ΘΕΡΗΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ
Κεφλαιο 9
ΕΠΙΣΤΗΜΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΜΕΘΟΟΛΟΓΙΚΗ ΟΡΙΟΘΕΤΗΣΗ ΤΗΣ «ΝΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ» Μανόλης αφ"ρμος
Στην παρούσα εργασία του Μανόλη Δαφέρμου1 εξετάζονται τα βασικά στάδια ανάπτυξης της σύγχρονης ιστοριογραφίας της ψυχολογίας. Επίσης, αναλύονται οι βασικές θέσεις της «νέας ιστορίας της ψυχολογίας» σε σύγκριση με τις απόψεις της παραδοσιακής ιστορίας της ψυχολογίας και επιχειρείται η ανίχνευση του επιστημολογικού και μεθοδολογικού υπόβαθρου της «νέας ιστορίας της ψυχολογίας». Η οριοθέτηση της «νέας ιστορίας της ψυχολογίας» πραγματοποιείται μέσω της κριτικής εξέτασης της συζήτησης για τη σχέση «εσωτερικής»-«εξωτερικής» (internalism-externalism) ιστορίας της επιστήμης, παροντισμού-ιστορικισμού (presentism–historicism), περσοναλισμού-συγκειμενικής προσέγγισης (personalism-contextualism). Εν κατακλείδι, προτείνεται η επεξεργασία συνθετικής ερευνητικής στρατηγικής, που συμβάλλει στη διαλεκτική υπέρβαση των προαναφερόμενων διπόλων.
Εισαγωγή Τα τελευταία χρόνια αναπτύσσεται ένας γόνιμος επιστημονικός διάλογος στο πεδίο της ιστορίας της ψυχολογίας (Furumoto, 1989· Lovett, 2006· Hilgard, Leary, & McGuire, 1991). Οι παραδοσιακές 1. Ο Μανόλης Δαφέρμος είναι επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, e-mail:
[email protected]
245
ΘΕΡΗΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
προσεγγίσεις της ιστορίας της ψυχολογίας τίθενται υπό αμφισβήτηση και αναπτύσσεται έντονος προβληματισμός όχι μόνο για την ιστορία της ψυχολογίας ως επιμέρους κλάδο της ψυχολογίας, αλλά γενικότερα για τις προοπτικές της ψυχολογίας ως επιστήμης, τη σχέση ψυχολογικής γνώσης και κοινωνικών πρακτικών κτλ. (Kamin, 1974· Danzinger, 1994· Herman, 1995· Danzinger, 1996· Harris, 2003). Στην παρούσα εργασία θα επιχειρήσουμε: α) να εξετάσουμε τις σημαντικότερες περιόδους ανάπτυξης της ιστοριογραφίας της ψυχολογίας, β) να αναλύσουμε τις σημαντικότερες διαφορές μεταξύ της παραδοσιακής και της «νέας ιστορίας της ψυχολογίας», δ) να θέσουμε το ζήτημα των προοπτικών της περαιτέρω ανάπτυξης της ιστορίας της ψυχολογίας.2
Περίοδοι ανάπτυξης της σύγχρονης ιστοριογραφίας της ψυχολογίας Η κατανόηση της θέσης και του ρόλου της «νέας ιστορίας της ψυχολογίας» προϋποθέτει τη μελέτη της ανάπτυξης της σύγχρονης ιστοριογραφίας της ψυχολογίας. Η ιστοριογραφία με το ευρύ νόημα του όρου αναφέρεται στην ανάλυση του συνόλου των ερευνών, που απεικονίζουν την ιστορία έρευνας των προβλημάτων ενός συγκεκριμένου κλάδου της γνώσης (Koltsova, 2008). Το ζήτημα των κριτηρίων περιοδολόγησης της ιστοριογραφίας της ψυχολογίας είναι ένα σύνθετο και ελλιπώς διερευνημένο ζήτημα, που ξεφεύγει από το πλαίσιο της παρούσας μελέτης. Συμβατικά, στην παρούσα εργασία υιοθετούμε την περιοδολόγηση της ιστοριογραφίας της ψυχολογίας που εισήγαγε ο Ballantyne (2002). Η πρώτη περίοδος της σύγχρονης ιστοριογραφίας της ψυχολογίας, σύμφωνα με τον Ballantyne (2002), καλύπτει τις δυο πρώτες
2. Για μια συστηματική πραγμάτευση της προβληματικής της παρούσας εργασίας, βλ. το βιβλίο Το ιστορικό γίγνεσθαι της ψυχολογίας (Δαφέρμος, 2010).
246
ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΦΕΡΜΟΣ
δεκαετίες του 20ού αιώνα. Χαρακτηριστικό στοιχείο της εν λόγω περιόδου ήταν η μετατροπή της ψυχολογίας σε ανεξάρτητη επιστήμη. Αυτή την περίοδο με γρήγορους ρυθμούς προωθήθηκε η διαδικασία θεσμοποίησης και επαγγελματοποίησης της ψυχολογίας ως επιστημονικού κλάδου. Διαμορφώθηκαν ορισμένα από τα σημαντικότερα ρεύματα της σύγχρονης ψυχολογίας, ασκήθηκε κριτική στο ερευνητικό πρόγραμμα του Wundt, εμφανίζεται ο συμπεριφορισμός, η ψυχολογία Gestalt, η ψυχανάλυση κ.ά. Τα βιβλία που εκπονήθηκαν κατά την εν λόγω περίοδο στο πεδίο της ιστορίας της ψυχολογίας εκφράζουν την απόπειρα νομιμοποίησης του επιστημονικού status και της αυτονομίας της ψυχολογίας σε σχέση με τη φιλοσοφία και τις άλλες επιστήμες. Οι σημαντικότεροι εκπρόσωποι της ιστοριογραφίας της ψυχολογίας της εν λόγω περιόδου είναι οι Hall (1912), Baldwin (1913), Dessoir (1912) και Brett (19121921). Τα πρώτα βιβλία ιστορίας της ψυχολογίας γράφτηκαν όχι τόσο για την προαγωγή της ψυχολογίας ως επιστήμης όσο για διδακτικούς σκοπούς (Danzinger, 1994· Bhat & Tonks, 2002). Οι πρώτοι ιστορικοί της ψυχολογίας τόνιζαν το μακρύ φιλοσοφικό παρελθόν της ψυχολογίας και τη σύντομη ιστορία της ως ανεξάρτητου επιστημονικού κλάδου (Baldwin, 1913· Brett, 1912-1921). Η δεύτερη περίοδος της σύγχρονης ιστοριογραφίας της ψυχολογίας, σύμφωνα με τον Ballantyne (2002), καλύπτει τη δεκαετία του 1920 έως τις αρχές της δεκαετίας του 1930. Χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτής της περιόδου είναι ότι η ιστορία της ψυχολογίας εξετάζεται υπό το πρίσμα της διευρυνόμενης, εμπειρικής ψυχολογικής έρευνας. Σημαντικότεροι εκπρόσωποι της ιστοριογραφίας της ψυχολογίας αυτής της περιόδου είναι οι Boring (1929/1950), Woodworth (1931) και Flugel (1933). Το βιβλίο του Boring (1929/ 1950) Ιστορία της πειραματικής ψυχολογίας επέδρασε καταλυτικά στη διαμόρφωση του τρόπου σκέψης των νέων γενιών ιστορικών της ψυχολογίας και έγινε αντικείμενο έντονων αντιπαραθέσεων (Lovett, 2006). Στο εν λόγω έργο το κέντρο βάρους της ιστορικοψυχολογικής έρευνας μεταφέρθηκε από την εξέταση του φιλοσοφικού παρελθόντος της ψυχολογίας στην πραγμάτευση των σύγ-
247
Η ΚΟΙΝΝΙΟΛΟΓΙΑ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΙΣ ΝΕΕΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ
χρονων τάσεων της ψυχολογίας ως πειραματικής επιστήμης. Αυτή την περίοδο επικράτησε η τάση περιορισμού της ιστορίας της ψυχολογίας στην ιστορία της πειραματικής Ψυχολογίας. Σύμφωνα με τον O’Donnel (2002), το βιβλίο του Boring (1929/ 1950) εκπονήθηκε σε μια εποχή κρίσης της «καθαρής» πειραματικής έρευνας και ευρύτατης εξάπλωσης της εφαρμοσμένης ψυχολογίας. Ο Boring ήταν υποστηρικτής της «καθαρής» πειραματικής ψυχολογικής έρευνας. Η ιστορία της ψυχολογίας δεν αποτελούσε για τον Boring αυτοδύναμη ενασχόληση, αλλά απολογία και νομιμοποίηση της επιστημονικής ιδεολογίας του και μέσο πραγμάτωσης των επαγγελματικών προσδοκιών του (O’Donnel, 2002). Η τρίτη περίοδος της σύγχρονης ιστοριογραφίας της ψυχολογίας, σύμφωνα με τον Ballantyne (2002), καλύπτει τη δεκαετία του 1960 και του 1970. Αυτή την περίοδο πραγματοποιείται εκτατική ανάπτυξη της ιστοριογραφίας της ψυχολογίας και διεύρυνση της θεματολογίας και του φάσματος των ερευνών της. Σημαντικότεροι εκπρόσωποι της ιστοριογραφίας της ψυχολογίας της εν λόγω περιόδου είναι οι Watson (1963, 1979), Koch (1959), Boring (1963), Young (1966), Fancher (1979) και Kamin (1974). Κατά τις δεκαετίες 1960-1970 κλιμακώθηκε το ενδιαφέρον για την ιστορία της επιστήμης και εμφανίστηκαν ποικίλες θεωρητικές προσεγγίσεις της (Koyré, 1968· Popper, 1989· Lakatos, 1978· Kuhn, 1981). Σημαντικός σταθμός ήταν θεσμική αναγνώριση της ιστορίας της ψυχολογίας ως ανεξάρτητου κλάδου της ψυχολογίας. Το 1965 άρχισε να εκδίδεται το περιοδικό Journal of the History of the Behavioral Sciences. Σε αντιστοιχία με το θεωρητικό πρόγραμμα του εν λόγω περιοδικού, η ιστορία των επιστημών της συμπεριφοράς αποτελεί ευρύτερο πεδίο σε σχέση με την ιστορία της ψυχολογίας και καλύπτει το γενικότερο φάσμα φυσικών και κοινωνικών επιστημών (ιατρική, ψυχιατρική, κοινωνιολογία, βιολογία, ανθρωπολογία κτλ.) (Yοung, 1966). Το 1965 δημιουργήθηκε το Αρχείο Ιστορίας της Αμερικανικής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Akron του Οχάιο. Tο ίδιο έτος δημιουργήθηκε ο κλάδος ιστορίας της ψυχολογίας (κλάδος 26) του
248
ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΦΕΡΜΟΣ
Αμερικανικού Συλλόγου Ψυχολόγων (American Psychological Association). To 1968 ιδρύθηκε η Διεθνής Ένωση για την Ιστορία των Επιστημών της Συμπεριφοράς και των Κοινωνικών επιστημών (Cheiron). Το 1967 ξεκίνησε το πρώτο ειδικό διδακτορικό πρόγραμμα Ιστορίας και Θεωρίας της Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του New Hampshire με διευθυντή τον Robert Watson (Hilgard, Leary, & McGuire, 1991). Η τέταρτη περίοδος της σύγχρονης ιστοριογραφίας της ψυχολογίας, σύμφωνα με τον Ballantyne (2002), ξεκινά τη δεκαετία του 1980 και συνεχίζεται έως σήμερα. Ένα από τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά της περιόδου είναι η έντονη κριτική που αναπτύσσεται εναντίον του θετικισμού και η εμφάνιση ενός ευρύτατου φάσματος μεταθετικιστικών προσεγγίσεων της ιστορίας της ψυχολογίας. Σημαντικοί εκπρόσωποι της ιστοριογραφίας της ψυχολογίας είναι οι Yaroshevsky (1990), Leahey (1991), Murray (1983), Gould (1981), Koch και Leary (1983), Hilgard (1987) και Leary (1990). Ενδιαφέρουσες μελέτες στο πεδίο της ιστορίας της ψυχολογίας εμφανίζονται στα παρακάτω περιοδικά: History of Psychology, Journal of the History of Ideas, History of Psychiatry, The History of Human Sciences, Bulletin of the History of Medicine. Αυτή την περίοδο εμφανίστηκε η «νέα ιστορία της ψυχολογίας» (Danzinger, 1990· Danzinger, 1997· Furumoto, 1989). Αναμφίβολα, οι ιδέες των εκπροσώπων της «νέας ιστορίας της ψυχολογίας» συνέβαλαν όχι μόνο στην πραγματοποίηση γόνιμων ιστορικο-ψυχολογικών ερευνών, αλλά και στον κριτικό αναστοχασμό του κοινωνικού και επιστημονικού status της σύγχρονης ψυχολογίας (Jansz, & Drunen, 2004). Στη συνέχεια, θα επιχειρήσουμε να διερευνήσουμε τα σημαντικότερα σημεία διαφοροποίησης της «νέας ιστορίας της ψυχολογίας» σε σχέση με την παραδοσιακή ιστορία της ψυχολογίας.
249
Η ΚΟΙΝΝΙΟΛΟΓΙΑ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΙΣ ΝΕΕΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ
«Πανηγυρική» και κριτική ιστορία της ψυχολογίας Οι εκπρόσωποι της «νέας ιστορίας της ψυχολογίας» ασκούν κριτική στις «πανηγυρικές ιστορίες» της ψυχολογίας, χαρακτηριστικό γνώρισμα των οποίων είναι ότι οι προηγούμενες βαθμίδες ανάπτυξης της ψυχολογικής γνώσης εξετάζονται υπό το πρίσμα των κυρίαρχων αξιών του παρόντος (Harris, 2003). Οι «πανηγυρικές ιστορίες» (Whig histories) παρουσιάζουν το παρελθόν της επιστήμης ως ένα σύνολο προοδευτικών αναπόφευκτων βημάτων που οδηγούν στις τρέχουσες κυρίαρχες ιδέες (Leahey, 2002· Harris, 2003). Υπό το πρίσμα της εν λόγω προσέγγισης οι προηγούμενες βαθμίδες ανάπτυξης της επιστήμης ανάγονται στην προετοιμασία της παρούσας μορφής της. Οι «πανηγυρικές ιστορίες» της ψυχολογίας εδράζονται στην απολογητική αντιμετώπιση των σύγχρονων κυρίαρχων αντιλήψεων σχετικά με τον χαρακτήρα της ψυχολογικής γνώσης. Οι εκπρόσωποι των κριτικών προσεγγίσεων της ιστορίας της ψυχολογίας αναδεικνύουν τον εθνοκεντρικό (ευρωκεντρικό, βορειοαμερικανοκεντρικό) προσανατολισμό των κυρίαρχων θεωρήσεων της ιστορίας της ψυχολογίας. Δεν έχει τυχαίο χαρακτήρα η απουσία παρουσίασης των «μη δυτικών» ψυχολογικών αντιλήψεων στα περισσότερα εγχειρίδια ιστορίας της ψυχολογίας. Έτσι, κατά κανόνα, οι ψυχολογικές αντιλήψεις των χωρών της Ανατολής (Ινδία, Κίνα κτλ.) δεν γίνονται αντικείμενα συστηματικής πραγμάτευσης στο πλαίσιο της ιστορίας της ψυχολογίας. Οι εκπρόσωποι της «νέας ιστορίας της ψυχολογίας» ασκούν κριτική στις δυτικοκεντρικές προσεγγίσεις της ψυχολογίας και αναδεικνύουν τις ξεχασμένες ή υποτιμημένες πτυχές της ιστορίας της ψυχολογίας (π.χ., τη συμβολή ψυχολόγων που προέρχονται από εθνοπολιτισμικές μειονότητες, όπως επίσης, τη συνεισφορά των γυναικών ψυχολόγων στην ιστορία της ψυχολογίας) (Goodwin, 2005· Teo, 2005). Παρά το γεγονός ότι στην ΕΣΣΔ διαμορφώθηκαν εξαιρετικά γόνιμες ψυχολογικές κατευθύνσεις (ενδεικτικά αναφέρουμε την πολιτισμική-ιστορική ψυχολογία του Vygotsky, τη θεωρία της δραστηριότητας του Leontiev, τη θεωρία της δραστηριότητας του
250
ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΦΕΡΜΟΣ
Rubinstein, τη θεωρία της προδιάθεσης του Uznatze κ.ά.), στις δυτικές ιστορίες της ψυχολογίας απουσιάζει οποιαδήποτε αναφορά γι’ αυτές. Γενικότερα, οι εκπρόσωποι της κριτικής ψυχολογικής ιστοριογραφίας αναδεικνύουν τις αποσιωπήσεις, τα κενά, τις ελλείψεις, τις ασυνέχειες στην ιστορία της ψυχολογίας. Σε αντιδιαστολή με τις «πανηγυρικές ιστορίες» της ψυχολογίας εμφανίζονται «αναθεωρητικές ιστορίες» της ψυχολογίας, που οδηγούν σε αμφισβήτηση των κυρίαρχων αντιλήψεων στο πεδίο της ψυχολογίας και αναδεικνύουν τη σύνδεση των ψυχολογικών θεωριών με πολιτικές και κοινωνικές πρακτικές (Harris, 2003). Τα έργα των Kamin (1974) και Gould (1981) αποτελούν δείγματα της εν λόγω προσέγγισης. Ο Kamin (1974) άσκησε κριτική στις αντιλήψεις περί κληρονομικού προκαθορισμού της νοημοσύνης στη βάση της χρησιμοποίησης των τεστ νοημοσύνης (A. Jensen, R. Herrnstein κ.ά.). Ο Kamin (1974) ανέδειξε ότι τα τεστ νοημοσύνης χρησιμοποιήθηκαν κατά τη δεκαετία του 1920 στις ΗΠΑ για την ιδεολογική νομιμοποίηση των περιοριστικών μεταναστευτικών νόμων. Ο Gould (1981) άσκησε κριτική στον βιολογικό αναγωγισμό και επιχείρησε να ανακαλύψει τις ιστορικές καταβολές και την εξέλιξή του. Οι Kamin (1974) και Gould (1981) ανέδειξαν τα μεθοδολογικά λάθη της έρευνας του Cyril Burt για τα μονοζυγωτικά δίδυμα μέσω της οποίας επιχείρησε να «αποδείξει» τον κληρονομικό χαρακτήρα της νοημοσύνης. Η θεωρία περί έμφυτης νοημοσύνης χρησιμοποιήθηκε στη Μεγάλη Βρετανία για την ιδεολογική νομιμοποίηση ενός εκπαιδευτικού συστήματος «δύο ταχυτήτων». Σημαντικός σταθμός της κριτικής ιστοριογραφίας της ψυχολογίας αποτελεί το επιστημονικό έργο του Danzinger (1990, 1996, 1997). Χαρακτηριστικό στοιχείο της προσέγγισης του Danzinger είναι ότι δεν περιορίζεται στην ανάδειξη των πολιτικών, ιδεολογικών, κοινωνικών διαστάσεων της χρησιμοποίησης των αποτελεσμάτων της ψυχολογικής γνώσης, αλλά εστιάζεται στην διερεύνηση του ιστορικού χαρακτήρα της συγκρότησης του εννοιολογικού εξοπλισμού της ψυχολογίας και στην εξέταση του κοινωνικού χαρακτήρα της ψυχολογικής έρευνας. Ο Danzinger (1990) –ένας από
251
Η ΚΟΙΝΝΙΟΛΟΓΙΑ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΙΣ ΝΕΕΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ
τους θεμελιωτές της «νέας ιστορίας της ψυχολογίας»– επιχείρησε την κριτική διερεύνηση των τύπων ψυχολογικής έρευνας οι οποίοι διαμορφώθηκαν στα τέλη του 19ου-αρχές του 20ού (εργαστηριακό πείραμα του Wundt, κλινικό πείραμα, στατιστική έρευνα του Galton). Ο Danzinger ανέδειξε ότι κατά τη διάρκεια των πρώτων δεκαετιών του 20ού αιώνα το μοντέλο της ψυχολογικής έρευνας του Galton αναδείχθηκε κυρίαρχο διότι είχε συγκεκριμένες κοινωνικές εφαρμογές στη βιομηχανία και στην εκπαίδευση (Danzinger, 1990). Σε αντιδιαστολή με την παραδοσιακή ιστοριογραφία της ψυχολογίας, που τόνιζε τη συνέχεια στην ιστορία της ψυχολογίας, ο Danzinger (1997) έδωσε έμφαση στην ιστορική ασυνέχεια, που εκφράζεται στο γεγονός ότι πριν από τον 18ο αιώνα η ψυχολογία δεν υπήρχε ως διακριτός επιστημονικός κλάδος. Σε αντιδιαστολή με την παραδοσιακή ιστοριογραφία της ψυχολογίας, που υιοθετούσε μια γραμμική προσέγγιση της ψυχολογικής γνώσης, ο Danzinger (1997) ανέδειξε τον ασυνεχή χαρακτήρα της ιστορικής ανάπτυξης της ψυχολογίας. Κατά την άποψη μας, η χαρακτηριστική για τη «νέα ιστορία της ψυχολογίας» προβολή των ασυνεχειών της ιστορίας της ψυχολογίας είναι εξίσου μονοδιάστατη με την εμμονή στη συνέχεια που διαπερνά την παραδοσιακή ψυχολογική ιστοριογραφία. Η μονοδιάστατη προβολή των ασυνεχειών στην ιστορία της επιστήμης διαμορφώθηκε υπό την επίδραση των μεταδομιστικών και μετανεωτερικών προσεγγίσεων και ιδιαίτερα της φουκωικής επιστημολογίας (Foucault, 1976, 1972). Η φουκωική επιστημολογία ανέδειξε το ζήτημα των σχέσεων γνώσης και εξουσίας, τη σύνδεση των ψυχολογικών λόγων με τις τεχνικές διοίκησης σε μακροκοινωνικό (διοίκηση του κράτους πρόνοιας, ασφάλεια, ρύθμιση της εργασίας) και μικροκοινωνικό επίπεδο (χώροι εργασίας, σχολεία, στρατός, φυλακές, νοσοκομεία κτλ.) (Rose, 1996). Όμως, αμφιβολίες και αναπάντητα ερωτήματα δημιουργεί η φουκωική αντίληψη ότι η κοινωνική πραγματικότητα αποτελεί απλώς και μόνο προϊόν των λόγων, οι οποίοι μ’ αυτό τον τρόπο μυστικοποιούνται και αποκρύπτεται η προέλευσή τους.
252
ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΦΕΡΜΟΣ
Παροντισμός και ιστορικισμός Οι εκπρόσωποι της «νέας ιστορίας της ψυχολογίας» ασκούν κριτική στην παραδοσιακή ιστορία της ψυχολογίας, που εδράζεται στον παροντισμό (presentism), δηλαδή στην εξέταση προηγούμενων ιστορικών βαθμίδων ανάπτυξης της ψυχολογίας υπό το πρίσμα των κυρίαρχων αντιλήψεων της παρούσας γνωσιακής συγκυρίας. Οι εκπρόσωποι της παραδοσιακής ιστορίας της ψυχολογίας πραγματεύονται τις προηγούμενες βαθμίδες της ψυχολογικής γνώσης υπό το πρίσμα της παρούσας, κυρίαρχης μορφής γνώσης. Στη βάση της παραδοσιακής ιστορίας της ψυχολογίας βρίσκεται η αντίληψη ότι οι προηγούμενες ιστορικές βαθμίδες ανάπτυξης της ψυχολογίας αποτελούν απλώς και μόνο προετοιμασία των κυρίαρχων προσεγγίσεων της παρούσας γνωσιακής συγκυρίας. Υπό αυτό το πρίσμα, η παραδοσιακή ιστορία της ψυχολογίας εδράζεται σε μια «πανηγυρική» (Whig) προσέγγιση της ιστορίας (Lovett, 2006). Μια προσεκτικότερη ανάλυση της ιστοριογραφίας της επιστήμης φανερώνει ότι, συχνά, η ιστορία της επιστήμης «κατασκευάζεται» υπό το πρίσμα αυτών των τάσεων και προσεγγίσεων που αναδείχθηκαν κυρίαρχες, ενώ όλες οι «αιρετικές» τάσεις που δεν επικράτησαν καταδικάζονται στην αφάνεια. Έτσι, υποτιμάται η σχετική αυτοτέλεια των προγενέστερων βαθμίδων ανάπτυξης της επιστήμης, αποκρύπτεται η εσωτερική αντιφατικότητα και ο συγκρουσιακός χαρακτήρας του ιστορικού γίγνεσθαι της επιστήμης. Οι εκπρόσωποι της «νέας ιστορίας της ψυχολογίας» δίνουν έμφαση στην ανάδειξη των ιδιαιτεροτήτων της επιστημονικής σκέψης της εκάστοτε ιστορικής εποχής, προβάλλουν τα ζητήματα τα οποία εμφανίστηκαν και τέθηκαν στο προσκήνιο κατά την εν λόγω εποχή, που κατά κανόνα διαφέρουν από τις κυρίαρχες ιδέες της παρούσας γνωσιακής συγκυρίας (Furumoto, 1989). Έτσι, οι εκπρόσωποι της «νέας ιστορίας της ψυχολογίας» επιχειρούν να αποστασιοποιηθούν από τις κυρίαρχες προσεγγίσεις της παρούσας γνωσιακής συγκυρίας και να διεισδύσουν στην ανάλυση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των προηγούμενων βαθμίδων ανάπτυ-
253
Η ΚΟΙΝΝΙΟΛΟΓΙΑ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΙΣ ΝΕΕΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ
ξης της ψυχολογικής γνώσης. Αυτός ο ιδιότυπος ιστορικισμός αναδεικνύει τις μονομέρειες της προοπτικής του παρόντος και δίνει έμφαση στην προβολή του συγκεκριμένου ιστορικού συγκείμενου των προηγούμενων βαθμίδων ανάπτυξης της ψυχολογίας3 (Jansz, & Drunen, 2004). Βέβαια, ορισμένοι ιστορικοί της ψυχολογίας υποστηρίζουν ότι η αρχή του ιστορικισμού αποτελεί μια μονοδιάστατη προσέγγιση. Κατά την άποψη του Lovett (2006), στην περίπτωση που επιθυμούμε να γνωρίσουμε αν έχει πραγματοποιηθεί πρόοδος στην ιστορία της ψυχολογίας, τότε κάποιο επίπεδο παροντισμού είναι αναπόφευκτο. Έτσι, αν δεν υπολογίσουμε την παρούσα κατάσταση της ψυχολογίας ως επιστήμης, τότε η ιστορία της ψυχολογίας χάνει το νόημά της. Κατά την άποψή μας, ο παροντισμός και ο ιστορικισμός αποτελούν εξίσου μονοδιάστατες προσεγγίσεις της ιστορίας της επιστήμης. Ανεπαρκής δεν είναι μόνο η απολυτοποίηση της τρέχουσας, παροντικής επιστημονικής συγκυρίας, αλλά και η ιστορικιστική εξέταση των προηγούμενων βαθμίδων της ιστορίας της ψυχολογίας ως συνόλου απολιθωμένων και μαρμαρωμένων μορφών, που βρίσκονται σε πλήρη απόσπαση από τη σημερινή κατάσταση της ψυχολογίας ως επιστήμης. Η μελέτη των προηγούμενων βαθμίδων ανάπτυξης της ψυχολογίας δεν είναι επαρκώς κατανοητή δίχως τον υπολογισμό του προσανατολισμού της σύγχρονης ψυχολογικής έρευνας και της κατάστασης της ψυχολογίας κατά την τρέχουσα γνωσιακή συγκυρία (βλ. Zdan, 1999).
3. Κατά καιρούς η έννοια «ιστορικισμός» έχει χρησιμοποιηθεί με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους. Στη συγκεκριμένη περίπτωση αναφερόμαστε στη σημασία που απέκτησε ο ιστορικισμός στο πλαίσιο της «νέας ιστορίας της ψυχολογίας».
254
ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΦΕΡΜΟΣ
«Εσωτερική» και «εξωτερική» ιστορία Στο πεδίο της επιστημολογίας και της ιστορίας της επιστήμης ευρύτατη διάδοση έχει η αντίληψη ότι η ανάπτυξη της επιστήμης καθορίζεται κυρίως από ενδοεπιστημονικούς παράγοντες (Koyré, 1968· Popper, 1989· Lakatos, 1978). Η ιστορία της επιστήμης παρουσιάζεται ως μια ενδογενής διαδικασία που προσδιορίζεται από την ιδιαιτερότητα της επιστημονικής δραστηριότητας και δεν εξαρτάται άμεσα από την κοινωνία. Έτσι, σύμφωνα με τον Lakatos (1978), η επιστήμη αποτελεί αυτόνομο σύστημα και η εσωτερική ιστορία της επιστήμης είναι πρωτεύουσα, ενώ η εξωτερική ιστορία είναι δευτερεύουσα. Στην παραδοσιακή ιστοριογραφία της ψυχολογίας η ανάπτυξη της ψυχολογικής γνώσης παρουσιαζόταν ως αποτέλεσμα κατεξοχήν ενδογενών παραγόντων (internalism). Σε αντιδιαστολή με την προαναφερόμενη προσέγγιση εμφανίστηκε ένα ευρύτατο φάσμα θεωριών που δίνουν έμφαση στην ανάδειξη των κοινωνικών διαστάσεων της ιστορίας της επιστήμης. Ορισμένοι συγγραφείς εστιάστηκαν στη διερεύνηση της συμβολής των κοινωνικο-οικονομικών μετασχηματισμών στη διαμόρφωση της σύγχρονης επιστήμης (Hessen, 1931· Bernal, 1982· Shapin, 2003), ενώ κάποιοι άλλοι έδωσαν έμφαση στα αξιακά συστήματα, τα επιστημονική ήθη κτλ. (π.χ., η θέση του Merton [1970] για την επίδραση του προτεσταντισμού στη διαμόρφωση της σύγχρονης επιστήμης). Οι εκπρόσωποι της «νέας ιστορίας της ψυχολογίας» θεωρούν ότι θα πρέπει να δοθεί έμφαση στην ανάδειξη της «εξωτερικής» ιστορίας της επιστήμης (externalism), δηλαδή στη μελέτη της επίδρασης των σχέσεων εξουσίας, της κοινωνική δομής κτλ. στη διαμόρφωση της επιστημονικής γνώσης.4 Οι εκπρόσωποι της «νέας ιστορίας της ψυχολογίας» ασκούν κριτική στην κατεξοχήν «εσωτερική» προσέγγιση του γίγνεσθαι των ψυχολογικών ιδεών και προσδίδουν
4. Για τη συζήτηση σχετικά με την εξωτερική και εσωτερική ιστορία της επιστήμης βλ. Kelley, 2007.
255
Η ΚΟΙΝΝΙΟΛΟΓΙΑ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΙΣ ΝΕΕΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ
ιδιαίτερη έμφαση στην ανίχνευση της επίδρασης του κοινωνικοιστορικού και πολιτισμικού συγκείμενου στη διαμόρφωση της ψυχολογικής γνώσης (Furumoto, 1989). Κατά την άποψή μας, οι «εσωτερικές» και «εξωτερικές» προσεγγίσεις της ιστορίας της επιστήμης είναι εξίσου μονοδιάστατες. Παρά τις σημαντικές διαφορές τους, οι εκπρόσωποι και των δύο προαναφερόμενων προσεγγίσεων εξετάζουν το κοινωνικό συγκείμενο ως μια «εξωτερική» δύναμη σε σχέση προς το περιεχόμενο της επιστημονικής γνώσης. Με άλλα λόγια, καμία από τις δύο μονοδιάστατες προσεγγίσεις δεν αναδεικνύει επαρκώς την κοινωνική διαμεσολάβηση της επιστημονικής γνώσης. Οι εκπρόσωποι της «εσωτερικής» ιστορίας εστιάζονται στην ανάδειξη των ενδοεπιστημονικών παραγόντων, της λογικής και της μεθοδολογίας της έρευνας, ενώ οι υποστηρικτές της «εξωτερικής» ιστορίας εστιάζονται στην ανάδειξη των κοινωνικών επιδράσεων στην επιστήμη και στη χρησιμοποίηση των αποτελεσμάτων των επιστημονικών γνώσεων για συγκεκριμένους κοινωνικούς σκοπούς (Markova, 1987).
Περσοναλιστική και συγκειμενική προσέγγιση Οι εκπρόσωποι της «νέας ιστορίας της ψυχολογίας» αναδεικνύουν τις ανεπάρκειες της περσοναλιστικής προσέγγισης, που εστιάζεται στην ανάδειξη της συμβολής των μεγάλων ψυχολόγων στη διαμόρφωση της ψυχολογίας ως επιστήμης. Για παράδειγμα, τα βιβλία των Watson (1963) και Fancher (1979) εστιάζονται κυρίως στην ανάδειξη της προσωπικότητας και του έργου των διάσημων ψυχολόγων. Η συμβολή της προσωπικότητας στην ανάπτυξη της επιστήμης αποτελεί ένα εξαιρετικά σύνθετο ζήτημα και ιστορικά εμφανίστηκαν ποικίλες απόπειρες διερεύνησής του. Σε ορισμένες περιπτώσεις δίνεται έμφαση στα μοναδικά και ανεπανάληπτα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας και της τροχιάς ζωής της (Watson, 1963· Fancher, 1979). Σε ορισμένες άλλες περιπτώσεις υιοθετούνται νομοθετικές ερευνητικές προσεγγίσεις, που διερευνούν σε ένα
256
ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΦΕΡΜΟΣ
γενικευτικό επίπεδο την οικογενειακή κατάσταση, την κοινωνική προέλευση, τις σπουδές, την παραγωγικότητα, την αναγνωρισιμότητα των επιστημόνων (Simonton, 2002). Σε αντιδιαστολή με την περσοναλιστική προσέγγιση (personalism), διαμορφώθηκε η συγκειμενική προσέγγιση της ιστορίας της ψυχολογίας (contextualism), που εδράζεται στην ανάδειξη των ποικίλων συγκείμενων στην ιστορία. Η διαφοροποίηση ανάμεσα στην περσοναλιστική και τη συγκειμενική προσέγγιση της ιστορίας της ψυχολογίας είχε πραγματοποιηθεί ήδη από τον Boring (1950). Η συγκειμενική προσέγγιση εδράζεται στην παρουσίαση της ιστορίας της ψυχολογίας με όρους του «πνεύματος των καιρών» (zeitgeist), του διανοητικού κλίματος της εποχής στην εν λόγω επιστήμη (Simonton, 2002). Ακόμα και οι μεγαλύτεροι διανοητές περιορίζονται από το «πνεύμα των καιρών». Ο τρόπος σκέψης, τα προβλήματα που τίθενται στην κοινωνία κατά τη συγκεκριμένη στιγμή μπορούν να ευνοήσουν ή να θέσουν φραγμούς στην ανάπτυξη της ερευνητικής δραστηριότητας (Schultz, & Schultz, 2004). Η «νέα ιστορία της ψυχολογίας» δεν περιορίζεται στη μελέτη του διανοητικού κλίματος της εποχής, αλλά εστιάζεται κυρίως στη διερεύνηση του κοινωνικού συγκείμενου, που συμβάλλει στη διαμόρφωση της ψυχολογικής γνώσης. Η ανάπτυξη της ψυχολογίας εξετάζεται ως σύνθετη αλληλεπίδραση ποικίλων διαδικασιών εντός και εκτός της ψυχολογίας: κοινωνικές προσδοκίες για τους ψυχολόγους, επικρατούσες αντιλήψεις για την ανθρώπινη συμπεριφορά κτλ. Στο πλαίσιο της «νέας ιστορίας της ψυχολογίας» επιχειρείται η ανάδειξη των πολλαπλών κοινωνικών επιδράσεων που συμβάλλουν στη διαμόρφωση της ψυχολογίας (Jansz, & Drunen, 2004). Η συγκειμενική προσέγγιση αναμφίβολα συνέβαλε στην πραγματοποίηση γόνιμων ερευνών στο πεδίο της ψυχολογίας. Όμως, συχνά, παρατηρείται ασάφεια στην οριοθέτηση των εννοιών «συγκείμενο» και «πνεύμα των καιρών», που μπορεί να αναφέρονται σε ποικίλες και αρκετά ετερογενείς κοινωνικές διαδικασίες: χρηματοδότηση των ψυχολογικών ερευνών, σημαντικά ιστορικά γεγονότα (π.χ., πόλεμοι), κοινωνικές προσδοκίες και κοινωνικές προκατα-
257
Η ΚΟΙΝΝΙΟΛΟΓΙΑ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΙΣ ΝΕΕΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ
λήψεις, εμπλοκή των ψυχολόγων σε συγκεκριμένες κοινωνικές πρακτικές, κυρίαρχα αξιακά συστήματα, ιδεολογίες κ.ά. Η απουσία σαφούς οριοθέτηση των εννοιών «συγκείμενο» και «πνεύμα των καιρών» μπορεί να οδηγήσει στην απώλεια της εξηγητικής της δύναμης και στη θεωρητική σύγχυση. Κατά την άποψή μας, η περσοναλιστική και η συγκειμενική προσέγγιση αποτελούν εξίσου μονοδιάστατες προσεγγίσεις, που αποσπούν δύο αμοιβαία συνδεδεμένες μεταξύ τους στιγμές της ενιαίας διαδικασίας παραγωγής της επιστημονικής γνώσης.
Θετικισμός και κονστρουκτιβισμός Οι εκπρόσωποι της «νέας ιστορίας της ψυχολογίας» ασκούν κριτική στη θετικιστική ιστοριογραφία, στην αντίληψη ότι η ιστορία της ψυχολογικής γνώσης αποτελεί μια «καθαρή» και «ουδέτερη» παρουσίαση «καθαρών» γεγονότων σε πλήρη απόσπαση από ηθικές, ιδεολογικές, πολιτικές αξίες. Χαρακτηριστικό γνώρισμα του θετικισμού είναι η τάση απο-υποκειμενοποίησης, από-ψυχολογικοποίησης, απο-κοινωνικοποίησης της γνωσιακής διαδικασίας. Στο πεδίο της «νέας ιστορίας της ψυχολογίας» είναι ιδιαίτερα προσφιλείς οι κονστρουκτιβιστικές θεωρίες της επιστημονικής γνώσης. Στο σημείο αυτό αξίζει να τονιστεί η ύπαρξη μιας μεγάλης ποικιλίας θεωριών της κατασκευής, που συχνά έχουν διαφορετικό επιστημολογικό και μεθοδολογικό υπόβαθρο (ριζοσπαστικός κονστρουκτιβισμός, κοινωνικός κονστρουκτσιονισμός, φουκωική προσέγγιση της σχέσης γνώσης και εξουσίας, φεμινιστικές θεωρίες της κατασκευής κ.ά.). Οι εκπρόσωποι της «νέας ιστορίας της ψυχολογίας» αναδεικνύουν τον «κατασκευασμένο» χαρακτήρα της ψυχολογικής γνώσης και τη συμβολή του κοινωνικού συγκείμενου στη διαμόρφωση του εννοιολογικού εξοπλισμού και των μεθόδων έρευνας της ψυχολογίας. Ο Danzinger (1990) επιχείρησε στη βάση της μελέτης της ιστορίας της ψυχολογίας στα τέλη του 19ου-αρχές του 20ού αιώνα να αναδείξει
258
ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΦΕΡΜΟΣ
ότι οι κοινωνικές σχέσεις και οι πρακτικές της ψυχολογίας «κατασκευάζουν το υποκείμενο». Σημαντική επίδραση στη διαμόρφωση της «νέας ιστορίας της ψυχολογίας» άσκησαν οι φουκωικές αντιλήψεις για τις σχέσεις μεταξύ των «λόγων» και της εξουσίας (Foucault, 1972· Parker, 1992). Η άρνηση των περσοναλιστικών προσεγγίσεων πραγματοποιείται υπό το πρίσμα των μεταδομιστικών και μετανεωτερικών προσεγγίσεων περί θανάτου του υποκειμένου. Έτσι, παρά τις σημαντικές διαφορές μεταξύ του θετικισμού και των μετανεωτερικών προσεγγίσεων, μέσω διαφορετικών διαδρομών οδηγούνται στο ίδιο αποτέλεσμα, στην απόρριψη, αποδόμηση του υποκειμένου παραγωγής της επιστημονικής γνώσης. Θεωρητικές και μεθοδολογικές ενστάσεις εγείρονται όχι μόνο απέναντι στον θετικισμό, αλλά και απέναντι στις θεωρίες της κατασκευής, που ενέχουν τη δυνατότητα διολίσθησης σε ένα επιστημολογικό σχετικισμό και υποκειμενισμό. Οι εκπρόσωποι του κονστρουκτιβισμού υιοθετούν μια πνευματοκρατική ερμηνεία της γνώσης ως προϊόντος της αυθαίρετης κατασκευαστικής δραστηριότητας των ατομικών ή συλλογικών υποκειμένων (Δαφέρμος, 2002).
Συμπεράσματα Συνολικά, μπορούμε να διαπιστώσουμε τη σημαντική συμβολή της «νέας ιστορίας της ψυχολογίας» στον κριτικό αναστοχασμό της ψυχολογίας, στην ανάδειξη των κοινωνικών, πολιτικών, ηθικών διαστάσεων της ψυχολογικής γνώσης και στην απόπειρα διερεύνησης του κατηγοριακού, εννοιολογικού εξοπλισμού της ψυχολογικής γνώσης. Ταυτόχρονα, μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι η «νέα ιστορία της ψυχολογίας» προσανατολίζεται στον ιστορικισμό, τη συγκειμενική προσέγγιση, την «εξωτερική» ιστορία της επιστήμης και τον κονστρουκτιβισμό. Μ’ αυτό τον τρόπο, η «νέα ιστορία της ψυχολογίας» εγκλωβίζεται στην αναπαραγωγή ενός ιδιότυπου επιστημολογικού και μεθοδολογικού δυϊσμού. Σοβαρές μεθοδολογικές δυσκολίες δημιουργεί, επίσης, η χαρακτηριστική για τους εκπροσώ-
259
Η ΚΟΙΝΝΙΟΛΟΓΙΑ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΙΣ ΝΕΕΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ
πους της «νέας ιστορίας της ψυχολογίας» απολυτοποίηση των ιστορικών ασυνεχειών, των ρήξεων στη διαδικασία ιστορικής ανάπτυξης της Ψυχολογίας. Κατά την άποψή μας, είναι αναγκαία η ανάπτυξη μιας διαλεκτικής ερευνητικής στρατηγικής, που υπερβαίνει τα δίπολα παροντισμού-ιστορικισμού, περσοναλιστικής-συγκειμενικής προσέγγισης, εξωτερικής-εσωτερικής ιστορίας της ψυχολογίας, θετικισμού-κονστρουκτιβισμού. Η εν λόγω διαλεκτική ερευνητική στρατηγική θα πρέπει να περιλαμβάνει τις παρακάτω αμοιβαία συνδεδεμένες μεταξύ τους πτυχές: α) τη διερεύνηση του κοινωνικο-ιστορικού πλαισίου διαμόρφωσης της ψυχολογικής γνώσης, β) τη μελέτη του επιστημονικού συγκείμενου και της φυλογένεσης της ψυχολογικής γνώσης και γ) τη διερεύνηση της ζωής και του έργου των προσωπικοτήτων που έχουν συμβάλει στην ανάπτυξη της ψυχολογίας (οντογένεση της ψυχολογικής γνώσης) (Δαφέρμος, 2010). Σε αντιδιαστολή με τη φυσιοποίηση των εννοιών της ψυχολογίας, την παρουσίασή τους ως στατικών, αμετάβλητων μορφωμάτων, η διαλεκτική ερευνητική στρατηγική μπορεί να συμβάλει στην ιστορικοποίηση των εννοιών και των μεθόδων της ψυχολογικής έρευνας. Η συνολική, συνθετική, πανοραμική εξέταση της ιστορίας της ψυχολογίας μπορεί να συμβάλει στην υπέρβαση της στενής εξειδίκευσης και του υποδουλωτικού καταμερισμού εργασίας στο πεδίο της επιστήμης. Η ιστορία της ψυχολογίας έχει διεπιστημονικό χαρακτήρα και αναπτύσσεται στο μεταίχμιο φυσικών και κοινωνικών επιστημών (βιολογία, κοινωνιολογία, κοινωνική ανθρωπολογία, οικονομία, ιστορία κ.ά.) και φιλοσοφίας. «Η γνώση της Ιστορίας μπορεί να εξεταστεί ως μέρος ενός ευρύτερου πλαισίου αναφοράς. Για καθένα από εμάς η ιστορία είναι ένας τρόπος να δραπετεύσουμε από τις τεχνητές κατατμήσεις της επιστήμης, που φέρνει η εξειδίκευση. Η ιστορία φανερώνει ότι για μας η επιστήμη αποτελεί μέρος της ανθρώπινης δραστηριότητας... Η ιστορία της ψυχολογίας είναι ένα μέσο με τη βοήθεια του οποίου η γνώση του εν λόγω πεδίου μπορεί να συσχετιστεί με τη βασική ροή του πολιτισμού μέσω της οριοθέτησης των σημείων επαφής μεταξύ της ψυ-
260
ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΦΕΡΜΟΣ
χολογίας και της λογοτεχνίας, της τέχνης, της φιλοσοφίας και των άλλων επιστημών...» (Watson, 1966, 69). Υπό αυτό το πρίσμα η ιστορία της ψυχολογίας αποτελεί προνομιακό πεδίο για την υπέρβαση του απομονωτισμού της σύγχρονης ψυχολογίας, την πραγματοποίηση διεπιστημονικής έρευνας στο μεταίχμιο φυσικών και κοινωνικών επιστημών και την προώθηση νέων, πρωτότυπων, συνθετικών προσεγγίσεων.
Βιβλιογραφικές αναφορές Baldwin, J. (1913). History of psychology: A sketch. New York: Putnam. Ballantyne, P. (2002). Four periods of historiographic bloom in psychology. Retrieved 9-05-2009, from the website: http://www.comnet.ca/%7 Epballan/Historiog1.htm Bernal, J. (1982). Η επιστήμη στην ιστορία (μτφρ. Ε. Μπιτσάκης) (τ. 13). Αθήνα: Ζαχαρόπουλος. Bhat, G., & Tonks, R. (2002). What lies in the future of teaching the history of psychology? History and philosophy of Psychology Bulletin, Vol. 14(1), 2-9. Boring, E. (1929/1950). A history of experimental psychology. New York: Appleton-Century Crofts. Boring, E. (1963). History, psychology and science: Selected papers. New York: John Wiley. Brett, G. (1912-1921). A history of psychology (Vol. 1-3). London: Allen. Danzinger, Κ. (1990). Constructing the subject: Historical origins of psychological research. Cambridge: Cambridge University Press. Danzinger, Κ. (1994). Does the history of psychology have a future? Theory and psychology, Vol. 4 (4), 467- 484. Danzinger, Κ. (1996). Τhe practice of psychological discourse. In C. Graumann, & K. Gergen (Eds), Historical dimensions of psychological discourse (pp. 17-35). New York: Cambridge University Press. Danzinger, Κ. (1997). Naming the mind: How psychology found its language. Thousand Oaks, CA: Sage. Δαφέρμος, M. (2002). Η πολιτισμική-ιστορική θεωρία του Vygotsky. Αθήνα: Ατραπός.
261
Η ΚΟΙΝΝΙΟΛΟΓΙΑ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΙΣ ΝΕΕΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ
Δαφέρμος, Μ. (2010). Το ιστορικό γίγνεσθαι της ψυχολογίας. Αθήνα: Gutenberg. Dessoir, M. (1912). Outlines of the history of psychology. New York: Macmillan. Fancher, R. (1979). Pioneers of psychology. New York: Norton. Flugel, J. (1933). A hundred years of psychology (1833-1933). New York: Macmillan. Foucault, Μ. (1972). The archaeology of knowledge. London: Tavistock. Foucault, Μ. (1976). Επιτήρηση και τιμωρία: H γέννηση της φυλακής. Αθήνα: Ράππας. Foucault, Μ. (χ.χ.). Ιστορία της τρέλας (μτφρ. Φ. Αμπατζοπούλου). Αθήνα: Ηριδανός. Furumoto, L. (1989). The new history of psychology. In I. Cohen (Ed.), The G. Stanley Hall Lecture Series, Vol. 9, 5-34. Washington: APA. Goodwin, C. (2005). A history of modern psychology. Hoboken, NJ: Wiley. Gould, S. (1981). The mismeasure of man. New York: Norton. Hall, G. (1912). Founders of modern psychology. New York: Appleton. Harris, B. (2003). Επαναπροσδιορίζοντας την πολιτική της ιστορίας της ψυχολογίας. Στο D. Fox, & I. Prilleltensky (Επιμ.), Κριτική ψυχολογία (σσ. 60-84). Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Herman, E. (1995). The romance of American psychology. Political culture in the age of experts. Berkeley: University of California Press. Hessen, B. (1931). The social and economic roots of Newton’s principia. In N. Bukharin (Ed.), Science at the Crossroads (pp. 151-212). London: Kniga. Hilgard, E. (1987). Psychology in America. New York: Harcourt Brace Jovanovich. Hilgard, E., Leary, D., & McGuire, G. (1991). The history of psychology: A survey and critical assessment. Annual Review of Psychology, 42, 79-107. Jansz, J., & Drunen, P. (2004). Social history of psychology. Malden: Blackwell. Kamin, L. (1974). The science and politics of IQ. Potomac, MD: Lawrence Erlbaum Associates. Kelley, D. (2007). Intellectual history and cultural history: The inside and the outside. History of the Human Sciences, Vol. 15, No 2, 1-19. Koch, S. (1959). Psychology: A study of science. New York: McGraw-Hill Book Company.
262
ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΦΕΡΜΟΣ
Koch, S., & Leary, D. (Eds) (1983). A century of psychology as science. New York: McGraw-Hill. Koltsova, B. (2008). Istoria psychologii. Problemi methodologii (Ιστορία της ψυχολογίας. Προβλήματα μεθοδολογίας). Moscow: Institut Psychologii RAN. Koyré, A. (1968). Metaphysics & measurement: Essays in scientific revolution. London: Chapman & Hall. Kuhn, Τ. (1981). Η δομή των επιστημονικών επαναστάσεων (μτφρ. Γ. Γεωργακόπουλος, & Β. Κάλφας). Θεσσαλονίκη: Σύγχρονα Θέματα. Lakatos, Ι. (1978). The methodology of scientific research programmes. Philosophical Papers (Vol. I). Cambridge: Cambridge University Press. Leahey, T. (1991). A history of modern psychology. Englewood Cliffs, NJ: Prentice Hall. Leahey, T. (1996). A history of psychology. NJ: Prentice Hall. Leahey, T. (2002). History without the past. In W. Pickrein, & D. Dewsbury (Eds), Evolving perspectives on the history of psychology (pp.15-20). Washington: American Psychological Association. Leary, D. (Ed.) (1990). Metaphors in the history of psychology. Cambridge: Cambridge University Press. Lovett, B. (2006). The new history of psychology: A review and critique. History of Psychology, Vol. 9, No 9, 17-37. Markova, L. (1987). Hauka, istoria I istoriografia XIX-XX veka (Επιστήμη, ιστορία και ιστοριογραφία του 19ου-20ού αιώνα). Moscow: Hauka. Merton, R. (1970). Science, technology, and society in seventeenth-century England. New York: Harper. Murray, D. (1983). A history of western psychology. NJ: Prentice Hall. O’Donnel, J. (2002). The crisis of experimentalism in the 1920s: E.G. Boring and his uses of history. In W. Pickren, & D. Dewsbury (Eds), Evolving perspectives on the history of psychology (pp.45-56). Washington: APA. Parker, I. (1992). Discourse dynamics: Critical analysis for social and individual psychology. London: Rutledge. Popper, K. (1989). Conjectures and refutations. London: Routledge & Kegan Paul. Rose, N. (1996). Inventing our selves: Psychology, power, and personhood. Cambridge: Cambridge University Press. Schultz, D., & Schultz, S. (2004). A history of modern psychology. Las Vegas, NV: Wadsworth Publishing Company.
263
Η ΚΟΙΝΝΙΟΛΟΓΙΑ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΙΣ ΝΕΕΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ
Shapin, S. (2003). Επιστημονική επανάσταση (μτφρ. Η. Καρκάνης). Αθήνα: Κάτοπτρο. Simonton, D. (2002). Great psychologies and their times. Washington: APA. Teo, T. (2005). The critique of psychology. From Kant to postcolonial theory. New York: Springer. Viney, W., & King, D. (2003). A history of psychology: Ideas and context. Boston: Allyn and Bacon. Watson, R. (1963). The great psychologists: From Aristotle to Freud. Philadelphia: Lippincott. Watson, R. (1966). The role and use of history in the psychology curriculum. Journal of the History of the Behavioral Sciences, Vol. 2, Issue 1, 6469. Watson, R. (1979). Basic writings in the history of psychology. New York: Oxford University Press. Woodworth, R. (1931). Contemporary schools of psychology. New York: Ronald Press. Yaroshevsky, M. (1990). A history of psychology. Moscow: Progress Publisher. Young, R. (1966). Scholarship and the history of the behavioural sciences. History of Science, 5, 1-51. Zdan, Α. (1999). Istoria psychologii (Ιστορία της ψυχολογίας). Moscow: Pedagogischeskoe Obhestvo Rossii.
264