γράφουν
:
JEAN
BOISSONNAT,
RBANÇOISE
CEOHGES
CARRIÈRE,
BUIS,
CASAMAYOR,
J . CHARRIER, F . CHATELET, J . DAUTUN, JEAN-MA HIE DUTREMELAY,
DOMENACH, MACRICE
CLAUDE
DUVERGER,
PAUL FABRA, BEBTO FABBI, FRANÇOIS FEJTO,
PAUL-MARIE
DE
LA GORCE,
ANDRÉ HAURIOU, GEORGES H E R E I N , JACQUES JULLIABD, J E A N LACOUTUBE, JACQUES LAVRILLÈRE, JEAN·JACQUES MARIE, Ε LIANE MOSSÊ, ALAIN MURCI ER, BAPHAEL PIVIDAL, ROBERT S É RÉNAC, GUY SITBON, C. TÉBOUINABD, J . TR ES CASES, J E A N VALEUBS, P I E R R E VIANSSON-PONTÉ
τίτλος πρωτοτύπου:
Petite Encyclopédie Politique
ΜΙΚΡΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ 100
ΛΕΞΕΙΣ
ΚΛΕΙΔΙΑ
Μετάφραση Σπύρου
Αιναρδάτου
«ΕΚΔΟΣΕΙΣ
70»
Πρόλογος Σύμφωνα μ* ένα στενό όρισμό, έ γ κ υ κ λ ο π α ι δ ι κ ή είναι Λ μ ά θ η σ η ή όποΐα, σχηματίζοντας έναν κύκλο πού καλύπτει ένα όλόκληρο πεδίο γνώσεων, προσφέρει σ' όποιον ύποβάλλεται ο' αύτή μιά πλήρη καΐ όριστική διδασκαλία. Στήν π ο λ ι τ ι κ ή άντιστοιχεί 6,τι άνάγεται στήν πραγματικότητα τής Πολιτείας. Συνεπώς περιλαμβάνονται καΐ ό οικονομικός καΐ ό θεσμικός καΐ 0 ιδεολογικός καΐ ό «ψυχοκοινωνιολογικός» τομέας* μέ λίγα λόγια, τό σύνολο τής κοινωνικής ζωής. Τό μ ι κ ρ ή ύποδηλώνει, όπως είναι φανερό, μιά ύλική άποψη : τό μ ι κ ρ ό μ έ γ ε θ ο ς , καΐ ταυτόχρονα μιά «ήθική» άποψη: τή μ ε τ ρ ι ο φ ρ ο σ ύ ν η... Μ* άλλα λόγια, μιά ΜΙΚΡΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ είναι, σάν σχέδιο καΐ σάν πράζη, παραλογισμός. Μέ κανένα τρόπο σήμερα δέν μπορεί νά πάρουμε στά σοβαρά τήν Ιδέα ότι είναι δυνατό νά συγκεντρωθή ο' ένα βιβλίο ή καΐ σέ μιά σειρά τόμων (πού θά χαρακτηρίζωνται άπό τό 0 τοΰ τελικού τέρματος) τό σύνολο τύν γνώσεων σ' έναν τομέα είτε πρόκειται γιά πολιτική είτε γιά φυσική. "Οπως ή Ιδέα τής άπόλυτης όμορφιάς, έτσι κι ή Ιδέα τής άπόλιπης μάθησης είναι ξεπερασμένη. 01 δρόμοι τής έρευνας είναι τόσοι πολλοί, ή πορεία των γεγονότων τόσο έχπληκτική ώστε κάθε κείμενο έστω κι άν περιορίζεται ο' ένα πεδίο αυστηρά όροθετημένο,
—8—
έστω κι άν διατεινόταν ότι λύνει μόνο τά προβλήματα «της έηοχής του» είναι, άπό τά πρίν γελοίο, äv καυχάται ότι έζαντλεί καί δίνει όλοκληρωμένο τό θέμα του. Στή διάρκεια των άγώνων τοΰ Ιβου αΙώνα, ή ' Ε γ κ υ κ λ ο π α ί δ ε ι α πού Ιδρυσε ό Νηντερό ήταν όπλο : έπρεπε τότε νά άποδειχτή καΐ νά έζαρθή ή έκπληκτη κή ποικιλία TÛV γνώσεων καί της τεχνικής έναντίον τών ΰπερθολικών προνομίων της θρησκείας καί της μεταφυσικής. Είχε σημασία νά υποστηριχθούν οί θετικές έπιστήμες καί νά άποδειχθή ή δΰναμΛ τους έναντίον τής καταπιέσεως τοϋ σχολασηκισμοΟ. "Οπλο άγώνα κατά τής άπόλυτης μοναρχίας, έναντίον τοϋ δεσποτισμού τοϋ δήθεν φωτισμένου, έναντίον τής ' I εράς Συμμαχίας ήταν έπίσης, λιγότερο άπό τρία τέταρτα τοϋ αΙώνα άργότερα, ή ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΤΟΝ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝ τοϋ Χέγκελ, πού άπέβλεπε νά έκθέση τό όρισπκό σύστημα κάθε μάθησης καί νά ύπερασπιστή έτσι τό φιλελεύθερο όρθολογισμό. Τώρα τό ζήτημα παρουσιάζεται έντελώς διαφορετικά : δέν άρμόζει πιά νά άνηπαραθέτουμε στό μεταφυσικό - θρησκευτικό δογματισμό (καί στΙς συνέπειές του) μόνο καί μόνο τό δογματισμό ένός όρθολογισμοϋ βέβαιου γιά τόν έαυτό του πού έκπληρώνει τό χρέος του. Πρέπει νά καταπολεμήσουμε τήν Ιδια τήν έννοια τής έγκυκλοπαΐδειας σάν δυνατότητας, τήν Ιδέα πώς κάπου στό θεό, μέσα στόν "Ανθρωπο, μέσα στή Φύση ή μέσα στήν 'Ιστορία, είναι άποθηκευμένη γνώση πού όφεΙλουμε νά τήν άνακαλύφουμε. 'Εξάλλου χαρακτηρίζοντας μιά έγκυκλοπαΐδεια σάν
— 9 —
π ο λ ι τ ι κ ή , δέν τακτοποιούμε τά πράγματα βέβαια, ή λέξη π ο λ ι τ ι κ ή έπρεπε νά είναι μονοσήμαντη. 'Αλ λά δυστυχώς τά γεγονότα είναι διαφορετικά. Ή έννοιά τπς πάτε περιορίζεται στΙς κοινοβουλευτικές άσχημίες, πάτε έπεχτεΐνεται στά πάντα καΐ ο' ό,τιδήποτε, άπό τά οικονομικά ώς τά ιδεολογικά, άπό τά τοπικά στά παγκόσμια. άπό τήν δραστηριότητα τού Κράτους ώς τήν ταξική πάλη... Γιά τόν σύγχρονο κοινό νοΰ τό πάν έγινε πολιτική: αυτό σημαίνει ότι τίποτε δέν είναι πιά στ' άλήθεια πολιτική. "Ετοι ό έττιθετικός προσδιορισμός π ολ ι τ ι κ ή δέν έχει καθόλου προσδιορισπκή άζία : δέν βοηθάει καθόλου, τουλάχιστο κατά τά φαινόμενα, στή μείωση της άκτίνας τοϋ έγκυκλοπαιδικοΰ «κύκλου». Γτήν πραγμαηκότπτα τά πάν έζαρτάται άπό τό άλλο έπίθετο: τό μ ι κ ρ ή δείχνει μέτρια τή μετριοφροσύνη' ή πραγματική του σημασία είναι είρωνική. Δηλώνοντας άπό τήν πρώτη στιγμή δη αύτή ή πολιτική έγκυκλοπαΐδεια είναι μικρή, δείχνεις πώς ζεκινά άπό τή διάθεση της πολεμικής. 'Ασφαλώς ή έγκυκλοπαΐδεια (κοπεύει νά ένημερώση, νά προσφέρη άκριθεϊς άναλύσεις, έλεγμένες πληροφορίες, αιτιολογημένες έρμηνείες. Ταυτόχρονα δμως όρθώνεται έναντίον: έναντίον της ρητορικής άκολασίας, έναντίον τοϋ θερμπαλισμοϋ, έναντίον τοΟ πλειστηριασμού τών δρων καΐ τής έμφασης. Ή μία δφη τοϋ νομίσματος: ή διάδοση τών μέσων έπικοινωνίας (ραδιοφωνικών, ήχο-οττηκών, δημοσιογραφικών) , ή πληθώρα τών βιβλίων τά όποια πρέπει νά χαιρόμαστε, έχει καΐ τήν άντίθετή της. Μέ αύτή τήν δφη είναι συνδεδεμένα τουλάχιστο δύο χαρακτηριστικά φαι-
— 10 —
νόμενα. 'Από τή μιά μεριά, λιγότερη άπαιτππκότητα, άσθενικός έλεγχος του λόγου καΐ τοϋ προφορικού καΐ τοϋ γραφτού. 'Ενώ γκρινιάζουμε γιά έλλειψη είδικών, ό όποιοσδήποτε αυτοανακηρύσσεται είδικός γιά τό κάβε τΙ. "Από τήν άλλη μεριά καΐ παράλληλα, άκολουθεί μιά υπερβολή στό ύφος τεχνικισμού, κυρίως φιλοσοφικού. Σήμερα δέν παραθέτει κανείς έπιχειρήματα, «άναπτύσσει μιά διαλεκτική». Στό τέλος κάθε στήλης έψημερίδας, στή γωνία κάθε όθόνης τηλεοράσεως, ό μέσος άναγνώστης σκοντάβει άπότομα σ' έναν δρο φαινομενικά τεχνικό πού, άν άναφέρεται μέ τή σωστή του έκδοχή — πράγμα σπάνιο — τόν άγνοεί, καΐ, άν έχει διαστροφή καΐ έκχυδαίστή — πιό συνηθισμένη περίπτωση — τόν έζαπατά καΐ τόν τρομοκρατεί. Ή Μικρή Πολιτική Εγκυκλοπαίδ ε ι α , χωρίς νά έχη έπιστημονικές άζιώσεις καΐ χωρίς νά έχη τήν πρόθεση νά έζαντλήση τά θέματα, θέτει ώς χρέος της νά συνεγείρη καΐ νά άπαλλάζη άπό τΙς άπάτες. Βαδίζει πρός τήν πραγματοποίηση αϋτοΰ τοϋ καθήκοντος χωρίς είδικές προκαταλήψεις. Συγκεντρώνει κείμενα άνθρώπων πού δέν έχουν άλλο «πολιτικό» δεσμό έκτός άπό τό κοινό μίσος τους κατά τής άπάτης τών λέξεων, πού άποκαλύτττεται πάντα, βραχυπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα, άνπδρασηκή. Είναι τό άποτέλεσμα μιάς έργασίας πού ήταν συλλογική καΐ κράτησε πολλά χρόνια (ό προσεχτικός άναγνώστης θά άποκαλύψη τά «γεωλογικά» στρώματα πού σημαδεύουν τήν κατασκευή της)· Συνεργάστηκαν στήν Εγκυκλοπαίδεια νομομαθείς, Ιστορικοί, κοινωνιολόγοι, οικονομολόγοι, δημοσιο-
— 11 —
γράφοι, φιλόσοφοι. 01 υπογραφές καΐ τά άρχικά στό τέλος κάθε άρθρου σκοπεύουν λιγότερο ν* άποδώσουν στόν καθένα τό όφειλόμενο καΐ περισσότερο νά προσδιορίσουν τό στόχο στήν όργή τοΰ δυσαρεστημένου κριT1KOÖ.
Ή Σιμόν καΐ ό Ζάν Λακουτύρ συντόνισαν τό σύνολο τών κειμένων. Ό συνεργάτης, πού τοΰ έπεσε ό κλήρος νά συντάζη αύτή τήν παρουσίαση, τούς ευχαριστεί άπό μέρους του καΐ άπό μέρους τών άλλων γιά τήν ύπομονή τους... Μι6 έργασία συλλογική, «άλληλοπειθαρχίας», συστηματική (άλλά χωρίς σύστημα), θεωρητική (άλλά χωρίς θεωρία), πληροφοριακή κα) είρωνική. Πού σάν τέτια έχει •Ης èn αναλήψεις της, Ής άνηφάσεις της καΐ τά κενά της. Προπαντός τά κενά της. Δέν Θ6 παραλείψουν νά τά άνακαλύψουν καΐ νά τά συμπληρώσουν, θά είναι αύτ6 άντικεΐμενο ένός άλλου βιβλίου; Φρανσουά Σατβλέ
Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Η
Ε Γ Κ Υ Κ Λ Ο Π Α Ι Δ Ε Ι Α
ΑΓΟΡΑ Mi τόν βρο αύτό έννοεϊται τόσο τό πλαίσιο καί ol κανόνες τής συναλλαγές, δσο χαΐ ή ένέργεια τής συναλλαγές ή τό άντικείμενό της. "Εται παίρνει, σέ δυό διαφορετικά έπίπεδα, πότε άφηρημένη καί πότε συγκεκριμένη Εννοια. Τό πλαίσιο είναι στήν άρχή ό τόπος τής συναλλαγής. Στό Μεσαίωνα καί στή διάρκεια xijç προβιομηχανικής έποχής, ol άγορές καί οί έμποροπανήγυρεις ήταν ol βασικοί τόποι τής έμπορικής δραστηριότητας. Έκεΐ συναντιόνταν πωλητές καί άγοραστές. Άπ* αύτή τή συνάντηση γεννιόνταν συναλλαγή καί τιμή. Ώ άγορά είχε βρει έκεΐ τόν άρχικό ρόλο της, πού τόν διατήρησε Από τότε' ίδινε τή δυνατότητα νά συγκεντρωθοΟν στό Γδιο μέρος δσοι πρόσφεραν καί δσοι ζητοΟσαν ν' άγοράσουν, μέ ίνα καθορισμένο τύπο έμπορικής πράξεως, καί νά σχηματιστή μιά ένιαία τιμή γιά τήν πραγματοποίηση τής άντίστοιχης συναλλαγής. 'Από τότε ol ϊννοιες άγορά καί τιμή συνδέθηκαν στενά. Σύμφωνα μέ τήν άντίστοιχη κατάσταση τής προσφοράς καί τής ζητήσεως έπιβάλλει τήν τιμή του 6 άγοραστής ή ό πωλητής (μιλοΟν τότε γιά άγορές — άγοραστύν ή πωλητών' ή καλή άγορά — φτηνή ή καλή τιμή — είναι ή τιμή πού ό άγοραστής θεωρεί εύνοΐκή). Έ ϊννοια τής άγορ&ς γνώρισε μέ τόν καιρό διαδοχικές διευρύνσεις. Χωρίς άμφιβολία, ή εΙδίκευση τοϋ έμπο-
— 14 —
ρ ίου καΐ 6 πολλαπλασιασμός τών σημείων πωλήσεως όδήγησαν σέ μιά φυσική διασπορά τών έμπορικών συνεταίρων, σπάζοντας έτσι τήν ένότητα τής τιμής, σέ βάρος συνήθως τοϋ άγοραστή. Παρ' 8λ' αύτά, μια άντίστροφη κίνηση πραγματοποιείται σήμερα μέ τή δημιουργία έμπορικών κέντρων πού άξίζουν νά όνομάζονται καΐ πάλι άγορές καΐ μάλιστα ύπεραγορές (σουπερμάρκετ). Ά π ό τήν άλλη μεριά, ή έννοια άγορά δέν Ισχύει πιά μόνο γιά τά έμπορεύματα, άλλά γιά δλες τΙς άξίες πού ένδιαφέρουν τήν οίκονομική ζωή. Υπάρχει άγορά έργασίας, πιστωτική άγορά πού ή Ιδια χωρίζεται σέ χρηματαγορά καΐ σέ κεφαλαιαγορά, άνάλογα μέ τό άν πρόκειται γιά άναζήτηση βραχυπρόθεσμων ή μακρυπρόθεσμων κεφαλαίων. Ά π ό τοπική, τέλος, ή άγορά γίνεται παγκόσμια, ειδικότερα γιά τΙς πρώτες Ολες. Μέ τήν πρόοδο τών έπικοινωνιών καΐ τήν άνάπτυξη τοΟ διεθνοΟς έμπορίου, όρισμένες «πιάτσες» καλύτερα έξοπλισμένες, έγιναν έδρες ειδικευμένων συναλλαγών γιά όρισμένα προϊόντα, έξασφαλίζοντας έτσι τή διαχείριση τών έμπορευμάτων καΐ τή διαμόρφωση τών τιμών. Τέτοιες άγορές είναι, λόγου χάρη, τό Λονδίνο, ή Νέα Υόρκη ή ή Σιγκαπούρη. Ή έπίδραση αύτών τών άγορών βρίσκεται σήμερα μάλλον σέ πτώση, στό βαθμό πού όλοένα καΐ λιγότερο περνοΟν άπό αύτές τά προϊόντα. Παρ' βλ* αύτά, ή έννοια τής παγκόσμιας άγορ&ς ύπάρχει, άκόμα κι' δταν είναι δύσκολο νά έντοπιστή ή έδρα της. Γίνεται λόγος πάντα γιά άγορά (ύπονοείται παγκόσμια) τών κυριωτέρων πρώτων ύλών καΐ γιά τήν παγ-
— 15 —
κόσμια τιμή καθεμιάς άπ' αύτές. Επεκτεινόμενη μ' αύτό τόν τρόπο, ή ίννοια τής άγοράς τείνει νά χάση τό φυσικό καί γεωγραφικό της περιεχόμενο γιά νά πάρη μιά πιό άφηρημένη καί Ιδεατή σημασία. Αύτό τό πέρασμα στό άφηρημένο προσέδωσε στήν ϊννοια άγορά μιά ρυθμιστική σημασία. Ό άγορά παραμένει τό πλαίσιο τής συναλλαγής, παύει δμως νά είναι ό τόπος δπου γίνεται ή συναλλαγή καί άντιπροσωπεύει πιά τούς κανόνες που έφαρμόζονται σ' αυτή. Τώρα γίνεται λόγος γιά οικονομία τής άγοράς σέ άντιπαράθεση πρός τή σχεδιασμένη οικονομία, γιά νά προσδιοριστή ένα οικονομικό σύστημα, δπου ή έκλογή καί οί άποφάσεις προκύπτουν άπό τήν άμοιβαία άντιμετώπιση τών Ιδιων τών παραγόντων τής οίκονομικής ζωής, παραγωγών καί καταναλωτών καί δχι άπό μιά άρχή ίξω άπ' αύτούς. "Αν καί πρόκειται γιά εύθυγράμμιση προσφοράς καί ζητήσεως, γιά διαμόρφωση τιμής καί παρ' δλο πού βασίζεται στό κέρδος, δέν πρέπει νά ταυτίζουμε άπόλυτα τήν οικονομία τής άγοράς μέ τή φιλελεύθερη οικονομία. Στήν πραγματικότητα, τά πρόσωπα πού κατευθύνουν τήν άγορά δέν είναι άπαλλαγμένα άπό όρισμένες παρεμβάσεις τών δημοσίων άρχών. Είναι, πρώτ' άπ' δλα, ή άγορανομία πού προορισμό Ι χει νά έξασφαλίζη τήν άσφάλεια, τήν ύγιεινή καί τό σεβασμό τών τίτλων τών έμπορευμάτων. Επίσης είναι ή έξυγίανση τών άγορών πού έπιδιώκει νά γίνονται σεβαστοί ol δροι τοΟ άνταγωνισμοΟ. Στή Γαλλία ύπάρχει έπίσης ό θεσμός τών άγορών έθνικής ώφελείας, πού Εχουν, σέ όρισμένες πόλεις, τό προνόμιο μιάς περιοχής προστασίας, μέσα στήν όποία ol συναλλαγές όφειλουν
—16 —
νά γίνονται άποκλειστικά μέ τή μεσολάβηαή της: σκοπός είναι νά βελτιωθή ή πληροφόρηση τών άγοραστών καΐ τών πωλητών καΐ νά Αποχτήσουν οί συναλλαγές περισσότερη σαφήνεια. Τέλος, είναι ή όργάνωση Αγορών' τό Κράτος παρεμβαίνει τό ίδιο δσον Αφορ& τά Αγροτικά προϊόντα γιά νά θεραπεύση φυσικές έλλείψεις ή νά προλάβη κινδύνους, Αγοράζοντας, άποθηκεύοντας, πωλώντας καΐ έπηρεάζοντας τΙς τρέχουσες τιμές. Αύτό τό νόημα έχουν, στή Γαλλία, οί παρεμβάσεις τοΟ 'Ιδρύματος Προσανατολισμοί) καΐ Ρυθμίσεως τών άγορών άγροτιχών προϊόντων (F.O.RJH.A.). Ώ παρέμβαση τών δημοσίων άρχών πού έπιβάλλεται Από λόγους τάξεως xal δικαιοσύνης, είναι άκόμα πιό άναγχαία γιατί, ή έννοια άγορά, πού χρησιμοποιείται έπίσης γιά τήν Ιδια τή συναλλαγή, μπορεί νά έμπνεύση κάποια καχυποψία. Πράγματι, στή λαϊκή γλώσσα, άγορά σημαίνει συμβιβασμός, πιθανόν ένας συμβιβασμός πού γίνεται καμιά φορά έξω άπό τά πλαίσια τής νομιμότητας καΐ τής ήθικής. Τό οίκονομικό λεξιλόγιο διατήρησε στή λέξη αύτή τήν Ιννοια τής συναλλαγής, κυρίως στόν τομέα τών δημοσίων Ιργων. Μιά άγορά πού άφορ& Εργα είναι μιά σύμβαση μέ τήν όποία ό έπιχειρηματίας Αναλαμβάνει νά έκτελέση έργασίες καθορισμένης συνθέσεως καΐ ύψους. Ή σημασία τών Αγορών αύτών, καθώς καΐ τό δψος τών Αθέμιτων κερδών πού μπορεί νά έπιτρέψουν, δικαιολογοΟν τΙς προφυλάξεις πού παίρνει ό κύριος τοΟ έργου κατά τόν προσδιορισμό τοΟ συμβαλλομένου. ΟΙ όργανισμοί τείνουν νά έγκαταλείψουν τΙς άγορές μέ συμβάσεις καΐ νά υΐοθε-
τήσουν πιό αύστηρές διαδικασίες καταφεύγοντας στόν πιό ευρύ άνταγωνισμό : κατακύρωση στήν έπιχείρηση πού, στό τέλος ένός διαγωνισμού προσφορών, παρουσίασε τΙς χαμηλότερες τιμές. Ειδικά μέτρα προνοίας έχουν ληφθή στή Γαλλία γιά τΙς κρατικές άγορές. Υπάρχουν έξαιρετικά αύστηροί κανόνες γιά τήν κατακύρωση καθώς καΐ μιά διαδικασία χρηματοδοτήσεως μέ τήν παρέμβαση ένός ειδικευμένου δργανισμού στό 'Εθνικό Ταμείο Κρατικών 'Αγορών. Ό δρος άγορά χρησιμοποιείται γιά νά ύποδηλώση δχι μόνο τή συναλλαγή, μά καΐ τό Ιδιο τό πραγματικό ή πιθανό άντικείμενό της. Άγορά λέγονται καΐ τά ψώνια τής νοικοκυράς. Ό οίκονομολόγος, θέλοντας νά συγκεκριμενοποιήσω] τά πράγματα, όνομάζει καλάθι τής άγοράς τήν οίκογενειακή κατανάλωση. Άγορά είναι έξάλλου, δ,τι έχει ήδη πουληθεί κι' έκεΐνο πού μπορούσε νά έχει πουληθεί ή άκόμα ol κάτοχοι ένός άγαθοΟ ή ot μελλοντικοί άγοραστές του. Λόγου χάρη, άγορά τοΟ αύτοκινήτου είναι τά όχήματα πού κυκλοφορούν καΐ ot κάτοχοι τους, έπίσης δμως, καΐ Γσως προπάντων, αύτοκίνητα πού μπορεί νά πουληθούν σ' Ινα καθορισμένο χρονικό διάστημα, συνήθως σ' Ινα έτος, καΐ ή νέα πελατεία πού έτσι θά δημιουργηθή. Πράγματι, ol έταιρίες ένδιαφέρονται περισσότερο γιά τή νέα πελατεία καΐ τΙς μελλοντικές άγορές, παρά γιά τήν πελατεία πού άποτελεΐ τή σημερινή άγορά. 01 μελέτες τής άγοράς πού άναλαμβάνουν αύτές ol έταιρίες άποβλέπουν στό νά καθορίσουν, μέ μεθόδους δανεισμένες άπό τήν τεχνική τών σφυγμομετρήσεων τής κοινής γνώμης καΐ τών ψυχολογικών
— 18 —
κινήτρων, τήν Εκταση, τή σύνθεση καΐ τΙς προτιμήσεις αυτής τής νέας πελατείας γιά τήν όποία θά γίνουν τά νέα προγράμματα παραγωγής. Σ. Σ.
ΑΚΤΙΒΙΣΜΟΣ Στό κοινό λεξιλόγιο μαχητής είναι ό άριστερός πού μοιράζει τρίκ καλής θελήσεως, άκτιβίστας είναι ό δεξιός πού μοιράζει βόμβες γιά νά έκτροχιάση τήν 'Ιστορία. Στήν πραγματικότητα ό άκτιβισμός παρουσιάζεται σήμερα σάν μιά Εννοια πού Εχει σχέση μέ τή δεξιά, μόνο γιατί ή άριστερά Εχει μετατοπιστεί καΐ Εχει Ενσωματωθεί σέ όργανισμούς καΐ θεσμούς καΐ κάνει πώς πιστεύει δτι ύπηρετοΟν τόν άνθρωπο, Εν© δέν είναι —καθένας Εχει τόν τρόπο νά τό πληροφορηθή, άλλά δχι καΐ νά τό πή — παρά μηχανισμοί καταπιέσεως. Ό άκτιβισμός Ισχυρίζεται δτι άποδίδει στό άτομο τήν άποτελεσματικότητά του καΐ ταυτόχρονα τήν Ικανότητά του νά τροποποιή μέ μιά κίνηση τήν πορεία τών δημοσίων πραγμάτων. Στό βαθμό πού τό ψηφοδέλτιο θεωρείται σάν Ελεημοσύνη τής δημοκρατίας πρός τόν πολίτη —φαινόμενο πολιτικής άθλιότητας πού προκαλεί Αναιμία—, ή δράση μιδς δμάδας Εκλεκτών πού Ενεργεί σάν κομμάντος γιά λογαριασμό καΐ στό δνομα δλων Εκείνων ot όποίοι κά-
— 19 —
νουν πίσω μπροστά στόν πιό σοβαρό προσωπικό κίνδυνο, αύτή ή δράση γίνεται Ενας τίτλος εύγενείας, τό σημάδι μιδς έπαναποκτημένης άρρενωπότητας. "Ετσι δ άκτιβισμός τοποθετείται στήν προέκταση μιας κάποιας νιτσεϊκής παράδοσης καί ύπήρξε μιά στιγμή, λίγο πρίν άπό τόν δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, κατά τήν όποία διανοούμενοι πού άργότερα θά προσχωρούσαν σέ άντίθετα στρατόπεδα, καλλιέργησαν τήν ιδέα τοϋ άκτιβισμοϋ άπό μιά κοινή πίστη στό Νίτσε. ΑύτοΙ ot διανοούμενοι — δ Ζώρζ Μπατάιγ,δ Πιέρ Κλοσοβσκύ, δ Ζύλ Μονερό,ό Ροζέ Καϊγιουά—κυκλοφόρησαν Ενα έφήμερο περιοδικό μέ τόν τίτλο «Ακέφαλος», δπου τά θέματα τοϋ "Ερωτα καί τοϋ θανάτου διασταυρώνονταν καί καμιά φορά συγχέονταν μέσα στήν Εξαρση τής γυμνής πράξης, σάν φορέα μιας καθολικής πρόκλησης. Τήν ίδια περίπου έποχή, ό Ροζέ Καϊγιουά Εβγαζε Ινα βιβλίο, « Ή 'Αγία Κοινωνία τών δυνατών», πού τό ήθικό του Ιπιμύθιο χάθηκε μέσα στόν όρυμαγδό τοϋ πολέμου, άφοϋ κόστισε στόν συγγραφέα του τήν κατηγορία δτι διέδιδε τό φασιστικό δηλητήριο. Τήν πρώτη Ιστορική έκδήλωση τοϋ καινούριου άκτιβισμοϋ τήν βρίσκουμε στά 1919. Ό μεγάλος 'Ιταλός ποιητής Γκαμπριέλε Ντ' Άννούντσιο, πιστεύοντας δτι ή άντιπροσωπεία τής χώρας του στή συνδιάσκεψη τών Βερσαλλιών ξεπουλοϋσε τά έθνικά συμφέροντα, ξεσήκωσε μιά λεγεώνα έθελοντών καί βάδισε κατά τοϋ Φιοϋμε (πόλη πού όνομάζεται σήμερα Ριέκα καί βρίσκεται στή γιουγκοσλαβική έπικράτεια). Ό Ντ' 'Αννούντσιο κατέλαβε τήν πόλη, σχημάτισε έκεΐ κυβέρνηση, Εκοψε νόμισμα, Εξαπέλυσε ήχηρές διακηρύξεις πρός δλο τόν κόσμο. Ή κυβέρνηση τής
— 20 —
Ρώμης δέν μπορούσε παρά νά άποδοκιμάση τήν έπιχείρηση πού έσβησε μόνη της άπό έλλειψη πόρων. Ό Ντ' Άννούντσιο σ' αύτή τήν περίπτωση, δπως και σέ μερικές άλλες, συμπεριφέρθηκε σάν κοντοττιέρος του Μεσαίωνα, έδωσε δμως χωρίς νά τό ύπολογίζη μιά Ισχυρή ώθηση στό φασιστικό κίνημα πού δ Μπενίτο Μουσσολίνι άρχιζε τότε νά όργανώνη καΐ πού εισέπραξε τά συναισθηματικά κέρδη άπό τήν έκστρατεία τού Φιοϋμε. Ό Ντ' Άννούντσιο, έννοείται, ήταν τοποθετημένος πάνω άπό τά κόμματα καΐ έδειξε λίγη συμπάθεια πρίν δπως καΐ μετά τήν κατάληψη τής έξουσίας γιά τό μουσσολινικό φασισμό, τόν όποιο έβλεπε σάν ένα είδος πληβιακής πλημμυρίδας, δχι καΐ τόσο άξιοσύστατης. Στή Γερμανία τήν Γδια στάση τήρησε δ "Ερνστ Γιοϋνγκερ, πού τόν είχαν συνεπάρει ot πολεμικοί καΐ βολονταριστικοί μύθοι καΐ πού, κατά τήν άποψή του, δπως είπε 6 Κλώντ Νταβίντ, «τό άτομο άγωνίζεται μόνο του σέ άποστολή θυσίας». Ό Γιοϋνγκερ δέ συνθηκολόγησε ποτέ στ' άλήθεια μέ τόν έθνικοσοσιαλισμό καΐ ήξερε νά κρατηθή σέ μιά άνευλαβή άπόσταση άπό τή ναζιστική δημαγωγία. Στήν άλγερινή σύγκρουση δοκίμασε τήν τύχη του Ινας άκτιβισμός έκσυγχρονισμένος, δυναμικός, θρεμμένος μέ τά μαθήματα τοϋ πολέμου τής 'Ινδοκίνας, καΐ τΙς μεθόδους τής έπαναστατικής έπιθετικότητας. Ημερομηνία τής νίκης τού άκτιβισμοΟ είναι ή 13η Μαίου. Αλλά είναι μιά νίκη άπατηλή. Ή 13 Μαΐου δέ θάταν δυνατή χωρίς τήν έντελώς προσωρινή συνένωση άκτιβιστών δύο κατηγοριών: τών ντεγκωλλικών καΐ τών όπαδών τής γαλλικής Αλγερίας πού έπιδίωκαν διάφορε-
— 21 —
τικούς σκοπούς καΐ δέν συγχώρησαν ποτέ στόν έαυτό τους τό δτι παρουσιάστηκαν νά ύπηρετοΟν τόν Γδιο. Ό έπιχείρηση τοϋ 'Αλγερίου έμφανίζεται σά σύνθεση τής συνωμοσίας μέ τό αύθόρμητο λαϊκό ξεσήκωμα κι' δλ' αύτά μέσα στήν άχλύ μιδς άμίμητης μεσογειακής γιορτής. Ή άμφίβολη άποθέωση τοΟ φόρουμ τοΟ 'Αλγερίου Αποτελεί τήν χαροποιό καΐ έξημμένη προβολή μι&ς πειθαρχίας πού είναι αύστηρή γιατί είναι μοναχική. Παράνομος, περιφρονούμενος άπό τά κόμματα, τό Γδιο έτοιμος νά άπελπίση καΐ νά βγάλη άπό τήν άπελπισία ένα κόμμα — τ ό μόνο πού άναγνωρίζει— δ Ακτιβισμός έχει, παρ' δλ' αύτά, τήν έπιθυμία νά μαυρίση στόν ήλιο τοϋ πλήθους. "Εχει σημασία τό δτι ή τόλμη τών γιά πολύ καιρό Αθέατων Από τό κοινό ήθοποιών, βρίσκει Απήχηση καΐ δικαίωση στή βουή μέ τήν δποία δ λαός παραδίνεται στήν Απολαυστική συνενοχή τοϋ αίφνιδιασμοϋ. 'Αλλά ή στιγμή αύτή είναι έπίσης ή στιγμή τής σύγχυσης δηλαδή τών ψευδαισθήσεων. Ό Ακτιβισμός πιστεύει πώς έχει πετύχει τόν Αντικειμενικό σκοπό του, γνώρισε δλες τΙς δοκιμασίες, Ακόμα καΐ τό Ακάνθινο στεφάνι, κι' δμως ξεχνά δτι ot άνθρωποι είναι καμωμένοι γιά νά γυρίζουν τό βράδυ σπίτι τους καΐ νά κάθονται στό τραπέζι τους. Έδώ φτάνουμε στήν Αντίφαση κάθε ήρωΐκής ιδιοσυγκρασίας: δέν μπορείς νά κάνης ήρωες τούς άλλους. Τό πολύ μεγάλο λάθος ένός Πιέρ Λαγκαγιάρντ ήταν δτι έρριξε τόν Ακτιβισμό στά δδοφράγματα, σά νά ήταν εύκολο νά δημιουργήσης άποτελεσματικότητα άπό τή γραφικότητα. Χωρίς άλλο ό καρμποναρισμός έπαιξε τό ρόλο του στήν εύρωπαΐκή άναταραχή τοϋ 1848, άλλά δέν έπιτρέπεται πιά στίς μέρες μας νά γυρεύης τή συν-
— 22 —
ταγή τής έξουσίας σ* αύτή τήν κυριακάτικη ζωγραφική. Ή παλληκαριά Επαψε νά είναι μιά άπλή δύναμη έλεύθερη νά ξεχυθή στό πρώτο σταυροδρόμι. Μιλώντας θεωρητικά, ό Ακτιβισμός είναι ό νόμος τής Ενεργητικής ρύθμισης τής παλληκαριάς, πού μπορεί νά Εχη άποτελέσματα τά δποϊα γίνονται άκόμα πιό άξιόλογα άπό τό γεγονός δτι δέν προέρχονται άπό μαζική δράση. Γιά νά δδηγήσης μιά μάζα στά δδοφράγματα θ&πρεπε νά μήν πιστεύης στή φυσική άμπώτιδα, στή ν άναπόφευκτη κυκλοθυμικότητα τών αύτοσχέδιων μαχητών πού Εχουν κάποιο σπίτι για νά Επιστρέψουν. Γιά νά παρηγορηθή πού Εχασε τό ΦιοΟμε, δ Ντ' Άννούντσιο Εγκατέστησε Ενα καταδρομικό στόν κήπο του. Ol Επιζώντες τοϋ ΟΑΣ είναι άπαρηγόρητοι στήν άκατανόητη γιά τούς ίδιους άποστρατεία τους. Γεννημένος άπό τή νοσταλγία, δ άκτιβισμός ξεχύνεται στή νοσταλγία. Παρ' δλ' αύτά, δ κύκλος δέν Εχει Εντελώς κλείσει. Τόν ξανανοίγει τό σύγχρονο πολιτικό σύστημα. Άπολιτικοποιώντας τούς πολλούς, προκαλώντας τούς λίγους, αύτό τό σύστημα τών διευθυντών Επιχειρήσεων (ΜΑNAGERIALISTE) δέν άμφιβάλλει γιά τήν Ικανότητά του νά Επιβάλλεται μέ τήν ήρεμη σιγουριά του, τή γνώση τών προβλημάτων, τήν ποιότητα τών φακέλλων του. 'Επικεφαλής βρίσκεται Ενας άντρας δημοκρατικά Εκλεγμένος πού κυβερνά συμβουλευόμενος μόνο τούς μυημένους άπό τούς δποίους εύαρεστεΐται νά περιβάλλεται. Είναι τό καθεστώς τής διαλειπτικής δημοκρατίας πού σάν πρώτο άποτέλεσμα Εχει νά διαλύη τήν εύαισθησία τών μαζών. Έ ν α ς τύραννος πού Εξαπολύει τά πάθη άντιμετωπί-
— 23 —
ζεται καλύτερα παρά ίνας Επιχειρηματίας ήγεμόνας πού όργανώνει τήν άδιαφορία. Μ' αύτόν πού διευθύνει πιέζοντας κουμπιά δέν μπορεί ή συζήτηση νά είναι άμφισβήτηση, θά είναι άπλώς άκαδημαΐκή. Γι' αύτό πρέπει νά φανταστούμε πώς θά δημιουργηθούν συνωμοτικά τάγματα, πώς τρομοκράτες καλόγηροι ή παλιοί τεχνοκράτες θά Αντικαταστήσουν τΙς σημερινές φιλόφρονες Αντιπολιτεύσεις. Πρόκειται άκόμα γιά μιά δωρεάν προκαταβολή. Μάλλον γιά μιά ύπόθεση άντικειμενικοποίησης. Φαίνεται πώς μελέτησαν δλα τά Ενδεχόμενα τής δολοφονίας τού προέδρου Κέννεντυ δχι δμως τή μεθοδολογική της άξια. Στό μέλλον ενα Επιτυχημένο δυστύχημα, Ινα άεροπλάνο Επισήμων πού θά συντρίβεται κατά τήν άπογείωση ή κατά τήν προσγείωση, ίσως άκόμα Ενα ρυθμισμένο Εμφραγμα, θά είναι τά δργανα τής Εργασίας Ενός ψυχρού άκτιβισμοΟ πού φροντίδα του δέ θάναι πιά ή κατάληψη τοϋ πεδίου, άλλά τό ξεκαθάρισμά του: θά τοϋ είναι άρκετό νά προκαλέση τήν Επανάληψη τοϋ παιγνιδιού, τήν άποεμπλοκή τής Εξουσίας. Στό αύριανό Κράτος, ή κυβερνητική μηχανή θά είναι Ενας ώρολογιακός μηχανισμός πού ή Εξαιρετική άκρίβειά του θά κάνη νά Εξαφανιστοΰν ot άνταγωνιστικές καί πάντα άόριστες καί χιμαιρικές ιδεολογίες... 'Αντίθετα, κι' αύτό θά άποτελέση τή σατανική πλευρά τής καταστάσεως, δ τυφλός ζήλος τής μηχανής θά Επιτρέψη στούς σκοτεινούς δεύτερους τής ιεραρχίας νά διοικοΰν, νά κυβερνούν σταθερά καί μέ Επιτυχία, θ ά πρέπει νά είναι πολύ άτολμοι αύτοί οί δεύτεροι γιά νά μήν Επιθυμούν καί νά περιμένουν νά Ελθη ή ώρα τους. Καί θάναι δουλειά τών άκτιβιστών νά τούς τήν προσφέρουν. "Οταν φτάσουμε
— 24 —
σ* αύτό τό βαθμό τής έντέλειας, ή Ιστορία δέ θάχη άνάγκη άπό πραξικοπήματα, θά τής φτάνουν μερικά σπρωξίματα μέ τό δάκτυλο. Είναι ένδιαφέρον νά σημειώσουμε πώς οι δεύτεροι, μόλις βγοΟν στήν έπιφάνεια καΐ στολιστοΟν γιά νά παίξουν ένα ρόλο σέ μιά θέση που ποτέ δέ θάφταναν χωρίς τήν πονηριά τής τύχης, έφευρίσκουν γιά τόν έαυτό τους μιά προσωπικότητα καΐ κάνουν έπιλογές έπίτηδες πολύ διαφορετικές άπό έκεΖνες τών προκατόχων τους... Ό Τρούμαν δέν ήταν συνεχιστής τού Ρούσβελτ. Ό Τζόνσον δέν ήταν προέκταση τού Κέννεντυ. Ώραΐο θέμα γιά νά τό σκεφτή ό άκτιβισμός τοΟ μέλλοντος. Ί σ α μ ' έδώ ό θεμελιώδης μανιχεϊσμός τού άκτιβιστή διπλασιαζόταν άπό τή διαθεσιμότητα πού τόν έκανε ένα είδος τυχοδιώκτη τής πολιτικής, καμιά φορά έναν άλήτη, προφήτη καΐ έπαναστατημένο. Στό εξής δέ μπορεί νά ύποστή τήν γενική μεταμόρφωση καΐ νά μαθηματικοποιηθή μέ τή σειρά του, διατηρώντας γιά τΙς άνάγκες τού θέματος, τή μάσκα τού έρμητικού τιμωρού πού κανένας δέ μπορεί νά ξέρη ποιά έκδίκηση προετοιμάζει. Στό δφασμα τό όλοένα πιό πυκνά υφασμένο τής συνάφειας καΐ τής καλής διευθέτησης τών πραγμάτων, δ άκτιβιστής θά άντιπροσωπεύη έκεϊνο πού 6 Χάϊσενμπεργκ προσδιορίζει μέ τό συνταρακτικό δνομα «σχέση άπροσδιοριστίας». Γιατί δ παλιός θηριοδαμαστής νά μή γίνη πρωτεργάτης μιας αίρεσης πού θέλει νά είναι τό άναγκαΐο συμπλήρωμα κάθε έπιστήμης, τό άτομο τό άπαράμιλλο στό νά παραμονεύη τήν κρίσιμη στιγμή πού ή έξουσία άφήνεται νά παιχτή στή στροφή ένός δρόμου, ό έκπρόσωπος τής πολιτικής
— 25 —
άγρύπνιας σ* έναν κόσμο δπου όποιος δέν κρατδ τό τιμόνι κοιμάται ; Ζώρζ Xavèlv
ΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗ Αύτή ή έννοια στήν πολιτική της χρήση έχει έγελιανή καταγωγή. 'Αλλά ένώ στό φιλόσοφο τοϋ Βερολίνου είχε μια καθορισμένη σημασία, νομιμοποιημένη άπό τό ίδιο τό σύστημα, έγινε σήμερα μιά άπό τΙς έννοιες πάς - παρτοϋ, πού έπιτρέπει νά ύψώνης στό έπίπεδο τής ψευδοαντίληψης κάθε λογής στενοχώρια ή δυσαρέσκεια. Μιλούν άδιάκριτα γιά τήν άλλοτρίωση τής άνθρωπότητας πού, στή βιομηχανική κοινωνία, έχει ύποταγή στά mass - media, γιά τή γυναίκα πού τή μεταχειρίζονται σάν άντικείμενο, γιά τό χωρικό πού είναι ύποδουλωμένος στις συνθήκες ζωής τοϋ χωριού, γιά τό διανοούμενο πού έχει ύποταγή στίς άνάγκες τής θεαματικής κουλτούρας... Στήν έγελιανή φαινομενολογία κάθε μορφή τοΰ πνεύματος δφείλει νά γίνη σύγχρονη παρουσία σ' ένα άντικείμενο πού τήν πραγματοποιεί καΐ προσωρινά τήν έπιβεβαιώνει. Είναι ή στιγμή τής «extraneation» (Entausserung) κατά τή μετάφραση τοΟ Ζ. Ίππολίτ. Σέ λίγο αύτή ή μορφή τού Πνεύματος αίσθάνεται τή φτώχεια της: δέν άναγνωρίζει τόν έαυτό της σ' έκεϊνο πού διατείνεται δτι τήν πραγματώνει. Φτάνει τό στάδιο τής άλλοτρίωσης (Ent-
— 26 —
fremdung). Χάνεται καΐ περιορίζεται. Δοκιμάζει τήν άπαίτηση τοϋ ξεπεράσματός της. Ό νέος Μάρξ ξαναπήρε τήν έγελιανή Ιδέα τής άλλοτρίωσης, πού τήν είχε ήδη άναθεωρήσει καΐ διορθώσει δ Φόϋερμπαχ δίνοντας της άντικειμενικές βάσεις. Καθώς τόν είχε συναρπάσει ό λογικός λυρισμός τής Εννοιας, φαντάστηκε τήν δπαρξη τοϋ προλεταριάτου σάν τήν Εσχατη άλλοτρίωση, πού προμηνύει, άπό τήν ίδια τήν ύπερβολή τής δυστυχίας, τήν πιό πλήρη άποκατάσταση. Ά π ό τό 1857, δ Μάρξ ξαναβάζει τήν άλλοτρίωση Εκεϊ πού βρίσκεται: στό πεδίο τής μεταφυσικής. Ά π ό τότε, ή άλλοτρίωση (χωρίς διάκριση Entausserung καΐ Entfremdung) Εγινε τό «ψωμοτύρι» τής μαρξολογίας (βλ. τό άρθρο μαρξισμός). Ό άνθρωπος είναι άλλοτριωμένος (ίσον άποξενωμένος άπό τόν ίδιο του τόν Εαυτό) οΙκονομικά (μέ τό φετιχισμό τοϋ Εμπορεύματος καΐ τοϋ χρήματος) πολιτικά, Ιδεολογικά... ΚαΙ ή μαρξολογία συνεχίζει τόν καλό δρόμο της : δ άνθρωπος δέν είναι ποτέ εύτυχής, δέν είναι ποτέ στήν κατάσταση τής καθολικής διαφάνειας. ΟΕ σιδεροδοκοί τής οΙκοδόμησης τοϋ σοσιαλισμοϋ, ή φροϋδική διδασκαλία, δέν τό θεμελιώνουν «συγκεκριμένα»; Ό άνθρωπος δέν είναι ούσιαστικά άλλοτριωμένος άπό τή Σαρσέλ ώς τό Νοβοσιμπίρσχ ; Μέ τή μεσολάβηση τής άλλοτρίωσης, ή χριστιανική Εννοια τοϋ «άρχικοϋ προορισμοϋ» ξαναποκτά τήν Επικαιρότητά της. Αντίληψη πού μπορεί περιστασιακά νά Εχη τήν άποτελεσματικότητά της στήν πολεμική, ή άλλοτρίωση είναι τό πρότυπο τής συγκεχυμένης Ιδέας, χάρη στήν
— 27 —
δποία, ή πλαδαρότητα τών δικογράφων Αντικαθιστά μέσα στή σύγχυση, τΙς άπαιτήσεις τής Ερευνας. "Αν άρχίζαμε νά σκεφτόμαστε λίγο στά σοβαρά πώς δέν ύπάρχει άνθρώπινη φύση, θά μπορούσαμε νά συνηθίσουμε νά πετάμε στή θάλασσα τήν άλλοτρίωση, πού δέν είναι τίποτε άλλο άπό μιά καινούρια μεταμφίεση τής θεολογικής σκέψης. Φρανσουά Σατελέ
ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ θέσις έπΐ τάπητος ζητημάτων πού Εχουν τεθή στις καλένδες. Γεννημένη άπό τή διαπίστωση τοΟ άνώφελου τοΰ διαλόγου —άφού δ διάλογος κατάντησε κοσμική άσκηση, πού δέν είναι πιά παρά παρωδία δπου διαλύεται τό θέμα στό μέτρο πού γίνεται κομψότερη ή Εκφραση — ή άμφισβήτηση δέν άσκεΐται άπαραίτητα μέ τόν προφορικό ή τό γραπτό λόγο. Ή κατάληψη δρισμένων χώρων, οί σιωπηρές πορείες, ή Εγκατάσταση πλήθους άνθρώπων στό κατάστρωμα τών δρόμων τΙς ώρες τής μεγάλης κυκλοφορίας, είναι μερικοί τρόποι μέ τούς όποιους έκδηλώνεται ή άμφισβήτηση. Τό κίνημα τών «καταστασιακών» πού διαμορφώθηκε καί άναπτύχθηκε στό Στρασβούργο μετά τό 1965, Εφεύρε πιό ζωηρούς τρόπους άμφισβητήσεως: λόγου χάρη, τήν καταστροφή Επισήμων άρχείων. Ένώ ή συζήτηση στηρίζεται στήν ποιότητα τοΟ Επιχειρήματος, ή άμφισβήτηση
— 28 —
βασίζεται σέ μιά συμβολική τής άρνήσεως. Είναι ή ούλή τοϋ σκανδάλου στό ήρεμο μέτωπο τής κοινωνίας. Και οί κοινωνίες πού, έφαρμόζοντας ύποκριτική τακτική, διακηρύσσουν δτι τή θεωροϋν νόμιμη, γνωρίζουν χωρίς νά τ' όμολογοΟν δτι είναι άπαράδεκτη, γιατί δέν ύπάρχει άλλη άληθινή άμφισβήτηση, έκτός άπό τήν καθολική. Ζώρζ
Χανίΐ9
ΑΝΑΡΧΙΣΜΟΣ Περισσότερο άπό μιά άντίληψη τοϋ κόσμου, ό άναρχισμός είναι ή έντονώτατη άρνηση που δ καταπιεζόμενος ρίχνει καταπρόσωπο τής κοινωνίας δπου ζεί. Εξέγερση άπό τά κατάβαθα τοΟ είναι, φρίκη, άηδία, άρνηση μέ χίλιες μορφές, άπό τήν άπόπειρα ώς τό παραλήρημα, άπό τό δνειρο ώς τό ρεβόλβερ. Ό άναρχικός μάχεται έναντίον τών τεράτων πού τά άπεχθάνεται και τά άποδοκιμάζει : τό χρήμα, τήν πολιτική, τό κοινοβούλιο, τά κόμματα και τήν ίδια τήν ιδέα τού κόμματος, τό συγκεντρωτισμό, τή σχεδιοποίηση και τέλος τό μαρξισμό, τό πιό μεγάλο τέρας γιατί γυαλίζει μ* ένα έπαναστατικό βερνίκι, τό Κράτος αύτό τό «Λεβιάθαν», αύτό τόν «καινούριο Μολώχ» πού ή «καταραμένη δύναμή» του κάνει νά ξεσπά ή λύσσα τοΟ Προυντόν. «Νά σέ κυβερνούν σημαίνει νά σέ παρακολουθούν άπό κοντά, νά σέ έπιβλέπουν, νά σέ κατασκοπεύουν, νά σέ διευ-
— 29 —
θύνουν, νά σοΟ κάνουν νόμους, νά σοϋ ρυθμίζουν τή ζωή, νά σέ μαντρώνουν, νά σέ κατηχούν, v i σοϋ χάνουν κήρυγμα, νά σέ έλέγχουν, νά σέ σφραγίζουν, νά έχτιμοϋν τήν άξία σου, νά σέ λογοκρίνουν, νά σέ διατάσσουν πρόσωπα πού δέν έχουν ούτε τους τίτλους, ούτε τΙς γνώσεις, ούτε τήν ά ρ ε τ ή . . . . Νά σέ κυβερνούν σημαίνει σέ κάθε κίνηση, σέ κάθε συναλλαγή, σέ κάθε έπιχείρηση νά σέ σημειώνουν, νά σέ καταγράφουν, νά σέ κατατάσσουν, νά σοϋ βγάζουν τιμολόγιο, νά σοϋ κολλοϋν χαρτόσημο, νά σέ καταμετρούν, νά σοϋ κανονίζουν τήν είσφορά, νά σέ φορολογούν, νά σέ άπολύουν, νά σέ έξουσιοδοτοϋν, νά σέ σημειώνουν, νά σέ έπιτιμοΰν, νά σοϋ άπαγορεύουν, νά σέ πληροφορούν, νά σέ σωφρονίζουν, νά σέ διορθώνουν. Σημαίνει, μέ τό πρόσχημα τής κοινής ώφελείας καΐ στό δνομα τοϋ γενικού συμφέροντος, νά σέ κατατάσσουν σέ φορολογική κλίμακα, νά σέ έξασκοϋν στό στρατό, νά σέ χαρατσώνουν, νά σέ έκμεταλλεύονται, νά σέ ύποτάσσουν ατά μονοπώλια, νά αίσχροκερδοϋν σέ βάρος σου, νά σοϋ βγάζουν τό λάδι, νά σέ έξαπατοϋν, νά σέ κλέβουν. "Ύστερα, μέ τήν παραμικρή άντίσταση, μέ τό πρώτο παράπονο, νά σέ κατατρέχουν, νά σοϋ βάζουν πρόστιμα, νά σέ ντροπιάζουν, νά σέ πληγώνουν, νά σέ καταδιώκουν, νά σέ βρίζουν, νά σέ σπάζουν στό ξύλο, νά σέ Αφοπλίζουν, νά σέ δένουν, νά σέ φυλακίζουν, νά σέ θυσιάζουν, νά σέ πουλοϋν, νά σέ προδίδουν, καΐ πάνω άπ' δλ* αύτά νά σέ περιπαίζουν, νά σέ γελοιοποιούν, νά σέ προσβάλλουν, νά σέ άτιμάζουν». Τό Κράτος δέν θά μπορούσε νά άντισταθή σ' ένα τέτοιο κατακλυσμό. Εξάλλου δέν είναι, άποφαίνεται δ Προυντόν, παρά «μιά φαντασμαγορία τοϋ πνεύματός μας, πού τό
— 30 —
πρώτο καθήκον κάθε Ελευθέρου πνεύματος είναι νά τό στείλη στά μουσεία καΐ στίς βιβλιοθήκες». Σ' αύτές τΙς λίγες γραμμές ό Προυντόν Αποκαλύπτει «τΙς βασικές άμαρτίες» τοϋ άναρχισμοϋ: Ιδεαλισμός, φορμαλισμός, βολονταρισμός, ούτοπισμός. Γιά τόν άναρχικό τό Κράτος καΐ τό χρήμα δέν είναι παρά προλήψεις, δηλαδή ψεύτικες ιδέες καΐ δχι τό προϊόν τών δεδομένων κοινωνικών σχέσεων. Αύτές τΙς προλήψεις πρέπει νά τΙς ξερριζώσουμε άπό τά κεφάλια τών άνθρώπων μέ τό παράδειγμα ή μέ τό λόγο, πάντα μέ διατάγματα τής βούλησης. Έφευρεμένα κομψοτεχνήματα ήχηρής ματαιοδοξίας τό Κράτος καΐ τό χρήμα, Ιδού μέ μιά κίνηση τοϋ χεριοΰ σκουπίζονται άπό τήν έπιφάνεια μερικών Εκατοντάδων κοινοτήτων τής Καταλωνίας καΐ τής Ούκρανίας. Ό άναρχικός πιστεύει πώς φτάνει ή θέληση γιά νά τροποποιηθή εύκολα ή συνεχής άλυσίδα ψεύτικων ή κακών Ιδεών πού άποτελεΐ σήμερα τό ύφάδι τής κοινωνίας καΐ τής ιστορίας. "Ας άκούσουμε τόν Μπακοϋνιν: « Ό κομμουνισμός συγκεντρώνει καΐ άφομοιώνει δλες τΙς δυνάμεις τής κοινωνίας στό Κ ρ ά τ ο ς . . . ένώ ΕΓΩ, ΘΕΛΩ τήν κατάλυση τοϋ Κράτους». Έ γ ώ , θέλω! Άφοϋ τό Κράτος, δργανισμός καταναγκασμοϋ στήν ούσία του, είναι κακό έξ δρισμοϋ, τό πρώτο καθήκον τής νικηφόρου Επαναστάσεως είναι νά τό καταλύση χωρίς άναβολή, άκόμα κι' άν ή ίδια άπειλεΐται. Στήν άντεπανάσταση δ άναρχικός άντιπαραθέτει τή μεταφυσική. Στό παρόν γιά τό δποΐο Εχει μιά πολύ παραμορφωμένη εΙκόνα, δ άναρχικός Αντιπαραθέτει τήν ούτοπία. Γιά νά πάρη τήν άντεκδίκησή του γιά τό παρόν, Εξαντλείται νά περιγράψη μέ τΙς παραμικρότερες λε-
— 31 —
πτομέρειες τή μελλοντική κοινωνία, τήν Ιδανική κοινωνία πού δνειρεύεται γιά τήν Ικανοποίηση τών Απαιτήσεων τοΟ άτόμου καί πού τήν οικοδομεί ίξω άπό τά πλαίσια τής Ιστορίας. Άλλά πρέπει νά προσπαθήση νά έπιζήση. Καθώς κατατάσσει τό Κράτος καί τό χρήμα στήν κατηγορία τών προλήψεων, δ άναρχικός μετατρέπει τή δράση στήν είκόνα της, δηλαδή στήν καρικατούρα της: στό κατόρθωμα, μάταιη διαμαρτυρία τής ούτοπίας μπροστά στήν ιστορία πού τήν άπορρίπτει. Μέ τό κατόρθωμα δ άναρχικός γεμίζει τήν άβυσσο πού χωρίζει τόν αύριανό κόσμο άπό τή σημερινή κοινωνία δπου πρέπει νά ζήση καί να δράση. Βάζει τό κατόρθωμα στή θέση μεταβατικού προγράμματος. Ό άβυσσος άνάμεσα στό σήμερα καί στό αύριο είναι τόσο βαθειά πού τό κατόρθωμα μπορεί νά πάρη χίλιες μορφές στίς όποιες ένσωματώνονται ot κλυδωνισμοί τής άναρχικής σκέψης πού συγκρούεται μέ τήν άνάγκη νά περάση άπό τό μύθο στή δράση. Ό Πελλουτιέ καί ό Μονάτ στή Γαλλία, δ Πεστάνα καί δ Σεγκουέ στήν 'Ισπανία άναζητούν μιά διέξοδο άπό τήν έλλειψη άποτελεσματικότητος τοΟ κατορθώματος, συνδέοντας τόν άναρχισμό καί τό συνδικαλισμό. 'Αλλά στά 1914 ot Γάλλοι άναρχο - συνδικαλιστές ήγέτες, γραμμένοι ή δχι στόν πίνακα Β, ύποχωροΟν στό σοσιαλσωβινισμό μέ τήν Γδια δρμή τών περιφρονημένων πολιτικών τού SFIO (Σ.τ.Μ.: Σοσιαλιστικό Κόμμα τής Γαλλίας). Στή Βαρκελώνη στά 1936, ot ήγέτες τής C.N.T. — F.A.I. έμποδίζουν τόν Κομπάνυς νά παραιτηθή καί γίνονται «ύπουργοί» σέ μιά κυβέρνηση συγκροτημένη μέ βάση τό πρόγραμμα
— 82 —
τοϋ Λαϊκού Μετώπου πού «άρνεΐται... τόν έργατικό Ελεγγο... τά ταξικά κοινωνικά καΐ οικονομικά κίνητρα... τήν έθνικοποίηση τών τραπεζών...κ.λ.». Έ έπανάσταση έχει άναβληθή γιά άργότερα, μ ε τ ά τόν πόλεμο που διεξάγει ό άστικός δημοκρατικός κρατικός μηχανισμός έναντίον τοϋ άστικοϋ φασισμοϋ. Ό άναρχισμός πού κρατοϋσε τόν Ιούλιο τοϋ 1936 τό ένα τρίτο τής 'Ισπανίας μέ τούς έργάτες μαχητές του καΐ μέ τους άγρότες, διαλύεται μέσα σ' αύτή τήν έξοργιστική περιπέτεια. Ό άναρχικός είναι λοιπόν ή άνάποδη πλευρά τοϋ ρεφορμιστή πού περιορίζει τόν έργατικό άγώνα στά αιτήματα «ψωμί, ειρήνη και έλευθερία». Είναι τό φυσικό του συμπλήρωμα. θρεμμένος μέ τΙς αύταπάτες γιά τό ρόλο τού άτόμου στήν Ιστορία καΐ σπαρασσόμενος άνάμεσα στούς πειρασμούς τοϋ «καθαροϋ συνδικαλισμού» — πού θά τόν όδηγήση σ' έναν έξωφρενικό άντικομμουνισμό — καΐ στή σεξουαλική χειραφέτηση, ό άναρχισμός ό σημερινός, τής έποχής τής «πολιτικής τών είσοδημάτων», τής ένσωμάτωσης τών συνδικάτων μέ τό κράτος καΐ τής διείσδυσης τοϋ κεφαλαίου στίς χώρες μέ κολλεκτιβιστική οίκονομία, ζει πιά τή ζωή πού τρεμοσβήνει τών ίδιων τών Ιστορικών συντελεστών του. Κι δμως ό Μάης τοϋ 1968 είδε τή μαύρη σημαία νά ξανακυματίζη. Ά π ό τή Ναντέρ ώς τή Σορβόννη έκατοντάδες νέοι, ξεσηκωμένοι έναντίον τής άστικής κοινωνίας, είδαν σ' αύτή τή σημαία τό σύμβολο τής άρνησής τους, τής έξανάστασης τους. Γιά μιά στιγμή, τό Κ ί ν η μ α τής 2 2 Μ α ρ τ ί ο υ , πού γεννήθηκε στό σημείο συμβολής
— 33 —
τοΟ Μπακούνιν καΐ τοΟ Έρμπερτ Μαρκούζε, έκανε ν' άναρριγήση τό Παρίσι καΐ ή διανόησή του. Καινούριος Ρομπέν τών Δασών, ό Ντάνυ Κόν Μπεντ'ιτ άψήφησε C.R.S. καΐ τελωνειακούς καΐ γελοιοποίησε τό ύπουργεΐο τών Εσωτερικών... Τρεις μήνες άργότερα, στό διεθνές συνέδριο τών άναρχικών όμοσπονδιών, ό Γδιος έπιχείρησε νά έξηγήση τό σύστημα τής «πρόκλησης» πού έχει σκοπό νά ξεσηκώση τό κίνημα. Δέν μπόρεσαν δμως νά «προκαλέσουν» παρά μόνο τΙς Αναπόφευκτες Ιστορικά έκρήξεις. Τά ύπόλοιπα είναι κουκλοθέατρο. Ζάν - Ζακ ΜαρΙ
ΑΝΕΡΓΙΑ Σέ μιά έποχή πού έξαίρονται συχνά τά προτερήματα τοϋ «πολιτισμού τών άνέσεων» καΐ πού «ή έβδομάδα τών τριάντα ώρών» φαίνεται σάν πανάκεια, μήπως ή άνεργία είναι γιά τήν οικονομία, δτι ή γρίππη άνάμεσα στίς άρρώστειες: παρουσιάζονται άπό καιρό σέ καιρό μερικά κρούσματα, άλλά τό κακό καταπολεμείται καΐ ύποχωρεΐ γρήγορα; Κι δμως άρκεΐ νά κάνουμε μερικά χρόνια πίσω γιά νά ξαναβρούμε τήν κρίση τοϋ 1929 καΐ τήν χωρίς προηγούμενο άνεργία πού άκολούθησε σ' δλες τΙς βιομηχανικές χώρες: 12 έκατομμύρια άνεργοι στίς Ηνωμένες Πολιτείες, 3
— 34 —
10 Εκατομμύρια στή Γερμανία, 3 στήν 'Αγγλία, κάπου 700. 000 άνεργοι στή Γαλλία, συνολικά πάνω άπό 30 Εκατομμύρια Εντελώς άνεργοι. Πολλά άκόμα Εκατομμύρια Εργάτες ύποαπασχολοΟνται, δουλεύουν είκοσι ή τριάντα ώρες τή βδομάδα. Στή Γερμανία, δ Χίτλερ καΐ τό ναζιστικό κόμμα, κατάφεραν γρήγορα νά Εκμεταλλευτούν τή μνησικακία καΐ τή βιαιότητα αύτών τών μαζών πού ήταν προσκολλημένες στό «λαϊκό πιάτο σούπας» και στίς μεγάλες ούρές μπροστά στά γραφεία άνεργίας. Δέκα χρόνια νωρίτερα στήν 'Ιταλία, δ Μουσσολίνι είχε κατορθώσει νά Εκμεταλλευτή τήν οίκονομική κρίση καΐ τήν άνεργία πού είχε προκαλέσει δ πρώτος παγκόσμιος πόλεμος. Τέλος ή άνεργία βρισκόταν στήν πηγή τών πολιτικών άνακατάξεων (Νιού Ντήλ στίς Ηνωμένες Πολιτείες, Λαϊκό Μέτωπο στή Γαλλία) πού προηγήθηκαν τοΟ δεύτερου παγκοσμίου πολέμου. Ένώ δμως οί πολιτικοί άποδεικνύονταν άνίκανοι νά άποτρέψουν τΙς κυκλικές καταστροφές, ot οικονομολόγοι άναζητοϋσαν τΙς αιτίες τους γιά νά τΙς Εξαφανίσουν στό μέλλον. Ό Τζών ΜέΟναρντ ΚέΟνς Ανασκευάζει τΙς άπόψεις τών φιλελευθέρων, κατά τούς δποίους καμιά κρίση διαρκείας δέν μπορεί νά παρουσιαστή, δσο είναι σεβαστή ή Ελευθερία τής Εργασίας, σέ μιά πλήρως συναγωνιστική άγορά. Παραδέχεται δ Γδιος τή δυνατότητα μι&ς σημαντικής καΐ μακρόχρονης άνεργίας στίς καπιταλιστικές χώρες: τήν χρόνια άνεργία. Ό ΚέΟνς δμως δέν συμμερίζεται τΙς άπόψεις τοϋ Μάρξ πού πίστευε πώς ή άνεργία είναι Ενα άναπόφευκτο προϊόν
— 35 —
τοϋ καπιταλισμού: μή δίνοντας στόν έργάτη παρά μόνο τό αύστηρά άπαραίτητο γιά τή ζωή, δ καπιταλισμός μειώνει τήν άγοραστική δύναμη τής έργατικής τάξης καΐ αύξάνει τή συχνότητα τών κρίσεων. Τό άποτέλεσμα είναι ή δημιουργία ένός άληθινοϋ «έφεδρικοϋ βιομηχανικοί) στρατού». Ό ΚέΟνς άντίθετα, πιστεύει δτι ή άνεργία μπορεί v i έξαφανιστή: μιά λογική καΐ ένεργητική πολιτική τοϋ Κράτους μπορεί νά έπιτρέψη νά έπιτευχθή καΐ νά διατηρηθή ή πλήρης άπασχόληση. "Οταν τέλειωσε ό πόλεμος, πολλές κυβερνήσεις έμπνεύστηκαν άπό τΙς θεωρίες τοϋ ΚέΟνς καΐ τών μαθητών του. Ή πλήρης άπασχόληση έγινε δ έπιδιωκόμενος άντικειμενικός στόχος. 'Αλλά τί συνέβη στήν πραγματικότητα; Τό παράδειγμα τών Ηνωμένων Πολιτειών είναι, άπό τήν άποψη αύτή, πολύ έποικοδομητικό! 'Από τό 1947 ίδς τό 1960, ή άμερικανική οικονομία άφομοίωσε συμπληρωματικό ένεργό πληθυσμό 7,5 έκατομμυρίων προσώπων. Στό Ιδιο διάστημα ή άνεργία διατηρήθηκε στά 4% τοϋ ένεργοϋ πληθυσμού. Έ άμερικανική οίκονομία λειτούργησε λοιπόν σ' αύτή τήν περίοδο ούσιαστικά μέ μιά έργατική έφεδρεία καΐ χωρίς άξιόλογη οίκονομική κρίση. Ό μεγαλύτερος άριθμός άνέργων σημειώθηκε άνάμεσα στούς νέγρους καΐ στούς άλλους έγχρώμους, στούς νέους κάτω τών είκοσιπέντε έτών καΐ στούς έργαζόμενους τούς πάνω άπό έξήντα έτών. Ποιές είναι λοιπόν αύτές ot μορφές άνεργίας πού δέν μποροϋν νά «θεραπευτοϋν» έντελώς; — Ή έποχιακή άνεργεία: όρισμένοι έργαζόμενοι βρίσκονται χωρίς άπασχόληση μιά συγκεκριμένη πάντα έπο-
— 36 —
χ ή Επειδή διακόπτονται — ή περιορίζονται — δρισμένες δραστηριότητες. Έ Ανεργία αύτή Ενδημεί ιδιαίτερα στδν Αγροτικό τομέα, Αλλά ή ύποχώρηση τοϋ τομέα αύτοϋ τείνει νά μειώση τΙς συνέπειές της. — Ή Ανεργία τριβής: είναι ή περίοδος τής Απραξίας Εξαιτίας τής Αλλαγής Απασχολήσεως. Ή Εκθεση Μπέβεριτς καθόριζε τό ποσοστό τής Ανεργίας τριβής στά 2—3% τοϋ ένεργοϋ πληθυσμού στίς περιόδους καλής συγκυρίας. — Ή τεχνολογική Ανεργία: είναι τά λύτρα στήν Ανάπτυξη τής παραγωγικότητας καί τοϋ αύτοματισμοϋ. 'Ορισμένες νέες Απασχολήσεις δημιουργούνται, Αλλες καταργούνται. Μερικές περιοχές Αδειάζουν, Επαγγέλματα έξαφανίζονται : ό κατασκευαστής Αμαξιών, δ πεταλωτής... Αύτές οί μορφές τής άνεργίας δέν είναι έξ Αλλου προνόμιο μόνο τών καπιταλιστικών χωρών. ΤΙς συναντάμε στήν πραγματικότητα σ' δλες τις τεχνικά Αναπτυγμένες χώρες, Αλλά μέ τά χαρακτηριστικά τά ιδιαίτερα γιά τήν οίκονομία τής Αγοράς τών δυτικών χωρών καί τά χαρακτηριστικά τά συμφυή μέ τή σχεδιασμένη οικονομία. 'Αρκετά πρίν έφαρμοστοϋν οί διάφορες πολιτικές τής πλήρους Απασχολήσεως, Εγιναν προσπάθειες, μέ νομοθετικά καί διοικητικά μέτρα, νά περιοριστή ό Αριθμός τών Ανέργων καί νά δοθή βοήθεια στούς χωρίς Απασχόληση Εργαζομένους. Πρέπει πάντως ν* άναγνωριστή δτι ή στάση καθενός άπό τά μέρη πού βρίσκονταν Αντιμέτωπα ήταν συχνά τέτοια πού δυσκόλευε τήν προσέγγιση. — Ό έργοδότης δέν είναι πΑντα Αντίθετος στό νά ύπάρχ η Ενα «περιθώριο» Ανεργίας: αύτή ή Εφεδρεία Εργατικών
— 37 —
χεριών έπιτρέπει νά άσκείται συνεχώς μιά πίεση στά ήμερομίσθια. — Ό μισθωτός άντίθετα, φρενιάζει καΐ στήν Ιδέα νά χάση τή δουλειά του. Ol μακρόχρονοι άγώνες τής έργατικής τάξης είχαν ώς Αποτέλεσμα μιά όλόχληρη σειρά διατάξεων γιά τήν άσφάλεια τής άπασχόλησης xal τήν έξασφάλιαη τοΟ ήμερομισθίου. — Τό Κράτος, «διαιτητής» αύτών τών συγκρούσεων, παραχώρησε, ύπό τήν πίεση τών συνδιχάτων, Ινα σύστημα έγγυήσεων έναντίον τής άνεργίας πού χρηματοδοτείται άπό πόρους τοϋ δημοσίου. Πιό πρόσφατα, στή Γαλλία, Ιδρύθηχαν ή U.N.E.D.I.C. χαΐ ή A.S.S.E.D.I.C., μέ ισότιμη συμμετοχή στή διαχείριση, γιά νά δοθή ή δυνατότητα στούς μισθωτούς νά παίρνουν έπίδομα ήμερήσιο γιά τό όποιο συνεισφέρουν χατά 80% ot έργοδότες χαΐ χατά 20% ot έργάτες. Μπορεί πιά νά λέμε δτι ύπάρχει πραγματιχό δικαίωμα στήν έργασία, δικαίωμα πού δ Φουριέ τό καθόρισε έδώ καΐ πάνω άπό έναν αΙώνα, σάν «τό πρώτο δικαίωμα, τό μόνο χρήσιμο... πού ή παραδοχή του θά έφτανε γιά νά κάνη ύποπτο τόν πολιτισμό έκεΐνον πού δέν μπορεί ούτε νά τό άναγνωρίση ούτε νά τό παραχωρήση». Τό Σύνταγμα τό άναγνωρίζει, άλλά πέρα άπό τΙς διαβεβαιώσεις, ύπάρχει άπό τά πράγματα, έφ' δσον δ σεβασμός τοϋ δικαιώματος στήν έργασία παραμένει μιά άπό τΙς μεγαλύτερες φροντίδες τών έργατικών συνδικάτων. "Αν δμως ot προσπάθειες τών βιομηχανικών κρατών
— asφαίνονται, σ' αύτδ τό πεδίο, Αρκετά Αποτελεσματικές, δέν συμβαίνει τό ίδιο γιά τΙς χώρες τΙς λεγόμενες «ύπανάπτυκτες», μέ τά τεράστια πλήθη τους τών μή Απασχολουμένων καΐ μή παραγωγικών Ανθρώπων. "Εξω άπό τήν Εύρώπη, τή Βόρειο 'Αμερική καΐ τήν Κίνα Ενδημεί, σ' δλο τόν ύπόλοιπο κόσμο μιά θεσμική άνεργία, εΓτε είναι δρατή, είτε μεταμφιεσμένη. Αύτή ή χρόνια υποαπασχόληση παίρνει πολλές δψεις: «ντενεκεδομαχαλάδες» δπου συνωστίζονται μάζες κατοίκων τής ύπαίθρου πού ήρθαν στήν πόλη είτε Από ψευδαίσθηση είτε Από Ανάγκη, χωρικοί χωρίς γή, μεροκαματιάρηδες τής γεωργίας πού δουλεύουν μερικές βδομάδες τό χρόνο. Μετά τό δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο Εγιναν πολλές προσπάθειες γιά νά κατανικηθή αΰτή ή ύποαπασχόληση, άλλά τΙς πιό πολλές φορές κατέληξαν σέ Αποτυχίες καΐ άπογοητεύσεις. 'Ακριβώς σ* αύτή τήν κρυφή ύποαπασχόληση βρίσκεται ή τεράστια πηγή πόρων τών ύπαναπτύκτων χωρών. 'Αντιπροσωπεύει γενικά τά 40% ώς 50% τής Εργατικής δύναμής της, Εξαιτίας τοϋ δτι ή δριακή της παραγωγικότητα είναι πρακτικά μηδέν. Γιά νά βελτιωθοϋν οί συνθήκες ζωής αύτών τών χωρίς Απασχόληση μαζών, φαίνεται δτι είναι Αναγκαίο νά προωθηθή αύτή ή Επένδυση σέ Εργασία μέσα στά πλαίσια μιάς συλλογικής όργάνωσης. Οί κοινωνικοί Αγώνες, ot πολιτικές Αναστατώσεις πού γνώρισε ή Ιστορία τοϋ 19ου καΐ τών Αρχών τοϋ 20οϋ αίώνα Εγιναν σέ μιά δθόνη πολύ σημαδεμένη άπό τήν Ανεργία. Τήν ώρα πού τό πρόβλημα αύτό φαίνεται πφς βρίσκεται στό δρόμο πρός τή λύση του στίς βιομηχανικές χώρες, δέν μπορεί κανείς νά σκεφτή δτι ή Ιστορία τών προσεχών
— 89 —
δεκαετιών θά καθοριστή Από τά χι νήματα πού Αναταράζουν τΙς άνεργες μάζες τοϋ Τρίτου χόσμου; Κλώντ
ΤερουΙνάρντ
Α Ν Ε Σ ΕΙ Σ "Ετσι πού τδ χρήμα είναι μιά θλιβερή ϊννοια στήν Εύρώπη, δέ χρειάζεται πιά σήμερα νά βεβαιώσουμε πώς ή άνεση δέν κάνει τήν εύχαρίστηση. Ή πολύ παλιά χριστιανική ύπόνοια άπέναντι στήν άργία πού θεωρείται προθάλαμος τής άτομικής κακίας, ξαναβρίσκεται στήν σύγχρονη άντίληψη τής άνεσης πού είναι τδ άντίθετο τοϋ Ελεύθερου χρόνου. Σέ μιά κοινωνία άλληλοβοήθειας δπου ή μυθολογία τής Εργασίας παραμένει στή βάση τής καθημερινής ήθικής, ή άνεση δέν είναι παρά μιά ύ π η ρ ε σ ί α πού δ Επωφελούμενος πρέπει νά κάνη καλή χρήση της. "Αν άφήνονταν μόνοι τους οί άνθρωποι νά διαθέσουν τδν Ελεύθερο χρόνο τους θά ήταν δυνατό νά άναπτύξουν τΙς Ανομοιότητες τους, νά Επεκτείνουν άσυλλόγιστα τά πλαίσια τοϋ διαφορισμοϋ τους. Έδώ ύπάρχει Ενας μεγάλος κίνδυνος πού προκαλεί άνησυχία καί τήν άναζήτηση τών μέσων γιά νά τδν Εξορκίσουμε. Ενωμένα στήν παραγωγική προσπάθεια τά άτομα S&v πρέπει προπάντων νά χωρίζονται στήν άνάπαυση πού τούς παραχωρείται. Ά π ό δώ προκύπτει ή άνάγκη τών συλλογικών καί δρθολογικά δργανωμένων Ανέσεων. Στδ Εμπορικό Επίπεδο, δ άστός παρακινείται Εντονα
— 40 — άπό τΙς έταιρίες τών άνέσεων πού, κρατώντας Ινα ποσοστό τών εισοδημάτων του, τόν μεταφέρουν σ' ένα «χωριό» δπου σπρώχνεται γιά νά έξασφαλίση μιά θέση στόν ήλιο καΐ δπου άνακαλύπτει τέλος τό ναρκισσισμό τοϋ ήλιοκαψίματος. Αύτά τά «χωριά» έχουν τό άξιοσημείωτο δτι έκεΐ ξαναφτιάχνουν τήν άνθρώπινη πυκνότητα κατά τετραγωνικό μέτρο πού άποτελεΐ τήν ύπερηφάνεια τών μεγάλων πόλεων. Έκεΐ δ άστός θαμπωμένος μπορεί νά ξανοιχτή, νά άσχοληθή μέ τήν άπαραίτητη ψησταριά, νά λυώση μέσα σέ μιά γλυκειά φύση χωρίς νά νιώση τό σόκ τού ξεσπιτώματος. Άλαφρώνεται άπό τά ρούχα του δχι δμως κι άπό τό δ£χτυ τών σχέσεων πού περνούν άπό κρισάρα τήν προσωπικότητά του καΐ τόν κρατούν, δπου καΐ νάναι, αιχμάλωτο στίς πανουργίες τής πόλης. Ό κολυμβητής πού πέφτει στά νερά τού 'Ιονίου πελάγους διατηρεί μιά ψυχή άπό άσφαλτο κι αύτό είναι τό ούσιαστικό. Λένε ό «παραθεριστής», σχεδόν μέ τήν Γδια έννοια πού μιλούν γιά τόν έπιπλοποιό. Δέν είναι άκόμα έπάγγελμα, ή έξασφάλιση δμως τών άνέσεων τών άλλων στίς διακοπές τους είναι κι δλας μιά βιομηχανία. Δέν άρκεΐ δμως νά ρουφήξης ήλιο καΐ νά στεφανωθής μέ άφρούς" πρέπει νά έπιστρέψης στήν κοινωνία τό νόμισμα τών εύεργεσιών της, νά βελτιωθής, νά ρουφήξης κουλτούρα, νά στολιστής μ' ένα συμπλήρωμα μόρφωσης. Μιά καινούρια μορφή πνευματικού προσκοπισμού θρονιάζεται στά ήθη. Ot διακοπές γίνονται πιεστική ύποβολή, έπίμονη ήθικοπλαστική πρόσκληση γιά νά γνωρίσης καλύτερα τόν κόσμο. Αύτή ή έκστρατεία θάπρεπε νά καταλή-
— 41 —
γη στό νά μήν ξαναγυρίζη κανένας στήν πρώτη του κατοικία" καθώς δμως δλοι γυρίζουν, μποροΟμβ νά καταλήξουμε δικαιολογημένα στό συμπέρασμα πώς τίποτε δέν κατάλαβαν. ΚαΙ τίποτε δέν μπορεί νά καταλάβη κανείς διαβάζοντας στή σκιά τών διαφημιστικών όμπρελλών κατατοπιστικές θέσεις — άφοΟ τό πάν διαιωνίζεται στό έπίπεδο τοΟ κατατοπιστικοί) — γιά τούς Κινέζους, τους Κουβανούς, τούς Κούρδους, τούς δυσαρεστημένους, τούς πεινασμένους, τούς άτυχους, τούς άπένταρους άπό Ελλειψη σίτου, τούς νομάδες άπό καθυστέρηση ένός τρακτέρ. Ό Ιξωτισμός τών μακρινών Επαναστάσεων φιγουράρει στό πρόγραμμα τών άνέσεων, σ' Εναν αίώνα πού ταξιδεύουν πολύ, μά δέ φεύγουν στά σοβαρά. Έ πολιτική τών άνέσεων είναι άκόμα στήν παιδική της ήλικία. θ ά άποτελέση σέ λίγο Ενα άπό τά πρωταρχικά κεφάλαια τής γενικής πολιτικής. Ζώρζ ΧανέΐΨ
ΑΠ ΚΡ ΓIΑ Γίνονται άπεργίες σέ σ8ς ; Δέν ϊχετε λοιπόν Αστυνομία; (Στάλιν στό Χόπκινς, 1942). 01 έργάτε; xal οί έργοίότες πρέπει νά ρυθμίζουν τις σχέσεις του έμπνεόμενοι άπό τήν άρχή τής άνθρωπίνης άλληλεγγύης καΐ τί|ς χριστιανικής άίελφότητος. ('Ιωάννης 23ος, Mater et Magletra, 26). Στά 1877 ό Λιττρέ δριζε Ετσι τήν άπεργία: «Συνένωση Εργατών πού άρνοΟνται νά ΕργαστοΟν δσο δέν γί-
— 42 —
νονται δεκτοί δρισμένοι δροι πού θέτουν. 'Απεργώ, κατεβαίνω σέ άπεργία: έγκαταλείπω τήν έργασία καΐ συνασπίζομαι μέ Αλλους έργάτες γιά νά έπιτύχουμε μιά αύξηση τοϋ ήμερομισθίου». Εξήντα χρόνια άργότερα, καλώντας τούς Γάλλους έργάτες νά άνασκουμπωθοϋν γιά τήν άνοικοδόμηση τής οίκονομίας τής χώρας, δ ΜωρΙς Τορέζ θά έξηγήση μέ δριμύτερες λέξεις: « Ή άπεργία είναι δπλο τών τράστ», έκφραση τής δποίας ή «Ούμανιτέ» τής 4ης 'Ιουνίου 1968 έδωσε μιά νέα έκδοχή : «Οί έργοδότες καΐ ή κυβέρνηση παρατείνουν τή διάρκεια τής άπεργίας». Ά π ό τήν έμφάνισή του αύτό τό δπλο πήρε διάφορες μορφές: τΙς πιό παλιές, τήν άπεργία άλά ιταλικά (ot έργάτες πηγαίνουν στό έργοστάσιο, άλλά δέν έργάζονται) καΐ τή γενική άπεργία, τΙς διαδέχτηκαν ot στάσεις έργασίας (διακοπές έργασίας ένός τετάρτου τής ώρας, μι&ς ώρας, δυό ώρών), ot περιστρεφόμενες στό χώρο καΐ στό χρόνο άπεργίες, ot έθνικές άπεργίες (κατά τΙς όποιες ot έργαζόμενοι καλούνται νά σταματήσουν τήν έργασία γιά διαφορετικό χρόνο σέ διαφορετικές στιγμές στή διάρκεια μιάς μέρας). "Εδωσαν σ' αύτού τοϋ εΓδους τήν άπεργία ύπολογισμένες μορφές γιά νά μήν άποδιοργανώνη τήν έθνική οίκονομία, καΐ όρισμένοι άπεργοΐ δουλεύουν γιά νά έξασφαλίσουν μιά έλάχιστη λειτουργία τών Ιδιων τών ύπηρεσιών πού ή άπεργία όφείλει νά παραλύση. "Ετσι σέ όρισμένες χώρες άντιπαραθέτουν στίς άπεργίες τΙς άποφασισμένες άπό τΙς συνδικαλιστικές διοικήσεις στό πλαίσιο τοϋ διαλόγου μέ τήν κυβέρνηση, τΙς Απεργίες τΙς λεγόμενες «άγριες» πού τΙς Αποφασίζουν ot
— 43 — έργάτες γιά νά Επιβάλουν τΙς διεκδικήσεις τους. Μέ τήν άπεργία ot παραγωγοί τής ύπεραξίας χρησιμοποιούν λοιπόν τή θέση τους στή διαδικασία τής παραγωγής γιά νά έξασφαλίσουν τό θρίαμβο τών άπαιτήσεών τους. Δέν ύπάρχει λιγότερο άνθρωπιστική καί λιγότερο άδελφική πράξη. Ot συντακτικοί τό κατάλαβαν γι' αύτό μέ τό νόμο Λέ Σαπελιέ άπαγόρευσαν, τό 1791, αύτή τή συλλογική έπίθεση κατά τής Ελευθερίας, τής 'Ισότητας καί τής 'Αδελφότητας. Έ δύναμη αότοΟ τοΟ δπλου πού ένώνει τούς Εργαζομένους πέρα άπό τά άτομικά τους συφέροντα, είναι τέτοια πού δίκαια ot ύποστηρικτές τοϋ καθεστώτος τό θεωρούν προσβολή κατά τής 'Ασφαλείας τοϋ Κράτους. Καί ό νομάρχης τοϋ Καλβαντός συγκεντρώνει 5.000 άστυνομικούς Ενοπλους γιά ν' Αντιμετωπίσουν τούς άπεργούς τοϋ Σοβιέμ ά Κέν... 'Αντιτιθέμενο άπό τή φύση του τό δπλο αύτό στήν έθνική ένότητα, Εγγίζει λοιπόν τά δρια τής προδοσίας σέ περίπτωση κινδύνου: οί πράκτορες τοϋ Août - ΦιλΙπ έξηγοϋσαν τΙς άπεργιακές κινήσεις τών Γάλλων έργατών μέ τό άγγλικό χρήμα, ot Ιστορικοί τής 'Οξφόρδης τΙς άπεργίες τών Ρώσσων έργατών τό 1917 μέ τό γερμανικό χρήμα, καί ή κυβέρνηση Καντάρ τΙς άπεργιες τών Ούγγρων έργατών τό 1956 μέ τό δολλάριο. Είτε όρθώνει τούς έργάτες τοϋ Σοβιέμ έναντίον τών έργοδοτών τους, είτε τούς έργάτες τοϋ Χαρκόβου κατά τοϋ διευθυντή τους, είτε τούς Γερμανούς, Πολωνούς, Ιταλούς, Μεξικανούς, Γάλλους, 'Ισπανούς σπουδαστές έναντίον τής κυβέρνησής τους, κάθε άπεργία, άκόμα καί καθαρά έπαγγελματική στήν άρχή, τείνει νά θέση ύπό άμφισβήτηση τήν πολιτική Εξουσία. Κι αύτό περισσότερο άπό ποτέ στήν
— 4t —
περίοδο τής «πολιτικής τών εισοδημάτων». "Οταν τόν Φεβρουάριο τοϋ 1963, 200 μεταλλωρύχοι άπάντησαν μέ άπεριόριστης διαρκείας άπεργία στή διαταγή έπιστρατεύσεώς τους πού είχε έκδωσε; δ ΙΙομπιντοϋ, κλόνισαν τό κύρος τοϋ πρωθυπουργού, τοϋ αρχηγού τοϋ κράτους και τής κυβερνήσεώς του, πού επί εςη έβδομάδες έπεσαν στή σιωπή. 'Ο Μαρσέλ Βαλίν, πού άπό τότε έγινε μέλος τοϋ Συνταγματικού Συμβουλίου, τό ύποστήριζε άπό τό 1950 : «Τό να έπιτρέπουμε v i παραλύουν οί ουσιώδεις γιά τήν ζωή τοϋ "Εθνους δημόσιες υπηρεσίες στό ονομα τοϋ δικαιώματος τής άπεργίας τών δημοσίων υπαλλήλων θα ισοδυναμούσε μέ το v i επιτρέπουμε v i δέχεται το Κράτος βαριά πάντοτε πλήγματα πού, σέ δρισμένες περιπτώσεις, μπορεί v i είναι θανάσιμα... "Λν τό Κράτος χαθή, τήν ίδια ώρα θα έςαφανιστή και κάθε νομιμότητα. Και, μέ τις σημερινές προϋποθέσεις, τό Κράτος άπειλεΐται μέ έξαφάν.ση, τουλάχιστο τό Κράτος όπως έμεϊς τό έννοοΰμε, δηλαδή τό Εθνικό Κράτος. Και ή γενική άπεργία, ειδικά ή άπεργία τών δημοσίων ύπηρεσιών, είναι άκριβώς ένα άπό τα πιό έπίφοβα δπλα τών έχθρων τοϋ Κράτους. Ή άπεργία πού τό Σύνταγμα άναγνωρίζει ο')ς δικαίωμα δέν είναι κάθε δμαδική ή προμελετημένη διακοπή τής έργασίας. Πρέπει, έπιπλέον, να Ι χ η ώς σκοπό της τήν ύπεράσπιση επαγγελματικών συμφερόντων. Συνεπώς ή πολιτική άπεργία δέν προστατεύεται άπ' αύτή τή συνταγματική δ ι ά τ α ξ η . . . Τό Συμβούλιο τοϋ Κράτους νομίζει δτι ή άναγνώριση τοϋ δικαιώματος άπεργίας δέν έπιτρέπει τήν κατάχρηση αύτοΰ τού δικαιώματος καΐ πιστεύει δτι αύτή ή άρχή πρέπει νά άποτελή τή βάση ένός πιθανού περιορισμού τής άσκήσεώς
— 15 —
του. Ή κατάχρηση τοΰ δικαιώματος μπορεί νά είναι άποτέλεσμα τοΰ «αιφνιδιασμού» και τοΰ «μή άναμενομένου χαρακτήρο;» μια; Αποφάσεως. θ α μποροΰσε λοιπόν κανείς νά θεώρηση τήν έννοια «τή; καταχρήσεως τοΰ δικαιώματος άπεργίας» ώ; άρχή πού καθορίζει τήν καταδίκη μιας άπεργία; χωρίς προειδοποίηση και χωρίς προηγούμενες διαπραγματεύσεις». Γι' αυτό 6 σοσιαλιστής Ουίλσον απειλεί νά φυλάκιση τοΰ; ηγέτες τών »άγριων απεργιών», γι' αυτό άπό τήν ΚΣΣΛ ως τήν Πορτογαλία τά ενσωματωμένα στο Κράτος συνδικάτα έχουν ώς πρώτο Αντικειμενικό τους σκοπό τήν παρεμπόδιση τών Απεργιών. 'Απεργούν οί μεταλλωρύχοι ν.ασίτερου στή Βολιβία; Ό Μπαριέντος στέλνει άμεσοι; ενα θωρακισμένο τραίνο στόν τόπο τοΰ έγκλήματος: 40 νεκροί. Οί ΓκουαντελουπανοΙ Απεργούν στό ΙΙουάντ - α Πίτρ; 'Π αστυνομία τοΰ «καταλυτή τοΰ Αποικισμού», τοΰ ·<μεγάλου φίλου τοΰ Τρίτου Κόσμου», πυροβολεί στόν Αέρα: Τ νεκροί. Δέν κρίνει κανείς τήν Αςία ενός όπλου άπό τις αντιδράσεις πού προκαλεί σ' εκείνους έναντίον τών όποιων στρέφεται; Μ' αυτό τό κριτήριο ή άπεργία παρουσιάζεται σαν ίνα οπλο Αποτελεσματικό και έπικίνουνο... τουλάχιστο για δσους δέν καλούν τούς εργαζομένους νά θυσιαστούν και νά έξαγιαστούν στό βωμό — τόν δημοκρατικά σχεδιασμένο— τής παραγωγικότητα; καΐ τή; «πολιτικής τών εισοδημάτων», πού Αποτελεί νέα μορφή τή; 'Ιερά; Ενώσεως σέ έποχή ειρήνης και πανούκλας. Ό Μάης τοΰ 19G8 τό έδειξε καλύτερα Από τόν Ιούνιο τοΰ 1936. ΪΙρό; μεγάλη καταπληξη τών μικρό - κοινωνιολόγων πού διακηρύσσουν δτι ή έργατική τάξη Ιχει δια-
— 46 —
φθαρή, δτι Εχει άστικοποιηθή, δτι Εχει ένσωματωθή στήν «κοινωνία τής καταναλώσεως» μέ τήν τηλεόραση καί τδ αύτοκίνητο μέ δόσεις, Εννιά Εκατομμύρια Εργαζόμενοι δρθωσαν άπέναντι στήν παρούσα Εξουσία τή δική τους έξουσία μέ τήν άπεργία καί τήν κατάληψη τών Εργοστασίων. Τδ κύμα πού σάρωσε τή Γαλλία δλόκληρη, παρασύροντας καί τά πιδ καθυστερημένα στρώματα Ενός προλεταριάτου ένωμένου δσο ποτέ, Εσβησε γιά μιά στιγμή μιά τρέμουσα κυβέρνηση πού οί συνδικαλιστικές ήγεσίες τής έπέτρεπαν νά χρησιμοποιή τδ τηλέφωνο γιά νά έπικοινωνή μέ τΙς νομαρχίες καί τΙς άντλίες πού πήγαιναν γιά τή Ντωβίλ. Έ γενική άπεργία δείχνει έδώ τή δύναμη καί τά δριά της... Οί έργαζόμενοι στή διάρκεια μερικών ήμερών τοϋ Μάη άποτελούσαν τή μόνη πραγματική δύναμη σέ μιά χώρα πού αύτοί Ελεγχαν. 'Αλλά οί ήγέτες τους δέν Εδωσαν σ' αύτδ τδ συσχετισμό τών δυνάμεων καμιά πολιτική Εκφραση. Ή γενική άπεργία κλόνισε, Εξάρθρωσε τόν κρατικό μηχανισμό, πού δμως παρέμενε κάποιος νά τόν πάρη. Ή κατάληψη τής Σορβόννης καί τών Εργοστασίων, σκληρή ήττα γιά τήν κυβέρνηση, μετατράπηκε γρήγορα στό άντίθετό της γιατί, μέ τήν ώθηση τών ήγετών της, ή άπεργία γύρισε τΙς πλάτες στόν κρατικό μηχανισμό. Χρειαζόταν Ενα πολιτικό κόμμα μέ άπήχηση σέ Εκατομμύρια Εργαζομένους γιά ν' άναλάβη αύτό τό Εργο. Τό Κομμουνιστικό Κόμμα, άσχολούμενο μέ τή σωτηρία τοϋ ΝτΕ Γκώλ, κατακερμάτισε τήν άπεργία μέ τήν τακτική τών χωριστών συμφωνιών κλάδου μέ κλάδο, έπιχείρησης μέ Επιχείρηση, πού δέν Εθετε πιά άμεσα ζήτημα κρατι-
— 47 —
κής Εξουσίας χι' άπολιτικοποιοϋσε τόν άγώνα τών Εργαζομένων. Ά π ό έχεί χαΐ πέρα ή γενική άπεργία ύποχώρησε Επιστρέφοντας τήν Εξουσία, χάρη στούς Επίσημους ήγέτες της, σ' Εκείνους πού, γιά μιά στιγμή, ήταν μόνο σκιά. Ή Εξουσία δέν ήταν λοιπόν «στούς δρόμους», καΐ δέν μποροϋσε νά ύπάρχη παρά μόνο Εγκαταστημένη στά 'Ηλύσια. ΣτΙς άρχές τοϋ αΙώνα, ό Πελλουτιέ, ό πατέρας τών Χρηματιστηρίων Εργασίας Ισχυριζόταν δτι τά Εκατομμύρια τών Εργαζομένων δέν είχαν παρά v i σταυρώσουν τά χέρια γιά ν' άνατρέψουν τήν άστική τάξη. Ό Μάης τοϋ 1968 ύπογράμμισε πόσο παιδική είναι αύτή ή άναρχική — καΐ μεταφυσική — άποψη: δσο ψηλά κι άν άνεβαίνη μιά γενική άπεργία πού Ενα κόμμα δέν τήν όδηγεϊ στήν Εξόρμηση γιά τήν κατάληψη τής Εξουσίας δέν είναι παρά δ πρόλογος Ενός χα|ΐένου Εμφυλίου πολέμου. Ζάρ - Zàx Maçl
ΑΠΟΡΡΗΤΟ Τό Φεβρουάριο τοϋ 1814, τά συνασπισμένα στρατεύματα τών ήγεμόνων τής Εύρώπης άνοίγουν Ενα μοιραίο ρήγμα στό θώρακα τής Αύτοκρατορίας. Προχωροϋν πρός τήν πρωτεύουσα τής Γαλλίας κι δ Ναπολέων φαίνεται, μέ μαθηματική άκρίβεια, ήττημένος. Μά τό στρατιωτικό κύρος του άσκεΐ άκόμα τέτοια γοητεία πού ο( άντίπαλοί του άντιμετωπίζουν γιά μιά στιγμή τό Ενδεχόμενο νά διακόψουν τήν πορεία τους κι άρχίζουν μαζί του διστακτικές
— 48 —
διαπραγματεύσεις στό Σατιγιόν. Στό Παρίσι δμως, δ Ταλλευράντ, πρύτανις τής εύρωπαϊκής διπλωματίας, συντάσσει μέ συμπαθητική μελάνη Ινα σημείωμα πού τό Εμπιστεύεται στό Μ. ντέ Βιτρόλ, μέ τήν άποστολή νά τό πάη στόν Νέσσελροντ, ύπουργό τού Τσάρου. Τό μήνυμα είναι σύντομο: « Ό άνθρωπος πού θά σ&ς παραδώση τό παρόν είναι άξιος κάθε Εμπιστοσύνης. 'Ακούστε μέ προσοχή καί γνωρίστε μου. Είναι καιρός νά γίνη σαφές: βαδίζετε μέ δεκανίκια, χρησιμοποιήστε τά πόδια σας καί άξιώστε αύτό πού μπορείτε». Ν' άξιώνης δ,τι μπορείς. Είναι Εξαιρετική είρωνία τό γεγονός δτι αύτή ή βασική άρχή κάθε σωστής πολιτικά συμπεριφορ&ς, ψιθυρίστηκε Ετσι, σΕ μιά άποφασιστική στιγμή τής 'Ιστορίας, στό αύτΐ τού 'Αλεξάνδρου τού Α' σάν Επικίνδυνη Εξομολόγηση. Βέβαια αύτό πού δ Ταλλευράντ Επιθυμεί νά ύπενθυμίση στόν 'Αλέξανδρο είναι δτι μπορεί καί όφείλει νά συντρίψη τό Ναπολέοντα. Υπενθύμιση πού Εχει δλα τά Εξωτερικά γνωρίσματα τής προδοσίας καί, σάν τέτοια, προκαλεί τήν ήδονή τού άπόρρητου. Μά, άνεξάρτητα άπό τό άν μεταφέρη τήν προδοσία, τό άπόρρητο είναι τό δργανο μιας άναγκαίας διπροσωπίας, χωρίς τό κακό νόημα τής λέξης αύτής. Ποιά πολιτική, πράγματι, Επιτρέπεται νά μήν είναι διπλή; Δηλαδή, ποιά πολιτική θά διακινδύνευε νά ταυτιστή μέ τόν όρισμό πού δίνει γιά τόν έαυτό της καί τήν ώρα πού συνάπτει μιά συμμαχία, θά στερούσε άπό τόν Εαυτό της τό δικαίωμα νά σκέφτεται τά μέσα γιά τήν καταγγελία της; Τό πραγματικό κρατικό μυστικό δέν Εχει καμιά σχέση μέ τό περίφημο TOP SECRET τών σφραγισμένων μέ
— 49 — 3
κόκκινη βούλα φακέλλων. Είναι ή συγκαλυμμένη μορφή μιας έναλλακτικής λύσης πού σήμερα θά φαινόταν έπονείδιστη, άν Αναπτυσσόταν δημόσια, μά πού αύριο δλος δ κόσμος θά τήν παραδεχθή a i νέα καί σωτήρια ίδέα. Τό Απόρρητο δέν είναι καμιά φopi τίποτε παραπάνω άπό Ενα κλείσιμο τοϋ ματιοϋ, μιά άθώα λέξη κατά τή διάρκεια μιάς συζήτησης σέ μιά κοσμική συγκέντρωσηαύτό τό νεϋμα ή αύτή ή λεξούλα άποκτοϋν ξαφνικά περισσότερη σημασία άπό μιά όλόκληρη διπλωματική άλληλογραφία. Στή διάρκεια τών ταραγμένων μηνών, πού προηγήθηκαν τοϋ Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, δ Μολότωφ δέχτηκε έπανειλημμένα τόν πρεσβευτή τοϋ Ράιχ στή Μόσχα, φόν Σούλενμπουργκ. θέμα τών συνομιλιών τους ήταν ή αύξηση τών Εμπορικών συναλλαγών Ανάμεσα στίς δύο χώρες, άλλά δ αινιγματικός Μολότωφ ύπαινίσσεται, στις 20 Μαΐου, πώς ίνα κάποιο «πολιτικό κλίμα» θά εύνοοϋσε τήν καλή Ικβαση τών συνομιλιών. Ό Γερμανός κατάλαβε, κι Ετσι δέν συγκινείται καί πάρα πολύ άπό τήν άφιξη μιας στρατιωτικής άγγλογαλλικής άποστολής πού Εγκαθίσταται στή σοβιετική πρωτεύουσα καί συζητεί μέ τούς Ρώσους γιά τή σύναψη μιάς συμφωνίας πού οί Σοβιετικοί δέ βλέπουν πιά v i τούς είναι χρήσιμη. Μερικές βδομάδες άργότερα, ή άναγγελία τοϋ συμφώνου Μολότωφ - Ρίμπεντροπ ξεσπά σάν βροντή. Οί δυτικές καγκελλαρίες πού είχαν χάσει τήν αίσθηση τοϋ άπόρρητου, καταρρέουν μπροστά σ' αύτή τήν «Εκπληξη» πού είχε προετοιμαστή άπό πολύ καιρό. "Οταν οί γερμανικές στρατιές εΙσέβαλαν στή Ρωσία καί ό Στάλιν Εγινε σύμμαχος τών Άγγλοαμερικανών, δέν
— 60 —
ήταν δυνατό νά παραδεχτή πώς οί δυτικοί είχαν μιά μονοδιάστατη πολιτική καί δέν φύλαγαν σάν ρεζέρβα τό ένδεχόμενο μιάς χωριστής ειρήνης, ένός συμβιβασμού μέ τό Βερολίνο. Τό πιό παράδοξο είναι δτι τό σύνθημα πού έξαπέλυσε δ ΡοΟσβελτ γιά νά καθησυχάση αύτούς τούς φόβους — «παράδοση άνευ δρων» — δέν άρεσε στό Κρεμλίνο, πού τό θεωρούσε στείρα καταπιεστικό καί γυμνό άπό πολιτική εύφυία. Είναι περίεργο δτι τά «κόκκινα τηλέφωνα» καί τ' άλλα μέσα άμεσης έπικοινωνίας πού ίχουν τεθή τώρα στή διάθεση τών άρχηγών κρατών, Ιχουν συμβάλει νά γίνη ή πολιτική πιό χοντροκομμένη καί δχι λεπτότερη' δ κύριος ρόλος τους περιορίζεται, φαίνεται, στήν πρόληψη τών «προσωπικών παρανοήσεων». Ή ύπερβολική δύναμη προκαλεί, στό διπλωματικό πεδίο, σημαντική πνευματική Ινδεια. Καθώς οί πρεσβείες έχουν γίνει άπλά ταχυδρομικά κουτιά, οί πρόεδροι καί οί πρωθυπουργοί, τουλάχιστο στά δημοκρατικά καθεστώτα, φιλοδοξούν νά κάνουν τούς δημοσιογράφους τής ίδιας τής δικής τους έξωτερικής πολιτικής. Ζούν, σκέφτονται, μακιγιάρονται, σέ σχέση μέ τΙς «συνεντεύξεις τύπου», πού τούς προσφέρουν τήν ψευδαίσθηση δτι πληροφορούν τουλάχιστο τά πλήθη, άφού δέ μπορούν νά τά κατευθύνουν. Τό άπόρρητο, άσφαλώς, δέν Εχει έξαφανιστή. Πλανάται στους διαδρόμους τών συνδιασκέψεων, σάν ίνας Εφευρέτης χωρίς δουλειά πού οί δδηγίες του είναι τόσο πολύ σοφές ώστε έμπνέει τή δυσπιστία στούς άνθρώπους πού τούς άρέσει ή άκινησία τής σιγουριάς. Πιέρ
Ρύσσι
— 61 — ΑΠΟΤΑΜΙΕΥΣΗ Δυό «θά έχεις» είναι προτιμώτερα άπό ίνα «κράτα» (στά έλληνικά θά λέγαμε: κάλλιο δύο καΐ καρτέρει παρά Ινα καΐ στό χέρι. Σ.τ.Μ.). Αύτή ή άντιστροφή τού λαϊκού ρητού είναι τό κίνητρο τής άποταμιεύσεως πού Ικανοποιείται καΐ μέ έξίσωση λιγότερο εύνοϊκή δσον άφορά τις μελλοντικές είσπράξεις. Ή άποταμίευση είναι μιά πράξη, ένεργητική ή παθητική, πού άντικαθιστά τή βεβαιότητα μιάς τωρινής άνέσεως μέ τήν άναμονή μιάς μελλοντικής, λίγο ή πολύ άπομακρυσμένης. Δέν καταναλώνεις γιά νά κάνης άπόθεμα. ΕΓτε έχει σκοπό τήν άσφάλεια είτε τήν άνάπτυξη, αύτή ή σύνεση έγκαθιδρύει άνάμεσα στό βέβαιο καΐ στό άναμενόμενο διάφορες Ισοδυναμίες, πού Ινας προηγούμενος ύπολογισμός προσπαθεί πάντα νά καθορίση, μά πού τΙς άνατρέπουν συχνά οί νομισματικές άστάθειες καΐ οί κίνδυνοι κάθε έπιχειρήσεως. Ό άποταμίευση δέν άσφαλίζει τό μέλλον μέ τή στενή έννοια. 'Αλλά καΐ χωρίς τήν άποταμίευση τό μέλλον σίγουρα διακυβεύεται. Πραγματικά, κάθε συσσώρευση μπορεί νά χαθή. 'Αλλά ή συσσώρευση μένει τό μόνο μέσο άμυνας κατά τών κινδύνων, έκτός τοϋ κινδύνου τής άπώλειας. 'Αλλά ό κίνδυνος αύτός είναι μικρότερος άπό τόν κίνδυνο τής άστοχίας ή τής στασιμότητας. Γι αύτό, παρά τΙς άπογοητεύσεις, ή άποταμίευση παραμένει ζωτικό άντανακλαστικό. 'Αναγκαίο γιά τήν έπιβίωση, άν καΐ δχι άρκετό, έπιμένει δπως Ινα Ενστικτο. Είναι λοιπόν τό ίδιο άντίθετο πρός τό λόγο ύπάρξεώς της τόσο τό νά τήν έξαί-
— 62 —
ρεις σάν άρετή δσο καί νά τήν κοροϊδεύεις. Χρήσιμο είναι νά γίνεται συζήτηση μόνο γιά τΙς μορφές πού παίρνει. Ενεργητική ά π ο τ α μ ί ε υ σ η — Παθητική άποταμίευση. θεωρούνται άποταμιευτές συναινοϋντες ή παθητικοί: — οΕ μέτοχοι έταιριών κεφαλαίου πού δέχονται Ενα μέρος τών κερδών νά άποθεματοποιεϊται γιά νά έπαναεπενδυθή. — οΕ μισθωτοί τών Επιχειρήσεων πού δέχονται Ινα μέρος τοϋ ήμερομισθίου τους νά τούς δίδεται μέ τή μορφή Εγγραφής σ' Εναν πόρο γιά Επιδόματα άπό τόν όποιο θά τούς καταβληθή σύνταξη. — οΕ φορολογούμενοι, πού οΕ άντιπρόσωποί τους ψηφίζουν τή φορολογία καί πού, μέ τή μεσολάβησή τους, συναινοϋν τά Εσοδα τοϋ προϋπολογισμού τοΟ Κράτους ή τών τοπικών όργανισμών νά ξεπερνοϋν τά Εξοδα γιά νά χρηματοδοτούνται Επενδύσεις άπό τΙς όποιες θά Επωφεληθοϋν κάνοντας χρήση τών διαφόρων Εργων. Όρισμένοι προσθέτουν καμιά φορά σ* αύτό τόν κατάλογο καί τούς καταναλωτές, πού δέχονται νά πληρώνουν τιμές, οΕ όποΐες Επιτρέπουν στούς παραγωγούς νά διαθέτουν Ενα τμήμα γιά τόν Εκσυγχρονισμό τοϋ Εξοπλισμοϋ τους. Κατά τήν άποψη αύτή, οΕ άγορές τών καταναλωτών είναι Εθελοντικές καί ή βελτίωση τής παραγωγής τελικά ώφελεΐ τήν κατανάλωση. Σ' αύτόν δμως τόν μηχανισμό, οΕ παραγωγοί άποταμιεύουν καί, άν ή άγορά εύνοεί τούς πωλητές, στήν πραγματικότητα ύπάρχει Αποστέρηση τών Αγοραστών. Τό ίδιο Ισχύει γιά τούς μισθωτούς δταν δέν Ιχουν στ' Αλήθεια τήν δυνατότητα τής Εκλογής και οί
— 53 —
έργοδότες τους ιδιοποιούνται τδ τελι*δ κέρδος άπό τή μή αύξηση τών άμεσων ήμερομισθίων. 'Αντίθετοι, θεωρούνται ώς Αποταμιευτές συνειδητοί, έκούσιοι, δραστήριοι, ot «νοικοκυραίοι» (Απομονωμένα άτομα ή οικογένειες) πού προαφαιρούν ένα μέρος άπό τά είσοδήματά τους γιά νά άποκτήσουν έπιπλα, άξιες ή διαρκή άγαθά νοικοκυριού" ή γιά νά Εξασφαλιστούν άπό κινδύνους πού δέν καλύπτονται αύτόματα καί πληρώνουν γι αύτό σέ έθελοντικούς θεσμούς προνοίας. Ποιά άπό τίς δυό, ή ένεργητική ή ή παθητική άποταμίευση, πηγαίνει πιό πολύ πρός τήν κατεύθυνση τής προόδου; "Ας μιλδμε καλύτερα γιά έξέλιξη. Ή 'Αμερική, κι έδώ δπως σέ άλλους τομείς, προηγείται καί προδιαγράφει. Παρά τόν πολλαπλασιασμό τών άτομικών χαρτοφυλακίων κινητών άξιών καί τήν άνάπτυξη τού θεσμού τών άσφαλειών ζωής, βλέπει κανείς νά διογκώνονται άκόμη περισσότερο, στήν έποχή τής άφθονίας, οί πωλήσεις μέ δόσεις, ή κοινωνική άσφάλιση, ή αύτοχρηματοδότηση τών διοικήσεων καί τών έπιχειρήσεων. Έ πλειοψηφία τών πολιτών άποταμιεύουν γιά νά πληρώσουν χρέη ή συνδρομές σέ ταμεία προνοίας, παρά γιά νά συσσωρεύσουν είσοδήματα καί νά τά τοποθετήσουν. Αύτή ή τάση είναι ή κυριώτερη αίτια τής διακρίσεως πού δξύνεται άνάμεσα σ' έκείνους πού προμηθεύουν τά άποθέματα καί σ' έκείνους πού τά χρησιμοποιούν. Κοινωνικοποιείται καί ή άποταμίευση. Λυπούνται γι αύτό έκεϊνοι πού πιστεύουν δτι κανένας δέν μπορεί νά διαλέξη καλύτερα τήν κατάλληλη έπένδυση άπό τόν κάθε άποταμιευτή πού δουλεύει γιά λογαριασμό του στήν κεφαλαία-
— 64 —
γορά. 'Αντίθετα, χαίρονται γι αύτό, έκεΐνοι πού πιστεύουν δτι ή κοινωνική χρησιμότητα τής άποταμιεύσεως δέν συμπίπτει κατ' άνάγκην μέ τά άτομικά κίνητρα πού τήν προκαλούν ή, μέ άλλα λόγια, δέν έχουν τούς ίδιους σκοπούς τά άτομα πού φροντίζουν νά έξασφαλιστούν καΐ ή Κοινωνία πού τή διακατέχει τό πάθος τής άναπτύξεως. Άποταμίευση άσφαλείας — Άποταμίευση άναπτύξεως. Ό έπιχειρηματίας πού βάζει τήν ίδια τήν περιουσία του καΐ θέλει νά τήν αύξήση γιά νά διευρύνη τΙς έπιχειρήσεις του είναι δ μόνος πού συγχωνεύει τούς δύο σκοπούς. Ά λ λ ά οί έπιχειρηματίες καΐ ot κατέχοντες δλοένα καΐ πιό πολύ διαχωρίζονται. Kai ot δεύτεροι δέ μοιάζουν μέ τούς πρώτους παρά μονάχα δταν είναι στήν κυριολεξία κερδοσκόποι. Άλλοιώς σκέφτονται τήν άσφάλειά τους μάλλον παρά τήν άνάπτυξη. Τό ένα δμως μπορεί, δπως φαίνεται, νά έπιτευχθή χωρίς νά φέρη τό άλλο. Λόγου χάρη: — Ol θεσμοί τών συντάξεων μέ «μερίσματα» δημιουργούν μιά σιγουριά, άλλά δέν έπιτρέπουν έπενδύσεις. "Αμεσα, δλοι δσοι συνταξιοδοτούνται καΐ δσοι πρόκειται νά συνταξιοδοτηθούν προστατεύονται' δέν προκύπτει δμως γιά τήν Κοινωνία καμιά άπό τΙς μελλοντικές ώφέλειες πού γεννούν τά στηριζόμενα στήν κεφαλαιοποίηση συστήματα, τροφοδοτώντας τήν άγορά. — Ό θησαυρισμός σέ διαρκείς άξίες (χρυσός, οικόπεδα κ.λ.) μπορεί νά διασφαλίση τόν καθένα άπό τόν κίνδυνο τών άπωλειών καΐ νά δώση καΐ ύπεραξία' στερεί δμως τό σύνολο άπό ένα μέρος πλούτου.
— 65 —
Υπάρχουν λοιπόν Αποταμιεύσεις πού έξασφαλίζουν, άλλά είναι στείρες. Ή Κοινωνία — κυβερνήσεις καΐ έπιχειρήσεις — έναντιώνεται σ' αύτοΰ τοΰ είδους τήν Αποταμίευση. Ωθώντας πρός τήν Ανάπτυξη, βλΑπτει τήν Ασφάλεια; Βέβαια ή άσφάλεια χωρίς άνάπτυξη είναι τελικά μύθος, θανάσιμο «σώζων έαυτόν». 'Αλλά ή συγκόλληση τών άποταμιεύσεων, ή κοινωνικοποίησή τους, Ιδιωτική ή δημόσια μέ σκοπό τήν άνάπτυξη δημιουργεί συλλογική άσφάλεια πού δέν συμπίπτει πάντα μέ τήν άτομική άσφάλεια. Έ συλλογή καΐ ή χρησιμοποίηση σέ έπενδύσεις τών είσοδημάτων πού δέν καταναλώνονται, σύμφωνα μέ τΙς Απόψεις τών αύθεντιών, προκαλούν στό χρόνο και στό χώρο «μεταβιβάσεις» πού φτωχαίνουν δρισμένους καΐ πλουτίζουν άλλους. Στό χρόνο: ή Κοινωνία διαιτητεύει άνάμεσα στό συμφέρον τοΟ παρόντος καΐ στό συμφέρον τοϋ μέλλοντος, πού δέν τά ένσαρκώνουν τά Γδια πρόσωπα. "Οταν είναι δυνατή καΐ σκληρή, είτε ή οίκονομική έξουσία είναι δημόσια, είτε είναι Ιδιωτική, προκαλεί θύματα: ot Σοβιετικοί, κατόπιν ot Κινέζοι στόν 20ό αιώνα, έπέβαλαν μιά άπάνθρωπη Αποταμίευση στούς συγχρόνους μας γιά νά βγοΰν γρηγορώτερα άπό τήν ύπανάπτυξη' ot «φιλελεύθεροι» βιομήχανοι τής μεγάλης άνόδου τοϋ δυτικού κόσμου, τό 19ο αιώνα, πέτυχαν τό ίδιο άποτέλεσμα πληρώνοντας χαμηλά ήμερομίσθια καΐ μή διανέμοντας τό μεγαλύτερο μέρος τών κερδών. Στό χώρο: κάθε μεγάλη έπένδυση καταλήγει σέ μετατοπίσεις περιουσιών' σπάνια έπωφελεϊται κανείς άπό ένα
— 66 —
Ιργο, χάνοντας χρήση του στό μέτρο πού συνέβαλε στή χρηματοδότησή του, Εφ' δσον τό Εργο είναι έξ Αδιαιρέτου τόσο δσον άφορα τή χρηματοδότησή του δσο xal τή χρήση του. Τέλος πρέπει νά σημειώσουμε δτι ή άνάπτυξη μέ «κεφαλαιοποίηση», άντίθετα άπό τήν άσφάλεια μέ «μερίσματα», θυσιάζει τό παρόν στό μέλλον χωρίς δμως καί νά έξασφαλίζη σ' δλους τους μετέχοντες άποταμιευτές τό ίδιο μέλλον. Δέν πραγματοποιείται μεταβίβαση μόνο στό χρόνο" καθώς κυλά ό χρόνος, ή άνάπτυξη συνοδεύεται άκόμα άπό μιά μεταβίβαση στό χώρο, άπό τούς πιστωτές στούς όφειλέτες, δταν τό λογιστικό χρήμα ύποτιμδται. Οί ρεαλιστές βλέπουν σ' αύτές τίς άναδιανομές πλεονεκτήματα γιά τήν Κοινωνία, δσο τουλάχιστο δέν άπογοητεύουν μέ τΙς ύπερβολές τους τά άτομα. Σημαίνει αύτό πώς δυό ήθικές συγκρούονται έδώ: ή ήθική τοϋ δικαίου καί ή ήθική τοϋ άποτελεσματικοϋ ; Πιθανό. "Αν καί πρόκειται, τό Επαναλαμβάνουμε, μάλλον γιά βιολογία παρά γιά ήθική στήν περίπτωση αύτή. ΝτελΙΧ
ΑΠΟΤΡΟΠΗ Παλιά δσο κι ή άνθρωπότητα, ή άποτροπή όρίζεται γενικά ώς ή άποθάρρυνση τής άναλήψεως ένός έγχειρήματος. 'Αλλά, δσον άφορά τήν έθνική άμυνα καί γενικότερα τΙς συγκρούσεις, ή άποτρ οπή, στηριζόμενη στό πυρηνικό φαινόμενο, παρουσιάστηκε ξαφνικά σάν Εννοια μέ άπόλυ-
— 57 —
τη άξία τήν έπαύριο μιας Επανάστασης στά μέσα καί δχι στό τέρμα τής έξέλιξής τους. "Ως τό Μάη τοϋ 1945, ή άποτροπή — ή Ακριβέστερα μιά άποτροπή — Εφαρμοζόταν άπό τόν Ισχυρό έναντίον τοϋ άδύνατου καί μέ σχετικό τρόπο. Ή πεποίθηση δτι δέν ύπάρχουν μέσα ίκανά νά τόν άποτρέψουν Εμπόδιζε νά δημιουργηθή στόν «ισχυρό» άποτρεπόμενο ή Ενόχληση που δημιουργεί τήν άβεβαιότητα. Μ' αύτές τΙς προϋποθέσεις ή άποτροπή δέν είχε ψυχολογική άξία. Άφοϋ δμως μόνο αύτή ή ψυχολογική έπίδραση Εχει άπόλυτη άξία, ή όλοκληρωμένη άποτροπή δέν μπορούσε νά ύπάρξη. "Ετσι, ώς τήν έμφάνιση τού φαινομένου πυρηνικού δπλου, ή άποτροπή περιορίστηκε σέ μιά άποτροπή έπιθετική, μοναδικής κατευθύνσεως, έξασκούμενη δηλαδή άπό τόν Ισχυρό στόν άδύνατο. Τό πυρηνικό γεγονός άποτελεΐ Επανάσταση άκριβώς γιατί Εδωσε στό δπλο δλοκληρωτικό χαρακτήρα. Ά π ό τόν χαρακτήρα αύτό τού πυρηνικού δπλου προήλθε ή διπολικότης ή πολυπολικότης τής άποτροπής" κι' αύτός δ πολλαπλασιασμός γεννά δ ίδιος Εκείνο πού όρισμένοι συγγραφείς άποκαλούν «τό άποτέλεσμα μπούμερανγκ». 'Επιδιώκοντας νά Επιβάλουν στό «δυνατό» πού θέλει νά είναι άποτρέπων, καταστροφές άνάλογες μ' αύτές πού τούς άπειλεΐ, δ άλλος «δυνατός» καί δ ή οί «άδύνατοι» περνούν άπό τήν κατάσταση τών δυνάμει άποτρεπομένων στήν κατάσταση τών δυνητικών συναποτρεπόντων. "Οσο περιορισμένα καί νά είναι πράγματι τά μέσα τους σέ σύγκριση μέ τά μέσα τοϋ «ίσχυροϋ» πού υίοθέτησε μιά άποτρεπτική στάση, είναι άπολύτως στό δψος τής πειθούς.
— 58 —
Σ* αύτό τό στάδιο τής διαλεκτικής άποτρέπων - άποτρεπόμενος, ή άμυντική άποτροπή — ή άποτροπή δηλαδή τοΟ «δυνατοϋ» πρός τόν «δυνατό» καΙ τοϋ «άδύνατου» άπέναντι στόν «δυνατό» — έκανε τήν έμφάνιση πλάι στή μεγαλύτερη άδελφή της: τήν παλιά καΙ άβέβαιη έπιθετική άποτροπή. Τήν Γδια στιγμή γεννήθηκε ή Άποτροπή. Ή έμπόλεμη κατάσταση, γιά χιλιετηρίδες, είχε διατηρήσει τή μορφή τής μονομαχίας. Ά π ό τή στιγμή πού τά χρησιμοποιήσιμα μέσα είναι τέτοια πού δίνουν στή μονομαχία άπόλυτο χαρακτήρα, ή άποτροπή δέν μπορεί νά χρησιμοποιήση προληπτικά ούτε μέρος άπό αύτά τά μέσα. Γιά νά τά έπιδείξη, δηλαδή γιά νά ύπάρξη, άποκτά τή δική της γλώσσα. Διακηρύσσει τήν άπόφαση «να φτάση στά άκρα», έπιβεβαιώνει πώς ό «άδύνατος» είναι άποφασισμένος νά χρησιμοποιήση παράλογα τό παράλογο, ένώ δ «δυνατός είναι άποφασισμένος νά τό χρησιμοποιήση λογικά. Συνεπώς: Έ άποτροπή τοϋ δυνατοϋ άπό τόν άδύνατο δέν μπορεί παρά νά είναι άμυντική. Διμερής, προσκρούει στήν άπειλή τής γενοκτονίας, άφοϋ ό άδύνατος δέν έχει — καΙ δέν μπορεί νά άποκτήση — τά μέσα άντιποίνων. Αντίθετα, δταν γίνεται πολυμερής, ή άποτροπή δημιουργεί στό δυνατό έχθρό τήν άμφιβολία γιά τΙς άντιδράσεις τοϋ δυνατού συμμάχου. Αύτή ή άμφιβολία είναι καθοριστική καΙ άποτελεΐ τήν άποτροπή. Ό άποτροπή τού δυνατοϋ άπό τόν δυνατό βασίζεται στήν δυνατότητα τών άντιποίνων, δηλαδή στή δυνατότητα τής έπιβιώσεως τοϋ δικού του όπλοστασίου γιά ένα κατοπινό
— 69 —
πλήγμα. Αύτή ή διπλή δυνατότητα κάνει πιθανή τήν έπίθεση. Σ ' αύτή τήν διπλή πιθανότητα τού πολέμου άντιστοιχεϊ αύξημένη άποτροπή. Στά διάφορα έπίπεδα τού συμβατικού πολέμου, τοϋ πολέμου «μέ άπειλή», ή άποτροπή συνίσταται στήν άβεβαιότητα δσον άφορα τήν ένδεχόμενη άνοδο στό έπίπεδο τοϋ πυρηνικού πολέμου. Στό πυρηνικό έπίπεδο — πόλεμος «μέ χρησιμοποίηση» πυρηνικών δπλων — ή άποτροπή βρίσκεται στή βεβαιότητα γιά τό γιγάντιο μέγεθος τοϋ κλιμακωμένου κινδύνου. Έ άποτροπή άποτρέπει μόνο τό θερμό πόλεμο. 'Από τή φύση της, γεννά τόν ψυχρό πόλεμο. Ζώρζ Μπνΐ
ΑΣΤΙΚΗ
ΤΑΞΗ
Μ' ένα λεπτό καΐ καμιά φορά έπικίνδυνο χειρισμό, αύτή ή λέξη καλύπτει φαινομενικά μιά έντελώς καθαρή έννοια, σημαίνει ένα καθορισμένο τύπο κοινωνικής τάξης καΐ έναν άκριβή τρόπο συμπεριφοράς. Στήν πραγματικότητα, ή χρησιμοποίηση πού τής γίνεται σ' δλες σχεδόν τις περιπτώσεις είναι ύβριστική ή περιφρονητική, πρέπει λοιπόν ν' άναζητήσουμε τήν έννοια πού κρύβει ή δβρις, πέρα άπό αύτή τήν πολεμική λειτουργία. Ή έννοια τής κοινωνικής τάξης (βλέπε τή λέξη) άποδίδει τήν ύπαρξη τοΰ άνταγωνισμοϋ καΐ τοϋ χωρισμού τών κοινωνικών δμάδων. Μιλώντας γιά μιά κοινωνική τά-
— 60 —
ξη Απομονωμένη, κινδυνεύεις νά πέσης σέ μιά μεταφυσική χρήση τής Αντίληψης, δηλαδή v i κατασκευάσης μιά δμάδα τεχνητά Αποχωρισμένη, Ινα άντικείμενο πού Εχει αύτόνομη ύπαρξη. Δέν είναι βέβαιο πώς ή άστική τάξη είναι Ινας κοινωνικός τύπος πού μπορεί νά καθοριστή. Μιλώντας γιά άστική τάξη, Ασκείς ίσως αύτό τό άμφίβολο φιλολογικό είδος: τήν ψυχολογία τών λαών καί τών δμάδων. Τό νά περιγράψης τήν άστική τάξη είναι, τό ίδιο μάταιο άπό μιά άποψη, δσο τό νά μιλάς γιά τόν Γάλλο, γιά τόν 'Ιταλό, γιά τήν γυναίκα. Μπορείς νά πής γ ι ' αύτούς πολλά λαμπερά πράγματα, λίγα δμως άληθινά. Κι έδώ έπίσης θά περιοριστοϋμε νά βάλουμε δρια στή χρήση τής Εννοιας, νά δείξουμε πώς είναι χρησιμοποιήσιμη σάν Επιθετικός προσδιορισμός, δχι δμως σάν ούσιαστικδ. Αύτό πάλι θέλει νά πή πώς ή άστική τάξη δέν είναι ποτέ ύποκείμενο, άλλά πάντοτε κατηγορούμενο ή Ιδιότητα. Ό , τ ι δέν είναι προλεταριάτο ή άγροτιά, είναι άστικό. Φτάνει αύτό γιά νά προσδιορίση μιά πραγματικά ύπαρκτή κοινωνική δμάδα; Δέν νομίζω. Ένώ τό προλεταριάτο Εχει καθορισμένα σύνορα, ή άστική τάξη δέν Εχει. 'Ονομάζουν άστό Ενα μικροϋπάλληλο δπως κι Ενα διευθυντή Επιχειρήσεως. Ή διαφορά πού καταμετράται άπό αύτή τήν Εννοια είναι διαφορά βαθμοϋ ή μεγέθους. Κατά τόν ίδιο τρόπο, Εκτός άπό τΙς Εποχές κατά τΙς όποιες άστός σήμαινε τόν Εμπορο ή τόν κάτοικο τής πόλης, δέν ύπάρχει Ιστορική περίοδος στήν δποία νά μπορή νά μιλήση κανείς καθαρά γιά άστική κοινωνία, γιά άστι-
— 61 —
κό Κράτος. Ol δροι καπιταλιστής, Ιδιοκτήτης τών μέσων παραγωγής, Ιχουν άλλη άκρίβεια. Ό δρος άστική τάξη δηλώνει, μ' Ινα άρκετά άόριστο τρόπο, δλα τά άτομα πού στό έμπόριο τής έργατικής δύναμης είναι συνδεδεμένα μ' έκείνους πού άγοράζουν αύτή τή δύναμη. Ό τρόπος άνταλλαγής διαχωρίζει έτσι καί τοποθετεί άπό τήν ϊδια πλευρά τά άτομα πού μετέχουν σέ ειδικά συμφέροντα. 'Επειδή τά άτομα αύτά καί οί διάφορες δμάδες πού σχηματίζουν είναι κυρίαρχοι, δ κώδικας τής ζωής τους έχει γενικότερη άξία, σχεδόν παγκόσμια, πού δέν Ιχουν οί ύπό κυριαρχίαν δμάδες. Τό καθετί πού σημειώνεται μέ τόν δρο άστός δέν Ιχει καθορισμένα δρια, γιατί τά καθοριζόμενα Ιτσι στοιχεία Επιβάλλουν καί κάνουν καθολική τή συμπεριφορά καί τά πρότυπά τους. "Ετσι ή δυτική κουλτούρα Ιχει παγκόσμια, καθολική έμφάνιση, γιατί είναι κυρίαρχη καί άπ' αύτό τό γεγονός συμπεριέχει πολύ διαφορετικούς τύπους (μπορεί νά πή κανείς γιά Ινα άφρικανικό ή άσιατικό κράτος δτι είναι δυτικοποιημένο). Μιλώντας γιά άστικό τρόπο συμπεριφοράς, στήν πραγματικότητα ξεχωρίζουμε μιά στάση πού δέν άνήκει σέ μιά καθορισμένη τάξη, άλλά μάλλον σ' Ινα κυρίαρχο πολιτιστικό πρότυπο σέ μιά κυριαρχούσα κοινωνία. "Ετσι τά χαρακτηριστικά πού άπεκάλυψε δ Βέμπερ σ' αύτό πού όνομάζει «πνεύμα τού καπιταλισμού» (σχέση άνάμεσα στή συμπεριφορά καί τό χρήμα, ύπολογισμός τής γόνιμης συμπεριφοράς, ίκανότητα πρόβλεψης), άνήκουν περισσότερο σ' Εναν τύπο πολιτισμού παρά σέ μιά τάξη. Πρέπει πάντως νά ύπογραμμίσουμε πώς δλ' αύτά τά χαρα-
— 62 —
κτηριστικά συνδέονται μέ μιά Ιδεολογία τοΟ κέρδους, τής Αμειβόμενης άξίας, τοϋ χρήματος σάν συμβόλου, μιάς Ιδεολογίας πού είναι άξεχώριστη άπό μιά όργάνωση τής χωρισμένης σέ άνταγωνιστικές τάξεις κοινωνίας, πού είσάγει ένα ρυθμισμένο καΙ προσανατολισμένο δδηγό τής συμπεριφοράς. Ό δρος άστός είναι θολός γιατί καλύπτει, χωρίς άποχρώσεις, τόσο τόν τρόπο τών άνταλλαγών σέ μιά κοινωνία, δσο καΙ τά άτομα πού μετέχουν καΙ έπωφελούνται άπό αύτές τΙς άνταλλαγές. Γι* αύτό έπίσης γίνεται μιά χρήοη τής έννοιας πάντα γεμάτη πάθος. "Ετσι είναι πολύ συζητήσιμο άν μπορούμε νά μιλάμε γιά «άστική έπιστήμη» κι άκόμα γιά άστική κουλτούρα. Είναι βέβαιο δτι ύπάρχει μιά κυρίαρχη κουλτούρα στίς βιομηχανικές κοινωνίες, άλλά δέν μπορεί κανείς στήν πραγματικότητα νά τήν όνομάση άστική. Αύτή τήν κουλτούρα τή διατρέχει πραγματικά ένα τόσο άρνητικό πνεύμα, μιά τόσο άδιάκοπη άμφισβήτηση τού ίδιου τού έαυτού της πού είναι δύσκολο νά τήν ταξινομήσης. Μπορείς νά πής δτι ό Νίτσε, ό Ριμπώ, ή ό Σάρτρ είναι άστοί ή δτι συνέβαλαν στήν έπεξεργασία ένός άστικού τύπου κουλτούρας; 'Ασφαλώς δχι. Σέ μιά κυρίαρχη κουλτούρα καΙ έπειδή άκριβώς είναι κυρίαρχη, ύπάρχει μιά θέληση καθολικότητας πού εισάγει στό πεδίο τού διαλόγου άντιθέσεις πού φτάνουν άκριβώς στά δρια τής όμάδας πού προϊόν της είναι δ συγγραφέας. Τόν Σάρτρ τόν διαβάζει καΙ τόν καταλαβαίνει μόνον ή κυρίαρχη τάξη. Παρ' δλ' αύτά τό Εργο του είναι μιά συνεχής άμφισβήτηση τής τάσης γιά κυριαρχία τής όμάδας στήν δποία άνήκει. Μπορεί νά πή κανείς δτι αύτό τό χαρακτηριστικό ύπάρχει έπίσης στούς
— 63 —
περισσότερους συγγραφείς, κινηματογραφιστές, ή ζωγράφους πού όνομάζονται Αστοί. Ό μοίρα τών κυρίαρχων δμΑδων είναι νά προωθούν άξίες πού τΙς ξεπερνούν καΐ τΙς Αμφισβητούν. "Ετσι ύπάρχει «ά ν α τ ρ ο π ή τ ώ ν ά ξ ι ώ ν» καΐ Ανατίναξη τής ήθικής καΐ τής κουλτούρας μιας κυρίαρχης δμάδας. Αύτό είναι Αληθινό καΐ γιά τόν τρόπο τής «Αστικής» διαχείρισης τών κοινών. Ή Αστική τΑξη, ή ή δμάδα πού δνομάζεται έτσι, κυβερνά μέ άπέχθεια δταν κυβερνά μόνη, δταν δέν φορά τό ένδυμα τών έγγυήσεων καΐ τή μάσκα τής άντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Ή κυρίαρχη τάξη προσπαθεί νά δικαιώση τΙς άποφάσεις της μέ μιά καθολική ψηφοφορία, μιά ψηφοφορία λοιπόν πού δέν μπορεί παρά νά τήν ξεπερνά καΐ πού ή ίδια τότε μόνο συγκατατίθεται σ' αύτήν δταν έχει πετύχει νά έπιβάλει σάν καθολικούς τούς σκοπούς της. Ά π ό δώ προέρχεται τούτο τό παράδοξο: ή αύστηρά άστική δμάδα, δηλαδή ή δμάδα τών ιδιοκτητών τών μέσων παραγωγής, δέν διατηρεί άμεσα τήν έξουσία, τήν παραχωρεί κατ' έξουσιοδότηση κατά ένα μέρος σέ τεχνικούς καΐ κατά άλλο μέρος σέ έκλεγμένους άντιπροσώπους τού συνόλου τοϋ πληθυσμού. Πρέπει λοιπόν ν' Αναγνωρίσουμε πώς ό δρος Αστός είναι περισσότερο μιά εΙκόνα παρά μιά έννοια. Εικόνα πού πότε δείχνει τή συμπεριφορά τοϋ έμπόρου, πότε τόν τρόπο ζωής τοϋ Ιδιοκτήτη, πότε τό σύνολο τών άτόμων πού κερδίζουν άπό ένα καπιταλιστικό καΐ φιλελεύθερο τύπο παραγωγής. ΕΙκόνα πολύ ποικίλη γιά νά μπορή πραγματικά
— 64 —
νά χρησιμοποιηθή σέ μιά συλλογιστική πάνω στήν πολιτική. Ραφαέλ
Πιβιντάλ
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ Υπάρχουν δύο πράγματα: οί Αστυνομικοί άπό τή μιά μεριά, ή 'Αστυνομία άπό τήν άλλη. 'Αστυνομικοί; Καί πρώτ' άπ' δλα γιατί δχι καί άστυνομικίνες; Ή σπάνις τοϋ «φύλου», πού δμως σήμερα στή Γαλλία είναι πλειοψηφία τοϋ έκλογικοϋ σώματος, δέν είναι άπόδειξη τών δυσχερειών πού φέρνει ή άστυνομία τών μπράτσων προκειμένου νά παραχωρήση τή θέση της στήν άστυνομία τοϋ έγκεφάλου ή στήν άστυνομία τής καρδιάς. 'Οπωσδήποτε, οί άστυνομικοί είναι πολλών ειδών. Γοητευτικοί Εφηβοι μέ καθαρές στολές πού διασκεδάζουν τΙς κυρίες τών νομαρχών, πειναλέοι καί μουλιασμένοι στό άψέντι καί συστηματικοί προαγωγοί, πού γέμιζαν, δικαίως, τρυφερότητα τό Μπαλζάκ, άνώνυμα κτήνη, πού κραδαίνουν ρόπαλα καί κατευθύνονται άπό μυστηριώδεις τύπους μέ πολιτικά, Επίτροποι μέ στολές P.D.G , πού κινοϋνται μέ άνεση στά σαλόνια καί στολίζουν περιοδικά ποικίλης ύλης, άτρόμητοι άγιοι, άσπρομάλληδες άρχειοφύλακες, ρουτινιέρηδες γραφειοκράτες, προοδευτικοί κοινωνιολόγοι, ύλικό γιά νά κάνης Ενα όλόκληρο κόσμο. Ό πολίτης Εχει πιθανότητες νά άνακαλύψη στόν άστυνομικό τόν δμοιό του. 'Αλλά ή Άστυνομία, είτε πατρική, εϊτε άνησυχητική, τόν ταράζει. Γενικά τήν άποφεύγει, κα-
— 65 —
μιά φορά τήν χρειάζεται, προτιμά νά μήν τήν σκέπτεται καί είναι Ικανοποιημένος μέ τήν έτοιμη φόρμουλα: «Είναι ένα άναγκαϊο κακό». Τό κοινό πιστεύει πώς ή 'Αστυνομία είναι παντοδύναμη γιατί αύτό ταιριάζει στή νοοτροπία έκείνων πού γιά νά άποφύγουν νά καταναλώσουν τΙς δικές τους δυνάμεις, Ισχυρίζονται πώς οί δυνάμεις τού άντιπάλου τους είναι τόσο μεγάλες πού δέ μπορούν νά κουνήσουν ούτε τό μικρό τους δακτυλάκι. Κι δμως, ή διάρθρωση τής 'Αστυνομίας είναι ίδια μέ τή διάρθρωση κάθε διοικητικού όργανισμοϋ. Στρατολογείται άπό τά σχολεία, πληρώνεται άπό Ινα άκριβή προϋπολογισμό, Ιχει κυριευθή άπό τή γραφειοκρατία, έπιβαρύνεται μ' έκείνο πού άποκαλούν «συντήρηση»: δχήματα, δπλα, κτίρια. 'Εξασφαλίζει καί τήν πειθαρχία της. Νά προανακρίνη, νά τηρή τήν τάξη, νά συλλαμβάνη τούς κακοποιούς, αύτές είναι οί άρμοδιότητες τής 'Αστυνομίας. Μά ό λόγος ύπάρξεώς της είναι νά άποτρέπη τΙς παραβάσεις καί νά καταδιώκη τούς παραβάτες. Έ 'Αστυνομία είναι πρώτ' άπ' δλα Ινας μηχανισμός κατά τού κακού. Μόνο κατά δεύτερο λόγο καί γιά νά έκπληρώση καλύτερα αύτό τό καθήκον της τηρεί τήν τάξη καί έρευνα κρυφά διάφορες ύποθέσεις. Μηχανισμός, ναί, άλλά καί πειρασμός καί πάθος. 'Από τίς δυό αύτές άπόψεις, ή 'Αστυνομία είναι όμοούσια μέ κάθε άνθρώπινη ύπαρξη. "Οπως κι ή έπιστήμη άναζητεί τή γνώση. Γιά νά συγκεντρώσουν πληροφορίες μερικοί πράκτορες παίρνουν μηνύματα άπό τεχνητούς δορυφόρους, άλλοι κοιτούν άπό τήν κλειδαρότρυπα, άλλά ή «γνώση» δέν είναι εύκολο πράγμα. Μιά άστυνομική ύπηρεσία πού
— 66 —
Ιχει πολύ καλά διεισδύσει στους κύκλους τών κλεπτών ή στόν κύκλο τί)ς πολιτικής δέν έχει διεισδύσει στους κύκλους τών διανοουμένων, κι άπό αύτό προέρχονται ot δυσκολίες πού συνάντησαν οί άστυνομικοί δταν πήραν τή διαταγή v i καταδιώκουν τούς Γάλλους πού βοηθούσαν τό Ε.Α.Μ. τής 'Αλγερίας. 'Αντίθετα μέ τόν έπιστήμονα, δ άστυνομικός πρέπει νά κρύβεται καΙ άπό τό ίδιο τό άντικείμενο τής έρευνάς του. Δέν έχει νά διαλευκάνη μόνο ίνα μυστήριο, έχει καί νά νικήση Ιναν έχθρό. Ό τομέας του είναι ταυτόχρονα έργαστήριο καΙ πεδίο μάχης, γεμάτο άπό προσωπικές, έπαγγελματικές, οίκονομικές καΙ πολιτικές έπιδράσεις. Τό έπάγγελμα τού άστυνομικού δέν είναι σάν τά άλλα. Συχνά δ μικρός άστυνομικός ύπάλληλος ξέρει τά έλαττώματα ένός ύπουργού ή τΙς άσχήμιες μιάς βεντέττας" γ ι ' αύτόν δέν ύπάρχει άμφιβολία δτι πίσω άπό τίς διακηρύξεις κρύβονται συμφέροντα, τό φαινόμενο είναι φαινόμενο, ένώ τό πρόβλημα είναι ή πραγματικότητα. Πιό κοντά στόν οίκογενειακό γιατρό πού θεραπεύει τΙς σωματικές δυστυχίες παρά στό δικαστή πού κινείται καί άποφασίζει συνήθως μέσα στήν άοριστία, κατέχει παρ' δλ' αύτά μιά δευτερεύουσα θέση. Εξομολογητής μαζί καί σύμβουλος, δέν παίζει ποτέ τόν πρώτο ρόλο. Ή «γνώση» του σέ τί χρησιμεύει ; Αύτό έξαρτάται άπό τίς καταστάσεις, άλλά καί άπό τΙς προσωπικές προτιμήσεις πού ίνας άστυνομικός μπορεί τόσο καλύτερα νά Ικανοποιήση δσο περισσότερα μυστικά διαθέτει. Είναι ύποκρισία νά λέγεται δτι δέν κάνει τίποτε έξω άπό τά πλαίσια τού νόμου. Γιά τόν άστυνομικό δπως καί γιά κάθε £λ-
— 67 —
λον, 6 κανόνας «δέν είδα, δέν Αντιλήφθηκα» διατηρεί δλη τή σημασία του. Στήν πράξη, ό Αστυνομικός δέν κάνει αύτό πού θέλει, μά αύτό πού μπορεί ύπό τόν έλεγχο πρώτα τής συνειδήσεώς του κι ύστερα τών προϊσταμένων του. Βέβαια, ή δικαστική 'Αστυνομία κινητοποιείται έπίσημα άπό τόν είσαγγελέα, άλλά σέ μεγάλο βαθμό μπορεί νά δρά αύθόρμητα καί, όπως λένε, «μέ πρωτοβουλία». 'Οφείλει νά σέβεται μιά σειρά άπό τύπους δταν κάνη όρισμένες ένέργειες: έξέταση μαρτύρων, άντιπαραστάσεις, μεταγωγές, έρευνες, κατασχέσεις, κι δταν έξασφαλίζη τήν έπιτήρηση. "Εξω δμως Απ' αύτές τΙς περιπτώσεις, διαθέτει μεγάλη έλευθερία κινήσεων. Ή «Φωνή τής 'Αστυνομίας», συνδικαλιστικό δργανο τής Γ.Σ.Ε., δημοσίευσε τό 1955 τό παρακάτω κείμενο : «'Ακόμα κι δταν ξέρουν καλά τΙς άρμοδιότητές τους, πάρα πολλοί άστυνομικοί δέν διστάζουν νά τις ξεπερνούν άπό ύπερβάλλοντα ζήλο, άπό μιά διάθεση νά άποδώσουν χωρίς νά λογαριάζουν τά μέσα παρά μόνο τό σκοπό καί ένθαρρυμένοι σ' αύτό τόν έπικίνδυνο δρόμο άπό μιά διοίκηση πού θέλει πάντα νά τούς καλύπτη, μιά δικαιοσύνη πού δέν θέλει ποτέ νά τούς στενοχωρή καί άπό θύματα τόσο πολύ συνηθισμένα στήν άδυναμία τους πού άποφεύγουν πάντα ν' άντιδράσουν!». Καμιά δημόσια ύπηρεσία δέν διατηρείται άπό τήν έξουσία τόσο μακριά άπό τήν κοινωνική ζωή δσο ή 'Αστυνομία. θαλεροί χολερόβλητοι ot άστυνομικοί, δποια κι άν είναι ή είδικότητά τους, Δικαστική 'Αστυνομία, Δημοτική 'Αστυνομία (τάξη στούς δρόμους), Γενικές Πληροφορίες, D.S.T., βλέπουν νά τούς έπιβάλλεται μιά δμοιομορφία δ-
— 68 —
μΑδος πιό πιεστική άπό τό Στρατό καί πολύ λιγότερο κολακευτική. Ή Άστυνομία είναι στριμωγμένη, χωρίς Ενδιάμεσο, χωρίς κάν τόν άποσβεστήρα τοϋ Νόμου, άνάμεσα στόν πολίτη — π ο ύ Επιπλέον είναι ταραγμένος άπό τήν παρανομία, τήν άμφισβήτηση, τήν όργή ή τή μανία — καί τήν Κυβέρνηση — τό πιό δυνατό πράγμα μέσα στό Κράτος. Ά π ό δώ προέρχεται ό κανόνας τής φρονιμάδας. Σ' Εναν παλιό, πού τόν ρωτοϋσε τί ήταν τό πρώτο πού Εκανε δταν Επιανε Εναν Ενοχο Επαυτοφόρω, Ενας νέος Επιθεωρητής άπαντοϋσε γελώντας: «ΤοΟ ζητώ πρώτ' άπ' δλα τά χαρτιά του γιά νά ξέρω μέ ποιόν Εχω νά κάνω». Ή 'Εξουσία Εφαρμόζει άπέναντι στήν Άστυνομία τήν πολιτική τής Αρκούδας. Διατυπώθηκαν Επικρίσεις γιά όρισμένους άστυνομικούς ; Νά οί πολιτικοί τής πλειοψηφίας πού γίνονται άμέσως φωτιά καί μπαρούτι, ρίχνουν τό άνάθεμα Εναντίον Εκείνων πού Επέτρεψαν στόν Εαυτό τους νά διαμαρτυρηθοΟν γιά κακές Ενέργειες καί τούς χαρακτηρίζουν προδότες τής δημοσίας τάξεως καί δολιοφθορείς τής Πατρίδος. Ό Άστυνομία καμιά φορά Εχει άνάγκη άπό μυστικό, πού ή 'Εξουσία δμως τό συντρίβει κάτω άπό τό βάρος μιάς γενικής μυστικότητας πού κάνει τήν κοινή γνώμη νά ύποθέτη πώς Ενας Αστυνομικός Εχει τό πάν νά κρύψη. "Οταν κινητοποιήται γιά μιά βίαιη Ενέργεια πού είναι ίσως άναγκαία, γίνεται τό πάν γιά νά γίνη μεγαλύτερη ή βία. 'Επιπλέον ή Αναξιοπρέπεια όρισμένων καθηκόντων, ώθεϊ καμιά φορά στή στρατολογία άναξιοπρεπών. Τό πάν γίνεται γιά νά μήν άφομοιωθοΟν οί πολίτες μέ τούς άστυνομικούς' οί Αστυνομικοί καλλιεργούνται σάν μικρόβια καί
— 69 —
διατηρούνται σ' Ενα όρισμένο βαθμό δραστικότητας μέσα σ' Ενα βραστήρα άπ' δπου ή 'Εξουσία πιστεύει πώς θά τραβήξη μιά Ενεση. Ή Αστυνομία δέν πρέπει νά είναι μόνο Ενα δργανο. Δέν θά μπορούσε νά κάνει μεγαλύτερη παράλειψη άπό τό νά είναι κι αύτή ίνα άδιαμαρτύρητο θύμα καί νά κάνη νά πληρώνουν οί πιό άδύνατοι τίς συγκαλυμμένες ταπεινώσεις πού τήν Εχουν κουράσει. Ζωντανή πραγματικότητα, βοηθός τών πάντων, τώρα πού είναι Εφοδιασμένη μΕ ύλικούς πόρους, όφείλει νά άποκτήση τούς άναγκαίους πνευματικούς καί ήθικούς πόρους γιά νά άντιληφθή δλη τήν κατάσταση καί νά βαδίση πρός τήν κατεύθυνση τής καλύτερης λύσεως, χωρίς νά τήν τυφλώσουν οί άμεσοι σκοποί. Μέ άφορμή τά γεγονότα τού Μαίου 1968, ή «Φωνή τής Αστυνομίας»: «ύπενθυμίζει πώς σ' δλες τΙς περιπτώσεις οί άστυνομικοί ύπάλληλοι δφείλουν νά Ενεργούν μέ διακριτικότητα καί άνθρωπιστικδ πνεύμα, άποδοκιμάζει τΙς μεθόδους πού χρησιμοποιήθηκαν κατά τών σπουδαστών, Εκφράζει τή λύπη της γιά τίς συγκρούσεις σπουδαστών - άστυνομικών, πού τελικά άλλοιώνουν τά άληθινά προβλήματα πού τίθενται στό Πανεπιστήμιο». Καζαμαγιόρ
ΑΥΤΟΔΙΑΘΕΣΗ Εμπειρική διαδικασία κατάλληλη γιά διάλυση αύτοκρατοριών. Σύνθετη Εννοια πού τής γίνεται μιά συχνή μά
— 70 —
καί ριψοκίνδυνη χρήση καί πού στήν ύφή της ξαναβρίσκουμε πολλά γνωστά συστατικά: προσέγγιση άνάμεσα στά άτομα καί στίς Ανθρώπινες κοινότητες έκεΐνες πού Αποχτούν τήν Ικανότητα νά παίρνουν άποφάσεις μόλις βγαίνουν Από τήν έφηβεία καί φτΑνουν στήν ώριμότητα— έκκληση γιά νά έφαρμοστή ή τυπική διαδικασία πού έπιτρέπει σέ πληθυσμούς οί όποίοι βρίσκονται ύπό ξένη κηδεμονία νά έκφράσουν τό ξεχωριστό τοϋ χαρακτήρα τους ή τών συμφερόντων τους μέ τή μορφή τής δικής τους κυριαρχίας. Δέν είναι έκπληκτικό τό δτι οί Ηνωμένες Πολιτείες ήταν — σάν γιά νά τιμήσουν τήν Ιστορία τής χειραφέτησής τους — τό έργαστήριο καί κατόπιν τό Ταμείο τής αύτοδιάθεσης. "Οπως ό Αμερικανικός λαός, πού έγινε μεγάλος, κατόρθωσε νά άπαλλαγή άπό τά δεσμά τής δουλείας πού τοϋ είχε έπιβάλλει ή Μεγάλη Βρεταννία, τό Ιδιο καί δλοι οί άλλοι λαοί θάπρεπε νά έχουν τή δυνατότητα νά έκπληρώσουν τΙς θελήσεις τους καί τΙς έπιθυμίες τους έτσι ώστε νά μήν είναι ή Αξιοπρέπεια ή Ιδιότητα μόνο τών δυνατών καί ή ταπείνωση ή συνηθισμένη τύχη τών άδυνάτων. Μ' αύτό τόν τρόπο οί όπαδοί τοΰ Ούίλσων καί τοϋ Ροϋσβελτ φαντάζονταν τήν λίγο ή πολύ είρηνική έξέλιξη τών έθνών. Καί ό άμφίβολος άντιαποικισμός τής Αμερικής — Αμφίβολος γιατί ή Power Politics καλύπτεται μ* ένα συχνά διστακτικό Ιδεαλισμό — αύτές άκριβώς τΙς ρίζες έχει. Έ διακήρυξη μέ τά «14 σημεία» τοΰ προέδρου Ούίλσων είναι τό πρώτο ντοκουμέντο πού νομιποιεΐ τήν έπιδίωξη τής αύτοδιάθεσης καί δίνει κύρος στήν Αντίληψη αύτή
— 71 —
στά μάτια τοΟ κόσμου. 'Αμέσως άπό παντοΟ όψώνονται κραυγές έκείνων πού ζητούν δικαιοσύνη καί άρνούνται νά είναι πιά ένσωματωμένοι σέ κράτη πού δέν έχουν μαζί τους καμιά σχέση. 'Αρμένοι, Κιρκάσιοι, Τουρκμένοι, Τάταροι, Κούρδοι, "Αραβες νιώθουν νά κλονίζεται ή Μεγάλη Πύλη καί νά διαλύεται τό μεγάλο μωσαϊκό τής πολυεθνικής Ρωσίας. Στά έρείπια τών δύο αύτών αύτοκρατορικών συστημάτων, ένα πλήθος μειονοτήτων παρουσιάζονται σάν ύποψήφια έθνη. Πολύ λίγες άπ' αύτές τΙς μειονότητες θά έξασφαλίσουν τήν Ικανοποίηση πού περίμεναν. Έδώ άποκαλύπτεται ένα σοβαρό κενό: κάθε φορά πού τά σύνορα τού μέλλοντος έθνους δέν άναγράφονται ήδη σ' ένα διεθνές κείμενο παραδεκτό άπό τούς «πρεσβύτερους», φαίνεται πώς ή αυτοδιάθεση δέ μπορεί νά παίζη παρά τό ρόλο ζύμης γιά άποσχιστικές τάσεις. Κι αύτός δ ρόλος άποδοκιμάζεται άμέσως γιατί ή άπειλή πού συντηρεί σ' ένα περιορισμένο χώρο θά μπορούσε αύριο νά κάνη τό γύρο τής γής, άν ή άποσχιστική τάση έξασφάλιζε τό άτιμώρητο. Ot Ενωμένες Πολιτείες δέν άγνοούν τί σημαίνουν αύτές ot Ιστορίες, άφού ύπέφεραν άπό ένα έμφύλιο πόλεμο κατά τόν δποϊο ό Βορράς τιμώρησε σκληρά τό Νότο γιατί ήθελε «ν' αύτοδιατεθή». "Ετσι ot ύδατοφράκτες τής αύτοδιάθεσης άνοίγονται μέ δρισμένες προφυλάξεις. "Αν τΙς άνοιγαν πολύ, θά βλέπαμε νά διαλύονται άρκετές χώρες (τό 'Ιράκ καί τό Σουδάν είναι τά πιό έκτεθειμένα κράτη, ή Νιγηρία θέλησε ν* άγνοήση τό πρόβλημα, μά ξύπνησε μέ τόν πόλεμο τής Μπιάφρα, κι αύτή ή Σκωτία έκλέγει τούς «έθνικιστές» της). Ό πείρα άπό τΙς συνέπειες τού πρώτου παγκοσμίου πο-
— 72 —
λέμου ψύχρανε πολύ τό ζήλο γιά δημοψηφίσματα τών θεωρητικών τής αύτοδιάθεσης. Πίστεψαν πώς μιά τέτοια προσφυγή στή λαϊκή έτυμηγορία — σύμφωνη μέ τΙς άκαδημαϊκές άπόψεις τών νομομαθών — μποροϋσε νά προκαλέση πολλές έντάσεις, νά περικλείνη τά σπέρματα μιας γενικότερης σύγκρουσης, νά συντελέση στήν τελική ήττα τοΟ δικαίου καί στό θρίαμβο τής βίας. Τό δημοψήφισμα πού όργανώθηκε στίς 21 Μαρτίου 1921 στήν "Ανω Σιλεσία Εδωσε 707.000 ψήφους γιά τήν έπανασύνδεση μέ τή Γερμανία Ιναντι 479.000 γιά τήν Πολωνία. Τ Ηταν αύτό άκριβώς πού χρειαζόταν γιά νά προσφύγουν οί Πολωνοί στά δπλα. Στήν άπελπισία της, ή Διασυμμαχική Επιτροπή γιά τήν "Ανω Σιλεσία Αποφάσισε νά έπιδιώξη τήν διανομή — σήμερα θά λέγαμε τό μοίρασμα τής άμφισβητουμένης περιοχής. Στά 1938, σ' Ενα περίφημο άρθρο, ή βρεταννική Εφημερίδα The Times θεώρησε καθήκον της νά δικαιολογήση τΙς διεκδικήσεις τών Σουδητών άπέναντι στήν κυβέρνηση τής Πράγας, έπικαλούμενη γιά τΙς άνάγκες αύτής τής γερμανικής μειονότητας, τήν άρχή τής αύτοδιαθέσεως. Αύτό πρόσφερε Ινα προκαταβολικό άλλοθι στίς συμφωνίες τοϋ Μονάχου πού θά περιόριζαν τήν Τσεχοσλοβακία στήν Τσεχία, πού κι αύτή δμως ήταν καταδικασμένη νά Εξαφανιστή σέ Εξη μήνες. Σ ' αύτή τήν περίπτωση δπως καί στίς περιπτώσεις τής "Ανω Σιλεσίας καί τών Σουδητών, τό λάθος ήταν κατά τόν Μπέρτραντ Ζουβενέλ (βλ. De la Politique Pure, Εκδ. Caiman Levu) δτι Εφαρμόστηκε μιά άπόφαση δικανικοϋ τύπου σέ μιά κατάσταση πού Επέβαλε πολιτική άπόφαση.
— 73 —
Μέ τήν πιό πλατιά έννοια πρέπει νά άναγνωρίσουμε δτι ή αυτοδιάθεση δέν έχει πιθανότητες νά λειτουργήση μέ έπιτυχία άν δέν «καλύπτεται», άν δέν γίνεται σεβαστή καί δέν προστατεύεται ταυτόχρονα, άπό κάποιους νουνούς πού ή διπλωματία τους νά ?χη τρόπους νά πείθη. Τό δτι ή Γερμανία δέν έχει άκόμα Ενοποιηθεί λέει πολλά έπΐ τού προκειμένου. Μέ λίγα λόγια, γιά νά γίνη σεβαστή ή θέληση ένός λαού πρέπει οί άλλοι νά άναγνωρίζουν πρίν άπ' δλα τήν έπικαιρότητά της. Σ' αύτό συνίσταται ή ύπερδιάθεση τής αύτοδιάθεσης. Καί γι* αύτό ή έπίτευξη τής άνεξαρτησίας μέ τούς θαυμάσιους δρόμους τής νομιμότητας προϋποθέτει άπό μέρους έκείνων πού έργάζονται γι αύτό τό σκοπό, μιά έντελώς φλωρεντινή γνώση τής κατάλληλης στιγμής. Ζώρζ
Χανείν
ΑΥΤΟΚΡΙΤΙΚΗ Τό Δεκέμβριο τού 1966 δ Αιού Σάο - Σί, πρόεδρος τής Λαϊκής Δημοκρατίας τής Κίνας, παρακολουθεί τήν έξουθένωσή του άπό τούς νεαρούς ίεροεξεταστές τής έκπολιτιστικής έπανάστασης. Στούς τοίχους τού Πεκίνου δ μεγαλύτερος άξιωματοϋχος τοϋ Κράτους μπορεί νά διαβάση τί σκέφτονται γ ι ' αύτόν οί έθνοφρουροί, έκεΐνο πού δφειλε έντιμα νά σκέφτεται καί ό Ιδιος γιά τόν έαυτό του, άν πετούσε γιά μιά στιγμή άπό πάνω του τή ματαιοδοξία τών άξιωμάτων του: «ό Λιού Σ ά ο - Σ Ι είναι ένας βρωμερός
— 74 —
τύπος», λέει ή τραχειά καί τσεκουράτη γλώσσα τών άφισσών. ΚαΙ γνωστοποιείται έξάλλου πώς αύτό τό ίδιο πρόσωπο, πού βρίσκεται ύπό κατηγορία άπό μήνες, έκανε στή διάρκεια τοϋ φθινοπώρου τήν αύτοκριτική του, άλλά ήταν «ύποκριτική καί άνειλικρινής». Μιά άξίωση τόσο παράλογ η κουβαλά μαζί της καί μερικές πολύτιμες διασαφήσεις. Καβάλα σ' ένα δράκοντα σέ παραλήρημα, τά φερέφωνα τοϋ Μάο έρχονται τώρα νά ζητήσουν μιά είλικρινή αύτοκριτική. Αύτή ή άντίφαση πού δέ φαίνεται νά έκπλήσση κανένα, είναι τό μυστικό τών κατακομβών στόν αΙώνα τής πλύσης άπό ήλεκτρονικούς έγκεφάλους. Ή αύτοκριτική είναι γιά τή συνείδηση δτι τό σέλφ - σέρβις είναι γιά τή γαστρονομία: Ινα προϊόν τής άνέχειας πού συνηθίζει τό στομάχι στ'ις ξυνίλες, ένώ τό μυαλό άρκεΐται στούς μορφασμούς. Στά δλοκληρωτικά καθεστώτα τής δεξιάς, ή κατήχηση γίνεται μέ ρυθμικό βήμα, καί δσοι άπορρίπτονται ρίχνονται σέ μιά τρύπα. Δέν είναι ό ζήλος νά μεταχειριστούν τούς άπορριπτόμενους κατά τόν τρόπο πού λείπει άπό τά μοναδικά κόμματα τής άλλης δχθης. 'Αλλά μιά ύπερβολική παιδαγωγική φιλοδοξία τούς συγκρατεί άπό τό νά μεταχειριστούν τό άτομο σάν άντικείμενο. Τούς χρειάζεται νά πονηρευτοΰν τέτοιες μεθόδους πού τό άτομο νά δεχτή ν' άνασκαλέψη τά ίδια τά σπλάχνα του γιά νά βρή τό κακό πού δέν Εχει πιά τό δικαίωμα νά τό άγνοή άφοϋ τό μάτι τοϋ κόμματος Επεσε άπάνω του — τό ίδιο μάτι πού πέφτει πάνω στό Ενοχο τρακτέρ δταν ή συγκομιδή είναι κακή. Τότε ό άνθρωπος - τρακτέρ ξεσφίγγεται κι άρχίζει νά μιλά μέ μιά κρύα καί άνώδυνη φωνή πού
— 75 —
οί γύρω του δέν τήν άναγνωρίζουν πιά γιατί είναι ή άντικειμενικοποιημένη φωνή του, ή φωνή του μπροστά στήν ιστορία. Μιλά στό τρίτο πρόσωπο τού είναι, στό πρώτο σκαλί τοϋ Αντικειμένου. Λέει έκεΐνο πού είναι έτοιμο νά καταγράψη τό μηχανικό δικαστήριο πού βρίσκεται έκεϊ: έλλείψεις, Αποτυχίες, καθυστερήσεις, προσβολές κατά τοϋ Σχεδίου. Κι δμως είναι Από καλό ύλικό αύτός ό Ανθρωπος - τρακτέρ. Μόνο πού τοϋ λείπει ή Α λ λ η όμιλία, αύτή πού δέν λερώνει τήν πηγή του. Είναι λάθος v i θεωρούμε τήν αύτοκριτική σάν μιά προκαταβολή γιά ένα μελλοντικό διΑλογο ή σάν τό έπιτυχημένο έπανορθωτικό μηχΑνημα ένός καθεστώτος πού δέν μπορεί Ακόμα νά δεχτή τήν εύφορία τής έλεύθερης συζήτησης. Ή αύτοκριτική κουβαλά τήν σημασία μέ τήν όποία τήν προίκισαν οί πρώτοι δημιουργοί της. Δέν είναι θεμιτή σάν κριτική γενικά παρά μόνο σάν αύτοκριτική. Προσέχοντας νά μήν άπομακρυνθή άπό ένα πρότυπο άπαγγελίας έπισημοποιημένης άπό τήν πρακτική, ό έξομολογούμενος έχει τήν αίσθηση πώς έκπληρώνει έκεΐνο πού περίμεναν άπ' αύτόν. Ό ύποκειμενικός τόνος, ή συγκίνηση μπροστά στό λογαριασμό πού πρέπει νά πληρώση ή κοινωνία γιά ένός μόνο τά λάθη, ή καθυστερημένη άνακάλυψη αύτής τής έννοιας τής εύθύνης πού εύχεται τώρα νά μπορέση έπιτέλους νά τή χρησιμοποιήση στήν καλή κατεύθυνση, ή αύστηρότητα πού ξέρει δμως νά φυλάγεται άπό τή μαζοχιστική ύπερβολή κακής ποιότητος, δλα Ιχουν προβλεφθή, έπιβεβαιωθή, καί ή έπανάληψη δίνει σιγουριά καί σ' έκεΐνον πού έχει άναλάβει νά έκτελέση τόν ρόλο καί σ' αυτούς πού μετέχουν στή λειτουργία.
— 76 —
Μήπως ή αύτοκριτική είναι μιά τιμή τοϋ σύγχρονου κράτους πρός τήν Ιδιότητα τοΟ πολίτη ; Μέ λίγη καλοσύνη θά μποροϋσε κανείς νά προσπαθήση νά τό πιστέψη. "Αν είναι άλήθεια πώς ή Αξιοπρέπεια Επιτάσσει νά κρίνεσαι άπό τούς όμοίους σου, ύπάρχει πιό μεγάλη άξιοπρέπεια άπό τό νά κρίνης ό Ιδιος τόν έαυτό σου; Χωρίς άλλο, μά στήν περίπτωση τής αύτοκριτικής αύτός πού κρίνει είναι ό κατώτερος έκείνου πού κρίνεται καί δχι δ Ισος. Ό κατώτερος, γιατί τό στόμα πού γεμίζει άκαθαρσίες γιά νά σπάση τή μεμβράνη τής σιωπής, αύτό τό στόμα τής αύθόρμητης καταγγελίας — τής θαμπής καί μυθιστορηματικής καταγγελίας — είναι Ενα χ ω ρ ι σ τ ό δ ρ γ α ν ο . Ξαφνικά, κάποιος μιλά, κάποιος κάνει δώρο σέ κάποιον. Είναι δ ΣάΟλωκ πού Εγινε φιλάνθρωπος, διαλεκτικός, θεωρητικός, παραφουσκωμένος ίστορισμό, ζαλισμένος άπό τήν Ιδέα δτι δ άνθρωπος μπορεί νά στέκεται δρθιος. "Ας έπιμένη τό άντικείμενο μιάς τόσο μεγάλης προσοχής στήν άρνηση, άς άποφεύγη νά άφηγηθή Εστω καί κάτι λίγο, νά δώση τήν ψεύτικη Εγγύησή του στό οίκοδόμημα τής κοινής εύπιστίας, καί θά ξαναριχτή στό σκοτάδι τής νύχτας. "Ισως καί νά μή τοΟ συμβή τίποτε τό κακό μέ τήν Εννοια πού τοΟ δίνουν ot φοβιτσιάρηδες, άλλά θά άποσυρθή. 'Αντί ν' άφήση τό στόμα του νά άποχωριστή άπ* αύτόν, θά ζήση δ Ιδιος σέ κατάσταση άποχωρισμοΟ, θύμα θάλεγες μιάς άχρηστης ύπερηφάνειας. Μέ τήν Εξομολόγηση, δ πιστός παραμένει στήν Εκκλησία. Στό σύστημα τών πολιτικών μονοθεϊσμών, Επειδή δ θεός δέν μπορεί νά κάνη λάθος, πρέπει καθένας νά παίρνη άπάνω του Ενα μέρος άπό τά λάθη πού δέν Εχουν δμο-
— 77 —
λογημένο Ιδιοκτήτη. Ά π δ δώ προέρχεται αύτή ή μανία τής προσποίησης δπου δ κατ&λογος τών παραλείψεων μοιάζει σάν νά καταπραύνη τή λόρδα μιάς δμάδας Ενοχλητικών άλητόπαιδων. Ό Ζώρζ Μπατάϊγ Εβγαλε μιά μέρα αύτή τήν κραυγή πού δέν είχε άπήχηση: «Μήν όμολογεϊτε, μήν όμολογεϊτε ποτέ». Δέν θέλησε νά καταλάβη δτι περνάμε τρέχοντας μιά έποχή πολύ κυνική στόν τρόπο πού ένεργεϊ μά ταυτόχρονα άνίκανη ν' άφομοιώση τή δράση γιατί βασανίζεται άπό τό πρόβλημα τής Ενοχής. Τ ή στιγμή πού γινόταν ή Εκρηξη τής πρώτης πειραματικής άτομικής βόμβας στό Λός Άλάμος, ό 'Οππενχάϊμερ άπάγγειλε στούς φυσικούς πού ήταν κλεισμένοι μαζί του σ' Ενα ύπόγειο καταφύγιο, Ενα χωρίο στά σανσκριτικά πού περιγράφει τή δημιουργία τοϋ κόσμου άπό μιά Εκρηξη τής ύλης. Στήν διαλεκτική καταστροφή - γέννηση, ό σοφός ζητούσε Ενα γιατρικό γιά τήν άγωνία του. Ό πιλότος πού άμόλησε τή βόμβα στή Χιροσίμα χρειάστηκε νά νοσηλευτή σέ ψυχιατρείο κι ύστερα σ' Ενα μοναστήρι. "Ετσι μπορεί νά παρατηρήση κανείς, άπό τό Ενα ώς τ' άλλο σημείο τού κόσμου Εναν π α ν ι κ ό τοϋ π ν ε ύ μ α τ ο ς , πού, χωρίς άλλο, έχει δημιουργηθή άπό τήν ύπέρμετρη δύναμη πού διαθέτει ή πολιτική βούληση. "Αν στίς δυτικές χώρες ή ψυχανάλυση Εγινε καθημερινό καταφύγιο, πρέπει νά ύποθέσουμε πώς στίς πιό στεγανές κοινωνίες δρισμένα καταπραϋντικά παίζουν, κουτσά - στραβά, τό ρόλο τών ψυχαναλυτών γιά τήν άνακούφιση άπό τά άπωθημένα. Κι αύτές οί Ιδιες κοινωνίες πού Εχουν προχωρήσει στήν έθνικοποίηση τών μέσων παρ α-
— 78 —
γωγήζι δυσφορούν νά Εθνικοποιήσουν τό συναίσθημα τής Ενοχής. Μά αύτή είναι μιά λογική σκάρτη καί άπατηλή πού άνακουφίζει μόνο τήν Εξουσία. Κι αύτή τήν άνακουφίζει μόνο μέ τήν προϋπόθεση δτι κατορθώνει νά διαιωνίζη τόν έφιάλτη τής δικής της άθωότητας. θεωρούμενη άφ' ύψηλού, ή αύτοκριτική παρουσιάζεται σάν ή τέχνη τοϋ v i χρησιμοποιής τά κατάλοιπα τών καταστροφών. "Ενα καθεστώς, δέ μπορεί νά κάνη Ετσι τούς λογαριασμούς του, δέν πάει έτσι μπροστά σέ περίπτωση δυστυχίας. Μεταφέρει τή δυστυχία στό μαυροπίνακα. Κι έδώ πραγματοποιείται ή κατανομή, μέσα στήν πειθαρχική μηδαμινότητα μιάς άναδρομικής διαύγειας πού δέν θά συντελέση στό νά προληφθή κανένα κατοπινό άτύχημα. "Οπως καί ή κακολογία, έτσι καί ή αύτοκριτική θρέφεται άπό τό παρελθόν καί προπαντός δέν τής γυρεύει κανείς νά περιγράψη τό μέλλον. Ζώρζ
Xavetv
ΒΙΟΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣτΙς 'Ηνωμένες Πολιτείες 135 Εκατομμύρια έκτάρια γονίμου έδάφους — δηλαδή τρεις φορές ή έπιφάνεια τών άγροτικών γαιών τής Γαλλίας — Εχουν έξαντληθή σέ διάστημα μικρότερο τοϋ αίώνα. Στό ίδιο χρονικό διάστημα, 23% τών καλλιεργησίμων γαιών τής ύδρογείου Εγιναν άγονες ή ξερές έξ αίτίας κακής γεωργικής έκμετάλλευσης ή ύστερα άπό καταστροφές δασών καί τήν άδιάκοπη έπέκταση τών ζωνών τών άστικών περιοχών.
— 79 —
Ό διεθνής τύπος Ασχολείται μέ πολύ Ενδιαφέρον μέ τά θέματα τής νεανικής Εγκληματικότητας, τών μπήτνικς, τής Αναπροσαρμογής στούς κόλπους τής καθολικής Εκκλησίας, ΑλλΑ, μέ Ενα είδος σιωπηρής συμφωνίας, Αγνοεί τή σοβαρότητα τοΟ προβλήματος πού Αποκαλύπτουν αύτοί οί Αριθμοί. Πρόκειται γιά τό πρόβλημα τής καταστροφής τοϋ φυσικοΰ περιβάλλοντος καί τών διαταραχών πού προκαλοϋν τά χημικά παράγωγα καί τά προϊόντα τής βιομηχανίας στίς συνθήκες τής ζωής τοϋ άνθρώπου. Έ αύξανόμενη τοξικότητα τών πόλεων, ή χρησιμοποίηση Ισχυρών δηλητηρίων στήν ύπαιθρο, ή συνήθεια τής θεραπείας μέ φάρμακα ναρκωτικά, ή μόδα τών συνθετικών τροφών, άντιπροσωπεύουν καί άμεση άπειλή, Αλλά είναι καί παράγοντες άλλοιώσεων πού μπορεί νά καταλήξουν στό νά δημιουργήσουν μιά ποικιλία παγκόσμιου ύπανθρώπου. Οί προειδοποιήσεις, δμως, Ενός σοφοϋ δπως ό Ζάν Ροστάν καί μερικών δχι συμβατικών πνευμάτων συντελοΰν στό ν' άρχίσουμε νά σκεφτόμαστε. Ή βιοπολιτική είναι μιά διαμορφούμενη πειθαρχία πού ή σημασία της θ' άναγνωριστή πολύ γρήγορα. Μιά πειθαρχία πού συνδέεται μέ τή μελέτη τών μέσων γιά τή συμφιλίωση τής σύγχρονης κοινωνίας μ' Εκείνο πού πρέπει νά μείνη τό όργανικό της στήριγμα: τή φύση, τό κλίμα, τήν ύγεία τοϋ έδάφους, τήν καθαρότητα τών νερών. Παρεμβαίνοντας σέ μιά φάση Εκβιομηχάνισης πού μπορεί νά χαρακτηριστή φανατική, ή βιοπολιτική προσκρούει στήν άντίσταση Εξαιρετικά Ισχυρών συμφερόντων πού θά καταβάλουν κάθε προσπάθεια νά ύποτιμήσουν τή σημασία αύτών τών συμπερασμάτων. Ή Επιτυχία τής νέας προσέγ-
— 80 —
γισης έξαρτάται πρίν άπ' δλα άπό τό θάρρος χαΐ τή διορατικότητα έκείνων πού είναι καλύτερα σέ θέση νά άναμετρήσουν τΙς καταστροφές πού προκαλούν ot φοβερές ύπερβολές τής τεχνικής. "Ηδη πολλοί μηχανικοί, άτομικά, άναγνωρίζουν δτι τά μεγάλα φράγματα παρουσιάζουν περισσότερα μειονεκτήματα παρά πλεονεκτήματα. 'Αρχιτέκτονες έπικρίνουν σκληρά τήν ύποδούλωση τής πολεοδομίας στίς άπαιτήσεις τής κερδοσκοπίας καί τής δημοτικής κακογουστιάς. Γεωπόνοι έξεγείρονται έναντίον τών μεθόδων καλλιεργείας πού καταλήγουν στό νά κάνουν φτωχότερο τό έδαφος. Ot πλατειές όργανώσεις συνεχίζουν τό κυνηγητό τών συμβάσεων καί δέν συγκινούνται άκόμα άπ' αύτές τΙς διαμαρτυρίες. 'Αλλά τό κρίσιμο σημείο δέν είναι πολύ μακριά, θ ά μπορούσε ή βιοπολιτική νά γίνη τό δργανο τής έξέγερσης τών στελεχών. Ζώρζ
Xavet*
ΓΚΑΤΖΕΤ 'Αγγλικός δρος πού σημαίνει Ινα πάντα έξυπνο καί καμιά φορά χρήσιμο άντικείμενο. Ή έκταση τού δρου είναι άπό τΙς πιό κυμαινόμενες. "Αν δέν άμφισβητοϋνται τά γκάτζετς τού αύτοκινητιστή (θυμηθείτε: τό «παραθυράκι κατά τών έντόμων», τήν «κινητή προσγείωση γιά τήν άποφόρτιση τού στατικού ήλεκτρισμού», τόν πλαστικό φεγγίτη πού τοποθετείται στό πίσω τζάμι γιά «νά έμποδίζη τήν πύκνωση τής άσμόσφαιρας», κ λ . π . ) , πολλά άλλα άντι-
— 81 —
κείμενα τά περνοΰσαν στήν άρχή γιά γκάτζετς, τό στυλό μέ μπίλια, τό τρανζίστορ, τό «ήλεκτρικό μάτι» (ρυθμιστής κυμάτων σ' ένα ραδιόφωνο ή μέσο γιά ν' άνοίγη ή πόρτα) κ.λ.π., άργότερα δμως, μέ τή χρήση καί μέ τήν άποκάλυψη τής χρησιμότητάς τους, πέτυχαν τόν προβιβασμό τους σέ καταναλωτικά άγαθά. Σάν τό σπαθί τοϋ Ζοζέφ Πρυντόμ, τό «τρανζίστορ» λίγο έλλειψε ν' άνατρέψη τή Δημοκρατία τό Μάη τοϋ 1968, άφοϋ τήν έσωσε άπό Ινα πραξικόπημα τόν 'Απρίλη τοϋ 1 9 6 2 . . . Παρά τή γρήγορη έπιλογή πού πραγματοποιείται, στήν προσφορά καινούργιων άγαθών, άνάμεσα στό άσήμαντο καί στό χρήσιμο, ή άδιάκοπη έμφάνιση καινούργιων γκάτζετς τά Ικανέ τό σύμβολο μιάς κοινωνικής άρρώστειας, καί Ακριβέστερα μιας Ασθένειας Αναπτύξεως: οί καπιταλιστικές βιομηχανικές κοινωνίες πού ό πλούτος τους αύξάνεται γρήγορα, φαίνεται νά βρίσκουν τήν κυριώτερή τους κινητήρια δύναμη στή δημιουργία σέ κάθε άτομο άναγκών, λίγο ή πολύ τεχνητών. Τό γκάτζετ, (μέ τή εύρεία έννοια, δηλαδή τό καινούργιο άγαθό πού προσφέρεται γιά άτομική κατανάλωση) γκατζετοποίηση τών άγαθών πού έχουν γίνει πιά παραδοσιακά (τό αύτοκίνητο μέ χρώμια ή μέ πίκ - άπ κ.λ.π.) καί ή έπίμονη διαφήμιση πού έχει σκοπό νά έπιβάλη αύτά τά γκάτζετς, άπορροφούν ήδη Ινα πολύ μεγάλο μέρος τής παραγωγικής δραστηριότητας καί τών είσοδημάτων τών Ιδιωτών. Ταυτόχρονα, οί συλλογικές άνάγκες (ή ύδρευση, ό νοσοκομειακός έξοπλισμός, οί δημόσιες μεταφορές, τά σχολεία, δ καθαρισμός τής άτμόσφαιρας, ή καλή διαρρύθμιση τών πόλεων κ,λ.π.) βρίσκονται κάτω άπό τδ σκληρό άνταγωνι6
— 82 —
σμό αύτών τών ιδιωτικών άναγκών καί μένουν σέ μεγάλο βαθμό Ανικανοποίητες. Ό 'Αμερικανός οίκονομολόγος Γκαλμπραίηθ («δ Αιώνας τής 'Αφθονίας») ύπογράμμισε έπίμονα τήν άντίθεση άνάμεσα στή θλιβερή κατάσταση τών ύπηρεσιών κοινής ώφελείας καί στή σπατάλη που κάνουν ot Ιδιώτες καταναλωτές στίς Ενωμένες Πολιτείες. Ή Γαλλία δέν Ιχει μείνει άπρόσβλητη άπ' αύτό τό κακό. 'Αλλά κανένα γκάτζετ δέν είναι, φυσικά, ύπεύθυνο γι' αύτή τήν έπικίνδυνη Εξέλιξη. Ή λύση δέν είναι νά άπαγορευθή ή διαφήμιση, νά ύπερφορολογηθοϋν τά στυλό μέ μπίλια ή νά μήν Επιτρέπεται ή κατασκευή χούλα - χούπ. Κάθε άνθρωπος διασπάται άπό τήν σύγχρονη κοινωνία: ό καταναλωτής καί ό πολίτης δέχονται άντιφατικούς Ερεθισμούς. Γιά νά διοχετεύσουμε τούς πιό δυνατούς Ερεθισμούς, δέν ύπάρχει άλλη λύση άπό τό νά βροΟμε τΙς διαδικασίες πού έπιτρέπουν τή διαιτησία άνάμεσα σέ δλες τίς άνάγκες — άτομικές καί συλλογικές — άφοϋ δώσουμε στόν καθένα τή δυνατότητα νά άντιλαμβάνεται τούς άκριβεϊς δρους τών Επιλογών. 'Από τήν άποψη αύτή, δ σχεδιασμός είναι Ενα περίφημο... γκάτζετ. Πώλ
Λεαχώ
ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΑ Στό 1939 βγήκε στό Παρίσι, μέ Εξοδα τοΟ συγγραφέα, Εν α παράξενο βιβλίο μέ τόν τίτλο ή γραφειοκρατικοποίηση τ ο Ο κ ό σ μ ο υ . Ό συγγραφέας
-83 —
περιορίστηκε στήν πραγματικότητα νά βάλη στό βιβλίο μόνο τό μικρό του όνομα, Μπροϋνο P., πού δέν έλεγε τίποτε σέ κανένα. Σήμερα είναι περισσότερο γνωστή ή ταυτότητα τού συγγραφέα. Πρόκειται γιά τόν Μπροΰνο Ρίτσι —άλλοτε έλεύθερο σκοπευτή τού Ιταλικού άντιφασισμού— πού ζει στό Γκαργκάνο στίς δχθες τής λίμνης τού Γκάρντ, καί πού έχει έγκαταλείψει τήν ένεργό πολιτική καί πουλάει παπούτσια. Τό βιβλίο του, προφητικό άπό πολλές άπόψεις, γρήγορα καλύφθηκε άπό τόν όρμαθό τού πολέμου. ΚαΙ δέν θάχε άφήση κανένα ίχνος, άν δ Λέων Τρότσκυ δέν άναφερόταν έπανειλημμένα σ' αύτό στις έπιστολές του κατά τή διάρκεια μιας άντιδικίας του μέ τούς 'Αμερικανούς φίλους του. Φαίνεται πώς δ Τρότσκυ είχε άρκετά συγκλονιστεί άπό τήν έπιχειρηματολογία τού Μπροΰνο Ρίτσι γιά νά παραδεχτή, πώς άν τά συμπεράσματα τού 'Ιταλού έπαληθεύονταν, θά έκμηδενίζονταν οί δικές του θεωρίες. Τ Ηταν ίσως τό έσχατο στοίχημα τού γέρου άγωνιστή πού τόν παραμόνευε ό θάνατος. 'Ορισμένοι θά ήθελαν νά μπορούσαμε νά λέγαμε δτι τό κέρδισε. 'Αλλά είναι άσύνετο νά παίζης μέ τήν Ιστορία. Ό Τρότσκυ παρομοίαζε τήν προδοσία τού Στάλιν μέ διακοπή τού ρεύματος. Ό Στάλιν είχε έκτροχιάσει τήν Επανάσταση, είχε άπαλλοτριώσει τά δικαιώματα τών σοβιέτ, είχε δλοκληρώσει τόν άποχωρισμό τού σοβιετικού κράτους άπό τΙς μάζες άπό τΙς όποιες προήλθε. "Οσο θλιβερές καί νά είναι οί συνέπειες τοΟ «σταλινικού βοναπαρτισμού», άντιστοιχούν σέ μιά φάση άμπώτιδος τής έπανάστασης καί δέν μπορούν νά θεωρηθούν σάν τελειωτικά
— 84 —
οικοδομήματα. Μιά μέρα τό ρεΟμα θά άποκατασταθή, τά σοβιέτ θά ξαναγίνουν τά ίργανα τής βάσης καί δέν θά είναι πιά οί ύπηρέτες τής κορυφής, οί μάζες θά άναλάβουν πάλι νά συνεχίσουν τό έργο άπό τό σημείο δπου ή εισβολή τοϋ Στάλιν έφερε τήν έπιζήμια παρέκκλιση. Μιά άπό τΙς πιό άνησυχητικές συνέπειες αύτής τής παρέκκλισης ήταν, κατά τήν άποψη τοϋ Τρότσκυ, ή άναρρίχηση καί ή ύπερτροφία μιας διπλής γραφειοκρατίας, τής γραφειοκρατίας τοϋ κόμματος καί τής γραφειοκρατίας τοϋ Κράτους, πού άντλώντας τή δύναμή της άπό τήν έξουσία έλέγχου τής «ήγετικής κλίκας», διέθετε ύπερβολικά προνόμια καί άρμοδιότητες. Μιά καινούργια όμάδα ένοφθαλμιζόταν έτσι τό κορμί τοΰ έθνους, μέ Ινα έμβόλιο αύταρχισμοϋ πού δέν προοιωνιζόταν τίποτα τό καλό. Μά, καθώς δ Τρότσκυ πίστευε στή «δεύτερη έπανάσταση», είχε τήν τάση νά άντιμετωπίζη τή γραφειοκρατική έξουσία σάν ένα περιορισμένο έπιφαινόμενο καί Απέφευγε νά τοϋ προσδώοη ταξικό περιεχόμενο. "Οταν προσπαθή νά χαρακτηρίση τό γεγονός, χρησιμοποιεί τούς δρους «παρασιτικό σάρκωμα» πού φαίνεται δτι έκφράζουν καλύτερα τή σκέψη του σ' αύτό τό θέμα. "Ενα σάρκωμα δέν έχει βαθειές ρίζες καί ή άφαίρεσή του δέν είναι παρά ένα μικρό πρόβλημα νυστεριοϋ. Ό Μπροϋνο Ρ. δέν τό άντιμετωπίζει μέ τόσο άπλό τρόπο. Στίς μεγάλες μεταβολές τής κοινωνίας πού πραγματοποιήθηκαν άπό τόν κομμουνισμό καί τό φασισμό βλέπει τό γεγονός πού, κάτω άπό διαφορετικές Ιδεολογικές κρούστες, ευνοεί τήν έκκόλαψη καί τήν άποκρυστάλλωση μιάς πραγματικής κοινωνικής τάξης, έπιφορτισμένης μέ δλες
— 85 —
τΙς Αρμοδιότητες τοΟ «σχεδίου», δηλαδή τήν πρόβλεψη καί τήν καθημερινή διοίκηση. Έ φθορά τοΟ παλιοΟ προσωπικού έπιτρέπει σ' αύτή τήν γραφειοκρατική τάξη νά μπή στό αύλάκι των Επαναστατικών μειοψηφιών πού κατέλαβαν τό Κράτος, ύστερα νά συσσωματωθούν, νά έγκατασταθούν, νά άπλωθούν, νά πολλαπλασιαστούν, νά στερεωθούν, νά Αποτελέσουν ταυτόχρονα τήν πιστή κομματική πελατεία του καί τό Εκτελεστικό του δργανο σέ δλα. Συγκεντρωτισμός, σχεδιοποίηση, Εθνικοποίηση είναι οί τρεϊς μαστοί τής γραφειοκρατίας. Αύτοί Επιτρέπουν σ* έκείνους, πού δέν θάταν σέ άλλες συνθήκες τίποτε παραπάνω άπό κυβερνητικοί ύπάλληλοι, νά μεταμορφώνονται σέ άφεντικά τού λαού. Αύτή ή τάξη περιλαμβάνει είδικούς, μηχανικούς, τεχνικούς, άλλά καί αύθεντικά προϊόντα τής διοικητικής σκουριάς πού άφομοίωσαν τή λογική τού συστήματος. Ξένη στήν άρχή πρός τό σύστημα καί γεμάτη Αμηχανία μπροστά στά Ιδεολογικά ζητήματα, γίνεται σέ λίγο άπαραίτητη καί τίποτε δέν πραγματοποιείται χωρίς αύτή καί άκόμα λιγότερο έναντίον της. Συνδεδεμένη μέ τήν κοινωνική κατάσταση πού τής έξασφάλισε μιά τόσο τιμητική θέση, φοβάται τΙς άπότομες μεταβολές καί συμπεριφέρεται σάν συντηρητική άπό πεποίθηση, τό ίδιο στυφή δσο ήταν ή άστική τάξη τών δυτικών χωρών στό 19ο αιώνα. Έκεΐ πού γίνεται λόγος σήμερα γιά φιλελευθεροποίηση τής οίκονομίας, άς είμαστε βέβαιοι δτι ή τοπική γραφειοκρατία θά καθυστερήση ή θά σαμποτάρη δλα τά μέτρα πού μπορεί νά κλονίσουν τΙς θέσεις της. Τέτοιος είναι, στό φώς τής ήμέρας, ό πίνακας πού σχεδίασε πρίν άπό τριάντα περίπου χρόνια δ Μπρούνο Ρ.
— 86 —
"Αλλοι συγγραφείς τόνισαν τή λεπτομέρεια, πλούτισαν τήν περιγραφή, Απεκάλυψαν τΙς μεταμφιέσεις τής γραφειοκρατίας, έδειξαν τόν τρόπο μέ τόν όποιο ή τάξη αύτή Αναπαράγεται μέ προσλήψεις σύμφωνα μέ τούς κανόνες τής έπιλογής καί τών προβιβασμών πού προέρχονται άπό τό πνεύμα τής μασωνίας. Ό Τζαίημς Μπούρναμ, στό βιβλίο του The Managerial Revolution, χωρίς νά άναφέρεται καθαρά στό έργο τού Μπροΰνο P., πού δμως τό γνώριζε καλά, έπιβεβαιώνει τήν άξία τής άνάλυσής του. Πηγαίνοντας μακρύτερα άπό τόν Μπροΰνο P., διευρύνει τό πεδίο διεισδύσεως τής νέας δραστήριας γραφειοκρατίας, πού κατά τήν γνώμη του, αύξάνει καί ένισχύεται έπίσης στίς χώρες δπου διατηρείται δ καπιταλισμός καί έπικρατεί ή ιδιωτική πρωτοβουλία. ΚαΙ στόν Ιδιωτικό τομέα προβάλλουν καί έπιβάλλονται αύτοί ol περίφημοι «όργανωτές» πού όλοένα καί λιγότερο είναι Αντιπρόσωποι τών μετόχων καί μοιάζει περισσότερο νά συμπεριφέρονται σάν καρπωτές τής άδιαφορίας τών μετόχων. Ol μεγάλες άμερικανικές φίρμες άριθμούν πέντε ή έξη άντιπροέδρους ή καθεμιά άκολουθούμενους άπό όμάδες νεαρών καί φιλόδοξων καυγατζήδων. Περισσότερο άκόμα κι άπό τούς πολιτικούς πειραματιστές τών κομμουνιστικών γραφειοκρατιών, αύτοί ο! οίκονομικοί πειραματιστές έχουν στή διάθεσή τους άξιόλογα πλαίσια αύτονομίας. Έδώ δμως δέν συγχωρείσαι γιά τήν άποτυχία, ένώ σέ κομμουνιστικό καθεστώς συχνά βολεύονται τά πράγματα. Τέλος, μετά τόν Μπροΰνο Ρ. καί τόν Τζαίημς Μπούρναμ, ό Μίλοβαν Τζίλας, ό πρώην «σύντροφος έν δπλοις»
— 87 —
τοΟ Τίτο, Ανακαλύπτει μέ νεανική έκπληξη, αύτή τή «νέα τάξη», πού κρατά δλα τά γρανάζια τής χώρας, καί καταδικάζει τή σκανδαλιστική κραιπάλη της. Εξάλλου, άν προσέξη κανείς πώς σ' δλες σχεδόν τΙς ύπό άνάπτυξη χώρες ή γραφειοκρατία είναι τό πράγμα πού άναπτύσσεται μέ τήν μεγαλύτερη έπιτυχία καί μέ τό μεγαλύτερο κέρδος, θά συμφωνήση πώς «ή γραφειοκρατικόποίηση τού κόσμου» προχωρεί καλά. Ol Ιδιες οί διεθνείς όργανώσεις — ΟΓΝΕΣΚΟ, ΦΑ.Ο., Ο.Μ.Σ. κ.λ. — φαίνεται νά έχουν γίνει εΙδικά γιά νά Ικανοποιήσουν τήν άνάγκη τής παρουσίας καί τής παρέμβασης αύτών τών άξιωματούχων τής άναφορ&ς καί τοϋ σχεδίου, πού φροντίδα τους είναι νά βάλουν σέ τάξη δλες τΙς δραστηριότητες τοϋ άνθρωπίνου γένους. Αύτή ή έκλεκτική τάξη θά κληθή νά πραγματοποιήση τήν προσφιλή ιδέα ένός λησμονημένου θεωρητικού, τοϋ Πάρβους, μισο - τυχοδιώκτη καί μισο - δραματιστή πού ό Λένιν παρακολουθούσε καμιά φορά μέ προσοχή τ'ις Απόψεις του, καί ό όποιος πρόβλεπε δτι θά ύπάρξη ένα έπιτυχημένο άμάλγαμα, ένα ζωογόνο συμβόλαιο άνάμεσα στήν καπιταλιστική ένεργητικότητα καί στόν έπαναστατικό δυναμισμό. Έ Ιδέα δέν θά πάψη νά γοητεύη έκείνους πού έχουν στό νοϋ τους τήν καταπληκτική σταδιοδρομία ένός άνθρώπου σάν τόν Ένρίκο Ματτέι. Διευθυντής ώς τό θάνατό του (1963) τής Ε.Ν.Ι. (ιταλικού κρατικοϋ δργανισμοΰ γιά τούς ύδρογονάνθρακες), δ Ματτέι συγκέντρωνε στό πρόσωπό του τΙς έπιθετικές άρετές τοϋ έλεύθερου έπιχειρηματία καί τό κύρος ένός άνωτάτου κρατικοϋ ύπαλλήλου. Είχε τή μυστική του διπλωματία, τά μυστικά του
-88κονδύλια, τή στρατηγική του, τή δημιουργική του 6ρ;ιή. Ά λ λ α τό παράδειγμα τοϋ Ματτέι μένει, γ ι ά τήν ώρα, μιά έξαίρεση. Σπάζοντας τό άκαμπτο πλαίσιο τ ή ; γραφειοκρατ ί α ; , πρόβαλε σάν μια έθνική φυσιογνωμία πού οί νόμοι δέν τον αφορούσαν καθόλου. Έ κ τ ο ; άπό μερικές Εμπνευσμένε; βεντέττε;, ή κρατική γραφειοκρατία διακρίνεται πάντα γ ι α τή νωθρότητα τ η ; . Ε ξ ά λ λ ο υ , δέν θά μπορούσε νά γ ί ν η διαφορετικά: δ πλεονάζων κρατικό; λειτουργό; είναι ή προϋπόθεση γ ι ά τό δραστήριο κρατικό λειτουργό, τό μή π α ρ α γ ω γ ι κ ό ;iioo; ισορροπεί τό Αποδοτικό. Καί όπως και ή νέα γραφειοκρατία Εχει μια άνιαρή Αποστολή, είναι Αναπόφευκτο να σέρνη μαζί τ η ; αυτή τήν μισό - στειρότητα που Αποτελεί τήν Αρνητική τ η ; πλευρά. Για τό λαϊκό αίσθημα, ή νέα γραφειοκρατία Αποτελεί μία τάςη. Μια τάξη πού παίρνει τή θέση τ ή ; παραοοσ ι α κ ή ; ά σ τ ι κ ή ; τ ά ς η ; , ή όποία παραμένει τό πραγματικό τ η ; πρότυπο, εστω κι άν προσποιείται π ώ ; τήν Αποστρέφεται. Τ ό λαϊκό αίσθημα σπάνια γελιέται καί μπορούμε έοώ νά τό υιοθετήσουμε σαν κριτήριο. Ζωηζ Xaveîv
ΔΑΝΕΙΟ Ή λέςη προέρχεται «εκ τοϋ δάνο; σημαίνοντος δώρον - λατιν (loiuiiu - Επειτα δέ χ ρ ή μ α δοθέν Εντόκω;» (3ημ. τ. Μ. Λεξικό Ε λ ε υ θ ε ρ ο υ δ ά κ η ) .
-89 — Στά γ α λ λ ι κ ά υπάρχουν δυό διαφορετικές λέξεις. Μιά γ:ά τό δάνειο πού παρέχεται (καί ώς σύμβαση καί ώς περιεχόμενο) : prêt καί proler = δανείζω. Καί άλλη γ ι α τό δάνειο πού λαμβάνεται (καί ώ ; σύμβαση άπό τήν πλευρά τοϋ δανειζομένου καί ώ ; περιεχόμενο τοϋ δανείου) : e m p r u n t καί e m p r u n t e r = δανείζομαι, e m p r u n t e u r = ό δανειζόμενος. "Αλλά καί στήν ά ρ χ α ί * έλληνική, ή λέξη δάνειο »-κυριολεκτείται επί του λαμβάνοντος τό χ ρ ή μ α ώ ; χρέος καί όφειλήν> (στό ίδιο λεξικό, Σ . τ . Μ . ) . Ί Ι γ α λ λ ι κ ή λίςτ, e m p n m l , προέρχεται άπό τό λατινικό p r o m c l i m m , πού σημαίνει προκαταβολή χρήματος. Ί'ό emprunt σημαίνει ή τήν άπόκτηση ένός πράγματος (ειδικότερα χρήματος) ώ ; δανείου, δηλαδή μέ τήν υποχρέωση τής επιστροφής, ή τό π ρ ά γ μ α πού Αποκτάται μ' αύτό τόν τρόπο. Γιά μεγάλο διάστημα, δάνεια καί δανειζόμενοι κρίνονταν αυστηρά: «αυτοί πού δανείζονται είναι πολύ δυστυχισμένοι...» βάζει ό Μολιέρος νά λέη ενας ήρωας τοϋ «Φιλάργυρου^, καί ό Λαφονταίν κατηγορεί τό τζιτζίκι, ·>αύτό τό καταχρεωμένο». Στίς μέρες μας, μένουν ίσως μερικά Γχνη αυτής τής δυσπιστίας, γ ε ν ι κ ά δμως ό δανεισμός αντιμετωπίζεται ευνοϊκά, σαν ενας μηχανισμός Απαραίτητος γ ι α τήν καλή λειτουργία καί τήν πρόοδο τής οικονομίας. Αύτό συμβαίνει γιατί ό ρόλος τοϋ δανείου έχει βαθιά τροποποιηθή. Στίς προκαπιταλιστικές κοινωνίες, δ δανειζόμενος — είτε δ κοινός πολίτης είτε ό π ρ ί γ κ η π α ς — μοναδικό του σκοπό είχε συνήθως ν' αύξηση άμεσα τήν κατανάλωσή του, κάνοντας προεισπράξεις έπί τών μελλοντι-
— 90 —
κών του εισοδημάτων πού ήταν καμμιά φορά προβληματικά. 'Αντίθετα, στίς σύγχρονες κοινωνίες, τό δάνειο είναι πρίν άπ' δλα μέσο γιά τή χρηματοδότηση έπενδύσεων: ή λέξη τείνει άλλωστε νά χρησιμοποιήται μόνο γιά μεσοπρόθεσμες ή μακροπρόθεσμες πιστώσεις (βλέπε Πίστη). "Ενας Ιδιώτης μπορεί νά δανειστή γιά τήν άγορά τών πιό διαφορετικών είδών, άλλά ή πιό συνηθισμένη μορφή δανείου είναι , χωρίς άλλο, τό δάνειο που προορίζεται γιά τήν άπόκτηση ή κατασκευή άκινήτου, καί συνοδεύεται άπό ύποθήκη, πραγματική άσφάλεια πού έγγυάται τήν έπιστροφή τοΟ δανείου. Ή όργάνωση μιάς άγοράς ένυποθήκων δανείων, πού θά άπέβλεπε Ιδιαίτερα στή μείωση τών έπιτοκίων, θά μπορούσε νά εύνοήση στή Γαλλία τήν άνάπτυξη τού δανεισμού αύτού τού τύπου. Ή έπιχείρηση πού δέ μπορεί νά προμηθευτή τά άναγκαΐα γιά τήν άνάπτυξή της κεφάλαια άπό τούς δικούς της πόρους (αύτοχρηματοδότηση), τά ζητεί άπό τούς έταίρους, αυξάνοντας τό κεφάλαιο ή τά δανείζεται μέ έκδοση δμολογιών. Έ μέθοδος τού δμολογιακού δανείου χρησιμοποιείται πολύ άπό τΙς έπιχειρήσεις τόσο τΙς Ιδιωτικές δσο καί τΙς δημόσιες ή ήμιδημόσιες. Οί δημόσιοι όργανισμοί χρηματοδοτούν μέ δάνεια όρισμένες άπό τΙς δαπάνες τους: έτσι οί κοινότητες καταφεύγουν στό δανεισμό (ειδικότερα στό ΚρεντΙ Φονσιέ ή στό Ταμείο Καταθέσεων καί Παρακαταθηκών) γιά τήν πληρωμή τού έξοπλισμοϋ τους. Τά κρατικά δάνεια έχουν γίνει άντικείμενο πολλών
— 91 —
συζητήσεων Άπό τούς θεωρητικούς τών δημοσίων οίκονομικών. Κατά τήν «κλασική» θεωρία, τό δάνειο — π ο ύ διακρίνεται άπό τό φόρο κατά τό δτι είναι έθελοντικό καί συνεπιφέρει μιά άντιπαροχή— δέν είναι παρά τό μέσο γιά προείσπραξη μελλοντικών πόρων, μεταθέτοντας στίς έπόμενες γενεές τό βάρος τών δαπανών. Δέν πρέπει λοιπόν νά χρησιμοποιήται παρά μόνο σπάνια γιά τήν κάλυψη δρισμένων έκτάκτων (πόλεμος) ή παραγωγικών δαπανών. Τό Κράτος όφειλε ι νά μειώση τό βάρος τών δφειλών του μέ δλα τά νόμιμα μέσα: άπόσβεση (πληρωμή τοϋ κεφαλαίου στίς προβλεπόμενες προθεσμίες) καί μετατροπή (μείωση τοϋ έπιτοκίου). Γιά δρισμένους «μοντέρνους» συγγραφείς, τό δάνειο είναι δημόσιος πόρος δπως καί δ φόρος, μέ τόν δποΐο τείνει άλλωστε νά έξομοιωθή. Τό βάρος άπό τά δάνεια έλαττώνεται μέ τή συνεχή αύξηση τών φορολογικών έσόδων τοΰ Κράτους, καί συχνά μέ τήν ύποτίμηση τοϋ νομίσματος. Ή καταφυγή στό δανεισμό περιορίζεται μόνο άπό τή φροντίδα νά διατηρηθή ή «πίστη» τοϋ Κράτους, καί νά μείνη περιθώριο γιά Ιδιωτικά δάνεια. Στήν πραγματικότητα, ό δανεισμός θεωρείται σήμερα στή Γαλλία σάν ένα μέσο γιά τήν αύξηση τών οικονομικών τοϋ Κράτους καί δχι σάν ένας συνηθισμένος πόρος τοϋ προϋπολογισμού. Εξάλλου, τά μακροπρόθεσμα καί τά μεσοπρόθεσμα δάνεια άντιπροσωπεύουν ένα μικρό μέρος (15,69%, τά τέλη τοϋ 1967) τού έσωτερικοϋ δημοσίου χρέους (145 δισεκατομμύρια φράγκα στίς 31 Δεκεμβρίου 1967), τό κυριότερο μέρος τοϋ όποίου Αποτελείται άπό
— 92 —
βραχυπρόθεσμα γραμμάτια καί άπό άποθέματα τών «άνταποκριτών» τοΟ Δημοσίου Ταμείου (Τ.Τ.Τ., Ταμείο Καταθέσεων καί Παρακαταθηκών, κλπ.). Γιά νά τοποθετηθώ) χωρίς δυσκολία, ένα δάνειο πρέπει νά προσελκύη τούς συνδρομητές (κοινό, τράπεζες) μέ τά πλεονεκτήματα πού τούς προσφέρει. Υψηλό έπιτόκιο είναι φυσικά τό πιό φανερό πλεονέκτημα. Πάντως γιά νά μήν παρουσιάση πολύ μεγάλο όνομαστικό έπιτόκιο (δείγμα «πίστεως» πού έξασθενίζει), δ δανειζόμενος διαθέτει μεθόδους πού τού έπιτρέπουν νά χορηγήση πραγματικό έπιτόκιο άνώτερο άπό τό φαινομενικό : φορολογικές άπαλλαγές (γιά τά κρατικά δάνεια), έκδοση «κάτω άπό τό άρτιο» (τό ποσό πού δίνει δ Εγγραφόμενος στό δάνειο είναι κατώτερο άπό έκεΐνο πού θά τού έπιστραφή καί έπί τού δποίου ύπολογίζονται ol τόκοι). Αύτή ή τελευταία μέθοδος προσφέρει στόν έγγραφόμενο Ινα κέρδος σέ κεφάλαιο δταν θά τού έπιστραφή τό δάνειο, δπως μέ τά βραβεία ή μέ τά λαχεία. "Αλλα ώφέλη σέ κεφάλαια μπορεί νά προέλθουν άπό τήν διατίμηση τών δανείων (λόγου χάρη, τό δάνειο 5% τού 1956, πού διατιμήθηκε έπΐ τής τρεχούσης τιμής τών κινητών άξιών, ή ή πρόσοδος 3,5% σέ έγγυημένο κεφάλαιο πού διατιμήθηκε στήν τρέχουσα τιμή τών χρυσών «λουδοβικείων»). 'Αλλά αύτή ή διατίμηση δέ γίνεται πάντα δεκτή χωρίς περιορισμούς. Στήν πραγματικότητα, ή διατίμηση είναι κυρίως (δπως άλλες μέθοδοι: ή «ρήτρα χρυσού» ή «ή έγγύηση») μέσο έξασφαλίσεως τών δανειζομένων κεφαλαίων άπό τΙς νομισματικές διακυμάνσεις. Γιά νά μπορέσουν οί έγγραφόμενοι νά έπιτύχουν τήν είσπραξη τών χρημάτων τους —
— 93 —
έκτός άπό τήν ύποχρεωτική ή προαιρετική άπόσβεση — οί δανειακοί τίτλοι εισάγονται στό χρηματιστήριο, δπου πωλούνται καί Αγοράζονται έλεύθερα. Παρά τά πλεονεκτήματα πού παραχωρούνται στούς έγγραφομένους, τά δάνεια —τουλάχιστο μέ τή μορφή τών όμολογιών— εύνοοΰν κυρίως τόν δανειζόμενο. Στή Γαλλία, κατά τό Εθνικό Ινστιτούτο Στατιστικής, ένα κεφάλαιο, πού τοποθετήθηκε στα 1914 σέ κινητές άξιες μέ σταθερό είσόδημα, είχε χάσει στά 1965, ύπολογιζομένων καί τών τόκων πού είσπράχθηκαν, περισσότερα άπό τά έννιά δέκατα τής άγοραστικής άξιας του. ΤζέΙμς
ΔΕΞΙΑ
ΚΑΙ
Σαρριέ
ΑΡΙΣΤΕΡΑ
"Ολες οί πολιτικές λέξεις έχουν άποκτήσει άξία. Δέν ύποδηλώνουν πιά μόνο άντικειμενικές έννοιες. Περιέχουν έπίσης ύποκειμενικές στάσεις άπέναντι στίς έννοιες: έλξη ή άπώθηση, έπιδοκιμασία ή Αποδοκιμασία. Περιγράφοντας τά γεγονότα, τά κατατάσσουν ταυτόχρονα σέ κατηγορίες καλού καί κακού, δίκαιου καί άδικου, ύπέρ καί κατά. Ό Αξιολόγηση είναι τόσο Ισχυρότερη καί ή Ασάφεια τόσο μεγαλύτερη δσο οί λέξεις Αφορούν έναν τομέα πιό ούσιαστικό τής πολιτικής: δηλαδή έναν τομέα πού βρίσκεται κοντύτερα α' αύτήν τήν πάλη άνάμεσα σέ προνομιούχους καί άδικημένους, καταπιεστές καί καταπιεζόμενους, έκμεταλλευτές καί έκμεταλλευόμενους, πού άποτελεΐ τή θεμε-
— 94 —
λιακή κοινωνική πραγματικότητα. Αύτό συμβαίνει μέ τΙς λέξεις «δεξιά» καί «άριστερά». Υποδηλώνουν τΙς ίδιες τΙς δυό άνταγωνιστικές δυνάμεις μ' ένα άφηρημένο τρόπο. Ή «δεξιά» περιλαμβάνει κατ' άρχήν δλους έκείνους που ύπερασπίζονται τήν κατεστημένη τάξη — δποια καί νάναι αύτή ή τάξη — καί είναι φυσικά έκεΐνοι πού έπωφελούνται άπό τήν τάξη αύτή ή έλπίζουν νά έπωφεληθούν. Ή «άριστερά» περιλαμβάνει δλους έκείνους πού είναι άντίθετοι μέ τήν κατεστημένη τάξη καί θέλουν νά τήν άντικαταστήσουν μέ μιάν άλλη καί είναι φυσικά έκεΐνοι πού ύποφέρουν άπ' αύτή τήν τάξη. 'Αλλά οί προνομιούχοι έχουν τήν τάση ν' άρνοϋνται τήν ύπαρξη προνομίων, καί τήν άντίθεση πού προκαλούν. 'Από έδώ προκύπτει μιά διπλή άπό μέρους τους λεκτική προσπάθεια: 1. άμφισβητοΰν τήν ίδια τή διάκριση σέ δεξιά καί άριστερά. 2. στό βαθμό πού δέν τό κατορθώνουν πλήρως, άρνούνται νά δμολογήσουν δτι είναι δεξιοί καί προσπαθούν νά έμφανιστοϋν άριστεροί. Οί δυό προσπάθειες, φαινομενικά είναι άντιφατικές, ή πρώτη τείνει νά άπαξιώση τή λέξη «άριστερά», σάν έκφραση μιάς, δχι φυσιολογικής, νοσηρής άντιπολίτευσης, πού δέν ύπάρχει σέ μιά χαλά συγκροτημένη κοινωνία" ή δεύτερη τείνει νά τής προσδώση άξία, άλλά ίδιοποιούμενη αύτή τήν άξια. Στήν πραγματικότητα ή δεύτερη είναι μιά συμπεριφορά ύποκαταστάσεως, πού χρησιμοποιείται δταν άποτυγχάνη ή πρώτη. Μόνο στίς Ενωμένες Πολιτείες ή γέννηση καί ή άνάπτυξη τής κοινωνίας έπέτρεψαν νά Αρνηθούν σχεδόν έντελώς τήν πάλη τών τάξεων (αύτός δ μαρξιστικός δρος
— 95 —
ύποδηλώνει έδώ τή βασική πολιτική σύγκρουση, πού δέν φέρνει Αντιμέτωπες πάντοτε κοινωνικές όμάδες διακρινόμενες άπό τή θέση τους σέ σχέση μέ τήν Ιδιοποίηση τών μέσων παραγωγής). Αύτή ή κατάσταση στίς ΗΤΤΑ συνδέεται μέ τή σχετική Ισότητα εύκαιριών στούς κόλπους ένός πληθυσμού μεταναστών, μέ τό γεγονός δτι ot μετανάστες αύτοί, μέ τήν άπομάκρυνση άπό τήν πατρίδα τους, είχαν άπελευθερωθή άπό τήν κληρονομημένη άνισότητα καί καταπίεση, μέ τήν ύπαρξη διαθεσίμων γαιών στή Δύση καί έπίσης μέ τήν άνάγκη μιας δυνατής κοινωνικής συνοχής γιά τήν άντιμετώπιση έξωτερικών έχθρων ('Ινδιάνων, έχθρικής φύσης). 'Αφού δέν γνώρισαν σχεδόν καθόλου, στό 19ο αιώνα, τόν άνταγωνισμό άριστοκρατία - άστική τάξη, οί Ηνωμένες Πολιτείες αισθάνθηκαν λιγότερο άπό τήν Εύρώπη τόν άνταγωνισμό άστική τάξη - προλεταριάτο. Ot ήγετικές τους τάξεις μπόρεσαν Ιτσι νά πραγματοποιήσουν τό δνειρο δλων τών άλλων, νά πετύχουν νά γίνη δεκτό άπό τήν κοινή γνώμη δτι ή άντίθεση δεξιά - άριστερά είναι άνύπαρκτη. Μ' αύτή τή νοοτροπία, ή λέξη «δεξιά» σημαίνει τούς νοσταλγούς τών παλιών καλών καιρών, πού δέν τούς παίρνουν πολύ στά σοβαρά, άντιμετωπίζοντάς τους σάν διασκεδαστικούς καί συμπαθείς, σάν γραφικά πρόσωπα. 'Αντίθετα δμως «άριστερά» είναι μερικοί έξημμένοι πού τολμούν νά άμφισβητοϋν μιά κοινωνική τάξη πού τήν παραδέχεται δλος ή σχεδόν δλος ό κόσμος: άπροσάρμοστοι κοινωνικά, μή φυσιολογικοί, διεστραμμένοι, πού χρειάζονται μάλλον θεραπεία ή περιοριστικά μέτρα παρά πολιτική άντιμετώπιση.
— 96 —
ΣτΙς Ηνωμένες Πολιτείες λοιπόν, ή Αντιμετώπιση ένός «λεφτίστ» είναι οί ύβρεις, πού είναι μάλιστα τόσο πιό βαρειές δσο πιό άληθινά Αριστερός είναι. Στήν Εύρώπη, Αντίθετα, χαρακτηρίζοντας Εναν Αριστερό τόν κολακεύεις καί τόσο πιό πολύ μάλιστα δσο είναι τοποθετημένος στήν πραγματικότητα πιό δεξιά. "Ενα άπό τά δανικά κόμματα όνομάζεται Βένστρε (Αριστερά) : είναι, έννοεϊται, κόμμα τής δεξιάς δπως ή δική μας Ρεπουμπλικανική 'Αριστερά τής Τρίτης Δημοκρατίας. Στή Γαλλία, ή άριστερά συμπεριφέρεται σάν άκρα άριστερά, τό κέντρο όνομάζεται άριστερά, ή δεξιά όνομάζεται κέντρο, καί κανένας δέν άναγνωρίζει τόν έαυτό του δεξιά, έκτός άπό μερικούς έξημμένους νέους πού δέν ξαίρουν τΙς συνταγές τής έπιτυχίας. Οί άγώνες στή χώρα μας, άπό τό 1789, ήταν τόσο βαθείς καί τόσο σκληροί ώστε κανένας δέν θά μπορούσε νά άρνηθή τούς θεμελιακούς άνταγωνισμούς πού έκφράζει ή Αντίθεση δεξιάς καί άριστεράς. Είναι πιό άποτελεσματικό γιά τούς προνομιούχους νά παριστάνουν τούς καταπιεζόμενους καί νά Επισείουν τή σημαία τής άριστεράς. Ή ιστορική έξέλιξη εύνοεΖ τή μέθοδό τους, πού Εκανε ν' άλλάξη ή άριστερά περιεχόμενο άνάλογα μέ τήν Εποχή, Ετσι πού ή άριστερά τοϋ 1789 νά γίνη Εν μέρει ή σημερινή δεξιά. Τ ή στιγμή πού ξεσπά ή 'Επανάσταση, ή θεμελιακή σύγκρουση είναι ή σύγκρουση τών άριστοκρατών, ύπερασπιστών τοΟ παλιοΟ καθεστώτος, καί τής άστικής τάξης, πού όνειρεύεται μιά κοινωνία δπου «δλοι οί άνθρωποι γεννιώνται καί παραμένουν Ελεύθεροι καί μέ ίσα δικαιώματα». Εκείνη τήν Εποχή, οί φιλελεύθεροι Ενσαρκώνουν τήν άριστερά άπέναντι σέ μιά συντηρητική δεξιά. Στό
— 97 — 6
μέτρο πού οί πρώτοι νικούν τή δεύτερη καί τό άστικό καθεστώς Αναπτύσσεται, ένας Αλλος Ανταγωνισμός παίρνει τήν πρώτη θέση : ό Ανταγωνισμός μεταξύ προλεταρίων καί καπιταλιστών. Σ' αύτή τή δεύτερη κατηγορία συγκεντρώνονται οί τραπεζίτες, βιομήχανοι, έμπορευόμενοι τής Αστικής τάξης, καί οί μεγάλοι γαιοκτήμονες τής άριστοκρατίας: δηλαδή οί παλιοί φιλελεύθεροι καί οί παλιοί συντηρητικοί. Οί μέν καί οί δέ, μέ τόν καιρό συγχωνεύονται καί σχηματίζουν τή σύγχρονη δεξιά. Ή συγχώνευση αύτή γινόταν συνήθως κάτω άπό τή φιλελεύθερη σημαία, πού έπέτρεπε σ' αύτή τήν καινούρια δεξιά νά έχη μιά άριστερίζουσα έμφάνιση. "Ετσι άπό τό 1900 ώς τό 1939, οί παλιοί μας μοναρχικοί κατέφυγαν στή Ρεπουμπλικανική 'Ομοσπονδία, δπου βρήκαν τή δεξιά πτέρυγα τών παλιών φιλελευθέρων. Μετά τό 1945, ή Δημοκρατική Συμμαχία (πού άντιπροσώπευε τό κέντρο τών παλιών φιλελευθέρων) συνενώθηκε μ' αύτή τήν καινούρια δεξιά. Ά π ό τότε, άρκετοί πρώην ριζοσπάστες άκολούθησαν τόν ίδιο δρόμο. Ή κίνηση συνεχίζεται.
Σέ μερικές δμως χώρες δπου, χάρη στίς Ιστορικές καί πολιτιστικές παραδόσεις, διατηρήθηκε τό κύρος τών παλιών κοινωνικών τάξεων καί τών παλιών τύπων, παραμένουν μερικές μορφές τοϋ παρελθόντος: έτσι, τό βρεταννικό Συντηρητικό κόμμα, δπου είναι συνενωμένοι, δπως στή δική μας τή γαλλική δεξιά, οί παλιοί συντηρητικοί καί ή πλειοψηφία τών παλιών φιλελευθέρων, και τοϋ όποιου ή θεωρία είναι φιλελεύθερη, διατήρησε τόν τίτλο Συντηρητικό. Αότό προέρχεται άπό σεβασμό στίς μορ-
— 98 —
φές τοΰ παρελθόντος: στό Στέμμα, στήν περρούκα τών δικαστών, στήν άμφίεση τοΟ Λόρδου Δημάρχου. 'Αλλού, ή συγχώνευση συντηρητικών καί φιλελευθέρων Εγινε στους κόλπους ένός νέου κόμματος, πού στήν άρχή ήταν τοποθετημένο στό κέντρο, μά πού ή έξέλιξη τό έσπρωξε πρός τά δεξιά, δπου φυσικά έγινε τό σωτήριο πλαίσιο γιά τή συγχώνευση δλων τών συντηρητικών δυνάμεων: ή χριστιανική δημοκρατία. Ό τ α ν λοιπόν μιλούμε γιά δεξιά καί άριστερά στήν Εύρώπη, θάπρεπε νά προσθέτουμε καί μιά χρονολογία δπως κάνουν μέ τά παλιά κρασιά. Λόγου χάρη: «Φιλελεύθεροι = άριστερά 1830, δεξιά 1960», «Δημοκράτες - Χριστιανοί = κέντρο 1930, δεξιά 1960», «Ριζοσπάστες = άκρα άριστερά 1860, κέντρο 1960», «Σοσιαλιστές = άκρα άριστερά 1900, κεντροαριστερά 1960». Εννοείται, δπως γίνεται καί μέ τά κρασιά, μερικές μπουκάλες τής ίδιας χρονιάς είναι λιγότερο ή περισσότερο παλιωμένες άπό τό κανονικό. Στή διάρκεια τού πολέμου τής 'Αλγερίας, είδαμε φιλελευθέρους νά στέκονται πιό άριστερά άπό τούς σοσιαλιστές. Υπάρχουν αύθεντικοί άριστεροί στό S.F.I.O., άλλά ύπάρχουν καί αύθεντικοί δεξιοί. Γενικά δμως, ή μετατόπιση γίνεται, δπως τό έξηγήσαμε, πρός μιά μόνο κατεύθυνση: ή έτικέττα είναι πιό άριστερά άπό τό περιεχόμενο τής μπουκάλας. Ένώ καμουφλάρεται μέ μάσκες τής άριστεράς ή τού κέντρου, ή εύρωπαΐκή δεξιά δέν έχει πάψει νά άμφισβητή τήν ίδια τήν ύπαρξη τής άντίθεσης δεξιά - άριστερά. Ό ΆλαΙν σημείωνε δτι μπορείς ν' άναγνωρίσης ένα δεξιό άπό τό δτι άρνεϊται τή διάκριση τής δεξιάς άπό τήν άρι-
— 99 — στερά. Ή Εξέλιξη τής βιομηχανικής κοινωνίας εύνοεϊ αύτή τή στρατηγική, τής δποίας ή Επιρροή μεγαλώνει δλο καί περισσότερο. Μ' αύτή έπίσης τήν Εννοια ή Εύρώπη άμερικανοποιεϊται. Ή γενική άνοδος τοϋ βιοτικού Επιπέδου, ή Εξίσωση τών προϋποθέσεων (πολύ σχετική), ή όμοιομορφία τοϋ τρόπου ζωής: δλ' αύτά κάνουν τούς κοινωνικούς Ανταγωνισμούς λιγότερο βαθείς καί λιγότερο δρατούς. Ή πάλη τών τάξεων δέν Εξαφανίζεται, μα γίνεται λιγότερο βίαιη καί λιγότερο καθαρή. Ή άντίθεση δεξιά άριστερά τείνει φυσικά νά συσκοτιστή. Μιά Επιδέξια προπαγάνδα γύρω άπό τήν παραγωγικότητα (αύτή τήν καινούρια θ ε ά - Μητέρα) εύνοεϊ τήν έξέλιξη αύτή. "Αν ή κύρια μάχη είναι ή μάχη γιά τό ποσοστό οίκονομικής άναπτύξεως, πρέπει νά τήν διεξάγουμε δλοι μαζί, πλάτη μέ πλάτη, προνομιούχοι κι άδικημένοι, έκμεταλευτές καί έκμεταλευόμενοι, Αδελφικά Ενωμένοι γιά νά φτάσουμε τήν Ετήσια άνοδο τοΟ 'Ακαθάριστου ΈθνικοΟ Προϊόντος άπό 4,7 στά 4,8%. Ή δεξιά πάντοτε ύποστήριζε δτι ή παραγωγή Εχει μεγαλύτερη σημασία άπό τήν διανομή: ή τεχνοκρατική προσέγγιση τών προβλημάτων Ενισχύει αύτόν τόν παραδοσιακό ισχυρισμό καί τοϋ δίνει μιά σφραγίδα μοντερνισμού. "Αν ύπάρχουν πονηρά πνεύματα πού άναρωτιώνται γιά τό μερίδιο τού καθενός σ* αύτή τήν κατά 0,1% Επιπλέον αύξηση καί στά άπό πρίν προβλεπόμενα 4,7%, καί γενικότερα σ' δλόκληρο τόν Εθνικό πλούτο, παραμερίζουμε μέ περιφρόνηση αύτές τΙς Αντιρρήσεις, βεβαιώνοντας πώς μόνο ή συνολική αύξηση τοΟ γλυκού θά έπιτρέψη ν' αύξηθή ή μερίδα Εκείνων πού δέν εύνοήθηκαν στό σερβίρισμα (άλλά κι Εκείνων πού εύ-
— 100 —
νοήθηκαν αύξάνεται έπίσης καί συνήθως πολύ περισσότερο) . Ή άντίθεση Ανάμεσα στήν δεξιά καί στήν άριστερά δέν έξαφανίστηκε στή Γαλλία ούτε στά γειτονικά μας κράτη. θ ά έξαφανιστή μονάχα δταν θά έξαφανιστοΟν ή άνισότητα, ή άδικία, ή καταπίεση, πράγμα πού δέ θά γίνη αδριο. 'Απλούστατα, δ βιομηχανικός πολιτισμός εύνοεί κατά κάποιο τρόπο τό καμουφλάρισμα τής άνισότητας, τής άδικίας καί τής καταπίεσης καθιστώντας τες έπίσης πιό ύποφερτές — πράγμα πού κάνει πιό άποτελεσματικό ένα άπό τά συνηθισμένα στρατηγήματα τής δεξιάς. "Οταν οί άνταγωνισμοί είναι βαθεΐς καί όλοφάνεροι, ή δεξιά έχει μεγαλύτερες έπιτυχίες ύποδυόμενη τήν άριστερά ή τό κέντρο (κλασική εύρωπαϊκή στρατηγική). "Οταν οί άνταγωνισμοί γίνονται λιγότερο δξεΐς καί λιγότερο δρατοί, έχει μεγαλύτερη έπιτυχία άρνούμενη τήν ίδια τήν άντίθεση δεξιά - άριστερά (άμερικανική στρατηγική). ΤΙς τελευταίες δεκαετίες, ή δυτική Εύρώπη πέρασε άπό τήν πρώτη κατάσταση στή δεύτερη. ΜωρΙς Νχνβερζέ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Ή Δημοκρατία δέν έχει έχθρούς. "Ολοι στόν κόσμο είναι δημοκράτες: ό συνταγματάρχης τής Λατινικής 'Αμερικής πού γεμίζει τΙς φυλακές, ό συνάδελφός του τής μαύρης 'Αφρικής πού άδειάζει άπό άνθρώπους τήν άντι-
— 101 —
πολίτευση, 6 κ.'Βάλτερ Οδλμπριχτ πού έμποδίζει τήν Αναχώρηση τών Γερμανών του, δ χ. Χουάρι Μπουμεντιέν πού άφήνει μέ τό σταγονόμετρο νά έπιστρέφουν ot Άλεγρινοί του. Επειδή θεωρούσαν τή δημοκρατία ξεπερασμένη, τήν έκαναν λαϊκή. "Ετσι πήραν τήν όνομασία τους τά όμώνυμα καθεστώτα. 'Αλλά προσοχή! 'Από τή στιγμή άκριβώς πού έγινε τό έπισκεπτήριο δλων τών κυβερνήσεων τής γής, ή δημοκρατία δέν μπορεί νά παρουσιαστή μόνη, δηλαδή γυμνή, σ' ένα κομμάτι άσπρο χαρτί. Ή «δημοκρατία» πρέπει νά χωράη σέ κάποιο άλλο πράγμα, άν είναι δυνατό νά χάνεται μέσα σ* αύτό: είναι τό πρώτο συνθετικό μι&ς σύνθετης λέξης. Προσθέτοντας στή «δημοκρατία» έναν άλλο δρο, πού διατείνονται δτι τή διευρύνει, τήν καταντάνε δούλη ή τήν έξορίζουν στό λεξιλόγιο τών σκιών. Τό Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό τού σύγχρονου πολιτικού νομιναλισμού είναι ή Ικανότητά του νά καταντάη άνάπηρη κάθε ζωντανή λέξη. Έ δημοκρατία δέν δημιουργείται άπό κανένα γραπτό κείμενο. "Αν, προτού νά μπή στή νομοθεσία, δέν είναι ήδη ένας τρόπος καί μιά θέληση ζωής, μιά μορφή τής κοινής ήθικής ένσαρκωμένη στήν καθημερινή στάση τής κοινότητας τών άνθρώπων, τότε δέν άντιπροσωπεύει παρά μιά άπάτη τής έξουσίας. Τό 1936, τή στιγμή πού άρχιζαν στή Μόσχα ot παρωδίες δικών μέ τούς άπό τά πρίν καταδικασμένους κατηγορουμένους, δ Στάλιν έδινε στή δημοσιότητα, γιά τούς λαούς τής Σοβιετικής Ενώσεως, ένα νέο Σύνταγμα, πού διαφημίστηκε στήν έποχή του σάν «τό πιό δημοκρατικό» στήν Ιστορία τοϋ κόσμου.
— 102 —
Ή δημοκρατία είναι ίνας τρόπος δραστηριότητας πού ξεκινά άπό τήν Ιδέα πώς πρέπει νά δώσης στόν άντίπαλο τή δυνατότητα τής παρουσίας γιά νά μήν κινδυνεύης δ Ιδιος νά έξαντληθής άντιμετωπίζοντάς τον, ούτε νά κηρυχθής σέ άφάνεια άν συμβή έκεΐνος νά θριαμβεύση. Έ άφοσίωση στή δημοκρατία είναι μιά παραλλαγή τής καλής συμπεριφοράς. Είναι κανείς δημοκράτης άπό μιά δρισμένη άνθρώπινη Αξιοπρέπεια πού άπαιτεΐ ή κοινωνία νά είναι πρώτ' άπ' δλα μιά κοινωνία άτόμων πού συνεννοούνται μεταξύ τους καί όργανώνονται έλεύθερα, πρίν άπό κάθε μεσολαβητική ή καταπιεστική παρέμβαση τοϋ Κράτους ή ένδιάμεσων όργανισμών. Οί δύο έπαναστάσεις τοϋ τέλους τοϋ 18ου αίώνα, κοντά ή μιά στήν άλλη άπό άποψη χρόνου, άλλά πολύ διαφορετικές στίς προθέσεις καί στό πνεύμα, ή γαλλική καί ή Αμερικανική, χώρισαν τή δημοκρατία σέ δυό κλάδους πού δέν ξανάσμιξαν ποτέ πιά. Έ γαλλική έκδοχή τής δημοκρατίας κυριαρχείται άπό ίνα ιδανικό οικονομικής έξίσωσης. Ά π ό αύτό προέρχεται δ ούτοπιστικός χαρακτήρας της σέ περιόδους περισυλλογής καί δ τρομοκρατικός σέ περιόδους χρίσεων. Έ Αμερικανική έκδοχή τείνει πρός ένα πρότυπο δημοκρατίας άμεσης διακυβερνήσεως, δηλαδή συμμετοχής τών πολιτών, δσο τό δυνατό πιό άμεσα, στίς κυβερνητικές ένέργειες, Ιδίως σέ τοπική ή έπαρχιακή κλίμακα. Ή έκλογή τών κυβερνητών, τών δικαστών, τών εισαγγελέων κ.λ., προέρχεται άπό αύτή τήν άνάγκη νά δλοκληρωθή ή δημοκρατία καί νά γίνη μιά πρακτική δραστηριότητα. "Ολες σχεδόν οί έπικρίσεις τής άμερικανικής κοινω-
— 103 —
νιας πέφτουν άπό μόνες τους γιατί έ*φράζουν τήν κλίση τής ευρωπαϊκής σκέψης πρός τόν έξισωτισμό. Κοινωνία τής άμιλλας, καί δχι τής άποκατάστασης τών άδύνατων ή τών φτωχών, οί Ενωμένες Πολιτείες κατόρθωσαν νά άποκτήσουν τους πιό κατάλληλους, γιά τούς δικούς τους άντικειμενικούς σκοπούς, δημοκρατικούς θεσμούς. Δέν μπορεί νά πή κανείς τό Ιδιο καί γιά τήν πλειοψηφία τών εύρωπαϊκών έθνών πού, λατρεύοντας τό μύθο τοϋ ισχυρού Κράτους, χρησιμοποίησαν δλη τους τήν ένεργητικότητα γιά νά κατασκευάσουν δημοσίους ύπαλλήλους καί δλη τους τή νομική έπιστήμη γιά νά περιορίσουν τήν παρέμβαση τών πολιτών στίς κρατικές ύποθέσεις. Μιά άπό τΙς πανουργίες τής έμφανιζομένης ώς δημοκρατικής νομολογίας ήταν νά έπιβάλη τό δημοψήφισμα σάν ύποδειγματικό μέσο γιά νά έκδηλώνεται ή θέληση καί ή άπόφαση τοϋ Λαού. Καί πραγματικά, άπό πρώτη ματιά φαίνεται δτι τό νά ζητάς τή μαρτυρία τοϋ λαού πάνω άπό τά κεφάλια τών άντιπροσώπων του καί νά τόν καλής νά άποφανθή γιά τό τάδε ή δείνα πρόβλημα έθνικής σημασίας είναι δ καλύτερος τρόπος νά έκφραστή τό πραγματικό λαϊκό αίσθημα. Ά λ λά, δπως σ' Ινα δικαστήριο δ μάρτυρας έπηρεάζεται Αναπόφευκτα άπό τά άποτελέσματα τών άνακρίσεων, δ ψηφοφόρος πού μετέχει σ' ίνα δημοψήφισμα φέρει τά ίχνη τής προηγούμενης διεργασίας πού κατάληξή της είναι αύτή ή ψηφοφορία. Τά τεχνάσματα τής πολιτικής φρασεολογίας πρέπει νά έπιτρέψουν νά όδηγηθή ή πλειοψηφία τοϋ έκλογικοϋ σώματος χωρίς μεγάλο κίνδυνο στήν έπιλογή άνάμεσα σέ δυό άπλοποιημένες λύσεις πού ύποχρεώνεται νά τήν κάνη μέ ίνα «ναί» ή Ινα «δχι». "Αλλωστε έχει κά-
— 104 —
ποια σημασία τό γεγονός δτι τό δημοψήφισμα τό Εχουν σέ μεγάλη ύπόληψη στίς χώρες τΙς πιό Απομακρυσμένες άπό τή δημοκρατία. Υπάρχει δμως καί μιά περίπτωση δπου τό δημοψήφισμα ξαναβρίσκει τή δημοκρατική του λειτουργία. Σύμφωνα μέ τό έλβετικό Σύνταγμα, δταν μιά όμάδα πολιτών κατορθώση νά συγκεντρώση άρκετές ύπογραφές ύπέρ ένός σχεδίου νόμου, τό σχέδιο αύτό πρέπει νά γίνη θέμα δημοψηφίσματος. Στήν περίπτωση αύτή ή πρωτοβουλία δέν προέρχεται άπό τήν κορυφή, άλλά άπό τή βάση. Δυό παγκόσμιοι πόλεμοι, βαθειές οικονομικές κρίσεις, ή δημιουργία άληθινά Επιστημονικών άστυνομιών, πού συνεχώς Επεκτείνονται οί έξουσίες τους, συνέβαλαν στήν κατάπτωση τών πιό παλιών δημοκρατικών συστημάτων. Λίγες Ελπίδες ύπάρχουν νά μπή φραγμός στήν άνάπτυξη τοϋ καταναγκασμοϋ καί τής αύθαιρεσίας. Πεδικλωμένη άνάμεσα στήν τραχύτητα τών κοινωνιών τής άνέχειας καί στήν εύφορία τής ύψηλής τεχνικής τών καταναλωτικών κοινωνιών, ή δημοκρατία βλέπει νά μειώνωνται οί δυνατότητές της. Τό χρήμα καί οί ήλεκτρονικοί διερευνητΕς είναι άνώνυμοι' άνώνυμες καί οί καταπιεστικές γραφειοκρατίες* άνώνυμες οί καινούριες κάστες πού, λίγο πολύ παντοϋ, καθορίζουν μέ ύποχρεωτικά σχέδια τή ζωή. Εναντίον αύτοϋ τοΟ κλειστοϋ, χωρίς παράθυρα μέλλοντος, ή δημοκρατική Εφεση θά μπερδεύεται σέ λίγο μέ τήν άναρχοφιλελεύθερη Εξέγερση. Είναι χαρακτηριστικό τό δτι ή νεολαία άνακαλύπτει σήμερα στή μαύρη σημαία τής άναρχίας Ενα ούράνιο τόξο τών πόθων της πού οί μεγαλύτεροί της δέν τολμοΟσαν νά δοϋν.
— 105 —
'Αφού πετάξη τΙς τυπικές συμβατικότητές της καί ξαναγίνη μιά θεμελιακή δύναμη διαμαρτυρίας, ή δημοκρατία θά μποροΟσε ίσως νά προωθήση μιά Ιπποτική στάση, μιά ιπποσύνη τής καινούριας έποχής: μιά δημοκρατία τοΟ άνδρικοΟ λόγου πού τηρείται, μιά δημοκρατία τοϋ σεβασμού τού άντιπάλου, τής κατάργησης τών κρατικών μυστικών. Ζώρζ
Χανείν
Ή λέξη Δ η μ ο κ ρ α τ ί α είναι έλληνική" ή λέξη Republique είναι ρωμαϊκή. Οί δυό δροι είχαν άνάλογη έξέλιξη. Ετυμολογικά δημοκρατία είναι τό άντίθετο τής άριστοκρατίας, ή έξουσία τοϋ λαού πού άσκεΐται έναντίον τών πλούσιων καί τών εύγενών στήν καταγωγή. Ol μεταρρυθμίσεις τού Κλεισθένη στήν 'Αθήνα έπιβάλλουν μιά εύρύτερη έννοια: ή δημοκρατία είναι τό καθεστώς στό όποιο ή έξουσία είναι «στό μέσον». Παράλληλα, ή Res publica είναι ή δημόσια ύπόθεση, αύτή πού άφορά τόν άνθρωπο σάν πολίτη (κι δχι σάν Ιδιώτη). Στή Ρώμη ή Res publica είναι ό κλήρος έκείνων πού, κατά τούς θεσμούς, είναι πολίτες' δ πολίτης κάνει τή δημοκρατία. Στούς καινούριους χρόνους καί Ιδιαίτερα μετά τή Γαλλική Επανάσταση, ή σχέση άντιστρέφεται. Ή δημοκρατία κάνει κάθε κάτοικο — μ έ δρισμένους δρους (δλοένα καί λιγώτερο περιοριστικούς μέ τόν καιρό) — πολίτη. Ό πρώτος σταθμός γιά τή συγκρότηση τής δημοκρατίας (τής έλληνικής) ήταν ή Ισοτιμία (ή Ισότητα δλων άπέναντι στό νόμο) ' μέ τόν ίδιο τρόπο, ή άναγνώριση
— 106 —
αύτής τής τυπικής ισότητας είναι τό θεμέλιο τής δημοκρατίας μέ τή σύγχρονη έννοια. Οί πολίτες δέν έχουν άλλον περιορισμό στήν έλευθερία τους έκτός άπό τό νόμο. Έ ένότητα καί τό άδιαίρετο τής δημοκρατίας καθορίζει έπίσης καί τό Αναπαλλοτρίωτο τής ιδιότητας τοϋ πολίτη. Μέ λίγα λόγια, ή Ιδέα τής δημοκρατίας καθορίζει τις τυπικές προϋποθέσεις τής συμμετοχής τοΰ καθενός ατά κοινά, δηλαδή στήν πολιτική ζωή. Ή δημοκρατία είναι τό θεσμικό πλαίσιο μέσα στό όποίο μπορεί νά όργανωθή καί νά άσκηθή ή γενική θέληση. ΠρΙν άπό τόν Ζ. Ζ. Ρουσσώ, ό Μοντεσκιέ ύπενθυμίζει πώς άρχή της είναι ή άρετή. Μένει νά καθοριστή μέ ποιές προϋποθέσεις ή άρετή, που είναι δυνατή, γίνεται πραγματική. Αύτό τό θεμελιακό πρόβλημα θέτει ό Μάρξ. Ό Μάρξ έπικρίνει τό Κράτος, τό άστικό Κράτος, συμπεριλαμβανομένου καί τοϋ δημοκρατικού: δικαιοσύνη δέν ύπάρχει καθόλου' ή Ισότητα, ή έλευθερία, ή Αδελφότητα έχουν προσδιοριστή μόνο κατά τή μορφή τους, δχι στίς πραγματικές λειτουργίες τους: ή δημοκρατία είναι ένα νομικό «έποικοδόμημα»' πρέπει άκόμα νά άναλυθή ποιάς πραγματικής κοινωνίας είναι έποικοδόμημα. Τί σημαίνει λοιπόν έλευθερία τού πολίτη δταν δ νόμος πού τήν έγγυάται δικαιολογεί καί προστατεύει τήν οίκονομική έκμετάλλευση; Έ αύθεντική δημοκρατία προϋποθέτει τήν οίκονομική δημοκρατία (τήν κοινωνία στήν δποία ή οίκονομική «έξουσία» βρίσκεται «στό μέσο»). Έ ίδέα τής δημοκρατίας πρέπει, λοιπόν, νά άπορριφθή άπό τήν άποψη τής μεταφυσικής πολιτικής; θάκανε κανείς μεγάλο λάθος νά τήν κρίνη έτσι. Ή λειτουργία τών
— 107 —
«λαοκρατικών-δημοκρατιών», πού, στήν όνομασία τους, Εμφανίζονται δτι συνδυάζουν τά προτερήματα τής δημοκρατίας (τής οίκονομικής — τοϋ «σοσιαλισμοϋ» (βλέπε αύτό τόν δρο) μέ τά προτερήματα τής Republique (τυπικά καθορισμένης) έπιβάλλει μεγαλύτερη Επιφυλακτικότητα. Ή δημοκρατία — Εννοουμένη σάν Ισονομία, μέ τήν εύρεία Εννοια — δέν είναι βέβαια δ πρώτος σταθμός τής διαυγούς κοινωνίας (τό «έλάχιστο πρόγραμμά» της) " καθορίζει τό πλαίσιο, άπαραίτητο δρο γιά κάθε άποτελεσματικό συμβόλαιο γιά τή δημοκρατία. Ταυτόχρονα, γίνεται μιά Ιδέα πολιτικά ρυθμιστική. Έ ύποχώρηση πού σημειώνεται στή νομική - θεσμική τάξη είναι τέτοια σήμερα, ώστε ή άκριβής Εννοια τής δημοκρατίας είναι Ενα Αποφασιστικό στοιχείο γιά τήν κριτική τών μοναρχικών καί όλιγαρχικών (είναι τά Ιδια!) καθεστώτων, πού μεταμφιέζονται, τΙς πιό πολλές φορές άδέξια, σέ δημοκρατικά καθεστώτα. Φρανσουά
Σατελέ
ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ Αύτός ό δρος πού στήν άρχή ύποδήλωνε μιά Ανώτερη τεχνική ή όποία σκόπευε νά δώση άκρίβεια στό λόγο καί κατά συνέπεια, καί στίς σκέψεις, χρησιμοποιείται συνήθως σήμερα γιά νά στολιστοϋν ot συγκεχυμένες Ιδέες μέ τό κύρος τοΟ συλλογισμοϋ. Ή σύγχρονη χρήση του είναι ποικίλη: Ετσι, ot ρήτορες άποκαλοϋν διαλεκτική κάθε
— 108 —
είδους Επιχειρηματολογία κι αύτό χωρίς διάκριση, γιά νά Επαινέσουν ή νά καταδικάσουν' καί δέν πάει πολύς καιρός πού στοχαστές «προερχόμενοι άπό διαφορετικούς δρίζοντες» (ύπονοεϊται ή 'Αγία Τριάς: χριστιανοί τεγιαρντενικοί, σαρτρικοί ύπαρξιστές καί μαρξιστές σταλινοκρουτσεφικοί) συγκεντρώνονταν μπροστά σέ μιά συνέλευση σπουδαστών γιά νά άποφασίσουν έπιτέλους γιά τή διαλεκτική τής φύσης... Μέ λίγα λόγια, ή διαλεκτική είναι «ή νύχτα δπου δλες οί άγελάδες είναι μαύρες»! Ό μόνος τρόπος νά φέρουμε κάποιο φώς καί κάποια ζωή σ' αύτό τό ένοχλητικό σκοτάδι είναι νά άναπολήσουμε τά κύρια στάδια πού σημαδεύουν τήν Ιστορία τής Εννοιας. 1.— Ή διαλεκτική δρίζεται γιά πρώτη φορά άπό τόν Πλάτωνα. Ό συγγραφέας τής «Πολιτείας» θεωρεί τή διαλεκτική σάν τήν πιό ύψηλή τεχνική πού Επιτρέπει στό πνεύμα νά άπαλλαγή άπό τήν τυραννία τού αισθητού, ν* άπελευθερωθή άπό τΙς Επιθυμίες καί νά φτάση στήν άληθινή γνώση' τό νά είσαι διαλεκτικός, στήν πραγματικότητα, σημαίνει νά χρησιμοποιής τή γλώσσα, δχι γιά νά μεταφέρης τΙς συγχύσεις τής αισθητηριακής άντίληψης ή τό σάλο τών παθών — δπως τό κάνει ό κοινός νοΰς — , άλλά γιά νά Ερευνάς τό πραγματικό, νά κλονίζης τίς άθεμελίωτες πεποιθήσεις, νά φέρνης στό φώς τά σταθερά δεδομένα πού ύπάρχουν κάτω άπό τά παραπλανητικά φαινόμενα. Καλός διαλεκτικός, συνεπώς, είναι Εκείνος πού γνωρίζει τήν τέχνη τού διαλόγου, πού ξέρει, άπέναντι σ' Ενα πρόβλημα, νά θέτη τίς κατάλληλες Ερωτήσεις καί νά δίνη τΙς άπαντήσεις πού άρμόζουν' προσδιορίζει, μ*
— 109 —
αύτό τόν τρόπο, τόν δρόμο τής έπιστήμης. Ή διαλεκτική, πού Αναζητεί νά βάλη τή συνάφεια τού δικαιωμένου λόγου στή θέση τών άντιφάσεων τής καθημερινής όμιλίας, εϊναι ή κατ' έξοχήν μέθοδος. 2.— Ό 'Αριστοτέλης δέν βλέπει τά πράγματα μέ τόν Ιδιο τρόπο: γι' αύτόν ή διαλεκτική είναι ή τέχνη τήν όποια χρησιμοποιεί ή σκέψη δταν άντιμετωπίζη τομείς δπου μόνο τήν πιθανότητα μπορείς νά άξιώνης. Ή διαλεκτική παραμένει στήν κατηγορία τών άποδείξεων: άποβλέπει νά άποδείξη τήν άλήθεια, δηλαδή ν' άναπτύξη άντικειμενικά θεμελιωμένους συλλογισμούς. 'Απ' αύτή τήν άποψη, δέν πρέπει νά συγχέεται μέ τή ρητορική, πού άπευθύνεται στό συναίσθημα τών συνομιλητών καί άρκείται στό νά πείση. Πάντως κι ή διαλεκτική δέν φτάνει στήν αύστηρότητα, στήν άναγκαιότητα τής συλλογιστικής τής έπιστήμης. Ό έπιστημονικός συλλογισμός ξεκινά άπό δεδομένα πλήρως έπιβεβαιωμένα καί κινείται σέ ύλικό πού Αποκλείεται νά είναι άβέβαιο: έτσι προχωρεί ή όντολογία ή ή φυσική πού συλλογίζονται πάνω σέ καθορισμένες ούσίες καί πάνω στήν ικανότητα νά όργανωθούν οί ούσίες αύτές σ' ένα σύστημα πού θά τό έκφράση ή διάταξη τού λόγου. Υπάρχουν λοιπόν τομείς τής πραγματικότητας πού είναι άφέλεια νά πιστεύουμε δτι μπορεί νά φέρουμε άπόλυτη διαύγεια (άφέλεια πού είχε ό Πλάτων) : ή ήθική, ή πολιτική, άνήκουν σ' αύτή τήν κατηγορία. Κι δμως δέν θά σταματήσουν νά προσπαθούν νά καταλήξουν σέ συμπεράσματα μέ άποδείξεις καί συλλογισμούς καί σ' αύτούς τούς τομείς έκεϊνοι, δπως ot σκεπτικιστές, ot σοφιστές, ot έριστικοί (ot «φιλόνεικοι»), πού βλέπουν έδώ μιά
— 110 —
εύκαιρία νά Αναδείξουν τήν άμφίβολη ρητορική τους τέχνη. θ ά διαπιστώση δμως κανείς άπδ τήν άρχή δτι, μιά πού τά δεδομένα είναι μόνο πιθανά, δέν μπορεί παρά καί τό συμπέρασμα νά είναι τής Ιδιας φύσεως. Στόν χόσμο τής πράξης, σ' αύτόν πού άφορα τις σχέσεις άνάμεσα ατούς άνθρώπους (δ δρος πού χρησιμοποιεί δ 'Αριστοτέλης είναι ή λέξη π ρ ά ξ ι ς, τής δποίας δ Μάρξ xal οί μαρξιστές έχαναν κατάχρηση) ύπάρχει μιά μέθοδος «δευτέρας σειράς», άπό τήν δποία είναι φρόνιμο νά μήν περιμένουμε τίποτε παραπάνω άπό έκεΐνο πού μπορεί ν' άποδώση. 3.— Ή Σχολή άποδέχεται αύτή τήν δμολογία πού είναι βολική χαί Ανταποκρίνεται τόσο πολύ στή διάρκεια τών αΐώνων, στίς δυνατότητες τής δραστηριότητας τών άνθρώπων σ' αύτό τόν πρακτικό τομέα. "Ως τή σύγχρονη φιλοσοφία, τή διαλεκτική, πότε ύπερτιμώντας την, πότε ύποτιμώντας την, τήν άντιλαμβάνονταν σάν λογική τεχνική πού σού έπιτρέπει νά προσανατολιστής καί νά βγάλης συμπεράσματα έκεΐ πού ή έπιστήμη μέ τήν αύστηρότητά της είναι άδύνατο νά Ισχύση. 4.— Τό άποφασιστικό ρήγμα έγινε άπό τόν Κάντ. Σύμφωνα μέ δσα ύποστηρίζει στήν «Κριτική τού καθαρού λόγου» — δέν ύπογραμμίζουμε τήν άξία αύτής τής θέσης παρά μόνο στό βαθμό πού ή έννοια διαλεκτική γίνεται σήμερα άφορμή γιά τίς χειρότερες διανοητικές ύπερβολές — ή διαλεκτική είναι ή έπιστήμη τών αύταπατών. Ό Κάντ θεμελιώνει κατ' άρχήν ένα γεγονός πού καταστρέφει τελειωτικά τίς έλπίδες τής μεταφυσικής: τό πράγμα δέν είναι δυνατό νά τό γνωρίσουμε δπως είναι καθ' έαυτό, άφού άπό τή στιγμή πού τό γνωρίζουμε, είναι πρά-
— Ill — γμα γιά μάς. Γιατί, καθορίζει δ Κάντ, τό πράγμα Εξω άπό κάθε γνώση γ ι ' αύτό, είναι = Χ . 'Αλλά ή σκέψη δέν δέχεται αύτό τόν περιορισμό : άπό τή φύση της άποβλέπει στό άπόλυτο, τό μή σχετικό, θέλει νά φτάση σ' Ινα «δλοκληρωμενο προσδιορισμό» πού θά τής άποκάλυπτε τό Εσχατο νόημα τοϋ Είναι. 'Επιδίδεται τότε στή μεταφυσική: γιά νά καλύψη τό μεγάλο κενό, γιά ν' άπαντήση στό αίνιγμα αύτοϋ τοϋ Χ, κατασκευάζει, σεβόμενη τούς νόμους τής λογικής, συστήματα, όντότητες, άφηρημένες ύπάρξεις πού τΙς έπενδύει μέ μιά θεωρητική ύπόσταση" κατασκευάζει θεωρίες γιά τήν Ψυχή, τόν Κόσμο, τόν θεό... Είναι άκόμα εύκολότερο νά τό κάνη, άφοϋ τίποτε στήν πράξη δέν μπορεί νά Ελθη νά διαψεύση ή νά έπιβεβαιώση τά κατασκευάσματά της. 'Επιδίδεται στίς λεπτολογίες τής διαλεκτικής. Προχωρώντας μ' αύτό τόν τρόπο, πάντως, άποκαλύπτει ή ίδια δχι μόνο μιά φυσική άπαίτηση τής σκέψης — τή σύλληψη τοϋ Απροσδιόριστου, τοϋ 'Απόλυτου — , άλλά άκόμα καί τό γεγονός δτι κάθε σκέψη άναπτύσσεται άναπόφευκτα μέσα στήν άντίφαση, πώς τό Εσωτερικό της κίνητρο είναι ή άναζήτηση μιας δλότητας, μιας κυριαρχίας στήν όποία, τουλάχιστο στόν τομέα τής γνώσης, δέν μπορεί νά φτάση. Ή μεταφυσική είναι αύταπάτη, άλλά μιά νόμιμη αύταπάτη. Ή διαλεκτική είναι ή τεχνική καί ταυτόχρονα ή καταγγελία αύτής τής αύταπάτης. 5.— Ή έπιθυμία τοϋ Χέγκελ — πού είναι Επιθυμία δλόκληρου τοϋ μετακαντικοϋ γερμανικοϋ «ίδεαλισμοϋ» — νά μήν άποκλείση τίποτα άπό τή γνώση, νά ένσωματώση σέ μιά συνολική άντίληψη τό Είναι καί τό φαινόμενο, τήν
— 112 —
'Αλήθεια καί τήν ψευδαίσθηση, τή Σκέψη καί τδ άντικείμενό της, τήν Ουσία (τδ Είναι) καί τδ Υποκείμενο (τδ γίγνεσθαι) τδν δδηγεΐ νά δώση στή διαλεκτική τή σημασία πού έχει στό Ιξής στή σύγχρονη κουλτούρα. Πολύ νωρίς δ Χέγκελ καθορίζει αύτό πού, κατά τή γνώμη του, είναι τό Ιργο τής θεωρίας: «νά σκέφτεται γιά τή ζωή». Πρόκειται γιά τή ζωή, γι* αύτή τήν κινούμενη καί δημιουργό πραγματικότητα πού, άπό τή στιγμή πού είναι άνθρώπινη ζωή, γίνεται Ιστορία, δραματικό στοιχείο καί γεννημένο πάθος" έναντίον τής ξηρότητας τού κριτικού συλλογισμού, είναι όρθό νά έξάρουμε τά δικαιώματα καί τίς έξουσίες τής ζωής. 'Αλλά πρόκειται έπίσης γιά τή σκέψη : έναντίον τοϋ ρομαντισμού τού άφαντου καί τού διάχυτου είναι άναγκαΐο νά καλλιεργήσουμε τΙς άπαιτήσεις τής νοητικότητας καί τήν αύστηρότητα τής έννοιας. ï f άλλα λόγια, τό θέμα είναι νά διακόψουμε τΙς σχέσεις μέ μιά μεταφυσική πού φτάνει στή διαύγεια μόνο άπορρίπτοντας τΙς σκιερές ζώνες πού τήν ένοχλούν — πού αύθαίρετα τΙς δρίζει ώς τό μή ούσιαστικό, ώς τό τυχαίο, τό προσωρινό — άλλά καί νά μήν μπούμε στό δρόμο μιάς ποίησης πού τελικά δέν ξέρει τή σημασία τοϋ λόγου. Ό Χέγκελ άπό τότε, άνταποκρινόμενος στό κάλεσμα τοϋ καιρού του, πού βλέπει νά έπιβάλλεται σάν άναπόφευκτη διάσταση τής άνθρωπότητας δ ίστορισμός, δφείλει νά λύση τούτο τό πρόβλημα: νά προσδώση τήν αύστηρότητα καί τήν άκρίβεια τής έννοιας σ' έκεΐνο πού δέν μπορεί πιά στό έξής νά άγνοηθή : στό γίγνεσθαι. Εφευρίσκει τήν πιστότητα. Αύτή τήν πιστότητα τήν όνομάζει φαινομενολογία. 'Αναλαμβάνει τό τολμηρό καί ταυτόχρονα εύκολο έργο νά περιγράψη
— 113 — 6
μέ ποιές διαδοχικές διαδικασίες συγκροτείται μιά σκέψη που άναζητεΐ νά ξεπεράση τά δριά της, πού προσπαθεί νά καταλάβη καί νά έξουσιάση τά έμπόδια που συναντά, πού θέλει νά γίνη ΠνεΟμα, Ικανοποιημένο καί γαληνεμένο. 'Ανασυγκροτεί τό γίγνεσθαι τοΟ άνθρώπου — σάν σκέψης, σάν ήθικοΟ ύποκειμένου, χαΐ σάν Ιστορικού παράγοντος καί, ταυτόχρονα, στήν πορεία αύτής τής περιγραφής, άνακαλύπτει τή διαλεκτική. Στόν Χέγκελ ή διαλεκτική δέν είναι μιά μέθοδος: είναι ή Ιδια ή κίνηση τού πράγματος στό βαθμό πού έκφράζεται σάν έννοια. 'Αλλά ή πείρα δείχνει πώς μιά τέτοια κίνηση δέν είναι νοητή παρά μόνο σέ σχέση μέ τό σύνολο τής κίνησης τοϋ Είναι στό γίγνεσθαι ('Αληθινό είναι τό Πάν) ' δείχνει άκόμα πώς άναπτύσσεται σύμφωνα μέ κανόνες πού άντιφάσκουν μεταξύ τους καί δτι αύτό πού ύπάρχει, ύπάρχει τιθέμενο, άντιτιθέμενο καί ξεπερνώντας τόν έαυτό του («τό μπουμπούκι χάνεται μέσα στήν έκρηξη τής άνθισης, καί μπορεί νά πή κανείς δτι τό μπουμπούκι άναιρείται άπό τό άνθος. Μέ τήν έμφάνιση τού καρπού, έπίσης τό άνθος καταγγέλλεται σάν ψεύτικο δημιούργημα τού φυτού κι ό καρπός παίρνει τή θέση τού άνθους σάν ή άλήθεια του»). Ή «Φαινομενολογία τού Πνεύματος», ή «Επιστήμη τής Λογικής», τά «Μαθήματα Φιλοσοφίας τής Ιστορίας» είναι έφαρμογές τής διαλεκτικής στήν πράξη. Ά π ό αύτά προκύπτει ένα σχήμα, πού όπωσδήποτε παραμένει έξαιρετικά περίπλοκο: πότε οί άντιφατικοί δροι συμφιλιώνονται σέ μιά άγευστη καί ψεύτικη ειρήνη, μιά ειρήνη πού μοιάζει περισσότερο μέ θάνατο' πότε άλληλοκαταστρέφονται καί δέν άφήνουν, δταν τελειώσει ή μάχη, παρά μόνο
— 114 —
έρείπια" πότε — τΙς πιό πολλές φορές έξάλλου — έπέρχεται τό ξεπέρασμα (aufhebung) πού κατορθώνει v i άνεβάση τά άντιτιθέμενα σ' ένα πιό εύλύγιστο καί πιό πλούσιο έπίπεδο. Κάθε πολεμική κατά τής λογικής (μέ τήν έννοια τής «τυπικής λογικής») τού Χέγκελ, κατά τής μεθοδολογίας του, είναι γελοία. 6. Στό δεύτερο «Πρόλογο» στό «Κεφάλαιο» (καί άλλού), ό Μάρξ διακηρύσσει πώς πήρε τήν έγελιανή διαλεκτική, τήν «άπάλλαξε άπό τό Ιδεαλιστικό της περικάλυμμα» καί τήν ξανάστησε στά πόδια της». Πολύ έξοργιστική διατύπωση πού μας κόστισε τΙς χυδαιότητες τού δήθεν διαλεκτικού ύλισμού! Πιό συγκεκριμένα, πιό σοβαρά άπό τόν Χέγκελ, δ Μάρξ προσπαθεί νά καταλάβη τήν έννοια τού Ιστορισμού. Επικρίνει τόν φιλόσοφο τοΰ Βερολίνου δτι έδωσε ύπερβολικό βάρος στήν έκφραση τής Ιδέας, δτι έβαλε «τό πράγμα τής λογικής» πρίν άπό τή «λογική τού πράγματος»' ένδιαφερόμενος ν' άναλύση τήν άποτελεσματικά πρακτική δράση τού έμπειρικού άνθρώπου, θεωρεί τΙς έγελιανές άφαιρέσεις εύρήματα ικανά νά Ικανοποιήσουν τόν homo philosophicus δχι δμως έπιστημονικές Αναλύσεις. Ό Μάρξ εισάγει τόν κριτικό Ιστορισμό, δηλαδή τήν κριτική τών Ιδεολογιών, στούς κόλπους τής φιλοσοφίας τής ιστορίας, καί ταυτόχρονα, καταργεί τή φιλοσοφία τής Ιστορίας. Έ τ σ ι , όρίζει καί πάλι, έναντίον τού Χέγκελ, τήν διαλεκτική σάν μέθοδο. Δέν πρόκειται δμως γι* αύτή τή μέθοδο «μέ τό ρυθμικό βήμα» (τήν παρουσιάζουμε παρακάτω στήν § 7) πού, ξεκινώντας άπό μερικούς τυπικούς νόμους, άναπλάθει δλόκληρη τήν πραγματικότητα. Ή δια-
— 115 —
λεκτική μέθοδος, συνίσταται γιά τό Μάρξ (δταν Απαλλάχτηκε άπό τόν άνομολόγητο έγελιανισμό πού παραμένει τό πλαίσιο τών πρώτων μελετών του) στή θεμελίωση μιάς συστηματικής τάξης τής νοητικότητας μέ βάση, άκριβώς έπειδή πρόκειται γιά νοητική τάξη κι δχι άπλή συλλογή Εμπειρικών συμπερασμάτων, ειδικούς τύπους αΐτιότητας. Ή Εμπειρική σκέψη — στήν όποία άνήκει τελικά, παρά τό βάθος του, τό έγελιανό Εργο — παραδέχεται λόγου χάρη, δτι ύπάρχει μιά άπλή σχέση άνάμεσα στό π ρ ί ν καί στό μ ε τ ά , δτι τό σύνολο αύτοϋ πού είναι π ρ I ν μπορεί νά άποκαλύψη τόν πάν γιά Εκείνο πού είναι μ ε τ ά . Άλλά, στό νοητικό σύστημα, π ρ I ν καί μ ε τ ά δέν σημαίνουν τό ίδιο πράγμα παρά μόνο στήν ύποτιθέμενη συνέχεια τής Ιστορίας. Ή διαλεκτική μέθοδος, δπως τήν προσδιορίζει ό Μάρξ καί τή χρησιμοποιεί στήν πράξη στό «Κεφάλαιο», άπαιτεΐ νά είναι καθορισμένα αύστηρά τά Ε π ί π ε δ α τής άναλύσεως καί θεμελιώνει άνάμεσά τους σχέσεις δπου δροΟν αίτιότητες πολύ πιό πολύπλοκες άπό τήν άπλή παραγωγή τοϋ ί δ ι ο υ άπό τό Γ δ ι ο. "Ας πάρουμε τήν πρώτη φράση τοϋ «Μανιφέστου τοϋ Κομμουνιστικού Κόμματος»: «'Ολόκληρη ή ιστορία είναι ίστορία τής πάλης τών τάξεων». Μπορεί βέβαια κανείς νά τήν δή μέ τό πρίσμα τής φιλοσοφίας τής ιστορίας τοϋ Εγελιανοϋ τύπου: στόν Εγελιανισμό πού βλέπει τούς πολέμους σάν κινητήρια δύναμη τής Ιστορίας, δ Μάρξ άντιπαραθέτει μιά άλλη σύλληψη: τήν πάλη τών τάξεων καί τΙς άπαραίτητες Επαναστάσεις. Άλλά ή διαλεκτική λέει, φαίνεται κάτι άλλο. Γιά νά γίνη κατανοητό τό άνόμοιο σύνολο τών πληροφοριών πού όνομάζεται
— 116 —
γ ί γ ν ε σ θ α ι τ ώ ν κ ο ι ν ω ν ι ώ ν , πρέπει νά πάρουμε σάν Ιδέα - κλειδί, τήν Ιδέα τής π ά λ η ς τών τ ά ξ ε ω ν . Αύτό προϋποθέτει πώς θά καθορίσουμε τήν ίννοια τής τάξης, πώς θά θεμελιώσουμε μιά έπιστήμη τών κοινωνιών, δτι θά έπεξεργαστοϋμε τούς άκριβεΐς δρους, μέ τούς δποίους ή έπιστήμη αύτή γίνεται Αποτελεσματική (τρόπος παραγωγής, παραγωγικές δυνάμεις, παραγωγικές σχέσεις κ.λ.π.) καί, π ρ ο π α ν τ ό ς , δτι θά άποκαλύψουμε τίς σχέσεις πού οί δροι αυτοί έχουν μεταξύ τ ο υ ς . . . Ή διαλεκτική είναι τότε ή δημιουργία τών κανόνων πού κατευθύνουν τήν έπιστημονική άνάλυση. 7. Άλλά, μέ τή βοήθεια καί μερικών κειμένων τοϋ Ένγκελς, διαμορφώθηκε, λίγο - λίγο, μιά ύλιστική δντολογία, μιά θεωρία πού έγινε ή έπίσημη φιλοσοφία τών κρατών τών λεγομένων σοσιαλιστικών. Έ θεωρία αύτή έγινε άντικείμενο τόσων παιδαγωγικών καί τόσων εύγλωττων Αναλύσεων πού θά εΓμαστε άξιοκατάκριτοι άν άγνοούσαμε τίς βασικές άρχές της. Αύτές οί άρχές, άκριβώς δπως καί στή θωμιστική άντίληψη, Αντικατοπτρίζουν τέλεια τήν ίδια τήν πραγματικότητα (τή φυσική καί κατόπιν τήν Ιστορική). Ά ς γνωρίζει δ καθένας άπδ δώ καί πέρα δτι κάθε παράβαση είναι προδοσία, συμβιβασμός μέ τόν άντιδραστικό ιδεαλισμό, δτι οί θετικές έπιστήμες καί ή πρακτική πολιτική δράση — άρκεΐ νά άντιλαμβάνονται οί Γδιες καλά τήν πορεία τους — δέν μπορεί παρά νά έπιβεβαιώνουν αύτές τΙς άρχές (ή νόμους). Πρώτος νόμος (δ λεγόμενος τής άλληλεπίδρασης καί τής παγκόσμιας συνάφειας) : « Ή διαλεκτική βλέπει τή φύση, δχι σάν μιά τυχαία συσσώρευση άντικειμένων, φαι-
— 117 —
νομένων Αποκομμένων μεταξύ τους, Απομονωμένων καί Ανεξάρτητων μεταξύ τους, Αλλά σάν ένα ένιαίο σύνολο μέ συνάφεια, δπου τά άντικείμενα, τά φαινόμενα είναι δργανικά άλληλοσυνδεμένα, άλληλοεξαρτώνται καί άλληλοκαθορίζονται». Δεύτερος νόμος (όνομαζόμενος τής παγκόσμιας άλλαγής καί τής άδιάκοπης άνάπτυξης) : « Ή διαλεκτική βλέπει τή φύση δχι σάν μιά κατάσταση άνάπαυσης καί άκινησίας, στασιμότητας καί σταθερότητας, άλλά σάν μιά κατάσταση αιώνιας κίνησης καί άλλαγής άδιάκοπης, άνανέωσης καί άνάπτυξης δπου πάντα κάτι γεννιέται και άναπτύσσεται, δπου πάντα κάτι σαπίζει καί έξαφανίζεται». Τρίτος νόμος (όνομαζόμενος τής ποιοτικής άλλαγής) : « Ή διαλεκτική θεωρεί τή διαδικασία τής άνάπτυξης δχι σάν μιά άπλή γνωστική διαδικασία, δπου ot ποσοτικές άλλαγές δέν καταλήγουν σέ ποιοτικές άλλαγές, άλλά σάν μιά διαδικασία, δπου ot ποιοτικές άλλαγές δέν είναι βαθμιαίες, άλλά γρήγορες, άπότομες καί πραγματοποιούνται μέ άλματα άπό τή μιά κατάσταση στήν άλλη" αύτές ot άλλαγές δέν είναι τυχαίες, άλλά άναγκαΐες" είναι τό άποτέλεσμα τής συσσώρευσης άνεπαίσθητων καί βαθμιαίων ποσοτικών άλλαγών». Τέταρτος νόμος (δ λεγόμενος νόμος τής πάλης τών άντιθέτων) : « Ή διαλεκτική ξεκινά άπό τήν άποψη δτι τά άντικείμενα καί τά φαινόμενα τής φύσης περικλείουν έσωτερικές Αντιθέσεις, άφοϋ δλα έχουν μιά άρνητική καί μιά θετική πλευρά, ένα παρελθόν καί ένα μέλλον, δλα έχουν στοιχεία πού Αναπτύσσονται καί στοιχεία πού έξαφανίζονται' ή πάλη αύτών τών άντιθέτων, ή πάλη άνά-
— 118 —
μεσα στό παλιό καί στό καινούργιο, άνάμεσα σ' Εκείνο πού πεθαίνει καί σ' Εκεΐνο πού γεννιέται, άνάμεσα σ' Εκεΐνο πού έξαφανίζεται καί σ' έκεΐνο πού άναπτύσσεται, είναι τό έσωτερικό περιεχόμενο τής διαδικασίας τής άνάπτυξης, τής μετατροπής τών ποσοτικών άλλαγών σέ ποιοτικές άλλαγές». Εκείνος πού συμμορφώνεται μέ αύτές τΙς άρχές (δπως είναι διατυπωμένες στό «Διαλεκτικός Υλισμός καί 'Ιστορικός Υλισμός» τοΟ I. Στάλιν) είναι σίγουρος δτι δέν θά κάνη λάθος, δτι θά προκαταλάβη τά συμπεράσματα τών θετικών Επιστημών, δτι θά ύπηρετήση τήν ύπόθεση τοϋ σοσιαλισμού. Δέν είναι μόνο τό άνθρώπινο γίγνεσθαι διαλεκτικό, καί ή φύση είναι διαλεκτική. "Ηδη ό "Ενγκελς, άσχολούμενος μέ τά θέματα πού είχε άναπτύξει πλατιά δ Σέλλινγκ, καί άργότερα ό Χέγκελ, σύνθεσε μιά πλατιά καί ύποδειγματική τοιχογραφία δπου ήταν καταγραμμένες δλες οί άντιθέσεις τοϋ φυσικοΟ καί τοϋ βιολογικού κόσμου. Ό σύγχρονος διαλεκτικός ύλισμός άντλώντας άπό τά σημερινά έπιστημονικά δεδομένα, συμπληρώνει τόν πίνακα: στίς κλασικές άντιφάσεις (τό + καί τό — τοϋ μαθηματικού, τόν θετικό καί τόν άρνητικό πόλο τοϋ φυσικού, τό όξύ καί τή βάση τοϋ χημικοϋ, τόν κυκλώνα καί τόν άντικυκλώνα τοϋ γεωγράφου) Ερχονται νά προσθέσουν λογικά κατασκευάσματα γιά τήν ύλη καί τήν άντιύλη καί γιά τ' άμινοξέα. Ή διαλεκτική προσφέρει δλα τά κλειδιά: είναι τό πάς-παρτοϋ πού έπιτρέπει νά Εξηγήσουμε πώς άπό τήν άψυχη ύλη «πηδάμε» ποιοτικά στή ζωή καί, άπό Εκεί, στή συνείδηση, άπό τόν καπιταλισμό στό σοσιαλισμό, άπό τό άστικό στό προλεταριακό Κράτος,
— 119 —
άπό τήν «τυπική δημοκρατία» στό «δημοκρατικό συγκεντρωτισμό», άπό τό λενινισμό στό σταλινισμό καί, άπό έκεΐ στόν κρουτσεφισμό (ή, σύμφωνα μέ άλλα λογικά κατασκευάσματα στό μαοϊσμό), μέ λίγα λόγια, άπό τό τάδε στό δεΐνα, σύμφωνα μέ τή διάθεση, τΙς προτιμήσεις καί, άσφαλώς, τό νόημα τής Ιστορίας! Σέ τίποτε δέν ώφελεΐ, φαίνεται, νά θυμίσουμε σ' αύτούς τούς τραπεζορήτορες πού άδιάφοροι γιά δλους τούς κανόνες πού διέπουν τόν έλλογο λόγο — αύτοί πού έμφανίζονται σάν θερμοί θιασώτες τής όρθολογικής σαφήνειας —, συγχέουν τήν άντίφαση (τόν άμοιβαϊο άποκλεισμό: λόγου χάρη, αύτές ot δυό φράσεις: «δ τοίχος είναι γαλάζιος», «δ τοίχος δέν είναι γαλάζιος»), τΙς ένάντιες έννοιες (τήν άπλή διάζευξη: «δ τοίχος είναι γαλάζιος», «δ τοίχος είναι κίτρινος») καί τήν διαφορά («δ τοίχος είναι γαλάζιος», «δ τοίχος είναι σκασμένος»), δτι παραδίδονται σ' ένα ρομαντισμό τού Σύμπαντος — πού είναι καταδικασμένος άπό τούς ίδιους σάν Ιδεαλιστικός καί σκοταδιστικός δταν άναπτύσσεται στά κείμενα τοϋ Σέλλινγκ καί τού Μπέρξον — δταν καταλαβαίνουν τό + καί τό — τής άλγεβρας (καθαρά διατύπωση άξιώματος), τό θετικό καί τόν άρνητικό ήλεκτρισμό (άποτέλεσμα διαφοράς δυναμικού) , τόν κυκλώνα καί τόν άντικυκλώνα σάν άντιφατικούς δρους πού μπορούν νά ταυτιστούν μέ τΙς Αντιθέσεις άνάμεσα στούς έκμεταλλευτές καί τούς έκμεταλλευόμεν ο υ ς . . . Είναι ευτυχισμένοι πού μπορούν έτσι νά καλύπτουν τόν πολιτικό τους έμπειρισμό μέ μιά δμίχλη λογικής πού τούς έπιτρέπει δλα τά Ιδεολογικά έγχειρήματα πού κρίνουν άναγκαΐα.
— 120 —
Ή κατάσταση είναι τέτοια, δσον άφορδ τήν Εννοια διαλεκτική πού θλίβεται κανείς γιατί Ενας στοχαστής δπως δ Ζ. Π. Σάρτρ — τόσο ζωντανός καί τόσο σωστός στήν άντιμετώπιση τής δρθόδοξης μαρξιστικής φιλοσοφίας — έκρινε καλό νά άντιπαραθέση τδν άναλυτικδ Λόγο, πού άποσυνθέτει άφηρημένα, πού βλέπει τά δέντρα καί καθόλου τό δάσος, στό διαλεκτικό Λόγο, πού άναζητεί νά συλλάβη, τούς ποικίλους προσδιορισμούς τους, τΙς δλότητες στό γίγνεσθαι... "Οτι πρέπει ν' άπαλλαγούμε άπό τόν καρτεσιανισμό, δ Ζ. Μπασελάρ τό έδειξε μέ τέτοια δύναμη πού δέν νομίζω άναγκαίο νά Επανέλθουμε στό θέμα! Άλλά, δτι, πέρα άπ' αύτό, μπορούμε νά καλύπτουμε δλες τΙς συγχύσεις, δλες τΙς κατά προσέγγιση έννοιες γιατί θέλουμε τήν «δλότητα», τό φρικίασμα τών άντιθέτων, τό δημιουργικό χείμαρρο τών άνταγωνιστικών στοιχείων, αύτό δέν μού φαίνεται πώς πρέπει νά τό έπιθυμούμε. Όρισμένες σελίδες τής «Κριτικής τού διαλεκτικού Λόγου» είναι γιά τήν έπαληθευμένη Ιστορική έρευνα δτι είναι περίπου τά κείμενα τού «Πλανήτη» γιά τήν πραγματική έπιστήμη ή τά τεκμήρια τού Ρ. Γκαρωντύ γιά τό σοβαρό λογισμό. Προτείνουμε — χωρίς καμιά έλπίδα δτι θά εισακουστούμε — , στή διάρκεια τών είκοσι Επομένων έτών, οί θεωρητικοί πού Εχουν τή συναίσθηση τής εύθύνης τους νά μή χρησιμοποιούν τή λέξη διαλεκτική καί ν' άναλάβουν τήν ύποχρέωση, δσες φορές τούς Ερχεται στήν πέννα αύτή ή λέξη, νά προσπαθούν νά καθορίζουν αύστηρά περί τίνος πρόκειται. Φρανσουά Σατελέ
— 121 —
ΔΙΕΘΝΕΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ Σύνολο γραφτών καί άγραφτων κανόνων, έθνικών καί διεθνών δεσμών, μεθόδων καί παραδόσεων πού χρησιμεύουν γιά πλαίσιο στίς διεθνείς πληρωμές καί έξασφαλίζουν τήν Ισορροπία τους. Παρά τό δνομά του, τό διεθνές νομισματικό σύστημα δέν είναι σχεδόν σύστημα: βρίσκεται σέ συνεχή έξέλιξη ύπό τήν έπίδραση τής διεθνούς πολιτικής καί οίκονομίας καί τά χαρακτηριστικά του διαμορφώνονται μάλλον άπό πραγματικές καταστάσεις παρά άπό μελετημένη όργάνωση. Ό άντικειμενικός στόχος τού διεθνούς νομισματικού συστήματος είναι ό ίδιος τόν όποΐο έπιδιώκουν τά έθνικά νομισματικά συστήματα στό έσωτερικό πεδίο: νά έξασφαλίση μιά νομισματική τάξη πού νά έπιτρέπη, μέ τή σταθερότητα καί τήν άσφάλεια, τήν κανονική έπέκταση τών διεθνών συναλλαγών. Γιά νά άνταποκριθή σ' αύτό τό σκοπό τό διεθνές νομισματικό σύστημα πρέπει νά βασίζεται σέ δύο άρχές: στήν έλευθερία τών διεθνών συναλλαγών καί στή σταθερότητα τών τιμών τού συναλλάγματος. Ή έλευθερία τών διεθνών συναλλαγών είναι άπαραίτητη γιά τή δημιουργία τών μόνιμων καί κανονικών έμπορικών καί χρηματικών ροών, χωρίς τίς δποΐες δέν είναι δυνατή ή έπέκταση τών διεθνών άνταλλαγών. Ή έλευθερία τών διεθνών συναλλαγών μπορεί νά έξασφαλιστή άπό τή μιά μέ τήν άπουσία περιορισμών στίς κυρίως άνταλλαγές (δχι άπαγορεύσεις ή περιορισμοί στίς είσαγωγές, δχι διοικητικά έμπόδια πού κα-
— 122 —
ταλήγουν στό Γδιο άποτέλεσμα) χι άπό τήν άλλη μέ τή μετατρεψιμότητα τών νομισμάτων. Μετατρεψιμότητα είναι ή δυνατότητα πού έχουν ot κάτοχοι ένός νομίσματος νά προμηθευτοϋν δποιοδήποτε άλλο νόμισμα μέ τά χρήματά τους. Ή δεύτερη μεγάλη άρχή είναι ή σταθερότητα τών τ ι μ ώ ν τού συναλλάγματος: γιά νά μπορή νά άναπτύσσεται κανονικά ή διακίνηση τών έμπορευμάτων, τών ύπηρεσιών καί τών κεφαλαίων πρέπει νά ξέρουν ot έξαγωγείς καί ot είσαγωγεΐς ποια είναι ή άξία, τουλάχιστο γιά μιά εύλογη περίοδο, τού νομίσματος τής χώρας τους καί τής χώρας μέ τήν όποια συναλλάσσονται: τό νομισματικό σύστημα λοιπόν βασίζεται σέ σταθερές συναλλαγματικές τιμές. Τά νομίσματα προσδιορίζονται σέ σχέση μ' ένα βάρος χρυσού πού κι αύτού ή τιμή είναι σταθερή (βλ. χρυσό). Ot χώρες μέλη τών Συμφωνιών τού Μπρέττον - Γούντς, δηλαδή τό σύνολο τών χωρών τού κόσμου, έκτός άπό τό σοσιαλιστικό συνασπισμό, έχουν άναλάβει τήν ύποχρέωση νά «ύπερασπίζονται τήν ισοτιμία τους» δηλαδή νά παίρνουν τά άναγκαΐα μέτρα γιά τή διατήρηση τών τιμών τού συναλλάγματος πολύ κοντά μέ τήν Ισοτιμία τοϋ δικού τους νομίσματος. Στήν πράξη, αύτή ή σταθερότητα γίνεται κατορθωτή μέ τήν παρέμβαση τών νομισματικών άρχών στίς άγορές συναλλάγματος. "Αν σέ μιά χώρα σημειώνεται διατάραξη τής ισορροπίας τών άνταλλαγών της, λόγου χάρη ένα έλλειμμα, ot είσπράξεις της δέν συμψηφίζουν έντελώς τΙς δαπάνες της. Ή ζήτηση ξένου νομίσματος δέν καλύπτεται έντελώς καί ή τρέχουσα τιμή τοϋ έθνικοϋ νομίσματος
— 123 —
πέφτει Εξαιτίας τής Ελλειψης Ισορροπίας άνάμεσα στήν προσφορά χαΐ στή ζήτηση τοϋ ξένου νομίσματος. Τότε ot νομισματικές άρχές τής χώρας — στή Γαλλία, ή Τράπεζα τής Γαλλίας — παρεμβαίνουν καί προσφέρουν τόσα ξένα νομίσματα δσα είναι άναγκαϊα γιά νά έπανέλθη ή τρέχουσα τιμή γύρω άπό τήν ισοτιμία. 'Αντίθετα, μιά χώρα μέ περίσσεμα πρέπει Επίσης νά παρέμβη στήν άγορά της συναλλάγματος γιά νά συγκεντρώση στό δημόσιο ταμείο τό πλεόνασμα ξένων νομισμάτων πού προσφέρονται στήν άγορά της καί νά άποτρέψη μεγάλη ύψωση τής τιμής τοϋ δικοΰ της νομίσματος, πάνω άπό τήν Ισοτιμία. Τό παιγνίδι αύτών τών παρεμβάσεων προκαλεί τήν κίνηση τών συναλλαγματικών άποθεμάτων πού διατηρούν ot διάφορες χώρες μέ τή μορφή ξένων νομισμάτων καί τά όποια χρησιμοποιούν συχνά γιά τήν άπόκτηση χρυσού. Τά άποθέματα είναι δ ρυθμιστικός μοχλός χάρη στόν όποιο διατηρείται ή σταθερότητα τής τιμής συναλλάγματος. Πρέπει νά σημειώσουμε πώς οί περισσότερες χώρες διατηρούν τά συναλλαγματικά άποθέματά τους, Εκτός άπό τό χρυσό, μέ τή μορφή τών δολλαρίων τών Ηνωμένων Πολιτειών, γιατί αύτό τό νόμισμα, τό πιό πολύ χρησιμοποιούμενο στίς διεθνείς συναλλαγές, είναι χάρη στήν άμερικανική οικονομική δύναμη, τή σημασία τοϋ άμερικανικοϋ άποθέματος χρυσοϋ πού άποτελεΐ τόν Εγγυητή του, καί τή σταθερότητα τής άγοραστικής του άξιας — τό νόμισμα πού παρουσιάζει δλα τά χαρακτηριστικά Ενός όργάνου ίκανοϋ νά παίζη τό ρόλο τοϋ άποθέματος. Τά άποθέματα, μαζί μέ τίς πιστωτικές διευκολύνσεις, άποτελοϋν Εκείνο πού όνομάζεται «διεθνείς ρευστότητες»
— 124 —
καί πού τό μέγεθός τους θέτει λεπτά προβλήματα: δέν πρέπει νά ύπάρχουν πάρα πολύ μεγάλες, γιατί ύπάρχει τότε κίνδυνος διεθνούς πληθωρισμού. Δέν πρέπει v i είναι πάρα πολύ μικρές, γιατί οί χώρες μέ έλλειμμα θά έχουν τότε τήν τάση, άπό έλλειψη ένός Ικανοποιητικού περιθωρίου έλιγμών, νά πάρουν περιοριστικά μέτρα (δπως μερική άπαγόρευση εισαγωγών), έπιζήμια γιά τό σύνολο τής διεθνούς κοινότητας. Τό σύστημα πού περιγράψαμε είναι τό σύστημα τού gold exchange standard — πού όνομάζεται έτσι γιατί βάση αύτού τού συστήματος είναι δ ίδιος δ χρυσός, καθώς κι ένα νόμισμα μετατρέψιμο σέ χρυσό, τουλάχιστο στίς Κεντρικές Τράπεζες πού τό διαθέτουν. Αύτό τό σύστημα, πού ισχύει άπό τή Διάσκεψη τής Γενεύης (1922), άκολουθείται άπό τήν πλειοψηφία τών βιομηχανικών χωρών έκτός άπό τΙς χώρες τού σοσιαλιστικού συνασπισμοϋ. Δέχεται τώρα πολλές έπικρίσεις, γιατί τό νόμισμα πού τού χρησιμεύει σάν δχημα καί ταυτόχρονα σάν Αποθεματικό μέσο, τό δολλάριο τών Ηνωμένων Πολιτειών, είχε λίγο άδυνατίσει άπό παρατεταμένη έλλειψη ισορροπίας τού άμερικανικού Ισοζυγίου πληρωμών. Αύτή ή έλλειψη Ισορροπίας έφτασε στό σημείο νά ύπονομεύση τό σημαντικό μεταλλικό άντίκρυσμα πού οί Ηνωμένες Πολιτείες διατηρούσαν στό τέλος τού Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου κι αύτή ή έξασθένιση τού άντικρύσματος τού δολλαρίου έκανε νά διατυπωθούν πολλές έπικρίσεις πού ξεπερνούν άλλωστε πολύ τά νομισματικά πλαίσια καί φθάνουν στό πολιτικό έπίπεδο. Γι* αύτό διεξάγονται τώρα συνομιλίες γιά τή μεταρ-
— 125 —
ρύθμιση τοϋ ' διεθνοϋς νομισματικού συστήματος μέ έπιμονή κυρίως τής Γαλλίας, πού πολλές φορές έκδήλωσε τήν προτίμησή της γιά τή χρυσή βάση (βλέπε: χρυσό). Φρανσουάζ Καρριέρ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ Κατά τό λεξικό, ή Δικαιοσύνη είναι άρετή' γιά τό νομικό, άντιπροσωπεύει τό σεβασμό τών δικαιωμάτων τού άλλου" γιά τό θεολόγο, τό σεβασμό τού άνθρώπου πού είναι είκόνα τού θεού" γιά τόν πολίτη είναι θεσμός" γιά τόν άνθρωπο τού νόμου είναι βιοποριστικό έπάγγελμα" γιά τήν Έξουσία είναι δργανο. Πρέπει νά παραθέσουμε αύτούς τούς όρισμούς γιά νά έχουμε μιά πλήρη είκόνα καί νά άποφύγουμε τΙς παρανοήσεις πού δημιουργούνται άπό τή διαδοχική έναλλαγή τών άντιλήψεων. Ή Δικαιοσύνη ύπήρξε μαγική, έθνική, θρησκευτική καί πολιτική. Στό τέλος τού 20ού αΙώνα, οί μεταρρυθμιστές τή θέλουν «σύγχρονη, άποτελεσματική καί ταχεία». Ή άποτελεσματικότητα καί ή ταχύτητα είναι Ιδιότητες μυϊκές καί δχι ψυχικές" μπορούν νά ίσχύουν γιά ένα όργανισμό δχι γιά μιά άρετή. Τό κατηγορούμενο «σύγχρονος» δέν άναφέρεται στή χρονολογία, είναι συνώνυμο μέ τό «τελειοποιημένος» ή άπλούστερα μέ τό «καλύτερος». Γιά τή Δικαιοσύνη, θά ήταν άρκετό νά είναι καλή. Τό προσπάθησε ή ίδια στή διάρκεια τής άργής της έξελίξεως. Ή Δικαιοσύνη άντιστοιχεϊ σέ μιά δρισμένην άντίληψη τής κοινωνικής ζωής
— 126 —
καί συνεπώς σέ μιά δρισμένη Ιδέα πού κάθε πολίτης σχηματίζει γιά τδν έαυτό του- ταυτόχρονα δίνει στόν καθένα τή δυνατότητα μι&ς Αμφισβητήσεως καί τής διεκδικήσεως τών αΐτημάτων του. Γιά νά βελτιώση τΙς άποφάσεις της, ή Δικαιοσύνη άκολούθησε δύο δρόμους. Πριν άπ' δλα, γιά νά πολλαπλασιάση τΙς Εγγυήσεις, πολλαπλασίασε τούς βαθμούς, κάνοντας νά έκδικάζεται μιά ύπόθεση δυό καί τρεϊς φορές άπό διαφορετικούς δικαστές, έξασφαλίζοντας μέ τήν προφορική καί διαλογική συζήτηση τήν έκθεση τών έπιχειρημάτων καί τέλος προτρέποντας δλους τούς πολίτες, μέ τή δημοσιότητα τών συνεδριάσεων, νά άσκοϋν κάποιο κοινωνικό έλεγχο πού μόνο δ Τύπος είναι σέ θέση νά έξασφαλίση, άφοϋ οί συνηθισμένοι άκροατές τών Δικαστηρίων δέν άντιπροσωπεύουν τό "Εθνος. Τό άλλο μέσο ήταν ό πολλαπλασιασμός τών δικαιοδοσιών γιά νά καλούνται ot πιό άρμόδιοι άνθρωποι νά λύνουν τΙς διαφορές τής είδικότητάς τους. Ή πρακτική βρήκε τήν Ισορροπία στή μέση τού δρόμου, άνάμεσα στήν ένιαία δικαιοσύνη μέ καθολική άρμοδιότητα, δπως ήταν δ "Αρειος Πάγος δταν είχε μόνο δυό τμήματα, τό ένα γιά τό άστικό δίκαιο, τό άλλο γιά τό ποινικό, καί δπως ήταν καί τά έφετεΐα' καί, άπό τήν άλλη μεριά, μιά διασκορπισμένη δικαιοσύνη σέ τόσα Δικαστήρια δσες κι ot είδικότητες. Πάντως ή έξέλιξη πηγαίνει πρός τήν κατεύθυνση τής είδικεύσεως, μέ τΙς κλαδικές ή έπαγγελματικές δικαιοδοσίες, πού δέν είναι πιά μόνο δικαστικές, άλλά έπίσης διαιτητικές, διοικητικές, έμπορικές, σχετικές μέ θέματα κοινωνικών άσφαλίσεων, συντάξεων, τέλος δικαιοδοσίες πειθαρχικές πού λειτουργούν
— 127 —
γιά τά Επαγγέλματα πού Εχουν Κανονισμό, καθώς καί γιά τΙς δημόσιες ύπηρεσίες. Σήμερα κρίνεται πώς αύτές ot λογικές μεταρρυθμίσεις δέν ήταν άρκετές γιά νά άποτρέπωνται οί άδικίες, — παράδειγμα άδικιών βρίσκουμε άπό τά βάθη τών αΐώνων — , καί νά ικανοποιούνται ot νέες άνάγκες. Επίσης διαπιστώνεται δτι ot δικαστικές .διαρθρώσεις δύσκολα βελτιώνονται' Εχουν ήδη άντικατασταθή σέ πολλούς τομείς. Μπορούσαμε κατ' άρχήν νά Ελπίζουμε πώς ή σωφροσύνη τών νομοθετών καί ή Επαγρύπνηση τών συνειδήσεων θά Επέτρεπαν στή Δικαιοσύνη νά άποδώση τούς άναμενόμενους άπό δλους καρπούς. Αύτό τό άποτέλεσμα δέν Εχει πλήρως Επιτευχθή, δπως φαίνεται πολύ καθαρά άπό τόν Τύπο. Ή Δικαιοσύνη δέν κάνει πάντα τό καλό: «ΣτΙς 6 'Οκτωβρίου 1965, τό 'Εφετείο άναγνώρισε σ' Ενα διάδικο μιά τόσο μικρή άποζημίωση γιά τήν άπαλλοτρίωση πού δέν Εφτανε γιά νά τόν σώση άπό τήν καταστροφή" μαθαίνοντας τήν άπόφαση πέθανε». Ή Δικαιοσύνη δέν ύπερασπίζεται πάντα τήν Ελευθερία: «Στά 1966, 60.000 άτομα περιμένουν στή φυλακή νά δικαστούν. Περισσότερα άπό τά 30% τών Εγκλεισμών στίς φυλακές άναγνωρίστηκαν δτι ήταν άδικαιολόγητες». Δέ δημιουργεί πάντα άτμόσφαιρα ήρεμίας γιά νά γίνη Ελεύθερα ή συζήτηση: «Δέν ήταν πιά δίκη, ήταν μιά Εν ψυχρφ τακτοποίηση λογαριασμών», γράφει Ενας δικαστικός ρεπόρτερ στά 1957, Εκφράζοντας τή γενική γνώμη. Ή Δικαιοσύνη δέν Εξασφαλίζει πάντα τό σεβασμό τοΟ νόμου, άφού ύψηλές δικαιοδοσίες, άκόμα καί δύο τμήματα τού 'Ακυρωτικού, Ερμηνεύουν μέ άντίθετους τρόπους τό Τδιο κείμενο. Βέβαια ύπάρχει
— 128 —
πάντα ή δυνατότητα νά έπιβληθή μέ τόν Ιεραρχικό δρόμο μιά ένιαία έρμηνεία, άλλά τό βάρος τοΟ κύρους αύτής τής Ιεραρχίας δέν είναι άντίθετο μέ τήν άρχή τής έσωτερικής πεποιθήσεως πού θέλει ή άπόφααη νά λαμβάνεται άπό έλεύθερη συνείδηση; Αύτή ή έλευθερία, πού όνομάζεται καμιά φορά άνεξαρτησία, έχει γίνει τό Αντικείμενο πολλών συζητήσεων. Δέν μπορεί νά πάρη κανείς μέρος σέ τέτοιες συζητήσεις χωρίς νά ύποκρίνεται, δταν γνωρίζη δτι ύπάρχουν άντιφατικές άποφάσεις πού έχουν έπιβληθή άπό τήν έκτελεστική έξουσία, ή δποία εύτυχώς δέν κρύβει αύτή τή δραστηριότητά της. Αύτή ή δραστηριότητα δέν είναι μόνο σημερινή. Σέ μιά έγκύκλιό του τής 5ης 'Απριλίου 1965, δ Σφραγιδοφύλαξ (Σ.τ.Μ. δ Υπουργός τής Δικαιοσύνης τής Γαλλίας) διευκρυνίζει : «Σέ έμέ άνήκει τελικά νά άποφασίσω γιά τΙς Ικανότητες καί τήν προσωπικότητα τού καθενός». Διαβάζουμε στίς έφημερίδες πληροφορίες δπως αύτή : «Έδώ καί σαρανταοκτώ ώρες, οί δικαστές έπιβάλλουν βαρειές ποινές καθείρξεως. Οί λειτουργοί τής Δικαιοσύνης συμμορφώνονται έτσι μέ τΙς νέες δδηγίες τού Σφραγιδοφύλακα». Καί οί δικαστές, παλιοί σπουδαστές τοϋ Εθνικού Κέντρου Δικαστικών Σπουδών, δημοσιεύουν μιά σαφή άνακοίνωση: « Ή έκτελεστική έξουσία καθορίζει τή σταδιοδρομία τών δικαστών». "Αν ύπάρχει ή δυνατότητα νά άναζητήσουμε τά μέσα γιά νά άλλάξουν κάπως τά πράγματα, ή διαπίστωση τής σημερινής καταστάσεως δέν άφήνει κανένα σκοτεινό σημείο, καί άφού οί άνάγκες τής Δικαιοσύνης ξεπερνούν τΙς δυνατότητες τών μέσων, χρειάζεται οί πολίτες νά άναζη-
10
— 129 —
τήσουν άλλα, μέσα. Ή Δικαιοσύνη τών δικαστηρίων παραμένει άπαραίτητη, μά πρέπει νά άποφύγη κάθε οίηση πού θά ήταν άδικη. Πρέπει νά είναι μετριόφρων γιατί, έκτός άπό έξαιρέσεις, λύνει διαφορές πολύ περιορισμένης κοινωνικής σημασίας. Ό άριθμός τών φονιάδων, σέ μιά σύγχρονη κοινωνία, είναι εύτυχώς μικρός. Ό τ α ν προκαλούνται μεγάλης έκτάσεως συγκρούσεις μόνο φαινομενικά παραπέμπονται στά Δικαστήρια τών όποίων ή άπόφαση είναι μερική, γενικά προβλέπεται άπό τούς άνταγωνιστές καί άποτελεΐ μέρος ένός πολύ πιό πλατειού συνόλου πού καταλήγει στήν έπιδιωκόμενη συμφωνία. Παρ' 8λ' αύτά, ή δραστηριότητα τών δικαστηρίων παραμένει άπαραίτητη, πρίν άπ' δλα γιατί κρίνει τήν τύχη τοΰ άτόμου, καί κατόπιν γιατί, άν ή Δικαιοσύνη δέν άποδίδεται πάντα στά Δικαστήρια, έκεΐ είναι πού «μιλά». Ή Φωνή τής Δικαιοσύνης μπορεί νά ύψωθή μέσα στά δικαστήρια, κι αύτό είναι μιά θεμελιακή έγγύηση. Ή κοινή γνώμη δμως πηγαίνει μακρύτερα. Οί διεκδικήσεις δέν άκολουθούν πάντα τόν δικαστικό δρόμο, γιατί ό δρόμος αύτός μερικές φορές δδηγεί σέ άδιέξοδο, κι δταν άκόμα ή Δικαιοσύνη δέν είναι στά χέρια τής έκτελεατική ς έξουσίας δργανο καταπιέσεως. Ά λ λ ά ή διεκδίκηση δικαιοσύνης ύψώνεται στό έπίπεδο τών πιό μεγάλων πραγματοποιήσεων. Τά στοιχεία ένός φακέλλου δέν περιέχουν δλες τις γνώσεις πού θάπρεπε νά βρίσκωνται στή βάση μιάς άποφάσεως, μά ούτε κι αύτή ή άπόφαση φτάνει τά δρια τής άναγκαίας άποτελεσματικότητας γιά νά άποκαταστήση μιά κατάσταση ή νά θεραπεύση τό κακό. Πέρα άπό τήν άπειλή
— 130 —
μιάς κυρώσεως πού ξυπνά τήν πονηρία καί προκαλεί τόν πανικό, ύπάρχει ή προνοητική διοίκηση πού διοχετεύει τΙς δυνάμεις, όργανώνει τΙς άνθρώπινες σχέσεις, Εξομαλύνει τΙς δυσκολίες καί Ικανοποιεί τΙς άνάγκες. 'Ανεβαίνοντας άκόμα παραπάνω, ό πολίτης ξέρει δτι λύση στις Ανισότητες φέρνει ή πολιτική, ή όποία σ' όλόκληρη τή διαδρομή τής 'Ιστορίας Ερχεται άρωγός τών ύπδδουλων, τών Εκμεταλλευόμενων, καί περιορίζει τόν άριθμό τών θυμάτων. Είναι άπάτη τών κοινωνιών πού λειτουργούν άσχημα ν' άφήνουν νά πιστεύεται δτι οί δικαστικές διαρθρώσεις είναι Ικανές νά άνταμείβουν τΙς δυνάμεις τοΟ ΚακοΟ. Ή Δικαιοσύνη είναι μιά βαθειά προσδοκία καί μιά κοινωνία είναι τόσο καλύτερη δσο οί πολίτες της μποροΟν νά Επιτύχουν περισσότερο ν' άποδοθή Δικαιοσύνη, ένώ ταυτόχρονα άναπτύσσεται ή ιδέα δτι πρέπει νά φροντίζουν γιά τή Δικαιοσύνη πέρα άπό τήν πραγματική της κατάσταση τής στιγμής. Είναι δίκαιο νά μήν είσαι γυμνός, νά μήν είσαι πεινασμένος, νά μήν είσαι ταπεινωμένος, νά μήν είσαι άπομονωμένος, νά μήν Εχης άγχος γιά τό μέλλον, άλλά άμέσως σκέφτεται κανείς πώς είναι δίκαιο καί νά μήν ύποφέρης, δρισμένοι μπορεί ν' άναρωτιώνται μήπως είναι δίκαιο καί νά μήν γερνάς καί νά μήν πεθαίνης. Καί ή Δικαιοσύνη ή τιμωρός καί όργανώτρια γίνεται παιδαγωγός. Χωρίς νά πάψη νάναι δύναμη, γίνεται πρόβλημα. Καζαμαγιόρ
— 131 —
ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ Έξουσία τοΟ ένός μόνο. Έξουσία τής μοναξιάς. Αύτή είναι ή άληθινή μαύρη έξουσία, ή έξουσία πού ή ματιά της είναι στραμμένη πρός τά μέσα καί ή δργή της πρός τά έξω. Καί δμως, ή δικτατορία παρουσιάστηκε σάν προσβολή πρός τήν πολιτική ήθική μόνο άπό τήν ήμέρα πού δ μύθος τής Ισότητας άνάγκασε τούς άνθρώπους νά θεωρούν άδικημένο τόν έαυτό τους κάθε φορά πού δέχονται διαταγές ένώ περίμεναν νόμους. Έ νομιμότητα είναι μιά περιδεής κατασκευή πού τής είναι άφοσιωμένες οί φειδωλές καρδιές: στή νομιμότητα κάθε κίνδυνος Ιχει σάν άντιστάθμισμά του κάποια άσφάλεια καί κάθε μόχθος άπαιτεΤ τήν άνταμοιβή του. Μέ τή δικτατορία, δ ίδιος δ νόμος είναι φοβισμένος καί δέν ύπάρχει πιά έγγύηση γιά τίποτε, καί άς φαίνονται δλα παγωμένα, στερεοποιημένα, φρουρούμενα καλά. Γιατί αύτή ή φρούρηση, στήν πραγματικότητα λέει δτι δ καιρός τών άτιμώρητων πράξεων Εφτασε κι δτι πρέπει νά παραιτηθής άπό κάθε προσπάθεια νά προβλέπης τό μέλλον. "Οποια ρύθμιση κι άν διατάσση, δ άπολυταρχισμός δέν μπορεί νά σχεδιάση τό μέλλον του. Εκτός άν θεωρήση κανείς σχέδιο τό προσωπικό ώροσκόπιο τού δικτάτορα. Στό παρελθόν, ή δύναμη καί δ νόμος έναλλάσσονταν χωρίς νά άποκρούη κανείς τόν Ινα στό δνομα τού άλλου: ήταν οί δυό έναλλασσόμενες έποχές τής Πολιτείας. Οί πολίτες τής άρχαίας Ρώμης, άνθρωποι χωρίς συμπλέγματα, είχαν κάνει τή δικτατορία Ινα είδος μεγάλου άξιώματος πού τιμούσε αύτόν πού τό άποκτούσε, έκτός άν τού άξιζε
— 132 —
ή περιφρόνηση τών δικαίων. Προσωρινό λειτούργημα, μέ μεγάλη δμως διάρκεια πού τή δικαιολογούσαν μέ τήν άνάγκη νά έμπιστευθοΰν σ* ένα μόνο άνθρωπο τήν εύθύνη ν' άντιμετωπίση τούς κινδύνους πού ήταν πολύ μεγάλοι γιά νά μπορή νά τούς άποτρίψη ή εύγλωττία τής Συγκλήτου. Τά συμπλέγματα ήλθαν κατόπιν. Μέ τήν ντροπή γιά τό άπόλυτο καί τή μετατροπή τού άτόμου σέ μινιατούρα, σέ κομματάκι τού δχλου πού όφείλεται στόν δχλο. Σήμερα δέν ύπάρχουν πιά δικτάτορες: ύπάρχουν μόνο έκτακτα καθεστώτα, άπό τά όποια όρισμένα διακηρύσσουν δτι παραμένουν γιά λίγο, ένώ άλλα χρησιμοποιούν τό πρόσχημα τής συλλογικότητας καί ισχυρίζονται δτι άποτελούν μιά δραστική δημοκρατία προσαρμοσμένη στίς άνάγκες μιάς κοινωνίας πού βρίσκεται στήν πορεία τής μεταμόρφωσης. ΚαΙ στή μιά καί στήν άλλη περίπτωση ψεύδονται. Ή δικτατορία είναι μιά δοκιμασία φθοράς' φθείρει τά νεύρα, τά άντανακλαστικά, τήν ύπομονή. Τό δνομά της έχει τό προσόν νά θυμίζη δτι είναι μιά μεγάλη γραφή καθ' ύπαγόρευση (») πού έχει τήν τάση νά συνεχίση τό δρόμο της μόνη της, νά τρέφεται αιώνια άπό τήν εύπείθεια πού ή Ιδια δημιουργεί, άν δέν προβάλλουν έξωτερικά έπεισόδια νά τής άνακόψουν τήν πορεία: πόλεμοι, άποκλεισμοί, έμφάνιση νέων δυνάμεων στό προσκήνιο. Οί νόθες δικτατορίες τής έποχής μας είναι στήν πραγματικότητα μορφές τής διφορούμενης άμηχανίας πού νιώθουν τά καθεστώτα τού καταναγκασμού άπέναντι στίς Σ. τ. M. Dictature = δικτατορία. Dictée = γραφή καθ' ύπαγόρευση «όρθογραφία».
— 133 —
ιδεολογίες τών' δποίων έμφανίζονται θιασώτες. Μοιάζουν μέ τό γυμναστή πού τόν προσλαμβάνουν γιά καθοδηγητή τής φιλοσοφίας χαΐ πού πιστεύει δτι πρέπει νά δεχτή νά παίξη τό παιγνίδι γιά νά έξευγενίση τό μάθημά του xal νά ταπεινώση ταυτόχρονα τό άλλο. Καί προπαντός, ή δικτατορία καμουφλάρεται ή διαμοιράζεται γιατί στήν άληθινή της κατάσταση ριζώνει σέ μιά θέληση σάν νά είναι άποχωρισμένη άπ' δλες τΙς άλλες. Είναι λοιπόν τό σύμβολο τής ύπερβολής, μά κι αύτό άκόμα δέν θά ήταν τίποτε: είναι, μέ τόν τρόπο της, ή νοσηρή άνθιση τής μοναξιάς. Ό δικτάτορας, δχι μόνο δέν είναι δ δλοκληρωτικός όδηγητής πού τόν παριστάνουν — δπου ή λέξη όλόκληρη περιέχει μιά δραστική συγχώνευση τοΰ ένός καί τού δλου — , άλλά άντίθετα άνήκει στήν παράφορη φυλή τών μοναχικών. 'Εντειχισμένος ζωντανός στό Έσκοριάλ ένός παιδικού όνείρου πού |ΐεγάλωσε στή διάρκεια μι&ς σκοτεινής νύχτας δπου δέν άκούγεται ή κραυγή, δέν έχει Γσως άλλο καταφύγιο άπό τήν προσευχή, τήν τρομοκρατία καί τό άλκοόλ: Σαλαζάρ, Στάλιν, Άτατούρκ. Τοϋ προσφέρουν αίσθήματα' δέν τά άνταποδίδει" είναι έκτός βολής, δηλαδή έκτός ήχοΰς. Ό κανόνας τοΰ άπολυταρχισμοϋ πού τόν έπέβαλε ό ίδιος καί άπό τόν δποϊο δέν μπορεί νά ξεφύγη, τόν ύποχρεώνει νά διατηρή μιά στάση άδιάφορου δαμαστή, πού μπορεί νά συγκριθή μόνο μέ τή θέση τοϋ Δόν Ζουάν. Ό δεσπότης άντιλαμβάνεται τήν πολιτική σάν άσωτία' δ τύραννος, σάν συνεχή άνακατανομή τοΰ κακού" ό δικτάτορας, σάν τήν δημιουργία στήν πράξη ένός κόσμου πού είναι άνίκανος νά έπιζήση ύστερα άπό τή δική του
— 134 —
έξαφάνιση. Κι αύτά τά πράγματα είναι γνωστά. Καί τό μή πραγματικό έχει κι αύτό τά φαντάσματά του πού πλανιώνται άτιμώρητα μέσα σέ καλά φρουρούμενα παλάτια. Ή δυσφήμηση, στήν έποχή μας, τής ιδέας τής δικτατορίας έξηγεϊται μέ τήν άποστροφή πού προκαλεί ή μοναξιά σέ μιά κοινωνία πού ξανάγινε πρωτόγονη καί Αφοσιωμένη στούς μύθους τής συμμετοχής. "Ολες οί έννοιες είναι λίγο πολύ συζητήσιμες έκτός άπό μιά: τήν έννοια τής μοναχικής κυβερνήσεως. Ό δικτάτορας, πού δέν έπιδιώκει νά ξεγελάση τούς άλλους γιά τόν πραγματικό χαρακτήρα του, καταλήγει νά νιώθη σάν ξένος. Δέν είναι πιά αύτός πού άποκλείει τόν άντίπαλο: είναι δ ίδιος σημαδεμένος άπό άποκλεισμό, πού καμιά φορά μόλις καί διακρίνεται καί πού θά έξακολουθήση νά ύπάρχη Απέναντι καί έναντίον στό κάθετι καί θά καταφάγη τούς περιστασιακούς ένθουσιασμούς πού άκολουθοϋν τίς νίκες ή κάνουν μακρύτερους τούς λόγους. Τήν ώρα πού οί άλλοι άπαλάσσονται άπό τούς φόβους τους, ό δικτάτορας δέν είναι πιά παρά ένας άπό τά σύνορα, ένας άπό τό έξωτερικό, κύριος πού ήλθε άπό άλλοϋ, πότε ένας Αύστριακός, πότε ένας Γεωργιανός. Γιά τΙς ύπάρξεις πού γιά μιά στιγμή ένθουσιάστηκαν ή τρομοκρατήθηκαν καί ύστερα ξαφνικά ξαναγύρισαν στίς συνήθειές τους, δ δικτάτορας άπομακρύνεται σάν Ινας περιπλανώμενος πού τόν κυνηγούν τά σκυλιά τού σπιτιού, έξαφανίζεται κουβαλώντας τό φορτίο μιδς άκατανόητης άγριότητας, δμοιος μέ τόν περίφημο Μαρτιέν τών έπιστημονικών παραμυθιών τού δποίου ή δύναμη νά βλάπτη, διαλύεται τελικά μέσα στό γενικό σάστισμα. Ζώρζ Χανεί*
— 135 —
δορυφόρος Δορυφόρος λέγεται ίνα διαστημικό όχημα που τοποθετείται σέ τροχιά γύρω άπό τή Γή, καί δλη του ή δραστηριότητα κατευθύνεται καί έλέγχεται άπό μιά βάση στή Γή. Αύτό τό χαρακτηριστικό τής έξάρτησης τό ξαναβρίσκουμε καί στόν πολιτικό δορυφορισμό. Τό σύστημα τής δορυφοροποίησης Εγκαινιάστηκε άπό τή χιτλερική Γερμανία καί τό πήρε, μέ τΙς κατάλληλες τροποποιήσεις, ή Ρωσία τοΟ Στάλιν άπό τό 1945. "Ύστερα άπό τΙς Εξεγέρσεις του Πόζναν καί τοΟ ΆνατολικοΟ Βερολίνου, τό 1955, ύστερα άπό τό πολωνικό ξέσπασμα καί τό ούγγρικό ξεσήκωμα ('Οκτώβρης καί Νοέμβρης 1956), ή Εξάλειψή του παρουσιαζόταν Επικειμένη, άλλά ή κατάλειψη τής Τσεχοσλοβακίας άπό τά ρωσικά στρατεύματα (Αύγουστος 1968) ήρθε νά παρατείνη τή βασιλεία τοΟ άναχρονισμοΟ. ΈΙναι άναγκαίο νά σημειώσουμε πώς οί ίδιες χώρες ήταν διαδοχικά δορυφόροι τοΟ Γ ' Ράιχ καί δορυφόροι τής Σοβιετικής Ένωσης: Ούγγαρία, Βουλγαρία. "Αλλες — ή Τσεχοσλοβακία, ή Πολωνία — είχαν στερηθή άπό τό ναζισμό τό δικαίωμα τής άνεξάρτητης ύπαρξης κι είχαν ύποβληθή σέ άπευθείας διοίκηση' άφοΟ άπελευθερώθηκαν μέ τήν ήττα τών καταπιεστών τους, άπέκτησαν τό δικαίωμα τής μέτριας προαγωγής, δηλαδή νά γίνουν δορυφόροι τής Ε.Σ.Σ.Δ. Έ δορυφοροποίηση είναι μιά μέθοδος μισοαποικιακής κυριαρχίας πού έπιτρέπει νά ύποτάξης έδάφη ή χώρες π ο λ ύ μ ι κ ρ ή ς Α ν τ ι σ τ ά σ ε ω ς πού βρίσκονται
— 136 —
έξω άπό τΙς άπό παράδοση άποικίσιμες ζώνες. Σέ τί συνίσταται ή πολύ μικρή άντίσταση; Χωρίς άμφιβολία, έξηγεΐται (μέ έξαίρεση τήν Τσεχοσλοβακία) άπό ένα δρισμένο βαθμό άρχαΐσμοΟ τών οικονομιών τών χωρών αύτών σέ μεγάλη άντίθεση μέ τή ραγδαία βιομηχανική άνάπτυξη τής ύπόλοιπης Εύρώπης. Άλλά, ώς ένα μεγάλο βαθμό, κράτη σάν τήν Ούγγαρία καί τήν Ρουμανία μαστίζονταν άπό τά έκ γενετής έλαττώματα πού προέρχονταν άπό τόν ύπερβολικό διαμελισμό πού έγινε τό 1919 στίς Βερσαλλίες καί ήταν καταδικασμένα άπό τήν πρώτη στιγμή νά δεχτούν ή τή διαιτησία, ή τήν προστασία κάποιας μεγάλης δύναμης. Οί μαθητευόμενοι γεωγράφοι πού άνέλαβαν τό έργο τους τήν έπαύριο τού Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, θέλησαν νά έπικυρώσουν άνεξαρτησίες* δέν έκαναν τίποτε άλλο άπό τό νά προετοιμάσουν παραιτήσεις. Στήν καρδιά μιας μείζονος ήπείρου, γεννήθηκε ένας άποικίσιμος χώρος. Παντού έθνικά χωράφια, φυλετικές ή θρησκευτικές μειονότητες, γλωσσικά ή ιστορικά ρήγματα συντηρούσαν μιά άταξία πού δημιουργούσε πρόσφορο έδαφος γιά έξωτερικές έπεμβάσεις δταν δέν προκαλούσε κεντρόφυγες δυνάμεις μοιραίες γιά τήν έθνική ένότητα. Ή δαντέλλα τών Βερσαλλιών έγινε κουρέλια τή στιγμή άκριβώς πού άφηνε τήν τράπεζα τής διασκέψεως' ή γαλλική διπλωματία μάταια προσπάθησε νά μοντάρη αύτό τό άτίθασσο ύλικό μέ τήν προσδοκία δτι ή Γερμανία καί ή Ρωσία θάρπαζαν τό έργόχειρο. Είναι έπίσης άλήθεια πώς αύτές οί διάφορες δορυφόροι - χώρες, πού είχαν άρχίσει νά είναι πρόβλημα γιά τόν ίδιο τόν έαυτό τους, άποτελοΰσαν αΐτία μόνιμης ταραχής καί δυσφορίας γιά τούς ξένους
— 137 —
κηδεμόνες τόυς. Δυσκολοκυβέρνητες δταν είχαν τήν έθνική τους κυριαρχία, έβγαιναν άντάρτες ή συσσώρευαν νευρώσεις καί Αλλεργίες μόλις τό Βερολίνο έδειχνε διάθεση νά τΙς «πλαισιώση». Ό Ούίνστον Τσώρτσιλ ήξερε τΐ έλεγε δταν, στά 1943—44, βίαζε τόν πρόεδρο ΡοΟζβελτ νά έπιτεθή στό «μαλακό ύπόγαστρο» τής Εύρώπης, άντί νά έξαντλή τΙς δυνάμεις του γιά νά άνέβη κατά μήκος δλόκληρης τής Ιταλικής μπόττας. Τό παλιό άποικιακό ένστικτο τοϋ Βρεταννοϋ πολιτικού δέν τόν άπατοΰσε: σ' αύτή τή σκακιέρα πού είχε πολλές φορές άναποδογυριστή, δ πειρασμός τής άνακατανομής τών πιονιών ήταν μεγάλος, έστω κι άν μερικά πιόνια άπειλοΰσαν νά κάψουν τό χέρι τοΰ παίκτη. Τό πάν ήταν νά φτάσουν πρίν άπό τούς Ρώσους. Στή Γιάλτα, οί Άγγλοαμερικανοί καί οί Σοβιετικοί διακήρυξαν τήν άπόφασή τους νά βοηθήσουν «τούς λαούς πού άπελευθερώθηκαν άπό τήν κυριαρχία τής ναζιστικής Γερμανίας καί τούς λαούς τών πρώην δορυφόρων νά άποκτήσουν δημοκρατικούς θεσμούς τής δικής τους έκλογής». Είναι δύσκολο νά πιστέψη κανείς δτι αύτή τήν ύπόσχεση τήν έδωσαν — έστω οί δύο άπό τούς τρεϊς — στά σοβαρά. Τό μόνο μόνιμο άποτέλεσμα πού μπορεί νά τής άποδώση κανείς είναι ίσως δτι χρησιμοποιήθηκε γιά νά βγή ή άπατηλή δνομασία «λαϊκή δημοκρατία». Γιά τΙς διάφορες αύτές χώρες πού ήδη τίς είχαν, χωρίς διατυπώσεις, μαλάξει άνάμεσα στά 1920 καί στά 1945, δ κομμουνισμός, μέ τόν όποΐο τΙς μασκάρεψε ή νικήτρια Σοβιετική "Ενωση ήταν ένα είδος έξισορροπητικής άντι - άλλοτρίωσης. "Οχι φάρμακο, ούτε έπιστροφή στόν
— 138 —
Εαυτό τους πού δέν πραγματοποιήθηκε ποτέ, μάλλον μιά κούρα μέ τό παράλογο, ίνα άρνητικό τοΟ άρνητικοΟ, κάτι λιγότερο άπό μιά φυσιογνωμία, κάτι περισσότερο άπό μιά σκιά. Μήν Εχοντας πιά τή δυνατότητα νά έπιδοθοϋν καί νά χαθοϋν σέ τοπικές άναστατώσεις, νά ζήσουν δπως δ άλλος κόσμος καί μαζί του, οί πρώην καί νεο - δορυφόροι άρχισαν νά καλλιεργοϋν Εναν Εθνικισμό τοΟ θερμοκηπίου πού χρειαζόταν μιά γενιά γιά νά Εκκολαφθή. Ή λέξη «Ιδιομορφία» ταίριαζε τό Γδιο καλά Εδώ μέ τό «Εθνικισμός». Έ περίπτωση τής Πολωνίας είναι άρκετά χαρακτηριστική άπό τήν άποψη αύτή" άλλά καί ή περίπτωση τής Ρουμανίας δέν είναι λιγότερο χαρακτηριστική. Ό καθολικισμός τών μέν, ή λατινική καταγωγή τών άλλων ύπερτιμήθηκαν Αναγκαστικά σέ βάρος τών ψεύτικων κινήτρων πού τούς Εφερναν άπό τό Εξωτερικό ή τούς Επέβαλαν. Συνενώνοντας ύπομονετικά Εναν εύρωπαΐσμό καμωμένο άπό προκαταβολικά δνειρα καί μιά Ιδιομορφία ύφασμένη άπό Επίμονες Αναμνήσεις, κατάφεραν τά δορυφόρα κράτη ν' άπορρίψουν Ενα πετσί πού τόσο καιρό τούς τραυμάτιζε καί τούς προστάτευε. Πώς νά μή θυμίσουμε δμως πώς ύπάρχει μιά χώρα — άπό τΙς πιό μικρές σέ πληθυσμό στήν Εύρώπη — πού κατόρθωσε νά μήν άφομοιωθή καί γι' αύτό διατήρησε τό δικαίωμα νά ύπάρχη καί νά μιλάη; Πρόκειται γιά τή Φιλλανδία. "Εχει πολύ Ενδιαφέρον νά συμβουλευθή κανείς γιά τό θέμα αύτό τό βιβλίο τοϋ ΜαξΙμ Μουρέν («Τό δράμα τών δορυφόρων κρατών», Εκδοση Berger - Levrault). θ ά δή έκεϊ δτι ή Φιλλανδία, πού δυό φορές βρέθηκε σέ πόλεμο μέ τήν Ε.Σ.Σ.Δ. (1939 — 1940 καί 1941 — 1 9 4 4 ) άφησε μερικά κουρέλια Εδα-
— 139 —
φών στήν έίτίφοβη γεϊτονά της καί πέτυχε νά σώση τδ ουσιαστικό: τό δικό της τρόπο διακυβερνήσεως, τό δικαίωμα νά όργανώνη τήν οικονομία της δπως θέλει, τίς παραδοσιακές έλευθερίες της Αρχίζοντας άπό τήν έλευθερία τού τύπου, τούς πολιτικούς της σχηματισμούς, τό κριτικό της πνεύμα. Είναι ένα κατόρθωμα τόσο άσυνήθιστο πού θάξιζε ν' άναλυθή μέ λεπτομέρειες ό τρόπος πού ξεπέρασαν οί Φιλλανδοί αύτή τή διπλή δοκιμασία. Κι δμως, αύτή ή πλευρά τής πρόσφατης Ιστορίας ένέπνευσε πολύ λίγα έργα, πράγμα πού δείχνει ίσως δτι ή σύγχρονη σκέψη άναζητεί πιό εύχάριστα τή συντροφιά τής δυστυχίας παρά τούς δρόμους τής σωτηρίας. Ό έπισκέπτης πού διασχίζει τή Φιλλανδία καί Αναπτύσσει έκεΐ προσωπικές έπαφές εύκολα καταγράφει ένα μοναδικό φαινόμενο: όποιαδήποτε γνώμη κι άν έχουν γιά τή διεύθυνση τών ύποθέσεων τής χώρας τους, οί Φιλλανδοί δέν έχουν καταληφθή άπό τό σύμπλεγμα τού «κακού πολέμου». Αύτό τό δμογενές έθνος σέβεται τήν ίστορία του σάν ένα σύνολο μέ συνάφεια δπου προσέχει νά μήν μπάση άξιολογήσεις ύπαγορευμένες άπό πνεύμα ένοχής ή άπό ίκεσία γιά έλεημοσύνη. Δέν μιλάνε καθόλου στή Φιλλανδία γιά «συνεργάτες» ή γιά «άντιστασιακούς». Τό Νοέμβρη τού 1939, τή στιγμή πού ή Ε.Σ.Σ.Δ. άρχιζε τΙς έπιχειρήσεις κατά τής Φιλλανδίας, ή Κομιντέρν (πού δέν είχε Ακόμα διαλυθή) πίστεψε πώς μπορούσε νά φέρη δρισμένα άποτελέσματα, σχηματίζοντας μιά «κυβέρνηση» "Οττο Κουουσίνεν, κατασκευασμένη άπό τόν άρχηγό τού Κ.Κ. Φιλλανδίας πού τόν περιστοίχιζαν μερικοί κομπάρσοι. Ό έπιχείρηση Κουουσίνεν καταβυθίστηκε μέσα σέ τέτοια γελοιοποίηση, πού οί Σοβιετικοί πή-
— 140 —
ραν ίνα καλό μάθημα πού τούς προφύλαξε, τό 1944, νά έπαναλάβουν τέτοια πειράματα. Ά π ό τήν πλευρά του, τό Γ ' Ράιχ θέλησε νά άποκτήση πελατεία καί στηρίγματα στή Φιλλανδία άπό τή στιγμή πού τό 'Ελσίνκι μπήκε, τόν 'Ιούνιο τού 1941, στόν πόλεμο κατά τής Ε.Σ.Σ.Δ. Αύτή ή πελατεία δέ στάθηκε δυνατό νά βρεθή, ol Φιλλανδοί προσπάθησαν νά διατηρήσουν τό περίγραμμα τού δικού τους «Ιδιωτικού πολέμου» πού περιόριζαν τόν άντικειμενικό του σκοπό στήν άνακατάληψη τών έδαφών πού τούς είχε πάρει ή Ρωσία ένα χρόνο πρίν. Είναι καί έδώ τό ίδιο παράδειγμα, ή ίδια άρνηση γιά ένσωμάτωση. "Ενας άνθρωπος δπως δ Τάννερ, ήγέτης τής φιλλανδικής σοσιαλδημοκρατίας, ένέπνεε τά ίδια αίσθήματα Αποτροπιασμού στή Μόσχα καί στό Βερολίνο. "Οταν ή Φιλλανδία προσανατολίστηκε πρός μιά χωριστή ειρήνη μέ τήν Ε.Σ.Σ.Δ., δ Ρίμπεντροπ έτρεξε στό Ελσίνκι. Κατεβαίνοντας άπό τό άεροπλάνο, στίς 22 'Ιουνίου 1944, ρώτησε τόν Μπλύχερ, πρεσβευτή τού Ρ ά ι χ : —Υπάρχουν στή Φιλλανδία χίλιοι άνθρωποι άποφασισμένοι νά καταλάβουν τήν έξουσία; —"Οχι, άπάντησε δ Μπλύχερ. Μόλις ένα 3% τού πληθυσμού συμπαθεί τά όλοκληρωτικά καθεστώτα κι άνάμεσα σ' αύτή τή γελοία μειοψηφία δέν ύπάρχει ούτε μία προσωπικότητα. Ή άπάντηση τού Μπλύχερ συμπληρώνει τό ήθικό δίδαγμα πού φέρνει ή άποτυχία τού Κουουσίνεν. Έ πρώτη προϋπόθεση πού πρέπει νά πληρή μιά χώρα γιά νά άποφύγη τήν ταπείνωση τού δορυφορισμού είναι νά έχη καλή
— 141 —
πολιτική ύγεία. Νά μήν ύποφέρη ούτε άπό τύψεις, ούτε άπό άγχος, ούτε άπό δυσπεψία. Ζώρζ
Xaretr
Ούσιαστικό θηλυκού γένους. Σύνολο έδαφών δύει δ ήλιος.
δπου
ΔΥΣΗ
Φρανσουά ΣατβΜ
ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΣ Υπάρχουν λέξεις πού έκφυλίζονται" αύτή έδώ ήταν σακάτικη άπό τή γέννησή της, στό τέλος τού 18ου αΙώνα: τή βλέπεις νά χρησιμοποιήται πάντα ύποτιμητικά, μέ τήν έννοια τοϋ σωβινισμού, τής ξενοφοβίας. Στά 1892, δ ΜωρΙς Μπαρρές τήν άποσπά άπό τήν άθλια ύπαρξή της γιά νά τήν κάνη σύμβολο μιας θεωρίας καί μιας πολιτικής πού τήν άντιπαραθέτει στόν «κοσμοπολιτισμό». Λυρική ένορχήστρωση στόν Μπαρρές, λογική έπιχειρηματολογία στό Μωρράς... ή λέξη άπό δώ καί πέρα παραγεμισμένη μέ φιλολογία, φιλοσοφία καί πολεμική ένθουσιάζει τούς δπαδούς της καί άπελπίζει τούς άντιπάλους της. Ά π ό τήν άρχή, άποβλέπει νά κινητοποιήση ταυτόχρονα καί τΙς δυνάμεις τής λογικής καί τΙς δυνάμεις τής καρδιάς. « Ό
— 142 —
Εθνικισμός, λέει 6 Μπαρρές, είναι μέθοδος γιά νά ύπερασπίσουμε τά ύλικά συμφέροντα αύτής τής χώρας. Νά κρίνουμε τά πάντα μέ βάση τό μεγαλείο τοΟ Κράτους. 'Αλλά είναι κι Ενα σύμφωνο μέ τήν ποίηση πού προτείνουμε στά άτομα ( . . . ) Είναι συμμετοχή τοϋ καθενός μας στά μεγάλα πράγματα τών πατέρων μας». Εθνικιστής είναι ό πατριώτης πού άποκτά συνείδηση τής πατρίδας του, καί πρίν άπ' δλα τής άπειλής πού κρέμεται έπάνω της — οί Γερμανοί, οί "Αγγλοι, οί μέτοικοι, οί Εβραίοι, οί μαρξιστές... θέλει νά ύψώση φραγμό στήν είσβολή, άλλά καί στήν άπώλεια τής συλλογικής μνήμης, στή παραμόρφωση τοϋ τοπίου, στόν Εξευτελισμό τής ψυχής άπό τή σύγχρονη χυδαιότητα. Αύτός δ Εθνικισμός είναι σύγχρονος μέ τόν πύργο τοϋ "ΑΓφφελ: μισεί τή βιομηχανική άσχήμια, διακηρύσσει τήν έπιστροφή στό πρωταρχικό, στήν άργή καί σταθερή γονιμότητα τής γεωργικής Εργασίας. Γεννημένος άπό νευρωτικούς διανοουμένους τής πόλης καί βρίσκοντας στίς πόλεις τά καλύτερα στηρίγματά του, δέν θά πάψη ν' άποβλέπη στήν γή — στήν Αρπαγμένη γ ή καί στή γ ή πού φυλάει τούς νεκρούς καί τΙς άρετές. 'Αποδοχή μιάς αίτιοκρατίας, αύτός δ Εθνικισμός Εξαίρει, παρ* δλ' αύτά, τή θέληση τοϋ άγώνα Εναντίον δλων Εκείνων πού είναι άντίθετοι μέ τή σωτηρία τοϋ Κράτους... Δέν παρουσιάζεται σάν γνώμη, μά σάν δλοφάνερη μοίρα πού μόνο οί ήλίθιοι καί οί Εγκληματίες τήν άρνοϋνται' άπ' αύτό προέρχεται δ φανατισμός της, χαρακτηριστικό τών θεωριών πού Εξαγγέλλουν κάποια Ιστορική Αναγκαιότητα, θεωρεί άδυναμία ή προδοσία κάθε παρεμβολή καθολικών
—143— άρχών στήν πολιτική καί καταγγέλλει μέ μανία τούς δημαγωγούς καί τούς ιδεολόγους πού σπαταλούν τό μοναδικό θησαυρό. Τό μυστικό τής βιαιότητάς του καί τού θέλγητρού του είναι, χωρίς άλλο, αύτός ό έξαιρετικός συνδυασμός τού έχειν καί τού είναι. «θα ζήσετε πλήρως, λέει δ έθνικιστής, δταν ξαναποκτήσετε τά άγαθά σας' άλήθεια σας είναι ή περιουσία σας». Δέν έχουμε λοιπόν νά δημιουργήσουμε άλλά νά άναστήσουμε, καί προπαντός νά ύπερασπίσουμε μιά κληρονομιά έναντίον έκείνων πού θέλουν ν' άλλάξουν τήν τάξη τών πραγμάτων. Ά π ό δώ προέρχεται δ βαθύς δεσμός αύτοϋ τοϋ έθνικισμοΰ μέ τή συντηρητική δεξιά, καί ή άποκλειστικότητά του πού τελικά τόν φέρνει σέ άντίθεση μέ τόν ίδιο τόν έαυτό του (διεκδικεί τή Γαλλία έναντίον τής πλειοψηφίας τών Γάλλων, άπαγορεύει στίς άπόκληρες τάξεις ν' άπολαύσουν τήν πατρική κληρονομιά) καί τόν στριμώχνει σ' ένα σκληρό δίλημμα: πρέπει νά καταπολεμούμε πρίν άπ' δλα τόν έξωτερικό ή τόν έσωτερικό έχθρό; Στά 1940—1944, οί έθνικιστές θά προσκρούσουν σ' αύτό τό έμπόδιο καί θά διασπαστούν' ένα μέρος άπ' αύτούς θά προτιμήσουν τή δική τους Ιδέα γιά τό έθνος άπό τό ίδιο τό έθνος. Σ' αύτή τή βασική κατεύθυνση, δ έ θ ν ι κ ι σ μ ό ς είναι άντίθετος μέ τόν δ ι ε θ ν ι σ μ ό . "Ας μήν ξεχνούμε, πάντως, δτι ύπήρχε ένας έθνικισμός πού δέν ένιωθε τήν άνάγκη νά αύτοχαρακτηριστή, γιατί κολυμπούσε μέσα στό γιακοβίνικο πατριωτισμό. Σ' αύτή τήν περίπτωση, πρόκειται προπάντων γιά μιά έθελοντική προσχώρηση πού ξεπερνά τά έθνικά σύνορα καί κάνει λόγο περισσότερο
— 144 —
γιά προορισμό παρά γιά παραδόσεις. Αύτός ό έπαναστατικός έθνικισμός δέν δέχεται βέβαια νά τόν χαρακτηρίζουν έτσι. Κι δμως είναι καμιά φορά δύσκολο νά τόν ξεχωρίσης άπό τό συνειδητό καί όργανωμένο έθνικισμό. Πραγματικά, ή άπελευθέρωση τών έθνοτήτων πραγματοποιείται στήν Εύρώπη, στό 19ο αιώνα, έναντίον τής ξένης κυριαρχίας, έναντίον τής ξένης γλώσσας" καί ή έπείγουσα άνάγκη νά διαφοροποιηθή, νά έπιβεβαιώση τήν έθνική του προσωπικότητα έπικρατεΐ συνήθως καί βάζει σέ δεύτερη μοίρα τήν έπαναστατική γενναιοφροσύνη. Αύτός ό έθνικισμός άνατινάσσει δλες τΙς Αυτοκρατορίες. Μέ τό κύμα τού άγώνα γιά τήν άπελευθέρωση άπό τόν άποικιακό ζυγό, ή λέξη ξανάρχεται στήν έπιφάνεια καί διογκώνεται' πρός τά δεξιά δταν έφαρμόζεται στή Γαλλία, βρίσκεται πρός τά άριστερά δταν χαρακτηρίζη τούς ύπερπόντιους έθνικισμούς. "Ας πούμε, καλύτερα, πώς βρίσκεται παντού κι δτι καλύπτει χωρίς διάκριση θεωρίες καί πολιτικές. « Ό έθνικισμός βασιλεύει στό σύμπαν», έλεγε ό Μπαρρές. Πραγματικά, τά πάντα τόν τρέφουν: ή θρησκεία, ή ποίηση, ή άστική τάξη, τό προλεταριάτο καί προπάντων ό έθνικισμός τών άντιπάλων. Είναι ίκανός νά διαλύση τίς Διεθνείς, νά ξαναζωντανέψη χαμένες γλώσσες, νά ξαναδώση στούς άνθρώπους τήν άξιοπρέπειά τους καί νά τούς μεταβάλη σέ άγρια θηρία. Τ ή στιγμή πού τόν θεωρούσαν ξεπερασμένο, προβάλλει πάλι σάν άντίδραση κατά τής πολιτικής ήγεμονίας καί τής τεχνικής βαρβαρότητας' δ σύγχρονος άνθρωπος, τρομαγμένος γιατί δφείλει νά μοιάζη μ' δλους τούς άλλους, γδύνεται άπό τά παραδοσιακά
— 145 —
του ροϋχα, ζητεί ρίζες, μνήμη, πρωτοτυπία. Ό έθνικισμός είναι Ιτοιμος νά τοΟ τά προμηθεύση. Νά τόν καταδικάσουμε συνοπτικά είναι άχρηστη δοκιμασία. Προτιμότερο είναι νά θελήσουμε νά κατανοήσουμε πώς μέσω τοΟ έθνικισμοΰ, πάρα πολλοί άνθρωποι άνοζητοϋν κάτι τό ούσιαστικό πού δέν έχουν άκόμα κατορθώσει νά τό κατονομάσουν. Ζάν - ΜαρΙ Ντομνάς
ΕΙΣΟΔΗΜΑ Ώ ς άντιπαροχή γιά τή συμμετοχή τους στήν αύξηση τοϋ πλούτου, οί άνθρωποι παίρνουν χρήμα. Ό έργάτης παίρνει ήμερομίσθιο γιά τήν έργασία πού προσφέρει. Ό Ιδιοκτήτης εισπράττει νοίκια γιά τά οικήματα ή τή γή πού έχει νοικιάσει. Ό άποταμιευτής εισπράττει τόκους γιά τό χρήμα πού δάνεισε. Ό έπιχειρηματίας Ιδιοποιείται κέρδος σάν πληρωμή γιά τή δραστηριότητά του. "Ετσι έμφανίζονται τά είσοδήματα στήν οικονομική ζωή: γεννιώνται μέ τήν παραγωγή καί χάρη σ' αύτή' χρησιμεύουν ύστερα γιά τή συνέχιση τής παραγωγής γιατί, χάρη σ' αύτά, τά έτοιμα προϊόντα θά πουληθούν, δηλαδή θά πληρωθούν" έτσι θά καταβληθούν νέα είσοδήματα, πού θά χρησιμοποιηθούν γιά τήν άγορά νέων προϊόντων καί έχει συνέχεια... Τό είσόδημα είναι ό άπαραίτητος σύνδεσμος 10
— 146 —
άνάμεσα στούς δυό πόλους τής οικονομικής δραστηριότητας: τήν παραγωγή καί τήν κατανάλωση. Επίσης είναι δ σύνδεσμος άνάμεσα στή σημερινή καί τήν αύριανή παραγωγή, γιατί τό εισόδημα πού δέν καταναλώθηκε άποτελεΐ τήν άποταμίευση πού παίρνει τά άναγκαία μέτρα γιά τίς Επενδύσεις κεφάλαια. θεωρούμενα άπ' αύτή τήν όπτική γωνία, τά διάφορα είσοδήματα διακρίνονται άνάλογα μέ τούς συντελεστές τής παραγωγής τούς όποιους άμείβουν. Τό ήμερομίσθιο είναι τό εισόδημα τής Εργασίας' ό τόκος, τό μέρισμα, τό μίσθωμα ή τό ένοίκιο είναι διαφορετικές μορφές τοϋ εισοδήματος τοϋ κεφαλαίου" τό κέρδος είναι τό είσόδημα τής Επιχειρήσεως. Στή θεωρία τά διάφορα είσοδήματα θάπρεπε νά προσδιορίζωνται άνάλογα μέ τήν συμβολή κάθε συντελεστή στήν παραγωγή. Στήν πραγματικότητα, τά πράγματα δέν συμβαίνουν Ετσι' βλέπουμε άκόμα νά Εμφανίζεται κι Ενα νέο είσόδημα, ή πρόσοδος, πού δέν είναι άντιπαροχή γιά συμβολή στήν παραγωγή, άλλά τό κέρδος πού άποκομίζεται άπό μιά προνομιούχα θέση. Λόγου χάρη, δ Ιδιοκτήτης Ενός οικοπέδου σέ μιά περιοχή δπου άποφασίζεται νά χτιστή μιά νέα πόλη, θά έπωφεληθή άπό τήν ύπεραξία πού είναι πρόσοδος' Επίσης ή Επιχείρηση πού ή παραγωγή της γίνεται ξαφνικά άπαραίτητη, λόγου χάρη σέ περίπτωση πολέμου, θά άποκομίση κέρδη πού Ενα μέρος τους είναι πρόσοδος. Υπάρχουν τέλος εισοδήματα πού δέν άντιπροσωπεύουν άντιπαροχή γιά τή συμμετοχή στήν παραγωγή: είναι οί μεταβιβάσεις. Λόγου χάρη, τά κοινωνικά Επιδόματα πού
— 147 —
πληρώνουν ο( Κοινωνικές 'Ασφαλίσεις ή ol έπιχορηγήσεις πού καταβάλλει τό Κράτος. Αύτά τά είσοδήματα έξασφαλίζονται μέ προαφαιρέσεις έπΐ τών εισοδημάτων πού κατανέμονται γιά συμμετοχή στήν παραγωγή, μέ τούς φόρους ή μέ κοινωνικές είσφορές' ύστερα άναδιανέμονται στούς εύεργετούμενους. Ή κατανομή τών είσοδημάτων πραγματοποιείται μέ σύνθετους μηχανισμούς καί παρεμβάσεις. "Εχοντας ύπ' δψη του μιά ούσιαστικά άγροτική οίκονομία, δ Φρανσουά Κεναΐ πίστευε, στό 18ο αιώνα, πώς δλα τά είσοδήματα Εξαρτιόνταν άπό τό εΙσόδημα άπό τή γή. ΣτΙς άρχές τού 19ου αίώνα, δ ΝταβΙντ Ρικάρντο περιέγραψε μιά κοινωνία μέ τρείς τάξεις (τούς Ιδιοκτήτες γής, τούς βιομήχανους καί τούς μισθωτούς), δπου μόνο ή πρώτη πλούτιζε άπό τήν αύξανόμενη δυσαναλογία άνάμεσα στά στόματα πού έπρεπε νά τραφούν, πού γίνονταν συνεχώς περισσότερα, καί τά διαθέσιμα γιά τήν παραγωγή τής τροφής έδάφη, πού ή έπιφάνειά τους ήταν περιορισμένη. Μέ τόν Κάρλ Μάρξ, δέν ύπάρχουν παρά μόνο δυό βασικές τάξεις, ή τάξη τών μισθωτών καί ή τάξη τών έργοδοτών, Ιδιοκτητών τών μέσων παραγωγής' ή δεύτερη τάξη έκμεταλλεύται τήν πρώτη άγοράζοντας τήν έργασία άκριβώς δσο χρειάζεται γιά νά έξασφαλίση τήν έπιβίωση τοϋ έργάτη, ένώ πουλά τό προϊόν, ένσωματώνοντας στήν τιμή, τήν πραγματική άξία, τή συνολική, τής έργασίας' πραγματοποιεί έτσι ύπεραξία πού άποτελεϊ τό κέρδος τοϋ καπιταλιστή. Στά τέλη τού 19ου αίώνα, ό Αεόν Βαρλά καί ot φίλοι τους τής «όριακής» Σχολής, δείχνουν δτι τά είσοδήματα καθορίζονται αύστηρά άπό τό παιγνίδι τών άγο-
— 148 —
ρών" τό ήμερομίσθιο, λόγου χάρη, έξαρτδται άπό τήν προσφορά καί τή ζήτηση τοΟ προϊόντος πού κατασκευάζεται χάρη σ' αύτή τήν έργασία, στήν άγορά τών καταναλωτικών άγαθών. Ot σύγχρονοι οίκονομολόγοι συνέδεσαν τό εισόδημα μέ τά άλλα συνολικά μεγέθη τής οικονομίας (τήν άποταμίευση, τήν έπένδυση, τήν κατανάλωση) καί έδειξαν τόν ύπερβολικά άφηρημένο χαρακτήρα τοϋ παιγνιδιού τών άγορών" γιά νά έξηγήσουν τήν κατανομή τών εισοδημάτων, έπικαλέστηκαν τήν κυβερνητική παρέμβαση, τήν δραστηριότητα τών συνδικάτων, τών Κοινωνικών 'Ασφαλίσεων κ.λ.π. Έ κατανομή πραγματοποιείται λοιπόν ύπό τήν έπίδραση μηχανισμών (άγορές), θεσμών (κοινωνικές νομοθεσίες, φορολογικές νομοθεσίες...) καί δυνάμεων (Κράτος, συνδικάτα, έπαγγελματικές δργανώσεις). Εξελίσσεται μαζί μέ τήν παραγωγή, ένώ ταυτόχρονα έπιδρά πάνω της. Αύτή ή κατανομή πραγματοποιείται σέ δύο στάδια: σ' Ινα πρώτο στάδιο, τά είσοδήματα άμείβουν μιά συμμετοχή στήν παραγωγή" σ' ένα δεύτερο στάδιο, συναθροίζονται καί άναδιανέμονται γιά νά σχηματίσουν τά διαθέσιμα είσοδήματα κάθε κοινωνικοεπαγγελματικής κατηγορίας. Μέ τΙς φορολογικές πληροφορίες καί μέ τΙς μεθόδους τού έθνικοϋ λογιστικοϋ, μπορεί νά ύπολογιστή ή κατανομή τών άρχικών εισοδημάτων. "Ετσι στά 1967, τό έθνικό εΙσόδημα τής Γαλλίας, κατανεμήθηκε σύμφωνα μέ τήν προέλευσή του μέ τόν άκόλουθο τρόπο: —'Αμοιβή μισθωτών
65 %
— 149 —
— Είσόδημα Ιδιοκτησίας (τόκοι, ένοίκια κ.λ...) καί Επιχειρήσεως (κέρδος) πού πήγαν σέ Ιδιώτες
30%
— Είσόδημα Ιδιοκτησίας καί έπιχειρήσεως πού πήγε στίς Εταιρίες (κέρδη τών Εταιριών μή κατανεμόμενα)
5%
"Γστερα άναλύεται δ τρόπος πού τά άρχικά είσοδήματα γεννοϋν, μέ τή δράση τών παραγόντων πού περιγράψαμε παραπάνω, τά είσοδήματα πού πραγματικά κατανέμονται μέ τή μορφή τών καθαρών ήμερομισθίων, κοινωνικών Επιδομάτων, τόκων, εισοδημάτων, έκμεταλλεύσεων, κ.λ. Μέ βάση αύτά, μπορεί νά καταλήξη κανείς στά πραγματικά είσοδήματα τοΟ πληθυσμοΟ, πού άπό τά πρίν χωρίζεται σέ λίγο ή πολύ όμοιογενείς κοινωνικοεπαγγελματικές κατηγορίες. Πραγματικά κάθε νοικοκυριό είσπράττει είσοδήματα άπό διάφορες πηγές. "Ετσι Ενα Εργατικό νοικοκυριό άντλεΐ, κατά 68% κατά μέσον δρο, τούς πόρους του, μέ τή μορφή ήμερομισθίων, 27% μέ τή μορφή κοινωνικών Επιδομάτων καί τό ύπόλοιπο μέ διάφορα άλλα είσοδήματα. 'Αντίθετα Ενα νοικοκυριό συνταξιούχου άντλεΐ τά 18% τών πόρων του μέ τή μορφή ήμερομισθίων, 56% μέ τή μορφή κοινωνικών Επιδομάτων, 4% μέ τή μορφή τόκων, 11% μέ τή μορφή Ενοικίων, κ.λ. "Ετσι, μέ τόν τρόπο αύτό, ύπολογίστηκε, πώς στά 1965, τό πραγματικό είσόδημα τών νοικοκυριών παρουσιάζει, κατά μέσον δρο, τήν άκόλουθη εικόνα (μετά τήν πληρωμή τών φόρων) σέ φράγκα (στρογγυλοί άριθμοί) :
— 150—
'Ανώτερα στελέχη καί έλεύθερα έπαγγέλματα 'Εργοδότες Μεσαία στελέχη 'Αγροτικές έκμεταλλεύσεις Υπάλληλοι 'Εργάτες Γεωργικοί έργάτες Συνταξιούχοι Μέσο
Κατά νοικοκυριό
Κατ' άτομο
58.000 40.000 33.000 26.000 20.000 19.000 13.500 11.700 22.200
15.800 12.200 10.400 6.500 6.600 5.400 3.600 5.700 7.200
'Αναλύοντας λεπτομερέστερα τους άριθμούς, μπορεί νά έκτιμήση κανείς τήν κλίμακα τών μέσων είσοδημάτων στή Γαλλία, τό 1966, σέ ένα έλάχιστο 2.000 φ. τό χρόνο γιά τούς συνταξιούχους κατά μέσον δρο τούς πιό άδικημένους καί σ' ένα μέγιστο μέσο τών 100.000 φ. τό χρόνο γιά τήν δμάδα τών βιομηχάνων καί τών έλευθέρων έπαγγελμάτων' ή μιά κλίμακα άπό τό 1 ώς τό 50" βρίσκει κανείς καί κατώτερα καί άνώτερα εισοδήματα άπ' αύτά τά μέσα, μά δέν είναι πιά χαρακτηριστικά μιάς σχετικά όμογενοϋς κοινωνικής δμάδας. Στήν πιό γνωστή όμάδα μισθωτών, μπορούμε νά ύπολογίσουμε πώς τά 35% κερδίζουν (τόν 'Οκτώβριο τοϋ 1968) κάτω άπό 800 φ. τό μήνα, τά 19% άπό 800 ώς 1000 φ., τά 28% άπό 1000 ώς 1500 φ. καί 18% πάνω άπό 1500 φ. Έ άγοραστική δύναμη μιάς έργατικής οίκογένειας (περιλαμβανομένων τών οίκογενειακών Επιδομάτων καί Αφαιρουμένων τών φόρων) αύξήθηκε άπό τό 1938
— 151 —
ώς τό 1963 κατά τό Ενα τρίτο στό Παρίσι καί κατά τό ήμισυ στήν Επαρχία (οίκογένεια μέ δυό παιδιά). Χάρη στό ρόλο του, ταυτόχρονα οίκονομικό καί κοινωνικό, τό εισόδημα τοποθετείται στό κέντρο κάθε οίκονομικής πολιτικής. Τήν Επαύριο τοϋ τελευταίου πολέμου, οί κυβερνήσεις Εφάρμοσαν στίς περισσότερες δυτικές χώρες πολιτική άνακατανομής τών εισοδημάτων, εΓτε μέ τή φορολογία, εΓτε μέ τΙς Κοινωνικές 'Ασφαλίσεις. Σκοπός ήταν νά πραγματοποιηθή μιά μεγαλύτερη κοινωνική δικαιοσύνη καί νά άποφευχθή ή έπανάληψη μιας οίκονομικής κρίσεως δπως έκείνη πού γνώρισε ή Δύση άνάμεσα στά 1930 καί στά 1940, μέ τήν έξασφάλιση πόρων στά άτομα πού, γιά διάφορους λόγους, δέν μετείχαν στήν παραγωγή, ή διατηρούσαν μιά ζήτηση πού συνέβαλε νά παραμένει ή άπασχόληση σέ δρισμένο έπίπεδο. 'Από τό 1960 καί πέρα, ή προσπάθεια πού γίνεται δέν άποβλέπει μόνο στήν έκ τών ύστέρων, διόρθωση τής κατανομής τών είσοδημάτων, άλλά στήν άμεση έπίδραση τή στιγμή πού δημιουργείται. Ό άντικειμενικός σκοπός αύτής τής πολιτικής τών είσοδημάτων πού έφαρμόζεται είναι περισσότερο οίκονομικός παρά κοινωνικός. Σκοπεύει νά διαφυλάξη τΙς οίκονομίες, στίς δποΐες ή πλήρης άπασχόληση έχει περίπου πραγματοποιηθή, άπό τούς κινδύνους τοϋ πληθωρισμού, πού είναι άκόμα μεγαλύτεροι γιατί δ προστατευτισμός έχασε έδαφος σέ δφελος τών έλευθέρων συναλλαγών. Τά είσοδήματα, άν έλαττώνονται πολύ γρήγορα, θεωρούνται πληθωρισμού, πού είναι άκόμα μεγαλύτεροι γιατί δ προστατευτισμός έχασε έδαφος σέ δφελος τών έλευθέρων συναλλαγών. Τά είσοδήματα, άν έλαττώνον-
— 152 —
ται πολύ γρήγορα, θεωρούνται πληθωριστικοί παράγοντες, γιατί προκαλοϋν αύξηση τοΰ κόστους παραγωγής πού προκαλεί μέ τή σειρά της αύξηση τών τιμών. Ή πολιτική τών είσοδημάτων παίρνει διάφορες μορφές: Επιτακτική (δπως στήν 'Ολλανδία ώς τό 1954)· ένδεικτική (δπως στή Γαλλία στό 5ο Οικονομικό Σχέδιο) ή συμβατική (δπως προσπάθησε νά τήν έφαρμόση ή Εργατική κυβέρνηση στήν Μ. Βρεταννία). Zàp Μπονασσονά
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 'Αρχαϊσμός. Στήν πραγματικότητα, τίποτε δέν Επιβεβαιώνει πώς ύπάρχει λόγος νά έμφανιστή αύτή ή λέξη σέ τούτο τό λεξικό. Έκεΐνο πού δίνει τόν καλύτερο δρισμό τής έλευθερίας στό έπίπεδο τής σύγχρονης πραγματικότητας είναι τό γεγονός δτι κανένας δέν ξέρει πιά πού νά τήν βάλη, κι ούτε καί τού πάει νά τής δώση κάποια θέση. Ή σύγκρουση τής έλευθερίας καί τοΰ Ιερού πιάνει δλη τήν Ιστορία, μά δλα γίνονται σά νά μήν ύπάρχουν πιά παρά δυό ήττημένοι έκεΐ πού άλλοτε όρθώνονταν δυό μεταμορφωτικές άξιώσεις. "Ετσι πού δέ φαίνεται σέ κανέναν άντικανονικό νά πραγματεύεται γιά τό σημερινό κόσμο χωρίς νά έχη ύποχρέωση ν' άναφερθή σέ μιά έννοια τόσο έξορκισμένη πού τήν έπικαλοΰνται μόνο κατά λάθος. Στό κοινωνικοκρατικό πλαίσιο τοϋ καιρού μας, ό πολί-
— 163 —
της (Ακριβέστερα ό διοικούμενος) είναι έλεύθερος κυρίως Από παράλειψη τών Εξουσιών. Γιά τήν Ανθρωπότητα άν τήν πάρουμε στό σύνολό της — κι άν δέ λάβουμε ύπ* δψη μας όρισμένες προνομιούχες περιοχές — τό πραγματικά διαθέσιμο μέρος τής Ελευθερίας προκύπτει άπό μιά άπλή κυβερνητική άμέλεια πού μπορεί κάθε στιγμή νά διορθωθή. Άφέσιμη παράλειψη λοιπόν καί πού, πράγματι, Επανορθώνεται άμέσως δταν ή Ελευθερία, άνεκτή σέ λανθάνουσα κατάσταση, προτίθεται νά πραγματοποιηθή στήν πράξη, νά πάρη σάρκα καί νά μπή σάν παράσιτο — σάν μιά άπόπειρα διαταραχής — στό οικείο σύστημα ρυθμίσεως τών άνθρωπίνων ύπάρξεων πού άποτελεί τό άπόλυτο σχέδιο κάθε Επιστημονικής διακυβερνήσεως. Έ Ελευθερία είναι μιά παραδρομή τής Εξουσίας. Έκεΐ πού ύπάρχει, ύπάρχει χάρη σ' Ενα κενό. Ό ρομαντισμός τοϋ 19ου αιώνα — πολύ είδικός στούς σκοτεινούς προσηλυτισμούς — διέκρινε τά κυοφορούμενα θαύματα τής φαουστικής τεχνοδυναμικής καί άναγνώρισε σ' αύτά, πολύ άδικα, τό θρίαμβο τής προμηθεϊκής θέλησης μέ τή μεσολάβηση τών μηχανών. Άλλά ό Προμηθέας καί δ Φάουστ είναι δύο ήρωες — ή δυό μύθοι — έξαιρετικά Ανόμοιοι καί είναι άκόμα πιό αύθαίρετο νά τούς κατατάσσεις σέ μιά σχέση συμπληρώσεως άφοϋ χωρίζονται μέ τά άγκαθωτά σύρματα τής χριστιανικής Επανάστασης — μέ τήν Εφεύρεση τής άμαρτίας. Ό Προμηθέας δέν είχε τίποτε νά πουλήση γιατί δέν ύπήρχε ψυχή. Ό Φάουστ πουλάει τήν ψυχή καί κατασκευάζει τό ποτό τής δύναμης: είναι ή πιό ύπερφίαλη Εκφραση Ενός χριστιανοεμπορικοϋ πολιτισμοϋ πού θέλει νά δ ι α κ ρ ι θ ή,
— 154 —
άδιάφορο μέ ποιά τιμή. Στήν περίπτωση τοϋ Προμηθέα, ή έλευθερία τ ι μ ω ρ ε ί τ α ι γιατί μοναδικός της σκοπός είναι νά πραγματοποιήση τδ σκάνδαλο τοϋ άπόλυτου άνθρώπου' στήν περίπτωση τοϋ Φάουστ, ή έλευθερία δ ι α φ θ ε ί ρ ε τ α ι γιατί κάνει κάθε νίκη τοϋ άνθρώπου πρόβλημα ένόργανης έπιδεξιδτητας. Ά π ό τήν ώρα πού, γιά νά γίνης δσο γίνεται μεγαλύτερος, άποκτάς τσόντες (ή σταθμούς άλλαγής ή διαστημικά ραντεβού) ή παρανόηση γίνεται καθολική. Δημιουργείται ίσως έτσι μιά νέα εύγένεια, άλλά τότε πρόκειται γιά μιά ευγένεια τών πραγμάτων (δπως ύπάρχει εύγένεια τής φορεσιάς). Χάρη σέ μιά λεπτή όρθοπεδική άρθρωση, τά πράγματα ύπακούουν στό μυαλό καί σέ λίγο τά πράγματα διευθύνουν τά πράγματα. Τό πιθανό όρμά στήν περιπέτεια. Οί μηχανικοί του γενίτσαροι έχουν έπιτέλους βρεθή. Στό τέλος ή έλευθερία δέν έννοεΐται πιά χωρίς τή συνδρομή τών πραγμάτων, δηλαδή παύει νά έννοήται. "Ολη αύτή τήν έξέλιξη τήν περιέκλειε ή Επανάσταση τού 1789 στήν δποία ή έλευθερία χρησιμεύει ώς θέμα ρητορίας, μά πού δλη της ή έργασία κωδικοποιήσεως άφιερώνεται στήν άπαρίθμηση δικαιωμάτων καί ύποχρεώσεων. Βεβαίως ειπώθηκε δτι δ άνθρωπος «γεννιέται έλεύθερος». Άλλά έδώ άκριβώς μπορεί νά δή κανείς τήν πιό άσπλαχνη πανουργία τοϋ έπαναστατικοϋ ύποσυνείδητου : τό νά πάρης τήν άνθρώπινη ύπαρξη πού μόλις έκκολάφθηκε, στήν κατάστασή της τής πιό μεγάλης έξάρτησης, καί νά τής κολλήσης στό κούτελο τό διάδημα μιάς άχρηστης έλευθερίας, δέν είναι ή έπισημοποιημένη άναγγελία δλων τών μελλοντικών χλευασμών;
— 155 — "Αλλωστε, ή σαφήνεια δέν άργεΐ v i έπιβληθή. Δέν είναι κανείς, δέν είναι πια κανείς σκέτα έλεύθερος' ε Iναι έ λ ε ύ θ ε ρ ο ς ά π ό . Αύτή ή προνοητική πρόθεση — πού φαίνεται γενναιόδωρη μά ήχεϊ πιό σκληρά άπό τό στερητικό α — καθησυχάζει τήν άστυνομία άπό τόν κίνδυνο τής δημιουργίας ύπερβολικών έλπίδων, ξαναφέρνει τούς άτακτους στόν περιφραγμένο χώρο. Τό νά είναι έλεύθερος ά π ό κάτι, δέν σημαίνει δτι είναι έλεύθερος άπ' δλα τά άλλα' μιά μικρή συσκότιση πού δέν τολμά νά πή τό δνομά της. Μά αύτό δέ φτάνει άκόμα. Σέ ένα πιό προχωρημένο στάδιο, ή έλευθερία περνά άπό τήν ένεργητική περίοδο στήν παθητική έγκλιση. Δέν είναι πιά κανείς έλεύθερος άπό κάτι, είναι άπελευθερωμένος. θαυμαστή λογομαχία πού κλείνει τόν κύκλο, δπως τό τελευταίο εύχέλαιο κλείνει τή ζωή. 'Απελευθερώνεις τούς άνθρώπους άπό τήν πείνα, άπό τήν ύποταγή, άπό τό φόβο, άπό τήν άρρώστεια, άπό τόν πυρηνικό έκβιασμό, άπό τήν άγνοια. Ή άπελευθερωτική διαδικασία, δπως έχει όργανωθή σέ παγκόσμια κλίμακα, έχει σκοπό νά έξευτελίση τήν έλευθερία - φαντασιοπληξία, τήν έλευθερία - ποίηση, σέ δφελος τής έλευθερίας - έμπορεύματος. "Ισως ή έλευθερία νά μήν εϊχε νόημα, στή διαδρομή τής ιστορίας της, παρά μόνο στό έπίπεδο τής μεταφυσικής καί στό έπίπεδο τής οίκονομίας: ή συνείδηση καί οί συναλλαγές, τό αύτεξούσιο καί δ φιλελευθερισμός. Έ πολιτική έλευθερία είναι μιά μακρά, συγκινητική καί άτυχη περιπέτεια, πού συντελεί στή διαμόρφωση προτύπων καταναλωτών καί μακάριων θεατών τής τηλεόρασης' άτομα
— 156 —
πού τά διαμορφώνουν τό μονοπώλιο (ή ή τεχνική) τής πληροφορίας καί ot νόμοι τής κοινωνικοοικονομικής άναπτύξεως. Σέ όρισμένα άπό τά άτομα αύτά ή έλευθερία φυτοζωεΐ στήν κατάσταση τής νοσταλγίας" σέ άλλα ύπάρχει σάν είδος τρελλού σχεδίου πού τό ύπερασπίζονται άγρια έναντίον τής άδιακρισίας τού πραγματικού. Ζώρζ Xavetv
ΕΞΟΥΣΙΑ 'Αντίθετα άπό τό Κράτος, μιά άπό τΙς σπάνιες γαλλικές λέξεις πού γράφονται μέ κεφαλαίο, ή Έξουσία συναντάται μέ ή χωρίς αύτό τό διακριτικό τής μεγαλειότητος: σημάδι πώς σ' αύτή τή χώρα δ γιακωβινισμός, σάν άντίληψη, βρίσκεται σέ καλύτερη κατάσταση άπό τή λαϊκή δικαιοσύνη του. Κατά παράξενο τρόπο, στούς κύκλους τής 'Αντιπολιτεύσεως (Συμβούλιο τής Επικρατείας, «Κανάρ Άνσενέ») συνηθίζουν περισσότερο νά βάζουν κεφαλαίο στήν «Έξουσία». Ψεύτικη φιλοφρόνηση πού άποβλέπει μάλλον νά έπισημάνη τήν έπικίνδυνη άνάπτυξη τού θηρίου. Τί πιό μυστηριώδες άπό τήν έξουσία, αύτή τήν Ικανότητα πού έχουν λίγοι νά ύποτάσσουν τούς πολλούς στό νόμο τους, πού δέν είναι πάντα δ νόμος ; Προκαλούσε κατάπληξη στό Ρουσσώ, πού σύγκρινε τήν άσκηση τής έξουσίας μέ τό έγχείρημα τού 'Αρχιμήδη πού τραβούσε ήσυχ α - ήσυχα άπό τό νερό ένα μεγάλο καράβι δεμένο μ' ένα
— 157 —
σπάγγο. Μ' Ενα τηλεφώνημα τοϋ ύπουργοϋ τών Εσωτερικών, καί τοϋ πιό άσήμαντου, ή χωροφυλακή άναστατώνεται, οί φιλόσοφοι ταράζονται, δικαστές άνακαλοϋνται, ή δψη τοϋ κόσμου άλλάζει: τί τό πιό Εκπληκτικό; Εξουσία είναι ή άποκλειστικότητα τής βίας. Είναι ή άναγνωρισμένη — τουλάχιστο στήν πράξη — σ' Ενα άτομο ή σέ μιά όμάδα δικαιοδοσία νά Επιβάλη διαρκή καταναγκασμό σέ Ενα κοινωνικό σύνολο σέ μιά δεδομένη Εδαφική περιοχή (άν πρόκειται γιά Ενα προσωρινό καταναγκασμό σ* Ενα γειτονικό Εδαφος, αύτό τό άποκαλοϋν πόλεμο ή πειρατεία, τέτοιου καταναγκασμού ό Μωχάμετ ΟύφκΙρ Εδωσε, τόν Όκτώβρη τοϋ 1955, Ενα παράδειγμα πού θά καθιερωθή νά περιλαμβάνεται στά Εγχειρίδια). Στόν όρισμό τής Εξουσίας, ό Χόμπς, άπόλυτος θεωρητικός, προσθέτει πώς αύτή άσκεΐται «Εν δψει τοϋ κοινοϋ καλοϋ»: οί Ερμηνείες στίς όποιες προσφέρεται αύτή ή Εννοια άποτελοϋν τό ύφάδι τής πολιτικής Επιστήμης. Πώς νά περιορίσουμε τήν Εξουσία πού ή αύξηση τής θυμίζει πάρα πολύ τήν άνάπτυξη τών τροπικών φυτών; Ό Μοντεσκιέ καί ό Λόκ έπιχείρησαν νά διαιρέσουν τήν Εξουσία σέ μέρη γιά νά τήν βάλουν σέ κάποιο κανάλι. 'Αλλά ή εύφυΐα τους μοιάζει σήμερα σάν Επιπλο Εκείνης τής Εποχής: ό Λέβι - Στράους θά μιλοϋσε γιά Ενδιαφέροντα άνθρωπολογικά ντοκουμέντα. Επειδή δέν βρήκαν τόν τρόπο νά Εξημερώσουν τόν μινώταυρο, ήθικολόγοι, νομικοί, καί πολιτειολόγοι μεταβάλλονται σέ γλωσσολόγους καί Εξαπολύουν Εναντίον του μιά Εκστρατεία πού άνήκει στόν τομέα τής σημαντικής, δηλαδή μέ φραστικές διακρίσεις καί άπαγορεύσεις. Έ τ σ ι άντιπαραθέτουν τήν Ε-
— 168 —
ξ ο υ σ I α στήν κ υ ρ ι α ρ χ ί α , τής δποίας ή πρώτη είναι μόνο ή χυδαία προέκταση. Έ κυριαρχία — πού έχει τήν πηγή της στό θεό, δπως θέλει δ Μποσσυέ, ή στό πλήθος, μέ τή μορφή τής «γενικής θέλησης», δπως τό φαντάστηκε δ Ρουσσώ — είναι γιά τήν έξουσία δ,τι τό Γκράαλ γιά τόν 'Ιππότη. Είναι στατική. Ή έξουσία τής δίνει ψυχή καί άπό τήν άξία αύτή κάνει ένα νόμισμα. Στό δνομα τίνος έπιβεβαιώνεται καί άσκείται αύτή ή ένέργεια; Μιά νέα διάκριση έπιτρέπει ν' άντιπαρατεθή ή έξουσία στήν α ύ θ ε ν τ ί α. Ό Μαριταίν, γιά νά είναι πιό σαφής, προσφεύγει στά λατινικά, καί συγκρίνει auctoritas καί potestas. "Ετσι μπορεί νά πή κανείς δτι δ τύραννος έχει έξουσία χωρίς αύθεντία, ένώ δ Σωκράτης έχει αύθεντία χωρίς έξουσία. Είναι γνωστό τό περιεχόμενο πνευματικότητας καί πρό, νέο, καί μεταχριστιανικής ήθικότητας πού άποδόθηκε σ* αύτή τήν auctoritas, πού είναι έξάλλου τό ίδιο άνακλητή δπως καί ή potestas. Σέ γειτονικούς ούρανούς λόγου χάρη, δ δρ. Σβάΐτσερ καί δ δρ. Νκρούμαχ ένιωσαν νά άπογυμνώνωνται δ ένας άπό τή μιά κι δ άλλος άπ' τήν άλλη. Πιό κλασική άκόμα είναι ή διάκριση άνάμεσα σέ νόμιμη καί παράνομη έξουσία. Ό Μπέρτραντ Ράσσελ, πού θεωρεί τήν έπιθυμία τής έξουσίας τό μοναδικό κινητήριο παράγοντα τής κοινωνικής έπιστήμης, άποδίδοντάς της τό ρόλο πού ό Μάρξ άποδίδει στις παραγωγικές σχέσεις καί δ ΦρόΟντ στή λίμπιντο, χαρακτηρίζει τήν άθέμιτη έξουσία «γυμνή έξουσία». Ή πρωτοτυπία τής άνάλυσής του βρίσκεται στό δτι βγάζει αύτή τή γυμνότητα, δχι ξεκινών-
— 169 —
τας άπό τήν προέλευση τής έξουσίας, άλλά σέ σχέση μέ τήν άσκησή της. "Ετσι ύποστηρίζει δτι ή έξουσία τής 'Εκκλησίας είναι νόμιμη άπέναντι στους πιστούς καί γυμνή άπέναντι στους αιρετικούς. Αύτό τού δίνει τή δυνατότητα νά διατυπώση ένα θεώρημα γιά τήν έξουσία: γεννημένη άπό τό φανατισμό πού τήν άπονέμει, μεταβάλλεται σέ παραδοσιακό σύστημα πού τήν στερεώνει καί καταλήγει μέ τήν καταπίεση νά γίνη άπογυμνωμένη έξουσία. Σ' αύτό τό πρόβλημα τών θεμελίων τής έξουσίας, δ Μάξ Βέμπερ έδωσε μιά πιό περίφημη, άν δχι καί πιό εύφυή άπάντηση. Είναι γνωστή ή τριλογία του τής νομιμότητας τής έξουσίας: είναι ή παραδοσιακή ή όρθολογική ή χαρισματική. Σ' αύτό τόν τελευταίο δρο χρωστάει τή φήμη της ή άνάλυση τού Βέμπερ. Ή λέξη είναι ύπέροχη. Ή Ιδέα άπλή: θεωρεί πηγή τής έξουσίας τήν προφητεία, τή «θεία δωρεά», τή δύναμη πού έχουν νά γοητεύουν, νά συγκεντρώνουν γύρω τους καί νά παρασύρουν, δ θαυματουργός καί δ δδηγητής άνθρώπων άπό τό Μωϋσή ώς τόν Χό - Τσί Μίνχ. Κι είναι γεγονός δτι δέν ύπάρχει πιό άρχαία καί πιό νέα έξουσία. 'Αλλά είναι έπίσης άλήθεια δτι δσο γιά πηγή δικαίου, έδώ έχουμε μόνο τή διαπίστωση ένός γεγονότος καί δτι δ Βέμπερ καταλήγει στήν έννοια τής νομιμότητας, προσφεύγοντας στόν έπιτήδειο δρο τής μετατροπής σέ «ρουτίνα» τού χαρισμού. Ή μετατροπή αύτή άνοίγει τήν πόρτα, είτε στήν παραδοσιακή έξουσία, είτε στήν δρθολογική έξουσία, δηλαδή στή διακυβέρνηση τών άνθρώπων άπό τό νόμο. Στήν πραγματικότητα, ή βασική κατάκτηση δσον άφορά τό δίκαιο τής έξουσίας είναι ή άντικατάσταση τής έ-
— 160 —
ξουσίας - ιδιοκτησίας άπό τήν έξουσία - σχέση. Ή έξουσία - ιδιοκτησία, μέ τις ίδιες τίς ύπερβολές της ('Ιάκωβος δ 1ος στδ γιό του: « Ό θεδς σ' έκανε ένα μικρό θεό γιά νά κυβέρνησης τούς άνθρώπους») προκάλεσε τή μέγιστη άμφισβήτηση, πού δδήγησε στήν ίδέα τής λαϊκής κυριαρχίας. Αύτή Ικανοποιεί τό πνεύμα χωρίς νά καταργή τόν κίνδυνο — έντελώς άντίθετα μάλιστα. Γιατί άν άνήκει στήν όλότητα να έκλέγη τούς ήγέτες, τότε είναι τόσο πιό πρόθυμη νά ύποταχτή σ' αύτούς, δσο λιγότεροι είναι καί τείνουν νά γίνουν ενα. "Ετσι υπάρχει κίνδυνος ή πιό Επαναστατική σκέψη, ή σκέψη τού Ρουσσώ, να μας ξαναγυρίση στήν ίδια τήν άρχή τής έξουσίας πού προέρχεται άπό τούς προφήτες. Ώ ς τή Μεταρρύθμιση, ή αυθεντία - έξουσία τής Ε κ κλησίας καί τών κληρικών πού ήταν λίγο πολύ στό περιθώριο, Εξισορροπούσε τήν έξουσία - αύθεντία τού πρίγκηπα. Ό Μπέρτραντ ντέ Ζουβενέλ («Περί τής Εξουσίας») δείχνει καθαρά πώς δ Λούθηρος συγκέντρωσε τΙς δυό Εξουσίες, καί δ Μπάρρινγκτον Μούρ («Political power and Social theory») πώς δ Καλβίνος θεσμοποίησε τή σύγχηση τών δύο αύθεντιών. Τέλος ή λαϊκή κυριαρχία έβγαλε τό Βοναπάρτη. Ή έξουσία άποσπάστηκε άπό τόν τοποτηρητή τοϋ θεού γιά νά δοθή στόν τοποτηρητή τών μαζών. Και τό κάθετι τή διογκώνει: ή εύρύτητα καί ή βιαιότητα τών κρίσεων τού 20ού αίώνα, ό διαχωρισμός πού πραγματοποίησε δ Λένιν, περισσότερο κι άπό τούς Γιακωβίνους, άνάμεσα στό φιλελευθερισμό καί στήν έπανάσταση, ή άνάδυση τών δμάδων πού ψάχνουν άπληστες γιά τσοπάνους, ή άνάπρυξη τών κοινωνιών τών θεατών τής
— lül —
τηλεόρασης πού είναι διψασμένη για φυσιογνωμίες. Μήπως βρίσκεται ό «Μπίγκ Μπράδερ» τοϋ "Οργουελ παντοϋ γιατί οί φιλόδοξοι διαθέτουν άφθονα μέσα αυτοδιαφήμισης; "Ισως. Προπαντός δμως γιατί τό «μοναχικό πλήθος» πεινά γιά παρουσία καί γιά ένσάρκωση. Ή προσωποποίηση τής έξουσίας είναι λοιπόν Ινα άπό τά φαινόμενα τής έποχής μας, είτε πρόκειται για καμουφλάρισμα τών αληθινών δυνάμεων πού δρουν άπό πίσω, όπως στίς Ηνωμένες Πολιτείες πίσω άπό τή μάσκα τοϋ 'Αϊζενχάουερ, για μιά προσωρινή μετάθεση τών ευθυνών στόν «ήρωα» πούναι λιγότερο κουρασμένος άπό τή Δημοκρατία, δπως στήν περίπτωση τοϋ Ντέ Γκώλ, ή γιά μιά προσπάθεια τών γραφειοκρατών νά δώσουν μιά ελκυστική φυσιογνωμία στό Πλάνο: είναι ή φυσιογνωμία τοϋ Χρουστσώφ. Καμιά φορά είναι ή άφελής δραματοποίηση μιάς άληθινής συγκέντρωσης τών έξουσιών: αύτό Ιγινε στίς Ηνωμένες Πολιτείες άπό τόν Ροϋσβελτ ώς τόν Τζόνσον. Καμιά φορά δέν είναι παρά μόνο μιά φυσική άποκρυστάλωση χωρίς βαθειές ρίζες: Άντενάουερ. Ή προσωποποίηση τής έςουσίας Ιχει μιά Ιδιαίτερη ένταση στίς χώρες πού βρίσκονται «στό δρόμο τής άναπτύςεως» ή μάλλον σέ Αναζήτηση άναπτύςεως. Κι άν είναι αλήθεια δτι ή έρημιά προτρέπει πρός τό μονοθεϊσμό, μέ μια παρόμοια διαδικασία ή φτώχεια δδηγεϊ στόν αύταρχισμό. Επειδή ή χειραφέτηση τοϋ λαοΰ δέν προχωρεί χωρίς θύελλες, καί έπειδή άνάμεσα στόν καταναγκασμό τής αποικιοκρατίας καί στήν πραγματική συνειδητοποίηση τών εύθυνών πρέπει κατά κάποιο τρόπο νά περάσουν μια ιστορική άβυσσο, άναζητοϋν πιλότο. 'Επειδή άφορα όμάδες πού 11
-
1(52 -
λίγο πολύ χαρακτηρίζονται άπό θρησκευτικότητα δπου δ ποντίφηκας μπερδεύεται μέ τόν άρχηγό" έπειοή τείνε·, v i διασφχλίση τήν κληρονομιά ένός Αποικιακού συστήματος πού στίς παραδόσεις χιλιετηρίδων υπακοής πρόσθεσε τό δικό του δεσποτισμό, κι έδωσε για τή δημοκρατία μια ελλειπτική καί γειλοιογραφική εικόνα" έπειδή ή άποαποικιο· ποίηση έξασφαλίζει τήν προώθηση ήγετών πού είναι πιό εύκολο να διαβρωθούν άπό τούς πειρασμούς τής έξουσία; άπ' ο,τι ή πλειοψηφία τών ήγετών πού προέρχονται άπό πολιτικοκοινωνικές όμάδες Επεξεργασμένε; άπό αιώνων εναλλαγές' Ιπειδή ή αύτοεγκατάλειψη τής μάζας στί; θελήσεις τοϋ «άρχηγοϋ» είναι άνάλογη μέ τό βαθμό τοΰ αναλφαβητισμού της, καί γιατί μόνο οί καλλιεργημένοι καί φιλόδοξοι διαλεχτοί μπορούν νά Αποτελέσουν Αντίβαρο στή θέληση τής δύναμης τών ήμίθεων πού γέννησε τό πλήθος, δ τροπικός κχισχρισμός φυτρώνει, βαραίνει καί πολλαπλασιάζεται ώς τό παράλογο. Προσεχτικά μεταμφιεσμένη άπό τόν φιλελεύθερο καπιταλισμό, πού έλέγχει πολύ καλά τούς μοχλούς τής κοινωνικής μηχανής ώστε να μπορή ν' Αφήση ενα περιθώριο έλιγμών γιά τά κοινοβουλευτικά παιγνίδια καί για τήν Αμφισβήτηση Από τούς διανοουμένους, ή έξουσία Αποκαλύφθηκε, Αλλά καί Αποχαλινώθηκε χάρη στίς πιό προοδευτικές φιλοσοφίες: τή φιλοσοφία τοΰ Ρουσσώ καί τή φιλοσοφία τοϋ Μάρξ. Περιμένοντας τό μαρασμό τοΰ Κράτους καί τήν Αντικατάσταση τής διακυβέρνηση; τών Ανθρώπων άπό τή διακυβέρνηση τών πραγμάτων, ή Έςουσία — Σχέδιο — "Ηρώς έπιβεβαιώνεται, Επεκτείνεται, διχ-
— 163 —
σκελίζει τά σύνορα καί τΙς Ιδεολογίες. Ό Μαρς δέν είναι πού είπε : « Ό Χόμπς είναι δ δάσκαλος δλων μ α ς . . . » ; Ζάν
Λαχοντίρ
ΚΠ Λ Γ Ρ Υ Π Ν Η Σ Η Ή κατασκοπεία βρίσκεται άπό δώ καί πέρα στήν ελεύθερη άγορά. Στίς Ενωμένες Πολιτείες τά γκάτζετς (μικροαντικείμενα) τής άδιακρισίας (μικρές βεντούζες -ού κολλούν στόν τοίχο ενός δωματίου) έπιτρέπου νά παρακολουθήσης συζητήσεις πού γίνονται σέ ενα χιλιόμετρο απόσταση ή άκόμα περισσότερο. "Ενας τουρίστας περαστικός άπό τό Παρίσι, μένοντας σ' Ινα ξενοδοχείο τής όδοΰ Φωμπούργκ Σαίντ - Όνορέ καί διευθετώντας τό δέκτη του στόν άξονα τών 'Ηλυσίων δέ θα δυσκολευόταν καθόλου νά καταγράψη τις πιό μυστικές συζητήσεις τού αρχηγού τοϋ Κράτους. "Ετσι ό κύκλος ξανακλείνει: δπως είμαστε μάρτυρες ένός Εκχυδαϊσμού τοϋ μυστικισμού, έτσι βλέπουμε καί νά γίνεται Εμπόρευμα δ ψίθυρος τοϋ μαντείου. Μέ Ενα μόνο πάτημα τοϋ κουμπιού, οί φωνές τής δύναμης γίνονται Εμπιστευτικοί ψίθυροι πού τούς άκούcjv οί Ερασιτέχνες. Δέν ύπάρχουν πια μυστήρια νά διαλύσουμε. Βαδίζουμε, δπως φαίνεται, γιά μία στρατηγική τής σιοπής. Στήν άρχή ήταν μιά λεπτή υπόθεση νά ρωτάς τή θεότητα καί νά τήν κάνης νά όμολογή δτι τό ίππικό τοϋ έχθροϋ θά προχωρούσε στή δεξιά πτέρυγα καί δτι οί λεγεώνες του θά χτυπούσαν στό κέντρο. Ol Σίβυλλες, μάν-
— 164 —
τιδες ή μεγάλες Ιέρειες, πρώτοι ύπάλληλοι τής «ύπηρεσίας πληροφοριών» κολυμπούν στά κύματα μιάς Αλαζονικής χαΐ είδικευμένης σοφίας. Άλλά άπό τόν 5ο αίώνα μετά Χριστόν, τά λογικά άξιώματα ένός Κινέζου θεωρητικού, τού Σούν Τζού, συντελούν στήν έκλαίκευση μιας δραστηριότητας πού ώς τότε τήν περιέβαλε ή χροιά τού άστυνομικοΰ μυστυκισμοΰ. «Χάρη στήν άπό τά πρίν γνώση τής καταστάσεως, δ φωτισμένος πρίγκιπας καί δ καλά πληροφορημένος στρατηγός νικούν τόν έχθρό», λέει δ Σούν Τζού. ΚαΙ προσθέτει: «Αύτή τήν άπό τά πρίν γνώση πρέπει νά τήν άποκτούμε άπό τούς άνθρώπους πού ξέρουν τήν κατάσταση τού έχθρού». Αύτό τό κείμενο είναι ή ληξιαρχική πράξη γεννήσεως δλων τών δευτέρων γραφείων τού κόσμου. Χωρίς νά πάψη νά είναι ένα κλειστό έπάγγελμα — Ινα έπαγγελματικό σώμα πού ύπόκειται στό σεβασμό μισοαπόκρυφων παραδόσεων — ή κατασκοπεία έχει ύποστεί τόν 20ο αιώνα σημαντικές ποιοτικές άλλαγές, κυρίως άπό τό γεγονός δτι οί προϋποθέσεις γιά τή στρατολόγηση τού κατασκόπου έχουν γίνει πολυπλοκώτερες. Υπάρχει, φυσικά, τό χρήμα, άκόμα καί πάντα. Τό θέλγητρο τού χρήματος αύξάνει συνεχώς άπό τή μιά έπανάσταση στήν άλλη καί θά ύπάρχη κι δταν ol έπαναστάτες δέν θά ύπάρχουν. 'Εκτός δμως άπ' αύτό τό φυσικό κίνητρο, παίζουν τό ρόλο τους κι άλλα έλαττήρια: ή Ιδεολογική ένταξη, ή συναίσθηση τής εύθύνης, ή άνάγκη τής άλληλεγγύης, ή άπλοϊκή πίστη σ' ένα καλύτερο μέλλον. Στόν άγώνα γιά τήν παγκόσμια κυριαρχία — άγώνα πού ή άνοδος τού φασισμού στήν έξουσία θά κάνη όρμητικώτερη καί σκλη-
— 165 —
ρότερη τήν τρομερή λογική του — οί σοβιετικοί άπό τή μιά μεριά, οί δημοκρατίες άπό τήν άλλη, θά δεχτοϋν τήν άνεκτίμητη συνδρομή μιας πληθώρας αύθορμήτων κατασκόπων. Τί είναι ή αύθόρμητη κατασκοπεία ; Στήν πιό χαμηλή κλίμακα, είναι δ καταδότης, άτομο πού άλλοτε τόν είχαν σέ μεγάλη περιφρόνηση, μά πού οί μετοχές του έχουν άνέβει στό μέτρο πού κατέβηκε τό έπίπεδο τής ήθικής τής έποχής μας. Είναι μιά άπό τις άθλιότητες τών αύταρχικών καθεστώτων πού όνομάζονται προοδευτικά τό δτι προτρέπουν τούς πολίτες νά καταδίδουν σάν νά τούς προτρέπουν νά έκτελέσουν ένα πατριωτικό τους καθήκον. Στή Μόσχα, τό Μάρτιο τού 1966, βρέθηκε δικαστήριο νά καταδικάση έναν φιλήσυχο καθηγητή πού, σ' ένα άκριβοπληρωμένο ξέσπασμα άξιοπρέπειας, άρνήθηκε νά κατονομάση τό πρόσωπο πού τού διάβασε λογοτεχνικά χειρόγραφα τού Σινιάφσκι. Άλλά αύθόρμητος κατάσκοπος είναι καί ό άγνωστος πού νιώθει τήν ήθική άνάγκη ν* άγωνιστή, νά προσφέρη τήν «είδησούλα» του στό κοινό ταμείο, νά πάρη μέρος στή μάχη πού συνεχιζόταν χωρίς αύτόν καί τής όποιας γίνεται δ καλοπροαίρετος πράκτορας πληροφοριών δπως άλλοι είναι οί στρατιώτες της. Χάρη στό ζήλο καί στήν εύφυία χιλιάδων έθελοντών αύτής τής μορφής ή Γαλλική 'Αντίσταση κατόρθωσε νά συγκροτήση, στά 1941 1944, ένα πλατύ δίχτυ γιά τήν έπιτήρηση τών κινήσεων τού έχθροΰ. Στήν τελευταία φάση τού πολέμου, λίγο πρίν δηλαδή άπό τή συμμαχική άπόβαση στή Νορμανδία, ή ύπηρεσία πληροφοριών τής 'Αντίστασης κατόρθωσε νά
— 166 —
φτιάξη καί νά στείλη στό Λονδίνο τό χάρτη τών άκριβών θέσεων τών μονάδων τΐ)ς Βέρμαχτ σ' δλη τή Γαλλία. Τό πέτυχε μέ τόν έξής τρόπο: ή ύπηρεσία αύτή είχε όργανώσει καί διακλαδώσει σέ όλόκληρη τή Γαλλία μιά Επιχείρηση πλυντηρίων' ή Επιχείρηση αύτή διακρίθηκε γιά τΙς λογικές της τιμές, πράγμα πού τής Εδωσε τή δυνατότητα νά κάμη πελάτη της τά γερμανικά στρατεύματα καί νά άνακαλύψη στά άσπρόρουχα καί στίς στολές τά σήματα κάθε μονάδας. 'Αμέσως μετά τόν πόλεμο τοϋ 1939 - 1 9 4 5 , τό πρόβλημα περιπλέκεται γιατί άρχίζουν ot καντρίλλιες τών άτομικών σοφών καί φυσικών: Φούκς, Όππενχάϊμερ, Ποντεκόρβο κ.λ.π. Ot μέν δέν μποροϋσαν νά ύποφέρουν τό βάρος τοϋ Επιστημονικού μυστικού πού είχαν φορτωθή, ot άλλοι δέν άνέχονταν τήν Ιδέα δτι οί πολιτικοί φίλοι τους στερούνταν αύτό τό μυστικό. Πρέπει νά μάς συγκινή ή περίπτωση αύτών τών άνθρώπων, ό σπαραγμός τους, ot Εσωτερικές τους συγκρούσεις; Πολύ περισσότερο άπ' δ,τι νομίζουμε. 'Αναλαμβάνοντας μιά όρισμένη Ερευνα, Επρεπε νά γνωρίζουν τί τούς περίμενε στό τέλος. Ή σύγχρονη Επιστήμη θά πάη ώς τό τέρμα τοϋ φαουστικοϋ της προορισμού πού είναι νά καταργήση τούς φυσικούς νόμους καί νά τούς άντικαταστήση μέ διευθετήσεις προορισμένες νά φαλκιδεύσουν τή ζωή. Τό άτομικό μανιτάρι δέν είναι Ενα περαστικό Επεισόδιο* είναι μιά στιγμή αυτής τής διαστροφής τής ζωής. Δέν μπορεί νά παίζη κανείς τό Φάουστ, κλαψουρίζοντας γιά τήν καλοσύνη, τήν Ισότητα τών φυλών καί τών Εθνών, τήν παγκόσμια εΙρήνη μέ τήν ύγιεινή καί τή μόρφωση τών μαζών.
-167-
ΕΙναι πάντως γεγονός δτι ή αύξανόμενη άφθονία τοΟ ύλικού πού τά σύγχρονα μέσα — πλύση έγχεφάλων, ύπονομευτικές διεισδύσεις στό χώρο τοΰ άντιπάλου, διαστημική κατασκοπεία, ήλεκτρονικά μηχανήματα — θέτουν στήν διάθεση τών ύπηρεσιών πληροφοριών, πλήττει αύτές τΙς ύπηρεσίες μέ τή σχετική έλλειψη άποτελεσματικότητας πού συνοδεύει τήν κατάργηση τοΰ άνθρώπινου άντανακλαστικοΰ. "Ηδη, στή διάρκεια τοΰ δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, Γερμανοί καί Σύμμαχοι κατείχαν ντοκουμέντα πολύ μεγάλης σημασίας, πού δμως παρέμειναν άχρησιμοποίητα άπδ μιά πνευματική Ινδεια πού χαρακτηρίζει τούς καλά Εξοπλισμένους μέ τεχνικά μέσα άνθρώπους. Φτάνει νά θυμίσουμε έδώ τήν περιπέτεια τού ύπηρέτη Κικέρωνα πού Εκλεψε άπό τό χρηματοκιβώτιο τού κυρίου του, τού πρεσβευτή τής Μεγάλης Βρεταννίας στήν "Αγκυρα, τά πλήρη σχέδια τής άγγλοαμερικανικής άπόβασης πού Επρόκειτο νά γίνη στίς γαλλικές άκτές. Αύτά τά σχέδια δέ συμφωνούσαν μέ τήν Ιδέα πού δ Χίτλερ καί τό περιβάλλον του είχαν σχηματίσει γιά τήν Επιχείρηση' θεωρήθηκαν λοιπόν πλαστά. Μέ τό ίδιο πνεύμα, δ Στάλιν άπέρριψε δλες τις πληροφορίες πού παρουσίαζαν βέβαιη τή γενική Επίθεση τών γερμανικών στρατευμάτων Εναντίον τής Σοβιετικής "Ενωσης τήν αύγή τής 21ης 'Ιουνίου 1941. "Ετσι ή «Επαγρύπνησης», πολύ συχνά, χρησιμεύει μόνο γιά νά Επιβεβαιώνη τήν τύφλωση Εκείνων πού κρίνουν κυριαρχικά γιά τά πάντα. 'Εξάλλου, ή άμετρη Επέκταση καί ή βαλκανοποίηση τών είδικών ύπηρεσιών τις δδηγοΰν σέ τέτοια κατάσταση
— 168 —
πού πνίγονται σέ Ασήμαντες λεπτομέρειες, μά δέν μποροΟν v i βροΰν καί νά έρμηνεύσουν τήν άποφασιστικής σημασίας ένδειξη. Τδ Σεπτέμβριο τοΟ 1961, μέ τδ καθεστώς τής Συρο - αιγυπτιακής ένωσης, οί αίγυπτιακές ύπηρεσίες δροΟσαν στή Συρία, διακλαδωμένες καί διογκωμένες δπως ήθελαν. Κι δμως είχαν πλήρη άγνοια γιά τδ πραξικόπημα που προετοιμαζόταν στή Δαμασκό καί πού στίς 27 τοΟ ίδιου μηνός, χώριζε βίαια τή Συρία άπό τήν Αίγυπτο, πρός μεγάλη κατάπληξη τών Αίγυπτίων. 'Αλλά αύτά δέν έχουν καμιά σημασία. Τά λεγόμενα προοδευτικά αύταρχικά καθεστώτα έξακολουθοΰν νά τρελλαίνωνται γιά είδικές ύπηρεσίας. 'Αποτυχίες καί λάθη δέ λογαριάζονται καθόλου. Μιά πού τό ιδανικό είναι τό μισό έθνος νά δεχτή νά κατασκοπεύη τΙς διαθέσεις καί τΙς συζητήσεις τού άλλου μισού, είναι φανερό πώς δ τελικός σκοπός τής «έπαγρυπνήσεως» δέν είναι νά έξουδετερώση τόν άντίπαλο' είναι νά μεταχειριστή τούς πολίτες τής χώρας σάν άπό τά πρίν ή δυνάμει έχθρούς. Είναι άκριβώς δ,τι άπαιτεί δ έμφύλιος πόλεμος' καί, άπό τόν 'Οκτώβρη τού 1917, κάθε πραγματική πολιτική κυριαρχείται άπό τήν προοπτική τού έμφυλίου πολέμου" άνάμεσα στήν άπόλαυση τής έσωτερικής ίεράς έξέτασης καί στή σκοτούρα γιά τούς έθνικούς κινδύνους, τελικά ή Ιερά έξέταση κερδίζει δλες τΙς φροντίδες. Ό Γκεστάπο έξαφανίζει τήν "Αμπβερ. Ό Χίμλερ έπικρατε! σέ βάρος τού Κανάρη. Υπήρχε κάποιος έσχατος ίπποτισμός στή συμπεριφορά καί στούς κανόνες πού διείπαν τή δράση ένός Κανάρη. Ή έξόντωσή του τό 1944 σ' ένα κελλί φυλακής τού Ράιχ, τά αίσχη τού ναζισμού, τού σταλινισμού
— 169 —
καί τών άντίστοιχων ύποπροϊόντων τους, μάς θυμίζουν πάντα πώς τό ιπποτικό στοιχείο δέν Εχει καμιά θέση στους θεσμούς τοϋ αίώνα μας. Επιδίωξη είναι, άκόμα καί σέ καιρό είρήνης, μέ τήν ψύχωση καί τίς μεθόδους τοϋ έμφυλίου πολέμου, νά στεροϋνται οί άνθρωποι τή φυσική τους άναπνοή. ΈκεΖ περιορίζεται ή φιλοδοξία τής «Επαγρυπνήσεως». Ζώρζ
Xaveîv
ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ (Σημ. τ. Μετ. Στίς πρώτες παραγράφους τοϋ άρθρου του δ συγγραφέας άναφέρεται στήν άρχική έννοια τής λέξης revolution. Παρ' δλο που αύτά δέν ισχύουν γιά τήν έλληνική λέξη έπανάσταση, τά παραθέτουμε χάρη τής συνεχείας τοϋ άρθρου καί γιατί παρεμβάλλονται σκέψεις γενικώτερου Ενδιαφέροντος. Ή έλληνική λέξη «έπανάσταση» Εχει τίς Εξής Εννοιες: «Τό Επανίστασθαι" ή Εμπρακτος Εξέγερσις λαοϋ ή δμάδος κατά τοϋ άρχοντος ή τής άρχής πρός άνατροπήν' ή βιαία μεταβολή ή άπόπειρα μεταβολής τοϋ πολιτικοϋ καθεστώτος χώρας τινός: Κατακραυγή, Εξέγερσις, γενική άγανάκτησις. Μεταφ. 'Απότομος μεταβολή κατευθύνσεως Εν τινι θεωρία (Επιστήμη, τέχνη ή μεθόδψ κ.λ.) καί ριζική άλλαγή τών άρχών Εφ' ών αύτη στηρίζεται. Τό άντίθετον Εξέλιξις». — Λεξικό 'Ελευθερουδάκη). Στήν άρχική της Εννοια, ή revolution είναι κίνηση
— 170—
— καί, Ιδιαίτερα, ή πιό άπλή Απ' τΙς κλειστές κινήσεις, ή κυκλική — που έπανέρχεται στόν έαυτό της, πού ξαναβρίσκει στήν τελική της κατάσταση αύτό πού ήταν Αρχικά. Ή ίδέα τής πλήρους revolution, τού κλειστού κύκλου, είναι άρχαία καί, παρ' δλο δτι άλλες έννοιες σήμερα άλληλοεπιδροΰν μαζί της καί τήν καλύπτουν, αύτή διατηρείται δχι μόνο στίς φυσικές έπιστήμες (στήν Αστρονομία, στή μηχανική, στή βιολογία), άλλά καί σέ μερικές σύγχρονες άντιλήψεις τής 'Ιστορίας. Ή μεγάλη διάρκειά της δφείλεται, χωρίς άλλο, σέ δυό λόγους: ό πρώτος είναι δτι είναι συνηθισμένο σέ πολλούς πολιτισμούς ή Ιδέα τής προέλευσης νά συνδέεται μέ τήν Ιδέα τής καθαρότητας (ή τής τελειότητας) καί δτι φαίνεται καλή, έπιθυμητή μιά έπιστροφή σ' αύτή τήν πρώτη κατάσταση (θά έπανέλθουμε στό θέμα) * δ δεύτερος λόγος είνει πιό θεωρητικός: ή άντίληψη τής κυκλικής κίνησης Iχει τό προνόμιο δτι λαβαίνει ύπ' δψη τό γίγνεσθαι καί ταυτόχρονα άποφεύγει τή διασπορά του σέ μιά άπειρη ροή πού ή σκέψη δέν μπορεί νά τήν κυριαρχήση. Πρέπει ίσως ν' Αντιληφθούμε αύτή τή μεγάλη διάρκεια τής έννοιας, σάν άποτέλεσμα τής «φυσικής» δύναμης τού θεάματος τού Σύμπαντος πού δίνει τήν είκόνα τής έπανόδου σέ κανονικά διαστήματα τών άστρικών σχηματισμών καί τών έποχών. Φαινομενικά, αύτή ή σημασία στό ίστορικοπολιτικό λεξιλόγιο, έχει πέσει σέ άχρηστία. Λέγεται δτι ίδέα τοϋ κυκλικού γίγνεσθαι πού κυριαρχούσε στήν άρχαία σκέψη έχει σβήσει, κατά μεγάλο μέρος, χάρη στήν άνάπτυξη τής χριστιανικής σκέψης, μπροστά στήν Ιδέα τού ένιαίου χαρακτήρα τού χρόνου πού πηγαίνει άπό μιά άρχή σ'
— 171 —
ίνα τέλος («ή δημιουργία τοϋ χρόνου» καί «τό τέλος τοΟ χρόνου») xal πού γεννά συνεχώς νέα γεγονότα. Δέν πρέπει νά παραγνωρίζουμε πάντως τό γεγονός δτι δχι μόνο διατηροϋν τήν έννοια τοϋ κύκλου πολλοί θεωρητικοί τής 'Ιστορίας (άπό τό Ζ. Β. Βίκο ώς τόν Λένιν καί τόν ΤόΟνμπη), άλλά άκόμα καί οί Ιδρυτές τής σύγχρονης πολιτικής — διανοητές καί πρακτικοί — δέν έχουν ξεφύγει άπό τήν έπιρροή της. Σημειώνουμε γιά παράδειγμα δτι πολλοί θεωρητικοί τοΰ φυσικού δικαίου, στό 17ο και 18ο αΙώνα, θεωρούσαν τήν πρωτόγονη κατάσταση — σάν γεγονός, σάν δριο καί σάν πρότυπο — σάν μέτρο τό όποιο μάς έπιτρέπει νά έκτιμήσουμε τούς έκφυλισμούς ή τίς μετατροπές πού έπέφερε τό γίγνεσθαι καί σάν μιά κατάσταση πού άνταποκρίνεται στήν άληθινή φύση τού άνθρώπου" πολλοί άνάμεσά τους, τή θεσμική καί ήθική κατάσταση πού πρέπει νά έπικρατήση τήν βλέπουν σάν έπιστροφή σ* αύτήν τήν πανάρχαια καθαρότητα (δ μύθος τοΟ χαμένου παραδείσου είναι πάρα παλύ δυνατός!). "Ας μήν ξεχνάμε άκόμα πώς ή Γαλλική Επανάσταση θεώρησε τόν έαυτό της, άπό πολλές άπόψεις — στό δραμά της καί στό λεξιλόγιό της — σάν έπιστροφή στήν άποτελεσματική καθαρότητα τής Ρωμαϊκής Δημοκρατίας, κι δτι κι ό Ιδιος δ "Ενγκελς δνειρεύτηκε τόν κομμουνισμό τοΰ μέλλοντος νά συμφιλιώνη τήν συμβολή τής βιομηχανικής τεχνικής καί τήν κοινωνική διαύγεια αύτοΰ τοΰ «πρωτόγονου κομμουνισμού» πού τού είχε διδάξει δ Μόργκαν. Είναι πάντως έπίσης άλήθεια δτι, παρά τις Επιβιώσεις αύτές, μέ «τόν ΑΙώνα τού Διαφωτισμού» καί τή μεγάλη πνευματική στροφή τών άρχών τού 19ου αΙώνα,
— 172 —
εΙσάγεται μιά άνανεωμένη άντίληψη τής Εννοιας τοϋ χρόνου πού ριζοσπαστικοποιεΐ τήν Εννοια τής revolution. Τά στοιχεία πού καθορίζουν αύτή τή μεταλλαγή Εχουν πολλές φορές καί μέ διάφορους τρόπους άναλυθεί: έδώ θά πούμε μόνο, καί χωρίς νά θέλουμε νά προσφέρουμε μιά τελειωτική λύση, δτι συμπλέκονται σ' Ενα διάχυτο καί άποτελεσματικό σύνολο οί λαμπρΕς τεχνολογικές πρόοδοι πού συντελέστηκαν στή διάρκεια τού 18ου αΙώνα καί ή συνακόλουθη ιδεολογία τής δποίας ή Ε γ κ υ κ λ ο π α ί δ ε ι α καί δ Κοντορσέ είναι οί πιό σοβαροί καί οί πιό βαθειοί έκφραστές, ή κατακτητική καί άντιφατική δράση τής γαλλικής άστικής τάξης πού σέ λίγο βρήκε τήν έκπλήρωσή της στίς πράξεις καί στίς θεωρίες τής Μεγάλης Επανάστασης, οί παράλληλες, δηλαδή άνεξάρτητες, κι δμως άνταγωνιστικές στίς προθέσεις τους έργασίες τών Ιστορικών άπό τόν Νταβίντ Χιούμ ώς τόν Νιεμπούρ καί τόν φόν Ράνκε, — τών οίκονομολόγων — Ιδιαίτερα τοϋ Α. Σμίθ καί τοϋ Ντ. Ρικάρντο — καί τών φιλοσόφων τής 'Ιστορίας — άπό τό Ζ. Μπ. Βίκο ώς τό Χέρντερ καί τόν Χέγκελ — πού άποτελοΰν άντίστοιχες συνειδητοποιήσεις τής πρωτοτυπίας τής γεννώμενης βιομηχανικής κοινωνίας... Είναι πάντως γεγονός δτι προβάλλει μιά άντίληψη άποφασιστικά προοδευτική (βλέπε γιά τήν έννοια τής προόδου, τό άρθρο προοδευτικότητα) πού άναγκάζει τή σκέψη νά άντιληφθή διαφορετικά τΙς Ανατροπές πού άποδιοργανώνουν καί άναδιοργανώνουν τήν κοινωνία τών άνθρώπων. Άπ* αύτή τήν έποχή καί πέρα διαγράφεται δλοένα καί μέ μεγαλύτερη άκρίβεια — άκρίβεια έννοιολογική
— 173 —
πού δέν είναι κατ' άνάγκην ένδειξη άλήθειας — τό περίγραμμα αύτής τής Ενθουσιαστικής Ιδέας. Ή έπανάσταση είναι μιά κ ρ ί σ η , αίσια ή όλέθρια, πού τραντάζει τίς άνθρώπινες σχέσεις, άμφισβητεϊ τήν κατεστημένη τάξη, κάνει νά παρουσιαστούν νεωτερισμοί καί προσδιορίζει θεμελιακές άλλαγές στήν άνθρώπινη μοίρα. Ό Κοντορσέ ύπογραμμίζει τή σημασία τής τεχνολογικής έπανάστασης τής όποίας τΙς μορφές περιγράφουν οι 'Εγκυκλοπαιδιστές" ό Σαίν Σιμόν άναλύει τΙς «κρίσιμες περιόδους»" οί Γάλλοι Ιστορικοί προσπαθούν νά κάνουν κατανοητό τόν ιστορικό δυναμισμό πού όδήγησε τόν άγαπημένο τους λαό νά γίνη βασιλοκτόνος, νά μεταφέρη στήν άκρη τής ξιφολόγχης του τΙς «νέες ιδέες», νά θέλη σάν τήν πιό ύψηλή έκφρασή του τήν «τρομοκρατία» καί τήν Ναπολεόντεια τυραννία" ό Χέγκελ, πού τόν περιόριζε καί τόν άπελευθέρωνε ταυτόχρονα ή «γερμανική καθυστέρηση», άποκαλύπτει τίς «πονηρίες τής Ιστορίας», τό γεγονός δτι ή βία τής 'Ιστορίας είναι τό ύπέρτατο μέσο γιά τήν πραγμάτωση τού Πνεύματος, δτι κάθε πρόοδος είναι άπατηλή άν δέν συνοδεύεται άπό τήν « . . . ύπομονή καί τήν όδύνη τού άρνητικού». Ή revolution, σάν έννοια καί σάν γεγονός, είναι άπό δώ καί πέρα καθορισμένη. Στό Μάρξ έπεσε ό κλήρος νά καθορίση τή φύση καί τή λειτουργία της. Διανοητής πού συνθέτει γεγονότα, σημασίες, έπιστημονικά δεδομένα, ιδεολογίες τής άμφισβήτησης καί φιλοσοφικές θεωρίες τοϋ καιρού του, κάνει τήν έπανάσταση μιά αύστηρή έννοια. Ά π ό τίς άναλύσεις του μπορούμε νά βγάλουμε μερικά καθοριστικά χαρακτηριστικά μέ βάση τά όποΐα όργα-
— 174 —
νώνεται σήμερα κάθε συζήτηση πάνω σ' αύτοϋ τοΟ είδους τά προβλήματα: Ή ίδέα τής Επανάστασης είναι νόμιμο νά χρησιμοποιείται μόνο γιά τΙς βαθειές Ιστορικές μεταλλαγές πού έπιφέρουν πραγματική μεταβολή τών σχέσεων τοΟ άνθρωπου μέ τή φύση, μέ τούς άλλους καί μέ τόν έαυτό του (ή μέ έκείνη τήν εικόνα τοϋ έαυτοϋ του πού αντιπροσωπεύει τό θείο) ' μπορεί βέβαια νά χρησιμοποιοΟν τήν Ιδέα τής έπανάστασης μεταφορικά γιά νά ύποδηλώσουν μιά βίαιη άλλαγή πού γίνεται στόν άλφα ή βήτα πολιτιστικό τομέα" μπορεί έπίσης νά θέλουν όρισμένοι νά χρησιμοποιείται μόνο γιά τΙς ριζικές τεχνολογικές μεταβολές" (στή θετικιστική γλώσσα τής μόδας, «άληθινές Επαναστάσεις» θεωροϋνται τώρα μόνο έκείνη πού Εγινε τή νεολιθική Εποχή — καί Εδωσε στόν άνθρωπο τή φωτιά — καί αύτή πού ζοϋμε τώρα Εμείς, ή γιγάντια άνάπτυξη) ' μέ τήν πρώτη Ερμηνεία δημιουργείται τέτοια διασπορά ώστε καταστρέφεται κάθε δυνατότητα κατανόησης" μέ τή δεύτερη εΙσάγουμε μιά Απλούστευση πού Εξαφανίζει τΙς προεξοχές καί τΙς θύελλες τής πραγματικής Ιστορίας. Ό Μάρξ μάς προειδοποιεί νά μήν πάμε ούτε πρός τά Εδώ ούτε πρός τά Εκεί καί νά θεωρήσουμε — τουλάχιστο όνομαστικά — τΙς κρίσεις σάν δλότητες, σάν Αστερισμούς γεγονότων συναθροισμένων σ' Ενα σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα πού Εχει σημασία νά τά άντιληφθοϋμε σάν Ιδιαίτερα σημαντικές στιγμές τοϋ γίγνεσθαι. Γιά νά είναι έντελώς χαρακτηριστικές αύτές ot όλότητες, γιά νά μπορή νά συσχετίζονται μεταξύ τους, γιά νά Ενσωματώνεται τό βιωμένο καί Εφαρμοσμένο περιεχό-
— 175 —
μενο κάθε μιάς άπ' αύτές σ' ένα χώρο πού νά μπορή νά κατανοηθή άρκετά, πρέπει νά έχουν μιά κοινή σημασία ή ίνα κοινό κέντρο. Αύτά τά κέντρα, ό Μάρξ, στηριζόμενος σέ Ιστορικές έρευνες, ί χ ι Ικανοποιητικές είναι ή άλήθεια άλλά Αποφασιστικές, τά τοποθετεί στό έπίπεδο τών παραγωγικών δυνάμεων πού ό κατοπινός μαρξισμός τά όνόμασε υποδομές. Παραγωγικές δυνάμεις έννοούμε, τουλάχιστο άν έπιχειρήση κανείς νά κρίνη έναρμονίζοντας τά διάφορα κείμενα τού Μάρξ πού δέν είναι πάντα συντονισμένα μεταξύ τους — τό σύνολο τών κοινωνικών παραγωγικών δραστηριοτήτων πού έπιτρέπουν σέ μιά δμάδα — λίγο ή πολύ μεγάλη — νά έπιβιώση, νά συγκομίση, νά έξάγη άπό τή γή, νά κατασκευάση τά άγαθά χάρη στά δποϊα θά διατηρηθή στή ζωή. Αύτές ot παραγωγικές δυνάμεις, στό βαθμό πού άναπτύσσεται ή τεχνολογία, έπιβάλλουν δλοένα καί πιό σύνθετες παραγωγικές σχέσεις' δ ένας, μέ τή σωματική του δύναμη, τήν τεχνική του ικανότητα, τΙς καλές προϋποθέσεις, πού έξασφάλισε άπό τήν καταγωγή του, θά έπιβληθή σάν διευθύνων" δ άλλος είναι καταδικασμένος νά είναι διευθυνόμενος. Συγκροτούνται έτσι, άνάλογα μέ τΙς Ιστορικές συμπτώσεις καί τΙς μορφές πού τό τεχνολογικό έπίπεδο καθορίζει γιά κάθε κοινωνία, δυό τάξεις, μιά στήν δποία άνήκουν ot κατέχοντες, ot Ιδιοκτήτες τών έδαφών, τών έργαλείων, τών κεφαλαίων, μέ λίγα λόγια τών μέσων παραγωγής, κι ή άλλη στήν όποία άνήκουν έκεΐνοι πού, γιά νά ζήσουν ot Γδιοι καί νά ζήσουν τΙς οίκογένειές τους, είναι ύποχρεωμένοι νά πουλούν ή νά νοικιάζουν τήν έργα-
— 176 —
τική τους δύναμη" ot πρώτοι, γιά νά διατηρήσουν αύτή τήν ύπεροχή πού ικανοποιεί τή θέλησή τους γιά δύναμη καί γιά άπόλαυση, Επιβάλλουν καταπιεστικούς θεσμούς άπδ τούς δποίους πιδ άξιόλογος είναι τδ Κράτος* ol δεύτεροι, άνάλογα μέ τΙς Ιστορικές συμπτώσεις πάλι, άποκτηνώνονται μέ τήν ύπακοή ή δταν ή άδικία, ή άθλιότητα, ή στέρηση καταντούν ύπερβολικά φανερές καί ύπερβολικά σκληρές, έξεγείρονται. Ή έξέγερση είναι ένα σταθερό Ιστορικό γεγονός: δέν μετατρέπεται, γιά μιά δεδομένη κοινωνική όμάδα, σέ Επανάσταση, παρά μόνο δταν ή άνάπτυξη τών παραγωγικών δυνάμεων έλθει σέ όξεία σύγκρουση μέ τΙς παραγωγικές σχέσεις. Ό Μάρξ ύποθέτει — καί δέν ύπάρχει ώς τή στιγμή κανένας λόγος νά άμφισβητούμε αύτή τήν ύπόθεση — δτι άναπτύσσεται, έξαιτίας μιας ιδιαίτερης άναγκαιότητας, ένα τεχνικό γίγνεσθαι πού τροποποιεί λίγο λίγο τΙς έπιστημονικές έφευρέσεις πού διαδέχονται τΙς άνακαλύψεις τών χειροτεχνών, τή σχέση τού άνθρώπου μέ τή φύση, δηλαδή τή σύνθεση καί τούς δρους τής έργασίας' αύτές οί μετατροπές Εκφράζονται μέ μιά μεταβολή τών κοινωνικών δυνάμεων. Ή κοινωνική δύναμη πού κρατούσε «νομίμως» τήν έξουσία, στό μέτρο πού έξασφάλιζε μέ τΙς διοικητικές της ικανότητες ή μέ τό πολεμικό της θάρρος (ή γιά δποιοδήποτε άλλο λόγο) τήν έπιβίωση τής δμάδας, Αποκαλύπτει ύστερα άπό δρισμένο χρονικό διάστημα, τήν άνικανότητά της νά άντιμετωπίση τΙς άπαιτήσεις πού έχει ή πρόοδος τών παραγωγικών δυνάμεων' εξακολουθεί νά διατηρήται μόνο ένισχύοντας τό Κράτος καί
— 177 —
τΙς Ιδεολογίες πού τό στηρίζουν στή μορφή του καί στό περιεχόμενό του. Πάντως φτάνει μιά στιγμή πού ή άπόσταση είναι πάρα πολύ μεγάλη, πού ή συντήρηση έκείνου πού ή τ α ν γίνεται φρένο σ' αύτή τήν έπέκταση πού, κανονικά, ζητά γίνεται φρένο σ* αύτή τήν έπέκταση πού, κανονικά, ζητεί κάθε άτομο καί κάθε κοινωνία. Τότε ξεσπά ή πολιτική έπανάσταση πού Εχει σκοπό νά δώση στήν άνερχομένη τάξη τόν άνανεωτικό ρόλο πού όφείλει, ιστορικά καί νόμιμα, νά παίξη. Είναι τό άποτέλεσμα σημαντικής τεχνικής ώρίμανσης καί Εχει στήριγμά της τίς Ιδεολογίες πού γέννησε αύτή ή μεταλλαγή* δέ μπορεϊ νά Εχη άλλο σκοπό άπό τήν κατάληψη τής κρατικής Εξουσίας καί τήν άνακατανομή τής ιδιοκτησίας καί τής δύναμης, δίνοντας στήν κοινωνία καλύτερες δυνατότητες νά χρησιμοποιήση τίς ίκανότητές της γιά τήν πρόοδο. Κατά τόν Μάρξ, ή τελευταία έπανάσταση Εχει ξεκινήσει: ή πρωταρχική συσσώρευση πού πραγματοποιήθηκε άργά άργά στή διάρκεια τών αιώνων, Εδωσε τή δυνατότητα νά συγκροτηθή Ενα οικονομικό σύστημα πού δέ μπορεί νά έπιβιώση άν δέν προοδεύη: τό καπιταλιστικό σύστημα Εχει άρχή του τή διαρκή έπανάσταση τών μέσων παραγωγής, τών παραγωγικών δυνάμεων" μέ τή θέλησή του τοποθετεί τήν άνθρωπότητα στήν 'Ιστορία καί τήν ύποχρεώνει, άς ποΟμε, νά γίνη παράγοντας τής ίδιας τής έξέλιξής της' άλλά ό καπιταλισμός παίζει καθοριστικό ρόλο δχι μόνο γιατί πραγματοποιεί αύτό τό Αποφασιστικό βήμα, άλλά κυρίως γιατί δέν μπορεί νά άναπτυχθή καί νά έπιβεβαιωθή παρά μόνο δημιουργώντας τΙς προΟποθέ10
— 178 —
σεις τής καταστροφής του* θεμελιωμένος πάνω στήν άρχή τής έλευθερίας τής παραγωγής καί τής άγοράς, δ καπιταλισμός γεννά Αναγκαστικά δλοένα καί πιό βίαιες κρίσεις πού κλονίζουν τήν Απαραίτητη γιά τήν άνάπτυξή του πολιτική τάξη: κοινωνικές ταραχές, διεθνείς πόλεμοι, άποικιακές είσβολές τόν άδυνατίζουν καί καταστρέφουν τήν έσωτερική του δύναμη Αντιστάσεως" Αλλά σ' αύτές τΙς έσωτερικές Αντιθέσεις προστίθεται μιά έξωτερική άντίθεση πού ή δύναμή της καί ή εύρύτητά της συνεχώς μεγαλώνουν" ό καπιταλισμός είναι άναγκασμένος νά δημιουργ ή μιά προλεταριακή τάξη δλοένα καί πιό συνειδητή, πιό σταθερή, πιό όργανωμένη' μέ λίγα λόγια, έπαναστατική' έτσι προσδιορίζει, μέ τόν οικονομικό του δυναμισμό, τό σύνολο τών προϋποθέσεων γιά τήν άπελευθέρωση τού άνθρώπου καί, σέ άντίφαση, ένώ έμποδίζη μέ τή λειτουργία του αύτή τήν άπελευθέρωση, «κατασκευάζει» τήν τάξη πού σκοπός της είναι νά τήν πραγματοποιήση. Τό προλεταριάτο, είναι «ριζοσπαστική τάξη» καί γι* αύτό κατ' έξοχήν έπαναστατική" δέ μπορεί νά καταργήση τήν καταπίεση πού βαρύνει πάνω της παρά μόνο άν έξαλείψη όριστικά έκεΐνο πού βρίσκεται στή βάση κάθε ύποδούλωσης: τήν άτομική Ιδιοκτησία τών μέσων παραγωγής (βλ. τό άρθρο σοσιαλισμός) καί τά παράγωγά της: τήν κρατική έξουσία καί τΙς καταπιεστικές ή μυθοποιητικές ιδεολογίες. Στήν πραγματικότητα, ό Μάρξ σχεδίασε γιά τήν έπερχόμενη προλεταριακή έπανάσταση, τήν τελευταία έπανάσταση, ένα πολύ άπλό σχήμα πού έξακολουθεί νά έπιδρά — άμεσα ή a contrario — στήν σημερινή πολι-
— 179 —
τική σκέψη (δ τρόπος πού έγινε πού ξετυλίχτηκε καί άπέτυχε ή Κομμούνα τών Παρισίων ξάφνιασε τόν Μάρξ, μά δέν προκάλεσε πάντως τροποποίηση τών γενικών προοπτικών του). Πρόβλεπε δτι θά έλθη ή στιγμή δπου, άφού οί άντιθέσεις τού καπιταλισμού θά έπιφέρουν δλοένα καί βαθύτερες άνταραχές, άφού ή έργατική τάξη θά όργανώνεται δλοένα καί πιό άποτελεσματικά σέ διεθνές έπίπεδο, σ' ένα άπό τά πολύ έκβιομηχανισμένα κράτη, τό προλεταριάτο, δηλαδή «δ ένοπλος λαός», θά καταλάβη τήν έξουσία, θά καταργήση τήν άτομική Ιδιοκτησία, θά άποδίδη στούς ίδιους τούς έργαζομένους τά μέσα καί τή διεύθυνση τής παραγωγής, θά άντικαταστήση τό καταπιεστικό κράτος μέ μιά δικτατορία πού θά δώση τήν ήγεσία τής κοινωνίας στά χέρια τών άντιπροσώπων — κατάλληλα έκλεγμένων, άνανεούμενων καί έλεγχόμενων άπό τή «βάση» — τής τεράστιας πλειοψηφίας έναντίον τής μειοψηφίας τών πρώην κατεχόντων. Μιά πού αύτό τδ Ενδεχόμενο δέ μπορούσε νά γίνη πραγματικότητα παρά μόνο μέ τήν προοπτική μιάς παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, αύτό τδ κίνημα πού γεννήθηκε στό Σικάγο, στό Παρίσι καί στό Λονδίνο, έπρεπε νά άπλώση παντού, νά κινητοποιήση καί νά κάνη νά θριαμβεύση, άπό πρωτεύουσα σέ πρωτεύουσα, δ σοσιαλισμός. Ό δρόμος τού κομμουνισμού, «πραγματωμένου άνθρωπισμοϋ», άνοιγε (βλ. τό άρθρο σοσιαλισμός — κομμουνισμός) . . Είναι γνωστό τί συνέβη. Τό θυμίζουμε μέ λίγα λόγια: Ιο. Πολύ νωρίς, ό Φ. "Ενγκελς παρατήρησε πώς οί δυνατότητες γιά κατάληψη τής έξουσίας στά άστικά κράτη πού δλοένα καί καλύτερα δργανώνονταν άστυνομικά
— 180 —
καί στρατιωτικά, ήταν περιορισμένες. Παρ' δλ' αύτά αύτά τά Ιδια κράτη, κατά τδ μισό έξαιτίας τής ίδιας τής σοβαρότητάς τους, κατδ τό άλλο μισό άναγκασμένα άπό τις λαϊκές διεκδικήσεις, άνοιγαν μιά άλλη διέξοδο, τή δημοκρατική διέξοδο — στό διπλό έπίπεδο τής κοινοβουλευτικής λειτουργίας καί τής συνδικαλιστικής δραστηριότητας. Ή άστική δημοκρατία πρόσφερε, κατά τόν "Ενγκελς, ένα μέσο γιά νά διευρυνθή καί νά ένισχυθή ή συγκεκριμένη βάση τής έπανάστασης, νά κερδηθούν σ' αύτή νέα στρώματα έργαζομένων. "Εβλεπε δτι θά ύπάρξη μιά περίοδος κατά τήν δποία, σ' όλόκληρη τήν Εύρώπη, οί σοσιαλιστές ψηφοφόροι — πού ήταν δυνάμει ή μεγάλη πλειοψηφία, άφοϋ δ σοσιαλισμός είναι άναπόφευκτα τό κόμμα τών έκμεταλλευομένων — θά γίνονταν και στήν πράξη πλειοψηφία, δπου τά προλεταριακά συνδικάτα θά έπέβαλαν τΙς άξιώσεις τους. Γιά νά διατηρηθή στήν έξουσία ή άστική τάξη — πιασμένη στήν παγίδα, αύτή τή φορά, τοϋ δήθεν πολιτικού φιλελευθερισμού της — θά δεχόταν αύτή τή διαδικασία, άποφασισμένη νά έξαπολύση κύμα βίας σέ περίπτωση κινδύνου. 'Αλλά άκριβώς τή μέρα δπου θάταν ύποχρεωμένη νά άποκαλυφθή, οί σοσιαλιστικές δυνάμεις θάχαν άποκτήση τέτοια δύναμη πού δέ θά δυσκολεύονταν νά καταλάβουν τήν έξουσία καί νά σαρώσουν τελικά τόν άντίπαλο. 2ο Έ τακτική καί ή στρατηγική τής εύρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας πού συσπειρώθηκε άπό τό τέλος τοϋ 19ου αιώνα κάτω άπό τήν αΙγίδα τής 2ης Εργατικής Διεθνοϋς, έμπνέεται στό σύνολό της άπ' τΙς προοπτικές πού χάραζε δ "Ενγκελς. Εξορμά γιά τήν πραγματοποί-
— 181 —
ησή τους, όδηγούμενη άπό τό Γερμανικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, πιό δυνατό καί καλύτερα όργανωμένο Από δλους τούς σοσιαλιστικούς σχηματισμούς τής Εύρώπης, πού προσπαθεί νά έκμεταλλευτί) τούς «φιλελεύθερους» έλιγμούς πού Ικανέ τό πρωσσικό Κράτος γιά νά ένσωματώση στήν πολιτική του τΙς έργατικές μάζες τών γερμανόφωνων λαών. Δημιουργείται τότε ίνα «έπαναστατικό» ρεύμα είδικοϋ τύπου πού τελικός σκοπός του είναι ή κατάληψη τής έξουσίας μέ μιά άποφασιστική καί Αναπόφευκτη βίαιη ένέργεια, μά πού περιμένοντας τήν κατάλληλη στιγμή καί γιά νά πετύχη πιό σίγουρα: δέχεται τούς άστικούς δημοκρατικούς θεσμούς, προσπαθεί νά τούς χρησιμοποιήση πρός δφελός του άντλώντας έπιχειρήματα άπό τΙς ίδιες τΙς δημοκρατικές άρχές, δοκιμάζει τούς άπαραίτητους συμβιβασμούς δταν αύτοί τού δίνουν τή δυνατότητα νά κάνη ένα βήμα μπρός" έκμεταλλεύεται τή θέση τής άμφισβήτησης πού παίρνει γιά νά πετύχη βελτιώσεις πού περιορίζουν τό βαθμό τής έκμετάλλευσης καί τής άλλοτρίωσης κι έτσι κερδίζει στήν ύπόθεση τού σοσιαλισμού δλοένα καί εύρύτερες μάζες μισθωτών" χρησιμοποιεί δλες τΙς εύκαιρίες γιά ν' άναπτύξη τή συνείδηση καί τήν όργάνωση τού προλεταριάτου σέ έθνική καί διεθνή κλίμακα, μέ σκοπό νά προετοιμάση τή «μεγάλη στιγμή» («τή μεγάλη βραδυά»), δπου ή σοσιαλιστική έπανάσταση θά έπιβληθή σάν άναπόφευκτη, δηλαδή θά θριαμβεύση στά σίγουρα χωρίς κίνδυνο άποτυχίας. 3ο. Αύτή ή στρατηγική έσπασε μέ τήν έκρηξη τού Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Ά π ό τότε ή 2η Διεθνής
— 182 —
διατηρήθηκε (βλ. τό άρθρο σοσιαλισμός — κομμουνισμός) . Κρατά τούς Επαναστατικούς σκοπούς της τουλάχιστο σάν ιδεολογία της. Τά Ιδανικά της πάντως φαίνεται νά συμβιβάζωνται — στούς κόλπους τών «σοσιαλιστικών» καί «Εργατικών» κομμάτων — μέ τή σύναψη στενών καί «ρεαλιστικών» σχέσεων μέ τΙς κρατικές Εξουσίες πού Εξακολουθεί νά χαρακτηρίζη άστικές. Ol άντίπαλοί της άπό τ' άριστερά καταγγέλουν τήν προδοσία της καί τή χαρακτηρίζουν «ρεφορμιστική». 4ο. Μιά Επανάσταση μαρξιστικής Εμπνεύσεως θριάμβευσε Εδώ καί μισό αΙώνα Εκμεταλλευόμενη τήν εύκαιρία μιάς παγκόσμιας σύγκρουσης, σέ μιά χώρα δπου σύμφωνα μέ τις προβλέψεις τοΟ Μάρξ δέν θάπρεπε νά πετύχη. Τό γεγονός δτι ό «Ενοπλος λαός», τά σοβιέτ, κατέλαβαν τήν Εξουσία σέ μιά άπό τΙς μεγαλύτερες δυνάμεις τοϋ κόσμου, δτι πέτυχαν νά νικήσουν τήν δική τους άντιπολίτευση, δέν προκάλεσε τΙς άνομενόμενες άλυσσιδωτές Επαναστάσεις. Ά π ό τό 1919 ώς τό 1927, ή 3η Εργατική Διεθνής πού συνδετικός της Ιστός ήταν ή έπιτυχία καί ot πρόοδοι τής έπανάστασης τών Μπολσεβίκων, πάει διεθνώς άπό άποτυχία σέ άποτυχία. Λίγο λίγο ξεφτίζει τό σχήμα πού είχε διακηρύξει δ Μάρξ καί συμπληρώσει καί θεμελιώσει σέ πολλά σημεία μέ εύφυία δ Λένιν στό «Κράτος καί Έπανάσταση». "Οχι μόνο Εκδηλώνεται μιά άστική άντίσταση πού καταστρέφει τΙς δυνατότητες τοΟ διεθνοϋς προλεταριακοί) αύθορμητισμοϋ, άλλά παρουσιάζεται κι Ενα Εμπόδιο πιό μεγάλης άκόμα σημασίας: τό «μπολσεβικικό Κράτος» δέν καταφέρνει νά μαραθή' ή Κρονστάνδη, ή Ν.Ε.Π., ή συντριβή τοΟ Τρότσκυ είναι σέ διαφο-
— 183 —
ρετικά έπίπεδα ol σταθμοί πού σημαδεύουν τήν Ενίσχυση τοϋ γραφειοκρατικού τρόπου διοικήσεως. Συγκροτείται Ενας άλλος τύπος κράτους πού βέβαια δέν είναι τό άστικό κράτος τοϋ όποίου δ Μάρξ καί ol σοσιαλιστές περιγράψαν τή λειτουργία, μά Ενας τύπος κράτους πού πρέπει, μέ τά παραδοσιακά κριτήρια, νά χαρακτηριστή θηριώδης δεσποτισμός: όπωσδήποτε, ή δικτατορία τοϋ προλεταριάτου δέν είναι αύτή ή άνανεωτική έξουσία πού άσκεϊ ή τεράστια πλειοψηφία έναντίον μι4ς δύστροπης μειοψηφίας" δέν είναι τίποτε άλλο παρά μιά άνεξέλεγκτη έξουσία πού έπιβάλλει ένας πολιτικός μηχανισμός πού άνανεώνεται μέ ύποδείξεις Εκ τών άνω, σέ βάρος πληθυσμών πού άπό τή μιά χάρη στήν τρομοκρατία, άπό τήν άλλη άπό κούραση, δέχονται αύτή τήν κατάσταση σάν λιγότερο άνυπόφορη. 5ο. Ά π ό δώ καί πέρα, ή Επανάσταση παίρνει μιά καινούργια φυσιογνωμία, ένσαρκώνεται σ' ένα Κράτος, σέ μιά πατρίδα καί, σέ λίγο, σ' Εναν άνθρωπο. Μέ τήν καινούργια όρθοδοξία πού οίκοδομεΐται πάνω στή βάση αύτής τής πολιτικοστρατιωτικής δύναμης, είναι τώρα έπαναστατικές κάθε πράξεις, κάθε ίδέες πού συμβάλλουν στήν άμυνα, στήν ένίσχυση τής «πατρίδας τοϋ σοσιαλισμού». "Ετσι έπαναστατικότητα καί χωρίς δρους πίστη, ταυτίστηκαν αύτόματα. Έξάλου ή ύπόθεση έγινε τόσο δύσκολο νά βγή πέρα, πού οί όπαδοί της πρέπει νά χρησιμοποιούν θησαυρούς ρητορικής τέχνης γιά ν' άποδείξουν πώς, σέ τελευταία άνάλυση, συμπίπτουν, urbi et orbi, πάντα σ' δποιαδήποτε περίσταση, ή νέα άντίληψη καί τό παλιό Ιδανικό, πώς ή νέα άντίληψη
— 184 —
δέν είναι παρά μιά Ιστορική έφαρμογή τοΟ παλιοΟ Ιδανικού. "Ετσι παρουσιάστηκαν ot πιό παράξενες διανοητικές διαστροφές. 'Αντιστάσεις έκδηλώνονται όλοένα καί πιό ζωηρά μετά τό Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ατούς κόλπους τών σοσιαλιστικών κρατών κι Ενισχύεται θεωρητικά καί πρακτικά μιά άλλη θέση, ή θέση κατά τήν όποια ύπάρχει γιά κάθε χώρα ένας δικός της δρόμος, ένας ιδιαίτερος δρόμος γιά νά φτάση στό σοσιαλισμό. Ή άποτυχία τοϋ έπαναστατικοϋ σχήματος πού συνέλαβε ό Μάρξ είχε ώς συνέπεια τή δημιουργία ένός άλλου σχήματος: έναντίον τής Γδιας τής Ιδέας ένός μοναδικού σχήματος παλεύουν τώρα έκεΐνοι ot έπαναστάτες πού δέν μπορούν νά άποδεχτοΰν τόν Ιμπεριαλισμό τής δρθοδοξίας. 6ο. Αύτό τό κίνημα γίνεται άκόμα πιό σημαντικό άπό τό γεγονός δτι δ Τρίτος Κόσμος έχει μπει έπίσης στό δρόμο τών θεμελιακών πολιτικών έπαναστάσεων. Ot άγώνες γιά τήν έθνική άπελευθέρωση, ή διαδικασία τής άποαποικιοποίησης γεννούν καμιά φορά μεθόδους πρακτικής πολιτικής καί έμβρυα θεωρητικά άξιόλογης πρωτοτυπίας . . . Χωρίς άμφιβολία τό βάρος τής διπλής παράδοσης, τής άρχικής μαρξιστικής καί τής μπολσεβικοσταλινικής βάζουν τή σφραγίδα τους σ' αύτούς τούς νεωτερισμούς. Κι δμως, δσο στερεωμένη καί ένοχλητική κι άν είναι αύτή ή συνήθεια νά προσχωρούν σ' αύτή τήν Ιδεολογική ίεροσύνη, άλλοι τύποι έπαναστατικών μεταλλαγών έμφανίζονται πού άμφισβητούν, άπό μόνο τό γεγονός δτι ύπάρχουν, τΙς «σοσιαλιστικές βεβαιότητες» πού είναι σίγουρες — καί ot μέν καί ot δέ — δτι έχουν καθορίσει τό μόνο κατάλληλο πρότυπο καί τΙς «φιλελεύθερο-
— 185 —
δημοκρατικές βεβαιότητες», πού είναι πεπεισμένες δτι έχουν άνακαλύψει δλα τά μέσα — άπό τή στρατιωτική βία ώς τις οίκονομικές πιέσεις — γιά τήν έξάλειψη τών κρίσεων πού άπειλοΟν τήν «παγκόσμια Ισορροπία». 7ο. Έ κατάσταση σήμερα είναι ή άκόλουθη καί ή πολυπλοκότητά της, οί άντιφάσεις της, έξηγοϋν τουλάχιστο δσο καί ή σοφιστική τών προπαγανδιστών τήν κατάχρηση πού έχει γίνει σ' δλα τά έπίπεδα τής πολιτικής καί πολιτιστικής ζωής τού έπιθέτου «έπαναστατικός» : Ό Μάρξ καί οί σοσιαλιστές τοϋ 19ου αίώνα, κληρονόμοι καί άμφισβητές τής κλασικής μεταφυσικής, πρόσφεραν στήν θεωρητικοπολιτική φαντασία τό θέμα μιάς ριζικής καί όριστικής μεταλλαγής πού μεταβάλλει, σ' ένα σύντομο χρονικό διάστημα, τήν κατάσταση τής άνθρωπότητας καί τής παρέχει τή δυνατότητα ν' άπελευθερωθή άπό τις άλλοτριώσεις της, νά άξιοποιήση τις Ικανότητές της, νά έγκαινιάση τήν «έποχή τής έλευθερίας». Στήν πλατωνική Ιδέα τής άναστροφής (τής μεταβολής), στή χριστιανική Ιδέα τής σωτηρίας μέ τή μετάνοια προστέθηκε (ή πήρε τή θέση τους) ή Ιδέα μιας θεμελιακής μεταστροφής πού έπιτρέπει στήν άνθρωπότητα νά συντάξη καί νά πραγματοποιήση τήν καταστροφή τών ιδεών τής μοίρας, τοϋ χαρακτήρα καί τοϋ προορισμού της, ν* άξιοποιήση τή δυνατότητα νά γίνη δ άνθρωπος, άτομικά καί συλλογικά, ό βασικός παράγοντας, ό κύριος τοϋ ίδιου του τοϋ μέλλοντος' αύτή τήν άντίληψη δέ φαίνεται νά είμαστε έτοιμοι νά τήν έγκαταλείψουμε... Μέ άφορμή τούς δυό μεγάλους παγκοσμίους πολέμους καί μέ τήν προοπτική πού δημιούργησαν οί δραματικές
— 186 —
άδικίες πού Επέβαλε τδ καπιταλιστικό σύστημα, συγκροτήθηκε Ενας συνασπισμός, λίγο ή πολύ συμπαγής, σοσιαλιστικών κρατών, δηλαδή Επαναστατικών (Επαναστατικών σχετικά μ' Εκεΐνο πού διαδέχτηκαν). Αύτά τά κράτη πραγματοποίησαν μιά κοινωνική έπανάσταση στό βαθμό πού κατάργησαν τήν άτομική Ιδιοκτησία τών μέσων παραγωγής ή Εδωσαν σ' δλους τούς τομείς τής ζωής λύσεις πιό άπλές καί μέ μεγαλύτερη αύτογνωσία. Χαρακτηρίζεται δμως ή έπανάσταση αύτή άπό τή ριζοσπαστικότατα πού τής άποδίδουν οί ζηλωτές της; "Εχουμε τό δικαίωμα ν' άμφιβάλλουμε γι' αύτό: όρισμένες «άλλοτριώσεις», χωρίς άμφιβολία, Εξαφανίστηκαν, μά άλλες διατηρήθηκαν, άλλες άκόμα γεννήθηκαν (πού Εχουν σχέση είτε μέ τόν ίδιο τό χαρακτήρα τής βιομηχανικής κοινωνίας είτε μέ τή φύση τοΟ γραφειοκρατικοί) καθεστώτος). Τί είναι λοιπόν θεμιτό νά περιμένουμε, άπό δώ καί πέρα; Τρεις Εκδοχές φαίνονται όρθές σήμερα: Έ μία είναι νά έγκαταλείψουμε τήν Επαναστατική ούτοπία. Συγκεκριμένα άποδεχόμαστε δτι ή μόνη άληθινή Επανάσταση ήταν ή βιομηχανική Επανάσταση πού άρχισε στή Μεγάλη Βρεταννία τό δεύτερο μισό τοϋ 18ου αίώνα καί θεωροϋμε δτι οί πολιτικοκοινωνικές μεταλλαγές τών Εθνών τής Δυτικής Εύρώπης, κατόπιν τών Ηνωμένων Πολιτειών, δτι ή σοβιετική καί ή κινέζικη έπανάσταση είναι οί διάφορες μορφές αύτής τής βαθειάς δυναμικής. Μ1 αύτή τή προοπτική, ό μοναδικός σοβαρός δρόμος πού μένει άνοικτός είναι δ δρόμος τών μεταρρυθμίσεων πού άποβλέπει νά βελτιωθούν οί πραγματικές συνθήκες τής ζωής τών άνθρωπίνων δμάδων, νά καταργηθούν οί
—187 —
ύπάρχοντες παραλογισμοί, νά άκολουθηθή, μ' ένα τρόπο τώρα καλύτερα κυριαρχημένο, πιό τεχνικό, πιό ρεαλιστικό, κατά συνέπεια πιό άποτελεσματικό, λιγότερο βίαιο καί πιό ταχύ, ή πορεία πού διέτρεξαν συνήθως μέσα στό πάθος καί στό χάος, ή Δυτική Εύρώπη, ot Ηνωμένες Πολιτείες, ή Ε.Σ.Σ.Δ. καί πού άρχίζουν νά άκολουθούν ot πιό προχωρημένες χώρες τοΰ Τρίτου Κόσμου* δέν Εχουμε πιά νά κάνουμε τήν Επανάσταση γιατί γίνεται άπό μόνη της, γιατί ή σύγχρονη κοινωνία είναι άπό μόνη της «Επαναστατική»' Εργο μας είναι νά Ελέγξουμε τήν κίνησή της, νά διορθώσουμε τΙς Αποκλίσεις της. Έ δεύτερη είναι νά διατηρήσουμε σάν άντικειμενικό σκοπό τήν Επανάσταση δπως τήν καθόριζε ό Μάρξ καί νά θεωρήσουμε τΙς προηγούμενες Επαναστάσεις σάν άντίστοιχα στάδια, κατακτήσεις, πάντα όδυνηρές καί συχνά άδέξιες πού Εφεραν, κάθε μιά άνάλογα μέ τή συγκυρία καί μέ τό ύφος της, κάποια πρόοδο. Μ* αύτή τήν προοπτική, άν ύπάρχη Ινα λάθος τού Μάρξ, είναι τό δτι είχε ύποτιμήσει τΙς δυσκολίες τοΰ προβλήματος τής ριζικής «άπο - Αλλοτρίωσης» καί τΙς Ικανότητες (συνειδητές καί άσύνείδητες) Αντιστάσεως τών παλιών διαρθρώσεων. Ot λαθεμένοι χειρισμοί τών δύο πρώτων Εργατικών Διεθνών, τά λάθη πού Εγιναν στή Σοβιετική "Ενωση, ή σημερινή Ακαταστασία στό σοσιαλιστικό στρατόπεδο, ή Αποτελεσματικότητα τών καπιταλιστικών χωρών, τά συχνά λάθη τοϋ Τρίτου Κόσμου, πρέπει νά θεωρηθούν δτι όφείλονται σ' Ινα είδος άδρανείας τής 'Ιστορίας πού δίνει τή δυνατότητα στούς άντιπάλους τής προόδου νά δημιουργούν συνεχώς νέα έμπόδια. Παρ' δλ' αύτά, στό μέτρο πού
— 188 —
ή βιομηχανική κοινωνία γίνεται παγκόσμια καί Επιβάλλεται σ' δλους τούς λαούς, πάει νά δημιουργηθή μιά νέα κατάσταση πού κάνει δυνατή τήν όργάνωση μιας πρακτικής δράσης πού σκοπός της θά είναι ή πραγματοποίηση τών άντικειμενικών στόχων πού πρώτος Εθεσε δ Μάρξ. Μ' άλλα λόγια, δυό παράγοντες συμβάλλουν γιά νά ξαναδώσουν στό μαρξισμό τήν άρχική του άλήθεια καί φρεσκάδα: άπό τή μιά — αύτό είναι Ενα σημείο στό δποΐο Επιμένουν οί «Εξευρωπαϊστές», θιασώτες τής σοσιαλιστικής Ιδεολογίας τού 19ου αίώνα, φανατικοί Ερμηνευτές τών κειμένων τών Διεθνών, Ερωτευμένοι μέ τόν Λένιν, τόν Τρότσκυ, τόν Γκράμσι — , ή μερική έπιτυχία τής σοβιετικής έπανάστασης καί κατά συνέπεια ή μερική της άποτυχία έπιτρέπουν νά συνειδητοποιήσουμε τήν ύποχρέωση πού έχει ό έπαναστάτης νά μήν άρκεστή στίς μεταλλαγές πού θεωρούσε άρκετές ό Μάρξ, νά προχωρήση πάρα πέρα, νά άντιμετωπίση μέ πιό άποτελεσματικό τρόπο τώρα τά θέματα τού μαρασμού τού Κράτους, τής πραγματικής δημοκρατίας, τής διεύθυνσης καί διαχείρισης άπό τούς ίδιους τούς παραγωγούς τών τομέων τής δραστηριότητάς τους' άπό τήν άλλη μεριά — αύτή είναι ή άποψη πού ύπογραμμίζουν οί «άνατολιστές», οί συνεπαρμένοι άπό τόν Τρίτο Κόσμο —, ή είσοδος στή μάχη τής Ανθρωπότητας τών προλεταριακών έθνών κάνει νά έμφανίζωνται καινούργιες έμπειρίες, καινούργια προβλήματα, καινούργιες λύσεις πού έπιβεβαιώνουν, συμπληρώνουν καί ξεπερνούν τΙς πάρα πολύ περιορισμένες προοπτικές στίς όποϊες ή έποχή του έκλεινε τόν Μάρξ. Ή έπανάσταση μόλις τώρα άρχισε καί πρόκειται νά πραγματοποιηθή αύ-
— 189 —
τή τή φορά στή βάση μιάς ένότητας τοΟ δράματος τοϋ πλανήτη μας. Μιά τρίτη έχδοχή: άν δέν Ικανοποιούμαστε ούτε άπό τό «μεταρρυθμιστικό» ρεαλισμό, ούτε άπό τόν «πολιτικό» Ενθουσιασμό κι άν δέ θέλουμε δμως νά έπιστρέψουμε στις μεταφυσικές τής φύσης ή τής μοίρας τοΟ άνθρώπου, τότε μποροϋμε νά άποβλέψουμε σέ μιά πιό βαθειά έπανάσταση πού δέν θάναι μόνο οίκονομοπολιτική καί πού θά άμφισβητήση τήν ύπεροχή πού δ πολιτισμός μας δίνει στόν όρθολογισμό τής τεχνικής. Μ' αύτή τήν προοπτική, ot άποτυχίες τοϋ πρακτικού μαρξισμού, ot παραλογισμοί και ot καταπιέσεις τής βιομηχανικής κοινωνίας δέν θά θεωρηθούν άποτελέσματα λαθών ή περιστασιακών άτυχιών (πού άπαιτοϋν συνεπώς διορθώσεις ή ξεπέρασμα), άλλά συνέπειες ένός άποφασιστικοϋ λάθους: τής ύπερεκτίμησης τοϋ Λόγου, ένός λόγου πού αύτοπροσδιορίζεται μόνο άφοϋ ρίξει στό σκοτάδι, άφοϋ βγάλει Ιξω άπό τήν κυκλοφορία, τά κίνητρα πού δέν μπορεί εύκολα νά τά Ελέγξει. Αύτή τήν έπανάσταση θά τήν κήρυσσε μιά Επιστήμη τοϋ πάθους, τοϋ πάθους τοϋ άνθρώπου. Μήπως άλλωστε τό βαθύτερο σχέδιο πού ύποστηρίζει τό «Κεφάλαιο» δέν είναι ή ιδέα αύτής τής Επιστήμης; Δέν τήν βρίσκει κανείς — Εκφρασμένη μέ πολύ διαφορετικούς τρόπους — στή νιτσεΓκή καταγγελία καί στίς άναλύσεις τοϋ Φρόϋντ; Είναι αύτονόητο πώς, μέ βάση αύτές τΙς τρείς Εκδοχές, μπορεί νά γίνουν διάφορα μίγματα. Πάντως Εχει σημασία — φαίνεται — άν θέλη κανείς νά προσπαθήση νά προσέγγιση τΙς σημερινές ιδεολογικές δυνάμεις, νά μάθη νά τΙς άντικρύζη χωριστά. Φραρσουά ΣατύΛ
— 190 —
ΕΠΕΝΔΥΣΗ Μέ τή ατενή έννοια, έπένδυση είναι γιά τόν έπιχειρηματία «πράξη πού συνίσταται στήν άπόκτηση παραγωγικών άγαθών γιά τήν έκμετάλλευση τής έπιχειρήσεώς του» (Π. Ντιέτερλαν). Μέ τήν εύρεία έννοια, μπορεί νά είναι κάθε οίκονομική ένέργεια. Επένδυση είναι μιά δαπάνη έξοπλισμοϋ άπό τήν δποία περιμένει κανείς οίκονομικά Αποτελέσματα σέ λίγο ή πολύ μακρά περίοδο: άγορά ένός τρακτέρ άπό τόν κτηματία, κατασκευή μιάς κατοικίας, άγορά μιάς έργαλειομηχανής.. (οίκονομικές έπενδύσεις άπό τΙς όποΐες έκεΐνος πού τΙς πραγματοποιεί περιμένει εισόδημα) ' σχολικός έξοπλισμός, κατασκευές νοσοκομείων . . . (κοινωνικές έπενδύσεις άπό τΙς όποιες τό Κράτος περιμένει αύξηση τής εύημερίας τών πολιτών του καί αύξηση τής δικής του δυνάμεως). Ή έπενδυτική δαπάνη είναι άντίθετη γενικά μέ τήν καταναλωτική δαπάνη. Πράγματι, γιά νά έπενδύσης πρέπει νά παραιτηθής άπό κάποια κατανάλωση" χρειάζεται κάποια άποταμίευση: άποταμίευση πού πραγματοποιείται άπό τόν Γδιο τόν έπενδύοντα (αύτοχρηματοδότηση) ή τό πιό συνηθισμένο, πού τή θέτουν στή διάθεσή του άμεσα (άναγκαστικά δάνεια, έγγραφές μετοχών) ή έμμεσα (πιστώσεις παραχωρούμενες άπό τΙς τράπεζες ή άπό τά πιστωτικά (δρύματα στά όποια είναι κατατεθιμένα τά άποταμιευόμενα ποσά). Τό Κράτος άπό τήν πλευρά του χρηματοδοτεί τΙς δημόσιες Επενδύσεις άπό τούς φόρους, τά δάνεια ή καί τόν πληθωρισμό (καταναγκαστική άποταμίευση) .
— 191 —
Στό γενικό δμως Ιπίπεδο τής οικονομίας μιάς χώρας, ή Αποταμίευση, δηλαδή τό μέρος τοϋ έθνικοΟ προϊόντος πού δέν καταναλώθηκε, δέν έπενδύεται ύποχρεωτικά δλόκληρο. Οί καινούργιες θεωρίες πού ξεκινούν άπό τήν κεΟνσιανή άνάλυση, δείχνουν πώς ή τάση γιά άποταμίευση καί οί άποφάσεις γιά έπένδυση προέρχονται άπό διαφορετικές αίτίες καί ή προσπάθεια έξισώσεως τής άποταμιεύσεως είναι ένα βασικό δεδομένο τής οικονομικής Ισορροπίας. "Αν ή άποταμίευση είναι κατώτερη άπό τήν έπένδυση, ή συνολική ζήτηση ξεπερνά τήν προσφορά τών προϊόντων' ή πόρτα είναι άνοιχτή στόν πληθωρισμό (βλέπε τή λέξη). Γενικά λοιπόν, τά κράτη προσπαθούν νά προσανατολίσουν τούς άποταμιευτικούς πόρους πρός τούς έπενδυτές (πρόσφατα γαλλικά μέτρα) ή νά δώσουν τή δυνατότητα στίς έπιχειρήσεις νά αύτοχρηματοδοτηθούν (μέ μιά πολιτική πλεονεκτικών τιμών ή φορολογικών έλαφρύνσεων). "Ετσι δ οικονομικός ρόλος τής έπενδύσεως είναι θεμελιακός. Δέν είναι ύπερβολή νά πού;ιε πώς είναι ή κινητήρια δύναμη τής οικονομικής προόδου. Τό καθαρό ποσοστό έπενδύσεων (ή καθαρά έπένδυση είναι ίση μέ τή συνολική άκαθάριστη έπένδυση έκτός άπό τΙς δαπάνες άποσβέσεως) τό θεωρούν δικαίως ώς μέτρο τής προόδου. Γι* αύτό κανένα σύγχρονο Κράτος δέν έμπιστεύεται πιά στήν Ιδιωτική πρωτοβουλία ή καί στήν έλξη μόνο τής άποδοτικότητας νά καθορίση τό συνολικό ύψος ή τόν προσανατολισμό τών έπενδύσεων. Ό πολιτική τών έπενδύσεων σ' ένα Κράτος μή σοσιαλιστικό (σ* ένα Κράτος σοσιαλιστικό ή έπένδυση είναι ίργο μόνο τοϋ Κράτους) προσπαθεί
— 192 —
νά παρακινήση πρός έπενδύσεις, μέ φορολογικές διευκολύνσεις τ) χρηματικά κίνητρα (πρΙμ γιά τΙς κατασκευές λόγου χάρη), νά τΙς συμπληρώση δταν ή Ιδιωτική πρωτοβουλία είναι άδύνατη (ένέργεια, λόγου χάρη) ή νά τΙς προσανατολίση (σχέδιο έξοπλισμοΰ καί έκσυγχρονισμοΰ). Φρανσουά Καρρύρ
ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ Μιά ιδεολογία είναι ένα, λίγο ή πολύ συνδεδεμένο (μέ έσωτερική συνάφεια), σύνολο Ιδεών. Ό δρος δέν θά άξίωνε νά έμφανιστή στήν έγκυκλοπαίδεια αύτή άν δ Μάρξ καί οί μαρξιστές δέν τής είχαν δώσει μιά πιό συγκεκριμένη καί μαχητική σημασία. Σημειώνουμε πώς δ Ντεστύ ντέ Τρασύ καί δ Καμπανίς, δημιουργοί τής λέξης, στό τέλος τοΰ 18ου αίώνα, δέν είχαν, νά πούμε, καμιά σχέση μέ τά προβλήματα πού γεννώνται σήμερα έξαιτίας της. Κι' αύτό τό «νά πούμε» είναι, άλλωστε, δπως θά δούμε, Ιδεολογικό... Ό θεωρία τής Ιδεολογίας είναι βέβαια ένα άπό τά θεμελιακά τμήματα τής διδασκαλίας τοΰ Μάρξ. "Αν προκαλή άμφισβητήσεις είναι γιατί τελικά δέν τήν άνέπτυξε άρκετά καί τό κείμενο τοΰ 1845—1846, πού τό περιεχόμενό του είναι άποφασιστικό, δέν έχει πάντα τή σαφήνεια πού θά περιμέναμε. Μελετώντας προσεκτικώτερα διαπιστώνουμε πώς δ Μάρξ χρησιμοποιεί τόν δρο στή συνέχεια τοΰ έργου του μέ ποικίλες έννοιες. "Εδωσε στό
— 193 —
σημείο αύτό Ενα κακό παράδειγμα καί στό μέτρο άκρι6®ς πού δ μαρξισμός τόν άκολούθησε καί σέ λίγο μαζί του δλη ή πολιτική μεγαλοστομία, έχει σημασία, μέ κίνδυνο νά είμαστε αυθαίρετοι καί σχηματικοί, νά προσπαθήσουμε νά διευκρινίσουμε τά πράγματα. Κατά μιά πρώτη έννοια, Ιδεολογία είναι σύστημα — λίγο - πολύ όργανωμένο — έννοιών, εΙκόνων καί «άξιών», χάρη στό όποιο μιά κοινωνική όμάδα ή ένα άτομο όργανώνουν σέ ένα άποδεκτό σύνολο τΙς ποικίλες Εμπειρίες τους. ' Ι δ ε ο λ ο γ ί α είναι σ' αύτή τήν περίπτωση, αύτό πού στά γερμανικά άποκαλούν Weltanschauung: δραμα - άντίληψη, ταυτόχρονα ένεργητική καί παθητική τού κόσμου, δηλαδή σχέσεις πού διατηρεί τό «ύποκείμενο» (τής ιδεολογίας) μέ τή φύση, μέ τόν άλλο, μέ τή φαντασία του (βέβηλη ή ιερή), μέ τόν έαυτό του. "Ετσι κάνουν λόγο γιά σοβιετική Ιδεολογία, λόγου χάρη, γιά νά δρίσουν τή γενική είκόνα τού άνθρώπου πού πλάθουν οί σοβιετικοί πολίτες γιά νά γνωρίζουν, νά δέχωνται καί νά έπιθυμούν τήν ίδια τήν κατάστασή τους. "Ηδη, τό βλέπει κανείς μ' αύτό τό παράδειγμα, είναι παρούσα μιά δεύτερη έννοια. Έ ιδεολογία πού άνήκει στήν κατηγορία τού γεγονότος, τής θετικής έκφρασης, έχει μιά λειτουργία. 'Εξασφαλίζει καί καθησυχάζει. Δημιουργεί τήν ψυχολογική βάση πού έλαττώνει τήν άταξία τής πραγματικότητας. "Ετσι δ Μάρξ στά έργα τής νεότητάς του περιέγραφε, μετά τόν Φόύερμπαχ, τή θρησκευτική ιδεολογία. Τό Ιδεολογικό είναι τό φανταστικό. Είναι κατασκευασμένο άπό μιά συνείδηση πού μή μπορώντας νά ύποφέρη τήν πραγματική της κατάσταση τής 13
— 194 —
δυστυχίας καί τών Αντιφάσεων, προβάλλει σ' Ινα όνειρεμένο μακρινό μέλλον (μέλλον θρησκευτικό, μέλλον αίσθητικό, άλλά έπίσης μέλλον ήθικό καί πολιτικό) μιά Ιδεατή Επανασυμφιλίωση. Τί άλλο λοιπόν είναι ή 'Αγία Οικογένεια δπως ξαναπαρουσιάστηκε καί διαμορφώθηκε στό 19ο αιώνα άν δχι ή έπιτυχημένη «άστική οικογένεια»;: Ινας έργαζόμενος πατέρας, μιά μητέρα πού συγκεντρώνει τή διπλή άρετή τής παρθενίας καί τής γέννησης, Ινας γιός Εξαιρετικά προικισμένος... Τό Ιδεολογικό, φανταστικό, είναι αύτό πού άνταμείβει. Άλλά ύπάρχει αύτό γιά τό όποϊο δ Μάρξ κατηγορεί τόν Φόϋερμπαχ. Δέν έξαντλεΐται ή Εννοια τής Παρθένας Μητέρας (ή τοΟ Σπούτνικ καί τοϋ Βοστόκ), μέ τήν Επίκληση τής άφηρημένης καί ειρηνοποιού λειτουργίας τοϋ φανταστικού. Κάθε φανταστικό είναι φανταστικό δχι μόνο κάποιου πράγματος, μά καί γιά κάποιο πράγμα. Γενική Εκφραση Ενός Επίσης γενικοϋ άνικανοποίητου, δ Ιδεολογικός λόγος Εκφράζει άκόμα στό περιεχόμενό του, τή φύση αύτοΰ τοϋ άνικανοποίητου. Τό σύστημα τών άναπαραστάσεων πού ξετυλίγει, δείχνει άνάγλυφα τίνος πράγματος ύπάρχει άνικανοποίητο. "Αν ή Α γ ί α Οίκογένεια είναι είρηνοποιός, είναι γιατί πραγματικά είρηνεύει, γιατί είσάγει στήν κοινωνικοψυχολογική πραγματικότητα, μιά εικόνα πού κάνει μερικά παραδεκτό έκεΐνο πού χωρίς αύτή θά ήταν άνυπόφορο. Τό ιδεολογικό παρουσιάζεται Ετσι αύτό πού είναι: δργανο πού δ ρόλος του είναι δλοένα καί πιό σημαντικός σ' αύτό τόν πολιτισμό δπου τά μαζικά μέσα Επικοινωνίας είναι καθοριστικά. Κι' Εδώ προβάλλει ή τρίτη Εννοια: ιδεολογία είναι
— 195 —
τό λίγο ή πολύ καλοθεμελιωμένο σύστημα παραστάσεων καί άξιων πού ή κυρίαρχη σέ μιά δεδομένη κοινωνία τάξη ή κοινωνικό στρώμα, τείνει νά έπιβάλη μέ ποικίλα μέσα, πού φτάνουν άπό τήν άναφορά στό ίερό α>ς τίς κοινές χαρές τής καθημερινής ζωής. Ή ιδεολογία, πού ήταν ήδη άντανάκλαση καί έκφραση καταστολής, γίνεται αύτό πού είναι στήν πραγματικότητα, δργανο καταστολής. Παίρνει τή θέση της μέ μιά άποτελεσματικότητα άκόμα μεγαλύτερη δσο είναι πιό καλυμμένη πλάϊ στό στρατό καί στήν άστυνομία. Δέν ύπάρχει τότε 'Ιδεολογία, άλλά ποικίλες Ιδεολογίες, πού πρέπει σέ κάθε κοινωνία νά άνιχνεύσουμε τή θέση καί τό ρόλο τους... Παραμένει τό γεγονός δτι, άκριβώς σέ μιά δοσμένη κοινωνία, ή ιδεολογία, άντίθετα άπό τό στρατό καί τήν άστυνομία, καλύπτεται, παρουσιάζεται σάν «τό πνεύμα τής έποχής», τό σύστημα πού έξασφαλίζει τή συνοχή ή άκόμα σάν τό καλύτερο άπαύγασμα τής συλλογικής πείρας. "Ετσι κάθε έκδήλωση τής ιδεολογίας πού έρμηνεύει (έρμηνεύει καί δέν άντανακλά, πού μεταθέτει γιά νά κάνη αύτή τή «μετάθεση» άποδεκτή άπό τή συγκεχυμένη πλειοψηφία έκείνων πρός τούς δποίους άπευθύνεται) τά συμφέροντα μιάς τάξης ή ένός κυρίαρχου στρώματος παρουσιάζεται σάν «τό δρθό» ή καλύτερα άκόμα, σάν λόγος τής Ιδιας τής άλήθειας καί, γιά νά γίνη πιό πιστευτή, ξαίρει νά άναπτύση μιά άξιόλογη έπιχειρηματολογία (τόσο πιό άξιόλογη δσο έχει καθορίσει, άπό τά πριν καί έμμεσα, τά κριτήρια τής άξιοπιστίας). Σήμερα πού τό πρότυπο τής άλήθειας έχει ένσαρκωθή άπό τήν γαλιλαιοκαρτεσιανού τύπου έπιστήμη (καί στό πεδίο τών διδα-
— 196 —
σκαλιών πού άφορούν τδν άνθρωπο), ή Ιδεολογία πού, άπδ τήν άλλη πλευρά, δρ£ διαφορετικά — μέ τή μεσολάβηση τών έπίσημων καί Ιδιωτικών θεσμών — δέν παραλείπει νά έμφανιστή μέ μετριοφροσύνη σάν έπιστημονική. Ό έμπειρισμός, ή άναφορά στά γεγονότα «δπως παρουσιάζονται» χρησιμοποιούνται σάν δικαίωση άπδ τΙς κυρίαρχες πανεπιστημιακές ιδεολογίες. Γι αύτό είναι καλό ν' Αναφερθούμε στίς έρευνες τού Λ. Άλτουσέρ. Οί έρευνες αύτές έχουν τήν άξια δτι, μέ βάση τήν προσεκτική μελέτη τού Μάρξ, ύποδεικνύουν τδ κριτήριο πού έπιτρέπει νά χάνουμε τή διάχριση μεταξύ Ιδεολογικού καί έπιστημονικού. θ ά μπορούσαμε, είναι άλήθεια, νά τό βρούμε άν μελετούσαμε πιό προσεκτικά τή διδασκαλία τού Σπινόζα. Έδώ φτάνουμε σέ μιά τέταρτη έννοια πού θεμελιώνει καί ξαναβάζει στίς θέσεις τους τΙς τρεις άλλες: τδ ιδεολογικό άπαντα" δέν παύει νά άπαντά" έχει άπαντήσεις γιά δλα. Είναι βέβαια σέ θέση νά κατασκευάζη ρητορικές (ή έμπειρικές) έρωτήσεις, είναι δμως τόσο άπορροφημένο άπό τή μανία νά άπαντά πού δέν μπορεί ούτε θέλει νά μπή στόν κόπο νά διατυπώση τά έρωτήματά του μέ θεωρητικούς δρους. Παράγει άπαντήσεις χωρίς νά έχη δημιουργήσει τίς κατάλληλες έρωτήσεις. Ή έπιστήμη — άπό τόν Γαλιλαίο ώς τόν Μάρξ καί ώς τόν Φρόυντ, περνώντας άπό τόν Λαβουαζιέ καί τόν Ντάρβιν — παρουσιάζει, ταυτόχρονα μέ τά άποτελέσματά της, τΙς προϋποθέσεις τής έπεξεργασίας της. Δέν ύπάρχει έπιστήμη χωρίς θεωρία τής παραγωγής τής έπιστήμης. Ή Ιδεολογία ξέρει. Δέν ένδιαφέρεται ποτέ νά μάθη
— 197 —
γιατί ξέρει. Γι αύτό, χωρίς άμφιβολία, καταφεύγει πάντα καί σέ τελευταία άνάλυση, εΓτε στό Ιερό, είτε στό στρατό καί τήν άστυνομία, είτε καί στά δυό μαζί, πράγμα που τώρα είναι ή πιό συνηθισμένη περίπτωση. Φραναονά Σατελέ
ι μ π ε ρ ι α λ ι σ μ ό ς Κάθε κατάφαση δυνάμεως παίρνει άργά ή γρήγορα αύτοκρατορικό περιεχόμενο. Ό τ α ν διασχίζης μέ τά πόδια τήν Ά π π ί α δδό βγαίνοντας άπ' τή Ρώμη δέν είναι δ ούρανός πού πρέπει νά δής μέ θαυμασμό, ούτε τό μνημείο τής Καικιλίας Μέτελλα" έχεις νά θαυμάσης τίς μεγάλες άνώμαλες πλάκες πού είναι περιτριγυρισμένες άπό τά βρύα: ό άθικτος σκελετός τους δείχνει δτι μπορεί άκόμα νά σηκώση τΙς λεγεώνες. Ό δρόμος τού Άππίου δέν ήταν καμωμένος γιά τούς περιπατητές, δδηγοΰσε στά λιμάνια τής χερσονήσου δπου μπάρκαραν οί στρατιώτες πού πήγαιναν νά καταλάβουν τούς σιτοβολώνες τής 'Ανατολής, νά άρπάξουν τά πλούτη τ' άπαραίτητα γιά τό ρωμαϊκό μεγαλείο, νά συγκεντρώσουν στρατιές πού θά πολεμούσαν μέ τή σειρά τους κάτω άπό τή σημαία τής λύκαινας. Ή πολιτική (στορία τής άνθρωπότητας είναι δμοια μέ τήν Ά π π ί α δδό καί κάθε πλάκα της είναι τό λείψανο μιάς χαμένης αύτοκρατορίας. Ή άποδοχή τής Ιδέας πώς άπό δώ καί πέρα τά πράγματα θά τραβήξουν άλλο δρόμο έπειδή 120 κράτη είναι μέλη τού Ο Ή.Ε., κι άνάμεσα σ* αύτά τό Τρίνινταντ καί
— 198 —
Τομπάγκο πού Ικανοποιείται μέ μιά μόνο Εδρα γιά τή διπλή του δντότητα, θά άποτελοϋσε προσπάθεια νά κολακέψουμε τήν άδυναμία άνυπεράσπιστων άνθρώπων που θά έκπλαγοϋν πολύ άπό τή συνέχεια τών γεγονότων. Χωρίς άλλο, ή λέξη αύτοκρατορία Εχει πέσει σέ δυσμένεια καί ή κοινή γνώμη τής έποχής μας νιώθει Ενοχη δταν προφέρεται. Παρ' δλ' αύτά, ή Κίνα Εγκαθίσταται μέ τή βία στό Θιβέτ κι αύτό τό βρίσκουμε άρκετά φυσικό. Ή Ρωσία ένσωματώνει τρεις Βαλτικές χώρες καί δέν τΙς άναφέρουμε πιά παρά μόνο σάν άνάμνηση. Ό Είρηνικός 'Ωκεανός Εγινε τό «μάρε νόστρουμ» τών 'Αμερικανών σύμφωνα μέ τό στρατηγικό σκοπό πού καθόρισε στήν άρχή τοΟ αίώνα μας ό πρόεδρος Θεόδωρος Ροϋσβελτ. "Αν περιορίσουμε τόν ιμπεριαλισμό στήν πιό άπλή Εκδοχή του — νά διατάσης Εξω άπό τόν τόπο σου — είναι φανερό πώς αύτή ή Ε ξ α γ ω γ ή Ε ξ ο υ σ ί α ς θά γνωρίση άκόμα καλές μέρες. "Οταν δ Λένιν, λίγο μετά τόν πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, γράφει τό « Ό ιμπεριαλισμός, τελευτάΐο στάδιο τοϋ καπιταλισμοϋ», ή σύγχρονη τεχνολογική έπανάσταση ή άν προτιμάτε, ή δεύτερη βιομηχανική Επανάσταση δέν Εχει κάν άρχίσει. Ό Λένιν άναγγέλλει λοιπόν τό τέλος τής παλιάς βιομηχανίας πού είναι ή ίδια σκλάβα τών σκλάβων της* άναγγέλλει, χωρίς νά τό ξαίρη, δχι μόνο τήν πτώση τών παλιών Εκμεταλλευτών, άλλά Επίσης καί τόν ξεπεσμό τών ύλών πού Εκμεταλλεύονταν. Ή κλασική άποικιακή συγκομιδή διατηρεί άκόμα κάποιο Ενδιαφέρον μόνο χάρη σέ όρισμένα προϊόντα «στρατηγικής» σημασίας: βολφράμιο, ούράνιο, νίκελ κ.λ. Τό πετρέλαιο κι δλας δέν άνήκει σ' αύτή τήν κατηγορία.
— 199 —
Ol ζώνες έπενδύσεων, δπως ή Λατινική 'Αμερική, θά συνεχίσουν χωρίς άμφιβολία νά άποτελούν γιά τΙς 'Ηνωμένες Πολιτείες Ινα «Ιδιάζοντα χώρο» δπου οί οικονομικές Αξιώσεις τών λόμπις τής Ούάσιγκτον θά ύπαγορεύουν, σέ περισσότερες άπδ μιά περιπτώσεις, άποφάσεις στρατιωτικού χαρακτήρα. *Αν έπιμένουμε δμως σ' αύτδ τδ κριτήριο, θάπρεπε νά παραδεχτούμε πώς δ Αμερικανικός Ιμπεριαλισμός είναι πολύ πιό «μπλεγμένος» στήν 'Ιταλία, στήν 'Ολλανδία, στή Γερμανία, δπου ot μεγάλες ύπερατλαντικές φίρμες Εχουν έπενδύσει ύπέρογκα κεφάλαια. Στήν πραγματικότητα, δ πλούσιος κόσμος καί δ φτωχός κόσμος ήταν πολύ πιό βαθειά άνακατωμένος δ Ινας στόν άλλο στή διάρκεια τής καθαρά άποικιακής περιόδου παρά σήμερα. 'Εξάλλου, άκριβώς έπειδή τό κεφάλαιο άρνείται νά διακινδυνεύση σέ περιοχές πού τΙς θεωρεί άνθυγιεινές καί Αναζητεί τό κέρδος Εκεί δπου ή ΑνΑπτυξη είναι Αναμφισβήτητο γεγονός, ειδικοί δργανισμοί χρειΑστηκε νά τό Αντικαταστήσουν (Διεθνής Τράπεζα, B.I.R.D. κ.λ.) καί νά βοηθήσουν τΙς χώρες πού Ιχουν μεγάλη Ελλειψη χρημάτων. Αύτές οί χώρες νιώθουν πικρία γιά τήν άπομάκρυνση τών πλουσίων, σνομπισμός τού πορτοφολιοΰ πού Ερχεται νά προστεθή σ' δλους τούς άλλους, κι δρισμένες άπ' αύτές Ενεργούν γιά νά ξανακερδίσουν τίς φιλίες τού χρήματος πού τίς ψύχρανε δ άνεμος τής άνεξαρτησίας. Αύτό πού δνομάζουν «νεοαποικισμό» — Επανεγκατάσταση τοΟ ξένου κεφαλαίου σέ δήθεν χειραφετημένες περιοχές — παρουσιάζεται Ετσι σάν Ινα φαινόμενο πού προκαλείται τόσο άπό τήν οίκονομική πείνα τών ήγετών πού είναι ά-
— 200 —
δειανά τά δημόσια ταμεία τους δσο καί άπό τήν άδηφαγία τών διεθνών έπιχειρηματιών. "Οπως ή βιομηχανία πέτυχε τδ άνοιγμά της στόν 20ο αίώνα μέ τά ύποκατάστατα (τά εύρήματα δηλαδή τοϋ έργαστηρίου) χαί δ Ιμπεριαλισμός βρήχε γιά τόν έαυτό του έναν ύποκατάστατο χώρο. "Εσπασε τήν δροφή τής άναταρασσόμενης γής χαί ξεχύθηκε στό Διάστημα. Είναι ένα άνοιγμα πρός τά πάνω, ή νέα ύπερδιάσταση δπου άπορροφάται ή ζωτιχότητά του, τό πάθος πού τεντώνει δλη του τήν προσπάθεια δπως τό τόξο τού αίώνιου κατακτητή. Φτάνει γιά v i πειστοϋμε, νά προσθέσουμε τά ποσά πού άφιερώνουν έδώ καί δεκαπέντε χρόνια ή Ε.Σ.Σ.Δ. καί οί Η.Π.Λ. σ' αύτή τήν άσύλληπτη άπόδραση. Πολύ καλά, θά πή κανείς, νά μιά κίνηση πού παρουσιάζεται άφιλοκερδής καί πού θά χαρίση ίσως μιά άνεκτίμητη άνάπαυλα στούς λαούς τής γής. Άλλά δποιος σκέφτεται έτσι ξεχνά πώς τό πάνω έπιβλέπει τό κάτω καί δτι τά σχήματα κάθε διαμετρήματος πού γεμίζουν τόν ούρανό είναι θαυμάσιοι κατάσκοποι καί μπορούν αύριο νά γίνουν βομβαρδιστικά μιάς χωρίς προηγούμενο άποτελεσματικότητας. Αύτή ή άπόδραση, κάθετη ή πλάγια ή πτητική έπέκταση, φέρνει, καί αύριο χωρίς άμφιβολία θά έπιταχύνη, τήν έξαφάνιση τοϋ παραδοσιακού ιμπεριαλισμού. Βλέπουμε τή Μεγάλη Βρεταννία νά ξηλώνη τΙς βάσεις της, νά έγχαταλείπη τό "Αντεν, μετά τή Μάλτα χαί τήν Κύπρο χαί νά γατζώνεται άχόμα στό Γιβραλτάρ μόνο άπό μιά άναχρονιστιχή μέριμνα γιά τήν έθνιχή φιλοτιμία, θ ά άν-
— 201 —
τιτείνη κανείς δτι στό μεταξύ, ή 'Αμερική παραμένει στό Βιετνάμ καί κατασκευάζει στήν ΤαΟλάνδη τεράστια στρατιωτικά έργα. Αύτά είναι στό μυαλό τών 'Αμερικανών, προχωρημένα φυλάκια που θά τους έπιτρέψουν νά «συγκρατήσουν» ή νά τιμωρήσουν τήν θερμοπυρηνική Κίνα. "Ας συναινέσει ή Κίνα νά μπή στούς δρόμους τής είρηνικής συνύπαρξης καί νά ύπογράψη τό σύμφωνο γιά τή μή διασπορά τών άτομικών δπλων: θά κάμη άμέσως νά είναι άπηρχαιωμένη ή ζώνη άγνότητος πού μέ μεγάλα έξοδα σφυρηλάτησαν γιά νά έμποδίσουν τίς έξορμήσεις της. Χωρίς νά θέλουμε νά περιορίσουμε τό μέγεθος τών τραγωδιών πού προκαλούν, πρέπει νά παραδεχτούμε πώς αύτού τού είδους οί έπίμονες, άλλά καί λίγο ή πολύ πρόσκαιρες έμπλοκές σέ δρισμένες περιοχές ένός χάρτη τού κόσμου πού φαίνεται γελοίος σέ σύγκριση μέ τΙς νέες τεράστιες διαστάσεις, δέν είναι παρά έπεισόδια μιάς στρατηγικής πού χρυσός κανόνας της παραμένει ή διασπορά τών μέσων ένεργείας. Τό στένεμα τού κόσμου καί τά θαύματα τής βαλιστικής κάνουν τόν Ιμπεριαλισμό νά άποφεύγη τΙς παλιές μορφές παρουσίας καί νά ώθεΐται, γιά τόν ίδιο λόγο, σέ μιά κυρίαρχη παρουσία παντού. Τόν συμφέρει καί τού φτάνει νά όργανώση πολιτικά πρακτορεία δπως παλιότερα οί ναυτικοί στόλιζαν τήν πορεία τους: μιά γυναίκα σέ κάθε λιμάνι. Βρίσκει σωστό έπίσης νά περιορίζη τΙς τρέλλες τών μικρών κρατών, πού καμιά φορά προσπαθούν νά δοκιμάσουν τήν τύχη τους ή νά δημιουργήσουν ζητήματα στά σοβαρά κράτη. Κατορθώνει τέλος νά κυβερνά άπό άπόσταση μέ τή μεσολάβηση έκείνων πού ή συναίσθηση τής άδυναμίας τής δικής τους τούς
— 202 —
Εκανε νά προτιμήσουν τή δύναμη μιάς μυστικής καί άήττητης ύπερκυβερνήσεως. Έ φ ' δσον τά πλούτη καί τά δπλα είναι αύτά πού είναι, θά πίστευε κανείς δτι στούς μικρούς δέν μένει τίποτε άλλο άπό τό νά βλέπουν τούς μεγάλους νά γίνονται μεγαλύτεροι. Καί φυσικά τά πράγματα ώς Ενα σημείο είναι Ετσι. "Εχει γίνει πολύ πιό δύσκολο άπ' δ,τι ήταν Εδώ καί είκοσι ή σαράντα χρόνια νά ύψωθής στήν ιεραρχία τών Εθνών. Κι δμως βλέπουμε δτι μέ τή μεταπώληση συμβατικών δπλων σέ χώρες δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας, τούς Εδωσαν σάν πρίμ καί Ενα είσιτήριο συμμετοχής σέ πολέμους έπίσης συμβατικούς. Πολέμους στό μέτρο Εκείνων πού δέν μπορούν νά κερδίσουν. "Ετσι παρακολουθοΟμε τά πιθηκίσια καί άδέξια πηδήματα ένός ύπο-ιμπεριαλισμοΟ πού μοιάζει νά παίρνη μέρος στά παιγνίδια πού Επιτρέπει ή Εποχή. Ή 'Ινδονησία, λόγου χάρη, Εχοντας Ενα καταδρομικό καί μερικά πλοία Επιφανείας, σκέφτηκε νά τά χρησιμοποιήση Εναντίον τής Μαλαισίας μέ τήν ιδέα νά πραγματοποιήση μερικές ώφέλιμες προσαρτήσεις. "Οπως είναι γνωστό τό πράγμα μπερδεύτηκε καί ό πρόεδρος Σουκάρνο πλήρωσε τά φιλόδοξα σχέδιά του. Στήν Τεμένη, οί αίγυπτιακές δυνάμεις μπλέχτηκαν άπό τόν 'Οκτώβρη τοΟ 1962 ώς τό 1967 σέ μιά καταστροφική Εκστρατεία πού Εκανε τραγικά τρωτή τήν άμυνα τής Αιγύπτου τής Ιδιας άπέναντι στήν Ισραηλινή Επίθεση τοϋ Ιουνίου 1967. Αύτές οί δραστηριότητες δέν ΕνοχλοΟν τΙς πραγματικές δυνάμεις, τΙς θερμοπυρηνικές δυνάμεις, καί συμβαίνει μάλιστα νά ΕξυπηρετοΟν τά σχέδιά τους. Ή πολιτική μεταλλαγή τοϋ κόσμου είναι τέτια πού οί άντιπερι-
— 203 —
σπασμοί αύτοΰ τοΟ είδους μελετώνται, παρακολουθούνται καί διοχετεύονται δπως τά έμφιαλώματα τής κυκλοφορίας άπό είδικούς μέ ψυχρό μάτι Εγκαταστημένους σέ πύργους έλέγχου. Kai ot πύργοι αύτοί είναι άπαρτοι. Σύμφωνα μέ τήν άντίληψη γιά τήν Ιστορία τού Τόύνμπη, δ τρόπος πού ένεργοΰν ot άνθρώπινες κοινότητες δέν άνταποκρίνεται τόσο σέ κάποια άρχή συμφυούς προόδου, δσο έκφράζει τό βαθμό έσωτερικής ένέργειας, τήν άκαμψία τής θέλησής τους, τό αίσθημά τους τού «τσάλεντζ», τής πρόκλησης πρός τή φύση ή μόνο πρός προβλήματα πού θεωρούνται άλυτα. Αύτή ή πρόκληση πού πάντα τήν έπαναλαμβάνουν, τήν τροποποιούν, τή δραματοποιούν νέοι πρωταγωνιστές, έχει άντικείμενό της πότε τήν έπιβίωση μιάς δμάδας, πότε μόνο τήν καθαρή ύπερηφάνεια. Παραμένει ή πολύ μεγάλη ζύμη μιάς συμπεριφοράς πού ξαναγεννάται άπ' δλες αύτές τΙς ήττες καί πού πρέπει νά τό όνομάσουμε αύτοκρατορική συμπεριφορά. Ζώρζ
ΙΣΟΖΥΓΙΟ
Χανείν
ΠΛΗ ΡΩΜΩΝ
'Ισοζύγιο πληρωμών μιάς χώρας είναι ό Ισολογισμός τών οίκονομικών συναλλαγών πού έγιναν άνάμεσα στή χώρα αύτή καί στό έξωτερικό στό διάστημα μιάς καθορισμένης περιόδου. (Χρησιμοποιείται έπίσης μέ τήν ίδια έννοια δ δρος «ισοζύγιο λογαριασμών»). Αύτός δ Ισολογισμός καταστρώνεται ώς έξής:
— 204 —
— Στό ένεργητικό βάζουν τά έσοδα πού οί πελάτες (ή μβλλον οί κάτοικοι) τής χώρας πραγματοποίησαν χάρη στήν πώληση Εμπορευμάτων καί ύπηρεσιών σέ μή κατοίκους, δπως καί τά είσοδήματα, τόκους, πρίμ, κ.λ., πού πήραν οί πολίτες τής χώρας γιά κεφάλαιά τους τοποθετημένα στή χώρα άπό τό έξωτερικό (ϊσον είσαγωγή κεφαλαίων) . — Στό παθητικό βάζουν τΙς δαπάνες πού οί κάτοικοι τής χώρας έκαναν γιά άγορές έμπορευμάτων καί ύπηρεσιών στόν ύπόλοιπο κόσμο ή γιά έξυπηρέτηση δανείων άπό τό έξωτερικό. Βάζουν έπίσης στό παθητικό τά κεφάλαια πού οί κάτοικοι τής χώρας τοποθέτησαν ή έπένδυσαν στό έξωτερικό (Γσον Εξαγωγή κεφαλαίων). Ά π ό τά παραπάνω προκύπτει δτι «δ κύριος χαρακτήρας ένός ισορροπημένου Ισοζυγίου λογαριασμών είναι ή άπιθανότητά του (Ζάκ Ρυέφ), άφού θά χρειαζόταν μιά έξαιρετική συνδρομή περιστάσεων γιά νά Ισορροπούν άκριβώς οί άναρίθμητες συναλλαγές μι&ς χώρας μέ δλες τΙς άλλες χώρες στή διάρκεια ένός δεδομένου Ετους. Ά π ό τό γεγονός δμως δτι άποτελεϊ έναν Ισολογισμό, τό Ισοζύγιο πληρωμών Ισορροπεί πάντα στό λογιστικό σχέδιο, χάρη σ* ένα νούμερο (ύπόλοιπο) πού Εκφράζει τήν καθολική πιστωτική ή χρεωστική θέση τής χώρας άπέναντι στόν ύπόλοιπο κόσμο. Αύτό τό ύπόλοιπο Εκφράζεται συγκεκριμένα μέ καθαρή είσπραξη ή καθαρή πληρωμή χρυσού ή συναλλάγματος, πού Ερχεται νά αύξήση ή νά έλαττώση άνάλογα τό συναλλαγματικό άπόθεμα αύτής τής χώρας. 01 κύριες στήλες τοΟ Ισοζυγίου πληρωμών άντιστοι-
— 205 —
χοΟν στίς κύριες κατηγορίες συναλλαγών καί είναι ot Ακόλουθες: 1. Ε μ π ο ρ ε ύ μ α τ α : ot έξαγωγές Εγγράφονται ώς Εσοδα καί ot εΙσαγωγΕς ώς δαπάνες. 2. Υ π η ρ ε σ ί ε ς : Ot ναύλοι (ναυτικοί ή άλλοι) , ot άσφάλειες, ot Εντολές πού πληρώνονται άπό τΙς Επιχειρήσεις στούς ξένους πράκτορές τους άποτελούν τό κύριο μέρος τών πωλήσεων καί άγορών ύπηρεσιών. 3. " Α λ λ ε ς τ ρ έ χ ο υ σ ε ς πράξεις. ('Ονομάζονται έπίσης άδηλες είσαγωγές καί έξαγωγές) : — ot Γάλλοι πού ταξιδεύουν στό έξωτερικό (τουρισμός, ύποθέσεις) δαπανούν συνάλλαγμα καί Αντιστρόφως. — ot ξένοι πού έργάζονται στή Γαλλία στέλνουν έμβάσματα στίς οίκογένειές του πού Εχουν παραμείνει στό έξωτερικό καί Αντιστρόφως. — ot ξένοι κεφαλαιούχοι είσπράττουν είσοδήματα άπό τΙς τοποθετήσεις τους στή Γαλλία καί άντιστρόφως. — ot ξένες έπιχειρήσεις είσπράττουν τίς άμοιβές τους γιά τή χρησιμοποίηση τών διπλωμάτων τους εύρεσιτεχνίας καί τών μεθόδων τους άπό τίς γαλλικές έπιχειρήσεις καί Αντιστρόφως. 4. Δ ώ ρ α (ή δωρεάν χορηγήσεις) : Συχνά ot άπλοί Ιδιώτες άνταλλάσσουν δώρα (κληρονομιές κ.λ.). Τά πιό σημαντικά ποσά πού έγγράφονται σ' αύτή τή στήλη είναι τά δώρα πού γιά διάφορους λόγους (στρατιωτική βοήθεια, οικονομική βοήθεια, άποζημιώσεις) άνταλλάσσουν ot κυβερνήσεις. 5. Δ α ν ε ι α κ ά κ α ί Ε π ε ν δ υ τ ι κ ά κ ε« φ ά λ α ι α:
— 206 —
Ot άπλοί ιδιώτες, ot Επιχειρήσεις καί ot τράπεζες χάνουν τοποθετήσεις σέ ξένες όμολογίες ή μετοχές έταιριών ή κρατικές (έπενδύσεις χαρτοφυλακίου), συμμετέχουν στό κεφάλαιο ή δημιουργοΟν θυγατρικές έπιχέιρήσεις στό Εξωτερικό (άμεσες Επενδύσεις). 6. καί
Βραχυπρόθεσμες ύποχρεώσεις:
άπαιτήσεις
Γιά ταμειακούς λόγους, ot Εμπορικές τράπεζες καθιέρωσαν ν' άνοίγουν λογαριασμούς σέ συνάλλαγμα στό δνομα τών Γάλλων πελατών τους, Εχουν Επίσης έξουσιοδοτηθή νά άνοίγουν σέ κατοίκους άλλων χωρών «ξένους λογαριασμούς σέ φράγγα» πού ot ένδιαφερόμενοι χρησιμοποιούν γιά έμπορικούς ή χρηματιστηριακούς λόγους. Αύτές ot άπαιτήσεις ή αύτές ot ύποχρεώσεις, δψεως ή βραχυπρόθεσμες, μπορεί έπίσης ν' Αντιπροσωπεύουν κερδοσκοπικές τοποθετήσεις άξιών άπό τούς ξένους ή άπό τούς Γάλλους, καί σάν τέτοιες, έπηρεάζονται πολύ άπό τΙς διαφορές στίς προϋποθέσεις Ασφαλείας καί Απόδοσης πού έπικρατοΟν Από μιά χρηματική άγορά στήν άλλη. Ά π ό κάθε στήλη βγάζουν τό ύπόλοιπο, δηλαδή τή διαφορά άνάμεσα στίς δαπάνες καί τά Εσοδα. Προσθέτοντας αύτά τά ύπόλοιπα Εχουν τά Επιμέρους Ισοζύγια πού τά πιό συνηθισμένα είναι: Υπόλοιπο τοϋ (1) = Εμπορικό ισοζύγιο. Υπόλοιπο τοϋ (2) + (3) = Ισοζύγιο τών άδήλων πόρων. Αθροιστικό ύπόλοιπο τοΟ (1) + (2) + (3) = ισοζύγιο τών τρεχουσών πληρωμών.
— 207 —
Υπόλοιπο τοϋ (4) + (5) = Ισοζύγιο τής κίνησης κεφαλαίων ( ' ) . Τό άθροισμα όλων τών μερικών ύπολοίπων όνομάζεται συνολικό ύπόλοιπο τού ισοζυγίου. Είναι έξ όρισμοϋ Ισο μέ τή μεταβολή τών Απαιτήσεων σέ χρυσό καί συνάλλαγμα στήν περίοδο αύτή. Είναι αύτό πού έννοούμε λέγοντας δτι ή Γαλλία στά 1965 κέρδισε 3,5 δισεκατομμύρια φράγγα σέ χρυσό καί δολάρια πού προστέθηκαν στό άπόθεμά της χρυσού καί συναλλάγματος (δημόσια περιουσία σέ συνάλλαγμα). Είναι φανερό πώς οί δαπάνες μιας δποιασδήποτε χώρας ισούνται μέ τά έσοδα πού πραγματοποιούν δλες οί άλλες άπ' αύτήν, καί άντιστρόφως. Τό περίσσευμα ή τό έλλειμμα τού Ισοζυγίου πληρωμών μι&ς μεγάλης χώρας πού έχει πολύ μεγάλες έξωτερικές συναλλαγές άσκεϊ κατ' άνάγκη πολύ σημαντική έπίδραση στά ισοζύγια πληρωμών δλων τών άλλων χωρών. Σάν κατακλείδα, δανειζόμαστε τήν παρακάτω παρατήρηση άπό ένα πολύ γνωστό "Αγγλο οίκονομολόγο : «Κατέληξα στό συμπέρασμα πώς τό μόνο πράγμα πού μπορεί νά πή κανείς μέ βεβαιότητα γιά τό ισοζύγιο τών πληρωμών δποιασδήποτε χώρας είναι δτι άλλάζει δταν κανείς τό περιμένει λιγότερο άπό κάθε άλλη φορά καί συχνά πρός τήν άντίθετη κατεύθυνση...» (Σέρ Ντόναλ Μάκ Ντούγκλας). Μπερνάρ Ζάν (1) Σ.τ.Μ. Στό ύπόλοιπο τί)ς στήλης (6) γίνεται ί ν α ; πολύ λεπτός χειρισμός. Πότε τό προσθέτουν μαζί μέ τήν κίνηση κεφαλαίων. πότε τό δπολογίζουν μέ τό συνολικό Οπόλοιπο (βλέπε άμίοω; παρακάτω).
— 208 —
ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ «Καπιταλισμός είναι μιά λέξη μάχης» (£. Περρού). Είναι Αλήθεια πώς ή χρήση της άντιβαίνει ατούς καλούς τρόπους: ot Ενωμένες Πολιτείες αύτοδιαφημίζονται ώς πρωταθλήτρια τής έλεύθερης έπιχείρησης, ή Γερμανία έκθειάζει τήν χοινωνιχή οίχονομία τής άγοράς, ή Γαλλία έμφανίζεται σάν έρωτευμένη μέ τή «συμμετοχή», δσο γιά τή Σοβιετική "Ενωση μπορεί νά έπικρατήση ή συνήθεια νά χαρακτηρίζουν τδ σύστημά της κρατικό καπιταλισμό. Κι δ Ιδιος δ καπιταλισμός θά γινόταν τότε άντικείμενο τών Ιστορικών: «ή Μεγάλη Βρεταννία καί ή Γαλλία ύπήρξαν τά δύο πρώτα καπιταλιστικά έθνη τής Ιστορίας». "Αν τεθή έτσι τό ζήτημα, έρωτάται : ή Γαλλία είναι σήμερα καπιταλιστική χώρα; — Καπιταλισμός σημαίνει τήν δργάνωση ένός έθνους δπου ό κυρίαρχος τρόπος παραγωγής στηρίζεται στήν συνδυασμένη χρησιμοποίηση τού κεφαλαίου καί τής μισθωτής έργασίας καί δπου, στήν καθολικότητά τους, ot μή olχονομικοί κοινωνικοί θεσμοί καί ot κυρίαρχες Ιδέες, συμμορφώνονται μ' αύτή τήν δργάνωση καί τήν ένισχύουν. "Ως τΙς άρχές τού 20ού αΙωνα, μέ τήν κατάσταση πού έπικρατούσε τότε, ήταν όλοφάνερο δτι έπικρατούσε άπέναντι σέ δλους τούς άλλους τύπους κοινωνικών σχέσεων ή καπιταλιστική σχέση παραγωγής καί άναπτυσσόταν άνοικτά δλη ή κλίμακα τών χαρακτηριστικών άντιθέσεων τού καπιταλισμού: άνταγωνισμός άνάμεσα στούς έργάτες καί στούς κεφαλαιούχους τή στιγμή πού τό έργατικό κίνημα άρχιζε ν' Αναπτύσσεται. 'Ανταγωνισμός άνάμεσα
— 209 —
στούς βιομηχάνους καί στούς τραπεζίτες μέσα σέ ένα κίνημα συγκεντροποίησης άπό τό όποιο γεννιόταν τά πρώτα «μονοπώλια». Πολύπλοκες άντιθέσεις πού κάνουν τόν κυρίαρχο καπιταλισμό νά έρχεται σέ σύγκρουση μέ τήν άκόμα τεράστια άγροτική μάζα, δεξαμενή γιά άντληση έργατικής δύναμης, άλλά καί παράγοντα πολιτικής σταθερότητας. 'Ανταγωνισμός τέλος άνάμεσα σέ καπιταλιστικές δυνάμεις γιά τήν κατάκτηση άγορών καί άποικιών καί έπιπλέον κληρονομιά άπό συνοριακές συγκρούσεις τών προηγούμενων χρόνων, πού δέν είχαν καλά διατεθή. Τ
Ηταν ή έποχή πού ό Λένιν, βλέποντας νά έρχεται «ή έποχή τών έπαναστάσεων καί τών πολέμων» πού θ' άρχιζε τό 1914, χαρακτήριζε τό σύγχρονο καπιταλισμό «ιμπεριαλισμό, τελευταίο στάδιο τού καπιταλισμού». Ή μακριά Ιστορική άλυσσίδα πού περνούσε Ιδιαίτερα άπό τή δουλεία καί τή φεουδαρχία, ύστερα άπό τόν καπιταλισμό, θά τελείωνε μέ τή σοσιαλιστική έπανάσταση πού ό Λένιν προανάγγελε: μέ τό σοσιαλισμό, θά έπαιρνε τέλος «ή προϊστορία τής άνθρωπότητας». Μέ τήν έπιτυχία του θά έσβηνε τούς άνταγωνισμούς τών τάξεων. Μέ τό σοσιαλισμό θά άρχιζε ή άνθιση τής Ανθρωπότητας' μέ τήν έγκαθίδρυση τής συλλογικής Ιδιοκτησίας τών μέσων παραγωγής καί τό τέλος τής έκμετάλλευσης τής μισθωτής έργασίας. Ό Επανάσταση έγινε πραγματικά, άλλά συσκότισε άρκετά τό πρόβλημα. Ό σοβιετική έπανάσταση φωτίζει τήν άναπόδραστη άπόσταση άνάμεσα στίς Ιδέες καί στήν πραγματικότητα. Βέβαια δ σοσιαλισμός — δηλαδή ή συλλογική Ιδιοκτησία τών μέσων παραγωγής — άντικατέ10
— 210 —
στήσε τόν καπιταλισμό — δηλαδή τήν άτομική Ιδιοκτησία τών μέσων παραγωγής. Αύτή δμως ή καινοτομία Εγινε σέ μιά χώρα δπου δ καπιταλισμός ήταν πολύ λίγο άναπτυγμένος, δπου άκόμα καί ή δουλεία μόλις είχε καταργηθή. Καί πραγματοποιήθηκε μ' ένα μακρό καί άγριο έμφύλιο πόλεμο, μπλέχτηκε ή ίδια στήν διεθνή σύγκρουση καί δηλητηριάστηκε άπό τΙς πολυάριθμες ξένες Επεμβάσεις. Είναι γνωστή ή συνέχεια αύτής τής ιστορίας καί τά άμφίβολα άποτελέσματά της. 'Αρκεί έδώ νά σημειώσουμε δτι ή κατάργηση τής άτομικής ιδιοκτησίας τών μέσων παραγωγής δέν φτάνει γιά νά κάνη τό σοσιαλισμό: δέν είναι παρά μιά άπαραίτητη, άλλά δχι καί Αρκετή προϋπόθεση γιά νά γίνη δυνατή, καί δχι βέβαιη, ή έγκαθίδρυση κοινωνικών διαδικασιών πού θά έπιτρέπουν στό σύνολο νά καθορίζη συλλογικά τό κοινό του μέλλον. Σ' αύτό τό ώραίο πρόγραμμα, ot τρέχουσες σοσιαλιστικές Εμπειρίες, άπό τό Πεκίνο ώς τή Μόσχα καί άπό τό Βελιγράδι ώς τήν 'Αβάνα, παρέχουν συνεισφορά καμιά φορά ένθουσιαστική, συχνά δμως μέτρια. Ή άνθρωπότητα δέν Επαψε νά Επινοή τήν μετα-καπιταλιστική κοινωνία. Έ Ιστορία της (ή ή προϊστορία της) συνεχίζεται. Μετά τήν 'Οκτωβριανή 'Επανάσταση ή Ιστορία συνεχίστηκε καί στή Γαλλία. "Οπως σ' δλα τά «δυτικά» Εθνη, δυό μεγάλα κινήματα διασταυρώθηκαν κι Εδώ. Τό πρώτο ήταν δ άντίκτυπος τής Επανάστασης, διευρυμένος Εδώ άπό τήν Ενεργητική παρουσία ένός ίσχυροΟ κομμουνιστικού κόμματος. Τό δεύτερο ήταν προϊόν τής άνάπτυξης τών άντιθέσεων πού περικλείνει ή γαλλική κοινωνία δπως καί ot δμοιές της, άνάπτυξη πού τή σημάδεψαν ίδι-
— 211 —
αίτερα Ινας δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, δυό μακροί Αποικιακοί πόλεμοι καί μια οικονομική κρίση, χωρίς προηγούμενο σέ Ικταση, ή κρίση τής περιόδου τού 1930. "Ετσι πολλές φορές ή οίκονομική όργάνωση τής χώρας μας «έπιδιορθώθηκε» — δπως λόγου χάρη στά 1936 καί στά 1945 — ένώ τέσσερα ή πέντε διαδοχικά Συντάγματα έπιχειρούσαν νά έπιτύχουν μιά μονιμώτερη ρύθμιση τής πολιτικής της δργάνωσης. Ό γαλλικός καπιταλισμός φέρει τή σφραγίδα δλων αυτών τών μεταμορφώσεων. 'Ορισμένοι μελετητές φτάνουν άκόμα κι ώς τό σημείο ν' άμφισβητούν τόν καπιταλιστικό χαρακτήρα τής κοινωνίας μας. Άλλά άν θεωρείς, δπως δ Μάρξ, πώς τό πρωταρχικό άντικείμενο τής κοινωνικής ζωής είναι ή παραγωγή τών άπαραιτήτων γιά τή ζωή τού άνθρώπου άγαθών, πρέπει νά παραδεχθής πώς δ κυρίαρχος τρόπος παραγωγής έξακολουθε!, στή Γαλλία, νά Ι χ η καπιταλιστικό χαρακτήρα. Άλλά τό πιό ένδιαφέρον ζήτημα είναι άλλο: νά μάθουμε τί σημαίνουν οί άλλαγές πού πραγματοποιήθηκαν στή διάρκεια τών τελευταίων δεκαετιών καί νά κατανοήσουμε πρός τά πού τείνουν ή μπορεί νά τείνουν. Αύτό, γιά λόγους συντομίας, μπορεί νά συνοψιστή σέ τρία έρωτήματα. Πρώτο έρώτημα: ποιές άπ' αύτές τίς άλλαγές άποτελοϋν τά ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τοϋ σημερινού γαλλικού καπιταλισμού; Οί κομμουνιστές μαθητές τοϋ Μάρξ άπαντοϋν πώς πρόκειται γιά «κρατικό μονοπωλιακό καπιταλισμό», πράγμα πού δέν είναι καθόλου άνακριβές, άλλά άσφαλώς άόριστο καί άνεπαρκές. Αύτό μδς λέει καί πάλι δτι τό κέντρο βάρους τής καπιταλιστικής δργάνωσης βρί-
— 212 —
σκεται στίς μεγάλες Επιχειρήσεις (τά «μονοπώλια») καί δτι δ κρατικός μηχανισμός στήν οίκονομική καί πολιτική του δραστηριότητα είναι βασικά συνδεδεμένος όργανικά μ* αότά τά «μονοπώλια». Στό βαθμό πού μπορεί κανείς κάπως νά τήν άπλοποιήση, ή πραγματικότητα παρουσιάζεται ώς Εξής: Τό πεδίο οικονομικής δραστηριότητας τοϋ κεφαλαίου Εχει διευρυνθή μέ τή διατήρηση τών «νεοαποικιακών» δεσμών μέ τήν παλιά Αυτοκρατορία, μέ τήν τελικά γρήγορη διείσδυση στή γεωργία καί σέ άλλους τομείς πού άλλοτε προστατεύονταν, καί μέ τήν ύποστήριξη άπό τό Εξωτερικό δπου ή πίεση πού άσκεΐ ή άμερικανική οίκονομία καί ή εύρωπαϊκή δλοκλήρωση εύνοοΰν, δχι χωρίς άντιθέσεις, τήν Επέκταση τών άγορών. Παράλληλα, ή τάση πρός συγκέντρωση καί συγκεντροποίηση τοϋ κεφαλαίου Ενισχύει τά «μονοπώλια». 'Αλλά ταυτόχρονα, οί κοινωνικοί καί πολιτικοί άγώνες Εγιναν Ενας σοβαρός οίκονομικός τομέας κάτω άπό τόν Ελεγχο τοϋ Κράτους, Ενώ Ενα πολύπλοκο σύστημα κοινωνικών δικαιωμάτων καί Επιδοτήσεων άπάλειψε τις πιό κραυγαλέες συνέπειες άπό τήν Εκμετάλλευση τής μισθωτής Εργασίας. Αύτές ot βελτιώσεις θά μπορούσε νά μήν ήταν παρά καταπραϋντικά, άν δπως τό κάνει συνήθως τό Κράτος χρησιμοποιούσε τις Εξουσίες του μόνο καί μόνο γιά νά καταστήση άνεκτή τή διατήρηση τής μισθωτής Εργασίας καί πιό άποδοτική τή δραστηριότητα τοϋ κεφαλαίου στόν τομέα πού τό κεφάλαιο διατηρεί στή δικαιοδοσία του. 'Αλλά καί μόνο κάτω άπό τό κέντρισμα τού άνταγωνιστή (συχνά άκόμα δυνάμει) πού άντιπροσωπεύουν τά τρέχοντα
— 213 —
σοσιαλιστικά πειράματα, 6 καπιταλισμός φαίνεται νά μή μποpi) πιά νά προσφέρη στόν έαυτό του τήν πολυτέλεια τών μεγάλων περιοδικών κρίσεων, μέ τΙς όποιες άλλοτε άνακουφιζόταν άπό τό βάρος τής ύπερβολικής του αύξησης. Ή σκληρή «σταθεροποίηση» τοϋ 1963, πού τήν άκολούθησε μιά έξίσου σκληρή έκρηξη τόν Μάιο τού 1968, καί μιά νέα «λιτότης» άπό τότε, άποτελοΰν πρόσφατες άποδείξεις. Υποχρεωμένος νά προοδεύη «βαθμιαία», δ καπιταλισμός έπιφορτίζει, κατ' άνάγκην, τό Κράτος μέ μιά νέα άποστολή πού είναι νά καθορίζη καί νά προσανατολίζη τήν πορεία τού συνόλου τής οίκονομίας, τή στιγμή μάλιστα πού, όλοένα καί περισσότερο, ή καινούργια τεχνική καί δ ύψηλός βαθμός στή συγκέντρωση τού κεφαλαίου κάνουν τήν έφαρμογή νέων μεθόδων παραγωγής ή τήν άναζήτηση νέων μεγάλων άγορών πρόβλημα πού μπορεί νά λυθή μόνο σέ έθνική κλίμακα (δηλαδή εύρωπαϊκή ή διεθνή). Τό Κράτος πού τό έλεγαν υποδουλωμένο γίνεται τό άπαραίτητο κέντρο νέων λειτουργιών : λίγο ή πολύ μέ διαφορετικές μορφές καί όνόματα άπό χώρα σέ χώρα, γίνεται όργανωτής τού οικονομικού σχεδίου, δηλαδή τού μέλλοντος. Μά πώς νά καταρτίσης τό σχέδιο χωρίς νά λογαριάσης ένα αύξανόμενο μέρος τών οικονομικών ή κοινωνικών άναγκών τού συνόλου; Αύτών τών άναγκών πού, στή δική τους κλίμακα, δέν μπορούν αύθόρμητα νά Ικανοποιήσουν ή έλεύθερη έπιχείρηση καί τό παιγνίδι τής άγοράς; Τό Κράτος, κέντρο νέων έξουσιών, μπορεί έτσι νά δώση τή δυνατότητα στίς κοινωνικές καί πολιτικές δυνάμεις νά όνειρευτούν τί θάπρεπε νά είναι ή κοινωνία καί
— 214 —
νά πραγματοποιήσουν Ινα μέρος αύτοϋ τοΟ όνείρου: τό νά πής ποιά θά είναι, δέν είναι ζήτημα προγνωστικών, μά Επαθλο κοινωνικών άγώνων. "Ας είναι ύπόκωφοι οί άγώνες αύτοί καί άς έξακολουθή νά ύπάρχη σχεδόν άκέραιη ή κυριαρχία τοϋ κεφαλαίου. "Ας διευρύνονται... καί ή άνάμνηση τοϋ 'Ιουνίου τοϋ 1936 ή τοϋ Μαίου τοϋ 1968 Επιτρέπει νά φανταστοϋμε τί θά συμβή. Ά π ό δώ προέρχεται τό δεύτερο έρώτημα: ποϋ βαδίζει αύτός ό καπιταλισμός πού είναι περισσότερο ιδιωτικός παρά δημόσιος, μά πιό σχεδιασμένος παρά έλεύθερος; Πολύ βραχυπρόθεσμα τό πάν φαίνεται δυνατό, άκόμα καί μιά γρήγορη «άποσχεδιοποίηση» καί μία «έπαναΐδιωτικοποίηση» τοϋ δημόσιου τομέα, άφοϋ ό καπιταλισμός πού πρίν άπό λίγο ήταν άρρωστος, άνέλαβε δυνάμεις καί θάθελε νά ξαναβρή δλες τΙς ιδιότητες, άκόμα καί τΙς συμβολικές, τής παλιάς του όργάνωσης πού οί Ιδεολόγοι του είχαν θεοποιήσει: τή βάση — χρυσό, τό συναγωνισμό, τήν Ελεύθερη έπιχείρηση, τό Κράτος — χωροφύλακα, κ.λ. Μά αύτό δέ θά πάη πιό μακριά άπ' δ,τι οί πρόσκαιρες τροποποιήσεις τών ρόλων ή τών συνόρων άνάμεσα στό Κράτος, τά «μονοπώλια»... καί τούς άλλους «κοινωνικούς συνεταίρους», έκτός έάν δ Ζεύς μωράνη ούς θέλει άπωλέσαι. Πιό μακροπρόθεσμα, δλα τά Ενδεχόμενα είναι δυνατά στή γενική κατεύθυνση τών Εξελίξεων πού άρχισαν. Έλεύθερος είναι ό καθένας νά άπαντήση μέ τόν τρόπο του στά ζητήματα πού θά τεθοϋν, χωρίς κανείς νά μπορή νά πή μέ ποιά σειρά καί μέ ποιά προτεραιότητα: τά οίκονομικά σύνολα, δηλαδή οί έταιρίες πού συγκροτήθηκαν, θά ξεπεράσουν γρήγορα, Ιδιαίτερα στήν Εύρώπη, τό έθνικό
— 215 —
πλαίσιο χαί μέ ποιές μεταβιβάσεις πολιτικών έξουσιών; Πώς θά άλληλοεπηρεαστοϋν ή διεθνής συγκέντρωση κεφαλαίου μέ τήν κίνηση πού άναφέραμε πρίν; Πώς θά έπηρεαστοΰν, σ' αύτό τό σημείο, οί διεθνείς έντάσεις καί Ιδιαίτερα έκεΐνες πού ή ρίζα τους βρίσκεται στήν ύπανάπτυξη τού Τρίτου κόσμου; Πώς θά άντιληφθοΰν τά πλαίσια τής δράσης τους καί τούς άντικειμενικούς τους στόχους οί πολιτικές καί κοινωνικές δυνάμεις καί τί πιέσεις θά άσκήσουν; Καί τό τρίτο έρώτημα: οί συνεχιζόμενες μεταρρυθμίσεις άφήνουν ούσιαστικά άνάλαγο τόν καπιταλισμό ; ή μήπως δέν ύπάρχει καμιά άπαραίτητη διακοπή τής συνέχειας άνάμεσα στόν καπιταλισμό καί στόν σοσιαλισμό ; Φανταζόμαστε συχνά δτι κατά τό παράδειγμα τής Γαλλικής καί τής 'Αγγλικής έπανάστασης πού έδωσαν τή δυνατότητα στόν καπιταλισμό νά διαδεχτή τή φεουδαρχία, ή κατά τό παράδειγμα τής σοβιετικής καί τής κινέζικης έπανάστασης πού νίκησαν τόν καπιταλισμό μέ τά δπλα, τά μεγάλα στάδια τής κοινωνικής όργάνωσης διαδέχονται τό Ινα τό άλλο μόνο ύστερα άπό τέτιες «λύσεις τής συνεχείας» καί μπορεί νά βρή κανείς στό Μάρξ καί στό Λένιν πολλά έπιχειρήματα γιά νά θεμελιώση αύτήν τήν άποψη. Άλλά ή Ιστορία είναι γεμάτη άπό άντίθετα παραδείγματα, τουλάχιστο γιά τήν πρώτη άπό αύτές τίς άνακαινίσεις: ποιός μπορεί νά πή πότε άκριβώς έπιβλήθηκε δ καπιταλισμός στή Γερμανία; 'Εγώ βάζω στοίχημα δτι έξαρτάται άπό τΙς κοινωνικές καί πολιτικές δυνάμεις χωρών σάν τή Γαλλία καί τά
— 216 —
4λλα έθνη τής Δυτικής Εύρώπης, v i βροϋν μέ τήν Αδιάκοπη πίεση γιά μεταρρυθμίσεις, τό μέσο γιά v i συγκροτήσουν μιά σοσιαλιστική κοινωνία, δηλαδή τό μέσο γιά v i βάλουν τΙς δυνάμεις πού γεννώνται άπό τήν κοινή έργασία τών άνθρώπων στήν ύπηρεσία τής Ανθρώπινης κοινότητας. Μπορεί κανείς v i χάση ένα τέτοιο στοίχημα: άλλά πρέπει νά διακρίνη καθαρά τούς κινδύνους πού θά διατρέχαμε άν δέν προσπαθούσαμε νά τό κερδίσουμε. Πώλ
Λευκώ
Κ Α Τ Α Ν Α Λ Ω Σ Η Κατά λέξη σημαίνει: έκπλήρωση, άποτελείωση. 'Αναφερόμενη σέ μιά κρίσιμη στιγμή μιάς διαδικασίας, ή λέξη συνεπιφέρει, ταυτόχρονα καί σέ άντίφαση, τήν Ιδέα τής πληρότητας καί τήν Ιδέα τής καταστροφής. Στά οικονομικά, ή έννοια τής κατανάλωσης διατηρεί αύτή τή διπλή σημασία. Λέγεται ταυτόχρονα γιά τήν Ικανοποίηση τών άναγκών καί γιά τή φυσική έξαφάνιση ή τή φθορά τών άγαθών πού τή δημιούργησαν. Τοποθετείται στό κάτω μέρος τής παραγωγής, μέ τήν δποία έρχεται σέ άντίθεση. "Αμεση δαπάνη, άντίθετη έπίσης μέ τήν άποταμίευση πού είναι μιά δαπάνη ύπό άναβολή. Βρίσκεται στό τέλος τής άλυσίδας καί συγκρούεται έπίσης μέ τήν έπένδυση, πού είναι παραγωγική γιατί γεννά νέους πόρους, άν καί καμιά φορά είναι δύσκολο νά γίνη ό διαχωρισμός άνάμεσα στήν κατανάλωση καί στήν έπένδυση (αύ-
— 217 —
τό ισχύει γιά τά «διαρκή» καταναλωτικά άγαθά δπως τό αύτοκίνητο ή ή κατοικία). 'Αλλά ή καθημερινή γλώσσα, ή οίκονομική πρακτική άλλά καί ή θεωρία, διατηρούν μόνο τόν καταστροφικό χαρακτήρα τής κατανάλωσης σάν φαινομένου δευτερεύοντος έξαρτημένου, άν δχι παρασιτικού. Κατά μία όρισμένη άποψη, ή παραγωγή είναι εύγενική, ή κατανάλωση ποταπή. Αύτή ή κρίση είναι στήν πραγματικότητα άποτύπωμα ήθικών μάλλον έκτιμήσεων παρά οίκονομικών. Έδώ παίζουν τό ρόλο τους καί οί διάφορες ιδεολογίες, είτε πρόκειται γιά τήν καταγγελία τού πνεύματος τών άπολαύσεων, είτε γιά τό άπόφθεγμα πού άπαιτεΖ «ό μή έργαζόμενος μηδέ έσθιέτω». Τελευταία μπορεί νά συνειδητοποιήθηκε ή σημασία πού μπορεί νά έχη σάν οίκονομικό καί κοινωνικό φαινόμενο, άλλά αύτό δέ σημαίνει δτι έγινε καί ή ήθική άποκατάσταση τής κατανάλωσης. Ό άναγνώριση δτι ζούμε σέ «κοινωνία καταναλώσεως» συνήθως συνοδεύεται άπό λύπη καί άποδοκιμασία, άπό άνθρωπιστική άν δχι άπό αύστηρά ήθική άποψη, γιά τό γεγονός αύτό καί άπό τή διαπίστωση δτι ή κατανάλωση, ιδιότροπη, άστατη καί πολύ λίγο λογική, ρέπει πρός τά εύτελή άντικείμενα (τά «γκάτζετς»), πού δέν έχουν καμιά οίκονομική άξία καί δέν άνταποκρίνονται στόν άληθινό προορισμό τού άνθρώπου. Στήν πραγματικότητα, ή κατανάλωση παρά τΙς έργασίες πού άνέλαβαν τελευταία ειδικοί καί νεοδημιουργημένοι όργανισμοί, παραμένει πολύ λίγο γνωστή. Μπορούμε νά μετρήσουμε τΙς προόδους της, πού δμως στή Γαλλία καί στίς άλλες δυτικές χώρες είναι λιγότερο σημαντικές άπό τήν αύξηση τών ίδιων τών είσοδημάτων. Δέν
— 218 —
μπορεί νά καθορίση κανείς μέ άκρίβεια σέ ποιους τομείς τής καταναλώσεως πηγαίνουν συμπληρωματικά είσοδήματα , άλλά είναι άναμφισβήτητες δρισμένες γενικές τάσεις: σχετική μείωση τοϋ κονδυλίου διατροφής στίς οικογενειακές δαπάνες (40% στή Γαλλία), αύξηση έκείνων πού άναλογοϋν στήν ύγεία, στις μεταφορές, στήν κουλτούρα καί στίς άνέσεις. Ή αύξηση τών δαπανών γιά κατοικία είναι Ιδιαίτερα μεγάλη στή Γαλλία άπό τήν έποχ ή πού άπελευθερώθηκαν τά νοίκια τών καινούργιων κατοικιών. Ή φυσιογνωμία τής κατανάλωσης ποικίλει άνάλογα μέ τδ οικογενειακό είσόδημα καί μέ τήν έπίδραση τών τάσεων πού άναφέραμε παραπάνω: άπό τά πάνω πρός τά κάτω στήν κλίμακα τών εισοδημάτων, ή άπόσταση είναι τής τάξεως τοϋ 1 ώς 2 γιά τή διατροφή καί τοϋ 1 ώς 12 γιά τίς δαπάνες πολιτιστικοϋ χαρακτήρα. Σέ ίσο είσόδημα, τό περιβάλλον (τόπος κατοικίας, έπάγγελμα) δημιουργεί άξιόλογες διαφορές. Στούς άγρότες, τό τμήμα τής κατανάλωσης πού δέν τό προμηθεύονται άπό τδ Εμπόρια άλλά άπό δικές τους Εκμεταλλεύσεις (αύτοκατανάλωση) διατηρεί κάποια σημασία. Πολλοί συντελεστές πού δέν μποροϋμε εύκολα νά διακρίνουμε τό ρόλο τους έπιδροϋν στήν άλλαγή καί στόν προσανατολισμό τών προτιμήσεων τών καταναλωτών. Πολύς λόγος Εχει γίνει γιά τόν παρανοϊκό χαρακτήρα πού Εχει ή διαφήμιση καί γιά τό ρυθμιστικό ρόλο πού παίζει μέ τή δημιουργία νέων άναγκών. Ξεχνοϋμε δμως δτι ή διαφήμιση Εχει τίς άρετές της (διεύρυνση τών μεγεθών τής παραγωγής, κίνητρο γιά τήν Ερευνα) καί τά δριά της: δέ μπορεί κανείς νά έπιβάλη δ,τι καί νάναι στόν κα-
— 219 —
ταναλωτή. Ό π ω ς είναι σήμερα τά πνεύματα, όποιαδήποτε μέτρα χαί άν έφαρμοστοϋν (μέτρα δημοσιονομικά, κοινωνικά κ.λ.), μιά κρατική πολιτική προσανατολισμού τής κατανάλωσης πού θά παραμελούσε όρισμένες έπιταγές έλευθερίας, θά ήταν καταδικασμένη σέ άποτυχία. Τελικά, άν διαπιστώνεται ή άνάγκη νά ρυθμιστή κάπως ή κατανάλωση, πρέπει νά καταφύγη κανείς κυρίως σέ τρόπους αύτοεκπαιδεύσεως τών καταναλωτών. Πολύ λίγο γνωστή ή κατανάλωση, πολύ συχνά είναι καί παραγνωρισμένη, ώς πρδς τά οικονομικά της άποτελέσματα. Τά δριά της καί οί κίνδυνοι πού προέρχονται άπ' αύτήν έχουν έπανειλημμένα καταγγελθή: κίνδυνος σπατάλης δταν ύπάρχη κορεσμός τών άναγκών, άπειλή πληθωρισμού στό μέτρο πού ή ζήτηση ύπερβαίνει τήν παραγωγή. "Αλλωστε οί πολιτικές σταθεροποιήσεως προσπαθούν νά άνακόψουν τήν κατανάλωση, περιορίζοντας Ιδιαίτερα τίς πιστώσεις σέ τομείς δπως τό αύτοκίνητο ή τά ήλεκτρικά είδη νοικοκυριού. 'Αλλά ή κατανάλωση μπορεί νά παίξη εύεργετικό ρόλο. Επειδή τήν παραμέλησαν μερικές χώρες δπως ή Ε.Σ. Σ.Δ. ή πιό πρόσφατα ή Κίνα, ύποχρεώθηκαν ν' άνακόψουν τήν πολιτική τους τών ύπερβολικών έπενδύσεων. Γιατί ή κατανάλωση παρουσιάζεται σάν ένας συντελεστής τής έπέκτασης καί αύξάνει παράλληλα μέ τήν έπέκταση τής παραγωγής. 'Ακόμα περισσότερο, είναι σέ μεγάλο βαθμό κινητήρια δύναμη τής ίδιας τής έπέκτασης. Στίς προβλέψεις γιά κατανάλωση θεμελιώνουν οί παράγοντες τής βιομηχανίας τά προγράμματά τους. Έ κατανάλωση παίζει ρόλο κινήτρου: στόν τομέα τών προϊόντων μεγάλης κατα-
— 220 —
ναλώσεως, 6 έντονος Ανταγωνισμός κάνει Απαραίτητες τΙς καινοτομίες καί Επιβάλλει τήν τεχνική πρόοδο, οί Επιχειρήσεις δημιουργοϋν άξιόλογα πλαίσια αύτοχρηματοδοτήσεως γιά νά Επεκτείνουν τΙς δραστηριότητές τους. "Οχι μόνο ύποκινεϊ τήν Επέκταση ή κατανάλωση, άλλά είναι σέ θέση καί νά τή συντηρήση: σχετικά σταθερή, άποτελεί Ενα πηδάλιο καί ταυτόχρονα, Ενα στοιχείο Ισορροπίας, άφού Επιβάλλει μέ ένα φαινόμενο κοινωνικής μεταδοτικότητας, μιά όμοιομορφία πού μειώνει τΙς άνισομέρειες. Τέλος, ή κατανΑλωση μπορεί νά προκαλέση τήν άναζωογόνηση τής οίκονομίας. Στήν κατανάλωση ούσιαστικά στηρίχτηκαν ot πολιτικές, ot λεγόμενες τής Αγοραστικής δύναμης, πού έφαρμόστηκαν γιά νά ξεπεραστούν ot οίκονομικές κρίσεις. Σ. Σ.
Κ Ε Ν Τ Ρ Ο Ό βαθμός μηδέν τής πολιτικής. Στή θεωρία, τό κέντρο είναι ό παράδεισος δπου συμφιλιώνονται ot συντηρητικοί μέ τούς φιλελεύθερους, ot άριστοκράτες μέ τούς άστούς, ot έργοδότες μέ τούς έργάτες, ot κεφαλαιούχοι μέ τούς σοσιαλιστές, ot καταπιεζόμενοι μέ τούς καταπιεστές, ή δεξιά μέ τήν άριστερά. "Οπως δ "Αγιος Παύλος, κι δ κεντρώος αισθάνεται δύο άνθρώπους μέσα του. Μά ot δυό ζούν έντελώς άρμονικά, παρά τόν διαμετρικά άντίθετο
— 221 —
χαρακτήρα τών ΐδεών τους, τών έπιθυμιών τους *αΙ τών συμφερόντων τους. Στήν πραγματικότητα, κέντρο σημαίνει δύο πράγματα. "Η είναι άπλά καί καθαρά ένα καμουφλάρισμα τής δεξιάς (παράδειγμα: « Ό κ. ΦρεντερΙκ - Ντυπόν, όποψήφιος τού Κέντρου»), ή είναι τό γεωμετρικό σημείο πρός τό δποΐο τείνουν ol μετριοπαθείς τής δεξιάς καί οί μετριοπαθείς τής άριστεράς, δταν άποσπώνται άπό τους έξτρεμιστές τών άντίστοιχων παρατάξεών τους καί προσπαθούν νά κυβερνήσουν μαζί. Ό κατάλληλος δρος είναι τότε «κεντρισμός». Ή παράθεση τών κομμάτων στήν Εύρώπη πήρε χοντρικά δυό μορφές, άπό τό 1789, άνάλογα μέ τίς χώρες καί τις έποχές, δυό «στρουκτούρες», μέ τήν έννοια τού στρουκτουραλισμού : τή ντουαλιστική (δυαδική) στρουκτούρα καί τήν κεντριστική στρουκτούρα. Στήν πρώτη, οί μαχητές τών πολιτικών άγώνων συσσωματώνονται άνάλογα μέ τις φυσικές τους συγγένειες: συντηρητικοί κατά φιλελευθέρων, ύστερα φιλελεύθεροι - συντηρητικοί ένωμένοι κατά σοσιαλιστών. Ή Μεγάλη Βρεταννία παρέχει ένα τέλειο πρότυπο αύτού τοΟ σχήματος: ό άνταγωνισμός άνάμεσα στό Συντηρητικό καί στό Εργατικό κόμμα διαδέχτηκε τόν άνταγωνισμό άνάμεσα στό Συντηρητικό καί στό Φιλελεύθερο κόμμα. Στή δεύτερη στρουκτούρα: 1. Γίνεται ένα ρήγμα στούς κόλπους κάθε παράταξης, οί πιό μαλακοί άποσπώνται άπό τούς πιό σκληρούς. 2. Οί πιό μαλακοί τών άντίθετων παρατάξεων προσπα-
— 222 —
θοϋν νά συνενωθούν γιά νά κυβερνήσουν μαζί, καί οί σκληρότεροι άπωθοΰνται σέ μιά μόνιμη άντιπολίτευση. Ή Γαλλία δίνει τό καλύτερο παράδειγμα τοϋ κεντρισμοϋ. Ή «τρίτη δύναμη» τής δεκαετίας τοϋ 1950 διαδέχτηκε τή «συγκέντρωση» τοϋ μεσοπολέμου πού είχε διαδεχτή τόν «σύνδεσμο τών κεντρώων» τοϋ 1900, κληρονόμο τοϋ όρλεανισμοϋ, πού κι αύτός είχε κληρονομήσει τούς θερμιδοριανούς. Στήν ίστορία μας προβάλλουν δυό μορφές κεντρισμοϋ, ό άχαρος καί άντιδημοτικός κοινοβουλευτικός κεντρισμός, πού τόν Ενσάρκωσαν ό Μπαρράς, ό Août Φιλίπ, ό Ζύλ Φερρύ, ό Σωτάν, δ Κέιγ, δ Λεκανυέ, δ Μωρίς Φώρ, καί Ινας δημαγωγικός κεντρισμός δπου ή αίγλη ένδς μεγάλου άνδρός δίνει άλλη μορφή στή συμμαχία τών μετριοπαθών: δ Ναπολέων δ Α' τόν έγκαινίασε, δ Ναπολέων ό Γ ' τόν μιμήθηκε, πρίν νά τόν έκσυγχρονίση δ Μαντές Φράνς τό 1954 καί νά δοκιμάση νά τόν ένσαρκώση ό Ντέ Γκώλ μετά τό 1958. Ό κεντρισμός είναι άναγκαίος δταν οί πολιτικοί άνταγωνισμοί είναι τόσο πολύ βαθεϊς καί τόσο πολύ βίαιοι ώστε ή δεξιά καί ή άριστερά φοβοϋνται δτι θά συντριβούν άπό τόν άντίπαλο άν τοϋ παραχωρήσουν τήν έξουσία. Ό δυαδισμός προϋποθέτει δτι τδ κόμμα ή ό συνασπισμός πού κυβερνά σέβεται τήν άντιπολίτευση καί τής παραχωρεί τή θέση του άν τό θέλουν οί ψηφοφόροι. Αύτό δέν είναι δυνατό άν δ συνασπισμός ή τό κόμμα κυριαρχούνται άπό τούς άκραίους, τούς αύθεντικούς έπαναστάτες ή Αντιδραστικούς: γιακωβίνοι καί ούλτρα δέν μποροϋν νά παίξουν Ινα παιγνίδι έναλλαγής.
— 223 —
"Ετσι έξηγούνται ή άνάπτυξη τοϋ κεντρισμού στή Γαλλία στό 19ο αιώνα καί δ σημερινός του ξεπεσμός. Παρέμενε Αναγκαίος δσο οί πολιτικοί άγώνες ήταν Ασυγκράτητοι, δταν ή δεξιά όνειρευόταν νά πνίξη τήν άριστερά στό αίμα (δπως τό έκανε στά 1915, τόν 'Ιούνιο τού 1948 καί τόν Μάιο τού 1871) καί ή άριστερά νά καταστρέψη τή δεξιά (δπως τό Εκανε στά 1793). Δέν είναι πιά άναγκαΐος δταν δεξιά καί άριστερά δέχονται τή συνύπαρξή τους καί τήν άμοιβαία έναλλαγή τους, δπως τείνουν δλοένα καί περισσότερο νά τό κάνουν. Στό έσωτερικό τού κεντρισμοϋ διακρίνει κανείς μιά μικρή ταλάντευση άνάμεσα σέ πλειοψηφίες πού κυριαρχούνται άπό τήν κεντροδεξιά καί σέ πλειοψηφίες πού κυριαρχούνται άπό τήν κεντροαριστερά: μ' αύτή τήν έννοια μιλούσαν γιά τόν άγώνα άνάμεσα στήν «άντίσταση» καί στό «κίνημα» έπί Λουί - Φιλίπ, άνάμεσα στή «τάξη» καί στό «κίνη|ΐα» στήν Τρίτη Δημοκρατία. Στήν πραγματικότητα ή κεντροδεξιά κυριαρχεί πάντα. Κάθε κυβέρνηση τείνει φυσιολογικά νά συντηρήση τήν ύπάρχουσα τάξη: είναι πιό εύκολο καί λιγότερο έπικίνδυνο άπό τό νά έπιχειρή άνανέωση. Άκόμα καί μέ μιά πλειοψηφία τής άριστεράς, χρειάζεται μιά Ισχυρή καί σταθερή πίεση τών σκληρών γιά νά ύπερνικηθή αύτή ή φυσιολογική άδράνεια. Σέ μιά κεντρώα κυβέρνηση, ή κεντροαριστερά, μετριοπαθής άπό τή φύση της, δέν έχει ούτε τό ζήλο ούτε τά μέσα νά άσκήση μιά τέτια πίεση στήν κεντροδεξιά. Κι οί δύο συμπίπτουν στήν άκινησία. "Ετσι τδ κέντρο είναι πάντα Ενα καμουφλάρισμα τής
— 224 —
δεξιάς, άκόμα χι δταν, πράγμα πού είναι σπάνιο, είναι τοποθετημένο πραγματικά στό χέντρο. ΜωρΙς
Ντνβερζέ
Κ Ε Ρ Δ Ο Σ 'Ωφέλεια πού έχει κανείς άπό χάτι. (Λιττρέ). Παράδειγμα: άγαθό πού άποχτήθηχε άσχημα, δέ δίνει ποτέ διάφορο (διαδομένη άντίληψη). Στή λα :χή φαντασία τό χέρδος είναι εισόδημα μεγαλύτερο άπό τά συνηθισμένα: δέν ύπάρχουν μικρά κέρδη. Στό λογιστικό έπίπεδο, τό κέρδος είναι άντίθετο μέ τή ζημία' στό κοινωνικό έπίπεδο μέ τό ήμερομίσθιο. Στήν οίκονομική θεωρία, τό κέρδος σημαίνει πιό συγκεκριμένα τό Ιδιαίτερο εΙσόδημα τού έπιχειρηματία. Τό κέρδος τής έπιχειρήσεως προσδιορίζεται άπό τό πλεόνασμα τών είσπράξεων τής έπιχειρήσεως σχετικά μέ τά κάθε είδους έξοδά της (άγορά πρώτων ύλών, ήμερομίσθια, κοινωνικές έπιβαρύνσεις, φόροι, τόκοι, κ.λ.). Στή λογική, διακρίνουν τό ά κ α θ ά ρ ι σ τ ο κ έ ρ δ ο ς πού προκύπτει άπό τή διαφορά άνάμεσα στίς εισπράξεις καί τό σύνολο τών κυρίως έξόδων έκμεταλλεύσεως καί τών γενικών έξόδων' καί τό κ α θ α ρ ό κ έ ρ δ ο ς , τό ύπόλοιπο πού μένει μετά τήν άφαίρεση άπό τό άκαθάριστο κέρδος τών άποσβέσεων καί τών προμηθειών πού κάνει ή έπιχείρηοη. Έ
παραδοσιακή θεωρία προσπαθεί νά άπομονώση
— 225 —
Από τό συνολικό εΙσόδημα τοϋ Επιχειρηματία, τό μέρος πού Αποτελεί είδικά τήν Αμοιβή του σάν Επιχειρηματία, σέ διάκριση μέ τό εΙσόδημα πού εΙσπρΑττει σάν προμηθευτής κεφαλαίων (τόκος), καθώς καί σάν Ιδιοκτήτης πού θά μπορούσε νά είσπράττη Ενοίκιο, καθώς έπίσης καί σάν Εργαζόμενος άν παίζη στήν έπιχείρηση ρόλο πού θά μπορούσε ν' άναθέση σ' ένα μισθωτό. Τό κυρίως κέρδος κατά τΙς θεωρίες αύτές, είναι δ,τι άπομένει άφού άφαιρεθοϋν οί διάφορες αύτές άμοιβές: ή χρηματική άμοιβή γιά τόν κίνδυνο πού άναλαμβάνει καί γιά τήν έπιτηδειότητά του νά συντονίζη τή λειτουργία τών συντελεστών τής παραγωγής. Έ σύγχρονη θεωρία τείνει νά έγκαταλείψη αύτή τή διάκριση καί νά θεωρήση σάν σύνολο τό συνολικό κέρδος τοΰ έπιχειρηματία, πράγμα πού βεβαίως άνταποκρίνεται στήν ψυχολογική καί κοινωνιολογική πραγματικότητα. Τό κέρδος άποτελεΐ ένα άπό τά κυριώτερα θέματα τής μαρξιστικής θεωρίας γιά τόν καπιταλισμό. Ταυτίζεται μέ τήν ύπεραξία πού δ καπιταλιστής έπιχειρηματίας άρχίζει νά είσπράτη άπό τή στιγμή πού δ μισθωτός έχει παράγει, στή διάρκεια τής έργατικής του ήμέρας, τΙς άξίες πού άντιστοιχοΰν στό ήμερομίσθιό του: γιά τόν Μάρξ ή ύπεραξία είναι «μιά ποσότητα μή άμειβόμενης έργασίας». Αύτή ή ταύτιση τοϋ κέρδους καί τοϋ καπιταλισμού είχε πολύ σημαντικές συνέπειες τόσο στίς σοσιαλιστικές δσο καί στίς καπιταλιστικές οίκονομίες. ΣτΙς χώρες τοϋ σοσιαλιστικού συνασπισμού, θεωρούσαν δτι είναι Ιδια κατάρα ή άτομική Ιδιοποίηση τοϋ κέρδους καί ή ίδια ή ύ10
— 226 —
παρξη αύτοϋ τοϋ κέρδους, καί πίστευαν ώς τελευταία δτι τό κέρδος θά μποροΟσε ν' άπσκλειστή Εντελώς σέ μιά όρθολογιστική όργάνωση τής οικονομίας. Μόνο κατά τή δεκαετία τοϋ '60, μέ τόν Σοβιετικό οικονομολόγο Λίμπερμαν, ή έννοια τοϋ κέρδους μπήκε πάλι σάν βάση καί σάν άμοιβή τής άποδοτικότητας τής σοσιαλιστικής Επιχειρήσεως. Στις καπιταλιστικές οικονομίες τών βιομηχανικών χωρών που Επηρεάζονται άπό τή μαρξιστική ιδεολογία — τή Γαλλία λόγου χάρη — τό άνάθεμα πού Ερριξε ό Μάρξ Εναντίον τοϋ κέρδους τό Εκανε νά είναι κάτι τό έπονείδιστο πού οί Επιχειρήσεις, γιά μεγάλο χρονικό διάστημα, καί δχι μόνο γιά φορολογικούς λόγους, είχαν τήν τάση νά τό κρύβουν. Κι έδώ άρχίζει νά φαίνεται μιά έξέλιξη γιά νά άποδοθή στό κέρδος ρόλος άμοιβής καί κινήτρου: οί καπετάνιοι τής γαλλικής βιομηχανίας έξαίρουν τώρα τις άρετές τοϋ κέρδους καί θρηνοϋν γιά τά μικρά κέρδη τών γαλλικών έπιχειρήσεων : μόνο τά ύψηλά κέρδη έπιτρέπουν νά διατηρηθούν, μέ τήν αύτοχρηματοδότηση, ύψηλά έπίπεδα έπενδύσεων. Κι ύστερα οί εύρωπαϊκές οικονομίες προσχώρησαν στή λατρεία τοϋ κέρδους πού δέν Επαψε ποτέ νά έπικρατή στίς Ηνωμένες Πολιτείες, πού δέν δέχτηκαν τή μαρξιστική Επίδραση. Αύτή ή πρόσφατη Εξέλιξη Επικυρώθηκε άπό Ενα Διάταγμα τοϋ Αύγούστου τοϋ 1967, πού άληθινά Εχει σκοπό νά κάνη τούς Εργαζομένους νά έπωφεληθοΰν άπό Ενα μέρος τών κερδών πού πραγματοποιεί ή έπιχείρηση. "Αν δμως ή έξέλιξη είναι Ενθαρρυντική, ή λέξη είναι άκόμα στό μαϋρο κατάλογο: οί μισθωτοί Ενδιαφέρονται «γιά τούς
— 227 —
καρπούς τής Επεκτάσεως» τής Επιχειρήσεως, θ ά Επωφεληθούν πραγματικά άπ' αύτούς; Φραναουάζ Καρριέρ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Tö κεφάλαιο είναι Επί κεφαλής τής χώρας, τό κεφάλαιο είναι Επί κεφαλής τής οικονομίας της. Καθώς ό δρος είναι παραφορτωμένος μΕ πολλαπλές σημασίες, πρέπει, γιά νά κρίνουμε, νά ξανανοίξουμε τό Κ ε φ ά λ α ι ο τοϋ Μάρξ. — Γιά τούς λογιστές, τό κεφάλαιο είναι μιά ουσιαστική οικονομική πραγματικότητα: στόν Ισολογισμό μιας Επιχείρησης, τό κεφάλαιο άντιστοιχεί μέ τΙς καταβολές τών ιδρυτών της, στίς δποίες προσθέτουν τά «Ενσωματούμενα» στό άρχικό κεφάλαιο κέρδη. Γενικότερα, τά ί δ ι α κ ε φ ά λ α ι α πού προσθέτουν στό προηγούμενο κεφάλαιο τά άποταμιευμένα, δχι δμως άκόμα «Ενσωματωμένα» κέρδη, άντιστοιχούν στήν άξία τών μέσων παραγωγής πού Εχει στήν ιδιοκτησία της ή Επιχείρηση. Γενικότερα άκόμα, τά διαρκή κεφάλαια αύξάνουν τά ίδια κεφάλαια τής Επιχείρησης μΕ τά μακροπρόθεσμα χρέη της, δηλαδή τά κεφάλαια πού Εχει δανειστή μακροπρόθεσμα. — Τό κεφάλαιο δέν έννοείται χωρίς καπιταλιστές, ούτε χωρίς καπιταλισμό (βλέπε τή λέξη). Άλλά ή έπιστήμη τών λογιστών είναι πολύ άνεπαρκής ώστε νά τούς Επι-
— 228 —
τρέψη τέτοιες τολμηρές γενικεύσεις και ή νομική δέν μπορεί νά βοηθήση περισσότερο. Ό άστικός κώδικας καί δ έμπορικός κώδικας άγνοοΟν τήν δπαρξη τών καπιταλιστών, έστω καί άν ρυθμίζουν τά δικαιώματα τους. — Μένουν ot οίκονομολόγοι. Πολλοί άπ' αύτούς στέκονται στά φαινόμενα. Λόγου χάρη: γιά νά παραχθούν δλα δσα έχει άνάγκη δ άνθρωπος, πρέπει νά συνδυαστούν σέ διάφορες δόσεις τρία στοιχεία: φυσικές πρώτες δλες, έργασία διαφόρων ποιοτήτων, καί ποικίλα έργαλεΐα, μηχανές, κτίρια, πιστώσεις κ.λ., πού δλ' αύτά τά δνομάζουν κεφάλαιο. "Η άκόμα διαιρούν αύτά τά τρία στοιχεία σέ δύο κατηγορίες: ή μία ύλοποιείται σέ έγκαταστάσεις διαρκείας καί άποτελεί τό σταθερό κεφάλαιο, (ή συμπληρωματική ποσότητα τού σταθερού κεφαλαίου πού σχηματίζεται κάθε χρόνο άποτελεί τήν έπένδυση), ή άλλη άποτελείται άπό κυκλοφορούν κεφάλαιο, χρηματικά μέσα πού προορίζονται νά «κυκλοφορούν» γρήγορα γιά νά πληρώνωνται οί πρώτες δλες καί τά ήμερομίσθια. Αύτές ot διακρίσεις μπορεί νά έχουν κάποια χρησιμότητα, ταυτόχρονα δμως περισσότερο συσκοτίζουν παρά διαφωτίζουν, γιατί παραθέτουν μαζί καί συγχέουν δύο δψεις τών πραγμάτων: τό κεφάλαιο τό παρουσιάζουν πότε σάν κάτι τό ύλικό (μηχανές, έργοστάσια κ.λ.), πότε σάν ένα ποσό χρημάτων. Πού βρίσκεται ή βαθύτερη ένότητά του; — Ή άπάντηση τοϋ Μάρξ ένοποιεί καί ξεπερνά αύτές τίς έπιμέρους άναλύσεις. θεμελιώνεται πάνω σέ όρισμένα άλλα φαινόμενα. Ή πρώτη πηγή κάθε πλούτου, κάθε άξίας είναι ή έργασία. Τό ίδιο τό κεφάλαιο, δποια καί νά
— 229 —
είναι ή μορφή του (χρήμα, μηχανές κ.λ.) είναι συσσωρευμένο προϊόν παλιότερης έργασίας. Αύτή ή συσσώρευση σημαίνει πρίν άπ' δλα δτι ή έργασία τών άνθρώπων είναι άρκετά δποτελεσματιχή γιά νά τούς έξασφαλίζη, έχτός άπό τήν άμεση έπιβίωσή τους χαΐ ένα πλεόνασμα. Σ' αύτό τό έπίπεδο τής γενικότητας, τό χεφάλαιο γίνεται μιά έννοια διιστοριχή: σημαίνει δλο τό μέρος τού προϊόντος πού δέν χαταναλώθηχε στή διάρκεια μιάς δεδομένης περιόδου καί μπορεί νά χρησιμοποιηθή «γιά τήν olκοδόμηση τού μέλλοντος». Τό κεφάλαιο είναι μ' αύτή τήν έννοια, τό μέσο μέ τό δποΐο ή άνθρωπότητα άποσπάστηκε άπό τήν έξάρτησή της άπό τή φύση γιά νά γίνη, μέ μιά πιό παραγωγική έργασία, ίκανή γιά μιά οικονομική άνάπτυξη, γιά αύξηση. Αύτό έννοούμε στή γλώσσα τής έποχής μας δταν λέμε δτι ή έπένδυση έπιτρέπει τήν έπέκταση. I f αύτή τήν πολύ γενική έννοια, μπορούμε νά πούμε πώς κάθε κοινωνία είναι «καπιταλιστική». —'Αλλά ή οικονομική ζωή έχει τή δική της Ιστορία πού, κατά τόν Μάρξ, περιορίζει πολύ τήν έννοια τού κεφαλαίου. Ή άποταμίευση πού Αντιπροσωπεύει τό πλεόνασμα τού πλούτου πού παρήγαγε ή άνθρώπινη έργασία σχετικά μέ τΙς άνάγκες τής άμεσης κατανάλωσης, δέ σχηματίζεται ποτέ άθώα γιά λογαριασμό καί γιά τό συμφέρον δλης τής κοινότητας. Στήν άρχή μικρή καί πρόσκαιρη, σήμερα μαζική καί διαρκή, τήν άποταμίευση τήν Ιδιοποιούνται πάντοτε, στό μεγαλύτερο μέρος της, έκείνοι πού κυριαρχούσαν σ' αύτή τήν κοινότητα, άλλοτε δουλοκτήτες, τιμαριούχοι καί γαιοκτήμονες, τελευταία έμποροι, 6ιομήχανοι καί τραπεζίτες. Τό κεφάλαιο, στήν κυριολεξία,
— 230 —
τόν Εξέχοντα ρόλο του μόνο μέ τό πέρασμα άπ' αύτό τό «άλλοτε» σ' αύτό τό «τελευταία», τή στιγμή πού ή βιομηχανική έπανάσταση πρόσφερε στό ήδη συσσωρευμένο κεφάλαιο τήν εύκαιρία νά καρποφορήση μ' δλη τήν άφθονία πού έπιτρέπουν ot πρόοδοι τής τεχνικής, τή στιγμή πού οί πολιτικές Επαναστάσεις κλόνισαν ή νίκησαν τήν Εξουσία τών παλιών άριστοκρατιών. Απέκτησε
— Αύτή ή στροφή πραγματοποιήθηκε στή Γαλλία, άπό τά τέλη τοϋ 18ου αίώνα ώς τά μέσα τοϋ 19ου. Αύτό πού χαρακτηρίζει τήν καπιταλιστική περίοδο πού άρχισε τότε είναι δτι ή συσσώρευση τοϋ πλούτου δέν στηρίζεται κυρίως στήν Ιγγειο Ιδιοκτησία, στό δικαίωμα καί στήν έξουσία τής άριστοκρατίας, άλλά προέρχεται στό Εξής, στό μεγαλύτερο μέρος της, άπό Εγγενείς καί τυφλούς νόμους τής έλεύθερης οικονομίας, άπό τό παιγνίδι τών Ελεύθερων έπιχειρήσεων καί τής άγοράς. Στερημένοι άπό κάθε δυνατότητα νά έργαστοϋν γιά λογαριασμό τους, άνδρες (άλλά καί γυναίκες καί παιδιά...), όλοένα καί πιό πολυάριθμοι, γίνονται μισθωτοί. Υποχρεωμένοι νά μισθώνουν τήν έργατική τους δύναμη καί άμειβόμενοι μέ τΙς τιμές τής άγοράς, δημιουργούν μέ τήν Εργασία τους, μιά αύξανόμενη μάζα κερδών πού ot κεφαλαιούχοι μπορούν νά τήν χρησιμοποιήσουν γιά τή δημιουργία νέων βιομηχανικών έγκαταστάσεων. Σ* αύτό τό μηχανισμό άποκαλύπτεται ή άληθινή φύση τοΰ κεφαλαίου: τό κεφάλαιο είναι τό σύνολο τών μέσων παραγωγής καί άνταλλαγής πού ή χρησιμοποίησή τους έξασφαλίζεται .άπό τή μισθωτή έργασία. Χάρη στήν κατανομή τής Εργασίας άνάμεσα στούς ιδιοκτήτες τοϋ κεφαλαίου — τούς κεφαλαιούχους —
— 231 —
μπορούμε νά διακρίνουμε τδ βιομηχανικό κεφάλαιο, δηλαδή τό κεφάλαιο τών «Εργοστασιαρχών», τό Εμπορικό κεφάλαιο καί τό πιστωτικό κεφάλαιο που συγκεντρώνουν ol Τράπεζες, ot άσφαλιστικοί όργανισμοί κ.λ. — Καθώς άλλωστε ή άνάπτυξη τοϋ καπιταλισμού συνδυάζεται μέ δλοένα καί πιό πολυσύνθετη κατανομή τής Εργασίας, συνοδεύεται άπό μακρά Επιβίωση προκαπιταλιστικών κοινωνικών τάξεων (χωρικών, τεχνητών κ.λ.) καί Εκφράζεται μΕ γενική «χρηματοποίηση» δλων τών οίκονομικών σχέσεων, τό μή καταναλούμενο καί διαθέσιμο γιά τήν Επένδυση (δηλαδή γιά τή διεύρυνση τού «Ενεργού» κεφαλαίου) πλεόνασμα, παρουσιάζει δύο νέα χαρακτηριστικά. ΠρΙν άπ' δλα, αύτό τό πλεόνασμα ύπάρχει πάντα μέ δύο ταυτόχρονα καί κατ' άρχήν Ισοδύναμες μορφές: άπό τή μιά οί καρπούμενοι άποταμιευμένα είσοδήματα έχουν «κεφάλαια» γιά τοποθέτηση, άπό τήν άλλη πλευρά οί προμηθευτές τών μέσων παραγωγής έχουν μηχανές έξοπλισμοϋ κ.λ. γιά πώληση. Μ' άλλα λόγια, τό κεφάλαιο είναι ταυτόχρονα καί χρηματική άξία καί μιά μάζα πραγματικών άγαθών γιατί έκεΐνο πού Ισχύει γιά τή νέα άποταμίευση Ισχύει έπίσης γιά τό ήδη «ένεργό» κεφάλαιο: ή τάδε Εταιρία Εχει κτίρια καί Εγκαταστάσεις πού άποτελοΰν τό κεφάλαιο της, Ενώ οί μέτοχοί της Εχουν τίτλους (μετοχές) πού άποτελούν τό δικό τους κεφάλαιο, άλλά έδώ έχουμε δύο δψεις τοϋ ίδιου πράγματος, τοϋ ίδιου κεφαλαίου. Κατά δεύτερο λόγο, καθώς, σέ μιά πολύπλοκη κοινωνία ή άπόσταση είναι μεγάλη άνάμεσα σ* έκείνους πού
— 232 —
έχουν κεφάλαιο - χρήμα γιά τοποθέτηση, έκείνους πού έχουν κεφάλαιο - έμπόρευμα γιά πούληση καί έκείνους πού, δντας «έν ένεργεία» έπιχειρηματίες, έχουν τή δυνατότητα νά χρησιμοποιήσουν αύτό τό κεφάλαιο - χρήμα γιά ν' άγοράσουν αύτό τό κεφάλαιο - έμπόρευμα καί νά τό «βάλουν νά δουλέψη», χρειάστηκε νά δημιουργηθούν δργανισμοί ειδικευμένοι στό νά διευκολύνουν αύτές τΙς συναντήσεις: τό Χρηματιστήριο, ή Τράπεζα, ή Πίστη κέρδισαν έτσι τή λίγο πολύ έξέχουσα θέση τους στούς κόλπους τοϋ καπιταλισμοϋ. Πώλ
Λεσχώ
ΚΛΙΜΑΚΩΣΗ Μέ τό βάρος καί τΙς άξιώσεις τών φτασμένων, αύτή ή λέξη πού ήταν κάποτε γεμάτη σφρίγος, πήρε τή θέση της στό λεξιλόγιο τής στρατηγικής καί συνακόλουθα τής πολιτικής. Παρουσιάζεται στά άρθρα τών έφημερίδων έκείνων πού ένδιαφέρονται νά τΙς παίρνουν στά σοβαρά, καθώς καί έκείνων πού ένδιαφέρονται κυρίως νά παίρνουν άναγνώστες. Μ' αύτή τήν καινούρια έννοια, ή «κλιμάκωση» είναι μιά πολύ καινούρια λέξη. Στά 1967, κανένα γαλλικό λεξικό δέν δίνει τή σημασία της γιά τήν δποία γίνεται έδώ λόγος. Έπίσης καί στήν άγγλική της έκδοση, escalation, είναι πολύ πρόσφατη. Κι* δμως άπό τότε, ή λέξη είχε
— 233 —
μπή στό λεξιλόγιο τών στρατηγών. Ό Έρμαν Κάν πού τήν Ιμπασε στό καθημερινό λεξιλόγιο τής έδωσε τόν πιό Αφηρημένο όρισμό. Γιά νά μιλήσουμε γιά κλιμάκωση, γράφει στό βιβλίο του πού Εχει άλλωστε γιά τίτλο αύτή τή λέξη, «πρέπει νά ύπάρχη άνταγωνισμός στήν άνάληψη κινδύνων καί Ισοδυναμία τών τοπικών πόρων». Εξάλλου, φερόμενος μέ πολλή εύγένεια, ό Κάν άπέδιδε τήν Εκφραση «άνάληψη κινδύνων» —Εννοια άξεχώριστη άπό τήν Εννοια τής κλιμακώσεως — στό Τόμας Σ. Σέλλινγκ, άλλά διευκρίνιζε δτι δ ίδιος δ Σέλλινγκ δέ θυμόταν νά τήν Εχη αύτός Εφεύρει... Στό βάθος ή λέξη λέει πολύ καλά αύτό πού θέλει νά πή: σέ μιά σύγκρουση, Ενα ή πολλά Εθνη χρησιμοποιούν διαδοχικά δλοένα καί μεγαλύτερη ποσότητα στρατιωτικών μέσων, μεταχειρίζονται δπλα δλο καί πιό δυνατά καί τό άποκορύφωμα αύτής τής κλιμακώσεως είναι ή χρησιμοποίηση «στρατηγικών» πυρηνικών δπλων, δηλαδή δπλων ικανών νά καταστρέψουν μιά σχετικά μεγάλη περίμετρο γύρω άπό τό σημείο πού θά πέσουν. Έ τ σ ι Εννοούμενη ή κλιμάκωση, άν τό σκεφτή κανείς καλά, είναι μιά άπό τΙς Εννοιες τΙς όποιες δέν Επαψαν ποτέ νά πραγματεύωνται ot στρατηγοί. Ό Κλαούζεβιτς, στόν όποΐο Επιστρέφει κανείς πάντα δταν θέλη νά μιλήση γιά στρατηγική, είχε πλατιά καί διεξοδικά άναλύσει Εκείνο πού δνόμαζε «παροξυσμό τής προσπάθειας» καί τή βαθμιαία άνοδο τών Εμπολέμων πρός αύτό τόν παροξυσμό. Αύτά τά τελευταία χρόνια, μιά πελώρια φιλολογία κυρίως άγγλοσαξωνική, άφιερώθηκε στήν κλιμάκωση. Σκοπός της ήταν νά όργανώση όρθολογικά αύτή «τήν ά-
— 234 —
νοδο πρός τόν παροξυσμό» h a t πού νά μπορούν νά βρεθοΟν, καί σέ άνάγκη νά χρησιμοποιηθούν, αύστηροί μηχανισμοί. Χρησιμοποιήθηκε γι* αύτό τό σκοπό δ βαρύς όπλισμός τοΟ Επιστημονικού πνεύματος καί τό άποτέλεσμα ήταν μιά άπίστευτη κατάδυση τής στρατηγικής σκέψης στήν άφαίρεση. Φτάνει γιά νά πειστή κανείς νά ξεφυλλίση τό «Περί κλιμακώσεως», τό κύριο Εργο τού °Ερμαν Κάν. Βλέπει κανείς έκεϊ σέ άφθονία γραφικές παραστάσεις, σχήματα καί έπιστημονικοφανεΐς νεολογισμούς. Αύτό άκριβώς Εκανε τόν Γάλλο στρατηγό Στέλιν, πού προλόγησε αύτό τό βιβλίο νά γράψη δτι «πρόκειται πολύ συχνά γιά μιά γλώσσα είδική τού συγγραφέα»... "Αλλωστε καί δ στρατηγός είχε βάλει ύπότιτλο στό βιβλίο του «μεταμορφώσεις καί σενάρια»... Είναι φανερό πώς δλοι οί θεωρητικοί τής στρατηγικής ήταν Ετοιμοι νά ύποκύψουν στόν πειρασμό πού ό Κλαούζεβιτς είχε καταγγείλει άπό τά πρίν: «Πόσο μακριά άπό τήν άλήθεια θά είμαστε άν καταντήσουμε τόν πόλεμο άνάμεσα σέ πολιτισμένους λαούς μιά πράξη καθαρά Εγκεφαλική τών κυβερνήσεων πού μάς φαίνεται πώς θά ήταν άπαλλαγμένες άπό κάθε πάθος, Ετσι πού στό τέλος δέν θά ήταν κάν άναγκαία πιά ή φυσική παρουσία τών ένόπλων δυνάμεων καί θά Εφταναν οί θεωρητικές σχέσεις μεταξύ τους, Ενα είδος άλγεβρας τής δράσης». Άλλά πώς Εφτασαν νά συλλάβουν τήν Ιδέα, νά όργανώσουν όρθολογικά τήν κλιμάκωση; Πώς αύτή ή νέα Ιδέα Εφτασε νά καταλάβη τό κέντρο δλων τών σύγχρονων στρατηγικών σκέψεων; Ή άπάντηση συνδέεται μ' Ενα γεγονός καί μέ τΙς συνέπειές του.
— 235 —
Τό γεγονός: ή δοκιμή μιάς πρώτης άτομ,ικής βόμβας στό 'Αλαμογκόρντο, πού Ινα άλλο άντίτυπό της θά κατέστρεφε τή Χιροσίμα. Οί συνέπειές της: ή ιστορία τού μεγάλου πυρηνικού άνταγωνισμού άπό τό τέλος τού δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Ή άποκλειστική κατοχή τού άτομικού δπλου ϊδινε πραγματικά στίς Ηνωμένες Πολιτείες τή δυνατότητα νά φτάσουν άμέσως στόν «παροξυσμό τής προσπαθείας» μέ τήν άμεση χρησιμοποίηση, σέ περίπτωση συγκρούσεως, τού πυρηνικού τους δπλοστασίου. 'Εννοείται δτι τό ίδιο θά συνέβαινε ένδεχομένως μέ τίς άλλες χώρες πού ήταν σέ θέση νά άποκτήσουν πυρηνικά δπλα. Γύρω άπ* αύτό τό βασικό γεγονός συντάχτηκαν δλες οί μεταπολεμικές στρατηγικές θεωρίες καί ή στρατιωτική πολιτική πού άκολουθοΰν έδώ καί είκοσι χρόνια οί μεγάλες δυνάμεις αύτού τού κόσμου. Καί αύτό τό ίδιο τό γεγονός έπέβαλε νά σκεφτούν πάνω άπ' δλα τή χρησιμοποίηση, μαζική ή περιορισμένη, πραγματική ή δυνητική, δυνατή ή άδύνατη, τού άτομικού δπλου: δηλαδή τήν «κλιμάκωση» πού μπορούσε νά δδηγήση έκεΐ. Μετά τή Χιροσίμα, τό κυνηγητό τών άτομικών έξοπλισμών παρουσιάστηκε σάν τό ούσιαστικό σύγχρονο στρατιωτικό πρόβλημα. Ήθογράφοι ή στρατηγοί έγραψαν στίβες όλόκληρα βιβλία καί άρθρα στά δποϊα δίνουν τήν είκόνα Άποκαλύψεως πού θά παρουσιάση ή ένδεχόμενη σύγκρουση τών μεγάλων δυνάμεων μέ τά πυρηνικά τους δπλα. Παραζαλισμένα τά γενικά έπιτελεΐα άναζητούσαν χωρίς μεγάλο άποτέλεσμα νά καλύψουν τήν άβυσσο πού χώριζε τήν Ιδέα ένός συμβατικού πολέμου άπό τήν ίδέα μιας καθαρά πυρηνικής στρατηγικής.
— 236 —
Σέ μιά πρώτη φάση, ή Σοιβετική "Ενωση ισορρόπησε τό Ατομικό μονοπώλιο τών Ηνωμένων Πολιτειών μέ συμβατικές δυνάμεις Αρκετές γιά νά κάνη τούς Δυτικούς νά φοβούνται τόσο βαριά άντίποινα πού ούτε καί ό άμερικανικός πυρηνικός έξοπλισμός δέ θά άπέφευγε τρομερές δοκιμασίες. Ταυτόχρονα, ή Σοβιετική "Ενωση άνάπτυσσε έντατικά τήν καταδιωκτική της άεροπορία έτσι ώστε νά κάνη δσο τό δυνατό δυσκολώτερο τόν βομβαρδισμό ρωσικών έδαφών άπό τήν άμερικανική στρατηγική άεροπορία. Σέ μιά δεύτερη φάση, φάνηκε πώς πλησίαζε δ καιρός πού κάθε μιά άπό τΙς δυό μεγάλες δυνάμεις θά διέθετε τεράστιο καί ούσιαστικά Ισοδύναμο πυρηνικό έξοπλισμό. Ά π ό τότε ύπήρξε μεταξύ τους δχι μόνο δρόμος ταχύτητος γιά τήν ποσότητα, άλλά καί ένας «ποιοτικός» άνταγωνισμός πού τά στάδιά του σημαδεύτηκαν, άνάμεσα σέ άλλα, άπό τήν έξαπόλυση σπούτνικ, τήν κατασκευή τών πυραύλων Πολάρις καί τών άτομικών ύποβρυχίων, τήν προετοιμασία βόμβας τών 100 μεγατόννων. Τέλος, άνοιξε μιά τρίτη φάση. Ά π ό τή στιγμή πού ή Σοβιετική Ένωση καί οί Ενωμένες Πολιτείες Απέκτησαν τή βεβαιότητα δτι άν ή μιά άπό τίς δύο έπιτεθή κατά τής άλλης μέ τΙς άτομικές της δυνάμεις, ή άλλη θά άπαντήση καί δτι στό τέλος τού λογαριασμού, άμέσως καί σέ πολύ μεγάλο τμήμα τους, καί οί δύο χώρες θά καταστραφούν, τό γεγονός δτι δ ένας άπό τούς δύο άντιπάλους έχει δύναμη καταστροφής πολλές έκατοντάδες φορές Ανώτερη άπό τήν Αναγκαία, ένώ ή δύναμη καταστροφής πού διαθέτει ό άλλος είναι πολλές φορές Ανώτερη Από τό έλΑχιστο Αναγκαίο, δέν Ιχει, δπως είναι φανερό, κα-
— 287 —
μιά Αξία. Ά π ό δώ καί πέρα θάταν Αρκετό νά καταφύγη κανείς στόν Κλαούζεβιτς γιά νά καταλάβη δτι σέ λίγο θ' άναζητούσαν νά βγοΟν άπό τό δλοκληρωτικό Αδιέξοδο στό όποιο βρισκόταν ή στρατηγική έξαιτίας τών συνεπειών πού τό όνόμαζαν άπό έκεΐ καί πέρα πυρηνική «Ισοπαλία»: άπό τή στιγμή πού ένα Κράτος, πού έχει καταστρέψει τόν έχθρό μά είναι κι αύτό έκτεθειμένο στόν κίνδυνο τής καταστροφής, δέν μπορεί πιά νά έλπίζη δτι θά κάνη τόν άντίπαλο νά πληρώση τό φόρο τοΰ πολέμου πού διεξήγαγε έναντίον του, δφείλει άναπόφευκτα νά άπομακρύνη άπό τά πρίν τήν ύπόθεση ένός τέτοιου τύπου πολέμου γιατί ένας τέτοιος πόλεμος θά σήμαινε τό τέλος άν δχι τής ύπάρξεώς τους, τουλάχιστο τής πολιτικής τους ύπάρξεως. "Ετσι άκριβώς, στίς Ηνωμένες Πολιτείες καί στή Σοβιετική "Ενωση, προσπάθησαν μέ διαφορετικό τρόπο νά προφυλαχτούν άπό ένα τέτοιο δλοφάνερα Απαράδεχτο ένδεχόμενο. Υπήρξαν πάνω σ' αύτό τό θέμα πολυάριθμες πνευματικές προσπάθειες. "Ενας Γάλλος, δ στρατηγός Πιέρ Γκαλλουά πρόβλεψε δτι άδυνατώντας τά πυρηνικά κράτη νά χρησιμοποιήσουν άπό έδώ καί πέρα τό άτομικό τους δπλοστάσιο παρά μόνο στήν περίπτωση πού έμπαινε σέ κίνδυνο ή Ιδια τους ή έπιβίωση, οί κυβερνήσεις τους δέν θά μπορούσαν νά έγγυηθοΰν σέ σύμμαχες κυβερνήσεις τήν προστασία τής πυρηνικής «δμπρέλλας» τους: οί Ηνωμένες Πολιτείες δέν θά μπορούσαν νά βομβαρδίσουν τή Σοβιετική Ένωση μέ βόμβες Α ή Η, άν ή Σοβιετική Ένωση έξαπέλυε έπίθεση κατά τής Γερμανίας, γιατί κι οί ίδιες θά βομβαρδίζονταν Αμέσως-' μέ παρόμοιες βόμβες, καί γιατί οί Ενωμένες Πολιτείες,, δπως
— 238 —
καί ή Σοβιετική "Ενωση, θά κινδύνευαν νά έρημωθούν όριστιχά καί ταυτόχρονα. Γιά νά άρθή τό άδιέξοδο, ό Έρμαν Κάν, ξεκινώντας άπό μιά Εξαιρετικά πυκνή άνάλυση τής Εξελίξεως τών συγκρούσεων, διατύπωσε πολυάριθμες ύποθέσεις. Έ δειξε πώς μιά κρίση μπορεί, κατά στάδια, Επεκτεινόμενη ή Εντεινόμενη, νά φτάση σέ «κλιμακώσεις» πού άπειλοϋν νά όδηγήσουν δχι στήν πυρηνική σύγκρουση, άλλά στήν πιθανότητα πυρηνικής συγκρούσεως. Στό πρώτο σχήμα τοϋ κυριότερου βιβλίου του, δείχνει πώς μιά κλιμάκωση μπορεί νά προκληθή μέ τρεις τρόπους: «μέ τήν αύξηση τής έντάσεώς της, μέ τή διεύρυνση τοϋ θεάτρου τών Επιχειρήσεων, ή μέ τή διαδικασία μιάς συνδυασμένης ή Εγκαιρης κλιμακώσεως». Ό π ω ς μποροΰσε νά τό προβλέψη κανείς, πέρασαν συχνά άπό τό Επίπεδο τών σοβαρών στοχασμών στό Επίπεδο τών λίγο - πολύ φανταστικών ύποθέσεων. Έτσι μιά άπό τΙς θεωρίες γνώρισε γιά κάμποσο καιρό ώρες δόξας ώς τό σημείο πού θεωρήθηκε δτι υιοθετήθηκε Επίσημα άπό τήν άμερικανική κυβέρνηση: ήταν ή θεωρία ή λεγόμενη «τοϋ δευτέρου πλήγματος». "Αν παραμερίσουμε τό μεγαλόστομο λεξιλόγιο πού τήν περιβάλλει, μποροϋμε νά τή συνοψίσουμε σέ μιά πολύ άπλή Ιδέα: οί Ηνωμένες Πολιτείες χρησιμοποιούν Ενα μέρος τών πυρηνικών τους δπλων γιά νά καταστρέψουν τίς κυριότερες άτομικές δυνάμεις τοϋ Εχθροϋ Εκεί πού είναι άποθηκευμένες, Εκεί άπό δπου μπορούσαν νά Εξαπολυθούν καί κατόπιν άπευθύνονται στόν άντίπαλο λέγοντάς του: άν κατά τύχη σάς άπομένουν άκόμα μερικά άτομικά δπλα, μήν τά χρησιμοποιή-
— 239 — σετε έναντίον τών πόλεών μας, γιατί άλλοιώς θά καταστρέψουμε τίς δικές σας, καί άν, δπως είναι πιθανό, δέν σάς άπομένη τίποτε, Ιδού που έπιστρέφουμε στό έπίπεδο τοΟ συμβατικού πολέμου, δπου έμεΐς οί 'Αμερικανοί θά έχουμε πάντα τή δυνατότητα νά χρησιμοποιήσουμε καί πάλι τό άτομικό δπλο τό όποιο τώρα μόνο έμεΐς διαθέτουμε. Ελκυστική θεωρία: έπέτρεπε νά γίνη πιστευτό δτι τά άμερικανικά πυρηνικά δπλα θά χρησιμοποιούντο, μ' δλο τόν άνθρωπισμό, μόνο έναντίον τών έχθρικών δυνάμεων (άπό έδώ προήλθε ή έκφραση «στρατηγική κατά δυνάμεων») καί δχι, δπως τά φρικτά σοβιετικά ή γαλλικά άτομικά δπλα έναντίον πόλεων (ή λεγόμενη «στρατηγική κατά πόλεων»). Δυστυχώς, ή θεωρία αύτή βασιζόταν στήν ύπόθεση δτι ό έχθρός συσσώρευε ήσυχα τΙς βόμβες του σ' ένα περιορισμένο άριθμό γνωστών τοποθεσιών: άλλά οί Σοβιετικοί, άκολουθώντας άπλούστατα τό Αμερικανικό παράδειγμα, προσπάθησαν νά κάνουν τά πυρηνικά δπλα δσο τό δυνατό πιό κινητά καί έτσι πέρασε ή μόδα τής θεωρίας τού «δευτέρου πλήγματος». Στήν πραγματικότητα, οί 'Αμερικανοί κατάλαβαν δτι γιά νά μήν ύποχρεωθοΰν νά έπιλέξουν άνάμεσα στό «δλα ή τίποτε», άνάμεσα στήν πυρηνική καταστροφή ή σέ μιά πολιτική συνθηκολόγηση, έπρεπε νά προβλέπουν τή χρησιμοποίηση δυνάμεων κατάλληλων γιά τή σύκρουση στήν δποία ένδεχομένως θά έμπλέκονταν, έπιφυλάσσοντας τή χρησιμοποίηση τών πυρηνικών δπλων — ειδικά έναντίον τών χωρών πού δέν έχουν τέτοια δπλα— στό τελευταίο στάδιο τής κλιμακώσεως: ή θεωρία αύτή διατυπώθηκε άπό τόν στρατηγό Μάξγουελ Τέυλορ — ή τουλάχιστο μέ
— 240 —
τήν ύπογραφή του — σ' ίνα έργο πού έγινε τό στρατιωτικό ευαγγέλιο τής κυβερνήσεως Κέννεντυ: The Uncertain Trumpet. Μέ βάση αύτό τό βιβλίο πάρθηκαν στίς Ηνωμένες Πολιτείες, άπό τό 1960, ot μεγάλες Αποφάσεις, ειδικότερα μέ πρωτοβουλία τού Ρ. Μακναμάρα καί μέ σκοπό νά έξασφαλιστή ή πιό πλήρης στρατιωτική ύπεροχή σέ ένδεχόμενες συγκρούσεις κλασικού ή συμβατικού τύπου. Ά π ' αύτή τή νέα θεωρία τής κλιμακώσεως έπρόκειτο νά προκύψουν ot άποφάσεις πού έφαρμόστηκαν στόν πόλεμο τού Βιετνάμ. Καλή εύκαιρία γιά τήν έφαρμογή τής θεωρίας: έπιβάλλοντας δλοένα καί μεγαλύτερες άπώλειες στό Βόρειο Βιετνάμ, θά τό όδηγοϋσαν μεθοδικά στό σημείο νά καταλάβη δτι ήταν πιό συμφέρον γι* αύτό νά σταματήση τήν καταστροφή του άπό τό νά συνεχίση τή βοήθειά του στούς άντάρτες τού Νοτίου Βιετνάμ. Στήν παλιά ώραία γλώσσα, θάλεγε κανείς δτι έπρόκειτο νά τό ύποχρεώσουν νά συνθηκολογήση. Δυστυχώς, ot 'Αμερικανοί ήγέτες βρέθηκαν μπροστά σ* έναν άντίπαλο πού έκανε διαφορετικούς λογαριασμούς: κατά τή γνώμη του, ή συνέχιση τής άντιστάσεως θά ύποχρέωνε τΙς 'Ηνωμένες Πολιτείες νά άποδυθούν σέ μιά προσπάθεια άσύγκριτα άνώτερη άπό τό άποτέλεσμα πού θά μπορούσαν νά περιμένουν άπό αύτήν καί θά τούς δδηγούσε μιά μέρα στό νά τήν έγκαταλείψουν. Τό μέλλον θά έδειχνε δτι ot Βορειοβιετναμίτες ήταν καλύτεροι στούς λογαριασμούς. "Ισως θάκαναν καλύτερα στήν Ούάσιγκτον νά ξαναδιαβάσουν ή άπλώς νά διαβάσουν αύτό τό άπόσπασμα άπό τόν Κλαούζεβιτς: «Παίρνοντας σάν προϋπόθεση δτι
— 241 —
ή έκτίμησή μας γιά τή δύναμη άντιστάσεως τοΟ έχθρού είναι πάνω - κάτω σωστή, μπορούμε νά κατανείμουμε τΙς προσπάθειές μας κατά τέτοιο τρόπο ώστε νά μάς Εξασφαλίζουν τήν ύπεροχή ή, άν δέν έχουμε τέτοια μέσα, νά κάνουμε δ,τι καλύτερο μπορούμε πρός αύτή τήν κατεύθυνση" άλλά κι ό άντίπαλος κάνει τό Γδιο, κι έτσι δημιουργείται ένας νέος άνταγωνισμός πού, στήν καθαρή θεωρία, όδηγεϊ σέ μιά άκόμη μεγαλύτερη τάση γιά άκραΐες λύσεις... Μπορεί έτσι νά δδηγηθή κανείς στόν παροξυσμό τής προσπάθειας, άν είναι δυνατό νά προσδιοριστή ένα τέτοιο σημείο. Άλλά τότε θά Εχανε κανείς άπό τά μάτια του τήν πολιτική προοπτική, τά μέσα δέ θά είχαν πιά σχέση μέ τό σκοπό, καί στίς περισσότερες περιπτώσεις αύτή ή τάση πρός τήν έσχατη προσπάθεια θά συντριβόταν άπό τό άντίθετο βάρος τών περιστάσεων πού είναι μ* αύτήν συμφυείς». "Ετσι, ή ίδια ή ούσία τής έννοιας κλιμάκωση έχει άποκαλυφθή έδώ καί έκατόν πενήντα χρόνια. 'Αλλά ή κατάληξή της θά είναι πραγματικά σήμερα ή άμοιβαία αύτοκτονία τών μεγάλων πυρηνικών δυνάμεων; Ot έρωτευμένοι καί ot μισάνθρωποι μπορούν νά αύτοκτονούν, δχι τά Κράτη" καί άκόμα λιγότερο οί πολιτικοί άνδρες — άν ύπάρχουν. Πώλ - Maçl Ντέ Aà Γχόρς
10