ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ, ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΠΙΕΣΗ
ΦΡΑΝΣΟΥΑ ΚΑΝΤΕΡΕ, ΠΙΕΡ ΛΑΚΙΓΙΟΜΙ, ΖΙΝΕΤ ΜΠΕΡΤΟ, ΖΑΝ-ΜΑΡΙ ΜΠΡΟΜ
Αθλητισμός, κουλτούρα & καταπίεση
Ε Κ Δ Ο Σ Ε Ι Σ
Ε Ρ Γ Α Τ Ι Κ Η ΠΑΛΗ
Μ ετάφραση - Επιμέλεια: Ε.Π. Εκτύπωση: Τυπογραφείο Σ. ΓΟΡΓΟΓΙΑΝΝΗΣ - Κ. ΦΕΡΕΤΟΣ Ο.Ε. ΔΕΡΒΕΝΙΩΝ 30 ΑΘΗΝΑ 106 81 ΤΗΛ: 210 33 00 646 Χρονολογία τυπογραφικής εργασίας: Ιούνιος 2004 Copyright: Εργατική Πάλη, Κεραμεικού 28, Αθήνα
Πρόλογος Είναι γ ενικά γνω στό ό τι ο Α θλητισμ ός μ αζί με τη ν Εκπαίδευ ση, τ η ν Εκκλησία κλπ. ανήκουν σ το υς ιδεο λ ο γ ικ ο ύ ς μηχανι σ μούς το υ ασ τικού κρά τους γ ια τη χ ειρ αγώ γη σ η τω ν μαζών. Το β ιβλίο “Αθλητισμός, Κουλτούρα και Καταπ ίεση “, που π ρω τοεκδόθη κε από τ ις εκ δ ό σ εις Ουτοπία πριν από περίπου 20 χρόνια και τώ ρα επανεκδίδουν οι εκ δ ό σ εις Εργατική Πάλη, ε ξη γ ε ί αυτή τη λ ειτο υ ρ γ ία το υ Α θλητισμ ού με το ν κα λύτερ ο δυνατό τρόπο. Σ ’ α υτό σ υ ν τελ εί η μ α ρξισ τική διαλεκτική μ έθοδος που χ ρησιμοποιούν οι σ υγγραφ είς. Από μια πρώτη μ α τιά οι α πόψεις τω ν σ υγγραφ έω ν φα ίνετα ι να είνα ι υπερβολικές και να χα ρα κτηρίζο ντα ι από τ η ν “ υπερ βολή" το υ Μάη το υ ’68. Σ την π ρα γμ α τικότητα όμω ς συμβαίνει τ ο ακριβώ ς α ντίθετο. Οι ε ξε λ ίξεις σ τον Α θλητισμ ό από τ ό τε μ έχρι σ ήμερα είνα ι τό σ ο ρ α γ δ α ίες που ό χι μόνο δικαιώ νουν τ ις απόψεις τω ν σ υγγραφέω ν αλλά κα ι τ ις “ ξεπ ερνούν". Η εμπορευματοποίηση, τ α τ ερ ά σ τια σ υμ φ έροντα (οικονομικά, π ολιτικά κλπ.), τ ο κυνήγι τω ν ρεκόρ, η τη λ εό ρ α σ η κλπ. έχουν τό σ ο πολύ κυριαρ χή σει σ τον Α θλητισμό ώ σ τε όχι μόνο δεν είναι πηγή χα ρά ς και απόλαυσης, α λλά πηγή εκμ ετάλλευσ ης, καταστροφ ής, φυλετικώ ν, εθνικών και ρατσιστικώ ν ανταγω νι σμών. Σ την χώ ρα μ ας ζούμ ε τ η ν εμ π ειρία τω ν Ο λυμπιακών Αγώ νων, που είναι ακόμη μια επιβεβαίωση γ ια τ ο τ ι ακριβώ ς “σ τή ν ετα ι” γύρω από το ν αθλητισμό. Πρώτον, τερ ά σ τια σ υμ φ έροντα που θα κ ερδίσ ουν δ εκά δ ες και εκ α το ν τά δ ες εκα τομ μ ύ ρ ια ευρώ, που θα πάνε σε “έρ γα " σ το σύνολό το υ ς επιζήμια γ ια τη ν ο ικονομία. Ο ι εργαζόμ ενοι,
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μπερτό, Ζ. Μπρομ
τα φτω χά λα ϊκά σ τρώ ματα, η νεο λα ία θα κληθούν να πληρώ σουν ό λα α υ τά τ α "έρ γ α ” σ τα επόμενα χρόνια. Δ εύτερον, τα δημοκρατικά, πολιτικά δικαιώ ματα και ε λ ευ θ ε ρ ίες θα π εριορ ιστούν και δ εν πρόκειτα ι π οτέ να επανέλθουν στην προηγούμενη κατάσταση, στο όνομα τ η ς “ α σ φ ά λεια ς” των Ολυμπιακών Αγώνων. Τρίτον, ο ι ερ γ α σ ια κ ές σ χέσ εις και γ ενικά τ α δ ικαιώ ματα τω ν εργαζομένω ν έχουν δ εχ τεί ισ χυρά π λήγματα, πολλά από τα οποία είνα ι ανεπανόρθωτα. Τ έταρτον, η κα τα σ τροφ ή το υ περιβάλλοντος, ο ι πολεοδομικές π αραβιάσ εις -λόγων “έργω ν”- είνα ι μ ερ ικ ές από τ ις π αράπλευρες ζημιές, όχι όμως δευ τερ εύ ο υ σ α ς σημασίας. Πέμπτον, τ ο ντοπάρισμα τω ν αθλητών, οι εξο ντω τικές π ροπονήσεις, τ α συμπληρω ματικά β οηθήμ α τα δια τρ ο φ ή ς για τ ο κυνήγι όλο κα ι μ εγα λύτερω ν ρεκό ρ κλπ. Τ έλος, α υτό το βιβλίο π ρα γμ α τεύετα ι ένα θ έμ α όπου η μ αρξισ τική φ ιλ ο λ ο γ ία έχ ει ελά χισ τα α σχοληθεί. Επομένως το βιβλίο α υτό έχ ει και μ ια λ ειτο υ ρ γ ία βασικής υποδομής πάνω σ το θέμ α το υ Αθλητισμού.
ΖΑΝ-ΜΑΡΙΜΠΡΟΜ Η πολιτική κοινωνιολογία του αθλητισμού Το μικρό αυτό δοκίμιο έχει σαν αποκλειστικό του στόχο να παρουσιάσει ορισμένα στοιχεία, που είναι αναγκαία για τη θε ωρητική κατανόηση ενός κοινωνικού φαινομένου το οποίο ε ξαπλώνεται ολοένα και πιο πολύ: του αθλητισμού. Εδώ και πολλά χρόνια, στη Γαλλία κυρίως, ο αθλητισμός έχει γίνει κυ ρίαρχος τομέας της κοινωνικής ζωής που επηρεάζει σταδια κά τη συνείδηση όλων των στρωμάτων του πληθυσμού. Ο α θλητισμός είναι πια καθημερινή κοινωνική πραγματικότητα. Επιπλέον, εμφανίζεται μια ιδεολογία του αθλητισμού που τ ’ αποτελέσματά της είναι άμεσα πολιτικά. Παρουσιάζοντας αυ τές τις αναλύσεις για συζήτηση, στόχος μου είναι να συμβάλ λω στην αποσαφήνιση των κοινωνιολογικών πλευρών του α θλητισμού, από κριτική, δηλαδή, από πολιτική άποψη. Το άρθρο αστό δεν είναι παρά η διατύπωση μιας προβληματικής και, εξ αιτίας αυτής της περιορισμένης του διάστασης, θα τονίσω το σημαντικό, κατά τη γνώμη μου, θέμα των τριών θεμελιακών πλευρών μιας πολιτικής κοινωνιολογίας του αθληπσμού, που δεν έχει ακόμη ολο κληρωθεί. Δυστυχώς, το βιβλίο του G. Magnane, Sociologie du Sport, δεν είναι παρά μια εμπειρική εξέταση ορισμένων μόνο πλευρών του αθλητισμού [ 1]. Αυτές οι τρεις θεμελιακές πλευρές είναι: 1. Ανάλυση των δομών και των αντικειμενικών κοινωνικών σχέσεων που προϋποθέτει ο αθλητισμός: διαλεκτική κοινωνιολογία του αθλητισμού Η βιομηχανική καπιταλισπκή δομή αντανακλάται στον αθλητισμό. Ο πρωταρχικός στόχος στον οποίο θα επιμείνω σ’ αυτό το άρθρο είναι, λοιπόν, να προσπαθήσουμε ν1αποδείξουμε με ποιό τρόπο ο αθληπσμός απστελεί αναπόσπαστο στοιχείο της συγκεκριμένης ολότητας: της καπι ταλιστικής κοινωνίας μ’ όλο το δυναμισμό της. Πρόκειται, λοιπόν, να εξετάσουμε αυτή την πραγματικότητα του αθλητισμού στο εσωτερικό
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μηερτό, Ζ. Μπρομ
της ενότητας της καπιταλιστικής διαδικασίας. Ο αθλητισμός δεν έχει αυτόνομη ιστορία και υπόσταση. 'Οπως θα δούμε, η κοινωνική και πολι τική του λειτουργία υπαγορεύεται απ’ τη θέση που κατέχει στο σύνολο των κοινωνικών σχέσεων. Οι ξεχωριστές στιγμές και τα επιμέρους στοι χεία του αθληπσμού εμπεριέχουν τη δομή της ολότητας, Θα προσπαθή σω, λοιπόν, ν' αποδείξω πως ο αθλητισμός συμπυκνώνει με συγκεκριμέ νο, δηλαδή, πρωτογενή τρόπο, τα τυπικά χαρακτηριστικά των καπιταλι στικών δομών και κατηγοριών. Άρα, θα αναλύσω τις κεντρικές κατηγορί ες που ενυπάρχουν στον αθλητισμό, τον ορίζοντα των καθορισμών πέ ρα απ’ τους οποίους δεν μπορεί να προχωρήσει ο αθλητισμός. Είτε το θέλουμε είτε όχι, η μοίρα του αθλητισμού είναι ταυτόσημη με τη μοίρα του καπιταλισμού. Μέσα σ’ αυτή την αλλοτριωμένη κοινωνία, ο αθλητι σμός δεν είναι δυνατό να δημιουργήσει μια προφυλαγμένη και προνο μιούχα νησίδα ανθρωπισμού και κουλτούρας. Επιπλέον, πρέπει ν' ανα λύσουμε την καθαυτή κίνηση του αθλητισμού, την εσωτερική του λογι κή. Πρόκειται για το πρώτο βήμα, για την αποκάλυψη της εγγενούς εξέλιξής του. Το δεύτερο βήμα για μια διαλεκτική κοινωνιολογία του αθλητισμού είναι να προβούμε στην ανατομία της συστατικής του αρ χής: της αρχής της σωματικής αποδοτικότητας που αποτελεί και την αιτία της τεράστιας εξάπλωσής του. 2. Ανάλυση των αποτελεσμάτων της αθλητικής δραστηριότητας πάνω στο άτομο: κριτική της αθλητικής αλλοτρίωσης Όπως ακριβώς ο Μαρξ δεν έπαψε ποτέ να καταγγέλλει τα αποτελέ σματα της καπιταλιστικής εκμηχάνισης πάνω στον εργάτη, έτσι κι εμείς πρέπει να καταγγείλουμε τις επιπτώσεις που έχει πάνω στο άτομο η αθλητική πρακτική έτσι όπως τείνει να εδραιωθεί με κυρίαρχο τρόπο: με τον ανταγωνισμό. Ο αθλητής είναι δέσμιος της δραστηριότητάς του, το άθλημα τον αλλοτριώνει, τον δένει με τους μηχανισμούς του. Γίνεται ολοένα και πιο φανερό ότι ο αθλητής είναι ένα εξάρτημα, αντικείμενο επιδόσεων στα χέρια ενός προπονητή ή μιας οργάνωσης «προολυμπιακής προετοιμασίας»... Με τον τρόπο ζωής που προτείνει, ο αθλητισμός είναι ένα κοινωνικά αποδεκτό μοντέλο ενσωματωμένης ύπαρξης, γεγο νός που τον καθιστά ένα πολτπκό όργανο. Θα έπρεπε, λοιπόν, να κάνου με την κριτική της αθλητικής αλλοτρίωσης, πράγμα που στα πλαίσια αυτού του άρθρου μόνο πολύ συνοπτικά θα μπορούσε να γίνει. Μ’ αυτή την ευκαιρία, θα πρέπει ν’ αναφέρουμε ότι η αθλητική αλλοτρίωση δε συνδέεται με τις προθέσεις όσων ονειρεύονται να αναμορφώσουν τον αθλητισμό (άλλωστε, ο Κουμπερτέν ήδη ονειρεύτηκε κάπ τέτοιο), δε συνδέεται μόνο με τα επιζήμια αποτελέσματα του αθλητισμού, με τις καταχρήσεις του, με τις «λυπηρές υπερβολές» του που ωστόσο μπο ρούν ν' αποφευχθούν, αλλά μάλλον μ' αυτή καθαυτή την ουσία του. Ο 8_______________________________________________________________
‘Αθλητισμός, κουλτούρα και καταπίεση’
αθλητισμός είναι μια δραστηριότητα του σώματος που, με φροϋδικούς όρους, αποκαθιστά εκ νέου όλες τις αλλοτριωμένες πλευρές της αρχής της πραγματικότητας: η καταπίεση. 3. Ανάλυση της πολιτικής ιδεολογίας του αθλητισμού: κριτική της αθλη τικής μυθοποίησης Με την κρατικοποίηση του αθλητισμού, δημιουργήθηκε μια εθνική ιδεολογία που η πιο συστηματοποιημένη έκφρασή της είναι το περίφη μο «εθνικό δόγμα αθλητισμού» και η οργανωτική της έκφραση το Υ πουργείο Νεότητας και Αθλητισμού. Όπως κάθε ιδεολογική υπερδομή, ο αθλητισμός αποβλέπει στη συνοχή της καπιταλιστικής κοινωνίας που υπονομεύεται απ’ τις ανπφάσεις της. Όντας «έκφραση των κυρίαρχων υλικών σχέσεων»[2], η αθλητική ιδεολογία, όπως κι όλες οι άλλες ιδεο λογίες, έχει σαν έργο της να δίνει μια μυθοποιημένη απάντηση στα κοινωνικά προβλήματα της εποχής της. Ο αθλητισμός εντάσσεται στην τεράστια μυθοποίηση του «πολιτισμού του ελεύθερου χρόνου». Εκτρέ πει μια σαφώς δίκαιη διεκδίκηση προσδίνοντάς της ένα ιδεολογικό πε ριεχόμενο που η ουσία του είναι να μην ξανατεθεί σε αμφισβήτηση η λειτουργία και το πλαίσιο αυτής της σπαρασσόμενης κοινωνίας. Η αυξα νόμενη κρατικοποίηση του αθλητισμού συμβαδίζει με τη γενική αθλητι κή κινητοποίηση του έθνους για ν’ ανπμετωπιστεί ο διεθνής αθλητικός ανταγωνισμός. Και σ’ αυτή την περίπτωση, ο αθλητισμός έχει γίνει ένας πολύ σημαντικός παράγοντας της ιδεολογίας της «ειρηνικής συνύπαρ ξης μεταξύ χωρών με διαφορετικά κοινωνικά καθεστώτα», σύμφωνα με την καθιερωμένη έκφραση. Σ' έναν ιμπεριαλιστικό κόσμο που αγωνιά, που υπομονεύεται απ’ τις τρομερές αντιφάσεις του, ο αθλητισμός δεν άργησε να γίνει το όπιο της συναδέλφωσης των λαών, της παγκόσμιας κατανόησης καταπιεστών και καταπιεζόμενων. Στα πλαίσια αυτού του άρθρου, θα αναπτύξω σχετικά μόνο το πρώ το σημείο και επιφυλάσσομαι να αφιερώσω ένα άλλο άρθρο στα δυο επόμενα σημεία, τα οποία εδώ απλά σκιαγραφώ.
ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΓΜΕΝΗ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ Πρέπει ν’ αποκαλύψουμε τη θεμελιακή δομική αναλογία που υπάρ χει στην οργάνωση και τη λειτουργία ενός δεδομένου τύπου κοινωνίας και μια κοινωνικοποιημένη δραστηριότητα, που διαποτίζεται από τη βα σική αρχή αυτής της λειτουργίας: την αποδοτικότητα σαν συνέπεια της επιδίωξης του κέρδους. Θέλω ν' αποδείξω ότι ο αθλητισμός είναι ένα «δόγμα» που βλέπει τον άνθρωπο με τα μάτια της βιομηχανικής εκμηχά νισης, όπως ο Ντεκάρτ, «όταν διατύπωνε τον ορισμό του για τα ζώα_______________________________________________________________ 9
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομι, Ζ. Μπερτό, Ζ. Μηρομ
μηχανές», έβλεπε, σύμφωνα με την έκφραση του Μαρξ, [3]«μετα μάπα της εποχής της μανκρακτούρας». Η ανάπτυξη του αθλητισμού συνδέε ται στενά με την ανάπτυξη της καπιταλιστικής βιομηχανικής εκμηχάνι σης. Ο σύγχρονος αθλητισμός, λοιπόν, είναι η τυπική σωματική δραστη ριότητα μιας βιομηχανικής κοινωνίας η οποία βασίζεται στην επιστημο νική οργάνωση της εργασίας και την πραγμαπσπκή πίστη στη γραμμική πρόοδο, σε μια πρόοδο που όπως πιστεύεται μπορεί να εξακολουθεί επ' αόριστον. Ποια είναι, λοιπόν, τα γνωρίσματα του αθλητισμού που αντα νακλούν τα χαρακτηριστικά της συνολικής κοινωνίας γενικά; 1. Ιδιωτική ιδιοκτησία, νόμος του κέρδους και ανταγωνισμός: εμπορευματικός ανταγωνισμός και αθλητικός ανταγωνισμός «Η σύγχρονη κοινωνία βασίζεται στον ανταγωνισμό», λέει ο Μαρξ στηνΛθλκ5τ77τα της Φιλοσοφίας και συνεχίζει στο Κεφάλαιο: «Ο ανταγω νισμός επιβάλλει τους εγγενείς στην παραγωγή νόμους σαν εξωτερι κούς καταναγκαστικούς νόμους». Το κυνήγι του καπιταλιστικού κέρ δους με βάση την ιδιωτική ιδιοποίηση γεννά τον πόλεμο όλων εναντίον όλων, τον αγώνα για ύπαρξη. Το μεμονωμένο άτομο πρέπει ν’ αγωνι στεί για να υπάρξει, να καταλάβει μια θέση, να «τακτοποιηθεί», να εξα σφαλίσει τη σταδιοδρομία του, μ’ άλλα λόγια, πρέπει να επιβληθεί σε βάρος των άλλων κι ενάντια στους άλλους. Η ιδεολογία του αυτοδημιούργητου ανθρώπου δεν είναι παρά μια μυθοποιημένη μετάθεση αυ τής της κατάστασης. Σ’ όλους τους τομείς της κοινωνικής και πολπισπκής ζωής, ο ανταγωνισμός παρεμβαίνει ανάμεσα στα άτομα και τις ομά δες με αναπόφευκτα αποτελέσματα: το μύθο της επιτυχίας, την επιθετι κότητα και τη σύγκρουση, τον εγωισμό και το ναρκισσισμό. Η δομική κυριαρχία της ιδιωτικής ιδιοκτησίας, θεμέλιο αυτού του ανταγωνισμού, περιορίζει την ανθρώπινη δραστηριότητα αποκλειστικά και μόνο στο κυνήγι του κέρδους, στη συσσώρευση κάθε είδους κερδών και ωφελη μάτων. Ο καπααλισπκός ανταγωνισμός εδραιώνεται ακόμη και στην επι στημονική έρευνα ή τη λογοτεχνική παραγωγή. Η πνευματική ιδιοκτησί α, τα συγγραφικά δικαιώματα απομονώνουν τον ένα δημιουργό απ’ τον άλλο και η καλυμμένη σύγκρουση διεισδύει στις ανθρώπινες σχέσεις. Μ' άλλα λόγια, ο συναγωνισμός και ο ανταγωνισμός διαστρεβλώνουν όλες τις ανθρώπινες σχέσεις, ακόμη και τις πιο στοιχειώδεις, όπως οι σχέσεις άντρα και γυναίκας (ας μην ξεχνάμε ότι θα μπορούσε κανείς να μιλήσει και για «σεξουαλικό αθληπσμό»!). Οι αμερικανοί ψυχολόγοι δεν άργησαν να διαπιστώσουν τις επιπτώσεις του αμερικάνικου τρόπου ζω ής πάνω στον ψυχισμό του ατόμου. Στο βιβλίο της, Η Νευρωτική Προ σωπικότητα της Εποχής μας, η Κάρεν Χόρνυ υπογραμμίζει τις αντιθέ σεις που προκαλεί ο γενικευμένος ανταγωνισμός. Το άτομο -και ο Φρόυντ το είχε ήδη διαπιστώσει- υποφέρει από μια νευρωτική ανάγκη ποσο 10______________________________________________________________
*Αθλητισμός. κουλτούρα και καταπίεση’
τικής και ποιοτικής σύγκρισης. Αυτός είναι ο γενικός κανόνας και ο αθλητισμός δεν είναι παρά η συστηματική διαστροφή του ενστίκτου για παιχνίδι απ’ τον ανταγωνι σμό. Είναι η πειραματική, μπορούμε να πούμε, θεωρία και πρακτική του διυποκειμενικού ανταγωνισμού. Ένας αμερικανός προπονητής δε δι στάζει, άλλωστε, να δηλώσει ειλικρινά: «Ο αμερικάνικος τρόπος ζωής είναι ένας υγιής ανταγωνισμός. Ολόκληρο το σύστημά μας βασίζεται στον ανταγωνισμό. Γιατί, λοιπόν, δε θα μπορούσαμε να τον χρησιμοποι ήσουμε στη σωμαπκή αγωγή;» (Μπαντ Ουίλκινσον). Ο ανταγωνισμός είναι, λοιπόν, η καθαυτή ουσία του αθλητισμού: είναι αυτό που του προσδίνει το συγκεκριμένο χαρακτήρα του και το δυναμισμό του. Ο αθλητισμός δεν κάνει τίπστ’ άλλο παρά να μεταθέτει τον κοινωνικό ανταγωνισμό στο επίπεδο της μη άμεσα παραγωγικής δραστηριότητας (κι αυτό ακριβώς τον διακρίνει απ’ την εργασία) του ελεύθερου χρόνου, της σχόλης, αλλά με μια μορφή αλλοτριωμένου παιχνιδιού. Ο αθλητικός ανταγωνισμός δεν είναι, όπως ο οικονομικός ανταγωνισμός, χαώδης, τυφλός και βάναυσος: είναι ορθολογικοποιημένος, έχει γίνει δηλαδή ηθικά αποδεκτός, έχει καναλιζαριστεί φαινο μενικά, δεν είναι παρά ένα παιχνίδι ελεύθερα επιλεγμένο και αποδεκτό: σε τελευταία ανάλυση, μπορούμε πάντα να σταματήσουμε τον αθλητικό ανταγωνισμό, πράγμα που δεν ισχύει για τον οικονομικό ανταγωνισμό γιαπ αυτός είναι ζωτικής σημασίας. Άρα, ο αθλητισμός δεν κάνει τίπστ’ άλλο παρά να αντανακλά, δηλαδή, σύμφωνα με τη διαλεκτική, ν' αναπα ράγει αλλοιώνοντάςτηντη βάση των ανθρώπινων σχέσεων στον καπι ταλισμό μέσω της οποίας η ανθρώπινη συναναστροφή, η συνύπαρξη, η ανταλλαγή δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν παρά μόνο με τον αντα γωνιστικό τρόπο που αποτελεί και την υπέρτατη πραγμοποίηση της εμπορευματικής μορφής, όπως αποδεικνύει ο Λούκατς. Η εμπορευμαπκή μορφή, λέει ο Λούκατς στο βιβλίο του Ιστορία και Ταξική Συνείδηση, «σαν κυρίαρχη μορφή των οργανικών ανταλλαγών μέσα σε μια κοινωνία, ασκεί αποφασιστική επίδραση σ’ όλες τις εκδηλώ σεις της ζωής. Αποτυπώνει τη δομή της σ’ ολόκληρη τη συνείδηση του ανθρώπου». Η δομή αυτή είναι η ποσοτική σύγκριση στην αγορά. Η εμπορευματική ανταλλαγή γίνεται σε συνάρτηση με μια ποσοτική σχέση: με το χρόνο εργασίας που ενσωματώνεται, υλοποιείται μέσω της αξίας-χρήμα. Στο χώρο της ποσότητας, δεν υπάρχει παρά περισσότερο ή λιγότερο και η ποσότητα είναι το πρωταρχικό μέτρο σύγκρισης. Η σύγκριση είναι, λοιπόν, μια απ’ τις τελεολογιες του ανταγωνισμού. Αυτή είναι που επι τρέπει τη διάταξη των αξιών σε μια αμφίδρομη γραμμική σειρά με βάση μια μεγαλύτερη ή μικρότερη ενσωμάτωση μιας κοινής αξίας (για το εμπόρευμα, ο χρόνος εργασίας- για τον αθλητή, η σωμαπκή επίδοση). ______________________________________________________________ 11
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μπερτό, Ζ. Μηρομ
Όπως λέει ο κ. Σερέν, καθηγητής σωματικής αγωγής: «Ο ανταγωνισμός είναι το εξής: να επιδιώκει κανείς να είναι ο πρώτος (κατάταξη), να νικάει έναν ανππαλο (νίκη), να επιτυγχάνει περισσότερα, σε δεδομένες περι στάσεις, απ’ όσα κατόρθωσαν να επιτύχουν οι άλλοι (ρεκόρ)». Σ' όλες τις περιπτώσεις, πρόκειται για σύγκριση: να είναι κανείς, ο πρώτος, ο νικη τής, ο καλύτερος. Επομένως, μέσω του αθλητισμού, το παιχνίδι, που αναμφίβολα ε μπεριέχει και κάποιο στοιχείο άμιλλας, πραγματοποιείται με την εισαγω γή του συστηματικού ανταγωνισμού, ποσοτικοποιείται από άποψη χώ ρου και χρόνου, και μετριέται με ολοένα μεγαλύτερη ακρίβεια. Ο αθλη τισμός, έγινε, λοιπόν, η αφηρημένη λογική του ανταγωνισμού, η τυπική συστηματοποίηση των νόμων, των αρχών, των κανόνων του ανταγωνι σμού. Επιπλέον, είναι αξιοσημείωτο ότι, ολοένα και πιο πολύ, έχουμε την τάση ν’ αναφερόμαστε στα άλλα κοινωνικά είδη ανταγωνισμού με αθλητικό τρόπο (λογοτεχνικό βραβείο, εκλογικός ανταγωνισμός). Ο αθληπσμός, όντας υπερδομή, αναπτύσσεται στο έδαφοςτων καππαλκπικών σχέσεων παραγωγής, αλλά έχει επίσης την τάση να αναπτύσσει και τη δική του κίνηση. Και η κίνηση αυτή τείνει προς μια ολοένα αυξανόμε νη νομική αυτονομία. Ο αθληπσμός γίνεται το τέλειο τυπικό μοντέλο για όλες τις μορφές ανταγωνισμού που ενδέχεται να εδραιωθούν μεταξύ των ανθρώπων. Αποτελεί την a priori συστηματοποίηση του ανταγω νισμού. 2. Η κοινωνική ιεραρχία: η κατάταξη και η κοινωνική επιλογή Η κοινωνία γενικά βασίζεται στην κοινωνική ιεραρχία, δηλαδή, στην κλιμακωτή διάταξη των ατόμων και των ομάδων στο εσωτερικό της κοι νωνικής πυραμίδας ανάλογα με την ταξική τους θέση. Η κοινωνική δομή είναι μια κάθετη δομή που η κυρίαρχη ιδεολογία της είναι η κοινωνική προώθηση, η προαγωγή, δηλαδή, η φαινομενική δυνατότητα αναρρίχη σης στις βαθμίδες της κοινωνικής πυραμίδας μέχρι την κορυφή. Η ιε ραρχία είναι η ουσία και η επίσημη καθαγίαση της ανισότητας μεταξύ των ανθρώπων. Είναι το θεμέλιο της καταπιεσπκής τάξης πραγμάτων, της σχέσης αφέντη-δούλου, της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρω πο. Αυτή η ιεραρχία χαρακτηρίζεται από τον τρόπο διαιώνισής της: την κοινωνική επιλογή και την κοινωνική κατάταξη. Για να διασφαλίσει την τάξη πραγμάτων, η κυρίαρχη τάξη είναι υποχρεωμένη να διασφαλίσει τις σχέσεις ανάμεσα στα διάφορα επίπεδα της ιεραρχίας. Πράγμα που, στην ουσία, το κατορθώνει με δύο μέσα τα οποία είναι, άλλωστε, συμπληρωματικά μεταξύ τους: με την κατάταξη και την επιλογή. Κατατάσσει τα άτομα, φαινομενικά ίσα καταρχήν, σε μιαν αύξουσα ή φθίνουσα σειρά ανάλογα με την ικανότητά τους. Το σύνθημα της ιεραρχίας είναι: καθένας στη θέση του. Το εξατομικευμένο άτομο έχει 12______________________________________________________________
‘Αθλητισμός, κουλτούρα και καταπίεση"
πάντα τη θέση που του πρέπει. Η ιεραρχία είναι ο θετικισμός της κατε στημένης τάξης πραγμάτων. Για να εδραιώσει τις βαθμίδες της, επιλέ γει, δηλαδή, διαλέγει προσεκτικά τα άτομα. Η ιεραρχία αναπαράγεται από μόνη της. Αυτά ακριβώς μας διδάσκει η ανάλυση όλων των γρα φειοκρατιών. Αυτό ακριβώς λέει κι ο Μαρξ με αφορμή την πρωσική γραφειοκρατία: «Τα άτομα πρέπει να αποδείξουν την ικανότητά τους περνώντας διαγωνισμούς»[4], Ο διαγωνισμός, η επιλογή δεν αμφισβη τεί φυσικά τις υπάρχουσες δομές. Στη σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία είναι δύσκολο να βρούμε έστω κι έναν τομέα που να μην υπακούει σ’ αυτόν το γραφειοκραπκό κανόνα. Το τυπικό μοντέλο δραστηριότητας που προτείνεται στο άτομο είναι η αναρρίχηση στις βαθμίδες της κοι νωνικής ιεραρχίας. Στον κρατικό μηχανισμό, στο στρατό, στην εκκλησία (στο σταλινικό μηχανισμό), στο πανεπιστήμιο, στη δημόσια διοίκηση, το άτομο έχει την ελπίδα (που συντηρείται με ιδιαίτερη επιμέλεια) να προαχθεί, ν’ ανέλθει στην κορυφή. Έτσι, η ιεραρχία τείνει να γίνει μια καθα ρή μορφή, φαινομενικά ανοιχτή σε όλους ανάλογα με τα προσόντα του καθενός: στην πραγματικότητα, όμως, καλύπτει το βαθύτερο περιεχό μενο: την πραγμαπκή ανισότητα των ατόμων. Σ’ όλες τις περιπτώσεις, αυτή η βασική αρχή επιτρέπει τη σταθερή διατήρηση της κοινωνικής συνοχής χάρη στην ελπίδα της επιτυχίας. Ο αθλητισμός - μπορούμε να πούμε με κάποια δόση ειρωνείας — είναι η ποίηση της ιεραρχίας, ο πνευματισμός της ιεραρχίας. Ο αθλητής κατατάσσεται αμέσως ανάλογα με την άξια του. Είναι τοποθετημένος στην κλίμακα των αθλητικών αξιών. Ο αθλητισμός καθιερώνει πάνω απ’ όλα την ιεραρχία των αξιών στη βάση της ορατής αντικειμενικότητας. Όπως λέει ο Ζ.-Π. Μπασταρντί: «Στον αθλητισμό, (...) οι ιεραρχήσεις είναι ακριβείς, αυστηρές, προφανείς, οπότε το πνεύμα ικανοποιεί την ανάγκη του για τάξη. (...)Ένα σύμπαν όπου ο Μπομπέ είναι ο καλύτερος ποδηλάτης του κόσμου, ο Ζάτοπεκ ο ταχύτερος δρομέας του κόσμου (...) είναι ένα σύμπαν με απόλυτη τάξη»[5]. Επομένως, ο αθλητισμός είναι πάνω απ’ όλα η ανπκειμενική καθαγίαση της αξίας πάνω στη βάση του ανταγωνισμού. Ο καλύτερος είναι αυτός που κερδίζει. Όπως λέει ο Ζ.-Π Μπασταρνπ: «Ο δυνατός άντρας, που έγινε ήρωας, εισάγει στον κόσμο την τάξη της λογικής». Ο νεαρός αθλητής, που αφιερώνεται στον ανταγωνιστικό αθλητισμό, μπορεί να ελπίζει ότι θα ανέλθει όλες τις βαθμίδες της αθλητικής ιεραρχίας μέχρι να γίνει μέλος αυτής της αριστοκρατίας με το φωτοστέφανο του γοή τρου που είναι η ομάδα των πρωταθλητών. Να γιαπ ο αθλητισμός γνωρίζει τη διαρκή αναγέννηση της ιδεολο γίας του αυτοδημιούργητου ανθρώπου (βλ./Μιμούν): του ανθρώπου που προοδεύει χάρη στην ισχυρή του θέληση και τις προσπάθειές του. Ο ηρωικός πρωταθλητής είναι εκείνος που, με ιδεολογικούς όρους, έχει ______________________________________________________________ 13
Φ. Γκαντερέ, Π. ΛακιγιομΙ, Ζ. Μπερτό, Ζ. Μπρομ
εργαστεί πολύ και υπομονετικά κι έχει περάσει απ' όλες -πς διαβαθμσεις της δόξας: από ταπεινός πρωταθλητής της ακαδημίας μέχρι ολυμπιονίκης. Σ’ όλες τις περιπτώσεις, χάρη στον αθλητισμό, υπάρχουν φυσικές αξίες με καθολική αναγνώριση: ξέρουμε αμέσως ποιος είναι ο καλύτε ρος. Αλλωστε, αυτή η τάση κοινωνικής ανπκειμενικοποίησης των αξιών είναι η κυρίαρχη ιδεολογία των μέσων μαζικής ενημέρωσης: κοινοποιεί ται αμέσως ο κατάλογος των δίσκων και των βιβλίων με τις μεγαλύτερες πωλήσεις, ο κατάλογος των πιο διάσημων ή δημοφιλών πολιτικών. Απονέμονται βραβεία για δίσκους καθώς και λογοτεχνικά βραβεία οργανώ νονται διαγωνισμοί ομορφιάς, σωματικής δύναμης καθώς και απειρά ριθμα ραδιοφωνικά παιχνίδια. Ο αθλητισμός συμμετέχει σ' αυτή την νευρωτική ιδεολογία της με κάθε τίμημα αποτίμησης, της αναγνωρισμέ νης αξιοποίησης. 3. Η αντικειμενικοποίηση του κέρδους και η μέτρηση Στα πλαίσια μιας καπιταλιστικής οικονομίας, δηλαδή, μιας γενικευμένης εμπορευμαπκής οικονομίας, το εμπόρευμα εκπροσωπεί στην α γορά την αντικειμενικοποίηση της παραγωγής: το προϊόν. Η ποσότητα των παραχθέντων εμπορευμάτων είναι το κριτήριο-αναφορά της παρα γωγής, το μέτρο της ανάπτυξής της, της προόδου της. Στα πλαίσια μιας ανταγωνιστικής οικονομίας, ο ιδιώτης παραγωγός πρέπει να μπορεί να υπολογίζει την παραγωγή του με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια. Άρα, πρέπει να μπορεί να την ανπκειμενικοποιεί. Αυτή η αντικειμενικοποίηση των αποτελεσμάτων είναι τυπικό καπι ταλιστικό φαινόμενο. Ο καπιταλισμός εισήγαγε σ’ όλες τις ανθρώπινες σχέσεις, σ’ όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής, την ποσσπκοποίηση, τη μέτρηση (δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι η αμερικανική ψυχολογία έχει δώσει ιδιαίτερη έμφαση στην ποσσπκοποίηση των ψυχι κών εκδηλώσεων, στη μέτρηση των επιτευγμάτων, κλπ.). Ένας κοινω νιολόγος, ο Π. Σορόκιν, χαρακτηρίζει αυτή τη μανία σαν ποσοτικοφρένια ή τεστομανία. Διεισδύει παντού, διαπερνά τα πάντα. Μετρείστε, αυτό είναι το σύνθημα. Μόνο η μέτρηση επιτρέπει τη διατύπωση κρίσεων. Πρόκειται γι αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε θετικισμό του αποτελέσματος. Δεν είναι παρά η έκφραση της δομικής κυριαρχίας της ανταλλακτικής αξίας πάνω στην αξία χρήσης. Επειδή ο αφηρημένος χρόνος εργασίας, που μετριέται ποσοτικά, είναι η σάρκα και το αίμα της ανταλλακτικής αξίας, αντιλαμβανόμαστε ότι η μετρούμενη ποσότητα είναι η κυρίαρχη κατηγορία της παραγωγής και, έμμεσα, της κοινωνικής ζωής. Όπως λέει ο Μαρξ: «Δεν τίθεται πια θέμα ποιότητας. Η ποσότητα και μόνο αυτή αποφασίζει για όλα». Ο αθλητισμός είναι η τέλεια αντανάκλαση αυτής της καλπάζουσας ποσοτικοφρένιας. Ο σύγχρονος αθλητισμός, με την ευρύτερη έννοια 14______________________________________________________________
"Αθλητισμός, κουλτούρα και καταπίεση’
του όρου. όχι μόνο γεννήθηκε παράλληλα με την καπιταλιστική βιομη χανική κοινωνία, αλλά ακόμη και η ανάπτυξή του χαρακτηρίζεται απ' τη σταδιακή εισαγωγή της μέτρησης, δηλαδή, της ποσοτικής αντικειμενι κότητας. Ο αθλητισμός, λοιπόν, συμμετέχει σ' αυτή τηντυπική καπιταλι στική δομή: στην ανπκειμενικοποίηση. Πράγματι, η πρωταρχική σημα σία του αθλητισμού είναι το αποτέλεσμα: αυτό καθαυτό το γεγονός της νίκης ή της χρονομέτρησης. Ο αθλητής αξίζει όσο και το αποτέλεσμά του και όλη του η δραστηριότητα εξαρτάται απ’ τις πιθανές επιδόσεις του. Το μόνο που υπολογίζεται είναι το αποτέλεσμα: το αποτέλεσμα είναι η αποθέωση τον ποσοτικού. 'Οπως λέει ο Ζ.-Π. Μπασταρντί: «Μετα τρέπει την κρίση σε καθαυτό αντικειμενικό γεγονός ενάντια στο οποίο δεν μπορεί να ειπωθεί τίποτε. (...) Στην ουσία, το ποσοτικό γίνεται εύκο λα αντιληπτό αμέσως γιατί είναι κάτι έξω από μας, που έχει αξία για όλο το κόσμο. (...) Σ’ αυτό το επίπεδο, λοιπόν, ο αθλητισμός προσφέρει τερά στιες δυνατότητες διεξόδου. Δημιουργεί μια αδιαμφισβήτητη προσωπι κότητα: τον πρωταθλητή. Ο πρωταθλητής είναι ακριβώς ο πρώτος, ο πιο δυνατός. Κι ένας πρωταθλητής μπορεί να μετρηθεί. Το «στέμμα» του φτιάχνεται από α ριθμούς: μέτρα, εκατοστά, λεπτά, δευτερόλεπτα. Δεν υφίσταται αμφι σβήτηση. Ο πρωταθλητής είναι ένα συγκεκριμένο γεγονός, σχεδόν ένα πράγμα. Ο πρωταθλητής των 400 μέτρων, ο νικητής του Γύρου της Γαλλίας, είναι τόσο φανερός όσο και μια πέτρα. Κανείς δεν μπορεί να τοναρνηθεί». Επομένως, ο αθλητισμός, και στη συγκεκριμένη περίπτωση, το μό νο που κάνει είναι ν' αντανακλά τη διαδικασία ανπκειμενικοποίησης της εργασίας χάρη στην εισαγωγή του ποσοτικοποιημενού χρόνου, του εμπορευμαπκού χρόνου, του μισθωμένου χρόνου. Στη μισθωτή εργασία, η δραστηριότητα του ανθρώπου περιορίζεται στην εργασιακή του δρα στηριότητα και αυτή στο προϊόν της που μετριέται και ποσατικοποιείται ανπκειμενικά. Η ανπκειμενικοποίηση της εργασίας είναι τέτοια που, σύμ φωνα με την έκφραση του Μαρξ, [6]«...οι άνθρωποι παραμερίζονται ε νώπιον της εργασίας, η κίνηση του εκκρεμούς γίνεται το ακριβές μέτρο της αντίστοιχης δραστηριότητας δύο εργατών όπως ακριβώς συμβαίνει και με την ταχύτητα δύο οχημάτων. Δεν πρέπει, λοιπόν, να λέμε ότι μια ώρα εργασίας ενός ανθρώπου είναι ίση με μια ώρα ενός άλλου ανθρώ που, αλλά ότι ένας άνθρωπος μιας ώρας είναι ίσος μ' έναν άλλο άνθρω πο μιας ώρας. Ο χρόνος είναι το παν, ο άνθρωπος δεν είναι πια τίποτε. Στην καλύτερη περίπτωση είναι το κέλυφος του χρόνου. Δεν τίθεται πια θέμα ποιότητας. Η ποσότητα και μόνον αυτή αποφασίζει για όλα». Η αξιόλογη αυτή ανάλυση ανταποκρίνεται μ’ εκπληκτικό τρόπο στην περί πτωση του αθλητισμού. Στην ουσία, η γενικότερη πορεία του αθλητι σμού καθορίζεται απ’ την εισαγωγή του χρόνου «και της αποδοτικότη______________________________________________________________ 15
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μπερτό, Ζ. Μπρομ
τας που τον συνοδεύει στο μέτρο που αυξάνεται ο ρόλος του ρολο γιού», όπως επισημαίνει ο Μ.-Ζ. Αμσλέρ[7]. Και ο χρόνος αυτός είναι ο χρόνος που μετράει τα ρεκόρ, δηλαδή, χρόνος ορθολογικός, μηχανι κός, γραμμικός. Όντως, η πιστή και επαρκής ποσοτικοποίηση των απο τελεσμάτων απαιτεί «την αναφορά στον ανπκειμενικό χρόνο και τη χρο νομετρία» (Μ. Μπουέ). Και, όπως αναφέρει ο ίδιος συγγραφέας: «Ξέ ρουμε πόσο μεγάλη ακρίβεια επιδιώκεται κατά τη μέτρηση του χρόνου στον αθλητισμό και πως, σ’ ορισμένα αγωνίσματα, ενισχύεται η τάση για την εφαρμογή της αυτόματης χρονομέτρησης»[8]. Απ’ αυτή την άποψη, θα μπορούσαμε να διαμορφώσουμε μια κοινωνιολογίατου αθλητισμού ως προς τη μέτρηση που εφαρμόζεται στον αθλητισμό. 4. Τεχνική αποδοτικότητα: βιομηχανική εκμηχάνιση και αθλητισμός Η παραγωγή συνδέεται με την έννοια της παραγωγικότητας της εργασίας. Η καπιταλιστική ανάπτυξη είναι, μεταξύ άλλων, η ανάπτυξη αυτής της παραγωγικότητας που συνδέεται με την ανάπτυξη της βιομη χανικής εκμηχάνισης. Στα πλαίσια μιας οικονομίας του κέρδους, η φρονπ'δα για την παρα γωγικότητα της εργασίας είναι καθαρά ιδιστελής: αφορά τη δημιουργία της σχετικής υπεραξίας. Από δω απορρέει και η σπουδαιότητατης ορ γάνωσης της εργασίας με επιστημονικό τρόπο (τεϊλορισμός), της αύξη σης της αποδοτικότητας της παραγωγικής δύναμης. Η αρχή της αποδοτικότητας: αυτή είναι η δομική αρχή της οικονομίας του κέρδους. Η ολοένα πιο ταχύρυθμη παραγωγή. Η καπιταλιστική πρόοδος συμβολί ζεται ιδεολογικά με την ποσοτική αύξηση της παραγωγής, που επικρα τεί η άποψη ότι μπορεί να συνεχίζεται επ’ άπειρον και με αρμονικό τρό πο. Η τεχνική εκμηχάνιση είναι ο κινητήριος μοχλός της ανάπτυξης (σε άμεση συνάρτηση, φυσικά, με την πάλη των τάξεων που προσανατολίζει αυτή την ανάπτυξη) ■η πάλη ενάνπα στο χρόνο, η έκφρασή της. Ο καπι ταλισμός γέννησε μια καινούρια ιδέα, «την ιδέα της αποδοτικότητας, δηλαδή της σχέσης χρόνος-εργασία-παραγωγή», όπως λέει ο Μ.-Ζ Αμσλέρ. Όλη η παραγωγή έγινε, λοιπόν, ένας αγώνας για την αύξηση της αποδοτικότητας, με τη βελτίωση της τεχνικής, μετηναύξουσατεχνικοποίηση της παραγωγής. Όπως λέει ο Μαρκούζε: «Οι τεχνικές μέθοδοι παρέχουν αυτή καθαυτή τη βάση της προόδου, η τεχνολογική ορθολο γικότατα παρέχει το μοντέλο πνεύματος και συμπεριφοράς για τα παρα γωγικά επιτεύγματα» [9]. Αυτόντο δυναμισμό τον ξαναβρίσκουμε αυτούσιο στον αθλητισμό. Η ανθρώπινη σωματική πρόοδος αντικειμενικοποιείται με την πρόοδο των αθλητικών επιδόσεων. Η πρόοδος αυτή είναι γραμμική και ανιούσα: η εξέλιξη είναι σταθερή και προς το παρόν δεν ξέρουμε τι είναι αυτό που θα μπορούσε να τη σταματήσει - τ α όρια συνεχώς απομακρύνονται, τα 16_____________________________________________________________
'Αθλητισμός, κουλτούρα και καταπίεση'
εμπόδια συνεχώς ξεπερνιούνται. Η έννοια της προόδου προϋποθέτει και την έννοια της απεριόρι στης εξέλιξης. Εδώ ακριβώς στηρίζεται και ο μακάριος, θετικιστικός οπτιμισμός ορισμένων ειδικών του αθλητισμού. Η ανθρώπινη πρόοδος τοποθετείται κατά τη γνώμη τους στο επίπεδο ενός συγκεκριμένου γε γονότος: μέτρο, δευτερόλεπτο, κιλό. Ένας καθηγητής σωμαπκής αγω γής σχολιάζει ως εξής τις αθλητικές προόδους που επιτεύχθηκαν απ’ τις γυναίκες κατά την περίοδο μεταξύ των Ολυμπιακών του Ελσίνκι και της Ρώμης[10]: «Μένουμε εκστατικοί μπροστά στη διαρκή άνοδο των επι δόσεων που πραγματοποιήθηκαν. Δεν περνάει μέρα που να μην καταρριφθεί ένα ολυμπιακό ρεκόρ, ένα παγκόσμιο ρεκόρ. Σ’ αυτή την εντυπω σιακή επίδειξη ποιοτικής σωματικής ανάπτυξης, που συνδέεται και με μια σταθερή προσπάθεια βελτίωσης της τεχνικής, έχουν συμβάλλει και οι γυναίκες». Σ’ όλα τα αγωνίσματα, «το ολυμπιακό ρεκόρ καταρρίφθηκε, άρα η πρόοδος είναι αναμφισβήτητη. Αποδεικνύεται όχι μόνο με τις επιδόσεις που πραγματοποιήθηκαν απ’ τις νικήτριες των ολυμπιακών αγώνων, αλλά και με το επίπεδο όλων γενικά των αθλητριών που πήραν μέρος. (...) Μέσα σε οχτώ χρόνια, η διαφορά είναι τεράστια». Αυτή η τυπική γνώμη χαρακτηρίζει πραγματικά τον αθλητισμό: η ανθρώπινη σωματική πρόοδος είναι η άνοδος των επιδόσεων η τεχνική είναι το βασικό μέσο για την τελειοποίηση. Ο αθλητισμός, κι εδώ επίσης, είναι η διαστροφή του παιχνιδιού με τη συστηματική εισαγωγή της σωματικής αποδοτικότητας. Ο αθλητι σμός είναι η θεωρία και η πρακτική του σώματος ως μέγιστη αποδσπκόπγτα. Έγινε η πειραματική επιστήμη της σωματικής αποδοτικότητας. Από πολιτική άποψη, ο παγκόσμιος ανταγωνιστικός αθλητισμός έγινε ένας αγώνας για αποδστικότητα στον όποιο συμμετέχουν 15.000 αθλη τές των διαφόρων εθνικών ομάδων. Η τεχνική και η σωμαπκή εξάσκηση των αθλητών, από δομική άπο ψη, αποδέχεται τη βασική αρχή της λειτουργίας της καπιταλιστικής πα ραγωγής, την ορθολογικοποίηοη μέσω του συστηματικού υπολογισμού. Στα πλαίσια ενός βιομηχανικού πολιτισμού των πόλεων, που ολοένα περισσότερο κυριαρχείται απ’ την εκμηχάνιση και την αυτοματοποίηση, «οι τεχνικές του σώματος», σύμφωνα με την πασίγνωστη φράση του Μ. Μως [ 11 ] , έχουν την τάση να εξομοιώνονται ουσιασπκά με τις κινήσεις και τις μετατοπίσεις που εκτελεί η μηχανή. Οι κινήσεις του σώματος είναι ταυτόσημες με τις κινήσεις της μηχανής. Στα πλαίσια της αυξανόμενης ορθολογικοποίησης της μηχανικής διαδικασίας της εργασίας, η εργασί α κατακερματίζεται, αποσυντίθεται σε συγκεκριμένα στοιχεία, σε αυτονομημένους επιμέρους χειρισμούς. Πράγμα που αναπόφευκτα συνεπά γεται ότι <<τα υποκείμενα πρέπει κι αυτά επίσης να αποσυντεθούν ορθο λογικά με ανάλογο τρόπο» (Λούκατς): οι κινήσεις του σώματος είναι ______________________________________________________________ 17
Φ. Γκαιαερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μπερτό, Ζ. Μπρομ
τμημαπκοποιημένες, στερεστυποποιημένες, ανπκειμενικοποιημένες λες και είναι μηχανισμοί. «Ενσωματωμένος σαν μηχανοποιημένο εξάρτημα σ’ ένα μηχανικό σύστημα» (Λούκατς), ο εργαζόμενος βλέπει τις κινήσεις του ορθολογικοποιημένες, διαχωρισμένες με ακρίβεια απ’ το σύνολο της προσωπικότητάς του, να γίνονται μια συγκεκριμενοποίηση, μια απο κρυστάλλωση του χώρου, δηλαδή, να καναλιζάρονται στο χώρο, να κωδικοποιούνται. Αυτή τη μηχανική ορθολογικοποίηση την ξαναβρίσκου με στον αθλητισμό, που αποτελεί την ακραία ορθολογικοποίηση της φυσικής κίνησης. Η αύξηση της σωματικής αποδοτικότητας προϋποθέτει σήμερα τέσ σερις διαδικασίες. α) Μια ορθολογική εντατική, συνεχή, προοδευτική προπόνηση Με τον ίδιο τρόπο που τώρα πια θεωρείται ξεπερασμένος ο βιοτεχνισμός όσον αφορά την παραγωγή, πρέπει να δεχτούμε ότι ως προς τον αθλητισμό έχουμε μπει, όπως λέει ο Ζ. Μπομπέ, σε μια περίοδο που «χαρακτηρίζεται απ’ το τέλος της φαντασίας, του αυτοσχεδιασμού, όλων όσων συνιστούσαν βιοτεχνισμό στο χώρο του αθλητισμού»[12], Πράγμαπ, πάντα σύμφωνα με τον Ζ. Μπομπέ, «για να πλησιάσουμε την τελειότητα, για να βελτιώσουμε την αποδοτικότητα του ανθρώπου, δεν έχουμε πια το δικαίωμα της διασκέδασης». Ο αθλητισμός έγινε μια σοβαρή δραστηριότητα που ενεργοποιεί το άτομο στο σύνολό του. Ο αθλητής προπονείται όλο το χρόνο. Το σύνολο της πραγματοποιημένης εργασίας έχει συχνά γιγανπαίες διαστάσεις. Η προπόνηση γίνεται ολο ένα πιο εντατική και, όπως φαίνεται, βρισκόμαστε μόνο «στο τέλος της εμπειρικής προετοιμασίας»! Σήμερα, δεν είναι ψέμα αν πούμε ότι υπάρ χουν αθλητές-δεσμώτες που τρέχουν στο στίβο απ' το πρωί ως το βρά δυ. Ορισμένοι δρομείς τρέχουν εύκολα 30 χιλιόμετρα την ημέρα! Ορι σμένοι αμερικανοί κολυμβητές μένουν μόνιμα μέσα σε μια πισίνα. Το ρομπότ του αθλητισμού είναι έτοιμο να γεννηθεί. β) Μια αυξανόμενη τεχνικοποίηση Σ’ όλους τους τομείς, η επιλεγόμενη τεχνική είναι αυτή που είναι πιο αποτελεσματική, πιο αποδοτική. Το χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού του φαινομένου είναι, στην περίπτωση του σκι, η υιοθέτηση απ’ όλους τους σκιέρ της λεγάμενης στάσης του αυγού. Η στάση αυτή, σύμφωνα με την έκφραση ενός απ’ τους εμπνευστές της, του Μ.-Ζ. Ζουμπέρ, είναι «η πιο αεροδυναμική στάση για τον σκιέρ». Επιτρέπει το «μέγιστο της αποτελεσμαπκότητας». Όλο το σώμα του αθλητή, λοιπόν, ενεργοποιεί ται με τεχνικό τρόπο. Τίποτε δεν αφήνεται πια στην τύχη. Η επιδίωξη της αποδοτικότητας συνεπάγεται την τεχνική αγωγή ολόκληρου του σώμα τος. Και τα πιο ασήμαντα ακόμη μέλη του σώματος χρησιμοποιούνται 18_____________________________________________________________
“Αθλητισμός, κουλτούρα και καταπίεση"
ορθολογικά. Το σώμα γίνεται πια αντιληπτά από καθαρά εργαλειακή άποψη. Η καθαυτή οργανικότητα του σώματος εξαλείφεται και ολόκλη ρο το σώμα γίνεται ένα τεχνικό εργαλείο προς χρησιμοποίηση, μετατρέπεται σ’ εργαλείο για πολλές χρήσεις. Στη φυσική οργανικότητα του σώματος υποκαθίσταται, προστίθεται η πραγματιστική τεχνικότητα των χρήσιμων κινήσεων. Επιπλέον, ο α θλητής υποτάσσει το σώμα του στον υπολογισμό, όπως κι ο καπιταλι στής την παραγωγή του. Ο υπολογισμός, όπως και η μέτρηση, είναι μια ουσιαστική πλευρά της αρχής της αποδοτικότητας. Όπως λέει κι ο Λού κατς, η αρχή της αποδστικόττττας είναι «η αρχή της ορθολογικοποίησης που βασίζεται στον υπολογισμό, στη δυνατότητα υπολογισμού». Η ενό τητα της αθλητικής διαδικασίας καθορίζεται απ’ τον καθαρό υπολογι σμό. Οι τεχνικές κινήσεις, «καθώς εκτυλίσσονται στον αφηρημένο χρόνο που μπορεί να μετρηθεί επακριβώς, στο χρόνο που έχει γίνει ο χρόνος της φυσικής», πρέπει να υπολογίζονται «όπως υπολογίζουμε και την προβλεπόμενη εργασία που εκτελεί μια μηχανή». Το σώμα του αθλητή ολοένα και πιο πολύ υποβιβάζεται σε μηχανικό όργανο που υπακούει στους νόμους της κινημαπκής και της βαρύτητας. Το σώμα του αθλητή εντάσσεται σε μια αφηρημένη, μαθηματική χωροχρονικότητα ακόμη κι ο σφυγμός της καρδιάς δεν είναι πια η υπαρξιακή διάρκεια των βιωμένων συναισθημάτων, έχει γίνει ο χώρος των καταγραφόμενων αθλητι κών σφυγμών που καταμετρούνται ανάλογα με την μετατόπιση της βε λόνας του χρονομέτρου, το σημείο συνάντησης των επιμέρους προσπα θειών. γ) Η αθλητική υπερεξειδίκευση Η αθλητική εξειδίκευση είναι ολοφάνερο γεγονός: δεν μιλάμε απλά για ξιφασκία αλλά για χρήση ξίφους ή σπάθας, κλπ. Ο σκιέρ ειδικεύεται στο σλάλομ ή στην απλή κατάβαση, ο δρομέας ταχύτητας διαλέγει τα 200 ή τα 100 μέτρα... Αυτή η εξειδίκευση είναι η πιο άμεση συνέπεια της αρχής της αποδοτικότητας, που επιβάλλει, επίσης και τον συνεχώς εντεινόμενο καταμερισμό του καταμερισμού της εργασίας. Η παραγω γικότητα συνεπάγεται την ξέφρενη εξειδίκευση. Στην «κατακερματισμέ νη εργασία» του Φρηντμάν, την ορθολογικοποιημένη απ’ τον καπιταλι στικό υπολογισμό, αντιστοιχείτο κατακερματισμένο, υπερεξειδικευμένο άτομο, παθητικός και αποκλειστικός φορέας μιας επιμέρους λειτουρ γίας που υποβάλλεται σε ύψιστη αποδοτικότητα. Αυτά τα χαρακτηριστικά τα ξαναβρίσκουμε αυτούσια στην περίπτω ση του αθλητισμού. Στην εργασία, όπως και στον αθλητισμό, το υλικό άτομο μερίζεται, μετατρέπεται σε αυτοματοποιημένο εξάρτημα μιας ε πιμέρους εργασίας, ατροφεί σε τέτοιο σημείο που καταντάει ανωμαλία, τερατώδης αύξηση μιας εργασιακής ή αθλητικής ικανότητας που ωθεί ______________________________________________________________ 19
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μπερτό, 1. Μπρομ
ται μέχρι τα έσχατα όρια της ανάπτυξής της. Υπάρχει μια σημαντική αναλογία ανάμεσα στην παραγονηκή ανπκειμενοποίηση μιας υπεραναπτυγμένης ικανότητας και στην πραγμοποίηση της εργασιακής δύνα μης που μετασχηματίζεται σε πράγμα. Τόσο στη μια όσο και στην άλλη περίπτωση, υπάρχει «μια ιδιότητα (ή ένα σύμπλεγμα ιδιοτήτων) που αποσπάται απ’ το σύνολο της προσωπικότητας, ανηκειμενοποιείται σε σχέση μ’ αυτήν και γίνεται πράγμα, εμπόρευμα» (Λούκστς). Επομένως, οι αθλητικές ικανότητες γίνονται πράγματα (που ο αθλητής τ ’ αξιοποιεί στην αθλητική αγορά συγκρίνοντάς τα με άλλα ομοειδή πράγματα χάρη στη μεσολάβηση του ανταγωνισμού). Υπενθυμίζω ότι η, ίσως λίγο υπερ βολική , έννοια της αθλητικής αγοράς δεν είναι κάη το ανύπαρκτο. Υπάρχει όντως μια αγορά για τους αθλητές (για τους ποδοσφαιριστές, λογουχάρη, που διατιμώνται σαν εμπορεύματα και πωλούνται με συμβό λαιο) . Ο αθλητής δεν είναι πια ο φορέας των αθληπκών ικανοτήτων του. Αυτές αναπτύσσουν από μόνες τους την εξωτερική τους νομιμότητα. Όπως λέει πάντα ο Λούκατς: «Δεν συνδέονται πια μόνο με την οργανική ενότητα του ατόμου, αλλά εμφανίζονται σαν ανπκείμεναπου κατέχει ο άνθρωπος και τα εξωτερικεύει όπως ακριβώς και τα διάφορα αντικείμε να του εξωτερικού κόσμου». Είναι ανώφελο να επιμένουμε σ’ αυτό το γεγονός: οι περισσότεροι αθλητές φρονπ'ζουν για τις κλειδώσεις τους, για τους μυς τους, λες και πρόκετται για τις καταθέσεις τους στην τράπε ζα -σε τέτοιο σημείο μάλιστα που συχνά τους απαγορεύεται να κάνουν σκι ή να παίζουν ποδόσφαιρο, όταν το θέλουν για να μη διακινδυνεύ σουν τίποτε. Αυτή η αθλητική αλλοτρίωση, που χρειάζεται εμβριθέστατη μελέτη, φτάνει στο αποκορύφωμά της με την ασφάλιση που κάνουν ορισμένοι αθλητές για τα πόδια τους, τα μπράτσα τους... Η σάρκα και το αίμα έγιναν όντως πράγματα. δ) Η μεθοδική επιλογή των αθλητών: ο αθλητικός σταχανοβισμός Στις μέρες μας, ο αθληπσμός είναι η συστηματική επιλογή μιας ελίτ πρωταθλητών ικανών να πετύχουν όσο γίνεται καλύτερες επιδόσεις. Σ’ όλες τις χώρες του κόσμου, η αναζήτηση των νεαρών που θα γίνουν πρωταθλητές αρχίζει να γίνεται μεθοδικά. Μετά από ορισμένες διαδοχι κές δοκιμασίες επιλογής, βρίσκεται τελικά εκείνος που θα έχει την τύχη να είναι ο εκλεκτός. Αυτός που θα πρέπει ν’ ακολουθήσει πιστά το προτεινόμενο πρόγραμμα για την προπόνησή του, τους προβλεπόμενους αγώνες, την προετοιμασία για τους ολυμπιακούς αγώνες. Να τι λέει ένας αμερικανός προπονητής που ήδη αναφέραμε (ο Μπαντ Ουίλκινσον): «Αρχίζουμε να προετοιμάζουμε τη φόρμα των αγοριών μας κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού δίνοντάς τους γραπτές οδηγίες. Τους λέμε ότι πρέπει να έχουν συγκεκριμένο βάρος όταν θα παρουσιαστούν την 1η Σεπτεμβρίου. Τους λέμε πόσους δρόμους ταχύτητας πρέπει να κά 2 0 ______________________________________________________________
"Αθλητισμός, κουλτούρα και καταπίεση'
νουν. Όλοι οι παίκτες τηρούν με θρησκευτική ευλάβεια αυτές τις εντο λές τον τελευταίο ενάμιση μήνα του καλοκαιριού. Είναι τόσο μεγάλος ο συναγωνισμός για τη διεκδίκηση μιας θέσης στην ομάδα μας που κάθε παίκτης ξέρει ότι αν δεν κάνει κάπ τέτοιο δεν πρόκειται να παίξει ποδό σφαιρο στην Οκλαχόμα». Νομίζω ότι δεν είναι υπερβολή να υπενθυμίσω τι έλεγε ο Τέιλορ: αυτό που έχει σημασία «είναι η επακριβής εκτέλεση των εντολών που δίνονται, ακόμα και σπς μικρότερες λεπτομέρειές τους».
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ Αποσιώπησα πολλά σημεία. Προσπάθησα απλά να κάνω μια πρώτη προσέγγιση. Πιστεύω ότι ο αθλητισμός θα γνωρίσει σημαντική ιδεολο γική ανάπτυξη και ότι είναι καθήκον του μαρξιστή αγωνιστή ν’ ασκήσει μεθοδική κριτική σ’ ένα κοινωνικό φαινόμενο που παίρνει τόσο σημαντι κές πολιτικές διαστάσεις. Αν επέμεινα τόσο πολύ στη δομική σύγκριση, στη σαφή αναλογία που υπάρχει ανάμεσα σπς καπιταλισπκές κοινωνι κές αρχές και τον αθλητικό δυναμισμό, αυτό οφείλεται στο γεγονός όπ πιστεύω πως είναι πολύ σημανπκό να πείσουμε εκείνους τους «μαρξι στές» που θεωρούν εφικτή την «αναμόρφωση» του αθλητισμού. Υπαι νίσσομαι εδώ πολλούς συντρόφους, που ανήκουν στο Κ.Κ.Γ. Για να μη φανεί εντελώς «αρνητική», «καταστροφική», η εργασία αυτή θα έπρεπε ν’ ασχοληθεί διεξοδικά με τη διαμόρφωση μιας κουλτούρας του σώμα τος που δε θα είναι καταπιεσπκή, που δε θα βασίζεται, δηλαδή, σε μια αλλοτριωμένη αρχή της πραγματικότητας, στην αρχή της αποδσπκότητας, αλλά στην αρχή της ηδονής του παιχνιδιού. Απ' αυτή την άποψη, η κριτική της αλλοτρίωσης του ανθρώπου μέσω του αθλητισμού θα μου επέτρεπε να εξετάσω τα εξής θέματα: - σχεδιασμένη οργάνωση της ανθρώπινης υπόστασης: προετοιμασία για την εργασία - καταπιεσμένη σεξουαλικότητα: αποδοχή της ματαίωσης της ηδονής· - παρατεταμένη νηπιακότητα: υποταγή στην εξουσία του προπονητή· - διαμόρφωση του χαρακτήρα: αθλητική ηθική και υγιεινή- υγιής και φτηνός ελεύθερος χρόνος: πολιτισμός του ελεύθερου χρό νου σε ενιαία τιμή. Τέλος, για να είναι πλήρης, η εργασία αυτή θα έπρεπε ν’ αναλύσει τον αθλητισμό, στη Γαλλία, κυρίως από πολιτική άποψη: - το εθνικό δόγμα αθληπσμού - η σημασία του Υπουργείου Νεότητας και Αθλητισμού - η στάση του Κ.Κ.Γ. ως προςτα θέματα του αθλητισμού - η ιδεολογία της διεθνούς αθλητικής συναδέλφωσης - η κρατικοποίηση του αθλητισμού και ο ολυμπιακός προγραμμαπσμός. ______________________________________________________________ 21
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μπερτό, Ζ. Μπρομ
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ [1] Παρίσι, Gallimard, «Idees», 1964. [2] Κ Μαρξ, «Η Γερμανική Ιδεολογία». [3} Κ. Μαρξ, «Το Κεφάλαιο», Τόμος I. [4} Κ. Μαρξ, «Κριτική στη Χεκελιανή Φιλοσοφία του Κράτους». [5] J. P. Bastardy, «Education du corps», Ed. Fleurus. [6] Κ. Μαρξ, «Η Αθλιότητα της Φιλοσοφίας». [7] Μ. J. Amsler, «Education Physique et Sport», No 67-68. [8] Στο ίδιο. [9] X. Μαρκούζε, «Ο Σοβιετικός Μαρξισμός», Εκδ. Καστανιώτη. [10] Μ. Viala, «Education Physique et Sport», No 52. [11] M. Mauss, «Sociologie et Anthropologie», Παρίσι, P.U.F. [12] Αναφέρεται απ' τον Magnane, ό.π. 22
ΠΙΕΡ ΑΛΓΚΙ ΓΙΟΜΙ Για μια θεμελιακή κριτική του αθλητισμού Πρόθεσή μας είναι να παρουσιάσουμε μια γενική εικόνα της κοινωνικοπολιτικής ανάλυσης για τον αθλητισμό έτσι όπως αυτή επιχειρείται σήμερα απ’ τους αγωνιστές που επικαλούνται το μαρξισμό. Η ανάλυση αυτή γίνεται απ' τη σκοπιά του ιστορικού υλισμού, απ’ τη σκοπιά της ταξικής πάλης του προλεταριάτου. Από μεθοδολογική άποψη, ο αθλητισμός είναι μια πραγματικότητα πολύπλοκη ως προς τη διερεύνησή της και δύσκολα τοποθετείται με ακρίβεια μέσα στη δομή του κοινωνικού είναι. Το γεγονός αυτό εξηγεί και τις διάφορες προοπτικές απ’ τις οποίες τον προσεγγίσαμε. Στο ση μείο αυτό, θα προσπαθήσουμε να συστηματοποιήσουμε ορισμένα με θοδολογικά στοιχεία. Ο αθλητισμός δεν είναι αφηρημένο φαινόμενο, μια πολτπσπκή πραγ ματικότητα γενικά, ένα κεκτημένο της ανθρωπότητας. Ο αθλητισμός δεν είναι υπεριστορική οντότητα που διαπερνά τους αιώνες. Όπως κάθε κοινωνική πραγματικότητα, ο αθλητισμός εγγράφεται στο πλαίσιο των σχέσεων παραγωγής, που καθορίζουν με τρόπο θεμελιακό την εσωτερι κή του δομή, τη βαθύτερη φύση του. Σήμερα, ο αθλητισμός καθορίζεται απ’ την καπτταλισπκή κοινωνία, απ’ τις ταξικές σχέσεις. Ο αθλητισμός, όπως και κάθε κοινωνική πραγματικότητα, έχει επομένως ταξική φύση. Όντας, όμως, συγκεκριμένου είδους κοινωνική πρακπκή, ο αθληπσμός καθορίζεται απ’ την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Ο σύγχρο νος αθληπσμός συνδέεται με την εμφάνιση της βιομηχανικής εκμηχάνι σης και με το επιστημονικό, τεχνολογικό είδος οργάνωσης της παραγω γής. Ο σύγχρονος αθληπσμός, λοιπόν, μέσα απ’ όλα τα φαινόμενα και τις εκδηλώσεις του, συνδέεται δομικά με μια οικονομική βάση, με μια δεδομένη υποδομή: μεπς βιομηχανικές, καπιταλιστικές σχέσεις παρα γωγής. Μ’ αυτή τη φράση, δηλαδή, αναφερόμαστε στον υπερδομικό χαρα κτήρα του αθληπσμού. Αφιερώσαμε ένα μέρος των αναλύσεών μας στη μελέτη αυτών των ______________________________________________________________ 2 3
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μπερτό, Ζ. Μπρομ
σχέσεων της αθλητικής υπερδομής με το σύνολο της κοινωνικοοικονο μικής βάσης. Έμενε ακόμη ν’ αναλύσουμε την αθλητική υπερδομή σαν τέτοια, αφενός· και αφετέρου, τις σχέσεις της με τα άλλα υπερδομικά επίπεδα. Κατά συνέπεια, μελετήσαμε διαδοχικά τις σχέσεις της αθλητικής οργάνωσης και του κράτους, το οποίο απστελεί την κυρίαρχη υπερδομή στη σημερινή φάση του μονοπωλιακού καπιταλισμού. Αφετέρου, συ γκρίναμε το σύνολο της παγκόσμιας αθλητικής οργάνωσης με την κυρί αρχη παγκόσμια οικονομία, με τον ιμπεριαλισμό. Επιπλέον, παρουσιά σαμε τα κυρίαρχα ιδεολογικά θέματα όσον άφορα τον αθλητισμό για να τα αντιπαραβάλουμε με το σύνολο της σύγχρονης αστικής ιδεολογίας. Κι εδώ επίσης, καταλήξαμε να συνδέουμε άμεσα τον αθλητισμό, ως σύνολο συλλογικών αναπαραστάσεων, προκαταλήψεων, μύθων, με την ύπαρξη καθορισμένων σχέσεων παραγωγής, με την ταξική κυριαρχία της αστικής τάξης, επαληθεύοντας έτσι πως οι κυρίαρχες ιδέες είναι οι ιδέες των κυρίαρχων τάξεων. Τέλος, βασιζόμενοι στην ουσία των ιδεών του Ράιχ, του Μαρκούζε..., για τη μαζική ψυχολογία, προσπαθήσαμε ν’ αποδείξουμε πως ο αθληπσμός καθορίζει τη μαζική χαρακτηροδομή, δίνοντάς της προφασιστική μορφή, αλλά και καθορίζεται απ’ αυτήν. Μ’ αυτή την έννοια, τοποθετή σαμε τον αθλητισμό, ως κοινωνική δομή ενσωμάτωσης, στο ίδιο επίπε δο (τηρουμένων όλων των αναλογιών) με την αστική οικογένεια. Σαν παράγοντας «κοινωνικοποίησης» και «αγωγής», ο αθλητισμός παίζει πράγματι τον ίδιο ρόλο με την οικογένεια και τη θρησκεία, όσον αφορά τη δόμηση των ενορμήσεων, του εγώ και κυρίως του υπερεγώ. Έχοντας καθορίσει το γενικό πλαίσιο, θα μελετήσουμε αρχικά την αθλητική οργάνωση και τα βασικά της χαρακτηριστικά που θα καθορί σουν όλη μας την ανάλυση, δηλαδή, τη θεμελιακή ενότητα του αθλητι σμού.
Η ΘΕΜΕΛΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΟΥΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ Τί είναι ο αθλητισμός; Αυτό είναι το πρώτο ερώτημα στο οποίο πρέ πει ν’ απαντήσουμε. Αν δεν μπορούμε να δώσουμε έναν πλήρη ορισμό με συνοπτικό τρόπο, είναι ωστόσο απαραίτητο να προσδιορίσουμε το θεμελιακό πλαίσιο που αποτελεί την πρωτοτυπία και την ενότητα του αθλητισμού, γεγονός που θα μας εππρέψει ν’ ανπμετωπίσουμε το πρό βλημα στην ολότητά του. Από ιστορική άποψη, η ενοποίηση του αθλητισμού υλοποιήθηκε σταδιακά και ολοκληρώθηκε μόνο μετά το τέλος του Δεύτερου Παγκό σμιου Πολέμου. Στις μέρες μας, ο αθλητισμός είναι μια παγκόσμια ενό 2 4 ______________________________________________________________
"Αθλητισμός, κουλτούρα και καταπίεση"
τητα που ενισχύεται και εξαπλώνεται αδιάκοπα. 'Αλλωστε, η ενότητα αυτή είναι ιεραρχική ενότητα. Είναι η κορυφή της οργάνωσης που κα θορίζει το σύνολο του αθλητικού φαινομένου. Ο αθλητισμός είναι έντο να ιεραρχικοποιημένος και ολοένα περισσότερο συγκεντροποιημένος. Επομένως, δεν υπάρχει αθληπκός τομέας αυτόνομος σε σχέση μ’ αυτή τη συγκεντροποίηση. 1. Ο αθλητισμός είναι, πάνω απ’ όλα, μια παγκόσμια οργάνωση στην οποία δεσπόζει μια «διεθνής κυβέρνηση» του αθλητισμού. Οι διεθνείς ομοσπονδίες, η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή κι όλοι οι συναφείς οργα νισμοί, ιδιωτικοί ή κραπκοί, τον διευθύνουν, τον διαχειρίζονται, τον διοι κούν και τον ελέγχουν. Αυτή ακριβώς η διοίκηση καθορίζει και την πα γκόσμια πρακτική του αθλητισμού. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες, τα διεθνή πρωταθλήματα και τουρνουά είναι η έκφραση της ενότητας του παγκό σμιου αθληπσμού μέσα απ’ τη διοργάνωση ενός διαρκούς, παγκόσμιου ανταγωνισμού. Όλη η οργανωτική δομή του αθλητισμού βασίζεται σ’ αυτήν την πυραμιδοειδή πραγματικότητα. Πρέπει να κατανοήσουμε ότι, πριν απ' την ανπθεση ανάμεσα σπς διάφορες αντιλήψεις για τον αθλητισμό (εκ παιδευτικός αθλητισμός, μαζικός αθλητισμός, «κόκκινος αθλητισμός», κλπ.) υπάρχει καταρχήν η πραγματικότητα της παγκόσμιας πρακτικής του αθλητισμού, πραγματικότητα που καθορίζεται απ’ την ύπαρξη αυ τής της κάθετης ιεραρχικής δομής: απ’ τον πρωταθλητή μέχρι τον αρχά ριο, απ’ την ολυμπιακή επιτροπή μέχρι το μικρό όμιλο του χωριού. Η πραγματικότητα αυτή περιγράφεται με σαφήνεια σ’ ένα φυλλάδιο του Υπουργείου Νεότητας και Αθλητισμού σχετικά με το Institut Na tional des Sports, που εγκαινιάστηκε απ’ τον στρατηγό Ντε Γκωλ: Ο αθλητισμός, όπως η επιστήμη και η τέχνη, δεν έχει σύνορα. Οι κανόνες του και η δομή του έχουν παγκόσμιο χαρακτήρα: όλες οι εθνι κές ομοσπονδίες συσπειρώνονται σε διεθνείς ομοσπονδίες. Μ ' άλλα λόγια, την ενότητα αυτή, που δεν κατόρθωσαν να πραγματώσουν τα διάφορα έθνη τόσους και τόσους αιώνες σε πολιτικό επίπεδο, ο αθλητι σμός την υλοποίησε σε λιγότερο από πενήντα χρόνια στο δικό του χώ ρο. (...) Το Εθνικό Ινστιτούτο Αθλητισμού (...) είναι ένα αθλητικό πανεπι στήμιο στην υπηρεσία του παγκοσμίου αθλητισμού^]. Αυτή η ενότητα του αθλητισμού θεμελιώνεται χάρη σε μια παγκό σμια «γλώσσα»: το ρεκόρ. Πράγμαπ, το ρεκόρ είναι αυτό που παίζει τον καθοριστικό ρόλο στην οργάνωση του αθλητισμού, επιτρέποντας στον καθένα να αποτιμήσει τον εαυτό του με τα ίδια κριτήρια σε παγκόσμιο επίπεδο. Το ρεκόρ είναι η «γλώσσα» που ενώνει τον αρχάριο αθλητή με τον πρωταθλητή όλων των εποχών. Είναι ο δεσμός, ο μόνος συγκεκριμένος δεσμός που ______________________________________________________________ 25
Φ. Γκαιαερέ, Π. ΛακιγιομΙ, Ζ. Μπερτό, Ζ. Μπρομ
ενοποιεί, συγκεντροποιεί την αθλητική πρακπκή και της προσδίνει ανπκειμενικό περιεχόμενο. Το ρεκόρ επιβάλλει στους οργανισμούς να υιο θετούν ενιαίους κανονισμούς, που ορίζουν επακριβώς τη διοργάνωση των αγώνων και κωδικοποιούν τις επιμέρους τεχνικές κάθε αγωνίσμα τος. Το ρεκόρ είναι για τον αθλητισμό ό,τι και το χρήμα στην πολιτική οικονομία: το αφηρημένο μέσο σύγκρισης και ανταλλαγής. Απ' τη στιγμή που γίνεται εφικτή η παγκόσμια σύγκριση, η ειρηνική αθλητική αναμέτρηση μπορεί να παίζει τον πολιτικό της ρόλο της έ νωσης των λαών. Επομένως, ο αθλητισμός δεν μπορεί να νοηθεί παρά μόνο στο πλαί σιο της ειρηνικής συνύπαρξης. Η μοναδικότητα του αθλητισμού κορυφής απαιτεί μιαν αυθεντική, «αδελφική» συνεργασία μεταξύ των λαών με βάση το σεβασμό μιας παγκόσμιας ιδεολογίας: της ιδεολογίας της αθλούμενης ανθρωπότη τας. Στην εποχή μας, η παγκόσμια αθλητική αναμέτρηση δεν είναι εφι κτή παρά μόνο με τη στενή συνεργασία των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ, πέρα απ' •πς πολιτικές αντιθέσεις που καθορίζουντο διεθνές στάτους-κβο. Η παγκόσμια ενότητα του αθλητισμού είναι, λοιπόν, πάνω απ’ όλα πολιτική. Ο αθληπσμός δεν είναι μόνο μια απ’ τις εκφράσεις της ειρηνι κής συνύπαρξης, αλλά συμβάλλει και στη διατήρησή τους. Το «ενιαίο μέτωπο» των αθλητών, που στην πραγματικότητα ανήκουν σ’ όλα τα πολιτικά ρεύματα, που προέρχονται από καθεστώτα ασυμβίβαστα μετα ξύ τους από πολιτική άποψη, προσφέρει στον κόσμο την υποκριτική εικόνα της ανθρώπινης συναδέλφωσης. Η ιδέα της λεγάμενης «ολυ μπιακής ανακωχής», τη στιγμή που το Βιετνάμ βομβαρδίζεται από τους αμερικανούς, αποδεικνύει ότι ο αθληπσμός δεν μπορεί να υπάρξει πα ρά μόνο μέσα στα πλαίσια αυτής της μασκαράτας της «παγκόσμιας ει ρήνης». Η ενότητα αυτή δεν είναι ακόμη πλήρης γιατί η Κίνα του Μάο Τσετούνγκ δεν συμμετέχει στην συνεργασία μεταξύ ΗΠΑ και ΕΣΣΔ, ούτε και στην παγκόσμια αθληπκή κίνηση. Δεν ακολούθησε ακόμη το παράδειγμα της σταλινικής γραφειοκραπας που, αρνούμενη πς μαρξισπκές αρχές της πάλης ενάνπα στον ιμπεριαλισμό, συνεργάζεται ανοι χτά με τις ΗΠΑ, εππρέποντάς τους να κυβερνούν και να εκμεταλλεύο νται τον κόσμο σύμφωνα με πς οικονομικές και χρημαπσπκές τους ανά γκες. Ο Πάπας Παύλος VI κατάλαβε πολύ καλά όπ ο ρόλος του αθλητι σμού και των διεθνών αθλητικών συναντήσεων του επιτρέπει να θέσει πς προοπτικές της παγκόσμιας ειρήνης και φιλίας χωρίς να μεταβληθεί το σύστημα, γεγονός που προφανώς εξασφαλίζει, σε πλήρη συμφωνία με πς θέσεις της Εκκλησίας, την επιβίωση και την κυριαρχία του καππ-α26______________________________________________________
'Αθλητισμός, κουλτούρα και καταπίεση’
λισμού. Τον είδαμε, λοιπόν, να ευλογεί τους ποδηλάτες και πρόσφατα, τους ποδοσφαιριστές τεσσάρων εθνικών ομάδων και να δηλώνει ότι «οι ποδοσφαιρικοί αγώνες συμβάλλουν στη σύσφιξη των αδελφικών σχέ σεων μεταξύ ανθρώπων κάθε τάξης, κάθε έθνους και κάθε φυλής, όταν γίνονται συνειδητά και με πνεύμα ισότητας και ευγενούς άμιλλας. Η ένωσή σας, με την τακτική διοργάνωση ευρωπαϊκών ποδοσφαιρι κών πρωταθλημάτων που φέρνουν αντιμέτωπες τις εθνικές ομάδες ό λης της ηπείρου, συμβάλλει στην προσέγγιση μεταξύ των νέων της γηραιάς και πάντα νέας Ευρώπης, είτε αυτοί προέρχονται απ’ την ανα τολική είτε απ’ τη δυτική Ευρώπη. Αναπτύσσει τις ανθρώπινες επαφές που συχνά καταλήγουν στην εδραίωση πραγμαπκών σχέσεων φιλίας ανάμεσα στους παίκτες και τους παράγοντες διαφορετικών χωρών. Προσ φέρει επίσης -κι όχι μόνο στους αθλητές αλλά και στους απειράριθμους φιλάθλους που συμμετέχουν σ’ αυτούς τους αγώνες άμεσα ή έμμεσα, χάρη στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση- ένα θέαμα ανθρώπων και πραγ μάτων που ξεπερνά τον περιορισμένο ορίζοντα τον οποίο επιβάλλουν στους νέους του ίδιου πολιτισμού, της ίδιας ηπείρου, τα τεχνητά εμπό δια που χωρίζουν συνήθως τους διάφορους λαούς» [2]. Επιπλέον, με βάση αυτή την τριπλή ενότητα, ο αθλητισμός εμφανί ζεται σαν ιεραρχικοποιημένο φαινόμενο όπου η μαζική πρακπκή, η πρακπκή του αρχάριου, καθορίζεται απ' τα κριτήρια και τις απαιτήσεις της πρακτικής που εφαρμόζεται στην κορυφή. Ο «αθλητής» δεν είναι πια αυτό που τρέχει για τη δική του ευχαρίστηση μέσα στην άγρια ελεύθερη φύση — ελεύθερος να σταματήσει όταν θέλει, ελεύθερος να διαλέξει την κατεύθυνσή του, την ταχύτητα του, την ορμή του, το ρυθμό της αναπνοής του: γιατί κάτι τέτοιο δεν είναι παρά ή εικόνα της χαράς του παιδιού σ' ένα ελεύθερο σωμσπκό παιχνίδι. Ο «αθλητής»», ακόμα κι όταν δεν συμμετέχει άμεσα σ’ έναν οργανωμένο αγώνα, καθορίζεται ανα γκαστικά απ’ τον πρωταθλητή, την τεχνική του, τα ρεκόρ του και την ιδεολογία του. Το αθλούμενο παιδί γεννιέται πρωταθλητής. Ο σύγχρονος αθλητισμός, που το πλαίσιο και οι συνθήκες ύπαρξής του καθορίζονται απ’ το υψηλότερο παγκόσμιο επίπεδο, έχει εδραιωθεί με τις ίδιες μορ φές οργάνωσης σ’ όλους τους τομείς. Η παγκόσμια οργάνωση του αθλητισμού, λοιπόν, αναπαράγεται συ στηματικά και με πανομοιότυπο τρόπο στο επίπεδο του κάθε έθνους, της κάθε πόλης, του κάθε αθλητικού ομίλου. Το διεθνές πρότυπο επι τρέπει τη διατήρηση της αληθινής μοναδικότητας του αθληπσμού, τόσο στο επίπεδο της οργάνωσης όσο και στο επίπεδο της πρακτικής και των πολιτικών επιταγών του. 2. Ο κρατικός αθλητισμός Στην πραγματικότητα, όλες οι χώρες σήμερα συμμετέχουν στη διε ______________________________________________________________ 2 7
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μπερτό, 2. Μπρομ
θνή αθλητική αναμέτρηση. Επιπλέον, έχουν αναγκαστικά υιοθετήσει τις μορφές και τις αρχές οργάνωσης που προτείνει η «παγκόσμια κυβέρνη ση του αθλητισμού». Κάθε κράτος οργανώνει και ελέγχει τον εθνικό αθλητισμό του με τους αγώνες του, τους πρωταθλητές του, τα ρεκόρ του, την ολυμπιακή επιτροπή του και τις ομοσπονδίες του. Η οργάνωση αυτή απαιτεί, λοιπόν, έναν εθνικό σχεδίασμά και μια κρατικοποίηση των αθλητικών δομών. Ο αθλητισμός έγινε σήμερα κρατικός αθλητισμός. Κάθε χώρα προσπαθεί να αναπτύξει τις δικές της δυνάμεις, να διαφυλάξει ένα μάξιμουμ αυτονομίας ώστε να εξασφαλίζει το γόητρό της κατά τις αθλητικές αναμετρήσεις με τις άλλες χώρες, έχοντας βέβαια την υποχρέωση να σέβεται τους κανονισμούς και το πλαίσιο αναφοράς που επιβάλλονται απ’ τον παγκόσμιο αθλητικό μηχανισμό. Επομένως, για λόγους γοήτρου, ο αθλητισμός είναι απόλυτα ενσωματωμένος στην εθνική ζωή. Επιπλέον, η γιγαντιαία ανάπτυξη του αθλητισμού, το μέγεθος των δυνάμεων που απαιτούνται για τη διοργάνωση παγκόσμιων εκδηλώσε ων, δεν επιτρέπουν πια στις ομοσπονδίες να εκπληρώνουν τα καθήκοντά τους, τόσο από διοικητική όσο και από οικονομική άποψη. Το πλαί σιο αυτό είναι τόσο σημαντικό ώστε η αναδιοργάνωση των ομοσπον διών προς την κατεύθυνση μιας μεγαλύτερης συγκεντροποίησης δεν μπορεί να καταλήξει παρά στον ολοκληρωτικό έλεγχο απ’ το κράτος. Ο αντικειμενικός στόχος της κραπκοποίησης του αθλητισμού είναι ολοφάνερος: η εξασφάλιση της δυνατότητας ελέγχου και συντονισμού των μαζών, και κυρίως της νεότητας, και καλύτερης ώθησης της ζωής προς την κατεύθυνση μιας ενιαίας εθνικής προσπάθειας. Αυτή η κραπκοποίηση, στη Γαλλία, πραγματοποιείται υπό την αιγίδα του Υπουργεί ου Νεότητας και Αθλητισμού. Το κράτος αναλαμβάνει ολοένα περισσό τερο πια όχι μόνο τη διεύθυνση του αθλητισμού των στρσπωτών και των πολιτών, αλλά και του σχολικού και πανεπιστημιακού αθλητισμού. Η σταδιακή κρατικοποίηση της A.S.S.U. (πρώην O.S.S.U.) (Ένωση Σχολι κού και Πανεπιστημιακού Αθλητισμού) αποτελεί χαρακτηριστική περί πτωση γι αυτά τα προβλήματα. Άλλωστε, αρκεί να επισημάνουμε παντού την άμεση ανάμειξη των πιο καταπιεστικών δομών του κράτους στις διευθυντικές θέσεις της ορ γάνωσης του αθλητισμού. Η συμμετοχή του στρατού στους Αγώνες της Γκρενόμπλ, η τοποθέτηση των C.R.S.. (κάτι σαν τα ελληνικά Μ.Α.Τ. Σ.τ.Μ.) σπς πισίνες και τις πλαζ, ο διορισμός του συνταγματάρχη Κρεσπέν ως προέδρου της Ολυμπιακής Επιτροπής και στη διεύθυνση σω ματικής αγωγής και αθλητισμού αρκούν για ν’ αποκαλύψουν τις προο πτικές του κράτους. Κι έτσι, στη Γαλλία, ο αθλητισμός θα βρεθεί κάτω απ’ την άμεση και 28______________________________________________________
‘Αθλητισμός, κουλτούρα και καταπίεση’
ολοκληρωτική εξουσία του καπιταλιστικού κράτους που θα τον χρησι μοποιήσει, σ’ όλα τα επίπεδα, με αποκλειστικό στόχο την ικανοποίηση των αναγκών του μεγάλου κεφαλαίου. Μέσα στα πλαίσια της εθνικής του οικονομίας, το κράτος έχει την τάση, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της σχεδιοποίησης, να ελέγχει τη δια χείριση και την οικονομική εκμετάλλευση του αθλητισμού και να μην επιτρέπει πια στις διάφορες οικονομικές ομάδες να τον εκμεταλλεύο νται μ’ εντελώς ανορθολογικό τρόπο [3]. Ο αθλητισμός έγινε σήμερα γρανάζι του κρατικού μονοπωλιακού καπιταλισμού και οι πιστοί υπηρέτες του είναι οι ΠΡΩΤΑΘΛΗΤΕΣ. Ο πρωταθλητής, από δω και πέρα κραπκός αθλητής, δεν είναι πια παρά το φερέφωνο του μεγάλου κεφαλαίου στην αθλητική αγορά, ο προπαγαν διστικός πράκτορας της αστικής τάξης. Ο πρωταθλητής, στην υπηρεσία του έθνους του, περιμένει κάποια ανταμοιβή απ’ την κυβέρνηση. Γι αυτό ακριβώς, μπορεί να δηλώνει ο Ντε Γκωλ: «'Οταν οι πρωταθλητές, με πς συνεχείς προσπάθειές τους, δίνουν το παράδειγμα και, με πς επιδόσεις τους, συμβάλλουν στην πολιπστική κληρονομιά της Γαλλίας κι εφόσον είναι κόσμιοι από κάθε άποψη, η κυβέρνηση οφείλει να αναγνωρίζει και να πμά τα προσόντα τους».
ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ Τέλεια ενσωματωμένος στο σύστημα της καπιταλιστικής οικονομί ας, ο αθληπσμός υφίσταται συστηματική και εξωφρενική εκμετάλλευση απ’ πς εθνικές οικονομικές ομάδες και, ταυτόχρονα, δημιουργεί και αναπτύσσει τη δική του βιομηχανία. Είναι κοινοτοπία να υπενθυμίσουμε τη χρησιμοποίηση του αθληπ σμού απ’ το βιομηχανικό κόσμο. Η αγέλη των διαφημιστών, που πολιορ κεί αδιάκοπα τον αθλητισμό, έχει μετατρέψει τα στάδια σε χώρους διε θνών εκθέσεων και τους αθλητές σε «ανθρώπους-σάντουιτς», που δια φημίζουν πς αρετές του άλφα καφέ ή του βήτα ποτού και δεσμεύονται μ’ ένα σωρό συμβόλαια τα οποία τους επιβάλλουν να συμπερκρέρονται σαν μανεκέν. Η προσπάθεια του αθλητή αποσκοπεί στη νίκη μόνον αν αυτή είναι αποδοπκή. Το ραδιόφωνο, η τηλεόραση, τα συγκροτήματα τύπου κάνουν τους πρωταθλητές ήρωες της σύγχρονης εποχής και βιά ζονται να μετατρέψουν τον κόσμο του αθληπσμού σ’ έναν κόσμο επι κερδών επιχειρήσεων[4]. Ακόμη πιο χαρακτηρισπκό είναι το γεγονός όπ ο αθληπσμός κα τόρθωσε να ανάπτυξει τη δική του βιομηχανία. Αρκεί μόνο ν’ απαριθμή σουμε όλους τους σχεπκούς τομείς για ν’ ανπληφθούμε όπ ο αθλητι σμός είναι εντελώς ενσωματωμένος στο σύστημα που επιβάλλει το κυ ______________________________________________________________29
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μπερτό, Ζ. Μπρομ
νήγι του κέρδους. Ο αγώνας για την κατάκτηση νέων αγορών εντείνεται συνεχώς. Στην εποχή μας, οι πολυάριθμες νίκες που πέτυχαν οι γάλλοι χιονοδρόμοι επέτρεψαν στα γαλλικά μονοπώλια να κατακτήσουν την παγκόσμια αγορά του σκι. Όλοι οι τομείς που αφορούν τον αθλητικό εξοπλισμό (γήπεδα, υλι κά, κλπ.) ξαναθέτουν με τον τρόπο τους τα ίδια προβλήματα. Η βιομηχα νία του αθλητισμού διαπερνά όλους τους βιομηχανικούς και εμπορι κούς κλάδους (φαρμακευτικά προϊόντα, διατροφή, ενδυμασία, τουρι σμός, κλπ.). Σήμερα, υπάρχει ένας τρόπος αθλητικής ζωής. Το τελευταίο προϊόν αυτής της βιομηχανίας, παράλληλα με την ανά πτυξη της «βιομηχανίας της ψυχαγωγίας», υπήρξε η κυκλοφορία διαφό ρων GADGETS («μικροεφευρέσεις», κλπ.), που η καθιέρωσή τους αποδείχτηκε στην περίπτωση του SCHUSS της Γκρενόμπλ[5]. Φωτογραφί ες των πρωταθλητών, πορτ-κλέ, μπρελόκ, αγαλματάκια με τους νέους αποστόλους του καπιταλιστικού αθλητικού κόσμου, όλα αυτά επιτρέ πουν τη σταθερή άνοδο των πωλήσεων και ενισχύουν την αλλοτρίωση του καθένα όσον άφορα τις μορφές εκμετάλλευσης της εργασίας. Το τελευταίο αυτό φαινόμενο δεν είναι παρά η λογική κατάληξη μιας διαδι κασίας που έχει αρχίσει εδώ και πολύ καιρό. Το κυνήγι του κέρδους δεν υποχωρεί μπροστά σε τίποτε. Ο αθλητισμός είναι εξαιρετικό μέσο προ παγάνδας, γοήτρου και αποδοτικότητας, ένα μέσο που ο γκωλισμός προσπαθεί συστηματικά να ενισχύει στα πλαίσια μιας πολιτικής για τον ελεύθερο χρόνο που οργανώνεται απ’ τους λεγάμενους «κατασκευα στές διακοπών». Ο γαλλικός αθλητισμός βρίσκεται ολοκληρωτικά στην υπηρεσία των κεφαλαιούχων του γκωλισμού. Ο παγκόσμιος αθλητισμός συμμετέχει στην παγκόσμια καπιταλιστική οικονομική στρατηγική. Άλ λωστε, αυτή η ενσωμάτωση πραγματώθηκε χώρίς το παραμικρό εμπό διο αφού είναι δεδομένο ότι ο αθλητισμός εμπεριέχει τα σπέρματα και αντανακλά όλες τις μορφές της καπιταλισπκής κοινωνίας.
Ο ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ΑΣΤΙΚΟΣ Η συστηματοποίηση και η οργάνωση του αθλητισμού έχουν άμεση σχέση μ' αυτήν του καπιταλισμού. Οι συγκεντροποιητικές τάσεις του αντανακλούν τη συγκεκριμενοποίηση των οικονομικών δομών απ’ το κράτος. Ο αθλητισμός ως προς τη φύση του είναι δυο φορές αστικός. Όχι μόνο η εμφάνιση του σύγχρονου αθλητισμού, δηλαδή, του α θλητισμού που πραγματώνεται με συγκεκριμένες μορφές οργάνωσης οι οποίες διαφέρουν ριζικά απ’ αυτές της αρχαιότητας, είναι από ιστορι κή άποψη ένα φαινόμενο που συμπίπτει με την εμφάνιση της αστικής βιομηχανικής εκμηχάνισης όχι μόνο η παγκόσμια ανάπτυξη του καππα3 0 _____________________________________________________________
"Αθλητισμός, κουλτούρα και καταπίεση"
λισμού αλλά επίσης, και κυρίως σήμερα, η φύση της εσωτερικής οργά νωσης. των δομών, των μορφών και του περιεχομένου του είναι καθαρά αστική. Απ’ αυτήν ακριβώς την άποψη, παρουσιάζει ενδιαφέρον να επιχει ρήσουμε μια πολπική ιστορία της εξέλιξης του αθλητισμού σε σχέση με τη δομική του σύνδεση με την αστική κοινωνία. Αν η πρώτη άποψη, δηλαδή, η ιστορικά αστική καταγωγή του αθλητισμού, είναι γενικά απο δεκτή, η δεύτερη, δηλαδή, η ουσιαστικά αστική του φύση, δε θεωρείται αποδεκτή - ακόμη κι από κείνους που επικαλούνται το μαρξισμό. Θα πρέπει, λοιπόν, ν’ ανατρέξουμε στα βασικά χαρακτηριστικά των αστικών κατηγοριών, δομών και μορφών του αθλητισμού. Ο αθλητισμός, ως οργανωμένο σύστημα σωματικής πρακτικής, α ντανακλά διαλεκτικά τις αστικές κατηγορίες. Όπως λέει ο Μαρξ: «·Οι διάφορες κατηγορίες εκφράζουν τις μορφές και τους τρόπους ύπαρ ξης, συχνά απλές επιμέρους πλευρές αυτής της κοινωνίας» [6]. Με την έννοια αυτή, ο αθλητισμός είναι μια συμπύκνωση και μια πρωτότυπη σύνθεση των ασπκών κατηγοριών.
0 ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΑΝΤΑΝΑΚΛΑΣΗ ΤΩΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΩΝ ΤΟΥ ΒΙΟ ΜΗΧΑΝΙΚΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΟΥΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ 1. Ανταγωνισμός-αποδοτικότητα-μέτρηση-ρεκόρ Το καπιταλιστικό σύστημα, που βασίζεται στην ιδιοποίηση της ιδιω τικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής, δεν είναι στην πραγματικότη τα παρά ένας τεράστιος παγκόσμιος ανταγωνισμός, ένας γενικευμένος κοινωνικός ανταγωνισμός. Ο νόμος της καπτταλιστικής ζούγκλας μαθαί νει στον καθένα ότι ο διπλανός του δεν είναι παρά αντίπαλός του, ότι πρέπει να νικήσει και να παλέψει μ’ όλα τα μέσα. Ο εσωτερικός κινητήριος μοχλός όλης αυτής της διαδικασίας είναι η συστηματική επιδίωξη της αποδοτικότητας, που πρέπει να μετριέται επακριβώς και να βελτιώνεται αδιάκοπα με στόχο την ιδιοποίηση νέων αγορών. Απ’ αυτή την άποψη, ο αθλητισμός παρουσιάζεται σαν το τέλειο πρότυπο του ανθρώπινου ανταγωνισμού, που εκτυλίσσεται σ’ όλο τον κόσμο και σ’ όλους τους τομείς. Το νόμο του ανταγωνισμού τον ξανασυναντάμε αυτούσιο στη διοργάνωση των αθλητικών συναντήσεων και των πρωταθλημάτων. Προκαλεί, αναγκαστικά και σ’ όλα τα επίπεδα, την επιδίωξη της μέγιστης αποδοτικότητας που δεν μπορεί να βρει την έκ φρασή της παρά μόνο με την επακριβή ποσοτικοποίηση του εκτελεσθέντος έργου. Αυτή η ποσοτικοποίηση απαιτεί την εφαρμογή μιας αυστη ρής, επακριβούς, διεθνώς ελεγχόμενης μέτρησης ώστε να υπάρχει ένα ______________________________________________________________ 31
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μπερτό, Ζ. Μπρομ
παγκόσμιο μέτρο σύγκρισης που να ενοποιεί την πρακτική σ’ όλα τα επίπεδα: το ρεκόρ. Η φόρμουλα: ανταγωνισμόςίαποδοτικότητα/μέτρησηίρεκόρ είναι η τέλεια αντανάκλαση της καπιταλιστικής παραγωγικής διαδικασίας. Άλ λωστε, η χρησιμοποίηση της αθλητικής παραγωγικής δύναμης απέκτη σε τη σημερινή της μορφή μόνο όταν πραγματοποιήθηκε η βιομηχανική επανάσταση. Η εμφάνιση της ατμομηχανής και το πέρασμα απ’ τον ε μπορικό στον βιομηχανικό καπιταλισμό άλλαξαν βαθιά και εξελικπκά τις σχέσεις ανάμεσα στον άνθρωπο και τη μηχανή καθώς κι ανάμεσα στους ίδιους τους ανθρώπους. Ο πρωταθλητής κατασκευάστηκε σύμφωνα με την εικόνα του εργάτη, το στάδιο σύμφωνα με την εικόνα του εργοστα σίου, και η αθλητική δραστηριότητα έγινε μια παραγωγή που συνδυάζει όλα τα χαρακτηριστικά της βιομηχανικής παραγωγής. 2. Καταμερισμός της εργασίας-εξειδίκευση Σ’ όσους πιστεύουν ότι ο αθλητισμός μπορεί να είναι παράγοντας πλήρους σωματικής ανάπτυξης, πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι η αθλητι κή πρακτική προκαλεί την υπερεξειδίκευση - δεν είναι πια κανείς α πλός χιονοδρόμος, αλλά ειδικευμένος στο σλάλομ, στην απλή κατάβα ση... Ο σκληρός αθλητικός ανταγωνισμός απαιτεί να προσανατολίζεται η ικανότητα του ατόμου αποκλειστικά προς την ορθολογικοποίηση μιας συγκεκριμένης τεχνικής. Σήμερα, δεν μπορεί κανείς να είναι πρωταθλη τής παντού. Η αθληπκή διαδικασία έχει αναγκαστικά ανατρέψει το άτο μο καθώς και τις σωματικές ικανότητέςτου, όπως ακριβώς και ο καταμε ρισμός της εργασίας, αυτό που ονομάζουμε «κατακερματισμένη εργα σία», προκάλεσε την υπερεξειδίκευση, τον ιδιωμαπσμό του επαγγέλμα τος. Στη βιομηχανική εργασία όπως και στον αθλητισμό, το άτομο έγινε η εκτέλεση μιας συγκεκριμένης λειτουργίας. Ο αθλητισμός παρουσιάζει τεράστια ομοιότητα με την εργασία στην αλυσίδα παραγωγής. 3. Τεϊλορισμός Ύστερα απ’ τη μεταβολή των μορφών παραγωγής, η εργασία στα εργοστάσια αναγκαστικά ορθολογικοποιήθηκε και οι κινήσεις του κάθε εργάτη καθορίστηκαν επακριβώς. Η κίνηση πρέπει να είναι οικονομική για να είναι αποδοτική. Ταυτόχρονα, η επιδίωξη της επίδοσης, το κυνήγι της αποδοτικότη τας, οδήγησε πολύ γρήγορα τους θεωρητικούς του αθλητισμού στον τεϊλορισμό της αθλητικής δύναμης. Άλλωστε, οι περισσότεροι απ’ τους θεωρητικούς της επιστημονικής οργάνωσης της εργασίας είδαν τις με θόδους τους να εφαρμόζονται στη διαδικασία της αθλητικής ορθολογι32______________________________________________________
*Αθλητισμός. κουλτούρα και καταπίεση‘
κοποίηοης και ανπ'στροφα. Απ’ τον Ντεμενί ως την ανάπτυξη της βιομηχανικής, απ' τον Τέιλορ, τον Γκάστεβ, ως τον Νπασκόφ, αυτές οι έρευνες για την αποδοτικότητα των ανθρώπινων κινήσεων, για τις ικανότητες της «έμβιας μηχανής», για την λειτουργία της ανθρώπινης μηχανής, αναπτύχθηκαν ταυτόχρονα και συνδυασμένα τόσο στη βιομηχανία όσο και στον αθλητισμό. Στην εποχή μας και στις λεγόμενες σοσιαλιστικές χώρες του ανατολικού συν ασπισμού, αυτή η πειραματική επιστήμη της κίνησης, αυτός ο εκτέίλορισμένος ουμανισμός, ονομάζεται «ουμανική», δηλαδή, «τεχνολογία της αποδοτικότητας». «Αυτή η επιστήμη που αναφέρεται στην καλύτερη μορ φή που πρέπει να δοθεί στην ανθρώπινη ζωή, αυτή η επιστήμη της ανθρώπινης αποδοτικότητας, θα μπορούσε να ονομαστεί “ουμανική” έτσι υπογραμμίζεται η θεμελιακή της αρχή, η επιστημονική τεχνολογία της μορφής που θα πρέπει να δοθεί στην ανθρώπινη ζωή»[7]. Αυτός λοιπόν ο τείλορισμός συστηματοποιείται στο επίπεδο της α θλητικής προπόνησης, των αθλητικών τεχνικών, στο επίπεδο της επι λογής των ικανοτήτων. Επιπλέον, υπάρχουν ένα σωρό ειδικευμένα επι στημονικά ινστιτούτα που προωθούν την έρευνα για την αθλητική αν θρώπινη μηχανή. Στα διάφορα επιστημονικά εργαστήρια και τα κέντρα ειδικευμένων ερευνών αναπτύχθηκε με ακόμα πιο έντονο ρυθμό η συστηματική έρευ να όσον αφορά τη βελτίωση του χρησιμοποιούμενου υλικού (πίστες αγώνων, μπάλες, κοντάρια με υαλοΐνες, σκι, κλπ.). Ο τείλορισμός εφαρμόστηκε τέλος και στις λεγάμενες ομαδικές σχέ σεις, στις ενδοεπαγγελμαπκές σχέσεις. Ο έλεγχος αυτών των σχέσεων, η ψευδεπιστημονική χειραγώγηση των συναισθημαπκών αντιδράσεων των αθλητών, γίνεται αναγκαία συνθήκη για την εξασφάλιση της αθλη τικής επιτυχίας (συναισθημαπκότητα κλπ.). Τη βιολογική ορθολογικοποίηση διαδέχτηκε η ψυχολογική ορθολογικοποίηση (βλ. την εργασία των σοβιετικών προπονητών σχεπκά με τον εγκεφαλοσυναισθημαπκό παβλοφισμό.) Ό λες αυτές οι έρευνες, όλες αυτές οι προσπάθειες διαμορφώνουν έτσι τον αθλητή ώστε να εκτελεί μια σειρά αυστηρά αυτομστοποιημένες κινήσεις και μόνον αυτές, να υπακούει στην ανώτερη στρατηγική του προπονητή όσον αφορά τον αγώνα για τη νίκη και την κατάρριψη των ρεκόρ. 4. Ο άνθρωπος-μηχανή Αυτή η υπερβολική ορθολογικοποίηση υποχρεώνει τον εργάτη και τον αθλητή να μην είναι παρά τα απλά γρανάζια μιας παραγωγικής δια δικασίας που δεν τους ανήκει πια. Η δραστηριότητα του αθλητή μέσα σ' έναν αφηρημένο, πραγμοποιημένο στίβο είναι ταυτόσημη μ’ εκείνη του ______________________________________________________________ 3 3
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μπερτό, Ζ. Μπρομ
εργάτη μπροστά στη μηχανή, με τη μόνη διαφορά ότι ο πρώτος κάνει θεληματικά αυτό που ο δεύτερος είναι υποχρεωμένος να κάνει για να επιβιώσει. Έχουν γίνει μηχανές. Ο Πωλ Μοράν, αναφερόμενος στους δρομείς μιας ομάδας σκυταλοδρομίας, περιγράφει με θαυμάσιο τρόπο αυτό το πέρασμα απ’ τον άνθρωπο στο απλό ανπκείμενο, σ' ένα εργα λείο παραγωγής: «Η από κοινού εργασία τους μετέτρεψε σ ’ ένα μεγάλο κινητήρα με οκτώ μπ<έλες»[8]. Νευρωτικός εργάτης, παραγωγός ρεκόρ με το σώμα-εργαλείο του, ο αθλητής, δούλος με τη θέλησή του, μετατρέπεται σε μηχανή στην υπηρεσία του «προπονητή-αφεντικού». Η ανθρώπινη δραστηριότητα χά νει κάθε συγκεκριμένο ποιοτικό χαρακτήρα της για να γίνει απλός συ ντελεστής παραγωγής. 5. Η αφηρημένη εργασία Για τον εργάτη, που επαναλαμβάνει την ίδια κίνηση όλη τη μέρα, ο άμεσος «όμοιός» του είναι ο δρομέας που τρέχει συνέχεια γύρω απ’ το τσιμεντένιο ρείθρο του σπβου, τόσο μηχανικά όσο οι δείκτες του χρονο μέτρου. Στενά δεμένος με τα δευτερόλεπτα που κυλούν στον αφηρημένο, τεχνητό, κλειστό κύκλο του χρονομέτρου, νιώθει το άγχος του εργά τη που είναι δεμένος στη μηχανή του, που αγωνίζεται σωματικά ν’ ακο λουθήσει το ρυθμό που επιβάλλεται απ’ τη δουλειά στην αλυσίδα παρα γωγής. Η δραστηριότητά τους γίνεται εντελώς αφηρημένη κι αυτό σε τέσ σερα επίπεδα. α) Στο επίπεδο της δραστηριότητας Οι κινήσεις, οι εκτελούμενες πράξεις είναι ολοένα και πιο πολύ επα ναλαμβανόμενες. Η υπερτεχνολογικοποίηση οδηγεί σε μια ολοένα πιο αλλστριωπκή ακρίβεια και αφαίρεση, τόσο ως προς την ανάγκη για αποδστικότητα όσο και ως προς την ποιότητα της απαιτούμενης εργασίας. Το σκι, η ιστιοπλοΐα, που παλιότερα ήταν μέσα μετακίνησης, γίνονται δραστηριότητες που αντί ν’ αποσκοπούν στην ευχαρίστηση του περι πάτου και του αγώνα ενάνπα στα εμπόδια της φύσης, είναι μηχανοποι ημένες λόγω της ύπαρξης των αγώνων, όπου οι δυσκολίες είναι τεχνη τές (κοντάρια-εμπόδια στο σλάλομ, επιπλευστήρες για τα ιστιοφόρα, κλπ.) σύμφωνα με πς επιταγές μιας αυστηρής κωδικοποίησης, όπου το ουσιασπκό είναι ο αφηρημένος αγώνας ενάνπα στο χρόνο. β) Στο επίπεδο του σώματος Σ' αυτό το πλαίσιο, το σώμα νοείται σαν καθαυτό μέσο για τη διατή ρηση του υψηλού επιπέδου αποδοτικότητας. Τώρα πια, δε διαμορφώνει το ανπκείμενό του ούτε παλεύει ελεύθερα στο ρεύμα ενός ποταμού, αλλά ζει σαν ειδικευμένο, υπερεκμεταλλεύσιμο ρομπότ, θέτει σε κίνηση τα χέρια του λες και είναι τα κουπιά μιας βάρκας, στην υπηρεσία ενός 3 4 ______________________________________________________________
‘Αθλητισμός, κουλτούρα και καταπίεση"
προπονητή-επιστάτη, που δεν σας γνωρίζει παρά μόνο στα δυο χιλιάδες κυβικά μέτρα «πολιτισμένου» νερού της ολυμπιακής πισίνας. Το σώμα δεν υπάρχει πια ή υπάρχει ανεξάρτητα από την ολότητα του ανθρώπου. γ) Στο επίπεδο του χρόνου Η χρονική αφαίρεση οφείλεται στην ολική ενσωμάτωση στη βασι λεία του χρονομέτρου. Σ' αυτό το μηχανοποιημένο κόσμο, το χρονόμε τρο είναι βασιλιάς. Αλλωστε, η μανία να μετράμε τα πάντα, να ελέγχουμε τα πάντα, δεν είναι πια κάτι που το συναντάμε αποκλειστικά και μόνο στους αθλητές, παρόλο που αυτά τα παθολογικά φαινόμενα είναι βαθιά ριζωμένα στον αθλητισμό ως θεσμό. Το χρονόμετρο σταματάει το χρό νο και τον ρυθμίζει γι' ακαθόριστη διάρκεια σύμφωνα με το ρεκόρ. Οι παραδοσιακές νόρμες του χρόνου, τα χρονικά σημεία της καθημερινής μας ζωής έχουν καταργηθεί. Ο πρωταθλητής, για να είναι απόλυτα προ σηλωμένος στο ρυθμό του χρονομέτρου του, ζει έξω από το χρόνο. δ) Στο επίπεδο του χώρου Η αφαίρεση ως προς το χρόνο οφείλεται στη σύστηματοποίηση ε νός πλαισίου αποκομμένου απ' τις ζωντανές σχέσεις με την οργανική φύση. Είτε πρόκειται για στάδια, για πισίνες, είτε για πίστες του σκι, ο αθλητισμός εκτυλίσσεται σ’ έναν κλειστό, περιφραγμένο χώρο, μηχανο ποιημένο, ξένο προς τη φύση. Η άμεση επαφή με το φυσικό στοιχείο δεν υπάρχει πια. Παρεμβάλλεται η «οθόνη» του αθλητισμού. Η «πίστα» αντι κατέστησε το δάσος, τα εμπόδια δεν είναι πια παρά στοιχεία ενός τεχνη τού διακόσμου, το στάδιο δεν είναι πια παρά ένας εκπολιτισμένος, ο μοιόμορφος, μηχανοποιημένος, πραγμοποιημένος, κλειστός χώρος, ανέγγιχτος όπως το νήμα στο σημείο τερματισμού. Η απόλαυση της φύσης αντικαταστάθηκε απ’ την εκμετάλλευσή της. Η φύση γίνεται πια αντιληπτή μόνον όσον άφορα την αύξηση της απο δοτικότητας των αθλητικών κινήσεων. Το χιόνι είναι χρήσιμο, δεν είναι πια ωραίο. Αυτή καθαυτή η φύση είναι πραγμοποιημένη. 6. Η αθλητική αλλοτρίωση Σε τελευταία ανάλυση, η συστηματική, οργανωμένη αθλητική πρα κτική, είτε είναι ερασιτεχνική είτε επαγγελματική, είναι μια αλλοτρίωση του ατόμου με την έννοια ότι το τελευταίο χάνει την ελευθερία του καθώς ενσωματώνεται σ' έναν αθλητικό κόσμο που δεν τον ελέγχει πια αλλά, αντίθετα, κυριαρχείται απ' αυτόν και του φαίνεται σαν αλλότρια δύναμη. Αυτή η αλλοτρίωση του αθλητή είναι τριπλή: απ’ την αθλητική οργάνωση, απ’ τον προπονητή, απ' τη δραστηριότητά του. Σήμερα, ο αθλητής -ανεξάρτητα απ' το τ ι είναι: μαθητής, πολίτης ή στρατιωτικός, ερασιτέχνης ή επαγγελμαπας, αρχάριος ή πρωταθλητήςσυνθλίβεται ολοένα πιο πολύ απ’ τον αθλητικό μηχανισμό. Ο μηχανι σμός του αθλητικού συστήματος τον ενσωματώνει και τον μετατρέπει ______________________________________________________________ 35
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μηερτό, Ζ. Μπρομ
σε γρανάζι του. Ο αθλητής είναι το «γρανάζι της αθλητικής μηχανής». Η οργάνωση γίνεται μια τεράστια υπερδομή και ο αθλητής δεν ελέγχει πια ούτε τις τελεολογίες της ούτε τις εσωτερικές λειτουργίες της. Είναι το κράτος που επιβάλλει παντού τον έλεγχο και την κυριαρχία του. Μ’ άλλα λόγια, στον αθλητισμό και μέσω του αθλητισμού, ο αθλητής διαλέγει «ελεύθερα», μέσω της πρακπκής του, να υποταχτεί στο κράτος. Οι αθλη τικές ομοσπονδίες, που είναι οι οργανισμοί επόπτευσης του αθλητι σμού, εκπροσωπούν τελικά τα συμφέροντα του κράτους όπως και κάθε άλλη δημόσια υπηρεσία. Ο αθλητής, λοιπόν, βρίσκεται ολοένα πιο πολύ υποταγμένος στη γραφειοκρατία, σ' ένα σωρό υπαλλήλους των αθληπκών οργανισμών. Όλη η δραστηριότητά του ελέγχεται συστημαπκά χά ρη σ’ ένα σωρό κανονισμούς, νόμους και νόρμες, που περιορίζουν συ νεχώς την ελευθερία του όχι μόνο σαν αθλητή αλλά και σαν πολίτη. Ένας αθλητής δεν μπορεί ν’ αλλάξει σύλλογο όποτε θέλει, δεν μπορεί να διαλέξει τους αγώνες στους οποίους θέλει να συμμετάσχει. Αυτός που αποφασίζει είναι η ομοσπονδία, ο σύλλογος στον οποίο ανήκει, η αθληπκή ιεραρχία. Αλλωστε, όταν είναι καθιερωμένος πρωταθλητής, ο αθλητής υποτάσ σεται σ’ ένα σωρό περιοριστικούς κανόνες συμπεριφοράς. Ο αθλητής που συμμετέχει σε ολυμπιακούς αγώνες υποχρεώνεται να μένει σ’ έναν ειδικό χώρο (που ονομάζεται «ολυμπιακό χωριό») όπου, φυσικά, οι ά ντρες και οι γυναίκες μένουν σε χωριστά κτίρια. Το δικαίωμά του να παρεμβαίνει περιορίζεται ολοένα πιο πολύ. Με λίγα λόγια, απ’ όλες τις πλευρές του διοικητικού πλαισίου που τον περιστοιχίζει, ο αθλητής δεν ανήκει πια στον εαυτό του, ανήκει στο σύστημα, ανήκει στο κράτος. Η αθλητική αλλοτρίωση είναι μια πλευρά της κραπκής αλλοτρίωσης. Το πρόβλημα, λοιπόν, που θέτει αυτή η αλ λοτρίωση είναι πολιτικό: είναι το πρόβλημα του μαρασμού του κράτους. Κι έπεσα, ο αθλητής είναι αλλοτριωμένος ως προς το πατρικό του «είδωλο»: τον προπονητή. Γι άλλη μια φορά υποτάσσεται στην εξουσία. Οι σχέσεις ανάμεσα στον αθλητή και τον προπονητή, από κοινωνική άποψη, είναι ακριβώς όπως οι σχέσεις με το αφεντικό και, από ψυχολο γική άποψη, είναι ακριβώς όπως οι σχέσεις με τον πατέρα. Απ’ τη μια, ξαναβρίσκουμε την εκμετάλλευση -απ’ την άλλη, τη νηπιακότητα. - «Καταλαβαίνω, λέει ο Στεφάν να υπακούω τυφλά, να προσπαθώ να καταλαβαίνω όσο γίνεται λιγότερα. Και να μην ανησυχώ γιατί όλα αυτά είναι για το καλό μου και για την επιτυχία. Δεν ξέχασα το μάθημά σας... - «Ωραία, ωραία, λέει ο Χένκελ αλλά προσθέτω πάντα: «Πρόθυμα και με το χαμόγελο στα χείλη» (...) Υποφέρουμε. Εσύ πρώτος απ’ όλους. Αλλά τούτη η κούραση είναι ωραία, το ξέρεις καλά... «(...)Τώρα μου ανήκεις και θ’ ασχοληθώ μαζί σου όπωςτ’ αξίζεις»[9], 3 6 _____________________________________________________________
'Αθλητισμός, κουλτούρα και καταπίεση"
Σε τελευταία ανάλυση, ο αθλητής πουλιέται, «ψυχή τε και σώμαπ», στον «προπονητή-πατέρα-αφενπκό-διευθυντή παραγωγής» του, όπως πού λησε κι ο Φάουστ την ψυχή του στο σατανά κι όπως πουλάει κι ο εργάτης την εργασιακή του δύναμη στο αφεντικό. Τέλος, η δραστηριότητα του αθλητή είναι αλλοτριωμένη ως προς τον εαυτό του. Ο νόμος της αναγ καιότητας επιβάλλεται ολοένα περισσότερο - είτε λόγω της προπόνη σης και του αθλητικού αγώνα, είτε λόγω της αθλητικής τεχνικής, η δραστηριότητά του δεν είναι πια δική του, ελεύθερη, αυθόρμητη, αλλά η δραστηριότητα μιας αναπόδραστης αθλητικής λογικής. Το σώμα του είναι ένα απλό εργαλείο που καθορίζεται απ’ τον προπονητή σε συνάρ τηση με τις υπάρχουσες επιδόσεις. Το ρεκόρ και η νίκη του επιβάλλουν ουσίες, έναν τρόπο ζωής, μ' άλλα λόγια, τη δραστηριότητά του. Επιπλέον, απ’ τη στιγμή που θα εγκλωβιστεί ο αθλητής σε τούτα τα γρανάζια δεν μπορεί πια ν' απαλλαγεί απ' αυτά. Η ιεραρχία των επιδόσε ων, η εξέλιξη των ρεκόρ, η αφαίρεση απ' την ιδέα της προόδου δεν του επιτρέπουν να σταματήσει, του επιβάλλουν να βελτιώνει πάντα την α θ λ η τ ή του αξία. Είναι η λογική του αθλητισμού που αποφασίζει για την εξέλιξη της αθλητικής του σταδιοδρομίας. Αυτό ακριβώς το γεγονός εξηγεί γιατί είναι τόσο δύσκολο για έναν αθλητή να εγκαταλείψει τον αθλητισμό. Έχει πάντα την εντύπωση ότι είναι άξιος κι ότι μπορεί να εξελιχθεί ακόμα περισσότερο. Αλλωστε η σωματική άσκηση γίνεται γι αυτόν κάτι σαν ναρκωτικό. Είναι εθισμένος με την καυθαυτή έννοια του όρου. Τρέχει, προπονείται μηχανικά όπως το κάνει εδώ και πολλά χρόνια (βλ. Μιμούν). Η δραστη ριότητα για την οποία δέχτηκε να κάνει σκληρές θυσίες κατά τη νεότητά του έχει γίνει πια ανάγκη του - ξαναβρίσκουμε εδώ όλους τους μηχανι σμούς εσωτερίκευσης. Η δραστηριότητα του αθλητή έχει γίνει ξένη ως προςτονεαυτό του. Τέλος, ο αθλητής είναι φυλακισμένος σ' έναν κόσμο απ' τον οποίο δεν μπορεί πια να αποδράσει. Δεν μπορεί να ζήσει σ' άλλο κόσμο. Διακότττοντας την ενεργό δράση του, συγκεντρώνει τα διάφορα ενθύμια απ’ τις μέρες της δόξας του, ανοίγει κάποιο μπαρ χάρη στους αθλητι κούς του τίτλους, γίνεται προπονητής ή διοικητικός παράγοντας του αθλητισμού [10]. Ενσωματώνεται απόλυτα και οριστικά στο σύστημα συ νεχίζοντας τη διαιώνισή του. Η διάβρωση της συνείδησης των νέων απ' τον αθλητισμό είναι, άλ λωστε, τέτοια ώστε δεν είναι δυνατό να συναντήσουμε νέους αθλητές που να μην έχουν ταυτιστεί με τον Ζαζί, τον Κοπά ή τον Ανκετίλ...Η αθλητική αλλοτρίωση είναι ολοκληρωτική. Ο αθλητής βρίσκεται αλυσο δεμένος, προλετάριος του αθληπσμού, σε μια διαδικασία που δεν ελέγ χει, σε μια διαδικασία που οι μηχανισμοί της αλλά και η ιδεολογία της δεν είναι παρά η «αντανάκλαση» της αστικής ιδεολογίας. ______________________________________________________________ 37
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μπερτό, Ζ. Μπρομ
ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΠΑ Η ιδεολογία του αθλητισμού είναι αδιαχώριστη απ’ την αστική ιδεο λογία. Οι μεγάλοι ιδεολόγοι του αθλητισμού, ο Τόμας Άρνολντ και ο Κουμπερτέν, υπήρξαν μεγάλοι αστοί ιδεολόγοι. Θα 'πρεπε ν’ αφιερώ σουμε μια ιδιαίτερη μελέτη στην ανάλυση αυτής της ιδεολογίας. Είναι, άλλωστε, παράδοξο όπ ο Κουμπερτέν, αυτός ο μεγάλος αστός της ΙΙΙης Δημοκραπας, αυτός ο υμνητής της πατρίδας και των ασπκών αξιών, που είχε συγκεκριμένες πολιπκές ιδέες όσον άφορα τη λύση του κοινωνικού προβλήματος, κατάφερε να πετύχει σε διάστημα πενήντα χρόνων την απόλυτη ομοφωνία. Η ολυμπιακή ιδεολογία είναι μια ιδεολογία παγκό σμια αποδεκτή σαν ένα αγαθό κοινό για όλη την ανθρωπότητα. «Ο αθλη πσμός είναι φύσει και κλίσει δημοκραπκός και διεθνής». Το ολυμπιακό ιδεώδες του Κουμπερτέν, έγινε, λοιπόν, το υπερβατικό ιδεώδες όλων των αθλούμενων λαών. Ξέρουμε, απ’ τον Μαρξ, όπ η κυρίαρχη ιδεολογία είναι η ιδεολογία της κυρίαρχης τάξης. Η αθληπκή ιδεολογία είναι ένα σημανπκό συ μπλήρωμά της. Ο πρωταθλητής είναι η ζωντανή πραγμάτωση του αν θρώπου έτσι όπως τον θέλει ο καπιταλισμός. Ο αρχάριος αθλητής, ο εργάτης πρωταθλητής, ζητάει την απόδραση σαν σωτηρία και δε βρί σκει παρά την τέλεια μορφή της υποδούλωσής του στην εργασία. Ο αθληπσμός, συμπυκνώνοντας <<τατυπικά χαρακτηριστικά των καπιταλισπκών κατηγοριών και δομών»[11], αποτελεί καθορισπκό παρά γοντα για την ενίσχυση της αστικής ιδεολογίας. Εδώ το μόνο που μπο ρούμε να κάνουμε είναι να ανακεφαλαιώσουμε τα πιο μυθοποιηπκά θέματα. 1. Ιεραρχία και κοινωνική άνοδος Ο αθλητισμός, χάρη στις δυνατότητες προώθησης και επιτυχίας, προσφέρει κάποια αμυδρή ελπίδα κοινωνικής επιτυχίας. Η αθλητική προ ώθηση είναι αδιαχώριστη απ’ την προαγωγή στην εργασία. Ο πρωτα θλητής, ο αθλητής γενικά, είναι το ον που τερμαπζει την αθληπκή στα διοδρομία του με μια αθληπκή επιτυχία, όπως και τα παράσημα εργασί ας ανταμείβουν σαράντα χρόνια καλών και ευσυνείδητων υπηρεσιών προς την πατρίδα και την εργασία. Ο αθλητής είναι κυρίως εκείνος που ξέρει να ενσωματώνεται σε μια ιεραρχία: ιεραρχικές σχέσεις μεταξύ διοικούντων και διοικούμενων, μεταξύ των αξιών του αθληπσμού, με ταξύ των ανππάλων. Η αρχή αυτή, που βασίζεται στην επιλογή, επιβάλ λει στους αδύναμους να μένουν στο σκοτάδι, ξεχασμένοι, συνθλιμμένοι, στο επίπεδο του εργάτη που δεν είχε την τύχη να κληρονομήσει έναν καπιταλιστή πατέρα. Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι όλες οι υπερβολικά ιεραρ 3 8 ______________________________________________________________
"Αθλητισμός, κουλτούρα και καταπίεση"
χικές δομές (εκκλησία, στρατός, γραφειοκρατία) εγκωμιάζουν τον α θλητισμό με ιδιαίτερο ζήλο. Η αθλητική αγωγή, διδάσκοντας τους νέους να εξελίσσονται σ’ ένα ιεραρχικοποιημένο πλαίσιο, διδάσκοντάς τους τις νόρμες της εξουσίας, της πειθαρχίας..., τους διαμορφώνει έτσι ώστε ν’ αποδεχτούν αργότερα, με μεγαλύτερη ευκολία, το απόλυτα καταπιεσπκό, εξουσιασπκό κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο. 2. Εργασία - Πατρίδα Η ιδεολογία του μόχθου, της απολύτρωσης μέσω της εργασίας, της πραγμάτωσης του εαυτού μέσα στην παραγωγή, έχει ισχυρότατα ερεί σματα στη σταχανοβίπκη ιδεολογία του αθλητισμού. Η ηθική του αθλη τισμού είναι μια ηθική της προσπάθειας, της υπέρβασης του εαυτού μέσα απ’ τα βάσανα και με το σύνθημα: «Πάντα έτοιμος για δουλειά». Το σύνολο των σωματικών προσπαθειών που απαιτεί ο σύγχρονος αθλητι σμός χρειάζεται μια δικαίωση που εκφράζεται τελικά με την εξύμνηση της προσφοράς του εαυτού και της θυσίας. Επιπλέον, η πιστή εκπλήρωση των καθημερινών καθηκόντων απ’ τον αθλητή χρησιμεύει στην καταπιεσπκή τάξη πραγμάτων για να εμφυσήσει στα άτομα την έννοια του καθήκοντος, της σωστά εππΈλούμενης εργασίας, της πίστης. Εργασία, Πατρίδα: αυτά είναι τα συνθήματα του αθληπσμού. Οι γραφειοκρατικοποιημένες ανατολικές χώρες έχουν, άλ λωστε, υιοθετήσει αυτό το ασπκό σύνθημα, εκλαϊκεύοντας την περίφη μη ρήση: «Έτοιμος για την παραγωγή και την υπεράσπιση της πατρί δας». Η κινητοποίηση για τον αθληπσμό είναι μια προκαταρκτική κινητο ποίηση για την πατρίδα. 3. Ευγενής άμιλλα (Fair-play) Όλοι οι ιδεολόγοι παρουσιάζουν τον αθλητισμό σαν μια ηθική ά σκηση που επιτρέπει την απόκτηση πολιτικών αρετών. Ας θυμηθούμε τον Ερζόγκ που, αναφερόμενος στον αθληπσμό, είπε ότι «αυτή καθαυτή η φύση του τον καθιστά τον ισχυρότερο σύμμαχο της ηθικής». Η ηθική αυτή συμπυκνώνεται στην έννοια της «ευγενούς άμιλλας». Παρόλο που η αθλητική πρακτική αποδεικνύει καθημερινά ότι η «ευγε νής άμιλλα» μεταξύ των αντιπάλων ή των εθνών είναι μια χίμαιρα, οι αστοί ιδεολόγοι εξακολουθούν να εμμένουν σ’ αυτή την καθαρά μυθοποιητική έννοια. Μια πρόσφατη διάλεξη του κ. Μαέ (UNESCO) μπορεί να θεωρηθεί ο μοντέρνος χάρτης της αθλητικής ιδεολογίας της εποχής μας[12], Η ιδέα της ανακωχής, του ιππσπσμού, του ουμανισμού και της κουλτούρας θα μπορούσε να είναι ένα παγκόσμιο μέσο διανθρώπινης ομόνοιας χάρη στο σεβασμό ενός διεθνούς κώδικα τιμής: της «ευγενούς άμιλλας». Μια σύνθεση πάθους και αφοσίωσης για τον υγιή ανταγωνι ______________________________________________________________ 39
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μπερτό, Ζ. Μπρομ
σμό θα μπορούσε ν’ ανοίξει το δρόμο του αμοιβαίου σεβασμού, της ύφεσης, στη συνέχεια της συνεννόησης, τέλος της ειλικρινούς συνερ γασίας ανάμεσα στους λαούς και τα άτομα. Είναι ολοφάνερο όπ αυτή η ολοκληρωτική μυθοποίηση συγκαλύπτει την πραγματικότητα της καπι ταλιστικής ζούγκλας, όπου ο πόλεμος όλων ενανπ'ον όλων είναι ο υπέρ τατος νόμος. Η έννοια της «ευγενούς άμιλλας» καταλήγει άμεσα στην πρακτική της ταξικής συνεργασίας.Ο Μαέ, λοιπόν, είπε στη διάλεξη: «Λ/αι, ο αθλητισμός είναι ένας ιπποτισμός, γιατί είναι μια τιμή, μια ηθική και μια αισθητική, που έχει απήχηση σ' όλες τις τάξεις και σ'όλους τους λαούς και τους ενώνει αδελφικά σ' όλη τη γη» [13]. Πολλές φορές παρατηρήσαμε όπ ο αθληπσμός είναι στην πραγμα τικότητα ένα μέσο κοινωνικής συνένωσης και γνωριμίας, κατανόησης ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις. Η «ευγενής άμιλλα» ανάμεσα σπς κοι νωνικές τάξεις είναι η βάση της «ευγενούς άμιλλας» στον αθληπσμό. Σε διεθνή κλίμακα, όπως είπαμε και προηγούμενα, είναι η αντανάκλαση της ειρηνικής συνύπαρξης. 4. Μια «εν ενεργεία» μυθοποιητική ηθική Στην εποχή μας, ο αθλητισμός είναι πανίσχυρο μέσο πνευματικής αποκτήνωσης και ηθικής κατήχησης. Είναι στην ουσία μια «εν ενεργεία» ηθική. Ήδη το 1888, ο Λεόν Μπουρζουά έγραφε: «Οι σωματικές ασκή σεις μπορούν να είναι αληθινά πρακτικά μαθήματα ηθικής». Η γκωλική αστική τάξη δεν έσφαλε ως προς αυτό και το πρώην φερέρωνό της, ο κ. Ερζόγκ, φρόντισε να το τονίσει σ’ ένα άρθρο του στο περιοδικό E.P.S.: «Η ηθική αξία του αθλητισμού». Η αθλητική ηθική δεν έχει άλλο ρόλο πέρα από το να ικανοποιεί την ασπκή ηθική. «Η ηθική γεννιέται σ’ ένα πεδίο που σπαράζεται από την πάλη των τάξεων και υπηρετεί πάντα τα συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης»[ 14], γράφει ο Τρότσκυ. Όντας ανπμέτωποι με την καταπίεση και το γραφειοκρατικό έλεγχο των μαζών απ’ την αθληπκή πρακπκή, πρέπει να θυμόμαστε πάντα πως δεν υπάρχει παρά ένας μόνο αθλητισμός και πως ο αθλητισμός αυτός είναι αστικός ως προς την ουσία του, την τελεολογία του, την ιδεολογία του και την οργάνωσή του. Σ’ αυτές πς συνθήκες, το να μιλάμε για αθληπκό ουμανισμό, για παιδαγωγικό αθλητισμό ή για πολιπσμό του αθληπσμού, σημαίνει ότι αποδεχόμαστε πως η αστική εκπαίδευση, ηθική και κουλτούρα αποτελούν παράγοντα ανθρωπισμού. Η ιδεολογική, πολιτική αποδοχή του αθληπσμού αποτελεί άνευ όρων συμβιβασμό με την ασπκή τάξη πραγμάτων. Το να εγκωμιάζουμε την αθληπκή αγωγή σημαίνει όπ διεκδικούμε την ενσωμάτωση της αγρσπκής, εργαπκής και φοιτητικής νεολαίας στην αστική τάξη πραγμάτων. 4 0 _____________________________________________________________
‘Αθλητισμός, κουλτούρα και καταπίεση’
ΤΟ ΑΘΛΗΤΙΚΟ ΘΕΑΜΑ Στο αθλητικό θέαμα αποκρυσταλλώνονται όλα τα χαρακτηριστικά του ασπκού αθλητισμού. Αρκεί να παραβρεθούμε σε μια μεγάλη αθλη τική συνάντηση για να διαπιστώσουμε τη μεγάλη αστική «ταυρομαχία». Η σύγχρονη αθλητική πραγματικότητα δε διαχωρίζεται απ’ το αθλη τικό θέαμα. Το αθλητικό θέαμα είναι η ορατή καθαγίαση του αθλητι σμού που πουλιέται. 1. Η εμπορευματική αξία του αθλητικού θεάματος Ο αθλητισμός ως καθημερινή μαζική πραγματικότητα είναι, πρώτα απ’ όλα, το καθημερινό μαζικό θέαμα. Ο πολλαπλασιασμός των αθλητι κών αγώνων είναι κατά βάση ο πολλαπλασιασμός και η οργάνωση των θεαμάτων. Η βιομηχανία ανακάλυψε σ’ αυτά μιαν αξιόλογη πηγή κέρ δους. Η «εξαγορά» ανθρώπων και πραγμάτων στα πλαίσια του αθλητι σμού, που οι μεταρρυθμιστές του προσπαθούν να την εξαλείψουν μ’ ένα σωρό ηθικές προτροπές, αποτελεί συστσπκό στοιχείο αυτού του αθλητικού θεάματος. Οι αθλητές-εμπορεύμστα, ερασιτέχνες και επαγγελματίες, χειραγωγούνται με τις μεθόδους του μάρκετινγκ στην αθλη τική αγορά. Πράγματι, η κινητήρια δύναμη του αθλητικού θεάματος είναι η γοητεία που ασκούν στο κοινό οι άνθρωποι - θεάματα. Όπως πάντα, λοιπόν, είναι η εμπορευματική αξία (και όχι η αξία χρήσης, που είναι μηδενική) που συνιστά το δυναμισμό του αθλητικού θεάματος. Πρόκειται για μια ανταλλακπκή αξία που πρέπει να πραγματοποιηθεί στην αθλητική αγορά. 2. Η «πολιτιστική» αξία του αθλητικού θεάματος Με το να προσελκύει τις μάζες, το αθλητικό θέαμα αποτελεί ένα είδος πολιτιστικής κατανάλωσης που ανταποκρίνεται αυστηρά στις ανά γκες της μαζικής πολιτισπκής παραγωγής του συστήματος. Η πώληση των αγαθών του ελεύθερου χρόνου είναι, πάνω απ’ όλα, η πώληση του θεάματος και των δραστηριοτήτων που συνεπάγεται (προγνωστικά, ιπ ποδρομίες, κλπ.) στα πλαίσια μιας καταναλωτικής κοινωνίας. Είναι πολλοί αυτοί - απ’ τη μια, οι ανεπιφύλακτοι υποστηρικτές του γκωλικού καθεστώτος, απ’ την άλλη, οι αθλητικοί προπαγανδιστές του Κ.Κ.Γ. - που τολμούν ακόμη να υποστηρίζουν ότι το αθλητικό θέαμα έχει τεράσπα πολιτιστική αξία με καθαρά κοινωνική σημασιοδότηση (βλ. Ρουιγιέ) και προσποιούνται ότι πιστεύουν πως οι καθαρά αθλητικοί α γώνες στους οποίους συμμετέχει το κοινό μπορούν να διαχωριστούν απ’ το γενικότερο πολιτιστικό και πολιτικό υπόβαθρο. Ενώ απ' τη μια καταδικάζουν τις εμπορικές καταχρήσεις και τις σοβινιστικές υπερβο λές, απ’ την άλλη υποστηρίζουν ότι «οι μεγάλες στιγμές» του αθλητι ______________________________________________________________ 41
Φ. Γκαντερέ, Π. ΛακιγιομΙ, Ζ. Μηερτό, Ζ. Μπρομ
σμού αντιπροσωπεύουν ένα πολιτιστικό ορόσημο στην πρόοδο της αν θρωπότητας. Αλλά δεν είναι δυνατό να μιλάμε για κουλτούρα όταν η κουλτούρα στην οποία αναφερόμαστε είναι το άμεσο μαζικό προϊόν μιας βιομηχανί ας και μιας εμπορικής επιχείρησης που ο μόνος ανπκειμενικός της στό χος είναι το κέρδος. Ό λες οι μεγάλες αθλητικές εκδηλώσεις, οι πιο θεαμαπκές, δεν είναι παρά προφάσεις για τις πιο επικερδείς τοποθετή σεις κεφαλαίων. Η παρουσίαση των χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων της Γκρενόμπλ, όπως την κάνει λόγου χάρη ο συνταγματάρχης Κρεσπέν, σαν πολιτιστικό γεγονός σημαίνει ότι αποδεχόμαστε πως ο εμπο ρικός αθλητικός τομέας μπορεί να είναι πηγή και μέσο κουλτούρας. Το να παρουσιάζουμε το Γύρο της Γαλλίας, τους τελικούς του κυπέλλου, τους πυγμαχικούς αγώνες, τους αγώνες αυτοκινήτου, σαν πολιτιστικά γεγονότα σημαίνει ότι υποβιβάζουμε την κουλτούρα σε χυδαία μασκα ράτα. Η αθλητική «κουλτούρα» δεν είναι, άλλωστε, παρά ένα τεράστιο καρναβάλι που το τελετουργικό του ανταποκρίνεται επακριβώς στις α νάγκες ενός αυταρχικού ή, σε τελευταία ανάλυση, φασιστικού καθεστώ τος. 3. Το προφασισηκό τελετουργικό του αθλητικού θεάματος Η διοργάνωση των αθλητικών θεαμάτων γίνεται με την έννοια μιας κωδικοποίησης κι ενός τελετουργικού ολοένα πιο καθορισμένου και σχολαστικού. Οι αθλητικές τελετουργίες οργανώνονται σύμφωνα μ’ ένα αυστηρό πρωτόκολλο. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι το αθλητικό τελετουργικό, η τελετουργική οργάνωση της αθληπκής φιέστας, με τις τελετές ενάρξεως και λήξεως, μοιάζει με το συνηθισμένο στρατιωτικό τελετουργικό. Από ιστορική και πολιτική άποψη, είναι σημαντικό να παρατηρήσου με ότι, ολοένα πιο πολύ, ο στρατός και οι πιο καταπιεστικές δομές του κράτους (χωρίς ν’ αναφέρουμε και τη βοήθεια που παρέχει ο μηχανι σμός της εκκλησίας) ασκούν τρομακτικές πιέσεις όσον αφορά αυτή κα θαυτή τη διοργάνωση των αθλητικών συναντήσεων. Η μεγάλη γιορτή αρχίζει με μια στρατιωτική παρέλαση. Η πολύχρω μη τελετή, η ανάκρουση των εθνικών ύμνων, οι μαζικές παρελάσεις των ομάδων με τον ίδιο βημαπσμό και την ίδια αμφίεση, όλα αυτά θυμίζουν κατά παράδοξο τρόπο ένα σωρό μαζικές εκδηλώσεις που παραμένουν ζωντανές ακόμη στη μνήμη μας. Φανφάρες, χρώματα, αναζωπύρωση της συμβολικής φλόγας, εθνικοί ύμνοι, όλα αυτά ανππροσωπεύουν μια γκροτέσκα αντιγραφή του στραπωτικού τελετουργικού. Επιπλέον, αυτό το αθλητικό πρωτόκολλο εφαρμόζεται πολύ συχνά από καθαρά στρατιωτικό προσωπικό -είτε είναι η φιλαρμονική ορχή 4 2 _____________________________________________________________
"Αθλητισμός, κουλτούρα και κατα πίεση"
στρα, τα C.S.R., η αστυνομία, είτε οι πρόσκοποι, σ’ όλες-πς περιπτώσεις η αθλητική εκδήλωση πλαισιώνεται πάντα απ’ τον στρατιωτικό μηχανι σμό. Τέλος, η λήξη της αθλητικής τελετής είναι κι αυτή μια ημιμυθοποιητική, ημιφασισπκή αποθέωση του στρατιωτικού ενθουσιασμού: προ σκλητήριο και αναμονή μεταλλίων, καινούρια παρέλαση, κλπ. ΠρόκεΓται εδώ για την μαζική δόμηση του πληθυσμού μέσω ενός μυθοποιητικού τελετουργικού που έχει την ίδια λειτουργία όπως και όλες οι μεγάλες μαζικές εκδηλώσεις, που οργανώνονται απ’ την εκκλη σία, τον στρατό ή τις φασιστικές συμμορίες.
4. Αθλητικό θέαμα και μαζική κινητοποίηση Το αθλητικό θέαμα έχει γίνει το ψυχαναγκαστικό μαζικό τελετουρ γικό μιας κοινωνίας όπου κάθε σπγμή μπορεί να εμφανιστεί ο φασισμός ή οποιαδήπστε μορφή στρατιωτικής δικτατορίας. Θεωρούμε χρήσιμο να υπενθυμίσουμε ότι όλα τα φασιστικά ολοκληρωτικά κράτη, στρατιωτικά ή γραφειοκραπκά, έχουν ιδιαίτερη προτίμηση για τις μαζικές εκδηλώ σεις (Χπλερ, Φράνκο, Πετέν, Μουσουλίνι). Το τελετουργικό αυτό αποτελεί το προκάλυμμα που επιτρέπει την εξωφρενική χειραγώγηση του πλήθους. Πρόκειται για καθαρά τελε τουργική άσκηση κινητοποίησης των μαζών, που έχει μια ολοφάνερη πολιτική λειτουργία: τον έλεγχο των μαζών. Πλαισιωμένα απ’ το στρα τιωτικό - αστυνομικό μηχανισμό, τα πλήθη συμμετέχουν σε μια μαζική εκδήλωση όπου το κράτος επιδεικνύει τη μεγαλοπρέπεια και τη δύναμή του. Συγκεντρώνοντας κατά περιόδους τους «υπηκόους» του στα διά φορα εθνικιστικά και σοβινιστικά θεάματα, το κράτος ασκεί συστηματική ιδεολογική πίεση. Παλιότερα, σπς φασιστικές χώρες και στις περισσότερες χώρες σή μερα, η σύνδεση αυτή ήταν ακόμη πιο φανερή: είναι το ίδιο το κράτος που οργανώνει αυτή τη συγκέντρωση για να ενισχύσει το γόητρο του (1936: Ολυμπιακοί του Βερολίνου). Οι τελευταίοι αγώνες της Γκρενόμπλ έγιναν, άλλωστε, «επίκεντρο του εθνικού ενδιαφέροντος όλων των γάλλων», μέχρι και του Βαλντέκ Ροσέ που τα ενδιαφέροντά του συμπί πτουν μ’ αυτό το «πολιτιστικό γεγονός». Το γκωλικό κράτος, μέσω του κ. Μαλρώ, δε διακηρύσσει απλά την πολιτιστική πολιτική του στο πολιτιστι κό κέντρο της Γκρενόμπλ, αλλά οργανώνει τους αγώνες στο επίπεδο της εθνικής του αλαζονείας. Η κινητοποίηση όλων των γάλλων, αθλη τών και μη, αποδείχτηκε σοφά ενορχηστρωμένη απ’ το ραδιόφωνο, την τηλεόραση και τον τύπο. Μέχρι και την Humaniti-Dimanche της 18-268, που έγραφε μ’ αφορμή την παρουσίαση των πρώτων φωτογραφιών απ’ τους αγώνες: «Πιστεύουμε ότι οι αναγνώστες μας θα συγκινηθούν μ’ αυτή την προσπάθεια, που επιτρέπει στην Huma-Dimanche να είναι η μοναδική, γαλλική, μη ειδικευμένη εφημερίδα που δημοσιεύει, απότού____________________________________________________________ 4 3
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ ηερ τό , Ζ. Μπρομ τη κιόλας την εβδομάδα, αυτά τα ντοκουμέντα». Αυτή η ιδεολογική και υλική κινητοποίηση του πληθυσμού μέσω του αθλητισμού έχει σαν αποτέλεσμα τη μαζική αποπολιτικοποίηση της δημόσιας ζωής. Όλος ο τύπος, όλα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης σχο λιάζουν ακόμα και την παραμικρή κίνηση των πρωταθλητών, το παραμι κρό γεγονός και αποτέλεσμα των αγώνων κι αφήνουν στο σκοτάδι την άμεση πολιτική επικαιρότητα. Η κινητοποίηση των «εφησυχασμένων συνειδήσεων» αποτελεί, σε τελευταία ανάλυση, ολοφάνερη υποδούλωση κάθε κριτικής συνείδησης -πράγμα που επιτείνεται ακόμα περισσότερο όταν προκαλείται μαζική ταύτιση με τους εθνικιστικούς στόχους του αθλητισμού. Απ’ αυτή την άποψη, ο αθλητισμός είναι πανίσχυρο μέσο πολιτικής εξαρτοποίησης και μπορούμε νατού αποδώσουμε τον κλασικό χαρακτηρισμό του όπιου του λαού, με τη διπλή έννοια αυτού του όρου: απ' τη μια, πλήρης συσκό τιση των κριτικών ικανοτήτων (απόδραση, φυγή, έκσταση) και, απ’ την άλλη, αναπλήρωση, υποκατάστατο για τις πραγματικές δυστυχίες. Χάρη στην εθνικισπκή ταύπση, ο αθλητισμός γίνεται πανίσχυρο μέσο ομοιογενοποίησης και κοινωνικής συνοχής και σαν τέτοιος ακριβώς παρου σιάζεται απ’ τους ιδεολόγους και τους υποστηρικτές του. 5. Αθλητικό θέαμα και πολιτική εκμετάλλευση Η ταύπση με τον καταπιεστή -δηλαδή, με το καπιταλιστικό κράτος και τους προπαγανδιστέςτου: τους στρατευμένους ιεραπόστολους του αθλητισμού, τον Ζαζί, τον Γκουατσέλ[ 15]- γίνεται χάρη σε μια διαδικασί α που μπορούμε να την ονομάσουμε κάθαρση του πλήθους και για την οποία θεωρούμε σκόπιμο να καταλήξουμε σε συγκεκριμένα πολιτικά συμπεράσματα.
α) Διοχέτευση της ανθρώπινης ενέργειας Η παθιασμένη συσπείρωση των μαζών για έναν αγώνα, που η έκβα σή του αξιολογείται υπερβολικά, οδηγεί σε συναισθηματικές εκρήξεις που η ενέργειά τους καναλιζάρεται απ' αυτόν που την κατευθύνει: το κράτος. Οι λιμπινπκές επιθετικές εκφορτίσεις, οι σαδομαζοχισπκές ανπδράσεις, η έκρηξη, το ξέσπασμα της χαρακτηροδομής των μαζών, χωρίς βέβαια να στρέφουν την επιθετικότητα ενάντια στο καπιταλιστικό σύ στημα, συμβάλλουν στην εδραίωσή του. Η διαδικασία στηρίζεται στη μετατροπή της λιμπιντικής επιθετικής ενέργειας σε συλλογική ταύτιση με τα κοινωνικά ιδανικά των καταπιεστών. Το μαζικό άτομο εσωτερικεύει το θέαμα και ταυτίζεται με τους «ηθοποιούς-σκηνοθέτες». Τα αθληπκά θεάματα αναλαμβάνουν για λογαριασμό του την κοινωνική λειτουρ γία που εκτελούσαν παλιότερα οι συλλογικές γιορτές, τα καρναβάλια,
"Αθλητισμός, κουλτούρα και καταπίεση"
κλπ. Το καρναβάλι ανηπροσωπεύει την κατά περιόδους διοχέτευση της ανικανοποίησης, της δυσαρέσκειας και της επιθετικότητας των μαζών. Απ’ αυτή την άποψη, οι αθλητικές συναντήσεις στα γήπεδα δεν είναι παρά η λογική συνέχεια των αγώνων στην αρχαία παλαίστρα και των ταυρομαχιών (που εξακολουθούν να γίνονται) όπου βασιλεύει η απόλυ τη βία. Η άποψη αυτή τονίζεται ιδιαίτερα απ' τον Λιούις Μάμφορντ, στο Τεχνική και Πολιτισμός, όταν αποδεικνύει ότι το θέαμα των θεών του γηπέδου είναι βασικός παράγοντας σταθεροποίησης της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων και αυστηρής πειθάρχησης του πλήθους. «Ο βασικό τερος απ’ αυτούς τους θεσμούς είναι αναμφίβολα ο μαζικός αθλητισμός. (...) Ο αθλητισμός, με την έννοια ενός μαζικού θεάματος που εμπεριέχει το θάνατο ως λανθάνον ερέθισμα, εμφανίζεται όταν ο πληθυσμός είναι σε τέτοιο βαθμό εγκλωβισμένος, πειθαρχημένος και εξουθενωμένος ώστε χρειάζεται να συμμετέχει, διαμέσου άλλων προσώπων, σε δύσκο λες πράξεις που απαιτούν δύναμη, επιδεξιότητα ή ηρωισμό για να αφυ πνίζεται η εξασθενημένη του αίσθηση για ζωή»[ 16].
β) Ενίσχυση της λατρείας της επιθετικότητας: η βάση του θανάτου Στο βαθμό που ο αθλητισμός αποτελεί μια διαδικασία διοχέτευσης της μαζικής ανθρώπινης ενέργειας, παρέχει εξίσου και μια βάση για την επένδυση της επιθυμίας για αίμα και της λατρείας της επιθετικότητας. Αυτός ο μαζικός αθλητισμός είναι αναμφισβήτητα η πιο καταπιεσπκή, η πιο ολοκληρωτική και τρομοκρατική έκφραση αυτού του ενστίκτου του θανάτου για το όποιο μιλάει ο Φρόυντ στα Δοκίμια Ψυχανάλυσης. Ο μαζικός αθλητισμός είναι ο πολτπσμός του ενστίκτου του θανά του: το καπιταλιστικό σύστημα συνέβαλε στην απελευθέρωση και την ενεργοποίησή του σε μαζική κλίμακα. Σ' όλα τα αθλητικά θεάματα κυ ριαρχεί η αναμονή του θανάτου. Η μέθη και η υστερία των παραληρούντων μαζών δεν είναι δημοσιογραφική επινόηση. Θα πρέπει να έχει γνωρίσει κανείς την έκρηξη του πλήθους για να μπορέσει να καταλάβει ότι ο αθληπσμός δεν είναι παρά μια προτροπή για την αυτοκαταστροφή, για τη νοσηρή διέγερση. Ο αθλητισμός, όχι μόνο δεν συμβάλλει σε μια συλλογική απελευθε ρωτική κουλτούρα, στην ελεύθερη κοινότητα του Έρωτα για την οποία μιλάει ο Μαρκούζε, αλλά αντίθετα ανηπροσωπεύει τον πιο ολοκληρωτι κό κορεσμό των μαζών που πραγματώνεται χάρη στη χειραγώγηση των συναισθημάτων, των παθών και των πνευμάτων τους κάτω απ' την από λυτη κυριαρχία του θανάτου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της περίπτωσης είναι ο βραζιλιανός αγρότης που ταυτίζεται με τον Πελέ, ενώ ο εκκλησιασπκοφεουδαρχικός μηχανισμός εξακολουθεί να τον κρατάει σε κατάσταση πλήρους υπστέλειας. ____________________________________________________________ 45
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μ προμ
Αυτός ο κορεσμός παραμένει η σημαντικότερη βάση για την πολιτι κή χρησιμοποίηση των μεγάλων στιγμών του αθλητισμού με σκοπό την ενίσχυση του εθνικισμού και του σοβινισμού.
γ) Εθνικισμός - σοβινισμός Απ’ τον πατριωτισμό του χωριού μέχρι τον εθνικό πατριωτισμό, ο αθλητισμός εξακολουθεί να συντηρεί τον τοπικιστ,κό και εθνικιστικό σοβινισμό. Οι αθλητές επιβραβεύονται για τις υπηρεσίες που πρόσφεραν προς το έθνος -δηλαδή, για το ότι τέθηκαν στην υπηρεσία του πα τριωτισμού και της ανύψωσης του ηθικού της χώρας. Όλες οι αθλητικές εφημερίδες, άλλωστε, δεν κάνουν τίποτ’ άλλο απ’ το να υποκινούν, να συντηρούν και να προπαγανδίζουν αυτόν το σοβινισμό. Πρέπει να αναφέρουμε ότι είναι ιστορικά εξακριβωμένο -το θέμα αυτό, όμως, δεν αποτελεί αντικείμενο του παρόντος άρθρου μαςπως οι μεγάλες αθλητικές αναζωογονήσεις των διαφόρων εθνών γίνο νται πάντα με βάση τον εθνικισμό (Πατερούλης Γιάν, Χίτλερ, Εμπέρ, Πετέν, Ντε Γκώλ, κλπ.). Άλλωστε, ο αθλητισμός θεωρήθηκε και παρου σιάστηκε πάντα σαν εξαιρετικό μέσο για τη συντήρηση του πατριωτικού αισθήματος της νεολαίας και, γι αυτόν ακριβώς το λόγο, τον εκτιμούν τόσο πολύ στις τάξεις του στρατού (βλ. Πιέρ Ντε Κουμπερτέν). Οι μεγάλοι διεθνείς αγώνες, παρά τις παραινέσεις της ολυμπιακής επιτροπής, αντανακλούν την άμεση πολιτική σύγκρουση των κρατών που συμμετέχουν και προετοιμάζονται πάντα σαν πολιτικοί αγώνες. Οι αθλητικές ομάδες δεν είναι παρά εθνικές αποστολές, που εκπρο σωπούν άμεσα την τιμή και το γόητρο της χώρας (ο καταποντισμός της Γαλλίας στους Ολυμπιακούς της Ρώμης θεωρήθηκε εθνική καταστρο φή, με τον ίδιο τρόπο που ο γαλατικός αλέκτωρ εξύμνησε τις νίκες του ΚιλίστουςΟ.Α.). Παράγοντας καπιταλιστικής αποδοτικότητας, δομή χειραγώγησης και σταθερού κορεσμού των μαζών, φορέας προπαγάνδισηςτης κατα πιεστικής αστικής ιδεολογίας καθώς και ψυχικής και σωματικής προε τοιμασίας για τα φασιστικά πρότυπα, παράγοντας που επιτρέπει στις πιο αντιδραστικές κυβερνήσεις να χρησιμοποιούν τα πλαίσια στα οποία λει τουργεί για να εκμεταλλεύονται τις μάζες, το αθλητικό θέαμα, άρρηκτα συνδεδεμένο με τον αθλητισμό ως άμεση πραγματικότητα, έχει γίνει ένας απ’ τους ουσιασπκότερους συντελεστές ενίσχυσης της αλλοτρίω σης της εργασίας στον τομέα του ελεύθερου χρόνου και της «κουλτού ρας». Αυτή η καλυμμένη αλλοτρίωση, η ιδεολογική κινητοποίηση των αν θρώπινων συνειδήσεων, επιτυγχάνεται χάρη σε μια τεράσπα παραγω γή μύθων.
"Αθλητισμός, κουλτούρα και κατα π ίεση"
Η ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ Ως σύνολο συλλογικών αναπαραστάσεων, ο αθλητισμός έγινε ένα σταθερό δομημένο και συνεκτικό σύστημα μύθων. Ο αθλητισμός έγινε ο τομέας της λαϊκής μυθολογίας, που έχει απήχηση σ’ έναν πληθυσμό πνευματικά υποδουλωμένο απ' τις δυνάμεις του κεφαλαίου, του κρά τους και της εκκλησίας. Τα βασικά θέματα αυτής της μυθολογίας αντα νακλούν τις ενασχολήσεις ενός κόσμου όπου οι αντιθέσεις, οι διασπά σεις και οι ανταγωνισμοί απαιτούν μια ψευδαισθησιακή, φαντασιακή αντίδραση. Αυτές οι μυθοποιήσεις αποτελούν το ιδεολογικό όργανο που είναι αναγκαίο για τη διατήρηση της συνοχής του συστήματος, απ’ αυτή την άποψη, ο αθλητικός μύθος κατορθώνει, αφενός, ν’ αποκαλύπτει τις πραγ ματικότητες του συστήματος, να τις «αντανακλά», και, αφετέρου, να τις αποκρύπτει. Αυτή είναι η διπλή φύση του μύθου. Η αθλητική μυθολογία δεν είναι απλά αναπόσπαστο στοιχείο της αστικής ιδεολογίας, αλλά επι πλέον αποτελεί και ακραία διατύπωση των κλασικών θεμάτων της αστι κής μυθολογίας.
1.0 αθλητισμός είναι η συστηματοποίηση της πίστης στη γραμμική πρόοδο Η βελτίωση των επιδόσεων, η επέκταση της πρακτικής του ανταγω νισμού και ο αυξημένος αριθμός των επαγγελμαπώντου είδους θεω ρείται όπ σημαίνουν μια πρόοδο του ανθρώπου. Ο αθλητισμός αντανα κλά και επαυξάνει τον επίσημο οππμισμό ενός συστήματος που η οικο νομική του ανάπτυξη έχει τη δύναμη να οδηγεί σε μια συνολική πρόοδο της κοινωνίας. Ύστερα από κάθε αθλητικό επίτευγμα, ύστερα από κάθε πρόοδο των επιδόσεων, οι τεχνοκράτες του αθλητισμού αφήνουν να εννοηθεί ότι έχει προοδεύσει η ίδια η ανθρωπότητα ως προς τη σωματική κατά σταση των ατόμων. Η ανάπτυξη των αθλητικών ικανοτήτων του πληθυ σμού παρουσιάζεται σαν βελτίωση της σωματικής κατάστασης των μελώντου, όπως ακριβώς η ανάπτυξη της εργασίας παρουσιάζεται, σ’ όλα τα καθεστώτα, σαν απόδειξη υγείας και ζωτικότητας των παραγωγών. Το ιδεώδες του σταχανοβισμού, που η αποτελεσμαπκή εφαρμογή του περιορίζεται σε μια μικρή ελίτ, είναι το ιδεώδες της προόδου των ατό μων. 'Οσο για μας, αμφισβητούμε αυτή την αντίληψη της γραμμικής και αιώνιας προόδου, που δεν είναι τελικά παρά η πραγμάτωση της κυριαρ χίας.
2. Αυτός ο σταχανοβίτικος μύθος γεννάει το μύθο του υπεράνθρωπου, το μύθο του ανθρώπου που δημιουργεί το δικό του το ξεπέρασμα, που μέσα απ’ τον πόνο και την προσπάθεια υπερβαίνει τα βιολογικά του ____________________________________________________________ 4 7
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μπρομ όρια, που διευρύνει αδιάκοπα τις δυνατότητες της φυσιολογίας του. Η ανιούσα καμπύλη των ρεκόρ είναι η απόδειξη αυτής της ακάθεκτης πορείας προς τον υπεράνθρωπο. Σ’ ορισμένα καθεστώτα, αυτός ο υπεράνθρωπος έχει πολύ συγκε κριμένα χαρακτηριστικά: πιστεύεται ότι συνδυάζει «'την ηθική αγνότητα, τη σωματική τελειότητα και την πνευμαπκή ανάπτυξη». Αυτός ο νέος άνθρωπος ετοιμάζεται να γεννηθεί στο «σοσιαλισπκό» καθεστώς χάρη στ' αγαθά του ελεύθερου χρόνου και τον αθληπσμό. 3. Απ’ την άλλη, ο αθλητικός ηρωισμός γίνεται το συμπλήρωμα του
στρατιωτικού ηρωισμού και της ηθικής και θρησκευτικής αγιότητας Ενσαρκώνοντας όλες τις ηθικές αρετές, ο πρωταθλητής, ο ήρωας αθλητής - ρομπότ, γίνεται ο ιεραπόστολος, ο ακάματος προπαγανδιστής μιας παγκόσμιας ηθικής, της ηθικής της διεθνούς συναδέλφωσης
των λαών. Οι εθνικές αποστολές παρουσιάζονται, μέσα στα πλαίσια των πολιτισπκών ανταλλαγών μεταξύ διαφορεπκών πολπτκών και κοινωνικών κα θεστώτων, σαν εκπρόσωποι της ειρήνης και της κατανόησης μεταξύ των λαών. Απστελούν την καλύτερη απόδειξη της ειρηνικής συνύπαρξης και της συναδέλφωσης στην προσπάθεια για μια νέα ανθρωπότητα που είναι οι πρόδρομοι και οι ήρωές της: ενώ ο πόλεμος εξακολουθεί να μαστίζει τον κόσμο. «Αγαπάτε αλλήλους κάτω απ’ τις βόμβες και μέσα στα γήπεδα», να ποιο είναι το νέο αθλητικό ευαγγέλιο αυτών των γεν ναίων εκπροσώπων της φιλόπονης, ενάρετης και αθλούμενης νεολαίας όλων των χωρών.
4. Ο αθλητισμός έγινε κι αυτός θρησκεία Οι αθλητικοί αγώνες, με τον σχεδόν ιερό και μυστηριακό χαρακτή ρα τους, έχουν αποκτήσει τα χαρακτηρισπκά των παραδοσιακών θρη σκευτικών τελετών. «Το κυριότεροχαρακτηρισπκότου σύγχρονου ολυ μπισμού είναι ότι αποτελεί θρησκεία: Religio Athletae»»[17]. Ορισμένα ιδιαίτερα κοπιαστικά, εξαντλητικά αγωνίσματα, κατά κά ποιο συμβολικό τρόπο, μοιάζουν με τα πάθη και τη σταύρωση του Χρι στού: οι αθλητές του δεκάθλου και του μαραθώνιου δρόμου, καταρρέοντας στον τερματισμό, «νεκροί» στο πεδίο του αθλητισμού, θυσίασαν την ύπαρξή τους για την αθλητική λύτρωση της ανθρωπότητας. Κά ποιος άλλος, ανεβαίνοντας πανηγυρικά τα σκαλοπάπα του ιερού βά θρου, υγραίνει με τα δάκρυά του την ολυμπιακή δάδα μέσα στη χοάνη απ’ όπου λάμπει η εξαγνιστική φλόγα, ενώ οι Ιούδες, έντρομοι απ' τη σοβαρότητα της ορκωμοσίας, ορκίζονται να μην προδώσουν ποτέ πια το ιδανικό τους στο όνομα της πίστης στη βάππσή τους: οι θεοί των γηπέ δων είναι οι άρχοντες του σύμπαντος. 4 8 ____________________________________________________________
'Α θλητισμός, κουλτούρα και κατα π ίεσ η ’
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ Οι διαφορετικές προοπτικές απ' τις οποίες προσεγγίσαμε το πρό βλημα του αθλητισμού μας επέτρεψαν όχι μόνο να κατανοήσουμε αυτή την παγκόσμια πραγμαπκότητα με βάση μιαν εμπειρική ανάλυση αλλά και κυρίως να την κρίνουμε ως συγκεκριμένη ολότητα. Εξετάζοντας τον αθλητισμό όχι ως μεμονωμένο γεγονός αλλά σ’ όλη του τη σφαιρικότητα, δηλαδή, αντιλαμβανόμενοι την κοινωνική του διάσταση, μπορέσαμε να κατανοήσουμε τη μοναδικότητάτου. Να κατα νοήσουμε, λοιπόν, ένα κοινωνικό φαινόμενο σημαίνει να το κατανοή σουμε ως ένα όλον. Δεν είναι δυνατό να απομονώνουμε τις καλές πλευ ρές του αθλητισμού απ’ τις βλαβερές πλευρές του, όπως κάνουν σήμε ρα όλοι οι αναμορφωτές του που προσπαθούν, ας πούμε, να τον καθα ρίσουν απ’ όλες τις σκουριές του. Όλες οι διαστάσεις, όλοι οι τομείς, όλα τα επίπεδα του αθλητισμού αλληλοκαθορίζονται και ταυτόχρονα καθορίζονται απ’ το χώρο στον ο ποίο ακμάζουν: την κοινωνία της ταξικής εκμετάλλευσης. Να γιατί είναι αδύνατο να αναμορφώσουμε τον αθλητισμό μέσα στα σημερινά πλαί σια. Ο αθλητικός μεταρρυθμισμός είναι καθαρά ουτοπική αυταπάτη. Ο αθλητισμός ως μορφή κυριαρχίας, καταπίεσης (ανταγωνισμός-αποδσηκότητα), θα εξαφανιστεί σε μια πραγμαηκά κομμουνιστική κοινωνία.
49
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μπρομ
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ [ I ] "L1 Institut national des sports», a .27. 12 ] Τελικός Γιουγκοσλαβίας-Ιταλίας και αγώ νας κ α τά τα ξη ς Α γ γλίας-Ε .Σ.Σ.Α του Ευρωπαϊκού Κυπέλου Εθνών. [3 ] Ω ς π ρος αυτό το ά ρ θρο «Le Ski et Les Jeux Olympique» στο περιοδικό «Education Physique», «Sport et Sociiti» που αποδεικνύει ότι η παρέμβαση του κράτους όσον αφ ορά την επιλογή των εγκατα στάσεω ν για τους Ολυμπιακούς Αγώνες τη ς Γκρενόμπλ έγινε σύμφωνα μ ε τα συμφ έροντα των γάλλων μ εγαλοκεφ αλαιούχω ν και κυρίως των Ροτσίλντ. [4 ] Η εφ ημ ερίδα »L’ Equipe» κυκλοφόρησε σε 1.000.000 αντίτυπα για το θάντα του Fausto Coppi. Γ ια άπ ειρα σχετικά παραδείγματα, βλ. Naudin, «La Foire au m uscle» και M aynaud, «Sport et Politique». [51 Schuss: απ'τη γερμανική λ έ ΐη schussfahrt στο σκι, η ευ θεία κάθοδος που γίνεται στην πλαγιά μ ε τη μεγαλύ τερη κλίση. (Σ.τ.Μ .) [6 ] «Εισαγωγή στην Κρπική της Πολτπκής Οικονομίας». [7 ] «Recherches internationales α la lumiire du marxisme». N o 48, σ. 131. [8 ] «Champions du monde», Grasset, σ. 12. [9 ] Paul Morand, ό.π., σ. 192. [10 ] Βλ. την κινηματογραφική ταινία «Quelque chose d' autre» της Vera Chitylova (Τσεχοσλοβακία). [ I I ] J.M . Brohm, «Une Sociologie politique du sport». Partisans, No 28 (δημοσιεύεται εδώ μ ε τον τίτλο «Η πολτπκή κοινωνιολογία tou αθλητισμού»^ [12 ] «Le Sport et L’ Education», ομιλία του M aheu, σ τις 28/10163, προς το Διεθνές Συμβούλιο για την Σω ματική Αγωγή και τον Αθλητισμό, στο Παρίσι. [13 ] Σ το ίδιο. [14 ] «Η ηθική τους και η ηθική μας», Εκδ. ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ. [15 ] Jazy, επιλαχών της U.N.R. σ τις βουλευτικές εκλογές Goitschell, μ έλος της επιτροπής τη ς U.D.Ve της Haute-Savoie. [16 ] Ό.π., σ. 362. [1 7 ] P ierre de Coubertin, «Les Assises philosophiques de L' Olympisme modeme», 1935, πριν απ ' την 11n Ολυμπιάδα του Βερολίνου.
50
“Αθλητισμός, κουλτούρα και κατα πίεση"
Β ιβ λ ιο γ ρ α φ ία BR O H M Jean-M arie, «Forger des pmes en forgeant des corps», Partisans, N o 15, avril-mai 1965; «Sociologie Politique du sport». Partisans, N o 28, an/il 1966. BROSSARD «Vues chntiennes sur le sport», 1961, Flammarion. CAILLOIS R., «Les Jeux et Les Hommes», Gallim ard, 195Θ. CLARE M ichel, «Introduction au sport», Les Editions ouvriires», 1965. C O U BE RTIN P ierre de, «Mimoires olympiques», Lausanne, Bureau international d e pida gogie sportive, 1931. DU M A ZEDIER J., «Regards neufs sur le sport», Ed. D u Seuil, 1950. E YQUEM Marie-Thinse, Pierre de Coubertin, «L’ Epopie olympique», Calm ann-Uvy, 1966. GIB EAU Yves, «La Ligne droite», Calm ann-Livy, 1956. GILLET Bernard, «Historic du sport», P.U .F., Q ue sais-je, 1965. GUILLEM A IN B„ «Le Sport et L' Education», P.U.F., 1965. HEBERT Goerges, «Le Sport contre L' education physique», Vuibert, 4 e id., 1946. LE FLO C H M O A N J„ «La Genise des sports», Payot, 1962. L U C O T Henri, «Le sport-Faut-il des syrhommes?», Hachette, 1967. M AGNA NE Georges, «Sociologie du sport», Gallim ard, /dies, 1964. MEYNAUD Jean, «Sport et Politique», Payot, 1966 (Bibliographie Foum ie). M O RAN D Paul, «Champin de monde», Grasset, 1930. NA UDIN Pierre, «La Foire au muscle», Ed. Franqais nunis, 1961, PREVOST Jean, «Plaisir des sports», Gallim ard. U LM AN N Jean, «De la gymnastique aux sports modernes», P.U.F., 1965 VIGARELLO G., «Entraineur-Educateur?», Partisans, N o 28, atvil 1966. 51
ΖΑΝ-ΜΑΡΙΜΠΡΟΜ
Ο πολιτισμός ίου σώματος: καταπιεστική μετουσίωση και απομετουσίωση Η ΚΑΤΑΠΙΕΣΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Η ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑΣ ΤΟΥΣΩΜΑΤΟΣ Ο σύγχρονος πολιτισμός του ελεύθερου χρόνου και η σύγχρονη μαζική κουλτούρα - προϊόντα των καπιταλιστικών σχέσεων παραγω γής και εκφράσεις μιας δεδομένης κατάστασης όσον άφορατην οργά νωση της ασπκής κοινωνίας στην ανώτερη φάση της ιμπεριαλιστικής σήψης - προσφέρουν ορισμένα πρότυπα σωματικών δραστηριοτήτων, καθορίζουν ένα συγκεκριμένο σωματικό στυλ, προτείνουν κοινωνικές νόρμες για τη σωματική ζωή του ατόμου. Επιβάλλουν ένα σύνολο «τε χνικών του σώματος» σύμφωνα με την περίφημη φράση του Μ. Μως: δηλαδή, όχι μόνο κοινωνικά ελεγχόμενες μορφές χρησιμοποίησης του σώματος αλλά και, κυρίως, συγκεκριμένους τρόπους σχέσεων με το σώμα. Η σημερινή κοινωνία επιβάλλει στα άτομα μιαν αυστηρά καθορι σμένη χρήση του οργανισμού τους και ορίζει τις πολλαπλές σχέσεις που έχουν μ’ αυτόν. Όπως κι ο Β. Ράιχ, μπορούμε να πούμε ότι η κοινωνική δομή εμπεδώνεται οργανικά μέσα στη βιολογική δομή των ατόμων, αποτυπώνεται υλικά στα σώματά τους. Οι κοινωνικές δομές υλοποιού νται σωματικά και η γενική ή επιμέρους δραστηριότητα του οργανι σμού, ακόμα και η ψυχοσωμαπκή βάση του, αντανακλά επακριβώς τη γενική λειτουργία της κοινωνίας, τη βασική οργανωτική αρχή της. Είτε πρόκειται για την κινητικότητα, τις χειρονομίες, τις κινήσεις, τη σεξουαλικότητα, τη σωματική συμβολική, τους θεμελιακούς βιολογι κούς ρυθμούς, τη σωμαπκή ανάπτυξη και την ενεργειακή οικονομία, είτε για την κλίμακα των αισθήσεων και των συναισθημάτων, η κοινωνία καθορίζει τεχνολογικά και θεσμικά την κοινωνικοπολιτιστική κατάστα ση, την πολιτική συνθήκη του σώματος. Αι/τή η συνθήκη κι αυτή η κατά σταση είναι η θεμελιακή βάση της καπιταλιστικής κουλτούρας του σώ ματος και συνοψίζεται ως εξής: υποδούλωση, σωματική εξαθλίωση, ενστικπκή καταπίεση και πολιτιστική αποκτήνωση. Η κουλτούρα του σώ
52______________________________________________________
"Αθλητισμός, κουλτούρα και κατα πίεση"
ματος στο καπιταλιστικό καθεστώς καθορίζεται απόλιπα απ’ τους κοινωνικοπολιτικούς στόχους του συστήματος της ταξικής εκμετάλλευσης, του μηχανισμού καταπίεσης. Αυτό ακριβώς θέλουμε ν' αναλύσουμε αποδεικνύοντας τη σημερινή αναγκαιότητα της θέσμισης του σώματος.
I. Πολιτική οικονομία και κουλτούρα του σώματος Κάνοντας μια σύντομη συστημστοποίηση, μπορούμε να εγγράφου με την ανάλυση της καπιταλιστικής κουλτούρας του σώματος στους τρεις κυρίαρχους τομείς της πολιτικής οικονομίας του «πολιτισμού του ελεύθερου χρόνου»: παραγωγή, κατανάλωση και ελεύθερος χρόνος («σχόλη»). Μεταξύ των τριών αυτών τομέων της καθημερινής ζωής υ πάρχει μια ουσιαστική ενότητα, που έχει παγιωθεί χάρη στην καταπιε στική συγκεντροποίηση της καπιταλιστικής ταξικής κοινωνίας και του κράτους της. Στα πλαίσια της αναπτυγμένης βιομηχανικής καπιταλιστικής παρα γωγής και με βάση τις πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες απόσπασης της εργατικής υπεραξίας, συνθήκες που γίνονται συνεχώς σκληρότε ρες και πιο συγκεντρωτικές, ο οργανισμός του εργαζόμενου, η εργα σιακή του δύναμη, υποδουλώνεται ολοένα πιο πολύ στους γενικούς μηχανισμούς της ταξικής εκμετάλλευσης. Η απόσπαση της απόλυτης και σχετικής υπεραξίας συντελεί ώστε οι συνθήκες απασχόλησης της εργασιακής δύναμης (ρυθμοί, ωράρια, ημέρα εργασίας) να γίνονται πιο ολοκληρωτικές. Οι αναλύσεις του Μαρξ ως προς αυτό το θέμα, που περιέχονται στο Κεφάλαιο, είναι σήμερα πιο επίκαιρες από κάθε άλλη φορά στο παρελθόν. Σ' αυτό τον τομέα της κατανάλωσης, το σύστημα είναι υποχρεωμέ νο να ενσωματώνει απόλυτα τον ανθρώπινο οργανισμό στον κύκλο των εμπορευμάτων. Με τον τρόπο αυτό, ελέγχει την αναπαραγωγή του πιο απαραίτητου για το κεφάλαιο οργάνου: της εργασιακής δύναμης. Απ' την άλλη, συμβάλλει στην «ευρυθμοποίηση» των συνθηκών κατανάλω σης αναπτύσσοντας στο άτομο την αφηρημένη δύναμη κατανάλωσης, εντυπώνοντάς του το καθαρά μάταιο αντανακλαστικό της κατανάλωσης, μια και τον περισσότερο καιρό ο καταναλωτής δεν έχει τα μέσα για να καταναλώνει. Η στρατηγική αυτή, που ενορχηστρώνεται απ' τη διαφήμι ση, είναι αναγκαία στο μηχανισμό για να χειραγωγεί τις ανάγκες, τις επιθυμίες και τις βλέψεις των ατόμων, έξω από τις ώρες εργασίας, με άμεσο στόχο την υποταγή, την αφοσίωση στο σύστημα. Τέλος, στον τομέα του «ελεύθερου» χρόνου, το σύστημα ενθαρ ρύνει τη μαζική διάδοση των «τεχνικών του ελεύθερου χρόνου» που εισάγουν το άτομο, πέρα απ’ την εργασία του, στο χώρο των «ελεύθε ρων», κοινωνικά ελεγχόμενων δραστηριοτήτων. Οι τεχνικές αυτές «επαναφομοιωμένες» απ’ το μηχανισμό, αποτε_____________________________________________________________53
Φ. Γκαντερέ, Π. Αακιγιομί, Ζ. Μ περτό. Ζ. Μπρομ
λούν το απαραίτητο συμπλήρωμα των τεχνικών μεθόδων προσαρμογής και κινητοποίησης στην εργασία. Δεν περιλαμβάνουν μόνο τις τεχνικές ανάκτησης της εργασιακής δύναμης (παθηπκή εκτόνωση), αλλά καιπς τεχνικές σωμαπκής ψυχαγωγίας που απασχολούν το άτομο με χρήσιμο και ευχάριστο τρόπο (μπάλα, ψάρεμα, κηπουρική, αθληπσμός, διασκε δάσεις στην εξοχή, αθληπκό θέαμα). Όλες αυτές οι τεχνικές έχουν ένα και τον αυτό στόχο: να επιτρέπουν στο άτομο να συνεχίζει να εργάζεται σ’ αυτές πς ομαλές συνθήκες εκμετάλλευσης και να μην του επιτρέπουν να θέτει σε αμφισβήτηση τον μηχανισμό καταπίεσης και το σύστημα αλλοτρίωσης. 2.0 ανθρωπισμός του σώματος στον «πολιτισμό του ελεύθερου χρόνου» Ωστόσο, στο επίπεδο της κυρίαρχης αστικής ιδεολογίας, αναπτύ χθηκε το θέμα μιας ανώτερης κουλτούρας του σώματος -στο μέτρο που εδραιώθηκε ο μύθος «νους υγιής εν σώμαπ υγιεί»- που εμφανίζεται μαζικά στην εποχή της μαζικής «δημοκραπκής» κουλτούρας. Είναι, πράγ ματι, πολλοί εκείνοι που πιστεύουν ότι η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, η εξάπλωση της κατανάλωσης, η αύξηση του ελεύθερου χρόνου και των αγαθών του. μπορούν να ξαναδώσουν στο σώμα τη θέση που του ανήκει στην κουλτούρα, καθώς και τη δυνατότητα μιας ελεύθερης και αρμονικής πολιπσπκής ανάπτυξης. Παντού προβάλλεται η ιδεολογία μιας αυθενπκής κουλτούρας του σώματος, μιας αρμονικής ανάπτυξης της προσωπικότητας μέσα στα πλαίσια του σημερινού συ στήματος της εργασίας. Με λίγα λόγια, ο νέος ανθρωπισμός είναι επίσης και πάνω απ’ όλα ένας ανθρωπισμός του σώματος. Αυτός ο ανθρωπι σμός του σώματος είναι η απατηλή αντανάκλαση της πραγμαπκότητας, η ανίσχυρη διαμαρτυρία των κοινωνικών μεταρρυθμιστών μπροστά στον πραγμαπκό χαρακτήρα της σημερινής μοίρας του ανθρώπινου οργανι σμού και της υπόστασής του. Ταυτόχρονα, είναι η καθαρά ιδιοτελής έκφραση των απαιτήσεων του συστήματος. Για να μπορέσει το σύστημα να συνεχίσει να λειτουρ γεί κανονικά, με ισορροπία και αναπτυσσόμενο, πρέπει να βρει το μέσο για την ενσωμάτωση του σώματος, για την πολιπσπκοποίησή του, σύμ φωνα με τους δικούς του ανπκειμενικούς στόχους.
3. Μαζική κουλτούρα και εμπορευματικός φετιχισμός του σώματος Η σημερινή μαζική κουλτούρα είναι η απόλυτη λατρεία του αλλο τριωμένου σώματος, η εκμετάλλευση του σώματος. Αυτό το τελευταίο έγινε ο εντελώς ξεχωριστός χώρος πραγμοποίησης, ένα θέμα που δια περνά όλα τα στρώματα της ιδεολογικής υπερδομής και, κατά κάποιο τρόπο, έγινε το φετιχοποιημένο σύμβολό τους: το «body». Η μαζική κουλτούρα είναι η κουλτούρα του «body». (Body: σώμα- στα αγγλικά 5 4 ____________________________________________________________
‘Α θλητισμός, κουλτούρα και καταπίεση"
στο πρωτότυπο (Σ.τ.Μ.)). Ποτέ άλλοτε το σώμα δεν είχε αποκτήσει τόση αξία, ποτέ άλλοτε δεν το είχαν εκμεταλλευτεί εμπορικά και διαφημισπκάτόσο πολύ, ποτέ άλλοτε δεν είχαν υποσχεθεί και προγραμματίσει την ευεξία του τόσο πολύ, ποτέ άλλοτε, τέλος, οι σωματικές αξίες δεν είχαν προωθηθεί τόσο πολύ, με τόση επιμονή, με τόση πεισπκότητα. Δημιουργήθηκε ολόκλη ρη ιδεολογία της σωματικής πολυτέλειας, όταν βέβαια δεν καταλήγει να είναι ιδεολογία της λαγνείας. Αυτή η ιδεολογία της πολυτέλειας είναι η ιδεολογία της κατανάλωσης του σώματος, απ’ το σώμα και για το σώμα, η ιδεολογία της φυσικής ευδαιμονίας και της σωμαπκής ευεξίας. Αυτή η λαγνεία, αυτό το μαζικό κοινωνικό στριπτήζ, είναι το ευρύτατα εξαπλω μένο θέαμα του σώμστος-εμπορεύματος, είναι η αφθονία του σεξουαλι κού εμπορεύματος, των ανπκειμένωντου σεξ, η σεξουαλική «εξαγορά». Η μαζική πώληση των εικόνων του σώματος (διαφήμιση, κινηματογρά φος, «άσεμνα και τολμηρά» δημοσιεύματα) αποτελεί την εμπορευματικοποίηση της λαϊκής λαγνείας. Η επιδειξιομανία της μαζικής κουλτούραςτρέφεται από το μαζικό ηδονοβλεττπσμό. Η πολπισπκή έκρηξη του σώματος είναι πάνω απ’ όλα η μαζική εμφάνιση των εικόνων του σώματος σ’ όλους τους τομείς των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Το σώμα επιδεικνύεται, μπορούμε να πούμε, απ’ όλες τις πλευρές, σ' όλες τις στάσεις και θέσεις, εκτίθεται σε κοινή θέα: σε τέτοιο σημείο μάλιστα που μπορούμε να χαρακτηρίσουμε τη σημερι νή μαζική κουλτούρα σαν καθαρά ηδονοβλεψιακή-επιδειξιομανή. Η μα ζική κουλτούρα είναι το θέαμα του σώματος. Η φαινομενική κατάργηση του ταμπού του σώματος είναι, πάνω απ’ όλα, η μαζική απεικόνιση όλων των μελών του σώματος. Η διαδικασία αυτή είναι ολοφάνερο ότι απο βλέπει στο γυμνό. Το γυμνό σώμα (όπως και το ηλιοκαμένο ή το μυώδες σώμα) έγινε ανταλλακτική αξία στη σύγχρονη καπιταλιστική κουλτούρα. Το γυμνό, που παλιότερα απστελούσε αισθητική, καλλιτεχνική αξία, έγινε, χάρη στο θέαμα του εμπορεύματος, καθαρά εμπορική αξία. Το γυ μνό, όπως άλλωστε και το σώμα γενικά απομετουσιώθηκε, υποβαθμί στηκε σε εμπορευμαπκή αξία.
4. Ελεύθερος χρόνος και σωματική εκτόνωση Επιπλέον, ένας ολόκληρος τομέας της σύγχρονης μαζικής κουλ τούρας εκδηλώνει ολοένα μεγαλύτερη φροντίδα για το σώμα. Πρόκει ται για τον τομέα του ελεύθερου χρόνου και του αθλητισμού. Η σωματι κή αγωγή, ο αθλητισμός, η σωματική χαλάρωση, οι σωμαπκές ενασχο λήσεις στην εξοχή, όλα αυτά αντανακλούν την εμμονή όλων όσων επι θυμούν να εξασφαλίσουν για το σώμα τους, και επομένως για το σύνο λο της προσωπικότητάς τους, μια εκτόνωση και μια σωτήρια ισορροπία μέσα στα πλαίσια του σημερινού «τεχνολογικού πολτπσμού». Πράγμαπ,
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μπρομ
οι τρόποι μαζικής ψυχαγωγίας είναι για τα περισσότερα άτομα οι σωμα τικές ενασχολήσεις κατά τον ελεύθερο χρόνο: σε τέτοιο βαθμό μάλιστα και με τέτοιο τρόπο που αυτή καθαυτή η έννοια του ελεύθερου χρόνου έγινε σχεδόν συνώνυμη με τη σωμαπκή εκτόνωση, πς σωματικές ασκή σεις, την επιστροφή στη φύση, πς σωματικές δραστηριότητες αναπλήρωσης. Ο πολπτσμός του ελεύθερου χρόνου υποστηρίζει όπ, καταρχήν και πάνω απ’ όλα, είναι μια αντεκδίκηση του σώματος, που έχει αποκτη νωθεί απ’ τις συνθήκες του «ασπκού και τεχνολογικού πολιπσμού». Ο πολιτισμός του ελεύθερου χρόνου είναι πολπισμός του αθληπσμού και της σωματικής κουλτούρας, και δεν είναι τυχαίο ότι ο «κοινωνιολόγος του ελεύθερου χρόνου» Ντυμαζενπέ υποστηρίζει πως η πρακπκή των σωμσπκών ασκήσεων κατά τον ελεύθερο χρόνο θ' αυξάνεται συνεχώς στα πλαίσια αυτού του πολιτισμού.
5. Εργασία και«ολοκληρωτικός άνθρωπος»: ο κοσμοναύτης ή ο Σταχάνοψ Τέλος, ακόμη και στην εργασία, διαπιστώνουμε αυτό το ενδιαφέρον για τη «σωμαπκή ευεξία». Η εργασία πρέπει να είναι ελκυσπκή, λιγότερο κουραστική, λιγότερο επίπονη. Η ίδια η ανάπτυξη της καπιταλιστικής παραγωγής απαιτεί να γίνει το σώμα, ο οργανισμός, η εργασιακή δύνα μη, ένας αποδοτικός, απόλυτα προσαρμοσμένος και ισορροπημένος συντελεστής παραγωγής. Η «χαρά της εργασίας» απαιτεί έναν επιστη μονικό χειρισμό του σώματος ώστε το άτομο να δέχεται πιο «ελεύθερα» τον ρόλο του ως εξάρτημα της μηχανής, ως μηχανισμός ενσωματωμέ νος στη μηχανή. Η κουλτούρα της εργασίας έγινε, λοιπόν, σπς μέρες μας η κουλτούρα του σώματος κατά την εργασία, η θεωρία και η πρακπ κή της λειτουργίας του ως παραγωγική δύναμη (διαλείμματα και ασκή σεις χαλάρωσης κλπ.). Είναι ολοφάνερο: αυτός ο αθλητικός ανθρωπισμός δεν είναι παρά η χαρακτηριστικότερη πλευρά αυτού του καινούριου όπιου που είναι ο ανθρωπισμός του ελεύθερου χρόνου. Ο ολοκληρωπκός άνθρωπος δε θ' αργήσει να γεννηθεί (ορισμένοι επισπεύδουν τη σχετική ημερομηνία και την τοποθετούν γύρω στο 1985) στο μέτρο που θα εδραιωθεί ο πολιτισμός του ελεύθερου χρόνου. Στις λεγάμενες σοσιαλισπκές χώ ρες, αυτός ο ολοκληρωπκός άνθρωπος έχει ήδη ιδεολογικά καθορισμέ νη υπόσταση. Είναι η αρμονική, «σοσιαλισπκή» σύνθεση, που είναι τρι πλά τέλεια: ηθικά υγιής, σωματικά αναπτυγμένος, πνευμαπκά καλλιερ γημένος, ο άνθρωπος αυτός είναι το πρότυπο του ανθρώπου στην επο χή του ελεύθερου χρόνου και της σοσιαλιστικής ελευθερίας. Ο αθλητής, ή ο κοσμοναύτης αθλητής, είναι η προφητική ενσάρκωση αυτού του μυθικού όντος και η πρακτική του αθληπσμού παρουσιάζεται ήδη σαν το προνομιούχο μέσο αυτής της ηθικής και σωματικής ανανέωσης, αυ τής της κοινωνικής και ανθρώπινης αναγέννησης. 5 6 ____________________________________________________________
‘Α θλητισμός, κουλτούρα και κατα πίεση"
6. Προς έναν πολιτισμό του σώματος; Πράγματι, η θέση του Φρόυντ, σύμφωνα με την οποία η πρόοδος του πολιπσμού είναι αδιαχώριστη απ’ την καταπίεση, την απώθηση της σωμαπκής, ενστικπκής πλευράςτου οργανισμού, της αισθησιακής σφαί ρας του σώματος, φαίνεται ν’ αναιρείται σήμερα απ’ την τεράσπα έκρη ξη των πολιπσπκών μορφών και των κοινωνικών πλαισίων όπου μέχρι σήμερα εκδηλωνόταν το σώμα. Ο πολσισμός, που μέχρι σήμερα βασιζό ταν στην απώθηση του σώματος, φαίνεται σα ν’ αποδίδει εκ νέου τις πμές που αρμόζουν στο σώμα. Η κουλτούρα, που οικοδομήθηκε χάρη στην απάρνηση του σώματος, χάρη στην απάρνηση της ικανοποίησης των σεξουαλικών κυρίως ενορμήσεων, μοιάζει σαν να μετατράπηκε σε κουλτούρα του σώματος, σε αποθεωτική εξύμνηση του ερωτικού σώμα τος, σε ερωτική κουλτούρα. Η άφωνη μελωδία των ενστίκτων, για την οποία μιλούσε ο Φρόυντ, μοιάζει να γίνεται η πραγμαπκά ξέφρενη κραυ γή των αποδεσμευμένων ενστίκτων. Άλλωστε, απ’ όλες τις πλευρές, επιβεβαιώνεται η διεκδίκηση του δικαιώματος στο σώμα, στη σωματική άσκηση, στην κουλτούρα του σώματος. Με λίγα λόγια, ο πολιτισμός, που μέχρι αρκετά πρόσφατα ήταν ακόμη ένας πολιπσμός ενάντια στο σώμα, μοιάζει να μετατρέπεται σε πολιτισμό του σώματος, η αρνητική κουλτούρα σε θετική, καταφατική κουλτούρα του σώματος. Το σώμα, που φαινόταν όπ δεν μπορεί ν’ αποτελεί πολιτιστική αξία, έγινε αξι'αφετίχ που διαπερνά όλες πς σφαίρες της κουλτούρας: έγινε ο μεγάλος μεσολαβητής της σύγχρονης κουλτούρας στο καθεστώς του υπεραναπτυγμενού καπιταλισμού. Το ερώτημα που π'θεται, λοιπόν, είναι το εξής: ο πολιτισμός του
σώματος αποτελεί απελευθέρωση του σώματος, πραγματική κουλτού ρα ή καταπίεση και μάλιστα υπερκαταπίεση του σώματος: Ο ανθρώπι νος οργανισμός είναι πράγμαπ το μεγάλο θύμα της προόδου της κουλ τούρας; Η κουλτούρα του σώματος, που θα εξετάσουμε ορισμένα τυπικά χαρακτηριστικά της, αποδεικνύει καθημερινά την καταπιεστική ενότητά της. Ο ανθρώπινος οργανισμός όχι μόνο ακρωτηριάζεται ολοένα περισ σότερο κατά την εργασία και υποβιβάζεται σε αφηρημένη και αποδοτική δύναμη- όχι μόνο εγκλωβίζεται σ’ ένα εχθρικό αστικό κόσμο που σκοτώ νει πς σχέσεις του και πς οργανικές συναλλαγές του με τη φύση, αλλά επιπλέον αποτελεί ανπκείμενο επένδυσης και εμπορικής εκμετάλλευ σης απ’ τον κύκλο των εμπορευμάτων και το σεξουαλικό θέαμα. Το καπιταλιστικό σύστημα, λοιπόν, πρέπει αναγκαστικά να ελέγχει, να χει ραγωγεί και να διευθύνει το σώμα, την ενέργειά του, πς ενορμήσεις του, πς ανάγκες του, πς επιθυμίες του, για να μπορεί να το ενσωματώνει στην παραγωγή, για να το αναγκάζει ν’ αποδέχεται πς νόρμες του ως προς την κατανάλωση και να το προσαρμόζει στα δικά του αγαθά του _____________________________________________________________57
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μ προμ
ελεύθερου χρόνου. Αυτή είναι η βάση της καπιταλιστικής κουλτούρας του σώματος. Η χειραγώγηση του σώματος εγγράφεται ουσιαστικά σε μια διπλή διαδικασία: σ’ αυτή της καταπιεστικής μετουσίωσης και σ’ εκείνη της καταπιεστικής απομετουσίωσης. Οι διαδικασίες αυτές αφορούν τον έ λεγχο και την εξημέρωση των ενορμήσεων και των βλέψεων του οργα νισμού, κυρίως της ερωτικής του ενέργειας. Καταλήγουν στο επίμαχο ζήτημα της πολιτιστικοποίησης του ατόμου: στην καταπίεση της αρχής της ηδονής, για την οποία το σώμα είναι μεσολαβητής και φορέας και η οποία συνοψίζει τη φιλοδοξία για μια ελεύθερη και ειρηνική ζωή, στην υποταγή της αρχής της ηδονής στην αρχή της πραγματικότητας, που το περιεχόμενό της είναι η συμπύκνωση των επιταγών και των κανόνων της ταξικής κοινωνίας. Αν η σφαίρα της εκμεταλλευόμενης εργασίας είναι ο τομέας της καθαρής καταπίεσης, ο τομέας του ελεύθερου χρό νου, της μαζικής κουλτούρας, είναι η κυριαρχία της «ελεύθερα αποδε κτής» αυτοκαταπίεσης. Το άτομο διεκδικεί ό,π του προτείνει το σύστημα. Την αποκτήνωση της εργασίας διαδέχεται η υποδούλωση και η εξαθλίωση ενός οργανι σμού που δε διαθέτει άλλες απολαύσεις πέρα απ’ το να προετοιμάζεται για να παράγει υπεραξία και να ναρκώνεται με τα φτωχά κοινωνικά υποκατάστατα του ιστορικού προγράμματος της αρχής της ηδονής, που η διατύπωσή του απηχείται στο έργο ορισμένων «ουτοπικών»[1 ], φροϋδομαρξιστών αρνητιστών και ενσωματώνεται στην ενορμησιακή διαλε κτική της διαρκούς επανάστασης: από την ενορμησιακή ελευθερία στην πολιτική ελευθερία.
Η ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΝΤΑΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΠΙΕΣΤΙΚΗΣ ΜΕΤΟΥΣΙΩΣΗΣ 1. Οι κοινωνικοοικονομικές βάσεις της καταπιεστικής μετουσίωσης Κάθε άτομο που εισέρχεται στην κοινωνία πρέπει να συμμορφωθεί με το μηχανισμό καταπίεσης των ενορμήσεων και των επιθυμιών του. Αυτό το έργο το αναλαμβάνει βασικά «η αγωγή» που δεν είναι παρά η προετοιμασία του παιδιού ώστε να εργάζεται και να προσαρμόζεται στην κοινωνία και τους «κανόνες» της. Η ενσωμάτωση του ατόμου στην κοι νωνία είναι ουσιαστικά το αποτέλεσμα της σεξουαλικής απάρνησης για χάρη της ωφέλιμης κοινωνικής παραγωγικότητας και της υποταγής στην εξουσία. Η πολιτιστική εργασία, λέει ο Φρόυντ, «βασίζεται στον κατανα γκασμό της εργασίας και στην απάρνηση των ενστίκτων» [2]. Η σεξουα λική ενέργεια, που αποδεσμεύεται μ’ αυτό τον τρόπο, επενδύεται στην πολιτιστική εργασία, δηλαδή, πάνω απ’ όλα, στην παραγωγή και στο 5 8 ____________________________________________________________
*Αθλητισμ ός . κουλτούρα και κα τα π ίεσ η ’ σχηματισμό συλλογικοτήτων. Η πολιτιστική αυτή εργασία, που πρέπει πάντα να γίνεται σε βάρος της ικανοποίησης, είναι μια καταπίεση, μια καταπιεστική μετουσίωση, πράγμα που σημαίνει ότι οι σεξουαλικές ενορμήσεις εκτρέπονται απ’ το σεξουαλικό τους σκοπό, την απόλαυση, και προσανατολίζονται σε σκοπούς που αξιοποιούνται κοινωνικά και δεν έχουν τίποτε το σεξουαλικό: στην εργασία. Η σεξουαλική ενέργεια διοχετεύεται και χρησιμοποιείται σε άλλους τομείς. Η σεξουαλική καταπίεση, λοιπόν, που αρχίζει απ’ τα πρώτα κιόλας χρόνια της παιδικής ηλικίας, είναι ουσιαστικά η προετοιμασία του ατόμου για την εργασία μέσω της συγκρότησης μέσα του μιας εργασια κής δύναμης που είναι απόλυτα προσαρμοσμένη στις απαιτήσεις της συγκεκριμένης πραγμαπκότητας. Ο ίδιος ο Φρόυντ ανπλήφθηκε τη βα θύτερη, κοινωνικοπολιτική αιτία αυτής της καταπίεσης που ασκείται απ’ την κοινωνία: πρόκειται για την οικονομική αναγκαιότητα που ονόμασε Ανάγκη... «Η βάση», υποστηρίζει, «στην οποία στηρίζεται η κοινωνία είναι σε τελευταία ανάλυση οικονομικής φύσης: μια και δε διαθέτει αρκετά μέσα διατροφής ώστε να επιτρέπει στα μέλη της να ζουν χωρίς να εργά ζονται, η κοινωνία είναι υποχρεωμένη να περιορίζει τον αριθμό των μελών της και να εκτρέπει την ενέργεια της σεξουαλικής τους δραστη ριότητας προς την εργασία. Βρισκόμαστε, λοιπόν, μπροστά στην αιώνια ζωτική ανάγκη, που γεννήθηκε μαζί με τον άνθρωπο και εξακολουθεί να υπάρχει μέχρι σημέρα»[3]. Επομένως, το πέρασμα απ’ την αρχή της ηδονής στην αρχή της πραγματικότητας είναι ουσιασπκά το πέρασμα απ’ την νηπιακή απόλαυ ση στην ενήλικη εργασία, απ' την ηδονή στο μόχθο της εργασίας. Σ’ έναν κόσμο όπου κυριαρχεί η οικονομική αναγκαιότητα, η αναγκαιότη τα της ενορμησιακής απώθησης, των ματαιώσεων και της «παραγωγι κής» μετουσίωσης εξαρτάται απ’ την αναγκαιότητα της εργασίας και, κατά συνέπεια, της αναστολής της ικανοποίησης. Παρόλο που «η αιώνια ζωτική ανάγκη», για την οποία μιλάει ο Φρόυντ, δεν είναι σήμερα παρά η συνέπεια του «ανορθολογισμού» της καπιταλιστικής κοινωνίας, της τε ράστιας σπατάλης στην οποία επιδίδεται η αστική κοινωνία (τη σπγμή που οι παραγωγικές δυνάμεις, σε κομμουνιστικό καθεστώς, θα μπορού σαν να ικανοποιήσουν τις ανάγκες του ανθρώπου εππρέποντάς του να ζει χωρίς να εργάζεται, κυρίως χάρη στην αυτοματοποίηση), έχει σαφώς δίκιο ο Φρόυντ που εντοπίζει την απία της καταπίεσης στην υποχρέωση της εργασίας σε καθεστώς οργανωμένης στέρησης. Η αναγκαία εργα σία, που αποτελεί τη σαφέστερη έκφραση της αρχής της πραγματικότη τας, είναι ασυμβίβαστη με τις απαιτήσεις της αρχής της ηδονής, έτσι όπως μπορεί να τις βιώσει το παιδί με το ίδιο του το σώμα: ο ερωτικός ναρκισσισμός, δηλαδή, η επιδίωξη της αυτόνομης σωματικής ηδονής, της ηδονής σαν αυτοσκοπού.
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μ προμ
Πράγματι, η εργασία είναι μια δραστηριότητα κατά την οποία το σώμα γίνεται ορθολογικό, αποτελεσματικό μέσο, εργασιακή δύναμη που ως αρχή της δεν έχει την απόλαυση, την ελεύθερη ανάπτυξη, την αισθηπκή του παιχνιδιού, αλλά την αποτελεσμαπκότητα, την αποδοπκότητα. Κατά συνέπεια, το νηπιακό σώμα, το ερωτικό σώμα, που για το παιδί είναι ο χώρος της ελεύθερης απόλαυσης, πρέπει να μετατραπεί σε συντελεστή παραγωγής απόλυτα σύμφωνο με πς κυρίαρχες δομές των παραγωγικών σχέσεων. Η αποτελεσματική, χωρίς πολλές συγκρούσεις, ενσωμάτωση του παιδιού στην ενήλικη ζωή: αυτό είναι το πρωταρχικό καθήκον της αγωγής. «Η αγωγή, λοιπόν, πρέπει να αναστέλλει, ν’ απα γορεύει, να καταπιέζει, και μ’ αυτό ακριβώς καταγίνεται πάντα.»[4]. Η διαδικασία αυτή συνεπάγεται όπ το άτομο περνάει από μια ερωπκή σχέση με το σώμα του σε μια σχέση ελέγχου, κυριαρχίας. Αυτή η διαδι κασία, όμως, προσκρούει στο πρωταρχικό περιεχόμενο της νηπιακής σεξουαλικότητας που είναι σταθερά προσανατολισμένη προς την αυτοερωπκή σωμαπκή ηδονή. 2. Οι μηχανισμοί της καταπιεστικής μετουσίωσης Η διαδικασία προσαρμογής του σώματος του παιδιού στην εργασία πραγματώνεται μέσω του καταπιεσπκού μετασχημαπσμού της νηπιακής σεξουαλικότητας και γενικότερα μέσω της ερωτικής εξουδετέρωσηςτου ανθρώπινου οργανισμού. Για να διατηρήσει την κυριαρχία του, το σύστημα μετατρέπει τον οργανισμό σε αντικείμενο-υποκείμενο της εργασίας χρησιμοποιώντας την ερωτική ενέργεια. Μετατρέπει, σύμφω να με την έκφραση της Μ. Μποναπάρτ, «τη λιμπιντική δύναμη σε εργα σιακή δύναμη». Η διαδικασία αυτή, που αρχίζει πολύ νωρίς και δεν ολο κληρώνεται ποτέ, περιλαμβάνει πολλούς μηχανισμούς: - καταπίεση των διεστραμμένων, προγενετήσιων και μη γενετήσιων, επιμέρους ενορμήσεων - καταπίεση του αυτοερωπσμού του σώματος, του σωμαπκού ναρ κισσισμού - καταπιεστική ενοποίηση των διαφορετικών επιμέρους τάσεων κά τω απ’ την κυριαρχία του ενήλικου γενετήσιου- μετατροπή του γενετήσιου σε αποδοπκή δύναμη αναπαραγωγής του είδους - γενική αποαισθησιοποίηση του οργανισμού, κυρίως της ευαισθη σίας και του μυϊκού συστήματος, γενική αποερωπκοποίηση της σε ξουαλικότητας και των σεξουαλικών αντικειμένων. Η καταπιεσπκή μετουσίωση ακολουθεί, λοιπόν, δύο κατευθύνσεις: αφενός, την ανηδονική, καταπιεσπκή, αλλοτριωμένη εργασία, δηλαδή, την εργασία μέσα στα πλαίσια της ταξικής εκμετάλλευσης αφετέρου, το ενήλικο γενετήσιο, τη μονογαμική αναπαραγωγή μέσα στα πλαίσια του
___________________________
60
‘Α θλητισμός, κουλτούρα και κ α τα π ίε σ η '
ασπκού γάμου. Μ’ άλλα λόγια, σκοπός του οργανισμού δεν είναι η ικα νοποίησή του, η απόλαυση του ελεύθερου παιχνιδιού, αλλά η χρησιμο ποίησή του για άλλους πιο χρήσιμους σκοπούς. Η σεξουαλικότητα χάνει τον πρωταρχικό ερωπκό χαρακτήρα της για να γίνει αποδοτική και ελεγ χόμενη κοινωνική ενέργεια. Γιατην ακρίβεια, η σεξουαλική δραστηριότητα γίνεται παραγωγική δραστηριότητα, κι αυτό από δύο απόψεις: στο μέτρο που επιτρέπει την παραγωγή μελλοντικών παραγωγών και στο μέτρο που, ως διαδικασία λιμπινπκής εκφόρτισης, αποτελεί μια ενερ γειακή έκλυση αναγκαία για την ανάκτηση της εργασιακής δύναμης. Επομένως, η σεξουαλικότητα είναι ανεκτή σαν εργασία και σαν υγιεινή. Είναι πάντα συνδεδεμένη με την εργασία, είτε γιαπ συμβάλλει στη βελτί ωση της αποδοτικότητας της εργασίας, είτε γιατί αποτελεί μέσο σωμα τικής αναζωογόνησης. Η διαδικασία αυτή διευκολύνεται απ’ το γεγονός ότι ο οργανισμός έχει εντελώς αποερωπκοποιηθεί και όλη η λίμπιντο έχει συγκεντρωθεί στο γενετήσιο μηχανισμό, «που, σαν ένα είδος διαχειριστή, διευθύνει την επιχείρηση της ερωτικής εκφόρτισης ολόκληρου του οργανισμού»[5], Αυτός ο τελευταίος, λοιπόν, γίνεται όργανο αθλητικών επιδόσεων, ή άμεση έκφραση του «σεξουαλικού αθληπσμού». Η γενετήσια σεξουαλι κότητα γίνεται εργασία και ανταμοιβή για την παρεχόμενη εργασία. Παρέχοντας μια μερική ικανοποίηση, το γενετήσιο αποτελεί «την αντα μοιβή των οργάνων για την καλή λειτουργία τους και ταυτόχρονα τα ενθαρρύνει για νέες επιδόσεις»[6].
3. Η βιομηχανική ορθολογικοποίηση της καταπιεστικής μετουσίωσης Κατά συνέπεια, στη σύγχρονη εποχή, η καταπιεσπκή μετουσίωση του σώματος εξακολουθεί να είναι απόλυτα αναγκαία για τον μηχανι σμό παραγωγής, που είναι ολοκληρωτικά υποταγμένος στις επιταγές της αποδοτικότητας, της παραγωγικότητας. Η μετουσίωση του σώμα τος δεν έχει καθόλου ελαττωθεί ανπθετα, μάλιστα, αυξήθηκε. Η μετου σίωση έγινε τεχνολογική και θεσμική. Στις μέρες μας, η επιτάχυνση της παραγωγής, η εξωφρενική επιδίωξη της παραγωγικότητας, η αυξανό μενη ορθολογικοποίηση της εργασίας σε βάρος της εργατικής τάξης, όλα αυτά έχουν σαν αποτέλεσμα μιαν ολοένα πιο έντονη καταπιεσπκή μετουσίωση του οργανισμού, που πρέπει να μετατραπεί σε αφηρημένη ενεργητική δύναμη, σε πολυλειτουργικό σύνολο ενόργανων τεχνικών, με λίγα λόγια σε καθαρή και αφηρημένη εργασιακή δύναμη. Έχουμε μπροστά μας έναν πραγματικό αγώνα δρόμου για την αποδοτικότητα της μετουσίωσης: η ίδια η μετουσίωση υπακούει στην αρχή της αποδο
τικότητας. Η αυξανόμενη παραγωγικότητα της κοινωνικής εργασίας είναι συν δεδεμένη με την αυξανόμενη καταπίεση, με τη διεύρυνση του πεδίου
___________________________ 61
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μ προμ
των ψυχικών ματαιώσεων, των λιμπιντικών παρεκτροπών, των παραιτή σεων, και όλα αυτά, με τη σειρά τους, συμβάλλουν στην αύξηση της παραγωγικότητας χάρη στη μη χρησιμοποιούμενη ερωτική ενέργεια. Η σύγχρονη καπιταλιστική-βιομηχανική εργασία απαιτεί απ’ τον οργανι σμό να μετατραπεί σε αποτελεσμαπκό μηχανισμό, δηλαδή, να γίνει λει τουργικό εξάρτημα της μηχανής. Οι πολυάριθμες ψυχοκοινωνιολογικές μελέτες, που έγιναν γι αυτό το θέμα, επιβεβαιώνουν ότι η εργασία στην αλυσίδα παραγωγής, η αυτοματοποιημένη, κατακερματισμένη εργασί α, η υψηλής αποδοτικότητας εργασία, η εργασία επίβλεψης (μορφές που τείνουν να γίνουν κυρίαρχες), έχουν σαν αποτέλεσμα μια συνεχώς εντεινόμενη ορθολογικοποίηση του ανθρώπινου οργανισμού. Η ορθολογικοποίηση του μηχανισμού παραγωγής έχει σαν αποτέλεσμα την αυ ξανόμενη βιολογική ορθολογικοποίηση της έμβιας μηχανής, της αν θρώπινης μηχανής. Στα πλαίσια του συστήματος άνθρωπος-μηχανή ή άνθρωπος-αυτόματο (βλ. τις θεωρίες του Οσάνιν), που αποβλέπει στη μεγιστοποίηση των ολικών επιδόσεων όταν το σύστημα νοείται ως ολό τητα, ο ανθρώπινος οργανισμός υποβιβάζεται σε αφηρημένο εκτελε στή, σε «πολλαπλών χρήσεων» εργαλείο, σύμφωνα με την έκφραση του Φρηντμάν. Σ' αυτό το σύστημα, όπου ο ανθρώπινος οργανισμός πρέπει να λειτουργεί όσο πιο τέλεια γίνεται, δηλαδή, εντελώς ρεαλισπκά, ολοκλη ρωτικά υποταγμένος στην αρχή της πραγμαπκστητας, έτσι που οι σχέ σεις του με τη μηχανή να είναι τέλεια εναρμονισμένες και λειτουργικές, το ανθρώπινο σώμα μεταβάλλεται σε σύστημα επικοινωνιών, σε σύστη μα ερεθισμάτων-ανπδράσεων. Στο μέτρο που η εργασία νοείται ως αλυ σίδα, ως σειρά σημάτων και αντιδράσεων που διαδέχονται το ένα το άλλο, η εξαρτοποίηση του οργανισμού συνοψίζεται κυρίως στην αντίλη ψη των σημάτων και στην εφαρμογή των αντιδράσεων -κι όλα αυτά με πολύ έντονο ρυθμό. Αυτός ακριβώς ο βιομηχανικός μπηχαβιοριομός απαιτεί την αποσεξουαλικοποίηση του σώματος ως μοναδική συνθήκη αποδοτικότητας. Η παραγωγικότητα της εργασίας δεν συμβιβάζεται με την ερωτική σεξουαλικότητα. Αυτή η ενεργοποίηση του σώματος κάτω απ’ την κυριαρχία της αρχής της αποδοτικότητας περιλαμβάνει βασικά τέσσερις διαδικασίες βιολογικής ορθολογικοποίησης. α) Την «κυβερνητικοποίηση» (cybernitisation) των αισθητηριακών δεκτών. Όλες οι σφαίρες της αίσθησης μεταβάλλονται σε δέκτες πληρο φοριών, σε κανάλια σημασιοδότησης. Το μάτι, το αυτί, έγιναν αφηρημένα όργανα κυβερνητικής. Η ερωτική ιδιότητα της αντίληψης χάθηκε προς όφελος των αφηρημένων, ορθολογικοποιημένων πληροφοριών. Τα καθήκοντα της επαγρύπνησης, της διάκρισης, αποερωτικοποιούν εντελώς το πραγμοποιημένο αισθητήριο. β) Τη μηχανοποίηση, την αυτοματοποίηση των κινήσεων και των
___________________________
62
‘Α θλητισμός, κουλτούρα και καταπίεση"
χειρονομιών, που μοιάζουν δομικά με τις κινήσεις της μηχανής και τις μιμούνται. Αυτή η μηχανοποίηση, που επιτελείται σε βάρος της παιγνιώ δους ηδονής της κίνησης, λειτουργικοποιεί ολόκληρο το μυϊκό σύστη μα. γ) Την αυτοματοποίηση και την τυποποίηση των νοητικών λειτουρ γιών, κυρίως των ψυχοαισθητηριακών, καθώς και την προτυποποίηση των ανώτερων νευρικών μηχανισμών (μνήμη, κλπ.). δ) Το χειρισμό και τη χειραγώγηση των «λειτουργικών καταστάσε ων» της έμβιας μηχανής [7]. Η φράση του Μαρξ για τον άνθρωπο εξάρ τημα της μηχανής ισχύει σήμερα περισσότερο από ποτέ. Αυτή η διαδι κασία βιολογικής ορθολογικοποίησης της εργασιακής δύναμης, κατα πιεστικής μετουσίωσης, που άρχισε απ’ την εποχή του βιομηχανικού καπιταλισμού, δεν μπορεί παρά να εντείνεται συνεχώς και να προκαλεί μια ολοένα μεγαλύτερη μετουσίωση του οργανισμού. Η αποσεξουαλικοποίηση, δηλαδή, η πραγμοποίηση και η αφηρημενοποίηση του σώμα τος, είναι μη ανατρέψιμο γεγονός στο καπιταλισπκό καθεστώς. Μόνο εκεί που βασιλεύει η ελευθερία, στον κομμουνισμό, δηλαδή, εκεί που καταργείται ηαναγκασπκή εργασία, μπορεί η αυτοματοποίηση να ανα τρέψει εντελώς αυτή τη διαδικασία. Η επιδίωξη της βιολογικής αποδοτικότητας τείνει, σπς μέρες μας, να γίνει συστηματική πρακτική. Από την εποχή των πρώτων εργασιών για τη φυσιολογία της εργασίας μέχρι σήμερα, ο κατάλογος των επιστη μών της αποδοτικότητας δεν έπαψε να μεγαλώνει (εκπαίδευση, μπηχαβιορισμός, παβλοφισμός, αθληπκή ιατρική, επιστήμη των κινήσεων). Σή μερα, η επιστήμη της αποδοτικότητας θεμελίωσε πια την ενότητά της πάνω στην καθαρά πρακτική της βάση: στην παραγωγικότητα της εργα σιακής δύναμης. Οι ιδεολογίες της εργασίας αρχίζουν να συστηματο ποιούν πς προτάσεις αυτής της επιστήμης της προσαρμογής στην ερ γασία. Και είναι στις ανατολικές χώρες ιδιαίτερα που αναπτύσσεται με μεγαλύτερη ένταση αυτή η καινούρια επιστήμη — καλυμμένη, φυσικά, κάτω απ’ την ετικέτα του μαρξισμού-λενινισμού. Ορίζεται ως ο επιστη μονικός κλάδος που ασχολείται με τους γενικούς νόμους, που διέπουν την ικανότητα του ανθρώπου γι αποδοπκότητα σπς διάφορες φάσεις της ζωής, στο βαθμό βέβαια που αυτός ο άνθρωπος νοείται ως παραγω γική δύναμη. Η επιστήμη αυτή, λέει ο Β. Ζίγκερ, «μελετά, με γενικό και συστημαπκό τρόπο, τη διαμόρφωση του ανθρώπου, καθώς και την απλή και διευρυμένη αναπαραγωγή του, σαν εργασιακή δύναμη[8]. «Αυτή η επιστήμη που αναφέρεται στην καλύτερη μορφή που πρέπει να δοθεί στην ανθρώπινη ζωή, αυτή η επιστήμη της ανθρώπινης αποδοτικότητας, θα μπορούσε να ονομαστεί «ουμανική» -έτσι υπογραμμίζεται η θεμελια κή της αρχή: η επιστημονική τεχνολογία της μορφής που θα πρέπει να δοθεί στην ανθρώπινη ζωή» [9]. ____________________________________________________________ 63
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μ προμ
Η καλύτερη μορφή, που δίνεται στην ανθρώπινη ζωή στο «κομμου νιστικό» καθεστώς, ορίζεται ως η ικανότητα του οργανισμού για αποδοτικότητα· μ’ άλλα λόγια, το περιεχόμενο της κομμουνιστικής ύπαρξης καθορίζεται απ’ την αποδοτικότητα, δηλαδή, στη συγκεκριμένη περί πτωση των λεγάμενων σοσιαλιστικών χωρών, απ’ την ολοκληρωτική υ ποδούλωση στην εκμετάλλευση της εργασιακής δύναμης, απ’ την υπο ταγή στους αντεργατικούς ανπκειμενικούς στόχους της παραγωγής που κυριαρχείται απ’ την εκμεταλλεύτρια γραφειοκρατία! 1°] · Η καλύτε ρη μορφή που πρέπει να δοθεί στην ανθρώπινη ζωή έχει φρικιασπκό πρόσωπο: «Συνδεδεμένος με την κοινωνική ευτυχία, ο υγιής οργανι σμός, ικανός για τη μέγιστη προσαρμογή και επομένως για τη μέγιστη αποδοτικότητα, αποτελεί την απία για μια απεριόριστη χαρά της ζωής, για το συναίσθημα ότι η ζωή εκπληρώνεται πέρα για πέρα»[ 11 ]. Αυτός ο προγραμμαπσμός του κομμουνιστικού ανθρώπου, αυτή η «ουμανική» της προσαρμογής στην αλλοτριωμένη εργασία, βρίσκει την έκφρασή της στην αθλητική «ουμανική», στον ανταγωνιστικό αθλητισμό. Αυτός ο τελευταίος έγινε παντού η πειραματική επιστήμη της αποδοτικής μετου σίωσης, η βιομηχανία, ο θεσμός της κοινωνικά ελεγχόμενης μετουσίω σης, της καταπιεσπκής αποδοτικότητας. Γι αυτόν ακριβώς το λόγο, «ο ανταγωνιστικός αθλητισμός ήταν και παραμένει το πραγματικά τεράστιο πεδίο κοινωνικού πειραματισμού, που επιτρέπει την επιστημονική μελέτη της ικανότητας του υγιούς αν θρώπου για αποδοτικότητα και την ενίσχυσή της. Κι αυτή, ακριβώς, είναι μια απ’ τις κοινωνικές λειτουργίες του»[12]. Ο αθλητισμός γίνεται το πρότυπο της μορφής που πρέπει να δοθεί στη ζωή: σχεδιοποίηση της μετουσίωσης και της καταπίεσης, ολοκληρωτικός έλεγχος της ανθρώπι νης υπόστασης. «Με τη μακροπρόθεσμη σχεδιοποίηση της προπόνη σης, μ’ αυτή καθαυτή τη μορφή της προπόνησης και της ζωής των αθλη τών, με την προετοιμασία τους για τους αγώνες, δημιουργήθηκε η κοι
νά αποδεκτή βάση για την εισαγωγή της μεθοδικής σχεδιοποίησης ως προς τη «διεύθυνση της ζωής»[13]. Ο αθληπσμός, σαν επιστήμη της αποδοτικότητας, γίνεται πράγματι η προετοιμασία για το μόχθο της ερ γασίας και για το συγκεντρωτικό σύστημα ελέγχου της ζωής. Ανακεφαλαιώνουμε: - κάθε κουλτούρα, που βασίζεται στην αναγκαστική αλλοτριωμένη εργασία μέσα στα πλαίσια μιας ταξικής κοινωνίας, απαπεί τη μετου σίωση του σώματος, το θάνατο του ερωτικού σώματος και την μετα τροπή του σε ανπκείμενο-υποκείμενο εργασίας, σε «φορέα» του θανάτου- η μετουσίωση είναι μια αποερωτικοποίηση, δηλαδή, μια τροπο ποίηση της σχέσης του ατόμου με το σώμα του. Αυτό το τελευταίο δεν είναι πια μια αυτόνομη σφαίρα ηδονής, αλλά ένα όργανο. Η 6 4 ____________________________________________________________
*Αθλητισμός, κουλτούρα και καταπίεση" τελεολογία μετατοπίστηκε από το υποκείμενο προς το αντικείμενο και από την ηδονή προς την παραγωγικότητα - η καταπιεστική συγκεντροποίηση των επιμέρους σεξουαλι κών τάσεων κάτω απ’ την κυριαρχία του γενετήσιου μετατρέπει το σώμα σε μηχανή αναπαραγωγής. Επομένως, η σεξουαλικότητα γίνεται άμεσα παραγωγική δύναμη. Όπως λέει ο Μαρξ, «η ανώτατη λειτουργία του σώματος είναι η σεξουαλική δραστηριότητα», γιατί επιτρέπει την παραγωγή νέων σωμάτων[14], - η επιδίωξη της αποδοτικότητας, η ορθολογικοποίηση του μηχανισμού παραγωγής οδηγεί στην ψυχοσωματική, βιολογική ορθολογικοποίηση του σώματος, στην ολοένα μεγαλύτερη μετατρο πή του σε δύναμη αποδοτικότητας, και κατά συνέπεια προκαλείτην ολοένα μεγαλύτερη μετουσίωση. Επομένως, η εντατικοποίηση της καταπιεστικής μετουσίωσης δεν μας επιτρέπει να μιλάμε σήμερα για απελευθέρωση του σώματος, για ανώτερη κουλτούρα του σώματος. Απ’ αυτή την άποψη, η όλη συζήτηση σχετικά με τις δραστηριότητες του ελεύθερου χρόνου μπορούμε να πούμε ότι αποσαφηνίζεται με τρόπο μοναδικό. Θα δούμε με ποιο τρόπο ή διαδικασία της καταπιεσπκής μετουσίωσης ακολουθεί τη δική της διαλεκπκή διαδικασία καταπιεστικής απομετουσίωσης.
Η ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΚΑΤΑΠΙΕΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΜΕΤΟΥΣΙΩΣΗΣ 1. Η διαλεκτική της μετουσίωσης και της απομετουσίωσης Στο μέτρο που εντείνεται και γίνεται ολοένα μεγαλύτερη η μετουσί ωση, η απομετουσίωση γίνεται ακόμα μεγαλύτερη, πιο καταπιεστική, πιο βάναυση. Η μετουσίωση προκαλεί πράγματι την ίδια την «άρνησή» της, την απομετουσίωση. Αυτή τη διαλεκπκή φαίνεται ότι την είχε προβλέψει κι ο Φρόυντ, στα Πέντε Μαθήματα για την Ψυχανάλυση: «Α ναμφίβολα αποτελεί πειρασμό», λέει ο Φρόυντ, «να μετασχηματίζουμε τα στοιχεία της σεξουαλικότητας, μέσω μιας ολοένα εντεινόμενης με τουσίωσης, προς μεγάλο όφελος της κοινωνίας. Αλλά όπως, στην περί πτωση της μηχανής, δεν μπορούμε να μετατρέψουμε σε χρησιμοποιήσι μη μηχανική ενέργεια όλη τη δαπανώμενη θερμότητα, έτσι κι εδώ δεν μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα μετουσιώσουμε πλήρως την ενέργεια που προέρχεται απ’ το σεξουαλικό ένστικτο. Κάπ τέτοιο είναι ανέφικτο. Επιπλέον, αποστερώντας το σεξουαλικό ένστικτο απ’ τη φυσική του τρο φή, προκαλούμε δυσάρεστες συνέπειες». Είδαμε πως ικανοποιείται η σεξουαλικότητα με την αναπαραγωγή ____________________________________________________________ 65
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μ προμ και την υγιεινή, δηλαδή, πως μπορεί και χειραγωγείται ώστε να επιτραπεί στο άτομο να διατηρήσει την ψυχική και σωματική ισορροπία του. Για ν’ αποφύγουμε τις δυσάρεστες συνέπειες, δηλαδή, ν’ αποφύγουμε, με ταξύ άλλων, τις νευρώσεις, τις ανικανότητες για εργασία καθώς και άλλα ανεξέλεγκτα φαινόμενα, πρέπει να δώσουμε στη σεξουαλικότητα τη «φυσική τροφή» της με μορφή που να συμβιβάζεται με την υφιστάμε νη τάξη πραγμάτων. Αυτή ακριβώς είναι η βάση της καταπιεστικής απο μετουσίωσης. Για να εξακολουθήσει η έμβια μηχανή να λειτουργεί κα νονικά, πρέπει να της παραχωρούμε ορισμένες ικανοποιήσεις. Η ανά κτηση της εργασιακής δύναμης, η ανασυγκρότησή της, απαιτεί τη σε ξουαλική και σωμαπκή απομετουσίωση. Είναι η αναγκαιότητα της εργασίας, λοιπόν, που επιβάλλει να της παραχωρούμε ορισμένες λιμπιντικές ικανοποιήσεις. Πράγματι, είναι αδύνατο να μεταθέσουμε πλήρως τη σεξουαλική ενέργεια προς την εργασία. Τα άτομα πρέπει να έχουν ένα μίνιμουμ ικανοποιήσεων για να μπορούν να συνεχίζουν να λειτουργούν κανονι κά. Δίχως αυτή την «τροφοδότηση» διαταράσσεται η ισορροπία τους[ 15]. Γι αυτόν ακριβώς το λόγο, η κοινωνία ανέχεται ένα μίνιμουμ απομετουσίωσης. Αλλά οι ικανοποιήσεις δεν είναι πια πραγματικές ικανοποιήσεις, δηλαδή, δεν αφορούν τους σκοπούς της αρχής της ηδονής, γιαπ' αυτοί οι σκοποί είναι ασυμβίβαστοι με την υφιστάμενη τάξη πραγμάτων. «Η κοινωνία», λέει ο Φρόυντ, «δεν αντιμετωπίζει μεγαλύτερο κίνδυνο για την κουλτούρα της απ’ ό,π μπορεί να είναι ο κίνδυνος της απελευθέρω σης των σεξουαλικών ενστίκτων και της επαναφοράς τους στους πρω ταρχικούς σκοπούς τους»[ 16]. Γι αυτόν ακριβώς το λόγο, οι παραχωρούμενες ικανοποιήσεις είναι πάντα υποκατάστατες ικανοποιήσεις, α πόλυτα ενσωματωμένες στην κατεστημένη τάξη πραγμάτων. Επιπλέον, αυτές οι ικανοποιήσεις συμβάλλουν σπην καθυπόταξη του ατόμου στην κατεστημένη τάξη πραγμάτων και στην παγίωση αυτής της τελευταίας. Αν ο τομέας της εργασίας είναι ο τομέας της καταπιεσπκής μετου σίωσης, ο τομέας του ελεύθερου χρόνου είναι ο τομέας της καταπιεσπκής απομετουσίωσης. Η μαζική κουλτούρα είναι η καθαυτή κουλτούρα της απομετουσίωσης. Τα χαρακτηριστικά της μετουσίωσης καθορίζουν εκείνα της απομε τουσίωσης, που είναι κατά κάποιο τρόπο το απαραίτητο συμπλήρωμα για τη χειραγώγηση των ατόμων. Στη συνέχεια, θα εξετάσουμε τα βασι κά γνωρίσματα αυτής της απομετουσίωσης. 2. Η σεξουαλική και αισθητηριακή ανακούφιση, η χαλάρωση, η σωματι
κή εκτόνωση Πρόκειται για την πιο χαρακτηρισπκή και με τη μεγαλύτερη απήχη ση πλευρά της καταπιεσπκής απομετουσίωσης. Πολλοί συγγραφείς υ
___________________________
66
'Α θλητισμός, κουλτούρα και καταπίεση"
πογράμμισαν την αυξανόμενη φιλελευθεροποίηση των ηθών και της σεξουαλικότητας (που, κατά κάποιο τρόπο, αποπουριτανικοποιούνται), η οποία θα μπορούσε, φαινομενικά, να συνταιριαστεί με την αυξανόμε νη επιβεβαίωση των σωματικών απαιτήσεων, της σωματικής ευεξίας, της θέλησης για ερωτική χειραφέτηση. Φαινομενικά, λοιπόν, το σώμα απελευθερώνεται ολοένα και πιο πολύ: καταλαμβάνει κυρίαρχη θέση στη μαζική κουλτούρα και τον πολιτισμό του ελεύθερου χρόνου. Και μάλιστα με άγριο και έξαλλο τρόπο. Αυτό ακριβώς είναι το γεγονός που τα μέσα μαζικής ενημέρωσης χαρακτηρίζουν, με κάποια βιασύνη, σαν «ξεπέρασμα» της απώθησης, έκλυση των ηθών, θέληση για υλιστική απόλαυση. Πράγμαπ, σ’ όλους τους τομείς, στα μέσα μαζικής ενημέρω σης, στη μαζική κουλτούρα, στον ελεύθερο χρόνο, βλέπουμε να εμφανί ζονται δραστηριότητες, κανόνες, συμπεριφορές, εικόνες και πρότυπα που μοιάζουν ν' αποτελούν μια τεράστια, εκρηκτική επιβεβαίωση της λίμπιντο και των διεκδικήσεών της. Ο γυμνισμός, ο σημειολογικός ερωτισμός των μέσων μαζικής ενη μέρωσης, οι διάφορες σεξουαλικές ατραξιόν (στριπτήζ, σεξουαλικά θε άματα, κλπ.), τα απειράριθμα σεξουαλικά εμπορεύματα, οι σωματικές δραστηριότητες στις εξωτικές, φυσιολατρικές κατασκηνώσεις (Club Miditerranie), η παθητική οργανική χαλάρωση στα μαντρωμένα λαϊκά κάμπινγκ, το ξεγύμνωμα στις πλαζ, οι «εκδρομές στην εξοχή», η νεανική «έκλυση των ηθών» στις πισίνες, το μαζικό φλερτ στα χορευτικά κέντρα, η υπαινικτική λειτουργία των μοντέρνων χορών, όλα αυτά μαρτυρούν πράγμαπ ένα είδος μαζικής επιστροφής αυτού που είχε απωθηθεί. Αλλά αυτή η φαινομενική απελευθέρωση δεν είναι παρά η συνέπεια, η αντίστροφη διαδικασία της καταπιεσπκής μετουσίωσης, δηλαδή, της απώ θησης. Η καταπιεστική απομετουσίωση είναι τελικά η απόδειξη δύνα μης της κοινωνικής εργασίας της απώθησης. Το απελευθερωμένο σώ μα παραμένει ακόμα κάτω απ’ την κυριαρχία της κοινωνίας, που το κατα πιέζει και, προς το παρόν, του επιτρέπει να ευφραίνεται. Οι υπερβολές, που επισημαίνονται συνήθως στη σύγχρονη απομετουσίωση της μα ζικής κουλτούρας, παραμένουν ακόμη κατευθυνόμενες, ελεγχόμενες. Η αισθησιακή, χονδροειδής, κτηνώδης, μαζική «απελευθέρωση» είναι το ακριβές αντίστοιχο της βάναυσης «εξημέρωσης» του νηπιακού έρω τα, προτύπου κάθε πραγματικής ηδονής. Η μαζική κουλτούρα είναι η επιστημονική, χειραγωγημένη οργάνωση αυτής της απομετουσίωσης, αυτού του «ξεπεράσματος» της απώθησης. Με τις κραυγές, τους θορύ βους, τα ποδοχτυπήματα, την ακουσπκή αποχαλίνωση της μουσικής, τη σωματική εξαλλοσύνη των μοντέρνων χορών, τα «καυτά» θεάματα, κα θώς και με τη ρυθμική φρενίτιδα των κοινωνικών μεθόδων έκστασης, η μαζική κουλτούρα, μέσω των εμπορευμάτων κάι των μέσων μαζικής ενημέρωσης, καλλιεργεί συστημαπκά αυτόν τον τρόμο των αισθήσεων, ____________________________________________________________ 67
Φ. Γκαντερέ, Π. Αακιψ ομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μ προμ των μυών και των νεύρων. Αν θελήσουμε να προχωρήσουμε την αναλογία ακόμα πιο πέρα, και πιστεύουμε ότι πρέπει να το κάνουμε: η καταπιεστική απομετουσίωση είναι για το άτομο ό,τι ακριβώς και η οργιώδης γιορτή για την κοινότητα. Ας παραθέσουμε γι άλλη μια φορά τον Φρόυντ: «Παρά τις στερήσεις και τους περιορισμούς που επιβάλλονται στο άτομο, η περιοδική παραβία ση των απαγορεύσεων αποτελεί παντού τον κανόνα· και την απόδειξη αυτού του γεγονότος τη βρίσκουμε στο θεσμό των γιορτών οι οποίες δεν ήταν στην αρχή παρά επιτρεπόμενες απ’ το νόμο υπερβολές (δική μας υπογράμμιση), πράγμα που εξηγεί και την ευθυμία που τις χαρα κτήριζε. Τα Saturnalia των Ρωμαίων και το καρναβάλι της εποχής μας συνδέονται ως προς αυτό το ουσιασπκό σημείο: έχουν κάτι απ’ τις γιορ τές των πρωτόγονων κατά τις οποίες ο καθένας παραδινόταν στην ακο λασία, πράγμα που είχε σαν αποτέλεσμα την παραβίαση των πιο ιερών εντολών» [17). Για το μαζικοποιημένο άτομο της εποχής μας, η απομετουσίωση είναι το διαρκές καρναβάλι της στυγνής καθημερινότητας: δεν είναι γιορτή, αλλά πλήξη. Ενώ το όργιο είναι μια περιορισμένη απομετουσίω ση, που ξεχωρίζει απ’ την υπόλοιπη καθημερινή ζωή, υπακούει σε αυ στηρούς κανόνες και επιταγές, και αποτελεί έναν τομέα αυστηρά περιο ρισμένο στο χώρο και το χρόνο, μ’ άλλα λόγια, που δεν υποτάσσεται στη συνηθισμένη χωροχρονική οργάνωση, η σύγχρονη απομετουσίωση εί ναι απόλυτα υποταγμένη σ’ αυτή τη «ρεαλιστική» χωροχρονικότητα και γίνεται καθημερινή. Δεν υπάρχουν όρια ανάμεσα στη μετουσίωση και την απομετουσίωση. Διαπερνούν η μια την άλλη και αλληλοκαθορίζονται. Μ’ αυτή την έννοια, δεν υπάρχει αυτή η χαρακτηριστική εναλλαγή της γιορτής, αυτό το άγριο πέρασμα απ’ την εγκράτεια στην ασυδοσία. Στην καταπιεστική απομετουσίωση (στη μαζική κουλτούρα), η εγκρά τεια είναι ασυδοσία και η ασυδοσία εγκράτεια, η καταπίεση είναι ευτυχία και η ευτυχία καταπίεση. Στη γιορτή, η περιοδική παραβίαση των απαγορεύσεων δεν κα ταργεί κατά τον υπόλοιπο χρόνο αυτές τις ίδιες απαγορεύσεις, αλλά αντίθετα συμβάλλει στην ενίσχυσή τους μετά τη γιορτή. Επίσης στην απομετουσίωση οι «ικανοποιήσεις», το «ξεπέρασμα» των απωθήσεων, η έκλυση της μαζικής κουλτούρας, δε θέτουν σε αμφισβήτηση τις απαγο ρεύσεις, τις απωθήσεις, τις ματαιώσεις, αλλά αντίθετα συμβάλλουν στην εδραίωσή τους, στη δικαίωσή τους χάρη στην ύπαρξη αυτώντων ασφα λιστικών δικλείδων, Όπως λέει ο Μαρκούζε, η καταπιεστική απομετου σίωση είναι «μια «απολύτρωση» σε σχέση με την απώθηση, μια χαλάρω ση του σώματος που ξεφεύγει προσωρινά απ’ τη φθορά της εργασίας είναι ακόμα η χαλάρωση του αισθησιακού σώματος που απολαμβάνει τα αγαθά της μαζικής κουλτούρας. Είναι, όμως, η «απολύτρωση» ενός σώ
“Αθλητισμός, κουλτούρα και κατα πίεση"
ματος υποταγμένου στην καταπίεση ενός οργάνου εργασίας και δια σκέδασης, μέσα σε μια κοινωνία που το οργανώνει ενάνπα στην ίδια την απελευθέρωσή του»· [ 18]. Η απομετουσίωση των αισθήσεων είναι μια χαρακτηριστική πλευρά του αισθητηριακού πολιτισμού. Η αισθητηριακή «αναστάτωση», που ορ γανώνεται συστημαπκά απ’ τη μαζική κουλτούρα και τον πολιτισμό του ελεύθερου χρόνου, είναι ή πολιτιστική απάντηση στην καταπίεση, στη μετουσίωση των αισθήσεων μέσα στην εργασία και την παραγωγικότη τα. Στο βαθμό που η αισθητηριακή οργάνωση του οργανισμού εντάσσε ται ολοένα περισσότερο στην ορθολογικοποίηση της εργασίας και οι αισθήσεις «κυβερνηπκοποιούνται», η μαζική κουλτούρα γίνεται ολοένα και πιο πολύ το μέσο για μια κάποια αισθητηριακή έκλυση. Η πειθαρχία της ευαισθησίας, μέσα στη διαδικασία της εργασίας, η ορθολογικοποιημένη λειτουργία της κυκλοφορίας των αισθητηριακών πληροφοριών, η υποχρεωπκή σιωπή, ο ακρωτηριασμός της ερωπκής-παιγνιώδους σφαί ρας της ευαισθησίας απ’ τις καταπιεσπκές συνθήκες εργασίας στο βιο μηχανικό περιβάλλον, μ’ άλλα λόγια, ο θάνατος του ελεύθερου, μη κα ταπιεσμένου, παιχνιδιού των αισθήσεων, η αποερωτικοποίηση της ευαι σθησίας, η αισθητηριακή απολίθωση, όλα αυτά καθορίζουν την κοινωνι κή αναπλήρωση που είναι η αισθητηριακή φρενίτιδα. Ο μουσικός θόρυβος, λόγου χάρη, η μουσική των βαριετέ και τα τραγούδια γιε-γιε, αντανακλά πολύ καλά αυτή την ανάγκη για ακουστι κή απορύθμιση. Μετατζουκμπόξ, τη μαζική πώληση δίσκων, τη μόνιμη παρουσία της μουσικής γιε-γιε (σ’ όλα τα ραδιοφωνικά προγράμματα), η μαζική κουλτούρα οργανώνει αυτή την ανάγκη για απελευθέρωση του αυτιού. Η απομετουσίωση της ακοής είναι άμεσα καταπιεστική, με την έννοια όπ πρόκειται για απομετουσίωση που λειτουργεί μέσα στα πλαίσια του συστήματος του μουσικού εμπορεύματος και δεν επιτρέπει την αμφισβήτηση των κοινωνικών βάσεων που χρειάζονται ένα τέτοιο «ακουστικό ξεπέρασμα της απώθησης». Διαπιστώνουμε το ίδιο ακριβώς φαινόμενο στην μυϊκή απομετουσίωση, που είναι ακόμα πιο έκδηλη απ’ όπ η αισθητηριακή απομετουσίω ση. Η μαζική κουλτούρα και κυρίως οι ενασχολήσεις του ελεύθερου χρόνου προσφέρουν αναρίθμητες ευκαιρίες μυϊκής ενεργοποίησης, α πομετουσίωσης της κινητικότητας. Απ' τους αγώνες μοτοσικλέτας και πς άλλες βίαιες μορφές μυϊκής ενεργοποίησης, που έχουν την τάση να πολλαπλασιάζονται (όλες οι τεχνικές πρόκλησης ιλίγγου), μέχρι πς πιο κοινωνικοποιημένες μορφές μυϊκής απομετουσίωσης (αθληπσμός, κλπ.), η σύγχρονη μαζική κουλτούρα χαρακτηρίζεται απ’ την επανεμφάνιση της ανεξέλεγκτης, άγριας, καθαρά μυϊκής δραστηριότητας. Το φαινόμενο αυτό εκδηλώνεται με ιδιαίτερη σαφήνεια στην περί πτωση των μοντέρνων νεανικών χορών (Jerk, Hula-Hoop, Twist, Let____________________________________________________________ 69
Φ. Γκαντερέ, Π. ΛακιγιομΙ, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μπρομ
Kiss). Η συλλογική απομετουσίωση των μυών και της κινητικότητας λει τουργεί σαν καταπραϋνπκό ή σαν μια σημαντική ανάγκη για δραστηριό τητα που πρέπει να ικανοποιηθεί βάναυσα, χωρίς όρια, χωρίς μέτρο. Σπς ρυθμισμένες, πειθαρχημένες κινήσεις της εργασίας ανππαρατίθεται η ξέφρενη κινηπκότητα των χορών με τους ψυχαναγκαστικούς ρυθ μούς, το όργιο της μυϊκής έκφρασης, της φωνής, της κίνησης. Η απομετουσιωμένη κίνηση ξαναβρίσκει όλα όσα της είχαν απαγορευτεί: ερωτικές μιμικές, βίαιες χειρονομίες, ημιάσεμνοι μορφασμοί. Χορεύουν μέχρι να εξαντληθούν, στροβιλίζονται μέχρι να ζαλιστούν απ’ τη ψυχαναγκαστι κή επανάληψη (Jerk).
3. Η χειραγώγηση του σώματος-εμπορεύμστος και η ιδεολογία της ευη μερίας: η απομετουσίωση στην κατανάλωση Το σώμα επανεμφανίζεται, κοινωνικά και μαζικά, πρώτα απ’ όλα μέ σω της κουλτούρας του εμπορεύματος. Η υπερτροφία του σώματος εκδηλώνεται βασικά μέσω της ανάπτυξης της βιομηχανίας του σώμα τος. Η μαζική κουλτούρα περιστρέφεται σχεδόν αποκλειστικά γύρω απ' το σώμα, που έχει καταντήσει απέραντο πεδίο εμπορικής εκμετάλλευ σης. Η εμφάνιση του σώματος είναι κατά βάση η ανάδυση του σώματοςεμπορεύματος. Η «επιστροφή του σωματικού απωθημένου» είναι ο θρίαμ βος του σωματικού εμπορεύματος. Μια απ’ τις χαρακτηριστικότητες πλευρές του εμπορίου του σώμα τος είναι ο πολλαπλασιασμός των εμπορευμάτων, των αγαθών, των υ πηρεσιών, των αντικειμένων, των προϊόντων που προορίζονται να προ σφέρουν στον οργανισμό κάποια ικανοποίηση ή να συμβάλλουν στην ευτυχία και την ευημερία του. Τα περισσότερα απ’ αυτά αναφέρονται είτε στο ναρκισσισμό είτε στη σεξουαλικότητα. Η διαφημιστική «ρητορι κή» αυτού του είδους του εμπορίου πλημμυρίζει τα γυναικεία έντυπα ή τα μεγάλης κυκλοφορίας περιοδικά. Θεραπεία της φαλάκρας, μεγάλω μα των μαλλιών, αδυνάτισμα, θεραπεία της πλατυποδίας, των κιρσών, της κυτταρίτιδας, σφικτό και στητό στήθος, επιδερμίδα χωρίς ακμή και μαύρα στίγματα, καθαρή αναπνοή, θεραπεία της πιτυρίδας, εξαφάνιση της δυσοσμίας του ίδρωτα, των ρυπδων που προδίνουν την ηλικία, λα μπρότητα των δονπών, αποτρίχωση «στα μέρη που χρειάζεται ιδιαίτερη καλαισθησία»: το εμπορευμαπκό σύστημα προσφέρει στο σώμα τη γο ητεία μιας εμπορικής, σωμαπκής τελειότητας. Αυτός ο ιλουζιονισμός εντείνεται ακόμη περισσότερο με τη διαρκή διαφημισπκή εκμετάλλευση της λατρείας των μυών, της ιδεολογίας της μυϊκής εξάσκησης. Οι πολυποίκιλες μέθοδοι «ανάπτυξης των μυών», οι κρέμες, τα διάφορα όργανα που προσφέρονται στην αγορά, εγγυώνται την απόκτηση, μέσα σε λίγες βδομάδες ή και σε λίγες μέρες, δυνατών και αρρενωπών μυών. Προβάλλεται συσπιματικά Η εικόνα ενός αρμονι 7 0 ____________________________________________________________
‘Α θλητισμός, κουλτούρα και κ α τα π ίεσ η '
κά αναπτυγμένου ατόμου, με σωστές αναλογίες, με πλήρη ψυχοσωμα τική ισορροπία, με σιγουριά και αυτοπεποίθηση και, πάνω απ’ όλα, που ξέρει ν’ αρέσει σπς γυναίκες χάρη στη γοητεία των μυών του. Αυτή ή φτηνή προπαγάνδα της ανδροπρέπειας εγγράφεται στα πλαίσια της ψυχοχειραγωγικής δημαγωγίας όλων των μεθόδων για την απόκτηση «δυναμικού» στυλ, που αντιμάχονται την στολμία και την έλλειψη αυτο πεποίθησης. Άλλωστε, εκτός απ’ το ότι προτείνει στον άντρα μυϊκή δύναμη και αθλητικό σώμα και στη γυναίκα σφριγηλό στήθος, γοφούς πρωταγωνί στριας του σινεμά και γάμπες θεάς, το σύστημα προτείνει και στους δυο το μαύρισμα. Μια, απ’ τις εμπορικότερες σωματικές αξίες είναι το μαύρισμα του σώματος. Υπάρχουν ακόμα και ηλεκτρικές συσκευές (υπεριώδεις ακτίνες) που προσφέρουν τον αναγκαίο ήλιο μέσα σ’ ένα δωμάτιο. Ό,τι και να γίνει, πρέπει να μαυρίσετε. Αυτή η ιδιότητα προσφέρει στο σώμα μια πολύ σημαντική σεξουαλι κή ανταλλακπκή αξία. Όλες οι εικόνες, οι κοινωνικές αναπαραστάσεις, του σώματος με μαγιό το παρουσιάζουν λουσμένο στον ήλιο, καλομαυρισμένο. Οι μαυρισμένοι μυς αποτελούν άλλωστε απόδειξη υγείας και νεότητας. Το μαυρισμένο σώμα έγινε τώρα, με τον «πολιπσμό του ελεύ θερου χρόνου», συνώνυμο των διακοπών. Επιπλέον, γύρω απ’ αυτόν τον πανίσχυρο μύθο δημιουργήθηκε μια ευημερούσα βιομηχανία: αντιηλιακά προϊόντα, κρέμες, λοσιόν για το δέρμα. Το μαύρισμα του σώμα τος είναι το κοινωνικό σύμβολο των ευτυχισμένων διακοπών. Αυτός είναι ο λόγος που ολόκληρος ο εμπορικός τομέας (τουρισμός, αγαθά του ελεύθερου χρόνου, βιομηχανία προϊόντων ομορφιάς) χρησιμοποιεί στο έπακρο αυτή την αναζήτηση του ήλιου και του μαυρισμένου δέρμα τος και την υπερεκμεταλλεύεται. Αλλά τα εμπορεύματα που αφορούν το σώμα γίνονται ακόμη πιο εντυπωσιακά. Στο μέτρο που η εμπορική αποκτήνωση κερδίζει ολοένα περισσότερο τα λαϊκά στρώματα, τα εμπορεύματα που αφορούν το σώ μα προσφέρουν πλεονεκτήματα και υπόσχονται ιδιότητες όλο και πιο «θαυματουργές». Η «προσφορά» σωμσπκών ιδιοτήτων γίνεται ολοένα πιο τολμηρή. Διάφορα «επανασταπκά» προϊόντα μας επιτρέπουν να πα ραμένουμε σε φόρμα όλη την ημέρα, να αισθανόμαστε ευεξία, να ξε χνάμε την κούραση μέσα σε μια στιγμή, να έχουμε κάθε μέρα νεανικό δέρμα (χάπια, σιρόπια, κλπ.). Διάφορα άλλα προϊόντα, ακόμα πιο «εντυ πωσιακά», επιτρέπουν στα άτομα ν’ ανακτήσουν αμέσως την «ανδροπρέπειά» τους που διακυβεύεται, να ξαναβρούν τη σεξουαλική τους ζωτικότητα, την πλήρη ερωτική ικανότητα. Τέλος, στα πλαίσια της φροντίδας για τη σεξουαλική υγιεινή, οι ποικιλοειδείς ομάδες ειδικών κυκλοφορούν, με την αναγκαία διακριτι _____________________________________________________________7 1
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομι, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μπρομ
κότητα βέβαια, διάφορα εγχειρίδια ερωτικής συμπεριφοράς, συζυγικής αρμονίας, καθώς και ένα σωρό άλλα επαναστατικά έντυπα σχετικά με τη σεξουαλική αγωγή. Πωλούνται, κωδικοποιημένες βέβαια, οι μέθοδοι σεξουαλικής ανάπτυξης, αισθησιακής γνώσης της γυναίκας· πωλούνται όλα όσα πρέπει να γνωρίζουμε για την «κρυφή» ζωή του ζευγαριού. Ακόμη κι ο εκκλησιαστικός μηχανισμός παρέχει τις ηθικές εγγυήσεις του στην εμπορική, μαζική, διαφημισπκή διάδοση των μεθόδων για τον έλεγχο των γεννήσεων, των μεθόδων Ογκίνο, κλπ. Κι όλα αυτά στο όνομα της υγείας και της ανθρώπινης ευημερίας. Απ' την άλλη, ο εμπο ρικός μηχανισμός χρησιμοποιεί ευρύτατα τη γοητεία που ασκεί η γνώση των άγνωστων, μυστηριακών, κρυφών ερωπκών μεθόδων της Ινδίας και της Μέσης Ανατολής (Κάμα Σούτρα, κλπ.). Τα ανππροσωπευπκά αυτά παραδείγματα αποκαλύπτουν με μονα δικό τρόπο τον καταπιεσπκό χαρακτήρα του σύγχρονου εμπορίου του σώματος. Σπς σημερινές καπιταλιστικές συνθήκες, το σώμα είναι για τα περισσότερα άτομα, για τους αποκτηνωμένους απ’ την εργασία, τους γερασμένους, τους συνθλιμμένους, τους εξουθενωμένους απ’ τον α στικό και βιομηχανικό πολιπσμό ανθρώπους, αιπα δυσφορίας, ανικανοποίησης, διαφόρων σωμαπκών ατελειών, που βρίσκονται στη βάση αυ τής της τεράσπας και πανίσχυρης επιθυμίας για τελειότητα, ευεξία, σωμαπκή ικανοποίηση, ευτυχία και αισθηπκή του σώματος. Αυτήν ακριβώς την επιθυμία για μια αυθενπκή σωμαπκότητα που δε θα είναι αλλότρια, ακρωτηριαστική ή ανπαισθηπκή, τη χειραγωγεί και την εκμεταλλεύεται το εμπορευμαπκό σύστημα. Συντηρεί διαφημιστικά αυτό το πάθος για ολική ανάπτυξη του σώματος ώστε να μπορεί να τροφοδοτεί την κατα νάλωση των προϊόντων του, που παρουσιάζονται σαν φάρμακα, σαν «αντίδοτα» για τα κακά, τις ελλείψεις και τις ατέλειες του οργανισμού. Κατορθώνει, λοιπόν, να εκτρέπει πς διεκδικήσεις για πραγμαπκούς στό χους που μόνον αυτοί μπορούν να επιτρέψουν την πραγματική ικανο ποίηση: η κατάργηση του σημερινού τρόπου εργασίας είναι η βασική προϋπόθεση για μια αυθενπκή κουλτούρα του σώματος. Όσο περισσότερο μετουσιώνεται το σώμα μέσα στην παραγωγή, τόσο περισσότερο απομετουσιώνεται στην κατανάλωση. Αυτή η τελευ ταία μάλιστα είναι ένα απ’ τα αποτελεσμαπκότερα μέσα απομετουσίω σης, περιλαμβανόμενης και της σεξουαλικής απομετουσίωσης, που επι τυγχάνεται χάρη στον τρόπο κατανάλωσης του σεξ. Η μαζική κατανάλω ση του σώματος και των εμπορευμάτων που αφορούν το σώμα έγινε ένας απ’ τους αποτελεσματικότερους θεσμικούς τρόπους της καταπιε στικής απομετουσίωσης. Η ευτυχία που, σύμφωνα με τον Φρόυντ, εμπε ριέχεται στην ικανοποίηση των θεμελιακών ενορμήσεων αντικαταστάθηκε με την απόλαυση ανπκειμένων, που όλα τους αναφέρονται στο σώμα, αλλά μόνο με έμμεσο τρόπο. Πρόκειται για την εμπορευματική
___________________________
72
‘Α θλητισμός, κουλτούρα και κα τα π ίεσ η ’
μυθοποίηση. Οι ιδιότητες, οι καταστάσεις του ανθρώπου προβάλλονται στα κοινωνικά πράγματα που, με τη σειρά τους, μπορούν να τις προσφέ ρουν στο άτομο που θα τα καταναλώσει. Το φαινόμενο αυτό είναι μια πλευρά του φετιχιαμού του εμπορεύματος. Η γενικευμένη λογική αυτού του μαγικού συνειρμισμού υποστηρί ζει ότι το σύνολο των καταναλωτικών αντικειμένων περιλαμβάνει όλα όσα ένα άτομο μπορεί να ελπίζει σαν ευτυχία, ευημερία και υγεία. Τα εμπορεύματα μπορούν να προσφέρουν τις ικανοποιήσεις που αλλού αποκλείονται. Μ’ αυτά ακριβώς απομετουσιώνεταιτο σώμα, και ιδιαίτε ρα ο Έρωτας, (το ένστικτο της ζωής). Η αυξανόμενη επιβεβαίωση του ελεγχόμενου, χειραγωγημένου, αλλοτριωμένου σώματος μέσα στα εμ πορεύματα είναι διαρκώς εντεινόμενη άρνηση, η ολοένα μεγαλύτερη απώθηση του αυθεντικού σώματος. Αυτή ή διαδικασία είναι η πιο κραυ γαλέα έκφραση της πραγμοποίηαης του σώματος. Το σώμα αντιμετωπί ζεται όντως σαν πράγμα μέσα σ’ έναν κόσμο πραγμάτων. Η μετουσίω ση, αρνούμενη το σώμα, προβάλλει το απωθημένο σώμα μέσα στα πράγ ματα, το πραγμοποιεί αυτό ακριβώς υποστηρίζει κι ο Ν. Μπράουν:« Η μετουσίωση είναι μια νέκρωση του σώματος και μεταβιβάζει τη ζωή του σώματος στα νεκρά πράγματα. Σε κάθε μετουσίωση υπάρχει ο θάνατος του σώματος»[ 19]. Και είναι ακριβώς τα κοινωνικά πράγματα, τα εμπο ρεύματα, που κληρονομούν αυτή τη ζωή. «Όσο περισσότερο περνάει η ζωή μέσα στα πράγματα», λέει επίσης ο Ν. Μπράουν, «τόσο λιγότερη ζωή υπάρχει μέσα στο σώμα και ταυτόχρονα η αυξανόμενη συσσώρευ ση πραγμάτων αντιπροσωπεύει μιαν ολοένα πληρέστερη έκφραση της χαμένης ζωής του σώματος» [20].
Αυτή η διπλή διαδικασία δεν είναι μόνο αυτή του σώματος που το χειρίζονται και το εκμεταλλεύονται σαν εμπόρευμα, αλλά και, κυρίως, εκείνη του εμπορεύματος που το χειρίζονται και το εκμεταλλεύονται σαν σώμα. Στο μέτρο που το σώμα αξιοποιείται σαν εμπόρευμα για κατανάλωση, στα εμπορεύματα (κυρίως στο επίπεδο των διαφημιστικών συμβόλων) αποδίδονται σωματικά χαρακτηριστικά, ιδιαίτερα μάλιστα δευτερεύοντα χαρακτηριστικά της σεξουαλικότητας (στομστικότητα, ε πιδερμίδα, κλπ.). Η εμπορευμαπκή μαζική κουλτούρα είναι μια κουλτού ρα επί μέρους ερωτογενών ζωνών και δευτερευουσών σεξουαλικών ιδιοτήτων. Το σώμα μοιάζει να ικανοποιεί τις ανάγκες του επωφελούμε νο απ’ τη φαινομενική σεξουαλική και ερωτική έκρηξη που διαπερνά απ' άκρη σ’ άκρη τη σύγχρονη κουλτούρα. Οι άμεσες ερωτογενείς ιδιότητες του σώματος μοιάζουν ν' ακτινο βολούν σ’ όλους τους τομείς των μέσων μαζικής ενημέρωσης, σε τέτοιο σημείο που μπορούμε να χαρακτηρίζουμε τα πράγματα, και κυρίως τα εμπορεύματα, ανάλογα με τη σχέση που έχουν μ’ αυτή ή εκείνη την πρωτεύουσα ή δευτερεύουσα σεξουαλική ιδιότητα, μ’ αυτή ή εκείνη την
___________________________ 73
Φ. Γκαντερέ, Π. Αακιγιομι, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μπρομ ερωτογενή ζώνη (φαλλός, στόμα, επιδερμίδα, στήθος, κλπ.). Το ίδιο συμβαίνει και με τις κοινωνικές εικόνες, κυρίως με τις διαφημιστικές, κινηματογραφικές αναπαραστάσεις του σώματος. Η σημειολογία της μαζικής κουλτούρας είναι σε μεγάλο βαθμό σημειολογία του σώματος, του σώματος που κατακερματίζεται, επιμερίζεται, διαμελίζεται σύμφω να με τις επιταγές του θεάματος του εμπορεύματος [21], Η μαζική κουλτούρα αντλεί τη ζωτικότητά της απ’ αυτή καθαυτή τη σωματική λιμπιντική ενέργεια την οποία επενδύει κοινωνικά, εμπορικά. Η μαζική κουλτούρα και το σώμα συνδέονται με μια καπιταλιστική σχέση επένδυσης, διαφήμισης, εμπορικής εκμετάλλευσης. Το σώμα, σαν σύ νολο ή διαμελισμένο στα διάφορα τμήματά του, έγινε ο μεγάλος εμπορευμαπκός μεσολαβητής της διαφήμισης. Χάρη στη δική του μεσολά βηση και τη δική του δύναμη μπορούν τα εμπορεύματα να συμμερίζο νται την ερωτική δυναμική του. Η διαφημιστική σημειολογία είναι, κατά
κάποιο τρόπο, σημειολογία του ερωτικοποιημένου σώματος. Στό χώρο των συλλογικών αναπαραστάσεων του σώματος, ιδιαίτε ρα στις διαφημιστικές εικόνες που κυκλοφορούν σ’ όλο το χώρο των μαζικών επικοινωνιών, το σώμα είναι τεχνητά απολιθωμένο και πραγμοποιημένο λόγωτου ρόλου του σαν εμπορικού μεσολαβητή, σαν ψευδαισθησιακού εκπροσώπου του εμπορεύματος. Στο χώρο των μέσων μαζι κής ενημέρωσης, είναι ο φορέας αξίας του ερωτισμού του εμπορεύμα τος ή, ακριβέστερα, ο ερωτισμός του σώματος απορροφάται μέσα στον ατελεύτητο κύκλο της εμπορευματικής κυκλοφορίας. Στο φαντασιακό θέατρο των πολυάριθμων διαφημιστικών «οθονών» (κινηματογράφος, αφίσες, μόδα, κλπ.), ο «αναβρασμός»της λίμπιντο ανατέθηκε στη διαδι κασία συναλλαγής των εμπορευμάτων. Όπως πολύ σωστά λέει ο Ε. Μορέν: «Ο ερωτισμός του εμπορεύματος είναι πάνω απ’ όλα διαφημι στικός»^]. Αν η διαφήμιση είναι η θεαματική σκηνοθεσία του ερωτι σμού του σωματικού εμπορεύματος, αυτό οφείλεται στο ότι το σώμα, που αντιμετωπίζεται σαν εμπόρευμα, είναι πολύ πιο εύκολα «εκμεταλλεύσιμο» στο επίπεδο της πιο αφηρημένης γενικότητάς του, δηλαδή, της ερωτικής του ουσίας. Η διαφήμιση εκμεταλλεύεται πολύ πιο εύκολα την ενυπάρχουσα ερωτογενή ιδιότητά του, αυτό που ο Ε. Μορέν ονομά ζει «ερωτικό μαγνητισμό»[23]. Επιπλέον, το θέαμα των εμπορευμάτων προσφέρει σε φτηνή τιμή έναν υποκατάστατο ερωτισμό, ένα φαντασιακό, πραγμοποιημένο ερω τισμό, μιαν απομίμηση ερωτισμού. Είναι το εμπόρευμα που νέμεταιτις ερωτικές ιδιότητες, ενώ ο πιθανός καταναλωτής του μπορεί πάντα να παρηγορείται ότι ερωτικοποιείται δι’ ανππροσώπου. Το εμπορευματικό σύστημα χρησιμοποιεί ευρύτατα τη λιμπιντική δύναμη του σώματος για να δημιουργήσει ερωτικούς δεσμούς με τα εμπορεύματα. Επομένως, δημιουργείται ολόκληρο δίκτυο εμπορευμα74____________________________________________________________
‘Α θλητισμός, κουλτούρα και κα τα π ίεσ η *
τικών-λιμπινπκών συνειρμών. Τα αντικείμενα που πρέπει ν’ αγοραστούν συνδέονται στενά με τις ερωτικές ιδιότητες, κατά κανόνα γυναικείες, που αναφέρονται συνειρμικά στη χρήση τους. Λόγου χάρη, εδραιώνεται ένα είδος φυσικής αναλογίας ανάμεσα στο σεξ και το αυτοκίνητο, ή ανάμεσα στη γυναικεία ομορφιά και τα ψυγεία ή τις τηλεοράσεις. Μ' άλλα λόγια, για «να πωλούνται», τα εμπορεύματα πρέπει να ερωτικοποιούνται, ν’ αναφέρονται στο ανθρώπινο σώμα και μάλιστα ως προς την εκλεπτυσμένη, αισθησιακή πλευρά του. Πράγματι, αυτό το σώμα παρουσιάζεται πάντα σαν αφηρημένα επιθυμητό, φωτοστεφανωμένο από μιανπραγμοποιημένη αφηρημένη ομορφιά. Βλέπουμε, λοιπόν, δυο τέλειες γάμπες να στολίζουν το καπό ενός αυτοκινήτου ή τα πανέμορφα χέρια μιας σταρ ν’ αγκαλιάζουν ένα τρανζίστορ σα να χαϊδεύουν κάποιο σεξουαλικό αντικείμενο. Ή πάλι, ένα μωρό, με απαλή ροζ επιδερμίδα, να στολίζει σαν ανθοδοχείο μια τηλεόραση. Κι αυτή γίνεται κάτι σαν την επιδερμίδα του μωρού, διεστραμμένα επιθυμητή. Ωστόσο, χάρη σ’ αυ τές τις τέλειες εικόνες, δημιουργείται μια αφηρημένη, συλλογική, κοι νωνική εικόνα του σώματος, μια νόρμα, που - όπως θα δούμε παρακά τω - επιβάλλει μια συγκεκριμένη σωματική τεχνολογία, μιαν απόλυτα καθορισμένη σωματική συνείδηση. Χάρη στα μέσα μαζικής ενημέρω σης, το άτομο ομαλοποιεί τις χειρονομίες του, τις συμπεριφορές του, κρίνει τη σωμαπκή του τελειότητα (ποιότητα του δέρματος, κανόνες ομορφιάς, κλπ.), μιμείται τα σωμαπκά πρότυπα που καθορίζονται απ’ τις προσωπικότητες-βεντέτες (ταυτοποίηση). Αν η πρώτη μορφή σωματικής κατανάλωσης ήταν η κατανάλωση εμπορευμάτων από το σώμα, η δεύτερη, πολύ σοβαρότερη, μορφή είναι η κατανάλωση του σώματος απ’ το σώμα. Είναι το ίδιο το σώμα που γίνεται το αντικείμενο της κατανάλωσης και όχι πια μόνο τα ανπκείμενα που αφορούν το σώμα. Η πλευρά αυτή είναι ιδιαίτερα έκδηλη στο επίπε δο της σεξουαλικότητας. Η σεξουαλικότητα δεν είναι ανεκτή παρά μόνο σαν αντικείμενο γενετήσιας κατανάλωσης. Η σεξουαλική κατανάλωση είναι πάντα ένα στοιχείο της σωματικής υγιεινής, που είναι απαραίτητη για τη διατήρηση της καταπίεσης της σεξουαλικότητας. Το ιδεώδες της υγιεινής ως προς τη σεξουαλικότητα (ή healthy sex life: η υγιής σεξουαλική ζωή) δεν είναι παρά το ίδιο το ιδεώδες των συνευρέσεων του ζευγαριού, της βιομηχανίας καλλυντικών, της ψυχο θεραπευτικής αγωγής, του αθλητισμού και των άλλων μαζικών θεσμών που ασχολούνται επιστημονικά με τη σεξουαλική ισορροπία και υγεία, με την αρμονία του ζευγαριού, με τη γενετήσια υγεία και την ισορροπία των αισθήσεων. Αυτή η ελεγχόμενη, τακτοποιημένη, αποστειρωμένη σεξουαλικότητα είναι προφανώς αναγκαία για τον κοινωνικό χειρισμό της αναπαραγωγής του «επιθυμούμενού παιδιού». Η υποτιθέμενη σε ξουαλική απελευθέρωση της μαζικής κουλτούρας δεν είναι παρά η απο_____________________________________________________________75
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μπρομ
σεξουαλικοποίηση του Έρωτα μέσω της προσεκτικά καναλιζαρισμένης κατανάλωσης στα πλαίσια της μονογαμίας και του αστικού γάμου. Μέσω της κατανάλωσης, το εμπορευματικό σύστημα δημιουργεί μια πραγμοποιημένη σχέση ανάμεσα στον άνθρωπο και τα εμπορεύμα τα. Πολιορκημένο απ' τις εικόνες που το παρακινούν ν’ αποκτήσει κάποια σχέση μ' αυτά τα εκτεθειμένα, πολύτιμα ανπκείμενα, το άτομο προ ϊδεάζει με φαντασιωσικό, ψευδαισθησιακό τρόπο τη συνάντησή του με το αντικείμενο. Και η συνάντηση αυτή ενυπάρχει ήδη στην εικόνα που του προσφέρουν. Μ’ αυτόν ακριβώς τον τρόπο, η αντικειμενική εικόνα του σώματος γίνεται ολοένα πιο τυποποιημένη σε απόλυτη συμφωνία με το εκτιθέμενο εμπόρευμα. Το σώμα γίνεται εμπορευματικό θέαμα. Είτε καταναλώνει, είτε αποτελεί στήριγμα του εμπορεύματος ή απλό εμπόρευμα, το σώμα είναι πάντα παρόν με υποδηλωτικό, συμβατικό τρόπο. Προτρέπει πάντα στην κατανάλωση, είναι πάντα μια προτροπή, μια υποκίνηση. Οι στάσεις του σώματος διαμορφώνονται σύμφωνα με την πλαστική «γλώσσα» του εμπορεύματος, που εκπληρώνει τον ρόλο του σαν πρόκληση για κατανάλωση. Γι αυτό ακριβώς βλέπουμε τα χέρια ν’ αγκαλιάζουν σχεδόν ερωτικά το ποθούμενο αντικείμενο, τις γάμπες ν’ απλώνονται μ’ ερωτική διάθεση πάνω σ’ αυτό ή εκείνο το μαλακό στρώ μα. το πρόσωπο να παίρνει ευτυχισμένο υφός όταν νιώθει το χάδι της ηλεκτρικής ξυριστικής μηχανής, το σώμα να χαλαρώνει ευτυχισμένο όταν ακούγεται κάποιος δίσκος. Σ’ όλες τις περιπτώσεις, το σώμα μιμείται τις προϊδεαζόμενες σχέ σεις του με το αντικείμενο. Δημιουργείται ένα είδος εμπορευματικής τέχνης της προσεκτικά στερεοτυποποιημένης, διαφημιστικής μιμικής. Αυτή η λατρεία των νέων ειδώλων εισάγει, λοιπόν, νέες σωμαπκές τε χνικές κατανάλωσης (φαντασιακές, φαντασιωσικές). Όλα παρουσιάζο νται με τον τρόπο του «είναι σαν να ήσασταν», πιο αληθινά απ’ ότι στη φύση. Κι αυτή η εξαιρεπκή αξία υποδήλωσης αποκτάται χάρη στη μυϊκή συναισθημαπκή συμμετοχή του σώματος, Σχεδόν δεν μπορούμε να φα νταστούμε πια διαφήμιση για κάποιο αντικείμενο που να το παρουσιάζει απλά και μόνο σαν αντικείμενο. Το παρουσιάζει πάντα σε σχέση με το σώμα, ή γενικότερα μ’ ένα μέρος του σώματος που είναι σχεδόν πάντα εντελώς γυμνό. Στη διαδικασία αυτή το σώμα εξωτερικεύεται εντελώς και γίνεται αντικειμενικοποιημένη εικόνα. Οι τάσεις αυτές είναι το δόλω μα για τη δημιουργία και τη μαζική ιδεολογική διάδοση των λανθανουσών τεχνικών του σώματος, των μεθόδων που επιτρέπουν την ομαλοποίηση των σχέσεων του ανθρώπου με το εμπόρευμα. Ο φεπχισμός του εμπορεύματος, η λατρεία του καταναλωτικού αντικειμένου γίνονται ά μεσα η τεχνική έκφραση του σώματος που μιμείται τις στάσεις του νέα, πραγμοποιημένη, ταυτοποιητική, σωματική τεχνολογία είναι αυτή η μα ζική τεχνολογία της διαφημιστικής μιμικής. Κατά τη γνώμη μας, υπάρχει
___________________________
76
"Αθλητισμός, κουλτούρα και κα τα π ίεσ η "
και κάη που παραγνωρίζεται συστηματικά εδώ και πολύ καιρό: πρόκει ται για τη δομική κυριαρχία του σώματος του ανθρώπου απ’ τα ανπκείμενα-εμπορεύματα. Οι χειρονομίες του ατόμου, οι συμπεριφορές του, διαμορφώνονται σύμφωνα μ’ αυτές των θεαματικών αντικειμένων και σύμφωνα με τους τρόπους χρησιμοποίησής τους. Αυτή η εμπορευματική «μιμική» είναι ιδιαίτερα εμφανής στο φαινόμενο γιε-γιε, όπου η συνο λική συμπεριφορά των νέων αποτυπώνεται τέλεια στη δομή των αντι κειμένων που αποτελούν την «πανοπλία» του τέλειου γιε-γιε (τρόποι ντυσίματος, βάδισμα, κλπ.). Εδώ, οι τεχνικές του σώματος καθορίζονται με θεμελιακό τρόπο απ’ τα ανπκείμενα και τις εικόνες φετίχ. Το σώμα, λοιπόν, χρησιμοποιείται, χειραγωγείται, αγοράζεται, που λιέται σαν πράγμα. Η πραγμοποίηση του σώματος απ’ το εμπόρευμα λειτουργεί κυρίως με τη μορφή του φετιχισμού του σώματος. Φετιχοποιώντας το, η μαζική κουλτούρα κατορθώνει να κάνει το σώμα λειτουρ γικό και εύχρηστο πολιτιστικό ανπκείμενο, ενσωματώνοντάς το στον κόσμο των φετίχ που ονομάζονται εμπορεύματα. Η μαζική κουλτούρα πραγματοποιεί μια διπλή φετιχοποίηση του σώματος; σεξουαλική φεπχοποίηση και εμπορευματική φετιχοποίηση. Κάνει το σώμα πραγμοποιημένο, αφηρημένο, γενικό ισοδύναμο τόσο του εμπορεύματος όσο και του σεξ. Ο φετιχισμός του εμπορεύματος μετατρέπει το σώμα σε απλή ανταλλακτική αξία ενσωματωμένη σε μια σειρά εμπορευμαπκών αξιών. Χάρη σ’ αυτή τη φανταστική μορφή (Μαρξ), η αξία χρήσης του σώ ματος διαχωρίζεται απ’ την ανταλλακπκή αξία του. Ο σεξουαλικός φεπχισμός μετατρέπει όλα τα μέλη του σώματος σε σεξουαλικά ισοδύναμα σε μια πολύπλοκη, συνειρμική, συμβολική σειρά. «Το υποκατάστατο του σεξουαλικού ανπκειμένου είναι γενικά ένα μέλος του σώματος που έχει ελάχιστη σχέση με κάποιο σεξουαλικό σκοπό (τα μαλλιά, τα πόδια) ή ένα άψυχο ανπκείμενο που πλησιάζει κάπως το επιθυμούμενο αντικείμενο και, κατά προτίμηση, το φύλο του (κάποια ρούχα του, τα εσώρουχά του). Αυτά τα υποκατάστατα μπορούν όντως να συγκριθούν με το φετίχ με το οποίο ο άγριος ενσαρκώνει το Θεό του» [24], Είναι ολοφάνερο ότι η διαφήμιση είναι αυτή που συγκεντρώνει όλες αυτές τις διαδικασίες. Όπως είδαμε, η διαφήμιση είναι ένας υποβαθμισμένος συμβολισμός του σώματος. Όλα τα ανπκείμενα χρησιμοποιούνται σε άμεση ή έμμεση σχέση με το σώμα ή μ’ ορισμένα μέλη του. Το εμπόρευμα έγινε το σεξουαλικό υποκατάστατο και η προγραμματισμένη κατανάλωση έγινε υποκατάστατο του ελεύθερου ερωτισμού, η εμπορευμαπκή σεξουαλι κότητα γίνεται η κατανάλωση του σεξουαλικού εμπορεύματος, απ’ το πραγματικά εκπορνευμένο σώμα-εμπόρευμα μέχρι τα λεγόμενα ερωτι κά έντυπα, που πουλάνε φαντασιώσεις σε φτηνή τιμή (αυνανισμός, σα δομαζοχισμός, ηδονοβλεππσμός; κλπ.). Η σεξουαλικότητα είναι πραγμοποιημένη. Και «η πραγμοποιημένη σεξουαλικότητα είναι κάτι ευχάρι _____________________________________________________________77
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγωμί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μ προμ
στο, που δε χρειάζεται παρά έναν τρόπο χρήσης. Πράγμα που μπορού με να το αντιληφθούμε καλύτερα αν αφεθούμε ν’ ακολουθήσουμε πς ενδείξεις που μας παρέχει το ίδιο το εμπόρευμα» [25]. Η εμπορευματική βιομηχανία του σώματος είναι η βιομηχανία της σωματικής ευτυχίας, της σωματικής ευεξίας, της σωματικής άνεσης. Αυτό που παρουσιάζεται σαν ευτυχία είναι η απομετουσίωση στην κατα νάλωση. Η καταπιεσπκή αποτελεσμσπκότητα της σωματικής κατανάλω σης καθορίζεται απ' την αποτελεσμαπκότητατων βαθύτερων βλέψεων του άνθρωπου, απ' τη χειραγώγηση των αναγκών και των ενστίκτων προς όφελος του κυρίαρχου οικονομικού μηχανισμού. Αν το σώμα είναι πανταχού παρόν στη μαζική κουλτούρα, αυτό οφείλεται στο ότι η μαζική κουλτούρα επιτρέπει να διοχετεύεται κοινωνικά, προς όφελος του κυρίαρχου μηχανισμού, η επιστροφή των απωθημένων ενορμήσεων. Η ικανοποίησή τους επιτυγχάνεται μέσω των εμπο ρευμάτων. Η καταπιεσπκή απομετουσίωση είναι πράγμαπ η ικανοποίη ση σύμφωνα με τη λογική του GADGET. Οι ανάγκες του σώματος μετα φράζονται στη «γλώσσα» του εμπορεύματος, στις θεμελιακές απαιτή σεις του σώματος (πρόγραμματης αρχής της ηδονής), το καπιταλιστικό σύστημα ανταποκρίνεται με πς συνεχώς ανανεωνόμενες προτροπές και προτάσεις του εμπορεύματος. Αν ο Φρόυντ πίστευε όπ η ευτυχία (που νοείται σαν ικανοποίηση των ενστίκτων σε συνθήκες ελευθερίας και αφθονίας) είναι ανέφιιση λόγωτου ανταγωνιστικού χαρακτήρα των ενστικπκών απαιτήσεων και των αναγκαιοτητών του πολιτισμού, ο σύγ χρονος μαζικός και εμπορευμαπκός πολτπσμός έχει μετατρέψει την ευ τυχία σε πολιπσπκή αξία που εκφράζεται στην αγορά: κατανάλωση της
σωματικής ευτυχίας. Η σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία, επωφελούμενη απ’ την αυξα νόμενη παραγωγικότητα και τις εμπορευμαπκές αναγκαιότητες, προ σφέρει μια πολιπσπκή εικόνα της ευτυχίας· διακηρύσσει όπ η σωμαπκή ευτυχία, προϋπόθεση κάθε ευτυχίας, είναι εφικτή χάρη στις μαγικές ιδιότητες των ανπκειμένων - υπηρεσιών - εμπορευμάτων. Η «επιστροφή αυτού που ήταν απωθημένο» (νοσταλγία της ευτυχίας) ενισχύει, επομέ νως, πολιτιστικά το δυναμισμό του εμπορεύματος. Εδώ ακριβώς πρέπει να θέσουμε κι εμείς το ερώτημα του I. Καρούζο σχετικά με την ευημερία, που έχει γίνει η ψευδής ιδεολογία της καταναλωπκής κοινωνίας: «Η ευημερία! Ναι, αλλά σεπ χρησιμεύει;»[26] Το ερώτημα αυτό ταιριάζει ιδιαίτερα σ' ό,π άφορα το σώμα. Η σύγχρονη τάση, όπως είδαμε, είναι να γίνει το σώμα καταναλωπκό φετίχ, φετίχ προς κατανάλωση. Κι αυτό ακριβώς το φεπ'χ παρουσιάζεται στη συνέ χεια, με τη συνδρομή της διαφήμισης, σαν πρότυπο ευτυχίας. Η ιδεολο γία του σώματος στη μαζική κουλτούρα έγινε καταπιεστική τεχνική ως προς την ευτυχία. Κι αυτός ακριβώς ο φετιχισμός χρησιμεύει για να 78____________________________________________________________
*Αθλητισμ ός . κουλτούρα και κατα πίεση" καμουφλάρονται τα πραγματικά προβλήματα και οι πραγματικές λύσεις. Η κατανάλωση του σώματος είναι το άλλοθι ενός κόσμου όπου το σώμα βιώνεται (κυρίως στη παραγωγή), για τους περισσότερους αν θρώπους, σύμφωνα με την λογική της στεναχώριας, της δυστυχίας, της εκμετάλλευσης, της αλλοτρίωσης, και του επερχόμενου θανάτου ενός κόσμου που, λόγω της εσωτερικής λογικής του, είναι ανίκανος να εξα σφαλίσει την πραγματική ευτυχία του ατόμου. Ελλείψει πραγματικής ευτυχίας, τα άτομα μπορούν πάντα ν’ αρκούνται, αν όχι σπς διαφημιστι κές εικόνες που λειτουργούν στα πλαίσια της φαντασίωσης, τουλάχι στον σε μια κατά προσέγγιση και έμμεση ικανοποίηση που εξασφαλίζε ται χάρη στα εμπορεύματα. Αυτήν ακριβώς την ονομάζουμε, συμφωνώ ντας με τον X. Μαρκούζε, εμπορευματικό μονοδιάστατο: πρόκεπαι ακρι βώς για την τεράστια προσπάθεια του μηχανισμού να κινητοποιήσει στο έπακρο το σώμα και το πνεύμα, τη λογική και τη φαντασία, τις ανάγκες και τις επιθυμίες των ατόμων. Χάρη στη μαζική κουλτούρα, εμφανίζεται και το σωματικό μονοδιάστατο, αυτό του σώματος ως εμπορεύματος μέσα σ’ έναν κόσμο εμπορευμάτων.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ Η ανάλυση της καπιταλιστικής κουλτούρας του σώματος μας οδή γησε στο να σκιαγραφήσουμε μια συνολική κριτική της σύγχρονης κουλ τούρας, που η χαρακτηριστικότερη έκφρασή της είναι αυτός ο περίφη μος πολιτισμός του ελεύθερου χρόνου και η μαζική κουλτούρα. Η μελέ τη των χαρακτηριστικών πολιτιστικών προτύπων του σώματος μέσα στη βιομηχανική καπιταλισπκή κοινωνία (αθλητισμός, διασκεδάσεις στην ε ξοχή, μαζικός τουρισμός, μαζική κατανάλωση του σώματος, πανταχού παρουσία του θεάματος) αποσαφηνίζει τη θέση στην οποία τοποθετεί ται το σώμα στη σύγχρονη κοινωνία. Συνεπώς, η κριτική της ιδεολογίας του σώματος (BODY) αποτελεί επίσης και κριτική της κοινωνίας, που επιφυλάσσει για το σώμα μια θέση εντελώς ψευδή, αλλοτριωμένη. Σήμερα, το σώμα είναι αντικείμενο, πράγμα, πηγή εκμετάλλευσης. Είναι τεχνολογικό ανπκείμενο, αλλά δεν είναι ποτέ υποκείμενο ηδονής ή πραγματικής ελευθερίας. Χειραγωγείται μ’ ένα σωρό μεθόδους, κατα γράφεται, ενσωματώνεται, απολιθώνεται, εκτίθεται και, πάνω απ’ όλα, ελέγχεται χάρη σ’ εντελώς ψευδείς τεχνικές ευτυχίας που δεν είναι πα ρά η ευτυχία της τεχνικής, της καταπίεσης, της εξαθλίωσης, της διεύ θυνσης. Όπως λέει ο Λεφέβρ: «Οι τεχνικές αυτές ταξινομούνται ως ε ξής: καθαριότητα και υγιεινή, χαλάρωση και εντόνωση, ισορροπία και προσαρμογή στο περιβάλλον, αθλητισμός και υγεία» [27], Το ατομικό σώμα είναι η πλήρης μετάθεση, η ολοκληρωτική αντανάκλαση του με _____________________________________________________________79
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ περτό. Ζ. Μπρομ
γάλου κοινωνικού σώματος, είναι επίσης η «γλώσσα» του, η άμεση μετα γλώττισή του.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ [1 ] «Έρως (ένστικτο ζωής), ελευθερία, απόλαυση, ελεύθερη δημιουργία». [2 ] «Το Μέλλον μιας Αυταπάτης». [3 ] «Εισαγωγή στην Ψυχανάλυση». [4 ] Φρόυντ, «Νέες Διαλέξεις». 15] FERENCZI, «Thalassa», Payot, σ.42. [6 ] Σ το ίδιο. σ.72. [7 ] Κόπωση, μονοτονία, αντιδρα στικότητα, ψυχοσω ματικές δια τα ραχές, βιο λογικοί ρυθμοί, κλπ. [8 ] "L’ Education physique das la sociiti socialiste et communiste», Recherches internationales a La Lumiire du marxisme, no 48, 1965, σ. 120. [9 ] Στο ίδιο, σ.131. [10 ] Κουρόν και Μ οτζελέφ σκι, «Ανοικτή Επιστολή προς το Πολωνικό Εργατικό Κόμμα», Εκδ. Εξάντας. [1 1 ] W. Sieger, ό.π., «Recherches internationales α La Lumiire du marxisme», N o 48, 1965, σ. 126. [1 2 ] Στο ίδιο, σ.135. [1 3 ] Σ το ίδιο, σ. 135. [1 4 ] «Κρπική της Χεγκελιανής Φιλοσοφίας του Κράτους». [1 5 ] Πρ άγμα που το υποστήριζε πάντα ο Φρόυντ και ιδιαίτερα σ τα κείμενά του σχετικά μ ε την αιτιολογία της νεύρωσης, του άγχους (αγχογόνος ρόλος τη ς εγρ ά τεια ς). [16] «Εισαγωγή στην Ψυχανάλυση». [17] «Ομαδική Ψυχολογία και Ανάλυση του Εγώ». [18] «Έρως και Πολιτισμός», Εκδ. Κάλβος. [1 9 ] «Eros et Thanatos», σ.356. [2 0 ] Σ το ίδιο. [2 1 ] Βλ. το ωραίο άρ θρο της Violette Morin, «Erotisme et Publicity, Communications, no29, 1967. [2 2 ] «L’ Esprit du temps», Grasset, 1962, σ.161. [2 3 ] Ό.π ., σ.104. [2 4 ] Φρόυντ, «Τρία Δοκίμια για τη Θεωρία της Σεξουαλικότητας». [2 5 ] I. Caruso, «Phychanalyse pour la personne», L e Seuil, σ.93. [2 6 ] «L’ Ambivalence dans la sociiti du bien-Ktre», Bulletin d e psychologie, 0 .61 6. [2 7 ] «Position contre les technocrats», Paris, Gonthier, σ.217.
___________________________
80
ΦΡΑΝΣΟΥΑ ΓΚΑΝΤΕΡΕ
Θεσμική ψυχανάλυση της σωματικής αγωγής και του αθλητισμού ΠΑ ΤΗ ΣΩΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΦΑΝΤΑΣΙΩΣΙΚΕΣ ΣΥΝΕΚΔΟΧΕΣ ΤΉΣ Μια κλινική διαπίστωση, που επαληθεύεται συνεχώς, είναι ότι οι ψυχωσικοί ασθενείς, κατά την πρώιμη φάση της ασθένειας, αισθάνονται τη σφοδρή επιθυμία για σωμαπκή άσκηση. Πράγμα που ισχύει ιδιαίτερα στην περίπτωση των νέων, που χαρακτηρίζονται ως «προψυχωσικοί» ή «borderlines» (μεθοριακές περιπτώσεις), εκείνων, δηλαδή, που η δομή της προσωπικότητάς τους είναι καθαρά ψυχωσική αλλά καταφέρνουν ακόμη να διατηρούν κάποια ενότητα του εγώ και του εξωτερικού κόσμου, με τίμημα βέβαια μια φοβερά έντονη εσωτερική πάλη. Βλέπουμε, λοιπόν, αυτούς τους νέους να επιδίδονται με μανία σε ποικιλοειδείς σωματικές ασκήσεις, που όλες τους έχουν σαν στόχο να ενισχύσουντη σωμαπκή «πειθαρχία», το αίσθημα ενότητας, και να θω ρακίσουν τους μυς. Είναι πιστοί οπαδοί της ιδεολογίας της μυϊκής εξά σκησης, της γιόγκα. Μπορούν να κάνουν «άρση των μυών της κοιλιάς», άρση βαρών ή να ασκούν τους μυς τους στα πολύζυγα ώρες ολόκληρες, χωρίς διακοπή: συνήθως, εντελώς μόνοι. Είναι, άλλωστε, αξιοσημείωτο όπ αυτού του είδους τη συμπεριφο ρά την συναντάμε βασικά στους άντρες: οι γυναίκες παρουσιάζουν την ίδια περίπου εμμονή αλλά αφορά κυρίως την αισθηπκή του προσώπου. Εδώ, λοιπόν, λειτουργεί η ανάληψη απ’ την κοινωνία της ευθύνης για πς ατομικές φαντασιώσεις, η «δομή υποδοχής», στην οποία θα πρέπει να επανέλθουμε. Και σπς δυο περιπτώσεις, η εξέλιξη είναι παρόμοια: αρχίζει από μα εμμονή στην τελειότητα του σώματος, που θα μπορούσαμε να τη χαρα κτηρίσουμε ως παρά φύσιν, και, μέσω μιας βαθιάς ανησυχίας, μιας παραληρημαπκής και γελοίας φρονπδας, καταλήγει στην πλήρη παραίτη ση. Σε κάποιο νεαρό, 19 χρονών, μπόρεσα να διαπιστώσω την ακόλουθη εξέλιξη: τον πρώτο χρόνο της σχιζοφρενικής προσβολής, κάποια ανη
___________________________ 81
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μπρομ
συχία όσον άφορα την αισθητική των μυών του: «Οι ώμοι μου δεν είναι αρκετά δυνατοί' πρέπει να δυναμώσω τους μυς της πλάτης μου...» Για να ξεπεράσει το πρόβλημα του, έκανε κάθε πρωί, εντελώς μόνος του, ασκήσεις για την ενίσχυση των μυών που το βασικό χαρακτηριστικό τους ήταν η έπαναληττπκότητα. Ωστόσο, η ανησυχία του δεν υποχωρούσε ρωτούσε συχνά και γε μάτος άγχος τα πρόσωπα του περιβάλλοντός του για την ευθύτητα της σπονδυλικής του στήλης πεπεισμένος ότι είχε κάποια κύρτωση, άρχισε να κάνει ασκήσεις για-να διορθώσει τη στάση του κορμιού του. Στη συνέχεια, οπαραληρηματικός χαρακτήρας αυτήςτης «κώματυαίςανζσΐίχίβς γινόταν όλο και πιο φανερός: η σπονδυλική του στήλη-είχεκάποία κύρτωση επειδή είχε υποστεί αυτή ή εκείνη την επίδραση θα μηαρούσε να διορθωθεί άν... Την ίδια στχγμήπου εκδηλώθηκε αυτός ο παραληρη ματικός χαρακτήρας, αυτή η νοσηρή προσπάθεια εκλογίκευσης, άρχι σαν να εγκαταλείπονται σιγά-σιγά οι σωματικές ασκήσεις. Η εξέλιξη αυτή -σχετικά τυπική- μας επιτρέπει να ανπληφθούμε το βΰθύτερο νόη μα: οι ασκήσεις λειτουργούσαν ως παραληρηματική εκλογίκεοση και ήταν άχρηστες πια όταν η εκλογίκευση άρχιζε να εκφράζεται λεκτικά: ήτανένα ενενεργεία παραλήρημα. Οι ίδιοι αυτοί ασθενείς εκδηλώνουν αρκετά έντονη ανησυχία όταν πρόκειται για ομαδικές δραστηριότητες λογουχάρη, στα συλλογικά α θλήματα (εκτός κι αν παρεμβαίνει μια αυστηρή τεχνική) ή πάλι στην περίπτωση των σωματικών δραστηριοτήτων όπου ο πρωταρχικός στό χος είναι η ελευθερία της κίνησης, ο ρυθμός των κινήσεων. Οπδήπστε αποτελεί άνοιγμα, υπερθυμία, χαλάρωση, εγκατάλειψη της^πγουριάς, σημαίνει γι αυτούς έντονη δυσφορία και πηγή αποστροφής. Η βάση όλων αυτών των συμπτωμάτων είναι σαφέστατη για όποιον έχει ασχοληθεί με τέτοιους ασθενείς, ιδιαίτερα στην ψυχοθεραπεία: πρόκειται για το έντονο, πρωταρχικό άγχος του διαμελισμού του σώμα τος, της καταστροφής της ενότητάς του. Οι-εργασίες της Μέλανι Κλάιν και των μαθητών της [ 1] αποκάλυψαν με ιδιαίτερη σαφήνεια την κατα γωγή αυτών των φαντασιώσεων: η στοματική επιθετικότητα που στο χεύει στο μητρικό σώμα, οι ασυνείδητες παραστάσεις της καταστροφής του και ο φόβος των αντιποίνων διαμελισμός, κομμάτιασμα, από το «κα κό αντικείμενο», προβολή προς τα έξω της επιθετικότητας του υποκει μένου. Δε θα προχωρήσω σπς λεπτομέρειες αυτών των μηχανισμών, που είναι σήμερα ευρύτατα αποδεκτοί απ’ τους ψυχαναλυτές· αρκούμαι να παραπέμψω στα προαναφερθέντα έργα της σχολής Κλάιν. Αρκεί να βεβαιώσουμε εδώ ότι αύτη ή σφοδρή επιθυμία για «σωματική καλλιέρ γεια», για δυνάμωμα των μυών, για σωματική πειθαρχία, αποτελεί την εκδήλωση μιας φαντασίωσης αποκατάστασης, «διόρθωσης», έπανενοποίησης του σώματος, στα υποκείμενα που αισθάνονται ότι βρίσκονται
___________________________
82
*Αθλητισμ ός . κουλτούρα και κ α τα π ίε σ η ' σε κίνδυνο. Θα ήταν, ωστόσο, λαθεμένο να περιορίσουμε αυτό το είδος των φαντασιώσεων μόνο στους «ασθενείς». Η κλινική ψυχανάλυση αποδεικνύει καθημερινά όπ οι ίδιες φαντασιώσεις διαπερνούν την ασυνείδητη ζωή όλων των ατόμων -παρόλο που δεν κατέχουν τόσο, κυρίαρχη θέση ούτε προκαλούν τόσο έντονο άγχος. Σ’ ορισμένες φάσεις της εξέλιξης του παιδιού και του εφήβου εμφανίζονται ιδιαίτερα επανενεργοποιημένες: αναφέρομαι κυρίως στην προεφήβική ηλικία και την εφηβεία. Οι γρήγορες σωμαπκές αλλαγές και η αίβεβαιότητα τηςκοινωνικής θέσης (απ’ την πλευρά του «πραγματικού»), η δυναμική της εφηβείας, της αφύ πνισης του οιδιπόδειου συμπλέγματος και των επιθυμιών γιατκιλινδρομησιακή άμυνα που προκαλεί μερικές φορές (απ’ την πλευρά τόυ φαντασιακού), όλα αυτά συμβάλλουν ώστε αυτές οι φαντασιώσεις σωμαπκής αβεβαιότητας, ή αναγκαιότητα για την πάση θυσία «θωράκιση» (σύμφω να με την έκφραση του Β. Ράΐ)0 ενός σώματος του οποίου η ενότητα απειλείται, να καταλήγουν πσλύ συχνά σε μια σωμΰπκή κκίθληπκή φρε νίτιδα που μπορούμε να τη διαπιστώσουμε σαφέστατα σε πάρα πολλές περιπτώσεις. Μεταξύ των αγχογενών στοιχείων, ανέφερα κ* έναν «εξωγενή» πα ράγοντα: την αβεβαιότητα της κοινωνικής θέσης. Ως προς αυτό το θέ μα. θα πρέπει να υπενθυμίσω πς απόψεις του Μ. Μως [2) σχετικά με πς «τεχνικές του σώματος»: σύνολο τρόπων με τους οποίθος χρησιμοποιεί ται το σώμα, για να βαδίζει, να τρέχει, να χορεύει, νά κυνηγάει, να κοιμά ται, να κάνει ερωτά.... που ο Μως αποδεικνύει τον συμβολικό χαρακτήρα τους· οι τελετουργίες μύησης είναι τελετουργίες συμβολικής εκμάθη σης αυτών τωντρόπων σωμαπκού είναι μέσα στην κοινωνία' πρόκειται για τελετουργίες που γεννούν την κοινωνική εικόνα του σώματος· η κοινωνική θέση είναι πάνω απ’ όλα σωματική θέση. Θα δώσω ένα άλλο παράδειγμα: σε μια συγκέντρωση «ομαδικής δυναμικής», η αποχώρηση ενός μέλους της ομάδας προκαλεί αμέσως όπως συμβαίνει σχεδόν πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις- ένα έντονο άγ χος στην ομάδα. Οι χρησιμοποιούμενες μεταφορές αναφέρονται σαφέ στατα στο διαμελισμό του σώματος: μιλάνε για «ακρωτηριασμό», υπαι νίσσονται κάποια διάλυση, το «διαμελισμό» της ομάδας- οι προσωπικές αφηγήσεις πολλές φορές εμπεριέχουν υπαινιγμούς για κάποια δυστυ χήματα και κάποιες εγχειρήσεις. Η απειλή που πλανάται πάνω από μια τεχνητή ενότητα, την ομάδα, κλονίζει συνήθως το αίσθημα σωμαπκής ενότητας. Εκείνο που είναι πιο αποκαλυττπκό, όμως, είναι ο μηχανισμός διαφυγής απ’ αυτή την απειλή: η αναφορά σπς εξωομαδικές κοινωνικές καταστάσεις, αναφορά που έχει εξαφανιστεί όσο καιρό η ομάδα εξα σφαλίζει τη συνοχή της, επανεμφανίζεται μ’ απόλυτα σαφή τρόπο [3]. Θα πρέπει να τονίσουμε ένα συμπληρωματικό στοιχείο: ανέφερα το ____________________________________________________________ 33
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μ προμ
οιδιπόδειο σύμπλεγμα και ιδιαίτερα, την επανενεργοποίησή του κατά την εφηβεία (δηλαδή, τη στιγμή κατά την οποία η απαγορευμένη επιθυ μία θα μπορούσε να βρει τα μέσα για την πραγμάτωσή της) σαν ενεργοποιητικό παράγοντα αυτής της παλινδρόμησης. Οι σεξουαλικές ενορμήσεις που αφορούν τον γονέα του αντίθετου φύλου αποτελούν αντι κείμενο μιας αυστηρής απαγόρευσης- είναι επικίνδυνες για το υποκεί μενο στο μέτρο που το θέτουν αντιμέτωπο μ’ αυτή την απαγόρευση και την τιμωρία. Το απειλούν σωματικά και επανενεργοποιούντον κίνδυνο που αποτελούσαν οι επιθετικές στομσπκές ενορμήσεις. Σε τούτη, λοιπόν, την μ' αυτό τον τρόπο προκαλούμενη απειλή σω ματικού διαμελισμού προσπαθεί ν’ αντιδράσει η σωματική δραστηριό τητα. Βλέπουμε ότι ο κίνδυνος προέρχεται τόσο απ’ τη βία, που γίνεται αισθητή ως επιζήμια για την ακεραιότητα του υποκειμένου, απ’ τις σε ξουαλικές ενορμήσεις, απ’ τη λίμπιντο, όσο και απ’ το ένστικτο του θανά του που συνδέεται με τη στοματική επιθετικότητα. Επομένως, δύο δρό μοι «επίλυσης» υπάρχουν για το υποκείμενο, όσον άφορα τη γενική του οικονομία και τη σωματική του δραστηριότητα ειδικά: ή κατορθώνει να «αποσυνδέσει» τις λιμπινπκές ενορμήσεις και τα ένστικτα του θανάτου, να αντιμετωπίσει το οιδιπόδειο σύμπλεγμα, οπότε πια είναι δυνατό να προσεγγίσει μια σωματική δραστηριότητα που χαρακτηρίζεται απ’ την απόλαυση της κίνησης, την ελευθερία του ρυθμού και, με λίγα λόγια, τη σωματική ηδονη ή, υποχωρώντας απέναντι στο οιδιπόδειο, οχυρωμένο σε θέσεις παλινδρόμησης που, χωρίς να μειώνουν την ψυχοσύγκρουση, επανενεργοποιούντα πρωταρχικά άγχη, ορθώνει ένα είδος φράγματος ενάντια στα ένστικτα του θανάτου (ένα φράγμα γελοίο που πρέπει να ενισχύεται συνεχώς) και όλη η σωμαπκή του δραστηριότητα κεντροθετείται με βάση την πειθάρχηση του σώματος, μια αμυντική θωράκιση που καταστρέφεται αμέσως μόλις επιβεβαιωθεί ο επαναληπτικός και σαδομαζοχιστικός χαρακτήρας της.
ΠΑ ΤΟΥΣΛΟΤΌΥΣΕΠΙΛΟΓΉΣΕΝΟΣΔΡΟΜΟΥΕΠΙΛΥΣΗΣΚΑΙ ΠΑ ΤΟΝΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΛΠ1ΚΟ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟ ΤΟΥΣ(ΔΟΜΗ ΥΠΟΔΟΧΗΣ) Όλα όσα αναφέρθηκαν αφορούν την οργάνωση των ατομικών φα ντασιώσεων. Η επίλυσή τους σύμφωνα μ’ αυτό ή εκείνο τον τρόπο μπο ρεί να γίνει απόλυτα κατανοητή με την ατομική ανάλυση -αυτό γενικά κάνει η ψυχανάλυση. Ωστόσο, μπορούμε να εξετάσουμε το πρόβλημα από ευρύτερη άποψη, όπως κάνει κι ο Φρόυντ, λογουχάρη, στο Πολιτι σμός Πηγή Δυστυχίας: προσπαθώντας να δούμε ποια σχέση συνδέει την κοινωνική οργάνωση και την ατομική επιθυμία. Φαίνεται, λοιπόν, σαφώς ότι η κοινωνική οργάνωση απαιτεί μια ορισμένη αναστολή της
"Αθλητισμός, κουλτούρα και κ α τα π ίε σ η '
ερωτικής ικανοποίησης: δεν είναι δυνατό να υπάρχει κουλτούρα, «κοι νωνία», ό,τι είδους κι αν είναι, χωρίς καταπίεση του Έρωτα (ενστίκτου της ζωής), χωρίς διοχέτευση της ικανοποίησης σε «δρόμους στενούς και δύσκολους». «Είναι αδύνατο», γράφει ο Φρόυντ[4], «να μη λάβουμε υπόψη σε ποιο βαθμό το οικοδόμημα του πολιτισμού βασίζεται στην αρχή της απάρνησης των ενσπκτικών ενορμήσεων και μέχρι ποιο σημείο ακριβώς επιβάλλει την μη ικανοποίηση (καταπίεση, απώθηση ή κάποιος άλλος μηχανισμός) των πανίσχυρων ενστίκτων. Αυτή η «πολιτιστική απάρνη ση» κυριαρχεί στον πραγματικά τεράστιο χώρο των κοινωνικών σχέσε ων μεταξύ των ανθρώπων». Όποιο κι αν είναι το πρότυπο των δομών συγγένειας σε μια δεδομένη κοινωνία, λειτουργεί σαν νόμος, περιορισπκός της ενστικπκής ικανοποίησης: σαν αρχή της πραγματικότητας που ανπτίθεται στην αρχή της ηδονής. Ο μηχανισμός της καταπίεσης είναι κοινωνικά αναπόφευκτος· η επίδρασή του πάνω στο άτομο, αναγ καία. Η φαντασιωσική παράβαση είναι συστατική της νεύρωσης. Θα ήταν σοβαρότατη παρανόηση να αναζητήσουμε, μ’ απλοϊκότρό πο βέβαια, στην ψυχαναλυτική θεωρία μια κοινωνιολογική δικαιολόγηση της καταπίεσης η ψευδογένεση που αναφέρεται απ’τον Φρόυντ, η οποία αρχίζει από ένα μη κοινωνικοποιημένο άτομο, ικανοποιώντας ό λες τις επιθυμίες του, για να ακολουθήσει το σύνολο των απαρνήσεων που επιβάλλονται απ’ τη συνάντηση του άλλου και την υλική και διυποκειμενική οργάνωση αυτής της συνάντησης, αυτή η γένεση είναι μια «ιδανική γένεση», που προορίζεται να υποστηρίξει μιαν οντολογική θέ ση. Είναι ενδιαφέρον, άλλωστε, να παρατηρήσουμε ότι απηχεί κάτι απ’ τον ρουσωισμό και, επιπλέον, να επισημάνουμε ότι ο Φρόυντ αντλεί το αρχικό του παράδειγμα γιατη συνάντηση του άλλου και τις απαρχές της καταπίεσης από μια σχέση εργασίας: «'Οταν ανακάλυψε ότι μέσω της εργασίας του κρατούσε στα χέρια του -στην κυριολεξία- τη βελτίωση της επίγειας μοίρας του, ο πρωτόγο νος άνθρωπος δεν μπορούσε πια να μένει αδιάφορος μπροστά στο γε γονός ότι ένας απ’τους ομοίουςτου εργαζόταν μαζί ή ενανπ'οντου.» Για τον Φρόυντ, αυτή η αναγκαιότητα έρχεται να προστεθεί στη σχέση της σεξουαλικής ομάδας και τον οδηγεί στη διατύπωση αυτής της θεμελια κής άποψης: «Η από κοινού ζωή των ανθρώπων είχε. λοιπόν, ως βάση: πρώτο, τον καταναγκασμό της εργασίας που δημιουργείται απ’ την εξω τερική αναγκαιότητα και, δεύτερο, τη δύναμη του έρωτα, που απαπεί να μη στερηθεί ούτε ο άντρας τη γυναίκα, το σεξουαλικό του αντικείμενο, ούτε η γυναίκα το παιδί, αυτό που είναι διαχωρισμένο απ’ τον εαυτό της.» Μολονότι, όπως είπαμε ήδη, αυτές οι σκέψεις πρέπει να γίνουν κατανοητές σύμφωνα με το ουσιαστικό περιεχόμενο τους, που δεν είναι _____________________________________________________________85
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μπρομ
κοινωνιολογικό αλλά οντολογικό (δεν υπάρχει κοινωνία χωρίς καταπίε ση της επιθυμίας, όπως δεν υπάρχει κι επιθυμία χωρίς καταπίεση: δεν υπάρχουν παρά ανάγκες- η επιθυμία είναι άμεσα συνδεδεμένη με την απαγόρευσή της, είναι εσωτερίκευσητης έλλειψης, φαντασιωσικοποίηση της ικανοποίησης), δεν αποφεύχθηκαν οι παρανοήσεις, ακόμη και στους ίδιους τους ψυχαναλυτές. Είναι, πράγματι, πολύ εύκολο να μετα γράψουμε αυτές τις απόψεις σύμφωνά με τις αντιλήψεις της ορθοπεδι κής, της «ψυχαγωγικής», και να μετατρέψουμε την ψυχανάλυση σε παι δαγωγική της κοινωνικής ζωής, δηλαδή, σε σχολή της απάρνησης. Οι απόψεις αυτές δε θα βοηθούσαν καθόλου στη δική μας υπόθεση και δε θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν την προσέγγισή της παρά μόνο απ' τη σκοπιά της ατομικής ανάλυσης, αν δεν κατορθώναμε να δούμε από πιο κοντά αυτό που, στα πλαίσια αυτής της προοππκής, εννο είται με τον όρο πολιτισμός, κοινωνική οργάνωση και κουλτούρα. Υπάρχουν κι άλλοι καθορισμοί, πέρα απ' αυτούς της «από κοινού ζωής», που επεξηγούν αυτή την κοινωνική οργάνωση- πρόκειται για από κοινού ζωη μέσα στα πλαίσια της συγκεκριμένης δομής των συγκε κριμένων σχέσεων παραγωγής. Εδώ, θεωρούμε ορθότατη την ανάλυση του X. Μάρκουζε, που αποδεικνύει ότι οι μορφές καταπίεσης δε θα μπορούσαν να είναι ταυτόση μες: ανάλογα με το αν πρόκειται για οικονομία της αγοράς ή σχεδιοποιημένη οικονομία, ανάλογα με το αν είναι συλλογική ή ιδιωτική η ιδιοκτη σία. «Παρόλο που είναι αδιάφορο ποια μορφή της αρχής της πραγματικότητας επιβάλλει έναν υπερβολικά εκτεταμένο και εντατικό καταπιεστι κό έλεγχο των ενσπκτων, οι συγκεκριμένοι ιστορικοί θεσμοί της κυριαρ χίας εισάγουν πρόσθετους ελέγχους πέρα απ' αυτούς που είναι απαραί τητοι για κάθε πολιτισμένη ανθρώπινη συνένωση. Αστοί οι πρόσθετοι έλεγχοι που δημιουργούνται απ’ τους συγκεκριμένους θεσμούς της κυριαρχίας είναι αυτό που ονομάζουμε υπερκαταπίεση»[5]. Αυτή η υπερκαταπίεση, κοινωνικοπολιτικά καθορισμένος περιορι σμός της ολότητας των εφικτών συναλλαγών, συντελεί ώστε να υπάρ χουν κοινωνικές δομές υποδοχής, υποδοχής σ’ ορισμένους τρόπους επένδυσης ή επίλυσης των συγκρούσεων, προτιμότερους από άλλους. Με άλλα λόγια, οι θεσμοί, μεσολαβήσεις ανάμεσα στην κοινωνική οργά νωση και τα άτομα, επιβάλλουν σ’ αυτά όχι μόνο ένα σύστημα συμπερι φορών αλλά κι ένα σύστημα νευρώσεων[6]. Πρέπει να παρατηρήσουμε ότι η δομή υποδοχής, η οποία αποτελεί την πραγματική και συμβολική οργάνωση της σωματικής αγωγής και του αθλητισμού στην κοινωνία μας, είναι απόλυτα προσανατολισμένη. Αυτό που υπερισχύει εδώ είναι ο σαδομαζοχισπκός τρόπος σχέσης του ατόμου με το σώμα του και με το σώμα του άλλου. Οι όροι συντήρηση, πειθάρχηση (του ίδιου του σώματος, της μετάθεσης...) αποκαλύπτουν 86____________________________________________________________
‘Α θλητισμός, κουλτούρα και καταπίεση"
την κατεύθυνση αυτού του προσανατολισμού. Ωστόσο, αυτή την υπερκαταπίεση της εφικτής σωματικής ηδονής δεντη θεωρούμε τελικά θεμελιακή δεν είναι παρά συνέπεια μιαςτελεολογίας πολύ πιο βαθιά ριζωμένης: δηλαδή, της εμμονής στην αποδοτικότητα. Η ιδέα μιας άνευ λόγου σωματικής ηδονής είναι πραγματικά ακατανόητη για έναν καθηγητή σωματικής αγωγής· βαθύτατα σκανδα λισμένος, τη θεωρεί σπατάλη κάποιου πράγματος. Το παιδί που αναλώ νεται, σπαταλό, στην αυλή του σχολείου την ώρα του διαλείμματος, τον κάνει ν' αναστενάζει: αχ! ας έδειχνε την ίδια όρεξη και στο μάθημα της σωματικής αγωγής...! Γιατί είναι τόσο μεγάλη η επίδραση της κοινωνι κοοικονομικής δομής που κάθε σωματική δραστηριότητα, η οποία δε φροντίζει τουλάχιστο να μιμηθεί την απστελεσμαπκότητα, αποκτά καθα ρά αμφισβητησιακή μορφή. Η συνειδητή δικαιολόγηση αυτών των κα θορισμών (γιαπ χρειάζεται μια δικαιολόγηση, μια εκλογίκευση, εν είδει μάσκας, ώστε η συνείδηση του παραλόγου να μη δημιουργήσει την ταξική συνείδηση), αυτή η δικαιολόγηση εξασφαλίζεται απ' την ηθική της προσπάθειας: η ηδονή είναι μεγαλύτερη όταν ξέρεις να καθυστε ρείς την ικανοποίησή της..., πράγμα που θα μπορούσε να είναι αληθινό αν δεν είχαμε εδώ, μεταφορικά, μιαν ακριβέστατη επανάληψη αυτού που συμβαίνει στο χώρο της παραγωγής: ποιος επωφελείται απ’ αυτή την «έλλειψη απόλαυσης»; ποιος επωφελείται απ’ την «υπεραξία της ηδονής»; Δε θα πρέπει, λοιπόν, να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι, με την πιο άξεστη μορφή της, έτσι όπως γεννιέται, μια αμφισβήτηση απαιτεί τη δυνατότητα της «άμεσης απόλαυσης», με κίνδυνο να γνωρίσει την απο γοήτευση της πρόωρης εκσπερμάτωσης. Ένας απ' τους αναγνωρισμέ νους σκοπούς της σωματικής αγωγής και του αθλητισμού, στην κοινω νία που ζούμε, είναι η καταπίεση της ερωτικής ικανοποίησης κι όχι η πραγμάτωσή της, έστω και μετουσιωμένη[7]. Το κριτήριο είναι η ηδονή. Είδαμε πρόσφατα μια νεαρή ασκούμενη καθηγήτρια να αναγκάζει την τάξη που της εμπιστεύθηκαν να κάνει τροχάδην μέχρι εξαντλήσεως. Γ ιατί; «Έχω την εντύπωση ότι δε θα έχουν εργαστεί αν δεν έχουν υπο φέρει.» Δεν είναι δική μου δουλειά να ασχοληθώ λεπτομερέστερα με τις διάφορες μορφές αυτής της δομής υποδοχής και τη στενή και άμεση σχέση τους με την κοινωνική οργάνωση. Τα άλλα άρθρα αυτού του βιβλίου πραγματεύονται πληρέστερα τούτο το θέμα. Ωστόσο, είναι σα φές ότι, απ’ τους δυο δρόμους που υπέδειξα προηγούμενα και στους οποίους μπορεί να αναπτυχθεί η προσπάθεια επίλυσης της σύγκρου σης, είναι ο δρόμος της άμυνας και της παλινδρόμησης που γίνεται αποδεκτός και ευνοείται: εκείνος που συνδέει τα ένστικτα της ζωής και το ένστικτο του θανάτου και οδηγεί στο ψυχωσικό αδιέξοδο.
___________________________ 87
Φ. Γ καντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μπρομ
Και σ’ αυτήν ακριβώς την παλινδρόμηση μπροστά στο οιδιπόδειο άγχος ανταποκρίνεται με τη μεγαλύτερη ευκολία η σωματική και αθλη τική αγωγή που εφαρμόζεται στην κοινωνία μας. Αλλωστε, δεν νομίζω όπ ως προς αυτό διαφέρει απ’τους άλλους θεσμούς και ιδιαίτερα απ’το θεσμό της παιδείας γενικά. Δεν είναι δική μου δουλειά να κάνω τη σχε τική ανάλυση, αλλά θεωρώ βέβαιο ότι θα ξανασυναντήσουμε τις ίδιες διαδικασίες: τη σύγκλιση, με τη μεσολάβηση των θεσμών, της κοινωνι κής αλλοτρίωσης και της ατομικής αλλοτρίωσης και, ίσως, κατά την ανάλυση τους, ένα πεδίο αμοιβαίας αναγνώρισης της μαρξιστικής κοινωνιολογίας και της ψυχανάλυσης [8]. Σ' όλατα παραπάνω υπάρχει κάποια θεμελιακή αορισπα τώρα, μπο ρούμε να την ξεκαθαρίσουμε και να προσπαθήσουμε να την εξαφανί σουμε. Κατά τη γνώμη μας, αυτή η αοριστία δεν είναι καθόλου τυχαία αλλά συστατική του ανθρώπινου ψυχισμού. Προσπαθήσαμε, στην ουσία, ν’ αποδείξουμε ότι μια σημανπκή πη γή άγχους βασίζεται σ' ένα σύνολο φαντασιώσεων σχετικά με το σώμα, στην απειλή καταστροφής της ενότητάς του, στο φόβο διαμελισμού του λόγω της επίδρασης των επιθετικών παρορμήσεων που προβάλλονται προς τα έξω υποστηρίξαμε την άποψη ότι ο ανομολόγητος, αλλά πρω ταρχικός, ρόλος της σωματικής αγωγής και του αθλητισμού είναι να «γονιμοποιεί» αυτό το άγχος, να του προσφέρει φαντασιακά κίνητρα για να το κατευνάσει, να το μετατρέπει, όπως λέει η Ε. Ντόυτς, σε δικαιολο γημένο άγχος, να το διαλύει. Τίθεται, ωστόσο, ένα τεράστιο πρόβλημα που δεν πρέπει να αποσιωπηθεί. Το άγχος αυτό είναι φαντασιωσικό, βασίζεται σε «φαντασιακούς» κινδύνους για το διαμελισμό του σώμα τος· και η σωμαπκή άσκηση είναι πραγματική πρόκεπαι για την άσκηση ενός αντικειμενικού σώματος. Ποια είναι η σχέση ανάμεσα στην πραγ ματική ενεργοποίηση του σώματος και τη φαντασιακή -αλλά αποτελε σματική, τουλάχιστον ως ένα βαθμό- ενεργοποίηση της εικόνας του σώματος: Ας μη γελιόμαστε, πρόκειται για σημαντικότατο πρόβλημα. Αυτό ακριβώς πρέπει να προσπαθήσουμε να λύσουμε, αν θέλουμε να γεφυρώσουμετη μαρξιστική θέση του υλικού ντετερμινισμού με τη φροϋδι κή θέση για μια φαντασιωσική και συμβολική οργάνωση του ατομικού και συλλογικού ψυχισμού. Έχει επανειλημμένα αποδειχτεί ότι δεν υ πάρχει οργάνωση πιο αποτελεσματική ως προς τον ατομικό ψυχισμό απ’ ό,τι η σνμβολική οργάνωση. Όπως, επίσης, έχει επανειλημμένα αποδει χτεί ότι το αποτελεσματικό υπόβαθρο, η πρώτη κίνηση που επιβάλλεται σε κάθε ανάλυση, η πρωταρχική βάση κάθε ανθρώπινης πράξης ή σκέψης, είναι η υπάρχουσα οργάνωση των παραγωγικών σχέσεων σε μια δεδομένη κοινωνία. Πώς επιτελείται η αποτελεσματική και συμβολι κή αφομοίωση των στοιχείων της πραγματικότητας; Με ποιο τρόπο η 88____________________________________________________________
‘Α θλητισμός, κουλτούρα και κατα πίεση"
ψυχική πραγματικότητα τρέφεται απ' την υλική πραγματικότητα; Αυτό ακριβώς πρέπει να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε. Θα αναφέρουμε ένα παράδειγμα για να δείξουμε τη σπουδαιότητα αυτού του ζητήματος. Ο Λεβί-Στρως, σ’ορισμένα σημεία του έργου του που δύσκολα ανασκευάζονται (όπου πραγματεύεται τις σαμανιστικές πρακπκές[9]), αποδεικνύει ότι υπάρχει μία συμβολική αποτελεσματικότητα: δηλαδή, μια επενέργεια πάνω στο πραγμαπκό -βλέπε: το πραγμα τικό απ’την άποψη της φυσιολογίας- των πρακτικών που εκπορεύονται αποκλειστικά από το συμβολικό υπόβαθρο μιας κοινωνίας. Έτσι, ο σαμάν θεραπεύει αποτελεσματικάτις ασθένειες με τη χρησιμοποίηση πρακπκών που «μιλούν», μετατρέπουν σε λόγο, τις συμβολικές σχέσεις ανά μεσα στην ασθένεια και την κοινωνική σημασιοδότησή της. Η ασθένεια γίνεται, λοιπόν, μια ρήξη του λόγου και η θεραπεία μια ανάκτηση της χαμένης ομιλίας, που έκανε τον φορέα της ποιητή, αναρχικό, ασθενή, μπήτνικ... Μια πρώτη κατηγορία «μαρξιστικών» κριτικών ενάντια στον ΛεβίΣτρως υποστηρίζει ότι δεν λαμβάνει υπόψη του την πραγματική υλική οργάνωση των κοινωνιών που μελετά, αλλά μόνο την μυθολογική τους οργάνωση. Οι κριτικές αυτές δε βασίζονται στην σε βάθος εξέταση του έργου του Λεβί-Στρως σε καμιάπερίπτωση δεν παρακάμπτεται το σύνο λο των κοινωνικοοικονομικών σχέσεων, σε καμιά περίπτωση οέν απο κλείεται απ’ την ανάλυση. Απλά, συμβαίνει να παρεμβάλλεται με συνεκπκό τρόπο στα επικαλούμενα συμβολικά σύνολα. Υπάρχει και μια δεύτερη κατηγορία κριτικών: οι κοινωνίες που εξε τάζει ο Λεβί-Στρως είναι καθαρά προβιομηχανικές. Σ’ αυτές τις κοινωνί ες, υπήρχε ακόμη μια ολοκληρωτική σύγκλιση ανάμεσα στη συμβολική δομή και την κοινωνικοοικονομική δομή. Αντίθετα, η θεμελίωση της βιομηχανικής κοινωνίας επέφερε ένα ριζικό διαχωρισμό ανάμεσα σ’ αυ τές τις δυο κατηγορίες της πραγματικότητας· το ίδιο συμβαίνει και στην περίπτωση του Μως και των «τεχνικών του σώματος» (αναπτύξαμε ήδη αυτό το παράδειγμα). Οι συμβολικά αποτελεσματικές τεχνικές δεν μπο ρούσαν πιανα καλύπτουν τις πραγματικά αποτελεσματικές τεχνικές της βιομηχανικής κοινωνίας. Δε θα ήταν πια παρά απλές παρωδίες ενός «χαμένου παραδείσου», όπως το φολκλόρ, λογουχάρη, δεν είναι πια παρά η παρωδία μιας χαμένης χαράς, μιας ξεχασμένης ηδονής του σώ ματος. Η βιομηχανική τεχνολογία μετέτρεψε τις τεχνικές του σώματος σε άλλοθι της σωμαπκής ηδονής και η καππαλιστική κυριαρχία χρησι μοποιεί αυτές τις αναμνήσεις του χαμένου παραδείσου σαν όργανο αλλοτρίωσης, σαν ναρκωτικό. Όλες αυτές οι κριτικές δεν μπορούμε να πούμε πως είναι αστήρι κτες, αλλά δεν ξεφεύγουν απ’ αυτό που καταγγέλλουν. Όλες τους επα ναφέρουν το ψευδές πρόβλημα της γλώσσας ως υποδομή ή υπερδομή:
___________________________ 89
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μπρομ
δηλαδή, αν αυτό που έχει προτεραιότητα είναι η γλώσσα -το σύμβολο- ή οι σχέσεις παραγωγής. Λες και μπορεί να υπάρξει γλώσσα απαλλαγμέ νη απ’ τους κοινωνικοοικονομικούς καθορισμούς, λες και μπορεί να υπάρξει οργάνωση παραγωγικών σχέσεων που δε θα πρέπει να μιλιέ ται, δηλαδή, να μετατρέπεται σε λόγο, να αναλαμβάνεται από ένα συμ βολικό σύστημα που εξασφαλίζει την αποτελεσματική επενέργειάτης στον ατομικό ψυχισμό. Δεν έχω την πρόθεση να εμβαθύνω σ’ αυτό το πρόβλημα ας το εξετάσουμε μόνο συνοπτικά: η θέση μας είναι η ακόλουθη. Η οργάνωση των παραγωγικών σχέσεων πρέπει να εντυπωθεί στον ατομικό ψυχισμό, με κίνδυνο να μπορεί κάθε στιγμή ν’ αμφισβητείται απ’ αυτούς που αποτελούν τον σημαντικότερο παράγοντά της πρέπει να τον εκπαιδεύσει, να τον δομήσει. Αυτή η εσωτερίκευση πρέπει να λει τουργεί όχι μόνο στο επίπεδο μιας συνειδητής λογικής, αλλά και σ' αυτό του υποβάθρου κάθε λογικής, στο επίπεδο της φαντασίωσης. Το σώμα είναι ο προνομιούχος μεσολαβητής αυτής της εσωτερίκευσης· η σωμα τική αγωγή και ο αθλητισμός είναι τα προνομιούχα όργανα αυτής της μεσολάβησης. Γ ιατί αυτή η κεντρικότητα του σώματος; Γ ια να την εξηγήσουμε πρέπει να επανέλθουμε στη φροϋδική ανάλυση των εννοιών της ενόρμησης και της στήριξης των ενορμήσεων[ 10]. Η ενόρμηση δεν είναι η ανάγκη υπάρχει μια πραγματική, απ’ την πλευρά της φυσιολογίας, ανάγκη για τροφή, ανάγκη που μπορεί να ικανοποιηθεί και να κατασιγάσει χάρη σε μια επενέργεια στον εξωτερι κό κόσμο. Πάνω σ’ αυτή τη φυσιολογική (αναφερόμενη στη φυσιολογία του σώματος) ανάγκη στηρίζεται η στοματική ενόρμηση. Γιατον Φρόυ ντ, εκείνο που καταρχήν διαφοροποιεί την ενόρμηση και την ανάγκη είναι ο μεταβατικός χαρακτήρας και η εφικτή ικανοποίηση, χάρη στην κατάλληλη ενέργεια, της μιας και ο διαρκής χαρακτήρας της άλλης.
ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΤΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑ ΜΙΑ ΚΡΙΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΚΑΙ ΜΙΑ ΚΡΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΤΗΣ ΣΩΜΑΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ Πολλά σημεία θα πρέπει να ξεκαθαριστούν: ιδιαίτερα, σε τούτο το κείμενο, αυτή η αφομοίωση των κοινωνικών καθορισμών στο επίπεδο του ατομικού ψυχισμού, γιαπ και πώς το σώμα και οι τεχνικές του κατέ χουν κεντρική και προνομιούχα θέση. Ως προς αυτό το ζήτημα, θα πρέ πει να επανεξετάσουμε στο σύνολό του το έργο του Φρόυντ: τον υποτι θέμενο «βιολογισμό» του την αναφορά του στο σώμα, σε μια χωρητικό τητα, σε μια οργάνωση των νευρώνων, ως εικόνα. Έχοντας τοποθετήσει
"Αθλητισμός, κουλτούρα και κατα πίεση"
σαφώς το πεδίο της έρευνάς του στο χώρο της ψυχικής πραγματικότη τας, της φαντασίωσης, της σεξουαλικότητας, ο Φρόυντ δεν μπορεί πιαν’ αναφέρεται στο σώμα παρά μόνο ως εικόνα λειτουργίας: μεταφορικά. Πρόκειται, επομένως, γιατην αφομοίωση των στοιχείων του πραγματι κού μέσα σε μιαγλώσσα. Αλλά -κι αυτό ακριβώς θέλησα να δηλώσω με την έννοια της δομής υποδοχής- αυτά τα στοιχεία του πραγματικού δεν παρουσιάζονται αυ τούσια. Είναι ήδη αρθρωμένα σε μια γλώσσα, σ’ αυτή των κοινωνικοοι κονομικών καθορισμών ήδη εγκλωβισμένα σε μια σημαίνουσα αλυσί δα, που μια σε βάθος ανάλυση επιτρέπει να αποκαλυφθούν οι καθορι στικοί παράγοντές της: οι ταξικές σχέσεις. Πολύ συχνά, αυτή η κατεύ θυνση της ανάλυσης ξεφεύγει απ’ την ψυχαναλυτική σκέψη. Πράγμα, άλλωστε, που δεν το θεωρούμε ακατανόητο. Προσανατολισμένη στην ατομική οργάνωση, στην ανάλυση της επιθυμίας, οδηγείται στο να θεω ρεί αυτά τα στοιχείατου πραγματικού «ως αυθεντικά» και να μην εξετά ζει παρά τη σημαίνουσα επανάληψη τους μέσα στο λόγο του αναλυόμε νου. Ταυτόχρονα, αυτή η μη αναγνώριση του κοινωνικοοικονομικού κα θορισμού αυτών των στοιχείων του πραγματικού είναι, «αντικειμενικά», μια εγγύηση που δίνεται στην υποτιθέμενη πολιτική τους αγνότητα· και, απ’ αυτή την άποψη, η ψυχανάλυση μπόρεσε να εμφανιστεί ως ανπμαρξισπκή. Επιπλέον, αγνοώντας -DE FACTO-τους κοινωνικοοικονομικούς καθορισμούς και τους θεσμούς που τους μεταδίνουν, τους αφομοιώνει ακούσια-ο ψυχαναλυτικός θεσμός γίνεται έτσι, όπως κι οποιοσδήποτε άλλος θεσμός, όργανο αλλοτρίωσης. Επομένως, προς τη διπλή κατεύθυνση: -μιας ανάλυσης της φαντασίωσης: το σώμα σαν ατομική αναφορά δεν έχει νόημα παρά μόνο ως φαντασιωμένο σώμα, ως χώρος της επιθυμίας και της απαγόρευσης - και μιας ανάλυσης των κοινωνικοοικονομικών καθορισμών: δεν υπάρχει πολιτικά ουδέτερο σωματικό «πραγμαπκό», πρέπει να στρέψουμε την κριτική μελέτη της σωμαπκής και αθλητι κής αγωγής. Ας προσθέσουμε και την ουσιαστική προέκτασή της: η παιδαγωγι κή σχέση επωμίζεται αυτούς τους καθορισμούς και τους μεταδίνει. Στα πλαίσια μιας σχέσης συναισθηματικής μεταβίβασης και αντιμεταβίβασης, ο παιδαγωγός και ο μαθητής σχηματίζουν μαζί μια κοινή σωμαπκή φαντασίωση και με τη μεσολάβηση αυτής ακριβώς της σχέσης μεταδίνονται οι κοινωνικοοικονομικές σημασιοδοτήσεις των τεχνικών του σώ ματος. Κατά συνέπεια, δεν υπάρχει κριτική μελέτη της σωματικής και αθλητικής αγωγής χωρίς μια κριτική παιδαγωγική: με άλλα λόγια, χωρίς τη δυνατότητα αναγνώρισης, μέσα στην παιδαγωγική σχέση, και πρώτα
___________________________ 91
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μπρομ
απ’ όλα για τον παιδαγωγό, των συναισθηματικών επιπτώσεών του και της θέσης που κατέχει ως εργαζόμενος μέσα στο συστημάτων σχέσεων παραγωγής και ανταλλαγής. Η πραγμάτωση μιαςτέτοιας ανάλυσης, των μετασχηματισμώντων θεσμών που θα επιτρέψουν να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, αποτελεί τον συ γκεκριμένο, επαναστατικό ανπκειμενικό στόχο των σημερινών και μελλονπκών καθηγητών σωματικής αγωγής.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 11] Ιδ ιαίτερα, βλέπε: Μ . Klein, «Essais de psychoanalyse», Paris, Payof και M. Klein, J. Rivitre et P. Heimann, «Diveloppem ents de la psychanalyse», Paris. P.U.F. [2J Βλέπε: «Sociologie et Anthropologies Paris, P.U.F. [3 ] Σ αν υπόθεση, κατά κάποιο τρόπο, μπ ορούμε να προτείνουμε τις ακόλουθες π αρατηρήσεις: οι «τεχνικές του σώ ματος», που π εριγράφ ονται απ ' τον Μ .Μ ω ς -τρόπ οι εκμάθησης τη ς διδασκαλίας ένταξης του κοινωνι κού συμβολικού σώ ματος στην εικόνα του σώ ματος του ατόμου- μοιάζουν σα ν να έχουν εξα φ α ν ισ τεί μ ε την εμφ άνιση της βιομηχανικής κοινωνίας, προς όφ ελος μ ια ς σημαντικής τεχνολογίας μ ε εντελώς διαφορετική σημασία, που όχι μόνο δεν απ οτελεί ολοκλήρωση αλλά, απεναντίας, λειτουρ γεί π ρος όφ ελος της άρχουσας τά ξη ς που στην υπηρεσία της βρίσκεται αυτή η βιομηχανική κοινωνία. Η σωματική αγωγή και ο αθλητι σμός, που αποσκοπούσαν στην απ οκατάσταση αυτών των «τεχνικών του σώ ματος» όπως τις εννοεί ο Μως, δεν μπ όρεσαν να ξεφ ύγουν α π το ν κοινωνικοοικονομικό καθορισμό τω ν σχέσεω ν π αραγωγής: υπέκυψαν αμέσω ς στην τεχνολογία, υποδουλώθηκαν σ ' αυτήν. Μ όνο χάρ η σε μ ια πολύ επικίνδυνη πλάνη μπορούν να φαίνονται ότι της ξεφεύγουν. Την ανάπτυξη αυτών των θέσεων, που οφ είλονται στον Ζαν-Μ α ρί Μ προμ, μ π ο ρ ά τε να τις β ρείτε στο ά ρ θρο του ίδιου («Ο πολιτισμός το υ σώματος: καταπιεστική μετουσίωση και απομετουσίωση»), καθώ ς και στο ά ρ θρο της Ζινέτ Μ περτό. [4 ] Βλέπε: Φρόυντ, «Πολιτισμός: Πηγή Δυστυχίας», Εκδ. Επίκουρος. [5 ] «Έ ρως και Πολττισμός», Εκδ. Κάλβός. [6 ] Πρόκειται εδώ εξάλλου, για ένα απ ' τα ισχυρότερα οχυρά της παλιάς κοινωνίας: ωστόσο, μ ια αμφ ισβήτηση που θέλει να είναι π ραγματικά ριζοσπαστική θα πρέπει να το εκπορθήσει. Οι εξεγερμένοι του γαλλικού Μ άη-Ιούνη 1968 αντιμετώπισαν αυτό το πρόβλημα της τρέλας, γυρίζοντας γύρω α π ’ την Σ εντ Αν, επισημαίνοντας μ ε ορισμένα αυνθήματά τους «Επινοήστε νέες δια σ τροφ ές* - μ ια βασική αναγκαιότητα, χω ρίς στην
92
"Αθλητισμός, κουλτούρα και κα τα π ίεσ η ’ π ραγματικότητα να κατα φ έρου ν να προσεγγίσουν τη ν επίλυσή του. [7 1 Σ ' όσους «εκπλαγούν» μ ' αυ τό τον συσχετισμό αθλητισμού και σ εξου α λικότητας, υπενθυμίζουμε τ ί δήλωσε ο Υπουρός Ν εό τη τα ς και Αθλητισμού, σ τα εγκαίνια μ ια ς πανεπιστημιακής πισίνας, όταν π ληροφορήθηκε τα αιτήμ α τα τω ν φ οιτητώ ν σχετικά μ ε την ελευ θερ ία τω ν αγοριών να επισκέ πτονται τους κοιτώνες των κοριτσιώ ν: «Αν έχουν σ εξουαλικά προβλήματα, α ς ρίξουν μ ια βουτιά στην πισίνα...». [8 ] Βλ: Π έτερ Φυρστενόι, «Συμβολή σ την ψυχανάλυση το υ σχολείου ως θεσμού» περιλαμβάνεται σ το βιβλίο «Η Ιδεολογία τη ς Εκπ αίδευσης και η Μ άθησ η τη ς Ε λευθερίας», σύνταξη: Ν. Μπαλής, Εκδ. Καστανιώτη. [9} Ιδιαίτερα, βλ.: «Anthropologie Structural©». [10J Ιδιαίτερα, βλ.: Φρόυντ: «Δοκίμια Μ εταψ υχολογίας», «Ενορμήσεις και Πεπ ρω μένα τω ν Ενορμήσεων», Μ ετ.: Θ. Παραδέλλης, Εκδ. Καστανιώτη.
93
ΖΙΝΕΤ ΜΠΕΡΤΟ Αθίβ^κή αγωγή κβιπαιδβγωγικός αθληπσμός Σ’όλουςτους πολσκπικούς τομείς της κοινωνίας έχειαναπτυχθεί η άποψη -την οποία ευρύτατα εκμεταλλεύεται το αλτικό κράτος- ότι ο αθλητισμός δεν αποτελεί μόνο ένα πρωταρχικό μέσο σωματικής αγω γής των ατόμων αλλά και αναντικατάστατο μέσο γιατη γενική, ρολιτισπκή. πολπική,και ηθική διαπαιδαγώγησή τους. Παράλληλα μ’ αυτή την ιδεολογική προπαγάνδα, η οργάνωση του αθλητισμού εισάγεται συ στηματικά σπς επιχειρήσεις, στο στρατό, σ’ όλα τα φυσικά κύτταρα αυ τής τηςκοινωνίας. Αλλά στο σχολείο, εκεί που συγκεντρώνονται οι πε ρισσότεροι νέοι, εκεί ακριβώς αρχίζει να θεμελιώνεται η σωμαπκή αγω γή και να προπαγανδίζεται με τον πιο κραυγαλέο τρόπο η ορθολογική και συστηματική οργάνωση της. Μια δήλωση του κ. Πομπιντού[ 1] απο καλύπτει την κυρίαρχη θέση που κατέχει ο αθλητισμός στα «παιδαγωγι κά» ενδιαφέροντα του κράτους: «Όταν ένα έθνος είναι υγιές, αυτό εκ φράζεται σ’ όλους τους τομείς», περιλαμβανομένου και του αθλητισμού. Και ο πρώην πρωθυπουργός συνεχίζει: «Πράγμα που πρέπει να ολο κληρωθεί με τη γενίκευση του αθλητισμού στο σχολείο.» Γ ιανα καταλήξειμετην αποκλεισπκότατη δήλωση: «Ό,τι ισχύει γιατο σχολείο ισχύει και για το στρατώνα. Όλα αυτά τα γνωρίζω και-μας απασχολούν.»» Πράγματι, το «Κάνετε αθλητισμό!» έγινε το γενικό σύνθημα που προτείνει η ασπκή τάξη και οι ιδεολόγοι της στους νέους, για να ανταποκριθεί στις πολιτιστικές ανάγκες τους, για να εμπλουπσει τον ελεύθερο χρόνο τους, για να κατακτήσει το πνεύμα τους και να επιλύσει τα προβλήματά τους. Η πρόσφατη παρατήρηση του κ. Μιζόφ προς τον Ντ. Κονμπεντίτ, στα εγκαίνια της πισίνας της Ναντέρ, έχει απ’ αυτή την ά ποψη παραδειγματική αξία: «Αν έχετε σεξουαλικά προβλήματα, ρίξτε καμιά βουτιά στην πισίνα.» Μετά την παραίτηση του Μιζόφ, ο νέος (και παροδικός) Υπουργός Νεότητας και Αθλητισμού, ο κ. Νυυνγκεσέρ, δή λωσε ξεκάθαρα: «Η νεολαία πρέπει να βρει διέξοδο στον αθλητισμό»[2], Η αθλητική δραστηριότητα νοείται, πράγματι, απ’ όλο τον κόσμο 94
___________________________
"Αθλητισμός, κουλτούρα και καταπίεση"
σαν μέσο για την επίδειξη της ζωτικότητας μιας χώρας και, όπως λένε, σαν ένα από τα πιο ευχάριστα και λιγότερο βλαβερά μέσα. Επιπλέον, παρουσιάζεται ομόφωνα σαντιολτησττκή κατάκτηση και πρακπκή εφαρ μογή μιας ηθικής. Όλες οι ιδεολογικές και πολιτικές δυνάμεις του γαλ λικού έθνους, απ’τους «μαρξιστές παιδαγωγούς» του Κ. Κ. Γ. μέχρι τους θεωρητικούς της γκωλικής συμμετοχής, αποδέχονται την τεράστια πο λιτιστική, ηθική και παιδαγωγική χιξία του αθλητισμού. Ο αθλητισμός έγινε σαν την εσπεράντο, το παγκόσμιο μέσο του σύγχρονου ανθρωπι σμού, η φιλοσοφική λίθος cf ότι αφορά την εκπαίδευση. Ένα μέλος του K.-tC. Γ. γράφει .λοιπόν αθλητισμός δεν,είναι μόνο διασκέδαση, έχει ι φ 4*α^αιδαγωγιΚή λίή'ρυργία, δηλαδή, συμμετέχει στην ανάπτυξη τηςκάνωνίας σαν.μιαδιάσταση της κουλτούρας»{3]. Άποψη στην οποία φΐοίάζει ν' ανταποκρίνεται η Πραγματεία περί Αθλητισμού του Μποροτρά: «Μυεί έπίση'ςτις μάζες σέ μιαηθική, σ’ ένάντρόπο ύπαρξης, σε μια ηθΐκή·συμπεριφορά»[4]. Αλλά αμιή η λεγάμενη παιδαγωγική και ηθική λειτουργία που απο δίδεται οτον αθλητισμό δεν μπορεί να είναι ουδέτερη και αποκομμένη ανήκει στο αλικό σύστημα ελέγχου και διεύθυνσης του ελεύθερου χρό νου των ανόμων, στο σύστημα καταπίεσης γενικά-το μόνο που κάνει είναι να ανταποκρίνεται στους γενικούς αντικειμενικούς στόχους της σύγχρονης ταξικής κοινωνίας σ’ ότι αφορά την εκπαίδευση. Δεν υπάρ χει «κουλτούρα» ή «κοινωνία» καθεαυτή, όπως δεν υπάρχει και αθλητική αγωγή καθεαυτή ικανήνα διαμορφώνει την προσωπικότητατου ανθρώ που γενικά. Μόνον η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, οι ταξικές αντιθέσεις, οι οικονομικές επιταγές του συστήματος, οι ιδεολογικές α νάγκες του κραπκού μηχανισμού και των κυρίαρχων δομών του μπο ρούν να δημιουργήσουν μέσω της αθλητικής αγωγής ένα πραγματικά τεράστιο σύστημα χειραγώγησης της νεολαίας και καταπίεσης. Οι κυρίαρχες ιδέες είναι οι ιδέες της κυρίαρχης τάξης, έλεγε ο Μαρ ξ ήδη απ' το 1845: η κυρίαρχη εκπαίδευση είναι η εκπαίδευση που επιβάλλει η κυρίαρχη τάξη. Η αθλητική αγωγή είναι η εκπαίδευση που επιβάλλει η ασπκή τάξη σε άμεση συνάρτηση με τα γενικότερα ταξικά της συμφέροντα. Η παιδαγωγική λειτουργία, η ηθική, η ηθική συμπερι φορά είναι ταξικά χαρακτηριστικά: είναι αστικά, ανήκουν στην αστική κουλτούρα. Η υλιστική αντίληψη για την εκπαίδευση ισχύει εξίσου και για την αθλητική αγωγή. Η ιστορία αποδεικνύει ότι, σ’ όλα τα στάδια ανάπτυξης της ταξικής κοινωνίας, η σωμαπκή και αθλητική αγωγή ήταν πάντα υποταγμένη στους γενικούς αντικειμενικούς στόχους της κυρί αρχης τάξης: απ’ την αρχαία Σπάρτη ως το καθεστώς του Βισύ και τον Ζ. Εμπέρ, απ' τον εθνικισμό του Γιάν, τον εθνικοσοσιαλισμό, ως τον γκωλισμό σήμερα. Από ευρύτερη κοινωνιολογική άποψη, ο αθλητισμός είναι σήμερα ο θεσμός της αγωγής που χαρακτηρίζει μια βιομηχανικά ανα ____________________________________________________________ 95
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μ προμ πτυγμένη καπιταλιστική κοινωνία. Η σχετική προβλημαπκή αναπτύχθη κε αλλού[5] δε θα επανέλθουμε, λοιπόν. Επαναλαμβάνουμε μόνο άπ «ο άνθρωπος», που πρέπει να πραγματώσει η εκπαίδευση (και, κυρίως, η αθλητική αγωγή), είναι ο άνθρωπος όπως τον θέλει η καπιταλιστική κοινωνία. Παιδαγωγικός αθλητισμός: γιατί και για ποιόν; Αυτό είναι το πρώτο και κύριο ερώτημα. Ο αθλητισμός ήταν πάντα το αγαπημένο παιδί των αντιδραστικών κυβερνήσεων όσον άφορα την εκπαίδευση και την κυριαρχίαπάνωστους νέους. Πράγμα που δεν είναι καθόλου τυχαίο. Υποστηρίζουμε ότι ο αθλητισμός είναι ένας απ’ τους βασικούς πα ράγοντες εξαρτοποίησης και διαμόρφωσης των σωμάτων και των πνευ μάτων με εξουσιαστική και καταπιεστική έννοια. Απ' αυτήν ακριβώς την άποψη, σκοπεύουμε σ’ αυτό το άρθρο μας να μελετήσουμε την ουσία των μηχανισμών αθλητικής καταπίεσης και, κατά συνέπεια, να καταγγεί λουμε τον μύθο της λεγάμενης αγωγής μέσω του αθλητισμού. Είναι ολοφάνερο ότι, όταν μιλάμε για τον αθλητισμό ως «αγωγή», δεν εννοούμε οποιονδήποτε αθλητισμό αλλά μια καθορισμένη μορφή που, από κοινωνιολογική άποψη, αξίζει να φέρει τον τίτλο του αθλητι σμού. Το καινούριο στοιχείο, εδώ και λίγο καιρό, είναι η συστηματοποίηση, τόσο σαν πείραμα όσο και σαν εφαρμογή, μιας αθλητικής εργασί ας, μιας «παιδαγωγικής» μορφής οργάνωσης του αθλητισμού: μορφών, δηλαδή, που τείνουν να γίνουν κυρίαρχες. Οι μορφές αυτές αντανα κλούν την απαίτηση για αθλητική ορθολογικοποίηση και υπαγορεύο νται από την αρχή της αποδοτικότητας. Χωρίς ν’ ασχοληθούμε με όλες τις τεχνικές λεπτομέρειες, αποκαλύψαμετις θεμελιακές αρχές που διέπουντη δόμηση αυτών των μορφών. Πράγμα που το κάναμε με βάση την ανάλυση ορισμένων «ενδεικπκών εμπειριών» απ' τον εκπαιδευτικό τομέα ο οποίος ελέγχεται απ’ το Υ πουργείο Νεότητας και Αθλητισμού, εμπειριών που, κατάτη γνώμη μας, λόγω του αντιπροσωπευτικού χαρακτήρα τους, προεικονίζουν το μελ λοντικό αθλητικό πλαίσιο και τη διαδικασία ένταξης μέσω του αθλη τισμού: τη «δημοκρατική» συστηματοποίηση της καταπίεσης και τη λει τουργική οργάνωση της αποδοτικότητας. Είναι σαφές, ότι για να είναι ο αθλητισμός δραστηριότητα απόλυτα σύμφωνη με τις «παιδαγωγικές» σκοπιμότητες του κράτους, πρέπει να έχει καθορισμένη μορφή, να είναι οργανωμένος σύμφωνα με συγκεκριμένες αρχές και να βασίζεται σ' ορισμένου είδους «αξίες». Οι νέες αθλητικές δομές είναι αυτές που καθορίζουν το κυρίαρχο αθλητικό σύστημα της εποχής μας[6].
96
“Α θλητισμός, κουλτούρα και κατα πίεση"
Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΕΝΟΣ ΚΑΤΑΠΙΕΣΤΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ: ΤΟ ΑΘΛΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ «Η αποτελεσματικότητα απαιτεί συλλογική μέθοδο και συλλογική οργάνωση»[7]. Οργάνωση του αθλητισμού με τρόπο συστηματικό ση μαίνει, πρώτα απ’ όλα, επεξεργασία ενός πλαισίου στο εσωτερικό του οποίου τα άτομα θα πρέπει «να προσαρμόζονται» σπς μορφές εργασίας που επιβάλλουν οι αθλητικές δραστηριότητες και ο ανταγωνισμός. Ο αγώνας ενάνπα στον εαυτό, ενάνπα στους άλλους, ενάνπα στα ρεκόρ, η προσπάθεια για βελτίωση των επιδόσεων, όλα αυτά απαττούν πράγμσπ ιδιαίτερα επίπονη εργασία που ο τελικός της στόχος είναι η αποτελε σματική και αποδοτική άσκηση ενός ή περισσοτέρων αθλημάτων: κατά συνέπεια, αυτός ο γενικευμένος αγώνας, αυτή η σωματική κινητοποίη ση, απαιτούν την ύπαρξη αποτελεσματικής, μεθοδικής οργάνωσης που να επιτρέπει την κατάληξη στον αθλητικό αγώνα. Θα ορίσουμε αυτή την αθλητική μέθοδο ως αθλητικό σύστημα, σύστημα συλλογικής εργασίας, δομημένο διοικητικό δίκτυο, που αποσκοπεί στην καλύτερη λειτουργική ενσωμάτωση των ατόμων και των πραγμάτων («όμιλοι εργασίας», «μόνι μες ομάδες», ανταγωνιζόμενες ομάδες, διάφορες ομάδες, κλπ.). Αυτό το «δημοκρατικό πλαίσιο» είναι τελικά ο σχημαπσμός μιας σχολικής γρα φειοκρατίας, με τη συγκεκριμένη αλλά και τη μεταφορική έννοια του όρου: εκπαίδευση μέσω της γενικευμένης λογιστικής και γραμματείας, διαχείριση των αριθμών και των επιδόσεων. Έτσι ακριβώς ορίζει κι ο Ρομπέρ Μεράντο παιδαγωγικό πλαίσιο: «Η αθλητική δραστηριότητα, νοούμενη ως εκπαιδευτική διαδικασία, προϋποθέτει μετρήσεις που κα θορίζουν τον άνθρωπο. Το πρωτάθλημα είναι ένα ημερολόγιο αθλητι κών συναντήσεων, ένα σύστημα συνεκτικών ομάδων, μια οργάνωση του χρόνου που ονομάζεται κύκλος είναι επίσης η μετάδοση, με στόχο την αφομοίωση, της συσσωρευμένης σε κάθε ειδικότητα εμπειρίας»[8].
α) Ο αθλητικός αγώνας ως κίνητρο της διαδικασίας Η κινητοποίηση των ατόμων πραγματώνεται με βάση τον αθλητικό αγώνα και στα πλαίσια αυτού του αγώνα που παίζει το ρόλο του κινή τρου στην οργάνωση του συστήματος: με βάση ακριβώς τον αθλητικό αγώνα δομούνται όλες οι αθλητικές και σωμαπκές δραστηριότητες. Αυ τή η μορφή οργάνωσης, που έχει ήδη δοκιμαστεί σε πολλά «πειραμσπκά» σχολικά ιδρύματα, απέδειξε όπ η αποδστικότητατης σχολικής αθλη τικής εργασίας, που βασίζεται στον αθλητικό αγώνα, είναι «ικανοποιητι κή». Πράγμσπ, ο αθλητισμός θέτει συγκεκριμένα προβλήματα που πρέ πει να λυθούν απ’ τους μαθητές: ανηπροσωπεύει μια σειρά «αντικειμε νικών καθηκόντων» στα οποία πρέπει να ανταποκριθεί ο μαθητής. Η «ενεργητική μέθοδος», λοιπόν, δεν είναι στη συγκεκριμένη περίπτωση ____________________________________________________________ 97
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μ προμ
παρά ένας ανώτερος αθλητικός παβλοφισμός, μιαλειτουργική εξαρτοποίηοη. Σ' αυτό το επίπεδο, ο αθλητισμός είναι η πειραματική εφαρμογή της «εκπλήρωσης των καθηκόντων», που η αποτελεσματικότητάτης αποδείχτηκε με τα ποντίκια και τα άλλα ζώα στα διάφορα εργαστήρια πειραμαπκής ψυχολογίας. Η «εκπλήρωση των καθηκόντων» είναι η επι δίωξη της επιτυχίας στον αγώνα, η επιδίωξη της νίκης. Αλλά αυτές οι «σειρές μαθήτευσης» απαιτούν, όπως και στην περί πτωση των εμπειριών εκμάθησης, μια «παρακίνηση» που παρέχεται απ’ την καθιέρωση του αθλητικού αγώνα, πράγμα που στην ψυχολογία ονο μάζεται «ενδυνάμωση». Πράγματι, σ’ αυτή την περίπτωση, ο μαθητής τοποθετείται σε μια κατάσταση όπου είναι υποχρεωμένος να συμμετέ χει ενεργά - μέσα στα πλαίσια της ομάδας του - σ’ αυτή την πράξη, ενώ εκείνο που επιδιώκεται είναι η άμεση νίκη που ασκεί μια «πίεση συμμετοχής». Αυτός είναι ο λόγος που η οργάνωση του αθλητικού αγώ να βασίζεται, πρώτα απ’ όλα, στην οργάνωση αυτού που ένας «μαρξι στής» θεωρητικός του αθλητισμού, ο Ρ. Μεράν, ονομάζει «το κλίμα της επιτυχίας», ατμόσφαιρα απόλυτα αναγκαία για ολόκληρο το σύστημα και η οποία εγγυάται την καλή εξέλιξη της «εκπαιδευτικής πράξης».
β) Το έργο της προπόνησης Ο αθλητικός αγώνας δεν έχει μόνο το πλεονέκτημα ότι παρακινεί τους μαθητές, αλλά και ότι αποτελεί «την πηγή και τον έλεγχο της προ πόνησης»^]. Επιπλέον, η προπόνηση, δηλαδή, η προετοιμασία για την πραγμάτωση επιδόσεων, για την αποδοτικότητα, κατέχει κυρίαρχη θέ ση- συνίσταται στην κινητοποίηση του μαθητή για τον μελλοντικό αγώ να, έσχατη καθαγίαση του παιδαγωγικού έργου. Θα πρέπει να γίνει, λοιπόν, με σοβαρότητα και προσήλωση, με τάξη και μέθοδο. Δεν υ πάρχει χώρος γΓ αυτοσχεδιασμούς, για αυθορμητισμό, για σωματική ελευθερία ή για ελεύθερο παιχνίδι: ο μαθητής πρέπει να προπονηθεί ορθολογικά. Είναι ο μόνος τρόπος για να επιτευχθούν η αποτελεσμαπκόπττα και η αποδοτικότητα, που υλοποιούνται με τη βελτίωση των επι δόσεων, των αποτελεσμάτων. Για να επιτευχθούν, λοιπόν, αυτά τα απο τελέσματα, πρέπει να γίνονται σεβαστοί οι ακριβέστατα καθορισμένοι κανόνες εργασίας καθώς και μια αυστηρή γενική πειθαρχία. Τί μαθαίνει, λοιπόν, ο μαθητής στη διάρκεια της προπόνησης; Ο σκοπός είναι η βελτίωση των αποτελεσμάτων: γι αυτό τον λόγο, το πλαίσιο εργασίας πρέπει να διαμορφώνεται με τέτοιο τρόπο ώστε η επίτευξή τους να είναι όσο γίνεται πιο αποτελεσμαπκή και γρήγορη. Οι ώρες προπόνησης κυλάνε, λοιπόν, μέσα σ’ αυτό το «κλίμα επιτυχίας» που μπορεί να κρατήσει κάθε μαθητή σε κατάσταση μόνιμης κινητοποί ησης κατάτην επιδίωξη της νίκης ενάνπα στους άλλους και ενάνπα στον ίδιο του τον εαυτό και να τον αναγκάσει να εκτελεί όλες του τις κινήσεις 98
___________________________
'Αθλητισμός, κουλτούρα και κα τα π ίεσ η "
σύμφωνα με το μάξιμουμ των ικανοτήτων του για αποδοτικότητα. Μ' αυτόν ακριβώς τον τρόπο, η βελτίωση των αποτελεσμάτων επιταχύνεται ακστάπαυστα, τείνει προς τα άκρα, προς έναν και μόνο αντικειμενικό στόχο: την επίδοση, τη νίκη, το ρεκόρ. Το άτομο δένεται «ψυχή τε και σώμαπ» μ’ αυτό που ονομάζεται «επιθυμία προόδου» ώστε να μπορεί να διορθώνει τα λάθη τεχνικής ή την αδέξια συμπεριφορά του, να πετυχαί νει τη νίκη και νατα καταφέρνει καλύτερα την επόμενη φορά. Από δω και πέρα, η απλή επιτυχία στον αθλητικό αγώνα, η καθαρή αποτελεσμσπκότητα της προπόνησης γίνονται τα μοναδικά κριτήρια της σωματικής α γωγής. Ο κύκλος αγώνας-προπόνηση νοείται, πράγμαπ, «σαν ένα μέσο (το μοναδικό μέσο) για να αποκαλυφθεί πραγματικά το συγκεκριμένο επίπεδο του μαθητή όσον αφορά την εξεταζόμενη δραστηριότητα και να τον κάνει να το συνειδητοποιήσει» [10]. Η επίδοση είναι, ακριβώς, αυτή η νίκη που δεν μπορεί να κατακτηθεί δίχως κόπο και που απαιτεί τεράσπα ποσότητα εργασίας, αναρίθμητες επαναλήψεις. Απ' τη στιγμή που δέχεται τον ανταγωνισμό και τη σωματι κή αποδοτικότητα, ο αθλητισμός οφείλει αναγκαστικά να περάσει απ' αυτή τη μορφή εργασίας: απ' τον μαθητευόμενο πρωταθλητή μέχρι τον πρωταθλητή με διεθνή αξία, η αθλητική προπόνηση είναι πάνω απ’ όλα μια εντυπωσιακή ποσότητα εργασίας. Η Εβελίν Λετουρνέρ, η παραδειγμαπκή «μας» γυμνάστρια, βεβαιώνει ότι «για να πετύχεις στη γυμναστι κή, πρέπει ν’ αγαπάς την εργασία» και ότι «από ηθική άποψη, μας προσ φέρει θέληση, εξουσία, πειθαρχία». Αυτό είναι το τίμημα της νίκης!
γ) Έλεγχος και αντικειμενικοποίηση των επιδόσεων Η σημασίαπου δίνεται στον έλεγχο της εργασίας και στην καταγρα φή των αποτελεσμάτων αποκαλύπτει τον τρόπο με τον οποίο επιτυγχά νεται η κινητοποίηση των ατόμων. Έχει αποδειχθεί επανειλημμένα ότι ο αθλητικός αγώνας θεμελιώνει αναγκαστικά την επίδοση, το ρεκόρ, την επιλογή των καλύτερων κι αυτά, με τη σειράτους, την ανπκειμενικοποίηση, τη μέτρηση των κινήσεων, τη λογιστική των επιδόσεων. Ο τελικός στόχος της αθλητικής αγωγής, που είναι η εκμάθηση της άριστης σωμα τικής αποδοτικότητας σ' ένα καθορισμένο χώρο και χρόνο, παράγει το αθλητικό σύστημα, την οργανωμένη βιομηχανία των επιδόσεων, που η χαρακτηρισπκότερη πλευρά της είναι η ορθολογισπκή του συστήματος μέτρησης των αποτελεσμάτων των αγώνων. Η γενικευμένη μανία της αντικειμενικοποίησης, των αριθμών, των ποσοστών, των πινάκων τιμών και προόδου, αποτελεί στη συγκεκριμένη περίπτωση πιστή μετάφραση αυτού που ένας αστός κοινωνιολόγος, ο Σορύκιν, ονομάζει «ποσοτικοφρένεια» ή «τεστομανία». Η παιδαγωγική εξέλιξη υλοποιείται με τη πρόοδο των αριθμών και των παρατηρήσεων που καταγράφονται στον πίνακα αποτελεσμάτων ή ____________________________________________________________ 99
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομι, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μπρομ στις καρτέλες έλεγχου, που πιστεύεται ότι παρουσιάζουν τη σωματική πρόοδο του ατόμου και την ποιότητατης διδασκαλίας. Τα αντικειμενικά «προϊόντα» της αθλητικής εργασίας, οι επιδόσεις, καταγράφονται άμε σα και τροφοδοτούν αστό το πάθος γιατις καρτέλες και πς πληροφορίες που αποτελούσε πάντα βασικό χαρακτηριστικό των γραφειοκρατικών συστημάτων. Αυτή η μορφή παιδαγωγικού έλεγχου γίνεται το καθαυτό ανπκείμενο των αγώνων: «Η άμιλλα μέσω της ανακοίνωσης των αποτε λεσμάτων που επιτυγχάνουν οι ομάδες είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα μορφή ανταγωνισμού»[11]. δ) Τεχνική της εξουσίας και εξουσία της τεχνικής Ο καθηγητής ή ο προπονητής (παιδαγωγός) γίνεται μέσα σ’ αυτό το αθλητικό σύνολο ένας «υπερδιοικητής-στρατηγός-ηγέτης» επιφορπσμένος να διευθύνει, να ελέγχει, να εμψυχώνει το σύνολο της αθλητικής «επιχείρησης» για την οποία είναι υπεύθυνος. Γίνεται αναγκαστικά μια εξουσία, ένας αρχηγός, το κέντρο της διαδικασίας σωματικής κινητο ποίησης που ο ίδιος υποκινεί. Ενσαρκώνει την ενότητα του αθλητικού συστήματος [12]. Ακόμα κι ένας «μη εξουσιαστής» (εξωτερικά τουλάχι στον) αρχηγός, μέσα σ’ αυτό το σύνολο, γίνεται παράγοντας τάξης και εξουσίας. Η θέση του και ο ρόλος του υπαγορεύονται απ’ την εσωτερική λογική της λειτουργίας της συλλογικής αθλητικής «επιχείρησης». Αυτή είναι η λογική του αθλητισμού ως συστήματος: -η ηθική εξουσία του δασκάλου γίνεται επίσης τεχνική εξουσία σ' έναν κόσμο που κυριαρχείται απόλυτα απ’ την τεχνική, -αυτός καθαυτός ο αντικειμενικός στόχος του συστήματος είναι καθαρά τεχνικός: η αποδοτικότητα, όλες οι δραστηριότητες (αγώ νες, προπόνηση, επιλογή, έλεγχος των αποτελεσμάτων) πειθαρχούνται και ελέγχονται τεχνικά, -αυτή καθαυτή η διαδικασία αγωγής είναι αποκλειστικά η μετάδο ση, η εμφύτευση, η τελειοποίηση αποτελεσματικών σωματικών τε χνικών, -οι σχέσεις των παιδιών με τα πράγματα, τον χρόνο και τον χώρο, είναι σχέσεις λειτουργικότητας, τεχνικές σχέσεις, -οι σχέσεις των παιδιών με το σώμα τους γίνονται σχέσεις πειθαρ χίας, τεχνικής κυριαρχίας. Το σώμα βιώνεται ως αποτελεσματικό εργαλείο. -τέλος, οι παιδαγωγικές σχέσεις του δασκάλου με τον μαθητή και οι συλλογικές σχέσεις είναι σχέσεις αντικειμενικές, καθορισμίένες απ’ τη λογική του συστήματος. Είναι σχέσεις επιχειρησιακές-λειτουργικές. Μέσα σ’ αυτή τη μικρογραφία του αθλητικού συστήματος άνθρωπος-μηχανή, το «πρότυπο» της αθλητικής τάξης είναι το βιομηχανικό
__________________________
100
‘Α θλητισμός, κουλτούρα και καταπίεση"
πρότυπο όπου τα υποκείμενα και τα αντικείμενα, οι άνθρωποι και τα πράγματα, ενσωματώνονται σύμφωνα με μια και μόνη αρχή οργάνω σης: τη συλλογική αποδοτικότητα στα πλαίσια ενός αφηρημένου χωροχρονικού σύμπαντος. Χρονομετρία, αφαίρεση, ποσοτικοποίηση, θεσμι κός έλεγχος, τεχνική εξουσία: αυτή είναι η ουσία του αθλητικού συστή ματος έτσι όπως τείνει να εδραιωθεί στο σχολείο. Το πλαίσιο αυτό είναι, κατά κάποιο τρόπο, η σε μικρογραφία απεικό νιση του ολικού «μονοδιάστατου» σύμπαντος. Το άτομο είναι δέσμιο των επιταγών της τεχνικής (προπόνηση, αγώνες), που συγκαλύπτουν τις εξουσιασπκές δομές κυριαρχίας. Η αθλητική κινητοποίηση, που κα θιστάτο άτομο δέσμιο της προόδου των επιδόσεων («τις οποίες πρέπει να βελτιώσει»), καθορίζει ένα τεχνικό δίκτυο διοίκησης όπου οι άνθρω ποι και τα πράγματα, εντελώς ανπκειμενικοποιημένα, ενσωματώνονται λειτουργικά: το μόνο που έχει σημασία είναι η ορθολογικότητα της από δοσης. Μέσα σ’ αυτό το σύνολο, η «παιδαγωγική» γίνεται η επιχειρησια κή μετάδοση αθλητικών τεχνικών και η αποδοτική διοίκηση της αθλητι κής «επιχείρησης»: ο «όμιλος», η αθλητική «ομάδα». Αυτός ο πρακτικός «οπερασιοναλισμός» αντανακλά, άλλωστε, τον θεωρητικό «οπερασιοναλισμό»: τον μπηχαβιορισμό, τον παβλοφισμό, τη δομολογία σ’ όλες τους τις μορφές. Ο αθλητικός «λεσουργισμός» είναι, λοιπόν, η συνθήκη της κυριαρχίας απ’ τον αθλητισμό. Η εξουσία της τεχνικής μετστρέπεται σε τεχνική της εξουσίας. Η λογική του οργα νωμένου αθλητισμού και του ανταγωνισμού είναι μια λογική καταπίε σης· το ότι αυτή η λογική γίνεται αυθόρμητα αποδεκτή, δικαιολογείται, επιδιώκεται απ’ τον αθλητή που παρέχει ελεύθερα τη συναίνεσή του, αυτό συμβαίνει όχι γιατί δεν είναι καταπιεστική αλλά γιατί είναι σε τέτοιο βαθμό εσωτερικευμένη, αφομοιωμένη απ’ το άτομο, που του φαίνεται σαν πραγματικά δική του θέληση. Η εξωτερική καταπίεση έγινε αυτοκα ταπίεση. Αναλύσαμε περιληπτικά το λειτουργικό, τεχνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο αναπτύσσεται η «αθλητική αγωγή». Το πλαίσιο αυτό είναι, κατάτη γνώμη μας, τυπικότων σημερινών τάσεων όσον αφορά την αθλητική και παιδαγωγική οργάνωση. Τείνει να γίνει κυρίαρχο, γιατί αυτό ακριβώς είναι το πιο αποδοτικό απ’ την άποψη των αθλητικών στόχων στους οποίους αποβλέπει το σύστημα καταπίεσης. Μ’ αυτήν την έννοια, η ορ γάνωση, η διοίκηση αυτού του αθλητικού συστήματος υπακούει στην αρχή της αποδοτικότητας, δηλαδή, στην ορθολογικοποίηση της αποτελεσματικότητας. Απ’ την άποψη των πλεονεκτημάτων του, το πλαίσιο αυτό επιτρέπει την καλύτερη αθλητική κινητοποίηση της νεολαίας θ’ αναφερθούμε στη συνέχεια στους λόγους για τους οποίους συμβαίνει κάτι τέτοιο. α) Είναι ολοκληρωτικό σύστημα, δηλαδή, ένα σύστημα όπου τίποτα ___________________________________________________________________ 101
Φ. Γκαντερέ. Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ ηερ τό , Ζ. Μ προμ δεν αφήνεται στην τύχη, όπου όλα προβλέπονται και μπορούν να προβλεφθούν, με λίγα λόγια, όπου όλα μπορούν να διευθύνονται, να ελέγ χονται, να χειραγωγούνται. Αντικείμενα και υποκείμενα, άνθρωποι και τεχνικά πράγματα, σκοποί και μέσα αλληλοενσωματώνονται. Το πλαίσιο αυτό είναι, λοιπόν, ένα πλαίσιο ενσωμάτωσης, μια αντικειμενική δομή υποδοχής. β) Είναι ένα πλαίσιο που κινητοποιεί όλους τους συμμετέχοντες, παιδιά και προπονητή, στο μέτρο που καθορίζει με ακρίβεια το ρόλο, τη λειτουργία του καθενός. Σ' ορισμένα σχολεία, ο καταμερισμός της α θλητικής εργασίας εξωθείται σε τέτοιο σημείο που ο επιμερισμός των έργων καθορίζεται μέχρι και την τελευταία του λεπτομέρεια ο ένας κρατάει το χρονόμετρο, ο άλλος σημειώνει το χρόνο, ένας τρίτος ετοι μάζει τις μπάλες, κάποιος άλλος τέλος τακτοποιεί το υλικό. Επομένως, αυτό το πλαίσιο, που θεμελιώνεται χάρη στην ενότητα του σκοπού: επί τευξη του καλύτερου συλλογικού αποτελέσματος στον καλύτερο χρό νο, είναι ένα καταπιεστικό οργανικό πλαίσιο όπου ο καταμερισμός της εργασίας -ακόμη κι αν είναι κυκλικός, δηλαδή, εναλλάξιμος- διατηρεί τους συμμετέχοντες στα πλαίσιατου συστήματος. Οι συμμετέχοντες πρέπει αναγκαστικά να συμμετέχουν χωρίς να μπορούν να αμφισβητήσουν το σύνολο των αντικειμενικών στόχων του συστήματος, ούτε φυσικά και το ίδιο το σύστημα, γιαπ αφενός επινοήθηκε, κατασκευάστηκε θεωρητικά, έξω απ’ αυτούς, μέσα στο μυαλό ενός θεωρητικού, και, αφετέρου, αυτό είναι που εξασφαλίζει τα καλύτε ρα αποτελέσματα, που είναι το πιο ορθολογικό (σε συνάρτηση με τον επιλεχθέντα σκοπό: την επίδοση). Μη μπορώντας να αμφισβητήσουν τον σκοπό, οι συμμετέχοντες, ipso facto, δεν μπορούν, να αμφισβητή σουν τα μέσα. Η τάση αυτή είναι, άλλωστε, γενική στη σύγχρονη παιδα γωγική. Το παιδί είναι υποχρεωμένο να συμμορφώνεται «αυθόρμητα» ενώπιοντης ορθολογικότηταςτου εκπαιδευπκού συστήματος (προγραμ ματισμός, οπτικοακουστικά μέσα, κλπ.) που η λογική του μοιάζει μόνο τεχνική. γ) Τα βασικά χαρακτηρισπκά αυτού του πλαισίου, που εμφανίζονται ως τεχνικά, είναι στην πραγμαπκότητα εξουσιασπκά. Η εξουσία, η λογι κή της εξουσίας, συγκαλύπτεται με το πέπλο της αθλητικής λογικής. Αυτό ακριβώς εκφράζουμε όταν λέμε ότι η εξουσία της τεχνικής είναι, στην πραγματικότητα, τεχνική της εξουσίας. Μέσα απ' την καθαρά α θλητική ορθολογικότητα (τακτική προπόνηση, μέτρηση των επιδόσεων, βελτίωσή τους, αντιμετώπιση των αντιπάλων, υπακοή στον προπονητή, κλπ.) διεισδύει όλη η καταπιεσπκή εξουσίατου κοινωνικού συστήματος. Επίσης, στη σημερινή εποχή, η κυριαρχία του κεφαλαίου μέσα στην επιχείρηση δικαιολογείται, συγκαλύπτεται χάρη στην κυριαρχία της «ε πιστήμης της επιχείρησης». Η τεχνολογική γνώση είναι η δικαίωση της
__________________________
102
"Αθλητισμός, κουλτούρα και κ α τα π ίεσ η '
εξουσίασηςτων ανθρώπων. Μέσα στο αθλητικό σύστημα, όπως και στην επιχείρηση -στη διαχείριση των πραγμάτων (χρόνος-χώρος ή αθλητικές μηχανές, κλπ.)-, κρύβεται η διακυβέρνηση των ανθρώπων. Στον αθλητι σμό, ο προπονητής (και ό,τι αντιπροσωπεύει) συνδυάζει και ενοποιεί διαλεκτικά τη διαχείριση των πραγμάτων και τη διακυβέρνηση των αν θρώπων ταυτόχρονα. Ο προπονητής είναι αυτός που ξέρει περισσότερα απ’ τον αρχάριο και ταυτόχρονα αυτός που τον εξουσιάζει. Επειδή, α κριβώς, ξέρει περισσότερα έχει το δικαίωμα να επιβάλλεται στον αρχά ριο και ασκώντας την κυριαρχία του πάνω σ’ αυτόν τον διατηρεί αναγκα στικά στην κατάσταση εκείνου που ξέρει λιγότερα[13]. Ειδικότερα, ο προπονητής είναι το μέσο μετάδοσης όλων των κα θιερωμένων αξιών της αστικής ιδεολογίας και ο ρόλος του είναι να τις εξιδανικεύει στο όνομα των επιταγών του αθλητικού συστήματος. Ο προπονητής είναι ένας ιδεολόγος που δεν ομολογεί την ιδιότητά του. Αλλά σαν τέτοιος, φαίνεται δυσκολότερα σαν παράγοντας καταπίεσης των νέων. Η εξουσία του μοιάζει καθαρά τεχνική, ορθολογική και, επο μένως, αποδεκτή. Ωστόσο, ο προπονητής-παιδαγωγός έχει πίσωτου σαν ανπκειμενικό στήριγμα- όλη την οργάνωση και την αθλητική ιεραρ χία, όλη την επιβλητική αντικειμενικότητα των αθλητικών επιδόσεων στις οποίες έχει, κατά κάποιο τρόπο, συμβάλλει χάρη στην επιστήμη του, και τέλος και πάνω απ’ όλα, την αντικειμενική δύναμη της αθλητικής τάξης πραγμάτων που εκφράζεται ως εξής: «Όποιος δεν προπονείται ορθολογικά (χάρη σπς τεχνικές γνώσεις μου, στις συμβουλές μου, κλπ) δεν προοδεύει». Ο προπονητής, και το πλαίσιοτου οποίου είναι το επίκε ντρο, είναι λοιπόν απαραίτητος. Είναι μια εξουσία. Το πλαίσιο είναι, λοιπόν, καταπιεστικό πλαίσιο. Πλαίσιο που οργα νώνεται απ’ την καταπίεση και οργανώνει την καταπίεση. Το αθλητικό πλαίσιο βρίσκεται στο κέντρο ενός κύκλου καταπίεσης. Στο βαθμό που η αθληπκή καταπίεση μέσωτου αθληπσμού, μέσα στον αθλητισμό, επιτεί νεται - και αυτή η εντατικοποίηση συνδέεται με το ολικό πολιτικό σύ στημα - , το πλαίσιο για να είναι πιο αποτελεσματικό, πρέπει αναγκαστι κά να οργανωθεί περισσότερο, να συστηματοποιηθεί ακόμη πιο πολύ (αυξημένη αποδοτικότητα, συλλογική πειθαρχία, κλπ.). Αλλά όσο πιο άκαμπτο γίνεται, όσο πιο πολύ αποστεώνεται, το πλαίσιο γίνεται ολοένα πιο καταπιεστικό, πιο απαιτητικό ως προς την ατομική ελευθερία του παιδιού. Η συλλογικοποίηση στρέφεται προς τη γραφειοκρατικοποίηση καιτηνπαραστραπωτική κινητοποίηση (τάξη στο χώρο, συλλογική εξέ λιξη, ομαδική εργασία, ιεραρχικοποίηση, κλπ.). Επιτείνοντας, όμως, την εξωτερική καταπίεση, το πλαίσιο επιτείνει αναγκασπκά και τηνεσωτερίκευση της καταπίεσης (βλέπε πιο κάτω) ·το παιδί συμμετέχει «αυθόρμη τα» στην καταπίεσή του, καταπιέζεται ελεύθερα, συλλογικά. Στο βαθμό, όμως, που οι συμμετέχοντες καταπιέζονται περισσότερο, απαιτούν ακό
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μ προμ μη περισσότερη καταπίεση, και αυτή με τη σειρά της θα επιτείνει την εσωτερική καταπίεση. Υπάρχει, λοιπόν, ένας φαύλος κύκλος της καταπί εσης. Μ’ άλλα λόγια, αυτή η τελευταία, όπως ακριβώς και το αθλητικό πλαίσιο στο οποίο αναπτύσσεται και το οποίο την στηρίζει υπακούει στην αρχή της αποδοτικότητας. Η καταπίεση γίνεται ολοένα πιο αποτε λεσματική, ορθολογική, κυριαρχική. Αυτήν ακριβώς την καταπίεση θέ λουμε ν’ αναλύσουμε συγκεκριμένα, ορισμένους τυπικους μηχανισμούς με τους οποίους ασκείται.
ΟΙ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΑΘΛΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΠΙΕΣΗΣ 1. Η συγκρότηση μιας αθλητικής δύναμης α) Η δημιουργία μιας αθλητικής δύναμης ξεκινάει με τον έλεγχο της σωματικής ενέργειας του ατόμου-τίποτα δεν αφήνεται στην τύχη, κάθε πράγμα γίνεται στην ώρα του και στη θέση του. Πρώτα απ’ όλα, πρέπει να ρυθμιστεί, να πειθαρχηθεί, να χρησιμοποιηθεί η πλεονάζουσα ζωτικότητα του άπειρου μαθητευόμενου-αθλητή για να επιτευχθεί η δημιουργία μιας αποδοτικής αθλητικής δύναμης: ο έλεγχος της κινητο ποίησης της ζωτικής ενέργειας του ατόμου είναι το πρώτο και ουσιαστι κό στάδιο της αθλητικής «παιδαγωγικής» διαδικασίας. Ο μαθητής δεν έχει πιατο δικαίωμα να διασκεδάζει ή να αυτοσχεδιάζει, οφείλει να ερ γάζεται στα πλαίσια ενός κόσμου καθορισμένου στο χώρο και το χρόνο, σχεδιοποιημενού και προγραμματισμένου μεθοδικά. Αυτή η υποταγή στην αθλητική πραγματικότητα παρουσιάζεται στην ουσία σαν ένατερά στιο εγχείρημα πειθάρχησης του εαυτού του, αυτού του δυναμικού ε νέργειας που είναι το ίδιο το σώμα του ατόμου. Πρόκειται, στην ουσία, για το πέρασμα απ’ την κατάσταση του εν δυνάμει ενεργειακού αποθέ ματος σ’ εκείνη της μετρήσιμης και χρησιμοποιήσιμης παραγωγικής δύναμης: εδώ ακριβώς βρίσκεται η πρωτοτυπία της αθλητικής «παιδα γωγικής» διαδικασίας. Ο έλεγχος όσον αφορά τον χρόνο χαρακτηρίζεται απ’ την εναλλαγή δαπάνης ενέργειας, προσπάθειας, ανάκτησης δυνάμεων και νέας προ σπάθειας. Το άτομο μαθαίνει να επενδύει την ενέργειά του μ' έναν τρό πο ρεαλισπκό και προσαρμοσμένο. Μαθαίνει μιαν ενεργειακή οικονομία δεδομένου τύπου -την οικονομία της αποδοτικότητας, της σωματικής εργασίας, που είναι εντελώς αντίθετη με την οικονομία του παιχνιδιού, της ελεύθερης παιγνιώδους δραστηριότητας. Μ’ αυτήν την έννοια, η αθλητική οικονομία αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της υποταγής στην αρχή της πραγμαπκότητας, που απαΓτεί μια καθορισμένη χρονική κατα νομή της λίμπιντο. Η καταπίεση, σ’ αυτό το επίπεδο, είναι η επιβολή μιας «ορθολογι
__________________________
104
‘Αθλητισμός, κουλτούρα και κα τα π ίεσ η ’
κής», ρεαλιστικής χρονικότητας, που, προγραμματίζοντας μια καθορι σμένη σειρά εργασίας, μιαν ενεργειακή σχεδιοποίηση, χρησιμοποιεί την ενέργεια σύμφωνα με τις αναγκαιότητες και τους ανπκειμενικούς σκο πούς της αποδοτικότητας και όχι σύμφωνα με την αρχή του παιχνιδιού που είναι μια ελεύθερη και αυθόρμητη δαπάνη ενέργειας. Ο έλεγχος όσον αφορά τον χώρο λειτουργίας κυρίως με την οριοθέτηση ενός αφηρημένου τομέα εξέλιξης (στίβος, πισίνα, κλπ.) και με τον χειρισμό των ανπκειμένων ή των μηχανημάτων που η χρησιμοποίη σή τους γίνεται με τον ίδιο τρόπο όπως και στα όργανα ή τα εργαλεία. Στον αθλητισμό, δεν υπάρχει χώρος για την ελεύθερη έκφραση, την αναζήτηση της αισθητικής, του παιχνιδιού, τη φαντασίατης κίνησης. Ο κόσμος είναι απόλυτα «τεχνικός-γεωμετρικός» και μέσα στα πλαίσιάτου ακριβώς πρέπει να επενδυθεί η ενέργεια. Ο έλεγχος και η καταπίεση της ενέργειας είναι λοιπόν, το πρωταρχι κό στοιχείο μετασχηματισμού του νηπιακού οργανισμού, του εγώ-ηδονή, σε αθλητική δύναμη, σε εγώ-εργαλείο. β) Το δεύτερο στάδιο, που συνδέεται στενά με το προηγούμενο, είναι αυτό κατά το οποίο το άτομο μαθαίνει να ξεπερνάει τα ίδια τα «φυσικά» του όρια. Η εκμάθηση αυτή είναι η εκμάθηση της αντοχής στην κούραση, της εξοικείωσης με την προσπάθεια, που θα κάνει το άτομο να μπορεί όχι μόνο να χρησιμοποιεί το σώμα του σαν όργανο που έμαθε να ελέγχει, αλλά και να το παρακινεί ολοένα πιο έντονα και για ολοένα περισσότερο χρόνο. Αυτή είναι η εκμάθηση της ικανότητας για ξεπέρασμα του εαυτού, η οποία μάλιστα μπορεί να οριστεί ως το σύγ χρονο περιεχόμενο της κατάστασης υγείας. Η αθλητική αγωγή είναι η αγωγή για τη σύγχρονη υγεία. Όπως υπογραμμίζουν οι νέες Επίσημες Οδηγίες, που απευθύνονται στους καθηγητές και δασκάλους σωματι κής αγωγής και αθλητισμού: «Η τελευταία είναι φανερό ότι πρέπει να θεωρείται ως η ικανότητα ενός ατόμου να προσαρμόζει διαρκώς τις αντιδράσεις και τις συμπεριφορές του σύμφωνα με τις συνθήκες του εξωτερικού κόσμου, να εξοικειώνεται με την προσπάθεια, μ’ άλλα λόγια, να ξεπερνάει τον εαυτό του»[14], Η αθλητική αγωγή είναι μια τεχνική αγώνα ενάντια στην κούραση, μια τεχνική της προσπάθειας. γ) Η σωμαπκή ενέργεια, διοχετευόμενη σε επακριβείς χωροχρονικές μορφές, θα «αποκρυσταλλωθεί», θα επενδυθεί σε καθορισμένες «σωματικές τεχνικές». Η αθλητική αγωγή είναι η κωδικοποίηση και η τεχνική τελειοποίηση των χειρονομιών και των κινήσεων. Η τεχνικοποίηση του σώματος εξηγεί το γεγονός ότι οι κινήσεις εκτελούνται σύμφω να μ’ ένα πρότυπο, μιατάξη, που λόγω του τεχνικού περιεχομένου τους είναι σαφώς «μονοδιάστατα». Δεν υπάρχουν τριάντα έξι τρόποι για να πηδήξεις ψηλότερα, για να τρέξεις πιο γρήγορα, για να ρίξεις το ακόνπο όσο γίνεται πιο μακριά. Υπάρχει μόνο ένας τρόπος, αυτός που είναι ___________________________________________________________ 1 0 5
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μ προμ
τεχνικά αποτελεσματικός, και η επιδίωξη της αποτελεσμαπκότητας οδη γεί αναγκαστικά στην καταπίεση και την τεχνική εξαρτοποίηση. Αυτός είναι, άλλωστε, ο λόγος για τον οποίο (το ίδιο συμβαίνει και με τις μεθόδους προπόνησης) οι σχολικές αθλητικές τεχνικές είναι ταυ τόσημες με τις υψηλής αγωνιστικότητας αθλητικές τεχνικές. Ακριβέστε ρα, αυτές οι «εκλεκτές» τεχνικές, δοκιμασμένες με τους πρωταθλητές, εισάγονται και διαδίδονται στο σχολικό περιβάλλον: οργάνωση του α θλητισμού στο σχολείο, κυρίως σήμερα, σημαίνει εισαγωγή αυτών κα θαυτών των τεχνικών οργάνωσης, προπόνησης, επιλογής, αγώνα, που χρησιμοποιούνται στον αθλητισμό γενικά, δηλαδή, εισαγωγή αποτελε σματικών μεθόδων που «είναι δοκιμασμένες». Γι αυτό ακριβώς, οι κινήσεις του σώματος τείνουν ολοένα πιο πολύ να ενοποιούνται και να ενσωματώνονται σε μια μόνη τεχνική τελεολογία: η αθλητική κίνηση επικαλείται την αποτελεσματική βοήθεια όλων όσων μπορούν να συμβάλουν στη βελτίωση της αποδοτικότητας. Το σώμα έγινε μια ολότητα πρόσθετων και αρμονικών τεχνικών. Από 'δω και πέρα, η οργανική αμοιβαιότητατων τμημάτωντου σώματος, οι φυσι κοί συνδυασμοί των κινήσεων, οι ολότητες αυθόρμητων χειρονομιών εξαλείφονται και αντικαθίστανται με ανασυνθέσεις, με συνθέσεις που επανενοποιούντα στοιχεία μέσα στην ολότητα μιας νέας, κατασκευα σμένης αλληλοεξάρτησης, μιας καθαρά τεχνικής αμοιβαιότητας. Ολόκληρο το σώμα συμμετέχει τώρα στη συγκεκριμένη τεχνική προ σπάθεια, όλα ρυθμίζονται με βάση έναν και μόνο στόχο: την αποδοτικό τητα. Το σώμα έγινε πραγματικά μια δύναμη ξένη ως προς το άτομο, έγινε η ανπκειμενικοποίηση της αφηρημένης δύναμης του να κάνει ρυθ μισμένες προσπάθειες. Αυτή είναι η ουσία της μεθοδικής και ορθολογι κής δημιουργίας μιας αθλητικής δύναμης. Το σώμα των ατόμων, δηλα δή, αυτή η σφαίρα «της ηδονής του οργάνου», σύμφωνα με την έκφρα ση του Φρόυντ, έχει μεταμορφωθεί σε αθλητικό συντελεστή, μ’ άλλα λόγια, σε μέσο, σε αθλητικό εργαλείο, σε αθλητική δύναμη. Το σώμα του ατόμου δεν είναι πια υποκείμενο ηδονής, αλλά αντικείμενο επιδόσε ων.
2. Η εσωτερίκευση της ηθικής: το «αθλητικό υπερεγώ» Για τη δικαιολόγηση και τη συγκάλυψη της καταπίεσης χρειάζεται μια ιδεολογική εγγύηση. Η ηθική, που είναι εσωτερίκευση της καταπίε σης, είναι το άμεσο προϊόν της: είναι αυτή που εππρέπει την «ομαλοποίηση» της αθλητικής πρακτικής αξιοποιώντας την. Η ηθική παίζει εδώ σημαντικό ρόλο σαν έκφραση του καταπιεστικού υπερεγώ. Η ηθική του αθλητισμού είναι το πρόσωπο και το προσωπείο της καταπίεσης, την επιβάλλει και ταυτόχρονα την αποκρύπτει. Στη διάρκεια της ανάπτυξης και μέσω της αγωγής, το υπερεγώ 1 0 6 ___________________________________________________________
"Αθλητισμός, κουλτούρα και κατα πίεση"
οικειοποιείται την επιρροή προσώπων που μπόρεσαν ν’ ανπκαταστήσουν τους γονείς, τους «παιδαγωγούς», τους δασκάλους, τα διάφορα «κοινωνικά μοντέλα», όπως ο αθλητισμός, που μεταδίνουν όλες τις «αξί ες» της κοινωνίας. Το υπερεγώ του παιδιού δε διαμορφώνεται κατ’ εικό να των γονέων αλλά μάλλον κατ' εικόνα του υπερεγώ τους: «έχει» λέει ο Φρόυντ, «'το ίδιο περιεχόμενο, γίνεται ο αντιπρόσωπος της παράδοσης, όλων των αξιολογικών κρίσεων που περνάνε από γενιά σε γενιά» [15]. Επομένως, μέσω της καταπιεστικής συνέχειας της αγωγής εδραιώνεται η ιδεολογική συνέχεια της ηθικής. Οι παιδαγωγοί, που κι αυτοί έχουν διαπαιδαγωγηθεί καταπιεστικά, μεταδίνουν μια καταπιεστική αγωγή. Η ηθική είναι, λοιπόν, σε τέτοιο σημείο εσωτερικευμένη, οι κανόνες της τόσο πολύ «αφομοιωμένοι», που μοιάζουν να εκπορεύονται απ’ το ίδιο το άτομο. Το άτομο απαιτεί «αυτό το ίδιο» την καταπίεση και πιστεύει ότι είναι «ελεύθερο» να καταπιέζεται. Η ηθική εξουσία, το ιδεολογικό περιεχόμε νο της ηθικής, αφομοιώνεται μέσα στη συνείδηση (και, όπως θα δούμε παρακάτω, στο μυϊκό σύστημα) και στο ασυνείδητο του ατόμου σε ση μείο που να φαίνεται ότι λειτουργεί λες και είναι η δική του εξουσία, η δική του ηθική, η δική του προσωπικότητα. Όπως λέει ο Μαρκούζε, «η υπακοή σ' αυτήν γίνεται ενστικτωδώς και σχεδόν αυτόματα. Το καθή κον, η εργασία, η πειθαρχία χρησιμεύουν τότε σαν αυτοσκοποί. Η απάρνηση γίνεται αναπόσπαστο στοιχείο του ψυχοδιανοητικού κόσμου του ατόμου και μεταβιβάζεται από γενιά σε γενιά μέσω της αγωγής και του κοινωνικού κλίματος»[16]. Η ηθική, από εξωτερικός καταναγκασμός, αυτός του επιβαλλόμενου αθλητικού πλαισίου, γίνεται «ελεύθερα αποδεκτή» ηθική, αυτοηθική, αυτή της «ανιδιοτελούς» αθλητικής προσπάθειας. Η καταπίεση αναπαράγεται αυθόρμητα απ' τα καταπιεσμένα άτομα. Το γεγονός αυτό εξη γεί γιαπ όσο περισσότερο καταπιέζεται αθλητικά το άτομο, τόσο περισ σότερο προσκολλάται σ’ αυτή την καταπίεση, σ' αυτόν τον αθλητικό ασκητισμό που τον δικαιολογεί με φοβερή εμμονή λες και είναι δική του ελεύθερη επιλογή και εξέλιξη. Το γεγονός αυτό εξηγεί επίσης το «πά θος» της μακρόχρονης αθληπκής σταδιοδρομίας εκείνων που δεν μπο ρούν πια να απαλλαγούν απ’την ηδονή της καταπίεσης. Όλη αυτή ακρι βώς τη διαδικασία εσωτερίκευσης της ηθικής και της καταπιεστικής με τάδοσής της από γενιά σε γενιά ο Ράιχ τη χαρακτηρίζει ως «μαζική χαρακτηροδομή»[17]. Ποια είναι, λοιπόν, αυτή η αθλητική ηθική;
3. Η «παιδαγωγική» αθλητική ηθική Ουσιαστικά, μέσω της εικόνας του πρωταθλητή, ενός «τύπου αν θρώπου», δηλαδή, που επιδιώκεται να αναδειχθεί σ’ όλη του την τελειό τητα, προτείνεται ένα πρότυπο, μια νόρμα ηθικής για τη νεολαία. Ο
__________________________
107
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μ προμ πρωταθλητής, ή η ιδέα του, ενσαρκώνει, με τον τρόπο ζωής που ακο λουθεί, όλα τα κοινωνικό παραδεκτά και «γενικά» αναγνωριζόμενα ηθι κά κριτήρια. Η απόλυτα ρυθμισμένη και εγκρατής ζωή του αναδεικνύεται και παρουσιάζεται σαν παράδειγμα γιατί αντιπροσωπεύει, πάνω απ' όλα, την απόκτηση των «αρετών» του μόχθου της εργασίας: εργάζεται κάθε μέρα κανονικά, έχει συνηθίσει στην προσπάθεια, διευρύνει με την εργασία του τα όρια αντοχής στην κούραση. Ο πρωταθλητής είναι, επίσης, αυτός που ξέρει να διαλέγει για να πετύχει το σκοπό του ξέρει να εξοικονομεί και να συγκεντρώνει όλη του την ενέργεια- περιφρονείτις καταχρήσεις και κάθε είδους υπερβολές, που μπορούν να τον κάνουν να σπαταλήσει τις δυνάμεις του τηρεί αυ στηρά το πρόγραμμα ανάπαυσής του, υπολογίζει την τροφή του για να ανακτά όσο γίνεται καλύτερα την εργασιακή του δύναμη. Απ’ τη βάση ως την κορυφή, η ηθική του αθλητισμού είναι ίδια, επιβάλλει στο άτομο τα ίδια καθήκοντα υποστηρίζουμε ότι τελικά συνοψίζεται σ’ αυτό το τρίπτυχο εντολών: να ξέρεις να εργάζεσαι, να ξέρεις να υπακούς, να αποδέχεσαι τις ματαιώσεις. α) Η έννοια της αθλητικής εργασίας (με την έννοια του μόχθου) βρίσκει, πράγματι, όλη τη σημασία της στα πλαίσια του αθλητικού συ στήματος όπου το άτομο μαθαίνει, πρώτα απ’ όλα, να συνηθίζει στην προσπάθεια. Γιανα παράγει επιδόσεις πρέπει να εργάζεται και γι αυτόν ακριβώς το λόγο δεν υπάρχει ουσιασπκή διαφορά ανάμεσα στην εργα σία στο εργοστάσιο και την εργασία στο αθλητικό στάδιο-ακόμη κι αν εκείνο που παράγει ο αθλητής είναι μια καθαρά μη παραγωγική σωμα τική ανάλωση, εξακολουθεί να υπάρχει σαφέστατα αυτή η δομική ανα λογία αθλητικής δραστηριότητας και εργασίας μέσα στη βιομηχανική παραγωγή. Μ’ αυτήν, άλλωστε, την έννοια, οι Επίσημες Οδηγίες, που απευθύνονται στους καθηγητές και δασκάλους σωματικής αγωγής και αθλητισμού, τονίζουν την αλληλεξάρτηση που υπάρχει ανάμεσα στις σωμαπκές δραστηριότητες και «τα πολιτισπκά θεμέλια του πολιτισμού μας». «Η εποχή μας χαρακτηρίζεται από την πίστη στην υλική και πνευ ματική πρόοδο και ο σύγχρονος αθλητισμός συμμετέχει άμεσα σ’ αυτή την ιδέα επιδιώκοντας όχι μόνο να αναδείξει έναν τύπο ανθρώπου σ’ όλη του την τελειότητα αλλά και να αυξήσει, με τον ανταγωνισμό και την πεισματική εργασία που απαιτεί, τις δυνατότητες του ανθρώπου». Ο αθλητισμός, στο επίπεδο του σχολείου, προετοιμάζει άμεσα το άτομο για τη βιομηχανική εργασία εθίζοντάς το στο μόχθο της αθλητικής ερ γασίας. Δεν υπάρχει καμιά διάσταση ανάμεσα στην προετοιμασία για την παραγωγή, το σχολείο, και την καθαυτό παραγωγή, το εργοστάσιο. Τόσο στη μια όσο και στην άλλη περίπτωση, σε διαφορετικά επίπεδα βέβαια, πρόκειται για την αποδοχή του μόχθου της εργασίας, του συνε χώς «απορριπτόμενου» ορίου αντοχής στην κούραση, της δυσαρέσκειας, 1 0 8 ___________________________________________________________
‘Αθλητισμός, κουλτούρα και κατα πίεση"
του κόπου της προσπάθειες, ακόμη και της οδύνης. Αυτή είναι η ηθική σημασιοδότηση του «αθλητικού σταχανοβισμού» (έλεγχος, κυριαρχία, αποδοτικότητα, αγώνας, οδύνη). «Η προπόνηση του σώματος και ο αθλητικός αγώνας σε υποχρεώνουν να μάχεσαι και να υποφέρεις, σου διδάσκουν ότι δεν μπορείς να κυριαρχήσεις στον εαυτό σου δίχως κόπο»[18]. Μ’ άλλα λόγια, αυτός ο εθισμός στην προσπάθεια συνοδεύεται αναπόφευκτα απ’τον εθισμό στην οδύνη και την απάρνηση κατ’ εικόνα της χριστιανικής ηθικής, πρόκειται για το ξεπέρασμα του εαυτού μέσα απ’την απάρνηση. Εδραιώνεται η λατρεία του πόνου, που συνοδεύεται βέβαια απ' τον ηρωισμό της εργασίας βρίσκει την έκφρασή της στην έννοια της «καλής προσπάθειας» του ατόμου που μορφάζει απ' τον πόνο ενώ η ηθική του αξία είναι τουλάχι στον αμφίβολη. Η ωραιότητα μέσα στην οδύνη υπήρξε πάντα προσφι λές θέμα για τους απολογητές της σταύρωσης: ο πρωταθλητής δεν είναι παρά η εγκόσμια εικόνα του Χριστού που μεγαλύνεται με το απο λυτρωτικό του μαρτύριο. Η αποκαλυππκή έκφραση του Αγίου Παύλου: «Τιμωρώτο σώμα μου και το υποτάσσω στη δουλεία»[19] αποκτά μονα δική επικαιρότητα όσον αφορά την ουσία του αθλητισμού νοούμενου από υγιή και χρισπανική άποψη είναι απόλυτα αποδεκτή απ’ την Εκκλη σία που, ενδιαφερόμενη έντονα για όλα τα προβλήματα της σωματικής αγωγής, εκθειάζει τον αθλητισμό σαν απστελεσμαπκό ανπδοτο στη μαλθακότητα και την εύκολη ζωή: «Το σώμα πρέπει να υποτάσσεται σε μια αυστηρή, συχνά σκληρή, πειθαρχία που το εξουσιάζει και το κρατά σε κατάσταση πραγματικής υποταγής: εθισμός στην κούραση, αντοχή στον πόνο, αυστηρές αναγκαίες προϋποθέσεις για την κατάισηση της νίκης»[20], Η ηθική της αθλητικής προσπάθειας χρησιμεύει σ’ όλες τις περιπτώσεις για να εγγυάται την ζωή του μόχθου που περιμένει το παιδί. Είναι αυτή που επιτρέπει ήδη από τα χρόνια του σχολείου να δικαιωθεί ηθικά η εργασία ως καθαυτό περιεχόμενο της ζωής. Εθισμένο στην προσπάθεια, το υπερεγώ, «υποστηριζόμενο», «ενθαρρυνόμενο» απ’ τους ιδεολογικούς φορείς της κοινωνίας, επιβάλλει με ιδιαίτερη α γριότητα το μόχθο της εργασίας απ’τον οποίο το άτομο δεν μπορεί πια να ξεφύγει. Η εργασία έγινε τελικά «ανάγκη»· επιβεβλημένη στην αρχή απ’ τα έξω, γίνεται με την εσωτερίκευση «η προσωπική τάση» του ατό μου, η επιθυμία του. β) Η υποταγή στην εξουσία του ανώτερου είναι μια άλλη θεμελιακή πλευρά της αθλητικής ηθικής. Ο σεβασμός της ιεραρχίας, της πειθαρχί ας και της τάξης, η εκμάθηση της υπακοής είναι, ας πούμε, ο ακρογω νιαίος λίθος του συστήματος, γιατί «χωρίς πειθαρχία» δεν είναι εφικτή η εργασία. Αυτός είναι, άλλωστε, ο λόγος που η αθλητική πρακπκή περι στρέφεται γύρω απ’ την ηθική και τεχνική εξουσία του «δασκάλου». Τόσο χάρη στην προσωπική στάση του δασκάλου (επιδοκιμασία, ενθάρ ___________________________________________________________ 1 0 9
Φ. Γκαντερέ, Π. Αακιγιομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μ προμ
ρυνση, επίπληξη) όσο και χάρη στις αντικειμενικές αναγκαιότητες του συστήματος, η εξουσία, η τάξη, η πειθαρχίαανππροσωπεύουντο καθαυτό θεμέλιο της αθλητικής αγωγής, ακόμα κι αν αυτή η εξουσία καλείται «δημοκρσπκή», αυτή η τάξη «αποδεκτή» κι αυτή η πειθαρχία «ελεύθερα επιλεγμένη». Είναι το αθλητικό σύστημα που απαιτεί την πειθαρχία, Ό πως άλλωστε και η βιομηχανική εργασία, δηλαδή, η πιο αποδοτική πα ραγωγή, ή η υπηρεσία στις ένοπλες δυνάμεις, δηλαδή η πιο αποτελεσμαπκή προετοιμασία γιατον πόλεμο. Η ίδιαη αθλητική δραστηριότητα επιβάλλει την εδραίωση της τάξης, κάποιων συγκεκριμένων μορφών εργασίας. Στο χώρο του αθλητισμού, υπάρχουν απειράριθμες τέτοιες μορφές και μέσα, και έχουν αποδείξει την αξία τους: οι ασκήσεις «προπαρασκευής» και «προθέρμανσης» των ατόμων κατά την έναρξη της εργασί ας αποτελούν, λόγου χάρη, μια μετάθεση στο σχολικό περιβάλλον των παρόμοιων στρατιωτικών ασκήσεων και έχουν αντικειμενικά την ίδια λειτουργία: να εξασφαλίσουν μιαν ατμόσφαιρατάξης και πειθαρχίας. Οι ασκήσεις «σύνταξης» και «συλλογικών ελιγμών» με καθορισμένο ρυθ μό, τα ρυθμικά βάδην ή τροχάδην, με λίγα λόγια, όλη η ποικιλία αυτού του είδους των ασκήσεων έχει έναν μόνο στόχο- την υποταγή των ατό μων στην εξουσία του δασκάλου και τη θεμελίωση αυτής της εξουσίας. Ο Μ. Μως παρατηρεί, άλλωστε, με διορατικότητα, στο βιβλίο του Κοινωνιολογία και Ανθρωπολογία, ότι όλες οι κοινωνίες μεταδίδουν σω ματικές τεχνικές εξουσίας και τάξης, απ'τις οποίες οι σημαντικότερες είναι, κατά τη γνώμη του. οι ασκήσεις «πυκνωμένων ζυγών» και «ρυθμι κών βηματισμών». Αυτές οι σωμαπκές ασκήσεις, θεωρούμενες σ’ αυτή την προοπτική, είναι «πρακπκές εργασίες» πειθαρχίας, μαθήματα ευτα ξίας. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο ότι οι ^τελετουργίες μύησης» στο στρα τό ή στη θρησκευτική ιεραρχία αρχίζουν με ασκήσεις σωματικής πειθαρ χίας (προσοχή!, νηστεία, κλπ.). Τελικά, όλα συμβάλλουν ώστε η αθλητική σωματική αγωγή να είναι, πάνω απ’ όλα, μια πειθαρχία που η αποτελεσμαπκότητά της «βασίζεται ουσιαστικά στην ύπαρξη κάποιας εξουσίας»[21], Ο δάσκαλος είναι ο αρχηγός που επιτρέπει ή απαγορεύει, τιμωρεί ή ανταμείβει, παίρνει τις αποφάσεις, ελέγχει. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, μπορούμε πράγμαπ να υποστηρίξουμε όπ ο αθλητισμός γίνεται η εκμάθηση της υπακοής. Υπακοή, πρώτα απ’ όλα, σ’ εκείνον που διευθύνει την αθληπκή προπό νηση- η πρακτική του αθλητισμού «επιβάλλει αδιάκοπα την υπακοή, δι δάσκει την τυφλή υποταγή στον διευθύνοντα την αθληπκή δραστηριό τητα»^]. Ακόμη κι όταν ο βαθμός αυστηρότητας ή φιλελευθερισμού διαφέρει από παιδαγωγό σε παιδαγωγό, εξακολουθεί να υπάρχει αυτό το είδος ψυχολογικής εξάρτησης των ατόμων από μια σχεδόν αυτόματη υπακοή, που αρχίζει με την κατάλληλη μυϊκή αντίδραση στο λαμβανό-
__________________________
110
‘Αθλητισμός, κουλτούρα και κατα πίεση"
μενο μήνυμα. Αυτή η εκμάθηοη των κανόνων της εξουσίας προετοιμάζει, φυσικά, για την ιδεολογική αποδοχή αξιών, κανόνων και προτύπων που θεω ρούνται παραδεκτά στην κοινωνία. Διαμορφώνει ηθικές αρετές στους νέους: «καρτερία, γενναιοδωρία, τιμιότητα, επιθυμία προόδου, επιθυμί α για τη νίκη, καθώς και πειθαρχία, αίσθηση ατομικής και συλλογικής ευθύνης, κλπ.». Μπορούμε να καταλάβουμε, λοιπόν, γιατί οι επίσημες οδηγίες, που απευθύνονται στους καθηγητές σωματικής αγωγής και αθλητισμού, βεβαιώνουν ότι ο αθλητισμός, αντανακλώντας «τις ευγενέστερες ηθικές αξίες», μπορεί «να δημιουργήσει ανθρώπους με χαρα κτήρα». Η Πραγματεία περί Αθλητισμού απηχεί αυτή την εμμονή στην ηθική: «Ο αθληπσμός, με την πειθαρχία που επιβάλλει, αποκαλύπτει την αναγκαιότητα των κανόνων, τα αγαθά της οργανωμένης και ανιδιοτε λούς προσπάθειας. (...) Με την ομαδική ζωή, που συχνά προϋποθέτει, εξασφαλίζει το σεβασμό της νόμιμα εδραιωμένης ιεραρχίας.» Αυτή η εξαίρετη εκμάθηση των «ανθρώπινων σχέσεων», αυτή η σημανπκότατη διδασκαλίατης «κοινονικότητας» απστελούν, αναμφισβήτητα, εξαιρετικό μέσο «σωφρονισμού των εγκλημαπών», που εφαρμόζεται σε παγκόσμια κλίμακα όχι μόνο γιατην ενσωμάτωση των «κοινωνικά παρεκτραπέντων» αλλά και, ιδιαίτερα σπς σταλινικές χώρες, για την καταπο λέμηση του φαινομένου των «χούλιγκανς». Είναι, άλλωστε, ενδιαφέρον να αναρωτηθούν γιατί ο αθλητισμός, και μόνον αυτός, είναι η δραστηριότητα-πρότυπο του ελεύθερου χρόνου για τα διάφορα σωφρονιστικά κέντρα, τα αναμορφωτήρια, τις «αγροτικές κατασκηνώσεις», τις φυλα κές, τους στρατώνες... και τώρα γιατα λύκεια. Μήπως κάπ τέτοιο απστελεί υποκατάστατο για τις σεξουαλικές ανάγκες που μένουν ανικανοποί ητες για πολύ καιρό; 4. Η σεξουαλική καταπίεση και η ερωτική εξουδετέρωση του σώματος Όλοι οι ιδεολόγοι του αθλητισμού έχουν τονίσει ότι ο αθλητισμός επιτρέπει την εξουδετέρωση των σεξουαλικών επιθυμιών και προσφέ ρει στη νεολαία ένα εξαιρετικό μέσο εκτροπής για την «πλεονάζουσα ενέργειά» της. Όπως λέει ένας απ’ αυτούς: «Πρόκειται για πολύ σημανπκό μέσο εκτροπής των πιεστικών ερεθισμών (SIC) που πολιορκούν τον έφηβο. «[23] Παρόλο που αυτό το μέσο καταπίεσης δεν πετυχαίνει το σκοπό του, δηλαδή, να σκοτώσει τον Έρωτα (το ένστικτο της ζωής), να πετύχει την πλήρη ήττα της σεξουαλικότητας, αποτελεί σ’ όλες τις περιπτώσεις το αποτελεσματικότερο σύγχρονο μέσο για τη συγκράτη ση, σε μαζική κλίμακα, της «τεράσπας παλίρροιας των σεξουαλικών ανα γκών» των εφήβων. [24] Οι έντονες διεγέρσεις -γιαπολύ καιρό ανεσταλμένες απ’ τον σχολικό ή κοινωνικό μηχανισμό καταπίεσης- που προέρ χονται απ’ τις διάφορες πηγές της σεξουαλικότητας, εκτρέπονται και
__________________________
111
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομι, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μπρομ
χρησιμοποιούνται με τρόπο κοινωνικά αποδεκτό. Πρόκειται για τη δια δικασία που είναι γνωστή με τον κλασσικό πιαόρο μετουσίωση, δηλαδή, για την εκτροπή των σεξουαλικών ενορμήσεων απ’ το αρχικό τους ανπκείμενο και τον προσανατολισμό τους προς κοινωνικούς σκοπούς οι οποίοι δεν έχουν πια τίποτα το σεξουαλικό αλλά χρησιμεύουν για τη σταθεροποίηση της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων (προώθηση, συλλογικοποίηση, κλπ.). Άλλωστε, οι σκοποί αυτοί, όπως είδαμε, συνοψίζονται στη φόρμουλα: εργασία και υπακοή, προσπάθεια και υποταγή. Η σε ξουαλική ενέργεια, ανπ να χρησιμεύει για την ικανοποίηση των τάσεων του ατόμου, χρησιμεύει για την τροφοδότηση των αντικειμενικών στό χων της ταξικής κοινωνίας και του παιδαγωγικού μηχανισμού της. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, το εύπλαστο της λίμπιντο χρησιμο ποιείται, χειραγωγείται απ το σύστημα «αγωγής». Αλλάζοντας τον σε ξουαλικό σκοπό, ο εκπαιδευπκός μηχανισμός επιτυγχάνει μιαν υποκα τάσταση των σκοπών. Πραγματοποιεί μια μεταλλαγή των ικανοποιήσε ων. Η σεξουαλική ικανοποίηση αντικαθίσταται με πολλών ειδών κατα πιεστικές υποκατάστατες ικανοποιήσεις, απ’ τις οποίες οι κυριότερες είναι τρεις. α) Αφενός, ο αθλητισμός αντικαθιστά την ειδικά σεξουαλική ηδονή με την ηδονή της κίνησης, δηλαδή, επενδύει ολοκληρωτικά τη λίμπιντο στο μυϊκό σύστημα. Οι κινητικές αισθήσεις, η ηδονή της μυϊκής δραστη ριότητας αντικαθιστούν την καθαυτό ερωτική ηδονή, δηλαδή, την ετε ροφυλόφιλη ερωτική ένωση. «Γνωρίζουμε,» λέει ο Φρόυντ, «ότι η σύγ χρονη αγωγή χρησιμοποιεί σε μεγάλο βαθμό τον αθλητισμό για να εκτρέψει τη νεολαία απ’τη σεξουαλική δραστηριότητα· είναι ορθότερο να πούμε ότι ανπκαθιστάτην ειδικά σεξουαλική απόλαυση μ’ εκείνη που προκαλείται απ’ την κίνηση και ότι αναγκάζει τη σεξουαλική δραστηριό τητα να παλινδρομήσει σ’ ένα από τα αυτοερωτικά της στάδια» [25]. Η απόλαυση της κίνησης γίνεται τις περισσότερες φορές απόλαυση της προσπάθειας, ηδονή του πόνου, δηλαδή, μαζοχιστική ηδονή. Η επί πονη κίνηση υφίσταται έναν ερωτικό μετασχημαπσμό: από πόνος γίνε ται ηδονή. Αυτό το τυπικό πεπρωμένο των σεξουαλικών ενορμήσεων είναι ιδιαίτερα σαφές στην περίπτωση του αθλητισμού ο οποίος, σαν συστημαπκός εξαγνιστικός κολασμός του σώματος, έχει γίνει οργανω μένη πρακτική του μαζοχισμού. Σκοπός του είναι ο σκοπός κάθε μαζοχι σμού: «η ηδονή του πόνου» [26]. β) Αφετέρου, ο αθλητισμός αντιπροσωπεύει μιαν άλλη ικανοποίη ση: την ικανοποίηση της εκπλήρωσης του καθήκοντος. Καταπιεζόμενο, το εγώ του ατόμου αντλεί μια ιδιαίτερη ικανοποίηση, την ηδονή της «πειθαρχίας». Με το να επιτυγχάνει την κυριαρχία πάνω στο ίδιο το σώ μα του, με το να γίνεται τέλειο όργανο της θέλησής του για πρόοδο, το άτομο ικανοποιεί αυτό που ο Φρόυντ ονομάζει «ενόρμηση κυριαρχίας»,
__________________________
112
'Αθλητισμός, κουλτούρα και κατα πίεση"
που αρχίζει «με τις προσπάθειες του παιδιού να κυριαρχήσει πάνω στα ίδια του τα μέλη»[27]. Η ηδονή που πηγάζει απ’ την επιτυχή εκτέλεση μιας λειτουργίας, το αίσθημα της προόδου, η εκμάθηση της διαρκούς κυριαρχίας πάνω στο σώμα, η συνειδητοποίηση ότι τα πράγματα και το σώμα υπακούν ολοένα περισσότερο στο εγώ, μ’ άλλα λόγια, ότι το εγώ γίνεται όλο και πιο πολύ «κυρίαρχος», προκαλούν έντονη ηδονή. Η ηδο νή μετασχηματίστηκε σε κυριαρχία. Η διαδικασία αυτή διευκολύνεται απ’ το γεγονός ότι το μυϊκό σύστημα, που διεγείρεται έντονα, γίνεται ο άμεσος εκπρόσωπος αυτής της ενόρμησης κυριαρχίας που τείνει ολοέ να πιο πολύ να απαιτεί απ' το εγώ νέες «κατακτήσεις». Όσο περισσότερο, λοιπόν, η μυϊκή επιθετικότητα στρέφεται ενάνπα στο άτομο, τόσο περισσότερο η μυϊκή οδύνη, ο πόνος, ο κόπος, η προ σπάθεια γίνονται «ικανοποιήσεις». Αυτή είναι η βάση των σαδομαζοχιστικών σχέσεων που αναγκαστικά έχει το άτομο-αθλητής με το σώμα του. Η καταπίεση εμπεδώνεται κατευθείαν στο μυϊκό σύστημα, σε τέτοιο σημείο μάλιστα που μπορούμε να πούμε, συμφωνώντας με τον Β. Ράιχ, ότι το υπερεγώ γίνεται μυϊκή θωράκιση. Το ίδιο το μυϊκό σύστημα λει τουργεί, στη συνέχεια, σαν άμεσος εκπρόσωπος του υπερεγώ. Αυτό το τελευταίο γίνεται πραγματικά η σάρκα και το αίμα του ατόμου. Αλλά η σκληρότητα του μυϊκού υπερεγώ, που εκφράζεται με τη μανία για προ πόνηση, με τη θέληση για εξάντληση, με τη συσσώρευση επαναλήψεων και μόχθου, μετασχηματίζεται σε «ανταμοιβή του εγώ». Ένα αίσθημα ικανοποίησης, αυτό της εκπλήρωσης του καθήκοντος, εκδηλώνεται κάθε φορά που το άτομο απαρνείται τη σεξουαλική ικανο ποίηση προς όφελος της αθλητικής προσπάθειας. «'Οταν το εγώ, για χάρη του υπερεγώ, θυσιάζει ορισμένες ενστικτικές ικανοποιήσεις, περι μένει απ’ αυτό, σαν ανταμοιβή, μιαν επαύξηση αγάπης. Το αίσθημα ότι αξίζει αυτήντην αγάπη μετασχημαπ'ζεται σεπερηφάνια»[28]. Φυσικά, οι «έπαινοι του υπερεγώ» επαυξάνονται με τις επίσημες ανταμοιβές των παιδαγωγών και την επιβράβευση του αθλητικού αγώνα. γ) Τέλος, ο αθλητισμός, με τις απαιτήσειςτου και την ίδιατην οργά νωσή του, απστελεί μια μαζική υποκατάσταση της κριτικής πνευματικής δραστηριότητας, δηλαδή, της ερευνητικής δραστηριότητας. Στο μέτρο που διοχετεύει όλη την ενέργεια και την ψυχοδιανοητική δραστηριότη τατου ατόμου, απστελεί εμπόδιο, προπέτασμα, ενάνπα στην αυτόνομη, ελεύθερη πνευμαπκή λειτουργία. Απ’ αυτήν ακριβώς την άποψη είναι αναγκαστικά ένα ισχυρότατο μέσο νηπιακοποίησης. Η ιστορία του αθληπσμού μας διδάσκει ότι όλες οι ανπδραστικές δυνάμεις πρσπμούσαν πάντα να ασχολείται η νεολαία με τον αθληπσμό και όχι με την πολιτική ή τη σεξουαλικότητα. Πράγμα που δεν είναι καθόλου τυχαίο, γιατί ο αθληπσμός είναι ένα μέσο πνευμαπκής εκτροπής. Από την άποψη του συστήματος, θεωρείται πρσπμό___________________________________________________________ 1 1 3
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μ προμ τερο να ασχολείται η νεολαία με τις αθλητικές τεχνικές, τα ρεκόρ ή τα ονόματα των πρωταθλητών, παρά με την αποσαφήνιση του μηχανισμού της υπεραξίας ή της σεξουαλικής καταπίεσης. Σαν τέτοιος, ο αθλητι σμός είναι ένα μέσο πνευμαπκού σκοταδισμού, ένα όπιο, με την καθαυ τή έννοια του όρου. Η λειτουργία αυτή, που αναλύεται άλλωστε και στο άρθρο του Π. Λαγκιγιομί, αποτελεί αναγκαιότητα για τη σύγχρονη εκ παίδευση η οποία οργανώνει τη συστηματική συγκάλυψη των πολιτικών και κοινωνικών πραγματικοτήτων. [29] Η καταπίεση της νηπιακής σε ξουαλικότητας, που είναι, το επίκεντρο της πρόωρης αγωγής, έχει επί σης συγκεκριμένη κοινωνική λειτουργία την οποία έχει αναλύσει διεξο δικά ο Ράιχ στο βιβλίο του Ο Σεξουαλικός Αγώνας των Νέων. Καταστέλλοντας τη σεξουαλική περιέργεια του παιδιού, η αγωγή αποτρέπει τις πρώτες εκδηλώσεις πνευματικής ανεξαρτησίας και πα ρεμποδίζει την ανάπτυξη του κριτικού πνεύματος. Η κοινωνική προσαρ μογή επιβάλλει πάντα την πνευματική εξαρτοποίηση, τον πνευματικό κομφορμισμό. Η σεξουαλική απαγόρευση έχει, λοιπόν, άμεσο αποτέλε σμα την απαγόρευση του σκέπτεσθαι, η ψυχοδιανοητική αναστολή είναι στενά συνδεδεμένη με τη σεξουαλική αναστολή. Επομένως, δεν είναι καθόλου ανεξήγητο, όπως ακριβώς υπογραμμίζει ο Φρόυντ, ότι «τα δυο πρωταρχικά θέματα των παιδαγωγικών προγραμμάτων (...) αναφέρονται στην καθυστέρηση της σεξουαλικής ανάπτυξης του παιδιού και στην έγκαιρη υποταγή του στην επιρροή της θρησκείας»[30]. Η συστηματική εισαγωγή του αθλητισμού στο σχολείο βασίζεται στην αναγκαιότητα να βρεθεί ένα εγκόσμιο υποκατάστατο της θρησκεί ας που, σπς μέρες μας, έχει χάσει κάπως το γόητρό της. Αυτός είναι ο λόγος που το πρωταρχικό παιδαγωγικό θέμα του σύγχρονου εκπαιδευ τικού προγράμματος είναι ο αθλητισμός. Η πείρα έχει, όντως, αποδείξει στους παιδαγωγούς ότι το έργο του μετριασμού της σεξουαλικής θέλη σης της νεολαίας δεν είναι πραγματοποιήσιμο παρά μόνο αν, ανπ να περιμένουν την τρομακπκή έκρηξη της εφηβείας, αρχίσουν απ’ τα χρό νια του δημοτικού σχολείου να πείθουν το παιδί να υποταχθεί σε μια σεξουαλική πειθαρχία, που θα το προετοιμάσει για την πειθαρχία της ενήλικης ζωής του. Αυτός είναι ένας απ’ τους λόγους για τους οποίους επιδιώκεται η συστηματική ανάπτυξη του αθλητισμού. Η «σεξουαλική πειθαρχία» περιλαμβάνει, φυσικά, και τις «δευτερεύουσες» πειθαρχίες: πειθαρχία στην εργασία και πειθαρχία απένανπ στην εξουσία, που απο κορυφώνεται με την πλήρη πνευματική υποδούλωση. Αυτή η εκπαίδευ ση στην πειθαρχία επιτρέπει να εκτρέπεται η νεολαία απ’ τα ζητήματα εκείνα όπου η κριτική πνευματική ελευθερία καθίσταται τρομερός κίν δυνος: ο κίνδυνος της ελευθερίας, πολύ απλά. Το ενδιαφέρον για τα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα, που αρχίζει να εκδηλώνεται κατά την εφηβεία και ονομάζεται «αμφισβήτηση των
__________________________
114
"Αθλητισμός, κουλτούρα και κατα πίεση"
παραδοσιακών αξιών» απ’τους αστούς παιδαγωγούς, το αθλητικό σύ στημα φροντίζει νατο υποκαταστήσει με το ενδιαφέρον γιατα αθλητικά ζητήματα. Ο έφηβος είναι απόλυτα ενσωματωμένος σ’ ένα πλαίσιο κινη τοποίησης που απασχολεί το σώμα και το πνεύμα του και τον εμποδίζει να αναζητήσει την πραγματική αιτίατης κατάστασής του, της «κρίσης εφηβείας» του. Όπως λέει και ο Ε. Τζόουνς, «ένα παράδειγμα υποκατά στασης θα βρούμε στη σύγχρονη εκπαίδευσή μας, που καταγίνεται με το να αποτρέπει τις ιδέες της νεολαίας απ’ τα απαγορευμένα θέματα καλλιεργώντας το ενδιαφέρον της για τον αθλητισμό» [31]. Αναλύσαμε, κάπως γρήγορα είναι αλήθεια, τα ουσιαστικά στοιχεία της αθλητικής καταπίεσης. Είναι φανερό ότι η ανάλυση αυτή πρέπει να συνεχιστεί, να εξειδικευτεί και να προσαρμοστεί στις συγκεκριμένες συνθήκες. Εδώ, θελήσαμε μόνο να καταγγείλουμε τον a priory ύποπτο χαρακτήρα της ομοφωνίας που διαμορφώθηκε σχετικά με τον «παιδα γωγικό αθλητισμό». Προσπαθήσαμε να αποκαλύψουμετα καταπιεσπκά μέσα αυτής της «παιδαγωγικής» δραστηριότητας που τείνει να γενικευ τεί και να εισβάλλει σ' όλους τους τομείς. Τώρα, μένει να προχωρήσου με στην ανάλυση αυτού του είδους της μανίας των «παιδαγωγών» που διακηρύσσουν το δικαίωμάτους να εκπαιδεύουν αθλητικά τη νεολαία. Μετά την ανάλυση της αγωγής, θα έπρεπε να κάνουμε την ανάλυση του παιδαγωγού εφόσον είναι αληθινό ότι η ψυχολογία της αγωγής είναι, πρώτα απ’ όλα, αυτή των παιδαγωγών. Οι παιδαγωγοί ανππροσωπεύουν πάντατους ενδιάμεσους κρίκους κατά την κοινωνική μετάδοση της καταπίεσης. Ο παιδαγωγός, καταπιε σμένος (<ατάτην παιδική του ηλικία, καταπιέζει με τη σειρά του το παιδί, έχοντας ο ίδιος φυσικά επενδυθεί τη δύναμη που του παρέχει ο εκπαι δευτικός μηχανισμός. Είναι, ακριβώς, το υπερεγώ του παιδαγωγού που συγκροτεί τη μεσολάβηση ανάμεσα στην εξωτερική καταπίεση, που επι βάλλεται απ’ το κοινωνικό πλαίσιο, και στην εσωτερικευμένη απ’ το παιδί καταπίεση, το υπερεγώ του παιδιού. Έχοντας κι αυτός υποστεί την κα ταπίεση κατάτην παιδική του ηλικία, έχει εσωτερικεύσει την καταπίεση, έχει ξεχάσει τους περιορισμούς στους οποίους έπρεπε να υποταχτεί και τώρα συμμορφώνεται με το ίδιο του το υπερεγώ (δηλαδή, μ' εκείνο των παλιών του παιδαγωγών) για να εκπαιδεύσει τα παιδιά' μ’ άλλα λόγια, μεταδίνει την κοινωνική καταπίεση που έχει εσωτερικεύσει χάρη στη μεσολάβηση του υπερεγώ του. Έτσι, διαιωνίζεται η καταπιεστική παράδοση της αγωγής με την μετάδοση των προτύπων του υπερεγώ, της κληρονομιάς του περιεχο μένου τους. Ο παιδαγωγός, στο όνομα της καλής παιδαγωγικής του θέλησης, γίνεται το μέσο μετάδοσης αυτών που ο Φρόυντ, με γενικό τρόπο, ονό μασε «ιδεολογίες του υπερεγώ»[32]. Οι κάθε είδους περιορισμοί, στους ___________________________________________________________ 1 1 5
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μπρομ
οποίους αναγκάστηκαν να υπακούσουν οι εκπαιδευτικοί για να εξασφα λίσουν τη θέση τους σαν παιδαγωγοί, αντανακλώνται άμεσα στη διδασκαλίατους. Κατά συνέπεια, κυρίως μέσα στα πλαίσια όλων των μηχανι σμών μεταβίβασης που παρεμβαίνουν στην παιδαγωγική σχέση, μια πλευρά μπορούμε να πούμε ότι γίνεται χαρακτηρισπκή των καθηγητών σωμαπκής αγωγής. Διαψευσμένοι ως προς τα όνειρά τους να γίνουν πρωταθλητές, προβάλλουν τις δικές τους φαντασιώσεις δόξας σ' εκεί νους που ενδέχεται να κατορθώσουν ό,τι δεν κατάφεραν αυτοί: την επιτυχία. Από 'δω και πέρα, η αθλητική αγωγή είναι για το δάσκαλο η δημιουργία μελλοντικών πρωταθλητών που θα μπορέσουν να πραγμα τώσουν τις δικές του φαντασιώσεις παντοδυναμίας.
Η «ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ»: ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟΣ ΚΡΙΚΟΣ ΣΤΗΝ ΠΟΛΓΠΚΗ ΣΤΡΑΉΩΤ1ΚΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΗΣ ΝΕΟΛΑΙΑΣ Σήμερα, οι εκπαιδευπκοί αντιλαμβάνονται με ολοένα μεγαλύτερη σαφήνεια ότι οι μεταρρυθμίσεις δεν αλλάζουν τίποτα, ότι «επαναφομοιώνονται» εύκολα απ’την εξουσία, ιδιαίτερα με το τέχνασμα της συμ μετοχής (κλασικής παγίδας του συστήματος σ’ όποιον τομέα κι αν εφαρ μόζεται), και ότι τελικά χρειάζεται να βρεθεί κάπ άλλο, πέρα απ' την «παιδαγωγική αμφισβήτηση», αν πρόκεπαι να αναληφθεί κάποιος πραγ ματικός και αποτελεσμαπκός αγώνας. Ο παιδαγωγός μεταδίνει μιαν ορισμένη γνώση, μιαν ορισμένη σω μαπκή ή πνευματική πρακπκή, και είναι ολοφάνερο ότι μπορεί ν’ αλλά ξει, τη μορφή της παιδαγωγικής πρακτικής του χωρίς, όμως, ν’ αλλάζει και τη φύση του προσανατολισμού που δίνει στη διδασκαλία του. Λόγου χάρη, η κατάργηση της από καθέδρας διδασκαλίας και η αντικατάστασή της με την ομαδική εργασία, η κατάργηση της βαθμολογίας με αριθμούς και η αντικατάστασή της με γράμματατου αλφαβήτου, η διδασκαλίατων μαθητών να εφαρμόζουν την αυτοπειθαρχία, η ανάθεση διαφόρων «υ πευθυνοτήτων» στους μαθητές, κλπ., όλα αυτά δεν απστελούν αμφισβή τηση της φύσης της διδασκαλίας, δηλαδή, ειδικότερα της ταξικής της φύσης, και σε καμιά περίπτωση δεν αμφισβητούν το είδος της μεταδιδό μενης γνώσης (επισωρευτική γνώση), πόσο μάλλον το μεταδιδόμενο ιδεολογικό περιεχόμενο (αστικό). Πρόκεπαι για κλασική ταχυδακτυλουρ γία της κυβέρνησης (μπορούμε να αναγνωρίσουμε όπ είχε κάποια σχε τική επιτυχία) με την οποία παραχώρησε τόσο στους εκπαιδευτικούς, όσο και στους μαθητές και τους γονείς τους, νέες «μεθόδους», πιο φιλε λεύθερες και, όπως λέγεται, περισσότερο προσαρμοσμένες στις «ανά γκες της σημερινής νεολαίας και του σύγχρονου κόσμου». Αυτός είναι ο λόγος που, απ’το δημοτικό σχολείο ως το πανεπιστή
__________________________
116
‘Α θλητισμός, κουλτούρα και κα τα π ίεσ η ’
μιο, ο αρμόδιος διδάσκων μπορεί, οριακά βέβαια, να ακολουθεί οποιαδήηοτε παιδαγωγική πρακτική, αρκεί μόνο να μην αμφισβητείτο σύστη μα στο σύνολό του, αρκεί να εξελίσσονται όλα ομαλά, με τάξη και ηρεμί α, χωρίς αναστατώσεις. Με το παράδειγμα των «αθλητικών κοινοτήτων» μπορούμε να αντιληφθούμε τις άμεσες πολιτικές συνέπειες μιας φαινομενικά «ουδέτε ρης» παιδαγωγικής πρακτικής και ειδικότερα να δείξουμε: 1) Πως ένα «παιδαγωγικό» πείραμα μπορεί να εξελιχθεί σε «παρα κρατικό» σύστημα όταν ανταποκρίνεται στους κυβερνητικούς στόχους της κυρίαρχης τάξης· 2) Πως ένα τέτοιο παιδαγωγικό σύστημα αναπαράγει, με τις αρχές του, την εσωτερική οργάνωση και λειτουργία του, τις δομές της αστικής κοινωνίας: αποδοτικότητα, ανταγωνιστικότητα, ιεραρχία, ηθική τάξη· 3) Πως τα παιδαγωγικά ζητήματα «αποστειρώνονται», ουδετεροποιούνται και γίνονται απλά προβλήματα τεχνικής, από τα οποία έχουν αφαιρεθεί το περιεχόμενο και οι πολιτικές σημασιοδστήσεις τους4) Πως ο παιδαγωγός ακόμη κι όταν διαβεβαιώνει ότι δε θέλει «να κάνει πολιτική», τίθεται στην υπηρεσία μιας συνολικής πολιτικής όσον άφορα τη νεολαία εφόσον περιορίζεται -εκούσια ή ακούσια- στην τεχνι κή πλευρά του προβλήματος.
Η «ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ>: ΠΡΟΤΥΠΟ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ Τον Οκτώβριο του 1964, δημιουργήθηκε η «αθληπκή κοινότητα» στο λύκειο αρρένωντου Καλαί, με πρωτοβουλία μιας ομάδας καθηγη τών σωματικής αγωγής. Το 1966 όλες οι «αθλητικές κοινότητες» συ σπειρώθηκαν σε μιαν εθνική ομοσπονδία, την Ο.Φ.Α.Κ. (Ομοσπονδία Φίλων των Αθλητικών Κοινοτήτων), που το καταστατικό της αναφέρει τους εξής στόχους: - “Ανάπτυξη, εξάπλωση και δημιουργία νέων «αθλητικών κοινοτή των»· - Συσπείρωση των καθηγητών που θέλουν να συμβάλλουν στην παιδαγωγική έρευνα· -Παροχή βοήθειας για την ανάπτυξη του αθλητισμού ■ -Αρμονική συνεργασία με τις αθλητικές, εκπαιδευπκές και επαγγελμαπκές οργανώσεις»[33]. Η δική μας κριτική αναφέρεται σε τέσσερα θέματα: α) Ένα επιβεβλημένο πλαίσιο Είναι αξιοσημείωτο όπ όλες οι «αθλητικές κοινότητες» λειτουργούν με βάση το ίδιο πρότυπο, με ομίλους, κύκλους, προπονήσεις, αγώνες, έλεγχο των αποτελεσμάτων -κι όλα αυτά ό,τι κι αν συμβεί. Ειδικότερα,
__________________________
117
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μπρομ αν ο καθηγητής κατορθώσει (και κάτι τέτοιο δεν είναι καθόλου δύσκο λο!), στην αρχή του χρόνου, να πείσει την πλειοψηφία των μαθητών ότι η εργασία μπορεί να οργανωθεί με τη μορφή δημοκραπκής κοινότητας, επιβάλλει ipso facto το πλαίσιο-πρότυπο, με την οργάνωσή του και τη λειτουργία του. Πράγμα που σημαίνει ότι τα «καταστατικά» των αθλητι κών κοινοτήτων επιβάλλονται στους μαθητές -σε καμιά περίπτωση δεν συμβαίνει το αντίθετο. Μ' άλλα λόγια, εντυπώνεται στους μαθητές ο σεβασμός του θεσμού σαν τέτοιου, ενώ παράλληλα τους παρέχεται η δ'αβεβαίωση ότι εκεί ο καθένας μπορεί να βρει τη θέση του.
β) Μια κατευθυντική παιδαγωγική Αν οι μαθητές διαλέγουν (πάντα στη βάση της πλειοψηφίας...) κάποιες προτεινόμενες δραστηριότητες, αν εκλέγουν «δημοκρσπκά»τους αρχηγούς των ομίλων τους, τους αντιπροσώπους της δημοκρατικής κοινότητάς τους, τους υπεύθυνους των υλικών, τους κριτές τους, το μόνο που μένει πια είναι να επινοηθούν και να οργανωθούν από το δάσκαλο αυτές καθαυτές οι δραστηριότητες ως προς τη μορφή, το πε ριεχόμενο, τη συχνότητά τους...Και είναι ολοφάνερο πως κάτι τέτοιο θα εξακολουθήσει να ισχύει εφόσον οι σωμαπκές δραστηριότητες νοού νται ως σύνολο τεχνικών που θα πρέπει να διδαχθούν. Δεν υπάρχουν πολλοί τρόποι για να μάθει κανείς να τρέχει γρήγορα, να ρίχνει το ακό ντιο μακριά, να πηδάει ψηλά' και απ’ αυτή την άποψη, η παιδαγωγική κατευθυντικότητα είναι η μόνη που μπορεί να εξασφαλίσει αποτελέσμα τα. Τί συμβαίνει, λοιπόν, σε μιαν «αθλητική κοινότητα»; Με δεδομένο ότι κάθε κύκλος διδασκαλίας ολοκληρώνεται μ’ ένα διαγωνισμό ή κάποιον αγώνα (ιδού! πώς παρακινούνται οι μαθητές!), ο μαθητής πρέπει να προπονείται ορθολογικά, μεθοδικά (ιδού! το περιεχόμενο των συναντή σεων!) για να μπορέσει να συμμετάσχει στον αγώνα με τις περισσότε ρες πιθανότητες επιτυχίας για τον όμιλό του. γ) Μια παραδοσιακή παιδαγωγική Οι ιδρυτές και οι υποστηρικτές των «αθλητικών κοινοτήτων» ισχυρί ζονται ότι εφαρμόζουν μιαν ενεργηπκή παιδαγωγική όπου οι υπευθυ νότητες κατανέμονται και ο μαθητής «συμμετέχει» ενεργά στην εκπαί δευσή του. Επομένως, τα μέλη των αθλητικών κοινοτήτων συμμετέχουν «εθελοντικά» και «συνδιαλέγονται» με τον δάσκαλό τους[34] ωστόσο, πρέπει οπωσδήποτε να σέβονται την εργασία κατά κύκλους, την εναλ λαγή προπονήσεων και αγώνων, τη χρησιμοποίηση σύγχρονων αθλητι κώντεχνικών, τη σχεδιοποίηση, τις μετρήσεις, τους ελέγχους, τηντήρηση ατομικού δελτίου προόδου κλπ. και αποδέχονται το ίδιο παθητικά όσο και πρώτα αυτό που ο δάσκαλος «σκέφτηκε» γι αυτούς, παρόλο που τώρα ανήκουν σε ομίλους ανπ να κατατάσσονται σε τάξεις κατ’ αλφαβη
__________________________
118
"Αθλητισμός, κουλτούρα και καταπίεση"
τική σειρά· παρόλο που τώρα είναι υπεύθυνοι για τη χρονομέτρηση ή την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων. Αυτή η καρικατούρα ενεργητικής παιδαγωγικής, αυτή η παιδαγωγική χειραγώγηση, δεν είναι παρά ένα μέσο σαν όλα τα άλλα για να παραχθεί ένα κοινωνικά χρήσιμο όπιο. Εντελώς παραδοσιακή, αυτή η παιδαγωγική καλύπτεται πίσω απ' την ψευδοθεωρία της ανάγκης των νέων. Ποια είναι, λοιπόν, αυτή η υποτιθέμενη ανάγκη άθλησης των νέων, για την οποία θα πρέπει ν’ αναπτύξουμε μιαν ανάλογη επιθυμία σε τέτοιο σημείο ώστε να επιβάλ λουμε την πειθαρχία; Γιατί όλη αυτή η δημαγωγία της «ελεύθερα απο δεκτής πειθαρχίας» στην οποία επιδίδονται όλοι οι ιδεολόγοι του αθλη τισμού; Η απάντηση ίσως βρίσκεται στις δηλώσεις των ίδιων των παιδα γωγών. Μετά τον Μάη 1968, ο Ζ. Ντε Ρετ, θερμός υποστηρικτής των «αθλητικών κοινοτήτων», αναφερόμενος στα επαναστατικά γεγονότα, φάνηκε αρκετά προνοητικός; «Όσο γι αυτά που πρόκειται να συμβούν, γιατί θα υπάρξουν κι άλλα, είναι προτιμότερο να προλάβουμε τα αποτελέσματά τους παρά να επανορθώνουμε τις συνέπειές τοι/ς»[35]. Η παιδαγωγική πρέπει να είναι προληπτική, ικανή να προσφέρει ηθική θωράκιση στην εξεγερμένη νεολαία. Πράγμα με το οποίο, κατά παράδοξο τρόπο, συμφωνεί κι ο Κορνέκ, υπεύθυνος της Ομοσπονδίας Γονέων των μαθητών, όταν δηλώνει: «Έχει περάσει ακριβώς ένας χρό νος απότότε που αναστατώθηκε η Γαλλία από την εξέγερση της νεολαί ας. Όλοι όσοι αναζητούν λύσεις γι αυτό το πολύπλοκο πρόβλημα πρέπει να ξέρουν ότι δε θα μπορέσει να βρεθεί καμιά ισορροπία αν προηγουμέ νως δεν επιλυθεί το πρόβλημα του σχολικού αθλητισμού» [36],
δ) Προς μια κρατική παιδαγωγική Οι «αθλητικές κοινότητες», οργανωμένες απ’ το 1966 σαν ομοσπον δία (την Ο.Φ.Α.Κ.), παρουσιάζουν τον κίνδυνο να γενικευτούν σε μεγά λη κλίμακα, μα και είναι δεδομένο ότι μπορούν να προσφέρουν τη «στα θερά οργανωμένη εκπαίδευση» που χρειάζεται η κυβέρνηση. Στην ου σία, δεν αναπτύσσουν απλά την αθλητική πρακπκή που θεωρείται άπόλυτα αναγκαία στους διάφορους αθλητικούς ομίλους και τις αθλητικές ομοσπονδίες, αλλά μπορούν επιπλέον να διαμορφώσουν τα μελλονπκά στελέχη (αθλητικούς παράγοντες) που χρειάζεται το σύστημα. Ένα χαρακτηρισπκό παράδειγμα δίνεται απ’ την EQUIPE, που ανα φέρει ότι το 1969, το σχολικό πρωτάθλημα θηλέων της Γαλλίας οργα νώθηκε και διαιττττεύθηκε αποκλεισπκά απ’τους μαθητές των «αθλητι κών κοινοτήτων» του Καλαί και της Μπουλόν, για να καταλήξει ως εξής: «Απλά και μόνο το γεγονός ότι δόθηκε σ' αυτούς τους νέους η δυνατό τητα να συνειδητοποιήσουν τις ευθύνες τους και να εκπληρώσουν επιτυχώς τα καθήκοντά τους αρκεί για ν’ αποδείξει ότι το πραγματοποιού μενο πείραμα αποσκοπεί, σε μιαν ορθή αντίληψη των πραγμάτων». Και
_________
_____ 119
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μπρομ ιδού το «επίτευγμα» που δεν είχαμε ξαναδεί: ένας μαθητής, 13 χρόνων, διαιτητής σε τελικό! Πέρα απ’ αυτήν την «παράδοξη» πλευρά, παραμένει η ουσία του θέματος: οι «αθλητικές κοινότητες» διαμορφώνουν τα μελ λοντικά «στελέχη» των αθλητικών ομίλων, τους λεγάμενους αθλητικούς παράγοντες, προς μεγάλο όφελος του γαλλικού αθλητισμού. Κι αυτό ακριβώς αναμένεται τώρα απ' τον δάσκαλο και τη διδασκαλία του. Η EQUIPE[37] το διευκρινίζει: «Κάτω απ' τον έλεγχο και με τη συνεργασία των ομίλων, το Καλαί έβγαλε τα τελευταία χρόνια πενήντα περίπου νεα ρούς κριτές αγώνων στίβου, κάπου σαράντα διαιτητές ποδοσφαίρου κι άλλους τόσους κριτές γυμναστικής.». Ιδού! η «ανοιχπ^ στη ζωή» εκπαί δευση... αυτή του εθνικού αθλητισμού. Που απαιτεί την υποταγή διδα σκόμενων και διδασκόντων. Η άσκηση του αθλητισμού κατάτις υποχρε ωτικές σχολικές ώρες, οι εκθειαζόμενες ως κατάλληλες παιδαγωγικές μέθοδοι αποτελούντη λανβάνουσα έκφραση μιας πραγμαπκά κρατικής παιδαγωγικής. Στις 19 Νοεμβρίου 1969, σε μια ραδιοφωνική εκπομπή του EU ROPE 1, μια διασημότητα της ιατρικής δήλωσε: «Το αποτελεσμσπκότερο μέσο για την καταπολέμηση των ναρκωτικών και του κύματος ερωτι σμού, τα όποια έχουν συνεπάρει, αλίμονο!, μια νεολαία χωρίς μεγάλα ιδανικά, είναι να προσφέρουμε σ’ αυτούς τους νέους ορισμένες δυνατό τητες υγιούς διοχέτευσης της χαράς της ζωής. Πρέπει να φτιάξουμε κι άλλα στάδια, περισσότερες πισίνες, να καλλιεργήσουμε τις φυσιολατρι κές δραστηριότητες[38]. Πράγμα με το οποίο εκφράζεται θαυμάσια ο αντικειμενικός στόχος της κυβέρνησης: η μαζική συμμετοχή των νέων στον αθλητισμό πρέπει να χρησιμεύσει για την αναγέννηση της βαθιάς ηθικότητας που χάθηκε ύστερα απ’ τον Μάη 1968. Πράγματι, ύστερα απ’ την επαναστατική έκρηξη της νεολαίας του Μάη 1968, η ασπκή τάξη συναγωνίζεται το Υπουργείο Νεότητας και Αθλητισμού στην εξύμνηση της αθλητικής πρακηκής ως του καταλλη λότερου μέσου γιατον αγώνα ενάνπα στη «δυσαρέσκεια» που αναπτύσ σεται σπς τάξεις της νεολαίας. Ο Σαμπάν-Ντελμάς, σε μια πρόσφατη συνέντευξή του στην EQUIPE (πάντα αυτή!), μίλησε για τηνΑναγκαιότη τα να διαμορφωθεί μια πολιτική όσον αφορά τη νεολαία (που θα εφαρ μόζεται από το αρμόδιο υπουργείο) και να αναληφθεί μια «σταυροφορί α» για την «αλλαγή της νοοτροπίας» (SIC) των νέων. Πειθάρχηση της νεολαίας, ενσωμάτωση της, διαμόρφωση «παραδειγμαπκής συμπερι φοράς και νοοτροπίας», διαμόρφωση προτύπων συμμετοχής γιατη νε ολαία, όλα αυτά δεν είναι παρά ο εξαγνισπκός προσηλυπσμός που επιχειρείται με το τέχνασμα της μαζικής αθλητικής πρακτικής. Μέσα στα ίδιαπλαίσια και με το ίδιο πνεύμα μίλησε κι ο τότε Υπουρ γός Νεότητας και Αθλητισμού, Νουνγκεσέρ, ενώ ήταν ακόμη θερμό το
__________________________
120
"Αθλητισμός, κουλτούρα και κατα π ίεσ η’
κλίματων οδοφραγμάτων και των διαδηλώσεων: «Η νεολαία και ο αθλη τισμός είναι δυο προβλήματα στενά συνδεδεμένα μεταξύ τους, στο μέ τρο που η νεολαία πρέπει να βρει μια διέξοδο μέσα απ’ τον αθλητι σμό» [39] . Σήμερα, είναι ο Κομιτί και ο Μαρσελέν που διευθύνουν αυτή την πολιτική στραπω-τικοποίησης της νεολαίας με τον αθληπσμό (μέσω της σωμαπκής και αθληπκής αγωγής που διδάσκεται στο σχολείο), τους ελεγχόμενους «οίκους νεότητας», πς διάφορες λέσχες... και τα C.R.S.. (κάπ σαν τα ελληνικά Μ,Α.Τ.-Σ.τΜ.) που όλο το καλοκαίρι, μέσα σ’ ένα κλίμα συναδέλφωσης, βοηθούν τη νεολαία σπς πλαζ. Μπορεί, τελικά, ο αθληπσμός να είναι αυτό το πεδίο ηθικής συμφιλίωσης των διαφορετι κών κοινωνικών τάξεων, αυτό το σταυροδρόμι όπου μαθαίνουμε να εκπμούμε και να καταλαβαίνουμε ο ένας τον άλλο; Αυτό που μας ενδιαφέρει εδώ δεν είναι μόνο το γιατί μιας τέτοιας κυβερνηπκής πολιπκής, αλλά και το πώς, τα μέσα που χρησιμοποιεί.
Η ΠΟΛΠΊΚΗ ΣΗΜΑΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΟΥ Α ΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ Αν, όπως λέει ο Κομιτί[40], ο αθλητισμός πρέπει να εισαχθείμαζικά στο σχολείο, υπάρχουν αρκετοί λόγοι για να γίνει κάπ τέτοιο. Αρκούν τα τέσσερα θέματα που ακολουθούν για να το αποδείξουμε. α) Η διαμόρφωση του χαρακτήρα Οι Επίσημες Οδηγίες, που απευθύνονται στους καθηγητές, διευκρι νίζουν: «Ο σχολικός και πανεπιστημιακός αθλητισμός που, απ' τη φύση του, αντανακλά πς ευγενέστερες ηθικές αξίες πρέπει να συνεχίσει να υπηρετεί την εκπαίδευση: πρέπει να γίνει προσιτός σ’ όλους τους νέους και να συμβάλλει στη δημιουργία ανθρώπωνμε χαρακτήρα. Αυτός είναι ο λόγος γιατον οποίο, σπς περισσότερες περιπτώσεις, πρέπει να κατέ χει τη σημαντικότερη θέση μεταξύ όλων των σωμαηκών δραστηριοτή των.» Ξέρουμε, όμως, όπ αθληπσμός στο σχολείο σημαίνει όπ το παιδί συνειδητοποιείτο σώμα του με βάσητοτρίπτυχο αποδοπκότητα-ανταγωνισμός-ρεκόρ. Σημαίνει εγκατάλειψη ή άρνηση κάθε δημιουργικής, αισθηπκής και παιγνιώδους πλευράς: ανάπτυξη, απελευθέρωση, από λαυση της σωμαπκής δραστηριότητας. Σημαίνει, επίσης, εθισμό στην επίμονη προσπάθειαγιατο ξεπέρασματου εαυτού (θα έπρεπε να ξέρου με ήδη π είναι αυτός ο «εαυτός»), κλπ. Αλλά ο αθληπσμός, όπως λένε, «προετοιμάζει το παιδί για την ενήλικη ζωή και φυσικά: «μαθαίνω να υποφέρω» σημαίνει«μαθαίνω να ζω». Οι «ψυχολογικές» αρετές του α θληπσμού είναι οι νόρμες, οι κανόνες, οι αξίες της ασπκής κοινωνίας. Ο «επίσημος χάρτης» της ασπκής τάξης όσον αφορά τον αθληπσμό, η Πραγματεία περί Αθλητισμού, που επεξεργάστηκε, το 1964, ο πρώην
__________________________
121
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μπρομ
οπαδός του καθεστώτος του Βισύ, Μποροτρά, εξηγεί: «Ο αθλητισμός, με την πειθαρχία που επιβάλλει, αποκαλύπτει την αναγκαιότητα των κανόνων, τα αγαθά της ανιδιοτελούς και οργανωμένης προσπάθειας. Με την ομαδική ζωή που πολύ συχνά προϋποθέτει, εξασφαλίζει το σε βασμό της νόμιμα εδραιωμένης ιεραρχίας.» Δεν χρειάζονται πολλές α ποδείξεις για να βεβαιώσουμε ότι αυτό ακριβώς το είδος των «ανθρώ πων με χαρακτήρα» χρειάζεται η εξουσία και ότι τέτοιους ακριβώς αν θρώπους θέλει να διαμορφώσει μέσω του σχολείου, από πολύ μικρή ηλικία, κάτω απ' τον έλεγχο των αρμόδιων για τη διαπαιδαγώγηση της νεολαίας. Ο καθηγητής-διαμορφωτής χαρακτήρων γίνεται ο εκπρόσω πος του κράτους που συνεργάζεται για την αναγκαία πειθάρχηση της νεολαίας. β) Η ηθική διαπαιδαγώγηση Στενά συνδεδεμένη με την προηγούμενη, η ηθική διαπαιδαγώγηση προσφέρει στους νέους αυτά τα «ψυχικά χαρίσματα» που συνήθως δεν έχουν: πνεύμα ανεκτικότητας, σεβασμό για τους άλλους, αφοσίωση, ανιδιοτέλεια των πράξεων, κλπ. Όλα αυτά ακριβώς επαναλαμβάνουν κι οι πανεπιστημιακές αρχές στα δελτία εγγραφής στην αθλητική ένωση της Σορβόννης αναγράφεται: «Ο αθληπσμός, με την εθελονπκή και συ νεπή σωματική προσπάθεια που συνεπάγεται, αποτελεί ένα είδος ασκη τισμού που εξασφαλίζει στην πνευμαπκή διαπαιδαγώγηση, καθώς και στη γενική αγωγή των ανθρώπων, μια εγγύηση ισορροπίας.» Ήδη το 1959, ο Ερζόγκ τόνιζε ότι ο αθλητισμός, απ’την ίδιατου τη φύση, «είναι ο ισχυρότερος σύμμαχος της ηθικής» γισπ συμβάλλει στην καταπολέμηση της τεμπελιάς και της αμέλειας. Και ακριβώς ως προς την ηθική της απειλείται η αστική τάξη: γι αυτό το λόγο η διοχέτευση των ανατρεπτικών ενεργειών της εξεγερμένης νεολαίας γίνεται πια επιτα κτική αναγκαιότητα. Ο αθλητισμός είναι το φάρμακο, το αντίδοτο για τη σεξουαλική «διαφθορά» της νεολαίας, για την πολιτική της «ανευθυνότητα». Είναι η ηθική μέσω της άσκησης των μυών. Και η αστική τάξη, προς όφελος της εθνικισπκής και δημαγωγικής της προπαγάνδας, στρέ φεται πολύ εύκολα προς τη μυθολογίατου πρωταθλητή: «Δε βλέπωπου αλλού θα μπορούσαμε να βρούμε αθλητές για τους αγώνες μας αν όχι στη μάζατων αθλουμένων. Προσθέτω ότι οι πρωταθλητές έχουν συνή θως παραδειγματικό χαρακτήρα και μια δύναμη έλξης που θα πρέπει να τη λάβουμε σοβαρά υπόψη»[41]. Όπως ξέρουν καλά οι ιησουίτες, δεν υπάρχει καλή ηθική χωρίς θεούς[42]. γ) Η επιλογή των μελλοντικών πρωταθλητών Για τη δημιουργία πρωταθλητών, πρέπει να υπάρχει μια τεράστια μάζα αθλουμένων μέσα απ’ την οποία να γίνεται ευρύτατη επιλογή. Αυτός είναι ο λόγος που θεωρήθηκε αναγκαίο να εισαχθεί ο αθλητισμός στο σχολείο (και τώρα στο δημοτικό σχολείο, στα πλαίσια του «ενός
__________________________
122
‘Α θλητισμός, κουλτούρα και κατα πίεση"
τρίτου των ωρών διδασκαλίας» για τα λεγάμενα μαθήματα «πνευματι κής αφύπνισης» καινοτομίας που καθιερώθηκε πρόσφατα). Επειδή ε λάχιστοι νέοι έκαναν αθληπσμό στους διάφορους αθλητικούς ομίλους, θεωρήθηκε επίσης αναγκαίο απ’ την κυβέρνηση να επιδιωχθεί η δη μιουργία κάποιας σύνδεσης ανάμεσα στο σχολείο και τους ομίλους: τη σύνδεση αυτή την εππυγχάνουν βασικά οι «αθληπκές κοινότητες». Πράγ ματι, για έναν καθηγητή των «αθλητικών κοινοτήτων» είναι αυτονόητο ότι η «εκπαιδευτική του πράξη» πρέπει να παρατείνεται κι έξω απ’ το σχολείο, κατά τη διάρκεια και μετά τη λήξη της φοίτησης των μαθητών του. Επειδή ο στόχος των «αθλητικών κοινοτήτων» είναι η διάδοση της αθλητικής πρακπκής σ' όσο γίνεται περισσότερους ανθρώπους, πρέπει να προετοιμάσει άμεσα, κατά τη διάρκεια της υποχρεωτικής φοίτησης στο σχολείο, αυτούς τους μελλοντικούς αθλητές ή πρωταθλητές. Το σχολείο γίνεται το «φυτώριο» των αθλητικών ομοσπονδιών και των ομί λων, τροφοδοτεί την εθνική αθλητική παραγωγή και συμβάλλει στην ορθολογικοποίηση και τη σχεδιοποίησή της. Κάθε «μέλος», λοιπόν, των «αθλητικών κοινοτήτων» με την εγγραφή του στην πρώτη γυμνασίου, παίρνει ένα δελτίο «ελεύθερης άθλησης», που του δίνει το δικαίωματης δωρεάν εισόδου σ’ όλα τα αθλητικά στά δια της περιοχής του. Έτσι, οι μαθητές ασκούνται σ’ ένα ή περισσότερα αγωνίσματα και διαμορφώνουν κάποια γνώμη για τις ικανότητές τους. Πράγμα που «επιτρέπει σ’ όλες τις περιπτώσεις, έναν προσανατολισμό ορθολογικότερο απ' αυτόν που υπάρχει μέχρι σήμερα, έναν προσανα τολισμό που πρέπει να παραδεχτούμε ότι αποκλείει συχνά το τυχαίο»[43]. Ο καθηγητής, αυτός που πλάθει ανθρώπινες ψυχές, γίνεται κάπ παραπάνω: ένας λοχίας-στρατολόγος-προπονητής στην υπηρεσία της κυβερνηπκής πολιτικής. Όπως δηλώνεται στο καταστατικό των «αθλητι κών κοινοτήτων», «συμβάλλει στην ανάπτυξη του εθνικού αθλητισμού». δ) Προετοιμασία για την ανταγωνιστικότητα της νέας κοινωνίας Η έκθεση Μονζουά-Ορτολί επιμένει στην ανάγκη εισαγωγής της αποδοτικότητας και της ανταγωνιστικότητας του κρατικού και οικονομι κού συστήματος σ’ όλατα επίπεδα, περιλαμβανομένου και του σχολείου όπου πρέπει να εδραιωθεί η «βιομηχανική νοοτροπία της ανταγωνισπκότητας». Αναφερόμενη στην επίδραση του εκπαιδευπκού συστήματος ως προς αυτές τις νοοτροπίες, διευκρινίζει: «Η ομάδα εισηγείται να αναπτυχθούν απ’ τα χρόνια του σχολείου οι συμπεριφορές και οι νοο τροπίες που απαιτούνται απ'τη βιομηχανική δραστηριότητα: (...) ικανό τητα εκτέλεσης μιας καθορισμένης λειτουργίας στα πλαίσιαμιας συνο λικής οργάνωσης, η αίσθηση υπευθυνότητας» και πιο κάτω: «Πρώτα απ’ όλα, πρέπει να παρατηρήσουμε ότι η «βιομηχανική αποστολή» του εκ παιδευτικού μηχανισμού αφορά ολόκληρο το έθνος». Πιστεύουμε πως πρέπει να παρατηρήσουμε επίσης ότι ο αθλητισμός είναι το κσταλληλό___________________________________________________________ 1 2 3
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μπρομ
τερο μέσο: ο ανταγωνισμός, ο αγώνας, η αποδσπκότητα, η χρονομέ τρηση, η καταμέτρηση, η υποταγή στην εξουσία, η ορθολογικοποίηση, όλα αυτά θατα συναντήσουμε τόσο στην αθλητική πρακτική όσο και στη βιομηχανική πρακτική. Το κράτος επέβαλε, μετά το 1967, στους καθη γητές σωμαπκής αγωγής και αθληπσμού να τηρούν πς επίσημες οδηγί ες πράγμα που τείνει να τους μετατρέψει σε τεχνικούς της αθλητικής αποδσπκότητας. Η έκθεση Μονζουά-Ορτολί διευκρινίζει τώρα όπ, στην ουσία, πρέπει, να κατασκευαστούν ρομπότ προσαρμοσμένα στις απαι τήσεις της βιομηχανικής κοινωνίας!... Τατέσσερα αυτά θέματα, που θίχτηκαν κάπως συνοπτικά, αρκούν στα πλαίσια αυτού του άρθρου για να αποδείξουν τη σύνδεση που υ πάρχει ανάμεσα στον αθληπσμό και την κυβερνητική πολπική: οι «αθλη τικές κοινότητες», η Πραγματεία περί Αθλητισμού, η έκθεση ΜονζουάΟρτολί, μορφές φαινομενικά μεμονωμένες, αποκαλύπτονται τελικά σαν ένα είδος πραγματικά συνεκπκού προγράμματος όσον αφορά την πει θάρχηση της νεολαίας. Μπορούμε, λοιπόν, να καταλάβουμε την τεράσπα σημασία που έχει η εισαγωγή του αθληπσμού στο σχολείο και το ρόλο που μπορούν να παίξουν οι διάφορες «παρακρατικές» δομές, ό πως οι λεγάμενες «αθλητικές κοινότητες» στα πλαίσια αιπού του ολικού προγράμματος.
ΟΙ «ΑΘΛΗΤΙΚΕΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ» Ή Η «ΑΟΡΙΣΤΙΑ» ΤΗΣ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ Συνεπώς, οι «αθλητικές κοινότητες» εππελούν αυτό που προσπαθεί να πετύχει η κυβέρνηση εδώ και πολλά χρόνια: τη σύνδεση σχολικού και εξωσχολικού αθλητισμού, τη στρατιωτικοποίηση της νεολαίας μέσω της αθλητικής πρακτικής. Διαμορφώνουν, όπως είδαμε, αθλητές και μελλονπκά «στελέχη» (αθλητικούς παράγοντες) για τον γαλλικό αθληπσμό. Ανππροσωπεύουν αυτό ακριβώς το είδος της υπεύθυνης και δημοκρα τικής δομής συμμετοχής σ'έναν εθνικό στόχο: Ο γαλλικός αθληπσμός, για το καλό της γαλλικής νεολαίας, που είναι δυνατή και υγιής χάρη στοναθληπσμό. Άλλωστε, υπάρχει και η (ρεφορμισπκή και εθνισπκή) γραμμή του Κ.Κ.Γ. που, «χωρίς να περιμένει πς σημανπκές αλλαγές οι οποίες θα καταστούν εφικτές στα πλαίσια ενός καθεστώτος προωθημένης δημοκραπας», είναι έτοιμο να συμβάλλει στην ανάπτυξη και τη βελπ'ωση της αθληπκής πρακτικής μέσα στο σχολείο κι έξω απ’ το σχολείο[44]. Με προκάλυμμα το «εθνικό ενδιαφέρον» για τον αθληπσμό, τον ανθρωπι σμό και την κουλτούρα, το Κ.Κ.Γ. ακολουθεί την πολίτική του της ταξικής συνεργασίας και γίνεται «βασικό στήριγμα» γιατην καλή λεπουργία της 1 2 4 ___________________________________________________________
'Αθλητισμός, κουλτούρα και κα τα π ίεσ η ’
καπιταλιστικής μηχανής: «Οι παιδαγωγικές μέθοδοι θα αποτελέσουν αντικείμενο μιας ανανεωτικής προσπάθειας και επιπλέον θα πρέπει να μας απασχολήσει ακόμα και ο τρόπος ζωής του μαθητή αν θέλουμε να εξασφαλίσουμε την καλύτερη απόδοση του σχολικού θεσμού» [45]. Η «αοριστία» της συμμετοχής, αυτή που μπορεί να πείθει ότι είναι δυνατό να εδραιωθεί μια «καλώς εννοούμενη» συμμετοχή στο σχολείο με τα κατάλληλα και ανανεωμένα παιδαγωγικά μέσα, αντανακλάται σα φέστατα στο παιδαγωγικό σύστημα των «αθλητικών κοινοτήτων».
Αυτό που μένει είναι η παιδαγωγική ψευδαίσθηση: ορισμένοι έχουν την εντύπωση ότι μπορούν να κάνουν κάτι συγκεκριμένο, αποδοτικό, μέσα απ’ αυτή την απλή, συνεκτική και ορθολογική μέθοδο των «αθλητι κών κοινοτήτων.» Άλλοι πιστεύουν ότι προεικονίζουν τον αυριανό, δυ ναμικό και αγωνιστή εκπαιδευτικό, τον εκπαιδευτικό που εμψυχώνει, που παρακινεί, που βρίσκεται εκεί για να ξαναβάζει σε λειτουργία τη μηχανή μόλις πάει να σταματήσει. Άλλοι, πάλι, πιστεύουν στ’ αλήθεια ότι ο παιδαγωγικός τους ρόλος είναι να κάνουν τους νέους ν’ αγαπήσουν τον αθλητισμό, που κάποτε έδωσε και σ’ αυτούς ορισμένες προσωπικές ικανοποιήσεις. Όλοι εγκαταλείπουν τη σωματική αγωγή (που την αντι μετωπίζουν σαν την «παλιά γυμναστική του μπαμπά», αλλά η ανάλυση δεν κατορθώνει να πάει πιο πέρα) για να την αντικαταστήσουν με την αθλητική αγωγή. Και όλοι αρνούνται να δουν το ρόλο που τους επιβάλ λει η κυβέρνηση όταν τους προσεταιρίζεται, στα πλαίσια μιας «δημοκρα τικής» συμμετοχής, για να πετύχει τη στραπωτικοποίηση της νεολαίας μέσω του αθλητισμού. Λες και μπορούν «να στρατιωτικοποιηθούν» οι νέοι μόνο με τα λόγια! «Η καλή παιδαγωγική τους θέληση επαναφομοιώνεται, χρησιμοποιείται πολιτικά, τόσο στο σχολείο με τη μεσολάβη ση αυτών των «κοινοτήτων» όσο και έξω απ’το σχολείο με τις διάφορες προσπάθειες να οργανωθούν «Αθλητικές Συναντήσεις», αθλητικές κα τασκηνώσεις («Χαρούμενος Ήλιος» του Σετ), πρωτοβουλίες που αναλήφθηκαν κατά καιρούς απ’ την F.S.G.T. (Αθλητική και Γ υμναστική Ομο σπονδία Εργασίας), τις «Αθλητικές Σχολές», κλπ. Οι «αθλητικές κοινότητες» σ’ αυτό ακριβώς το πλαίσιο, έχουν συ γκεκριμένη πολιτική σημασιοδότηση: γίνονται το στρατηγικό σημείο συ νάντησης ανάμεσα στον αθλητισμό και την κυβερνητική πολιτική. Ανα λαμβάνουν, μπορούμε να πούμε, το καθαρά πολιτικό εγχείρημα του σχολικού αθλητισμού. Αυτήν ακριβώς τη θέση υποστηρίξαμε απ’ την εισαγωγή αυτής της μελέτης, επιμένοντας στις πολιτικές συνέπειες μιας φαινομενικά ουδέ τερης παιδαγωγικής πρακπκής, διακηρύσσοντας ότι η παιδαγωγική και ο παιδαγωγός έχουν καθαρά πολιτική σημασία, αυτήν που τους προσδίνει το αστικό κράτος, όπως και σ’ οποιονδήποτε άλλο θεσμό. ___________________________________________________________ 1 2 5
Φ. Γκαντερέ, Π. Λακιγιομί, Ζ. Μ περτό, Ζ. Μπρομ
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ [1 ] »L’ Equipe», 19-02-1968. 12] Στο ίδιο, 10-06-1968. [3 ] «Cahiers du C.E.R.M »., No 43, a. 7 5 R. Mirand, αναφ έρ εται α π ’ τον Y. Adam . ]4 ] «Essai de doctrine», M inistire de la je unesse et des Sports, σ.20. 15] Βλ. τα άρ θρα του J. Μ. Brohm, «Former des pm es en forgeant des corps». Partisans, N o 15, Απ ρίλιος-Μ άιος 1964 και «Sociologie politique du sport». Partisans, N o 28, Απρίλιος 1966 (δημοσιεύεται εδώ μ ε τον τίτλο «Η Πολιτική Κοινωνιολογία το υ Αθλητισμού»;. [6 ] Τα απ οσπάσματα που αναφ έρονται στην νέα οργάνωση του αθλητισμού είναι απ ' το περιοδικό «Education physique et Sport», N o 75, Μ ά ιο ς 1965. [7 ] E.P.S. No75, Μ ά ιο ς 1965, σ.14. [8 ] «Recherches internationales 0 la lumiOre du marxisme». N o 48, 1965, σ. 103. 191 E.P.S., N o 75. [10 ] E.P.S., N o 75, σ.19. 111] E.P.S., σ.17. [1 2 ] O R. M erand, «Recherches internationals...», ό.π., σ.100, αναγνωρίζει ότι ο προπονητής έχει την «πρώτη» θέση: «ο άνθρωπος που βρίσ κεται στο επίκεντρο τη ς αθλητικής πρακτική: ο προπονητής». [1 3 ] Βλ. σχετικά μ ' αυτό το θέμα, το ενδιαφέρον άρθρο του G. Vigarello, «Entraineur-Educateur?», Partisans, N o 28, Απρίλιος 1966. [1 4 ] B. O.. N o 41, 02-11-1967. [1 5 ] «Ν έες Δ ια λέξεις». [1 6 ] «Έ ρως και Πολιτισμός», Εκδ. Κάλβος. [17 ] «Μ αζική Ψ υχολογία το υ Φασισμού», Εκδ. Μπουκουμάνη. [1 8 ] «Essai d e doctrine des Sports», σ.23. [1 9 ] I. Π ρος Κορινθίους, IX, 27. [2 0 ] Pie XII, «Le Corps Humain», DesclO e d e Brouwer, σ.57. [2 1 ] «Essai de doctrine», σ.31. [2 2 ] Y. Bossard, «Vues chrOttienes sur le sport», Flammarion, 1961. [2 3 ] G. Durand, «L’ Adolescent et le sport», P.U .F., σ.56. [2 4 ] Φρόυντ, «Π έντε Μ αθή μ α τα για την Ψυχανάλυση». [2 5 ] «Τρία Δ οκίμια για τη Θ εω ρία τη ς Σεξουαλικότητας». [2 6 ] Φρόυντ, «Δοκίμια Μ εταψ υχολογίας», Εκδ. Καστανιώτη. [27 ] Στο ίδιο. [2 8 ] Φρόυντ, «Ο Μωυσής». [29 ] Βλ. το βιβ λίο «Educatio n ou m ise en condition? », συλλογή κειμένων απ' το περιοδικό Partisans (ορισμένα απ ' τα κείμενα αυτού του βιβλίου δημοσιεύονται ελληνικά σ το βιβλίο «Η Ιδεολογία τη ς Εκπ αίδευσης και η
126
“Α θλητισμός, κουλτούρα και κα τα π ίεσ η ’ Μ άθησ η τη ς Ε λευθερ ίας», Εκδ. Καστανιώτη). [3 0 ] «Το Μ έλλον μιας Αυταπάτης». [31 ] «TraitO thOorique et pratique de psychanalyse», Payot, σ.3 65. [3 2 ] « Ν έες Δια λέξεις». [3 3 ] «Education physique et sportive». No 98, Μ ά ιο ς 1969, σ.69. [3 4 ] Σ το ίδιο. [3 5 ] «Sport Plein Air», Ιούνιος 1969, μηνιαία επιθεώρηση της F.S.G.T. [3 6 ] Σ το ίδιο. [3 7 ] 19-12-1968. [3 8 ] Αναφ έρ εται απ ' την εφ ημερίδα «L' Equipe», 20-11-1969. [3 9 ] «V Equipe», 11-06-1968. [40 ] - L ’ Equipe», 11-12-1968. [41 ] Συνέντευξη στην εφ ημερίδα «L' Equipe». [42 ] Βλ. P. Laguillaumie, «Pour une critique (ondam entale du sport». Partisans, N o 4 3 (δημοσιεύεται εδώ μ ε το ν τίτλο «Για μια θεμελιακή κριτική του αθλητισμού»;. [43 ] «Educatio n physique et sportive», N o 98, σ.62. [44 ] Βλ. περιοδικό «L’ Ecole et la Nation», Ιούνιος 1969. [45 ] "L’ Ecole et la Nation», σ.68.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦ ΙΑ M arie Bonaparte, «Introduction a la thiorie des instincts», P.U.F., 1951. Am ould Clausse, «Introduction α Γ histoire de Γ education», Bruxelles, Ed. d e Boeck, 1961. G. Durand, «L’ Adolescent et le sport», P.U.F. Σ. Φρόυντ, «Δοκίμια Μ εταψ υχολογίας» «Τ ρ ία Δοκίμια για τη Θ εω ρία τη ς Σεξουαλικότητα ς» «Ο Μ ω υσής και ο Μ ονοθεϊσ μός» «Εισαγω γή στην Ψυχανάλυση» «Δοκίμ ια Ψ υχανάλυσ ης» «Το Μ έλλον μιας Αυταπάτης» «Π έντε Μ α θήμ ατα για την Ψ υχανάλυση» (πληθώρα εκδόσεων από πολλούς και δια φ ορ ετικούς εκδοτικούς οίκους). Guillemain, «Le Sport et Γ Education», P.U.F. Le Khoi, «L’ Industrie d e Γ enseignem ent», Ed. d e Minuit. X. Μ αρκούζε, «Έ ρως και Πολιτισμός», Εκδ. Κόλβος, «Ο Μ ονοδιά στατος Ανθρωπος», Εκδ. Παπαζήση. Κ Μ αρξ, «Η γερμανική Ιδεολογία», Dr. S. Nacht, Le M asochisme, Payot, 1965. Β. Ράιχ, «Η Λ ειτο υργία το υ Οργασμού» «Ο Σ εξουαλ ικ ός Αγώνας τω ν Νέων» «Δ ιαλεκτικός Υ λισ μός και Ψυχανάλυση».
Paul Sivadon et Francois Gantheret, «La reeducation corporelle des functions mentales», Ed. sociales ίτβηηβίββε, 1965. Victor Smirnoff, «La Psychanalyse de Γ enfant», P.U.F., 1966. 127