσγράψει και
αυτο το OCνέκδοτο στον μεταγενέστερο ~δoνιστικo Κυνισμό, ό Κ.ν.
Fritz, Quel1enuntersuchungen, σ. 45, παρατηρει σωστOC ΟΤΙ ό ΔιoγένΎJς δ~ν ΠΎJγαίνει στο πανδοχειο - μέρος ταπεινο και σχεδον κακόψΎJμo - γιOC νOC ευωΧΎJθει OCλ λOC γιOC νOC δείξει την άΥιχ[δειά;ν του, δΎJλαδη οτι δ~ν αίσθάνεται ντροπη νOC έμ ψοινιστει έκει ocλλOC είναι έλεύθερος OCπο αυτη την πpoκιxτάλΎJψΎJ. κρυψτεΙ.
581.
2.
1.
ΓιOC νOC
Ή χειρονομία .ητοιν πpoσβλψικ~.
[ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ], Βίοι δέκα ρητ6ρων
8
ρ. 84Π Πρβ. τοσ αύ
τοσ, πως αν τις α{σθοιτο έαυτου προκ6πτοντος έπ' &:pετ-n
11
ρ.
82c-d. Διογένης δ' ό κύων θεασάμενος αύτον
[sc.
τον Δημοσθένη] ποτ' έν
καπηλεί({i αίσχυν6μενον και ύποχωρουντα εlπεν «οσ({i μάλλον ύποχω pε'iς, τοσούΤ({i μάλλον έν τφ καπηλεί({i έσr;».
ΣOCν είοε κάποτε ό ΔιoγένΎJς τον ΔΎJμoσθένΎJ μέσα. σ' ενα. κα.ΠΎJ, '" '" \ λ ε~o' " να. ντpεπετα.~ κα.~" να. ΠΎJγα.~νε~ προς τα. μεσα. γ~α. να. μΎJν τον
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
480
aουν του εΙπε: «'Όσο πιο μέσoc πας τ6σο περισσ6τερο εΙσocι μέ
σoc στο κocΠ'ηλει6».
582.
ΑΙΛΙΑΝΟΣ, Ποικίλη ι'στορία ΙΧ
19.
'Ηρίστα ποτε Διογένης έν καπηλείιΡ, εΊτα παρ ι 6ντα Δημοσθένη έκά λει. Το;; 8ε μη ύπακούσαντος «αlσχύνn», έφη, «Δημ6σθενες, παρελ θείν είς καπηλείον; Και' μην ό κύρι6ς σου καθ' έκάστην ήμέραν ένθά8ε είσεισι», τους 8ημ6τας λέγων και τους καθ' ένα, 8ηλων γη οι' 8ημη γ6ροι και' οι' ρήτορες 8ο;;λοι το;; πλήθους είσί.
Ό Διογέν"Yjς ~τpωγε κιΧποτε σ' ~νoc ΚOCΠ"Yjλει6, κι οτocν ~πειτoc μπ-ηκε μέσoc κι ό Δ"Yjμοσθέν"Yjς, ό Δωγέν"Yjς τον φώνocξε κοντoc του' έπειa~ ocυτος aεν του απιΧντησε, ό Διογέν"Yjς του εΙπε: «Ντρέπεσocι, Δ"Yjμοσθέν"Yj που μπΊjκες σ' ~νoc κocΠ"Yjλει6; αφεντικ6 σου μπocΙνει κιΧθε μέρoc έaώ μέσoc»
Moc το - έννοώντocς τους
πολΙτες κoc!. τους ΚOLνους ανθρώπους κoc!. θέλοντocς με ocυτο νoc πεΊ: οη
OL ΠOλιτLΚO!. κoc!. OL p~τopες εΙνocι aουλοι της μιΧζocς. ι
583.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και 80γμάτων συνα γωγη νι
28.
τους ρήτορας τα 8ίκαια μεν έσπου8ακέναι λέγειν πράττειν 8ε μη8α μως. Άλλα μην και τους φιλαργύρους ψέγει ν μεν τό &:ργύριον, ύπερ αγαπαν 8έ.
Ό Διογέν"Yjς ~λεγε
rLoc τους p~τopες ΟΤΙ μιλουν με πιΧθος rLoc το aLXLo πλ~ν ομως στ~ν ΠΡcXξ"Yj aεν το έφocρμ6ζουν. ΈπΙσ"Yjς rLoc τους φιλoχp~μocτoυς ΟΤΙ κocτocκρΙνουν το χρ-ημoc ένώ το ύπερoc γocπουν.
Πρβ. Δίων Χρυσόστομος, Λ6γο, ΥΙΙΙ
(7) 9.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
584.
481
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και 80γμάτων συνα γωγη νι
51.
Τον προς χάριν λ6γον έφη
[sc.
ό Διογένης] μελπίνΗV άγχ6νην εΙναι.
Ό χολocχευταος λ6γος, είπε ό Δωγέν-ης, είνocι θ-ηλεια OCπο μέλι.
585.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και 80γμάτων συνα γωγη νι
Ά ναξιμένει
57.
Ti{J
Πρβ. ΑΡΣΕΝΙΟΣ, ρ.
197,8-11.
ρήτορι παχε'ι οντι προσελθων
[sc.
ό Διογένης] «επί-
80ς και' ήμ'ιν», έφη, «το'ις πτωχο'ις της γαστΡ6ς και' γαρ αύτος κου φισθήσ'(; και ήμας ώφελήσεις». Διαλεγομένου ποτέ αύτoίi τάριχος προτείνας περιέσπασε τους άκροατάς άγανακτoίiντoς 8έ, «την Ά να ξιμένους», έφη, «8ιάλεξιν όβoλoίi τάριχος 8ιαλέλυκεν».
' Π ocει
\
'Δ' ο ιογεν-ης στον
"
'
'Α νOCι.,ψεν-η, 1
\ πocχυσωμο , , τον ρ-ητορoc, χocι\
του λέει: «Δωσε xoc~ σ' εμας τους οιocχονιOCρ-ηοες χOCτι OCπο το στομOCχι σου' xoc~ εσύ, ετσι, θα OCνocχουφιστεί."ς xoc~ εμας θα μας
ωφελ~σεις».2 ΚOCποτε που ό ρ~τoρocς ocυτος OCνέπτυσσε ενoc ζ~-
"'"
\ .,
\
,
'Δ' τ-ημoc, ο ωγεν-ης, χρocτωντocς επιοεαταoc ενoc πocστο ψ' ocρι τρoc-
β-ηξε τ~ν πρoσox~ των OCχροocτων- χι δτocν ό Άνocξψέν-ης άρχι σε να οργΙζετocι, ό Διογέν-ης είπε: «T~ οιOCλεξ-η του Άνocξψέν-η την οιOCλυσε ενoc πocστο ΨOCρι της ΟεΧOCρocς».
1. Ό υπ' άριΟ. 3 στο οίκείο λΊjμμα της RE· «Άναξιμένης, Άναξιμένους Αιχμψακην6ς, ρήτωρ, μαθητ7;ς Διογένους το;; Κυν6ς», κατα τ~ν Σούδα. Ή ίστορικότητα της σχέσης του με τον ΔΙOγένΊj είναι πoΛU άμφίβOλΊj. 2. Πρβ. Δίων Χρυσόστομος, Α6γοι νιιι (7) 13-4. 3. Βλ και ΔΙOγένΊjς Λαέρτιος νι
27
και νι
48.
586. ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βίων και 80γμάτων συνα γωγη Χ
119.
Ού8έ κυνιε'ιν [sc. τον σοφ6ν], ώς εν τfj 8ευτέρα περι βίων, ού8έ πτω χεύσειν
[sc. φησιν ό 'Επίκουρος].
31.0ί Αρχαίοι Κννικοί
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
482
ουτε τα χνάρια των Κυνικων θα OCκολουθήσει ό σοφος ουτε θα
ζ-ητιανέψει, λέει ό 'Επίκουρος1 στο aεuτεΡΟ κεφάλαιο του εργου του για τους aιαφΟΡετικους τρ6πους ζω~ς.
1. fr. 14 Usener ρ. 96, 16. Στο χωρίο απο τον ΔιογένΊ] Λαέρτω Χ 8, το όποιο συνο8εύει το παραπOCνω απ6σπασμα V Β 508 των SR του G. Giannantoni (τούς τε Κυνικους έχθρους της Έλλάδος [sc. Έπ{κουρος έκάλει], fr. 238 Usener ρ. 176, 12), ~ σύν8εσΊ] με τοuς Κυνιχοuς εΙναι αβέβαΙΊ]: οφείλεται σε μια μαλλον αβOCσΨΊ] 8ι6ρθωσΊ], απο τον Reinesius, του Κυζικηνους των κω8ίκων.
587.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Φιλοσ6φων βΕων κιχι δογμάτων συνιχ
γωγη
VII 91.
Τεκμήριον δε του ύπιχρκτην ε[νιχι την αρετήν φησιν ό Ποσειδώνιος έν
-rifJ
πρώτιμ του Ήθικου λ6γου το γενέσθΙΧι έν ΠΡοκοπn τους περι Σω
κράτην, Διογένην, Ά ντισθένην.
, Απ6aειζ'Υ] δτι ~ ocpετ~ είναι κάτι υπαρκτο OCποτελεϊ, καθως λέει ό Ποσειaώνιος στ~ν πρώτ'Υ] πραγματεία του για τ~ν ~θι
κή,1 το γεγονος δτι ό ΣωκράΤ'Υ]ς, ό Διογέν'Υ]ς, ό Άντισθέν'Υ]ς XIΧt οΙ μαθ'Υ]τές τους εκαναν lΠΡο6aους σ' αUτήν.
1. fr. 29 Edelstein Kidd· ό Ποσει8ώνιος απο την ΆπOCμεια (περίπου 135-50 π.Χ.), συσΤΊ]ματικος Στωιχος φιλ6σοφος, OCσΚΊ]σε ασυνfιθιστα μεγOCλΊ] επί8ρασΊ] στην επoxfι του αλλα και αργ6τερα.
588.
ΣΙΜΠΛΙΚΙΟΣ,
'Υπ6μνημιχ εΙς Έπ{κτητον 2. Πρβ. στο αύτο
13. ΌλΕγιχι γάρ είσι φύσεις, κιχ ι' σωμάτων κιχ ι' ψυχων, ιχ[ αθρ6ως μετιχ
βιχΕνειν δυνάμενιχι απο των χεφ6νων έπι τα είλικρινη αγΙΧθά' όπερ Διογένει, κιχ ι' Κράτητι, κιχι' Ζήνωνι κιχι' τοις τοιούτοις ύπηρξεν.
Είναι λίγα τα σώματα XIΧt οΙ ψυχες που εχουν OCπο τ~ φυσ'Υ] τους τ~ aυνατ6Τ'Υ]τα να περνουν OCτ6φια OCπο τtς χεφ6τερες κα
ταστάσεις στα αυθεντικα ocyαoecl- κά.τι που και ό ΔΙOγένΎjζ, και ό ΚράΤ'Υ]ς, XIΧt ό Ζήνων, XIΧt οΙ δμοιοί τους το είχαν.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
589.
483
ΣΙΜΠΛΙΚΙΟΣ, 'Υπ6μνημα είς 'Επίκτητον
Τί δε ή ιΧκρα πενία ήνάγκασε των μη καλifj και'
9. &yaeifj &νδρι' πρεπ6ν
των ποιησαι; Ούχl. δε και' Διογένης, και' Κράτης, και' Ζήνων, τ6τε γνησίως έφιλοσ6φησαν, και' τον κατιΧ φύσιν ηκοντα τοις &νθρώποις βίον και' τον έν τ,η λιτ6τητι πλούτον, τ6τε μάλιστα τοις όραν δυναμέ νοις έπεδείξαντο, δτε την ιΧκραν &κτημοσύνην &ντι' της εύπορίας ήλ λάξαντο;
Ποι6 πράγμα απΌ οσα 3εν ταιριάζουν σ' εν αν κα.λΌ και αγαθο ανθρωπο ~ εσχαΤΎ) φτώχεια τον αναγκάζει να. το πράξει; Δεν αλΎ)θεύει δτι κα~ ό ΔιογένΎ)ς, κα~ ό ΚράΤΎ)ς, κα~ ό Z~νων κυ ρίως δταν αντάλλαξαν τον πλουτο με τ~ν εσχαη ενSεια εSειΙ:: '-,αν
-
σ'
" οσους
μπορουν
\ να
βλ'επουν
-
,
ποιος
'ϊ' ε,ναι ο
\ φυσικος
τρόπος, σύμφωνα με τον όποιο πρέπει να. ζει ό ανθρωπος, κα~ τί πλουτος ύπάρχει στ~ν απέΡΙΤΤΎ) ζω~;
590. CICERO, De fimhus ΠΙ 20, 68. Cynjcorum autem ratjonem atque yjtam a1jj cadere jn sapjentem djcunt, sj quj ejus modj forte casus jncjderjt, υΙ jd facjendum sjt, a1jj nu110 modo.
'Όσο για. τ~ς αρχες και τον βίο των Κυνικων, όρισμένοι λέγουν δτι αυτα. αφορουν τον σοφό, εφόσον ΟΙ περιστάσεις επιβάλλουν αυτο τον τρόπο πράξΎ)ς, αλλοι δμως τα. απορρίπτουν εντελως. 'Αντικείμενο τ-ης συζήτησης εΙναι το κατα πόσο ό κυνικος βίος εΙναι κατOCλ λ"ψος για τον Στωιχο σοφό" το ερώτημα παρουσιOCζει ενaιαφέΡον γιατι μας παραπέμπει σε απόπειρες εναρμονισμου του Στωιχισμου με τον Κυνισμό.
591. CICERO, De officjjs Ι 35, 128. Nec vero audjendj sunt Cymcj aut sj quj fuerunt Stojcj paene Cynjcj quj reprehendunt et jrrjdent, quod ea, quae Γθ turpja non sjnt, verhjs fJagjtjosa ducamus, jJJa autem, quae turpja sjnt, nomjnjhus appeJJemu8
484
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΥΝΙΚΟΙ
suis. Latrocinari, fraudare, adulterare re turpe est, sed dicitur non obscene; liberis dare operam re honestum est, nomine obscenum; pluraque in eam sententiam ab eisdem contra verecundiam disputantur. Δεν πρέπεL δμως να αχουμε τους KυνLΧOύς, (~ όΡLσμένους ΣτωLΧOυς οΙ όΠΟΙΟL ΟυσLασηχα εϊναL KυνLΧOΙ) που μας ψέγουν
χα~ μας χλευάζουν έπεLa~ θεωρουμε δη ~ ά.πλ~ αναφορα όΡL σμένων πραγμάτων τα όποια aEV εϊναL ιXv~eLXΙX αποτελει ντρο π~, ένω &λλα πράγματα που εϊναL αν~θLΧα τα αναφέρουμε με
,,"ονομα
το
τους.
Τ"
ο
να
λ
'
ΎjστευεLς,
\
να
't:'
.....,
ε~απατας,
να
,
μOLχευεLς,
π.χ. εϊναL πράγματα έπαΙσχυντα, ώστ6σο aEV αποτελει απρέ πεLα να τα αναφέρεLζ' το να χάνεLς παLaLα εϊναL χάΤL ~eLx6,
ώστ6σο το να το μLλας rL' αυτο εϊναL αΠΡέπεLα. Kιxt με πολλα έΠLχεφ~ματα αυτου του ε'{aους αμφLσβψουν τ~ν αίaΎjμοσύνΎj. Κοιθως ό Κικέρων, στο πρωτο βιβλίο του του γιOC την ΟΙΙΟΊ)μοσύνΊ), την
De of!iciis,
ocνοιπτύσσει τ~ν &πoΨ~
verecundia, σε συμφωνίοι με τ~ οιοοισκοιλίοι του
Ποινοιίτιου, OCκολουθε'ί το έλλψικο πρότυπό του κοιι στ~ν πoλεμικ~ κοιτα των Κυνικων: τους κοιτοιλογίζει στι OCμφισβψουν το φυσικο οιΊσθΊ)μοι της νΤΡοπ'ijς. ΣΊ)μοιντικο σε οιύτο το πλοιίσιο, ποιροιτηρε'ί ~ Μ. Billerbeck, «Greek Cynicism in Imperial Rome», σ. 149, εΙνοιι σΊΙ ό Κικέρων OCνοιφέρετοιι στους Κυνικούς
OCπο oιύτ~ τ~ν OCνοιφορα ~ έλβετίοοι έpευν~τpιoι OCντλε'ί το συμπέροισμοι ση ό Ποινοιίτιος, ό όπο'ίος ένοιοιφερότοιν κυρίως να έρμψεύσει τους Στωικους κοιτα ενοιν τρόπο που θα μπορουσε να γίνει OCποοεκτος OCπο την OCνώτερΊ) pωμoι'ίκ~ τά,ζΊ)
- 10ίως σε σ,τι OCφορίΧ τη συμπεριφορα κοιι τ~ν ocγωγ~ - , θα OCντψετώ
πιζε τις κυνικες τά,σεις που έΚΟΊ)λώνοντοιν στους κόλπους τ'ijς οικ'ijς του, τ'ijς Στωικ'ijς, σχολ'ijς.
592. CICERO, De officiis
Ι
41, 148.
Cynicorum vero ratio tota est eicienda; est enim inimica verecundiae; sine qua nihil rectum esse potest, nihil honestum. Όλ6χλΎjpo, στ' αλ~θεLα, το φLλοσοφLχο σύσΤΎjμα των KUVLXWV
πρέπεL να αΠΟΡΡLφθει: γLατt ανΤLβαΙνεL στο α'{σθΎjμα τΎjς ντρο πΎjς, χωρtς το όποιο τΙποτα σωστο aEV εϊναL aυνατο να σταθει, τΙποτα εντψο.
Ρ ΔΙΟΓΕΝΗΣ
485
593. SENECA, Ad Lucjljum epjstulae moraJes Π ρβ. κα.ι ΠΙ 8 [ = XXIXJ, 11.
ΠΙ
8 [= XXIXJ, 1.
De Marcelljno nostro quaerjs et vjs scjre, qilld agat. Raro ad nos venjt, non ulla aJja θΧ causa quam quod audjre verum 6met, a quo paerjculo iam abest: nullj enim njsj audjturo djcendum est. Ideo de Djogene nec mjnus de aJjjs Cynjcjs, quj Jjbertate promjscua usj sunt et obVΊos monuerunt, dubjtari solet, an hoc facere debuerint. Ρωτας γ~α. τον φΙλο μας τον ΜαρκελλΙνο και θέλε~ς να. μάθε~ς
με τΙ ά.σxoλεΙτα~. ΣπανΙως ερxετα~ σ' εμένα, ox~ γ~α. κανέναν άλλο λόγο ά.λλα. επε~~η φoβατα~ να. ά.κoύσε~ την ά.λ~θε~α
-
κάη
ά.πο το όποιο τώρα ~εν κ~ν~υνεύε~· γ~ατι ~εν πρέπε~ να. συνoμ~ λει κανεις παρα. μόνο με κάπo~oν ό όποιος εϊνα~ ~~ατεθεψένoς
"
να
,
ακoυε~.
Γ' ~α
-
τουτο
''Ι> , συχνα o~ατυπωνετα~
.,
Ύj
αμφ~
β
ο
λ' ~α
"
αν
•
ο
ΔΙOγένΎjς και οί άλλo~ Kυν~κoΙ, οί όπoιo~ εκαναν ά.~~ακρΙτως
Xρ~σΎj τ-ης ελευθερΙας και συμβούλευαν όπo~oν~~πoτε συναν τουσαν μπροστά τους, σωστα. ά.κολουθουσαν αuτη την τακηκ~.
594.
ΘΕΜΙΣΤΙΟΣ, Περι &ρετης ρ.
27.
Πρβ. κα.ι ρ.
19.
Si qujs autem et ammo et corpore perpeti paratus est, ille Cratetem et Diogenem audjat, quj nec vocabula componebant nec verbis fallebant, sed nihil njsj vjrtutem ad feljcitatem effjcjendam vaJere clara voce djscebant. Έα.ν δμως κάπo~oς εxε~ προετοψαστει να. ύπoμένε~ και με την ψυχη και με το σωμα, αuτος ας ά.κoύε~ τον KράΤΎj και τον Δ~o γένΎj, οί όπoιo~ ουτε ονόματα επ~νooυσαν ουτε με λόγ~α εζαπα τουσαν, ά.λλα. με ~XΎjρη φωνη τΙποτε άλλο ~εν μάθα~ναν παρα.
πως να. επαρατει ~ ά.ρετη γ~α. να. ά.να~υθεΙ ~ εUτuχΙα.
595. ΤΑΤΙΑΝΟΣ, Προς 'Έλληνας 25, 1. ΤΕ μέγα και' θαυμαστον οι' παρ' ύμιν έργάζονται φιλ6σοφοι; Θατέρου γαρ των ώμων έξαμελουσι, κ6μην τε έπιειμένοι πολλήν. πωγωνοτΡΟ-
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
486
φουσιν, ονυχιχς θηρ{ων περιφέΡΟΥτες, κιχι' λέγΟΥτες μεν δεισθιχι μηδε ν6ς κιχτα δε τον ΠρωτέΙΧ σκυτοδέψου μεν χρ!Jζοvτες δια τJ'7ν πήριχν, ύφάΥτου δε δια το ίμάτιον, κιχι' δια το ξύλον δρυοτ6μου, δια δε την γιχστΡψιχργ{ιχν των πλουτούΥτων κιχι' όψοποιου.
Ό ζηλων άνθρωπε
τον κύνιχ, τον Θεον oιJκ οlδιχς, κιχι έπι τJ'7ν άλ6γων μ{μησιν μετΙΧβέ βηκιχς.
τι σπουaαϊ:ο κα!. άξιοθαύμαστο πετυχαίνουν
OL φιλ6σοφοί σας;
'Aφ~νoυν ~ξω ταν ενα ~ ταν ocλλο <1μο, ~χoυν πλούσια κ6μΎJ, τρέφουν πώγωνα, γυρνουν εaω κι εκεϊ: με νύχια δπως των θΎJ ρίων κα!. aιαaίaουν δη aεν ~χoυν άνocγΚΎJ άπα τίποτα· σύμφωνα
,
με
'Π
τον
,,,ομως
ρωτεα
,
(,
'ζ
χρεια
ονται
β
ς,.'ψ
υρσοσε
ΎJ
"ς,.'
για
Ι
"
t:'
,
τους, καποιον υφανΤΎJ για το πανωφορι τους, και ~υ
,
'β"" το ρα σΙ τους, α λλ α, ακoμΎJ, και μαγεφο για ΤΎJ
'
"
"
"
το
σισακκι
λ'
,
οκοπο για
λ αψαργια ,των
πλουσίων. 'Άνθρωπέ μου, που προσπαθεϊ:ς να μψΎJθεϊ:ς τα Σκύ λο, aεν γνωρίζεις τα Θε6, κα!. ~χεις άρχίσει να μιμεϊ:σαι παρOC λογα πρOCγματα.
596.
ΩΡΙΓΕΝΗΣ, κιχτα Κέλσου ΥΗ
7.
Πρβ. κοιι ΠΙ
50.
Τοιούτους γαρ κιχι' ό λ6γος ιχιρει δειν εΙvιχι τούς του έπι' πασι Θεου
προ φ ήτιχς, ο,τινες πιχ{γνιον άπέφΗVιxν την Ά ΥτισθέΥους κιχι Κράτητος κιχι ΔιογέΥους ειJτoν{ιxν.
Γιατ!. κα!. ό ορθας λ6γος άποaεικνύει δτι τέτοιοι πρέπει να είναι
OL πpoφΊjτες του Θεου των πOCντων, αύτοl. που ~aειξαν δτι ~ Μ ναμΎJ ένας ΆντισθένΎJ κι ένας KpocΤΎJ κι ένας ΔιoγένΎJ είναι άστει6ΤΎJτα.
597. LACTANTIUS, /nstjtutionum Epitome 34, 4-6. Diogenes cum choro canum suorum, qui virtutem jJJam summam et exactam rerum omnium contemtum profjtetur, mendjcare victum maJujt qua honesto Jahore conquirere aut haberenuΠam rem familjarem. Certe vita sapjentjs exempJum ΒΒΒΒ vivendi ceterjs debet. Si horum sa-
Ρ ΔΙΟΓΕΝΗΣ
487
pientiam omnes imitententur, quomodo stabunt ciVΊtates? Sed forsitan idem Cynici exempJum verecundiae praebere potuerunt, qui palam cum coniugibus suis cubitaverunt. Nescio quam possent VΊrtutem defendere qui pudorem sustulerunt. Ό ΔωγένΊjς με το πλ~θoς των Σκύλων του, ά άποΤος έπαγγέλ
λεται έκεΙνΊj τ~ν ϋψισΤΊj και &:κpιβ~ &:pετ~ δλων των πραγμά-
,
, , " ζ .. γασια να επι Ίjτει
ζ
των, πpOΤψΊjσε να
Ι
Ι
\
,\"
Ίjτιανευει ΤΊjν τpOφΊj του παρα με τψια ερ-
,
"Ι και να εχει
, ~ ι κατι σικο
του.
(Η
ζ' ωΊj
του
β' ε-
βαια πρέπει να είναι παΡάaειγμα για τους άλλους. 'Ά ν δλοι μι μουνται τ~ σοφΙα έκεΙνων, με ποιόν τρόπο θα σταθουν οί πολι τεΤες;
, Αλλα Lσως μπόρεσαν να προσφέρουν παΡάaειγμα ιxtaΊj
μOσύνΊjς οί 'iaωι οί ΚυνικοΙ, οί άποΤοι aΊjμόσια συνουσιάζονται
με τις συζύγους τους. Δεν γνωρΙζω ποιά &:pετ~ μπορουν να
•
'ζ
υπερασπι
598.
fl
,
f
ονται οσοι προσφερουν καταισχυνΊj.
ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ,
tra Academicos
De civitate Dei χιν 20.
ΠΙ
8, 17·
ΠΙ
19, 42·
Πρβ. του α.ύτου,
ΧΧ
Con-
3.
Ηοσ ίΠί
canini philosophi, hoc est Cynici, non viderunt, proferentes contra humanam verecundiam quid aliud quam caninam, hoc est inmundam inpudentemque sententiam, ut scilicet, quoniam iustum est quod fit in uxore, palam non pudeat id agere nec in Υίσο aut pJatea qualibet coniugalem concubitum devitare? Vicit tamen pudor naturalis opinionem huius erroris. Nam etsi perhibent hoc aliquando gJoriabundum fecisse Diogenem, ita putantem sectam suam nobiJiorem futuram, si in hominum memoria insignior eius inpudentia figeretur, postea tamen a Cynicis fieri cessatum est, pJusque valuit pudor, ut erubescerent homines hominibus, quam error, ut homines canibus esse simiJes affectarent. Unde et jJJum veJ ilJos qui hoc fecisse referuntur potius arbitror concumbentium motus dedisse oculis hominum nescientium quid sub paΠίo gereretur. 'Ε κεινοι ~ , 'λ' '<' λ ασΊj '<" οι• Κ υνικοι, ''<'' " αντιοι. αισχροι φι οσοφοι, σΊj σεν το ' λ αμ β ανονταν
, ,,'
""
,
"
"
αυτο, οταν σιατυπωναν μιαν απο ψ Ίj που εναντιω-
νόταν στ~ν &:νθpώπινΊj αιaΊjμοσύνΊj, μιαν άΠOψΊj που πως &:λ-
488
0\
ΑΡΧΑΙΟΙ ΚιΝΙΚΟΙ
λιως είναι Sυνατον να χαΡαΚΤYJΡιστε~ παρα ώς αΙσxp~, SΎJλαS~ μιαp~ και αSιάνΤΡΟΠΎJ: επειS~ ~ πpάξΎJ εΊναι σύμφωνΎJ με το ν6μο εφ6σον πράττεται με μια σύζυγο, θεωρουσαν δτι κανένας sεν θα επρεπε να αΙσθανθε'!: ντpoπ~ αν θα τ~ν εκανε στα φανερα
σ' ενα SΡ6μο ~ σε μια πλατεΙα. 'Ωστ6σο ~ φυσιχ~ ιx'icreΎJcr~ μας της ντροπ-ης ύπερΙσχυσε πάνω σ' αύτ~ τ~ λαθεμένΎJ άπoψΎJ. ΠαραSΙSεται δη κάποτε ά ΔιoγένΎJς επραξε επιSεικηκα κάτι
τέτοιο επειS~ ν6μισε δτι ~ φιλoσoφικ~ ιxrpEcr~ του θα γιν6ταν γνωστ6τεpΎJ αν στ~ μν~μΎJ των ανθρώπων εντυπων6ταν ~ αναι σχυντΙα ΤΎJς.
OL κατοπιν6τεροι Κυνικοι επαυσαν να κάνουν αύ
το το πράγμα και ~ ντpoπ~ ύπερΙσχυσε τ-ης πλάνΎJς, SΎJλιxS~ το ενσηκτο τ-ης ντροπ-ης μπροστα στους άλλους ύπερΙσχυσε τ-ης π λ ανΎJς
'
f!
οη
("
οι
αν
θ
ι,
ρωποι πρεπει
,
~,
να επισιωκουν
"ζ'
ΤΎJν
με τους σκύλους. 'Έτσι φρονω δτι ά ΔΙOγένΎJς και
ε~OμOιωσΎJ
OL άλλοι, OL
άποΤοι φέρονται να εχουν κάνει αύτο το πράγμα, μαλλον παρΙ σταναν μπροστα στα μάηα ανθρώπων,
, η
'β
συνε
αινε
, "',' ~ κατω απο το ενουμα,
f!
οη
' θ ρωπων
\ που
'Ήδη ό Ε.
Zeller, Die Phi]osophie de, Griechen
OL άποΤοι sεν γνώριζαν "
,
,
εκ αν αν ης κινΎJσεις
,
αν-
'ζ ονται. συνουσια
κλπ., σ.
327,
σημ.
2,
εχει υπο
στηρίξει σωστα οη δύσκολοι θα μπορουσε κοινεΙς να αμφισβητ~σει οτι οσοι
ποιροιδίδοντοιι απο τον Διογένη Λοιέρηο, νι τε κα! καθεύδω ν κα! &αλεγ6μενος) κοιΙ νι
μεσιΡ, και'
TCi ΔήμητΡος κα!
22 (εχρητο εις πάντα, άριστων 69 (ειώθει δε πάντα ποιεΊΎ εν τιί>
τα Άφpoδtτης) εχουν κάποιοι πpoιγμoιτικ~ βάση.
Ώστόσο οιΔτο διόλου δεν σημοιίνει οη ~ εϊοηση για τ~ δημόσιοι συνεύρεση Κράτη κοιΙ Ίπποιρχίοις πρέπει να γίνει πιστευτη, κι ακόμη λιγότερο οτι περι στοιτικα οπως οιΔτο αποτελουσοιν κoιθoλικ~ συν~θειoι των Κυνικων. ΟΙ συγ γροιφείς που δίνουν OΙΔΤ~ την εΙκόνοι για τους Κυνικους εΙνοιι μετοιγενέστεροι:
Σέξτος 'Εμπειρικός, Kλ~μης 'Αλεξοινδρεύς, 'Aπoυλ~ιoς, Λοικτάντιος, μετοιξυ οιΔτων κοιΙ ό ΑΔγουστίνος του ποιροιπάνω αποσπάσμοιτος, ό όποίος, οπως χοι
ροικτηριστικα σημειώνει ό
Zeller, Ο.π., «δεν δίνει, βέβοιιοι έντελως πίστη στ~ν
αφ~γηση OΙΔΤ~ αλλα κοιΙ με τη βρώμικη έξ~γησ~ του δεν βεληώνει σε τίποτοι
το πράγμοι». 'Aφopμ~ για οιΔτη την αφ~γηση στάθψε κοιτα τον Ε. Zeller ~ μοιρτυρίοι οη το ζευγος Κράτη- Ίπποιρχίοις διοινυκτέρευε στην Ποικίλη Στοα των' Αθηνων 1) ιΧπλως ό θεωρητικος Ισχυρισμος των Κυνικων φιλοσόφων ΟΤΙ ~ δημόσιοι συνεύρεση των συζύγων δεν εΙνοιι κοιτ' αpx~ν κάτι ανεπίτρεπτο.
Ρ ΔΙΟΓΕΝΗΣ
599.
489
ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, 'Ομιλίαι εΙς την Α ι προς Κοριν
θίους
35,4.
"Εχοντες Υάρ, φησί, σκεπάσματα και τροφάς, τούτοις ά.ρκεσθησ6με θα· ού καθάπερ ό Σινωπευς έκείνος ό ράκια περιβεβλημένος καί πίθον οίκων εΙς ούδiν δέον, έξέπληξε μiν πολλούς, ώφέλησε δi ούδένα. 'Ο δi Παυλος τούτων μiν ούδiν έποίει·
... καί
την ά.κρίβειαν &πασαν έπι'
της &λλης ά.ρετης έπεδείκνυτο, ής ό Κυνικος κατεφρ6νει ζων ά.σελ Υως, καί δημοσίtf ά.σχημονων και' ύπο της περί την δ6ξαν μανίας συ ρ6μενος. "Α ν Υάρ Ιρηταί τις της του πίθου οlκήσεως την αΙτ{αν, ούδε μίαν έτέραν εύρήσει, ά.λλ' η κενοδοξίαν μ6νην.
'Έχουμε σκεπάσματα, λέεL,1 κα/. τροφες κα/. θα: αρκεστουμε σ' αυτά· 0lL l5πως έκεΤνος ό ΔLογένYjς απο τη ΣLνώπ-η, ό ρακέν3υτος που καΤΟLκουσε στο ΠLθάΡL χωρ/.ς αναγκαΤο λ6γο κα/. που πολ-
, τρομαι..,ε '~'λλ' , "" ωφε "λ Yjσε. λους α α κανενα οεν
'0
Π αυ -λ ος οεν "" "εκανε
τΙποτε απο αυτά· ... αλλιΧ l5λΥ) τ~ν αυστ-ηρ6ΤΎjτα τ~ν φανέρωνε
,
-
,
,
"λλ' ι , t Ι (Κ' ζ σΤYjν α αρετYj, ΤYjν ΟΠΟLα ο υνLκος πεΡLφρονουσε ωντας μες
Yj
στην ασέλγεLα, κα/. με το να: ασΧYjμονεΤ 3Yjμ6σLα, κα/. με το να:
ocγεταL κα/. να: φέρεταL απο τη μανΙα του YLιX φ~μYj. nατL OCν κά ΠΟLος αναζYjτ~σεL την αΙτΙα που ό ΔLογένYjς καΤΟLκουσε στο ΠL' θ αopL,
1.
""
οεν
θ'α β ρεL- α "λλ' ο ΤLποτα
Ό ποιυλος στην ΑΙ Προς Τψ6θεον
600.
'"
παρ α μονο ΤΥ)
'"
6, 8.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Ύπ6μνημα θαίον τον ΕύαΥΥελιστην
~, του. ματαLΟΟΟι..,Lα
el; τον &Υιον Ματ
33 [34], 4.
Τον δi Σινωπέα φασί και' δημοσίtf ά.σχημονείν έπί της ά.yopίiς.
Λένε, λΟLπ6ν, I5ΤL ό ΔLογένYjς απο τη ΣLνώΠYj ασΧYjμονουσε
άκ6μΥ) καΙ. μπροστα: σε l5λους στην άγορά.
601. ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Λ6Υος el; τον μακάριον Βαβύλαν καί κατά 'Ιουλιανου καί προς 'Έλληνας 9. 'Αλλά και' έσωφρ6νησεν ό Σινωπευς εκείνος, και' εν έΥκρατε{tf διήΥα Υε, καί των κατά ν6μον ούκ ά.νεχ6μενος Υάμων. Άλλά πως και τίνι
490
οι ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΤΝΙΚΟΙ
τρόπιμ προστίθει. 'Αλλ' ου προσθήσεις, αλλ' ηδιον των της σωφροσύ νης εΥκωμίων αποστερήσεις αυτόν, η τον τρόπον της σωφροσύνης ερείς, ουτως αίσχρος και' πολλης Υέμων αίσχύνης ήν. 'Επηλθον δ' αν κα!. τον των αλλων ληρον, και' την ματαιοπονίαν και' την αίσχρότητα'
που Υάρ, είπέ μοι, χρήσιμον Υονης αΠΟΥεύεσθαι ανθρωπίνης, όπερ ό ΣταΥειΡίτης εποίει; ποίον δε όφελος μίΥνυσθαι μητράσι και' αδελφαίς, όπερ ό της Στοας προεσπ);ς φιλόσοφος ενομοθέτει; Και' τον της 'Ακαδημίας δε αρξαντα, και' τον εκείνου διδάσκαλο ν, και' τους έτι τούτων μαλλον θαυμαζομένους, τούτων αίσχροτέρους ανέδειξα αν, και' την παιδεραστίαν, ην σεμνον ε[ναι τίθενται και' φιλοσοφίας μέρος,
εξεκάλυψα πάσης απαμφιάσας της αλληΥορίας, εί μη είς μακρον ό λόΥος ήμίν εξετείνετο μηκος, και' προς έτερον Υ;πείΥετο μέρος, και' ι'κανως και' δια. του ένος τον Υέλωτα πάντων διήλεΥξεν.
Άλλα κι εκεινος άπο τ~ ΣινώΠ'Υ) συνετίσΤΊjκε κι εζΊjσε με εγ κράτεια και δεν παραδεχόταν γάμους σύμφωνα με το νόμο. 'Αλλα να προσθέσεις πως και με ποιόν τρόπο. Μα δεν θα τα προσθέσεις, άλλα καλύτερα να του στεp~σεις τοuς επαίνους για τη σωφpOσύνΊj παρα να πεις το πως πέτυχε τ~ σωφpOσύνΊj' τό
σο αίσχρος ~ταν και γεμάτος καταισχύνΊj. Θα μπορουσα να
άσΧOλΊjθω και με των αλλων [ενν. φιλοσόφων] τ~ν άνOΊjσία και τ~ ματαιοπονία τους και τ~.J αίσχpόΤΊjτά τους γιατι πές μου σε τί εΙναι χp~σψo να γεύεται κάποιος το άνθρώπινο σπέρμα, οπως εκανε ό ΣταγεφίΤΊjς; Ποιό το l5φελος να συνουσιάζεται κανεις με τ~ μψέρα και τις άδελφές του, οπως οριζε ό φιλόσο φος ποu ~ταν επικεφαλης τΎjς Στοας; Και τον επικεφαλΎjς τ-ης 'AκαδΊjμίας και το Μσκαλό του και οσους θαυμάζονται άκόμΊj περισσότερο άπ' δη αυτοι θα μπορουσα να τοuς εΙχα παρου
σιάσει πιο αίσχροuς άπο αυτούς, και τ~ν παιδεραστία ποu τ~ν θεωρουν οη εΙναι κάη άξιοσέβαστο και μέρος τΎjς φιλοσοφίας
τους θα μπορουσα να τΎ;ν εΙχα ξεσκεπάσει, άφαφώντας ΤΊjς κάθε άλλΥ)γορία, α,ν με αυτο ό λόγος δεν θα τραβουσε σε μεγά λο μάκρος κι α,ν δεν tιταν άνάγΚΊj να στραφει βιασηκα άλλου και δεν εΙχε ελέγξει επαρκως, εστω και με βάσΊj αυτο τον ενα, τΎ; γελOιόΤΊjτα ολων των φιλοσόφων.
Ρ ΔΙΟΓΕΝΗΣ
602.
('ΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΑΖΙΑΝΖΗΝΟΣ, Ποιήμιχτιχ
491
12, 10,218-227.
τΕς ούκ άκούει τον Σινωπέιχ τον κύνιχ;
ο15τος, (τ{ ταλλιχ χρη λέΥειν;) άλλ' εύτελης ούτως τις ~ν, κιχι μέτριος τα 'του β{ου κιχ ι' τιχυθ' iιxUTi{J νομοθετ(;)ν, ούκ έκ Θεου νόμον φυλάττων, ού8' έπ' έλπ{σι τισ{ν, ωστ' εΖΧεν εν μεν κτημιχ, την βιχκτηρ{ιχν, υπιχιθρον έν μέσιρ του αστεως,
olxov 8'
στρεπτον π{θον φεύΥοντιχ πνευμάτων β{ιχς, ος
ijv
έκε{'1ιρ 8ωμάτων χρυσορ6φων
κρε{σσων- τροφή τε σχέ8ιος, ού πονουμένη.
Ποιός όεν OCκούει τα λόγια του Σκύλοu OCπο τ~ Σινώπη; Αυτος
\ (προς
,\
τι να
λ'εμε
\
"λλ α; τα α
)
\
l' " θ ρωπος το'λ \'λ Ύ)ταν αν σο ιτος και ο ι-
γαpκ~ς στα προς το ζ~ν, όρίζοντας μόνος τοu νόμοuς για τον έαuτό τοu, χωρtς να ΤΎ)ρεΤ κocποιο νόμο όοσμένο OCπο το Θεό, XIΧt χωρtς κocποιες προσόοκίες, ωστε στ~ν κατοχ'ή τοu εΙχε μό νο ~να πρocγμα, το ραβόί τοu, ενω καΤΟι}{,ουσε σ' ~να ύπα[θριο
κατocλuμα στο κέντρο τ~ς πόλΎ)ς, σ' ~να πιθocρι περιστρεφόμενο ωστε να OCποφεύγει τ~ σφοόρόΤΎ)τα των OCνέμων, το όποΤο για κεινον ~ταν πολuτιμότερο OCπο όώματα με χρuσες οροφές κι ~ τροφ'ή τοu ~ταν πρόχεφΎ) XIΧt όεν την ποριζόταν με κoπιαστικ~ εργασία.
603.
ΘΕΟΔΩΡΗΤΟΣ ΚΥΡΟΥ, Έλληνικ(;)ν θεριχπευτικη πΙΧθημάτων ΧΙΙ
32.
Κιχι τιχυτιχ 8ε ώσιχύτως τοις ήμετέροις άρμόττει της άρετης άθλητιχΙς.
Ού Υαρ Ά ντισθένει κιχ ι' ΔΙΟΥένει κιχι' Κράτητι πιχριχπλησ{ως κενης ενεκιχ 86ξης, άλλ' ιχύτου Υε ενεκιχ του κΙΧλου 8ρ(;)σιν,
& 8ρ(;)σιν.
Κι αυτα ταφιocζοuν επΙσΎ)ς στους όι}{,ούς μας OCθλητες τ~ς OCρε τ~ς. Γιατt Ο, τι πρocττοuν το πρocττοuν για ΧOCΡΎ) αυτου του 'Cόιοu του OCγαθου κι οχι οπως περΙποu ό ΆντισθένΎ)ς κι ό ΔιογένΎ)ς
κι ό ΚΡOCΤΎ)ς OCπο σκέΤΎ) ματαιοόοξΙα.