διεθνών οργανισμών αυτό φανερώνει ή τείνει νά υποδήλωση τουλάχιστον. Τό πρόβλημα πλέον είναι, πως μπορεί νά άποδειχθή ή καταστρατήγηση τών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Είναι άραγε ζήτημα εμπειρικά και έκτακτα διαπιστούμενο, μέσφ μή εκλογών π,χ. καί πραξικοπημάτων, ή ένα ζήτημα ιστορικών δεδομένων καί θεωρητικής αποδείξεως; Αυτή δηλαδή ή κατα στρατήγηση αντλεί τό νόημα της σάν κατάσταση ή σάν εξαίρεση; Πως ορίζονται είδικώτερα τά «ανθρώπινα δικαιώματα» γιά μιά υπερχρεωμένη καί πεινώσα χώρα τοΰ τρίτου κόσμου λόγου χάριν; Ή έννοια «Δημοκρα τία» είναι σάν τήν έννοια« Ιατρική»: εφαρμόζεται έπί φυσιολογικών κατα στάσεων. "Οταν έχη κανείς νά κάνη μέ φυσικά κακοπλάσματα, τότε ή επίκληση Ιατρικών κανόνων δεν είναι μόνο μάταιη καί επικίνδυνη, αλλά καί συνειδητή τσαρλατανία. Καί ή "Ελλάδα, δυστυχώς, είναι ένα ιστορικό κακόπλασμα. Τά στοιχεία τοΰ παρόντος βιβλίου σκοπούν νά δείξουν ακριβώς τοϋτο: δτι ύπό οιονδήποτε καθεστώς καί οποιεσδήποτε συνθήκες, ή κρατική υπό σταση της "Ελλάδος παραμένει ένας μηχανισμός διαρκούς κοινωνικού ε γκλήματος. Καίένφ ή κυβερνητική συμμετοχή πολλών μικρών κομμάτων θά μπορούσε νάμειώση τήν εγκληματικότητα τοΰ ελληνικού καθεστώτος (τά μικρά κόμματα, άμεσα εξαρτώμενα από τήν ψήφο τοΰ ψηφοφόρου, θά είχαν λόγους νά τόν προσέξουν καί νά μήν τόν αγνοήσουν κατά τή διάρ κεια της τετραετίας, ώς είθισται.,.), τό μόνο πού ακούμε είναι ή εξασφάλιση της «κυβερνητικής πλειοψηφίας» γιά τήν «σωτηρία» τοΰ τόπου!... Άλλα κυβερνητικές πλειοψηφίες στήν 'Ελλάδα υπήρξαν κατ' εξοχήν. Καί μάλι στα, άν σκεφθούμε τό μεταπολεμικό καθεστώς τών βιών καί νοθειών, σχε δόν χωρίς κανέναν έλεγχο. Παρατηρούμε δμως έπί μισόν αίώνα τώρα, δτι αυτές όχι μόνον δέν έδωσαν κάποιο Ιστορικό αποτέλεσμα, άλλα μέχρις αυτή τήν στιγμή δέν έπαψαν νά οδηγούν τόν τόπο άπό κρίση σε κρίση. Οί «πλειοψηφίες»... Λυτό πού κανένας πολιτικός δέν θά ήταν διατεθειμένος νά 'πή στους ψηφοφόρους του είναι ακριβώς δ,τι προτίθεται νά άποδείξη τό βιβλίο τούτο; δτι τό πρόβλημα δέν βρίσκεται στις «πλειοψηφίες» καί τά «εκλογικά προγράμματα», άλλά στήν δικαιακή υπόσταση τοΰ ελληνικού κράτους. Καίάν ή δομή τοΰ ελληνικού δικαίου είναι τέτοια, ώστε νά έξασφαλίζη τίς «πλειοψηφίες» στήν Βουλή (τά βαθύτερα Ιστορικά αίτια θά τά Ιδούμε στό κείμενο τοΰ βιβλίου), είναι ακριβώς γι' αυτόν τόν λόγο πού τό κάθε κόμμα ερχόμενο στήν εξουσία καί υποκείμενο στήν νομοθεσία αότή είναι μαθηματικώς υποχρεωμένο νά κάνη τά ίδια μέ τό προηγούμενο. Α ποτέλεσμα, αυτό ακριβώς πού πιστεύει σιωπηρώς δλος ό ελληνικός λαός, χωρίς καθόλου νά κάνη λάθος στήν πράξη: πώς Ολα τά κόμματα είναι τό 0κ?... Ή αναμφισβήτητη αυτή αλήθεια οφείλεται στό γεγονός, δτι ή έκά8
στοτε Βουλή αποκόβεται άπό τόν λαό μέσφ της διοίκησης — δπως αυτή καθορίζεται άπό τήν νομοθεσία —, ώστε τελικώς νά μεταβάλλεται σε συ ντεχνία έπί μονίμου βάσεως. Έχομε δηλαδή στήν 'Ελλάδα μιάν συνεχή πολιτική δικτατορία, ή οποία απλώς καλύπτει τήν φύση της μέσφ τών τυπικών «εκλογών». Μόνες οί εκλογές ώς σκηνοθέτημα δέν αρκούν βέβαια, γιά νά χαρακτηρίσουν ένα καθεστώς ώς Δ ημοκρατία. Εσωτερικές εκλογές έχουν όλα τά ολοκληρωτικά καθεστώτα Λυτό πού χαρακτηρίζει τήν δη μοκρατική λειτουργία ενός πολιτεύματος, είναι ό καθ' ήμέραν άμεσος καί αυτόματος έλεγχος τής διοίκησης μέσφ της νομοθεσίας. Είναι αυτό πούμε άλλο όνομα λέμε «ανθρώπινα δικαιώματα» ή «δικαιώματα τοΰ. πολίτη»... Ή ελληνική νομοθεσία είναι δμως τέτοια, ώστε ακριβώς νά έμποδίζη καί κατά πράξιν νά άπαγορεύη αυτό τό πράγμα. Ποιά είναι ή ιδέα πού έχουν όλοι οί Έλληνες περί ελληνικού κράτους καί διοικήσεως, δέν χρειάζεται νά πούμε. Είναι όμως απαραίτητο νά συμπληρώσωμε, δτι οί δικαστές αυτά τά πράγματα τά ξέρουν. Ή ευθύνη δηλαδή δέν βαρύνει μόνο τούς πολιτικούςαυτοί κάπου άλλου στηρίζονται. Ή Ελλάδα είναι ή μόνη χώρα, όπου τό άνεξάρτητον τής Δικαιοσύνης (άπό τήν «εκτελεστική εξουσία») είναι ταυτόσημον μέ τό άνεξέλεγκτον τών δικαστηρίων. Έξ ού καί ό χαρακτηρι σμός τής Δικαιοσύνης ώς «κάστρου» (εννοείται βέβαια απόρθητου καί α διαπέραστου...)!!! Άλλά γνωρίζομε φυσικά δτι τά πράγματα δέν μπορούν νά είναι έτσι. Ή διοικητική ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης καθόλου δέν σημαίνει τό κοινωνικώς άνεξέλεγκτον αυτής, άλλά τό ακριβώς αντίθετο. Ό έλεγχος τών δικαστών απαγορεύεται νά γίνεται άπό τούς υπουργούς καί βουλευτές, διότι εναπόκειται στήν πνευματική εξουσία, δηλαδή στήν δια νόηση κάθε λαού. Τά παραδείγματα τοΰ Ζολά καί τοΰ Ντοστογιέφσκυ είναι αρκετά γιά νάμάς υπενθυμίσουν τό πράγμα. Καί μόνο τό γεγονός δτι στήν Ελλάδα μεταπολεμικά υπήρξαν δίκες τερατουργήματα χωρίς καν ίχνος φωνής μιάς διανόησης (καθηγητών, ακαδημαϊκών, ελευθέρων διανοουμέ νων κ.λπ.), είναι ακριβώς ή απόδειξη σέ ποιες συνθήκες μέσα λειτουργεί ή ελληνική Δικαιοσύνη καί γιατί αυτή είναι μέχρι σήμερα., «κάστρο»! Κάθε άλλο βέβαια παρά ό έλεγχος τής Δικαιοσύνης «νομικές γνώσεις» απαιτεί· εκεί πού «απαιτούνται» τέτοιες «γνώσεις» είναι ειδικά στις κοινω νικές δικτατορίες, δπουκαίή 'Ελλάδα υπάγεται. Τό άν μιά έγκυος γυναίκα πού σκοτώνει τό παιδί της τέλη ύπό τίς συνθήκες φυσιολογικού άνθρωπου κατά τήν διάρκεια τής εγκυμοσύνης, ώστε νά δικασθη μέ τούς συνήθεις νόμους — ερώτημα πού έθεσε ό Ντοστογιέφσκυ κάποτε —> δέν είναι ερώ τημα «νομικών γνώσεων»... Τό θέμα πού προσπαθούμε νά θέσωμε μέ τό κείμενο τούτο είναι, κατά 9
ΕΠΙ ΤΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ A' Ό Χίτλερ, πρός ενίσχυση τοΰ λαϊκισμού του, εϊχε ανάγκη νά προβαΐνη άπό καιροΰ είς καιρόν σε θεαματικές ενέργειες έθνικοΰ μεγαλείου, Ό κ. Παπανδρέου έστήριξε τόν δικό του λαϊκισμό σέ μία μόνο λέξη: την «Αλ λαγή»! Μέ τήν κατάργηση τής ορθογραφίας, έμάθαμε αυτή τήν λέξη στήν Ελ λάδα νά τήν γράφωμε μέ ένα λ, γιά νά καταλήξωμε έν τέλει μέ οκτώ... Βέβαια οί εκλογές στήν Ελλάδα, καί ή πολιτική είδικώτερα, ήταν πάντα πρόβλημα κατ* εξοχήν ορθογραφίας — άν όχι μόνο καί αποκλειστικά ορθογραφίας. "Οτι δμως μία καί μόνη λέξη έστήριξε έπί οκτώ χρόνια ένα ολόκληρο καθεστώς, είναι ενα γεγονός πού επιβάλλει τήν χρεία κάποιων αναλύσεων. "Οχι μόνο γιά τό πόσο ιδεολογικά ανέξοδη υπήρξε ανέκαθεν ή πολιτική στην Ελλάδα. Τόσο ανέξοδη, μάλιστα, ώστε πιά κανένας στΰν κόσμο — οΰτε κάν κι αυτοί οί ϊδιοι οί "Ελληνες — νά άσχολήται μ' αυτήν. Στήν πολιτική συνείδηση της σύγχρονης ανθρωπότητας, ή πολιτική όντότης τής Ελλάδος είναι ταυτόσημη του όρνιθωνος ανεγκέφαλων πτηνών, πού είναι άπλή χασομέρεια νά άσχολήται κανένας με δαΰτον. "Αν καί γιατί είναι έτσι τά πράγματα καί άν αυτή ή επιφάνεια κρύβη άλλες κρίσιμες πραγματικότητες — καί κάθε τί τό κρίσιμο, ώς γνωστόν, συμφέρει νά βρίσκεται δσο τό δυνατόν καί πιό άγνωστο —, είναι ένα θέμα πού δέν μποροΟμε νά έξετάσωμε έδώ. Σημασία έχει δτι ή Ελλάδα εξαφανίσθηκε ολοσχερώς άπό τίς υποσημειώσεις της σύγχρονης ιστορίας. Αυτό τελικώς υπήρξε τό νόημα τής «ελευθερίας» καί τής «δημοκρατίας» πού επιζήτησε διακηρυκτικώς νά τής εξασφάλιση τό «δόγμα Τρούμαν»: ή εξαφάνιση άπό τοΰ Ιστορικού προσκηνίου. Μιά «ελευθερία» ομολογουμένως ζηλευτή όσο και φαινομενικά ανέξοδη... Βέβαια ό κ. Παπανδρέου δέν είναι φασίστας, υπήρξε δμως ακραιφνής έθνικοσοσιαλιστής, Εϊπε: «εθνική ανεξαρτησία καί σοσιαλισμός». Καί δέν αϊ13
σθάνθηκε τήν ανάγκη νά όρίση οΟτε τό ένα ούτε τό άλλο, άφοϋ αυτά ώς συνθήματα υπάρχουν μονίμως συγκεχυμένα καί αόριστα στήν συνείδηση δλων τών τριτοκοσμικών καταπιεσμένων. "Οτι τελικώς τοϋτο τό σύνθημα τής αόριστης «εθνικής ανεξαρτησίας» Ιπήρκεσε ώς αδιάλειπτος φορεύς μιδς οκτάχρονης κομματικής Ιδεολογίας, δέν μπορεί νά σημαίνη παρά δτι ol κάτοικοι τοΰ σημερινοϋ έλλαδικοϋ χώρου ελάχιστα αίσθάνονται νά α πολαμβάνουν τό αγαθόν της «δημοκρατίας» τοΟ δυτικοϋ κόσμου, ελάχιστα αίσθάνονται ίσομέτοχοι στό «εόρωπαΐκόν Ιδεώδες» του παρόντος καί τοϋ μέλλοντος, ότι αυτά τά πράγματα ελάχιστα τους εγγίζουν. "Οτι δηλαδή τελικώς θά επιθυμούσαν νά ζήσουν χωρίς αυτά. Ό κ. Παπανδρέου έθεωρήθηκε «χαρισματικός ηγέτης» όχι γιατί έσυρε τόν λαό, άλλά γιατί έσύρθηκε άπό τόν λαό. "Επειδή δηλαδή οίκειωθηκε απλώς αυτό πού ήξερε νά άποτελή πατροπαραδότως τήν κοινή καί βαθύτατη συνείδηση τοΰ κόσμου. "Οτι τελικώς ή συνείδηση αυτή έχει ακόμη έμβλημα της τό «φακιόλιον» τοΰ Λουκά Νοταρά, εΐναι μιά πολύ ευτυχής διαπίστωση.' Η οποία, ακριβώς επειδή έξεφράσθη διά τοΰ κ. Παπανδρέου, μας επιτρέπει τόν ίδιον νά τόν κατατάξωμε μεταξύ τών μεγαλυτέρων ελλήνων πολιτικών. Ό κ. Παπαν δρέου, συνεπώς δέν είναι άνθρωπος υλικός άλλά έννοια. Μιά έννοια πού θ* απαίτηση κάποιες γενικώτερες σύγχρονες αναφορές, γιά νά διευκρινισθή έ*στω καί στοιχειωδώς τό νόημα της. Ό Βενιζέλος υπήρξε ή μηδενική πολιτική ποιότης τοΰ νέου ελληνισμού, ένας μέγας πολιτικός εύνοΰχος, πού έκατάφερε (μέ τόν ένα τρόπο ή τόν άλλον — οί «αιτιολογίες» υπάρχουν πάντα άφθονες στίς Ιστορίες τών υπα νάπτυκτων...) νά συγκέντρωση δλον τόν ελληνισμό στήν Αθήνα. Αυτό ήταν τελικά τό αποτέλεσμα της' Ελλάδος «τών δύο ηπείρων καί τών πέντε θαλασσών» καί γΓ αυτό τόν έχουν άγαλμα νά τόν προσκυνάνε» αυτοί πού έξερρΐζωσε, στήν πλατεία Αριστοτέλους τής Θεσ/νίκης. Ό κ. Παπαν δρέου έκλήθηκε άπό τήν Μοίρα νά πράξη τό ακριβώς αντίθετο: νά προσδώση στον σύγχρονο ελληνισμό τήν χαμένη του Ιστορική χρησιμότητα, τήν τόσο επείγουσα σήμερα γιά δλους — Έλληνες καί μή. 'Αλλά και άπό μιάν άλλην άποψη προσέφερε ό κ. Παπανδρέου μέ τήν περίπτωση του ένα ΰπατον δίδαγμα: δτι οί πολιτικοί πού «δέν έκτελοΟν» είναι πολύ χρησιμό τεροι σήμερα άπό αυτούς πού «εκτελούν» καί πού κρατούν έτσι τήν γενι κότερη πολιτική κατάσταση στό επίπεδο τής στατικότητας καί τών αθέ μιτων τρόπων — δπως θά ίδοΟμε στήν συνέχεια —, στερώντας την άπό ευφυείς καί γενναίες λύσεις. Πού υπάρχουν. Είναι πολύ πιθανόν δτι οί άνθρωποι στό μέλλον δέν θά μιλούν πλέον περί «πολιτικών συστημάτων», άλλά μόνο περί Δημοκρατίας. Περί Δημοκρα
*
τίας δμως δύο είδών: περί της Δημοκρατίας εκείνης, οπού θά μπορή κανείς νά εκφράζεται ελεύθερα, ακόμη καί παραλογιζόμενος, καί περί τής Δημο κρατίας εκείνης, δπου δέν θάχη κάν τό δικαίωμα νά σκέφτεται, νά μένη σιωπηλός καί ανέκφραστος, κι ωστόσο νά υποχρεούται νά εκδηλώνεται πανευτυχής πού ζή σέ «ελευθερία»... Ή ταχύτατη αλλαγή κλίματος τών διεθνών σχέσεων κατά τήν τελευταία τριετία συνετέλεσε στήν αποσαφή νιση αρκετών άπό τά άκρίτως έκφερόμενα νοήματα τής εποχής μας. "Ενα άπό αυτά π.χ. είναι ή έννοια «τρίτος κόσμος». Σήμερα ξέρομε δτι δέν υπάρχει ένας γενικώς και αορίστως τέτοιος κόσμος, άλλά («ίδεολογικώς») δύο και.συγκεκριμένοι: ένας σοβιετικός καί ένας ατλαντικός. Καί παρατη ρούμε, οτι έπί τοΰ παρόντος οί μόνοι πού μπορούν νά έκφράζωνται καί νά ένεργοΰν ελεύθερα είναι οΐ λαότητες τοϋ σοβιετικού τρίτου κόσμου. Τό δ,τι μπορούν νά προβάλλουν σάν «αιτήματα» κατά πολύ παράλογες συναισθη ματικές των απαιτήσεις, δέν φανερώνει μόνο τό μέτρο ελευθερίας τών με ταρρυθμίσεων τοϋ ανατολικού κόσμου, άλλά καταργεί ιδιαίτερα πολλούς άπό τούς προπαγανδιστικούς μύθους τοΰ παρελθόντος τοϋ δυτικοΰ μας η μισφαιρίου, πού έπληρώθηκαν μέ απέραντο έξοδο γενεών διανοουμένων. Οί καταπιεσμένοι, δταν αισθανθούν ελεύθεροι, προβάλλουν υπαρξιακής φύσεως αιτήματα τοΰ τύπου «ψωμΐ-παιδεία-έλευθερία» καί δέν μεγιστοποιοΰν συναισθηματικής φύσεως θέματα σέ ανυποχώρητες απαιτήσεις επει γούσης μορφής. Τέτοια πράγματα καθόλου δέν προδίδουν ένα παρελθόν καταπίεσης (τουλάχιστον προσφάτου). Τά στενά εθνικιστικής φύσεως θέ ματα, σέ ένα στάδιο τής Ιστορίας πού είναι υποχρεωμένη νά κινήται μέσω υπερεθνικών οργανισμών καί νοημάτων, είναι θέματα συναισθηματικής υ φής καί φρικτά δείγματα πολιτικής ύπαναπτύξεως. Είναι σάν ν' απαιτού σαν οί σημερινοί έλληνες νά άνακηρυχθή τό Σικάγο ελληνική επικράτεια, επειδή ζουν σ' αυτό 7 έκατ. ελληνικής καταγωγής! Κάπως έτσι, πολιτικώς κρινόμενες, είναι και οί απαιτήσεις τών αρμενίων στήν Σοβ. Ένωση. Α παιτήσεις πού δέν βλάπτουν τό ϊδιο τό νόημα τών μεταρρυθμίσεων έκεΐ, άλλά λειτουργούν γενικώτερα καί είς βάρος τής Δύσης, άφοϋ άπό την επιτυχία τών έν λόγω μεταρρυθμίσεων εξαρτάται ή λύση τών απείρων προ βλημάτων πού βαρύνουν τήν δυτική πολιτική. Είναι σημειώσεως άξιον, δτι τά παρατηρούμενα στον σοβ. τρίτον κόσμο προέκυψαν μέ πρωτοβουλίες πού ελήφθησαν έκ τών άνω. Ή ίδια δηλ. ή ηγεσία έκάλεσε τόν τριτοκοσμικόν αρμένιο καί τόν άζερμπαΐτζανό νά έξισωθή μέ τόν εύρωπαϊον μοσχοβίτη στήν πολιτική συμμετοχή τών μεταρρυθμίσεων. 'Αλλά αυτοί εμποδίζονται νά ίδοΰν στά Ιδεολογήματα τής εθνικής των ιστορίας — καθ * δ πρώην οθωμανικές «άκρες» — τό εμπόδιο τής πολιτικής των χειραφέτη σης. Πού πιθανόν καί νά μήν τούς χρειάζεται, άφοϋ έχουν όλα τά προβλή15
ματά τους λυμένα... Στήν θεωρία βέβαια δλοι οί λαοί, δλα τά κράτη καί δλες οί κυβερνήσεις είναι πάντα σύμφωνες. Στήν πράξη είναι πού τά πράγ ματα διαφέρουν (βλ. π.χ. V. Katamidze: «Les rencontres de Bakou», Μόσχα 1987). Τά πράγματα στόν δυτικόν τρίτον κόσμο, αντίθετα, έχουν τήν μορφή ει δυλλιακού* άνθοκηπίου. Στόν κόσμο αυτόν, πεδίο ενός αδίστακτου αποικιο κρατικού" παρελθόντος, δπου τό κομμάτιασμα τών λαών καί οί αδίστακτες γενοκτονίες υπήρξαν τά μόνα αποδεκτά μέσα «υψηλής» πολιτικής, μοιάζει οί πάντες νά εύμοιροΰν σέ κατάσταση πλήρους παραδείσου. Τούτη ή ει ρήνη νεκροταφείου τοΰ δυτικοΰ τρίτου κόσμου δέν μπορεί παρά κάποια πολύ ένοχη κατάσταση νά κρύβη στό βασίλειο τής δυτικής μας Δανιμαρκίας καί ένα ενδεικτικό μειονέκτημα ως πρός τόν άνατολικόν: δτι ένώ ό τελευταίος αυτός μπορεί νά θέτη έπί τάπητος τά δποια προβλήματα του, χωρίς αυτό νά τό νομίζη ώς κίνδυνο αύτοκαταλύσεώς του, δ δυτικός ευρί σκεται υποχρεωμένος νά προσπαθή διαρκώς νά άναπαράγη τά ϊδια πάντα πολιτικά του δεδομένα. Μέ ποιό υπέρμετρο κόστος, θά τό ίδοΰμε πιό κάτω. "Οσοι στις τρέχουσες πολιτικές διαμορφώσεις τοΰ ανατολικού κόσμου βλέπουν κάποιον «ήττα», βλέπουν βέβαια πολύ κακά. Γιατί ό μέ ίστορικά κριτήρια πολιτικά μειονεκτών είναι ή Αμερική καί δχι ή Ρωσσία. Τήν χρονολογική άρχή τών πραγμάτων πρέπει νά τήν τοποθετήσωμε στό έτος 1963, δπου κατά ώρισμένους συγγραφείς (W. G. Grewe) σημειώνεται μέ τά γεγονότα τής Κούβας τό τέλος τοΰ ψυχροΰ πολέμου (βλ. GOrres-Gesel. (Hsg): «Staatslexikon», 7η έκδ., τόμ. 4, sp. 251 κ.έ.). Άπό τήν άλλη μεριά, τόν ίδιον αυτόν καιρό δέν έλειψαν εξέχουσες πνευματικές οντότητες, δπως ό P. Baran, πού απεδείκνυαν, οίονεί μαθηματικώς, δτι ή πολιτική τοΰ ψυ χροΰ πολέμου καί οί μέθοδοί του ήταν κατ' ούσΐαν πολιτική Ιστορικού αδιεξόδου (βλ. P. Baran: «Unterdruckung und Fortschritt» 1970). Ή πολι τική αυτή δέν είναι κάποιο αναγκαίο γεγονός, πού προέκυψε μετά τόν πόλεμο λόγω τοΰ «σοβιετικοΰ έπεκτατισμοΰ», δπως συνήθως σερβίρεται. "Ηδη μέσα στά πρώτα χρόνια τοΰ πολέμου (1942), ό J. Α. Schurnpeter έγραφε: «Μιά τέτοια (μεταπολεμική) διάταξη τοΰ κόσμου, δπου οί σκοποί καί τά συμφέροντα τών άλλων λαών τόσο μόνο θά μετροΰσαν, δσο θά μπορούσαν νά κατανοηθούν καί νά ληφθούν ύπ' δψη άπό τήν Αμερική, μόνο μέ τά δπλα θά μποροΰσε νά καθίδρυθή καί μόνο άπό τήν συνεχή ετοιμότητα χρησιμοποίησης τής βίας τών δπλων θά μποροΰσε νά κρατηθή» (βλ. «Kapitalismus, SozJansmus und Demokratie», 6η έκδ. 1987» σελ. 482). Έν προκειμένφ, δηλαδή, καί ή Αμερική μεταπολεμικά δέν έκαμε τίποτ' άλλο, παρά νά συνέχιση τήν κλασσική ευρωπαϊκή πολιτική πού t
ώδήγησε τελικά στό κομμάτιασμα τής Ευρώπης: νά όρίζη τό «εθνικό» της συμφέρον κατά τό δοκοΰν και οίκεΐον καί κάθε ανάλογη απαίτηση άλλων λαών νά τήν βαφτίζη εθνικό της «κίνδυνο». Γιά τήν νομιμοποίηση τής τακτικής αυτής τής έχρειαζόταν φυσικά ένας αντίπαλος... Βέβαια ή Αμερική επέτυχε μεταπολεμικά κάτι τό εξαιρετικά σπουδαίο: νά βγάλη τούς ευρωπαίους άπό τήν επαρχιακή πολιτική τους νοοτροπία καί νά σταθεροποίηση τόν καπιταλισμό σάν παγκόσμιο σύστημα. Αυτό δμως έγινε μέ ένα τεράστιο κοινωνικό κόστος, καθώς θα ίδοΰμε, καί μέ απέραντο αίμα. Και μόνο τούς πολέμους πού έξέσπασαν μεταπολεμικά μέσα στά πλαίσια τοΰ δυτικοΰ τρίτου κόσμου νά μέτρηση κανείς, είναι αρκετό γιά ν' απόκτηση μιά άχνή αντίληψη τών πραγμάτων. Κατά τήν εποχή τοΰ ψυχροΰ πολέμου, δλα τά πανεπιστήμια τής Δύσεως είχαν ειδικά τμήματα (πρόκειται περί εκατομμυρίων δολλαρίων) «Totalitarismusforschung». Σή μερα τά ίδια αυτά τμήματα λειτουργοΰν ώς τμήματα «Terrorismusforschung». Τί θά πή δμως Terrorismus; Οί έννοιες «τρομοκρατία», «αντίσταση» (Widerstand), «κρατική τρομοκρατία» (Staatsterrorismus) καί «δικαίωμα α ντιστάσεως» (Widerstandsrecht) δέν επιδέχονται αντικειμενικό ορισμό, διό τι εξαρτάται άπό ποιά οπτική γωνία κρίνει κανείς. Τό γεγονός δμως δτι ή «έρευνα» τής τρομοκρατίας στηρίζεται στόν ίδιον θεωρητικό φορέα πού έστηριζόταν καί ή «έρευνα» περί ολοκληρωτισμού, δηλαδή στήν «επιθετι κότητα» (Aggression) τοΰ άνθρωπου, φανερώνει δτι τά πλαίσια τής μεταπο λεμικής πολιτικής ώς πρός τόν δυτικόν τρίτον κόσμο παραμένουν αναλ λοίωτα. Δέν θά ασχοληθούμε έδώ παραπέρα μέ τό θεωρητικό υπόβαθρο τών θεω ριών αυτών. Ή σχετική βιβλιογραφία είναι απέραντη, γεγονός στό όποιον συνετέλεσε καί ή σχετική παν/μιακή έκρηξη κατά τίς αρχές τής δεκαετίας τοΰ '60 — έκρηξη οφειλόμενη κατά κύριον λόγο στήν σχετική έκπληξη τής Δύσεως άπό τίς διαστημικές επιτυχίες τών σοβιετικών (βλ. G. Pflug: «Bibliothek und Politik», εϊς Z/Schrift fur Bibliothekswesen und Bibliogra phic, 35 J. Gang, Heft 3, σελ. 239 κ.έ.). "Ενα αποτέλεσμα τής έκρηξης αυτής ήταν ή πληθωρική ανάπτυξη τών δευτερευούσης φύσεως επιστημών, δπως ή Ψυχανάλυση καί ή Κοινωνιολογία, πού έδωσαν άμετρη τροφή στίς πα ραπάνω «έρευνες». Βασική ώθηση του σοσιαλ-δαρβινισμοΰ στις «έρευνες» αυτές έδωσε άπό τό 1963 κι έδώ τό κλασσικό βιβλίο τοΰ Κ. Lorenz «Τό έπονομαζόμενον κακόν» (Das sogenannte Bose). Μιά παλαιότερη Variation τής σημερινής «Terrorismusforschung» ήταν ή «έρευνα τών συγκρούσεων» (Konfliktsforschung). Καί έπί της ίδιας λίγο-πολύ βάσης: δχι ανάλυση τών ιστορικών πεπραγμένων, πού είναι οί κατ' ούσΐαν αιτίες γιά τίς δυνάμει ή ενεργεία συγκρούσεις, άλλά αναφορά στά κατά τό δυνατόν απροσδιόριστα 17
«ψυχολογικά» καί «κοινωνιολογικά» στοιχεία, πού ούτε συνηγορούν οϋτε αποκλείουν τις συγκρούσεις, μπορούν δμως νά τις δικαιολογήσουν κατά , περίπτωση. Ή πρακτική τής επισήμου πολιτικής καθ * δλα αυτά τά χρόνια είναι ή τακτική τών «συγκρούσεων περιωρισμένης εμβελείας». Στήν Αφρι κή έπΐ παραδείγματι άπό τό *60 κι έδώ υπήρξαν περισσότερες άπό 25 τέτοιες συνοριακές συγκρούσεις. Μέ τήν σημερινή διάλεκτο, ό αλβανός τής Γιουγκοσλαβίας, ό Ινδός τής Σρί Λάνκα, ό κούρδος ή ό παλαιστίνιος είναι «τερρορίστες»... Μέ λίγα λόγια, τό κύριο μέρος τής μεταπολεμικής πολιτικής βιβλιογρα φίας καί τής αντιστοίχου παν/μιακής έρεύνης στήν Δύση, είναι γιά τούς τοπικούς πολέμους, τίς συγκρούσεις μεταξύ κρατών καί τήν βία. Σ' αυτά πρέπει νά προστεθή καί ή αρχική δυσκολία προσαρμογής τών ευρωπαϊκών κοινωνιών (φοιτητικές εξεγέρσεις κ,λπ.) στά νέα δεδομένα τοΰ καπιταλι σμού ώς ενιαίου συστήματος, πράγμα πού απαιτούσε Ισχυρή παραμέριση τών εθνικών περιορισμών καί τήν έκ τούτου δημιουργία έκρυθμων κοινω νικών καταστάσεων. Ένφ δμως τά δεύτερα έχουν αισθητώς υποχωρήσει, . τά πρώτα δχι μόνο δέν έλιγόστεψαν, άλλά έπαγιώθηκαν πλέον σάν οίονεί επίσημα εργαλεία τής δυτικής πολιτικής, Οί συγκρούσεις τοΰ τρίτου κόσμου παίζουν βέβαια έναν θεμελιώδη ρόλο γιά τήν έν γένει καπιταλιστική οίκονομΐα, άφοΰ άποτελοΰν σίγουρο είδος ασφαλιστικών δικλείδων ώς πρός τίς πληθωριστικές τάσεις τοΰ παρανο ϊκού «ελεύθερου άνταγωνισμοϋ τής αγοράς» τών μητροπόλεων, έχουν δμως καί τό σπουδαίο πολιτικό προσόν νά μήν δημιουργούν υποχρεώσεις συγκε κριμένης πολιτικής τών τεχνολογικώς ανεπτυγμένων πρός τούς μή τέ τοιους, δεδομένου δτι κάθε ανάλογη απαίτηση τών τελευταίων μπορεί εύ κολα νά μετατροπή σέ πρόβλημα διακρατικών και κοινωνικών συγκρού σεων, λόγω τών εθνικής σημασίας προβλημάτων πού βαρύνουν ίστορικά δλες σχεδόν τίς χώρες τοΰ τρίτου κόσμου. Ή Αμερική μεταπολεμικώς δχι μόνο δέν ενδιαφέρθηκε γιά τήν λύση παλαιών τέτοιων προβλημάτων, άλλά ούτε κάν ευρέθηκε σέ θέση (θά ΐδοΰμε γιατί) νά έμποδίση τήν δημιουργία άλλων (π.χ. Κύπρος). Ή ύπαρξη τών προβλημάτων αυτών ενέτεινε υπέρμετρα τό κλίμα τοΰ ψυχροϋ πολέμου, άφοΰ οί γεωγραφικοί χώροι πού εξαιρέθηκαν τών «συμφωνιών» τοΰ δευτέ ρου παγκοσμίου πολέμου απετέλεσαν κοινό αντικείμενο διεκδικήσεως τών δύο υπερδυνάμεων. Μόνο κατά τό δεύτερο μισό τής δεκαετίας τοΰ "70, δηλαδή σέ πέντε χρόνια μέσα, οκτώ χώρες — Αγκόλα, Αιθιοπία, Άφγα18
νιστάν, Νότιος Υεμένη, Μοζαμβίκη, Λάος, Καμπότζη καί Βιετνάμ — προσεχώρησαν στό σοσιαλιστικό στρατόπεδο. Οί επιτυχίες αυτές τοΰ σοσια λιστικού στρατοπέδου στίς διάφορες χώρες τής "Απω Ανατολής, Αφρι κής καί Κεντρικής Αμερικής ανάγκασε τόν καπιταλιστικό κόσμο νά βιασθή νά πρόσδεση στό σύστημα οικονομικώς τίς σπουδαιότερες τών χωρών τοΰ τρίτου κόσμου καί νά επίσπευση τήν τεχνολογική ανάπτυξη τους. Είναι τά λεγόμενα «Schwellenlandcr», μεταξύ τών οποίων τελευταία ή Πορ τογαλία. Μεταξύ 1960 και 1985 τό ποσοστό τής βιομηχανικής παραγωγής τών έν αναπτύξει χωρών στά πλαίσια τής καπιταλιστικής παραγωγής ανήλθε άπό 10,1% σέ 14,7%. Τό 64,1% τής βιομηχανικής παραγωγής δλων τών τριτο κοσμικών χωρών κατά τό 1980 παρήχθη άπό πέντε μόνο χώρες, τών οποίων οί δείκτες αναπτύξεως προσεγγίζουν αυτούς τών ανεπτυγμένων χωρών (Βραζιλία, "Αργεντινή, Ν. Κορέα, Μεξικό, Ινδία). Οί χώρες αυτές έχουν επίσης δυνάμει τίς προϋποθέσεις γιά τήν δημιουργία αυτογενούς ερευνη τικού δυναμικού, τών άλλων δμως ή ανάπτυξη έστηρίχθηκε αποκλειστικά σέ Offset-Τεχνολογία. Κλασσικό παράδειγμα τέτοιας χώρας είναι ή ΑΓγυπτος, ή όποια έρχεται δεύτερη μετά τήν Βραζιλία σέ παραγωγή όπλων μεταξύ τών τριτοκοσμικών χωρών. Ή τέτοια δμως τεχνολογική ανάπτυξη στίς χώρες αυτές, μέ τό νά άφήνη άλυτο τό πολιτικό τους πρόβλημα (μιά κρατική τάξη «επιχειρηματιών» πού στηρίζεται αποκλειστικώς στήν «βοή θεια» τοΰ κράτους), είχε σάν αποτέλεσμα τήν ένταση τών κοινωνικών προ βλημάτων. Ή υποχώρηση τής αγροτικής παραγωγής έν δψει τής «αναπτύ ξεως» έφερε τήν εξαθλίωση τών μεγάλων στρωμάτων τοΰ πληθυσμού καί τήν συγκέντρωση τους στά προάστια τών μεγαλουπόλεων. Δίπλα άπό τό εξωτερικό χρέος γιά τήν διατροφή, ή οικολογική κρίση καί ή έπαναστατικοποίηση τών αναλλοίωτων ιδεολογικών τους δομών έλαβαν πρωτεύουσα σημασία ώς πρός τις σχέσεις τους πρός τό σύστημα. Τό 90% τής χρησι μοποιούμενης ενεργείας άπό τά μεγάλα πληθυσμιακά στρώματα μερικών τριτοκοσμικών χωρών είναι τό ξύλο, πράγμα πού σημαίνει δτι δέν υπάρχει έπί τοΰ παρόντος τρόπος σωτηρίας τών μεγάλων δασών έπΐ τοϋ πλανήτη. Ή κτηνοτροφική παραγωγή τών μητροπόλεων πρός αντιμετώπιση τών αυξημένων εξαγωγών πρός τίς χώρες αυτές απαιτεί πρόσθετα τήν κατα στροφή μεγάλων οικολογικών εκτάσεων πρός δημιουργία φθηνών καλλιερ γειών, ένφ ή μή έλαττούμενη φτώχεια άπό τήν άλλη μεριά ριζοσπαστικοποιεΐ τά υπάρχοντα ιδεολογικά κινήματα (π.χ. «ισλαμική αδελφότης» στίς χώρες τής Μέσης Ανατολής, σύμφωνα μέ τήν ιδεολογία τής οποίας ή παρατηρούμενη κοινωνική άθλιότης οφείλεται στήν «έκπτωση» άπ' τό Κοράνι καί τόν «κλονισμό τής πίστης»). 19
Ή Offset-Τεχνολογία καί τό χρέος τής διατροφής άποτελοΟν τά κύρια σκέλη ΰπερχρεώσεως τών χωρών αυτών, οί όποιες ήδη πρό πολλοΰ έδήλωσαν πλήρην αδυναμία εξοφλήσεως των. "Ως τρόπος «θεραπείας» έκ μέ ρους τών δανειστών είναι ή υπαγωγή τών πελατών τους χωρών στήν διεθνή Τράπεζα καί τό διεθνές νομισματικό ταμείο, τών οποίων οί «συνταγές» μπορούν νά θεωρηθούν μάλλον στερεότυπες: «ελαφρά» υποτίμηση τοΰ νο μίσματος, περικοπές, ιδιωτικοποίηση τών κρατικών επιχειρήσεων (καί πι θανή άρα πώληση τους σέ αλλοδαπές εταιρείες), μείωση τών κοινωνικών παροχών καί «λιτότης». "Οτι οί έν αναπτύξει αυτές χώρες λειτουργούν σάν ένα είδος «αμορτισέρ» κάθε παρουσιαζόμενης κρίσης στίς καπιταλιστικές μητροπόλεις, είναι βέβαια φανερό. Ύπό τίς συνθήκες δμως αυτές ό καπι ταλισμός σάν σύστημα είναι προφανές δτι αντιμετωπίζει τεράστια πολιτι κής, κοινωνικής καί οικονομικής φύσεως προβλήματα, έπί τών οποίων — ακριβώς επειδή δέν είναι πρό πολλού ήδη τό μόνο σύστημα στόν κόσμο — αδυνατεί ολοσχερώς νά καταστή κύριος καί νά έπιλύση. Τά προβλήματα αυτά της βίαιης έκκαπιταλιστικοποΐησης τών τριτοκο σμικών χωρών, υπήρξαν αναγκαστικές συνέπειες τής πολιτικής τοΰ ψυ χροΰ πολέμου. 'Εφ* δσον δηλαδή ή μεταπολεμική πολιτική τής Δύσεως έστηρίχθηκε στήν «ανάσχεση τοΰ κομμουνισμοΰ», καί οί δύο μεγάλες δυ νάμεις ευρέθηκαν αναγκασμένες νά «αναπτύξουν» κατά τά ϊδια συστήματα των τίς μή ανεπτυγμένες χώρες πού έπρόσκειντο σ' αυτές, πράγμα πού υπήρξε και γιά τίς δύο λάθος, άφοΰ μετέβαλε τό πρόβλημα τής ανάπτυξης τών μή ανεπτυγμένων σέ κοινό πρόβλημα επιβίωσης τής άνθρωπότητος. Σήμερα παρατηρούμε, δτι τόσο οί τόν καπιταλιστικό έπιλέξασες τρόπο ανάπτυξης χώρες, δσο κι αυτές πού διάλεξαν τόν σοσιαλιστικό (μέ εξαί ρεση τήν Κίνα καί τήν Κούβα), τελικώς κανένα άπό τά κοινωνικά τους προβλήματα δέν κατάφεραν νά λύσουν. Δηλαδή δέν κατάφεραν νά χειρα φετηθούν τεχνολογικά, ένώ τά ώρισμένα ημίμετρα πού επέτυχαν σέ μερι κούς κοινωνικούς τομείς δπως τής υγείας, έν συνδυασμφ μέ τό γενικώτερο δημογραφικό πρόβλημα πού έδημιουργοΰσε ή στρεβλή ανάπτυξη, μετέβα λαν τήν κατάσταση τους σέ μείζον πρόβλημα τής άνθρωπότητος πέραν συστημάτων. Μέχρι σήμερα έχει άποδειχθή σαφώς, δτι κανένα άπό τά υπάρχοντα συστήματα μόνο του δέν επαρκεί γιά τήν επίλυση τών πάσης φύσεως κολοσσιαίων προβλημάτων πού έδημιουργήθηκαν μεταπολεμικά καί πού βαρύνουν τούς πάντες έξ ϊσου. Γιά νά Ιδοΰμε ποιό κόστος μποροΰν νά ένέχουν?άνταγωνιστικές καταστάσεις πολιτικής κυριαρχίας, είναι στό σημείο τοΟτο αναγκαία μιά παρένθεση:
ταστάσεις τής ανθρώπινης συνθήκης. Υπάρχει ωστόσο μιά περιοχή, δπου τό λάθος — δσο ανθρωπίνως αδύνατο Kt άν είναι — δέν έχει θέση. Ή περιοχή αυτή είναι ή τών μυστικών υπηρεσιών. Οί μυστικές υπηρεσίες είναι τόσο παλαιές ώς θεσμός, δσο καί ή έννοια τής εξουσίας, τής όποιας άποτελοΰν τήν βάση. Ή άναγκαιότης τών μυστικών υπηρεσιών στόν χώρο τής διοίκησης είναι άπλή συνέπεια του γεγονότος, δτι ή ζωή δέν μπορεί νά καθορισθή πλήρως μέ νόμους, δηλαδή δτι τό νομοθετικό μηχάνημα μιας κοινωνίας δέν επαρκεί γιά νά κάλυψη τήν λειτουργία της. Οί νόμοι πολλές φορές είναι δυνατόν νά χρησιμοποιούνται ή καί νά καλύπτουν τό ίδιο τό έγκλημα. Γιά νά πάρωμε λ,χ, ένα παράδειγμα πού δλοι ξέρουν, τό άπαραβίαστον τής κατοικίας ισχύει και γιά τόν εγκληματία. Πώς λοιπόν θά βρή ή επίσημη εξουσία τά τεκμήρια κάποιου εγκλήματος, πού υπάρχουν στό σπίτι τοΰ εγκληματία; Επίσημοι τρόποι υπάρχουν, αυτοί δμως μόνο σέ ακραίες περιπτώσεις είναι δυνατόν νά χρησιμοποιηθούν, διότι επιβάλλουν νομίμως τήν απόδειξη τών ευλόγων αποδείξεων, πού επισήμως δέν μποροΰν νά-δοθούν άφοΰ δέν στηρίζονται σέ νόμους. Έδώ λοιπόν είναι πού χρειά ζεται ό... «Κότζακ»: τό οίκιακόν άσυλο είναι απαραβίαστο, δταν δμως αυτό παραβιάζεται γιά νά συλληφθή ό υπαίτιος, τότε ουδείς είναι δυνατόν νά έχη αντίρρηση... Ή φιλοσοφία τοΰ «Κότζακ» είναι βαθύτατης σημασίας γιά τήν δομή τών μυστικών υπηρεσιών. Ό «Κότζακ» δέν γνωρίζει αποτυχίες στό έργο του, δπως δέν γνώριζε παληότερα καί ό «Ζορώ»: κάθε φορά πού παρανομεί, είναι υποχρεωμένος νά έπιτυγχάνη. Αυτό ακριβώς είναι, ή μάλ λον οφείλει νά είναι καί τό θεμελιώδες υπαρξιακό αξίωμα κάθε μυστικής υπηρεσίας: δτι απαγορεύεται νά κάνη λάθη καί νά γνωρΐζη αποτυχίες. Επειδή οί μυστικές υπηρεσίες άποτελοΰν τό «μάτι τών κυβερνήσεων», τό οποιοδήποτε λάθος τους γίνεται πάντα φανερό, διότι αντανακλά άμεσα στήν επίσημη πολιτική μιδς χώρας. Οί μυστικές υπηρεσίες είναι έτσι υ ποχρεωμένες νά άποτελοΰν χώρο πραγματοποιήσεως τοΰ ανθρωπίνως ανέ φικτου: νά πραγματοποιούν τό άλάνθαοτον. Άπό τίς μυστικές υπηρεσίες απαιτεί κανείς απόλυτον βαθμό σοβαρότητος καί μέγιστες δόσεις πραγμα τικής σοφίας. Οί βασιληάδες παληότερα είχαν ώς μυσχικοσύμβουλους τίς πιό εξέχουσες προσωπικότητες τών χωρών τους — νομομαθείς, πρυτάνεις, φιλοσόφους κ.λπ. Στους καιρούς μας (θά ίδοΰμε πιό κάτω γιατί) ή ίδιότης τοΰ «πράκτορος» βρίσκεται πολύ χαμηλά στήν κλίμακα υποτιμήσεως, τά πράγματα δμως κατά θεωρΐαν είναι πολύ διαφορετικής υφής. Χωρίς «πρά κτορες» κατ' αρχήν δέν είναι δυνατόν νά ύπαρξη καν ιστορία. Χωρίς «πρά κτορες» (π.χ. «ταξικούς») δχι μόνο είναι αδύνατο νά λειτουργήση κοινω νικά ή ζωή μιας χώρας, άλλά είναι ολοσχερώς αδύνατη ή δποια επικοινω νία τών λαών μεταξύ τους. "Ενας μεγάλος συγγραφέας, ένας μουσικός, ένας
Τό τέλειον καί τό άναμάρτητον δέν μπορεί νά τό ζητήση κανείς στίς κα20
21
σπουδαίος ζωγράφος, ένας διακεκριμένος ηθοποιός, ένας μεγάλος επιχει ρηματίας, είναι κατ' ανάγκην «πράκτορες» διότι σ* αυτούς στηρίζεται ή επικοινωνία τών λαών και μ' αυτούς τελείται ή ιστορία. "Ενας μεγάλος καλλιτέχνης δέν «δίνει» μόνο στόν λαό του άλλά καί στους άλλους λαούς, πράγμα πού σημαίνει ότι «παίρνει» κι άπό αυτούς αμοιβαίως. Ό Πλάτωνας, ό Χριστός, ό Μ. "Αγγελος, ό Ντοστογιέφσκυ κ.λπ. είναι τά εξέχοντα πα ραδείγματα «πρακτόρων» πού έχομε άπό τήν ίστορία. Μέ άλλα λόγια, «πρά κτορας» (εξαιρουμένης της περιπτώσεως τοΰ άπλοΰ εμμίσθου οργάνου, πού θά μας απασχόληση σέ άλλη θέση) δέν μπορεί νά είναι ό οποιοσδήποτε, διότι αυτή ή ίδιότητα απαιτεί Ικανότητες άνω τοΰ μέσου όρου, Ακόμη και ό απλός «πράκτορας» μιας μυστικής υπηρεσίας απαιτείται νά έχη ευγένεια πνεύματος, νά μπορή νά ζή μέ λεπτομέρειες καλλιτεχνικής υφής πού δέν μπορεί νά παρατήρηση ό μίσος άνθρωπος, νά έχη τρομερή διαίσθηση καί, κυρίως, νά μην πιστεύη ποτέ του τίς επιφάνειες. Μόνο έτσι είναι δυνατόν νά «συλλέξη» έγκυρες πληροφορίες καί νά απόκτηση τις ήλεγμένες εκείνες κρίσεις πού θά βοηθήσουν τήν υπηρεσία του καί κατ' επέκταση τήν επί σημη πολιτική τής χώρας του. "Ένας πράκτορας πρέπει νά μπορή νά σκέ φτεται σύνθετα, πράγμα πού σημαίνει ότι πρέπει νά διαθέτη μεγάλα ποσά μόρφωσης και εύπλασίας πνεύματος, ώστε νά μήν αντιλαμβάνεται τά πράγ ματα μέσα άπό ανεξέλεγκτες πίστεις καί προλήψεις. Καί βεβαίως νά έχη ισχυρό βαθμό επαφής μέ τά τής «τέχνης καί τών γραμμάτων», διότι σ' αυτή τήν περιοχή υφίσταται, ή έννοια τής καθ' εαυτό «πρακτόρευσης». Αυτά δμως δλα, έστω καί έν συνόψει δπως τά αναφέραμε έδώ, αποτελούν τήν θεωρία. Στήν πράξη τά πράγματα παρουσιάζονται ελαφρώς διαφορε τικά. Σήμερα οί περισσότερες μυστικές υπηρεσίες έχουν τήν λεγόμενη «γραμμι κή μορφή» οργανώσεως δηλαδή στηρίζονται σέ δσο τό δυνατόν πιό πολ λές μικρές ομάδες πληροφοριοδοτών, τίς όποιες ελέγχουν άμεσα. Κατά τόν περασμένο αιώνα τά πράγματα δέν είχαν αυτή τήν μορφή. Οί "Αγγλοι, μέσα στίς «αυτοκρατορικές» των αντιλήψεις, έδόμησαν τά δίκτυα τών μυστικών υπηρεσιών τους, κατά τόν ίδιον τρόπο πού ασκούσαν τήν επίσημη πολιτική τους, δηλαδή τής «έμμεσου διοικήσεως». Γιά νά περιορισθούμε στήν Ελ λάδα, επήραν π.χ. μερικούς πρώην άρχοντοχωριατες (Dorfbourgeois), τούς εύπρεπισαν, μαθαίνοντας τους νά πετάξουν τά βρακοζώνια και τά τσαρού χια, νά μάθουν νά φοράνε παπούτσια καί νά δένουν τήν γραβάτα, και τούς έστησαν μεγαλοπρεπείς ώς «εθνικές τάξεις», έχοντας νά κάνουν μόνο μ' αυτούς, Τά πράγματα είχαν μιά αντιστοιχία μέ τήν αρχιτεκτονική αυτοκρα τορική βιτρίνα τών βαριών εκείνων κτιρίων πού συναντά ακόμη κανείς στίς 22
πρώην κτήσεις τής βρεττανικής αυτοκρατορίας. Κάτι περίπου σάν τό κτί ριο τοΰ ξενοδοχείου τής «Μεγάλης Βρεττανΐας» σ' εμάς... Μεταπολεμικώς μέ τούς Αμερικανούς τά πράγματα άλλαξαν ριζικά. Μάλλον ήσαν υποχρεωμένα άπό πολλούς λόγους ν' αλλάξουν. Κατά πρώ τον, διότι οί Αμερικανοί ευρέθηκαν στήν δυσχερή θέση νά «κρατήσουν» έναν κόσμο μέ απειρία προβλημάτων, βιαιοτήτων καί λαθών τοΰ αποικιο κρατικού παρελθόντος αμέσως μετά τόν πόλεμο, και κατά δεύτερον, διότι έπρεπε νά αλλάξουν οί μέθοδοι. Μέσα στήν πάλαιαν έπαρση τής Ευρώπης, τά προβλήματα έλύοντο άπλά; άν οί «εθνικές τάξεις» δέν τά κατάφερναν, έμπαιναν τά τυφεκιοφόρο αποσπάσματα τών αποικιοκρατών και έλυαν τό πρόβλημα. Ή «δυνατότης» αυτή δέν μπορούσε νά συνεχισθή γιά πολλούς λόγους. Ένφ οί παλαιές σχέσεις δυτικής Ευρώπης καί Ρωσσίας άνεφέροντο γεωπολιτικώς σέ «τοπικής φύσεως» ζητήματα «συνοριακής» σημασίας (Βαλκάνια καί Μέση Ανατολή, ανατολική Ευρώπη καί Ασία), τώρα ό «σοσιαλισμός» και ή «δημοκρατία» άνταγωνΐζοντο έπΐ πλ^νητικοΰ επιπέ δου — είχαν δηλ. ολική (Global) γεωπολιτική καί στρατηγική σημασία. Λόγω τών άντιαποικιοκρατικών κινημάτων έκ τοΰ πολέμου, οί «εθνικές τάξεις» καμμιά εγγύηση κυριαρχίας δέν παρείχαν πλέον, ένφ σύν τοις άλ λοις (και πέραν τών πολεμικών κινδύνων) ή «λογική τών κανονιοφόρων» δέν μπορούσε νά έφαρμοσθή και έξ αιτίας τής δημοκρατικής δομής τής αμερικανικής κοινωνίας και τοΰ ρόλου τής δημοσιότητας. "Αρα ή έπΐ πα γκοσμίου επιπέδου οργάνωση τών μυστικών υπηρεσιών έπρεπε ν' άλλάξη πρός μιά πιό ενιαία και άμεση μορφή. Καταργήθηκαν λοιπόν έτσι οί «ε θνικές φυσιογνωμίες» καί άντ * αυτών εκλήθησαν οί θυρωροί, οί περιπτε ράδες, οί πλΰστρες, οί ψιλικατζήδες, οί καθαρίστριες δημοσίων υπηρεσιών κ.λπ. Μέ λίγα λόγια ό «λαός». 'Εφ' έξης δέν θά άκουγε πλέον ό θυρωρός τόν καθηγητή Παν/μίου, άλλά ό καθηγητής τόν θυρωρό. "Ετσι βέβαια τά πράγματα έγίνονταν πιό αποτελεσματικά, προσέδιδαν ενιαία αυτοδυναμία στίς αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες, μή εξαρτώμενες έτσι άπό άλλες γηγενείς υπηρεσίες, και είχαν καί τό επί πλέον προσόν, δτι έτσι έθεταν καί τις κατά τόπους μυστικές υπηρεσίες ύπό τόν έλεγχο τους, διότι κατείχαν τό υλικό (τήν «βάση») άπό τό όποιο οί ίδιες «αντλούσαν». Σέ μερικές μάλιστα κρίσιμες χώρες, δπως τήν Ελλάδα και τήν Ν. Κορέα, και ή χρηματοδότηση τών ντόπιων μυστικών υπηρεσιών έγινόταν άμεσα άπ' τούς αμερικανούς καί δχι άπό τίς κυβερνήσεις. Στήν Ελλάδα ειδικά δεν υπήρχε καί λόγος περί τοΰ αντιθέτου, διότι τό θέμα ήταν απλώς διαδικασιακό: άντί νά παίρνουν τά αμερικανικά λεφτά οί κυβερνήσεις καί νά χρηματοδοτούν μέ μέρος άπ' αυτά τήν ΚΥΠ, τήν χρηματοδοτούσαν άμεσα οί Αμερικανοί καί ήξεραν κιόλας τί τούς γινόταν... Στόν τρόπο αυτόν 23
οργανώσεως των οί αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες επέτυχαν πλήρως καί ώς τέτοιες έξετέλεσαν δντως έργο θαυμαστό. Ή κατακραυγή πού υπάρχει γι αυτές έπί παγκοσμίου επιπέδου δέν Οφείλεται στίς ίδιες άλλά σέ κάτι άλλο: δτι οί αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες ανέλαβαν νά «στηρίξουν» μιά επίσημη κρατική πολιτική πού ούτε κάν υπήρχε ώς τέτοια. "Οπως εξηγήσαμε στήν άρχή, δουλειά τών μυστικών υπηρεσιών είναι νά στηρί ζουν τήν επίσημη πολιτική τών κυβερνήσεων. Ή * Αμερική δμως μεταπο λεμικά δέν απέκτησε καμμία εξωτερική πολιτική. Ή εξωτερική της πολι τική υπήρξε ό «άντικομμουνισμός», πράγμα πού σάν έννοια στηρίζεται στό «μή είναι» καί δχι στό «είναι». Τό ότι δέν είναι ένα πράγμα κάτι, δέν σημαίνει ταυτοχρόνως πώς είναι καί αναγκαστικά κάτι (δτι τό «μή όν» δέν είναι π.χ. ποτήρι, δέν σημαίνει πώς είναι καθ' εαυτό κάτι). «Άντικομμουνισμός» σάν πολιτική δέν σημαίνει πώς είναι δντως κάποια πολιτική. Καί μέσα σ' αυτό τό κενό ευρέθηκαν αναγκασμένες νά δουλέψουν οί μυστικές υπηρεσίες τής Αμερικής. Έπρεπε νά στηρίξουν καθεστώτα κρατών πού έφκιάσθηκαν τεχνητά καί έκ τοΰ μηδενός πρό διακοσίων ετών, ύπό τελείως διαφορετικές ιστορικές συνθήκες καί χωρίς τόν έλεγχο, άν ή ύπαρξη τους έξυπηρετή δντως σήμερα σέ κάτι — άρα καί χωρίς καμμιά προοπτική μεταβολής τής παγκόσμιας τάξης πραγμάτων, πράγμα πού θά έσήμαινε τήν ύπαρξη μιας εξωτερικής πολιτικής. Όλα τά λάθη ή καί παρελθούσες ανα γκαιότητες του αποικιοκρατικού παρελθόντος έμειναν δπως ήσαν και ό «άντικομμουνισμός» υπήρξε τό πρόσχημα αίωνίας διατηρήσεως των. Ή πραγματικότητα ήταν φυσικό νά μήν συμβιβάζεται μ' αυτή τήν θεωρία, όποτε προέκυψαν σάν κατ' ανάγκην εφαρμόσιμες οί άπλες λύσεις τής βίας καί τών πραξικοπημάτων, τά όποια ώφειλαν νά καλύψουν οί δραστηριό τητες τών μυστικών υπηρεσιών. Καί γιά νά τό ποΰμε πιό άπλά: ένα κράτος π.χ. πού δέν είχε εθνικό κορμό γιά νά ύπαρξη σάν τέτοιο, έπρεπε νά διατηρηθή διότι δέν υπήρχε κάποια πολιτική προοπτική καί οι συνθήκες πού νά προβλέπουν τήν μεταβολή του. Ό μόνος τρόπος νά διατηρηθή σάν κρατική επιφάνεια ήταν ή εγκαθίδρυση μιας συμμορίας ώς κυβερνητικής βιτρίνας (ή σημασία τής λέξης θά πρόκυψη έκ τών κατωτέρω* ή μετατροπή πάντως τών «εθνικών κυβερνήσεων» τοΰ παρελθόντος κάτι τέτοιο θά έδινε, άφοΰ αυτές θά έμεναν χωρίς τις «εθνικές» Ιδεολογίες πού τίς στήριζαν, δημιουργώντας έτσι κι ένα πρόβλημα «εθνικής ταυτότητας» σέ πολλούς πολιτισμικούς χώρους τής Ν. Αμερικής, τής Αφρικής καί τής μακρινής Ασίας) καί, μέσα σέ ένα καθεστώς δικαιακής δυσμορφίας — π.χ. μίγμα φιλελευθέρων Συνταγμάτων καί γηγενούς «εθιμικού δικαίου», είς τρόπον ώστε νά άναιρή τό ένα τό άλλο —, εξάντληση δλων τών τρόπων πού θά μπορούσαν νά κρατήσουν τήν συμμορία στήν εξουσία καί νά τήν ελέγχουν 1
24
ταυτόχρονα. Καί ό καλύτερος τρόπος έλεγχου ήταν βέβαια ή ϊδια ή συμμοριτική της φύση, πρός τήν οποίαν όλο και πιό πολύ θά έβυθίζετο άπό τήν κατάχρηση εξουσίας. Νομιμότητα δέν υπήρχε γι' αυτή, διότι ή πολι τική σημασία τοΰ «άντικομμουνισμοΰ» κατ' ανάγκην περιώριζε τήν δποιαν λειτουργία μιας «εθνικής Ιδεολογίας». Μέσα στόν ιδεολογικό χωρισμό τοΰ κόσμου, ό κοινω\ακός ρόλος τοΰ πολιτικού αύτοκαθορισμοΰ μιας «εθνικής ιδεολογίας» δέν μποροΰσε νά είναι κάτι τό επιδιωκόμενο. Τό ίδιο Ισχυε, καί γιά τούς ίδιους λόγους καί στόν σοσιαλιστικό κόσμο δπως τά γεγονότα απέδειξαν. Ό ρόλος δμως τών «εθνικών κυβερνήσεων» δέν μποροΰσε νά ύπαρξη εύκολος καί ευτυχής μέσα στίς συνθήκες τού ψυχρού πολέμου, διότι οί αντίστοιχες σοβιετικές υπηρεσίες ήσαν υποχρεωμένες νά ενι σχύουν τά «εθνικά» και «άπελευθερωτικ&> κινήματα τών διαφόρων χωρών και νά εξουδετερώνουν έτσι τήν δράση τών αντιστοίχων αμερικανικών διά τών «εθνικών» συμμοριών. Ή τακτική αυτή εύρισκε πλήρες έδαφος, διότι δπως είπαμε ή Αμερική δέν εύρήκε καιρό νά διαμόρφωση κάποια πολιτική γιά τά προβλήματα τής αποικιοκρατίας πού τής έκληροδοτήθηκαν. Ή ανυπαρξία λοιπόν επισήμου εξωτερικής πολιτικής τής Αμερικής («άντικομμουνισμός» — ό όποιος μάλιστα στήν ίδια τήν Αμερική έφθασε ώς σέ σημεία παρανοίας — σέ ίστορική διάλεκτο δέν έσήμαινε τίποτε περισσότερο άπό μιά ιδεολογία «κρατήματος»), τό πλήθος τών κοινωνικών προβλημάτων πού έδημιουργοϋσε ή εγκαθίδρυση τών συμμοριών στίς κατά τόπους χώρες καί ή διαρκώς αυξανομένη αδυναμία επιλύσεως τους λόγω τών εξοπλιστικών δαπανών, κατ' εξοχήν δέ ή πίεση της σοβιετικής πολι τικής, κατέστησαν τό έργο τών αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών τιτάνιο καί έν πολλοίς ακατόρθωτο. Ποιος τρόπος τούς έμενε νά τά καταφέρουν; Ό τρόπος, καθ' δ απολύτως αναγκαίος, υπήρξε καθαρά αμερικανικός. Έδώ δημιουργήθηκε μεταπολεμικά ένα άπό τά μεγαλύτερα προβλήματα γιά τις δυτικές κοινωνίες, άγνωστο σέ δλη τήν προηγούμενη ιστορία, πού κοντεύει σήμερα νά κατάλυση δλη τήν κοινωνική δομή τοΰ δυτικοΰ κό σμου καί είναι τό πρώτο πρός επίλυση στίς νέες συνθήκες: τό πρόβλημα τοΰ παρανόμου χρήματος. Δηλαδή: "Ας ύποθέσωμε δτι κάποια στιγμή ή «εθνική» συμμορία μιας χώρας πιε ζόμενη άπό εσωτερικούς κοινωνικούς λόγους, έπιδιώκουσα νά σταθερο ποίηση τήν εξουσία της ή γιά οποιονδήποτε άλλον λόγο, επιχειρεί νά χαράξη «δική» της «εθνική» πολιτική (συνήθως βέβαια επρόκειτο περί απλής διατηρήσεως τοΰ θώκου και τών κεκτημένων — ή ύφη τών «εθνικών κυβερνήσεων» ήταν άπό τήν εποχή τής αποικιοκρατίας όπως ώφειλε νά είναι, δηλαδή πάντα κοινωνικά ρευστή, χωρίς μονιμώτερα στηρίγματα, π.χ. βιομηχανίας, σταθεροΰ άλλου κεφαλαίου κ.λπ. — διά χρησιμοποιήσεως 25
κατ' ούσΐαν δλων τών λαϊκιστικών κατά περίπτωση κινημάτων πού άπέρρεον άπό τίς γενικότερες συνθήκες βλ. κατωτέρω). Ποιος είναι ό τρόπος πού μπορούν νά επιχειρήσουν οί μυστικές υπηρεσίες, γιά νά τήν αναγκά σουν νά μήν τό κάνη; — Είτε νά τήν απειλήσουν μέ πόλεμο, μέσω μιας άλλης γειτονικής χώρας (οί «εθνικές αφορμές» υπάρχουν άφθονες άπό τό αποικιοκρατικό παρελθόν, ένφ οί «εθνικές» συμμορίες έχουν συμφέρον στήν ανυπαρξία μιας διανόησης πού θά έσυντόνιζε τίς χώρες Ιστορικά: ό «λαός» έπρεπε νά ξέρη δτι εξουσία είναι οί «εκλογές» καί δχι δτι υπάρχει άλλου είδους εξουσία πού δέν χρειάζεται τίς εκλογές...), είτε νά εξοπλίσουν κάποιες αντιπολιτευτικές ομάδες αποσταθεροποίησης πού θά τήν παρέλυαν μέ εσωτερική ταραχή, είτε έν ανάγκη καί μέ εμφύλιο πόλεμο. Στήν Κεντρι κή Αμερική, άλλωστε, οί αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες είχαν τούς δικούς τους στρατούς δίπλα άπό τούς επίσημους στρατούς τών κυβερνή σεων (βλ. π.χ. H-U. Wehler: «Grundziige der amerikanischen Aussenpolitik 1750-1900», 1983, σελ. 26). Πρέπει νά σημειώσωμε, ότι σέ δλη τη νότιο Αμερική οί επίσημοι στρατοί παίζουν τόν ρόλο πολιτικών κομμάτων καί πολλά πραξικοπήματα είναι έκφραση κοινωνικών αιτημάτων πού εκφρά ζονται διά τών διαφόρων στρατιωτικών τάξεων. Γενικά δμως ό ρόλος τοΰ στρατού σέ δλες τίς χώρες τών «εθνικών κυβερνήσεων» είναι ηύξημένος, διότι αποτελεί τό κυριωτερον εσωτερικό στήριγμα τής εξουσίας (στήν Έλλάδα π.χ. δπου τών πραξικοπημάτων ούκ έστιν αριθμός καθ* δλη τήν νεοελληνική ίστορία, εΰρήκαμε τήν έκφραση «ευαίσθητος χώρος τών ένο πλων δυνάμεων», διά τής οποίας ή απόδοση «ίεροτητος» στό γεγονός είναι προφανής). Άλλά δπου ό πολιτικός ρόλος τοΰ στρατοΰ είναι ηύξημένος, έκεΐ είναι ηύξημένος καί ό ρόλος τοΰ παρακράτους. Καί ακριβώς τό τελευταΐον τοΰτον χώρο ήταν έξ ανάγκης υποχρεωμένες οί μυστικές υπηρεσίες νά χρησιμοποιήσουν, δπως καί τίς αναφερθείσες δυνατότητες τακτικών πού αυτός προσέφερε, άφοΰ κάθε άλλη δυνατότητα, δηλαδή ό άλληλοέλεγχος τών χωρών διά τών «εθνικών διεκδικήσεων», μέσα στό καθεστώς τοΰ ψυχροΰ πολέμου θά μπορούσε νά όδηγήση σέ γενικώτερην σύρραξη. 1
(
Άλλά επίσημα κονδύλια γιά τέτοιου είδους επιχειρήσεις ούτε νά εγκρι θούν μπορούσαν, ούτε άπό «άδηλες» πηγές νά προκύψουν, διότι πρόκειται περί κολοσσιαίων ποσών. Ό ρόλος τής Γερουσίας καί τοΰ Τύπου άλλωστε στήν Αμερική είναι γνωστός. Επομένως, γιά νά κινηθοΰν οί μυστικές υπηρεσίες ύπό τις παραπάνω συνθήκες, ήταν ανάγκη νά ύπάρχη άφθονο παράνομο χρήμα στήν αγορά, τό όποιον νά μποροΰν νά ελέγχουν άμεσα δίχως νά δίνουν λογαριασμό σέ κανέναν. Τό χρήμα αυτό δέν ήταν δυνατόν βέβαια νά πρόκυψη, είμή άπό τήν εμπορία ναρκωτικών, μαύρη αγορά ό πλων (αυτά συνήθως είναι ανάγκη νά συνυπάρχουν ύπό τόν έλεγχο τών 26
Ιδίων ατόμων, διότι διεξάγονται πάντα στήν ίδια περιοχή), παντός είδους λαθρεμπόριο καί έν γένει επιχειρήσεων τοΰ υποκόσμου. Καί βέβαια, άφοΟ τό πρόβλημα είναι πολιτικό, τήν δυνατότητα εύκολου «ξεπλύματος» τοΰ χρήματος μέσω τών μεγάλων Τραπεζών (τά ποσά είναι φυσικά τεράστια καί οί μικρές δέν δύνανται). "Οντως, κατά επισήμους υπολογισμούς είδικών, τό παράνομο χρήμα πού κυκλοφορεί στόν κόσμο ανέρχεται στό 1/9 τοΰ χρή ματος του παγκοσμίου εμπορίου. Μόνο στήν Αμερική υπολογίζεται τό ποσόν τών κυκλοφορούντων ναρκοδολλαρίων νά ανέρχεται ετησίως στά 100 δίς. Σκοπός μας έδώ είναι βέβαια νά άναφερθοΰμε στήν πολιτική σημασία τών πραγμάτων και δχι νά άσχοληθοΰμε αναλυτικώς μ' αυτά. Ή διακίνη ση τοΰ «εμπορεύματος», ή ρύθμιση τής «αγοράς», ή κατάκτηση νέων αγο ρών (π,χ. ή ιαπωνική αγορά παρουσιάζει αντιστάσεις, παρ' δλον πού ό ρυθμός τής παραγωγής έκεΐ έχει μεταβάλει σέ χρόνιο πρόβλημα τήν χρήση ψυχοφαρμάκων, ένφ οί αγορές τών όπιοπαραγωγών χωρών — Πακιστάν, Μαλαισία, χώρες τής Μέσης Ανατολής καί έν μέρει τής Λατινικής Αμε ρικής (σέ μερικές άπ' αυτές τό παράνομο χρήμα αποτελεί μόνιμο συστα τικό στοιχείο τοΰ κρατικού προϋπολογισμού) — δέν παρουσιάζουν μέγα επενδυτικό ενδιαφέρον) καί πολλές λεπτομέρειες σχετικά μ' αυτά, δπως επίσης καί οί άκρως λεπτεπίλεπτοι τρόποι «ξεπλύματος» τών χρημάτων, δέν είναι θέματα πού μποροΰν νά μάς απασχολήσουν έδώ. Σημασία έχει δτι στήν Αμερική μόνο οί μόνιμοι ναρκομανείς υπολογίζονται γύρω στά 5 εκατομμύρια, ένφ οί ευκαιριακοί τέτοιοι ανέρχονται στά τριάντα. Μεταξύ 1983 καί 1985 οί υπηρεσίες τοΰ αμερικάνικου στρατοΰ ευρέθηκαν υποχρεω μένες ν' απολύσουν 60.000 στρατιώτες έξ αιτίας τής χρήσεως ναρκωτικών. Φανερό είναι δτι ή καταπολέμηση τοΰ λαθρεμπορίου ναρκωτικών βρί σκεται στά προγράμματα δλων τών αμερικανών Προέδρων, στήν ουσία δμως, ακριβώς λόγω τής πολιτικής υφής τών πραγμάτων, τίποτε τό απο τελεσματικό δέν μπορούν νά εφαρμόσουν. Είναι δηλαδή προφανές, οί διερ γασίες τοΰ τμήματος διώξεως ναρκωτικών τών μυστικών υπηρεσιών (DEA, Drug Enforcement Administration), νά μήν συμπίπτουν κατ' ανάγκην μέ τά σκοπούμενα τής επίσημης κρατικής κοινωνικής πολιτικής, ή οποία έτσι είναι υποχρεωμένη νά περιορίζεται στήν εξαγγελία σταυροφορικού πνεύ ματος καί στρατιωτικοποιήσεως τών συνειδήσεων. Τόσο ώς πρός τις κυ βερνήσεις άλλων χωρών (τίς όποιες και μερικώς μπορεί νά έλέγχη, καλώ ντας τες σέ «κοινό αγώνα» καταπολέμησης τοΰ παντός είδους λαθρεμπο ρίου), δσο καί ώς πρός τήν εσωτερική πολιτική διά τής ιδρύσεως «Club» και «συλλόγων» κοινωνικής σωτηρίας! Ώς πρός τόν κρατικό μηχανισμό καί τήν επάνδρωση τοΰ προσωπικοΰ τών επιχειρήσεων, ισχύει τό σύστημα 27
τών «Tests» (πολύπλοκες Ιατρικές εξετάσεις της τάξεως 200 έκατ. δσλλαρίων ετησίως γιά τόν κρατικό προϋπολογισμό — 50 μόνο γιά τίς ανάγκες τοϋ στρατού), ένφ ή εξαγωγή φαρμακευτικών προϊόντων τών μεγάλων βιομηχανιών, πού είναι απαραίτητα γιά τήν κατεργασία τών ναρκωτικών (γεγονός γιά τό όποιο έντονα διαμαρτυρήθηκε προσφάτως καί ή Κολομβία βλ. F.A.Z., 16.10.89), διεξάγεται άνενοχλήτως διά προεδρικού διατάγματος τοΰ Νοεμβρίου τοΰ 1986. Σέ σχετική δημόσια παρατήρηση, δτι θά μποροΰ σε σέ ώρισμένες τουλάχιστον όπιοπαραγωγούς χώρες νά μήν έξάγωνται τέτοια προϊόντα, υπήρξε ή απάντηση, δτι θά ήταν επέμβαση στήν «εθνική κυριαρχία» τών χωρών αυτών άν τούς ύπεδείκνυε ή Αμερική ποιά προϊό ντα πρέπει νά είσαγάγουν καί ποιά όχι!... Τό γιά πρώτη φορά εμφανιζόμενο αυτό πρόβλημα στήν ευρωπαϊκή Ιστορία — τό πρόβλημα τοΰ κοινωνικού κόστους διά τών ναρκωτικών —, πολλοί συγγραφείς προσπαθοΰν νά τό λύσουν διά τής κοινωνιολογικής φλυαρίας (κουρασμένες κοινωνίες τής κατανάλωσης πού δέν έχουν τί άλλο νά κά νουν), ή ουσία δμως τοΰ προβλήματος είναι καθαρώς πολιτική. Ή μή ύπαρξη συγκεκριμένης εξωτερικής πολιτικής μεταπολεμικά καί ή υπέρμε τρη προσπάθεια τών μυστικών υπηρεσιών νά κρατήσουν απλώς μιά τάξη πραγμάτων χωρίς πολιτική προοπτική, τίς ανάγκασε νά δημιουργήσουν τό παρακύκλωμα τοΰ παρανόμου χρήματος, μόνου ίκανοΰ νά καλύψη τίς ανά γκες τών δραστηριοτήτων τους. Τό χρήμα αυτό σήμερα αποτελεί άναπόσπαστον μέρος τών κεφαλαίων τής καπιταλιστικής παραγωγής. Ένα μικρό δεϊγμα τοΰ πώς διακινείται ή ουσία τών πολιτικών πραγμάτων τής εποχής μας (ή κορυφή τοΰ παγόβουνου πού απλώς «έσκασε» στήν περιοχή τής επισήμου πολιτικής) είχαμε μέ τό «Ίράνγκαίητ». Τής αυτής «αρχής» καί τών ίδιων μεθόδων είναι οί τρόποι τής μή φανερής πολιτικής, πού είναι ή καθ' εαυτό πολιτική τής εποχής μας. Ένα πράγμα πού πρέπει ιδιαίτερα νά σημειωθη στό σημείο τοΰτο είναι τό έξης: άν ή βάση τής πολιτικής — πού δπως είπαμε είναι ή μυστική πολιτική, ή πολιτική τών μυστικών υπηρε σιών καί τών συμβουλίων καί δχι ή φανερή πολιτική πού συζητείται στά Κοινοβούλια — είναι υποχρεωμένη νά κινήται μέ τέτοιους τρόπους καί μεθόδους, είναι φανερό δτι τά δρια θεμιτού καί αθεμίτου στά επίπεδα τής επισήμου πολιτικής τών Κυβερνήσεων πρέπει νά μετατοπίζωνται κάθε φο ρά σέ εξαιρετικώς μεγάλα περιθώρια ευρυχωρίας. Τελωνεία, οικονομικές υπηρεσίες, Τράπεζες, Αστυνομίες κ.λπ. πρέπει νά βρίσκωνται στό «νόη μα», προκειμένου νά διενεργήται άκωλύτως ή τοΰ είδους πολιτική. Καί προφανώς τά πολιτικά πρόσωπα πού προΐστανται τών υπηρεσιών αυτών, πρέπει επίσης νά διαθέτουν μεγάλα περιθώρια εύλυγίσιας... Πρόκειται μέ 28
άλλα λόγια περί ενός νέου επιστημονικού κλάδου πού αρχίζει νά αναπτύσ σεται έπί τών ήμερων μας, τής «Κοινωνιολογίας τοΰ πολιτικού σκανδά λου». «Επιστημονικός κλάδος» είναι βέβαια πλεονάζων χαρακτηρισμός, διότι στους χώρους τών κοινωνικών επιστημών κυριαρχεί πολύ ή φαντασία καί λείπει ή ξερή εκείνη λογική έπί τοΰ αντικειμένου πού χαρακτηρί ζει αυστηρότερες επιστήμες. Οί κοινωνιολόγοι δμως επιμένουν στόν χώ ρο τοΰ πολιτικοΰ σκανδάλου νά βλέπουν έναν νέο κλάδο τής επιστή μης των. "Ετσι, ή κατηγορία τοΰ πολιτικοΰ σκανδάλου, άπό ιστορι κής φύσεως κατηγορία πού είναι, επιδιώκεται νά άναλυθή μέ τήν περιωρισμένη οπτική κοινωνιολογικών δρων (π.χ. θεωρία τής «άποκλινούσης συ μπεριφοράς» τοΰ Durkheim), ένω ώς αιτιολογία γιά τήν συνειδητή πενία τών αποτελεσμάτων προβάλλεται τό είσέτι «νέον τοϋ κλάδου». (Γιά τίς νεώτερες απόψεις περί σκανδάλων, βλ. τό συλλογικό έργο: R, Ebbighausen — S. Neckel: wAnatomie des politischen Skandals», Frankfurt 1989). Στήν ερώτηση π.χ,, γιατί τά σκάνδαλα σήμερα είναι τόσο πολλά στήν πολιτική ζωή τών χωρών σχετικά μέ άλλες εποχές, ή απάντηση είναι: δέν είναι περισσότερα, άλλά είναι ή ίσχυρή λειτουργία τής «δημόσιας γνώμης» στους καιρούς μας (άρα ένα επίτευγμα τής «Δημοκρατίας» ίσως) πού τά κάνει φανερά. "Αν βέβαια δέν είχαμε τό παράδειγμα τών Παπών στήν Αναγέννηση καί τοΰ Ερρίκου τοΰ 8ου, πού τούς γάμους των τούς έκαναν φανερά (συνεπώς μέ πλήρη μετοχή τής «κοινής γνώμης»), τότε ό παραπά νω Ισχυρισμός θά ενείχε κάποια ποσοστά αληθοφάνειας. Τά λειτουργούντα ποσοστά τής «κοινής γνώμης» σέ μιά βιομηχανικώς ανεπτυγμένη κοινω νία είναι οπωσδήποτε μικρότερα, παρά τήν δποια λειτουργία τοΰ Τύπου, παρά σέ άλλες εποχές ποΰ ή κοινωνική ζωή ήταν απλούστερη καί άρα περισσότερο φωτεινή. "Αν σήμερα ή δημοσιότης παίζει μεγαλύτερον ρόλο, είναι ακριβώς διότι κάποιες νομοτέλειες επιβάλλουν τά σκάνδαλα νά κρύβωνται. Καί οί νομοτέλειες αυτές μποροΰν απλώς νά συνοψισθούν στήν έλλειψη εξωτερικής πολιτικής τής Δύσεως ώς πρός τις χώρες τοϋ τρίτου κόσμου. Ή ομολογία μιάς τέτοιας έλλειψης καί ή υποκατάσταση της μέ φορολογίες καί εξοπλισμούς θέτει προφανώς καί θέμα νομιμότητος τής εσωτερικής πολιτικής. Έξ ού καί ή ανάγκη ή δλη πολιτική διεργασία νά παίρνη τήν μορφή τής μυστικής επιχείρησης, πράγμα πού κάνει τήν ανα κάλυψη τών δποιων σκανδάλων πολύ πιό επεισοδιακή. Στό σημείο άλ λωστε τοΰτο πρέπει νά προστεθή, δτι ή «αποκάλυψη» σκανδάλων δέν λει τουργεί σήμερα στήν κοινή γνώμη δσο αφήνεται νά ύπονοηθή (ή μεταπο λεμική ίστορία είναι γεμάτη άπό σκάνδαλα άλλά τελικώς ή πολιτική ζωή συνεχίζει νά είναι ή ίδια...), διότι δέν πρόκειται περί διαφωτίσεως πού μεταβάλλεται σέ πολιτική συνείδηση, άλλά περί «γνώσεως» ώρισμένων 29
μόνον κύκλων — άρα καί αποσπασματικής γνώσης τών υπολοίπων. Τά παντός είδους σκάνδαλα υπήρξαν λειτουργικής σημασίας γιά τήν με ταπολεμική δομή τοΟ δυτικού κόσμου καί ώφειλαν νά ενυπάρχουν σέ όλόκληρον τόν διοικητικό μηχανισμό τών χωρών, είτε έφαίνονταν είτε όχι. Διότι άφοΰ τό παράνομο χρήμα ώφειλε νά ύπάρχη γιά τήν τέλεση τής επισήμου πολιτικής — όποια τέλος πάντων αυτή κατά περίπτωση έξεδηλώνετο —-, ώφειλαν νά υπάρχουν καί αντίστοιχοι «νόμιμοι» τρόποι ή δυ νατότητες κάλυψης του. Σπανίως οί κυβερνήσεις είχαν τρόπους έλεγχου και πολλές φορές ευρίσκονταν πρό απρόοπτου. '0 «άντικομμουνισμός», ό όποιος δπως είπαμε πολλαπλώς προέκυψε σάν κατάσταση ανάγκης καί κυρίως σάν Ιδεολογία τής συντομίας μέ τήν οποίαν ή Αμερική ανέλαβε τόν χαώδη αποικιακό κόσμο, είναι μιά έννοια συνωμοτικής υφής δπως ακριβώς καί οί αίρέσεις τοΰ μεσαίωνα, Μιά έννοια δηλαδή πού μπορούσε νά λάβη πολλά περιεχόμενα, αναλόγως τών πρακτικών αναγκών, και μέσα στήν οποίαν μπορούσαν επίσης νά χωρέσουν πολλά. Μιά παρακλάδωση αποτελεί καί ή έννοια τής «καταπολέμησης τής τρομοκρατίας», πού απο τελεί τό ιδεολογικό υπόβαθρο τής τελευταίας κυρίως δεκαπενταετίας. Νοηματικώς τά πράγματα είναι ακριβώς ταυτόσημα: ή έννοια τοΰ «άνομου έχθροΰ» πού πρέπει μέ ανάλογους τρόπους νά άντιμετωπισθή. Ώς τόσο γι αυτή δέν θά ήταν ϊσως άσκοπος ένας ιδιαίτερος λόγος: 1
Πολιτικώς άναλυόμενη ή τρομοκρατία σημαίνει τό έξης: ποινικοποίηση στό σύστημα τών διεθνών σχέσεων τών εθνικών απαιτήσεων τών μικρών λαών. Δεδομένου δτι ή αποικιοκρατία επεδίωξε συνειδητώς τήν ύπαρξη προβλημάτων μεταξύ τών διαφόρων εθνοτήτων, ένφ μεταπολεμικώς καμμία μέριμνα δέν έλήφθηκε γιά τήν τροποποίηση αυτών τών προβλημάτων, είναι φανερό δτι μόνο ή μή ώμολογημένη σκέψη τής διά τής τρομοκρατίας αντιμετωπίσεως τών έν λόγω προβλημάτων θά μπορούσε νά τά όνομάση τρομοκρατία. Κύρια περιοχή τής «τρομοκρατίας» αυτής είναι ό χώρος τής Μέσης Ανατολής καί τής Μεσογείου. Καί ή ίστορία αρχίζει αμέσως μετά τόν πόλεμο. Κατά τήν εποχή εκείνη — εποχή ριζικοΰ χωρισμοΰ τοΰ κό σμου σέ δύο ιδεολογικά στρατόπεδα —, γιά τήν Σοβ. "Ένωση δέν υπήρχε θέμα υποστήριξης εθνικών κινημάτων. Κατά τήν σταλινική αντίληψη τών πραγμάτων, δικαιολογημένη άλλωστε έκ τών συνθηκών τοΰ πολέμου, ίσχυε τό αξίωμα «πάς μή μεθ" ημών, καθ* ημών». Ωστόσο, ή Σοβ. "Ένωση σκοποΰσα νά παραμερίση τούς Άγγλους άπό τήν Μέση Ανατολή, είδε στήν Ιδρυση τοΰ κράτους τοΰ Ισραήλ μιά χρήσιμη ευκαιρία γι' αυτό καί έφρόντισε αμέσως νά τοΰ πρόμηθεύση δπλα μέσω τής Τσεχοσλοβακίας,' Η 30
ϊδρυση τοΰ Ισραηλιτικού κράτους θά έξήπτε τόν αραβικό εθνισμό, άπό τόν οποίον θά προέκυπταν σίγουρα πολιτικά στηρίγματα γιά τήν Σοβ. Ένωση στόν ζωτικό αυτό χώρο, ένώ οί Άγγλοι, ταλαντευόμενοι μεταξύ Ισραήλ καί τών συμφερόντων τους στόν αραβικό κόσμο, σίγουρα θά άπεδυναμοΰντο στήν έν λόγω περιοχή. Ή πρόβλεψη υπήρξε τόσο σωστή, ώστε είδικά στήν περιοχή τής Μέσης Ανατολής ή υποστήριξη τών εθνικών κινημάτων μετά τόν θάνατο τοΰ Στάλιν νά άποβή ανακηρυγμένη άρχή, ανεξαρτήτως τοΰ γεγονότος δτι πολλοί ηγέτες αραβικών χωρών έδίωκαν αμείλικτα τά κομμουνιστικά κινήματα τών χωρών τους. Ή Αίγυπτος, ή Συρία, τό Ιράκ, ή Λιβύη καί ή νότιος Υεμένη υπήρξαν οί κύριες περιοχές ενδιαφέροντος γιά τούς σοβιετικούς, ή δέ Αίγυπτος σύν τοις άλλοις (Ιδίως μετά τό 1967) λόγω και τής αυξανομένης επιρροής τής Κίνας στήν περιοχή τής Μέσης Ανατολής. 'Εάν σκεφθή κανείς δτι σέ μιά οικονομία μή συντονισμένη αποκλειστικά στήν παραγωγή, δπως ή σοβιετική έν συγκρίσει πρός τήν δυτική, ή παραγωγή πετρελαίου μεταξύ τών ετών 1940 καί 1987 έσημεΐωσε διαφορά τάξεως μεταξύ 31 και 624 δισεκατομμυρίων τόννων αντιστοίχως, είναι φανερό δτι γιά μιά παραπέρα αύξηση τής βιομηχανικής παραγωγής ό χώρος τής Μέσης Ανατολής θά μετεβάλετο καί γιά τήν Σοβ. "Ενωση σέ ζωτικής σημασίας χώρο δσο καί γιά τήν Δύση. Παράδειγμα πρός τοΰτο είναι ή ίδια ή Αμερική, πού άπό πετρελαιοπαραγωγός χώρα μετεβλήθηκε σέ χώρα εισαγωγής πετρελαίου (ARAMCO). Ωστόσο οί σοβιετικοί δέν ακολούθησαν μεταπολεμικά μιά πολιτική «εξασφαλίσεως» στήν περιοχή αυτή, άλλά αρκέσθηκαν απλώς στήν συντήρηση τών εθνισμών πού έδημιουργοΰσε στόν αραβικό κόσμο ή ίδια ή δυτική πολιτική. Έξώπλισαν έτσι μόνο αμυντικά τίς χώρες πού έπρόσκειντο σ' αυτούς, ένφ ή βοήθεια τους πρός τήν PLO υπήρξε τόσο χαλαρή, ώστε νά μήν δημιουργήση γε νικότερα προβλήματα στόν χώρο τής Δύσης. Οί αραβικοί εθνισμοί έτσι δέν θά άποτελοΰσαν απλώς ενα βάρος γιά τό σύνολο τής δυτικής πολιτικής, άλλά, δεδομένων τών δεσμών πού επέβαλε ή ίστορία καί ή γεωγραφική θέση ώρισμένων ευρωπαϊκών χωρών πρός τούς χώρους τής Μέσης Ανα τολής, θά άπέβαιναν ένα πρόβλημα καί γιά τις ίδιες τίς εσωτερικές κατα στάσεις τής δυτικής πολιτικής. Ύπό τις συνθήκες αυτές, καί ύπό ανάλογες πού επικρατούσαν σέ άλλες περιοχές τοΰ πλανήτη (Κεντρική Αμερική, "Απω Ανατολή κ.λπ.), είναι φανερό δτι ή Αμερική ώς ηγέτιδα δύναμη τοϋ δυτικού κόσμου δεν θά μπορούσε γιά μεγάλο διάστημα νά τά βγάλη πέρα μέσα στό κλίμα τοΰ ψυχροΰ πολέμου. Και ή κατάργηση αύτοΰ τοΰ κλίματος ήταν τό πρώτο πού ενδιέφερε τούς σοβιετικούς. Όντως: ή Αμερική, μή διαθέτουσα κάποια συγκεκριμένη πολιτική αντίληψη γιά τήν μεσογειακή περιοχή καί μέ αποκλειστική τήν έγνοια εξασφαλίσεως τοΰ πετρελαίου, 31
ώνόμασε τήν δλη πολιτική κατάσταση τής Μέσης Ανατολής «τρομοκρα τία» καί ανέθεσε τήν αντιμετώπιση της στους αντιστοίχους τρόπους τών μυστικών υπηρεσιών. Είναι βέβαια κλασσική καί αυτονόητη ή άρχή, δτι γιά νά έλέγξη κανείς ένα «παράνομο» σύστημα είναι ανάγκη νά συμμετέχη ό ίδιος σ' αυτό. Καί έδώ ακριβώς είναι πού αποτελεί ή 'Ελλάδα τόν διαφωηστικώτατον μίτο. Τό «δόγμα Τρούμαν» καί ή γενικότερη κηδεμονία τής Ευρώπης άπό τήν Αμερική είναι γνωστό δτι στηρίχθηκαν στήν περίπτωση τής Ελλάδος καί τής Τουρκίας. Στήν μέν 'Ελλάδα λόγω τών περίπου γνωστών (βλ. γι* αυτά πιό κάτω) καί στήν Τουρκία λόγω τών απαιτήσεων τοΰ Στάλιν γιά ναυτικές βάσεις κ,λπ., τίς όποιες ματαίωσαν οί ναυτικές ασκήσεις τοΰ θωρηκτού «Μισούρυ> τό φθινόπωρο τοΰ *46. Τώρα τί έκέρδισαν ή 'Ελλάδα καί ή Τουρκία μέ τήν παραμονή τους στήν «Ελευθερία)) καί τήν «Δημοκρατία)), είναι ένα θέμα περιττής συζήτησης. Είναι δμως ανάγκη νά ίδοΰμε πώς έκληροδοτήθηκαν αυτές οί δύο χώρες στά πλαίσια τής μεταπολεμικής Δύ σης, προκειμένου νά καταλάβωμε καί τούς ρόλους πού κάθε φορά υποχρεω τικά αναλαμβάνουν κατά τίς διαμορφώσεις τής μέχρι τώρα δυτικής πολι τικής. Ή 'Ελλάδα καί ή Τουρκία γιά τήν παλαιά ευρωπαϊκή πολιτική αποτε λούσαν απλώς γεωγραφικές εκτάσεις, οί όποιες άπό κοινοΰ συγκροτούσαν ένιαίαν γεωπολιτικήν οντότητα σάν αποτέλεσμα τοΰ κριμαϊκοΰ πολέμου. Ό πόλεμος αυτός, ό όποιος μέ τούς δύο παγκοσμίους πολέμους αποτελεί τήν άρχή μιδς ιστορικής ένότητος, υπήρξε 0 σπουδαιότερος στήν νεώτερη πολιτική ίστορία τής Ευρώπης, διότι κατήργησε τό σύστημα τής «Ιεράς Συμμαχίας» (ουσιαστικά είναι ή άρχή τοΰ τέλους τής μοναρχίας τών Αψ βούργων) καί έφερε τίς πολιτικές αναδιατάξεις στήν σύνθεση τών ευρωπα ϊκών κρατών πού διετηρήθησαν ώς τόν δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. "Υπήρ ξε εξαιρετικά πολυαίμακτος σχετικά μέ προηγουμένους, διότι υπήρξε πό λεμος «προηγμένης τεχνολογίας)). Σ * αυτόν έχρησιμοποιήθηκαν γιά πρώτη φορά μηχανοκίνητα σιδερένια πλοία καί νέου τύπου όπλα (Paixhans-Haubitze), τά όποια επέτρεψαν στους Ρώσσους νά βουλιάξουν έν άκαρεΐ τόν παλαιού τύπου στόλο τών Τούρκων στήν Σινώπη καί νά προκαλέσουν έτσι τήν ανάμιξη τών δυτικών δυνάμεων. 'Εκόστισε κοντά στό ένα εκατομμύ ριο θύματα (τό Βατερλώ π.χ. είχε περίπου 50.000. Σημεΐωσις; Αναφέρο με μερικές λεπτομέρειες γι' αυτόν, δχι μόνο διότι θά μας χρειασθούν γιά τήν κατανόηση κάποιων τρεχόντων ζητημάτων, άλλά καί γιατί αυτός ό πόλεμος είναι άγνωστος έν Ελλάδι, άφοΰ δέν μνημονεύεται κάν στά σχο λεία. Ώς «ίστορία)) γι' αυτά μεταξύ 1821 καί 1921 είναι — γιά τήν 32
Γ' Λυκείου — έπί ΠΑΣΟΚ τω 1984 οί πρό τοΰ '21 «κοινοτικές» σχέ σεις!...). Οί απώτερες αίτιες τοΰ κριμαϊκού πολέμου ανάγονται στίς μεταρρυθμι στικές προσπάθειες τοΰ Μαχμούτ τοϋ Β', τίς οποίες πραγματοποίησε ό γυιός του Άβδούλ Μεζίτ ό Α' διά τοϋ «Χατί Σερίφ» τοϋ Γκιουλχανέ. Διά τοϋ διατάγματος αύτοΰ έκηρύσσετο θρησκευτική ϊσότης γιά δλους τούς υπηκόους τής Αυτοκρατορίας. Τό καθεστώς αυτό διευκόλυνε τήν μεγαλύ τερη διείσδυση τών δυτικών δυνάμεων ώς προστάτιδων τών μή ορθοδόξων, πράγμα πού ή Ρωσσία είδε σάν υπονόμευση τών δικών της συμφερόντων, άφ' ού, βάσει παλαιοτέρων συνθηκών, ήταν προστάτις τών ορθοδόξων. "Οταν τφ 1852 ή δυτική Εκκλησία επήρε ώς προνόμιο τά κλειδιά τής πόρτας άπό τόν τάφο τής Βηθλεέμ, τόν επόμενο χρόνο ή Ρωσσία έκήρυξε τόν πόλεμο κατά τοϋ Σουλτάνου (τά τών «κλειδιών» και τά σχετικά μέ τήν περιουσία τών Όρθοδοξων έκεΐ ακόμη δέν έχουν ρυθμισθή). Πάντως τφ 1854, δηλ. διαρκούντος τοΰ πολέμου αυτού, ό γάλλος μηχανικός Φ. Λεσσέψ συνεφωνησε διά συμβολαίου μέ τόν άντιβασιλέα τής Αίγύπτου τήν κατα σκευή τής διώρυγας τοΰ Σουέζ, πού θά άρχιζε λίγο μετά τόν πόλεμο. Ένας ακόμη λόγος γιά τόν πόλεμο αυτόν άπό ευρωπαϊκής πλευράς ήταν καί ή ανώμαλη κοινωνική κατάσταση της Ευρώπης, ή οποία είχε έκδηλωθή λίγο πρίν μέ τήν επανάσταση τοΰ 1848-9. Άπό τόν πόλεμο αυτόν, πού είναι ό πρώτος «πόλεμος θέσεως» στήν Ιστορία, προέκυψανγιά δλους ζημιές καί ωφέλειες, πέραν τών γενικών διαμορφώσεων πού έφερε στήν πολιτική δομή τής Ευρώπης. Γιά τήν Ρωσσία, προέκυψε ή ανάγκη βαθειών εσωτερικών μεταρρυθμίσεων γιά τήν Όθωμανική Αυτοκρατορία μιά τεχνική παράτα ση ζωής· γιά τήν Γαλλία επίτευξη τών πολιτικών βλέψεων τοΰ Ναπολέοντα (τοϋ Γ') και γιά τήν Αγγλία μιά αχανής αγορά, δπου, μέ μιάν επιβάρυνση 5% έπί τών προϊόντων της, θά μποροΰσε άνετα ή σφριγώδης βιομηχανία της νά άντισταθμίση τούς υψηλούς τελωνειακούς δασμούς πού επέβαλαν οί άλλες ευρωπαϊκές χώρες πρός προστασία τών δικών τους προϊόντων. Τό κυριώτερο δμως αποτέλεσμα τοΰ πολέμου αύτοΰ ήταν ή εξασφάλιση γεω πολιτικούς τών νοτιοανατολικών συνόρων τής Ευρώπης, αφήνοντας πάντως άλυτο τό πρόβλημα τών νοτιοδυτικών συνόρων τής Ρωσσΐας. Ή Ελλάδα καί ή Τουρκία τώρα αποτελούσαν ενιαία γεωπολιτική περιοχή τής Ευρώ πης, ή οποία έπρεπε νά διατηρηθή κατά πασαν μελλοντική αναδιάταξη τών Βαλκανίων. Επείγον κατέστη τό πρόβλημα μέ τήν μετά άπό λίγα χρόνια δημιουργία τής Βουλγαρίας. "Οντως μέ τούς βαλκανικούς πολέμους ή Ελ λάδα αυξήθηκε πρός Βορρδν, οί εγγυήσεις δμως τής βορείας υπάρξεως της σάν κράτους θά άνήγοντο στά αποτελέσματα τοΰ κριμαϊκού πολέμου διά τής μονίμου παρουσίας σ' αυτή τής μουσουλμανικής μειονότητος τής 33
Θράκης! Ένφ δηλαδή οί ανταλλαγές πληθυσμών στά πλαίσια της πρώην Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αποτελούν μιαν συνεχή μέχρι τών ήμερων μας κατάσταση (περίπτωση Βουλγαρίας), άλλοτε ομαλά καί άλλοτε ανώ μαλα (περίπτωση «μικρασιατικής καταστροφής», ή οποία μέ τό υφιστάμενο κουρδικό πρόβλημα έχει άμεση σχέση αίτίας-άποτελέσματος), ή μουσουλ μανική μειονότητα τής Θράκης αποτελεί μόνιμο θέμα αμηχανίας στους λόγους τών άνιδέων ελλήνων πολιτικών, οί όποιοι βρίσκουν σ' αυτή αίτία παχύρευστου έκθειασμοΰ τών «δημοκρατικών αρετών» τής Ελλάδος, άλλά αγνοούν πλήρως, ότι ακριβώς ή ύπαρξη αυτής τής μειονότητος έκε! απο τελεί τήν προϋπόθεση τής δικής των ψηφοθηρικής δραστηριότητος, καθ' δ εγγύηση τής Ελλάδος σάν κράτους! Ή ύπαρξη τής μειονότητος αυτής σημαίνει Ιστορικά τό έξης: &ν ποτέ ήθελαν άμφισβητηθή τά αποτελέσματα τής γεωπολιτικής σημασίας του κριμαϊκού πολέμου, είτε μέ απαιτήσεις τών παρακειμένων σλαβικών κρατών είτε μέ υποκίνηση τής Ρωσσίας, τότε ό άπαιτών νά έχη νά αντιμετώπιση άπό κοινού Ελλάδα καί Τουρκία, και δχι τό αμφιβόλου κατασκευής κράτος Ελλάδα. Μέσα στό σύνολο τών σκέ ψεων αυτών καί στήν αποδοχή αυτού τοΰ γεωπολιτικού ρόλου έδέχθηκε καί ή Τουρκία νά παραχώρηση τά νησιά τοΰ Αίγαίου στήν Ελλάδα, προκει μένου νά παραμείνη στήν ανατολική Θράκη. 1
Βλέπομε έν συντομία έτσι, δη ή Ελλάδα καί ή Τουρκία απετέλεσαν θεω ρητικής σημασίας γεωγραφικές εκτάσεις γιά τήν ευρωπαϊκή πολιτική, α νεξαρτήτως τοΰ άν σ' αυτές έκατοικοϋσαν άνθρωποι ή πρόβατα. Τήν αυτήν σημασία θά έτηροΰσαν αναγκαστικά καί μετά τόν β' παγκόσμιο πόλεμο. Μόνο πού τώρα, μέ τήν κατοχύρωση τών νοτιοδυτικών συνόρων τής Σοβ. Ενώσεως καί άρα τήν πλήρη εγκατάλειψη τους στίς «ελευθερίες» τοΰ δυτικοΰ κόσμου (ό Στάλιν μπορεί νά ήταν αλλεργικός μέ τήν «Δημοκρα τία», υπήρξε δμως ένας άπό τούς, μεγαλύτερους στρατηγικούς νόες πού έγνώρισε ό σύγχρονος κόσμος), ό χαρακτήρας αυτός έφάνηκε πιό καθαρά, σχεδόν μηχανικά θά έλεγε κανείς. Έτσι π.χ. μέ τά γεγονότα τής Μέσης "Ανατολής τό 1967 έχρειαζόταν ένα «σταθερό» καθεστώς στήν Ελλάδα γιά τίς ανάγκες τών αμερικανικών βάσεων. Ιδού λοιπόν μιά δικτατορία στήν Ελλάδα ακριβώς δύο μήνες πρίν. Καί δταν τό 1974 ό υπουργός εξωτερικών Χενρυ Κίσιγκερ έπιτυχαΐνη τις συμφωνίες καταπαύσεως τών εχθροπραξιών μεταξύ Αίγύπτου καί Ισραήλ (18 Ίάν. 1974) καί Συρίας καί Ισραήλ (31 Μαίου 1974), ακριβώς δύο μήνες μετά επανακάμπτει μέσω τών «αντιστασια κών» (!) καί ή «Δημοκρατία» στήν Ελλάδα. "Οτι βέβαια τά στρατιωτικά αποτελέσματα δταν γίνουν θέματα «συνομιλιών» θεωροΰνται πολιτικώς τε λειωμένα, είναι ένας παληός κανόνας. "Απόδειξη π.χ. τό Κυπριακό, τό 34
όποιον κατ' ανάγκην έδημιουργήθηκε μετά τά μεσανατολικά, διότι άπό τήν εποχή τοΰ Ριχάρδου τοΰ Λεοντόκαρδου ήταν σαφώς γνωστή ή σημασία τής Κύπρου γιά δλες τις επιχειρήσεις τής Ευρώπης στήν περιοχή τής Μέσης Ανατολής. Έπΐ 15 χρόνια τό Κυπριακό αποτελεί θέμα συνομιλιών, συναντήσεων, διαμεσολαβήσεων και επαφών, παραμένει δμως ώς πραγμα τικό πρόβλημα-άλυτο (ώς πολιτικό είναι ήδη λυμένο, διότι δέν υφίσταται ώς τέτοιο πρόβλημα άφοΰ υπαγορεύεται άπό συγκεκριμένες ανάγκες, καλές ή κακές, τών οποίων ή λύση υπάγεται σέ γενικώτερα πλαίσια πού έπί τοΰ παρόντος δέν έχουν ακόμη διαμορφωθή). Τό 1980 τά προβλήματα φεύγουν άπό τήν Μέση "Ανατολή καί μετατοπίζονται στόν περσικό κόλπο. "Αρα χρειάζεται «Δημοκρατία» στήν Ελλάδα, ένφ αντίθετα ένα «ίσχυρό» καθε στώς στήν Τουρκία. "Ιδού πράγματι ή Δικτατορία στήν Τουρκία!... "Αν ή «Δημοκρατία» μετά ταύτα δέν επανέκαμψε καί πάλι άποτόμως στήν Τουρ κία, δπως στήν Ελλάδα, είναι ακριβώς γιατί μέ τήν «ισλαμική επανάστα ση» τοΰ Ιράν οί συνθήκες είναι αίσθητώς διαφορετικές μακροπροθέσμως άπό εκείνες τής μεσογειακής περιοχής. Δηλαδή στήν ίδια τήν Τουρκία. Σήμερα ποϋ μέ τις τρέχουσες πολιτικές διαμορφώσεις αυτά έχουν ήδη καταστή «άπώτατον παρελθόν», μποροΰμε νά τά έξετάσωμε λογικώτερα κάπως. Άπό τήν τεχνική ευχέρεια τών πραγμάτων βλέπομε, δτι τόσο ή Ελλάδα δσο καί ή Τουρκία αποτελούν θεωρητικής φύσεως σχήματα, πού δέν προγραμματίζεται ή χρήση τους έπί μακροχρονίου βάσεως άλλά άπό τίς ανάγκες τής στιγμής. Γιά τό αντίθετο απαιτείται βέβαια ή ύπαρξη κά ποιου προγράμματος, τό όποιον, δπως είπαμε, μεταπολεμικώς δέν παρεσχέ θη ό χρόνος νά ύπαρξη. Καί οί δύο αυτές χώρες, πέραν άπό τίς «συνταγ ματικές» βιτρίνες καί τις «εκλογές», κρατήθηκαν στά πλαίσια τής Δύσεως δπως ακριβώς υπήρξαν: μέ συνεχή κοινωνική δικτατορία, δπου ένας συ νταγματάρχης επάνω ένας κάτω δέν είχε σημασία. Είδικώτερα στήν περί πτωση τής Ελλάδος, φαίνεται αυτό καθαρά καί μετά τήν δικτατορία. Τά ώξυμμένα προβλήματα τών αραβικών εθνισμών, πού αναγκαστικά θά εμφα νίζονταν μετά τά γεγονότα τής Μέσης Ανατολής μέσα στίς διαδικασίες τών μακροχρονίων «συνομιλιών» — και τά όποια, ακριβώς άφοΰ υπήρχαν τυπικά οί «συνομιλίες» δέν ήταν δυνατόν παρά νά ποινικοποιηθοΰν ώς «τρομοκρατία» —, απαιτούσαν καί ανάλογους τρόπους αντιμετώπισης. Ι δού λοιπόν ή «κοινοβουλευτική» Ελλάς ώς ένα είδος επιτελείου τής με σογειακής τρομοκρατίας. Γιά νά έλεγχθή ή τρομοκρατία τής μέσης Ανα τολής, χρειάζονται ανάλογες «προσβάσεις», δηλαδή μιά «φιλοαραβική» καί «άντιϊσραηλινή» Ελλάδα γεμάτη πράκτορες πού νά συμμετέχουν σέ τρομοκρατικές επιχειρήσεις. Ή άρχή τών πραγμάτων ανάγεται βέβαια
στήν «αντίσταση» κατά τήν περίοδο τής Χούντας: Έλληνες «αγωνιστές» εκπαιδεύονται σέ στρατόπεδα τής Μέσης Ανατολής, μαθαίνοντας πρόσω πα, οργανώσεις καί καταστάσεις, κατά τόν ίδιον τρόπο πού κατά τήν εποχή τοΰ «άντικομμουνισμοΰ» καί τοΰ ψυχροΰ πολέμου οί πιό «ένθερμοι μαρξι στές» ήσαν οί αξιωματούχοι τής ΚΥΠ. Τά πράγματα αυτά δέν τά αναφέρομε έδώ ώς κρίσεις — άλλου θά καταλήξωμε πιό κάτω —, διότι έχουν μίαν αιτιοκρατικής φύσεως έσωτερικήν αναγκαιότητα στήν μεταπολεμική πολιτική. Ή μεταπολεμική εποχή άρχι σε ακριβώς σάν εποχή τρόμου. Μεταξύ τρόμου καί τρομοκρατίας υπάρχει ή εξής διαφορά: τρόμος είναι τό άδιέξοδον αίσθημα φόβου πού δημιουργεί μιά εξουσία στόν λαό, μέσφ τοΰ διοικητικού και ΐδεολογικοΰ μηχανήμα τος. Τό φαινόμενο είναι εγγενές στήν φύση τής εξουσίας και πανάρχαιον (γι* αυτό καί λέμε δτι χρειάζεται ό «διαφωτισμός» πρός έλεγχο αύτοΰ τοΰ φόβου...). Τρομοκρατία, αντίθετα, είναι ή διά τών διατεθειμένων μέσων αντίδραση τοΰ λαού. Τά μέσα αυτά χαρακτηρίζονται συνήθως «βίαια», δχι διότι τούς λείπει ή νομιμότητα (τό «μέτρον» έν προκειμένω κλονίζεται), άλλά γιατί είναι υποχρεωμένα νά εξέρχονται τής περιοχής τοΰ «έπικρατοΰντος δικαίου», άφοΰ αότό χρησιμοποιείται άπό τήν εξουσία πρός άσκηση τοΰ δικού της τρόμου (δ ρόλος τής Ιδεολογίας συνίσταται ακριβώς στό νά καλύπτη αυτή τήν τάξη πραγμάτων). Τί ακριβέστερα είναι «νόμιμο» καί τί μή στίς σχέσεις τρόμου καί τρομοκρατίας δέν θά μας απασχόληση έδώ, διότι είναι τό μέγιστον θέμα κάθε πολιτικής θεωρίας (ένα θέμα καθόλου «νομικό», άλλά θέμα φιλοσοφίας καί άλλου είδους αναλύσεων — πολιτι κών, κοινωνικών, κατ * εξοχήν Ιστορικών κ.λπ.). Αυτό πού θέλομε νά ποΰμε είναι, δτι ή μεταπολεμική εποχή άρχισε πολιτικά σάν μιά εποχή τρόμου. Οί Ιδεολογίες τής μεταπολεμικής εποχής, αυτές τοΰ ψυχροΰ πολέμου, ήσαν καί γιά τά δύο στρατόπεδα Ιδεολογίες τρόμου. Καί γιά μέν τόν δυτικό κόσμο ίσχυε ό «άντικομμουνισμός», γιά δέν τόν άνατολικόν τά «ψυχια τρεία» (ή διαφορά είναι ανεπαίσθητη...). Ή αντίδραση ώς «τρομοκρατία» δέν άργησε νά έκδηλωθή: στήν μέν «Δύση» μέ ένοπλες ομάδες δράσης καί φοιτητικές εξεγέρσεις, στήν δέ «Ανατολή» διά λαϊκών κινημάτων. Καί στόν μέν ανατολικό κόσμο έχρησιμοποιήθησαν τά τάνκς, στόν δυτικό δ μως, πού οί σχέσεις ήσαν πολυπλοκώτερες, έπρεπε νά χρησιμοποιηθούν άλλες μέθοδοι. Μέσα σ αυτές προέκυψε καί ό ρόλος τής * Ελλάδος γιά τήν τριτοκοσμική τρομοκρατία τής μεσογειακής περιοχής. 1
Κρίνοντας άπό τό πολιτικό αποτέλεσμα πού στίς μέρες μας παρατηροΰμε, τίποτε τό ηθικώς επιλήψιμο δέν θά μποροΰσε νά κατηγορήση κανείς στις μεθόδους αυτές. Τό αντίθετο μάλιστα. Κατά τά τελευταία τριάντα χρό νια συνετελέσθη τόσο ίστορικό έργο, δσο ποτέ στήν προηγούμενη ίστορία. 36
Είναι πρώτη φορά πού δλη ή ανθρωπότητα καταλαβαίνει, δτι μπορεί νά επιχείρηση νά ζήση χωρίς πόλεμο, "Αρα κάθε μέθοδος πού συνέτεινε σέ τούτο τό αποτέλεσμα καταξιοΰται αναγκαστικά έκ τών υστέρων. Τό πρό βλημα δμως μέ τήν ελληνική τρομοκρατία είναι άλλο: δτι τελικώς έξέφυγε τοΰ άρχικοΰ της σκοπού καί μετεβλήθη σήμερα στό μόνο νόμιμο και κοι νωνικώς αναγκαίο μέσον διοικητικής προλήψεως! Καί σέ τοΰτο συνετέλε σε ό ταυτοχρονισμός δύο πραγμάτων: ή γενικώτερη πολιτική άναγκαιότης πού προείπαμε καί ή Χούντα. Μεταξύ τών ασκουμένων στήν τρομοκρατία «αγωνιστών», υπήρξαν πολλοί πού κατόπιν έπιασαν τά πόστα. Πολιτικά καί διοικητικά. Αυτοί άπεκόπηκαν άπ' την οργάνωση, της παραμονής των πλέον μή έχούσης νόημα, ή οργάνωση δμως έμεινε, δεδομένου δτι ήταν πολιτικής υφής καί περιελάμβανε πολύ περισσότερους. Ακριβώς τούτοι οί «περισσότερου) είναι πού απετέλεσαν τόν ρυθμιστικόν φορέα τής μετά τήν Χούντα πολιτικής. Προσέχοντας κανείς τά πρόσωπα πού κάθε φορά άπο τελοΰν στόχους, εύκολα θά διαπίστωση, δτι πρόκειται περί προσώπων ά γνωστων στό πλατύ κοινό, μέ υψηλές κοινωνικές λειτουργίες (έκδοτες ε φημερίδων, βιομήχανοι κ.λπ.), καί τών οποίων ή αμαρτωλή δραστηριότης είναι γνωστή μόνο στίς οργανώσεις, δηλαδή σέ περιωρισμένο κύκλο επαϊό ντων. Άρα ή τρομοκρατία στήν Ελλάδα δέν έχει κοινωνική βάση — οπότε θά έπρεπε νά συνοδεύεται άπό άλλες κοινωνικές έμφάνειες πού θά ώφειλαν νά έντοπίζωνται στόν χώρο τής Ιδεολογίας (π.χ. οί χαρακτηριζό μενοι ώς τρομοκράτες στόν αραβικό κόσμο έχουν πίσω τους ριζοσπαστικά θρησκευτικά κινήματα) — άλλά μόνο κοινωνικήν σκοπιμότητα, δηλαδή ρυθμιστικήν λειτουργικότητα κλειστών κυκλωμάτων. Ακριβώς σ' αυτό συνίσταται και ή χρησιμότητα της. Στίς πολιτικές καί κοινωνικές συνθή κες τής Ελλάδος λειτουργεί σάν ένα έννομο δσο καί απαραίτητο μέτρο κοινωνικής προλήψεως, διότι ενεργεί μέ γνώση πραγμάτων πού δέν είναι γνωστά. '0 «μαρξισμός» τών προκηρύξεων είναι τό κατ * έπίφασιν πλαίσιο καταγγελίας άλλου είδους εγκλημάτων, δπως κοινωνικής λωποδυσίας, α συνέπειας, άρριβισμοΰ κ.λπ. Ή Ελλάδα, έκ λόγων ιστορικών, απετέλεσε μεταπολεμικά πρωτοποριακόν χώρο εφαρμογής τών έπί τής πολιτικής α γαθών αποτελεσμάτων τής τρομοκρατίας (π.χ. περίπτωση Πόλκ καί διαφό ρων ηγετών τοΰ εμφυλίου). Έκτοτε, συγκεκαλυμμένους ή μή, ή τρομοκρα τία αποτελεί συστατικόν στοιχεϊον τοΰ έλληνικοΰ κράτους. Καί δέν πρέπει νά ξεχνιέται, δτι τό κράτος αυτό εγκαθιδρύθηκε σάν ένα κράτος τρόμου, κατά τήν έννοια πού αναλύσαμε προηγουμένως. Συνεπώς ουδείς λόγος διώ ξεως τής τρομοκρατίας υπάρχει. Επειδή αυτή τελείται σέ επίπεδα εξου σίας, ισχύει ό νόμος κάθε κλειστοΰ αναλόγου κυκλώματος: σκοτώνονται οί σκοτώσαντες καί θά σκοτωθοΰν οί σκοτώνοντες. "Ολοι δηλαδή είναι μέ 37
ανοιχτή ημερομηνία γραμμένοι στήν «λίστα» καί ή προσωρινή ασφάλεια τους είναι απλώς συνάρτηση της προσεκτικής καί υπευθύνου των συμπε ριφοράς. Άρα είναι ύποχρωμένοι νά ενεργούν μέ απόλυτον αίσθημα ευθύ νης καί έπί εγκληματικών περιπτώσεων γιά τίς όποιες δέν είναι... προωρισμενο τό ελληνικό δίκαιο. Συνεπώς δέν υφίσταται ένοχη. Ούτε άλλωστε, λόγω τής άρχήθεν πολιτικής υφής τοϋ μεταπολεμικού κράτους, είναι δυ νατόν νά συλληφθούν. Οί αστυνομικοί ούδένα λόγο έχουν νά επεμβαίνουν, «εκτελώντας εντολές», διότι καθίστανται προσωπικά υπόλογοι, άφοϋ έτσι υποστηρίζουν μιάν τάξη δικαίου πού έχει τόν τόπο στά χάλια πού τόν έχει. Παραβάτης έν "Ελλάδι είναι ό έπιδιώκων νά κάνη τό «καθήκον» του μέσα στά πλαίσια τής ελληνικής διοίκησης. Ό αστυνομικός πού επεμβαίνει απλώς διακινδυνεύει ασκόπως καί καλύπτει τήν ένοχη τοϋ προϊσταμένου του, ό όποιος, επειδή ακριβώς προέρχεται άπό τά Ιδια «κυκλώματα» μέ αυτά τής «τρομοκρατίας», έχει κάθε λόγον νά μήν θέλη νά συλληφθούν οί «τρο μοκράτες». Καί άν κατά τό θεαθήναι δωση τήν «εντολή», άπό τό άλλο μέρος έχει κάθε λόγο νά δημιουργήση τίς προϋποθέσεις, ώστε οϊ «τρομο κράτες» νά διαφύγουν. Αυτό πρέπει νά τό γνωρίζουν οϊ άπλοΐ αστυνομικοί "Οπως οί αρμόδιες αμερικανικές υπηρεσίες ήσαν υποχρεωμένες παληότερα νά μήν «γνωρίζουν» τούς νόμους τών τελωνείων, ώστε νά εξασφαλίζεται τό παράνομο χρήμα γιά τούς λόγους πού προείπαμε, έτσι είναι καί στήν "Ελ λάδα υποχρεωμένος ό υπουργός δικαιοσύνης ή δημοσίας τάξεως νά μήν μπορή νά πιάση ποτέ τούς «τρομοκράτες». Διότι άν τούς έπιανε, θά έκαταργοΰσε μιάν συγκεκριμένη πολιτική — αυτήν πού τοΰ εξασφαλίζει τήν θέση και τήν ιδιότητα. Καί ακριβώς επειδή οί «τρομοκράτες» γνωρίζουν αυτό τό είδος της πολιτικής, γνωρίζουν δτι οί «εκλογές» ύπό τις ελληνικές συνθήκες καμμιάν νομιμότητα δέν συνιστούν καί ξέρουν ποιες είναι οί παράμετροι πού εκμεταλλεύεται ό «υπουργός» γιά νά προβολή τήν Ιδιότητα του ώς νομότυπον άλλοθι τών καθαρά προσωπικών του συμφερόντων, ε γκλημάτων καί απολαβών, γι* αυτό ακριβώς οί «τρομοκράτες» είναι ό μόνος νόμιμος παράγων κοινωνικής αντιλήψεως στίς τρέχουσες συνθήκες τοΰ ελλαδικού χώρου... Τώρα ώς πρός «μαρξισμό» τών «τρομοκρατών» — οί όποιοι, σημειωτέον, δέν ευρέθηκαν ποτέ στήν ανάγκη νά διαρρήξουν μιάν Τράπεζα (πράγμα πού σημαίνει, δπ, κινούμενοι οί ίδιοι στά «διοικητικά επίπεδα», δέν αντιμετω πίζουν οίκονομικό πρόβλημα γιά τήν οργάνωση τους) — ασφαλώς γνωρί ζουν, ή μάλλον θά πρέπει τόσα χρόνια νά τό έχουν διαπιστώσει, δτι οί μεμονωμένες ενέργειες εναντίον προσώπων, δσο επιβεβλημένες καί άν εί ναι ηθικώς, δέν αρκούν νά λύσουν τό κοινωνικό πρόβλημα τής "Ελλάδος. 38
Διότι τό πρόβλημα της δέν είναι κοινωνικό άλλά ιστορικό. Οί περί κοι νωνικής δικαιοσύνης, κράτους δικαίου κ.λπ. απόψεις έχουν νόημα, δταν τά κράτη είναι ίστορικώς βιώσιμα, Τό ελληνικό δμως κράτος είναι ανάπηρο έκ κατασκευής. Άρα δχι τά πρόσωπα άλλά οί θεσμοί είναι πού έχουν σημασία..' Η αλλαγή δμως αυτών δέν προκύπτει άπό κοινωνιολογικές «θεω ρήσεις» άλλά άπό προτάσεις ή προβλημαπσμούς ιστορικών προοπτικών. Ασφαλώς οί μέ κοινωνιολογικές κατηγορίες σκεπτόμενοι — δχι μόνο οί «τρομοκράτες» άλλά και κάθε άλλος σκεπτόμενος Έλληνας — θά έχουν ήδη άπό χρόνια διαπιστώσει, δτι τά «γκάλοπ» καί οί «μετρήσεις» σέ δλες τίς εκφάνσεις τής κοινωνικής ζωής, Ιδιαίτερα δέ σέ έκεΐνην τής πολιτικής, προσδίδουν στόν χώρο «Ελλάς» τήν πρακτική σημασία όρνιθώνος... Οί «κοινωνιολογικές προτάσεις» δίνουν απλώς τροφή στους «κινδυνολόγους» γιά τήν διατήρηση μιας κατάστασης πού ή λύση της δέν βρίσκεται στήν... Κοινωνιολογία. Άλλά μέ δλα τούτα, έδώ αναφύεται καί τό μείζον ερώτημα: δταν ό αρμένιος μπορή νά δείχνη ανενόχλητος, τήν πολιτική ανωριμότητα του, ή κατάσταση μέ τήν Ελλάδα δέν είναι σάν νά προσδίδη γενικώτερα καί μονοσήμαντα νοήματα στίς έννοιες τής «δημοκρατίας» και τής «ελευ θερίας» — αυτών πού έξυμνοΰν δλα τά δυτικά Συντάγματα; Ή «Διεθνής Αμνηστία» ψάχνει νά βρή κακοποιήσεις στά σώματα τών ανθρώπων — δπως περίπου στά ζώα —, σάμπως νά μήν υπάρχουν άλλοι τρόποι κακο ποίησης ανθρώπων καί κοινωνιών... "Αν οί καταστάσεις τής Ελλάδος μάς βοηθούν ίδιαίτερα γιά τήν μελέτη τών αδιεξόδων τής δυτικής πολιτικής, είναι γιατί αυτή παραμένει πάντα τό πιό κοντινό πρός τήν Ευρώπη τριτοκοσμικό κράτος. "Οτι τά αδιέξοδα αυτά μέ τήν νέα τάξη πολιτικών πραγμάτων δλο καί πιό πολύ θά φαίνωνται, είναι έν τέλει κάτι τό πολύ καλό. Ή αμερικανική πολιτική μεταπολεμικά ευρέ θηκε μέ τήν χρέωση, δτι ό καπιταλισμός σάν σύστημα «ύπεχρεοΰτο νά λειτουργήση». "Αλλη λύση γιά τίς δυτικές κοινωνίες δέν υπήρχε. Καί ή Αμερική, παρά τό παντοειδές κόστος πού συνεπήγετο αυτή ή άρχή, τά κατάφερε. Αυτό υπήρξε πολύ καλό καί γιά τόν σοσιαλιστικό κόσμο, διότι ουσιαστικά Ισοδυναμούσε μέ ένα νέο ιστορικό βήμα, μέ μιά θεμελιώδη αλλαγή στό ιδεολογικό στερέωμα τών ανθρώπων πού στις μέρες μας πα ρατηρούμε. Ή γραμμική αντίληψη τής ιστορίας μέ τόν φιλοσοφικό της μανιχαϊσμό σάν υπόβαθρο, μπορούμε νά πούμε δτι στήν σκέψη τής σύγ χρονης ανθρωπότητας υπεχώρησε οριστικά. Δέν είναι ό σοσιαλισμός ή έπαναστατικώς διάδοχη κατάσταση τοϋ καπιταλισμοΰ, ούτε ό καπιταλι σμός ή εκπροσώπηση τοϋ κακοΰ στόν κόσμο. Πάνω άπό μισόν αίώνα ή ανθρωπότητα έζησε μέ τήν πλάνη σύγκριση 39
σοσιαλισμού καί καπιταλισμοΟ. Άλλά τά είδη δέν συγκρίνονται διότι δέν είναι ομοειδή. Ό σοσιαλισμός προσπάθησε νά φκιάξη ανθρώπους (τόν «σοσιαλιστικό άνθρωπο»), ένω ό καπιταλισμός φκιάνει απλώς αυτοκίνητα. Τό νά φκιάνη αυτοκίνητα δέν σημαίνει ότι δέν συντελεί σέ μία «σοσιαλιστικοποίηση» τής παραγωγής όπως τήν απαιτεί ό σοσιαλισμός (βλέπε πιό κάτω), άλλά μόνο δτι σάν κοινωνικό σύστημα είναι πιό προσγειωμένο καί πρακτικό. Δυστυχώς, άν δέν είχαμε τό παράδειγμα τών θρησκειών, θά μπο ρούσαμε νά πούμε δτι ή έννοια τής μάζης θά μπορούσε νά έξαφανισθή άπό τήν ίστορία καί νά άντικατασταθή άπό τό «άτομον» τών συνταγμάτων καί του διαφωτισμού. Ό καπιταλισμός διατυμπανίζει κατά κόρον αυτά τά πράγματα σάν Ιδεολογία, γιατί ξέρει πώς κατά πράξιν πρέπει νά έφαρμόση άλλην τακτική. Τό λάθος τοΰ σοσιαλισμού δέν είναι δτι έδημιούργησε τήν ιδεολογία τοΰ «σοσιαλιστικού άνθρωπου». Τό λάθος του είναι δτι τήν πί στεψε. "Οτι δηλαδή έπροσπάθησε νά μπάση έκ νέου ένα Ιπποτικό Ιδεώδες σέ μιάν εποχή, τήν εποχή τής τεχνολογίας, δπου οί άνθρωποι κάθε άλλο παρά όποχρωμένοι ήσαν νά διακινδυνεύσουν τήν ζωή τους γιά νά επιβιώ σουν, Ιπποτικό δέν είναι τό παράδειγμα τοΰ Α. Hennecke στήν ανατολική Γερμανία καί τής «σταχανωφικής κίνησης» στήν Σοβ. Ένωση παληότερα; Αυτές δμως είναι Ιδεολογίες μάλλον αθλητικών συλλόγων πού προετοιμά ζονται γιά πρωταθλήματα, παρά ιδεολογίες μέ τίς όποιες μποροΰν νά δου λέψουν κοινωνίες. Στό σημείο αυτό ό καπιταλισμός υπήρξε πολύ πιό προ σγειωμένο καί σύμφωνο μέ τά ανθρώπινα σύστημα παραγωγής. Οί άνθρω ποι στόν σοσιαλιστικό κόσμο έχουν σχεδόν ξεχάσει τί θά πή «ωράριο» καί «εργασία». Ή γραφειοκρατία είναι ό δευτερεύων λόγος, γιατί γραφειοκρα τία υπάρχει καί στήν Δύση. Πρωτεύων λόγος είναι ή ίδια ή σοσιαλιστική Ιδεολογία, δπως εφαρμόσθηκε ώς τώρα, πού ύπό τό σύνθημα τής κοινωνι κής Ισότητος έπροσπάθησε νά εξάλειψη τήν έκ φύσεως διαφορά τών αν θρώπων καί νά έξισώση τόν προικισμένο μέ τόν άπροίκιστο, ή μάλλον ακριβέστερα: στήν συναίσθηση διαφοράς τοΰ πρώτου — πού τοΰ χρειάζε ται σάν κίνητρο δημιουργικότητας — νά αντιπαράθεση ένα κολλεκτιβιστικό ιδεώδες σάν έκφραση τοΰ «γενικού συμφέροντος». Άλλά σκοπός τής κοινωνικής εργασίας —δπως καί ή πραγμάτωση της— δέν είναι νά έξισωθή ό βλάκας μέ τόν κουτό καί ό εργατικός μέ τόν τεμπέλη, άλλά, ύπό πραγματικές συνθήκες κοινωνικής ισότητας τοΰ σοσιαλισμοΰ, νά καθορισθή επακριβώς ή διαφορά τους. Καί ή κοινωνική αναγνώριση αύτοΰ τοΰ πράγματος λέγεται «αμοιβή». Ή έννοια τοΰ «προικισμένου» πού λέμε έδώ δέν έχει νά κάνη μέ τήν έννοια τοΰ νιτσεϊκοΰ «υπεράνθρωπου», πού δέν τοϋ χρειάζεται ή ίστορία, άλλά μέ τήν κοινωνικώς προσδιωρισμένη κατάσταση τοϋ προνομιούχου άτομου — είτε διανοουμένου, είτε επιχειρηματία, είτε 40
εργάτη — πού μέτρο της ακριβώς έχει τήν κοινωνική του προσφορά. Ό καπιταλισμός, ώς σύστημα τυχοδιωκτικής υφής δπως υπήρξε στήν άρχή του, ευρέθηκε πιό κοντά στό δεδομένο τής φυσικής διαφοράς τών ανθρώ πων καί άρα πιό κοντά στις καθημερινές συνθήκες λειτουργίας τών κοινω νιών παραγωγής. Και στό σημείο τοΰτο, πρίν προβοΰμε σέ είδικώτερες αξιολογήσεις, μας ενδιαφέρει νά διευκρινήσωμε τήν έννοια τών πραγμά των: "Ας πάρωμε π.χ. τήν έννοια «πιάτο». Ό γραμματικός ορισμός τοΰ πιά του είναι: «άντικεΐμενον πρός χρήσιν γιά τό καθημερινό φαγητό». Ή αντι στοιχούσα στήν πραγματικότητα ύπαρξη τοΰ αντικειμένου αύτοΰ είναι συ νεπώς ένα ξύλινο καυκί αιωνίας χρήσης ή μιά στρατιωτική καραβάνα. Τά πράγματα δμως γιά τόν καπιταλισμό δέν μποροΰν νά είναι έτσι, διότι έξ όρισμοΰ σκοπός τοΰ κάθε παράγωγου ή κατασκευαστή είναι νά περιορΐση τήν χρήση τοΰ αντικειμένου στά χέρια τοΰ αγοραστή, προκειμένου νά μεγιστοποίηση τό κέρδος πού θά τοΰ έπιτρέψη νά επιβίωση σάν επιχείρη ση. Άρα ό κατασκευαστής θά κυττάξη κατ' αρχήν νά γελάση τόν αγορα στή δσο πιό πολύ μπορεί. Τά δρια πού μπορεί νά τό κάνη καθορίζονται άπό τήν σχέση του μέ τόν διπλανό κατασκευαστή, πράγμα πού νοηματικώς σημαίνει άπό τίς έν γένει συνθήκες συγκεκριμένου σταδίου παραγωγής (στήν περίπτωση π.χ. μονοπωλίου δέν υπάρχει τρόπος έλεγχου τής ποιό τητος καί τής εκμεταλλεύσεως τοΰ «πελάτη»). Άφοΰ λοιπόν σέ κάθε πε ρίπτωση ό κατασκευαστής δέν πουλάει τό αντικείμενο της Γραμματικής στόν πελάτη, γιά νά μήν τόν χάση ανακαλύπτει άλλους τρόπους επιδρά σεως επάνω του καί κάθεται π.χ. καί ζωγραφίζει τό πιάτο. Μέ τήν πράξη δμως αυτή ή έννοια «πιάτο» εξαφανίσθηκε πλέον άπ' τό κεφάλι τοΰ αγο ραστή. Καί άπό τήν κοινωνία. Τώρα τό πιάτο δέν είναι πλέον άνηκείμενο γιά φαί, άλλά «έργο τέχνης)) πού σέρνει μαζί του άλλες κοινωνικές διασυν δέσεις καί συμπαρομαρτούντα. "Η θέση τοΰ πιάτου δέν είναι πιά στήν κουζίνα (δπου πιθανόν γιά τήν γραμματική χρήση νά ύπάρχη ένα άλλο πιάτο άπό νάϋλον), άλλά στό ερμάρι μέ τζάμι άπ' έξω, γιά νά φαίνεται. Τό πιάτο έγινε πιά «κυριακάτικο» (καί έτσι γίνονται «κυριακάτικα» καί πολλά άλλα πράγματα πού έχουν νά κάνουν μέ κοινωνικό Prestige, κουστούμι, παπούτσια κ.λπ.). Τούτη ή έννοια τοΰ «κυριακάτικου» είναι πολύ διαφορε τική άπό τήν αντίστοιχη τέτοια τοΰ μεσαίωνα π.χ., δπου ό άνθρωπος έβαζε τό καλό του πουκάμισο, γιά νά πάη τήν Κυριακή στήν Εκκλησία. Τώρα τό «κυριακάτικο» δρ$ κάθε μέρα, διότι ό κατασκευαστής τοϋ πιάτου δέν παύει νά έπιδιώκη, τό πιάτο πού πούλησε στόν πελάτη και πού ξέρει πώς είναι στό ράφι νά τοΰ τό μεταβάλη σέ... σκουπίδια δηλαδή νά τόν άναγκάση νά πάρη άλλο. Αναπτύσσει λοιπόν τήν τεχνολογία καί δλους τούς 41
τρόπους πού θά τοϋ επιτρέψουν νά προσφέρη μιά καλύτερη ποιότητα πιά του, μέ πιό υψηλά «Standards» καί μέ καλύτερες ζωγραφιές. Τώρα όλοι — μηχανολόγοι πού φκιάνουν μηχανές, ζωγράφοι, μοντελίστες, μάνατζερ πού ερευνούν την αγορά (δηλαδή πού εξερευνούν τά ερμάρια τών σπιτιών), διακοσμητές πού φκιάνουν τίς βιτρίνες τών μαγαζιών καί όπου θά προσφερθή τό εμπόρευμα μέ τήν πρωτογενή φιλοσοφικώς σημασία τοΰ σκουπιδιοΰ, καί πωλήτριες μέ τά γλυκά χαμόγελα — εργάζονται γιά τόν ίδιο σκοπό: νά καταφέρουν νά βγάλουν τό πιάτο άπό τό ράφι τοΰ αγοραστή, γιά νά μήν χρεοκοπήση ό κατασκευαστής τοΰ πιάτου. Ή έννοια τοΰ φαγητού μέσα σέ δλ* αυτά είναι ολικώς ανύπαρκτη. Ή γραμματική έννοια τοΰ όρισμοϋ ίσχύει πλέον μόνο γιά τό πιάτο τοΰ σκύλου... ("Ενα κακό: "Οπως βλέπομε, ή έννοια «σκουπίδι» είναι βασικό στοιχείο τής καπιταλιστικής παραγωγής, άρα καί ή έκ ταύτης μόλυνση τοΰ περιβάλλοντος. Αυτό σημαίνει δτι ό έλεγχος τής παραγωγής, διά τής ίδίας τής αναπτύξεως τής βιομηχανικής απορροφήσεως τών απορριμμάτων, αποτελεί οίκολογικώς τήν προϋπόθεση τής μελλοντικής της συνεχείας. Ή τέτοια δυνατότητα ώς τώρα υπήρξε εξαιρετικά περιορισμένη, διότι ό ξέφρενος ανταγωνισμός τών εξοπλισμών — ό όποιος έσερνε αναγκαστικά πίσω του καί δλη τήν υπόλοιπη βιομη χανία — απλούστατα δέν μποροΰσε νά έπιτρέψη τήν ύπαρξη κάποιου τέ τοιου απαραιτήτου μέτρου). Δέν είναι ή θέση έδώ ποΰ μπορούμε νά ασχοληθούμε μέ παραπέρα λεπτο μέρειες έπί τών ανωτέρω, δπως π.χ. πώς γίνεται μέσα στήν διαδικασία αυτή ώρισμένα «σερβίτσια» καί άλλες «αντίκες» νά άποκτοδν διαχρονική σημα σία (τά ανατομικά καθίσματα στήν εποχή μας λ.χ. ευρέθηκαν μέ τήν ανά πτυξη τοϋ αυτοκινήτου και τήν δουλειά τοϋ γραφείου, καί δχι μέ τίς πο λυθρόνες σέ στυλ «ροκοκό» ή «Λουδοβίκου»,..), πώς διά τής Μόδας, πού είναι τό βασικό δχημα διαθέσεως τοΰ «εμπορεύματος», ή διαδικασία σκουπιδοποιήσεως εντείνεται διά τών «ανωτέρων τάξεων», οί όποιες αγοράζουν ακριβά ροϋχα και μέ τό «ατημέλητο» ύφος δέν τά προσέχουν πρός επίδειξη κοινωνικής Ισχύος (στόν βαθμό πού δέν τό είπαμε ήδη θά τό έξηγήσωμε πιό κάτω, δτι δηλ. ό καπιταλισμός γιά νά ύπαρξη μέ τήν σημερινή του μορφή απαιτεί κολοσσιαία ποσά βλακείας...), και πώς ή διαδικασία παρα γωγής οδηγεί στόν έν γένει παραλογισμό έπΐ δλων τών άλλων επιπέδων, πράγμα πού εξαναγκάζει τήν Δύση τήν μόνη λογική πού έχει νά επίδειξη έναντι δλων τών άλλων νά είναι μόνο ή λογική τών όπλων — τουλάχιστον ώς τώρα — κ.λπ. Μάς ενδιέφερε απλώς νά σημειώσωμε μιά πρακτικώς γόνιμη συνθήκη πού έχουν τά νοήματα μέσα στό σύστημα τής καπιταλι στικής παραγωγής. Σέ μιά οίκονομία κρατικού προγραμματισμού, ή έννοια 42
«πιάτο» βρίσκεται κατ' ανάγκην πιό κοντά στόν γραμματικό της ορισμό στερημένη άπ' δλα τά παραπάνω. Καί άν ΰποθέσωμε πώς στήν άρχή προέ χει ή ποιότητα σύμφωνα μέ τίς ανάγκες τοΰ γραμματικοΰ ορισμού, μέ τόν καιρό χάνεται κι αυτή γιατί λείπουν τά κίνητρα — δλα έκεϊνα δηλαδή πού συνιστούν τήν φανταστική διάσταση τών πραγμάτων καί μέσω τής οποίας ανελκύεται ή δημιουργική δραστηριότητα τοΰ άνθρωπου κατά τήν εργα σία. Αυτήν τήν έχει ό καπιταλισμός. Βέβαια σέ μιά πραγματοποίηση τοϋ παραδείσου έπΐ τής Γής, είτε «σο σιαλιστικός άνθρωπος» λέγεται αυτός είτε οπωσδήποτε άλλοιώς, καί δπου ή αλλοτρίωση τοΰ άνθρωπου άπό τήν εργασία θά έλειπε εντελώς, αυτό πού ό καπιταλισμός εγκαθιδρύει ώς καταναγκασμό μέ τήν «ελεύθερη αγορά» (τό νά έξαντλή ό άνθρωπος τά περιθώρια τών δυνατοτήτων του κάθε φορά) θά προέκυπτε άφ' έαυτοΰ άπό τήν ελεύθερη προαίρεση τών ανθρώπων. Άλλά κατά τό τρέχον στάδιο τοΰ πολιτισμοΰ τουλάχιστον, τά πράγματα απέχουν αίσθητά άπό τούτην τήν ιδεώδη κατάσταση νοημάτων. Κάποιοι θά χρειάζωνται νά καθαρίζουν τούς δρόμους καί τά αποχωρητήρια πάντα. Νά τούς ΰποθέσωμε τούτους ηρμένους στά πλατωνικά εκείνα επίπεδα δπου δέν θά δουλεύουν μέ κάποια συνειδησιακή αλλοτρίωση, είναι μάλλον διαστροφή μιας φυσικής τάξης πραγμάτων. Πολύ περισσότερο, όσο απαιτούμε νά συμμετέχουν ιδεολογικά σέ κάποιο περί άνθρωπου ιδεώδες. Τίς μεγάλες δόσεις Ιδεολογίας ό καπιταλισμός τις κατήργησε πρό πολλοΰ· δχι μεγάλα ποσοστά «προβληματισμού», γιά νά μποροΰν οί άνθρωποι νά παραμένουν ψυχικά νέοι, ακόμη καί μετά τήν σύνταξη, νά δουλεύουν (καί νά δουλεύη...). Κάποια ανάλογα Ιδεολογικής φύσεως προβλήματα ό καπιταλισμός τά έλυσε έπί τοΰ παρόντος μέ τούς ξένους εργάτες, δηλαδή καί πάλι πρα κτικά (τό Ιδεολογικό μηχάνημα περί ίσότητος καί «ανθρωπίνων δικαιωμά των» μπορεί νά δουλεύη απερίσπαστο, γιατί οί ξένοι εργάτες, προϊόντα άλλων ιδεολογικών κόσμων, βρίσκονται άπ' αυτό αποκομμένοι), 0 σοσια λισμός δμως αναμένεται νά τά λύση. Στό έως τώρα στάδιο τής ανθρώπινης ιστορίας, ή ανάγκη μοιάζει νά παρέμεινε ή γενεσιουργός αϊτία τής δη μιουργικότητας τοϋ άνθρωπου. Αυτό άλλωστε είναι τό νόημα τής τεχνο λογικής επανάστασης καί τοΰ «διαφωτισμού», ό όποιος σάν κίνημα στήν κοινωνική του σημασία υπήρξε μία άπό τίς υψηλότερες κορυφές πού ήγγισε ό δυτικός άνθρωπος, σάν φιλοσοφική άρχή δμως («εξουσία τοΰ άν θρωπου έπΐ τής Φύσης») υπήρξε μία άπό τίς μεγαλύτερες μπαροΰφες πού έπενόησε ό ανθρώπινος νους (ώς σέ ποιόν βαθμό ό άνθρωπος μπορεί νά έλέγξη τίς προϋποθέσεις τής φυσικής καί βιολογικής υπάρξεως του, δπως — θεωρητικά — μπορεί και οφείλει νά έλέγξη τις κοινωνικές, είναι έπί τοϋ παρόντος μάλλον πρόβλημα πίστης παρά επιστημονικής απάντησης). 43
Μπορεί βέβαια νά έρθη εποχή πού ή ανθρώπινη εργασία θά έξομοιωθή μέ τό πάτημα κουμπιών, συμπεριλαμβανομένης καί της γενετικής τεχνολο γίας, τό πρόβλημα όμως είναι κατά πόσον μπορεί ή Φύση νά έπιτρέψη ένα τέτοιο πράγμα. Ή ανθρώπινη φαντασία δέν απέκλεισε μιά τέτοια κατάστα ση τοΰ ανθρώπινου πολιτισμού, όπως μας πείθει ή έδώ καί χιλιάδες χρόνια Αποκάλυψη τοΰ Ιωάννη, μόνο πού ή οίκολογική συμπεριφορά τής Φύσης μοιάζει μάλλον νά σύμφωνη μέ τίς ένοραματικές απόψεις τοΰ Ιωάννη παρά μέ τίς αισιοδοξίες τών φιλοσοφικών άρχων τοΰ <(Διαφωτισμοϋ»... Καί αυτό σημαίνει ότι ή κατάσταση τοΰ άνθρωπου θά παραμένη πάντα συμφυής μέ μιαν κατάσταση ανάγκης — αυτής δηλαδή πού θά άποτρέψη τήν πλήρη αποξένωση τοΰ άνθρωπου άπό τήν προϋπόθεση του Φύση μέσφ τών... κου μπιών. Τό πρόβλημα τής Τεχνολογίας σήμερα δέν είναι ότι ό άνθρωπος διά τής Επιστήμης άνεκάλυψε δυνάμεις πού δέν μπορεί νά έλέγξη, άλλά δτι ή έν γένει ιδεολογική κατάσταση τής ανθρωπότητας ευρίσκεται σέ πρωτόγονα στάδια εξελίξεως σχετικά μέ τήν επιστημονική επίδοση τοΰ άνθρωπου. Έ φλυαρία τών «κοινωνικών επιστημών» εμποδίζει Ισχυρά σήμερα τήν ανα γωγή στό αρχέγονο νόημα τών πραγμάτων, πού δέν είναι παρά ό κοινω νικός τρόπος κατανοήσεως διά τών θρησκειών: ό τής ορθοδοξίας πού βλέ πει τήν τελείωση τοΰ «προσώπου» στό «πλήρωμα» (ή Ρωσσία έχει «σοσια λισμό» τουλάχιστον άπό τήν εποχή τοΰ πατριάρχου Φωτίου), ό τοΰ Προ τεσταντισμού πού βλέπει τήν σχέση μέ τόν Θεό μέσφ τής εργασίας (καί μέ τήν θεωρία τοΰ Προκαθορισμού μπορεί άνετα νά δέχεται τήν εξαθλίωση τοΰ εργάτη παληότερα ή τοΰ σημερινοΰ υπανάπτυκτου) καί τήν ατελείωτη εκείνη κατάσταση μεταξύ αμαρτίας καί λύτρωσης, δπως συναντιέται στήν σύγχρονη Λατινική Αμερική, καί πού αποτελεί ένα αστείρευτο κοίτασμα γιά τήν Τέχνη, Οί σημερινοί λατινοαμερικάνοι έχουν τούς υψηλότερους δείκτες αναλφάβητων, έχουν δμως καί μία άπό τίς δυνατώτερες λογοτεχνίες τοΰ κόσμου (ό «ίσπανισμός τής διασποράς» μέ τόν Φράνκο έβοήθησε α φάνταστα yi' αυτό). Ό μεξικανός ποιητής Octavio Paz έσυνώψισε χαρα κτηριστικά τό αρχικό τοΰτο νόημα τών πραγμάτων: «Ό βορειοαμερικανός θεωρεί τόν κόσμο σάν κάτι πού μπορεί νά τελειωθή..., εμείς τόν αντιμετω πίζομε σάν κάτι πού μπορεί νά όδηγηθή στήν λύτρωση». Είναι έκτος τών πλαισίων τούτου τοΰ βιβλίου ή παραπέρα συζήτηση έπί τών απέραντων αυτών θεμάτων (βλ. σχετικώς καί τό βιβλίο μας «Έ ανατολική Μεσόγειος ώς ευρωπαϊκή ίστορία», Αθήναι 1984), καλό δμως θά ήταν οί λεγόμενες «κοινωνικές επιστήμες» νά μπορούσαν νά έλάβαιναν στίς διανοήσεις των μερικές τέτοιες Ιστορικές λεπτομέρειες. Γιατί μας φαίνεται πως υπήρχαν 44
δύο ριζικώς διάφορες κατανοήσεις τοΰ Μαρξισμού: εκείνη πού έβλεπε τήν «δικτατορία τοΰ προλεταριάτου» σάν τό είδος εκείνο τής ισότητας πού άπελάμβαναν οί βυζαντινές λαότητες ύπό τούς τρούλλους τοΰ αυτοκράτορα Ιουστινιανού καί μιαν άλλη, πού τήν «δικτατορία τοΰ προλεταριάτου» τήν έβλεπε σάν στοιχείο μάχης καί πολέμου καί πού ήθελε νά τήν αντιπαρά ταξη σέ μιάν αλλη δικτατορία. Τό δεύτερο αυτό είδος θά μπορούσαμε νά τό όνομάσωμε «ευρωπαϊκό». Στό πρώτο είδος κατανόησης, ή έννοια τής καταπίεσης καί άνελευθερίας δέν ευδοκιμεί δσο εύκολα θέλουν νά μάς κάνουν νά πιστέψωμε — καί δσο άνευ ορίων επεδίωξαν στό πρόσφατο παρελθόν — οί λαϊκές ιδεολογίες τών καιρών μας. Τό πνεΰμα τής ανατο λικής αγωγής δέν γνωρίζει κανένα κοινωνικό μέτρο περιορισμού τής ελευ θερίας τοΰ άτομου, διότι δεν υπήρξε ποτέ τό πρόβλημα «απελευθερώσεως» άπό κάτι. Ό Χριστιανισμός ώς ρωμαϊκή αυτοκρατορία, δηλαδή ώς «Βυζά ντιο» δπως τό ονομάζουν οί Ιστορικοί, υπήρξε αποτέλεσμα καί προϊόν ελευθέρας προαιρέσεως καί συμβολής. Λέν ήταν πρακτικά τίποτε άλλο δυνατόν, διότι ό «Χριστιανισμός», μέσα στήν πληθυσμιακή πολλαπλότητα τής ήσσονος Ανατολής καί τών ιδεολογικών συνθηκών τοΰ έλληνιστικοΰ κόσμου, ήταν αμυντικό δριο αποκλεισμού καί δχι επεκτάσεως. Γι* αυτό ακριβώς ή έννοια τής πνευματικής εξουσίας έλαβε μέσα σ' αυτό πού επε κράτησε νά λέγεται «καισαροπαπισμός» τήν πρωτεύουσα σημασία πού έ λαβε. Ό αγώνας μεταξύ πνευματικής καί κοσμικής εξουσίας δέν έλαβε ποτέ τίς μορφές στήν Ανατολή — καί ούτε ήταν δυνατόν νά λάβη — πού έλαβε στήν Δύση. Στήν εικόνα τοΰ αυτοκράτορα Ιουστινιανού στήν Ρα βέννα, τά πόδια τοΰ Αγίου Μαξιμιανοΰ (καί δλης τής δεξιάς σειράς τών επισκόπων) βρίσκονται τουλάχιστον εβδομήντα πόντους μπροστά άπό τά πόδια τοΰ αυτοκράτορα καί τής ακολουθίας του. Κατά έναν μυστήριο τρό πο δμως, τό σώμα τοΰ Αγίου άπό τόν αγκώνα καί μετά βρίσκεται στό ίδιο επίπεδο μέ εκείνο τοΰ Ίουστιανιανοΰ. "Ολο τό πρόβλημα τής πολιτικής φιλοσοφίας τής Ανατολής — δηλαδή τό πρόβλημα τής «Πολιτείας» πού προέκυψε άπό τήν εποχή τών αρχαίων σοφιστών καί διήρκεσε ώς τήν κατάλυση τοΰ πρώτου ρωμαϊκοΰ κράτους — βρίσκεται στό μεγαλοφυές τοΰτο εύρημα τοΰ έλληνορωμαΐου καλλιτέχνη. Ούτε ή κοσμική ούτε ή πνευματική εξουσία μποροΰν νά... καταπιέσουν, διότι ευρίσκονται στό ίδιο επίπεδο! Δέν υπάρχουν «πολιτικές αποφάσεις», ουσιαστικά τίποτε τό «νέο» — ούτε καί κανένας κατακτητικός πόλεμος στήν ίστορία τοΰ Βυζαντίου. Πρόκειται γιά τόν βαθμό κοινωνικής ελευθερίας πού οδηγεί αναγκαστικά στήν πολιτική παράλυση καί κοινωνική ακινησία. Δέν υπάρχουν «αποφά σεις», απλούστατα γιατί δέν μποροΰν νά πραγματοποιηθούν. Καθόλου λοι πόν παράξενο δέν είναι καθώς παρατηρούν σύγχρονοι Ιστορικοί (βλ. π.χ. 45
K-P. Matschke: «Die Schlacht bei Ankara und das Schicksal von Byzanz», Weimar 1981), δτι τό Βυζάντιο δέν μπόρεσε νά «έπιλέξη» μεταξύ αρχομένου καπιταλισμού τών Ιταλικών Δημοκρατιών καί τής φεουδαρχίας τής Ανα τολής. Ακόμη κι άν έτσι τεθή τό πρόβλημα, ή δυνατότητα «επιλογής» δέν υπήρχε, διότι δέν υπήρχαν οί κοινωνικές προϋποθέσεις γι' αυτό. Κάποιος έπρεπε νά «άποφασίση», καί αυτός ό κάποιος δέν υπήρχε. Ό Αυτοκράτο ρας καί ό Πατριάρχης ήσαν άπλοϊ διαχειριστές μιας καταστάσεως δεδο μένης, πού δέν χρειάσθηκε νά όρισθή ποτέ έκ νέου. Ή κατάσταση αυτή ήταν εκείνη τής «άμεσης Δημοκρατίας» καί τής βιωματικής ίσότητος τοΰ άτομου δπως δημιουργήθηκε ιστορικά (άπό τούς αλεξανδρινούς χρόνους καί μέχρι τό τέλος τής παλαιάς ρωμαϊκής εποχής) καί μέ τήν οποίαν ό Χριστιανισμός έπρεπε νά συμβαδίση. Σήμερα ποΰ τέλος πάντων ή Δημο κρατία μας είναι τέτοια, ώστε και οί πιό ελάσσονες πνευματικές ασημαντό τητες, πολύ δέ περισσότερο οί κρατικοί αξιωματούχοι, «επιφυλάσσονται νά γράφουν πρός μή «ομοίους» των, είναι φυσικό νά υπάρχουν δυσκολίες κατανοήσεως μερικών πραγμάτων τοΰ παρελθόντος, τά οποία ωστόσο απο τελούν παροΰσες εμπειρίες τής «Ανατολής» (ανεξαρτήτως «καθεστώτος») καί πού χρειάσθηκε ή πολιτική υπανάπτυξη τών αρμενίων καί τών άζερμπαϊτζανών, γιά νά υπάρξουν ώς ζώσες έμφάνειες (ώς ποιο βαθμό δηλαδή αυτοί υπήρξαν στό πρόσφατο παρελθόν τους πολιτικά ελεύθεροι, ώστε σήμερα νά μποροΰν νά αναστατώνουν τόσο επικίνδυνα τόν κόσμο δλον). Στήν αλληλογραφία τών μεγάλων Πατριαρχών, παρατηρεί ό S. Runciman (βλ. «Kindlers Kulturgeschichtc Europas», Band 8,1983, σελ. 143), υπάρχουν γράμματα πρός τελείως ασήμαντους υφισταμένους των καί γιά τελείως δευ τερεύοντα θέματα τυπικοΰ. Μά αυτή ακριβώς είναι ή έννοια τής βιωματικής ίσότητος πού αποτελεί ίδιον τής ήσσονος Ανατολής έκ κατασκευής. "Ολα τά υπόλοιπα (τά μή ίχνος ρατσισμού καθ * δλην τήν διάρκεια τοΰ Βυζαντι νού, οί ίσες πιθανότητες ζωής γιά δλους (απόγονοι μικτών γάμων μπορού σαν άπό τήν πρωτην ήδη γενεά νά διοικήσουν τήν αυτοκρατορία δλη) καί έν γένει τό διεθνιστικόν ίδεώδες τοΰ ελληνισμού, βλ. έ. ά. σελ. 221 κ.έ.) είναι άπλες συνέπειες τής βιωματικής αυτής Ιδεολογίας. "Οτι αυτά δλα έλαβαν κατά τόν 20ον αί. τήν ονομασία «σοσιαλισμός» — καί πού βέβαια ^θά συνεχίσουν νά υφίστανται, οποιαδήποτε εκδοχή περί σοσιαλισμού καί δν δεχθούμε γιά τό μέλλον —, είναι ακριβώς ένας εμπλουτισμός τής εν νοίας τοϋ σοσιαλιστικού Ιδεώδους γιά τήν καπιταλιστική συνείδηση τοΰ μέλλοντος. Ό Καπιταλισμός είδε στήν Ανατολή, ρωσσική καί μή, «βαρ βαρότητες» — καί είδε πολύ κακά καί ολέθρια, επόμενο δέ ήταν νά δημιουργήση πολέμους καί παγκόσμιες καταστροφές άφοϋ έβλεπε κακά. Τό ανθρωπιστικό ίδεώδες τοϋ σοσιαλισμοΰ, δπως τοΰτο τό βλέπομε νά άπο-
46
τελή μόνιμη συνειδησιακή κατάκτηση τής ανατολικής Ευρώπης, είναι τό ουσιωδώς πολύτιμο πού κομίζουν τά γεγονότα τών καιρών μας πρός τήν Δύση. Ή Δύση θέλει νά έορτάζη γιά τήν δήθεν «επιτυχία» τοΰ συστήματος της έν σχέσει πρός τόν ύπάρξαντα σοσιαλισμό, ή ίδια δμως ή ανατολική Ευρώπη δέν παραπλανάται άπό τέτοια (καί πολύ περισσότερο άπό τίς δυ τικές ανάγκες εσωτερικής κατανάλωσης): δέν είπε δτι επιθυμεί τόν καπι ταλισμό (οπότε κάποιον νέον «τρίτο κόσμο» έπρεπε νά βρή νά εκμεταλ λεύεται...), άλλά μόνο δτι επιζητεί νά βρή νέα δεδομένα γιά τό δικό της σοσιαλιστικό ιδεώδες. Τό ιδεώδες αυτό είναι εκείνο πού έκανε τούς μεγά λους ρώσσους συγγραφείς πολύ πρό τοΰ σοσιαλισμού νά περιγράφουν τόν πόλεμο στίς σελίδες των μέ γκρίζα χρώματα, χρώματα θλίψης καί ελέους, καί δχι μέ τούς εορταστικούς χρωματισμούς τοΰ «έθνικοΰ ήρωος» καί τής «αρετής τής νίκης» κατά τοΰ «έχθροΰ»... Αυτές είναι πνευματικές κληρονομίες άλλων ιδεολογικών κόσμων καί όχι τοΰ «σοσιαλισμού». Απλώς σ * αυτόν έπενδύθησαν σέ νέα ιδεολογικά περιεχόμενα κοινωνικής υφής. Καί θά συνεχίσουν νά είναι τέτοια καί μέ τόν... πολυκομματισμό. Έπΐ τοϋ παρόντος βέβαια ή Δύση, έχουσα υιοθετήσει τήν θέσιν τοΰ «έπόπτου» (διά φορα «περιοδικά γιά τήν Ευρώπη», δπως ό «Merkur», π.χ., άναρωτιώνται, «άν πρέπει ή Δύση νά βοηθήση τόν Γκορμπατσώφ»!...), θριαμβολογεί έορτάζουσα τήν «υπεροχή» τοΰ πολυκομματισμοϋ — πράγμα άπό πολλές από ψεις κατανοητό γιά τήν δική της εσωτερική κατανάλωση. "Ομως τό πρό βλημα δέν βρίσκεται στήν πολιτική σύγκλιση τών συστημάτων — ούτως ή άλλως πρό πολλοΰ δεδομένη, λόγω τής ενιαίας αναπτύξεως τής Τεχνο λογίας —, άλλά στήν πολιτιστικώς ιδεολογική. Γιά τοΰτο ακριβώς καί ώρισμένες κινήσεις, δπως π.χ, ή «Οϊκουμενική Κίνηση» τών θρησκειών (ώς πολιτιστικών κυρίως οργανισμών καί δχι προφανώς ώς αμιγώς θρη σκευτικών σήμερα...), οί πολιτιστικές ανταλλαγές μεταξύ διανοουμένων καί καλλιτεχνών κ.λπ., έχουν νά παίξουν έξ ίσου μεγάλον ρόλο μέ τά κόμματα καί τούς πολιτικούς αρχηγούς. Καί άν βέβαια τά νέα μηνύματα τής ανατολικής Ευρώπης έχουν κάποιες πιθανότητες ήρεμα νά κατανοηθοΰν άπό τήν δυτική (γι' αυτήν ό σοσιαλι σμός παραμένει πάντα κόμμα* γιά τήν ανατολική βλέπομε ν* άποτελή άνθρωπιστικόν ίδεώδες πρός διερεύνηση...), αυτό οφείλεται στό δ,τι ή οδηγός δύναμη τοΰ σημερινού δυτικού κόσμου είναι ή "Αμερική. Ή οποία, παρά τά δσα είπαμε —καί θά συνεχίσωμε πιό κάτω—, σάν πολυεθνικό καί πο λυφυλετικό κράτος πού είναι έχει προϋποθέσεις συντονισμοΰ καί κατανοή σεως έπί τών πραγμάτων αυτών. Τό μεταπολεμικό ιστορικό έργο τής Α μερικής είναι τεράστιο και είναι αδιανόητη κάθε Ιδέα ευρωπαϊκής ολοκλή ρωσης χωρίς τήν παρουσία ή επιρροή τών δύο μεγάλων δυνάμεων σ αυτή. 1
47
Είδικά ή παρουσία της Αμερικής στήν δυτική Ευρώπη, τήν ακόμα μετεωριζόμενη εσωτερικώς στόν αστερισμό τών «μεγάλων δυνάμεων» (!) είναι ό προϋποθετικός όρος κάθε εννοίας ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Ή Ευρώπη προσέφερε τά ύπατα στήν ίστορία τής ανθρωπότητας. Καί έχει ακόμη νά προσφέρη στόν βαθμό πού θά άποτελέση χώρο συγκερασμού τών δύο υ περδυνάμεων. Μόνο πού αυτό δεν εξαντλείται στήν θολούρα τής έννοιας ΕΟΚ, ούτε στήν κλασσική μας έννοια τής «ίσορροποιητικής» σχοινοβα σίας. Ή ευρωπαϊκή ολοκλήρωση περνάει αναγκαστικά άπό τά Βαλκάνια καί τήν Μεσόγειο, δηλαδή άπό χώρους πού ή Ευρώπη έπαψε πρό πολλού νά θεωρή δικούς της και πού σήμερα έπ' ούδενί πλέον μποροΰν νά θεω ρηθούν αμιγώς ευρωπαϊκοί. Οΰτε άλλωστε υπήρξαν ποτέ τέτοιοι οί έξ ΰπαρχής «διεθνείς» τούτοι χώροι. Ακριβώς λόγω αυτής τής «διεθνικότητας» των προσέφεραν τόσα πολλά στήν ίστορία κατά τό παρελθόν.
Χ
Ή πίστη στό πρόσωπο, ή ατομική χειραφέτηση καί ή άνευ «νόμου» δμως μετοχή στό αίσθημα μιάς ενιαίας συλλογικής ευθύνης είναι οί «σοσιαλιστικές» επενδύσεις της πολιτιστικής προϊστορίας τής ανατολικής ευρωπα ϊκής ηπείρου. Τά έπί τής πολιτικής αποτελέσματα τών πολιτιστικών τού των «άρχων» είναι αυτά πού ξέρομε καί πρό τοϋ σοσιαλισμού καί μετ* αυτόν; ή παράλυση τής κοινωνίας καί ό ώς αντιστάθμισμα έξωθεν φαινό μενος «ολοκληρωτισμός». Δέν είναι τυχαίο δτι στίς δυτικές κατανοήσεις, ή Ρωσσία άπό τήν εποχή τών Τσάρων μέχρις πρό ολίγου, είτε μέ ένα κόμμα είτε μέ πολλά, έχει μονίμως καθεστώς «όλοκληρωτισμοΰ». Ό «ολοκληρω τισμός» υπάρχει* δμως δχι σάν καθεστώς άνελευθερίας, άλλά σάν τήν προ σπάθεια εκείνη αποφυγής τής πλήρους κοινωνικής παράλυσης, σέ μιά τε χνολογικώς αναπτυσσόμενη εποχή, πρός τήν οποίαν οδηγεί ή πολιτιστικώς κτηθεΐσα κοινωνική χειραφέτηση τοΰ άτομου. (Τό βλέπομε ολοένα: οί ανατολικές κοινωνίες έφκιαξαν κοινωνίες πολιτών). Αυτό τό πρόβλημα είχε νά λύση δ Λένιν, πού έσυνεχίσθηκε καί μετά άπ' αυτόν. Τό φαινομε νικώς άντίρροπον αυτής τής καταστάσεως είναι ακριβώς ό Τσάρος ή τό Κόμμα. Στους διοικητικούς τούτους χώρους υπάρχει έτσι συγκεντρωτισμός και αδιαφάνεια, κατά πόσον δμως αυτά σημαίνουν δντως κοινωνικήν άνελευθερία — καί στήν Ρωσσία ίδιαίτερα — είναι ένα θέμα ύπό εξέταση. Δέν έχομε επάρκεια συγχρόνων επιστημονικών αναλύσεων στήν Δύση γιά τό κατά πόσον καί σέ ποιόν βαθμό οί μεταρρυθμιστικές απαιτήσεις τών ανα τολικών χωρών σημαίνουν απόρριψη τοΰ σοσιαλισμοΰ ώς Ιδεολογίας αν θρωπιστικού περιεχομένου. Ουσιαστικά οί ανθρωπιστικές άξιες τής «ορθο δόξου "Ανατολής», πού είπαμε προηγουμένως, άποτελοΰν παρωχημένες έν νοιες τής Ιστορίας καί μάλιστα, ύπό ώρισμένην οπτική, άνπ-άνθρωπιστική 48
κοινωνική θεώρηση τοΰ σημερινοΰ άνθρωπου. Ή ελευθερία τοΰ άτομου τής Δύσεως, πού τόσο «αποκλίνει» άπό τήν ελευθερία τοΰ προσώπου τής "Ανατολής, δπως θέλομε νά λέμε μέ τις «ορθόδοξες» κατανοήσεις μας, είναι ή ελευθερία εκείνη πού βγήκε άπό μιά συγκεκριμένη ανθρωπιστική διαδι κασία: έκείνην τοΰ καπιταλισμοΰ και τής αναπτύξεως της Τεχνολογίας. "Από τήν διαδικασίαν δηλαδή εκείνη πού γιά πρώτη φορά ελευθέρωσε τόσες πνευματικές δυνάμεις τοϋ άνθρωπου μέσω τής επιστήμης, ώστε νά τόν καταστήση πράγματι κέντρο καί σκοπό τοΰ κόσμου. Κανένας άλλος πολιτισμός δέν έδωσε τέτοια ανθρωπιστικά αποτελέσματα στήν ίστορία. "Αρα δέν έχομε μέτρα νά κρΐνωμε, άν οί τεράστιες τοΰτες επιτεύξεις τοΰ άνθρωπου (αυτές δηλ. τής επιστήμης, πού είναι ή κατ' εξοχήν ανθρωπι στική δραστηριότητα τοΰ άνθρωπου) θά μπορούσαν νά επιτευχθούν κάτω άπό κάποιο άλλο είδος «ελευθερίας». Οί τεχνολογικές κοινωνίες τής Δύσης εύρήκαν ακριβώς εκείνο τό είδος ελευθερίας, πού συντελοΰσε στήν ανάπτυ ξη τοΰ ανθρωπιστικού επιτεύγματος της επιστήμης. Δέν τό έκαμε άλλος πολιτισμός αυτό καί ύπό άλλες συνθήκες, γιά νά έχωμε μέτρο κρίσης. Αυτό πού παρατηρούμε αντίθετα είναι, δτι οί ανθρωπιστικές αξίες της Ανατο λής, δσο πλούσιες καθ' εαυτές είναι καί ίστορικά υπήρξαν, δέν είναι ακρι βώς έκεϊνες πού μποροΰν νά συντονισθούν μέ μιά τεχνολογική κοινωνία. Καί ακριβώς τοΰτο είναι τό άντιανθρώπινο, διότι οί ανατολικές κοινωνίες έχουν τήν τεχνολογία. Ή τεχνολογία έχει δική της ηθική. Δέν είναι ή ηθική τοΰ βυζαντινού μεταπράτη, τοϋ «οικειοθελώς» μετέχοντος σέ μιά γενικώτερη Ιδεολογία, άλλά ή συνεξαρτώμενη ηθική τοΰ εργάτη (τοΰ ενός άπό τόν άλλον) μέσα σέ μιά κυλιόμενη λωρίδα εργοστασίου βιομηχανικής παραγωγής. 'Εδώ ή ηθική συμπεριφορά δέν είναι «προαίρεση», άλλά έχει συγκεκριμένους καθορισμούς. Άφορα άμεσα στόν διπλανόν καί δχι στόν «συνάνθρωπο»... Είναι βέβαια ένα άλλο θέμα, ώς ποιόν βαθμό καί ποιάν ένταση ό καπι ταλισμός σάν οικονομικό σύστημα χρησιμοποιεί υπέρ ή κατά τοΰ άνθρω που τό είδος τοΰτο τής συνεξαρτώμενης ηθικής. Καί είναι τοΰτο τό πρό βλημα, διότι τό άνθρωπιστικόν επίτευγμα τής τεχνολογίας τό έδημιούργησαν ό άγιος Μποναβεντούρας, ό Καρτέσιος, ό Λάϊμπνιτς καί ό Νεύτων, προτού ύπαρξη καπιταλισμός. Τό θέμα λοιπόν είναι νά ίδοΰμε, πώς οί πολιτιστικές τούτες νοοτροπίες μποροΰν σήμερα άπό κοινοΰ νά τεθοΰν στήν υπηρεσία τοΰ άνθρωπου καί τήν περαιτέρω προαγωγή τής ιστορίας, καί όχι στους εορτασμούς και τίς «κρίσεις». Πρόκειται βέβαια περί τοΰ έργου τής διανόησης. Δυστυχώς, μέ τίς τρέχουσες διαμορφώσεις τοϋ κόσμου μας, προέκυψε ένα οφθαλμοφανές γεγονός: δτι δέν υπήρξαν οί μεγάλοι φιλόσοφοι καί τά 49
μεγάλα πνευματικά ρεύματα πού νά τίς προαγορεύσουν. Υπήρξε βέβαια ένα πλήθος δευτερευούσης διανόησης νά τίς ύποδεχθή (καί τούτο σημαίνει ότι οί εξελίξεις επεβλήθησαν έκ τών πραγμάτων μέ κάτι ανάλογο μοιάζει ή Αναγέννηση), δχι δμως κάποιοι μεγάλοι διανοητές πού θά μπορούσαν νά συνδεθούν μονοσήμαντα μαζί τους, δπως π.χ. ό Βολταΐρος μέ τόν δια φωτισμό. Πρωταγωνιστές σέ τούτες τίς εξελίξεις υπήρξαν οί σιωπηλοί άνθρωποι τών εργαστηρίων. Φυσικά τά πράγματα έχουν τις εξηγήσεις των, άφοΰ οί μεταπολεμικές ίδεολογίες, υπήρξαν ολοκληρωτικές (βλ. πιό κάτω), είναι δμως ανάγκη νά ποΰμε, δτι θάταν αδύνατο νά φαντασθη κανείς γιά πολύ μιά κατάσταση, δπου μέ τήν διαστημική τηλεόραση θά είχε στό σπίτι του καθημερινές πλύσεις εγκεφάλου ψυχροπολεμικής υφής καί άπό τήν άλλη μεριά θά έβλεπε πώς καμμία άπό τίς μεγάλες δυνάμεις δέν μπορεί νά χρησιμοποίηση τούς πυραύλους της. Τί είδους ανθρωπότητα θά ήταν αυτή; Αυτό λοιπόν πού μδς χρειάζεται είναι οί κατανοήσεις τοΰ παρελθόντος καί δχι εορτασμοί καί «απορρίψεις». Είδικά μάλιστα τά ινστιτούτα τής «Totalitarismusforschung» πρέπει νά δώσουν απάντηση σέ τοΰτο τό ερώτη μα: γιατί ή δικτατορία έπί Στάλιν έδωσε τά κολοσσιαία αποτελέσματα πού έδωσε (νά εκβιομηχάνιση έναν τεράστιο δγκο τεχνολογικής ύπαναπτύξεως καί μάλιστα ν* άντέξη σέ διάστημα μόλις δύο δεκαετιών τόν μεγαλύτερον εναντίον του πόλεμο πού έγνωρισε ώς τώρα ή ίστορία), ένφ τό ίδιο σύστη μα (άν δεχθούμε τά «αξιώματα», σύμφωνα μέ τά όποια ή δικτατορία έγκειται στήν ίδια τήν φύση τοΰ «μαρξισμοΰ-λενινισμοΰ» ώς συστήματος) δέν μπό ρεσε νά λύση άλλα προβλήματα τών ανατολικών κοινωνιών μετά τόν Στά λιν; Μάς χρειάζονται κάποιες ευκρινέστερες έπ' αυτών απόψεις, διότι ή ει ρήνη δέν μπορεί νά στηρίζεται μόνο στις συμφωνίες τών αφοπλισμών, άλλά καί στις Ιδεολογικές διασαφήσεις. Ό καπιταλισμός δέν είναι σίγουρα ή μόνιμη κατάσταση απάνθρωπης λωποδυσΐας πού περιγράφει ή σοσιαλι στική φιλολογία άπό τόν Λένιν κι έδώ. Δέν είναι δμως καί ό σοσιαλισμός ή κατάσταση στρατοπέδων πού τόσο βολικά έκαλλιέργησε ή δυτική φιλο λογία. Ή σοσιαλιστικοποίηση τής καπιταλιστικής παραγωγής — μιά δια δικασία πού άρχισε άπό τήν εποχή τοΰ Ένγκελς ήδη (βλ. S. L. Wygodski: «Der gegenwartigc Kapitalisrous», Koln 1972, σελ. 281 κ.έ.) — είναι μετά τόν πόλεμο γεγονός δεδομένο καί οφθαλμοφανές. "Αρα ή βασική θέση τοΰ μαρξισμού περί υλικής έξαθλιώσεως τών μαζών έχει πάψει πρό πολλοϋ νά ΐσχύη, ένφ οί έγκαινιασθεΐσες μεταρρυθμίσεις στόν σοσιαλιστικό κόσμο άπό τήν άλλη μεριά είναι ή Ικανή (καί οριστική) απόδειξη, δτι ή γραμμική αντίληψη τής Ιστορίας — ίδιαίτερα κατά τήν λενινιστική της πρόβλεψη — έχει ολικά ξεπερασθή. Ό σοσιαλισμός καί ό καπιταλισμός σήμερα 50
βρίσκονται τόσο κοντά ό ένας μέ τόν άλλον καί είναι τόσο έξωμοιωμένοι ώς πρός τήν κοινή ευθύνη τους έναντι τών προβλημάτων τής υδρογείου, ώστε αποτελεί άπλήν οίηση άν μή παράνοια ή πίστη, ότι υπάρχει ή πο λυτέλεια αναμονής, πότε τό ένα σύστημα θά επικράτηση, γιά νά ζήση ή ανθρωπότητα μέ λιγώτερο άγχος. Ό σοσιαλισμός απεδείχθη γιά μερικές χώρες (Κίνα, Κούβα) σωτήριος (ό Κάστρο έλυσε πολλά προβλήματα στήν Κούβα, πού άλλες χώρες τής Λατινικής Αμερικής καρτερούν ακόμα μέ τά «σχέδια βοηθείας» καί τίς «διασκέψεις» νά λύσουν). Είναι συνεπώς ν' ά πορη κανείς, γιατί ή Αμερική μπορεί νά έχη αναρρήσεις γιά οποιοδήποτε καθεστώς στήν Νικαράγουα ή άλλη ανάλογη χώρα, άφοϋ μέσα στό ίσχΰον καθεστώς αφοπλισμών κανέναν κίνδυνο δέν συνιστά κάτι τέτοιο γιά τήν δική της εθνική ασφάλεια. "Ισα-ΐσα: θά έλεγε κανείς ότι έχει κάθε συμφέ ρον ώρίσμένες τουλάχιστον χώρες, μέσα στά πλαίσια τής δυτικής επιρ ροής, νά τίς βοηθήση νά πειραματισθούν μέ οποιοδήποτε σύστημα ή τρόπο νομίζουν κατάλληλο νά τούς μειώση τά εκρηκτικά κοινωνικά προβλήματα πού αντιμετωπίζουν. Τά παραπάνω καθόλου βέβαια δέν σημαίνουν, δτι τά μειονεκτήματα καί τών δύο συστημάτων — αυτά πού τό καθ' ένα γιά τό άλλο ανέλυε — δέν ίσχυσαν όντως στήν πραγματικότητα. Και πολύ περισσότερο γιά τόν κα πιταλισμό, πού σάν σύστημα στηριζόμενο στίς «στατιστικές» καί τά «προ γράμματα» ή δυσκινησία είναι δεδομένη. Άλλά καί στόν ανατολικό κόσμο ό μονοκομματικός σοσιαλισμός δέν είχε καθόλου ευτυχείς επιπτώσεις σέ πολλούς ευαίσθητους χώρους τοΰ πνεύματος, δπου, υποτίθεται, ό μαρξι σμός σάν εργαλείο ανάλυσης προέχει — και πρέπει νά προέχη. Ό σοσια λισμός στήν Ρωσσΐα, έχοντας πίσω του τήν θητεία στίς πολιτισμικές κα ταστάσεις πού προείπαμε, υπήρξε πιό ευκίνητος ιδεολογικά στους χώρους τής τέχνης, λογοτεχνίας, ίστορίας κ.λπ. Στήν ανατολική Γερμανία, αντί θετα, μέ τήν αδυσώπητη «ταξική κατανόηση» τών πραγμάτων τής ευρωπα ϊκής εμπειρίας — και δχι μόνο έξ αιτίας τής διαίρεσης τοϋ γερμανικού χώρου —, υπήρξε στους ίδιους χώρους έν πολλοίς δόγμα. Έτσι π.χ. σέ διάφορα βιβλία ίστορίας τών ανατολικογερμανών τά πάντα διεκινοΰντο έν εϊδει μυστηρίου μέσα σέ έναν μεταφυσικώς υπάρχοντα μανιχαϊσμό «προο δευτικών δυνάμεων» καί «αντίδρασης». Ένα είδος ποδοσφαίρου τής ιστο ρίας δηλαδή, δπου ή λεπτομέρεια έχανε τήν σημασία της ώς θεμελιώδης πηγή γνώσης. Στόν δεύτερο τόμο τής πανεπιστημιακής σειράς «Γενικής Ιστορίας» («Allgemeine Geschichte der neuesten Zeit, 1917 — Gegenwartw, Βερολίνο 1988. Πρέπει ακόμη νά ποϋμε δτι γιά τήν σοσιαλιστική φιλολογία ή Ιστο ρία είχε δύο μόνο «περιόδους»: τήν πρό τοΰ 1917 καί τήν μετά), πού κακώς 51
φέρει αυτόν τόν τίτλο γιατί δέν πρόκειται ακριβώς περί Ιστορίας άλλά μάλλον περί λαϊκοΟ χρονικοΰ τής λεγομένης «επικαίρου Ιστορίας» (Zeitgeschichte), διαβάζει κανείς στήν σελ. 133, δτι στήν Ελλάδα τφ 1938, πάλι οί «σκοτεινές δυνάμεις τής αντίδρασης», εγκαθίδρυσαν μιά «μονα(ψ)~ -φασιστική δικτατορία» μέ αρχηγό τόν βασιληδ ΚΑΡΟΛΟ τόν Β' και υ παρχηγό τόν Μεταξά. Τό πρόβλημα έδώ δέν είναι, δτι σ' ένα επίσημο πανεπιστημιακό σύγγραμμα, ύπό τήν ίδιάίτερη έγκριση μάλιστα τοΰ υ πουργού παιδείας, ανακαλύπτει κανείς τέτοιου είδους ανακρίβειες. Τό πρό βλημα είναι δτι ό φοιτητής δέν παίρνει ίδέα άπό τίς ίδεολογικές βιτρίνες πολλών δυτικών κρατών καί άρα δέν τοΰ προκύπτει ή ανάγκη νά μάθη γιά τόν ρόλο τών συνόρων πολλών δυτικών κρατών γιά τήν οικονομία τής πολιτικής καί τής Ιστορίας γενικώτερα. Καί οί λεπτομέρειες αυτές παίζουν ύψιστο ρόλο γιά τήν καθ * ύπόθεσιν προχωρημένη γνώση ενός σοσιαλιστή φοιτητή. Γιά ώρισμένες χώρες δμως τής έν ευρεία έννοία ευρωπαϊκής πε ριοχής, ίδιαίτερα δε εκείνης τών Βαλκανίων, οί λεπτομέρειες, καί άρα ή ήλεγμένη γνώση, δέν είναι μόνο απαραίτητες γιά τήν κατανόηση τής νεώ τερης ιστορίας, άλλά και ή αποκλειστική προϋπόθεση της καθ* όλου. Ίδιαίτερα τής ευρωπαϊκής (π.χ. ρόλος τών Βαλκανίων καί τείχος τού Βε ρολίνου). Κάρολο βασιληά ή "Ελλάδα δεν μποροΰσε νά έχη. Τόν έλληνα βασιληδ θά μπορούσε νά τόν λένε Γιώργο, Παΰλο, Κώστα, Παντελή ή καί Ιουστινιανό ακόμα, Κάρολο καί Φρειδερίκο δμως ποτέ. Μόνο σέ μιά σκο τεινή περίοδο τής ίστορίας υπήρξε βασιληας μέ ξένο δνομα, δ "Οθων. 'Από έκεϊ κι έπειτα δλοι οί βασιληάδες ώφειλαν νά έχουν ονόματα ελληνοπρε πέστατα, σύμφωνα μέ τίς ανυποχώρητες επιταγές της «εθνικής» Ιδεολογίας, Καί τό νά μάθη κανείς, δτι ή 'Ελλάδα είναι ένα κράτος-φάντασμα τοΰ Οποίου ή «εθνική» ιδεολογία ήταν τόσο βάρβαρη, ώστε ακριβώς νά μπορή νά τό κρατάη σάν κράτος ανύπαρκτο, τό γιατί δλων αυτών τών πραγμάτων, ποΰ αποσκοπούσαν και ποιόν ρόλο έπαιζαν μέσα στήν γενικώτερη Ιστορία, είναι ή πιό προχωρημένη γνώση πού μπορεί νά απόκτηση κανείς γιά τήν διπλωματική ίστορία τής Ευρώπης, σοσιαλιστής ή μή. Γιά δλ' αυτά δμως ό φοιτητής τής ανατολικής Γερμανίας ούτε καν ίδεάζετο. Τό «Κάρολος Β'» φανερώνει τήν αυτάρκεια τής «σοσιαλιστικής θεώρησης» τών κομματικών επίλεκτων πού έγραψαν τό βιβλίο. Δηλαδή ένα σύμπτωμα τοϋ μονοκομματισμοΰ. Καί δέν πρόκειται βέβαια γιά μοναδική λεπτομέρεια. Οί σοβιετικοί επι στήμονες μέ τις Ιδιαίτερες επενδύσεις τής Ιδιαιτέρας των ίστορίας έπί τοΰ «σοσιαλισμού» — καί άρα τήν εΐδικώτερη εκείνη αίσθηση πού δέν εξα ντλείται απλώς στήν ανειρήνευτη «πάλη τών τάξεων» —, δχι μόνο έκράτησαν τήν πνευματική συνέχεια τοΰ ίστορικοΰ των παρελθόντος, άλλά 52
προσέδωσαν σ' αυτήν πολλά νέα περιεχόμενα μέ τό εργαλείο τής μαρξι στικής έρεύνης. Καί δέν εννοούμε τίς σχηματοποιήσεις εκείνες τοΰ «ίστο ρικοΰ υλισμού» πού ανακαλύπτει «διαφωτισμούς» στήν εποχή τοΰ Όμη ρου, άλλά τήν θεωρία τοΰ μυθιστορήματος λ.χ. δπως αυτή έσυνεχίσθηκε μετά τό 1917, ή τήν κατανόηση τής αγιογραφικής τέχνης στό ουσιώδες βιβλίο τοΰ καθηγητή Δ. Λιχάτσωφ «Ο άνθρωπος στήν παλαιά ρωσσική λογοτεχνία». Αντίθετα, στό σπουδαιότατο κατά τά άλλα μικρό λεξικό τών Η. Sachs - Ε. Badstubner - Η. Neumann «Ή χριστιανική είκονογραφία κατά λεξικογραφικήν διάταξη», 3η έκδ. Λειψία 1988, δλη ή βιβλιογραφία είναι παρμένη άπό τήν αντίστοιχη έρευνα τών δυτικών χωρών. Καί τοΰτο σημαίνει πώς δεν υπάρχει αντίστοιχη σοσιαλιστική έρευνα τοΰ είδους, δηλαδή δτι ό ϊστορικός τούτος χώρος γιά τίς έν στενή έννοία ευρωπαϊκές κατανοήσεις τοΰ σοσιαλισμού («δπιον τοΰ λαού») είναι περιττός! Καί με τά μέν θαύματα τοϋ αγίου Αντωνίου, κανένας βέβαια σοβαρός άνθρωπος δέν ασχολείται σήμερα (άν υπάρχουν τέτοια είδη «πιστών», αυτά πρέπει σίγουρα νά αναζητηθούν στήν σημερινή Ελλάδα τοΰ Αιγάλεω)- τό νά καταλαβαίνη δμως κανένας αυτά πού βλέπει στίς εκκλησίες καί πού κρα τούν ολόκληρο τό νόημα τής ίστορίας, ανατολικής καί δυτικής, είναι ά κρως απαραίτητο προκειμένου νά βελτίωση τίς μηχανές τών αυτοκινήτων και τά κομπιούτερ. Διαγραφή τής έρευνας έπί τών πραγμάτων αυτών ση μαίνει φτώχεια — καί όταν φτωχαίνη ό άνθρωπος, φτωχαίνει καί ό σοσια λισμός μαζί. Ό μονοκομματισμός δέν υπήρξε μόνο υλική φτώχεια. Τό μεγάλο λάθος του, δτι θέλησε νά άλλάξη συνοπτικά τό νόημα τοΰ πολι τιστικού παρελθόντος τής ανθρωπότητας, παρ' δλο πού έμεναν τά πάντα γύρω νά τό θυμίζουν στους ανθρώπους. Χρειάζεται μήπως νά σημείωση ιδιαίτερα κανείς τόν μέγα ρόλο τοΰ Βατικανού γιά τίς (πρός στιγμήν του λάχιστον) ευτυχείς τροπές τών καιρών μας; Τούτος ό Πάπας — τοΰ οποίου οί περί Μεσογείου αντιλήψεις είναι άπό τίς φωτεινότερες πού διαθέτει σήμερα ή Δύση έπί ηγετικού επιπέδου — είναι ή δεύτερη κολοσσιαία φυσιογνωμία πού έβγαλε τόν παρόντα αιώνα τοΰτος ό οργανισμός μετά τόν Πιο τόν 12ον. Τοΰ Πίου τήν μεταπολεμική πολιτική μπορούμε νά τήν θεωρήσωμε ώς τόν θεμέλιο λίθο γιά τήν ανάσα πού πήρε ή ανθρωπότητα στόν καιρό μας... (Γιά τήν μετέπειτα πολιτική τοΰ Βατικανού, βλ. Νικόδη μου, μητροπολίτου Λένινγκραντ, καί Νόβγκοροντ: «Johannes XXIII (Papst einer Kirche im Aufbruch)», Βερολίνο 1984). Αναφέραμε τά παραπάνω δχι μόνο γιά νά ποϋμε δτι καί μέσα στόν σοσια λιστικό κόσμο υπάρχουν διάφορες κατανοήσεις τοΰ σοσιαλισμού, άλλά δτι μέ τήν πολυδυναμία πού εμφανίσθηκε ιστορικά μέσα στό ίδιο τό σοσιαλι53
στικό στρατόπεδο (π.χ. Κίνα) καί τήν ταυτόχρονη μεταπολεμική ευελιξία τοϋ" καπιταλισμοδ σάν συστήματος, πολλά θεωρητικά σχήματα τοΟ παρελ θόντος κατέστησαν οριστικώς έκτος χρήσεως. Τό σύγχρονο στάδιο της ίστορίας, καθώς άρχισε νά διαμορφώνεται, είναι ένα άπό τά γονιμώτερα πού γνωρίζομε καί επιβάλλει ριζικά νέους τρόπους σκέψης, Καί τήν κατά σταση αυτή μάς τήν προσέφεραν οί πύραυλοι καί τό NATO. Όσο παρά ξενο κι άν ακούγεται αυτό, τό NATO υπήρξε ή πιό ευεργετική κατάσταση τούτης τής χιλιετίας γιά τήν ανθρωπότητα. Γιατί άλλαξε ένα μόνιμο πνεύμα τής Δύσεως άπό τήν εποχή τών σταυροφοριών: τό πνεύμα τής τυχοδιωκτι κής επίτευξης. Τό πνεύμα αυτό δέν εκφράζεται μόνο στά Ιπποτικά μυθιστο ρήματα τοΰ μεσαίωνα, άλλά, ύπό τήν έννοια τής ίστορικής άναδύσεως τοΰ «άτομου», φθάνει μέχρι τήν εποχή τοΰ «Laisscr Faire» καί τής «επιχειρη ματικής ελευθερίας» τών καιρών μας (όσο αυτή κατ' όνομα υπάρχει σέ μιά εποχή πολυεθνικών). Δέν είναι ό οίκεΐος τόπος έδώ, γιά νά συζητήσωμε παραπέρα γι* αυτό τό πνεύμα, τό όποιον δικαιώνεται τελικά μόνο έκ τών υστέρων, άφοΰ όσα παρέλαβε ή Ευρώπη άπό τούς άλλους πολιτισμούς ("Ορθοδοξία καί Ισλάμ — είναι πιά καιρός νά τ&ίδοΰμε σάν μιά πιό ενιαία ολότητα τά πράγματα αυτά) τά προήγαγε σέ νέες ιστορικές πραγματοποιή σεις γιά τήν ανθρωπότητα. Είναι πρώτη φορά πού έδημιουργήθηκε ένας πολιτισμός κοινό κτήμα τής ανθρωπότητας. Στόν πολιτισμό αυτόν υπάρχει ό πολύς ιστορικός μόχθος τοΰ ευρωπαίου, υπάρχει Ομως ό πλούτος, οί πρώτες ύλες καί οί μονοκαλλιέργειες τοΰ σημερινοΰ υπανάπτυκτου. "Οχι τό πώς υπάρχουν, άλλά τό ότι υπάρχουν έχει σημασία. Άρα όλοι δικαιού νται νά συμμετάσχουν σ' αυτόν. Μά τό ότι υπάρχουν, ανεξαρτήτως πώς, δέν σημαίνει καί συμμετοχή; — "Οχι ακριβώς, γιατί τό πρόβλημα έγκειται στό τί σημαίνει «πλούτος». Ένας μεγάλος γάλλος φιλόσοφος είπε ότι υ πάρχουν μόνο δυό πράγματα πού παράγουν: ό άνθρωπος καί ή Γή, Καί σήμερα δέν παράγουν όλοι οί άνθρωποι, άλλά ώρισμένες μόνο κοινωνίες. Σίγουρα τό πετρέλαιο δέν θά ήταν πλούτος, δπως δέν ήταν καί στό παρελ θόν, άν δέν υπήρχαν τά αυτοκίνητα. Στόν άποτελεσμό τοΰ πλούτου προη γείται οπωσδήποτε τό μυαλό, μόνο δτι ή Γή δέν έδόθηκε σέ ώρισμένους μόνο ανθρώπους. Άν τό πετρέλαιο δέν άποτελή πλούτο γιά τόν σημερινό φελλάχο, θά άποτελέση πιθανόν γιά τόν απόγονο του ύστερ' άπό εκατό χρόνια. Άλλά τότε ίσως νά μήν τό έχη.* Μπορεί βέβαια μέχρι τότε τό πετρέλαιο νά πάψη ν' άποτελή πηγή ενεργείας — καί αυτό είναι σίγουρο —, δπως έπαψε ν' άποτελή κάί ό αέρας γιά!τΐς,π&οτές συγκοινωνίες. Τό θέμα δμως δεν τίθεται έτσι. Καίτοι δέν γνωρίζομε ακριβώς τίς φιλοσοφικές αρχές έπί τών οποίων στηρίχθηκε τφ 1941 ή «Atlantio-Charta», μπορούμε νά πούμε, δτι δπως έδόθηκαν οί πρώτες ύλες τοΰ πλΛνήτη κτήμα τής άν-
54
θρωπότητας, έτσι ακριβώς έδόθηκε σ' αυτή και ή επιστημονική σκέψη. Όλοι δηλαδή οφείλουν και δικαιούνται νά συμμετάσχουν σ' αυτή. Άν οί πρώτες ύλες, τό νερό καί ό αέρας είναι κοινό κτήμα τής ανθρωπότητας, τό ίδιο είναι καί ή Φυσική. Κατά τόν ίδιο δηλ. τρόπο πού ή Νότρ Ντάμ, δέν είναι αποκλειστικό κτήμα τών Γάλλων, ή τό Τάτζ Μαχάλ τών Ινδών, άλλά τής ανθρωπότητας. Ή λογική τών σημερινών μάνατζερ κατά τοΰτο μοιάζει μέ τήν λογική τών φεουδαρχών τοΰ μεσαίωνος: δπως οί φεουδάρχες δέν μπορούσαν νά καταλάβουν δτι άν γινόταν ό λαός πιό πλούσιος θά γίνονταν και οί ίδιοι πλουσιώτεροι, άφοΰ ό κρατικός πλοΰτος θ' ανέβαινε, έτσι καί οί σημερινοί μάνατζερ δέν μοιάζει νά καταλαβαίνουν, δτι, άν αναπτυχθούν οί σημερινοί υπανάπτυκτοι, και οί ίδιοι οί σημερινοί πλούσιοι θά γίνουν πλουσιώτεροι, άφοΰ θά άνεβή δλος ό πλοΰτος τοΰ πλανήτη. Τό πώς δέν μπορούμε νά τό ξέρωμε· τό μόνο πού μπορούμε νά ξέρωμε είναι, δτι αυτό θά συμβή, Καί μό νο τά λεφτά πού ξοδεύονται γιά νά συντηρηθούν απλώς στήν ζωή οί ση μερινοί υπανάπτυκτοι λαοί νά λογαριάση κανείς, θά βρή ένα αστρονομικό μέγεθος πού μένει αναξιοποίητο μέσα στά πλαίσια τοΰ διεθνούς κεφαλαίου. Σήμερα ποΰ ή ανάπτυξη τής Τεχνολογίας προσδίδει όλο καί περισσό τερο επάρκεια ενεργείας στους βιομηχανικά ανεπτυγμένους, ένώ κατ * ανά γκην θά πρόκυψη οικονομία κεφαλαίων άπό τόν περιορισμό τών εξοπλι σμών, ή ανάπτυξη τών υπανάπτυκτων, είτε «κομμουνιστές» θέλουν νά λέγωνται είτε «καπιταλιστές», προβάλλει σάν μείζον έπίταγμα. Όταν τά αε ροπλάνα στήν Ευρώπη θά κινούνται μέ πυρηνική ή ηλιακή ενέργεια, τό νά κινούνται τά τρακτέρ μέ πετρέλαιο στό Κουβέιτ θά πρόκυψη σάν κατάστα ση βιομηχανικής ανάγκης. Και τίς ευοίωνες αυτές προοπτικές, δπως είπαμε, μάς τίς προσέφερε τό ...NATO! Τό όποιον ιδρύθηκε μέν ώς πολεμικός οργανισμός (καί άρα άλωνΐσματος στόν τρίτον κόσμο), στήν ουσία δμως λειτούργησε μεταπολε μικά σάν ό πιό φιλειρηνικός σύλλογος πού μπορούσε νά ύπαρξη. Ή πυ ρηνική ανάπτυξη τών σοβιετικών, ή δημιουργία τών διηπειρωτικών πυραύ λων καί τών πυρηνικών υποβρυχίων, κατέστησαν πασα πολεμική σημασία τοΰ NATO άνευ νοήματος. Άν ό ηγέτης μιας τών υπερδυνάμεων άπεφάσιζε έναν πυρηνικό πόλεμο, αυτό θά τό έκανε βέβαια «έν ονόματι τοΰ λαοΰ» του. Πώς δμως μποροΰσε νά τό κάνη, άφοϋ κάτι τέτοιο θά έσήμαινε ολική εξαφάνιση τοΰ ίδιου τοϋ λαοϋ; Κανενός είδους νομιμοποίηση δέν υπήρχε πλέον γιά τήν δημιουργία ενός πυρηνικού πολέμου. Οί δύο υπερδυνάμεις άρχισαν ουσιαστικά νά συνεργάζονται γιά τίς διαφορές τους άπό τίς αρχές ήδη τής δεκαετίας τοΰ '60. Ό Χρουτσώφ τρία χρόνια άπειλοΰσε μέ πυρη νική καταστροφή μέ τά γεγονότα τοΰ Βερολίνου, άλλά τίποτε δέν έκανε, 55
καί οί αμερικανοί άπεσόβησαν τά γεγονότα τής Κούβας, όχι γιατί απείλη σαν μέ τήν πυρηνική τους δύναμη, άλλά ακριβώς γιατί δέν τήν χρησιμο ποίησαν καθόλου στήν περιοχή τής Καραϊβικής. Τό NATO παρέμεινε έτσι ένας φιλειρηνικός οργανισμός, ποό συνετέλεσε τά μέγιστα γιά τήν πολι τική ενοποίηση καί τήν βιομηχανική ανάπτυξη τής δυτικής Ευρώπης. Οί ευρωπαίοι, παίρνοντας μέσφ τών πολυεθνικών τήν υψηλή τεχνολογία τής * Αμερικής (οί ίδιοι δέν ήταν καί δέν είναι ακόμα σέ θέση νά επενδύσουν τά κεφάλαια πού απαιτεί μιά τέτοια τεχνολογία) καί μή δντες κατ' άναλογίαν συμμέτοχοι στά έξοδα τοΰ NATO λόγω τής μή ενιαίας ευρωπαϊκής πολιτικής, ώδηγήθηκαν δντως σέ στάδια ευημερίας άγνωστα στό παρελθόν (άπό άποψη κοινωνικών ασφαλίσεων π,χ. ή "Αμερική θά μποροΰσε νά ύπαχθή στις τριτοκοσμικές χώρες... — βλ. λ.χ. καί Η. Wasser: «Dic Vereinigten Staaten von Amerika», UUstein 1984, σελ. 478 κ.έ.). Τό κυριώτερο δμως πού προσέφερε ή μεταπολεμική διάταξη τοϋ κόσμου στήν περιοχή τής Ευρώπης ήταν ή υπέρβαση τοΰ ίστορικοΰ χάσματος «Βορρδ-Νότου», μεταξύ τών βιομηχανικά σήμερα ανεπτυγμένων χωρών, καί τήν σταθερό τητα τοϋ καπιταλισμοΰ ώς συστήματος διά τοΰ νέου πολιτικοΰ προσανατολισμοΰ πού έπρομήθευσαν στό εργατικό κίνημα οί θεωρίες τοϋ 'Αντόνιο Γκράμσι. Άλλά ήδη ή «Ευρώπη τοΰ βουτύρου» παρουσιάζεται ιστορικά ώς πολι τικό σχήμα ατελές. Ό σύνολος ευρωπαϊκός χώρος (βλ. σχετικά καί τό βιβλίο μας «Ανάλυση τής νεοελ. αστικής Ιδεολογίας», Α' έκδ. 1975, σελ. 93 κ.έ.) είναι ίστορικά καί γεωπολιτικά προορισμένος νά άποτελέση χώρο υπερβάσεως τών δύο κόσμων ποό ζοΰμε, δηλαδή έναν χώρο αναγκαστικής συγκλίσεως των. Τό πρόβλημα τής Ευρώπης σάν ενιαίας ιστορικής όντότητος πολύ απέχει βέβαια άπό τοΰ νά είναι μόνο πρόβλημα σχέσεως μεταξύ «δυτικής» καί «ανατολικής» Ευρώπης κατά τις έννοιες τοΰ τρέχοντος λε ξιλογίου. Eivat επίσης πρόβλημα σκανδιναυϊκών χωρών καί ίδίως Βαλκα νίων. Μόνο άπό τίς σύμμετρες διαμορφώσεις καί συλλειτουργία δλων τών ευρωπαϊκών χώρων — ίδιαίτατα δέ εκείνου τής Μεσογείου — είναι δυνατόν τό πρόβλημα τής Ευρώπης νά βρή τήν λύση του. "Οχι ή παραγωγή, άλλά ή Ιστορική λειτουργία είναι πού δίνει νόημα στά πράγματα. Τό γερμανικό ζήτημα, πού δέν είναι βέβαια τό μόνο τέτοιο ζήτημα στόν κόσμο άλλά τό πρώτο σέ Ιστορική προτεραιότητα (άλλα τέτοια είναι αυτό τών Αλβανών στά Βαλκάνια π.χ., τής Κορέας ή της Ταϋλάνδης — χώροι στους οποίους ή «Δημοκρατία» θριαμβεύει διά συνεχούς εμφυλίου πολέμου...), θά βρή άφ έαυτοΰ τήν λύση του σέ μιά τέτοια Ευρώπη. Μιά Ιστορικώς λειτουργούσα Ευρώπη δχι μόνο θά μπορή νά δεχθή μέσα της μιά δυνατή καί ενιαία Γερμανία, άλλά θά έχη κάθε λόγο νά τήν δημιουργήση. Σέ μιά Ευρώπη τών 1
56
τριών κρατών (Αγγλίας, Γαλλίας, Γερμανίας) δπως υπήρξε ώς τώρα, σέ μιά μικρή Ευρώπη δηλαδή, ή Γερμανία λόγφ τοΰ δγκου της ίσως νά δημιουργή «κίνδυνο». Άλλά πρέπει αμέσως νά τό σημειώσωμε: ή τέτοια αντίληψη τών πραγμάτων υπάγεται στήν αρχαιολογία τής πολιτικής ίστορίας καί συγκε κριμένα στίς περί «μεγάλων δυνάμεων» αντιλήψεις τοΰ L. von Ranke. Ό μως σήμερα δέν υπάρχουν «μεγάλες δυνάμεις» στήν Ευρώπη — καί ούτε πρόκειται νά δημιουργηθούν κατά τά κλασσικά πρότυπα —, ένφ, αντίθετα, στους παλαιότερους αίώνες δπου έλειτουργοΰσαν μεγάλοι χώροι τής ευρω παϊκής περιοχής (ευρωπαϊκή Ρωσσία, Αύστροουγγρική Μοναρχία, Μεσό γειος μετά τής οθωμανικής αυτοκρατορίας κ.λπ.), ή Γερμανία δχι μόνο κίνδυνο δέν αποτελούσε γιά κανένα, άλλά ήταν άπό τούς πιό γόνιμους πολιτιστικά χώρους τής Ευρώπης. Κατά τόν Ν. Postman μάλιστα (βλ. «Die Verweigerung der H5rigkeit», σελ. 53), τό μισό (δσο βέβαια μπορούμε νά υίοθετήσωμε αριθμητικές αναλογίες γι' αυτά τά πράγματα) τών πολιτιστι κών κατακτήσεων τής Ευρώπης οφείλεται στους Γερμανούς. Τά αποτελέ σματα τοΰ δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, άλλωστε, έτροποποίησαν ριζικά τά δεδομένα εκείνα πού θά μετέβαλαν τήν ανατολική Ευρώπη σέ ένα είδος τρίτου κόσμου γιά τούς Γερμανούς. Σέ μιά όργανικώς λειτουργούσα Ευρώ πη όλοι σήμερα έχουν νά παίξουν ρόλους μεγάλους, δπως ακριβώς καί σέ ένα βιολογικό οργανισμό δέν υποκαθίσταται λ.χ. ό ρόλος τοΰ ματιού άπό τόν ρόλο τοϋ στομάχου. Θέλομε νά ποΰμε: ό ύπερτονισμός τών προβλη μάτων τής ανατολικής Ευρώπης κρύβει τήν απουσία καί τήν συνειδητή αναβολή προβληματισμού γιά χώρους τής ευρωπαϊκής περιοχήζ πού έχουν νά επιτελέσουν μεγαλύτερο ίστορικό έργο γιά μιά πραγματική πολιτική χειραφέτηση στους καιρούς μας. Δέν μπορούμε στά πλαίσια τοΰ βιβλίου τούτου νά έπεκταθοΰμε περισσό τερο έπ' αυτών. Ή λειτουργία μιας Ευρώπης ώς ενιαίου συνεκτικοΰ δεσμοΰ τών δύο σήμερα συστημάτων θά χρειασθή περισσότερο τήν ίστορία παρά τήν πολιτική θεωρία (ποιό ίστορικό πρόβλημα μπορεί νά λύση αύτη;)· Καί μόνο έτσι θά έπιτρέψη στους δυό μεγάλους τήν ανάληψη τής κοινής τους ευθύνης (αυτό δέν είναι μόνο θέμα «διαβουλεύσεων»...) γιά τά άλλα μεγάλα προβλήματα τής ανθρωπότητας. Αυτό δμως πού ολοένα παρατηροΰμε είναι δχι ή στροφή πρός τήν ίστορία πού μπορεί νά δώση τίς λύσεις, άλλά πρός τήν πολιτική θεωρία πού δέν υποκρύπτει παρά τήν περιορισμένη οπτική τοΰ «έθνικοΰ κράτους». "Η Πολωνία ή ή Γιουγκοσλαβία έπί παραδείγματι θεωροΰν δτι είναι τό κοινωνικό σύστημα πού ευθύνεται γιά τήν κατάσταση τους, άν δμως άνατρέξη κανείς στήν ίστορία θά τίς βρή έξ ίσου προβλη ματικές χώρες καί ύπό συστήματα διαφορετικά. Έν προκειμένω δηλαδή 57
γεννάται τό ερώτημα, γιατί ό σοσιαλισμός απέδωσε συγκριτικά μεγαλύτερα αποτελέσματα στήν Βουλγαρία άπ' δ,τι στήν Γιουγκοσλαβία και γιατί ό κοινοβουλευτισμός στήν Ελλάδα καί τήν Τουρκία ώδήγησε στήν ολοκλη ρωτική υπανάπτυξη καί κοινωνική άνελευθερία. Τό πρόβλημα δέν είναι ν* άπαντηθή διά τής πολιτικής θεωρίας, διά τής «δημοκρατίας» καί τοΰ «ο λοκληρωτισμού», άλλά διά τής ίστορίας. Οί παρωπίδες τών «εθνικών επι λογών» καί τήν Ιστορία αγνοούν, και τις λεπτές εσωτερικές ευρωπαϊκές Ισορροπίες (προϊόντα κι αυτά ίστορίας) μέσα στό ευαίσθητο τοΰτο μετα βατικό στάδιο τής ευρωπαϊκής ίστορίας είναι αναγκασμένες νά παραβλέ πουν. Μπορεί τάχα ό Ούγγρος νά κηρύξη «κοινοβουλευτισμό» καί νά κάνη αίτηση προσχωρήσεως του στήν ΕΟΚ; Αυτό λύνει προβλήματα ή δημιουρ γεί; Καί γιατί ό Ούγγρος και όχι ό Ρουμάνος, ό όποιος είναι ευρωπαίος πολύ πριν οί σημερινοί ευρωπαίοι κατοικήσουν τόν εύρωπαΐκόν χώρο; Καί μπορεί νά κάνη κάτι παραπλήσιο καί ό Αυστριακός (στόν βαθμό πού δε χθούμε δηλαδή, δτι σημερινή δυτική Ευρώπη θά συνεχίση νά είναι ή παχειά αγελάδα χωρίς τήν Αμερική), αγνοώντας τόν Νορβηγό, τόν Φινλανδό, τόν Σουηδό καί τόν Ελβετό μέ τούς όποιους αποτελεί ένα άλλο ουσιώ δες σύστημα λεπτής Ισορροπίας μέσα στήν υπάρχουσα ακόμη διαίρεση τής Ευρώπης; Καί μπορεί νά κάνει κάτι ανάλογο κι ό Γιουγκοσλάβος καταρ γώντας τόν «κομμουνισμό» του; Καί τότε γιατί ό Γιουγκοσλάβος κι δχι καί ό "Αλβανός; Καί ό Τούρκος; Είναι φανερό δτι μέ τίς παρωπίδες τής «εθνικής» ψωρίασης τά πράγματα νοητικώς οδηγούνται μάλλον στό χάος. Καί διά τής πολιτικής «φιλοσο φίας» μεταξύ «δημοκρατίας» καί «ολοκληρωτισμού», δχι μόνο λύση δέν άποκτοΰν, άλλά περιπλέκονται ακόμα περισσότερο. Τό σύστημα τής δυτι κής Δημοκρατίας πολύ απέχει άπό τοΰ νά είναι ή πραγματοποίηση τοΰ Παραδείσου έπί τής Γής ή ή μαγική ράβδος δλων τών προβλημάτων. Άν οϊ μεταρρυθμίσεις έφάνηκαν έπΐ τοΰ παρόντος αναγκαίες μόνο στό σύστη μα τοΰ υπαρκτού σοσιαλισμού, αυτό καθόλου δεν σημαίνει δτι τά συστή ματα τών δυτικών δημοκρατιών δέν έχουν ανάγκη (δπως θά δεΐξωμε πιό κάτω) αναλόγων καί βαθειών μεταρρυθμίσεων. Στόν δυτικό κόσμο υπάρ χουν μεγαλύτερα προβλήματα άπ' δ,τι στόν ανατολικό, ασχέτως άν ακόμη δέν φαίνονται. Ό ανατολικός κόσμος μπορεί νά κλείση τά σύνορα του, νά τροποποίηση δπως νομίζει τό σύστημα του καί νά ύπαρξη αυτάρκης (αυτό άλλωστε έγινε ώς τώρα). Ό δυτικός κόσμος μιά τέτοια δυνατότητα δέν τήν έχει. Καί αυτό σημαίνει δτι έχει τεράστια προβλήματα, τά όποια απλώς έπί τοΰ παρόντος έχει άλλους τρόπους νά τά λύνη, δηλαδή νά τά κρατή άλυτα... Τρόπος γι' αυτό υπήρξε ή διαγραφή τής Ιστορικής γνώσεως άπό τήν μέση κοινή συνείδηση καί ή υποκατάσταση της διά τής αρχής τής λειτουργίας 58
τών «ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Άλλά σήμερα πού ό κόσμος έχει καταστή πρό πολλοΰ πολυκεντρικός, γνωρίζομε δτι δεν υπάρχει ελπίδα νά επικρά τηση ένα καί ενιαίο μέτρο «ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Υπάρχουν τόσα είδη «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» καί τόσα είδη «δημοκρατίας» στόν κόσμο, δσοι είναι καί οϊ λαοί — δηλαδή οί πολιτιστικές ενότητες πού συγκροτούν τήν παγκόσμια ίστορία. Στό σημείο τοΰτο ή «πολιτική θεωρία» δέν έχει νά μας προσφέρη τίποτε. Ή Είρήνη δέν απαιτεί εξαγγελίες περί Ειρήνης, άλλά πραγματικές καταστάσεις Είρήνης. Όσο τά άλυτα προβλήματα στά πλαίσια τοΰ δυτικοΰ κόσμου παραμένουν τέτοια, μέσα σέ μιά κατάσταση διαρκούς ύφεσης δέν θά άποβοϋν μόνο αβάστακτο βάρος γιά τήν Δύση, άλλά καί ό κύριος παράγοντας ενόχλησης τών συνομιλιών τών μεγάλων. Διότι δημιουργοΰν δυό καταστάσεις αντιθετικού νοήματος: άφ* ενός μεν ή σύγκλιση τών υπερδυνάμεων απαιτεί μείωση τοΰ πολιτικού βάρους τών άλλων (π.χ. αδεσμεύτων), άφ * έτερου δμως τούτοι λόγω τής υπάρξεως τών άλυτων προβλημάτων τους δλο καί πιό πολύ θά επιδιώκουν ενίσχυση τής πολιτικής των παρουσίας μέσα στίς διαδικασίες τών αφοπλισμών. Βέβαια, πολλές χώρες τοΰ σημερινού τρίτου κόσμου καί ιδία τής Αφρι κής, θ' αργήσουν πολύ ακόμη νά βρουν τό δρόμο τους. Θά χρειασθή νά πειραματισθούν ακόμη μέ «σοσιαλισμούς» και «καπιταλισμούς», μέ δικτα τορίες καί δημοκρατίες καί πολλά στατιωτικά πραξικοπήματα, ώσπου νά θεμελιώσουν τήν ύπαρξη τους καί νά βρουν τόν φορέα τους σάν κράτη. Πολλά άπ' αυτά δέν ήσαν παρά προηγούμενες εκτεταμένες φυτείες ή ζωο τροφεία (φάρμες) τών αποικιοκρατών, πού τά σύνορα τους μετεβλήθηκαν έν συνεχεία σέ «κρατικά σύνορα» τών όσων έτυχε νά περιλαμβάνουν. Τά επείγοντα δμως έκ τών άλυτων προβλημάτων στά πλαίσια της Δύσεως είναι δσα έχουν νά κάνουν μέ μιά ολοκληρωμένη ιστορική λειτουργία τοΰ ευ ρωπαϊκού χώρου. Καί τά προβλήματα αυτά ώς γνωστόν βρίσκονται πέριξ τής Μεσογείου, μέ προέχουσα προτεραιότητα τό πρόβλημα τών Βαλκα νίων. Άπό τό όποιον, ακριβώς λόγω τής μικτής πολιτικής συνθέσεως του και ύπό τήν υπόθεση δτι αυτά μποροΰν ν' αποτελέσουν χώρο συνεργασίας τών υπερδυνάμεων δπως ακριβώς καί ή υπόλοιπη Ευρώπη, εξαρτώνται δλα σχεδόν τά προβλήματα τοϋ μεσογειακού χώρου. Τά Βαλκάνια έξωβελίσθηκαν άπό τό προσκήνιο τής ίστορίας καί άπό τήν κοινή συνείδηση τών ανθρώπων, ακριβώς επειδή ή Ευρώπη σ* αυτά έκάηκε ανεπανόρθωτος. Τό τΐ, τό πώς καί τό γιατί είναι θέματα τής ιστορίας, πού δέν μάς ενδιαφέρουν αυτή τή στιγμή. Σημασία έχει δτι τά Βαλκάνια παραμένουν σήμερα ένας εκκρεμής χώρος τής ευρωπαϊκής περιοχής μέ πληθώρα εκρηκτικών προβλημάτων. Τά νότια σύνορα τών Βαλκανίων κα59
η ^ ν ά ά π ό τ ά κράτη πού βρίσκονται εκατέρωθεν τους δεν εξυπηρετεί Νά αλλάξουν δπως έδημιουργήθηκαν, δέν έχει νόημα. Διότι δέν υπάρχει ένα κριτήριο, ακριβώς επειδή υπάρχουν πολλά (αυτό άλλωστε είναι καί τό νόημα τής «βαλκανοποίησης»), Τό νά χάσουν δμως αυτά τήν σημασία τους κατά φυσιολογικόν τρόπο, όποβαλλόμενον άπό ένα τρόπο ιστορικής συ νεργασίας τών βαλκανικών λαών, είναι αυτό πού απαιτούν οί γενικώτερες καταστάσεις τών καιρών μας. Πού τάχα οφείλεται ή κακοδαιμονία τής Γιουγκοσλαβίας λόγου χάριν; Όχι προφανώς στήν έλλειψη κοινοβουλευτισμού. Όφείλεται στό γεγονός, δτι οί Σέρβοι άπεκόπησαν άπό τήν Μεσόγειο, παρέμειναν ένας αγροτικός λαός πού δέν έχει φυσικές διεξόδους νά ανάπτυξη εμπόριο και τά έξοδα τής γιουγκοσλαβικής κοινοπραξίας τά πληρώνουν οί Σλοβένοι. Τά πράγματα δέν είναι υπόθεση κοινωνικού συστήματος, διότι έδημιουργήθησαν γιά νά λειτουργούν έτσι. Τό μέλημα τής παλαιάς Ευρώπης ήταν νά απώθηση τήν Ρωσσία άπό τήν Μεσόγειο. Οί Σέρβοι καί οί Βούλγαροι ήσαν ορθόδοξοι καί ύπήγοντο στήν σφαίρα τού ρωσσικοΰ καί δχι τοΰ δυτικοευρωπαϊκού πολιτισμού. Αυτοί λοιπόν έπρεπε νά αποκοπούν άπό τήν Μεσόγειο καί τοΰτο ακριβώς έπετεύχθηκε μέ τήν κατασκευή τής Έλλαδο-τουρκικης διά ταξης στόν χάρτη. Ή Θεσσαλονίκη, άπό σπουδαιότερη πόλη τών Βαλκα νίων πού ήταν, έγινε ελληνική «συμπρωτεύουσα», έμεινε χωρίς εμπορική ενδοχώρα, κατάλληλη μόνο γιά γιορτές, εκθέσεις (πρός μνήμην κάποιου παρελθόντος) καί παρελάσεις. Και κατά τόν τρόπο αυτόν έκόπηκε καί ή μοναδική διέξοδος τής ανατολικής Ευρώπης (τών σκανδιναβικών χωρών συμπεριλαμβανομένων) πρός τούς χώρους τής ανατολικής Μεσογείου, τής Μέσης Ανατολής καί τοΰ υπολοίπου μή αμερικανικού κόσμου (βλ. π.χ. FL Lichttruger: «Immer wieder Serbien», Berlin MCMXXXIII). Οί μέν Γιου-. γκοσλάβοι έμειναν έτσι νά ανεμίζουν τίς εθνικές των σημαίες καί νά λύνουν τό πρόβλημα τής κρατικής των ένότητος διά τής «εσωτερικής πολιτικής», οί Βούλγαροι νά Ιδρύσουν τίς βιομηχανίες των στήν δχι εύνοϊκώτερη γι' αυτούς περιοχή τής Μαύρης Θαλάσσης, ένφ ή Ελλάδα^ γιά τούς βόρειους πληθυσμούς της πού δέν μποροΰσε νά διαθρέψη, εύρήκε τήν «πρακτικό τερη» λύση νά τούς σκορπίση σάν εργάτες δεξιά κι αριστερά. Ό πληθυ σμός τής νότιας ανατολικής Ευρώπης, ήγουν τών Βαλκανίων (συμπεριλαμ βανομένης τής Ουγγαρίας, ενός μέρους τής σημερινής Ελλάδας καί ενός μόνο μέρους τής ευρωπαϊκής Τουρκίας) εγγίζει τά 100 εκατομμύρια, έναντι μόνο τών περίπου 70 τών τριών βορείων χωρών της σημερινής ανατολικής Ευρώπης (Πολωνίας, Τσεχοσλοβακίας καί άνατ. Γερμανίας). Στόν βαθμό συνεπώς πού μιά Ιστορική αυτοδυναμία της Ευρώπης θά ύπερβή τό χάσμα τοΰ μεταπολεμικού διχασμού καί θά έπιτρέψη καί τήν λύση πολλών προ60
βλημάτων τοΰ μεσογειακοΰ χώρου, θά απαίτηση αναγκαία καί τήν σύντονη ανάπτυξη ολόκληρης τής ανατολικής Ευρώπης, βόρειας καί νότιας. Γιά νά έπιτευχθή δμως αυτό καί γιά νά ύπερβαθή τό χάσμα τών μεγάλων δυνάμεων έπί τών Βαλκανίων φυσιολογικά, είναι ανάγκη νά φκιαχθή αυτό πού ίστο ρικό κατεστράφηκε: μιά ενιαία Μακεδονία, πού δέν θά άποτελή «εθνική διεκδίκηση» κανενός βαλκανικού λαοΰ (ή προσφυγή στό παρελθόν καί τόν βυζαντινό εθνικό τραγέλαφο ήταν ή εισαχθείσα τόν περασμένο αιώνα «μό δα» στά Βαλκάνια, προκειμένου νά προκύψουν τά «κράτη-έθνη»...) καί στήν οποίαν θά συμμετέχουν δλα τά βαλκανικά κράτη έξ ίσου, τής Τουρκίας συμπεριλαμβανομένης. Ένα είδος Ελβετίας τών Βαλκανίων δηλαδή, πού θά μποροΰσε νά έχη καί γλώσσα διοικητικής συνεννοήσεως τά αγγλικά! Θά μποροΰσε βέβαια νά άναρωτηθή κανείς, γιατί πρέπει νά υπάρξουν άραγε νέες διαμορφώσεις; Δέν θά μποροΰσε νά ύπαρξη ή «συνεργασία τών λαών» χωρίς αυτές. Έδώ πρόκειται γιά ένα ρωμαντικό φιλοσοφικό ερώτημα. Ή «Ευρώπη τών λαών», ή «αδελφότητα τών λαών», ό «σοσιαλισμός» κ.λπ. είναι αφηρημένα νοήματα, αντίθετα πρός τήν πραγματικότητα κάθε Ιστο ρικής εμπειρίας. Ό χριστιανισμός υπήρξε γιά χιλιετίες ένα καθολικό Ιδεο λόγημα, δμως οί διαφορές τών λαών δέν ήρθησαν μ' αυτό. Τό ίδιο καί ό σοσιαλισμός. "Υστερα άπό έξι δεκαετίες Ιστορικής πρακτικής, βλέπομε δτι οί εθνισμοί παρέμειναν στό ίδιο επίπεδο πού ήσαν καί πρίν. Καί αυτή είναι ή φυσική τάξη πραγμάτων. Ένα «ιδεώδες» πού θά μετέβαλε τούς λαούς σέ ενιαίο κοπάδι θά ήταν άντιανθρώπινο καί άντιΐστορικό. Ό Σλοβένος π.χ. έχει νά παΐξη μεγαλύτερο ρόλο στήν ιστορική λειτουργία μιας κεντρικής Ευρώπης, μέσα σέ μιά ενιαία κατεύθυνση τής ευρωπαϊκής ιστορίας, άπό δ,τι νά άσχολήται μέ τούς κοκκαλωμένους μεγαλοϊδεατισμούς τοΰ Σέρβου ή μέ τούς πρώην κατσικοκλέφτες τοϋ Κόσσοβο. Τό νά έλευθερωθή άπ' αυτά καθόλου δέν σημαίνει πώς θά πάψη νά είναι Γιουγκοσλάβος* τό α ντίθετο θά μπόρεση νά προσφέρη σάν τέτοιος δ,τι τώρα δεν μπορεί. Τό ίδιο ακριβώς καί ό Σέρβος. Ό Κρητικός ή ό Επτανήσιος στήν Ελλάδα έχουν πολύ άλλοιώτικα πράγματα νά προσφέρουν σέ μιά φυσική τάξη πραγμάτων άπό δ,τι νά άσχολοΰνται μέ τά αμοιβαία άλληλοπαράπονα τών «κρατών» σχετικά μέ τήν τουρκική μειονότητα τής Θράκης καί τήν ελλη νική τής Κων/πόλης (καίτοι ώς είπαμε τά πράγματα είναι ανομοιογενή: ή τουρκική μειονότητα αντιπροσώπευε κάποιον ίστορικό ρόλο ώς τώρα· ή ελληνική τής Κων/πολης δέν ενδιέφερε κανέναν...). Τό ίδιο καί ό Μετσοβίτης: άντί νά μιλάη τήν γλώσσα του καί νά είναι υποχρεωμένος νά άσχο λήται μέ τόν Κύπριο πού είναι τόσο μακρυά, θά μπόρεση νά συνεργασθή μέ όσους τόν καταλαβαίνουν καί νά άσχολήται μέ τόν Κύπριο άπό ακα δημαϊκό ενδιαφέρον (σάν μιά «διάσταση τού ελληνισμού», δπως ακριβώς 61
πληροφορείται καί τώρα γιά τούς Έλληνες τής * Αμερικής ή τής Μελβούρνηό- Φυσική τάξη πραγμάτων καί συντηρητική τών λαών είναι εκείνη πού τούς επιτρέπει τήν δυνατότητα τής πρακτικής χρησιμότητος καί όχι ή έπιβάλλουσα τήν αχρήστευση τους άπό αθέμιτες Ιδεοληψίες ή ιστορικές χρείες πού δέν ισχύουν πλέον. Μιά τέτοια κατάσταση στά Βαλκάνια, πού είναι ή καταστραφεΐσα φυ σιολογική, είναι ή προϋπόθεση τής άρσεως τοΰ ψυχροΰ πολέμου σ' αυτά, ή συνθήκη γιά τήν σταματημένη ίστορική λειτουργία τοΰ χώρου, πρός όφελος όχι μόνο τών μεγάλων — γιά τούς οποίους αυτά θά αποτελέσουν τόν γονιμώτερο ίσως χώρο Ιστορικής συνεργασίας — καί τής εννοίας τής ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, άλλά καί τής ευρύτερης μεσογειακής περιοχής γενικώτερα, ήγουν εκείνης τής Μέσης Ανατολής. Ή άρση τοΰ πνεύματος τοΰ ψυχροΰ πολέμου — πού εκδηλώνεται Ιστορικά κατά τις αρχές τοΰ 19ου αί. κυρίως... — και ή Ιδέα τής ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης περνούν αναγκα στικά άπό τόν χώρο τών Βαλκανίων καί τής Ανατολικής Μεσογείου. "Οτι βέβαια μιά ίστορική λειτουργία τών Βαλκανίων κατά τίς ανάγκες τών και ρών θά απαίτηση τήν αυτονομία ώρισμένων περιοχών (πράγμα πού θά άντισταθμιστή άπό τό γενικώτερο όφελος πού θά πρόκυψη) καί ότι τό επιθετικό σχήμα τής Ελλάδος στόν χάρτη θά χρειασθή ν' άλλάξη, είναι προφανές. Είδικά μάλιστα γιά τό διανοητικής κατασκευής κράτος «Ελλά δα» θά απαιτηθούν ουσιώδεις «κρατικής φύσεως» θυσίες υπέρ τοΰ ελληνι σμού (π.χ. λιγόστεψη μερικών εκλογικών έ$ρών, κρατικών αυτοκινήτων καί «εθνικών εορτών»!!...), προκειμένου νά απόκτηση τήν Ιστορική του λειτρουργικότητα ό χώρος τής νοτιο-άνατολικής Ευρώπης. Τΐ νά κάνωμε δμως; Νά ζούμε ώς λαθρεπιβάτες τής ίστορΐας είς τό διη νεκές, μάλλον δεν είναι δυνατόν. Τόν «Ζορμπά» τόν χόρευαν καί οί Γιου γκοσλάβοι μέ τίς εθνικές των φορεσιές στόν δρόμο, μέ τήν γιορτή τών Μουσείων τής Φρανκφούρτης, άφοΰ δικός τους χορός είναι... Μά σ' αυτά θά έπανέλθωμε πιό κάτω. Ή πολιτική διαίρεση τοΰ κόσμου προϋπήρξε έπί τών Βαλκανίων εκείνης τής Ευρώπης. Καί υπάρχει ακόμη καί σέ άλλα μέρη, δπως στήν Κορέα καί τήν Κίνα. Τό νά άναρωτηθώμε σήμερα, ποιά άπό τίς μεγάλες δυνάμεις «έκέρδισε» τόν ψυχρό πόλεμο (πρόκειται γιά τό νέο «επιστημονικό» ερώ τημα, μιά καί πρέπει νά δικαιολογηθούν πολλοί μισθοί τοϋ παρελθόντος...), είναι ερώτημα άνευ νοήματος. Γιατί καμμΐα δέν τόν κέρδισε" απλώς έλύγισαν και οί δύο ύπό τό βάρος τοΰ παραλογισμού του. 01 μέν σοβιετικοί ύπό τήν ανάγκη τών άμεσων μεταρρυθμίσεων πού άπό δεκαετίες έχουν ανάγκη, οί δέ αμερικανοί άπό τό χάος τών προβλημάτων στόν τρίτο κόσμο 62
καί τά κινήματα τών λαών πού ήταν αδύνατο νά ελέγξουν. Τελικώς οί αμερικανοί άπό τό βάρος τών μεταπολεμικών υποχρεώσεων πού ανέλαβαν έζημιώθηκαν σάν χώρα — πράγμα πού δέν έχει κανείς γιά νά τό διαπίστω ση, παρά νά ρίξη μιά ματιά στά δημόσια οικονομικά τους. Έπί τών ήμερων μας απεδείχθη, δτι κανένα άπό τά δύο συστήματα δέν μπορεί νά ύπαρξη ιστορικά αυτοδύναμο και νά καρτερή πότε θά καταλυθή τό άλλο. Καί αυτό σημαίνει, δτι καί τά δύο συστήματα είναι υποχρεωμένα νά συνυπάρξουν σέ ένα γόνιμο μέσον δρο. Ό καπιταλισμός έχει ανάγκη νά πάρη άπό τόν σοσιαλισμό τήν έννοια τής κοινωνικής αμεριμνησίας πού καλυτερεύει εσωτερικά τόν άνθρωπο καί ό σοσιαλισμός νά πάρη άπό τόν καπιταλισμό τίς μεθόδους πού κάνουν τίς μάζες νά δουλεύουν. Ό καπιτα λισμός, ευτυχώς ή δυστυχώς, είναι τό μόνο ώς τώρα γνωστό σύστημα στήν ίστορία ύπό τό όποιον αποδίδει δ τρόπος τεχνολογικής παραγωγής. Όσο καί άν προχώρηση ό άνθρωπος, οί μάζες αναλογικά θά παραμένουν πάντα μάζες. Καί οί μάζες γιά νά δουλέψουν απαιτούν είτε Ιδεολογίες φόβου (δπως στόν μεσαίωνα) είτε ιδεολογίες ανάγκης. Ό καπιταλισμός έχει τοΰτες τις δεύτερες. Καί γι' αυτό σάν σύστημα είναι πιό παραγωγικός. Αυτό βέβαια καθόλου δέν σημαίνει δτι δέν διέπεται άπό τίς τεράστιες γνωστές αντιφά σεις σάν σύστημα καί δτι δέν χρήζει άμεσων μεταρρυθμίσεων, πολύ μεγα λυτέρων άπ' δ,τι ό τρέχων σοσιαλισμός. Καί ή μεγαλύτερη αντίφαση του είναι ακριβώς ό τρόπος πού υπάρχει ακόμα. Άν οί προφητείες περί τοΰ μέλλοντος τοΰ καπιταλισμού τελικώς διεψεύσθηκαν κατά τήν επαναστατική τους σημασία, αυτό συνέβηκε γιατί στη ρίχθηκαν σέ μιά έννοια πού έπαψε ιδεολογικά νά ΰπάρχη: στήν «εργατική τάξη». Σήμερα δέν υπάρχουν προλετάριοι καί κεφαλαιοκράτες· υπάρχουν μόνο πολυεθνικές και «λαός» ύπό τήν μορφή οδηγών αυτοκινήτων. Ή κατάσταση αυτή έλαβε μεταπολεμικά τήν ονομασία «Δημοκρατία» καί έκάθισε έν εϊδει περιστεράς έν μέσω τών δύο μεγαλυτέρων κακών: τοΰ Χι τλερισμού άπό τά δεξιά καί τοΰ Σταλινισμοΰ άπό τ' αριστερά, Έπί τοΰ παρόντος ή «Δημοκρατία» αυτή υπάρχει κάνοντας κατάχρηση δύο πραγ μάτων: τών αποθεμάτων τής ίστορίας τοΰ δυτικοΰ άνθρωπισμοΰ και τών πραγμάτων εκείνων πού δέν επιδέχονται έναν φορολογικό «συντελεστή» γιά νά μπουν στά «προγράμματα παραγωγής», δπως αέρας, πουλιά, δένδρα, διανοούμενοι κ.λπ. (Στά φυσικά προϊόντα έκατατάξαμε καί τούς τελευ ταίους αυτούς, διότι τέτοια προϊόντα είναι. Ή σχετική θεωρία τοΰ Κ. Μανχάϊμ έπ' αύτοΰ τοΰ δεδομένου ουσιαστικά στηρίζεται...). Γιά μάς προσωπικά δέν τίθεται θέμα καταργήσεως τοΰ καπιταλισμού ώς συστήματος παραγωγής, διότι δέν υπάρχει άλλο γνωστό στήν ίστορία πού 63
νά Ικανοποίησε σέ τέτοιον βαθμό ζωικές ανάγκες τοΰ άνθρωπου. Τό πρό βλημα είναι άν ό άνθρωπος μπορεί νά ζήση μόνο «έπ' άρτω». Ή Ικα νοποίηση τών ζωτικών αναγκών είναι βέβαια ικανοποίηση αναγκών, ή ίδεολογία δμως μέ τήν οποίαν περιτυλίσσονται δέν διαφέρει τφν ρωμαϊ κών «άρτων και θεαμάτων». Η αμηχανία τοΰ μεταπολεμικού καπιταλι σμού μέ τίς Ιδέες είναι ίσως ή μεγαλύτερη του. Καί λέγοντας «Ιδέες» δέν εννοούμε προφανώς αυτές πού συντελούν στήν βελτίωση τών αυτοκινήτων (περί τών οποίων θά ασχοληθούμε κατωτέρω), άλλά εκείνες πού θά έχρειαζόταν ό άνθρωπος δταν δέν σκέφτεται τά αυτοκίνητα καί τήν Disco. Άπό τήν μία μεριά ό καπιταλισμός χρειάζεται τίς ίδέες αυτές, διότι απεδεί χθη δτι τόν βελτιώνουν σάν σύστημα, άπό τήν άλλη δμως οί ίδιες ίδέες ωθούμενες πρός τά κάτω δημιουργούν κοινωνικά αιτήματα καί απαιτή σεις. Τό Ιδεώδες γιά τόν καπιταλισμό θά ήταν νά έγεννιώνταν μαθηματι κοί και φυσικοί άνευ ψυχής καί σώματος, μόνο μέ κόκκαλα καί μυα λό. "Έλα δμως πού ή φύση άλλοιώς θέλησε τόν άνθρωπο! Γιά νά βγάλη ό μαθηματικός τίς νέες Ιδέες, πρέπει ν' ανατροφή παιδιόθεν σέ ένα κοινωνικό περιβάλλον πλούσιο Ιδεών καί ψυχικής προσφοράς. "Εδώ δμως βρίσκεται καί τό... λεπτό σημείο... Τό πρόβλημα τών Ιδεών είναι τό με γαλύτερο πού έχει νά αντιμετώπιση ό καπιταλισμός στό μέλλον. Έπί τοΰ παρόντος μέ τά πανεπιστήμια, τίς βιβλιοθήκες καί τά μουσεία καταφέρ νει ό καπιταλισμός νά κρατάη τό κοινωνικό σταγονόμετρο σχετικά μέ τίς Ιδέες. Τά μουσεία καί οί βιβλιοθήκες, Ιδιαίτερα δέ οί λεγόμενες δανει στικές, δπου παίρνει κανείς τό βιβλίο άπό τόν υπάλληλο άφοΰ πρώτα τό έψαξε στίς καρτέλες καί χωρίς νά τό πιάση πριν στό χέρι του, σκοπούν δχι στήν διάδοση άλλά στόν περιορισμό καί τόν έλεγχο τής γνώσης (βλ. άναλυτικώτερα γι* αυτά στό προσεχές βιβλίο μας). Άλλά ζοΰμε σέ μιά εποχή πού τό σχολείο θά καταργηθή ώς θεσμός γνώσης. Τό πολύ νά μείνη τό Δημοτικό σάν χώρος μιας πρώτης κοινωνικάτητος τοϋ άνθρω που. Άπό έκεΐ καί πέρα ό δποιος άλλος μορφωτικός ρόλος τοΰ σχο λείου θά άντικατασταΟή άπό τήν αύτομόρφωση λόγω τής ανάπτυξης τών ηλεκτρονικών μέσων σπουδής. Τά βιβλία θά υπάρχουν σέ μικροφίλμ καί μέ ένα σύστημα αυτοματισμού δπως στά τηλέφωνα θά μπορή κανείς νά διαβάζη τό τυχόν βιβλίο στήν Ιδιωτική του οθόνη. Ό μελλοντικός ρόλος τοϋ καθηγητή Παν/μίου θά είναι πρώτα εκείνος τοϋ σκηνοθέτη τηλεόρα σης. Καί εννοείται, δτι μέσα σέ μιά τέτοια κατάσταση πραγμάτων, καί ό ρόλος τής «κοινής γνώμης» θά λάβη άλλα περιεχόμενα άπό τά σημερινά. Ή μελλοντική διαίρεση τοΰ κόσμου δέν θά είναι μεταξύ «εκμεταλλευτών» καί «εκμεταλλευομένων», άλλά μεταξύ επαϊόντων καί αναλφάβητων. Ή αύτομόρφωση θά γίνη προσωπική ευθύνη τοΰ καθενός. "Ηδη ή τάξη τών €
64
αναλφάβητων πτυχιούχων Πανεπιστημίου σήμερα διεθνώς πυκνώνει,.. Αυτά δέν είναι θέματα τοΰ απωτέρου άλλά τοΰ πολύ κοντινού μέλλοντος. Δέν είναι τυχαίο δτι ή μεγαλύτερη βιομηχανική συγκέντρωση σήμερα, μετά τήν βιομηχανία δπλων, παρατηρείται στόν τομέα τών μέσων μαζικής επικοινωνίας. Πρόκειται γιά τούς χώρους τής κατ' εξοχήν εξουσίας... Τό «βιβλίο» ώς βιομηχανικό προϊόν (τά μέσα μαζικής επικοινωνίας άποτελοΰν τόν έν ευρεία έννοία «χώρο τοΰ βιβλίου», άπό τόν όποιον καί ιστορικά προέρχονται) απετέλεσε ανέκαθεν τόν μεγαλύτερο βιομηχανικό κλάδο, προϋποθέτοντα βιομηχανίες χάρτου, τυπογραφικών καί άλλων μηχανών μέ δλους τούς έπί μέρους κλάδους πού αυτές συνεπάγονται, δίκτυα πρακτο ρείων καί βιβλιοπωλείων, μαζικά μέσα μεταφοράς καί ψυχαγωγίας (κινη ματογράφους, θέατρα, ορχήστρες) κ.λπ. Και τοΰτα δλα, θεωρητικώς, διότι, υποτίθεται, υπάρχουν μερικοί πού έχουν τήν «λόξα» νά γράφουν... Λέμε «θεωρητικώς», γιατί ή έννοια «συγγραφέας» πού συνεπάγεται δλα τά παρα πάνω, έρχεται τελευταία στήν δλη διαδικασία σήμερα καί γιά νά ύπαρξη στοιχειωδώς έχει ανάγκη συνδικαλιστικών συλλόγων!... Ή παλαιά έννοια τοΰ έκδοτη (πού άπό θεσμός διαδόσεως τοΰ βιβλίου, δπως υπήρξε ιστορικά, μετεβλήθη σέ μέτρο έλεγχου του) αντικαθίσταται σήμερα άπό έκείνην τών πολυεθνικών τών μέσων μαζικής επικοινωνίας. Ή έννοια τοΰ μικροΰ έκ δοτη καί Ιδίως τοΰ βιβλιοπώλη θά διατηρηθοΰν τόσο μόνο, δσο καί τό βιβλίο ύπό μορφή τυπωμένου χαρτιοΰ. Δηλαδή δχι ίστορικώς πολύ... Πι θανόν βέβαια μιά τέτοια κατάσταση αναπτύξεως τής γνώσης καί τών τρό πων επικοινωνίας ανθρώπων καί κοινωνιών — ή όποια ωστόσο βρίσκεται κατ' άναγκαΐον τρόπο στήν εξέλιξη τής ηλεκτρονικής τεχνολογίας —, νά απαίτηση δχι μεγαλύτερη ανάπτυξη τών σημερινών πολυεθνικών, άλλά μεγαλύτερη ανάπτυξη τών παραγωγικών δυνάμεων ολοκλήρου τοΰ πλανή τη. Πράγμα πού μέ τή σειρά του προϋποθέτει μιά ριζικώς διάφορη πολιτική κατάσταση τοΰ κόσμου. Σημασία πάντως έχει, δτι οί γνωστές διαδικασίες γνώσης είναι προωρισμένες ν' αλλάξουν μορφή. Νά μπορή κανείς νά δια βάζη δ,τι θέλει καί νά πληροφορήται άμεσα τό κάθε τί, χωρίς νά καρτερή κάποιοι νά τοΰ τό «προσφέρουν)). Πώς θά τά βγάλη πέρα ό καπιταλισμός σέ μιά τέτοια τάξη πραγμάτων;... Κοντά σ' αυτά πρέπει βέβαια νά προσθέσωμε και τό γεγονός, δτι σέ μιά τέτοια κατάσταση καί ό τρόπος δημιουρ γίας τών ιδεών θ' άλλάξη. Οί Ιδέες δέν θά είναι τά κινοΰντα αίτια κλειστών κοινωνιών — πράγμα πού προϋποθέτει αγνόηση δλων τών υπολοίπων, δη λαδή τόν Ιμπεριαλισμό καί τόν πόλεμο πρός τά έξω —, άλλά οί τρόποι συντονίσμοΰ τών κοινωνιών μέσα σέ γενικώτερα ιστορικά πλαίσια δηλ. παγκοσμίως. Τό «σύμπτωμα τοΰ Κολόμβου», καθώς τό περιγράφει ό Ντο στογιέφσκυ γιά τίς δυτικές κοινωνίες (βρίσκει ένας μιάν Ιδέα, δλοι οί άλλοι 65
τρέχουν άπό πίσω* βρίσκει μετ * άπό λίγο ένας άλλος τήν αντίθετη, επίσης όλοι οί άλλοι τρέχουν παρομοίως...), όσο δημιουργικό καί άν υπήρξε ώς τώρα, στό μέλλον θά λάβη άλλες μορφές γονιμότητας. Τό «σύμπτωμα» τούτο προέκυψε άπ' τήν αντίθεση τών «εθνικών κρατών» στά πλαίσια τής Δύσης, πράγμα πού τελικώς δέν εκφράζει παρά μία και ενιαία Ιστορική διαδικασία. Σήμερα, Οπως θά δούμε πιό κάτω, μέσα στήν «όλικότητα» πού επιδιώκει ό καπιταλισμός σάν σύστημα, καί ό «στοχασμός» σάν λειτουργία αρχίζει νά λαβαίνη μορφές μετριώτερες και πιό κοντινές στό νόημα μιας παγκόσμιας Ιστορίας. Αναγκαστικά καί ή γνώση θά λάβη διάφορα περιε χόμενα άπό τά μέχρι τώρα — Ιδίως τά μεταπολεμικά. Μεταπολεμικώς ή γνώση καί ή άγνωσία έπροχώρησαν κατά τόν πιό αρ μονικό καί αξιοθαύμαστο ν τρόπο. "Η μεν γνώση ήγγισε επίπεδα άγνωστα στό παρελθόν τής ανθρωπότητας, ένφ ή άγνωσία μετέπεσε σέ βάθη πού θά έζήλευαν οί παπάδες δλων τών αιώνων. Άπό μιάν άποψη είναι βέβαια φυσικό. *Η εξειδικευμένη γνώση πού άπαιτεΐ ή σύγχρονη παραγωγή καί επιστήμη, δπως καί οί επιπτώσεις πού μπορεί αυτή νά έχη στίς σφαίρες τής υπόλοιπης ζωής, δέν μπορούν ν* αποτελέσουν θέματα μαζικής συνείδησης. Ή «παραγωγή» άρα μπορεί νά δούλεψη απερίσπαστη, άφοΰ μερικώς καί συγκεχυμένος μπορεί νά γίνη αντιληπτό τό νόημα τών προβλημάτων πού δημιουργεί. Ή τέτοια τροπή τών πραγμάτων έστηρίχθηκε μεταπολεμικά στήν Ιδεολογία τής «ανάπτυξης» (Wachstum). Ανάπτυξη πάει νά πή, κατ' αρχήν, δημιουργία όσο τό δυνατόν μεγαλύτερης μικροαστικής τάξης, ώστε νά παραμερισθή τό πρόβλημα ανακατανομής τοΰ εισοδήματος (ένα πρό βλημα μεταπολεμικά όξύ). Πρακτικά τά νοήματα σημαίνουν: «δουλέψτε νά "άναπτυχθοΰμε" καί, άφοΰ γίνομε έτσι δλοι πλουσιώτεροι, θά γίνετε κι έσεΐς πλουσιώτερου>. Τά πράγματα έπί τών ήμερων μας δέν επιβεβαιώνουν αυτή τήν θεωρία, ή όποια ωστόσο υπήρξε επαρκής, μετά άπό τίς καταστροφές τοΰ τελευταίου πολέμου, γιά τήν δημιουργία μιας «κοινωνίας τής κατανάλωσης». Κατανά λωση σημαίνει τήν προγραμματισμένη κοινωνικοποίηση τής παραγωγής, «προγραμματισμένη δέ κοινωνικοποίηση» τής παραγωγής σημαίνει δτι οί εργαζόμενοι έγιναν «πλουσιώτεροι», χωρίς δμως ή διαφορά μεταξύ πλούτου καί φτώχειας κοινωνικά ν' άλλάξη. Στήν ουσία ή φτώχεια ώς οίκονομικό καί κοινωνικό φαινόμενο μεγάλωσε. Αυτό παρατηρείται Ιδιαίτερα έπί τών ήμερων μας στήν Αμερική μέ τήν νέα κοινωνική κατηγορία τών Working Poor (φτωχών εργαζομένων). Κατά τό τέλος τής δεκαετίας τοΰ * 60 υπήρχαν οί Yuppies (Young Urban Professionals). Αυτοί ήσαν νέοι άνθρωποι καλο πληρωμένοι μάνατζερ, είδικοί τών κομπιούτερ καί τοΰ προγραμματισμού, 66
οί όποιοι ζούσαν πολυτελώς στίς πόλεις, έπαιρόμενοι γιά τό χρήμα τους καί επιβαλλόμενοι με τήν μόδα τής τελευταίας στιγμής (στά κομμωτήρια υπάρχει ακόμα τό Yuppies — κόψιμο τών μαλλιών). Στίς αρχές τής παρού σης δεκαετίας υπήρξαν οί Dinks (Double Income, No Kinds). Επρόκειτο γιά εργαζόμενα ζευγάρια οίκογενειών, τά οποία έκέρδιζαν μέν αρκετά γιά νά ζήσουν οί δύο καλά, δχι δμως και γιά νά δημιουργήσουν οίκογένεια. Σήμερα πρόκειται γιά τήν «νέα» ανακάλυψη τών κοινωνιολόγων τών «φτω χών εργαζομένων», πού αποτελεί καί τήν πλειονότητα τών βιομηχανικών εργατών. Δέν πρόκειται γιά κάποια περιθωριακή τάξη ή γιά κατοίκους γκέττο, άλλά γιά ανθρώπους πού εργάζονται 40 μέχρι 80 ώρες εβδομα διαίως. "Ωστόσο δμως δέν κερδίζουν τά δσα χρειάζονται νά ζήσουν. Τό φαινόμενο συνδέεται μέ τήν τεράστια μεταπολεμική ανάπτυξη τών πολυθενικών, ή οποία ουσιαστικά κατήργησε τήν (μεσαία) μικροαστική τάξη πού ήταν αρχικά τό επίτευγμα τής Ιδεολογίας τής «ανάπτυξης».' Η μητρική εταιρεία δεν μπορεί νά πλήρωση μεγάλους μισθούς, διότι μέσα στόν κα πιταλιστικό καταμερισμό εργασίας αντιμετωπίζει τόν συναγωνισμό μέ τά . μεροκάματα άλλων εργατών, δπως τής Κορέας π.χ., Ιαπωνίας, Ισπανίας κ.λπ. "Έτσι ό μέσος δρος οίκογενειακοΰ είσοδήματος είναι σήμερα στήν Αμερική ό ίδιος μ' εκείνον τοΰ 1973, μέ τήν διαφορά, δτι ένω τότε αρ κούσε νά δουλεύη ένας, σήμερα πρέπει νά δουλεύουν καί οί δύο γονείς. Καί παρά τό γεγονός δτι ό πληθωρισμός κυμαίνεται μόνο γύρω στό 2-4% τόν χρόνο, μέ τό σταμάτημα τών «Lewittown» (μαζική παραγωγή σπιτιών αμέ σως μετά τόν πόλεμο, βλ. σχετικώς Ε. Fawcett - Τ. Thomas: «Die Amerikaner heute», 1983, σελ. 185 κ,έ.) τό νοίκι τών σπιτιών γιά τίς νέες οίκογένειες καλύπτει τό 50% τοΰ είσοδήματός των. Τό πρόβλημα τών «φτωχών εργαζομένων» (πού είναι διάφορο άπό τήν εργατική εξαθλίωση πού έλεγε ό Μαρξ) είναι ένα πρόβλημα πού θά αντιμετωπίσουν λΐγο-πολύ όλες οί ανεπτυγμένες χώρες, πέραν δηλαδή τοΰ άλλου είδους «πτωχείας» πού υπάρ χει ήδη γιά τούς εργαζομένους μέ τό Ιδεολογικό καθεστώς τής «ανάπτυξης» καί τών υψηλών ρυθμών. Ό σημερινός εργαζόμενος τών βιομηχανικών κέντρων καταναλίσκει τουλάχιστον 10-12 ώρες τήν ήμερα γιά τήν καθη μερινή δουλειά του. Σύν οκτώ ώρες πού θά κοιμηθή, τοΰ μένουν καί 2-3 ώρες τήν ήμερα νά άσχοληθή μέ τά έαυτοΰ καί τής οικογενείας του. Τά μεροκάματα είναι βεβαίως υψηλά, όπως (στήν Ευρώπη) και οί κοινωνικές ασφαλίσεις. Τό πρώτο υποβάλλεται άπ' τήν σκοπιμότητα νά αγοράζονται τά δλο καί πιό πολλά παραγόμενα προϊόντα (αυτή ακριβώς είναι ή έννοια τής «προγραμματισμένης κοινωνικοποίησης»: ό εργαζόμενος νά υποχρεού ται νά κατανάλωση δ,τι άπό άλλους προγραμματίζεται ό ίδιος νά παράγη...), ένφ τό δεύτερο αποτελεί μέρος τοΰ κεφαλαίου παραγωγής, άφοΰ ό 67
εργαζόμενος πρέπει νά είναι υγιής γιά νά μπορή νά δούλεψη. Ή κοινωνι κοποίηση τής υγείας, μάλιστα, μέ τό νά μεταφερθή στό Κράτος (δηλαδή στήν τσέπη τού* ίδιου τού εργαζόμενου άπό τούς φόρους), επιτρέπει τήν μεγιστοποίηση τού κέρδους τής παραγωγής, χωρίς Ιδιαίτερες επιβαρύνσεις γιά τά κοινωνικά προβλήματα πού δημιουργεί εις βάρος τής υγείας τοϋ εργαζομένου. Φυσικά ό εργαζόμενος έχει κι ένα μήνα τόν χρόνο γιά δια κοπές στίς «φτωχές χώρες τοϋ Νότου», πράγμα πού υποβάλλεται άπ' τήν αντίληψη, όχι πιθανόν πώς παρήγαγε αρκετά κατά τούς υπόλοιπους ένδεκα μήνες, άλλά άπό τήν αναγκαιότητα νά δουλεύη ή βιομηχανία «ελευθέρου χρόνου» (πούλμαν, αεροπορικές εταιρείες, σιδηρόδρομοι, ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, βιομηχανίες ειδών τουρισμού κ.λπ.). Οί «φτώχειες χώρες τού Νότου» — γιά τις όποιες οί τουριστικές μάζες τίποτε άπό τήν ίστορία τους δέν ξέρουν καί συνεπώς ελάχιστα καταλαβαίνουν άπ' δ,τι βλέπουν γύρω τους — είναι ένα άπό τά ισχυρότερα σλόγκαν γιά τήν έν γένει Ιδεολογία τής «ανάπτυξης» («έστε ευτυχείς πού μπορείτε νά απολαμβάνετε...»). Κατά κανόνα ό τουρίστας, εμποδισμένος γιά δύσκολους προβληματισμούς, μέ τόν Scx-Touiismus, τίς ντελικατέσσες καί τόν ήλιο τοϋ Νότου μένει ευχα ριστημένος καί τίς διακοπές τίς ανακαλύπτει σάν μιά ουσιώδη διάσταση τής ζωής του, χωρίς αυτό νά σημαίνη δτι μέ τόν χρόνο δέν θά υπάρξουν και μέ τόν τουρισμό δύσκολοι ίδεολογικοί προβληματισμοί. Σέ κάποιο πιό προχωρημένο στάδιο τών σημερινών πραγμάτων, ό τουρισμός θά άποβή ουσιώδες στοιχείο μορφώσεως καί πιθανόν νά χρειασθή νά αδειάσουν τά Μουσεία άπό τό σημερινό τους βάρος. Ύπό τίς μέχρι τώρα συνθήκες τής ανθρωπότητας, πολλά πράγματα γιά νά σωθούν δέν είχαν βέβαια είμή τόν χώρο τοΰ Μουσείου. "Οταν δμως ή μορφωτική κατάσταση τής ανθρωπό τητας αναγκαστικά θά προχώρηση και στήν συνείδηση τής πλειονότητας τών ανθρώπων ένα παληό τζαμί, ένα βουδδιστικό τέμπλο καί μιά καθεδράλ θά είναι τής αυτής πολυτιμότητος πολιτιστικές αξίες, τότε καί ό ρόλος τοΰ Μουσείου — καθώς καί δσα συνδέονται μ* αυτό («γκαλερίστ», Ιστορικοί τής τέχνης κ.λπ.) — θά λάβη τήν σημασία τής χρήσιμης αποθήκης. Πολλά πράγματα θά χρειασθή νά αποκατασταθούν έστω καί δι* ομοιωμάτων στους τόπους πού έδημιουργήθηκαν, διότι απλούστατα ένα μνημείο στήν φυσική του λειτουργικότητα έχει περισσότερα νά πή στόν νοήμονα επισκέπτη άπ' δσα κάθε φορά αφήνει τό σταγονόμετρο τοΰ «είδικοϋ» καί τοΰ ιστορικού τής τέχνης. Καί δλα τοΰτα, τά όποια βέβαια προϋποθέτουν υπέρογκα έξοδα, ριζικές Ιστορικές καί κυρίως ιδεολογικές μεταβολές στήν κατάσταση τοϋ κόσμου, θά προκύψουν ώς φυσικές μορφωτικές ανάγκες τοϋ μέλλοντος. Τά θέματα κουλτούρας έχουν ήδη αρχίσει νά παίζουν μεγαλύτερο ρόλο άπ' τήν «ανάπτυξη» στήν συνείδηση τών προηγμένων κοινωνιών καί τό «κρά-
68
τος προνοίας» τοΰ περασμένου αίώνα υποχωρεί δλο καί περισσότερο στήν κοινή συνείδηση πρό τοΰ «κράτους παιδείας». Τό μόνο «διεθνές δίκαιον» πού θά ΐσχύη στό μέλλον θά είναι τό «διεθνές τουριστικόν δίκαιον» ώς μορφωτική προϋπόθεση τής ανθρωπότητας. Καί μόνο μέσα στή συνείδηση τοΰ «δικαίου» αύτοΰ, στό άπώτατον μέλλον καθώς λέμε, θά κατανοηθή πλήρως ή κατάσταση νηπιότητας πού πέρασε ή ανθρωπότητα μέ τό ψυχρό πόλεμο. Γιατί βέβαια πρέπει νά ποΰμε καί τούτο: άν τά μουσεία πολλών χωρών μέ αρχαίους θησαυρούς επιβάλλεται σήμερα νά αδειάζουν — πράγ μα φυσικά απολύτως αναγκαίο, μιά καί ή μόνη ασφάλεια τών θησαυρών αυτών είναι ή πολιτιστική σχέση πού έχουν οί άνθρωποι μαζί τους (καί στίς χώρες αυτές κάτι τέτοιο δέν υπάρχει) —, πρέπει επίσης (αυτός δηλ. θά είναι ένας άπό τούς βασικούς κανόνες τοΰ «διεθνούς τουριστικού δικαίου» τοΰ μέλλοντος) καί ό κάτοικος τοΰ Σουδάν πού θά γεννηθή ΰστερ' άπό εκατό χρόνια νά μπορή νά ίδή τά παλαιά κτίρια τής Έρφούρτης, τής Γκότα ή τοΰ Άϊζεναχ. Έχει ήδη δικαίωμα γι' αυτό κι άς μή γεννήθηκε ακόμα. Σ' αυτόν, μέσα στήν συνείδηση τοΰ «διεθνούς» τουριστικοΰ του δικαίου, θά είναι τελείως ακατανόητο, δτι δ «μονοκομματισμός» καί ό «πολυκομματισμός» τοΰ αίώνος μας αγωνίσθηκαν τόσο πολύ γιά τήν «Δημοκρατία», ώστε δέν τούς έμεινε δεκάρα μέ τούς εξοπλισμούς καί άφησαν άπό κοινοΰ (ή ευθύνη, πολύ ορθώς, θά τοΰ φανή ενιαία) τά αναγεννησιακά κτίρια νά καταντήσουν ερείπια... Αυτό πού θά έχη γι' αυτόν σημασία είναι δτι θά τοΰ λείπη, δ,τι ενδεχομένως δέν μπόρεσε νά σωθή. Ή βιομηχανία «ελεύθερου χρόνου» δέν θά άποτελή άπλον «συντελεστή» τής παραγωγής άλλά μιά ηύξημένη δυνατότητα μορφώσεως, πού δέν θά περιορίζεται σέ 3 ή 4 εβδομάδες τόν χρόνο. Οί μελλοντικές γενηές τουρι στών στήν Ελλάδα π.χ. δέν θά καρτεροΰν νά βρουν τό άρχαΐον κλέος πού διαβάζουν στά βιβλία τους, θά απαιτήσουν δμως νά καταλάβουν σάν νόημα αυτό πού θά τούς προσφέρεται σάν Ελλάδα. Τό ίδιο γιά τήν Τουρκία ή τό Καμερούν. "Οχι νά «πληροφορηθή» άπό τούς μεταφραστές τών τουρι στικών γραφείων δπως γίνεται σήμερα, άλλά νά καταλάβη ό ίδιος άπό δσα βλέπει γύρω του. Βλέποντας π.χ. τις αναστηλωτικές προσπάθειες τών Τούρ κων γιά τά αρχαία μνημεία τής Μικρας Ασίας, νά καταλάβη μεταξύ τών άλλων καί τό πνεΰμα ανοχής πού διεΐπε τίς σχέσεις των κατά τήν προη γούμενη πολυεθνική τους Ιστορία, παρατηρώντας δέ τήν ελεεινή κατάστα ση τών μνημείων τοΰ ελληνικού χώρου νά καταλάβη δτι οί σημερινοί «Έλληνες» καμμία απολύτως σχέση δέν έχουν μέ ό,τιδήποτε άπό τό αρχαίο παρελθόν. Συνεπώς δτι ό ελληνικός χώρος καμμία νομιμότητα δέν διαθέτει στίς σύγχρονες διεθνείς σχέσεις. Παρεμπιπτόντως θά μποροΰσε νά πρόσθε ση κανείς έδώ, δτι δ «αγώνας γιά τήν Δημοκρατία» καί ή «καλλιτεχνία» 69
προσέφεραν άθελήτως πολλά γιά τήν αποσαφήνιση τούτων τών χρησίμων νοημάτων σήμερα. Μέ τό νά γίνη ή Ακρόπολη θέμα τών Ζορμπαδοτράγουδων («Ακρόπολη ωραία») καί αντικείμενο τοϋ ίεροϋ μένους τών «αγω νιστών» τής Δημοκρατίας, καθώς περιγράφει ή Ο. Φαλάτσι σέ κάποιο βιβλίο της (νά άνατιναχθή ό Παρθενώνας γιά νά άποκατατασταθή ή «Δη μοκρατία»!...), εύρήκε τήν φυσική της κατάσταση ώς μαρμαράδικου. Κι αυτό είναι καλό. Πιστεύομε όντως κι εμείς ότι οί άποστεωμένες κολώνες πρέπει νά φύγουν τελείως άπό έκεΐ πάνω καί νά φκιαχθή ένας Παρθενώνας άπό νάϋλον γιά τις μελλοντικές μορφωτικές ανάγκες της ανθρωπότητας... Οί όποιες, καθώς λέμε, δέν υπάρχουν ακόμα, άλλά θά προκύψουν. Ό έλεγ χος τών πολυθενικών διά τών συνδικάτων θά φέρνη δλο καί μεγαλύτερο περιορισμό τοΰ χρόνου εργασίας, τόν όποιον θά έπαυξάνη θεωρητικά ή τεχνολογική εξέλιξη και ή ανακατανομή εργασίας ύπό ένα διάφορο κλΐμα διεθνών σχέσεων, όπου ή εργασία τής βιομηχανικής παραγωγής θά κατα νέμεται Ολο και περισσότερο καί σέ άλλους λαούς. Άπό όσο μποροΰμε νά κρίνωμε σήμερα, όχι μόνο ή βιομηχανία κουλτούρας, άλλά καί ή κοινω νική αναδιαμόρφωση τής παιδείας γενικώτερα θά αποτελέσουν τις θεμελιώ δεις προϋποθέσεις τής παραγωγής. "Οπως αρκούντως εξηγήσαμε πρίν, ή παραγωγή τών αγαθών προϋποθέτει τήν διάθεση τους. Αυτή ή διάθεση δμως πραγματοποιείται σέ επίπεδα ψυχολογικά, πνευματικά καί μαζικής κουλτούρας (διαδικασία «σκουπιδοποιήσεως»). Ή λειτουργία τής τέχνης (ζωγραφική, γλυπτική, μουσική κ.λπ.) δέν εξυπηρετεί απλώς Ιδεολογικές ανάγκες σήμερα, άλλά είναι τόσο αναπόσπαστο στοιχείο τής παραγωγής, δσο καί οί μηχανές πού παράγουν τά προϊόντα. Σ' αυτούς ακριβώς τούς χώρους θά διεξαχθή ό «πόλεμος τών άστρων» τοΰ μέλλοντος! Καί σ' αυτήν τήν βιομηχανία θά διατεθούν τά μεγαλύτερα κεφάλαια — ένα πράγμα πού άρχισε ήδη στά μέσα επηρεασμού τής Ιδεολογίας, Καθόλου τυχαίο δεν είναι, δτι τό κέντρο βάρους τών τεχνών αυτών μετατοπίζεται σήμερα δλο καί πιό πολύ στό πιό ανεπτυγμένο κράτος τοϋ κόσμου, δηλαδή στήν Α μερική. Στους χώρους μουσικής γιά νέους καί στους χώρους μόδας, μέ τήν υπάρχουσα μεγάλη αμερικανική παράδοση στόν κινηματογράφο σάν μέσο μαζικής κουλτούρας, κανένα κράτος τοΰ κόσμου σήμερα δέν μπορεί νά άντισταθή (βλ. π.χ. καί Κ. von Beymc: «Vorbild Amerika?», 1986, σελ. 186). Οί χώροι μόδας καί χοροϋ, πού είναι αδελφοί κοινωνικώς χώροι, είναι τά κατ* εξοχήν «εμπόλεμα πεδία» διότι άποτελοΰν εκφράσεις κοινωνικών α νταγωνισμών. Ή μόδα έχει νά κάνη μέ τό ντύσιμο τών ανθρώπων, τό όποϊον προέκυψε ίστορικά σάν μιά διαδικασία εξουσίας. 01 άνθρωποι δέν ντύθηκαν άπό αΓσθημα ντροπής, λόγω τοΰ «φύλλου τής συκής», διότι καί 70
πολλοί φυσικοί λαοί της Αφρικής παραμένουν γυμνοί, άλλά αίσθάνονται τήν ανάγκη τοΰ ((ντυσίματος» κάνοντας στό κορμί τους τατουάζ. Τό τα τουάζ αυτό είναι στοιχείο διακρίσεως, τόσο φυλετικής — νά ξεχωρίζουν άπό άλλα φΰλα —, Οσο καί ίεραρχικώς μεταξύ τους. Ακριβώς τήν ίδια ανάγκη με τά ρούχα αίσθάνθηκαν καί οί βασιληάδες μέ τά ροΰχα καί τίς πολυτελείς χλαμύδες τών πρώτων κοινωνιών. Νά μιμηθή κανείς στό ντύ σιμο τόν βασιληά ούτε εύκολο ήταν, διότι δέν είχε τά μέσα, ούτε καί επιτρεπτό γιατί ήταν στοιχείο «ανυπακοής». Στόν ίεραρχικώς δομημένον μάλιστα δυτικόν μεσαίωνα υπήρχαν και σαφείς διατάξεις γιά τά ροΰχα πού έπρεπε νά φοράη κάθε τάξη (κι αυτό κράτησε σχεδόν ώς τά μέσα τοΰ περασμένου αίώνα). Άλλά βέβαια ή κοινωνική διεκδίκηση ώθοΰσε πάντα τούς άποκάτω νά «ανταγωνίζονται» έκεΐ ποϋ μποροϋσαν τούς άποπάνω. Καί όσο πιό πολύ οί άποπάνω προσπαθούσαν ν' αλλάξουν, τόσο διαδίδονταν καί ή «μόδα», ώσπου νά καταντήση στους καιρούς μας ένα μόνιμο στοιχείο επανάστασης τοΰ ((νέου» κατά τοΰ «παληοϋ», δπως επίσης καί ένα στοιχείο ((τοποθέτησης» τοΰ άτομου ώς πρός τήν «ομάδα». Μέσα σ' αυτή τήν δια δικασία δουλεύει ακριβώς καί ή κατανάλωση τών προϊόντων. Οίκοθεν νοεί ται βέβαια, δπ δσο πιό συντηρητική ή ομάδα, τόσο περισσότερο απουσιά ζει και ή μόδα (π.χ. στρατός, παπάδες κ.λπ.) Ή μεταπολεμική διάδοση τοΰ μπλοΰ-τζίν κατήργησε ώς μέτρο τήν παράδοση τοΰ κλασσικοΰ κοστουμιοΰ καί ελευθέρωσε νέες δυνάμεις στήν βιομηχανική παραγωγή ενδύσεως (σπουδαιότατος δρος υπήρξε επίσης καί ή τεχνολογική ανάπτυξη τών συν θετικών υφασμάτων), αντικαθιστώντας τό «μέτρημα» τοΰ παληοΰ ράφτη μέ τήν δημιουργική φαντασία τοΰ μαθηματικού, τοΰ ζωγράφου καί τοΰ «μοντελίστ». Σήμερα τό κοστούμι ούτε σάν ένδυμα θεάτρου δέν απαιτείται, μένοντας απλώς στερεότυπη αμφίεση τών πολιτικών, τών δυτικών παπάδων και τών ηλικιωμένων υπαλλήλων Τραπεζών... Καί φυσικά, γιά νά δείξη ή μόδα τήν έλξη της, απαιτεί κατάλληλες αρχιτεκτονικές κατασκευές, φωτι σμούς καί αισθητικές, δπως π.χ. τήν αυστηρή γεωμετρία φωτισμοϋ καί όγκων τής σύγχρονης «μεταμοντέρνας» διακόσμησης τών μεγάλων κατα στημάτων, με γενικό φόντο τήν αυστηρή σκληρότητα τοϋ άσπρου χρώμα τος. Τά μεγάλα αυτά καταστήματα σήμερα στίς διάφορες πρωτεύουσες τοϋ κόσμου, είναι χώροι δημοσίων σχέσεων καί σχολεία συμπεριφοράς, καί έπειτα «μαγαζιά». Αυτά δλα τά πράγματα προϋποθέτουν καί μεταδίδουν ταραχώδη οργασμό σέ πάμπολλους άλλους τομείς τής παραγωγής. Και πολύ απέχουν βέβαια άπό τήν ατμόσφαιρα τοϋ γνωστοΰ μας «έμπορικοΰ», δπου μέ τόν σκόπιμο σκοτεινοκΐτρινο φωτισμό έμενες μέ τό καρδιοχτύπι, άν τό σακάκι πού προβάρησες μέσα στόν καθρέφτη, θά φαίνεται τό ίδιο έξω καί στό φως... Σέ κοινωνίες πού ή μόδα συνδυάζεται χωρίς τίς ανάλογες 71
προϋποθέσεις, είναι σχεδόν κανόνας αίσθητικός οί άνθρωποι νά φαίνονται σάν ενήλικες όρθοβάται ένδεδυμένοι... (Όρθώς συνεπώς τά χωρικά στρώ ματα τής πρωτευούσης σ' εμάς προτιμούν έξ ένστικτου γιά σιγουριά τό λαδωμένο κοστούμι καί τήν γραβάτα...). Τά μοντέρνα φαρδιά ρούχα, γιά τά όποια θά μιλήσωμε ευθύς αμέσως, υποκρύπτουν καί βαθύτατες λεπτές κοι νωνικές σχέσεις, διότι τονίζουν τό πρόσωπο, τήν προσωπικότητα καί δχι τίς σωματικές «καμπύλες». Τό ϊδιο έκαναν καί οί χλαμύδες τών αρχαίων, πού διατηρούνται σήμερα στίς άμφιέσεις τών παπάδων (τά ράσα δηλ. κα θολικά κι ορθόδοξα είναι επιβίωση τής αρχαίας ενδυμασίας). "Ο μή τονι σμός τών σωματικών καμπύλων προϋποθέτει κατ* αρχήν κοινωνική Ισό τητα τών δύο φύλων καί έπειτα, δτι ό καθένας προσπαθεί νά έπικοινωνήση μέ τόν άλλο μέσφ τής προσωπικότητας του πρώτα καί μετά μέ δλα τάλλα. Αυτά βέβαια απέχουν αρκούντως άπό τήν δικήν μας έννοια τοΰ «τυλίγμα τος», γιά τήν οποίαν οί γυναίκες καθόλου δέν φταίνε, άφοΰ είναι θύματα της «εθνικής Ιδεολογίας». Μέσα στό εθνικό κομφούζιο καί στήν έλλειψη κοινής πολιτιστικής αγωγής, γιά νά παντρευτή μιά γυναίκα πρέπει βέβαια κάποιον νά «τυλίξη». Ποιες φρικτές βιολογικές επιπτώσεις έχει μιά τέτοια κατάσταση, μόλις είναι ανάγκη νά ποΰμε. Ένώ ένας ' Ολλανδός π.χ. πού θά παντρευτή μιά Κινέζα ξέρουν δτι δέν έχουν τίς ίδιες παραδόσεις, δτι είναι υποχρεωμένοι σέ κάποιες αμοιβαίες υποχωρήσεις καί θά κυττάξουν νά στηρίξουν τόν γάμο τους στό ανθρώπινο στοιχείο τής σχέσεως των, στήν Ελλάδα δλοι ξέρουν πώς είναι «Έλληνες». Έλα δμως πού τά πράγ ματα δέν συμβαδίζουν μέ τήν θεωρία. Τά χωριά τής πρωτευούσης, δπως καί τά χωριά κατά περιοχές, έχουν τεράστιες πολιτιστικές διαφορές. Τόν πρώ το χρόνο ό γάμος, σπρώχνοντας ή μή, «καλά» πάει. Δέν αργεί δμως ν' άρχίση ή ασυνεννοησία. Γιά τήν οποίαν φυσικά οί παντρεμένοι μας «Έλ ληνες» δέν ξέρουν τί φταίει κι αρχίζουν νά τά βάζουν μέ τούς πεθερούς καί τίς πεθερές, τίς κουνιάδες καί τούς κουνιάδους... Επόμενο λοιπόν είναι άπό τά πρώτα χρόνια τοΰ γόμου νά έξαφανισθή αυτό πού ώρισε ή φύση σάν απαραίτητο στοιχείο γιά τήν γέννηση τών ανθρώπων, δηλ. τήν ψυχική έλξη καί τό «θείον μένος» στόν έρωτα, Καί άφοΰ βέβαια χάνεται τό στοι χείο πού μεταδίδει τίς ψυχικές καί πνευματικές Ιδιότητες στόν άνθρωπο καί αυτοί βγαίνουν σάν προϊόντα... συζυγικής συνήθειας, επόμενο στήν Ελλά δα είναι νά γεννιώνται μόνο... ψηφοφόροι. Νά λοιπόν δτι τά «ελαττώματα της φυλής», πού μονίμως επικαλούμαστε ώς χαρακτηριστικό ν τής «εθνι κής» μας συνεχείας, βγαίνουν κατ* ευθείαν άπό τήν περικεφαλαία τού Πε ρικλέους... Καί νά γιατί ή μόδα, άφοΰ δέν έχει τά κοινωνικά προαπαιτού μενα, είτε φαρδιά, είτε στενή θά μένη «έν συνόλω» μονίμως άκομψη... Βασικό προσδιοριστικό στοιχείο τών «γραμμών» τής μόδας είναι καί ό
χορός. Χαρακτηριστική είναι ή περίπτωση μέ τό στυλ τοΰ Κριστιάν Ντιόρ στά αμέσως μετά τόν πόλεμο χρόνια. Σέ μιά κοινωνία ταλαιπωρημένη άπ' τίς καταστροφές τοϋ πολέμου, ό Ντιόρ επεχείρησε νά μεταδώση τήν ανε μελιά τής «Μπέλλ-Έπόκ», μέ φαρδιές φοΰστες άντικαπιταλιστικής νοοτρο πίας (άφοΰ ήθελαν πολύ ύφασμα καί ραπτικά). Δέν πρόφθασαν δμως νά γίνουν μόδα, γιατί ήρθε τό «Ρόκ». Τό «Ρόκ», ήθελε ελεύθερα χέρια καί πόδια, δπως ελευθερία κινήσεων γιά δλο τό σώμα. Τό «μύα» ήταν τό εν δεδειγμένο ένδυμα γι' αυτό τόν σκοπό, πού ήταν καί καπιταλιστικός συμφερώτερο (λίγο ύφασμα). Άπό έδώ και πέρα ή μόδα πρέπει νά λαβαίνη ύπ' δψη καί τίς ανάγκες τοΰ χοροΰ. Τό «Τουίστ» αργότερα, δπου ό καθένας έχόρευε χωριστά τόν ίδιο ρυθμό καί μέ τήν ίδια ελευθερία κινήσεων, επέ βαλε στήν μόδα τό «γιούνι-σέξ», Οί σκοπιμότητες αυτές τής ελευθερίας τοΰ σώματος φαίνονται καθαρά καί στήν σύγχρονη μόδα, μέ τούς φαρδιούς ώμους καί τά ευρύχωρα παντελόνια. *Ήδη σιγά-σιγά αρχίζει νά «επιβάλλε ται» καί τό εξωτερικό ένδυμα τής μελλοντικής μόδας, πού προβλέπεται ώς τό 2000 νά είναι ένα μίγμα άπό δλες τίς μεταπολεμικές μόδες (βάτες, πλε χτές κάλτσες τύπου «λέκινκ» καί χοντρόσολα παπούτσια μέ κοντά τακού νια (γιά τόν χορό), δπως γιά ένα διάστημα εμφανίσθηκαν γύρω στό *70). "Ολο αυτό τό κατασκεύασμα θά σκεπάζεται μ' ένα πολύ ευρύχωρο παλτό, μέ φαρδιούς ώμους καί άπό αγγλικό κασμίρι, καί μέ εμπριμέ μεταξωτό κασκόλ. Αυτό ήδη άρχισε ν' άποτελή τήν χειμωνιάτικη μόδα, μέ προοπτι κές μελλοντικών επενδύσεων!... Αυτά τά ολίγα περί «μόδας» (τό θέμα κοινωνιολογικός είναι τεράστιο), προκειμένου νά καταλάβωμε σέ ποιους «επιστημονικούς χώρους» θά διεξάγωνται οί μελλοντικοί πόλεμοι. Πολέμους πού θά τούς καταλαβαίνη ή ανθρωπότητα, ή μάλλον θά τούς υφίσταται, χωρίς νά τούς φοβάται. Ή «σικ» ρωσσική μόδα μέ τήν επιμονή στά «τρουά-κάρ» και τά χωνικά ψηλά καπέλα, θά παραμένη πάντα ένα στοιχείο «έλεγκάνς» γιά τίς «υψηλές» δυτικές κοινωνίες. "Ήδη τό γράμμα «μιάχ-κισνάκ» έχει γίνει μπόκολα, πέ ραν τών T-Shirts μέ τό κυριλλικό αλφάβητο, ένω ό υπέργηρος καί χονδρούλης στρατηγός... Ποπώφ, μέ δλα τά παράσημα τής δόξης του, δυσφορεί σφόδρα δταν ή ωραία δεσποινίς τοΰ προσφέρη τό τσιγάρο «Μάλμπορο» στίς ρεκλάμες τών ευρωπαϊκών μεγαλουπόλεων. Δέν ήταν δυνατόν οί αφο πλισμοί νά μην έχουν τεράστιο εμπορικό ενδιαφέρον... Και σέ δλ' αυτά πρέπει βέβαια νά προσθέσωμε και τήν επιβλητική αισθητική τοϋ Ισλάμ. "Ηδη τά δυτικά παντελόνια τών γυναικών, άπό λεπτό ύφασμα, φαρδιά επά νω καί μέ στενό σουφρωτό ρεβέρ κάτω (συνήθως προτίμηση τών κυριών τών «ανωτέρων» τάξεων) είναι Ισλαμικής προελεύσεως... "Ολα τούτα — καί εϊ|ίαστε ακόμα στην άρχή — είναι φανερό πώς έπι-
72
73
βάλλουν μιά πολύ σύνθετη αίσθητική γιά τίς μελλοντικές κοινωνίες καί, δεδομένων δλων τών άλλων φορέων τής Ιδεολογίας, μέσω τών οποίων προ βάλλονται, επίσης μιά ώξυμμένη νοητική αγωγή. Ευέλικτες κοινωνίες σέ συνεχή διαμόρφωση δπως ή αμερικανική μποροΰν νά πειραματίζονται μέ μεγάλες επιταχύνσεις στους χώρους τής μαζικής κουλτούρας, απαραίτητη δέ προϋπόθεση αυτών τών πειραμάτων, είναι και ό έλεγχος τών πολύ χρησίμων χώρων «υποκουλτούρας» («πάνκυ>, χΐππυς κ.λπ.). Οί ευρωπαϊκές κοινωνίες, κοινωνίες μακροτέρων παραδόσεων, είναι φυσικό νά στερούνται αυτής τής ευχέρειας τών τόσο υψηλών επιταχύν σεων. Οί όποιες σύν τοϊς άλλοις άπαιτοϋν καί τά ογκώδη εκείνα κεφάλαια πού απαιτεί κάθε βιομηχανία. Πολλοί χώροι τής σύγχρονης τέχνης είναι περισσότερο θέμα κεφαλικών παρά εμπνεύσεως. Καί στόν βαθμό πού επεν δύονται λεφτά, τά αποτελέσματα οφείλουν νά προκύψουν. Ή βιομηχανικώς παραγόμενη τέχνη είναι ή έπί ίδεολογικοϋ καί ψυχολογικού επιπέδου συσκευασία τοΰ εμπορεύματος. Ή μεγάλη κοινωνική δυναμικότητα τής τέχνης αυτής έγκειται ακριβώς στό γεγονός, δτι μπορεί νά επιβάλλεται μέσω τών κινημάτων πού εμφανίζονται ώς αντίθεση της. Ή «Τζαζ» και τό «Ρόκ» π.χ. είναι επαναστατικά κοινωνικώς κινήματα μέσα στήν σύγχρονη μουσική παράδοση, μεταδημιουργημένα ώς μόδα δμως εμφανίζονται σάν ή πιό κατεστημένη μορφή της. Πρόκειται γιά τούς αρχικώς εμφανιζόμε νους ώς χώρους «υποκουλτούρας» πού αναφέραμε. Οί εύκολες δμως αυτές διαχειρήσεις στόν τομέα τής μαζικής κουλτούρας διά τής τέχνης, προϋποθέτουν ένα αντίβαρο σέ άλλους χώρους καί συγκε κριμένα στόν τομέα τών ϊδεών. Σέ μιά παραγωγή πού στηρίζεται στόν προγραμματισμό, οί Ιδέες δέν είναι απλώς πράγματα όχληρά, άλλά καί επικίνδυνα. Οί χρήσιμες άπό τις ιδέες είναι μόνο δσες έχουν νά κάνουν μέ τήν παραγωγή καί αυτές είναι προφανώς οί ιδέες τής επιστήμης. Αυτές ακριβώς προσπαθεί ό σύγχρονος καπιταλισμός νά ξεχωρίση άπό δλες τίς άλλες καί νά τίς κάνη αυτοσκοπό. Ή επιστήμη, ώς γνωστόν, σήμερα είναι ή άλλη όψη τής παραγωγής καί δλα σχεδόν τά επιστημονικά ίδρύματα χρηματοδοτούνται καί ελέγχονται άμεσα άπό τις πολυθνικες. Καί έννοοΰμε βέβαια τίς θετικές επιστήμες. Οί επιστήμονες αυτοί αποτελούν σήμερα διεθνώς μιά ενιαία τάξη οίονεί ιερατείου, στους οποίους οί πολιτικοί καί οί διευθυντές τών πολυθενικών υπακούουν τυφλά. Τό πρόβλημα είναι, δτι, δεμένη δπως βρίσκεται σήμερα ή φυσικομαθηματική έρευνα μέ τήν παρα γωγή, ό λόγος τών επιστημόνων αυτών δέν φθάνει ποτέ πρός τά κάτω. Φυσικοί σάν τόν Αϊνστάιν ή τόν Βάϊτσζεκερ, πού νά θέλουν νά συζητούν δημόσια γιά τήν ευθύνη τής επιστήμης των, κατά τήν σημερινή τάξη πραγ74
μάτων δλο καί πιό πολύ θά ΰπάγωνται στίς Ιδιόρρυθμες εξαιρέσεις. Καί αυτό έχει τήν εξήγηση του. "Οπως ή παραγωγή έχει γίνει απρόσωπη, έτσι απρόσωπη τείνει νά γίνη καί ή επιστήμη. Στά σημερινά αυτοκίνητα π.χ. άπό δεκαετία σέ δεκαετία επέρχονται επαναστατικές αλλαγές —καί πολύ περισσότερο σέ άλλα είδη ηλεκτρονικής τεχνολογίας. Κανένας δμως δέν ξέρει τούς εφευρέτες αυτών τών αλλαγών. Ξέρει μήπως κανείς ποιος συγκε κριμένα βρήκε τούς καταλύτες γιά τά σημερινά αυτοκίνητα ή ποιος βρίσκει τήν «νέα γραμμή» άπ* τά μοντέλα τών αυτοκινήτων; Ή τεχνολογική πα ραγωγή, ώς εκφράζουσα τό πνεΰμα μιάς εποχής, τείνει νά γίνη απρόσωπη και συντεχνιακή δπως ακριβώς καί τό ανώνυμο χτίσιμο τών καθεδράλ στόν μεσαίωνα. Τό Ιδιο ακριβώς και ή επιστήμη. Τά αποδιδόμενα σήμερα «Νό μπελ» στους θετικούς επιστήμονες, τών όποιων οί ανακαλύψεις είναι ύψι στης σημασίας πράγματα γιά τήν γνωστική κατάσταση τοΰ άνθρωπου, ούδέναν εντυπωσιάζουν ή παρακινοΰν νά άσχοληθή είδικώτερα μέ τό νόη μα τους. "Ολα διακινούνται οίονεί σ' ένα πνεΰμα συντεχνίας και αυτή ή τάξη πραγμάτων φαίνεται καθαρά στόν χαρακτήρα τών μεγάλων έργων αρχιτεκτονικής. Ό παλαιός μπουρζουά αίσθανόταν τήν ανάγκη επικοινω νίας καί έξώδευε λεφτά νά στολίση τό σπίτι του ή τήν Τράπεζα του άπ' έξω. Ηταν ένας τρόπος επιβολής άλλά καί μιά ανάγκη επικοινωνίας, πού έδινε ένα πρότυπο ζωής καί μιά παιδαγωγική αίσθητική υπόδειξη στόν εργάτη, ανεξαρτήτως τών άλλων αίσθημάτων πού τόν πότιζε... Τό σημερινό κτίριο μιάς Τραπέζης ή μιάς πολυεθνικής, μονοκόμματο και αδιαπέραστο με τό-τζάμι καί τόν όγκο του, αδιαφορεί γιά τόν άπ' έξω. Είναι ένας κόσμο καθ* εαυτός στό μέσα του καί ή επιβολή μιάς αδιάσειστης ισοπεδωτικής εξουσίας γιά τούς άπ* έξω. Μιά απαγορευτική υπόδειξη πραγμάτων πού δέν μποροΰν νά μετακινηθούν. Καθόλου τυχαίο δέν είναι δτι τό στυλ αυτό επεκράτησε ιδιαίτερα στήν μεταπολεμική αρχιτεκτονική τοΰ ανατολικού Βερολίνου. "Έτσι ακριβώς διακινούνται τά πράγματα καί στόν τομέα τής επιστημονικής έρεύνης. "Αν στήν εποχή τοΰ Μαρξ ήταν ό εργάτης ή έμ ψυχη προέκταση τής μηχανής, σήμερα τείνει νά γίνη ό θετικός επιστήμο νας. Καί ή σκέψη τοΰ επιστήμονα είναι ακριβώς ίδιοκτησΐα τοϋ παράγωγου δπως καί ή μηχανή, ήτοι τής πολυθενικής ή τοΰ κράτους. "Οχι τής κοι νωνίας. Δεδομένου δτι σήμερα υπάρχει στενή αλληλεξάρτηση στόν επι στημονικό τρόπο εργασίας — διότι υπάρχουν έπΐκοινα προβλήματα τής παραγωγής πού έχουν νά λύσουν οί επιστήμες —, είναι εύκολη ή παρακο λούθηση τοΰ επιστήμονα καί ή κρατική επιβολή έπ' αύτοϋ. "Ετσι λοιπόν ή «επιστήμη» αυτονομείται κοινωνικά, κλείνεται σέ ένα κτίσμα άπό ατσάλι καί γυαλί καί λειτουργεί δπως ό οργανισμός μιάς εταιρείας πετρελαίου ή μιάς τραπέζης. Και βέβαια στόν Ιδεολογικό τομέα αυτονομείται έναντι Τ
75
δλων τών άλλων περιοχών τοϋ πνεύματος, οπότε, άφοΰ αυτή είναι ή καθ' εαυτό παραγωγή, μπορεϊ νά προβληθη ώς πνευματικός αυτοσκοπός, τόν όποιον όλες οί περιοχές τοΰ πνεύματος οφείλουν νά υπηρετήσουν. Καθό λου συνεπώς παράξενο ότι ή επιστήμη προβάλλεται καθαρά ώς ή καθ* εαυτό πνευματική λειτουργία, τήν οποίαν ό καλλιτέχνης, ό φιλόσοφος, καί ό συγγραφέας οφείλουν υπομονετικά νά προσδεχθοΰν (Έτσι π.χ. στό Fcuilleton τής F.A.Z. τής 3ης Νοεμβρίου 1989). Ό συγγραφέας τούτων τών γραμμών υπάγεται σέ όσους πιστεύουν δτι δντως ή επιστήμη τής μέτρησης αποτελεί τήν κορυφή στήν πυραμίδα τής ανθρώπινης πνευματικής δημιουργίας. Ότι δηλαδή δλην τήν ίστορία τής ανθρωπότητας μποροΰμε νά τήν θεωρήσωμε σάν ένα προοίμιο, προκειμέ νου νά κατάκτηση ό άνθρωπος τήν επίγνωση τής μαθηματικής επιστήμης. Καί επειδή αυτή έχει άμεση υπαρξιακή σχέση μέ τήν ϊδια τήν ανθρώπινη υπόσταση, μποροΰμε νά θεωρήσωμε δτι δλες οί άλλες επιστήμες συμπερι λαμβάνονται συλλήβδην μέσα σ' αυτή. Δηλαδή καλύτερα: έχουν τόσην εγκυρότητα, δσο μποροΰν στίς συνθέσεις των νά λαβαίνουν ύπ* δψη τό κοσμοείδωλο τών μαθηματικών. Κι αυτό δέν Ισχύει μόνο γιά τις κοινωνικές λ.χ. επιστήμες (π.χ. «κριτική θεωρία», πού λίγο επηρεάσθηκε άπό θεωρη τικά μοντέλα τών θετικών επιστημών), άλλά γιά τις κατ' εξοχήν μεταφυ σικές δπως ή αίσθητική. Ποιά ιστορικά περιστατικά συνετέλεσαν γιά νά ανακάλυψη ό ανθρώπινος νους τό «είναν» ώς μέτρηση — περιστατικά πού έχουν άμεση σχέση με τήν ίστορία τοΰ νεώτερου ελληνισμού —, δέν είναι θέμα πού μποροΰμε νά έξετάσωμε έδώ. Σημασία έχει δτι ολόκληρη ή αν θρωπότητα έχει τήν ευθύνη καί τήν υποχρέωση γιά τήν συντήρηση καί ανάπτυξη τών θετικών επιστημών, πού αποτελούν τήν υψηλότερη πνευμα τική κατάκτηση τοΰ άνθρωπου. Ό τεχνολογικά ανεπτυγμένος μέ τήν σκέ ψη του καί ό είσετι μή ανεπτυγμένος μέ τις πρώτες ύλες του, Καί προσω πική γνώμη τοΰ γράφοντος τοΰτες τίς γραμμές είναι, δτι καμμία «αβαρία» γιά τήν ανάπτυξη τής επιστήμης δέν πρέπει νά θεωρήται μεγάλη. Ό,τι είναι δυνατόν νά αναπτύσσεται σέ δλους τούς χώρους τών επιστημών (δια στημική έρευνα, πυρηνική ενέργεια, γενετική τεχνολογία κ,λπ.), πρέπει νά αναπτύσσεται χωρίς κανένα ενδοιασμό καί χωρίς λογαριασμούς υλικών εξόδων καί μόχθου. Καμμιά φορά βέβαια δυσκολεύεται νά καταλάβη κανείς τήν «οίκολογική νοοτροπία» μερικών, οί όποιοι τρώνε μέ μεγάλη άνεση τά σνίτσελ καί τίς μπριζόλες, άπαιτοΰν δμως νά μήν γίνωνται ίατρικά πειρά ματα σέ γάτες και κουνέλια πού καλλιεργήθηκαν γι* αυτόν τόν σκοπό. Έκτος βέβαια καί άν ό «ανθρωπισμός» αυτών τών ανθρώπων τής μοντέρνας ευαισθησίας προϋποθέτει δύο απάνθρωπες εκδοχές: δτι πρέπει νά σταμα76
τήση ή φαρμακευτική έρευνα ή δτι οί πολυθενικές χημείας πρέπει νά πειραματίζωνται μέ τούς πληθυσμούς τών υπανάπτυκτων χωρών (ενδεχομένως αυτό νά γίνεται σέ μερικές χώρες...), γιά νά μήν υποφέρουν οί ποντικοί τών εργαστηρίων... Βέβαια σέ τέτοιους ανεύθυνους συναισθηματισμούς δέν χρειάζεται νά δώση κανείς ειδική βαρύτητα. Είναι δμως άλλο ανάπτυξη τής επιστήμης καί άλλο ό κοινωνικός έλεγχος αυτής τής ανάπτυξης. Ό τέτοιος έλεγχος σημαίνει, πρώτον, δτι ή ανάπτυξη πρέπει νά γίνεται μέ ρυθμούς πού νά μπορή νά τούς αφομοίωση τό κοινωνικό σώμα και, δεύτερον, δτι οί έχοντες στά χέρια τους τήν επιστημονική δύναμη (πολυεθνικές, κυβερνήσεις κ.λπ.) πρέπει νά εξασφαλίζουν τήν κοινωνική συγκατάθεση γιά τόν βαθμό χρη σιμοποίηση της. Μέ άλλα λόγια: είμαστε υπέρ παντός βαθμού τελειοποιή σεως καί αναπτύξεως τοΰ αυτοκινήτου ή τοΰ αεροπλάνου* τό αυτοκίνητο δμως τό θέλομε τελικώς νά μας ΰπηρετή καί δχι νά τό άγοράζωμε σώνει καί καλά, επειδή έτσι προβλέπεται στους στατιστικούς πίνακες τής κατα σκευάστριας εταιρείας. Τό πώς μπορεί νά άφομοιωθή κοινωνικά ή ανάπτυ ξη τής επιστήμης είναι ένα θέμα πνευματικής καταστάσεως (απορρέον άπό κοινωνικές, οίκονομικές κ.λπ. συνθήκες), γιά τήν οποίαν ό καλλιτέχνης ή δ συγγραφέας έκτελοΰν μιαν παράλληλη καί αυτοδύναμη λειτουργία και καθόλου δέν υποχρεούνται νά «υπηρετούν» τήν επιστήμη, δπως θέλουν νά μας κάνουν νά πιστέψωμε τά συγκαιρινά θεωρήματα. Οί επιστήμονες είναι «κατασκευαστές κουλτούρας» δπως ακριβώς οί καλλιτέχνες καί οί συγγρα φείς. Άλλά σέ πολύ μικρότερο βαθμό, ακριβώς επειδή ή επιστήμη σήμερα, όση ιδιοφυΐα και άν άπαιτή ή έρευνα, είναι τελικώς ένα προτσές καθωρισμένης διαδρομής. Τό πρόβλημα άν δέν λυθή τώρα, θά λυθή αύριο. Καί άν λυ&η στήν Αμερική, μεθαύριο θά άκολουθήση στήν Ρωσσία ή αντι στρόφως. Χαρακτηριστική είναι ή περίπτωση μέ τήν τελευταία κρίση τής Μέσης Ανατολής, δπου ή επιστημονική προσπάθεια ανέπτυξε νέες μεθό δους παραγωγής ενεργείας, μέ αποτέλεσμα τήν μείωση τής εξάρτησης τής βιομηχανικής παραγωγής άπό τίς χώρες τοΰ OPEC καί τήν μείωση τοΰ είσοδήματος τών τελευταίων άπό 280 δίς δολλάρια πού ήταν τό 1980 σέ 97 τό 1987 (καί 100 τό 1988). Άπό τήν δομή οργανώσεως λοιπόν πού έχει σήμερα ή επιστήμη στό κύκλωμα παραγωγής, μπορούμε νά πούμε δτι ή κοινωνική ευθύνη τοΰ θε τικού επιστήμονα είναι πολύ μικρότερη άπό έκεΐνην τοΰ καλλιτέχνη ή τοϋ διανοουμένου. Άρα τό αξίωμα δτι ή επιστήμη είναι ή ανώτερη μορφή ευθύνης τής πνευματικής δημιουργίας είναι μιά μισή αλήθεια, πού σκοπό έχει νά κρύψη μιά πολύ μεγαλύτερη κοινωνική καί πολιτική λαθροχειρία: τήν δίωξη πού υπέστησαν μεταπολεμικώς οί ίδέες καί πού υφίστανται ό77
λοένα. Εννοείται βέβαια δτι ό διανοούμενος μπορεί νά μήν ξέρη καλά τίς «εσωτερικές αναγκαιότητες» μεταξύ επιστήμης, παράγωγης καί πολιτικής, άλλά αυτός είναι ακριβώς ό ορισμός τοΰ διανοουμένου: τοΰ άνθρωπου πού μιλεί γιά πράγματα πού «δέν ξέρει καλά» καί πού δέν υποχρεούται νά τά ξέρη καλά (νά μήν τά άγνοή δμως επιβάλλεται, άν δέν είναι μόνο «λόγιος τών εμπνεύσεων»), δηλαδή πού είναι υποχρεωμένος νά άγνοή τήν εντέλεια τών «εσωτερικών αναγκαιοτητών», γιά νά έχη αξία και κοινωνική ν γονι μότητα ή σκέψη του. Οί αναγκαιότητες πού αποτελούν αφετηρία τοΰ δια νοουμένου οφείλουν νά είναι διαφορετικές άπό τήν γνώση τών «εσωτερι κών αναγκαιοτητών» τών πραγμάτων γιά τά όποια Ομιλεί (γιά τήν Ιδιόρρυθ μη τούτη λειτουργία τοΰ διανοουμένου, βλ. π.χ. J. Α. Schumpeter, μν,έ. σελ. 235 κ.έ.). Ή Αμερική, καθώς είπαμε, ενδιαφέρθηκε πρωτίστως μεταπολεμικά γιά τήν Ισχυροποίηση τοΰ καπιταλισμού ώς συστήματος, πράγμα πού υπήρξε υψίστης Ιστορικής σημασίας προσφορά, άφοΰ μέ τό πρόσχημα τοΰ «έξωτερικοΰ κινδύνου» άπεσόβησε πολλούς εσωτερικούς κινδύνους στό σύστη μα τών δυτικών κοινωνιών. Τούς όποιους σήμερα μπορούμε νά θεωρήσωμε οριστικά ξεπερασμένους. Αυτά δμως έγιναν μέ μία πρωτοφανή δίωξη τών ίδεών, ή όποια, έν συνδυασμφ μέ τις περί λαθρεμπορίου καί υποκόσμου εμπειρίες τών αμερικα νικών μυστικών υπηρεσιών, έλαβαν επίπεδα εξευτελιστικά τής ιδιότητος τοΰ άνθρωπου καί τοΰ διανοουμένου Ιδιαίτερα. Παρά τις εμπειρίες τών δικτατοριών καί τοΰ πολέμου, πολλοί άνθρωποι στήν Ευρώπη δέν ευρέθη καν σύμφωνοι μέ τήν κατανάλωση τής «Δημοκρατίας» ύπό μορφήν συ σκευασμένου προϊόντος. Ή παράδοση τής Δημοκρατίας στήν Ευρώπη έχει κατ * ανάγκην ερευνητική μορφή, σάν κάτι πού πρέπει κάθε μέρα νά πραγματωθή γιά νά ύπαρξη καί δχι σάν ένα εύρημα έφησυχασμοΰ. Καί τοΰτο απλούστατα, διότι ή κάθε δυνατή μορφή Δημοκρατίας στόν ευρωπαϊκό χώρο είναι στενά δεμένη μέ τήν ίδέα τοΰ σοσιαλισμού. Μιά Ιδέα πού ούτε έπαψε ούτε πρόκειται νά πάψη νά ϊσχύη γιά τίς ευρωπαϊκές κοινωνίες, (αυτό είναι τό βαθύτερο νόημα τών θεωριών τοΰ Γκράμσι) γιά τόν απλού στατο λόγο, δτι είναι ή ίδέα πού αντιθέτει τόν άνθρωπο σάν κέντρο βάρους έναντι τών «προγραμμάτων παραγωγής». Δέν είναι μέσα στά πλαίσια τούτου τοΰ βιβλίου νά άσχοληθοΰμε εκτενώς μέ τό θέμα τής μεταπολεμικής κατάστασης τών Ιδεών στήν Ευρώπη. Οί πρώτες μεταπολεμικές γενηές τών διανοουμένων, πάντως, άπήτησαν μιάν εκτενέστερη συζήτηση γιά τά θέματα κουλτούρας, ξεκινώντας άπό τό γνω στό αξίωμα τοΰ Μπρεχτ: «τότε σώζονται οί παιδείες τών λαών, δταν μ 1
78
αυτές σώζονται πρώτα οι άνθρωπου>. Μέ άλλα λόγια δηλαδή, δχι οί άνθρω ποι γιά τήν κουλτούρα — κανένα είδος «έλληνοχριστιανισμοΰ»! —, άλλά ή κουλτούρα γιά τούς ανθρώπους. Σημειωτέον δτι καί στήν ίδια τήν Α μερική τά θέματα ετέθησαν μέ μεγαλύτερη οξύτητα άπό ευρύτατα στρώμα τα νεολαίας καί διανοουμένων (βλ. π.χ. P. Jacobs - S. Landau: «The News Radicals», γερμ. μετ. 1969). Κορύφωμα αυτών τών διαδικασιών υπήρξαν οί φοιτητικές εξεγέρσεις στό τέλος τής δεκαετίας τοΰ '60, πού κύρια αφορμή έλαβαν άπό τήν επίμονη επιδίωξη υπαγωγής τής έρευνας τών παν/μίων στις ανάγκες τής παραγωγής, δηλ. τήν «χειραγώγιση» τής επιστήμης πού λέγα με προηγουμένως (βλ. καί W. Hochkeppel(Hsg): «Die Rolle der neuen linken in der Kulturindustrie», 1972, σελ. 15 κ.έ.). Αυτά δλα βέβαια σέ μιά εποχή, τήν εποχή τοΰ ψυχροΰ πολέμου καί τοΰ «άντικομμουνισμοϋ», πού δέν ήθελε αντιπάλους σέ κανένα επίπεδο, Οί διανοούμενοι συνεπώς θά έμεταβάλλονταν σέ είδος μονίμων υποδίκων τών μυστικών υπηρεσιών, ένα είδος μίγ ματος καθεστωτικών «έχθρων» καί κατηγορουμένων τοΰ κοινοΰ ποινικού δικαίου. Ποιό περίπου ήταν τό πνεΰμα πού έπανεβίωσε στίς πρώτες δεκαε τίες γενικά τής μεταπολεμικής Ευρώπης, καταλαβαίνει κανένας άπό τοΰτο τό χαρακτηριστικό απόσπασμα εκείνου τοΰ καιρού: «Αυτός δ εφιάλτης είναι τόσο παληός δσο καί ή Δύση: "0,τι οφείλει νά γράψη ό ποιητής καί δ,τι δχι, έπ' αυτού αποφασίζει τό συμφέρον τοϋ κρά τους. Ή εύπείθεια καί ή ευπρέπεια πρέπει νά διατηρηθούν. 01 θεοί είναι πάντα καλοί. Γιά τούς κρατικούς αξιωματούχους καί τούς προϊσταμένους, οφείλει νά μήν εϊπωθή δημόσια τίποτε τό δυσμενές. Οί ήρωες πρέπει νά εξυμνούνται σέ κάθε περίπτωση. Τά εγκλήματα τών αρχόντων δέν είναι κανένα αντικείμενο γιά ποίηση, άλλά ένα θέμα γιά συμβούλια επιτροπών πίσω άπό κλειστές πόρτες. Ή νεολαία δέν πρέπει νά διαφθαρή! Καμμιά παράσταση αχαλίνωτων παθών, μέ εξαίρεση μόνο εκείνων, γιά τά όποια συμφωνεί ή κρατική εξουσία. Ή ειρωνεία δέν επιτρέπεται. Έκθηλυσμός δέν πρέπει νά συμβαίνη. Οί ποιητές είναι γεννημένοι ψεύτες καί γι * αυτό πρέπει νά υπαχθούν στήν σπείρα τής προπαγάνδας. Οί υπηρεσίες λογοκρισίας δέν υποδεικνύουν μόνο τά θέματα είναι ακόμα αρμόδιες γιά τήν μορφή τοΰ γραψίματος καί τίς επιθυμητές αποχρώσεις τού κειμένου. Αυτό πού απαιτεί ται πάση θυσία είναι ή αρμονία: «συνεπώς καλλιλογία, εόφωνία, υψηλή ευπρέπεια καί καλομετρημένα» — μ' ένα λόγο, πάντα τό θετικό. Οί επιβλα βείς εξορίζονται ή αποκόβονται, τά έργα τους απαγορεύονται, λογοκρίνο νται καί κατακρεουργούνται». (Η. Μ. Enzensberger: «Einzelheiten II» (Poesie una Politik, 1962), σελ. IB). 1
Δέν είναι τυχαίο, δτι μέσα σέ τοΰτο τό μεταπολεμικό κλίμα — πού είναι ένα κλίμα γενικό, εκείνο τοΰ Μακαρθισμοΰ (ό Τσάρλυ Τσάπλιν έπέρασε 79
δικαστήριο γιατί έδειχνε στά φιλμ του βιομηχανικούς εργάτες ταρίφας καί στάνες μέ πρόβατα) — εύρήκε τήν αιτία εμπνεύσεων του καί ό Ούμπέρτο Έκο μέ τό «"Ονομα τοϋ Ρόδου». Ή μεταπολεμική λογοκρισία δέν είχε βέβαια ανάγκη νά στήση φωτιές καί εξορίες. Μέ τήν αποτελεσματικότητα τών μυστικών υπηρεσιών — γιά τίς όποιες λαθρέμποροι κοκαΐνης καί δια νοούμενοι αποτελούσαν τήν αυτήν τάξη χρησίμου περιθωρίου — εύρήκε νέο είδος «παιδαγωγικής»: τούς μετέβαλε άνελεήτως σέ παράσιτα, ώστε νά μήν μποροΰν νά γράψουν. Έτσι έπί παραδείγματι πρωτογενή έργα τής μεταπολεμικής βιβλιογραφίας έγράφηκαν στά τραίνα, στό γόνατο δηλαδή δπως θά λέγαμε ελληνικά, και οί συγγραφείς τους αίσθάνονται υποχρεω μένοι σ' αυτά νά ζητήσουν συγγνώμη άπό τόν αναγνώστη γιά τίς ανακρί βειες τής άπό μνήμης αναφερομένη βιβλιογραφίας (βλ. R. Schwendler: «Theorie der Subkultura, 1973, σελ. 353), ένφ σέ άλλους χώρους τής πνευ ματικής παραγωγής, δπως π.χ. στόν κινηματογράφο, πολλοί έδιάλεξαν σάν μόνη δυνατή λύση νά ζουν άπό τό είσόδημα τής γυναίκας τους!!! (βλ. Κ. Eder: «Filmwirtschaft und Filmkritiker>>, «Ktirbiskern», 4/72, σελ. 650). Οί ώργανωμένες καί ελάχιστα πρωτότυπες αυτές μέθοδοι «χειραγωγήσεως» τής μεταπολεμικής διανόησης είχαν σάν φυσικό αποτέλεσμα τήν κατ" ούσίαν περιθωριοποίηση της, ώστε μάλιστα εξέχοντες εκπρόσωποι τής ακαδημαϊκής διανοήσεως, δπως π,χ, ό Η. Schelsky, νά ίδοϋν σ' αυτή μιά καθαρώς παρασιτική κάστα (βλ. «Die Arbeit tun die anderen», 2η έκδ. 1975). Πολύ βέβαια γιά νά σταματήση κανένας νά γράφη, δέν χρειάζεται. Άν χάση κανείς μία ή δύο άπό τίς πρώτες δημιουργικές δεκαετίες τής ζωής του (τό γράψιμο δέν υπάγεται καθόλου στά εύκολα «επαγγέλματα»...), είναι προφανές πώς δ,τι κι άν γράψη μετά θά είναι νεράκι άβλαβες και υγιεινό. Καί μέσα στις έκμηδενιστικές συνθήκες ζωής του κάποια «ουρίτσα» πιθα νόν θά πρόκυψη πού θά τόν έξισώση ενδεχομένως, άν δχι μέ τόν λαθρέ μπορα ναρκωτικών, πράγμα πού θά ήταν τό «Ιδεώδες» (!), πάντως μέ κάποια μορφή τυχοδιωκτισμού. Ακριβώς ή'στιγμή αυτή είναι καί ή στιγμή μεγα λοφροσύνης γιά τό σύστημα: ανοίγουν διά μιας οί πύλες τής αναγνώρισης δπως οί κρουνοί τών ουρανών, οί εμφανίσεις στά Talkshow διαδέχονται ή μία τήν άλλη, μιά καί ή τηλεόραση διανοητικώς είναι φαινόμενο τελείως άβλαβες (βλ. π.χ. Ν. Postman, μν. έ., σελ. 9), καί ή δόξα καλπάζει μέ τήν ίδια γρηγοράδα δπως γιά τά μισοναρκωμένα λιοντάρια τοϋ τσίρκου ή τίς ξεδοντιασμένες άρκοΰδες τών πανηγυριών. Άπό έδώ και πέρα ό διανοού μενος, ώς θέαμα μέσα στό κατάλληλο διαφημιστικό ντεκόρ, έχει τήν αυτήν εμπορική αξία μέ τόν ποδοσφαιριστή πού γύρω-γύρω άπό τά πόδια του διαφημίζονται τά λάστιχα «Ντούνλοπ». «Μυοτλωμένος», δπως έγινε, ουδέν πρόβλημα πλέον δημιουργεί... Στήν Αμερική μάλιστα πρός τήν δόξα ά-
80
νεβαίνει κανείς μέ ασανσέρ: άπό κάποια στιγμή καί πέρα, ή ιδιότητα τοΰ «περιθωριακοΰ» διανοουμένου είναι κάρτα προσκλήσεως σέ δεξιώσεις τής πιό υψηλής κοινωνίας, δπως τοΰτο συνέβη κατ* επανάληψη στά κρίσιμα χρόνια τής δεκαετίας τοϋ '60 στή Ν, Υόρκη. Είδικά μάλιστα γιά τούς «μαύρους πάνθηρες» οίκοδεσπότης ήταν ούτε λίγο οΰτε πολύ ό διεθνούς φήμης μαέστρος Λέοναρντ Μπερνστάϊν (βλ. Ε. Scheuch: «Kulturintelligenz als Machtfaktor», 1974, σελ. 41). Είναι έξ άλλου απαραίτητο, καθώς είπαμε, μεγάλοι χώροι τής διανόησης νά ώθοΰνται πρός τό «περιθώριο», διότι αυτό είναι ή χρυσή αγελάδα γιά τήν μόδα, δηλ. τόν κυριώτερο μάνατζερ τοΰ εμπορεύματος. Τώρα, άν μέσα σ' αυτά δλα παρουσιασθή έξαφνα κανένας ανοικονόμητος ογκόλιθος τύπου Παζολίνι, ό κόσμος στήν παντοδύναμη εποχή μας δέν χάλασε... Ό Παζολίνι ήταν στ' αλήθεια επικίνδυνος, γιατί ανασκάλευε στους πιό αρχέγονους μύθους τών κοινωνιών — κι αυτά τά πράγματα δταν μπουν στόν δρόμο κινοΰνται μέ τήν ταχύτητα τραίνου σέ κατήφορο πού τοϋ χάλασαν τά φρένα. Σίγουρα ή πιό ευτυχής κατάσταση γιά τόν άνθρωπο είναι ανέκαθεν ό ύπνος... Ή Ιδεολογική Σαχάρα τής μεταπολεμικής μας Δημοκρατίας δέν αποτελεί πλέον κοινωνιολογικής άλλά στατιστικής φύσεως αντικείμενο μετρήσεων. Κοινωνιολογικώς θεωρείται ώς γεγονός δεδομένη. Τό μέτρο είναι ό χώρος τής λεγόμενης «ψυχαγωγικής λογοτεχνίας» (Unterhaltungsliteratur), Ιδού μερικά μεγέθη: Κόνσαλικ — 130 βιβλία σέ 67 έκατομ. αντίτυπα σ' δλον τόν κόσμο. Β. Κάρτλαντ — 435 βιβλία σέ 430 έκατομ, αντίτυπα. Ε. Βλύτον — 700 βιβλία («Χάννι καί Νάννι» κλπ.) σέ πάνω άπό 500 έκατομ. αντίτυπα βάσει τών στατιστικών τής UNESCO (ιδιωτικοί οργανισμοί είναι βέβαια αδύνατο νά «πιάσουν» τέτοια νούμερα...). Ό Χ. Ρόμπινς σέ πάνω άπό 100 έκατομ. αντίτυπα («Οί μάνατζερ» κ.ά.), ή έφευρέτις τής «Άντζελίκ» Άννα Γκολόν μέ πάνω άπό 65 έκατομ. αντίτυπα, ό Λ. Λαμούρ, πού στά προηγού μενα έπαγγέματά του ήταν πρωταθλητής τοΰ μπόξερ καί ξυλοκόπος, μέ τά «Γουέστερν» βιβλία του πάνω άπό 175 έκατομ. αντίτυπα. Ό έπί τοΰ θέματος συνάδελφος του Γ. Φ. Οϋνγκερ μέ 130 εκατομμύρια, ακολουθούν ό φόν Ντένικεν, Β. Χάινριχ καί άλλοι πολλοί ών ούκ έστι τελειωμός. Πώς γρά φονται αυτά τά βιβλία, εξήγησε σχετικά ό Κόνσαλικ σέ μιά μπροσούρα πού εκδόθηκε άπό τόν εκδοτικό οίκο Μπέρτελσμαν μέ τόν τίτλο «Ό συγ γραφέας καί τό έργο του»: «Τό γράψιμο είναι απλούστατο: κάθεται κανείς στήν γραφομηχανή, τυλίγει σ * αυτή μιά κόλλα χαρτί, ανασαίνει βαθιά και αρχίζει νά γράφη». Άλλά καί μέ τήν ευκολία αυτή 700 βιβλία; Ό Πλά τωνας, πού είχε τούς δούλους νά τόν θρέφουν, μόλις καί κατάφερε κι έγρα ψε 10 μέτρια στόν όγκο τους βιβλία... Θέμα κριτικής γιά τά βιβλία αυτά 81
δέν τίθεται βέβαια, διότι έπί τοΰ προκειμένου Ισχύει ή λογική τών αριθμών: «μποροΰν νά λαθεύουν μισό δις αναγνώστες;». Πρό τοϋ ολοκληρωτισμού αυτών τών αστρονομικών αριθμών «γνώσης» είναι κανείς υποχρεωμένος νά κύψη τήν κεφαλήν, ωστόσο τό ερώτημα παραμένει: μπορεί τάχα κανείς νά φαντασθη φύσεις ύπόλευκες καί ευπαθείς τύπου Καντίου νά συνερευνοΰν δίπλα-δίπλα στά ράφια μιας βιβλιοθήκης μέ τόν «συνάδελφο» τους τόν Μπόξερ, προκειμένου νά γράψουν τά βιβλία τους; Μπορεί δηλαδή ή Ευ ρώπη νά ζήση χωρίς ίδέες ή μέ ιδέες πού βελτιώνουν μόνο αυτοκίνητα; Καί δεν συζητοΰμε βέβαια γιά τήν ναρκωμένη Ευρώπη τής «ανάπτυξης», άλλά γιά τήν ώς χθες ξεχασμένη Ευρώπη τής ανησυχίας καί τών αίρέσεων. Και γι' αυτήν πού θά πρόκυψη, δταν ή Ευρώπη ανακάλυψη όλόκληρον τόν εαυτό της. Υπάρχουν φυσικά στήν Ευρώπη μουσικές σχολές καί ζωγρα φικές παραδόσεις, άλλά ή μέν ζωγραφική απετέλεσε διϊστορικές έμπραγματώσεις άλλων πολιτισμών, δπως τοΰ Βυζαντινού καί τοΰ Ισλάμ γιά χι λιάδες χρόνια, ένφ ή μουσική αποτελεί μονοσήμαντες όργανικότητες άλ λων πολιτιστικών χώρων, δπως π.χ. τής Αφρικής τοΰ τάμ-αάμ ή τής βαθιάς πνευματικότητας τής "Απω Ανατολής. Αυτό πού έμάθαμε νά βλεπωμε ώς τώρα στήν Ευρώπη ήταν ή δημιουργία τών ίδεών. Έτσι μάς υπέδειξε άλ λωστε καί ό Π. Βαλερύ... Πρέπει βέβαια νά ποΰμε, ότι μεταξύ τών «μπέστ σέλλερς» υπάρχουν μερικά θεμελιωμένα στήν έρευνα τους, πού προσφέρουν πολύ περισσότερη ουσία άπό τά αντίστοιχα τών «ειδικών» τών σεμιναρίων. Γενικά τά βιβλία τσέπης έκατακρίθηκαν κατ' αρχήν, στίς σειρές δμως αυτές είδαν τό φώς ανατυπώσεις καί έργα πολύτιμα, πού ή κατοχή τους σέ παληότερους και ρούς ήταν προνόμιο ώρισμένων. Οί εξαιρέσεις δμως δέν αλλοιώνουν σέ τίποτε τό νόημα τοΰ κανόνος και τών μεγάλων αριθμών, τό όποιον είναι: κατά τι άραγε μποροΰν νά διαφέρουν οί «πλειοψηφίες» σέ άλλους χώρους άπό τίς μεταπολεμικές πλειοψηφίες στους χώρους τής «ανάγνωσης»; Ποΰ είναι ή Δημοκρατία;... Υπήρξαν λοιπόν πολλοί οϊ τρόποι γιά νά παράλυση μεταπολεμικά ό ρόλος τοΰ συγγραφέα καί τής διανόησης. Άπό τίς πέντε στήλες τής εξω τερικής πολιτικής μιάς χώρας (Διπλωματία, Οικονομία, Στρατός, "Ιδεο λογία καί Παράνομη Δραστηριότητα (Untergrundtatigkeit) — βλ. H.-U. Wehler, μν.έ., σελ. 24), μέσα στήν έτοιμη Ιδεολογία τοΰ «άντικομμουνισμοΰ», είναι φανερό δτι ή διπλωματία καί ή Ιδεολογία (περιοχές επικαλυ πτόμενες), υπήρξαν πλεονάζουσες καί μπορούσαν κάλλιστα να αντικατα σταθούν άπ' τήν παρανομία. Πολλές φορές άλλωστε αμερικανοί διπλωμά τες ήσαν μέχρι τήν τελευταία στιγμή άκατατόπιστοι γιά τά διαλαμβανόμε να στίς χώρες πού υπηρετούσαν. "Ετσι ώς διανόηση έμειναν τά «σεμινά82
ρια», οί «δεξαμενές εγκεφάλων» καί δ,τι μπορούσε νά χρηματοδότηση επί σημα καί νά έλεγχθή. Διανόηση συνεπώς πού δέν ήταν διανόηση άλλά μιά «διεπιστημονική» πολυλογία, ή οποία σκοπό άπλως είχε νά δικαιολόγηση θεωρητικά έκ τών υστέρων δ,τι κατά τύχη έμάθαινε άπ' τις εφημερίδες πώς έλαβε χώρα... Σήμερα τά πράγματα τής διανόησης έλαβαν σαφείς διαγρα φές, δπως εύκολα μπορεί νά καταλάβη κανείς άπό ένα χρήσιμο πρόσφατο βιβλίο τοϋ γάλλου συγγραφέα Γκύ Σορμάν: «Les Vrais Penseursw. Δέν υπάρ χουν πλέον μεγάλοι συγγραφείς τύπου Σαρτρ καί Χάϊντεγγερ, διότι δέν χρειάζονται. Αντί γι' αυτούς ένας ενιαίος διάλογος έπί παγκοσμίου επι πέδου μεταξύ συγγραφέων μικρού βεληνεκούς, άγνωστων στους πολλούς, οί όποιοι μποροΰν με κατάλληλα άρθρα σέ εφημερίδες καί μέ μικρές μπρο σούρες νά δημιουργούν χρήσιμα πολιτικά προβλήματα τής βραχυπροθεσμίας. "Οχι συγγραφείς πού δημιουργούν ίστορία, όχι Κάντιοι και Καρτέσιοι μέ ακτίνα δράσης τόν αϊώνα, άλλά επιτυχημένοι καί επιτήδειοι εκλα ϊκευτές, πού μέ τήν πρωτοτυπία τους μποροΰν νά δημιουργοΰν εύκολα κα ταστάσεις, άν πρόκειται μ' αυτές νά τροποποιηθή π.χ. τό 0,5% τών εκλο γικών ποσοστών μιάς χώρας. Ό συγγραφέας ώς χάμπουργκερ!... Σέ δλα αυτά δμως — πού τά αναφέρομε απλώς ώς διαπιστώσεις καί δχι ώς κρίσεις —, θά ήταν λάθος άν έβλεπε κανείς μόνο αρνητικές καταστάσεις. Γιατί κρύβουν ένα βαθύτατο θετικό νόημα τών πραγμάτων: ακόμη και στό επίπεδο τών «αληθινών στοχαστών» τής σήμερον — πού θά ηΰχετο κανείς νά είναι εκείνο τών Σαρτρ τών διαφόρων χωρών —, είναι πρώτη φορά ποΰ ή δυτική διανόηση επιδιώκει συνειδητά τόν ίσοεπίπεδο διάλογο μέ τήν διανόηση άλλων πολιτιστικών κόσμων γιά μιά έπΐκοινη ίστορική λειτουρ γία. Και τοΰτο — πρέπει νά τονισθή άλλη μιά φορά — οφείλεται στό μεγάλο ιστορικό έργο τής Αμερικής νά ένιαιοποιήση μεταπολεμικά τόν καπιταλισμό στά μεγάλα βιομηχανικά κέντρα (άρα νά τόν βγάλη άπό τήν «εθνική» φαγούρα τής προϊστορίας του) και νά τόν θεμελίωση ώς παγκό σμιο σύστημα παραγωγής. Τό έργο βέβαια έκόστισε ακριβά σέ άλλους τομείς (αυτούς πού συζητούμε), αποτελεί δμως τήν πιό ευοίωνη ίστορική προοπτική τών καιρών μας, διότι σημαίνει δτι ό καπιταλισμός θά ύπαρξη ανοικτός σέ τροποποιήσεις καί βελτιώσεις. Καί ένας «καπιταλισμός μέ ανθρώπινο πρόσωπο», ένας σοσιαλιστικοποιημένος καπιταλισμός πού θά ενσωμάτωση τίς πρώτες ύλες διά μιάς νέας κατανομής εργασίας έπί παγκο σμίου επιπέδου (πράγμα πού σημαίνει πώς κανένα κράτος δέν θά είναι άρμοδιώτερο νά έπιβάλλη στό άλλο, ποιό κοινωνικό σύστημα θά διάλεξη γιά ν' άνταποκριθή στίς υποχρεώσεις του μέσα σέ μιά παγκόσμια κατανο μή εργασίας), θά είναι ίσως τό μοναδικό σύστημα πού θά επικράτηση 83
παγκοσμίως. Ό ορισμός τοΰ μέλλοντος θά είναι: «σοσιαλισμός ίσον ή κοινωνική τελειοποίηση τοΰ καπιταλισμού». Στό σημείο αυτό ή σύγκλιση τών «συστημάτων» θά ύπαρξη αναγκαστική, Δέν είναι οί δίκην σιδηρού κανόνος «κρίσεις» τής καπιταλιστικής παραγωγής πού ώδήγησαν σέ πολλά αδιέξοδα στό παρελθόν είναι ή επαρχιακή νοοτροπία πού δέν μπόρεσε νά διακρίνη δτι ό τεχνολογικός τρόπος παραγωγής είναι στην σημασία του πανανθρώπινος καί δχι ίδιον ώρισμένων μόνον κοινωνιών. Καί γι' αυτό οί «αληθινοί στοχαστές» τής σήμερον είναι μιά σπουδαίας σημασίας Ιστορι κή κατάσταση: διότι δείχνουν δτι οί εποχές τής κλειστής κοινωνικής ο πτικής, δπου ό κάθε διανοούμενος έσκέπτετο μόνο μέ τά δεδομένα τής κοινωνίας του επειδή κατ' ούσίαν αγνοούσε δλες τίς άλλες, έχουν περάσει ανεπιστρεπτί. Ή ανάπτυξη τών ανεπτυγμένων έχει έγγίσει πρό πολλού τά δριά της (βλ. π.χ. D. Meadows κ.ά.: «Die Grenzen des Wachstums», Ham burg 1973), ή δέ έννοια «ανάπτυξη» στό μέλλον θά περιλαμβάνη αναγκα στικά καί δσους μέχρι τώρα απέκλειε. Αυτοί έχουν νά προσφέρουν τό νέο γιά μιά παραπέρα ανάπτυξη. 'Αλλά μέσα στήν κατάσταση αύτη οφείλει κανένας νά εύελπιστή, δτι τό μέτρο χρήσης τής διανόησης δέν θα είναι ή άμεση χρησιμότητα έν ονόματι «ανωτέρων σκοπών», δηλαδή ή κατ' ού σίαν διώξή της δπως έσυνέβηκε ώς τώρα καί στά δύο στρατόπεδα τοΰ κόσμου μας. Καί οί ανάγκες μεταρρυθμίσεων σέ ώρισμένους τομείς είναι πολύ μεγαλύτερες και πολύ πιό άμεσες στόν δυτικό κόσμο άπ' δ,τι στόν ανατολικό. "Έπρεπε νά συμβούν οί γρήγορες αλλαγές στόν ανατολικό κό σμο, γιά νά καταλάβωμε σέ ποιά επίπεδα Ιδεολογικής νηπιότητας έζησε ή ανθρωπότητα έπί μισόν αΙώνα μετά τόν πόλεμο. Τί έγινε μέ τά νέα συνθή ματα τών χωρών τοΰ άνατολικοΰ κόσμου, καί τί θά γίνη άν αύριο τό πρωί ολόκληρη ή "Αφρική λ,χ. γίνη «σοσιαλιστική»; Είναι μιά ωραία κατάστα ση νά πληροφορήται κανείς τήν «εθνική επανάσταση» κάποιου λαού άπό τήν τηλεόραση καί μετά νά γυρίζη άπό τό άλλο πλευρό νά κοιμάται ήσυ χος... Είναι άλλωστε καί ό μόνος τρόπος χειραφέτησης τών «εθνικών» συνειδήσεων τών είσέτι Ιστορικά άνωρίμων καί ή μόνη δυνατότητα νά καταλάβουν, δτι είτε μέσφ τοΰ «σοσιαλισμού», είτε μέσφ τοΰ «καπιταλι σμού», είτε κάποιος άλλος «δρόμος» (ποιος;) στό κοινό ίστορικό ρεύμα καταλήγει πού διανύει ή ανθρωπότητα. Και τοΰτο είναι, δτι αυτό πού προέ χει σήμερα είναι νά βρουν τόν τρόπο δλοι οί λαοί νά δουλέψουν, προσφέ ροντας σέ μιά μικρή ανθρωπότητα, δπως βρισκόμαστε στόν πλανήτη, καί δχι τό τί «σύστημα» θά έχουν. Σιγά-σιγά θά τό χωνέψουν. Αυτά βέβαια δλα ύπό τήν προϋπόθεση, ότι ή συνεργασία τών μεγάλων — αναγκαστική δπως προείπαμε άπό τήν τακτική τοΰ ψυχρού πολέμου — δέν 84
θά μεταβληθή σέ αδιαφορία γιά τά προβλήματα τών άλλων λαών καί τής ανθρωπότητας καί δέν θά όδηγήση σέ νέα συνειδησιακά περιεχόμενα τών μή ανεπτυγμένων καί σέ μεγαλύτερα άπό τά μέχρι τώρα ιστορικά αδιέξοδα. Ή υλική δύναμη καί οί όποιες «αποφάσεις», δπως πολύ καλά ξέρομε άπό τήν περίπτωση τής αποικιοκρατίας, δέν επαρκούν γιά νά αντισταθμίσουν τήν αντίδραση τών κοινωνικών συνειδητοποιήσεων, όταν αυτές υπάρξουν. Ή εποχή πού διανύομε θά σημειωθή σάν άπό τίς δημιουργέστερες τής ίστορΐας, γιατί στό βαθύ νόημα της δέν είναι παρά ή προσπάθεια άρσης τοΰ σχίσματος τών δύο τμημάτων τού έλληνοχριστιανικοΰ κόσμου άνωθεν τής Μεσογείου, πού έσημειώθηκε έδώ καί 1200 χρόνια έπί πατριάρχου Φωτίου (βλ. σχετικώς καί τό βιβλίο μας «Ή ανατολική Μεσόγειος ώς ευρωπαϊκή ίστορία», τόμ. Α', 1984). Αυτό σημαίνει, σέ ίστορική διάλεκτο, «τέλος τοΰ ψυχροΰ πολέμου». Σημαίνει δηλαδή τό άνοιγμα μιδς νέας Ιστο ρικής εποχής, μιας εποχής ασύλληπτων δυνατοτήτων και ριζικής μεταβο λής τών Ιστορικών παραστάσεων τοΰ άνθρωπου. Κατ' ούσίαν τό τέλος τής ίστορίας δπως τήν ξέρομε. 'Αλλά βέβαια στίς μεγάλες τοΰτες στιγμές τής ίστορίας τής ανθρωπότητας είναι ανάγκη καί ή «Δύση» νά εγκατάλειψη τήν θέση «έπιτηρητοΰ» γιά τά συμβαίνοντα και νά άρθρωση τόν θετικό της λόγο πρός τήν ανθρωπότητα. Τελικώς τά προβλήματα τοΰ ανατολικού κόσμου δέν είναι περισσότερα άπό αυτά πού ξέρομε. Θέλομε τώρα νά μάθωμε, άν υπάρχουν καί προβλή ματα στόν δυτικό κόσμο. Καί ποιά. Μεγάλη ανάγκη άπό «περεστρόϊκα» έχομε σίγουρα. Ιδού λοιπόν πού οί ανατολικές χώρες άπετίναξαν τόν «ο λοκληρωτισμό» καί διεκδικοΰν νά επιλέξουν τό δικό τους είδος Δημοκρα τίας, πού βέβαια δέν θά είναι μιά «δημοκρατία υποδείξεων» άφοΰ δέν διαθέτομε τόν «χρυσοΰν κανόνα», άπό ποιό σημείο «πλουραλισμού» καί πέρα ή δημοκρατία μεσουρανεί. Μπορεί κάλλιστα και ή Δημοκρατία νά έχη ποιότητες, όπως Ολα τά είδη. Μιά μορφή δημοκρατίας άλλωστε πού θάπρεπε νά επικράτηση γιά δλον τόν κόσμο δέν είναι δημοκρατία άλλά ολοκλη ρωτισμός. Οί ανατολικές χώρες διεκδικούν νά ορίσουν τό δικό τους είδος δημοκρατίας — καί είναι τοΰτο μιά απαίτηση νόμιμη. Είναι λοιπόν ώρα νά ίδοΰμε κατά πόσον μπορεί καί ή «Δύση» νά φανή 'συνεπής πρός τίς ιδεολογικές της διακηρύξεις τόσων δεκαετιών. Εκδημοκρατισμός, όποιος κι άν είναι αυτός, σημαίνει πρώτα άπ' δλα διέξοδο πρός τήν αγορά πρώτων υλών, στήν οποίαν επικρατεί ή πληρωμή μέ «σκληρό νόμισμα». *Ή πρέπει λοιπόν ή Δύση νά τούς δώση τά λεφτά (τις «ντεβΐζες»), ή νά βρή τό θάρρος τοΰ λόγου νά τούς πή δτι τό πρόβλημα τους δέν μπορεί νά λυθή στά «έθνικώ) πλαίσια άλλά στά πλαίσια ενός συνόλου εύρωπαϊκοΰ προβλήμα85
τος. Δίπλα άπό τόν Πολωνό υπάρχει καί ό Γιουγκοσλάβος καί δίπλα άπό τόν Λιθουανό (ό όποιος ακόμα δέν ξέρει άν είναι Ρωσσος ή Πολωνός — ωστόσο διεκδικεί τήν «εθνική» του ανεξαρτησία προκειμένου νά καταπιέζη τούς Πολωνούς...) υπάρχει ό "Αλβανός. Νοείται άραγε μιά κατάσταση ε νιαίας Ευρώπης, της οποίας ένα τμήμα άνω τών 170 έκατομ. θά συνεχίση έπ* άπειρον νά άποτελή λευκή κόλλα στήν συνείδηση τών άλλων λαών; Δυστυχώς, είτε τό θέλομε είτε όχι, ή έννοια τής ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης περνάει αναγκαστικά άπό τούς χώρους τής Μεσογείου. Τελικώς ό μεταπο λεμικός χωρισμός τής Ευρώπης — πού δέν ίσχύει μόνο στήν περιοχή τής βόρειας Ευρώπης άλλά καί εκείνη τών Βαλκανίων — θά άποβή ένα μεγάλο ευτύχημα γιά τό μέλλον τής Ευρώπης. Γιατί θά τήν όδηγήση στήν συνεί δηση τής όλότητος της. Ή Ευρώπη τών δύο τελευταίων αίώνων δεν υπήρξε καμμιά ενιαία έννοια στήν ίστορία και στήν έξωευρωπαϊ'κή συνείδηση, άλλά μόνο ή Ευρώπη τών τριών βιομηχανικά ανεπτυγμένων χωρών Αγ γλίας, Γαλλίας, Γερμανίας. Πρόκειται δηλαδή περί μιάς ίστορικής καθό δου τής εννοίας τής Ευρώπης, πού έπεκυρώθηκε καί κατά πράξιν μετά τόν πόλεμο. Τίποτε τό συγκλονιστικό νέο δέν υπάρχει σ' αυτή τήν περίοδο τής ευρωπαϊκής ίστορίας, έν συγκρίσει πρός τό παρελθόν. "Ολη ή ίστορία τής Εύ'ρώπης κατά τόν τελευταΐον ένάμισυ αΙώνα περιλαμβάνεται ακριβώς στήν μικρή μπροσούρα τοΟ Λένιν «Ό ιμπεριαλισμός, τό τελευταίο στάδιο τοΰ καπιταλισμοΰ». Αυτή είναι δλη κι δλη ή ευρωπαϊκή ίστορία σ' αυτό τό διάστημα. Μέ αποκορύφωμα βέβαια τούς δύο παγκοσμίους πολέμους, πού ξεκίνησαν άπ * τά Βαλκάνια. Ή τεχνολογία έφυγε πολύ ενωρίς άπό τήν ευρωπαϊκή ήπειρο πρός τούς δύο σημερινούς μεγάλους. Κανένα πνευματι κό γεγονός καθολικής σημασίας δέν υπάρχει κατά τήν περίοδο αυτή, έν συγκρίσει π.χ. μέ τήν Μεταρρύθμιση ή τήν Αναγέννηση — τότε δηλαδή πού ή Ευρώπη δέν ήταν τρία κράτη άλλά κάτι περισσότερο. Αυτό τό «λίγο» πού λείπει (άπ* τήν ίστορία καί τήν κοινή συνείδηση) καί πού μαζί μέ τίς δχι ακόμα πλήρως ανεπτυγμένες χώρες Ισπανία καί Πορτογαλία αντιπρο σωπεύει περίπου 330 έκατομ. ευρωπαίων, δηλαδή κάτι περισσότερο άπ' τό διπλάσιο τής Αγγλίας, Γαλλίας καί δυτ. Γερμανίας μαζί, είναι ακριβώς αυτό πού χρειάζεται γιά νά όλοκληρωθή νοηματικά και ιστορικά ή λέξη «Ευρώπη». Χωρίς αυτό ή έννοια «Ευρώπη» θά είναι απλώς... ΕΟΚ — δη
λαδή κάτι τό όχι καί τόσο Ιδιαίτερης σημασίας, άφοΰ μία καί μόνη χώρα δπως ή Ιαπωνία μπορεί άνετα νά τό συναγωνισθή. Αύριο θά ύπαρξη ή Κίνα κ,ο.κ... Τό είδος τής «πλουραλιστικής» μας Δημοκρατίας θά ήταν όντως ένα υπο κατάστατο τοΰ Παραδείσου έπί τής Γής, άν δέν συνέβαινε νά έχωμε ένα 86
πολύ παράξενο φαινόμενο: τήν συχνότητα τών καρδιακών προσβολών με ταξύ τών πολιτικών τών δυτικών χωρών, "Οχι βέβαια δλων... "Έχομε έδώ μιά πρακτική επιβεβαίωση τής λαϊκής εμπειρίας τής άνθρωπότητος, πού τοποθετεί τό πνεΰμα τοΰ άνθρωπου στόν εγκέφαλο και τήν ψυχή του στήν καρδιά. Ή Δημοκρατία μας είναι καρδιολογικής υφής! Ή ψυχή τών αν θρώπων στήν εποχή μας τής προηγμένης κοινωνικής χειραφετήσεως ήγγισε τά όρια τής αντοχής της... Νά πούμε πώς τοΰτο ήταν τό άκριβωτατο τίμημα, προκειμένου οί άνθρω ποι νά ζήσουν μέ άλλοιώτικες έγνοιες στήν χιλιετία πού έρχεται, δτι δέν θά γράφωνται πιά βιβλία σάν τό «The Real War» τοΰ πρώην προέδρου τών ' Ηνωμένων Πολιτειών Ρίτσαρντ Νίξον καί ούτε θά υπάρχουν άνθρωποι πού νά σκέπτονται έτσι, είναι ένα πράγμα πού δικαιούται νά έλπίζη κανείς. Μόνο διαβάζοντας κανείς τό βιβλίο αυτό (πού εκδόθηκε τό 1980 καί ήταν ήδη ξεπερασμένο άπ * τήν πραγματικότητα κατά τόν χρόνο γραφής του), μπορεί νά καταλάβη τό άπελπι πολιτικό έργο πού είχαν νά εκτελέσουν μεταπολεμικά οί αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες και πού αναφέραμε προηγουμένως. Καί ό κ. Νίξον έχαρακτηρίσθηκε σάν ένας άπ' τούς «στρατηγικώτερους» προέδρους τών ΗΠΑ! «Στρατηγική» χωρίς καμμιά πολιτική φιλοσοφία — άρα επιτρέπουσα απεριορίστως τήν υποτίμηση τής νοημο σύνης τοΰ αναγνώστη μέ τό πλήθος τών ηθελημένων ανακριβειών — και πού δταν έτέθηκε διά τών δπλων στήν πράξη έσήμανε τήν μεγαλύτερη αποτυχία τής αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής... Είναι πρώτη φορά στόν καιρό μας ποΰ βλέπομε τήν αμερικανική πολι τική χωρίς νά τήν άκοϋμε. Μέχρι τώρα τήν ακούγαμε χωρίς νά τήν βλέ πομε. "Αν τύχαινε καί καμμιά φορά νά φανή στά τρέχοντα θέματα, θά ήταν ύπό τήν μορφή τής κατακραυγής ή τής αποτυχίας. Μιά πολιτική πού έτήρησε αυτό πού κατ' αρχήν διεκήρυξε, νά διατήρηση μιά οικονομική τάξη πραγμάτων μεταξύ τριών-τεσσάρων ανεπτυγμένων κρατών (καί αυτό δπως είπαμε ήταν ίστορικά θετικό, πολύ δμως απέχει άπό τοΰ νά σημαίνη κα τοχύρωση τής «δημοκρατίας στόν ελεύθερο κόσμο»· ούτε ή Ελλάδα, οΰτε ή Τουρκία, οΰτε ό Λίβανος, ούτε τό Έλ Σαλβατόρ, οΰτε ή Κολομβία καί ή Χιλή έχουν δημοκρατία καί ελευθερία), μεταβάλλοντας σέ λανθάνον χάος δλον τόν ύπόλοιπον πλανήτη. Μιά πολιτική πού έξήντλησε τά δριά της και πού αναγκαστικά πρέπει νά στραφή πρός τήν ίστορία — στόν βαθμό πού δέν διατίθεται νά μεταβολή τόν κόσμο σέ ολοκαύτωμα — καί μετά πρός τά «προγράμματα» τών μάνατζερ. Τά προβλήματα της ίστορίας έχουν τοΰτο τό χαρακτηριστικό: ότι είναι απλούστερα διότι έχουν προτε ραιότητες, δηλαδή υποβάλλουν συγκεκριμένη αιτιοκρατική τάξη (τά «προ γράμματα» αντίθετα δέν έχουν κάτι τέτοιο, διότι είναι δλα «επείγοντα»). 87
Καί ή άρχή τής τάξεως αυτής εϊναι οί υπάρχουσες εκκρεμότητες μέσα στήν ϊδια πρώτα τήν ευρωπαϊκή περιοχή — δηλαδή εκείνη τής Μεσογείου καί κατ* επέκταση τής Μέσης Ανατολής. Τό πρόβλημα είναι Ιστορικώς ταυ τόσημο. Πολιτική γιά τήν τελευταία αυτή περιοχή δέν μποροΰμε βέβαια έπ * ούδενί νά θεωρήσωμε τήν αέναη υποθήκευση τής ύπαρξης ενός μικροΰ κράτους σάν τό Ισραήλ...
Ακριβώς τόσα καί δχι λιγώτερα μάς έχρειάζονταν γιά νά άναλύσωμε τό ιστορικόν μέγεθος τοΰ κ. Παπανδρέου. Λοιπόν: Στήν 'Ελλάδα Καραμανλή είχαμε, νέον Καραμανλή άνεύρομεν Τσουδερό είχαμε, Τσουδερό άκοΰμε, Πάγκαλο είχαμε, Πάγκαλο έχομε, Τσαλδάρη είχαμε, Τσαλδάρη έχομε. Παπανδρέους είχαμε, έχομε καί θά έχωμε άπό πρώτη γραμμή, Ράλληδες είχαμε, Ράλληδες έχομε, Βενιζέλους είχαμε, Βε νιζέλους έχομε. Κανελλόπουλους είχαμε, έχομε καί θά έχωμε (τό δνομα είναι πολύ διαδεδομένο...), Μερκούρηδες είχαμε, Μερκούρηδες αποκτήσα με. Μάς έλειψαν ίσως μερικά ονόματα μή συνήθη, δπως τό Πλαστήρας, δχι δμως καί «εθνικής » σημασίας ονόματα δπως τό «Αβέρωφ» — άφ' δτου ό νεομακαρίτης κ. Ευάγγελος Άποστολάρας έτσι βρήκε νά αίωνίση τό όνομα του —, διότι δλοι οί κάτοικοι τοΰ Μετσόβου ονομάζονται έκτοτε «Αβέρωφ». Καί γεννάται τό ερώτημα: υπάρχει άραγε χώρα στόν κόσμο πού νά παρουσιάζη τέτοιο είδος πολιτικής... νομενκλατούρας; Και υπάρχει κρά τος στόν κόσμο, δπου, δταν ό αρχηγός τής οικογενείας γιά κάποιον λόγο θεωρή σκόπιμο νά μήν βάλη υποψηφιότητα σ' ένα μέρος, αφήνει τήν έδρα στόν γυιό του, τήν νύφη του ή τήν πεθερά του (πού βγαίνουν βέβαια!), κατά τόν ίδιο τρόπο πού τό αφεντικό τοΰ μαγαζιοΰ αφήνει τόν παραγυιό-άνηψιό του στόν πάγκο δταν πάη διακοπές; Τί είδος «Δημοκρατίας», «πλουραλισμοΰ» καί «ελευθέρων εκλογών» είναι αυτό πού έχομε στήν Ελλάδα, δταν οί βουλευτές διαπραγματεύωνται έκ τών προτέρων τήν προσχώρηση τους σ' ένα κόμμα ύπό τόν δρο «νά βγουν»; Πώς γίνεται νά ξέρουν άπό πρίν δτι είναι δυνατόν νά «βγουν» ή νά «μήν βγουν»; Δίπλα λοιπόν άπό τά υπάρχοντα είδη Δημοκρατίας, δπως τής «μπανά νας» π.χ., πρέπει εντός τής ευρωπαϊκής περιοχής νά προσθέσωμε και τήν «Δημοκρατία τοΰ Ζορμπά». Πρόκειται γιά τό είδος Δημοκρατίας, δπου ή 88
89
«Δημοκρατία» είναι έκ τών προτέρων δεδομένη — κάτι δηλαδή σάν τόν λαγό τοΰ καπέλλου, δπου ψηφίζεις Αριστερά καί βγαίνει Δεξιά, ψηφίζεις Δεξιά καί βγαίνει Κέντρο, ψηφίζεις Κέντρο και βγαίνει Χούντα!... Και πίσω άπ' δλα αυτά τά ίδια πάντα ονόματα! Πώς τάχα μπορεί νά έξηγηθή αυτό τό είδος «πλουραλισμού», πού θά έπρεπε Γσως νά μιμηθούν καί δσες ανατολικές χώρες ψάχνουν νά βρουν ένα δικό τους είδος Δημοκρατίας; Βεβαίως οϊ «αίτιολογίες» υπάρχουν: οί «Έλληνες» είναι υπανάπτυκτοι, κα θυστερημένοι κ.λπ., κ,λπ. Μά τό πρόβλημα είναι: υπάρχουν τάχα Έλληνες ή μόνο «Ελλάδα»; "Αν ΰπάρχη μόνο «Ελλάδα», ήγουν κατοικίσιμος γεω γραφικός χώρος, τότε στήν περίπτωση τής Ελλάδος έχομε τό κλασσικώτερο παράδειγμα περί τοΰ νοήματος τών «εκλογών» ώς μέσου πολιτικής κυριαρχίας: μή υπάρχοντος λαοΰ, ή εκλογική πλειοψηφία ήταν ταυτόσημη τής «εθνικής ένότητος». Ένφ δηλαδή στήν κοινοβουλευτική ίστορία ή δημιουργία εθνικής ένότητος είναι αυτή πού συνεπήχθη τό κοινοβούλιο (βλ. π,χ. Κ. Kluxen: «Geschichte una Problematik des Parlamentarismus», 1983, σελ. 183), στήν Ελλάδα αντίθετα ήταν ή πλειοψηφία στίς εκλογές πού συνεπήγετο τήν «ενότητα τοΰ έθνους»! Άνευ μικρας ίστορικής ανα δρομής καθίσταται ακατανόητο δλο τό άνά τούς αϊώνας εκλογικό πανηγύρι στήν "Ελλάδα: Ή Ελλάδα ώς κράτος υπήρξε έξ αρχής ό Λίβανος τών Βαλκανίων. Ένα κράτος δηλαδή ίστορικής σκοτοδίνης, χωρίς κανέναν φορέα εθνικής υπάρ ξεως (τά ίστορικά αίτια τά εξετάσαμε άλλου: βλ. τό βιβλίο μας «Έπί τής Δομής τοΰ νεοελ. Κράτους», β' έκδ. 1990). Μιά άπλή ματιά στά κατά και ρούς ελληνικά Συντάγματα είναι ίκανή, γιά νά δείξη τήν έλλειψη θεμελίων έξ αρχής αύτοΰ τοΰ Κράτους. Τό πρώτο Σύνταγμα τής Επιδαύρου, τό πρώτο πράγμα πού ορίζει (§ α') σάν φορέα τοΰ Κράτους είναι ή θρησκεία. Αναγκαστικά δηλαδή μιά καί αυτοί πού έπανεοτάτησαν κατά τών Τούρ κων έπρεπε νά έχουν κάτι πού νά τούς ξεχωρίζη. Άλλά τότε θρησκείες υπήρχαν πολλές καί αμέσως ή ίδια παράγραφος, γιά νά άποφύγη τόν εμ φύλιο πόλεμο πού ήταν ήδη μιά πραγματικότης, ορίζει στήν δεύτερη φρά ση, δτι «ή Διοΐκησις ανέχεται καί πάσαν άλλην θρησκείαν». Τό νέο κράτος έπρεπε νά τό λένε βέβαια «Ελλάδα», δέν υπήρχε δμως κανένα χαρακτη ριστικό τών «Ελλήνων», άφοΰ ή σύνθεση τοΰ πληθυσμοΰ ήταν Αρβανίτες, Τοΰρκοι, Έλληνες, Βλάχοι, Σλάβοι, Πομάκοι, Γύφτοι κ,λπ. Αμέσως λοι πόν τό Ιδιο Σύνταγμα στήν § β' δίνει καί τόν ορισμό τοΰ «Έλληνος»: «δσοι αυτόχθονες πιστεύουσιν είς Χριστόν». Ποιος δμως είδε ποτέ τήν πίστη καί ποιος τήν μέτρησε; Ήταν αυτό κριτήριο εθνικής υπάρξεως, ύστερα άπό τεσσάρων αιώνων συμβίωση μέ μιά συγγενή θρησκεία, τήν οποίαν είχε άποδεχθή τό μεγαλύτερο μέρος τοΰ πληθυσμοΰ τής δυτικής Ελλάδος; Καί 90
σέ ποιόν Χριστό, τόν ορθόδοξο ή τόν καθολικό; Άρα λοιπόν δέν υπήρχε θέμελο στηρίξεως αύτοΰ τοΰ κράτους καί αποφυγής τοΰ εμφυλίου πολέμου (ό όποιος έκράτησε τότε δέκα ολόκληρα χρόνια καί έσταμάτησε μέ πρω τοβουλίες τών ευρωπαϊκών δυνάμεων). Μεγάλη σημασία έχει τό «αυτόχθο νες» τής παραπάνω παραγράφου, πού φανερώνει επίγνωση τής «λιβανοειδοΰς» μορφής τής "Ελλάδος σέ όσους συνέταξαν τό Σύνταγμα. "Οντως στό «Σύνταγμα τοΰ "Αστρους», πού είναι ταυτόχρονο μέ τό άλλο, ορίζεται στήν § ιβ': «Ή Διοίκησις πολιτογραφεί αλλοεθνείς ύπό τόν δρον νά άποκτήσωσιν εντός πενταετοΰς διαστήματος ακίνητα κτήματα έν τή Έπικρατεία». Δηλαδή, στήν συνείδηση αυτών πού απέκτησαν τήν «Επικράτεια», αύτη ήταν ένας χώρος γιά ξεπούλημα καί άρχισαν νά καλοΰν γιά «επενδύσεις», δπως θά λέγαμε στήν σημερινή διάλεκτο, δηλαδή γιά λεφτά. Τό «αλλοε θνείς» δέν σημαίνει βέβαια τούς έκτος τής Επικρατείας «αλύτρωτους» πει ναλέους, άλλά πάντα τούς «είς Χριστόν πιστεύοντας» πού μποροΰσαν νά έχουν λεφτά, ανεξαρτήτως εθνικότητος. Κατά τόν τρόπον αυτόν καί ένας συγγενής τοΰ Σουλτάνου πού ήταν πρόθυμος νά δήλωση «είς Χριστόν πιστεύων», μποροΰσε νά έρθη στήν «Επικράτεια» καί νά επένδυση. , Φυσικά οί πρώτοι μεταξύ τών αλλοεθνών πού θά έβλεπαν τήν επιχείρηση μέ ενδιαφέρον, πλήν βεβαίως τών άνά τήν όθωμανικήν αύτοκρατορίαν καί έκτος αυτής ελληνοφώνων «είς Χριστόν πιστευόντων», θά ήσαν καί οί "Αγγλοι, καί αυτοί «είς Χριστόν πιστεύοντες», οί όποιοι, άφοΰ ήσαν οί πλουσιώτεροι καί έμπορικώτεροι, κατά απολύτως νόμιμον καί φυσικόν τρόπο θά άπέβαιναν και οί σπουδαιότεροι κεφαλαιούχοι τής «βιομηχα νίας». Συνταγματικώς δέν υπήρχε κώλυμα γιά κανέναν. Άλλά βέβαια, αυ τός πού επενδύει τά λεφτά του, είναι φυσικό νά έχη καί τήν μέριμνα νά μήν τά χάση. Είναι δηλαδή φυσικό νά άπαιτή νά υπάρχουν κάποιοι νόμοι πού νά τοΰ κατοχυρώνουν τά κεφάλαια, ή, επειδή τότε ό ελληνικός Λίβανος ήταν αμπέλι ξέφραγο (αυτό άλλωστε τό άνεγνώριζαν καί τά ίδια τά Συντάγ ματα τότε διά τοΰ όρου «Χέρσος Ελλάς»), νά συμμετέχη στήν διοίκηση, γιά νά μπορή νά έλέγχη τόν κόπο καί τήν περιουσία του. Άν βεβαίως προϋπάρχουν οί νόμοι, ό καθένας πού θά επένδυση σκέφτεται τά υπέρ καί τά κατά καί αναλόγως ενεργεί. "Οταν δμως ένα πράγμα βγαΐνη στό σφυρί, και μάλιστα επισήμως διά «Συντάγματος» ώς χέρσος τόπος, άλλος τρόπος δέν υπάρχει έκτος άπό τόν έλεγχο τής διοίκησης. Αυτό έδημιούργησε τότε ένα πρόβλημα. Οί μέν ελληνόφωνες επενδυτές τοΰ εξωτερικού (οί «ετερό χθονες») ανέλαβαν καί τά διοικητικά πόστα (άλλωστε αυτοί ήσαν καί οί μορφωμένοι τοΰ καιροΰ), οί «αυτόχθονες» δμως ήθελαν μέν τά λεφτά τών άλλων, άλλά νά τά διοικούν αυτοί. Ουδέν βέβαια τό λογικώς άντιφατικόν σέ μιά επιχείρηση Λιβάνου σάν αυτή τής τότε Ελλάδος, μόνο πού τά 91
πράγματα δέν θά μπορούσαν νά συμβαδίσουν μέ τίς προθέσεις. 'Εδημιουργήθηκε λοιπόν έκτοτε ένας διοικητικός καί κοινωνικώς εμφύλιος πόλεμος πού διαρκεί ακόμη ώς τά σήμερα, περί τοΰ ποιος θά πρωτοφάη τί, ακολου θώντας τό σχήμα μιας μαθηματικής καμπύλης μέ «μαξιμα» καί «μίνιμα». "Βνα άπό τά σπουδαιότερτα «μάξιμα» αύτοΰ τοΰ διαρκούς πολέμου ήταν ή σχετική συζήτηση στήν «Βουλή» κατά τίς αρχές Γενάρη τοΰ 1844, δπου, άφοΰ απερρίφθη ή αίτηση τοΰ νομού Λακωνίας γιά φορολογική ασυδοσία (διότι κατά τό «αίτιολογικόν» αυτή είχε κατοχυρωθή δι" είδικοΰ διατάγμα τος μεταξύ Λακώνων καί Σουλτάνου...), έσυζητήθη έν συνεχεία τό θέμα τοΰ.,. κορβανά. Υπέρ τής έκδιώξεως δλων τών μορφωμένων καί Ικανών άπό τίς δημόσιες θέσεις υπήρξαν, μέ είσήγηση τοΰ Ρήγα Παλαμήδη καί τοΰ Μακρυγιάννη, οί Πλαπούτας, Δεληγιάννης, Γρίβας, Κορφιωτάκης κ.ά. Κατά τοΰ μέτρου αύτοΰ διετέθη ή πλειοψηφία τής τότε Βουλής καί οί «άριστεΐς» αυτής, Πετσάλης, Περαιβός, Σϊμος, Ζωγράφος, Βελέντζας, Άξελός, Ρέντης, ακολουθούμενοι άπό τό «βαρύ πυροβολικόν τής Συνελεύ σεως», τους αντιπροέδρους Κωλεττη καί Μαυροκορδάτο καί τόν ίδιον τόν πρωθυπουργό Μεταξά. Ό Παλαμήδης μεταξύ άλλων υπεστήριξε «πεισμόνως» στόν λόγο του τό έξης (δπως θά ίδή ό αναγνώστης πρόκειται γιά αυτό τοΰτο τό «ψητό», νά βάλουν δηλ. στό χέρι τίς ξένες επενδύσεις): «Ημείς δέν στεροΰμε τούς ετερόχθονος παρά τήν ένέργειαν τής εξουσίας... "Ας έπιχειρήσωσι ιδιωτικά έργα, άς καλλιεργήσωσι γαίας, δς μετέλθωσι έμπόριον καί βιομηχανίας, είς τά Ύπουργήματα δμως δέν τούς δεχόμεθα... "Ας τραβηχθοΰν δι" ολίγα χρόνια νά κανονΐσωμεν ημείς μόνοι τήν ύπηρεσΐαν μας. Πρόκειται ΝΑ ΡΙΨΩΜΕΝ ΒΑΛΣΑΜΟΝ είς τάς πληγάς μας και δχι τρεμεντΐνα». Καί ό Μακρυγιάννης μέ τήν σειρά του, οπλοφόρων και συγγραφεύς — δηλαδή έχων τήν άφαιρετικήν δύναμη τοΰ λόγου καί έξησκη μένος μέ τήν άκρίβειαν τών στόχων —, συνοψίζει τό δλον κατηγορηματικώτατα: «Άν είναι νά μείνωμε ΗΜΕΙΣ νηστικοί, άς πάη στό διάβολο ή ελευθερία. "Εφαγαν αυτοί, άς φάμε καί ΕΜΕΙΣ τώρα». (Βλ. Κων. Μ. Γράψα, Διευθυντού τής έλλ. Βουλής: «Ελληνική πολιτική εγκυκλοπαίδεια», τεΰχ. Α' (Ή πρώτη εθνική Συνέλευσις 1843-1844), Αθή ναι 1947, σελ. 21). Νά λοιπόν δτι στήν Ελλάδα δέν χρειαζόμαστε «εξεταστικές επιτροπές» γιά 92
τίποτε. Τά πάντα είναι άρχήθεν δεδομένα... Οί «πληγές» τοΰ Παλαμήδη δέν είχαν κλείσει είκοσι τρία χρόνια μετά τήν επανάσταση, καί δπως φαίνεται στήν 'Ελλάδα δέν κλείνουν ποτέ ανάλογες «πληγές»... Και γιά τόν «ήρωα» Μακρυγιάννη, «άς πάη στό διάβολο ή ελευθερία» — δηλ. καί ή Ακρόπολη καί τά αρχαία καί τά πάντα, άν πρόκειται νά μήν φάγωμεν ημείς... Νά τό τόσο μίσος γιά τούς «φραγκολεβαντίνους», μέ τίς ρεντικόττες, πού μάς «έμόλυναν τόν πολιτισμό» τής πανδαισίας... Άλλά και άν ύποθέσωμε πώς έτρωγαν, τί μπορούσαν νά φάνε σέ δέκα χρόνια άπό τήν άφιξη τοΰ Όθωνα καί σ' ένα κράτος ρημαγμένο άπό τόν εμφύλιο, χωρίς φράγκο στά ταμεία, χωρίς δάνεια καί... «αμερικανικές βάσεις» (τό αγγλικό είχε μισοναυαγήσει καθ' όδόν...), χωρίς μόρφωση και παραγωγή, χωρίς τίποτε; Ό Όθωνας ήθελε κράτος καί τό κράτος χρειάζεται έναν ώρισμένο βαθμό γραφειοκρα τίας. "Ωφειλαν οί Βαυαροί νά δημιουργήσουν «κίνητρα», προκειμένου νά έρθη κόσμος γιά νά φκιάξουν διοικητικά αυτό τό κράτος, νά «φάνε» δμως μόνο έν μέτρω θά τά κατάφερναν οί «ετερόχθονες», διότι οί Βαυαροί έδει ξαν πώς εννοούσαν δντως νά φκιάσουν κράτος. Καί άν συνεπώς ακόμη «έτρωγαν», τά δικά τους έτρωγαν, ή έν πάση περιπτώσει κάτι πού δέν τό στεροΰσαν άπό άλλους. Άλλά ό Μακρυγιάννης έμυριζόνταν τόν αέρα: έβλεπε τις «ενέσεις» τών Βαυαρών, διέκρινε τό «επενδυτικό ενδιαφέρον», έστω καί μικρό τών φιλελλήνων, άκουγε γιά τίς προθέσεις τών «εθνικών ευεργετών». Αυτά δλα τοΰ ήταν βάσανο ανυπόφορο! Δέν «έτρωγαν», «θά έτρωγαν» ίσως — κι αυτή ή ίδέα τοΰ Μακρυγιάννη τοΰ κοψοχόλιαζε τά σωθικά σάν τόν φόβο μικρού παιδιού... «Δι' ολίγα χρόνια» μόνο, λέει ό Παλαμήδης. Αυτό καί μόνον δείχνει καλά τήν ίδέα περί Κράτους τών τότε «αυτοχθόνων»... *Εν τφ μεταξύ, στήν ίδια Συνέλευση κατά τήν συνεδρία τής 20/1/44 απεδείχθη, δτι Ολοι αυτοί οί... βαλσαμοζήτες ήσαν φοροφυγάδες ολκής, δέν είχαν πληρώσει ποτέ φόρο στό Δημόσιο καί κατά πρόταση τοΰ πλη ρεξουσίου 'Ερμουπόλεως Περΐδη απαιτήθηκε νά μήν καταλαμβάνουν δη μόσιες θέσεις. 'Εξ αύτοΰ τοϋ λόγου μάλιστα τότε έξεδόθησαν καί οί «νόμοι τοΰ Σόλωνος» στήν Σϋρο — μήπως καί «διδαχθούν» οί τότε λυμεώνες τοΰ δημ..προϋπολογισμού δηλαδή άπ' τούς «αρχαίους προγόνους»!!! (Τό βι βλίο αότό εξεδόθη τφ 1844 στήν Ερμούπολη άπό τόν Ν. Παπαδούκα, ό όποιος τέσσερα χρόνια αργότερα θά προβή και σχολιασμό τοΰ Συντάγμα τος τοΰ 1844. Τό βιβλίο αυτό έπανεξεδόθη προσφάτως. Πρέπει νά σημειωθή, δτι ή Σΰρος, ή όποια έτήρησε ουδέτερη στάση στήν Επανάσταση τοΰ '21, άνεμιγνύετο έν συνεχεία στίς καταστάσεις τοΰ τότε κράτους μέ τήν συνείδηση αυτονόμου περιοχής, πράγμα πού εξηγεί καί τήν εξόχως κριτι κή της στάση — τής περιπτώσεως τοΰ Ροίδη συμπεριλαμβανομένης). Φυ93
σικά ή πρόταση κατεψηφίσθη... "Αλλοθι τών «αυτοχθόνων» ήταν, δτι πολ λοί πολεμιστές τοϋ '21 περιέπεσαν έν συνεχεία σέ φτώχεια. Ό βαθύτερος λόγος δμως δέν είναι ότι τούς εγκατέλειψε τό Κράτος, παρ' δλον πού ήταν φυσικό σέ μιά κατεστραμμένη χώρα άπό μακροχρόνιους εμφυλίους πολέ μους νά υπάρχουν πολλοί φτωχοί. Ή σαδιστική εγκατάλειψη τοΰ έπικρατήσαντος κράτους σέ μερικούς αγωνιστές οφείλεται κατά κύριον λόγο στήν έκβαρβάρωση τών τότε ηθών λόγω της θρησκευτικής εγκαταλείψεως τών κατοίκων τοΰ ελλαδικού χώρου άνά τούς προηγούμενους αΙώνες. 'Απεδείξαμε τά αίτια τών εμφυλίων πολέμων (βλ. προμνημονευθέν βιβλίο μας). Οί έπικρατήσαντες Χριστιανοί, καθότι καί μειονότης, έφέρθηκαν μέ άπέραντον σκληρότητα ώς κράτος πρός τούς πρώην μωαμεθανούς συναγωνιστές των στόν αγώνα, πού ήταν καί ή πλειονότης. Χαρακτηριστική είναι ή περίπτωση τής γυναικός τοΰ Ό. Ανδρούτσου (Ελένης, γνωστής ώς «'Οδυσσέαινας», τό γένος Καρέλη), ή οποία άνετράφη στήν αυλή τοΰ *Αλή Πασά και παντρεύτηκε τόν Όδυσσέα έκεΐ. "Ολη της τήν ζωή έκανε δίκες γιά τούς άρπαγέντες θησαυρούς τοΰ άνδρα της (βλέπομε: κι έδώ πάλι «θη σαυροί»...), τούς όποιους φυσικά ουδέποτε πήρε, δταν δέ έχασε καί τόν γυιό της σέ ηλικία δώδεκα ετών στό Μόναχο, δπου τόν είχαν πάρει γιά δωρεάν σπουδές, αφέθηκε στήν εγκατάλειψη καί πέθανε φτωχή και λησμονημένη. Ό Όδυσσέας δμως ήταν μωαμεθανός "Έλληνας. Ή μάνα του ήταν μπέησσα, δπως αναφέρεται καί στόν ανδριάντα του στήν πλατεία τής Πρεβέζης... Ή «προδοσία» του υπήρχε μόνο στήν φαντασία τών έχθρων του καί ή φρίκη τοΰ θανάτου του στόν θρησκευτικό βαρβαρισμό τους... Τό ίδιο συ νέβηκε καί γιά πολλούς άλλους αγωνιστές, δταν επεκράτησε τό χριστια νικό κράτος. "Οχι ό "Οθωνας καί ή βασιλεία ή ή Διοίκηση μέ τούς «ετε ρόχθονες»· ό «χριστιανισμός» έτιμώρησε πολλούς αγωνιστές τοΰ '21... Αυτές δμως οί λεπτομέρειες στά χέρια τοΰ Μακρυγιάννη ήσαν μαντηλάκια στά χέρια θαυματοποιοΰ... Μαζί μέ τόν Παλαμήδη, καίτοι μειοψηφία στήν Συνέλευση, τά κατάφεραν. "Οντως: άπεκλείσθησαν άπό τίς δημόσιες θέσεις όλοι οί Ικανοί καί μορφωμένοι, ειδικά οί πτυχιούχοι ανωτάτων σχολών δι' Ιδιαιτέρας συνεδρίας τής 19/1/44, και οί οπωσδήποτε έχοντες σχέση μέ Γράμματα καί Τέχνες. Άπό έδώ καί πέρα ό δρομοδείκτης τής Ελλάδος θά ήταν σαφής: οί πολλοί θά επιχειρούσαν τά «ιδιωτικά έργα» καί κάποιοι στά «Ύπουργήματα» θά «έκανόνιζαν» τά... βάλσαμα... Γιατί θά έπρεπε οί ξένοι νά ενδιαφερθούν περί τοΰ αντιθέτου, δταν οί Ιθαγενείς μέ δλα τά παράσημα τους ήθελαν τήν Ελλάδα σώνει καί καλά Λίβανο; Κι ωστόσο ό "Οθων πολύ ενδιαφέρθηκε... Ό Μακρυγιάννης, πού θά μάς απασχόληση καί σέ άλλες θέσεις, ήταν, 94
σημειωτέον, ένας άπό τούς πλουσιωτερους ανθρώπους τοΰ καιρού του καί καθόλου νήστης, διότι κατείχε ένα άπό τά σπουδαιότερα λαθρεμπόρια σχε τικά μέ τόν ελληνικό χώρο, μέ Ιδιαίτερα υψηλές «ταρίφες» τήν εποχή εκείνη τοΰ «φιλελληνισμού». Καί τά κατάφερε ώς μειοψηφία, διότι κατείχε τό παρακράτος. Ακριβώς λίγους μήνες πρίν (7/βριο τοΰ *43) ζήτησε τό «Σύνταγμα» άπό τόν Όθωνα (καί βλέπομε ποιά ήταν ή έννοια αύτοΰ τοΰ «Συντάγματος»: τό πρώτο πράγμα πού επακολουθεί μετά είναι τό... βάλσα μο!), γιά νά τό πετύχη δέ άνοιξε τίς φυλακές καί ελευθέρωσε δλους τούς απατεώνες καί εγκληματίες τοΰ κοινού ποινικού δικαίου — μέ τό πρόσχημα δτι ήσαν «αντιστασιακού) κατά τής «βαυαροκρατίας» —, τών οποίων έχρίσθη «στρατηγός». Τά αμέσως μετά τό «Σύνταγμα» τοϋ «στρατηγού» χρόνια είναι όντως τά πιό άπαλυντικά τής άποζητούσης τό βάλσαμο πληγής: ληστοκρατία άπό άκρου είς άκρην, χάος, απαγωγές ξένων, αμείλικτη δίωξη τοΰ πνεύματος (ό Καΐρης πεθαίνει στό μπουντρούμι), βασιλεία τοΰ Παπουλακισμοΰ και ανοιχτές πλέον συνωμοσίες τοΰ «στρατηγοΰ» μέ τόν Πολωνό στρατηγό Μΐλβιτς. Ό Μακρυγιάννης τά ήθελε δλα... Ή αβυσσαλέα αυτή κατάσταση στις προθέσεις τοΰ Μακρυγιάννη τόν ώθεϊ σέ τακτικές τής «ψυχολογίας τών μαζών», δπως αυτή ήταν τότε διαθέσιμη μέσω τών μονα στηριών καί τών καλογήρων: μέ τήν επακολουθήσασα έξαψη τοΰ λαϊκι σμού διά τοΰ παπουλακισμοΰ και τοΰ Φλαμιάτου, τίς επιδιώξεις του ό Μακρυγιάννης τίς μεταβάλλει σέ «Όράματα», δηλαδή τις ύποστασιοποιεϊ κοινωνικά μέσα στά έσχατολογικά περιεχόμενα τής λαϊκής ψυχολογίας τών μεγάλων μαζών. Οΰτε «οπτασίες» οΰτε «παραληρήματα» υπάρχουν σ' αυτά, άλλά πολύ εκλογικευμένες καταστάσεις διά τής υποβολής τής ψυχο λογίας τής «λαϊκής βάσης». «Όράματα» πού τά «βλέπει» γιά νά τά πή, νά τά διαλάληση, καί δχι νά τά κράτηση θεολογικώς «μυστικά». Μέσα σ' αυτά βλέπει τόν εαυτό του βασιληά (!) καί μιλάει συνεχώς γιά <(καπετάλι παστρικόν» και «μονέδα», πού τά βλέπει στό εργολαβικό χτίσιμο εκκλη σιών (ό "Οθωνας τότε έκλεινε διαρκώς μοναστήρια)... Κάθε φορά ποΰ θά «ίδή» τόν "Οθωνα, «πνΐεται είς τά κλάματα», διότι δέν μπορεί νά τόν φαντασθή νά λέη τίποτε άλλο στους άλλους έλληνες συνεργάτες του στά ανάκτορα (τούς οποίους ό Μακρυγιάννης φθονεί θανασίμως και τούς απο καλεί «ξιπόλητους», «νηστικούς» καί «γυμνούς») άπό τό «Φάγε, χόρτασε δώρα τοϋ ένοϋς άφεντός». Ό Μακρυγιάννης είναι ή σπουδαιότερη κοινω νιολογική περίπτωση τοΰ νεοελληνικού κράτους: μας δείχνει ότι ή μόνη νοητή έννοια τοΰ «έθνους» είναι εκείνη τής παντί τρόπω έξαργυρωσίμου εργολαβίας... "Ενα πράγμα πού θά μάς χρειασθή πολύ στήν κατανόηση τών επομένων, 95
άλλά καί στήν τροπή πού πήρε έκτοτε ή πολιτική ζωή τού τόπου, είναι τό έξης: "Οτι ό "Οθων ύπεχρεώθη νά παραχώρηση Σύνταγμα σέ ένα κράτος πού ούτε κάν υπήρχε στά μάτια του σάν τέτοιο. Παρέλαβε ένα κράτος διαλύσεως, έκβαρβαρωμένο άπό τούς εμφυλίους, καί τού οποίου οί κάτοι κοι έστεροϋντο καί τής παραμικρής υποψίας «εθνικής ένότητος». Δέν είναι τυχαίο δτι καί οί δύο άνθρωποι τότε πού θέλησαν νά ύπαρξη ελληνικό κράτος, ό Καποδίστριας καί ό "Οθων, ακόμη μέχρι σήμερα μέσα στίς λαϊκιστικές αντιμετωπίσεις τής ίστορίας μας κρίνονται ώς «απολυταρχι κοί». "On τά πράγματα δεν ήσαν ώριμα γιά Σύνταγμα τότε, τό αποδεικνύει ή εξέλιξη τών πραγμάτων πού επέβαλε έκτοτε αυτό τό «Σύνταγμα». *0 "Οθων ΰπεχρεοΰτο νά παραχώρηση Σύνταγμα σέ μιά κατάσταση πλήρους απουσίας (εθνικής συνειδήσεως» καί μέ επίγνωση τοΰ τί αυτό έσήμαινε γιά τις προθέσεις τοΰ Παλαμήδη καί τοΰ Μακρυγιάννη. Καί αποφασίζει νά ίδρυση τήν «εθνική συνείδηση» διά διατάγματος! "Οντως, τό άρθρο 60 τοΰ Συντάγματος του ορίζει ρητώς καί σαφώς: «Οί βουλευταΐ άντιπροσωπεύουσι τό έθνος καί ΟΥΧΙ ΜΟΝΟΝ τήν έπαρχΐαν ύπό τής οποίας εκλέγονται». Διότι οί βουλευτές δέν είχαν συνείδηση ότι αντιπροσωπεύουν κάποιο κρα τικό όλον, άλλά, μέσα στίς παραδόσεις τοΰ κλεφταρματωλισμοΰ, μόνο την επαρχία πού τούς έξέλεγε. Ή Βουλή δηλαδή ήταν ένα μόνιμο πεδίο εμφυ λίου πολέμου, ή δε «κοινοβουλευτική αντίληψη» τών βουλευτών ήταν α πλώς εκείνη τοΰ βιλαετίου καί τοΰ λημεριοΰ. Καί άν βέβαια οί βουλευτές δέν είχαν καμμιά εθνική συνείδηση, καθένας μπορεί νά φαντασθή τί γινό ταν μέ τόν κόσμο πού τούς «ψήφιζε». Τό άρθρο αυτό ουδέποτε έκτοτε έξαλείφθη άπό τά ελληνικά Συντάγματα, μέχρι καί τοΰ σημερινοΰ (άρθρ. 51, § 2), διότι ουδέποτε υπήρξαν ενδείξεις, ότι ήρθησαν οί λόγοι πού τό υπαγόρευσαν, Ή έννοια «Κράτος», μέσα στήν αντίληψη τών διαχειριζομέ νων τις υποθέσεις του, είχε πάντοτε τήν έννοια τού «βάλσαμου» τοΰ Πα λαμήδη. Εννοούμε δηλαδή έως και σήμερον... Τώρα βέβαια θά μποροΰσε σήμερα νά άναρωτηθή κανείς — μιά καί ή διάταξη παραμένει —, έάν οί βουλευτές αντιπροσωπεύουν τό «έθνος», τότε τί αντιπροσωπεύουν οί ποιητές, οί διανοούμενοι, οί συγγραφείς και οί καλλιτέχνες. Τέτοιο ερώτημα όμως στήν 'Ελλάδα ούτε έτέθηκε, ούτε πρό κειται νά τεθη. Άφοΰ τό «έθνος» είναι τελοσπάντων κάτι πού έχει νά κάμη μέ τό κράτος, σύμφωνα μέ τό διάταγμα, ένω σύμφωνα μέ τίς συνταγές «ανακούφισης» τοΰ Παλαμήδη και τοϋ Μακρυγιάννη ή διανόηση έπρεπε νά πάψη νά έχη οποιαδήποτε σχέση μέ τό κράτος, απλούστατα τό ερώτημα 96
δέν μποροΰσε νά τεθη, Έτσι λοιπόν προέκυψε ή έξης πολιτική αλχημεία έν Ελλάδι: τό ζητούμενον, δηλ. τό «έθνος», έθεωρήθη δεδομένον, Οπως στά Μαθηματικά. Άφοΰ υπήρχε ό βασιληάς, υπήρχε καί τό διάταγμα, τό διά ταγμα μετωνόμαζε τούς κλεφταρματωλούς σέ βουλευτές, οί βουλευτές τά πρωτοπαλλήκαρα σέ κομματάρχες, οί κομματάρχες τόν φτωχόκοσμο σέ «λαό» καί τό μόνο πού ύπελεΐπετο μέσα σέ όλ' αυτά ήταν ή «πλειοψηφία». Ευθύς καί έξησφαλίζετο ή πλειοψηφία, αμέσως υπήρχε ή κυβέρνηση, ο πότε υπήρχαν δντως οί βουλευτές, οί υπουργοί, ό βασιληάς καί συνεπώς τό «έθνος»! "Αρα λοιπόν παν δ,τι μπορούσε νά εξασφάλιση τήν «πλειοψη φία», ήταν εθνικώς αναγκαίο. Έξ οΰ καί άκρως αυτονόητη ή ίστορία τής καλπονοθείας καί τών πραξικοπημάτων έν Ελλάδι* τό πάση θυσία πρόβλη μα ήταν ή εξασφάλιση τής πλειοψηφίας, άνευ τής οποίας έκινδύνευε τό «έθνος» — δηλαδή τό κράτος, αξιώματα λεφτά μισθοί, εργολαβίες, μέ μιά λέξη τό... «βάλσαμο»... Νά λοιπόν γιατί μέχρι σήμερα γίνεται τόσος κοπε τός* γιά τήν «πλειοψηφία». Πρόκειται περί τοΰ «έθνους», δηλ. περί τοΰ «ανωτάτου άγαθοΰ»... Και νά γιατί αρχίσαμε στίς μέρες μας μέ τήν λέξη «κάθαρση» καί καταλήξαμε μονίμως στήν πρακτική αριθμητική τοΰ «σύν ένα», «πλήν δύο» κλπ. Ό κ. Φλωράκης, δπως θά ΐδή ό αναγνώστης, πιστώς τηρών τήν συνταγή περί «βάλσαμου» τού Μακρυγιάννη, εΰρήκε έναν νά «καθαρίση» — και νά εκκαθάριση: τόν συγγραφέα τούτων τών γραμμών! Θά ίδοΰμε πώς. Άν λοιπόν τό πρόβλημα μποροΰσε νά λυθή διά τών «πλειοψηφιών», ανε ξαρτήτως πώς, ουδείς άπό τούς επενδυτές και κυρίως οί Άγγλοι μπορούσαν νά έχουν αντίρρηση ώς πρός τό οϊκόπεδον «Ελλάς». (Άπό τοΰ 1864 «πλειοψηφία» καί «δημοκρατία» ταυτίζεται πλέον μονίμως). Πλήν τών "Αγ γλων ήσαν βέβαια καί άλλοι ευρωπαίοι επενδυτές, δπως Γάλλοι π.χ., άλλά πολλοί δέν εύρισκαν τήν επένδυση Ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα. Ενός «εμπο ρεύματος», τοΰ όποιου οί μετοχές ήσαν ίδιαίτερα ανεβασμένες τότε, τό αποκλειστικό μονοπώλιο κρατοΰσε ζηλότυπα ό Μακρυγιάννης... Διά τής «είς άτοπον επαγωγής» λοιπόν καί μέ τήν υπόθεση δτι τό «έθνος» είναι τό μονίμως ζητούμενον, ή Ελλάδα έγινε ένα άπό τά πρώτα «κοινο βουλευτικά» κράτη τοΰ κόσμου. Τό πάν ήταν ή «πλειοψηφία»! Ή Ελλάδα μετά τήν Γαλλία αποτελεί τήν αρχαιότερη ευρωπαϊκή περιοχή (λέμε «πε ριοχή» διότι ή Ελλάδα τότε δέν ήταν κανένα αποτελεσμένο κράτος) μέ γενικό δικαίωμα ψήφου. Γιά τούς άνδρες καθιερώθηκε αυτό τω 1877 (Γαλ λία 1848, Αγγλία 1918, Δανία 1915, Σουηδία 1921 — βλ. D. Nohlen: «Wahlrecht und P&rteiensystem», 1986, σελ. 31). Καί ένφ τό δικαίωμα ψήφου τών γυναικών στίς άλλες χώρες — μέ εξαίρεση καί πάλι τήν Γαλλία — άκο97
λουθεΐ κανονικά μερικά χρόνια μετά τό γενικό δικαίωμα ψήφου τών αν δρών, στήν Ελλάδα εϊσάγεται μόλις τφ 1952. Είναι ακριβώς τότε ποΰ ή γλάστρα μέ τό «βάλσαμο» χρειάζεται ισχυρές δόσεις ποτίσματος καί «πλειοψηφιών», καί άν ήταν δυνατόν έπρεπε νά ψηφίζουν, όχι μόνο οί γυναίκες (πού μέχρι σήμερα πολλές υπογράφουν μέ σταυρό ακόμη), άλλά τά νήπια και οί πεθαμένοι και ίσως καί τά κατοικίδια ζώα. Είναι δηλ. ή εποχή μετά τόν εμφύλιο, δπου οί ταγματασφαλΐτες έμπαιναν στό σπίτι καί ζητοΰσαν τό εκλογικό βιβλιάριο καί άν άβλεπαν δτι δέν είχες ψηφίσει, σέ εκτελούσαν έπί τόπου. Τό βασικό ήταν νά πήγαινε κανείς νά ψηφίση, διότι τό τί θά έβγαινε άπό τίς εκλογές ήταν έκ τών προτέρων γνωστό: τό αεί ζητούμενον «έθνος»!,.. Δέν ξέρουν άραγε σήμερα οί βουλευτές, δταν δια πραγματεύονται έκ τών προτέρων τήν εκλογή τους, προκειμένου νά προ σχωρήσουν σ' ένα κόμμα;...
πού είναι ή γνησιωτέρα Έλληνίς... "Οχι γιατί τό έγραψε, άλλά γιατί είναι... "Οτι λοιπόν πολλά πράγματα συνέβησαν «άθελήτως», ότι τά έδημιούργησαν οΐ συνεργάτες και τό κόμμα — τό όποιον δντως τήν φορά αυτή ήταν ό «λαός» — είναι ακριβώς ή κολοσσιαίας σημασίας προσφορά τοΰ κ. Παπανδρέου στήν νεοελληνική Ιστορία καί τήν ίστορία γενικώτερα. Διότι ακριβώς έδείχθη, δτι ό «λαός» αυτός δέν έχει ξεφύγει οΰτε χιλιοστόν άπό τίς Ιατροφαρμακευτικές αντιλήψεις τοΰ Παλαμήδη καί τοΰ Μακρυγιάννη. Καί επειδή σήμερα τά κράτη δέν μποροΰν νά ζήσουν πλέον διά «βάλσα μων)), γι' αυτό ακριβώς δέν είναι καί κανένας γιά τίποτε ένοχος. Τά «άτοΰ» τών πατριδοκάπηλων έχουν πλέον καταρρεύσει. Τό κόμμα τοΰ κ. Παπαν δρέου υπήρξε τό κόμμα τών «αυτοχθόνων)) τοΰ 20ου αίωνος — καί εύγνωμονουμεν τόν κ. Παπανδρέου πού τό έδημιούργησεν...
"Αν όντως στήν Ελλάδα διεξήγοντο εκλογές όχι μέσω χωροφυλάκων καί «δικαστικών αντιπροσώπων», άλλά μέσω ουδετέρων αντιπροσωπειών ή τοΰ ΟΗΕ λ.χ., τότε θά διεπιστώναμε δτι παρά τά συνταγματικά ντεκρέτα τοΰ βασιλέως Όθωνος και οσαδήποτε «Συντάγματα», ή "Ελλάδα ουδέποτε θά μπορούσε νά απόκτηση κυβερνητική πλειοψηφία. Ή σημερινή λοιπόν κατάσταση είναι ένα γεγονός, κοινωνικής καί πολιτικής πραγματικότητος γιά τόν ελληνικό χώρο, μιάν αλήθεια υπέρ τοΰ λαού δηλαδή, ή οποία, έάν ή Ελλάδα διατηρούσε διϊστορικά και άλλην έννοια πλην εκείνης τοΰ οικοπέδου (θά τό έξετάσωμε είδικώτερα αυτό πιό κάτω μέ τήν έννοια «αυ θαίρετα»), θά είχε προκύψει πολύ πρίν πρός όφελος δχι μόνον τοΰ ελλη νισμού, άλλά καί δλων τών άλλων. "Οτι λοιπόν προέκυψε τώρα, είναι τό πρώτο σκαλί στό μέγα ιστορικό μέγεθος τοΰ κ. Παπανδρέου. Έστω καί άν προέκυψε όχι οίκεία βουλή σει. Διότι, άφοϋ ό κ. Παπανδρέου έδειξε δτι δέν κατεβαίνει εύκολα άπό τήν εξουσία, πρέπει νά συμπεράνωμε δτι πολλά άπό τά διαληφθέντα κατά τήν τελευταίαν οκταετία — καί έσυνέβησαν ακριβώς τόσα πολλά, ώστε νά είναι απολύτως αναγκαία ή εξεύρεση νέων λύσεων γιά τό οικόπεδο ν «Ελλάς» —, έσυνέβησαν ώς μή συνειδητές επιδιώξεις τοΰ ιδίου. Ό επτανήσιος εθνικός ποιητής τών ιταλών Ούγος Φώσκολος διευκρινίζει γιά τόν ήρωα κάποιου έργου του: «ό κ. τάδε είναι ζωντανός, έμεϊς δμως τό φανταζόμαστε έδώ πεθαμένον γιατί μάς ενδιαφέρει ή ψυχή του». "Οχι λοιπόν μέ τά πράγ ματα, άλλά καί μέ τήν ψυχή τών ανθρώπων ώς πρός τά πράγματα είναι κάτι πού θά μας απασχόληση έδώ. Γιατί, άμα παραβιάζεται ή ψυχή τοΰ άνθρω που γιά πράγματα έπί τών οποίων δέν έχει ό ίδιος πεισθή λογικά, δταν βιάζεται δηλ. ψυχοθυμικά, δέν είναι ποτέ καλό γιά τήν υγεία τοϋ άνθρωπου. Καί αυτό Ισχύει τόσο γιά τόν κ. Παπανδρέου, δσο καί γιά τήν κ. Μερκούρη
Στήν Ελλάδα λοιπόν διά τών κυβερνητικών «πλειοψηφιών», έχομε μιά συνεχή κοινωνική παραμόρφωση — καί άρα καταστρατήγηση πάσης εν νοίας «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» — έπΐ ένάμισυ σχεδόν αίώνα. Άλλά ή παράγραφος 2 τοΰ άρθρου 51, τής οποίας ή ηλικία είναι δπως είπαμε ακρι βώς 146 ετών, δέν θά μπορούσε νά ίσχύση έπί τόσον διάστημα ώς συνεχής καλπονοθεία, έάν δέν περιεβάλλετο καί άλλες καταλληλότατες πρός τοΰτο «διατάξεις» στό «Σύνταγμα». Καίτοι έδώ δέν μποροΰμε νά άσχοληθοΰμε αναλυτικώς μέ τό σύνολον τοΰ «Συντάγματος» γιατί δέν γράφομε κανένα βιβλίο συνταγματικής ιστορίας, μέ τίς λίγες «διατάξεις» πού θά μας χρεια σθούν θά άποδειχθή πλήρως ότι τό ελληνικό ν Σύνταγμα είναι μόνο συντα γή «Ιατροφαρμακευτικής περιθάλψεως» κατά τήν έννοια τοΰ Παλαμήδη καί τυπικώτατο δείγμα κρατικής καταργήσεως πάσης εννοίας «ανθρωπίνων δι καιωμάτων». Αυτό τό όποιον μάς απασχολεί έδώ δέν είναι δτι βάσει αύτοΰ τοΰ «Συντάγματος» επιζητεί μέ τόση επιμονή ό κ. Μητσοτάκης τήν «πλειο ψηφία» είναι δτι ό κ. Παπανδρέου θέλησε νά μάς είσαγάγη τόν «σοσια λισμό». Τό σκανδαλώδες συνεπώς δέν είναι τό «Σύνταγμα», άλλά οί διεκ δικήσεις βάσει τοΰ «Συντάγματος». Και δχι φυσικά μόνον αυτές τών πολι τικών, άλλά κυριώτατα αυτές τών άλλων «αξιωμάτων». Ιδίως οί ανώτεροι δικαστικοί οφείλουν νά μάς εξηγήσουν περί ποιας απονομής δικαιοσύνης, μεριμνοΰν, βάσει ποιας εννοίας νομιμότητος κυνηγάνε τούς «τρομοκράτες», πώς δικαιολογούνται τελοσπάντων άλλα πράγματα πού τούς αφορούν...
1
98
-
"Αν χρειάζεται νά έμβαθύνωμε σήμερα στήν ουσία τών συνταγματικών μας καταστάσεων, είναι γιατί μάς τό επιβάλλουν ήδη οί διαμορφώσεις τής τρεχούσης ίστορίας. Και αυτό δέν μποροΰν νά μας τό προσφέρουν τά «πο λιτικά προγράμματα», άλλά ή ίστορική κατανόηση, οί απαρχές καί οΐ αιτίες τών πραγμάτων πού ζοϋμε. Αυτές αποτελούν καί τό μέτρο κρίσεως 99
γιά κάθε «πολιτικό πρόγραμμα». Πώς λειτουργούν σήμερα τά Συντάγματα, ποΰ βρισκόμαστε εμείς, άν μποροΰμε νά συνεχΐσωμε μέ «επιδιορθώσεις» ή άν πρέπει νά αποδεχθούμε τήν εκδοχή ριζικωτέρων λύσεων πρός όφελος τοΰ όσου ελληνισμού απόμεινε, εϊναι πράγματα πού μόνο άπό τήν ιστορική κατανόηση τών «καταβολών» μας μποροΰν νά προκύψουν. Γι' αυτό ακρι βώς έδώ άποφεύγομε κάθε είδος «θεωρητικής ερμηνείας» καί δικολαβισμοΰ, διότι μας ενδιαφέρει ή «πράξη». Καί ή διαπίστωση βέβαια, ότι αυτή ή «πράξη» μόνο μέ κάποιο επιβαλλόμενο είδος νέων λύσεων μπορεί νά άντιμετωπισθή. Τό άρθρο-κλειδί γιά τήν κατανόηση ολοκλήρου τοΰ Συντάγματος είναι ακριβώς τό πρώτο άρθρο περί «Όργανώσεως τής Διοικήσεως», δηλ. τό 101. Διά τοΰ άρθρου αύτοΰ καταργοΰνται συλλήβδην όλα τά πρώτα άρθρα τοΰ Συντάγματος τά άφορώντα στά «ανθρώπινα δικαιώματα» τοΰ έλληνα «πο λίτη». "Οτι τό σύστημα είναι «άποκεντρωτικόν» σημαίνει πώς όχι μόνον ή «νομοθετική εξουσία» (δηλαδή ή Κυβέρνηση σάν συμπολίτευση-άντιπολίτευση) γίνεται γιά τά πάντα ανεύθυνη, άλλά καί αυτό τό ίδιο τό κυβερνών κάθε φορά κόμμα. Διότι διά τής § 3 ή ευθύνη περί τών «ανθρωπίνων δικαιω μάτων» μεταφέρεται στους Νομάρχες! Καί ή μέριμνα τών οποίων βέβαια, σάν κομματικά όργανα πού είναι, δέν είναι τά «ανθρώπινα δικαιώματα» τών «πολιτών», άλλά μόνο ή εξασφάλιση τής «πλειοψηφίας» έν όψει άφανείας τοΰ... «έθνους». Οί «αποφασιστικές» κατά Σύνταγμα αρμοδιότητες τών Νο μαρχών καθορίζονται διά νόμων καί διαταγμάτων ακριβώς έπί εκείνων τών «ανθρωπίνων δικαιωμάτων», πού κατά τά πρώτα 25 άρθρα τοΰ Συντάγματος άποτελοΰν αποκλειστική αρμοδιότητα καί ευθύνη τών Υπουργών! Οί ει δικές αυτές «αρμοδιότητες» τών Νομαρχών είναι ακριβώς γιά θέματα παι δείας (π. διατ. 472/83), γιά θέματα υγείας (470/83) καί θέματα πολιτιστικής ταυτότητος κάθε περιοχής (443/83). Γιά τά θέματα λοιπόν εκείνα πού συ νιστούν κατά νόημα τήν έννοια τοΰ «πολίτη» καί γιά τά όποια οφείλει κανείς νά απευθύνεται κατ * ευθείαν στόν υπουργό καί τήν κυβέρνηση, στήν Ελλάδα υποχρεούται συνταγματικώς νά απευθύνεται στόν πρόεδρο τής Κοινότητος. Στόν υπουργό δέν μπορεί, διότι κατά Σύνταγμα αρμόδιος είναι πρώτα ό νομάρχης. Πριν δμως άπ' αυτόν υπάρχει ό δήμαρχος, καί πρίν άπό τόν δήμαρχο ό πρόεδρος τής Κοινότητος. Παραπέρα δμως άπό τόν πρόεδρο τά πράγματα ουδόλως μποροΰν νά πάνε, διότι μεταξύ προέδρου καί «πολίτη» μεσολαβεί ό χωροφύλακας καί ό παπάς! Δηλαδή δέν πρόκειται περί «αποκεντρώσεως», άλλά περί τής πλέον μεσαιωνικής «συγκεντρώ σεως». Προκειμένου λοιπόν νά εξασφαλίζεται ή κατά Σύνταγμα «αποφασι στική άρμοδιότης» τών «περιφερειακών οργάνων» μέ επικεφαλής τόν κομ100
ματικό κάθε φορά Νομάρχη, καθένας μπορεί νά φαντασθή τό μέγεθος γρα φειοκρατίας και νομικοειδοΰς τραγέλαφου πού απαιτείται. Καί δεδομένου δτι ό νομικοειδής τραγέλαφος δίνει άπειρες δυνατότητες στους νομάρχες γιά τήν εξασφάλιση καί τής προσεχούς «πλειοψηφίας» (κατά τό μέτρο βέβαια πού είναι σύμφωνοι καί οί «δικαστικοί αντιπρόσωποι»), ήγουν γιά τήν εξασφάλιση τοΰ «έθνους», οί υπουργοί και τά μέλη τών οικογενειών τους, μένουν πάντα γενεαλογικώς απερίσπαστα γιά τίς επόμενες εκλογές... Τά μέτρα αυτά υπήρξαν πάντα κατά πράξιν αναγκαία, προκειμένου νά ε πιτυγχάνεται ή «εθνική ένότης». Μόνη της ή § 2 τοΰ άρθρ. 51 δέν θά μποροΰσε προφανώς νά σταθή, έάν δέν περιεβάλλετο καί άπό κάποιες άλ λες πρακτικώτερες πρός τόν σκοπό αυτό διατάξεις. Οΰτω πώς διά τών κυβερνητικών «πλειοψηφιών» έχομε μιά συνεχή κοινωνική παραμόρφωση (εννοούμε δηλαδή δχι δτι δέν υπάρχει, άλλά Οτι ακριβώς δέν φαίνεται) καί μιά αντίστοιχη καταστρατήγηση κάθε εννοίας «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» έπί ένάμισυ σχεδόν αίώνα, Τί σημαίνει π.χ. Οτι οί νομάρχες είναι αρμόδιοι γιά τήν πολεοδομική φυσιογνωμία τών τόπων πού υπηρετούν; Σημαίνει απλούστατα έναν άνευ ορίων βιασμό τών πολιτιστικών φυσιογνωμιών τοΰ έλλαδικοΰ χώρου. Δέν πρέπει βέβαια νά ξεχνάμε δτι οί απαιτήσεις «εθνικής ενότητας» τοΰ ελλη νικού χώρου (κατά νοητικήν προέκταση τό «βάλσαμο» τοΰ Παλαμήδη) επέβαλαν στό παρελθόν καταστροφή τζαμιών, μιναρέδων καί παντός δ,τι μποροΰσε νά θυμήση χρόνια «σκλαβιάς». Τό ίδιο και γιά τις περιοχές εκείνες πού είχαν πολιτιστικές παραδόσεις καί φυσιογνωμίες άλλων ιστο ρικών καταβολών. Γιά νά ίσοπεδωθοΰν δλ' αυτά, καλύτερος τρόπος άπό τό «αποκεντρωτικό σύστημα» μέ «γενικήν άποφασιστικήν αρμοδιότητα» τών Νομαρχών δεν υπήρχε. Μέ άπλα λόγια: άν γίνη ένας σεισμός λ.χ. στήν Κεφαλλωνιά, ό Νομάρχης άπ' τό Καρπενήσι πού είναι έκεϊ θά τηλεφωνήση στόν φίλο του άπό τό διπλανό χωριό πού τέλειωσε τήν «Αρχιτεκτόνων» καί θ" αρχίσουν νά χτίζουν, Οί μόνοι αρμόδιοι κατά τό Σύνταγμα! Δέν συζητούμε βέβαια γιά νόμους, αυτούς π.χ. πού θά καθώριζαν τήν κατά τό άρθρ. 102, § 5 «έποπτείαν» τοΰ Κράτους έπί τών οργανισμών, διότι απλού στατα ορίζεται στό άρθρο αυτό νά μήν υπάρχουν τέτοιοι νόμοι. Λέει αύτολεξεί: «Τό Κράτος άσκεΐ έπί τών οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως έποπτείαν, μή έμποδΐζουσαν τήν πρωτοβουλίαν καί έλευθέραν δράσιν αυ τών». Τί θά πή αυτό, ποιό είναι τό μέτρο; Οί νόμοι είναι μέτρα, μόνο πού οί εκφράσεις έδώ δέν τά επιτρέπουν. Οί νομάρχες μποροΰν λοιπόν νά χτί ζουν απερίσπαστοι, άν δέ ύπαρξη καί καμμιά όλιγοκέφαλη κατάσταση τοΰ τύπου «Έλλάς-Έλλήνων-Χριστιανών»,·τότε στήν μέν Λευκάδα χτίζονται εργατικά «πανγκαλόους» σέ στυλ μυκονιάτικης αρχιτεκτονικής — χωρίς 101
νά μπορή νά 'πή κανείς τίποτε —, στήν δέ Κεφαλλωνιά, δίπλα άπό τό μπαρόκ καμπαναριό τοΟ Άγ. Γερασίμου, ξεπετάγονται φρικτά τερατουρ γήματα άτέχνων βυζαντινών μιμήσεων, γιά τά όποια ό κ. Τρίτσης μέ τόν κ. Αρσένη ακόμη δέν βρήκαν καιρό νά βάλουν μιά μπουλντόζα νά τά πετάξη άπό 'κεϊ. Τό παν είναι ή «εθνική φυσιογνωμία», έστω κι άν δέν ύπάρχη τίποτε πού νά τήν όρίζη. Σημασία έχει νά έξομοιωθή ή Κέρκυρα μέ τά Κράββαρα καί ή Ρόδος μέ τήν Καλαμπάκα. Όσο πιό πολλά κτήρια ερειπώνουν σέ τόπους πού δέν θυμίζουν «άγνό ελληνισμό» τοΰ ήσσονος τόνου τής «νεομαρτυρικής αγωγής» καί τής κοινωνικής καταπίεσης, τόσο πιό απαραίτητες καί κατωχυρωμένες οί «αποφασιστικές αρμοδιότητες» τών περιφερειακών οργάνων, μέ τούς νομάρχες επικεφαλής, καί τόσο πιό πο λύτιμο τό έργο τους! Είπαμε ότι έδώ έρμηνεόομε τό Σύνταγμα πρακτικά... Πιθανόν αυτά δλα νά μήν έχουν νά κάνουν μέ τήν έννοια τών «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» άνά τήν ελληνική επικράτεια, είναι δμως «συνταγματικές ρυθμίσεις» απόλυτα σύμφωνες μέ τό Ιδεολογικό κλίμα τοΰ «ήσσονος τό νου» πού προείπαμε. Διότι καί έδώ ή νεοελληνική Ιδεολογία εύρηκε τόν τρόπο της, τήν πραγματικότητα μιας ίστορικής χρεοκοπίας νά τήν μετα βολή στήν έννοια τής «πνευματικής υπεροχής» μιάς εθνικής κλειστότητος. Τά ανύπαρκτα υποτυπώδη βυζαντινά κτίσματα έπΐ τοΰ παραμελημένου «θέ ματος» τής νότιο βαλκανικής Ελλάδος ή ελλαδική ορθοδοξία τά έκαμε φιλοσοφία γιά νηπίους, πού καί τόν ρόλο της κατωχύρωναν, καί οικονο μικώς ανέξοδη ήταν. Οί μικρές βυζαντινές εκκλησίες, πού φανερώνουν φτώχεια καί ίστορική παρακμή — μιά κατάσταση πού ζή άπό τό παρελθόν καί δέν έχει τίποτε τό νέο νά προσφέρη — είναι, λέει, δείγμα τής γαλήνιας σχέσης τής ψυχής τοΰ ορθοδόξου μέ τήν γύρω του φύση! Ό χ ι αποτέλεσμα ίστορικής καί οικονομικής χρεοκοπίας, άλλά... φιλοσοφία! Μά οί εκκλη σίες πού έφκιαχνε τό Βυζάντιο, δσο ήταν Βυζάντιο, ήσαν δγκοι αυτοκρα τορικής νοοτροπίας καί καθόλου φιλοσοφίας τοΰ «ήσσονος τόνου». Καί ήταν υποχρεωμένο νά δούλεψη έτσι, γιατί ή αρχιτεκτονική τοΰ Ισλάμ πού είχε νά αντιμετώπιση ίίψκιαχνε πραγματικά φρούρια. Ό Σινάν πού έφκιαξε τό μπλέ τζαμί γιά νά «ξεπεράση» τήν Άγιά Σοφιά, είναι φανερό ποιάν έννοια άρχιτεκτονικοΰ δγκου είχε στό κεφάλι του γιά τούς βυζαντινούς. Καί στήν Καθεδράλ τοΰ Μονρεάλε (πού ήταν προηγούμενο τζαμί) ή σ' εκείνη τής Κεφαλοΰς καθόλου δέν προδίδεται ή φιλοσοφία τοΟ «ήσσονος τόνου». Μιλούμε γιά τούς χώρους δπου τό Βυζάντιο έδινε τόν κατ' εξοχήν αγώνα υπάρξεως, καί αυτοί δυστυχώς δέν είναι ούτε στήν Κων/πολη οΰτε στόν Μυστρά, άλλά στήν νότια Ιταλία. Καθόλου τυχαίο δέν είναι πώς ο,τι σώθηκε Ιστορικά άπ* αυτό πού λέμε «Βυζάντιο» βρίσκεται είτε στήν Ίτα102
λία είτε στό σλαβικό ημισφαίριο. Ό Μυστράς βρίσκεται στήν ιστορική καμπύλη μιάς χρεοκοπίας καί γι * αυτό έστάθηκε τόσο πρόσφορος γιά τήν αρχιτεκτονική τοΰ «ήσσονος τόνου». Στόν Μυστρά δέν υπήρχαν τά μάρ μαρα, τό χρυσάφι, τά μέσα καί τά λεφτά, γιά νά φκιασθοΰν μεγαλοπρέπειες. Τοΰβλα καί πηλός υπήρχαν καί άπλό χρώμα γιά ζωγραφιές. Καί μ' αυτά έπρεπε νά φκιασθή δ,τι έφκιάσθηκε. Ιδού δμως δτι ή χρεοκοπία υπήρξε τό χρήσιμο τέχνασμα τής ελλαδικής ορθοδοξίας γιά νά γεμίση δλον τό κόσμο φθηνά, μικρά (δχι πάντα βέβαια) καί κακόγουστα στις άγονες μιμή σεις τους κτίσματα καί νά εδραίωση τήν εξουσία της σάν κρατική εκκλη σία. Ανοίγοντας κανείς έναν σύγχρονο τουριστικό κατάλογο καί βλέπο ντας στίς σελίδες πληροφοριών γιά τούς τουρίστες, βλέπει γιά τήν περιοχή Αθηνών λ.χ. νοσοκομεία 10, τράπεζες 50, υπουργεία 20 κ.λπ. Γυρίζοντας τίς σελίδες γιά τίς εκκλησίες, ό κατάλογος είναι άνευ τέλους — καί ό μεγαλύτερος: 1.500 εκκλησίες μόνο στήν περιοχή Αθηνών! Άν ΰπολογίση κανείς μόνο μέ 100 τετραγωνικά τήν κάθε μία, εύκολα βρίσκει πόσες χιλιάδες στρέμματα Γής παρέμειναν αναξιοποίητα... Αυθαίρετες καί φθηνιάρικες απομιμήσεις τοΰ «ήσσονος τόνου»... Ή καταστροφή συνεπώς τοϋ δ,τινος δέν μοιάζει «βυζαντινό» συμφέρει πολλαπλώς — αρχιτεκτονικά σχέδια δέν χρειάζονται καθότι έτοιμα άπ' τόν ΙΟον at., τοΰβλα καί πηλός βρίσκονται παντοΰ, «πιστοί» γιά νά χτίσουν μέ φθηνά μεροκάματα επίσης, καί τά οφέλη εξουσίας άπ' τήν προκύπτουσα φυσιογνωμία προφανή. Οί νομάρχες λοιπόν δέν έχουν παρά νά εφαρμόσουν πιστώς τό νόημα τοΰ άρθρου 101... Καί δσο γιά τήν παρ. 2 τοΰ έν λόγω άρθρου, δπου ή διοικητική διαίρεση διαμορφώνεται βάσει τών «συγκοινωνιακών συνθηκών», ή ερμηνεία είναι σχεδόν αυτονόητη. Τό πρόβλημα δέν είναι νά άναρωτηθή κανείς, πώς γίνεται και σ' ένα «ευρωπαϊκό» κράτος δύο αίώνων κανονίζεται ή μοίρα τών διαφόρων περιοχών ανάλογα μέ τά «δημόσια έργα» (τί αυτό σημαίνει, ξέρομε καλά...) καί όχι αντιστρόφως. Τό πρόβλημα είναι, τά Κύθηρα π.χ. νά ύπαχθοΰν στόν νομό Αττικής (!) ή Λευκάδα στόν νομό Πρεβέζης κ,λπ., ή ώρισμένα νησιωτικά συμπλέγματα τοΰ Αίγαΐου, ενοχλητικά άπό τό ιστο ρικό παρελθόν τους, νά ύπαχθοΰν στήν εγκατάλειψη τών «άγονων γραμ μών», οί κάτοικοι τους νά σκορπισθοΰν στίς τέσσαρες άκρες τοΰ κόσμου σάν εργάτες, αυτά δέ νά λάβουν τήν σημασία «οικοπέδων». "Ολα ανάλογα τών «συγκοινωνιακών συνθηκών»... Ό ακριβοδίκαιος αρχαίος Λυκούργος θά μποροΰσε ίσως ν' άναρωτηθή, κατά ποιάν λογική τά νησιά νά φέρνουν τά λεφτά στήν Ελλάδα (ή «επιχειρηματική» έκφραση «τά χελιδόνια τοΰ Βορρά» είναι χαρακτηριστική — «φυσικά» φαινόμενα φέρνουν τά λεφτά στήν Ελλάδα!), τά λεφτά νά τά μαζεύη ή «Εθνική Τράπεζα» στήν Αθήνα 103
καί οί νησιώτες νά αναζητήσουν σέ άλλος γαίας τήν τύχη τους* άλλά αυτά βέβαια είναι «συνταγματικές λεπτομέρειες» επουσιώδεις... Θά έπανέλθωμε ωστόσο πιό κάτω. Έπί τοϋ παρόντος αρκούν οί λίγες τούτες παρατηρήσεις γιά ένα καί μόνο άρθρο τοϋ ελληνικού Συντάγματος. Τοΰ άρθρου εκείνου πού ανακατώνει τόσο υπέροχα τίς κοινοβουλευτικές αρχές τής «Μάγκνα Χάρτα» μέ εκείνες τοΰ τουρκοκρατούμενου κοινοβίου, ώστε τελικώς νά βγαίνη άπό τόν κοπετό σάν άναμαδημένος βασιληάς ό εκάστοτε πρόεδρος τής Δημοκρατίας ώς μόνος «ρυθμιστής τοΰ πολιτεύματος». Μέ τήν τελευ ταία κρίση τόν ρόλο αυτόν τοΰ Προέδρου ώς υποκατάστατου τοΰ βασιληά τόν είδαμε καλά. Ακριβώς καί έν διαλύσει κράτη όπως ό Λίβανος π.χ. άπό έναν πρόεδρο αναζητούν τήν σωτηρία τους... "Οτι έν τέλει οί κυβερνήσεις τοΰ ΠΑΣΟΚ, παρά τίς τροποποιήσεις τοΰ Συντάγματος, κατάφεραν τόν «συμβολικό» ρόλο τοϋ Προέδρου νά τόν ενισχύσουν κατά πράξη άντί νά τόν μειώσουν, όπως επεδίωκαν, είναι τό δεύτερο μέγα σκαλί τοΰ ίστορικοΰ μεγέθους τοΰ κ. Παπανδρέου. Ή μαρτυρολογική ψυχοσύσταση τοΰ νεοέλ ληνα θά βρΐσκη πάντα τήν διέξοδο της σ * έναν «σωτήρα», ένφ ή κοινωνική καί πολιτική υπανάπτυξη πού επιβάλλει τό Σύνταγμα ώς «καταστατικός χάρτης» μπορεί άνετα νά συνεχίζεται έπ άπειρον. Μέ «σοσιαλισμό» ή δχι, δέν έχει σημασία... 1
Άπό τά τελευταία μεγάλα γεγονότα τής ανατολικής Ευρώπης προέκυψε ένα μεγάλο μάθημα Δημοκρατίας γιά τήν ανθρωπότητα. "Οτι δηλαδή, δταν οί ηγεσίες αποτυγχάνουν στό έργο τους, δέν «βγαίνουν στήν σύνταξη» γιά νά απολαμβάνουν έν καλοπεράσει τό ΰπόλοιπον τοΰ βίου τους, άλλά δτι Οφείλουν νά δώσουν λογαριασμό καί νά ύποστοΰν τίς συνέπειες τής κακής διοικήσεως τους. "Οχι μέ διαμαρτυρίες τοΰ δρόμου, άλλά πρακτικότερα κάπως: τί τουαλέττες έχουν στό σπίτι τους, πόσο ακριβά είναι τά ψυγεία καί ή τηλεόραση τους κ.λπ. Ό λαός μπαίνει στό σπίτι, ακριβώς γιά νά ίδή ό ίδιος τά ουσιώδη αυτά πράγματα... Καί δταν διαπιστωθή αυτό πού δέν θάπρεπε νά αναμένεται, τότε δέν εμφιλοχωρεί κανενός είδους «ερμηνεία διατάξεων)) καί κανενός είδους αναμονή, άλλά οί υπόλογοι κρατούνται ύπό περιορισμό έως δτου άπολογηθοΰν. Αυτή είναι καί θεωρητικώς ή σωστή τάξη πραγμάτων, διότι, δταν αυτά οδηγηθούν στήν άμεση σχέση εξουσίας καί λαοΰ, τά συντάγματα καί οί νόμοι παραμερίζονται. 01 «νόμοι» είναι οί εγγυητικές πράξεις παραχωρήσεως της εξουσίας άπό τόν λαό. "Οταν λοι πόν ό λαός άναλαμβάνη ό ίδιος νά έλέγξη, ανεξαρτήτως γιά ποιόν λόγο, οί νόμοι είναι υποχρεωμένοι νά πάνε περίπατο. Δέν έχει νόημα δηλαδή νά τούς έπικαλεσθή κανείς. Στήν πολιτική θεωρία αυτό είναι τό γνωστό πρό βλημα, κατά πόσον μιά επανάσταση δημιουργεί δίκαιο (τοΰτο θά μάς άπα104
σχολήση πιό κάτω ίδιαίτερα). Καί στόν μέν κοινοβουλευτισμό θεωρητικά, ή έννοια τής τέτοιας επαναστάσεως αίρεται μέ τόν κάθε τέσσερα χρόνια έλεγχο διά τών εκλογών, εκεί δέ ποΰ δέν υπάρχει αυτό τό μέτρο, άλλά ή συνείδηση της Δημοκρατίας λειτουργεί κατ' άλλον πολιτικό τρόπο, έρχε ται στιγμή σέ περίπτωση κακοδιοίκησης πού γίνεται έλεγχος στίς... τουα λέττες. Καί τά δημόσια έγγραφα μιας περιόδου δέν επιχειρεί καμμιά κυβέρ νηση νά καταστρέψη, διότι αυτά δέν ανήκουν στις κυβερνήσεις άλλά στόν λαό και τήν ίστορία, (κι αυτό επίσης θά μάς απασχόληση πιό κάτω ίδιαί τερα). Στήν ανατολική Γερμανία π.χ. είδαμε τήν φύλαξη τών δημοσίων έγγραφων νά τήν άναλαμβάνη ό ίδιος ό λαός, όχι οί «υπηρεσίες» δποιες κι άν αυτές είναι, πράγμα πού αντιστοιχεί στήν σωστή τάξη πραγμάτων και στήν συνείδηση πολιτικοποιημένων πολιτών, Αυτά τά λίγα προκειμένου νά ρωτήσωμε: έγιναν άραγε ποτέ στήν Ελλάδα ανάλογα πράγματα; Υπάρ χουν πολιτικοί πού διοίκησαν γιά μισόν αίώνα κοντά καί τό μόνο τους κατόρθωμα ήταν ή βασιλεία τής υπανάπτυξης καί τής παντός είδους κα κομοιριάς. Τούς ζήτησε ποτέ κανένας λογαριασμό; Μπήκε ποτέ κανένας σπίτι τους νά έλέγξη τίς τουαλέττες καί τό κρεβάτι ποΰ κοιμώνται; Καί τόν ανώτερο δικαστικό, ό όποιος έχει πλήρη συνείδηση δτι λειτουργεί μέσα σέ μιά ουσιαστική ανυπαρξία νόμων (σκοπός τούτου τοΰ βιβλίου είναι νά δείξη τεκμηριωμένως ακριβώς αυτό τό πράγμα), τόν ρώτησε ποτέ κανένας πώς δικαιολογεί τό αξίωμα του καί τόν παχύ μισθό πού παίρνει; Αναφέραμε τά παραπάνω, δχι προφανώς γιά λόγους «κηρύγματος», άλλά ακριβώς γιά νά δείξωμε, δτι ή ανυπαρξία αναλόγων δρων έν Ελλάδι, δη λαδή ή ανυπαρξία λαοΰ κατά τήν ιστορική έννοια τοΰ Ορου (υποκειμένου πολιτικής βουλήσεως), καθίστα τήν Ελλάδα έναν χώρο «ανοικτών» δυνα τοτήτων σήμερα καί συνεπώς κανένα είδος πατριδοκαπηλείας δέν μπορεί νά αναπλήρωση τήν διαπίστωση αυτή. Αυτές οί «προϋποθέσεις» δέν μπο ροΰν νά είναι προνόμια τής ελληνικής πολιτικής καί μόνιμες συνθήκες «Ιατροφαρμακευτικής περιθάλψεως» κατά τήν έννοια τοΰ Παλαμήδη. Συ νιστούν επίσης τούς νομίμους λόγους καί άλλων αποφάσεων μέσα στίς τρέχουσες διαμορφώσεις τοΰ διεθνούς δικαίου. Οί έλληνες πολιτικοί δέν βρέθηκαν ποτέ στήν ανάγκη νά δείξουν κάποιο πρότυπο ήθους καί συμπε ριφοράς, διότι ανέκαθεν ήξεραν δτι δέν υπήρχε κάποιος στόν όποιον θά πρεπε νά τό δείξουν. Ερώτησαν προσφάτως τόν πρώην υπουργό εξωτερι κών τοΰ Ντούμπτσεκ, πού ώς Ιδιώτης έχει καθηγητική έδρα στήν Αυστρία, άν τώρα πού τά πράγματα επήραν τόν δρόμο τών δικών τους οραμάτων διατίθεται νά μπή στήν πολιτική καί νά βοηθήση. Και ή απάντηση: «"Οχι, γιατί είμαι κοντά στά εβδομήντα (69) καί πιστεύω δτι οί άνθρωποι στήν 105
ηλικία αυτή πρέπει νά αποχωρούν άπό τήν πολιτική». "Οποία... φάπα γιά τήν ανεγκέφαλη κόχη μας!... Υπάρχει έλληνας πολιτικός πού θά μπορούσε νά δώση ανάλογη απάντηση; Ούτε υπήρξε, οΰτε υπάρχει, ούτε πρόκειται νά ύπαρξη, διότι απλούστατα στήν Ελλάδα ή πολιτική είναι έννοια κλη ρονομικής διαδοχής. "Οχι μόνο στόν καιρό μας, άλλά Ιδίως παληότερα, δπου ή μεταβίβαση εκλογικών εδρών άπό πατέρα σέ γυιό συνέβαινε διά... διαθήκης! Είναι τόσο συνηθισμένοι άλλωστε οί νεοέλληνες στήν κατάστα ση τής πολιτικής επαιτείας («απεργία» άπό βδομάδα σέ βδομάδα και άπό μήνα σέ μήνα — «απεργία» αυτό θά πή στήν "Ελλάδα: άλλη έκφραση τής λέξης «επαιτεία»...), ώστε ανάλογα προβλήματα δέν υπάρχει λόγος νά τε θούν. Τό βλέπομε έξ άλλου πολυ καθαρά: οί πολιτικοί πού μποροΰν νά ικανοποιούν (μέ μικροδόσεις, μικροαπαλλαγές, τιμαριθμικές μικροαναπροσαρμογές κ,λπ.) τό ακατανίκητο αίσθημα ροπής τών νεοελλήνων πρός τήν επαιτεία, έρχονται πρώτοι σέ σταυρούς... Ανεξαρτήτως βέβαια τοΰ πόσο καί τΐ μπορεί μιά τέτοια πολιτική τελικά νά κοστίση... Τό «βάλσαμο» τοΰ Παλαμήδη ενέχει πρωτίστως τήν έννοια τής επαιτείας. * Η επαιτεία είναι ή καθ * εαυτό διεκδίκηση, διότι και ό απλός επαίτης αυτό ακριβώς μέ τοός τρόπους του επιχειρεί: νά σέ καταπίεση ψυχολογικά. Συ νεπώς ή επαιτεία είναι μιά παράνομη πράξη, διότι σοϋ παραβιάζει τήν προσωπικότητα σάν πολίτη καί σέ εξαναγκάζει νά δώσης. Είναι βέβαια ένα άλλο θέμα, δτι μέσα στίς νοήσεις μας τής «ορθοδόξου αγωγής» ή επαιτεία άπό αντισυνταγματική πράξη έγινε «αρετή τοΰ ελέους». Τό θέμα τής επαι τείας στήν κοινωνιολογική του σημασία είναι βαθύτατο και δέν θά μάς απασχόληση ειδικότερα έδω. Ή διαφορά μεταξύ «απεργίας» καί «επαι τείας» είναι ή έξης: ένφ ή απεργία είναι μιά εκλογίκευση απαιτήσεων μέσα σέ μιά κοινωνικώς καθορισμένη τάξη πραγμάτων (π.χ. ό απεργός οφείλει νά λάβη ύπ* δψη τά συμφέροντα τοΰ εργοδότη, διότι άλλως πώς υπονο μεύει τά δικά του), ή επαιτεία δέν έχει λογικό έλεγχο άλλά σκοπεί μόνο στήν άμεση κάλυψη τής στιγμής (π.χ. τόν επαίτη δέν τόν ενδιαφέρει, άν ό συναισθηματικά φερόμενος συνάνθρωπος του έχη μόνο μιά δραχμή, τήν οποίαν δίνει καί γίνεται έτσι φτωχότερος άπ' τόν επαίτη). Συνεπώς ή επαι τεία είναι μιά είδική καί πολύπλοκη μορφή κλοπής, τήν τεχνική τής όποιας έχει περιγράψει αρκούντως παρ* ήμϊν ό Καρκαβίτσας. Τό αυτό νόημα επαιτείας έχουν καί οί ελληνικές απεργίες, άφοΰ δέν άποσκοποΰν στήν επίλυση λογικώς έπεξεργασθέντων αιτημάτων, άλλά απλώς στήν κάλυψη αναγκών τής στιγμής (π.χ. «τιμαριθμητική αναπροσαρμογή») είς βάρος όλων τών άλλων. Τώρα βέβαια υπάρχει τό ερώτημα: μά καί τΐ νάκάμη ό «απεργός»; Ακριβώς τίποτ* άλλο δέν μπορεί νά κάμη, δπως τίποτ' άλλο 106
δέν κάνει και ό επαίτης άπ' τό νά έπαιτή. ("Αν ό επαίτης μπορούσε νά φιλοσοφήση έπί τής φτώχειας του, τότε θά γίνονταν επαναστάτης. Έξ ού και ή μεγάλη αποικιοκρατική μέριμνα τοΰ παρελθόντος γιά τόν χώρο τής ιδεολογίας τών ύπό κυριαρχία λαών...). Έτσι καί ό σημερινός απεργός στήν Ελλάδα δέν μπορεί νά βρή τί τοϋ «φταίει», διότι άν τό εύρισκε θά έβλεπε δτι φταίχτης είναι ό ίδιος καί θά έψαχνε γιά άλλες λύσεις. Καί δέν μπορεί νά τό βρή, ούτε καί υπάρχει περίπτωση νά τό βρή όσο κι άν τοϋ τό υποδείξουν, διότι απλούστατα δέν υπάρχει ή εθνική συνοχή σάν φορέας τής «φιλοσοφίας» του. Στήν αυτήν κατάσταση επαίτη βρίσκεται και ό κλέβων μέσω «συνταγματικών κατοχυρώσεων» καί «νομοτύπως». Τό νόημα τής επαιτείας δέν αλλάζει* αλλάζει απλώς ή μορφή μέσα στό «κρατικό δλον», Ό κλέβων μέσω τοΰ πόστου (καί έμπροθέτως αυτός είς βάρος τών άλλων, δπως καί ό απλός απεργός) προϋποθέτει ακριβώς τήν μή ύπαρξη «εθνικής ένότητος» — τό ξέρει δηλαδή αυτό — και άντί νά άπλώση τό χέρι, βάζει απλώς τό «Σύνταγμα» ή τό πόστο νά τοΰ τά φέρη. Ή επαιτεία, τελικώς, άπό κοινωνικής φύσεως φαινόμενο, μέσα στήν σύγχρονη δομή τών διακρατι κών σχέσεων έχει μεταβληθή σέ ίστορική κατηγορία μέ κύριο χαρακτη ριστικό τήν «εθνική πυκνότητα» τών λαών (γι' αυτό, είπαμε, καί ή τόση προσοχή στόν τομέα τής ιδεολογίας καί τών λαϊκιστικών κινημάτων...). Ό κλέβων «νομοτύπως» ένα μπορεί νά ίσχυρισθή, δτι «εξυπηρετεί» μιά γενι κότερη τάξη πραγμάτων. Άπό τήν άλλη δμως μεριά δυσκολεύει τά ίδια πράγματα, ακριβώς γιατί μέ τήν υπαρξή του τά κρατεί στάσιμα. Είναι δηλ. σάν τήν σαβούρα τών καϊκιών: κρατάνε τήν «Ισορροπία» άλλά εμποδίζουν τήν ταχύτητα... Ή βαθύτατη συνείδηση του πάντως είναι αυτή τοΰ ίστορικοΰ επαίτη. "Οσο καί άν «μετέχη» λ.χ. σέ μιά «διεθνή ένωση βιομηχά νων» τό αίσθημα τής επαιτείας δέν μπορεί νά τόν εγκατάλειψη, άφοΰ δέν είναι σέ θέση νά παράγη. Ειδικά γιά τούς πολιτικούς, τό αίσθημα τοΰτο τό εξέφρασε παληότερα ό Π. Κανελλόπουλος λίγο πρίν πεθάνη: «Οί έλληνες πολιτικοί υφίστανται στήν διεθνή πολιτική σκηνή αυτό πού κάνουν οί ίδιοι στόν λαό τους». Γιατί άραγε θάπρεπε νά είναι διαφορετικά;... Γιά νά ιδούμε πώς τά πράγματα διαιωνίζονται έν Ελλάδι άπό τήν εποχή τοΰ Παλαμήδη καί πιό πρίν, είναι ανάγκη νά ρΐξωμε ακόμη μιά ματιά σέ μερικά άρθρα τοϋ σημερινού «Συντάγματος». Τό άρθρο 77 π.χ. λέει: «Η ΑΥΘΕΝΤΙΚΗ ερμηνεία τών νόμων ΑΝΗΚΕΙ στήν νομοθετική ΛΕΙΤΟΥΡ ΓΙΑ». Τό άρθρο αυτό είναι ή επίσημη διακήρυξη, δτι στήν Ελλάδα δέν υπάρχουν νόμοι. Δηλαδή δτι αυτή έπί τών ημερών μας έχει μεταβληθή αποκλειστικά σέ «βαλσαμοποιεΐον»... Πρόβλημα «αυθεντικής ερμηνείας» τών νόμων προέκυψε, δπως ήταν φυ107
σικό, τήν εποχή τοΟ Μακρυγιάννη καί έξ αίτίας τοϋ Μακρυγιάννη. Χωρίς τίς ιστορικές κατανοήσεις αυτών τών πραγμάτων δέν είναι μόνο αδύνατο νά κατανοηθή τό σημερινό Σύνταγμα καί Ολες οί καταστάσεις πού αυτό ενέχει, άλλά είναι έξ ίσου αδύνατο νά καταλάβη κανείς τήν υπόσταση τής Ελλάδος σάν κράτους στις σύγχρονες διεθνείς σχέσεις καί πολλά άλλα πράγματα (π.χ. πόσο είναι σέ θέση νά κατοχύρωση δικαιώματα μειονοτή των, τίς «εθνικές διεκδικήσεις» — «οΐκοπεδικές» μάλλον πρέπει νά τίς λέμε...—, τά «πολιτικά προγράμματα)), τίς «Αλλαγές» κ.λπ.). Διάταξη περί «ερμηνείας» τών νόμων περιέχει μόνο τό Σύνταγμα τοΰ 1844 καί κανένα άπό τά προηγούμενα. Τό Σύνταγμα τής Τροιζήνος καθο ρίζει διά τοΰ Κεφ. Ε' (άρθρ. 3642) τίς τρεις εξουσίες καί διά δύο άρθρων ακόμα, τών 73 καί 75 τοΰ επομένου Κεφαλαίου «περί Βουλής», τίς πάρα πολύ καθαρές σχέσεις τών τριών εξουσιών μεταξύ τους. Δέν είχε βέβαια τεθή ακόμη τότε ανοιχτά ή ένοπλος απαίτηση περί... «βάλσαμου». Τά πράγ ματα αρχίζουν νά γΐνωνται συνταγματικώς δύσκολα μέ τό «βάλσαμο»... Ό σκοπός πού ζητοϋσε ό Μακρυγιάννης τό «Σύνταγμα» ήταν βέβαια γνωστός στόν "Οθωνα, άλλά νά παραχώρηση «Σύνταγμα» δπως τό ήθελαν οί «Δημοκράτες» πάλι δέν ήταν δυνατόν. Αξίζει λοιπόν νά ίδοΰμε πώς ό φουκαράς ό βασιληάς τότε προσπάθησε νά περισωθή καί νά περίσωση κάτι άπό τά ανοιχτά στόματα καί τίς γιομάτες πιστόλες τών Μακρυγιάννη καί Παλαμήδη, καί δλου τοΰ συρφετοΰ τών καθαρμάτων, τών οποίων «ήγεΐτο» ό «στρατηγός». "Οτι τελικά δέν τά κατάφερε καί τόν έδιωξαν μετά άπό λίγα χρόνια είναι Ιδιαίτερης σημασίας γιά τήν κατανόηση τοϋ άμυντικοϋ χαρα κτήρα πού είχε τό τότε Σύνταγμα ώς πρός τόν κρατικό προϋπολογισμό (καί άφοΰ τό «αίτημα» δέν Ικανοποιήθηκε δπως προσδοκούσαν, επόμενο ήταν νά συνεχίσουν ώσπου νά φύγη τό εμπόδιο...). Αυτά δλα θά μάς χρειασθούν ειδικώς πολύ, προκειμένου νά Ιδούμε καί πώς «διϊστορικώς» αυτά δλα ώδήγησαν στήν πλήρη επικράτηση τοΰ Μακρυγιαννισμοΰ, ό όποιος έπί τών ήμερων μας φέρει διάφορες πολιτικές ονομασίες... Στό «περί συντάξεως τής Πολιτείας» Κεφάλαιο τοΰ Συντάγματος τοΰ 1844, ορίζεται διά τοΰ άρθρου 15, δτι ή νομοθετική εξουσία αποτελείται άπό τόν Βασιληά, τήν Βουλή καί τήν Γερουσία. Τό δικαίωμα προτάσεως νόμων άνηκε κατά τό άρθρ. 16 καί στους τρεις. Στό αμέσως επόμενο άρθρο 17, ορίζεται: «Ουδεμία πρότασις, άφορωσα αύξησιν τών εξόδων τοΰ προϋπολογισμού δνά μισθοδοσίαν ή σύνταξιν, ή έν γένει δι * όφελος προσώπου, πηγάζει έκ τής Βουλής ή τής Γερουσίας». 108
Αξίζει νά προσέξωμε τήν φράση «αΰξησιν τών εξόδων τοΰ προϋπολογι σμού»: τά οικονομικά τοΰ κράτους ήσαν περιωρισμένα καί συνεπώς δέν υπήρχε νόμιμος τέτοια αντικειμενική δυνατότητα. Ή φράση αυτή έτροποποιήθηκε «ελαφρώς» στήν συνέχεια τής συνταγματικής μας ίστορίας, δπως θά ίδοΰμε. Τά επόμενα τέσσαρα άρθρα τοϋ Κεφαλαίου αύτοΰ δεν είναι τίποτε άλλο, είμή μόνον αμυντικά δικαιώματα τοΰ βασιληά, δηλαδή προσπάθειες γιά τήν κατοχύρωση αύτοΰ τοΰ άρθρου. Τό αμέσως επόμενο άρθρο 18 λέει: «'Εάν πρότασις νόμου άπορριφθή ύπό μιας τών τριών νομοθετικών δυνά μεων (άρα καί τοΰ ιδίου τοΰ βασιληά — σημ. γράφοντος), δεν παρουσιά ζεται έκ νέου είς τήν αυτήν βουλευτικήν σύνοδον». Μέχρις έδώ, τά πράγ ματα λένε τό έξης ώς πρός τίς προθέσεις τοΰ Όθωνα: ό Μακρυγιάννης καί ό Παλαμήδης θέλουν νά καταβροχθίσουν τό πάν. Και πρός τοΰτο βέβαια, μέ τά «πρωτοπαλλήκαρα» και τίς κουμποΰρες, θά γίνεται στήν Βουλή καί τήν Γερουσία τοΰ... «βάλσαμου» τό κάγκελο. Έάν συνεπώς αποκλείσω έκ τών προτέρων τίς δύο αυτές πηγές πού δέν θά μπορώ νά ελέγξω, θά μπορώ ό ίδιος νά βάζω κάποιο φρένο στά σαγόνια τοΰ Μακρυγιάννη καί τοΰ «στρατού» του. Άλλά ό "Οθωνας, βαυαρός ών καί ξέροντας άπό γραφειο κρατία (άλλωστε ερχόμενος καί θέλοντας νά φκιάση κράτος επήρε μαζί του τούς πιό διάσημους νομομαθείς τής χώρας του καί δχι άρωματοποιούς,..), γνωρίζει δτι μπορεί νά προκύψουν «παραθυράκια» άπό άλλους νόμους καί άπό τήν έν γένει διαδικασία τής νομοθεσίας. Αμέσως λοιπόν επακολουθεί τό άρθρο 19: «Ή επίσημος ερμηνεία τών νόμων ανήκει είς τήν νομοθετικήν έξουσΐαν». "Εχοντας ακόμη τήν εκτελεστική εξουσία (άρθρ. 20) καί τίς κατά τό άρθρ. 21 δικαστικές αποφάσεις «έν όνόματυ) του, άφοΰ διώριζε ό ίδιος τούς δικαστικούς (άρθρ. 86), μπορούσε βάσιμα νά έλπίζη δτι δέν θά απαιτούσε ό Μακρυγιάννης νά τοΰ πηγαίνη ό ίδιος ό "Οθωνας τά λεφτά στό σπίτι, ευθύς ώς έφθαναν άπό τό Μονάχο! "Αλλου είδους λεφτά βέβαια ό Λίβανός μας τότε δέν μποροΰσε νά έχη... Είναι εκπληκτικό καί πιθανόν μοναδικό στά παγκόσμια χρονικά δη μιουργίας κράτους: καί τά έπτά άρθρα πού συγκροτοΰν τό «Περί συντάξεως τής Πολιτείας» Κεφάλαιο τοΰ πρώτου Συντάγματος, σκοποΰν απλώς νά προασπίσουν τόν δημόσιο προϋπολογισμό άπ' τίς ρεμούλες καί τίποτ' άλλο. Πιστεύομε δτι με τέτοιες αναγκαστικές προϋποθέσεις συγκρότηση κράτους και σύνταξη τέτοιου «Καταστατικού Χάρτου» χώρας δέν έχει ξα ναγίνει ποτέ στόν κόσμο. Τέτοια άρθρα δέν υπάρχουν στά προηγούμενα Συντάγματα τοϋ ελληνικού κράτους. Ό Λίβανός μας βέβαια τότε δέν είχε καθόλου λεφτά (είδαμε δτι βγήκε επισήμως στό σφυρί.,.) καί υπήρχε ή αμυδρή ελπίδα, δτι μέ τόν Καποδίστρια κάτι θά μποροΰσε νά γίνη (ό Κα109
ποδίστριας ήταν αποφασισμένος γι' αυτό, δπως δείχνει ή πολιτεία του καί ή δολοφονία). Ή λίγη μαγιά πού πήγε νά φκιασθή μέ διάφορες «ενέσεις» καί μιά υποτυπώδη διοίκηση πού έτεινε νά ύπαρξη κατά τήν πρώτη δεκαε τία τοΰ Όθωνα — μόλις πήγε νά φκιασθή ή μαγιά δηλαδή — αμέσως άναψαν τά κουμπουρομάχαιρα τοΰ Μακρυγιάννη, τοΰ Παλαμήδη καί τοϋ Καλλέργη. Έκτοτε λοιπόν επαναλαμβάνονται μονίμως σέ δλα τά ελληνικά Συντάγματα μέχρι καί τοΰ σημερινοΰ οί δύο αυτές διατάξεις (τά άρθρ. 17 καί 19) τοΰ 1844. Καί ό μέν "Οθωνας βρέθηκε αναγκασμένος νά τίς φκιάξη μόνο γιά τούς λωποδύτες τοΰ τότε. Έκτοτε δμως τά κατοπινά Συντάγματα, πλέον προσαρμοσμένα, αναγνωρίζουν σιωπηρώς καί a priori δλους τούς εκάστοτε εγκλεισμένους στά σύνορα τής Επικρατείας ώς απατεώνες καί λωποδύτες, καί έπί τών δύο αυτών θεμελίων βάσεων άνυψοΰται δλον τό συνταγματικό οικοδόμημα τών «συντακτικών χαρτών» μας, δπως καί τό αντίστοιχο νομοθετικό τέτοιο διά τών «αυθεντικών ερμηνειών», τών «ερμη νειών» έπί τών «ερμηνειών» κ,ο.κ. Πρόκειται νά άποδείξωμεν τώρα, πώς συνέβη έπΐ τών ήμερων μας καί ό «Μακρυγιαννισμός» καί ό «Σοσιαλισμός» ήρθαν Ισόπαλοι στόν αγώνα δρό μου κατά τοΰ δημοσίου προϋπολογισμού. "Οπως ήδη θά αντελήφθη ό αναγνώστης, τά πράγματα διά τών ερμη νειών» έπί τών «ερμηνειών» δεν ήταν δυνατόν παρά νά οδηγήσουν άναγκαίως στήν επικράτηση τοϋ Μακρυγιαννισμοΰ (πού κατά καιρούς έπαιρνε διάφορα ονόματα: «συντηρητισμός», «λαϊκό κόμμα», «φιλελευθερισμός», «ριζοσπαστισμός», «εθνική παράταξη» — αυτή κι άν ήταν!...—, «σοσιαλι σμός» κ.λπ.). Ήταν άλλωστε καί τό μόνο ιστορικώς εφικτό, άφοΰ ό Μακρυγιαννισμός μέ τήν εκδίωξη τοΰ "Οθωνα απεδείχθη ή «επικρατούσα δύ ναμη» τοΰ ελληνικού χώρου, "Οτι λοιπόν καί ό Γεώργιος έκράτησε στό Σύνταγμα του τίς διατάξεις τοΰ "Οθωνα, ήταν αναγκαίο. Πώς τώρα σιγάσιγά μετεβλήθησαν τά πράγματα (μέ τήν «Λειτουργία»), θά τό ϊδοΰμε εφε ξής. Τά πάντα δηλαδή θά ήσαν καλά καί άγια, άν δέν είχαμε έναν παρά γοντα εναντίον μας: τόν Χρόνο! Στό σημείο δμως τοΰτο πρέπει νά μάς συγχώρηση ό αναγνώστης πού θά κάνωμε μιά παρέκβαση τών έν άρχή. Είπαμε δτι στό βιβλίο τοΰτο δέν μάς ενδιαφέρουν οί θεωρητικές συζητή σεις καί δέν ασχολούμαστε μέ κανενός είδους «συνταγματική θεωρία». Προσπαθούμε νά έρμηνεύσωμε κατά πραξιν τά πράγματα, δηλαδή τόν πυ ρήνα τοΰ έλληνικοϋ μας Συντάγματος στήν ιστορική του διαμόρφωση (ά νευ τής οποίας τίποτε δέν «ερμηνεύεται» καί τίποτε δέν είναι δυνατόν νά κατανοηθή). Πρέπει δμως στό σημείο τοΰτο, καί πρός κατανόηση τών εννοιών, νά θέσωμε ένα θεωρητικό ερώτημα: 110
"Αν δλα τά σύγχρονα Συντάγματα οτηρίζωνται στά «δικαιώματα τοϋ άνθρω που», αυτό σημαίνει δτι τά κόμματα δέν είναι εργαλεία στήν άσκηση τής κρατικής εξουσίας, άλλά μηχανισμοί εκφράσεως τοΰ κοινωνικού γίγνεσθαι. Καί ώς τέτοια «συνεργούν είς τήν διαμόρφωση τής πολιτικής βουλήσεως τοϋ λαοΰ». Έτσι π.χ. ορίζεται στό άρθρο 21 τοΰ γερμανικού Συντάγματος (βλ. π.χ. καί W. Sorgel: «Konscnsus und Interesse», Klett-Verlag, 1969. Γιά τήν παραπέρα συνταγματική προβληματική βλ. π.χ. Η. von Mangoldt: «Das Bonner Grandgesetzw, Berlin 1950, Leibholz-Rinck: «Grundgesetz», Koln 1966, Maunz-Diiring: «Grundgesetz», Munchen 1966 καί G. Dahm: «Deutsches Recht», Kohlhammer 1963. Γιά έπί μέρους θέματα, σέ διάφορα λεξικά, π.χ. στό «Handbuch des Deutschen Staatsrechts». Αναφέρομε τά παλαιότερα αυτά έργα μέχρι τής περιόδου τών φοιτητικών. Νεώτερα βλ. τό σχολιασμένο διδακτικό εγχειρίδιο, G. Binder: «Grundwissen-Grundgesetz», Ε. Klett-Verlag 1988). Αυτά δλα σημαίνουν δτι στά σύγχρονα Συντάγματα δέν αντιπαρατίθεται ενας κάποιος «λαός» σάν παθητικό αντικείμενο έναντι τής κρατικής εξου σίας πού τήν άποτελοΟν τά κόμματα, άλλά δτι τά ίδια τά κόμματα συμμε τέχουν σάν εκφράσεις κοινωνικών ομάδων στήν άσκηση της εξουσίας. "Ας ύποθέσωμε λοιπόν δτι έν Ελλάδι εκατό χιλιάδες οπαδοί τοϋ Μακρυγιάννη {ή ίσως καί λιγάκι περισσότεροι...) θέλουν νά φκιάσουν κόμμα μέ έμβλημα ενα... «κλαράκι βάλσαμο». Επισήμως δηλαδή. Κατά ποίαν λογική, καί κατά ποίαν συμφωνία μέ τά 21 πρώτα άρθρα περί «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» τοϋ Β' μέρους, τό νϋν άρθρο 73 § 3 — δηλαδή τό άρθρ. 17 τοϋ 1844 — τούς τό απαγορεύει; Αναφέρομε μόνο μία περίπτωση... (Παράκλησις: Θά επιθυμού σαμε τήν απάντηση συνταγματικώς νά μάς τήν δώση ό κ. Κύρκος, ό όποιος προσφάτως είπε στήν Βουλή, δτι πρέπει νά σπεύσωμε νά πάρωμε «υλικό ευκαιρίας», τώρα ποΰ φεύγουν οί βάσεις, πρός υπεράσπιση τών «εθνικών συνόρων». Καί καλά, τά «σύνορα» νά τά «ύπερασπίσωμε» — δσο «υπερασπί ζονται» αυτά μέ δπλα. Εντός τών «συνόρων» δμως, τώρα ποϋ οί τοίχοι πέφτουν, τί θά γίνεται; Αιωνίως «τοϋ Μακρυγιάννη»;...). Ά π ό τήν παραπάνω θεωρητική ερώτηση θά προκύψουν οΐ παρακάτω έν νοιες πού θά μάς απασχολήσουν, άλλά και ή διαπίστωση, δτι γιά τό βαλσαμοκήπιόν μας ό μεγαλύτερος εχθρός είναι ό χρόνος. Ή διάταξη τοΟ "Οθωνα ρίζωσε γιά καλά — κυρίως γιά τούς άλλους λόγους πού θά ΐδοϋμε — στά συνταγματικά μας πεπρωμένα. Ά λ λ ά ό κόσμος δέν ήταν δυνατόν νά μείνη στό 1844, ή κοινωνική εξέλιξη έπροχώρησε, έπρεπε νά μποϋμε στήν ΕΟΚ. Νά ξύσωμε τό συνταγματικό μας πουρί, αδύνατον, διότι ήταν ακριβώς τό πουρί ποΰ έκρατοΰσε τούς τοίχους πλέον. Επήραμε λοιπόν τά 21 πρώτα άρθρα τοϋ Β' μέρους τοϋ Συντάγματος μας — ή «εγχείρηση» έγινε ακριβώς μεταξύ θρησκείας καί Μακρυγιαννισμοΰ στόν «καταστατικό μας Χάρτη» — κατ* άντιγραφήν δπως τά είχαν οί «εταίροι» μας καί τά 111
προσθέσαμε σέ «δ,τι είχαμε». Ή εγχείρηση επέτυχε απολύτως, ό ασθενής δμως ώδηγήθηκε στόν... κ. Ζολώτα. Ό παλαιός θεραπευτής κ. Ζολώτας, ό όποιος εντόπισε αμέσως καί τό αίτιον τής χειροτέρευσης («έχάθηκαν οί παλαιές αρετές», είπε σέ κάποιον λόγο του, δηλαδή φταίνε ακριβώς τά 21 πρώτα άρθρα...), ανέλαβε πλέον αναγκαστικά, άφοΰ ή συνομοσπονδία αφρι κανών μάγων είχε έκδοσει ολίγον πρίν διακοίνωση, δτι αδυνατεί πλήρως νά θεραπεύση ασθενή πού δέν είχαν ξαναδεί ποτέ μπροστά τους. Τοιούτου είδους μεταμοσχεύσεις άπό ευρωπαϊκά Συντάγματα, είπαν, ήσαν στις επι κράτειες τους άγνωστες... ('Αλλά καί έτέραν διάγνωσιν έποιήσατο ό κ. Ζολώτας κατά τήν διάρκειαν τής θεραπευτικής αγωγής: «Έδημιουργήσαμε νέα κίνητρα γιά επενδύσεις», είπε σέ συνέντευξη πρός τούς δημοσιογρά φους. Καί προσέθεσε: «Βέβαια καί πρίν υπήρχαν κίνητρα, άλλά ξέρετε γιατί δέν έρχονταν; — Γιατί τά αντικίνητρα ήσαν μεγαλύτερα άπ' τά κί νητρα...»! (Δηλαδή, έάν καλώς διεφωτίσθημεν: Ξέρετε τώρα γιατί δέν είναι νύχτα; — Διότι είναι μέρα!...). Μά αυτό τάχα δεν ήταν και τό κατ' ούσίαν πρόβλημα τοΰ Μακρυγιάννη; Μεγαλύτερα κίνητρα άπό αυτά πού έδωσαν τά Συντάγματα τής "Επιδαύρου, μέ τό νά βγάλουν δλη τήν «Επικράτεια» άνευ δρων στό σφυρί, δέν είναι δυνατόν νά άποκτήσωμε. Άλλά ούτε τότε ήρθαν οί επενδύσεις. Έάν έρχονταν και «έπεφτε χρήμα», ίσως δέν έξεγείρετο ό Μακρυγιάννης. Δέν ήρθαν δμως καί (σύν τόν Όθωνα πού ήθελε νά βαλη τάξη στις υπόλοιπες «επιχειρήσεις»...) ό «ήρωας» μας έξηγέρθη... Φαίνεται δτι οί επενδυτές κάπου άλλου αναζητούν τά κίνητρα άπό έκεΐ ποΰ τά προσφέρομε έμεΐς, ή μάλλον ποΰ τά προσφέραμε μέχρι τώρα...). Ό χρόνος λοιπόν μάς νίκησε καί έπρεπε νά μπούμε στήν ΕΟΚ. Πήραμε έτσι θέλοντας καί μή τά πρώτα 21 άρθρα καί τά κολλήσαμε προεκτατικώς πώς, έν εϊδει τεταμένης χειρός επαιτείας διά τά ΜΟΠ... Καί πάλι δηλαδή ή «μακρυγιαννική ουσία» τοΰ Συντάγματος ώς δλου θά έμενε. Έδώ πρέπει νά κάνωμε τήν έξης διευκρίνηση: «Ανθρώπινα δικαιώματα» γενικώς περιέχουν δλα τά ελληνικά Συντάγ ματα (διότι έγιναν μετά τά ευρωπαϊκά, πού αυτά εισήχθησαν κατόπιν επα ναστάσεων). Είναι άλλο πράγμα δμως τά «ανθρώπινα δικαιώματα» ώς αμυ ντικά δικαιώματα τοϋ άτομου έναντι τοΰ κράτους καί άλλο πράγμα τά «ανθρώπινα δικαιώματα» ώς δεσμευτικές υποχρεώσεις τοΰ κράτους έναντι τοΰ ατόμου. Παραδείγματος χάριν: δταν τό Σύνταγμα τής Τροιζήνος κατο χυρώνει τήν έκφραση ελευθερίας γνώμης (άρθρ. 20,25,26) — καί μάλιστα πολύ πιό «φιλελεύθερα» άπό τό σημερινό πού απαγορεύει τήν άπ' ευθείας πρόταση πρός τήν Βουλή καί απαγορεύει ουσιαστικά τήν εκπαίδευση μέ τήν απαγόρευση Ιδιωτικών ανωτάτων σχολών (περί τοΰ τελευταίου δμως 112
στό προσεχές βιβλίο μας) — θεμέλιοι ένα αμυντικό δικαίωμα τοΰ άτομου, δηλαδή τό κράτος δέν μπορεί νά τόν εμπόδιση. "Οταν δμως τό σημερινό Σύνταγμα στό άρθρο 5 όμιλή περί «ελευθέρας αναπτύξεως τής προσωπικότητος», αυτό σημαίνει καί δεσμευτική υποχρέωση τοϋ κράτους νά παρέξη στό άτομο τά μέσα γι' αυτό, Ή διαφορά είναι αρκούντως κολοσσιαία, διότι συνεπάγεται τήν κοινωνική διαδικασία πού οδηγεί άπό τό ένα στό άλλο. Ένφ στήν πρώτη περίπτωση τό δικαίωμα πηγάζει άπό τό κράτος, στήν δεύτερη περίπτωση πηγάζει άπό τό άτομο — καί συγκεκριμένα άπό τήν αξιοπρέπεια τοΰ άνθρωπου ώς αύταξία, τήν οποία αναγνωρίζει τό κρά τος ώς δέσμευση του. Δέν μποροΰμε στά πλαίσια τούτου τοϋ βιβλίου νά μποΰμε σέ παραπέρα συζήτηση έπί τών θεμάτων αυτών, πού δέν είναι καθόλου «νομικής φύ σεως», άλλά ιστορικής και ιδιαίτερα φιλοσοφικής (τά «δικαιώματα» δέν τά φκιάνουν οί «συνταγματολόγου» καί οί «νομικοί», άλλά οί κοινωνικές δια δικασίες, δηλ. οί ποιητές, οί μουσικοί, οί λογοτέχνες, οί φιλόσοφοι κ.λπ. Μιά παραπέρα συζήτηση συνεπώς θά ήταν έκτος θέματος και θά μας ώδηγοϋσε σέ τελείως διαφορετικούς χώρους, θά ήταν άλλωστε καί περιττή, άφοΰ ελήφθη «ειδική πρόνοια» άπό τό 1844 γιά τέτοιου είδους κόσμο στήν Ελλάδα...). Σκοπός μας έδώ είναι νά δείξωμε πώς υπήρξαν οί «συγκολλή σεις» καί τίς,.. επιπτώσεις. "Ενα άλλο παράδειγμα τέτοιας «συγκολλήσεως» είναι τό άρθρ. 15, § 2, δπου διά τής «πολιτιστικής αναπτύξεως» διεκδικείται μέν ό έλεγχος τών «προϊόντων τοΰ λόγου καί τής τέχνης)», άλλά ουδεμία υποχρέωση πρός προαγωγή των (άρα πρός τήν «έλευθέραν άνάπτυξιν τής προσωπικότητος» τοΰ άτομου τοΰ άρθρ. 5, πού είναι κατ' άντιγραφήν τό πρώτο του γερμανικοΰ Συντάγματος). Ούτε καί χρειάζεται ή διεξοδική α ναφορά στίς «συγκολλήσεις», προκειμένου νά δειχθούν οί μεταπτώσεις τοΰ άσθενοΰς μας... Τό άρθρο 5 π.χ. άρκεΐ. Τό άρθρο αυτό, δπως είπαμε, έχει ώς βάση μιά σύνθετη έννοια (έπί τής οποίας επίσης δέν μπορούμε νά διαλάβωμε έδώ είδικώτερα), πού λέγεται «αξιοπρέπεια τοΰ άνθρωπου». Τό Σύνταγμα τοΰ Όθωνα, πού αποτελεί τήν βάση τής πολιτικής μας κατάστασης, δέν είχε σκοπό νά αμφισβήτηση αυτήν τήν έννοια, προέρχεται δμως ώς ((καταστατικός χάρτης» άπό ανάγκες αντιμετωπίσεως αναξιοπρεπών προθέσεων. Είναι δηλαδή ένα «Σύνταγμα» κατάλληλο γιά εκβιαστές καί λωποδύτες. Πώς τώρα ή βάση τοϋ Συντάγ ματος μας πού έμεινε αναλλοίωτη θά μποροΰσε νά συνδυασθή με τά περί «αξιοπρέπειας τοΰ άνθρωπου», πού έπρεπε νά εκφράζουν οί «συγκολλή σεις», προκειμένου νά πάρωμε τά ΜΟΠ; Έδώ προέκυψε τό μέγα μεταπο λεμικό μας πρόβλημα, πού ώδήγησε στήν κατάσταση πού ζοΰμε σήμερα, 113
δηλαδή στήν διάλυση τής Ελλάδος ώς κράτους και ή όποια πλέον δέν μπορεί νά άποτραπή. Κανείς δέν φταίει συγκεκριμένα* ήταν μιά κατάσταση αναπόφευκτη, πού απλώς καθυστερούσε νά έκδηλωθή. Τό σαραβαλιασμένο συνταγματικό μας κάρο — άνευ ουσιώδους επισκευής άπό τό 1844 —, τό όποιον μετέφερε έπί εκατόν πενήντα τόσα χρόνια όλους τούς ένθεν τών συνόρων εγκλεισμένους ώς απατεώνες καί δυνάμει λυμεώνες τοΰ δημόσιου προϋπολογισμού, επόμενο ήταν μέ τό δυσβάστακτο βάρος περί «αξιοπρέ πειας τοϋ άνθρωπου» τοΰ άρθρ. 5 καί τών άλλων «συγκολλήσεων» (πού ήταν δπως είπαμε γερμανικές συνταγματικές «αναλήψεις», μιά καί ή Γερ μανία θά ήταν καί ό κύριος χρηματοδότης τών ΜΟΠ — ό κ. Ζολώτας άλλωστε στήν τελευταία επίσημη διάσκεψη τοΰ Στρασβούργου εύρίσκετο μονίμως παρά τό πλευρόν τοϋ γερμανού" Καγκελαρίου καί μόνον αύτοΰ..,) νά διαλυθή είς τά έξ ών συνετίθετο. Ιδού πώς έγινε τό πράγμα: Τό άρθρο 19 περί «επισήμου ερμηνείας τών νόμων» τοϋ Συντάγματος τοϋ 1844 προϋπέθετε τήν ύπαρξη μιάς ισχυρής κεντρικής εξουσίας» δπως ήταν αυτή τής μοναρχίας τοΰ "Οθωνα. Και είδαμε ποιά ήταν ή σημασία του: νά κλείνη τά «παραθυράκια» πρός ρεμούλα. Δέν είναι μάλιστα καθόλου τυ χαίο, ότι καί μερικές άλλες «γενικής φύσεως» οικονομικές διατάξεις, πού κατά νόημα υποτίθεται δτι είναι γενικές, ευρίσκονται είδικά στό «περί Βουλής καί Γερουσίας» κεφάλαιο. Π.χ. άρθ. 52: «Ουδείς φόρος επιβάλλεται ούδ' ΕΙΣΠΡΑΤΤΕΤΑΙ, έάν προηγουμένως δεν ψηφισθή παρά τε της Βου λής καί τής Γερουσίας, καί κυρωθή ύπό τοΰ Βασιλέως». Ερμηνεία: τό φορομπηχτικόν τουρκικής νοοτροπίας σύστημα τών πρώην οπλαρχηγών καί νυν «βουλευτών», έπρεπε νά σταματήση. "Αρθρ. 54: «Ουδεμία σύνταξις ή αμοιβή δίδεται έκ τοΰ δημοσίου ταμείου, άνευ νόμου». Ερμηνεία: Οί βουλευτές δέν πρέπει νά βλέπουν τήν βουλευτική τους ιδιότητα ώς... κου τάλα. Γι' αυτό ακριβώς οί διατάξεις αυτές υπάρχουν είδικώς στό «περί Βουλής καί Γερουσίας» κεφάλαιο. Στό επόμενο μάλιστα «περί Βουλής» κεφάλαιο, ορίζεται διά τών άρθρων 67-68 και ή συγκεκριμένη «ταρίφα» τών βουλευτών. Έπεξήγησις: "Ολα στό πρώτο ελληνικό Σύνταγμα αναφέρονται «πέριξ τών βουλευτών», ώς πρός τά υπόλοιπα δέ, δηλ. ώς προς τίς «γενικές αρχές» του, είναι αρκετά προοδευτικό γιά τήν εποχή του, άφοΰ βάση εχει τήν γαλλική «Χάρτα» τοϋ 1830. Ωστόσο, είναι ελαφρώς θλιβερό νά βλέπη κανείς σέ διάφορα βιβλία τό εντελώς άνυποψίαστον άπό ίστορικής καί πολιτικής α πόψεως τών διαφόρων «ερμηνειών» καί ώς μόνην πηγή «ερμηνείας» τίς προ σωπικές ιδεολογικές απόψεις του «έρμηνεύοντος». Καθόλου τυχαία, δπως θά Ιδοϋμε. 114
"Ετσι, π.χ. στόν τόμο «'Ελλάς» τής «νέας παγκοσμίου Εγκυκλοπαίδειας» της «Μορφωτικής "Εταιρείας» (1959), αναφέρεται; «Τό Σύνταγμα τοϋ 1864 έχει έκδηλον τήν δημοκρατικήν πνοήν τών γεγονότων τής εκθρονίσεως τοϋ "Οθωνος. Είς αυτό αντιπροσωπεύεται ή πολιτική άνοδος τοϋ νεοελληνικού αστισμού καί ό περιορισμός τής δυνάμεως της ολιγαρχίας τών «τζακιών». Εΐναι ή εποχή ΠΟΥ ΥΨΩΝΟΝΤΑΙ ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΚΑΜΙΝΑΔΕΣ ΤΗΣ ΕΛ ΛΗΝΙΚΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ. Καί τό φιλελεύθερον πνεΰμα τοϋ πολιτεύμα τος εκδηλώνεται μέ τήν συνταγματικήν καθιέρωσιν τής άμεσου καί καθολι κής ψηφοφορίας τών πολιτών». Αυτά στήν σελ. 954' στήν σελ. 957 ακολου θεί; «Άπό τοΰ 1834 καί έπειτα, ό ρυθμός εις τάς εκδηλώσεις τής δημοσίας καί πνευματικής ζωής τής Ελλάδος, ύπήρξεν εξαιρετικά βραδύς. Ή χώρα μας κατετάγη μεταξύ τών λεγομένων «καθυστερημένων» χωρών! Ή ψυχο λογία καί ή ιδεολογία τής Συγκυριαρχίας (Λογιωτατισμός, Βυζαντινισμός, έχθρότης πρός τάς φυσικάς κα£ θετικάς έπιστήμας, προγονοπληξία καί εις τό πεδίον τοϋ Δικαίου ή αποκλειστική λατρεία τοϋ Corpus Juris Civilis κ,λπ.) έθεσαν παντού" τήν άναχρονιστικήν σφραγίδα των». "Εξήγηση μεταξύ τών δύο «αποφάνσεων»; Καμμία. Δέν μπορούμε νά έπιβαρύνωμε οίκονομικώς τό βιβλίο, οϋτε καί νά καταχρασθοϋμε τοΰ χρόνου τοϋ αναγνώστη, προβαίνοντας σέ κρίσεις ή σταχυολογοΰντες άπό άλλα βιβλία «συνταγματικών ερμηνειών». Έλπίζομε δτι θά καταστούν σαφή αρκετά πράγματα άπό τά άκολουθοΰντα.
Καί ό μεν "Οθων, έφυγε, οί διατάξεις δμως περί «επισήμων ερμηνειών» έμειναν. Ό Μακρυγιαννισμός, πού απεδείχθη ή προεξάρχουσα πολιτική δύναμη τοΰ χώρου, θά έμενε καί ή έπικρατοΰσα έκφραση του. {Βεβαίως μία άπό τίς βασικές αίτιες εκθρονίσεως τοϋ "Οθωνα ήταν καί ή στάση του στόν κριμαϊκό πόλεμο. Οί σχέσεις Βαυαρίας και Ρωσσΐας τότε ήσαν διαφορε τικής φύσεως, διότι ή Βαυαρία ήταν βασίλειο. Μέσα σ' αυτές τις σχέσεις εμφιλοχωρούσε και ή Πολωνία — έξ ού καί οί συνωμοσίες τοΰ «ήρωα» μας μέ πολωνούς φυγάδες...). Οί "Αγγλοι, οί όποιοι τήν ένθρόνηση τοΰ Γεωρ γίου τήν πλήρωσαν πανάκριβα, μέ τήν παραχώρηση τών Έπτανήσων (μιά «λύπη» πού οϋτε τούς πέρασε έκτοτε, οϋτε πρόκειται νά τούς περάση.,.), δέν είχαν βέβαια σκοπό ν' αντιμετωπίσουν τά ίδια τά οθωνικά καί μέ τόν Γεώργιο. Καίτοι τό Σύνταγμα τοΰ '64 περιέχει όλες τίς διατάξεις τοϋ "Ο θωνα, ό Γεώργιος άφησε τούς «υπηκόους» του στίς δημοκρατικές συνήθειες τους μέ τά λημέρια καί είσήγαγε μάλιστα καί τήν «δεδηλωμένη». Άπό έδώ καί πέρα τώρα θά άρχιζε τό χάος τών «ερμηνειών», τών «ερμηνειών» έπΐ τών «ερμηνειών» κ.ο.κ., δηλαδή ό Μακρυγιαννισμός ώς μόνιμη τρωκτική επιδίωξη κατά τοΰ δημοσίου προϋπολογισμοΰ. Ό «λαός» μέσα σέ δλ' αυτά βέβαια δέν έπαιξε ποτέ κανέναν ρόλο. Οί διανοούμενοι, οί άξιοι καί ικανοί, έμεναν μονίμως ύπό δίωξη, σύμφωνα μέ τά «έπιτάγματα» τών Μακρυγιάννη 115
καί Παλαμήδη. Διαβάζοντας κανείς τόν Ροίδη αποκομίζει πιστή τήν εϊκόνα τής καταστάσεως. Χρεοκοπίες, πολεμικές ήττες τφ '97 (ό στρατός πεινα λέος καί γυμνός, ό ρόλος τών «στρατηγών» όμως πρώτος καί καλύτερος μέσα σ' όλ' αυτά), διαρκής κοινωνική κρίση οδηγούν τήν κατάσταση στό απροχώρητο μέ τό 1909. Τό αναθεωρητικό Σύνταγμα τοΰ 1911, παρά τόν «προοδευτικό» χαρακτήρα πού πολλοί θέλουν νά τοΰ αποδίδουν (τι «πρόο δος», δταν οί κοινωνικές καταστάσεις πού επιβάλλουν τις βασικές διατά ξεις παραμένουν; Ή προσθήκη άρθρων δεν είναι αναθεώρηση, δηλαδή μεταβολή ουσίας, άλλά μόνο πρόσθετος «ερμηνεία»...), δέν αποτελεί ανά σχεση στήν πρόοδο τοΰ Μακρυγιαννισμοΰ. Ή μόνη «πρόοδος» μέ τό Σύ νταγμα αυτό ήταν ή κατάργηση τοΰ κυάμου (μαΰρο-κόκκινο) καί ή είσαγωγή τοΰ ψηφοδελτίου, μέσα σέ μιά συνεχιζόμενη κατάσταση άγραμματωσύνης, άφοΰ μόλις τό ίδιο Σύνταγμα εισήγαγε υποχρεωτική τήν πρωτοβάθ μια εκπαίδευση. Βασικά, δσο πιό πολύ έπικρατοΰσε ή αποδυνάμωση τής κεντρικής εξου σίας — αυτή πού προϋπέθεσε υπάρχουσα ό Όθωνας στά άρθρα του — είναι φανερό πως τόσο πιό πολύ θά κυριαρχούσε τό πνεΰμα πού .αυτά τά άρθρα ήθελαν νά αντιμετωπίσουν, δηλαδή ό Μακρυγιαννισμός. "Οντως σέ περιό δους «δημοκρατικές», δπως αρέσκονται νά τίς ονομάζουν οί έπί ιδεολογι κού επιπέδου μακρυγιαννιζόμενοι (καί κατ' ανάγκην «λαϊκιζόμενοι») συ νταγματικοί ερμηνευτές, οί επιχειρήσεις κατά τοΰ προϋπολογισμού κατά γουν τεράστιες «ερμηνευτικές» νίκες. "Ετσι π.χ. στό Σύνταγμα τοΰ '27, υπάρχει ή «ερμηνευτική δήλωσις έπί τοΰ άρθρ. 28 (τό βλέπομε: οί "ερμηνεύσεις" τώρα δέν είναι απαραίτητες μόνο γιά τούς νόμους, άλλά καί γιά τά ίδια τά Συντάγματα!): «Διά τοΰ δρου "Κυβέρνησις" νοείται ένταΰθα καί είς έκαστος τών Υπουργών κεχωρισμένως»! Ό Μακρυγιάννης λοιπόν έν πλήρει δόξη σέ «δημοκρατικούς» συνταγματικούς καιρούς... Νομίζομε, δτι τό βασικό νόημα αύτοΰ πού θέλομε νά ποΰμε, προέκυψεν ήδη. Δέν μποροΰμε νά έπεκταθοΰμε περισσότερο έδώ (τά τής «συνταγμα τικής» μας ίστορίας μποροΰν νά πληρώσουν καί βιβλιοθήκην όλόκληρον), διότι τά παραπάνω μάς αρκούν νά άποδείξωμε τό θεώρημα μας, δηλ. τήν ισοπαλία «Μακρυγιαννισμοΰ» καί «Σοσιαλισμοΰ» έπί τών ήμερων μας. Ή φράση «νομοθετική εξουσία», γιά τήν «αυθεντική ερμηνεία» τών νόμων, διατηρείται μέχρι καί τών Συνταγμάτων τής Χούντας. Μετά τήν Χούντα, ή «εξουσία» στό Σύνταγμα βαφτίζεται «λειτουργία». Τώρα «έρμηνεύευ> ή «νομοθετική λειτουργία». Πώς αυτό; — «Γιά λόγους Δημοκρατίας», γιά νά μειωθή ή αυταρχική έννοια τής λέξης μετά άπό τήν «τυραννία», θά μπο ροΰσε νά μάς πή ένας «συνταγματικός οπαδός» τοΰ Μακρυγιάννη ίσως. Δέν 116
μποροΰμε δυστυχώς νά τοϋ άπαντήσωμε διότι τά έξοδα τούτου τοΰ βιβλίου επιβαρύνουν τόν έκδοτη... Θά τού ποΰμε δμως τήν πραγματική αίτία (χωρίς φυσικά νά έλπΐζωμε δτι θά μεταπεισθή): Μετά τήν Χούντα ήσαν στόν ορίζοντα τά ΜΟΠ. Καί στήν Δεξιά έλειψαν οί «αυθεντικές ερμηνείες» έπί όκταετίαν, πράγμα εξόχως σοβαρό. Τά ΜΟΠ έπρεπε νά είσρέουν άκωλύτως. Μόνο πού επέβαλαν τήν έστω καί συγκολλητικώς ανάληψη τής άγνωστου εννοίας «αξιοπρέπεια τοΰ άνθρωπου», πού είχαν δλα τά ευρωπαϊκά Συντάγματα καί έπί της οποίας έβασίζετο καί ή νομολογία τής ΕΟΚ, στήν οποίαν μπορούσαν νά προσφύγουν καί απλοί πολίτες, Τό πρόβλημα κατέστη μέγα καί τραγικόν. Ένφ πριν δηλαδή ό κ. Τσαλδαροσοφούλης διά πασαν «αύθεντικήν έρμηνείαν» έπί συνταγματικού θέματος μποροΰσε αυτοστιγμεί νά τηλεφωνήση στόν νωματάρχη τοΰ πλη σιέστερου αστυνομικού τμήματος, τώρα τό πράγμα δέν ήταν δυνατόν, διότι μποροΰσε με μιάν αναφορά π.χ. νά πάθουν εμπλοκή οί λογιστικοί κομπιοΰτερ στίς Βρυξέλλες. Ή έννοια τής «ερμηνείας» έχανε πλέον τό χωροχρονικόν ασυνεχές ή «κατά περίπτωσιν» τής εποχής τοΰ Μακρυγιάννη καί έμεταβάλλετο σέ συνεχή έπαγρύπνιση. Ή «νομοθετική εξουσία» έγινόταν έτσι χαμελαίοντας, ό όποιος αΐωρεΐτο έπί τοΰ χάους δύο αντιτιθεμένων κορυφών: άπό τήν μιά μεριά ένα συνταγματικό καί νομολογικό κατασκεύα σμα πού έβασίζετο έπί τής γενικευμένης λωποδυσίας ώς κοινωνικής αρχής, καί άπό τήν άλλη οί «συγκολλήσεις» με έννοιες άγνωστες, ού μήν άλλά καί αναγκαίες. Μέ τό ένα μάτι άπ' έδώ, μέ τό άλλο άπ' έκεϊ. Και τοΰτο συνεχώς — άρα επρόκειτο περί διαρκούς «λειτουργίας»! 'Εχρειάζονταν λοιπόν οί πάσης φύσεως «είδήμονες», οί οποίοι διαρκώς θά μεριμνούσαν μήν γίνη πουθενά κανένα λάθος. Έάν είχαμε βέβαια νά κάνωμε δπως παληά μέ έναν βασιληά, τότε οί εντός Βουλής, όπλοφοροϋντες ή δχι, θά τά έφερναν «βόλ τα». Τώρα είχαμε νά κάνωμε μέ έννοιες άγνωστες καί δαιδαλώδεις γιά τις όποιες οί εντός Βουλής ούτε αρκούσαν ούτε επαρκούσαν. Δέν έμενε λοιπόν άλλη λύση άπό τίς «επιτροπές». «Εισηγητικές» επιτροπές, «γνωμοδοτικές» επιτροπές, «νομοπαρασκευαστικές» επιτροπές, «συντονιστικές επιτροπές», «είδήμονες» άπό 'δώ, «σύμβουλοι» άπό 'κεΐ. Τό μηχάνημα τής «λειτουρ γίας» έμπήκε άργά άλλά σταθερά μπροστά... "Εως δτου έπεράτωσεν ό κ. Παπανδρέου τίς περί «Χέρσου Ελλάδος» εντρυφήσεις του έπί τών πρώτων Συνταγμάτων τής Επιδαύρου. «Χέρσος» πάει νά πή, δτι άφοΰ ανέβουμε στήν εξουσία, δέν υπάρχει λόγος νά ξανα κατεβούμε... Άρα λοιπόν δέν χρειαζόμαστε κανέναν ίσχυρόν πρόεδρο, ό ποιος αυτός μπορεί νά είναι, ιδιαίτερα μάλιστα άξιον (;) άλλά απλώς έναν καλόν κομματικό μηχανισμό. Έκτος λοιπόν άπ' τούς «συμβούλους», θά έπρεπε τώρα νά καταβροχθίζουν έν μέρει καί οί κομματικοί οπαδοί, ή 117
«Αντίσταση». Ιδού λοιπόν ή «Λειτουργία» ώς πράγμα θηριώδες» μοχθηρόν καί μονόφθαλμον — εκατοντάδες εκατομμυρίων, δεκάδες δισεκατομ μυρίων, τρισεκατομμύρια,.. Ό «Σοσιαλισμός» ήρθε μέ τόν «Μακρυγιαννισμό» Ισοπαλία. Καί έπΐ τέλους μέσα σ' αυτόν τόν άρμαγεδδώνα άνεκαλύφθη και ένας άπατεών: Ό Κοσκωτας'... Έτσι λοιπόν τό κάρο διαλύθηκε, μόνο καί μόνο επειδή ελαφρώς προσέ κρουσε σέ μιάν άγνωστη ίδέα! Ό «σοσιαλισμός» πού μας έφερε ή «αντίσταση», δέν ήταν άγνωστο πράγμα στήν "Ελλάδα* ήταν ακριβώς ή πλήρης διϊστορική πραγμάτωση της «Δημοκρατίας» τοΟ Μακρυγιάννη. Νά μπούμε τώρα σέ άλλου είδους «συνταγματικές λεπτομέρειες» σχετικά μέ αυτόν τόν «σοσιαλισμό», όπως έπί παραδείγματι μέ τίς αναθεωρητικές «προτάσεις» τοΰ ΠΑΣΟΚ σχετικά μέ τό Σύνταγμα τοΰ '75 — όπως καί μέ ανάλυση τών πολλών προθέσεων πού αυτές κρύβουν —, θά ήταν άνευ σημασίας. Διότι θά έσήμαινε ότι προσπαθοΰμε νά έντοπΐσωμε κάποιο κακό, ή κάτι νά άποτρέψωμε γιά τό μέλλον.Άλλά άπό υπάρξεως της 'Ελλάδος σάν κράτους τίποτε δέν υπήρξε χειρότερο άπό αυτό πού ήταν πρίν. Καί αυτό θά πρέπει νά τό καταλάβουν 6χι μόνο οί νομίζοντες πώς κάτι μπορεί νά χειροτέρευση — ενδεχομένως οί υπάρχοντες γενίτσαροι —, άλλά και οί κινδυνολόγοι. Τίποτε δεν μπορεί νά χειροτέρευση, διότι ή Ελλάδα σάν κράτος ευρέθηκε έξ αρχής στήν χειρότερη κατάσταση πού μπορούσε νά βρεθή κράτος τότε. Δηλαδή ή εξέλιξη μας μέ τήν Ευρώπη υπήρξε πολύ καλύτερη άπό όσο επέτρεπαν οΐ αντικειμενικές δυνατότητες μας. Τί βρήκαν οί ευρωπαίοι μπροστά τους έδώ; — 'Εκβαρβάρωση, άγραμματωσύνη, μοχθηρία, άπατεωνία καί εγκλη ματικότητα. Αυτά περίπου ήσαν τά χαρακτηριστικά μας σάν κράτος, Φυ σικά υπήρξαν άνθρωποι άξιοι καί προσπαθήσαντες, αυτό δμως πού τελικώς έφαίνετο ήταν αυτό πού δέν μπορούσε νά κρυφτή: ή έ*λλειψη κοινωνικής σπονδυλικής στήλης. Καί ακριβώς μέσα σ' αυτή τήν Ελλειψη ό Μακρυγιαννισμός, δηλαδή ή χρήση τής πολιτικής για προσωπικά οφέλη, υπήρξε ή προεξάρχουσα διά σταση πού έδείχναμε στους άλλους. Τί ήταν αυτό δηλαδή πού μας έστερησαν οί ευρωπαίοι, πού είμαστε είς θέσιν νά διεκδικήσωμε καί δέν τό πήραμε; "Οχι τί πιστεύομε έμεϊς άπό τόν εαυτό μας, άλλά τί Ιβλεπαν οί άλλοι σ' εμάς, είναι αυτό πού μετράει. Κι αυτό βγαίνει άπό τήν ίστορία πού δέν ξέρομε. Δέν είναι ένα καί δύο τά βιβλία τών ξένων περιηγητών πού αναφέρουν τήν απορία: πώς είναι δυνατόν αυτός ό κόσμος νά έχη τέτοιες Ιδέες γιά τόν εαυτό του, δταν αυτοί πού τόν διοικοΰν δέν ξέρουν κάν γράμ ματα; Καί ένας τέτοιος ήταν καί ό Μακρυγιάννης. Τό γεγονός δτι μαθαίνει 118
γράμματα στόν μέσον τής ζωής του, επειδή τοΰ χρειάσθηκαν κατά τήν διεκδίκηση τής εξουσίας, είναι ακριβώς τό χαρακτηριστικό τοΰ απύθμενου βάθους τών φιλοδοξιών καί τών προθέσεων. Καί είναι άσφαλτο δείγμα βαρβαρισμού, άν δχι ό ίδιος ό ορισμός του. Τό ίδιο δέν κάνει μήπως σήμερα ένας πού σπούδασε γιατρός καί γίνεται υπουργός οίκονομικών; Οΰτε στήν Ελλάδα, οϋτε έκτος 'Ελλάδος ό ελληνισμός ήταν εις θέσιν νά αντιμετώπιση κάτι άπό τίς ιστορικές τροπές τών νεωτέρων καιρών. Διότι δέν τις ήξερε. "Οπως ακριβώς δέν μπόρεσαν καί οί Τούρκοι και τόσοι άλλοι λαοί, Ήταν αντίθετα ή επαφή τους μέ τήν νεώτερη ιστορία, ή αυτής μ' εκείνους, πού έδειξε τήν πραγματική κατάσταση τους. "Αρα δέν κρίνομε έδώ τόν «σοσιαλισμό», γιά νά τόν κατακρίνωμε. Διότι έν τέλει ό «σοσιαλισμός» έκαμε ενα μέγα καλό: συντελώντας στό νά φανοΰν ακόμα μιά φορά καλά οί κοινωνικές προϋποθέσεις τοΰ έλληνικοΰ χώρου — καί είπαμε πώς δέν αναζητούμε «φταιξίματα» — συνετέλεσε στό νά υπάρξουν έξ αντικειμένου νέες προβληματικές. Θά ήταν αθέμιτο νά ποΰμε πώς δέν υπήρξαν άνθρωποι πού δέν προσπάθησαν στήν Ελλάδα, εστω κι άν έκαναν μέσα στό μέτρο τών δυνατοτήτων τους κακό άντί καλό. Υπήρ ξαν κάποια κτήρια, κάποιες βιτρίνες (ασχέτως τοΰ πώς φκιάσθηκαν), κά ποιες προσπάθειες μεταφράσεως βιβλίων καί κάποιες επιδιώξεις μόρφω σης. Αυτά δμως άρχισαν πολύ αργά. Καί ήταν αδύνατο νά δώσουν κάποιο αποτέλεσμα, γιατί έστηρίζονταν σέ ψεύτικες ιδεολογίες. Τώρα πλέον είναι άργά νά μοιρολογούμε, Ή Ελλάδα, επειδή εξυπηρέτησε κάποιους ιστο ρικούς σκοπούς, είχε καλύτερην τύχη άπό αυτήν πού επέτρεπαν οί δυνα τότητες της. Σήμερα δέν εξυπηρετεί τίποτε πιά σάν κράτος καί πρέπει νά άναζητήσωμε τίς νέες καταστάσεις πού μποροΰν νά υπηρετήσουν ακόμα τόν ελληνισμό. Όσο έπιμενομε νά μεταφέρωμε ένα κράτος σάν (κατ* α νάγκην) απροσάρμοστο έρμαιο στήν σύγχρονη ίστορία, τόσο πιό πολύ θά ΰποφέρη ό κόσμος του. Πρέπει νά άντικρύσωμε μέ θάρρος καί με απαίτηση τό μέλλον. Άλλά γιά νά τό πετύχωμε αυτό, πρέπει νά ϊδοϋμε γιατί ή Ελ λάδα δέν μπορεί νά ύπάρχη καθ' εαυτή πρώτα σάν κράτος και έπειτα έν σχέσει πρός τούς άλλους λαούς καί τήν ιστορία. Καί ό «σοσιαλισμός» μάς βοηθεί απείρως πρός τοΰτο, διότι ακριβώς ώνομάσθηκε έτσι, διότι έστηρίχθηκε όντως στόν «λαό» καί τόν άφησε νά έκδηλωθή σάν υπάρχουσα πραγματικότητα. Οϊ αιτιολογίες ενδιαφέρουν ίσως τούς θρησκευτικούς καί «εθνικούς» κατηχητές. 'Εδώ μάς ενδιαφέρει μόνο τό αποτέλεσμα καί οί παράμετροι εκείνες πού ενέχουν μελλοντική Ιστορική αξιοποίηση. Είναι λάθος νά πιστεύεται Οτι ό «σοσιαλισμός» δέν προσέφερε στόν τόπο καλό. Οί καταστάσεις πού κρύβουν κάνουν κακό και δχι αυτές πού φανερώνουν. Γι' αυτό κι εμείς έδώ δέν διαπνεόμαστε άπό καμμιάν διάθεση κριτικής, 119
άλλά μόνο αναλυτικής κατανοήσεως τών πραγμάτων. Καί εϊναι ακριβώς, γιατί μποροΰμε νά άποδείξωμε μέ ντοκουμέντα ώρισμένα πράγματα. Ή «Αλλαγή» δέν μποροΰσε νά είναι τίποτε άλλο άπό μιά ακόμη «αυθε ντική ερμηνεία» σέ όλο τό υπάρχον καί τίποτε πιό πολύ. Καί ούτε μποροΰ σε ό σοσιαλισμός νά τροποποίηση 200 χρόνια ύπαρξης ενός κράτους έν στιγμή μία. Πώς νά τροποποιηθή π.χ, ή διάταξη περί «αυθεντικής ερμη νείας»; Έπρεπε προηγουμένως ή Δικαιοσύνη νά είχε κάποτε θέσει' στό παρελθόν τό πρόβλημα πού τής δημιουργεί αυτή ή διάταξη. Και τό πρό βλημα αυτό είναι, δτι απλούστατα αυτή δέν είναι καθόλου ανεξάρτητη άπό τήν εκάστοτε νομοθετική καί εκτελεστική εξουσία, άλλά δουλεύει πάντοτε πολύ αγαστά μαζί τους. Δηλαδή είναι ή Δικαιοσύνη πού στηρίζει δλα τά υπόλοιπα. Πώς μπορεί μιά Δικαιοσύνη νά είναι ανεξάρτητη, δταν ή «αυ θεντική ερμηνεία τών νόμων» ανήκει σέ κάποιον άλλον; Αύθεντικώτερον τοΰ αυθεντικού δέν μπορεί νά ύπαρξη, πράγμα πού σημαίνει, δτι δχι μόνο • ή Δικαιοσύνη ανεξάρτητη δέν μπορεί νά είναι, άλλά ούτε καν Συνταγμα τικό Δικαστήριο είναι δυνατόν νά ύπάρχη στήν Ελλάδα, δπως στά άλλα κράτη. Καί τά πράγματα, νομίζομε, τό επιβεβαιώνουν. Φκιάξαμε ωστόσο ένα δικαστήριο μεταχουντικά πού τό είπαμε «είδικό». Γιατί, δμως, άφοΰ σύμφωνα μέ τό άρθρο 73, «συνταγματικό» δέν θά μπο ροΰσε ποτέ νά είναι; Πρέπει έδώ νά προσθέσωμε, δτι ή «Λειτουργία», πού είπαμε προηγουμένως, κατέστη καί άπό έναν πρόσθετον λόγο αναγκαία: Οτι ή μεταχουντική «Δημοκρατία», «σοσιαλιστική» καί μή, έδούλεψε μέ ένα σπουδαίο εργαλείο: τό νομοθετικό μηχάνημα τής Χούντας. Είπώθηκε με ταχουντικά δτι «ή Επανάσταση δέν δημιουργεί Δίκαιο» καί βάλαμε τούς Συνταγματάρχες φυλακή (οί όποιοι καί γιά άλλους λόγους έπρεπε νά μπουν, βλ. παρακάτω), έκρατήσαμε δμως τό πολύ ωραίο νομοθετικό μηχά νημα πού έφκιαξαν, τό όποιον, άφοΰ είχε δημιουργηθή, κατά τήν νομοθε τική δεξιότητα τοΰ «άποφασίζομεν καί διατάσσομεν», ερχόταν «κουτί» μέ τήν κατάσταση τών «αυθεντικών ερμηνειών». Άλλά επειδή δπως είπαμε υπήρχαν τά... ΜΟΠ, έφκιάξαμε καί μιά «υπέρτατη Λειτουργία» τής «Λει τουργίας». Έκτος άπό τόν φυσικό δισταγμό μας ώς πρός τήν άγνωστην έννοια «αξιοπρέπεια τοΰ άνθρωπου» καί τήν δειλή συγκατάβαση μας διά τοϋ άρθρ. 5, (τό άρθρ. 5 τελικά λέει: «θά προσπαθήσωμεν»!...), τά ΜΟΠ επέβαλαν καί άλλες τυπικότητες, δπως π,χ. τό άρθρ. 28 (τό όποιον θά δείξωμε πιό κάτω δτι είναι άκυρον). Πώς νά συνδυασθή τό άρθρ. 28 μέ τόν πολιτικό μας Μακρυγιαννισμό, πού επέβαλε ή ουσία τοΰ Συντάγματος μας, καί ό όποιος έπί ιδεολογικού επιπέδου αντανακλούσε πατροπαράδοτος ώς εθνική κλειστότητα — άντιδυτικός λαϊκισμός; Είς περίπτωση λοιπόν κά120
ποιας περιπλοκής, έπρεπε νά ύπάρχη κάποιος κόκκορας μέ «κΰρος», νά έπωμισθή τό «πολιτικόν κόστος», ήγουν νά μήν κλονισθούν τά συνταγμα τικά μας θέμελα τοΰ Μακρυγιαννισμοΰ. Καί ό κόκκορας αυτός ώνομάσθηκε «είδικό δικαστήριο». Τώρα βέβαια θά άναρωτηθή κανείς, ποιάν άξια θά μπορούσαν νά έχουν οί όποιες αποφάσεις ενός όποιου δικαστηρίου ώς πρός τούς υποχρεωτικούς κανόνες τοΰ διεθνούς δικαίου, σέ μιά χώρα διανοητι κής κατασκευής δπως ή Ελλάδα. Θεωρούμε ματαίαν τήν ερώτηση. Οί φοβίες μέ τό άρθρ. 28 ήταν σχετικά μέ τό Αίγαϊο καί τό NATO... Κυρίως λοιπόν τό «ειδικό» δικαστήριο έμενε γιά εσωτερική κατανάλωση — λόγω απροβλέπτων περιπλοκών μέ τό χουντικό μηχάνημα — καί ιδίως, επειδή δπως έν τοις έμπροσθεν εξηγήσαμε τό παν ήταν ή «πλειοψηφία» καί πολλοί νέοι «σοσιαλιστές» καί «αγωνιστές» πολιτικοί εΐσήρχοντο στήν αρένα ώς εις «τόπον χέρσον», γιά τήν ανοιχτή περίπτωση καμμιάς αφόρητης καλπονοθείας διαρκείας, (άρ. 58). "Αλλωστε σέ ανάλογη περίπτωση έπί Βούλγα ρη τόν περασμένο αιώνα εισήχθη ό θεσμός. Ή Δεξιά, τής όποιας επινοή σεις άποτελοΰν δλα αυτά στό νέο Σύνταγμα, έβλεπε στόν «σοσιαλισμό» έναν σοβαρό βουλευτικόν αντίπαλο καί είχε καί πλήρην γνώση τοϋ μηχα νισμού τών «πλειοψηφιών». Ή θηριώδης «Λειτουργία» μεταχουντικά δμως μετέστη σέ τέτοιο είδος μελάσσας, πού τελικώς γιά τίποτε δέν χρειάσθηκε τό «Δικαστήριο». Ούτε άλλωστε ήταν δυνατόν νά άρη τό δικαστήριο αυτό κάποιαν περίπτωση «δυσερμηνείας» άλλων δικαστηρίων, δπως ορίζει τό άρ. 100, διότι τά μέλη τοΰ δικαστηρίου αύτοΰ είναι τά ίδια πού θά έξέδιδαν τίς' ύπό «έρμηνείαν» αποφάσεις στά άλλα δικαστήρια. Ελλείψει λοιπόν ανωτάτου συνταγματικού οργάνου έμείναμε καί πάλι στά... οθωνικά, άλλά τήν φορά αύτη χωρίς "Οθωνα. Άντί γιά "Οθωνα, ή «Λειτουργία», μέ άποκλειστικήν συνταγή τήν τοϋ... «βάλσαμου». Καί άφοϋ τό κράτος σάν τέτοιο δέν υπόκειται σέ νόμους — τουλάχιστον σ' αυτούς πού αναφέρονται στήν ορολογία ώς esubjektiv-offentliche Rechte» —, έπεται πώς διά τών «αυθεντικών ερμηνειών» τίποτε άπό τά νοούμενα τοΰ άρθρ. 5 δέν ισχύει έν Ελλάδι. Άφοΰ οΐ νόμοι είναι υπόθεση «αυθεντικών ερμη νειών» κάθε φορά, είναι απολύτως δυνατόν ό ((νομοθέτης», μεθιστάμενος γιά κάποιον άπρόβλεπτον λόγο στήν κατάσταση τοΰ φανερά ποινικώς υ πολόγου (διότι άλλως πώς δέν υπάρχει ένοχη άφοΰ ό Μακρυγιαννισμός ώς «Λειτουργία» δέν παίρνει λεφτά αδούλευτα...), νά δίνη τίς «αυθεντικές ερ μηνείες» πού νά τόν αθωώνουν. Πώς μπορεί νά μετονομασθή μιά τέτοια «αυθεντική ερμηνεία»; — Μά, ύποθέτομε, «κυβέρνηση εθνικής συνεργα σίας» καί «σωτηρίας», λόγου χάριν... Οί «ερμηνείες» δέν είναι ανάγκη νά είναι πάντοτε γραπτές* μποροΰν νά απορρέουν άμεσα άπό τήν πράξη...
121
Εϊναι ανάγκη· νά αναφέρομε ακόμα μερικές χαρακτηριστικές τρέχουσες λεπτομέρειες, προκειμένου νά καταλάβωμε Οτι δέν υπάρχουν πλέον πλαίσια νομιμότητος τής Ελλάδας σάν κράτους στις σύγχρονες διεθνείς σχέσεις. Οϊ «κίνδυνοι» γιά τό «Εθνος» δέν υπάρχουν έκτος Βουλής* όλοι οί «κίνδυ νου) είναι εντός αυτής, καί αυτοί δέν είναι τίποτε περισσότερο άπό τις ανίατες ίστορικές καταβολές τής Ελλάδος σάν κράτους. Εύκολα μπορεί κανείς νά προσέξη, ότι γύρω στις δέκα πέντε είναι πε ρίπου οί «ερμηνείες» πού έπί δύο αίώνες τώρα παραλλάζουν άπό Σύνταγμα σέ Σύνταγμα, ένφ όλη ή «κληρονομημένη ουσία» τών προηγουμένων πα ραμένει καλώς έχουσα. Άπό τό Σύνταγμα τοϋ "Οθωνα πού είχε 107 άρθρα μέχρι τούς τραγέλαφους τοϋ Παπαδόπουλου πού τά ανέβασε σέ 140, ό αριθμός τών άρθρων τών ελληνικών Συνταγμάτων κυμαίνεται γύρω στά 120 κατά μέσον όρο. Οί μεταβαλλόμενες κάθε φορά «ερμηνείες» είναι συνάρ τηση τοϋ άν ύπάρχη ανώτατος επόπτης τών «αυθεντικών ερμηνειών» ή όχι. ΕΙδικά ενδιαφέρουσα μέ τοΰτο τό Σύνταγμα είναι ή περίπτωση τοΰ άρθρ. 93, § 4 μέ τήν «τυπική» καί «ουσιαστική» αντισυνταγματικότητα τών νό μων. Τό πρόβλημα προέκυψε, διότι ή «άποκατασταθεϊσα Δημοκρατία» έκάθησε σέ ένα πάρα πολύ μαλακό μαξιλάρι; τό νομοθετικό μηχάνημα τής Χούντας. Καταργήθηκαν μερικοί μή βολικοί νόμοι γιά τήν... «Λειτουρ γία» καί δλο τό υπόλοιπο νομοθετικό μηχάνημα τής Χούντας ώνομάσθηκε «νίκη τής Δημοκρατίας». Προσυπεγράφησαν λοιπόν οί νόμοι ώς κοι νωνικώς Ισχύοντες, άλλά μιά τέτοια λαθροχειρία, έν συνδυασμφ μάλι στα μέ τις ευρωπαϊκές «συγκολλήσεις», δέν παύει νά είναι μιά έκλογικώς διακινδυνευμένη πράξη. Ή λαθροχειρία ώνομάσθη «τυπική αντισυ νταγματικότητα)). Αυτό πάει νά πή, δτι είναι μεν δυνατόν ένας νόμος νά έφκιάσθηκε σέ μιά μή συνταγματική εποχή, άν δμως τόν Ιφκιαξε κάποιος σοφός Σόλων λ.χ. ή άλλως πώς «έξυπηρετή», μπορεί νά παραμένη έπ' άπειρον έν Ισχύει, έως ότου πρόκυψη κατά περίπτωση (!) θέμα τής άντισυνταγματικότητός του στήν πράξη, δηλ. καί πάλι θέμα «ερμηνείας». Μόνο πού τήν φορά αυτή τήν «ερμηνεία» δέν τήν δίνει ή «Λειτουργία», άλλά ό συγκεκριμένος δικαστής πού θά πρόσκρουση στόν νόμο. Τό άρθρ. 93, § 4 μεταβιβάζει ακριβώς τήν ευθύνη τής «ερμηνείας» στόν δικαστή καί μπορεί αυτός νά μήν έφαρμόση έναν προσυπογεγραμμένον άπό τήν ((Δημοκρατία» τέτοιον νόμο («τυπική άντισυνταγματικότης»), άν τόν κρίνη καί ουσία άντισυνταγματικόν. Ούτε δμως καί μετά άπ' αυτό υποχρεούται ή «Λειτουρ γία» νά απόκτηση τήν ευαισθησία ή υποχρέωση νά άσχοληθή μέ τήν «αυθεντική ερμηνεία» τοΰ νόμου, γιά τήν οποίαν καταβροχθίζει τό χρήμα. Ό νόμος μπορεί κάλλιστα νά παραμένη έν ϊσχύει καί ένας άλλος δικαστής νά τόν βρή συνταγματικόν! Διά πάν άλλο πρόβλημα, έφ' όσον κανείς είναι 122
εκατομμυριούχος, μπορεί νά άπευθυνθή στό «ειδικό δικαστήριο»... Νά λοιπόν ή «ανεξαρτησία τής Δικαιοσύνης» καί πώς οί δικαστές στη ρίζουν όλα τά υπόλοιπα, άφοΰ δέχονται τέτοιους ρόλους τέτοιων νόμων καί τέτοιων «ερμηνειών»: τήν αρμοδιότητα τής «αυθεντικής ερμηνείας» τήν έχουν άλλοι, αυτοί δέ οφείλουν νά «ερμηνεύσουν» στήν αίθουσα. Και άν τήν ίδια στιγμή ποϋ ό δικαστής κρίνει τόν νόμο αντισυνταγματικό γίνη μιά Χούντα πού αναγνωρίζει τόν νόμο ώς κανονικώς ισχύοντα, ό δικαστής είναι υπόλογος έναντι τής... «νέας νομοθετικής Λειτουργίας». Θά μπορούσε δμως χωρίς τέτοιους τραγέλαφους νά υπάρξουν οί λεζάντες τών «ηρώων δικαστικών» πού σώζουν τό «κΰρος τής Δικαιοσύνης»;... Δέν αποδίδουν Δικαιοσύνη οί δικαστές, γιατί δέν τό μποροΰν μόνο «δικαστικές αποφά σεις») εκδίδουν, δηλ. μιά συνεργία στήν ένοχη τών πραγμάτων... Ό Μπρεχτ είπε κάποτε, «άλλοίμονο στίς χώρες ποΰ έχουν ανάγκη άπό ήρωες». Καί άποτελοΰμε τό παράδειγμα επιβεβαίωσης. Θά ήταν λάθος άν πίστευε κανείς, δτι ό συνταγματικός καί δικολαβικός τραγέλαφος μπορεί ποτέ νά καταστήση τήν Ελλάδα βιώσιμο κράτος στόν σύγχρονο κόσμο. "Οσες «συγκολλήσεις» κι άν κάνωμε άπό ξένα δίκαια. Τίποτε δέν πρόκειται νά «κόλληση», δπως τίποτε δέν κόλλησε καί στό παρελθόν. Διότι ό λόγος είναι απλούστατος: κανένα κράτος δέν έφκιάσθηκε ύπό τύπον «Ανωνύμου Εταιρείας», δπως έφκιάσθηκε ή Ελλάδα έξ αρχής. Τίποτε δέν μπορεί νά ισχύση άπό τίς «συγκολλήσεις», διότι ή κοινωνική μας κατάσταση παρέ μεινε μονίμως στό 1844. Καί σήμερα ποΰ ό κόσμος θ' άρχΐση νά μετράη τίς «ερμηνείες τής Λειτουργίας» μέ τίς τρύπες τοΰ ζωναριοϋ του — αυτό οφείλει νά γίνη —, τά παραπάνω νοήματα θά προκύψουν πιό σαφή... "Οχι μόνο δέν πρόκειται νά «ενσωματωθούμε» ποτέ στήν Ευρώπη, άλλά ήδη μέ δλ' αυτά άποτελοΰμε ενα επικίνδυνο κοτέτσι καί γιά τις διπλανές μας χώρες. Γιατί θά ήταν λάθος άν πίστευε κανείς, δτι αυτά δλα αποτελούν «εσωτερικές καταστάσεις» τής "Ελλάδος. Δυστυχώς ύπό τήν τρέχουσα δο μή τοΰ σύγχρονου κόσμου καί τών διακρατικών σχέσεων, είναι ακριβώς οί ίδιες οί εσωτερικές μας καταστάσεις πού δημιουργούν τά εξωτερικά προ βλήματα. Καί ιδού πώς διασυνδέονται τά πράγματα: Αναφέραμε προηγουμένως τό άρθ. 28 τοΰ Συντάγματος, πού καθιστά τις διεθνείς συνθήκες εσωτερικό δίκαιο τοΰ ελληνικού κράτους. Οί συνθήκες αυτές στηρίζονται σέ διεθνώς παραδεδεγμένες έννοιες «ανθρωπίνων δικαιω μάτων» (τά αναπαλλοτρίωτα δηλαδή εκείνα δικαιώματα τοϋ άτομου, τά απορρέοντα άπό τήν άγνωστη μας έννοια τής «ατομικής αξιοπρέπειας») καί πού ισχύουν γιά δλους τούς ανθρώπους, ανεξαρτήτως άλλων διαχωριστι κών (χρώματος, φυλής, θρησκείας κ.λπ.). Αναπαλλοτρίωτα θέλει νά 'πή, 123
δτι τά δικαιώματα αυτά ουδέποτε παύουν νά παραμένουν έν Ισχύει (ώς δικαιώματα γιά τό άτομο καί ώς υποχρέωση γιά τούς άλλους), όποιες καί άν είναι οί άλλες συνθήκες. Καί ακριβώς σάν τέτοια αποτελούν υποκείμενα τών διεθνών συμβάσεων, τουλάχιστον γιά δσες χώρες συμμετέχουν σ' αυ τές. "Ενας εγκληματίας πού προβαίνει στήν ειδεχθέστερη πράξη,, διατηρεί τά τέτοια δικαιώματα του καί μετά άπ' αυτή. Καί αυτό ακριβώς απετέλεσε τήν αίτια καταργήσεως της θανατικής ποινής. Όπως δηλαδή ή κοινωνία δέχεται (καί σιωπηρώς κατά πρδξιν τό δέχονται δλες...), δτι μέ τήν εξάπλω ση τοΰ αυτοκινήτου σάν μέσου τής καθημερινής ζωής υπάρχει ένας υψηλός αριθμός θανάτων, άλλά δέν καταργεί τά αυτοκίνητα διότι τά οφέλη, πού προκύπτουν γιά τήν έν γένει προαγωγή τής ζωής είναι μεγαλύτερα άπ' τίς απώλειες, έτσι καί στήν περίπτωση τοΰ δολοφόνου δέχεται, δτι ή διατή ρηση τών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και μετά τό έγκλημα προσφέρει περισ σότερα στήν κοινωνία σάν βάση ζωής, παρά άν τοΰ τά στερούσε μέ τήν θανάτωση γιά σωφρονιστικούς λόγους. Σ* αυτές τις κατανοήσεις βέβαια οί κοινωνίες φθάνουν μόνες τους, μέσα άπό τήν ίδια τους τήν ίστορία και κοινωνική τους ανάπτυξη, καί δέν άποτελοΰν αυτές άπλες υποθέσεις δα νείων. Αυτά τά πράγματα, γιά τίς κοινωνίες τουλάχιστον πού τά βρήκαν, δέν βγήκαν άπό δικολαβΐστικες νομοθετήσεις «ερμηνειών» καί φιλελεήμονές προθέσεις, άλλά άποτελοΰν κοινωνικές κατακτήσεις, δηλαδή έργο τών διανοουμένων, τών φιλοσόφων καί μιας ιστορικής εξελίξεως έν γένει, τίς όποιες απλώς ό νομοθέτης καλείται νά διατύπωση ώς νόμους. Γι * αυτό και μερικοί στήν Ευρώπη, δταν τούς τελειώσουν τά λεφτά γιά διακοπές, φρο ντίζουν νά πάνε ένα-δυό μήνες «φυλακή» σέ κάποιο σανατόριο νά συλλέ ξουν ωραίες αναμνήσεις (έν αντιθέσει δηλ. πρός εμάς έδώ, δπου δταν οί φυλακισμένοι κάνουν καμμιά απεργία, επειδή κάποιο «γραναζάκυ> τής <(Λειτουργίας» έφαγε τά λεφτά και τούς ταΐζουν σκουληκιασμένο φαγητό, βγαίνουν οί φύλακες μέ λωστούς καί στυλιάρια νά τούς «συνετίσουν»...). Τά γράφομε λίγο «χονδρά» καί μαθηματικφ τφ τρόπω, διότι θέλομε νά δείξωμε δτι οί παντός είδους «κίνδυνοι» («εθνικού) καί μή) βρίσκονται μόνο εντός Βουλής καί πουθενά άλλου έκτος. Τό άρθρο 28 πού αναφέραμε, ακριβώς αυτές τίς έννοιες έχει ώς βάση. Δυστυχώς δμως στίς ελληνικές συνθήκες τό άρθρο αυτό είναι άκυρο. Του λάχιστον ή βασική § 1 αύτοΰ του άρθρου δέν μπορεί νά ϊσχύση έν Ελλάδι, διότι λείπει άπό τό ελληνικό Σύνταγμα τό λεγόμενο «Petitionsrecht». «Petitionsrecht» πάει νά ' πή, νά έχη κανείς τό δικαίωμα σάν άτομο νά άποταθή ό ίδιος γιά κάτι στήν κυβέρνηση πού τόν κυβερνάει. Αυτό δμως απαγορεύε ται ρητώς έν "Ελλάδι μέ δύο άρθρα τοϋ έλληνικοΰ Συντάγματος, τό 69 καί τό 73, § 1. Έάν βέβαια υπήρχε κάποιο τέτοιο δικαίωμα, τότε θά έπρεπε νά 124
δημιουργηθή στήν Βουλή μιά υπηρεσία λήψεως αναφορών, τής οποίας τά μηνιαία έξοδα θά ήσαν δεκαπλάσια τών ετησίων εξόδων τής ΔΕΗ — οπότε δέν θά έμενε τίποτε γιά τήν ((Λειτουργία))... 'Αλλά και πάλι ό παράγοντας χρόνος δουλεύει εναντίον μας στό κοτέτσι, άφοΰ ή σύγχρονη εξέλιξη τών διακρατικών σχέσεων καθιστά τό έργο τών «ερμηνειών» μας άνευ σημα σίας. Τό άρθρ. 69, τό όποιον εισήχθη έπί Όθωνος (άρθρ. 50) στά Συντάγματα μας ώς μέτρο αποφυγής τών κουμπουριών στήν Βουλή τοΰ τότε, παρέμεινε έκτοτε (μέ τάς δέουσας φυσικά εκσυγχρονιστικός «ερμηνείας») και ορίζει: «Ουδείς εμφανίζεται αυτόκλητος ενώπιον τής Βουλής, διά νά άναφέρη τί προφορικώς ή εγγράφως». Τό «ή εγγράφως» σημαίνει δτι τό βασικό νόημα τοΰ άρθρου είναι απολύτως απαγορευτικό. Μετά τίς εκλογές δηλαδή παύει πάσα επικοινωνία μεταξύ Βουλής καί «λαοΰ», πλήν τών «λόγων» στήν πρώτη! Οί κάνοντες απεργία πείνης στά προπύλαια, οί όποιοι συνήθως είναι αρκούντως νομικά κατατοπισμένοι, δέν δημοσίευσαν ποτέ απάντηση τής ελληνικής Βουλής στά δημόσια έγγραφα πού εκθέτουν πρός κοινήν θέα. Καί αυτοί ακριβώς, πού είναι οί βασικοί φορείς τοΰ «Petitionsrecht» δπως θά ίδοΰμε (βλ. G. Binder, μν.έ., σελ. 33), δείχνουν τήν κατά πράξη ανυπαρξία του. Τό άρθρο βέβαια «ερμηνεύει», δτι άν θέλη κανένας κάτι, πρέπει νά τό επιδίωξη μέσφ κάποιου βουλευτή (πράγμα πού σημαίνει δτι πρέπει νά είναι «ψηφοφόρος» πρώτα (άρθρ. 51, § 5) — καί κατά τήν πρώτη «εισηγητική έκθεση» τοΰ '75 (έδ. V, 1) μόνο αυτοί μποροΰν νά εκφράσουν «θέληση»!...), ή θά παραδώση τήν αναφορά του στόν Πρόεδρο (πώς, δμως, άφοΰ ό Πρόεδρος οΰτε τούς είς τά προπύλαια βλέπει;). Τότε ή Βουλή διατηρεί προαιρετικώς τό δικαίωμα (και δχι τήν υποχρέωση κατά τό άρ θρο) νά διαβίβαση τήν αναφορά στους υπουργούς, οί όποιοι καί πάλι «ύποχρεοΰνται» («ηθικώς» δμως πάντα — βλ. καί ερμηνευτική δήλωση τοΰ άρθρ. 9 τοΰ «εκκαθαριστικού Συντάγματος» τοΰ '52) νά δίδουν... «ερμη νείας» («οσάκις ζητηθοϋν» προσθέτει καί πάλι «έρμηνευτικώς» τό άρθρο* μά δταν κανένας φθάση σέ τέτοιες αναφορές, δέν είναι σάν νά ζητή καί οπωσδήποτε διευκρινίσεις;). Οί «ερμηνεύσεις» λοιπόν έπί τών «έρμηνεύσεων» δείχνουν δτι προσπαθούμε νά κατοχυρώσουμε δσο καλύτερα μπο ροΰμε τό κοτέτσι μέ τό δσο μυαλό διαθέτομε, μόνο δμως πού καί πάλι ό παράγοντας χρόνος μας τά χαλάει: Σήμερα πολλοί ξένοι ζουν σχεδόν δλη τους τήν ζωή έξω άπό τις πατρίδες τους. Καί τά ανθρώπινα δικαιώματα τους δέν τά άποκτοΰν στήν ξένη χώρα λόγω τών «ειδικών συμβάσεων περί αλλοδαπών», άλλά τά διατηροΰν σάν πρόσωπα, ανεξαρτήτως τών οίωνδήποτε συμβάσεων. Αυτοί συνήθως δέν ψηφίζουν στίς χώρες ποΰ βρίσκονται, είναι δμως απολύτως δυνατόν νά 125
στραπατσαρίσουν σέ πολλές περιπτώσεις τά δικαιώματα τους αυτά. Ποΰ θά βρουν τόν βουλευτή νά άποταθοΰν στήν Κυβέρνηση, άφοΰ δέν έ*χουν τά πολιτικά τους δικαιώματα στήν χώρα ποΰ ζουν; Οΰτε ό βουλευτής υπο χρεούται νά τούς άκούση, άφοΰ κατά τό Σύνταγμα «εκφράζει τήν βούληση» τών ψηφοφόρων του (άς μήν ξεχνάμε δα καί τό «ΟΥΧΙ ΜΟΝΟΝ ΤΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑ» τοΰ "Οθωνα...). 'Εδω ζουν τόσοι ξένοι, αφρικανοί, φιλιππινέζοι καί άλλοι. Αυτοί δέν είναι άνθρωποι στήν Ελλάδα, δέν έχουν ανθρώπινα δικαιώματα επειδή δέν ψηφίζουν; Καί ό βαρυποινίτης τών φυλακών, ό στερημένος τών πολιτικών του δικαιωμάτων, καί άρα ό μή έχων νομίμως τό δικαίωμα νά άπευθυνθή στόν βουλευτή ή τόν Πρόεδρο, παύει νά έχη ανθρώπινα δικαιώματα; Τί θά κάνη αυτός, δταν τόν πλακώσουν μέ τά στυλιάρια; Μά ακριβώς έξ αιτίας τέτοιων ακραίων καί «περιθωριακών» περι πτώσεων — διευκρινίζουν οί θεωρίες — μπαίνει τό «Petitionsrecht» στά Συντάγματα. Διότι σέ τέτοιες περιπτώσεις χρειάζεται ή δέσμευση αναγνώ ρισης τών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Και ή «Διεθνής Αμνηστία» στίς φυ λακές ψάχνει, όχι στά καφενεία... Συναφές πρός τό άρθρ. 69 είναι καί τό άρθρ. 73, § 1, πού ορίζει δτι «τό δικαίωμα προτάσεως νόμων ανήκει στήν Βουλή καί τήν Κυβέρνηση» (πάλι τό «ανήκει» όπως καί στήν «Λειτουργία», παρ δλο πού σ' αυτή τίποτε δέν μπορεί νά άνήκη, τουλάχιστον γραμματολογικώς, διότι είναι αφηρημέ νο ουσιαστικό καί άρα ουχί φορεύς ιδιοκτησίας..,). «Άνήκεν» βέβαια κα τά τούς νόμους της «εσωτερικής λογικής» τοΰ κοτετσιοΰ, διότι σέ μία Δημοκρατία, ό καθένας μπορεί νά προτείνη νόμους μέ τούς οποίους Θέ λα νά διοικήται (βλ. καί G. Dahm, μν.έ".). Καί τέτοιους μπορεί νά είσηγηθή — καί έχει δικαίωμα πρός τοΰτο — καί ό μανάβης τής γειτονιάς. "Ο πως κι άν τούς καταλαβαίνη. Αυτό πού ανήκει στήν Βουλή είναι ή υπο χρέωση (καί δχι ή «προαίρεση») τής επεξεργασίας τοϋ νόμου πού θά προ τείνη ό μανάβης τής γειτονιάς. Άλλά γιά νά μπορούσε νά τό κάνη αυτό ό μανάβης, θά έπρεπε νά ύπάρχη καί τό «Petitionsrecht». Καί τά δύο λοιπόν αυτά άρθρα, συζυγή κατά νόημα, έσωτερικήν αλληλουχία καί πρακτική, αποδεικνύουν δτι στήν * Ελλάδα δέν υπάρχει αναγνώριση «ανθρωπίνων δι καιωμάτων». 1
Άλλά έδώ ακριβώς είναι ποΰ δημιουργούνται καί τά εξωτερικά προ βλήματα: άφοΰ συνταγματικώς αποδεικνύεται ότι ή "Ελλάδα δεν μπορεί νά κατοχύρωση λόγω τής εσωτερικής νομοθεσίας της τά ανθρώπινα δι καιώματα τών μειονοτήτων, δικαίως τά άλλα κράτη έχουν λόγους (και νόμιμον δικαίωμα, άφοΰ οί διεθνείς συμβάσεις άνεγνωρίσθησαν ώς εσω τερικό δίκαιο, προκειμένου νά πάρωμε τά ΜΟΠ...) νά ανησυχούν και νά 126
μεριμνοΰν γι* αυτές. Καί άφοϋ τά «ανθρώπινα δικαιώματα» μας είναι έν νοια άγνωστη (καθ' δ απορρέουσα άπό άλλην επίσης άγνωστη...), απο δεικνύεται πώς ερμηνεύεται τό νόημα τών «εθνικών μας διεκδική σεων» στήν νόηση τών γειτονικών μας κρατών: δχι επειδή υπάρχουν άν θρωποι έκεΐ πού μάς ενδιαφέρουν δήθεν, άλλά επειδή υπάρχουν... οίκόπεδα! Οϊκοπεδικής δηλαδή φύσεως είναι οΐ σχέσεις μας μέ τίς μειονότητες έν γένει, δπως τοΰτο επακριβώς τεκμαίρεται άπό τόν «συντακτικόν» τής πολιτείας μας χάρτη... Ιδού λοιπόν ή έπιθετικότης μας είς βάρος τών γειτόνων. "Η λοιπόν μόνο «ψηφορόροι» καί κανένα «Petitionsrecht» (άρα καί έν άδίκω τελοΰντες έναντι άλλων κρατών ένεκα τών μειονοτήτων), ή «Petitionsrecht» χωρίς «ερμηνευτικές» λαθροχειρίες και κατ* ανάγκην γε νική αναδιαμόρφωση τής εθνικής μας υποστάσεως (πού θά πρόκυψη αυτο μάτως). Τόν όρο «Petitionsrecht» τόν έχρησιμοποιήσαμε άμετάφραστον. "Οχι τυ χαία. "Οπως θά πρόσεξε ό αναγνώστης, έδώ ασχολούμαστε μέ «ειδικές ερμηνείες». Γιά τά περί «αυθεντικής ερμηνείας τών νόμων», δέν ανατρέξαμε βέβαια στό ρωμαϊκό δίκαιο («Ejus.est Interpretare Legem Cujus est Condere»), άλλά ακριβώς επειδή έδώ δέν μάς ενδιαφέρει ή συνταγματική θεωρία, στίς πολύ πρακτικώτερες καί άμεσα κατανοητές καταστάσεις τοΰ καιρού ποΰ έθεσμοθετήθη. Τό πρόβλημα πού μάς ενδιαφέρει είναι νά δείξωμε, κατά ποιόν τρόπο τό ελληνικό Σύνταγμα — τό όποιον προέκυψε ύπό τό κράτος ίδιαζουσών συνθηκών (μιά κοινωνική στάση καί πρός αντιμετώπιση τών ειδικών προθέσεων τών «επαναστατών») — μετεβλήθη έν συνεχεία σέ έναν μηχανισμό αποκοπής τής κοινοβουλευτικής λειτουργίας άπό τήν κοινωνία καί, μεταφερόμενο στήν ουσία του ατόφιο άπό Συντάγματος είς Σύνταγμα, απετέλεσε τόν θεμέλιο λίθο μιάς μέσω τοΰ Κοινοβουλίου συνεχούς πολι τικής δικτατορίας, Στήν "Ελλάδα δικτατορία δέν είναι τά πραξικοπήμα τα — πού δπως θά δείξωμε απορρέουν άπό τήν ίδια τήν φύση τοΰ Συντάγ ματος —, άλλά ακριβώς οί... «εκλογές». Γιά τίς αποδείξεις πού θέλομε οί «νομικές» αναλύσεις δέν μποροΰν άπό τήν φύση τους νά προσφέρουν τίποτε. Είναι αντίθετα ή ίστορική προσέγ γιση πού οδηγεί στήν καθαρότητα τών εννοιών. Ή νομική επιστήμη, δπως σωστά παρετηρήθη (βλ. π.χ. Πρακτικά συζητήσεων γιά τό Σύνταγμα τοΰ '68, σελ. 415), είναι μεταξύ τών έπισιημών ή πλέον «εθνική» (και θά παραμείνη γιά πολύ ακόμα). "Αρα κάθε ανάλογη ερμηνεία αναγκαστικά ενέ χει τήν «επαγγελματική παραμόρφωση» — Ινα σύνδρομο καί πολλών άλ λων συναφών χώρων. Οΰτε καί θά μπορούσε ή νομική επιστήμη νά εξή γηση τέτοια πράγματα (καί απόδειξη είναι ό «δικηγορισμός» πού επικρατεί 127
στην δικαστική μας κατάσταση), διότι ή Ίστορία, έπί τής οποίας αναγκα στικά εδράζεται, είναι στόν τόπο μας σάν έρευνα ανύπαρκτη. "Αν τό μόνιμο ίστορικό δίδαγμα ήταν δτι έπρεπε να αποτελούμε «έθνος» (βλ. παρακάτω), μέ τήν ίδια προϋπόθεση έπρεπε κατ' ανάγκην νά «νομοθετούν» καί οί νομικοί. Αυτός ήταν ό ένας λόγος πού μάς επέβαλε τήν αποφυγή τοΰ νο μικίστικου όρου «δικαίωμα τοΰ άναφέρεσθαυ>. Ό άλλος ήταν, ότι θέλαμε νά άναλύσωμε τό «Petitionsrecht» στά ύπό τίς ελληνικές συνθήκες συστα τικά του στοιχεία καί δέν θά θέλαμε νά χρησιμοποιήσωμε όρους «συνειρ μών». Ό όρος άλλωστε «δικαίωμα αναφοράς» είναι και αδόκιμος, διότι ενθυμίζει στρατιωτική νοοτροπία — ό «κατώτερος» αναφέρει και ό «ανώ τερος» αποφασίζει χωρίς κατ' ανάγκην εξηγήσεις (καί τέτοια είναι ή ση μασία τοΰ «άναφέρεσθαι» σ' εμάς) —, ένφ «Petition» θά 'πή αναφορά μέ απαίτηση καί αντίστοιχη υποχρέωση απαντήσεως. Έτσι προέκυψε ιστο ρικά ό όρος («Petition of Rights») και έτσι υπάρχει καί στήν μαθηματική λογική («Ptetitio Principii») ώς αναγκαστική ευρευση τής «αρχής αναφοράς» ενός συλλογισμού (έλεγχος τής «ηγουμένης»). Σέ κάθε περίπτωση δηλαδή «Petitio» σημαίνει αποτέλεσμα.., Δέν είναι όμως ακριβώς έτσι τά πράγματα μέ τό δικό μας «δικαίωμα τοΰ άναφέρεσθαι». Τό «Petitionsrccht» στήν Ελλάδα δέν είναι κανένα δικαίωμα αναφοράς, άλλά «δικαίωμα ευχής». Μπορεί δηλαδή κανείς νά ύποβάλη μιάν «ευχή» γιά κάτι πού θάθελε — καί πάλι μέσφ ενός βουλευτού —, άλλά ακριβώς ή ευχή σάν τέτοια καθόλου δέν υπόχρεοι σέ απάντηση. «Ευχές» λοιπόν καί «επιθυμίες» μποροΰν μόνο οί Έλληνες νά απευθύνουν πρός τήν Βουλή τους καί έτσι ακριβώς ερμηνεύεται τό «δικαίωμα τοΰ άναφέρεσθαυ> στά διάφορα βιβλία συνταγματικού δικαίου (βλ. π.χ. Α. Γ. Ράϊκου: «Παρα δόσεις συνταγματικού δικαίου», τόμ. Α', 1980 (8η έκδ.), σελ. 234-5: «Α ναφορά είναι ή έκφρασις ευχής διά τήν λήψιν ενός ώρισμένου νομοθετικού ή διοικητικού μέτρου, ή διά τήν άποχήν άπό μιάς ώρισμένης ενεργείας»). Δέν είναι συνεπώς απαιτήσεις έπί δικαιωμάτων, πού σάν τέτοιες πρέπει νά απαντηθούν, άλλά εύχολογικές διατυπώσεις, πού μποροΰν είτε νά αγνοη θούν, είτε νά προβληθούν, κατά τό μέτρο πού αυτό εξυπηρετεί τόν μεσολαβητή-βουλευτή. Είδικώς μάλιστα ή μεσολάβηση τοϋ βουλευτή σημαίνει, ότι ή αναφορά δέν έχει κάνη μέ ατομικά καί «υποκειμενικής φύσεως» δι καιώματα, γιά τά οποία καί ίστορικώς ένομοθετήθη (βλ, π,χ. R. Schnur (Hsg): «Zur Geschichte der Erkiarung der Menschenrechte», Darmstadt 1964), άλλά μέ συλλογικές προθέσεις ευχολογίου, καθόσον οί βουλευτές γιά «συλλογικών κυρίως αιτήματα ενδιαφέρονται, πού θά τους φέρουν ψή φους, καί όχι γιά μεμονωμένα τέτοια πού έχουν απλώς νά κάνουν μέ κά ποιες αρχές «δικαιωμάτων» καί... φιλοσοφίας τοϋ δικαίου. Ύπάρχη μήπως 128
κανένας βουλευτής πού έκανε ποτέ επερώτηση γιά τούς απεργούς τών προ πυλαίων; Ό απαγορευτικός χαρακτήρας τοϋ δικοϋ μας «δικαιώματος αναφοράς» μό νο ίστορικώς είναι δυνατόν νά κατανοηθή. Τό δικαίωμα αυτό έμπήκε στόν «Νόμο τής Επιδαύρου», ώς δντως «Petitionsrecht». Τό κεφ. Β', § β', έδ.ια', αναφέρει: «Καθένας δύναται νά άναφέρηται πρός τό Βουλευτικόν εγγράφως προβάλλων τήν γνώμη του περί παντός πράγματος». Στό Σύνταγμα τής Τροιζήνος, δμως, δηλαδή σέ ελάχιστο χρονικό διάστημα, γίνεται διά τοϋ άρθρου 15 μιά ουσιώδης μεταβολή: «προβάλλων τήν γνώμην του περί πα ντός ΔΗΜΟΣΙΟΥ πράγματος». Τά ατομικά συνεπώς παράπονα και οί διεκ δικήσεις ήσαν τόσο πολλά — πράγμα φυσικό σέ μιά θολή καί ανολοκλή ρωτη επαναστατική κατάσταση — ώστε αναγκαστικά ύπήρξεν ό πρώτος περιορισμός. Άλλά έδώ δέν πρέπει νά μάς διαφυγή ένας άλλος ουσιώδης παράγων, πού είχε άμεσα νά κάνη μέ τό θεμελιωδέστερο τών «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» και πού έδινε τροφή στίς διαρκείς υποβολές: ή θρησκευτική διαίρεση τών τότε Ελλήνων. Ή κατάσταση αυτή ανάγκασε τήν Αντιβα σιλεία χρόνια μετά, τφ 1835, παρά τήν έν τφ μεταξύ επικράτηση τοϋ χρι στιανικού κράτους διά τών εμφυλίων πολέμων, νά αναγνώριση τά έθιμα — δπως αυτά κατά περιοχές είχαν διαμορφωθή — σέ «πηγήν δικαίου» καί δχι ακριβώς τόν «γραπτόν νόμο» τής Έξαβίβλου, παρ' δ,τι αυτός είχε εϊσαχθή σάν επίσημη νομολογία του κράτους. Τό Β. Δ. τής 23/2/1835 ορίζει: «Τά έθιμα, δσα πολυχρόνιος καί αδιάκοπος συνήθεια ή αποφάσεις δικαστικοί (δηλ. και εκείνες τοΰ Καδή —σημ. γράφοντος) καθιέρωσαν, υπερισχύουν δπου έπεκράτησαν» (βλ. Δ. Θ. Τσάτσου: «ΕΙσηγήσεις συνταγματικού δι καίου», Θεσ/νίκη 1980, σελ. 90). Έάν συνεπώς τά έθιμα ήσαν ενιαία, δε δομένου δτι τέτοια εξέφραζε ή Έξάβιβλος, δέν θά υπήρχε λόγος τής διά διατάγματος διακρίσεως. Κάποια συνεπώς ουσιώδης ανωμαλία υπήρχε στά «έθιμα», πού έκανε τήν εφαρμογή τής Έξαβίβλου δύσκολη. Μόνο κατά τίς μετά τόν β' παγκόσμιο πόλεμο μέ τήν βοήθεια αγγλικών νομικών αποστο λών (βλ. R. Clogg: «Σύντομη Ιστορία τής νεώτερης Ελλάδας» Αθήνα 1989, σελ. 233) καί διά τοΰ αύταρχικοΰ κράτους τοΰ εμφυλίου συνθήκες επιχειρείται διά τοΰ Ν. Δ. 7/10 Μαίου 1946 ή δειλή εισαγωγή στόν άστικόν κώδικα τοΰ δρου, ότι «τό έθιμον δέν καταργεί νόμον» (αυτόθι, σελ. 91). Χωρίς τίς λεπτομέρειες αυτές καί χωρίς τήν κατανόηση, ότι τό πρώτον ελληνικό Σύνταγμα ήταν «συμφωνητικό» πρός λήσταρχους, άπό τούς ί διους εκμαιευμένο (ή νομική ορολογία είναι «Σύνταγμα-Συνάλλαγμα»), κά θε δομική μελέτη τής ελληνικής συνταγματικής ίστορίας είναι ακατανόη τη. Διά τοϋ άρθρου 101 ό "Οθων καταργεί κάθε διοικητικό δικαστήριο (βλ. 129
>
k
Κ. Ζηλεμένου: «Τό Σύνταγμα, πηγή τοϋ διοικητικού δικαίου έν Έλλάδυ>, Αθήναι 1970, σελ. 65 κ.έ.), αναθέτων τίς διαφορές τοΰ «αμφισβητούμενου διοικητικού» στά άπλα δικαστήρια (ήγουν στά «κατ* εθιμον»), άφοΟ προη γουμένως διά τών άρθρων 87 καί 88 χωρίζει τούς δικαστές σέ ίσοβίους και μή, δλων ύπ* αύτοΰ διοριζομένων, τών ίσοβίων συνυπολογιζομένων μετά τών Γερουσιαστών, οί όποιοι βάσει τοΰ άρθρ. 70 ήσαν πρόσωπα τής δικής του εμπιστοσύνης. Καί επειδή ή άρχή αυτή απεδείχθη μέ τήν ανάπτυξη τής γραφειοκρατίας καί τής ελληνικής κακοδιοίκησης άκρως πρόσφορη γιά τήν ανυπαρξία δικαιοσύνης και τόν πληθωρισμό τών «συντακτικών πρά ξεων» καί «διαταγμάτων», διετηρήθη διϊστορικώς αναλλοίωτη, μέχρι καί τής σημερινής «αρμοδιότητος» τών είρηνοδικείων γιά τήν συνταγματικό τητα τών χουντικών νόμων. Τί αότά φορολογικώς σημαίνουν καί πώς ή κοινοβουλευτική ρεμούλα, συζυγώς μετά τής διοικητικής λωποδυσίας, α ναγνωρίζονται καί συνταγματικώς ύπό τήν όνομασίαν «κριτή ριον αρμοδιό τητος», θά ίδοΰμε έν τοΐς εφεξής. "Οτι αυτά δλα σημαίνουν ανυπαρξία κατ * ούσίαν τοΰ «Petitionsrecht» ώς «ανθρωπίνου δικαιώματος» έκ γενετής τοΰ νεοελληνικοΰ κράτους, είναι φανερό: δταν κανείς είναι υποχρεωμένος νά ανάπτυξη τήν γραφειοκρατία ώς μέσον αντιμετωπίσεως συγκεκριμένων σκοπών τής λησταρχίας (θά ίδοΰμε ποιών ακριβώς), σημαίνει δτι ξεχωρίζει τό κράτος άπό κάθε απαίτηση κοινωνικών δικαιωμάτων. Αυτό πού γιά τόν "Οθωνα απετέλεσε κατάσταση ανάγκης, έγινε ή μόνη διοικητική άρχή τοΰ νεοελληνικού κράτους. Σημείβκηζ έκτος κεμιένον: Μιά και ή συζήτηση γίνεται περί «ανθρωπίνων δικαιωμάτων», θά θέλαμε νά ρωτήσωμε: πότε τελικώς θά ύπαρξη επαρκές λάδι γιά τίς τυπογραφικές μηχανές στήν Ελλάδα, ώστε νά μήν «τρώνε» τά κείμενα; Στό ώραΐο βιβλίο τοϋ κ. Τσάτσου πού αναφερόμεθα, θίγεται ένα κολοσσιαίο θέμα (πού κι έμας θά απασχόληση πιό κάτω), άπό τό όποιον, επειδή ακριβώς εξαρτάται σήμερα δλη ή υπόσταση τοϋ κόσμου, εξαρτάται ή δομή τών συγχρόνων κοινωνιών καί άρα καί τό δίκαιο: τό πρόβλημα τοΰ ρόλου τής επιστημονικής εξειδικευμένης γνώσεως. Έκεΐ δμως τό κείμενο είναι τυπογραφικά σακατεμένο (σελ. 182-3). Καί δ εκδότης τό κυκλοφόρησε τό βιβλίο καί μάλιστα διδακτικό! Έν πάση περιπτώσει, αότά δέν είναι θέ ματα «αστικών αποζημιώσεων» (άν ή γίδα έφαγε τό κλίμα!), άλλά έχουν άμεση σχέση μέ τά «ανθρώπινα δικαιώματα», τοϋ αναγνώστη ιδίως. Άπό δσα ξενόγλωσσα βιβλία έτυχε τελοσπάντων νά πιάσωμε στό χέρι μας, εύρήκαμε περιπτώσεις αλλαγής τοϋ κειμένου έκ μέρους τοΰ έκδοτη, άλλά άπό κάτω υπήρχε ή παραπομπή, ότι αυτό έγινε μέ πρωτοβουλία τοΰ εκδότη. "Ανάλογα πράγματα μ" αυτά πού κάνουν οί... μηχανές στήν "Ελλάδα επειδή τούς λείπει τό γράσσο, ομολογουμένως δέν βρήκαμε. Γι" αύτοΰ τοϋ είδους δμως τά «ανθρώπινα δικαιώματα» — καί τό νά ύπάρχη γράσσο γιά τις μη130
χανές είναι τό πρώτο που έθεσμοθέτησαν δλες οί ευρωπαϊκές επαναστάσεις —, κανένας βουλευτής δέν βρέθηκε ποτέ νά ύποβάλη μιάν... ευχή στό Κοι νοβούλιο. Παρ' δ,τι τά θέματα είναι κυριολεκτικώς ιατρικής φύσεως. "Οπως δέχεται τουλάχιστον ό πολιτισμός μας, ή ΰπαρξη τοϋ άνθρωπου είναι διττή, άπό σώμα καί ψυχή (κατά Πλάτωνα τριπλή: σώμα, ψυχή καί πνεΰμα). Καί γιά μέν τίς αρρώστιες τοΰ σώματος — πού κατ' εξαίρεση παρουσιάζονται — αρμόδιοι είναι οί γιατροί, γιά τις αρρώστιες της ψυχής δμως οί αντίστοι χοι γιατροί είναι αυτοί πού γράφουν. Ό πολιτισμός μας μάλιστα δέχεται ότι ό άνθρωποις παρουσιάζεται έκ γενετής ψυχικά «άρρωστος» καί άπό πολύ νωρίς τόν στέλνει στό «θεραπευτήριο» πού λέγεται σχολείο (ό άνθρωπος γεννιέται μέ ένστικτα δπως καί τά ζώα, μόνο πού σ' αυτόν τά ένστικτα μποροΰν νά λάβουν πελώριες καταστροφικές διαστάσεις επειδή διαθέτει τήν λογική. Σ' αυτό ακριβώς τό σημείο παρουσιάζεται ή ανάγκη τής «αγωγής»... Είναι άλλο βέβαια πρόβλημα, δτι τά σχολεία τελικώς προηγούνται κατά τι τών επιτεύξεων τής γενετικής τεχνολογίας στήν κατασκευή «ανθρώπων»...). Καί δπως τά εργαλεία τοΰ φαρμακοποιού είναι οί ζυγαριές ακριβείας καί οί υποδιαιρέσεις τοϋ χιλιοστογράμμου, έτσι είναι τά κόμματα, οί τελείες καί οί λέξεις γιά τόν συγγραφέα. Ποιάν οίκονομική σημασία καί ποιό αντίστοιχο μέγεθος μποροΰν νά α ντιπροσωπεύουν οϊ λέξεις — καί μάλιστα οί άπλες προθέσεις τής Γραμμα τικής καί δχι λέξεις πολύπλοκες —, μπορούμε νά καταλάβωμε άπό τά εκα τομμύρια πού πληρώνει ό φορολογούμενος πολίτης γιά τις «συνταγματικές επιτροπές», προκειμένου νά διατυπωθη στό Σύνταγμα ή σχετική διάταξη τοϋ άν πρέπει ή Δικαιοσύνη νά «απονέμεται ΥΠΟ ή ΔΙΑ τών Δικαστηρίων». "Οταν οί μηχανές «τρελλαίνωνται» στά τυπογραφεία μέ τά βιβλία, τό πρό βλημα είναι θέμα «αστικής αποζημιώσεως» τύπου γίδας... Έν προκειμένω παραμένει άγνωστον πώς αντιμετωπίζεται «νομοθετικώς» ή περίπτωση τοϋ φαρμακοποιοΰ πού αφήνει τήν ζυγαριά άλάδωτη καί σκοτώνει μέ τά παρα σκευάσματα του μερικές χιλιάδες ανθρώπους... Αυτά δλα είναι άκρως χαρα κτηριστικά τής συνταγματικής μας υποστάσεως καί τής «νομοθετικής» μας υπάρξεως καθόλου. Θά μπορούσε βέβαια νά άντιλεγή, δτι ή έννοια «συγγρα φέας» εΐναι ελαφρώς άγνωστη στήν Ελλάδα, έξ ού καί ή δικαιολογημένη σχετική νομοθετική «ασάφεια». "Οπως σωστά παρατηρήθηκε μέ τήν περί πτωση τών Επτανησίων λογίων, ένφ ή έννοια «συγγραφέας» είναι δεμένη με συλλογικά φαινόμενα, μέ εκφράσεις κοινωνικών διαδικασιών καί άρα μέ συγκεκριμένους κινδύνους (πιέσεις, διώξεις, εξορίες, φυλακίσεις κ,λπ.) στήν Ελλάδα είναι μόνο γνωστή ή έννοια τοϋ «Διδασκάλου τοϋ Γένους» (βλ. Ε. Μουτσοπούλου: «Δομή καί άναδόμησις τοΰ χώρου κατά Π. Βράϊλαν — 'Αρμένην» (άνάτυπον), "Αθήναι 1969). Ή διαφορά μεταξύ «Διδασκάλου τοΰ Γένους» καί «συγγραφέα» είναι ίδια δπως μεταξύ προφήτη ή θαυματουργοϋ Αγίου καί γιατροΰ. Ένφ ό θαυματουργός Άγιος θεραπεύει διά τής προσευ χής (καί άν ό άρρωστος δέν γίνη καλά, φταίει ή «ελλιπής πίστη» τοΰ ιδίου), ό άρρωστος έχει δικαίωμα νά απαίτηση νά γίνη καλά άπό τήν θεραπευτική 131
αγωγή τοΟ γιατροΰ. Καί πολύ περισσότερο βέβαια, αν ό γιατρός τοΟ χορηγήση κάποιο παρασκεύασμα άλάδωτης ζυγαριάς καί τόν ξεκάνη... Πώς λοι πόν νά αποκτήσουν σαφήνεια οί συνταγματικές μας διατάξεις περί «ελευθε ρίας εκφράσεως» λ.χ. καί νά μήν χρήζουν «διαρκούς ερμηνείας», δταν τά δντα στά όποια αναφέρονται είναι άγνωστα; Συνεχίζομε: Ή έπί 125 χρόνια λοιπόν «νομοθετική προσπάθεια» τοΰ έλληνικοΰ κράτους — σύν τίς ακαταπόνητες επιδιώξεις τής «εθνικής Ιδεολογίας»... —r ήταν γιά νά ύπαρξη απλώς μιά ενιαία φυσιογνωμία! Πρέπει νά προσθέσωμε, δτι'τά έθιμα τών δύο θρησκειών δέν ήσαν αίσθητώς διαφορετικά, κατά τόν ίδιο δηλαδή τρόπο πού καί σήμερα αναγνωρίζονται ώς ελληνικά τά έθιμα τών μωαμεθανών πομάκων. Στήν Ήπειρο λ.χ. (πού έβγαλε τόσες σπουδαίες ελληνικές φυσιογνωμίες στά Γράμματα, δπως π.χ. καί τόν μεγάλο έλληνα έκδοτη τής Βενετίας Ν. Γλυκύ, τοΰ οποίου ό πάππους ώνομάζετο Μεχμέτ έφέντης) στους μικτούς γάμους ή διαφορά συνίστατο στό ταψί: νά τρώη ό χριστιανός άπ* τήν μεριά τοΰ χοίρινου καί ό μωαμεθανός σύζυγος άπ' τήν μεριά τοΰ εριφίου. Ήσαν δμως οί μεγάλες θρησκευτικές άντιμαχίες τότε πού έκαναν καί τίς εθιμικές διαφορές μεγάλες, ίδιαίτερα δέ οί δια μέσου τής θρησκείας πολιτικές επιδιώξεις. Πόσο τεράστια σημασία έπαιζαν αυτά τά πράγματα γιά τίς συνταγματι κές διατυπώσεις, μποροΰμε νά καταλάβωμε άπό ένα άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα: τήν «ένωση» τών Έπτανήσων τφ 1864. Τά Επτάνησα, ώς συστατικό στοιχείο τής μεσογειακής καί κατ' επέκταση τής ευρωπαϊκής ίστορίας, είχαν αναπτύξει μιαν δική τους διάσταση τοΰ μεσογειακοΰ χριστιανισμοΰ, ή δέ σχέση τους μέ τό Πατριαρχείο όπεβάλλετο άπό τήν ίστορική τους λειτουργία καί δχι άπό λόγους θρησκευτικούς (βλ. γι' αυτά σέ άλλα βιβλία μας). Χαρακτηριστικό τής πολύπλοκης ιστορικής δράσεως τών Έπτανήσων είναι καί τό γεγονός, δτι οί σπουδαιότεροι Άγιοι τής νεώτερης "Ορθοδοξίας βρίσκονται σ' αυτά. Οί Άγιοι αυτοί υπήρξαν κο λοσσιαίες πολιτικές φυσιογνωμίες πρακτόρων — μέ τήν ύψηλήν έννοια τοΰ δρου πού έδώσαμε έδώ — καί δχι «ταπεινές φυσιογνωμίες» θαυματουρ γών πρός άγροίκους (περί τής ιστορικής των αποκαταστάσεως είναι, εύνοήτως, πολύ λίγα πράγματα γνωστά). Τό θέμα ανέκυψε καί πάλι οξύτατο μέ τήν «ένωση». Τό θρησκευτικό καθεστώς τών Έπτανήσων ήταν ολικώς άγνωστο στήν τότε 'Ελλάδα καί παρέμεινε τέτοιο σχεδόν ώς τό 1960, δπου ό Κ. Μαχαιράς στό βιβλίο του «Ναοί και Μοναί τής Λευκάδος» δημοσιεύει γιά πρώτη φορά τό Διάταγμα τοΰ Μεγάλου Προνοητή Θαλάσσης Αύγ. Σαγρέδου, μέ τό όποιο φαίνονται οί ουσιώδεις διοικητικές σχέσεις Βενετίας καί νησιών. "Οχι μόνο τά κτίσματα τών εκκλησιών (μονόκλιτα κτίσματα φραγκισκανρΰ ρυθμού στό εσωτερικό καί μπαρόκ άπ' έξω) καί ή θρησκευ132
τική τέχνη τών νησιών δέν είχαν τίποτε κοινό μέ τό στυλ τής νεώτερης... βυζαντινολογίας πού θά έγκαθιδρύετο μέ διαβατήριο τούς «νόμους τών αειμνήστων Αυτοκρατόρων», άλλά ούτε κάν τό τυπικό τής Λειτουργίας (Ritus). Μέγα λοιπόν προέκυψε τό θέμα στήν Βουλή καί τεράστιες οί κοι νωνικές αναστατώσεις (στήν Κεφαλλωνιά ίδιαίτερα) μέ τήν «Ένωση». Αυ τό έδωσε αφορμή γιά μιά σπουδαία «συνταγματική» λεπτομέρεια, πού τε λικώς έθεσε και τις βάσεις γιά τίς «πρώτες καμινάδες» (!) στήν Ελλάδα πού είπαμε προηγουμένως: μετά τήν έξωση τοΰ "Οθωνα καί τήν τελική επικρά τηση τοϋ Μακρυγιαννισμοΰ ώς μονίμου πιά κοινωνικής κατηγορίας — μέ σημαιοφόρον τοΰ «εμβλήματος» τότε τόν άρχηγόν τών «πεδινών» Δημ. Βούλγαρη (βλ. πιό κάτω) — ματαία, δπως ήταν φυσικό, υπήρξε καί κάθε προσπάθεια εκπονήσεως νέου Συντάγματος. Καίτοι ό Γεώργιος εξελέγη άπό τίς 18 Μαρτίου 1863, αυτό έκράτησε έως καί τοΰ Ιουλίου 1864, οπότε, μέ τήν βοήθεια τοΰ Έπ. Δεληγιώργη, ό όποιος μέ τό «Κομιτάτο» του επηρέαζε τίς λαϊκές μάζες και ήταν βουλευτής Μεσολογγίου — δπου ό αρχιστράτηγος τοΰ έλληνικοΰ στρατοΰ σέρ Ρίτσαρντ Τσώρτς είχε πάντα μεγάλη λαϊκή βάση (ό ίδιος έξελέγετο στίς Συνελεύσεις βουλευτής Αίτωλικοΰ) —, «συμμετέσχον)) στήν εκπόνηση τοΰ νέου Συντάγματος και οί επτανήσιοι νομομαθείς. Τό όποιον έτσι έτελείωσε καί έψηφΐσθη σέ δυόμισυ μήνες μέσα (17 Όκτ. 1864). Τό πόσην συνταγματική ουσία έβαλαν οί «φραγκολεβαντϊνοι» σ' αυτό, αποδεικνύεται άπό τό γεγονός δτι είναι τό μακροβιώτερον τοΰ έλληνικοΰ κράτους. Τό κύριο βάρος οί Επτανήσιοι τό έρριξαν, δπως ώφειλαν (τά υπόλοιπα άλλωστε δέν ήταν και δυνατόν νά τά καταλάβουν, δπως αποδεικνύει ή κατόπιν τύχη τους μέ τήν «ένωση»), στήν βάση τοΰ Συντάγματος, δηλαδή στίς «γενικές διατάξεις» περί τών σχέσεων άτομου καί κράτους. Σημειωτέον δτι οί αντίστοιχες συνειδητοποιήσεις στά Επτάνησα ήσαν σέ τέτοιον βαθμό ανεπτυγμένες, ώστε, δπως παρατηρεί ό Ανδρέας "Ιδρωμένος (βλ. «Τό Σύνταγμα τής Ελλάδος μετά Ερμηνείας», Αθήναι 1908, σελ. 51) μέ ελάχιστες χώρες τής τότε Ευρώπης θά μπορούσε νά συγκριθή: «Τοσαύτη ήτο ή πρός τήν άτομικήν έλευθερίαν ευλάβεια τοϋ Ιονίου νομοθέτου. Έν ολίγοις δέ τών Ευρωπαϊκών κρατών καί σήμερον έτι απαντώνται παρόμοιοι διατάξεις. Διότι μόνον έν Βελγίω, έτι δ' έν Γερ μανία καί τοι χώρα μή κοινοβουλευτική, παρατηρείται ό αυτός πρός τήν άτομικήν έλευθερίαν σεβασμός». Μιά διάταξη λοιπόν έπρεπε πάση θυσία νά άλλάξη: ή περί θρησκείας. "Οντως· τό «απαράλλακτος» πού έλεγε γιά τούς Αποστολικούς καί Συνο δικούς κανόνες τό άρθρο 2 τοΰ Συντάγματος τοΰ 1844 δέν μποροΰσε έπ' ούδενί νά μείνη, άφοΰ δλα ήσαν αλλαγμένα καί τίποτε δέν «έμοιαζε» μέ τά Επτάνησα, καί στό Σύνταγμα τοϋ 1864 έγινε «άπαρασαλεύτως» (έ.ά. σελ. 133
26). Πού διατηρείται έκτοτε μέχρι καί τοΰ σημερινοΰ (άρθρ. 3, § 1), έστω κι άν δέν υπάρχουν πλέον Επτάνησα... Μικρή βέβαια ή «λεξούλα», τεράστια δμως ή σημασία της. Τελικώς οΰτε και τό «άπαρασαλεύτως» έσωσε τά "Επτάνησα. Ή θρησκεία «έσάλεψε» έκεΐ καί μάλιστα... έκ θεμελίων. Τό «αποκεντρωτικό» σύστημα τών νομαρχών τοΰ άρθρ. 101 καί πρωτοπαλλήκαρα τούς έξ Αθηνών αρχιερείς, τά ανεπα νάληπτα έργα μιδς ευρωπαϊκής διαστάσεως τοΰ' μεσογειακοΰ χριστιανι σμού άρχισαν νά μαζεύονται στήν «πρωτεύουσα», γιά νά χαθοΰν έν συνε χεία στίς ϊδιωτικές συλλογές καί τούς πλειστηριασμούς τών «Γκαλερύ». Καί επειδή τά τέμπλα, τά όποια δέν είχαν απλώς «λατινογενείς» επιδράσεις άλλά έξ ίσου γοτθικές καί υπήρχαν σάν αυτοτελείς διαστάσεις τοΰ μεσο γειακού πολιτισμοΰ, δέν ήταν δυνατόν νά ξερριζωθοΰν, παρεδώθηκαν στό πΰρ τό εξώτερον. Οί σεισμοί υπήρξαν μιά έπί πλέον πρόφαση. Δέν μιλούμε έδώ γιά «περιουσιακές» καταστροφές (τελικώς τούς πύργους τής Μάνης τούς έσωσαν οί Γερμανοί καί τά «αρχοντικά» τοΰ Πηλίου ό νεοπλουτισμός τών «άνελθόντων» τών Αθηνών), άλλά γιά καταστροφές πολιτιστικών θη σαυρών πού δέν είναι δυνατόν νά ξαναγίνουν. Καί τό βιολί συνεχίζεται" δλο τό πάν ή ομοιομορφία (γιά τήν «πλειοψηφία»...). Βέβαια υπάρχει τρόπος ή ελλαδική μας κάψα νά άλλάξη νοοτροπία μέ τά πολιτιστικά απομεινάρια — καί θά τόν ποΰμε πιό κάτω, έστω.καί σάν προσφορά άνταποδόσεως (πρώτα στόν εαυτό της) —, άλλά βλέπομε ήδη τόν... Μακρυγιαννισμό άναπεπταμένον. Παρ" δλον τοΰτο όφείλομεν νά τόν ποΰμε. Οί μικρολεξοΰλες λοιπόν στό Σύνταγμα καί τά «διατάγματα» έχουν τεράστιο κοινωνικό περιεχόμενο καί χωρίς τήν ίστορική αίσθηση έπ' αυτών τών πραγμάτων είναι αδύνατο νά κατανοηθή ό,τιδήποτε άπό τήν συνταγματική μας ίστορία. Ιδίως, πώς συμβαίνει μέσα σέ ελάχιστο χρονικό διάστημα τό «Petitionsrecht» άπό πραγματικό «δικαίωμα αναφοράς» νά μεταβάλλεται στά ελλη νικά Συντάγματα σέ διοικητική απαγορευτική άρχή. Καί ή τακτική αυτή, πού είναι καί ή αποκλειστική αίτία τής πολιτικής μας κακοδαιμονίας μέχρι σήμερα, έστήριξε μέν τήν απεγνωσμένη ύπαρξη ενός ελληνικού κράτους διά τοΰ πλήρους διαχωρισμού Βουλής καί Κοινωνίας, έμείωσε δμως ώς τό πλήρες μηδέν κάθε ίστορική οντότητα τοΰ "Ελληνισμού. Οί συνταγματικές διαμορφώσεις τοΰ «δικαιώματος τού άναφέρεσθαυ> είναι ό μέσω τής Διοί κησης θωρακισμός τής Βουλής ώς Χούντας. Καί είναι σύμπτωμα δλων τών τριτοκοσμικών χωρών. Συνεπώς καί νά θέλουν οί «πατέρες τοΰ έθνους» μας νά Ισχυρισθούν κάτι άλλο, τούς τό αποκλείει ή ίδια ή τρέχουσα ίστορία... Ό "Οθωνας βέβαια ήξερε πολύ καλά τά «έθιμα» γιά τά διατάγματα του και 134
ήξερε επίσης πολύ καλά καί τις προθέσεις τής «Δημοκρατίας» μέ τό «Σύ νταγμα» (θά τά ίδοΰμε πιό κάτω μέ νούμερα), "Αμέσως λοιπόν ξεχωρίζει κατά άπαγορευτικήν σημασία στό Σύνταγμα τό «δικαίωμα τοΰ άναφέρεσθαυ> στά δύο συστατικά του: τό πολιτικό δικαίωμα διά τοΰ άρθρου 50 στό «Περί Βουλής και Γερουσίας» κεφάλαιο και τό ατομικό διά τοΰ άρθρου 7 στό περί «Δημοσίου Δικαίου τών Ελλήνων». Ό νομικίστικος δρος «δη μόσιο δίκαιο» είναι αυτό πού λέμε σέ απλούστερη γλώσσα «ατομικές ελευ θερίες» ή «ανθρώπινα δικαιώματα». *Από έδώ καί πέρα αυτά δέν θά είχαν νά κάνουν μέ τήν «εξουσία», άλλά μόνο μέ τήν Διοίκηση. Άπό τήν άποψη τοΰ "Οθωνα, καί μέσα στίς συνθήκες πού είδαμε (καί πού θά ίδοΰμε), ή τέτοια τροπή τών πραγμάτων ήταν αναγκαία. Μέ τό ενδιάμεσο τής Διοί κησης καί όχι τής άμεσου επαφής μέ τήν «εξουσία», θά αποφεύγονταν οί επαναστάσεις κάθε τρεις καί λίγο (καί θά ίδοΰμε πόσες ακριβώς έγιναν). "Εκτοτε Ομως αυτή ή «μπάρα» έμεινε μονίμως, μεταβάλλοντας καί ύπό άβασίλευτον καθεστώς τήν Βουλή σέ... ψηφοκρατία, ήγουν σάν μιά μόνιμη κοινοβουλευτική δικτατορία. Τό μικτό λοιπόν «δικαίωμα τοϋ άναφέρεσθαι» (πολιτικό καί ατομικό), πού τό Σύνταγμα τής "Επιδαύρου είχε αδιαφορο ποίητο — κατ * ανάληψη άπό ξένες διατάξεις, Οπου αυτό έφέρετο έξ ίσου αδιαφοροποίητο μέ μακρά προϊστορία (Cahiers de Doleance) —, ό "Οθωνας έν δψει τών χατζαριών τοΰ Παλαμήδη αναγκάσθηκε νά χωρίση στά συστα τικά του (καί πιθανόν σ' αυτό νά προηγούμεθα πολλών κρατών δέν μπο ρέσαμε δυστυχώς νά βρούμε σχετική ίστορική εργασία). Διά τοΰ άρθρου 50 σκοπεΐται ή προληπτική αντιμετώπιση ληστανταρσίας στήν Βουλή: «Ουδείς αυτόκλητος εμφανίζεται ενώπιον τής Βουλής ή τής Γερουσίας». Άρα και ουδέν «πρωτοπαλλήκαρο» με τούς οπλοφόρους συντρόφους του... Καί διά τοΰ άρθρου 7 κατοχυροΰται πάλι απαγορευτικά τό ατομικό δικαίω μα αναφοράς; «"Εκαστος (θά ίδοΰμε αμέσως πιό κάτω τΐ ακριβώς αυτή ή λέξη κρύβει), ή καί πολλοί όμοΰ έχουσι τό δικαίωμα νά άναφέρωνται εγ γράφως εις τάς αρχάς, τηροΰντες τούς νόμους τοΰ κράτους». Ή απαγόρευ ση σ' αυτό είναι διπλή: «τηροΰντες τούς νόμους τοΰ κράτους» — πού έπρεπε πρώτα νά τούς ξέρουν (και δέν ήσαν Ολοι γραμματισμένοι τότε) — καί έπειτα καί πάλι όχι «αυτοκλήτως», δηλαδή εγγράφως καί παρωπλισμένοι. Πρίν δμως αναφερθούμε άναλυτικώτερα στήν λειτουργία αυτής τής «συ νταγματικής ρύθμισης», χρειάζεται νά ίδοΰμε πώς «ύποστασιοποιήθηκε» στήν πράξη έκ μέρους τοΰ κράτους αυτό τό πρός τήν Διοίκηση ατομικό «δικαίωμα αναφοράς»: μετεβλήθη σέ πηγή εσόδου γιά τόν κρατικό προϋπο λογισμό, δηλαδή σέ «χαρτόσημο»! «Τοΰ φιλελευθέρου τούτου θεσμοΰ, πα ρατηρεί ό "Ιδρωμένος (έ.ά., σελ. 64), πολλάκις παρ' ήμΐν έγένετο χρήσις, 135
ίδία έν έχει 1874 κατά της αντισυνταγματικής πορείας τής κυβερνήσεως Δ. Βούλγαρη». Καί συμπληρώνει: «Κατά τόν νόμον περί Χαρτοσήμου, πάσα αναφορά πρός αρχήν τινά τοϋ Κράτους πλήν τών δικαστικών υπόκειται είς τέλος λεπτών πεντήκοντα κατά φύλλον. 'Αλλά κατά τάς οδηγίας τοΰ Υ πουργείου τών Οικονομικών διηυκρινήθη ότι είς τό τέλος χαρτοσήμου υπάγονται άναφοραί όρώσαι Ιδιωτικά, ουχί δημόσια συμφέροντα». Μετά τήν λεπτομέρεια πού παρετηρήσαμε στήν σχετική διάταξη μεταξύ τών συνταγμάτων "Επιδαύρου καί Τροιζήνος, καταλαβαίνομε, καί άπό τήν ίδια τήν φιλοσοφική διατομή μεταξύ άτομικοΰ καί δημοσίου συμφέροντος (ο ρισμοί ακόμη δέν υπάρχουν), ποιό μέγεθος διοικητικής αυθαιρεσίας είς βάρος τοΰ αναφερομένου υίοθετοΰσε ή ασάφεια τών «οδηγιών» τοΰ υπουρ γείου οικονομικών. Ό «προϋπολογισμός» τότε, δπως καί πάντα στήν Ε λ λάδα, ήταν τό προέχον καί ακριβώς ώς πρός τήν ψήφιση του άπό τήν κυβέρνηση Βούλγαρη έγένονταν οί διαμαρτυρίες. Τά πράγματα ήσαν καί πρό ενός αιώνος (1874) πολύ επίκαιρα, ή μάλλον ακριβώς τά ίδια. Ό Βούλ γαρης, ώς μόνην πλειοψηφία στήν Βουλή γιά τήν ψήφιση τοϋ προϋπολογισμοΰ, έθεωροΰσε τόν γαμπρό του, τρεις δεσποτάδες πού έδημιούργησαν τά «Σιμωνιακά» καί μερικούς βουλευτές πού ό κόσμος ώνόμασε «στηλϊτες». "Οταν γιά τήν «πλειοψηφία» ώρκισε βουλευτές τών Οποίων ούτε κάν είχε έπικυρωθή ή εκλογή, ό κόσμος καί οί φοιτητές πετάχθηκαν στους δρόμους. Τότε ακριβώς τραυματίσθηκε καί ό επτανήσιος πολιτευτής Ρόκκος Χοϊδάς, εισαγγελέας 'Εφετών ακόμη, στόν αγώνα του κατά τής φαυλοκρατίας (αρ γότερα αυτοκτόνησε, κατά λάθος ή έκ προθέσεως, στήν φυλακή..,). Τά σκάνδαλα στόν Τύπο ευρίσκονταν στήν ημερησία διάταξη.' Ο γαμπρός τοϋ Βούλγαρη υπουργός Νικολόπουλος, πρώην δικαστικός, καί ό υπουργός Βαλασόπουλος είχαν πάρει χρήματα, προκειμένου νά προχειρίσουν μέσφ τής * Ιεράς Συνόδου πρόσωπα τελείως ακατάλληλα γιά τίς επισκοπές Πα τρών, Κεφαλληνίας καί Μεσσηνίας. Ύστερ' άπό δλ* αυτά ό βασιληάς έδιωξε τήν Κυβέρνηση Βούλγαρη. Αργότερα έπί κυβερνήσεως Κουμουν δούρου (15 Όκτ. 1875) αμέσως έμπήκε ή διαδικασία τής «κάθαρσης» γιά τά σκάνδαλα τοΰ Βούλγαρη. Οί υπουργοί πού πήραν τά λεφτά έμπήκαν φυλακή, οί δεσποτάδες έπλήρωσαν διπλάσια πρόστιμα τών δσων είχαν πληρώσει ώς δωροδοκία καί λίγο αργότερα είσήγετο σέ δίκη ολόκληρη ή κυβέρνηση τοΰ Βούλγαρη. Σιγά-σιγά βέβαια τά πράγματα ατόνησαν, δπως ήταν φυσικό, μιά καί ή προεξάρχουσα κοινωνική δύναμη ήταν καθώς εξη γήσαμε ό μακρυγιαννισμός πού παραμένει ώς σήμερα (τότε έγραψε καί ό Τρικούπης τό «Τις πταίει;»). Εκείνο δμως πού έχει σημασία άπό «συνταγ ματικής» απόψεως ώς πρός τις «ερμηνείες)), ήταν δτι όπερ τοΟ Βούλγαρη διετέθη ό καθηγητής Ν. I. Σαρίπολος, κρίνοντας δτι ορθώς ή κυβέρνηση 136
Βούλγαρη «ερμήνευε)) τό άρθρ. 56 τοΰ Συντάγματος. Εναντίον τοΰ καθη γητή διετέθη τότε δλη ή νομική σχολή διά γνωμοδοτήσεως τής 11/4/75, ή όποια ώθησε τούς φοιτητές σέ εξέγερση είς βάρος τοΰ Σαρίπολου, καί ό καθηγητής παραιτήθηκε. Δέν λέμε βέβαια δτι ό σοφός συνταγματολόγος προσπαθοΰσε νά καλύψη τούς υπουργούς τοϋ Βούλγαρη. Λέμε τί κάνουν οί «ερμηνείες». "Αν βάζαμε καί σήμερα τόν Σαρίπολο νά μας έξηγήση τούς λόγους του, θά μποροΰσε νά μάς γράψη άλλους δέκα τόμους «συνταγμα τικής θεωρίας», διά τών οποίων νά άπεδεικνύετο ή γνώμη του θεωρητικώς άψογος. Δέν είναι ή θεωρία τοΰ Σαρίπολου πού δέν συμβάδιζε μέ τήν πράξη· ήταν ή πράξη πού δέν συμβάδιζε με τήν θεωρία τοΰ Σαρίπολου. Τοΰτο τό γενικώτερα δικαιακώς άσύμβατον μεταξύ «θεωρίας» και «πρά ξεως» θά γίνη τό κρατικό μας χαρακτηριστικό... Άν λοιπόν οί «ερμηνείες» περί τής «συνταγματικότητος» τής άντισυνταγματικότητος τοΰ έλληνικοΰ Συντάγματος όδηγοΰν έναν Σαρίπολο σέ τέ τοιες καταστάσεις — καί συζητούμε γιά τόν ιδρυτή τής συνταγματικής επιστήμης στήν Ελλάδα —, καθένας μπορεί νά φαντασθη τί γίνεται μέ τήν «αρμοδιότητα» περί συνταγματικότητος ποΰ αναγνωρίζει τό Σύνταγμα στους ειρηνοδίκες τών πρωτοδικείων καί τούς κλητήρες τών ειρηνοδι κείων. Και τί γίνεται ή τί γινόταν μέ τίς «ερμηνείες» τών γραφέων τών διαφόρων υπηρεσιών, προκειμένου νά «κρίνουν» κατά τίς υποδείξεις τοΰ υπουργείου καί νά χαρτοσημάνουν τήν αίτηση... Μποροΰμε λοιπόν νά ποΰμε δτι ουδέποτε ίσχυσε — καί ουτε τώρα ίσχύει — τό «δικαίωμα αναφοράς» στήν 'Ελλάδα, Δυστυχώς τά βιβλία συνταγματικοΰ δικαίου δέν μάς λένε πώς καί γιατί τό έδ. ια' τοΰ Συντάγματος τής "Επιδαύρου χωρίζεται στά άρθρα 7 καί 50 τοΰ Συντάγματος τοϋ "Οθωνος (πρβλ. τά σημερινά 10 καί 69). Χωρίς δμως τίς ιστορικές λεπτομέρειες γιά τίς «ανεπαίσθητες μεταβολές» τών συνταγματικών πραγμάτων, είναι αδύνα το νά κατανοηθή ό,τιδήποτε άπό τήν συνταγματική ιστορία τής Ελλάδος καί ίδιαίτερα γιά τήν θεμελιώδη λειτουργία αυτών τών δύο διατάξεων στήν πολιτική ζωή. Μ' αυτές ακριβώς κόβεται μέσφ τής Διοίκησης ή σχέση μεταξύ Βουλής καί Κοινωνίας, δίπλα άπό τό κράτος λειτουργεί μονίμως τό παρακράτος, δίπλα άπό τήν οικονομία μονίμως ή παραοικονομία, δίπλα άπό τήν παιδεία ή παραπαιδεία κ,ο.κ. "Ολα διπλά και διχασμένα έξ υπο στάσεως. Οί διατάξεις αυτές λειτουργούν ώς νόμοι διχασμοΰ μεταξύ κρα τικής βιτρίνας καί πραγματικότητος, ώς σύμπτωμα μιας μόνιμης κοινωνι κής παθολογίας. Γι* αυτό καί καθόλου τυχαίο δέν είναι πού τό «άναφέρε σθαι» στήν ίδια τήν νομική ορολογία εκφράζεται μέ συνειρμικές εκφράσεις 137
παθολογικής Ιατρικής καί δουλικού ελέους («αϊτηση θεραπείας», «χαριστι κή προσφυγή», βλ. Πρ. Δαγτόγλου: «Γενικό διοικητικό δίκαιο», τεΰχ. α', 1977, σελ. 222). Κάπως άλλοιως δέν θάταν δυνατό. Καί ώς πρός τό πολιτικό του μέρος, εξηγήσαμε πρίν ότι τό «δικαίωμα τοΰ άναφέρεσθαυ) δέν είναι δυνατόν τεχνικά νά ίσχύη στόν τόπο.μας. Οί αλλοδαποί, οί καταδικασμένοι καί γενικά όσοι δέν έχουν πολιτικά δικαιώ ματα στόν τόπο μας ούτε βουλευτή μποροΰν (ή δικαιοΰνται) νά βρουν, ούτε νά προσπεράσουν τά συντάγματα χωροφυλάκων, πού κλείνουν .μονίμως όλες τίς είσόδους τής Βουλής, γιά νά φθάσουν ώς τό «Προεδρεΐον». Ή ελληνική Βουλή είναι ή μόνη πού έχομε δει ώς τά σήμερα, ή οποία γιά τήν λειτουργία της απαιτεί γύρω^νύρω άπό τό κτήριο ταξιαρχίες ολόκληρες μηχανοκινήτων τής Χωροφυλακής καί τής Αστυνομίας. Καί άν σκεφθούμε τίς αίτιες τοΰ "Οθωνα γιά τό άρθρ. 50 καί έπί πλέον τό γεγονός, ότι οί φοβίες τοΰ "Οθωνα ουδέποτε έπαψαν υφιστάμενες έως καί προχουντικά ποΰ ή Βουλή κατελήφθη, έννοοΰμε απόλυτα τόν διχασμό καί δλα τά προηγού μενα. Έχομε δηλαδή μιά μόνιμη πολιτική καί κοινωνική κατάσταση Ιστο ρικής διαρκείας. Ή «πρόνοια» λοιπόν τοΰ "Οθωνα γιά τούς πιστολέρος τοΰ καιροΰ του, έγινε σύν τω χρόνω προνόμιο γιά τήν Βουλή, πού δέν τήν επιβαρύνει στό παραμικρό. Απόδειξη τά μηχανοκίνητα. Μήπως δμως Ι σχύει τό «άναφέρεσθαι» ώς ατομικό δικαίωμα ώς πρός τήν Διοίκηση; Έδω πάλι μας τά χαλάει ή λέξη «έκαστος». (Βλ. νϋν άρθρ. 10). Τί ημιτελής κατά νόημα καί σαφήνεια είναι αυτή ή λέξη; «Έκαστος», τί έκαστος; Έκαστος πολίτης; Έκαστος Έλληνας; Έκαστος χριστιανός, ημεδαπός ή ξένος; Έ καστος έκ τών εγκλεισμένων κάθε φορά στό κράτος ή καί τών Ελλήνων πού ήσαν έκτος καί είχαν άλλες υπηκοότητες; (Αυτοί μπορούσαν νά προ βάλουν καί Λυτρωτικές» αναφορές πρός τήν Κυβέρνηση, δηλ. νά δημιουρ γήσουν προβλήματα στίς διεθνείς σχέσεις, έφ' δσον συμπεριελαμβάνοντο στό «έκαστος»). «Καθένας» καί «καθείς» λένε τά πρώτα συντάγματα, «έκα στος» τό τοΰ "Οθωνα. Άλλά τίποτε άλλο δεν μπορούσε νά μπή τότε σάν συμπλήρωμα. Είναι άκρως χαρακτηριστικό ένα φαινόμενο στίς εξηγήσεις τών ελληνικών Συνταγμάτων: δταν πρόκειται γιά νομικίστικης φύσεως δια τάξεις, οί εξηγητές συγκρίνουν εύκολα με τίς διατάξεις άλλων χωρών, δπως Γαλλίας ή Αγγλίας. Όταν δμως αντιμετωπίζουν αφηρημένες Ιδιότητες πού έχουν νά κάνουν μέ τίς έννοιες «λαός» καί «έθνος», τότε οί παραλλη λισμοί καί οί συγκρίσεις επιδιώκονται μέ τό Βελγικό ή Ελβετικό Σύνταγ μα. Καθόλου βέβαια τυχαία. Διότι ή Ελλάδα — καί αυτή ή συζήτηση διαρκεί ώς σήμερα στίς συνταγματικές επεξεργασίες — ούτε "Εθνος ήταν, ούτε Λαό είχε. Λαό μέν δέν είχε, γιατί οί μέν γηγενείς ήταν ένα μίγμα άλβανοελληνοσλαβισμού καί Τούρκων, ένφ διαρκώς συνέρρεαν νέοι, Έ138
θνος δέ όχι, καθ' δ πρώην Αυτοκρατορία. Μποροΰμε νά ποΰμε «Έθνος», τήν Αγγλική Κοινοπολιτεία; Υπάρχει ένας ενιαίος πολιτιστικός φορέας, άλλά «έθνος» δέν υπάρχει. Έπειτα, είδικά ή Ελλάδα, προήρχετο άπό ένα χώρο τής πρώην οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στήν οποίαν ίσχυε τό καθε στώς τών διομολογήσεων, καί πολλοί ξένοι ήσαν αξιωματούχοι τοϋ οθω μανικού στρατοΰ. Ανάλογες καταστάσεις επικρατούσαν καί στήν τότε Ελλάδα. Αυτές δμως ήταν αδύνατο νά διατυπωθοΰν μέ ακρίβεια σέ συνταγ ματικούς κανόνες, καθ δ διαρκώς μεταβλητές. Τό «έκαστος» λοιπόν δέν μποροΰσε νά έχη κανένα γραμματικό υποκείμενο, διότι δέν είχε καί κανένα στήν πράξη. Έπρεπε νά μείνη έτσι μετέωρο καί νά συνέχιση νά ύπάρχη σάν τέτοιο ώς τά σήμερα. Ή ίδιότης τοΰ «Έλληνος» έπρεπε νά καθορισθή μέ νόμους (!), δπως καθωρίσθηκε καί αυτή τής «εθνικής συνείδησης» διά διατάγματος. Πράγματι αυτή είναι ή «τροποποίηση» τοΰ άρθρ. 3 κατά τό 1864: τά διά νόμου «χαρακτηριστικά τοΰ πολίτου», πού έλεγε τό Σύνταγμα τοΰ 1844, γίνονται τώρα «προσόντα». «Χαρακτηριστικό» είναι κάτι τό παραμόνιμο, ένφ «προσόν» θέμα γραφειοκρατικής τυπικότητος... 1
1
Πρέπει νά διευκρινήσωμε, δτι, θεωρητικά, όλες οί διατάξεις πού έχουν νά κάνουν μέ αφηρημένα νοήματα (ίσότης, ελευθερία κ,λπ.) δέν είναι με ταξύ τους ξεκομμένες, άλλά συνδέονται αναγκαστικά άπό τήν ίδια τήν φύση τών νοημάτων. Ακριβώς σ* αυτά τά νοήματα εμφανίζεται ή διάκριση μεταξύ «ατομικού» καί «πολιτικού» δικαιώματος, διότι κατά τούς φιλοσο φικούς ορισμούς (Χόμπς, Διαφωτιστές, Κάντ κ,λπ.) δριον τοΰ «άτομικοΰ» δικαιώματος είναι τό «πολιτικόν» δικαίωμα (ή ελευθερία ενός φθάνει έως έκεΐ πού δέν παρακωλύει τό αντίστοιχο δικαίωμα γιά τούς άλλους). Τό «δικαίωμα τοΰ άναφέρεσθαυ> λ,χ. συνδέεται μέ τό δικαίωμα ελεύθερης έκ φρασης γνώμης, μέ εκείνο τής ελευθερίας τοΰ Τύπου (πού είναι άλλο πράγ μα), αυτά πάλι μέ εκείνο τοΰ «συνέρχεσθαι» (αυτό προέρχεται άπό τίς με σαιωνικές συντεχνίες (Zunft), οί όποιες, σάν τεχνικά σωματεία, είχαν άναγκαΐως καί πνευματικήν υπόσταση (νόου χάου)· τό δικαίωμα αυτό, ώς κα θαρά πολιτικό καί εύκολα μετατρεπόμενο σέ επαναστατική άρχή, είχε πε ριπέτειες στήν νεώτερη ευρωπαϊκή ίστορία. Καί φυσικά οΰτε λόγος γι' αυτό στό σύνταγμα τήν εποχή τής κουμπουροκρατίας τοΰ "Οθωνα...), μέ τό δικαίωμα «ίσότητος» έναντι τών νόμων κ.λπ. "Οταν μία άπό αυτές τίς δια τάξεις πάσχη, πάσχουν καί δλες οί άλλες πού έχουν νά κάνουν μέ τά ίδια νοήματα, Οί αφηρημένες έννοιες περί «δικαιωμάτων» παρουσιάσθηκαν όντως προ βληματικές σ' εμάς, σχετικά μέ τούς καθορισμούς «Έλληνος» και «πολί του», στό άρθρο 3 περί νομικής καί πολιτειακής ίσότητος, τοΰ όποιου συνέπεια είναι τό τοΰ «άναφέρεσθαυ> (δπως καί αυτό εκείνου). «Διάφορος, 139
είναι ή έννοια τών έν τφ άρθρω δρων Έλληνος· καί πολίτου», αναφέρει ό Ιδρωμένος στό προαναφερθέν βιβλίο του (σελ. 34). Τό «Έλλην» είναι προσωπικό δικαίωμα καθ δ «έθνικόν» (στό βαθμό πού τό καταλαβαίνει κανένας είναι), ένφ τό «πολίτης» είναι συλλογικό τέτοιο, δηλ. «πολιτεια κό», επειδή έχει νά κάνη καί μέ τούς άλλους. Άρα λοιπόν στό «περί ίσότητος» άρθρο καί μέσα στίς κοινωνικές συνθήκες τού τότε («αύτόχθονες-έτερόχθονες»), ή διαφορά θά έφαίνετο. Καί ή μέν ίδιότης τοΰ «Έλληνος» θά μποροΰσε νά καθορισθή μέ νόμους, καθότι ατομική, ή δέ τού «πολίτη», δηλαδή τό καθ* εαυτό εσωτερικό κοινωνικό πρόβλημα, θά έμενε διά παντός άλυτο μετατρεπόμενο απλώς σέ κυβερνητικές πλειοψη φίες, Μιά καί ή έννοια «Έλλην» υπήρξε ανέκαθεν έννοια «διασποράς», τό αυτό πρόβλημα υπάρχει καί σήμερα: υπάρχουν περισσότεροι «Έλληνες» στό εξωτερικό πού δέν είναι «πολίτες» (γιατί έτσι άν ψήφιζαν θά κατηργεϊτο αυτομάτως πδσα έννοια «εθνικής κυριαρχίας» γιά τήν Ελλάδα...). Ή σύγχρονη έννοια τοΰ «Έλληνος» γι' αυτούς είναι καθαρώς συναλλαγμα τική, τής Ιδιότητος των μάλιστα καί συνταγματικώς κατοχυρωμένης ώς πρός τήν «μητέρα πατρίδα» (μέσω τών παπάδων, βλ. άρθρ. 108). Ή έννοια τής «μητρός» τήν εποχή τοΰ "Οθωνα ήταν ακόμα πιό μπερδεμένη άπ' δ,τι σήμερα, διότι υπήρχε ή ερεθιστική αίσθηση γιά τούς αυτόχθονες τών «ε θνικών ευεργετών», πού θά ίδοΰμε αναλυτικότερα πιό κάτω. 1
Αότά πρός στιγμήν ώς πρός τίς δυσκολίες τής πρώτης μόνο λέξεως τοΰ νΰν άρθρου 10. Ή πονηρή λεξούλα «έκαστος» λύνει — υποτίθεται — καί τό πρόβλημα «αναφοράς» τών αλλοδαπών στόν τόπο μας, μεταβάλλοντας το δμως σέ «άτομικόν» ώς πρός τήν Διοίκηση. Ένας Όλλανδός π.χ. δέν έχει ποΰ νά «άναφερθή», βάσει τοΰ άρθρ. 5, § 2, άν ίδή νά καταστρατηγούνται σέ μιά περίπτωση τά «ανθρώπινα δικαιώματα» μιας φιλιππινέζας υπηρέ τριας. Τοΰ μένει μόνο ό ΟΗΕ, διότι δλη ή ελληνική Διοίκηση είναι αναρ μόδια (βλ. κατωτέρω) γιά κάτι τέτοιο. Άλλά μέ νομικίστικες μεθόδους και «ερμηνείες» δέν γίνεται βέβαια κανένας «ευρωπαίος» καί ούτε καμμιά ου σιώδη διασύνδεση αποκτά μέ τήν διεθνή κοινωνία κρατών. Ή διαφορά μεταξύ «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» καί «δικαιώματος τοΰ άναφέρεσθαι» εί ναι δση ακριβώς καί ή απόσταση Ηλίου καί Γής. Γιατί τό μέν «άναφέρεσθαυ> είναι θέμα... Δικονομίας, τά δέ άλλα θέματα τής ίστορίας καί τών φιλοσόφων, Τό βλέπομε: οσάκις ή διά τοΰ Συντάγματος εκφραζόμενη α πηρχαιωμένη κοινωνική μας κατάσταση τυχαίνει νά έρθη σέ επαφή μέ νοήματα, αμέσως δημιουργείται τερατογένεση καί αμέσως παρίσταται πρό βλημα <ίέπιτροπών» καί «ερμηνειών». Τό άπηρχαιωμένον τοΰ πράγματος, έν αντιθέσει πρός ξένα σύγχρονα Συντάγματα, συνίσταται ακριβώς στήν διά140
σπαση τοϋ «Petitionsrecht» σέ δύο συνταγματικά άρθρα γιά τούς λόγους πού εξηγήσαμε. Τήν μόνη φορά ποΰ ίσχυσε τό «Petitionsrecht» χωρίς διατυπώ σεις στήν Ελλάδα, ήταν τό 1863 ποϋ τό ελληνικό στέμμα είχε βγει στόν πλειστηριασμό: ένας αμερικανός τουρίστας, ονόματι Φούγκ, κάνει άπ' ευ θείας αναφορά στήν έλλ. Βουλή νά έκλεγή βασιλεύς τής Ελλάδος! Πώς τώρα τό «πρός τήν Διοίκηση» τέτοιο τροποποιείται άπό τήν εποχή τοϋ "Οθωνα διά τοΰ Συντάγματος τοϋ 1911, γιά νά φθάσωμε στήν (άπό τήν Χούντα εΐλημμένη) σημερινή διατύπωση τής «ήτιολογημένης απαντή σεως» τοΰ άρθρου 10, είναι θέματα πού δέν μποροΰν νά μδς απασχολήσουν έδώ παραπέρα. Αυτό πού μας ενδιαφέρει νά ίδοΰμε είναι, δτι κατά πράξη ούτε τέτοιο δικαίωμα υφίσταται. Ιδίως δέ, πώς διά τής μεταχουντικής προ σθήκης τής § 3 ή Βουλή ανακηρύσσεται καί συνταγματικώς μιά διοικητικώς ώχυρωμένη Χούντα. "Η διάταξη περί «διώξεως τοΰ υποβάλλοντος τήν άναφοράν διά τυχόν έν αυτή υπάρχουσας παραβάσεις» έμπήκε στό Σύνταγ μα τοΰ 1911, εξηγεί ό καθηγητής Κων/ νος Γεωργόπουλος (βλ. «Έλληνικόν συνταγματικόν δίκαιον», τεΰχ. Γ', 1970, σελ. 166), «πρός προστασίαν τοϋ αναφερομένου», δεδομένου δτι ύπό τό πρόσχημα, δτι τό περιεχόμενο της αναφοράς συνιστοϋσε παράβαση νόμων (π.χ. υβριστικό), μπορούσε ή άρχή νά μήν απάντηση. Αυτό συνέβαινε παληότερα καί άλλου. Πολύ περισσό τερο βέβαια, θεωρητικά, υφίσταται ή υποχρέωση τής αρχής πρός απάντη ση μέ τήν προσθήκη τοϋ Ανδρουτσόπουλου περί «ήτιολογημένης απαντή σεως». Είναι δμως ακριβώς έτσι τά πράγματα, τουλάχιστον κατά θεωρΐαν; "Αν δεν υπήρχαν οί λόγοι τής διοικητικής αυθαιρεσίας πού επέβαλαν τήν διάταξη τοΰ 1911 καί ή δαιδαλώδης ελληνική διοικητική νομοθεσία, θά μποροΰσε ίσως κανείς μή γηγενής νά τό ύποθέση. Κατά πράξη τά πράγματα ουδόλως είναι έτσι: ή υποχρέωση τής αρχής υφίσταται, έφ * δσον αυτή κρίνει έαυτήν αρμοδία γιά απάντηση. Έ φ ' δσον κάτι τέτοιο δέν τό κρίνει — καί είναι προφανώς αδύνατο νά τό κρίνη μέσα στόν ελληνικό γραφειο κρατικό πολύποδα χωρίς δικηγόρο (ήγουν... «τρέχα γύρευε») —, ή αναφορά «ούδεμίαν δημιουργεί δΓ αυτήν ύποχρέωσιν ή συνέπειαν, ουδέ καν τήν ύποχρέωσιν δπως διαβίβαση τήν τοιαύτην άναφοράν είς τήν κατά νόμον άρμοδίαν έπ' αυτής αρχήν» (Κ. Γεωργοπούλου, έ.ά„ σελ. 165-6). Ασφα λώς* μιά υπηρεσία δέν μπορεί νά έπιβαρύνη τόν προϋπολογισμό της μέ τό νά διαβιβάζη άσχετες πρός αυτήν αναφορές. Θά ίδοΰμε δμως περιπτώσεις στό βιβλίο τοΰτο, ποϋ οί αρχές είναι απολύτως αρμόδιες πρός απάντηση, καθ' δ μοναδικές, ωστόσο δμως κρίνουν εαυτές αναρμόδιες διά τής σιω πής... Καί διά τής προστεθείσης μεταχουντικά § 3, δπου οί αρχές υποχρεού νται ν' άπαντοΰν μόνον «έφ' δσον τοΰτο προβλέπεται ύπό τοΰ νόμου», ή μόνη «αρμοδιότητα» τών δημοσίων υπηρεσιών συλλήβδην γίνεται ή σιω141
πή. Ή παράγραφος αυτή έξυπονοεΐ βέβαια ένα «αμυντικό» δικαίωμα τοϋ Κράτους. Άν π,χ. κάποιος ζητήση νά μάθη πόσους πυραύλους εκτοξεύει ή "Ελλάδα ετησίως στό διάστημα γιά επιστημονικούς σκοπούς, μπορεί ή υπηρεσία νά μήν απάντηση διότι προδίδει «κρατικό μυστικό». Είναι επίσης δυνατόν τό υπουργείο συγκοινωνιών π.χ. ν' άρνηθή ν' απάντηση ποιος είναι ό κάτοχος ενός αυτοκινήτου πού χτύπησε κάποιον στόν δρόμο καί τόν εγκατέλειψε, έφ' όσον υπάρχει τό νούμερο, διότι δέν έχει προηγηθή ή αστυνομική έρευνα (άν λ,χ. τό αυτοκίνητο ήταν κλεμμένο) καί μπορεί σκέτη ή πληροφορία νά βλάψη τόν κάτοχο (π.χ. δυσφήμιση). "Οχι δμως επειδή δέν υπάρχει ειδικός νόμος γιά τήν συγκεκριμένη περίπτωση μέ τό δνομα τοΰ παθόντος! Ή § 3 δέν ένεργεΐ ανασχετικά μόνο ώς πρός τόν αναφερόμενο, ό όποιος, μήν ξέροντας άν ύπάρχη κάν νόμος γιά τήν περί πτωση καί πώς αυτός υπάρχει, δέν μπορεί νά προσμέτρηση καί τό μέγεθος τής ενδεχομένης «δίωξης», άλλά καί ώς πρός τόν υπάλληλο ή τόν Δ/ντή, ό όποιος δέν θά ξέρη άν ύπάρχη νόμος πού νά τόν ύποχρεώνη γιά τήν συγκεκριμένη ιδιάζουσα περίπτωση. Καί φυσικά τό καλύτερο καί απλού στερο είναι νά μήν άπαντα καμμιά υπηρεσία. Ή άκρη διά τών έν συνεχεία «ερμηνειών» μπορεί νά βρεθή ίσως, μά είναι ακριβώς τότε ποΰ καί τό Σύνταγμα μεταβάλλεται σέ «ερμηνευτική» πατσαβούρα ώς πρός τό «Δημό σιο Δίκαιο». Τό Σύνταγμα, ώς «καταστατικός χάρτης» καί γενικώτατος νόμος, οφείλει κατ' ανάγκην νά είναι στις «ερμηνείες» του άπλό — δηλαδή ό δυνατόν απλούστερος καί κατανοητότερος άπό Ολους νόμος. Άλλά, δ πως είδαμε, τό δικό μας Σύνταγμα οΰτε κάν στίς λέξεις του δέν μπορεί νά είναι τέτοιο. Στίς «εισηγητικές εκθέσεις» γιά τό Σύνταγμα τοΰ 1975 δέν υπήρξε καιρός ώς πρός τίς διατάξεις αυτές. "Έγιναν οί συγκολλήσεις καί οί μικροεπισκευές δίκην αγορανομικού κώδικα καί δλη ή προσοχή έδόθη κε — άν προσέξη κανείς — στά περί Βουλής, περί Προέδρου τής Βουλής, περί Προέδρου, περί αρμοδιοτήτων τοΰ Προέδρου, περί εκλογής τοϋ Προέ δρου, περί κανονισμού τής Βουλής κ,λπ. Καί εύνοήτως: μέριμνα έχρειάζετο γιά τό ξαναστήσιμο τών πραγμάτων πού «έκλόνισε» ή Χούντα. Τά περί «Δημοσίου Δικαίου» δέν έπαθαν καμμιά ζημιά, γιατί οΰτε καί πρίν τήν Χούντα υπήρχαν «ανθρώπινα δικαιώματα». Αυτά θά ήσαν θέμα απλών συ γκολλήσεων καί «ερμηνειών». Νά ποΰμε δη οί διοικητικές συνθήκες πού επέβαλαν τήν «αναθεώρηση» τοΰ 1911 ώς πρός τό «άναφέρεσθαυ> ήρθησαν στό μεταξύ, μας τό απαγο ρεύει ή υπανάπτυξη τοϋ ελληνικού χώρου. Τελικώς τά περί «αναφοράς» είναι πολύ άπλα: μιά αναφορά γιά δ,τιδήποτε δέν πρέπει να πληροί, είμή τίς ίδιες συνθήκες πού πρέπει νά πληροί καί μιά διαμαρτυρία στις εφημε ρίδες: ξερή περιγραφή έπί τοΰ αντικειμένου, χωρίς υποκειμενικές κρίσεις, 142
αξιολογήσεις καί ύβρεις. Καί στήν περίπτωση αυτή ή δποια υπηρεσία, έφ' δσον συντρέχει λόγος, μπορεί νά απάντηση δτι δέν μπορεί νά απάντηση. Δηλαδή σέ κάθε περίπτωση οφείλει νά απάντηση. Τά πράγματα δμως δέν είναι έτσι σ' εμάς. Οΰτε κατά θεωρητικήν διατύπωση στό Σύνταγμα, οϋτε κατά πράξη. Ή μόνη ερμηνεία τών τοΰ Συντάγματος γιά τό άτομικόν «δι καίωμα τοΰ άναφέρεσθαυ) είναι ακριβώς ό κανονισμός τής Χωροφυλακής τής εποχής τοϋ Βούλγαρη: «καθείς διατηρών τό δικαίωμα νά παραπονεθή ακολούθως, είναι ύπόχρεως νά ύπακούη απολύτως είς τάς προσκλήσεις ή διατάξεις τής Χωροφυλακής», «Τά αυτά δέχεται και ή νομολογία», προσθέ τει ό Ιδρωμένος, αναλύοντας τήν έν Ελλάδι συνταγματική κατοχύρωση τής «προσωπικής ελευθερίας» (μν,έ., σελ. 55). Τά πράγματα δυστυχώς έχουν μείνει πλήρως αναλλοίωτα καί οϋτε ήταν δυνατόν ν" αλλάξουν, Στίς συ ζητήσεις τοϋ '68 γιά τό σημερινό άρθρο 5, §§ 1 καί 3, άπό τούς δύο πού έλαβαν τόν λόγο, ό τότε υπουργός Δικαιοσύνης Ί. Τριανταφυλλόπουλος, αναφερόμενος στις ελληνικές συνθήκες είπε: «Δέν έχουν καί πολλήν πρακτικήν άξίαν. Καταντοΰν νά είναι απλώς εύχαί». Ή συζήτηση δέν έγένετο βέβαια μέ τό δράμα τών «ψήφων», γιατί δέν τίς είχαν ανάγκη. Συζητούσαν γιά τήν πραγματική συνταγματική ουσία τών πραγμάτων. Καί δυστυχώς αυτή είναι. Ή «ελεύθερη ανάπτυξη τής προσωπικότητος» σάν «ιδιωτική πρωτοβουλία» τοϋ καθενός καί χωρίς καμμιά δέσμευση παροχής συγκεκρι μένων μέσων άπό τό Κράτος, είναι, δπως εξηγήσαμε, συνταγματικώς, ή προβληματικώτερη τών προβληματικών επιχειρήσεων. Καί επειδή αυτά είναι ανέκαθεν γνωστά καί μή όμολογούμενα, γι' αυτό «έπεράσθηκαν» έν τάχει στίς μεταχουντικές «εισηγήσεις». Άλλά φυσικά όχι ατιμωρητί: τό κάρο διαλύθηκε οριστικώς. Μποροΰμε νά ποΰμε δτι τά μεταχουντικά Συ ντάγματα ήσαν απλώς Συντάγματα ύπό προθεσμίαν. Σήμερα καμμία «τρο ποποίηση» δέν μπορεί νά νομιμοποίηση τήν "Ελλάδα σάν κρατική υπόστα ση στίς σύγχρονες διεθνείς σχέσεις. Είναι συνεπώς περιττό νά καταξοδεύωμε τόν κρατικό προϋπολογισμό, γιά νά άντιμετωπίζωμε τίς διαρκείς αΐτιάσεις τοΰ ευρωπαϊκού δικαστηρίου ώς μόνιμοι κατηγορούμενοι τών ευρω παϊκών αιθουσών... Στό κείμενο τοΰτο, όπως είπαμε, ενδιαφερόμαστε γιά τις «ειδικές ερμη νείες», δηλαδή τίς πραγματικές και δχι «συνταγματικές». Καί τό γεγονός δτι υπάρχουν καί άλλες πολλές, είναι ακριβώς ή απόδειξη τής δικολαβίστικης υφής (πού δέν πρέπει νά έχουν τά συντάγματα). Άνευ αναφοράς είς τήν «Αρχήν» — ήγουν έκείνην τής λωποδυσίας, βάσει τής οποίας υπήρξε τό «πρωτογενές» ελληνικό Σύνταγμα τοΰ 1844 — είναι αδύνατο νά κατανοηθή ό,τιδήποτε άπό τήν πολιτική καί κοινωνική σημασία τής ελληνικής 143
συνταγματικής πραγματικότητος. "Οτι δηλαδή τά «Συντάγματα» δεν είναι παρά οί «καταστατικοί χάρτες» κλικών, οί όποιες προσπαθούσαν, μέσα στίς διαρκώς κοινωνικώς και φυλετικώς μεταβαλλόμενες ελληνικές συνθήκες, νά κρατηθούν πάση θυσία στους θώκους καί τήν ρεμούλα. 'Εξ ού καί ό μέγας αριθμός τών «πολιτικών εκτροπών» στήν σύγχρονη ιστορία τής Ελ λάδος. Τό Σύνταγμα ήταν πάντα μιά προτροπή πρός πραξικόπημα, διότι διά τοϋ «κοινοβουλευτισμού» καί τών «ερμηνειών» δέν αποσκοπούσε, είμή στό νά κατοχύρωση κοινωνικές δικτατορίες ερήμην πάσης λαϊκής συμμετοχής, Καί αυτό ακριβώς, δηλαδή τό νά παραμένη πάντοτε ώς νόημα μιά επι δίωξη αμετάθετων κοινωνικών τελών, συνιστφ ακριβώς καί τήν έναντι τής ιστορικής εξελίξεως παλαιότητα του. "Έχει παρατηρηθή, ότι τά ελληνικά Συντάγματα άπό τής "Επιδαύρου καί έντεϋθεν δέν αποτελούν «Ιστορικώς γραμμικήν συνταγματικήν συνέχεια» (βλ. Δ. Λ. Κυριαζή-Γουβέλη: «Περί τό συνταγματικόν δίκαιον», Αθήναι 1964, σελ. 122). Πρόκειται περί οικο νομικής εκφράσεως τοϋ έκλεκτοΰ ερευνητού: έάν διά τοϋ όρου «γραμ μική συνέχεια» νοήται τό σύνολο w& άπό Συντάγματος είς Σύνταγμα «ερ μηνειών», τότε όχι μόνο ώρισμένα, άλλά όλα τά ελληνικά Συντάγματα μεταξύ τους παρουσιάζουν «ίστορικήν ασυνέχεια». Κατά τόν ίδιο τρόπο πού «ασυνεχής» παρουσιάζεται καί ή νεοελληνική ίστορία, σάν ίστορία ενός «Etat Tampon». Αυτό Ομως πού παρουσιάζουν δλα τά ελληνικά Συ ντάγματα άπό τό τοϋ Όθωνος καί έντεϋθεν, είναι ή συμπαγέστατη «κοινω νική συνέχεια», ό αναλλοίωτος πυρήνας πού μεταφέρεται άπό Συντάγματος είς Σύνταγμα, καί τήν οποίαν αποδεικνύει ή διαρκώς επαναλαμβανόμενη πολιτική ίστορία τής νεωτέρας "Ελλάδος. Ό «πυρήνας» αυτός διατηρείται ολικώς αναλλοίωτος έως καί τοΰ σημερινοΰ, δπως έν κατακλείδι θά ιδούμε. Πολλά άπό τά δσα αναφέραμε δεν είναι νέα στήν συνταγματική μας ίστο ρία, παρά τίς μεγάλες μεταχουντικές δόσεις «Δημοκρατίας» μέ τήν οποίαν περιεβλήθησαν. Είναι δμως «νέα», ώς πρός μερικές τρέχουσες ερμηνείες πού επιχειρούμε έδώ. Οί έννοιες περί «τυπικότητος» καί «ούσιαστικότητος» τών νόμων είναι παλαιότατες στήν συνταγματική ίστορία, άρα και στήν δική μας. Βασικά ή προϊστορία τους ανάγεται πολύ παληότερα άπό έκεΐ ποΰ τήν τοποθετούν οί κοινωνιολογικής υφής θεωρήσεις τοΰ νεωτέρου κράτους (χειραφέτηση τής δημιουργημένης αστικής τάξεως ώς πρός τήν κεντρική εξουσία- βλ. Δ. Θ. Τσάτσου, μν.έ. σελ. 70). «Τυπικός» είναι ό νόμος τοΰ προτεστάντη εκλέκτορα, πού δέν παραδέχεται τόν «ουσιαστικό» νόμο τοϋ κανονικού δικαίου (βλ. τό βιβλίο μας «Ή ανατολική Μεσόγειος ώς ευρωπαϊκή ίστορία», τόμ Α', 1984, σελ. 221 κ.έ.). Καί άφοΰ έτσι ή «τυπικότης» τών νόμων συναναφαΐνεται μέ τήν δημιουργία τοΰ νεωτέρου 144
κράτους, είναι φυσικό νά παραμένη αύτη πάντοτε κατά νόημα «ό Ιδιαίτερος τύπος εκδηλώσεως τής βουλήσεως τής Πολιτείας» (βλ. Ν. Ν. Σαρίπολου: «Σύστημα συντ. δικαίου», τόμ. Β' έκδ. Γ' (1918), σελ. 29). Κατά πόσον τώρα «οί τυπικοί νόμοι εϊσΐ κατά κανόνα καί ουσιαστικοί νόμοι συγχρό νως», είναι ένα άλλο ζήτημα. "Αν δντως ύπάρχη ή κατά Jellinek κοινωνιο λογική έννοια τοΰ λαοΰ στήν οποίαν παραπέμπει ό Σαρίπολος (αύτ. σελ. 41), τότε τά πράγματα είναι έτσι, διότι ή «τυπικότης» τοΰ νόμου αποτελεί πολιτικήν έκφραση ενός κοινωνικού γίγνεσθαι. Άν δμως ό «λαός» δεν " ύπάρχη;... * Υποθέτομε δτι τότε ή «τυπικότης» τών νόμων μεταβάλλεται δχι σέ κάποιο είδος «ούσιστικότητος», άλλά σέ «κανονιστικούς νόμους» καί «διατάγματα», δηλαδή στήν γνωστή μας κοινοβουλευτική λοβιτούρα. Καί αυτή είναι ακριβώς ή Ισχύουσα κατάσταση μέ τήν «άποκατασταθεΐσα» μεταχουντικά «Δημοκρατία»: ένφ τό χουντικό Σύνταγμα τοΰ "68 έκανε λόγο στό άρθρ. 118 περί μή εφαρμογής «πράξεων» καί «διαταγμάτων», τό Σύνταγμα τοϋ '75 στό άρθρ. 93 — μιά καί έκράτησε τούς «βολικούς» χουντικούς νόμους — κάνει λόγο περί μή εφαρμογής νόμου. *Η διαφορά είναι ή έξης: ένφ τό Σύνταγμα τοΰ '68 προέβλεπε τήν λειτουργία συνταγ ματικού δικαστηρίου, πράγμα πού σημαίνει δτι ή άντισυνταγματικότης δέν συνεπήγετο κατ' ανάγκην τήν ακύρωση (βλ. Κ. Γεωργοπούλου, μν.έ., τεΰχ, β', σελ. 83), μέ τό «είδικό» μόνο δικαστήριο τοΰ Συντάγματος τοΰ '75 ή συνταγματικάτης τών νόμων επανέρχεται στό νόημα τοΰ άρθρ. 101 τοΰ Συντάγματος τοϋ "Οθωνα! 'Εν προκειμένω δηλαδή μέ τούς «νόμους» ήταν επόμενο, ή τυπική και ουσιαστική αντισυνταγματικότητα — πού ισχύει τόσο γιά τούς τυπικούς όσο καί γιά τούς ουσιαστικούς νόμους — νά μπερ δεύονται ώς έννοιες τόσο στήν κάθε περίπτωση, ώστε γιά τό πλήθος τών χουντικών νόμων νά μήν ύπάρχη άλλη λύση, είμή ή «άρμοδιότης» τοϋ ειρηνοδίκου Κριεκουκκίου μετά τοΰ κλητήρος! Άλλά, δπως θά ίδοΰμε, ή έκ τών προτέρων ανακηρυγμένη πρόθεση τοΰ Συντάγματος τοΰ 75, υπήρξε μόνο ή πλήρης εφαρμογή τών άρχων τοΰ Παλαμήδη καί τοϋ Μακρυγιάννη. Θά τό ιδούμε πιό κάτω· έπί τοϋ παρόντος μάς ενδιαφέρει νά κρατήσωμε τήν διαπίστωση τοΰ κ. Δαγτόγλου, δτι τό Σύνταγμα δχι μόνο γνωρίζει τήν έννοια τοϋ αντισυνταγματικού νόμου, άλλά καί τήν δικαστική ακύρωση του. Καί συμπληρώνει ό κ. Δαγτόγλου: «Αντισυνταγματικός νόμος μπορεί αναμφισβήτητα νά προξενήσει ζημιά». 'Εδώ δμως είναι ποΰ προσωπικώς διαφωνοΰμε: ζημιά — τί ζημιά; Ζημιά υφίστανται τά πράγματα πού συνή θως έχουν μιαν άξια. Άφοΰ «ή 'Ελλάδα ποτέ δέν πεθαίνει», ήταν δυνατόν νά περάση άπό τόν νοΰ βουλευτή, άπό Μακρυγιάννη καί έντεϋθεν, έστω καί σάν υπόνοια ή ιδέα τής οποιασδήποτε ζημιάς; Γιά ποιό πράγμα;...
145
Έδώ καθώς είπαμε δέν μας ενδιαφέρει ή ασχολία μέ συνταγματικές θεω ρίες, άλλά ή διαπίστωση τής έγγενοΰς άσαφείας τών νοημάτων τοϋ ελλη νικού Συντάγματος καί.ή κοινωνιολογική εξήγηση τους. Χωρίς τό δεδο μένο Οτι τό ελληνικό Σύνταγμα έφκιάσθηκε έξ αρχής ώς καταστατικός χάρτης» κλίκας ερήμην τής κοινωνίας — πρώτα ώς μέσον αντιμετώπισης λησταρχικών προθέσεων καί έν συνεχεία ώς μέσον χειροδικίας έπί τοΰ κρατικοΰ προϋπολογισμού — είναι αδύνατη ή κατανόηση της πολιτικής ίστορίας τής Ελλάδος. Καί έξω άπό αυτήν τήν κατανόηση, δέν υπάρχει κανένα άλλο είδος πολιτικής ίστορίας. Τώρα ποΰ ή Ελλάδα πνέει ιστο ρικώς τά λοίσθια — και πολύ έκράτησε αυτή ή άνομη ίστορία κοντά δυό αιώνες! — μποροΰμε νά τά λέμε σάν ίστορία πιά. Δέν είναι ένα καί δύο τά ασαφή νοήματα. Είναι γενικώς ολόκληρη ή συνταγματική δομή καί ολόκληρο τό νομοθετικό οικοδόμημα. Καί είναι νά άπορη κανείς μέ τήν έλλειψη πραγματολογικής βάσεως τών «ερμηνειών», ακόμα κι δταν τό επιδιώκουν. Ένα άλλο μαργαριτάρι συνταγματικής ασά φειας , άμεσα απορρέον άπό τήν έννοια τής λοβιτούρας είναι τό λεγόμενο «τεκμήριο αρμοδιότητος», σύμφωνα μέ τό οποίον «ερμηνεύθηκε» τό άρθρο 44 τοϋ Συντάγματος τοϋ 1864. Αότό έλεγεν απλώς ότι ό βασιληάς δέν έχει άλλες αρμοδιότητες άπό αυτές πού τοΰ απονέμει τό Σύνταγμα. Σκεπτόμενος κανείς δτι τό Σύνταγμα τοΰ 1844 ήταν ακριβώς ένα «Σύνταγμα-Συνάλλαγμα», τό όποιον προέκυψε μετά άπό μιά ανταρσία ακριβώς γιά τόν σκοπό αυτό, μένει ή απορία, ποιό είναι τό νέο πού κομίζει σ' αυτό ακριβώς τό σημείο τό Σύνταγμα τοΰ 1864. Άφοΰ και τό ένα Σύνταγμα καί τό άλλο στόν περιορισμό τής βασιλικής εξουσίας αφορούν, πώς σ αυτό τοϋ '64 (πού ό εισηγητής του Ν. I. Σαρίπολος τό θεωρούσε τής Ιδίας υφής («συμβόλαιο») μέ τό προηγούμενο, διαφωνώντας ώς πρός τοΰτο μέ τόν γυώ του), άπό τήν άπλή αναγνώριση αύτοϋ τοΰ πράγματος προκύπτει τεκμήριο; Και γιατί «εϊδικώτερο τεκμήριο», άφοϋ διά τοΰ νέου άρθρου 21 («οί εξουσίες πηγά ζουν άπό τό έθνος») τό σύστημα κατοχυρώνεται πιά ώς βασιλευομένη κοι νοβουλευτική «δημοκρατία»; Χωρίς Ομως αναγωγή είς τήν «Αρχήν», δη λαδή έκείνην τής μονίμου «επιδιώξεως» ώς πρός τόν προϋπολογισμό, πάσα προσπάθεια λογικής κατανοήσεως καί ουχί απλών «ερμηνειών» αποβαίνει ματαία. Τό «τεκμήριο» αυτό δέν «τεκμαΐρεταυ> έκ τοΰ άρθρου 44, άλλά έκ τοΰ έκ τοΰ άρθρου 14 τοΰ Ιδίου Συντάγματος. Καί είναι διατυπωμένο κατά τόν πλέον ταχυδακτυλουργικόν τρόπο πού μπορεί νά φαντασθή ανθρώπινος νους. Άς τό παρακολουθήσωμε μέσω τής εξελίξεως τών ιστορικών δεδο μένων. Είναι δέ γενικώτερα σκόπιμη ή κάπως ίστορικώτερη τών πραγμά των τοϋ Τύπου εξέταση, γιατί αυτά — άπό τήν ίδια τους τήν πολιτική φύση — είναι αρκούντως αποδεικτικά τών πραγμάτων πού άναλύομε: 1
146
Τό άρθρ. 10 τοΰ 1844 δέν προέβλεπε κανένα απολύτως μέτρο περί Τύπου. Κατά πόσον τώρα ή απαίτηση Συντάγματος ήταν καί μιά επιδίωξη τών τότε μεγάλων δυνάμεων γιά νά έλέγχ° ν τήν πολιτική τοϋ "Οθωνα, δέν θά μας απασχόληση έδώ. Ή «Έλπίς» πάντως τοΰ Λεβίδη, πού στό πρώτο της φύλλο είχε έμβλημα τήν παροχή Συντάγματος, ένάμισυ μήνα μετά (τήν 24/ 12/1836) επιδιώκει νά μήν επικράτηση μιά τέτοια άποψη, παρ' δλο πού ό πρέσβυς σερ Έντμουντ Λάϊονς πολύ τό ήθελε. Συνταγματικές διατάξεις γιά τόν Τύπο τότε δέν έχρειάζονταν, διότι δέν είχε νόημα έκ τών πραγμάτων κάτι τέτοιο. Ό Τύπος άντιμετωπΐζετο άπό τήν εποχή τοΰ Καποδίστρια μέ νόμους («Ψήφισμα» τής 26/4/31 καί οί τρεις νόμοι τοϋ Όθωνα; 18/9/33, 23/9/33 καί τής 5/12/37 τοϋ Πολυζωιδη, πού θά τόν κατάργηση ό Βενι ζέλος). Δέν υπήρχε βέβαια ακόμη τότε ή «κοινοβουλευτική θητεία» ώς επιχείρηση κατά τοΰ προϋπολογισμού, δρα κανένας κομματικός Τύπος πού νά άπαιτή κάποιαν συνταγματική «ρύθμιση», δπως συμβαίνει άπό Γεωργίου καί εντεύθεν ποΰ ή διαδικασία τού «έθνους» έχει προχωρήσει. Οί γενικές συνθήκες ήσαν τέτοιες, πού τά τοΰ Τύπου μόνο μέ τήν αυστηρότητα τών νόμων μποροΰσαν νά αντιμετωπισθούν. Λέμε, συνήθως, μέ όλον μας τόν άνεξέλεγκτον συναισθηματισμό καί προβάλλοντες ανεξέταστα τίς σημερι νές μας στρεβλές συνειδήσεις πρός τά πίσω, περί «αύταρχισμοΰ» καί «τυποκτόνων» νόμων, άλλά τά πράγματα δέν άντιστοιχοΰν στά σημερινά μας μέτρα. Διότι, άφοϋ δέν υπήρχε καμμία ενιαία περί έθνους καί κράτους συνείδηση, ό Τύπος ήταν τότε έκφραση τών συμφερόντων τών μεγάλων δυνάμεων, πράγμα πού μέ τόν συνειδησιακό τοπικισμό συνδυασμένο καθιστοΰσε αδύνατον τόν άποτελεσμό κεντρικής διοίκησης. Πολλές εφημερί δες έξεδίδονταν τότε και σέ ξένες γλώσσες ταυτόχρονα, πού πάει νά πή ότι ζητούσαν νά βρουν απήχηση στό εξωτερικό κυρίως. υ
Αότά τά καταλαβαίνομε καλύτερα μέ τήν χαρακτηριστική περίπτωση τής "Υδρας, πού ήταν τό κέντρο τοΰ διά τοΰ Τύπου άντικαποδιστριακοΰ αγώνα μέ έπιτελάρχη τόν Πολυζωΐδη. Ό όποιος τότε ζητεί απόλυτη ελευ θεροτυπία άπό τόν Καποδίστρια, άλλά έξ χρόνια αργότερα ό ίδιος σάν υπουργός θά κάμη τόν παραπάνω νόμο «περί εξυβρίσεων έν γένει καί περί Τύπου», πού είναι καί ό πιό ανελεύθερος άπό δλους. Ό Πολυζωΐδης δέν αρκέσθηκε μ' αυτόν στίς εφημερίδες μόνο, άλλά σέ κάθε είδους τυπωμένο χαρτί, περιοδικά, βιβλία κ.λπ., μή εξαιρώντας οΰτε κάν τήν διακίνηση έντυπων στά ψιλικατζίδικα («ρωποπωλεΐα»!). Είναι ό ίδιος άνθρωπος μέ τήν δίκη τοΰ Κολοκοτρώνη, καί δρα δυοΐν θάτερον: είτε ήταν καί ό ίδιος «αυταρχικός», δπως ό Όθωνας καθώς λέμε ή ό Καποδίστριας πού τόσο πολέμησε, ή κάποιες άλλες συνθήκες επέβαλλαν νά μήν μπορή νά γίνη
147
διαφορετικά, Τό δεύτερο φυσικά συμβαίνει, τό όποιον είδε δταν έγινε ό ΐδιος υπουργός τοΰ "Οθωνα. Καί ό νόμος του έμεινε, διότι παρέμεναν πάντα καί οί συνθήκες πού τόν επέβαλαν, δηλαδή ή αδυναμία υπάρξεως τής Έλ-, λάδος ώς ενιαίου κράτους. Ό Τύπος ακολούθησε τήν γενική καχεξία τών πραγμάτων, τήν απορρέουσα άπό τήν ίδια τήν αντικειμενική κατάσταση καί τόν νόμο τρΰ Πολυζωίδη (σήμερα βέβαια, ύπό μιά διαφορετική τών ελλαδικών πραγμάτων διαμόρφωση, θά μποροΰσε καί ό ελληνικός Τύπος, μέ μιαν σύγχρονη συγκέντρωση καί ένιαΐον φορέα, νά απόκτηση μιάν δυναμική πολιτική προβολή στόν γενικώτερον χώρο τής Μεσογείου καί τών Βαλκανίων. 'Η συγκέντρωση, φυσικά, ουδόλως εμποδίζει τήν φυσιογνωμικήν πολλαπλότητα, δπως ήδη γνωρίζομε άπό τά μεγάλα εκδοτικά τραστ). Ή Ύδρα, τό σπουδαΐον αυτό πειρατικό καί ναυτικό κέντρο τής Μεσογείου (ό Λάζαρος μάλκπαείχε καί τό δεξί μάτι σκεπασμένο κανονι κά...), έκράτησε δλον τόν αγώνα κατά θάλασσα, άλλά δέν αισθανόταν «Ελ λάδα», διότι δέν ώφειλε κάτι τέτοιο. Ούτε καί ή Σύρος, πού αποτελούσαν κοινοπραξία. Έζητούσαν Σύνταγμα άπό τόν Καποδίστρια γιά τούς ίδιους λόγους πού ήθελε καί ό Μακρυγιάννης, μόνο δτι αυτοί είχαν λόγους, άφοΰ έπλήρωσαν δ,τι είχαν καί δέν είχαν (πάνω άπό δέκα έκατομ. δραχμές τοΰ καιροΰ) γιά τόν αγώνα. Νά τά πάρουν δμως πώς άπό τόν Καποδίστρια, πού πλήρωνε ό ίδιος γιά τόν προϋπολογισμό; Μόνο αργότερα ό Δημ. Βούλγα ρης κατάφερε καί αποζημιώθηκε γιά δυό καράβια στήν κανονική τους τιμή, ή οποία ήγγισε σχεδόν τό μισό τοΰ προΰπολογισμοϋ. Καί δτι ό Μιαούλης έκαψε τόν στόλο, είναι κι αυτό επίσης γνωστό. Στίς συνθήκες δμως αυτές αδυναμίας «εθνικής» συνειδήσεως — άκρως φυσιολογικής — καί αποκε ντρωτικών τάσεων, ούτε νόημα είχαν συνταγματικές ρυθμίσεις (πού προ ϋποθέτουν κάποιον μείζονα βαθμό «κοινωνικής συμφωνίας»), ούτε νόμοι λιγώτερο αυταρχικοί μπορούσαν νά υπάρξουν. Μέ τήν λειτουργία τοΰ «κοινοβουλευτισμού» δμως στά ενδιάμεσα χρόνια καί τήν «πρόοδο τοΰ έθνους» τά πράγματα άλλαξαν. *Η πολιτική τών με γάλων δυνάμεων διεξήγετο τώρα κυρίως διά τοϋ κομματικού τύπου, ό αντα γωνισμός τών ίδίων δυνάμεων διά τών οικονομικών «επενδύσεων» τοΰ ελ ληνισμού τής διασποράς έπρεπε κατ' ανάγκην νά έχη πίσω του έντυπα καί κοντά σ' αότά υπήρχαν καί οί πολύ σοβαρές εφημερίδες τοΰ ελληνισμού τής διασποράς, ό όποιος άπό τής Β' Εθνοσυνελεύσεως καί έντεϋθεν συμ μετείχε άμεσα στίς πολιτικές διαδικασίες τοΰ «κέντρου» (διά τοΰ μέτρου αύτοΰ ήρχοντο καί οί «επενδύσεις» τότε — άκριβέστερον οί «εθνικές ευερ γεσίες» —, άφοΰ δπως ήθελαν ό Μακρυγιάννης μέ τόν Παλαμήδη ήταν βέβαια αδύνατο). Οί Σαρίπολος, Ρενιέρης και I. Δεληγιάννης είχαν εκλεγεί στό Κάϊρο, οί Ραγκαβής και Ράλλης στήν Άνδριανούπολη κ.λπ. Έν τω 148
μεταξύ, μέ τήν ενσωμάτωση τών Έπτανήσων έδημιουργεΐτο ενα κακό δε δομένο γιά τήν λειτουργία και τοΰ υπολοίπου Τύπου στήν Ελλάδα: ή μετοχή τοΰ Τύπου στήν άμεση διαμόρφωση τής πολιτικής ζωής καί ή ελευθεροτυπία εκεί ήσαν τόσο ανεπτυγμένα, ώστε οί Άγγλοι νά τό φέρνουν οί ίδιοι ώς μοναδικό παράδειγμα στήν Ευρώπη κατά τίς εναντίον των αίτιάσεις γιά απολυταρχική πολιτική. Και έπί πλέον μέ τά Επτάνησα υπήρχε καί τό γενικώτερο αξεπέραστο πρόβλημα τής Διοικήσεως των (ή Ελλάδα, ώς γνωστόν, δέν απέκτησε ποτέ άστικόν κώδικα μέχρι τήν εποχή τοΰ Με ταξά, εξαιρουμένης τής έκ τών πραγμάτων έπικρατήσεως τοϋ γαλλικού εμπορικού δικαίου σέ ώρισμένες εμπορικές περιοχές (βλ. γιά τούς λόγους στό βιβλίο μας «Έπί τής Δομής» κ.λπ.) Μέ τήν «ένωση» τό πρόβλημα κατέστη εκρηκτικό. Ύστερα άπό επανειλημμένες συγκροτήσεις ειδικών επιτροπών, ή μόνη δυνατή λύση πού βρέθηκε ήταν ή ατόφια ανάληψη τοΰ ίταλικοΰ άστικοϋ κώδικα. Υπεβλήθη ή πρόταση τφ 1870 στήν Βουλή, άλλά ώς είκός, έμπήκε έκτοτε στό ράφι. Μέ τά Επτάνησα έπεκράτησαν «άποτελεσματικώτερες λύσεις»...). Τελικώς μέ τήν «επαύξηση » τοΰ Κρά τους άπό τοΰ 1864 καί έντεϋθεν και μέ τίς διαμορφώσεις τής διεθνούς πολιτικής έπ' αύτοΰ, ό ελληνισμός διέθετε περί τίς 130 εφημερίδες (μερικές μάλιστα, όπως αυτές τής Τεργέστης, ευρίσκονταν στό πιό υψηλό επίπεδο έπί ευρωπαϊκού επιπέδου), έξ ών 60 περίπου έξεδΐδονταν στήν Αθήνα τών 60.000 κατοίκων τότε (καμμιά εικοσαριά στά Επτάνησα, 10 στήν Πάτρα, άλλες τόσες στήν Ερμούπολη κ,λπ.). Η διαρκής απόκρυψη τής Ιστορίας (βασικός λόγος γιά τήν «έφημεριδομανΐα» τών Ελλήνων...), ή σκοτεινότητα τής διεθνούς πολιτικής έπί τής Ελλάδος ώς αδιαμόρφωτου κράτους «Συνθηκών» και ή μόνιμη «στόχευση» τοΰ προϋπολογισμού διά τοΰ «κοι νοβουλίου», θά μετέβαλαν άναγκαίως τήν τακτική τών κουμπουριών σέ εκείνη ν τών πεννών (στά γερμανικά υπάρχει ή σχετική έκφραση τοΰ Revolverjournalismus). "Αρα λοιπόν καθίστατο απολύτως άναγκαΐον τό συνταγματικόν μέτρον τής προληπτικής λογοκρισίας. "Ετσι τό άρθρ. 14 τοΰ '64 παίρνει ολόκληρο τό άρθρ. 10 τοΰ '44, άλλά συμπληρώνει (προσοχή στήν διατύπωση!): ι
«Επιτρέπεται δέ κατ' εξαίρεσαν ή κατάσχεσις μετά τήν δημοσίευσιν ένεκα προσβολής κατά τής χριστιανικής θρησκείας, ή κατά τοϋ προσώπου τού βασιλέως· άλλ' έν τοιαύτη περιπτώσει εντός είκοσιν τεσσάρων ωρών άπό τής κατασχέσεως ΟΦΕΙΛΟΥΣΙ ΚΑΙ Ο ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΥΣ νά ύποβάλη τήν ύπόθεσιν εις τό δικαστικόν συμβούλων... Ανακοπή κατά τοϋ βουλεύματος επιτρέπεται εις μόνον ΤΟΝ ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΕΝΤΑ ΤΟ ΚΑΤΑΣΧΕΘΕΝ, ουχί δέ καί εις τόν Εϊσαγ/ελέα». 149
Παθητική μετοχή μέ αντικείμενο στήν αιτιατική — φαινόμενο πρωτάκις εμφανιζόμενο... 'Αλλά ποιό είναι τό γραμματικό υποκείμενο τοΰ «όφεΐλουσιν»; Ποιοί είναι αυτοί πού «όφείλουσι»; Καί τί «όφείλουσυ>; Διαβάζοντας κανείς τόν Ν. Ν. Σαρΐπολο (τόμ. Γ', 4η έκδ. 1923, σελ. 129) μένει μέ τήν εντύπωση, ότι αυτοί πού «όφείλουσυ> είναι κάποιες υπέρτερες καί άδηλες «αρχές» (δικαστικόν συμβούλιον), αποτελούμενες άπό τούς προέδρους ό λων των παρθεναγωγείων τοϋ τότε, τών οποίων αποκλειστική μέριμνα ήταν ή φύλαξη της «τιμής» τών παρθένων καί τής διαφθοράς τών «χρηστών ηθών» τής νεότητος. Μά είναι δυνατόν νά είναι έτσι τά πράγματα, όταν πρόεδρος τής τριμελούς «προσωρινής Κυβερνήσεως» μετά τήν έξωση τού "Οθωνα, πού εξέδωσε τό «ψήφισμα τοΰ "Έθνους» ήταν ό Δημ. Βούλγαρης, τοΰ οποίου τήν δραστηριότητα ώς κοινοβουλευτικού πρωθυπουργοΰ τφ 1875 εϊδαμε πρίν; Δυστυχώς ουδεμία συνταγματική «θεωρία» καί κανένα σύγγραμμμα δέν μπορεί νά μας διαφώτιση έπΐ τοϋ ελλείποντος γραμματι κού υποκειμένου τοΰ «όφείλουσι», άλλά μόνο ή αναδρομή στήν ίστορία. Παρακολουθούμε λοιπόν τήν τροπή τοΰ «όφείλουσι καί ό είσαγγελεύς» άπό Συντάγματος είς Σύνταγμα: Σύνταγμα τοΰ 1911: «όφείλουσι καί ό είσαγγελεύς». Σύνταγμα τοϋ 1925 (έτι «δημοκρατικώτερον» άνευ αττικών καταλήξεων): «οφείλουν καί ό Εϊσαγγελεύς», Σύνταγμα τοΰ 1927: «οφείλει καί ό Εΐσαγγελεύς», Σύνταγμα τοϋ 1952: «οφείλει ό Είσαγγελεύς». Ιδού λοιπόν: τό ρήμα «όφείλευ> αποκτά στό ελληνικό Σύνταγμα γραμ ματικό υποκείμενο ΰστερ' άπό 88 ολόκληρα χρόνια. Έν τω μεταξύ όμως δέν διορθώνεται τό άδηλον υποκείμενο πρός τό ρήμα, άλλά τό ρήμα πρός τό υποκείμενο. Καί-άποκτ§ πλήρην καθαρότητα ή φράση στό Σύνταγμα τοϋ 1952. Γιατί τότε; — Διότι τό Σύνταγμα τοϋ 1952 δέν είναι Σύνταγμα, άλλά «κανόνας» γιά στρατοδικεία. Πρόκειται γιά τό Σύνταγμα έπί τοϋ «προ σχεδίου» τοΰ οποίου συζητήθηκε άν έπρεπε νά μπή (στό άρθρ. 3-4 κατά τό «προσχέδιο») ή ίσότης τών Ελλήνων όχι μόνο «ενώπιον τοΰ νόμου», άλλά «ενώπιον τοΰ νόμου καί τοΰ Κράτους» (βλ. Χ. Σγουρΐτσα: «Κριτική τοΰ "σχεδίου συντάγματος τής Ελλάδος"», Αθήναι, ά.χ. (1946), σελ. 15). Πρό κειται μέ άλλα λόγια γιά τήν εποχή ποΰ οί βουλευτές θά συναλλάσσονταν μέ τόν κλητήρα τών ανακτορικών σταύλων, ώς πρός τούς διορισμούς καί τίς παραιτήσεις, χωρίς ν' άντικρύσουν ούτε κάν τήν σκάλα. Καί άφοΰ έτσι χάνεται τό πραγματικό υποκείμενο τοΰ «όφείλουσυ>, μετατρέπεται τό ρήμα στόν ενικό! «Οΐ βουλευτές» λοιπόν ήσαν τό «κατά τό νοούμενον» γραμμα τικό υποκείμενο στήν διάταξη τοΰ 1864, όπερ μεθερμηνευόμενον δηλοΐ: έάν ό βασιληας δέν συγκατετίθετο κάποια στιγμή στίς απαιτήσεις τής Βουλής, τότε οί βουλευτές θά μπορούσαν νά βρίζουν τό πρόσωπο του (αυτό άπη150
γορεύετο κατά τό άρθρο), άλλά μέ τέτοιου είδους σκυθικά ελληνικά, ώστε νά μήν θεμελιοΰται κατηγορία είς βάρος τους. Όποτε έτσι προέκυπτε θέμα. Τί θέμα; — «Ερμηνείας» προφανώς άπό τήν «νομοθετική» (και εξαιρουμέ νου τοΰ βασιληά έμενε μόνο ή Βουλή), ήγουν τό «κριτήριο αρμοδιότη τος»!!! Σέ μιά τέτοια λοιπόν περίπτωση οί βουλευτές «όφείλουσυ> κ.λπ. Τΐ «όφείλουσι»; — Νά αθωώσουν εαυτούς μέσω τοΰ δικαστικού μηχανήματος (οί εισαγγελείς δέν άπηύλαυον τότε ίσοβιότητος κατά τό άρθρ. 90 — βλ. Ίδρωμένον, σελ. 299 εΐδικώτερα- ό Όθων είχε λόγους νά παραπέμψη τό ζήτημα στίς καλένδες, όπως εξηγήσαμε) καί νά επαναλάβουν τά ϊδια, έως δτου ό βασιληάς ένδώση! Έν ολίγοις δηλαδή, ό «κοινοβουλευτισμός» στήν Ελλάδα εισάγεται διά τοΰ άρθρου 14 τοΰ 1864 ώς άρχή τής μονίμου κοινωνικής αναταραχής διά τοϋ πεζοδρομίου, προκειμένου νά ικανοποιού νται τά βουλευτικά «αιτήματα» χωρίς έλεγχο. Τήν ίδια εκείνη εποχή τοϋ «κριτηρίου» θά ψάξη νά βρή ό Τρικούπης «τις πταίει»... Τέτοια είναι ή ειλικρίνεια γλωσσικών διατυπώσεων καί νοημάτων στό ελληνικό Σύνταγμα ώς σήμερα. Είναι άραγε δυνατόν μέ τέτοιες «νοητικές μέριμνες» καί χατζηαβατισμούς στά μυαλά τών «νομοθετών» νά ύπαρξη κατοχύρωση «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» και συνόψιση εξελίξεων καί εν νοιών, που νά χαρακτηρίζουν τήν Ελλάδα σάν δημοκρατική χώρα; Μπο ροΰν στίς νοοτροπίες αυτές, τίς ιστορικώς διαπιστούμενες και ολοένα έν ίσχύει, νά κολλήσουν «διατάξεις» κατ' αντιγραφή άπό ξένα Συντάγματα; Άν οί «αναλήψεις» είναι δύσκολες γιά πολλούς λαούς σήμερα, προκειμέ νου νά φκιάξουν ένα τρακτέρ, προκειμένου νά φκιάξουν ένα δίκαιο — πού προϋποθέτει πάντα και μιάν αντίστοιχη κοινωνική τάξη — παραμένει κάτι τό ολικώς αδύνατο. Καί προκειμένου γιά τήν Ελλάδα δέν είναι μόνο τό Σύνταγμα, άλλά Ολη ή Νομοθεσία στήν ίδια κατάσταση εγγενούς άσα φείας, πράγμα πού είναι άπό πολλές απόψεις φυσικό. Καίτοι δέν είναι μέσα στους σκοπούς τοΰ παρόντος, γιά νά μήν φανή ότι ύπερβάλλομε λέγοντας ότι έχομε αδιόρθωτες δυσκολίες μέ τήν έννοια τής «αξιοπρέπειας τοΰ άν θρωπου» — πού απλώς αντανακλώνται στό Σύνταγμα —, πρέπει νά άναφέρωμε τήν νομική έννοια τών συστατικών αυτής στοιχείων, πού είναι ή <αιμή» καί ή «υπόληψη» ώς στοιχεία τοΰ «δικαιώματος τής προσωπικότητος», Οπως λένε τά βιβλία. Τρικυμιώδες κομφούζιο στίς ελληνικές νομικές διατυπώσεις και χάος στά δικαστήρια, δπου οί κατά πλειονότητα έκδικαζόμενες υποθέσεις είναι γιά κλοπές, άπατες, υπεξαιρέσεις, ακάλυπτες επιταγές, παντός είδους λωποδυσΐες κ.λπ. Διότι οϊ έννοιες προσκρούουν σέ θεμελιώδεις ιστορικές καί κοινωνικές αδυναμίες, πού υπερβαίνουν κάθε καλήν θέληση καί τοΰ πιό 151
άριστου νομικοϋ. «Τιμή», λέει, είναι τό αγαθόν όνομα, τό όποιον θεμελιοΰται έπί της «ηθικής αξίας» τοϋ προσώπου, ένφ «υπόληψη» τό άντίστοιχον πού θεμελιοϋται έπί τής «κοινωνικής αξίας» αυτού. "Οτι καί οί δύο έννοιες είναι κοινωνικού περιεχομένου, είναι βέβαια προφανές. Πώς Ομως διαχω ρίζονται σέ μιά κοινωνία πού έχει φορέα τήν θρησκεία, καί συνταγματικώς μάλιστα κατωχυρωμένη; Αυτό είναι ακριβώς τό στοιχείο πού ξεπερνάει τήν δποιαν σοφία καί βούληση τοϋ νομοθέτη. Μπορεί νά ύπαρξη ή ηθική σάν ξεχωριστή φιλοσοφική επιστήμη σέ μιά τέτοια κοινωνία, ώστε νά θεμελίω ση νομικώς τις έννοιες εκείνες τοΰ άστικοΰ δικαίου, πού προέρχονται άπό μία ίστορική διαδικασία χωρισμού Εκκλησίας καί Κράτους; Τό ερώτημα — Οπως καί ή απάντηση του — δέν είναι καθόλου «νομικό θέμα». Είναι θέμα ίστορίας, φιλοσοφίας καί κοινωνικών διεργασιών, έπί τών όποιων δέν μποροΰμε νά διαλάβωμε έδώ είδικώτερα. Άλλά δέν μπορεί νά έχη έξ αντι κειμένου ό δικαστής μέτρο μεταξύ «ηθικής» καί «κοινωνικής» άξιας νά δικάση, δταν στά σχολεία διδάσκωνται υποχρεωτικά τά θρησκευτικά καί δίπλα ή «Ηθική» σάν «ξεχωριστό μάθημα» καί δχι σάν προαίρεση μεταξύ αυτής καί τών θρησκευτικών. Τό διανοητικό κομφούζιο δηλαδή είναι θεμελιωδέστατο έκ γενετής. Στίς ευρωπαϊκές κοινωνίες δμως ποΰ γεννήθηκε τό αστικό δίκαιο, ή «ηθική» δέν είναι «μάθημα» άλλά αντικατάσταση τής θρησκείας στό σχολείο. Δηλαδή ή «ηθική αξία» τοϋ άνθρωπου κανονίζεται άπό τό κράτος καί δέν μπορεί νά διαφορισθή άπό τήν «κοινωνική αξία» σέ δσες κοινωνίες ή πολιτισμούς δέν ξέρουν καί δέν έζησαν ιστορικά τήν διάκριση μεταξύ κοινωνίας καί κράτους. Άρα ή παντός είδους «ανάληψη» και «αντιγραφή» οδηγεί αναγκαστικά στό κομφούζιο, στό χειρότερο κομ φούζιο. Τό αυτό βεβαίως ίσχύει καί γιά τήν «συμπεριλαμβάνουσα έννοια» τής «αξιοπρέπειας τοΰ άνθρωπου». Καί άν υπάρχουν «κοινωνικής» φύσεως δυσκολίες γιά τήν κατανόηση τής έννοιας αυτής, ασφαλώς οί αντίστοιχες «νομοθετήσεις» δέν μποροΰν νά τήν υπερβαίνουν ώς φιλοσοφία τοΰ δι καίου... Νά τί δίνει ώς εξήγηση ό Ν. Χωραφάς (καί συζητοΰμε τήν στιγμή αυτή γιά τόν κορυφαΐον τών ποινικολόγων τής Ελλάδος) γιά τήν «διευκρί νηση» τής εννοίας τής προσβολής τής «ύπολήψεως» ώς «κοινωνικής α ξίας»: «ό ισχυρισμός ότι ό Α έμπορος υφασμάτων δέν δύναται νά διακρίνη τά βαμβακερά άπό τά μάλλινα υφάσματα» («Γενικαί άρχαί τοΰ ποινικοΰ Δικαίου», Αθήναι 1958, σελ. 276). Σωστό άραγε ή λάθος; — Απλούστατα δέν είναι «νομικό» θέμα, διότι δέν είναι νοητικώς καταλήψιμο. Είναι απλώς άναχρονιστικόν καί έκτος πραγματικότητος. θά μπορούσε νά άντιληφθή τό κενόν περιεχομένου τών ορισμών ό μακαρίτης καί ολίγον δυσφυής, πλήν δλως ευγενής τή φυσιογνωμία κ. Χωραφας, έάν είχε χορέψει τσάρλεστον μέ παπούτσια «Adidas» καί εΐχε κάνει καί μιά μεταπτυχιακή σπουδή 152
στους οίκους μόδας τοΰ Πιέρ Γκαρντέν. Κάτι τέτοιο δμως ό κ, Χωραφάς, παρά τις άλλες τολμηρές πλήν δμως πλήρως αβλαβείς συνήθειες του — γιά τίς όποιες μάλιστα αδίκως καί ό Ψαθάς εΐχε γράψει ένα άρθρο μέ τίτλο «Μαχμούτ ό μακρυχέρης» —, δέν θά τό μποροΰσε, διότι προηγεΐτο πολύ τής εποχής του. Οί έννοιες στό μυαλό τοϋ μέ ελληνικά κριτήρια μεγάλου αύτοΰ ποινικολόγου — τόν όποιον και εμείς είχαμε τήν ευτυχία νά παρακολουθήσωμε μερικές φορές — ευρίσκονται δυστυχώς στήν εποχή τής αγγλικής πλεκτοβιομηχανίας τοΰ 18ου αιώνος. Κατά τήν μεταπολεμική εποχή τών πολυεθνικών και τών εκρηκτικών επαναστάσεων στήν μόδα (οί όποιες δλο και πιό πολύ «πιέζουν» στήν παραγωγή τών ρούχων), πράγματι ουδείς «έμπορος υφασμάτων» είναι σέ θέση νά ξεχωρίση τά βαμβακερά άπό τά μάλλινα. "Οπως και ουδείς μπακάλης είναι σέ θέση νά διακρίνη τό «Ρόλ» άπό τό «Κλίν», άν τά Ιδή έξω άπ' τό κουτί τους. Διότι απλούστατα σήμερα δέν υφίσταται ούτε «έμπορος υφασμάτων», ούτε «μπακάλης» ή άλλου είδους «έμπορος» κατά τήν κλασσική έννοια τοϋ δρου. Υφίστανται μόνο μεταπω λητές τών πολυεθνικών, τών οποίων ή «γνώση» (άρα ή «τιμή» καί ή «υπό ληψη») ουδόλως εξαρτάται άπό κάποιο «εμπόρευμα» πού επιλέγουν οί ίδιοι, άλλά μόνο άπό τήν διαφήμιση καί τό μάρκετινγκ. Τί ακριβώς πουλάνε; — Κυριολεκτικώς «γουρούνι στό σακκί», τής ΰπολήψεώς των συνισταμένης — μιά και μιλοΰμε γιά τήν 'Ελλάδα τών... καπέλλων — στό νά μήν αλλά ζουν στά τρόφιμα τίς ημερομηνίες λήξεως πού έχει τό εργοστάσιο. Είναι τό μόνο πού έχει νά δικάση ώς «υπόληψη» ό δικαστής έν Ελλάδι... Τά πράγματα δμως αυτά δέν είναι εΰκολο νά «διατυπωθοΰν» νομικώς, διότι δέν είναι κοινωνικώς κατανοήσιμα. "Οχι μόνο λόγω τής μή τεχνολο γικής αναπτύξεως καί συνεπώς ελλείψεως αντιστοίχων παραστάσεων, άλλά κυρίως λόγω τοΰ διχασμού μεταξύ πολιτικής καί κοινωνίας πού επιβάλλει τό ίδιο τό Σύνταγμα ώς «καταστατικός χάρτης», δπως εξηγήσαμε, καί συ νεπώς στήν καθιέρωση τής παραοικονομίας ώς επισήμου τρόπου επιβίω σης. Καί δταν κανένας έχη δύο και τρεις «δουλειές» άπό τίς όποιες ζή, τότε είναι άναγκαστικώς «ιδιοκτήτης» καί δέν ξέρει... πώς ζή... Τό πρόβλημα μας είναι μόνο οί έννοιες! «Ce que Ton con^oit bien, s' annonce clairement», είχε 'πεΐ ό Μπουαλώ. Ή δική μας σύγχυση μέ τίς έννοιες, πού απλώς αντανακλάται στίς «νομικές» κατασκευές μας, δέν προέρχεται κατ' ευθείαν άπ* τόν εγκέφαλο, άλλά άπό τήν πραγματικότητα μέσω τοΰ εγκεφάλου. "Ολα μάς τά χαλάει ό παράγων «χρόνος». *Η ίδια ακριβώς «νομική» σύγχυση επικρατεί καί μέ τίς «υπεξαι ρέσεις» στό δικαστήριο. Ό δικαστής ακούει τόν κατήγορο, εξετάζει τούς μάρτυρες καί τούς δι153
κηγόρους, καί προχωρεί στόν κατηγορούμενο. "Ήδη δμως μέ τήν διαδικα σία αυτή ή δίκη έμπήκε στόν δρόμο τής κακοδικίας. Διότι ό δικαστής έξέχασε νά κάνη στόν ενάγοντα ένα ερώτημα, τό όποιον καί ό ίδιος αγνοεί: Πού βρήκε ό ενάγων τά λεφτά, γιά νά τοΰ τά κλέψη ό εναγόμενος; Φυσικά άπ' τήν «δουλειά» του καί τίς «ικανότητες» του. Ό λαϊκισμός είναι φρικτή διανοητική κατάσταση στόν τομέα τοΰτον και πολλοί πολιτικοί βρίσκουν σκόπιμο νά τονίζουν στους ψηφοφόρους των τήν «ταπεινή» τους καταγωγή. "Οχι γιατί μπορεί σάν κατάσταση νά μήν ύπάρχη — φυσικά στίς πλείστες περιπτώσεις υπάρχει καί δή επιλεγμένη —, άλλά γιατί άλλες είναι οί έπί Ιδεολογικού επιπέδου συνειρμικές καταστάσεις πού ανακαλεί. "Οταν ό Σουηδός και άλλοι ανεπτυγμένοι λαοί έπαψαν νά γεννούν, μεταξύ τών άλ λων λόγων καί άπό τήν πλήρη συναίσθηση τών απαιτήσεων πού έχει ένας άνθρωπος ν' άναπτυχθή στόν σύγχρονο κόσμο, ή γενετική προϋπόθεση τοΰ Έλληνα παραμένει ακόμα τό... «σαίνι». Καί φυσικό είναι ό δικαστής νά μήν ρωτάη. Τά λεφτά τοΰ ενάγοντος είναι «δικά» του, γιατί προέρχονται άπ' τήν «δουλειά» του. Μόνο δμως πού δποιος δουλεύει, κάτι παράγει. Καί τί παράγει ό ενάγων, όταν ή χώρα δέν παράγη τίποτε; Έδώ είναι ποΰ ή έννοια τής «ύπολήψεως» μεταξύ κλαπέντος και κλέψαντος μπερδεύεται γιά τά καλά... Δέν έχομε λοιπόν νά κάνωμε μέ κάποιο ίεροσπουδαστήριο λε πτεπίλεπτων εννοιών, άλλά μέ μιά πάρα πολύ άπλή κατάσταση... όρνιθώνος. "Οπως δηλαδή ό πτηνοτρόφος ρίχνει καλαμπόκι καί οί κόττες τρέχουν δλες μαζί νά πρωταρπάξουν (οί κοκκόροι αρπάζουν βέβαια περισσότερο, άλλά δέν παύουν πρός τοΰτο νά παραμένουν όρνιθες...), τό αυτό επικρατεί καί μέ τήν κοινωνική ζωή μας. Μόνο πού τώρα τά κακαρίσματα ονομάζο νται «δίκες», «δίκαιο», «δικαιοσύνη» καί ενίοτε, ολίγον πρό τών εκλογών, «πολιτικά προγράμματα». Έξ οΰ τό «ασαφές» καί «δαιδαλώδες» (κατ' ανά γκην άφοΰ λείπουν κοινωνικώς τά νοήματα καί δέν ξέρει ποιος κλέβει ποιόν καί καταφεύγουν στά δικαστήρια) τής Νομολογίας μας. «Τιμή» καί «Υπόληψη» ονομάζονται σήμερα άπό κοινού «Recht auf Arbeitw («Droit au TravaU»). Πώς δμως αυτό νά άποτελέση «διάταξη» σέ μιά χώρα τής υποαπασχόλησης, τοΰ «ψιλικατζίδικου» καί πού τίποτε δέν παράγει; Και μέσα σέ έναν συνταγματικώς καθιερωμένον διχασμό Βουλής καί Κοινωνίας έπΐ πλέον, πώς είναι δυνατόν νά Ισχύσουν τά άρθρα 2 καί 5, § I, τά σχέσιν έχοντα μέ τήν «αξία τοΰ άνθρωπου;» Αξία έχει ό άνθρω πος, δταν διαβιώνη αξιοπρεπώς. Ισχύει δμως αυτό στήν Ελλάδα; Οί συ νεχείς απεργίες (οΐ επαιτείες πού λέγαμε προηγουμένως) δεν επιτρέπουν θετικήν απόφανση περί τούτου. "Οχι βέβαια δτι δέν υπάρχει πληθώρα ζητιάνων στους δρόμους, άλλά ή σκοπίμως καλλιεργούμενη καί επιτρεπό μενη παραοικονομία λύνει ώς ένα βαθμό τό πρόβλημα τής πείνας, μή δη154
μιουργώντας απαιτήσεις έπί τοΰ κρατικοΰ προϋπολογισμού, δ όποιος έτσι παραμένει άθικτος γιά τίς διοικητικές ύψηλομισθίες (διοικητές, ανώτεροι δικαστικοί κ.λπ.) καί γιά τις άλλες ευνόητες χρήσεις πού ξέρομε... Ωστό σο, ό κόσμος διαρκώς απεργεί, δημιουργώντας έτσι ένα δικό του δίκαιο έπί τοΰ προϋπολογισμού, όχι τόσο γιατί δεν μπορεί νά ζήση, άλλά γιατί δέν μπορεί νά άνταποκριθή στά έξοδα τής Ιδεολογίας! "Οσο παράξενο κι άν φαίνεται, ή «εθνική» ιδεολογία κοστίζει πανάκριβα στόν κοσμάκη. Προ κειμένου νά εξασφαλίζονται οί ψήφοι διά τοΰ ποδοσφαίρου καί τής άγραμματωσύνης, τά έξοδα τοΰ κοσμάκη αυξάνουν έτσι, ώστε δέν μπορεί νά τά καταφέρη οΰτε καί μέ τήν παραοικονομία. Θέλει χιλιάδες κάθε βράδυ γιά τά σκυλάδικα, χιλιάδες γιά τό ΠΡΟ-ΠΟ καί τά εισιτήρια τοϋ γηπέδου, χιλιάδες γιά τά βίντεο νά παρακολουθή τά ματς καί τούς προεκλογικούς λόγους, χιλιάδες γιά τά ίδιωτικά σχολεία καί τά φροντιστήρια, άν απαίτη ση νά μάθη τά παιδιά του κάποια στοιχειώδη Γράμματα. Τά όποια παιδιά θέλουν επίσης χιλιάδες γιά τά ναρκωτικά καί τίς Disco. Επίσημη Ιδεολο γία ή «λιτότης» καί επιτακτική ανάγκη ή κοινοβουλευτικότης. Ό κύκλος δέν τετραγωνίζεται είμή μόνο γιά τής άπεργίας-έπαιτείας και τής διαρκούς κλοπής. Καί αυτό συνταγματικώς ονομάζεται στήν Ελλάδα «αξιοπρέπεια τού άνθρωπου».., Οί «αναλήψεις» άπό άλλα Συντάγματα είναι θεωρητικώς πράγματα εύκολα· ή πράξη είναι πού τά διαψεύδει. Τελικώς οί έννοιες τών συγχρόνων δυτικών Συνταγμάτων δέν μποροΰν νά χωρέσουν στήν ενεργεία λογική καί νοηματική δυνατότητα τών κοινω νικών μας καταστάσεων. Άπό τήν άποψη συνεπώς αυτή είναι μάταιον, άν μή κωμικό, όπως πιό κάτω άναλυτικώτερα θά ίδοΰμε, νά προβάλλεται σάν Ισχυρισμός τής έπί τών Βαλκανίων εξωτερικής μας πολιτικής, δτι μποροΰμε νά άποτελέσωμε γιά τούς άλλους «γέφυρα πρός τήν Ευρώπη». Εννοούμε δηλαδή τήν χρεοκοπημένη «πολιτική φιλοσοφία» τής Δεξιάς. Ή κοινωνι κή μας κατάσταση ευρίσκεται ιστορικώς στό «έμπορομεσιτικό» στάδιο, δηλαδή σ' αυτό πού εύρίσκετο ή Ευρώπη τόν 17ον και 18ον αϊώνα μέ τόν μερκαντιλισμό. Βάση τής κοινωνικής μας υποστάσεως, άρα καί κοινωνικής μας φιλοσοφίας, είναι τό «εμπόριο» καί τό «χρήμα», δπως ακριβώς στήν Ευρώπη πρό δύο αίώνων. "Οχι ή «εργασία» πού αποτελεί τήν βάση τής καπιταλιστικής κοινωνίας, τήν βάση τών μαρξιστικών αναλύσεων και έν γένει τήν βάση τής σύγχρονης τεχνολογικής παραγωγής. Είναι άλλο πράγ μα ή εργασία σάν «δουλειά» επιβίωσης καί άλλο ή εργασία σάν φορέας και δομή τών κοινωνικών σχέσεων. Ή εργασία σήμερα σάν νόημα είναι τό πιό πολύπλοκο πράγμα πού υπάρχει, τό βαθύτερο τών φιλοσοφικών προβλη μάτων καί ή βάση τών πολιτικών εξελίξεων τοΰ συγχρόνου κόσμου. Καί ή εργασία σάν τέτοια οντότητα δέν βγαίνει άπό τούς προγραμματισμούς 155
τών υπουργείων — πράγμα πού δλες οί υπανάπτυκτες χώρες προσπαθούν —, άλλά αποτελεί ιστορική διεργασία πού πρέπει κανείς μόνος του νά διατρέξη καί Οχι κατά μιμητισμούς. Έδώ βρίσκεται καί τό νόημα τής σύγχρονης ίστορίας, δηλαδή πως θά ενσωματωθούν ομαλά στήν παραγωγή δλες οί χώρες τοΰ κόσμου. Δέν είναι τόσο αυτονόητο, δτι μποροΰμε μέ μιάν άπλή «διάταξη» νά καλύψωμε τό έν προκειμένω συνταγματικό μας κενό. Τό οποίον υπάρχει δχι άπό κάποιους διαλογισμούς τών εκάστοτε υπουργών οικονομικών καί εργασίας — πού γνωρίζομε βέβαια ποιοι είναι —, άλλά άπό λόγους αντικειμενικής αδυναμίας. Γιατί γιά νά θεσμοθέτησης τό «δι καίωμα εργασίας» (καί δχι τό «δικαίωμα έπί τής εργασίας» — αυτό υπάρχει: είναι δλοι οί συνδικαλιστικοί σύλλογοι πού προβάλλουν «αίτήματα» καί κάνουν τίς απεργίες), πρέπει πρώτα νά κατέχης τήν εργασία σάν νόημα και νά τήν διαθέτης σάν κοινωνική πραγματικότητα. Ούτε τό ένα έχομε, ούτε τό άλλο. Νοητικά ή «εργασία» αποτελείται άπό δύο μερικώτερες έννοιες: τό «αποτέλεσμα εργασίας» (Arbeitsgegenstand) καί τό «προϊόν εργασίας» (Produkt). Τό Arbeitsgegenstand είναι αυτό πού αντιστοιχεί στήν αντίληψη τών παλαιών «φυσιοκρατών» καί είναι κυρίως αυτό πού βγάζει ό άνθρωπος άπό τήν Γή, γιά νά ζήση ώς επιβίωση (αγροτικά προϊόντα, ξύλο, κάρβουνο, καί «πρώτες ύλες» γενικά). Αυτά είναι αναπαλλοτρίωτα καί έπ' αυτών κυ ρίως ώς εννοιών έδομήθηκαν τά «συστήματα» τών μεγάλων ευρωπαίων φιλοσόφων, περί «ελευθερίας», «Ιδιοκτησίας» κ,λπ. (βλέπε συναφώς στά ελληνικά τό προμνημονευθέν βιβλίο τοΰ Δ. Λ. Κυριαζή-Γουβέλη, σελ. 3139, έπί τών σχετικών απόψεων τοΰ Fichte). Σχετικά μέ τίς σημερινές βιο μηχανικές «πρώτες ύλες» τά πράγματα καί πάλι θεωρητικώς μπερδεύονται, δπως θά ίδοΰμε. Ή εργασία ώς «αποτέλεσμα» έλαβε μεγάλες φιλοσοφικές διαστάσεις στό παρελθόν, διότι μέ τήν ανάπτυξη τοΰ καπιταλισμού και τόν μεγάλο ρόλο τοΰ κράτους άφ' ενός μέν ή γεωργική παραγωγή έπρεπε νά είναι υψηλή, γιά νά μπορή νά διατρέφεται καί τό εργατικό προλεταριάτο τών πόλεων, άπό τήν άλλη δμως οί τιμές καθωρίζονταν ακριβώς άπό τίς κοινωνικές καταστάσεις τοΰ τελευταίου (απεργίες, επαναστάσεις κ.λπ.) καί οχι άπό τίς ίδιες τις ανάγκες τής γεωργικής παραγωγής. Αυτό έφαίνετο τυπικά σάν μιά πράξη «προσβολής» τής Ιδιοκτησίας και βεβαίως ύπονομεύσεως τών συμφερόντων τών φεουδαρχικών τάξεων καί τών παπάδων, στους οποίους άνηκε ή Γή. Είναι φανερό δτι μέσα στίς διαδικασίες αυτές οί έννοιες Κράτος, Ιδιοκτησία, Κυριαρχία κ,λπ. ευρίσκονταν σέ συνεχή μετασχηματισμό και είναι ακριβώς τήν.|τκ^0 αυτή ποΰ εκπονούνται τά μεγάλα θεωρητικά συστήματα τών φ ι λ ο σ ^ ^ μέ κορυφή τό μνημειώδες έργο τοΰ Κάντ. Ή περαιτέρω ανάπτυξη τής Τεχνολογίας στήν Αγγλία θά έπιφέρη καί νοητικό μετασχηματισμό τών εννοιών, θεωρώντας βάση τών ;
156
κοινωνικών σχέσεων δχι πλέον τό «αποτέλεσμα» τής εργασίας καί τήν πρόσοδο, άλλά τήν εργασία καθ * έαυτήν και τόν μισθό (Lohnarbeit). Είναι ή εποχή τοΰ Α. Smith και τοΰ D. Ricardo, άπό τούς οποίους ξεκινάνε οί θεωρίες τοΰ Μάρξ. Οί παπάδες, οί γεωκτήμονες καί οί γραφειοκρατικοί υπάλληλοι θεωρούνται πιά τάξεις άχρηστες, διότι δέν παράγουν τίποτε. Τό κράτος και ή εξουσία άπό τήν άλλη μεριά στήν Γαλλία υφίστανται τερά στιες επεξεργασίες σάν νοήματα καί σάν πραγματικότητες καί ή έννοια τής Ίστορίας ώς προϊόν κοινωνικών διεργασιών θά άποτελεσθή στό φιλοσο φικό σύστημα τοΰ Hegel, άπό δπου οί Μάρξ καί Ένγκελς θά αποκόψουν τόν επαναστατικό πυρήνα. "Ισως στό σημείο τοΰτο νά βρίσκεται φιλοσοφικώς καί τό ασθενές ση μείο τών μαρξιστικών θεωριών. Ή εργασία τήν εποχή αυτή έχει μεταποιηθή σάν νόημα οριστικά στήν έννοια τοΰ «προϊόντος» (Produkt) μέ κοινόν φορέα ανταλλαγής κατά Μάρξ τόν χρόνο εργασίας. Ή μεταβολή δμως αύτοΰ τοΰ παράγοντος είναι πού θά αλλοίωση ιστορικά καί τό κοινωνικό νόημα τοΰ θεωρητικοΰ μαρξισμοΰ. Διότι τό «Produkt» δέν είναι ακριβώς τό προϊόν πού παράγει ό άνθρωπος σάν «εργατική δύναμη», σάν «εργάτης», άλλά τό προϊόν πού μέσφ τής τεχνολογίας παράγει τό πνεΰμα τοΰ άνθρω που σάν απρόσωπη δύναμη. Καί αυτό τό πράγμα τό βλέπομε μόνο στίς μέρες μας. Τί είδους «ιδιοκτησία» νά κατηγορήση κανείς σέ ένα τέτοιο προϊόν; Ποιος είναι τελικώς ό «ιδιοκτήτης» ενός «προϊόντος» ώς πνευμα τικής ενεργείας; Τί άποκτφ ή «εργατική τάξη» διά τών «μέσων παραγωγής», δταν μιά εφεύρεση αύριο τό πρωί μπορεί νά τά αχρήστευση ή νά τούς μεταβάλη ριζικώς τήν σημασία; Τό «Ρόλ» καί τό «Κλίν» σήμερα δέν είναι «προϊόντα εργασίας» κατά τήν κλασσική έννοια τοΰ δρου («εργατικής δύ ναμης»), άλλά άπλά καί μόνο προϊόντα χημικών τύπων. Πιστεύομε δτι στό σημείο αυτό βρίσκεται τό ασθενέστερο σημείο τοΰ μαρξισμοΰ σάν κοινω νικής θεωρίας. Ένφ δηλαδή τό κοινωνικό περιεχόμενο τοΰ μαρξισμού δουλεύει ακόμα φιλοσοφικά μέ έννοιες τής κλασσικής εποχής («ιδιο κτησία», «εργατική παραγωγή», «ελευθερία» κ.λπ.), τό ίδιο τό «προϊόν» έχει μπή στίς κοινωνικές διαδικασίες μιάς μουσικής συμφωνίας. Άλλά μιά μουσική συμφωνώ ή ένα ποίημα δέν μπορεί νά είναι έκ φύσεως κανενός συγκεκριμένη καί «ατομική» ιδιοκτησία. Και άν ύποθέσωμε δτι κατάσχει κανένας τά βιολιά μιάς ορχήστρας, καθόλου δέν σημαίνει δτι τοιουτοτρό πως άποκτφ «ιδιοκτησία» έπί τής συμφωνίας. Τά βιολιά είναι τά «μέσα παραγωγής» τοΰ «προϊόντος». Πιστεύομε δτι τήν μικρή αυτή λεπτομέρεια προσπαθεί νά διόρθωση σήμερα ό Μαρξισμός. Ή ανάπτυξη τής τεχνολο γίας δέν ήταν τήν εποχή τοΰ Μάρξ (και ακόμη ώς τόν δεύτερον παγκόσμιο πόλεμο) τόσο ανεπτυγμένη, ώστε νά υπαχθούν νοητικά τά «μέσα παραγω157
γης», δηλαδή οί μηχανές ποΰ ήταν Ιδιοκτησία τών καπιταλιστών, στήν ίδια τάξη μέ τό «προϊόν» πού αυτές παρήγαν καί πού εθεωρείτο «αποτέλεσμα» — τουλάχιστον στήν φιλοσοφική του σημασία—τής «εργατικής δύναμης» (Arbeitsgegenstand). Σήμερα γνωρίζομε δτι αυτά τά πράγματα δέν Ισχύουν. Τά «μέσα παραγωγής» καί τό «προϊόν» είναι τής ίδιας τάξεως πνευματικά αντικείμενα καί ανήκουν άδιαφοροποιήτως σέ όλους έξ ίσου. Συζητοΰμε βέβαια γιά τήν νοητική σημασία τών πραγμάτων καί δέν θέλομε καθόλου νά ποΰμε, ότι δέν υπάρχουν ακόμη άνθρωποι πού κάνουν διακοπές μέ κότερα καί άλλοι μέ ποδήλατο. Θέλομε δμως νά σημειώσωμε τήν νοηματική σημασία τών πραγμάτων καί αυτό πού γράψαμε πρίν: δτι ή μελλοντική διαφορά τών ανθρώπων θά είναι μεταξύ μορφωμένων καί αναλφάβητων — κατά τίς φυσικές δυνατότητες έκαστου — καί Οχι μεταξύ εκμεταλλευτών καί εκμεταλλευομένων άπό επιγενόμενες κοινωνικές αίτίες. (Μέσα σ * αυτήν τήν τάξη πραγμάτων βλέπομε καί τόν ρόλο τοϋ ΑΙγαίου, τής ανεπανάληπτης αυτής φυσικής δημιουργίας, ώς εκείνον τοΰ Παν/μίου χωρίς καθηγητές, δπως θά έξηγήσωμε παρακάτω). Ή «εργασία» συνεπώς σήμερα είναι πνευματικής φύσεως γεγονός καί σάν τέτοιο ύποχρεοΰται τό κράτος νά προαγάγη καί νά κατοχύρωση. «Δι καίωμα εργασίας» σημαίνει «δικαίωμα μορφώσεως», διότι τό μυαλό είναι αυτό καθ' εαυτό τό μόνο όργανο πού παράγει. Ασχέτως άν σήμερα ακόμη ή ανάπτυξη δέν βρίσκεται στό στάδιο τής γενικής προαγωγής τοΰ μυαλού (αυτό προϋποθέτει καί μιάν ριζικώτερη δομή τών σχέσεων έπί ολοκλήρου τοΰ πλανήτη· έδώ προκύπτει καί τό θέμα πού είπαμε πρίν: οί «πρώτες ύλες» σάν προϊόντα τής σύγχρονης τεχνολογικής παραγωγής σέ ποιόν ανήκουν), άλλά μόνο ειδικά εκείνου τοΰ τομέα πού αυξάνει τήν σημερινή παραγωγή, δηλαδή τής επιστήμης, τήν οποίαν προσπαθεί νά διαχωρίση άπό τούς άλλους χώρους τής πνευματικής παραγωγής. Είναι μιά προσπάθεια φασισμοΰ, πού πιστεύομε πώς σύντομα οί διαρρυθμίσεις τοΰ κόσμου θά επιβά λουν τό ξεπέρασμα της. Άλλά, γιά νά φθάση μιά κοινωνία νά βλέπη τήν εργασία στήν πραγματική της φύση καί δχι στό κούνημα σωματικών με λών, γιά νά καθορίση συνεπώς τήν ουσιώδη φύση τών απαιτήσεων καί τών «απεργιών» (νά μήν ζητάη ελεύθερο χρόνο γιά νά πάη στό γήπεδο, άλλά γιά νά κάτση νά διάβαση — δ,τι ζητήση ό άνθρωπος νά μάθη, τό μαθαίνει καί μόνος του* άρκεΐ νά τό θελήση, οπότε βρίσκει καί τόν ΐρόπο, πού ύπό τίς τρέχουσες κοινωνικές συνθήκες απαιτεί βέβαια θυσίες πολλές καί με γάλες...), πρέπει νά περάση αντίστοιχα στάδια πού θά τήν οδηγήσουν σ' αυτό. Δέν είναι υπόθεση αντιγραφής καί <<άνάληψης» στήν νομοθεσία, γιατί μπορεί νά μήν συμβαδίζουν σ' αυτό όλα τάλλα. Αύτοΰ έγκειται καί τό πολιτικό πρόβλημα τοΰ συγχρόνου κόσμου. Καμμιά φορά μάλιστα οί «ά158
ναλήψεις» όδηγοΰν σέ μόνιμες γελοιοποιήσεις, δπως ακριβώς συμβαίνει μ' εμάς έπί διακόσια χρόνια τώρα. Οί απαιτήσεις πρός τό κράτος γιά τήν κατοχύρωση τής παραγωγής ώς πνευματικού προϊόντος, είναι προφανώς πολύ διαφορετικές άπό εκείνες τής παροχής «επιδομάτων». Ή έννοια δη λαδή τής «αξιοπρέπειας τοΰ άνθρωπου» δέν μπορεί νά ύπαρξη ενιαία γιά δλες τις κοινωνίες, άρα οΰτε καί ή έννοια τών «ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Άλλά, επειδή δέν μπορεί νά ύπαρξη σήμερα κανενός άλλου είδους εξέλιξη στόν κόσμο πού νά έμπραγματώνη τόν άνθρωπο ώς πνευματική υπόσταση, πλήν εκείνης τής τεχνολογικής παραγωγής — αυτή είναι πού οδηγεί τόν άνθρωπο στήν αυτοσυνείδηση τής πνευματικής του υπάρξεως καί δχι μόνο τής ψυχικής (δπως έκαναν οί θρησκείες φ.ε.) —, γι' αυτό τίθεται τό πρό βλημα τοΰ «έκσυγχρονισμοΰ» επείγον γιά τίς πιό πολλές κοινωνίες τοΰ πλανήτη μας καί συνεπώς ή ενιαία εμβάθυνση έπί τής εννοίας τοΰ «ανθρω πίνου δικαιώματος». Άλλά «εκσυγχρονισμός» δέν θά πή ((ανάπτυξη», δπως τό άκοΰμε στά εκλογικά μπαλκόνια, ή δπως μέσα στις «εθνικές» ακόμα προλήψεις των τό καταλαβαίνουν πολύ λαοί. Εκσυγχρονισμός σημαίνει κυρίως ανεύρεση ίστορικής χρησιμότητος, άπό τήν οποίαν σάν αφετηρία «σπουδής» μπορεί κανείς συλλογικά νά άνελιχθή στήν πνευματική δομή τοΰ συγχρόνου κόσμου. "Οταν άκοΰμε τόν κ. Μητσοτάκη νά έντοπίζη τήν εξωτερική μας πολιτική σέ «σύμφωνα μή επιθέσεως» και «σεβασμού τών συνόρων» μέ τίς γειτονικές μας χώρες, μπορούμε νά ποΰμε δτι ή «τιμή» και ή «υπόληψη» μας σάν συστατικά στοιχεία τής «αξιοπρέπειας» μας θά διατελοΰν πάντα έν κινδύνω. "Οταν οί άλλοι μάς υπογράψουν τά «σύμφωνα» πού θέλομε, τί θά γίνη μέ τό «Arbeit» — στό όποιο όπως είπαμε περιλαμ βάνονται ή «τιμή» καί ή «αξιοπρέπεια» σήμερα — καί μέ τίς αντίστοιχες συνταγματικές «διατάξεις», σέ μιά χώρα τής υποαπασχόλησης, τοΰ ((ψιλι κατζίδικου» καί τής ουδεμιάς παραγωγής; Ποΰ συνίσταται ή παραγωγικότης τής Ελλάδος σήμερα, σέ τί ακριβώς και ποΰ βρίσκονται οί σχετικές συζητήσεις; Δυνατόν βέβαια τά κακαρίσματα νά μεταποιηθοΰν σέ μέτρον αριστοτελικής σαφήνειας στό Σύνταγμα δέν είναι, δέν είναι δμως έξ ϊσου δυνατόν νά μείνωμε πάντα στό «όφείλουσι και ό είσαγγελεύς»... Θά ήταν βέβαια μάταιο — άλλωστε τά δσα έσημειώσαμε μάς άρκοΰν γιά τά επόμενα — νά επιχειρούσαμε μέ τούς περί... υφασμάτων ορισμούς τής «ύπολήψεως» νά άσχοληθοΰμε μέ καταστάσεις τοΰ ποινικού Κώδικα. Γιά ένα μόνο άρθρο θά κάνωμε κουβέντα: τήν μεταχουντική τροποποίηση τοΰ 157, τό όποιον βρίσκεται σέ στενή συνάφεια μέ τό άρθρο ΙΟΙ τοΰ Συντάγ ματος. "Εξηγήσαμε στά πρίν τήν σημασία αύτοΰ τοϋ άρθρου. Καί θά συμφωνή159
σωμε μέ τόν κ. Τσάτσο, ότι μέ τό άρθρο 101 «κατοχυρώνεται γιά πρώτη φορά ή γενική και αποφασιστική αρμοδιότητα τών περιφερειακών ΚΡΑ ΤΙΚΩΝ οργάνων» (βλ. μν.ε. σελ. 59), άλλά ακριβώς αυτά τά όργανα σάν τέτοια δίνουν «συγκεντρωτική» σημασία στήν πρακτική λειτουργία τοϋ άρθρου, τήν οποία εξηγήσαμε. Ώς πρός τήν «πρώτη φορά» μπορεί κανείς νά διατήρηση ώρισμένες επιφυλάξεις. "Οχι μόνο διότι ή σημασία τοΰ άρ θρου έσυζητήθηκε κανονικά κατά τίς συζητήσεις τής Βουλής τής Χούντας ώς πρός τό πρακτικό της νόημα, άλλά (χωρίς νά άνατρέξωμε στήν μελέτη τών διαμορφώσεων αύτοΰ τοΰ άρθρου σέ άλλα Συντάγματα, τούς νόμους πού εκάστοτε τό ακολουθούσαν καί νά έπιβαρύνωμε ασκόπως τίς σελίδες μας βιβλιογραφικώς) επειδή τό αποδεικνύει ή «φυσιογνωμία» τοϋ έλληνι κοΰ τοπίου της επαρχίας. Αυτά διϊστορικά έγιναν μέ τήν αποκέντρωση» καί τήν «αυτοδιοίκηση», δηλαδή αέ τόν πλήρη διοικητικό φασισμό τοϋ «κέντρου». Καί έδώ δπως είπαμε ενδιαφερόμαστε γιά εξηγήσεις πραγματι κές και δχι «συνταγματικές». "Οταν μπορή νά άποδείξη ή πραγματικότητα άπό μόνη της, οί βιβλιογραφίες είναι περιττές. "Αλλωστε ό άνευ συγκεκρι μένου μέτρου έλεγχος, δηλ. «ώς νόμος όρίζευ> τών κεντρικών υπηρεσιών, αποδεικνύει τήν συγκεντρωτική ύφή τών πραγμάτων. Τό θέμα πού μάς ενδιαφέρει είναι, γιατί αυτό έγινε — δηλαδή ποιοί ήσαν οί λόγοι πού επέβαλαν ώργανωμένη «συγκέντρωση» — μετά τήν Χούντα. Αυτό έχει νά κάνη άμεσα καί μέ τήν σχεδόν ταυτόχρονη τροποποίηση τοϋ άρθρ. 157 τοΰ κεφ. Δ' τοΰ ποινικού κώδικα, τό οποίον προέβλεπε ποινές σχεδόν ίσοβίου καθείρξεως γιά περιπτώσεις «βίας ή δι απειλών βίας... είς τήν Βουλήν ή είς μέλος τί αυτής». Ήγουν γιά τήν ίερότητα τοΰ «λειτουργήματος»... Διά τοΰ νόμου 410/76 (βλ. φύλ. Έφ. τής Κυβερ. άριθ. 208/10^8-76), άρθρ. 3, τό παλαιόν άρθρο τροποποιείται ώς έξης: «είς τήν Βουλήν ή τήν Κυβέρνησιν ή είς μέλος αυτών». 1
"Ενας τώρα έξησκημένος μέ τήν μαθηματική θεωρία Συνόλων, θά έδεχετο καί πάλι έναν λογικό κόλαφο τοΰ τύπου «όφείλουσι καί ό είσαγγελεύς»: άφοΰ τό υποσύνολο τών μελών τής Κυβερνήσεως περιλαμβάνεται στό υπερσύνολο τών μελών τής Βουλής, δέν αρκούσε ή πρώτη διατύπωση; Προς τί ή πρόσθετος «ειδική μνεία» μέ τό «ή τήν Κυβέρνησιν»; Αϊ μ' δέν αρκούσε δμως, γιατί τώρα ή κυρία Ιδιότητα τών υπουργών ήταν αυτή τοϋ πρώην τρομοκράτη. Πρώην τρομοκράτες θά κατελάμβαναν τά πόστα (οί εκάστοτε κυβερνήσεις ξέρουν πάντα «τί τούς γΐνεταυ> — έν προκειμένω αυτές τίς Ν. Δ. — καί μεριμνούν δεόντως γιά τήν κοινοβουλευτική «δια δοχή»), μέ κύρια «αρμοδιότητα» τήν τών «ερμηνειών» — άρα εναντίον τών οργανώσεων πού τούς ανέδειξαν καί οί οργανώσεις άπ' έξω. Αϊ, δέν έχρειαζόταν μιά κάπως «είδικώτερη» μέριμνα «χειρουργικής τομής» καί θωρακί160
σεως; Έγινε λοιπόν ή προληπτική «επέμβαση» κατά τόν τύπο «όφείλουσι καί ό εϊσαγγελεύς» — δπως βλέπομε ή Λογική καί ή Γραμματική στήν ελληνική Νομοθεσία παραμένουν εσαεί άδιαπτώτως αναλλοίωτες —, μόνο πού τώρα «βασιληάς» θά έβγαινε αυτοδικαίως ή οργάνωση! Ιδού λοιπόν ή εύλογος αύξηση τής τρομοκρατίας, άπό τήν Βουλή καί μόνον προερχο μένη.., Άν μάλιστα σκεφθούμε δτι ό «βασιλεύς» έχρΐσθη εσχάτως διά τών μπαζούκας «Αυτοκράτωρ Πάσης Αθήνας καί Περιχώρων)), ασφαλώς τήν μελλουσαν τροποποίηση τοΰ 410 πρέπει νά τήν άναμένωμεν άπό... αέρος... Ή εσωτερική σύνδεση άπό «πολιτειακής απόψεως» μεταξύ άρθρου 157 τοϋ ποιν. κωδικός καί άρθρ. 101 τοϋ Συντάγματος (δηλ. ή συγκεντρωτική αύτοΰ σημασία ώς πρός τήν «κεντρική κυβέρνηση» καί τίς εκλογές), απο δεικνύεται καί έκ τούτου: δτι μέ τήν πλήρη «θωράκιση» διά τής § 1 τοΰ 157 «καί τής Κυβερνήσεως», αμέσως επέρχεται τροποποίηση καί τής § 2 γιά τά συμβούλια τοπικής αυτοδιοικήσεως (βλέπομε: Βουλή καί συμβούλια πάνε μαζί ώς πρός τίς «θωρακίσεις» δταν τό ένα θωρακίζεται, τό άλλο άποθωρακίζεται...): ένφ πρίν ή διάταξη στόν Π.Κ. γιά τήν περίπτωση απει λής κατά μέλους τών συμβουλίων αυτών προέβλεπε ανώτατο δριο ποινής (τά τρία χρόνια, άρα καί καθόλου), τώρα ορίζεται κατώτατο (ό ένας χρό νος). Δηλαδή, όποιος τολμάει στό χωριό, άς κουνηθή! "Οντως* μέ τόν λαϊκισμό τοΰ «σοσιαλισμού» — δηλαδή έπιπροστιθεμένης καί τής Ιδεολο γικής τρομοκρατίας —, ή επαρχία απέβη ό κύριος εκλογικός παράγων γιά τήν ((Δημοκρατία» καί τήν «Νίκη».., Νομΐζομε δτι τελειώσαμε μέ τίς «θεωρητικές αναζητήσεις». Περισσότερες γιά τά συμπεράσματα μας, δέν μας χρειάζονται. Μένει ακόμη νά ασχολη θούμε γιά λίγο μέ τις σχέσεις εξουσίας έκ τοΰ «λαοΰ» καί τοϋ «έθνους», άλλά επειδή αυτό θά τό έξετάσωμε πρακτικώς, ή μάλλον οπτικώς — ήγουν χειροπιαστά —, μποροΰμε νά άρχίσωμε μέ τήν συνόψιση τών συμπερασμά των μας.' Η * Ελλάδα δέν είναι επιδεκτική καμμιας βελτιώσεως καί προσαρ μογής (ύπό τήν παρούσα κρατική της υπόσταση) στό μέλλον τής ευρωπα ϊκής ιστορίας καί τών μεσογειακών λαών. Διότι τής λείπει ό σκελετός. Καίτοι ώς κράτος προηγείται δλων τών βαλκανικών κρατών -— τής Αλ βανίας μάλιστα έναν σχεδόν αιώνα —, συγκρινόμενη μέ οποιοδήποτε άπό αυτά βρίσκεται πολύ πίσω στίς κοινωνικές της επιτεύξεις. "Οσο μικρές καί άν αυτές ύποτεθοΰν γιά τά άλλα κράτη. Οίκονομικές δυσκολίες, μειονοτικά προβλήματα καί παντός είδους δυσμορφίες, έχουν δλα τά κράτη τών Βαλ κανίων. Έκατάφεραν δμως ένα: νά μήν τό μεταβάλουν σέ κοτέτσι. Καί τοΰτο ακριβώς δείχνει τήν ικανότητα ενός μίνιμουμ προσαρμογής, πού μπορεί άπλως νά συνίσταται στήν συζήτηση τουλάχιστον τών προβλημά16!
των καί στήν έρευνα διεξόδων. Ή Ελλάδα επιμένει πάντα στους ίδιους αστερισμούς, ζώντας σέ μιά πρωτοφανή πολιτική παράνοια. Σοφία είναι και τό νά ξέρης, ότι δέν έχεις τίποτε νά πής. Αυτό δέν αποτελεί περίπτωση γιά πολλούς έλληνες πολιτικούς. Σέ πρόσφατη ομιλία τών πολιτικών αρ χηγών γιά τήν εξωτερική πολιτική, ό κ. Φλωράκης — πάρα πολύ σωστά καί ιστορικώς σκόπιμα — έθεσε ανοιχτά τό πρόβλημα τών ύπαρχουσών μειονοτήτων στήν "Ελλάδα, ακριβέστερα μερικών άπ' αυτές στήν βόρεια Ελλάδα, πράγμα πού αποτελεί τό βασικό σημείο αναφοράς παντός πολι τικού τών Βαλκανίων, δταν ή συζήτηση πρόκειται γιά τήν εξωτερική πο λιτική. Γιατί ακριβώς οί μειονότητες είναι οί φορείς συνδέσμου τών κρα τών, δπως και οί φορείς τοΰ χωρισμού των στήν πολιτική. Ό κ. Μητσο τάκης αρνήθηκε επισήμως νά απάντηση καί ζήτησε μόνο νά μεταβληθή ή "Ελλάδα σέ ένα «κράτος Ιδιωτικών συμφωνητικών» μέ τά γύρω κράτη («σύμφωνα» μή επιθέσεως καί «σεβασμοΰ τών συνόρων»!), μέ τήν διαβε βαίωση ότι ή "Ελλάδα μπορεί νά άποτελέση γιά τά υπόλοιπα βαλκανικά κράτη τόν «φορέα» πρός τήν ΕΟΚ και τήν Ευρώπη. Καί ώς προς μέν τήν ΕΟΚ, θά έπρεπε νά γνωρίζη ό κ. Μητσοτάκης, ότι δλα τά κράτη ξέρουν νά... πουλάνε καλαμπόκια· ασχέτως άν δέν τό κάνουν. Στό σημείο αυτό δέν χρειάζονται κανενός είδους διδασκαλία καί βοή^ια- Διότι βέβαια τό κα λαμπόκι τό πούλησε ή "Ελλάδα σάν κοινωνική κατάσταση καί όχι σάν κάποιο κόμμα. Άν άνατρέξωμε στό παρελθόν, θά βροΰμε πάρα πολλές και χειρότερες περιπτώσεις καλαμποκιού... Ώς πρός τήν Ευρώπη Ομως; Καρ τερεί ό ατόφιος Γερμανός τού Επταπυργίου καί τοΰ Βανάτου ή ό άλλος Ρουμάνος μέ τούς πατροπαράδοτους «δεσμούς αίματος» μέ τήν Γαλλία, νά πάρη δάσκαλο στίς σχέσεις του μέ τήν Ευρώπη τήν "Ελλάδα; Καρτερεί ή Βουλγαρία, τής οποίας ή ύπαρξη στήν Ευρώπη, ανατολική καί δυτική, είναι σχεδόν ή μεγαλύτερη δλων τών βαλκανικών κρατών; Καρτερεί ό Αλβανός μέ τίς άπό αίώνων άμεσες σχέσεις του μέ τήν Ιταλία ή ό Γιου γκοσλάβος , πού κατά τά 2/3 ήσαν πρώην υπήκοοι τής Αΰστροουγγρικής Μοναρχίας; Τί είδους «φορέα» θά μποροΰσε νά άποτελέση ή Ελλάδα, πού άν ύποτεθή δτι κλείνουν γιά έναν μόνο μήνα τά σύνορα τους τά άλλα βαλκανικά κράτη ώς πρός εμάς, θά πρέπει ή Αμερική νά έπαναλάβη αυτό πού έκαμε παληά στό δυτικό Βερολίνο; Ή μήπως πολιτιστικόν φορέα; Έγράψαμε παληά, πρίν «μπούμε» στήν ΕΟΚ (βλ. τό βιβλίο μας «Ανάλυση τής νεοελ. αστικής Ιδεολογίας», 1975, σελ. 93 κ.έ.), δτι ΕΟΚ γιά τό είδος τής ελληνικής Δεξιάς μας δέν μποροΰσε νά σημαίνη τίποτε άλλο άπό «φτερούγα» και «άποκούμπι». Λόγον υπάρξεως δηλαδή, γιά τήν συνέχιση τών Ιδΐων μεθόδων καί νοοτροπιών — τών άπό καταβολής αίωνίων,,, Καί θελήσαμε φυσικά νά ποΰμε, Οτι αυτό δέν θά καθίστατο πρακτικώς εφικτό. 1
162
Νά λαθέψωμε δέν ήταν δυνατόν βέβαια, άλλά δέν ήταν δυνατόν καί νά φαντασθοΰμε δτι αυτό θά συνέχιζε νά άποτελή τό «σύνθημα», τό ίδιο σύν θημα, τήν ίδια επιδίωξη, μετά τίς κοσμογονικές αλλαγές τών καιρών μας. Γιά τόν κ. Μητσοτάκη δέν άλλαξε τίποτε... "Οτι Οχι μόνο ή Δεξιά μας άλλά καί δλη μας ή πολιτική υπόσταση διά τών άλλων κομμάτων έχει ανάγκη άπό «περεστρόϊκα», όλοι οί πολιτικοί αρχηγοί μας τό γνωρίζουν καλώς. "Ενα δμως δέν ομολογούν: δτι είναι ανάγκη κάποτε δημοσίως νά τό συζη τήσουν. Μέχρι τότε είναι λογικό ή «Νέα Δημοκρατία» μας νά ζητάη «Ιδιω τικά συμφωνητικά» καί «πλειοψηφίες»... Άλλά νομίζομε δτι είναι καιρός ή σέ πολύν κόσμο συνειδητή μεταχουντική διάλυση τής "Ελλάδος νά ά ποτελέση σιγανό θέμα δημοσίων συζητήσεων καί προπαρασκευής. Έτσι θά αποφευχθούν οί παντός είδους φθορές καί γενικώτερες πολιτικές περι πλοκές στόν χώρο τών Βαλκανίων. Αυτό μάλιστα θά μπορούσε νά γίνη καί μέ ανοικτή συμμετοχή πολιτικών ή διανοουμένων και τών γειτονικών μας χωρών. Μήπως μέ συζητήσεις δέν λύνονται σήμερα καί τά προβλήματα στήν ανατολική Ευρώπη; Δέν μπορούμε πλέον νά εθελοτυφλούμε μέ τόν εαυτό μας. Τά πάντα σήμερα, εντός τής ευρωπαϊκής περιοχής τουλάχιστον, παίζονται στόν χώρο τών «ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Καί τό νά έθελοτυφλή κανείς γι* αυτά οπουδήποτε τής Ευρώπης, σημαίνει δτι τά υπονομεύει στήν ίδια του τήν χώρα. Πολύ περισσότερο, όταν δέν ύπάρχη πιά λόγος γιά στρουθοκαμηλισμούς καί άναζητώνται οί βάσεις κάποιων σταθερότε ρων ιστορικών προοπτικών. Ή "Ελλάδα έχει πάψει πρό πολλοΰ νά άπο τελή κάποιο «μήλον τής έριδος». Σήμερα απλώς είναι ένα εκκρεμές γιά όλους πρόβλημα, τό όποιον δέν παύει νά έπιβεβαιοΰται άπό τήν προϊστορία του. Καί οί βιτρίνες δέν αλλάζουν σέ τίποτε τήν ουσία. Έν πάση περιπτώ σει, ή συνταγματική κατοχύρωση τών «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» καί τοΰ «Petitionsrecht» κατέστησαν έκ τών ών ούκ άνευ ανάγκη μετά τόν δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο καί δλες οί δυτικές χώρες αναγκάσθηκαν νά τά βάλουν στά Συντάγματα τους (βλ. σχετικώς και Κ. Θ. Εύσταθιαδου: «Διεθνές Δί καιον», Αθήναι 1977, σελ. 395 κ.έ.). Αυτό δμως δέν σημαίνει δτι δέν είναι γνωστό τό ποΰ έμπήκαν σάν πραγματικότητες και ποΰ σάν βιτρίνες. Συνε πώς οί βιτρίνες μας δέν αποτελούν λόγον έπαναπαύσεως καί πολύ περισ σότερο νομιμότητος πολιτικής μέ τούς «ψήφους». Άμα δέν κατέχης κοι νωνικώς τήν γνώση τί θά 'πή «θετική επιστήμη» (καί συνεπώς τί «εργασία» πού λέγαμε προηγουμένως), πώς μπορείς νά «νομοθέτησης» τόν μέσω τοΰ Κράτους συνδυασμό τοΰ «ανθρωπίνου δικαιώματος» τοΰ άτομυωΰ επιστή μονα νά κάνη έρευνα μέ εκείνο τοΰ απλού άνθρωπου νά ζήση; Πολύ πε ρισσότερο βέβαια, άν δέν έχης πίσω σου Λουθήρους, Γαλλικές Επαναστά σεις καί Δικαστήρια τής Νυρεμβέργης, δηλαδή τά συστατικά στοιχεία τοΰ 163
πολιτικού" νοήματος τών «ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Σ' αυτό ακριβώς τό σημείο βρίσκεται καί ένα άπό τά γενικώτερα Ιστορικά προβλήματα τής εποχής μας. "Ως σήμερα υπήρξε ή δικαιολογημένη έν πολλοίς μέριμνα νά διάφυλαχθή τό «νόου χάου». Δέν ξέρομε όμως άν έμφανισθή μιά διαφορε τική ανάγκη, ώς ποιόν βαθμό θά απέδιδαν οί προσπάθειες άλλων χωρών νά τό πάρουν. Αυτά τά πράγματα δέν αντανακλούν μόνο στις δυστοκίες τών «ερμη νειών» μας, άλλά και στόν εξωτερικό χαρακτήρα τών συνταγματικών μας καταστάσεων. Παρά τίς Οποιες «αναλήψεις», τό πρώτο πράγμα πού ξεχω ρίζει στό ελληνικό Σύνταγμα, ίδιαίτερα στό σημερινό (θά ίδοΰμε ποιες υπήρξαν οί «σταθερές ιδεολογικές βάσεις» τής Ν.Δ. τότε), έν αντιθέσει πρός τά τών άλλων χωρών, είναι ακριβώς ό επιθετικός του χαρακτήρας. Σχεδόν μορφή αστυνομικής διάταξης πρός τούς ιθαγενείς. "On βέβαια τίποτε δέν τηρείται άπό τά «υπογεγραμμένα» έν Ελλάδι, αυτό είναι άλλο θέμα οικονομίας τής εσωτερικής πολιτικής πού δέν μάς ενδιαφέρει. Γιά τίς επιφάνειες συζητούμε. Χτυπητός είναι έν προκειμένφ ό «αμυντικός» ώς πρός τό Κράτος χαρακτήρας Ολων τών ευρωπαϊκών Συνταγμάτων καί ά κρως φειδωλή και μετρημένη ή σαφής των γλώσσα. Στήν Ιταλία π.χ., βάσει τοΰ άρθρ. 71 τοΰ ίταλικοΰ Συντάγματος, ό μισός αριθμός τών οπαδών τοΰ Μακρυγιάννη πού ύπεθέσαμε στήν άρχή, θά μποροΰσε νά διεκδίκηση νά φκιάση κόμμα μέ έμβλημα τό γνωστό «κλαράια»... Τό δικαίωμα προτά σεως νόμων τό διατηροΰν βέβαια οί απλοί πολίτες, διότι διαφορετικά θά υπήρχε απλώς μιά κοινοβουλευτική Χούντα δπως σ' έμδς, συνταγματικώς ανεγνωρισμένη! Καί επειδή αυτό τό πράγμα στήν Ελλάδα επισήμως απα γορεύεται, ένφ ό Μακρυγιάννης διατηρεί πάντα τήν απολύτως απόλυτη πλειοψηφία (είδικωτερα: οί προληπτικές διατάξεις τοΰ "Οθωνα γιά τούς βουλευτές μετεβλήθησαν διά τών «ερμηνειών» καί συν καιρφ — άρθρ. 73, §§ 1 καί 4 — σέ αποκλειστικό τους προνόμιο!), έχομε τούς διαφόρους ΰποτροπιασμούς στά... καλαμπόκια. "Οτι τά πλαίσια νομιμότητος τής Ελλάδος ώς κράτους έχουν πλέον στίς σύγχρονες διεθνείς σχέσεις πρό πολλοΰ διαρραγή, είναι πολλαπλώς απο δείξιμο. Ουδεμία «συνταγματική ερμηνεία» χρειαζόμαστε γιά τήν κατάστα ση τών «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» στήν "Ελλάδα, διότι αυτή δέν αποδει κνύεται άπό συγκεκριμένες μόνο περιπτώσεις καί μέ (ορισμένους επίσης τρόπους. Αποδεικνύεται άπό κάθε περίπτωση καί μέ τρόπους κάθε άλλο παρά «νομικούς». Θά μποροΰσε έπί παραδείγματι νά άναρωτηθή κανείς, «μά δέν είναι έπί τέλους καλό νά μπορή ό κάθε δικαστής νά άποφανθή γιά τήν αντισυνταγματικότητα ενός νόμου; Δέν είναι πιό «ελεύθερη» ή Δικαιοσύνη, 164
παρά άν υπήρχε ένα διωρισμένο συνταγματικό δικαστήριο;». Γιά νά μήν ϊσχύη αυτή ή λογική σέ ομοσπονδιακές χώρες δπως ή Ελβετία καί ή Αμερική (βλ. π.χ. Γ. Μαραγκοπούλου. «Οί συνταγματικοί θεσμοί είς τάς ηνωμένος πολιτείας τής Αμερικής», Αθήναι 1947, σελ. 38 κ.έ.), πάει νά πή πώς δέν θάναι καλή Λογική. Καί δντως δέν είναι. Γιατί άπό τόν ειρη νοδίκη Κριεκουκκΐου, πού λέγαμε προηγουμένως, λείπει ή πολιτική ευθύνη πού έχει ό συνταγματικός δικαστής. Καί αυτό ακριβώς είναι τό στοιχεϊον πού κατοχυρώνει τήν συνταγματικότητα τών νόμων έναντι τής εκτελεστι κής εξουσίας. Ή ευθύνη τοΰ συνταγματικοΰ δικαστή, δπως κι άν αυτός εκλέγεται, είναι μία: νά υποχρέωση τό κράτος στήν τήρηση τών συνταγ ματικών θεσμών καί μέτρων. Καί οί μέν αποφάσεις του είναι μέν «νομικώς» αμετάκλητες, δέν είναι δμως καί κοινωνικώς τέτοιες. Πίσω άπό τήν από φαση τοΰ συνταγματικού δικαστή καιροφυλακτεί ό Σαρτρ στήν Γαλλία, ό Χορκχάΐμερ στήν Γερμανία καί ό Μπέρτραν Ράσσελ στήν "Αγγλία. Πίσω δέ άπό αυτούς υπάρχουν οί φοιτητές... Σέ περίπτωση συνεπώς κακοδικίας τοΰ συνταγματικού δικαστή, τόν λόγο θά αναλάβουν αυτοί κι άς μήν ξέρουν «νομικά»! Συμβαίνει δέ τό παράξενο αυτό, διότι τό Σύνταγμα αποτελεί (διϊστορικά) «κωδικοποίηση» τών δικών τους απόψεων, τής δικής των «εργα σίας» μέ τήν κυριολεκτική έννοια τοΰ δρου. Καί τοΰτο τό παράξενο απορ ρέει άπό ένα άλλο πιό πολύ παράξενο διά τήν «καθ* ημάς» νοοτροπία: νά «εκπροσωπούν τό έθνος» αυτοί καί δχι οί βουλευτές, τών όποιων δουλειά είναι απλώς νά τό υπηρετούν και τίποτ* άλλο (βλ. ιταλικό Σύνταγμα π.χ., άρθρ. 98). Βέβαια καί οί συνταγματικοί δικαστές έχουν πίσω τους τούς χωροφύλακες, άλλά ή δουλειά τοΰ συνταγματικοΰ δικαστή συνίσταται α κριβώς στό νά μή φθάσουν τά πράγματα σ' αυτό τό σημείο. Κριτήρια τών συνταγματικών δικαστών δέν είναι οί «κώδικες» και οί «πανδέκτες», καί γι' αυτό είναι τό κύρος τους μεγάλο. "Οχι ή «Διοίκηση», άλλά ή πολιτική ευθύνη — είναι δ,τι κατοχυρώνει τήν λειτουργία ενός Συντάγματος. Καί γιά νά τό ποΰμε κάπως θεωρητικώτερα, ήγουν μέ λιγώτερες λέξεις: μεταξύ τοΰ συνταγματικοΰ δικαστή και τής απόφασης του εμφιλοχωρεί μιά έννοια ολικώς άγνωστη στό νοΰ τοΰ όποιου «ελληνορθόδοξου» είρηνοδίκη — τό «δικαίωμα αντιστάσεως» (Widerstandsrecht). Καί τό όποιον επιβάλλει σάν αναγκαστική προϋπόθεση τήν ουσιαστική λειτουργία τοΰ «Petitionsrecht». Γιά τήν άκρως ιστορικά πολύπλοκη αύτη έννοια τής «αντιστάσεως» — πού αριθμεί ζωή πολλών αιώνων στόν βίο τών δυτικών κοινωνιών —, δέν μποροΰμε δυστυχώς νά ποΰμε τίποτε έδώ παραπέρα. Αρκούμαστε νά πού με μόνο, δτι είναι έξ υφής άγνωστη στόν έλληνα δικαστικό, ώς μή λαβοΰσα ποτέ χώραν στό ιδεολογικό στερέωμα τοΰ «καισαροπαπισμοΰ» ή τής 165
«συναλληλίας». "Η γιά νά τό έκφράσωμε «κοινωνιολογικώτερα» κάπως: γιά νά έχης «δικαίωμα αντιστάσεως» καί όχι τό «ξέρεις, ρέ, ποιος εϊμ' έγώ», πρέπει νά έχης άπό πίσω σου τόν Σαρτρ ώς κοινωνική λειτουργία καί όχι... μπουζούκια. Μά καί τότε τί είναι αότό πού «κατοχυρώνευ> τό δικό μας (πάντα ακροτελεύτιο καί ήρωϊκό) άρθρο 120, § 4; — Είναι ακόμα μιά καταστρατήγηση κάθε «ανθρωπίνου δικαιώματος», πού λέγεται «κριτήριον αρμοδιότητος» γιά τήν κακήν ώρα... "Οτι, δηλαδή ήταν καί τό 114 παληό τερα: νά βγαίνη κανένας νά σκοτώνεται στους δρόμους, χωρίς νά ξέρη γιατί... Περιττόν βέβαια νά προσθέσωμε, ότι ό ειρηνοδίκης Κριεκουκκίου έξ εν στίκτου, ήγουν τελείως τεθολωμένος άπό τίς πλήρως ακατάληπτες γι' αυ τόν «ερμηνείες» πού άκουσε στό Παν/μιο, ξέρει πολύ καλά πώς είναι ο λικώς αναρμόδιος νά άποφανθή έπί συνταγματικών θεμάτων. Καί άφοϋ τούς νόμους τούς «προσυπέγραψε ή Πολιτεία», είναι γι* αυτόν Ολοι συνταγμα τικώς έν τάξει! Εξαιρέσεις υπάρχουν φυσικά: είναι οί «δικαστές-ήρωες» μέ τούς «ατσά λινους χαρακτήρες», πού θά ορθώσουν τό «ανάστημα» τους νά υπερασπί σουν τό «κάστρο τής Δικαιοσύνης» καί άλλα πράγματα πολλά... Άλλά άς μήν συνεχίσωμε τούς συλλογισμούς μας έπί τοϋ προκειμένου. "Οτι υπάρ χουν τέτοιοι «δικαστές-ήρωες» απεδείχθη έκ τών πραγμάτων πώς είναι πολύ καλό καί γιά τόν ελληνισμό θά άποβή πολύ καλύτερο στό μέλλον. Έπί τέλους έμάθαμε και τΐ χρειάζεται τό ελληνικό Σύνταγμα γιά νά λειτουργήση «δημοκρατικά»: έναν Πρόεδρο και έναν Επίσκοπο, οί όποιοι νά άλληλολειτουργοϋνται, νά άλληλοορκίζωνται, νά άλληλοονομάζωνται καί νά άλληλολιβανίζωνται. Και φυσικά νά συνεο,ρτάζουν μετά γιά τήν «νίκη τής Δημοκρατίας»... Ή σαφήνεια καί ή πραγματική ερμηνεία τών συνταγματικών διατάξεων είναι, καθώς είπαμε, πρόβλημα χρόνου. Τήν φορά αυτή έμάθαμε τήν ση μασία τοϋ πρώτου κεφαλαίου τοϋ δευτέρου τμήματος τοΰ Συντάγματος μας. Ό νύν Πρόεδρος μας θά μείνη σάν ό μακροβιώτερος στήν ίστορία τής ελληνικής πολιτικής ζωής καί ϊσως ό πιό έμφορτος πραγματικών νοημά των. Διότι έκατάφερε κάτι τό μοναδικό: τήν «προεδρευομένην Δημοκρατία» νά τήν μεταβολή σέ «βασιλευομένην» άνευ στέμματος. Μόνο μέ τίς ευχές τοΰ αρχιεπισκόπου... Τελικώς μποροΰμε νά ποΰμε, ότι στήν Ελλάδα ούτε τώρα οΰτε ποτέ ίσχυσαν «ανθρώπινα δικαιώματα», «Συντάγματα» καί «Δικαιοσύνη». Οί «κώδικες» ήσαν τό αλφαβητάρι τοΰ Καδή καί ή «νομολογία» μας τό καύ σιμο τής «Λειτουργίας». Έκ κατασκευής τών πραγμάτων. "Ολη ή ύπόλοι166
πη ουσία μας συνίστατο στό νά καλύπτεται τό «έθνος» μέ τά προσευχητά ρια. Τό «έθνος»! Ή λέξη πού βρίσκεται στήν βάση κάθε μορφής λωποδυσίας στήν πολιτική και κοινωνική ζωή τοΰ νεωτέρου έλληνικοΰ κράτους, έως καί τοΰ καλαμποκιοΰ συμπεριλαμβανομένου. Ή λέξη πού σέ μιά χώρα μειονοτήτων σάν τήν Ελλάδα ισοδυναμεί μέ καταφανή αχρήστευση κάθε εννοίας «ανθρωπίνων δικαιωμάτων», άλλά πού δέν μπορεί νά πάψη νά μπαίνη στό Σύνταγμα, γιατί δέν υπάρχει τίποτε άλλο έν ονόματι τοϋ οποίου θά μποροΰσαν νά διεξαχθοΰν οί εκλογές. Τό πρώτο άρθρο τοϋ ελληνικού Συντάγματος αποτελείται άπό μιάν αυθαιρεσία και ένα ψέμμα. Αυθαιρεσία είναι ή § 1, πού απορρέει άπό τό ψέμμα έν συνδυασμω τών δύο άλλων παραγράφων. Ή § 2 ορίζει: «θεμέλιον τοΰ πολιτεύματος είναι ή λαϊκή κυριαρχία». Ψέμμα! Διότι αμέσως ή § 3 ορίζει: «άπασαι αΐ έξουσίαι πηγά ζουν έκ τοϋ λαοΰ καί υπάρχουν υπέρ αύτοΰ καί τοΰ έθνους». Έάν «αί έξουσίαυ> υπάρχουν καί «υπέρ τοΰ έθνους», τότε ό έβραΐος-έλληνας, ό τοϋρκος-έλληνας, ό πομάκος-έλληνας, ό σλάβος-έλληνας κ.λπ. πού έψήφισαν στίς εκλογές δεν έχουν καμμιά κυριαρχία οΰτε κανένα δικαίωμα μετά άπ' αυτές, διότι δέν συμπεριλαμβάνονται στό «ελληνικό έθνος». Τό ίδιο δέν μπορεί νά συμπεριληφθή σ' αυτό τό «έθνος» και ό τουρκοκύπριος μέ τήν «ένωση», διότι ζή μέν στήν Κύπρο μέ τούς ελληνοκύπριους, άλλά συμπε ριλαμβάνεται στό δικό του έθνος, τό τουρκικό, άφοΰ ακόμα δέν υπάρχει κανένα κυπριακόν έθνος. Άν πάλι έμπαινε στό Σύνταγμα μόνο τό «υπέρ τοϋ λαοΰ», τότε θά απο κτούσαν πραγματικά δικαιώματα οί μειονότητες, πού θάρχιζαν νά ξεπετάγωνται ή μία μετά τήν άλλη, καί ξαφνικά θά άπεδεικνύετο πως δέν υπάρχει «έθνος», δηλαδή δέν θά είχαν καμμιά νομιμότητα οί εκλογές καί τό κοινο βούλιο σέ ένα κράτος, πού στήν μέν πράξη θά άπετελεΐτο άπό μειονότητες, ένφ «στά χαρτιά» δέν θά ήταν ομοσπονδιακό. Άπό έδώ αρχίζει ή πολιτική λωποδυσΐα — ώς πρώτη συνταγματική άρχή δηλαδή — και είναι ακριβώς ή ίδια μέ τήν τοΰ 1821. Όλο τό πάν νά φκιασθή μιά εξουσία, διότι ή πρώτη διαπίστωση μετά τό διώξιμο τών Τούρκων ήταν «τΐ καλά πού ήταν οί Τοΰρκου>! Καμμία βάση υπάρξεως Κράτους· άρα ή πολιτική αλχημεία ώς μόνιμη πολιτική άρχή. Καί άφοΰ καμμιά προοπτική δέν υπήρχε καί κανέ νας κρατικός φορέας ώς βάση, πίσω άπό αυτή τό... «βάλσαμο» ώς αναγκα στική πρακτική εκδοχή. "Οταν λέμε ότι τό «έθνος» είναι ή μόνιμος «εϊσαγωγή», τό προοίμιον, διά πάσαν μορφή κρατικής λωποδυσίας καί ότι τό «καλαμπόκι» δέν υπήρξε απλώς ενέργεια κόμματος ή προσώπων, άλλά έκ τών προτέρων νομοθετη167
μένη κρατική επιταγή, άπό τίς ίδιες δηλαδή τίς «συνταγματικές ρυθμίσεις» μας αμέσως μετά τήν Χούντα, υπάρχουν τά πράγματα πού μδς τό αποδει κνύουν, καίτοι ώς «τεκμήρια» δέν είναι καθόλου απαραίτητα. Ιδού πώς ό Κ. Ε. Παπακωνσταντίνου απέδιδε τίς πραγματικές ερμηνείες τών σχετικών συνταγματικών «ρυθμίσεων»: «Ή ανάγκη δπως ύποβληθη ό Λαός, είς λελογισμένος θυσίας είς τό παρόν, διά τήν διασφάλιση/ ευτυχέστερου μέλλοντος, δέν επιδέχεται σοβαράν άμφισβήτησιν. "Οσον δέ μεγαλύτερα είναι ή προθυμία προσφοράς θυσιών, τόσον αποδεικνύεται έναργέστερον δτι ό Λαός έχει τήν δόναμιν νά επιβίωση τής παρεμβαλλόμενης δοημασίας καί, πέραν τούτου, νά διαδραματίση, μι κράν ή μεγάλην, άποστολήν είς τόν κόσμον. Ή διάθεσις τής θυσίας άπετέλεσεν άνά τούς αιώνας, τήν άφετηρίαν τής προβολής καί τής διακρίσεως είς τήν διεθνή κοινωνίαν, Διά τόν λόγον τούτον, ακριβώς, ό συντακτικός νομοθέτης — παρά τάς αναρρήσεις, μιάς πτέρυγος τοΰ Κοινοβουλίου — εδέχθη ότι "άπασαι αί έξουσίαι πηγάζουν έκ τοΰ Λαού καί υπάρχουν υπέρ αύτοΰ καί τοΰ Έ θνους..."», (βλ. Κ. Ε. Παπακωνσταντίνου: «Αί στεθεραί Ιδεολογικοί βάσεις τοΟ νέου Συντάγματος», Άνάτυπον έκ της «Επιθεωρήσεως Δημοσίου Δι καίου καί Διοικητικού Δικαίου», τόμ ΙΗ' (1975), τεΰχ. 4, σελ. 339). Θά ίδοΰμε πιό κάτω Οτι καί ό Βούλγαρης τά αυτά «ύψιπρεπή νοήματα» έχρησιμοποιοΰσε στά «Διαγγέλματα» του (οί «λεγόμενες θυσίες» υπήρξαν τό αμετάθετο αίτημα πάσης ελληνικής κυβερνήσεως άπό Επιδαύρου και έντεϋθεν), άλλά, δταν παίρνης τά ταμεία γεμάτα άπό τήν Χούντα (καλά ή κακά) καί διακηρύσσης ώς «σταθερή Ιδεολογική βάση» τήν «προσφορά θυσιών», πώς ονομάζεται αυτό στήν κοινή γλώσσα; Έτσι λοιπόν, άφοΰ τήν «λιτότητα» και τά «καλαμπόκια» έπρόφθασαν καί τά έπραγματοποΐησαν άλλοι, τηρώντας πιστώς τίς «σταθερές Ιδεολογικές βάσεις» τών συνταγμα τικών επιταγών, δέν έμενε γιά τούς νέους προεκλογικούς αγώνες είμή μόνο ή «μεγάλη αποστολή είς τόν κόσμον». "Οντως, ό κ. Μητσοτάκης στήν Θεσ/νΐκη είπε πώς θά άναστήση τόν Αρχιμήδη καί θά μάς κάμη... πυρη νική δύναμη... Περί τών αυτών «αποστολών» ώμίλει καί ό Μακρυγιάννης, μόνο πού άγνοοΰσε τά... ηλεκτρόνια. Τίποτα καινούργιο δέν υπάρχει στήν συνταγματική ίστορία τής Ελλάδος. Τά ίδια πράγματα, οί ίδιες επιδιώξεις, οί άμεταλλάκτως επαναλαμβανόμενες «Ιδεολογικές βάσεις» καί τά έπακολουθοΰντα βραχυκλώματα συνιστοΰν τήν ουσία τής πολιτικής ίστορίας τής νεωτέρας Ελλάδος. Πού πρέπει ήδη νά άλλάξη. Ή «αύταρχικότης» καί ή δολοφονία τοΰ Καποδίστρια, οί «δικτατορικές αυθαιρεσίες» γιά τίς όποιες κατηγοροΰνται δλοι οί έλληνες βασιλείς, ή συνεχής πολιτική κακοδαιμο νία, τά πραξικοπήματα, ή πληθώρα τών «νέων Συνταγμάτων» μετά άπό κάθε 168
πραξικόπημα, καί τό διαρκές εξωτερικό χρέος καθ δλη τήν διάρκεια τής νεοελληνικής ίστορίας, είναι ακριβώς ή απόδειξη αδυναμίας υπάρξεως τής Ελλάδος σάν κράτους. Ή Ελλάδα ένομιμοποιήθηκε καί κρατήθηκε σάν κράτος, μόνο και μόνο επειδή κατέστη αναγκαία γιά τίς τροπές τής ευρω παϊκής πολιτικής μετά τόν Μέγα Ναπολέοντα, ερήμην πάσης εννοίας «ελ ληνικού λαοΰ» πολιτικώς, πού στήν πραγματικότητα δέν υπήρχε. * Από έκεΐ καί πέρα, ή «Δημοκρατία» καί οί εκλογές — καί αυτό τό βλέπομε μέχρι σήμερα _ ουδεμία νομιμότητα συνέστησαν γιά κανένα πολίτευμα. Καί ούτε συνιστούν. Ούτε «βασιλευομένης», ούτε «προεδρευομένης», ούτε «προεδρικής Δημοκρατίας». "Ισως θά πρέπει νά δοκιμάσωμε καί τήν «προε δρική» — οπότε οί απεργοί θά πηγαίνουν κατ' ευθείαν στά Ανάκτορα — γιά νά τό καταλάβωμε. 1
Δέν πρόκειται νά παρακολουθήσωμε έδώ τίς σχετικές συζητήσεις μεταξύ «λαοΰ» καί «έθνους» γιά τό Ισχύον Σύνταγμα, διότι δέν μάς χρειάζονται. Άν αρχίζαμε θεωρητικές περί έθνους συζητήσεις, διατρέχοντες καί θεμελιώδη έργα τής σχετικής βιβλιογραφίας, ή συζήτηση θά μάς έπήγαινε ασκόπως μακρυά. Ή δική μας περί «έθνους» έννοια είναι απλούστερη. Καί στόν μέν «θεωρητικό» τομέα λΐγο-πολύ τήν είδαμε (καί θά τήν όλοκληρώσωμε πιό κάτω) —; γιά νά καταπιέζωμε τίς μειονότητες καί νά βγάζωμε τήν απαραί τητη «εθνική πλειοψηφία» —, στόν δέ πρακτικόν μποροΰμε κυριολεκτικώς νά τή ψαύσωμε, διατρέχοντες τήν νεοελληνική ιστορία εντός 30 δευτερο λέπτων. Οί νομΐζοντες δτι χρειάζεται περισσότερο άπατώνται οίκτρώς και αδίκως ματαιοπονούν στό σκότος τών βιβλίων. Τά πράγματα κρέμωνται στόν... "Ηλιο: Ευρισκόμεθα είς τήν όδόν Παν/μίου και προχωροΰμεν πρός τά Προπύ λαια. Μπροστά-μπροστά τό άγαλμα τοΰ Γλάδστωνος. Τά δάκτυλα τού δε ξιού χεριοΰ κομμένα, άλλά ξανά κολλημένα καί ολόλευκα σάν δάκτυλα παρθένου πριγκιπίσσης τών ανακτόρων τών Βλαχερνών. Προχωροΰμεν. Δεξιά κάποια τεφροδόχος με «ονόματα πεσόντων» (γιατί;) καί αριστερά κάποιο «άγαλμα τής νίκης» (ποιας;), αμφότερα άνευ σημασίας. Προχωροΰ μεν έτι- στό μέσον τό συντριβάνι. Τό συντριβάνι σάν σύμβολο εκφράζει τό άνακύκλισμα τής ζωής. Τό νερό, πάντα ίδιο, υψώνεται καί πέφτει, διαρκώς ανανεώνοντας τόν εαυτό του. Είναι τό αγαπημένο σύμβολο τών λαών τής μακρινής Ανατολής στους κλειστούς χώρους, δπως ήταν καί τό φίδι πού δαγκάει τήν ουρά του σύμβολο τών αρχαίων μυστικών. Τό δικό μας συντρι βάνι δέν έχει νερό αυτή τήν εποχή, είναι δμως κανονικός σκουπιδοτενεκές γεμάτος σύριγγες άπ* τά ναρκωτικά. Προχωροΰμε λίγο ακόμα. Μπροστά μας δυό μικρά αγαλμάτια καθήμενων μορφών (οίκονομία στά έξοδα!), τά 169
όποια ακριβώς περιεργαζόμεθα λόγω τής προφανούς προθέσεως οικονο μίας. Έπί τών αγαλματίων αυτών εύρίσκομεν πλήρως έπιβεβαιουμένην τήν λαϊκήν ρήση «τό φτηνό κρέας τό ζουμί του πίνει», πλήν καί άλλα πράγματα έξοχου «εθνικής» σημασίας. Δεξιά ό Κοραής, κυρτωμένος άπ' τό διάβα σμα, μέ άναπεπταμένες τίς δέλτους του έπί του αριστερού πέτου. Οί δέλτοι κάποτε στραπατσαρίσθηκαν — ασφαλώς σέ κάποια διαδήλωση γιά τήν «Δημοκρατία» —, άλλά πάντως ξανακολλήθηκαν όπως κι δπως. Αυτό δμως πού λείπει άπό τόν Κοραή είναι ακριβώς τό σπουδαιότερο γι' αυτόν σω ματικό μέλος: τά δάχτυλα τού δεξιού χεριού πού γράφει. Είναι έτσι κομ μένα, σάν νά πρόκειται γιά τορναδόρο πού τοΟ τά «πήρε» ό τόρνος καί έμεινε έτσι κοκκαλωμένος πηγαίνοντας στό υπουργείο εργασίας νά βγάλη σύνταξη. Κατά τά άλλα ή μύτη τοΟ Κοραή ακόμη κρατιέται. Κυττάζομε τώρα αριστερά. Πρόκειται γιά τόν Καποδίστρια, τό όνομα τού οποίου φέρει καί τό Παν/μιο (άφοΰ μέ δική του πρωτοβουλία χτίσθηκε μέσω τοΰ κληροδοτήματος Δομπόλη). Τό «φερώνυμο» αυτό ϊδρυμα απέκτησε τελευταίο τό άγαλμα τοΰ Ιδρυτή του, τφ 1932 δηλαδή, καί μόνο καί μόνο επειδή δέν μπορούσε νά γίνη άλλοιώς. Τό άγαλμάτιον είναι προϊόν εράνου καί τοΰτο φαίνεται στήν τελείως φθηνιάρικη κατασκευή καί επεξεργασία. Ή πέτρα ούτε σάν ποιότητα μοιάζει μέ αυτή τών άλλων αγαλμάτων, ούτε σάν επεξεργασία. Τοΰ Κοραή είναι όντως γλυπτό· είναι σμιλευμένη ή κα ρέκλα, τά ροΰχα καί πολλές λεπτομέρειες. Άπό πίσω τό άγαλμα τοΰ Κα ποδίστρια είναι μιά ανεπεξέργαστη σχεδόν πέτρα, χωρίς λεπτομέρειες, α πλώς «μιά ίδέα», και μπροστά κάθεται ό Καποδίστριας μέσα σ' ένα άπλό παλτό συνταξιούχου συμβολαιογράφου ελαιουργείου τοΰ 18ου αίώνος. Στά ση ή πιό αφύσικη, πού ήθελε τά λιγώτερα λεφτά! Ή «φτώχεια» τοΰ ελλη νικού κράτους είναι καταφανής γιά τό άγαλμα τοΰ Ιδρυτή του («τοΰ Δήμου Πειραιώς άρνηθέντος οίανδήποτε είσφοράν», λέει ό Πρόεδρος τής ζητείας καθηγητής Γ. Ματθαιόπουλος), διότι απλούστατα ούτε τέτοιο κράτος όνενρεύθηκε ό Καποδίστριας, ούτε σέ τέτοιο κράτος έχει θέση τό άγαλμα του. Καί αυτό φαίνεται στό πρόσωπο: λείπει ολόκληρη ή μύτη, και κατά τέτοιον τρόπο, σάν νά πρόκειται γιά άπαρατημένο πτώμα νεκρού πού τό άνεκάλυψαν οί ποντικοί. Ή μύτη τών αγαλμάτων είναι τό χαρακτηριστικό στοιχείο καί 0 κύριος στόχος τοΰ βανδαλισμοΰ άπό τήν ελληνική αρχαιότητα. Ή μύτη τοΰ Καποδίστρια καί τά δάχτυλα τοΰ Κοραή — καί οί δύο αυτοί άνθρωποι δέν έπαψαν ώς τά σήμερα νά προσφέρουν στό «έθνος»: ή κατά ντια τών αγαλμάτων τους δείχνει ακριβώς τήν σχέση τοΰ σημερινού «έ θνους» μέ τό παρελθόν του. Τοΰ «έθνους» υπέρ τοΰ οποίου υπάρχουν οί εξουσίες στήν Βουλή! Ποιό έθνος;... Προχωροΰμεν πρός τήν εϊσοδον τοϋ Παν/μίου, μέ τήν δσην «εθνική 170
εμπειρία» αποκτήσαμε ώς τώρα (ήδη διατρέξαμε τήν νεοελληνική ίστορία κατά 15 δευτερόλεπτα, τώρα μάς μένουν τά άλλα 15). Έδώ άντικρίζομε ύπατες εθνικές μεγαλοπρέπειες. Τα τεράστια αγάλματα τοΰ Πατριάρχη δε ξιά καί τοϋ Ρήγα αριστερά, σέ υψηλότατα βάθρα, μεγαλύτερα και άπό αυτό τοΰ Γλάδστωνος (αυτό είναι ασέβεια, όπως θά δείξωμε), μέ απέραντη δου λειά στό σκάλισμα καί στίς λεπτομέρειες, Ιδίως στό άγαλμα τοΰ Πατριάρ χη. Σπουδάζομε λοιπόν τά νοήματα τοΰ φαναριώτικου κράτους. Ό Πα τριάρχης δταν πέθανε ήταν 72 χρονών, ένφ ό εικονιζόμενος μόλις πού φθάνει τά 40 (καί μέ τά γένεια). Στητός καί κατά τέτοιον τρόπο πού νά θυμίζη τόν άρχαΐον Περικλή. Τό στήθος του προτεταμένο μπούστο καλοθρεμμένης βοσκοπούλας, στητό καί πεταχτό νά φαίνεται. Καί άπό κάτω ένα σώμα («ήρωϊκές» καί ιδεολογικές γάρ οί ανάγκες στόν νοΰ τοΰ καλλιτέχνη), πού θά τό ζήλευαν δλες οί τουρίστριες πού ψάχνουν γιά «καμάκια» στό Σύνταγμα. Άλλά έδώ αρχίζουν καί οί δυσκολίες: Έμεΐς όμολογοΰμε δτι τέτοιον δεσπότη δέν έχομε 'δεί ποτέ στήν ζωή μας. Αυτό πού ξέρομε νά προεξέχη στους δεσποτάδες είναι ή κοιλιά καί όχι τό στήθος (καί μάλιστα στά 72!). Και έπί τής οποίας κοιλιάς επανα παύονται τά σύμβολα τοΰ Βυζαντινού, ό δικέφαλος καί ό Χριστός, μέ μακρυές καδένες. Ό δικός μας δμως δέν έχει τέτοια. Γιατί, άν είχε, μέ τέτοιο στήθος, θά έπρεπε νά κρεμωνται τόν αέρα! Πώς νά τά μπαλώση λοιπόν ό καλλιτέχνης, πού ήξερε πώς έφκιαχνε ιδεολογίες καί δχι πραγματικότητες; Τά μπάλωσε δμως: τοΰ κρέμασε ένα σταυρό, Οσο τοΰ επέτρεπε τό μπούστο, ό όποιος έτσι κρέμεται δπως στό στήθος νιόπαντρης γυναίκας. Όλα έκεΐ μπερδεμένα καί στοιβαγμένα, προκειμένου νά βγή ό συμβολισμός τοΰ «ήρωϊσμοΰ» τής ιδεολογίας. Καί μιά ουσιώδης λεπτομέρεια: απαραίτητο στοι χείο τοΰ «συμβόλου» τό σχοινί. Τό όποιον είναι δύσκολο νά καταλάβη κανείς ποΰθε βγαίνει άπό τό άγαλμα, άλλά κρέμεται ξαφνικά στήν δεξιά άκρη. Ένα κομματάκι άπ' τό σχοινί έσπασε σέ μιά μεριά. Καί έκεΐ ακρι βώς φαίνεται ή ψιλολεπτομέρεια, πού δείχνει τό πάντα ενεργό τής Ιδεολο γίας. Τό κομματάκι είναι κολλημένο μέ τέτοιαν τελειότητα, ώστε μόνο ό χρόνος στό μάρμαρο δείχνει τήν διαφορά. Οί «δέλτοι» τοΰ Κοραή, αντί θετα, είναι κολλημένες μέ UHU καί λάσπη... Μπροστά στό άγαλμα τοΰ Πατριάρχη, ώς εικός, κάτι μισοσβυσμένες και ακατάληπτες επιγραφές, γιά τίς όποιες, καθώς λέγεται, μήν ξέροντας νά τίς συντάξουν οί τοϋ «ιδρύμα τος» τότε, κατέφυγαν στους φιλολόγους τών γερμανικών Παν/μΐων... Πάμε τώρα στόν Ρήγα (μένουν ακόμη 7,5''). Τό κεφάλι τοΰ Ρήγα είναι σωστά δοσμένο: σλάβο ρουμάνικη φυσιογνωμία τής μείζονος Βλαχομπογδανίας τοΰ Δουνάβεως, ούδεμίαν σχέση έχουσα μέ τίς ωραίες εκείνες κεφαλές μερικών βοσκών, πού άνεκάλυψαν οί Αμερικάνοι μεταπολεμικά στήν 171
Πίνδο καί τίς έβαζαν δίπλα άπ' τό κεφάλι τοΰ Έρμη, σέ κάποιες «νεοελ ληνικές ιστορίες» πού έξέδιδαν, προκειμένου νά αποδείξουν τήν αδιάσπα στη συνέχεια μας άπό τήν αρχαιότητα ώς τά σήμερα!... Άπό έκεϊ και πέρα όμως τά τοΰ Ρήγα είναι χάος σκοτεινό, διότι επιδιώκεται τό νόημα μιάς επαναστατικής φυσιογνωμίας τών Βαλκανίων (τά Βαλκάνια είχε ό Ρήγας στό νοΰ του και κανένα είδος... «προπυλαίων») νά μετατραπή σέ «εθνικό ήρωα» γιά τίς ανάγκες τοΰ πρώτου άρθρου τοΰ Συντάγματος. "Ενα ένδυμα λοιπόν αναδιπλωμένο στή μέση, πού άν τό ϊδής βράδυ (άλλά καί μέρα, όπως θά ίδοΰμε) δέν σοΰ επιτρέπει ακριβώς νά πής άν πρόκειται περί της αρχαίας... Ασπασίας ή περί μεγάλου δραγουμάνου τής Πύλης. Τό κράτος όμως τότε έστηνόταν μέ τά αγάλματα ώς φαναριωτικό κράτος καί κάπως έτσι σκοτεινά έπρεπε νά είναι ό Ρήγας στό φως τοΰ Ηλίου. Ποιος άλλος νά μπή; Προκειμένου νά βγοΰμε άπό τήν υποκειμενική μας αδυναμία ώς πρός τήν μορφή, αποφασίσαμε νά ρωτήσωμε μιά διερχόμενη κυρία: «μήπως ξέρετε, κυρία μου, τί παριστάνει αυτό τό άγαλμα;» — «Ποιά, καλέ, αυτή; — Ή Μπουμπουλίνα!...» (Μετά τήν άκρως ικανοποιητική αυτή απάντηση . έκάναμε καί άλλες «δημοσκοπήσεις», δέν τις λέμε Ομως γιατί άναμένομε νά μδς τίς πουν οί δημοσιογράφοι στίς εφημερίδες, προκειμένου νά ξέρομε καί μέ ποσοστά τήν κατοχύρωση τών «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» άπ' τό Σύ νταγμα...). Έτσι έντύνονταν οί άνθρωποι τον 19ον αί,; Στήν βάση τοΰ αγάλματος τοΰ Ρήγα ή αλυσίδα, κατ* άντιστοιχίαν πρός τό σχοινί τοΰ Πατριάρχη (ή ψυχολογία τοΰ «μάρτυρος» έν διάρκεια, άρα υπομένετε άν δέν έχετε νά φάτε...), καί άπό κάτω ή μεγίστη φράση: «αυ τός μέν ώλετο, σπέρμα δ* έβλαστεν μέγα». Μέγα, μέγα τό σπέρμα λοι πόν... Τί τώρα υπάρχει πίσω άπό δλ' αυτά; — Τό κτήριο τοΰ Πανεπιστη μίου, θά έλεγε ένας μυωπικός. Μέγα τό λάθος όσο καί τό σπέρμα! Κατά τούς νόμους τής Λογικής, τά αποτελέσματα έπονται τών αίτίων, έδώ δμως τά πράγματα όφείλομε νά τά Ιδούμε ολίγον φουτουριστικά. Τό αποτέλεσμα τών... αγαλμάτων βρίσκεται μπροστά άπ* τά αγάλματα: τά υπαρξιακά θύ ματα της «Ιδεολογίας», στρεβλές υπάρξεις καί ζητιάνοι έπί τοΰ πεζοδρο μίου, πού προσπαθούν μέ λαχεία, κάστανα καί κουλούρια νά επιβιώσουν ώς τίς επόμενες εκλογές βάσει τοΰ άρθρ. 51 § 5... Μέ ένα λόγο, έπί τοϋ πεζοδρομίου υπάρχουν τά «ανθρώπινα δικαιώματα» καί ή «αξιοπρέπεια τοΰ άνθρωπου» πού κατοχυρώνει τό ελληνικό Σύνταγμα, μέσφ τής καπηλείας τών αγαλμάτων. Γιατί άλλο λογο υπάρξεως βέβαια, ίδιαίτερα στήν σημε ρινή εποχή, τό ελληνικό Σύνταγμα δέν. έχει. "Οσο κι άν διεκδική ό κ. Μητσοτάκης τόν ρόλο τού... Εύρωδιδασκάλου γιά τούς άλλους βαλκανι κούς λαούς (καί σάν τέτοιος βέβαια οφείλει νά γνωρίζη, δτι ή γραβάτα παραμένει πάντα ελεύθερη, ακόμα κι δταν βγαίνη κανείς στήν Τηλεόραση 172
νά πείση γιά τήν ανάγκη τών «απολύτων πλειοψηφιών» μέ τό σακάκι στόν ώμο...). Αυτή είναι ή «ίστορία τοΰ νεοελληνικοΰ έθνους» και τό πολιτικο-κοινωνικό περιεχόμενο του σέ 30 δευτερόλεπτα. Δέν μάς χρειάζονται οί εντρυ φήσεις στα βιβλία. Καί ώμιλήσαμε περί καπηλείας, διότι βέβαια περί τέ τοιας πρόκειται. Καί ώς πρός τόν Ρήγα, καί ώς πρός τόν Γρηγόριο. Ώς πρός μέν τόν Ρήγα, διότι τοΰ αλλάξαμε δλη τήν ιστορική υπόσταση καί τόν έκάναμε «εθνικό ήρωα». Ό Ρήγας, φύση παρορμητική τοΰ στιγμιαίου αισθήματος, έσκέφτετο γενικά τό πρόβλημα τής Βαλκανικής μέσα σέ μιά λύση συνυπάρξεως μέ τούς Τούρκους. Και είχε τούς απώτατους ψυχικούς του λόγους, διότι έφερνε εντός του τό έγκλημα πού έκανε, σκοτώνοντας τόν Τοΰρκο στό χωριό του. Καί δτι ψυχικά ήσαν τά κίνητρα τοΰ Ρήγα, απο δεικνύει δχι μόνο ή ασάφεια τών σχεδίων του, άλλά καί ή αντιφατικότητα τής πολιτικής του, πού υπήρξε καί ή αίτια τοΰ θανάτου του (στήν Αυστρία ών κλείνει συμφωνίες μέ τόν Ναπολέοντα!...). Ό Ρήγας δμως εΐχε δύο ακαταμάχητα προσόντα γιά άγαλμα μπροστά στό Παν/μιο: δτι ήταν καί διανοούμενος, καί «μάρτυς». Και ήταν κυρίως καί φαναριωτικώς άνατεθραμμένος (γιά τήν φαναριώτικη φυσιογνωμία τοΰ κράτους τοΰ καιροΰ).' Ο Καραϊσκάκης π.χ. γιά δλ' αυτά δέν έκανε. Επίσης καί ό Πατριάρχης, ό όποιος πέθανε σάν ένας συνεπής καί αφοσιωμένος πράκτορας τών Ρώσσων. Ό «άλιεύς», λέει, βρήκε μετά άπό δέκα μέρες τό πτώμα του στόν Βόσπορο και τό μετέφερε στήν Οδησσό. Καί γιατί δχι στήν Κων/πολη ή κάπου έκεΐ κοντά; "Αν ήταν διακινδυνευμένο γιά τήν Κων/πολη, δέν ήταν γιά τόν φτωχόν «αλιέα» ακόμα πιό επικίνδυνο τό μακρινό ταξίδι γιά τήν Όδησσό μέ ένα τέτοιο «εύρημα»; Ενδιαφέρθηκαν λοιπόν οί Ρώσσοι νά μαζέ ψουν αμέσως τόν άνθρωπο τους καί, δταν αργότερα έφκιαξαν τήν Βουλ γαρία — κόβοντας έτσι τίς μέσφ Ελλάδος επεκτατικές βλέψεις τών τό τε δυτικών δυνάμεων πρός τήν Μαύρη Θάλασσα —, έχάρησαν τό «εύρημα» στό... «βαλσαμοποιεΐον» τών Αθηνών, νά τύχη τής καταλλήλου αξιο ποιήσεως (Τά άμφια στήν Μητρόπολη έφυγαν ήδη μπροστά-μπροστά άπό τήν πόρτα ποΰ ήσαν καί μεταφέρθηκαν κάπως... στερεώτερα στήν δεξιά κολώνα). 1
Ή μόνη λοιπόν πηγή τοΰ «Έθνους» στό Σύνταγμα, βάσει τοϋ οποίου γίνονται οί εκλογές καί καταπιέζονται οί μειονότητες στήν Ελλάδα, βγαί νει άπό αυτά τά αγάλματα καί άπό πουθενά άλλου. Άλλά ή μύτη τοΰ Καποδίστρια μας απαγορεύει νά πιστέψωμε τις διαβεβαιώσεις ή και τούς ευγενείς πόθους τοΰ Ματθαιόπουλου κατά τά αποκαλυπτήρια (διαβεβαιώ σεις: «Αί χιλιάδες τών καθ* έκάστην εκείθεν παρερχομένων φοιτητών θά 173
άναμιμνήσκωνται...» καί ευσεβείς πόθοι: «...καί θά μανθάνουν δτι "διή τήν Πατρίδα ύπάρχομεν καί υπέρ αυτής ζήν όφείλομεν"»). Ύποθέτομεν λοιπόν ότι είναι δρα νά αδειάσουν τά Προπύλαια άπό τούς σκοτεινούς τούτους συμβολισμούς καί τις ιστορικές λαθροχειρίες. Τό μόνο άγαλμα πού υπάρχει δικαίως έκεΐ είναι τοΰ Γλάδστωνος. Οί "Αγγλοι, μήν έχοντας δικό τους «έλληνα» διανοούμενο νά στήσουν δπως π.χ. οί Γάλλοι τόν Κοραή, έστησαν τήν πραγματικότητα. Γιατί χωρίς τόν Γλάδστωνα — ό όποιος σημειωτέον ήταν ό πιό φιλολογικά καταρτισμένος πρωθυπουργός τής Αγγλίας, τύπος μεσογειακός καί πού ουδέποτε θά παραχωρούσε τά Επτάνησα άν μποροΰσε νά κάνη άλλοιώς — ούτε προπύλαια θά υπήρχαν, οΰτε οδός Παν/μίου, οΰτε πεζοδρόμιο «ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Τουλά χιστον δπως υπάρχουν... Σ* αυτό λοιπόν τό άγαλμα οφείλει νά μεριμνήση ή πρυτανεία νά υπάρχουν κάθε πρωί φρέσκα λουλούδια — μόνη ή μέριμνα γιά τά δάχτυλα δέν επαρκεί —, τά δέ υπόλοιπα νά τά βγάλωμε άπό 'κεΐ. Τοΰ μέν Καποδίστρια, θά τό πετάξωμε, καθότι άνευ άξιας. Τοϋ Κοραή, έστω καί δπως είναι, θά τό μεταφέρωμε στό... «Μουσείο τής Ακροπόλεως». Και τά δυό μεγάλα θά τά μεταφέρωμε στήν Μητρόπολη Αθηνών, έως ότου διευκρίνιση τό ίστορικό νόημα τους. Στό Σύνταγμα έν τφ μεταξύ θά γράψωμε απλώς: «Άπασαι αί έξουσίαι πηγάζουν έκ τοΰ ποδοσφαίρου καί υ πάρχουν υπέρ τών εκλογών». ;
Μόνο έτσι θά καταστούμε σεβαστοί στόν σύγχρονο κόσμο. Άναγνωρίζοντες τήν αλήθεια καί αποδεχόμενοι τις συνέπειες. Ό ελλαδικός χώρος σήμερα καί ό ελληνισμός έχουν πολλά άλλα πράγματα νά προσφέρουν, παρά νά ασχολούνται μέ τις απεγνωσμένες μικροεπισκευές τών «αγαλμά των»... Δυστυχώς, ένφ τά πράγματα είναι πάρα πολύ άπλά, οί «συνταγμα τικές θεωρίες» μάς τά μπερδεύουν άνεπιτρέπτως. Τό παράξενο είναι ότι επιδιώκουν νά δώσουν «νομικήν αξία» σέ έννοιες πού άπό τήν φύση τους καμμιά τέτοια δέν επιδέχονται. Γιατί οί έννοιες «λαός» καί «έθνος» δέν είναι, καί ούτε πρέπει νά είναι άπό τίς επιδεκτικές όρισμοΰ. Άν μπορούσαν νά ορισθούν δλες οί έννοιες, άν δέν υπήρχαν δηλαδή οί «αρχικές» έννοιες τών επιστημών πού νά αποκτούν κάθε φορά νέο περιεχόμενο ανάλογα μέ τίς εξελίξεις τής ζωής καί τής ιστορίας, δέν θά υπήρχε επιστήμη καί έρευνα καθόλου. Καί αυτό Ισχύει γιά δλες τίς επιστήμες. Ή έννοια «λαός» είναι έξ όρισμοΰ αόριστη («λαός» συγκεκριμένου είδους ζώων, φυτών κ.λπ.) καί παίρνει τά εκάστοτε περιεχόμενα της άπό τήν συγκεκριμένη χρήση. "Έτσι π.χ. στήν μαρξιστική φιλολογία «λαός» άλλοτε μέν είναι τό σύνολο τών βιομηχανικών εργατών, άλλοτε καί τό σύνολο τών αγροτών, άλλοτε κοντά σ' αυτά καί τό σύνολο τών υπαλλήλων καί άλλοτε τό σύνολο τών κατοίκων μιας χώρας. Γιά τούς Γάλλους επαναστάτες οί ευγενείς δέν ήταν λαός, οΰτε 174
ή «μπουρζουαζία» γιά τόν Λένιν. Γιά μιά Βουλή «λαός» είναι κυρίως οί ψηφοφόροι. Άλλά «λαός» δέν είναι μόνο αυτοί. Γίνεται έτσι λόγος στό Συνταγματικό Δίκαιο γιά διπλή έννοια λαοΰ, ή «ευρεία» καί ή «στενή». Καί «στενή» είναι τό σύνολον τών πολιτών μιας χώρας (βλ. και Κ. Γεωργοπούλου: «Στοιχεία συνταγματικού δικαίου», Αθήνα 1968, σελ. 9), τί είναι Ομως «ευρεία» δέν είναι εύκολο νά όρισθή. Διότι αυτή είναι θέμα συνδυασμένης θεωρήσεως καί άλλων επιστημών, δπως ίστορίας, κοινωνιολογίας, λογοτε χνίας, θρησκειολογίας κ.ά. Στήν ευρεία συνεπώς έννοια τοϋ «λαοΰ» υπει σέρχεται καί ή έξ ίσου εκείνη αόριστη καί κατά τούς ίδιους τρόπους κατά περίπτωση οριζόμενη τής τοΰ «έθνους». Άλλά έδώ υπεισέρχεται ένας νέος παράγοντας, πού καθιστά τήν αδυναμία όρισμοΰ προφανή: ότι ή έννοια τοΰ «έθνους» είναι ή έννοια τής πολιτισμικής πραγμάτωσης στήν ιστορία — ή έννοια τοΰ «άντικειμενικοΰ πνεύματος» τοΰ Hegel —, ή αξιολόγηση καί κατανόηση (μέ τήν φιλοσοφική έννοια τοΰ όρου, Ver-stehen) τής όποιας γίνεται πάντοτε άπό τό παρόν. Δηλαδή καμμία έννοια παρελθόντος καί «έθνους» δέν υπάρχει, άν δέν ύπάρχη «παρόν» στους λαούς. Γι' αυτό ακρι βώς καί μόνο άξιολογικώς (δηλαδή κάτι πού κυρίως «δέν είναυ> καί δχι κάτι πού «εϊναυ>) μπορεί νά «όρισθή» τό έθνος. Καί έτσι ακριβώς άπαντα καί ή αρχική έννοια στήν Παλαιά Διαθήκη, δπου πρωτοσυνανταται ό δρος. Καί μάλιστα στόν πληθυντικό. «Έθνη» είναι αυτά πού δέν είναι τό «έθνος» (τών Εβραίων). Ό δρος δηλαδή είναι στοιχεΐον άποκλεισμοΰ καί αρνήσεως μέσα άπό μιά αξιολογική οργάνωση τοϋ παρόντος. "Ετσι είναι καί στόν Ισοκράτη. Στά δικά μας Συντάγματα ή έννοια τοΰ «έθνους» δέν έμπήκε βέβαια ώς απόρροια κάποιων αναλόγων φιλοσοφικών προεργασιών — οί όποιες και έξ αντικειμένου δέν υπήρχαν —, άλλά, άφοΰ δέν υπήρχε ένας φορέας σέ ένα κράτος τών παντός είδους μειονοτήτων, ακριβώς επειδή έπρεπε νά έπινοηθή κάποιος, ευρείας ελαστικής δυνατότητος, προκειμένου αυτό νά ύπαρξη. "Η λοιπόν «έθνος» καί καταπίεση μειονοτήτων — οπότε έχομε τό κράτος —, ή «λαός» καί μειονότητες, οπότε έχομε διοικητική ανυπαρξία «έλληνικοϋ κράτους». Ή ασάφεια τών «συνταγματικών θεωριών» — οί όποιες αναζητούν πάντα τήν «νομική σημασία» τών εννοιών και δχι τό τί πράγματι αυτές θεσμοθετούν — παραμένει προφανώς μέχρι σήμερα, δπως καί τό αντίστοιχο χρήσιμο κομφούζιο τών «συνταγματικών διατάξεων». Ή βαθύτερη σημασία τών πραγμάτων μοιάζει π.χ. νά μήν άπασχολή τόν κ. Ράϊκο στό πλήρες μέν άλλά «νομικοτεχνικής υφής» βιβλίο του πού μνη μονεύσαμε. Καί απορεί διότι ό τότε Πρόεδρος Κ. Τσάτσος επέμεινε γιά τό «έθνος» στό άρθρ. 1. Άλλά οί παλαιότεροι, δπως διαπιστώνομε, ήσαν καί ολίγον πονηρότεροι περί τά σχετικά. Καί δσο μάλιστα πιό πίσω πάμε, τόσο 175
μεγαλύτερες πονηριές βρίσκομε — πράγμα φυσικό. Καθόλου άσκοπες, ό πως τίς χαρακτηρίζει ό κ. Ράϊκος (σελ. 86), δέν υπήρξαν οί συζητήσεις περί «λαού» καί «έθνους» (καί μετά τήν Χούντα), διότι φανερώνουν μιάν ουσιώ δη πραγματικότητα: τήν δομική αδυναμία υπάρξεως έλληνικοΰ κράτους. Έάν οί εξουσίες δέν ύπήρχον «υπέρ τοΰ έθνους» — τό όποιον αποτελεί ή Εκκλησία —, δέν θά ήταν δυνατόν νά γίνουν οί ορκωμοσίες στήν Βουλή. Χωρίς τό «έθνος» θά έπρεπε ό εκάστοτε Πρόεδρος καί Πρωθυπουργός νά ώρκίζοντο και ενώπιον τοΰ Ραββίνου καί τοΰ Ίμάμη. Καί θά ήταν δυνατόν στις «εθνικές γιορτές» νά παιανίζωνται τρεις τουλάχιστον «εθνικοί ύ μνοι»;... "Οχι λοιπόν οί «νομικές ερμηνείες» άλλά οί ίστορικές καί κοινω νιολογικές κατανοήσεις άποτελοΰν τά μέτρα καί στά σταθμά τών συνταγ ματικών μας καταστάσεων. Τό νά επιδιώκεται νά δοθή «νομικό υπόβαθρο» στήν ολικώς αόριστη άπό ελληνικής απόψεως έννοια τοΰ «έθνους» διά τοΰ «αποδήμου ελληνισμού» (σελ. 88), είναι τουλάχιστον φιλοσοφικόν ελάττω μα. Διότι τήν «συνταγματική ύπαρξη» τοΰ έλληνισμοΰ αύτοΰ δέν τήν δίνουν οί «διατάξεις» τών Αθηνών, άλλά οί παπάδες... Καί κάτι ακόμη: ουδόλως αντιφατική είναι ή διατύπωση τοΰ άρθρ. 3, § 1 τοΰ γαλλικού Συντάγματος (σελ. 87), έφ' όσον λάβει κανείς ύπ' όψη ότι ή Γαλλία είναι ή χώρα, δπου τό «έθνος» έλαβε τήν σημασία τής συνεχούς πολιτικής βουλήσεως («Nation est le plebiscite de tous les jours», είχε 'πεΐ ό Ε. Renan). Συνεπώς, δτι «ή εθνική κυριαρχία ανήκει στόν λαό», πάει νά 'πή: έάν αποφασίζουν οί Γάλλοι νά μετατρέψουν τήν "Οπερα τους (πού αποτελεί συστατικό πολι τισμικό στοιχείο τής εννοίας τοΰ «έθνους» των) σέ καφωδεϊον, ουδείς μπο ρεί έκ τών προτέρων νά τούς ενόχληση. Ασχέτως βέβαια ώς ποιό βαθμό μποροΰν ν' αποφασίσουν κάτι τέτοιο, πράγμα πού δέν αποτελεί θέμα «συ νταγματικής θεωρίας» ούτε τοΰ παρόντος. Πάντως συγκρίσεις μέ τά τοΰ δικοΰ μας «έθνους» δέν υπάρχουν. Και δσο γιά τό γεγονός δτι ό κ. Παπαν δρέου στίς σχετικές συζητήσεις συμπεριέλαβε εις τήν εύρεΐαν έννοια τοΰ λαοΰ «"καί τάς μεθαυριανάς γενεάς" καί έτσι κατεσκεύασεν μίαν έννοιαν Λαοΰ, ή οποία είναι άγνωστος είς τό Δημόσιον Δίκαιον» (σελ. 89)» ασφα λώς ό κ. Παπανδρέου δέν είπε πώς θέλει νά έκλεγη γιά μιά τετραετία μόνο, ούτε ίσως δτι σέ κάτι σάν τήν Ελλάδα χώρες ό «λαός» δέν μπορεί νά λάβη τήν σημασία τοΰ... άκκορντεόν, άλλά δέν βλέπομε ποΰ υπάρχει θεωρητικά τό λάθος, δηλαδή ποιά είναι ή αντίστοιχη έννοια «είς τό Δημόσιον Δί καιον». Ό Κ. Γεωργόπουλος πάντως, παραπέμπων στόν Αριστοτέλη, βέ βαιοι ακριβώς αυτό πού είπε ό κ. Παπανδρέου (μν.1, σελ. 10). 'Αλλά έν πάση περιπτώσει πολυλογούμε άνευ αντικειμένου, διότι ή έννοια τοΰ «έθνους» σ' έμδς είναι απλούστατη. «Έθνος» είναι τό χερούλι τής
κουτάλας. Καί εμφανίζεται κάθε φορά πού θά γίνη επίθεση κατά τοΰ δη μοσίου προϋπολογισμού, έως καί τοΰ αραβοσίτου συμπεριλαμβανομένου. Εννοούμε έξ αρχής τοΰ νεοελ. κράτους. Ευθύς μετά τήν έξωση τοΰ "Οθωνα επακολουθεί τό «Ψήφισμα τοΰ Έθνους», διά τοΰ οποίου έξαγγέλεται «ώς κοινή άπόφασις τοΰ έλληνικοΰ "Εθνους», νά γίνη προσωρινή Κυβέρνηση μέ Πρόεδρο τόν Δημ. Βούλγαρη, ό όποιος θά συνεκάλει τήν «Συνέλευσιν τών πληρεξουσίων τοϋ "Εθνους». Τό βλέπομε: «Έθνος», «"Εθνος», «"Ε θνος»... Θέλομε τώρα νά ϊδοϋμε τί έκαμαν αυτές οί Κυβερνήσεις μέ τό «Έθνος», ώσπου νάρθη ό Γεώργιος; — Στό τέλος τοΰ 1862 τό δημόσιο ταμείο εΐχε 900.000 δραχμές (ισοδυναμία σέ χρυσό γαλλικού φράγκου). Μέ τήν «Επα νάσταση» αμέσως οί 500.000 έκαναν φτερά, σύν 200.000 δρχ. περίπου άπό τήν ρεμούλα δημητριακών στίς δημόσιες αποθήκες. Καί άπό αυτό πού έμεινε, έφηρμόσθη ή έξης «κοινωνική» πολιτική: χήρα τοΰ Παπανικολή, 120 δρχ. μηνιαία σύνταξη· χήρα τού Ανδρούτσου, 200 δρχ. τόν μήνα. «Βοηθήματα» είς άτομα «βοηθήσαντα κατά τήν έπανάστασιν» τοΰ «"Ε θνους», 34.000 δραχμές. «Ειδικές αποζημιώσεις» γιά δυό πρωτοπαλλήκαρα 5.000 καί 3.000 δραχμές αντιστοίχως. «Βοηθήματα» σέ πρώην γερουσια στές, 15.000 δρχ., «έπαναστάται Δημοσιογράφοι» 14.250. Γιά τήν διάλυση τών οπλοφόρων τοΰ Γρίβα, 30.000 δρχ. "Εξοδα ταξιδίου Ρούφου και Δεληγιώργη στό Μεσολόγγι πρός «έξευμενισμόν τοΰ Γρίβα» 52.500 δραχμές. Γιά αποζημίωση ξένων υπηκόων, παθόντων κατά τήν νύκτα τής Επανα στάσεως (πού Κύριος οΐδε τί καί πόσοι έπαθαν μέ τό μακρυγιαννικόν μένος) 9.835 δρχ. (δσο δηλαδή καί τά δυό πρωτοπαλλήκαρα περίπου!). Και πάει λέγοντας ώς τά σήμερα... Σέ ένα χρόνο καί κάτι δηλαδή, ό «πόθος τής Δημοκρατίας» άδειασε καί τό λίγο πού υπήρχε και τόν ισολογισμό τοΰ «"Εθνους» έκλήθηκαν μετά άπό λίγο νά τόν πληρώσουν τά Επτάνησα... Κατά πόσον τώρα ήσαν δλοι έμπλεοι ενθουσιασμού μέ τήν «"Ενωση», καταλαβαΐνομε άπό τοΰτο, τό κομμάτι ενός γράμματος — και δχι μόνο άπό αυτό βέβαια — πού έστειλε ό ιππότης Ανδρέας Παπαδόπουλος-Βρετός, Λευκάδιος ό ίδιος, στίς 4/11/1858 άπό τήν Βενετία στόν Γλάδστων: «Είμαι 'Εξοχώτατε, είς εκείνων τών Ιονίων, οϊτινες μετέβησαν έν Ελλάδι μή δυνηθέντες πλέον νά ύποφέρωσι τόν σννταγματικόν δεσποτισμόν τών λόρδων μεγάλων άρμοςών τής Αυτής Βρετανικής Μεγαλειότητος. Είμαι λοι πόν υπήκοος τοϋ βασιλείου τής Ελλάδος, άλλά σπεύδω νά τό εϊπω, είμαι ενάντιος εις τό φρόνημα τής Ενώσεως τών Ιονίων νήσων μέ τήν "Ελλάδα, επειδή εξαιρουμένης τής Λευκάδος, αί αλλαι νήσοι δέν θέλουν κερδίσει τίποτε... Έσκόπευον μάλιστα νά συγχαρώ διά του τύπου τούς συμπολίτας μου περί τών ελευθεριών, δς σήμερον αύτοΐ χαίρουσι καί αί όποΐαι έάν
177
ύπηρχον εις τόν καιρόν μου, βεβαίως δέν ήθελον παραιτήσει τό πάτριον έδαφος, Ινα τρέξω κατόπιν μιας χιμαιρικής ελευθερίας έν Ελλάδι». (Τήν εξαίρεση γιά τήν Λευκάδα τήν κάνει λόγω τής μεγάλης παραγωγής αλλαντικών πού υπήρχε έκεΐ — πρόκειται γιά τό φημισμένο Ιταλικό σα λάμι τύπου «κατσιατόρε» —, γιά τήν οποίαν προμηθευόταν τό κρέας, άπό τήν ηπειρωτική "Ελλάδα. Τήν πολιτική σημασία τοϋ «δεσποτισμού» τήν άνελύσαμε άλλου, Βλ. τό βιβλίο μας «Έπΐ τής Δομής» κ,λπ., σελ. 158). Πρέπει δμως πρός τά παραπάνω νά έξηγήσωμε καί μιάν ουσιώδη άπό ίστορικής απόψεως λεπτομέρεια. Ό Θεόδ. Γρίβας (μέ τό «Γρίβα μ' σέ θέλει ό βασιληάς, τΐ νά μέ θέλ' ό κερατάς») άνηκε στήν μεγάλη αίτωλακαρνανική φάρα τών Γριβαίων, πού είναι κλάδος τής άλβανοβενετικής οικογενείας τών Μπουαίων (περί τής οικογενείας τών Μπούα, βλ. καί Κ. Σάθα: «Έλληνες στρατιώται έν τη Δύσευ>, στήν σειρά «Βιβλιοθήκη ιστο ρικών μελετών», άρ. 210, τών εκδόσεων Διονυσίου Ν. Καραβία, Αθήναι MCMLXXXVI). Καί οί μέν χριστιανοί έξ αυτής μετφκησαν στήν Ιταλία, οί δέ μωαμεθανοί καί ήμιχριστιανοί έμειναν στήν Ήπειρο και Στερεά, δηλαδή τήν τότε «Αλβανία». (Τέτοιας συνθέσεως στρατοΰ ήγεϊτο ό Γρί βας, βλ. καί Ν. Δραγούμη; «Ιστορικοί αναμνήσεις» έκδ. 1973, τόμ. Α', σελ. 187 έν συνδυασμω πρός τόμ. Β σ ε λ . 221). Καί δπως εξηγήσαμε άλλου (βλ. τό βιβλίο μας «Έπΐ τής Δομής τοΰ νεοελληνικοΰ Κράτους», β' έκδ. Αθή ναι 1990, μετά συμπληρώματος), υπήρχαν εγγενείς καί αξεπέραστες δυσκο λίες — διατηρηθεϊσες μέχρι τών ήμερων μας στόν νομό Θεσπρωτίας — σχετικά μέ τίς επιδιώξεις τών "Αθηνών διά τών «νόμων τών αειμνήστων αυτοκρατόρων». Αντιπολίτευση σ' αυτά τά πράγματα παρέμενε πάντα ή δυτική Ελλάδα, τήν οποίαν έναν σπουδαίο ρόλο έπαιζε ό Γρίβας. Οΐ κοινωνιολογικές αυτές καταστάσεις σάν άπό αίώνων Ιστορικά δεδο μένα αποτελούσαν, δπως ήταν φυσικό, καί τούς φορείς τής ευρωπαϊκής επί τής Ελλάδος πολιτικής. Οί Άγγλοι στήν άρχή έχρησιμοποΐησαν τά κοι νωνικά αυτά δεδομένα τής δυτικής Ελλάδος στήν αντίθεση τους πρός τήν ρωσσική πολιτική, αργότερα δμως, άφοΰ ήδη εγκαθιδρύθηκε τό χριστια νικό κράτος στήν Αθήνα άλλά μέ καθολικόν βασιληά (πράγμα πού απο τελούσε εγγύηση δτι δέν θά επικρατήσουν πλήρως «ορθόδοξες» τακτικές και πού προκάλεσε πολλές φορές τήν αντίδραση τοΰ τσάρου — κατά ώρισμένες εκτιμήσεις μάλιστα ό Καλλέργης παρασύρθηκε στήν στάση του τό 1843 άπό τον ρώσο πρεσβευτή Γαβριήλ Κατακάζη (ρωσσική οίκογένεια άπό τήν Μάνη), ό όποιος έτσι έπεσε στήν δυσμένεια τού Νικολάου τοΰ Α'), ή έξ αντικειμένου αδυναμία ενσωμάτωσης τής δυτικής στερεάς Ελλάδος 178
τούς δημιουργούσε εμπόδια γιά τήν ανάρρηση τού Γεωργίου ώς δικοΰ των νέου βασιληα. «Εκπρόσωπος» τών αγγλικών τότε επιδιώξεων, διαδεχθείς τόν Μαυροκορδάτο (τυφλόν όντα τότε) στήν αρχηγία τοΰ «αγγλικού κόμ ματος» ήταν ό Βούλγαρης, ό όποιος διεξήγαγε καί αντικανονικά άπό κοι νοβουλευτικής απόψεως τό δημοψήφισμα υπέρ του Αλφρέδου, δχι δμως αντίθετα πρός τήν θέληση μεγάλων στρωμάτων τοΰ πληθυσμοΰ, έστω καί άν όχι μέ τήν «πλειοψηφία» πού έφερε ό Βούλγαρης. Ό Βούλγαρης, πού χαρακτηρίζεται ώς «πολιτικός μηδαμινής άξιας» και ό «εμπαθέστερος πρός τούς αντιπάλους του» είχε βέβαια τίς δικές του αντιλήψεις γιά δλ' αυτά (έκ πεποιθήσεως ελάχιστα πεπεισμένος γιά τήν χρησιμότητα τών κοινοβου λευτικών άρχων), πού εκδηλώθηκαν αργότερα επισήμως — δταν ήρθε ό Γεώργιος... Οί Άγγλοι «έμποδιζόμενοι» άπό τίς διεθνείς συνθήκες (πρωτό κολλο τοΰ Λονδίνου τοϋ 1830) δέν έδέχθηκαν τήν ανάρρηση τοΰ Αλφρέ δου (αποκλείοντας έτσι καί τήν αντίστοιχη τοΰ έγγονοΰ τοϋ τσάρου κόμητος Leuchtenberg, έκ μητρός Γάλλου, τό γένος Ευγενίου Μπωαρναί, γυιοΰ τής Ίωσηφΐνας Βοναπάρτη — συνεπώς άκρως αμφίβολο άν θά ερχόταν νά τόν σκοτώσουν στήν Αθήνα...), άλλά ευρέθηκαν σχεδόν υποχρεωμένοι μέ τό αποτέλεσμα νά βρουν πλέον βασιληα τής δικής των αρεσκείας. Μέσα στήν κατάσταση εκείνη τών λεπτών διαπραγματεύσεων στίς ευρωπαϊκές αυλές, έπρεπε νά περιορισθοΰν οί «αστάθμητοι» παράγοντες και κυρίως νά ύποχρεωθη ό Γρίβας, ό όποιος είχε ξεκινήσει τήν εναντίον τοΰ "Οθωνα επανάσταση στήν Βόνιτσα, νά διάλυση τόν στρατό του, είτε μέ λεφτά εΐτε άλλως πώς. Σημειωτέον δτι ό αδελφός τοΰ Γρίβα, Αλέξης Γρίβας ή Γαρδικιώτης, ύπηρετοΰσε ώς στρατηγός πιστά τόν Όθωνα (καί ανέλαβε μάλι στα τφ 1857 νά έξομαλύνη βιαίως τίς σχέσεις τοϋ άδελφοΰ του μέ τόν βασιληά), ό δέ γυιός τοϋ Θεοδώρου Γρίβα ήταν μεταξύ τής επιτροπής πού πήγε στήν Κοπεγχάγη νά προσδεχθή τόν Γεώργιο. Ό εριστικός λοιπόν χαρακτήρας τοϋ Γρίβα, ό όποιος εύρισκε έδαφος στήν δυτική Στερεά, δπως και ή οίκογενειακή διάσπαση, πρέπει νά άναχθοΰν σέ βαθύτερα αίτια τών σχέσεων τής δυτικής "Ελλάδος μέ τό «ένιαΐον» κράτος, δηλαδή νά θεωρη θούν μάλλον σάν αδυναμία ενσωματώσεως της σ' αυτό, παρά σάν αυτή καθ' εαυτή, αντίθεση τοΰ Γρίβα μέ τόν θεσμό τής βασιλείας. Ανάλογες καταστάσεις διασπάσεως οικογενειών υπάρχουν αρκετές, δπως π.χ. τών Μαυρομιχαλαίων. Ό Πέτρος Μαυρομιχάλης ώρίσθηκε ήγεμών τής Μάνης άπό τόν εξάδελφο του, βαλή τών νήσων τοΰ Αιγαίου, Σουκιούρ Μπέη, γυιό τοϋ Ιωάννη, άδελφοΰ τοΰ πατέρα του, ό όποιος είχε καρατομηθή μέ τά όρλωφικά (δτι ό πατέρας πολεμάει κατά τοΰ Σουλτάνου καί ό γυιός γίνεται βολής καί μπέης, αυτό βέβαια οφείλεται απλώς στό γεγονός, δτι... ή σοφία τών «μυστικών υπηρεσιών» τών παρελθόντων αίώνων δέν είχε ανακαλύψει 179
ακόμα τά «πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων» καί «διαγωγής». Τό ίδιο έκαναν καί οί ευρωπαίοι, αφομοιώνοντας αναλόγως όσους «γόνους» συνέλαβαν κατά την μάχη της Βιέννης...). Ή έκ θρησκευτικών πάντως λόγων διάσπαση τοΟ κοινωνικού σώματος τοΰ τότε ελληνισμού πρέπει νά λαμβάνεται πάντα ύπ' όψιν, διότι ακριβώς σ' αύτη οφείλονται πολλά φαι νόμενα «άγριότητος» καί «αδιεξόδων», ανεξήγητα άλλοιώς. Πόσο τεράστιο ρόλο έπαιξαν αυτά τά πράγματα και τί είδους μέσα ήσαν, φανερώνει και ή «διήγηση» περί τών «άγιων Αναστασίου καί Δανιήλ», τήν οποίαν ό Σ, Ζαμπέλιος φέρει είς τά «Άσματα Δημοτικά» (σελ. 170-200) έκ χειρογράφου τής Μονής Μυρτιωτίσσης τής Κέρκυρας (μέ τόν ύπέροχον κόλπο σήμερα φυσικής, ήγουν φιλοσοφικής καλλιεργείας τοΰ σώματος, τήν οποίαν στό βάρβαρο λεξιλόγιο μας καλούμε «γυμνισμό»): μωαμεθανός "Ελλην, αγάς σέ μιά περιοχή τής Αλβανίας, προσπαθεί νά πάρη, νά κόψη άπ' τούς χριστια νούς τοϋ τόπου του έναν ώραϊον καί προικισμένον νέο. Ό νέος δέν δέχεται καί ό αγάς τόν θανατώνει (Άγιος Αναστάσιος). Οί χριστιανοί όμως κα ταφέρνουν νά προσηλυτίσουν τόν γυιό τοΰ άγδ, νά τοΰ τόν κλέψουν, νά τόν στείλουν στήν Βενετία καί τήν Κων/πολη f Αγιος Δανιήλ), οπότε ό αγάς καί ή μάνα τοΰ παιδιού τρελλαίνονται... Αυτό πού δέν φαίνεται στήν «διή γηση» είναι ή γλώσσα, στήν οποίαν γίνεται κάποια στιγμή ένας διάλογος τών «άγιων» πρίν αγιάσουν, κι αυτή βέβαια είναι ή ελληνική... Τά πράγματα αυτά πρέπει πάντα νά συνυπολογίζωνται στις άκρως μπερ δεμένες καταστάσεις τής ελλαδικής ίστορίας καί Ιδιαίτερα τής πολιτικής, δπως είναι ή ίδιαίτερα κρίσιμη καί εξόχως πολύπλοκη τής εποχής πού μάς απασχολεί. Ή αντίθεση πάντως τοΰ Γρίβα τήν εποχή αυτή μοιάζει νά είναι περισσότερο γιά τίς καταστάσεις πού έπεκράτησαν μέ τήν έξωση τοΰ "Ο θωνα, παρά σχετικά μέ κάποιους ανυποχώρητους «ιδεολογικούς» λόγους. Γι' αυτό καί δέχεται μέ πάρα πολύ λίγα λεφτά νά διάλυση τόν στρατό του, πράγμα εξόχως δύσκολο προκειμένου περί ανθρώπων πού ζούσαν άπό... τ' «άρματα». Οί 30.000 δρχ. πού πήρε γι' αυτό αντιπροσώπευαν μηδαμινό ποσό, άν σκεφθούμε δτι οί ετήσιες αποδοχές πού καθώρισε ό Βούλγαρης γιά τόν εαυτό του ώς προέδρου τής Επιτροπής, υπογράφοντας μόνος του τά διατάγματα, ήσαν 25.000 δρχ. (Ό Κανάρης, μόλις άκουσε τό ΰψος τών «αποδοχών» πού καθώριζε ό Βούλγαρης, υποχώρησε άπ' τήν δική του αμοιβή σάν έντιμος άνθρωπος πού ήταν, άλλά αρνήθηκε νά συνυπογράψη τά «διατάγματα», ό δέ Μπενιζέλος Ροΰφος (καταγόμενος άπό τήν Ιταλική οικογένεια τών διασήμων αρχιτεκτόνων πού διεκόσμησαν καί τό Κρεμλίνο (βλ. τό βιβλίο μας «'Επί τής Δομής» κ.λπ., σελ. 132), κλάδος τής όποιας είχε έγκατασταθή τόν Ι5ον αί. στήν Αθήνα καί άπό τοΰ 1688 στήν Πάτρα), δέν είχε επιστρέψει ακόμη άπό τήν Πάτρα, δπου είχε πάει γιά τήν 'Επα180
νάσταση. Έκ χαρακτήρος ήταν άνθρωπος είλικρινής καί άνευ απαιτήσεων. "Ετσι ό Βούλγαρης πρόφθασε καί τά βασικά διατάγματα τά υπέγραψε μόνος του! "Αν πάντως κρίνωμε άπό τό «λογικό» ΰψος πού καθώρισε ό Βούλγαρης ώς «επίσημη» (μόνο) αμοιβή, πρέπει νά συμπεράνωμε δτι οί 30.000 γιά τόν σκοπό πού τά πήρε ό Γρίβας δέν ήσαν πολλές. Τίς 52.500 δρχ. δμως δέν κατάφερε νά τις πάρη ό Γρίβας νά «έξευμενισθή» (στό θέμα τών «απαιτή σεων» τόν είχε κυριολεκτικά ξεμυαλίση ό Μακρυγιάννης...), διότι στό με ταξύ πέθανε (ή χήρα του αργότερα έβγαλε σύνταξη). Τί έγιναν οί 52.500 δέν ξέρομε. Καί επικρατούν δύο εκδοχές: δτι πέθανε άπό κρυολόγημα κατά τήν διαδρομή Βονίτσης-Μεσολογγίου επειδή έβρεχε, πράγμα μάλλον απί θανο. 'Η άλλη είναι δτι κάποιοι πρόφθασαν καί τόν πέθαναν. Πάντως φαίνεται δτι ό Δεληγιώργης μέ τόν Ροΰφο έφρόντισαν μέ τίς 52.500 νά έπέλθη ό γενικός «εξευμενισμός» πού άπαιτοΰσαν οί στιγμές. Ό Δεληγιώρ γης μέ τίς εξαιρετικά λεπτές του διαχειρήσεις στά πολύ κρίσιμα ζητήματα εκείνης τής διετίας υπήρξε ό κύριος συντελεστής αποκαταστάσεως τής βασιλείας στήν Ελλάδα (ούτως ή άλλως άλλη λύση δέν ήταν δυνατή μέσα στήν γενικώτερη τροπή τής ίστορίας καί τά κοινωνικά δεδομένα τοΰ τό που). Εΐχε συμπεθερέψει καί στό χωριό τοΰ Βούλγαρη... Ό Βούλγαρης ήταν μπροστά, γιατί, ασχολούμενος διαρκώς μέ τίς «αμοιβές», τό πετσί του άντεχε. Τίς κρίσιμες δμως διαχειρήσεις τίς είχε ό Δεληγιώργης μέ τό «Κομιτατο» του. "Αν προσέξη κανένας τίς επεμβάσεις του στήν Συνέλευση, θά ϊδή ότι σπανίως επεμβαίνει γιά θέματα πού απασχολούν τήν «πλειοψηφία» τών «αρχηγών» (φόροι, έσοδα, συντάξεις κ.λπ.), επεμβαίνει δμως αποφασι στικά σέ θέματα πού έχουν άμεση σημασία μέ τήν εξωτερική πολιτική έν σχέσει πρός τό αναμενόμενο γεγονός τοΰ Γεωργίου, δπως π.χ. νά μήν έπιβαρυνθη ό ελληνικός προϋπολογισμός (ήγουν τά αγγλικά ταμεία) μέ τά έξοδα αποζημιώσεως γιά τήν περιουσία τοΰ "Οθωνα, πώς θά σωθή τό υ πουργείο Εξωτερικών άπό μιά τεχνητή κρίση πού είχαν δημιουργήσει οί Γάλλοι, καί, λίγους μήνες πρίν έρθη ό Γεώργιος, σκηνοθετώντας άπό κοι νού μέ τόν Βούλγαρη (μέσφ καί τοΰ Λεωτσάκου, πού διηύθυνε ένα άπό τά δύο τάγματα πού είχε κρατήσει ό Γρίβας γιά τόν εαυτό του μετά τήν διά λυση τοΰ στρατοΰ καί πέρασε έν συνεχεία στήν υπηρεσία τοΰ Βούλγαρη) μιά πολύνεκρη επανάσταση, πού σκοπό είχε νά άδειάση όλο τό λεκανο πέδιο Αττικής άπό κάθε στρατιωτικό συνασπισμό και νά διοχετευθούν οΐ οπλοφόροι πρός τήν Στερεά καί τήν Πελ/νησο (18-21 Ιουνίου). Ήταν μιά απαραίτητη προϋπόθεση, προκειμένου νά σταθή πρακτικά ό Γεώργιος. Ό Δεληγιώργης ύπήγετο στίς σιωπηλές μεγάλες δυνάμεις καί τίς ευαί σθητες φύσεις τών λεπτών διαχειρήσεων. "Ο Βούλγαρης είχε τότε άλλα πράγματα επείγοντα μ* έκεΐνην τήν Συνέλευση: παρασυρμένος στό στοι181
χεΐο του δπως τό σκουπιδακι στόν χείμαρρο, ήσχολεΐτο μέχρι τήν τελευ ταία, πως θά βγάλη 80 δρχ. τόν μήνα σύνταξη σ' έναν φίλο του δημοσιο γράφο, επειδή δυό χρόνια πριν τόν έκρυψε γιά λίγο μέ τήν επανάσταση! Ή καταψήφιση αυτής τής σύνταξης υπήρξε καί ή τελευταία πράξη εκείνου τού Κοινοβουλίου. Ιδού γιατί άρκεϊ σέ δλα τά ελληνικά Συντάγματα οί περί απαγορεύσεως συντάξεων διατάξεις νά υπάρχουν στό «Περί Βουλής καί Βουλευτών» κεφάλαιο: διότι τυχόν άλλο δικαίωμα γιά τούς έκτος συ νυπολογίζεται είς εκείνο τής «ήμετερότητος»... Άν ψάξη κανένας σέ πολλά βιβλία ίστορΐας νά βρή βαθύτερες διεργασίες καί κάποιους ακριβέστερους καθορισμούς καί πολιτικές διαχειρήσεις κατά τό διάστημα εκείνης τής περιόδου τής Β' Εθνοσυνελεύσεως, έν συνδυασμφ με άλλες λεπτομέρειες τής γενικώτερης διπλωματικής ίστορΐας, θά ματαιοπονήση απλώς. Κάποιες γενικές άδόμητες καί δικονομικής μορφής γνώσεις αναφαίνονται μερικές φορές, χαρακτηριστική είναι ή αντίληψη περί τών σχέσεων βασιληά καί Εκκλησίας, άλλά τό όλον έχει τήν μορφή ενός κουβαριού δίχως άρχή καί τέλος. Καί αυτό ακριβώς αντικατοπτρίζει τόν πλήρη κοινωνικό κερματισμό καί απουσία εθνικής συνείδησης, μέ κυρία διάσταση -αυτή τής ατομικής διεκδίκησης. Ούτε στήν πρώτη οΰτε στήν δεύτερη Εθνοσυνέλευση συζητήθηκαν θέματα αφηρημένα, Ιδέες σάν αυτές πού βρίσκει κανείς σέ εθνοσυνελεύσεις άλλων — στήν γαλλική π.χ. ή τήν γερμανική τοΰ '48 — καί πού θά μπορούσαν νά αποτελέσουν στα θερές μελλοντικές επιδιώξεις κάποιου "Έθνους. Ιδιαίτερα στήν δεύτερη, δπου συμμετέσχον καί πολλοί μορφωμένοι, τέτοια θέματα δέν άπαντιώνται. Δέν είναι αποκλειστικός λόγος ή τότε οικονομική εξαθλίωση· είναι ή κοι νωνική έλλειψη διεργασιών καί προβλημάτων. Τελικώς ή αντίληψη περί τής εΰπορίας τών δυτικών κοινωνιών είναι μιά εσφαλμένη αντίληψη. Ή εύπορία αυτή αρχίζει όντως νά πραγματοποιήται σάν κοινωνική κατάκτη ση μόλις στίς πρώτες δεκαετίες τοΰ αίώνα μας. Τότε αρχίζει ό λαός νά άποκτα μέ τήν πρόοδο τής τεχνολογίας σχετικές ανέσεις (δπως ζεστό νερό π.χ. πού είναι άπό τίς σοβαρές ανάγκες στά βόρεια κλίματα. Οί μάζες μέ τις μεγάλες κοινωνικές ανακατατάξεις πού έφερνε ή πρόοδος τοΰ καπιτα λισμού υπέφεραν. Στήν Paulskirche τής Φρανκφούρτης, δταν οί βουλευτές έθεταν τό θέμα τής «Pressefreiheit» (ελευθεροτυπίας), ό λαός άπό κάτω φώ ναζε πώς ήθελε «Fressfreiheit» (φαγητό). Οί βιοτικές συνθήκες τοϋ απλού λαοΰ στήν Ελλάδα ήσαν καλύτερες. Δέν βρίσκεται λοιπόν τό πρόβλημα στήν κοινωνική φτώχεια τών μεγάλων μαζών, άλλά άλλου: στήν έλλειψη ηγεσίας σάν έκφρασης κάποιων ιστορικών καί κοινωνικών διαδικασιών. Γι' αυτό καί οί γνώσεις — κι αυτό παρατηρείται μέχρι καί τών ήμερων μας, 182
πού τό πρόβλημα είναι μιάς γενικώτερης ίστορικής κατηγορίας πρόβλημα — ήσαν γνώσεις τής ατομικής μαθήτευσης, γνώσεις αγωγής καί περιβάλ λοντος, όχι έκφραση κοινωνικής διαδικασίας καί συνεπώς κοινωνική δύ ναμη. Ήσαν δηλαδή γνώσεις πού δέν άνεγεννώντο μόνες τους στό επίπεδο κάποιας διανόησης, άλλά άπαιτοΰσαν απλώς τόν εκσυγχρονισμό τοϋ δια βάσματος, τήν «ενημέρωση». Πλοΰτος στις «ανώτερες» τάξεις, όταν έγινε ή πρωτεύουσα μας, υπήρχε πολύς. Δέν ήταν δμως προκύψας πλοΰτος, άλλά συμμαζεμένος πλοΰτος. Δέν ήταν ό άπό κοινωνικές διαδικασίες πλούτος μιάς τάξεως (γι' αυτό καί οΐ «λαϊκές φτώχειες» μεταξύ Ελλάδος και Ευ ρώπης δέν συγκρίνονται), άλλά ασυνεχής πλοΰτος ατόμων καί οικογενειών. ΓΓ αυτό και οί «επενδύσεις» (πού πολύ πάλι τίς άκοΰμε) ουδέποτε απέδω σαν* γιατί δέν είχαν ποΰ νά επενδυθούν, σέ κάποιο είδος κοινωνικής συ νείδησης. Οί Σΐνες καί οί Αβέρωφ ήσαν ευρωπαϊκού μεγέθους μεγαθήρια, όπως καί πολλοί άλλοι (οί Σΐνες π.χ. ήσαν οί ιδρυτές τής κεντρικής Τρα πέζης τής Αύστροουγγρικής Μοναρχίας). Αότά δμως μόνα φαίνεται δτι δέν έφθαναν. Κάπως ανάλογα είναι τό πράγμα και μέ τις Ιδέες. 0 σκοταδισμός, άπό τήν εποχή τοΰ Πυθαγόρα καί έντεΰθεν, είναι γενική άρχή τών κοινω νιών καί τοΰ κόσμου μας (και σήμερα μάλιστα στήν εποχή τής εξειδικευ μένης γνώσης είναι γιά τίς μεγάλες μάζες κατάσταση), ή μόρφωση δμως είναι άλλο πράγμα πού προέρχεται άπ' τήν κοινωνική διαμόρφωση καί δχι άπ' τά βιβλία. Είναι δηλ. μιά διαδικασία πολιτισμοΰ πού περιλαμβάνει καί τόν «άδιάβαστον». Δέν είναι συνεπώς ή άγραμματωσύνη τών αμόρφωτων άλλά ή μόρφωση τών γραμματισμένων, πού έχει σάν κοινωνική ποιότητα τήν σημασία. Γι' αυτό έχομε καί τόσες «θεωρητικές δυσκολίες» μέ τίς συνταγματικές καί νομικές μας κατασκευές, πού τελικώς δέν απεικονίζουν μονίμως ειμή μόνον τήν αρχική κατάσταση: τήν έλλειψη κοινωνικού κορ μού τής Ελλάδος σάν κράτους. 1
Ύποθέτομε λοιπόν δτι πρέπει ν' άρχίσωμε κάποτε νά μιλοϋμε μέ πραγματικώτερους όρους γιά τήν «εθνική» μας ίστορία καί μέ λιγώτερην «επιεί κεια», πού είναι πάντα σ' αυτά τά θέματα τό προοίμιο στό συνειδητό ψευ δός. Είναι μέγα ψέμμα δτι τό πρώτο Σύνταγμα τό θέλησε κάποιος «λαός» έκ λόγων «δημοκρατίας». Ό Όθωνας, τοΰ οποίου αποκλειστικό μέλημα ήταν πώς θά τά έφερνε βόλτα μέ τά εξωτερικά δάνεια πού είχε τότε ή Ελλάδα, τούς τόκους των καί τά δημόσια έλλείματα, ήταν αγαπητός άπ' τόν λαό. Καί έκανε θυσίες, ασχέτως μέ τήν Οποια διοίκηση του (τυχαίο άραγε είναι ότι αυτός κι ό Καποδίστριας κατηγορήθηκαν γιά «αυταρχι σμό»; Μόνο μέ τήν δεύτερη Εθνοσυνέλευση, ποΰ απεκαλύφθη «τί καλό πράγμα πού είναι οί εκλογές» σέ ένα σύνολο κοινωνικής διάσπασης, κα ί 83
ταργεΐται ή Γερουσία καί ή Ελλάς μπαίνει οριστικά στόν δρόμο τοΰ «κοι νοβουλευτισμού» καί της ύπαναπτύξεως...). Τό «Σύνταγμα» τό ήθελαν επει γόντως άλληλοφατριαζόμενες κλίκες, μέ αποκλειστικό σκοπό τήν ρεμούλα — πράγμα πού επιβεβαίωσε ή έκτοτε πραγματικότης. "Οπως έβεβαίωνε ό Ν, I. Σαρίπολος στους λόγους του, ό κόσμος τότε δέν πεινοΰσε στήν Ελ λάδα. Έν συγκρίσει μέ τά προβλήματα τοΰ συγκεντρωμένου προλεταριά του στίς ευρωπαϊκές βιομηχανικές μεγαλουπόλεις, ό κόσμος έδώ έπερνοΰσε φτωχά, άλλά δέν πεινούσε. "Ολοι κάτι έκαλλιεργοΰσαν, είχαν τά πρόβατα τους, τά ψάρια τους, τό μικροεμπόριό τους, τά κατάφερναν. Τό «Σύνταγμα» τό ήθελε μόνο μιά μειονότητα κλικών, γιατί δέν ήθελαν κουμαντάντε σ' αυτά πού επεδίωκαν. Και δέν έπαψαν άπό τήν άρχή νά θέλουν «σύμφωνητικώ>, χωρίς καν νά περιμένουν νά ΐδοΰν τί θά έκανε ό "Οθωνας. Άπό τό 1833 μέχρι τό 1843, έγιναν έπτά στάσεις, μιά ληστανταρσΐα καί ή μεγάλη τοΰ Μακρυγιάννη. Δηλαδή σέ δέκα χρόνια, εννιά επαναστάσεις, πάει νά 'πή μία τόν χρόνο. Καί ή μεγάλη τοΰ 1843 — πού ανάγκασε τόν Όθωνα νά παραχώρηση σ' εκείνο τό χάος «Σύνταγμα» (τό ίδιο χάος πού δολοφόνησε τόν Καποδίστρια) — δέν έγινε λόγω κάποιας «αυταρχικής διοίκησης» καί τών άλλων πραγμάτων πού δέν βαριούνται νά γράφουν οί ιστορικοί, άλλά μέ έναν καί μόνο σκοπό: πώς θά βουτηχθή ή Εθνική Τράπεζα, πού είχε φκιάξει ό "Οθωνας ένα χρόνο πρίν μέ ξένα λεφτά! Γιά νά γλυτώση τήν Τράπεζα 0 "Οθωνας παραχωρεί τό «Σύνταγμα», άλλά είναι ακριβώς μέ τήν ύπαρξη τοΰ «πειρασμοΰ» τής Τραπέζης πού μετά τό «Σύνταγμα» οί επανα στάσεις αυξάνουν σέ ένταση (απόπειρες δολοφονίας κ,λπ.). Ό "Οθωνας κατάλαβε άπό τήν πρώτη στιγμή, ότι δέν μπορεί νά ύπαρξη οίκονομική ανάπτυξη στήν χώρα χωρίς Τράπεζα και κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια, στηριζόμενος στό ενδιαφέρον τοΰ Γ. Σταύρου, τοϋ Έϋνάρδου και τοΰ πρώτου προέδρου τοΰ Έλεγκτικοΰ Συνεδρίου Άρτέμωνος Regny, νά τήν ίδρυση. Τά χρήματα δέν επαρκούσαν (στήν άρχή προεβλήφθη κε φάλαιο 2.600.000 δρχ., μετά δμως ώρίσθηκε τό 1.500.000 δρχ.) και ό "Οθω νας άρχισε νά ζητή δεξιά κι αριστερά, κυρίως στόν πατέρα του και τούς συγγενείς του στήν Βαυαρία. Έγραφε στόν πατέρα του: «Ή αγάπη τήν οποίαν τρέφει πρός έμέ ό Ελληνικός Λαός καί ή ησυχία της Χώρας κινδυνεύουν, άν δέν κατορθώσωμεν νά ίδρύσωμεν την Τράπεζαν. Δώδεκα ώς δεκαπέντε χιλιάδες άνθρωποι, άπό διαφόρους επαρχίας ζητούν δάνεια... Χιλιάδες Ελλήνων θά σας ευλογούν άν τούς βοηθήσετε καί αυτήν τήν φοράν». Άλλου: 184
«Είργάσθην χωρίς διακοπήν δώδεκα ώρας διά τήν τελικήν διατύπωσιν του Καταστατικού τής Τραπέζης... Έως τάς 10 καί 1/2 τό βράδυ δέν έφαγα τίποτε δλην τήν ήμερα ούτε πρόγευμα, ούτε γεύμα. Εργαζόμενος συνεχώς, έλαβον μόνον ολίγον ψωμί, νερό καί λεμονάδα». Καί λίγο πρίν βγάλη τό διάταγμα τής ιδρύσεως της (30/3/1841):
| ! | ! I I ! ί ί
; i
; I
«Πρό ολίγου απεφάσισα νά ιδρύσω τήν Έθνικήν Τράπεζαν τής "Ελλάδος, όμοίαν περίπου μέ τήν Έθνικήν τής Βαυαρίας... Δέν υπάρχει πλέον, αγαπητέ μου πατέρα, ανάγκη νά σας ξαναγράψω διά τήν σπουδαιότητα αύτοΰ τοΰ Ιδρύματος. Σας συνιστώ θερμώς καί σεΐς νά συμμετάσχετε είς αυτό καί νά παρακινήσετε δσον τό δυνατόν περισσότερους άπό τούς συγγενείς μου καί γενικώς άπό τούς Βαυαρούς νά κάμουν τό ίδιον. Τό παράδειγμα σας θά είναι τόσο μάλλον χρήσιμον, καθ' δσον ή Ελλάς Εχει, πρωτίστως, ανάγκην ξένων κεφαλαίων, και εΐμαι υποχρεωμένος κυρίως εις τήν Βαυαρίαν νά α ποθέσω τάς ελπίδας μου. Μία ένθάρρυνσις προφορική ή έμπρακτος άπό μέρους τοϋ πολυαγαπημένου Βασιλέως είναι απαραίτητος». Πράγματι, ό Λουδοβίκος πείθεται καί αγοράζει 200 μετοχές, άλλά ή Τρά πεζα άργησε ακόμη ένα χρόνο νά λειτουργήση, διότι άπό τίς 5.000 μετοχές πού προέβλεπε τό καταστατικό, μόνο 1.000 μπόρεσε νά άγοράση τό ελλη νικό κράτος, άφοΰ πρώτα δανείσθηκε πρός τοΰτο 250.000 δρχ. άπό τόν Έΰνάρδο, ό όποιος αγόρασε καί γιά τόν εαυτό του 300 μετοχές. Αυτά βέβαια τά παρακολουθούσαν οί «ήρωες» μας άπ' έξω, άλλά δέν τούς άρεσαν καθόλου, Ή ίδέα της εϊσροής χρημάτων άπό τό εξωτερικό τούς ενθουσίαζε, ή ίδέα ιδρύσεως Τραπέζης δμως τούς άρρωστοΰσε. Γιατί είχαν στά χέρια τους δλο τό τοκογλυφικό εμπόριο καί καταλήστευαν τόν κό σμο γιά τά καλά. Ή οίκονομική ζωή τής χώρας εΐχε παραλύσει καί ή τοκογλυφική καταλήστευση ήταν κάτι πρωτοφανές. Μέσω τοΰ λησταρχισμοΰ καί τής κουμπούρας, οποίος ήθελε νά κάνη κάτι έπρεπε ή νά κατά ληξη στους τοκογλύφους ή νά τούς δεχθή «μετόχους». Στό άκουσμα τής ιδρύσεως Τραπέζης, επόμενο ήταν λοιπόν νά τούς πιάνη νευρική κρίση. Ίοού τί γράφει ή εφημερίδα τής εποχής «Ζέφυρος» στό φύλλο της τής 12/ 11/1841, μέ καταφανές τό ύφος τής αγανάκτησης και τής δηλητηριώδους ειρωνείας: «Καθώς ό άκανθόχοιρος ταράττεται εις κάθε κτύπον, τοιουτοτρόπως καί οί έντιμοι καί ευσυνείδητοι τοκογλύφοι μαίνονται οσάκις άκούουν ότι συσταΐνεται χρηματική τράπεζα τήν φοράν δμως ταύτην ό Θεός νά φυλάξη τούς τοκογλύφους άπό τήν άποπληξίαν καί πρό πάντων άπό τήν αΰτοχειρίαν. 1
185
Λέγουν δτι εϊδον ένα νέγρον νά βαστά σχοινί.σαπουνισμένον ή οσονούπω σύστασις της Τραπέζης αποτελεί την φήμην ταύτην πιθανήν». Τούς «έντιμους» και «ευσυνείδητους τοκογλύφους», τά «πρωτοπαλλήκαρα» καί τούς αρχηγούς, ή Τράπεζα λοιπόν τούς εξαγρίωνε, διότι τούς έπαιρνε τό χρυσοχοεΐον άπ' τά χέρια. Στά δνειρα και τά «οράματα» τους άρχισε νά εναλλάσσεται ό νέγρος μέ τήν Παναγία, ή «δημοκρατική τους συνείδη ση» νά βρίσκεται βαθύτατα πληγωμένη, καί ένα χρόνο άπό της Ιδρύσεως τής Τραπέζης επαναστατούν (αυτοί τόν τόκο τόν είχαν 40-50%, ένφ ή Τράπεζα τόν κατέβασε σέ 8-12%). Τό «κίνημα» έγινε ακριβώς μ* ένα νόμο τής 12/7/43 περί ανοικτών πιστώσεων! Ό Όθωνας, προκειμένου νά γλυτώση τήν Τράπεζα πού μέ τόσον κόπο έκανε, παραχωρεί τό «Σύνταγμα», Οπότε οί «αντιπρόσωποι τού Έθνους» άπό έδώ καί πέρα θά κυττάξουν νά μεταβάλουν τήν «Βουλή» σέ αντικλείδι γιά τίς κάσσες τής Τραπέζης. Τίς χωρίς χασομέρεια «προγραμματικές δηλώσεις» τίς είδαμε άπό στόματος Παλαμήδη καί Μακρυγιάννη. Ό Ν. I. Σαρίπολος, πατέρας τοΰ γνωστού μας συνταγματολόγου καί έξοχος νομομαθής τοΰ καιροΰ του, έτελείωνε τούς λόγους του στήν «Βουλή» στερεοτύπως: «Θέλετε νά μήν πληρώνετε φόρους και νά παίρνετε μισθόν». Σημειωτέον ότι μικρή γεύση περί «Τραπεζών» υπήρχε άπό τό πρόσφατο παρελθόν, δεδομένου δτι κάποιες μικρές προσπάθειες πού πρόφθασε νά κάνη ό Καποδίστριας γιά τήν ϊδρυση Τραπέζης «εξανεμίσθηκαν» αμέσως μετά τόν θάνατο του στό πΐ καί φΐ, ώστε ό Όθωνας ν'άναγκασθή νά τήν κλείση. Ή Εθνική Τράπεζα λοιπόν άπό 'δώ καί πέρα θά αποτελούσε τό μόνιμο περιεχόμενο τών υποσυνειδήτων, πράγμα πού ήξεραν οί μεγάλες δυνάμεις τοΰ καιρού, άφοϋ υπήρχαν και ξένα κεφάλαια μέσα, και φρόντιζαν νά βάζουν ανθρώπους σάν τόν βενετικής καταγωγής Μάρκο Ρενιέρη (Renier), πού δέν ήσαν αυθεντίες ίσως στά οικονομικά (καθηγητής τοΰ γαλλικοΰ δικαίου ήταν), ήξεραν δμως ποΰ βρίσκεται ό κίνδυνος. Αυτό απεδείχθη κάλλιστα τφ 1862 μέ τήν εκθρόνιση τοΰ Όθωνα. Ευθύς ώς οί τρεις μεγάλες δυνάμεις έδιάβασαν τό «Διάγγελμα τοΰ Έθνους» τοΰ Βούλγαρη (όχι τήν προκήρυξη τοΰ Δεληγιώργη πού είναι μιά μέρα πρίν), αμέσως κατάλαβαν περί ποίου επρόκειτο. Κατά έναν μυστήριο τρόπο, ή μεγάλη φατριαστική επανάσταση τοΰ Ιουνίου τοϋ 1863 — πού υπήρξε μία άπό τις πιό πολυαίμακτες τής νεοελληνικής ίστορΐας (δηλ. μεγίστης σφοδρότητος...) — έγινε πέριξ τοϋ κτηρίου τής Εθνικής Τραπέζης. Σάν νά μήν υπήρχαν άλλες πλατείες καί άλλα μέρη στήν 'Αθήνα. Έκεΐ ρήμαξαν όλα τά γύρω μαγαζιά καί στό τέλος έμπαιναν στά Ξενοδοχεία καί λήστευαν τούς πελάτες. Καί ή Τράπεζα πού ήταν καί ό κύριος στόχος έσώθηκε, διότι ό 186
Ιδρυτής της Γ. Σταυρός έκαμε διάβημα πρός τούς πρεσβευτές τών τριών μεγάλων δυνάμεων, οί όποιες έβγαλαν ναυτικά αγήματα καί τήν περικύκλω σαν. "Οχι προσκαΐρως, άλλά «έπί πολλούς μήνας έφρούρησαν τό κατάστη μα τής Έθν. Τραπέζης», γράφει ό I. Βαλαωρίτης (βλ. «Ιστορία τής Έθν. Τραπέζης τής Ελλάδος», τόμ. Α', 'Αθήνα 1902, σελ. 39). Τό γεγονός λοιπόν δτι κατάφερε ό "Οθωνας νά σώση τήν Τράπεζα έπί είκοσι χρόνια είναι μάλλον θαύμα. "Ενα χρόνο μετά τήν Ϊδρυση «Σύνταγμα» καί αμέσως μετά τήν εκθρόνιση ή... πολιορκία! Είναι χαρακτηριστικό γιά τήν συμπαγέστατη «εθνική κλειστότητα» καί τό νόημα τής «απολύτου εθνικής κυριαρχίας», πού ενείχε εκείνο τό «Διάγ γελμα» τοϋ Βούλγαρη, παρ' δλο πού τά λεφτά ήσαν ξένα δάνεια. Καί τό όποιον άρχιζε μέ τίς πιό,σκοτεινές, αφηρημένες και απύθμενες λέξεις τοΰ... «εθνικού λεξιλογίου» ώς; έξης: «Συμπολΐται! Σύστημα πολιτικής, ταπεινώνον τήν ΕΘΝΙΚΗΝ ΑΞΙΑΝ, έπάγον δέ τήν ΚΑΤΑΠΤΩΣΙΝ ΤΩΝ ΗΘΩΝ, σύστημα κυβερνήσεως ΑΘΕΤΗΣΑΝ τό πρός τούς ΝΟΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ καί τάς ΣΥΝΕΙΔΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙ ΤΩΝ ΣΕΒΑΣ, εΐπετο νά διεγείρη καθ' έαυτοΰ ΤΑΣ ΠΕΠΟΙΘΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ». Νάτο πάλι τό «Έθνος»! Βλέπομε λοιπόν ότι οί «Ιστορικοί δεσμοί» Ελλάδος καί Αμερικής είναι βαθύτατοι. Δέν είχαν μόνο οί Αμερικανοί τό «Φάρ Ούέστ», δπου «έσηκώνονταν» ολόκληρες Τράπεζες· είχαμε κι έμεΐς τό δικό μας καί πολύ καλύ τερο. Ή μόνη διαφορά ήταν δτι γιά τό δικό μας δέν υπήρχε Αστυνομία, διότι ή επιχείρηση ήταν «εθνική». Καί έτσι μείναμε μόνο λιγάκι πίσω στήν τεχνολογία... Δυστυχώς τήν λέξη «Φάρ Ούέστ» δέν μπορέσαμε νά τήν βρούμε σέ κανένα βιβλίο ελληνικής «συνταγματικής θεωρίας». Λέμε «θεω ρία», γιατί συνταγματικής ίστορίας βιβλία στήν Ελλάδα δέν έχομε. «Ίστο ρία», σημαίνει αίσθηση τής πραγματικότητος. Κρίνοντες άπό τήν εξέχου σα περίπτωση τοϋ Αλεξάνδρου Σβώλου, πού θά μάς απασχόληση πιό κάτω, τέτοιαν αίσθηση στους έλληνες συνταγματολόγους δέν δικαιούμαστε νά ύποθέτωμε. Ή περίπτωση τοϋ Ν. I. Σαρίπολου δέν υπήρξε μοναδική. Καί τό βλέπομε: μέχρι τών ήμερων μας ή «εθνική κλειστότητα» είναι τό μόνιμο διαπραγματευτικό χαρτί γιά τήν χρήση τοϋ άντικλειδΐου. «Εθνική αξία» (;), «κατάπτωση τών ηθών» (!), «σέβας πρός τάς πεποιθήσεις τοΰ έθνους» (!) — τά πιό κενά περιεχομένου νοήματα. Ό Μακρυγιάννης σάν «αντιπρόσωπος τοϋ "Εθνους» στήν «Βουλή» τοϋ '44, θά προτείνη πρός αποφυγή τής «καταπτώσεως τών ηθών», «νά ψηφισθή, ώστε πάντες νά πε187
ριορισθώμεν είς τά ρούχα της Πατρίδος μας καί δχι ξένων Επικρατειών»! Τόν ίδιον αυτόν καιρό ό φιλολογικός άπατεών Κων. Σιμωνίδης — ένα επάγγελμα πού θά διαπρέψη στόν τόπο μας — εξέδιδε τά άγνωστα ακόμη βυζαντινά κείμενα παρεμβάλλοντας ολόκληρα κεφάλαια δικά του καί εκ δίδοντας «βιογραφίες» βυζαντινών πού δέν είχαν ζήσει ποτέ, Άφοΰ τό κράτος έπρεπε νά είναι «βυζαντινό», ήσαν και αυτά αναγκαία, Ή «έθνικοφροσύνη» καί τό «έθνος» ώς λωποδυτικές επιχειρήσεις, χάνονται βαθύτατα στίς ρίζες τοΰ νεωτέρου κράτους μας. Καί κατά τούς πιό αξεδιάλυτους τρόπους. Τό «κράτα Ρόμμελ καί χαθήκαμε» τής Κατοχής δέν μάς επιτρέπει νά ύποθέσωμε, δτι οί καταστάσεις αυτές ήρθησαν ποτέ στό ελληνικό κράτος. Ή Ελλάδα μεταπολεμικώς, περιθωριοποιηθεΐσα οριστικά μέσ' τήν εξέλι ξη τοΰ συγχρόνου κόσμου καί μή δυναμένη τίποτε νά παράγη, επόμενο ήταν νά μεταβληθή σέ κατ' ανάγκην «βαλσαμοποιεϊον» κατά τήν κυριο λεκτική έννοια τοΰ όρου. Τό «βάλσαμο» πιά δέν ήταν βάλσαμο κατά τήν έννοια τοΰ Παλαμήδη — «βοηθητικό» άφ' έάυτής ύγιαινούσης «πληγής» —, άλλά επιτακτική ανάγκη επιβίωσης. Ή ψεύτικη έξ αρχής περί «ελλη νισμού» Ιδεολογία στά πλαίσια τοΰ κράτους, δηλαδή ή προσπάθεια νά βγή άπό αυτό κάποιο ομοιογενές είδος «Ελλήνων» καί ό πλήρως καταστροφι κός ρόλος τής "Εκκλησίας πρός τοΰτο, ό διαρκώς συρρέων ελληνισμός στά όρια τοΰ κράτους άπό άλλες ιστορικές διαδικασίες και ή έλλειψη μιάς κρατικής επιστασίας ώς πρός τίς κοινωνικές κατανομές καί τήν αφομοίω ση, μετέβαλαν τήν δλη κατάσταση σέ συνθήκη ζούγκλας, δπου τό αποκλει στικό πρόβλημα ήταν απλώς ή επιβίωση καί τίποτ' άλλο. Ό καθένας γενίτσαρος γιά τόν διπλανό ώς μόνη συνθήκη υπάρξεως. Έξ αντικειμένου δηλαδή, ή 'Ελλάδα δέν μποροΰσε νά παρακολούθηση κανένα είδος εξέλι ξης, ούτε καί νά άναλάβη οποιαδήποτε θετική ίστορική λειτουργία. Ό ρόλος της συνίστατο σέ αυτό πού θά μποροΰσε μόνο νά τής άναγνωρισθή νά παίξη. "Οπερ καί έγένετο. Οί πολιτικοί θά ήσαν απλώς «υπάλληλοι» σ' αυτό τό έργο. Θέλοντας καί μή. Ακόμη δηλαδή καί τήν στιγμή πού έπροτίθεντο νά κάμουν κάτι γιά τό δικό τους πρώτα πολιτικό συμφέρον, οί δομές τοΰ κράτους καί κυρίως ή ανυπαρξία εθνικής ταυτότητας — καί αυτό ση μαίνει ανυπαρξία διανόησης — θά τούς έβγαζαν τόν τελικό λογαριασμό λαθεμένον. Ή «Αλλαγή» τοΰ κ. Παπανδρέου είναι μόνο τό τελευταίο πα ράδειγμα. Ή νεοελληνική ίστορία είναι ή διαρκής επανάληψη τής ίδιας κατάστασης. Ούτε καί είναι δυνατόν νά γίνη διαφορετικά, δσο ή 'Ελλάδα διατηρεί τήν παρούσα κρατική της κατάσταση. Άκοΰμε βέβαια σήμερα στις προεκλογικές έρεσχηλίες περί «μέτρων», 188
«προγραμμάτων», «υποδομών» κ.λπ. Μάλιστα εσχάτως ό κ. Μητσοτάκης έστήριξε τίς προεκλογικές του εκστρατείες στό «δαιμόνιο τής φυλής». Θά ήταν φυσικά λάθος, άν ύπεστηρίζαμε, δτι στήν νεοελληνική ίστορία, δη λαδή αυτήν τοΰ ελλαδικού κράτους, δέν υπήρξαν προσπάθειες και πρόσω πα πού αντιπροσώπευαν ουσιαστικές δυνάμεις. Θά ήταν παράξενο άν έλέγαμε, δτι μία ύπερδισχελιετής ύπαρξη ενός πολιτισμού δέν εΐχε νά δείξη κάποιες αναλαμπές μέσα στήν έρειπίωσή της ώς «εθνικού κράτους». Καί θά ήσαν ίσως αρκετές γιά τήν δημιουργία ενός συγχρόνου κράτους, άν υπήρχε ή εθνική πρός τοΰτο συνείδηση. Ειδικά γιά τήν 'Ελλάδα δέν θά ήταν ίσως ή ίκανή συνθήκη αυτή μόνο. Θά ήταν δμως ή αναγκαία. Και δέν θά ήταν οπωσδήποτε ικανή, διότι έπρεπε νά κερδιθοΰν ιστορικές εξελίξεις καί ή συνείδηση άλλων πολιτιστικών διεργασιών (δηλαδή τό ίδιο πρόβλη μα πού υπάρχει και σήμερα καί πού αποτελεί μιάν γενικώτερη ιστορική κατηγορία). Έπειτα ή Ελλάδα ύπήγετο σέ ένα γενικώτερο χώρο (τών Βαλκανίων καί τής Μέσης Ανατολής) καί άπό μόνη της, μέσα στους γενικώτερους πολιτικούς, καί ιστορικούς συσχετισμούς, δέν ήταν δυνατόν νά πετύχη καμμιάν ατομική λύση. Σίγουρα υπήρξαν καί προσπάθειες καί γνώσεις. Δέν ήσαν δμως ούτε οί μέν επαρκείς, ούτε οΐ δέ κατάλληλες. Στό ιδεολογικό οικοδόμημα τής Ελλάδος δέν μπόρεσαν νά χωρέσουν οί κοι νωνικές καταστάσεις τών Έπτανήσων. Πόσο μάλλον άλλες καταστάσεις τών ευρωπαϊκών διαδικασιών πρός τεχνολογική ανάπτυξη. Συνεπώς τά περί «δαιμονίου τής φυλής» είναι μάλλον επινοήσεις βαλκα νικής υφής, διότι τό «δαιμόνιο» τών λαών είναι διαφορετικό άπό τήν ατο μική ευφυΐα τών ανθρώπων, πού τέτοιαν έχουν όλοι οί λαοί. Υπολογίζεται σήμερα δτι ένα εκατομμύριο περίπου επιστημόνων ερευνητών άπό τόν τρί το κόσμο δουλεύουν στους πιό προχωρημένους τομείς έρεύνης τών βιομη χανικά ανεπτυγμένων κρατών. Τό φαινόμενο εΐχε θίξει σ' εμάς παληότερα σέ κάποια κείμενα του ό καθηγητής τής Φυσικής Θ. Κουγιουμτζέλης. "Α ραβες, Ινδονήσιοι, Ινδοί, Κινέζοι (σήμερα οί Παλαιστίνιοι κατέχουν τίς πιό υψηλές θέσεις ώς μάνατζερ στά ζητήματα πετρελαίου), Αφρικανοί κ.λπ. μετέχουν στους πιό προχωρημένους τομείς έρεύνης. «Δαιμόνια» έ χουν δλες οί φυλές καί ιδιαίτερα οί Εβραίοι, πού έβγαλαν κορυφές στήν ίστορία τοΰ ευρωπαϊκού πολιτισμού. Καί τις έβγαλαν, διότι ή διασπορά τούς ενσωμάτωσε στίς ευρωπαϊκές κοινωνίες. Τό ίδιο καί οί Αρμένιοι, δπως καί γενικά οί λαοί τών διασπορών. "Οταν κανείς πηγαίνη ώς ξένος νά ζήση μονίμως σέ μιά χώρα, άν δχι στήν πρώτη, στήν δεύτερη πάντως γενεά καί στις επόμενες θά κυττάξη κατ' ανάγκην νά μελετήση τόν πολι τισμό, γιά νά μπόρεση νά ένσωματωθή. Αυτό τό καταλαβαΐνομε καί άπό τις έδώ καταστάσεις. Ή «γενηά τοϋ '30» π.χ., πού ήταν κατά πλειονότητα 189
«ετερόχθονες», τό πρώτο πράγμα ποΰ μελέτησαν ήταν ή «γηγενής κουλτού ρα» (Σολωμός κ.λπ.). Ή νεώτερη «φιλολογία» μας, δπως καί «κριτική», περισσότερο ένα είδος <<πατριδογνωσίας» είναι (πράγμα πού αντανακλά καί στό «τραγούδυ>...). Οί Έλληνες μάλιστα αναλογικά μέ άλλους λ«ούς έβγα λαν πολύ λιγώτερους μέ κριτήρια παγκοσμιότητος, πράγμα πού εξηγείται άπλά: ή μέριμνα τοΰ άρθρ. 108 τοΰ Συντάγματος γιά τήν «μητέρα πατρίδα» δεν τούς αφήνει νά ενσωματωθούν, λόγω τοΰ συναλλάγματος, καί έτσι οί ίδιοι μέ τούς παπάδες καί τίς «κοινότητες» τους μένουν πάντα σέ μιά πε ριθωριακή κατάσταση στις ξένες κοινωνίες, ασχολούμενοι μέ" τίς «μπίσνες» καί (μεταπολεμικώς λόγω Ζορμπά) μέ τίς ταβέρνες... Στήν ίατρική π.χ. ένα μέγεθος σάν τοΰ κ. Γιακούμπ στό εξωτερικό δέν έχομε... Άλλά καί οί υπάρχοντες "Έλληνες ερευνητές τοΰ εξωτερικού, και νά θέλουν νά έρθουν στήν Ελλάδα, δέν μποροΰν. Ούτε υποδομή γιά νά δουλέψουν υπάρχει, ούτε κοινωνικώς άφομοιώσιμο τό αποτέλεσμα της δουλειάς των είναι. Καί δταν θά πάρωμε τά «δάνεια», όχι γιά νά φάμε, άλλά γιά νά αναπτυχθούμε μέσω τοϋ «δαιμονίου» μας καί νά καταστούμε «αυτάρκεις» στά βασικά είδη δια τροφής μας, οί άλλοι θά φκιάχνουν παπούτσια μέ τό 1/5 τής τιμής τών δικών μας. Τίς «βιομηχανίες» μας έτσι θά τίς βάλωμε πάλι στίς «προβλη ματικές» καί θά ζητήσωμε νέο «δαιμόνιο» καί νέα «δάνεια». Καί πάει λέ γοντας... Έδώ ή "Ελλάδα δέν μπόρεσε νά αφομοίωση έναν Ζαμπέλιο πο λιτικά καί τόν έκανε «έλληνοχριστιανισμό» (κανένα είδος «εθνικής ιδεο λογίας)) δέν εννοούσε ό Ζαμπέλιος μ* αυτό· ήταν αντίθετος πρός κάθε έννοια κρατικής Ελλάδος καί γι' αυτό δέν δέχθηκε νά γίνη καί «βουλευ τής», Οταν τοΰ τό πρότειναν) καί... αγάλματα. Πώς θά μπόρεση σήμερα νά αφομοίωση τόν ατομικό επιστήμονα; Τό «θά σας δώσωμε καί κομπιοΰτερ» τοΰ κ. Μητσοτάκη δέν είναι παρά τό «θά σας φκιάσωμε και ποτάμια» τής εποχής τοΰ Βούλγαρη... "Υποθέτομεν λοιπόν ότι τό μόνο πού μπορεί έπί τοΰ παρόντος ή "Ελλάδα ώς κρατική υπόσταση (καί στους «λόγους» καί στήν πολιτική της σύνταξη καί στά «προγράμματα» καί σέ δλα) είναι νά έπαναλαμβάνη έαυτήν, επαυ ξάνοντας απλώς τό μέγεθος τής κωμικότητος τών πραγμάτων. Γιατί θά ήταν λάθος, άν υπέθετε κανείς δτι υπήρξε κάτι τό ουσιώδες νέο στήν πολιτική ίστορία τής "Ελλάδος, πλήν μιάς διαρκώς αυξούσης κωμικότητος. Τά α γάλματα τοΰ Ρήγα δέν σταματούν στήν εποχή πού στήθηκαν. Μόνο πού άν τά παληά ενείχαν κάποιες «υψιπετείς» επιδιώξεις «εξουσιών)), τά σημε ρινά μιμήματά τους δέν έχουν παρά τήν ταπεινή φιλοδοξία κατοχύρωσης τοΰ μηνιαίου μισθολογίου — κάποιων «ίδρυμάτων» καί κάποιου προσθέτου επιδόματος. Καί τήν ανάλογη «αίσθητική αξία» βέβαια... Ό πιστεύων δτι 190
τό «έθνος» σταματφ στό άγαλμα τοΰ Πατριάρχη, άπατάται οίκτρώς. Ό διερχόμενος τήν όδό Ακαδημίας κατατρύχεται «εθνικώς» κυκλοδιώκτως: Μπροστά-μπροστά στό παρκάκι τοΰ πρώην νοσοκομείου, ό Παλαμάς συνεπαρμένος μέ ύφος 82 αρχαίων φιλοσόφων. Γιατί άραγε ό Παλαμάς, άφοϋ έχομε τόσους άλλους μεγάλους ποιητές; Μά βέβαια επειδή καθόταν δίπλα έπΐ τής Ασκληπιού! Δηλαδή δπου έχουν κατοικήσει ποιητές υπάρ χουν παντοΰ τά αγάλματα τους; Έν αντιθέσει πρός τά ονόματα τών δρόμων, μέ τήν «διανόηση» μοιάζει νά μήν έχωμε ανάλογο πληθωρισμό («15.000 δρόμοι» μέ τό όνομα... Καραϊσκάκη στήν περιοχή πρωτευούσης, ποΰ νά βρουν λογαριασμό και άκρη τά ταχυδρομεία;...). Πρέπει νά χτυπηθή πολύ κανείς άπό τό καυσαέριο καί νά καθίση στό παγκάκι νά πάρη μιάν ανάσα, γιά νά «έννοήση» τά τοΰ... Παλαμά. Αμέσως μόλις σήκωση τό κεφάλι, τοΰ έρχεται κατακέφαλα τό «δίδαγμα»: «Αυτόν τόν λόγο θά σας πω δεν έχω άλλον κανένα μεθΰστε μέ τ' αθάνατο κρασί τοΰ εικοσιένα» Τά ρητά βέβαια, δπως τό «μέγα σπέρμα» τοϋ Ρήγα έπί παραδείγματι, μπαί νουν στά αγάλματα μπροστά. Γιά νά τά μελετ$ μαζί μέ τό εικονιζόμενο πρόσωπο ό θεατής και μέ τήν επενέργεια τής αισθητικής λειτουργίας νά «έμβαθύνη» καί νά «διδάσκεται». Άν καί βέβαια τά αγάλματα, έν αντιθέσει πρός τίς πλάκες τών νεκροταφείων, πρέπει μόνο διά τής συμβολικής και τής αϊσθητικής των δράσεως νά λειτουργούν. Βλέποντας π.χ. κανείς τό άγαλμα τοϋ Βΐκτωρα Εμμανουήλ στήν Ιταλία, καταλαβαίνει τόσα περί Έθνους, Οσα καί άν έδιάβαζε μιά βιβλιοθήκη. Άλλά αυτά βέβαια προϋπο θέτουν, δτι τά αγάλματα «λειτουργούν», δηλαδή ότι όντως άποτελοΰν στοι χεία κάποιας συνείδησης έθνους... Άν είναι δλα... Μπουμπουλϊνες, αί, τότε βέβαια επείγει νά καταπιή κανείς δπως-όπως τό «δίδαγμα» σάν χάπι καί... δέν πειράζει, άς μήν 'δή καί καθόλου τόν εικονιζόμενο. Ένφ λοιπόν μέ τά αγάλματα κατευθύνονται οί άνθρωποι πρός τά... ρητά, έδω κατευθύνο νται τά «ρητά» πρός τούς περαστικούς, ακριβώς τήν ώρα πού θά τούς «πιάσουν τά νεφρά» τους άπ' τήν πεζοπορία καί θά θελήσουν ν' ανασά νουν, ή δταν θάχουν ραντεβοΰ στό παγκάκι (όποτε ή «ιδεολογία» θά τούς ένοχλή μέ τά γνωστά αποτελέσματα...). Καί άν τώρα μεθύση κανείς ελαφρώς μέ τό «αθάνατο κρασί» καί θελήση νά πάη παραπέρα, είναι τότε ποΰ γίνεται πραγματικά τύφλα, διότι θά ύποχρεωθή νά καταβροχθίση οκάδες γλυκισμάτων. Ό «εθνικός μπουφές» είναι βαρύ πράγμα... Στό μέσον τοϋ πάρκου ό Περικλής μέ πέλματα γερά δσο 19!
καί ή «Ιδεολογία» καί γάμπες μυκονιάτη ναυτεργάτου έπί τουρκοκρατίας. Ώς γνωστόν, οί γάμπες (Ιδίως στίς γυναίκες), τά δάχτυλα καί τά αότιά έχουν άμεση σχέση μέ τό «μέσα εϊναυ) τού" άνθρωπου... Άφήνομε λοιπόν τόν Περικλή μέ τήν πίκρα πού μάς πότισε και προχωρούμε δεξιόθεν. Α μέσως μπροστά μας τό εκκλησάκι — πού κάπου έκεΐ κοντά βέβαια θά έπρεπε νά είναι (υπόλειμμα τοϋι νοσοκομείου, μιά καί ή «εθνική πολιτική» τά έφερνε πάντα δύσκολα βόλ^α μέ τίς ασπιρίνες...) — καί λίγο πιό κάτω, στό μέσον, τό κυριολεκτικά άχώνευτο «ντεσέρ» τής εθνικής μας πανδαι σίας: ένα δοχείο άπό τό όποιον βγαίνει μιά Αθηνά πού μέσα άπ' τό κεφάλι της βγαίνα ό Παρθενώνας! Ουδεμία βέβαια αμφιβολία υπάρχει, ότι τό άγαλμα έγινε μέ δ,τι περίσ σεψε λογιστικώς άπό τις... γάμπες τοϋ Περικλή. 'Αλλά ήταν οπωσδήποτε αναπόφευκτο νά όρισθή ώς αισθητικός σύμβουλος ό προϊστάμενος τής κουζίνας τής Λέσχης Αξιωματικών; Δέν θά μποροΰσε τελοσπάντων μιά άλλη «Patisserie» νά προσφέρη κάτι γιά τήν τελείωση αυτής τής εθνι κής δημιουργίας; Τό άγαλμα δέν λαθεύει βέβαια στήν «συμβολική» υ πόσταση του — αυτή τής τούρτας γιά «εθνικές γιορτές» — άλλά, όμολογοΰμε, «εθνικώς» εξεταζόμενο παρουσιάζει αισθητές ζαχαροπλαστικές ελλείψεις: μέσα άπό τόν Παρθενώνα, έπρεπε νά βγαΐνη ό Πατριάρχης, μέσα άπό τόν Πατριάρχη ό Παπαφλέσσας κρατώντας τό πανώ «αυτοδυνα μία»! "Αν θελήσωμε νά σπουδάσωμε τήν «εθνική μας μνημείωση» και λίγο παραπέρα, δπως στό Σύνταγμα π.χ. μέ τις... αίολοδωρικές άπομνημειώσεις, τότε θά καταλάβωμε δτι μόνη σωτηρία μάς απομένει ή... τεχνολογία. Νά προσαρμόσωμε ροδίτσες δηλαδή στά τσαρούχια τών ευζώνων άπό κάτω — σήμερα μέ τά κυλιόμενα πατίνια τών παιδιών τό πρόβλημα έχει λυθή τε χνολογικώς —, ώστε μέ τό μεγαλοπρεπές «έν-δυό» τών εύσταλών νέων νά βελτιώσωμε κάπως τά θερινά έσοδα τοΰ προϋπολογισμού μας... Τά πράγματα τής νεοελληνικής κρατικής Ιδεολογίας δέν επιδέχονται σοβαρήν αντιμετώπιση, καί όποιος επιδιώκει νά τά παρουσίαση ώς καταστά σεις σοβαρότητος οφείλει νά αίσθάνεται μέσα του αμαρτωλός. Τό πρόβλη μα πλέον είναι, άν μποροΰν νά διατηρηθούν τέτοια πού είναι καί άν, ώς συνταγματικώς κατωχυρωμένη ιδεολογία, μποροΰν νά δικαιολογούν τά υ πέρογκα έξοδα τών κοινοβουλευτικών σκηνοθεσιών μέσα στήν πολιτική καί ίστορική διάταξη τοΰ συγχρόνου κόσμου. Δέν υπάρχουν συγκεκριμένοι υπεύθυνοι, ούτε αναζητεί κανείς τέτοιους. Ή αναζήτηση υπευθύνων προϋποθέτει υπονοούμενη τήν ύπαρξη κάποιων διεξόδων. Άλλά οί καταστάσεις τής Ελλάδος, δπως αυτή έστί καί ύφΐστα192
ται, καμμία διέξοδο δέν παρέχουν. Πολλές φορές οί λόγοι τών πολιτικών — άλλά καί πολλών ανθρώπων — αφήνουν νά έννοηθή, δτι τό πρόβλημα έγκειται σέ κάποια «αναμόρφωση» θεσμών. Καί έπ' αύτοΰ στηρίζουν τίς πολιτικές των διακηρύξεις. "Ομως τό πρόβλημα δέν είναι κάποιοι θεσμοί, ή γενικά οί θεσμοί (ποιοι;), άλλά ή αναμόρφωση τοΰ δλου. Μέσα σέ μιά γενική κατάσταση δυσμορφίας, είναι καί τό κάθε τί στήν υπόσταση του δύσμορφο. Καί ή οποιαδήποτε «αναμόρφωση» δέ αλλάζει τήν γενικήν είκόνα. Σίγουρα υπάρχουν κάποια ανώτατα όργανα καί θεσμοί, πού θά είχαν ίσως τήν βούληση νά λειτουργήσουν. Τό μόνο πού καταφέρνουν είναι, τό βάρος άπό τήν μιά μεριά τοΰ «καραβιοΰ» νά τό μεταφέρουν στήν άλλη, καί έκεΐ ποΰ έμπαζε άπό τήν μιά μεριά τώρα νά μπάζη άπό τήν άλλη. Τό διαρκές ίστορικό αδιέξοδο τής Ελλάδος δεικνύει, δτι ή λειτουργία τών όποιων τέτοιων θεσμών συνίσταται απλώς σ' αυτό τό είδος τής έναλλακτικότητας. Θά ήταν περιττό ν' ασχοληθούμε ειδικά μέ μερικούς άπό αυτούς. Άν ωστόσο θέλαμε νά περιορισθούμε ώς πρός τό νόημα σέ μιά ορίζουσα απόφανση, θά μπορούσαμε νά πάρωμε ώς συμπεριληπτικόν παράδειγμα τίς σχετικές συζητήσεις τοΰ άρθρου 107 τοΰ Συντάγματος της Χούντας (καί νΰν 95 τοϋ σημερινοΰ): Υπουργός τών Εξωτερικών: «Δέν θά πρέπει νά παραβλεφθώ δτι ή διαδικασία τοΰ Συμβουλίου Επικρα τείας αποτελεί μίαν τροχοπέδην διά τήν διοίκησιν. Έχω έκ πείρας μίαν πικράν άνάμνησιν τοϋ Συμβουλίου τής Επικρατείας. ΕΙχον τήν εύκαιρίαν, ώς πρέσβυς τής Ελλάδος είς τό έξωτερικόν, νά συλλάβω έναν όφιστάμενόν μου, ό όποιος διέπραξεν μίαν πλαστογραφίαν. Έπί τής πλαστογραφίας δέν ύπήρχεν ουδεμία αμφιβολία, τοσούτον μάλλον καθ" δσον, ό ίδιος ό υπάλ ληλος ώμολόγησε τήν πραξιν αυτήν. Ή πλαστογραφία ένεφέρετο είς αρκε τά σημαντικόν ποσόν. Έπείσθην όμως νά μήν δώσω συνέχειαν, μέ τήν προϋπόθεσιν δτι θά ύποβάλη τήν παραΐτησίν του διά νά μήν ύποστή τήν μείωσιν έκ τής απολύσεως. Ύπέβαλεν τήν παραίτησΐν του, άλλά μετ' ολίγας ημέρας προσέφυγεν είς τό Συμβούλιον τής Επικρατείας, μέ αποτέλεσμα τούτο νά άκυρώση τήν άπόφασιν τοΰ υπουργού τών Εξωτερικών τής εποχής εκείνης, διά τής οποίας έγένετο δεκτή ή παραίτησις τοΰ υπαλλήλου αύτοΰ. Καί ούτω έπανήλθεν είς τό' Υπουργεϊον τών Εξωτερικών. Έχομεν τοιαύτας περιπτώσεις συνηθέστατος, διότι τό Συμβούλιον της Επικρατείας, κατά κα νόνα αποδίδει μεγάλην σημασίαν είς τό τυπικόν μέρος καί παραβλέπει τό ούσιαστικόν».
Υπουργός Παιδείας: 193
<(Συμβα£νει παρόμοιον καί είς τό Ύπουργεΐον Παιδείας, δπου έχει επανέλθει είς τήν ΰπηρεσΐαν ένας πλαστογράφος και άπατεών». "Εχομε δηλαδή τήν περίπτωση τοΰ Ν. I. Σαρίπολου μέ τόν Βούλγαρη ως μία, μονίμως επαναλαμβανόμενη κατάσταση στήν ίστορία τής ελληνικής Διοίκησης. Ανάλογες περιπτώσεις Ισχύουν γιά τόν Άρειο Πάγο καί ανά λογες καί γιά τό "Ελεγκτικό Συνέδριο. Είναι περιττές οί αναφορές. Γιά τό τελευταίο αυτό δίκαια θά μποροΰσε νά άναρωτηθή κανείς, τί είδους έλεγ χους άσκεΐ, δηλαδή ποιά είναι ή λειτουργικότητα του σάν θεσμού, μέσα σέ μιά μονίμως χρεοκοπημένη Οικονομία καί σέ ένα αδιάπτωτο καθεστώς λοβιτούρας τοΰ νεοελληνικοΰ κράτους. «Νομικές» απαντήσεις είναι δυνα τές πολλές, ή ουσιαστική όμως είναι μία: δτι τό "Ελεγκτικό Συνέδριο, άπό μέτρον προνοίας πού είχε ίδρυθή έπί Όθωνος γιά τις γνωστές καταστάσεις, μετεβλήθη σέ κρατικόν θεσμό κατοχυρώνοντα (κατ' ανάγκην) τίς «σταθε ρές Ιδεολογικές βάσεις» τών ελληνικών Συνταγμάτων. Έτσι, ένφ τό άρθρ. 54 είς τό «Περί Βουλής καί Γερουσίας» κεφάλαιο τοΰ Συντάγματος τοΰ Όθωνα σκοπεί προφανώς στήν ανάσχεση τής βουλευτικής λοβιτούρας (γι' αυτό κιόλας περιλαμβάνεται στό κεφάλαιο αυτό ώς εξηγήσαμε), διϊστορικώς μεταβάλλεται σέ απαγόρευση δικαιώματος παντός Έλληνος έπί τοΰ Δημοσίου Προϋπολογισμού (πρβλ. σημερινό άρθρ. 73, τό όποιον παραμέ νει στό περί «Νομοθετικής Λειτουργίας τής Βουλής» κεφάλαιο γιά διαδικασιακούς λόγους — επειδή τά Νομοσχέδια τά υποβάλλουν υπουργοί), τοΰ δικαιώματος αρνησικυρίας τοΰ Όθωνα μεταφερομένου διά τοΰ άρθρ. 98, έδ.γ' στό Ελεγκτικό Συνέδριο. Συνεπώς καί νά θέλη τό Ελεγκτικό Συνέ δριο σάν θεσμός νά άνταποκριθή σέ κάποιους σκοπούς τοΰ όρισμοΰ του (καί αυτοί μέ μιά λέξη είναι νά σταματήση ή λοβιτούρα), δέν τό μπορεί, διότι μεταβάλλεται διά τοΰ «Συντάγματος» σέ έναν αντισυνταγματικό θε σμό: νά καταργή τό δικαίωμα κυριότητος τοΰ «πολίτη» έπί τοΰ «προϊόντος» τής εργασίας του. Τό δικαίωμα συντάξεως τοΰ κάθε άνθρωπου σήμερα σέ ορθώς υπάρχον και νοούμενο κράτος δέν είναι θέμα <ίγνωμοδοτήσεως» κα νενός οργάνου, επειδή υπάγεται στίς περί «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» αρ χές. Είναι δηλαδή θέμα πραγματολογικό καί δχι «γνωμοδοτικό». Ό κάθε άνθρωπος ύποχρεοΰται νά παράγη ώς σέ μιάν ώρισμένη ηλικία. Άν αυτό δέν τό κάνη, τότε εξαιρεί εαυτόν άπό τήν περί «άξιας τοΰ άνθρωπου» άρχή, διότι μόνο μέσω τής πρός τούς άλλους προσφοράς — τής «εργασίας» πού λέγαμε προηγουμένως—άποκτφ τήν Ιδιότητα τής «άξιοπρεπείας». Καί έφ' δσον αυτό τό κάνει καί συντηρεί έτσι άλλους πού δέν είναι σέ θέση ακόμη νά ζήσουν άφ' εαυτών (τούς νεογέννητους και τούς αναπαράγοντας τήν «εργατική δύναμη» διά τής σπουδής), οφείλουν καί αυτοί νά τόν συντηρή-
194
σουν δταν δέν θά μπορή νά δουλεύη. Τό πράγμα δέν έχει νά κάνη μέ «σοσιαλιστική Ιδιοκτησία» έπί τοΰ «προϊόντος», άλλά είναι βιολογικής καταβολής, τής κοινωνίας νοούμενης ώς φυσικής όντότητος άναπαραγούσης έαυτήν. Καίτοι έδώ δέν μπορούμε νά επεκταθούμε περισσότερο έπί τοϋ θέματος, μιά τελευταία παρέκβαση είναι αναγκαία. Διότι οί κοινωνίες πού δέν πα ράγουν ευρίσκονται σέ βαθύτατη Ιδεολογική κρίση, ακριβώς επειδή μέ τήν κατανάλωση οΐ Ιδεολογίες των έχουν λάβει τήν μορφή κοινωνικής άνηθικότητος. Τό πρόβλημα είναι γενικώτερο καί συνίσταται στό ερώτημα, κατά ποιόν τρόπο μποροΰν αυτές οί χώρες νά προσδεθούν σέ ένα παγκόσμιο σύστημα κατανομής εργασίας. "Ώς ποιόν βαθμό μπορούν οί ιδεολογίες των ν' αλλάξουν, ή, άλλοιώς, ώς ποιόν βαθμό μπορεί νά έπενδυθη ή βιομηχα νική ανάπτυξη σέ τέτοιες ιδεολογίες (π.χ. πώς θά μποροΰσε νά ύπαρξη ένα βιομηχανικώς ανεπτυγμένο Ισλάμ σάν ιδεολογία). Ή λεγόμενη σήμερα «σύνταξη» δέν είναι παρά μία κοινωνική ύποστασιοποίηση τοϋ «σεβασμοΰ τών τέκνων πρός τούς γονείς», πού αποτελεί μιά θεμελιώδη «άρχή» τοΰ πολιτισμοΰ μας. Κοινωνικώς ή σχέση τών νέων πρός τούς παλαιοτέρους δέν είναι γιά όλους τούς λαούς Εδια. "Ο «σεβασμός» αυτός άποτελοΰσε στό παρελθόν «φυσικό δικαίωμα» τών γονέων, γιατί χω ρίς αυτόν δέν θά μπορούσαν νά επιβιώσουν στά γεράματα. Ό τέτοιος «σε βασμός» π.χ. στήν εποχή τοΰ Αβραάμ έμετράτο άπό τό πόσες πατάτες θά πήγαινε τό παιδί στόν πατέρα. Τό πατριαρχικό σύστημα προέκυπτε σάν κατάσταση ανάγκης πού έξησφάλιζε αυτόν τόν «σεβασμό». Ή τεκνογονία άποτελοΰσε έτσι τήν αναγκαία συνθήκη γιά επιβίωση, πού τό πατριαρχικό σύστημα τήν καθιστούσε καί ικανή. "Η στειρότητα ήταν κυριολεκτική «κατάρα Θεοΰ» — καί έτσι ακριβώς τήν παριστάνουν οί Γραφές —, πού συνεπήγετο πάρα πολλές προσευχές. Οί «προσευχές» καμμιά φορά «έπια ναν», διότι τά ψυχικά έν γένει καί ιδίως στίς γυναίκες είναι δρώντες συντε λεστές στό σέξ και, άν ή «πίστη» ήταν μεγάλη, παραμερίζονταν οί αναστο λές ή άλλοι παράγοντες καί τό «θαΰμα» έγινόταν. Ή «ομορφιά» βέβαια μέσα σ' αυτές τις καταστάσεις έπαιζε ενισχυμένο ρόλο, ώς ένδεικτικόν στοιχείο καρπερότητος καί «ψυχικοΰ κινήτρου», καί άρα «ευτυχίας». Ύπό τίς συνθήκε αυτές ό γάμος δέν ήταν καί τόσο εύκολη υπόθεση, ή μάλλον, κυριολεκτώντας, ήταν ολόκληρη ή «ουσία» τής ζωής. Ή τραγωδία π.χ. ενός πού θά παντρευόταν μιά δμορφη γυναίκα καί θά τοΰ έβγαινε στείρα, ήταν προφανής. Και τά παιδιά σάν προϊόντα «ευτυχίας» πολλές φορές έσυνδέονταν μέ θρησκευτικές παραστάσεις, «αφιερώνονταν» στόν Θεό σάν «βουλήσεις» θείες, άπό δπου προέκυπταν ώραϊα λογοτεχνικά έργα (Θυσία τοΰ Αβραάμ) κ,λπ. "Η τεκνογονία ώς δυνατότητα επιβίωσης ίσχύει σήμερα 195
κατ' εξοχήν στόν τρίτο κόσμο. Μέ τήν εξέλιξη βέβαια τών κοινωνιών αυτά τά πράγματα άλλαξαν καί άλλαξαν καί τά νοήματα. Μέ τήν ανακάλυψη τής εργασίας ώς φορέως τής κοινωνικής ύπαρξης (καί τούτο γιά πρώτη φορά συμβαίνει στήν «Πολιτεία» τοΰ Πλάτωνα), στις σημερινές κοινωνίες τής παραγωγής ό σεβασμός είναι ελεύθερη προαίρεση τοΰ άτομου, διότι είναι σεβασμός πρός τήν κοινωνική έννοια τοΰ προσώπου. Ή έννοια αυτή δέν υπάρχει αφηρημένα καί μεταφυσικά, άλλά αποκλειστικώς καί μόνο κοινω νικά ώς αλληλοσεβασμός πρός τό πρόσωπο ανεξαρτήτως ηλικίας. Έτσι ακριβώς ήταν καί στήν αρχαιότητα, διότι ό «γέρος» σ' αυτή εθεωρείτο σοφός ώς πρός τήν πείρα (αυτό απαιτούσε σεβασμό, όχι τό... μπαστούνι), επειδή ώς πολίτης συμμετείχε πάντα στά κοινά (Ή πολιτική σοφία εθεω ρείτο μία άπό τίς τρεις βάσεις τοΰ αρχαίου πολιτεύματος καί απαιτείτο ώς Ιδιότης τών γερόντων). Σεβασμός πρός τό πρόσωπο δέν σημαίνει ότι πρέπει νά σέβεται ό μικρός τόν μεγάλο, άλλά και ό μεγάλος τόν μικρό, διότι και οί δύο έχουν προσωπικότητα κοινωνικώς συναρτωμένη διά τής εννοίας τής εργασίας. Τό ίδιο ακριβώς καί ό σεβασμός πρός έναν άγνωστο στό λεω φορείο, διότι, μέσα στόν σύγχρονο καταμερισμό εργασίας υποτίθεται πώς κάτι κάνει κι αυτός γιά τήν δική μας ζωή (πού δέν τό ξέρομε συγκεκριμένα, άλλά έχομε γι αυτό εγγυητή τό κράτος). Τό ίδιο σεβόμαστε τόν Πλάτωνα ή τόν Μπετόβεν, διότι άναγνωρίζομε (όσο μποροΰμε νά τό καταλάβωμε), ότι κάτι έκαναν γιά τήν ζωή μεγάλων συνόλων ανθρώπων καί γιά τήν δική μας. * Ο σεβασμός δέν είναι υποχρέωση — δεν γεννιέται κανένας χρεωμένος νά σέβεται — άλλά προσφορά μέ μέτρο τήν ανταπόδοση. Καί σάν τέτοιος έπιδρφ ηθικά καί πνευματικά τόσο σ* αυτόν πού τόν απονέμει, δσο καί σ' αυτόν πού τόν δέχεται. Καί ό νόμος αναγνωρίζει τήν υποχρέωση τών γο νέων πρός τά τέκνα, δχι επειδή είναι «δικά» τους, άλλά επειδή έχουν δι καιώματα ώς πρόσωπα άπό τήν στιγμή ποΰ θά γεννηθοΰν. Δικαιώματα πού απαιτούν καθ" έαυτά σεβασμό, αδιακρίτως ηλικίας. "Ο σεβασμός δηλαδή είναι μία διαρκώς κατακτωμένη κατάσταση, δπως είναι δλες οί πολιτιστι κές κατακτήσεις, τής «Δημοκρατίας» συμπεριλαμβανομένης. 1
Ό σεβασμός ώς θεσμοθετημένη υποχρέωση τών «μικρών» πρός τούς «μεγάλους» είναι βέβαια ένας κοινωνικός καί Ιδεολογικός φασισμός, άκρως απαραίτητος καί αποδοτικός σέ κοινωνίες ποό δέν παράγουν, δηλαδή πού ζουν άνευ «εργασίας». Είναι δέ απαραίτητος, διότι λύνει κοινωνικής φύ σεως προβλήματα. Άφοΰ τό παιδί έγεννήθηκε χρεωμένο νά «σέβεταυ>, έπεται πώς δέν υπάρχει πρόβλημα κοινωνικών ασφαλίσεων, ώστε αυτές νά καταστοΰν πολιτικώς ενοχλητικές, διότι δ,τι λείπει άπ* τό ταμείο τό ανα πληρώνει ό «σεβασμός» (οί πατάτες τοΰ Αβραάμ...). Ή έννοια συνεπώς τής κοινωνικής διεκδίκησης ώς εκλογικευμένου αιτήματος χάνεται καί μένει 196
απλώς τό νόημα τής άπεργίας-έπαιτείας πού αναφέραμε. Ούτε καί προκύ πτει ή ανάγκη κάποιου τέτοιου εκλογικευμένου αίτήματος, διότι δέν υπάρ χει τό αντικείμενο (άφοΰ λείπουν οί αντίστοιχες κοινωνικές διαδικασίες) έπί τοΰ οποίου θά άναφερθή. Συνεπώς ή κοινωνική διεκδίκηση διά τοΰ «σεβασμοΰ» μένει στό ίδιο επίπεδο πού μένει καί ή κοινωνική περίθαλψη μέ τά... 'ξωκκλήσια (τά τάματα ώς υποκατάστατα τών φαρμάκων...). Ή ιδεολογία προφανώς αναπαράγει μέ δλα τά μέσα τήν ανάγκη τού «σεβασμοΰ» —στό σχολείο μέ τό «ξεχωριστό μάθημα» τής «ηθικής» («τίμα τόν πατέρα σου και τήν μητέρα σου»), στό τραγούδι («ποτέ τήν μάνα μήν πικραίνεις») κ.λπ. Μέ τήν διδασκαλία τής «ηθικής» μπορεί βέβαια νά έπέρχωνται ώρισμένες κομφουζιώδεις καταστάσεις στόν χώρο τοΰ Δικαίου, δ πως δείξαμε, άλλά αυτό δέν έχει σημασία. Σημασία έχει δτι ό σεβασμός άποκτφ μεταφυσική ν βαρύτητα καί γίνεται «σέβας» (τό είδαμε στό «Διάγ γελμα τοΰ "Εθνους»). Τό όποιον βέβαια «σέβας» διεκδικεί έξ ολοκλήρου ή Εκκλησία, άφοΰ είναι αναγκαστικά ό φορεύς τοΰ «"Εθνους». Έτσι λ.χ. ή σκεβρωμένη γρηά στό λεωφορείο θά σηκωθή μόλις 'δή τόν ταυραντισμένο 35χρονο ίερέα, τοϋ οποίου τό Elan Vital είναι τόσο, ώστε χρειάζεται νά κάνη κάθε πρωί τρεις ώρες τροχάδην σέ βράχους καί κορφοΰλες προκει μένου νά καταστή κοινωνικά ανεκτός κατά τό ϋπόλοιπον τής ημέρας. Καί είναι υποχρεωμένος νά κάτση, διότι τό «σέβας» είναι πλέον κοινωνική άρχή. Ή εξαθλίωση σπρώχνει τις γρηές πρός τά ράσα, τά ράσα πρός τό «σέβας», τό «σέβας» πρός τό ΙΚΑ σύν τόν γυιό — καί πάλι άπ' τήν άρχή. Τό ίδιο ακριβώς κι ένας γέροντας, πού μπορεί νάχη περάσει τή ζωή του στό ΠΡΟ-ΠΟ καί τήν πρέφα, απαιτεί νά σηκωθή ένας τριαντάχρονος, πού μπορεί νά δουλεύη άπ' τό πρωΐ, χωρίς βέβαια στόν τελευταΐον νά γεννηθή ή απορία, λόγω «ηθικής» τοΰ σχολείου, τί μπορεί νά έκανε ό γέρος γι' αυτόν πρίν ακόμα γεννηθή. "Οπως θά ίδοΰμε, στήν Ελλάδα ειδικά, είναι καί άπό άλλους λόγους αδύνατες τέτοιες λογικές. Οί ούτως ή άλλως μάταιες βέβαια. Αναγκασθήκαμε στήν κάπως αναλυτική τούτη παρέκβαση, γιά νά δείξωμε πώς τά φυσικά πράγματα, πού δέν είναι καθόλου «νομικά», οί «συνταγ ματικές διατάξεις» τά ανατρέπουν άρδην. Ένφ τό δικαίωμα «συντάξεως» είναι ώς φυσικό δικαίωμα θέμα πραγματολογικό, κατά τά καθ' ήμας γίνεται θέμα νομολογικών γνωμοδοτήσεων. Άπό ουσιαστικής βέβαια απόψεως ορθώς (έξ ού καί ή άναγκαιότης όλων τών παραπάνω): άφοΰ ή Ελλάδα δέν παράγει τίποτε καί ζή διαρκώς μέ «δάνεια» καί ξένα λεφτά, δέν μπορεί νά κατοχύρωση, καί μάλιστα συνταγματικώς, «δικαιώματα τών πολιτών» έπί ξένων χρημάτων.
197
Άπό όλα λοιπόν τά παραπάνω απορρέει καί ή σημασία της λειτουργίας τών «ανωτάτων θεσμών», ιδιαίτερα δέ τοΰ Ελεγκτικού Συνεδρίου. Καί δπως βλέπομε, αποτελούν τέτοιο διαλεκτικό κύκλωμα άνευ διεξόδων, ώστε ή «λύση» διά τοΰ συνθήματος της «άναμορφώσεως τών θεσμών», άπό δπου κι άν προέρχεται, νά έγγίζη σχεδόν τά δρια τοΰ... ποινικοΰ κωδικός. Δέν πρόκειται περί «άναμορφώσεως» τών οιωνδήποτε θεσμών, άλλά περί άναδιαμορφώσεως της * Ελλάδος σάν κράτους. Τότε μόνο μποροΰν νά υπάρ ξουν ανθρώπινα δικαιώματα καί ή όποια κατοχύρωση, τους, δταν ό ελλη νικός χώρος βρή έναν τρόπο ίστορικής χρησιμότητος. Άλλά αυτός δέν βρίσκεται ούτε στά «πολιτικά προγράμματα», ούτε στίς προεκλογικές εξαγ γελίες.
Β \ II
Μέχρις έδώ έζητήσαμε νά εξηγήσομε τις αντιφάσεις των ελληνικών Συ νταγμάτων, άνατρέχοντες στίς συνθήκες δημιουργίας καί στήν ίστορικήν υπόσταση τού νεοελληνικού κράτους, καί όχι διά θεωρητικών εννοιών. Έάν έπΐ παραδείγματι έθέλαμε θεωρήσει βάση τών αναλύσεων μας γιά τό «Δημόσιο Δίκαιο» (τά «ανθρώπινα δικαιώματα») αυτό πού χρησιμοποιείται στίς νομικές αναλύσεις ώς νομιμοποίηση τών σχέσεων εξουσίας καί άτο μου, δηλαδή τό λεγόμενο «δημόσιο συμφέρον», θά καταλήγαμε σχετικά μέ τά ελληνικά πράγματα σέ πολλαπλοΰν αδιέξοδο. Πρώτον μεν γιατί ή έν νοια αυτή δέν είναι έννοια νομική καί οΰτε μπορεί νά όρισθή μέ ανάλογους τρόπους. Τό «δημόσιο συμφέρον» είναι έννοια φιλοσοφίας τοΰ πολιτισμοΰ καί συνεπώς έκ φύσεως ρευστή, διότι εξαρτάται μέ ποιόν τρόπο τήν προ σεγγίζει κανείς. Στίς επαναστατικές θεωρίες — πού έχουν άμεσα στόχο τήν υπάρχουσα εξουσία — ή έννοια αυτή αμφισβητείται τελείως. Ή σκοτεινότης τοΰ «δημοσίου συμφέροντος» είναι στενά δεμένη στίς νεώτερες πο λιτικές θεωρίες τοΰ αστικού κράτους μέ άλλα επίσης αόριστα νοήματα τών φιλοσόφων, όπως π.χ. ή «Volonte Generates τοΰ Ρουσσώ, πού σάν τέτοια συμπεριελήφθησαν στά Συντάγματα. 01 συνταγματικές ερμηνείες σέ άλλες 198
χώρες προέρχονται μεθοδολογικώς κατά μέγα μέρος άπό τό γεγονός αυτό — και ώς προς τοΰτο συνιστούν στοιχείο γονιμότητος —, οί κατά μίμηση τους δμως αντίστοιχες στήν Ελλάδα συγκαλύπτουν απλώς τό βασικόν ερμηνευτικό γεγονός: δτι άπό τόν τρόπο τής κατασκευής τής Ελλάδος ώς κράτους, καμμΐα έννοια «δημοσίου συμφέροντος» δέν ήταν δυνατόν νά πρόκυψη ώς συλλογική συνείδηση, Πιό κάτω θά τό ίδοΰμε καλύτερα. Ε πίσης δέν είναι δυνατόν νά κάνωμε καί περί «ιδιωτικού δικαίου» λόγο στήν Ελλάδα, διότι τό ιδιωτικό συμφέρον προϋποθέτει τήν Ισότητα έναντι τοΰ νόμου, πράγμα πού στήν Ελλάδα δέν Ισχύει, άφοΰ αυτή είναι στήν πραγ ματικότητα ένα κράτος μειονοτήτων καί δέχεται ώς «πηγή τών εξουσιών» ένα καί μόνο «Έθνος», δηλαδή τό αόριστο «έλληνικόν». Ή νεώτερη τροπή «διά τοϋ Λαοΰ» είναι επίσης μιά θεωρητική κατασκευή, διότι προϋποθέτει σιωπηρώς δτι ή «λειτουργία» τοϋ «Έθνους» στό παρελθόν υπήρξε τόση καί τέτοια, ώστε νά πρόκυψη ή χρειαζούμενη σήμερα έννοια τοΰ «ομοιογενούς λαοΰ». Τά πράγματα βλέπομε νά τό διαψεύδουν. Αντί λοιπόν άλλου μέτρου στίς αναλύσεις μας επιλέξαμε τήν ίδια τήν πραγματικότητα. Αυτό, Οχι μόνο διότι θά μάς εξοικονομούσε χρόνο ώς πρός τις «θεωρίες», άλλά επειδή θά μάς εξυπηρετούσε καί ώς πρός τις αναφορές μας στήν τρέχουσα πολιτική, πού ήταν έξ αρχής τό κυρίως θέμα μας. ' Οφείλαμε δμως νά όμολογήσωμε έξ αρχής, δτι τόν κ. Παπανδρέου τόν εκτιμούμε ώς πολιτικό. Τόν έκτιμοΰμε άπό μόνο τό γεγονός, δτι είναι ό μόνος έλληνας πολιτικός πού ασχολείται μέ τήν πολιτική, ή πού επεδίωξε τουλάχιστον ν' άσχοληθή μέ τό δύσκολο τούτο θέμα. Καί γιά τοΰτο τόν θεωροϋμε σάν προσωπικότητα ξεχωριστόν. Καί έφερε τήν μεγίστη τών πολιτικών Αλλαγών στήν Ελλάδα, συνισταμένη σέ τοϋτο: δτι άντί νά κρύψη καταστάσεις, άφησε τίς υπάρχουσες νά εκδηλωθούν. Σήμερα πιά γνωρίζομε ότι στήν Ελλάδα κανενός είδους Αλλαγή δέν είναι δυνατή κι δτι αυτή κείται πέραν τοΰ «σοσιαλισμού», τοΰ «φιλελευθερισμού», οιασδή ποτε «μεταρρύθμισης» καί «πολιτικοΰ προγράμματος» έν γένει. Δηλαδή έν ολίγοις, 0 κ. Παπανδρέου έδωσε στόν ελληνισμό τήν ίστορική πνοή πού τοΰ έλειπε διακόσια χρόνια τώρα καί πού οί ανάγκες τών μπαλκονιών τών ελληνικών πολιτικών μηδαμηνοτήτων τοΰ στερούσαν. "Επειτα ό κ. Παπανδρέου είναι άνθρωπος πού διαβάζει. Ό συγγραφέας τούτων τών γραμμών έχει τό κρυφό καμάρι τής υποψίας, δτι ό κ. Παπαν δρέου τόν τίμησε μελετώντας τό βιβλίο του «Ανάλυση τής νεοελληνικής αστικής Ιδεολογίας» τό '75, άπό τό όποιον ένεπνεύσθη αρκετά γιά τήν ανάγκη ενός συνθήματος Αλλαγής. Μόνο βέβαια ότι έμεΐς τήν Αλλαγή τήν εννοούσαμε ολίγον διαφορετικά: δτι έπρεπε άπό τότε νά ύπαρξη ή 199
διαδικασία αφομοίωσης τών αριστερών δυνάμεων, πρός κάτι τό πλέον ίστο ρικό πρόσφορο (βλ. κατωτέρω), καί ότι τά πράγματα τής "Αλλαγής θά ήσαν τέτοια, ώστε ή 'Ελλάδα μέ τήν σημερινή της κατάσταση νά μπορούσε νά άρθρωση κοινωνικά λόγο. Δηλαδή νά προσδεχθή γονΐμως καί ενεργώς τις στό μεταξύ επελθούσες αλλαγές. 'Αλλά δέν πειράζει- αυτό φυσικά μπορεί νά γίνη καί μέσφ τής άνοίας τών γηπέδων μέ μιά κάπως μεγαλύτερη δυ σκολία (τόν έλλαδισμό καί τήν ταβέρνα δέν πρέπει νά τά υποτιμούμε σάν παράγοντες αντιστάσεων). Σημασία έχει ότι έφθάσαμε είς τήν ανάγκη τών Αλλαγών, καί τήν έθνικήν αυτή ευεργεσία μάς τήν προσέφερε ό κ. Πα ν πανδρέου. Μικρήν αμφιβολία διατηρούμε μόνο ώς πρός τήν θυμικήν διά θεση τοΰ κ. Παπανδρέου μέ δλ' αότά, διότι ό κ. Παπανδρέου έδειξε καί τό ασθενές του σημείο (μέσω τοΰ όποιου άλλωστε καί έξ αντικειμένου έπραγματοποιήθησαν αυτές οί Αλλαγές), ότι δηλαδή δεν εννοούσε ποσώς νά κατεβή άπό τήν εξουσία. Πρός τοΰτο εΐχε ανάγκη νά στηριχθή στόν έν ευρεία έννοία «λαό», ό όποιος δμως έτσι έδειξε τίς πραγματικές διαθέσεις του ώς πρός τήν ίστορική κατάσταση του (αυτό πού επιμόνως έκρυβαν οί «αυτοδυναμίες» τής Δεξιάς κατά τό παρελθόν), καθιστώντας αναπότρεπτη πλέον καί τήν πραγματοποίηση τών 'Αλλαγών. Τό νά μήν αίσθανώμαστε καθόλου ευρωπαίοι καί νά θέλωμε σώνει καί καλά νά συμπεριφερώμεθα σάν «ευρωπαίου), είναι βέβαια τό άκρον άωτον ανυπαρξίας πάσης εννοίας «ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Τήν «ένταξη» μας στήν Ευρώπη κατά τό δεκαπενταετές διάστημα μετά τήν Χούντα τήν αντιληφθήκαμε κατά ένα και μόνον τρόπο: ώς έλλειψη λαϊκής κυριαρχίας («εθνικής ανεξαρτησίας» άπλούστερον) καί άντιδυτισμόν. Τά πράγματα έχουν βεβαίως τίς εξηγήσεις των, στίς όποιες θά άναφερθοΰμε πιό κάτω καί γιά τίς όποιες ό έν ευρεία έννοία «λαός» δέν είναι ό κύριος αίτιος, άλλά σημασία έχει δτι έφάνησαν, "Ακόμη μιά φορά. Καί επειδή συνεχίζουν νά υφίστανται πάντα άναλλοιώτως καί τά αυτά, είναι βεβαίως σκόπιμο νά έπιδιώξωμε νά μήν τά έντάξωμε στά μελλοντικά προβλήματα τής βαλκανικής περιοχής. "Οτι δηλαδή αυτό θά είναι κέρδος. Φυσικά δέν υπαγόμαστε καθόλου είς τούς νομίζοντας δτι Ίστορία είναι ή πραγματοποίηση τής «βούλησης τών λαών», πιστεύομε δμως δτι καί χωρίς αυτή δεν είναι δυνατόν νά άποτελεσθή ίστορικό έργο διαρκείας. Οί καταστάσεις τών ανατολικών χωρών τό δείχνουν καθαρά καί θά ήταν σφάλμα νά υποθέταμε, δτι ανάλογες δέν έχομε στόν δυτικό μας κόσμο. "Η «'Ελλάδα» ώς παλαιόν «μήλον τής έριδος» καί ώς τρέχουσα νοοτροπία είναι τό πιό αδιάψευστο παράδειγμα. Τί ακριβώς είναι λαϊκισμός δέν μποροΰμε νά ποΰμε, δπως δεν μποροΰμε νά ποΰμε τί ακριβώς είναι θρησκεία. Μποροΰμε δμως νά ποΰμε δτι ό λαϊκι200
σμός συνίσταται στό σύνολο απλών καί διαχεομένων στόν λαό Ιδεών, τών οποίων ή συνισταμένη δίνει αυτό πού θά μπορούσαμε νά άποκαλέσωμε «ίδιογνωμία» ενός λαοΰ. Παραδείγματος χάριν, δλες οί τριτοκοσμικές καί υπανάπτυκτες χώρες έχουν έντονα λαϊκιστικά κινήματα, συνιστάμενα α πλώς στήν «γενική Ιδέα» κινδύνου πού διατρέχει ή ιδεολογία τους (καί πού οί ίδιοι ζουν σάν κατάσταση «εξάρτησης») άπό τήν επαφή μέ τόν τεχνο λογικό πολιτισμό. Συγκεκριμένως νά εντοπίσουν ποΰ βρίσκεται αυτός ό κίνδυνος δέν μποροΰν, διότι δέν έχουν τούς αντίστοιχους κοινωνικούς φο ρείς, δηλαδή τίς κοινωνικές διαδικασίες πού θά τούς οδηγούσαν σέ συγκε κριμένες συνειδητοποιήσεις. "Ετσι οί ίδέες παραμένουν ώς «διαχεόμενες αντιλήψεις», στόν λαό, προσφερόμενες εκάστοτε σάν «τρόποι επαφής» τών κομμάτων μαζί του (γιά τίς νεώτερες αντιλήψεις περί λαϊκισμού, βλ. Η. Dubiel (Hsg): «Populismus und Aufklariing», Suhrkamp 1986). 'Ως σύνολο «διαχεομένων ίδεών», δπως ακριβώς καί οί θρησκείες, ό λαϊκισμός μπορεί νά άποτελέση παράγοντα «ολοκλήρωσης» πολιτικά (βλ. και «Le Monde Diplomatique*, No 420 / Mars 1989, σελ. 3: «Integrisme et Laicite»), χωρίς δμως συγκεκριμένη κατεύθυνση άλλου είδους (κοινωνική ή ίστορική). Μπορεί νά είναι υπέρ τοΰ καπιταλισμοΰ, μπορεί (ό ίδιος λαϊκισμός) καί κατά. Ανάλογα μέ τόν «τρόπο επαφής» τοΰ λαϊκιστικού ηγέτη. Υπάρχουν πλήρως φασιστικά λαϊκιστικά κινήματα στήν λατινική "Αμερική πού είναι «σοσιαλιστικά». Αυτό δμως πού έχει ιδιαίτερη κοινωνιολογική σημασία γιά τόν χώρο τής Ευρώπης είναι δτι ό λαϊκισμός παίζει ώς παράγων σπουδαϊον ρόλο στίς πολιτικές αναλύσεις του Α. Γκράμσι καί αυτή ή θεώρηση εύρήκε μιάν σπουδαίαν επένδυση στήν καλλιτεχνική συνθετική δύναμη τοΰ Παζολίνι, μέ τόν μεγάλον ρόλο πού διέκρινε στό «περιθώριο» γιά τήν πολιτική διαμόρφωση τών συγχρόνων μεγαλουπόλεων. Στό «περιθώριο» αυτό ώργανώθηκε κατ' ανάγκην και ή καταιγιζόμενη άπό τήν τακτική τοΰ ψυχροΰ πολέμου διανόηση, δπως περιγράψαμε στην άρχή (βλ. Α' μέρος), μετατραπεΐσα στήν ουσιώδη πολιτική δύναμη τών καιρών διά τών «οικο λογικών κινημάτων» καί τών άλλων μικρών ομάδων, πού απετέλεσαν καί τούς κύριους φορείς τών αλλαγών στόν ανατολικό κόσμο. Δέν θά άσχοληθοΰμε περισσότερο μέ τόν λαϊκισμό, γιατί μέ τόν δικό μας τά πράγματα είναι απλούστερα. Αυτός υπήρχε ανέκαθεν δεδομένος στό ιδεολογικό στερέωμα τής «έλληνορθοδοξίας» καί κατά τούς νεώτερους αίώνες είχε μόνιμη σημαία τήν ιδεολογική κληροδοσία τοϋ Λουκά Νοταρά. Πράγμα άλλωστε καί φυσικό: δταν κανένας ξερριζώνεται άπό τήν «πατρώα Γή» του — άλλος άπ' τήν Σιγκαπούρη, άλλος άπ' τό Σουδάν, άλλος άπ' τήν Αιθιοπία, άλλος άπ' τήν Σμύρνη, τήν Κων/πολη, τήν "Οδησσό κ.λπ. 201
— καί έρχεται στήν Αθήνα νά παριστάνη τόν ψηφοφόρο μ ένα ελληνικό διαβατήριο πού αλλάζει σήματα κάθε δέκα χρόνια (άλλοτε ή κορώνα, άλ λοτε ό φοίνικας, άλλοτε τό κλαρί έληας κ,λπ.), καί ξέρη ή νομίζη τελοσπάντων τί τού φταίει, τί είδους «ευρωπαίος» και «δυτικόφρων» νά αισθά νεται; Καί τό κυριώτερο: δσο κοντά κι άν βρίσκεται στίς δυτικές αξίες — Ινας ευαγγελιστής της Μικράς Ασίας έπί παραδείγματι — πώς θά τίς καταξίωση μέσα του, δταν γιά νά επιβίωση στήν «νέα» του ((πατρίδα» πρέ πει νά γίνη συνειδητά κλέφτης και μέ τήν δλη του ύπαρξη καί συμπεριφορά νά ζή πάντα είς βάρος κάποιου ή κάποιας μερίδας άλλων; Τά πράγματα δέν τά κρίνομε ηθικώς έδω- προσπαθούμε νά βρούμε μόνο τήν κοινωνική εξή γηση τους, παραβλέποντας τά ίστορικώτερα αίτια και τίς αναλύσεις. Σάν υπάρχουσες καταστάσεις μόνο. Τά πράγματα έλειτουργούσαν δομικώς έτσι έξ αρχής, πρίν ακόμη δημιουργηθή ελληνικό κράτος καί πρίν αρχίσουν οί μεγάλες συρροές μέ τίς ανταλλαγές τών πληθυσμών. Κάποιοι έζοΰσαν είς βάρος κάποιων άλλων, άπό αίτια άλλα, διότι ό πρό τής επαναστάσεως «αυτόχθων» ελληνισμός δέν ήταν παρά οί γηγενείς καί οί ζορμπάδες (έτσι έλέγοντο οί μωαμεθανοί Έλληνες, οί όποιοι κατέβηκαν μέ τά όρλωφικά άπό τήν Αλβανία εναντίον τών χριστιανών ομογενών τους στήν κυρίως Ελλάδα και Πελ/ νησο). Αυτό δμως τό στοιχείο, τό τοΰ αδιεξόδου δηλαδή, μέ τίς διάφορες εσωτερικές δράσεις καί άλληλοεπιρροές πού δέν μπορούμε νά έξετάσωμε τώρα έδώ, ήταν καί τό μονίμως παραγωγόν τής λαϊκιστικής διαστάσεως τοΰ άντιδυτισμοΰ. Τόν οποίον ό κ. Παπανδρέου υίοθέτησε ώς πολιτικόν σύνθημα τής «εθνικής ανεξαρτησίας». Αυτό ακριβώς οί Έλλη νες κατάλαβαν σάν «'Αλλαγή» καί ήταν ή μόνη πού ποθούσαν. 1
Θά ήταν ανακριβές έάν λέγαμε, ότι ό κ. Παπανδρέου δέν προέβη σέ λαϊκές παροχές δπως κάθε λαϊκιστής ηγέτης. Καί δέν θά ήταν δυνατόν, διότι ό κ. Παπανδρέου παρεδώθηκε τόσο στόν «λαό», ώστε νά τόν άφήση πλήρως νά έκδηλωθή σέ δλα τά επίπεδα — καί νά ξέρωμε τουλάχιστον σήμερα τί μάς γίνεται. Σ' αυτό τό σημείο ό κ. Παπανδρέου προσέφερε μιάν ανυπολόγιστη προσφορά, διότι γνωρίζομε δτι δχι μόνο «ευρωπαίοι» δέν αίσθάνονται οί Έλληνες, άλλά ούτε καί κανένα πολιτικό σύνθημα ή «πρό γραμμα» μπορεί νά άλλάξη σέ κάτι τήν κατάσταση καί τίς διαθέσεις των. Καί αυτά δλα οφείλουν νά μάς οδηγήσουν κατ' ανάγκην σέ ουσιωδώς νέες ποιοτικώς σκέψεις. Άλλά καί άπό τεχνικούς λόγους θά ήταν ανακριβής ό ισχυρισμός, δτι ό κ. Παπανδρέου δέν προέβη σέ λαϊκές παροχές καί δέν εισήγαγε σέ πολλούς τομείς δημοκρατικές διαδικασίες: άφοΰ έπρεπε νά σπάση κατεστημένες νοοτροπίες καί συμφέροντα, προκειμένου νά στερεωθή σάν κόμμα, ό μόνος τρόπος ήταν νά άφήση, σέ ώρισμένους τουλάχιστον τομείς, νά λειτουργήσουν δημοκρατικές διαδικασίες καί νά «δράση ό 202
λαός». Άλλος τρόπος γι' αυτό δέν υπήρχε. Είναι άλλο θέμα πού θά ίδοΰμε παρακάτω, τί είδους ήσαν αυτές οί παροχές ποιοτικώς. Σημασία έχει δτι τό κόμμα τοΰ κ. Παπανδρέου, υποχρεωμένο νά ένεργήση σάν φορέας πο λιτικής χειραφέτησης μεγάλων κοινωνικών ομάδων, έδειξε δτι τά μέχρι τώρα συνταγματικά καί νομικά πλαίσια υπάρξεως τοΰ έλληνικοΰ κράτους (κράτος-παρακράτος, οίκονομΐα-παραοικονομία, ύπηρεσίες-παραϋπηρεσίες και ή έν γένει διχαστική υπόσταση πού τόσο εξυπηρέτησε τήν πά λαιαν πολιτική ζωή) δέν επαρκούν πλέον γιά τήν συνέχιση του. Στόν έσωτερικόν λοιπόν τομέα ό κ. Παπανδρέου υπήρξε μέγας πολιτικός, κατά τήν γνώμη μας ό μεγαλύτερος τής νεοελληνικής ίστορΐας. Δέν υπο σχέθηκε λόγια καί όράματα. Είπε απλώς: «κάμετε δ,τι θέλετε, άρκεΐ νά με ψηφίζετε». Ή λαϊκή κυριαρχία υπήρξε πλήρης καί θά ήταν λάθος ή κακοβουλία, άν τό αμφισβητούσε κανείς. Καί απόδειξη τής πλήρους λαϊκής κυριαρχίας είναι ώρισμένα πράγματα, γιά τά όποια κατηγορούν οί μή έννοοϋντες τίς κυβερνήσεις τοΰ κ. Παπανδρέου. Ένα άπό αυτά είναι καί τά τηλέφωνα. Μά αυτό ακριβώς καλείται δημοκρατία καί διαφάνεια, δ,τι γί νεται νά φαίνεται. Τά τηλέφωνα είναι τωρινή κατάσταση; Χωρίς τίς παρα κολουθήσεις τηλεφωνημάτων, χωρίς άνοιγμα τής αλληλογραφίας, χωρίς περίπτερα καί θυρωρούς, τό ελληνικό κράτος θά είχε καταρρεύσει πρό πολλού. Τυχαίο άραγε είναι ότι οί ανώτεροι άξιωματοΰχοι τών μυστικών υπηρεσιών προέρχονται άπ' τά ταχυδρομεία; Αυτά κρατάνε τήν «δημοκρα τία» καί τά «ανθρώπινα δικαιώματα» στήν Ελλάδα. Καί μάλιστα μεταπολεμικώς αποκλειστικώς καί μόνον αυτά. Τά τηλέφωνα καί τά ταχυδρομεία δέν είναι μέσα επικοινωνίας, οΰτε καί μποροΰν νά συμπεριληφθούν στις διεθνείς συμβάσεις τών αναλόγων οργανισμών. Είναι τά επίσημα μέσα στηρίξεως τοΰ κράτους. Πότε αυτά θά σταματήσουν νά έχουν αυτόν τόν ρόλο; — Μά δταν ακριβώς καί ή Ελλάδα σταματήση νά ύπάρχη σάν κράτος άνευ προϋποθέσεων. "Οταν δηλαδή έρθουν έδώ οΐ «εταίροι» μας νά φκιάξουν ιδιωτικά ταχυδρομεία και τηλέφωνα. Τό νόημα τών οργανισμών αυτών δέν καθορίζεται διά νόμων καί έκ «κρατικών» σκοπιμοτήτων — νά γράφωμε κασέτες καί νά μπαίνωμε στίς κρεβατοκάμαρες ανοίγοντας τά γράμματα, προκειμένου νά μήν διαταραχθή ή διαδικασία τών «εκλογών» —, άλλά άπό τόν σκοπό τους πού είναι ή επικοινωνία. Όπως ακριβώς πού ύπό τόν δρο «τηλεόραση» σήμερα στήν Ελλάδα έννοοΰμε αποκλειστικά καί μόνο τήν Ιδιωτική τηλεόραση, τήν οποίαν άπό ευνόητους λόγους (αυ τούς δηλ. πού θέλομε τόν κρατικόν ΟΤΕ) απέκλειαν μέχρις πρό ολίγου καιροΰ σχεδόν οί πάντες. Άλλά διά τών «συντακτικών πράξεων» συνεχίζομε βέβαια νά πληρώνωμε τέλη υποχρεωτικά γιά τήν δημόσια. Τέλη
— καί οπωσδήποτε υποτυπώδη αναλογικά με τά δικά μας — υπάρχουν βέβαια καί στό εξωτερικό. Ή μικρή διαφορά είναι μόνο οί επενδύσεις πού κάνει τό κράτος γιά τήν πληθύν καί τό ποιοτικό ανέβασμα τών προγραμ μάτων, προκειμένου νά αντιμετώπιση τόν ανταγωνισμό τής ιδιωτικής. Έδώ καί νομοθετημένο χαράτσι, καί συνέχεια ποδόσφαιρο και προεκλογικές διαφημίσεις, Δέν είναι δμως αυτό παραβίαση τοϋ οΐκογενειακοΰ άσυλου — νά άνοίγης γι' αυτό πού πληρώνεις καί νά είσβάλλουν μόνο κομματικές επιλογές; (κρατικές δέν μπορούμε νά τίς ποΰμε, βέβαια, διότι δέν ξέρομε ποιες τάξεις καί πώς συμμετέχουν στήν διαμόρφωση τών προγραμμάτων). Λέγεται αυτό κατοχύρωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων; Επομένως δυό λύ σεις υπάρχουν: ή νά ίδιωτικοποιηθή καί ή κρατική τηλεόραση, ή, άφοΰ πρέπει νά καταβάλλωνται τά λεφτά — ένφ τά κρατικά προγράμματα δεν υπάρχουν —, νά δηλώση ό καθένας στήν ΔΕΗ ποιά τηλεόραση θέλει νά πληρώνη και βάσει αύτοΰ νά εϊσπράττωνται τά συνήθη υποχρεωτικά τέλη. Μόνο έτσι θά ύπαρξη πληροφόρηση καί θά άρθή ή άντισυνταγματικότης τοΰ άρθρου 51 τοϋ Συντάγματος. Διαφορετικά πώς υποχρεούται νά ψηφίζη κανείς απληροφόρητος, μόνο μέσω τοϋ ποδοσφαίρου; Αυτό είναι τό νόημα τοΰ άρθρ. 51; Κατά τόν ίδιο τρόπο θά κατοχυρωθή καί τό δικαίωμα τής επικοινωνίας, άν γίνουν Ιδιωτικά άπό ξένες εταιρείες ή άλλους Ιδιώτες τά ΕΛ.ΤΑ καί ό ΟΤΕ. Μέχρι τότε θά υπάρχουν μόνο κασέτες, υποκλοπές καί κλοπές... Καί ή μεγάλη προσφορά τοϋ κ. Παπανδρέου έγκειται ακριβώς στό δτι άφησε τό υπάρχον κράτος νά έκδηλωθή δπως ακριβώς υπήρχε. Ό κ. Τό μπρας δέν έκαμε τίποτε καινούργιο. Προσέθεσε απλώς τόν παράγοντα τής έντιμότητος σέ μιάν υπάρχουσα καί πασίγνωστη κατάσταση. "Ολα αυτά είναι Δημοκρατία. Αλισβερίσι είναι αντίθετα νά έρμηνεύης τό «Σύνταγμα» αποκλειστικώς ώς κουτάλα καί αυτό νά τό λές «σέβας πρός τό "Εθνος». Καί επειδή αυτά δλα στόν καιρό μας τών διαφανειών δέν θά μπορούσαν πλέον νά κρύβουν — δηλαδή ή 'Ελλάδα θά έπαυε ούτως ή άλλως να είναι κράτος διεθνών Συνεδρίων —, θεωρούμε μεγάλον πολιτικό τόν κ. Παπανδρέου διότι τά επιτάχυνε. Είναι βέβαια ένα άλλο πράγμα, άν ό Παπανδρέου υπήρξε καί τόσο με γάλος πολιτικός μέ τήν εξωτερική πολιτική. Είναι δμως δυνατόν νά ύπάρ χη μεγάλη εξωτερική πολιτική γιά ένα κράτος τοϋ οποίου ό έν «στενή έννοία» λαός έχει έξ αντικειμένου ώς μοναδικόν τρόπο επιβίωσης τό κλέ ψιμο; "Οτι άπό απόψεως γεωπολιτικής άπό Μεγάλου Ναπολέοντος καί έντεϋθεν ό γεωγραφικός χώρος «Ελλάς» έπαιζε τόν μεγαλύτερο ρόλο στήν παγκόσμια ίστορία μέχρι καί τών ήμερων μας, είναι γνωστό. Δέν θά άναλύσωμε τώρα αυτόν τόν ρόλο. Καί δτι επίσης ή Ελλάδα μεταπολεμικώς
αποτελούσε τό ένα άπό τά δύο στηρίγματα τής Αμερικής στην Ευρώπη (τοϋ άλλου δντος ή δυτική Γερμανία), είναι κι αυτό επίσης γνωστό. 'Από απόψεως γεωστρατηγικής, ή διαφορά μεταξύ Ελλάδος καί Τουρκίας έγκει ται στό γεγονός, δτι ένφ ή Τουρκία εΐχε τόν ρόλο τής αμυντικής σημασίας παράγοντος ώς πρός τήν Μαύρη Θάλασσα καί τήν νότια περιοχή τής Ρωσσίας, ή "Ελλάδα διά τοΰ Αιγαίου εΐχε και τήν έπιπρόσθετον σημασία τοΰ στηρίγματος μιας ενεργούς πολιτικής ώς πρός τήν Μέση Ανατολή. Αυτό είχαν τήν ατυχία νά μήν τό καταλάβουν και οί Συνταγματάρχες (τούς επέτρεπε δμως ή «ελληνοχριστιανική» ιδεολογική τους συγκρότηση; Ή περίπτωση τοϋ Αγγελή φανερώνει καλά τό συνειδησιακό αδιέξοδο...), οί όποιοι απαγόρευσαν στά αμερικανικά αεροπλάνα νά πετάνε άπ' τήν 'Ελ λάδα μέ τόν πόλεμο τής Μέσης Ανατολής (τό είχαν κάνει καί δλα τά άλλα κράτη τότε), μέ αποτέλεσμα τό μόνο στήριγμα τών Αμερικανών νά μείνουν οί Αζόρες. Τό επαχθές «ϊσόβια» (καί δχι βέβαια γιατί κατέλυσαν καμμιά «Δημοκρατία» στήν Ελλάδα!) μάς φανερώνει καλά τήν σημασία τών πραγ μάτων... Τό «εθνική ανεξαρτησία» καί τό «έξω τό ΝΑΤΟ» τοϋ κ. Παπανδρέου δέν ήταν κάτι τό ουσιωδώς διάφορο άπ' τήν πολιτική τών Συνταγματαρχών. "Οτι βέβαια τό μεσανατολικό πρέπει νά βρή μιά Ιστορική λύση, δηλαδή μιά λύση διαρκείας καί γονιμότητος, είναι φανερό άπό τήν εποχή τοΰ... σουλτάνου Σαλαντίν. Τά πράγματα δμως δπως υπήρξαν ώς τώρα είχαν απλώς τό νόημα, ότι «έξω οί βάσεις» έσήμαινε τράβηγμα στό σχοινί τοΰ βρόχου δλης τής δυτικής βιομηχανικής παραγωγής και τής Ευρώπης Ιδιαί τερα. Δηλαδή μέ τήν προϋφισταμένη τάξη πραγμάτων, τά συνθήματα τοΰ κ. Παπανδρέου γιά τήν παγκοσμίως βασικώτερη άπό τίς βάσεις τοΰ NATO, ούτε κάν τούς Ρώσσους δέν εξυπηρετούσαν, οί οποίοι μέ τήν μεσανατολική πολιτική τους έσεβάσθηκαν πλήρως τό δικαίωμα επιβίωσης τών ευρωπα ϊκών κοινωνιών. Πέραν δμως άπ' αυτά, γιατί άραγε οί αμερικανικές βάσεις στήν Κούβα δέν εμπόδισαν τόν Φιντέλ Κάστρο γιά τήν εθνική του ανεξαρτησία; «Ε θνική ανεξαρτησία» ώς πρός ποιόν καί τί; Τί δηλαδή θά έκάναμε μ' αυτή πού εμποδιζόμαστε τώρα νά κάνωμε; Καί πώς συνδέεται ή ((εθνική ανεξαρ τησία» μέ τίς βάσεις; Τά νοήματα είναι διαφορετικά. Γιατί οί βάσεις δέν εμποδίζουν τήν εθνική ανεξαρτησία τών Όλλανδών ή τών Νορβηγών καί γιατί αυτές δέν εμπόδισαν τήν βιομηχανική μεταπολεμική ανάπτυξη τής Ιταλίας; Γιατί δέν εμποδίζουν τήν ανάπτυξη τής Ισπανίας καί τής Πορτογαλλΐας; Αυτοί πού μάς στεροΰν τήν «εθνική ανεξαρτησία», πώς γίνεται νά τό καταφέρνουν; Σέ ποιά δεδομένα στηρίζονται; Καί τά δεδομένα αυτά έχουν οπωσδήποτε σχέση μέ τίς βάσεις; Άν λείψουν δηλαδή αυτές, μέ τά 205
ίδια δεδομένα θά έπιτύχωμε κάτι γιά τό όποιο τώρα μάς εμποδίζουν; Γιατί ή εθνική τους ανεξαρτησία δέν προσέδωσε στους Γιουγκοσλάβους αυτό πού ή «εθνική υποδούλωση» μέ τίς βάσεις στερεί άπό τούς "Έλληνες; Τώρα ποΰ οί βάσεις σιγά-σιγά φεύγουν είναι πιστεύομε καιρός νά συζητηθοΰν καί τέτοια ερωτήματα Καί επειδή ή διάταξη τής Ελλάδος θ' άλλάξη, ακριβώς γιατί δέν χρειάζονται πλέον οί βάσεις, γιά νά καταλάβωμε καί τά πόσα εξόχως πολύτιμα προσέφεραν οί βάσεις γιά τό «έθνος» και τήν ψηφοθηρικήν δραστηριότητα. Όφεΐλομε νά όμολογήσωμε ότι ή «συμμα χική πολιτική» τής Δεξιάς, καίτοι ή άλλη ποδοσφαιρική όψη τής «εθνικής ανεξαρτησίας» άφοΰ περιείχε τήν διά τοΰ «έθνους» έννοια του... αζημίωτου, υπήρξε, έστω καί Παλαμηδικώς, πολύ πιό ιστορικά προσγειωμένη. Ό κ. Παπανδρέου καί στό σημείο τούτο υπέκυψε στόν «λαό». «Εθνική ανεξαρ τησία» δέν είναι παρά ό λαϊκισμός τής ψυχολογίας τοΰ «νεομάρτυρα». Είναι ή ψυχολογία (ή τόσο βολική γιά τήν "Αριστερά!) πού έκαλλιέργησε ή ορθοδοξία ώς αγωγή τών κάθε φορά συμμαζευομένων στά όρια τοΰ έλληνικοΰ κράτους, επειδή, δπως εξηγήσαμε, δέν είχε τίποτε άλλο νά τούς προσφέρη. "Ο «μάρτυρας», έν αντιθέσει πρός τόν «ήρωα», υποφέρει πάντα άπό αιτίες άφαντες καί μή λογικές (προφανώς, άφοΰ τό πρόβλημα του είναι ψυχολογικό). Τό «μαρτύριο» του αποτελεί εξιλέωση, άπολαμβανόμενο έπΐ προσωπικού επιπέδου, πού αποκλείει τήν λογική αναγωγή. Ένα περιστα τικό πού επιζητεί τήν διάρκεια του στό μπουζούκι ή τό γήπεδο, προκειμέ νου νά συνεχισθή σάν είδος «άναβαθμοΰ» πού «τελειώνει» τόν «μάρτυρα», διότι μέσα άπό τις διαδικασίες αυτές βρίσκεται τελικά ένας κόκκορας πού φταίει! (Καθόλου τυχαίο δέν είναι πού τά λαϊκά τραγούδια σάν «ψυχοσύν θεση» είναι δλα τά ίδια οϊ ρίζες χάνονται βαθιά στήν νεώτερη θρησκευτική αγωγή...). Αυτή τήν ψυχολογία εύρήκε δ κ. Παπανδρέου νά κάμη σύνθημα. Καί «πέρασε βαθιά στόν λαό», γιατί ακριβώς τό κόμμα του ήταν ό «λαός» σάν φορέας αυτής τής ψυχολογίας. Ό κ. Παπανδρέου ήταν ό «τροπαιοφό ρος άγιος» τής μεταπολεμικής ζωής μας... Τώρα βέβαια ποιους κινδύνους μποροΰσε νά κρύβη μιά πολιτική πού έστηρίζετο σέ διάχυτα καί ασαφή λαϊκά αισθήματα, μία φασιστική δηλαδή κατ' ούσίαν πολιτική, μόλις πού είναι ανάγκη νά ποΰμε. Ό άντιδυτισμός καί τό «έξω οί βάσεις» υπήρχαν σάν Ιδεολογία καί πρό τοΰ κ. Παπανδρέου. (Ιδεολογία καί γιά τήν ίδια τήν Δεξιά, ύπό τήν απόχρωση τοϋ «θεματοφύλακα» καί τής «ρίζας»). Ό κ. Παπανδρέου απλώς έφρόντισε νά τήν μεταβολή σέ εκλογικά ποσοστά. -
Άλλά, ειδικά τήν εποχή τοΰ ΠΑΣΟΚ, καί γιά έναν άλλον λόγο τό σύνθημα «έξω οί βάσεις» συντελοΰσε στήν διατήρηση τού ψυχροπολεμικού κλίμα τος καί καθόλου τής Ειρήνης. Διότι τά χρόνια αυτά οί συζητήσεις γιά τούς 206
αφοπλισμούς προχωροΰσαν—όπως αποδεικνύουν τά γεγονότα τών καιρών μας — καί ένας πρωθυπουργός μιας χώρας οφείλει νά είναι πληροφορη μένος έπί τής γενικής καταστάσεως τοΰ κόσμου. Άλλοιώς τί πολιτική νά κάνη; Ή εξωτερική πολιτική δέν προκύπτει άπ' τό «κεφάλυ>, ούτε άπό τις αναγκαιότητες τής εσωτερικής. Έ φ ' δσον λοιπόν οί διαπραγματεύσεις τών αφοπλισμών προχωροΰσαν ουσιωδώς, καθόλου δέν θά εξυπηρετούντο άν ό κάθε τριτοκοσμικός ή «αδέσμευτος» τίς έβλεπε σάν ευκαιρία προβολής τών δικών του «εθνικών» αιτημάτων καί χάραξη τής «δικής» του πολιτικής. Διότι ένας άπό τούς βασικούς λόγου πού οί διαπραγματεύσεις κατέστησαν αναπότρεπτες ήταν ακριβώς ή ανάπτυξη άλλων κέντρων πολιτικής ισχύος έπί τού πλανήτη ("Απω Ανατολή, Ινδία, Κίνα κ,λπ.), πράγμα πού σημαίνει δτι οί δύο σημερινοί μεγάλοι μόνο άπό κοινού θά μπορούσαν νά αντιμε τωπίσουν καί νά κουμαντάρουν. Ή ανάπτυξη συνεπώς κατά τήν διάρκεια τών διαπραγματεύσεων «ισχυρών» εξωτερικών πολιτικών άπό κάτι σάν τήν Ελλάδα χώρες (δπου οί εσωτερικές εκλογές ούτε κάν στοιχείο τυπικής νομιμότητος δέν συνιστούν γιά εξωτερική πολιτική, μιά και κανένας δέν είναι υποχρεωμένος γιά τήν συνεισφορά στά... «βάλσαμα») αντέβαινε σέ έναν ουσιώδη λόγο τών ίδιων τών διαπραγματεύσεων. "Η μήπως έλυσε ή ελληνική εξωτερική πολιτική κανένα ελληνικό πρόβλημα άπό τό '21 κι έδώ;... Τό πόσο ή πολιτική τοΰ κ. Παπανδρέου υπηρετούσε τό πνεΰμα τοΰ ψυχροΰ πολέμου καί καθόλου τών αφοπλισμών αποδεικνύει τό γεγονός, δτι έτυχε καί τής αμέριστου υποστηρίξεως τής παλαιάς σκληροπυρηνικής πο λιτικής τής Ανατολικής Γερμανίας. Ή τά μάλα προσκείμενη στήν DDR (καί χρηματοδοτούμενη) κομμουνιστική εφημερίδα τής Δυτικής Γερμανίας «Volkszeitung», στό φύλλο No 13 τής 24/3/89, είχε ολόσωμη φωτογραφία τοϋ κ. Παπανδρέου με τήν ψήφο εμπιστοσύνης μετά τά σκάνδαλα, δπου τόν παρίστανε σάν τόν «ήρωα-μάρτυρα», τόν «Άγιο Γεώργιο» τών Βαλκανίων γιά τήν «Είρήνη», ύπονομευόμενον άπό τις «σκοτεινές δυνάμεις». Κατά πόσον ή κατά νόημα ψυχροπολεμική αυτή πολιτική ευρέθηκε μέσα στό κλίμα τής εποχής της, τό απέδειξαν τά κατοπινά γεγονότα. Τά συνθήματα πού θέλησε νά πραγματοποίηση ό κ. Παπανδρέου τό 1989, καί ό τρόπος, ήσαν καταστάσεις καί συνθήματα τοΰ I960. Ό χ ι τοΰ λήγοντος είκοστοΰ αιώνος. "Ας άφήσωμε βέβαια τό γεγονός, δτι οί πύραυλοι τοΰ «μικροϋ» καί «μέ σου» καί «μεγάλου» βεληνεκούς δέν ήσαν τίποτε άλλο, δπως είπαμε καί άλλου, παρά δροι πολιτικής συνεννόησης και λεξιλογίου, δπως ακριβώς ήσαν τά «ένζυμα» καί τά «άζυμα» στήν πολιτική ορολογία τοΰ μεσαίωνος. Καί τά δύο σύμφωνα, δέν θά ήταν δυνατόν νά καταργηθοΰν άπό μιά στιγμή 207
στήν άλλη (ώστε νά μποροΰν νά δεχθοΰν τέτοια καίρια χτυπήματα όπως «έξω οί βάσεις» στήν Ελλάδα), ίδιαίτερα δέ τό NATO πού έσερνε πίσω του δλη τήν βιομηχανία τής δυτικής παραγωγής (μέ τά γνωστά φυσικά προβλήματα καταστροφής τοΰ περιβάλλοντος κ.λπ.). Άλλά πιθανόν οΰτε καί συμφέρει ακόμη ή κατάργηση τής πολιτικής σημασίας αυτών τών οργανισμών, άφοΰ παρατηρούμε δτι οί άζερμπαϊτζανοΐ καί οί λιθουανοί πιστεύουν πώς είναι μόνοι τους στόν κόσμο (αυτών έμεϊς προηγούμεθα στήν νοοτροπία δπως λέμε!) μή μπορώντας νά καταλάβουν ποιά προβλή ματα ή νοοτροπία τους μπορεί νά εξαπόλυση σέ άλλες περιοχές τοΰ πλα νήτη. "Ωσπου λοιπόν νά καταλάβουν οί «εθνικές συνειδήσεις» δτι τά προ βλήματα τους δεν μποροΰν νά λυθοΰν παρά άπό καταστάσεις πού θά προ κύψουν άπό τήν διαδικασία ολοκλήρωσης τών συνεννοήσεων τών δύο με γάλων, και δτι δέν είναι μόνο θέμα δημοψηφισμάτων καί εκλογών, ή πο λιτική σημασία τών οργανισμών αυτών θά παραμένη απαραίτητη. Άρα και άπό τήν άποψη αύτη υπήρξαμε οί άζερμπαϊτζανοί τής Μεσογείου... Άλ λωστε τά πολεμικά αυτά συγκροτήματα υπήρξαν επιστημονικοί οργανι σμοί, πού στηρίζονταν στήν τεχνολογία καί δχι στους «ναΰτες» καί τούς «στρατιώτες». Οί «ναύτες» και οί «στρατιώτες» ήσαν δροι τής καθημερινής πολιτικής ρητορείας, ένφ ό πραγματικός κίνδυνος τών νετρονίων βρίσκε ται σέ τόπους ήμιάγνωστους και ακατοίκητους — άπό ανθρώπους, πουλιά και ψάρια... Άλλά πάλι καί μέ τήν εξωτερική του αυτή πολιτική ό κ. Παπανδρέου υπήρξε μέγιστος πολιτικός, διότι έδειξε δύο πράγματα πού συμπίπτουν κατά νόημα είς ένα και τό αυτό. Παρά τά σκάνδαλα έβγήκε ενισχυμένος άπό τίς εκλογές, πράγμα πού δείχνει ότι τόν ελληνικό λαό τίποτε άλλο δέν τόν ενδιαφέρει παρά μόνο τό νόημα τής «εθνικής ανεξαρτησίας». Καί αυτό σημαίνει δτι ή Ελλάδα ώς τό υφιστάμενο κράτος δέν χωράει πιά στά πλαίσια τής σύγχρονης ίστορίας. Καί τό άλλο πράγμα — δπερ ταύτόν — είναι, δτι ό κ. Παπανδρέου έθεσε μέ τήν πολιτική του διεθνώς τό πρόβλημα τής Ελλάδος ώς ανεγκέφαλου κοτετσίου. Πρόβλημα πού οπωσδήποτε χρειάζεται κι αυτό λύση. Ό κ. Ρόμπερτ Κάπλαν — αμερικανός δημοσιογράφος στήν Αθήνα, δπως ό ίδιος υπογράφει — έξ αίτιας τής πολιτικής τοΰ κ. Παπανδρέου έγραψε ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο στό διεθνές περιοδικό «Reader's Di gests τοΰ Φεβρουαρίου τοΰ 1988, μέ τίτλο «Ποϋ τό πάει ό Έλληνας πρω θυπουργός;» (βλ. γερμ. έκδοση, σελ. 63-70). Βεβαίως, αυτό πού δέν άνεκαλύψαμε στό άρθρο είναι ή προσωπική γνώμη τοΰ κ. Κάπλαν, περί τοΰ «ποΰ θά ήταν δυνατόν νά τό πάη» ό οποιοσδήποτε έλληνας πρωθυπουργός. Κατά 208
τά άλλα ό κ. Κάπλαν εκφράζει εξόχως ενδιαφέρουσες ίστορικά απόψεις και άξιολογώτατες σκέψεις. Διαμαρτύρεται έπί παραδείγματι, δτι ό κ. Παπαν δρέου «διέλυσε τήν Εκκλησία πού αποτελεί τήν σπονδυλική στήλη τοΰ έλληνικοΰ κράτους» καί τόν καλεί σέ άμεσον συνετισμό. Καθησυχάζοντας έν τφ μεταξύ καί δλους τούς υπολοίπους, δτι ουδείς λόγος ανησυχίας υπάρ χει, δεδομένου δλα τά προβλήματα τής Ελλάδος μποροΰν νά βρουν έν ανάγκη τήν λύση τους καί έκτος Ελλάδος: «Amerika und Europa sollen die Geldeirrfuhr stoppens! Άλλά μιά τέτοια λύση, παρατηρεί μέ έλαφράν θλίψη ό κ. Κάπλαν, θά άντέκειτο πρός τά ανθρωπιστικά Ιδεώδη καί μόνον ώς «τελικό μέτρο» θά μπορούσε νά χρησιμοποιηθή. Προσωπικώς δέν ξέρομε, άν ό κ. Κάπλαν γνωρίζη άλλο κράτος τής ΕΟΚ, στό όποιο νά λειτουργούν Συντάγματα και Κοινοβούλια και ή Εκ κλησία νά άποτελή τήν «σπονδυλική στήλη τοΰ κράτους»* τό γεγονός πάντως δτι θά ήταν δυνατόν νά είχαμε περίπτωση Μπιάφρας εντός τής ευρωπαϊκής περιοχής, καί δή γιά «ίσότιμον» μέλος τής ΕΟΚ, θά ήταν οπωσδήποτε ένα περιστατικό καί μή άνθρωπιστικώς σοβαρό. "Άθελα ό κ. Κάπλαν μάς άνέξεσεν πληγές πρό τής ευφορίας τών προεκλογικών μας παραδείσων. Μήπως μιά δυνάμει Μπιάφρα δέν υπήρξε ή Ελλάδα άπό τό " 22 κι έδώ; Πότε λύθηκε τό περίφημον «σιτικόν»; Ποτέ! Άπλως περάσθηκε μεταπολεμικά σέ ξένους προϋπολογισμούς καί άπεσιωπήθηκε, επειδή άλ λαξαν τά μεγέθη. "Οταν ολόκληρος ό προϋπολογισμός τής "Ολλανδίας λ.χ. άποτελή μικρόν κλάσμα τών ετησίων εσόδων τής «General Motorsw, τί νόημα έχει νά συζητή κανείς γιά αραβοσίτους καί σιτάρια όρνιθώνων; Οΰτε φυσικά καί βρέθηκε ποτέ πολιτικός νά τό συζήτηση, άφοΰ δέν παρεμβάλλετο στά... «εκλογικά προγράμματα», διότι αμέσως μετά τά «σχέδια Μάρσαλ» καί τίς «βοήθειες» ακολούθησαν τά ΜΟΠ. Ακόμα και στήν κατοχή, ποϋ οί δρόμοι ήσαν γεμάτοι πτώματα, τό «κράτα Ρόμμελ καί χαθήκαμε» πάλι εμπόδισε τίς βυζαντινές λαότητες τοΰ νεοελληνικού κράτους νά ανα ρωτηθούν γιατί πεθαίνουν. Ήταν και έξ αγωγής αδύνατο. Τό Βυζάντιο, άφοϋ συγκέντρωσε ώς ρωμαϊκή αυτοκρατορία τά 2/3 τοΰ παγκόσμιου πλού του τοΰ καιρού του, διατηρήθηκε ακριβώς τόσο, δσο χρειάσθηκε γιά νά φάη τά συγκεντρωμένα. "Αρα λοιπόν πάντα κάποιος έπρεπε νά δίνη, καί γιά τήν Κατοχή φταίνε οί δυνάμεις κατοχής. Σίγουρα οί δυνάμεις κατοχής πήραν δ,τι βρήκαν στίς αποθήκες — εμπόλεμοι ήσαν και τό ίδιο έκαναν σέ δλες τίς χώρες —, άλλά δέν έπεσε παντοΰ πείνα δπως έπεσε στήν Ελ λάδα. Στίς ελληνικές δμως σιταποθήκες δέν βρήκαν και πολλά, καταφεύ γοντας άμεσα στήν παραγωγή. Δυστυχώς, άπό τό 1926 ποΰ ό κ. Ζολώτας άνεκάλυπτε στήν Λειψία τήν Ελλάδα «στόν δρόμο τής έκβιομηχανΐσεως» μέχρι καί τοΰ δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, ή βιομηχανικώς επίδοξη 209
χώρα μας εΐχεν ανάγκη νά είσάγη ετησίως 400.000 τόννους σιτάρι, γιά νά γεμίζη απλώς τίς κοιλιές. Καί τό σιτάρι αυτό τό έξησφάλιζε ή Αγγλία. Μέ τόν αποκλεισμό της δμως τό 40/41 ή εισαγωγή σταμάτησε τελείως, μέ αποτέλεσμα οί κοιλιές νά προσεγγίσουν άποτόμως τήν διάμετρον ύπερκορεσμοϋ, ήν ένοράτο ό κ. Ζολώτας εις τάς περί «αναπτύξεως» διατριβάς του. (Γί άλλο ήταν δυνατόν νά ίδή κανείς στήν Ελλάδα μετά τό '22, έκτος άπό εργατική δύναμη καί «Ιδιωτικά έργα» κατά τήν έννοια τοΟ Παλαμήδη;,..) Ό κ. Κάπλαν λοιπόν μας υπενθύμισε Οτι ή απειλή τοΰ δευτέρου παγκο σμίου πολέμου γιά τήν 'Ελλάδα επικρέμαται εισέτι. Καί τώρα ποΰ τά ΜΟΠ θά χρειασθούν ίσως γιά άλλους σκοπούς, δσο «δεσμευμένα» καί άν είναι — καί ορθώς βέβαια διότι υπάρχουν καί ίστορικές προτεραιότητες —, θά άρχίση πιθανόν πάλι προβληματική περίοδος γιά τών ομφαλό τών Εύρωελλήνων. Μή υπάρχοντος λοιπόν τοΰ είδικοΰ στίς ομφαλοσκοπήσεις Αγίου Γρηγορίου τοΰ Παλαμά, εκλήθη ό κ. Ζολώτας νά έπιληφθή τών προβλη μάτων διά τών γνώσεων του... 'Ως πρώτην δέ διαπίστωση, δπως είδαμε, έκαμε, δτι έχάθηκε ή παλαιά καλή ίδιότης τοΰ «πτωχοΰ άλλ' έντιμου Έλ ληνος»... Άλλά ό νοημοκτήτωρ κ. Κάπλαν δέν μας αφήνει ούτε μέ τό... ζωνάρι καί τίς «σταθερές Ιδεολογικές βάσεις» τοΰ Συντάγματος μας νά τά φέρωμε βόλτα: Ό κ. Ζολώτας είναι καθηγητής της Οικονομίας, δπως είναι καί ό κ. Παπανδρέου. Καί οί γνώσεις τοΰ κ. Παπανδρέου είναι τουλάχιστον κατά 15 χρόνια πιό μοντέρνες άπό αυτές τοΰ κ. Ζολώτα. Πώς λοιπόν οϊ γνώσεις τοΰ κ. Ζολώτα είναι καλύτερες καί πιό αποτελεσματικές άπό αυτές τοΰ κ. Παπανδρέου; Ή επιστήμη δέν είναι έπιφοΐτηση· μέ τήν Φυσική τοΰ 18ου αί. δέν μπορεί νά φκιάξη κανείς Τηλεόραση. Άν τις προσθέταμε, ίσως, πιθανόν νά μποροΰσε νά βγή τό αποτέλεσμα, θά μποροΰσε νά σκεφθή κανείς. Άλλά καί έδώ ό κ. Κάπλαν μάς στερεί κάθε αίσιοδοξΐας. Θύματα πάντα τού έκμοντερνισμοΰ, έκάμαμε τό μοιραΐον λάθος νά άντικαταστήσωμε τήν άκριβεστάτην λέξη του «κολλυβισμοΰ», πού είχαμε Ιστορικώς στό λεξιλόγιόν μας οίκείαν, μέ τόν σκοτεινόν δρο «Οικονομία»: τί άθροισμα νά βγάλουν οί «συν-διασκέψεις τών οίκονομολόγων», δταν τό δλον πρόβλημα εξαρτάται άπό τό άν θά ρίξη ό πτηνοτρόφος τό καλαμπόκι στό κοτέτσι; Και δσο γιά τήν «σπονδυλική στήλη» αδίκως ανησύχησε ό κ. Κάπλαν δσο υπάρχουν τά λάβαρα — καί τέτοια έχομε πληθώρα (αυτά άλλωστε δέν βγάλαμε καί στά μπαλκόνια;) —, ουδείς κίνδυνος γιά τούς... σπονδύλους υπάρχει... Ό κ. Παπανδρέου λοιπόν δέν υπήρξε τόσο μεγάλος πολιτικός στήν εξω τερική πολιτική — ούτε καί ήταν απαραίτητο — ύπηρξε όμως παμμέγι στος στήν εσωτερική. Είναι πρώτη φορά ποΰ ή εξουσία μεταβιβάσθηκε 210
δντως στόν λαό. Καί μιά καί είδαμε τί σημαίνει «ή εξουσία στόν λαό», ξέρομε τώρα ακριβώς τί πρέπει νά γίνη. Αυτή είναι ή ανυπολογίστου ση μασίας προσφορά τοΰ κ. Παπανδρέου στήν παγκόσμια ίστορία. Καί τό έννοοΰμεν κυριολεκτικώς. Βεβαίως θά μας άρεσε γιά λόγους φιλοσοφικούς νά μήν είχε παντρευτή, άλλά έν τέλει ό υποκειμενικός ηρωισμός τών ανθρώπων είναι ένα δευτε ρεύον πράγμα προσωπικής βιοθεωρίας. Αλήθεια είναι πώς μέ τόν πρόσφα το γάμο του είναι πάντα σικ καί περιποιημένος, ένφ πρίν συχνά τά παντε λόνια του ήταν μέ «γόνατα», χωρίς «τσάκιση» καί άνέδιδαν ενίοτε κάποιαν απόχρωση εμπορευομένου. Ή «πάστρα καί ή αρχοντιά» ήσαν τά εθνικά προτερήματα τής θηλυκότητας στόν τόπο μας καί είλικρινά δέν μποροΰμε παρά νά συγχαρούμε τήν νεαρά του σύζυγο γιά τήν γυναικεία σοφία της... "Οσο τώρα γιά τά «εθνικά όράματα» καί «προγράμματα» τής Νέας Δημο κρατίας, είναι μάλλον άσκοπη χασομέρεια νά άσχοληθή κανείς. Τώρα μέ τήν κατάργηση τοΰ Λιβάνου, δέν θά ήταν άλλο τίποτα δυνατόν παρά πώς θά μεταφερθούν οί αντίστοιχοι ρόλοι ολίγον άριστερώτερον έπΐ τοΰ χάρ του. Τά «κίνητρα» γιά τίς ξένες επενδύσεις, τά «μπλέ προγράμματα» τής αίσιοδοξΐας πού τίποτε άλυτο δέν αφήνουν, Ιδιαίτερα δε ό ρόλος τοΰ «εύρωδΊδασκάλου» πού φιλοδοξούμε μέ καμάρι γιά τούς υπολοίπους βαλκανίους, δέν είναι παρά ή μύχια και άπελπις προσδοκία εκπληρώσεως τών «σταθερών ιδεολογικών βάσεων» τών συνταγματικών μας διακηρύξεων. Δέν αποδεικνύει μέ τά λόγια καί τίς εξαγγελίες της ή «Νέα Δημοκρατία», δτι διαθέτει κάποιο σύνολο ίδεών γιά τήν πολιτική όφή τοΰ παρόντος κόσμου καί τήν θέση τής Ελλάδος σ' αυτόν. Μόνιμος ισχυρισμός της είναι ή «χρεοκοπία τοΰ σοσιαλισμού», σάν νά πρόκειται γιά ένα γεγονός πού είναι αυτονόητη απόρροια τών εκλογικών της προγραμμάτων. Ό σο σιαλισμός άπέθανεν, άρα ζήτω ό νεοφιλελευθερισμός. Καί τό τί μέν είναι νεοφιλελευθερισμός, αυτό ή ΝΔ δέν είναι είς θέση νά τό ξέρη, άφοΰ δντως πρόκειται γιά μιά πολιτική πειραματική ώρισμένων ευρωπαϊκών κομμάτων. Άλλά οΰτε καί περί τών αναλήψεων της έπΐ τοΰ «σοσιαλισμού» μποροΰμε νά αίσιοδοξήσωμε, άφοΰ δέν μοιάζει νά διακρίνη τί προσέφερε ό παλαιός «υπαρκτός σοσιαλισμός» γιά τήν πρόοδο τού σοσιαλισμοΰ μέσα στίς ίδιες τίς «φιλελεύθερες» κοινωνίες. Καί ομιλεί περί «χρεοκοπίας συστημάτων» έκεΐ ποΰ θά ώφειλε νά ίδή πολιτικές αναγκαιότητες τής ενιαίας ίστορικής δομής τοΰ συγχρόνου βιομηχανικού κόσμου. Αυτά έχουν σχέση μέ πολλά άλλα πράγματα πού εμμέσως μποροΰν νά συναχθούν, κυρίως δέ μέ τό δτι ή ΝΔ δεν φαίνεται νά καταλαβαίνη πώς ή εποχή τών μεγάλων κομμάτων και τών «αυτοδυναμιών», είδικά στήν Ελλάδα, δέν εξυπηρετεί πιά κανενός 211
είδους «εθνικό συμφέρον». Σήμερα δέν χρειάζονται πιά μεγάλα κόμματα, άλλά μεγάλοι πολιτικοί σχηματισμοί πολλών μικρών κομμάτων. Ή Δεξιά έχει έναν υγιή γιά τήν παράταξη της πυρήνα, τό κόμμα τοΰ κ. Στεφανόπουλου. Καί γιά νά ίδοΰμε πώς στήν πραγματικότητα εκφράζεται «ιδεολογικά» ή Δεξιά σήμερα, θά ήταν ΐσως απαραίτητο νά βγοΰνε και οί συνταγματάρ χες άπό τήν φυλακή νά ίδρύσουν τό δικό τους κόμμα. Τότε ακριβώς θά ξέραμε τί εκλογικά ποσοστά εκφράζει καί ή ΝΔ. Καί τοΰτο θά ήταν κέρδος γιά τήν Δεξιά, δεδομένου όπ θά διεσκέδαζε τήν εντύπωση τού φιλελευθέ ρου ευρωπαϊκού χώρου (καί τής αντίστοιχης φιλολογίας), δτι πρόκειται απλώς περί πολιτικού χώρου εκφραζόμενου διά τών δπως-δπως... «πλειο ψηφιών». Ό κ. Μητσοτάκης στους λόγους του ομιλεί περί Ελλάδος ωσάν νά πρόκειται περί νεογέννητου κράτους πού αναζητεί τό «μέλλον» του καί όχι περί ενός παρωχημένου γεωγραφικού σχήματος πού πρέπει νά μεταβληθή. Υπέρ τοΰ ελληνισμού... Στήν εξωτερική πολιτική έπί τών Βαλκανίων ή Δεξιά δχι μόνο καμμιά υπηρεσία δέν μπορεί νά προσφέρη (ακόμη δηλαδή και άν τά έχη γραμμένα στό χέρι δπως παίρνουν οί πιλότοι τίς οδηγίες πτήσεως), άλλά μόνο πε ριπλοκές νά δημιουργή μέ τό «Έθνος». Πρόσφατο παράδειγμα έχομε τούς ελληνόφωνους Αλβανούς. Ό «έλληνοχριοτιανισμός» δέν τούς άφηνα νά ένσωματωθοΰν στό κράτος πού ζουν. Άπό μήνα σέ μήνα φθάνουν τά «λά βαρα τής Λευτεριάς»! Καί αυτό βέβαια έχει σάν συνέπεια νά μήν μπορή τό καθεστώς τής γειτονικής χώρας νά προβή στίς μεταρρυθμίσεις πού θέλει. Έν τφ μεταξύ είναι απολύτως ανακριβής ό Ισχυρισμός, ότι οί ελληνόφωνοι τής Αλβανίας καταπιέζονται. Ή γερμανική ραδιοφωνία έκαμε δημοσκο πήσεις στήν Αλβανία (ή οποία σημειωτέον έχει τόν υψηλότερο αριθμό νέων σέ δλη τήν Ευρώπη — έπ * αύτοΰ τί έχει άραγε νά πή ή Δεξιά μας;...) γιά τήν Παιδεία, τήν Διοίκηση, τόν τρόπο ζωής κ.λπ. Διευθυντές νοσοκο μείων και ανώτεροι κρατικοί υπάλληλοι έδιναν τίς συνεντεύξεις ελληνικά καί άπό αυτά μετέφραζε γερμανικά ό διερμηνέας. Καί λέμε στήν γερμανική ραδιοφωνία, δηλαδή διεθνώς καί ελευθέρως. Ποϋ είναι λοιπόν ή καταπίε ση; Έδώ οί πομακοι, οί γιουγκοσλάβοι, βούλγαροι, τοϋρκοι κ,λπ. μποροΰν νά μιλούν τήν μητρική τους γλώσσα στόν στρατό, στό σχολείο ή στόν δρόμο; Ή ελληνική Δεξιά είναι ή ακαταλληλότερη πολιτική ομάδα, γιά νά άνακατευθή σέ θέματα πολιτικής τών Βαλκανίων σήμερα, ένφ ή ' Αλ βανία, μέσα στίς μέλλουσες ευρωπαϊκές καί μεσογειακές ανακατατάξεις, θά χρειασθή περισσότερο στους Ηπειρώτες καί Άκαρνάνες άπ' δ,τι ή Πελ/ νήσος. Δέν φιλελευθεροποιούνται καθεστώτα βαλκανικά διά τής επιθετικής πολιτικής... Έν πάση περιπτώσει, αυτό πού δέν μοιάζει νά έχη έννοήση ή Δεξιά μας 212
είναι τό γεγονός, δτι άπό τό σύγχρονο πολιτικό λεξιλόγιο έχει πρό πολλοΰ καταργηθή ή λέξη «λαός». Καί δχι βέβαια μόνο ή Δεξιά. Λαός σήμερα στό πολιτικό λεξιλόγιο δέν είναι αυτό πού καθοδηγείται, άλλά αυτό πού εκφρά ζεται. Καί «κόμμα» στόν κόσμο ήδη σήμερα δέν είναι αυτό πού «καθοδη γεί», δπως στήν εποχή τοΰ Λένιν, άλλά τό πράγμα πού εκφράζει κοινωνικές διαδικασίες. Άλλά ή Δεξιά δέν έχει νά έκφραση τέτοια πράγματα καί γι' αυτό ό αρχηγός της — μετά άπό ένα άρθρο τοϋ Spiegel «περί δεινοσαύρων» στήν ελληνική πολιτική σκηνή (κατά τήν γνώμη μας μάταιο μιά καί τό πρόβλημα τής Ελλάδος δέν έγκειται στήν αλλαγή σκηνικοΰ) — βλέπομε νά «καθοδηγή νεώτερες γενηές» στήν πολιτική άπό τηλεοράσεως. Ακρι βώς δηλαδή καλά καί στοργικά σάν ένας «ελληνοχριστιανικός» πατέρας... Δέν πρέπει οί έλληνοχριστιανοί θεατές νά έχουν εμπιστοσύνη; Καί έν προεκλογική ανάγκη, κάθε σύνθημα είναι βέβαια καί μιά σανίδα σωτηρίας, δπως π.χ. τά ιδιωτικά Παν/μια, τά όποΐα απαγόρευσε συνταγ ματικώς ή Δεξιά διά τοΰ άρθρ. 16, § 8. Βεβαίως ή διάταξη είναι πλήρως αντισυνταγματική, άλλά αυτό πού αποκρύπτει ή Δεξιά μας μέ τό «νέο» σύνθημα είναι ακριβώς αυτό πού τρέμει: δτι δηλαδή μέ τήν ίδρυση τέτοιων παν/μίων θά χάση οριστικώς κάθε ελπίδα εξουσίας (καί γι' αυτό κιόλας τά απαγόρευσε τότε). Διότι τά Παν/μια αυτά δέν θά είναι βέβαια «θετικών επιστημών» (άφοΰ τά αυτοκίνητα παράγονται ήδη στήν Γαλλία καί τήν Γερμανία, γιά ποιόν λόγο δέν θά πρέπει νά έχουν κάπου οί Γερμανοί καί οί Γάλλοι νά κάμουν μπάνιο τό καλοκαίρι;), άλλά «θεωρητικών», ήγουν γιά τίς.,. «ερμηνείες». Τότε δμως τί θά γίνη μέ τήν «αυτοδυναμία», τήν «εύρωδιδαχή» καί τήν φωτογραφία τοΰ κ, Κουτσόγιωργα; Γιατί, τό τί μέν είναι ό κ. Κουτσόγιωργας, προσωπικώς δέν μάς ενδιαφέρει μας άρκεΐ σάν άπλή περίπτωση ανωνύμου ελληνισμού. "Οτι δμως υπάρχει ένα δικαίωμα πού λέγεται «δικαίωμα προσωπικότητος» καί τό όποιον ορίζει νά μήν μπορής νά προβής σέ αυθαίρετη χρησιμοποίηση τής φωτογραφίας τοΰ άλλου καί νά τήν κάνης προεκλογικό πλακάτ, δποιος καί άν αυτός είναι — καί μά λιστα άποτεινόμενος σέ ένα λαϊκιστικό καί άνουν κοινό (άν προϋπετίθετο ή ικανότητα του νά κρίνη, θά άπετεΐνετο κανείς σ' αυτό μέ τέτοιες μεθό δους;) _ αυτό είναι θεμελιώδης γνώση παντός επιδόξου... «εύρωδιδασκάλου». Πολύ φοβούμεθα ότι οί «νέες ίδέες» γιά την ΝΔ συνίσταται στίς ίδιες πάντα παλαιές νοοτροπίες άν μή μεθόδους... 1
Έάν ερωτούσε κανείς τόν αρχηγό τής ΝΔ — άλλά καί οποιονδήποτε άλλον άπό αυτό τό κόμμα — πώς αντιλαμβάνεται τόν ρόλο τής Ελλάδος (ήγουν πιό συγκεκριμένα: τής παρούσης Ελλάδος) σέ μιάν Ευρώπη τοΰ μέλλοντος, ζητώντας απάντηση σέ συγκεκριμένα ερωτήματα καί μή άρκούμενος στήν περιγραφή «οραμάτων», ασφαλώς δέν θά λάβαινε απάντηση 213
(καί αυτό είναι έπιδεκτικόν πειραματικού έλεγχου). Άντί λοιπόν νά κατατρίβεται κανείς μέ αφηρημένα νοήματα, θά έ^ϊγαμε δτι τό ουσιώδες γιά τήν Νέα Δημοκρατία θά ήταν ή ακριβής γνώση περί τοϋ καθορισμού τής προε κλογικής περιόδου. Σύμφωνα μέ τά σύγχρονα στατιστικά στοιχεία, ή εξά πλωση τών επιδημιών στόν πληθυσμό (π.χ. μέ φωτογραφίες-πλακάτ) ακο λουθεί σέ διάστημα δύο εβδομάδων τήν εξίσωση: Ρ(χ)= 0,005 (15χ -χ )> μέ χ μεταξύ 1 και 15 Ή συνάρτηση αυτή παρουσιάζει ένα ολικό μάξιμουμ διά χ= 10. Άρα μιά εβδομάδα προεκλογική περίοδος αρκεί καί συνεπώς τό πρόβλημα τής επι βαρύνσεως τοΰ δημοσίου προϋπολογισμού είναι καθορίσιμο. Τό ερώτημα πλέον είναι άν ή παραπάνω συνάρτηση πρέπει νά γίνη περιοδική, ή μήπως άρκοΰν οί εσωτερικές μεταξύ τών κομμάτων εκλογές, οί κοινώς αποκαλού μενες συνεργασίες. Τά «προγράμματα» πρέπει μάλλον νά θεωρηθούν περιτ τά... Καί φυσικά οί ανθυγιεινές «εθνικές» μονομανίες! Καί όσο γιά τήν Αριστερά, δηλαδή συγκεκριμένως γιά τό ΚΚΕ, ύποθέτομεν δτι θά άναγκασθή έκ τών πραγμάτων νά απόκτηση τήν διορατικότητα — πράγμα πού διά πρώτην φοράν θά συμβή —, νά μήν άναγκασθή νά χρίση συναρχηγόν του μελλοντικώς καί τόν Άρχιεπΐσκοπον Αθηνών. "Ας άφήσωμε αυτή τήν δεξιότητα είς τόν κ. Παπανδρέου διά τήν τρέχουσαν προεκλογικήν περίοδον. Διότι τό ΚΚΕ ύπήρξεν ανέκαθεν ή κυρία πηγή παραγωγής τοΰ πολιτικοϋ λαϊκισμοΰ έν Ελλάδι. Σήμερα πιά έκ τών πραγμάτων οί μεγάλοι «Ιδεολογικοί φορείς» ώς κόμματα έχουν περιπέσει είς άνενέργειαν. Διότι ή ενιαία δομή τοΰ τεχνολογικού μας κόσμου έμίκρυνε τίς μεγάλες κοινωνικές διαφορές τοΰ παρελθόντος κατά τέτοιον τρόπο, ώστε τά «ολικά» συνθήματα «νίκη τοΰ λαοΰ», «νίκη τής Δημοκρατίας», «πάλη τών λαϊκών τάξεων» κ.λπ. νά στερούνται Οχι περιεχομένου — αφελείς και «νεομάρτυρες» θά υπάρ χουν έπί πολύ ακόμη έν Ελλάδι — άλλά οίουδήποτε κοινωνιολογικού περιεχομένου. Καί τοΰτο σημαίνει δτι είναι μέν δυνατόν νά εξασφαλίζο νται τοιουτοτρόπως κάποια «σταθερά» εκλογικά ποσοστά, νά ώθοΰν δμως καί τις καταστάσεις πρός τήν ίστορικήνάχρηστίαν. Ίστορική χρησιμότης διά τό ΚΚΕ σημαίνει ένα καί μόνον: αποδοχή τών ορίων τοΰ μικροΰ εκεί νου πολιτικοΰ σχηματισμού, τά όποια θά προκύψουν — καί είναι πιά πρός τοΰτο καιρός — άπό τήν αναγνώριση τής ιστορικής αλήθειας ενώπιον τοϋ λαού, άλλά καί τών άλλων λαών. Ή αλήθεια είναι πάντα κέρδος, τό δέ ούσιαστικόν κέρδος είναι τό πραγματικό. 1
2
3
Ή Αριστερά στήν "Ελλάδα ουδεμία Ιδεολογική βάση απέκτησε ποτέ, διότι δέν έπρόφθασε Ιστορικά νά τήν απόκτηση. Τό κομμουνιστικόν κόμμα είναι τό κυριολεκτικό δημιούργημα τής πολιτικής έν "Ελλάδι λωποδυσίας ώς γενικευμένης κοινοβουλευτικής καί διοικητικής αρχής. Κανένα είδος 214
εργατικών διεκδικήσεων και κοινωνικών αγώνων δέν τό έδημιούργησεν, άλλά ένα καί μόνο γεγονός, τό όποιον καθώρισε καί τήν ημερομηνία γεν νήσεως τοΰ κομμουνιστικού κόμματος στήν "Ελλάδα: ή δυστυχία τών μικρασιατών προσφύγων. "Ως γνωστόν, τό προσφυγικόν πρόβλημα παρέμεινε τελικώς έν "Ελλάδι άλυτον. Δηλαδή έπακριβέστερον διευθετήθηκε μόνον έν μέρει, δσο τό έρ γον τής αποκαταστάσεως τών προσφύγων διεξήγετο μέσω τής Κοινωνίας τών Εθνών (δηλαδή τών Αμερικανών) διά τής Ε.Α.Π. (Επιτροπής Απο καταστάσεως Προσφύγων). Καί τοΰτο κατά τά έξι μόνον χρόνια πού διήρ κεσε ή λειτουργία αύτοΰ τοΰ οργανισμού (1924-1930). "Οσοι δηλαδή έπρόφθασαν, τόν Κύριον άπήλαυσαν. Οί υπόλοιποι μέχρι τά σήμερα κάθονται ακόμη σέ παραπήγματα. Τό έλληνικόν κράτος δχι μόνον δεν είχε καμμιά δυνατότητα αμέσως μετά τόν πρώτον παγκόσμιον πόλεμο νά άντιμετωπίση ανάλογα προβλήματα, άλλά οί ελληνικές κυβερνήσεις εύρήκαν πρωτογε νές πεδίον εφαρμογής τών αρετών τής ελληνικής πολιτικής, τρώγοντας όχι μόνον τά λεφτά τών αμερικανών καί τών διεθνών οργανισμών πού έστέλλοντο γιά τούς πρόσφυγες, άλλά καί τίς ίδιες τίς περιουσίες τών προσφύγων πού έπροβλέπετο νά άποδοθοΰν σ' αυτούς βάσει τών διεθνών συνθηκών περί ανταλλαγής τών πληθυσμών. Τό τΐ ρόλο έπαιζαν αυτά τά πράγματα γιά τήν ελληνική πολιτική αποδεικνύει ένα καί μόνο γεγονός: ό Βενιζέλος πρός επίρρωση τών μεγάλων πολιτικών του οραμάτων έχάρισε τό 1930 στήν Τουρκία δχι μόνο τό σύνολο τών περιουσιών τών μικρασιατών "Ελ λήνων, άλλά καί εκείνο τών Κωνσταντινουπολιτών, άνταλλαγέντων καί μή! Αυτό ώνομάσθηκε «σύμφωνο ελληνοτουρκικής φιλίας». "Εξέρχεται βέβαια τών Ορίων τοΰ παρόντος ή ίστορία τής ελλαδικής πολιτικής λοβιτούρας ώς πρός τό προσφυγικόν, έπί τής οποίας άλλωστε υπάρχει καί ίκανή βιβλιογραφία. "Οτι τό προσφυγικόν εκτονώθηκε μέσω τής ΕΑΠ ώς όξύ κοινωνικό πρόβλημα πού μπορούσε νά μεταβληθή, είναι βέβαια γεγονός (γι' αυτό καί μίλησαν τότε περί «ελληνικού θαύματος»), δτι δμως έλύθηκε, προφανώς δχι. Έκτος άπό τά δάνεια τών διεθνών οργανι σμών (άνω τών 15 έκατ. χρυσών λιρών Αγγλίας), υπήρξε καί βοήθεια σέ υλικό. "Ενας βασικός λόγος γΓ αυτό ήταν δτι οί διάφορες ευαγγελικές αποστολές είχαν αναπτύξει έντονη δραστηριότητα στήν Μικράν Ασία προπολεμικά καί πολύς κόσμος άπό τούς πρόσφυγες ήταν θρησκευτικά προσκείμενος τους. Αυτά υποτίθεται δτι θά έμοιράζονταν μέσο τών «νομαρ χιακών επιτροπών» στους ξερριζωμένους, βάσει τοΰ άρθρ. όμως 101 — τοϋ πάντα χρήσιμου αύτοΰ άρθρου — έκαναν λάθος στόν δρόμο καί έμαζεύοντο στους κοινοβουλευτικούς «προσφυγοπατέρες» τής πρωτευούσης καί τούς κομματάρχες τους, δεδομένου ότι ένα 30% πού αποτελούσαν οί νεοφερμέ215
νοι ήταν ένα σοβαρό εκλογικό ποσοστό. "Ενας άπό τούς λό™υς τής δικτα τορίας τοΰ Πάγκαλου κατά τής κυβερνήσεως A^fr^o^owulw ήταν καί ή επικρατούσα ρεμούλα σχετικά με τά βοηθήματα τών προσφύγων. Έν τω μεταξύ μ' αυτούς έπεδιώχθησαν καί «εθνικής φύσεως» τέλη: καί πρό τής συνθήκης τοΰ Νεϊγύ είχαν αρχίσει νά εγκαθίστανται, δηλαδή νά σπρώχνο νται στήν βόρεια Ελλάδα προκειμένου νά άποκτηθή ή «φυλετική» ομοιο γένεια, κυρίως διά τών αγροτικών οικογενειών. 01 άλλοι πού έμειναν άπ' τήν ΕΑΠ έστοιβάχθησαν ολίγον χειρότερα άπ' τά στρατόπεδα συγκεντρώ σεως σέ ξυλοτενεκεδένιες καλύβες και τρώγλαις στά προάστια τών μεγα λουπόλεων, όπου υπάρχουν μέχρι καί σήμερα. Νά έγκατασπαροΰν άνά τήν χώρα καί νά έπέλθη κανονική αφομοίωση ήταν βέβαια λιγάκι δύσκολο, διότι έπρεπε νά μοιρασθούν αναλόγως καί τά λεφτά. Έν τφ μεταξύ τό πρόβλημα τών «συνταγματικών ερμηνειών» ήγγιζε τόν Κολοφώνα του διά τοΰ άρθρ. 119 τοΰ 1927. Αϊ, τώρα ποΰ θά πήγαινε όλος αυτός ό κόσμος εκλογικά μέ τά τόσα προβλήματα του, κατά τίς υψηλές αρχές περί... «Δημοκρατίας» τής «μητέ ρας πατρίδας;» Ιδού λοιπόν οί προϋποθέσεις δημιουργίας τοΰ κομμουνιστι κού κόμματος. Λέγεται αυτό «ίστορία ταξικών αγώνων»; Τό ποιόν ρόλο έπαιξε ό μικρασιατικός ελληνισμός, τόσο στήν ηγεσία τοΰ κομμουνιστικού κόμματος, δσο καί στήν «λαϊκή» του βάση, είναι αρκετά γνωστό. Άλλά ακριβώς- επειδή έτσι είναι τά πράγματα καί δχι άλλως, επειδή δηλαδή άλλες είναι οί γενεσιουργές αιτίες τοΰ έλληνικοΰ κομ. κόμματος καί κανένα είδος «κοινωνικών συνειδητοποιήσεων», «διαδικασιών» και «ταξικής πά λης», γΓ αυτό ακριβώς παρατηρείται τό μοναδικό στήν διεθνή ίστορία τοΰ σοσιαλιστικοΰ κινήματος φαινόμενο, τό ΚΚΕ νά μήν έχη βγάλει ούτε ίχνος σοσιαλιστικής διανόησης. Μόνο «αγωνιστές»! Πρόκειται συνεπώς περί ενός καθαρά «έλληνοχριστιανικοΰ» κόμματος, πού μέ βάση τόν λαϊκι σμό χαρίζει ελπίδες μέσφ αφηρημένων συνθημάτων («ταξική πάλη», «παλ λαϊκή νίκη» κ,λπ.). Τέτοιες ακριβώς ήθελαν καί οί πρόσφυγες... Τώρα βέβαια είναι κάπως άργά σέ μια μετασοσιαλιστική εποχή νά από κτηση αυτό πού οί συνθήκες δημιουργίας του δεν τοΰ κατέστησαν απαραί τητο, δηλαδή διανόηση πού θά μποροΰσε νά τό συντονίση μέ τά τρέχοντα νοήματα τών καιρών. "Αρα είναι ένα κόμμα μάλλον γιά δλους περιττό σάν «μεγάλο» κόμμα καί ίδιαίτερα πρός τίς τρέχουσες καταστάσεις της Ευρώ πης. "Ολα τά σοσιαλιστικής καταγωγής κόμματα στήν Ευρώπη σήμερα στηρίζουν τήν πολιτική τους δράση στήν συνείδηση τής κοινωνικής διεκ δίκησης μέσα άπό τήν έννοια τής βιομηχανικής και τεχνολογικής ανάπτυ ξης. Τέτοια συνείδηση σ' εμάς δέν μπορεί νά ύπάρχη, διότι δέν έχομε τά δεδομένα. Άρα λοιπόν καί τό ΚΚΕ δέν μπορεί παρά νά παραμένη μέ τόν 216
χαρακτήρα ενός τριτοκοσμικοΰ τέτοιου κόμματος μέ σύνθημα τόν αίωνίως ανεκπλήρωτο ν «αγώνα». Αυτό δμως είναι τό δημιουργούν έν Ελλάδι τής ψυχολογίας τοϋ «νεομάρτυρος» καί τοϋ «έλληνοχριστιανισμοΰ», δηλαδή τοΰ λαϊκισμοΰ ώς γενικοϋ φορέως τής πολιτικής μας ζωής. Άλλά τώρα οί συνθήκες γιά τήν Ελλάδα έχουν μεταβληθή. Μένει βέβαια μιά απορία: τότε τί ήταν τό ΕΑΜ καί ό εμφύλιος, άφοϋ δέν υπήρχαν ώς έκφραση κοινωνικών συνειδητοποιήσεων; Δυστυχώς, άφοΰ τό ΚΚΕ δέν είχε τις δέουσες προϋποθέσεις τοΰ τίτλου του, επόμενο ήταν νά μήν μπόρεση νά διευκρίνιση ποτέ και στους οπαδούς του — στόν ελληνικό λαό γενικώτερα—τήν αλήθεια. Καί χαιρόμεθα πού μποροΰμε πλέον νά τήν θιξωμε έμεΐς, είδικά στό βιβλίο τούτο, μιά καί οί συνθήκες είναι ώριμες γι' αυτό: Δυστυχώς τό ΕΑΜ δέν υπήρξε κανένα δημιούργημα τοϋ ΚΚΕ, της «α ντίστασης» και τοΰ «λαοϋ». Υπήρξε απλώς μιά αναγκαία πολιτική επιλογή τών δυνάμεων κατοχής, δηλαδή τών ίδιων τών Ναζί, μέσα στους διεθνείς τότε πολιτικούς συσχετισμούς καί τήν τροπή τοϋ πολέμου. Είναι δηλαδή οί ίδιοι οί Ναζί πού επιδίωξαν τήν δημιουργία τοΰ ΕΑΜ, πού τό έχρηματοδότησαν καί τοΰ προμήθευσαν τά δπλα. Ακριβώς τό ίδιο έκαναν καί οί Ιάπωνες, ενισχύοντας τά κομμουνιστικά κινήματα τών ύπό τήν κατοχή τους χωρών στήν "Απω Ανατολή καί ιδιαίτερα εκείνα τής Ινδοκίνας, δπου ύπήρχον τεράστια στρατηγικής σημασίας συμφέροντα τών δυτικών δυνά μεων (δχι μόνο μεταξύ Αγγλίας, Αμερικής καί Ρωσσΐας, άλλά και άλλων ευρωπαϊκών χωρών, βλ. π.χ. W. Pahl: «Wetterzonen der Weltpolitik», 8η έκδ., Leipzig 1941, σελ. 222 κ.έ.). Μιά συνέπεια τών καταστάσεων εκεί νων υπήρξε καί ό κατοπινός πόλεμος τοΰ Βιετνάμ. (Τήν ίσοζυγή γεωστρατηγική σημασία τοΰ έλληνικοΰ εμφυλίου καί τοΰ πολέμου στό Βιετνάμ δέχεται καί ή επίσημη σοβιετική ιστοριογραφία, βλ. τό βιβλίο μας «Ανά λυση τής νεοελ. αστικής ιδεολογίας» , Αθήναι 1975, σελ. 129, ύποσ. 1). Εντός τών πολέμων, ώς γνωστόν, συμβαίνουν οί μεγαλύτερες διαμορφώ σεις τής κατοπινής πολιτικής. Στίς 12 Ιουλίου 1941 κλεΐεται ή Άγγλοσοβιετική Συνθήκη συνεργασίας εναντίον τής Γερμανίας, ένφ άπό του Μαρ τίου τοΰ ίδιου χρόνου είναι έν ισχύει ό νόμος τοΰ Προέδρου Ρούσβελτ περί «ένοικιοδανεισμοΰ» («Lead Lease Act»), ό όποιος θά ίσχύση γιά τήν ΕΣΣΔ άπό Αύγ. 1941. Ακριβώς ένα δίμηνο μετά την Άγγλοσοβιετική Συνθήκη συγκροτοΰνται μέ διαφορά ελαχίστων ήμερων ό ΕΔΕΣ καί τό ΕΑΜ στήν Ελλάδα (9.9.1941 καί 27.9.1941 αντιστοίχως). Οί οργανώσεις αυτές, καί ίδιαίτερα τό ΕΑΜ, περιλαμβάνουν μέσα τους πλήθος μικρότερων οργανώ σεων (βλ. π.χ. Χρ. Χρηστίδη: «Χρόνια Κατοχής», Αθήναι 1971, σελ. 503 217
κ.έ.), πράγμα πού έχει ιδιαίτερη σημασία για τήν ύπαρξη καταδοτών μέ δεδομένην τήν άείποτε υπάρχουσα διάσπαση τοΰ ελληνικού κοινωνικοΰ σώματος. Οί Γερμανοί άπ* ΰλ* αυτά «δέν βλέπουν» τίποτε. Οΰτε είναι γνωστή καμμιά ώργανωμένη επιχείρηση των δυνάμεων κατοχής κατά των ανταρτών. "Αντί γι' αυτό εξοπλίζουν τούς ταγματασφαλΐτες καί τούς «εύζώνους» τών κατοχικών κυβερνήσεων, πράγμα πού σημαίνει — δεδομένου ότι ήξεραν τό ποιόν αυτών τών «υψηλοφρόνων ιδεολόγων» καί τό γεγονός ότι είχαν όλον τόν κόσμο εναντίον τους — ότι εμμέσως παρέχουν στίς αντιστασιακές οργανώσεις καί όπλα. Αυτό φαίνεται καθαρά στήν βόρεια Ελλάδα, όπου χρησιμοποιώντας τις βαλκάνιες νοοτροπίες καί ψυχοσυνθέσεις εξοπλίζουν αφειδώς μειονοτικές «εθνικές» οργανώσεις, όπως τήν ΠΑΟ καί τά σώματα τοΰ Μιχαλαγα, γιά νά «πολεμήσουν» κατά τών συμ μάχων των Βουλγάρων! Οί Άγγλοι, έχοντας άλλη αίσθηση στίς σχέσεις τους πρός τούς σοβιετικούς γιά τήν βόρεια Ελλάδα, καί παρά τήν προσω ρινή Συνθήκη, στίς εθνικιστικές αυτές ομάδες «προβάλλοντας διάφορα προσχήματα, δέν τούς έστελναν καμμιά βοήθεια. Τελικά ό ΕΛΑΣ επικρά τησε κι έκεΐ πέρα» (παρατηρεί ό Χρ. Χρηστίδης [σελ. 506], χωρίς περαι τέρω σχόλια). Έν τφ μεταξύ τά πράγματα μέ τό ανατολικό μέτωπο δέν εξελίσσονται τόσο ρόδινα γιά τούς Γερμανούς, καί τό μόνο πράγμα πού σκέπτεται ένας εμπόλεμος είναι, σέ περίπτωση ήττας, πώς ή κατάσταση τών νικητών του θά είναι τέτοια, ώστε νά άποφύγη ό ίδιος τούς χειρότερους όρους. Ή κλασσική αντίθεση Άγγλίας-Ρωσσΐας γιά τό «μήλον τής έριδος» είναι, παρά τίς πρόσκαιρες «συνθήκες», γεωπολιτικώς δεδομένη. Τό ίδιο γνωστές είναι καί οί εγγενείς αντιθέσεις μεταξύ Αγγλίας, Ρωσσΐας καί Αμερικής στους Ιάπωνες, σχετικά μέ τίς καταστάσεις τοΰ ΐνδικοΰ ωκεανού. Οί αμερικανοί διά τοΰ πολέμου αποκτούν στό πλέγμα τών δυτι κών σχέσεων τήν πλήρη κυριαρχία έπί τοΰ ίνδικοΰ (βλ. W. Pahl, ό.π., σελ. 331). Καί όντως- οί δυνάμεις τοΰ άξονα τότε δέν λάθεψαν γιά τίς μετά τόν πόλεμο διαμορφωθησόμενες πολιτικές συσχετίσεις. Ούτε καί ήταν δυνατόν νά λαθέψουν, διότι τά θέματα τής εξωτερικής πολιτικής, δηλ. τών διεθνών σχέσεων, έχουν καθωρισμένες αναγκαιότητες πού πηγάζουν άπ* τήν προ ϊστορία τους. Είδικά στό «μήλον τής έριδος», δπως και στήν Κίνα, τά πράγματα διεμορφώθησαν έτσι, ώστε νά παίξουν τόν πρώτο ρόλο στους αμέσως μετά τόν πόλεμο χρόνια πολιτικούς ανασχηματισμούς. "Οσα χρό νια τό ερώτημα τής ανατολικής Ευρώπης έμενε αδιευκρίνιστο, τόσα κρά τησε καί ό εμφύλιος στήν Ελλάδα... Βεβαίως αυτά τά πράγματα δέν ήταν απαραίτητο — οΰτε ήταν καί σέ θέση 218
Αλλωστε _ ά ξέρουν οί δικοί μας «ήρωες» έδώ. Αυτοί πολεμοΰσαν γιά τό «δίκηο τοΰ λαοΰ», τήν «εργατιά» καί τό «παλλαϊκό κίνημα». Αιματοκύ λισαν τόν κόσμο γιά καλά μέ τήν δική τους «επανάσταση τής μπουτάρας» (τίποτ' άλλο δέν ήταν γιά τούς «αγωνιστές» όλ * αυτά, δπως παρέμειναν καί έκτοτε έτσι..), μέσα στήν οποίαν οΰτε κάν ήξεραν τί τούς γίνεται, οΰτε κάν τίποτε μποροΰσαν γενικώτερα νά καταλάβουν. "Αν ήσαν κοινωνικώς δυνα τές τέτοιου είδους κατανοήσεις, ή Ελλάδα θά είχε πάψει βέβαια πρό προλλοΰ νά είναι καί κοτέτσι. Μόνο πού οί κατανοήσεις αυτές δέν προκύπτουν άπό «πληροφορίες» ή άπό άρθρα εφημερίδων... "Οτι οί «ήρωες» μας και οΐ «ηγεσίες» γενικώτερα ούτε ήξεραν τί τούς γίνεται, οϋτε τίποτε ήλεγχαν, αποδεικνύεται άπό τό γεγονός τής πληθώρας τών «άλυτων μυστηρίων» πού βρίσκει κανείς σέ διάφορα βιβλία μέ τόν έπίδοξον τίτλο «ίστορία τοϋ εμφυλίου» (τί είδους «ίστορία» είναι δυνατή;...) καί τής απελπιστικά γλοιώ δους εκείνης είκόνος τών «χαφιέδων», τών «σπιούνων», τών «προδοτών», τών «άλληλορουφιάνων», τών «προβοκατόρων» και άλληλοανιδέων πού αναδίδει αυτή ή εποχή. "Ισως ποτέ άλλοτε στήν Ίστορία δέν εμφανίσθηκε ό «Έλλην» κυριολεκτικώς ώς «αντικείμενο άνευ αξίας»... Ή πολιτική ευ τέλεια και ή άγνοια, πού βρίσκουν τήν φυσική διέξοδο τους στήν εμπάθεια, είναι οί σημαίες τοϋ ελληνικού εμφυλίου. Καί αυτά δλα έλαβαν τήν μεγα λειώδη ονομασία «Αντίσταση»!... Κατά τόν ίδιο δηλαδή τρόπο ποΰ οί καταστάσεις τών αλβανικών βουνών έγιναν «έπη» καί «εθνικές γιορτές», κατάλληλες γιά «εθνικές κλειστότητες», τίς «εκλογές» καί τίς μισθοδο σίες... "Οπως βλέπομε έχομε δύο «εθνικές γιορτές», δσοι είναι καί οϊ «ε χθροί» μας: οί Ιταλοί άπό τήν μιά μεριά καί οί Τούρκοι άπό τήν άλλη... Πρός Βορραν δέν χρειαζόμαστε «εθνική γιορτή» γιατί είχαμε μέχρι τώρα τό NATO, οϋτε καί πρός Νότον διότι υπάρχει Θάλασσα... Καί μιά καί δέν έχομε πιά «ήρωες» άπό τήν Αλβανία, βγάζομε στήν «γιορτή» τούς αναπή ρους τών τροχαίων ατυχημάτων. Τό πάν ή εξέδρα! Έδώ παρακαλιέμαστε νυχθημερόν νά κατέβουν λίγο τά μιλλιγκράμ τοΰ μονοξειδίου καί έχομε σέ κάθε «εθνική γιορτή» τά Μιράζ νά μάς ραντίζουν άπό πάνω μέ τόννους άπό Μάρτη σέ Όκτώβρη... να χ
Αλήθεια, έπετέθηκαν ποτέ οί Ιταλοί εναντίον τής Ελλάδος; Και μας βούλιαξαν πράγματι τήν «Έλλη»; Τήν τελευταία αυτή δεν ήταν έπΐ παρα δείγματι δυνατόν νά τήν βούλιαξε ή... «Θεομήτωρ» — δπως ακριβώς δη λαδή και έπΐ Αύτοκράτορος Ηρακλείου —, «νίκας κατά βαρβάρων δωρούμενη»;... Ποιος θά άπαλύνη αυτούς τού... «πόνους» μας τών «εθνικών γιορ τών»; Άλλά έπΐ τέλους μ' αυτές γεννάται καί ένα σοβαρό ευρωπαϊκό πρό βλημα: είναι δυνατόν τίς λυγεράτες κοπέλλες νά τίς διαλέγωμε γιά τά τάγ219
ματα τών ένοπλων δυνάμεων καί τις παρελάσεις καί στήν «Όλυμπιακή» νά έχωμε μεσήλικες αεροσυνοδούς πού δέν τίς χωράει ό διάδρομος άπ* τά... «ψωμάκια»; Είναι αυτό νοοτροπία «μέλους» πρός «εταίρους» πού ταξι δεύουν; Πίσω άπ' τούς κομπιούτερ σήμερα — καί έχομε κατά νουν κυρίως τό «εκλογικό πρόγραμμα» τοΰ κ. Μητσοτάκη — κάθονται πάντα στεγνές, όμορφες καί αεράτες κοπέλλες. Ποΰ θά τίς βρούμε αυτές γιά τούς δικούς μας κομπιούτερ, άν όλες τίς ωραίες τίς διαλέγωμε γιά τά σώματα Στράτου, Αεροπορίας, Ναυτικοΰ, Πυροσβεστικής καί Χωροφυλακής; Τόσο πολλές «ωραίες» μέ τήν διατροφή μας τελοσπάντων δέν έχομε... Ιδού δπου μιά φορά ακόμη ό συνδυασμός... ηλεκτρονικής καί «έθνους» μάς τά κάνει λο γική σαλάτα... Καί έπί τέλους επέστη πιά καιρός νά έγκαταλείψωμε τήν «νοοτροπία τών βουνών»: οί ωραίες κοπέλλες στους στρατώνες, σημαίνει Φασισμός!... Δέν μπορεί νά τάχη δλα τό «έθνος»!... Πρός τήν κατεύθυνση αυτή δυστυχώς δέν μπορεί νά μας βοηθήση καί ή ηγεσία τής Αριστεράς, δπως δεν μπόρεσε σέ τόσα άλλα. Μιά δμως καί ή 'Ελλάδα ευρίσκεται πρό νέων Ιστορικών πεπρωμένων, ανάγκη ήταν νά ίδοΰμε τά πράγματα χωρίς μύθους. Και τοΰτο σημαίνει βοήθεια πρός τήν νέα καμπή... Άλλά ένα βασικό πρέπει ακόμη νά μνημονεύσωμε: τήν περίπτωση τοΰ πράγματι κορυφαίου συνταγματολόγου μας Αλεξάνδρου Σβώλου. Μέ τόν εμφύλιο διετέλεσε μέλος της Κυβερνήσεως τών Βουνών. Καλά ή κακά, σκόπιμα ή μή, δέν μάς ενδιαφέρει. Αυτό πού θά θέλαμε νά σημειώσωμε, άναθυμούμενοι τήν περίπτωση τοΰ Ν. I. Σαρίπολου, είναι ή αίώνια διαφο ρά στόν τόπο μας μεταξύ «συνταγματικής θεωρίας» καί ιστορικής πραγματικότητος...
Β ' , III
Συμπεριληπτικώς μποροΰμε νά παρατηρήσωμε ότι δσο αυξάνει ιστορικά ή κρίση τοΰ νεωτέρου έλληνικοΰ κράτους, τόσο αυξάνει ό αριθμός τών Συ220
νταγμάτων. Κατά τόν προηγούμενον αιώνα προσαρτήθηκε μόνο ή Θεσσα λία καί έχομε δύο μόνο Συντάγματα. Κατά τόν παρόντα έχομε πολλές «προσαρτήσεις», άλλά καί μεγάλες κρίσεις, καί έτσι έχομε έπτά. Μετά άπό κάθε μεγάλη κρίση καί ένα Σύνταγμα! Τό κοινωνικό καί ίστορικό αδιέξοδο επιχειρείται νά ξεπερασθή μέ χαρτιά. Δέν είναι άραγε αυτό ενδεικτικό περί τοϋ βασικώς αδυνάτου υπάρξεως τής Ελλάδος ώς κράτους; Πληθωρισμός Συνταγμάτων καί Νόμων γιά τά «ανθρώπινα δικαιωμάτων, δέν μπορεί βέ βαια νά σημαίνη παρά δ,τι καί ό πληθωρισμός τοΰ χρήματος γιά τήν αξία του. Σήμερα, τουλάχιστον πολιτικά, ή ανθρωπότητα τείνει νά πραγματοποίηση σέ ένα ανώτερο επίπεδο, δ,τι υπήρξε καί στό παρελθόν αρκετές φορές πραγματοποιημένο, δηλαδή μιάν υπερεθνική ύπαρξη μέ βάση τόν άνθρωπο ώς πραγματούμενη ατομικότητα χωρίς άλλα χαρακτηριστικά. Οί θρησκευ τικές υπάρξεις τής ανθρωπότητας στό παρελθόν (Βυζάντιο, μεσαιωνικός Χριστιανισμός στήν Δύση, Ισλάμ κ.λπ.) τέτοιου είδους «νοήματα» ήσαν, 'Η ευεργετική κατάσταση τών πυραύλων μάς επέβαλε νά ξαναγυρίσωμε στά ίδια πράγματα, πού είναι καί τά φυσικά — άπό δλα τά βιολογικά είδη, μόνο ό άνθρωπος πολεμάει τό είδος του —, μέ μιάν ανώτερη κατανόηση. Άλλά ή κατάργηση τών πυραύλων ώς μέσον συνεννόησης δέν είναι κά ποιο σπουδαίο επίτευγμα. Τελικώς σημαίνει δτι παραδεχόμαστε τήν ανά γκη νά υπάρχουν στήν Φύση δένδρα — πράγμα πού δηλοΐ δτι ή ανθρω πότητα άπό κάποια μεγάλα ακρωτήρια παρανοϊκότητος πέρασε. Ή δου λειά πού υπολείπεται είναι τεράστια σέ όγκο. Καί θά παραμένη τέτοια δσο ένας Ιρλανδός δέν ξέρει τίποτε γιά τόν Γιαπωνέζο ή ό Γιαπωνέζος γιά τόν Ιρλανδό. Ή γνώση στήν Ίστορία παραμένει πάντα τό πιό δυσκατάκτητο. Έπί τοϋ παρόντος επείγει ή κατανόηση τής περί «προσώπου» αντίληψης τών δύο χριστιανικών μας κόσμων, ανατολικού και δυτικοΰ. "Οπως είπαμε, οί βλέποντες κάποιες «υπεροχές» καί «ήττες» στίς διαμορφούμενες κατα στάσεις τών καιρών μας, δέν βλέπουν καλά. Πολλές άπό τίς πλέον προχω ρημένες ανακαλύψεις στόν τομέα τής μικροηλεκτρονικής καί τής διαστη μικής τεχνολογίας έγιναν πρώτα άπό Ρώσσους. Μέ τήν δίκη τοϋ Ρόζενμπεργκ απεδείχθη δτι οί σοβιετικοί επιστήμονες είχαν φθάσει στήν ανα κάλυψη τής ατομικής βόμβας πρίν άπό τόν πόλεμο καί, δταν μεταπολεμικά έκλήθηκε κάποιος σοβιετικός επιστήμονας νά κάνη μιά διάλεξη στήν Αγ γλία, έμειναν δλοι μέ τό στόμα ανοιχτό βλέποντας νά άναλύη στόν πίνακα εξισώσεις γιά τις όποιες οί "Αγγλοι είχαν φκιάξη καμμιά έξηνταριά πρό σθετες «μυστικές υπηρεσίες», γιά νά τίς «διαφυλάξουν» ώς «κρατικά μυστι κά». Χρειάζεται νά έπαναλάβωμε δηλαδή, ότι ή σύγχρονη τεχνολογία σάν 221
στάδιο πολιτισμού συνιστφ μονόδρομο, όπου δέν μπορεί νά ύπαρξη αντα γωνισμός, άλλά μόνο συναγωνισμός καί άμιλλα, δπως ακριβώς μέ τό χτί σιμο τών καθεδράλ τοΰ μεσαίωνα. Τά κτήρια είναι διαφορετικά· τά νοήμα τα είναι τά ίδια. "Αλλά ό συναγωνισμός ως έννοια είναι πολύ πιό δύσκολη άπό τόν ανταγωνισμό, τοϋ οποίου τό αρχικό νόημα τελικώς δέν είναι είμή εκείνο τής φυσικής βίας. Αυτά ακριβώς συγκροτούν καί τήν ίστορική συνθετότητα τών καιρών μας. 'Ακόμη καί τά Βαλκάνια τοΰ περασμένου αίώνα είχαν μετοχή τήν θεωρία τής σχετικότητας διά τής πρώτης γυναίκας τοΰ Αϊνστάιν πού ήταν γιουγκοσλάβα, ομοίως ατομικός φυσικός καί συνεργάτις του. (Τά «υπανάπτυκτα» Βαλκάνια μέ «σουφραζέττες» τοΰ τότε νά σπου δάζουν πυρηνική φυσική στήν Ελβετία...). Μπορεί τώρα μέσα σέ δλ* αυτά νά χωρέση ακόμη ή "Ελλάδα σάν κράτος; "Οπου καί νά κυττάξωμε, στήν κοινωνική της σύνθεση, στό δίκαιο, στήν διοίκηση, στήν οικονομία, τό βλέπομε καλά: λείπει κάθε προϋπόθεση υ πάρξεως κράτους. Καί έξωτερικώς άπό τό 1821 κι έδώ δέν παρατηρούμε παρά μιά διαδικασία μαζώματος, ή οποία συνεχίζεται ακόμη μέ τούς ση μερινούς ποντίους. Άν τώρα θελήσωμε νά πληροφορηθούμε κάτι ακόμη περί "Ελλάδος καί άνοίξωμε ένα Λεξικό, δπως π.χ. στήν γνωστή σειρά <(Hennes-Lexikon» τό μικρό τετράτομο έργο γιά τά κράτη τού κόσμου, βλέπομε δτι οί Έλληνες άπό Μεγάλου "Αλεξάνδρου και έντεΰθεν υπήρξαν ένας λαός διαρκώς υπόδουλος, τήν μεγαλύτερη δέ υποδούλωση τους τήν υπέστησαν άπό τούς «βυζαντινούς»! Μποροΰμε δμως νά συνεχίσωμε μέ τέτοια νοήματα; Ή γεωγραφική διάταξη τών τελευταίων αίώνων — καί ασφαλώς δσοι δέν μπόρεσαν νά τήν διακρίνουν λίγα πράγματα καί άπό ίστορία θά κατάλαβαν — ήταν: πρωτεύουσα τής Αγγλίας τό Λονδίνο καί πρωτεύουσα, τοΰ Λον δίνου ή "Ελλάς. Τά πράγματα υπήρξαν αναγκαστικής υφής καί άρα «πέραν τοΰ καλού και τοΰ κακοΰ». "Οτι δμως υπήρξαν καί εξόχως παρανοϊκά μποροΰμε νά τό καταλάβωμε άπό τό γεγονός δτι ώθησαν τόν Κεμάλ Άτατούρκ νά ζητήση νά «έξευρωπαίση» τήν Τουρκία άπό τήν Άγκυρα. Νά άφήση δηλαδή τήν Κων/πολη, πού ήταν μέσ' τήν καρδιά τής Ευρώπης ώς ιστορικής κατηγορίας, καί νά ζητήση τόν «εξευρωπαϊσμό» άπό έκεΐ ποΰ δεν ήταν δυνατόν νά γίνη. Καί ευτυχώς βέβαια πού ό «εξευρωπαϊσμός» σταμάτησε μόνο στήν κατάργηση τοΰ αραβικού αλφαβήτου καί δέν προ χώρησε καταστροφικώτερα... Ευτυχώς γιά τήν Ευρώπη λέμε... Καί δτι φυ σικά ή ευρωπαϊκή ίστορία τοΰ μέλλοντος θά σταματήση νά γράφεται μέ βάση τίς ληξιαρχικές πράξεις τών δημάρχων τής Βρέμης καί τής Λίλλης,
αυτό είναι πλέον ή βέβαιον. Μιά κάποια ευρυχωρία μάς χρειάζεται ήδη. Ό Βολταϊρος σίγουρα δέν ήξερε τί θά πή «ιστοριογραφία»... "Οτι τό μέλλον τής ευρωπαϊκής ιστορίας ευρίσκεται πέριξ τής Μεσογείου, δπως ακριβώς καί τό παρελθόν, είναι τόσο προφανές ώστε νά μήν χρειάζεται ίδιαιτέραν συζήτηση. Άλλά, άν πάψη ή Ελλάδα νά υφίσταται σάν κράτος, σάν τί θά υφίσταται; Θά υφίσταται ακριβώς σάν αυτό πού υπήρξε ανέκαθεν, σάν αυτό πού έκ φύσεως είναι καί πού έδωσε τά τόσα πολύτιμα πράγματα στό παρελθόν: ώς γεωγραφική καί μόνον έννοια μέ πολλές εστίες έλληνισμοΰ. Οί δρόμοι τής Ευρώπης πρός τήν Ανατολική Μεσόγειο είναι δύο: άπ' τήν μεριά τής Αδριατικής και ή γραμμή Βελιγραδίου Θεσ/νίκης. "Οταν λέμε «δρόμοι» δέν εννοούμε βέβαια «άσφαλτο», άλλά τήν αρχαία «όδό». Στά λεξικά αυτή ή λέξη έχει μιάν υπέρμετρη πληθώρα συνθετικών καί παραγώγων, πού δλα έχουν νά κάνουν μέ βασικές έννοιες τής ζωής. "Οδός ή παζάρι δέν είναι τό μέρος πού ανταλλάζει κανείς εμπορεύματα, δπως στήν Τράπεζα ή τό Χρηματιστήριο π.χ. ανταλλάζει λεφτά, άλλά οί «αρτηρίες» πέριξ τών ό ποιων συγκεντροΰται ή ζωή πού άπορροφφ τά προϊόντα. Στό παζάρι δέν πάει κανένας γιά ν' άγοράση μόνο. Πάει και γιά ν' άνταλλάξη ζωή — κάτι νά ίδή, κάτι νά προσδεχθή, κάτι ό ίδιος νά δώση μέ τήν παρουσία του. Γιά νά γίνη «κόσμος» δηλαδή. Τό αυτό ακριβώς εννοούμε, δταν λέμε «δρόμος» μεταξύ Μονάχου Μεσολογγίου λ.χ. Πρόκειται γιά τήν «αρτηρία» πού δέν διαπερνφ απλώς τελωνεία καί σύνορα άλλά κατά μήκος τής όποιας υπάρ χουν τά Ιστορικά καί πολιτισμικά κέντρα «παραγωγής ζωής» πού απορ ροφά τά προϊόντα. Κάπως έτσι λειτούργησαν οί «εμπορικές οδοί» παληό τερα στόν χάρτη. Συνεκτικό ίστό μεταξύ τους οί παραπάνω «δρόμοι» είχαν αυτό πού έπαψε νά ύπάρχη: μιά έν ευρεία έννοια Μακεδονία. Καί έξ αιτίας αυτής τής έμπορικότητος και λειτουργίας έδημιουργήθηκε σ* αυτήν περιο χή τό συνονθύλευμα εκείνο τών λαών και τών φυλών, τό όποιον οί ευρω παϊκές δυνάμεις τοΰ παρελθόντος, μή βοηθούμενες άπό τίς ίστορικες συν θήκες νά αξιοποιήσουν διαφορετικά, πίστεψαν πώς έπρεπε νά «λύσουν» διά τών συνόρων, δημιουργώντας ένα επιζήμιο, ώς έδείχθη, καί γιά τόν εαυτό τους χάος πού κρατιέται έκτοτε διά τής διαρκούς καταστολής. Ή Θεσ/νίκη άπό φυσικός «συλλέκτης» εμπορικής ζωής τών βορείων Βαλκανίων απέ κτησε ενδοχώρα τά Κύθηρα καί τά Γιάννενα, ένας παραπλήσιος «συλλέ κτης» στήν ανατολική μεριά τής Αδριατικής, τό Καστελλόριζο... Ό,τι υπάρχει άπό έκεΐ καί κάτω — άς ποΰμε άπό τήν Λαμία περίπου καί κάτω, γεωγραφικώς καί ιστορικώς εξεταζόμενο —, είναι απλώς οδική προέ κταση τών παραπάνω «δρόμων» πού είπαμε. Ή πολυτιμότης τής Πελ/νή-
σου συνίσταται ακριβώς σ' αυτήν τήν ίστορική λειτουργία. Άπό τήν Λα μία καί κάτω, μόνο ή αρχαία Αθήνα μπόρεσε «κάτι» νά δημιουργήση. Άλλά ή Αθήνα ήταν ή Βενετία τής αρχαιότητος, πού ενδοχώρα της ήταν τό Αίγαϊο. Αυτό έπαψε οριστικά γεωπολιτικώς άπό τούς χρόνους τοϋ Α λεξάνδρου καί έντεϋθεν. Άπό εκεί καί έπειτα ή Πελ/νησος, λόγω τής φυσικής μονώσεώς της εντός τής Μεσογείου ήταν απλώς ένας χώρος «βά σεων» τρόπον τινά, ένας ενδιάμεσος χώρος ύπό διαδοχικές κατοχές, μέ όχι συνεχή μεσαιωνική ίστορία, πράγματα πού μάς φανερώνουν τήν σημερινή του πολυτιμότητα ώς χώρου. Άπό τήν Πελ/νησο δεν έχομε καμμίαν Ιδιαί τερη πολιτισμική δημιουργία — φυσική συνέπεια τής διαρκώς εναλλασ σόμενης ίστορίας της —, έχομε δμως ώς έκ τούτου μιάν καταπλήσσουσα προσαρμογή προς τά εκάστοτε Ιστορικά δεδομένα. Ή Βενετία κατά τούς νεώτερους αΙώνες, δέν αρκέσθηκε μόνο στήν διατήρηση τών Βάσεων της εκεί, άλλά κατέβαλε καί ιδιαίτερες προσπάθειες νά διατήρηση άσβεστον τό χριστιανικό φρόνημα. Οί μεγάλες πόλεις τής Πελ/ νήσου οφείλουν νά γίνουν τά κοσμοπολίτικα κέντρα πού ήσαν, δπως και ή ϊδια ένας χώρος γονίμων επενδύσεων γιά δλη τήν μεσογειακή περιοχή. Γιά τό Αίγαϊο έπί τοϋ παρόντος δεν μπορεί τίποτε νά είπωθή, διότι αυτό αποτελεί πλεούμενο σέ πρωτοφανή δεκακυμία έν κρανίοις. Ουδείς μπορεί νά άντιληφθή πώς προέκυψε ή «ελληνοτουρκική διένεξη» γιά τό Αίγαϊοουδείς μπορεί νά άντιληφθή τί δουλειά έχουν ή Ελλάδα καί ή Τουρκία μέ τό Αιγαίο καί πώς ανακατώνονται σ' αυτό. Ουδείς μπορεί νά καταλάβη γιατί τό Αίγαϊο άδειασε και ουδείς μπορεί νά άντιληφθή γιατί ό EOT δέν σταματά πλέον νά συζητή περί «έργων υποδομής». . 'Εν τφ μεταξύ άπό τήν άλλη μεριά μέ τό «δίκαιον τής θαλάσσης», τό «διεθνές δίκαιον», τούς «έναερίους χώρους», τούς «αιγιαλούς», τά «χωρικά ύδατα», τίς «υφαλοκρηπίδες», τούς «είδικούς» καί τά «σεμινάρια», κοντεύομε νά πάθωμε κυριολεκτικήν σύνθλιψη εγκεφάλου. Αυτά δλα προέρχονται άπό ένα καί μόνο γεγονός: δτι οί ομιλούντες περί θαλάσσης δέν είναι εις θέση νά γνωρίζουν δτι τό νερό έχει ποιότητες και δέν είναι δλη ή θάλασσα τό ίδιο. "Οτι δηλαδή τά διάφορα πελάγη αποτελούν διαφόρου είδους βιοαίσθητικές ενότητες κι άς φαΐνωνται δλα τό ίδιο. Δέν μποροΰν νά ξεχω ρίσουν ποϋ τό νερό σχηματίζει βουνό και ποΰ πεδιάδα, ποΰ δάσος καί ποΰ ξέφωτο, καί γι' αυτό καταφεύγουν στά άνευ περιεχομένου νοήματα καί στά βιβλία. Άλλά οΰτε κι έκεΐ βλέπουν τά πράγματα, διότι τούς εμποδίζουν άλλες τρέχουσες έννοιες, δπως «'Ελλάς», «Τουρκία» κ,λπ. Άν δμως άνοιξη κανείς οποιονδήποτε χάρτη μεσαιωνικής ιστορίας σέ οποιανδήποτε γλώσ σα τοϋ κόσμου, θά ίδή νά σχηματΐζωνται άνά τούς αίώνες οί πιό παράξενοι
σχηματισμοί έπί τοΰ χώρου τοΰ Αίγαίου. Αυτό δμως δέν μποροΰν νά τό «διαβάσουν», τό θεωρούν «παρελθόν τής Ιστορίας» καί εισάγουν έννοιες καί «παραγράφους» τοΰ διεθνούς δικαίου πού ούδεμίαν εφαρμογή μπορούν νά έχουν. Διότι αυτοί οί συνεχείς έπί τοΰ Αίγαίου σχηματισμοί κατά τήν ίστορία τής Μεσογείου δείχνουν ακριβώς δτι τό Αίγαϊο δέν έχει νά κάμη μέ τίποτε τό «παράκτιο». Τά δριά του είναι καθαρό θέμα διαβήτη (τής Ευβοίας συμπεριλαμβανομένης). Τό Αίγαϊο υπήρξε ένας αυτοδύναμος ορ γανισμός τής Μεσογείου, μία αυτοτελής διάσταση τής ευρύτερης εύρωρωμαϊκής περιοχής καί ώς έκ τούτου διεθνής. Ή ανατολική Μεσόγειος είναι τόσο ελληνική, τουρκική ή ευρωπαϊκή, δσο είναι καί αραβική. Καί αυτή τήν λειτουργία της τής τήν δίνει τό κυριώτερο μέρος της πρός ανατολάς, πού είναι τό Αίγαϊο. Μέ τήν διαφορά δτι γιά νά λειτουργήση τό Αίγαϊο έτσι, δηλαδή γιά νά δείξη τήν διεθνή του σημασία ώς διασυνδετική περιο χή κόσμων, χρειάζεται καί κάτι άλλο: τό Ίόνιον Πέλαγος ώς ζώσαν ολό τητα. Τώρα γιατί τά πράγματα είναι έτσι, είναι ερώτημα άνευ σημασίας. Είναι σάν νά ρωτάμε, γιατί ό άνθρωπος έχει δύο πόδια κι δχι τρία. Καί δπως δταν έχωμε τόν άνθρωπο χωρίς πόδια στό καροτσάκι, έχομε πάλι τόν «άν θρωπο» άλλά τόν άνθρωπο τής ίατρικής καί δχι τών δασών, έτσι έχομε καί τό Αίγαϊο θέμα «νομικών εννοιών» διότι έχομε καταστρέψει τίς οργανικές δομές τής Μεσογείου. Έάν καλώς ή κακώς, άναγκαίως ή μή, καί τί αυτά εξυπηρέτησαν δέν μάς ενδιαφέρει τώρα. Σημασία έχει δτι τήν Αδριατική, πού είναι ό φυσικός πνεύμων τής κεντρικής Ευρώπης πρός τήν Μεσόγειο άφοϋ είσχωρεΐ τόσο βαθιά σάν θάλασα στήν καρδιά τής ευρωπαϊκής ηπεί ρου, μπορεί νά τήν ίδή κανείς κατά δύο τρόπους: είτε σάν «νερό», δπου τό καράβι μεταφέρει τίς κονσέρβες άπ' τήν Τεργέστη στήν Αλεξάνδρεια, καί φορτώνει άπ' έκεΐ χουρμάδες, είτε σάν συνεχή διαδικασία, σάν «δρόμο» πού λέγαμε πριν, δπου οί κονσέρβες καί οί χουρμάδες μεταφέρονται μέσφ ενδιαμέσων λειτουργιών (διά τής πολλαπλής δράσεως τοΰ Ιονίου μέσω Κρήτης, άπό έκεϊ μέσφ Κύπρου κ.λπ.) μέ μικρότερο κόστος καί πολύ με γαλύτερο πολιτικό καί πολιτιστικό κέρδος λόγω τής φυσικής δράσεως τού μεσογειακοΰ όργανισμοΰ. "Οταν λέμε Ιόνιο, δέν έννοοΰμε μόνο τήν μεσο γειακή βάση τής άδριατικής θαλάσσης, άλλά κυρίως κάτι πού — μέσφ μιάς αυτονόμου Ηπείρου καί δυτικής Στερεάς — έχει σχέση καί μέ τήν «Μα κεδονία», δηλαδή τήν φυσική προϋπόθεση λειτουργίας τοΰ άλλου «δρό μου» πρός τό Αιγαίον. Τά πράγματα στήν φυσικήν των τάξη. Δέν θά μπούμε σέ παραπέρα λεπτομέρειες γιά τήν λειτουργία τοϋ μεσο γειακοΰ όργανισμοΰ. Κατά έναν μυστήριον τρόπο, ό χώρος τοΰτος στήν ευρωπαϊκή βιβλιογραφία κατέχει τήν μικρότερη θέση. Έν τφ μεταξύ, δλο τό εμπόριο τής κεντρικής Ευρώπης πρός Νότον διεξάγεται μέσφ τής Γιου225
γκοσλαβίας, άν δέ άπό κάποιες ταραχές (απολύτως έν πολλοίς δικαιολο γημένες μέ βαλκανικά κριτήρια) σταματήσουν τά φορτηγά γιά μακρύτερο διάστημα, γιά νά λυθη τό πρόβλημα πρέπει νά γίνη,., τρίτος παγκόσμιος πόλεμος. 'Αλλά ύποθέτομε πώς ή απαίτηση τών λαών τής υπολοίπου ανα τολικής Ευρώπης νά ζήσουν κάπως καλύτερα θά δημιουργήσουν κάποιες συνθήκες γιά όλους ευνοϊκές. Καί θέλομε νά πούμε ποιες είναι οί ευκαιρίες πού δέν πρέπει νά χάση ό ελληνισμός. 'Αλλά γιά τοΰτο βέβαια χρειάζονται οί πραγματικοί όροι συννενόησης καί όχι οί παγιωμένες έννοιες τών προε κλογικών συνθημάτων, Τό Ιόνιο καί τό Αίγαΐο, ή "Ήπειρος καί ή δυτική Στερεά, άντλοΰν τήν οντότητα τους γιά τόν ελληνισμό δχι άπό τά «εθνικά» συνθήματα, άλλά άπό τήν φυσική τους λειτουργία, πού τήν αποδεικνύει τό Ιστορικό παρελθόν καί οί ανάγκες τοΰ μέλλοντος, Τό ΑΙγαΐον υπήρξε πά ντα μιά ιστορικώς αυτοδύναμη διασυνδετική περιοχή, τής οποίας ή λει τουργία διεκόπη μόνον προσωρινώς γιά λίγο διάστημα άπό τήν οθωμανική κατάκτηση (άλλά καί τότε μέ μέγιστον βαθμό αυτοδυναμίας). Και ακριβώς άπό τούτη ν τήν αυτοτελή λειτουργία τοΰ Αίγαίου ώφελεΐτο ή Μικρά' Ασία (καί γενικώτερα ή Μέση Ανατολή) καί ή ηπειρωτική "Ελλάς. Αυτό ακρι βώς σημαίνει δτι τό Αίγαΐο δέν είναι ούτε τουρκικό, οΰτε ελληνικό, άλλά μιά αυτοδύναμη μορφή μεσογειακού ελληνισμού — καί τέτοια φυσικά πρέ πει νά παραμείνη, διότι άλλως πώς τά πάντα χάνουν τήν σημασία τους γιά τούς πάντες —, δπως ακριβώς ήταν γιά χιλιετίες άπό τήν άλλη μεριά τό Ιόνιο. «Μορφή μεσογειακού ελληνισμού» δέν σημαίνει τίποτα τό «ελλη νικό», άλλά μόνο μορφή καί τρόπο ίστορικής λειτουργίας. Είναι δηλαδή ελληνισμός «συγκλίσεων» καί τίποτε τό αμιγές ή «έθνικόν». Αυτά έχουν νόημα έκεΐ ποΰ μποροΰν νά στήνωνται χαρακώματα, ένφ ή λειτουργία τοϋ νεροΰ είναι πράγμα διαφορετικό. Δέν θέλει «άπολυτότητες» άλλά τήν ευ χέρεια εκείνη τής ίστορικής διάρκειας, άπό τήν ίδια τήν δομή τοΰ μεσο γειακού χώρου, πού καμμιά φορά άθελα του χαμογελάει κανείς δταν τήν συναντφ σέ βιβλία σάν (Corruption du Levants. Καί αυτά δλα σημαίνουν δτι αυτοί πού σκέφθηκαν πώς ή Κύπρος είναι μιά καλή πρώτη «ψαλιδιά» γιά τόν χωρισμό τοΰ Αίγαίου — στερώντας έτσι άπό δλους τήν διεθνικό τητα του —, είναι ακατάλληλοι γιά νά διοικούν τόν κόσμο καί πρέπει νά ΰποβιβασθοΰν στό νηπιαγωγείο. Στήν "Ελλάδα καί τήν Τουρκία, δηλαδή στίς φυσικές διεξόδους τοΰ ευρωπαϊκού εμπορίου πρός τήν Μέση "Ανατο λή, θά έκαναν άπροσμέτρητο κακό, βλάπτοντας έτσι κι δλους τούς άλλους. "Ήδη τό Κυπριακό ή "Ελλάδα καί ή Τουρκία τό έχουν πληρώσει αρκετά... "Αλλά εκτός αυτών, λέμε, τά νησιά έχουν ρόλους πανεπιστημιακής μορ φώσεως νά παίξουν μέσα στίς ανάγκες τοΰ μέλλοντος. Δεν μπορούν νά 226
μείνουν στίς τουριστικές σκοπιμότητες καί στό Greek Love τής εποχής τοΰ Καγκελαρίου Έρχαρτ, δηλαδή στόν νεοανακαλυπτόμενον Ζορμπά τοΰ Νό του. Παρ' δτι βέβαια ό πολιτισμός μας δέχεται — καί τούτο είναι σέ μεγάλο βαθμό σωστό — δτι ή συγκράτηση στό σέξ είναι προϋπόθεση καί συνέπεια ανώτερης πνευματικής ζωής (βλ. π.χ. Η. Schelsky: «Soziologie der Sexualitat», Rowohlt, D. Enz. Nr. 2), δεδομένου δτι ό έρωτας γίνεται διά τοΰ εγκεφάλου κυρίως, έπεται ότι οί μορφωτικές καταστάσεις τοϋ μέλλοντος θά επιβάλουν καί νέες ανάγκες περί τοΰ τουριστικοϋ σέξ, μή άρκούμενες πλέον είς εκείνες τοΰ Ζορμπά. "Ηδη ή παλαιά σεμνοτυφία, πού επέβαλε τό «ξέσπασμα» άμα τη καθόδω έκ τοΰ αεροπλάνου, έχει ήδη υποχωρήσει πρός μιάν παραμόνιμον φιλοσοφικήν θεώρηση τοΰ ανθρωπίνου σώματος ώς φυ σικής δημιουργίας. "Οτι πλέον τά τουριστικά μας πράγματα δέν μπορούν νά άνταποκριθοΰν στήν έκτοτε εξέλιξη, αποδεικνύει καί ή πλήρης αποτυ χία τοϋ ελληνικού τουρισμού. Ένφ ή φιλοσοφική θεώρηση πού λέμε επεν δύει σήμερα τεράστια κεφάλαια έπί τοΰ ανθρωπίνου σώματος, οί δικές μας τουριστικές αντιλήψεις έχουν μείνει στήν εποχή μέ τις «φουρνιές» πούλμαν συνταξιούχων (τοΰ εύκολου τουριστικού χρήματος) καί συζητάμε πάντα γιά «υποδομή». Τΐ υποδομή δμως; Τά νησιά τήν έχουν τήν υποδομή καί αυτή είναι οί βράχοι καί οί ωραίες ακρογιαλιές. Δέν είναι τά Ξενοδοχεία (γιά νά «πέφτη» τό χρήμα μαζεμένο!). Οί βράχοι καί τό φώς πρέπει νά ενταχθούν στίς σύγχρονες αισθητικές αντιλήψεις καί δχι γιά νά καταστρα φούν μέ τίς «υποδομές» καί τίς «μελέτες». Γιά νά δείξωμε δτι τά πράγματα χωλαίνουν είς τούς «διευθυντικούς» μας εγκεφάλους καί πουθενά άλλου, θά φέρωμε ένα θλιβερό παράδειγμα: τήν Μύκονο. Βγαίνοντας κανείς άπ' τό πλοίο καί βαδίζοντας στόν δρόμο, θά ίδή αριστερά πολυτελή καταστήματα μέ γούνες καί δεξιά έξ ίσου πολυτε λείς «Χρυσοτέκ». Βεβαίως οί τουρίστες πάντα κάτι αγοράζουν ώς ψυχικόν συμπλήρωμα τών διακοπών. 'Αλλά ποιες κυρίες θ' αγοράσουν γούνες τό καλοκαίρι στήν Μύκονο μέ 50° ύπό σκιάν; Ή κυρία Ροκφέλλερ ασφαλώς όχι. Αυτή θά πάη στήν Μόσχα ν' άγοράση γοϋνες άπό λύκους Σιβηρίας, στό Παρίσι ή τό Λονδίνο, άν δέν τήν φθάνουν οί οίκοι μόδας στήν Αμε ρική. Τις γοϋνες θά τίς άγοράση ό εκατομμυριούχος σύζυγος, όχι δμως γιά τήν κυρία — ή οποία παραθερίζει στήν Καραϊβική κατά κάποιους ανάλο γους τρόπους —, άλλά γιά τά 2-3 δεσποινίδια πού νοίκιασε γιά τίς θερινές διακοπές του στήν θαλαμηγό. "Από έδώ δμως φαίνεται καί ή ποιότητα τοϋ τουρισμού πού έχομε έμεΐς κατά νουν. Διότι τίς γοΰνες τις προτιμούν μέν οί κυρίες τοΰ Κολωνακίου τόν Μάη, δχι δμως καί οί εύπορες μεσαίες αστικές τάξεις στήν Ευρώπη — αυτές δηλαδή πού έρχονται καθ' υπόθεση στήν Μύκονο. Οί γοΰνες ώς μόδα φοριώνται άπό δυό είδών τάξεις: ή πολύ 227
ψηλά — οπότε πρέπει νά είναι πανάκριβες —, ή άπό εργάτες καί τσιγγά νους... Καί άπό τήν ελλαδική αριστοκρατία τήν άνοιξη! Άρα λοιπόν δέν έχομε εμείς τήν... δέουσα εγκεφαλική υποδομή καί μας λείπει ή «υποδομή», Δέν είναι δμως αότή ποό φέρνει τά λεφτά. Ποιοι κρατάνε τόν τουρισμό στά νησιά; "Οχι οί ντόπιοι βέβαια, άλλά οί ξένοι πού κάνουν επιχειρήσεις σ' αυτά. Σκέτες οί φλοκάτες δέν μποροΰν νά κρατήσουν τουρισμό, ούτε και ή... μπριζόλα στά κάρβουνα (πού ψήνεται χωρίς κόπο καί φέρνει τό μεγάλο κέρδος). Ό τουρίστας δέν έρχεται νά φάη τό δευτέρας διαλογής κρέας πού εξάγει στήν Ελλάδα, γιατί στόν τόπο του έχει τήν πρώτη ποιότητα. "Ερ χεται νά φάη φασολάκια, μπάμιες, κολοκυθάκια, σαλάτες κ.λπ. Αυτά δμως θέλουν πολλή δουλειά, ένφ δέν αφήνουν τό εύκολο κέρδος τής μπριζόλας... Αυτά δμως — δπως και άλλα πολλά παρόμοια — είναι αθεράπευτες «εθνικές» πληγές. Πίσω άπ' δλα αυτά κρύβεται τό «έθνος», καί δέν μπορούν ν' αλλάξουν καί κάτι νά σωθή έκτος άν καταστροφή τό «έθνος». Ό κα θένας μπορεί νά πάη τό καλοκαίρι ν * άνοιξη σούπερ μάρκετ σ' Οποιο νησί θέλει ή νά νοικιάση τήν επιχείρηση ενός ρεστωράν. Στήν μία περίπτωση νά πουλάη ξυραφάκια 2.0ΟΟ δρχ. τό ένα καί στήν άλλη οί τουρίστες νά τήν γλυτώνουν, άν κατά τύχη τό πρωί πέρασε ή αγορανομία. Άλλά μέ αγορα νομίες καί χωροφύλακες δέν γίνεται τουρισμός. Κανείς δέν μπορεί νά πή τίποτε, άφοΰ είμαστε δλοι «Έλληνες» καί προέχει ή «Ιδιωτική πρωτοβου λία». Τό ίδιο καί ό «"Ελλην», ό όποιος αγοράζει οϊκόπεδα στά νησιά προ κειμένου νά επένδυση. Θά λέγαμε λοιπόν, δτι πάν περιουσιακό στοιχείο πού βρίσκεται στά νησιά άπό μή νησιώτες, χτισμένο είτε άχτιστο, πρέπει πάραυτα νά άπαλλοτριωθή ανεξαιρέτως συνθηκών. Τό αυτό καί διά πδσαν «Ιδιοκτησία» σέ απόσταση 50 χιλιομέτρων άπό τών ακτών έπί τής ηπειρωτικής χώρας. Έάν αυτό είναι «νομικώς» δύσκολο, τότε οί ευγενείς νέοι θά ρημάζουν τις «βΐλλες» κατά τακτά διαστήματα, έως ότου έγκαταλειφθοΰν. Καί τούτο γιά τόν έξης λόγο: ναί μεν είμαστε δλοι «Έλληνες», άλλά πουθενά άλλου στόν κόσμο δέν υπάρχει ή έννοια «αυθαίρετα». Τί θά πή «αυθαίρετα»; Θά πή δτι δέν υπάρχουν τίτλοι -κυριότητος. Και φυσικά δέν μποροΰν νά υπάρχουν τίτλοι μέ τό διαρκές «πήγαιν'-ελα» τών φυλών. Τί τίτλο νά έχη αυτός πού πήρε τά οικόπεδα στήν Θεσπρωτία ώς «έθνικόφρων» (ήγουν καλός ψηφο φόρος) άπό αυτόν πού διώχθηκε ώς μή «έθνικόφρων»; Έν τφ μεταξύ δμως έν Ελλάδι καταντήσαμε δλοι «ετερόχθονες» καί δεδομένου δτι τό πρόβλη μα Γής δεν λύθηκε ποτέ, διότι δέν ήταν δυνατόν μέ τό «πήγαιν'-ελα» νά λυθή (εννοούμε άπό εποχής Επιδαύρου* ώς γνωστόν ή Γή στήν οθωμανική αυτοκρατορία άνηκε μόνο στόν Σουλτάνο συμβολαιογραφικώς), μποροΰμε νά ποΰμε ότι τά πάντα είναι αυθαίρετα. Συνεπώς μποροΰν ν' άπαλλοτριω228
θοΰν όποια κι άν είναι, καί είδικό στά νησιά επιβάλλεται τό συντομώτερον. Διότι αυτός πού «επένδυσε» σάν επιχείρηση, χωρίς νά είναι άπό έκεΐ καί χωρίς νά τόν άπασχολή άν μπορή νά καταλάβη τήν πολιτιστική παράδοση (στά νησιά αότό παίζει τεράστιον ρόλο), απέδειξε τό αντεθνικό του φρό νημα. Βέβαια κι αυτός δίκηο έχει. Άν καταδιωκόμενος άπό τόν Νάσερ μπόρεσε καί πήρε λίγες λίρες μαζί του, θά κύτταζε τό πολιτιστικό φόντο στήν Ελλάδα; Δέν είπαμε δτι ή Ελλάδα μπόρεσε ποτέ ν* ανάπτυξη πο λιτική προστασίας τών πληθυσμών της σέ άλλα κράτη. Κι αυτό τό βλέπομε ακόμη σήμερα μέ τούς ελληνόφωνες τής Αλβανίας. Πρέπει δμως κι αυτός ό «επενδυτής» νά καταλάβη (έφ * δσον βέβαια υπάγεται στήν κατηγορία τοΰ «μείζονος έλληνισμοΰ» πού λέμε- άν δέν υπάγεται, τότε είναι και ποινικώς υπόλογος ώς αδίστακτος άετονύχης ολκής...), δτι αυτά πού λέμε είναι βοη θητικά γιά νά ξαναγυρΐση στόν τόπο του. "Οσο ακόμη είναι καιρός... "Αν οί καταστάσεις διαμορφωθούν κατά τήν φυσική τους λειτουργία, θά τό καλέσουν τά ίδια τά πράγματα μέ δσες δυνατότητες απομένουν. Σήμερα πιά δέν θά μπορή νά χρησιμοποιήται άπό ιμπεριαλιστικές τακτικές είς βάρος τών γηγενών, γιά νά τόν ξαναδιώξουν. Ό ελληνισμός καί ό εβραϊσμός (πού είναι διαφορετικά πράγματα άπ' τήν ελλαδική «Μ. Ίδέα» καί τόν σιωνι σμό) υπήρξαν οί σπουδαιότεροι καταλύτες γιά τήν λειτουργία τοΰ μεσο γειακού όργανισμοΰ ώς μεσογειακής διάστασης... Γιά νά λάβη τόν διεθνικό του χαρακτήρα ώς ελληνισμός τό Αίγαϊο, είναι ανάγκη νά καθαρίση πρώτα ώς έννοια άπό κάθε είδους «εθνική» λαθροχει ρία (είτε ελληνική, είτε τουρκική). Καί επειδή ώς λέμε ή σημασία του είναι φύσεως ιστορικής καί μορφωτικής (μέσα στήν έννοια τοΰ «διεθνούς του ριστικού δικαίου» πού άνελύσαμε), δέν μπορεί νά μετατραπή — έτσι σιγά και πονηρά ώς γίνονται τά πράγματα — σέ θέρετρο μέ βΐλλες πλουσίων ευρωπαίων. Θά άπαγορευθή κάθε μορφή Ιδιοκτησίας, γιά νά έξασφαλισθή ή διεθνής μετοχή στό μορφωτικό αγαθό. Τό Αίγαϊο είναι χώρος παραγωγής θρησκειών, καί μιά νέα θρησκεία οφείλει νά ξεπεταχθή άπό 'κεϊ. Πώς τώρα θά όργανωθή ή μορφωτική δράση τοΰ μεσογειακού αύτοΰ όργανισμοΰ ώς σύγχρονο καταναλωτικό αγαθό, δέν μποροΰμε νά διαλάβωμε έδώ, διότι είναι θέμα πολλαπλών παραγόντων καί καταστάσεως τών διεθνών σχέσεων. "Οτι πάντως μιά υπηρεσία ύπό τήν ονομασία «Αποδυ τήρια», υποχρεωτική γιά πάντα μή γηγενή άπό Απριλίου έως Όκτωβρίου σέ κάθε νησί, θά παραστή ίσως αναγκαία, είναι προφανές. Είναι γνωστό δτι τό πρώτο πράγμα πού επεδίωξαν οί μεταπολιτεύσεις στήν Ισπανία, αμέσως μετά τήν πτώση τοΰ Φράνκο, ήταν νά κερδίσουν τήν χαμένη από σταση σχετικά μέ τήν Γαλλία καί Γιουγκοσλαβία ώς πρός τήν φυσικήν 229
καλλιέργεια τοΟ σώματος. Τις μεγάλες προσπάθειες πού κατεβλήθησαν μπορεί κανείς νά τίς πληροφορηθή αμερόληπτος άπό σχετικές στατιστικές τών είδικών τουριστικών οδηγών. Οί Γιουγκοσλάβοι επίσης δέν ενίσχυσαν μόνο αυτή τήν κατεύθυνση τοΰ τουρισμοΰ, άλλά καί έχάριζαν βίλλες πού έφκιαχνε τό κράτος σέ διάφορες στάρ, προκειμένου νά τό πετύχουν. Ή Αδριατική είναι σαφώς μειονεκτούσα, ώς πρός τό Αίγαΐο. Τό Αίγαΐο, έκ φύσεως προορισμένο νά άποτελέση χώρον ανωτέρας πανεπιστημιακής α ντιλήψεως ώς πρός αυτά, δέν έχει ανάγκη αναλόγων «στρατηγικών)). Ή αναγωγή στήν φυσικήν απλότητα τών πραγμάτων άρκεΐ. "Οτι βέβαια τό Αίγαΐο ώς «μορφωτική κατάκτηση» (καί όχι ώς «τουρισμός»), ένσωματουμένη ώς ψυχική διάσταση καί όχι ώς κατανάλωση στίς ανάγκες τής συγ χρόνου παραγωγής, θά απαίτηση βιομηχανικά κεφάλαια, είναι αυτονόητο. Μόνο μέ τέτοια μποροΰν νά άπογειοΰνται ελικόπτερα καί νά πλέουν δεξα μενόπλοια, προκειμένου νά ποτίσουν δένδρα καί κήπους σέ πολλά ξερο νήσια, δπου οί φοιτητές τών σχολών καλών τεχνών και οί ζωγράφοι θά μελετούν τήν σπουδή τοΰ ανθρωπίνου σώματος, ανεξαρτήτως φυλής καί χώρας, οί δέ άλλοι καλλιτέχνες θά ζητοΰν νά εμπνευσθούν γιά τίς νέες κατακτήσεις τοΰ χώρου των. Αυτά δέν λέγονται «τουρισμός», άλλά ανώτε ρες έλευσινιακές μυήσεις στόν χώρο τοΰ πνεύματος γιά τίς σύγχρονες βιομηχανικές κοινωνίες. Άλλά αότά δέν μποροΰν νά γίνουν μέσα σέ μιά «εθνική» κατάσταση κοτετσιοϋ καί τήν αντίστοιχη «ηθική» της. Μόνο στήν Ελλάδα ήταν δυ νατόν νά μεταβληθή τό Αίγαΐο ώς έννοια σέ ένα σύνολο «άγονων γραμ μών». Στήν Γιουγκοσλαβία, ή "Εκκλησία, έχουσα τούς ίδιους «ιερούς κα νόνες» μέ τήν δική μας, δέν έθεώρησε μέ τίποτε άπό τά σχετικά έαυτήν θιγεΐσα, ούτε καί έβλάβη. Ούτε ό «γιουγκοσλαβισμός» διεφθάρη, όπως δέν έφθάρη ό «ίσπανισμός» καί ό «γαλλισμός». Άλλά βέβαια στίς χώρες αυτές ή "Εκκλησία δέν έχει τήν μέσω τοΟ κράτους σημασία τοΰ επιχειρησιακού οργανισμού, οΰτε καί στίς διαφορές της μέ τό κράτος καταφεύγει στό Πα τριαρχείο, δίνοντας του τήν σημασία τοΰ «εθνικού θεσμοΰ»... Γιά τίς μορ φωτικές ανάγκες τής ανθρωπότητας δμως ή ελλαδική Εκκλησία δέν θάχη λόγο νά πή, διότι ακριβώς αυτά σημαίνουν καί τήν κατάργηση της ώς «έθνικοΰ» όργανισμοΰ... "Αλλωστε τό Αίγαΐο ούτε καί θρησκευτικώς είναι έλλαδικόν. Δέν συζητοΰμε έδώ περί «άδειων» καί «νόμων», άλλά περί τής βιομηχα νικής οργανώσεως τών πραγμάτων ώς τέτοιων. Περί αυτονόμου βιομηχα νίας καί όχι περί έλλαδικοΰ συναλλάγματος, άφοΰ λέμε ότι τό κοτέτσι θά λήξη καί ό ελληνικός χώρος θά βρή τρόπο παραγωγικής απασχόλησης. Άπό έκεΐ καί πέρα τά «οικολογικά)) κόμματα στήν Ευρώπη — δπως και 230
οί αυτοκινητοβιομηχανίες μέ τά «Camping Busses γιά τίς ακτές τής ηπει ρωτικής "Ελλάδος καί οί βιομηχανίες Ιδιωτικών σκαφών (βλ. πιό κάτω) — θά βρουν τρόπο νά άξιοποιηθή ή Φύση καί νά διατηρηθή γιά τίς μέλλουσες γενεές στήν Μεσόγειο. Είναι ή προϋπόθεση καί τών μακροχρονίων συμ φερόντων τους άλλωστε. "Οτι μόνο έτσι, δηλαδή μέσα άπό τίς φυσικές αναδιατάξεις τοΰ χώρου καί έφ" δσον μεταβληθοΰν τά πράγματα σέ νοή ματα και ανάγκες, είναι δυνατόν νά σωθή ή Φύση στήν "Ελλάδα, είναι αυτονόητο. Ή έννοια «αυθαίρετα» καί ή συνεπομένη φυσική καταστροφή είναι άμεση συνέπεια τοΰ «έθνους». Σέ μιά χώρα δπου ή Γή άποτελοΰσε Ιδιοκτησία τοΰ Σουλτάνου καί έν συνεχεία αμέσως υποθηκεύτηκε έξ αδιαι ρέτου διά τών ξένων δανείων, ή έννοια «αυθαίρετα» είναι κοινή γιά δλα τά πληθυσμιακά στρώματα (παρά τίς διατάξεις τών πρώτων συνταγμάτων περί «αποκτήσεως περιουσίας». Ποιος θά πουλοΰσε;). Καί έκ τών «άνω» κυρίως προέρχεται σάν κατάσταση, παρά τίς «αναδασώσεις». Κάθε δέκα χρόνια περίπου πρέπει κανείς νά ΰπολογίζη μέ τριακόσιες βουλευτικές βΐλλες άνά τά παράλια. Καί μέ «βουλευτικά» σέ δασικούς πνεύμονες. Ό κ. Παπαν δρέου, ό όποιος εμφανίζεται μέ τήν συνοδεία ίερέων στους προεκλογικούς του λόγους, αδίκως κατηγορήθη άπό τόν κ. Κάπλαν. Δέν τό ήθελε ό ίδιος, τό κόμμα τό είχε ανάγκη. 'Εχρειάζονταν νέες περιοχές γιά νά γίνουν «υ ποδομές» καί νά «αξιοποιηθούν)) γιά τήν «ανάπτυξη» τής χώρας. Οί παληές ήσαν κατειλημμένες... Τό δλον νόημα βρίσκεται στό «Γκολφ», πού παίζει ό κ. Καραμανλής μέ τόν κ. Ράλλη στήν Κέρκυρα... Και κοντά σ' αυτά πρέπει νά βάλωμε τούς πανεπιστημιακούς, τούς νέους επιχειρηματίες κ,λπ. Μποροΰμε νά βροΰμε ποιοι αγοράζουν στό Πήλιο καί στήν Μάνη ή τίς άλλες περιοχές. Οί ξένοι είναι τό λιγώτερο. Στήν Χαλκιδική μπορεί κανείς βλέποντας τίς βΐλλες τών παν/μιακών νά καταλάβη ποΰ έσπούδασαν! Δέν είναι ό κοσμάκης στήν Δραπετσώνα πού χτίζει τίς παράγκες (άφοΰ τόν γέλασαν μέ τίς «αποκαταστάσεις») • είναι ή βιομηχανία τοΰ «έθνους» πού βάζει τις φωτιές. Και αυτά τά πράγματα δέν μποροΰν νά διορθωθούν δσο υπάρχει «έθνος». "Οσες «αναδασώσεις» κι άν γίνουν. Τό απαγορεύει τό «Σύνταγμα»... Άφοΰ οί έπΐ τουρκοκρατίας χρήσεις έγιναν έν συνεχεία κυ ριότητες, είναι φανερό δτι ή μόνη «ιδιοκτησία» πού απέμενε ήταν τό ((έ θνος». Κι αυτό καταστρέφει ολοένα τήν Φύση καί τά νησιά, γιά νά τά μεταβολή σέ οικόπεδα... Είναι μιά διαδικασία τών πραγμάτων αναπότρε πτη. Καί θά διαρκέση δσο υπάρχουν τό «έθνος» καί οί «ερμηνείες». Τό νομικόν χάος μέ τά «αυθαίρετα», δπου άν χτισθή τό βράδυ τό πρωΐ δέν μπορεί νά γκρεμισθή, δπου οΐ «αίγιαλοΐ» μπαινοβγαίνουν στήν θάλασσα καί όχι ή θάλασσα σ' αυτούς (εξαρτάται ό καθορισμός τους άπό τό πόσα «αυθαίρετα» θά χτισθούν, όποτε τά πράγματα δέν είναι πλέον νομικές έν-
231
νοιες άλλα ζητήματα «πολιτικοΰ κόστους»...), δπου δέν υπάρχουν μπουλτόζες γιατί... κάποια διάταξη τοΰ υπουργείου υγείας τό απαγορεύει, καί δλο τό σχετικό κομφούζιο, είναι ένα δικαιακό κομφούζιο πού σκοπίμως καλ λιεργείται, γιά νά μποροΰν οί εκάστοτε «ανώτερες τάξεις» νά βουτάνε πε ριοχές, Καί άν δέν υπάρχουν καί μερικά άλλα παράνομα στήν περιοχή ή τά «αυθαίρετα» σάν κατάσταση, ή νομοθετημένη παρανομία φαίνεται (οπό τε πάλι υπάρχει «κόστος» καί μπορεί νά τούς τά κάψουν!). Οί εκάστοτε «ανώτερες τάξεις», σύντομα μεταβαλλόμενες (άλλοτε άπό κόμματα, άλλοτε άπό «πολιτικά προγράμματα» καί άλλοτε άπό «διεθνείς συγκυρίες»), έχουν ανάγκη καί άπό σύντομη εξεύρεση βιλλών. Καί αυτό μόνο μέ τό χάος μπορεί νά έπιτευχθή. «Επιχειρηματίας» ή «νέος βιομήχανος» χωρίς βίλλα; «Μεγαλοεπιχειρηματίας»: — δηλαδή κάτι γρήγορα νά μαζευτή γιά ίσως καί μέχρι τά εγγόνια... Σ' αυτό ακριβώς βρίσκεται ή νομιμότης τής παρανόμου εννοίας «αυθαίρετα». Μπορεί δμως μέ τά «προγράμματα αναπτύξεως» καί τίς «εθνικές» αίσιοδοξΐες αυτό νά σταματήση ποτέ; 'Αλλά, δεδομένου δτι τά δσα λέμε δέν είναι καθόλου συναλλαγματικές έννοιες τύπου «γκαρσονιών» καί ζορμπάδων, ή ίστορική δράση τοΰ μεσο γειακού έλληνισμοΰ πρέπει νά πρόκυψη. Όμως αότό απαιτεί καί κάτι άλλο: νά έπιστραφοΰν οί μή διεθνούς σημασίας πολιτιστικοί θησαυροί στους τόπους πού ήσαν. Ή πρωτεύουσα, πάντα «εθνικά» και «στοργικά» σκεπτό μενη, άδειασε τίς διάφορες περιοχές, άπ* δ,τι υπήρχε, γιά νά τό «σώση». "On έμεινε λοιπόν άπό τήν «σωτηρία)), πρέπει τώρα νά τό δώση πίσω. Δηλαδή, δπως θά λέγαμε σέ γλώσσα πιό οικεία στόν ποινικόν κώδικα, νά τό έπιστρέψη... Ό γενιτσαρισμός ώς μισθοδοσία είναι πιά φαινόμενο τοΰ παρελθόντος. Τώρα μάς χρειάζονται άλλα. Τό πρόβλημα τών πολιτιστικών θησαυρών τής μεσογειακής αρχαιότη τος είναι βέβαια ένα διεθνές πρόβλημα. Τό κατά πόσον οί χώρες πού τούς έχουν είναι είς θέση νά τούς συντηρήσουν, είναι επίσης ένα άλλο καί μεγαλύτερο. Ή γενική μόλυνση τοΰ περιβάλλοντος, ή ρύπανση τής ατμο σφαίρας μέ χημικές ουσίες, ή γενική κλιματολογική αλλαγή και πολλοί άλλοι παράγοντες έχουν θανατηφόρες επιπτώσεις έπί τών θησαυρών αυτών. Τά σύγχρονα μουσεία συνιστούν Ιδιαίτερες οικονομικές μονάδες γιά τήν συντήρηση τους. 'Απαιτοΰν μιάν υψηλότατη τεχνολογία, προηγμένες τε χνολογικές μεθόδους προστασίας, λεπτότατα όργανα παρακολουθήσεως καί έλεγχου τών περιβαλλοντολογικών συνθηκών. Οί χώρες πού τούς έ χουν δέν τά διαθέτουν βέβαια αυτά. 'Αλλά δέν διαθέτουν καί τό κυριώτερο προστατευτικό μέσον τών αρχαίων πολυτιμοτήτων: τήν πολιτιστική σχέση μαζί τους. "Οχι δτι δέν τούς «καταλαβαίνουν»· δέν εμφανίζονται απλώς 232
αναγκαίοι στήν καθημερινή τους ζωή. 'Αντί γιά ιστορικούς τής τέχνης, έχουν συνήθως οικονομολόγους. Δυστυχώς, τό «έθνος» μέχρι τώρα δέν επέτρεψε οί έπί έλληνικοΰ εδάφους αρχαίοι θησαυροί νά καταστούν αντικείμενο τοΰ διεθνοΰς δικαίου. Οί τοΰρκοι μέ τίς ελληνικές αρχαιότητες εύρήκαν τήν δέουσα λύση: ανέθεσαν τήν συντήρηση τους άπ' ευθείας σέ ξένες αρχαιολογικές εταιρείες καί διεθνείς οργανισμούς, οί οποίοι, δσα μέν πρέπει νά σωθοΰν σέ ξένα μουσεία, τά μεταφέρουν έκεϊ' δσα μποροΰν νά παραμείνουν, τά αναστηλώνουν. "Ετσι π.χ. ό σημερινός επισκέπτης μπορεί νά άπολαμβάνη τίς υπέροχες αναστη λώσεις τής Εφέσου καί τής Περγάμου. Στήν Ελλάδα δυστυχώς τό «έθνος» δουλεύει μ' αυτά τά πράγματα διαφορετικά, καί δουλεύει πολύ πριν άπό τό '21 έτσι. Μεγάλη καταστροφή οί διάσπαρτες στήν περιοχή Αθηνών αρ χαιότητες υπέστησαν τφ 1777, δπου ό τότε βοεβόδας Χατζή 'Αλής Χασεκής, προκειμένου νά αντιμετώπιση τούς μωαμεθανούς "Ελληνες τής "Αλ βανίας μέ τά όρλωφικά, έχτισε ένα τεράστιο τείχος γύρω άπό τήν πόλη, χρησιμοποιώντας μεγάλες ποσότητες αρχαίου ύλικοΰ και αγαλμάτων γιά νά πετύχη τό σέ τρεις σχεδόν μήνες μέσα επείγον χτίσιμο του. Ό,τι έμεινε συνέχισε νά χρησιμοποιήται γιά τήν επισκευή καταστροφών και δ,τι έσώζετο φαίνεται δτι εύρισκε τήν δέουσα αξιοποίηση του — καί πολύ σωστά — δι" εκποιήσεως στους τότε φιλέλληνες. Χάρις στήν μανία αυτών τών ανθρώπων έσώθηκαν πολλά πράγματα τότε, και σ' αύτη τήν δραστηριό τητα φαίνεται δτι διέπρεψε, πρίν άπό τήν "Επανάσταση ακόμη, και ό Μα κρυγιάννης. Δέν θά λέγαμε δτι είναι ένας άπό τούς θεμελιωτές τής αρχαιο λογικής επιστήμης στήν 'Ελλάδα, άλλά πάντως οί γνώσεις του περί τά αρχαία θά πρέπει νά ήσαν εξόχως ειδικές. Κατά τό 1821, δταν ξέσπασε ή "Επανάσταση δηλαδή, ό Μακρυγιάννης ήταν 27 ετών καί εΐχε, παρά τό νεαρόν τής ηλικίας του, μιά μυθώδη σχεδόν περιουσία. Δυστυχώς δέν διαθέτομε αυτή τή στιγμή τήν δυνατότητα (τό αρχείο μας) νά άναφερθώμε σέ νούμερα, άλλά, κατά προχείρους υπολογισμούς τοΰ παρελθόντος, ό Μα κρυγιάννης κατά τήν ώρα τής Επανάστασης διέθετε περίπου τό τρίτο ώς προσωπική περιουσία σέ γρόσια άπό δ,τι έπλήρωσε τό "Αγιο "Ορος νά άγοράση τά προνόμια του άπό τόν Σελήμ τόν Β' (ό όποιος προηγουμένως τοΰ εΐχε κατάσχει δλη τήν κτηματική περιουσία). Επρόκειτο γιά ένα τε ράστιο ποσόν τής εποχής, τό οποίον πολλοί ιστορικοί βεβαιώνουν σάν τέτοιο. "Οπως και άν ήταν, επρόκειτο γιά σύμβαση μεταξύ κρατών. "Οποιες καί άν υπήρξαν οί νομισματικές μεταβολές έκτοτε στήν οθωμανική αυτο κρατορία, ή αναλογία ώς προς τήν περιουσία νεαροΰ ίδιώτη δέν έπαυε νά είναι σημαντική (αυτό θά ήταν εύκολα διαπιστώσιμο διά συναλλακτικής μελέτης). Καί ό Μακρυγιάννης τήν εμπορική δραστηριότητα του τήν ά233
σκησε στό πασαλίκι τοϋ Άλή πασα (γιά τά ελάχιστα χρόνια πού λέμε), στό όποιον τό φορολογικό σύστημα επίβλεψης ήταν έξοχου ακριβείας. Άπό τίς δραστηριότητες τοϋ Μακρυγιάννη οί φορολογικές υπηρεσίες τού Άλή δέν πήραν είδηση ποτέ. Τί είδους εμπόριο ήταν αυτό πού έκανε ό Μακρυγιάννης, πού τόν έκανε νεαρό πλούσιο καί πού κανείς δεν τό πρό σεξε; Ύποθέτομε ότι τά πράγματα είναι φανερά καί οί Ιστορικοί θά μπο ρέσουν εύκολα νά μας τά επιβεβαιώσουν. Άπό τούς τότε αγωνιστές μόνο ό Μακρυγιάννης βρέθηκε μέ τόσα λεφτά, γιά νά άγοράση εκτάσεις στήν Αθήνα (δπως προέβλεπαν τά Συντάγματα) πού έχουν ακόμα τό όνομα του. Άρα λοιπόν οί θαυμασμοί του γιά τις φλέβες τών αγαλμάτων καί τήν ακρίβεια τών σωματικών τους μελών, προέκυπταν άπό ακριβή γνώση καί βαθύτατη σχέση μαζί τους. Καί όταν χολώνεται τόσο πολύ μέ τούς συντρό φους του, πού έβλεπε νά τά καταστρέφουν καί τούς λέει «διά ταύτα έπολεμήσαμεν», εννοούσε κάτι γιά τόν ίδιον απολύτως προφανές: τόσο κεφά λαιο, θά αφήναμε στους Τούρκους;... Γιατί άλλο θ' άξιζε κανείς νά πολεμήση, δταν ακόμη καί 23 χρόνια μετά τήν Επανάσταση διαθέτει άνεξαργύρωτους τίτλους «αντίστασης»; Γιά τήν «Έλευθερίαν» είδαμε πάντως δτι δέν ήταν... Είναι γνωστό ότι τό Χρηματιστήριο έργων Τέχνης σήμερα δουλεύει μέ εξόχως υψηλά οίκονομικά μεγέθη. "Ο λόγος είναι απλός: ή μεταφορά τών έργων τέχνης άπό τόπου σέ τόπο γιά τίς εκθέσεις, απαιτεί μυθώδη ϋψη ασφαλειών, είδικές μεθόδους μεταφοράς, είδικά μέτρα προστασίας κΛπ. Τά αεροπλάνα πρέπει νά έχουν μηχανές πού νά προξενούν ώρισμένο ϋψος παλμών στό έργο τέχνης, τά αυτοκίνητα πρέπει νά έχουν είδικές αναρτή σεις καί είδική εσωτερική διαρρύθμιση, ώστε τό έργο νά μήν πάλλεται κατά τήν μεταφορά, δσο λίγο καί άν αυτό είναι. Η ατμόσφαιρα στά μέσα μεταφοράς πρέπει νά παραμένη σταθερή καί ανεπηρέαστη άπό τίς εξωτε ρικές συνθήκες ταξιδιού. Αυτά καί άλλα πολλά, πού επιβάλλουν τεράστια έξοδα, απαιτεί ή διακίνηση τών έργων τέχνης. Καί αύτα βέβαια δλα, μιά καί ένας πίνακας δέν τρώγεται λ.χ., διότι ή λεγομένη αίσθητική αξία τών έργων τέχνης μεταφράζεται σέ οίκονομικά μεγέθη, επειδή τό ΰπ' αυτών μυθολογούμενο μέσα στό αξιολογικό σύστημα τοΰ πολιτισμοΰ συνιστφ παραγωγική δύναμη μεταβαλλόμενο σέ πνεΰμα. Αυτό δηλαδή θά 'πή «μορ φωτική αξία». Δυστυχώς δμως μέ τό δικό μας «έθνος» (καί κράτος) τά πράγματα δέν έχουν φθάσει σ' αυτό τό σημείο. Οί αρχαιότητες άποτελοΰν ακόμη ((θη σαυρούς» κατά τήν έννοια τοϋ Μακρυγιάννη, έστω καί άν δχι κατά τόν ίδιο τρόπο (άς ποΰμε σάν εισιτήρια). Δέν είναι νοήματα, πού σάν τέτοια μποι
234
ρουν νά επενδυθούν σέ άλλα νοήματα καί ν' ανεβάσουν τήν άξια τους ανεβάζοντας τήν ζωή, δηλαδή εκτελώντας τόν προορισμό τους. Καί οί ((θησαυροί» φυλάγονται πάντα μέ φύλακες, ώς γνωστόν, δηλαδή μέ χωρο φύλακες πού κατά περίπτωση ονομάζονται καί «υπηρεσία διώξεως άρχαιοκαπηλείας». Τά αγάλματα δμως αντιπροσωπεύουν ίσως θησαυρούς, άλλά θησαυροί δέν είναι. Καταλήγουν αναγκαστικά στά χέρια δσων έχουν άλλη αντίληψη γι' αυτά — άς τό ποΰμε απλούστερα: βίωση —, δπως και στήν εποχή τοΰ Μακρυγιάννη. Καί πολύ σωστά. Ποιό λοιπόν είναι τό αποτέλε σμα; Ό Ρέμπραντ νά ταξιδεύη φανερά καί μέ είδικές αποστολές, ένφ τά ελληνικά αγάλματα νά γεμίζουν τά τριαξονικά, δίπλα άπ' τούς τενεκέδες μέ τις παστές σαρδέλλες, καί νά φεύγουν χέρια, μασέλες και κεφαλές... Άλλά τά αρχαία αγάλματα είναι δσα ανακαλύπτουν κάθε φορά οί αρχαιο κάπηλοι; Στίς περισσότερες περιοχές τής Ελλάδος, σέ ένα μέτρο βάθος υπάρχουν αγάλματα. Ποιά λοιπόν λύση μπορεί νά ύπάρχη γιά τόν ύπέδαφον αυτόν πλούτο, πού τό «έθνος» μας ελάχιστα είναι σέ θέση νά διαφύ λαξη; Ύποθέτομε λοιπόν ότι είναι καιρός τοΰτος ό βαρβαρισμός, πού διά φορες άδικες έννοιες τοΰ διεθνοΰς δικαίου δπως «εθνική κυριαρχία» κ.λπ. εξωραΐζουν τήν πραγματικότητα του, νά πάψη. Οί ελληνικές αρχαιότητες πρέπει νά κηρυχθοΰν διεθνές αγαθό, παροΰσες και μέλλουσες, και νά πά ψουν νά έχουν οποιαδήποτε σχέση μ* αυτές οί οποιεσδήποτε ελληνικές υπηρεσίες. Είτε «υπουργεία πολιτισμού» λέγονται αυτά, είτε Οπως άλλοιώς. Μέ τήν πρόοδο τής τεχνολογίας θά έντοπΐζωνται αγάλματα καί άλλοι πο λιτιστικοί θησαυροί σέ βάθος δέκα μέτρων καί περισσότερο. Θά είναι λύση γι' αυτούς ή «οργάνωση τών υπηρεσιών» και τά... τριαξονικά; Ή κωμωδία τοΰ «έθνους» μας έκράτησε έγκληματικώς περισσότερο άπό δσο έπρεπε. Σήμερα λοιπόν πού αυτό πιά τίποτε δέν αντιπροσωπεύει, είναι ώρα καί οί αρχαιότητες νά προστατευθοΰν αποτελεσματικά. Δηλαδή φανερά και υπεύ θυνα, άφοΰ εμείς δέν μποροΰμε νά κάνωμε τίποτε γι' αυτές. Είπαμε: ή ανέκαθεν δυσκολία μας ήταν νά μετατρέψωμε τήν πραγματικό τητα σέ νοήματα. Γιά νά μάθωμε κάτι γιά τόν άρχαΐον μας πρόγονο τόν "Ομηρο, πρέπει ν' άνοίξωμε κάποιο γερμανικό, γαλλικό ή αγγλικό βιβλίο. Καί τοΰτο σημαίνει πώς ό "Ομηρος κάπου ακόμα υπάρχει σάν έγνοια και κάπου ακόμα δρφ. "Εννοιες καί λειτουργίες θά μάς έλεγεν ό "Ομηρος είναι τά αγάλματα, πού ή αξία τους ανεβαίνει όταν σ * αυτά προστίθενται ακόμα έννοιες. Ποιος δμως νά βρή τίς σύγχρονες έννοιες, πού συνιστούν τήν προστασία τών αγαλμάτων μεταβάλλοντας τα σέ μοναδικότητες; Αυτό εί ναι τό αιώνιο πρόβλημα μας! Ζοΰμε σέ μιά άπό τις μεγαλύτερες στιγμές τής παγκόσμιας ίστορΐας. 235
Τείχη έπεσαν, ελπίδες γεννήθηκαν, ψυχές έπαλαν. Ποιος τάχα έσκέφθηκε νά χαρίση προς τήν ανθρωπότητα ένα διάσημο ελληνικό άγαλμα, νά στηθή ακριβώς μπροστά στήν πύλη τοϋ Βραδεμβούργου έκεΐ ποΰ ήταν τό τείχος, μέσα σ' ένα εξαίρετο μαυσωλείο αιώνων, σύμβολο τής Είρήνης καί στή ριγμα τοϋ άνθρωπου; Θά υπήρχε μεγαλύτερη καλλιτεχνική αξία πού θά μποροΰσε νά τό ξεπεράση στόν αίώνα τόν άπαντα; Άλλά όχι. Τά αγάλματα είναι νά βρίσκονται στήν "Ολυμπία καί τούς Δελφούς, νά τά φυλάνε οί αγροφύλακες μαζί μέ τά γίδια, γιά νά κόβονται είσιτήρια... Καί τό σκοτισμένο «έθνος» μας σάν ίστορία νά άναζητή τήν μαζοχιστική του γελοιοποίηση στους... ολυμπιακούς αγώνες. Μικρές δό ξες... Γιατί γελοιοποίηση; Γιατί απλούστατα οί αρχαίοι Έλληνες τούς νικητές τούς στεφάνωναν στό κεφάλι κι όχι στά πόδια — κι άς έτρεχαν μέ τά πόδια. Καί τούτο ήθελε νά πή πώς μόνο ένα τρόπο έχει ό άνθρωπος νά γίνη οπουδήποτε νικητής. Αυτόν ακριβώς πού μας λείπει. Μά γιά τοΰτο ακριβώς πρέπει καί τά αγάλματα νά ανακηρυχθούν σέ αγαθό διεθνών εγ γυήσεων. Είναι πιά καιρός νά βροΰμε κάποιον λογαριασμό μέ τό «έθνος». Μπορεί νά μήν έχη τήν πρωτοτυπία τών Ιδεών — πού απαιτεί βέβαια βαθύτατην αίσθηση τών νοημάτων τής τέχνης — δέν έχει δμως ούτε καί τήν έννοια τής οφειλής. Γιατί μιά ενέργεια σάν τήν παραπάνω δέν θά ήταν παρά ή οφειλή μιας μικρής αντιπροσφοράς. "Εναντι δηλαδή τών δσων ανεπανάληπτων μνημείων τοΰ ευρωπαϊκού πολιτισμού κατέστρεψε τό «έ θνος» συνειδητά στά Επτάνησα καί πού τόσο θά λείψουν άπό τό μέλλον τοϋ αυτονόμου αύτοϋ Κράτους...
ΤΟ ΘΕΜΑ Τά δσα ακολουθούν είναι οί αποδείξεις τών δσων προηγήθησαν. Καί επειδή ώς αποδείξεις θά υπήρχαν πολύ άπλα, μάς διευκόλυναν νά άποφύγωμε τις θεωρητικές συζητήσεις καί νά μεΐνωμε στό κυρίως νόημα τών πραγμάτων.' Η ουσία τών πραγμάτων είναι απλούστερη άπό τις συζητήσεις έπ' αυτών. Τό πρόβλημα τής βιωσιμότητος τής Ελλάδος ώς κράτους δέν είναι νέο. Είναι συμφυές μέ τήν ϊδια τήν ύπαρξη του έξ αρχής. Κατά τόν μεσοπόλεμο έσυζητήθηκε ανοιχτά άπό μιά μερίδα διανοητών — μεταξύ τών οποίων προεξάρχων ό καθηγητής Κ. Σφυρής —, άφοΰ λίγες δεκαετίες πρωτύτερα, μέ τούς βαλκανικούς πολέμους, ή γεωπολιτική σημασία τοΰ βαλκανικού χώρου ωθήθηκε ώς μείζον θέμα στό προσκήνιο τών πανευρωπαϊκών συζη τήσεων (βλ. συνοπτικώς Ο. Bauer: «Der Balkankrieg und die Deutsche Weltpolitib), Berlin 1912). Ή γεωπολιτική σημασία τών Βαλκανίων μέ τή βιο μηχανική ανάπτυξη τής κεντρικής Ευρώπης παρέμεινε μέχρι τοΰ δευτέρου παγκοσμίου πολέμου ένα διαρκές ερώτημα (βλ. F. Thierfelder: «Der Balkan im europa'ischen Raum», Berlin 1941, σελ. 142 κ.έ.), διότι ή σημασία τοΰ Ιδίου χώρου ώς πρός τήν μεσογειακή διάσταση τής συνόλου ευρωπαϊκής πολιτικής διά τοΰ «ανατολικού ζητήματος» μετέθετε κάθε άλλη σημασία του σέ δεύτερη μοίρα. Διά τής δημιουργίας τής Ελλάδος ώς κράτους κάθε άλλη σημασία τοΰ βαλκανικοΰ χώρου έχάνετο τελείως, πλήν εκείνης τών γεωστρατηγικών ισορροπιών, ή δέ βασική αρτηρία τής κεντρο-άνατολικής Ευρώπης πρός Νότον, δηλαδή ό εμπορικός δρόμος Βελιγραδΐου-ΣόφιαςΘεσ/νΐκης, είς τό όποιον συμμετείχε καί τό Δέλτα τοΰ Δούναβη, άχρηστεύετο (βλ. Fl. Lichttrager, μν.έ., σελ. 175 κ.έ.). "Οτι αυτή ή τάξη πραγμάτων άνταπεκρίθη σέ ώρισμένες αναγκαιότητες τής ευρωπαϊκής ιστορίας, είναι ή επαρκής απόδειξη τής τεχνικής φύσεως τών καταστάσεων ώς πρός τήν Ελλάδα. Κομμένη ή "Ελλάδα άπό τόν
236
237
μείζονα βαλκανικό χώρο ποΰ ύπήγετο, όχι μόνον δεν θά είχε τίποτε νά «μεταδωση» πρός Νότον (τοΰ υπάρχοντος σ' αυτόν «έλληνισμοΰ» χρησι μοποιούμενου γιά άλλου είδους πολιτικές χρήσεις), άλλά θά κατέστρεφε καί κάθε είδους ίστορικόν δεσμό τής ανατολικής Μεσογείου—άρα καί τής Μέσης Ανατολής — μέ τήν ύπόλοιπην Ευρώπη. Ίδιαίτερα μάλιστα τής Ιταλίας, ή οποία, ώς άλλη προέκταση τής ηπειρωτικής Ευρώπης πρός Νότον, έχανε τούς ιστορικούς δεσμούς της μέ τήν ανατολική μεριά τής Αδριατικής καί τήν ανατολική Μεσόγειο γενικώτερα. Αυτή ή τάξη πραγ μάτων αντιστοιχούσε προς δυο αρχές: τήν άρχή τοΰ «εθνικού κράτους)) — άρχή καθολική τών τελευταίων αίωνων— καί τών σχέσεων τής δυτικής ευρωπαϊκής πολιτικής ώς προς τήν Ρωσσία, πού ήταν αποτέλεσμα τών αναγκαιοτητών τής βιομηχανικής αναπτύξεως τής δυτικής Ευρώπης. Μέσα στίς αναγκαιότητες αυτές, ό χώρος τής πρώην οθωμανικής αυτοκρατορίας, θά ύπεβιβάζετο κατ' ανάγκην σέ έναν χώρο ιμπεριαλιστικής χρήσεως, είς τόν όποιον ή ανακάλυψη τών μηχανών εσωτερικής καύσεως θά προσέδιδε τήν πρώτιστη σημασία. Μέ αυτά δλα έχομε βεβαίως σήμερα τό αγαθόν τής τεχνολογικής ανα πτύξεως, ένφ ή άρχή τοΰ «έθνικοΰ» κράτους (βλ. τό βιβλίο μας «Ή ανα τολική Μεσόγειος ώς ευρωπαϊκή ίστορία», τόμ. Α', σελ. 162) ενίσχυσε τήν ίδέα τοΰ ελληνισμού μέσα στήν παρηκμακυΐα κατάσταση τής εκκλησιαστι κής ορθοδοξίας ώς οθωμανικού θεσμοΰ, γεγονός πού αποδεικνύεται άπό τήν συγκέντρωση τών καταθέσεων τοΰ έλληνισμοΰ τής ανατολικής λεκά νης τής Μεσογείου στήν Εθνική Τράπεζα τής 'Ελλάδος κατά τόν περασμένον αίώνα. "Οτι δμως οί Ιστορικές αυτοτέλειες τών διαφόρων τμημάτων τού ελληνισμού διεμόρφωσαν χαρακτήρες καί καταστάσεις πού ήκιστα ήρμοζαν γιά τήν συνθήκη ενιαίου κράτους, είναι κάτι πού αποδεικνύει ή άπό τοΰ 1821 καί έντεϋθεν ίστορία. Ό πρώτος διχασμός — τόν οποίον δέχεται καί ή Ιστοριογραφία τών γειτονικών μας βαλκανικών χωρών (καλό θά ήταν νά γίνωμε γνώστες κι αυτών τών λεπτομερειών...) — ώφείλετο στό γεγονός ότι έπί τοΰ πρώτου κράτους δέν υπήρχε μιά έθνότης, άλλά δύο: Έλληνες καί Αλβανοί, μέ προεξάρχοντας τούς δεύτερους, οί όποιοι, οίκειωθέντες άπό αίωνων τόν ελληνικό πολιτισμό χωρίς τις αποκλειστικές θρησκευτικές του «εκπροσωπήσεις», είναι οί κύριοι συνεχιστές του έπί τής δυτικής Ελλάδος. Μέ τούς βαλκανικούς πολέμους 0 βασικός διχασμός γίνεται πολυχασμός. Τφ 1920, ήτοι πρό τής μικρασιατικής καταστροφής καί μόνο μέ τίς βαλκανικές προσκτήσεις» οί επίσημες στατιστικές έδιναν ένα ποσοστό αναλφάβητων — δηλαδή μή γνωριζόντων διά γραφής τήν ελληνική, άφοΰ είχαν άλλες μητρικές γλώσσες — 50%. Άπό τό 30% επί σης πού αντιπροσώπευαν οί έκ Μικρασίας γιά τόν πληθυσμό τής τότε 238
Ελλάδος, πολλοί αγνοούσαν τήν ελληνική (βλ. Richard Clogg: «Σύντομη ίστορία τής νεώτερης Ελλάδας», έλλ. έκδ. 1984, σελ. 176). Συνεπώς ευρι σκόμαστε πρό τής εικόνος κράτους, ποΰ τουλάχιστον ώς τόν δεύτερο πα γκόσμιο πόλεμο (καί τίς επακολουθήσασες έντονες προσπάθειες «εθνικής ομοιογενείας») τό μεγαλύτερο ποσοστό τοΰ πληθυσμοΰ του αγνοεί τήν επίσημη γλώσσα τοΰ κράτους. Παρά τίς τεράστιες προσπάθειες τών ελλή νων φιλολόγων τοΰ περασμένου αίώνα, τό «γλωσσικό» ποτέ δέν θά πάψη νά επενδύεται σέ κοινωνικά περιεχόμενα. Θά καταστή — παρά τις προλη πτικές συνταγματικές διατάξεις περί γλώσσης τοΰ 1911, τών οποίων τά αίτια προϋπάρχουν — μείζον κοινωνικό πρόβλημα μετά τούς βαλκανικούς πολέμους, δπου γιά μέν τούς νέους πληθυσμούς τών βαλκανίων περιοχών ό «δημοτικισμός» θά άποβή κοινωνικής σημασίας κίνημα μέ σκοπό τήν ενσωμάτωση τους, ένφ γιά τίς εγχώριες διοικούσες τάξεις θά λάβη Ιδεο λογικό περιεχόμενο αναγωγής στό βυζαντινό παρελθόν, στήν αύτοκρατορικήν «ένιαιότητα» τοϋ Ί. Δραγούμη. Ό Π. Κανελλόπουλος θά γράψη τφ 1933 σέ ένα τεύχος τοΰ «Αρχείου», δτι τό νόημα τής δημοτικής είναι εκείνο τοΰ «προϊόντος τοΰ λαϊκού πνεύματος καί τοΰ συμβόλου τής ιστο ρικής τού έθνους συνεχείας». Δέν θά επεκταθούμε περισσότερο στό θέμα τής γλώσσας. Τά παραπάνω δμως είναι αρκετά νά καταλάβωμε — προστιθεμένων βέβαια καί τών άλλων συνθηκών (φυλετική καί θρησκευτική ανομοιογένεια, διαρ κείς πληθυσμιακές μεταβολές κ.λπ.) —, δτι ή δλη «δικαιακή» υπόσταση τοΰ νεοελληνικού κράτους θά έξηντλεΐτο στους «διοικητικούς τρόπους» πού θά μποροΰσαν νά τό συντηρήσουν. Είναι οί ιστορικοί όροι πού προσ δίδουν τό βάθος στις νομικές «ερμηνείες», Τό άνοιγμα τών επιστολών π.χ. και οί παρακολουθήσεις τής Ιδιωτικής επικοινωνίας άποτελοΰν «μέτρα κρατικής ασφαλείας», επισήμως συζητηθέντα στήν ελληνική Βουλή, άπό τήν εποχή τοΰ "Οθωνος (βλ. Ν. Δραγούμη, μν.έ., τόμ. Β', σελ. 196-7). Τίποτε άπό τά τωρινά δέν είναι νέο, δσο καί άν φαίνεται ή ακούγεται σάν τέτοιο. Ή άστυνομικοκρατΐα, πού είναι συνυφασμένη στήν ίδια τήν Διοί κηση καί δεν περιορίζεται στά αστυνομικά τμήματα, συνιστφ τήν καρίνα υπάρξεως τοΰ νεοελληνικού κράτους. Καί είναι συνέπεια τής μή βιωσιμό τητας του έξ αρχής, δηλαδή τής μή υπάρξεως έθνικοϋ κορμού, τής οποίας ή πληρέστερη έκφραση είναι ό διαρκής πόλεμος μεταξύ «αυτοχθόνων» καί «ετεροχθόνων». Ό πόλεμος αυτός υπάρχει έξ αρχής καί διαρκεί ακόμη ώς σήμερα, διότι δέν ήταν πρόβλημα καταγωγής (καί στήν Γερμανία ή τήν Γαλλία π.χ. προσήλθαν μεταπολεμικά κύματα «ετεροχθόνων» χωρίς νά δημιουργηθή κοινωνικό πρόβλημα), άλλά Ιδεολογίας (βλ. τό βιβλίο μας «Έπί 239
τής Δομής» κ,λπ.). Δέν υπήρξε συνεπώς κάποια έννοια «γενικού συμφέρο ντος», έπΐ τής όποιας θά μποροΰσε νά άνιδρυθή κάποια έννοια κράτους, καί γι* αυτό ακριβώς ουδόλως προΰπεθέσαμε κάποια τέτοια έννοια στίς προη γηθείσες εξετάσεις μας. Τό όλον «κρατικόν πρόβλημα» συνίστατο στόν Ελεγχο καί κατοχή τοΰ διοικητικού μηχανήματος. Δηλαδή στήν Ελλάδα έχομε ανέκαθεν «Διοίκηση» καί ποτέ Κράτος, διότι ακριβώς ή έννοια τοΰ Κράτους, οπωσδήποτε καί άν ήθελεν όρισθή, προϋποθέτει μιάν έννοια «γενικοΰ συμφέροντος». Τό «γενικό συμφέρον» απορρέει άπό τις συλλογικές καί ενιαίες εκείνες πολιτιστικές καί ηθικές αντιλήψεις, ποΰ συνιστοΰν κατά περιεχόμενο τήν λεγόμενη «κοινωνική συνείδηση» (τήν «Conscience Col lectives κατά Durkheim, βλ. παρ * ήμϊν τό αξιόλογο έργο τοϋ Γ. Μιχαηλΐδου-Νουάρου: «Ζωντανό δίκαιο καί φυσικό δίκαιο», Αθήναι 1982, σελ. 198, 299, 309, 403 κ.έ.). 'Αλλά ακριβώς στήν Ελλάδα ουδέποτε υπήρξε τέτοιο πράγμα, λόγω τής ίστορικής αυτοτέλειας τών διαφόρων τμημάτων τοΰ έλληνισμοΰ. Καί αυτό ακριβώς είναι δ,τι εκφράζεται διά διαμάχης μεταξύ «αυτοχθόνων» καί «ετεροχθόνων» στά όρια τοΰ νέου κράτους διϊστορικά. Τήν έμφυλιοπολεμική αυτή κατάσταση τήν απεικονίζουν μέν τό δικαιακόν χάος καί ή «αχρησία τών νόμων», άλλά δέν τήν έξηγοΰν διότι ακριβώς σκοπός τους είναι νά τήν καλύπτουν. Αυτό τουλάχιστον υπήρξε καί τό «συλλογιστικό δεδομένο», προκειμένου νά είσαγάγη ό Όθωνας τό «δικαίω μα τοΰ άναφέρεσθαι» ύπό τις συνθήκες πού είδαμε, καί πού έκτοτε έμεινε ή πρυτανεύουσα άρχή τής ελληνικής διοικήσεως (ιδίως κατά τήν «κοινο βουλευτική» περίοδο τοΰ Γεωργίου πού ακολούθησε...). Τό «δίκαιον» έν Ελλάδι αντλεί τό νόημα του άπό τό ότι υπάρχει διοίκηση καί καθόλου άπό κάποιαν έννοια «δικαιοσύνης», πού θά προϋπέθετε τήν ύπαρξη τής ίδιας «κοινωνικής συνείδησης» μέ εκείνη τοΰ «γενικού συμφέροντος» (στό προμνημονευθέν έργο, οί έννοιες τής «δικαιοσύνης» και τοΰ «γενικού συμφέ ροντος» φέρονται ώς διαφορετικές παρ" ότι ενέχουν τά ίδια πολιτιστικά κατηγορήματα καί απορρέουν άπό τήν ίδια «κοινωνική συνείδηση», βλ. σελ. 292-3 καί 308). Αυτό φαίνεται καθαρά στό επίπεδο τοΰ κράτους, πού ταυτόσημο μέ τήν Διοίκηση, είναι αυτό τούτο τό «δίκαιο». Ούτε καί θά μποροΰσε νά είναι διαφορετικά. "Αν σέ άλλες χώρες τό Κράτος προϋπήρξε τών Συνταγμάτων, στήν Ελλάδα τό Κράτος προέκυψε έκ τών... Συνταγμά των. Τά πρώτα Συντάγματα τής Επιδαύρου κ.λπ. σκοπό ακριβώς είχαν νά υποκαταστήσουν τό ανύπαρκτο κοινωνικό Consensus πρός δημιουργία ε νός Κράτους. Τό αυτό αντιμετώπισαν μεταπολεμικά καί πολλές χώρες τοϋ τρίτου κόσμου, μέ τά αυτά ακριβώς συμπτώματα, άφοϋ ένα κράτος πού οφείλει νά πρόκυψη άπό «καταστατικές)) συμφωνίες θά είναι κατ' ανάγκην ένα ασταθές κράτος. Είδικά στήν Ελλάδα, μπορούμε νά τό παρατηρήσωμε 240
αυτό μέσω τών «εκλογικών προγραμμάτων»: τά πάντα διακηρύσσονται έν ονόματι τοϋ κράτους — γιά τό κράτος. Ή Χούντα απαιτεί «γύψο», δηλ. θυσίες- οί «βασικές κατευθύνσεις» αμέσως μεταχουντικά καί a priori ήσαν, δπως είδαμε, οί θυσίες- ό «σοσιαλισμός» απαιτεί «λιτότητα», ήγουν καί πάλι θυσίες, ένφ ό «φιλελευθερισμός» διατείνεται νά τις πραγματοποίηση. Αυτά δμως δλα υπέρ τοΰ κράτους καί Οχι κάποιας έννοιας «γενικού συμ φέροντος» ή κάτι παρεμφερούς — οπότε θά έπρεπε νά τό ορίσουν —, άφοΰ έκ τών πραγμάτων δέν υπάρχει. Ή μή ενιαία κοινωνική συνείδηση διά τοϋ «αύτοχθονισμοΰ»-«έτεροχθονισμοΰ» επιβάλλει τήν διάσταση μεταξύ (ανυ πάρκτου) πολιτικής κοινωνίας καί κράτους, μέ αποτέλεσμα τό κράτος νά μεταβάλλεται σέ σκοπό. Οΰτε καί άλλωστε μπορούν τά κόμματα νά προσ διορίσουν τούς σκοπούς τών κοινωνιών, διότι αυτοί προσδιορίζονται μέσω άλλων διαδικασιών καί απλώς τά κόμματα, υποτίθεται, τούς ξέρουν καί αναλαμβάνουν νά τούς πραγματοποιήσουν. Άλλά οί χώροι διά τών οποίων προσδιορίζονται οί σκοποί τών κοινωνιών στήν Ελλάδα είναι ολικώς α νύπαρκτοι. Σήμερα τά πράγματα είναι ευκόλως αποδείξιμα, πέραν τών... «νόμων)>. Ή σημερινή συνταγματική κατοχύρωση τής «άξιοπρεπείας τοΰ άνθρωπου» δέν έχει μόνο τήν έννοια κατοχύρωσης τής υλικής δυνατότητος επιβιώσεως του — αυτό πλέον γιά τίς μεταβιομηχανικές κοινωνίες δέν συζητήται —, άλλά, όπως ήδη εξηγήσαμε, τής κατοχύρωσης τής πνευματικής αναπτύ ξεως του ώς αύταξΐας, δηλαδή ώς μιάς μοναδικής καί ανεπανάληπτου όντότητος. Καί επειδή μέ αυτήν τήν πρόοδο ή έννοια τής «πλειοψηφίας» τής εργατικής τάξεως έναντι μιάς διοικούσης «μειοψηφίας» έπαψε νά ύπάρχη, ό ρόλος τών ((περιθωριακών μειονοτήτων» στίς διεργασίες τοϋ κράτους έγινε, δπως βλέπομε μέ τίς καταστάσεις τών ανατολικών κρατών, προεξάρ χων. Βεβαίως, άν τίς ανεπτυγμένες κοινωνίες τίς ένδιαφέρη τόσο είδικά τό πνεύμα, είναι διότι έκ πείρας γνωρίζουν δτι μόνο αυτό παράγει... Καί επειδή ή σύγχρονος περί ηθικής αντίληψη συνίσταται στό νά προσφέρη ό άνθρω πος πρός τούς άλλους δ,τι έκ φύσεως περισσότερο μπορεί, σημαίνει δτι καί ή «αξιοπρέπεια τοΰ ανθρώπου» πού προβλέπουν δλα τά Συντάγματα έχει μονοσήμαντον νόημα: εκείνο τής απεριορίστου παιδείας καί μορφώσεως έκαστου, σύμφωνα μέ τις ατομικές προσληπτικές του Ικανότητες. Τό κρά τος συνεπώς δέν εμφανίζεται ώς ό εγγυητής τών «δεικτών αναπτύξεως», άλλά διά τών δεικτών αυτών εγγυητής άλλων συνταγματικών σκοπουμένων, έκ τών οποίων απορρέει καί ή έννοια τού Συντάγματος καθόλου. Έδώ δμως αναφύεται και τό μείζον ερώτημα σχετικά μέ τίς ελλαδικές μας καταστά σεις: μπορεί ή "Ελλάδα νά μόρφωση; 241
Τό ερώτημα αυτό δέν καθίστατο μόνον αναγκαίο στά πλαίσια τούτου τοϋ βιβλίου επειδή αποτελεί τό ύπατον κριτήριο πάσης συνταγματικής ή νο μικής «ερμηνείας», άλλά έπαδή καί τά όσα θά ακολουθούσαν έχουν νά κάνουν μέ τό «Ύπουργεϊον Πολιτισμού». «Πολιτισμός» πάει νά 'πή τό καθ* εαυτό πράγμα πού μορφώνει, δηλαδή πού δίδει υπόσταση στά νοή ματα τών συγχρόνων Συνταγμάτων. Μόνο τό «σχολείο» σήμερα — δπως καί πάντα — δέν μορφώνει. "Οχι γιατί αυτό έ*γινε ένας απλός θεσμός μέσα στά πλαίσια τοϋ συγχρόνου κράτους, έστω και μέ πρωταρχικήν σημασία, άλλά γιατί στό «σχολικό πρόγραμμα» δέν μπορεί μιά κοινωνία νά βάλη τίποτε άλλο έκτος άπό τά Ιδεολογήματα καί τούς στόχους τοΰ πολιτισμού της. "Εχει δμως ή σύγχρονη 'Ελλάδα έναν πολιτισμό; "Εχει μουσική καί τέχνες μέ τίς όποιες μπορεί νά παιδαγωγίση τόν άνθρωπο καί νά τόν προαγάγη σέ ένα μορφωτικόν τέλος; Καί ποιό θά μπορούσε νά είναι αυτό τό τέλος γιά τήν 'Ελλάδα ώς ευρωπαϊκή χώρα; Άλλά κυρίως: πώς θά μποροΰ σε νά έλεγχθή αυτό τό τέλος — ήγουν ή έσχατη «συνταγματική νομιμό τητα» — μέ τρόπους τής... καθ' ήμέραν «τέχνης»; Ιδού τά έν συντομία ακροτελεύτια ερωτήματα. Τό πρόβλημα ελλείψεως μουσικής φυσιογνωμίας τής Ελλάδος προέκυ ψε κατά τόν παρελθόντα αίώνα μέσα στήν δλην συζήτηση γιά τήν πολι τιστική ταυτότητα τοΰ νέου κράτους (Φαλλμεράΰερ κ.λπ.). Καί προέκυψεν όξύ μέσα στους κόλπους τής εκκλησιαστικής κυρίως μουσικής μέ την ένωση τών Έπτανήσων, διότι οί Επτανήσιοι είχαν στίς εκκλησίες τήν τετραφωνία, ένφ παραλλήλως και οί εκκλησίες τών ενοριών τοΰ εξωτερι κού άρχισαν νά παρακολουθούν τήν πολυφωνική παράδοση. Τό πρόβλημα, δπως είναι αυτονόητο, δέν ήταν δυνατόν νά λυθή μουσικολογικά καί κοι νωνιολογικά ή ιστορικά, άλλά «διοικητικά»: τφ 1871 ό Πατριάρχης Άν θιμος ό έξ Εφέσου ιδρύει «σύλλογον» στήν Κων/πολη πρός «καθαρισμόν» τής Μουσικής (ό ίδιος Πατριάρχης είχε επιχειρήσει καί πρίν κάτι τέτοιο), ένφ τφ 1874 Ιδρύεται στήν Αθήνα αντίστοιχος «Εκκλησιαστικός Μουσι κός Σύλλογος» γιά τόν ίδιον σκοπό. Πώς εννοούσε τόν «καθαρισμό» ό τελευταίος αυτός, καταλαβαίνομε άπό κάποια άρθρα τοΰ Άλ. Ραγκαβή: περί τής ψαλμωδίας νά αποφαίνονται ώς μόνοι αρμόδιοι οί ίερεΐς καί οί διάκονοι (διότι μέχρι τότε αρμόδιοι ήσαν οί επίτροποι!)... Βεβαίως οί Ε πτανήσιοι προσεπάθησαν νά άμυνθοΰν πρός αυτά τά «μέτρα» καί νά δια τηρήσουν τό περιεχόμενο τής θρησκευτικής των ζωής, ιδρύοντας «μουσικοσχολές» στήν Κεφαλλονιά ύπό τήν Δ/νση τών Τζαννή καί Λαυράγκα, άλλά δλα τούτα απέβησαν ματαιότητες. Πώς ακριβώς τά πράγματα είχαν μέ τήν αρχαία μουσική (άπό έκεΐ προέ κυπτε καί τό πρόβλημα τοϋ «εθνοκεντρισμού» στήν μουσική) μπορούμε μέν 242
πολλά νά συμπεράνωμε βάσει τών διασωθέντων, άλλά καί τίποτε μέ βεβαιό τητα νά άποφανθοΰμε περί τής καθημερινής της καταστάσεως, διότι δέν έχομε κάτι πού νά μάς τήν άναπαράγη ακουστικά. Πάντως, χωρίς νά κά νωμε σοβαρό λάθος, μπορούμε νά ποΰμε δτι καί μέ τήν αρχαία μουσική συνέβηκε δ,τι συνέβηκε καί μέ δλον τόν αρχαίο ελληνικό (άκριβέστερον: μεσογειακόν) πολιτισμό; μοιράστηκε στά τρία. Διά μέν τοΰ Καθολικισμού πρός τήν δυτική Ευρώπη, διά τής Όρθοδοξίας πρός τόν έλληνορωμαϊκόν κόσμο καί διά τοϋ Ισλάμ πρός τόν περσοαραβικόν. Ουδόλως παραβλεπομένων τών Ιστορικής φύσεως ειδικών συνθηκών, θά ήταν μάλλον αστείο νά υποθέταμε, δτι άν ζοΰσε ό Πίνδαρος ή ό Αίσχύλος καί τόν ρωτούσαμε γιά τίς συμφωνίες τοΰ Μπετόβεν θά μας έλεγε πως αυτή δέν είναι «ελλη νική» μουσική. "Οχι συγκρίνοντας τό πεντάγραμμο με τό βυζαντινό «παγουδαβί» ή τό γρηγοριανό μέλος — είναι προφανές νά ύπάρχη ή ιστορική διαφορά ήγουν «μουσικολογική» —, άλλά διά τής πραγματοποιήσεως τών ιδίων αισθητικών σκοπών πού απορρέουν άπό τά ίδια (και μέσω τής θρη σκείας) πολιτιστικά ιδεώδη. Έ φ ' δσον ό σύγχρονος ευρωπαϊκός πολιτι σμός δέν είναι παρά ή διά τής Αναγεννήσεως παραπέρα πραγμάτωση αρχαιοελληνικών ιδεωδών — φυσικά μέ νέες εμπειρίες καί συγχωνεύσεις, αυτές τών ευρωπαϊκών λαών, άνευ τών οποίων δέν θά υπήρχε τό παραπέρα καί άρα ουδεμία διατήρηση τοΰ αρχαίου παρελθόντος — δέν μπορεί παρά καί ή μουσική νά διατηρή ανάλογες λειτουργίες. "Αν ή μουσική στήν αρχαία Ελλάδα εΐχε τήν παιδευτική σημασία νά βοηθή στήν εμβάθυνση τοϋ κειμένου, χωρίς νά γίνεται ή ϊδια αυτοσκοπός, ακριβώς καί ή μουσική στους ((γάμους τοΰ Φίγκαρο» λ.χ. βοηθεΐ στήν σύλληψη κάποιων βαθύτε ρων βιοτικών κατανοήσεων καθολικής σημασίας. Δέν είναι τά αυστηρώς μουσικολογικά κριτήρια (δηλ. τό «πεντάγραμμο»), πού μπορεί νά τονίσουν τίς διαφορές, άλλά τά Ιστορικής φύσεως κριτήρια πού βοηθοΰν στις κοινές κατανοήσεις. Υπάρχουν βεβαίως διαφορές: ό Αίσχύλος π.χ. έγραφε ό ίδιος τήν μουσική τών έργων του, ένώ στήν ευρωπαϊκή μουσική τό κείμενο καί ή μουσική γράφονται ξεχωριστά. Τό ίδιο δμως γίνεται καί μέ τά δικά μας τραγούδια σήμερα. Ανάλογες Ιστορικές κατανοήσεις έχομε καί γιά τήν ισλαμική μουσική. Ό "Αγ. Ιωάννης ό Χρυσόστομος — ό όποιος ασφαλώς εΐχε γνωρίσει τούς προγόνους τών κατοπινών δερβισών («εϊσί τινές τών ένταΰθα, οΰς ουδέ τήν ήμετέραν άγάπην άγνοεΐν οΐμαι, οΐτινες καταφρονοΰντες μέν τοΰ Θεού, τά δέ τού πνεύματος λόγια ώς κοινά ηγούμενοι, φωνάς άτακτους άφιασι, και τών μαινόμενων ουδέν άμεινον διάκεινται, δλω τφ σώματι δονούμενοι, και περιφερόμενοι, καί αλλότρια τής πνευματικής καταστάσεως έπιδεικνυόμενοι τά ήθη...») — δέν θά μάς ήρνεΐτο, δτι ό «χορός τής κοιλίας» είναι 243
επιβίωση έκ τοϋ αρχαίου ελληνικού θεάτρου, δπως αυτή τήν έλαβαν κατά «κρουματικήν» διαμόρφωση τά αίρετικά κινήματα τών Μελιτιανών στήν "Αλεξάνδρεια καί τών Δονατιστών στήν Β. "Αφρική. "Οτι αυτοί οί τελευ ταίοι έπαιζαν πολλή μουσική καί πολύ έχόρευαν, τό ξέρομε και άπό τόν "Αγ. Αυγουστίνο. Ή αρχαία μουσική είχε έκκοσμικευθή πολύ κατά τούς ελληνιστικούς χρόνους, γιατί και ό "Αγ. "Ιερώνυμος παραγγέλει «ουδέ νά άπαλύνωμεν ώς οί τραγφδοί, τόν λάρυγγα διά γλυκέος φαρμάκου, δπως άκούωνται έν τή εκκλησία θεατρικά μέλη καί $σματα, άλλά διά τοΰ φόβου τοΰ Θεοΰ, διά τήν έπιστήμην τών Γραφών...». Ή αρχαία ελληνική μουσική έκαλλιεργήθηκε Ιδιαίτερα άπό τούς Πέρσες κατά τήν εποχή τών ελληνι στικών χρόνων καί παραδόθηκε έν συνεχεία στους "Αραβες, άποτελέσασα έτσι τήν κλασσική μουσική τοΰ Ισλάμ, πού παρέλαβαν καί οί Τούρκοι. "Οτι πάντως ή αρχαία μουσική, άν όχι αναλλοίωτος ωστόσο αυστηρά πι στή, διατηρήθηκε στήν εκκλησιαστική ψαλμωδία, τεκμαίρεται άπό τήν μορφωτική μέθοδο τοΰ Χριστιανισμού πού ήταν ίδια μέ της αρχαίας Ελ λάδος, δηλαδή δχι σκέτη «μουσική γιά τήν μουσική», άλλά διά της μου σικής κατανόηση τών κειμένων. Καί νέα μουσική δέν δημιουργήθηκε άπό τόν Χριστιανισμό. "Ισα-ϊσα, επειδή ή Εκκλησία έστάθηκε αυστηρά στόν λόγο τοΰ αποστόλου Παύλου «ουχί διά τών χειλέων άλλά έν τη καρδία», μποροΰμε νά ποΰμε ότι διά τοΰ άποκλεισμοΰ παντός νεωτερισμού ώς αρχής υπήρξε Ικανή διατήρηση τής αρχαίας μουσικής διά μέσου τών αίώνων. Ή τέτοια διατήρηση, της στήν δυτική Εκκλησία χρονολογείται μέχρι καί τοΰ 17ου αίώνος, Ιδιαίτερα ένισχυθεΐσα κατά τήν εποχή τών είκονομαχιών μέ τούς φυγόντας στήν Δύση βυζαντινούς. Άπό τόν 9ον αί. δμως παίρνει τό όργανο πού έχρησιμοποιεΐτο στίς τελετές τών βυζαντινών ανακτόρων καί άπό τοΰ 12ου επηρεάζεται άπό τήν μετάπτωση τοΰ μουσικοΰ αισθήματος πού έφεραν οί σταυροφορίες διά τών τραγουδιών τών τροβαδούρων. Ή δυτική Εκκλησία είχε τήν δυνατότητα πρός τήν έλευθέραν εξέλιξη. Ούσα ό μόνος πολιτιστικός οργανισμός τής Δύσης, μποροΰσε νά διαφυλάσση πιστότερα καί αυστηρότερα τις αρχαίες ελληνορωμαϊκές παραδόσεις διϊστορικά. Ή ανατολική, αντίθετα, ήταν υποχρεωμένη νά αμύνεται διαρκώς έναντι τών αλλοιώσεων — λόγω τών διαρκών πολέμων καί τής διαρκούς πολιτι στικής μιξεως —, πράγμα βέβαια πού τελικά δέν μπόρεσε νά άποφύγη. Καί τούτο τό βλέπομε άπό τό γεγονός, δτι κάθε φορά πού σημειώνεται κάποια ίστορική, κοινωνική ή άλλη αλλαγή στόν χώρο τής Ανατολής, έχομε τήν εμφάνιση μεγάλων μουσικών μορφών. Περίπου κατά τήν εμφάνιση τοΰ Ισλάμ τήν μεγάλη μορφή τοΰ εβραίου Ρωμανοΰ τοΰ Μελωδού. Κατά τίς 244
εικονομαχίες τήν Όκτώηχο τοΰ άραβα "Αγ. "Ιωάννου τοΰ Δαμάσκηνου, μέ τις σταυροφορίες τούς Τζέτζη καί Κουκουζέλη και μέ τίς κρίσιμες κατα στάσεις τοΰ ΙΔ' αί., δχι μόνο τήν μυστική θεολογία τοΰ Άγ. Γρηγορίου, άλλά καί τήν παράλληλη προσπάθεια μουσικής θωρακίσεως με τόν Μ. Βρυέννιο. Κατά τήν τουρκοκρατία έχομε τούς δύο Χρυσάφεις, χωρίς τελι κώς νά καταφέρη, τουλάχιστον κατά τήν εποχή τοΰ δευτέρου (1600 περί που), νά άποφύγη τήν τουρκοπερσικήν επίδραση. Ή διαρκής προσπάθεια συντηρήσεως — πού κατά πράξιν σημαίνει καί διαρκή αλλοίωση — θά έπιβάλη τήν ανάγκη τής συνεχοΰς προσφυγής πρός τά πίσω, τήν διαρκή προσφυγή πρός τά αρχαία κείμενα, δπως δείχνει καί τό έργο τοΰ Βρυέννιου. Προκύπτει δηλαδή διαρκές πρόβλημα «ρίζας»... Διά τοΰ τρόπου αύτοΰ έ χομε καί τήν σωτηρία πολυτίμων μουσικών κειμένων τής αρχαιότητος, όπως επίσης καί μίαν πολιτιστικήν προφύλαξη γιά την περαιτέρω ανάπτυ ξη τοΰ αρχαίου ελληνικού πολιτισμοΰ στά πλαίσια τής Δύσης, στήν οποίαν συμμετέχει καί τό ελεύθερον τμήμα τής "Ορθοδοξίας άπό Αναγεννήσεως καί εντεύθεν, δηλ. ή Ρωσσία. Ή μονωδία δέν στερούσε προφανώς κατανυκτικότητος τήν ψαλμωδία, διότι έπί Ιουστινιανού π.χ. τό δλον προσωπικό τής Άγ. Σοφίας ήταν 425 άτομα, έξ ών τά 325 έψελναν. Μεταξύ αυτών καί 40 γυναίκες. Υπήρχαν δέ δύο χοροί, ό ένας μέσα στό "Ιερό, ό άλλος έξω, πού έψελναν κατά χορφδίες («πριμεκήριοι»), τών οποίων οί μαέστροι έλέγονταν «δομέστιχοι». Ό «μέ γας» μεταξύ αυτών ήταν ό «κουραπαλάτης» τοΰ αυτοκράτορα, ό όποιος, ώς γνωστόν, διατηρούσε πάντα καί τόν τίτλο τοΰ άρχιερέως. Έπί "Ηρακλείου ό αριθμός τών βασικών ψαλτών ήταν 25 (τόσοι καί έπί Ίουστινιανοΰ), τών αναγνωστών 160 καί τών ΰποδιακόνων 70. Μέσα σέ τόσο πλήθος φωνών, τό αίσθητικό αποτέλεσμα θά ήταν προφανώς ανάλογο τής πολυφωνίας. Κατά ώρισμένες μάλιστα απόψεις ή πολυφωνία δέν ήταν άγνωστη στήν εκκλησιαστική μουσική τών πρώτων αιώνων. "Οπωσδήποτε πάντως τό βα σικό παιδευτικό έργο τής αρχαίας μουσικής διατηρήθηκε στήν εκκλησια στική καί επηρέασε καί τήν μορφολογία τής νεώτερης δημοτικής μουσικής (τό μόνο κοινό έχουσα μ' αυτή. Διότι δπως έσημείωσε ό Ροΐδης, άπό απόψεως περιεχομένου τά δημοτικά τραγούδια είναι ακριβώς ό αντίποδας τοΰ θρησκευτικοΰ χριστιανικού ψυχισμοΰ, Βλ. «Σκαλαθύρματα», Αθήναι 1986, σελ. 164-5). Ένφ Ομως ό μουσικός παιδευτικός κανών άναγεννάται μέσα στήν διαπλά τυνση τής μουσικής εμπειρίας της ανθρωπότητας πού επέρχεται διά τών μεσογειακών διεργασιών τήςΆναγγενήσεως (διά τής Βενετίας καί "Ιταλίας κατ • αρχήν καί διά τής Αύστροουγγρικής Μοναρχίας μέσω τοΰ γονίμου 245
γερμανικού" εδάφους έν συνεχεία), άναγεννώσης έν ταυτφ καί τήν εκκλη σιαστική μουσική τοΰ υπολοίπου χριστιανικοΰ κόσμου (τών Ρώσσιον προ φανώς καί τών άλλων χριστιανικών λαών ουδόλως νομιζόντων δτι ή ανα γέννηση τής εκκλησιαστικής μουσικής συνιστφ αναγκαστικά καί απώλεια τής παράδοσης, αυτής ούσης αίωνίως στους αγιορείτικους «τροχούς» τοΰ «άναξ νεανές νανά άγια»!..,), ή έλλειψη εσωτερικής δύναμης της ελληνικής ορθοδοξίας καί ή μορφωτική καθίζηση τών επομένων αίωνων συνεπάγεται και μίαν πτώχευση τής εκκλησιαστικής μουσικής πρός τόν κοσμικόν αμα νέ. Διότι ή τήρηση τοΰ άποστολικοΰ «έν καρδία» ώς διοικητικής αρχής σέ ένα μορφωτικά καθιζημένο κοινό, προϋποθέτει και την απλούστευση τής μουσικής, προκειμένου αυτό νά συλλαβή κανένα λόγο άπ' τόν ψαλμό καί νά... «οϊκοδομηθή». Στά πλαίσια τοΰ νέου κράτους δέν υπήρξαν προφανώς οί προϋποθέσεις βελτιώσεως τών πραγμάτων, διότι υπήρχαν ουσιωδέστερες καταστάσεις νά αντιμετωπισθούν, δηλαδή ή διοικητική κατοχύρωση τής πνευματικής εξουσίας. Αυτό, δπως έγράψαμε άλλου, δέν ήταν εΰκολο. Ή έμμονη συνεπώς πρός τόν πτωχευμένον μουσικό θρησκευτικό τύπο καί τόν φαναριωτικό τονισμό τών χαράκτη ριστικών τοΰ κράτους καθίσταται θε σμός. Καί ή τάση αυτή, πού τόσο έκριναν πνευματικοί άνθρωποι τοΰ πε ρασμένου αίώνα καί ιδιαιτέρως ό Ροίδης, επόμενο ήταν νά ένταθή μέ τήν ένωση τών Έπτανήσων. Μέ τούς βαλκανικούς πολέμους καί ίδιαίτερα μέ τήν επικράτηση τοΰ λαϊκίστικου στοιχείου μετά τήν μικρασιατική κατα στροφή ή εκκλησιαστική λειτουργία μεταβάλλεται σέ δικτατορικόν φολ κλόρ. Στό σημείο τούτο πρέπει νά ποΰμε, ότι μέ τήν έλευση τών μικρασιατών προέκυψαν τόσες διαφορές — πράγμα πού αποδεικνύει πλήρως αυτό πού προηγουμένως είπαμε: δτι ή ίστορική δράση τού μεσογειακού όργα νισμοΰ επιβάλλει τήν πλήρην αυτοτέλεια στά διάφορα τμήματα τοΰ έλλη νισμοΰ διϊστορικά ~-, ώστε νά μήν είναι δυνατόν νά τελεσθή λειτουργία στις εκκλησίες. Όντως, ένα χρόνο μετά, τφ 1923, ή Εκκλησία διασπάται και τό πρόβλημα λύνεται καί πάλι... «διοικητικά»: οί «παλαιοημερολογί τες» τίθενται ύπό διωγμό, πού διαρκεί ώς τά σήμερα! Ή μορφή έτσι τής «ομοιογενούς» Εκκλησίας—αυτής δηλ. πού έπρεπε νά άποτελή τόν φορέα τοΰ Κράτους, γιά νά τό έχη προϋπόθεση τής υπάρξεως της (βλ. καί Α-Μ. Wittig: «Die orthodoxe Kirche in Griechenland», WUrzburg 1987) διετηρήθη μέν, τό τυπικό τής λειτουργίας δμως, μέ τήν πρόφαση πλέον τοΰ ενισχυ μένου βυζαντινισμοΰ, δηλαδή ότι έτσι τά άκουγε ό... αυτοκράτωρ μέ τούς ευνούχους τοΰ χαρεμιοΰ, έγινε οριστικά αμανές καί τύπος (Τά σχετικά μέ τά χαρέμια καί τά έργα τών αυτοκρατειρών βρίσκει κανείς μέ γλαφυρότητα στήν γνωστή ίστορία τοΰ Σλουμπερζέ. Οί ευνούχοι έπαιζαν στό Βυζάντιο τόν ΰπατον διοικητικό ρόλο μετά τόν αυτοκράτορα, ώστε διάφορες οίκο246
γένειες πατρικίων νά ευνουχίζουν έκ γενετής τά παιδιά τους γιά νά προω θηθούν στά ανώτερα αξιώματα. Διάσημοι στρατηγοί δπως ό Νικηφόρος Ουρανός, ό Ναρσής, ό Νικηφόρος Λογοθέτης, ό μέγας δρουγγάριος (ναύαρχος) Στέφανος καί πολλοί πατριάρχες ήσαν ευνούχοι). Έτσι βέβαια κοπήκαμε κατά τί περισσότερο άπ * τά Βαλκάνια, μέ τόν καιρό δέ θά έκοβόμαστε καί μουσικά, δεδομένου δτι ή μουσική αγωγή τών νέων πληθυσμών συνέπιπτε πολύ μέ τήν ήδη άνατολικοποιηθεΐσα εκκλη σιαστική ρινωδΐα. Σ' αυτήν τά μπουζούκια θά εΰρισκαν έναν σπουδαΐον ήχοαισθητικόν σύμμαχον καί θά επέβαλαν τούς τραγουδιστές ώς κοσμι κούς ψάλτες, έτσι ώστε ή Ελλάδα, καίτοι χώρα βαλκανική, νά παρουσιά ζεται ένα ξεκομμένο πράγμα. Διατρέχοντας κανείς ραδιοφωνικώς τά Βαλ κάνια, διακρίνει τήν κατά περιεχόμενο συνέχεια τής ευρωπαϊκής μουσικής πρός Νότον. Ευθύς ώς περάση τά ελληνικά σύνορα, δλα ξαφνικά κόβονται καί είναι σάν νά βρίσκεται σέ χώρα τής Μέσης Ανατολής. Ή «έλληνικότης» συνεπώς τής λαϊκής μουσικής συνίσταται στό δτι αποτελεί τήν «ενόργανη» προέκταση τής άνατολικοποιηθεΐσης εκκλησιαστικής ρινωδΐας. Γι αυτό και δέν διακρίνονται «αποχρώσεις» κατά περιοχές στό λαϊκό τραγούδι, δπως στίς λαϊκές μουσικές δλων τών χωρών (π.χ. «χαρα κτήρας» δπως στήν δημοτική μουσική. Βλ. άναλυτικώτερα τήν Εισαγωγή στήν β' έκδ. τοΰ βιβλίου μας «Ανάλυση τής νεοελ. αστικής ιδεολογίας»), "Ολα τά λαϊκά είναι τά ίδια — μορφολογικώς καί κατά περιεχόμενο: μό νιμη χρήση τοΰ πρώτου προσώπου (έγώ, έσύ, εμείς), ό άλλος ώς υποκει μενικό συναίσθημα τοΰ έγώ (αγάπη μου, λατρεία μου), μόνιμη αναγωγή τών «θλίψεων» σέ κάποιον φταίχτη (παληοντουνιά, παληοζωή) — άρα ουδεμία παιδαγωγική δράση! — καί απόλυτη ταύτιση τοϋ υποκειμένου μέ τό ίστορούμενον πάθος. Τό «λαϊκό» δηλαδή δέν έχει καμμιά αισθητική βάση, άλλά τά χυδαία αίσθήματα τοΰ πεζοδρομίου πού επιβάλλει μιά δεδομένη κατά σταση ζωής. Τούς «πόνους» καί τούς «καημούς», πού σέ καμμιά τέχνη δέν μεταποιεί (ουδεμία τών παθών «κάθαρσις»!) άλλά απλώς αναπαράγει σάν μόνιμο υλικό του. Μέ τήν μουσική μας εξέλιξη δηλαδή έφθάσαμε στό αντίθετο «τέλος» της αρχαιοελληνικής μουσικής αγωγής καί τών αποστο λικών παραγγελιών, ακριβώς γιά νά «διαφυλαχθή» με τήν... διοίκηση τό «έν καρδία» τών Γραφών. Καί μπορεί ένα μπουζούκι νά παίξη τόν εθνικό ύμνο; Τότε τί κράτος είμαστε, δταν τό εθνικό όργανο δέν μπορή νά παίξη τόν εθνικό ύμνο; 1
"Εχομε συνεπώς 4 μουσικές φυσιογνωμίες στήν Ελλάδα: μία τών Έπτα νήσων, μία τής δυτικής ηπειρωτικής Ελλάδος, μία τοΰ Αίγαίου καί τής Θράκης καί μία τής μπουζουκορινωδίας. "Ολες μέ τόν ένα τρόπο ή τόν 247
άλλον είναι ελληνικές ή ελληνικών απαρχών, άλλά καμμία δέν μοιάζει μέ τήν άλλη. Καί δεδομένου δτι ακούγεται μόνο ή μία, έπεται δτι καμμιά μουσική παιδεία δέν υπάρχει έν Ελλάδι γιά τήν κατοχύρωση της «αξιο πρέπειας τοϋ άνθρωπου», πού αναγκασθήκαμε νά άντιγράψωμε γιά τά... ΜΟΠ. Ότι βέβαια ή δπως-δπως ύπαρξη τραγουδιών δέν σημαίνει μουσική (καί μουσικώς συγκρινόμενα τά μπουζούκια μας μέ τήν κλασσική τουρκική δείχνουν τήν ποιότητα τους, ένφ αντίθετα ή δημοτική μουσική είναι γνω στό πώς παρουσιάζει μέγα ενδιαφέρον γιά τήν μελέτη της εξέλιξης τής ανατολικής μουσικής) είναι προφανές. Διότι στήν τέχνη γενικά δέν έχει σημασία ό φορμαλισμός (ένα Παρθενώνα π.χ. μποροΰμε νά φκιάξωμε), άλλά τά περιεχόμενα πού επιβιώνουν μ' αυτήν. Μόνο τό αίσθημα τής μουσικής είναι εγγενές σέ ανθρώπους καί ζώα καί παράγεται αυτομάτως. Όταν οί άνθρωποι δουλεύουν πολλοί μαζί (στίς ναυτικές ιδία δουλειές, π.χ. τράτα) γεννιέται αυτομάτως ή διάθεση γιά τραγούδι, γιά νά αμβλύνεται ή κούραση άπό τήν μονοτονία τής δουλειάς. Στά τραγούδια τής γερμανικής υπαίθρου, υπάρχουν αντιστοιχίες μέχρι καί γιά τις λεπτομέρειες τών αγρο τικών εργασιών. Επίσης, άπό πείρα ό άνθρωπος ξέρει, δπ και τά ζώα δταν δουλεύουν έχουν ανάγκη μουσικής καί γι* αυτό τούς κρεμάει κουδούνια, ένφ άλλα, δπως τά πρόβατα (τά όποΐα «έργάζονταυ> γιά τόν βοσκό μέ τό νά τρώνε! — μόνο έτσι θά βγάλουν καλύτερα προϊόντα), ό ρυθμικός ήχος τοΰ κουδουνιού ή ή φλογέρα (αρχαίος αυλός) τά αποκοιμίζει καί τρώνε άσυναισθήτως, δπως ακριβώς καί μέ τό νανούρισμα τής μητέρας τό μωρό. Οί έχοντες κάποιον εξοικείωση με ζώα, θά γνωρίζουν ασφαλώς, ότι δταν τό άλογο έκτελή μιάν δύσκολη δουλειά, π.χ. ένα βαρύ φόρτωμα σέ ανή φορο, τότε φροντίζει νά βρή έναν ρυθμικό ήχο τοϋ κουδουνιού, πρός τόν όποιον συντονίζει δλες τίς σωματικές κινήσεις. Τό ίδιο καί τά βώδια, στά όποΐα τό κουδούνι είναι ακριβώς βαρύ και άργό δπως οί κινήσεις των, γιά νά μποροΰν νά συντονισθούν. Δέν είναι λοιπόν ό ήχος πού κάνει τήν μουσική, οΰτε καί τά περιεχόμενα πού αυτή «έκφράζευ>. Είναι τά περιεχόμενα πού κερδίζονται μ* αυτήν τό γεγονός πού τήν σημασιολογεΐ. Μποροΰμε νά ποΰμε δπ κερδίζονται κά ποια περιεχόμενα ή κερδίθηκαν στό παρελθόν μέ τήν δική μας λαϊκή μου σική; Δυστυχώς δέν μποροΰμε νά τό Ισχυριστούμε, διότι ή μουσική μας ώς τέχνη κοινωνικού περιεχομένου δέν διαφορΐζεται άπό τήν λογοτεχνία μας, δπως θά ίδοΰμε πιό κάτω, πού είναι υποχρεωμένη μόνο νά «καταγραφή» καί νά «καταγγέλη», χωρίς δμως νά μπορή νά προσέγγιση κανένα περιεχόμενο. Γενικά ό πολιτιστικός τύπος δέν συνιστφ αναγκαία καί πολιτιστική συ248
νείδηση. 'Έχει συνείδηση αυτός πού χορεύει σήμερα τόν «χορό τής κοι λιάς», τών «τελών» πού ζητούσε ό αρχαίος συνάδελφος του μέ τήν όρχηστρική; Ό «χορός τής κοιλιάς» έχει φανερές τελετουργικές χειρονομίες θρησκευτικής καταγωγής. Και τό αυτό συμβαίνει μέ τόν νεκρόν τύπο σέ δλην τήν πολιτιστική κλίμακα. Πολιτιστικοί θεματοφύλακες μεγάλων ((κληρονομιών» είναι σχεδόν οί πάντες πέριξ τής Μεσογείου, σημασία δ μως έχει πόσο υπάρχει ή βίωση τής κληρονομιάς, πού προϋποθέτει πάντα ένα παρόν γιά νά ύπαρξη. Οΐ Κόπτες τής Αιγύπτου λ.χ., δπως καί οί άλλες θρησκευτικές μειονότητες τής Μέσης Ανατολής, είναι θεματοφύλακες τε ραστίων πολιτιστικών παραδόσεων. Αυτές δμως τίς κρατάνε ώς τύπο γιά λόγους «εθνικής» αυτοσυντήρησης. Ουσιαστικά γιά τήν «ταυτότητα» τους έμαθαν άπό τίς μελέτες τών 'Αγγλογάλλων τόν περασμένο αίώνα στήν Αίγυπτο... Τό πρόβλημα είναι και δικό μας. Οί γνώσεις μας περί αρχαίας Ελλάδος καί Βυζαντίου προέκυψαν άπό τήν ασχολία τών ευρωπαίων μ' αυτά τά πράγματα. Άρα δέν τίθεται μόνο θέμα ώς πρός τήν σχέση μας μέ τήν αρχαία Ελλάδα, άλλά καί μέ τό Βυζάντιο. Ό άκούων σήμερα τήν λειτουργία στήν Εκκλησία, ακολουθεί τά ίδια παιδευτικά τέλη μέ τούς βυζαντινούς; Στόν τύπο υπάρχει ούσΐα, όταν αυτός συνειδητά εξελίσσεται καί έπανακτα τό παρελθόν. Γιατί μόνο τά νέα συνειδησιακά περιεχόμενα, τά αντιστοιχούντα στήν τρέχουσα ζωή, συντηροΰν τό παρελθόν. Αυτό δέν συμβαίνει μόνο μέ τό παράδειγμα τής Ευρώπης, όπου μέ τά νέα συνειδη σιακά περιεχόμενα κατακτάται ή προβληματική τής αρχαίας ελληνικής παιδείας, άλλά και μέ τόν ίδιον τόν Χριστιανισμό, ό όποιος έδωσε νέα περιεχόμενα στήν πνευματικότητα τοΰ αρχαίου Οντολογικού στοχασμού (άλλα πράγματα τά παραμέλησε σάν κοινωνική φιλοσοφία πού ήταν ό ίδιος καί πού στό Βυζάντιο τουλάχιστον δέν άλλαξε ποτέ) καί έτσι τήν συντή ρησε. Τό ίδιο συνέβηκε καί μέ πολλά πράγματα τού τυπικού τής λειτουρ γίας, πού κρατούν άπό τήν αρχαιότητα, όπως τό ράντισμα, ό αγιασμός τοΰ ύδατος (δπου άντί γιά τόν δαυλό άπό τήν θυσία πού έσβυναν μέσα οί αρχαίοι, ό Χριστιανισμός βυθίζει τήν πνευματική συμβολικότητα τοΰ σταυρού), κοπή τών μαλλιών κατά τήν βάφτιση, θυμίαμα (κατάλοιπο τής χρήσεως ναρκωτικών πού έκαναν οί αρχαίοι στις ιεροτελεστίες των) κ.ά. "Ολη ή ιεροτελεστία είναι ή πνευματικοποίηση τοΰ συμβολισμού τής αρ χαίας θυσίας, ή όποια σάν τέτοια είναι αρχαιότατο καί βαθύτατα ριζωμένο έθιμο στήν συλλογική ψυχικότητα τής ανθρωπότητας. Ό άνθρωπος στήν άρχή δέν είχε τήν πνευματική διαφορά ζωϊκοΰ καί ανθρωπίνου κόσμου καί άνθρωποποιοϋσε τά ζώα, πράγμα πού βρίσκεται ακόμα στόν κόσμο τών πρωτογόνων (totem) καί στόν κόσμο τών παιδιών (βλ. Β. Bavink: «Ergebnisse und Probleme der Naturwissenschaften», 9η έκδ., Zurich 1949, σελ. 559 249
κ.έ.). Αποδίδοντας τήν δική του ψυχικότητα στά ζώα (σ' αυτό βρίσκεται καί ή Ιδέα τής μετεμψύχωσης) έβλεπε στήν θυσία τόν εξαγνισμό τών δικών του ψυχικών παθών. "Η Αγία Τράπεζα είναι ό αρχαίος βωμός, κατάλοιπον δέ τών αρχαίων Ιεροτελεστιών είναι ό αναγεννητικός συμβολισμός τής φωτιάς πού διατηρεί ή καθολική Εκκλησία πρίν άπό τήν λειτουργία τής Αναστάσεως τοϋ Πάσχα, πράγμα πού έμεΐς δέν έχομε (αυτό δείχνει τήν ισχυρή ίστορική διατήρηση τών αρχαίων πολιτιστικών στοιχείων άπό τήν δυτική Εκκλησία, δπως αναφέραμε καί μέ τήν περίπτωση τής μουσικής). Τά νοήματα συνεπώς τών αρχαίων πολιτισμών προσεγγίζονται διά τών μεταξύ κατακτηθεισών Ιστορικών εμπειριών, ειδικά δέ τά τής αρχαίας έλλ. φιλοσοφίας μέσω τών νεωτέρων συνειδησιακών περιεχομένων τών κινημά των τής Αναγεννήσεως καί τοΰ Ούμανισμοΰ. Συνεπώς ή σχέση μας μέ τό «παρελθόν» δέν προκύπτει αυτομάτως άπό τούς «τύπους» (ή γλώσσα βέβαια είναι ένας σοβαρός παράγοντας, πού μόνη δέν αρκεί άλλά υπό διαφορετικές συνθήκες μπορεί νά άποβή σπουδαίος ερμηνευτικός συντελεστής τών αρχαίων νοημάτων), διότι μάς λείπουν τά νεώτερα συνειδησιακά περιεχόμενα έπ' αύτοΰ. Καί τοΰτο έχει άμεση σχέ ση μέ τήν τρέχουσα φιλοσοφία τών πολιτικών μας προγραμμάτων, διότι τό δικό μας θρησκευτικό φολκλόρ δέν έχει τόσην άμεση σχέση μέ τήν ορ θοδοξία τών υπολοίπων βαλκανικών λαών, δπως ύποθέτομε (καί μάλιστα τόσο ζηλότυπα ώς... «ανόθευτου)!). Ή ορθοδοξία τών Βαλκανίων απέκτησε ώς ίστορική εμπειρία μιάν άλλη πνευματικότητα, στήν οποίαν οφείλεται καί ή μεγάλη της λογοτεχνική παραγωγή. Ό Σλαβισμός, πού αποτελεί τό κύριο μέρος τής ανατολικής Εκκλησίας, έλαβε διά τοΰ κινήματος τοΰ Ρωμαντισμοΰ νέα ιστορικά περιεχόμενα, ολοσχερώς άγνωστα στόν νεοελληνισμό, άπό τά όποια καί ήντλησε ή Όρθοδοξΐα ώς ίστορικό σώμα τήν δυνατότητα τών νεωτέρων διαμορφώσεων της ώς πρός τόν δυτικόν Χρι στιανισμό (Βλ. Ε. Benr «Die Ostkirchc» etc., στήν σειρά Orbis Academicus, Band III/I, Mtinchen 1952, σελ. 388). "Οσο τώρα γιά τό άν κέρδισε ή έχασε ή βυζαντινή ψαλμωδία μέ τήν πολυφωνία τής ρωσσικής εκκλησίας, άρκεΐ νά άκούση κανείς κάποιο κοντσέρτο βυζαντινής μουσικής άπό κάποια ρωσσική χορωδία. Θά ήταν γενικώτερα σκόπιμο, τώρα μέ τήν Ιδιωτική τηλεόραση, νά προβοΰμε σέ γενικώτερες εκκλησιαστικές μουσικές συγκρί σεις, τόσο άπό ύμνους καί τροπάρια τής χορωδίας τών καλογήρων τοΰ Ζαγκόρσκ π.χ., δσο καί άπό τίς λειτουργίες άλλων βαλκανικών χωρών, ή ακόμη καί άπό τό ακραιφνώς ορθόδοξο τυπικό τών Ουνιτών τής Ουκρα νίας, ώστε νά κατατοπισθοϋμε καλύτερα περί τών... Ιστορικών μας «δυνα τοτήτων» πέραν τής πολυλογίας τών μπαλκονιών. Τό νά άνακαλύψωμε ποΰ διαφέρομε σέ αυτά πού νομίζομε πώς μοιάζομε είναι μιά πολύ προχωρη250
μένη καί χρήσιμη γνώση. Δυστυχώς, μάλλον κανέναν ρόλο δέν μποροΰμε νά παΐξωμε στά Βαλκάνια δπως είμαστε, διότι δέν φκιασθήκαμε ιστορικά γιά κάτι τέτοιο. Γιά τό μόνο πού μποροΰμε νά καυχηθούμε είναι δτι θελή σαμε (μέχρι προσφάτως) νά μεταβάλλωμε τό Πατριαρχείο άπό υπερεθνικό θεσμό (μέ τόν μικρό συμβολικό του σήμερα ρόλο) σέ λεπτομέρεια τών «εθνικών αναγκών» μας καί ότι καί μιάν άλλη υπερεθνική λειτουργία ατο νήσαμε, τό "Αγιον "Ορος. Τό όποιον πιστέψαμε ότι μπορούσε νά συντηρηθή πρακτικά άπό ένα μικρό καί προβληματικό κράτος δπως ή Ελλάδα (βλ. και Ε. Feigl: «Athos, VorhOlle zum Paradies», Wien 1982). Ποιος είναι ό ρόλος πού γνωρίζει ό άλλος κόσμος γιά τήν Εκκλησία τής Ελλάδος ώς κρατικού θεσμού, τό είδαμε άπό τά λόγια τοϋ αμερικανού δημοσιογράφου πού αναφέραμε. 'Αλλά ποιό κράτος μπορεί νά συνυπολογίση στήν πολιτική του γιά δ,τιδήποτε τόν παράγοντα 'Ελλάδα, δταν γνωρίζη δτι ή πολιτική στό κράτος αυτό εξαρτάται άπό έξωπολιτικούς κοινω νικούς παράγοντες καί μάλιστα άκρως πολιτικά επικίνδυνους; Πώς τάχα έξηφανΐσθη ό κ. Τρίτσης άπό τήν πολιτική σκηνή; Είναι άραγε όλως αμέτοχοι οί μηχανισμοί της Εκκλησίας σ' αυτό; Ποιά εΐναι ή ελευθερία τοϋ πολιτικοΰ στόν τόπο μας — καί άρα ή πολιτική του αξιοπιστία πρός τούς πολιτικούς άλλων χωρών™, δταν ή πολιτική του υπόσταση πηγάζει άπό έξωπολιτικά κοινωνικά ιδεολογήματα; Θά ήταν λάθος άν πιστεύαμε δτι οί άλλοι μπορούν νά πεισθούν στις πολιτικές μας εξαγγελίες, χωρίς νά λαβαίνουν ύπ' όψη τους τά άλλα πράγματα πού χαρακτηρίζουν τήν κοι νωνική μας υπόσταση. Ύποθέτομε δτι τά δρια τής Ελλάδος ώς έθνοθρησκευτικοΰ κράτους έχουν πρό πολλοΰ έξαντληθή. Μέ τήν έμμονη στους εξωτερικούς τύπους αποκλείεται νά πείσωμε κανέναν — δχι μόνο ώς πρός τήν σχέση μας μέ τήν αρχαία 'Ελλάδα, άλλά καί πρός τό ίδιο τό Βυζάντιο — γιά τόν απλούστατο λόγο, δτι συνείδηση τοΰ παρελθόντος και μετοχή σ' αυτό προϋποθέτει συνείδηση τών έν τφ μεταξύ ίστορικώς κατακτηθει σών κατανοήσεων, τήν οποίαν έμεΐς δέν έχομε, Η βαρύνουσα σημασία τής εκκλησιαστικής μουσικής μας αγωγής γιά τήν δλη μουσική μας υπόσταση είναι προφανής, διότι ή μουσική είναι άμεσα δεμένη μέ τήν διαμόρφωση τών αρχεγόνων εκείνων αίσΟημάτων πού θεραπεύουν οί θρησκευτικές ανάγκες. Θά ήταν δμως λάθος άν υπέθετε κανείς, δτι ή δράση τής Εκκλησίας δέν επεκτείνεται και σέ άλλους χώρους τής τέχνης, δπως ή λογοτεχνία. Μόνο πού αυτή, επειδή είναι νοητικώτερης πνευματικής υφής, επιβάλλει άλλου είδους τακτικές, δπως π.χ. τούς αφο ρισμούς! Οί αφορισμοί τοϋ Ροίδη, τοΰ Λασκαράτου και τοΰ Καζαντζάκη παληότερα — δλως «κατά τύχην» κορυφαίων φυσιογνωμιών τών Γραμμά των μας — είναι χαρακτηριστικοί. Σκοπός, δηλαδή, αυτοί νά έξοβελισθοΰν 4
251
μέ άλλα ψυχολογικά μέσα άπό την γενική κοινωνική συνείδηση, ώστε νά μήν δράσουν καί άρα νά μήν αναγεννηθούν στόν ίδιο χώρο. Ούτως καί έγένετο. Ευτυχώς δμως — καί τούτο είναι τό μέγα κέρδος τών πραγμάτων — βάσει αυτών τών αποτελεσμάτων μπορούμε σήμερα νά κρίνωμε καί κατά πόσον ή Ελλάδα πληροί τις προϋποθέσεις ενός συνταγματικώς πολιτικοΰ κράτους. Καί πάλι ό παράγων χρόνος ενήργησε εναντίον μας, διότι τά διαπιστευτήρια τους οί διάφορες χώρες πρός τούς άλλους δέν τά δίνουν μέ τίς «ερμηνείες τοΰ δικαίου» των, άλλά μέ άλλα πράγματα αντικειμενικότε ρων μετρήσεων, δπως ή μουσική, ό γραπτός λόγος καί ή πνευματική πα ραγωγή γενικώτερα. Αυτές είναι οί μείζονες αποδείξεις τών συνταγματικών θεωρημάτων σήμερα, διότι αυτή ή αναθεματισμένη έννοια περί «αξιοπρέ πειας τοΰ άνθρωπου» μέ τέτοια πράγματα μετράται και δχι μέ «ερμηνείες» και «υπουργικές αποφάσεις». Συμβαίνει δέ αυτό γιατί δέν είναι ή ίδια νο μική έννοια, ήγουν θέμα «όρισμοΰ», άλλά πολιτιστική. Καί σάν τέτοια τείνει νά γίνη ό φορέας τών συγχρόνων διεθνών σχέσεων καί νά άποτελέση βάση μιδς γενικώτερης συνεννόησης στόν σύγχρονο κόσμο. Μποροΰμε δμως στήν' Ελλάδα νά μιλήσωμε καθόλου περί λογοτεχνίας; Τό δύσκολο ερώτημα «Τί είναι λογοτεχνία», είμαστε υποχρεωμένοι στήν θέση τούτη νά τό παρακάμψωμε, Άν ωστόσο έθέλαμε θεωρήσει δεδομένον έναν δρισμό τοϋ W. Benjamin: «Ένα έργο πού δείχνει τήν σωστή κατεύθυνση διαθέτει επίσης αναγκαστικά καί κάθε άλλη ποιότητα» («Versuche iiber Brecht» (Der Autor als Produzent), 1966, σελ. 95 κ.έ.), τά συμπεράσματα πού θά καταλήγαμε γιά τήν «νεοελληνική λογοτεχνία» θά ήσαν πολύ απαισιό δοξα, Ποιάν κατεύθυνση νά δείξη ένα λογοτεχνικό έργο μέσα στό νεοελ ληνικό κοινωνικό κομφούζιο; Χωρίς Ιστορικό συνειδέναι (πράγμα πού φαί νεται άπό τήν νεοελληνική ιστορική έρευνα) ποιάν κατεύθυνση μπορεί νά δείξη ό λογοτέχνης; Μέσα σέ μιά κοινωνία συνεχοΰς ίστορικής διασπά σεως (δπως έδημιουργήθη ίστορικά), μπορεί ό λογοτέχνης νά ανασύνθεση κάποιαν πραγματικότητα; Συνεπώς ή βαθύτερη ούσιά τής «λογοτεχνίας» μας κατ* ανάγκην μορφολογικά συνίσταται στό Reportage. Στήν αποσπα σματική δηλαδή «οπτική» μιάς μερικής συνείδησης — αυτής τοϋ συγγρα φέα —, πού αναγκαστικά θά δώση τό μέρος μιας διασπασμένης πραγματικότητος. Γιά νά δώση κάποιο «δλον» πρέπει νά άναχθή στους «εθνικούς» ιδεολογικούς μύθους, άφοϋ άλλη βάση δέν υπάρχει, όποτε δέν είναι πιά λογοτεχνία. Πρόκειται συνεπώς περί μιας συνεχοΰς «οπτικής», χωρίς κο ψίματα (αότά πού επιτρέπουν στόν συγγραφέα νά βάλη τις ίδέες του, προ κειμένου νά ανασύνθεση τήν «σωστή κατεύθυνση» ή τήν ΰποιαν άλλη πραγματικότητα ώς οντότητα τέχνης). «Φωτογραφίες» λοιπόν χωρίς «κα252
τεύθυνση» είναι δυνατόν νά συστήσουν τήν ποιότητα της λογοτεχνικής μας παραγωγής, διότι λογοτεχνία χωρίς Ιστορικό συνειδέναι — αυτό πού μο νίμως λείπει άπό τά κοινωνικά δεδομένα τοϋ νεοελληνικού χώρου — είναι κατ' ανάγκην περιγραφή. Οΰτε κάν ηθογραφία δέν μπορεί νά είναι σέ μιά κοινωνία διεσπασμένων ηθών. Ή «νατουραλιστική» αυτή κατάσταση τής «λογοτεχνίας» μας καταλήγει έπί τών ήμερων μας σέ καθαρά Reportages τύπου «Ζ», έργα τής «καταγραφής» και τής «καταγγελίας», δπου κανένας πληροφορείται κάτι περισσότερα άπ' δ,τι θά μάθαινε διαβάζοντας μιάν εφημερίδα και οπωσδήποτε λιγώτερα άπ' δ,τι μελετώντας μιάν περί Ελ λάδος ξενόγλωσση διατριβή... Καίτοι δέν μπορούμε νά προβοΰμε έδώ σέ αναλύσεις, τυχαία ερμηνευτικά παραδείγματα άρκοΰν: σέ γνωστό λογοτε χνικό έργο τών ήμερων μας, ένα τρυφερό παιδί πηγαίνει στό πρώτο του ραντεβού μέ τό ποδήλατο κρατώντας ένα γαρύφαλλο, τήν ίδια στιγμή δμως ένα φορτηγό τό πολτοποιεΐ. Λοιπόν; Πρέπει άραγε νά καταργήσωμε τά φορτηγά; Μήπως τά ποδήλατα; Πρέπει νά σταματήσουν νά πηγαίνουν οί άνθρωποι ραντεβού; Πρός ποιάν κατεύθυνση «ζητείται ή έλπίς» καί ποΰ βρίσκεται τό «έπέκεινα» τού περιστατικού; Σέ ένα σύγχρονο παληότερο λογοτέχνημα, ένας νεαρός βοσκός στήν Σαλαμίνα, βοσκώντας τά πρόβατα του συζητεί μέ έναν γέρο (πατέρα του, άν δέν μάς άπατ$ ή μνήμη) γιά τήν φύση τοΰ πολέμου. Και ή «εξήγηση» τοΰ γέρου είναι, δτι ό πόλεμος μοιάζει μέ νεροποντή! Φυσικό δηλαδή γεγονός είναι ό πόλεμος. "Οχι κοινωνικό, τοϋ οποίου οΐ άνθρωποι οφείλουν νά βρουν τά αίτια γιά νά τόν αποφύγουν. Νά άναρωτηθή κανείς μετά άπ* αυτό, άν έχη κάν νόημα ή πολιτική, είναι προφανώς ερώτημα μάταιο. Οΰτε καί περί τοΰ ρόλου τοΰ κοινοβουλίου μπορεί προφανώς νά σκεφθή κανείς, διότι ήδη ή διάσταση μεταξύ φυσικών καί κοινωνικών φαινομένων είναι νοητικώς δεδομένη, Και σέ κοινωνίες υποανάπτυκτες πού δέν έχουν επιστήμη γιά νά θέσουν τούς φυσικούς νό μους στήν υπηρεσία τής κοινωνίας, ή διάσταση ίδεολογικώς παραμένει εϊς τό διηνεκές αγεφύρωτη. Καί έτσι αντανακλάται καί στήν λογοτεχνία. «Λογοτεχνικώς» τό αεροπλάνο πού πετάει δέν μπορεί παρά νά είναι «πουλύ>... Ό προβληματισμός δέν μπορεί νά πάη παραπέρα, διότι δέν πάνε τά πράγ ματα κοινωνικώς. Ωστόσο έχομε «λογοτεχνία». Και έχομε καί «ιστορίες τής λογοτεχνίας», καί έχομε και «λογοτεχνική κριτική». Τΐ άραγε είναι αυτό πού λέμε «λογοτεχνία»; «Λογοτεχνία» σήμερα γιά τίς υποανάπτυκτες κοινωνίες είναι απλώς ένας «δείκτης ύπαναπτύξεως» καί ακριβώς ώς τέτοιος μελετάται. Στήν κατηγο ρία αυτή υπάγεται καί ή δική μας λογοτεχνία. Συμβαίνει αυτό, διότι άπό κοινωνιολογικές μελέτες καί αναλύσεις έγινε γνωστό, δτι ένα μόνιμο χα ρακτηριστικό τής πολιτικής ύποαναπτύξεως πολλών χωρών τοϋ τρίτου 253
κόσμου είναι ή μετατροπή τοΰ πολιτικοΰ προβληματισμού σέ «λογοτε χνία)). Επειδή στίς κοινωνίες αυτές λείπει ή επιστημονική σκέψη, ώς μό νος τρόπος «εκφράσεως» μένει ή λογοτεχνική περιγραφή. Άπό τήν οποίαν μποροΰν νά προκύψουν καί μέτρα κοινωνιολογικής μελέτης. Στίς λογοτε χνίες αυτές, βασικά νοήματα τής πολιτικής θεωρίας γίνονται θέματα «πε ριγραφών» καί «διάλογοι» μυθιστορημάτων. Ή ήλεγμένη επιστημονική γνώση — πού προϋποθέτει μιά δυναμική διαρκοΰς εξελίξεως καί πού ΰφέρπει στίς λογοτεχνίες τών ανεπτυγμένων χωρών —, γίνεται αμετακίνητο θέμα «απόψεων» καί «πίστεων)) τοΰ μυθιστοριογράφου, μεταφυσικό πλαίσιο δημιουργίας αίσθημάτων μέσα στίς «συλλογικές» λαϊκές απαιτήσεις τής ΰποαναπτύξεως. Εκτονώσεις δηλαδή πού δέν όδηγοΰν σέ καμμιά πολιτική συνείδηση. Αυτά τά πράγματα ακριβώς ή επιστήμη τής λογοτεχνίας (Litereturwissenschaft) καί ή κριτική μελετούν, κατά τόν ίδιον τρόπο πού μελετούν άλλα φαινόμενα στίς κοινωνικώς λειτουργούσες λογοτεχνίες. Μέσα στήν μονίμως θολή «εθνική συνείδηση» δημιουργούνται έτσι διά τής «λογοτεχνίας» βασικές «μεταβλητές», πού διά τής ψυχολογίας τών μαζών καί τών μέσων κοινωνικού έπηρεασμοΰ εύκολα τίθενται στήν υπηρεσία επιθυμητών πολιτικών διαχειρήσεων. Ή φιλμοποΐηση τοΰ «Ζ» π.χ. σ' εμάς έκαλλιέργησε τόν μΰθο τής «αντίστασης» και οίκονόμησε τά πράγματα διά «συμβόλων» έως και τών ήμερων μας. Έν τφ μεταξύ, επειδή ή Ελλάδα βρίσκεται καί πάλι σέ... «κρίση», είναι προφανώς μάταιο νά αναζήτηση κανείς κριτήρια κοινωνικής προαγωγής τών πραγμάτων διά τής «αντιστα σιακής λογοτεχνίας», ήγουν λογοτεχνικής αποτιμήσεως. Πρόκειται περί... «καταγραφών». Βεβαίως ή λογοτεχνία τών υπανάπτυκτων είναι ανάλογος τοΰ βαθμοΰ ύπαναπτύξεως καί υπάρχουν λογοτεχνίες «ύπό ανάπτυξη» (καί όχι ακριβώς «υπανάπτυκτων») χωρών, όπου οί αισθητικές πραγματώσεις των ύπήκουν στά κριτήρια τής λογοτεχνικής δημιουργίας καί ώς τέτοιες διαβάζονται διεθνώς. Χαρακτηριστική είναι ή περίπτωση τής λατινικής Αμερικής, ή οποία διαθέτει σήμερα μία άπό τίς άξιολογώτερες λογοτεχνίες τοΰ τρίτου κόσμου. Γενικά δμως στίς χώρες αυτές ηγεμονεύουν πολιτικές κλίκες καί δχι πολιτικές ελίτ, ένφ κατά κανόνα οί «εθνικές φυσιογνωμίες» είναι ποιη τές καί καλλιτέχνες. Αυτά είναι οιονεί «στάνταρτ» χαρακτηριστικά πολλών υποανάπτυκτων χωρών, δπου οί λογοτεχνίες αυτές αναπτύσσονται. Στίς λογοτεχνίες αυτές αντιμετωπίζονται θέματα πού γιά τούς άλλους είναι καί άλλως πώς γνωστά — άπό κοινωνική, πολιτική καί ίστορική μελέτη — καί έξ αύτοΰ ακριβώς άποκτοΰν τήν σημασία τους τά λογοτεχνικά έργα ώς «δίοδοι» επικοινωνίας. 'Ως γνωστόν, τό πρώτον χαρακτηριστικόν τής τέ χνης γενικά είναι δτι αύτη εκπονείται ώς «γλώσσα» επικοινωνίας. 254
Έχει δμως ή νεοελληνική λογοτεχνία ώς σύνολο θέματα επικοινωνίας; Γιά νά περιορισθούμε μόνο στήν πρόσφατη, μποροΰμε μέ λίγα λόγια νά τό άποκλεΐσωμε άπλά: αντικείμενο τής νεοελληνικής λογοτεχνίας άπό τούς βαλκανικούς πολέμους κι έδώ, ίδιαίτερα δέ άπό τό '22, γίνεται μονίμως ή «έλλαδικότητα». Μιά έννοια άγνωστη δηλαδή, πού κανέναν έκτος Ελλά δος δέν μπορεί νά ένδιαφέρη. Καί άν ύπάρχη κάποιο εϊδικώτερο ενδιαφέ ρον γι' αύτη, είναι ακριβώς ώς μέτρον μή μεταδοσιμότητος, δηλαδή ώς μή λογοτεχνία. Ειδικά στήν Ελλάδα, υπάρχει ένα ιδιάζον άλλά καί απολύτως αυτονόητο «λογοτεχνικό» χαρακτηριστικό: τό «έθνος»! Ένφ δηλαδή αυτό αποτελεί τήν πηγή κρατικής υποστάσεως άπό Επιδαύρου καί έντεϋθεν, ώς έννοια ουδέποτε απετέλεσε θέμα επιστημονικής επεξεργασίας. Μόνο μετά τούς βαλκανικούς πολέμους, λόγω τής ουσιώδους φυλετικής μεταβολής, θά άποτελέση διασκορπισμένα θέμα μερικών μονογραφιών ολίγων μόνον σε λίδων. Πέραν αυτών θά παραμείνη μόνιμο θέμα τής «λογοτεχνίας» — μεμιγμένο φυσικά μέ δλην τήν θολότητα τών είδώλων τοϋ μή ενιαίου «έθνικοϋ παρελθόντος» — καί ό μόνιμος άξονας της λογοτεχνικής παραγωγής τής «γενηάς τοϋ '30». Μποροΰμε συνεπώς νά ποϋμε, οΰτε καν στους "Ελ ληνες ή νεοελληνική λογοτεχνία δέν είναι κατανοητή καί μεταδόσιμη, άφοΰ βάση έχει τις υποκειμενικές περί «έθνους» αισθήσεις τοϋ μεμονωμέ νου λογοτέχνη. Περί «έθνους», δπως καί περί Θεοΰ, κανένας δέν ξέρει περισσότερα άπό τόν άλλον γιά νά τοΰ τά «μεταδώση»... Άπό τόν «Δωδεκάλογο τοϋ Γύφτου» μέχρι καί τών τελευταίων ποιημά των της «γενηάς τοΰ '30» — ιδιαίτερα δέ στά μυθιστορήματα της (π.χ. «Άργώ» τοΰ Θεοτοκά) —, τό «έθνος» ώς «άνέρευση» είναι ό κεντρικός άξονας όλης τής λογοτεχνικής παραγωγής. Ίδιαίτερα θά φανή, πώς τό ιδεολογικό περί «έθνους» κομφούζιο αντανακλά στίς λογοτεχνικές κατα στάσεις, μέ τήν δικτατορία τοϋ Μεταξά καί τόν έν συνεχεία εμφύλιο. Ή περί «έθνους» αντίληψη — άρα ουδόλως κάτι τό αντικειμενικά δεδομένο καί παραδεκτό, άρα και κανένα θέμα επιστήμης — είναι ή βάση ποΰ χτί ζονται τά φιλολογικά μετερίζια καί διεξάγονται οί φιλολογικοί αγώνες (Λ Μελάς μέ τούς άλλους λ.χ. Βλέπε αναλυτικότερα γι' αυτά τό βιβλίο μας «Ανάλυση τής νεοελ. αστικής ιδεολογίας» (άπό τό 1880 ώς σήμερα), Α θήναι 1975). Τελικώς τό μηδέποτε καθορισθέν «Έθνος» (στους παλαιοτέ ρους ύπό τήν ονομασία τής «Μ. Ιδέας» καί τής «εθνικής ολοκλήρωσης», στους νεωτέρους ύπό έκείνην τής «ελληνικότητας») θά προσλάβη μετεω ρολογικά χαρακτηριστικά ώς στοιχεία μονιμότητος (ήλιακόν φως, αέρας, θαλάσσιον πλαγκτόν [χρώμα τής θάλασσας] κ.λπ.), καί τοΰτα μάλιστα άδιαμορφωτως (π.χ. τό καλοκαιριάτικο μεσημέρι στά Επτάνησα καί τήν Σικελία είναι πολύ άλλοιώτικη «αίσθηση» άπό εκείνο τής Μυκόνου καί τής 255
Ύδρας, ένφ είναι γνωστόν ότι τόν κατανυκτικώτερον συνδυασμό μεσογεια κών χρωμάτων τόν έχει ό Νείλος.,.). Επομένως καί τό «φώς» μιά υποκει μενική αίσθηση παραμένει καί «εθνικώς» φευγαλέα... "Οτι βέβαια τέτοια περί «έθνους» χαρακτηριστικά μόνο έν 'Ελλάδι ήταν δυνατόν νά επιδιω χθούν, είναι αυτονόητο. Ή συνειδησιακή διάσπαση δμως έπί τοϋ φορέως αύτοβ της λογοτεχνικής μας παραγωγής, τοϋ «έθνους», οδηγεί σέ ένα άλλο συμπέρασμα: ότι ή λογοτεχνία άπό εποχή σέ εποχή καί γενεά σέ γενεά παραμένει άμετάδοτη· δτι δηλαδή δέν υπάρχει καμμιά λογοτεχνία. Πράγματι, τό μονίμως παρατηρούμενο στήν ίστορία τής νεοελληνικής λογοτεχνίας δέν είναι ή διαμάχη Ιδεών, άλλά ή διαμάχη «γενεών». Διά τοΰ δρου αύτοΰ δεν νοείται στήν Ελλάδα ή λογοτεχνική παραγωγή έπί προ βλημάτων συγκεκριμένης περιόδου, άλλά πόλεμος λογοτεχνικών ομάδων μέ σκοπό τόν παραμερισμό άλλων. Ό,τι συμβαίνει δηλαδή και στόν χώρο καταλήψεως τής διοικήσεως διά τών επονομαζομένων κομμάτων. Δεδομέ νης τής έξ ιστορικών αίτίων διαρκούς κοινωνικής διάσπασης, καί τά δύο . φαινόμενα είναι παράλληλα καί κατανοητά. Δέν υπάρχει κοινότης προβλη μάτων καί κοινωνικών κατανοήσεων, διότι ακριβώς δέν υπάρχει ενιαία συνείδηση τοΰ «έθνους». Οί φαναριώτες σκοπούν νά εκτοπίσουν τούς επτα νησίους (λόγος καταχρηστικός για τούς τελευταίους, γιατί αυτοί δεν «έγκαθιδρύθησαν» ποτέ) και ή «γενηά τοϋ '30» δλους τούς άλλους. Ή κάθε γενεά θέλει νά έπιβάλη τήν δική της αντίληψη περί «έθνους», καμμιάν σχέση έχούσης μέ τήν αντίληψη τής άλλης, πράγμα πού σημαίνει, ακριβώς, ότι δέν υπάρχει καμμιά έννοια έθνους, δηλαδή ό «φορεύς» τής λογοτεχνίας. Αυτές οί τακτικές αποκτούν μιάν αμεσότητα στή «γενηά τοϋ '30», πού είναι στήν πλειονότητα τους «ετερόχθονες». Ή οίκείωση τού «αυτόχθονος» χώρου θά γίνη «πατριδογνωσιακά» (τί υπάρχει· ό μέν Παλαμάς γίνεται εύκολα θέμα κριτικής, άφοΰ ό κόσμος πού αντιπροσωπεύει δέν υπάρχει πιά, ένφ ό Σολωμός σάν «άλλη περίπτωση» θέμα Recuperation). Καί αυτό πού ανακαλύπτει ή «γενηά τοΰ '30» ώς σύμβολο τοΰ «αύτοχθονισμοϋ» είναι ή φυσιογνωμία τοΰ Μακρυγιάννη. Αυτήν ακριβώς καί επιβάλλει ώς «εθνική φυσιογνωμία», γιά νά ύπαρξη ώς πρός αυτή ακριβώς τό κάτι άλλο. Άπό έκεΐ καί πέραν τό «έθνος» είναι γιά τήν γενηά αυτή ένας σωρός τριμμάτων, πού άλλοτε επιχειρεί κάποιες συγκολλήσεις του μέ ευρωπαϊκά βοηθητικά υλικά καί άλλοτε, δταν αυτά αποτυγχάνουν, ψάχνει άπό κάτω μήπως καί βρή τίποτε. Τελικώς αυτό πού βρίσκει είναι φώς, ελληνικός αέρας καί βουκολικό χρώμα — δηλαδή τίποτε. Αυτό τό Ιδεολογικό τίποτε θά έπιτρέψη τήν ταύτιση «ελληνικότητας» και «λαϊκής ψυχής». Καί τής όποιας ταυτΐσεως θά υπάρξουν περαιτέρω ίδεολογικές αξιοποιήσεις μέ τήν μουσι κή, πού δέν μάς ενδιαφέρουν τή στιγμή αυτή. Βεβαίως ή «γενηά τοϋ '30» 256
είχε δικαίωμα γιά τήν εξεύρεση καί επιβολή τοΰ συμβόλου τοΰ Μακρυγιάν νη. Ό όποιος βαφτίζει τόν γυιό του Όθωνα μέ τήν άφιξη τοΰ "Οθωνα καί, δταν τό γραμμάτιο μένη άνεξαργύρωτο, γίνεται άντιοθωνιστής καί «δημο κράτης». Καί καταγινομένη μέ τήν φολκλορική ζωγραφική — χωρίς νά θέλωμε νά έπιβεβαιώσωμε τήν έκφρασθεΐσαν υπόνοια, ότι μέλη τής γενηάς αυτής είχαν στήν κατοχή τους πίνακες τού Θεόφιλου καί ενδιαφέρονταν γιά τήν αποτίμηση τους — ασφαλώς θά ήξερε καί άλλες λεπτομέρειες γιά τόν Μακρυγιάννη. Όπως λόγου χάριν ότι τίς «ζωγραφιές» (ήγουν τούς τοπογραφικούς χάρτες) πού έφκιαξε καθ' υπόδειξη του ό Ζωγράφος — και πού ή αθεράπευτη κριτική μας έχαρακτήρισε ώς ζωγραφικό έργο! — τούς πούλησε δλους στό εξωτερικό (μόνιμη επιδίωξη τοΰ Μακρυγιάννη ήταν νά άνακατεύη μονίμως τίς ξένες δυνάμεις στά εσωτερικά τής χώρας του, πράγ μα πού σημαίνει ακριβώς δτι δέν υπέστη ποτέ κάποια ενιαία συνείδηση περί «έθνους» έν Ελλάδι) καί μόλις πού κατάφερε ό Γεννάδιος νά άγοράση άπό τό εξωτερικό μιά σειρά — αυτήν πού έπΐ τέλους διαθέτει καί ή Ελλάδα ώς εθνικό κειμήλιο στήν "Εθνική Πινακοθήκη! Και δέν θέλομε φυσικά νά ποΰμε, ότι ή εικόνα τοΰ Μακρυγιάννη δέν άντεπεκρίνετο στά χαρακτηρι στικά τοϋ «αύτοχθονισμοϋ», πού εύρήκε έδώ ή «γενηά τοΰ '30», άλλά νά σημειώσωμε μιάν ουσιωδέστατη λεπτομερείς ώς πρός τόν φορέα τής λο γοτεχνικής μας παραγωγής: δτι γιά νά ύπαρξη έχει ανάγκη σκηνικών, διότι ακριβώς ώς συνειδησιακή πραγματικότητα τό «έθνος» είναι ανύπαρκτο. Πρόκειται απλώς περί επιβολής κάποιας «αντίληψης περί έθνους», καί είναι τούτο πού κοινωνικώς και όχι λογοτεχνικώς θά έπιβάλη τήν «λογο τεχνική γενηά». Είναι γνωστό δτι τό μυθιστόρημα ώς λογοτεχνικόν είδος είναι τό κατ' εξοχήν συνδεδεμένο μέ τήν ίστορική διαμόρφωση τοϋ έθνους κατά τούς νεώτερους αιώνες, αρχής γενομένης άπό τόν Δόν Κιχώτη. Έν αντιθέσει πρός τούς παλαιότερους αιώνες, δέν είναι τά ιδεολογικά όράματα πού καθορίζουν τήν λογοτεχνική παραγωγή, δπως π.χ. τήν ποίηση τοϋ μεσαιώνος, άλλά συγκεκριμένα προβλήματα κοινωνικών καί ιστορικών διαδικασιών, τά όποΐα άπαιτοΰν καί άπό τήν λογοτεχνία πνευματική καί όχι απλώς έμπνευστική αντιμετώπιση, δπως τοΰτο γίνεται και άπό τίς έπί μέρους επιστήμες πού αρχίζουν σιγά-σιγά νά έμφανΐζωνται. "Αρχής γενο μένης άπό τήν φιλολογική ερμηνεία έπί τών κειμένων τής αρχαιότητος καί τών παλαιοτέρων πηγών. Μέσα στήν ίστορικήν αυτή διαδικασία αναπτύσ σεται καί τό μυθιστόρημα ώς πεζός λόγος. Τό μυθιστόρημα δημιουργεί τύπους, γιά νά προσέγγιση μέ πνευματικά μέσα κοινωνικές καί ιστορικές καταστάσεις. Τό μυθιστόρημα ώς λογοτεχνικόν είδος είναι τό κοινωνιολογικώτερον φιλολογικό προϊόν. Άλλά στήν ίστορία τοΰ ευρωπαϊκού μυθι στορήματος υπάρχει δεδομένη ή προϋπόθεση του, ή οποία εξελίσσεται 257
Ιστορικά και τό δημιουργεί: ή ενιαία περί έθνους συνείδηση. Στην 'Ελλάδα αυτό ακριβώς δεν υπάρχει, πράγμα πού χαρακτηρίζει τό σύνολο τής λογο τεχνικής παραγωγής. "Οχι μόνο τό μυθιστόρημα, άλλά καί ή ποίηση έχει κοινό τό θέμα τής «έλλαδικότητας», ήγουν τήν συνειδησιακή ανυπαρξία έθνους, πού θά τήν έγκλείση τελικώς στήν περιοχή περιθωριακής καί λο γοτεχνικός άμεταδότου καταστάσεως συναισθημάτων. Δέν θά προβούμε σέ περαιτέρω αναλύσεις, διότι τά δσα λέμε έλπίζομε νά είναι σαφή. Θά φέρωμε απλώς ένα συμπεριλαμβάνοντος αποδεικτικό τών ανωτέρω στοιχείο: μπορεί άραγε νά ύπαρξη λογοτεχνία, δταν ή περί Έθνους συνειδησιακή πραγματικότης — δημοσιευμένη στήν αλβανική εφημερίδα «Σκιπερΐα» τοϋ 1907 — μιάς δχι μόνο τών κορυφαιοτέρων μορφών τών ελληνικών Γραμ μάτων, άλλά και τοΰ άνθρωπου μέ τίς ευρύτερες κοινωνικές συνειδητοποιή σεις τοϋ νεοελληνικού χώρου, είναι ή ακόλουθη; Αξιότιμε κ. Άποστολόπουλε, Έλαβα τό γράμμα σου μαζί μέ τό φύλλο τής «Σκιπερίας» καί σ' έφχαριστώ πολύ. Είχα δει καί τό άρθρο σου μέσα στό «Νουμα» δπου άναφέρνεις τ* ΰνομά μου, κι είχα σκοπό κάτι ν' απαντήσω. Μά μέ τις τόσες μου δουλιές δέν κατόρθωσα ώς τώρα κι είναι αβέβαιο άν θά τό κατορθώσω. Είναι χρόνια τώρα πού έχω τήν ίδέα — κι' ένα ταξίδι πού έκανα πέρσυ ώς τά Γιάννινα μοΰ τή στερέωσε — πώς οί Τούρκοι, οί Αρβανίτες, κι' οί Έλληνες είναι αδέρφια κι' ένα έθνος. Ατυχίες ιστορικές μας χώρισαν, μά είναι καιρός πιά νάν τό καταλάβουμε πώς είμαστε ένα αίμα. Τά περασμένα ξεχασμένα. Ά δέν τό καταλάβουμε, μας είναι γραμένο κι οί τρεις μας εθνι κώς νά χαθοΰμε* θά μάς ρουφήξουν οί Σλάβοι καί θά μας ρουφήξουνε γλή γορα. Άν δμως είμαστε ενωμένοι, άν δίχως εγωισμούς βοηθοΰμε ό ένας τόν άλλο όσο μποροΰμε, τότες έχουμε ελπίδα ν * αντισταθούμε σήμερα στους οχτρούς μας τούς Σλάβους, και μιά μέρα ίσως νά καταντήσουμε ένα έθνος κι ίσως ένα κράτος μέ δύναμη και μέ τιμή στόν κόσμο. Τίς Ιδέες μου άφτές τίς είπα καί τίς λέω όπου μπόρεσα κι* δπου μπορώ, Είναι τώρα τρία τέσσερα χρόνια, έγραψα ένα γράμμα στόν «Πύρρο» δπου πρότεινα ώς πρώτη άρχή πώς ή αρβανίτικη πρέπει νά κηρυχτεί ώς άλλη εθνική μας γλώσσα στήν 'Ελλάδα καί πώς τοΟ Διαδόχου τά παιδιά, τά μικρά βασιλόπουλα μας, πρέπει νά μάθουν αρβανίτικα. Σέ πολλούς φίλους είπα καί πώς τό Δομπόλειο τό κληροδότημα έπρεπε νά χρησιμεφτεϊ στό νά γίνει Αρβανίτικο Πανεπιστήμιο ή στους Κόρφους ή δπου άλλου είναι καταλλη λότερο κέντρο. Δυστυχώς στην Ελλάδα δέν έγινε τίποτα ώς τώρα. Κι* οί τρεις μας πρέπει νά καταλάβουμε πώς έχουμε αμοιβαία προνόμια μά κι' αμοιβαία χρέη. Δέν ξέρω αρκετά καλά τά αρβανίτικα φρονήματα, έπειδής δυστυχώς ώς τώρα δέν έτυχε νά γνωρίσω αρκετούς Αρβανίτες, μήτε είχα τήν έφκαιρΐα νά σπουδάσω τά αρβανίτικα πολιτικά άπό εφημερίδες κτλ. 258
Έτσι δέ μπορώ νά πώ τί χρέη καί τί προνόμια έχουμε όσοι μας είμαστε Αρβανίτες. "Οσοι μας δμως είμαστε Ρωμιοί, χρέος μας είναι μέ τά σκολιά μας, τά νοσοκομεία μας, τούς προξένους μας, τούς παπάδες μας, νά βοηθή σουμε κάθε εθνική απαίτηση κι' ανάγκη τοϋ Αρβανίτη. Ά θέλει μαθήματα στή γλώσσα του, μαθήματα στή γλώσσα του πρέπει νάν τοϋ δώσουμε. Ά θέλει εκκλησιές καί παπάδες στή γλώσσα του, πρέπει νάν τόνε βοηθήσουμε ν* αποχτήσει. Ό,τι δικό μας, άς είναι καί δικό του. Χρειάζεται δηλαδή άπό μέρος μας αντίθετη πολιτική παρά πού ακολουθήσαμε μέ τούς Βουργάρους. Τέλος δσοι άπό μας — βλέπεις, λέω άπό μας — είμαστε Τούρκοι, πρέπει νά παραδεχτούμε πώς είμαστε ίσοι μέ τούς άλλους — τούς Ρωμιούς καί τούς Αρβανίτες — πώς άν έτυχε νάχουν οί άλλοι χωριστή θρησκεία, άφτό δέν πρέπει νά μάς κάνει έμας τούς Τούρκους τούς άλλους νάν τούς νομίζουμε σκύλους κι άπιστους. Μέ τέτιες Ιδέες πού έχω λοιπόν εννοείς πώς διάβασα μέ μεγάλη λύπη καί στενοχώρια τό άρθρο τής «Σκιπερίας» ΑΛΒΑΝΟΦΟΒΙΑ, δπως μέ λύπη θά διάβαζα κι' όσες ανοησίες θυμωμένες απάντησαν τ' άλλα φύλλα τά ελλη νικά. "Οχι! Τέτιοι πολέμιοι δέν πρέπει νά γίνουνται, πόλεμοι πού βάζουν άρματα στων όχτρώνε μας τά χέρια. "Αν κανείς σέ παράφορος στιγμές πει ή γράψει τίποτα πικρό, δς κάνει ό άλλος πώς δέν ακούει, άς δίνει τόπο τής οργής, άς γυρίζει μάλιστα καί τ' άλλο τό μάγουλο. Έγώ είμαι Αρβανίτικης καταγωγής. ΠΑΛ φαίνεται θά πει κόπανος (δυ στυχώς δέν ξέρω αρβανίτικα), είμαι σά νά πούμε Λέκας Κοπάνας. "Οντας Αρβανίτης άπό αίμα μου, θεωρώ πώς είμαι καί Αρβανίτης καί Ρωμιός καί Τούρκος, τό κακό καθενός τους κακό καί δικό μου καί τό καλό καθενός τους καί καλό δικό μου. Άλέξ. Πάλλης Η συνειδησιακή ανυπαρξία περί Έθνους δέν είναι απλώς ένα σύμπτωμα τοϋ νεοελληνικού κράτους, άλλά αναγνωρίζεται διϊστορικά καί στήν πρό τοΰ '21 πνευματική παραγωγή τοΰ έλληνισμοΰ. Πράγμα απολύτως φυσιο λογικό, διότι ένφ ή περί "Εθνους διαδικασία έχει σχεδόν όλοκληρωθή κατά τόν 19ον αι., ό χώρος τής ανατολικής Μεσογείου καί τών Βαλκανίων ζή ύπό φεουδαρχικές συνθήκες, μέ τίς γενικές εκείνες θρησκευτικές ιδεολο γικές δομές πού χαρακτηρίζουν τήν μεσαιωνική εποχή γενικώτερα. Δέν είναι τυχαίο δτι οί επτανήσιοι διανοητές, προκειμένου νά αντιμετωπίσουν τήν κατάσταση αυτή τής άεθνίας και νά άνασύρους κάποιαν έννοια ελλη νισμού, προβάλλουν διαρκώς Ιδεολογικά τήν λέξη «Γένος». Αυτό δμως δέν λύνει πρακτικά κανένα πρόβλημα, διότι τά διάφορα τμήματα τοΰ έλληνι σμοΰ είναι συνειδησιακώς διακεκομένα. Καί αυτό είναι τό κατ' εξοχήν πρόβλημα τής λογοτεχνικής δραστηριότητος στά πλαίσια τοΰ «έθνικοϋ» κράτους, διότι δέν υπάρχει τό υπέδαφος ενός ενιαίου πνευματικού καί ΐστο1
259
ρικοϋ παρελθόντος, έπί τοΰ οποίου θά μποροΰσε νά ρίζωση εθνική λογο τεχνική δημιουργία. Αυτό βέβαια πού τελικώς δείχνουν Ολα αυτά, είναι αυτό καθ' εαυτό τό αδύνατον υπάρξεως ενιαίου εθνικού κράτους. Ανοίγοντας λόγου χάριν τήν Ίστορία τοΰ Ζαβίρα — ένα βιβλίο πού γιά νά έκδοθή έστήθηκε πόλεμος μεταξύ Πελ/νήσου, Θεσσαλίας καί "Ηπεί ρου! (μιά ακόμη απόδειξη ελλείψεως εθνικής συνειδήσεως, τήν οποίαν απλώς οΐ ιστορικές συγκυρίες βοηθούν νά φανή στά ακαδημαϊκά περιβάλ λοντα τοΰ νέου κράτους) — είναι πολύ εύκολο είδολογικά, ήγουν κατά περιεχόμενο τής πνευματικής δραστηριότητος, νά μετρηθή τό μέγεθος τής ίστορικής έτερότητος τών τμημάτων τοΰ έλληνισμοΰ πού θά συγκροτήσουν τό «έθνικόν» κράτος. Τά μέρη τοΰ Αίγαίου, τής δυτικής Ελλάδος καί τά οπωσδήποτε έχοντα σχέση μέ τίς πνευματικές διεργασίες τής Δύσης, συντηροΰν μίαν συνείδηση έλληνισμοΰ τής οποίας τό κύριο γνώρισμα είναι ή πνευματικότης, ό διάλογος μέ Ιδέες. Τό πνευματικό κέντρο τοΰ έλληνι σμοΰ είναι ή Βενετία καί όχι ή Κων/πολη. Άπό έκεΐ καί πέρα — καί καλό θά ήταν οί φιλόλογοι νά μας τά έδιναν καί στατιστικά αυτά τά πράγματα — οί λόγιοι, ακόλουθοι τών πνευματικών κατευθύνσεων τής εκκλησιαστι κής των ηγεσίας, δέν γράφουν βιβλία σπαγγοδεμένα τετράδια καί μνημονεύματα γράφουν, πού τά κλείνουν στά σεντούκια. Αυτά γιά τούς κατοπι νούς θά αποτελέσουν λαδωμένα «οικογενειακά κειμήλια» καί γιά τά μονα στήρια — Οσα άπ' αυτά έχουν ενδιαφέρον — «εθνική κληρονομιά». Πού θά τά δώσουν «ταπεινόφρονα» και... ελέω Θεοΰ στήν δημοσιότητα κάποτε σάν «υποκειμενικές» κρίσεις αυτών πού τάγραψαν, σάν «κείμενα σωζόμενα» (άρα καί χωρίς δυνατότητα έλεγχου πού έπήλθεν συνειδητές αλλοιώσεις) πού θά συντηρήσουν μύθους και θά κάμουν τήν ιστορία είδος μονίμου φίλολογοδιφικής ασχολίας. Βιτρίνας άνευ νοητικού λόγου. Άλλά έτσι υπάρχει και ό ελληνισμός έπί τουρκοκρατίας: ώς τύπος, σύμβολο και διοι κητική επιφάνεια. Ακριβώς αυτά μεταφυτεύονται και στό νέο κράτος. Οί "Ελληνες ήσαν μεγάλοι διερμηνείς (γιά τό δυτικό τουλάχιστον τμήμα τής αυτοκρατορίας), ήξεραν γλώσσες ευρωπαϊκές καί μή, μποροΰσαν νά τά βγάζουν πέρα σέ δυσκολώτατες διπλωματικές αποστολές. "Ένα δμως δέν μπόρεσαν, γιατί δέν έχρειάζετο ύπό τίς συνθήκες τής έξησφαλισμένης ε ξουσίας: νά δημιουργήσουν καί νά συντηρήσουν πνευματικά. 1
"Οχι ότι έφταιγαν οί Τούρκοι. Τά τυπογραφεία καί τίς θυελλώδεις εκδο τικές δραστηριότητες τοΰ Κ. Λουκάρεως δέν τις εμπόδισαν οί Τούρκοι, όπως δέν εμπόδισαν καί τίς κατοπινές εκδοτικές δραστηριότητες τοΰ Πα τριαρχείου. Απλώς δέν ήσαν αναγκαία πράγματα γιά τίς αναγκαιότητες τοΰ διοικητικού Status. Και έκεΐ ακόμη ποΰ οί καταστάσεις ύπεχρέωναν τήν ελληνική διοίκηση γιά μιάν επαφή μέ τίς πνευματικές καταστάσεις τής 260
Δύσης, δπως στίς παραδουνάβιες ηγεμονίες, χρηματοδοτεί εκδόσεις, μετα φράσεις βιβλίων, έξώπετσες φιλολογίες καί καλλισκάλιστες βιβλιοθήκες κατά μίμηση τών ευρωπαϊκών προτύπων, Ιδιογενή δμως πνευματική παρα γωγή δέν κατορθώνει νά δημιουργήση. 'Ετοΰτα θά δώσουν «ωθήσεις», άν θέλωμε, άλλά καμμιάν αύτοκίνηση... Είναι τώρα άλλο θέμα, θέμα αναγκαιο τητών τής «εθνικής» φιλολογίας, ότι στίς καταστάσεις αυτές τών ηγεμο νιών — τόσο μακρυά δηλαδή άπό τόν ελλαδικό χώρο —, θά καταβληθή φιλολογική προσπάθεια νά εντοπισθούν «απαρχές πνευματικών κινημά των» τοΰ έλλαδικοΰ έλληνισμοΰ. Ό χαρακτηρισμός τών «απαρχών» αυτών ώς «Διαφωτισμού», μέ κριτή ρια ίστορικής καί κοινωνιολογικής μεθόδου, θά άπεδεικνύετο ΐσως ελα φρώς βεβιασμένος, θά μποροΰσε δμως επαρκώς νά αΐτιολογηθή μέσα στά πλαίσια ενός άλλου φαινομένου πού διέπει τίς πνευματικές καταστάσεις τοΰ νεωτέρου κράτους έξ αρχής. Λόγω τοΰ γεωπολιτικοΰ ρόλου τής Ελ λάδος και τής άρρυθμου τεχνικής κατασκευής της (ακριβώς γιατί οί διε θνείς συσχετισμοί τοϋ καιρού δέν επέτρεπαν τίποτε άλλο), τά «πνευματικά ρεύματα» έρχονται άπό τήν δυτική Ευρώπη καί κυρίως άπό τήν Γαλλία, όπου, δμως, δυστυχώς γιά τήν λογοτεχνική μας κατάσταση, οί κοινωνικές, πνευματικές καί πολιτικές διαδικασίες, βρίσκονται σέ μιάν άκρως λεπτε πίλεπτη καί προωθημένη κατάσταση διεργασιών, απορρέουσα άπό τίς εί δικές συνθήκες σχηματισμού τοϋ έθνους, οί όποιες είναι ολοσχερώς άσχε τες μέ τά κοινωνικά καί ιστορικά δεδομένα τοΰ έλληνικοΰ χώρου. * Οπωσ δήποτε λοιπόν καί άν γΐνωνται οί «συναρμογές», παραμένουν πάντα άνευ δραστικής δυνάμεως καί απήχησης, δηλαδή χωρίς λογοτεχνικούς απογό νους. Μέ τήν ανατολική Ευρώπη πάλι, δπου οί περί έθνους προβληματι σμοί παίρνουν περιεχόμενα οίκειότερα πρός τά βαλκάνια δεδομένα, ή Ελ λάδα, λόγω τοΰ άρνητικοΰ της ρόλου ώς πρός τόν βαλκανικόν χώρο, βρί σκεται τελείως απομονωμένη. Ή φιλολογία τής κεντρώας Ευρώπης θά παραμεΐνη αντικείμενο «μόρφωσης» και «σπουδής», κατάλληλο γιά ακαδη μαϊκές επιφάνειες καί τήν διοικητική συντήρηση. "Η μεθοδολογία τής φιλολογικής μας επιστήμης είναι γιά πολλά θέματα «εθνικών» προβληματισμών πού δέν μας κατατοπίζει. Πώς άραγε νομοθετοϋμε γιά τις πνευματικές καταστάσεις τοΰ Μιλλιέτ τών χριστιανών, ειδι κεύοντας στό τών Ελλήνων, δταν δέν γνωρίζωμε (δηλαδή άπό τήν δική μας επιστημονική έρευνα) πώς αντιμετωπίζει ή εθνική ιστοριογραφία τών άλ λων Μιλλιέτ, τά ίδια φαινόμενα, μηδέ τών Τούρκων εξαιρουμένων; Υπάρ χει π.χ. κίνημα Διαφωτισμού γιά τόν εβραϊσμό και τόν άρμενισμό τής οθωμανικής αυτοκρατορίας; Γιατί μόνο ό ελληνισμός; Καί γιατί άραγε 261
έκτος άπό τήν δυτική 'Ελλάδα ("Ήπειρος κ,λπ.) καί των δσων μεσογειακών λωρίδων βρίσκονται σέ επαφή μέ τήν Δύση, άλλα «κέντρα» τοΰ έλληνισμοΰ (Κων/πολη, Πόντος, Σμύρνη κ,λπ.) δέν μπόρεσαν νά βγάλουν φυσιογνω μίες σάν τόν Κοραή, τόν Λ. Άλλάτιο, τόν Εύ. Βούλγαρη καί άλλους; Είναι αυτοί «εθνικές φυσιογνωμίες» ή υπερεθνικές συνειδήσεις, ενταγμένες σέ ειδικές ιστορικές λειτουργίες τοΰ μεσογειακού χώρου; Καί τό παραπάνω ερώτημα είναι σωστό γιά τούς χώρους πού αναφέραμε, ή απλώς παραποιού με έτσι τήν μεγάλη διϊστορική τους σημασία; Πρόκειται δηλαδή γιά αμι γείς έλληνισμούς πού μποροΰν νά αντιστοιχηθούν σέ μιάν κρατική αντί ληψη έθνους — άς ποΰμε κάτι σάν τήν «εθνική αίτια» πού επιβάλλει στους ήπειρώτες καί τούς μικρασιάτες νά χτίζουν κολοσσιαία «πνευματικά κέ ντρα» στήν όδό Σίνα καί τήν Ν. Σμύρνη, έξοδεύοντας τοΰ κόσμου τά λεφτά, καί στους πελοποννησίους νά μαζεύουν δλους τούς ήρωες τοΰ '21 στήν κεντρική πλατεία τής Καλαμάτας —, ή πρόκειται γιά ελληνισμό «συγκλί σεων», δπως ακριβώς απαιτούσε ή λειτουργία τοΰ μεσογειακού όργανι σμοΰ, ό οποίος τόσο πιό πολύ μπορούσε νά διαρκέση στίς συνθήκες τής ανατολικής λεκάνης τής Μεσογείου, δσο λιγώτερο «εθνικά» μποροΰσε νά ύπαρξη; Είναι ένας ελληνισμός σάν εκείνον τής δυτικής Ελλάδος (ό ό ποιος καί πάλι όχι «εθνικά», άλλά αναπτυσσόμενος μέσα στίς πνευματικές διεργασίες τής Δύσης παράγει δ,τι παράγει), ή ένας ελληνισμός πού έχει ανάγκη άπό τό τυπικό μιας παράδοσης καί όχι τής «εθνικής δημιουργίας»; — δηλαδή καλύτερα: ποΰ ή δημιουργία του συνίσταται στήν συντήρηση καί δχι στήν πνευματική «παραγωγή»; Θά χρειασθή νά έμβαθύνωμε πολύ στήν ύφή τής ελληνιστικής εποχής και στήν έκτοτε ίστορία — πράγμα πού τά «εθνικά» μας όμματογυάλια δέν τό επιτρέπουν —, γιά νά βρούμε απά ντηση στά ερωτήματα αυτά. Γιατί παρά τήν δράση τής Ευαγγελικής Σχο λής στήν Σμύρνη (ίσως είναι τό τυπικώτερο ερώτημα), οί θρησκευτικές αποστολές τών περασμένων αιώνων βρίσκουν κατ' εξοχήν πεδίο δράσης στήν Μικρά Ασία; Ή Ευαγγελική Σχολή παράγει ή συντηρεί; Βιβλία καί περιοδικά παράγει βέβαια, άλλά ποιά είναι ή σημασία και επιστημονική αποτίμηση τους είναι τό ερώτημα. Γιατί άραγε ό ελληνισμός τής Αίγύπτου, ό όποιος ευρέθηκε ύπό τήν αίγΐδα τής Αγγλίας — ήγουν πέραν τής προ στασίας τών «εθνικών πτερύγων)) —, μπόρεσε σέ ελάχιστα χρόνια (άπό τό 1850 περίπου) καί έδωσε μιά τόσο σφίζουσα πνευματική ζωή; Μήπως αυτό θά έπρεπε νά μας προβληματίση, δσο βέβαια τό επιτρέπουν οί «εθνικές» μας επιφάνειες τών «εκλογών» καί τών επισημοτήτων, ώς πρός κάποιαν μέλλουσα χρήση τοΰ ελληνισμού στόν μεσογειακό χώρο καί εκείνον τών βαλκανίων; Άπό τήν Αίγυπτο ξέρομε μόνο τόν Καβάφη, λόγω τής «λογο τεχνικής» μας ψώρας, άλλά οί αίγυπτιώτες έδωσαν κυρίως επιστημονικό 262
έργο (πού είναι καί τό σημάδι πνευματικής ζωής). Δέν εννοούμε τού Γ. Σκληρού, άλλά τών Τ. Νερούτσου Μπέη, Δ. Μόσχου, Χ. Νομικού, Γ. Πεντάκη, Ε. Μιχαηλΐδη κ.ά., πού πρόκειται γιά πρωτοποριακό έργο σέ μιά εποχή πού και ή ευρωπαϊκή επιστήμη αρχίζει νά κάνη τήν γνωριμία της μέ τόν βαθύτερο πνευματικό κόσμο της Μέσης Ανατολής. Άν στήν Ελ λάδα ξέρωμε μόνο τόν Καβάφη, αυτό βέβαια μπορεί νά έχη σχέση μέ τήν «κριτική» ασχολία τής «εθνικής» μας κατσαρόλας, άλλά προφανώς δχι μέ τόν ίδιον. Σάμπως καί έχη προϋποθέσεις ό αυτόχθων κριτικός νά νοήση τά παράπαν τούς «επίλεκτους Έλληνες έν Μηδεία κι έν Περσίδι» τοΰ Καβάφη, ή σώνει καί καλά ό Καβάφης νά έχη ψυχικήν σχέση μέ τήν έξοδο τοΰ Μεσολογγίου!... Στά παραπάνω ερωτήματα ή φιλολογική μας έρευνα δέν μας διαφωτίζει — τουλάχιστον προσωπικά δέν τό μπορέσαμε αότό —, όποτε κατ' ανάγκην ή «εθνική» μας αύτοσυναίσθηση παραμένει ελλιπής. Παρά ταύτα όμως έπιμένομε πάντα νά έχωμε «μεγάλη λογοτεχνία» καί ακόμη μεγαλύτερους ποιητές. Τί είναι λοιπόν δλ' αυτά; — Δυστυχώς τίποτε περισσότερο άπό ένα μέτρο ύπαναπτύξεως, διότι τό σταθερόν χαρακτηριστικό τής Ελλάδος είναι νά ύπάρχη διά τής «λογοτεχνίας» ώς κρατικόν κατασκεύασμα άλαλον καί άφυσιογνώμητον. Σέ οποιοδήποτε συλλογικό έργο της ευρωπαϊκής πνευματικής ζωής καί άν κυττάξη κανείς, είτε λογοτεχνίας, είτε θεάτρου, είτε μουσικής κ.λπ., ή Ελλάδα, έν αντιθέσει πρός άλλα βαλκανικά κράτη, ουδέ καν μνημονεύεται. Έννοοΰμε βέβαια ή νέα Ελλάδα, τής οποίας, δπως είπαμε, ή σχέση δχι μόνο πρός τήν αρχαία, άλλά καί πρός τό Βυζάντιο, τελεί πάντα ύπό ερωτηματικό. Καί πιθανόν έπί τής έν λόγω ανυπαρξίας νά έχρειάζετο κανείς μιάν «ειδήμονα» εξήγηση. Άν υπάρχουν καί μερικά άρθρα, δπως λ.χ. τοΰ Λίνου Πολίτη σέ μερικά συλλογικά έργα τής παγκό σμιας Λογοτεχνίας, είναι απλώς πληροφοριακής υφής κείμενα ως πρός ένα φαινόμενο περιθωριακής φολκλορικής σημασίας. Άπλή ενημέρωση γιά κάτι τί τό αλλότριο. Άπό έκεΐ καί πέρα υπάρχει τό έργο — καί ή μελέτη γι' αυτό — επωνύμων δημιουργών (στό Μόναχο λ.χ. υπάρχει σύλλογος φίλων μουσικής τοϋ Σκάλκώτα), άλλά πάντα ύπό τήν αίρεση τοΰ κατά πόσον θά μπορούσε νά θεωρηθη «ελληνικό», δηλαδή έκφραση κάποιας συλλογικής έν Ελλάδι συνείδησης. Πράγμα άλλωστε αυτονόητο, άφοΰ μιά τέτοια «συλλογικότητα» δέν ίσχύει ούτε γιά αυτό πού θά μπορούσαμε νά άποκαλέσωμε ((νεοελληνική λογοτεχνία». Καί αυτό καλύτερα άπό κάθε τί άλλο τό αποδεικνύει ή κατάσταση τής ((νεοελληνικής κριτικής» — είς τόν όποιον κλάδο θά μπορούσαμε νά ύπαγάγωμε καί εκείνον τής (άστορίας τής νεοελληνικής λογοτεχνίας», δπως αυτό επεκράτησε ώς μεταπολεμική «μά263
θηση». Τό κοινόν μεταξύ «κριτικής» καί «ίστορΐας» είναι τοΰτο: ότι ουδόλως αίσθάνονται υποχρεωμένες νά επιδείξουν καί νά προτείνουν κριτήρια, νά πουν δηλαδή βάσει ποίων κριτηρίων «κρίνουν» καί «ίστοροΰν». Καί τοΰτο οφείλεται στό γεγονός πού είπαμε, δτι δηλαδή ή «λογοτεχνία» είναι κοινωνιολογικως προσδιορισμένη κατάσταση «γενεών». Άρα ό κριτικός δέν έχει ανάγκη θεωρίας καί οπτικής, άλλά απλώς νά «ξέρη», νά είναι πληροφορημένος γιά τά πρόσωπα κυρίως. Τό έργο είναι κάτι δευτερεύον! Κατά παράξενο τρόπο, σ' αυτό πού θά μποροΰσε νά κυριολεκτήση κανείς τό νόημα τής κριτικής στήν Ελλάδα είναι αυτό πού οί κριτικοί έβιάσθηκαν νά αποκλείσουν ώς τέτοια (βλ. τό βιβλίο μας «Ανάλυση» κ.λπ., σελ. 80), δηλαδή ή αντίστοιχη πανεπιστημιακή έρευνα πού έχει έδραίαν τήν ίστοριοδιφική βάση (Ζώρας, Τωμαδάκης, Μπουμπουλίδης κ.ά.). Άπό έκεΐ καί πέρα, δ,τι υπάρχει ώς κριτική είναι άπλως τό απαραίτητο ντεκόρ γιά τόν πίνακα «λογοτεχνία τών γενεών». Καί είναι τόσο ανύπαρκτη ή χρήση αποδεικτικών μεθόδων σ' αυτή, ώστε θέλοντας καί μή νά όμολογή κανείς ώς απολύτως εύλογο τό «κριτήριο» πού βάζει ό Δημ. Τσάκωνας σέ κάποιο βιβλίο του γιά τήν «γενηά τοΰ '30»: τά πολιτικά κόμματα! — «άκρα Δεξιά», «Κέντρο», «Αριστερά», «Κόμμα τών Προοδευτικών» κ.λπ. Άλλά ύπάρχη μία περίπτωση κριτικής ποΰ πρέπει νά αναφερθούμε ίδιαίτερα, γιατί είναι μεστή πολλαπλών συμπερασμάτων. Είναι δηλαδή τέτοια, πού ακριβώς έξ αίτιας τής μονίμως συγκεχυμένης περί «Έθνους» συνείδησης, δταν έπιχειρή νά έφαρμόση κριτήρια ξαστοχεΐ κατ' ανάγκην. Περιπτώσεις κριτικής μέ κριτήρια καί μεθόδους, προσωπικώς τουλάχιστον ξέρομε μόνο δύο: τήν θεωρία τών αισθητικών μοντέλλων τοΰ Γ. Αποστολά κη γιά τό δημοτικό τραγούδι καί μιά κριτική πού έγραψε ό Εό. Λεμπέσης γιά τόν Σκαρίμπα. Καί σ' αυτή θέλομε είδικά νά αναφερθούμε, ακριβώς επειδή τά εφαρμοζόμενα κριτήρια είναι κοινωνιολογικά. Ό Λεμπέσης εί ναι ξεχωριστή πνευματική περίπτωση τοΰ μεσοπολέμου καί άκραΐον όριο. Ή διαφορά του μέ τούς πανεπιστημιακούς τοΰ καιροΰ του έγκειται στό Οτι «τό πνευματικόν κυκεώνα τής πρώτης μεταπολεμικής Ευρώπης καί δή έν Γερμανία», δπου κατά τήν έκφραση του ευρέθηκε, προσπάθησε τοΰλάχιστον νά τόν τιθάσευση. Τό μειονέκτημα δμως τοΰ Λεμπέση είναι Οτι πιστεύει στήν Ελλάδα, χωρίς αυτή ή έννοια νά τόν απασχόληση κοινωνιολογικώς βαθύτερα. Ή βασική παρανόηση του είναι — καί τοΰτο προσδίδει στό έργο του θεωρητικής μόνο άξιας περιεχόμενο —, ότι αυτό πού άπό τήν μεταπολεμική κοινωνιολογική έρευνα τοΰ τρίτου κόσμου γνωρίζομε σήμερα ώς αίτιοκρατικήν κλεπτοκρατία, γιά τόν Λεμπέση ονομάζεται «άρχουσα τάξις». Αύτη είναι ή βασική παρανόηση πού οδηγεί καί σέ πολλές άλλες. Τό Ressentiment π.χ. δέν έχει νόημα ώς εργαλείο μεθόδου σέ χώρες σάν
264
\ } ; \ J ί ί
ϊ ί j j | I !
\ ί \ j. |
| ί Ι
τήν Ελλάδα. Αυτό πού χαρακτηρίζει τίς σημερινές τριτοκοσμικές χώρες, άλλά στήν Ελλάδα Ισχύει έξ αρχής λόγω τής λιβανοειδοΰς μορφής και τής άεθνοΰς υποστάσεως της, είναι ή αδιαφορία τών λαϊκών μαζών καί κανένα αίσθημα Ressentiment. Αυτό αποτελεί ένα ουσιώδες Ιστορικό πρόβλημα. "Ολες οί τριτοκοσμικές σήμερα χώρες, δηλαδή οί λαοί τους, δέν εκδηλώ νουν κανένα είδος Ressentiment γιά τίς ηγεσίες των — πού πάρα πολύ καλά ξέρουν — άλλά βαθύτατη αδιαφορία, ή όποΐα εκφράζεται διά πλήρους ούδετεροποιήσεως έναντι τοΰ Κράτους. Ουδείς ενδιαφέρεται, ουδείς δου λεύει, μεριμνώντες απλώς μέσα σέ ένα διαρκές κοινωνικό Konflikt πού διεξάγεται πέριξ τοΰ κράτους καί τής διοικήσεως πώς θά βουτήξη ό ένας άπό τόν άλλον (ό λαός άπό τήν ηγεσία καί αντιστρόφως). Αυτό στήν Ελλάδα αποτελεί διαρκή κατάσταση, έκδηλουμένη μέ τίς «απεργίες». Οί όποιες, ακριβώς επειδή δέν υπάρχει παραγωγή, δέν εκφράζουν πολιτικώς συγκροτημένα αιτήματα, άλλά τήν έκ πολιτικής αδιαφορίας — συνεπώς κανένα αίσθημα Ressentiment, πού πολιτικώς ενώνει — έπαιτητική εκδή λωση πού προεΐπαμε, μέσα σέ μιά κατάσταση κοινωνικής συνανοχής («θά διοικής ύπό τήν προϋπόθεση ότι θά τρώω»). Ό κάθε απεργός απεργεί γιά τόν εαυτό του, εκδικητικά, καί άν μποροΰσε θά έκλεβε· δέν λειτουργεί πολιτικά ύπό τήν ΐδεολογικήν εκλογίκευση ενός κοινοΰ (άρα ένωτικοϋ) κοινωνικοϋ συναισθήματος Ressentiment. Ή λογοτεχνική κριτική στήν Ελλάδα γιά τοΰτο «σώζεται»: διότι δέν χρησιμοποιεί κριτήρια καί επιστημονικές μεθόδους, άλλά «ψυχολογικές εμβαθύνσεις». Γιατί τά κριτήρια επιδέχονται έλεγχο, δηλαδή έπί τής κρι τικής μπορεί νά ύπαρξη κριτική, έπ' αυτής και τών μεθόδων της άλλη κ.ο.κ., δηλαδή διάλογος καί επιστήμη. Τήν ειδική περίπτωση τοΰ Λεμπέση τήν απομονώσαμε ακριβώς γι' αυτό, άλλά και γιά έναν πρόσθετο λόγο: γιά νά δείξωμε ποΰ οδηγεί ή χρήση αφηρημένων κριτηρίων, προερχομένων έκ μελετών. Τό Ressentiment κοινωνιολογικώς είναι ιδεολογική καί δχι κατη γορία τής ατομικής ψυχολογίας, δπως τήν θεωρεί ό Λεμπέσης — ή μάλλον δπως τήν εφαρμόζει στήν περίπτωση τοϋ Σκαρίμπα —, καίτοι ή καταγωγή της ανάγεται στήν «ψυχολογία τών μαζών», πού είναι επίσης κοινωνιολο γική και όχι ψυχολογική έννοια. Συνεπώς δέν έχει τίποτε νά κάνη μέ τήν «ψυχή» τοΰ συγγραφέα. * Η έννοια τοΰ Ressentiment, δπως καί ή αντίστοιχη τοϋ Consensus, αναπτύχθηκαν κυρίως μέ τίς περί κράτους θεωρίες μετά τόν πρώτον παγκόσμιο πόλεμο, έξ αιτίας τών επακολουθησάντων επαναστατι κών γεγονότων. Τό Ressentiment είναι κοινωνιολογική κατηγορία συγκε κριμένης ίστορικής διαδικασίας, συνεπαγόμενη και τήν κατάκτηση ώρισμένων αντιστοίχων ιδεολογικών περιεχομένων. Έτονΐσθηκε δέ γιά Ιδεο λογικούς λόγους πολύ ή «ψυχολογική» καί «βιολογική» του σημασία άπό 265
αστούς διανοουμένους (Gumblowicz, Ratzenhofer, Oppenheimer κ.ά. μέχρι και τήν σημερινή «θεωρία των συγκρούσεων» πού είδαμε στήν άρχή), διότι οί ευρωπαϊκές επαναστατικές ελίτ έξεπέρασαν ουσιωδώς παραδεδομένους τρόπους τής αστικής σκέψης στίς θεωρήσεις των, πράγμα πού τήν ανάγκα ζε νά βρίσκη διαρκώς όλο καί νέα θεωρητικά σχήματα. Αυτά μετά τόν δεύτερο πόλεμο έβοήθησαν πολύ (συνεπικουρούντων καί τών φοιτητικών κινημάτων) στήν σοσιαλιστικοποίηση τής παραγωγής. Τούτα δμως δλα είχαν σάν συνέπεια τήν ενίσχυση τών αστικών τάξεων, ακριβώς επειδή αυτές υπήρχαν μέ ιστορικές ρίζες καί γι' αυτό καθόλου αίσθανόμενες νά κινδυνεύουν άπό τά «θεία τραγιά», δπως θεωρεί ό Λεμπέσης μέ τόν Σκα ρίμπα. Ίσα-ϊσα ό φιλελευθερισμός ήταν ή θεωρία πού επέτρεπε σ' αυτές νά άνανεώνται μέσφ αυτών τών τρόπων. Τόν μόνο άλλωστε καί κοινωνιολογικώς δυνατόν. Σέ μιά κοινωνία δμως πού ήξερε τήν φάρα καί τήν δημογεροντία καί σ' ένα κρατικό κατασκεύασμα σάν τό ελληνικό, ό Λεμπέ σης Ομιλεί περί «άρχούσης τάξεως» βιομηχανικών προϋποθέσεων καί έν ονόματι αυτής καταδικάζει τόν Σκαρίμπα — άποδίνοντας στό «θείο τραγί» του σκοτεινά ένστικτα Ressentiment — καί αποκαλώντας τον «δημόσιο κίνδυνο έπί τυπωμένου χαρτιού». 'Αλλά ή «ψυχολογία τοϋ αρνητισμού», δπως καί τά χαρακτηριστικά τοΰ βλακός, είναι ακριβώς τά χαρακτηριστικά τής «άρχούσης τάξεως» καί καθόλου τών ηρώων τοΰ Σκαρίμπα. Ό Μακρυ γιάννης είναι ή κλασσική περίπτωση τής ψυχολογίας τοΰ έλληνικοΰ Ressentiment. Οί ήρωες τοΰ Σκαρίμπα, αντίθετα, πού είναι κοινωνιολογικές κατηγορίες στά δεδομένα τοΰ έλληνικοΰ περιβάλλοντος, καί δχι ατομικοί ήρωες σκανδιναβών συγγραφέων, επαναφέρουν στά φυσικά της δεδομένα μιάν «άρχουσα τάξη» κοινωνικού καί ίστορικοΰ έκφυλισμοΰ. Τά τών «άρχουσών τάξεων» δέν μοιάζει ό Λεμπέσης νά τά κατάλαβε ώς βίωμα καλά. Ό «έρωτας πίσω άπ' τόν φράκτη» ήταν ακριβώς ή πολυτέλεια πού είχαν οί άρχουσες τάξεις τής Ευρώπης, έν σχέσει μέ τόν βιομηχανικό εργάτη. Αυτές είχαν τά άλογα, τά πάρκα, τις ιππασίες, γιά νά κάνουν έρωτα στήν έξοχη. Καί αυτό έκαναν. Ό φυσικός γυμνισμός ήταν εφεύρεση καί χαρα κτηριστικό τών ανωτέρω τάξεων, διότι μόνον αυτές είχαν τήν δυνατότητα νά τόν πραγματοποιήσουν στήν φύση. Όχι οί εργάτες οί διπλοκουμπωμένοι στά στενά βαριά τους ρούχα, γιά νά μποροΰν νά δουλεύουν... Άλλωστε οί έρωτες «πίσω άπ' τούς φράκτες» και στις γωνίες τών σοκακιών (ιδιαί τερα τοΰτο γιά τά παιδιά τών λαϊκών στρωμάτων πού δέν έχουν τήν κοι νωνικότητα έξ αγωγής καί τήν ζητοΰν μόνα τους στόν δρόμο) είναι αυτά πού αναπτύσσουν ψυχικά τόν άνθρωπο... Ό έρωτας στίς ανέσεις και τά «σαλόνια» πού αντιπαραθέτει ό Λεμπέσης στόν Σκαρίμπα, δέν είναι ακρι βώς τό χαρακτηριστικό τών «άρχουσών τάξεων» άλλά ένα κοινωνιολογικό
266
σύμπτωμα δλων τών «διοικητικών» (καί δχι «άρχουσών») τάξεων τοΰ τρίτου κόσμου: τών σεξουαλικών στεγανών. Τήν λεπτή άλλά ουσιώδη διαφορά πρέπει νά τήν ίδοΰμε δμως έν συνδυασμφ μέ κάποιες άλλες κατανοήσεις. Σέ πολλές «ύπό άνάπτυξιν» χώρες συμβαίνει τό εμπόριο τών Galery καί τών μαγαζιών μέ «Antiques» νά άνθη παραδόξως. Πώς γίνεται άραγε στήν 'Ελ λάδα — γιά νά περιορισθοϋμε μόνο στά καθ' ημάς —, σέ μιά χώρα τόσο γενικής ένεγραμμάτου καί άλλης αμορφωσιάς, νά βρίσκεται τό «ανώτερο» εκείνο γοΰστο πού συντηρεί τέτοια εμπόρια; Και πώς συμβαίνει νά είναι οπτικώς έτσι ύπερπληρωμένα τά τών «Antiques», σχετικά μέ άλλα τοΰ έξωτερικοϋ; Βέβαια δέν βρίσκει κανείς σ' αυτά τόν λεπτότατον εκείνον τόνο φινέτσας πού βρίσκει σέ αντίστοιχα καταστήματα τής Κοπεγχάγης, τοΰ Λονδίνου, τοΰ Παρισιού, τοϋ Μονάχου κ.λπ. Βρίσκει δμως στήν «γραμμή» τους τό πληθωριστικό καί χτυπητό τοΰ εύκολου πλούτου, τήν φυσιογνωμία τοΰ έπενδεδυμένου χρήματος. Αγορασμένα βέβαια σέ καλά μαγαζιά τοΰ εξωτερικού, άλλά μέ έντονες φαναριωτοβαλκανικές «προτιμήσεις» τών ευ ρωπαϊκών επιμορφώσεων και επιχρισμάτων. Πρόκειτα πάντως γιά πολύ άνθοΰσα αγορά, άγνωστον άν καί φορολογικώς διαπιστουμένη. Καί άνθεϊ ακριβώς, δχι λόγω υπερβάλλοντος αίσθητικοΰ ζήλου τής «άρχούσης τά ξεως» τοΰ Λεμπέση, άλλά ακριβώς λόγω τής αμφιβόλου κοινωνικής υπάρ ξεως της. Λόγω δηλαδή τής κοινωνικής ρευστότητας της, πού τήν καθίστα «διοικητική» καί ουχί «άρχουσα». Πρόκειται περί τριτοκοσμικής κατηγο ρίας. Ή «άνοδος» καί ή «πτώσις» έν διαστήματι μόλις δεκαετιών, άν μή βουλευτικών περιόδων, μεταφέρουν τά έπιπλα καί τούς πίνακες σχεδόν άπό σπίτι σέ σπίτι, άν μή άπό χέρι σέ χέρι! 'Εδώ είναι πού ό μεσολαβών έμπορος μπορεί δντως νά γίνη πλούσιος, διότι αυτά μεταφέρονται ώς χρη ματιστικές άξιες και δχι ώς αισθητικά αντικείμενα, ώς σύμβολα κοινωνι κών «Standards», τής καλλιτεχνικής αποτιμήσεως των έπαφιεμένης έξ ολο κλήρου στήν «εμπιστοσύνη» τοΰ μεσολαβοΰντος. Ή ρευστότης αυτή (προερχόμενη άπό τό γεγονός τής υπάρξεως τής «άρχούσης τάξεως» μέσφ τοΰ κράτους καί τοϋ ρόλου τοΰ στρατοΰ σ * αυτό, ό όποιος υπάρχει πολι τικά αυτονομημένος διότι οί χώρες δέν μπορούν νά αναλάβουν τήν οργά νωση του — πράγμα πού δημιουργεί διαρκή αστάθεια δικαίου και άρα αποδυνάμωση της «Ιδιοκτησίας») επιβάλλει συντεχνιακές μεθόδους τοϋ «παντί τρόπω κρατήματος» σέ δλα τά επίπεδα, ίδιαίτερα δέ στόν έρωτα καί τόν γάμο πού είναι μιά φυσική δυνατότης διατηρήσεως. Και ακριβώς λόγω τής διοικητικής καί δχι πολιτικής υποστάσεως τών «άρχουσών τάξεων» στίς υπανάπτυκτες χώρες, τά σεξουαλικά στεγανά διαστρωματοϋνται σέ όλον τόν διοικητικό μηχανισμό καί παίζουν μεγάλον κοινωνικό ρόλο. Ή καταθλιπτική μονοτονία τής γραφειοκρατίας στίς χώρες αυτές, ή μισθοδο267
τική στενότης καί δσα θά μπορούσαν νά φέρουν τόν διοικητικό μηχανισμό σέ απεργίες καί αναστατώσεις, άναπληροΰνται μέ τις... απολαύσεις τοϋ εσωτερικού διοικητικοΰ σέξ. Τό όποιον σύν τοις άλλοις αποτελεί καί ένα σπουδαίο μέσον έλεγχου τοϋ διοικητικοΰ μηχανισμοΰ (σ' έμδς δπως είδαμε τό μέτρο επεκτείνεται στους στρατώνες καί την χωροφυλακή...). Μέσα στό «Θείο Τραγί» ό Σκαρίμπας — πού έβλεπε τά τής «πρωτευού σης» τήν ίδια πάνω-κάτω εποχή πού έβλεπε καί ό Λεμπέσης τούς «βλάκες» του — έβαλε πολλήν κοινωνιολογικήν ουσία τών παραπάνω. Άλλά ό Λε μπέσης, μέ μιά παρανοημένη αντίληψη τής εννοίας τοΰ Ressentiment (αυ τής δηλ. πού τόν κάνει νά έξηγή τήν Ιδεολογική καί καθόλου ψυχολογική περίπτωση τοϋ Μπακούνιν ή τοΰ Τολστόι διά τής «υπερβολικής ζωτικότητος» πού δέν άντεχε ή τάξη τους!) έθέλησε νά τά σβύση διά τής «ερω τικής άνέσεως» τών «σαλονιών», Άλλά τό Ressentiment οΰτε ψυχολογική έννοια είναι, οΰτε ό Σκαρίμπας πάσχει άπό αυτό τό σύνδρομο. Απόδειξη δτι δέν είναι έννοια ψυχολογική, είναι ένα πρόσφατο γεγονός τών καιρών μας: δτι μεταπολεμικά τό Ressentiment — γιά λόγους πού δέν θά μας εν διέφεραν τώρα — αναπτύχθηκε μεταξύ τών Etablierten τάξεων τής Ευρώπης καί τής Αμερικής (καθηγητών Παν/μίου, ανεγνωρισμένων συγγραφέων, διασήμων σκηνοθετών κ.λπ.) καί όχι άπό «φθονοΰντας ανερχόμενους πλη βείους». Καί δτι ό Σκαρίμπας δέν υπάγεται σ' αυτό τό σύνδρομο αποδει κνύεται επίσης άπό τό ότι τά προβλήματα πού θέτει ξεπερνούν κατά πολύ τήν νοητικήν υπόσταση τής «άρχούσης τάξεως» τών Αθηνών. Τό πρόβλη μα πρωτευούσης καί επαρχίας πού θέτει ό Σκαρίμπας, είναι ή de facto απόδειξη συνειδησιακής ανυπαρξίας έθνους, ή αιωνία κατάσταση μεταξύ «αυτοχθόνων» και «ετεροχθόνων». Ή «επαρχία» τοΰ Σκαρίμπα είναι ή «ελ ληνικότητα τοΰ άερόφωτος» τής πρωτευούσης — ή απεγνωσμένη προσπά θεια τής πνευματικής «άρχούσης» τάξεως ή συντεχνίας τών Αθηνών άπό κάπου Ιδεολογικά νά πιασθή. Καί μή βρίσκοντας ή ίδια τίποτε ή ούδενός υπάρχοντος, κάνει τήν επαρχία τοΰ Σκαρίμπα αέρα καί φώς καί τήν ονο μάζει «ελληνικότητα». Καί έδώ είναι ποΰ επαναστατεί ό Σκαρίμπας. "Ολα τούτα μέσα στίς συνθήκες τοϋ «τρίτου έλληνικοΰ πολιτισμοΰ» θά δώσουν τό γλοιώδες εκείνο κλίμα πού θά περιγράψη λίγο μόλις μετά ό Λεμπέσης μέ τούς «βλάκες» του. Γιατί μέ τούς «βλάκες» του — τών όποιων τήν κεντρική ιδέα αντλεί άπό τήν κοινωνιολογική ανάλυση τών ευφυϊών τοΰ Μανχάϊμ — ακριβώς την «άρχουσα τάξη» τής πρωτευούσης περιγράφει. Καί έδώ βρίσκεται ή είρωνεία τών πραγμάτων — δικαιολογημένη ωστόσο κοινωνιολογικώς άπό τό συνειδησιακόν περί «έθνους» κομφούζιο —, ότι ό Λεμπέσης κατακρίνει τόν Σκαρίμπα γιά τό ίδιο πράγμα πού κατακρίνει καί 0 ίδιος. Οί «βλάκες» του είναι τό περιβάλλον μέσα στό όποιον ό ίδιος 268
υπάρχει καί βλέπει κάθε μέρα μπροστά του. Διότι διαφορετικά δέν υπάρ χουν βλάκες κοινωνιολογικώς. Στίς βιομηχανικά προηγμένες κοινωνίες ή βλακεία ώς κοινωνιολογική έννοια, δπως τήν αναλύει ό Λεμπέσης, έχει εκλείψει πρό πολλοΰ. Ό βιομηχανικός τρόπος παραγωγής έχει βρει αυτήν ακριβώς τήν δυνατότητα, τήν διαβάθμιση τής βλακείας νά τήν κάνη πα ραγωγή καί κοινωνικόν Οφελος. Ό «βλάκας» τοϋ Λεμπέση είναι ό Καρα γκιόζης ώς διοικοΰσα φυσιογνωμία, ώς «άρχουσα τάξις». Άλλά έναντι αύτοΰ εξεγείρεται και ό Σκαρίμπας. Άπό τί Ressentiment νά διακατέχεται; Μήπως άλλωστε δέν πουλοΰσε τά παράσημα πού τοΰ δίνανε στά παληατζίδικα ώς τήν τελευταία στιγμή;... Άν ή περίπτωση τών Σκαρίμπα μας άπησχόλησε ιδιαίτερα, δέν ή ταν μόνο γιατί εκφράζει μιάν ουσιώδη «συνειδησιακή στιγμή» μέ τίς κα ταστάσεις τοΰ «έθνους», άλλά γιατί είναι καί ή περίπτωση κριτικής — πού ακριβώς ίσως γι' αυτό — υποδεικνύει τά κριτήρια καί τις μεθόδους τών συμπερασμάτων της. Καί δταν αυτό γίνεται, δταν δηλαδή μπαίνουν επι στημονικά μέτρα κρίσης σ' αυτά πού κανένας κρίνει, τότε μπορεί νά ύ παρξη διάλογος και νά αναλυθούν πολύ περισσότερα άπό δσα ό ίδιος λέ γει. Άν ή κριτική ξέρη πράγματα γιά τήν... «ψυχή» τοΰ καλλιτέχνη πού κανένας άλλος δέν ξέρει, τί διάλογος νά γίνη καί τί κριτική; Ή δλη κα τάσταση είναι πλέον υπόθεση «μύησης»... "Οτι πάντως οί ιδέες τοΰ Λεμπέ ση ήσαν καταδικασμένες άπό τήν ίδια τήν φύση τους νά μείνουν μετέω ρες στά δεδομένα τής ελλαδικής πραγματικότητος, είναι προφανές καί πρα κτικώς δεδομένο. Άλλά αυτό καθόλου δέν σημαίνει πώς δέν χρησίμευ σαν: μέ τά αφηρημένα νοήματα «άρχουσα τάξις», «ομάδα τών επίλεκτων» κ.λπ. πού έμπαζαν ώς ανεξέλεγκτες κοινωνικώς πραγματικότητες, έδωσαν τά επιτήδεια προμηθεύματά σέ όλους τούς ταγματασφαλΐτες καί δωσίλο γους πού έβγαλε τό ανακάτωμα τής κατοχής καί τοΰ εμφυλίου, νά οικο δομήσουν ακόμη μιά φορά τό «έθνος» στό «σέβας», στίς «συντακτικές πράξεις» καί τήν περσικήν μεγαλοπρέπεια τών ιερατικών άμφιέσεων. Αυ τά άφ' ενός. Ά φ ' έτερου οί «ψυχολογικές» κατευθύνσεις, Οπως τις διε τύπωσε μέ τό βάρος τής αυθεντίας του ό Λεμπέσης, έδημιούργησαν καί τίς απαραίτητες προϋποθέσεις ποΰ θά έκινεΐτο κατ' άντιστοιχίαν καί τό πνευ ματικό κλϊμα τών παραπάνω μεταπολεμικών καταστάσεων διά τής «κρι τικής». Ό Σκαρίμπας μιλάει πρακτικά: «έκάματε τήν επαρχία μπαίγνιο σας», καί ό Λεμπέσης τοϋ απαντάει: «έχεις Ressentiment, είσαι κομπλεξι κός». Τά πράγματα έσυζητήθηκαν πολύ τότε καί έσυνέχισαν μεταπολεμι κά μόνο έτσι. Δέν τά κρΐνωμε γιά νά τά κατακρίνωμε, άλλά γιά νά τά κατανοήσωμε. Γιατί παρά τήν μή πλήρη ευστοχία τους έδρασαν αγαθά: τίς άλλες επισημάνσεις τοΰ Λεμπέση δέν τίς έχομε πλέον σήμερα ώς κοι-
νωνιολογικό δεδομένο άλλά ώς ίστορική κατάσταση... Καί αυτό είναι κα λό. Τίποτε περισσότερο γιά τήν ανυπαρξία πολιτισμού και τέχνης στήν Ελ λάδα δέν θά έχρειάζετο νά προσθέσωμε. Και 0 πολιτισμός, όπως εξηγήσα με, εκφράζει τό ουσιώδες μέτρο τών συνταγματικών «ερμηνειών» καί κα τοχυρώσεων. Τών υπανάπτυκτων τό χαρακτηριστικό δέν είναι ότι δέν έ χουν αυτό πού οί ίδιοι νομίζουν ώς λογοτεχνία, άλλά ότι έχουν μόνον αυτό και τίποτ' άλλο. Μέσα στόν δρον αυτόν δέν χωρούν μόνο τά ποιήματα καί τά μυθιστορήματα, άλλά καί δλη τους ή άλλη πνευματική παραγωγή (ή «λαογραφία», ή Ιστοριογραφία, ή κριτική, τό θέατρο και ό κινηματογράφος καί δλα τους δηλαδή τά προϊόντα μιας ασαφούς εθνικής συνείδησης καί σκοτισμένης κοινωνικής συναισθήσεως μέ φορέα τήν «καταγραφή»...). "Ο σο μεγαλύτερη ή υπανάπτυξη, τόσο πιό αποκλειστική καί στατιστικώς ή <Αογοτεχνία». Πλήν τών είσέτι άναναπτύκτων φυλών, πού αποτελούν αντι κείμενο τής εθνολογίας καί δχι άλλων επιστημών, τό άνώτερον δριο στήν στατιστική κλίμακα τής ύπαναπτύξεως μεταξύ τών ίστορικών λαών τό κα τέχει, ή μάλλον τό καθορίζει ή Ελλάδα. Έάν μελετήση κανείς στατιστικά τήν πνευματική παραγωγή άλλων λαών διά τών βιβλίων — και αυτό δέν είναι δύσκολο γιατί ή αναλογία τηρείται καί στους βιβλιοπωλικούς καταλόγους μεγάλων εκδοτικών οίκων —, θά παρατήρηση, δτι μεταξύ τών ευρωπαϊκών τουλάχιστον χωρών, τό ποσοστό της Λογοτεχνίας κυμαίνεται περίπου σέ ένα 30%. Μεταπολεμικά ποΰ ή Λογοτεχνία πέρασε κυρίως στά βιβλία τσέπης καί συγκεντρώθηκε σέ ώρισμένους εκδοτικούς οίκους, οί στατιστικές προσεγγίσεις είναι εύκολώτερες (σ' αυτές συνυπολογιζομένης καί τής «ψυχαγωγικής λογοτεχνίας» καί τοΰ σοβαροΰ κοινωνικώς κλάδου τών Comics). Τό ΰπόλοιπον 70% κα λύπτεται άπό μελέτες έπιστημονικοΰ περιεχομένου — κοινωνιολογίας, ί στορίας, φιλοσοφίας, ψυχολογίας κ.λπ. Εξαίρουμε βέβαια τους καθαρώς επιστημονικούς εκδοτικούς οίκους. Έάν παρατήρηση κανένας τήν «φυσιογνωμία» τής Ελλάδος στις διε θνείς της παρουσιάσεις, δπως στήν διεθνή έκθεση βιβλίου τής Φρανκφούρ της, δπου ή εκάστοτε Κυβέρνηση διά τών καταλόγων τοΰ Υπουργείου Πολιτισμού δίνει τήν «επίσημη εικόνα» τής πνευματικής καί πολιτιστικής κατάστασης τής χώρας, τό ποσοστό ((λογοτεχνίας» κυμαίνεται περίπου γύ ρω στό 98%. Αυτό ίσχυε έπί ΠΑΣΟΚ (κατάλογοι υπάρχουν ήδη αρκετοί καί μποροΰν νά μελετηθούν), ώσπου έπί κυβερνήσεως «εθνικής σωτηρίας» τοΰ κ. Τζαννετάκη νά φθάσωμε τό απόλυτον δριο τοΰ 100%! "Οντως στόν κατάλογο πού παρουσίασε τό ((Ministry of culture, department of lettersw 97Π
ύπό τόν τίτλο ((Modern Greek literatur, 1984-1988», τό μόνο πού παρουσιά ζεται είναι αποκλειστικά «λογοτεχνία». Ειδική επιλογή δηλαδή, διότι άν βάζαμε καί δλα τά ποιήματα, θά αναποδογυρίζαμε τά θεμέλια τής διεθνοΰς στατιστικής επιστήμης. Ύπό τόν δρον βέβαια «Literatur» ουδόλως στίς άλλες χώρες εννοείται αποκλειστικά ή λογοτεχνία, εμείς δμως τί άλλο νά βάζαμε; Νά έχρησιμοποιούσαμε κάποιον υπότιτλο, μέσα, ((επιστήμης»; Δέν ήταν δυνατόν διότι ή επιστήμη ανευρίσκεται καί στά διεθνή είδικά περιο δικά, καθότι είναι διεθνής τρόπος επικοινωνίας. Μπορούσαμε νά άναστατώσωμε τό διεθνές επιστημονικό καθεστώς μέ τό νά αρχίσουν οί διάφοροι επιστήμονες νά διαμαρτύρονται στά επιστημονικά ιδρύματα πού εκδίδουν τίς μεγάλες επιστημονικές επιθεωρήσεις, δτι δέν βρίσκουν σ' αυτές αυτά πού τό έπίσημον έλληνικόν κράτος θά εμφάνιζε ώς «επιστήμη»; Τά πράγ ματα μέ τήν «επιστήμη» άκολουθοΰν δυστυχώς τούς νόμους τών συνήθων ζωοπανηγύρεων, δπου δσο κι' άν θέλης δέν μπορεί νά μετονομάσης τά κοτόπουλα σέ αγελάδες καί νά τά πούλησης σάν τέτοια. Ό «αέρας» τής «κυβερνητικής αλλαγής» μάς ύπεχρέωσε νά μείνωμε αυστηρά σ' αυτό πού είχαμε άπό λόγους ((υπηρεσιακής συνεπείας». «Poetry», «Novels», ((Short Stories» καί όλίγην σάλτσα «κριτικής» ύπό τόν αορίστου περιεχομένου τίτλον «Essays» (δτι βέβαια διά τοΰ δρου αύτοΰ στά διεθνή λογοτεχνικά δεδομένα χαρακτηρίζονται δευτερευούσης φύσεως εργασίες γιά δευτερεύο ντα θέματα, είναι γνωστό). Μέ άλλα λόγια ή επίσημη «πνευματική» μας φυσιογνωμία είναι ακριβώς αυτή πού ήταν καί πρίν τόν πόλεμο: «ρίζες», αέρας, φως καί «ελληνικότητα»... — ακριβώς ή ίδια αίσθηση (σέ ένα διε θνές κλίμα) μέ ένα πολύ ωραίο άλμπουμ γιά τίς φορεσιές τών αρχαίων άτζέκων τοΰ Περοΰ, πού είναι πρόθυμος νά τούς αναγνώριση κανείς μέγα εθνογραφικό ενδιαφέρον, άλλά βιάζεται νά πάη παραπέρα νά ίδή τίποτ' άλλο. Άλλά μέ αυτά τά... άγκιστρα τί νά ψαρέψη κανείς στόν ωκεανό τοΰ Πυθαγόρα καί τών Προσωκρατικών; Καί τί σ' εκείνον τοΰ Φωτίου καί τοΰ Ψελλού; (Τοΰ οποίου τά χειρόγραφα τά έσωσαν οί καταλανοί τόν μεσαίωνα καί εκδόθηκαν έπί τέλους άπό τίς βιβλιοθήκες τής Μαδρίτης;)... Ωστόσο πρέπει νά είμαστε ευχαριστημένοι πού τά πράγματα έφθασαν καί ώς έκεΐ μεταξύ 1984-88, άν σκεφθούμε ότι δλα αυτά τά χρόνια τό πολιτι στικό μας θερμοκήπιο έποτίζετο αποκλειστικά μέ... καλλιτεχνία. Τελικώς έμείναμε μέ τήν εντύπωση, δτι τά σκάνδαλα έβλαψαν τό ΠΑΣΟΚ. Πρόκει ται γιά λάθος: ό... «πολιτισμός» τό έχαντάκωσε πολιτικά. "Οτι βέβαια αυτά τά χρόνια τής οκταετίας ή «τέχνη» άνεπτύχθη, είναι γεγονός. "Οχι φυσικά δπως άνεπτύχθηκε έπί σοσιαλισμού στήν Ισπανία, δπου τείνει νά προσ271
λάβη διαστάσεις βιομηχανικού κλάδου οίκονομικώς — στήν Ελλάδα άπό πολλούς λόγους δέν θά ήταν δυνατή μιά τέτοια ανάπτυξη —, άλλά κατά τούς νόμους της αγοράς πού προεξηγήσαμε: ή νέα «άρχουσα τάξις» έπΐ ΠΑΣΟΚ, σκοπώντας νά τά πάρη άπό τήν παληά της Δεξιάς, νά ξεκρεμάση δηλαδή άπό τούς τοίχους τούς πίνακες καί νά προμηθευθή τίς «Antiques», έδημιούργησε τίς κατάλληλες συνθήκες «ρευστοποιήσεως» στήν αγορά γιά τήν «ανάπτυξη» της «τέχνης». Μόνο δμως πού ό πολιτισμός, επειδή μ* αυτόν κατ' ούσίαν διεξάγεται πολιτική (ήγουν είναι αυτό τοΰτο τό νόημα της), ύπό ύπουργικήν μορφή έχει τό μειονέκτημα νά δείχνη παρά νά κρύβη κρισιμότητες. "Ενα μικρό φάλτσο στόν χώρο τής πολιτιστικής πολιτικής είναι ίκανό νά δείξη πρός τούς άλλους, μέσα στήν φυσική φθορά πού έχει κάθε κυβέρνηση στήν εξουσία, άν αυτή ή κυβέρνηση είναι ακόμη πολιτικά βιώσιμη ή δχι. Και τό νά παρουσιάζη κανείς στήν επίσημη βιτρίνα «λο γοτεχνία» και μόνον, ένφ άπό τήν άλλη μεριά νά ρίχνη τό σύνθημα γιά «Όλυμπιάδες», είναι τό άκρον άωτον τής πολιτικής κακοφωνίας. Πάει νά πή δηλαδή δτι ή κυβέρνηση αυτή ενδιαφέρεται αποκλειστικά και μόνον γιά «εκλογές», επιδιώκοντας νά μεταβάλη λεπτούς πολιτικούς θεσμούς διε θνούς σημασίας — τών όποιων ή οργάνωση σύν τοις άλλοις κοστίζει καί εκατομμύρια δολλάρια, πού βέβαια μέ κάποια ξένα «κονδύλια» θά πρέπει νά πληρωθούν — σέ «εθνικά» παραμύθια γιά τίς κάλπες και άλλοθι εκλο γικά. Διότι ώς πρός τό άθλητικόν μέρος, δτι ή αμείλικτη γελοιοποίηση μας είναι έκ τών προτέρων δεδομένη, δύναται διά τής «λογοτεχνίας» καί μαθηματικώς ν' άποδειχθή. Δικαίωμα μας φυσικά είναι (καί πρόβλημα τών εμβαθύνσεων μας) τά πράγματα γενικής παιδείας καί αθλητισμού νά τά νομίζωμε ασύνδετα, μόνο δμως δτι αυτά δέν είναι. "Αν τά αγωνίσματα έξηρτώντο μόνο άπό τά μούσκλα καί τήν γυμναστική, δλες οί χώρες θά έβγαιναν πρωταθλήτριες, γιατί δλες διαθέτουν δυνατότητα νά προπονούν ανθρώπους. Άλλά κάτι άλλο φαίνεται πώς είναι αυτό πού χαρίζει τίς νίκες στους αγώνες. Καί αυτό τό άλλο, πού οί αρχαίοι ημών «πρόγονου> τό ήξεραν, είναι αποκλειστικά καί μόνον ή ψυχή. Γι' αυτό, δπως είπαμε, τούς κρεμούσαν τά στεφάνια στό κεφάλι καί όχι στά μούσκλα, "Ισης δυνάμεως καί αποδόσεως σωματικά μέλη στους αθλητές μποροΰν νά φκιάξουν δλες οί χώρες. Αυτό τό «άλλο» δμως είναι πού δέν μποροΰν νά φκιάξουν δλες μέ τήν ίδια ευκολία καί αυτό τό «άλλο» είναι πού μετριέται μέ τούς ολυ μπιακούς αγώνες. Άλλά τί τούς θέλομε τούς πειραματισμούς άφοΰ έχομε τήν «λογοτεχνία»; Νά ξοδευθοΰν εκατομμύρια δολλάρια, γιά νά φανή αυτό πού δέν μπορή νά κρυβή; Τί μποροΰν νά κάνουν τά γήπεδα καί ή προπό νηση σέ τσαλαπατημένες ψυχές σάν πεταμένα δοχεία Κόκα Κόλας, άπό τό
σχολείο, τόν παπά, τόν χωροφύλακα, τήν προεκλογική βαρβαρότητα και τόν θηλυπρεπή καημό τοΰ μπουζουκιού; Άπό τό κλάμμα τοΰ μπουζουκιού ώς τό θριαμβικόν χαμόγελο τοϋ άλματος έπί κοντφ και τής σφαιροβολίας, ή απόσταση είναι άστρονομικοϋ μεγέθους, Χωρίς «ποίησιν» (έννοοϋμε ε κείνη τοΰ Ροΐδη), χωρίς μουσική παιδεία, χωρίς θρησκεία, χωρίς πεζό λόγο, και άρα χωρίς έρωτα, πώς νά κερδηθοΰν τά έπαθλα; Πρός τί λοιπόν ή κατασπατάληση δισεκατομμυρίων δολλαρίων ώς πολιτική απαίτηση, ά φοΰ στους όποιους αγώνες τό «μή όρατόν» πάντα στεφανοΰται; Αυτό τό «μή όρατόν», πού σ' εμάς είναι όρατότατον, είναι καί τό ουσιώδες μέτρο τών γενικότερων πολιτικών εκτιμήσεων... "Ητοι τών ουσιωδών. Στό βιβλίο τοΰτο — γι' αυτό άλλωστε καί τό γράψαμε — έθέσαμε θέμα διαλύσεως τής Ελλάδος, ήγουν ίστορικής αναδιαρθρώσεως τοΰ ελληνι σμού. Πότε στήν ίστορία υπήρξε ή Ελλάδα κράτος μέ πατερίτσα και κοινοβούλιο; Ουδέποτε! Αυτό πού ξέρομε ώς «Ελλάδα» είναι πολλά και δυναμικά κέντρα ελληνισμού, λειτουργοΰντα άπό Γλασκώβης έως Υεμέ νης καί άπό Μασσαλίας έως Αζερμπαϊτζάν. Και έτσι ακριβώς έλειτούργησε ό ελληνισμός καί στήν βυζαντινή αυτοκρατορία. Τό λάθος μ* αύτη είναι ότι θεωρούμε τήν πολιτιστικήν διάσταση τοΰ έλληνισμοΰ — πού είναι άλλο πράγμα — ταυτόσημη μέ κάποιο είδος ελλήνων. Ότι δηλαδή τήν έκάμαμε «εθνικό» χαρακτηριστικό καί έγίναμε υπανάπτυκτοι (ή επειδή γίναμε υπανάπτυκτοι τήν έθεωρήσαμε έτσι, δπερ ταύτόν). Άλλά καί έλλη νες νά μήν υπήρχαν άπό τήν τουρκοκρατία κι έδώ, ή έννοια τοΰ ελληνι σμού θά προήγετο άπό άλλους, Οπως καί όλως έγινε. Δέν θά έπιμεΐνωμε τώρα παραπέρα στό θέμα αυτό, πού είναι θέμα άλλου βιβλίου λέμε απλώς τΐ δείχνει τό ιστορικό παρελθόν. Τό όποιον παρελθόν είναι αδύνατον νά κατανοήσωμε, άν δέν αντιληφθούμε δτι έστηρίχθηκε σέ μιά τέτοια ιστο ρική λειτουργία τοΰ ελληνισμού, -
'Η Ελλάδα ώς κράτος αντιστοιχεί στήν οριζόντια οπτική τής εννοίας «Ευρώπη» κατά τόν άξονα Παρίσι-Μόσχας. 'Εμεϊς έδώ τήν βλέπομε καθέ τως, πού είναι και ή φυσιολογική. Τήν οπτική αύτη τήν χαλάει ακριβώς τό κράτος «'Ελλάς», διότι λόγω τής τερατογενοΰς υποστάσεως του (άποδεικνυομένης έκ τών εννοιών «πολιτισμού» καί «λογοτεχνίας»...) καταργεί τήν διεθνικήν ίστορική λειτουργία τοΰ μεσογειακού οργανισμού, άνευ τοΰ οποίου δέν υφίσταται νοηματικώς ή έννοια τής Ευρώπης ώς δλου. Λειτουρ γία τοΰ μεσογειακού όργανισμοΰ πάει νά πή καί, μέ τό Ισλάμ μαζί, άνευ τοϋ όποιου δέν όλοκληροϋνται τά πράγματα (ούτε εκείνα τής Ευρώπης). Και αυτό σημαίνει δτι ύπό τήν παρούσα κατάσταση τοϋ κόσμου ή συνερ γασία τών δύο μεγάλων δυνάμεων εντός τοϋ μεσογειακού οργανισμού είναι 273
προϋπόθεση όλων τών υπολοίπων (τών «συνασπισμών» πλέον έκφυλιζομένων προοδευτικώς). Άπό έκεΐ καί πέρα μδς χρειάζονται δσο τό δυνατόν πιό μεγάλοι όγκοι καί δσο πιό πολύ ενεργείς μικρές δυνάμεις. Ό ελληνι σμός είναι έκ κατασκευής τό άρχήθεν έμφυές ένζυμον λειτουργίας τοϋ μεσογειακού όργανισμοΰ, πού απολύτως τίποτε δέν εξυπηρετεί σήμερα σάν κράτος, άν πρέπει ό μεσογειακός οργανισμός νά δραστηριοποίηση ιστορι κά. Μάς χρειάζεται μιά μεγάλη κεντρική Ευρώπη, μιά μεγάλη δυτική Ευ ρώπη (τής Αγγλίας νοούμενης ώς μεσογειακής προεκτάσεως, ήγουν συν δέσμου άπό τήν άλλη μεριά πρός τήν σκανδιναβική Ευρώπη) καί μιά με γάλη βαλκανοτουρκική περιοχή. Μέσα σέ δλ' αότά ή έννοια «Ελλάς» περιττεύει. Τά Βαλκάνια είναι σταθερότατη περιοχή (εξηγήσαμε γιατί στά προηγούμενα), έφ* δσον στηριχθοΰν πολύ ή λίγο στίς εθνότητες πού τά άποτελοΰν. Έτσι έδούλεψαν σταθερότατα έπί 2.000 χρόνια, καί έγιναν α σταθή καί ή μπαρουταποθήκη τής ευρωπαϊκής ηπείρου, άφ' ής στιγμής έμπήκε σ' αότά ή «ευλογία» τοϋ έθνακοΰ κράτους (γι' αυτό καί είπαμε δτι ό κ. Λαντσβέργης καί οί μουλλάδες στό Αζερμπαϊτζάν νά μήν βιάζονται, διότι είναι κι άλλος κόσμος τοΰ οποίου τά ανάλογα προβλήματα πρέπει νά λυθοΰν μέσα σέ φυσιολογικές λειτουργίες. Καί πού άν δέν λυθοΰν, ουτε και τά δικά τους «εθνικά» θά λυθοΰν). Τό πρώτο πράγμα πού θά λυθή μέ μιά επαναδραστηριοποίηση τοΰ μεσογειακού όργανισμοΰ είναι ή υπέρβαση τοΰ χάσματος «Βορρά-Νότου» μέσα στήν ϊδια τήν Ευρώπη (πρόβλημα πού αντανακλά στήν ϊδια τήν δομή τών ευρωπαϊκών μεσογειακών χωρών καί τής Ιταλίας ίδιαίτερα) καί άνευ τής λύσεως τοΰ οποίου δέν θά ύπαρξη ή ευχέρεια επιλύσεως άλλων δυσκολότατων προβλημάτων τής μεσογειακής περιοχής, δπως αυτά τής Μέσης Ανατολής καί τοΰ ίσλαμικοΰ κόσμου γενικώτερα, διότι τό τέτοιο χάσμα έστί μεθερμηνευόμενον πολιτική αντί ληψη «εθνικού κράτους», ήτοι «τί παίρνω» και δχι «τί δίνω». Δέν θά έπεκταθοΰμε περισσότερο έπί τών πραγμάτων αυτών, τών οποίων ώρισμένα σημεία επιδιώξαμε νά θίξωμε στά προηγούμενα. Επειδή βρίσκονται έν τω γίγνεσθαι, τροφοδοτούν απείρως τό βασικό υποστατικό μέ τό όποιον γρά φονται βιβλία ίστορίας, ήγουν τήν φαντασία. Διά τής «καθέτου» οράσεως πού λέγαμε πρίν, εμφανίζεται ή έλλειψη ενός πρακτικού παράγοντος γιά τήν λειτουργικότητα τοΰ μεσογειακού χώρου ώς διασυνδετικού ευρύτερων πολιτιστικών περιοχών, πού λέγεται «οθωμανική αυτοκρατορία». Δέν μπο ρούμε δμως αυτόν τό παράγοντα νά τόν ξαναφκιάξωμε, διότι μάς λείπουν τά «υλικά». Και τοΰτο λόγω τής διεθνούς σημασίας πού έλαβε ή Μεσόγειος μεταπολεμικά, μέ τήν αναγκαστική παρουσία τής Αμερικής σ' αότή. Αυτή τήν τάξη πραγμάτων ούτε νά τήν παραβλέψωμε μποροΰμε, ούτε καί συμ φέρει, άφοΰ απεδείχθη παράγων ειρήνης καί προόδου καί είναι άκρως 274
απαραίτητη γιά μιά διεθνή σημασία τοΰ μεσογειακού χώρου. Άρα μόνο μέ υποκατάστατα μποροΰμε νά σκεφθούμε. Λογικώς δμως «διεθνοποίηση τής Μεσογείου» σημαίνει «διεθνοποίηση τής Ελλάδος», διότι αύτη σάν κρά τος κρατάει σχεδόν δλη τήν ανατολική Μεσόγειο. Άλλά «διεθνοποίηση έθνικοΰ κράτους»; Αυτό ώς έννοια είναι αντιφατικό. Ύπό οιεσδήποτε άλ λες συνθήκες, θά επέλθουν κατ' ανάγκην μεταβολές. Σημασία λοιπόν έχει, ποιες αυτές μπορεί νά είναι. Καί νομΐζομε πώς οί καλύτερες γιά δλους είναι αυτές πού αποδεικνύει τό ίστορικό παρελθόν ώς φυσιολογικές. Σέ κάθε άλλη περίπτωση δέν μένει παρά νά συζητούμε αιωνίως γιά «όφαλοκριπίδα» καί τό άν θά μπή ή Τουρκία στήν ΕΟΚ! Κι έμεΐς νά προβάλλωμε τό Veto λόγω τής κατοχής στήν Κύπρο. Δηλαδή πράγματα πολιτικώς υπανάπτυκτα καί ουδόλως «ευρωπαϊκά»... Γεννάται λοιπόν τό πρόβλημα, μήπως αυτά θά έπρεπε νά αποτελέσουν θέματα ευρύτερων συζητήσεων, μιά καί τό γενικό κλίμα σήμερα επιβάλλει μάλλον αυτές παρά τόν στρουθοκαμηλισμό. Μήπως άντΐ νά φυλάμε γερά τά σύνορα, νά ζητούμε «ιδιωτικά συμφωνητικά», νά τρέχωμε στά γήπεδα και νά χειροκροτούμε στά μπαλκόνια (πράγματα άλλων εποχών καί ανα γκαιοτητών), θά έπρεπε νά διαπλατυνθοΰμε διά τής εννοίας τοΰ έλληνι σμοΰ; "Ολοι διαπλατύνονται, έμεΐς θέλομε σώνει καί καλά «εθνική αντιπρο σωπεία». Καί δέν μιλούμε γιά τίποτ' άλλο, αδιάφορο τό τί γίνεται στόν άλλον όλον κόσμο, παρά γιά «προγράμματα», «υποδομές», «επενδύσεις» καί «ανάπτυξη», πού δλο τήν χάνομε στό «παρά λίγο». Ή Ελλάδα κατάντησε χώρα τών αγίων καί τών «οικονομολόγων». Πώς γίνεται τώρα καί οί ανε πτυγμένοι καί πλούσιοι νά βάζουν άλλες προτεραιότητες στά «προγράμμα τα) τους και δλοι οί άδέκαροι καί πειναλέοι νά μιλάνε συνέχεια περί «Οι κονομίας»; Άπό μιάν άποψη βέβαια είναι φυσικό: άφοΰ πεινάνε, λεφτά ονειρεύονται, δηλαδή σκέφτονται μέ τήν κοιλιά δπως κι έμεΐς. Μήπως δμως τελικώς ή Οικονομία δέν λύνει ποτέ καί πουθενά κανένα πρόβλημα; Είναι άραγε ή Οικονομία επιστήμη; Τί πάει νά πή Οικονομία; — Ή Οι κονομία είναι ή απλούστερη τών επιστημών και θέλει νά 'πή, δτι όποιος δουλεύει πρέπει νά τρώη. Ή «διακύμανση τών τιμών» είναι πού κάνει τήν Οικονομία περίπλοκη άριθμομαγειρική επιστήμη. Αυτό δμως δέν είναι θέμα οικονομικό. Ή Οικονομία στηρίζεται στό αυτονόητον γεγονός, δτι πρέπει νά υπάρχουν λεφτά. Πώς δμως βγαίνουν τά λεφτά, ή Οικονομία δέν είναι σέ θέση νά προσδιορίση. Καί τούτο είναι φυσικό: ή εξεύρεση χρη μάτων, πού είναι έργο τής πολιτικής, είναι άλλο πράγμα άπό τήν διαχείρησή τους, πού είναι έργο τής Οικονομίας. Ποιά είναι ή δική μας πολιτική πού θά μας προμηθεύση τό χρήμα; Δεδομένου δτι τό «χρήμα» είναι πνευ275
μαζικής σημασίας φαινόμενο (παρήχθη διά τών ίδεών που μετεμόρφωσαν τίς κοινωνίες καί έθεσαν συνεκτικό τους δεσμό τήν πνευματική έννοια τής εργασίας, καθ* δ προεξηγήσαμε), έπεται ότι άν δέν έχης τίς αντίστοιχες ιδέες, δεν μπορείς νά έχης καί τό χρήμα. Δηλαδή έν ολίγοις, ή πτώχεια κοινωνικών ίδεών είναι καί οικονομική φτώχεια. Όντως* οί κοινωνίες ποΰ δέν έχουν σήμερα χρήματα είναι ακριβώς αυτές πού δέν έχουν τίς αντίστοι χες ιδέες γιά παραγωγή. Δέν λέμε οπωσδήποτε «βιομηχανική», διότι ώς παγκόσμιο φαινόμενο ή παραγωγή δέν περιορίζεται, μόνο στίς μηχανές, Ή παραγωγή άπό μαγειρευμένες μπάμιες — άλλά καλομαγειρευμένες καί υ γιεινές —, είναι έξ ίσου παραγωγικόν γεγονός δσο καί ένα αεροπλάνο. Οΰτε καί είναι άλλωστε τυχαϊον, δτι τό καλομαγειρευμένο φαί είναι άναπόσπαστον στοιχείο τής εννοίας τοΰ αεροπλάνου. Ότι μάλιστα είναι καί προΰποθετικόν τής όλης εννοίας, τό αντιλαμβανόμεθα άπό τό γεγονός δτι οί αεροπορικές εταιρείες αυτό διαφημίζουν καί όχι τά φτερά ή τίς τουρ μπίνες... Επίσης καί ή φαντασιακή οργάνωση τοϋ «σέξ», δπως αυτό τό συνέλαβαν ώρισμένα τουριστικώς προηγμένα μέρη τής Ινδοκίνας καί τής Καραβαϊκής, είναι έξ ίσου σοβαρός κλάδος τής παραγωγής δσο καί ή μικροηλεκτρονική. Αντίθετα οί υποανάπτυκτοι καί οί ενδεείς στίς ίδέες, επιμένουν πάντα στίς «επενδύσεις». Και έτσι μένουν πάντα φτωχοί, δπως έμείναμε κι έμεϊς άπό εποχής "Επιδαύρου καί εντεύθεν επειδή μείναμε α ποκλειστικώς στίς «επενδύσεις». "Αλλά γιά νά έρθουν οί «επενδύσεις» πρέπει νά βρουν νά επενδυθούν σέ ιδέες (Ιδιαίτερα στους τομείς πού μόλις αναφέραμε, δπως θά άναπτύξωμε πιό κάτω). «Επενδύσεις» σκέτες, δηλαδή ώς μεταφερόμενο χρήμα, έχομε πού καλοϋμε άπό τό '21 κι έδώ συνέχεια, άλλά ουδέποτε ήρθαν. 'Αφ' ενός μέν γιατί ή αγορά ήταν μικρή, άφ * έτερου δέ, λόγω τής ανυπαρξίας «λαοΰ», τό πολιτικό κόστος γιά μιά πολιτικά ευαίσθητη περιοχή δπως τής "Ελλά δας θά ήταν γιά τήν έπενδύουσα χώρα δυσαναλόγως μεγάλο. «Λαός» πάει νά πή τόν Ιδεολογικό συνεκτικό δεσμό πού θά έκανε τούς κατοίκους τοΰ ελλαδικού χώρου νά δουλέψουν, νά κατοχυρώσουν τά έπενδεδυμένα κεφά λαια καί νά... «άναπτυχθοΰν». Σέ όλον τόν περασμένο αίώνα ό φαναριωτισμός τής επιφάνειας δέν έκανε τίποτε άλλο παρά νά φωνάζη γιά «επενδύ σεις». Έκυκλοφόρησαν μάλιστα καί ογκώδη βιβλία πού προέβαλλαν τόν ελληνικό χώρο στό εξωτερικό ώς ένα είδος νέας άνακαλύψεως τοΰ Κολόμ βου έπί τών Βαλκανίων. "Ενα τέτοιο εΐδος φαναριωτικού κοντσέρτου είναι τό «La Grece telle qu'elle est» τοΰ Π. Μωραϊτίνη: κατατοπιστικό ρεπορτάζ σάν αυτά πού διαβάζει κανείς στις μεγάλες εφημερίδες γιά ενδιαφέρουσες χώρες επενδύσεων. Άλλά οί «επενδύσεις» δέν ήρθαν, διότι οί καταστάσεις τού «λαοΰ» ήσαν όποιες και σήμερα... Τελικώς δλος αυτός ό θόρυβος τών 276
«επενδύσεων» θά βρή τόν «εθνικό» προορισμό του στόν θεσμό τής βασι λείας, ό όποιος θά φιλοδοξήση τουλάχιστον νά στηριχθή πολιτικά, κατο χυρώνοντας αποτελεσματικά διά τοϋ στρατοΰ τόν ρόλον τοΰ μισθαρχίδη γιά τούς επιγενόμενους τών μεγάλων οραμάτων τής ευκολίας. Μιά δουλειά πού κουτσά-στραβά κράτησε ώς τά σήμερα... Παραβλεπομένου βέβαια τοΰ γεγονότος μέσα σέ δλ' αυτά, δτι δέν μπορούσαν νά υπάρξουν ειδικές «ε θνικές» γιά τήν Ελλάδα λύσεις, διότι αότή ύπήγετο — καί έννοοΰμε και έπί τών ήμερων μας — σέ έναν ευρύτερο χώρο τής μεσογειακής περιοχής. Τό ίδιο καί μέ τήν «ανάπτυξη». Τί ανάπτυξη; Ό κ. Παπανδρέου έκαμε ανάπτυξη. 2,8% αυξήθηκε τό ακαθόριστο εθνικό εισόδημα μόνο τφ 1988 και 3,7% αυξήθηκε ό δείκτης τής βιομηχανικής παραγωγής. Περιττόν νά τά άρνούμεθα, γιατί υπάρχουν σέ κείμενα διεθνούς έγκυρότητος (βλ. π.χ. στήν γνωστή σειρά «L' etat du monde '89-'90», σελ. 476). Καί τΐ λοιπόν έκαμε ή «ανάπτυξη»; Καί τί έκαμε ή «πρόοδος τών κοινωνικών κατακτή σεων» πού επετεύχθη μ' αυτή τήν ανάπτυξη καί πού όντως υπήρξε; Αυτό πού έχομε ώς δεδομένο είναι μιά γενική καθίζηση τών πάντων — κοινω νική, μορφωτική, πολιτιστική κ.λπ. —, πού ώδήγησε στήν πλήρη υποβάθ μιση τής κοινωνικής ζωής. Καμμιά σημασία γι' αυτό δέν έχουν τά σκάν δαλα, γιατί σκάνδαλα πάντα καί στό παρελθόν υπήρξαν, τό μεγαλύτερο δέ καί σκανδαλωδέστερον δτι δέν υπήρξε μεταπολεμικά καμμιά ανάπτυξη (έ νας αναπτυσσόμενος δέν διώχνει τούς εργάτες πού τοϋ χρειάζονται,..). "Έ χομε λοιπόν τήν «ανάπτυξη» και ταυτόχρονα έχομε και τήν ανάπτυξη τής υπανάπτυξης! Τί τήν επικαλούμαστε συνεπώς διαρκώς; Ύποθέτομε λοιπόν δτι τά συνθήματα μας σωθήκανε. Ή Οικονομία είναι πρόβλημα Ιδεών και δχι χρημάτων. Κι αυτές πρέπει νά βροΰμε. Άπλήν απόδειξη τοΰ γεγονότος ότι ή Οίκονομία δέν είναι θέμα χρημάτων αποτελεί ή διαπίστωση, ότι σέ κοινωνίες πού βρήκαν άλλους τρόπους παραγωγής χρήματος άπ' τούς σημερινούς, π.χ. δουλοκτητικές, ή Οικονομία ώς κλά δος τής πνευματικής δραστηριότητας τοΰ άνθρωπου είναι άγνωστη. Δέν θά επεκταθούμε περισσότερο στό θέμα, γιατί σκοπός μας έδώ είναι τό νόημα τών εκλογικών συνθημάτων καί όχι ή Οίκονομία, Ή Οικονομία, δπως ή Κοινωνιολογία καί ή Ψυχολογία — «κλάδοι» επίσης άγνωστοι στό παρελ θόν —, είναι τρόποι μελέτης κοινωνικών καταστάσεων πού προϋποθέτουν συγκεκριμένα δεδομένα. Σέ κοινωνίες πού αυτά δέν υπάρχουν, ή Οίκονομία αποτελεί πανάκεια τών μονίμως άλυτων προβλημάτων τους. Σέ αυτό ακρι βώς έγκειται καί ή ύποανάπτυξή τους. Γιά τήν περί Οίκονομίας ίδέα στόν τόπο μας, χαρακτηριστικό είναι ένα γεγονός δχι πολύ παληό: όταν ή νο μική σχολή Αθηνών χωρίσθηκε σέ νομικό καί οίκονομικά τμήμα, γύρω 277
στίς αρχές της δεκαετίας τοϋ '60, πολλοί φοιτηταί άφηναν τό νομικό καί μετεγράφονταν στό οίκονομικό γιά νά γίνουν πλούσιοι στό μέλλον!... Ό προεξάρχων ρόλος της Οικονομίας στήν κοινωνική νόηση τών όσων δεν έχουν λεφτά, είναι ακριβώς αποτέλεσμα τοΰ γεγονότος ότι δέν έχουν λεφτά. Σέ πολλές υπανάπτυκτες χώρες είναι αποτέλεσμα τοΰ αποικιοκρα τικού αγώνος έν συνδυασμφ μέ τόν ρόλο τοΰ σοσιαλισμού γι' αυτόν κατά τό παρελθόν. Άπό τήν άγνοια τοΰ Μαρξισμοΰ καί τήν μή μετοχή στίς διαδικασίες τοΰ βιομηχανικού προλεταριάτου, ή μόνη «μαρξιστική άρχή» πού προέκυψε γιά τίς χώρες αυτές ήταν ότι ή «βάση »(ή «Οικονομία») ήταν συντελεστική γιά όλα τά υπόλοιπα. Μιά άρχή αυτονόητη γιά κοινωνίες πείνας (βλ. σχετικά και τό βιβλίο μας «Έπί τής Δομής τοΰ Νεοελ. Κρά τους», β' έκδ. 1990, σελ. 146). Γιά τήν Ελλάδα όμως, χώρα τοϋ ευρωπαϊκού περιθωρίου καί πού ή γεωστρατηγική της σημασία δέν επέτρεπε νά μεταβληθή σέ καθαρώς αποικιακή, είναι ή αντίληψη τών αναλλοίωτων μερκαντιλιστικών σχέσεων, συνδυασμένων πάντα μέ τήν κλοπή, πού υπερτονίζει τόν οϊκονομικόν παράγοντα. Κατά τόν περασμένο αίώνα μέ τις «επενδύ σεις» υπάρχουν πειράματα άλλά όχι «προγράμματα». Τά «προγράμματα» αρχίζουν κυρίως μέ τήν μικρασιατική καταστροφή. Οί μικρασιάτες, αντι προσωπεύοντας τό 30% περίπου τοΰ τότε πληθυσμού καί υποχρεωμένοι νά ζήσουν στό περιβάλλον τών άγροτοκτηνοτροφικών σχέσεων τής ηπειρω τικής Ελλάδος, αναπτύσσουν τέχνες καί επιτηδεύματα υπηρεσιών, δηλαδή «βιομηχανία» τής εσωτερικής άγορας. Αυτά, έν συνδυασμφ μέ τά «εργατικά χέρια», θά θεωρηθοΰν προϋποθέσεις «βιομηχανικής αναπτύξεως» άπό τίς τότε διοικητικές τάξεις καί ό πατροπαράδοτος κολλυβισμός θά μετονομασθή σέ «Οικονομία». Χαρακτηριστικός εκπρόσωπος τών νέων τάσεων καί φιλοδοξιών είναι ό κ. Ζολώτας. Προσέχοντας κανένας τό προσεγμένο δω ρικό ΰφος καί τήν πελεκημένη φράση τών πρώτων έργων του, δταν πρωτοδιωρΐσθηκε στήν Θεσ/νίκη, μπορεί εύκολα νά καταλάβη τό μέγεθος τών προσδοκιών πού επέτρεπαν οί τότε καταστάσεις. Τώρα άν ή Ελλάδα παρά ταύτα έμεινε υποανάπτυκτη καί οί τότε προσδοκήσαντες και δντες έκτοτε μονίμως στά πράγματα σπεύδουν ακόμη σήμερα νά τήν «σώσουν», είναι απόδειξη Οτι ή «Οίκονομία» δέν αποτελεί λύση κανενός προβλήματος. Μέσα σέ δλα τοΰτα, ένα είναι τό ευτύχημα (πού καί τοΰτο αποτελεί έπίνοια τών ξένων καί δχι τών γηγενών): δτι οί καταστάσεις διεμορφώθησαν έτσι, ώστε δλες οί «βιομηχανικές» δραστηριότητες νά συγκεντρώσουν στό λε κανοπέδιο τής Αττικής καί νά παραμείνη έτσι ανέπαφο τό μόνο βιομηχα νικό κεφάλαιο πού διαθέτει ή Ελλάδα ώς μεσογειακή έκταση: ή ωραία φύση τής ελληνικής υπαίθρου, πού είναι ή ομορφότερη τής Μεσογείου. Καίτοι ή Ελλάδα διαθέτει ένα άπό πλουσιώτερα μεσογειακά υπεδάφη (βλ. 278
π.χ. «Die Lander der Erde», Pahl-Rugenstein, 8η έκδ., Koln 1986, σελ. 2056), οί ευρωπαίοι έωρόντισαν νά προμηθεύονται τίς αντίστοιχες ύλες άπό άλλου, μή πειθόμενοι στά κελεύσματα τών ελλήνων άναπτυξιολόγων καί «ειδικών». Και έτσι έσωσαν τήν ελληνική φύση. Πλήν τοΰ γεγονότος δτι ή Ελλάδα αποτελούσε μιά αμφισβητούμενη περιοχή στίς διεθνείς σχέσεις, στήν έπίνοια αύτη πρέπει νά διακρίνωμε τόν λεπτόν συναισθηματικόν δε σμό πού ενώνει τούς ευρωπαίους μέ τόν ελληνικό χώρο. Ακριβώς λοιπόν αυτό τό διασωθέν περιβάλλον πρέπει σήμερα νά ένσωματωθή ώς άπείρακτη φύση στήν βιομηχανική παραγωγή. Άλλά εύκολο αυτό ύπό τίς σημερινές συνθήκες τής Ελλάδος καθόλου δέν είναι. "Οπως τίποτε δέν ήταν εύκολο ώς τώρα καί δπως δείχνει ή αποτυχία τοϋ μέχρι τώρα τουρισμού. Δέν συζητούμε γιά καμμιά κατάσταση γκαρσονιών και αποχωρητηρίων, άλλά γιά μιά κατάσταση ύψηλοΰ κοσμοπολίτικου πνεύματος και μορφώσεως (θά έπανέλθωμε σ' αυτό στά άκολουθοΰντα κείμενα). Κυρίως δμως συνειδητή σχέση μέ τό επιτελούμενο έργο, πράγμα πού σημαίνει μιά σωστή πρώτα σχέση τών γηγενών μέ τόν χώρο. Αυτοί μέ τήν σημερινή διάταξη πραγ μάτων, δλοι «ετερόχθονες» παντοΰ καί ούδένα δεσμό διατηροΰντες μέ τό ελληνικό περιβάλλον, μόνο νά καταστρέψουν μποροΰν. Υπάρχει άλλη χώρα στόν κόσμο, δπου τό ρήμα «κατοικώ» αντικαταστάθηκε μέ τό ρήμα «κατοικοεδρεύω»; Υπάρχει άλλη χώρα πού δέν διαθέτει στατιστικές τοϋ μονίμου πληθυσμού της; Καί πώς είναι δυνατόν σέ μιά τέτοια θρησκευτική χώρα νά λειτουργή ή άρχαιόθεν βάση τής εκκλησιαστικής διοικήσεως, πού είναι ή ενορία; Διότι ή Ελλάδα έχει στατιστικές τοΰ συνόλου πληθυ σμού (αυτό μπορεί νά τό κάνουν καί ξένοι οργανισμοί), δχι δμως καί τοΰ μονίμου, δηλαδή πόσοι κατοικοΰν σέ έναν τόπο. Γιατί αυτό; Μά γιά τί άλλο; — νά διεξάγονται «αρμοδίως» οί εκλογές! Γιατί μόνο άν «κατοικοεδρεύη» κανένας κάπου είναι σίγουρο δτι «κατοικεί» κι έκεΐ και μπορεί νά ψηφίση μόνο μιά φορά. "Αλλως πώς είναι δυνατόν νά «κατοικεί» κάπου καί νά «έδρεύη» κάπου άλλου, οπότε βέβαια ψηφίζει δυό φορές καί... βάλε! (είναι δυνατόν νά «έδρεύευ> καί σέ περισσότερα μέρη). "Ολοι οί κομματάρ χες «κατοικούν» στά χωριά τους, άλλά «εδρεύουν» στίς πόλεις ή τήν πρω τεύουσα, δπου ασχολούνται μέ τούς ψήφους καί τίς μπίζνες. Μπορεί λοιπόν μέσα στήν γενική κατάσταση τοΰ «κατοικοεδρεύειν» καί τήν διαρκή εσω τερική μετανάστευση νά ύπαρξη οποιοσδήποτε δεσμός και ενδιαφέρον μέ τό περιβάλλον; Ειδικά γιά τούς «κατοικοΰντες» καί «εδρεύοντες», ήγουν μή «κατοικοεδρεύοντες», ίδιαίτερα μάλιστα γιά τούς κομματάρχες, οί τόποι άπό τούς οποίους προέρχονται αποτελούν απλώς προσχήματα τών δραστη ριοτήτων τών «εδρών» τους. Στήν Αθήνα οί περισσότεροι, μεταξύ τής πλειονότητος τών συμπατριωτών τους — οί όποιοι επίσης «εδρεύουν» —•, 279
ασχολούνται ν* «αναπτύξουν» τόν τόπο τους μέ «υποδομές» κατά τόν καλύτερο τρόπο πού συμφέρει τό κόμμα καί τήν προβολή τους. Καί τόν χαλάνε βέβαια. Τί νά κάνουν οί νόμοι, όταν άλλοιώς δουλεύουν οί κατα στάσεις; «Ανάπτυξη» καί «υποδομές» ή κυβέρνηση, «ανάπτυξη» και «υπο δομές» καί οί κομματάρχες γιά τήν περιοχή. Τί άλλο; Άλλά ενσωμάτωση τής ελληνικής φύσης στήν βιομηχανική παραγωγή, δπως τό εννοούμε έδώ, δέν σημαίνει κάτι πού «τό έχομε καί τό παραχω ρούμε» παθητικά καί υπηρετικά. Σημαίνει «κεφαλαιοποίηση» αύτοΰ του πράγματος, δηλαδή συνυπολογισμό αύτοΰ τοΰ παράγοντος στόν προγραμ ματισμό τής εταιρείας πού φκιάχνει τό εκδρομικό αεροπλάνο, τό κότερο, τό πούλμαν-ξενοδοχεΐο ή τό Camping-buss, Παθητικός τουρισμός οδηγεί σέ καταστάσεις σάν τήν «Κόστα Μπράβα» ή μερικές μεριές στήν νότια Γαλλία καί τήν άδριατική Ιταλία. Άλλά σήμερα ή ανάπτυξη τών παρα πάνω βιομηχανιών καθιστφ τόν τουρισμό δλο και άτομικωτερον. Άρα συνυπολογισμός τής φύσης στίς προοπτικές αναπτύξεως αυτών τών βιομη χανιών σημαίνει δσο τό δυνατόν λιγότερο προκατασκευασμένη καί ανέπα φη φύση. Αυτά δλα σύν τήν διαρκή ελάττωση τοΰ χρόνου εργασίας οδη γούν σέ μιά κατάσταση μονίμου τουριστικής ζωής. Αυτή δμως γιά νά άντιμετωπισθή άπό ελληνικής απόψεως χρειάζεται υψηλά «στάνταρ» μορ φώσεως καί πραγματικώς εργαζομένους εγκεφάλους. "Οχι «οικονομολό γους» καί «προγραμματιστές». Όσο διαρκοΰν αυτοί, θά μπαίνουν μόνο φωτιές γιά «αυθαίρετα». Μά θά μάς δοθή ευκαιρία νά έπανέλθωμε σ' αυτά πιό κάτω. Ή Ελλάδα ώς συνεχιζόμενη κατάσταση «Έθνους» προξενεί σέ δλους ζημιά — πρωτα-πρώτα στους ίδιους τούς Έλληνες — καί σέ κανέναν ω φέλεια. Μέ κανένα είδος εσωτερικής φιλοσοφίας και μέ κανένα πολιτικό σύνθημα δέν μποροΰν νά καλυφθοΰν τά πράγματα, διότι ή υπανάπτυξη τοΰ ελληνικού χώρου δέν οφείλεται σέ κάποιες «Ιδιάζουσες» συνθήκες, πού θά μπορούσαν νά άρθοΰν μέ μέτρα. Διότι μετράται μέ τά χαρακτηριστικά τής ΰποαναπτύξεως ώς ιστορικής κατηγορίας. Αυτό πάει νά πή δτι τό πρόβλη μα δέν λύνεται μέ «μέτρα», διότι αυτά θά μποροΰσαν νά τά λάβουν όλες οί χώρες. Στά ελληνικά έκυκλοφόρησε πρόσφατα ένα πολύ ωραίο βιβλίο τοΰ Γάλ λου συγγραφέα Guy Sorman: «Ό νέος πλοΰτος τών Εθνών» (εκδόσεις «Ροές», Αθήναι 1988). Τίτλος του μποροΰσε νά είναι καί «Βίβλος τής ΰπαναπτύξεως». Πρόκειται γιά ένα πρακτικό βιβλίο χωρίς «θεωρητικές» παρωπίδες, πού εντοπίζει τά πράγματα στά άπλα στοιχεία τους καί δχι σέ «αναλύσεις» καί προλήψεις Ιδεολογικές. Έάν έδιάβαζαν αυτό τό βιβλίο οί 280
έλληνες πολιτικοί μας, θά έκαταλάβαιναν πόσο μάταια είναι τά συνθήματα τους. Σέ δλους τούς υπανάπτυκτους, ό «φιλελευθερισμός» καί ό «κρατικός προγραμματισμός» αποτελούν μονίμως εναλλακτικά συνθήματα διαδοχής στήν εξουσία, τά όποια δπου έπεκράτησαν και δπως καί άν έφηρμόσθησαν ώδήγησαν μονίμως στόν συνδυασμό «ανάπτυξης», φτώχειας γιά τούς πολ λούς, και κλεπτοκρατίας (σελ. 27). Τίποτε δέν υπάρχει τό Ιδιαζόντως ελ ληνικό, κάτι πού νά μήν ανευρίσκεται σέ άλλες χώρες. Τό βιβλίο πουθενά δέν αναφέρει τήν Ελλάδα* είναι γραμμένο γιά άλλες χώρες τοΰ τρίτου κόσμου καί είναι ένα βιβλίο γεωπολιτικής κοινωνιολογίας. Καί δμως· σέ κάθε σελίδα ό αναγνώστης ανακαλύπτει μονίμως ελληνικά χαρακτηριστι κά. Δέν υπάρχει κεφάλαιο καί χώρα, τής οποίας τά χαρακτηριστικά ύπαναπτύξεως, ολικώς είτε μερικώς, νά μήν απαντώνται στήν Ελλάδα, ή κα τηγορίες τής κοινωνικής μας ζωής πού νά μήν βρισκωνται στήν καθημε ρινή πραγματικότητα άλλων χωρών τοΰ τρίτου κόσμου. Τί χρειάζεται νά πρόσθεση κανείς γιά τά «προγράμματα» τών πολιτικών μας κομμάτων; Κλείνοντας κανείς τό βιβλίο αυτό, μοιραία καταλήγει στό καταθλιπτικό ερωτηματικό: πώς γίνεται καί οί κοινωνίες πού μετέβαλαν τήν θρησκεία σέ ιδιωτική υπόθεση τών ατόμων νά είναι οί ανεπτυγμένες πού σέβονται τό άτομο, πού τό κατοχυρώνουν δικαιακά καί κοινωνικά καί πού όδηγοΰν στόν πλούτο, ένφ οί κοινωνίες τής υπανάπτυξης, τής φτώχειας καί τής κακομοιριάς, νά εντοπίζουν τήν «εθνική» τους ύπαρξη και τήν «σωτηρία» στήν θρησκεία; Πώς γίνεται δηλαδή ή Ελλάδα καί ή Ζανζιβάρη νά είναι τό ίδιο πράγμα; Ότι βέβαια δέν φταίνε οί θρησκείες άλλά οί εκκλησίες, είναι φανερό: καθολική είναι ή Γαλλία, καθολικό είναι καί τό Περού. Καί ότι οί θεωρίες τοΰ Μάξ Βέμπερ έχουν χάσει πρό πολλού τήν σημασία τους, δχι μόνο μέ τήν ανάπτυξη τοΰ Ορθοδόξου σώματος τών Ρώσσων, άλλά καί μέ τήν ανάπτυξη πού πέτυχε ή Αμερική μεταπολεμικά σέ μερικές χώρες τής Άπω Ανατολής, είναι γεγονός (βοηθητικό οπωσδήποτε γιά τήν διεύ ρυνση τών ιδεολογικών μας οριζόντων). Πώς λοιπόν γίνεται ή τόσο κοντά στους ανεπτυγμένους Ελλάδα, παρά τά δποια «προγράμματα» καί τούς εορτασμούς, νά μένη πάντα τό πιό τυπικό πρότυπο ύπαναπτύξεως ώς ίστο ρικής κατηγορίας; Ύποθέτομε ότι ή απάντηση, ειδικά γιά τήν Ελλάδα, δέν μπορεί νά είναι παρά,μόνον μία: δτι τήν θεωροΰμε καί τήν θεωρήσαμε ώς τώρα κράτος, ένφ αυτή είναι μόνο γεωγραφική περιοχή. Και μόνο σάν τέτοια, μόνο δηλ. άν πάψη νά έχη τά τυπικά γνωρίσματα κράτους, μπορεί νά γίνη ή οποιαδήποτε υπόθεση ανάπτυξης. Τελικώς αυτές οί έννοιες «ανάπτυξης» καί ((υπανάπτυξης» είναι παρωχη281
μένοι τρόποι ίστορικιης νοήσεως, πού δέν εκφράζουν ακριβείς σημα σίες, καί πρέπει νά καταργηθούν. Είναι όροι πού λένε ή υπονοούν, ότι κάποιοι κάτι έπί πλέον έχουν πού δέν τό έχουν οί άλλοι. Προΰποθετική τους Ιδεολογική βάση έχουν πάντα τίς διαχωρίζουσες έννοιες τοΰ Μάξ Βέμπερ. 'Αλλά είπαμε ότι αυτές έχουν μόνο τήν σημασία τής χρησί μου επιστημονικής έρεύνης καί δέν μποροΰν νά αποτελέσουν πολιτικήν άρχή. Έάν στήν Ιαπωνία έπήγαιναν οί ευρωπαϊκές μεγάλες δυνάμεις τοΰ καιρού καί όχι οί αμερικανοί, καί οί γιαπωνέζοι σήμερα θά ήσαν υπα νάπτυκτοι ή σέ κάποιο «στάδιο αναπτύξεως». Διότι γιά τούς τότε ευρω παίους πού έστήριζαν τήν ανάπτυξη τους σέ πρώτες ύλες πού δέν είχαν, ή συνειδητή επιδίωξη μή ανάπτυξης τοΰ ενός ήταν προϋπόθεση γιά τήν α νάπτυξη τοΰ άλλου. 'Αλλά αυτά είναι παρωχημένα ίστορικά στάδια. Σή μερα τό πρόβλημα είναι πώς θά μπορέσουν Ολοι νά «αναπτυχθούν», πού πάει νά πή ίστορικά νά χρησιμεύσουν. Σέ παλαιότερες εποχές ό κόσμος έχωρίζετο σέ ίστορικώς δρώντες καί ίστορικώς αδρανείς. Και τό μεγαλύ τερο μέρος τοΰ πλανήτη ύπήγετο στήν δεύτερη κατηγορία. 'Αλλά τότε δέν υπήρχε ή αντίληψη περί τής οργανικής διασυνδέσεως τών πραγμάτων έπί πλανητικοΰ επιπέδου. Σήμερα είναι ή πληθώρα τών μή ανεπτυγμένων πού εμποδίζει τήν παραπέρα ανάπτυξη τών ανεπτυγμένων. Συνεπώς μέ σύγχρο να πολιτικά κριτήρια ή έννοια τής «ύπαναπτύξεως» πρέπει νά αντικατάστα ση μέ έκείνην τής «ιστορικής χρησιμότητος». Τό μή ιστορικά χρήσιμος (καί άρα «υπανάπτυκτος») σημαίνει ευθύνη καί τών ανεπτυγμένων γι' αότό, επειδή δέν μποροΰν νά βρουν τήν ίστορική χρησιμότητα τοΰ υπανάπτυ κτου. Άλλά τήν τελευταίαν αυτή γιά τήν Ελλάδα τήν έχομε. Καί απορ ρέει άπό τό γεγονός, ότι σύμφωνα μέ τίς μέχρι τώρα διατάξεις τών πραγ μάτων, ή δυτική Ευρώπη καμμία φυσιολογική ίστορική καί πολιτική πρό σβαση πρός τά Βαλκάνια δέν έχει. Ή Ελλάδα πού έφκιάσθηκε σάν έ να σύνορο αποκλεισμού τών υπολοίπων Βαλκανίων άπό τόν μεσογεια κό χώρο βάσει άλλων ιστορικών συνθηκών, σήμερα λειτουργεί ώς έ να εμπόδιο προσβάσεως διά τοΰ ίδιου χώρου πρός αυτά. Πράγμα άλλω στε πού είναι φυσικό. Ούτε ή Αδριατική ούτε ή ανατολική Μεσόγειος είναι διασυνδετικοί χώροι, διότι αυτοί έχουν σχεδόν καθορισθή ώς σύνορα κρατών! Τό βλέπομε άλλωστε άπό τήν «ελληνοτουρκική διένεξη»... Χωρίς δμως τήν πλήρη αυτονομία τών Έπτανήσων καί χωρίς μιάν ομοσπονδιακή λειτουργία τής Ηπείρου — δηλαδή δπως υπήρξαν τά πράγματα έπί 2000 χρόνια στήν Ιστορία — δέν μπορεί νά λάβη ή Αδριατική τήν ση μασία τοΰ διασυνδετικού χώρου κόσμων. "Οπως καί χωρίς τήν πλήρη αυ τονομία τοΰ Αίγαίου, δηλαδή τήν διεθνοποίηση του, καμμιά επιρροή έκ 282
τοΰ Νότου δέν υπάρχει έπί τών Βαλκανίων ώς μείζονος ευρωπαϊκής περιο χής· Έν πάση περιπτώσει, μπορεί ή Ελλάδα νά παρουσιάζη δλα τά χαρακτη ριστικά μιας χώρας τής κεντρώας Αφρικής, δπως τά περιγράφει ό G. Sorman, άλλά στήν κεντρική Αφρική δέν βρίσκεται. Τό νά ύπάρχη ώς διαρκής κατάσταση γελοιότητος τόσο κοντά στήν Ευρώπη, πιστεύομε πώς δέν είναι καλό. Καί πιστότερη εικόνα κρατικής γελοιότητος άπό τά στοι χεία πού άκολουθοΰν, νομίζομε δντως πώς δέν μπορεί νά ύπαρξη.
ΣΧΟΛΪΟΝ ΚΑΤΑΤΟΠΙΣΏΚΟΝ: Τά τεκμήρια πού άκολουθοΰν έλπίζομε νά δείξουν καθαρά τήν δλην υπό σταση τοΰ έλλαδικοΰ κράτους ώς μεθοδευμένου καί συνεχούς μηχανισμού εγκλήματος. Αναφέρονται βέβαια στό πρόσωπο τοΰ γράφοντος, άλλά ή λεπτομέρεια αυτή θά μποροΰσε άνετα νά παραλειφθή χωρίς ν' άλλάξη τό παράπαν τό νόημα τους. Ώς σημασίες είναι απρόσωπα, διότι ακριβώς δέν είναι παρά ή διά κρατικών δικαιακών μέσων διεκδίκηση κάποιων «ανθρω πίνων δικαιωμάτων». Τό γεγονός τής επωνυμίας των είναι απλώς βοηθητικό γιά τήν ερμηνευτική προσθήκη κάποιων λεπτομερειών, ιδιαίτερα χρησί μων γιά τήν κατανόηση τής απρόσωπης ακριβώς σημασίας των. Αυτό υπήρξε καί τό μέτρον επιλογής των. Δέν είναι δλα δσα έτυχε νά έχωμε στά χέρια μας — υπήρχε κίνδυνος έκτος τής γελοιότητος ή εικόνα νά άποπνέη και δυσοσμία —, άλλά τόσα μόνον, δσα ήσαν απαραίτητα γιά μιά άχνή σχεδιαγράφηση τοΰ δλου, επακριβώς πιστής δμως στά δσα μέχρι τώρα εκθέσαμε. Τά στοιχεία πού άκολουθοΰν δέν είναι προϊόν συνειδητής επιδίωξης. Είναι αποτέλεσμα «εθνικής υπομονής» και καλοπιστίας κυρίως. "Οσο πα ράξενο και άν αυτό ακούγεται, σέ ένα καθεστώς γενικευμένης κοινωνικής λωποδυσίας, ή καλοπιστία μεταβάλλεται σέ προτέρημα! Ύπό τήν προϋπό θεση βέβαια δτι έχει κανένας τήν αντοχή νά ύποστή τίς επώδυνες συνέπειες της. Τό πράγμα εξηγείται άπλά. Είπαμε προηγουμένως δτι υπάρχει διαφορά μεταξύ εξυπνάδας καί πονηριάς. Ή εξυπνάδα είναι ουσιαστικά πρόβλεψη, δηλαδή μιά νοητική οργάνωση τοΰ μέλλοντος πού είναι φυσική σέ κάθε άνθρωπο καί πού απαιτεί ανάπτυξη, δηλαδή προσπάθεια, καλλιέργεια καί μελέτη. Είναι άλλο πράγμα άπό τήν φυσική ευφυΐα, γιατί ένας ευφυής μπορεΐ'νά τήν πετύχη σέ μικρότερον βαθμό άπό έναν λιγώτερο ευφυή. "Ας ποΰμε ένα είδος μικροπολιτικής τοϋ καθ' ήμέραν βίου, πού δέν προνοεί 283
μόνο γιά αβριο άλλά καί γιά μεθαύριο. Άπό τήν φύση της συνεπώς είναι σιγανή διαδικασία, πού πάει μέν μακρυά άν βοηθή καί τό μυαλό, άλλά πού προϋποθέτει πρίν άπ' αυτό καί τήν ψυχική αντοχή. Ή πονηριά, αντίθετα, είναι ένα φαινόμενο καθαρά κοινωνιολογικό καί εμφανίζεται σέ καταστάσεις γενικής λωποδυσΐας. Ό άλλος δηλαδή γίνεται πονηρός, γιατί θεωρεί έκ τών προτέρων τόν άλλον λωποδύτη καί έτσι αϊσθάνεται ό ίδιος απέναντι του. Συνεπώς δέν ακούει ποτέ αυτό πού τοΰ λέει, οΰτε τό πιστεύει, άλλά πίσω άπό τά λεγόμενα του ψάχνει νά βρή «άλλα». Καί ανάλογα μέ αυτό πού θά καταλάβη — τό οποίον βέβαια εξαρ τάται πολύ καί άπό τόν βαθμό τής δικής του ένδιαθέτου λωποδυτικής κα ταστάσεως έναντι τοΰ άλλου — συμπεριφέρεται. Συνεπώς, ένας καλοπίστως φερόμενος, έχει όλην τήν άνεση με λίγην προσοχή νά τόν σπουδάση! Καί τόσο καλύτερα μάλιστα, δσο περισσότερο τήν δική του καλόπιστη συμπε ριφορά τήν επενδύει μέ κάποιο μικρό ή μεγάλο κάλυμμα αφέλειας. Τότε ό άλλος διευκολύνεται νά συμπεριφερθή δπως αϊσθάνεται: Οίκοθεν βέβαια νοείται, ότι μέσα σέ μιά γενικευμένη κατάσταση λωπο δυτικής υφής αυτό πού Ισχύει γιά τό άτομο ίσχύει κατά μείζονα βαθμό γιά τό Κράτος. Όσο πιό άμεσα καί «αφελώς» διεκδικεί κανείς τά «δικαιώματα» του ώς «Έλλην πολίτης» τόσο πιό πολύ τό Κράτος... εκπλήσσεται μέ τήν «περίπτωση» καί τόσο πιό πολύ διευκολύνεται ό ίδιος, δχι μόνο γιά κοι νωνιολογικής σημασίας παρατηρήσεις ώς πρός τήν Διοίκηση, άλλά καί ζωολογικής ώς πρός τούς υπαλλήλους της ενίοτε... Αφέλεια δμως ώς πρός τίς καταστάσεις τοΰ ελληνικού κράτους, καί είδικά πρός τήν διοίκηση — αυτό όφείλομε νά τό τονίσωμε πρός μείζονα κατανόηση μερικών «αποχρώ σεων» έκ τών άκολουθούντων —, είναι νά έμφανΐζωνται τά πράγματα καί μέ κάποιον δόση «άδολου έλληνοφρονήσεως». Τότε ό υπάλληλος εκδηλώ νεται καλύτερα, διότι έχει τήν φυσική προδιάθεση νά πιστέψη ότι έχει ενώπιον του... «βλήμα». Καί δεδομένου δτι ό ίδιος θά είναι βαλκανικής μέν άλλά συγκεκριμένης συνειδησιακής προελεύσεως (δυστυχώς οί ειδικές στατιστικές έπί τής έλλ. διοικήσεως αναμένουν ακόμη τήν δημοσιότητα...), άρα καί μέ φυσικήν προδιάθεση πρός άναγούλα γιά κάθε τί τό «έλληνικόν», ή υπηρεσία διεξάγεται άνετώτερον, ανεξαρτήτως αΐτήματος καί έλληνοπλήκτου ψηφοφόρου — ήγουν «πολίτου». Ως πρός τό θέμα τής «εθνικής υπομονής» τώρα, είπαμε έξ αρχής ότι ό συγγραφέας τούτων τών γραμμών είχε κάπως «ασταθή» μέσα του τά αισθή ματα έλληνικότητος, δταν ήρθε φοιτητής στήν Αθήνα. Περισσότερη εύκρίνηση τούτης τής έννοιας τής «αστάθειας» καί τοΰ ποιου της θά απαι τούσαν ίσως εξομολογήσεις προσωπικοΰ ημερολογίου, πού ασφαλώς δέν
€
284
θά είχαν τήν θέση τους έδώ. Βασικά πάντως αυτή ή «αστάθεια» υπήρξε μιά έγκαιρη προσωπική κατάκτηση, οφειλόμενη πιθανόν σέ μιάν γενικώτερη καρτεσιανή διάθεση μέ πράγματα, πρόσωπα καί καταστάσεις. Έν πά ση περιπτώσει, έτυχε νά βρεθούμε μ' αυτήν ώς φοιτητές, άλλά ελα φρός μορφής. Και καρτερούσαμε πώς καί πώς με τήν φοιτητική μας ζωή νά «στερεωθούμε)) κάπως καί νά αϊσθανθοΰμε κι έμεϊς τήν λύτρωση τοϋ έσωτερικοΰ βαπτίσματος. Μάταιη προσδοκία. Τό πρόβλημα δέν ήταν ότι τό Παν/μιο τότε μύριζε ακόμα ξυνόγαλο· τό πρόβλημα ήταν ότι δέν είχε κάν τήν ευπρέπεια τής παραδοσιακής στάνης. Ή δλη κατάσταση, «πνευ ματική» και μή μέ τόν «έθνικόν» αυτόν θεσμό, ώμοίαζε έκείνην αφρικανι κού καννιβαλικοΰ σφαγείου. Γιατί καί τό νά στραβώσης (άπό πΐνακος) είναι επιστήμη. Είναι άλλο νά στραβώνης τόν άλλον μέ ακτίνες Λέηζερ π.χ. και νά μήν τό καταλαβαίνη καθόλου, καί άλλο νά τόν κυνηγάς μ' ένα αναμμένο παλούκι νά τοΰ βγάλης τό μάτι δπως ό Όδυσσέας τόν Πολύφη μο. Ύποθέτομε δτι ένας άπό τούς βασικώτατους «κοινωνιολογικούς» λό γους τών καταστάσεων μέ τό «15%» ήταν τότε τό άπό έδρας ξυνόγαλο... Πρός μείζονα σαφήνεια ώς πρός τήν «έθ\ακή αστάθεια», πρέπει νά προσθέσωμε καί τοΰτο: ό συγγραφέας τούτων τών γραμμών δέν ξεκίνησε με τά «γράμματα» γιά νά γίνη ώς «πτυχιούχος» πλουσιώτερος* εξεκίνησε μέ συ νείδηση τοΰ ακριβώς αντιθέτου, όπερ καί έγένετο. Καί τό αναφέρομε γιά νά ποΰμε, δτι τά «γράμματα» τοΰ ήταν μιά ζέουσα εσωτερική υπόθεση, νά συμπληρώσωμε δέ αμέσως τό έξης: δτι αυτό ήταν και τό θανάσιμο σφάλμα. Τό νά ζητάς νά μορφωθής στό Παν/μιο καί δχι νά συμμετάσχης στόν «φοιτητικόν συνδικαλισμό», στά πανώ, τά συνθήματα καί τίς «φοιτητικές εκλογές», πού είναι τά «βαρόμετρα» γιά τίς πολιτικές, — αί, δέν υπάρχει θανασιμώτερον. Δέν άρκει λοιπόν νά μήν θέλης έσύ νά άσχοληθής μέ τά πράγματα- είναι ακριβώς τά ίδια πού δέν στό επιτρέπουν. Ιδιαίτερα μάλι στα γιά τούς έξ επαρχίας φοιτητές, διότι αυτοί πρέπει νά «τροχισθούν» στίς... πνευματικές χοάνες τοΰ κρατικοΰ ιδεολογικού γυφτοπάζαρου. "Οχι μόνο οί βουλευτές, άλλά καί οί φοιτητές ίδίως πρέπει «νά αντιπροσωπεύουν τό έθνος καί ουχί τήν έπαρχΐαν έκ τής οποίας προέρχονται»... Καί οί ύπο πτοι... μορφώσεως βέβαια φαίνονται, γιατί έχουν καί μερικά οίονεί «στά νταρ» χαρακτηριστικά: παράμεροι καί εξεταστικοί, μή ευκόλως ένθουσιώντες καί «συμμετέχοντες», καί κυρίως κριτικά μιλοΰντες. Συνδυασμένα τώ ρα αυτά μέ «βιβλία» καί «άλλα ενδιαφέροντα», συνιστούσαν πλήρη τήν εικόνα τοΰ υπόπτου! Γιά τά τοΰ Παν/μίου δέν χρειάζονται έπιπροσθέσεις, καίτοι πολλά θά μπορούσαν νά είπωθοΰν ακόμη, γιατί ό «εθνικός» αυτός θεσμός έξήντλησε ήδη πρό πολλού τά όρια υπάρξεως του. Παντού σήμερα τά παν/μια στόν 285
κόσμο παράγουν γνώση· μόνον τά ελληνικά παράγουν «εθνικό πολιτισμό», ήγουν μισθοδοσίες, αξιώματα και διοικητικές «λειτουργικότητες» (πάντα ταύτα καί νομοθετικώς ρυθμισμένα — παληότερα π.χ. καθηγητές τής Μα θηματικής Αναλύσεως υπέγραφαν ισολογισμούς Τραπεζών!...)- Σήμερα ποϋ ή Ιδιωτικοποίηση τής παραγωγής είναι διεθνές φαινόμενο, όπως καί άν αυτή νοήται, ό σπουδαιότερος παραγωγικός κλάδος, πού είναι ή γνώση, δέν είναι δυνατόν νά παραμείνη μιά κρατική προβληματική επιχείρηση γιά λόγους «εθνικούς». Καί επειδή ό πνιγμένος άπό τά μαλλιά του πιάνεται, είδαμε δτι και ή Δεξιά μας σήμερα αναγκάζεται νά παραδεχθή τήν σωστή τάξη πραγμάτων, δπως άλλωστε τήν ώριζαν μέ τήν ίδρυση ιδιωτικών παν/ μίων και τά πρώτα Συντάγματα. ' Ως πρός τά υπόλοιπα, τά πράγματα ήσαν δπως πάντα. "Ενας μηχανισμός ιδεολογικών συμβολισμών διαστροφής σέ δλα τά επίπεδα. Οί «εθνικοί ή ρωες», οί «κοινωνικοί ήρωες» τών κομμάτων, οί Πατριάρχες πού «έσωσαν» άλλά πού ή εκπροσώπηση τους έν' Ελλάδι έγινόταν άπό δλους τούς δεσπο τάδες μαζί... κ.λπ. Ή συνταγή τοϋ έθνομαγειρείου σταθερή: άγραμματωσυνη καί σύνθημα. Πέραν άπό αυτά ή «λογοτεχνία» καί ή «ποίηση» (πού μόλις τότε έγινόταν «εθνικό κτήμα» μέ τήν μουσική), άλλά μιά λογοτεχνία καί ποίηση φευγαλέα καί άραιονόητη, «περιεχομένων» ασύλληπτων στήν δποια σημασία τους χωρίς τά (Λογοτεχνικά περιοδικά» καί τήν «κριτική». Μιά παραγωγή υπαινιγμών γιά μονοκόμματα αισθήματα, ακριβώς γιατί έπήγαζαν άπό μιά κερματισμένη κοινωνική πραγματικότητα και ίστορική συνείδηση. Αυτό πού έλειπε τό αναπλήρωνε τό μονολιθικό «δόσιμο» τοΰ λογοτέχνη. Κλείνοντας κανείς τό «Έγκλημα καί Τιμωρία» π.χ. νοιώθει άμεσα τήν ανάγκη νά τρέξη νά ίδή τί είπαν οί φυσιοκράτες, ό Κάντ, ό Χέγκελ καί ό Μάρξ γιά τήν «ιδιοκτησία». Έδώ δέν έχομε τέτοια. Όλες οί αναλύσεις τοΰ λογοτέχνη ξαναγυρίζουν μέσω τής «κριτικής» στό πρόσωπο τοΰ λογοτέχνη. Καί μέσφ τών διαδικασιών αυτών έχομε τά άλλα συμπαρομαρτοΰντα πού είπαμε γιά τίς υπανάπτυκτες κοινωνίες (Δέν υπάρχουν «ελληνικές ιδιαιτερότητες» ώς πρός αυτά). Καί βέβαια, ό Καρυωτάκης καί ή Πολϋδούρη μονίμως. "Οχι δμως γιά τήν ποιητική τους αξία μόνο. Μέ τήν ρομαντική ερωτική περίπτωση τους προσφέρονται σέ «ερμηνείες», σέ ψυ χικές νοσηρότητες «περιγραφών», σέ ψυχολογικές διαστροφικές άναθλάσεις, πού μέ τήν ψυχολογία τών «ανεπαίσθητων δράσεων» θά εισχωρήσουν στήν ερωτική ψυχοσύσταση τών νέων, γιά νά κάνουν τούς νεαρούς μαλα κούς καί τά κορίτσια άγονα σάν άλμυροσκασμένους ξερόβραχους σέ κα λοκαιριάτικη κάψα. Ή «σεμνοτυφία» καί μή φυσικότητα τής προσωπικής επαφής στους νέους δέν είναι καμμιά «ελληνοχριστιανική» αποκλειστικό τητα, άλλά ή ψυχολογία τών ειδικών συμπεριφορών τών υπανάπτυκτων πού
μελετφ ή κινηματογραφική επιστήμη διεθνώς... Ότι τά μέσα πού παράγουν τό αποτέλεσμα, ήγουν την υπανάπτυξη, είναι καί αυτά υπανάπτυκτα, είναι ακριβώς τό θέμα τών συγχρόνων κοινωνιολογικών μεθόδων. Χαρακτηριστικό τής «πνευματικής παραγωγής» τών υπανάπτυκτων κοι νωνιών είναι ή «έρμητικότητα». Τά βιβλία δέν γράφονται ανοιχτά πρός τούς άλλους, εντασσόμενα μέσα σέ κάποιον διάλογο καί διατηροΰντα κά ποιον χαρακτήρα σχετικότητος ώς προϊόντα έρεύνης (δηλ. διαλόγου). Τά βιβλία είναι «απόλυτα», γραμμένα «νά πουν» στους άλλους, νά τούς «μυή σουν» κατ' αποκλειστικότητα και νά ζητήσουν τήν πνευματική καθυπόταξη. "Εμβλημα τους ή πειρατική σημαία τοΰ «αυτός έφα», πού δέν είναι βέβαια παρά ή προέκταση τών «αποκλειστικοτήτων» καί τών «στεγανών» πού χαρακτηρίζει τήν δλη μηχανική δομή τών κοινωνιών αυτών. "Ας ποΰμε ένα είδος «εθναρχών» καί «σωτήρων» στόν πνευματικό χώρο. «Αυθεντιών» παντοΰ... "Οτι βέβαια τό «ένεστώς» τοΰ τότε έχασε πάσαν σημασία γιά τόν υποφαι νόμενο, εντός καί έκτος Πανεπιστημίου, είναι προφανές. Μιά λοιπόν και ώρισμένα χρόνια έπρεπε νά περάσουν έν εϊδει πουργατορίου, τό πρόβλημα ήταν νά μή χαθοϋν τουλάχιστον καί ποιοτικά, δσο οΐ καταστάσεις επέτρε παν. Έστράφηκε λοιπόν δσο μπορούσε στήν μελέτη τοΰ «πνευματι κού παρελθόντος» τοϋ νέου κράτους (μέσω βιβλιογραφίας καί βιβλιοθη κών), ουδόλως παραλείποντας βέβαια και τήν έκ τοΰ σύνεγγυς πρακτική μελέτη τοϋ περιβάλλοντος, άφοΰ ήταν σ * αυτόν άγνωστο καθ * δ επαρχιώ της. Και ένα τοΰ έκαμε τήν μεγίστην εντύπωση στήν έλληνοδιφική του τούτην ενασχόληση: ή εκπολιτιστική δράση τής Εκκλησίας, άραγε, μέ τούς μεγάλους τίτλους καί δλα τά μέγιστα (πράγματα συνειδησιακός άγνω στα στόν ίδιον), σέ τί ακριβώς συνίστατο μέσα στήν έκβαρβάρωση πού διεΐπε τήν καθημερινή ζωή τοΰ άπλοΰ κόσμου; Καί πώς είναι δυνατόν έκβαρβαρωμένοι λαοί νά «συμμετέχουν» στά άκραίως υψηλότατα ιδεώδη πού διακονοΰν οί ηγεσίες τους; "Ολα μεγάλα στήν ακοή και στήν ματιά μηδαμινώτατα. Κάπου τό πράγμα έπαιρνε τήν χροιά δυσώδους σκοτεινότητος. Οί καταστάσεις επήραν έτσι τόν δρόμο τής μακρόχρονης περιέρ γειας καί τής υπομονής καί τής πολλής επιφύλαξης. Είπαμε έκ τοΰ «σύνεγ γυς», έκ τοΰ πολύ σύνεγγυς, άλλά ποτέ μέσα. Καί έδώ βρίσκεται τό Ολον πρόβλημα: Υπάρχουν δύο πράγματα διακεκριμένα: τό φακέλωμα και ό τρόπος φακε λώματος. Τό φακέλωμα ώς λειτουργία (περί αύτοΰ κατωτέρω) είναι έργο ή μάλλον επιταγή τοΰ Θεοΰ· ό τρόπος φακελώματος δμως είναι έργο τών ανθρώπων. Δηλαδή είναι δπως ακριβώς καί μέ μιά μπριζόλα: είναι άλλο νά 287
τήν τρως δπως τήν πουλάει ό χασάπης καί άλλο στό εστιατόριο. Τό νά ρωτήσωμε γιατί δ άνθρωπος είναι υποχρεωμένος νά τρώη μπριζόλα, δέν έχει νόημα γιατί δέν υπάρχει απάντηση. Τό νά διαμαρτυρηθούμε δμως άν μας σερβίρουν μιά κακομαγειρευμένη μπριζόλα, αυτό όφείλομε νά τό κάνωμε γιατί πληρωνομε. Καί ενδεχομένως μπορεί νά κάνωμε και καλό στό ξενοδόχο, βοηθώντας τον νά βελτίωση τήν επιχείρηση του. Άπό απόψεως «ουσίας», είτε φάς τήν μπριζόλα δπως ένας καννΐβαλος είτε στό ρεστωράν πολυτελείας, είναι ένα και τό αυτό: ό οργανισμός παίρνει αυτό πού χρειά ζεται καί ό μεταφυσικός σκοπός τού πράγματος υπηρετείται. Άλλά τό ρεστωράν, καίτοι κανναβαλικής καταγωγής, είναι έννοια πολιτισμού. Και αυτό ακριβώς μάς ενδιαφέρει έδώ: τό έλληνικόν κράτος δέν μπορεί νά φκιαση βιομηχανία· μήπως δμως τουλάχιστον μπορεί νά φακελώση; Σ' αυτό ή αποτυχία είναι ακόμη μεγαλύτερη, όπως θά φανή, διότι είναι «δο μικής» υφής... Τά δσα ακολουθούν αναφέρονται στήν περίπτωση ενός άνθρωπου, ό όποιος οόδεμίαν κομματική δραστηριότητα ανέπτυξε πουθενά (νά συμμε τέσχε σέ διαδήλωση, νά υπήρξε μέλος νεολαίας κόμματος, νά έλαβε μέρος σέ φοιτητικές εκλογές, νά ψήφισε ποτέ σ' αυτές, νά έπροπαγάνδισε υπέρ κόμματος — τά τής Αριστεράς τοΰ τότε άνέδιδαν μιάν ανυπόφορη μπόχα «έλλαδικότητος» (πού δεν χρειάζεται νά συζητήσωμε τώρα παραπέρα...), άρα καί ενστικτώδους έπιφυλακτικότητος λόγω τής «εθνικής αναιμίας» πού προείπαμε —, νά ενήργησε τελοσπάντων μέσα στόν «συλλογικό» φοιτητι κό ψυχισμό). Όταν κανένας είναι «περίεργος» μόνο καί έξ Ιδιοσυγκρασίας θέτη προϋπόθεση αύτοΰ πού θά δεχθή κάποιο μέτρο αντικειμενικότητας αύτοΰ πού μπορεί ό ϊδιος νά προσφέρη — άρα απαιτώντας πολλά άπό τόν εαυτό του καί ελπίζοντας πολύ λίγο στά έξω άπ' αυτόν —, τότε και πολλά πράγματα παύουν νά γίνωνται δσο αυτονόητα φαίνονται, οί μικρολεπτομέρειες δυσκολεύουν τήν ζωή (καί τό νά κάνη κανένας τά εύκολα δύσκολα είναι πολύ δυσχερές κατόρθωμα.,.) καί τά προκατασκευασμένα σχήματα «δράσης» καθόλου εύκολα δέν είναι. Ή «κατά σύμπτωση» συνεπώς εικόνα έκ τών άκολουθούντων, είναι ή εικόνα ενός κράτους άνευ ενιαίου «εθνικού ψυχισμού» (τό βασικώς απαραίτητο γιά τήν... μεταφυσική λειτουργώ ·τοΰ «φακελώματος»), κρίνοντας χωρίς ουσιαστική δυνατότητα «επεξεργασίας στοιχείων», μηχανικά μόνο μέσω τών διάτρητων του ((υπηρεσιών». Διάτρη των άπό τί; — Μά ακριβώς άπό αυτό πού λέμε: άπό τήν έλλειψη ενιαίου εθνικού ψυχισμοΰ καί συνεπώς άπό τήν ύπαρξη κενών... Και αυτά δλα — τά όποΐα αντανακλούν στους «φακέλους», πού είναι έν τέλει τό έσχατον υποστατικό τής ίστορίας, ακριβώς επειδή δέν φαίνονται άλλά γι' αυτόν τό λόγο μένουν — οφείλονται σέ ένα καί μόνο γεγονός: δτι ή έννοια «'Ελλάς»
υπήρξε απλώς ή μετονομασία μιάς γεωγραφικής έκτασης σέ κράτος. Πού ακριβώς υποχρεωμένο νά σταθή διά τής ((νομοθεσίας» καί μέ μιάν βάρβαρη θεοκρατική ίδεολογία μεσαιωνικής υφής, αναγκαστικά ήταν υποχρεωμένο νά δεχθή γιά τήν «υπηρεσιακή διευκόλυνση» τό μόνο δυνατόν είδος μετα φυσικής φιλοσοφίας: άν σοΰ λείπη τό χέρι, πρέπει νά εΐσαι ευχαριστη μένος πού έχεις τό άλλο, άν σοΰ λείπουν καί τά δύο, πρέπει νά εί σαι ευχαριστημένος πού έχεις τά πόδια, άν σοϋ λείπουν καί τά πό δια, πρέπει νά εΐσαι ευχαριστημένος πού έχεις τά μάπα, κι άν δέν έχης οϋτε τά μάπα, πρέπει νά είσαι ευχαριστημένος πού αναπνέεις!... Μά ακρι βώς αυτή ή φιλοσοφία είναι καί ή πλήρης απόδειξη ανυπαρξίας εθνικού κορμοΰ καί παντός «έθνικοΰ». Μπορεί ένα τέτοιο κράτος νά λέγεται «ευ ρωπαϊκό»; Και εξυπηρετεί σήμερα τίποτε; Τήν αναγκαιότητα τοΰ ιστορι κώς γενομένου, ύποχρεοϋται κανείς νά τήν κατανόηση, ακριβώς επειδή έγινε. Αυτό όμως πού δεν μπορεί νά άποφύγη είναι ή κρίση γι' αυτό, γιατί τότε δέν υπάρχει ίστορία. Καί ή κρίση βοηθάει πάντα τό παρόν, γιατί γίνεται μέσα άπό τό παρόν. Σάν ένα μερικό λοιπόν στοιχείο κρίσεως, δίνομε καί τήν ακολουθούσα... Image. Καί φυσικά, ώς εξηγήσαμε, σάν εθνικό χρέος. Όπως εύκολα θά διαπίστωση ό αναγνώστης, ό συγγραφέας τούτου τοΰ βιβλίου έλαβε τήν «υπηρεσιακή εντολή» νά τό γράψη στίς 29 τοΰ περασμένου Μάη, άλλά μόνο πολύ αργότερα μπόρεσε ν' άρχίση τήν γρα φή του. Υπήρξαν πάρα πολλά τά νομικής φύσεως θέματα πού προέκυψαν καθ' όδον (άπό τόν ποινικό κώδικα, τόν άσπκό κώδικα κ,λπ,), άλλά πού ή επεξεργασία τους ήταν ολοσχερώς αδύνατη στίς συνθήκες γραφής τοϋ βιβλίου (τόσο άπό έλλειψη χρόνου, δσο — καί κυρίως — άπό τήν τεχνική έλλειψη βοηθημάτων). Είναι ωστόσο άπό τή φύση του τό «Detail» πού δίνομε έδώ τόσο κεντρικό, ώστε πιστεύομε πώς εύκολα ό αναγνώστης θά μπόρεση νά συμπλήρωση μόνος του και χωρίς ιδιαίτερες προσπάθειες τό δλον... Τό μόνιμο ερώτημα παραμένει πάντα ένα: σ' αυτό τό κράτος θέλησε ή «αντίσταση» νά στήριξη τήν «Δημοκρατία» και ιδιαίτερα τό ΠΑΣΟΚ τόν « Σοσιαλισμό» καί τήν «Αλλαγή»; Τό ερώτημα δέν έχει τό νόημα τής απορίας (γιά πολλά πράγματα είναι δοσμένες οί απαντήσεις άπό τό 1821 κι έδώ...), άλλά τής διαπιστώσεως ότι τίποτε πλέον δέν μπορεί νά στηριχθή στό έπιλεγόμενον ακόμη «έλληνικόν κράτος»... Μέσα στό πανόραμα τών τελευταίων τριάντα ετών, μιά φορά διέτρεξε πραγ ματικό κίνδυνο ό γράφων: δταν απολύθηκε άπό θεμέλιον τής ελλαδι κής ύπαναπτύξεως, τό κοινώς καλούμενον «στρατός», τόν Αύγ. τοΰ 1977 (βλ. κατωτέρω). Καίτοι ύπηρετήσας στό πυροβολικό (δπου στό στρατόπε289
δο Θηβών άκουγε κανένας άπό τό θάλαμο ώς τό μαγειρείο καμμιά δεκα ριά γλώσσες, άλλά όχι φωναχτά...) — άρα ήδη ευρισκόμενος στό "Εξωτε ρικό —, ήθελε οπωσδήποτε νά συνεχίση -τό ταξίδι. Πώς μποροΰσε όμως κανείς νά βγάλη Διαβατήριο; Κατ* ανάγκην λοιπόν άρχισε τό άνέβα-κατέβα στήν Ασφάλεια έπί μήνες (άπό μιάν άποψη ήταν μέγα ευτύχημα ότι ή Χούντα μας βρήκε στόν στρατό...). Οί περιγραφές τώρα είναι περιττές. Τελικώς ευρέθηκε ή έξης λύση: Θά έπαιρνα Διαβατήριο, άν υπέγραφα μιά Δήλωση, ότι δέν θά τούς πείραζα στό Εξωτερικό καί ότι δέν έλαβα στόν στρατό... ρούβλια! Ή πρόταση μοΰ φάνηκε τόσο ώς θεία μεσολάβηση, ώστε ήμουν έτοιμος νά οργανώσω ειδική δοξολογία παίρνοντας το... Ώς πρός μέν τό «πείραγμα» ήξερα δτι δέν θάχα καιρό γιά τά καφενεία — έκεΐ δηλ, ποΰ διεξήγετο κατ' εξοχήν ή «αντίσταση». Συνέχιζα νά τά παρακο λουθώ πάντα κατά τήν συνήθεια μου «έκ τοΰ σύνεγγυς», άλλά και πάντα δπως είπαμε άπ' έξω. Γιά λόγους μάλιστα μείζονος πειστικότητος τών προθέσεων μου, τούς έκανα καί μιάν πρόβλεψη πού θά έπαληθεύετο λίγα χρόνια μετά: δτι μόνο άπό έξωτερικήν επέμβαση θά ήταν δυνατόν νά πέ σουν (δπως καί κάθε τριτοκοσμική Χούντα άλλωστε...). "Οσο τώρα γιά τά ρούβλια, ή υπόθεση είναι αρκετά κωμική γιά νά μας απασχόληση έδώ, οφειλομένη απλώς στήν κατατρομοκράτηση πού έπαθε ό αξιωματικός τοΰ Α2 μέ τόν φάκελο τοΰ νέου «στρατιώτη». Μήν ξεχνάμε δτι ήταν ή εποχή ποΰ οί στρατιώτες έρριχναν ζάχαρη στά κανόνια... Καί τό παραμικρό συ νεπώς έπρεπε νά ελέγχεται «υπηρεσιακά», μέ σήματα, αναφορές κ,λπ. Α κόμη κι ένας έφεδρος πού τυχαία συνάντησα πρίν λίγα χρόνια στό "Αγιο "Ορος δέν είχε ακόμη ξεχάσει τίς τότε «εντολές» καί ήταν καταφανής ή έκπληξη πού μ' έβλεπε στήν... θύρα τοΰ Παραδείσου. Καί δτι ό στρατός είναι «ευαίσθητος χώρος», είναι γνωστό. Τό πρόβλημα είναι γιατί δέν είναι τόσο «ευαίσθητοι» καί οί εκάστοτε υπουργοί τών Στρατιωτικών. Αυτό δμως θά τό ιδούμε. Και δτι κάποιοι «έπιβεβαρημένου> ύπηρετοΰσαν σέ ειδικές Μονάδες, είναι αυτονόητο. Στίς Μονάδες αυτές οί στρατιώτες προέρχονται ώς έπί τό πλείστον άπό χειμαζόμενες έν Ελλάδι μειονότητες καί άρα α γράμματες (τούρκικες, γιουγκοσλάβικες, βουλγάρικες κ.λπ.). Κάθε συνε πώς προσπάθεια προπαγάνδας άπό τούς «επικίνδυνους» γραμματισμένους είς βάρος τοΰ «έθνους» είναι ματαία... 'Εν πάση περιπτώσει, άφοΰ υπήρχε καί «κάτι» άπ' τόν στρατό, ήθελε καί ή Ασφάλεια καλοΰ-κακοΰ μιά εξα σφάλιση δτι δέν είμαστε πράκτορες τής KGB! 'Αλλά αυτό ήταν τό πρό βλημα; Ισα-ϊσα πού άν ήμαστε πράκτορες τής KGB κανέναν κίνδυνο δέν θά διέτρεχε τό «έθνος», γιατί θά ξέραμε δτι «ή Ελλάς ανήκει είς τήν Δύσιν»...
290
"Ολα τούτα δέν θά μποροΰσε σήμερα νά μήν τά ίδή κανείς μέ διάθεση κατανοητική —και προσωπικώς στήν δική μας νόηση είναι απόλυτα συ νυφασμένα μέ κάθε διάθεση καλωσυνής συγκατάβασης και αμεροληψίας (αότό θά μπορέσουν κάποιοι νά τό διακρίνουν) —, γιατί άλλοιώς δέν θά ήταν δυνατόν νά προκύψουν, απρόσωπα σάν σημασίες καθώς είπαμε, ώς μιά γενικότερη προσφορά. Αυτό ακριβώς καθώρισε καί τήν ήπιότητα γρα φής τούτου τοΰ βιβλίου, πράγμα γιά τό όποιον ενδεχομένως μερικοί ανα γνώστες πού έζησαν ανάλογα πράγματα νά μάς κατακρίνουν. Άλλά έμεΐς δέν τά κρατήσαμε δλα τούτα μέσα μας σάν αίσθήματα, άλλά σάν εκλογι κεύσεις πού απαιτούσαν υπομονή. Γιά νά δειχθή δτι στήν 'Ελλάδα δέν έφταιγαν οί «μή εθνικόφρονες» άλλά δτι φταίει ή ίδια στόν εαυτό της, έπρεπε νά περάσουν κάποια χρόνια. Καί μέσα σ' αυτά νά βρή κανένας τήν υπομονή νά χρησιμοποίηση έτσι προσεκτικά τά στοιχεία, ώστε νά πρόκυ ψη ή αντικειμενικώς υπάρχουσα κατάσταση πού έκρυβόταν πίσω άπό τήν «έθνικοφροσύνη». Σήμερα πιά ξέρομε επακριβώς τήν ημερομηνία άπ' δπου άρχισαν νά υπάρχουν στήν Ελλάδα «εθνικόφρονες» καί «μή»: είναι ή 25η Μαρτίου 1821. Και αυτό έπρεπε νά τό δείξωμε μέσα άπό τήν ίδια τήν καταστατική συγκρότηση τοΰ Κράτους. "Αν ωστόσο υπάρξουν και μερικοί άνθρωποι πού θά τά ήθελαν άλλοιώς γραμμένα, τί νά κάμωμε; Τά βιβλία δεν είναι... κοινοβούλια. Οί ίδέες στά βιβλία γράφονται γιά νά διαρκέ σουν καί δχι γιά νά ξεχασθούν τήν άλλη μέρα. Και οί ιδέες στά βι βλία διαρκούν, δσο πιό κοντά στήν πραγματικότητα βρίσκονται. Επει δή τελικώς μόνο ή εκάστοτε πραγματικότητα διαρκεί στό χρόνο. "Αν τώ ρα αυτή είναι τέτοια, ώστε οί ίδέες γι' αυτήν νά «σκανδαλίζουν» τόν άναγνωστικόν όφθαλμόν ώρισμένων, τί νά κάνη αυτός πού τίς γράφει; Νά τίς δώση ώς προσωπικά «ψυχολογικά βιώματα», νά τίς ώραιίση, νά τίς δώση σάν «θλίψη καί καταγραφή», δταν ξέρη δτι πρόκειται περί ενός μεθοδευ μένου κοινωνικού εγκλήματος συνεχιζόμενου; Μιά τέτοια έκ τών προτέρων αποτυχημένη προσπάθεια συγγραφικώς, δέν θά ισοδυναμούσε μέ κάποιο είδος συνενοχής, δταν μάλιστα πρόκειται γιά ένα κράτος ήδη ίστορικά ληξιπρόθεσμο; Προτιμήσαμε λοιπόν τήν ήπια αντικειμενικότητα τής λο γικής περιγραφής, γιά τήν οποίαν πρέπει νά μας κρίνη επιεικώς ό αναγνώ στης τής σήμερον, άν αποκτά σμικρυμένην τήν θηριώδη διάσταση τών ύπαρξασών καταστάσεων. Θά απόκτηση άλλωστε ιδίαν αντίληψη μέ τά εφεξής. Πώς τά πράγματα εξελίχθησαν έν συνεχεία — γιά τοΰτο άλλωστε καί ή πολύ σύντομη περιγραφή τους ώς έδώ —, θά φανή άπό τό επακολουθούν «Story», στά κείμενα τοΰ οποίου υπάρχουν οί κατάλληλες επεξηγήσεις. 291
Τό βασικόν πλέον πρόβλημα πού μέ τόν χρόνο προέκυψεν όξύ, ήταν τό τής «ύπηκοότητος». Άν τό «έστί πολίτης» οημαΐνη μόνο διοικητικές απο λαβές (μισθοί καί προαγωγές), τό «εστίν υπήκοος» σημαίνει βέβαια ρεμού λα («εκλογές», υπουργεία, θέσεις, κονδύλια κ,λπ., τά όποΐα άνευ τής υπάρ ξεως «υπηκόων» δέν είναι δυνατόν νά υπάρξουν.,.). Μέ τήν έννοιαν λοιπόν τοϋ «υπηκόου» κάποιοι αναγκαστικά είσπράττουν. Και τόσο μάλιστα κα λύτερα — πράγμα αυτονόητον —, δσο πιό «ανέξοδος» παραμένει ό «υπή κοος»! Θά πή κανείς βέβαια, μά καί οί «υπήκοοι» έχουν τόν τρόπο τής «κοινω νικής διεκδίκησης» καί τών «συλλόγων» (π.χ. «Φυλακισθέντων καί έξορισθέντων αγωνιστών τής περιόδου 1967-74»!!!), Ναί, άλλά έδώ είναι καί τό δλον πρόβλημα τής επαιτείας πού λέγαμε: άν έχης πίσω σου Καντίους καί Έγέλους, θά κάμης τήν κοινωνική διεκδίκηση καί θά πής «νά, έδώ τά στηρίζω». Άν έχης συναξάρια παπάδων καί μακρυγιαννικά «όράματα» — ήγουν πράγματα πού μόνο μερικοί ξέρουν νά «ερμηνεύουν» — πού θά τά στηρίξης; Ιδού ή καταγωγή τής «έθνικοφροσύνης»,., Μή έχων λοιπόν λόγους νά συμμετάσχη ό υποφαινόμενος στά θριαμβικά αίσθήματα «αποκαταστάσεως» τών αρχαίων ελληνικών ιδεωδών στήν αίωνία κοιτίδα τους, ήγουν εκείνων τοϋ αρχαίου Σόλωνος, υπέβαλε μέ βάση τό «νέον» Σύνταγμα μιά αίτηση τακτοποιήσεως τής... εθνικής του έκκρεμότητος, πού τήν παραθέτομε πρώτη πρός διευκόλυνση καί τών υπολοίπων (τά όποΐα παρατίθενται κατά λόγον νοηματικής συνοχής καί δχι χρονολογικώς). Τό άν τελικώς «άνήκωμεν είς τήν Δύσιν» καί πόσο άνήκομε, θά τό συμπεράνη μόνος ό αναγνώστης στό τέλος. Ένα ερώτημα δμως θά θέλαμε ακόμη νά θέσωμε: και τόν Φράνκο στήν Ισπανία οί «ξένοι» τόν έβαλαν καί ό Χίτλερ τόν εγκαθίδρυσε. Τόν εμπόδισε όμως άπό έκεΐ καί πέρα κα νένας νά κάμη τήν σημερινή Ισπανία μιάν ανεπτυγμένη χώρα; Ό Σοάρες επήρε τήν Πορτογαλλία σέ χειρότερη μοίρα άπ' δ,τι επήραν ό κ. Καρα μανλής καί ό κ. Παπανδρέου τήν ίδια εποχή τήν Ελλάδα. Και τήν έκαμε μιά χώρα πού κατατάσσεται σήμερα μεταξύ τών ανεπτυγμένων χωρών. Έν τφ μεταξύ έμεΐς έχομε καί πάλι πρόβλημα πώς... «θά βγούμε άπό τήν κρί ση», χωρίς νά έχωμε κατασταλάξει τί χρειαζόμαστε περισσότερο γΓ αυτό τό «βγάλσιμο» — περισσότερους άγιους ή περισσότερους «σωτήρες». Μπο ρεί δντως ή κοινωνική κατάσταση τής Ελλάδος, ΰπως παρουσιάζεται άπό τά στοιχεία πού παραθέτομε καί τά δσα άλλα, νά χωρέση πολιτιστικά στήν Ευρώπη; Εξυπηρετεί δηλαδή τί ή διατήρηση τής εσωτερικής δομής τών πραγμάτων;...
Αριθμ. Πρωτ. 5387/30-1-85 Αίτησις Γερασίμου %π. Κακλαμάνη, κατοίκου Αθηνών, οδός Άσκληπιοΰ 177 τηλ.: 6432561, περί συνταξιοδοτήσεως του, Πρός τήν άρμοδίαν έπιτροπήν τοΰ Υπουργείου Πολιτισμού καί Επιστημών, Διεύθυνσιν Γραμμάτων, Έρμου 17, Αθήναι. Αξιότιμοι Κύριοι, Διά τής παρούσης λαμβάνω τήν τιμήν νά υποβάλω Ύμΐν τό αίτημα τής συνταξιοδοτήσεως μου, τοϋ αίτήματος τούτου έρειδομενου έπί τοΰ κατωτέρω σκεπτικοϋ ιστορικώς.αναπτυσσομένου: Έπιστρέψας έκ Παρισίων κατά τά τέλη 1971, δπου είχον μεταβή ευθύς μετά τήν άπόλυσίν μου έκ τοΰ στρατοΰ κατά τήν διάρκειαν τής Δικτατορίας, έστερήθην τοΰ Διαβατηρίου μου καί τής «αδείας ασκήσεως επαγγέλματος» ώς καθηγητού, επειδή ήρνήθην διαφόρους προτάσεις συνεργασίας μετά τοϋ τότε καθεστώτος. Κατά Φεβρουάριον 1972 συμμετέσχον είς διαγωνισμόν τοΰ ΙΚΥ, τυχών τριετούς υποτροφίας διά τήν συνέχισιν τών σπουδών μου εις τό Έξωτερικόν, τήν οποίαν δέν άπεδέχθην, άφ' ενός μέν λόγω τών ανωτέρω συνθηκών, άφ' έτερου δέ λόγφ απαιτουμένης εγγυήσεως έπί ακινήτου πολ λαπλής αξίας. Τής αρνήσεως μου παρατεινομένης, έλαβον τελικώς τό διαβατήριον μου τέλη τοϋ 1973 καί μονοετούς μόνον ισχύος (δηλ. όσον έχρειάζετο νά εγκα ταλείψω τήν χώραν καί εϋνοήτως τύχω διαβατηρίου άλλης χώρας), δχι δμως και άδειαν διδασκαλίας, τήν οποίαν οιονεί μαγικφ τφ τρόπω έλαβον ακριβώς μίαν έβδομάδαν πρό της μεταπολιτεύσεως τοΰ '74. Πάντα ταϋτα δύνανται υπηρεσιακώς καί σήμερον νά εξακριβωθούν. Δέν έπαυον βεβαίως διά δια φόρων ενεργειών μέσα είς τά πλαίσια τοΰ τότε καθεστώτος νά επιδιώκω τήν τεκμηρίωσιν τής καταστρατηγήσεως τών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δπως ένεφανίζετο εις τήν περίπτωσιν μου, δι' εγγράφων αναφορών καί άλλων αναλόγων, μέ τήν ελπίδα, δτι είς κατοπινούς ελέγχους ήθελεν κατανεμηθή ευθύνη και δι' εγκλήματα μορφής ώς ή ανωτέρω, δεδομένου δτι διά της τοιαύτης τακτικής άπέτυχον νά εκπληρώσω οίους επιστημονικούς σκοπούς δι* εαυτόν έθεσα (σημειωτέον δτι ή έλευσίς μου έν έτει 1971 σκοπόν εΐχεν τήν έκποίησιν κληρονομικού ακινήτου μου πρός άποπεράτωσιν τών σπου δών μου, τό όποιον βεβαίως έξεποίησα, ουχί πρός τόν σκοπόν αυτόν, άλλά πρός άπλήν έπιβίωσιν λόγφ τής αναγκαστικής ανεργίας, είς ην είχον καταδικασθη). Ευτυχώς δμως ή δυστυχώς τοιαύτης μορφής εγκλήματα δέν άνερεύθησαν άπό τάς έπομένας κυβερνήσεις. Οίκοθεν νοείται, δτι έν τφ μέτρω τών δυνατοτήτων μου ουδόλως έμεινα
292
293
ανενεργός κατά της Χούντας. Πιστεύων Οτι ή «πολιτική άνιίστασις» έχει πλήν των κομμάτων και άλλους κοινωνικούς τρόπους νά έκφρασθή, εξέδωσα κατά Σ/βριον 1972 μαθηματικόν σύγγραμμα μετ* εκτενούς προλόγου, τό όποιον ουσιαστικά κατήργει τήν βιομηχανίαν σκοταδισμού, οΐαν εΐχεν ε γκαθιδρύσει τό καθεστώς έκεΐνο εις τά σχολεία, ή τουλάχιστον ήναντιοϋτο πρός αυτήν εμφανώς καί σφόδρα. Υποθέτω, τό βιβλίον μου αυτό (άγνωστον προφανώς σήμερον καί εμφανώς άγνοηθέν, έστω καί ώς «βοηθητικόν» τής Μ.Ε., άπό τάς κατοπινός κυβερνήσεις) είναι τό μοναδικόν δείγμα μή άμεσου πολιτικής αντιστάσεως, εξαιρουμένων ώρισμένων νομικής φύσεως συγγρα φών διά τά «Συντάγματα» τής Χούντας καί μερικών «κινήσεων» γνωστών λογοτεχνών (αί όποϊαι δμως άνεγνωρίσθησαν έκ τών ύστερων, καίτοι τής αυτής τάξεως ένέργειαι ώς τό βιβλίον μου). Βεβαίως τά κοινωνικά καί άλλα αίτια τών δικτατορικών κυβερνήσεων τών κοινωνιών δέν εξαντλούνται είς τήν ΰπαρξιν συγκεκριμένης δικτατορίας. "Ηδη εις τόν νουν μου ήρχισεν νά σχηματίζεται ή ανάγκη εγγύτερος εξε τάσεως διαφόρων μορφών τοϋ κοινωνικοϋ βίου τών νεοελλήνων. Έν σχεδόν έτος μετά τήν Δικτατορΐαν εξέδωσα τό βιβλίον μου «Ανάλυση τής νεοελ ληνικής αστικής Ιδεολογίας (άπό τό 1880 ώς σήμερα)». Τό ύφος βέβαια τοΰ βιβλίου αύτοΰ φέρει επηρεασμούς έκ τής προϊστορίας του τών χρόνων εκεί νων, εΐχεν δμως τήν τύχην τό βιβλίον αυτό, δχι μόνο νά τροφοδότηση ευρύτατα ιδεολογικούς δλους τομείς τών 10 διαρρευσάντων χρόνων άλλά καί έπί πολλών θεμάτων νά άποβή οίονεί προφητικό. Τοΰτο σημαίνει δτι έχρησιμοποιήθη ύπό τής Πολιτείας έπί ένίων ζητημάτων. Πρώτον μέν, ύπήρξεν τό μόνον βιβλίον, τό οποίον προείδεν τήν έν συνεχεία έξέλιξιν τής ελλη νικής γλώσσης, γεγονός δπερ διηυκόλυνεν τάς κατοπινός νομοθετικός ρυθ μίσεις τού γλωσσικού προβλήματος. Δεύτερον δέ, διά της επισημάνσεως ώρισμένων εκπαιδευτικών ιδιορρυθμιών παρέσχεν τήν εΰχέρειαν επεμβά σεως τοΰ Κράτους έπί κοινωνικής σημασίας εκκρεμοτήτων τής λαϊκής εκ παιδεύσεως. (Π.χ. διά πρώτη φοράν αί «Λύσεις» καί τά άλλα σχολικά βοη θήματα παρέχονται ύπό τοΰ Κράτους είς τούς μαθητάς, άφοΰ πλέον τοΰτο άπετέλεσεν άντικείμενον σπουδής εις τό ανωτέρω βιβλίον μου καί κατεδείχθη ή τεραστία οικονομική έπιβάρυνσις του συνόλου διά τής οίονεί βιομη χανίας τών «βοηθημάτων», τά όποια διεκινοΰντο παραπαιδευτικώς και άδεσπότως). 'Αλλά καί άλλα θέματα έκ τοΰ βιβλίου τούτου απετέλεσαν φορείς έν ευρύτερα έννοία «εκπαιδευτικής πολιτικής» διά τών κρατικών μέσων ε νημερώσεως, τά όποΐα διά λόγους οικονομίας χρόνου τήν στιγμήν αυτήν άντιπαρέρχομαι. Σημειώσεως άξιον είς πάντα ταύτα είναι τό γεγονός, δτι ουδέποτε παρε σχέθη δυνατότης μνείας ή προβολής τοϋ βιβλίου μου επισήμως. Καί τοΰτο, ως δύνομαι νά υποθέτω, οφείλεται είς ατελείς παραστάσεις περί τής φύσεως τής πνευματικής εργασίας. Ένφ δηλαδή ή συγγραφή βιβλίων ώς τό ανωτέ ρω είναι πράξις εξόχως πολιτική, διαχωρίζεται συνήθως ή πνευματική εργασία
άπό τό πρόσωπον πού τήν δημιουργεί. Είς τήν ϊδικήν μου περίπτωσιν, είναι γεγονός, δτι ή μέριμνα ολοκληρώσεως ενός συγγραφικού" έργου που είχα κατά νουν δέν μοϋ έπέτρεψεν νά επιδιώξω εμπράκτως τήν διά τής πολιτικής έπένδυσΐν του. 'Αλλά είναι αυτονόητον, δτι βιβλία «κοινωνικών πιέσεων» ώς τό ανωτέρω, δχι μόνον διευκολύνουν τάς προϋποθέσεις πολιτικών αλλα γών, άλλά τίθενται έξ αντικειμένου εις τήν ύπηρεσίαν τών πλέον προοδευ τικών έκ τών κομμάτων. Επικρατεί βεβαίως ή πλάνη, δτι ό πρακτικώς α σχολούμενος μέ τήν πολιτικήν αντιμετωπίζει άμεσώτερον τάς αντιφάσεις καί τήν τριβήν τής πραγματικότητος. Δέν αντιμετωπίζει δμως είς μικρότερον βαθμόν τά πράγματα ταύτα ό θεωρητικώς άνερευνών τήν αυτήν πραγματι κότητα, διότι αί αντιφάσεις είς τήν θεωρίαν παρουσιάζονται οίονεί έρεβώδεις καί απαιτούν κολοσσιαία ποσά πνευματικής προσπάθειας πρός συναγωγήν πρακτικού συμπεράσματος, μέ βλάβην ενίοτε καί αυτής τής σωματι κής υγείας τοϋ ερευνητού. Ά π ό συγγραφικής απόψεως υφίσταται τεραστία διαφορά μεταξύ «επισημάνσεως» ή περιγραφής καταστάσεων καί θεωρητι κής άνερευνήσεως πρακτικώς υπαρχόντων προβλημάτων. Έν πάση περιπτώσει, μετά διετίαν περίπου άπό τής εκδόσεως τοϋ προη γουμένου βιβλίου μου, εξέδωσα καί δεύτερον, τό όποιον επίσης άντιμετωπίσθη ώς προϊόν «κοινωνικού πειραματόζωου», άλλ' ουχί είς τήν αυτήν έκτασιν, διότι τό βιβλίον τοΰτο έχρειάζετο έξ αρχής άλλην έπεξεργασίαν ή δποία δμως δεν ήτο εφικτή ύπό τάς συνθήκας εκδόσεως του. Πάντως ευθύς μετά έγένοντο ώρισμέναι επερωτήσεις είς τήν τότε Βουλήν, δπως π.χ. περί τής κρατικής μερίμνης διά τήν χορήγησιν άδειων «μηχανικών» αυτοκινή των, ό δέ τότε αρμόδιος υπουργός άπήντησεν δτι «τό κράτος δέν μπορεί νά κάμη τίποτε, διότι ό τομέας αυτός υπάγεται είς τήν σφαΐραν "ιδιωτικής πρωτοβουλίας"». Βεβαίως κατά τό διάστημα τοΰτο επεδίωξα καί τόν διορισμόν μου ώς καθη γητού της Μ.Ε. Έπιθυμών νά μεταβώ είς τήν άλλοδαπήν, ύπεβαλον αϊτησιν διορισμού μου είς Γυμνάσιον τής Δ. Γερμανίας, καίτοι βεβαίως έκ τών προ τέρων έγνώριζον, δτι δ τομέας εκπαιδεύσεως τών ομογενών, τελεί ύπό τήν ηύξημένην μέριμναν τοΟ Κράτους. Υποβολών πρώτην φοράν αϊτησιν καί λαβών αριθμόν πρωτοκόλλου, έπληροφορήθην μετά μήνας, δτι ή αίτησις παραδόξως έχάθη, αναγκασθείς έκ δευτέρου είς τήν ύποβολήν τής αυτής αιτήσεως και λαβών ομοίως αριθμόν πρωτοκόλλου, άλλά ή οποία φεΰ, έχάθη έξ ίσου παραδόξως μέ τήν πρώτην. Ζητήσας ν* αποταθώ εϊς τό «γραφεΐον παραπόνων», έλαβον τήν έξης άπάντησιν: «τό γραφεΐον αυτό έκλεισε, διότι τώρα έχομε Δημοκρατία καί οί πολΐται δέν έχουν παράπονα. Αυτό έλειτουργοδσε έπί Δικτατορίας», άπαιτήσας δέ μετά ταϋτα νά επισκεφθώ τόν άρμόδιον όπουργόν, εύρέθην πρός τής έξης επικλήσεως: «μά δέν σκέφθεσθε, κύριε μου, καθηγητής έσεΐς, τήν πτωχήν ύπάλληλον, πού θά τιμωρηθή;». Έννοών βεβαίως ντι ή περίπτωσις τής υπάρξεως ομογενών έν Ευρώπη δέν ήτο θέμα τό όποιον ήδΰνατο απλώς μόνο νά στραφή κατά συγκεκριμένου 295
πολιτικοί) κόμματος, δέν έθεώρησα σκόπιμον νά Επιδιώξω τήν διά θορύβου προβολήν τών αιτημάτων μου. Πάντως υπέβαλαν μετά ταϋτα κατ' εκείνον τόν καιρόν αϊτησιν διορισμού μου είς οίονδήποτε Γυμνάσιον τής χώρας. Πρό διετίας, περίπου Ελαβον Εγγραφον τοΟ υπουργείου Παιδείας, δι' οΰ είδοποιούμην, δτι «μή αποδεχθείς τόν διορισμόν πού μοΟ έκοινοποιήθη, μόνο μετά διετΐαν Εχω δικαίωμα υποβολής αιτήσεως νέου διορισμού». 'Αλλά έγώ ουδέποτε Ελαβον «κοινοποίησιν διορισμοΰ», Θά ήνόει βεβαίως ή αρμο δία υπηρεσία δημοσίευσιν τινά είς τήν εφημερίδα τής Κυβερνήσεως, ήν εισέτι αγνοώ, πλήν δμως έγώ δέν διαβάζω εφημερίδας. Οΰτε καί είναι ΐατρικώς δυνατή ή έπί Ετη ολόκληρη συγκέντρωσις τής προσοχής τοΟ άνθρωπου έπΐ ενός αντικειμένου — έν προκειμένω είς τήν έφημερίδαν τής Κυβερνή σεως. 'Η μέριμνα τής προσωπικής πληροφορήσεως τών πολιτών άπό «κοπαδηδόν» «ομαδικούς καταλόγους», δέν απαλλάσσει τό Κράτος τής δημο κρατικής υποχρεώσεως νά άνακοινώνη προσωπικώς είς τόν καθ' ένα τό συνταγματικώς κατοχυρωμένο δικαίωμα παροχής εργασίας (άρθρ. 22, παρ. I), καθ' δν τρόπον πράττει διά τήν κλήτευσιν εΐς τό στράτευμα ή τήν άποστολήν τοΰ λογαριασμοΰ τής ΔΕΗ, Γνωρίζω βεβαίως, δτι ή ίδιότης μου ώς συγγραφέως δέν συνάδει πρός τό έργον μου ώς καθηγητοΰ τής Μ.Ε., διότι τό άνώριμον τής ηλικίας τών μικρών μαθητών, οΐτινες ενδεχομένως θά άνεκάλυπτον τά κείμενα μου, θά ήτο δυνατόν νά τούς όδηγήση είς εσφαλμένα συμπεράσματα ώς πρός τήν σημασία των. "Εκτός τούτου καί ή προθεσμία υποβολής νέας αιτήσεως Εχει παρέλθει, λόγφ ορίου ηλικίας. Εΐναι δμως φανερόν, δτι ή τοιαύτη προσπάθεια οίονεί αΰτοκατανοήσεως τής περιπτώσεως μου, μή ϋπαρχοΰσης καμμιάς κρατικής μερίμνης ώς πρός τό όπόλοιπον έργον μου, είναι πρόξενος εις έμέ ουχί μικρας οικονομικής ζη μίας, υπολογιζόμενης προχεΐρως τουλάχιστον εις τό ποσόν τό εΐσπραχθέν ύπό συναδέλφων μου άπό τοΰ κρατικοΰ προϋπολογισμού", μισθοδοτουμένων έπί είκοσαετΐαν. Τό σύνολον τών χρημάτων τούτων έγώ απώλεσα, ένω αντι θέτως, έξ ιδίων πόρων και άνευ ουδεμίας κρατικής παροχής ή θέσεως πού νά μοΟ έπιτρέπη κάτι τέτοιο, προσέφερον έργον είς τό σύνολον ικανής σημασίας. Καί δέν εννοώ μόνον τό ήδη εκδοθέν έκ 4 βιβλίων, άλλά καί τό άλλο τόσον άνέκδοτον, τό όποιον θά iSrj τό φώς είς τά αμέσως προσεχή χρόνια. Καίτοι τό άρθρ. 15 τοΰ Συντάγματος ορίζει, δτι «ή ραδιοφωνία καί ή τηλεόρασις σκοποΰν εΐς τήν άντικειμενικήν καί έπί ίσοις δροις μετάδοσιν τών προϊόντων τοΰ λόγου καί τής τέχνης», ουδέποτε αύται ήσχολήθησαν μέ τό Εργον μου, ώστε, τουλάχιστον, διά τής ομαλής διακινήσεως τών βιβλίων μου, νά δυνηθώ νά ανταποκριθώ είς τάς άνάγκας τοΰ ουγγραφικοΰ μου έρ γου, τό όποιον, πλήν τών άλλων, συνεπάγεται και τεραστίας επιβαρύνσεις βιβλιογραφικής ενημερώσεως. "Έχω αντιθέτως τό θλιβερόν προνόμιον νά βλέπω θέματα έκ τών βιβλίων μου αναπτυσσόμενα άπό τών κρατικών μέ σων ενημερώσεως, ώς καί πολιτικήν έκμετάλλευσιν (ήγουν πλήρην κοι
νωνικοποίησα) άλλων, ουδέν δυνάμενος νά πράξω άφοΰ τά πράγματα λαμ βάνουν τοιαύτην έπίσημον μορφήν ώς τακτική. Θά ήδυνάμην νά αναφέ ρω πληθώραν περιπτώσεων, κομίζων βεβαίως καί αδιάσειστους αποδεί ξεις (έξ ών ή τελευταία πρός εβδομάδος περίπου, δπου άνεπτύχθη ώς άντικείμενον «έκλαϊκεύσεως» θέμα αποτελούν πρό ολίγων μόλις ετών ζήτη μα τής διεθνοΰς έρεύνης!), άλλά τοιοΰτον τί δέν θεωρώ άπαραίτητον, άφοΰ θά έπρεπε νά αναφερθώ εΐς συγκεκριμένα περιστατικά καί συνεπώς εΐς συ γκεκριμένα πρόσωπα. Αρκούμαι απλώς — τοΰτο καί πρός μείζονα διασάφησιν τών επομένων — εϊς τννα συμπληρωματικά έπί τοΰ αναφερθέντος βιβλίου μου: "Οτε τοΰτο έκυκλοφόρησεν έν έτει 1975, τυπικώς ουδεμία «α ντικειμενική συνθήκη» συνέτρεχεν ενός νέους γλωσσικού, τής γλώσσης κατωχυρωμένης ούσης συνταγματικώς άπό τοΰ 1911 και πρό πολλοϋ ήδη όδευούσης πρός κάλυψιν τοϋ μεγάλου χάσματος παρ' ήμϊν μεταξύ ομιλού μενης καί γραφομένης (διότι μικρόν υφίσταται καί πρέπει νά υφίστα ται δι' δλας τάς έξειλιγμένας γλώσσας). ΔΓ ώρισμένους δμως λόγους, οϊίς δέν δύναμαι φδε αναλυτικώς νά εκθέσω, είς ήμδς τό γλωσσικόν ένεφανΐζετο ώς έν πρόβλημα τής μελλούσης ιδεολογίας καί ώς έκ τούτου τό άνερευνησαμεν ιστορικώς, πολιτιστικώς και κοινωνιολογικώς, συνδέσαντες αυτό μέ τήν ϋπαρξιν «ποιητικών γενεών» καί τοϋ λαϊκισμού, καί θεωρήσαντες έξ δλων τούτων και τάς επιπτώσεις του εΐς τήν παιδείαν. Έξ δσων γνωρίζω, ουδέποτε ΰπήρξεν άνάλογον έργον είς τά ελληνικά. Πάντα ταύτα βεβαίως, έπιδιώκοντες νά έπισημάνωμεν, δτι έάν εις παλαιοτέρας έποχάς — δτε τά πράγματα ομολογουμένως διεκινοΰντο μετά μεγαλύτερος προσοχής — τό γλωσσικόν εΐχεν επιπτώσεις εΐς τήν έσωτερικήν μόνον πολιτικήν, έπαναβίωσίς του επικείμενης τη; εντάξεως είς τήν ΕΟΚ θά συνεπήγετο μοιραίας πολιτιστικός μεταβολάς, καθιστώσας τόν έλληνικόν χώρον ιστορικώς εκ κρεμή, ουχί βεβαίως εντός τών πλαισίων τής Δύσεως, άλλ' οπωσδήπο τε εντός εκείνων τής Ευρώπης. Τό γεγονός δτι έπραγματοποιήθησαν τά αντίθετα τούτων καί άπό ίδεολογικόν, δπερ άνεμένετο τό γλωσσικόν (προς τοΰτο χρειάζεται απαραιτήτως ή Καθαρεύουσα), μετετράπη εϊς κοινωνικόν πρόβλημα απεργιών καί πληθωρισμού καλλιεργοΰν τόν άκρατον άντν δυτισμόν και τήν «φοβίαν τής ρίζης» αποδεικνύει καλύτερον παντός άλλου ποίας εύρύτητος ύπήρξεν ή χρησιμοποίησις τοΰ βιβλίου μας εΐς τά έπιχειρηθεντα. Βεβαίως αί ίδέαι αποτελούν «κτήμα κοινόν» καί προσωπικώς είμαι άκρα τος οπαδός τής έν λόγφ «κοινοκτημοσύνης», Θά έξήρχετο δμως τών πλαι σίων τοΰ παρόντος ή έξέτασις περί τοΰ πότε και πώς ή «κοινοκτημοσύνη» αύτη ισχύει — δπό ποίους δρους δηλ. κοινωνικοποιοΰνται αί ίδέαι μή με ταβαλλόμενοι είς προπαγάνδαν, ήγουν μονομερή πληροφόρησιν άπ* ευ θείας εις τόν λαόν, δημιουργοϋσαι οΟτω κοινωνικούς διχασμούς ή πολυχασμούς —, δν ό άνθρωπος «άποκτα» τελικώς ιδέας ποίας καί πώς, τίς ή ακριβής σχέσις μεταξύ «αντικειμενικών συνθηκών» καί ιδεών (έάν αί «αντι κειμενικοί συνθήκαι» ήσαν ό μόνος επαρκής δρος δημιουργίας τών ίδεών, 297
έπρεπε αύται νά έμφανΐζωνται είς δλους μαζί!), ποίος έν τέλει ό ρόλος τοΰ προσώπου είς την σχέσιν ταύτην. Γνωρίζω προσέτι, δτι 6 συγγραφεύς δέν είναι αρμόδιος διά την χρησιμοποίησιν τών ίδεών του, τάς οποίας ουδέ τό ηθικόν δικαίωμα έχει νά μήν ανακοίνωση ύπό αίρεσιν τοΰ τρόπου χρήσεως των. 'Ανεφέρθην εκτενώς πώς είς τά ανωτέρω, ίνα καταδειχθη μόνον μέσφ αυτών ό τρόπος τής εμπραγμάτου βλάβης μου, συνισταμένης είς τούτο: μο νομερούς ούσης χρήσεως τό βιβλίον μου τυχόν (καί συνεπώς εις πασαν περίπτωσιν έξ ανάγκης «άγνοηθέν»), οί βιβλιοπώλαι, γνωρίζοντες επακριβώς τήν σημασίαν τοΰ έργου μου καί παρακολουθοϋντες τήν τοιαϋτην τακτικήν, προσηρμόσθησαν ευκόλως πρός ταύτην, δεδομένου δτι τό σώμα τών βιβλιοπωλών-έκδοτών είς τήν Ελλάδα, κατ' έξαίρεσιν πρός άλλας ευρωπαϊκός χώρας, είναι καθ* ολοκληρίαν κρατικώς προσανατολισμένον, δπως τοΰτο άκόπως τεκμαίρεται έκ τής ιδίας τής δομής τών σχολικών βιβλίων, είς ά α ναφέρονται ή βιβλιογραφοΟνται οί ίδιοι ακριβώς συγγραφείς, οΐτινες καί τάς προθήκας τών βιβλιοπωλείων καλύπτουν. Τήν στιγμήν μάλιστα αυτήν ουδέ έκδότην ευρίσκω διά τήν έπανέκδοσιν τών βιβλίων μου, πρό πολλού έξηντληθεντων, ui τήν αίτιολογίαν δτι δέν είναι γραμμένα εις τό... άτονικόν! 'Αλλά τούτο προφανώς αποτελεί καταναγκασμόν άποξενώσεως έκ τού έργου μου. Υφίσταται όθεν διά τών ανωτέρω ουσιαστική καταστρατήγησις θεμελιωδών διατάξεων τών ανθρωπίνων δικαιωμάτων καί δή εκείνου τής ελευθερίας εκ φράσεως ώς συγγραφέως, ουχί δι' άμεσου στερήσεως τής προσωπικής ελευ θερίας ή διά παραβάσεως τών περί τύπου νόμων, ώς θά έσυνέβαινεν διά τήν δημοσΐευσιν μιας επιστολής π.χ., άλλά δι* έμμεσου κοινωνικού καταπιεσμοΰ προς άποξένωσιν έκ τοΰ έργου μου, όστις ώς μέθοδος είναι καί άποτελεσματικώτερος. 'Αλλ' ή τοιαύτη τακτική οίκοθεν νοείται, δτι δημιουργεί ανωμαλίας τινάς καί ώς πρός τό εύρωπαϊκόν δίκαιον, είς δ ή Ελλάς, μερικώς εισέτι, άλλά πάντως μετέχει.
κήν στέγην», διότι άνευ τών βιβλίων μου συγκεντρωμένων δέν δύναμαι νά εργασθώ. Διά πάντα ταϋτα καί ύπό τήν προϋπόθεσαν αποδοχής τοΰ αίτήματός μου: Παραιτούμενος τών οικονομικών απολαβών, όσας νομίμως επεδίωξα καί δέν ήδυνήθην έκ τοΰ Δημοσίου νά λάβω, υποβάλλω Ύμΐν τήν παροΰσαν αϊτησιν συνταξιοδοτήσεως μου διά ποσοΰ ουχί ελάσσονος τοΰ μη νιαίως άπολαμβανομένου ύπό τών τής «αυτής σειράς» συναδέλφων μου διο ρισμένων καθηγητών. Διά τοΰ τρόπου αύτοΰ, τό μέν κράτος έπανορθοΐ κα ταφανή εκκρεμότητα, κερδίζον έν ταϋτώ καί τά δσα χρήματα ώς καθηγη τής δέν έχω εισπράξει, έγώ δέ αποκτώ μικράν ϊκανοποΐησιν έναντι τών δσων έως τοϋδε είς τό σύνολον — άρα εμμέσως καί είς τό κράτος — έ χω προσφέρει, δυνάμενος οΰτω νά ολοκληρώσω τό περαιτέρω έργον μου άνευ τών τεραστίων δυσχερειών, δσας μέχρι τώρα δι' αυτό αντιμετώπι σα. Προφανώς είναι πολλοί περισσότεροι οί λόγοι, οΰς θά ήδυνάμην νά επικαλεσθώ διά τήν νομιμότητα της απαιτήσεως μου, ήτις μή ικανο ποιούμενη, καί λόγω τής φύσεως τοΰ έργου μου, συνεπάγεται σύν τοις άλ λοις καί ίκανόν έμπόδιον διά την έλευθέραν άνάπτυξιν τής προσωπικότη τας μου, —- δικαίωμα καί τοΰτο συνταγματικώς κατωχυρωμένον (άρθρ. 5, παρ. I). Τήν παροΰσαν υποβάλλω Ύμΐν ύπό την ιδιότητα τοϋ συγγρα φέως. Έκτος τών άλλων ενδεχόμενη ίκανοποίησις τοϋ αίτήματός μου, θά συνεπήγετο έκδηλον πολιτικόν και άλλον όφελος διά τήν παροΰσαν Κυ βέρνησιν, δι' ην εσχάτως έχει δημιουργηθη ή έντύπωσις, δτι χειρίζεται τό δημόσιον χρήμα άμοίβουσα ούχΐ κατ' άξίαν, άλλά διά τήν δημιουργίαν κομματικής «Νομενκλατούρας». Ή περίπτωσίς μου, δυναμένη ευκό λως ν' άπομονωθή, δύναται ν' άποτελέση Ισχυρόν άντιρρητικόν παράδειγ μα πλήρους κοινωνικής δικαιοσύνης, δεδομένου δτι καί ουδεμίας ιατρικής περιθάλψεως τυγχάνω, — δικαίωμα όπερ κτάται καί ό έσχατος τών Ελλή νων.
Θά ήδυνάμην μόνον άπό της θέσεως ταύτης νά προσθέσω, δτι έάν διά τά προηγούμενα βιβλία μου ή περιγραφείσα τακτική εΐχεν μόνον δι* έμέ έπιζημίους συνεπείας, τό πράγμα δέν δύναται νά εξελίχθη ούτω και μέ τό νέον μου βιβλίον, άναφερόμενον,είς τήν τρέχουσ'αν διεθνή θέσιν τής Ελλάδος. Ώς τοιοΰτον ενδιαφέρει κα(·όμόρους λαούς, οίτινες θά ήδύναντο νά παρα νοήσουν τά έν αύτφ, έφ" δσον ή Ελλάς, άποφεύγουσα διά τών ανωτέρω τρόπων τήν έπ' αύτοΰ συζήτησιν, δέν θά ήτο εις θέσιν νά άντιπροβάλη τάς όρθάς καί έπεξειργασμένας απόψεις.
Ίκανοποίησις τής παρούσης αιτήσεως μου ουδέν «προηγούμενον» δημιουρ γεί, διότι έγώ δέν επέλεξα έν άρχή «ελεύθερον επάγγελμα», ώς τό τοΰ πο λιτικού μηχανικού ή δικηγόρου φ.ε. καί έν συνεχεία έκτραπεντος είς αλλό τριους δραστηριότητας, άλλ' έξ αρχής τό τοϋ δημοσίου υπαλλήλου, ήτοι οί μισθοί μου προϋπελογίσθησαν στατιστικώς έπί τοΰ δημοσίου προϋπολο γισμού τών επομένων χρόνων αμα τή εισαγωγή μου εις τό Πανεπιστήμιον. "Οτι τών συνθηκών έξαναγκαζουσών παρητήθην έως τούδε μέρους τούτων, δέν συνιστά προφανώς — καί δέν θά ήδύνατο νά συνιστά — όλικήν παραίτησιν έκ τοϋ άρχικοΰ δικαιώματος.
Δήλον όθεν έκ πάντων τών ανωτέρω, δτι ούδεν οίκονομικόν έσοδον πλήν τών βιβλίων μου διαθέτων, ουδέ καί κατοικίαν δύναμαι νά διαθέτω, ώς προ βλέπει τό Σύνταγμα διά τοΰ άρθρ. 21, παρ. 4. 'Αλλ * έάν διά πάντα Έλληνα «κατοικία» δηλοΐ κυρίως «στέγην», δι* έμέ δηλοΐ πρωτίστως «έπαγγελματι-
Θέμα ηλικίας διά τήν περίπτωσιν μου (είμαι 45 ετών) δέν δύναται επίσης νά τεθη, διότι υπάρχουν ήδη περιπτώσεις νεωτέρων έμοΰ λογοτεχνών, οί όποιοι, τελούντες ύπό είδικάς καί δυσχερείς ώς έγώ συνθήκας, συνταξιοδο τούνται. Ή περίπτωσις μάλιστα ενός κατ' έπιστήμην θεραπεύοντος τόν 299
Λόγον, δέν δύναται ειμή ν' άποτελέση Ισχυράν ένδειξιν υψηλής έπινοίας δικαιότητος. Βέβαιος ών έκ πάντων των εκτεθέντων, ότι μετά σαφηνείας ήθελεν διακριβωθή τό δίκαιον καί εΰλογον τοΟ αίτήματός μου, δέν δύνομαι ειμή νά ευελ πιστώ είς ταχεΐαν άποδοχήν τούτου, ήγουν είς κάτι κατεπειγούσης σημασίας δι' έμέ. Μικρόν τί θά ώφειλον Ισως νά προσθέσω περί τής συντάξεως τοΟ παρό ντος κειμένου: καίτοι είμαι κεκηρυγμένος οπαδός τής ΰγιώς ομιλούμενης γλώσσης, ήν καί είς τά βιβλία μου φιλοτέχνως θεραπεύω, έχρησιμοποίησα έδω ελαφρώς διάφορον αυτής χαρακτήρα, διότι επρόκειτο περί τεχνικών όρων, ή προσπάθεια μεταπλάσεως τών οποίων ήδύνατο νά όδηγήση είς άσάφειαν τής ώς πρός τό αΐτούμενον λογικής καθαρότητος. Βέβαιος, ότι καί τοΰτο ήθελεν δεόντως έκτιμηθή, μετά τιμής διατελώ.— Έν Αθήναις τή 29TJ Ιανουαρίου 1985 Ό Αϊτών Γ.Κ.
ΣΧΟΛΙΟΝ:
"Οταν πρίν λίγα χρόνια ετέθη ύφ* ημών τό θέμα τών έγκατελειμμένων οικημάτων καί οί ευγενείς νέοι τών μοτοσυκλεττών — τούς οποίους σεμνυνόμεθα νά συγκαταλέγωμε μεταξύ τών αναγνωστών μας — άρχισαν νά τά καταλαμβάνουν, έμάθαμε άπό δημοσιογραφικές έρευνες, ότι ό αριθμός τους υπερβαίνει τίς εκατό χιλιάδες. Οί ευγενείς νέοι, έπάγοντες σπουδαίες εθνι κές υπηρεσίες γιά τόν εκσυγχρονισμό τής μεσαιωνικής κοινωνίας μας, κουραζόμενοι νά τά καθαρίζουν, νά τά εύπρεπίζουν — προστατεύοντας τήν δημόσια υγεία άπό τίς εστίες αυτές μολύνσεως — καί νά τά επισκευάζουν (γλυτώνοντας ανθρώπινες ζωές άπό τά εξωτερικά χαλάσματα), οφείλουν νά ρυθμίσουν τό θέμα καί νομοθετικώς. Δηλαδή — γιά λόγους πού αμέσως θά ίδοΰμε — νά τά θεωροΰν Ιδιοκτησία τους διά τής καταλήψεως, Ιδιαίτερα τά ανήκοντα σέ οργανισμούς, καί νά τά δίδουν «αντιπαροχή», εξασφαλί ζοντας έτσι συλλογικώς, δηλ. οί οργανώσεις των, συγχρόνους χώρους α ναπτύξεως τής τέχνης (π,χ. μουσική ρόκ) καί τών πολιτιστικών σχέσεων μέ τήν διεθνή νεολαία, πού μελλοντικώς θά προκύψουν αναγκαίες, Οί ευ γενείς νέοι είναι οί μόνοι πού μποροΰν έτσι νά συντελέσουν σέ μιάν πραγ ματική μελλοντική ανάπτυξη τής χώρας. Ουδόλως πρέπει νά δέχωνται νά 300
συζητοΰν έπί «νομικών θεμάτων» μέ οίονδήποτε γι' αυτά τά πράγματα, διότι δέν υφίσταται νομική βάση Ιδιοκτησίας έν Ελλάδι. Ή κατάσταση τών οικημάτων αυτών δέν οφείλεται μόνο σέ φορολογικούς λόγους, όπως εξηγήσαμε (βλ. τό βιβλίο μας «Έπί τής Δομής» κ,λπ., σελ. 177 κ.έ.), άλλά καί σέ άλυτες καταστάσεις τοϋ κληρονομικοΰ καί οικογενειακού δικαίου — πλήρως ίστορικώς θεμελιουμένων —, διά τών οποίων ακριβώς σκοπεΐται ή κλοπή τών ιδιοκτησιακών στοιχείων άπό τό κράτος. Ό Όθωνας απαι τούσε τότε τό μεγαλύτερο μέρος τών κεφαλαίων τής Εθνικής Τραπέζης νά διατεθή γιά τήν ανάπτυξη τής Γεωργίας, όπως άρμοζε σέ μιά βαλκανική χώρα σάν τήν Ελλάδα, όμως αυτό απεδείχθη αδύνατον, προτιμηθέντος τοΰ εμπορίου (άνευ παραγωγής, δηλαδή τό εΰκολο χρήμα), διότι δέν υπήρχε » έγγειος Ιδιοκτησία. Επρόκειτο δηλαδή περί καταλήψεων! Άρα οί ευγενείς νέοι οφείλουν νά γνωρίζουν, ότι δέν υφίσταται «νομική λύση» τοΰ προβλή ματος — συνεπώς νά αποκλείουν και οιανδήποτε «μεσολάβηση» αναλόγου υφής —, διότι δέν είναι δυνατόν ένα αποτέλεσμα κλοπής (διά τών καταλη ψιών) καί ένα συνεπώς προϊόν κλοπής (άπό τό κράτος) νά λάβη νομικές κατοχυρώσεις καί διασαφήσεις ώς «ιδιοκτησία». Ή νομική θολούρα δέν οφείλεται μόνο στίς τριτοκοσμικές καταστάσεις περί κράτους πού είδαμε, άλλά και σέ καθαρά «ελληνικούς» λόγους. Άφοΰ σέ ένα περιορισμένης εκτάσεως «έθνικόν» κράτος πηγαινοέρχονται ακόμη μέχρι σήμερα πληθυ σμιακά σύνολα, άφοΰ ό έκτος συνόρων πληθυσμός είναι περισσότερος άπό τόν εντός καί μπορεί ελεύθερα νά «έπαναπατρίζεταυ> (θεωρητικώς) καί ά φοΰ όλοι αυτοί μποροΰν ελεύθερα εσωτερικά νά μεταναστεύουν (είτε βάσει κοινωνικών διαδικασιών είτε μόνοι τους γιά λίγα χρόνια), έπεται ότι δεν μπορούν νά υπάρξουν κανενός είδους νομικές ευκρίνειες περί «ιδιοκτη σίας». Ό καθένας δηλαδή είναι υποχρεωμένος νά τά κλέβη άπό τόν άλλον (καί όσο τά κράτηση!). Αυτά δημιουργοΰν τίς ψυχικές έρειπιώσεις πού είπαμε (καί Οσο πιό μεγάλη ή περιουσία, τόσο πιό μεγάλη ή έρειπίωση — γι* αυτούς όλους τούς λόγους οί «ανώτερες τάξεις» δεν μπόρεσαν ποτέ νά βγάλουν κάτι έν Ελλάδι...) καί πολλοί αναγκάζονται στό τέλος νά τά χαρίσουν σέ «κοινωφελή ιδρύματα», δηλαδή στό κράτος. Όποτε έδω έχομε τήν άλλη περίπτωση τής μέσω τοΰ κράτους τριτοκοσμικής κλοπής, ή ό ποια είναι μέν διαρκέστερη ώς κρατική, όχι δμως καί υπέρ κάποιας στα θερής παραγωγικής τάξης (γι' αυτό και πρέπει νά μήν εμπιστεύεται κανείς τις μαρξιστικές καί άλλες ανάλογες αναλύσεις πού ισχύουν γιά βιομηχα νικές χώρες), λόγφ τής «τριτοκοσμικής ρευστότητος» στά επίπεδα τοΰ κρά τους πού αναλύσαμε. Είναι δηλαδή σταθερή ώς κατάσταση, άλλά όχι υπέρ κάποιας σταθερής τάξης (αυτός είναι και ό λόγος πού οί περισσότεροι Έλληνες έχουν «μεγάλο» οικογενειακό παρελθόν...). Όφείλομε προσέτι νά 301
σημειώσωμε γιά τούς ευγενείς νέους, δτι αυτά δλα τά πράγματα είναι καί Ιδεολογικώς μέσφ τοΰ «έλληνοχριστιανισμοΰ» καί τής «έλλαδορθοδοξίας» ώς νοήματα έπιβεβαρυμένα. Δυστυχώς, παρά τούς τόνους μελάνι καί τίς «διατριβές» γι' αυτά τά πράγματα, ακόμη δέν καταφέραμε νά άποκτήσομε μιάν νοητική καθαρότητα έπί τοΰ «κοινοβιακοΰ συστήματος». Καί ώς πρός μέν τό Βυζάντιο, δηλ. μέχρι τόν ΙΟον περίπου αίώνα, αυτά τά πράγματα έχουν ιστορικό ενδιαφέρον (καίτοι αυτός 0 θεσμός έκεΐ υπήρξε υποτυπώ δης), γιατί δέν περιορίζονται μόνο στους βυζαντινούς. Τίποτε δμως δέν έχουν νά κάνουν μέ τίς «κοινότητες» έπί τουρκοκρατίας, διότι αυτές είναι κοινωνίες πού στηρίζονται αποκλειστικώς στήν κλοπή (ληστεία) καί δευ* τερευόντως στήν όποια άλλη παραγωγή. Καί γι' αυτό δέν μποροΰν νά έχουν άλλο σύστημα διοικήσεως. "Ας πάρωμε π.χ. τήν περίπτωση τών νησιών τοΰ Αίγαίου, ποΰ βασική τους δουλειά ήταν ή πειρατεία. Πειρατεία κατ' αρχήν πάει νά πή, άξιώτατοι καί πανέξυπνοι άνθρωποι, δεμένοι μέ τό νερό σάν τά ψάρια καί μεταφυσικά δεμένοι μέ τήν θάλασσα — μεταξύ τους έπροσφωνοΰνταν «σύντυχου>, δηλαδή άνθρωποι της ίδιας τύχης μέσ' τό καΐκι και τόν κίνδυνο τών κυμάτων —, πού άν βρίσκονταν ύπό άλλες ηγεσίες καί συνθήκες, θά μπορούσαν νά εϊχαν μεγαλουργήσει. ("Οταν τούς έβαλε ή Ρωσσία ύπό τήν προστασία της [βλ. τό παραπάνω βιβλίο μας, σελ. 67 καί 135] έκράτησαν μέ τούς ναπολεόντειους πολέμους δλη την Ευρώπη άπό σιτηρά. Γι' αυτό πιστεύομε δτι καί σήμερα ύπό άλλες συνθήκες ό χώρος τού Αίγαίου μπορεί νά άποβή διεθνώς χρήσιμος). Έκαναν βεβαίως πάντα καί εμπόριο, άλλά ή κύρια δουλειά τους ήταν τό κουρσός. "Οταν τώρα έπιαναν τήν... «πρέζα» — έτσι ώνόμαζαν τά πλοία πού έπιαναν —, δεν έκαναν βέβαια τήν μοιρασιά ενώπιον συμβολαιογράφων, οΰτε κατέφευγαν στό Διεθνές Δικαστήριο τής Χάγης. Στά τσουβάλια τά ερριχναν φΐρδηνμίγδην καί ξαναγύριζαν στόν τόπο τους, 'Αλλά ούτε καί έκεΐ ήταν δυνατή κάποια ίδιωτική μοιρασιά, γιά προφανείς λόγους. Γιά νά μπορέσουν συνε πώς νά συντηρηθούν εσωτερικά οί μικρές κοινωνίες τών νησιών, έπρεπε αναγκαστικά οί... «πρέζες» νά πηγαίνουν στήν κοινότητα. Νά ανήκουν δηλαδή σέ δλους κατά κάποιαν ιεραρχική τάξη καί μέ άκριβοδικαιότατον διαιτητή, άν ήθελε ό ίδιος νά γλυτώση... Ακριβώς αυτή τήν δουλειά, αυτόν τόν ρόλο, τόν εΐχε αναλάβει ή Εκκλησία! «Θεολογικώς» δηλαδή ενεργού σε ώς ένα είδος κλεπταποδόχου — καί μάλιστα μέ πολύ αίμα... —, κοινω νικώς δμως ώς αναγκαίος θεσμός τών μικρών κοινωνιών. Αυτή ήταν ένα είδος ανωνύμου Τραπέζης ή μάλλον Ταμιευτηρίου, πού έχρηματοδοτοΰσε τήν άπό κοινοΰ κατασκευή νέων καραβιών (δταν έχρειάζετο, τά πολλά προήρχοντο άπό τό «σήκωμα» διότι τά νησιά δέν είχαν ξυλεία), διάφορα κοινοτικά (δημόσια) έργα καί κυρίως έπιστατοΰσε γιά τήν κατευναστική
302
κατανομή παίρνοντας τό μερτικό της. Οίκοθεν βέβαια νοείται δτι ή κοι νωνική διάρθρωση τών νησιών (τοΰτο ισχύει κατ' εξοχήν γιά δλα τά νη σιά) ήταν αυστηρώς καθορισμένη καί οί σχέσεις τής κοινωνικής ηθικής στό έπακρον ανεπτυγμένες. Τόν αυτόν βαθμό έπεξηργασμένης ηθικής έ χουν δλες οί ανάλογες ομάδες ανθρώπων (π.χ. τήν εσωτερική ηθική συνέ πεια τής Μαφίας θά τήν έζήλευαν δλα τά ήθικοδιδασκαλεΐα τοΰ κόσμου). Τό Καστελλόριζο, ή Κάσος, άλλά κυρίως ή Ύδρα και οί Σπέτσες, ήσαν τά διάσημα κέντρα τοΰ καιρού. "Οταν τύχαιναν καλές «πρέζες», ή ευημερία ανέβαινε, άλλά ταυτόχρονα καί ό πληθωρισμός τών αγαθών έφερνε κάποιο είδος κοινωνικής αναταραχής, μέ αποτέλεσμα νά μήν είναι πάντα ήρεμα τά εσωτερικά τών νησιών. Τά αυτά συνέβαιναν καί έπί τοΰ ηπειρωτικού εδάφους μέ τούς κλεφταρματωλούς, μόνον δτι έδώ ή Εκκλησία ήρκεΐτο σέ «είδος» κυρίως καί όχι σέ χρήμα, δηλαδή σέ ζώα άπό τίς ζωοκλοπές και εμπορεύματα άπ' τά καραβάνια, μέ τά όποια καί έπλήρωνε και τούς εις είδος φόρους στήν Πύλη, Τά μοναστήρια ήσαν άνδρα λήσταρχων, γιά τά όποια οί αμαρτίες πού «άφΐεντο» ήσαν κυρίως φύσεως «ψυχικής» καί δχι δολοφονικής. Με ταξύ τών «παλληκαριών» ήσαν καί πολλοί καλόγηροι και παπάδες, οί ό ποιοι γύριζαν κανονικά αρματωμένοι δπως δλοι οί άλλοι. Ό Παπαφλέσας δέν αρματώθηκε γιά τήν Επανάσταση* ήταν καί πρίν έτσι... Τά αρματο λίκια, δπως και τά νησιά, έλειτουργοΰσαν μέσα σέ μιά συνείδηση ευρύτε ρης τοπικότητος, μέσω τής όποιας έξεφράσθη στό νέο κράτος και ή ανυ παρξία εθνικής συνείδησης. Αυτά δλα είς βάρος τοΰ εμπορίου καί τών διεθνών σχέσεων τοΰ καιροΰ, άλλά, δπως είπαμε, καί μέσα σέ ένα άπεσταγμένο καθεστώς εσωτερικής ηθικής. Πράξεις κοινωνικής αδικίας γιά τήν «περιοχή» οί λήσταρχοι δέν τις επέτρεπαν, κατά τόν αυτόν τρόπο πού και ό αρχηγός ενός κλάδου τής Μαφίας τιμωρεί άμειλίκτως πασαν έσωτερικήν ζαβολιά... Αυτά έν ολίγοις. "Οταν δμως ένας τέτοιος διοικητικός μηχανισμός μπή «φορέας» ενός κρά τους — δπως έμπήκε ή Εκκλησία άπό τό 1830 κι έδώ —, τί είδους κράτος είναι δυνατόν νά φκιασθή; Όλα τά προηγούμενα διεμόρφωσαν έτσι τήν εξέλιξη τοΰ δικαίου έν Ελλάδι, ώστε κυρίος νά μήν χαθή ό εισπρακτικός ρόλος. Οί κρατικοί τρόποι θά ήσαν αδιάφοροι, δπος ήταν καί τό πρό τοΰ '21 αίμα... Έπιπροστιθεμένων τώρα τών τριτοκοσμικών συνθηκών εξαρτή σεως, οί καταστάσεις οίκονομικής καί κοινωνικής ρευστότητος θά ήσαν τέτοιες, ώστε ή έννοια «Ιδιοκτησία» νά μεταβάλλεται μόνο σέ κρατικόν έσοδο και τίποτ* άλλο. Όσο πιό γρήγορα «κυλάνε» καί φεύγουν περιου σίες, τόσο πιό πολύ τό κράτος είσπράττει (φόροι μεταβιβάσεως, φόροι 303
κληρονομίας, συμβολαιογραφικά καί χαρτόσημα, δίκες, δικηγόροι, μέτρα, κλητήρες — αότά δλα είναι κρατικά έσοδα). Καί μέσα στίς άλυτες κατα στάσεις πού δημιουργεί ή ελληνική νομοθεσία, επέρχεται πολλές φορές ή πλήρης κατάρρευση ή αδιαφορία τών όσων τά έχουν, ώστε στό τέλος νά τά χαρίζουν σέ «κοινωφελή Ιδρύματα», άλλα νά τά παίρνουν οί Τράπεζες, 'Εφορεΐες, Όργανισμοί κ.λπ. δηλαδή μέ τόν ένα τρόπον ή τόν άλλον πάντα τό κράτος. Δυστυχώς μας λείπουν οί κοινωνιολογικές μελέτες καί οί στα τιστικές, ώστε νά μπορέσωμε καί μέ νούμερα νά προδιορίσωμε τήν... ευ ρωπαϊκή μας διάσταση, ωστόσο ό γράφων τούτες τίς γραμμές δέν ήχθη τυχαία στίς παρατηρήσεις αυτές: άπό τό πρώτο έτος ώς φοιτητής ευρέθηκε μέ ένα σεβαστό κατά τό ήμισυ έξ αδιαιρέτου κληρονομικό μερίδιο. Καί γιά μέν τό αγροτικό μέρος ουδέποτε μπόρεσε νά απόκτηση σαφή αντίληψη, πλήν ώρισμένων μεγαλυτέρων κτημάτων, τό δέ αστικό άπετελεΐτο άπό έξ οικήματα, έξ ών τά τρία περίπου τής τάξεως τών 15-20 έκατομ. σημερινών δραχμών τό ένα. Ήταν συνεπώς αρκετά ευρύς ό... ορίζοντας, ώστε νά μπόρεση τουλάχιστον νά ίδή ώρισμένα πράγματα. Πρέπει βέβαια νά όμολογήση, ότι ουδέποτε απέκτησε ενδιαφέρον γιά 6λ * αυτά, ουδόλως λυπάται πού δέν έχει απολύτως τίποτε ό ίδιος άπ* αυτά, ουδέποτε μετάνοιωσε πού δέν έπερισπάσθη άπό τά ενδιαφέροντα του γιά νά γίνη «επιχειρηματίας», όντας απολύτως ευχαριστημένος πού δίπλα άπό μερικά ιδιαίτερα πού έκανε ώς φοιτητής μπορούσε νά έχη ακόμη μιά μικρή οίκονομική δυνατότητα, πού τοΰ εξοικονομούσε χρόνο γιά εκείνα πού κυρίως τόν ενδιέφεραν: τά βιβλία και τό διάβασμα... Συζητούμε δμως γιά τήν εποχή ποΰ είχαν αρχίσει νά «αποδίδουν» τά μέτρα τής «βιομηχανικής αναπτύξεως». Δεδομένου Οτι ή διαμόρφωση τών τιμών αποτελεί στήν «ελεύθερη» οίκονομία μας πάντα κρατική επιλογή — είχαμε καί τότε «φιλελευθερισμό» καί τούς ίδιους περίπου ανθρώπους, μόνο λίγο νεώτερους στά χρόνια —, οί τιμές τών αγροτικών προϊόντων διεμορφώθησαν έτσι, ώστε ή τιμή τους νά άντιπροσωπεύη κλάσμα μόνον τών εργατικών πού απαιτούσε ή παραγωγή τους. Οί αγροτικές περιουσίες εκ μηδενίσθηκαν ολοσχερώς σάν τέτοιες, ό κόσμος άρχισε νά μαζεύεται στήν 'Αθήνα γιά τήν «ανάπτυξη», ή νά φεύγη γιά τό συνάλλαγμα, καί ή επαρχία μαράζωσε οριστικά, μεταβαλλόμενη σέ «οίκόπεδα» καί άπαρατημένα σπί τια. "Ολος ό πληθυσμός τών Κυθήρων π.χ. πήγε στήν Αυστραλία — άρα άναγκαίως ό ωραίος αυτός οίκοπεδικός χώρος έπρεπε νά ύπαχθή στόν νομό Πλατείας Συντάγματος! — καί τά άλλα νησιά άδειασαν. Καί μπορεί μέν ή ανάπτυξη νά μήν έγινε, ή επαρχία δμως δέν έπαψε νά χρησιμεύη κι έτσι: τήν ξεπουλάμε σάν οίκόπεδα, γιά νά 'κονομήσωμε τά έξοδα τών προεκλο γικών «αγώνων», δημιουργώντας ένα ιδιοκτησιακό καθεστώς σ' αυτή πού 304
μόνο νά δυσχεράνη ίστορικώτερες διευθετήσεις μπορεί... Ένα δμως τό διόλου παράξενο σ' αυτά: μπορεί μέν ή επαρχία νά μαράζωσε, άλλά κα θόλου δέν σημαίνει δτι καί τό μαράζωμα δέν υπήρξε έσοδο: ή επαρχία γέμισε εκκλησιές!... Δυστυχώς οί στατιστικολόγοι αργούν... Υπήρξε συνεπώς «ανάπτυξη». "Οχι ίσως ακριβώς βιομηχανική, άλλά οπωσδήποτε στίς μεθόδους: άντί νά τοΰ κόβης τοΰ άλλου τό κεφάλι στήν πλώρη σάν τόν Πινόση (διαβόητου κουρσάρου άπό Σουέζ έως Γιβραλτάρ), τόν ρίχνει στίς σκουριές τής Ελευσίνας και τοΰ πουλάς δ,τι έχει γιά νά κάνης εκλογές καί τά δέοντα κτίσματα... Είναι άλλωστε καί χριστιανικώτερον. Τοιαύτης «παραδόσεως» καί κρατικής πρακτικής Εκκλησία θέλει ό κ. Kaplan; Άν μποροΰσε νά σήκωνε τό ράσο, τό γιαταγάνι θά εύρισκε άπό κάτω.., Δέν συζητούμε φυσικά περί προσώπων έδώ, άλλά περί θεσμών.
ΕΠΕΞΗΓΗΣΕΙΣ:
Αναφέραμε τά περί «ιδιοκτησίας» προηγούμενα, προκειμένου νά έμβαθύνωμε στήν τόσην μέριμνα «γιά τό βιός» στήν Ελλάδα, τούτου ώς απολύτως απαραιτήτου γιά τό παράδειγμα μας. Τής εργασίας ούσης άγνωστου ώς εννοίας καί ώς πραγματικότητος, δντως «τό βιός» πολλές φορές σώζει καί βιολογικά. Έάν δέν είχαμε πράγματι τήν πενιχρή οίκονομική βάση άπό τό ακίνητο πού αναφέρομε στήν αίτηση — τό όποιον βέβαια γιά άλλους λόγους εκποιήσαμε —, όπως καί μερικά λαθραία Ιδιαίτερα, ό μόνος τρόπος επιβιώσεως μεταξύ 1972-74 ήταν νά γίνωμε κυριολεκτικώς διαρρήκτες! Θά ήταν δμως λάθος νά υπέθετε κανείς ότι αυτό συνέβη παρεμπιπτόντως, δη λαδή λόγω τής πολιτικής εκτροπής. Διότι έχομε ένα χαρτί πού παραθέτομε, άπό τόν ίδιον τόν Επίτροπο Διοικήσεως τότε, ήγουν υπηρεσιακώς τόν Πρωθυπουργό, πού μάς αποκλείει κάτι τέτοιο. Καί είναι απολύτως ειλικρι νής ή δήλωση, διότι ή μή δυνατότης διεκδικήσεως ανθρωπίνων δικαιωμά των στήν Ελλάδα προκύπτει άπό τήν ίδια τήν νομική δομή τών Συνταγ μάτων, δπως τά αναλύσαμε, καί αποτελεί κατάσταση. Δηλαδή δέν ήταν κάτι πού έξηρτάτο άπό τήν τότε Κυβέρνηση, ή τήν οποιαδήποτε κάθε φορά Κυβέρνηση, διότι ήταν κάτι πού εκτεινόταν πολύ προ τής Χούντας καί συνεχίζεται καί μετά. Ακριβώς δέ επειδή ή κατάσταση διεξάγεται εγγύς τής εννοίας τοΰ Κράτους, ήγουν είς τήν περιοχήν τής εξουσίας, θά μάς δοθή'ή δυνατότης^νά τό διευκρινίσωμε αμέσως.
305
Άφοΰ τελοσπάντων έτηρήσαμε καταλεπτώς δ,τι υποσχεθήκαμε στήν Α σφάλεια, ερχόμενοι γιά τελείως Ιδιωτικούς λόγους στήν Ελλάδα καί δίνο ντας τό Διαβατήριο μας γιά ανανέωση, διεπιστώσαμε δτι πάλι «κάποιο μικρό πρόβλημα» υπήρχε μ' έμας στήν όδό Μεσογείων. Γιά νά μήν τά πολυλογούμε, τό «μικρό πρόβλημα» ήταν δτι τό πλοκάμι τής εξουσίας άρχισε νά περισφίγγεται γύρω άπό τόν λαιμό μας, δηλ. δτι έπρεπε νά δεχθούμε νά «χρησιμοποιηθούμε» (κοινώς «νά βοηθήσωμε»). Σ' αυτό δέν υπάρχει απολύτως τίποτε τό μή νόμιμο, ούτε καί κάτι πού νά έπιβαρύνη Ιδιαίτερα τήν Χούντα (καίτοι δπως θά ίδή ό αναγνώστης είμαστε οί μόνοι έν Ελλάδι αντιστασιακοί, δεν μιλούμε «αντιστασιακά» έδώ άλλά επιστη μονικά). Κατά τήν μεταφυσική τάξη πραγμάτων τού κόσμου μας, δχι μόνο τά δσα πρό τής Χούντας επώδυνα συνέβησαν υπήρξαν απολύτως νόμιμα, δχι μόνο οί έπί Χούντας διαδικασίες έξ ίσου νόμιμες, άλλά ό μεταφυσικώς μή νομιμοποιούμενος είμαστε εμείς πού δέν δεχθήκαμε. Άλλά δεν θά έδεχόμαστε, δποια καί άν ήταν ή κυβέρνηση καί δσο νόμιμο καί άν ήταν εκείνη τήν στιγμή τό αίτημα, τό έν πάση περιπτώσει περιποιοΰν τιμή καί οπωσδήποτε ευθύνη γιά κάθε πολίτη. Ανεξαρτήτως Κυβερνήσεως λέμε. Καί πρέπει νά σημειώσωμε ακόμη, δτι είχαμε τά δσα βάσανα είχαμε καί τίς βαρείες συνέπειες, άλλά «υπηρεσιακώς». Ή συμπεριφορά τών υπαλλή λων απέναντι μας υπήρξε άψογος. Ησαν υποχρεωμένοι άλλωστε γι' αυτό, άπό τήν ίδια τήν ύφή τών πραγμάτων. Διότι είναι άλλο πράγμα νά βγαίνης στό πεζοδρόμιο («εθνικώς» ή «ύπερεθνικώς» καί «ίδεολογικώς» αΐσθανόμενος — αδιάφορο) επιδιώκοντας νά φάς κλωτσές ή κάτι ανάλογο, μέ σκοπό νά τό εξαργύρωσης μετά σέ τίτλους καί απολαβές, καί άλλο νά στά «δίνουν στό χέρυ> καί νά άρνήσαι (ανεξαρτήτως γιατί). Επίσης, τελείως διαφορε τικό έννοιολογικώς πράγμα είναι πώς «τά δίνει» ή Ασφάλεια στό χέρι. Άν έχη ποϋ νά πατήση, βγάζη βούρδουλες γιά νά τά πάρης. Άν δέν έχη , σέ καταδικάζει στόν έκ πείνης θάνατο (δπως στήν περίπτωση μου) κ,λπ. Αυτές τίς μεθόδους ή Ασφάλεια τίς έχει πάντα ανεξαρτήτως «Δημοκρατίας» ή «Δικτατορίας», διότι είναι ή δουλειά της νά τίς έχη. Βεβαίως κάθε χώρα έχει τά «φακελώματα» πού τής αρμόζουν. Οί «διαλογές» στίς ανεπτυγμένες χώρες γίνονται μέ υποτροφίες, μέ σεμινάρια, μέ άλλα λεπτεπίλεπτα πράγ ματα καί έκεΐ δείχνει ποιος «αντέχει» καί ποιος δχι. Σέ χώρες λίγο μακρυγιαννικές ό... βούρδουλας ενίοτε είναι κάπως άποτελεσματικώτερη καί σέ καμμιά λατινοαμερικάνικη λίγο πιό άμεσα τό πιστόλι στόν κρόταφο... Αυ τά σάν έννοιες καί «λειτουργίες» είναι τελείως διαφορετικά, καί πρέπει νά τά καθαρίσωμε γιά νά μήν γίνωμε «αντιστασιακοί»,.. Τ
Δέν μπορούμε βέβαια μέσα στά πλαίσια τούτου τοϋ βιβλίου νά ασχολη θούμε θεωρητικώς μέ τήν μεταφυσική υπόσταση τής εξουσίας, πού στήν 306
οντολογική του σημασία είναι ένα ερώτημα αδιέξοδο δπως ακριβώς καί τό «γιατί» υπάρχει ό κόσμος, τόσο δμως φανερό δσο καί ή ίδια ή ΰπαρξη τοϋ κόσμου. Ή εξουσία είναι τό πράγμα εκείνο πού έχει ανάγκη νά τρώη τούς καλύτερους άπ' τούς ανθρώπους υπέρ τών ανθρώπων, ή δέ αρχέγονη συμ βολική της σημασία χάνεται στήν μυθολογική υπόσταση τοϋ αρχαίου Μι νώταυρου. Ή Κοινωνία ώς εξουσιαστική υπόσταση είναι ό Μινώταυρος. Τούς καλύτερους δέν έχει ανάγκη νά φάη γιά νά ύπαρξη; Πώς άλλοιώς επιβιώνουν οί κοινωνίες; Δέν πρέπει αυτοί πού τίς κυβερνάνε νά είναι θεοί καί βασιληάδες καί άπ' αυτούς δέν απαιτούν; Φιλοσοφικά, είπαμε, συζη τάμε τώρα... Τήν διαλογή πάντως γιά τόν... Μινώταυρο, τήν κάνουν οί μυστικές υπηρεσίες καί οί Ασφάλειες. Συνεπώς κακώς τά παρανοούμε αυτά τά πράγματα καί πρέπει ακόμα μιά φορά νά πούμε, δτι αυτοί πού έκτελοΰν αυτές τίς δουλειές έκτελοΰν έργο φιλοσοφικό καί πρέπει νά διαβάσουν αρχαία ελληνική μυθολογία (παρ' δλον πού γι' αυτές τίς ερμηνείες έδώ φέρομε προσωπικώς τήν ευθύνη...). Οί καλύτεροι κάθε φορά δέν είναι αυτοί πού φαίνονται ίσως στίς κυβερνήσεις καί τά αξιώματα, άλλά κάπου υπάρ χουν πάντα οί καλύτεροι, έστω καί αφανείς, γιατί ή δομή τής εξουσίας σάν κατάσταση βρίσκεται στήν συνενοχή πού προκύπτει άπό τήν μύηση, Ή ένοχη είναι πάντα απαραίτητη, διότι ή εξουσία έχει ανάγκη άπό απόλυτες εγγυήσεις (αυτό απαιτεί ή φύση τοΰ «λαοΰ» καί λόγω αυτής τής άπολυτότητος υπάρχουν κοντά σέ δλ' αυτά καί τά... κουμπούρια ή τά δηλητήρια). 'Η δομή τής εξουσίας έχει βαθύτερα θέμελα άπό τίς κυβερνήσεις. Άλλά ιδεολογία καί μύηση είναι ακριβώς ένας εξαιρετικά δύσκολος συνδυασμός, δχι γιά δλους υποφερτός, γιατί ή ιδεολογία είναι θέμα τής καθημερινότη τας ένφ ή μύηση αιώνων. Στήν φιλοσοφική της πρακτική ή πολιτική θεω ρία είναι ακριβώς ή πάλη τών δύο αυτών στοιχείων. Δέν θά έπιμείνωμε τώρα περισσότερο σ' αυτά. Στήν πολιτική πάντως ή ΰπαρξη παθών δέν αποκλείεται- αυτό πού απολύτως απαγορεύεται είναι τό συναίσθημα. Ό διατηρών συναίσθημα στήν πολιτική είναι σάν νά καταπίνη φαλτσέτα... Τί θά κάμη ό πρωθυπουργός, ό όποιος είναι υποχρεωμένος νά ανατίναξη ένα τραίνο πού μεταφέρη όπλα, δταν μέσα σ' αυτό ταξιδεύη ή οικογένεια του;... Οί λεπτομέρειες αυτές λαμβάνονται βέβαια όπ' Οψη κατά τά «συλλεκτικά» προγυμνάσματα... Συνεπώς τά δσα είχαν σχέση μέ τήν Ασφάλεια δέν τά είδαμε σάν κάτι τό αθέμιτο. "Ισα-ϊσα είχαμε πλήρην συνείδηση τοΰ πόσο δύσκολο είναι τό έργο τών ανθρώπων πού έκτελοΰν αυτές τίς εξαιρετικά λεπτές καί πολύπλο κες διαδικασίες. Άλλά ούτε καί σάν ενέργεια τής Χούντας, διότι γνωρίζαμε δτι πρόκειται περί «διαδικασίας», πράγμα πού μάς επιβεβαιώνει καί τό 307
επίσημο έγγραφο. Βέβαια, fiv μπορούσαν νά προκύψουν οφέλη γιά τήν Χούντα, θά ήταν κάτι εύλογο. Μέ τήν Χούντα δμως προέκυψε κάτι άλλο, πού είναι ακριβώς ένδεικτικόν τοϋ πρίσματος ύπό τό οποίον έβλέπαμε έμεϊς τήν δλη κατάσταση; δτι ύπό στρατοκρατικόν καθεστώς θά μπορούσαν νά προκύψουν εύκολώτερα οί «εγγυήσεις» πού απαιτούσε ή διαδικασία καθ' έαυτήν. Διαδικασία πού δπως είπαμε άπό τήν φύση της είναι διεθνής. 'Αλ λά έδω είναι καί τό είδικώτερον πρόβλημα, όσον άφορφ στά καθ' ημάς (βλ. καί τό σχόλιον τοΰ παρακάτω έγγραφου άπό 29/4/85): πόσο οί είδικές ελληνικές συνθήκες έπιδροΰν στους τρόπους τής «συλλεκτικής διαδικα σίας» ώς πρός τόν παράγοντα άνθρωπο. Δυστυχώς, επειδή ή ελληνική εξουσία υπάρχει Ιστορικώς άνευ νομίμου βάσεως, απλώς στό Σύνταγμα καί τήν Νομοθεσία άντανακλωμένης, τά «αίτούμενα» είναι τέτοια, ώστε μέ αότά νά εξαφανίζεται ακριβώς ή έννοια τής εξουσίας. Δέν θά έπιμεΐνωμε τώρα περισσότερο σ* αυτό, θά ποΰμε απλώς ποΰ συνίστατο ή ίδιαιτερότης τής προσωπικής μας περιπτώσεως: στήν «εθνική αστάθεια» πού δέν μπορέσαμε νά θεραπεύσωμε ποτέ, πράγμα πού σημαίνει δτι τόν γύρω χώρο μας δέν τόν αντιμετωπίζαμε «συναισθηματικώς δεδομένον», άλλά σάν χώρο σπουδής καί κατανόησης. Δηλαδή δχι «ποιητικά». ""Αρα δέν υπήρχαν τά περιθώρια προσδοκιών, αισθημάτων, εξωτερικών φιλοδοξιών καί «δραστηριοτήτων», πού προύπέθεταν ψυχολογικώς δεδομένα οί «υπηρεσιακές διαχειρήσεις». Είδικά εκείνον τόν καιρό τά διαβαστικά πράγματα είχαν γιά μάς άπόλυτην προτεραιότητα — κάνοντας μάλιστα καί πολύ δυσανάλογον αγώνα γι' αυτά πρακτικώς — και είποντο τά τοΰ «έθνους». Γιά τό «έθνος» βέβαια ήταν φυσικό τά πράγματα νά έχουν τήν αντίστροφη τάξη. Παρά λοιπόν τις Ισχυρές «ενέσεις» τής Ασφάλειας, ή «εθνική» μας κατάσταση μετεβλήθη σέ σκοτοδίνη, ώσπου νάρθη ό σοσιαλισμός γιά νά μας ρίξη σέ κώμα! Άφοΰ έτσι ή «εθνική μας υγεία» καί μέ τά τρία γνωστά συστήματα στόν κόσμο, ήγουν «φιλελευθερισμού» πρό τής Χούντας, Χούντας καί «σοσιαλισμοΰ» έπήγαινε άπ" τό κακό στό χειρότερο, σκεφθήκαμε πώς κάπου άλλου βρίσκεται τό πρόβλημα. Καί αυτό έθεωρήσαμε έκτοτε επείγον χρέος μας νά δώσωμε κάποτε αποδεδειγμένο στους συνανθρώπους μας. "Οτι βέβαια είναι άλλο πράγμα ή Ασφάλεια μέ κάποιον τρόπο της νά κόμη σύντομα τήν δουλειά της καί άλλο τό έπί χρόνια βάσανο μέ κατα πιεστικές μεθόδους (φυλακές καί καταδίκες), σέ μιά είδικά κρίσιμη περίοδο τής δλης ζωής ενός άνθρωπου, είναι φανερό. "Οτι μετά δέν μπορούσα νά γραφώ στόν «σύλλογο αντιστασιακών», είναι επίσης προφανές άφοϋ άλλα μέ απασχολούσαν καί «εθνικώς» δέν αισθανόμουν μέσα μου τόσο καλά... Καί δέν έχω βέβαια τίποτε μέ τήν Χούντα, διότι έπί Χούντας τά πράγματα έκράτησαν δύο χρόνια. Έπί «σοσιαλισμού» μέ νόμους τής Χούντας έκρά308
τησαν πέντε! Άλλωστε ό Παπαδόπουλος είπε καί τήν μεγάλη εθνική αλή θεια: δτι «είς τήν μορφωτικήν κλίμακα κατά τάς διεθνείς στατιστικός έρχόμεθα κάτωθι τών Κογκολέζων», καταχειροκροτηθείς άπό τήν Ακαδημία Αθηνών. Εμείς μετά είπαμε ότι είμαστε «ευρωπαίοι»... 2) Στήν προηγούμενη αίτηση υπάρχει μιά μικρή ανακρίβεια, επουσιώδης οπωσδήποτε, οφειλομένη στό γεγονός ότι κατά τήν σύνταξη τής αίτησης δεν είχα πρόχειρο τό χαρτομάνι, διότι τά νοήματα έγραφα. Λίγο πρίν πέση ή Χούντα έλαβα ένα άλλο ουσιώδες χαρτί, πού θά ίδή ό αναγνώστης πιό κάτω. Τήν «άδεια» τήν έλαβα πολύ αργότερα καί τήν παραθέτω έδώ γιά νά φανή ό νόμος στόν όποιον στηρίζεται. Συνταγματικώς εξεταζόμενη ή «ά δεια διδασκαλίας» θά μδς πήγαινε πολύ μακρυά, άλλά άφοΰ ό νόμος είναι κατοχικός έπεται πώς ή διδασκαλία οφείλει πάντα νά είναι «έθνικόφρων». Πώς συνδυάζεται αυτό σήμερα μέ τήν συνταγματική κατοχύρωση τής «ε λευθερίας» τής επιστήμης και τής έρευνας; Μέχρι τώρα ποΰ τά παν/μια ήσαν «εθνικοί θεσμοΰ> οί νόμοι αυτοί ήσαν «φυσιολογικοί» (καί δέν άμφιβάλλομε ότι θά υπάρχουν κι άλλοι παρόμοιοι έπί Πάγκαλου, Κονδύλη, Πλαστήρα κ.λπ.), άλλά τώρα μέ τήν ίδρυση ιδιωτικών παν/μίων ύποθέτομε δτι οί ανάλογοι νόμοι θά πρέπει νά καταργηθοΰν. "Οτι τώρα ή «Δημοκρα τία» μας έχει απαραιτήτως τήν ανάγκη τέτοιων γιά νά λειτουργήση ευδό κιμος ώς πρός τά «ανθρώπινα δικαιώματα» — καί έννοοΰμε πάντα, ήγουν καί έπί «σοσιαλισμού» —, θά τό Ιδοΰμε καί παρακάτω. 3) Άφοΰ τότε έφθασα μέχρι τήν κορυφή τής Διοικήσεως καί ήταν αναρ μόδια, δέν είχα βέβαια τίποτε άλλο νά κάνω είμή μόνο προσευχές στόν Θεό. Μερικά άπό τά μεσολαβήσαντα έκτοτε «χαρτιά» παραθέτομε πιό κάτω σχεδόν ασχολίαστα. Έμπήκαμε βέβαια καί φυλακή, διότι δέν είχαμε νά πληρώσωμε κάποια «χρέη πρός τό Δημόσιο» (μιά κυκλοφοριακή παράβα ση!). Πώς δμως θά πληρώναμε τό Δημόσιο, άφοΰ δέν εισπράτταμε τίποτε άπό τό Δημόσιο; Έκληθήκαμε καί «επισήμως» μιά φορά γιά τήν «υπόθεση» (ανεπισήμως ήσαν μπόλικες) καί έν τέλει ήρθε καί ή καταδίκη. Ύπεβάλαμε βέβαια καί προσφυγή δευτεροβάθμιος, άλλά έν τφ μεταξύ άπεκατεστάθη ή «Δημοκρατία» (θά ίδοΰμε πώς) και έκτοτε άγνοήται μέχρι σήμερα ή τύχη τής «έθνικοφροσύνης» μας. Είμαστε σήμερα, δέν είμαστε; — Ακόμη δέν τό ξέρομε... 'Ως πρός τό ΙΚΥ, άπό όσο μπορούμε νά κρίνωμε έκ τών υστέρων, αυτό ώφείλετο στήν αντικειμενικότητα τής τότε Διοικήσεως του καί στό γεγονός δτι δέν είχε ακόμη άνακινηθή ό... φάκελος. Ήταν σχεδόν μόλις είχα γυ ρίσει. Συμπληρώσαμε τότε μιά έντυπη «δήλωση νομιμοφροσύνης» (αυτές 309
πού υπήρχαν γιά δλες τίς δημόσιες υπηρεσίες μέ τά ώραΐα ερωτήματα: «Πόσες κατοικίες αλλάξατε άπό τόν καιρό πού γεννηθήκατε; Πόσες φορές Ιχετε καταπιή στήν ζωή σας; Υπήρξατε εσείς ή ό παππούς τοΰ προπάππου τοΰ παπποΰ σας μέλος οργανώσεως κ.λπ., σχέσιν έχούσης μέ τήν εθνική άσφάλειαν;»), γράφοντας παντού αθώος, αθώος, αθώος, καί τήν ίδια αίτηση συμπληρώσαμε καί γιά τό Υπουργείο. Γιά τήν μιά περίπτωση ήταν καλή, γιά τήν άλλη έν τφ μεταξύ Οχι. Ή απαίτηση εγγυήσεως γιά τό ΙΚΥ μπο ροΰσε καί νά παρακαμφθή. Τήν τελευταία επαφή μέ τό ΙΚΥ τήν παραθέτομε. Μέ τήν «αποκατάσταση» (τοΰ «Συντάγματος» εννοούμε) καί μέ πολύ βαρειά καρδιά έδώσαμε τήν «απόφαση» τοΰ πρωτοβαθμίου σέ μιάν εφημερίδα. Λέμε βαρειά, γιατί δπως πληροφοριακώς έκ τών υστέρων έμάθαμε ό άνθρω πος πού υπέγραφε άπό κάτω θά πρέπει κάποτε νά είχε ύποστή κάποια παραπλήσια πράγματα μέ τά δικά μας. Τί νά κάναμε δμως; Ή «αντίσταση» εΐχε ήδη πάρει τόν δρόμο της (ήδη κάποιοι πολιτικοί μας έσυναχώθηκαν, λέει, τότε και τοΰτο απετέλεσε «άντιστασιακόν τίτλο»...) καί ΰπεθέσαμε δτι θά έπρεπε ίσως νά είχε ύπ' δψη τους ό Τύπος κάποια πράγματα σάν τά δικά μας... Καί σήμερα ποΰ δημοσιεύομε τά χαρτιά αυτά, πάλι πιεζόμενοι τό κάνομε. Αφήνει δμως κάποια περιθώρια, μέ δλα δσα άκολουθοΰν, ή «Δη μοκρατία» μας; "Υπάρχει κάποια διέξοδος πουθενά;... Δέν πρέπει έπί τέλους κάποτε νά δειχθή φανερά ή έγκληματώδης νομοθετική καί διοικητική κα τάσταση τοΰ ληξιπρόθεσμου αύτοΰ ιστορικού τερατουργήματος πού λέγε ται «Ελλάς» καί πού κρατιέται μόνο μέ τίς «εκλογές»; "Οτι καταδικασθή καμε λίγο πρίν άπό τήν «αποκατάσταση», σημαίνει βέβαια δτι πουθενά δέν ενδώσαμε οΰτε χιλιοστό. Καί ακριβώς αυτό πιστέψαμε δτι θά μποροΰσε νά άποτελέση κάποιο μέτρο γιά πολλές «αντιστασιακές» τότε καταστάσεις... Μετά τήν «αποκατάσταση» έκάναμε κάποιες «συνταγματικές» ενέργειες (ά ρα δχι μέσφ «συλλόγων»), μήπως καί μπορούσαμε νά έπιτύχωμε κάτι ώς πρός τά ματαιωθέντα πλάνα μας. Υποβάλλαμε π.χ. ένα μαθηματικό βιβλίο μας πρός έγκριση. Τό βιβλίο δέν ήταν βέβαια γιά μαθητές, άλλά μποροΰσε νά γίνη. Αυτή τήν φορά τό «εθνικό άγκίστρυ> έβγαλε... ενδιαφέρον παπού τσι: τό βιβλίο απερρίφθη βέβαια, άλλά στόν κατάλογο τών απορριφθέντων — πού μας είχε τρόπον τινά «τιμής ένεκεν» πρώτον απορριφθέντα — έφιγουράριζαν τά πιό καλά ονόματα τοΰ μαθηματικοΰ τότε κόσμου. Μερικοί άπό τούς συναδέλφους μας αυτούς επήραν αργότερα παν/μιακές έδρες. Ήγουν τό «έθνος» μας δέν έπαψε ούδ* έπί στιγμή νά τηρή πιστώς τίς υποθήκες τής πρώτης «Εθνοσυνελεύσεως»... Τό «έθνικόν» λοιπόν αυτό 310
γεγονός δίδομε σήμερα στήν δημοσιότητα καί προτείνομεν νά παιανισθή ό εθνικός ύμνος... Ποιά έν τω μεταξύ μαθηματικά έμειναν; — Μά ύποθέτομε αυτά μέ τά όποια άπογειώνομε σήμερα τούς πυραύλους καί είμεθα «Ισότιμα μέλη»... Μετά ταύτα έμπήκαμε σέ περιοχές τής κυρίως αποκαταστάσεως τής «Δημοκρατίας» μας άπό τό Κράτος τής Δεξιάς. Έκάναμε μιάν (ελα φρώς έλληνοχριαστιανική) αίτηση νά διορισθούμε σ' ένα Γυμνάσιο τοΰ Εξωτερικού. Ό χώρος βέβαια ήταν «εύαισθητότερος» εκείνου τών «ένο πλων δυνάμεων», διότι πρόκειται περί «ομογενών», ήγουν διά «καπετάλι παστρικόν». Γιά νά μήν άλλοιωθή λοιπόν τό φρόνημα τους και πάψουν νά πιστεύουν δτι ή Αθήνα είναι καλύτερη άπό τήν Νέα Υόρκη (άλλωστε παληότερα τραγουδούσαμε και εθνικώς πώς: «Λόντρα, Παρίσι, Βιέννη μπρος στήν 'Αθήνα καμμιά σας δέν βγαίνει...»), οί αποσπάσεις τών καθη γητών γίνονται μέ αυστηρώς επιστημονικά κριτήρια, δηλαδή επιλέγονται ειδικώς εκείνοι πού θέλουν ν' αλλάξουν αυτοκίνητο καί ενδιαφέρονται γιά μιά καλή Μάρκα... Πώς δμως νά αντιμετωπισθούν οί «εθνικές» αυτές επι ταγές τοϋ άρθρ. 108 μέ μιά «τρελλή» αίτηση; Άρχισαν λοιπόν οί αιτήσεις νά χάνωνται, νά μπερδεύωνται οί αριθμοί πρωτοκόλλου, νά μήν βρίσκωνται τά συνημμένα κ,ο.κ. Κανονικό δηλ. κράτος Δεξιάς. Τελικώς «τσακώσαμε» μία, οπότε τό Υπουργείο μας απήντησε: μάς παρέπεμψε στήν έν Βόννη Πρεσβεία καί τούς παπάδες (άρθρ. 108!), ή Πρεσβεία στό Υπουργείο, τό Υπουργείο στήν Πρεσβεία και... οΰτω πώς ικανοποιήθηκε κι αυτό τό αί τημα μας. Αυτά άπό τήν «εθνική» μας ατομική ίστορία έπί «νεοφιλελευθερισμοΰ». Έπί «σοσιαλισμοΰ» τά πράγματα έγιναν κάπως πιό... λειτουργικά, μόνο πού τ' αποτελέσματα έμειναν «συνταγματικώς» τά ίδια. 4) Και δσο γιά τήν προφητεία τοΰ «γλωσσικού» πού αναφέρεται στήν αίτηση, δέν ήταν προφητεία άλλά... λογαριασμός. Άφοΰ ή Χούντα κατήρ γησε πολλούς μύθους τοΰ παρελθόντος καί ή κοινωνία μας έλειτουργοϋσε πάντα διχαστικά (Όλυμπιακός-Παναθηναϊκός), κάτι άλλο έπρεπε νά βρεθή. Καί τό πιό πρόσφορο ήταν τό γλωσσικό. Μόνο βέβαια πού έμεΐς τό φαντασθήκαμε κάπως άλλοιώς (άν π.χ. τό «άρματωλός» θέλει ψιλή ή δα σεία, δπως στήν εποχή τοΰ Φιλήντα, οπότε θά υπήρχε καί κάποια περιέρ γεια, ήγουν κέρδος άπό τήν ασχολία). Έπεκράτησαν άλλες μέθοδοι πρακτικώτερες- ακριβώς δηλαδή εκείνες πού λέμε μέσα στήν αίτηση δτι διαχρονικώς θά ώδηγοϋσαν έκτος ΕΟΚ. Υπάρχει σήμερα κανείς πού συνε χίζει νά πιστεύη δτι είμαστε ακόμα μέσα; Κοινοποίηση έξωπετάξεως βέ βαια δέν πρόκειται νά μάς κάνη ποτέ ή ΕΟΚ. Μένει εμείς νά βροΰμε ποΰ βρισκόμαστε ώς πρός τό κατώφλι... 311
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Α'ΑΝΟΤ.ΕΚΠ/ΚΗ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ Γ Β Η . Ε Π Ι Θ Λ Ι Ι ! ΜΕΣΗΣ H E H / J S O E
Τηλέφβνον
ι
'Βν
'ΛβήνΜς
3 2 2 £ W ~ ™
τ* 2 1 - 1 0 -
1974
2 6 4 5
Τίλισί$£4?£
Α Π Ο Φ Α Ε Ι Σ ΘΕΜΑ
ι
" Χ ο ρ ή γ η σ ν ς ά δ ε ι α ς 6 ι « α σ Η α λ £ α ς έ ν -9ρον-π,στηρ£<3ίς
"Βχρντ*ς δπ'βψει
ι
Η
Λ) τ 4 ς β Μ π Λ ξ β ι ς τοΟ β ρ δ ρ ο υ ?0 τοΟ Λ . Ν , 2 5 4 5 / 4 0
βρησκβΐ4ΐΛτ»ν,3)
Δ/γήν τοΟ
Υπουργείου
'ΙβνΜΐής Ikt6eCai!ttaC
τήν * « * * P > ' 9 u . 8 M 6 2 A 0 - 6 » ^ A M v
' ΐ & ν . Ο ι ι δ ε Ε α ς vat θ ρ η σ κ ε υ μ ά τ ω ν
Υπουργβ£ου
την ύπ*άρι.«μ.
άναφορΛν τ ο ϋ κ . Διοικητικοί) 'Βπνθε«ρητοΟ Τμήματος Β * δικαιολογητικών
τοΟ
,
ΙΟΙ4/2Ι-2-75
Δ ι α μ ε ρ ί σ μ α τ ο ς Άδην&ν
Νομαρχίας Α τ τ ι κ ή ς μ ε τ ί τ β ν προοηρτημένβν
Αι« τα Δικάζον άπαντος τοΰ ^ τ η γ ο ρ α υ μ ί ν ο υ . κβτοίχον jLJf'^^y . _ Κ η ρ ύ β β » αύτον Κ*χον h τ ' " '
τ ^ ί " Γ ε ρ ί ρ ι μ ο , ν Κακλρμάντιυ
«6τ5
ώς κεκτημένο ν
τής είδικδτητβς
ΚΟΙΚΟΠΟΙΗΕΙΣ ι
Διαμ(ρι.αμα-
.
.
ΚΠΙ ΑΠΟΔΙΙΞΧΙ , E e p a a m o y ΚαΗλαμάνην
• . '.Ασκλ.η«ΐαϋ.Ι37. . . , . ,Τ.Τ.
314
4ν φροντνστη-
'Χιαθενρητής
Λ* Α,Β.Π.
I Q l f c K H l i ΤΑΙίΒΑΚΛΚΕ
ΆΰηνΒν
' i y C o u KIUV/MOU 3
Α.Β.Π.
υ
•Mat ά . α .
'Λττιχής
Δ / ν β ΐ ν Μ . Β . - Τμήμα Β '
Α'
ο
Γενικβς M.S.
Νομαρχ(αν
τ
τ ά ύπό τ ο Ο Νόμου α π α ι τ ο ύ μ ε ν α π ρ ο σ ό ν τ α . Ό
1·
. . . . .
τ φ ν . Ιία&;ιμρτ>Ηί1ν, τ ρ ϋ , Ι φ ν . ε π ι ο τ η ^ ί ρ υ ' Αβτινίίν^
ί δ β ι α ν δ ι δ ά σ κ α λ ο ς τ ο ϋ μαθήματος ρίοις,
τ ρ ϋ Επυρίδοινος^
705^.
(
ΑΚΑΠΛΚΡβΤΚΕ Γ£Ν. EH It-JQPHTHS
^LO **"
»
fct
_ο
> K r ^ n i C t i ' * ^ *1ς κράτηο-ιν, ^ έχάή ν μ*τ«τρέπ« «1ς πράστιμον δραχμών μιταλλικων // O f l r , / ,-"-ττ]ν ήμέραν χρατήαηος, κ«1 ιίς τ» της δίκης Ιξοδα κ«1 « λ η el ,»σωπικης TOU κρατήσ«ως. _ _ — 'Εχρίβη χ,λ.*. *Εν Άθήνβίς τ-jj > 195^Γ3 Ό Πναιαμκοδύακ - Ό Γ^«μμ«τ»ύς ( f n o v w υκογόαφαΐ) k
' Α χ ρ φ έ ς απόσπασμα
είς
* ίτχιχκι51χρ«.
ΑΘΗΝΩΝ
δτ*
' V f ^yv
Ά κ ο φ α σ ί ζ ο μ ε ν Χορηγοβμεν
ΠΤΑΙΣΜΑΤΟΑΙΚΚΙΟΝ
K&l-^&f** V-**nf
.
" π β ρ ϋ ΙδιβπτΜίβν ο χ ο λ έ ί ν ν , »povTU
ΤΟ
ΤΕΛΗ ΕΞΟΔΑ ΛΑΣΑ Τ.Σ. Ϊ.Η. ΤΑΟΑ
Έν
'Λ&ήνβκς τ η . Λ ΐ . . , Γ & 7 ; . . . . . . 1 9 # Ρ Ό Γρ«μμχτ*&ς
y J ^ ' E v lctptitToW χρήσίως του «ύβργττήματος της μβΛ < « τ α τ ρ ο π η ς κ « ν ? χ κ ; « » ή σ τ ω ς f l ^ « w » χΛΤ«ρ^ληθη «[ς Δ η μ . ^ . ^ • ^ Τ α μ β ΐ ο ν ώς otxo8«v' β<βαιονμ*να χαΐ τά *»TtJk n o o i .
Σύνολον y& *•) Α ι « μϊτατρ. ττβιντ,ς Έ β φ α ι ώ Ο η & ν ^ Γ Τ & ΐ ϊ Τ α μ ΐ ο υ 2 ) Τ . Σ . Νομικών 3) Τ, Π. Δικηγόρων 4) ΛΣΔΑ 8ι' της ύπ' dptQ. • 5J ΤΑΟΑ *YYP»*w Γραμματέως Σύνολον Στ,μ.
6 0
5/^
ϊ τ ο ι χ ί ΐ α ταυτότητος κατηγορουμένου ΐτών ίπάγγι)^3ΐ Δαύθυνσκ χατοικΐχς
Ο Δ Ι Π Ί Α Ι 'Κάν κληρώστι τήν μιτβτροκήν ποιντ,ς χρχτήβεω; -MOV ν β ί π ι ι τ ρ » φ ϋ το καρον μ*το «3 διπλοτύπου 7τλη?ο*μης_τοί3 εκ μίτατροιτής τττοοϋ ϋιωρουμίνη; ΰ ς ϊκτίλίοβίίοης της iao^iatta w ; *ρί>; τη> κράτησιν, άλλως θά έπιοτρχ?ί μετά ίκθέσ«>»; *ρ*τήβ«ως.
Α. Μ. 4084
315
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ / A N Q T . H E O / K H ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ
ΥΠΟΔ/ΝΣΙΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ Ε' ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΛΕΟΦ. ΑΛΕ5ΛΝΛΡΛΣ 11$ ΤΗΛ. Α4Μ,2Λ
ΣΠΙ
Γ Έ Κ , Ϊ Π Ι Θ / Σ Ι Ε ΜΕΣΗΣ Ε Κ Π / Π β Γ Ταχ. Λ/νους
ΑΠ0ΔΕί3ΚΙ
_ B A 6 U 0 E ΑΧΦΑΑΗΑΕί ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΟ
ι Λεωχ&ροος 2
'ϊν
ΠΡΟΣ
ι
"Αθήναις
ttj 5
'Χαυλίου 197*
Τ δ ν Η«_Κοεκλοΐ{ΐάνην Γ ε ρ ά σ ι μ ο ν τοϋ" Σ π υ ρ ί δ ω ν ο ς ι τ υ χ ι ο Ο χ ο ν 'ΛΪν Ι ί ο ς θ η μ α τ ι κ β ν 'Οδβς ' A o M X i v c b o O 177 ( Γ . τ , 705) ν τ α Ο" β α
was
*ΤΒ ,. - _ IT » _
ΘΧΜΑ
Π Ρ Ο Ι Κ Α - Η Ζ I. Ζ
ι
" ΚοινοποιεΓται
απόσπασμα έγγραςισυ Σ υ μ β ο υ λ ί ο υ Ηομιμοψροσύυης
n
" Ε χ ο μ ε ν τ ή ν τ ι μ ή ν ν α κ ο ι ν ο π ο ι ή σ α μ ε * » ύ μ Γ ν κ α Ά ΐ τ έ ρ ψ α π δ σ π α σ μ α του* ύ π ' α ρ ι & μ . π ρ ω τ » 4·6Θ/2>-6-197^ ε μ π ι σ τ ε υ τ ι κ ο ύ " ε γ γ ρ ά φ ο υ ταυ* Σ υ μ β ο υ λ ί ο υ Ν ο μ ι μ ο φροσύνης Ηομαρχίας Α τ τ ι κ έ ς Διαμερίσματος Α θ η ν ώ ν , άψορΟν ε ί ς « μ α ς , ί ν α λ&βητε γ ν Ο σ ι ν . ^ '* ' Γβ*.**βπιθ/σ©βς U . S . λ* Α , Ϊ , Π .
ΙΟΑΚΝΒΣ ΤΛΜΕΑΚΛΗΣ #
2
f
A-? ! 7
«
\\<·
Ά
ν
α
π
S a S ? m ίτϊίκΜ^**
ΔΙΑΕΕΡΙΣΜΑ ΑΘΙΙίϊΒ:* ΕΥΜΒΟΙΛΙΟΚ ίΟΜΙ MOftFOEY ΝΗΣ "λρθρ,5 παρ« 2 Β.Δ. 10-5/27-6-1959 S . Αττικές •Αριβ,Πρ»τ,46*. .
λ
.
Γεν.'Λιιθ/τής ΚΠΕΙΓ0Η-·»ΠΙΣΤΕΪΤ1Κ0Κ *Εν Α θ ή ν α ι ς t t j 2 5 - 6 - 1 9 7 *
ΠΡΟΣ I
Τήν Α . Β . Π . Γεν."Ε*ιθ/σιν Μ.Ε. Αεωχαρογς 2 |_ν_τ_α_Ρ_θ.«
" ϊ χ ο μ ε ν τήν τ ι μ ή ν ν α avcaiaiviSauuev ΰ μ Γ ν , λ ι ο ν Ν ο μ ι μ ο φ ρ ο σ ύ ν η ς Απεφάνθη δ ι α τοΐϊ Ο τ Τ α ρ ι θ . κου* α ύ τ ο υ " δ τ ι t o t ι
23ου
β τ ι τί καθ'ήμΚς ΕυμβοΛ« κ δ 2 4 - 6 - 1 9 7 * προβιτι-t
1
5* ΚΑΚΑΑΜΑΗΗΣ Γ ε ρ ά σ ι μ ο ς τ ο Ο Σ π υ ρ ί δ ω ν ο ς γ ε ν . 1940 ε ί ς Λευκαδαν, κάτοικος 'Αθηνδ'ν, ψυσικομα&ηματίΗος, S £ ν είναι K O M I U W S F O N i a ; ό π ο τ ή ν έ ν δ ρ θ ρ ω 5 χοΰ Α » Μ . 5 1 6 / 4 8 ί ν ν ο ι β β , ώ ς Α ν τ ι κ α τ ε σ τ ά θ η δ ι α του* ά ρ θ ρ ο υ 2 τη"ς β / 1 9 6 7 ΚυντακτίΗ^ς Πράξεως καί να παρακαλέσωμεν 6 ι τ*. ϊ ι α θ ' Ο μ δ ς . Κ α τ ά τη*ς ιδς β ν ο α'ϊθ;;-0.αεως τ ο ϊ ϊ Ε υ μ Ρ ο υ λ , ί ο υ Ν ο μ ι μ ο φ ρ ο σ ύ ν η ς ε π ι τ ρ έ π ε τ α ι ή α σ η ^ ο ι ς τ φ ο σ φ υ γ η ' ς ε ν ώ π ι ο ν του" Δ ε υ τ ε ρ ο β α θ μ ί ο υ Σ υ μ β ο υ λ ί ο υ τ ο 0 ά ρ θ ρ ο υ 5 του* Α . * * , 5 1 5 / 1 9 4 3 , έ ν τ δ ς 3 0 ή μ ε ο Β ν & * 6 τη*ς κ ο ι ν ο π ο ι ή σ ε ω ς τ ΐ ϊ ς « α ρ ο ΰ ο η ς . Τυχόν α α κ η σ ι ς προσφυγής δ ε ν α ν α ο τ ί λ λ ε ι τήν ε κ τ έ λ ε ο ι ν τ ή ς α π ο φ ά σ ε ω ς , Ό Πρδεδρος KOIHOnOiaSIS Ε ^ λ ί ο υ ^ ΐ μ ο φ ρ ο σ Ο ν η ς Λ
τ
1·
.Δημ«Ταζ^ς Ύπηρ· Ε»ν.*Ασφ.ϊλείας
> γ
θ
Β
Είσαγγβλεθς
2.
Μαμαρχίαν Α τ τ ι κ ή ς Διαμερίσματα Πειραιΰς, ΑνατολικήςΔυτικής ^Αττικής*. Συμβ.' Μομ/οόνης
4,
Νομαρχίαν ν
5,
Νομαρχ,ίαν Λ ε υ κ ά δ ο ς Δ/νοιν 'Εσυτερικβν Αευκάδα*
Πρωτοδικβν
Αθηνών
3917/6-2-73/1.000
316
.
.
* >
317
Σ.Ε.Μ*
Έν Αθήναις τή 10 Αύγ. 1974
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΚΙΟΝ Ε Θ Ν · Π Α Ι Δ Ε Ι Α Σ ΚΑΙ ΘΡΗΣΧ/ΤΟΝ ΓΕΝΙΚΗ Δ Ι Ε Υ Θ Υ Ν Σ Ι Σ Τ ^ . Ε Κ Π / Σ Β Ω Ε • Β ν ' Α θ ή ν α ι ς -ctj 28*Ιαν.1975 ΔΙΕΥΘΥΝΣΙΣ ΠΡΟΓΡ.ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΩΝ •Αριθ,Πρωτ. Βαθμός Π ρ ο τ ε ρ α ι δ τ · ΤΜΗΜΑ ΜΕΣΗΣ ΕΚΠ/ΣΕΩΣ Φ.211.17/65/9019 Ταχ. Δ / ν σ ι ς ( Έ ρ μ ο υ 15 ΠΡΟΣ» Πληροφορία!, :'Εμμ·Μουρούλης ϊηλεφωνον : 'Ως ε ί ς τ ό ν σ υ ν η μ μ έ ν ο ν
Κύριε Διευθυντά, Είς άπάντησιν της άπό 5/12/73 επιστολής τοΟ Ι.Κ.Υ., μόλις άπό τίνων ήμερων ευρίσκομαι είς θέσιν νά σας πληροφορήσω τά έξης: Άπό 20/2/73, έξ αφορμής αίτήσεώς μου παρά τφ "Υπουργείω Παιδείας δι' δδειαν διδασκαλίας, ένέκυψεν παρά ταΐς *Υπηρεσίαις Δημοσίας τάξεως θέμα διακριβώσεως τών Εθνικών μου Φρονημάτων. Μετά παρέλευσιν ενός καί ήμίσεος Ιτους, μοΰ έκοινοποιήθη τήν ΙΟην Ιουλίου 1974 απόσπασμα της αποφάσεως τοϋ Συμβουλίου Νομιμοφροσύνης, άντίγραφον τοϋ όποιου επισυνάπτω. Τοιαύτην είς βάρος μου εκκρεμότητα δέν έγνώριζον δύο μήνας πρότερον, ήτοι κατά Δεκέμβριον 1972, 6τε συμμετέσχον είς τόν διαγωνισμόν τού ύφ* Υμάς "Ιδρύματος. Τήν αυτήν ακριβώς έντυπον Δήλωσιν Νομιμοφροσύνης ήν ύπέβαλον κατά τόν διαγωνισμόν τοΟ Ι.Κ.Υ, ΰπέβαλον και δι' άδειαν διδασκαλίας, έάν δέ ορθώς τεκμαίρομαι έκ τής εγκρίσεως τής Υποτροφίας, ή πρώτη Δήλωσις έγένετο δεκτή, ένώ ή δευτέρα απερρίφθη. Δέν διαθέτω ερμηνείας τών παραδόξων τούτων συμβάντων. Ύποπτεύω δτι αιτία απορρίψεως της δευτέρας Δηλώσεως μου ύπήρξεν ή άρνηση μου έπί διαφόρων προτάσεων, τήν 20/6/73 είς τό 221 γραφεϊον τής Ύπ/σεως Γεν. Ασφαλείας Αθηνών, άλλ* έν προκειμένω υπάρχει ή εύλογος απορία, διατί ή μέσω τοΰ ΙΚΥ Δήλωσις ενεκρίθη άνευ ετέρας διαδικασίας. Ή προσωπική άντίληψίς μου είναι δτι τουλάχιστον κατά τόν χρόνον υποβολής της πρώτης Δηλώσεως μου δέν ύπηρχον ίκανά εις βάρος μου στοιχεία, συγκροτοΰντα άπόδειξιν τοΰ μή νομιμόφρονος τών ίδεών μου, έπεγένοντο δέ ταύτα έκ τών υστέρων. 'ΑφοΟ τοιουτοτρόπως έγνώριζον δτι άπό Φεβρουαρίου 1973 εκκρεμεί εϊς βάρος μου άπόφασις τοΟ Συμβουλίου Νομιμοφροσύνης, παρά τάς ειδοποιή σεις τοΰ ΙΚΥ, έθεώρησα πρέπον νά μή θελήσω νά συμπαρασύρω τό κύρος τοΰ ύφ* Ύμδς "Ιδρύματος εϊς τάς οιασδήποτε προσωπικός μου περιπέτειας. Πεπεισμένος δτι ή τοιαύτη συμπεριφορά μου ήθελεν δεόντων έκτιμηθή, έξαιτοΰμαι τήν Ύμετέραν έπιείκειαν άν ακουσίως έγενόμην πρόξενος υπη ρεσιακής τινός ανωμαλίας... Μετά πλείστης τιμής Γ.Κ.
5235642
πίνακα ΘΕΜΑι"Γνωστοποίησις "Εχομεν τα
ύφ*ΰμ0ν
xtfc
τήν
'ΕπιτροπτΤς
fiv χρήσει
τιμήν
βιβλία
ή
Λς
όμΓν
δτι
τά όποβληθέν-
βοηθήματα Μαθηματικών
νά
γνωρίσωμεν
δέν
εκρίθησαν
τά καταλληλότερα πρός
εγκεκριμένων
διδακτικών
Ό
αντικατάστασιν
θπδ τΟν
βιβλίων.
Δ/.ντής
Προγρ.καί
Μελετών
Κ. ΧΑΡΗΣ Εσωτερική Δ/νσιν
διανομή
Προγρ.καί
Τμή*μα Μ έ σ η ς
ΑΚΡΙΒΕΣ
Μελετών
Ό
ΙΙΙΗΑΕ 1«
Γεράσιμον Κακλαμάνην,
2^-Αεωνίοαν
ΣμυρνΙϊν,
Παναγιώτην βαν ί ο υ ,
5·
ΔΙΑΝΟΜΗΣ^:
καθηγητήν
καθηγητήν,
5- NtKUXoov Βαρουχακην, *.
ΑΝΤΙΙ7ΑΦΟΝ
Προϊστάμενος
'Βκπ/σεως
Ασκληπιού* 177
'Afrffvai
Κων/νου Παλαιολόγου
4 ϊ^Εμόρνη
Βασ.Κων/νου,31 Πειραιβΰς
Βασιλειάδη,
καθηγητήν,
Καμβουνίων
9
Πλατεία
Σύντρι
Θεσ/νίκη
ββββώρον
*Χςαρ·χακον,
καθηγητήν,
ΚουντουριΛτου 41
Κορυδαλλός
Πείραιβΰς 6*
Γείργίον ΠαπανίΗολάου,
καθηγητήν,
?.
Πείσανδρον
Γυμνασιάρχην,
Τραμβοόκην,
Λεωφ.
σαλονίκη Θ·
ιη^ι/» .• •" •• · 'h -.n <4,'JHMI<·M»·! X3Λ1Λ Jp* ΤΛΛ.
διανομής
κρίσεως"
Νικόλαου Πνευματικόν 'ΧνταΟθα
Γ "Βκιθεωρητήν,
Κηφισίας
Πρ^ηκος
οδός
232,
Νικολάου
Χαλάνδρι 6
Θεσ
' Η λ ί α Ζβρβου* 4 9
-
9 . ' A V C W T & % O V Ε κ ι α δ α ν , κ α θ η γ η τ ή ν , Σολωμού* 5 ( * Ε £ ά ρ χ ε ι α ) ' Α 0 η * υ α ι 10·
Kfew/vov Μ ι ρ ο υ χ ο ύ τ α ν ,
11#
Σταυρόν
12#
Κ*
13· 14·
Εταυρόπουλον
Θβόχαρίδη,
Δ*Ι«Αιβέρην, Νικόλαον λόκηποι
'Τψικλέους Συγγραφέαν,
'ϊκδότην,
καθηγητήν,
1
9 α Γο0*βα
Ιπποκράτους
Βασ.
'Αθη*ναι
Κεχαγιά 13
Παύλου
Α. Αυμπε ρ ό π ο υ λ ο ν , κ α θ η γ η τ ή ν ,
9 23
Φιλοθέη
Αθήναι Π,Τυχικό
Πάνου
Κυρ ι α κ ο υ " 12' Α μ π ε
δυνατότης, ή οποία δέν υπόχρεοι μέν σέ απάντηση καί «διοικητικά έξοδα», άλλά καί τελείως ανέξοδη δέν είναι... Έστειλα συνεπώς πρός τήν Υπουργό τό γράμμα πού είχα στείλει στήν κυρία καί δ,τι άλλο σχετικό μέ τήν υπόθε ση, καί ανέμενα πάλι στό ακουστικό μήπως και συντομευθοΰν οί αιώ νες τοΰ" Αβραάμ. Καί έδω προέκυψε ένα πολύ ωραίο χαρακτηριστικό τοϋ «σοσιαλιστικού κράτους», ή μάλλον της συνταγματικής λειτουργίας τής ελληνικής διοικήσεως ώς πρός τήν έννοια «πολίτης» (δταν λέμε δτι ή Ελλάδα ώς κράτος είναι αμπέλι ξέφραγο καί δέν μπορεί πλέον νά διατηρηθη μέσα στήν σύγχρονη διάταξη τοΰ κόσμου, καθόλου δέν ύπερβάλλομε): ή αναφορά προς τήν Υπουργό διεβιβάσθη μέσω τοϋ έγγρα φου τοΰ Προξενείου τήν 3/1 /86, δηλαδή τήν επομένη τής ημερομηνίας τοΰ γράμματος μου. Ακριβώς λίγες μέρες μετά έλαβα τήν απάντηση της κρί σεως τοΰ Υπουργείου μέ τήν ίδια ημερομηνία 2/1/86! Δηλαδή έμεϊς είμαστε οί ανυπόμονοι πού βιασθήκαμε, διαφορετικά ή «υπηρεσία» διεξήγετο κανονικώς!... Έν πάση περιπτώσει δεχθήκαμε τήν κρίση τής πρώτης "Ε πιτροπής άνευ πικρίας, διότι εμάς τό χαρτί κυρίως μας ενδιέφερε (δηλ. τά «εθνικά» μας δικαιώματα) καί δευτερευόντως τό αποτέλεσμα. Γιατί βέβαια ώς πρός τά υπόλοιπα, τά πρόσωπα πού κρίνουν έχουν («καθ' ά ό νόμος ορίζει») κάποια σχέση μέ την ίστορία καί οί πράξεις τους αύτοκρίνονται άφοΰ μένουν... Μόνο δμως πού ή «κρίση» μας έφερε μιάν άλλη... κρίση, διότι τήν είδαμε έξηνεχθεΐσαν έπί βιβλίων πού έμεΐς δέν υποβάλαμε, διότι απλούστατα δέν είχαμε ποτέ γράψει. Έμεΐς έγράψαμε ένα βιβλίο μέ τίτλο «Νεοελληνισμός καί ιστορικές συσχετίσεις», άλλά ή... «κρίση» έκρινε κά ποιο βιβλίο «Νεοελληνισμός καί ιστορικές μνήμες»! Εσωτερικώς μάλιστα έσκανδαλίσθημεν και ελαφρώς; πως ήταν δυνατόν νά γράψωμε περί «Ιστο ρικών μνημών», άφοΰ έκ γενετής έπάσχαμε άπό άνΐατον «εθνική αμνη σία»;... Μά άραγε ούτε τό εξώφυλλο δέν έκύτταξαν; Έτσι λοιπόν, μέ τήν κρυφή ελπίδα δτι δέν θά ύπηρχε κάποιος «νόμος» ώς πρός τήν § 3 τοΰ άρθρου 10 τοΰ «Συντάγματος», έζητήσαμε τουλάχιστον νά μάθωμε ποιοι μας «έκριναν». "Ο,τι μας απαντήθηκε, τό δίνομε ασχολίαστο στόν αναγνώ στη...
«εκκρεμότητες» οί κυβερνήσεις «εθνικής συνεργασίας» τίς εύρήκαν αμέσως σχετικά μέ τήν «ενίσχυση τών Γραμμάτων». Θά τό ίδοΰμε πιό κάτω. "Οταν λέμε δτι ό «νεοελληνοχριστιανισμός» είναι συνέχιση τής πειρατείας ύπό συνταγματικήν πρόφαση, δέν είμεθα συκοφάντες: δταν τό κράτος είναι νά πάρη, τις «εκκρεμότητες», ακόμη καί τίς πιό μικρές, τίς βρίσκει αμέσως" δταν είναι νά δώση, δέν τίς βρίσκη ποτέ... Πώς ονομάζεται αυτό μέ μίαν λέξη; Έν πάση περιπτώσει, μιά καί ήμαστε «ανεπαρκείς» καί Ιν τφ μεταξύ έβγάλαμε καί κάποια άλλα βιβλία, ζητήσαμε επανεξέταση τής αρχικής αιτή σεως, μήπως καί κριθούμε «επαρκείς». Έδώ δμως συνετελέσθη καί τό μοι ραίο λάθος: ή νέα κριτική επιτροπή υπέπεσε είς τό θανάσιμον αμάρτημα νά έργασθή εύσυνειδήτως. Διότι άν έκύτταζε τά εξώφυλλα τών 4 ή 5 βι βλίων πού υποβάλαμε καί έλεγε «δέν είναι επαρκή διότι δέν είναι 105», ουδέν θά έδημιουργεΐτο τό... εθνικώς έπιλήψιμον, Μέ τό νά έγκύψη δμως στήν δποιαν αξία τοϋ μικρού μας έργου, έμπαζε μέ τήν πράξη της αυτή καθ' εαυτή άλλά καί μέ τήν κρίση της στήν λειτουργία της ελληνι κής διοικήσεως τόν θανάσιμο «εθνικό εχθρό» μας; τήν «αξιοπρέπεια τοϋ άνθρωπου». Διότι έτσι επέτρεπε τήν προώθηση ενός ανθρωπίνου δικαιώμα τος. Τί βγήκε άπό αυτήν τήν προώθηση, θά ίδή μόνος του ό αναγνώστης. "Αν δμως τά Συντάγματα μας είναι φκιαγμένα γιά λωποδύτες, οί νόμοι τής Διοικήσεως θά ήσαν γιά αγίους; Πάς ό διεκδικών έπρεπε νά βγαίνη κάπως ένοχος! Έβγηκε λοιπόν αυτό πού στήν πραγματικότητα συνέβαινε: δτι ό «σοσιαλισμός» δέν ήταν τίποτε άλλο άπό μιά κοινωνικώς τριτοκοσμική Χούντα, στηριζόμενη σέ χουντικούς νόμους, πού σκοπός της ήταν μόνο νά τρώη. «Αλλαγές» ώς συνθήματα, άλλά καί ώς επιφανειακές πραγματικό τητες, έχουν όλοι οί τριτοκοσμικοί ώς προϋπόθεση συνεχείας τής ύπαναπτύξεως. Αυτό πού θελήσαμε νά δείξωμε καί νά ρωτήσωμε μέ τό βιβλίο τοϋτο είναι άν είδικά γιά τήν Ελλάδα αυτές οί καταστάσεις μποροΰν νά διαρκέσουν.
Έν τω μεταξύ, επειδή ή δλη διαδικασία διεξελίσσετο μέ τό τμήμα «Ε νισχύσεως Γραμμάτων», είχαμε υποβάλλει και κάποιο άλλο βιβλίο πρός άγοράν. Τΐ καί πώς μας άπαντήθηκεν, θά τό Ιδή ό αναγνώστης στά άκολουθοΰντα. Παραθέτομε και αυτά τά στοιχεία, διότι νομίζομε δτι ενδια φέρουν δχι μόνο τίς Ενώσεις Λογοτεχνών, άλλά καί τόν Σύλλογο τών Βιβλιοπωλών. Άφοΰ τό Υπουργείο δέν έχει «κονδύλια» (και πώς νά έ χη;...), τότε γιατί δέν κλείνει; Περιττόν βέβαια νά προσθέσωμε, δτι τήν απάντηση τήν άναμένομε ώς τά σήμερα. Παραδόξως δμως κάποιες άλλες 326
327
ΠΧΌΕ
ίο YiiOYPnaaJ U O M T M I O T κ.a: awxmaM GENERALKONSULAT VON GRIECHENLAND
Frankfurt «.M., Αριθ.
2
s
f B X c W
EYTp. «.
j p < o u 19&5
580/U/AI
'Bpuotf 17
( Δ / β ΐ ν Γρομματαν),
A
1087
e » it
A
s
Προς τ ο t Υ π ο υ ρ γ ε ί ο H Q A I T L O U O O κ α ι Εηιστηιιών Δ ι ε ύ θ υ ν σ η Γραμμάτων Ερμου 17 [IiiptmaMt ϊ « * ς μ£ κληροβορήση« **pf της K o i v . t κ. Γ ε ρ ά σ ι μ ο ΚσκλπίΜτνη H«tdo»tr«e«
·
'
Αίτησις
τβχης ττίς 65ίί Ι Ο - Ι - β * not δ π ' Α ρ ι β . 5387
Γεραοΐμσν Σα. Χοκλβμίνη,
σνσΡληΟβίσης V t v αΐτησββς μ ο υ , προσέτι
MoTotttOV *A0nvt>>, ΑδΟς
61 Nat nept τ β ν λΑτνν της τ ο ι α ύ τ η ς κολι>-
ΆσκληκιοΒ 177*
μήνου Αναβολής·
Άβηναι
11*71 nb( voooHpivtc δ ι α μ έ ν ο ν τ ο ς Iv Opwxooflprn Sac β ι α ρ ι & ο ΐ ο υ μ * σ υ ν η μ μ έ ν α τ η ν cmA 30.8.19W .αίτηση, τ ο υ κ. Γ ε ρ α σ ί μ ο υ Κακλαμάνη κ α ι napawaXouuc γ ι α TIC « ν * ρ γ * 4 έ ς vacH Γ ε ν ι κ ό ς npoEcvoc
6 ν τ , Γερμανίας, HBRDU83TR.
B,
Hri4
τιμής
ft αίτΟν
D»6ooo TOiHXflUg^ly I
>Ca nanacuaroACov
Suv. 1
32β
329
λοσόφους, επαναστάσεις, εργατικά κινήματα κ.λπ. Συνεπώς ουδεμία Κυβέρ νηση είναι δυνατόν νά διανοηθή νά χρησιμοποίηση ένα μέρος της εξουσίας γιά έμμεση συνταγματική αποδέσμευση, χωρίς άμεσο κίνδυνο ταραχών. Στίς σοσιαλιστικές μάλιστα χώρες ό μόνος Ισχύων νόμος είναι τό Σύνταγμα, οΐ δέ νομομαθείς και δικηγόροι ασχολούνται μέ τό διεθνές δίκαιο καί όχι μέ τήν κατασκευή άλλων νόμων. Βέβαια υπάρχουν καί χώρες πού έχουν Συντάγματα χωρίς νά έχουν περά σει τίς παραπάνω Ιστορικές διαδικασίες — συνεπώς έδώ υφίσταται έξ αντι κειμένου κάποια ασάφεια περί τοΰ «μέτρου» κατά τό όποιο ή Κυβέρνηση δεσμεύεται άπό τό Σύνταγμα —, άλλά καλύτερα είναι τώρα νά μήν συζητήσωμε εκτενέστερα αυτό τό σημείο...
Φρανκφούρτη, 17 Σεπτεμβρίου 1985 Αγαπητή Κυρία... Σας στέλνω τά βιβλία μου, δπως μου ζητήσατε στό τηλέφωνο, επειδή δμως βλέπω δτι ή αΓτησή μου παρουσιάζει κάποιες δυσκολίες κατανοήσεως, πρός διευκόλυνση σας άλλά καί γιά τήν παραπέρα επεξεργασία της υπηρεσιακώς, θεωρώ απαραίτητο νά σας γράψω μερικές διευκρινήσεις έπί τών επίμαχων τρόπον τινά σημείων. "Οπως άντελήφθητε, ή αϊτησή μου δεν υπάγεται σέ καμμία άπό τις περι πτώσεις πού μπορούν νά διευθετηθούν μέ τήν μή πλήρωση «τυπικών προ ϋποθέσεων», διότι οί προϋποθέσεις γι' αυτήν είναι ουσιαστικές. Ό Οποιοσ δήποτε νόμος στά συνταγματικά καθεστώτα δέν μπορεί νά άντιφάσκη ή νά άναιρή τό Σύνταγμα. Αυτό προβλέπεται καί άπό τό ίδιο τό ελληνικό Σύνταγ μα. Ή δική μου αίτηση, δπως είδατε, στηρίζεται επακριβώς στό Σύνταγμα. Έδώ βέβαια απαιτείται μιά διευκρίνηση: Τά Συντάγματα δέν αποτελούν δεσμεύσεις τοϋ λαοΰ έναντι τής εκάστοτε Κυβερνήσεως, άλλά της εκάστοτε Κυβερνήσεως ώς πρός τόν «λαό» (σύνολο εκλογέων). Συνεπώς ουδεμία Κυ βέρνηση μπορεί νά χρησιμοποιή καθ οίονδήποτε τρόπο ένα μέρος τής εξουσίας (έν προκειμένφ τής νομοθετικής), προκειμένου νά απαλλαγή άπό συνταγματικές δεσμεύσεις. Καί τοΰτο συμβαίνει επειδή τά Συντάγματα — τουλάχιστον στίς δημοκρατικές χώρες τής Δύσεως, πού προέκυψαν ώς θε σμοί — δέν άποτελοϋν έργο νομομαθών καί δικηγόρων, άλλά αποτελούν κρυσταλλώσεις Ιστορικών διεργασιών, πού έχουν πίσω τους πολέμους, φι 1
Βεβαίως έσεϊς κυττάξατε άν ή αίτηση μου πληροί τό «τυπικό πνεύμα» τοϋ υπάρχοντος νόμου κι αυτό εΐναι κάτι πού σας τιμά γιά τήν ευσυνειδησία σας ώς υπαλλήλου, ©ά σας αποδείξω έν συνεχεία δτι τό πληροί απολύτως, άλλά, άν μοϋ τήν «επιστρέφατε», δπως είπατε, επειδή ένομίσατε δτι δέν πληροί τίς τυπικές προϋποθέσεις, θά ήταν μιά πράξη ελάχιστα φρόνιμη, θά σας έφόρτωνε μιά τεράστια προσωπική ευθύνη, θά εξέθετε τήν προϊσταμένη σας "Υ πουργό καί έν τέλει θά μπορούσε νά θεωρηθη πολιτική ενέργεια είς βάρος της παρούσης Κυβερνήσεως, μιά καί αίτηση μου είναι εΐδικοϋ περιεχομένου καί δχι τυπικώς νομικού. 'Αλλά και στήν περίπτωση αυτή δέν θά ενεργού σατε νομίμως, διότι οί νόμοι είναι ενίοτε δυνατόν νά μήν μποροΰν νά προ βλέψουν δλες τίς περιπτώσεις. Γι' αυτό ακριβώς, γιά τήν πρακτική συμπλή ρωση τών νόμων δηλαδή, υπάρχουν οί Κυβερνήσεις. Έάν οϊ νόμοι είχαν τήν ισχύ μαθηματικών θεωρημάτων κατά περίπτωση, δέν θά έχρειάζοντο οί Κυβερνήσεις άλλά μόνο οί Χωροφύλακες. Οί όποιοι άντί γιά ρόπαλο, θά είχαν στήν τσέπη τους τούς «νόμους-θεωρήματα» καί θά γύριζαν νά Ιδοΰν πού εφαρμόζονται καί ποΰ δχι. Επειδή λοιπόν είναι στήν φύση τών νόμων νά είναι πρακτικώς ατελείς, γι' αυτό ακριβώς υπάρχει τό κυβερνητικό έργο, τό όποιον ακριβώς καταλύεται, δταν ένας υπάλληλος νομίση δτι ό νόμος είναι «πιστό γράμμα» πρός εφαρμογή καί οχ,ι.ένα πλαίσιο κοινωνικής καί συνεπώς πολιτικής δράσης. Ή αίτηση μώφλ^ώστε απευθύνθηκε πρός τό Υπουργείο ώς κυβερνητική υπηρεσία καί"δχι. οτήν κατά κρίσιν συγκεκρι μένου υπαλλήλου ερμηνεία τών τυπικών νομικών προϋποθέσεων. Ή επιμονή σας γιά τό «γράμμα τοΰ νόμου» — θά υπέθετε κανείς —, ήταν δυνατόν νά πηγάζη άπό κάποιαν ενδόμυχη πεποίθηση σας, δτι έχετε νά αντιμετωπίσετε κάποιαν περίπτωση «αγνοίας νόμου». Θά συνέτεινε πολύ σέ κάτι τέτοιο ή γνωστή μας καί καλά συσκευασμένη ρήση — δηλωτική οπωσ δήποτε τής γενικώτερης λειτουργίας τοϋ «νομικοϋ πνεύματος» έν Ελλάδι —, πού λένε συνήθως οΐ επαρχιακοί ειρηνοδίκες στους κατηγορουμένους: «"Α γνοια νόμου απαγορεύεται»! Ά λ λ ά έν προκειμένω οόδέ κάν τίθεται τέτοιο πρόβλημα γνώσης ή αγνοίας τοϋ νόμου. Τούς μόνους νόμους πού υποχρεού ται νά ξέρη κάθε άνθρωπος είναι ελάχιστες γενικές διατάξεις τοΰ Συντάγ331
ματος (Οχι δλο) καί τό «πάτερ ημών». Σέ άλλες χώρες μάλιστα Οπως ή Αγγλία, ή Γαλλία, ή Γερμανία κ,λπ., δπου ουδέ κάν υπόνοια υφίσταται άν τελήται ή δχι ή συνταγματική λειτουργία, μόνο τό «πάτερ ημών» άρκεϊ. Τίς υπόλοιπες «διατάξεις» δέν χρειάζεται νά τίς διάβαση κανείς κατ * Ιδίαν, γιατί τίς βλέπει ευθύς ώς βγή τό πρωί στό δρόμο, μέ τήν αυτήν ευκρίνεια πού βλέπει τίς κολώνες... Μεγαλουργός κοινωνική επίτευξη, κυρία... ή οποία ήρέθισε συγγραφικώς στό έπακρον τίς δποιες πενιχρές βαλκάνιες δυνατό τητες μας... Στόν τόπο μας πιθανόν τά πράγματα δέν είναι τόσον ευκρινή, αυτό δμως καθόλου δέν συνεπάγεται, δτι προκειμένου νά άσκηση στοιχειωδώς κανείς κάποιο πολιτειακό δικαίωμα του, πρέπει νά έχη απολυτήριο τής νομικής σχολής, άλλως πώς καθίσταται έρμαιο τής «ερμηνείας» τοϋ νόμου. Θά έχω τήν τιμή και τήν χαρά νά σας στείλω προσεχώς μιά μικρή μελέτη μου πάνω στήν δομή τοΰ έλληνικοΰ δικαίου, άπό δπου θά άντιληφθήτε πόσο ακατόρ θωτο πράγμα είναι ή «ερμηνεία» τοΰ νόμου κι άπ * αυτά τά ϊδια τά δικαστήρια καί πόσο διακινδυνευμένο συνεπώς θά ήταν μιά δική σας έμμονη στό «γράμ μα τοΰ νόμου» ώς πρός τήν δική μου αίτηση. *Η έμμονη ώς πρός τήν «νομική τυπικότητα» ενδεχομένως νά αντανακλά ται ή νά προκύπτη ώς έν γένει διοικητική δυσλειτουργία άπό τήν κοινωνική ερμηνεία τής λειτουργίας τοΰ νόμου. "Αν δμως μιά Κυβέρνηση — καί έννοοΰμε μιά ελληνική Κυβέρνηση —, έξ απροσεξίας κάποιου υπαλλήλου της, ώδηγοΟσε τά πράγματα στό νά τεθοΰν τέτοια προβλήματα καί νά υπάρ ξουν αφορμές γιά τήν έπί κοινωνικού" επιπέδου διερεύνηση τέτοιων πολύ πλοκων ζητημάτων, θά προσέφερε μιά χειρίστη υπηρεσία, άν μή τήν χειρί στη, στις γενικότερες καταστάσεις έναντι τών οποίων υπάρχει. Θά μποροΰ σε μάλιστα κανείς νά πή, δτι θά επρόκειτο γιά μιά «επαναστατική ενέργεια έξ αμελείας» μέσα σέ μιά γενικότερη τάξη δικαίου. Πρός αποφυγήν λοιπόν τέτοιων ανεπιθύμητων ενδεχομένων καί καθ' δλα περιττών στό βαθμό πού θά μποροΰσε νά ύπαρξη μιά όχι κατ * ανάγκην νομικοειδής δικαιοκρισΐα γιά τό εΰλογο τών αιτημάτων μου, έφρόντισα ή αϊτησή μου νά βασισθή έξ αρχής δχι σέ έπί μέρους νομοθετήματα, άλλά έπί τοΰ «μέτρου» δλων τών νομοθε τημάτων — τό όποιον θ* αποτελούσε ταυτόχρονα καί τό μέτρο δικαιώσεως γιά κάθε κυβερνητική θετική ανταπόκριση σ' αυτή — δηλαδή στό Σύνταγ μα, Αυτά τά λίγα αγαπητή κυρία..., ώς πρός τήν διευκρίνηση τής νομικής βά σεως τής αίτήσεώς μου. Επειδή δμως άπό την εποχή τοϋ Μοντεσκιέ, του λάχιστον, γνωρίζομε δτι δέν υπάρχει «γράμμα τών νόμων» άλλά «πνεύμα τών νόμων», γιά νά Ιδοΰμε δτι ή αίτηση μου είναι πλήρως σύμφωνη μέ τόν νόμο πού επικαλεσθήκατε, πρέπει νά εξετάσαμε τά δύο άλλα σκέλη, τό «λογοτεχνικόν» καί τής «αναπηρίας». Δυστυχώς, κυρία... μέχρι σήμερα ή ανθρωπότητα δέν κατάφερε νά καθορΐση τί είναι «λογοτεχνικό» καί τΐ δέν είναι μέσα στόν χώρο τοΰ πνεύματος.
Καί τοΰτο, γιατί αυτός ό χώρος είναι ένας καί αδιαίρετος, αδιαφοροποίητος καί αόριστος, δσο καί ή Αγία Τριάδα. Δέν κατάφερε επίσης ή ανθρωπότη τα, παρά τίς επίμονες προσπάθειες, νά όρίση τί είναι «τέχνη» καί «ωραίο». Υπάρχουν επιστημονικά δόγα, τά όποια, ένφ δέν είναι επιστημονικώς αδιά βλητα, διατηρούν όλη τους τήν αξία άπό τόν τρόπο πού εΐναι γραμμένα. "Ενα τέτοιο π.χ. — γιά νά μήν σας κουράσω υπερβολικά — είναι «Ή πα ρακμή τής Δύσεως» τοΰ "Οστβαλντ Σπένγκλερ. Επίσης — ίσως και πάλι δυστυχώς γιά τούς ελληνιστί νοούμενους «λογοτέχνες» —, άν ανοίξετε ό* ποιοδήποτε ξενόγλωσσο «Λεξικό της Λογοτεχνίας», θά βρήτε μέσα πολύ λίγα Εργα λογοτεχνίας καί πολύ περισσότερα ιστορικών, φιλοσόφων, νομο μαθών, δπως ό Μπεκκαριας που επηρέασε τήν εξέλιξη ολόκληρου τοΰ εύρωπαΐκοΟ δικαίου, βιολόγων καί μαθηματικών. Άπό τήν άλλη πάλι μεριά τόν Ντοστογιέφκσυ θά τόν ανακαλύψετε σέ βιβλία πολιτικής θεωρίας καί συνταγματικής Ιστορίας, δπως καί σέ άκρως εξειδικευμένα επιστημονικά έργα ψυχιατρικής. Καί ποΰ νά βάλωμε τόν Σαρτρ — στους «λογοτέχνες» ή στους «φιλοσόφους»; Τόν Νίτσε καί τόν Βολταϊρο; Θαρρείτε μήπως δτι ό Βολταΐρος δταν έγραφε θέατρο εϊχε τήν γνώμη πώς λειτουργούσε ώς «λο γοτέχνης Βολταϊρος», δταν έγραφε φιλοσοφία ώς «φιλόσοφος Βολταϊρος» κι δταν Ελυνε εξισώσεις ώς «μαθηματικός Βολταΐρος»; Έάν επέμενα ίδιαίτερα στους ορισμούς τών λέξεων καί στήν έπ* αυτών έρευνα, θά σας κούραζα υπέρμετρα γράφοντας σας μιά μικρή πραγματεία Σκοπός μου δμως είναι νά σας διευκολύνω μέ μερικά άπτα παραδείγματα, γιά νά διευκρινήσωμε τήν ευθύνη σας ώς υπαλλήλου, έναντι τοΰ «νόμου» πού επικαλεσθήκατε, δπως καί τό νόημα τοΰ ίδιου τοΰ νόμου. Δεν υφίσταται λοιπόν ορισμός τοΰ «λογοτέχνη». Συνήθως «λογοτέχνης» στά ελληνικά νοείται δ έχων εκδώσει τουλάχιστον μιά νεανική ερωτική απογοήτευση σέ στίχους ή ό έχων μεταφράσει κουτσά-στραβά κάποιον 8ης τάξεως ποιητή τής ευρωπαϊκής υποκουλτούρας. Πιό αναγνωρισμένος είναι στόν «χώρο της τέχνης» άν κοντά σ' αυτά έχη βγάλη καί κάποια «κριτικά σημειώματα» — δέν εξετάζομε τώρα ποιά και τί καί πώς — καί, κυρίως, άν καταφέρη νά συντηρή κάποιο «λογοτεχνικό περιοδικό» στά συντεχνιακά πλαίσια κάποιας «λογοτεχνικής ομάδας». Τό περιοδικό δηλαδή στόν χώρο τής έν λόγω «διανοήσεως» είναι σάν αυτό πού λέγαμε παληότερα: ότι ση μασία στήν Ελλάδα Εχει νά σέ προσφωνούν «κύριε Πρόεδρε» κι άς πρόκει ται ακόμη καί γιά τόν «σύλλογο» οδοκαθαριστών τοΰ Δήμου. Βέβαια τά περιοδικά, άφοΰ κινούνται «μέσα σέ χώρους», προφανές είναι δτι έκτελοΰν κάποιαν κοινωνική λειτουργία. Κατά τόν αυτόν δμως λόγο στους «λογοτέ χνες» έτσι θά μποροΰσε νά ΰπαχθή καί ένας πού δημοσιεύει άρθρα κοινω νικής υγιεινής, π.χ. γιά τήν γρίππη. Σέ πιό ώργανωμένες επιχειρήσεις λο γοτεχνικών «ομάδων» έχομε επίσης καί Ιδιωτικούς σχεδόν εκδοτικούς οί κους κ.λπ. Πρέπει βέβαια νά έχωμε υπ' of ει δτι ή λογοτεχνική αυτή δραστηριότητα 333
ουδόλως προϋποθέτει καί τό παραμικρό ίχνος μόρφωσης, ακόμα καί ορθο γραφικής. Αντίθετα ή άγραμματωσύνη θεωρείται απαραίτητη προϋπόθεση τής «γνήσιας ποιητικής λειτουργίας», πού οδηγεί στό «Primitiv», στό «όλόπρωτο» καί φυσικό, δπως δταν κόβης τό μήλο άπ' τήν μηλιά καί δεν τό • άγρράζης άπ* τόν μανάβη. Τό «θεωρητικό πλαίσιο» αυτών τών «λογοτεχνι- κών^ αντιλήψεων εΐναι κάποιες κακοχωνεμένες άνερευνήσεις λογοτεχνικών κύκλω«:τής Ευρώπης, οί όποιοι, μέ τήν ανάπτυξη τής Ψυχανάλυσης, τής Κοινωνιολογίας καί της Εθνολογίας, άνερεύνησαν σέ ένα ευρύτερο πλαίσιο τής ποιητικής λειτουργίας, ανάγοντας σ' αυτήν τήν άναρθρη κραυγή τοΰ άνθρωπου τής ζούγκλας, τό «μπλά-μπλά» τοΰ μικροΰ παιδιού καί μέσω τών ονείρων καί τής ψυχολογίας τοΰ βάθους τίς όνειρώξεις τοΰ βρέφους πού δέν έχει ακόμα γεννηθή. Στήν τελευταία μάλιστα αυτή περίπτωση, έκεΐ τελείται ή πιό γνήσια ποιητική λειτουργία... Τά πράγματα αυτά πού αποτελούσαν επιστημονικές άνερευνήσεις καί όχι «λογοτεχνικές επιχειρήσεις» στόν ευρωπαϊκό χώρο, εύρήκαν τήν πιό άνετη επένδυση τους στήν " Ελλάδα μέ τόν Μακρυγιάννη, τόν Θεόφιλο — τοΰ οποίου οί «καλλιτεχνικές» μετοχές έπρεπε ν' άνεβοϋν — καί τό λαϊκό φολ κλόρ τής αίώνιας ελληνικής μας δόξης. Τά πράγματα αυτά στόν ευρωπαϊκό χώρο χρονολογούνται περίπου άπό εκατονταετίας ήδη... ;:
Είναι λοιπόν φανερό ότι ό «νόμος» δεν έξεχώρισε τούς «λογοτέχνες» άπό δλες τίς άλλες κατηγορίες γραφόντων λόγφ κάποιας Ιδιαίτερης αναγνωρί σεως τής προσφοράς των «στό πνεΰμα», άλλά γιά κάποιους πρακτικώτερους κοινωνικούς λόγους, πού δέν χρειάζεται νά συζητήσωμε έδώ παραπέρα έν έκτάσει. Γι' αυτό κιόλας δέν καθώρισε κριτήρια, άλλά ανέθεσε τό έργον τής «αναγνώρισης» σέ «επιτροπή», γιά τήν οποίαν καί πάλι δέν καθώρισε μέτρα καί σταθμά (βάσει ποιών κριτηρίων, επιλέγονται οί «αρμόδιοι» τής «επιτρο πής»). Συνεπώς, κυρία... ό νόμος έχει τήν έννοια τής «κατ' οϊκονομίαν» ρυθμίσεως κάποιων πραγμάτων καί δέν αποτελεί «άπαγορευτικόν μέτρο» νομικού αποκλεισμού τής αίτήσεώς μου, όπως θελήσατε νά τόν χαρακτηρί σετε. Μέ ποιά κριτήρια είναι «προσφορά στό πνεΰμα» (αυτό είναι τό «κριτήριο» πού χρησιμοποιήσατε γιά τήν λογοτεχνική δραστηριότητα) τά «Όράματα καί θάμματα» τοϋ Μακρυγιάννη ή τά ήθη καί τά έθιμα τών έλληνοτούρκων κλεφταρματωλών τής Μικρδς Ασίας τοϋ Μυριβήλη καί δέν είναι ό πρόλο γος τών «Ακολουθιών» μου, δπου μέ «τά κεριά» τοΰ Καβάφη αποδεικνύεται ό τρόπος τής ποιητικής λειτουργίας ώς αδιαίρετης πνευματικής διεργασίας; Θαρρείτε ότι γι' αυτά χρειάζονται λιγώτερες «λογοτεχνικές προϋποθέσεις» άπό αυτές πού έχρειάζοντο στόν Σεφέρη γιά νά γράψη τήν «Στέρνα»; Στά κείμενα μου, δπως θά ίδήτε, υπάρχουν πάμπολλες φράσεις καί χωρία καθα ρής λογοτεχνικής υφής. "Αν αυτές τίς μαζέψω καί τίς βγάλω σέ στίχους, θά μέ προτείνετε γιά Πρόεδρο τής «Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών»; "Αν
προκύπτουν άπό τόν «νόμο» σας κριτήρια γι' αυτά τά πράγματα, ή άν έσεϊς ξέρετε κάποια, κυρία... ή ή Επιτροπή, νά μου τά πήτε κι έγώ θ' αποσύρω τήν αίτηση μου αμέσως. Άλλά δχι κριτήρια, ούτε κάν κάποιο μέτρο στοιχειωδών καθορισμών γι' αυτά τά πράγματα είναι δυνατόν νά βρούμε, γιά τόν άπλούστατον λόγο δτι είναι άγνωστη στόν χώρο μας μιά σύμμετρη ανάπτυξη τοΰ πνεύματος, ή οποία νά παρέχη έκείνην τήν εϊκόνα τοΰ δλου δπου θά μπορούσαν τουλά χιστον νά ύποτεθοΰν κάποιοι στοιχειωδώς έγκυροι καθορισμοί. Αυτό πού ξέρουμε εμείς ώς πνεΰμα είναι τό φολκλόρ — τά παραμύθια, τά δημοτικά τραγούδια καί οί γυναικείες φορεσιές. 16.500 παραμύθια είναι καταχωρημέ να στά λαογραφικά μας αρχεία, μόνο πού αυτά, μαζί μέ τά δημοτικά τρα γούδια, δεν άποτελοϋν λογοτεχνία, δπως δέν αποτελεί «καλλιτεχνική ενέρ γεια» ή πράξη τοΰ παγωνιοΰ δταν άπλώνη τά πολύχρωμα φτερά του. Αυτά βέβαια δλα δείχνουν τις ποιότητες τής «λαϊκής ψυχής» μας (ή μάλλον τών «ψυχών» μας...), άλλά λογοτεχνικώς κρινόμενα έχουν τήν ίδια αξία μέ τούς σαλικούς νόμους τών φραγκικών φύλων τής Ευρώπης, οί όποιοι, σας πλη ροφορώ, έχουν περισσότερη «ανθρωπιά» άπό πολλές Νεαρές τοΰ Ίουστιανιανοΰ, πού πρόκειται γιά νόμους ώργανωμένου κράτους... Ή έννοια τής ((πνευματικής δημιουργίας» πού σιωπηρώς ύποθέτομε διά τοΰ δρου «λογο τεχνία» είναι κάτι τό πιό προσωπικό καί ενσυνείδητο... Πρακτική απόδειξη γιά δλ' αυτά — καί επαρκής καθώς νομίζω, προκειμένου ν' άποτιμήσωμε τήν έννοια της «πνευματικής δημιουργίας» καί νά προσδιορίσωμε συνεπώς έτσι εκείνη της ((λογοτεχνικής» πού μας ενδιαφέρει — είναι δτι τό υπουργείο σας μόνο γιά τό φολκλόρ διαθέτει κονδύλια. "Αν δέν προβούμε σέ μιά ει δολογική αποτίμηση τών μέχρι τώρα δι* ώρισμένων κωμικών ψυχίων αγο ρασθέντων βιβλίων γιά τήν «ενίσχυση τών Γραμμάτων», θά ίδοΰμε δτι πρό κειται περί θεσμοΰ κοινωνικής πολιτικής, στόν όποιον οί επικρατούσες ((κα τευθύνσεις» είναι ακριβώς εκείνες πού κατοχυρώνουν τό φολκλόρ. Θά μοϋ πήτε φυσικά τό φολκλόρ φέρνει λεφτά, τουρίστες, συνάλλαγμα. — Ουδεμία αντίρρηση! Τό μόνο πού δέν καταλαβαίνει κανείς έν προκειμένω δμως είναι γιατί οί λαογραφικές υπηρεσίες νά στεγάζονται στό υπουργείο σας — μέ τόν καθόλου τυχαία βέβαια έπιλεγμένον τίτλο «Πολιτισμού καί Επιστημών» — καί δχι στό εμπορικό επιμελητήριο ή σέ κάποιον δροφο τής εθνικής Τρα πέζης, πράγμα πού καλύτερα θά έξυπηρετή καί τούς σχετικούς έκδοτες. Καθώς βλέπετε λοιπόν, κυρία μου, τά σχετικά μέ τήν «λογοτεχνία», τά βι βλία καί τό «πνεΰμα» πράγματα παρουσιάζουν εξαιρετικές περιπλοκές και επικίνδυνες αποχρώσεις. Τό καλύτερο λοιπόν είναι νά διαβιβάσετε τήν αί τηση μου στήν αρμοδία Επιτροπή, ή οποία καλύτερα είναι σέ θέση νά κρίνη. Γιατί ν* αναλάβετε έσεϊς τήν οποιαδήποτε ευθύνη, άφοϋ αυτή ακρι βώς είναι ή δουλειά τής Επιτροπής καί τά μέλη της γι' αυτόν τόν σκοπό πληρώνονται; 335
'Ως προς την έννοια τής «αναπηρίας» τώρα, φοβούμαι, αγαπητή κυρία, μή πως σδς κουράσω. Γιατί αυτή είναι ακόμη πολυπλοκώτερη άπό τήν έννοια τής «λογοτεχνίας». Ή νομική ανάλυση τής «αναπηρίας» είναι εξόχως σχοι νοτενής καί δαιδαλώδης καί γιά νά φθάσωμε στην δική μου άπτή περίπτωση τής αναπηρίας αναγκαστικά θά συντομεύσωμε τά πράγματα: «Ανάπηρος» τυπικά ονομάζεται ένας άνθρωπος πού οργανικά δέν μοιάζει μέ τούς άλλους ανθρώπους. Αυτό δημιουργεί πρόβλημα τής ειδικής σχέσεως του ώς πρός τούς υπολοίπους (τήν «κοινωνία» δηλαδή) καί συγκεκριμένα άπό τήν προσφορά (κοινωνικού) Ιργου πρός αυτούς, άπό τόν όποιον κιόλας πρακτικά θά άποζήση. Βέβαια αναπηρία δέν σημαίνει αναγκαστικά καί α δυναμία παροχής Ιργου. Διακρίσεις φυσικά γίνονται καί υπάρχουν; είναι οί έκ γενετής ανάπηροι (π.χ, οί ηλίθιοι) ή αυτοί πού «καθ' όδόν» γίνονται άπό κάποιο γνωστό ή άγνωστο φυσικό αίτιο. Στήν περίπτωση τής κάθε αναπη ρίας, πού εΐναι μιά μή διαβατική αρρώστια, είμαστε υποχρεωμένοι νά άναγνωρίσωμε τήν αύτη μεταφυσική διάσταση πού άναγνωρίζομε σέ κάθε βα ρειά αρρώστια ή μεγάλη συμφορά.
γιά νά μήν τίς σκέφτεται. Δέν είναι δμως ή περίπτωση αναπηρίας πού μας ενδιαφέρει έδώ.
Ό Οίδίποδας πού αύτοτυφλώνεται έπί σκηνής είναι φορέας ενός πεπρω μένου, πού επιδέχεται τήν αυτήν «εξήγηση» όπως ή γέννηση ενός αναπήρου παιδιού ή ή κεραμίδα πού πέφτει ανέλπιστα καί ξαφνικά στό κεφάλι ενός καθ' δλα ΰγιοΰς ανθρώπου καί τόν σκοτώνει (ολική αναπηρία). Στόν ΟΙδίποδα κανονικά καμμιά Κυβέρνηση δέν πρέπει νά τοΰ βγάλη σύνταξη: πρέπει νά μένη εκεί, αόμματος, μόνος καί αβοήθητος, γιά νά έχη νόημα ή ΰπαρξη τών άλλων ανθρώπων. Τό ίδιο π.χ. και σ' έναν ποιητή, ό όποιος αφιερώνει τήν ποιητική του συλλογή σέ κάποια «αγαπημένη», αυτή δμως αποκρούει τόν ίρωτά του κι ό ποιητής αποφασίζει ν* αύτοκτονήση πηδώντας άπ' τό παραθύρι. Δέν πεθαίνει δμως άλλά μένει ανάπηρος. Κι ό ποιητής αυτός είναι Οίδίπους κατά 0,01%, ή δέ πράξη του επιδέχεται τήν αυτήν «εξήγηση» με ταφυσικού προκαθορισμού δπως εκείνη τοΰ ΟΙδίποδα: άν είχε άλλη ψυχή (γιά τήν οποίαν δέν φταίει), θά Ικανέ ίσως έναν περίπατο στόν φρέσκο αέρα. Καί σ' αυτόν επίσης καμμιά Κυβέρνηση δέν πρέπει νά τοϋ βγάλη σύνταξη, διότι κανείς δέν ξέρει κατά ποιόν τρόπο μπορεί καί πρέπει ό άνθρωπος νά έπεμβαΐνη στίς βουλήσεις αύτοΰ πού θά τό λέγαμε «πεπρωμένο». Οί άρχαϊοι έπίστευαν πώς «έκαστα καθ' είμαρμένην γίνεται». Τό ίδιο επίσης κι ένας πολιτικώς ενεργών, ό όποιος παίρνει μέρος σέ κάποια αντικυβερνητική πρά ξη ή διαδήλωση καί τραυματίζεται...
Εμείς, αγαπητή κυρία, έξεκινήσαμε μέ τις επαρχιακές μας αντιλήψεις (ση μειώστε, παρακαλώ, δτι έγώ είμαι έξ επαρχίας, δέν είμαι πρωτευουσιάνος) μέ τήν ταπεινή φιλοδοξία νά γίνωμε δάσκαλοι τής "Αριθμητικής σέ κάποιο σκολειό. Πρέπει νά σας πώ μιάν ουσιώδη (γιά τά ακόλουθα) ακόμη λεπτο μέρεια: δέν πήραμε τίς σχολές «αράδα» τότε κι δπου πετύχουμε, όπως συ νήθως γινόταν. *Η φιλοδοξία μας υπήρξε αμετάθετη: ή νά γίνωμε Μαθημα τικοί ή οδηγοί ταξί. Πετύχαμε καί στίς δύο μαθηματικές σχολές τής χώρας τότε καί μάλιστα στήν Θεσ/νίκη μέ ίσχυρότατον συναγωνισμό (δίναμε 500 καί πήρε 35!) ήρθαμε μεταξύ τών πρώτων. Αυτά τά πετύχαμε μόνοι μας, στήν επαρχιακή μας άκρη, χωρίς φροντιστήρια καί τίς άλλες «διευκολύνσεις» τής πρωτευούσης, πράγμα πού σημαίνει, έκτος άπό τό σχετικό διάβασμα, δτι άποτελοΰσαν μέσα μας καί κάποιες ψυχικές διεργασίες...
Συνήθως δμως, επειδή στόν άνθρωπο είναι βιολογικά φωλιασμένος ό αρ χέγονος φόβος πρό τών δσων δέν μπορεί νά έξηγήση, επεμβαίνει αυτός διά τής κοινωνίας, πού κατά τούς φιλοσόφους (εξαιρέσεις φυσικά πάντα υπάρ χουν) είναι ένας θεσμός ή κατάσταση συντηρητική τοΰ άτομου, καί βοηθάει τίς περιπτώσεις αυτές αναπηρίας, παρέχοντας συντάξεις ή άλλως πώς. Όπως ήδη θά καταλάβατε, οί παραπάνω περιπτώσεις «φυσικής αναπηρίας» είναι «θεωρητικώς» εξαιρετικά μπερδεμένες περιπτώσεις καί τόσο μεταφυσικής άδιάγνωστες, ώστε δ άνθρωπος κάνει «παν τό δυνατό» μέ τούς θεσμούς του,
Έκτος άπ' αυτή τήν αναπηρία υπάρχει καί μιά άλλη μορφή αναπηρίας, τήν οποίαν θά μπορούσαμε ν' αποκαλέσουμε «κοινωνική αναπηρία», πολύ πιό μπερδεμένη κοινωνικώς, άλλά καί μεταφυσικώς, και στήν οποίαν υπάγομαι κατά 100%. Πρόκειται περί τής δυνατότητος τοϋ άνθρωπου πρός εκτέλεση κοινωνικοΰ έργου. Χονδρικά, γιά νά συντομεύσωμε, οί νομικοί διακρίνουν δύο βασικές μορφές αδυναμίας: τήν αδυναμία ασκήσεως επαγγέλματος (πού οί Γερμανοί ονομάζουν BerufsunfBhigkeit) καί τήν αδυναμία εκτελέσεως ερ γασίας (Erwerbsunf&higkcit). Δέν θά μποΰμε τώρα σέ λεπτομέρειες, πού εΐναι πολύ λεπτές καί άλληλοδιασταυρούμενες σ' αυτά τά δύο είδη αναπηριών (συζητάμε βέβαια πάντα γιά κάτω τών 65, γιατί άνω τών 65 δλοι θεωρούνται ανάπηροι αμφοτέρων τών είδών), άλλά θά δοΰμε τί προκύπτει άπ' τήν αί τηση μου ώς πρός αυτές.
Ή δουλειά μέ τό δασκαλίκι απαίτησε 17 χρόνια στό θρανίο, τά όποϊα, άν είχαμε διάθεση νά «κάνωμε τήν τύχη» μας στήν Αυστραλία π.χ., ίσως σή μερα νά είμαστε καί εκατομμυριούχοι — ποιος ξέρει;... Μετ* εκπλήξεως δμως είδαμε πώς δταν πήραμε τό πτυχίο μας δέν μπορούσαμε νά άσκήσωμε τό επάγγελμα πού μάθαμε, διότι — δπως μας είπαν — δέν είμαστε «νομιμοεθνικόφρονες»! Δέν θά συζητήσωμε τώρα αυτή τήν έννοια. Ή κρατική αυτή αθέτηση (διότι περί τοιούτου πρόκειται δταν έγώ έχω ένα κρατικό χαρτί πού λέγεται πτυχίο, ένώ τό κράτος δέν Ιχη Γυμνάσια πού νά μποροΰν νά διδά σκουν καί μή «εθνικόφρονες» καθηγητές) δέν είχε μόνην συνέπεια τήν 100% κοινωνική μου αναπηρία. Θά μποροΰσε κάλλιστα νά Ιχη καί τήν βιοψυχική μας Ιρειπίωση ώς συνέπεια. Σύμφωνα μέ τίς σύγχρονες πολιτικές αντιλήψεις περί κράτους, τό επάγγελμα καί τό πρόσωπο άποτελοΰν γιά τήν κοινωνική υπόσταση τοΰ άτομου εναλλάξιμες έννοιες. Φαίνεται δμως πώς ή δική μας στόφα ήταν διαφορετική καί δέν όπέστημεν τό τελευταίο, αντέξαμε. Σημειώστε ακόμα, παρακαλώ, ότι αυτή ή «άντεθνι337
κόφρων» εκτίμηση τοΟ κράτους συνδυάσθηκε καί μέ άλλες πράξεις βαρβαρότητος; «ύπό δυσμένεια» στόν στρατό, μέ είδικότητα ήμιονηγοδ-σκαπανέως, δπου έδιαφυλάξαμε τά «εθνικά συμφέροντα» (καίτοι μή «εθνικόφρο νες» — άλλο ακατανόητο τοΰτο: τό κράτος έχει στρατιωτικές Μονάδες γιά νά ύπηρετοΰν «μή εθνικόφρονες» στρατιώτες, όχι δμως καί Γυμνάσια νά υπηρετούν «μή εθνικόφρονες» καθηγητές!,..), φυλάγοντας «σκοπιά» 2 μέ 5 τήν νύκτα, Ενα χρόνο συνέχεια μέσ* τά χιόνια τοΰ Έβρου, δπου αρρωστή σαμε βαρειά άπό κρυολόγημα (41° πυρετός) καί μας «έκαναν καλά» μέ ενέ σεις πού κάνουν στά μουλάρια καί πού πήραμε έν τέλει καί ρευματισμούς γιά μιά καλήν ανάμνηση. Ηταν τά ίδια αυτά χρόνια πού ό Παπαδόπουλος σέ μιά διπλανή στρατιωτική Μοίρα άνεκάλυπτε «σαμποτέρ» νά τοΰ «ρίχνουν ζάχαρη στά κανόνια».,. Δέν συζητώ βέβαια γιά τήν συμπεριφορά καί ώρισμένες άλλες ενέργειες μερικών ηλιθίων αξιωματικών άπέναντί μου. Τ
Άφοΰ λοιπόν αντέξαμε μέσα σέ δλ* αυτά, Madame, φανερό πλέον ήταν δτι έπρεπε «ν' άλλάξωμε επάγγελμα». Καί νά διαλέξωμε μάλιστα ένα, Οστερ' άπό τήν εμπειρία τέτοιων συμφορών — εΐναι άλλωστε καί τό μοναδικό πού υπάρχει —, πού νά εξαρτάται μόνο άπό έμας. Διαλέξαμε έτσι τό επάγγελμα τοΰ συγγραφέως, τό όποιον υπάγεται στό υπουργείο Πολιτισμού καί Επι στημών. Πρέπει δμως νά σας πώ δτι αυτή ή «αλλαγή επαγγέλματος» απαί τησε τεράστιες θυσίες καί μάς ανάγκασε νά διαγράψωμε τήν πρακτική δψη τής ζωής, είς τήν οποίαν τελικώς συνίσταται ά βιολογικός προορισμός τοΰ άνθρωπου. Καίτοι πρακτικώς ή ζωή παρουσιάσθηκε ενώπιον μας αρκούντως χαμογελαστή (μήν φαντασθήτε τίποτε κοιλίες, χονδρά μάγουλα καί άλλες λιπαρές ασυμμετρίες· αντίθετα, επειδή δεν υπήρξαν σκοτεινές επιδιώξεις καί πράξεις στήν ζωή μας νά μας κατασπαράξουν, ή ψυχή μας διετήρησε δλη τήν εφηβική νωπότητά της καί μόλις πού φαινόμαστε 32!...), ή «αλλαγή επαγγέλματος» πού μας επέβαλε ή «έθνικοφροσύνη» δέν μας επέτρεψε νά έκπληρώσωμε τίς βιολογικές μας υποχρεώσεις, ν' άποκτήσωμε παιδιά καί οικογένεια. Δέν γνωρίζομε άν είναι καλύτερα ή χειρότερα, άφοΰ πρόκειται γιά μιά εμπειρία πού δέν τήν έχομε, ύποθέτομε δμως ότι θά πρόκειται γιά μιά ριζική καί άναναπλήρωτη έλλειψη, ή οποία δέν ξέρομε τί συνέπειες θά έχη καί ποιάν εσωτερική διάσταση θ' απόκτηση στήν ζωή τών επομένων μας χρόνων. Ιδίως δέ τών τελευταίων, τών πολύ τελευταίων, πού είναι καί οί σπουδαιότεροι γιά τόν άνθρωπο... Πρέπει βέβαια νά σας συμπληρώσω δτι, έν αντιθέσει πρός τό σχετικό «ραχατάκιον» έπΐ μιάς διδασκαλικής έδρας, τό «νέο μας επάγγελμα» απαιτεί καί τρομακτική ανθρώπινη προσπάθεια. Γιά νά συμπληρωθή δηλαδή ή... «έμπνευση» — τήν οποίαν ηόδόκησε νά μας έμπιστευθή 0 Θεός και άνευ τής οποίας βέβαια ούτε λόγος μπορεί νά γίνεται γιά ό,τιδήποτε έχει σχέση μέ τήν λέξη «βιβλίο» — χρειάζεται καί ή ανθρώπινη συμμετοχή, εκφραζόμενη δι' εξουθενωτικής καθηλώσεως στήν καρέκλα. «Έμπνευση» είναι ακριβώς τό αίτιο εκείνο πού βάζα τόν άνθρωπο νά δουλεύη, χωρίς τό αντίστροφο
κατ * ανάγκην νά ίσχύη (κάτι τέτοιο θά μας έθύμιζε τόν αφορισμό τοΰ Προυντόν: άν ό πλούτος προήρχετο άπ* τήν εργασία, τότε οί πιό πλούσιοι θάπρεπε νάναι οί εργάτες...). Ή «έμπνευση» λοιπόν πιθανόν νά δημιουργή τό πρόβλημα, αυτό δμως γιά νά «λυθή» χρειάζεται άλλες διαδικασίες. Καί ε πειδή συμβαίνει γιά τά ΐδια προβλήματα νά έχουν σκεφθή πολλοί άνθρωποι, απαιτεί δουλειά καί κεφάλαια ή επεξεργασία τους, δπως ακριβώς καί σέ μιά βιοτεχνία υποδημάτων... Ελπίζω νά σας απέδειξα μέχρις έδω, δτι ή 100% κοινωνική αναπηρία στήν οποίαν κατεδικασθήκαμε μδς ώδήγησε καί σέ βιολογική αναπηρία, πού είναι χειρότερη καί αυτής της σωματικής — πού είναι δηλαδή ή αυτό καθ * εαυτό αναπηρία κυριολεκτικώς. Βλέπετε συνεπώς δτι κατ' αρχήν ή αίτηση μου πληροί πλήρως τίς «απαιτήσεις» τού" νόμου. Τήν μέν λογοτεχνική διότι δέν ορίζεται κριτήριο πού θά χρησιμοποιηθή άπό τήν «Επιτροπή», τής δέ αναπηρίας επειδή σας τήν απέδειξα. Βλέπετε ακόμη δτι σάς πρόδωσα ώς καί «επαγγελματικά μυστικά», προκειμένου νά πεισθήτε δτι καμμίαν ευθύνη ώς πρός τήν ευσυνειδησία σας δέν έχετε άν προωθήσετε τήν αίτηση μου υπη ρεσιακώς δπως πρέπει. Μένουν ακόμη ολίγες λεπτομερές: Ή μόλις περιγραφείσα «αλλαγή επαγγέλματος» είχε καί ένα άλλο υπέροχο αποτέλεσμα, αγαπητή κυρία...: δτι εγώ μέχρι σήμερα άπό τό ελληνικό κρά τος δέν έχω εισπράξει δεκάρα!!! Καίτοι έχω ελληνικό διαβατήριο, καίτοι έχω ελληνική ταυτότητα, καίτοι έχω ένα ελληνικό πτυχίο, μέχρι σήμερα δέν μπόρεσα ν' αντιληφθώ κατά ποιόν τρόπο τό ελληνικό κράτος έκπληροΐ τήν στοιχειωδέστερη τών υποχρεώσεων παντός κράτους άπό καταβολής αυτής τής εννοίας, ήγουν νά παρέχη τήν δυνατότητα — έστω καί μία — επιβιώ σεως στους πολίτες του. Βέβαια, θά μοΰ πήτε δτι υπήρχαν τά «ελεύθερα επαγγέλματα», δπως π.χ. τοΰ πωλητού λεμονιών στους πέραν τής "Ομονοίας χώρους. Τήν άποψη αυτή δέν μας συμφέρει νά τήν συζητήσωμε- δέν συμ φέρει απολύτως κανέναν: ούτε τήν Κυβέρνηση, ούτε τήν προϊσταμένην σας υπουργό, οΰτε την Επιτροπή, οΰτε έμενα, οΰτ' έσας... "Οτι επίσης οί στοι χειώδεις υποχρεώσεις τών κρατών πρός τούς πολίτες του μεταβιβάζονται ανεξαρτήτως συνθηκών άπό Κυβέρνηση σέ Κυβέρνηση, αότό είναι φανερό, δπως ακριβώς δέν αλλάζουν καί οΐ διεθνείς συμβάσεις μιας χώρας μέ κάθε εκλογές. Είναι επίσης περιττό ν νά σας συμπληρώσω δτι τά «προϊόντα» τοΰ «δευ τέρου» επαγγέλματος μας είναι αυτά ακριβώς έπί τών όποιων μπορεί νά κυριολεκτηθή ή ονομασία «εθνικό προϊόν». Καί δχι μόνο τά δικά μας βιβλία, άλλά δλα εκείνα πού προσπαθούν νά επιλύσουν προβλήματα (καί δχι νά «εντοπίσουν» δήθεν ή νά «περιγράψουν»· αότά άποτελοϋν συντεχνιακές επι χειρήσεις, χωρίς επιστημονική άξια, καί είναι πολλά). Τό «άποληφθέν έργο» άπό τά δικά μας βιβλία (καίτοι άπηγορεύσαμε αύοτη339
ρώς οποιαδήποτε χρήση τους, άλλά δέν εισακουσθήκαμε) μπορεί νά διαπιστωθή πολύ εύκολα πρακτικά, άν δέν θεωρούνται επαρκή δσα αναφέρουμε στήν αίτηση μας. Γιά τό μαθηματικό μας τό βιβλίο π.χ., δέν χρειάζεται νά καταφύγωμε σέ ειδικούς καί νά τους ένοχλήσωμε, μιά καί οί άνθρωποι αυτοί δέν μίλησαν δταν έπρεπε, άλλά νά ίδοΰμε τί υπήρχε γιά τό θέμα αυτό (πυρηνικώτατο γιά τά Μαθηματικά: «Παράγωγος», «"Ολοκλήρωμα» κ.λπ., πού ενδεχομένως έχετε ακουστά, δλ' αυτά Ακολουθίες είναι — αυτό μπορεί νά σας τό βεβαίωση καί δ Ιδιος ό κ. Πρωθυπουργός) στά ελληνικά άπό τό 1821 ως τό 1972. Νά Ιδοΰμε ακόμη πως έβγαιναν τά άλλα βιβλία πρίν άπ* αυτό καί πώς έβγαιναν μετά. Αυτά δλα είναι πολύ εύκολα στήν διαπίστωση τους. Τό ίδιο καί γιά τάλλα μου βιβλία. Γι' αυτό πού λέγεται «Ανάλυση τής νεοελληνικής αστικής Ιδεολογίας» π.χ., δέν χρειαζόμαστε κανενός είδους «είδικούς»· Αρκεί νά ίδοΰμε τί ρόλο έπαιξε καί πώς έχρησιμοποιήθηκε στά έν γένει Ιδεολογικά μας πράγματα άπ' δταν βγήκε, δχι μόνο στόν χώρο της λογοτεχνίας, άλλά στόν γενικώτατο χώρο «Γραμμάτων καί Τεχνών», δπως π.χ. σ' αυτόν τής μουσικής στά μεταξύ «εταιρειών» και «δίσκων». Πράγμα άλλωστε καί φυσικό, γιατί ή μουσική αποτελεί τήν «μορφή» πού διοχετεύε ται ή Ιδεολογία «πρός τά κάτω» (έν προκειμένω ό λαϊκισμός, περί τοΰ οποίου διαλαμβάνεται minutieusemcnt στό βιβλίο) καί επόμενο είναι δταν τό «πε ριεχόμενο» τής Ιδεολογίας... κρυολογή και τήν «μορφή» νά τήν πιάνη συνάχι... Ακόμη καί δ μή τυχαίος προσανατολισμός τών «νεοορθοδόξων» μέσφ τοΰ ΚΜΣ πρός τήν Αριστερά είναι άμεσα συνδεδεμένος μέ όλ' αυτά. Μά αυτά θά έχω τήν χαρά νά σάς τά παραστήσω αναλυτικότερα καί πλέον αίτιοκρατικά μέ τήν δεύτερη έκδοση τοΰ βιβλίου πού έχω έτοιμη. "Οτι βέ βαια αυτά δλα διευκόλυναν πολύ αυτά τά χρόνια καί τήν κομματική ιδεο λογία της Αλλαγής τοΰ ΠΑΣΟΚ πολιτικά, δέν χρειάζεται νά τό τονίσωμε ιδιαιτέρως. Ακόμη καί δ κ. Πρωθυπουργός ώς αντιπολίτευση έκαμε συνθή ματα φράσεις άπ' τό βιβλίο μας, δπως έπί παραδείγματι τήν λίξη «κλωτσοσκούφι», πού εϋκολα θα βρήτε σέ κάποιες τελευταίες σελίδες τοΰ βιβλίου αύτοΟ. Έλπίζομε νά μήν τό έχη ξεχάσει. Καί έδώ γεννάται τό πρόβλημα: δταν κάποιος επαρχιακός αοιδός τών Μεγάρων άκούση νά παίζεται κάποιος δίσκος του στό μπαλκόνι τής προεκλογικής συγκέντρωσης τοΰ ΚΚΕ, μπορεί αμέσως νά διεκδίκηση αμοιβή έκ λόγων πνευματικής Ιδιοκτησίας. Έμεΐς, κυρία μου, άπό ποιόν μποροΰμε νά διεκδικήσουμε κάτι γι' αυτά δλα τά σχετικά μέ τό δικό μας έργο; Έν πάστ) περιπτώσει ή λέξη «κράτος» ώς έννοια αποτελείται άπό δύο πράγματα: άπό τήν πολιτική καί τήν πνευματική εξουσία, Ή πρώτη τελείται σήμερα «ελέω λαοΰ» καί άλλων πραγμάτων, ή δεύτερη τελείται άπό πάντα «ελέω θεοΰ»! Γιά τήν ευρυθμία τοΰ κράτους αυτά τά δυό πράγματα πρέπει νά συμβαδίζουν. Ή διαφορά μεταξύ τών δύο εξουσιών συνίσταται σέ δια φορά ευθύνης: ένώ ή πολιτική εξουσία Εχει ένα μίνιμουμ ευθύνης (έναντι τουλάχιστον τών πολιτικών οπαδών ενός Κόμματος), ή δεύτερη στερείται
κάτι τέτοιου. Ή πνευματική εξουσία είναι αενάως ύπόλογη καί Εναντι δλων τών επερχομένων — ακόμη καί δταν δηλ. γιά τήν αντίστοιχη πολιτική ουδείς λόγος θά γίνεται. Τόν Παλαμά καί τόν Σικελιανό τούς ξέρετε- τόν Σκουλούδη δμως (ό όποιος έν τέλει υπήρξε Κι ένας καλός έλληνας πρωθυ πουργός) καί τόν Τσαλδάρη ενδεχομένως οΰτε κάν νά τούς έχετε ακούσει... Σήμερα συμβαίνει τήν πολιτική εξουσία νά έχη ό κ. Παπανδρέου, ένώ στην δεύτερη νά συμμετέχωμε κατά κάποιον τρόπο κι έμεΐς. Έμεΐς τό έργο τοΰ κ, Παπανδρέου δέν τό εμποδίσαμε, ούτε έχομε καμμιάν αντίρρηση νά τόν διαδεχθή ό γυιός του στήν εξουσία μετά 20 ή 25 χρόνια. Άν δμως υποβάλαμε τήν αίτηση πού κρατάτε στά χέρια σας, είναι γιατί ή οίκονομική μας κατάσταση — γιά τήν οποίαν δέν ευθυνόμαστε — επιδρά δυσμενώς έπί της ευθύνης πού έχουμε διά τοΰ «νέου επαγγέλματος» μας. Βεβαίως συμβαίνει νά είναι γνωστό σέ μερικούς ότι τά περί «Αλλαγής» συνθήματα έχουν συγκεκριμένα περιθώρια πραγματοποιήσεως σέ ώρισμένες χώρες τών οποίων ή γενική πολιτική μόνο «έπαυξητική» μπορεί νά είναι, δπως αποκαλείται τοΰτο στήν γλώσσα τής «πολιτικής θεωρίας». Γι* αυτόν ακριβώς τόν λόγο οί γνωρίζοντες τήν φύση τών πραγμάτων καί διακρίνοντες όπό τήν λέξη «Αλλαγή» κάποιο στοιχείο «προόδου», πρέπει νά συνεισφέ ρουν άφ' εαυτών τίς ευκαιρίες ή δυνατότητες, δπου μπορεί αυτή νά πραγματοποιηθή, διευκολύνοντας έτσι τίς πολιτικές εξαγγελίες. Αυτό ακριβώς τό νόημα έχει καί ή αίτηση μου, περί τής όποιας πλέον, υπ' αυτό τό δεδομένο, δέν χρειάζεται νά προσθέσω τίποτε. Σας είπα επίσης άπό τηλεφώνου δτι γιά τήν γενική διευκόλυνση ώς πρός τήν αίτηση μου έκαμα καί μιά αίτηση στό υπουργείο Λημοσίας Τάξεως, νά έξαιρεθη ό φάκελος μου άπό τό μέτρο «καταστροφής τών φακέλων», προ κειμένου διά τοΰ αξιοσέβαστου δγκου του νά ύπάρχη ώς άδιάψευστον απο δεικτικό υλικό τοΰ δικαίου τών αιτημάτων μας, διευκολύνοντας έτσι τήν αρμόζουσα απόφαση τής κυρίας ύπουργοΰ καί τής Κυβερνήσεως. Βέβαια στήν εποχή μας τής τεχνολογίας τοΰ αΰτοματισμοΰ καί τών ηλε κτρονικών εγκεφάλων είναι κάπως διακινδυνευμένο νά μιλάη κανείς περί «καταστροφής φακέλων», ακόμα καί σέ εξαιρετικές περιπτώσεις σάν τήν δική μας ποΰ πιθανόν διαθέτομε άθικτον κάποιον φούρνο άπό τήν ένδοξη βυζαντινή μας εποχή, γιά νά τούς κάψωμε ώς χαρτιά. Τό «μέτρον» λοιπόν αυτό είναι μιάς πολιτικής σκοπιμότητος μέτρο, ή δέ σημασία του είναι ή έξης; τό ΠΑΣΟΚ σήμερα ώς Κυβέρνηση εκφράζεται πολιτικά διά τής γε νηάς τών φοιτητών τοΰ «15%». Αυτό είναι τόσο φυσιολογικό, δσο καί τό άν θελήσετε έσεΐς νά πάτε στήν Κρήτη π,χ. καί πάρετε τό πλοίο ή τό αεροπλά νο, μιά καί κολυμπώντας αποκλείεται. Τότε ό κόσμος έχωρίζετο σέ ΕΚΟφΐτες καί μή και άρα προφανές, δτι οιαδήποτε διάδοχος κατάσταση τοΰ Έκοφισμοΰ θά έστηρίζετο και θά έξεφράζετο μέ τούς «μή ΕΚΟφΐτες», οί οποίοι δμως ώς έκ τούτου είναι δλοι «φακελωμένοι». Άρα ή κατάργηση τών φακέλων πολιτικώς επιβάλλεται. Αυτό δηλοΐ και ή προεδροποίηση τοΰ νΰν 341
Προέδρου της Δημοκρατίας, ό όποιος υπάγεται στό πνεΰμα εκείνης τής «γενεάς» και εΐναι έξ ίσου φακελωμένος μέ εμάς τούς υπολοίπους. Σέ ώρισμένα μάλιστα πράγματα, δπως π.χ. στήν εκπαιδευτική πολιτική, θά υπέθετε κανείς δτι τό ΠΑΣΟΚ υΙοθέτησε τίς εκπαιδευτικές προτάσεις τής ΕΔΑ τού '63... Ουδεμία συνεπώς αντίρρηση είναι δυνατόν νά υφίσταται ώς πρός τό θέμα τών φακέλων. Είναι άλλο δμως «κατάργηση», Madame, καί άλλο «κατα στροφή» διά φούρνου, πού συνεπάγεται καί κρατική οίκονομική επιβάρυνση γιά καύσιμα. Διότι τότε μόνο «καταστρέφονται» πολιτικώς οί φάκελοι, δταν «καταργηθούν» κοινωνικά. "Οταν αρθούν κοινωνικώς οί προϋποθέσεις πού τούς καθιστούν πολιτικώς έν ενεργεία δηλαδή. Υποθέτω δτι οί υπάρχουσες «εκκρεμείς» ακόμη περιπτώσεις φακέλων είναι πολύ λίγες, ή δέ δική μας μοναδική. Πολλοί άπό τόν κόσμο τοΰ «15%» πήραν θέσεις σέ υπουργεία, άλλοι τά ίδια τά υπουργεία, οΐ περισσότεροι βρήκαν Εναν τρόπο τακτοποίη σης στόν κρατικό μηχανισμό ή άλλως πώς. Γιά τόν πολύν βέβαια κόσμο υπάρχει καί ή ζωή — παιδιά, οικογένεια, ταβερνοΰλα κ.λπ. —, πού εμείς δπως είπαμε λόγω «νέων» επαγγελματικών συνθηκών αποκλείσαμε, καί μιά καί αναθρέφουν τά παιδιά τους καί επενδύουν σ' αότά τά δσα πολιτικά δνειρα δέν μπόρεσαν οί ίδιοι νά πραγματοποιήσουν, σημαίνει πώς είναι βολευμένοι καί ικανοποιημένοι. Γιά τις λίγες άπομένουσες περιπτώσεις, άρκεϊ ή Κυβέρνηση νά έγκύψη, νά έξετάση μετά προσοχής τό μέγεθος τών προσγενομένων ζημιών, προσμετρώντας έν τώ μεταξύ καί τό προσφερθέν έργο, καί νά προβή στις δέουσες κατά περίπτωση αποζημιώσεις. Αυτό ακρι βώς σημαίνει καί «καταστροφή φακέλων». Κατά τόν τρόπο αυτόν είναι εύκολώτατο νά διαπιστωθη δτι ή δική μας ζημία είναι ή μεγίστη δλων. Άν παρά ταύτα υφίσταται καί ή παραμικρή δυσκολία ώς πρός τοΰτο — καμμιά φορά βέβαια καί οί φάκελοι «ξαλαφρώ νουν» μέ κυβερνητικές ή διοικητικές αλλαγές —, τότε ευχαρίστως νά ανταλ λάξουμε τούς φακέλους μας, νά σας παραχωρήσω κι έγώ τόν φάκελο πού έχω γιά τό ελληνικό κράτος, οπότε διά τής περαιτέρω υπηρεσιακής προωθήσεως του ουδεμία δυσκολία μπορεί πλέον νά πρόκυψη γιά τήν συναγωγή τών επακριβών συμπερασμάτων. Ό δικός μου φάκελος είναι πληρέστατος ή δέ διαφορά μεταξύ τών δύο φακέλων είναι ή έξης: ένώ ό γιά τό άτομο μου φάκελος περιέχει μερικές στιγμές αδυναμίας ώρισμένων προσώπων καί ώς πρός τά υπόλοιπα «υπηρεσιακές πληροφορίες» «οργάνων» καί.,. γκαρσο νιών, ό δικός μου φάκελος περιέχει υψίστης αξίας κοινωνιολογικά καί πο λιτικά ντοκουμέντα έπί διεθνούς επιπέδου! Αυτά τά μαζέψαμε μετά μεγίστης προσοχής διά τήν δόξα μας (δπως ξέρετε, ή δόξα είναι τό μόνο πράγμα πού δσο κι άν έχη κανένας δέν μπορεί νά πή πώς έχει αρκετό...). Τώρα λοιπόν πού αυτή συνετελέσθη κατ' άλλους τρόπους, ευχαρίστως νά τά παραχωρήσωμε στήν Κυβέρνηση γιά τήν διευκόλυνση τών πολιτειακών υποχρεώσεων της. Πολιτικός εκπρόσωπος τής γενηας τοΰ «15%» είναι ή Κυβέρνηση τοΰ ΠΑΣΟΚ, πνευματικός δμως εκπρόσωπος τής γενηας αυτής είμαστε δυστυ
χώς έμεΐς. Πώς μποροΰν αυτά τά δυό πράγματα νά μήν συμβαδίζουν;... Ούτε καί κανένα «προηγούμενο» δημιουργεί ή περίπτωση μου, άφ' ενός μέν γιατί «δέν θά ξαναγίνουν φάκελοι» γιά νά προκύψουν ανάλογες περιπτώσεις, άφ' έτερου δέ γιατί ή περίπτωση μου αποτελεί μεμονωμένο παράδειγμα λόγω τοϋ μεγέθους τής προσγενομένης ζημίας. Νομίζω λοιπόν δτι ή κυρία υπουργός, πού έχει καί τήν πολιτική ευθύνη, θά πρέπει νά βοηθήση καταλλήλως τήν αρμόδια "Επιτροπή γιά τήν συναγωγή τής καταλλήλου κρίσεως. Ή Επιτροπή βέβαια θά άποτελήται άπό εξειδι κευμένους κριτάς, οί όποιοι φυσικό είναι νά επιζητήσουν τήν ανεύρεση τοϋ «είδικοΰ αντικειμένου» στό έργο μου, δηλ. «ομοιοκαταληξίες» καί «δεκαπε ντασύλλαβους», παραβλέποντας έτσι τήν σημασία τών άλλων πραγμάτων πού σάς ανέπτυξα, μιά καί δέν είναι έπ' αυτών «ειδικοί». Αυτό θά εΐναι λάθος. "Οπως λάθος είναι πού κρατήσατε στό συρτάρι σας τήν αίτηση μου οκτώ μήνες, μιά καί τό αϊτημά μου μπορεί νά ίσχύση αναδρομικά. "Αν σας παρεκίνησε κάποιος γι* αυτό — άλλος βέβαια άπό τήν κυρία Υπουργό, ή οποία έν προκειμένω θά είχε τούς λόγους της —, αυτός προσπαθεί νά σάς φόρτωση μιά μεγάλη ευθύνη. Δέν καταλαβαίνει γρΰ άπό πολιτική καί πρέπει ν' άπομακρυνθή άπ' τό Υπουργείο σας ή νά μετατεθή σέ καμμιά επαρχιακή Νομαρχία. Θά πρόκειται σίγουρα περί πολιτικού χαμαιλέοντος, ό όποιος, δυσκολεύοντας τό έργον τής παρούσης Κυβερνήσεως ώς πρός τίς υποχρεώ σεις της, προσπαθεί νά «πούληση αντίσταση» εντός τών πλαισίων τοΰ ΠΑ ΣΟΚ, γιά νά έξασφαλίση τήν θέση του καί μέ τήν επομένη Κυβέρνηση. Τώρα πού σας ανέπτυξα τό ώς διεκδίκηση περιεχόμενο της αίτήσεώς μου, αντιλαμβάνεσθε δτι αυτή δεν είναι άπό τίς περιπτώσεις πού μποροΰν ν* αντιμετωπισθούν μέ τούς συνήθεις τρόπους τής ελληνικής γραφειοκρατίας. Ή ικανοποίηση τοΰ αιτήματος μας ουδεμία ανωμαλία δημιουργεί ώς πρός τήν γενικώτερη κοινωνική πολιτική τοΰ ΠΑΣΟΚ, ή οποία ομολογουμένως επεδίωκε νά θεραπεύση πληγές τοϋ παρελθόντος, εξομαλύνοντας έτσι καί μιά γενικώτερη κοινωνική δυσφορία ώς πρός τούς συμμάχους μας (δέν πρέ πει νά ξεχνάμε δτι «φακελώματα» «έθνικοφροσύνες» κ.λπ.τ. απετέλεσαν τόν οιονεί «φυσικόν φορέα» τών μεταπολεμικών «σχεδίων βοηθείας» κ.λπ.). Μό νο πού αυτά γιά νά στεφθούν ύπό οριστικής επιτυχίας χρειάζονται καί μιά έπισφραγΐζουσα περίπτωση, καί τέτοια ακριβώς είναι ή δική μας. Κι έμεΐς βέβαια δέν κάτσωμε μέ τά χέρια σταυρωμένα. "Οσο και άν μέ ώρισμένες άλλες διαστάσεις τής πολιτικής τής παρούσης Κυβερνήσεως θά μποροΰσε νά διατύπωση κανείς ένιες επιφυλάξεις, ή περίπτωση της αιτήσεως μου επιδέχεται άμεσες Ιδεολογικές επενδύσεις, πρός τίς οποίες βέβαια αμέσως θά έπιδοθοϋμε, έφ' όσον μάς παρασχεθή ή δυνατότης. Άφ' ενός μέν γιατί αυτή είναι ή δουλειά μας, άφ' έτερου δέ, μέσα στά πλαίσια τής «έπαυξητικης» πολιτικής πού σας προείπα, οί μικρές δυνατότητες πρέπει ν* αποκτούν τίς δέουσες διαστάσεις των, προκειμένου νά επιτύχουν τό σωστό μέτρο αποτί μησης. Ιδιαίτερα πρός τήν πολιτική τοϋ υπουργείου σας δέν έχουν νά ση343
μειωθούν εξόχως αξιοσημείωτα πράγματα. Ξέρω τί σας λέω. Είναι λοιπόν μιά ευκαιρία νά βοηθήσετε καί τήν προϊσταμένη σας υπουργό, προωθώντας τήν αίτηση μου. Καί ξέρετε, Madame, γιατί; — (Έδω θά σάς εκμυστηρευθώ ακόμη ένα μυστικό;) Γιατί όσο καλά νά είναι τά μέτρα καί ή διοίκηση μιας Κυβερνήσεως, ενός πολιτικοΰ ύπουργοΟ κ,λπ., στό τέλος δλ' αυτά κατα ντούν υποσημειώσεις στήν ίστορία, γιατί κάθε φορά σ' αυτή επινοούνται καί νέα μέτρα κρίσεως. Τότε μένει ή πολιτική μιας Κυβερνήσεως ή ύπουρ γοΟ, όταν συνδεθή μέ κάποιο πνευματικό γεγονός, πού σάν τέτοιο δέν πα ρέρχεται. Ίδέστε έπί παραδείγματι: ή πολιτική τοΰ Βυζαντινοΰ αυτοκράτορα Κων/νου τοΟΕ', ίδιαίτερα στόν τομέα τής εξωτερικής κρατικής πολιτικής, υπήρξε άπ' τίς καλύτερες στήν Ιστορία τοΰ Βυζαντίου. Παρ* όλον τοΰτο, αυτός έγινε μικρή υποσημείωση τής κατοπινής ίστορίας καί έμεινε μέ τήν επωνυμία Κοπρώνυμος. Ή νύφη του, αντίθετα, ή Ειρήνη ή Αθηναία, ή φαυλοβία αυτή γυνή μέ τό στρογγυλό πρόσωπο καί τό προτεταμένο σαρκώ δες στόμα, απέτυχε παταγωδώς σέ δλους τούς τομείς τής κρατικής πολιτι κής, εσωτερικής καί εξωτερικής, πέτυχε δμως σέ έναν; στά... 'κονίσματα. Κα£ έτσι έπεσκίασε τόν πεθερό της καί πολλούς άλλους. 'Επήρε τήν Ιστορία μέ τό μέρος της, γιατί ακριβώς υπεστήριξε μιά πνευματική υπόθεση πού αναγκαστικά τήν διεμόρφωσε έν συνεχεία. Τό Ιδιο ακριβώς καί ή κυρία Υπουργός: μπορεί μονομιάς νά διαγράψη δσα τής κατηγορούν οί κακοί άνθρωποι καί οΐ πολιτικοί αντίπαλοι της, προβαίνοντας στήν ηρωική πράξη αναγνωρίσεως τών δικαίων καί περιπε τειωδών αίτημάτων ενός άπορου πνευματικού εργάτη. Είναι μιά πράξη πού ή ίστορία θά σημείωση στό ενεργητικό τής κυρίας Υπουργού. Άπό έκεΐ καί πέρα τά πράγματα είναι απλούστατα: τό κατάλληλο «πόρισμα» τής Ε πιτροπής μαζί μι τήν έγκριση τής κυρίας Ύπουργοΰ θά διαβιβασθή στό υπουργείο Οίκονομικών καί θά υπογραφή ή συνταξιοδότηση μου κατά τόν απλούν τρόπο που υπογράφονται δλες οί συνταξιοδοτήσεις. Τί τό άπλούστερον καί δικαιότερον: Καί τί είναι, κυρία μου, οί λίγες ψωροχιλιάδες πού ζητάμε; Δέν μδς ανήκουν μήπως; Γιά νά σάς πώ τήν αλήθεια μου, δέν πε ρίμενα πώς ή αίτηση" μου θά έμπαινε σέ κάποιο συρτάρι, τοΰ οποίου θά χανόταν έν συνεχεία έπί 8 μήνες τό κλειδί!... Περιμέναμε αντίθετα δτι ή παρούσα Κυβέρνηση αμέσως θά ενέκρινε τά αιτήματα μας καί θά μάς πα ρείχε ίσως πέραν τοΰ αιτουμένου ποσοΰ, ενδεχομένως δέ καί τό έφ* άπαξ ποσόν τοΰ όποιου παραιτούμεθα, έφ' δσον τό αίτημα μας ήθελεν τύχει αποδοχής. Άντί γι' αυτά, βρισκόμαστε ακόμη «καθ' άδόν»! Είπατε στήν μάνα μου στήν Αθήνα πώς «έχομε καιρό» γιά νά σάς στείλω τά βιβλία Δέν «έχομε καιρό», δμως, κυρία..., γιατί δέν έχομε λεφτά. Σας ευχαριστώ βέβαια Ιδιαιτέρως γιά τήν πρωτοβουλία νά διευκολύνετε κάπως τά πράγματα, άλλά σημασία έχει νά προωθηθή σύντομα ή αίτηση μου.
δικαστικούς τρόπους πού υπάρχουν στήν διάθεση μας καί πού αναφέρομε στήν αίτηση. Φοβοΰμαι δμως μήπως έτσι τά πράγματα περιπλακοΰν. "Οτι κατά τόν τρόπο αυτόν στό μεταξύ θά κοινωνικοποιηθούν καί θά πολιτικο ποιηθούν, αυτό είναι ολοφάνερο. Δέν είναι δμως αυτό πού επιδιώκουμε. Καί καμμιά Κυβέρνηση δέν έχει ηθικώς, άλλά κυρίως πολιτικώς, τό δικαίωμα νά μεταβολή κατ' αυτόν τόν τρόπο την απλή φύση τών απλών πραγμάτων μας. Σάς κούρασα ίσως, κυρία... άλλά κουράσθηκα κι έγώ. Είναι πολύ περισσό τερα τά θέματα πού συνδέονται μέ τήν περίπτωση μου καί τό αίτημα μου προφανώς. "Επί τών λίγων πού επέμεινα, δέν τσιγκουνεύθηκα σέ εξηγήσεις, γιατί αυτονόητο είναι πώς γιά έναν τρίτο πού έρχεται γιά πρώτη φορά σέ επαφή μέ τήν περίπτωση μου ή φύση τών πραγμάτων δέν αποκαλύπτει μέ καθαρότητα τόν χαρακτήρα της. "Επόμενο συνεπώς είναι αυτός νά προσκρούη σέ «τυπικότητες» πού τόν εμποδίζουν νά ίδή τήν ουσία, άπό τήν οποίαν καί μόνη εΐναι δυνατόν νά προκύψουν οί σωστές αποτιμήσεις.' Εμείς μέ τά «αιτήματα» μας αρκούμαστε στά ελάχιστα. Συνήθως οί έπί αυτών τών πραγμάτων αποκαταστάσεις συνεπάγονται κρατικά «όφφίκια» και πολλά άλ λα πράγματα, τά όποια δέν άρκεΐ παρά νά ρίξετε μιά ματιά γύρω σας, γιά νά τά διαπιστώσετε (εΐναι ό ρόλος τής Δημοκρατίας στήν χώρα μας δηλαδή αυτός ό τρόπος τής Ιδιορρύθμου λειτουργίας της...). Τά δικά μας «όφφίκια» — γιά τά πράγματα πού μάς ενδιαφέρουν δηλαδή — δέν μπορεί δυστυχώς νά μάς τά δώση κανένας άλλος καί γι' αυτό ακριβώς έχομε τήν δυνατότητα νά περιορίζωμε τίς «απαιτήσεις» μας σέ μηδαμινότητες, σάν αυτές πού άξιοΰμε μέ τήν αίτηση μας. Οί όποιες δμως πρέπει νά ικανοποιηθούν, γιά τήν ευρυθμία καί τών υπολοίπων ακριβώς επειδή είναι ελάχιστες καί φυσικές. Θέλω νά πιστεύω, μέ τούτες τίς έστω καί κουραστικές διευκρινήσεις έπί τών ολίγων θεμάτων πού σας έγραψα, δτι ήδη έκέρδισα στό πρόσωπο σας τόν θερμότερο συνήγορο καί παραστάτη στην υπόθεση μου. Άν σ* αυτό δέν κάνω λάθος, τότε δέν μένει παρά άπό τώρα νά σάς προσκαλέσω οικογενεια κώς σέ ένα πολυτελές γεϋμα στό Hilton, ή δπου άλλου θά θέλατε, μέ τήν πρώτη καταβολή τής «σύνταξης» μου! Μεθ' ύπολήψεως Γ.Κ. Υ.Γ. Γιά Οποιαδήποτε συμπληρωματική διευκρίνηση τόσο ώς πρός τήν αί τηση μου, δσο καί ώς πρός τούτο τό γράμμα, είμαι στήν διάθεση σας.
Δυστυχώς, άν ή αίτηση μας άπορριφθή, είμαστε υποχρεωμένοι νά διεκδική σαμε διά δικαστικής όδου τήν δικαίωση τών αίτημάτων μας, κατά τούς 345
σχέσεων μιάς χώρας (ή καί ενός ολοκλήρου συστήματος). Δέν είναι συνεπώς ή «βελτίωση» τής Οικονομίας πού θά έπιφέρη «βελτίωση» τών κοινωνικών σχέσεων, άλλά τό ακριβώς αντίστροφο: είναι ή βελτίωση τών κοινωνικών σχέσεων πού συνεπάγεται καί τήν βελτίωση της Οικονομίας. Σέ πόσους τώρα αιώνες προβλέπεται βελτίωση τών τέτοιων σχέσεων στήν "Ελλάδα δέν είναι ακριβώς γνωστό καί συνεπώς, παρά τήν όποια εμπιστο σύνη μας στίς ικανότητες τών οικονομικών αρμοδίων, δέν είναι δυνατόν νά συγκαταβοϋμε ώς πρός τήν απολαβή τής «σύνταξης» μας έν Ούρανοΐς... Άλλωστε ό κ. Πρωθυπουργός τώρα μέ τά νέα μέτρα είπε πρός κατευνασμό πάσης αντιπολιτεύσεως δτι ή Κυβέρνηση διαθέτει «διεθνή στηρίγματα» τά όποΐα έχουν πεισθή δτι είναι σέ θέση «νά κατευθύνη τό συλλογικό αίσθημα» τοΰ έλληνικοΰ λαοΰ. Τούτη δμως ή διαβεβαίωση κατά κάποιον τρόπο κα θορίζει καί τόν σκοπό τής ΟΙκονομΐας, διότι αυτή ή «κατεύθυνση» προϋπο θέτει καί δραστήριο τό έργο τοΰ κρατικού μηχανισμού, δηλ. τήν μισθοδοσία πολλού, πάρα πολλού κόσμου, ό όποιος έτσι απορροφά τό μεγαλύτερο μέρος τών κονδυλίων τοΰ δημοσίου προϋπολογισμού. Χωρίς πάντως νά θέλουμε νά αμφισβητήσουμε τίς διαβεβαιώσεις αυτές τοϋ κ. Προέδρου τής Κυβερνή σεως περί τών «διεθνών κατανοήσεων», είναι ωστόσο κάπως δύσκολο νά τις καταλάβη κανείς ώς δικαιολογία διαιωνίσεως ουσιωδών εκκρεμοτήτων δπως ή δική μας.
Φρανκφούρτη, 1 Δεκεμβρίου 1985 Αγαπητή Κυρία... Κανένα νέο σας δέν έχω. Ή τελευταία μας επαφή ήταν όταν μού είπατε πώς δέν λάβατε ακόμα τά βιβλία. Ή απόδειξη πάντως αποστολής των είναι αυτή πού σας στέλνω. Άν «χάθηκαν», δέν ξέρω πώς άλλοιώς θά μπορούσα νά σας βοηθήσω, παρά νά σας παρακαλέσω νά στέλνατε αυτό τό εσώκλειστο σημείωμα σέ μιά εφημερίδα, Οποια νομίζετε καταλληλότερη, μήπως καί βρεθούν. Τί άλλο νά κάνω; Καταλαβαίνω βέβαια ότι τώρα μέ τά νέα μέτρα υπήρξαν πολλές σκοτούρες, άλλά μιά τυπική απάντηση στίς δυό αίτήσεις πού έκαμα θά μπορούσα νά είχα λάβει. Τό αίτημα μας δέν συνδέεται κατ ανάγκην μέ τήν «ανάκαμψη» της Οικονομίας, γιατί είναι πάνω άπό εκατό χρόνια, κυρία..., οπωσδήποτε πάντως μετά τόν Μαρξ, πού ή ανθρωπότητα έμαθε — εξαιρέσει ίσως τής "Ελλάδος —, ότι ή έννοια «χρήμα» είναι απλώς ό δείκτης τών κοινωνικών
Έν πάση περιπτώσει εμείς έχουμε υπομονή, δπως ήδη θά έχετε πεισθή άλλά, νομίζω, σωστό είναι νά μοΰ απαντήσετε στίς δύο αιτήσεις πού υπέβαλα πρός τό υπουργείο σας. "Εστω δηλ. καί δτι απλώς ελήφθησαν υπ' δψη. Δέν είναι σωστό νά μήν μοΰ απαντάτε. Αυτό είναι πράξη κρατικής βίας, διότι ακριβώς δείχνει δτι τό κράτος δέν αϊσθάνεται νά στηρίζεται σέ κάτι πού νά τό δεσμεύη γιά ό,τιδήποτε. Ειλικρινά σάς λέω: θεωρώ τόσο επουσιώδη τήν περίπτωση μου, ώστε δέν αξίζει τόν κόπο οιασδήποτε δακτυλογραφικής ταλαιπωρίας καί μάλιστα α πορώ πού ή πολιτική καί κοινωνική σημασία τοϋ αιτήματος μου δέν έτυχε έξ αρχής τής δεούσης κατανοήσεως. 01 Δημοκρατίες έχουν ανάγκη νά σώ ζουν τά προσχήματα, πολύ περισσότερο μάλιστα, προκειμένου ν' ανταπο κριθούν στους ρόλους τών διεθνών αναγνωρίσεων πού επιδιώκουν. Μέ πολλήν εκτίμηση Γ. Κ.
1
Κύριε Διευθυντά, Τί θά γίνη μέ τά Ταχυδρομεία; Στέλνομε γράμματα πού δέν φθάνουν,
347
στέλνομε βιβλία μέ ακριβοπληρωμένο γραμματόσημο ποΰ ουδέποτε παρα λαμβάνονται, στέλνομε συστημένα δέματα πού χάνονται. Μήπως θά μπορού σε κάποιος «αρμόδιος» — προϊστάμενος, προϊστάμενος προϊσταμένου κ,λπ. — νά ρωτήση τόν θυρωρό τής υπηρεσίας του καί νά μάς πή τί γίνεται; "Αν χρειασθή καί αποδείξεις, ευχαρίστως νά τίς θέσωμε ΰπ' όψη του. Υπάγονται τελικώς τά ελληνικά Ταχυδρομεία στίς διεθνείς συμβάσεις περί Επικοινωνιών. Έάν ναί, πώς θά μποροΰσε νά άποδειχθη αυτό τό πράγ μα;
Φραγκφούρτη.
ΓΕΝΙΚΟ ΠΡΟΞΕΝΕΙΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
3 Ι α ν ο υ α ρ ί ο υ 19S6
Α ρ ί Ο . β γ γ ρ . · . 5*0/ 1
/ASH
Ορος τ ο Τ π ο υ ρ γ » Ι ο Π ο λ ι τ ι σ μ ο ύ κ α ι Κκιστημών
Μετά τιμής Γ. Κ.
noooMitMo V i a Kuota Υπουργό Kotvtx. Γ ε ρ ά σ ι μ ο Κακλαμάνη H*rd*rstr. Β, 6000 m n k x u r t ) m 1
βΒΜΛι Δ ι α β ί β α σ η α ί τ η σ η ς κ* Γ ι ρ ά σ ι μ ο υ Καχλαμάνη. BXEXt'KYYptupo μ α ς · . 5 8 0 / 1 1 / Α Ι
10Β7/2.9.1985
Sac 6 ι α β ι Β α £ ο υ μ * « χ λ β ι σ τ ο φάχ*λ>ο τ η ν us σ η μ β ρ ι ν ή ημΐρομιτν(α α ί τ η σ η τ ο υ Η. Γ τ ρ α σ ι μ ο υ Κακλαμάνη r HOTOCMOU τ κ ρ ι ο χ ή ς WC« U> τ η ν onoCa α υ τ ό ς anauo s^vti μ ί σ ν τ ο υ Γ * ν ι * ο ο npoEcvcCou τ φ ο ο α η ι κ ή
m i σ τ ο λ ή π ρ ο ς τ η ν Κ υ ρ ί α Υπουργό σ ο ν ο 6 * ο μ « -
ν η α π * <τ*ιρά ά λ λ ο ν « γ γ ρ α φ ( # ν . -
Β Γ«νικ6ς_ΠροΕ«νος
Μαρία Οαποχυσταοΐου
guvnuucva.
ΠΚ/ασκ
Λιοιβιινιιη: Cromldtnulra&c 64, 6000 Frukfuit/M. Ι . Τ η λ ί « « ν α ; OW/59 57 57 — W 55 50
348
349
Φρανκφούρτη, 2 Ιανουαρίου 1986 Πρός Τήν 'Αξιότιμον Κυρίαν Ύπουργόν Πολιτισμού Αριστείδου 14
ΑΘΗΝΑΣ
Αξιότιμε Κυρία Υπουργέ, Δέν θά προσέθετα στίς έγνοιες σας τήν παρούσα περίπτωση μου, έάν υπήρχε έστω καί μία δυνατότης νά τό αποφύγω. Επειδή δμως ή διαπλοκή μιάς υποθέσεως μου στις υπηρεσίες του υπουργείου σας έλαβε ανέλπιστες εξελίξεις — οί όποιες, καθώς νομίζω, άμεσα αφορούν καί σέ σάς —, αισθά νομαι γιά τήν προσωπική προσφυγή άπό πολλαπλούς λόγους, ηθικούς καί μή, υποχρεωμένος. Πρό έτους περίπου υπέβαλα πρός τό ύπουργεΐον σας μιάν αίτηση, της Ο ποίας αντίγραφο επισυνάπτω. Τήν κατέθεσα στό <(Γενικό πρωτόκολλο», διό τι δέν είχα λόγους νά σκεφθώ διαφορετικά. Μετά οκτώ μήνες σιωπής υπέ βαλα μέσω τοϋ έδώ Προξενείου μιά νέα αίτηση, διά τής όποιας ερωτούσα απλώς «περί τής τύχης» τής πρώτης. "Αντί απαντήσεως, υπάλληλος τοϋ υπουργείου τηλεφώνησε στήν διεύθυνση μου στήν "Αθήνα καί ζήτησε νά τής σταλοϋν αντίτυπα τών υπαρχόντων βιβλίων μου. Επειδή αυτός ό τρόπος επικοινωνίας μοΰ φάνηκε ελάχιστα υπηρεσιακός, θεώρησα καλό νά επικοι νωνήσω προσωπικά μέ τήν κυρία αυτή στό τηλέφωνο πού είχε αφήσει, αφήνοντας δέ νά έννοηθή δτι πρόσκειται άμεσα στό συνεργατικό σας πε ριβάλλον, μοΰ είπε δτι ή αίτηση μου δέν πληροί τίς «προϋποθέσεις τοϋ νόμου» καί κανονικά έπρεπε νά μοΰ τήν έπιστρέψη. Τήν μεσολάβηση της ώφειλα νά τήν αντιληφθώ ώς μιάς καλής θελήσεως Ιδιωτική πρωτοβουλία ώστε ή αίτηση μου νά τύχη περαιτέρω υπηρεσιακής προωθήσεως. Εκπλαγείς ελαφρώς άπό τό γεγονός δτι ή σημασία τοΰ αίτήματός μου κα θώς περιεγράφετο στήν αίτηση, παρά τήν πολύμηνον έπ' αυτής μελέτη, δέν έγινε αρκούντως κατανοητή, αναγκάσθηκα, μαζί μέ τά ζητηθέντα αντίτυπα τών βιβλίων μου, νά εξηγήσω δι' επιστολής αναλυτικώς πρός τήν κυρία, δτι τό αίτημα μου — αίτημα πολιτικής κυρίως, πολιτειακής καί κοινωνικής σημασίας — δέν ήταν δυνατόν ν* άποτελή συνάρτηση τών προσωπικών εκτιμήσεων ή διαθέσεων συγκεκριμένου υπαλλήλου. Τά βιβλία καί ή επι στολή έταχυδρομήθησαν τήν ίδια μέρα (27/9/85). 350
351
Μετά μιά εβδομάδα καί πλέον τηλεφώνησα πάλι στήν έν λόγω κυρία, ή όποια μου είπε ότι Ελαβε μέν τό γράμμα άλλά όχι ακόμη τά βιβλία. Έκτοτε τά πράγματα έβυθίσθησαν έπί δύο και πλέον μήνες καί πάλι στήν σιωπή, ώστε στίς 3/12 π.£. αναγκάσθηκα νά στείλω πρός τήν κυρία καί δεύτερη επιστολή. Αντίγραφα τούτων επισυνάπτω. Έπί δλων αυτών ουδεμιάς απα ντήσεως έτυχα ώς σήμερα. Θεωρώ περιττόν νά σας πω σέ ποίους συνειρμούς Ιδεών μέ ένέβαλαν τά περιστατικά αυτά ώς πρός τόν χαρακτήρα τών είς τό υπουργείον σας δια λαμβανομένων. Επειδή τό γεγονός ότι ή αίτηση μου έμεινε έπί έτος ανα πάντητη ημπορούσε νά έχη καί γενικώτερες πολιτικές καί κοινωνικές ερμη νεύσεις, έθεώρησα σκόπιμο νά διευκρινισ&ή στά γράμματα μου καί ή ση μασία τών πολιτικών επιπτώσεων πού ήταν δυνατόν νά έχη γιά τήν ϊδια τήν Κυβέρνηση ή μή υπηρεσιακή συμπεριφορά ενός υπαλλήλου ή καί ομάδος υπαλλήλων έπί ενός συνταγματικού θέματος, δπως ή μή προώθηση τής αίτήσεώς μου. Καί στά δύο γράμματα μου συνεπώς οί πολιτικές αναλύσεις αποτελούν αναγκαίες διευκρινήσεις μάλλον έπί τής συγκεκριμένης περιπτώ σεως, παρά ένδειξη μή συμμερισμοΰ τών δυσχερειών τοΰ κυβερνητικού έρ γου. Πρέπει ακόμη νά σας πώ δτι υπέβαλα πρό έτους αίτηση πρός τό ύπουρ γεΐον σας γιά τήν επιχορήγηση τής έκδοσης τοΰ β' τόμου ενός βιβλίου μου καί έλαβα τήν απάντηση δχι «τό υπουργείο δέν διαθέτει κονδύλια», Γιά δλους αυτούς τοός λόγους, Κυρία Υπουργέ, αναγκάζομαι ν' απευθυνθώ προσωπικώς πρός εσάς, μέ τήν βεβαιότητα δτι σας προσφέρω πολλαπλήν υπηρεσία καί μέ τήν πεποίθηση δτι τό αίτημα μου θά τύχη άμεσου ικανο ποιήσεως. Καμμία δυσχέρεια δέν ημπορώ νά υποθέσω γιά τό αντίθετο, δε δομένου δτι τό Κράτος έχει παράσχει ίκανά δείγματα δημοκρατικής ανοχής, παρέχον οίκονομικάς αποζημιώσεις ανάλογους πρός τήν άπό έμέ αΐτουμένην και είς πρώην καθεστωτικούς του αντιπάλους. Ή δική μου περίπτωση, αντίθετα, αποτελεί ίσως μοναδικόν δείγμα συνεισφοράς, πολιτικής καί μή, γιά τήν κατίσχυση τών δημοκρατικών θεσμών στήν χώρα μας, δ δέ τρόπος διακινήσεως τών νομίμων αίτημάτων μου στίς υπηρεσίες τοΰ υπουργείου σας δέν είναι δυνατόν είμή ν' άποτελή παράδοξον ανωμαλία μέσα στήν γενικώτερη τάξη τοΰ ευρωπαϊκού Δικαίου.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜϋϊΡΓΒΚ) ΠΟΛΓΖΙΕΜΟΎ ΔΙΕΪβϊΝΓΗ PPAMMATCN ΤΜΗΜΑ Α' Ταχ.ΔΛΌΠ! Ερμού 17 Ταχ.Κώ5ι*ας 10 486 Ι»Πι»φορίΕς: Eo6. Πλαστουργού Τηλέφωνο: 32.44.622
Αθήνα 2 Ιανουαρίου 1986 * * · Ποωτ. ΓΡΑΜΗΑΤ/Α/Φ12/5387 π . έ . β
4 5 3 6 7
ΠΡΟΕΙ Κύριο Γεράσιμο Κακλαμάνη Ασκληπιού 177 144 71 Αθήνα
ΘΕΜΑ: "Ανακοίνιοοη απόφασης Ε π ι τ ρ ο π ή ς " . Απαντώντας σε αίτηση που υποβάλατε προς την αρμόδια Επιτροπή, περί ου\πχ«ειο^τήσεως σας >«τά τ ι ς διατάΕεις του Ν.Δ. 214/73, παραθέτουμε απόσπασμα του υη'αριθ. 120/14.11.Β5 Πρακτικού της ανωτέρω Επιτροπής, προς ευημέοΜοη σας: Γ.- Κρίνει; ομοςωνια, ότι δεν συντρέχουν οι προΰποβίοεις απονομής σύνταξης στους κα τωτέρω ανατρανομενους για τους λόγους που ανανέρονται κατά περίπτωση: 1. 2. 3. 4. 5. 6. 7. - Γεράσιμο Κακλαμάνη (λόγω αναπηρίας). Από τα τέσσερα Βιβλία που υπέβαλε, yoyo 6ύο μπορούν ,"1ίατ^οΐΜσνομίαΓ να ληφθούν νπίΦη, για το αντί κείμενο τπς αίτησης του O W O W W B V O U , διότι και αυτά 6ev είναι λογοτεχνικά έργα. Ία 8ιΒλία αυτά με τίτλους "Νεοελληνισμός και Ιστορικές Μνήμες" και "Ανάλυοη της Νεοελληνικής Αστικής Ιδεολογίας" δεν επαρκούν για να feuonBouv ως σημαντική συμβολή στην α\άπτυΕη τπς λογοτεχνίας που να δικαιολογεί την απο νομή ούνταΕπς, σύμβωνα με το Νώμο. , Εξάλλου ε ι ς ό,τι αφορά τ ι ς αλάτορες ικρατηρήσεις που διατυπώνει ο ενδιανερομενος στην αίτηοή του, σχετικά με το θέμα της συνταξιοδότησης του, ανεξάρτητα με τη λογοτεχνική ι δ ι ό τητα, n Επιτροπή επισημαίνει ότι η αρμοδιότητα της περιορίζεται αποκλειστικά και μόνο στο να εΕετάζει αΙτήοεις λογοτεχνών, συγγραφέα, δηλαδή λογοτεχνικών έργων, όπως οαφώς αναφέ ρει το άρθρο 1 παρ. 2 του Ν.Δ. 10Β6/71 "περί ασφαλίσεως των λογοτεχνών και καλλιτεχνών . Συνημμένα σας επιστρέφουμε τα βιβλία σας. awnuucvat 4 Βιβλία Εσωτερική οιανομή ΓΡΑΜΜΑΤ (2)
HE εντολή Υπουργού Η τμηματάρχης Άλκ. Ζουλογιαννη
Μετά πλείστης τιμής Γ. Κ.
352
353
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΠΤΣΜΟΪ ΔΙΕΥβΧΝΖ» ΓΡΑΜΜΏΝ ΤΜΗΜΑ λ'
Αθήνα 12 Μαίου 1986 Αρνθ.Πρωτ. Π>ΑΗΜΑΤλ/λ/*12/1Β335
Ταχ.Δ/νση! Ερμού 17 Ταχ. Κώδικας: 101 86 Πληροφορίες Eu6. Πλαστουργού Τηλέφωνο: 32.44.622
ΠΡΟΣ: ΗΕΒΒΝ GEFASSIMO KAKLAMANI HERDER STR. 8 6000 rRAHKURT/HX Η. GERMANY
ΘΕΜΑ: "Συντάξεις λογοτεχνών*
ΚΟΙΝ.; Γενικό Προξενείο της Ελλάδος GRCHSTETTEN 3TR, 64 6000 FRANKFURT/H.l Η. GERMANY
Απαντούμε σε αίτηση αα£~, που μας διαβίβασε το Γενικό Προξενείο της Ελλάδας στην Φραγκφούρτη; και σας γνωρίζουμε τα ακολούθα: 1.- ΐΛμφωνα μβ τ ι ς διαταΕεις της υπ'apt, θ. 25860/26.4.82 Κοινής Υπουργικής Απόφασης που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 216/τ.Β'/26.4.82, άρθρο 2 παρ. 7, "Διατηρείται η Επιτροπή Ιλη/ταΕιαδοτήσεως Λογοτεχνών που προβλέπεται από τ ι ς διατάξεις του άρθρου 105 του Π. Δ/τος 941/1977 και των Ν.Δ/twv 1066/71 και 214/73 και λειτουργεί σύμφωνα με αυτές
"Οπως γράφομε στό γράμμα πρός τήν Κυρία του Υπουργείου, όντως εκεί νον τόν καιρό «έρρυθμίζετο» τό θέμα των φακέλων. Άφοΰ πλέον ό «σοσια λισμός» μας έφερε τήν «νίκη», ή Ελλάδα προώδευσε, μιά «νέα εποχή» άνοίγετο, δλα τά τοΰ παρελθόντος είχαν τακτοποίηση, έπρεπε πλέον νά «ρυδ^ισσή» καί τό «θέμα». Έκτοτε «ξαναερρυθμίσθη» πολλές φορές, άλλά σημασία έχει πως «έρρυθμίσθη» κατά τήν πρώτη φορά: Μέσα σ* ένα τε λείως λαϊκιστικά σκηνοθετημένο φόντο, ενας στήν Τηλεόραση είχε μπρο στά του εναν πελώριο σωρό χαρτιών καί τά έρριχνε σέ Ινα φούρνο!' Αφοΰ συνήλθαμε άπό τά γέλια μ* αυτό τό καραγκιοζιλίκι, καί ελπίζοντας βέβαια δτι ό φάκελος μας ήταν κάτω-κάτω στόν σωρό του φούρναρη της Τηλεό ρασης και θά αργούσε νά μπη στόν φοΰρνο, έκάναμε μιάν αίτηση «αρμο δίως» νά διατηρηθη ό φάκελος καί νά ένημερωθοΟμε έπί τοΰ αίτήματός μας. "Οντως έλάβαμε αυτό τό έγγραφο τοΰ Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως, τό όποιον δμως παρουσιάζει ενα Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, λόγω της περιπτώσεως μας, τό όποιον παραθέτομε στό σχόλιο.
2. - Η σύνθεση της Επιτροπής αυτής ορίζεται «ς εξής: α) 'Ευας τακτικός ή ομότιμος Καθηγητής .Φιλοσοφικής Εχολής Ελληνικού Πανεπιστημίου, β),'&vge τακτικός ή ομότιμος Καθηγητής Ανωτάτου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος γ) Ένας διακεκριμένος λογοτέχνης δ) Ένα πρόσωπο μβ αναγνωρισμένο κύρος και επίδοση σία γράμματα εν γένει και ε) Ο Προϊστάμενος της Δ/νσεως Γραμμάτων του Υπουργείου Πολιτισμού. 3. - Κατά .την συνεδρία της 14ης Νοεμβρίου 1985 (Πρακτικό Επιτροπής αριθ. 120), έλα βαν μέρος τα κατωτέρω μέλη: α) Γεώργιος ΓαρΒίβης, ομότιμος Καθηγητής Φιλοσοφικής Βχολής Παν/μίου θεσ/νίκης, Πρόεδρος. β) Μαριος-Βυρων PaCCnc, Λιθηγητής Παν/μίαυ Αθηνών; μέλος γ) Νικηφόρος Βρβττάκος, λογοτέχνης-, μέλος και β) Γεώργιος Θηβαίος; Δ/ντής Γραμμάτων του ΥΠΠΟ; μέλος. Ετην εν προκειμένω συνεδρίαση δεν παρέστη ο εκ των μελών κ. Πίνος ΓϋναγιωτοΟνης, λογοτέχνης, λόγω εκτάκτου σοβαρού κωλύματος. Εσωτερική διανομή ΓΡΑΗΗΑΤ (2) 'γραοον
He εντολή Υπουργού 0 Διευθυντής Γεώργιος Ν. Θηβαίος
357
ΣΧΟΛΙΟΝ:
Αότά λοιπόν οΐ κ.κ. Γαβριήλ καί Συμεών... "Οπως βλέπομε, τό Υπουργείο δέν είναι είς θέση νά απάντηση, διότι ακριβώς τό πρόβλημα είναι πώς θά τό κάνωμε... γιαταγανική υπόθεση τοΰ 18ου αϊ. (κατά τά προειρημένα), χωρίς νά δημιουργηθή κανένα γενικώτερο πρόβλημα ύπό καθεστώς «Ευρώπης». Τό θέμα των φακέλων νά «ρυθμίζεται διά νόμου» είναι ακριβώς κλεφταρματωλισμός Αγράφων. "Οτι τούς φακέ λους πού άφοροϋν ανθρώπινες ζωές — καί εξηγήσαμε γιατί — καί αποτε λούν τό τελευταίο υποστατικό της ίστορίας κανένας και καμμιά κυβέρνηση δέν έχει δικαίωμα νά τους πειράξη, τό είδαμε άπό τά γεγονότα τής ανατο λικής Ευρώπης. Γιατί ακριβώς στους φακέλους υπάρχει τό ουσιώδες. Έκεΐ φαίνονται τόσο ol άνθρωποι, οσο καί οί καταστάσεις, γιατί γίνονται ύπό καθεστώς αντικειμενικού ελέγχου πού εξηγήσαμε. Στό άεθνές δμως κράτος μας, δέν υφίσταται πρόβλημα τοιούτων μερίμνων: τό 6λον θέμα είναι νά ίδοϋμε πώς θ' αντίδραση ή... «μαζα», προκειμένου νά «περάσωμε» τό νο μοθέτημα. 'Από έκεϊ καί πέρα πλέον έχομε «νόμο τής Πολιτείας» καί κάνομε δτι θέλομε. Καί ασαφή δντα τά θέματα, τό Petitionsrecht παραπέμπεται στίς εφημερίδες. ' Αλλά έδώ δημιουργείται ενα άλλο μικρομέγαλο πρόβλημα: τί θά πή «όρθή επανάληψη»; «Όρθή» σημαίνει κατ' αρχήν ότι υπάρχουν πολλά λαθεμένα στήν ΰλη φακελωτική διαδικασία, πράγμα πού γιά μας, δπως ήδη εξηγή σαμε, οφείλεται όχι σέ πρόσωπα (φακελώνοντος και φακελωμένου) άλλά σέ κατάσταση: στήν άρχήθεν έλλειψη «ενιαίου εθνικού" ψυχισμού», λόγω της φυλετικής πολυθενικής μας κατάστασης. Όσο δηλαδή καί νά θέλη Ινας νά ύπαρξη αντικειμενικός στήν κρίση του μέ έναν άλλον, τελικώς σχετικά μόνο θά τά καταφέρη, καί άπό «εθνικής» απόψεως ημιτελής μόνο κατανόηση θά ύπαρξη, διότι δέν υπάρχει κοινή βίωση εθνικής καταβολής, ήγουν ή ουσιώδης εκείνη ψυχική διερεύνηση χαρακτήρος πού θά αποτε λούσε τήν βεβαίαν πληροφορία γιά τις ανάγκες τής κρατικής επιστασίας. Συμβαίνει δηλαδή μέ τούς φακέλους ό,τι συμβαίνει και μέ τούς γάμους! Άλλά «όρθή επανάληψη» γιά ποιόν σκοπό; Προφανώς γιά κάποιου είδους 358
359
«αποκατάσταση». Έδώ δμως αναφύεται καί τό μείζον θέμα, ήτοι: «έμεΐς τό κράτος, έχον αύτονοήτως υπηκόους, διεκινήσαμε μιά κατάσταση μισθών, αξιωμάτων καί απολαβών έπί τριάντα λ.χ. χρόνια μέ ένα λάθος- τώρα θά κυττάξωμε γιά τά υπόλοιπα νά βρούμε τό «σωστό» καί νά «άποκαταστήσωμε», ώσπου νά βγοϋμε στήν σύνταξη!...». Δυστυχώς δέν υπάρχει άλλη ερμηνεία. Διότι τί θά πή «αποκατάσταση»; Πώς «αποκαθίσταται» ή ζωή; Υπάρχει τίποτε (λεφτά, αξιώματα κ,λπ.) πού νά «αποκαθιστά» τήν ζωή ανθρωπίνως καί δχι Ιδεολογικώς; Άν κανένας εΐναι «Ιδεολόγος» π.χ. ή δταν γίνεται πόλεμος, ή ζωή «αποκαθίσταται».μέ ανταμοιβές καί συντάξεις ή κάπως άλλοιώς. Άν δμως δέν συντρέχουν αυτοί οί λόγοι καί τά «λάθη» γίνονται μέσα στήν φυσική κοινωνική διαδικασία φακελώματος πού είπαμε — τά όποια, μή ύπαρχουσών τών προϋποθέσεων (διότι άλλως πως δέν γίνονταν), οΰτε νά πάψουν σάν κατάσταση μπορούν άλλά ούτε κατ' ούσίαν καί κα νενός είδους κρατική αποκατάσταση επιδέχονται μέ τήν υπάρχουσα νομο θεσία —, τότε τί γίνεται; Νά «δρθοποιηθοΰν» μέ τίποτε «καθυστερούμενα», προφανώς καμμιά αποκατάσταση δέν είναι, διότι απλούστατα τά ανθρώπι να δικαιώματα δέν εξαγοράζονται. Δηλαδή πιό συγκεκριμένα, έγώ ώς έλ λην πολίτης — ανεξαρτήτως βέβαια τοϋ τί δκαμα σάν άτομο—έχασα λόγω τοϋ «λάθους» τριάντα χρόνια ζωής. Ποιος εΐναι ό τρόπος πού υπάρχει γιά νά τά κερδίσω; Κατά τό διάστημα αυτό έπαψα νά είμαι «έλλην πολίτης». Άρα ή προϋπόθεση πού θεωρεί δεδομένη ή Δ/νση Κρατικής Ασφαλείας γιά τήν «όρθή ε^νάληψη» δέν υφίσταται. Υπάρχουν βέβαια οί διεθνείς συνθήκες, οί όποιες υποχρεώνουν τά κράτη νά μήν στερούν τούς πολίτες τής κατ' ούσίαν ύπηκοότητος, δηλαδή τών θεμελιωδών δικαιωμάτων τών απορρεόντων άπό αυτήν τήν Ιδιότητα, άλλά στην προκειμένη περίπτωση ή συνθήκη δέν συντρέχει Συνεπώς αποκατάσταση γιά μένα, τόν μή όντα πλέον έλληνα πολίτη έκ τών ήδη υπαρχόντων τεκμηρίων, εΐναι ή έξης: νά δεχθή ή αρμοδία Υπηρεσία τήν κατάθεση τοΰ Διαβατηρίου μου καί νά κηρυχθώ άπατρις. Μόνον έτσι θά μπορέσω νά αποζημιωθώ τουλάχιστον οικονομικά, παίρνοντας τό επίδομα απατρίδων τοΰ ΟΗΕ (δπως δηλαδή αυτοί πού ζουν στίς μαοΰνες τοΰ Ίνδικοΰ άπό τόν πόλεμο τοΟ Βιετνάμ), χωρίς νά επιβαρύνω καν τό ελληνικό Δημόσιο. Επομένως ούδεμίαν «επα νάληψη» χρειαζόμαστε καί ούδέναν γραφειοκρατικόν χαρτοπόλεμο, άλλά μόνον άπλήν αναγνώριση μιας άπό δεκαετιών υφισταμένης καταστάσεως. Αποκατάσταση ηθική — πού κρίνεται πάντοτε υπέρ τοΰ παθόντος — εΐναι νά αναγνώριση τό έλληνικόν κράτος διεθνώς δτι δεν είναι εις θέση νά άνταποκριθη στις διεθνείς συνθήκες πού υπογράφει. Αυτό είναι δυνατόν νά άποδειχθη καί θεωρητικά, άλλά, άφοΰ υπάρχουν πλήρεις οί αποδείξεις, ύποθέτομε δτι κάτι τέτοιο περιττεύει. Κατά τά άλλα ούδεμίαν «όρθή έπα360
νάληψη» θεωρούμε δυνατή, διότι οΐ ελληνικές υπηρεσίες έστέρησαν αυτές εαυτών μιας τέτοιας αρμοδιότητος. Έκτος πλέον δν ή έννοια της ύπηκοότητος μεταφραζόμενη ελληνικά εχει τό νόημα τής προεκτεθείσης... «πρέ ζας»...
361
βλλβπκη
ΔΕΗΟΚΡΛΧΙΛ
Μήνα 23
ϊποϊργκιο ποΑίτιοβγ και smzwma AUxeiKB rtuautsa
10?
Οληροοορίες: Τηλ/owvoi
1985
ΪΠΠΒ/ΓίΑΪ»ΐΑΤ/Α/β08/6€ΐ13,66114
V Ταχ.ϊώδιχαςι
Ιανουαρίου
Αριί.Πρωτ.
Τον κ ΰ ρ ι ο
ΙΒΟΣι
63
Γεράσιμο
£.Χακλαμ4νη
Ασκληκιοΰ
«.Προβι,όαχη
1 1 4 71
3236132
177 Α*ή"να
ΘΕΧΑι"Αγορά p i p X C o v " .
Ο
Απαντώντας σ τ ι ς α ι τ ή σ ε ι ς αας
tata
1 0 - 1 2 - 0 4 , σ χ ε τ ι * 4 μ ε τ η ν αγορά:
«αο* T O T H O U P Y C C O μ α ς α ν τ ι τ $ » β ν τ © « Β ι β λ ί ο ν σ α ς μ ε τ ί τ λ ο " Η A t t S O o X X H ^ΕΣΟΓΕΙΟΣ f i £ ΚΙΡΡΠί'ΠΤΗ U T O P I A νομιχής ζοομε
ενίσχυσης
τα
«ας
για
την
",καθώς Μι μ* το ενδεχόμενο της ο ν * θ -
έκδοση
τοο φευτέροβ τομοο τον,βας t v u p C -
«κοΆον·«ι
1 . - Το
βιβλίο
σας
* * κρο^&ήροομε σ τ η ν BKITPO«4 Α γ ο ρ ά ς B i p V C u v Π ο λ ι -
T v c t k w i Ιίεριεχομένστ- χα ι θ* σας γναρ ίσοομε στη σ ν ν έ χ ε ια την
ακογαση.
της» 2«-'θσον
αφορά την
οικονομική evίσχνση σας γ ι α την
τΐρον
τόμου
τον
βιρλ&>ν,το
\Λ$τεί
τόσο
για
λύγους
αίτημα σας
δεν
διαδικαστικοος,οσο
«fvat και
έχοο©», τ ο ν δ ε ο -
δβνατδν
κνρ&·ς
να αντιοετα*»
ελλε£+ει
σχετικών
'Οταν όμως ε κ δ ο θ ε ί το βιρΑ(ο,μνορε£τε να το ν χ ο Μ λ ε τ ε « τ η ν Υπηρεσία μας γ ι α ν α a t t t u C T M t t t f o c C aw5 τ η ν α ρ μ ό δ ι α 8κιτροχ4; τ ο ν Τ α ο ο ρ γ ο ί ο ν . μ α ς χρος αγορά.
362
Άφοΰ τελοσπάντων περίμενα πέντε περίπου μήνες καί είδα δτι απάντηση δέν έλάβαινα, έστειλα διά του ύπ' άριθ. Φ. 640/48/ΑΣ589 και άπό 29.5.1986 διαβιβαστικού τοΰ Προξενείου Φρανκφούρτης μιάν αίτηση, της οποίας τό κείμενο είναι τό έξης (φυσικά απάντηση δέν έ*λαβα ποτέ): Διά του ανωτέρου εγγράφου σας μέ πληροφορείτε δτι θά ύπεβάλλετε ενα βιβλίο μου στήν «επιτροπή άγορας βιβλίων πολιτιστικού περιεχομένου» και θά μοΰ έγνωρίζατε έν συνεχεία τήν απόφαση της. Εννοείται βέβαια προσω πικώς, δεδομένου δτι τά κριτήρια άγορας ή μή τών βιβλίων είναι διάφορα • γιά τό καθένα, κάθε δέ συγγραφέας δικαιούται νά γνωρίζη τά πλεονεκτήματα fj μειονεκτήματα ενός έργου του, ώστε νά τά βελτιώνη ενδεχομένως στά επόμενα. Καίτοι έγώ δέν απέκλεισα νά τεθη τό βιβλίο μου ύπ' οψιν καί μιάς πιθανής «επιτροπής αγοράς βιβλίων επιστημονικού περιεχομένου», δέν έχω ακόμη λάβει κοινοποίηση της αποφάσεως της επιτροπής, τήν Οποίαν έσεΐς έθεωρήσατε αρμοδία γιά τό βιβλίο μου. Σάς παρακαλώ ώς έκ τούτου νά μέ πληροφορήσετε, πότε περίπου «θά μοΰ γνωρίσετε» τήν απόφαση, καθώς γράφετε, και, εϊ δυνατόν, και τά σχετικά ώς πρός τήν σύνθεση τής επιτροπής πού τό έκρινε. Τοΰτο προφανώς θά με διευκολύνη ώς πρός τήν κατανόηση τής αποφάσεως ποΰ θά μοΰ γνωρίσετε. Επίσης, στήν παράγραφο 2 τοΰ ανωτέρω έγγραφου σας, μέ πληροφορείτε δτι ή οίκονομική ενίσχυση γιά τήν έκδοση τοϋ β' τόμου τοΰ υποβληθέντος βιβλίου μου «δέν είναι δυνατόν ν * άντιμετωπισθή τόσο γιά λόγους διαδικα στικούς, δσο καί κυρίως ελλείψει πιστώσεων». Τήν έλλειψη πιστώσεων γιά βιβλία τοΰ είδους τοΰ υποβληθέντος τήν καταλαβαίνω πλήρως, δεν εννοώ δπως επακριβώς τούς «διαδικαστικούς λό γους». Μήπως θά ήταν δυνατόν νά μοϋ παρείχατε καί έπ' αύτοΰ κάποιαν σχετική διευκρίνηση; Καθ' δν χρόνο διαρκοΟσε ή διαδικασία «αποκαταστάσεως» μου στό Υ πουργείο Πολιτισμού, δέν θυμάμαι τώρα πώς τό έφερε κάποια φορά ή κουβέντα καί βγήκε στήν μέση ή Ιδέα, δτι πιθανόν θά ήταν σκόπιμο νά έγνώριζα προσωπικώς και τόν κ. Μερκούρη. Βεβαίως θά τό θεωρούσα εξαιρετικά τιμητικό νά γνωρίσω τόν αδελφό της κ. Υπουργού, άλλά εκείνη τήν στιγμή δέν ενθουσιάστηκα ιδιαίτερα μέ τήν ίδέα. Καί τοΰτο λόγφ τής διαρκούσης έκκρεμότητος. Θά ήθελα δηλ. αυτή νά τελήται ακριβώς ύπό δσο τό δυνατόν «ουδέτερες» συνθήκες, γιατί ήταν Ενας πολύ παληός «εθνι κός λογαριασμός». Προσπάθησα πάντως μερικές φορές, άλλά τελικώς αυτό δέν έπραγματοποιήθηκε. Άφοϋ δμως υπήρξε ή ιδέα καί τό έθεωροϋσα πιθανόν γιά τό μέλλον, θά ήθελα προηγουμένως νά είναι κάπως είδικώτερα 363
πληροφορημένος, γιατί ακριβώς ήθελα να συζητούσαμε δσο τό δυνατόν λιγώτερο προφορικά γι* αυτά. Καί τού έστειλα έτσι τό παρακάτω γράμμα. "Ηδη είχαν αρχίσει νά φαίνωνται τά παρατράγουδα καί Γσως ήταν σκόπιμο νά ήταν καί ό ίδιος πληροφορημένος ώς άμεσος συνεργάτης τής Ύπουργοΰ.
Αριβμύς Κατάβίοτκ
Τοχ, KU6"UK ( ν ι ο οντιιιΕίμινο ιξωτιριιιαύ πΜ)ρη fciruBuvM προορισμού]
Ποού α Ρ * 6*10^' Δρχ.
Ποσό αντικαταβολής Δρχ.
Ει6ι«(ς οημιχίιοχις'
Χώρος για αηυιιύιοεις ί ο υ οποοτολέ»»
Χε nutt α ν ο ζ ή τ η ο η χ ρ τ ι ο ζ ί τ ο ι η α π β β ε ι ξ η βι>ττ| Η α π ο ζ η μ ί ω σ η γ ι α α σ φ α λ ι σ μ έ ν ο ή ο κ σ τ η μ ί ν ο ε σ ω τ ε ρ ι κ ο ύ , π ο υ έχει χαΒε! η ( χ ε ι nuOei 6 λ ύ β η Ο λ ο η ;Η-Ι"Κ τ ο υ π ι ρ ι ε χ ο μ ί ν ο υ τ ο υ . Βίνετβι σ ύ μ φ ω ν α μ τ ί α παρακάτω. •Για α ο φ α λ ι α μ ΐ ν ο |ΔΑ) τ ο π σ σ ο nou OVTHJIOI»C( ο τ η ν απώλεια ή τη ί ΐ μ κ ί τ ο κ oviiRtiuivou Mtya^u'tf"? α π ο ζ η μ ί ω σ η ο π ό το η ο ο ό β ο φ α λ ι σ η ς οε 61 vet οι. • Για ο υ σ τ η μ ί ν ο το Ο ν ώ τ ι ρ ο π ο β ΰ iuv 3 000 ρ ρ α χ μ ώ ν . •Για τ α α σ φ α λ ι σ μ έ ν α (ΛΑ) και σ υ σ τ η μ έ ν α ε ν τ ε ρ ι κ ο ύ ι σ χ ύ ο υ ν ειδικές δ ι α ι α ξ ε ι ς Τ α Ταχ. Γ ρ α φ ε ί ο δ ί ν ο υ ν π λ η ρ ο φ ο ρ ί ε ς γ ι α τ ο π ο σ ό και τ ο ν τ ρ ό π ο π λ η ρ ω μ ή ς τ η ς α π ο ζ η μ ί ω ο η ς 1. Όταν β«ν αναγρΑφτ™ ΠΜ6 οοφβλιαης ΤΟ αντικιιμίϊο tivoioiwirttitno. 9. V- «φαλκ*ι4νο (Δ*>, ΑΠ'αηΑβ*4η ποροΑα*Ί»ς. ΕΛ-αντικαταβολή ΚΔ καττιΐΐΐνουπα Siqflifloon. ΚΕ •πίΒοοτ). ΠΕ-npoowreari) uo*f"V 3 Tomn#to4wvnmjoefc»OTOWAtion06*itHT«W'*ou τίΛους
MiTt'icWouoa
"Αθήναι, 1 Ιουλίου 1987 Αγαπητέ Κύριε Μερκούρη, 'Αφ* δτου πρό δλίγου καιροΰ σάς έστειλα gva βιβλίο μου, προσπάθησα τρεις έκτοτε φορές νά επιτύχω τηλεφωνικώς μιά συνάντηση μαζί σας. Τήν μία φορά εόρίσκεσθε στό Λονδίνο, τήν άλλη στό Άμστερνταμ, τήν τρίτη στήν Πορτογαλλία. Μοΰ έγινε έτσι φανερό, δτι δχι μόνο δέν θά έπρεπε νά επιμείνω πιεστικά στό τηλέφωνο, άλλά καί σέ μιά ενδεχομένη συνάντηση μας — πού θέλω νά φαντάζωμαι άπό πολλές απόψεις ενδιαφέρουσα καί γόνιμη — θά έπρεπε νά σάς απασχολήσω τό δυνατόν ολιγότερο, Ένα θέμα δμως ήσσονος ενδιαφέροντος, άλλά πού θάπρεπε κατ' ανάγκην νά συζητή σω μαζί σας, υπήρχε κίνδυνος νά καταστη χρονοβόρο σέ μιά περιωρισμένη χρονικά συνάντηση μας. Σκόπιμο θά ήταν λοιπόν νά σάς έγραφα κάτι προη γουμένως γι' αυτό. Τόν Ιανουάριο τοΰ 1985 υπέβαλα πρός τό Υπουργείο μιάν αίτηση συνταξιοτοτήσεώς μου. Ή αίτηση αυτή τυπικά μόνον καί λόγω τών συντρεχουσών συνθηκών άπηυθύνθη πρός τό Ύπουργείον ΠολιτισμοΟ. Ουσιαστικά 364 365
πρόκειται για απαίτηση μου έναντι τοΰ ελληνικού Κράτους. Πρόκειται εΐδικώτερα, όπως τοΰτο προσπαθώ νά διευκρινήσω πλήρως στήν αίτηση μου, γιά προσβολή τοΰ δικαιώματος μου. πρός έργασίαν, τήν οποίαν κατ' εξακο λούθησαν ύπέστην μέχρι σήμερα. Μέ τήν αίτηση αυτή συνέβησαν ώρισμένα περιστατικά. Άφοΰ έπί έναν περίπου χρόνο επεκράτησε σιωπή, σέ μιά νέα αίτηση μου περί της τύχης της ήρθα σέ επαφή μέ ύπάλληλον τοΰ Υπουρ γείου, πρός τήν οποίαν, δεδομένου ότι τότε δλειπα, αναγκάσθηκα νά εξηγή σω δι* έκτενοΰς επιστολής τό εξαιρετικώς ιδιάζον τής περιπτώσεως μου. Επεκράτησε καί πάλιν πολύμηνος σιωπή, όποτε ΰπεχρεώθην ν' αποταθώ μέ δλα στά σχετικά έγγραφα πρός τήν κυρίαν Υπουργό. Τότε, μετά άπό λίγο, μοΰ έκοινοποιήθη μιά απόφαση της επιτροπής κρίσεως. Δέν ξέρω άν αυτό υποκαθιστούσε τήν απάντηση τής κυρίας Υπουργού ή τής σχετικής Γραμματείας. Ή έν λόγφ κρίση τής επιτροπής περιωρίζετο στήν πάρα πολύ λιτή καί ώς άπό τρίποδος μή έγκριση τοΰ αιτήματος μου. Φυσικά μέ κάποιαν έκπληξη μου. Διότι ένφ τό άρθρον 2 τής Συμβάσεως τής Βέρνης ορίζει ρητά, δτι ύπό τόν δρον «λογοτεχνία» εννοούνται κυρίως επιστημονικής φύσεως Ιργα, ή επιτροπή ήρκεϊτον' άποφανθή άναπολογήτως ότι τό έργον μου δέν είναι λογοτεχνία, χωρίς νά δώση έναν δικό της ορισμό, στόν δρον αυτόν, άφοΰ αυτός τής Συμβάσεως τής Βέρνης γιά τήν Ιδία δέν ϊσχυε. Πρέπει βε βαίως νά σάς πώ δτι ή επιτροπή άπετελεΐτο μόνον άπό ποιητές ή συναφώς περί τήν ποίηση ασχολούμενους. Δέν υπήρχε δηλαδή ένα διαφόρου φύσεως έργο τών ανθρώπων αυτών, πέραν άπό ποιήματα ή κρίσεις γιά ποιητές, ώστε νά ύπάρχη ένα αντικειμενικότερο μέτρο αποτίμησης τής αρμοδιότητος των γιά τήν έξενεχθεΐσαν κρίση. Άλλά καί πάλι, πρέπει νά παρατηρήσω, στήν περίπτωση τών ποιητών πού μέ έκριναν, μέ δυσκολία μπορεί νά βρή κανείς μέτρο τοΰ ποιητικού των βεληνεκούς, αναλογιζόμενος δτι οί πρώτες των ποιητικές εμπνεύσεις χάνονται στους «ύμνους εργασίας» τής νεολαίας τοΰ Μεταξά... Γιά άλλα πάλι πρόσωπα τής έν λόγφ επιτροπής, διαπρεπή ϊσως στίς εντρυφήσεις των στήν άγγλοσαξωνική λογοτεχνία, δέν έχομε κάν κά ποιο δργο τους, γιά νά γνωρίζωμε καί τήν αντίστοιχη αρμοδιότητα τους ώς πρός τά τής ελληνικής... Δέν αποτελούν βέβαια κρίσεις — καί Ιδία ώς πρός τά κριτήρια επιλογής — οί αποτιμήσεις αυτές, άλλά μάλλον ατομικούς τρόπους κατανοήσεως καί προσπάθειες αιτιολογίας μιάς διπλής, δπως νομίζω, υπηρεσιακής ανωμα λίας· πρώτον μέν, ότι ή επιτροπή έσπευσε μετά πολύμηνον αναβολή νά ύποκαταστήση μιάν επισημότερη απάντηση, τήν οποίαν αναγκάσθηκα νά ζητήσω καί πού έδικαιούμην λόγφ τής σχέσεως μου μέ τά έν γένει πολιτι στικά τοΰ τόπου μας, και, δεύτερον, ένώ είχε ν' άποφανθή διοικητικώς, έπΐ πραγμάτων καί εννοιών «διακριτικής εύχερείας», δηλαδή νά άποφανθή έπί τής ουσίας — αυτό τουλάχιστον θά έπρεπε νά τό ξέρη —, δέν έθεώρησε γιά τήν απόφαση της απαραίτητη ούτε μία λέξη. Δεδομένου δτι προσωπικώς ήταν αδύνατο νά υποβάλω ποτέ επισήμως αίτημα πού θά έξηρτδτο άπό τήν «επιείκεια» κρίσεως τών δημοσίων υπηρεσιών — διότι κάτι τέτοιο θά ήταν
ανεπίτρεπτο μέ τήν δουλειά πού κάνω —, τά παραπάνω δπως συνέβησαν πολύ απείχαν άπ' τό ν' άποτελοϋν μιάν αποδεκτή απάντηση γιά τήν περί πτωση μου. Παρά ταΰτα σκοπιμώτερο μοΰ φάνηκε νά σιωπήσω καί μέ τήν ευκαιρία τοΰ νέου μου βιβλίου νά υποβάλω έκ νέου μιάν αίτηση επανεξε τάσεως. Αυτό συνέβη τόν περασμένο Ιανουάριο, χωρίς έκτοτε νά έχω κά ποια νέα είδηση. Βέβαια, άν αυτά τά πράγματα, πού θυμίζουν παληότερες διοικητικές νοοτρο πίες, καθίστανται καί έπΐ τών ήμερων μας δυνατά, τοΰτο μάλλον έχει τήν αΐτίαν του στό γεγονός, δτι οϊ μετά τήν επταετία «αποκαταστάσεις» ένοήθησαν απλώς κρατικιστικής καί δχι κοινωνικής υφής. Μέ τά σχετικά νομο θετήματα αποκομίζει κανείς τήν εντύπωση, δτι ή επταετία υπήρξε άπλως μιά χρήσιμη «προεκλογική περίοδος» γιά τό μετά, δπου ύπό τόν 6ρο «αποκα τάσταση» ή πραγματικότητα υπερέβη τό Ονειρο γιά πολύν κόσμο. Γι' αυτό καί οί «επανορθώσεις» ένοήθησαν σέ μιά στενή κρατικιστική περιοχή. Π.χ. άν ήταν κάποιος διορισμένος υπάλληλος ή στρατιωτικός ποΰ άπεστρατεύθη (πράγμα ποΰ σημαίνει πώς και στίς δύο περιπτώσεις έχομε νά κάνωμε μέ καταστάσεις πολιτικών βλέψεων), εΰκολα μποροΰσε νά έπανορθωθή, ανταλ λάσσοντας τίς άφιλόδοξες προηγούμενες ασχολίες του μέ τήν «εδραίωση» πλέον τής Δημοκρατίας... Γι' αυτό καί οί αποκαταστάσεις συνέβησαν έν τάχει, άφοΰ επρόκειτο περί προσώπων και δχι καταστάσεων, τής σχετικής νομοθεσίας άναγαγούσης τίς αντίστοιχες «φθορές» σέ απώλειες πραγμάτων (θέσεως, μισθοΰ ή βαθμών), εύκολα προφανώς «άποζημιουμένων» στά πλαί σια τής κρατικής μηχανής. 'Αλλά, φυσικά, μέ τήν κρατικιστική αυτή καί ολίγον τριτοκοσμική ή λατινοαμερικάνικη αντίληψη περί ((αποκαταστά σεως τής Δημοκρατίας», δέν ήταν δυνατόν νά καλυφθοΰν καί περιπτώσεις ουσιώδους κοινωνικής βλάβης ατόμων, πού δέν θά μπορούσαν ώς έκ τής φύσεως των νά έπιδεχθοΰν ώς μόνην ίαση τήν τέτοιου είδους άμεση πολι τική εξαργύρωση. Ν' άρνηθοΰμε δτι ή Δικτατορία έδημιούργησε καί τέ τοιου είδους καταστάσεις, δχι πάντος λιγώτερο συντελεστικών γιά τήν με ταπολιτευτική φορά τών πραγμάτων, είναι σάν ν' άρνηθοΰμε δτι υπήρξε ή ίδια ή Δικτατορία. Τό ειδικώς Ιδιάζον τής περιπτώσεως μου, αγαπητέ κ. Μερκούρη, είναι δτι, καίτοι ποικιλοτρόπως εξαναγκασθείς ν' αποδεχθώ τήν πεζοδρομιακήν αντί ληψη περί πολιτικής — καί εννοώ βέβαια άπό φοιτητής, πολύ πρό τής Χούντας —, τελικώς κατώρθωσα νά τό αποφύγω. Αυτό δμως φαίνεται δτι ήταν είδος «πολιτικοί αδικήματος», κατά τούς τρόπους και συνήθειες τοϋ τόπου μας, πού έκτος τών άλλων επέφερε καί μερικές επίσημες κρατικές καταδίκες είς βάρος μας. Είχα πάντα τήν υπομονή νά μαζεύω μέ ευλάβεια δλα τά αποδεικτικά στοιχεία αυτών τών καταστάσεων, τά όποΐα τώρα, λόγφ τής χρονικής αποστάσεως καί τοΰ ξεκαθαρίσματος τών πραγμάτων, απο κλείουν πάσαν πιθανότητα παρανοήσεως των. 367
Πιστεύω Οτι ή θλιβερότητα αυτών τών πραγμάτων δέν πρέπει νά ίδή ποτέ τό φώς. "Οπως σας ανέφερα» ή διεκδίκηση μου δέν είναι ώς πρός τό "Υπουργεϊον Πολιτισμού, άλλά ως πρός τό έλληνικόν κράτος. 'Ως πρός τήν εθνι κότητα μου ως «Έλληνος» δηλαδή — μιά εθνικότητα πού έχει καταντήσει «εθνικότητα ευκαιρίας» σαν τις σημαίες τών καραβιών,.. "Αν απευθύνθηκα προς τό Ύπουργεϊον Πολιτισμού, εΐναι γιατί ή τρέχουσα μικρή συνεισφορά μου πρός τά πολιτιστικά μας μπορεί εύκολα νά τύχη της δεουσης κατανοή σεως καί νά βρή ή υπόθεση μου ένα τέλος. Ή Ιδιάζουσα μάλιστα φύση τής περιπτώσεως μου μπορεί εύκολα νά παρέχη τήν ευχέρεια γιά μιάν πλήρωση τών ενδεχομένων σχετικών νομοθετικών κενών — άν όποθέσωμε ότι υπάρ χουν τέτοιας φύσεως κωλύματα —, πράγμα πού δέν εξέρχεται τών αρμοδιο τήτων ενός Υπουργείου. Θέλω πολύ, κ. Μερκούρη, νά σάς γνωρίσω προσωπικά, γιατί πιστεύω πώς πολλά και ενδιαφέροντα θά βροΰμε νά ποΰμε. Δέν θεωρώ δμως απαραίτητο — λόγω της υφής της πού σάς προέγραψα — ούτε καί θάθελα στόν πολύτιμον αυτόν χρόνο ν' αναφερθώ στήν περίπτωση μου. Γι' αυτό καί προτί μησα νά σάς γράψω προηγουμένως δυό λόγια γι' αυτήν. Στόν σχετικό φά κελο μου υπάρχει κάθε δυνατή λεπτομέρεια ώς πρός τήν ουσία. Ένας πρόσθετος επίσης λόγος τούτου τοΰ γράμματος είναι δτι θά λείψω γιά κάμποσο άπ' τήν 'Ελλάδα. Στό διάστημα τών δύο περίπου εβδομάδων πού θά είμαι ακόμη έδώ, θά προσπαθήσω να έχω μιάν επικοινωνία μαζί σας — πράγμα πού δέν ελπίζω, διότι ξέρω πώς τά πολιτιστικά προγράμματα τό καλοκαίρι είναι συνήθως φορτωμένα. Ελπίζω δμως δτι κάτι τέτοιο θά συμβή σίγουρα αργότερα.
Αυτή ή φωτοτυπία μοιάζει μέ φάκελο, άλλά φάκελος δέν είναι. Είναι μιά ίστορία φρίκης και τρόμου τής Αγκάθα Κρίστι. Είναι βέβαια ό φάκελος που περιείχε τό πρωτότυπον τής Επιτροπής κρίσεως. Πώς δμως έφθασε στά χέρια μας; VoM la question...
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ApiOTriJou 14 101 Η ΑΘΗΝΑ
"Αν παρ* ελπίδα στό μικρό τοΰτο διάστημα μπορούσα νά εϊχα μιά κάποια πληροφορία γιά τήν υπόθεση μου, θά σάς ήμουν εξαιρετικώς ευγνώμων. Μέ πολλήν εκτίμηση Γ. Κ.
369
370
γνωστόν δτι εϊς μεγάλην ήλικίαν οί λογοτέχναι «ολοκληρώνουν» ώς έπί τό πλείστον τό έργον των. ΤοΟτο ουδεμιάς νομοθετικής καταφάσεως χρήζει... Δι * εξομοιώσεως τών λογοτεχνικών συντάξεων προς τάς συντάξεις τοϋ ΙΚΑ, έχομεν καί έτέραν τραγελαφικήν συνέπειαν, τήν οποίαν κατωτέρω θά ίδωμεν. Δεδομένου δτι πρόκειται περί στρατιωτικής υπηρεσίας, τοΰτο προφανώς έχει άμεσον έπίπτωσιν έπί τοΰ ήθικοΰ τών Ιατρών. Είναι γνωστόν πόσον επηρεάζεται τό έν γένει φρόνημα τοΰ στρατεύματος έν ώρα πολέμου έκ τοΰ φρονήματος τής υγειονομικής αύτοΰ υπηρεσίας...
Π Ρ Ο Τ Α Σ Ε Ι Σ Τ Ρ Ο Π Ο Π Ο Ι Η Σ Ε Ω Σ Τ Ο Υ Ν . Δ . 214/73
ΜΕΡΟΣ Α ': Λόγοι δι'οΰςό νόμος πρέπει νά αλλαγή. 1) Διότι εΐναι έστερημένος νοηματικού περιεχομένου. 2) Διότι λειτουργεί αντισυνταγματικά (ουχί μόνον διότι είναι «χουντι κός»)· 3) Διότι έρχεται είς αντίθεσιν πρός τά λεγόμενα «KuIturfonds» καί συνε πώς προς τήν γενικωτέραν πολιτικήν τοϋ ΥΠ.ΠΟ. Έπί τοΰ 1: Έν άρθρ, 2, παρ. 2 αναφέρει: «Οί λογοτέχναι καθιστάμενοι συνταξιούχοι ΔΙΚΑΙΟΥΝΤΑΙ τής περαιτέρω είς τήν λογοτεχνίαν και τάς καλάς τέχνας ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ απασχολήσεως». Συνέπεια τούτων εΐναι ότι ό νόμος τήν περίπτωσιν αναπηρίας εννοεί κατά τήν συνήθην εννοιαν τών εργατικών ατυχημάτων ή σωματικών παθήσεων καί καθιστή τούς ιατρούς αρμοδίους διά κάτι έπί τοΰ οποίου ουδόλως είναι. Ό νομοθέτης συνεπώς κατεσκεύαζεν τόν νόμον έχων κατά νουν μόνον περιπτώσεις τοΰ εργατικού δικαίου, έξομοιών τους λογοτέχνας μέ δημοσίους υπαλλήλους ή έργάτας τοΰ ΟΛΠ.... Ή σχέσις τών λογοτεχνών δμως πρός τό έργον των δέν εΐναι «επαγγελματική» άλλά σχέσις εμπνεύσεως, είναι δέ
Κατά τήν χονδροειδή άρα άντίληψιν τών εννοιών, ό νόμος θεωρεί τήν «ύγείαν» ϊατρικήν έννοιαν καί ούχΐ κοίνωνικήν, ώς αδτη εΐναι, μέ αποτέλεσμα είς τήν ίδιάζουσαν περίπτωσιν τών λογοτεχνών ό νόμος νά είναι τελείως ανεφάρμοστος. Ή «υγεία» δμως δέν είναι έννοια Ιατρική. Έάν ή «υγεία» άπασχολή τό κοινωνικόν σύνολον καί άποτελή μέριμναν τοΰ κράτους, τοΰτο συμβαίνει διότι ή υγεία έκαστου, μέσα εις τόν σύγχρονον καταμερισμόν κοινωνικής εργασίας, θεωρείται καί είναι αγαθόν διά τούς υπολοίπους. Ή υγεία ώς βιολογικόν αγαθόν έχει σχέσιν μέ τόν παρέχοντα τήν ϊδιαν τήν ζωήν, ή με τήν τύχην, καί δχι μέ τούς ανθρώπους. Έάν οί άνθρωποι άσχολοϋνται μέ αυτήν, τοΰτο συμβαίνει καθ* δ μέτρον τό «Ιατρικώς υγιές» έκα στου θεωρείται προϋπόθεσις τής κοινωνικής του προσφοράς πρός τούς υπο λοίπους — άρα καί αγαθόν πρός αυτούς, τό όποιον τό κράτος έχει συμφέρον νά έξασφαλίση. Τοϋτο είναι άκρως φανερόν μάλιστα είς τήν περίπτωσιν τής ' Ελλάδος, δπου τό υπάρχον σύστημα υγείας ώνομάσθη καί «έθνικόν» (ΕΣΥ). Πάντα ταΰτα δμως, αυτονόητα διά τούς σωματικώς εργαζομένους, δέν δύνα νται νά έφαρμοσθοδν μετά τής αότης ευκολίας καί έπί τών πνευματικώς ή καλλιτεχνικώς μοχθούντων, Π.χ. ή έλλειψις αμφοτέρων τών ποδών δι' έναν συγγραφέα δέν αποτελεί σοβαράν μορφήν αναπηρίας, διότι τά σωματικά αυτά μέλη του ό ίδιος χρησιμοποιεί δλιγώτερων δλων τών άλλων. Μιά εγκεφαλική πάθησις, τουναντίον, ήτις δύναται νά έπηρεάση καί έπ' ελάχι στον τήν πνευματικήν του άπόδοσιν, είναι δι* αυτόν «ολική αναπηρία». Τό αυτό καί διά μίαν άοιδόν: ή έλλειψις μιάς χειρός λ.χ. δέν αποτελεί διά τό έργον της ούδεμίαν μορφήν αναπηρίας, ελαφρότατη δμως πάθησις τών φω νητικών οργάνων Ισοδυναμεί δι' αυτήν μέ πλήρη καταστροφήν. Αντιθέτως έχουν τά πράγματα δι' έναν ποδοσφαιριστήν. Μία κλινικώς διαπιστωμένη ήλιθιότης κατά 80% είναι δι' αυτόν προσόν «πλήρους υγείας», ένφ αντιθέ τως απώλεια τοΰ μικρού δακτύλου ενός ποδός συνιστά άναπηρίαν σοβαράς μορφής, άν μή «όλικήν»!
Διά τής κοινωνικής ώς άνω κατανοήσεως τής εννοίας τής «υγείας», προκύ373
πτει ή έξης θεμελιώδης (καί πολιτικώς) παρατήρησις, άφορώσα είδικώς ώς έκ της κοινωνικής των λειτουργίας είς τούς λογοτέχνας: έάν τίς έκ διαφόρων λόγων, κοινωνικών είτε πολιτικών, ήμποδίσθη, είς τό έργον της κοινωνικής του προσφοράς, τότε ούτος είναι κατ' ανάγκην καί «ολικώς ανάπηρος», ένφ, τουναντίον διά τοΟ Ισχύοντος νόμου ή περΐπτωσις μιας «Ιατρικής αναπη ρίας» θεμέλιοι δικαίωμα αποζημιώσεως ώς «λογοτέχνου» καί διά τόν ουδέν έργον Εχοντα νά έπιδείξη, άλλά διαθέτοντα έν τω βίφ του έμπνευσμένην τινά έρωτικήν έπιστολήν...
Έπί τοϋ 2: Ό σ ο ν έμοί γνωστόν, ό νόμος 214/73 είναι ό πρώτος, όστις άφορφ εις τήν έννοιαν τοΟ «Kidturfond». Είναι δηλαδή ό πρώτος, όστις νομιμοποιεί τυπι κώς τήν δπαρξιν καθόλου «Υπουργείου Πολιτισμού». Καταφαίνεται συνε πώς καί έκ τοΰ λόγου τούτου ή άμεσος χρεία τροποποιήσεως καί συνταγ ματικού" του συντονισμού. Ό νόμος βεβαίως κατεσκευάσθη εις έποχήν, καθ' ήν ουδεμία διάκρισις μεταξύ στρατοΰ καί κοινωνίας ύφίστατο. Ή έν λόγφ διάκρισις καλείται έπί τό άπλούστερον είς τά κοινοβουλευτικά καθεστώτα «Σύνταγμα». Κατά τήν έποχήν συνεπώς έκείνην ούδεμίαν λεπτότητα εννοιών ύπεχρεοΰτο ό νομο θέτης νά λάβη κατά νουν, «αυτονοήτου» δντος δτι ό στρατός ώφειλεν νά μιγνύεται είς τάς πολιτικός διαδικασίας τής κοινωνίας... "Οτι δέ ό νόμος αυτός δέν έτροποποιήθη και τό αυτό ποιεί καί σήμερον διά τής Α.Σ.Υ.Ε., είναι ακριβώς τό άποδεικτικόν τής άνησυνταγματικότητός του. Πολύ περισσότερον διότι δέν δύναταί τις νά γνωρίζη τόν βαθμόν έκσυγχρονισμοΰ τής αντιστοίχου στρατιωτικής Ιατρικής νομοθεσίας εΐς μίαν έποχήν ραδιενερ γών καί χημικών πολέμων. Ή στρατιωτική έννοια τής αναπηρίας δέν δύνα ται έξ όρισμοΰ νά αφίσταται εκείνης τοΰ «τραυματίου τοΰ πολεμικού μετώ που», εκείνο δέ τό «67%» τό έκτεινόμενον καί έπί νόμων τοΰ ΙΚΑ ώς 0 έν λόγφ (!) υποβάλλει Ισχυρώς τήν υποψίαν — τοΰτο καθίσταται σχεδόν άναμφισβήτητον διά τοϋ παρόντος νόμου, τοΰ άφορώντος είς μή χείρωνακτικώς εργαζομένους —, δτι ή γενικώτερον κοινωνική μας πολιτική δέν εξέρχεται ουσιωδώς τών πλαισίων τής θρησκευτικής εννοίας τής «ελεημοσύνης» της «καθ' ημάς Ανατολής», τής άείποτε περιωρισθείσης έπί τής περιπτώσεως τοΰ έρποντος ανθρωπίνου ράκους. Και τοΰτο πάλιν ουχί έκ λόγων κοινωνι κών σκοπιμοτήτων, άλλ' ώς αίτΐαν ατομικής ψυχοσωτηρίας τοΰ θεωμένου καί έλεοΰντος... Ταΰτα άποτελοϋν άδικίαν ώς πρός τήν παροΰσαν Κυβέρνησιν. Ύπήρξεν βεβαίως παρ' ήμΐν ό Ισχυρισμός, δτι «ή έπανάστασις, δέν δη μιουργεί δίκαιον», άλλά τοΰτο δέν ήρκεσεν νά μεταβολή τήν απανταχού ίσχύουσαν τάξιν πραγμάτων καθ' ήν οί νόμοι άποτελοϋν προϊόντα «ιστο ρικών διαδικασιών». Και είναι μέν γνωστόν, δτι ή έκ τών προτέρων έκπό-
νησις «τελείων νόμων» (οιωνδήποτε) είναι τί τό πρακτικώς άνέφικτον εΐς τόν πνευματικόν καί κοινωνικόν βίον τών ανθρώπων. Είς δικτατορικός έποχάς τό νομοθετικόν έργον είναι βεβαίως άπλοΰν, διότι ό νόμος άρκεΐ νά συμπίπτη μέ δ,τι «νομΐζευ> ό νομοθέτης, είς συνταγματικός δμως περιόδους ή τροποποίησις τών προτέρων νόμων — ΐδίως δσων ή λειτουργία των τούς καθιστή αντισυνταγματικούς — αποτελεί γεγονός άπαραίτητον, έφ' δσον ή περίπτωσις τό καλεί, διά τήν κοινοβουλευτικήν τάξιν. Διότι «χουντικός» είναι ένας νόμος, δχι έκ τοΰ πότε κατεσκευάσθη, άλλ' έκ τοΰ τρόπου λει τουργίας του ύπό συγκεκριμένος συνθήκας. Μία «ανεπαίσθητος» τροποποίησις άρκεΐ ίνα τόν καταστήση συνταγματικώς εγκυρον. Εΐς τήν Γερμανΐαν υφίστανται εισέτι νόμοι τοΰ Γ' Ράιχ, ούτοι δμως είναι γενικοί νόμοι «δη μοσίας τάξεως», άφορώντες είς τό ρεΰμα, τό νερό καί τά σκουπίδια, ήγουν εΐς πράγματα πού δέν μεταβάλλονται κατ' ανάγκην μέ τάς πολιτικός άλλαγάς. Κατά μίαν δικτατορίαν δμως οΐ τό πρώτον καί κυρίως βαλλόμενοι εΐναι οί πνευματικοί άνθρωποι καί δή ποικιλοτρόπως (ουχί μόνον σωματικώς καί «άναπηρικώς»...). Τό δ,τι ό νόμος ούτος παραμένει εισέτι καί άπό τήν άποψιν αυτήν αναλλοίωτος, αποτελεί ϊκανήν άπόδειξιν τής αντισυνταγματικής ι σχύος του.
Έπί τοΰ 3: , Εΐς πολλάς χώρας δυτικάς καί ανατολικός ισχύουν σήμερον διά τούς λογο τέχνας έν γένει τά καλούμενα «Kulturfonds» (π;χ. Γαλλία, Ιταλία, "Αργεντι νή, Μεξικό, Γιουγκοσλαβία, Ισπανία, Ουγγαρία, Χιλή, Παραγουάη, Βενε ζουέλα, Τσεχοσλοβακία, ανατολική Γερμανία, Σοβιετική "Ενωσις κ.ά\). Παρ' ήμΐν ισχύουν ώρισμένα νομοθετικά μέτρα διά τήν ένίσχυσιν τών μέ σων μαζικής «κουλτούρας» (θέατρα, κινηματογράφοι κ,λπ.), ουδεμία δμως νομοθετική στήριξις τοΰ έργου τών συγγραφέων γενικώτερον, παρά τόν ρόλον των είς τήν διαμόρφωσιν τής έν λόγφ «κουλτούρας». Στήριξις προ φανώς δέν είναι ή έκ τών υστέρων αγορά κάποιου έργου των ενδεχομένως, άλλά ή έκ τών προτέρων ένίσχυσις και αρωγή, ώς δηλοΐ ή έννοια τοΰ <(Kulturfond». Τοΰτο προφανώς δύναται νά δημιουργήση προβλήματα κοι νωνικών πιέσεων, πρός βλάβην τών συμφερόντων τής γενικότερος ημών πολιτιστικής πολιτικής, ήτις ειδικώς διά τήν Ελλάδα παραμένει έξ ιστορι κών λόγων διεθνής...
Μέτρα αντικαταστάσεως τής παρ. 8 τοϋ άρθρ. 1: Τό μέτρον τής ιατρικής αντιλήψεως, έκτος τοΰ δ,τι είναι άνεφάρμοστον είς τήν περίπτωσιν τής πνευματικής εργασίας, αγνοεί καί τήν καθ' εαυτό λειτουργίαν τοΰ έν ευρεία έννοια λογοτέχνου, συνισταμένην εΐς τήν δυνατότητα πολιτιστικών ανταλλαγών, άνευ τής οποίας ουδέ κάν νοήται έννοια πολιτι στικής πολιτικής ή ΰπαρξις ΥΠ.ΠΟ. Συνεπώς τά κριτήρια τής έν λόγφ 375
παραγράφου δύνανται νά αντικατασταθούν μέ έτερα απείρως «αυστηρότε ρα», καθ* δ εγγενή κατά τήν φύσιν, άλλά κοινωνικώς καί πολιτικώς, ίδίως» πρόσφορα. Τά κριτήρια αυτά θά αποτελούν βεβαίως έργον τής Επιτροπής, άλλά καί μέτρον επιλογής της, ώς θά δειχθή. Εξαιρέσει τών Ιδιοφυών π.χ., δύναται νά καθιερωθή ώς μέτρον διακρί σεως ύπό τής Πολιτείας και άρα υποστηρίξεως υπάρχοντος συγγραφικού έργου ή 45ετία. Μέχρι τής ηλικίας αυτής ξχζι δείξει τίς τάς συγγραφικός του δυνατότητας. Ή πνευματική εργασία ώς κοινωνική παραγωγή διέπεται βε βαίως ύπό ώρισμένων κανόνων, έξ ών κυριότεροι ή πρωτοτυπία καί ή ποιότης. "Ομως, έξ ώρισμένων λόγων, ή περίπτωσις τοΰ «ενός άλλ' Ιδιοφυούς» βιβλίου (ή έργου) δύναται νά έξαιρεθή. Χαράκτηριστικόν τής δημιουργικής Ιδιότητος είναι οπωσδήποτε καί ή ποσότης, απορρέουσα άπό αυτήν ταύτην τήν φύσιν τοΰ πνευματικοΰ δημιουργού, ό οποίος διαρκώς <ί^ννφ>. Ή περίπτωσις συνεπώς τοΰ «ενός βιβλίου» (έστω καί άν υπάρχουν καί άλλα) υπάγεται εις τάς ευρεσιτεχνίας ή είς τούς ίδρυτάς θρησκειών καί άρα εξαι ρείται τοΰ κανόνος, Έφ' όσον όμως ή ποσότης τοϋ έργου παραμένει καί ποιοτικά πειστική (π.χ. Mozart!) τό ανωτέρω δριον της 45ετΐας δύναται κατά κρίσιν νά μειωθή Μέχρι τά 45 δμως ό συγγραφεύς φαίνεται. Έάν δθεν υφίσταται μέχρι τής ηλικίας αυτής τό έργον, δύνανται νά τεθοΰν πρόσθετα κριτήρια διά τήν άπονομήν προώρου συντάξεως ώς ενισχυτικής τοΰ συγγραφικοΰ έργου, ώς έπί παραδείγματι: α) Νά δύναται ό συγγραφεύς νά ανάπτυξη θέματα έκ τοΰ έργου του είς δύο τουλάχιστον ξένος γλώσσας, ουχί ελάσσονος εκτάσεως τών 3 σελίδων, ενώ πιον ειδικής Επιτροπής (δηλ δυναμένης νά περιλάβη κατά περίπτωσιν και εκπροσώπους τοΰ βρεττανικοΰ Συμβουλίου, τοΰ ινστιτούτου Γκαίτε, τοϋ γαλλικοΰ Ινστιτούτου καί άλλων συναφών). Τό κριτή ριον τούτο έξ ευνόητων λόγων, ών ή Ιδιαιτέρα μνεία θά έπερίττευεν, είναι απείρως αύστηρότερον τής νύν υφισταμένης Ιατρικής διαπιστώσεως τοϋ... «ανθρωπίνου ράκους» (67%!)... β) Νά έχη τό έργον του μεταφρασθη είς ξένας γλώσσας. Τό κριτήριον τοΰτο δμως δέν είναι ίσχυρόν, διότι πολλοί εκδοτικοί οίκοι είς τό έξωτερικόν αναλαμβάνουν εκδόσεις ξένων έργων ευθύς ώς πληρωθούν καλώς, άναλαμβάνοντες ταυτοχρόνως τήν προβολήν διά τών εφημερίδων καί τής «κρι τικής»... Τό κριτήριον συνεπώς τοΰτο θά άποτελή είδικήν μέριμναν τής Επιτροπής. γ) Νά αποδεικνύεται έκ τοΰ έργου του γνώστης μιας τουλάχιστον ξένης λογοτεχνίας κατά σύνολον ή επαρκώς κατά κλάδους. Επειδή δμως τό πρώ τον είναι εξόχως δύσκολον άν μή αδύνατον, τό δεύτερον δύναται νά θεωρηθτ) επαρκές. Καί τοϋτο πάλιν ουχί κατά τήν έννοιαν τών «καυκίων» τοΰ Κοραή, ήγουν μεταφράσεις ή «δοκίμια» περί τοΰ έργου ξένων συγγραφέων (ταύτα άποτελοΰν «προσωπικός αναγνώσεις» καί μεταφραστικά δοκιμάσματα — έφ' δσον δέν πρόκειται περί μεταγραφής ολοκλήρου τοΰ έργου — και δέν συνιστούν έργον) άλλά κατά τό μέτρον «διαλόγου» πρός ίδιογενές έργον
(περίπτωσις Ντοστογιέφσκυ καί Καζαντζάκη). Πότε μία ειδική ενδεχομένως μετάφρασις συνιστά μεταφοράν έργου, τοΰτο θά άποτελή κρίσιν τής "Επι τροπής. Επειδή προσέτι ή γνώσις μιας οιασδήποτε λογοτεχνίας απαιτεί καί γνωριμίαν τοϋ τόπου, ένθα αύτη παράγεται καί λειτουργεί, νά προϋποτίθεται ώς κριτήριον καί ίκανή παραμονή (άνω της 8ετίας π.χ.) είς τούς αντίστοι χους τόπους. δ) Τό δοκιμιακόν ή άλλο Ιργον των νά έχη άνευ «είδικών μεσολαβήσεων» — ήγουν νά ευρίσκεται είς βιβλιογραφικήν χρήσιν καί ουχί μετάφρασις ώς έν β) — μεταφερθή είς ξένας γλώσσας, ώς π.χ. τό έργον τοΰ Ούναμοΰνο εις τά Γαλλικά ή τοϋ Μπ. Γκρότσε είς τά Γερμανικά. Τοΰτο θά άποτελή ΐδιαιτέραν μέριμναν τής Επιτροπής, ιδίως σήμερον εις τήν έποχήν τοΰ καλου μένου «Star-System», τοΰ περιλαμβάνοντος καί πολλάς ασημαντότητας. ε) Διά τοϋ έργου του, τελούντος είς διάλογον μετά τών διεθνώς συμβαι νόντων, νά συντελή είς τήν άνάπτυξιν τής εγχωρίου λογοτεχνίας διά προα γωγής καταστάσεων καί ουχί εκφράσεως προσωπικών απλώς συναισθημά των. Οΰτω πώς αποκλείεται ή περίπτωσις τοϋ «ταλάντου», τοϋ... «Αγίου Πνεύματος» και ή περί «ρΊζης» φοβία, ή ύποκρύπτουσα άδυναμίαν ή έπιδίωξιν έκ διαφόρων λόγων μή συντονισμοί πρός τά διεθνή δεδομένα τών καιρών μας. στ) Είς πάντα τά ανωτέρω δύναται προσέτι νά τεθη προϋποθετικός δρος ή άποδεικνυομένη ΰπαρξις πολιτικής σημασίας βλαβών, αϊτινες θά ήδύναντο νά ζημιώσουν τήν συγγραφικήν παραγωγήν τοΰ προσώπου. Ό δρος ούτος είναι βεβαίως επαχθής και εύελπιστεϊται, δτι είς τό μέλλον δέν θά υπάρξουν αί άντίστιχοι καταστάσεις είς τήν χώραν μας. Είς τήν περίπτωσιν αυτήν (ώς ή ίδική μου) ή πρόωρος συνταξιοδότησις θά έχη τήν σημασΐαν τής νομίμου αποζημιώσεως, έάν παρ' δλον τοΰτο ή συγγραφική προσφορά έσυνεχίσθη έπί δεκαετίαν τουλάχιστον. Έν τοιαύτη περιπτώσει ή πολιτεια κής σημασίας βλάβη δέον νά τεκμαίρεται πέραν τών επιδιώξεων τοΰ συγκε κριμένου άτομου («αντιστασιακός» κομματιζόμενος, «λάτρης τής Δημοκρα τίας» κ.λπ...). ζ) 'Αλλά καί είς περίπτωσιν ανέλπιστου κλινικοΰ ατυχήματος ή Α,Σ,Υ.Ε. περιττεύει, διότι καί είς άλλας περιπτώσεις υπάρχουν συμβούλια κρίσεως αποτελούμενα έκ μή στρατιωτικών ιατρών (π.χ. "Απομάχων, ΙΚΑ κ.ά.). Ή «πρόβλεψις» αύτη έν τφ νόμω, πλήν τοϋ γεγονότος δτι είναι ό πρώτος τοΰ είδους του καί τής εποχής καθ* ήν έξεπονήθη, υποκρύπτει βάσιμον τήν ύπόνοιαν δτι είς τόν νουν τοΰ νομοθέτου οί λογοτέχναι ένυπήρχον ώς είδος τί λωποδυτών, σκοπούντων διά μεθόδων αναλόγων τών τοΰ «Ζητιάνου» τοΰ Καρκαβίτσα νά επιβαρύνουν τόν κρατικόν προϋπολογισμόν... Τά ανωτέρω κριτήρια ή άλλα παρόμοια, άλλά εγγενή έν τή φύσει τής λο γοτεχνικής παραγωγής, άποτελοΰν κατ' ούσίαν πολύ αυστηρότερα κριτήρια ή ή Α.Σ.Υ.Ε., τής παρ. 8. Συνεπώς καί κατά ταύτα είς εξόχως είδικάς περι πτώσεις δύναται νά χορηγήται πρόωρος λογοτεχνική σύνταξις. Τά ανωτέρω 377
κριτήρια εξετέθησαν σκοπίμως αυστηρότατα, ίνα καταδειχθώ τό μάταιον καί παράλογον του μέτρου της Α.Σ.Υ.Ε, 'Εν τή πράξα δύνανται να υπάρξουν ήπιώτερα καί νά θεσμοθετηθούν αναλόγως βάσει τών ύπαρχουσών λογοτε χνικών δυνατοτήτων τοϋ τόπου μας και Ιδία τών σκοπουμένων πολιτιστικών τελών. ΕΙς αυτά όμως υπάρχει δ,τι δέν υπάρχει τώρα: ή σκοπιμότης της πολιτιστικής πολιτικής. Διά τοΰ δρου «λογοτεχνική σύνταξις» δέν πρέπει νά νοηται «κοινωνική παροχή πρός αναξιοπαθούντος», οόδέ ό δρος «σύνταξις» αναφέρεται κυριολεκτικώς. Διότι «σύνταξις» σημαίνει επίδομα λόγφ παύ σεως εργασίας, ένω διά τοΰ δρου «λογοτεχνική σύνταξις», νοείται χορηγία, έφ* όσον ώς εξετέθη οΐ λόγοι συντρέχουν, διά τήν συντέλεσιν καί ύποστήριξιν έργου. Ουχί μόνον έκ μέρους τών λογοτεχνών, άλλά καί αυτής ταύτης τής πολιτικής τοΰ υπουργείου. Προσφάτως ό Δήμος Αθηναίων έπέλεξεν ελληνικής καταγωγής πρόσωπα τής διεθνούς πνευματικής σκηνής πρός «παρασημοφόρησιν». «"Επαινος» τις έκ μέρους τών πνευματικών ημών καθιδρυμάτων θά άπετέλει έν προκειμένω σχήμα πρωθύστερον, άφοΰ ή πνευματική προσφορά τών προσώπων αυτών είναι διεθνώς ανεγνωρισμένη. Άνάλογον τοΰ «παρασήμου» τιμητικήν διάκρισιν τό ΥΠ.ΠΟ. δέν έχει. Τοΰτο δύναται νά έπιτευχθη άκόπως βάσει τής ανωτέρω εννοίας τής «χορηγίας» καί διά καταλλήλου τροποποιήσεως τοΰ 214/73, δυνάμει τοΰ έξης αιτιολογικού: Κατά τό άρθρ. 8 τοΰ Κωδικός περί ελληνικής ιθαγενείας, ή Ελλάς διατηρεί τό δικαίωμα απονομής αυτής είς εξαιρετικός περιπτώσεις καί εΐς πρόσωπα διακρινόμενα «έπΐ έξόχω διανοητική ίκανότητι» ή έχοντα προσφέρει διά τοΰ έργου των εξαιρετικός υπηρεσίας πρός τό συμφέρον της Ελλάδος. Διά τοΰ άρθρου αΰτοΰ έπολιτογραφήθησαν παλαιότερον οί Άρσάκης, Σίνας, Ζάππαι ic.fi. "Επρόκειτο προφανώς περί τιμητικής διακρίσεως, έν δψει τών κο λοσσιαίων ποσών..., έμφαινομένης έκ τής υπηρεσιακής αυτής διαδικασίας... Σήμερον ή "Ελλάς δέν ευρίσκεται είς τήν περίοδον τών «εθνικών ευεργετών», ό δέ ελληνισμός τής διασποράς, έχων πρό πολλού αποκτήσει συνείδησιν ώς τοιούτος, δέν στέλλει τό «πολύτιμον συνάλλαγμα» είς τήν «μητέρα πατρίδα». Συνεπώς αύτη, ίνα διατήρηση τόν μΰθον τής «εθνικής συνοχής καί τοΰ απαραιτήτου πρός τοΰτο «πνευματικοΰ μεγαλείου», χρήζει τής βοηθείας τών άπανταχοΰ «φιλελλήνων». Υπάρχουν δέ πολλοί σύγχρονοι αλλοδαποί, οϊτινες, γνωρίζοντες απταίστως τήν έλληνικήν, ασχολούνται στενώς μέ τά τής ελληνικής πνευματικής ζωής. Συντελούν άρα κατ* ανάγκην εΐς τήν άνάπτυξιν καί καλλιέργειαν τών πολιτιστικών ανταλλαγών, έκ μόνων τών οποίων δύναται νά προσκτηθή εισέτι κέρδος ή Ελλάς. Είς ένια λοιπόν τών προσώ πων τούτων, θά ήδύνατο νά άπονεμηθή μία τιμητική διάκρισις ύπό μορφήν χορηγίας (άρα προσωπική καί μή μεταβιβάσιμος) έκ μέρους τοΰ ΥΠ.ΠΟ. — καί ώς γνωστόν τό χρήμα όσονδήποτε ολίγον γίνεται άμεσώτερον αίσθητόν ώς «τιμητική διάκρισις» άπό πδσαν άλλην —, ώστε νά δύνανται ούτοι νά πυκνώσουν τάς έπαφάς καί μεταβάσεις των ένταΰθα, διαθέτοντες στοιχειώδη τινά οΐκονομικήν βάσιν άνά τάς ελληνικός Τράπεζας. Τά χρήματα ταΰτα δέν εξέρχονται τής περιοχής τοΰ ασήμαντου διά τόν κρατικόν προΰπολογισμόν,
ένφ τό πολιτιστικόν καί έκ τούτου πολιτικόν κέρδος διά τήν Ελλάδα θά είναι δυσανάλογος μέγα. Ουδέ καί «συναλλαγματικός κίνδυνος» υφίσταται, διότι τοιούτον τί στερείται νοήματος διά τά έν λόγφ πρόσωπα.., Ή ιδέα τής τιμητικής αΰτης χορηγίας δι' αλλοδαπούς καί κανονικής («σύνταξις»!) δι* "Ελληνας διανοουμένους, δύναται νά πραγματοποιηθώ αμέσως δι' απλής τροποποιήσεως τοϋ 214/73, άνευ τοΰ βαρβάρου επινοήματος τής... Α.Σ.Υ.Ε. 'Αργότερον βεβαίως τό ΥΠ.ΠΟ. δύναται νά εύρύνη διά συμπληρωματικών νομοθετημάτων τούς φορείς τής πολιτιστικής του πολιτικής διά τών «τιμη τικών διακρίσεων» καί τήν γενικωτέραν έννοιαν τών «Kulturfonds». Π.χ. διά τής δυστυχώς εισέτι αναμενόμενης κρατικοποιήσεως της εκκλησιαστικής περιουσίας — τοΰτο δηλοϊ μείζονα δυνατότητα επιλογών — οΐκοδόμησις «πνευματικών ενδιαιτημάτων», ήγουν οικισμών εΐς γραφικός καί ήρεμους παραθαλάσσιας περιοχάς έπί τής ηπειρωτικής Ελλάδος (καί δχι έπί τών νήσων — διά λόγους εξερχόμενους ώδε τοΰ παρόντος), οΐ όποιοι θά παρα χωρούνται ΐσοβίως κατά χρήσιν διά τάς «διακοπάς» ή μή είς εξέχουσας προσωπικότητας τής ελληνικής καί διεθνούς πνευματικής σκηνής, ιδιαιτέ ρως συνδεδεμένων μετά τών ελληνικών πραγμάτων καί οΰτω πώς εΐς άγαθουργόν έπικοινωνίαν συνευρισκομένων. Πλήν τής προφανούς διά τήν "Ελ λάδα ωφελείας, ή έν λόγφ ((τιμητική διάκρισις» θά ύπαρξη διά τά πρόσωπα εξόχως κολακευτική. "Εάν δέν έχουν ανάγκην τής ηρεμίας καί τοϋ καθαροϋ αέρος οί πνευματικώς κοπιώντες εΐς κλειστός αίθουσας και σκονισμένα σπουδαστήρια, τότε ποίοι έχουν; Ή έν λόγω «άπαίτησις» δύναται νά θεωρήθη αναλόγου τάξεως τής τών βουλευτών φ.ε., καθότι ό πολιτικός βίος ενέχει άναφαίρετον τήν πνευματικήν του διάστασιν, τήν έξαρτωμένην έκ τών προσώπων τούτων. Προσέτι καί δύο «υπερσύγχρονα κρουαζιερόπλοια», τά όποια ύπό τάς ονομασίας «Πλάτων» και «Αριστοτέλης» θά διέσχιζον ώς πλωτά «θερινά Πανεπιστήμια» τάς θάλασσας άπό Κριμαίας έως Ειρηνικού, θά άπετέλουν εξοχον φορέα τής ελληνικής πολιτιστικής πολιτικής. 'Επ' αυτών ώς χώρων συγκλίσεως τής διεθνούς περί Ελλάδος καί Μεσογείου διεθνούς σκέψεως, διά συμμετοχής ελληνιστών καί έλληνοτραφών τω πνεύματι έξ όλης της υφηλίου (Ελλήνων, Ευρωπαίων, Αμερικανών, "Αράβων, Ρώσσων, Κινέζων, Ιαπώνων κ.ά.) θά δύνανται νά διακινούνται κατά τά μακρά ελληνικά θέρη αί σπουδαιότεροι τών πολιτιστικών ανταλλαγών τών μεσογειακών κόσμων. Άς έλπίσωμεν δτι εΐς τό σημεΐον τοΰτο, έν τή τουριστική της αναπτύξει, δέν θά μας προφθάση ή Τουρκία... Πάντα ταΰτα, διαφέροντα αισθητώς κατ' έννοιαν τών «επιδομάτων ανα ξιοπαθούντων», περί ών έν ή έν τώ 214/73 άντίληψις, άποτελοϋν ενδεχομένως μελλοντικάς προοπτικός, ουδόλως δμως εξερχόμενων τής ανωτέρω εννοίας της χορηγίας έκ τών «Kulturfonds», καθ' δν τρόπον δέν εξέρχονται τής εννοίας τοΰ «προϋπολογισμού» ενός κράτους αϊ παρεχόμενοι ύποτροφίαι...
379
Έκ πάντων τών εκτεθέντων καθίσταται φανερόν, δτι 6 ρόλος τής διακριτι κής εύχερείας τής (ή τοϋ) εκάστοτε υπουργού ώς καί ό ρόλος τής επιτροπής κρίσεως παρουσιάζονται ηύξημένα διά μιάν έπί τό λογικώτερον τροποποίησιν τοϋ 214/73. Διά μέν τούς αλλοδαπούς ή διακριτική ευχέρεια τοϋ υπουρ γοϋ βά είναι κατ * ανάγκην συντελεστική, διότι μεταξύ αυτών περιλαμβάνο νται καί διασημότητες υπαγόμενοι είς κριτήρια άλλα. Περί τών αλλοδαπών συνεπώς, ακριβώς επειδή θά πρόκειται περί πολιτικής σημασίας επιλογών, θά δύναται νά άποφανθή 6 υπουργός, ουχί μόνον κατά σύμφωνον πλειοψη φούσαν γνώμην τής επιτροπής (άρα έπί τών αλλοδαπών αύτη θά είναι με ρικώς δεσμευτική διά τόν ύπουργόν), άλλά κυρίως έν συνεννοήσει μετά πολιτιστικών οργανισμών τοΰ έξωτερικοΰ καί (ή) τών έν τή αλλοδαπή ομο λόγων του,
νέχεια σκοπών» καί σταθερά γραμμή «πολιτιστικής πλεύσεως» πράγματα τά δποϊα ό έν ισχύει νόμος σοβαρώς παρεμποδίζει. Τώρα δι * αλλαγής Ολοκλή ρου τής επιτροπής, ώς ή προχειρότης τού 214 προβλέπει, έχομεν δχι μόνον άλλαγήν κρίσεως, άλλά καί οίονεί «άλλαγήν πολιτικής» (άφοΰ ή κρίσις δύναται νά συνεπιφέρω καί πολιτικός συνεπείας, έναντι των οποίων ό υπουρ γός δέν καθίσταται ανεύθυνος, δεσμευμένος ών έκ τών ίδίων αύτοΰ επιλο γών). Διά τοΰ ανωτέρω τρόπου ό μέν υπουργός θά συνεχίση νά έπιλέγη, διαθέτων μάλιστα καί έγκυρους συμβουλευτικάς γνώμας, άλλά δέν θά υφί σταται ή κατά πράξιν αποκλειστική του ευθύνη, ώς μέχρι τοΰδε, άφοΰ πλέον ή επιτροπή θά παραμένη κατά πλειοψηφίαν αναλλοίωτος καί άρα συνυπεύ θυνος διά πάσαν πολιτικήν ή άλλην συνέπειαν, ώς καί διά τήν τήρησιν τής χαραχθείσης πολιτικής.
Ηύξημένου δντος τοϋ ρόλου τής επιτροπής κρίσεως διά μίαν τοιούτου είδους διαχείρισιν τής πολιτιστικής πολιτικής, είναι προφανές ότι αύτη δέν θά άρκήται ή θά περιορίζεται είς άπλήν «κατ' ειδικότητα» (τούτο δύναται ενίο τε νά λάβη καί «ώς άπό τρίποδος» χαρακτήρα...) κρίσιν έπί τών υποβαλλο μένων έργων, άλλά θά συνυπολογίζω καί συνεκτιμά τήν εύρυτέραν λειτουργίαν τοΰ ύπό κρίσιν έργου. "Αρα τά κριτήρια θά είναι πολλαπλά — ειδικός άλλωστε τής «λογοτεχνίας» ορισμός δέν υπάρχει —, έξικνούμενα έπί προ σώπων καί καταστάσεων. Τοΰτο ουχί κατά τήν έννοιαν, τήν άκρως συνήθη παρ' ήμΐν τής «γνώσεως τής κρεββατοκάμαρας» ώς έπί μεγάλου Λουδοβί κου, άλλά άπό τήν άποψιν τής αντικειμενικής λειτουργικότητος τοϋ έργου καί τοΰ τελικού πολιτικοΰ σκοπού. Δήλον δθεν δτι καί ή θητεία τής επιτροπής δέον νά έχη τό χαρακτηριστικόν τής διαρκείας, διότι έπί διετούς βάσεως ουδεμία πολιτική δύναται νά σχεδιασθή — πολλφ δέ μάλλον ή πολιτιστική, ή Οποία είναι έξ δρισμοΰ μακροπρόθεσμος. Άντί συνεπώς τής ύπό τοΰ νόμου προβλεπομένης διετούς θητείας, ημπορεί αύτη νά εκλέγεται εσωτερικώς κατά τό σύστημα τής γαλ λικής Γερουσίας. "Απαξ εκλεγείσα νά άνανεοϋται κατά τά 2/5 αυτής άνά τριετίαν, του εκπροσώπου τοΰ υπουργείου δντος σταθερού. Καί επειδή ή πολιτιστική πολιτική είναι εθνική καί δχι κομματική πολιτική, ίνα τά κρι τήρια ανανεώσεως υπάρξουν διάφορα ή εκείνα τών... νομαρχών, δέον, εί δυνατόν, ή επιλογή των νά γίνεται κατόπιν συμφώνου συμβουλευτικής γνώ μης καί τών πολιτιστικών οργανισμών τών κυριωτέρων έν τή χώρα μας ξένων χωρών, ώς π.χ. τοΰ βρεττανικοΰ συμβουλίου, τού ινστιτούτου Γκαίτε, τοΰ γαλλικού Ινστιτούτου καί εΐ τίνος κατά περίπτωσιν έτερου. Τοΰτο θά άπετέλει είδικόν ευτύχημα, έφ' όσον ήδύνατο νά κατορθωθή, διότι ακριβώς σκοπός πάσης πολιτιστικής ανταλλαγής είναι ή σύσφιγξις τών πολιτιστι κών μας σχέσεων μέ τάς τών άλλων χωρών, ένφ έκ παραλλήλου οί έν λόγω οργανισμοί δύνανται νά έχουν γνώμην περί τοΰ βαθμού οίκειότητος καί εγκράτειας έκ τών έν τή αλλοδαπή ασχολουμένων περί τά πολιτιστικά των. Διά τής ανωτέρω κατά 2/5 άνά τριετίαν ανανεώσεως, θά υφίσταται «συ
ΓΕΝΙΚΑΙ ΠΑΡΑ ΤΗΡΗΣΕΙΣ: 1) Τά ανωτέρω, συνιστώντα τά γενικά πλαίσια αλλαγής τοϋ νόμου, καθιστοΰν προφανή τήν ανάγκην τής άμεσου μερικής τουλάχιστον τροποποιή σεως του. 2) Ή περίπτωσις «αναπηρίας λογοτεχνών» είναι αδύνατον νά διαγνωσθη πρακτικώς, διότι προϋποθέτει κοινήν σύγκλισιν απειρίας μερικωτέρων επι τροπών (ϊατρών διαφόρων είδικοτήτων, νομομαθών, πολιτειολόγων, κοινω νιολόγων, ψυχολόγων, κριτικών, φιλολόγων, γραμματολόγων, Ιστορικών κ.ά.). Συνεπώς ή παρ. 8 τοΰ άρθρ. 1 τοϋ 214/73, είδικώς διά τούς λογοτέχνας — τούς υποχρεωμένους νά είναι «ολίγον» αποκλίνοντες τής κοινώς εννοού μενης εννοίας της «ψυχικής υγείας» —, αποτελεί βαρβαρώδες έννόημα, κα θιστών κατά πράξιν άκυρον καί άνεφάρμοστον τόν νόμον. Είναι δηλαδή διά τούς λογοτέχνας ένας νόμος άδικος καί υποτιμητικός. Οΰτω δμως καθίστα ται καί ή γενικώτερα πολιτιστική πολιτική δυσχερής. Τοΰτο μέν κατά τήν έννοιαν τοΰ «Kulturfond» (διατί π,χ. μόνον τά Θέατρα, τά αποτελούντα συ νέπειαν τής καθόλου πνευματικής παραγωγής ενός τόπου, τής ουδόλως άποκειμένης είς μόνους τούς θεατρικούς συγγραφείς;), τοΰτο δέ ώς πρός τήν έξωτερικήν πολιτιστικήν μας πολιτικήν, τήν προϋποθέτουσαν καί άνάλογον συνεργίαν τών πνευματικών ανθρώπων. Άν δχι τών έν στενή έννοία λογο τεχνών, τών δυναμένων νά έχουν πολιτικήν, ίστορικήν καί κοινωνιολογικήν έπ' αυτής γνώμην. 3) Ή φύσις τών εξωτερικών προβλημάτων, τής χώρας μας κατέδειξεν διά τής περιπτώσεως τοΰ κ. Θεοδωράκη, δστις τυγχάνει καί συγγραφεύς — ανεξαρτήτως πολιτικών ή διπλωματικών αποτιμήσεων, συμποσούμενων α πλώς είς τό δτι τό κυπριακόν «ήλλαξεν φάσιν» —, τήν σημασίαν τοΰ ρόλου τών διανοουμένων: δτι δηλαδή άποτελοΰν τούς κατ' έπέκτασιν φορείς τής πολιτικής μιάς χώρας καί δτι ό ρόλος των εξικνείται ενίοτε πέραν τών πρακτικών δυνατοτήτων αυτής. Τά πράγματα ταύτα, γνωστά άπό καταβολής κόσμου καί κρατών, θά έπερίττευεν ίσως νά ΰπομνησθοΰν, έάν δέν ώφειλεν 381
νά σημειωθή, δτι, των διανοουμένων αγνοουμένων κατ' ούσίαν Οπό τών κειμένων νόμων ή αντιμετωπιζόμενων διά βαρβάρων νομοθετημάτων ώς ό 214/73, φυσικόν είναι ό ρόλος των νά φαίνεται δυνάμει μειωμένος έναντι τρίτων. Επειδή δμως τούτο δέν είναι καί ενεργεία δυνατόν, οφείλει ή σχε τική νομοθεσία νά έκσυγχρονισθή. Εκσυγχρονισμός δέ σημαίνει ΝΑ Α ΠΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΩΣ Ο ΝΟΜΟΣ ΠΑΣΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ ΙΑΤΡΩΝ ΚΑΙ ΔΗ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ. 4) Ή έννοια τών «Kulturfonds» δέν είναι προφανώς ταυτόσημος τής κατά τόν νόμον συνταξιοδοτήσεως λογοτεχνών μετά τά 65, ήτις ακριβώς διά τοΰ το πρέπει νά έξαιρεθή τών διατάξεων τής συνήθους εργατικής νομοθεσίας. Ή έννοια τής λογοτεχνικής συντάξεως μετά τά 65 — έφ* όσον προϋπάρχει τό έργον κατά ποσότητα καί πρωτοτυπίαν, εξαιρουμένης ούτω τής περιπτώ σεως καλλιτεχνικής «λόξας», π.χ., πρό εικοσαετίας έκδοσις μικρας ποιητι κής συλλογής ή ενός σεναρίου —, εμπίπτει κατ' εξοχήν είς τήν έννοιαν τών «Kulturfonds», διότι ακριβώς κατά τήν ήλικίαν αυτήν δύναται ό πνευματικώς εργαζόμενος νά ολοκλήρωση ώρισμένα τών σπουδαιότερων ενδεχομένως έργων του. Συνεπώς ή λογοτεχνική σύνταξις δέον νά παρέχεται αυτοδικαίως, ανεξαρτήτως άλλης συντάξεως, διότι κατά τεκμήριον μετά τά 65 δ λογοτέ χνης δέν περιπίπτει είς τήν αυτονόητον άργίαν παντός («έργατικώς») συντα ξιούχου, άλλά παραμένει δ κατ' εξοχήν εργαζόμενος. Τοΰτο δέχεται καί ό ίδιος ό 214 διά τής... «εξουσιοδοτήσεως)) ήν παρέχει είς τούς λογοτέχνας μετά τά 65 νά... «συνεχίσουν επαγγελματικώς»! Ή μετά τά 65 λογοτεχνική σύνταξις οΰτε τιμητική διά τούς Έλληνας λογοτέχνας δύναται νά θεωρηθή, ούτε καθ' εαυτό σύνταξις τοΰ εργατικού δικαίου άποκλείουσα άλλην, αλλ* ένίσχυσις κατά τήν έννοιαν τών <
βέντας, ώστε τά διάφορα «σχέδια βοηθείας» τοΰ καιροΰ νά μείνουν κατά μέγα μέρος «αδρανή», ήγουν εΐς χείρας τών τότε διοικούντων. Έ φ ' δσον τοΰτο αληθεύει, συνιστά πρόσθετον λόγον άμεσου τροποποιήσεως τοϋ νόμου καί αποδεσμεύσεως του ειδικώς άπό πασαν έννοιαν Α.Σ.Υ.Ε.
ΜΕΡΟΣ Β'; ΣΥΝΕΠΕΙΑΙ ΕΚ ΤΗΣ ΕΩΣ ΤΟΥΔΕ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ. Ώς έκ τής Ίστορίας γνωστόν, αί ύπηρεσίαι τοΰ έλληνικοΰ κράτους προέ κυψαν πρό τής υπάρξεως αιτημάτων τών πολιτών, τών τελευταίων άπομεινάντων έν συνεχεία ώς πρόφασις διά τήν περαιτέρω λειτουργΐαν τών υπη ρεσιών. Και τοΰτο έως προσφάτως. Ή έπί τών ήμερων μας έννοια τής «έθνικοφροσύνης» ήτο κυρίως οικονομικής σημασίας έννοια, συνεπαγόμενη «υπηρεσίας» ειδικός, κόσμον, μισθούς, αξιώματα, προίκας κ.λπ.... Τό σύ μπτωμα κατέστη εγγενές εις τήν νομικιστικήν φύσιν τοΰ έλληνικοΰ δικαίου, τήν άφορώσαν κυρίως διά της περιπλοκής του είς τάς «λεπτομέρειας» (ώς παρετηρήθη καί επισήμως εΐς τήν έλληνικήν Βουλήν, βλ. τό βιβλίον μας «Έπΐ τής Δομής κ.λπ.» σελ. 157) εις παρόξυνσιν τών πολιτών πρός ένεργόν συμμετοχήν εΐς τά τοΰ πολιτικοΰ μας βίου. Τοΰτο συνεπάγεται μέν φόρτον «υπηρεσιών», σπανίως δμως καί ίκανοποίησιν αιτημάτων. Θέλω νά πιστεύω δτι ή περίπτωσίς μου θά έξαιρεθή τοΰ κανόνος τούτου, ώς άφορώσά εΐς εΰρύτερον κοινωνικόν καί πολιτειακόν πρόβλημα, καί δτι ή τροποποίησις τοΰ νόμου δέν θά «χρονΐση». Είς τήν ύποβληθεϊσαν αΐτησίν μου ουδόλως αναφέρω τήν λέξιν «αναπηρία» ή κάτι παρεμφερές. Επειδή δμως δέν ύπήρχεν άλλος νόμος διά τήν έννοιαν τών «Kulturfonds», έμεθοδεύθη τό αίτημα μου — τό πλήρως συνταγματικώς κατωχυρωμένον — ώς «αναπηρική σύνταξις». Έπ* αύτοΰ οόδεμίαν άντίρρησιν ένομιμοποιούμην a priori νά έχω, διότι κατά μίαν διαδικασίαν είναι δυνατόν ένας νόμος νά συνδέηται μέ πληθώραν άλλων — νόμων ή διατά ξεων. Ύπήρχεν συνεπώς ή πιθανότης (καί κατ' έμέ βεβαιότης, άφοΰ ύπήρ χεν υποβληθέν τό αίτημα μου), μία διάταξις π.χ. τής μορφής «Εΐς εξαιρετι κώς ιδιάζουσας περιπτώσεις καί μετά σύμφωνον γνώμην τών τάδε (επιπρό σθετων) πολιτικών επιτροπών ή συμβούλων, τό συμβούλων τών ιατρών δύ ναται νά άποφασίση κατ' έλευθέραν κρίσιν» — διάταξις ήτις νά μήν άνεφέρετο κάν εΐς τόν νόμον άλλά μόνον εΐς τήν «λίσταν» τών ιατρών —, νά έκαθίστα τόν νόμον συνταγματικώς λειτουργούντα καί νά έδιδεν διέξοδον είς τό αιτημά μου. Τοΰτο δμως μόνον έκ τής ολοκληρώσεως τής τελικής δια δικασίας ήδύνατο νά φανή. Τό κοινώς έν Ελλάδι λεγόμενον «γνώσις τοϋ νόμου απαγορεύεται» είναι ΐδεολογικόν εφεύρημα άποτεινόμενον πρός αμα θείς (ακριβώς λόγφ τής μή υπάρξεως νομικής υφής τών νόμων). Διότι «γνώ σις τοΰ νόμου» μόνον έκ τών υστέρων, έκ τής τελικής αποφάσεως δύναται νά πρόκυψη. Εις ώρισμένας μάλιστα χώρας οΐ νόμοι συνίστανται εΐς τό δεδικασμένον... Έκ τών προτέρων υπάρχουν μόνο πιθαναί έρμηνεΐαι τών
383
νόμων, οί όποϊαι είναι τόσαι, όσοι οί άνθρωποι, οί δικηγόροι, οί δικασταί καί (ακριβώς έκ τοΰ λόγου τούτου τά διαφόρων βαθμών) δικαστήρια. ΤαΟτα απορρέουν έξ αυτής ταύτης τής φιλοσοφικής σημασίας τοΰ δικαίου, τό ό ποιον ως έννοια είναι άνύπαρκτον καί δέν αποτελεί μέριμναν ούτε των δι καστηρίων ούτε τής νομικής επιστήμης. Έπί τοΰ γεγονότος τούτου θεμελιοΰνται τά αριστουργήματα τής παγκοσμίου λογοτεχνίας, ώς π.χ. «Οί αδελ φοί Καραμάζωφ» καί τό «Έγκλημα και τιμωρώ» τοΰ Ντοστογιέφσκυ... Δεδομένου συνεπώς ότι ή «νομολογία» (ώς καί αί δικαστικοί αποφάσεις) σκοπούν είς τό σύμμορφον υπάρχοντος συστήματος δικαίου, όπερ τείνουν νά καταστήσουν κατά περίπτωσιν λειτουργοΰν, ουδόλως ένομιμοποιούμην νά ερευνήσω βάσει ποίων νόμων και διαταγμάτων μεθοδεύεται υπηρεσιακώς τό πολιτειακώς νόμιμον αίτημα μου. Τήν ΰπαρξιν τοΰ 214 έπρόσεξα μόνον έκ τών υστέρων έκ τής τροπής τών πραγμάτων. Δι' αυτόν δμως καί ουδεμία απολύτως «γνώσις» είναι δυνατή, διότι ή γνώσις ώς άνθρωπίνη λειτουργία αναφέρεται έπί λογικών πάντοτε αντικειμένων, ένφ ό 214 είναι άρχήθεν παράλογος άφοΰ προσπαθεί νά ύποκαταστήση ώς νόμος τοΰ έργατικοΰ δι καίου τήν έννοιαν τών «Kulturfonds»... Μέ τοιαύτην συνεπώς «φιλοσοφίαν τοΰ δικαίου» και μή νομιμοποιούμενος νά υποθέσω, τί ώς πρός τήν ύπηρεσιακήν μεθόδευσιν τοΰ αίτήματός μου, παρέστην είς τούς Ιατρούς έν μέσφ χωλών, παραλυτικών καί στρεβλωμένων ώς άλλος Ίησοϋς έν Καπερναούμ... θεωρών δέ τελείως τυπικήν τήν παρουσίαν μου εκεί, πλήν τών «Ιστορικής φύσεως» ασθενειών (άφοΰ ή συζήτησης ήτο μέ Ιατρούς) πού κάθε άνθρωπος είς τήν ζωήν του έχει — π.χ. βαρεϊαν γρίππην πρό εικοσαετίας, έλαφράν οΰρολογικήν λοΐμωξιν πρό δεκαετίας καί ίσως και κάποιο παιδικό «πέσιμο» στόν δρόμο (οπωσδήποτε δμως τάς έκ πολιτειακής ύπαιτιότητος βαρείας ψυχικάς μου βλάβας) —, αντιμετώπισα τήν έρώτησιν: «άπό άλλην άσθένειαν δέν πάσχετε;», — Ναί, βεβαίως, αυτή λέγεται «οξεία έλλειψις οικονομικών εσόδων»! Όποτε βεβαίως έπηκολούθησεν τό έλαφρόν μειδίαμα τών Ιατρών: «Μά άπ' αυτή τήν αρρώστια πάσχει δλη ή ανθρωπότητα»... Είναι συνεπώς προφανής ή ηθική μου βλάβη ώς συγγραφέως και πολίτου δίδων έστω και ακουσίως τήν έντύπωσιν τοΰ έπιδιώκοντος «τρόπους» και «μεθόδους» πρός αποφυγήν στρατεύσεως νεοσύλλεκτου... Πλέον τούτου είς πάντα ταΰτα θά ήδύνατο νά διακρίνη τίς καί οίονεί ύπηρεσιακήν πρόθεσιν ύπονομεύσεως τοΰ συγγραφικού μου έργου. Διότι, άν βάσει τών ύπαρχουσών στρατιωτικών δυνατοτήτων, οί Ιατροί μέ έκριναν έν άγνοια μου κατά 67% «τρελλόν», έγώ μέν θά έμενον μέ τήν έντύπωσιν της νομίμου υπηρεσιακής κρίσεως ώς πρός τό αίτημα μου, ώς τοΰτο κατά νόημα είς τήν αϊτησίν μου εξέθεσα, ένώ κατ' ούσίαν θά εϊχον ηθικώς ύπονομευθή. Καί φυσικά οί ια τροί θά ήσαν ποινικώς υπόλογοι απέναντι μου έπί συκοφαντική δυσφημή σει...
Έξ δλων τούτων, ήγουν έκ τής λειτουργίας υπό συνταγματικά δεδομένα τού χουντικοΰ νόμου 214/73 ώς έχει, συνάγεται τό έξης κωμικόν, άλλά πλήρες κατά τήν κοινωνιολογικήν του σημασία συμπέρασμα: δτι είς τήν χώραν τοΰ Πλάτωνος καί τοΰ Αριστοτέλους, τήν δωσασα τά «φώτα» είς τήν ύπόλοιπον ανθρωπότητα, βάσει τής κειμένης νομοθεσίας ή πνευματική ερ γασία προκειμένου νά άμειφθη πρέπει νά έξομοιωθή κατά 67% μέ τήν κλινικήν τρέλλαν!,,. Τρόποι αντιδράσεως πρός ήθικήν άποκατάστασίν μου έκ πάντων τών α νωτέρω ύπήρχον βεβαίως. Π.χ. άναφοράν πρός τό Συμβούλιον Αναφορών έν Στρασβούργω περί άκαταλληλότητος τής "Ελλάδος αναλήψεως τής Προεδρίας κατά τό προσεχές έξάμηνον (τοΰτο δέν θά εΐχεν ίσως πρακτικόν αποτέλεσμα, άφοΰ ή άνάληψις είναι υποχρεωτική, θά είχεν δμως ηθικόν, ουχί ελάσσονος σημασίας δεδομένων και τών εξωτερικών προβλημάτων τής χώρας.,.), μήνυσαν κατά τοΰ Γεν. Γραμματέως τού υπουργείου έπί παραλήψει καθήκοντος, αναφορά πρός τά Ελλάδι λογοτεχνικά σωματεία καί κοινο ποίησαν είς τόν Τύπον, άνάλογον άναφοράν πρός διεθνείς οργανισμούς προ στατεύοντας τήν πνευματικήν έργασίαν, έν τέλει δέ συγγραφή βιβλίου με ταξύ καί άλλων. Πώς δμως καί τό τελευταϊον τοΰτο, δταν έμεΐς οί ίδιοι ύπήρξαμεν αυτοί, οί όποιοι έμοχθήσαμεν νά δείξωμεν δτι ή Ελλάς έξ ιστο ρικών λόγων ούτε εϊχεν ποτέ Δίκαιον οΰτε καί πρόκειται ποτέ νά απόκτηση (τουλάχιστον ώς έχει); Θά επρόκειτο άρα περί βιβλίου στρεφομένου κατά τής πολιτικής τής παρούσης Κυβερνήσεως καί τοΰ ΥΠ.ΠΟ. Πώς δμως καί τοΰτο, άφοΰ είμεθα εξόχως σύμφωνοι μέ τήν πολιτικήν αυτήν, γεγονός δπερ ουδόλως άπεκρΰψαμεν καί είς τά βιβλία μας; Δύναμαι έξ αφορμής προσω πικής περιπτώσεως νά βλάψω πολιτικήν, ήν θεωρώ ίστορικώς σωτήριον καί άκρως έπιβεβλημένην; Ή «λύσις» συνεπώς τοΰ βιβλίου θά άπετέλει ίσως δι' έμέ τήν «πληρεστέραν», έξ αντικειμένου δμως τήνχειρίστην. Καί οίαδήποτε δμως έκ τών υπολοίπων θά άπετέλει έκ μέρους μου κατάχρησιν δικαιώματος, καίτοι βλαβέντος. Διότι θά έσήμαινεν δτι προϋποθέτω συνειδητήν τήν πρό θεσιν τής ηθικής καί υλικής βλάβης μου. Τοιούτον τί δμως δέν δύναμαι, τουλάχιστον έπί τοΰ παρόντος, νά δεχθώ. Αυτό τό όποιον πιστεύω είναι δτι μέσα στήν έν γένει δικαιακήν δυσμορφίαν τοΰ τόπου μας, ένας χουντικός νόμος είναι απολύτως δυνατόν άνευ τροποποιήσεως ύπό συνταγματικά δε δομένα νά διασύρη πρόσωπα καί θεσμούς. Καταφαίνεται συνεπώς πλήρως ή ανάγκη άμεσου τροποποιήσεως τοΰ τραγελαφικού αύτοΰ νόμου — καί τοΰτο ήσθάνθην ώς «πρώτον βήμα» τό όποιον έπρεπεν, παρά πάσαν πρόσθετον ϋλικήν βλαβην μου, νά κάνω. Θά ήτο δμως σφάλμα, έάν τίς ΰπέθετεν δτι ή Ιδική μου συγγραφική θέσις έβελτιώθη κατά τι έκ τής ορθής ενεργείας τών Ιατρών, εντός τών πλαισίων τών υπηρεσιακών των δυνατοτήτων, ή δτι αισθητώς θά βελτιωθή καί μετά τήν τροποποίησαν τοΰ νόμου. Διότι ό 214 δέν είναι ό μόνος χουντικός νόμος έν Ισχύει, ώς μετά ταΰτα έπληροφορήθην. Έάν συνεπώς αρκεσθώ είς μόνην 385
τήν τροποποίησαν αύτοΰ, παρά τήν νόμιμον ίκανοποΐησιν τοϋ αΐτήματός μου, δταν ύπερεβδομηκοντούτης θά προταθώ ενδεχομένως ώς έπίτιμον μέλος τής «Ακαδημίας Επιστημών» τών είσέτι αγρίων Παπούα της Αυστραλίας, θά δύναται τις νά έγείρη. εδλογον άντίρρησιν: «τό έν λόγφ πρόσωπον δέν κέκτηται τών δεόντων ηθικών προσόντων διά μίαν τοιαύτην ύψηλήν διάκρισιν, διότι έν έτει τάδε, καίτοι διεπίστωσεν μίαν κατάστασιν, «έκοίταξεν μόνο νά κάνη τήν δουλειά του» καί έσιώπησεν γενικώτερον, αφήνων τόν άπλοϋν καί άμαθη έργατάκον είς τήν άνάλογον περίπτωσιν ενός άλλου χουντικού νόμου νά ξεκρεμάη τό δίκαννον καί νά σκοτώνη τά παιδιά του...». Ουδέποτε βέβαια απέδωσα είς εαυτόν τόν ρόλον τοϋ κοινωνικού άναμορ* φωτοΰ έπί τοϋ καθόλου, συναισθανόμενος τήν Ιλλειψιν αναλόγου δυνάμεως καί άρκούμενος απλώς είς τήν κατά δύναμιν συνεισφοράν πρός βελτίωσιν τοϋ έπί μέρους.' Η σιωπή δμως δι' ορισμένους — κατ εξοχήν δέ διά τούς συγγραφείς — συνιστά άσύγγνωστον αμάρτημα ύφ' οίασδήποτε συνθήκας, τό όποιον είθισται νά καθίσταται ένεργόν ακριβώς είς «είδικάς στιγμάς»... 1
* Ο 214 συνεπώς ως έχει καί άνευ τροποποιήσεως έπί τόσα συνταγματικά έτη είναι νόμος πάσης φύσεως «γορδίων δεσμών» καί ουχί νόμος «λογοτεχνικών συντάξεων». Βεβαίως οΐ συγγραφικώς ασχολούμενοι είναι υποχρεωμένοι νά ευρίσκουν λύσεις καί έκεΐ ποΰ φαίνεται νά μήν υπάρχουν, δπως ακριβώς ένας ζωγράφος είναι υποχρεωμένος νά βλέπη αληθείας είς τά πράγματα έκεΐ πού δέν ύπήρχον πρίν αυτός τάς διακρίνη. Ελπίζω δτι κάποιον λύσιν θά εΰρω ώς πρός τά υπόλοιπα, έφ' δσον καί ή σύντομος τροποποίησις τοΰ νόμου βοηθήση πρός τοΰτο. Έπί τοΰ παρόντος ή άμεσος τροποποίησις τοΰ 214 θά ύπαρξη δι* έμέ ίκανή ηθική ίκανοποίησις, διότι ενδεχομένως άνευ τής περιπτώσεως μου ούτος νά μήν έτροποποιεΐτο καί ποτέ, πρός μεγίστην ζημίαν ανθρώπων καί θεσμών. Επειδή πρόκειται περί νόμου-πλαισίου συ γκεκριμένης πολιτικής, έχοντος βασικόν φορέα τήν έπιτροπήν κρίσεως, ή τροποποίησης του ούδεμίαν νομικοειδοΰς φύσεως περιπλοκήν δύναται νά παρουσίαση. Ή κατάργησις τής αντισυνταγματικής διατάξεως περί Α.Σ.Υ.Ε. μετατοπίζει απλώς τό δλον έργον είς τήν έπιτροπήν κρίσεως — δπερ ούτως ή άλλως συμβαίνει — καί καθιστά τήν λειτουργίαν αυτής έγκυροτέραν. Τό θέμα όμως τής επιτροπής είναι θέμα προσώπων, μή δυνάμενον νά διαγραφή μέ νομοθετικός «προβλέψεις». Δύνομαι δθεν νά υποθέτω δτι ή νομοθετική επιτροπή τοΰ ΥΠ.ΠΟ. ούδεμίαν δυσκολίαν διά τήν άμεσοντροποποίησιν τοΰ νόμου θά εΰρη.
τικοΰ σεβασμοΰ. Τοιαΰτα προβλήματα είναι π.χ. τό τής έπιτάξεως στρατιω τικών οχημάτων εΐς μίαν συγκοινωνιακήν άπεργίαν, τών «αντιρρησιών συ νειδήσεως» κ.ά. Ή "Αμερική αντιμετωπίζει όξύτατον πρόβλημα διό τό τελευταΐον τοϋτο, εΐς δέ τήν Εύρώπην ό μισθός τών νεοσύλλεκτων υπερβαίνει τάς εκατόν χιλιάδας δρχ. μηνιαίως, ακριβώς έκ τής δημοκρατικής αντιμε τωπίσεως τοΰ συνταγματικοΰ προβλήματος. Εΐς τήν χώραν μας, τήν ολίγον πάντοτε ύπολειπομένην, ευρέθη τρόπος ανάλογα συνταγματικά προβλήμα τα, ευρισκόμενα έξ όρισμοΰ εΐς τό κέντρον τής πολιτικής ζωής, νά άντιμετωπίζωνται άπλούστερον: νά χαρακτηρίζωνται ώς κοινωνικόν «περιθώριον»!... Τοΰτο γίνεται διά τής έλαφράς βοηθείας τοΰ στρατοΰ καί κατά περίπτωσιν τής Α.Σ.Υ.Ε. Δέν πρόκειται περί τής επιστημονικής ποιότητος τών στρατιωτικών ιατρών, ή οποία πολύ πιθανόν νά ευρίσκεται καλύτερα τών άλλων ~ άδιάφορον —, άλλά περί τοΰ δτι πρόκειται περί ελεγχομένης υπηρεσίας... Καθίσταται συνεπώς καί έκ τούτου προφανές, διατί επείγει ή τροποποίησις της έν λόγω διατάξεως τοΰ 214/73. Έάν τά εκτεθέντα υπάρξουν Ικανά διά τήν σύντομον τροποποίησιν τοΰ νομοθετικοΰ τέρατος 214, τοΰ βλάπτοντος στρατόν και πολιτείαν καί διασύροντος διά τής άντισυνταγματικότητος καί παραλόγου υφής του θεσμούς και πρόσωπα, τότε ασφαλώς διό τής περιπτώσεως μου, έάν δχι διά τοΰ έργου μου, θά έχω προσφέρει «εξαίρετους» υπηρεσίας «διά τήν άνάπτυξιν τής ε θνικής λογοτεχνίας», άφοΰ αΰτη ούτω θά ώφεληθή τά μάλλα. Παρακαλώ δθεν δπως ή περίπτωσίς μου έν συνεχεία ύπαχθή εΐς τάς τών «εξαιρετικών υπηρεσιών» τοΰ έν λόγφ νόμου, ίνα λάβω καί τό 40% έπΐ πλέον λόγω τής δυσμενούς διεθνούς οικονομικής συγκυρίας καί της έκ τής αναμονής ε μπραγμάτου βλάβης μου.— Έν "Αθήναις τη IOTJ Μαΐου Γ. Κ.
1988
Πρέπει έν τέλει νά σημειωθή δτι ή άντισυνταγματικότης τής διατάξεως περί A.I.YJE. έγκειται καί εϊς έτερον τί. Ή συνταγματική λειτουργία εΐς τάς δημοκρατικώς (οργανωμένος κοινωνίας δημιουργεί καθ' έκάστην πλήθος πολιτικών προβλημάτων. Τοΰτο δέν είναι κακόν, άλλά συνιστά τήν «πρόοδον» καί «άνάπτυξιν» τών κοινωνιών αυτών, ή «ύποχώρησις» δέ τοΰ κράτους πρό αναλόγων προβλημάτων δέν δηλοΐ άδυναμίαν άλλα μέτρον συνταγμα387
ΣΧΟΛΙΟΝ:
Δέν θά προβούμε σέ έπί μέρους παρατηρήσεις ώς πρός τό περιεχόμενο τών προτάσεων, γιατί πιστεύομε ότι αφορούν σέ πολύν περισσότερο κόσμο αυτά τά πράγματα. Τί περιμένουν οί σύλλογοι Λογοτεχνών καί Βιβλιοπω λών άπό μιά τέτοια νομοθεσία σχετικά μέ τόν «πολιτισμό»; Είναι πολύ περισσότερα τά δσα θά μπορούσε νά σχολιάση κανείς άπό δσα συμπερι λαμβάνονται συλλήβδην σέ τοΰτο τό βιβλίο. Άλλά δλοι οί δρόμοι οδη γούν στό ίδιο συμπέρασμα: δτι ή κατάσταση μέ τήν 'Ελλάδα αποτελεί πρόκληση γιά τόν σημερινό κόσμο. Είναι πολλά χρόνια πριν άπό τήν «σύνταξη» (!), πού ό συγγραφέας τούτων τών γραμμών κατάλαβε (δύσκολο δά δέν ήταν), ότι ή πολιτική κατάσταση τοΰ κόσμου ώδηγοΰσε σέ αδιέξοδο καί δη αναγκαστικά κάτι έπρεπε ν' άλλάξη. Τά ίστορικά σχήματα πού είχαμε στό νοΟ μας άπό τά πρώτα μας ήδη βιβλία, δέν τά διέψευσε ή πραγματικότητα. Άλλά μέσα σέ δλα αυτά παρέμενε πάντα επίμονο τό ερώτημα μέ τήν 'Ελλάδα. Σ' ένα βιβλίο μας τοΰ '84 κάνομε λόγο γιά μιά παληότερη πολιτική θέση τών «Trois troncons». Άλλά όταν σ' έναν συλλογισμό — άς τό πούμε έτσι— τίθεται πρόβλημα Ελλάδος, είναι φανερό δτι προϋποτίθενται δεδομένες κάποιες γενικώτερες αλλαγές στόν ευρωπαϊκό χώρο. Οί ασχολούμενοι με τήν πο λιτική Ιστορία τής Ευρώπης καί τής Μεσογείου, έννοοΰν τί ακριβώς λέμε στίς περιορισμένες τούτες φράσεις. Άλλά δν ή Ελλάδα δέν μπορή νά χρησιμεύοη σάν 'Ελλάδα, πώς μπορεί νά χρησιμεύση σάν ελληνισμός; Μέ μεγαλοϊδεατικά σχήματα τής ώς τώρα Ιδεολογίας είναι ανόητο και νά τό συζητούμε. Καί άν ακόμη δεχθούμε τίς παραισθήσεις τής ελλαδικής Ιδεο λογίας, δτι ή 'Ελλάδα έχει νά προσφέρη κάποιες «ιδέες» καί κάποιες «νέες ουσίες ζωής», αυτές μόνο μέσα άπό πρακτικούς τρόπους χρησιμότητος μποροΰν νά προσφερθούν. Διότι ή Ιστορία οΰτε θρησκευτική κατήχηση είναι, ούτε άπό καθέδρας διδασκαλία. Επομένως τό μόνιμο υποκείμενο πάσης σκέψεως οφείλει κατ * ανάγκην νά είναι ή θεωρητική σύλληψη τοϋ πρακτικού. "Οταν συντάσσαμε τίς προτάσεις μας (γιά τά «κρουαζιερό πλοια») είχαμε ήδη σέ κάποιες συγκεκριμένες αντιλήψεις περί τοϋ πρακτι κού καταλήξει.
388
Ή «εθνική» Ιδεολογία μας εμποδίζει νά ίδοΰμε τό παρελθόν τοϋ ελληνι σμού μέσα στόν σύγχρονο κόσμο καί νά ενταχθούμε σ' αυτό. Σέ άπειρα βιβλία, θεούμενα ή μή, ό Βησσαρίων, οί Χαλκοκονδύλες, ό Πλήθων ό Άλλάτιος καί πολύ άλλοι — δηλαδή οί καλύτερες φυσιογνωμίες τοΰ νεώ τερου ελληνισμού — χαρακτηρίζονται σάν σχεδόν προδότες. Καί γιατί; — Διότι μετέφεραν γαλέρες-γαλέρες τά αρχαία και βυζαντινά κείμενα στήν Δύση. Άραγε κατανοούμε τις συνειδήσεις αυτών τών ανθρώπων σήμερα μέσα άπό την ελλαδική μας ιδεολογία; Δέν ήξεραν άραγε τΐ έκαναν; Τά κείμενα πού μετέφεραν στήν Βενετία, Ιταλία κι άπό έκεΐ στήν Ευρώπη (άλλά καί πολλούς τρόπους σκέψεως πού δέν μποροΰν νά μδς απασχολή σουν έδώ) μας έδωσαν, μέσα στις συνθήκες τής ευρωπαϊκής εξελίξεως (πού αυτοί τήν ήξεραν), τήν ηλεκτρική λάμπα καί τό αεροπλάνο. Τά άλλα πού έμειναν πίσω τί έδωσαν; Καί τί θά έδιναν, άν έμεναν δλα; Δέν εΐχε λοιπόν ό ελληνισμός τοΰ τότε δυνατότητες αξιοποίησης αύτοΰ πού θέλησαν νά γονιμοποιήσουν ίστορικά οί Χαλκοκονδύλες. Καί άντί νά αύτοδιαστρεβλωνώμαστε καί νά συζητούμε περί «παρεκκλίσεων», θά ήταν καλύτερα νά Ιδοΰμε πώς μπορούμε νά ενταχθούμε σήμερα μέσα σ' αότό πού έδωσε ή ενέργεια τών Βησσαριώνων καί τών Άλλατίων. Γιατί θεωρούμε έλληνικώτερη τήν συνείδηση τοϋ Γενναδίου άπό τήν συνείδηση τοΰ Βησσαρίωνος; Κανένα κριτήριο δέν υπάρχει γι' αύτό' υπάρχει μόνο ή ελλαδική μας ιδεο λογική διαστρέβλωση. Παίρνει ό "Ελγιν τά αγάλματα καί τά σώζει, προ δοσία. Δίνει ό Βησσαρίων τά χειρόγραφα, προδοσία. Παίρνουν οί καταλανοί τά κείμενα τοΰ Ψελλού καί τά εκδίδουν, προδοσία. Τελικώς τί έχομε έμεΐς καί τί έχουν οί άλλοι άπό τά χειρόγραφα πού είναι καταχωνιασμένα στις κρύπτες τοΰ Αγίου "Ορους; Ποιό είναι τό κέρδος άπ' αυτό τό πράγμα καί τί αξία έχουν αυτά καταχωνιασμένα; Άν μοιρασθούν στίς διάφορες βιβλιοθήκες τών μεγάλων Παν/μίων τοΰ κόσμου (αότά βέβαια μόνο οί διεθνείς οργανισμοί μποροΰν νά τά κανονίσουν), δέν θά είναι προφανές τό κέρδος γιά τούς πάντες (καί γιά μας μαζί); Αυτό δέν θά συντέλεση σέ μιά σύσφιγξη τών βαλκανικών σχέσεων; Πώς; — Μά μέ τό νά συζητοϋν δλοι γιά τό κοινό παρελθόν τους πού θ' άποδεικνύη ή διεθνής έρευνα έπί αυτών τών κειμένων. Έτσι δέν γίνονται τά πράγματα; Υπάρχει άλλος τρόπος; Πρέπει νά αντιληφθούμε δτι εμείς είμαστε οί καταστροφείς καί οί χει ρότεροι εχθροί τοΰ παρελθόντος μας. Έν πάση περιπτώσει, έδημιουργήθηκε ή Ελλάδα σάν κράτος χωρίς νά έχη τις προϋποθέσεις γι' αότό (δέν θά έπάναλάβωμε πράγματα πού είπαμε ήδη). Καί επόμενο είναι νά έχουν μαζευθή μέσα σ' αύτη τήν διαδικασία μαζώματος καί διάφοροι πολιτιστι κοί θησαυροί τοΰ πρώην βυζαντινοΰ χώρου, αρχαίοι καί μεσαιωνικοί. Υ πήρξε μιά βιβλιοθήκη πού κάτι μάζεψε, υπήρξαν μερικά μουσεία πού κάτι 389
μάζεψαν. Έμεΐς είμαστε μια τελείως υπανάπτυκτη χώρα, πού ούτε νά τά συντηρήσωμε, ούτε νά τά άξιοποιήσωμε, ούτε νά τά καταλάβωμε, άλλά μόνο νά τά άποθηκεύσωμε μπορούμε. Μά, θά πη αμέσως ό έλλαδόφρων είσπράττων, «οί μελλοντικές γενεές» τών σημερινών Ελλήνων. Άς τό γενακεύσωμε τό πράγμα, μιά καί αυτές οΐ δικές μας γενεές θά ζουν μέ τίς άλλες γενεές τής άνθρωπότητος. Οί άνθρωποι σέ 2000 χρόνια θά ξέρουν πράγματα γιά τόν Έρμή τοΰ Πραξιτέλη, πού έμεΐς σήμερα οΰτε νά φαντα σθούμε μποροΰμε. Καί συμβαίνει αυτό, δπως εξηγήσαμε, γιατί Οσο ή γνώ ση προχωρεί, τόσο ευρύτερο γίνεται καί τό παρελθόν. Άς ΰποθέσωμε δτι σήμερα μέσα στίς περιωρισμένες δυνατότητες φύλαξης καί συντήρησης τοΰ Έρμή, ό Έρμης χαλάει. Δέν είναι αυτό ένα έγκλημα τής στενοκεφα λιάς τοΰ σήμερον καί τών ϊδεοληπτημάτων έναντι τών μελλοντικών γενεών; Καί έχομε δικαίωμα νά συμπεριφερθοΟμε έτσι προς τις μέλλουσες γενεές; Έμεΐς είπαμε ποΰ νομίζομε πώς εϊναι ή θέση, άς ποΰμε τοΰ Έρμή. Καί γιά μας είναι λογικώτερον καί έθνικώτερον νά άσχολήται δλη ή ανθρωπότητα νά συντήρηση τόν Έρμή γιά τίς ανάγκες τοΰ 5000 μ,Χ., παρά νά ύπάρχη δπου υπάρχει έστω καί μέ σημερινή πιθανότητα φθοράς lo/οο.Γι' αυτό καί λέμε δτι δν ό ελληνισμός βρή έναν τρόπο ίστορικής λειτουργίας, αυτή ή λογική πρέπει νά Ισχύση γιά δ,τι πολύτιμο μπορεί νά συντηρηθή. (Τά τοπικής καί δχι διεθνούς σημασίας, είπαμε, πρέπει νά... επιστραφούν). Ή διαδικασία καρκινοειδούς μαζώματος, πρέπει νά γίνη διαδικασία φυσιολο γικού ξεμαζώματος. Καί αυτό πρέπει ν' άρχίση πρώτα άπό τό πολιτιστικό. Κανονικά τούτο θάπρεπε νά ϊσχύση γιά δλους τούς πολιτιστικούς θησαυ ρούς τής άνθρωπότητος, άλλά ή σημερινή κατάσταση αναπτύξεως δεν πα ρέχει τήν δυνατότητα γιά κάτι τέτοιο. Βασικά τό πολιτιστικό παρελθόν της άνθρωπότητος είναι διεθνές κτήμα. Άλλά αυτές οί σκέψεις απορρέουν άμεσα άπό τό τρέχον πρόβλημα τοΰ έλληνισμοΰ. Αυτές οί καταστάσεις προϋποθέτουν ένα διάφορο καθεστώς Ιδιοκτησιακών σχέσεων, διάφορο καθεστώς δικαίου, διάφορο καθεστώς κράτους. "Οταν δέ συζητοΰμε περί αυτονομίας τοΰ Αίγαίου, δεν συζητοΰμε καθόλου γιά κανένα καθεστώς αποχωρητηρίων, άλλά γιά πολύ υψηλά «στάνταρ» έλληνικοΰ πολιτιστικοΟ επιπέδου και παιδείας. "Οταν λέμε τό Αιγαίον διεθνές, έννοοϋμε δτι μόνο άν παραμεΐνη ακραιφνώς ελληνικό θά μπορή νά διατηρή τήν διεθνή του σημασία. Καί εξηγούμε: έάν συνεχισθή αυτό πού γίνεται σήμερα, νά ξεπουλάμε γιά τίς εκλογές, θά έρθη καιρός δπου τό αρχοντικό τοΰ Τομπάζη στήν "Υδρα, θά γίνη ελβετική βίλλα. Άλλά τότε τό Αίγαΐο δέν θά είναι διεθνές, άλλά Καραγκιόζης. Διότι πρέπει νά βρίσκεται κοντά στήν αίσθητική τοΰ Άραβα, τοΰ Τούρκου καί τοΰ 390
Νοτιοευρωπαίου. Πρέπει δηλαδή γιά νά είναι διεθνές νά είναι μεσογειακό, καί αυτό θά γίνη άν μείνη ελληνικό δπως είναι, καί δχι ελβετικό ή σουη δικό. Δηλαδή θά είναι τόσο πιό πολύ διεθνές, δσο πιό ελληνικό μπορεί νά είναι. Καί γιά νά παραμεΐνη τέτοιο μέσα σ' ένα διεθνές πολιτιστικό περι βάλλον, πρέπει νά βρίσκεται ψηλά ανεπτυγμένος ό ελληνισμός σ' αυτό. Άλλά δχι ελληνισμός «εθνικός». Ελληνισμός μέ πολλές γλώσσες στό σχολείο, μέ υψηλό επίπεδο παιδείας, ώστε νά μπορή νά έρχεται σέ εσω τερική επαφή μέ τούς ξένους, καί κυρίως νά μπορή νά έπικοινωνή πολι τιστικά μέ τό γύρω περιβάλλον (Τουρκία, αραβικός κόσμος κ.λπ.). "Ομως είναι άλλη ή βασική άναγκαιότης πού καθορίζει έτσι τά πράγμα τα. Άν δπως είπαμε ή ελληνική φύση ένσωματωθή ώς παράγοντας στήν βιομηχανική παραγωγή, τότε ή Fiat ή ή Volkswagen καί ή Μιτσουμπίσι ή ή Πεζώ, θά έχουν συμφέρον νά διατηρήσουν έτσι τά πράγματα, γιατί άλλοιώς βλάπτουν τήν ϊδια τους τήν ανάπτυξη: άν είναι νά πάη κανένας στήν Πάρο καί νά βρή μιά καρικατούρα τής Γενεύης, τότε πάει στήν Γενεύη τήν ίδια. Δέν τοΰ χρειάζεται τό αυτοκίνητο προηγμένης τεχνολο γίας καί τό ιδιωτικό ελικόπτερο (αργότερα) γιά μακρυά. Καί άν προσθέσωμε καί τόν πληθωρισμό, ό όποιος είναι θηρίο και αναγκάζει τις μεγάλες βιομηχανίες νά βάζουν δλο καί φθηνότερα υλικά γιά ν* αντέξουν τόν ανταγωνισμό, αντί νά αναπτύσσουν τίς νέες τεχνολογίες μέ τά ακριβότερα, καταλαβαίνομε ποιάν τεράστια σημασία άποκτοΰν οί άλλοι παράγοντες πού λέμε γι* αυτές. Αυτά όμως άποκτοΰν σημασία γιά μας, μόνο άν τά καταλάβωμε καί άπαλλαγοΰμε άπό τόν Μακρυγιαννισμό. Τά πράγματα πού συζητοΰμε είναι λεπτά και δυσκολότατα καί άπαιτοΰν τεράστια μελέτη. Καί κυρίως δχι μελέτη «υποδομών». Καί μόνο, λέμε, άν οί συναφείς βιομηχανίες ασχοληθούν μ' αυτά, μποροΰν νά επιτευχθούν. Τά προβλήματα αυτά δέν λύνονται μέ «οικονομολόγους», άλλά άπαιτοΰν ταυ τόχρονη μελέτη πολλών επιστημονικών κλάδων. Είναι πολύ λεπτό τό θέμα ώς ποιόν βαθμό ή μικρή κοινωνία ενός νησιού επιδέχεται άλλου είδους ιδιοκτησιακές σχέσεις έκτος άπό τήν ίδια τήν κοινωνία πού τό κατοικεί. Σ' αυτό απαιτείται ή συνεργασία μικροκοινωνιολόγων, ψυχολόγων, περι βαλλοντολόγων, αισθητικών κλπ. έπί μελετών μακροχρονίου σπουδής. Άντΐ ξεπούλημα τοις μετρητοίς γιά τίς εκλογές θά μποροΰσε π.χ. νά γίνη ένα διεθνές χρηματιστήριο χρησικτησίας δπως μέ τά έργα τέχνης ή τις ελβετικές βίλλες πού αγοράζουν οί άραβες μεγιστάνες χωρίς νά πατήσουν ποτέ μέσα. Μόνο βέβαια δτι έδώ θά χρησιμοποιούνται, άλλά δχι μέσω συμβολαίων. Πώς τώρα μποροΰν νά προκύψουν οί απαραίτητες ιδέες, αυτό ακριβώς είναι πού θά χρηματοδοτήσουν οί μεγάλες αυτοκινητοβιομηχανίες 391
καί οί πολυεθνικές τουρισμού γιά νά γίνη. Τό νά αγοράζουν οί πλούσιοι, δπως τώρα, στερείται λογικής βάσεως. Αυτός πού δίνει π.χ. εκατό έκατομ. καί αγοράζει ένα αρχοντικό στήν Σϋρο, τό κάνει προφανώς άπό αγάπη. Άν δμως τό κάμουν δλοι αυτό, τότε τά λεφτά του χάνονται διάτι χάνεται αυτό πού τόν ώθησε νά τά δώση, δηλαδή ή ϊδια ή Σΰρος. Τό νά τό χρησιμοποιή δμως έπί δεκαετίες, έφ* δσον ή «κυριότητα» ανήκει άπό κοινού στήν Σύρο καί τις μεγάλες βιομηχανίες πού λέμε (καί γιά τήν επίβλεψη τοΰ Οποίου θά έχουν τούς ζωγράφους, τούς αισθητικούς, τούς φιλοσόφους τής ίστορίας καί τοϋ πολιτισμού, τούς κοινωνιολόγους κ.λπ. — μόνο αυτές μποροΰν νά διαθέτουν λεφτά γιά τέτοια επιτελεία καί δχι ένας Ιδιώτης), είναι απαραί τητο γιά τήν ίδια τήν Σΰρο, τήν παραγωγή, τήν πρόοδο καί τόν πολιτισμό. Ένας αμερικανός στήν Τδρα αγόρασε ένα βράχο καί τόν έκαμε κήπο. Μέ τά ίδια λεφτά θά μποροΰσε ν' άγοράση ίσως δύο συνήθη σπίτια καί νά τά κάνη βίλλες. Άλλά τέτοιες «επενδύσεις», επενδύσεις ξοδέματός δηλαδή καί δχι κέρδους, χρειάζονται δλα τά νησιά. Καί πολυχρόνιες μελέτες γιά νά πρόκυψη ή ίστορική (και οόχί εκλογική...) χρησιμότης. Τά ξερονήσια μποροΰν νά γίνουν υποχρεωτικά γυμναστικά κέντρα (πράγμα πού απαιτεί τεράστιες επενδύσεις), άλλα κέντρα διεθνών φεστιβάλ (μουσικής, ζωγραφι κής, παλαιοτήτων, μόδας) όλοχρονικής διαρκείας. 'Αλλά αυτά δλα απαι τούν τεράστιες επενδύσεις καί μελέτες (καί ασφαλώς τόν πληθυσμό τους πίσω), διότι πρόκειται γιά ένα κόσμο ποό θά πρόκυψη και δχι γιά τουα λέττες καί σουβλάκια. Καί δτι μόνο έτσι — δηλ. ενσωματώνοντας τήν ελληνική φύση στήν βιομηχανική παραγωγή μποροΰμε νά τήν σώσωμε άπό τίς πυρκαϊές, τά αυθαίρετα, τίς «υποδομές» καί τά βουλευτικά (κυρίως), είναι, νομίζομε, προφανές. Θά ήταν ίσως σκόπιμο άπό τώρα οί μεγάλες βιομηχανίες νά αποζημιώσουν ένα μέρος τής Ιδιοκτησίας σέ μιά ζώνη 2030 ή 50 χιλιομέτρων άπό τίς ακτές έπί τής ηπειρωτικής χώρας, ώστε αυτές νά καταστούν αραιοκατοικημένες καί νά μπή ή φυσική τους διατήρηση έτσι στόν προγραμματισμό. "Οτι βασικά δέν υπάρχουν τίτλοι ίδιοκτησίας, έλπΐζομε νά έχη άποδειχθή καθαρά ώς έδώ. Οί περισσότεροι σέ πολλά παραθαλάσσια είναι «τίτλου> τοΰ Μεταξά. Καί δέν πρέπει βέβαια νά ξεχνάμε δτι ή έν γένει διαρρύθμιση τής αγροτικής ίδιοκτησίας στήν Ελλάδα έγινε γιά «διανοητικούς» σκο πούς τοΰ παρελθόντος, δηλ. γιά νά αποκοπή ή 'Ελλάδα άπό τίς αγροτικές δομές τών άλλων βαλκανικών χωρών. Συνεπώς είναι κι αυτός ένας έπί "πλέον λόγος μή έγκυρότητος τής «Ιδιοκτησίας». Γενικώς τό μεγαλύτερο εμπόδιο γιά Οποιαδήποτε ίστορική ανάσα τοΰ έλληνισμοΰ εΐναι ή ελλαδική μας Ιδεολογία. Ούτε μέ τήν αρχαιότητα μάς 392
αφήνει νά έχωμε καί τήν παραμικρή σχέση, άλλά οΰτε μέ τό Βυζάντιο (νά λέμε τόν Βησσαρίωνα καί τόν Χαλκοκονδύλη προδότες!). Ένα παπαδοκατασκεύασμα μέ αποκλειστικό σκοπό νά μεταβάλλη τό «Σύνταγμα» σέ μη χανισμό ρεμούλας. Οι Άγγλοι έκαμαν τούς προγόνους των πειρατές εθνι κούς ήρωες, χωρίς νά τούς αφαιρέσουν τίποτε άπό τήν διασημότητα καί τήν αίγλη τους, Έμεΐς τούς δικούς μας, απείρως καλύτερους στό «είδος» (ό Σαχτούρης π.χ. ήταν προφέσσορ μπροστά στόν κάπταιν Άβερυ...), τούς γελοιοποιήσαμε. Τούς άετογέννητους αυτούς ανθρώπους, τούς γνησιότα τους αλβανικής καταγωγής απογόνους τοΰ Θεμιστοκλή και τοΰ Λεωνίδα, γιά νά τούς φαντασθοΰμε προγόνους μας έπρεπε νά τούς κάνωμε Γερουσια στές! Καί αυτό είναι τό γελοΐον τής ιδεολογίας μας: έκεΐ ποϋ υπήρχαν πράγματι τά ημίψηλα καί οί ρεντικόττες σάν ίστορικές γνησιότητες καί εθνικό κεφάλαιο, δηλαδή στά Επτάνησα, τά καταργήσαμε ώς «εθνικώς» ύποπτα. Καί θελήσαμε νά φορέσωμε ημίψηλο στόν Μιαούλη. Ποιό τό αποτέλεσμα; Νά βγή τό ημίψηλο οΰτε ημίψηλο ούτε καλυμμαύχι, άλλά κάτι μεταξύ τών δύο!... Αυτά δμως πρέπει νά τά ίδοΰμε μέσα άπό τήν Ιδεολογία τοΰ καθημερινοϋ, γιά νά ΐδοΰμε πώς αντανακλούν καί στό... «Σύ νταγμα». Άντί νά θαυμάσωμε τόν Μακρυγιάννη ώς έναν χαρισματικό λω ποδύτη, ή Ιδεολογία τόν έκαμε... εξάδελφο τοΰ Χριστού. Ό Μακρυγιάννης ώς αυτό πού ήταν είναι ή πιό αξιοσέβαστη φυσιογνωμία (υπάρχει κανένας πού δέν αισθάνεται σεβασμό μπρος στό ιστορικό μέγεθος τοΰ Άλ Καπόνε;), ώς... «άγιος» δμως είναι ιδεολογική γελοιότης. Τό νά πάρη ένας αγράμ ματος άνθρωπος τά πολιτικά αιτήματα πού ήθελε καί νά τά διοχέτευση ώς λαϊκιστική ιδεολογία, εΐναι ένα πράγμα πού καλά-καλά οΰτε ό Λένιν μέ τόν Τσε Γκουεβάρα δέν κατάφεραν! Αυτά ώς συλλήψεις είναι πολύ προωθη μένα πράγματα καί προϋποθέτουν κάποιες κοινωνικές συνειδητοποιήσεις, πού δέν μπορούσαν νά υπάρχουν στήν τότε Ελλάδα. Γι' αυτό καί προσω πικώς άμφιβάλλομε άν αυτό τό κείμενο τών «Όραμάτων» είναι πράγματι κάποιου Μακρυγιάννη κι όχι μιά κατοπινή κατασκευή... Άλλά σημασία έχει πώς αυτά αντιμετωπίζονται ώς τρέχουσα ιδεολογία. "Οταν ό Μακρυ γιάννης μιλάη γιά «καπετάλι παστρικόν» καί κάποιοι θεούμενοι διανοητές σπεύδουν νά μάς διαβεβαιώσουν, δτι πρέπει νά έγκύψωμε έπί δεκαετίες στά κείμενα τών νηπτικών πατέρων γιά νά καταλάβωμε τί εννοεί, αυτό είναι Ιδεολογία πού βγάζει... «αυθαίρετα». Νομίζομε δμως δτι αυτά τά πράγματα, πού υπάρχουν ατόφια μέσα στά «Συντάγματα» μας καί τίς «Νομοθεσίες» μας, χρειάζονται ριζικά μέτρα αντιμετώπισης στήν σύγχρονη εποχή τών υψηλών πολιτικών ταχυτήτων. Γι' αυτό καί είπαμε δτι πολλά έχουν σ' αυτά νά συνεισφέρουν οί... ευγενείς νέοι. Άν πάη ό «Ιδιοκτήτης» στόν Άρειο Πάγο, θά δικαιωθή διότι τό παν είναι οί θεσμοί... Καί τά έγκατε393
λειμμένα, πού είναι ή άλλη δψη τών «αυθαιρέτων», θά γίνουν κάποτε ερ γολαβίες. Άν δμως οί ευγενείς νέοι τά κατάσχουν καί τά δώσουν γιά οίκοδόμηση μέσω πολιτιστικών συλλόγων νεότητος σέ ξένους αρχιτέκτο νες γιά τούς σκοπούς πού είπαμε, θά σπάση τό μπετόν κατά κάποιον τρόπο καί οί άνθρωποι στό λεκανοπέδιο (πού θά είναι πάντα Ενα κέντρο, δπως καί δν ρυθμισθούν τά πράγματα), θά ζήσουν άνθρωπινώτερα. Άλλά έδω πρέπει κανείς νά άρθή σέ ντοστογιεφσκικούς προβληματισμούς γιά νά μήν φθάση ή γρηά ή οί κληρονόμοι της στόν Άρειο Πάγο... Τελικώς, μέσα στήν γελοία ιδεολογία «κρατήματος)) μιας τερατουργηματικής Ιστορικής κατά στασης («άν σοΰ λείπουν τά χέρια, να είσαι ευχαριστημένος μέ τά πόδια»), ό ορισμός τοΰ «ευτυχούς» άνθρωπου έν "Ελλάδι είναι αυτός πού καταφέρνει νά πεθάνη αρτιμελής! Αυτά στήν πράξη λέγονται «κυκλοφοριακόν», «έξο δοι στά χωριά», «καυσαέριο», «νομοθεσία», «εκλογές» κ.λπ.... Άλλά μέ τέτοια ιδεολογία, τίποτε δέν είναι δυνατόν νά γίνη. "Οταν λέμε στίς «προτάσεις», δτι ή Πελ/νήσος έχει νά κερδΐση άν γίνουν τά «πνευμα τικά ενδιαιτήματα» πού αναφέρομε, αότό δέν μπορεί νά γίνη άν κάποιος «κύρ Κώτσος» έχη 20 στρέμματα σέ μιά καλή περιοχή καί θέλη νά «χτίση». Τό ((Σύνταγμα» προβλέπει βέβαια απαλλοτριώσεις, άλλά μόνο γιά εργολα βίες (υπέρ τοΰ «έθνους»), Γιά τά «πνευματικά ενδιαιτήματα» χρειάζονται άλλες νομοθεσίες, δμως αυτές δέν μποροΰν νά γίνουν είμή μέ άλλες ιδεο λογίες... Και πράξεις. Αυτό περίπου ήταν δυνάμει τό πλαίσιο, δταν συντάσσαμε τίς «προτά σεις» μας. Καί έδιασυνδέθηκαν έτσι τά πράγματα, διότι αυτά πού είπαμε προϋποθέτουν δπως έξηγήσμε, πολύ υψηλά επίπεδα μόρφωσης καί πνευ ματικής ταυτότητας, Τά πολιτιστικά» είναι ή έκτος σχολείου μόρφωση, δηλαδή ή καθ* εαυτό μόρφωση. Καί χωρίς αυτόν τόν παράγοντα ουδέν δυνατόν γενέσθαι. Βέβαια γιά πολλά πράγματα μας λείπουν τά υλικά. Στήν Κρήτη π.χ. δέν χρειαζόμαστε Παν/μιο ιατρικής καί χημείας, άλλά Ισλαμοευρωπαϊκών σπουδών. Πόσοι δμως άπό τούς σημερινούς κρητικούς ξέρουν αραβικά, σουηδικά, ρωσσικά ή τουρκικά; Εκείνους τούς κρητικούς πού θά μπορού σαν νά συντηρήσουν φυσικά ένα τέτοιο παν/μιο, δηλ. τούς μωαμεθανούς κρητικούς, ή εθνική Ιδεολογία τούς έδιωξε στήν Μικρά Ασία καί έφερε τούς άλλους Έλληνες άπό τήν Σμύρνη, πού θά έχρειάζονταν σήμερα έκεΐ.,. Ά λ λ ' άς μήν τό προχωρήσωμε κι δς ποΰμε πως δλ' αυτά εξυπηρέτησαν μιάν γενικώτερη τάξη πραγμάτων. Σημασία έχει νά βροΰμε σήμερα τά σωστά υποκατάστατα...
νά υπάρχουν λάθη. Άλλωστε τό γεγονός δτι δέν πήραμε τήν... «σύνταξη» καί οί «προτάσεις» μας δέν έστάθηκαν ίκανές νά πείσουν τρεις υπουργούς ν' αλλάξουν έναν τέτοιον νόμο (πρίν τόν κάνη ή Χούντα δέν υπήρχε κανένας!...), μδς ενισχύει στήν υπόνοια τοΰ αδύναμου τών επιχειρημάτων μας,.. Άλλά ακριβώς γι' αυτό αποφασίσαμε νά τά έκθέσωμε κάπως ανα λυτικότερα έδω, γιά νά βρουν άλλοι τό σωστό. Μετά τήν υποβολή τών «προτάσεων» πάλι περίμενα στό... ακουστικό, ώ σπου ύστατη έλπίς μου υπήρξε—πάντοτε συνταγματικά καί «ανθρωπίνως», καί ουχί «νομικά» καί «διοικητικά» σκεπτόμενου — ή Προεδρεία.
Καθόλου βέβαια δέν έπεται πώς μέσα σ' αυτές τίς σκέψεις μας άπεκλείετο 394
395
Ν..·*
,
llfaΒίιΐιιίιiiimiH
-.^v*
" D M
Empttnow
τής <(ταύτότητος» δελτιουμένου. "Αλλο είδος διεθνούς νομιμότητος διά τήν «έκδοσιν ταυτοτήτων», ΰπαρξιν κυβερνήσεων καί αξιωμάτων, σήμερον δέν υπάρχει. Πλέον τοΰ «δελτίου», δ έν λόγω άνθρωπος τυγχάνει ψιλός κύριος καί έτερου κρατικού υποσχετικού, ήγουν πτυχίου ανωτάτης σχολής, τοϋθ' δπερ δηλοΐ, δτι άμα τή είσαγωγή του εις τό Πανεπιστήμιον άνεγράφησαν έπ' όνόματί του <έπί τοΰ κρατικού προϋπολογισμού ώρισμένα ποσά, έναντι τής μελλοντικής πνευματικής προσφοράς, ήν θά παρείχε. Καίτοι, παρά τήν έμπόδισιν καί τάς βαρείας βλάβας, ό άνθρωπος αυτός προσέφερεν έν συνεχεία είς τόν στενόν χώρον τής επιστήμης του αρκούντως πλείονα τών έκ μέρους του ύπεσχημένων, έκ τών άναγραφέντων τότε ποσών ουδέν εισέτι έλαβεν.
Αξιότιμε Κύριε Πρόεδρε,
Πρόκειται βεβαίως περί άθετήσεως βασικής σημασίας «κοινωνικού συμβο λαίου», Πρός δρσιν λοιπόν τών ανωμαλιών αυτών καί έπιθυμών διακαώς ό παθών, όπως απόκτηση πλέον έμπράγματον σχέσιν μετά τής ελληνικής ι διότητος του, ήτησεν αρμοδίως μέρος τών ανηκόντων αύτφ χρημάτων, υπο βολών σχετικώς καί τόν δυσθεώρητον ήδη δγκον —- άκριβέστερον: μέρος αύτοΰ — τών συναφών πολιτειακής σημασίας δικαιολογητικών καί πλήρως αποδεικτικών τής άίίωότητός του. «Δικαιολογητικών» αναγομένων είς σκο τεινός περιόδους τής συγχρόνου ίστορίας μας, ών έχετε καί άμεσωτέραν άντίληψιν. Ή διαδικασία ήρχισεν κατ' Ίανουάριον 1985 μηδέποτε περαιωθεΐσα, ή έως τούδε δέ κατάστασις έχει ώς έξης: ενεκρίθη είς αυτόν τό δικαίωμα αποζημιώσεως ύπό μορφήν μηδαμινής συντάξεως — ομολογουμένως μετά πολλών δυσκολιών λόγω πλήρους ανεπαρκείας τών έν άρχή κρινάντων —, ύλικώς δμως ουδέν άπέλαβεν, καίτοι ή έν λόγω «άποζημΐωσις» αντιπροσω πεύει πολλοστημόριον τών οφειλομένων, διότι, παρά τά δσα «έτράβηξεν», επιμένει νά παραμένη μέ σώας τάς φρένας, έν αντιθέσει πρός τά προβλεπό μενα ύπό τής αντιστοίχου ελληνικής νομοθεσίας!... • Έκ τών δύο έπισυνημμένων αντιγράφων προκύπτει σαφώς τό περί οΰ προ#κείμενον κατά ύφήν καί νόημα.
Άνθρωπος τις έλληνοειδής — τοΰτο έκ τών κατωτέρω —, ΰποστάς κατ' έξακολούθησιν καί έπί τριακονταετίαν δλην βαρείας πολιτειακής φύσεως βλάβας, ευρέθη τελικώς μή έχων δεσμόν έτερον μετά τής ελληνικής του ιδιότητος είμή μόνον τό δελτίον ταυτότητος, τό όποϊον πάντοτε ΰπομονετικώς μεθ' εαυτού φέρει. 'Εξ οΰ καί τό «έλληνοειδές» αύτοΰ. Ή έννοια βε βαίως τοΰ «έλληνισμοΰ» αποτελεί ύψηλόν ίδεολόγημα καί κατά περίπτωσιν μεταξύ τών πολυτίμων, ή έννοια όμως παντός είδους «κράτους» είναι έξ ορισμού τί τό ΰλικώς άπτόν: ή έκδοσις «δελτίων ταυτότητος» Ισοδυναμεί μέ έκδοσιν συνταγματικής φύσεως υποσχετικών (γραμματίων), προϋποθετόντων τήν κατοχύρωσαν τού δικαιώματος εργασίας έν συνδυασμφ πρός τάς βασικός διατάξεις περί ελευθέρας αναπτύξεως τής προσωπικότητος τοΰ διά
Βεβαίως θά έπερίττευεν ή παλαιά οθωμανική συνήθεια προσφυγής είς τόν Σουλτάνον ώς τελικής πηγής δικαίου, έάν ύπήρχον εις τήν χώραν μας νό μιμοι διαδικασΐαι διεκδικήσεως αναλόγων δικαιωμάτων. Τοιαύται δμως α ποκλείονται έκ τών προτέρων άπό τό Σύνταγμα. Είς μίαν χώραν ώς ή Ελλάς, κοινωνικώς άνανάπτυκτον και άρα επιστημονικώς ύπανάπτυκτον, δπου οί εργαζόμενοι χρησιμοποιούν είσαγομένην τεχνολογΐαν καί συνεπώς ό αριθ μός τών εργατικών ατυχημάτων καί αναπηριών μεσουρανεί στά Οψη, θά ένόμιζεν κανείς δτι τό έπί συντάξεων δικαίωμα θά συνιστά τό βασικώτερον και πλέον έπεξειργασμένον τών κατά Σύνταγμα «ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Τοιούτον τί δμως αποκλείει τό άρθρον 98 τοϋ Συντάγματος. Κατά τό έν λόγω άρθρον, άρμόδιον κατ' αποκλειστικότητα διά τάς συντάξεις Οργανον είναι
*Mttott^Bwft*rating^
at
*,
ίΞ
397
τό Έλεγκτικόν Συνέδριον, τοΰ οποίου δμως νομοθετικώς ή ευθύνη μεταβι βάζεται εκάστοτε είς Ιδιαιτέρας στρατιωτικός υπηρεσίας, έφ' ών μερικώς μόνον δύναται νά έκταθή ή κοινωνική έννοια τών «πολιτικών δικαιωμάτων», άφοΰ ό ελληνικός στρατός, ώς καί άλλων χωρών, αποτελεί τμήμα τοΰ NA TO. ΕΙδικώς δμως διά τήν "Ελλάδα, τήν σχέσιν στρατοΰ καί κοινωνίας καθώρισεν έπί τό φιλοσοφώτερον παλαιότερος αμερικανός υπουργός τών εξωτερικών: «αυτό πού μάς ενδιαφέρει άπό τους Έλληνες, είναι νά μείνουν καλό κρέας γιά τά κανόνια»... "Οτι τό Έλεγκτικόν Συνέδριον αποτελεί είδος ανωτάτου οικονομικού" δι καστηρίου και ουχί άπλήν τινά λογιστικήν ύπηρεσΐαν, τεκμαίρεται έκ τών εδαφίων ε) και στ) τοΟ άρθρου 9S. Τό δικαστή ριον δμως τοΰτο, κατά τάς παραγράφους 2 καί 3 τοΰ ιδίου άρθρου, ούδαμόθεν διοικητικώς εΐναι δυνατόν νά έλεγχθή καί ουδέν άλλο δικαστήριον προϋποθέτει ή συνεπάγεται. Έκ τών περιστατικών άρα τούτων δέν συνάγεται μόνον ό οίονεί συνταγματικός καταναγκασμός αναμίξεως τοΰ στρατοΰ εϊς τά τής πολιτείας, άλλά καί έν γεγονός σπουδαιότερον: δτι ουδέν δικαίωμα τών ελλήνων πολιτών έπί τοΰ κρατικοΰ προΰπολογισμοΰ κατά πράξιν'ΰφίσταται! Τό δικαίωμα συνταξιο δοτήσεως παντός Έλληνος καί έξ οιασδήποτε αΙτίας αποτελεί θέμα «γνω μοδοτήσεως» τοΰ Ε.Σ. — δηλαδή τελικώς της ερμητικής συνθέσεως του... "Οτι βεβαίως τά Συντάγματα θεμελτοΰν τά δικαιώματα καί ουχί αί «γνωμο δοτήσεις», οί νόμοι ή τά δικαστήρια (τά άφορώντα είς τήν ρύθμισαν τής ασκήσεως των), ώς καί ή τοιαύτη ύφή τών πραγμάτων εις τά τοΰ κρατικοΰ προΰπολογισμοΰ, άποτελοϋν εύνοήτως ζητήματα ευρύτερων ερμηνειών, πλήν όλως εξερχόμενων τών ορίων καί τοΰ σκοποΰ τοΰ παρόντος. "Οστις σκοπός δέν είναι, είμή ή έξης άπλή απορία: δύνανται τοιαΰται σκανδαλωδώς αντισυνταγματικοί περιπτώσεις νά απωθηθούν άνευ έτερου εΐς τό... «χρονοντούλαπον»; Ή σοβαρότης τής περιπτώσεως, δηλαδή ίνα φθάση τό παρόν εΐς χείρας σας, Κύριε Πρόεδρε, έθεώρησα σκόπιμον νά τό ταχυδρομήσω ενώπιον δύοι ευ υπόληπτων μαρτύρων καί συμμέτοχων τών ελληνικών κοινών. Αί υπηρεσια κοί διαβιβάσεις (μέσω πρεσβειών ή προξενείων), ώς άλλοτε είχον τήν εύκαιρίαν νά παρατηρήσω, βραδύνουν εξαιρετικώς πολύ. Έχόμενος τής στερρός ελπίδος, δτι παρ' Ύμΐν θά διακριβωθή έν διοικη τική αμεροληψία τό εξόχως άπλοΰν, οϋ μήν άλλά καί εξόχως πολόπλοκον τής αναφερομένης περιπτώσεως, καί δτι συνεπώς διά τής συντόμου ικανο ποιήσεως τοΰ άλλως πώς άναιτΐως εκκρεμούντος αιτήματος θά άπαλειφθη" σοβαρωτάτη συνταγματική ανωμαλία, διατελώ μετ' ιδιαζούσης τιμής Γ. Κ. 398
ΕΠΕΞΗΓΗΣΗ:
Σήμερα γνωρίζομε βέβαια δτι ό κ. Σαρτζετάκης υπήρξε ό «θεσμικώτερος» τών ελλήνων Προέδρων. Και γνωρίζομε δτι καί τά παληά μάλλον γιά λόγους «θεσμικής» τυπικότητος έγιναν, παρά άπό κάποιες βαθύτερες ιδεο λογικές κατανοήσεις... Είπε καί δτι «οί "Ελληνες οφείλουν νά ανήκουν στήν Ελλάδα», τοΰ απήντησε ό κ. Χατζιδάκης, δέν γνωρίζομε άν άνταπήντησε στόν κ. Χατζιδάκη, άλλά είμαστε απολύτως πεπεισμένοι δτι κατέ βαλε κάθε προσπάθεια νά υπηρέτηση τά «ελληνικά Ιδεώδη» κατά τόν καλύτερον τρόπο. Άν θά μπορούσαμε νά σημειώσωμε μιά μικρή διαφορά μας μέ τόν κ. Σαρτζετάκη, εντελώς προσωπική καί γι* αυτό επουσιώδη, είναι δτι γιά μας ό ελληνισμός δέν είναι υπόθεση «θεσμών»... "Οσο γιά τήν φράση τοΰ γράμματος περί... «κρέατος», τήν είπε έπί Δι κτατορίας ό τότε υπουργός Εξωτερικών τών ΗΠΑ κ. Χ, Κίσιγκερ, διότι βεβαίως σφόδρα ήνοχλεΐτο άπό κάποιους «αντιστασιακούς» τής παλαιάς φρουράς, δτι απώλεσαν τό... «Σύνταγμα». Καί ό Κίσιγκερ, έχων τότε άλλες, πολύ πιό επείγουσες υποθέσεις, τούς έμίλησε συνοπτικώς περί τής άπορρεούσης έκ τοΰ «Συντάγματος» πραγματικότητος, συνιστώντας έτσι υπομο νή... Ή εκφραστική συντομία τοΰ κ. Κίσιγκερ ήρέθισε ώς ήτο φυσικό μερικός... χορδας καί ό μακαρίτης Π. Κανελλόπουλος ήστραψεν τότε ώς άλλος νεφεληγερέτης Ζεύς: «άσε νά πάρωμε τό... «Σύνταγμα» καί θά ίδή ό κ. Κίσιγκερ» (τήν φράση άποδίδομε νοηματικώς). Καί «ξαναπάρθηκε» μέν τό «Σύνταγμα», άλλά τελικώς άγνωστον παράμενα «άν είδε» καί «τί είδε» ό κ. Κίσιγκερ. Τήν ίδιόρρυθμον αυτήν λειτουργίαν τοΰ «Συντάγματος» (ήγουν τής συ νταγματικής υποχρεώσεως νά άποτελή ό στρατός τόν βασικόν μοχλόν μόνο 5ιά κρεατομηχανήν προοριζόμενον...) ήθελήσαμεν κι έμεΐς νά ΰπομνήσωμεν είς τόν κ. Πρόεδρον, πεπεισμένοι δντες περί τής άμέμπτου «θε σμικής» τυπικότητος καί άρα τά μόλα εόελπιστοϋντες ώς πρός τήν έκπλήρωσιν σοσιαλιστικοΰ τινός Petitionsrecht άνευ τηλεφώνου. Διεψεύσθημεν! Τήν φοράν αυτήν ή παραβίαση τοΰ οίκιακοΰ άσυλου ήλθεν άπό τό... «μοιραστήριον», ήγουν κοινώς «Γενικόν τοΰ Κράτους Λογιστήριον». Ή Προε δρεία συνεπώς θεωρήσασα έαυτήν «αναρμόδια» κατά τά προερμηνευθέντα, προώθησεν τό θέμα «αρμοδίως», ήτοι μετεβίβασεν άλλου τό τηλεφωνικόν έξοδον. Κατ' «έπιταγήν» συνεπώς υπάλληλος τοΰ Λογιστηρίου (τοΰ οποίου 399
τότε δέν έγνωρίζαμεν καί τήν συγγραφικήν Ιδιότητα) μας ενημέρωσε, ότι τό αίτημα μας είναι μάλλον σισυφείου υφής... Άλλά τοΰτο βέβαια τό έγνωρίζαμεν ήδη πρό πολλοΰ. "Εκτοτε ό χρόνος έπανήλθεν πάλι στόν ρυθμό τοΰ Αβραάμ, ώσπου ξαφ νικά μέσ* τίς εκλογές (αυτό άν δέν άπατώμεθα δέν επιτρέπεται συνταγμα τικά) καί όλως άναιτίως — παρ* δλον δτι δταν πρόκειται γιά συγκεκριμέ νες καταστάσεις, σκεπτόμαστε αφάνταστα πολύ πρίν γράψωμε καί τό πα ραμικρό καί ουδέποτε τό γράφομε άν δέν έχη σχέση μέ νοήματα (τά πρό σωπα δέν έπαιξαν ποτέ ρόλο στά γραφόμενά μας) — ό μέν κύριος Τσοβόλας «μάς τάδωσε δλα», ή δέ κ. Μερκούρη μας εκδικήθηκε μέ τά δυό χαρτιά πού άκολουθοΰν:
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΟ ΛΟΓΙΣΤΉΡΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ: 3π ΤΜΗΜΑ. ; '
Αβήνο-.-.?5...Κί!!ί.««....19ν.!ί Λριβμ.Πρωτ..?.·.-?*.?.
Α
Ταχ,Δνση: Κβν«.γγο< ? 9 ..X..C...I.l.I.ft*...ICI...I.O. Πληροφορίες: Τηλέφωνο ΘΕΜΑ;
ΑβΗΝΑ
"
3503981
Λποστολή
~ •
αντι,γοΛβου
'
JTfPlL. » · Γ « * ο ΐ " ° Αοκληπιού "
I^WJVP llf
114 7Γ — ——
.
ΚΟΪΓΤ: Υ Π Ο Υ Ρ Γ Ε Ι Ο Π Ο Λ Ι Τ Ι Σ Μ Ο Υ ΔΓΉΣΗ
rPAUKATRH-THFt'A
E H S O Y 17,
Α'
Ι Ο Ι G6 AO RITA
H E ί ν σ avxiroocvc « ο ς ν ή ς απβιηασης
Εαζ σ τ έ λ ν α υ υ ε OUTCYOOCDO τ η ς σ ο ι θ . Δ Ο - 6 6 6 / 8 9 ι · ο ι ν ή ε σπώιρσσης τ Β ν YrrcvPY&iv
Ontcvot'LiiMv
« κ ν Π<ΐλι·τ^ιιιβύ ι·ε τ η ν ' c n ^ C i S T I P O O C C 3 n » e T C
π£»τΜϋ7 οατ κ ο ν σ ο ς TtAnoontioruiT Ατι. ΗΠ<ΪΟΕ£Τ£ ι · ί ο σ a'£vr, v o ' v c « n i
Tt>v (
'''-rLvoireUnan *P,iic. <" ΛΟ6ΡΟ
τ η ς συιοτίπ'Λ i n c " , υ^· ? σ ι ι ί σ ΐ · χ ε V J T Ι Α . Κ 59<3/T?!V;)
K o v ^ v w O Συντάξεων
3
Τ
η
ν
'πυτής η
ΈνοτΓτσπ
FniTOcnrt Ι \ ΐ γ · · - υ nn^F.EWv
'Ersson ( Λ ο β ο ο 5 ft IT 5*)9/TSC )eTn . Τ Ϊ Ι Ι ' Λ Ι , Ο 1
ΙΙ.ΛΓΠΛΑ Πι,στό
αντίγονο
401
C M H H N I AHMKMT1A
ffiWTCIl βΙΚΟΝΜΙΚΜ Γ Η » · ΜΤ/Μβ TOV ΚΜΤβΥΙ •/Μ» ι *• TWU
zxinpu
· cvr«Mc nftnpwfc
*t ΣΧΟΛΙΟΝ:
VnOVPTKH ΠΜΙΤΙΙΜΤ «ΚηΤΝΧΗ ΓΡΑΜΛΤΜ r w u *f ΜιΐΗ·Μ|φ·Α0-Μ«
« I ,
•irommuk&n
ΥΠΟΥΡΓΟΙ
t nuinnor
1·T«J* u«'ap«ltf,13l/tT.11-AT 4 1 4 4 / 1 1 - 1 1 4 · *ρ-»τι*« της UlTpasfc Τ·ύ Iptpni 1 mv* 1 τοιι N* 114/73 ami τ » m f o u r p w A m i βτι · ΓΜΜίμβς tvupfttm* Χ*ΜΑ·ν«νη«»«ρίΙη*· * ι χ · ι « β | β ς γ ι · «βντ«(η λ · γ ν « M « » W « C νημαν.fi**v wqpHiew «την «τΑιτυξιι τι» Μ γ ν η χ ν ί α ς * 1·Τη» «4 Μ Imuapfw 1W «ίτηνη MI ΤΒ βΧΑ« «ιι>Μΐ·λβνητ{«4 * * ν τ · Ι Ί · · · τ η « β ς τ«υ· . 3·· Την Μ Β . 1 TW * P « P * ' T#u U 314/?» βΰμνννν μ« την md *αρ*χ«τ · · r f v T B p t m m λ · γ · τ Ι ι ν « « Μ Ι M U I T S | W « m v C|wv VUJMAIIPWSI T»S
Η · 4r*« tfH ηλΐ*ί#ς ταυς M I «χουν i p i U f « Μ την « » | > i a CwiTpn^ <τι •pemlpMiv mvmn%*tt 4 C«aipcTiE<< υτηρηΓις «την ·Μ**·υς>ι τ » Μνιβής A«Y«T*ivfa4 Μ Ι τυν u u V Τ·ιν4ν* 4— Την « Μ · · wy 4p«p.t του Η J14/75 i ^ i p w μ · την i n f i S I M I V B V m Χ·γ·τ*Γ"»4 4 KaUiTagviiiq* ·0ντ«<η.«ν·(βριηΤΒ ηλιιιΓβς « «ι m r w i ι · υ Μίν«ντ*ΐ ΒνΜηΜί m r i την Ivwia T W · ρ · Ρ · 3 * " Ρ * > « ν A.N.1C44/S1 &ηλ»> «4 · Μ Γ ν · ΐ Μ « cwuv U I M T S I μ«Γϋβη της ικανότητας η ι κ Υ>* «ργανίκ «av Μ γ · τ < ι ν · ς ή Κ«Μιτ<χν*ς τ/ρβν τυν 1/3 «* ν· uvifc «ταμ* της irfpfwww Μ Ι ΐΜ*4τητ*« e u •pv'UTvt «την (»t« * Μ Ι · Ι Μ Ι « η ν »·γ·τΙχνης ή Κ·· Τ · γ · γ · ν 4 « «τι M V «υντρβχρυν · ι «ροΰ**4ΐ·«ις τυν η ρ . 1 Μ Ι • τ*ν fetpw 1 τηι ν · § · 1 1 4 / Τ 3 ν η « β · mttnipm λαγντίχνης m i γβννηβηΜ τ · * τ · < W4S M V
402
Απορριφθήκαμε λοιπόν ακόμη μιά φορά. 'Αλλά μήπως καί πετύχαμε ποτέ ώς τώρα στις «εθνικές» μας εξετάσεις; — Όλο απορριπτέοι καί μεταξεταστέοι... Τό πρόβλημα τώρα ήταν νά βρούμε τό «άτομο», μήπως και μπορού σαμε νά προσμετρήσωμε τό μέτρο τής «υπηρεσιακής» μας δικαίωσης, Άλ λά τί νά κάνωμε; Νά γυρίζωμε άπό πόρτα σέ πόρτα τής «περιοχής» μας; Καί καλά οί δύο* μήπως όμως μένει καί ό ίδιος άνθρωπος πάντα τής «ίδιας μόρφωσης και ικανότητας», έστω κι αν δέν άλλάξη περιοχή; Καί ώς πρός τήν... πρακτική αριθμητική, επόμενο ήταν νά μπερδευτούν καί οϊ στρατιω τικοί γιατροί μέ τόν τόσον άνεμο τής «Αλλαγής». Αυτοί έσπούδασαν για τροί καί ό κ. Χαραλαμπόπουλος τούς έκαμε λογοτεχνικούς κριτικούς κατά «περιοχές» δπως στό μέτωπο... Ότι βέβαια τό «πέραν τών 2/3» τών σοσια λιστικών εισπράξεων μιας βουλευτικής περιόδου, είναι άλλο άπό τό «κάτω τών 2/3» τοϋ ιδίου ποσοΰ, είναι μάλλον φανερό. "Οσο τώρα γιά τόν νόμο τοΰ 51, δντως τότε οί χειροβομβίδες έκοβαν τούς ανθρώπους κατά ακέραια κλάσματα καί τό αυτό έκανε καί ή λογοτεχνική κριτική. Άν έμενε ό «σο σιαλισμός» ακόμη μιά τετραετία, σίγουρα ό νόμος θά είχε αλλάξει. Οί «υπονομευτές» φταίνε πάντα στόν μάταιον τούτον τόπο τών ανέξοδων πό στων... Αυτό λοιπόν υπήρξε τό κράτος τοΰ «σοσιαλισμού» καί τής «Αλλαγής» μέσα άπό τά χαρτιά του. Τί βγαίνει δστερα άπό πέντε χρόνια «τοΰ σοσια λισμού καί τής νίκης»; Έμεΐς ζητήσαμε λεφτά, ήγουν κάποια ψιχία έναντι τών δσων «εθνικώς» μας εκλάπησαν, καί άντ' αύτοΰ άνεκηρύχθημεν... «ε θνικοί ποιητές»! Δέν μένει λοιπόν παρά νά άναμένωμεν νά βγή ή κ. Μερ κούρη Δήμαρχος καί νά ύποβάλλωμε πάλι αίτηση νά μάς στήση προτομή πρό τοΰ πάρκου τοΰ «Πνευματικού Κέντρου» τοϋ Δήμου Αθηναίων. Υπάρ χει κάποια άλλη εκδοχή βάσει τής ελληνικής νομοθεσίας; Καί θά τό κά νωμε αυτή τή φορά διά δικηγόρου, δχι γιατί έλπίζομε νά διορθώσωμε έτσι τήν «εθνική» μας αφασία — αύτη πλέον είναι ανίατος είπαμε — άλλά γιά νά δοΰμε πως στήνονται νομοθετικώς οί προτομές...
403
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΝΟΜΑΡΧΙΑ ΠΙΙΡΑΙΑ Α' Τ Ε Λ Ω Μ Η Ο ΠΕΙΡΑΙΑ ΤΜΗΜΑ ATEAflQN
Παραος
ΣΧΟΛΙΟΝ Ε Φ ' ΟΛΗΣ Τ Η Σ ΥΛΗΣ:
ΑΡΙΘ. Π POT. Προς
Ταχ. Δ/νση : Παλατάκι ΤΚ 18610 ΓΙληροΦΟΟΚς i to^y Σ*ίλλΐ4>» Τηλΐφωνο : 4S156£t< »
ΘΕΜΑ :
Προσκόμιση δικαιολογητικών ορκτπκόποιήσκως ατιλβης δημ/κοί χάρτη. χάρτη.
—*
Όπως γνωρΙΪ«τ« σύμφωνα μι τκ δ·στά{ας τικ αριθ. Δ. 9020/71 κοινή; Υπουργικής από φασης κα μι καταθ<ση προσωπικής «γγΰίση;. παρολο0ατ« από την urmptvfo ως τις κατωτέρω ποσότητα δημοσιογραφικού χάρτη για τις ανάγκβς της JfiHffilSsS.Avfc ' "
Επαδή σύμφωνα j« τις Ιβιις όκτταξβς ο* πΑσοτηηί δημ/κού χάρτη που παραλάμβανα ντο) «κλως ορισπκοπαΜονται το apvftnpn μϊσα- οτοίπρώτα τρίμηνο του. «πομ4νου (τους παραλαβής πβρακαλούμ* οηνς το, ταχίτίρο δυνατά και πάντως όχι αρνάηρα απδ 15 μίρ«ς προσκομ(σ«τ* νη τα σκοπό αυτά στην υπηρβσία μας ία ^ής δικαιολογητικά ; α) Βφλίο παραλογών κα χρησιμοποίηση βημ/κοβ χάρτη. β) Απόσπασμα της καθ* σ*Μοος του πιο navw βιβλίου. Υ) B«(Jafuwn τυπογράφου στην οποία να φαίνονται τα αντίτυπα που τυπώθηκαν κατά 4κδοση. 6) ΒφΑιίση ΠρακτορΒΟΛί ή Ταχυδρόμβου ή δική σας των αντιτύπων που £κτ49ησαν 6*6 ΠραKTOpciou. Τακυ6ρου4ου ή. δικά σας μ ίσα. <) "Ενα (1) αντίτυπο γη τον <λ«γχο του βάρους κα της ποσότητας του χαρτιού που χρησιμοπσιήθηκ& \Σ* πιρίπτωση μη έγκαιρης προσκόμισης των παραπάνω δΐΗηολογητικιΰν σας πληροφορού μι ότι θα ΒρΛούμ* στη ουσορβστη Θ4ση να χρβίισουμβ σι Βάρος σας τους ανάλογους δασμούς και λοιπούς φόρους και να «τπδιώξουμ» την ΛπφαίΛ τους μ· τα αναΛασηκά μ Ισα ποΰ προβλέ πονται από τις διατάξβς τον Κ Ε Δ Ε «νώ συγχρόνως θα προΒοΟμ* στην κ<πατττωση των προσωπι κών ΐγγυήσαυν α* Βάρος των «γγυητιίιν.
404
Κα£... έγένετο ήμερα τρίτη, καί έγένετο ήμερα τετάρτη, ώσπου ήρθε ή... «κάθαρση» κα£ ό κ. Φλωράκης γιά πρώτην φοράν στήν κυβέρνηση, κρα τώντας άμειλίκτως τό... εθνικό σερβιτσάλι. Δέν είπε δμως στόν κ. Μητσο τάκη νά πάρη τουλάχιστον κάποια νέα Μάρκα καθαρτικοΰ καί... τό πλή ρωμα τής σκοΰνας άρχισε πάλι τά παληά. Ποΰ νά βρή ό κ. Μητσοτάκης τίς νέες «πρέζες», άφοΰ ό «σοσιαλισμός» έρήμαξε κυριολεκτικά τό... αρχι πέλαγος; Έτσι λοιπόν άρχισαν νά έκσφενδονίζωνται οί γάντζοι δεξιά κι αριστερά, μήπως καί πιάσουν τίποτε, καί έτσι ήρθε στά χέρια μας κι αότό τό μικρό τσιγκελάκι πού παραθέτομε. Είναι υψίστης... «πρεζικής» σημα σίας ώς πρός τά νοήματα. Έμεΐς βέβαια είπαμε δτι τά λησταρχικής σημασίας τελωνεία πρέπει νά κλείσουν. Ή νά κλείσουν δηλ. ή οί υπάλληλοι νά φορέσουν βράκες καί φυσεκλίκια — δπερ καί τουριστικώς άποδοτικόν —, γιά νά μήν προδίδεται τό «έθνακόν νόημα». Διότι, ό,τιδήποτε κι άν κυττάξη κανένας σπίτι του, δέν θά βρή οΰτε ένα πράγμα απολύτως πού νά είναι ελληνικό. Ή θά είναι εισαγόμενο, ή φκιαγμένο μέ εισαγόμενη τεχνολογία. Πιάτα, τασάκια, κα ρέκλες, κουρτίνες καί ό,τιδήποτε χρησιμοποιεί (καί κατά 80% τρώει) προέρχεται άπ' έξω. Άφοΰ λοιπόν δεν παράγομε τίποτε, τί «προστατεύουν» τά τελωνεία; Άρα λοιπόν δέν προστατεύουν, άφοΰ δέν υπάρχει παραγωγή, άλλά κλέβουν τόν κόσμο νέτα-σκέτα. Είναι δηλαδή οί... βαρκοΰλες τής εθνικής ναυαρχίδος. Τό τσιγκελάκι πού παραθέτομε είναι γιά λίγο χαρτί πού μάς παρεχώρησε «ατελώς» ό... σοσιαλισμός (τώρα τό μέτρο καταργήθηκε) γιά ένα βιβλίο. Τό βιβλίο μας δμως αυτό (σέ ελάχιστα αντίτυπα σάν Ιδιωτική έκδοση, περίπου 700) έξυσε λιγουλάκι τό ονοματάκι τής σκούνας μέ τήν λέξη «Έλλαδίτσα» καί άπό κάτω βγήκαν πράγματα όχι κα£ τόσο «εθνικώς ευπρεπή». Οΰτε κάν δική μας δηλαδή δέν ήταν ή άνευ νηολογίου σκούνα... Αότό ό κ. Μητσο τάκης ώς νέος καραβοκύρης δέν τό ξέχασε, ώς φαίνεται, καί κατά παρά βαση τοΰ έσωτερικοΰ τής σκούνας κανονισμού (πρώτο τρίμηνο), μάς εξα πέλυσε ύ'στερ' άπό 4 χρόνια τό τσιγκελάκι. Αυτό δμως έμεΐς τό χρεώνομε στόν κ. Φλωράκη, διότι ένφ ήξερε τό είδος τής παλαιάς ναυσιπλοΐας, 405
καίτοι παρακοιμώμενος τοϋ νέου κυβερνήτη, δεν είπε λεξη γιά τήν όρθή χρησιμοποίηση τών τσιγκελιών, που κατά τά συμφωνηθέντα θά έχρησιμοποιοΰντο καί ολίγον εσωτερικώς τής σκούνας... Τήν φορά λοιπόν αυτή «έκκαθαρίσθημεν» ώς λαθρέμποροι. "Αρα είμεθα «λαθρέμποροι εθνικοί ποιητές». Έτσι θά μάς άνεκάλυπτε κάποιος άρχειοδΐφης άπό τόν Άρη, άν έτύχαινε νά κυττάξη τά επίσημα αρχεία τοΰ κράτους μας. "Οπως βλέπομε, ή «ενίσχυση» πού είχαμε ζητήσει γιά κάποιο βιβλίο μας, παρεγράφη διά τής σιωπής. Ή «παράβαση» μας δμως κατά τοϋ κράτους στό ίδιο πάνωκάτω διάστημα δχι... Πώς τώρα λαθρέμποροι; Έδώ τά πράγματα πάνε λίγο «εθνικώς» βαθύ τερα. Αφελής τίς θά ένόμιζε δπ τό φθηνότερο κατά τά τέλη χαρτί (διότι βέβαια καί τό χαρτί είναι είσαγόμενο), τό παρείχε τό κράτος πρός «ενίσχυ ση τών Γραμμάτων». Είναι δμως δυνατόν σέ καθεστώς... σκούνας νά επι κρατούν προθέσεις άγιότητος; Κλασσικόν μέτρον λογοκρισίας κατά τοΰ Τύπου υπήρξε ή καταβολή εγγυήσεως. Δηλαδή προκειμένου νά βγάλη ένας μιάν εφημερίδα, έπρεπε νά προκαταβολή κάποιο τεράστιο ποσόν καί έάν διά τών δημοσιευμάτων «προέκυπτε βλάβη», τότε τό ποσόν έπήγαινε ύπερ αποζημιώσεως τοΰ «πα θόντος». Όποτε ή εφημερίδα έπρεπε νά ξανακαταβάλη τό ίδιο ποσόν, ή άν δέν είχε νά κλείση. Αναλόγου σημασίας μέτρο εΐναι καί τό «δημοσιογρα φικό χαρτί». Μέ τόν νόμο τοΰ Μεταξά περί Τύπου (στόν όποιον βασίζεται τό Δ. 9020/71 πού γράφει τό τσνγκελάκι — τό βλέπομε: κάθε φορά ποΰ ή σκούνα θά έκστρατεύση, ή σημαία είναι καί κάποιος χουντικός νόμος. Κατά τά άλλα τό άρθρ. 2, § 1 τοΰ Συντάγματος τηρείται απολύτως «ϊσοτίμως» εντός ΕΟΚ.,.), τό μέτρο αυτό «ευεργεσίας τοΰ «φθηνοΰ» χαρτιού έγινε σπαθί δαμασκηνό (γι* αυτό άλλωστε καί τό μεγαλύτερο μέρος αύτοΰ τοΰ νόμου είναι γιά τό μέτρο αυτό «ευεργεσίας»...). Τώρα δμως Οχι μόνο χρη ματικής σημασίας, άλλά καί ποινικής. Όλοι οί τής Αριστεράς έπί Μετα ξά, ηγέτες ή σημαίνοντα πρόσωπα, είχαν ποινικές καταδίκες γιά άπατες, υπεξαιρέσεις, πορτοφολικές καταστάσεις στά τραμ κ,λπ. Τόν αυτόν δμως χορό έπρεπε νά σύρουν καί οί δημοσιογράφοι. Μέ τήν «κρατικήν μέριμνα» γιά την ανάπτυξη της ελευθεροτυπίας — καί ή δικτατορία τοϋ Μεταξά ήταν άκρως λαϊκιστική ώς γνωστόν — αυτό θά έπετυγχάνετο μέ τό «φθηνό χαρτί». Δηλαδή: άν ή άρτίως λειτουργούσα ασφάλεια τοϋ Μανταδακη έμάθαινε δτι στό τυπογραφείο κείται κάποιο «δημοσίευμα», τότε πρό της κυ κλοφορίας θά μποροΰσαν νά «λείψουν» κάμποσα φύλλα άπό τήν έκδοση, οπότε ευθύς ενέπιπτε ή ασφάλεια νά έλέγξη, άν όντως τό παρασχεθέν χαρτί έχρησιμοποιήθη δλο γιά τήν έκδοση. Και άφοΰ θά έλειπαν κατ' ανάγκην μερικά κιλά, άρα ό έκδοτης ήταν... λαθρέμπορας! Ή υπόθεση πλέον ήταν 406
τελωνειακής φύσεως, Μποροΰσε βέβαια έν συνεχεία ό έκδοτης άπό τήν φυλακή, νά ύποβάλη «μήνυση κατ' άγνωστων» πού τοΰ έκλεψαν πρό τής κυκλοφορίας τά φύλλα, άλλά αυτό σέ τίποτε δέν αλλοίωνε τά πράγματα ώς πρός τά τελωνεία, πού είναι οί κέρβεροι...τής «εθνικής σκούνας» καί ου δεμίας παραγωγής. Καί φυσικά στους λαθρεμπόρους οί ποινές μπορεί νά είναι καί διάλυση τής δλης επιχείρησης (αφαίρεση «αδείας ασκήσεως ε παγγέλματος» κλπ....). Ίδιαιτέραν μνεία περί συγγραφέων ό νόμος — τόν όποιον συνοπτικώς αναφέρομε έδώ — δέν έκαμε, διότι άφοΰ τούς αριστε ρούς καί τούς συναφείς αντιπολιτευόμενους τούς κυνηγούσε τό «Ηθών» (άλλη ελληνοχριστιανική ιστορία αυτή...), βιβλία μποροΰσαν νά γράψουν μόνον οί... δημόσιοι υπάλληλοι. Ούτε άλλωστε καί τό βιβλίο, καθ' ά προεξηγήσαμε, είχε ποτέ καμμιά κοινωνική λειτουργία στήν Ελλάδα. Άλλω στε σέ μιά άρτίως λειτουργούσα αστυνομία, δέν έχρειάζετο καί τέτοια νο μοθετική περίσπαση, διότι τά... «ρωποπωλεΐα» έλειτουργοϋσαν εύρύθμως άπό παλαιότερες εποχές. Αυτές οί περί λαθρεμπορίας καταβολές φαίνονται στό τσιγκελάκι, άλλά προσέτι καί ή ακτοπλοϊκή κατεύθυνση τής σκούνας μας έπί κυβερνήσεως «εθνικής σωτηρίας» καί «καθαρισμού». Τό έντυπο είναι μόνο γιά «Εφημε ρίδες — Περιοδικά», γράφει δμως βιβλίο. Είμαι λοιπόν Δ/ντής άνευ προσωπικοΰ. Καί τό κείμενο αρχίζει βέβαια μέ τήν έκ τών προτέρων ένοχη τής... «άγνοιας» τών νόμων ανοικτής θαλάσσης... Ή εγγύηση, λέει, είναι προσωπική. Μά έμεΐς δέν καταθέσαμε καμμιάν εγγύηση, οϋτε μας ζητήθη κε κάτι τέτοιο. Δέν γνωρίζομε άν διά τοΰ έγγραφου αύτοΰ στοιχειοθετήται μήνυση κατά τοΰ κ. Νομάρχου, διότι μας φέρει μή τηρήσαντες εγγυήσεις πού έδώσαμε. Έάν μάς έζητεΐτο ή δποια εγγύηση, απλώς θά παίρναμε... άλλο ατμόπλοιο, διότι δέν θάχαμε νά τήν δώσωμε. Άρα ή «ύπ' άριθ. 202/ 87» είναι εγγύηση... κεφαλική, τήν οποίαν ό υπάλληλος έθεώρησε αυτο νόητη δπως σέ κάθε καθεστώς... σκούνας! Έμεΐς δμως στό επισφαλές κε φάλι μας άλλη σκέψη είχαμε: άφοΰ τό Σύνταγμα λέει κατ' αντιγραφή περί «ενισχύσεως Γραμμάτων» καί τό υπουργείο Πολιτισμού δέν έχει λεφτά, τελοσπάντων κάποιες μικροβοήθειες θά πρέπει νά παρέχη τό κράτος. Κά πως έτσι πήγαμε και οχι ώς δυνάμει λαθρέμποροι. Τό βλέπομε: φέρτα έτσι, φέρτα άλλοιώς πάντοτε βγαίνει κανένας ένοχος, έφ * δσον ζητήσει νά διεκ δίκηση κάτι συνταγματικώς μέσω τής ελληνικής νομοθεσίας. Τό ίδιο καί μέ τήν περίπτωση τών γιατρών. Καί ουδεμία άλλη «ερμηνεία» χωράει, έκτος άπό αύτη πού λέμε: δτι οί νέες κατ' αντιγραφή διατάξεις προ σκρούουν πάντα στήν νομοθεσία σκούνας. Δέν είναι δηλαδή δυνατόν νά ύπαρξη κατοχύρωση «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» στήν Ελλάδα, καί τό παρατράγουδο βγαίνει κάθε φορά ποΰ θά γίνη προσπάθεια γιά κάτι τέτοιο. 407
Τί «βιβλίο παραλαβών» νά έχη ένας ποιητής πού παίρνει λίγο χαρτί νά βγάλη μερικά ποιήματα; "Αν το δεχθή σάν αυτονόητο, αμέσως είναι ένο χος, διότι τό παίρνει βάσει μιας νομοθεσίας καμωμένης γιά λαθρεμπόρους. Τά α), β), γ), δ), ε) δέν είναι παράλογα μέσα στήν λογική τής σκούνας πού λέμε, διότι είναι μέτρο λογοκρισίας ποινικοποιημένο ώς λαθρεμπορία. ΓΓ αυτό θέλει τό β) καί τό ε) μαζί. Αυτό μπορεί νά φαίνεται κωμικό, άλλά καθόλου τέτοιο δέν είναι διότι κρύβει μιά ολόκληρη ίστορική καί κοινω νική πραγματικότητα, δηλαδή αότό πού είπαμε: ή μέν βάση τής συνταγ ματικής μας Ιστορίας είναι ύπό συνθήκες λησταρχίας, δρα καί δλη ή νο μοθεσία (τό ένα μετά τό άλλο συνεχώς καί άδιακόπως σάν χιονόμπαλα), ένφ τυπικά πρέπει νά φαινώμαστε διαφορετικά. Δηλαδή τό κράτος μπερ δεύεται μέσα στήν ϊδια του τήν αντίφαση: ή νά τά δίνη λαϊκιστικά καί χαριστικά γιά λόγους πολιτικής σκοπιμότητος, ή νά τά καταργή. Καί στήν μία περίπτωση καί στήν άλλη δέν υπάρχει ουσιαστική νομιμότης. Στήν μέν πρώτη, διότι τό κράτος παραβαίνει τήν τυπικότητα τών νόμων του, στήν δέ δεύτερη, διότι δέν μπορεί νά απόδειξη αυτό πού αναγκάσθηκε νά αντι γραφή στό Σύνταγμα διά τοϋ άρθρ. 16, δηλαδή ότι ή προαγωγή τής επι στήμης καί τής τέχνης άποτελοΰν υποχρέωση τοΰ Κράτους. Αυτή ή διά ταξη είναι επίσης νέα, δέν υπάρχει σέ προηγούμενα Συντάγματα. Είναι, όπως είπαμε στήν άρχή, λόγω ΜΟΠ...
Θέλομε νά διαβεβαιώσωμε ακόμη μιά φορά πρό του τέλους, δτι υπήρξαμε επιεικείς στά δσα λέμε μέ τό άφαντάστως πολυώδυνο βιβλίο τοΰτο. Περισ σότερο ή λογική καί δχι ή άχλύ τής επιστημοσύνης περισσότερο ό λόγος και δχι ή καλλιέπεια, ήταν ή δύσκολη άσκηση τής γραφής του. Οΰτε καί θά μποροΰσε νά είναι ό λόγος μας περισσότερο άφατικός, άπό δσο μιλού σαν τά Βια τά στοιχεία. Δέν είχαμε νά παρουσιάσωμε καμμιά πραγματικό τητα, γιατί μιλοΰσαν αυτά. *Η αναγκαστική δμως έτσι χρέωση κάποιων έγκυρων τουλάχιστον προτάσεων, άν δχι λύσεων γι' αυτή, ήταν ακριβώς τό δυσυπόφερτο καί γι* αυτό έπίμοχθο δικό μας έργο.
Μέσα σ* αυτή τήν δομική αντίφαση, τά «τρελλά» πού λέει τό δ) — βεβαιώσεις Ταχυδρομείου καί «δικά σας μέσα», δηλαδή πράγματα αδύνατα (ποιών ταχυδρομείων έξ άλλου; Άπό Αμπελοκήπων μέχρι * Ομονοίας υ πάρχει μόνο ένα ενδιάμεσο ταχυδρομείο, τής Ιπποκράτους, πού άν τό μελετήση κανένας, καταλαβαίνει πολύ καλά μέ ποιά μέσα ζητή νά στηριχθή τό Κράτος καί γιά ποιόν λόγο πρέπει νά Ιδιωτικοποιηθοΰν τά Ταχυ δρομεία. Στά δήθεν παράλογα (τέτοιο φαίνεται καί τό τσιγκελάκι μας) κρύ βεται ή ούσιαστικότης τών πραγμάτων...) — είναι απολύτως αυτονόητα. Μόνο δμως πού άπό τόν βαθμό τής «τρέλλας» (οΰτε σέ καννιβαλικές δικτα τορίες δέν υπάρχουν τέτοια έκ τών υστέρων μέτρα" αυτά είναι οριστικές καταδίκες δπως ακριβώς στήν σκούνα οί αποκεφαλισμοί...) καταλαβαίνει κανένας τό καθ' εαυτό αδύνατο τής υπάρξεως τής Ελλάδος σάν Κράτος. Οΰτε κάν ή λέξη «κατάπτωση» δέν εΐναι ψυχοσυνειρμικώς τυχαία, διότι πράγματι ώς κρατική διοίκηση ή περίπτωση βρίσκεται στό έσχατον έπίπεδον καταπτώσεως. Χρειάζεται νά άναλυθή ολόκληρη ή νομοθεσία (!), δταν άπό Ινα καί μόνο χαρτί μπορεί νά φανή ολόκληρη ή αλήθεια καί ή εικόνα; Καί τέτοια είναι σχεδόν δλα τά χαρτιά τής διοικήσεως, άν άνατρέξη κανένας στους νόμους πού τά στηρίζουν.
408
409
Μήν θέλοντας ν' άφήσωμε τόν αναγνώστη χωρίς ένα ώραιο τέλος τοΰ «story» μας — αυτό άλλωστε επιδιώκεται καί στά αστυνομικά μυθιστορή ματα _ σπεύδομε έστω καί κυριολεκτικώς έπΐ τοϋ πιεστηρίου νά έπισυνάψωμε τό τελευταίο «ανθρώπινο δικαίωμα» πού μας απέμεινε, δηλαδή μιά φωτοτυπία (οΰτε κάν πρωτότυπο). Εύρήκαμε λοιπόν έναν δικαστικόν επι μελητή, προκειμένου νά έκτελέσωμε τάς περαιτέρω έντολάς τής διοική σεως. Καί εΐπεν ό επιμελητής: «Μά λίγο τό βλέπω γιά έφεση!» Τί νά έλεγα δμως; "Οτι ακριβώς τό «πολύ», δηλαδή προσθέτοντας νόμους έπί νόμων, παραγράφους έπί παραγράφων, διατάγματα έπί διαταγμάτων καί «ερμη νείες» έπί «ερμηνειών», είναι αότό ακριβώς πού δημιουργεί τό πλήρες κενό εντός τοΰ όποιου λειτουργεί ό δικαστής ώς καδής (ήγουν άνευ συνταγμα τικών δεσμεύσεων άλλά διά τής έαυτοϋ σοφίας); Άφοϋ τελοσπάντων ό «έφεσιβάλλων» τέτοιες εφέσεις ήξερε νά κάνη, ήγουν ανάλογες τών κρα τικών του αποδοχών (διά δικηγόρου τά έξοδα πλησιάζουν εκείνα τοϋ δι καστηρίου τής Νυρεμβέργης — αυτονόητον άλλωστε...), φτωχό και αλει τούργητο έπρεπε νά οοθή καί τό χαρτί. Κι άφοΰ βέβαια είναι «λίγο», πράγ μα γιά τό όποιο ουδόλως άμφιβάλλομε και ήμεϊς οπτικώς, αότό πάει νά πή δτι θά... άναμένωμεν είς τό άκουστικόν μας έως συντέλειας τοΰ αιώνος. Οΰτω πώς τελείωσε καί ή ίστορία μας ώς εύρωελλήνων...
411
Ε Π Ι Λ Ο Π Κ Ο Ν ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ:
Τά πράγματα γιά τόν ρόλο τοΰ κράτους επιδέχονται περαιτέρω ανάλυση, άλλά έμεΐς θά σταματήσωμε έδώ. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει κράτος, ούτε καί υπήρξε ποτέ. Υπήρξε μόνο έξ αρχής μιά ίστορικώς δοτή κατάσταση, εκφραζόμενη μέ τήν «Διοίκηση». Και στήν οποίαν οί εκάστοτε διοικού ντες, θέλοντας καί μή, είναι υποχρεωμένοι νά υποκύπτουν. Τοΰτο, απλού στατα, διότι ή «ελληνική Επανάσταση» κατάφερε δχι νά ξεγελάση, άλλά άπλως νά γίνη ανεκτή άπό τούς ευρωπαίους. Σέ μιάν εποχή ποΰ ή Ευρώπη έβίωνε τήν 'Ελλάδα σάν μιά δική της υπόθεση πολυτίμων νοημάτων — μιά καί οί αρχαίοι δέν... έφιλοσόφησαν γιά συγκεκριμένες φυλές —, ένας συρ φετός ίστορικά ασυντόνιστου κόσμου έδώ άνεφωνησε: «εμείς είμαστε οί απόγονοι τών αρχαίων Ελλήνων», Αυτό δέν τό είπαν οι προεπαναστατικοί λόγιοι, οί όποιοι απλώς έζητοΰσαν μέσα στήν αναβίωση τοϋ αρχαίου έλ ληνισμοΰ στά ευρωπαϊκά δεδομένα νά πορισθοΰν κάτι καί νά τό μεταδώ σουν κι' έδώ. Ό Εύγ. Βούλγαρης έτόνισε: «έκ πλουτούντων πενόμενου>. Οί «απόγονοι» είπαν άλλα, δμως δέν έξηπάτησαν* έγιναν μόνον ανεκτοί, γιατί ή γεωγραφική έκταση ' Ελλάς έχρειάζετο απλώς στους ευρωπαίους. Καί τούς παρεχωρήθη ή... «αυτοδιοίκηση». "Οπως έδείξαμε, δέν υπάρχει στόν κόσμο μελέτη γιά υπανάπτυκτη χώρα, τήν οιανδήποτε, πού νά μήν βρίσκη την αντιστοιχία της στίς κοινωνικές καταστάσεις τής Ελλάδος. Μόνον δτι στήν 'Ελλάδα υπάρχουν κι άλλα πράγματα, πού οΐ κοινωνιολογικές αναλύσεις δέν φθάνουν. Ή σήψη τής νεοελληνικής κοινωνίας δέν είναι ή συνήθης σήψη μιας κοινωνίας υφιστα μένης τήν υπανάπτυξη. Οί κοινωνικές νοοτροπίες μας έδώ διεμορφώθησαν πολύ πρό τοΰ Καπιταλισμοΰ κα£ τής «εξάρτησης». Ποιες μπορεί νά είναι οί «διοικητικές αρχές» μιδς ηγεσίας, ίδιαίτερα μάλιστα άν αυτή τυχαίνη νά είναι καί ή «πνευματική», που διοικεί σέ κοινωνίες πειρατών ώς διαχειριστής τής κοινής λείας; Μέ τήν πειρατεία δέν μπορεί νά κρατηθή κοινωνική ίεράρχιση, είμή μόνο μέ ανάλογες πει ρατικές διοικητικές μεθόδους. Ό πλοΰτος μέ τήν πειρατεία είναι άπρόβλεπτον γεγονός, δρα και ή «κοινωνική άνοδος». Άλλά έτσι διαρρηγνύεται ή κοινωνική τάξη, επάνω στήν οποίαν στηρίζει τό «κΰρος» καί τόν ρόλο της 413
μιά διαχειριστική εξουσία, δπως ή Εκκλησία στίς «κοινότητες». Ό χθε σινός πάμπτωχος, ανάλογα μέ τήν λεία ποΰ θά πέση, γίνεται ό σημερινός εκατομμυριούχος. Έτσι δμως διαλύεται ή κοινωνική διάταξη, πάνω στήν όποΐα στηρίζεται ή δομή τής εξουσίας. Γιά νά κρατηθή συνεπώς αυτή διατηρώντας τήν εσωτερική ίεράρχιση, έχει ανάγκη νά χρησιμοποιή έπί κοινωνικού επιπέδου τούς σιδηρούς κανόνες σπείρας, αναλόγου πειρατικού περιεχομένου: νά εξουδετέρωση τόν άπρόβλεπτον πλούτο, υπονομεύοντας τό ίδιο τό άτομο. Καί τά μέσα γι' αυτό είναι γνωστά, γιατί είναι κοινά σέ . κάθε κλειστό κοινωνικό σύστρεμμα: ή ρουφιανιά, ή οικογενειακή υπονό μευση, ή συκοφαντία, ή δολοφονία έν τέλει, άν τά άλλα δέν επαρκούν, καί δ,τι άλλο μπορεί νά έμποδίση τήν «κοινωνικήν άνοδο» παρά τόν άποκτημένον πλούτο. Άν μάλιστα ή «άρχή» αυτή συμβαίνη νά είναι καί «πνευ ματική ηγεσία», τότε δλα τά παραπάνω καταντούν απολύτως αποτελεσμα τικά, δσο πιό μεγάλη άγραμματωσύνη καί καθεστώς πνευματικής πτωχείας καί προλήψεων επικρατούν... Ό σκοταδισμός συνεπώς υπήρξε κοινωνική ανάγκη ίστορικής επιβίωσης, γιατί μόνο μ' αυτόν οί «εσωτερικοί κανονι σμοί» τοΰ συστρέμματος αποκτούσαν τήν σιδηρδν σταθερότητα πού άπαιτοΰσε ή συντήρηση του. Ή «κλειστότητα στήν πληροφόρηση», πού απλώς σάν κοινωνική κατάσταση λέγεται σκοταδισμός, είναι ΐδιον δλων των κλει στών κυκλωμάτων — άπό τά άνακτοβούλια καί τά ίερατικά κογκλάβια, μέχρι τις δικτατορίες, τά πολιτικά κόμματα καί τούς ποδοσφαιρικούς συλ λόγους. Ή «δυσμένεια)) είναι ή συμπεριληπτική έκφραση τών «τακτικών)) μέ τίς όποιες αντιμετωπίζεται τό άτομο μέσα σέ κάθε κλειστή Ομάδα. Πού είναι πιό «ανυποχώρητες» καί επιβεβλημένες, οσο πιό «κλειστή» είναι ή δραστηριότητα τής ομάδας.... Είναι σίγουρα «εθνική υπερβολή» νά σπαταλώνται κονδύλια, γιά νά «εμ βαθύνουν» οί μαθητές στό «κοινοτικό τους παρελθόν»... Πολύ περισσότερο μάλιστα δταν αυτή ή «εμβάθυνση» γίνεται μέ γνώμονα τόν Μάξ Βέμπερ καί τόν Αύγουστο Κόντ!... Τά πράγματα απλούστερα είναι. Μιά κάποια «φιλολογική υπερβολή» ενέχουν ακόμη καί οί πολλές έκεΐνες αναλύσεις πολλών ερευνητών, πού επισυνάπτουν ατέρμονες βιβλιογραφι κές στίς μελέτες των, προκειμένου νά εξηγήσουν διάφορα φαινόμενα τής νεοελληνικής κοινωνίας. Ή φειδώ στήν βιβλιογραφική χρήση επιβάλλε ται άπό μόνο τό γεγονός, ότι ή νεοελληνική κοινωνία μόνο καταχρηστικώς μπορεί νά φέρη τήν κυριολεκτικήν έννοια τοΰ δρου. Γιατί είναι μιά τεχνητώς φκιασμένη κοινωνία κατ * αρχήν. Καί έπειτα, γιατί τά συμπτώματα τής κοινωνικής μας σήψης είναι υπόθεση ίστορικής αγωγής καί καθόλου «τρι τοκοσμικό αποτέλεσμα)) της εξάρτησης. Απλώς μ' αυτήν εντάθηκαν καί 414
έγιναν αμετακίνητες κοινωνικές κατηγορίες. Σήμερα δέν υπάρχει κανένας βέβαια πού νά δυσανασχετή μέ τήν κοινωνική μας σήψη καί μέ δλα τά παραπάνω χαράκτη ριστικά τών κοινωνικών μας καταστάσεων. Ή έντιμότης είναι ένα μή παραδεκτόν φαινόμενο πού διαταράσσει τήν δημόσια τάξη. Ή έντιμότης οφείλει νά είναι Ιδιωτική υπόθεση καί νά μήν εκδηλώ νεται κοινωνικώς — αυτό ίσχύει κατ' εξοχήν στους χώρους τής πολιτικής —, διότι ό άλλος είναι διαπαιδαγωγημένος άπό τήν «πνευματική» του προ ϊστορία νά αναμένη τόν δόλο, τήν συκοφαντία καί τήν υπονόμευση. Ό,τι αποκλίνει άπό αυτά, είναι φυσικό νά τόν σκανδαλίζη. Ύπό τίς συνθήκες «έθνικοΰ κράτους», και μάλιστα μέ τήν ίδια κοινωνική δομή — τήν «πνευματική ηγεσία» ώς βάση —, επόμενο ήταν τό «ιστορικό παρελθόν» νά όδηγήση στό χάος. Σέ μιά εποχή βιομηχανικής αναπτύξεως καί λογοκρατίας, δέν μποροΰσε ή κοινωνία τοΰ νεοελληνικού κράτους νά οίκοδομηθή ώς «κοινότητα». Ή «πνευματική ηγεσία» ώς κράτος δέν υπέ δειξε στους υποτακτικούς της τόν γάιδαρο καί τό λυχνάρι, πού ήσαν οί ιστορικές της κατακτήσεις. Τούς μίλησε γιά «σιδηροδρόμους» καί «καμι νάδες», καί δλα τοΰτα τά διεξεδίκησε έναντι αυτών πού τά πέτυχαν μέ... φούμαρα: «άρχαΐο παρελθόν», «βυζαντινά μεγαλεία», «μεταφυσικές σωτη ρίες» καί άλλα ανάλογα. Καί αυτά δλα, λέμε, σέ μιάν εποχή ποΰ ή αρχαία προβληματική είχε πρό πολλοΰ καταστή καθημερινότητα τών δυτικών κοι νωνικών διαδικασιών καί ποΰ ή μυθολογία τών «προγόνων)) ήταν αδύνατο νά πείση. "Ετσι ή «ηγεσία» αρκέσθηκε στόν άλλο μϋθο, πού οί ξένοι δεν είχαν λόγο νά μήν τής επιτρέψουν — τό αντίθετο μάλιστα: τόν τοΰ «σωτήρα τοΰ έθνους». Τής επέτρεψαν δηλαδή νά γίνη κράτος, παρ δτι οί ίδιοι έγνώριζαν πώς ούτε κι αότό είν' αλήθεια. Εσωτερικώς έπεκράτησαν κι έδώ οί αρχές τής ιδεολογικής πειρατείας. "Οτι ή "Ορθοδοξία ήταν ό ιστορικός φορέας βάσει τοΰ οποίου οί Σουλτάνοι ανεγνώρισαν τήν βαλκανικήν αυ τοτέλεια τοΰ χριστιανικού Μιλλιέτ (δπως άλλωστε και τών άλλων εκκλη σιαστικών μειονοτήτων τής Μικράς Ασίας), είναι μιά ίστορική πραγματικότης. Καί δτι στήν εποχή τών πρώτων Πατριαρχών (Γενναδίου κλπ.) ή ελληνική παιδεία υπήρχε ακόμη ώς μιά δυνάμει κατάσταση, δηλαδή ώς κεκτημένη γνώση, είναι κι αυτό επίσης αλήθεια. Άλλά αυτά είναι ύστατες καταστάσεις μιάς πολυεθνικής έλληνομόρφου αυτοκρατορίας. Τό πρόβλη μα είναι άπό έκεΐ κι έπειτα. Διετήρησε δντως ή Εκκλησία κάτι άπ' δλ' αότά; "Αν ρωτήσωμε ποΰ εΐναι τά κείμενα και τά τεκμήρια τής παιδείας πού «διετήρησαν», παίρνει κανείς τήν αλλόκοτη «εθνική» απάντηση: «αυτά δέν ήσαν απαραίτητα, γιατί υπήρχαν... ώς αίματολογικώς κατακτημένες ου σίες»! Ωστόσο είναι προφανές ότι μέ τό «σύστημα τών κοινοτήτων» καί 1
415
ot διϊστορ'ικές κοινωνικές πραγματώσεις τοΰ Χριστιανισμοΰ — δρα και τής * Ορθοδοξίας πρίν απ * τίς «κοινότητες»—άπεσβέσθησαν. Μέ τά πειρατικά εμβλήματα τής «εθνικής» ιδεολογίας, ένα αποκρύπτεται επιμόνως (τοΰ ο ποίου ή κατανόηση σήμερα είναι Ιδιαίτερης Ιστορικής σημασίας): δτι έπί Τουρκοκρατίας, ό δσος ελληνισμός απέμεινε, διετήρήθηκε κατ' ούσίαν άπό δσα τμήματα ευρέθηκαν σέ στενή επαφή μέ τήν Δύση καί πέραν άπό τήν «προστασία» τής Εκκλησίας ώς οθωμανικού θεσμού. Έν πάση περιπτώσει, ή ελλαδική Εκκλησία οΰτε είχε οΰτε ήταν δυνατόν νά απόκτηση ρίζες έπί τοΰ ελλαδικού εδάφους σάν ανατολικός θεσμός πού ήταν. Καί στόν ρόλο της ώς «έθνικοΰ κορμοΰ», ήταν φυσικό νά καταφυγή σέ Ιδεολογικές μεθόδους καί πρακτικές ελάχιστα ανταποκρινόμενες στήν πνευματική αξιοπρέπεια ενός θρησκευτικού όργανισμοΰ. Μέ τήν πρόσφα τη περίπτωση τής εκκλησιαστικής περιουσίας» — δηλαδή τήν απαίτηση τοΰ «σοσιαλισμοΰ» γιά... βουλευτικά —, ένα φαινόμενο πέρασε ολικά απα ρατήρητο: στίς ερμηνείες νόμων καί συνταγμάτων γιά την «κατοχύρωση», ή εκκλησιαστική διανόηση απεδείχθη έξοχου νομικής καταρτήσεως (άλ λωστε πολλοί ίερωμένοι σπουδάζουν καί νομικά πέραν τοΰ κανονικοΰ δι καίου). Γιά τούς υπόλοιπους νόμους δμως πού άφοροΰν τήν καθημερινή ζωή τοΰ κόσμου καί προσδιορίζουν τήν ποιότητα τής κοινωνικής ζωής, έκαμε ή Εκκλησία ποτέ κανέναν αγώνα; Βέβαια θά ρωτήση κανένας, κατά πόσον μποροΰσε νά κάνη σάν «φορέας τοΰ έθνους». Αυτό δμως ακριβώς ερωτάμε κι' έμεΐς... Σήμερα πάντως, έκτος άπό μεγάλες χειρονομίες, ή Εκκλησία δέν έχει τίποτε άλλο νά προσφέρη. 'Αλλά μόνο χειρονομίες σέ μιά κοινωνία άνεμομαζώματος, πού τίποτε δέν είναι σέ θέση νά παράγη άλλά πού είναι έκ τών πραγμάτων αναγκασμένη νά ύπάρχη μέσα σέ έναν νοητικό δομημένον κόσμο τεχνολογίας, είναι ό ορισμός τής πλήρους ύπαναπτύξεως. Τόσο κοντά στήν Ευρώπη!... Αυτό ακριβώς, νομίζομε, αποτελεί πρόκληση γιά τις σημερινές καταστάσεις τοΰ κόσμου. Ή Ελλάδα έχει ήδη εξαντλήσει τά δριά της σάν κράτος ευρωπαϊκό καί σάν Κράτος. Ή ελλαδική κοινωνία μέ τίς «ηγεσίες» της, πολιτικές καί πνευματικές, απο τελεί πλέον ανοικονόμητη Ιστορικήν εκκρεμότητα. Ή Ευρώπη δέν έχει νά κερδίση ώς πρός τήν θρησκευτική υπόσταση τών Βαλκανίων άπό τήν ελλαδική Εκκλησία ώς κρατικό θεσμό, δηλαδή ώς εισπρακτική επιχείρηση «ακριτικών κοσμαποστολών». Ή "Ορθοδοξία των Βαλκανίων έτσι σκληρύνεται, γιατί σέ δλες τίς Εκκλησίες είναι γνωστή ή απώλεια τοΰ άποστολικοΰ χαρακτήρος της ελλαδικής Εκκλησίας. Στίς φωτογραφίες τής διπλωματικής Ιστορίας τής Ελλάδος δέν φιγουράρουν 416
πολιτικοί άλλά δεσποτάδες... "Οσο λοιπόν υπάρχει ή έγνοια γιά κάποιο ίχνος διατήρησης τοϋ έλλη νισμοΰ στό μέλλον, τοΰτο μόνο κατά τό μέτρο ποϋ αυτός μπορεί νά ένταχθή οργανικά στίς ιστορικές ευρωπαϊκές διαδικασίες είναι δυνατόν νά έπιτευχθή. Τό παρελθόν αποτελεί λαμπρό δίδαγμα πέραν πάσης «εθνικής» μυθο λογίας. Έχομε στατιστικές γιά τό πόσος ελληνισμός έχάθηκε στήν Ανα τολή; Ποΰ λοιπόν είναι τό έργο «συντήρησης»; Αντίθετα* ύπό τόν δυτικόν Χριστιανισμό ευρέθηκαν μόνο μικρές εστίες έλληνισμοΰ, οί όποιες δμως οχι μόνο κατώρθωσαν νά διατηρήσουν τόν χαρακτήρα τους, άλλά κυριο λεκτικώς ειπείν έξεπροσώπησαν αυτήν τήν ϊδιαν τήν έννοια τοΰ έλληνι σμοΰ. Κι δς μιλούσαν κι άλλες γλώσσες (στά νησιά τοϋ Αίγαίου π.χ. τήν εποχή τοΰ Κοραή έμιλοϋσαν περισσότερο Ιταλικά άπ' δ,τι ελληνικά...). Είναι ίστορική αμάθεια και συνειδητώς καλλιεργούμενη πλάνη, δτι ό δυ τικός Χριστιανισμός αφομοιώνει. Τό αντίθετο αποτελεί σύμπτωμα του, πού τό αποδεικνύει καί δλη του ή ίστορία: νά διατηρή καί νά ένισχύη τήν ιδιαιτερότητα. Αότό τό πλήρωσε μέ επαναστάσεις καί περιπέτειες, άλλά και μέ τήν τελική προώθηση ενός πολιτιστικού κόσμου. Μιά εξεταστική άπλως ματιά στό σύνολο τών μεγάλων περιστατικών τής δυτικής ιστορίας — μηδέ τοϋ Διαφωτισμού εξαιρουμένου! — τό αποδεικνύει. Καί άν τό έν Ελλάδι «ποίμνιο» είχε έστω καί πολλοστημόριον αγωγής γιά τήν ορθόδο ξη παράδοση, ωσάν αυτήν πού καλλιεργεί ό δυτικός Χριστιανισμός γιά τούς Οόνϊτες, δέν θά ήταν τό πιό άθρήσκευτον άλλά τό πιό πρωθημένο θρησκευτικό ποίμνιο τοΰ κόσμου. Τό νόημα τής Όρθοδοξΐας συνεπώς δέν θά μικρύνη, άν ή ελλαδική Εκκλησία πάψη νά όργανώνη παρελάσεις... Κάποια τέτοια πράγματα τοϋ παρελθόντος, ύποθέτομε, πρέπει νά λαβαίνουν ΰπ' δψη τους οί Έλληνες μελετητές τών ελλαδικών πραγμάτων, πρίν κα ταλήξουν στήν πολλήν χρήση τής ευρωπαϊκής βιβλιογραφίας. Ή λειτουρ γία τοϋ κράτους εξάρτησης — μέ πρωταρχικόν παράγοντα τίς μυστικές του υπηρεσίες — στρέφεται πάντα εναντίον τοΰ άτομου. Αυτό είναι βασικά τό θεμελιώδες πρόβλημα της υπανάπτυξης καί δχι οί «οικονομικοί παράγο ντες». Τό αριστοτελικών «τόδε τι», πού στά κοινωνικά πράγματα είναι πά ντα τό άτομο, υποκαθίσταται μέ «προγράμματα», τά όποια, μέσα στήν πο λιτική δυσλειτουργία τών υπανάπτυκτων χωρών, στρέφονται μονίμως κατά τοΰ συγκεκριμένου άτομου. Ή «έθνικοφροσύνη» στους υπανάπτυκτους εί ναι εγγενής κατάσταση, γιατί έχει τήν μορφή τοϋ κομματικού άνταγωνισμοΰ. Τά πρόσωπα πού αναφαίνονται μέ τήν μιά κατάσταση αχρηστεύο νται μέ τήν άλλη. Ή «Δημοκρατία», επειδή δέν αποτελεί κοινωνική κατά κτηση, είναι υπόθεση κομματικού ποδοσφαίρου — «σωτηρίας» και «ερμη417
νειών». Στίς χώρες μάλιστα πού έχουν μονίμως Χούντα, ό κάθε αρχηγός καί ή νέα κλίκα εξολοθρεύουν ακριβώς τούς αντιστοίχους τής προηγουμέ νης. Στίς υπαναπτύξεις μέ «Σύνταγμα» τά πράγματα τελούνται διαφορετικά άλλά κατ * ούσίαν τά ίδια. "Αν θελήσαμε κάτι νά δείξωμε μέ τό βιβλίο τούτο, είναι δτι πίσω άπό τά συνθήματα, τίς εξαγγελίες και τά «προγράμ ματα», οΐ καταστάσεις τοΰ κράτους παραμένουν πάντα ίδιες καί σταθερές. Άλλά γιά τό πρωτοφανές στραπατσάρισμα τού άτομου καί τής έννοιας τοΰ «προσώπου» κατά τίς περιπετειώδεις διακυμάνσεις τής ελλαδικής ίστορίας, γιά τούτην τήν κοινωνική αναισθησία πού χαρακτηρίζει τήν έννοια τοΰ προσώπου στόν τόπο μας, υπάρχουν πρόσθετοι λόγοι κοινωνικής προϊστο ρίας. Τό κράτος έμεσουράνησε στίς επιδόσεις του σάν κράτος εξάρτησης, διότι εξέφραζε τακτικές «οίκεΐες», καί ή κοινωνία δέν μπόρεσε ποτέ ν' άμυνθή, διότι απλούστατα οί κατά καιρούς «Έλληνες» καμιά κοινωνία δέν αποτελούσαν. Αυτά τά πράγματα, νομίζομε, πρέπει σήμερα νά συζητηθούν φωναχτά καί ν' αποτελέσουν τήν συνείδηση τοΰ Μέλλοντος Έλληνισμοΰ. Έμεΐς απλώς προσπαθήσαμε νά δείξωμε κάποια πράγματα μή κοινά. "Οτι έμείναμε μέ δλα μας τά «ανθρώπινα δικαιώματα» συνωψισμένα σέ μιά φωτοτυπία, με τά δεδομένα τοΰ ελλαδικού κράτους είναι βέβαια πολύ. Τά «πλήρη» δικαιώματα μας θά τά είχαμε,- καθώς είπαμε, δν εγγραφόμαστε σέ κάποιον «σύλλογο». Άλλά έδώ ήταν καί ή δική μας «παραξενιά»: έθέλαμε νά ξέρωμε τί ατομικά σάν «πολίτες» μπορούσαμε νά διεκδικήσωμε. Αυτός ήταν βέβαια ό δρόμος τής ταλαιπωρίας, γιατί ακριβώς στά κράτη πού δέν έχουν ιδεολογική και άρα κοινωνική νομιμότητα είναι εύκολώτερη ή Ικανοποίηση «συλλογικών» παρά ατομικών αΐτημάτων. Όσο παράξενο κι άν αυτό ακούγεται, είναι ή πραγματικότης. Γιατί ακριβώς ή «συλλογικότης» παρακάμπτει τό δτομον, πού αποτελεί τό σκάνδαλον γιά τήν κρα τική δυσμορφία. Πολλά θεοκρατικά κράτη τής Μέσης Ανατολής καί πολ λά κράτη τοΰ δύσμορφου σοσιαλισμού μονίμως προγράμματα «συλλογικότητας» επιδιώκουν, πού καταναλώνονται σάν είδος κοινωνικής προνοίας τοΰ κράτους. Αύτοΰ ακριβώς έγκειται και ή δυσμορφία. Ή ϊσχύς τών αν θρωπίνων δικαιωμάτων προκύπτει, δταν κανένας ενεργή μόνο ώς άτομο. Συλλογικά διεκδικούνται τά δικαιώματα, άλλά ατομικά εκπληρώνονται. Αυτό είναι τό νόημα τους σάν «άρχων». Οί φιλοσοφίες τοΰ φιλελευθερι σμού έχουν βάση τό άτομο, προκειμένου νά νομιμοποιηθούν ώς συλλογικές διεκδικήσεις. Ή συλλογική διεκδίκηση δέν είναι παρά ή εγγύηση τής ατομικής κατοχύρωσης, πού είναι τό σκοπούμενο. Ή «συλλογικότητω> αντίθετα σέ κάτι σάν τήν Ελλάδα χώρες είναι ό μόνος τρόπος πολιτικής νομιμότητας, πού στίς ακραίες μορφές του γίνεται λαϊκισμός. 01 «σύλλο γοι» πρός αντιμετώπιση ανθρωπίνων δικαιωμάτων σέ τέτοιες χώρες είναι 418
αποτέλεσμα τοΰ γεγονότος ότι τά κράτη αυτά στηρίζονται μόνο στήν «ε θνική ιδεολογία», πού έχει μονίμως τήν μορφή ιδεολογικής βίας κατά τού άτομου, μετατρεπόμενη απλώς σέ πολιτική βαρβαρότητα σάν σύνολη κοι νωνική έκφραση, δταν συντρέχη καί ή περίπτωση ολικής ανυπαρξίας εθνι κού φορέως. Τά πάντα στήν πολιτική τών χωρών αυτών, ανακηρύσσονται «εθνικές υποθέσεις» (άρα δεν υπάρχουν ατομικές διεκδικήσεις, οϋτε νόμοι νά τίς προβλέπουν) καί «ρυθμίζονται» μέσω τοΰ κράτους (ύπό «κοινοβου λευτικές» συνθήκες, ύπό τής «εθνικής αντιπροσωπείας»). Έφ* δσον μιά κατάσταση μετατραπεί σέ «κοινωνικό αίτημα» (δηλ. δταν ή μή νομιμότης τής εξουσίας ύπερβή κοινωνικώς τά δρια) τότε συσκέπτεται τό «κράτος» γιά τήν εξεύρεση τών «γενικών μέτρων», τά όποΐα ακριβώς σκοπό έχουν δχι νά αποκαταστήσουν τήν ισχύ κάποιων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, άλλά τό ακριβώς αντίθετο: μέσα στήν γενικότητα τους, τίς περιπτώσεις πού προέκυψαν άπό τήν εγγενή δικαιακή δυσμορφία τοΰ κράτους, νά τίς αλλο τριώσουν στόν «μέσο δρο» πού προϋποθέτει ή «συλλογική διεκδίκηση» καί νά εξομοιώνεται ή πραγματική περίπτωση καταστρατήγησης με τήν τυπική τέτοια. "Ετσι καθόλου βέβαια δέν αίρεται ή δικαιακή δυσμορφία τοϋ κρά τους πού έδημιούργησε τίς περιπτώσεις καταστρατήγησης, άλλά καταστρέ φονται φυσικώς τά πρόσωπα ώς φορείς αναλόγων περιπτώσεων (ό διαφω νών με τό «εθνικό μέτρο», άρα και μέ τήν «εθνική Ιδεολογία» πού νομιμο ποιεί τήν εξουσία σ' αότό τό έργο, είναι απλούστατα «άντεθνικόφρων»). Νομικά μέσα διεκδικήσεως έκ μέρους τοΰ άτομου (ήγουν Δίκαιο) δέν υπάρ χουν, διότι αυτά τά ήρε ή «συλλογική διεκδίκηση», ένφ ή διαφορά κατ' άτομα θά ήταν αντίθετη πρός τήν «αμεροληψία» τοΰ «έθνικοΰ μέτρου»... Τό νομικό εποικοδόμημα τοΰ κράτους παραμένει έτσι αναλλοίωτο και ή τα κτική αυτή («ΐδεολογικώς» αυτονόητη) μεταβάλλεται σέ μέσον αυτοσυντή ρησης του. Γιά νά χρησιμοποιήσωμε κατά συναφές νόημα έναν δρο τοΰ Νορβηγού J. Galtung, πρόκειται γιά τήν «Strukturelle Gewaltw («δομική βία») στόν ιδεολογικό τομέα... Μέ άλλα λόγια στίς χώρες τών «εθνικών Ιδεολογιών» (με τυπικόν διεθνές παράδειγμα τήν δική μας) υπάρχουν μόνο «μέτρα», χωροχρονικώς παραγόμενα καί πραγματοποιούμενα, άλλά δχι γε νικές (ήγουν μή περιστασιακά μεταβαλλόμενες) αρχές δικαίου (πού ονομά ζονται έτσι γιατί σκοπός τους είναι νά περιλαμβάνουν αφηρημένα — χωρίς προκαθωρισμένο μέτρο τήν μερική «συλλογικότητα» — δσο τό δυνατόν πιό πολλές ατομικές περιπτώσεις). Ή έννοια τοΰ «συλλόγου», «συνδικά του» κλπ. στίς χώρες της δικαιακής δυσμορφίας έχουν ακριβώς σάν συνέ πεια νά υποκαθιστούν τήν έλλειψη της δικαιακής αρχής μέ τό θετικό ή πολιτειακό δίκαιο, δηλαδή νά μεταποιούν τήν πολιτική σημασία τής αρχής σέ νομικοτεχνική διαδικασία. Είναι άλλο πράγμα τό δικαίωμα εργασίας 419
(πού είναι ιστορική κα£ κοινωνική κατηγορία) καί άλλο ή περί ανεργίας νομοθεσία (πού είναι υπόθεση «κυβερνητικών πρωτοβουλιών»...). Καί άν μέν ύπάρχη ή άρχή, δηλαδή ή κοινωνική κατοχύρωση τοΰ άτομου, τότε οί «πρωτοβουλίες» εμβαθύνουν τήν άρχή καί βελτιοΰνται οί ίδιες ώς πο λιτική. "Αν αυτή δέν ύπάρχη, τότε οί «πρωτοβουλίες» παραπέμπουν στήν... Ιδεολογία — ήγουν, απλούστερα παρ' ήμϊν, στό «έθνος»... Είχαμε λοιπόν βάσιμους λόγους μή «συλλογικοποιήσεως» της περιπτώ σεως μας. Δέν έξωμοιάσαμε τίς βλάβες μας μέ τις βλάβες άλλων, γιατί δέν είχαμε μέτρο τών αντιστοίχων προθέσεων... Ή περιέργεια μας ήταν νά ίδοΰμε τί ατομικά μπορούσαμε νά έπιτύχωμε γιά ένα πλήρως κοινωνικώς θεμελιωμένο αίτημα μας ύπό τήν Ιδιότητα τοΟ «πολίτου». Άν πάλι καί μ' αυτήν τίποτε, καθόλου κακό δέν θά ήταν — ύπό τήν προϋπόθεση δμως ή τέτοια ίδιότητά μας νά μεταβαλλόταν σέ Ιδίωμα προαιρετικόν ύπό έπίσημον κρατική αναγνώριση... Πιστεύομε δντως δτι ή γενίκευση αυτής τής αρχής σήμερα γιά κάθε Έλληνα και κάθε μειονότητα τοϋ έλλαδικοϋ εδά φους αποτελεί ένα αίτημα συντελεσμένου καιροϋ. Τά ελληνικά Διαβατήρια οφείλουν νά γίνουν πολύχρωμα.
ζωής, πού είναι ή Τεχνολογία. Ή Τεχνολογία δέν είναι «εφεύρεση» άλλά «ιστορικός αίών» γιά τήν ανθρωπότητα. Καί επειδή είναι τέτοια καί ενιαία, οδηγεί σέ οίκουμενικές διαχειρήσεις έπί τοϋ πλανήτη. Ή οικουμενικότη τα, σάν οργανικής υφής φαινόμενο πού είναι — τοϋτο βρίσκεται πολλα πλώς επιβεβαιωμένο στό ίστορικό παρελθόν —, έχει ανάγκη νά συντηρή καί νά τονίζη τήν ίδιαιτερότητα, γιατί μέσφ αυτής αντλεί τήν λειτουργία της ή ίδια. Τά φαινόμενα τών θρησκειών, πού είναι φαινόμενα οικουμενι κότητας, άρκοΰν γιά παράδειγμα. Άλλά ή οίκουμενικότης, δπως λέμε, έχει ύφή οργανικής λειτουργίας καί κάθε μέλος οφείλει κατ' ανάγκην νά έκτελή έργο. Έργο θετικό καί αυτοτελές. Τό «μή καρπόν φέρον» έκκόπτεται και αποβάλλεται άπό τόν ίδιον τόν οργανισμό. Νά άνατρέψωμε τήν φυσική τάξη τοΰ κόσμου δέν είναι βέβαια δυνατόν. Άν έχωμε κάποιαν ίδιαιτερό τητα νά έντάξωμε στόν σύγχρονο κόσμο, τότε πρέπει νά μας άπασχολή ό τρόπος. Καί ό μέχρι τώρα τρόπος τής... Πλατείας Συντάγματος σίγουρα δέν επαρκεί.
Ποϋ έγκειται ή ουσιώδης διαφορά τών καιρών μας σχετικά μέ προηγούμε νους, τό είπαμε ήδη: στους «αληθινούς στοχαστές». Οί «αληθινοί στοχα στές» δηλοΰν τήν πολιτική διαχείριση τοΰ μεταπολεμικοΰ κόσμου έπί ορ γανικής βάσεως καί δχι διοικητικής. Αυτό είναι μιά εμπειρία άγνωστη στους πολιτικούς τρόπους τής παλαιάς Ευρώπης. Καί δτι τό οργανικό είναι άπό τήν φύση του προωρισμένο νά διαρκέση περισσότερο άπό κάθε τι τό λογικό, είναι προφανές. Στους οργανισμούς δμως τό κάθε τί έχει κάποιαν λειτουργία νά εκτέλεση καί δέν υπάρχουν πράγματα περιττά. Αντίθετα, τά περιττά τόν οργανισμό τόν βλάπτουν. Δυστυχώς, σέ μιάν οργανική διαχεί ριση τοϋ κόσμου, ή Ελλάδα αποτελεί «λογικήν περιττότητα»... Δέν είμα στε φυσικά ή μόνη χώρα, είμαστε δμως μεταξύ τών επειγουσών. Εμείς μπορεί νά αίσθανώμαστε υπερήφανοι γιά τούς «αρχαίους προγόνους» μας, άν δμως ύστερ * άπό εκατό ή διακόσια χρόνια προβάλλωνται ταινίες γιά τήν σημερινή κοινωνική καί πολιτική κατάσταση τής Ελλάδος, οί άπόγονοί μας θά ντρέπωνται γιά τήν αναισθησία μας... "Ολη τούτη ή ανυπό φορη υπαρξιακή δυσμορφία τοΰ έλλαδικοϋ χώρου πού υφιστάμεθα, δέν είναι δυνατόν παρά σέ κάποιο είδος οργανικής περιττότητας νά οφείλεται... Άρα οΰτε μέ προγράμματα, οΰτε μέ ηθικά κηρύγματα καί «πρωτοβουλίες» μπορεί νά άντιμετωπισθή, άλλά μέ κάποιους άλλους λιγώτερο «έθνοπρε· πεις» καί περισσότερο υπεύθυνους καί ίστορικά συντονισμένους τρόπους. Ή όργανικότης τοΰ κόσμου υποβάλλεται άπό τήν βάση τής σύγχρονης Γ
421
GRIECHENLAND ALS RECHTSSTAAT (Zusammenfassung)
(I) Ob d i e e r s t e V e r f a s s u n g G r i e c h e n l a n d s a l s Königreich e i n g e z i e l t e s M i t t e l der damaligen GrossmSchte u a r , um d i e auswärtige P o l i t i k Konig O t t o s lenken zu können, oder e i n 'Verlangen des V o l k e s * nach k o n s t i t u t i o n e l l e r Monarchie und 'Demokrat i e * , i s t von den vorhandenen g e s c h i c h t l i c h e n Quellen n i c h t k l a r zu e r s i c h t e n . Wie auch immer, G r i e c h e n l a n d i s t e i n e r der e r s t e n S t a e t e n i n Europa, der e i n a l l g e meines Wahlrecht b e s i t z t . Und während i n anderen europäischen S t a a t e n ^ m i t Ausnahme r r a n k r e i c h s - das Frauenwahlrecht ungefähr 10 b i s 15 Dahre nach dem a l l g e m e i n e n W a h l r e c h t eingeführt w i r d , gelangen i n G r i e c h e n l a n d d i e Frauen e r s t 1952 zu den Wahlurnen, a l s o 108 3ahre nach der e r s t e n V e r f a s s u n g , E s i s t genau d i e Z e i t nach dem l e t z t e n g r i e c h i s c h e n Bürgerkrieg, i n der man s i c h besonders für Legitimität durch 'absolute Mehrheiten' i n t e r e s s i e r t . Insof e r n i s t e s auch notwendig z u bemerken, dass, obwohl das a l l g e m e i n e W a h l r e c h t s e i t 1844 b e s t e h t , der W a h l z e t t e l e r s t mit der V e r f a s s u n g von I 9 I I z u r Benutzung kommt. B i s d a h i n h a t t e man m i t gefärbten Saubohnen ( R o t und Schwarz) gewählt, w e i l d i e Mehrh e i t der Wähler n i c h t s c h r e i b e n und l e s e n konnte. Seitdem i s t a l s o selbstverständlich, dass i n G r i e c h e n l a n d n i q h t d i e Wahlen a l s s o l c h e , sondern nur das j e w e i l i g e 'Wahl-
g e s e t z ' den V o r r a n g haben muss,.. In diese« Buch w i r d der V e r s u c h u n t e r nommen, d i e V e r f a s s u n g s g e s c h i c h t e G r i e chenlands i n e i n i g e n i h r e r Hauptpunkte unter eine s o z i a l g e s c h i c h t l i c h e Analyse z u s t e l l e n . Das, was vor a l l e m i n o f f e n , s i c h t l i c h e m Gegensatz z u der o f f i z i e l l e n Geschichtsschreibung s t e h t , i s t die i n nere S t r u k t u r der e r s t e n Verfassung« Zum B e i s p i e l , das z w e i t e K e p i t e l d i e s e r V e r f a s s u n g tjber das 'öffentliche Recht d e r G r i e c h e n ' s c h e i n t s i c h b e h a r r l i c h darauf z u r i c h t e n , das P e t i t i o n s r e c h t soweit wie möglich einzuschränken. Das h a t b i s J e t z t zwei Erklärungen gefunden: e r s t e n s , den bösen a u t o k r a t i s c h e n U i l l e n O t t o s gegenüber s e i n e n Bürgern, D i e s e metaphysische Annahme - und s o w e i t s i e a l l e s auf den U i l l e n e i n e s e i n z i g e n Menechen zurückführt, anders kann s i e n i c h t s e i n -genügt für den i n n e r e n Gebreuch über den Mythos des 'Kampfes für d i e Demokratie', e l i m i n i e r t den p o l i t i s c h e n Z e i t r a u m I644-I864 (wenn a l l e s an dem U i l l e n e i n e s Menschen hängt, braucht man n i c h t andere g e s c h i c h t l i c h - p o l i t i s c h e K o n s t e l l e t i o n e n zu betrachten oder s i c h darauf z u beziehen) und i s t e i n i n s i c h selbstgenügender Grund für d i e E n t t h r o n i s i e r u n g O t t o s im J a h r e 1864, D i e z w e i t e Erklärung i s t d i e immer von den blest' mächten d i k t i e r t e I n s t i t u t i o n der fremden' M o n a r c h i e , damit s i e s i c h i n d i e i n n e r e Ang e l e g e n h e i t e n des Landes e i n m i s c h e n können. Beide Erklärungen - d i e e r s t e mehr von d e r konservativen S e i t e v e t r e t e n , die zweite von der meist l i n k s o r i e n t i e r t e n - s i n d g l e i c h b e d e u t e n d für den Gebrauch der in» neren I d e o l o g i e , Nach d i e s e n Schemeta aber
i s t tatsächlich j e d e s Verständnis der e r s t e n V e r f a s s u n g G r i e c h e n l a n d s unmöglich. Man v e r s t e h t z,B, n i c h t , warum d i e e r s t e V e r f a s s u n g 15 J e h r e nach der Ankunft O t t o s zu Stande gekommen i s t , obwohl das Land vorher d r e i Verfassungen p r o b i e r t h a t t e . Auch d i e Gründe b l e i b e n u n k l a r d i e den König gezwungen h a t t e n , i n d e r s e l b e n V e r fassung 'per D e f i n i t i o n ' den B e f r i f f der N a t i o n zu ergründen ( " A l l e Abgeordnete s i n d Stellverträter der r j a t i o n und n i c h t i h r e r W a h l b e z i r k e " - A r t , 6 0 ) , und hauptsächl i c h v e r s t e h t man n i c h t , weswegen d i e s e r dringende 'Wunsch nach V e r f a s s u n g ' i n n e r h a l b von zwei Monaten s e i t der 'Gründung' der g r i e c h i s c h e n N a t i o n a l b a n k s o w e i t v e r b r e i t e t i s t , dass e r zum ' n a t i o n a l e n V e r langen' wurde. D i e s e ~ s i n d e i n i g e der Hauptprobleme, d i e e i n e besondere Aufmerksamkeit erfordern s o l l t e n . In der Tat hat d i e ' R e v o l u t i o n ' für d i e V e r f a s s u n g zwei Monate nach der Eröffnung der N a t i o n a l b a n k i n Athen s t a t t g e f u n d e n . E i n e s der e r s t e n A n l i e g e n O t t o s war d i e Gründung e i n e r Z e n t r a l b a n k , um das w i r t s c h a f t l i c h e Leben des Landes zu Stande zu b r i n g e n . Des s o l l t e natürlich m i t ausländischen A n l e i h e n - besonders aus s e i n e r H e i m a t s t a d t München und von e i n i g e n p h i l h e l l e n i s c h e n K r e i s e n v e r w i r k l i c h t werden. D i e A u s l a n d s z i n s e n aus früheren A n l e i h e n des Landgs während des 'Befreiungskampfes' und d i e Kosten für d i e E r h a l t u n g e i n e s Militärwesens waren für das verarmte Land unerträglich, O t t o h a t t e k e i ne andere Wahl a l s d i e , u n t e r a l l e n Umständen und mit jedem p o l l t i s c h e n O p f e r , G r i e c h e n land w i r t s c h a f t l i c h zu beleben. Aber d i e Gründung e i n e r N a t i o n a l b a n k h a t t e MS
g r o s s e Beunruhigung i n den damaligen Uuc h e r m l l i e u s ausgelöst, d i e n i c h t s ander e s waren a l s d i e mehr i ' g r i e c h i s c h ges i n n t e n ' von den früheren ' N a t i o n a l h e l d a n * des 'Befreiungskampfes' ( D i e m e i s t e n d i e s e r Kämpfer uraren A l b a n e r und k e i n e C h r i s t e n , Aber nach einem e r b i t t e r t e n z e h n j a h r r i g e n Bürgerkrieg z u i s c h a n I620-I830 i s t e i g e n t l i c h die 'griechische Eigenschaft' i n der Form der 'orthodoxen R e l i g i o n ' a u f g e t a u c h t , d i e seitdem den'TrSger der N e t i o n ' d a r s t e l l t ) . D i e Z i n s e n b e i ihnen lagen z w i schen 50-60^, während s i e mit! der N a t i o n a l bank auf 10^ abgesunken s i n d . Das war Grund gatiug für R e v o l u t i o n ! A l s o d i e e r s t e g r i e c h i s c h e V e r f a s s u n g musste e i n e S o r t e von D o p p e l s e i t i g e m V e r t r a g s e i m für O t t o , wie er e n g e s i c h t s der Tatsachen und m i t s e i n e n ständig b e w a f f n e t e n Mitbürgern auskommen konnte - d,h, wie er durch Einschränkung des P e t i t i o n s r e c h t s e i n e Selbständigkeit des S t a a t e s g a r a n t i e r t (das i s t das ganze 'öffentliche Recht der G r i e c h e n ' in d i e a e r V e r f a e s u n g ! ) - und für s e i n e Gegner, nämlich d i e führende'orthodoxe E l i t e ' der G r i e c h e n und Wucherer der Z e i t , wie s i e durch e i n ' P a r l a m e n t ' s o i n d i e s t a a t l i c h e n A n g e l e g e n h e i t e n einmischen könnten, dass d i e N a t i o n a l b a n k n i c h t d e r e i n z i g e A n l e i h e r im Land g e b l i e b e n wäre. D i e ' R e v o l u t i o n für d i e V e r f a s s u n g ' war e i n e e i n f a c h e P a r o d i e , wie e s v i e l e n ges c h i c h t l i c h e ^ Q u e l l e n z u entnehmen i s t und irisbesondere den P r o t o k o l l e n des damal i g e n e r s t e n Parlamentes (der sogenannten ' E r s t e Netionalversammlung')• Das war e i n f a c h e i n Kasernenumtrieb ohne jede B e t e i l i g u n g des V o l k e s , Soger e i n i g e H a u p t f i g u r e n d i e s e r ' R e v o l u t i o n ' waren auf den
Strassen im Schlafanzug an i h r b e t e i l i g t Auf jeden F a l l i e t d i e 'Verfaesung' nach dem W i l l e n O t t o s und n i c h t nach den H o f f nungen s e i n e r Gegner e r l a s s e n worden. Der Kampf g i n g demzufolge w e i t e r b i s z u r E n t t h r o n i s i e r u n g O t t o s im 3ahr IB6A, wo s i c h .das wahre G e s i c h t der Sache g e z e i g t h a t ; b l u t i g e schwerbewaffnete Kämpfe wochenlag um das Bankgebäuda, so dass d i e Grossmächt e der damaligen Z e i t nur m i t H i l f e der M a r i n e i n f e n t e r i e aus i h r e n S c h i f f e n den B a n k t r e s o r , d,h, d i e ausländischen K a p i t a l i e n r e t t e n konnten. Der S t a a t s h a u s h a l t , d e r i n d i e Hände d e r ' R e v o l t i e r t e n ' gekommen war, i s t i n n e r h a l b von e i n e i n h a l b Monaten geplündert und der S t a a t zum Bankr o t t geführt worden. Um e i n e Idee zu geben: von den 900.000 Drachmen, d i e d i e S t a a t s k a s s e h a t t e ( G l e i c h w e r t i g k e i t zum goldenen F r a n k ) ^ d i e 500.000 waren s o f o r t weg. U n t e r d i e s e n Umständen der neue König Georg I , aus Dänemark sah s i c h genötigt auf d i e Finanzmöglichkeiten der I o n i s c h e n I n s e l n und auf A u s l a n d s a n l e i h e n zu stützen. L e t z t e r e waren durch das Griechentum der D i a s p o r a i n den v e r s c h i e d e n e n Grosastäten Europas zu v e r w i r k l i c h e n und das, anges i c h t s d e r P o l i t i k d e r Grossmächte, h a t t e e i n e n Wettbewerb an 'Wohltaten für's V a t e r l a n d 'ausgelöst, durch den, u n t e r anderem, auch d i e grossen k l a s s i z i s t i s c h e n Gebäude, d i e man heute in den H a u p t s t r a s s e n Athens noch s i e h t , gebeut wurden ( U n i v e r s i tät, Akademie, B i b l i o t h e k , Zappeion e t c , ) . D i e m e i s t e n d i e s e r 'Wohltäter' h a t t e n g a r n i c h t s mit G r i e c h e n l a n d zu t u n und haben d i e g r i e c h i s c h e Staatsangehörigkeit 'honor i s causa' durch besondere Gesetzgebung e r h a l t e n . Unter i h n e n waren z.B. der öster427
r s i c h i s c h e Baron S i n a i der Begründer der N a t i o n a l b a n k Üaterreiche, d i e Gebrüder Zappas aus Rumänien ( d i e auch d i e ^Revue des ötudes grecques* von A, C r o i s e t f i n a n z i e r t haben) und vorwiegend v i e l e ge^glÜckte Unternehmer g r i e c h i s c h e r Abstammung aue Ruaslend« Abgesehen von den a l l g e m e i n e n Z i e l s e t z u n g e n über den Balkanraum und besonders für s e i n e n südlichen T e i l der damaligen Z e i t , der nebelhafte B e g r i f f •Griechenlend' hatt e n i c h t nur für ausländische Unternehmer den S i n n e i n e s A b a a t z g e b i e t s s , sondern auch - wenn n i c h t nur - für das Griechendum der Diaspora« Es i s t f r a g l i c h , ob für d i e s e s Griechentum b i s heute ' G r i e c h e n l a n d ' etwas anderes bedeutet« V i e l e Bücher der V e r g a n g e n h e i t , d i e von s o l c h e n G r i e c h e n g e s c h r i e b e n wurden, s i n d e i n e S o r t e von Absstzforschungsreportagen« E i n b e i s p i e l h a f t e s i s t das Buch von P«A« M o r a i t i h i s 'La Grsce t e i l e qu' e i l e e s t ' ( P a r i s , 1877). A l l das bedeutet natürlich, dass G r i e chenland mehr den S i n n e i n e r A k t i e i n der Bürse der U e l t p o l i t i k h a t t e , a l s den e i n e s souveränen S t a a t e s . Und d i e s z e i g t genau die Entwicklung s e i t dieser Z e i t seiner Verfassungsgeschichte. E s i s t n i c h t von der,Hand z u w e i s e n , dass m i t 80 einem E i f e r für d i e 'Demokratie' und m i t den oben erwähnten V o r a u s s e t z u n g e n das ' B f f e n t l i c h e Recht dar G r i e c h e n ' , wie e s O t t o k o n z i p i e r t h a t t e , i n t a k t i n seinem v o l l e n S i n n i n d i e neue V e r f a s s u n g u n t e r K o n i g Georg I . übernommen werden s o l l t e . E s i s t s o geschehen, aber n i c h t nur s o : d i e e e s 'öffentliche Recht' i s t i n a l l e n Verfassungen G r i e c h e n l a n d a i n seinem Haupt
s i n n b i s heute unverändert g e b l i e b e n . Während a l s o König O t t o d i e s e s 'Recht' für e i n i g e unglaubwürdige Leute s e i n e r Zeit erarbeitet hatte, i s t s t i l l s c h w e i gend m i t der Z e i t das ganze V o l k im Sinne d i e s e s Rechtes einbezogen und dadurch d i e 'Verfassung' e i n sehr bequemes n i t t e l z u r Abkoppelung zwischen Parlament und V o l k geworden. So w e i t , so gut.,.Solange nun G r i e c h e n l a n d s i c h a l s ' a b s o l u t e r N a t i o n a l s t a a t ' behaupten konnte, war d i e Lage für den i n n e r e n V e r l a u f r e l a t i v u n p r o b l e m a t i s c h . D i e grössten S c h w i e r i g k e i t e n s i n d mit dem B e i t r i t t G r i e c h e n l a n d s in d i e EWG e n t s t a n d e n . Wie könnte das 'öffentliche Recht der G r i e chen' m i t V e r w i r k l i c h u n g von Menschenr e c h t e n und R e s p e k t i e r u n g von Menschenwürde - a l s o m i t verfassungsmässig g a r unbekannten B e g r i f f e n - i n Übereinstimmung kommen? E i n Chaos von k o n t i n u i e r l i c h e n ' I n t e r p r e t a t i o n e n der V e r f a s s u n g ' i s t f o l g l i c h e n t s t a n d e n , so dass man heute nur schwer annehmen kann, dass es in G r i e c h e n land Oberhaupt e i n e V e r f a s s u n g g i b t . S e i t dem S t u r z der l e t z t e n D i k t a t u r i n G r i e c h e n l a n d , d i e Rede i s t nur von der V e r f a s s u n g . Aber n i c h t zwischen Bürgern und S t a a t oder a l s e i n B i n d u n g s a k t zwischen b e i d e n , sondern nur a l s Z w i s t i g k e i t e o b j e k t der Abgeordneten und den P a r t e i v o r s i t z e n t e n . D i e s z e i g t besser a l s j e d e r andere Beweis d i s e i n z i g e populäre Ausgabe der g r i e c h i schen V e r f a s s u n g (für G r i e c h e n l a n d e i n *Novum'!) der s a c h l i c h und immer b e s t i n f o r m i e r t e n Z e i t s c h r i f t 'To P o n t i k l ' ( D i e Maus). In der aus 31 S e i t e n bestehenden E i n l e i t u n g i n d i e 'neuere V e r f a s s u n g s g e s c h i c h t e G r i e chenlands' d i e s e r Ausgabe f i n d e t man k e i n e Bürgermitwirkung ähnliches, sondern
nur den S t e l l u n g s u e c h s e l und d i e C e s i n nungsSnderung der Abgeordneten (immer d i e s e l b e n Personen auf Lebensdauer i n der p o l i t i s c h e n L a n d s c h a f t ) b e i j e d e r neuen 'Verfassungainterpretation'1 Cs mues auch bemerkt werden, dass es in Griechenland keine V e r f a s s u n g s g s r i c h t s b e r k e i t g i b t . S e i t Ottos Z e i t e n i s t d i e e i n z i g e zuständige I n s t i t u t i o n für d i e I n t e r p r e t a t i o n der V e r f a s s u n g d i e 'Gesetzgebende Gewalt* - f t i r O t t o e i n e S e l b s t verständlichkeit. Nach der D i k t a t u r , da G r i e c h e n l a n d k e i n Königreich mehr i s t , i s t d i e s e Exklusivität auf das P a r l a m e n t übert r e g e n , d.h. auf d i e P a r t e i e n und d i e Abgeordneten. E i n V e r f a s s u n g s g e r i c h t - a l s o das Recht der I n t e r p r e t a t i o n der V e r f a s sung von jedem Bürger oder Verband g i b t * s i n G r i e c h e n l a n d n i c h t und hat e s n i e gegeben. Es g i b t zur Z e i t nur e i n 'Obers p e z i e l l e s Gericht* (anotaton e i d i k o n Dikaa t i r i o n ) , dessen Aufgabe e s i s t , b e i Z u i s t i g k e i t e n zwischen den P a r t e i e n um d i e ' I n t e r p r e t a t i o n der V e r f a s s u n g * z u i n t s r v e n i e r e n und im besonderen, wenn e i n e s o l c h e ' I n t e r p r e t a t i o n * m i t dem F e l l e i n e s offenen tüahlbetruges i n Verbindung s t e h t . Zum e r s t e n Mal gab e s s o l c h e i n ' s p e z i e l l e s G e r i c h t ' a l s I n s t i t u t i o n i m l e t z t e n V i e r t e l des vor i g e n Dehrhunderte, um dem Wahlbetrug ( i m mer 'im Namen der V e r f e s s u n g ' ) und den anderen Skandalen der Regierung D i m i t r i o s V o u l g a r i s gegenüberzutreten. L e t z t e r e r , war mehrmals durch Wahlbetrug P r e m i e r m i n i s t e r i n G r i e c h e n l a n d und j e d e s m a l , a l s ihm d i e s im Parlament vorgeworfen wurde, h a t t e er immer langsam und beständig d i e g l e i c h e Antwort gegeben: "Doch, aber j e t z t habe i c h mich besonnen". I «..4-
A«>4-
Tnn
AheA
riöp
Verfassuno i s t d i e -
ses G e r i c h t auch zuständig für d i e Gültigk e i t der Normen des i n t e r n a t i o n s l e n V o l k e r r e c h t s z u e n t s c h e i d e n , s o w e i t s i e d i e 'nat i o n a l e n Interesse' Griechenlends b e t r e f f e n . D i e s , w e i l nach Art«26, G r i e c h e n l a n d e i s NATO-Staat und M i t g l i e d der EWG gegebenenf a l l s H o h e i t s r e c h t e an übernationalen Organ i a a t i o n a n übertragen muss. Darüber aber kann k e i n e R e g i e r u n g e n t s c h e i d e n , sondern nur das s p e z i e l l e 'überparteiliche' G e r i c h t , w e i l , d a jede P a r t e i i h r e eigene ' I n t e r p r e t a t i o n ' der V e r f a s s u n g hat (und dadurch 'pol i t i s c h e K o s t e n ' , d.h. N a c h t e i l e für d i e nächsten Wahlen s i c h ergeben konnten) k e i n e v e r a n t w o r t u n g s v o l l e auswärtige P o l i t i k des Landes a l s s o l c h e - und n i c h t personenbezogen - e x i s t i e r e n kann. A l l e r d i n g s , wegen der verwirrenden 'nationalen I d e o l o g i e ' und der U n w i s s e n h e i t über G e s c h i c h t e , d i e s i e b e d i n g t , kann man mit S i c h e r h e i t sagen, dess G r i e c h e n l a n d a l s Land k e i n e D i p l o m a t i e , b e s i t z t . D i e Leufbahn der D i p l o m a t e n i s t jene e i n e s gewohnl i c h e n Beamten« M i t der Gründung d i e s e s G e r i c h t s i s t d i e R o l l e der J u s t i z i n G r i e c h e n l a n d einheitl i c h e r geworden: für jede p o l i t i s c h e oder s o z i a l e E n t s c h e i d u n g muss v o r h e r e i n g e r i c h t l i c h e r E n t s c h l u s s g e t r o f f e n werden. D i e J u s t i z i s t e i n s S o r t e von Radiergummi für jede e v e n t u e l l e n ' p o l i t i s c h e n Kosten' der P a r t e i e n und stützt den ganzen s t a a t l i c h e n Mechanismus« I h r e 'Unabhängigkeit' i s t e i n e F i k t i o n . D i e meisten S t r e i k s z.B. i n G r i e c h e n l a n d - schon lange e i n e .einheimische E r s c h e i n u n g , d i s d i e E x i s t e n z l o s i g k e i t des S t a a t e s beweist - werden durch d i e J u s t i z ' g e r e g e l t ' ( b e i einem S t r e i k der V e r k e h r s m i t t e l z.B. können nach einem G e r l c h t s e n t s c h l u s s Militärfahrzeuge e i n g e s e t z t werden).
Di«as J u s t l z h e r r a c h a f t , d i e s e *Nomiko* k r a t i a ' i n G r i e c h e n l a n d , d i e , uegen des f e h l e n s an p o l i t i s c h e r Legitimität, den Charakter eines s o z i o l o g i s c h e n Ersatzes a u f w e i s t , stützt durch d i e Verwaltung den J u r i s t i s c h e n T e r r o r i s m u s des s o z i a l e n Lebens und v o r a l l e m den dee s t a a t l i c h e n Apparates« S t a a t i s t d i e V e r w a l tung! Die t r a d i t i o n e l l e Rechtaverwirrung ( V e r u a l t u n g a k t e s t a t t Gesetze) f i n d e t i h r e n v o l l e n Auedruck d a r i n , dass der R e c h t s a n u a l t e v a r e l n i n Athen nach S e l b s t benennung der ' e r s t e w i s s e n s c h a f t l i c h e V e r e i n * des Landes i s t und dessen i n t e r ne l]Jahl:en werden so f e i e r l i c h und * s i n n v o l l ' d e m o n s t r i e r t wie d i e Parlamentswahlen« Dass aber d i e W i d e r s p r O c h l i c h k e i t v e r s c h i e dener A r t i k e l dar V e r f a e s u n g z u e i n a n d e r , so wie auch zu dam Üblich bestehenden Recht k e i n e Frage von b J i s s e n s c h a f t i s t , beweist i n ihrem m e n s c h e n r e c h t l i c h e n I n h a l t d i e R e a l i tät salbet« So z«B«, dass k e i n Recht auf A r b e i t durch d i e V e r f a s s u n g g a r a n t i e r t i s t , z e i g t d i e ewige S t r e i k w i l l i g k e i t i n G r i e c h e n l a n d , d i e , wie g e s s g t , e i n e alltägliche R o u t i n e geworden ist« A l l e r d i n g s , nach A r t , 98 der V e r f a s s u n g , kann k e i n G r i e c h e (wenn er nach dßr bestehende Gesetzgebung n i c h t a l s k l i n i s c h (679^!) g e i s t e s k r e n k von m i l i tärischen ffrtzten (!) erklärt werden w i l l ) i r g e n d w i e Ansprüche a l s Bürger auf den s t a a t l i c h e n H a u s h a l t erheben - e g a l aus w e l chem Grund und obwohl das Land k e i n e eigene T e c h n o l o g i e b e s i t z t und m i t der Importtechno l o g i e d i e Arbeitsunfälle auf d i e S p i t z e t r e i ben - denn, w e i l i n G r i e c h e n l a n d gar n i c h t s p r o d u z i e r t w i r d , werden d i e F i n a n z m o g l i c h k e i t e n des Landes ständig m i t ausländischem Geld v o l l g e p u m p t . L o g i s c h e r w e i a e erhebt man
Ansprüche auf etwas Eigenes««« Dass m i t so e i n e r ökonomischen S i t u a t i o n k e i n e autonome B e z i r k s v e r w a l t u n g geben kann und a l l e s von Athen g e r e g e l t werden muss, i s t o f f e n s i c h t l i c h . Für d i e s e a b s o l u t e Zent r a l i s i e r u n g aber g i b t e s noch w i c h t i g e r e Gründe ' n a t i o n a l e r A r t * , wie im f o l g e n d e n gezeigt wird. Jede D i k t a t u r i n G r i e c h e n l a n d b r i n g t e i n e neue V e r f a s s u n g h e r v o r . Das i s t i r g e n d w i e 'normal', w e i l d i e D i k t a t u r e n , wie b e i j e dem F a l l E n t w i c k l u n g s d i k t a t u r (s.zum B e i s p i e l , K.J.NEWnAN: "Die E n t w i c k l u n g s d i k t a t u r und der V e r f a s s u n g s s t a a t " , 1963), immer im Namen der V e r f a s s u n g a u f t r e t e n . D i e l e t z t e D i k t a t u r hat sogar zwei Verfassungen e r a r b e i t e t . In beiden - und das i s t e i n e Bestätigung, dass der N a t i o n a l i s m u s der E n t w i c k l u n g s d i k t a t u r e n e i n e P a t h o l o g i e der Unt e r e n t w i c k l u n g i s t ^ l i e g e n grosse n o d e r n i sierungsansprüche v o r (z.B« e i n V e r f a s s u n g s g e r i c h t ) , aber so etwas h a t danach zu unübsr windbaren V e r l e g e n h e i t e n geführt« E i n e r s e i t s v e r s u c h t e man, wenigstens dem S c h e i n nach, v i e l e von d i e s e n M o d e r n i s i e r u n g s t e n d e n z e n auch i n d i e f o l g e n d e n V e r f a s s u n g e n z u übernehmen, a n d e r s e i t s aber s o l l t e immerhin der a l t e S t a t u s der P a r t s i e n w i e d e r h e r g e s t e l l t werden« D i e s e unmögliche K o m b i n a t i o n h a t in d i e Sachlage g e f u h r t , dass f a s t nach j e d e r Wahl immer ' K o r r e k t u r v e r s u c h e der V e r f a s s u n g und immer neue ' I n t e r p r e t a t i o n e n ' nach A r t i k e l n und Paragraphen übernommen werden. Inso f e r n muss dazu bemerkt werden, dass d i e Gesetzgebung der J u n t a i n ihrem grossen T e i l (besonders d i e G e s e t z e , d i e m i t Menschenr e c h t e n zu tun haben) unverändert und in v o l l e r K r a f t mit der ' U i e d e r h e r s t e l l u n g der Demokratie' - und besonders d e s . ' S o z i a l i s -
mus'!- g e b l i e b e n i s t . Ob im gegebenen F a l l - z.B« b e i einem beetimmten G e r i c h t e p r o z e s s e i n s o l c h e s Gesetz verfassungsmässig i s t oder n i c h t , darüber h a t das ' s p e z i e l l e G e r i c h t * d i e endgültige E n t s c h e i d u n g zu treffen« Das bedeutet aber k e i n e s f a l l s , dass das G e s s t z unbedingt verändert werden s o l l t d i e Frage i s t nur für den bestimmten P r o z e s s und d i e Meinung des bestimmten Richters« Das Gesetz kann w e i t e r , wenn es s i c h auch a l s verfae«sungsiuidrig. e r w i e s , von einem enderen G e r i c h t und nach der p e r s o n l i c h e n B e u r t e i l u n g des anderen R i c h t e r s angewandt werden! Nach e i n i g e n E i n s t e l l u n g e n , d i e ganz gut im Sinne der 'Nomikokratia* zu G r i e c h e n l e n d pessen, dass j e d e r R i c h t e r während e i n e s Ger i c h t s p r o z e s s e s auf U e r f a s s u n g s h i n d e r n i s s e Stessen kann und Ober U e r f a s s u n g s f r a g e n e n t s c h e i d e n mues, bedeutet e i n e * Bekräftigung der Demokratie*« S o l c h e Meinungen werden k r i t i k l o s a k z e p t i e r t , w e i l s i e t i e f i n der herrschenden I d e o l o g i e w u r z e l n : d i e s e Mögl i c h k e i t für jeden R i c h t e r beweist den demok r a t i s c h e n C h a r a k t e r des Ostens, zu dem G r i e chenland gehört, und n i c h t den des Westens, wo a l l e s h i e r a r c h i s c h von oben g e r e g e l t werden muss! T r o t z d i e s e r enormen Wiederspruche, d i e nur b e i s p i e l e w e i s e i n d i e s e r Zusammenfassung a u f geft3hrt werden können, d i e *Uerfas8ung' i n G r i e c h e n l a n d "funktioniert'« Das i s t daraus zu erklären, dass d i e V e r f a s s u n g a l s Abkoppel u n g s m i t t e l zwischen Parlament und V o l k , wie oben b e s c h r i e b e n , immer i n v o l l e m Sinne b l e i b t und d i e Widerspruche bekräftigen s i e i n d i e s e r R o l l e s t e t t s i e zu schwächen« För d i e A r t d i e s e r ' F u n k t i o n ' braucht man n i c h t unbedingt d i e Realität w e i t e r zu e r f o r s c h e n . Es genügt nur e i n e i n f a c h e r Überblick über bestimmte
A r t i k e l , d i e , wegen i h r e r ' n a t i o n a l e n Notwend i g k e i t ' z e i t l i c h unverändert b l e i b e n müssen. So z.B, l a u t A r t . I , d i e Macht w i r d 'im Namen der N a t i o n ' ausgeübt. Aber wie bekannt, G r i e c h e n l a n d hat den völkerrechtlichen S t a t u s e i n e s Minoritätenstaates (Mazedonier Serben und B u l g a r e n , Valachorumänen - übera l l i n N o r d g r i e c h e n l a n d und i n T h e s s a l i e n z e r s t r e u t -, E p i r o t e n - Albaner in ganz Westgriechenlefnd und auf der Peloponnes, Pomaken - mohammedanisierte S l a v e n , Armen i e r , I t a l i e n e r u.v.a.) m i t Hauptminorität e n , d.h. o f f i z i e l l völkerrechtlich anerk a n n t , d i e Juden und d i e Türken i n T h r a z i e n . T r o t z der ständigen Völkerwanderungen und Verschleppungen auf das g r i e c h i s c h e T e r r i t o r i u m , s i n d L e t z t e r e unberührt an den n o r d östlichen -Grenzen G r i e c h e n l a n d s g e b l i e b e n a l s e i n e G a r a n t i e dar p o l i t i s c h - g e s c h i c h t l i c h e n E r e i g n i s s e des K r i e m k r i e g e s , durch den d i e Grundumformung des Balkanraumes zu Gunsten Westeuropas, im Rahmen d e r a l t e n P o l i t i k , stattgefunden hat. Eine Garantie der n e g a t i v e n h i s t o r i s c h e n Bedeutung des g r i s c h i s c h e n S t a a t e s a l s o a n g e s i c h t s der s l a v i s c h e n W e l t und Osteuropas. Wenn nun d i e Macht 'im Namen d e r N a t i o n ' ausgeübt wird,, s i n d a l l e d i e s e Minoritäten, d i e n i c h t zur g r i e c h i s c h e n N a t i o n gehören, m i t j e d e r B i l d u n g des Parlaments nach den Wahlen e n t r e c h t e t . D i e ' N a t i o n ' , wie oben gesagt, muss immer durch d i e R e l i g i o n d e f i n i e r t werden ( A r t . 3 ) . D i e N i c h t o r t h o d o x e n a l s o gehören n i c h t z u r N a t i o n , im Namen d e r e r d i e p o l i t i sche Macht ausgeübt w i r d . Der g l e i c h e r e c h t l i c h e S t a t u s würde auch für d i e türkische M i n d e r h e i t auf Zypern e n t s t e h e n , wenn d i e E i n v e r l e i b u n g der I n s e l z u G r i e c h e n l a n d ( d i e ' E n o s i s ' ) in Erfüllung gegangen wäre. D i e
Grunde der I n v a s i o n l i e g e n schon l a n g s t i n der g r i e c h i s c h e n V e r f a s s u n g , ohne z u s a t z l i chen Anläse... Es wurde lange d i s k u t i e r t , ob d i e s e r Terminue ('im Namen der N a t i o n ' } weggelassen werden s o l l t e . Das h a t s i c h f a k t i s c h a l s unmögl i c h e r w i e s e n . Denn nur des Wort 'Volk' h S t t e a l s F o l g e , den m u l t i n a t i o n a l e n C h a r a k t e r des Landes o f f e n zu l e g e n , und in so einem F a l l s o l l t e der j e w e i l i g e P r e m i e r m i n i s t e r oder Präsident den E i d n i c h t nur v o r dem E r z b i e c h o f von Athen a b l e g e n , sondern auch v o r dem g e i s t l i c h e n F u h r e r der Juden, Türken ( e s i s t noch ungeklärt, v o r wem d i e türkischen Abgeordneten im g r i e c h i s c h e n Parlament i h r e n E i d ablegen..«), K a t h o l i k e n e t c . I n diesem F a l l aber s o l l t e euch d i e ganze V e r w a l t u n g s s t r u k t u r des S t a a t e s von Grund auf umgeändert werden. So etwas hätte schwerwiegende Konsequenzen für das U e i t e r b e s t e h e h des S t a a t e s s a l b s t i n s e i n e r j e t z i g e n Form. T h e o r e t i s c h i s t d i e Verwaltung des S t a a t e s ' d e z e n t r a l i s t i s c h ' , obwohl weder d i e ökonomischen Bedingungen noch d i e V e r f a s s u n g e i n ^solches Verhältnis zu Athen e r l a u b e n . D i e j e w e i l i g e n B s z i r k s v e r w a l t e r (Nomarches) - immer engste P a r t e i m i t g l i e d e r und deren R o l l e hauptsächlich i n der V o r b e r e i t u n g der nächsten Ulsihl e n i n der P r o v i n z für d i e P a r t e i b e s t e h t werden l a u t A r t . I D I , Abs.3 a l s 'Organe des S t a a t e s ' e i n g e s e t z t und s i n d durch besondere Gesetzgebung über B e r e i c h e von Plenschenrachten a u s g e s t a t e t , für d i e i n Europa nur d i e n i n i s t e r und d i e Staatsüberhäupter zuständig s i n d . S o l che B e r e i c h e s i n d jene der (Kultur, des Bauwesens ( a l l e s i n G r i e c h e n l a n d muss 'ähnlich aussehen'), der Gesundheit e t c . Dass so d i e 'Menschenrechte' in der P r o v i n z n i c h t w e i t e r a l s b i s zu dem Ge-
m e i n d e v o r s i t z e n d e n und dem P f a r r e r des D o r f e s v o r d r i n g e n können, i s t o f f e n s i c h t l i c h . Inwieweit man das ' D e z e n t r a l i s i e r u n g ' nennen kann, b l e i b t e i n e o f f e n e F r a g e . Auf jeden F a l l i s t durch d i e s e T a k t i k d i e Z e r störung der z i v i l i s a t o r i s c h e n Vergangenheit v i e l e r Gegenden, wegen e i n e r e i n h e i t l i c h e n ' g r i e c h i s c h e n Identität', Realität geworden. I n s o f e r n i s t auch z u bemerken, dass l a u t Abs.2 desselben A r t i k e l s d i e T e i l u n g des Landes in B e z i r k e nach den Verkehrsmöglichk e i t a n g e s c h i e h t . Nach diesem P r i n z i p können g e s c h i c h t l i c h e E i n h e i t e n - z.B. in der ffgäis und im I o n i s c h e n Reer - ganz e i n f a c h z e r s p l i t t e r t werden, wenn d i e V e r k e h r s m i t t e l n i c h t r e i c h e n ! Und das g e s c h i e h t programmat i s c h i n der T a t ; v i e l e V e r k e h r s l i n i e n , besonders d i e zu Wasser, wo s i c h d i e g e s c h i c h t l i c h e E i n h e i t e n b e f i n d e n , g e l t e n a l s 'unprod u k t i v ' ( a g o n o l - n i c h t 'Gewinnbringend') und d i e v e r s c h i e d e n e n Gegenden werden v o n e i n ander t o t a l a b g e s c h n i t t e n . Um e i n k o n k r e t e s B e i s p i e l z u geben: d i e I n s e l des damaligen I o n i s c h e n S t a a t e s C i r i g o ( K y t h i r a ) gehört heute verwaltungsmässig zum B e z i r k von A t t i k a , während d i e andere I n s e l d e s s e l b e n S t a a t e s Santa Maure ( L e f k a s ) vor n i c h t z u l a n g e r Z e i t zum B e z i r k von P r e v e z a gehörte! Damals war Preveza s e i t kurzem e r s t ' g r i e c h i s c h ' , während L e f k a s s e i t 1864 zu G r i e c h e n l a n d gehörte.««Man muss n i c h t unbedingt hinzufügen, dass d i e Bevölkerung von K y t h i r a nach A u s t r a l i e n und sonstwohin a l s G a s t a r b e i t e r g e s c h i c k t wurde« Von s u b t i l e r p o l i t i s c h e r Bedeutung i s t aber noch d i e Bemerkung, dass n i c h t nur i n Nordg r i e c h e n l a n d der V e r s u c h unternommen wurde, durch V e r p f l a n z u n g n e u e r e r Völkerschaften d i e Bevölkerungsstruktur d i e s e r G e b i e t e umzuänd.ern, damit e i g e n t l i c h G r i e c h e n l a n d a l s ' N a -
t i o n a l a t a a t ' nördliche Grenzen bekommt. I n der e l t e n suropölschen P o l i t i k u e r eo etwas ftjr N o r d g r i e c h e n l a n d notwendig. Jedoch d i e ' I s o l i e r u n g von a l l e n S e i t e n ' des Landes ( d i e ' O b j e k t i v i e r u n g ' des B e g r i f f s ' G r i e c h e n l a n d ' i n d e r a l t e n W e l t p o l i t i k - s. U.UON OER STEINEN; "Gluck und Unglück in der W e l t g e s c h i c h t e ' , B a s e l 1943, 5.34-36) kann nur aus der noch n i c h t i n der Vergangenheit v o l l e n d e t e n p o l i t i s c h e n E i n h e i t Europas verstanden werden. Oer g l e i c h e V e r s u c h , G r i e c h e n l a n d w e s t l i c h abzuschneiden, i s t auch auf d i e I o n i s c h e n I n s e l n ( K o r f u und L e f k a s ) durch Völkers c h a f t e n unternommen worden, d i e aus f e r n s t l i e g e n d e n Gegenden A n a t o l l e n s v e r s c h l e p p t wurden. Für d i e s e T a t s a c h e , d i e e i n e unnatürl i c h e Schwächung Südeuropas a n g e s i c h t s des Belkane und des östlichen Plittelmeerraumee bedeutete, het s i c h M o u s s o l i n i - der e i n i g e J a h r e z u v o r , a n l i s s l i c h des l O O j S h r i g e n Todestages des aus Zante ( Z a k y n t h o s ) stammenden N e t i o n a d i c h t e r s I t a l i e n s Ugo F o s c o l o , Andenken m i t dem königlichen Wappen des i t a l i e n i s c h e n S t a a t e s d o r t h i n g e s c h i c k t hat gezwungen gefühlt, d i e F e s t u n g K o r f u s , i n der d i e e e L e u t e a n g e s i e l d e t worden s i n d , zu bombardieren. Zu welchem Selbstverstöndnis durch d i e n e b e l h a f t e ' n a t i o n a l e I d e o l o g i e ' d i e s e Sachen der V e r g a n g e n h e i t in G r i e c h e n l a n d geführt haben, spürt man e i n f a c h : d i e t o t a l e I s o l i e r u n g i s t zum ' N a t i o n a l s t o l z ' geworden! Wahrend nach dem z w e i t e n W e l t k r i e g d i e nördlichen Grenzen des Landee e i n e Sorge der NATO war, b l i e b e n für G r i e c h e n l a n d nur zwei ' N a t i o n a l f e i e r t e g e ' übrig - Rechte und L i n k s : öiner gegen d i e Türkei (25.nSrz) und e i n e r gegen I t a l i e n ( 2 8 . O k t o b e r ) ! T r o t z des Smogs in Athen und obwohl
die Geschichtsforschung n i c h t s - f e s t g e s t e l l t h a t , das A n l a s s zum ' S t o l z ' g i b t , werden beide m i t H i l i t a r p a r a d e n (schweren F l u g z e u gen, Panzern usw.) jedes J a h r w e i t e r g e f e i e r t . . . I n der Not - w e i l heute ' N a t i o n a l h e l den' und K r i e g s i n v a l i d e n für d i e Paraden schwer zu f i n d e n s i n d - h o l t man d i e A r b e i t s verunglücktsn während des Militärdienstes! Durch d i e g r i e c h i s c h e V e r w a l t u n g s t a k t i k (näml i c h n i c h t unbedingt aus a l l g e m e i n p o l i t i s c h e n N o t w e n d i g k e i t e n ) k a t a s t r o p h a l e E r e i g n i s s e können auch i n der ffgäis f e s t g e s t e l l t werden, wo man heute k e i n e g e s c h i c h t l i c h e E i n h e i t e n mehr h a t , sondern nur ' I n s e l n ' , d i e nach i h r e n Grössen und Kapazitäten a b g e s t u f t s i n d , um das Tourismuseinkommen abzurunden, oder, gegebenenf a l l s , stückweise für d i e B e g l e i c h u n g d e r Wahlkosten v e r k a u f t z u werden. D i e I n t e r n a t i o n a l i tät d e r Jtgäis, d i e am ihrem m u l t i n a t i o n a l l e v a n t i n i s c h e n C h a r a k t e r g r i e c h i s c h e r Prägung l i e g t , hört m i t der Z e i t dadurch auf und damit auch Jede g e s c h i c h t l i c h e P e r s p e k t i v e d i e s e s Raumes a l s B i n d e g l i e d zwischen Europa und anderen K o n t i n e n t e n . E i g e n t l i c h b e f i n d e t man s i c h m i t der Z e i t vor einem, wenn n i c h t g e s c h i c h t l i c h , doch p o l i t i s c h schwer e r k l S r b e r e n Paradox: man hat m i t G r i e chenland einen 'europäischen S t a a t ' und v o l l e s M i t g l i e d der EWG, i n dem jede europäische Spur s e i n e r r e i c h e n Vergangenheit g e z i e l t verschwunden i s t und dessen künstlich g e s c h a f f e n e m i t t e l a r t e r l i c h e religiöse I d e o l o g i e (deren Grundv o r a t e l l u n g e n vor dem F e l l K o n s t a n t i n o p e l s e i n zuordnen s i n d ) genau das G e g e n t e i l von 'Westentum' bedeutet. E s kann h i ^ r n i c h t w e i t e r auf d i i s s s Problem eingegangen werden; es genügt nur zi sagen, dass das B e u u s s t s e i n Europas über ' G r i e chenland' das e i n e r Küstenkultur i s t ( e s g i b t wohl k e i n europäisches Buch von v o r i g e n J a h r -
hunderten, das etuaa anderes a l s K r e t a , K o r - ' f u , Rhodos oder Zypern n e n n t ) , d i e immer m i t den grossen ZCgen der Qbrigan auropSlschen G e s c h i c h t e i m Plittelmaerraum v e r w i c k e l t i s t . T r o t z der T a k t i k der Nomarches, i s t d i e V e r gangenheit i n v i e l e n d i e s e r Gegenden n i c h t ausgelöscht, und man braucht n i c h t auf den B l i c k w i n k e l v e r s c h i e d e n e r D i s s e r t a t i o n e n von G r i e c h e n an w e s t l i c h e n Universitäten zurückz u g r e i f e n , um so etwas f e s t z u s t e l l e n . £e s t a l l t s i c h a l s o d i e F r a g e , über welche V e r w i r k l i c h u n g von flenschenrechten i n G r i e chenland gesprochen werden kann, ohne K u l t u r autonomie. Wohin d i e S i t u a t i o n m i t den Nomarches ( d i e e i g e n t l i c h überhaupt keine Ahnung Ober d i e Vergangenheit und d i e G e s c h i c h t e der G e b i e t e , d i e s i e v e r w a l t e n , haben - Landeskunde a l s Fach i s t aus selbstverständlichen Gründen i n G r i e c h e n l a n d f a s t verboten) führt und welche Verwaltungsgewalt s i e v o r a u s s e t z t , z e i g t uns e i n g r S s s l l c h e s B e i s p i e l : das S c h l o s s auf K o r f u i s t zum Pluseum umgewandelt; aber n i c h t f \ j t d i e G e s c h i c h t e der I n s e l s e l b s t oder der I o n i s c h e n G e s c h i c h t e , sondern z u r f l o h m a r k t ähnlichen A u s s t e l l u n g von alltäglichen Gegenständen d e r f e r n a s i a t i s c h e n Pop-Kunstl S o l c h e B e i s p i e l e f i n d e t man a l s R e g e l der g r i e c h i s c h e n K u l t u r p o l i t i k . V i e l e Gegenden s i n d g e z i e l t dem w i r t s c h a f t l i c h e n V e r f a l l Überlassan und zum S c h l u s s noch i h r e r Kulturschätze b e r a u b t , d i e , wegen e i n e r ' n a t i o n a l e n E i n h e i t ' , i n v e r s c h i e d e nen Museen in Athen und in Privatsammlungen v e r schwunden s i n d . Aber wie gesagt, t r o t z d i e s e r ständig angewandten Methoden der g r i e c h i s c h e n K u l t u r p o l i t i k , wussten v i e l e T e i l e des g r i e c h i s c h e n Raumes i h r e I d e n t i tät zu bewahren. Das l i e g t d a r i n , dass, wegen des a l l g e m e i n e n M i s s t r a u e n s gegen d i a Z e n t r a l v e r u a l tung und des S c h u l s y s t e m s , das K u l t u r b e w u s s t s e i n i n G r i e c h e n l a n d immer e i n familiäres A n l i e g e n
g e b l i e b e n i s t . D i e s e Tendenz wurde verstärkt BUS zwei F a k t o r e n p o l i t i s c h e r A r t : d i e v e r schiedenen V S l k e r s c h s f t e n des Griechentums, d i e s i c h mit der Z e i t i m ' N a t i o n a l s t a a t ' angesammelt haben, haben es immer nötig, i h r e k u l t u r e l l e B e s o n d e r h e i t zu betonen, um Zugang i n d i e p o l l t i s c h e Szene z u f i n d e n , anders e l t e die Kirche, a l s f o l k l o r e a r t i g e I n s t i t u t i o n , h a t immer v e r s u c h t , i r g e n d w i e i n 'moyen terrae' i n den l o k a l e n T r a d i t i o n e n i h r e Wurzeln zu s c h l a g e n . A l l das v e r b i e t e t nstürlich s i cher Über e i n ' g r i e c h i s c h e s N a t i o n a l b e w u s s t s e i n ' zu sprechen. Die g r i e c h i s c h e Verwaltung h a t v i e l e e zerstört, a b e r , zum Glück für d i e heutige Z e i t , n i c h t a l l e s . . . D i e K u l t u r p o l i t i k i s t n i c h t das e i n z i g e g r o s se Problem der g r i e c h i s c h e n V e r f a s s u n g . Andere F r a g e n , z.B. im welchen Verhältnis das P r i v a t eigentum z u r V e r f a s s u n g s t e h t , s i n d überhaupt n i c h t z u beantworten. Wie bekannt, i n G r i e c h e n l e n d kann man bauen, wo man w i l l . Es genügt n u r , dass man n a c h t s und unbeobachtet e i n Stück Land im F r e i e n - v o r z u g s w e i s e in Strandnähe - umzäunt. Wenn k e i n f r e i e s Land vorhanden i s t , dsnn kommen d i e B r a n d s t i f t u n g e n an Wäldern i n B e t r i e b . D i e so entstandenen eigenmächtigen Bauten i n G r i e chenland - um d i e 2 0 0 . 0 0 0 nur im B e z i r k von Athen - s t e l l e n e i n sehr akutes Problem d a r , dem man mit k e i n e n r e c h t l i c h e n M i t t e l n e n t g e g e n t r e t e n kann. Das hat s e i n e h i s t o r i s c h e n wie auch s e i n e p o l i t i s c h e n Gründe. Das Bodenproblem wurde i n G r i e c h e n l a n d n i e gelöst - und es konnte n i e gelöst werden. Man braucht k e i n e r e c h t l i c h e n Kenntn i s s e , um das zu v e r s t e h e n : in einem Land, in das während zwei J a h r h u n d e r t e n , Leute aus a l l e n flichtungen kommen und gehen (auch heute noch d i e G r i e c h e n aus dar S o v i e t u n i o n ) und Minoritäten aus p o l i t i s c h e n Gründen v e r s c h l e p p t wurden (nach dem z w e i t e n W e l t k r i e g vom B e z i r k J h e s p r o t i a s und
grosse T e l l e aus N o r d g r i e c h e n l a n d ) . kann s i c h kein f e s t e r Eigentumsbegriff verfassungsmassig h e r a u s b i l d e n . J e d e r . der neu kommt, muss s e i n Eigentum von einem E i n h e i m l s c h e n uegnehmen. Das' g e s c h i s h t im P r i n z i p durch dsn S t a a t , der den liiert des Vermogens nach F a l l und Regionen per Gesetz bestimmt! Wie bekannt. g i b t ' e i n G r i e c h e n l a n d keinen f r e i e n P l a r k t . D i e P r e i s e der Grundstucke konnen von einem foment zum anderen v e r d o p p e l t oder h a l b l e r t uierden immer im'Rahman e i n e r ' n a t i o n a l e n P o l i t i k ' . D i e s macht - besonders in V e r b i n d u n g m i t den hohen Raten der i n n e r e n E m i g r a t i o n - d i e I n s t a b i l i t a t des Vermogens o f f e n s i c h t l i c h , so dass man. unter anderem, nur schuier uber d i e E x i stenz i r g e n d e i n e r ' B o u r g e o i s i e i n Griechenland sprechen kann. Das W e i t e r b e s t e h e n e i n e s v e r mogens 1 s t k e i n e F u n k t i o n okonomischer oder so z i a l w i r t s c h a f t l i c h e r F a k t o r e n , sondern nur s i ne Frags des Abstandes von S t a a t . d.h. i r g e n d e i n e r P a r t e i . Die P a r t e i weiss immer r s c h t z e i t i g , welcha Gebiete durch d i e ' n a t i o n a l s P o l i t i k ' bevorzugt oder v e r n a c h l S s s i g t s e i n uierden Solche Kenntnisse s i n d n a t u r l i c h f u r d i e Part e i l e u t e hochst u l c h t i g e r N a t u r ! U i e uiir a l l e r dings von der B i b e l w i s s e n , das Chaos 1 s t e i n e Voraussetzung der K r e a t i o n ; e i n l e i c h t e s Chaos - u e n i g s t e n s - uber den r s c h t l i c h e n S t a tus des Bodeneigentums muss a l s o s e i n . . . E s i s t n i c h t u b e r f l u s s i g h i n z u z u f u g e n . dass a l l j s n e ( S c h i c h t e n oder M i n o r i t S t e n ) , d i e i h r e V o r t e i l e durch den S t a a t gefunden haben, genau d i e j e n i g e n s i n d , d i e s i c h besonders Muha geben f u r das W e i t e r b e s t e h e n der ' n a t i o n a l e n Ideologie' ( K i r c h e , Byzantinismus, Hellenentum usw.). A n g e s i c h t s d i e s e r ' N o t w e n d i g k e i t ' v e r s c h w i n d e t j e d e r andere U n t e r s c h i e d (Herk u n f t , R e l i g i o n e t c . ) . Was durch d i e s e R o l l s des S t a a t e s i n anderen B e r e i c h e n des w i r t s c h a f t l i c h a n Lebens, d i e n i c h t unbedingt 1
s o w e i t es in G r i e c h e n l a n d geht - m i t der Bod e n s p e k u l a t i o n z u tun haben. g e s c h i e h t . i s t tuehr a l s k l a r . Aber d i e Ursprunge d i e s e r S i t u a t i o n m i t dam Boden.der d i e B a s i s f u r jeden B e g r i f f von E i gentum d a r s t e l l t (besonders ωβηη n i c h t s im Land p r o d u z i e r t w i r d ) , s i n d n i c h t g e s t e r n e n t s t a n d s n . Nach dem 'Befreiungskampf' von 1821 konnte s i c h k e i n N a t i o n a l k a t a s t e r h e r a u s b i l d e n , w e i l der Boden des b e f r e i t e n T e r r i t o r i u m s a l s Beute der FlaChtigeren g a i t , a l l e r e r s t der K i r c h e . S o etwas uiar s i n e F o r t s s t z u n g der schon u n t e r der T u r k e n h e r r s c h a f t auf dem B a l k a n und besonders in G r i e c h e n l a n d herrschenden V e r h a l t n i s s e , wo man d i e P i r a t e r i e souiohl auf dem Meer ( m i t v e r s c h i e d e r i e n I n s e l n der f f g S i s a l s Hauptzentren) a l s auch auf dem F e s t l a n d ( K i e f t e s - R a u b e r ) , zum 'Kommerz' umgenannt h a t t e m i t a l l e i n i g e m H e h l e r d i e K i r c h e . Das i s t das sogenannte 'Gemeindensystem'. Die R o l l s e i n e s un-und u b e r p a r t e i s c h e n B e g u n s t i g e r s f u r d i e E r h a l t u n g der Gemeinde, wegen der unberechanbaren N a t u r der 'Uaren' und des 'Einkommens' - i n diesem F a l l der K i r c h s , d i e a l s V e r w a l t e r und ' R i c h t e r ' f u n k t i o n i e r t hat -, war u n e r l a s s l i c h . D i e s e n neuen I n h a l t des 'Gemsindensystems' kann man ungefahr auf das 3ahr 1550 z u r u c k f u h r s n , a l s der osmanische S t a a t . wegen der neuen p o l i t i s c h e n und ge s c h i c h t l i c h e Konstellationen (fehlende t e r r i t o r i a l s Expansion und immenser P r e i s a n s t i e g ) , S h n l i c h e Nethoden im Inneren des R e i c h e s prakt i z i e r t ( V e r g l . z . B . PAUL KENNEDY: "The R i s e and F e l l of the Great Powers", d.fibers.1989, S.35). f
Dass d i e c h a o t i s c h e S i t u a t i o n des Bodsns der H a u p t f a k t o r der B o d e n s p e k u l a t i o n und der Zementindustrie i n Griechenland b l e i b t , i s t off e n s i c h t l i c h . Han muss v i e l l e i c b t hinzufOgen,
dass König O t t o m i t der Gründung d e r N a t i o n a l bank enorme S c h w i e r i g k e i t e n für i h r F o r t g a n g gehebt h a t , genau wegen* d i e s e r Unmöglichkeit e i n e s n a t i o n a l e n Grundbuches« A l s G r i e c h e n l a n d b e z e i c h n e t man damals Peloponnes p l u s noch e i n b i s s c h e n . D i e z u k u n f t i g e Expansion s o l l t e i n R i c h t u n g B a l k a n geschehen und desh a l b h a t t e O t t o v e r s u c h t , den B a l k a n c h a r a k t e r e i n e s A g r a r s t a a t e s z u e n t w i c k e l n . Das i s t aber unmSglich gewesen. D i e N a t i o n a l b a n k konnte k e i ne I n v e s t i t i o n e n für d i e l a n d s c h a f t l i c h e P r o d u k t i o n v e r w i r k l i c h e n , wegen der c h a o t i s c h e n V s r h S l t n i s s e der B o d e n t e i l u n g und der t o t e l e n Abwesenheit j e d e s r e c h t l c h o n B e g r i f f e s von Bodeneigentum. Notwendigerweise hat s i e s i c h dann auf. den Kommerz e i n g e s t e l l t .
Es war n i c h t das A n l i e g e n d i e s e s Buches zu z e i g e n , dess d i e f o r m e l l e E x i s t e n z e i n e s Perlamentes und e i n e r 'Verfassung* für das Wesen der Demokratie n i c h t r e i c h e n . Dae bed a r f heute für v i e l e Länder dar Erde k e i n e r besonderen Beweise« D i e OenkanstÖssa für d i e s e s Buch waren ganz a n d e r e r A r t .
Wie .bekannt, konnte G r i e c h e n l a n d n i e e i n e A g r a r p r o d u k t i o n erzeugen ausser K o r i n t h e n und Tabak, d i e s c h n e l l e i n e n Absatzmarkt i m Ausland f i n d e n konnten. Abgeeehen von e i n e r gewissen Z e i t , war das Land sogar n i e im Stande m i t liJeizenprodukt i o n d i e Bevölkerung z u v e r s o r g e n (besonders nach der N i e d e r l a g a des Griechentums i n K l e i n a s i e n ) . Vor dem z w e i t e n W e l t k r i e g s o l l t e Engl a n d j S h r H c h 400,000 Tonnen G e t r e i d e i n s Land i m p o r t i e r e n und wahrend des K r i e g e s , a l s d i e s e Möglichkeit aufgehört h a t , h a t t e G r i e c h e n l e n d v e r h i l t n i s m S s a i g d i e meisten Hungertoten von a l l e n europäischen Ländern. Das sogenannte ' 5 i t i k o n ' ( B r o t p r o b l e m ) i s t i n G r i e c h e n l a n d n i e gel o s t worden, genau wegen d e r c h a o t i s c h e n S i t u a t i o n des Bodene, E i g e n t l i c h , d i e Lebensunfähigkeit G r i e c h e n l a n d s a l s S t a a t , i s t das E i n z i g e , das man i n s e i n e r G e s c h i c h t e ohne den g e r i n g s t e n Z w e i f e l d u r c h schauen kann. V i e l l e i c h t i s t das Brotproblem das k l e i n s t e O b e l ! Dass aber k e i n e r - b i s auf bestimmte Völkerschaften des g r i e c h i s c h e n T e r r i t o r i u t n e - verfassungsmässig oder s o n s t e i n
Das Wort ' F r i e d e ' gehört l e i d e r zu d i e s e r F a m i l i e von Wörtern, für d i e man k e i n e Def i n i t i o n b e s i t z t . Solche B e g r i f f e heissen i n der W i s s e n s c h s f t der L o g i k ' e i g e n a r t i g ' ( I d i o t y p o i ) . ffhnlich s i n d z.B. d i e Wörter 'Leben', ' L i e b e ' , ' S e e l e ' , 'Kunst', »Nat u r * usw. Das F e h l e n e i n e r D e f i n i t i o n d i e s e r B e g r i f f e l i e g t d a r i n , dass e s für s i e v i e l e gleichbedeutende Eigenschaften g i b t , so da'ss man k e i n e von i h n e n vorwiegend a l s D e f i n i t i o n hervorheben kann, und von der a l l e anderen a b g e l e i t e t werden können. Das bedeutet aber für den Menschen k e i n e n V e r l u s t ! - So etwas e r l a u b t ihm v i e l e AnnSherungsmÖglichkeiten an d i e Realität d i e s e r B e g r i f f e , deren A d d i t i o n man e i n f a c h e r ' E r f a h r u n g ' nennt - entweder k o l l e k t i v e ( a l s G e s c h i c h t e und W i s s a n s c h a f t ) , oder persönliche. A l s e i n Annäherungsversuch an den ' F r i e d e n ' i s t auch d i e s e s Buch k o n z i p i e r t worden, immer m i t der Überlegung, dass d e r ' W i l l e nach F r i e d e n ' k e i n e V o r a u s s e t z u n g für i h n d a r s t e l l t - im G e g e n t e i l -, wenn n i c h t auch
Recht auf Bodeneigentum oder anderee V e r mögen beweisen kann, kann h e u t e , g e s c h i c h t l i c h gesehen, von g r o s s e r Bedeutung s e i n . . . (II)
entsprechende Tatsachen dafür f e i g e n . Erstaunlicheruieise g i b t es kein einziges Such in der W e l t , das uns erklärt, warum und aus welchen Gründen das Ol b e z a h l t werden muss. Wenn man Denzin an e i n e r T a n k s t e l l e bez a h l t , b e z a h l t man d i e A r b e i t , d i e andere gel e i s t e t haben, damit man s e i n Auto benutzen kann. Wenn e i n I n d u s t r i e l a n d einem Ölbesitzenden (und n i c h t ' S l p r o d u z i e r e n d e n ' , w i e man "par abus de langage' s a g t , w e i l d i e O l g e s e l l s c h a f t e n ^ p r o d u z i e r e n * ) Land O l b e z a h l t , was w i r d i n diesem F a l l genau b e z a h l t ? E i n Auto v e r b r a u c h t ungefähr 10.000 L i t e r B e n z i n i n seinem Leben. D i e H e r s t e l l u n g d e s s e l b e n Autos benötigt 100.000 L i t e r Wasser. Werden z.B. d i e S k a n d i n a v i e r oder d i e Eskimos ext r a dafür b e z a h l t , w e i l i h r e Länder e i n e der w i c h t i g s t e n W a s s e r r e s e r v e n der Welt s i n d ? Solange A n t u o r t e n auf d i e s e Frage f e h l e n , werden auch d i e Tatsachen für den F r i e d e n f e h l e n . Und d i e A n t w o r t e n , d i e unabhängig von einem »bestimmten Willen» s e i n s o l l e n , können nur g e s c h i c h t l i c h e r Natur s e i n . Das Problem i s t n i c h t , warum d i e ölbesitzenden Länder das G e l d nehmen, sondern warum d i e Industrieländer Geld für das Ol z a h l e n . Für j e g l i c h e n G e l d v e r k e h r b e n u t z t d i e alltägliche Sprache das Wort »Geschäft»; e i n e andere Frage i s t a l s o , wie i m F a c h j a r g o n d i e s e s Wort durch j e nes der »Olpolitik» e r s e t z t wurde. P o l i t i k hat immer m i t G e s c h i c h t e zu t u n . Z u l e t z t i s t i n unseren Tagen nochmals g e z e i g t worden - besonders durch d i e l e t z t e D i k t a t u r , nach der a l l e Stützen der »nationalen I d e o l o gie» e b g e r l s e e n s i n d - d a s , was für G r i e c h e n land s e i t eh und je d i e p o l i t i s c h - g e s c h i c h t l i c h e W i r k l i c h k e i t war: »Griechenland» i s t nur der B e g r i f f e i n e r geographischen Ausdehnung,
u n e n t b e h r l i c h für d i e p o l i t i s c h e E x i s t e n z ganz Europas h e u t e , und mehr n i c h t s . Das Problem i s t n i c h t neu. D i e B e r e i c h e r u n g des Östlichen M i t t e l m e e r r a u m e s b e g i n n t für den Westen m i t den Kreuzzügen und w i r d über d i e J a h r h u n d e r t e h i n d u r c h durch d i e S c h a f f u n g e i n e s g r i e c h i s c h e n »Nationalstaates» e r r e i c h t , dessen Begrenzung s i c h auf der K a r te e r s t nach dem zweiten W e l t k r i e g v o l l z i e h t - a l s o f a s t e i n e i n h a l b Jahrhunderte nach s e i ner n o m i n e l l e n Anerkennung. B r a u c h t man noch e i n Beweis für d i e künstliche Schaffung? E i n f a c h konnte d i e s natürlich n i c h t s e i n ^ wegen der tausendjährigen S t r u k t u r dos Östlichen Mittelmeerraumes - und das t r i f f t mehr oder minder a l l e B a l k a n s t a a t e n z u , d i e Türkei e i n bezogen» Was d i e s e »Nationalbildung» l e t z t e n d l i c h gebracht h a t , z e i g e n d i e B e i s p i e l e G r i e c h e n l a n d s und der Türkei: zwei »Nationalstaaten» deren M e h r h e i t der Bevölkerung im A u s l a n d l e b t . Und während d i e E n t w i c k l u n g anderer B a l k a n s t a a t e n durch den S o z i a l i s m u s , s o v i e t i s c h e r oder n i c h t s o v i e t i s c h e r Prägung, w e i t e r vorangegangen i s t a l s s i e ohne i h n gegangen wäre, s i n d G r i e c h e n l a n d und d i e Türkei d i e G e g e n b e i s p i e l e der S t a g n i e r u n g u n t e r der Demokratie ( s . z.B. Z.MLYNAR: "Was kann Gorbatschow ändern?", »Herder-Aktuell», 1989, S.ISO). Das N a t i o n a l b e w u s s t s e i n J u g o s l s v i e n s zum B e i s p i e l , das den Zusammenhang des S t a a t e s i n Frage s t e l l t , i s t v i e l t i e f e r a l s d i e s des i n s e i n e r Ideologie mythologisch e x i s t i e r e n d e n Griechenlands. W i r haben n i c h t d i e A b s i c h t im Rahmen d i e s e r Zusammenfassung auf Probleme w e i t e r einzugehen, d i e den Kern der ganzen n e u z e i t l i c h e n G e s c h i c h te darstellen - die Nachkriegszeit inbegriffen. Aus bestimmten Gründen haben w i r nur v e r s u c h t , deren g e s c h i c h t l i c h e n C h a r a k t e r hervorzuheben:
V i e l e m a r x i s t i s c h b e e i n f l u s s t e A r b e i t e n Ober den B a l k a n , sehen in der T e i l u n g d i e s e s Raumes i n N a t i o n e n d i e i m p e r i a l i s t i s c h e n Penet r a t i o n s v e r s u c h e der Industrieländer E u r o p a s , ähnliche A n s i c h t e n h a t der n a t i o n a l i s t i s c h g e s i n n t e grosse rumänische H i s t o r i k e r N.Iorga v e r t r e t e n . Dass ohne d i e B e r e i c h e r u n g des o s t l i c h e n n i t t e l m e e r r a u r o e s und s e i n e s H i n t e r l a n des (• ' n i t t l e r e r Osten' ) d i e I n d u s t r i e e n t w i c k l u n g Europes hätte anders v e r l a u f e n können - t r o t z des 'blegss nach I n d i e n ' und der Entdeckung Amerikas, von denen e i g e n t l i c h d i e E n t d e c k e r - S t a a t e n wenig p r o f i t i e r t haben -, i s t höchst w a h r s c h e i n l i c h , wenn n i c h t f a s t s i c h e r . Dass sber dar w e i t e r e V e r l a u f auf dem B a l kan und besonders in G r i e c h e n l a n d d i e s e Imper i a l i s m u s t h e o r i e n i n Z w e i f e l z i e h t , i s t eine von der Realität d i k t i e r t e Gegebenheit. G r i e c h e n l a n d , wie auch andere Balkanländer, i s t e i n Land r e i c h an Bodenschätzen, d i e b i s heut e kaum ausgenutzt s i n d ( s . " D i e Länder der Erde"{Handbuch), P a h l - R u g e n s t e i n V e r l a g , B.Auf. 1986, 5,206). Wenn a l s o d i e Imperialismuszwecke erreicht sind, i s t es k a p i t a l i s t i s c h nicht einf a c h e i n z u s e h e n , warum das I m p e r i a l i s m u s o b j e k t unausgebeutet b l e i b t und d i e I n d u s t r i e d i e g l e i chen R o h s t o f f e i n anderen G e b i e t e n s u c h t , unter weitaus w i r t s c h a f t l i c h s c h w i e r i g e r e n Bedingungen. W i r nehmen a l s o a n , dass d e r g e s c h i c h t l i c h e V e r l a u f auf dem Balkan und im östlichen M i t t e l m e e r raum nur p o l i t i s c h e Z i e l e primär zu v e r f o l g e n h a t t e und k e i n e i m p e r i a l i s t i s c h e n . D i e I m p e r i a l i s m u s t h e o r i e n , s p e z i e l l für den Balkanraum, haben k e i n e s o l i d e w l s s e n s c h e f t l i c h e B a s i s , w e i l des g e s c h i c h t l i c h e Verhältnis Westeuropas m i t dem östlichen M i t t e l m e e r r a u m J a h r h u n d e r t e v o r dem K a p i t a l i s m u s zurück l i e g t . Das Problem des östlichen M i t t e l m e e r r a u m e s
m i t diesem der nord-Östllchen Grenzen Europas b i l d e n e i n s g e s c h i c h t l i c h e E i n h e i t , und d i e Nachwirkungen auf dem übrigen B a l kan, b i s heute, s i n d nur aus d i e s e r S i c h t zu b e t r a c h t e n . Das bedeutet, dass i r g e n d e i n e f f n r i e r u n g auf der e i n e S e i t e auch e i ne entsprschende A'nderung auf der anderen m i t s i c h b r i n g t , oder m i t s i c h b r i n g e n s o l l . E i n e I n t e g r a t i o n Europas nach Osten s e t z t , u n t e r den h e u t i g e n Umständen, d i e F u n k t i o n e i n e s e i n h e i t l i c h e n Balkans v o r a u s , und d i e wiederum e i n e neue O r g a n i s i e r u n g des ganzen M i t t e l m e e r r a u m e s , besonders i n seinem östlichen T e i l , für d i e ganze e n t w i c k e l t e W e l t . D i e A b s c h a f f u n g der überflüssigen B e g r i f f e ' W e s t - M i t t e l - u n d Osteuropa» i s t nur durch den Süden zu v e r w i r k l i c h e n . Das Problem i s t natürlich mehr a l s nur ökonomisch oder politisch. D i e Autonome Aufgabe v i e l e r Gegenden des heut i g e n g r i e c h i s c h e n T e r r i t o r i u m s , z.B. E p i r o s und I o n i s c h e r S t a a t , s c h e i n e n k e i n e n anderen Zweck gehabt zu haben, a l s Südeuropa enger mit dem Balkanraum zu v e r b i n d e n ( e i n ' g r i e c h i s c h e r S t a a t ' w i r k t hemmend i n d i e s e r R i c h t u n g ) , während e i n f u n k t i o n i e r e n d e s und autonomes M i t t e l m e e r immer den Zugang des ' M i t t l e r e n Osten' nach Westen b e d i n g t h a t . D i e s e k l e i n e Realitäten - für d i e man heute u n t e r der S p a l t u n g der B e g r i f f e 'Nord-Süd', *Entwicklung-Unetrentwicklung', 'DemokratieNichtdemokratie'begründete S c h w i e r i g k e i t e n hat -, d i e aber einen t i e f e r e n Zusammenhang Europas g e b r a c h t haben, kann man ganz e i n f a c h i n der g e s c h i c h t l i c h e n Vergangenheit f e s t s t e l l e n . D i e F u n k t i o n des g r i e c h i s c h e n Raumes nach k l e i n e n autonomen E i n h e i t e n war in der G e s c h i c h t e k e i n e Zufälligkeit, sondern d i e Bedingung unter der der ganze Mittelmeerraum s e i n e L e i s t u n g e n h e r v o r g e b r a c h t hat«
Der g r i e c h i s c h e S t a a t a l s e i n e N i s s b i l d u n g i n der G a s c h i c n t e , e i n e notwendige v i e l l e i c h t i m Sinne der a l t e n P o l i t i k ('Grieche' i s t e i n K u l t u r b e g r i f f der Vergangenheit und k e i n Nat i o n a l i t S t s b e g r i f f ; e s g i b t keine 'Griechen' a l s N a t i o n a l i t S t , genauso utis e s keine a l s 'Europaer' geben k a n n ) , kann k e i n e R o l l s i n d i e s e r R i c h t u n g ubernehmen, u i e i l er f u r das G e g e n t e i l g e s c h a f f e n wurde. Das Land a l s s o l c h e hat k e i n e K r a f t , weder k u l t u r e l l noch g e i s t i g , um irgendeine g e s c h i c h t l i c h e R o l l s anzunehmen. Uenn man d i e ganze sogenannte 'neugriechische L i t e r a t u r ' d u r c h b l i c k t , wird man s o f o r t f e s t s t e l l e n , dass s i e e i n e Report a g s - L i t e r a t u r ( k a t a g r a f i ) i s t , d.h. e i n e Bes c h r e i b u n g der j e w e i l i g e n s o z i a l e n Gegebenh e i t e n aus der p e r s o n l i c h e n S i c h t des A c t o r s , und k e i n e Ideenwelt m i t k o n k r a t e n Problemen, d i e L o s u n g b e d u r f t i g s i n d . Das kann n i c h t anders bedeuten, a l s dass d i e vorhandene R e a l i t 3 t v o r dem j e w e i l i g e n Autor e i g e n t l i c h unbekannt und u n v e r s t S n t l i c h b l e i b t - s i n e S e l b s v e r s t a n d l i c h k e i t wegen des m u l t i n a t i o n a l e n C h a r a k t e r s des g r i e c h i s c h e n S t a a t e s und s e i ner v e r w i r r e n d e n I d e o l o g i e , a n d i e d i e L i t e r a t e n das T r i b u t zahlen...Kann man ohne t i e f e r e s G s s c h i c h t s b e w u s s t s e i n - und genau das v e r b i e t e t die 'nationale Ideologie' - ubsrhaupt Qber L i t e r a t u r sprechen? Auch d i e K i r c h e , der 'TrSger der N a t i o n ' , hat keine g e i s t i g e Kraft,um s i c h m i t irgendwelchen Γorderungsn von heute a u s e i n a n d e r z u . s s t z e n * Wahrend d i e O r t h o d o x i e der s l a v i s c h e n U i s l t i n den l e t z t e n Jahrhunderteri mit den g e i s t i g e n Stromungen des u e s t l i c h e n Humanismus, der Romantik und anderen s o z i a l e n Beuiegungen in BerOhrung gekommen 1 s t und dadurch i h r e eigsne g e i s t i g e K r H f t e e n t w i c k e l t h a t , wurde d i e g r i a c h i s c h e K i r c h e n i e vor s o l c h e Prableme g e s t e l l t und i n f o l g e d e s s e n auf e i n e T r a d i t i o n e r s t a r r t ,
d i e mit der Z e i t , weitweg vom t a g l i c h e n L a ban, mehr und mehr u n v e r s t a n d l i c h wurde. Der t o t a l u n m u s i k a l i s c h e Kirchengesang und d i e Totemartige L i t u r g i e haben a l s F o l g e , dass das r e l i g i o s e Bewusstsein der B e v o l k e rung v o l l i g vsrschwunden i s t und dass d i e Piesse nur von zwei H a u p t k a t e g o r i e n von Menschen noch besucht w i r d : d i e s e n - auch n i c h t C h r i s t e n - , d i e e i n I n t e r e s s e a n der s t a a t l i chen F u n k t i o n der K i r c h e haben, und den g e i s t i g . ..Anspruchlosen ( z u denen auch Jens ge horen, d i e , s o z i a l s t r a p a z i e r t , unwissend i n der K i r c h e e i n e Z u f l u c h t suchen. Das i s t e i n Problem von S t a a t und G e s e l l s c h a f t , das in anderen G e s e l l s c h a f t e n , z.B. im I s l a m , zu r a d i k a l e n Erscheinungen f u h r t ) . D i e g e i s t i g e F u n k t i o n der K i r c h e und i h r e T a t i g k e i t i n d i e ser R i c h t u n g kann man von der z i v i l i s a t o r i schen G e t t o i s i e r u n g der g r i e c h i s c h e n G a s t a r b e i t e r i m Ausland v e r s t e h a n , b e i der d i e K i r c h e d i e H a u p t r o l l e s p i e l t . A l l e r d i n g s , nach dem g r i e c h i s c h e n B u r g e r s c h a f t s r e c t ( A r t . 5 ) und der V e r f a s s u n g entsprechend ( A r t . 1 0 8 ) , beuieist man s e i n e 'echte g r i e c h i s c h e Eingenschaft'(pragmat i k o a E l l i n ) im A u s l a n d j e mehr man an dan k i r c h l i c h e n F o l k l o r e n teilnimmtί.,. Auch aus sinem anderen Grund kann d i e g r i e c h i sche K i r c h e i n kainen k r a a t i v e n K o n t a k t m i t den anderen a u t o k e p h a l e n K i r c h e n des 8 a l k a n s kommsn: w e l l s i e nach dem z u e i t e n W e l t k r i a g i h r e n a p o s t o l i s c h e n C h a r a k t e r v o l l i g v e r l o r e n h a t . Neben dam ftilitar und der G e n t a r m e r i e , war s i e der Haupti n i z i a t o r , dass d i e Leute i n N o r d g r i e c h e n l a n d n i c h t i h r e M u t t e r s p r a c h e n sprechen d u r f t e n . Cfberdiea der Ausdruck ' g r i e c h i s c h e K i r c h e ' 1 s t e i n v e r w i r r e n d e r B e g r i f f , w e i l e s auch i n G r i e chenland s e l b e t andere autokephale K i r c h e n g i b t , z.B. auf K r e t a , Der E r z b i s c h o f von A then d a r f nur a l s P r i v a t p e r s o n K r e t a besuchen...
tlJehn aber weder d i e K i r c h e noch d i e k u l t u r e l l e S e i t e von h e u t i g e n G r i e c h e n l a n d etwas ftjr Europa l e i s t e n können, eo kann d i e s wohl doch der g r i e c h i s c h e Raum i n s e i n e n natürlichen V/oraussetzungen. D i e s e s G e b i e t b e s i t z t e i n e n der schönsten ^ T e i l e der Natur im Mittelmeer« Heute, da d e r Tourismus m i t der E n t w i c k l u n g der T e c h n o l o g i e immer persönlicher w i r d (Wohnmobile, d a c h t e n , und morgen bestimmt P r i v a t h u b s c h r a u b e r ) , i s t s a z«B« e i n P r o b l e m , wie d i e s e schön e N a t u r a l s . F a k t o r für d i e i n d u s t r i e l l e P r o d u k t i o n bewahrt werden kann« Es kommt n a t u r l i c h darauf an, was man u n t e r 'Tourismus' v e r steht« Nach dem z w e i t e n W e l t k r i e g war der Tourismus e i n e p s y c h o l o g i s c h e V o r a u s s e t z u n g des ' W i r t s c h a f t s w u n d e r s ' i n Europa« Der T o u r i s t s o l l t e d i e Sonne und das Heer des 'armen Südens' f C r e i n i g e Tege g e n i e s s e n , ujn s e l b s t bewusst für d i e 'Wirksamkeit' des W i r t s c h a s t s wunders zurückzukommen und w e i t e r zu arbeiten« Der 'arme Süden' h a t t e für i h n k e i n e andere Bedeutung und, v o r a l l e m , überhaupt k e i n e Geschichte« Wie d i e Sachen im h e u t i g e n d u r c h s c h n i t t l i c h e n B e w u s s t s s i n l i e g e n , kann man aus v i e l e n Touristenführern erfahren« Nach e i n i g e n von i h n e n , kann der T o u r i s t auf den I o n i s c h e n I n s e l n z,B. ' v i e l e J u g o s l a v i s c h e Einflüsse bemerken' I««« Für d i e s e S o r t e von Tourismus war d i e ZorbasI d e n t i t a t G r i e c h e n l e n d s - das e i g e n t l i c h e P r o dukt der n e u g r i e c h i s c h e n »schönen Künste'1 m i t ihrem türkischen S a t z i k i , J u g o s l a v i s c h e n S y r t a k i und a r a b i s c h e n Bousouki (im Land s e l b s t e i n durchaus f a s c h i s t i s c h ' z i v i l i s a t o r i s c h e s * Unternehmen nach dem Ende des Bürgerkrieges, und v i e l l e i c h t deswegen - Erklärung; ' f a s c h i stisch» i s t e i n f a c h zu v e r s t e h e n : wenn im Bew u s s t s s i n Europas »Griechenlend» während der zwei l e t z t e n Jahrhunderte m i t der ' s l a v i s c h e n
Gefahr' g l e i c h z u s e t z e n i s t , dann bedeutet das, dass im Land auch andere M u s i k t r a d i t i o n e n waren - wenigstens d i e s l a v l s c h e ) ausreichend« Was g e s c h i e h t aber h e u t e , wenn b e i d i e s e r S o r te von Tourismus neben den M i l l i o n e n T o u r i s t e n von Westeuropa nochmal s o v i e l e von M i t t e l und Osteuropa hinzukommen? Man könnte sagen 'mehr H o t e l s ' - und schon a p p l a u d i e r e n d i e g r i e c h i s c h e n Regierungen für d i e ' t r a v a u x p u b l i c a ' ! -, man könnte aber v i e l l e i c h t auch sagen, dass man e i n e n neuen I n h a l t des Beg r i f f e s des Tourismus b r a u c h t . Zum Glück i s t e i n s o l c h e r I n h a l t schon s e i t 2000 J a h r e n v o r handen. Wenn man das u n t e r 'Tourismus' heute wieder v e r s t e h t , was d i e Menschheit zu Z e i t e n Homers verstanden hat - d i e B e r e i c h e r u n g neuer E r fahrungen, den K u l t u r - u n d G e i s t e s a u s t a u s c h und d i e Möglichkeit der E r w e i t e r u n g des p e r sönlichen Wissens über d i e gemeinsame V e r gangenheit der M e n s c h h e i t dann hat das g r i e c h i s c h e G e b i e t d i e von Natur aus i d e a l e n Voraussetzungen dazu; und kann v i e l mehr Tour i s t e n m a s s e n v e r k r a f t e n a l s b i s heute der F a l l war. Das kann aber nur durch e i n g r o s s a n g e l e gtes ökonomisches Unternehmen e r r e i c h t werden. Zum B e i s p i e l durch Umwandlung v i e l e r t r o c k e n e r I n s e l n der ffgäis zu Garten - a l s o durch Natur s c h a f f e n und n i c h t Natur zerstören -, d i e d a nach a l s K u n s t v o l k s h o c h s c h u l e n , a l s Weltmeeting für Tanz-und Pop-Musik oder ähnliches b e n u t z t werden können. E i n ganzjähriger i n t e r n e t i o n a l e r Antiquitätenmarkt von hoher Qualität auf der ganzen ffgäis, K o n z e r t e , g r o s s e K u n s t a u s s t e l l u n g e n berühmter M e i s t e r und i n t e r n a t i o n a l e (auch a r a b i s c h e ! ) M o d s v e r a n s t a l t u n g e n auf der g r o s s e r e n I n s e l n - d i e auch d i e S e n s i bilität der Natur dazu b e s i t z e n -, machen d i e s e I n s e l n und dadurch den östlichen fUttelrneerraum
zu einem Drehpunkt zufiecheh dem P l i t t l e r e n O r l e n und ganz Europa. So uitjrde s i c h das Zypernproblem f a s t automatisch l o s e n und v i e l l e i c h t noch andere, b i s J e t z t ungelös t e Probleme A n a t o l l e n s , d i e yon H i t t e l meer abhängen oder abhangen konntan. D i e Bedeutung e i n e r s o l c h e n Ordnung für d i e Pülitik i s t k l a r . Aber so e i n e hoche n t u i c k e l t ' t o u r i s t i s c h e * und k u l t u r e l l e S i t u a t i o n s e t z t e i n e andere A r t von L o g i k v o r a u s , j e n s e i t e des p o l i t i s c h e n P r o v i n z i a l i s m u s der U l a f f e n i n d u s t r i e . Vor a l l e m , dass d i e g r i e c h i s c h e n G e s e l l s c h a f t e n der ffgäis durch e i n e höhere B i l d u n g , w e i t uieg von Barbarismus des ' n a t i o n a l e n S c h u l s y stems' , m i t mehreren Sprachen i n der S c h u l e ( i n Z e i t e n K o r a i s wurden i n der f f g ä i a mehr sCdeuropäischen Sprachen gesprochen a l s G r i e c h i s c h , besonders I t a l i e n i s c h - e i g e n t l i c h muss euch irgendwenn heute d i e g r l e c h i eche Sprache i n den g r i e c h i s c h e n S c h u l e n e r l a u b t werden! ) und m i t I n t e n s i v e m Studium d e r Kunst und d e r G e s c h i c h t e s i c h f r e i e n t w i c k e l n können und i n ihrem i n t e r n a t i o n a l l e v a n t i n i s c h e n C h a r a k t e r g r i e c h i s c h e r Prägung v o l l gestärkt werden. D i e Verstärkung der E i n z i g a r t i g k e i t e i n e s s o l c h e n C h a r a k t e r s und dadurch d i e Bewahrung der A r c h i t e k t u r des k l e i n e n Raumes und d e r Natur s i n d unentb e h r l i c h e Voraussetzungen fOr d i e i n t e r n a t i o n a l e R o l l e d e r ffgäia. Das E i n z i g a r t i g i s t von Natur aus I n t e r n a t i o n a l . Das *Nach-Innen' zum B e i s p i e l , das man o f t i n der ägäischen A r c h i t e k t u r t r i f f t , verrät Zuge der a r a b i s c h e n Bauart. l i i i r meinen natürlich n i c h t , dass d i e Zusamnen S t e l l u n g a l l e r diesen Faktoren einfach i s t . U/ir meinen n u r , dass e i n e s o l c h e Zusammenstel l u n g von der N a t u r b e d i n g t i s t und z u r E n t s p a nung fuhrt»
Ähnlicher K u l t u r a u s t a u s c h , weniger m e s s i v , mehr vornehm und europäisch geprägt, konnte auch auf den w e s t l i c h e n autonomen T e i l e n des g r i e c h i s c h e n T e r r i t o r i u m s s t a t t f i n d e n , während auf T e i l e n der Peloponnes a n s p r u c h s v o l l e F e r i e n d o m i z i l e m i t g r o s s e n Gärten für d i e W e l t i n t e l l i g e n z auf Lebensdauer e n t s t e h e n konnten. Universitätsprofessoren, F o r s c h e r , L i t e r a t e n , berühmte Künstler, g r o s s e J o u r n a l i s t e n , S t a r s und A r t i s t e n , bedeutende P o l i t i k e r usw. aus a l l e r Welt konnten i n d i e s e n p a r a d i e s i s c h e n Siedlungen ( d i e von der N o b e l p r e i s s t i f t u n g z.B., der UNO oder ähnlicher i n t e r n a t i o n a l e r O r g a n i s a t i o n v e r w a l t e t würden) i n u n m i t t e l b e rem K o n t a k t z u e i n a n d e r e i n e r h e b l i c h e r F a k t o r für das Weltverständnis s e i n . Der B e s i t z e i n e r solchen' k o s t e n l o s e n Ferienwohnung In der schönen Natur der a l t e n g r i e c h i s c h e n Musen - auch wenn s i e s e l t e n b e n u t z t w i r d - könnte natürlich n.ur den S i n n e i n e r besonderen Auszeichnung heben. V i e l l e i c h t W i s s e n s c h a f t und Forschung haben e i n b i s s c h e n mit...Mönchtum zu t u n , e i n e gefährliche Sache i s t aber auch, wenn d i e W i s s e n s c h a f t nur zur R e l i g i o n w i r d . . . B l e i b t e v e n t u e l l noch d i e Frage des e i n f a c h e n Massentourismus o f f e n . D i e g r i e c h i s c h e N e t u r hat schon l a n g e d i e A n t w o r t auch auf d i e s e F r a g e : a l l e Küsten Ost-und N o r d g r i e c h e n l a n d s , d i e u n m i t t e l b a r m i t dem Auto e r r e i c h t werden könneo.Die A u t o m o b i l i n d u s t r i e i s t wohl der gee i g n e t s t e W i r t s c h a f t s z w e i g , der d i e E r h a l t u n g der N a t u r in d i e s e n Gegenden - und n i c h t nur d o r t - a l s F a k t o r s e i n e r Tätigkeit m i t e i n k a l k u l i e r e n kann. Das i s t auch e i n Problem dessen Lösung grossen Finanzeinwand und Untersuchung b r a u c h t , wie auch a l l e anderen« Auf Jeden F a l l , Jede g e l e n k t e O r g a n i s i e r u n g des Tourismus im östlichen M i t t e l m e e r r e u m , s e t z t d i e Möglichkeit e i n e r P r e i s p o l i t i k v o r a u s . Genau das v e r h i n d e r t
die z e n t r a l i s t l s c h e Struktur sines e i n h e i t l i c h e n g r i e c h i s c h e n Staates - eines Staates i n Europe, der immer durch S p i t z e l e i und Paraden zu bestehen v e r s u c h t (noch heute m i t den AbhSrskandalen) und Z o l l e r h e b t , obwohl er n i c h t s p r o d u z i e r t ; eines Staates e n d l i c h * und das i s t G r i e c h e n l a n d ! - i n dessen N a t i o n a l b i b l i o t h e k man u n t e r dem S t i c h w o r t 'Question d' O r i e n t * kaum zwei BGcher f i n * det...Kann man f O r s o l c h e G e b i l d e uberhaupt den B a g r i f f ' S t a a t * aninenden? t
U i e schon gesagt, unsere A b s i c h t i n diesem Buch war n i c h t a l l e s auf e i n e 'von G o t t ' gegebene U n f a h i g k e i t des g r i e c h i s c h e n S t e a t e s zu f u h r e n . Das we're ·neugriechische L i t e r a t u r ' . . . U n s e r e Frage l a u t e t anders: d i e z u k O n f t i g s E i n h e i t Europas w i r d 'durch den SGden' oder 'auf Kosten des SOdens' v e r w i r k l i c h t werden? M i t anderen Ulorten: d i e heute r e i c h e n S t a a t e n werden r e i c h e r oder armer, wenn d i e h e u t i g e n armen S t a a t e n r e i c h e r werden? U l i r w i s s e n von der G e s c h i c h t e . dess d i e a l t e n herrschenden K l a s s e n gemeint haben, s i e wOrden armer, wenn das ganze V o l k r e i cher wurde. D i e G e s c h i c h t e hat das G e g e n t e i l bewiaean: wenn das U o l k r e i c h e r w i r d , werden d i e Reichen noch r e i c h e r . Das g l e i c h e mag wohl auch f u r e i n e S t a a t e n g e m e i n s c h a f t z u t r e f f e n j d i e r e i c h e n S t a a t e n werden noch r e i c h e r , wenn d i e armen S t a a t e n auch r e i c h werden. Der Grund d a f u r i s t e i n f a c h : wenn man u n t e r 'Reichtum* A r b e i t v e r s t e h t , dann w i r d so an den W e l t r e i c h t u m mahr A r b e i t h i n z u g e f u g t . Der W e l t r e i c h t u m i s t g r o s s e r gsworden m i t der E n t w i c k l u n g J a p a n s , a l s ohne s i e gewessn we're. D i e ganze e u r o p a i s c h e G e s c h i c h t e der H e u z e i t i s t der Beweis fur. d i e s e These. D i e a l t e n K o l o n i a l m S c h t a haben gemeint, s i e
wurden armer m i t der E n t w i c k l u n g D e u t s c h l a n d s . Das G e g e n t e i l war r i c h t i g : d i e E n t w i c k l u n g Dautschlands hat dsn europaischen Reichtum f u r a l l e varmehrt. D i e s e a l t e Log i k - d i e zwei l i i e l t k r i e g e g e k o s t e t hat war d i e g l e i c h e wis heute und wie d i e s e der F e u d a l h e r r e n : d i e Ressourcen s i n d b e g r e n z t , und je weniger P a r t n e r , desto b e s s e r ! Der Ausdruck ' T o r t e ' w i r d auch o f t b e n u t z t . . . Heute hat man begrundete Z w e i f e l f u r d i a s e A r t von L o g i k : d i e Ressourcen, t r o t z der Prophezeiungen v i e l e r W e i s s a g s r , s i n d auf dar Erde u n e r s c h o p f t , w e l l s i e n i c h t i n der Natur l l e g s n , sondern im menschlichen G e i s t . D i e f r a g a i s t a l s o , wie man d i e F a k u l t a t s n des menschlichen G e i s t e s auf Ufaltebsne varmehrt. Der k o l l s k t i v e G e i s t , wis bekannt, wachst nur durch d i e A r b e i t . Ob und wie man d i e heute n i c h t a r b e i t e n d e n T a i l s der Ulelt a n d i e A r b e i t durch d i e Techn o l o g i c h e r a n z i e h e n kann, 1 s t e i n Problem, dessen S c h w i e r i g k e i t e r s t dann i n E r s c h e i nung t r i t t , wenn der v e r s u c h dazu unternommen w i r d . E s i s t n i c h t s s l b s t v e r s t a n d l i c h , dass d i e o r g a n i s i e r t e A r b e i t f u r d i e k o l l e k t i v e Psyche anderer l / o l k e r v e r t r e t b a r i s t . I n d i e s e r R i c h t u n g hat d i e G e s c h i c h t s f o r s c h u n g noch v i a l e s z u l e i s t e n , aber e r s t dann, uenn d i e a l t e n i d e o l o g i s c h e n Problems wieder i n s a l l g e m e i n e Bewusstsein t r e t e n . A l l e s was uber G r i e c h e n l a n d gesagt wurde, mag n a t u r l i c h f a n t a s t i s c h k l i n g e n . Doch d i e F a n t a s i a war immer Grundlsge der V e r w i r k l l c h u n g . Das i n Umrissen Beschriebene kann heute i n E r f O l l u n g gehen. E i n e r s e i t s , w e l l durch d i e AbrGstung Geld u b r i g b l e i b e n w i r d ( z . B . e i n F l u g z e u g t r S g e r kann a l s Z i v i l landebahn f u r d i e E n t w i c k l u n g der Kunst auf
den k l e i n e n I n s e l n b e n u t z t werden « und das i s t schon von grossem k a p i t a l i s t i s c h e m I n t e r asse«««}, a n d e r s e i t s , u i e im Buch ausführlich bewiesen, w e i l niemand i n G r i e c h e n l a n d - b i s auf e i n i g e U o l k a r s c h a f t a n - r e c h t l i c h e Ansprüche auf Bodeneigentuffl oder s o n s t i g e s V/ernÜgen erheben kann, A l l e e , was auf den I n s e l n , an den Küsten und in den schSnen L a n d s c h a f t e n b e s t e h t und n i c h t den e c h t E i n h e i m i s c h e n gehört, kann g e n e r e l l - a l s Produkt s c h m u t z i g e r I n t e n t i o n e n und u n v e r a n t w o r t l i c h e r H a l t u n g e n t s c h S d i g u n g s l o s i n B e s c h l a g genommen werden. Auch noch deswegen, w e i l e i g e n t l i c h das geheimn i s v o l l e U o r t ' G r i e c h e n l a n d ' einen k l a r e n S i n n i n h e u t i g e n a l l g e m e i n e n B s w u s s t s e i n f i n d e n muss« D i e s i s t e i n s Bedingung für den ' F r i e d e n ' - wie auch Jede k l a r e und g u t w i l l i g e Idee««, D i e Zukunft v i e l e r G e b i e t e von G r i e c h e n l a n d l i e g t a n i h r e r g e s c h i c h t l i c h e n R o l l e i n der Vergangenheit«Im September 1990
ΕΝΙΑ ΔΙΟΡΘΩΤΕΑ (ERRATA) Σελ. 142 στίχ. 12 αντί: ξέροντος νά γραφή: ξέροντας Σελ. 144 στίχ. 16 αντί: τοΰ νά γραφή: τών Σελ. 216 στίχ. 2 αντί: Δημητρακοπούλου νά γραφή: Μιχαλακοπούλου Σελ. 397 στίχ. 31 αντί: προσκείμενον νά γραφή: προκείμενον Σελ. 414 στίχ. 2 αντί: λεία νά γραφή: λεία Σελ. 443 στίχ. 30-31 αντί: geschichtliche νά γραφή: geschichtlichen Σελ. 450 στίχ. 10 αντί: solche νά γραφή: solches
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Προοίμιο ν Έπί τοϋ θέματος -τ* Λ ' Το θεμα Σχόλιον έφ' όλης τής ΰλης Έπιλογικόν συμπέρασμα Περίληψη τοϋ βιβλίου Γερμανικά
Σελ ...
7
*
23/ , » ™ · » »
}>
Α 1