Ε
Α Α Η ΝΙΚ Ο
Α
ΝΟΙΚ Τ Ο
Π
Α ΝΕ ΠΙΣΤ Η ΜΙΟ
Αρχαιολογία στον Ελλnvικό Χώρο
ΤΟΜΟΣ Γ
Μουσειολογία, Μέριμνα νια τιs Αpχαιότnτεs
Σημείωση
Οι εικόνες οι οποίες έχουν περιληφθεί στον παρόντα τόμο χρησιμοποιούνται για καθαρά εκπαιδευ τικούς σκοπούς και υποκαθιστούν την προβολή εικαστικού υλικού στο πλαίσιο μιας διάλεξης. Παρα τίθενται μόνο για προσωπική χρήση των φοιτητών του ΕΑΠ και συνοδεύονται από αναφορά της πηγής ή/και του δημιουργού τους. Οι εικόνες έχουν αναπαραχθεί σε τέτοιο μέγεθος ώστε αυτό να επαρκεί για την κατανόηση του τρόπου χρήσης των λέξεων, των συμβόλων και γενικά του περιεχομένου τους. Απαγορεύεται η ανατύπωση και κάθε μορφής αναπαραγωγή του παρόντος τόμου, ο οποίος προορ[ζεται αποκλειστικά για τη διδασκαλ[α και τις εξετάσεις των φοιτητών του ΕΑΠ. Διανέμεται δωρεάν μόνο στους δημιουργούς του διδακτικού υλικού, στους εγγεγραμμένους φοιτητές του ΕΑΠ και στο αντ[στοιχο διδακτικό προσωπικό και δεν διατίθεται προς πώληση.
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΧΩΡΟ
Μουσειολογία, Μέριμνα για τις Αρχαιότητες
Σημείωση
Το ΕΑΠ είναι υπεύθυνο για την επιμέλεια έκδοσης και την ανάπτυξη των κειμένων σύμφωνα με τη Με θοδολογία της εξ Αποστάσεως Εκπαίδευσης. Για την επιστημονική αρτιότητα και πληρότητα των συγ γραμμάτων την αποκλειστική ευθύνη φέρουν οι συγγραφείς, οι κριτικοί αναγνώστες και οι ακαδημαϊκοί υπεύθυνοι που ανέλαβαν το έργο αυτό.
Copyright © 2003 Για την Ελλάδα και όλο τον κόσμο
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΙΙΑΝΕΙΙΙΣΤΗΜΙΟ
Οδός Παπαφλέσσα & Υψηλάντη, 26222 Πάτρα Τηλ.: (2610) 314094, 314206, Φαξ: (2610) 317244
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ ΤΟΥ ΔΙΔΑΚΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ του τόμου
Μουσειολογία, Μέριμνα για τις Αρχαιότητες Ακαδημαϊκός Υπεύθυνος του Τόμου
Μιχάλης Τιβέριος Επιμέλεια Έκδοσης του Τόμου Αγγελία Παπαγιαννοπούλου Επιμέλεια στη Μέθοδο της Εκπαίδευσης από Απόσταση
Νίκος Σηφάκις Συγγραφή Κριτική Ανάγνωση Τόνια Νούσια .......... Ανδρομάχη Γκαζή Ανδρομάχη Γκαζή .......... Τόνια Νούσια Γλωσσική Επιμέλεια Μαριλένα Μαυρογένη Φιλολογικός Έλεγχος Παναγιώτα Διδάχου Καλλιτεχνική Επιμέλεια/Ηλεκτρονική Σελιδοποίηση Άρτεμις Γλάρου Συντονισμός Ανάπτυξης Διδακτικού Υλικού του Προγράμματος Σπουδών Βάσω Βασιλού-Παπαγεωργίου
Συντονισμός ανάπτυξης εκπαιδευτικού υλικού και γενική επιμέλεια των εκδόσεων ΟΜΑΔΑ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΕΡΓΟΥ ΕΑΠ/1997-2003
ISBN: 960-538-498-1 Σύμφωνα με τον Ν. 2121/1993 απαγορεύεται η συνολική ή αποσπασματική αναδημοσίευση του βιβλίου αυτού ή η αναπαραγωγή του με οποιοδήποτε μέσο, χωρίς την άδεια του εκδότη.
Ε ΛΛΗ ΝΙΚΟ
Α
ΝΟΙΚΤΟ
Π
Α ΝΕ ΠΙΣΤΗ ΜΙΟ
ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ
Σπουδές στον Ελληνικό Πολιτισμό ΘΕΜΑΤΙΚΉ ΕΝΟΤΗΤΑ
Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο
ΤΟΜΟΣ Γ
ΜΟΥΣΕΙΟΛΟΓΙΑ, ΜΕΡΙΜΝΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΕΣ
ΠΑΤΡΑ 2003
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 14
Πρόλογος
Α. Παπαγιαννοπούλου
ΜΕΡΟΣΑ'
ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΜΟΥΣΕΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Τ. Νούσια
ΚΕ ΑΛΑΙΟ 1
Ορισμός και αντικείμενο των μουσειακών σπουδών
17
Σκοπός ................................................................................................................................17 Προσδοκώμενα Αποτελέσματα ........................................................................................17 Έννοιες-Κλειδιά ................................................................................................................17 Εισαγωγικές Παρατηρήσεις..............................................................................................17
Ενότητα 1.1 Μουσεία και μουσειολογία ...............................................................................................18 1.1.1 Τι είναι μουσείο .........................................................................................................18 1.1.2 Καταγωγή του 6ρου μουσείο ....................................................................................19 1.1.3 Επίσημοι ορισμοί ..................................................................... :·································20 1.1.4 Λειτουργίες των σύγχρονων μουσείων....................................................................22
Ενότητα 1.2 Καταγωγή και εξέλιξη των μουσείων ..............................................................................25 1.2.1 Η περίοδος της Αρχαιότητας .................................................................................... 25 1.2.2 Η περίοδος του Μεσαίωνα και της Αναγέ�σης " ..................................................26
7
1.2.3 Τα πρώτα δημόσια μουσεία ......................................................................................28 1.2.4 Ο 20ός αιώνας ........................................................................,................................... 33 Σύνοψη ............................................................................................................................... .37 Παράρτημα .........................................................................................................................38
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
ΔιαχείQιση συλλογών μουσειακών ανtικειμένων
39
Σκοπός ................................................................................................................................39 Προσδοκώμενα Αποτελέσματα ........................................................................................39 Έννοιες-Κλειδιά ................................................................................................................39 Εισαγωγικές Παρατηρήσεις ..............................................................................................39
Ενότητα2.1 Το μουσειακό αντικείμενο ................................................................................................40
2.1.1 Συλλογή ......................................................................................................................42 2.1.2 Έρευνα και μελέτη των αντικειμένων .................................................................... .44 2.1.3 Τεκμηρίωση των αντικειμένων.................................................................................47
Ενότητα2.2 ΠQοστασία των συλλογών και μέοιμνα σχετικά με αυτές ............................................ .49
2.2.1 Διατήρηση ..................................................................................................................50
2.2.2 Συντήρηση ..................................................................................................................51
2.2.3 Αποκατάοταση...........................................................................................................52 2.2.4 Εφαρμοσμένη επιστημονική έρευνα .......................................................................53 Σύνοψη ................................................................................................................................56 Παράρτημα .........................................................................................................................57
Εκθεσιακέ; πρακtικέ;
ΚΕΦΑΛΑΙ
3
59
Σκοπός ................................................................................................................................59 Προσδοκώμενα Αποτελέσματα ........................................................................................59 'Εννοιες-Κλειδιά ............................................................................................................... .59 Εισαγωγικές Παρατηρήσεις..............................................................................................59
8
Ενότητα3.1 ΠαQουσίαση των μουσειακών αντικειμένων .................................................................. 60
3.1.1 Ιστορική αναδρομή στην εξέλιξη των εκθέσεων ....................................................62 3.1.2 Ερμηνεία και επικοινωνία ........................................................................................68
Ενότητα3.2 Έκθεση και χώQος .............................................................................................................73
3.2.1 Τυπολογία των εκθέσεων ...................................................................................'......73 3.2.2 Οργάνωση του εκθεσιακού χώρου ..........................................................................74 3.2.3 Επιμέρους στοιχεία για τη δημιουργία εκθέσεων ..................................................77
Ενότητα3.3 ΠQόγQαμμα ΠQαγματοποίησης μιας έκθεσης ................................................................81
3.3.1 Στάδια υλοποίησης .................................................................................................... 81 Σύνοψη ................................................................................................................................89 Παράρτημα .........................................................................................................................90
ΚΕΦΑΛΑίΟ 4 Η αρχιτεκτονική των μουσείων και το κοινό
91
Σκοπός ................................................................................................................................ 91 Προσδοκώμενα Αποτελέσματα ........................................................................................91 Έννοιες-Κλειδιά ................................................................................................................91 Εισαγωγικές Παρατηρήσεις ..............................................................................................91
Ενότητα4.1 Το μουσείο ως <<ναός των τεχνών» ...................................................................................94
Ενότητα4.2 Το μουσείο ω; ελεύθερη αQχιτεκτονική έκφQαση .........................................................97
Ενότητα4.3 Η ελληνική πραγματικότητα ..........................................................................................104
Ενότητα4.4 ΟQγάνωση του εσωtεQικού χώQου .........................\:·.....................................................107
4.4.1 Οργάνωση της κυκλοφορίας...................................................................................107
1
9
4.4.2 Η εμπειρία της επίσκεψης σε ένα μουσείο ............................................................109 4.4.3 Λειτουργίες του χώρου ...........................................................................................110
Ενότητα4.5 Μουσειολογικός προγραμματισμός ..............................................................................114 Σύνοψη ..............................................................................................................................119 Παράρτημα .......................................................................................................................120
ΜΕΡΟΣΒ' ΣΥΛΛΟΓΕΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΕΙΑ ΣΤΟΝ ΕΛΛΑΔΙΚΟ ΧΩΡΟ Α. Γκαζή
Συλλογές και μουσεία στον ελλαδικό χώQΟ από την ΑQχαιότητα ως τις μέQες μας
ΚΕΦΑΛΑΙ
5 125
Σκοπός ...............................................................................................................................125 Προσδοκώμενα Αποτελέσματα ......................................................................................125 Έννοιες-Κλειδιά ..............................................................................................................125 Εισαγωγικές Παρατηρήσεις............................................................................................125
Ενότητα5.1 Η έννοια της συλλογής ....................................................................................................127 Σκοπός ...............................................................................................................................127 Προσδοκώμενα Αποτελέσματα ......................................................................................127 Εισαγωγικές Παρατηρήσεις............................................................................................127 5.1.1 Τι σημαίνει συλλογή ................................................................................................127 5.1.2 Κίνητρα για τη δημιουργία συλλογών....................................................................129 5.1.3 Τύποι συλλογών .......................................................................................................129
Ενότητα5.2 Η έννοια του μουσείου.....................................................................................................133 Σκοπός ...............................................................................................................................133
10
Προσδοκώμενα Αποτελέσματα ......................................................................................133 5.2.1 Ιστορική αναδρομή στην εξέλιξη του όρου μουσείο ............................................ 133 5.2.2 Τι σημαίνει μουσείο σήμερα ................................................................................... 134
Ενότητα5.3 Μια σύντομη ματιά στην εξέλιξη του μουσείου ως θεσμού ανά τον κόσμο .............136
Σκοπός ...............................................................................................................................136 Προσδοκώμενα Αποτελέσματα ...................................................................................... 136 Εισαγωγικές Παρατηρήσεις ............................................................................................136 5.3.1 Η αρχαϊκή περίοδος ................................................................................................ 136 5.3.2 Η πρώιμη μοντέρνα περίοδος (15ος-17ος αιώνας): το ιδιωτικό μουσείο ........... 137 5.3.3 Η κυρίως μοντέρνα περίοδος (18ος-αρχές 20ού αιώνα): το δημόσιο μουσείο ....138 5.3.4 Η μεταμοντέρνα περίοδος (1950 κ.ε.): το μουσείο ως πολιτιστικό κέντρο ........ 141
Ενότητα5.4 Συλλογές και μουσεία στην ελληνική Αρχαιότητα .....................................................144
Σκοπός ...............................................................................................................................144 Προσδοκώμενα Αποτελέσματα ......................................................................................144 Εισαγωγικές Παρατηρήσεις............................................................................................144 5.4.1 Συλλογές στην αρχαία Ελλάδα...............................................................................144 5.4.2 Η ελληνιστική εποχή................................................................................................146 5.4.3 Η συμβολή της ρωμαϊκής εποχής στην ιστορία των συλλογών ...........................148
Ενότητα5.5 Δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές στα βυζαντινά χρόνια ............................................152
Σκοπός ............................................................................................................................... 152 Προσδοκώμενα Αποτελέσματα ...................................................................................... 152 5.5.1 Δημόσιες συλλογές ..................................................................................................152 5.5.2 Ιδιωτικές συλλογές ..................................................................................................153
Ενότητα5.6 Μέριμνα για τις αρχαιότητες και τα μουσεία στα προεπαναστατικά χρόνια και στην Επανάσταση ..................................................................................................... 156
Σκοπός ...............................................................................................................................156 Προσδοκώμενα Αποτελέσματα ......................................................................................156 Εισαγωγικές Παρατηρήσεις ............................................................................................156
1
11
5.6.1 Οι προτάσεις του Κοραή για την ίδρυ ση «ελληνικού μουσείου» ........................157 5.6.2 Διαφύλαξη των αρχαιοτήτων. Οι πρώτοι ορισμοί του μουσείου ........................158
Ενότητα5.7 Δημόσιες; και ιδιωτικές; αQχαιολογικές συλλογές κατά τον 190 αιώvα ......................160 Σκοπ6ς ...............................................................................................................................160 Προσδοκώμενα Αποτελέσματα ......................................................................................160 5.7.1 Δημόσιες αρχαιολογικές συλλογές ........................................................................160 5.7.2 Ιδιωτικές συλλογές ..................................................................................................161
Ενότητα5.8 Η εξέλιξη των ελληνικών μουσείων κατά τον 190 αιώνα ...........................................163 Σκοπ6ς ...............................................................................................................................163 Προσδοκώμενα Αποτελέσματα ......................................................................................163 Εισαγωγικές Παρατηρήσεις............................................................................................163 5.8.1 Θεωρητικές προϋποθέσεις .....................................................................................164 5.8.2 Το Εθνικό Αρχαιολογικ6 Μουσείο της Αίγινας ..................................................166 5.8.3 Τα πρόπα αθηναϊκά μουσεία..................................................................................166 5.8.4 Τα πρώτα επαρχιακά μουσεία................................................................................171 5.8.5 Μουσεία σε αλύτρωτες περιοχές ...........................................................................174
Ενότητα5.9 Η ανάπτυξη των ελληνικών μουσείων τον 20ό αιώνα .................................................180 Σκοπός ...............................................................................................................................180 Προσδοκώμενα Αποτελέσματα ......................................................................................180 Εισαγωγικές Παρατηρήσεις ............................................................................................180 5.9.1 Η περίοδος 1900-1910 .............................................................................................180 5.9.2 Η περίοδος 1910-1950 .............................................................................................183 5.9.3 Η περίοδος 1950-1980 .............................................................................................187 5.9.4 Σύγχρονες τάσεις στην ίδρυση, την οργάνωση και τη λειτουργία των μουσείων στην Ελλάδα (1980-2000) ...............................................................198
Ενότητα5.1 Ο Η ιδιωτική συλλεκtική δQασtηQιότητα στην Ελλάδα τον 20ό αιώvα ........................212 Σκοπός ...............................................................................................................................212 Προσδοκώμενα Αποτελέσματα ......................................................................................212
12
Εισαγωγικές Παρατηρήσεις ............................................................................................212
Σύνοψη ..............................................................................................................................223 Παράρτημα ....................................................................................................................... 224 Βιβλιογραφία του Τόμου .................................................................................................230 Οδηγός για Περαιτέρω Μελέτη του Τόμου ...................................................................235 Κατάλογος Εικόνων .........................................................................................................237
1
13
ΠΡΟΛΟΓΟΣ Ο τρίτος τόμος της Θεματικής Ενότητας «Αρχαιολογία στον ελληνικό χώρο» αναφέρεται σε έναν ξεχωριστό τομέα της αρχαιογνωσίας, στη Μουσειολογία, η οποία βασικό σκοπό έχει να φέρει σε επικοινωνία το κοινό με τα μουσειακά εκ θέματα. Ο τόμος χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο Μέρος Α' δίνεται ο ορισμός και κα ταγράφονται οι έννοιες και οι εκθεσιακές πρακτικές των μουσείων. Στο Μέρος Β' περιγράφονται οι συγκεκριμένοι χώροι και η πορεία ανάπτυξης των μουσείων στον ελλαδικό χώρο από την Αρχαιότητα μέχρι τον 20ό αιώνα. Συγκεκριμένα, στο κεφάλαιο 1 ορίζεται η έννοια του μουσείου και περιγράφε ται η εξέλιξη της λειτουργίας του από το Μουσείο της Αλεξάνδρειας μέχρι την εμ φάνιση μουσείων με τη σημερινή έννοια, ήδη από τις αρχές του 18ου αιώνα. Στο κεφάλαιο 2 καταγράφονται οι διαδικασίες διαχείρισης των μουσειακών αντικει μένων, όπως είναι η μελέτη, η συντήρηση και η καταγραφή, στο κεφάλαιο 3 ανα λύονται οι τυπολογίες των εκθέσεων και ο προγραμματισμός τους, ενώ στο κεφά λαιο 4 περιγράφονται τα αρχιτεκτονικά μορφολογικά χαρακτηριστικά που απαι τούνται για τη λειτουργία ενός σύγχρονου μουσείου. Στο Μέρος Β' (κεφάλαιο 5) και συγκεκριμένα στις ενότητες 5.1 και 5.2 διαχω ρίζεται το νοηματικό περιεχόμενο της συλλογής από αυτό του μουσείου και στη συνέχεια γίνεται μια χρονική κατηγοριοποίηση της εξελικτικής πορείας των μου σείων (ενότητα 5.3), τονίζοντας τις διαφορές περιεχομένου αλλά και προοπτικής των μουσείων κάθε περιόδου. Στη συνέχεια μελετάται η εξέλιξη των συλλογών και των μουσείων στον ελλαδικό χώρο από την Αρχαιότητα (ενότητα 5.4) και τα βυζαντινά χρόνια (ενότητα 5.5), μέχρι την προεπαναστατική περίοδο (ενότητα 5.6), τον 190 (ενότητες 5.7 και 5.8) και τον 20ό αιώνα (ενότητα 5.9). Το κεφάλαιο τελειώνει με την ιδιωτική συλλεκτική δραστηριότητα στην Ελλάδα κατά τον 20ό αιώνα (ενότητα 5.10). Ο τόμος αυτός αποτελεί μια πλήρη παρουσίαση του έργου που επιτελεί ένα σύγχρονο μουσείο και διαφωτίζει τον αναγνώστη τόσο ως θεατή και επισκέπτη ενός μουσείου όσο και ως οργανωτή και σχεδιαστή μιας έκθεσης. Αγγελία Παπαγιαννοπούλου Επιμελήτρια έκδοσης της Θεματικής Ενότητας
14
1 1
ΜΕΡΟΣΑ' ΖΗ ΤΗΜΑΤΑΜΟΥΣΕΙΑΚΩΝΣΠΟΥΔΩΝ
Τ. Νούσια
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΤΩΝ ΜΟΥΣΕΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Σκοπός του κεφαλαίου αυτού είναι να ορίσει την έννοια του μουσείου και να περιγράψει τα κύρια χαρακτηριστικά και τις λειτουργίες του.
Σκοπός
'Οταν θα έχετε ολοκληρώσει τη μελέτη αυτού του κεφαλαίου, θα είστε σε θέση να: • περιγράφετε το ακριβές αντικείμενο μελέτης της μουσειολογίας και να απαριθμείτε τους στόχους της • περιγράφετε τα βασικά χαρακτηριστικά του μουσείου· • διακρίνετε τις διάφορες κατηγορίες μουσείων· • διακρίνετε τη διαφορά ανάμεσα στους επίσημους όρους «μουσειολογία» και «μουσειογραφία»· • απαριθμείτε τις λειτουργίες των σύγχρονων μουσείων· • αναφέρεστε στους κυριότερους σταθμούς της ιστορικής εξέλιξης των μουσεί ων στον διεθνή χώρο.
Προσδοκώμενα Αποτελέσματα
• • • • • • • • • • • •
Έννοιες Κλειδιό
Μουσείο ως ετεροτοπία Μουσειολογία Μουσειογραφία Λειτουργίες των μουσείων Κατηγορίες των μουσείων Ιστοριογραφία των μουσείων Αρχαίοι θησαυροί Μουσείο της Αλεξάνδρειας Cabinets of curiosities/cabinets des curiosites Δημόσιο μουσείο Υπαίθριο μουσείο Οικομουσείο
Εισαγωγικές Παρατηρήσεις
Το κεφάλαιο αυτό περιλαμβάνει δύο ενότητες. Η πρώτη είναι εισαγωγική και επιδιώκει να ορίσει τις βασικές έννοιες που πραγματεύεται το κεφάλαιο και η δεύτερη παρουσιάζει τους σημαντικότερους σταθμούς στην ιστορική εξέλιξη των μουσείων στον διεθνή χώρο. Στο κείμενο που ακολουθεί πιθανόν να συναντήσετε έννοιες οι οποίες θα αναπτυχθούν περαιτέρω στο Μέρος Β' αυτού του τόμου, όπου περιγράφονται οι συλλογές και τα μουσεία στον ελλαδικό χώρο.
1
17
Ενότητα 1.1
ΜΟΥΣΕΙΑ ΚΑΙ ΜΟΥΣΕΙΟΛΟΓΙΑ 1.1.1
Τι είναι μουσείο
Δραστηριότητα 1 /Κεφάλαιο 1 Τι είναι κατά τη γνώμη σας ένα μουσείο; Ζητήστε επίσης από διάφορα άτομα του οικογε νειακού και κοινωνικού σας περίγυρου να σας πουν τη δική τους γνώμη σχετικά με αυτό το ερώτημα. Με τις απαντήσεις που θα συλλέξετε, κάντε έναν κατάλογο που να περιέχει τα χαρακτηρι στικά του μουσείου όπως το αντιλαμβάνεται το ευρύ κοινό. Συγκρίνετε τις απαντήσεις σας με το κείμενο που ακολοuθε(.
Πώς φανταζόμαστε ένα μουσείο; Πώς αντιλαμβανόμαστε τη σημασία του χώ ρου μέσα σε αυτό; Ένα «τυπικό» μουσείο φέρνει συνήθως στον νου μας εικόνες ενός εξαιρετικά «πειθαρχημένου» χώρου, με αντικείμενα τοποθετημένα με από λυτη τάξη σε γυάλινες προθήκες, μέσα σε κτίρια επιβλητικής αρχιτεκτονικής, τα οποία αδυνατούν να τραβήξουν το ενδιαφέρον των επισκεπτά>ν και να ανταπο κριθούν στις προσδοκίες τους. Ο θεσμός του μουσείου είναι σήμερα καθιερωμένος στον διεθνή πολιτιστικό χώρο, ενώ παράλληλα το περιεχόμενο και ο σκοπός των διάφορων ειδών μουσεί ων συνεχώς μεταβάλλονται. Συχνά στο παρελθόν, ο ρόλος τους περιοριζόταν στην παθητική διατήρηση και έκθεση αντικειμένων και στην ικανοποίηση των επιστη μονικών ενδιαφερόντων μιας μικρής μερίδας ειδικών, γι' αυτό εύστοχα τους απο διδόταν ο χαρακτηρισμός «μαυσωλεία της τέχνης». Στη σύγχρονη εποχή, όμως, νέες αντιλήψεις σχετικά με τη σημασία και τον ρόλο του μουσείου έθεσαν σε αμ φισβήτηση την παραδοσιακή του μορφή. Έτσι, η μετατροπή των μουσείων σε ζω ντανά πολιτιστικά κύτταρα, η εισαγωγή πρωτοποριακών εκθέσεων, η ανταπόκρι ση σε ζητήματα εκπροσώπησης των μειονοτήτων και η χρησιμοποίηση των νέων τεχνολογιών βρίσκονται ανάμεσα στους στόχους του σύγχρονου μουσείου και συμβάλλουν στον γενικότερο αναπροσδιορισμό του θεσμού. Μια ενδιαφέρουσα αντίληψη για τον ρόλο του σύγχρονου μουσείου έχει δια τυπωθεί από τον γνωστό Γάλλο φιλόσοφο Michel Foucault, που εξετάζει τα μου σεία στο πλαίσιο του δυτικού πολιτισμού ως συγκεκριμένους χώρους συγκέντρω σης ετερόκλητων συλλογών αντικειμένων που προήλθαν από διαφορετικούς τό πους και αποκτήθηκαν σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα. Το φαινόμενο αυτό, που ο Foucault ονόμασε ετεροτοπία (heterotopia), περιγράφει ένα χώρο με συ γκεκριμένη και πραγματική χωρική υπόσταση, ο οποίος ταυτόχρονα προσπαθεί να αποτελέσει την αναπαράσταση διαφορετικών χώρων και χρόνων. Με άλλα λό-
18
ΕΝυΤΗΤΑ 1.1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
για, τα σύγχρονα μουσεία συμπεριλαμβάνουν αντικείμενα προερχόμενα από δια φορετικές εποχές που εκτίθενται όμως στον ίδιο χώρο. Λειτουργούν δηλαδή ως εκπρόσωποι «άλλων χώρων και άλλων εποχών». Σύμφωνα με τον Foucault, η ιδέα της ύπαρξης του μουσείου στηρίζεται στην αντίληψη συσσώρευσης των πάντων και δημιουργίας ενός οικουμενικού αρ χείου, (στην) επιθυμία να περιληφθούν όλες οι εποχές, οι μορφές και οι ρυθ μοί σ' ένα συγκεκριμένο τόπο, και μάλιστα σ' έναν τόπο που είναι εκτός χρό νου, άτρωτος από τη φθορά και την καταστροφή που σωρεύουν τα χρόνια (Foucault, 1986, σ. 15).
Εικόνα 1. Γελοιογραφία από αφίσα του μουσείου RoyalAlbert Memorίal στο Exeter της Μεγάλης Βρετανίας Δραστηριότητα 2/Κεφάλαιο 1 Η παραπάνω γελοιογραφία (εικ. 1) απεικονίζει μια αίθουσα μουσείου και προβάλλει, με αρκετή υπερβολή βέβαια, τη στερεότυπη αντίληψη πολλών για το τι είναι αυτό. Αφού πα ρατηρήσετε την εικόνα, κάντε έναν κατάλογο με τα κυριότερα στοιχεία που χρησιμοποίη σε ο σκιτσογράφος για να αποδώσει την ατμόσφαιρα του χώρου. Στη συνέχεια κάντε ένα δεύτερο κατάλογο με τα χαρακτηριστικά ενός μουσείου που κατά τη γνώμη σας θα μπορούσε να γίνει «φιλικό» προς τους επισκέπτες και να διεγείρει το εν διαφέρον τους. Η απάντησή σας εξυπακούεται ότι θα είναι εντελώς υποκειμενική.
1.1.2
Καταγωγή του όρου μουσείο
Όπως θα δούμε στις επόμενες υποενότητες, η λέξη μουσείο δεν είχε πάντοτε το ίδιο νοηματικό περιεχόμενο. Πρέπει να επισημάνουμε ότι η καταγωγή του όρου μουσείο δεν συνδέεται με τη συλλογή και την έκθεση αντικειμένων, δύο βα-
1
19
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 1.1
σικές λειτουργίες που χαρακτηρίζουν ένα μουσείο σήμερα. Στην Αρχαιότητα, ως μουσείον περιγραφόταν ένας χώρος (τέμενος), αφιερωμένος στη λατρεία των Μουσών. Συνδεόταν δηλαδή με τόπους αφιερωμένους στην καλλιέργεια των τε χνών, των γραμμάτων, της μουσικής, της ποίησης, της φιλοσοφίας και του χορού, που τελούσαν υπό την προστασία των εννέα Μουσών. Τέτοιος χώρος ήταν το Μουσείο της Αλεξάνδρειας, που ιδρύθηκε τον 3ο αιώνα π.Χ. από τον Πτολεμαίο τον Α' με σκοπό την έρευνα και τη μελέτη και που μαζί με τη Βιβλιοθήκη της Αλε ξάνδρειας θεωρείται το πρώτο οργανωμένο πολιτιστικό ίδρυμα. Ευρύτερα, ο όρος υποδήλωνε χώρους προαγωγής της επιστήμης και της φιλοσοφίας, δεδομέ νου ότι φιλοσοφία εκείνη την εποχή σήμαινε καθολική γνώση. Γι' αυτό, άλλωστε, με το Μουσείο της Αλεξάνδρειας συνδέθηκαν τα ονόματα μεγάλων φιλοσόφων, όπως του Ευκλείδη και του Αρχιμήδη. Στους ρωμαϊκούς χρόνους, παρ' όλο που υπήρχαν δημόσιοι χώροι για την έκθεση συλλογών έργων τέχνης, ο όρος μουσείο παρέπεμπε κυρίως σε χώρους φιλοσοφικών συζητήσεων. Μόνο μετά τον 150 αιώνα, στη διάρκεια της Αναγέννησης, η λέξη μουσείο χρη σιμοποιήθηκε για να χαρακτηρίσει τις ιδιωτικές συλλογές των ευγενών στην Ευ ρώπη, με πιο γνωστή τη συλλογή του Λαυρέντιου του Μεγαλοπρεπή των Μεδί κων. Αργότερα, τον 170 αιώνα, στην περίοδο του Διαφωτισμού, η λέξη μουσείο παραπέμπει στην πληρότητα των εγκυκλοπαιδικών γνώσεων και ο όρος αναφέρε ται σε τίτλους βιβλίων, όπως στοΑ Poetical Museum, για να δηλώσει την ευρεία κάλυψη ενός γνωστικού αντικειμένου. Έπειτα, στα μέσα του 17ου αιώνα, ο λατινικός όρος musaeum χρησιμοποιείται ευρέως στην Ευρώπη για να χαρακτηρίσει συλλογές με αξιοπερίεργα αντικείμε να (cabinets des curiosites). Επισημαίνεται ότι ο αυτονόητος στις μέρες μας συσχετισμός του όρου μουσείο με ένα συγκεκριμένο κτίριο που στεγάζει και εκθέτει μια συλλογή καθιερώνεται στα τέλη του 17ου-αρχές του 18ου αιώνα. Η λέξη μουσείο με τη σύγχρονη έννοια αναφέρθηκε για πρώτη φορά το 1683, με σκοπό να περιγράψει το κτίριο που πα ρουσιάζε τη συλλογή αντικειμένων του Elias Ashmole στην Οξφόρδη. Αφού μιλήσαμε για την προέλευση της λέξης μουσείο και την εξέλιξή της μέσα στους αιώνες, θα δούμε στη συνέχεια πώς ορίζεται το μουσείο σήμερα.
1.1.3
Επίσημοι ορισμοί
Σύμφωνα με τον ορισμό που έχει δοθεί από το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων (International Council of Museums, ICOM), όπως αυτός διατυπώνεται στο κατα στατικό του (ICOM, 1995), μουσείο είναι: Ένα ίδρυμα μόνιμο, μη κερδοσκοπικό, σι:ην υπηρεσία της κοινωνίας και της ανάπτυξής της, ανοιχτό σι:ο κοινό, που έχει ως έργο να συλλέγει, να μελετά, να διατηρεί, να γνωσι:οποιεί και να εκθέτει υλικά τεκμήρια του ανθρώπινου πολιτισμού και περιβάλλοντος, με σι:όχο τη μελέτη, την εκπαίδευση και την ψυχαγωγία. (Ambrose and Paine, 1993, σ. 8)
20
11
ΕΝΟΤΗΤΑ 1.1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Ανάλογος, αλλά πιο λεπτομερής, είναι ο ορισμός που δίνει ο Σύνδεσμος Αμε ρικανικών Μουσείων (American Association of Museums, 1989): • Μουσείο είναι ένα οργανωμένο, δημόσιο ή ιδιωτικό, μόνιμο, μη κερδο σκοπικό ίδρυμα, με εκπαιδευτικό και αισθητικό κυρίως χαρακτήρα. • Φροντίζει να έχει στην ιδιοκτησία του ή να χρησιμοποιεί αντικείμενα ή ζωντανούς οργανισμούς τα οποία εκθέτει σε μόνιμη βάση. • Απασχολεί τουλάχιστον ένα άτομο, αμειβόμενο ή εθελοντικά προσφερό μενο, του οποίου κύρια ευθύνη είναι η απόκτηση αντικειμένων για το μουσείο, η διατήρηση και η έκθεσή τους. • Είναι ανοιχτό στο κοινό και επισκέψιμο σε σταθερή βάση. (ό.π.) Ο Σύνδεσμος Μουσείων Μεγάλης Βρετανίας (Museum Association) ορίζει ως μουσείο: Ένα ίδρυμα το οποίο συλλέγει, καταγράφει, εκθέτει, αποθηκεύει και συντη ρεί έργα τέχνης, προϊόντα της επιστήμης και του πολιτισμού, ώστε να είναι διαθέσιμα στο ευρύ κοινό και στους ερευνητές. (ό.π.) Ο τελευταίος αυτός ορισμός αποτελεί μια εισαγωγή στις λειτουργίες του σύγ χρονου μουσείου, όπως θα δούμε παρακάτω. Δραστηριότητα 3/Κεφάλαιο 1 Μελετήστε τους παραπάνω ορισμούς, σημειώστε τις ομοιότητες και τις διαφορές μεταξύ τους και προσπαθήστε να διαμορφώσετε ένα δικό σας ορισμό, συνδυάζοντας τα παραπά νω στοιχεία με άλλα χαρακτηριστικά που μπορεί να προέρχονται από τη δική σας εμπει ρία. Θα βρείτε το δικό μας σχόλιο στο Παράρτημα, στο τέλος του κεφαλαίου.
Συνεπώς, ο ρόλος του μουσείου δεν περιορίζεται απλώς στην ανάδειξη των εκ θεμάτων, αλλά καλύπτει τη συλλογή, τη μελέτη, τη διατήρηση και την ερμηνεία των αντικειμένων και γενικότερα των τεκμηρίων του υλικού πολιτισμού. Αφού αναλύσαμε τι σημαίνει η λέξη μουσείο μέσα από τους διάφορους ορι σμούς που έχουν δοθεί από επίσημους οργανισμούς, θα εξετάσουμε τι είναι η μουσειολογία. Ο όρος αυτός είναι ταυτισμένος με τη μελέτη των ζητημάτων που αφορούν τη θεωρία και την πρακτική σχετικά με τις λειτουργίες των μουσείων. Ειδικότερα, σύμφωνα με τον επίσημο ορισμό, όπως διατυπώθηκε από το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων (ICOM): Μουσειολογία είναι η επιστήμη του μουσείου. Πραγματεύεται τη μελέτη της ιστορίας του, τον ρόλο του στην κοινωνία, τις τεχνικές συντήρησης των αντι κειμένων, τα ειδικά συστήματα προώθησης της έρευνας, την εκπόνηση εκ παιδευτικών προγραμμάτων και την οργάνωση της λειτουργίας του. Επίσης ορίζει τη σχέση του μουσείου με το φυσικό περιβάλλον και ταξινομεί τα μου σεία σε διάφορες κατηγορίες. Μουσειολογία είναι επομένως η επιστήμη που ασχολείται με τη μελέτη των σκοπών και της οργάνωσης των μουσείων. (ό.π.) Έτσι, μπορούμε να πούμε ότι:
1
21
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 1.1
:fj@i'jJfJi§¼��,�W'ί-W%tM"N{,Ψt+t.�k(.�i�"Y�l';�;μ��_;-&_s1�%':ξ,@"W�&§,,lfu.,�����1A����sl*��t@�h����%:Th.���
Μουσειολογία είναι το γνωστικό αντικείμενο που έχει στόχο την αναζήτηση και τη μελέτη της μεθοδολογίας για την αντιμετώπιση και την επίλυση όλων των θεμάτων που συνδέονται με τις λειτουργίες των μουσείων. Δηλαδή, μουσει ολογία είναι η θεωρητική και η πρακτική ενασχόληση με τα ζητήματα που αφο ρούν τα μουσεία.
1.1.4
Λειτουργίες των σύγχρονων μουσείων
Σε γενικές γραμμές ως μουσείο περιγράφεται ένας χώρος στον οποίο επιτε λούνται δραστηριότητες με στόχο τη διάσωση, τη διατήρηση, τη διάδοση και την αξιοποίηση των τεκμηρίων της πολιτισμικής κληρονομιάς. Στους ορισμούς που εξετάσαμε παραπάνω διακρίνουμε τρεις αλληλοεξαρτώμενους άξονες γύρω από τους οποίους στρέφεται η λειτουργία του σύγχρονου μουσείου: 1. Διαχείριση των συλλογών: Απόκτηση, αναγνώριση, εξακρίβωση, καταγραφή, ταξινόμηση, διατήρηση/συντήρηση/αποκατάσταση, αποθήκευση και μελέτη αυτών. 2. Έκθεση: Ερμηνευτική παρουσίαση των συλλογών. 3. Επικοινωνία: Σχέση του μουσείου με το κοινό. Η λειτουργία ενός μουσείου βασίζεται καταρχήν σε μια συλλογή αντικειμένων με κοινά χαρακτηριστικά γνωρίσματα. Όπως θα δούμε παρακάτω, αυτά τα κοινά χαρακτηριστικά προσδιορίζουν και το είδος του. Η πρώτη λοιπόν προϋπόθεση για τη δημιουργία ενός μουσείου και ένα σημαντικότατο μέρος του περιεχομένου του είναι να αποκτηθούν αντικείμενα που θα αποτελέσουν τις συλλογές του. Στη συνέχεια, τα αντικείμενα αυτά πρέπει να αναγνωριστούν, να εξεταστεί δηλαδή αν είναι αυθεντικά, και να εξακριβωθούν, με επαλήθευση των χαρακτηριστικών τους. Έπειτα, καταγράφονται και ταξινομούνται σε κατηγορίες σύμφωνα με συ γκεκριμένα συστήματα αρχειοθέτησης, έτσι ώστε οι συλλογές να είναι έτοιμες για έρευνα και μελέτη. Όπως θα δούμε στο επόμενο κεφάλαιο, το μουσείο ανα λαμβάνει τη φροντίδα που χρειάζονται τα αντικείμενα, η οποία, ανάλογα με την κατάστασή τους, διακρίνεται σε απλή διατήρηση, σε συντήρηση ή σε αποκατά σταση. Μέχρι την τελική τους παρουσίαση στο κοινό, τα αντικείμενα πρέπει να αποθηκευτούν σε κατάλληλα διαμορφωμένο και προστατευμένο χώρο. Οι παρα πάνω διαδικασίες δεν είναι πάντα διακριτές μεταξύ τους, δεδομένου ότι για κάθε αντικείμενο που ταξινομήθηκε σε μια συγκεκριμένη κατηγορία, αν ανακαλυ φθούν νέα στοιχεία κατά τη διαδικασία αποκατάστασης, μπορεί να αναθεωρηθεί η κατηγορία της ταξινόμησής του. Η βασικότερη λειτουργία όμως ενός μουσείου είναι η παρουσίαση, η έκθεση των αντικειμένων, δηλαδή η τοποθέτησή τους σύμφωνα με μια λογική που να ακο λουθεί και να αναδεικνύει έναν τρόπο ερμηνείας, όπως αυτός καθορίζεται και επιλέγεται από τους σκοπούς του ιδρύματος. Η ερμηνεία βασίζεται στην κατα νόηση και στη συσχέτιση των αντικειμένων μεταξύ τους, στην αναζήτηση της αλ ληλουχίας και στην ανασύνθεσή τους σε καθολική εικόνα του υλικού πολιτισμού από μια συγκεκριμένη οπτική γωνία. Οι κανόνες που πρέπει να ακολουθούνται
22
11
1 1w
ΕΝΟΤΗΤΑ 1.1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
σε όλη τη διάρκεια της εργασίας αυτής πηγάζουν από τη σωστή αντίληψη για την ενότητα, δηλαδή τη συνέχεια που διέπει τον πολιτισμό. Άλλωστε, ο υλικός πολιτι σμός δεν είναι μια ανεξάρτητη και τυχαία συσσώρευση και παράθεση από ποικί λα στοιχεία της κατακερματισμένης ανθρώπινης ενέργειας, ατομικής ή ομαδικής. Πάντως, πρέπει να σημειωθεί ότι καμιά έκθεση δεν είναι ιδεολογικά ουδέτερη, αφού στην πραγματικότητα αντανακλά την εποχή της και τις απόψεις των δημι ουργών της. Με άλλα λόγια, ο τρόπος παρουσίασης αντικατοπτρίζει τα μηνύμα τα που το μουσείο έχει πρόθεση να μεταδώσει στο κοινό. Κάθε έκθεση προϋποθέτει την ύπαρξη κοινού και πρέπει να σχεδιάζεται με βάση το είδος του κοινού στο οποίο απευθύνεται. Η σχέση του μουσείου με το κοι νό εξαρτάται από τους σκοπούς που προτίθεται να εξυπηρετήσει το πρώτο και καθορίζουν και την κοινωνική του προσφορά. Οι παραπάνω λειτουργίες επιτελούνται σε συγκεκριμένο χώρο, στο μουσείο, που συνήθως στεγάζεται σε κλειστό κτίσμα. Πολλές φορές, ωστόσο, κάποιες από τις λειτουργίες του εκτελούνται σε ανοιχτούς χώρους και τότε τα μουσεία ονομά ζονται υπαίθρια. Το είδος του μουσείου καθορίζεται επίσης από τα κοινά χαρακτηριστικά των συλλογών των αντικειμένων που περιέχει. Με άλλα λόγια, τα χαρακτηριστικά αυ τά αποτελούν τις διάφορες παραμέτρους που ορίζουν την κατηγορία στην οποία ανήκει το μουσείο. Επιπλέον, ένα μουσείο μπορεί να εντάσσεται σε περισσότερες από μία κατηγορίες. Ο Πίνακας 1 περιλαμβάνει κάποιες κατηγορίες μουσείων που στηρίζονται σε απλές ταξινομήσεις, με βάση κοινές παραμέτρους.
Πίνακαc; 1
Κατηγορίες των σύγχρονων μουσείων Κατηγορία
Παράδειγμα
Με βάση τη συλλογή
Γενικού ενδιαφέροντος Αρχαιολογικά Τέχνης Ιστορικά Θεματικά Λαογραφικά Φυσικής Ιστορίας Επιστημών
Μουσείο Μπενάκη Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας Τελλόγλειος Πινακοθήκη Μουσείο Πόλης Αθηνών Θεατρικό Μουσείο Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας Τεχνικό Μουσείο Θεσ/νίκης
Με βάση τον φορέα ίδρυσης και διαχείρισης
Κρατικά Δημοτικά Ιδιωτικά
Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Δημοτική Πινακοθήκη Νέας Ιωνίας Μουσείο Κοσμήματος Λαλαούνη
Με βάση το βεληνεκές της συλλογής
Εθνικά Περιφερειακά Τοπικά
Εθνικό Ιστορικό Μουσείο Πελοποννησιακό Λαογραφικό Ίδρυμα Μουσείο Μονής Πάτμου
Είδος ταξινόμησης (παράμετρος)
23
'1
ΕΝΟΤΗΤΑ 1.1
�@f]*"::)),Ui,W%,,.�-:μ-;.��J.i..'s:'%'1.%!-:J:t&r�';W%§��1:$fu..�'<ξ�����'Wh��
�W&i,.,
Με βάση το κοινό που εξυπηρετούν
Γενικά Εκπαιδευτικά Ειδικό κοινό
Με βάση τον χώρο εκθέσεων
Αρχαία Αγορά Αθηνών Αρχαιολογικοί χώροι Μουσείο Σιδηροδρόμων Καλαμάτας Υπαίθρια μουσεία Ιστορικό κτίριο-μουσείο Αρχοντικό Αργυρού Σαντορίνη
Εθνική Πινακοθήκη Μουσείο Ελληνικής Παιδικής Τέχνης Μουσείο Αφής Φάρου Τυφλών
Όπως βλέπετε, ένα μουσείο μπορεί να ανήκει σε περισσότερες από μία κατη γορίες, π.χ. το Μουσείο Ελληνικής Παιδικής Τέχνης χαρακτηρίζεται εκπαιδευτι κό με βάση το κοινό που εξυπηρετεί, αλλά θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και θε ματικό με βάση τις συλλογές του, ιδιωτικό με βάση τον φορέα ίδρυσής του κ.ο.κ.
Ι>
Άσκηση Αυτοαξιολόyησηc; 1 /Κεφάλαιο 1 Κατατάξτε τα παρακάτω μουσεία σε μία τουλάχιστον κατηγορία, με βάση τον Πίνακα 1. Σημειώνουμε ότι κάθε μουσείο μπορεί να ανήκει σε περισσότερες από μία κατηγορίες. Μουσείο Ελληνικών Λαϊκών Μουσικών Οργάνων, Λαογραφικό και Εθνογραφικό Μουσείο Μακεδονίας και Θράκης, Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού Θεσσαλονίκης, Αγροτομουσείο Μυκόνου, Οικία Σβαρτς στα Αμπελάκια, Μουσείο Δερματικών Νόσων Συγγρού, Κέντρο Τεχνικού Πολιτισμού Σύρου, Αρχαιολογικό Μουσείο Βόλου, Ενυδρείο Ρόδου, Πολεμικό Μουσείο Αθήνας, Μουσείο Σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων, Πινακοθήκη Πιερίδη. Θα βρείτε τη δική μας απάντηση στο Παράρτημα, στο τέλος του κεφαλαίου.
Αναφερθήκαμε μέχρι στιγμής συνοπτικά στις λειτουργίες και στα είδη των σύγχρονων μουσείων. Στην ενότητα 1.2 θα εξετάσουμε την καταγωγή και την εξέ λιξη των μουσείων στον διεθνή χώρο, από την Αρχαιότητα μέχρι σήμερα.
24
1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Ενότητα 1.2
ΚΑΤΑΓΩΓΉ ΚΑΙ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΜΟΥΣΕΙΩΝ Η μελέτη της ιστοριογραφίας των μουσείων θεωρείται αρκετά πολύπλοκη υπό θεση. Η πιο γνωστή μέθοδος γραφής της ιστορίας των μουσείων παρακολουθεί τη χρονολογική εξέλιξή τους και ονομάζεται «γραμμική εξέλιξη». Η προσέγγιση αυ τή περιγράφει τη χρονολογική ανάπτυξη μεμονωμένων ιδρυμάτων ή παρακολου θεί την εξέλιξη κάποιων μουσείων μέσα από τη βιογραφία των ιδρυτών τους. Όλο και περισσότεροι μελετητές, πάντως, απορρίπτουν την ουδέτερη και γραμμική προσέγγιση της ιστορίας των μουσείων, υποστηρίζοντας ότι η μέθοδος αυτή είναι αυστηρά περιγραφική και δεν λαμβάνει υπόψη μια ευρύτερη κοινωνική και πολιτι σμική θεώρηση. Η ιστοριογραφική προσέγγιση που αφορά τη δημιουργία των μου σείων, όπως και όλων των ιδρυμάτων, πρέπει λοιπόν να διέπεται από την πεποίθη ση ότι η ύπαρξή τους είναι αποτέλεσμα των κοινωνικών, πολιτικών και οικονομι κών περιστάσεων και ότι εκφράζει τις πολιτισμικές συνθήκες κάθε εποχής και κά θε τόπου (Hooper-Greenhill, 1992). Στις υποενότητες που ακολουθούν περιγράφεται συνοπτικά η ιστορία των μου σείων στο πέρασμα των αιώνων, όπως έχει καταγραφεί μέχρι σήμερα. Σε ορισμένα σημεία, όπου θεωρείται απαραίτητο, παρατίθενται κάποιες εναλλακτικές απόψεις. Περισσότερες πληροφορίες για την ιστορία των μουσείων και των συλλογών στον ελλαδικό χώρο θα δοθούν στο Μέρος Β' του παρόντος τόμου. Εκεί παρατίθεται κι ένας χρήσιμος πίνακας (υποενότητα 5.2.1, Πίνακας 2) για την εξέλιξη του νοηματι κού περιεχομένου της λέξης μουσείο, από την Αρχαιότητα ως τις μέρες μας.
1.2.1
Η περίοδος tης Αρχαιόtηtας
Το μουσείο, με τη σημερινή του έννοια, πρωτοεμφανίστηκε τον 150 αιώνα στην αναγεννησιακή Ιταλία. Όπως θα δείτε αναλυτικά στο επόμενο κεφάλαιο, στην Αρχαιότητα ο όρος μουσείο δεν συνδεόταν με τη συλλογή και την έκθεση αντικει μένων, παρ' όλο που στην αρχαία Ελλάδα υπήρχαν σημαντικές συλλογές αντικει μένων τέχνης, οι οποίες πολλές φορές παρουσιάζονταν στο κοινό. Γνωστοί είναι οι Θησαυροί, επιμέρους κατασκευές στα μεγάλα ιερά. Πρόκει ται για αναθήματα, δηλαδή μικρά οικοδομήματα που ανεγείρονταν σε ανάμνηση κάποιου σημαντικού γεγονότος, όπως ήταν ο Θησαυρός των Δελφών, που χτίστηκε από τους Αθηναίους το 490 π.Χ. σε ανάμνηση της νίκης του Μαραθώνα. Συγχρό νως, όμως, οι Θησαυροί χρησίμευαν και ως χώροι έκθεσης διάφορων αφιερωμά των προς το ιερό και το κοινό μπορούσε να τους επισκεφθεί με ένα μικρό αντίτιμο. Γύρω στο 290 π.Χ. ιδρύεται από τον Πτολεμαίο Α', τον Σωτήρα, το Μουσείο της Αλεξάνδρειας, ορόσημο στην ιστορία των μουσείων. Το Μουσείο της Αλεξάν δρειας διέθετε συλλογές βοτανικής και ζωολογίας, κυρίως για διδακτικούς σκο πούς, και όπως αναφέραμε προηγουμένως δεν στόχευε στη συγκέντρωση και στην
1
25
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 1.2
�iii�,��1'\\W:-llim%11�;§sie.'�':'ϊ\.¾:'H,\Ά$�&*tl'f�M'MW:���'f��W"'�°"'%}%.o>')��i���'Z\1%i-.%)'J:H&\l¾l,Ω:���\wt,,'i¾@m�
έκθεση αντικειμένων. Ήταν ένα ίδρυμα εκπαιδευτικού χαρακτήρα και είχε κύριο στόχο την ανάπτυξη των επιστημών, όπως των μαθηματικών, της φυσικής, της ζωο λογίας, της βοτανικής και της αστρονομίας. Γνωστοί φιλόσοφοι, όπως ο Ευκλείδης και ο Αριστοτέλης, μελετούσαν και δίδασκαν εκεί. Το μουσείο όπως και η Βιβλιο θήκη της Αλεξάνδρειας θεωρούνται τα πρώτα κρατικά ιδρύματα για την ανάπτυξη των επιστημών. Με την επέκταση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, τον 3ο και τον 2ο αιώνα π.Χ., πολλά από τα έργα τέχνης που συγκεντρώθηκαν στη Ρώμη ως πολεμικά λάφυρα από τις κατακτήσεις στη Σικελία, την Ετρουρία και την Ελλάδα άρχισαν να κο σμούν ρωμαϊκούς ναούς και δημόσιους χώρους ή να αποτελούν τη βάση ιδιωτικών συλλογών. Για τους Ρωμαίους ευγενείς, η απόκτηση πρωτότυπων ελληνικών έργων τέχνης ή ακόμα και αντιγράφων έλαβε τον χαρακτήρα κοινωνικής και πνευματικής καταξίωσης. Έτσι, οι ρωμαϊκοί ναοί είχαν να επιδείξουν κάτι περισσότερο από έργα τέχνης: Ήταν χώροι προβολής κάθε σπάνιου αντικειμένου που έφερναν μαζί τους οι στρα τιώτες επιστρέφοντας από τις αποικίες. Αποτελούσαν, δηλαδή, ένα είδος δημόσιας έκθεσης αντικειμένων, επισκέψιμης από το ευρύ κοινό. Ωστόσο, οι περισσότερες συλλογές αξιόλογων έργων τέχνης ήταν ιδιωτικές. Μετά τις διαμαρτυρίες πολιτών ότι οι ευγενείς διατηρούν συλλογές μόνο για προ σωπική τους ικανοποίηση, ορισμένοι ευγενείς αποφάσισαν να κάνουν προσιτές τις συλλογές τους στο ευρύτερο κοινό. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι αυτή του Μάρκου Αγρίππα, που άνοιξε τις συλλογές του, διακηρύσσοντας για πρώτη φορά ότι τα αριστουργήματα της τέχνης πρέπει να ανήκουν στον λαό. Αξίζει να σημειωθεί ότι αντικείμενα συλλογών αποτελούσαν όχι μόνο τα πρω τότυπα έργα τέχνης αλλά και τα αντίγραφα. Γνωστή για τη διακόσμησή της με αντί γραφα είναι η έπαυλη του αυτοκράτορα Αδριανού στο Τίβολι, έξω από τη Ρώμη (2ος αι. μ.Χ.). Ο Αδριανός, αφού συγκέντρωσε μεγάλο αριθμό ελληνικών γλυπτών, παρήγγει λε αντίγραφα των οικοδομημάτων που είχε θαυμάσει στα διάφορα ταξίδια του και διακόσμησε με αυτά τον κήπο της έπαυλής του, με τρόπο που θυμίζει τα σύγχρονα υπαίθρια μουσεία. Η πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, τον So και τον 60 αιώνα μ.Χ., και η επι κράτηση του χριστιανισμού στη Δυτική Ευρώπη σημαίνουν το τέλος πολλών συνη θειών και θεσμών και δημιουργούν νέα οικονομικά και κοινωνικά δεδομένα.
1.2.2
Η περίοδος του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης
Κατά τον Μεσαίωνα η Εκκλησία γίνεται επίκεντρο της πνευματικής ζωής αλλά και ο χώρος φύλαξης των συλλογών διάφορων πολύτιμων αντικειμένων θρησκευ τικής σημασίας. Αυτοί οι εκκλησιαστικοί θησαυροί είναι η κύρια πηγή συλλογών σε όλη τη μεσαιωνική Ευρώπη. Οι εκκλησίες, οι θησαυροί και τα ιερά λείψανα αποτελούν πόλους έλξης και οι επισκέψεις σε αυτά παίρνουν τη μορφή προσκυνή-
26
1
1
ίί
t't
ΕΝΟΤΗΤΑ 1.2
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ματος. Την ίδια περίοδο, οι πρίγκιπες και οι πλούσιοι ιδιώτες δημιουργούν συλλο γές έργων τέχνης. Κατά την περίοδο της Αναγέννησης, η οποία χαρακτηρίζεται από την επιστρο φή στην κλασική Αρχαιότητα και στις πνευματικές αξίες της ελληνικής και της ρω μαϊκής παράδοσης, τη θέση των θησαυρών παίρνουν σταδιακά οι συλλογές αρχαί ων ελληνικών γλυπτών που κοσμούν τις αυλές των Ιταλών ηγεμόνων στη Φλωρε ντία, τη Βενετία και τη Ρώμη. Ήδη από τις αρχές της περιόδου, το 1471, ο πάπας Σίξτος ο Δ' εγκαινιάζει στη Ρώμη μια αίθουσα με αρχαία ελληνικά γλυπτά, προσι τή στο ευρύ κοινό. Έτσι, όχι μόνο αυξάνεται το γόητρο του ιδρυτή, αλλά δίνεται και η αφορμή για τη μελέτη της αρχαίας ελληνικής τέχνης και του πολιτισμού. Η πρωτοβουλία αυτή αποτελεί ταυτόχρονα και την πρώτη προσπάθεια προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς. Στη διάρκεια των τριών αιώνων της περιόδου δημιουργείται μεγάλος αριθμός ση μαντικών συλλογών από τους ηγεμόνες και τους πλούσιους αστούς της Φλωρεντίας. Ανάμεσά τους κυρίαρχη θέση κατέχει η συλλογή του Κόζιμο των Μεδίκων, που εμπλουτίζεται στη συνέχεια από τα μέλη της οικογένειας και ιδιαίτερα από τον Λο ρέντζο Μέδικο τον Μεγαλοπρεπή. Περιλαμβάνει χειρόγραφα, πολύτιμους λίθους, μετάλλια, χαλιά, βυζαντινές εικόνες, φλαμανδικά και άλλα ζωγραφικά και γλυπτά έργα τέχνης της εποχής. Σταδιακά, η συλλογή έργων τέχνης γίνεται η προσφιλής ενασχόληση των μαικηνών αλλά και του εκάστοτε πάπα, ο οποίος διαθέτει και κο σμική εξουσία. Πολλές είναι προσιτές στο κοινό έναντι μικρού αντιτίμου, είναι δε τόσο δημοφιλείς, ώστε να αναφέρονται σε τουριστικούς οδηγούς της εποχής. Τον 150 αιώνα, μεγάλη φήμη αποκτά η συλλογή του Βατικανού στο Καπιτώλιο (1471), χάρη στον μεγάλο αριθμό και στην αξία των έργων τέχνης που περιλαμβάνει. Εκτός από την Ιταλία, που πρωτοστατεί και αναπτύσσει το εμπόριο αρχαιοτή των και έργων τέχνης, και άλλες χώρες ενθαρρύνουν τη δημιουργία συλλογών. Στη Γαλλία, οι βασιλικές συλλογές εμπλουτίζονται με πρωτοβουλία του βασιλιά Φρα γκίσκου του Α'. Οι περισσότερες φυλάσσονται στα ανάκτορα του Fontainebleau και περιλαμβάνουν, εκτός από αρχαιότητες, ζωγραφικά έργα και αξιοπερίεργα αντικείμενα (curiosites), που μεταφέρουν στη Γαλλία έμποροι και εξερευνητές. Η πρώτη φορά που μνημονεύεται ο όρος μουσείο για να περιγράψει μια συλλο γή τοποθετείται στην εποχή του Λορέντζου του Μεγαλοπρεπή και συνδέεται με τα έργα τέχνης που είχε στην κατοχή της η περίφημη οικογένεια των Μεδίκων. Από τον 160 αιώνα και μετά χρησιμοποιείται πιο συχνά ο όρος gallery (galleria, αίθου σα τέχνης) για να περιγράψει τον χώρο έκθεσης έργων ζωγραφικής και γλυπτικής, ενώ αργότερα συχνή είναι η χρήση του όρου cabinet (ερμάριο) για να χαρακτηρί σει είτε μια συλλογή αξιοπερίεργων αντικειμένων (curiosities) είτε τον χώρο έκθε σης διακοσμητικών αντικειμένων. Και οι δύο όροι συναντώνται παρόμοιοι στη γαλλική και στην αγγλική γλώσσα. Στην Κεντρική Ευρώπη, οι δούκες της Βαυαρίας Γουλιέλμος Δ' και Αλβέρτος Ε' εγκαινιάζουν συλλογές στο Μόναχο, ενώ ο δεύτερος ιδρύει μεταξύ 1563 και 1567 μια αίθουσα τέχνης για να στεγάσει ζωγραφικά έργα. Το κτίριο αυτό είναι ίσως το παλαιότερο οικοδόμημα που χτίστηκε αποκλειστικά με σκοπό να γίνει μουσείο (Lewis, 1992).
1 1
27
ΕΝΟΤΗΤΑ 1.2
.::...,���it:iικum����J%:\!�wm:M'i1�ffi�b"%1�1>H@,m&�������'*'1:w,1:"m�������;wm..�m�i%..�%�
Το πνεύμα της Αναγέννησης, με την έμφαση στο πείραμα και την παρατήρηση, οδηγεί στη δημιουργία επιστημονικών συλλογών. Οι συλλογές φυσικής ιστορίας είναι ιδιαίτερα δημοφιλείς στην Ιταλία. Ειδικότερα, κατά τον 160 αιώνα αναφέ ρονται περισσότερες από 250 τέτοιες συλλογές. Ο Luca Ghini (1490-1556) είναι ίσως ο πρώτος που δημιούργησε (στην Πάδουα) μια συλλογή φυτών (herbariurn) για επιστημονικούς σκοπούς. Σημαντική συλλογή διαθέτει, επίσης, και ο Konrad von Gesner (1516-1565), ενώ αυτή του Ulisse Aldrovandi (1522-1605), που θα αποτελέσει τη βάση για τη συγγραφή μιας εγκυκλοπαίδειας φυσικής ιστορίας, κα ταλήγει το 1743 στο Μουσείο του Πανεπιστημίου της Μπολόνια. Από τις γνωστότερες ιδιωτικές συλλογές στη Βόρεια Ευρώπη είναι του Olaf Worm (1588-1664), στην Κοπεγχάγη, και του Bernard Paludanius (1550-1633). Και οι δυο ακολουθούν το μοντέλο των cabinet of curiosities ( ερμάρια αξιοπε ρίεργων αντικειμένων) και είναι προσιτές στο ευρύ κοινό. Η τάση για δημιουργία συλλογών μετατρέπεται σε πραγματικό κύμα που επε κτείνεται σε όλη την Ευρώπη, ενώ το εμπόριο των έργων τέχνης φτάνει στο απόγειό του. Από τις συλλογές αυτές, άλλες έχουν καλλιτεχνικό και άλλες φυσιοδιφικό και εθνογραφικό χαρακτήρα. Όλες αυτές στη συνέχεια θα αποτελέσουν τους πυρήνες των μουσείων και θα περάσουν σταδιακά από την ατομική ιδιοκτησία στη δημόσια διαχείριση, ενώ θα γίνονται ταυτόχρονα όλο και πιο προσιτές στο ευρύτερο κοινό.
1.2.3
Τα πρώτα δημόσια μουσεία
Αυτά που χρονολογικά μπορούμε να χαρακτηρίσουμε πρώτα δημόσια μουσεία άρχισαν να αποκτούν τη νεότερη φυσιογνωμία τους κατά τον 180 και τον 190 αιώ να. Σύμφωνα με τον Bennett (1995), προκύπτουν μέσα από μια περίπλοκη διαδικα σία εξέλιξης: Συνδυάζουν την αντίληψη του προγενέστερου θεσμού, που εστιαζό ταν στη συλλογή και στη διαφύλαξη σπάνιων και πολύτιμων αντικειμένων, με την εμφάνιση νέων μορφών δημόσιων χώρων στους οποίους εκτίθενται γενικώς ποικί λα αντικείμενα. Τέτοιοι χώροι είναι, για παράδειγμα, οι διεθνείς εκθέσεις και τα πολυκαταστήματα, που αναπτύχθηκαν παράλληλα και επηρέασαν την έννοια του μουσείου. Μέσα από την ανάλυσή του ο Bennett υποστηρίζει, ακόμα, ότι η διαδικα σία εξέλιξης των μουσείων βαδίζει παράλληλα με ένα γενικότερο φαινόμενο, κατά το οποίο κάθε νέα πολιτιστική μορφή μπορεί να αξιοποιηθεί από το κράτος για τη διαπαιδαγώγηση των πολιτών. Έτσι το μουσείο, μαζί με άλλες πολιτιστικές μορφές και εκδηλώσεις του 18ου και του 19ου αιώνα, όπως το θέατρο, οι συναυλίες κ.λπ., είχαν τη δυνατότητα να επιβάλλουν τις αξίες της εκάστοτε άρχουσας τάξης. Η μετάβαση των συλλογών από το ιδιωτικό στο δημόσιο καθεστώς και η έκθε σή τους σε συγκεκριμένο κτίριο, ανοιχτό στο ευρύτερο κοινό, αποτελεί ορόσημο στην ιστορία των μουσείων και προσεγγίζει τη σύγχρονη έννοιά τους. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί το Ashmolean Museum στην Οξφόρδη, το οποίο θεωρήθηκε ένα από τα πρώτα δημόσια μουσεία της Ευρώπης. Το μου σείο αυτό ξεκίνησε τη λειτουργία του το 1625 ως ιδιωτική συλλογή, ανοιχτή για το κοινό, στο Νότιο Λονδίνο. Αργότερα, το 1863, η συλλογή δωρίθηκε στο Πανεπι-
28
ι1 1
1
ΕΝΟΤ,ίΤΑ 1.2
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
στήμιο της Οξφόρδης και στεγάστηκε σε ανεξάρτητο κτίριο, ειδικά κατασκευα σμένο για αυτό τον σκοπό. Ακολούθησε το Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου, που θεωρείται το πρώτο μουσείο το οποίο δημιουργήθηκε εξαρχής ως δημόσιο ίδρυμα.
Μελέτη Περίπτωσης 1 Το Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου Το Βρετανικό Μουσείο ιδρύθηκε το 1753, αρχικά για να στεγάσει τις εκτε ταμένες συλλογές φυσικής ιστορίας, βιβλίων και χειρογράφων του Sir Hans Sloane, οι οποίες αργότερα εμπλουτίστηκαν με έργα ζωγραφικής και γλυπτι κής, όπως τη συλλογή γλυπτών της κλασικής Αρχαιότητας του Charles τownley και των γλυπτών του Παρθενώνα του λόρδου Elgin. Το μουσείο φιλοξενήθηκε αρχικά σε μια έπαυλη, το Montague House, κοντά στο σημερινό κτίριο (εικ. 2). Τα πρώτα χρόνια, η είσοδος για το κοινό ήταν πε ριορισμένη και επιλεκτική. Μέχρι το 1836 παρέμενε κλειστό τα Σάββατα, τις Κυ ριακές και τις αργίες, ώστε να ενθαρρύνεται η είσοδος μόνο σε άτομα από τις ανώτερες κοινωνικές τάξεις (Caygill, 1981). Αργότερα, το 1850, μεταφέρθηκε σε κτίριο που σχεδίασε ο αρχιτέκτονας Robert Srnirke, ειδικά για να στεγάσει τις αυξανόμενες συλλογές του μουσείου (εικ. 3). Το νέο κτίριο περιλάμβανε έργα τέχνης, αρχαιότητες αλλά και συλλο γές φυσικής ιστορίας με αντικείμενα σχετικά με τη ζωολογία, τη φυτολογία και τη γεωλογία. Το 1875 οι συλλογές φυσικής ιστορίας μεταφέρθηκαν σε νέο κτί ριο της περιοχής South Kensington του Λονδίνου και αποτέλεσαν τη βάση του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας (Natural History Museurn), γεγονός που σχολιά στηκε με αρκετό χιούμορ από τον Τύπο της εποχής.
Εικόνα 2. Το Montague House, όπου στεγάστηκαν οι πρώτες συλλογές του Βρετανικού Μουσείου
1
29
----------------------"'
ΕΝΟΤΗΤΑ 1.2
'ί
Εικόνα 3. Το Βρετανικό Μουσείο όπως είναι σήμερα Μελέτη Περίπτωσης 2 Το Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι Το μουσείο του Λούβρου (Musee du Louvre, εικ. 4), ιδρύθηκε το 1793, μετά την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας στη Γαλλία, και βασίστηκε στις βασιλι κές συλλογές που εθνικοποιήθηκαν, αποδόθηκαν στον λαό και έγιναν προσι τές στο κοινό. Το μουσείο ακολούθησε τις αρχές του Diderot, που το 1765, λί γο πριν από τη Γαλλική Επανάσταση, περιέγραψε λεπτομερώς στο γνωστό έρ γο του Εγκυκλοπαίδεια τη δημιουργία εθνικού μουσείου στο Λούβρο. Μετά την επανάσταση, μάλιστα, οι εθνικοποιημένες συλλογές αποτέλεσαν δημόσιο μουσείο με την ακριβή έννοια της λέξης. Οι συλλογές του μουσείου αυξήθη καν με έργα τέχνης που προήλθαν από λεηλασίες κατά τις εκστρατείες του Ναπολέοντα στην Ευρώπη. Την περίοδο ανάμεσα στα 1803-1813, το μουσείο είχε στην κατοχή του τις εκλεκτότερες συλλογές της Ευρώπης και ήταν γνω στό ως Musee Napoleon. Μετά το Συνέδριο της Βιέννης, όμως, το 1815, τα πε ρισσότερα έργα επιστράφηκαν στους κατόχους τους, γεγονός που αποτελεί το πρώτο σημαντικό παράδειγμα επιστροφής «πολιτιστικής ιδιοκτησίας» (Lewis, 1992).
30
ΕΝΟΤΗΤΑ 1.2
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Εικόνα 4. Το Μουσείο του Λούβρου όπως είναι σήμερα Η επιστροφή της βασιλικής συλλογής έργων τέχνης στο Βερολίνο και η άμεση έκθεσή τους στο Unter den Linden υπήρξε η αφορμή για την ίδρυση του Altes Museum. Το Altes θεωρείται πρωτοποριακό, γιατί είναι το πρώτο μουσείο του οποίου η ίδρυση βασίζεται σε μουσειολογικό προγραμματισμό και σχεδιασμό. Χτίστηκε το 1828, με σχέδια μνημειώδους αρχιτεκτονικής του αρχιτέκτονα Karl Frederick Schinkel και αποτέλεσε πρότυπο τυπολογίας για τα μουσεία του 19ου αιώνα ( εικ. 5). Κλείνοντας την ανάλυση για τη δημιουργία των πρώτων μουσείων, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι τα περισσότερα δημόσια μουσεία στην Ευρώπη δημιουργήθηκαν από τις βασιλικές συλλογές.
Εικόνα 5. Το Altes Museum στο Βερολίνο Πηγή: Pevsner, 1963, εικ. 13
31
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 1.2
'1i1titM!@@fu,��14�mffi�:&ilfmt:m&wm¼Ji&%@1&-.'11&..����-&,'tiK\!U:11I��",i;¼';,"WR��¾%MM�"-?{¼'t��Θ!sm;:"�-@m%'1'@'ah�Wi::'ξ&"¼t¼"*
Στη Ρωσία, η τεράστια συλλογή έργων τέχνης των τσάρων στεγάστηκε αρχικά στο χειμερινό τους ανάκτορο. Η καταστροφή του από πυρκαγιά είχε ως αποτέλε σμα την κατασκευή νέων κτιρίων για τη στέγαση των συλλογών. Το νέο κτίριο ονομάστηκε Ερμιτάζ και σχεδιάστηκε από τον γνωστό αρχιτέκτονα της εποχής Leo von Κlenze. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, τα πρώτα μουσεία ξεκινούν με πρωτοβουλία διάφο ρων συλλόγων (societies), όπως της Charleston Library Society, ή εύπορων ιδιω τών, όπως του Charles W. Peale. Το πρώτο μουσείο στις Ηνωμένες Πολιτείες ιδρύθηκε από την Charleston Library Society, στη Νότια Καρολίνα το 1773, με σκοπό τη συλλογή και την έκθεση αντικειμένων σχετικών με τη γεωργία και την ιατρική, όπως ασκούνταν στην περιοχή. Την ίδια εποχή, δηλαδή στο τέλος του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα, υπήρχε στην Αμερική μεγάλος αριθμός ιδιωτικών συλλογών. Γνωστότερη είναι η συλλογή φυσικής ιστορίας του Charles W. Peale, στη Φιλαδέλφεια, ανοιχτή για το κοινό. Συγκεκριμένα, ο Peale, ωθούμενος από πρωτοποριακές για την εποχή ιδέ ες, ίδρυσε μουσείο (1786) με σκοπό την εκπαίδευση και την ψυχαγωγία όλων των κοινωνικών στρωμάτων. Το πρώτο εθνικό μουσείο στις Ηνωμένες Πολιτείες θεωρείται το Smithsonian Institute. Ιδρύθηκε στην Ουάσιγκτον το 1858, από δωρεά του Άγγλου James Smithson και σήμερα λειτουργεί ως πολιτιστικός οργανισμός, αποτελούμενος από αρκετά διαφορετικά μουσεία. Στο τέλος του 19ου αιώνα εμφανίστηκαν πολύ λίγα μουσεία σε περιοχές εκτός Ευρώπης και ΗΠΑ, παρ' όλο που η επίδραση των αποικιοκρατικών χωρών, όπως της Ολλανδίας, του Βελγίου, της Γαλλίας, της Πορτογαλίας και της Αγγλίας, συνέ βαλε στη δημιουργία μουσείων στις αποικίες. Στην Αφρική, για παράδειγμα, τα περισσότερα μουσεία ιδρύθηκαν από Ευρωπαίους αποικιστές, που βέβαια προή γαγαν τον δικό τους δυτικό τρόπο σκέψης. Παράλληλα, στην Αυστραλία, ιδρύεται το 1829 μουσείο στο Σίδνεϋ, ενώ στην Ασία το πρώτο μουσείο ιδρύεται στη Βεγ γάλη, το 1814. Στην Κίνα και στην Ιαπωνία τα πρώτα μουσεία εμφανίστηκαν το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Βασικό χαρακτηριστικό του 19ου αιώνα είναι η αξιοποίηση του θεσμού του μουσείου για την οικοδόμηση, την ενίσχυση και τη διατήρηση της εθνικής ταυ τότητας. Παράδειγμα της παραπάνω διαπίστωσης αποτελεί η δημιουργία μου σείων στη Βουδαπέστη, στην Πράγα, στη Βαρσοβία και αλλού. Πριν προχωρήσετε στην επόμενη υποενότητα, ρίξτε μια ματιά στον Πίνακα 2, στον οποίο παρατίθενται τα κυριότερα δημόσια μουσεία του 18ου και του 19ου αιώνα, σύμφωνα με το έτος ίδρυσής τους.
32
1
ικ
1
lt
ΕΝΟΤΗΤΑ 1.2
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Πίνακας 2
Τα κυριότερα μουσεία του 18ου και του 19ου αιώνα ανά τον κόσμο Χρονολογία 1683 1759 1773 1786 1793 1802 1807 1814 1815 1816 1819 1822 1823 1824 1825 1829 1830 1834 1843 1852 1857 1858 1858 1863 1868 1872 1873 1884 1891
1.2.4
Επωνυμία μουσείου Ashmolean Museum, Οξφόρδη, Μ. Βρετανία Βρετανικό Μουσείο Λονδίνου, Μ. Βρετανία Charleston Library Society, Νότια Καρολίνα, ΗΠΑ Peale Museum, Φιλαδέλφεια, ΗΠΑ Μουσείο Λούβρου, Παρίσι, Γαλλία Εθνικό Μουσείο Βουδαπέστης, Ουγγαρία Εθνικό Μουσείο Αρχαιοτήτων Κοπεγχάγης, Δανία Museum of the Asiatic Society of Bengal, Καλκούτα, Ινδία Εθνικό Μουσείο Ρίο ντε Ζανέιρο, Βραζιλία Γλυπτοθήκη Μονάχου, Γερμανία Μουσείο Πράδο, Μαδρίτη, Ισπανία Picton Academy Museum, Νέα Σκοτία, Καναδάς Εθνικό Μουσείο, Μπουένος Άιρες, Αργεντινή National Gallery, Λονδίνο, Μ. Βρετανία South African Museum, Κέιπ Τάουν, Νότιος Αφρική Australian Museum, Σίδνεϋ, Αυστραλία Altes Museum, Βερολίνο, Γερμανία Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, Αθήνα (ιδρυτικός νόμος) 1, Ελλάδα Neues Museum, Βερολίνο, Γερμανία Μουσείο Ερμιτάζ, Αγία Πετρούπολη, Ρωσία Μουσείο South Kensington2, Λονδίνο, Μ. Βρετανία Αιγυπτιακό Μουσείο, Κάιρο, Αίγυπτος US National Museum Smithsonian lnstitution, Ουάσιγκτον, ΗΠΑ Μουσείο Τέχνης και Τεχνολογίας, Βιέννη, Αυστρία Sikowei Museum, Σαγκάη, Κίνα Μητροπολιτικό Μουσείο, Νέα Υόρκη, ΗΠΑ Nordiska Museet, Στοκχόλμη, Σουηδία Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα, Ελλάδα Skansen Museet, Στοκχόλμη, Σουηδία
Ο 20ός αιώνας
Από τα τέλη του 19ου αιώνα, η βιομηχανοποίηση άρχισε να κλονίζει τον καθιε ρωμένο τρόπο ζωής και τις παραδοσιακές ισορροπίες. Η ανάγκη διατήρησης της
ΟΑ 'αρχαιολογικός νόμος της 10/22 ΜαίΌυ 1834 οριΊ;ει την ίδρυση «Κεντρικού Δημοσίου Μουσείου διάτας Αρχαιότητας». Η οικοδόμηση του κτιρίου διάρκεσε 23 χρόνια (1866-1889). 'Αργότερα χωρίστηκε στο Vίctorίa and Albert Museum (1893) και στο Scίence Museum (1919). 1
1
33
"1
ΕΝΟΤΗΤΑ 1.2
εθνικής ταυτότητας και ο φόβος για τυχόν αποξένωση των κατοίκων από την πολι τισμική κληρονομιά του τόπου τους αποτέλεσαν κατά τον 20ό αιώνα έναυσμα για τη δημιουργία μουσείων. Έτσι, ήδη από τις αρχές του προέκυψε επιτακτική η ανάγκη για τη διάσωση και τη συλλογή λαογραφικού υλικού, που απειλούνταν με εξαφάνιση, και -όπως θα δούμε παρακάτω- εμφανίστηκαν για πρώτη φορά τα υπαίθρια μουσεία και αργότερα τα οικομουσεία.
Μελέτη Περίπτωσης 3 Το πρώτο υπαίθριο μουσείο Στη Σουηδία ο Artur Hazelius, πρωτοπόρος του κινήματος για την ενίσχυ ση της εθνικής ταυτότητας στη χώρα του, άρχισε το 1872 να συγκεντρώνει μια αντιπροσωπευτική λαογραφική συλλογή τόσο από προφορικές μαρτυρίες όσο και από αντικείμενα από ολόκληρη τη Σουηδία. Αρχικά (1873), η αυξανόμενη συλλογή εκτέθηκε σε κάποια κτίρια στο κέντρο της Στοκχόλμης και αργότερα, το 1907, στεγάστηκε σε ειδικά κατασκευασμένο χώρο, στο Nordiska Museet. Παράλληλα ο Hazelius, διερευνώντας διάφορους ριζοσπαστικούς τρόπους έκθεσης, είχε την ιδέα να παρουσιάσει αντικείμενα και μικρά κτίρια στο ύπαιθρο, σε ειδικά διαμορφωμένο περιβάλλοντα χώρο. Η ιδέα πραγματοποιήθηκε το 1891, με την ίδρυση του πρώτου υπαίθριου μουσείου, σε ένα λόφο πάνω από το λιμάνι της Στοκχόλμης, το Skansen. Ο υπαίθριος αυτός χώρος, έκτασης 75 εκταρίων, περιείχε κτίσματα που είχαν μεταφερθεί στο μουσείο από διάφορα μέ ρη της Σουηδίας. Τα κτίρια, τα οποία ανήκαν σε διαφορετικές εποχές και τυπολο γία, αποτελούσαν σύμφωνα με τον Hazelius πλαίσια-κέλυφος για τη διαμόρφωση του εσωτερικού τους χώρου, όπου παρουσιάζονταν τα αντικείμενα της συλλογής του ως αναπαράσταση των εσωτερικών χώρων της εποχής (Alexander, 1979).
Το Skansen αποτέλεσε πρότυπο για τη δημιουργία των επόμενων υπαίθριων μουσείων. Το παράδειγμα ακολούθησε η Δανία, το 1901, με την ίδρυση του περί φημου Frilandmuseet, και η Νορβηγία, με το Norsk Folkemuseum στο Όσλο. Στη βόρεια και στην ανατολική Ευρώπη άρχισαν να εμφανίζονται υπαίθρια μουσεία όλο και πιο συχνά. Σήμερα υπάρχουν περίπου 250 τέτοια μουσεία στην Ευρώπη, που ποικίλλουν ως προς το μέγεθος, το είδος, τη χρονολογία και την τυπολογία των κτιρίων, καθώς και ως προς τη μέθοδο παρουσίασης και ερμηνείας των εκθε μάτων (Wiliam, 1993). Στις Ηνωμένες Πολιτείες η ιδέα του υπαίθριου μουσείου υλοποιήθηκε αρχικά με την επιτόπου διάσωση και ανάδειξη ιστορικών κτιρίων και συνόλων, με πρωτο βουλία ιδιωτών ή οργανώσεων που είχαν σκοπό τη διατήρηση της πολιτισμικής κληρονομιάς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα προγράμματος για αναστήλωση με γάλης κλίμακας αποτελεί το Colonial Williamsburg στη Virginia, μέρος της ομώ νυμης αμερικανικής πόλης. Το μουσείο ιδρύθηκε το 1926, με στόχο την αναπαρά σταση της πόλης όπως ήταν τον 180 αιώνα. Το σχέδιο περιλάμβανε την αναστήλω ση 60 υπαρχόντων κτιρίων και την κατασκευή 70 αντιγράφων στη θέση κτισμάτων που είχαν κατεδαφιστεί.
34
ΕΝΟΤΗΤΑ 1.2
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Τα περισσότερα υπαίθρια μουσεία στις Ηνωμένες Πολιτείες και στον Καναδά βασίζονται στο σκανδιναβικό μοντέλο. Αποτελούνται δηλαδή από υπαίθριες εκτάσεις με κτίρια που είτε μεταφέρθηκαν στο μουσείο από την αρχική τους τοπο θεσία είτε ανακατασκευάστηκαν επιτόπου. Μέσα στα κτίρια, φύλακες ντυμένοι με στολές εποχής υποδύονται τους κατοίκους του κτιρίου ή κάνουν επιδείξεις χει ροτεχνίας και χρήσης εργαλείων. Παράλληλα με τον θεσμό του υπαίθριου μουσείου, που παρουσιάζει μεγάλη εξάπλωση στην Ευρώπη από τις αρχές του 20ού αιώνα, με αποκορύφωμα τα τε λευταία τριάντα χρόνια, εμφανίστηκε στη Γαλλία η έννοια του οικομουσείου. Στην πρωτοποριακή αυτή μορφή, όπου το μουσείο συμβιώνει αρμονικά με το πε ριβάλλον, οι κάτοικοι μιας περιοχής έχουν ενεργό ρόλο στον σχεδιασμό, στην ορ γάνωση και στη διαχείριση ενός μουσείου που αναδεικνύει την πολιτισμική κλη ρονομιά του τόπου τους. Χωρικά, ένα οικομουσείο οριοθετείται συνήθως από μια ευρεία περιοχή και περιλαμβάνει κάθε υλική μαρτυρία, κτίριο ή αντικείμενο που βρίσκεται μέσα σε αυτή και σχετίζεται με την πολιτισμική ιστορία της.
Μελέτη Περίπτωσης 4 Το πρώτο οικομουσείο Η ιδtα του πρώτου οικομουσείου πραγματοποιήθηκε το 1971, στο Le Creusot•Montceau-les Mines της Βουργουνδίας, περιοχή με μεγάλη ιστορι κή και βιομηχανική παράδοση. Στόχος ήταν η δημιουργία ενός εργαλείου μελt της και tρευνας του χώρου που θα πρόσφερε στους κατοίκους την ευκαιρία ανάπτυξης συλλοyικήc; μνήμης και συλλογικής ταυτότηταc;, ενώ παράλλη λα θα τους παρείχε τη δυνατότητα να ασκούν tλεγχο πάνω στις ανεπιθύμητες δραστηριότητες και μεταβολtς στην περιοχή, Το Le Creusot απλώνεται σε tκταση 500 τετραγωνικών χιλιομtτρων και περιλαμβάνει 25 κοινότητες με σύ νολο 150.000 κατοίκους. Σύμφωνα με tvav από τους εμπνευστtς της ιδtας, τον Hugues de Varin, «κάθε κινητό ή ακίνητο αντικείμενο μtσα στην περίμετρο της περιοχής αποτελεί μtρος του μουσείου. Η κοινότητα στο σύνολό της αποτελεί tva ζωντανό μουσείο το οποίο δεν tχει επισκtπτες αλλά κατοίκους» (De Varin Bohan, 1973, σ. 243).
Με το τέλος του 20ού αιώνα και την αρχή της νέας χιλιετίας, οι διεθνείς εξελί ξεις δεν άφησαν ανεπηρέαστο τον θεσμό του μουσείου. Σε μια συνεχώς μεταβαλ λόμενη κοινωνία, τα μουσεία προσπαθούν να προσαρμοστούν στις σύγχρονες απαιτήσεις, στις αυξανόμενες ανάγκες των επισκεπτών και στην εισαγωγή των νέων τεχνολογιών και κυρίως να συναγωνιστούν άλλες σύγχρονες μορφές αξιο ποίησης του ελεύθερου χρόνου. Καινοτομία στην εξέλιξη του μουσείου αποτελεί ο συνδυασμός των λειτουρ γιών των μουσείων και των πολιτιστικών κέντρων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το ΚένtQΟ Pompidou στο Παρίσι, το οποίο συνδυάζει πινακοθήκη με έργα σύγχρονης τέχνης, χώρους ειδικών εκδηλώσεων, βιβλιοθήκη, αίθουσες προβολών κ.λπ., με σκοπό την οργάνωση ποικίλων εκδηλώσεων με αποδέκτη τον πολίτη.
ΕΝΟΤΗΤΑ 1.2
im:WM:Th@1K��%:%,..��%:ϊ'1<¼.��-i?}f$�h"*�\#���%.Ύif%�:i\N'tN.ΨJ��f�&tf¾,�\��\�;t;;;�;��:t;l%i�;¾�����%*'-,���
Άλλος επιτυχημένος τρόπος για την αύξηση της δημοτικότητας ορισμένων με γάλων μουσείων είναι η οργάνωση προσωρινών εκθέσεων γύρω από ένα δημοφι λές θέμα3 • Θυμηθείτε τη μεγάλη επιτυχία της έκθεσης των θησαυρών του Αγίου Όρους στη Θεσσαλονίκη ή την έκθεση «Το παιδί και η τέχνη» στην Εθνική Πινα κοθήκη της Αθήνας. Η επικράτηση και η συνεχής εξέλιξη των νέων τεχνολογιών οδήγησε τα μου σεία στην επινόηση νέων τρόπων παρουσίασης. Σήμερα, τα περισσότερα μεγάλα μουσεία διαθέτουν τις συλλογές τους σε μορφή CD-Rom και πολλά από αυτά, όπως η Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου και το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας, χρη σιμοποιούν τα πολυμέσα ως μέρος της εμπειρίας του επισκέπτη. Στην Εθνική Πι νακοθήκη του Λονδίνου, για παράδειγμα, κοντά στην είσοδο υπάρχει η αίθουσα Micro Gallery, όπου ο επισκέπτης, αφού διερευνήσει ολόκληρη τη συλλογή στον υπολογιστή, αποφασίζει ποια από τα εκθέματα θα ήθελε να δει από κοντά.
3
36
1
Αυτό το είδος των εκθέσεων έχει επικρατήσει στη διεθνή ορολσyία με το όνομα blockbuster.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Σύνοψη Το πρώτο μέρος του κεφαλαίου αυτού αποτέλεσε μια εισαγωγή στην έννοια του όρου μουσείο. Ο όρος αυτός ήταν γνωστός από την Αρχαιότητα, αλλά δεν εί χε καμία σχέση με την έννοια με την οποία χρησιμοποιείται στις μέρες μας. Ένα μουσείο σήμερα καταλαμβάνει συγκεκριμένο χώρο και επιτελεί ορισμένες βασικές λειτουργίες, που περιστρέφονται γύρω από τη διαχείριση των συλλογών του, την έκθεση των αντικειμένων στο κοινό και τη σχέση του μουσείου με τους επισκέπτες. Στο δεύτερο μέρος του κεφαλαίου παρουσιάστηκε η ανάπτυξη του θεσμού του μουσείου από την Αρχαιότητα μέχρι τις μέρες μας. Στις διάφορες χρονικές περιόδους η εξέλιξη των μουσείων ακολούθησε σημαντικά στάδια, που αντανα κλούν τις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτισμικές συνθήκες της κάθε εποχής. Στο επόμενο κεφάλαιο θα εξεταστεί μια βασική λειτουργία του μουσείου, η διαχείριση των συλλογών του.
1 ill
37
�������m%�'1@1���"�w:αιwιwi:�'%..�'WIEf*��i¾:,'Wξ.'��::ί$Ji}��M&&Jφ1�&\Th"'i!.M1&@'&�
ΙΙΑΡΑΡΤΗΜΑ Απάντηση στην Άσκηση Αυτοαξιολόγηση; Άσκηση Αυτοαξιολόyησηc; 1 Μουσείο
Κατηγορία
Ελληνικών Λαϊκών Μουσικών Οργάνων
Λαογραφικό, θεματικό, εθνικό
Λαογραφικό και Εθνογραφικό Μουσείο Μακεδονίας και Θράκης
Λαογραφικό, περιφερειακό
Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού Θεσσαλονίκης
Ιστορικό
Αγροτομουσείο Μυκόνου
Λαογραφικό, τοπικό
Οικία Σβαρτς στα Αμπελάκια
Ιδιωτικό, ιστορικό κτίριο-μουσείο
Μουσείο Δερματικών Νόσων Συγγρού
Ειδικό κοινό
Κέντρο Τεχνικού Πολιτισμού Σύρου
Επιστημών, τοπικό
Αρχαιολογικό Μουσείο Βόλου
Αρχαιολογικό
Ενυδρείο Ρόδου
Φυσικής Ιστορίας
Πολεμικό Μουσείο Αθήνας
Ιστορικό
Μουσείο Σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων
Θεματικό
Πινακοθήκη Πιερίδη
Τέχνης, ιδιωτικό
Απάντηση στη Δραστηριότητα Δραστηριότητα 3 Και οι δύο ορισμοί περιγράφουν το μουσείο ως ίδρυμα μόνιμο, μη κερδοσκοπικό, με σκο πό τη συλλογή, τη διατήρηση, τη συντήρηση και την έκθεση προϊόντων της επιστήμης και αντικειμένων τέχνης. Το ICOM περιλαμβάνει στον ορισμό του και τους ψυχαγωγικούς σκοπούς, ενώ ο Σύνδε σμος Αμερικανικών Μουσείων αναφέρεται στην απασχόληση κάποιου ατόμου, υπεύθυ νου για την απόκτηση, τη διατήρηση και την έκθεση των αντικειμένων.
38
1 1
1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΜΟΥΣΕΙΑΚΩΝ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΩΝ Σκοπός του κεφαλαίου αυτού είναι να περιγράψει μια από τις βασικές λει τουργίες ενός μουσείου, τη διαχείριση των συλλογών του, η οποία περιλαμβάνει τη διαδικασία επεξεργασίας των αντικειμένων από τη στιγμή που θα αποκτηθούν από το μουσείο μέχρι την τελική παρουσίασή τους στο κοινό.
Σκοπός
Όταν θα έχετε ολοκληρώσει τη μελέτη αυτού του κεφαλαίου, θα είστε σε θέση να: • αναφέρετε τα χαρακτηριστικά των μουσειακών αντικειμένων· • περιγράφετε μια βασική μεθοδολογία μελέτης των αντικειμένων αυτών· • περιγράφετε τη διαδικασία καταγραφής των συλλογών· • διακρίνετε τις διαφορές ανάμεσα στη διατήρηση, τη συντήρηση και την αποκα τάσταση των αντικειμένων· • αναφέρετε μεθόδους εφαρμοσμένης επιστημονικής έρευνας των αντικειμένων· • δίνετε παραδείγματα μεθόδων συντήρησης συγκεκριμένων υλικών.
Προσδοκώμενα Αποτελέσματα
• • • • • • • • •
Έννοιες Κλειδιά
Μουσειακό αντικείμενο Υλικός πολιτισμός Πολιτισμική αξία Συλλογή Μελέτη Ταξινόμηση Διατήρηση Συντήρηση Αποκατάσταση
Στο προηγούμενο κεφάλαιο ορίστηκε η έννοια του μουσείου και αναφέρθη καν οι κύριες λειτουργίες του. Ύστερα από μια σύντομη εισαγωγή, όπου υπο γραμμίζεται η ιδιαιτερότητα του μουσειακού αντικειμένου, το κεφάλαιο αυτό πα ρουσιάζει την πρώτη από τις βασικές λειτουργίες των μουσείων, τη διαχείριση των συλλογών του, η οποία περιλαμβάνει τις εργασίες που απαιτούνται από τη στιγμή που ένα αντικείμενο αποκτάται από το μουσείο μέχρι την παρουσίασή του στο κοινό. Το κεφάλαιο χωρίζεται σε δύο ενότητες. Η ενότητα 2.1 περιγράφει τη διαδικασία μελέτης και τεκμηρίωσης των μουσειακών αντικειμένων, ενώ η ενότη τα 2.2 περιγράφει θέματα για την προστασία των συλλογών και για τη μέριμνα σχετικά με αυτές.
Εισαγωγικές Παρατηρήσεις
11
i
1
39
�'¾'iW����W-�'1λ�:'i'M:��1m::Jί,���:Mt¾"t\'WW:��s!@!N,����-WL''Wo':t����k������'&r��?�
Ενότητα 2.1
ΤΟ ΜΟΥΣΕΙΑΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ Όπως είδαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο, η λειτουργία ενός σύγχρονου μου σείου στρέφεται γύρω από την επεξεργασία, τη φροντίδα και την παρουσίαση των αντικειμένων του στο κοινό. Χωρίς αντικείμενα, δηλαδή, δεν μπορεί να :υπάρξει μουσείο. Τι είναι όμως ένα μουσειακό αντικείμενο; Ποια είναι εκείνα τα στοιχεία που μετατρέπουν τα απλά αντικείμενα σε μουσειακά και ποια είναι τα κοινά τους χαρακτηριστικά;
Ι>
Δραστηριότητα 1 /Κεφάλαιο 2 Το Παράλληλο Κείμενο «Ο κατά την Ήλιδα Έκτακτος Επίτροπος προς τους κατοίκους του τμήματος» (Πρωτοψάλτης, 1967, σ. 107) προέρχεται από κυβερνητικό έγγραφο, δη μοσιευμένο το 1829, που προσδιορίζει την έννοια του μουσείου και ενημερώνει για τα μέ τρα προστασίας των αρχαιοτήτων που πήρε η τότε νέα ελληνική κυβέρνηση. Διαβάστε το και σημειώστε: 1. Πώς ορίζονται οι αρχαιότητες. 2. Τα χαρακτηριστικά των αρχαιοτήτων όπως περιγράφονται σε αυτό. 3. Πώς παρουσιάζονται οι αρχαιότητες ως σύμβολα εθνικής ταυτότητας και εθνικής υπε ρηφάνειας. Συγκρίνετε την απάντησή σας με όσα θα διαβάσετε στη συνέχεια.
Διαβάζοντας το Παράλληλο Κείμενο, θα παρατηρήσατε ότι στην πρώτη παρά γραφο δίνεται η περιγραφή των φυσικών χαρακτηριστικών των αντικειμένων: το υλικό από το οποίο αποτελούνται (μάρμαρο ή πέτρα), η μορφή τους (αγγεία, εί δωλα), η διακόσμηση που φέρουν (ανάγλυφη μορφή πτηνών κ.λπ.). Περιγράφε ται, δηλαδή, η φυσική κατάσταση των αντικειμένων, με χαρακτηριστικά που θεω ρούνται κοινώς αποδεκτά, αναγνωρίσιμα, αντικειμενικά και αναλλοίωτα. Στη δεύτερη παράγραφο τονίζεται ο ρόλος των αρχαιοτήτων ως συμβόλων «εθνικής ταυτότητας» και «εθνικής υπερηφάνειας» και επισημαίνεται η αίγλη που ασκούσαν στην Ευρώπη οι ελληνικές αρχαιότητες. Τα αντικείμενα αυτά, λοι πόν, λειτουργούν ως αντιπροσωπευτικά δείγματα του παρελθόντος, ως συνδετι κοί κρίκοι του παρόντος με το παρελθόν. Χαρακτηρίζονται δηλαδή από το νόημα που μεταφέρουν, το οποίο είναι υποκειμενικό και μεταβαλλόμενο. Στην τρίτη παράγραφο υπενθυμίζεται η σημασία που έχουν οι αρχαιότητες για τους «Έλληνες» αναγνώστες: Σεις δεν πρέπει να καταφρονήτε τα λείψανα των προγόνων σας. Η παραπάνω πρόταση επιδέχεται πολλαπλές ερμηνείες. Σε ένα πρώτο επίπεδο, τα αντικείμενα περιγράφονται ως λείψανα. Αναφέρεται, δηλαδή, η φυσική τους κατάσταση, υποδηλώνοντας ότι αντιπροσωπεύουν τα απομεινάρια μιας ιστορικής διαδρομής, ύστερα από καταστροφές και λεηλασίες. Αν εξετάσου με όμως το νόημα, το βαθύτερο μήνυμα της πρότασης, βλέπουμε ότι προσπαθεί να
40
1 1
lli!
ΕΝΟΤΗΤΑ 2.1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
φορτίσει συναισθηματικά τον αναγνώστη, δίνοντας έμφαση σε συμβολικές έννοι ες. Μπορούμε λοιπόν να θεωρήσουμε αυτά τα αντικείμενα δείγματα του υλικού πολιτισμού, στα οποία έχει αποδοθεί μια συμβολική αξία, που πολλές φορές παίρνει μυθικές διαστάσεις. Όπως είδαμε, τα αντικείμενα χαρακτηρίζονται από τη φυσική υπόσταση και τη σημασία τους. Η σημασία ή το νόημα που αποδίδεται σε ένα αντικείμενο έχει σχέση με την πολιτισμική βάση κάθε τόπου και κάθε εποχ11ς, δηλαδή με το εκά στοτε ιστορικό πλαίσιο, το οποίο μεταβάλλεται και επηρεάζει τις επικρατούσες θεωρητικές απόψεις των επιστημόνων, στις οποίες εντάσσεται, όπως θα δούμε παρακάτω, και το σύστημα ταξινόμησης. Μπορούμε, λοιπόν, να ορίσουμε ως μουσειακά αντικείμενα επιλεγμένα κομμάτια του φυσικού ή τεχνητού κόσμου στα οποία έχει αποδοθεί πολιτι σμική αξία. Αυτό που τα διαφοροποιεί από τα απλά αντικείμενα είναι δη λαδή η πολιτισμικ11 τους αξία, στην οποία πολλές φορές δίνεται μεγαλύτερο βάρος από την αισθητικ11 ή την τεχνική που συντέλεσε στη δημιουργία τους.
Παράδειγμα 1 Το αντικείμενο της εικ. 1 είναι ένα γιλέκο του τέλους του 19ου αιώνα. Είναι φτιαγμένο από δέρμα κάστορα και διακοσμημένο με φτερά και γεωμετρικά μο τίβα από χάνδρες. Αποτελεί τυπικό δείγμα γιλέκου που φορούσαν οι Ινδιάνοι της Βόρειας Αμερικής κατά τη διάρκεια μιας μάχης. Η πιθανότητα, όμως, να ανήκε στον Crowfoot, τον αρχηγό και ήρωα της φυλής των Ινδιάνων Blackfoot, προσδίδει στο απλό αυτό γιλέκο συμβολική αξία μέσω του συσχετισμού του με το πρόσωπο του Crowfoot και την ιστορία της φυλής.
Εικόνα 1. Το γιλέκο του Cωwfoot, που βρίσκεται στο Royal Albe1t Memorial Museum, στο Exeter, στην Αγγλία
41
�i&\'\Wϊ�t$\..�t'o)Έ&.-¾'%�lliim,,,'%%"����WN:'"'%'����,
2.1.1
ΕΝΟΤΗΤΑ 2.1
,�&�����;WW�'%L�
Συλλογή
Όπως είδαμε στο κεφάλαιο 1, συλλογή γενικά θεωρείται η συγκέντρωση αντι κειμένων με κοινά χαρακτηριστικά. Ο ορισμός αυτός περιλαμβάνει οτιδήποτε, από κυκλαδικά ειδώλια, που έχει στην κατοχή του ένα αρχαιολογικό μουσείο, έως κάρτες τηλεφώνου, που μπορεί να μαζεύει ένας έφηβος.
Παράδειγμα 2 Στα αναμορφωμένα κτίρια μιας παλιάς αποθήκης στις όχθες του ποταμού Τάμεση, στο Λονδίνο, λειτούργησε για περιορισμένο χρονικό διάστημα το «Μουσείο Συλλεκτών» (Museum of Collectors). Το 1998, το μουσείο αυτό κάλε σε άτομα που συνέλεγαν απλά αντικείμενα, από αυτά που βρίσκουμε καθημερι νά γύρω μας, να εκθέσουν τις συλλογές τους. Στις αίθουσες του πρωτοπορια κού αυτού μουσείου, λοιπόν, ο επισκέπτης μπορούσε να δει συλλογές σύγχρο νων αντικειμένων, όπως ρολογιών, μπουκαλιών, ποτηριών μπίρας, χαρτιών πε ριτυλίγματος, πωμάτων μπουκαλιών και οτιδήποτε άλλο είχε σαγηνεύσει καθέ ναν από τους 40 συλλέκτες.
Το κοινό χαρακτηριστικό των παραπάνω συλλογών είναι ότι αποτελούνται από αντικείμενα της ίδιας κατηγορίας. Η αιτία της δημιουργίας τους βρίσκεται στο γεγονός ότι τα αντικείμενα αυτά ασκούν κάποια γοητεία στον συλλέκτη. Στό χος του τελευταίου δεν είναι η επιλογή αντιπροσωπευτικών δειγμάτων μιας κατη γορίας, αλλά η συγκέντρωση όσο το δυνατόν περισσότερων αντικειμένων της κα τηγορίας αυτής. Αντίθετα, η έννοια της συλλογής ενός μουσείου αναφέρεται σε ένα αντι προσωπευτικό σύνολο συστηματικά επιλεγμένων, συγκεντρωμένων και τα ξινομημένων ομοειδών αντικειμένων. Περισσότερες πληροφορίες για τη δημιουργία και τους τύπους των συλλογών θα βρείτε στο Μέρος Β' του παρόντος τόμου, στην ενότητα 5.1. Η ύπαρξη κάποιας συλλογής σε ένα μουσείο βασίζεται σε τρεις σημαντικές έν νοιες: την επιλογή, την αντιπροσώπευση και την ταξινόμηση. Η επιλογή των αντικειμένων που θα αποτελέσουν μια συλλογή μουσείου στηρίζεται σε συγκεκρι μένα κριτήρια, τα οποία καθορίζονται από τον στόχο και το είδος του μουσείου, τους πόρους του, τους περιορισμούς που επιβάλλουν οι χώροι και άλλους ειδικούς παράγοντες. Από όλα τα ομογενή αντικείμενα που συγκεντρώνουν τα κριτήρια επιλογής, το μουσείο συλλέγει μόνο ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα κάθε ομάδας. Τα δείγματα αυτά κατατάσσονται στη συνέχεια ανά κατηγορίες, σύμφωνα με ένα ορισμένο σύστημα ταξινόμησης. Ταξινόμηση είναι η κατάταξη των αντικειμένων σε ένα σύστημα κατηγοριών, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους ή με τις μεταξύ τους σχέσεις. Μπορεί να συνδέεται επίσης με την αναγνωριστική ταυτότητα (identification) των αντικειμένων, όταν πια θα αποτελούν μέρος μιας συλλογής.
42
11
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 2.1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Κάθε αντικείμενο μπορεί να ανήκει σε περισσότερες από μία κατηγορίες, γι' αυ τό και η κατάταξή του εξαρτάται από το σύστημα ταξινόμησης που το συγκεκριμέ νο μουσείο χρησιμοποιεί. Για να κατανοήσουμε καλύτερα αυτές τις έννοιες, ας δούμε το περιεχόμενο της συλλογής του πρώτου επίσημου ελληνικού μουσείου, του Μουσείου της Αίγι νας. Πρόκειται για το πρώτο εθνικό αρχαιολογικό μουσείο, ιδρύθηκε το 1829 και δεχόταν ευρήματα από ολόκληρη την Ελλάδα, αλλά κυρίως από τις Κυκλάδες, τα Μέγαρα και τη Σαλαμίνα. Το μοναδικό κριτήριο που έπρεπε να πληρούν τα αντι κείμενα για να γίνουν δεκτά στο μουσείο ήταν να αντιπροσωπεύουν «αρχαιότητες παντός είδους». Δραστηριότητα 2/Κεφάλαιο 2 Ανατρέξτε τώρα στο Παράλληλο Κείμενο που περιλαμβάνει τμήματα από τον κατάλογο αντικειμένων της συλλογής του Μουσείου της Αίγινας, όπως συντάχθηκε από τον επιστά τη του μουσείου, αρχιμανδρίτη Λεόντιο Καμπάνη, και δημοσιεύτηκε επίσημα το 1831 στη Γενική Εφημερίδα (Πρωτοψάλτης, 1967, σ. 131-132). Διαβάστε το Παράλληλο Κείμενο και προσπαθήστε να απαντήσετε στα εξής: 1. Σε ποιες βασικές κατηγορίες διακρίνονται τα αντικείμενα; 2. Ποιοι όροι χρησιμοποιούνται για την περιγραφή τους και τη διάκριση παρόμοιων αντι κειμένων μεταξύ τους; Συγκρίνετε την απάντησή σας με όσα παρατίθενται στη συνέχεια.
Ο κατάλογος του Μουσείου της Αίγινας μπορεί να θεωρηθεί μια πρωτόλεια μορφή ταξινόμησης, που στηρίζεται στην όχι και τόσο συστηματική περιγραφή κά ποιων χαρακτηριστικών των αντικειμένων. Αν εξετάσουμε το περιεχόμενο του κα ταλόγου, μπορούμε να αναλύσουμε την περιγραφή κάθε αντικειμένου σε επίπεδα. Το πρώτο επίπεδο περιλαμβάνει το κοινό χαρακτηριστικό όλων των αντικειμέ νων της συλλογής, που είναι αρχαιότητες παντός είδους. Αυτό διακρίνει τη συγκε κριμένη συλλογή του Μουσείου της Αίγινας από άλλες συλλογές. Στη συνέχεια, στο δεύτερο επίπεδο, όλα σχεδόν τα αντικείμενα διακρίνονται σε δύο κύριες κατηγορίες με βάση τη μορφή τους (άγαλμα/ανάγλυφο) ή το υλικό από το οποίο είναι κατασκευασμένα (μάρμαρο/πέτρα/λίθος). Συμπεραίνουμε, επίσης, ότι θεωρείται μάρμαρο/πέτρα/λίθος οτιδήποτε δεν μπορεί να χαρακτηρι στεί άγαλμα ή ανάγλυφο, και αυτό αποτελεί την ειδοποιό διαφορά των αντικειμέ νων μεταξύ τους. Ακολούθως, στο τρίτο επίπεδο, οι παραπάνω κατηγορίες αναλύονται περισσό τερο με βάση το αν έχουν επιγραφή (με/χωρίς επιγραφή) ή με επίθετα που προσ διορίζουν την κατάστασή τους, όπως διεφθαρμένο, ημιδιεφθαρμένο, καθαρό ή το μέγεθός τους, όπως βωμός μεγάλος, πέτρα μικρή, μάρμαρον ογκώδες. Για κάποια αντικείμενα η ανάλυση προχωρά παραπέρα, περιγράφοντας το είδος της διακό σμησης: γλυμμένοι δύο μικροί λέοντες (14) ή τη μορφή του αγάλματος: άγαλμα γυ ναικός καθημένης (21). Παρατηρούμε επίσης ότι γίνεται χρήση υποκειμενικών και αόριστων επιθέτων, όπως με ωραίαν αρχιτεκτονικήν (37), θαυμάσιον έργον (52). Τέλος, κάποια από τα αντικείμενα του καταλόγου συνδέονται και συγκρίνο-
1 1
1
3
4
ΕΝΟΤΗΤΑ 2.1
νται με τις προηγούμενες καταχωρίσεις, με γραμμικό συσχετισμό: πέτρας μεγαλυ τέρας (5), ετέρα βάσις (11). Ο συντάκτης του καταλόγου προσπαθεί να ξεχωρίσει κάποια στοιχεία των αντικειμένων ως σημεία αναγνώρισης. Κύριο μειονέκτημα της συγκεκριμένης τα ξινόμησης είναι η έλλειψη συστηματικής ιεράρχησης κατά την περιγραφή των αντικειμένων, η ασυνέπεια στους όρους που χρησιμοποιούνται και η χρήση υπο κειμενικών χαρακτηριστικών. Ο τρόπος συγκέντρωσης αντικειμένων στο Μουσείο της Αίγινας διαφέρει αρ κετά από τη δημιουργία οποιασδήποτε συλλογής ενός μουσείου στις μέρες μας. Σήμερα, η λειτουργία ενός μουσείου διατυπώνεται σε ένα συγκεκριμένο και λε πτομερές καταστατικό, το οποίο καθορίζει τον ρόλο, τον σκοπό και τους στόχους του ιδρύματος, ρυθμίζει την οργάνωσή του και περιγράφει τους τρόπους επίτευ ξης αυτών των στόχων. Σύμφωνα με τους στόχους του μουσείου καθορίζεται και το περιεχόμενο των συλλογών. Όπως είδαμε, ταξινόμηση είναι η καθιέρωση ενός ιεραρχικού συστή ματος κατηγοριών, στο οποίο κατατάσσονται τα αντικείμενα μιας συλλογής ανά λογα με τις μεταξύ τους σχέσεις. Μετά την κατάταξη των αντικειμένων στη συλλο γή, ακολουθεί η έρευνα και η μελέτη τους, που έχει σκοπό τη συγκέντρωση όσο το δυνατόν περισσότερων πληροφοριών σχετικά με το αντικείμενο. Την ταξινόμηση και τη μελέτη ακολουθεί η διαδικασία της τεκμηρίωσης;, δηλαδή η επίσημη κατα γραφή των αντικειμένων μαζί με όλες τις πληροφορίες και τα στοιχεία που τα αφο ρούν. Αρκετές φορές, όμως, η τεκμηρίωση προηγείται της έρευνας και της μελέτης. Για να υπαχθεί ένα αντικείμενο στη συλλογή του μουσείου ακολουθείται μια συγκεκριμένη διαδικασία απόκτησής; του (acquisition). Η απόκτηση γίνεται ύστε ρα από αγορά, δωρεά ή δανεισμό (επί παρακαταθήκη). Για να γίνει όμως δεκτό ένα αντικείμενο, πρέπει πρώτα να ανταποκρίνεται στα κριτήρια που καθορίζουν το είδος της συλλογής, να αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα κάποιας κατηγο ρίας και, τέλος, να είναι σε θέση το μουσείο να του προσφέρει κατάλληλο περι βάλλον για συντήρηση και φύλαξη. Αν εγκριθεί η απόκτηση του αντικειμένου, δη λαδή θεωρηθεί κατάλληλο να αποτελέσει μέρος της συλλογής, τότε παραλαμβά νεται από τους επιμελητές; (curators) του μουσείου για μελέτη και τεκμηρίωση.
2.1.2
'Έρευνα και μελέτη των αντικειμένων
Οι συλλογές αποτελούνται κυρίως από αντικείμενα που κατασκεύασε ο άνθρω πος με τη βοήθεια της τεχνολογίας. Τα αντικείμενα παρέχουν πληροφορίες για την κοινωνία που τα δημιούργησε, γνώσεις που αποκτώνται μέσα από την έρευνα και τη μελέτη αυτών των αντικειμένων. Ο ρόλος του μουσείου έγκειται στην ταξινόμη ση και στη μετάδοση των πολιτισμικών αυτών πληροφοριών με στόχο την κάλυψη όσο το δυνατόν περισσότερων τομέων της ανθρώπινης δραστηριότητας. Η μελέτη κάθε αντικειμένου που αποτελεί μέρος συλλογής μουσείου απαιτεί τη χρησιμοποίηση συστηματικής μεθοδολογίας, η οποία εξετάζει σε βάθος το αντικείμενο και τη σχέση του με το περιβάλλον από το οποίο προήλθε, ενώ πα-
44
, �
1
1
ι:ΞΝΟΤΗ :Ά 2.1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ράλληλα το ταξινομεί σε συνάρτηση με τα υπόλοιπα αντικείμενα της συλλογής. Βασικό τμήμα της διαχείρισης των συλλογών είναι η τεκμηρίωση, κατά τη διάρ κεια της οποίας γίνεται η καταγραφή δεδομένων σχετικά με κάθε αντικείμενο. Η μελέτη του αντικειμένου παρέχει αφενός αυτές τις πληροφορίες και αφετέρου προχωρεί στη σε βάθος εξέταση των δεδομένων, στην ανάλυση σημασιολογικών εννοιών και στην αναζήτηση τρόπων ερμηνείας. Ο συνδυασμός όλων αυτών των πληροφοριών αποτελεί το υπόβαθρο για την πιθανή έκθεση του αντικειμένου. Υπάρχουν διάφοροι τρόποι μελέτης ενός αντικειμένου, που εξαρτώνται από το είδος της προσέγγισης και τις αντιλήψεις του ερευνητή. Η πιο ολοκληρωμένη μεθοδολογία μελέτης έχει προταθεί από τη Susan Pearce και εξετάζει το αντικεί μενο σε συνάρτηση με το περιβάλλον από το οποίο προήλθε, δίνοντας έμφαση στην πολιτισμική του αξία. Η μέθοδος αυτή στηρίζεται στην αρχή ότι κάθε αντι κείμενο έχει υλική υπόσταση και ιστορία, προήλθε από συγκεκριμένο περιβάλ λον, είναι φορέας νοηματικών εννοιών, οργανώνεται με βάση τα κύρια χαρακτη ριστικά ενός αντικειμένου και συνοψίζεται στον παρακάτω Πίνακα.
Πίνακαc; 1 Μεθοδολογία μελέτης αντικειμένου. Πρόταση μοντέλου μελέτης ΕΙΔΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ
ΙΔΙΟΤΗΤΑ Υλικό - κατασκευή
ιιΙ(
Σύγκριση με άλλα αντικείμενα για ορισμό τυπολογίας
Υλικό - σχεδιασμός Υλικό - χαρακτηρισμός 1. προέλευση 2. τεχνικές
Περιγραφή φυσικών χαρακτηριστικών
ιιΙ(
Ιστορικό 1. αρχική προέλευση 2. ενδιάμεση ιστορία 3. πρακτικές λειτουργίες
Σύγκριση με άλλα αντικείμενα
Χρονολόγηση - σχετική έρευνα από καταγραφή
Περιβάλλον - πλαίσιο μικρομακρο-
ιιΙ(
Επιτόπου έρευνα πεδίου
Περιβάλλον - γεωγραφικό στον τόπο σε σχέση με
ιιΙ(
Σπουδές τοπογραφίας
Σημασία - νόημα
�
Επιλογή φιλοσοφικών και ψυχολογικών συστημάτων
Ερμηνεία - ρόλος στην κοινωνική οργάνωση
� �
Σύνολο προηγούμενης μελέτης, πολιτισμικής γνώσης και τεχνικών ανάλυσης
Προσαρμογή από Pearce, 1994, σ. 129
45
ΕΝΟΤΗΤΑ 2.1
Όπως βλέπετε, στην αριστερή στήλη του Πίνακα αναφέρονται οι ιδιότητες του αντικειμένου, ενώ στη δεξιά το είδος της μελέτης που απαιτείται για τη διερεύνη ση της κάθε ιδιότητας. Η μελέτη ξεκινά με τα φυσικά γνωρίσματα του αντικειμένου, τα οποία διατυ πώνονται λεπτομερώς σε επιστημονική γλώσσα, μαζί με συνοδευτικές πληροφο ρίες, φωτογραφίες, σχέδια, ακτινογραφίες κ.λπ. Τα εξωτερικά αυτά χαρακτηρι στικά και η σύγκριση με αντίστοιχα αντικείμενα το εντάσσουν σε συγκεκριμένες τυπολογίες. Στη συνέχεια, αναλύονται τα συστατικά της κατασκευής του αντικειμένου, με στόχο τη διερεύνηση των υλικών του, π.χ. πέτρα, ξύλο, μέταλλο κ.λπ., και μελετά ται η τεχνική της κατασκευής του. Ακολουθεί η μελέτη της ιστορίας του, πρώτα με στοιχεία για το ίδιο το αντικεί μενο, όπως το πότε, πού και από ποιον κατασκευάστηκε, ποια ήταν η χρήση του αρχικά κ.λπ., και κατόπιν με πληροφορίες σχετικά με την απόκτησή του, δημοσι εύσεις, εκθέσεις κ.λπ. Το δυσκολότερο μέρος της μελέτης, αλλά το πιο σημαντικό για την ερμηνεία και την έκθεση, είναι η ένταξη του αντικειμένου στο πολιτισμικό του πλαίσιο, δη λαδή ο προσδιορισμός της σχέσης του αντικειμένου με το περιβάλλον προέλευσής του, ο ρόλος του σε σχέση με τα άλλα αντικείμενα και πλήθος άλλες πληροφορίες που οδηγούν στη σημασιολογική ερμηνεία του αντικειμένου. Οι πληροφορίες αυ τές σε συνδυασμό με άλλες σχετικές πολιτισμικές γνώσεις συντελούν στην ερμη νεία και στη διερεύνηση για τον ρόλο του αντικειμένου στην κοινωνική οργάνωση.
Εικόνα 2. Αττική λήκυθος. lo ήμισυ 5ου αιώνα π.Χ, Αρχαιολογικό Μουσείο Αμφίπολης
--------------------
Εν
46
Δραστηριότητα 3/Κεφάλαιο 2
Παρατηρήστε την εικ. 2, στην οποία απεικονίζεται μια απική λευκή λήκυθος (δοχείο αποθήκευσης ελαίων) από το πρώτο μισό του 5ου αιώνα π.Χ. Με βάση τη μεθοδολογία μελέτης της Susan Pearce, διατυπώστε τις πιθανές ερωτήσεις που οι απαντήσεις τους θα σας ήταν απαραίτητες για τη διεξαγωγή της μελέτης αυτού του αντικειμένου. Για παράδειγμα: 1) Τι σχήμα έχει το αντικείμενο; 2) Έχει διακόσμηση; 3) Από τι υλικό είναι κατασκευασμένο;
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 2.1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Συνεχίστε τον κατάλογο μέχρι να φτάσετε τις 15 ερωτήσεις. Όταν τελειώσετε, συγκρίνε τε τις απαντήσεις σας με τις δικές μας, που βρίσκονται στο Παράρτημα, στο τέλος του κεφαλαίου.
2.1.3
Τεκμηρίωση των αντικειμένων
Η συστηματική τεκμηρίωση (documentation) των αντικειμένων που απαρτί ζουν μια συλλογή αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την οργάνωση και τη λει τουργία ενός μουσείου. Με την τεκμηρίωση συγκεντρώνονται λεπτομερείς πληρο φορίες για κάθε αντικείμενο που αποκτά το μουσείο ως προς τα χαρακτηριστικά του, την προέλευσή του, το ιστορικό του, τους λόγους απόκτησής του από το μου σείο και τους προηγούμενους κατόχους του. Εδώ και αρκετά χρόνια, χρησιμοποιείται σε διεθνές επίπεδο το πρότυπο σύ στημα καταγραφής μουσειακών αντικειμένων που έχει συνταχθεί από τη Διεθνή Επιτροπή Τεκμηρίωσης (CIDOC) του Διεθνούς Συμβουλίου Μουσείων (ICOM). Περιλαμβάνει έξι κύρια μέρη: εγγραφή, αποδοχή, καταγραφή, αποδελτίωση, με τακίνηση και καταχώριση εξόδου. Η εγγραφή γίνεται αμέσως μετά την εισαγωγή του αντικειμένου στο μουσείο και περιλαμβάνει την προσωρινή εγγραφή του στο βιβλίο εισαγωγής, πληροφο ρίες για τον τρόπο εισόδου του και το όνομα του δωρητή ή του πωλητή. Αν το αντι κείμενο γίνει αποδεκτό από το μουσείο, τότε ακολουθείται η τυπική αποδοχή (σύμφωνα με την οποία το αντικείμενο εγγράφεται στα επίσημα μητρώα αντικει μένων και αποκτά μόνιμο αριθμό). Στη συνέχεια γίνεται καταγραφή του αντικειμένου σε ξεχωριστό δελτίο, το οποίο περιλαμβάνει κάθε πληροφορία σχετική με αυτό. Στο παρελθόν, η καταχώ ριση γινόταν σε χειρόγραφους πολλαπλούς δελτιοκαταλόγους, αλλά τα τελευταία χρόνια, με την ανάπτυξη της πληροφορικής, όλα αυτά αντικαταστάθηκαν από τα μηχανογραφικά συστήματα τεκμηρίωσης, τα οποία παρέχουν τη δυνατότητα απο θήκευσης και αναζήτησης σύνθετων πληροφοριών σχετικά με τα αντικείμενα. Στην Ελλάδα, μέχρι στιγμής, το συγκεκριμένο σύστημα καταγραφής μουσεια κών αντικειμένων έχει υιοθετηθεί από αρκετά μουσεία, με πρωτοπόρο το Μου σείο Μπενάκη, και έχει προσαρμοστεί κατάλληλα για να ανταποκριθεί στις ανά γκες τους. Είναι προφανές ότι και η αποδελτίωση, δηλαδή η σύσταση ευρετηρίων με τη συμπλήρωση καρτελών για κάθε αντικείμενο, εργασία που στο παρελθόν γινόταν χειρόγραφα, τώρα απλώς υπάγεται στο σύστημα μηχανογράφησης. Απαραίτητο στοιχείο για την ομαλή λειτουργία των συλλογών είναι οι πληρο φορίες σχετικά με τη μετακίνηση των αντικειμένων. Αυτό αποτελεί κυρίως ανά γκη των μεγάλων μουσείων και των συλλογών τους, όπου το προσωπικό πρέπει να γνωρίζει κάθε στιγμή ποια από τα αντικείμενα αποτελούν μέρος εκθέσεων μέσα στο μουσείο, ποια βρίσκονται με δανεισμό σε άλλα ιδρύματα και ποια σε αποθή κευση ή συντήρηση.
47
ι
u
�
n� τ
ΕΝΟΤΗΤΛ 2.1
ί,\.¼\&���,,,����
Τέλος, η καταχώριση εξόδου περιλαμβάνει πληροφορίες μόνο για τα αντικεί μενα που έχουν απομακρυνθεί προσωρινά από το μουσείο.
Ι>
48
Άσκηση Αυτοαξιολ6yησηc; 1 /Κεφάλαιο 2 Τοποθετήστε στη σωστή σειρά τους παρακάτω όρους: 1. Μετακίνηση 2. Καταχώριση εξόδου 3. Αποδελτίωση 4. Απόκτηση 5. Εγγραφή 6. Αποδοχή 7. Καταγραφή Θα βρείτε τη σωστή απάντηση στο Παράρτημα, στο τέλος του κεφαλαίου.
1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Ενότητα 2.2
ΙΙΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΚΑΙ ΜΕΡΙΜΝΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΑΥΊΈΣ Η προστασία και η φροντίδα σχετικά με τα αντικείμενα μιας συλλογής ή η συ ντήρηση, όπως είναι ευρύτερα γνωστή, αποτελεί βασική λειτουργία ενός μουσεί ου. Προστασία θεωρείται οτιδήποτε συμβάλλει στη διασφάλιση της καλής κατά στασης του αντικειμένου και περιλαμβάνει από τον έλεγχο των περιβαλλοντικών συνθηκών των εκθέσεων και τη συντήρηση των αντικειμένων, μέχρι τη λήψη μέ τρων για την ασφάλεια του κτιρίου. Ο ρόλος του συντηρητή σε ένα μουσείο είναι καθοριστικός και απαιτεί στενή συνεργασία με τους επιμελητές του μουσείου. Η συνεργασία τους αφορά την από κοινού αντιμετώπιση των προβλημάτων προστασίας των συλλογών, την επιλογή των αντικειμένων που χρειάζονται επέμβαση καθώς και την προετοιμασία υλικού για τις εκθέσεις. Στο παρελθόν, πολλές προσπάθειες επέμβασης σε έργα τέχνης είχαν αποτέλε σμα τη μόνιμη καταστροφή τους. Είναι γνωστές οι καταστροφές που έχουν επέλ θει σε τοιχογραφίες και πίνακες έπειτα από επεμβάσεις που έγιναν τον 180 και τον 190 αιώνα. Συντήρηση, στο παρελθόν, σήμαινε επαναφορά του έργου στην αρχική του κατάσταση χωρίς να γίνονται αντιληπτές οι επεμβάσεις. Η επιζωγρά φιση, το «ρετουσάρισμα» και η κάλυψη των πινάκων με σκούρο βερνίκι (πατίνα) εφαρμόζονταν πολύ συχνά. Επίσης, αρκετά συνηθισμένη πρακτική του παρελθό ντος ήταν ο συνδυασμός διαφορετικών κομματιών από αγάλματα ή αγγεία, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός πλαστού αντικειμένου. Στις μέρες μας, όμως, οι επεμβάσεις διέπονται από αρχές και κανόνες που θεσπί ζονται από διεθνείς οργανισμούς συντήρησης. Η πιο αυστηρή είναι η αρχή τη; ανα στρεψιμότητ�, σύμφωνα με την οποία η επέμβαση πρέπει να γίνεται με τέτοιο τρό πο, ώστε ανά πάσα στιγμή να υπάρχει δυνατότητα επαναφοράς του αντικειμένου στην προηγούμενη κατάσταση, με αφαίρεση όλων των υλικών που έχουν προστεθεί. Όταν αναφερόμαστε σε προστασία ή μέριμνα σχετική με τα μουσειακά αντικεί μενα, χρησιμοποιούμε συνήθως τον ευρύ όρο συντήρηση. Στην επιστημονική γλώσ σα όμως υπάρχουν τρεις όροι που αποδίδουν ακριβέστερα το είδος των εργασιών που χρειάζονται, εξαρτώνται από τον βαθμό επέμβασης και διακρίνονται σε: δια τήρηση (preseινation), συντήρηση (conseινation) και αποκατάσταση (restoration). Ποια όμως είναι η διαφορά ανάμεσα σε αυτούς τους τρεις όρους; Σύμφωνα με το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Μπαμπινιώτης Γ., 1998): Διατήρηση: το να διαφυλάσσεται (ένα αντικείμενο) από τη φθορά του χρό νου ή άλλης αιτίας.
1
1
49
ΕΝΟΤΗΤΑ 2.2
Συντήρηση: οι εργασίες που είναι αναγκαίες για να σταματήσει η φθορά που συντελείται (σε αντικείμενα). Αποκατάσταση: η επαναφορά σε προγενέστερη κατάσταση. Το να δίνεται (στο αντικείμενο) μορφή που πλησιάζει, όσο το δυνατό, την αρχική.
Παρ' όλο που οι παραπάνω ορισμοί αφορούν οποιαδήποτε αντικείμενα, περι γράφουν απόλυτα τα στάδια προστασίας και φροντίδας που εφαρμόζονται στα μουσειακά αντικείμενα και τα οποία θα εξετάσουμε στη συνέχεια. Πολλά από αυ τά τα στοιχεία σας είναι ήδη γνωστά από τη μελέτη του τόμου Α αυτής της Θεματι κής Ενότητας.
2.2.1
Διατήρηση
Το πρώτο στάδιο, η διατήρηση1 , αντιμετωπίζει τη συλλογή συνολικά, με σκοπό να διατηρήσει σταθερή την κατάσταση των αντικειμένων, ασκώντας έλεγχο στο περιβάλλον του εκθεσιακού χώρου και παρέχοντας κατάλληλες συνθήκες αποθή κευσης. Στόχος σε αυτή τη φάση δεν είναι η επέμβαση στο ίδιο το αντικείμενο, αλ λά η εκτίμηση και η τροποποίηση των συνθηκών του περιβάλλοντός του, ώστε να αποφευχθούν ή να επιβραδυνθούν οι πιθανές φθορές. Οι συντηρητές παρακολουθούν και συμμετέχουν στον προγραμματισμό και στο στήσιμο των εκθέσεων, έτσι ώστε τα νέα επιστημονικά επιτεύγματα να δια σφαλίζουν την ασφάλεια των εκθεμάτων και την προστασία τους από τον υπερβο λικό φωτισμό, το ύψος της υγρασίας, την ατμοσφαιρική ρύπανση και τις απότομες αλλαγές της θερμοκρασίας. Ο Πίνακας 2 συνοψίζει τους συνηθέστερους λόγους φθοράς των μουσειακών αντικειμένων.
Πίνακας 2 Παράγοντες που συντελούν στη φθορά των μουσειακών αντικειμένων Περιβαλλοντικοί παράγοντες • Σχετική υγρασία • Θερμοκρασία • Φωτισμός • Ατμοσφαιρική ρύπανση
Βιολογικοί παράγοντες --------ι • Έντομα • Μικροοργανισμοί • Παράσιτα
Ανθρώπινοι παράγοντες • Πυρκαγιά • Κλοπή • Βανδαλισμός • Απροσεξία στη μεταφορά • Αμέλεια
Καταστροφές 1..-------ι • Πλημμύρες • Καταιγίδες • Σεισμοί
Πηγή: Edson και Dean, 1994, σ. 94
'Πολλές φορές αναφέρεται και ως προληπτική συντήρηση.
50
1
1
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 2.2
2.2.2
Συντήρηση
Το επόμενο στάδιο περιλαμβάνει τη συντήρηση, η οποία θα εμποδίσει ή θα σταματήσει την καταστροφή που έχει ήδη αρχίσει να επέρχεται σε ένα αντικεί μενο. Απαιτείται ελάχιστη επέμβαση στα αντικείμενα, όπως απλός καθαρισμός και στερέωση (εξουδετέρωση, δηλαδή, των ενεργών μηχανισμών που προκαλούν αποσύνθεση). Συνήθως γίνεται με συνδυασμό επεξεργασιών με το χέρι και τοπι κής χρήσης μικρών ποσοτήτων χημικών ουσιών με τέτοιο τρόπο, ώστε να είναι δυνατός ο πλήρης έλεγχος της διαδικασίας. Είναι αυτονόητο ότι η επέμβαση διαφέρει αρκετά, ανάλογα με το είδος και τον τύπο του αντικειμένου, π.χ. ο καθαρισμός της πορσελάνης για την απομά κρυνση σκόνης γίνεται με απλό πλύσιμο, οι επίμονοι όμως λεκέδες θα εξαλει φθούν με τη χρήση χημικών ουσιών. Δεν επιτρέπεται να απομακρυνθούν με τον καθαρισμό οι ενδείξεις που αφο ρούν τη χρήση του αντικειμένου. Για παράδειγμα, ενδείξεις σπονδής, υπολείμ ματα τροφών στο εσωτερικό αγγείων ή σημάδια καπνού πρέπει να διατηρούνται ως έχουν. Αρκετές φορές, η επέμβαση προϋποθέτει την αποσυναρμολόγηση παλαιότε ρων εργασιών συντήρησης κατά τις οποίες έχουν χρησιμοποιηθεί ακατάλληλα υλικά. Αυτό γίνεται με τη χρήση νερού ή οργανικών διαλυτικών, που θα απομα κρύνουν τις προηγούμενες συγκολλητικές ουσίες. Ο καθαρισμός των μετάλλινων αντικειμένων παρουσιάζει ειδικά προβλήμα τα, δεδομένου ότι καλύπτονται από στρώματα σκουριάς που αποκρύπτουν κάθε διακόσμηση. Ο συντηρητής, λοιπόν, πρέπει να αποφασίσει τι ποσοστό σκουριάς θα απομακρύνει, με τη βοήθεια ακτινογραφιών των αντικειμένων που αποκαλύ πτουν ό,τι υπάρχει κάτω από την επιφάνεια. Τα αντικείμενα από οργανική ύλη, όπως υφάσματα ή καλλιτεχνήματα σε χαρ τί, είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα και συνήθως καθαρίζονται με νερό ή με στεγνό κα θάρισμα, αν η χρωστική τους είναι ανθεκτική. Η στερέωση είναι απαραίτητη, όταν το αντικείμενο βρίσκεται σε διαδικασία αποσύνθεσης εξαιτίας των δυσμενών συνθηκών στο περιβάλλον όπου βρέθηκε. Π.χ. η ατμοσφαιρική ρύπανση προσβάλλει τον ασβεστόλιθο και τα φυτικά και ζωικά προϊόντα. Η ροή των διαλυτών αλάτων που απορροφώνται από τα υλικά της ταφής και που οφείλεται στις μεταβολές της υγρασίας του περιβάλλοντος έχει βλαβερή επίδραση στα πορώδη αντικείμενα. Η παρουσία χημικών ουσιών που εισχωρούν στο έδαφος συντελεί στη διάβρωση των αντικειμένων από μπρού ντζο ή σίδηρο. Μερικές φορές, κατά τη στερέωση επιδιώκεται να αφαιρεθεί ο παράγοντας που προκαλεί την αποσύνθεση, π.χ. το πλύσιμο των πήλινων αντικει μένων απομακρύνει το διαλυτό χλώριο. Αυτό όμως δεν είναι πάντα δυνατό, οπό τε ο συντηρητής πρέπει να παρέμβει στην υγρασία και στη ρύπανση της ατμό σφαιρας για να προλάβει την παραπέρα αποσύνθεση.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΕΝΟΤΗΤΑ 2.2
2.2.3
Αποκατάσταση
Μετά τον καθαρισμό και τη σταθεροποίηση, το αντικείμενο είναι έτοιμο για το τελευταίο στάδιο επιμέλειας, την αποκατάσταση, την επαναφορά δηλαδή στην αρχική του μορφή έπειτα από προγραμματισμένη επέμβαση. Αρχικά, γίνεται εκτίμηση του είδους και του βαθμού της φθοράς ύστερα από παρατήρηση και λεπτομερή καταγραφή. Σε αυτό το στάδιο, ο συντηρητής οφεί λει να ακολουθήσει τους πολύ αυστηρούς κανόνες δεοντολογίας, σύμφωνα με τους οποίους η διαδικασία της αποκατάστασης πρέπει να καταγράφεται με κά θε λεπτομέρεια και η επέμβαση να είναι ορατή με γυμνό μάτι έπειτα από προσε κτική παρατήρηση. Αυτό σημαίνει, προκειμένου π.χ. για τα κεραμικά αντικείμε να, ότι κάθε συμπλήρωση οφείλει να είναι απολύτως ορατή όταν το αντικείμενο εξετάζεται από κοντά. Το ίδιο ισχύει και για τα γλυπτά, αν και, όπως αναφέρα με, δεν επιτρέπεται να αποκαθίστανται τα κομμάτια που λείπουν. Αντίθετα, τα τελευταία χρόνια οι συντηρητές αφαιρούν συμπληρώματα από παλαιότερες επεμβάσεις.
Παράδειγμα 3 Η περίπτωση αποκατάατασηc; ενόc; ρωμαϊκού αyyείου (the Portland Vase) Το αγγείο Poήland ή, όπως είναι γνωστό, Poήland Vase αξιολογείται ως ένα από τα πιο σημαντικά αντικείμενα του Βρετανικού Μουσείου του Λονδίνου. Κα τασκευασμένο πιθανόν κατά την εποχή της βασιλείας του Αυγούστου, κατά το τέλος του 1ου αιώνα π.Χ., αποτελεί σπάνιο δείγμα υαλοτεχνικής cameo, ανά γλυφης διακόσμησης με εγχαράξεις σε γαλάζιο γυαλί. Η ύπαρξη του αγγείου έγινε ευρέως γνωστή, όταν το 1784 αγοράστηκε από τη δούκισσα Portland, με σκοπό την έκθεσή του στο ιδιωτικό της μουσείο (Poήland). Αναφέρεται ότι η αρχική βάση του αγγείου έσπασε κατά την Αρχαιό τητα και αντικαταστάθηκε από έναν επίπεδο δίσκο, ο οποίος διαφέρει ως προς το χρώμα, την τεχνοτροπία, την κλίμακα και την τεχνική. Το 1845, το Poήland Vase, εκτεθειμένο τότε στο Βρετανικό Μουσείο, έσπα σε σε περίπου 200 κομμάτια έπειτα από επίθεση μεθυσμένου επισκέπτη. Απο καταστάθηκε ωστόσο από τους συντηρητές του μουσείου και επανεκτέθηκε. Περίπου εκατό χρόνια αργότερα, το 1947, βρέθηκε στις αποθήκες του μουσεί ου ένα κιβώτιο με 37 μικρά κομμάτια τα οποία «περίσσεψαν» κατά την αποκατά σταση. Έτσι, μια ανασυναρμολόγηση θεωρήθηκε απαραίτητη για να συμπερι λάβει όλα τα κομμάτια. Τη δεκαετία του 1980, η συγκολλητική ουσία που χρησιμοποιήθηκε κατά την προηγούμενη συντήρηση (1947) άρχισε να εμφανίζει σημεία φθοράς. Κατόπιν τούτου, το αγγείο αποσυναρμολογήθηκε στα 200 του κομμάτια και ανασυναρ μολογήθηκε με σύγχρονες συγκολλητικές ουσίες.
52
&
1 1 1 1 1ι,
ΕΝΟΤΗΤΑ 2.2
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
<Ι
Δραστηριότητα 4/Κεφάλαιο 2 Η τόσο ασυνήθιστη περιπέτεια του Portland Vase παρακολουθεί την ιστορική εξέλιξη της συντήρησης μέχρι τις μέρες μας. Η ιστορία του αγγείου περιλαμβάνει τουλάχιστον τρία προβλήματα που έχουν παρουσιαστεί σε αυτή την ενότητα. Προσπαθήστε να σκεφτείτε ποια είναι αυτά και αναπτύξτε τα συνοπτικά σε όχι περισσότερες από 100 λέξεις. Θα βρεί τε τη δική μας υπόδειξη στο Παράρτημα, στο τέλος του κεφαλαίου.
2.2.4
Εφαρμοσμένη επιστημονική έρευνα
Τέλος, ένα πολύ σημαντικό μέρος της προστασίας και της φροντίδας περιλαμ βάνει τη σε βάθος επιστημονική έρευνα και την τεχνική εξέταση των αντικειμέ νων, με σκοπό την αποκάλυψη πρόσθετων στοιχείων του αντικειμένου, που εμφα νίζονται μόνο μετά ή κατά τη διάρκεια της διαδικασίας συντήρησης. Δηλαδή, η συντήρηση και η αποκατάσταση παρέχει τη δυνατότητα απόκτησης γνώσεων. Η έρευνα αυτή στοχεύει, επίσης, στη δοκιμαστική εφαρμογή νέων μεθόδων συντή ρησης και στη μελέτη της συμπεριφοράς των τεχνολογικών υλικών. Οι συντηρητές στα μουσεία συνεργάζονται με ομάδες επιστημόνων οι οποίοι ερευνούν τους μηχανισμούς που προκαλούν την αποσύνθεση των αντικειμένων. Μόλις αποκαλυφθούν αυτοί οι μηχανισμοί, ερευνώνται και εξελίσσονται τρόποι αναχαίτισής τους. Η διάβρωση των μετάλλων, η απολέπιση της πέτρας, ο αποχρω ματισμός του χαρτιού, το ξεθώριασμα των βαφών είναι μερικά από τα αντικείμενα της έρευνας. Επιπλέον, λειτουργεί ένα διαρκές πρόγραμμα δοκιμής των συγκολλη τικών και των χρωστικών ουσιών (π.χ. ξύλων, κόλλας, υφασμάτων, πλαστικών κ.λπ.) που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη συντήρηση των υλικών και για την κατασκευή και τον εξοπλισμό των εκθέσεων, έτσι ώστε να διασφαλιστεί ότι δεν θα επιδράσουν πάνω στα εκθέματα. Π.χ. είναι γνωστό ότι οι ατμοί που αναδύουν ορι σμένα ξύλα διαβρώνουν τον μόλυβδο. Πρόσφατα ανακαλύφθηκε ότι πολλά υφά σματα προκαλούν οξείδωση στον άργυρο. Και βέβαια, έχει αναγνωριστεί το μέγε θος του προβλήματος της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, ενώ νέες μέθοδοι ερευνώνται για την εξουδετέρωση ορισμένων αερίων στο εσωτερικό των προθηκών. Κατά την έρευνα αποκτώνται σημαντικές πληροφορίες για το πότε, πώς και πού κατασκευάστηκαν τα αντικείμενα καθώς και για τα υλικά κατασκευής τους. Συνήθως τα εργαστήρια έχουν στη διάθεσή τους μεγάλο εύρος επιστημονικού εξοπλισμού για την υποστήριξη της διεξαγωγής των ερευνών αλλά και συστήματα υπολογιστών για την επεξεργασία των δεδομένων, τη στατιστική ανάλυση και την καταγραφή.
Μέθοδοι χρονολόγησης
Για τον προσδιορισμό του χρόνου κατασκευής ενός αντικειμένου χρησι μοποιούνται δύο μέθοδοι: Για τα οργανικά υλικά (π.χ. ξύλο, οστά) ο προσδιορισμός του χρόνου γί-
11
53
ΕΝΟΤΗΤΑ 2.2
νεται με ραδιενεργό άνθρακα. Το ραδιενεργό ισότοπο άνθραξ-14 είναι πα ρόν με σταθερή αναλογία στο συνολικό ποσό άνθρακα που περιέχεται σε όλες τις ζωικές ύλες. Αποσυντίθεται, όμως, με συγκεκριμένη και γνωστή τα χύτητα όταν η ύλη αυτή νεκρωθεί. Μετρώντας την ποσότητα άνθρακα-14 ενός δείγματος, οι επιστήμονες είναι σε θέση να υπολογίσουν τον χρόνο κα τασκευής του αντικειμένου, με απόκλιση 50 ετών. Δηλαδή, δείγματα ηλι κίας μερικών χιλιάδων ετών μπορούν να προσδιοριστούν με απόκλιση + ή 50 χρ6νων. Η ακρίβεια μειώνεται 6σο αυξάνεται η ηλικία του αντικειμένου, με ανώτατο όριο τα 40.000 χρόνια. Για τα ανόργανα υλικά χρησιμοποιείται μια άλλη επιστημονική μέθοδος χρονολόγησης, η θερμοφωταύγεια. Η μέθοδος αυτή συνίσταται στη μέτρη ση του φωτός που εκπέμπεται, όταν θερμαίνονται δείγματα των πιο πάνω υλικών. Το φως που παράγεται είναι αποτέλεσμα των ραδιενεργών ξένων σωμάτων που βρίσκονται στο εσωτερικό των δειγμάτων. Για τα κεραμικά αντικείμενα ή τον πυρόλιθο, το ποσό του φωτός που εκπέμπεται είναι ανά λογο του χρονικού διαστήματος που πέρασε από το τελευταίο ψ11σιμο: π.χ. για τον ασβέστη, από τον χρ6νο της διάπλασής του, και για τα ιζήματα, από τον χρόνο της τελευταίας έκθεσής τους στο ηλιακό φως. Η μέθοδος αυτή χρησιμοποιείται, επίσης, για τον προσδιορισμό της γνησιότητας των κερα μικών αντικειμένων. Η εξέταση της μικροδυναμικής των αρχαίων κεραμικών με το ηλεκτρονικό μι κροσκόπιο μπορεί να αποκαλύψει το μέγεθος των σωματιδίων και το σχήμα τους, τον βαθμό της αλληλοσύνδεσης και το πορώδες. Με τον τρ6πο αυτό παρακολου θείται η εξέλιξη της κεραμικής τέχνης. Στόχος είναι ο προσδιορισμός του τύπου του πηλού που χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή των αντικειμένων και των με θόδων παραγωγής των διάφορων τύπων των επιφανειακών διακοσμήσεων. Στα αντικείμενα από γυαλί, το ενδιαφέρον των ερευνητών εστιάζεται στην αναγνώρι ση των χρωστικών και των υλικών που χρησιμοποιήθηκαν για τον προσδιορισμό της αδιαφάνειας. Η έρευνα, επίσης, ασχολείται με τη μελέτη της τεχνολογίας των αρχαίων χρό νων, εξετάζοντας τα αρχαία υλικά και τις μεθόδους παραγωγής που ψαν σε χρή ση κατά την Αρχαιότητα, και ερευνά τους λόγους προτίμησης των τεχνιτών της εποχής εκείνης σε ορισμένα υλικά και τεχνολογίες.
Παράδειγμα 4 Η ανάπτυξη της επεξεργασίας του μετάλλου αποτελεί, επίσης, αντικείμενο της έρευνας. Ο τρόπος κατασκευής, για παράδειγμα, των μεταλλικών λεπίδων των σπαθιών παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, δεδομένου ότι οι σύvχρονες τεχνικές ανάλυσης επέτρεψαν την εξέταση της δομής τους. Κατ' αρχάς, οι λεπί δες των σπαθιών κατασκευάζονταν από αλληλοσυνδεόμενες σιδερένιες λωρί δες. Έτσι αποκαλύφθηκε ότι οι Ρωμαίοι είχαν αναπτύξει τεχνολογία που βελ-
54
i
1
t:Ι\JOTHTA 2.2
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
τίωσε σημαντικά την ποιότητα των λεπίδων, ενώ κατά τον Μεσαίωνα κατασκευ άζονταν από βέργες συνδεδεμένες μεταξύ τους με σύνθετο τρόπο τήξης, ο οποίος προσέδιδε μεγάλη αντοχή και διακοσμητική εμφάνιση σε αυτές.
<Ι
Άσκηση Αυτοαξιολόγησηc; 2/Κεφάλαιο 2 Σημειώστε ποιες είναι σωστές και ποιες λάθος από τις παρακάτω προτάσεις: 1. Ο καθαρισμός γίνεται για να εξαλείφονται όλα τα υπολείμματα από προηγούμενες χρήσεις.
ΣΩΣΤΟ
ΛΑΘΟΣ
2. Η θερμοφωταύγεια εμφανίζει τις αλλεπάλληλες επιστρώσεις μιας τοιχογραφίας. 3. Η μέθοδος του ραδιενεργού άνθρακα προσδιορίζει την ηλικία ενός αντικειμένου. 4. Κατά τη σωστή αποκατάσταση ενός αντικειμένου πρέπει όλα τα κομμάτια που λείπουν να συμπληρώνονται με τέτοιο τρόπο, ώστε η επέμβαση να μη γίνεται αντιληπτή. 5. Το Portland Vase έσπασε από ένα μεθυσμένο επισκέπτη, ενώ ήταν εκτεθειμένο στο Βρετανικό Μουσείο. Θα βρείτε τη σωστή απάντηση στο Παράρτημα, στο τέλος του κεφαλαίου.
Παράλληλο Κείμενο Διαβάστε το άρθρο «Σωστή συντήρηση σημα(νει συνδυασμένη έρευνα» του Μανιά τη Γ. από το περιοδικό Αρχαιολογία (Μανιάτης, 1987, σ. 22-28), το οπο(ο θα βρεί τε στα Παράλληλα Κείμενα, για να συμπληρώσετε τις γνώσεις σας σχετικά με την εφαρμογή της επιστημονικής έρευνας στη μέριμνα αντικειμένων.
1 1
55
Σύνοψη Τα μουσειακά αντικείμενα είναι επιλεγμένα τμήματα του φυσικού ή του τε χνητού κόσμου στα οποία έχει αποδοθεί πολιτισμική αξία. Η έννοια της συλλο γής μουσειακών αντικειμένων προϋποθέτει ένα αντιπροσωπευτικό σύνολο συ στηματικά επιλεγμένων, συγκεντρωμένων και ταξινομημένων ομοειδών αντικει μένων. Σύμφωνα με τους στόχους ενός μουσείου καθορίζεται και το περιεχόμενο των συλλογών του. Όπως αναφέραμε, ταξινόμηση είναι η καθιέρωση ενός ιε ραρχικού συστήματος κατηγοριών, στο οποίο κατατάσσονται τα αντικείμενα μιας συλλογής ανάλογα με τις μεταξύ τους σχέσεις. Μετά την κατάταξη των αντικειμένων στη συλλογή, ακολουθεί η έρευνα και η μελέτη τους, που έχει σκο πό τη συγκέντρωση όσο το δυνατόν περισσότερων πληροφοριών σχετικά με το αντικείμενο. Την ταξινόμηση και τη μελέτη ακολουθεί η διαδικασία της τεκμη ρίωσης, δηλαδή η επίσημη καταγραφή των αντικειμένων μαζί με όλες τις πλη ροφορίες και τα στοιχεία που τα αφορούν. Η εργασία αυτή περιλαμβάνει έξι βα σικά στάδια: την εγγραφή, την αποδοχή, την καταγραφή, την αποδελτίωση, τη μετακίνηση και, τέλος, την καταχώριση εξόδου. Στη συνέχεια παρακολουθήσαμε τη διαδικασία προστασίας των αντικειμέ νων, που ανάλογα με τον βαθμό επέμβασης διακρίνεται σε διατήρηση, συντήρη ση και αποκατάσταση. Η διατήρηση έχει στόχο τη διασφάλιση της συλλογής των αντικειμένων από τη φθορά, διατηρώντας σταθερή την κατάστασή τους, με την άσκηση ελέγχου στο περιβάλλον του εκθεσιακού χώρου και την παροχή κα τάλληλων συνθηκών αποθήκευσης. Η συντήρηση έχει σκοπό να εμποδίσει ή να σταματήσει την καταστροφή που έχει ήδη αρχίσει να επέρχεται σε ένα αντικείμενο. Απαιτείται ελάχιστη επέμβα ση στα αντικείμενα και συνήθως γίνεται με συνδυασμό επεξεργασιών με το χέρι και τοπικής χρήσης μικρών ποσοτήτων χημικών ουσιών με τέτοιο τρόπο, ώστε να είναι δυνατός ο πλήρης έλεγχος της διαδικασίας. Αποκατάσταση είναι η επαναφορά ενός αντικειμένου στην αρχική του μορφή έπειτα από προγραμματισμένη επέμβαση. Σε αυτό το στάδιο ακολουθούνται αυ στηροί κανόνες δεοντολογίας, σύμφωνα με τους οποίους η διαδικασία της απο κατάστασης πρέπει να καταγράφεται με κάθε λεπτομέρεια και η επέμβαση να είναι ορατή με γυμνό μάτι ύστερα από προσεκτική παρατήρηση. Τέλος, ένα πολύ σημαντικό μέρος της προστασίας των αντικειμένων περι λαμβάνει τη σε βάθος επιστημονική έρευνα και την τεχνική εξέτασή τους, με σκοπό την αποκάλυψη πρόσθετων στοιχείων που εμφανίζονται μόνο μετά ή κα τά τη διάρκεια της διαδικασίας συντήρησης ή αποκατάστασης. Η έρευνα αυτή στοχεύει, επίσης, στη δοκιμαστική εφαρμογή νέων μεθόδων συντήρησης και στη μελέτη της συμπεριφοράς των τεχνολογικών υλικών.
56
iί! 1 "m
1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Απαντήσεις σε Ασκήσεις Αυτοαξιολόγησης Άσκηση Αυτοαξιολόyησηc; 1 Η σωστή σειρά είναι η ακόλουθη: 1. Απόκτηση 2. Εγγραφή 3. Αποδοχή 4. Καταγραφή 5. Αποδελτίωση 6. Μετακίνηση 7. Καταχώριση εξόδου
Άσκηση Αυτοαξιολόyησηc; 2 1. Ο καθαρισμός γίνεται για να εξαλείφονται όλα τα υπολείμματα από προηγούμενες χρήσεις.
ΣΩΣΤΟ
v"
2. Η θερμοφωταύγεια εμφανίζει τις αλλεπάλληλες επιστρώσεις μιας τοιχογραφίας. 3. Η μέθοδος του ραδιενεργού άνθρακα προσδιορίζει την ηλικία ενός αντικειμένου.
v" v"
4. Κατά τη σωστή αποκατάσταση ενός αντικειμένου πρέπει όλα τα κομμάτια που λείπουν να συμπληρώνονται με τέτοιο τρόπο, ώστε η επέμβαση να μη γίνεται αντιληπτή. 5. Το Portland Vase έσπασε από ένα μεθυσμένο επισκέπτη, ενώ ήταν εκτεθειμένο στο Βρετανικό Μουσείο.
ΛΑΘΟΣ
v" v"
Απαντήσεις σε Δραστηριότητες Δραστηριότητα 3 Παρακάτω είναι μερικές μόνο από τις πολλές ερωτήσεις που μπορείτε να διατυπώσετε: 1) Τι σχήμα έχει το αντικείμενο; 2) Έχει διακόσμηση; 3) Από τι υλικό είναι κατασκευασμέ νο; 4) Πού βρέθηκε το αντικείμενο; 5) Σε τι χώρο βρέθηκε (τάφο, κατοικία, ναό κ.λπ.); 6) Τι κείμενα υπάρχουν που να περιγράφουν τη χρήση του αντικειμένου; 7) Ομοιότητες και διαφορές με ληκύθους που βρέθηκαν σε άλλες περιοχές (σχήμα, μέγεθος, διάκοσμος κ.λπ.). 8) Βρέθηκαν άλλες παρόμοιες λήκυθοι σε άλλα σημεία των συγκεκριμένων ανα-
1
57
�����"t:m>.@m'¾,,��--------------------------------
σκαφών; 9) Τι άλλα αποθηκευτικά αντικείμενα έχουν βρεθεί στην περιοχή; 10) Τα διακο σμητικά μοτίβα υπάρχουν σε άλλα αντικείμενα της περιοχής; 11) Υπάρχουν πληροφορίες για παραγωγή και κατανάλωση ελαίων στην περιοχή; 12) Τι ομοιότητες υπάρχουν ανάμε σα σε δοχεία διαφορετικού σχήματος και μεγέθους που περιείχαν έλαια;
Δραστηριότητα 4 Τρία προβλήματα που συνδέονται με τη διατήρηση και τη μέριμνα των συλλογών είναι η απουσία μέτρων προστασίας για την ασφάλεια των αντικειμένων, η πρόχειρη αποκατά στασή τους και η ασυμβατότητα των υλικών αποκατάστασής τους.
58
1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΕΚΘΕΣΙΑΚΕΣ ΙΙΡΑΚΤΙΚΕΣ Σκοπός του κε_φαλαίου αυτού είναι να σας εισαγάγει στη θεωρία και στην πρακτική της παρουσίασης αντικειμένων σε εκθέσεις μουσείων.
Σκοπός
Όταν θα έχετε ολοκληρώσει τη μελέτη αυτού του κεφαλαίου, θα είστε σε θέση να: • εξηγείτε τον ειδικό χαρακτήρα των μουσειακών εκθέσεων· • περιγράφετε την ιστορική εξέλιξη της εκθεσιακής πρακτικής • κατηγοριοποιείτε τους βασικούς τρόπους έκθεσης • αναφέρετε παραδείγματα οργάνωσης εκθεσιακών χώρων· • αναγνωρίζετε τα μέσα παρουσίασης που χρησιμοποιούνται σε εκθέσεις • περιγράφετε τα στάδια προγραμματισμού μιας έκθεσης.
Προσδοκώμενα Αποτελέσματα
• • • • • • • • • •
Έννοιες Κλειδιά
Μουσεία-διάδρομοι Διεθνείς εκθέσεις Υπερπαραγωγές Ερμηνεία των εκθεσιακών αντικειμένων Ταξινομική έκθεση Θεματική έκθεση Παθητική/συμμετοχική έκθεση Προθήκες Γραφιστικές εφαρμογές Προγραμματισμός εκθέσεων
Στο προηγούμενο κεφάλαιο εξετάσαμε την πρώτη από τις βασικές λειτουργίες ενός σύγχρονου μουσείου, που συνδέεται με τη διαχείριση και τη φροντίδα των συλλογών. Στο κεφάλαιο αυτό θα εξετάσουμε τη λειτουργία της έκθεσης, δηλαδή την ερμηνεία των συλλογών και την παρουσίασή τους στο κοινό. Το κεφάλαιο αποτελείται από τρεις ενότητες. Η ενότητα 3.1 διερευνά την έννοια της εκθεσια κής πρακτικής και εξετάζει την ιστορική της εξέλιξη. Η ενότητα 3.2 πραγματεύε ται τη φιλοσοφία και τους τρόπους παρουσίασης των εκθεμάτων και η ενότητα 3.3 αναλύει τα στάδια προγραμματισμού για την πραγματοποίηση μιας έκθεσης.
Εισαγωγικές Παρατηρήσεις
59
m�:m&��9"Amt1sφ�:ws,���m@�i'M©::M&""mm���w���t��� �W&"":ii-!ίmJJt-m:m@m�'Ψ������m,,,�
Ενότητα 3.1
ΙΙΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ ΜΟΥΣΕΙΑΚΩΝ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΩΝ Με τον όρο έκθεση εννοούμε την παρουσίαση συνόλων ή μεμονωμένων αντι κειμένων σε έναν ειδικά διαμορφωμένο χώρο, με σκοπό τη μετάδοση μηνυμά των σχετικών με τα αντικείμενα αυτά στο κοινό. Ο γενικός αυτός ορισμός καλύ πτει μεγάλο φάσμα εκθεσιακών δραστηριοτήτων, από βιτρίνες καταστημάτων και εκθετήρια προϊόντων μέχρι αρχαιολογικά μουσεία και γκαλερί σύγχρονης τέχνης. Πέρα από τον γενικό αυτό ορισμό, που καλύπτει τα κοινά στοιχεία τους, η βι τρίνα ενός πολυκαταστήματος διαφέρει βέβαια σημαντικά από τις προθήκες ενός μουσείου. Ωστόσο, και στις δύο περιπτώσεις κοινή αρχή αποτελεί η τοποθέτηση των αντικειμένων σύμφωνα με μια λογική, ώστε να μεταδοθούν συγκεκριμένα μηνύ ματα στο κοινό. Ο ειδικός στόχος μιας έκθεσης σε ένα κατάστημα είναι να προσελκύσει τον υποψήφιο αγοραστή μέσω της ελκυστικής παρουσίασης του ίδιου του αντικειμέ νου και του τρόπου ζωής που αυτό συμβολίζει. Η προώθηση δηλαδή του ίδιου του αντικειμένου αποτελεί αυτοσκοπό μιας εμπορικής έκθεσης. Αντίθετα, σε ένα μουσείο τα αντικείμενα έχουν ένα ρόλο κατεξοχήν αντιπρο σωπευτικό. Μεταδίδουν κατά κύριο λόγο το νόημα που τους έχει αποδοθεί και δευτερευόντως τη φυσική τους υπόσταση. Τα μουσειακά εκθέματα συμμετέχουν σε μια πολύπλοκη διαδικασία, με σκοπό τη μετάδοση νοηματικών πληροφο ριών που σχετίζονται με τον υλικό πολιτισμό. Ας εξετάσουμε με τη λογική αυτή δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα εκθε σιακών δραστηριοτήτων. Παρατηρήστε προσεκτικά τις παρακάτω εικόνες (εικ. 1 και 2). Το ltρώτο παράδειγμα (εικ.1) προέρχεται από μια βιτρίνα στο εσωτερικό του πολυκαταστήματος Harrods, στο Λονδίνο, όπου εκτίθενται σερβίτσια πορσελά νης, τυπικό παράδειγμα πολυτελούς εμπορικής έκθεσης. Τα σερβίτσια, πιστά αντίγραφα πορσελάνης του 18ου και του 19ου αιώνα, παρουσιάζονται με τρόπο ελκυστικό, ώστε να τραβήξουν την προσοχή των υποψήφιων αγοραστών. Το ζη τούμενο της έκθεσης είναι η προβολή του ίδιου του αντικειμένου ως καταναλωτι κού αγαθού αλλά και η συμβολική σημασία που του αποδίδεται, δεδομένου ότι, εκτός των άλλων, η κατοχή ενός τέτοιου σερβίτσιου συμβάλλει στην κοινωνική καταξίωση.
60
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 3.1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Εικόνα 1. Εσωτερικό του καταστήματος Haπods στο Λονδίνο
Εικόνα 2. Προθήκη από έκθεση στο Geffiye Museum Το δεύτερο παράδειγμα ( εικ. 2) αφορά το Geffrye Museum, μουσείο της ιστο ρίας των επίπλων και του εξοπλισμού κατοικίας -και αυτό στο Λονδίνο-, όπου εκτίθεται μια συλλογή από αγγλικά σερβίτσια του 20ού αιώνα. Στόχος της έκθε σης είναι να πληροφορήσει τους επισκέπτες για την ιστορία της κεραμικής τέ χνης. Τα αντικείμενα είναι τοποθετημένα με συγκεκριμένη λογική ανά κατηγο-
61
ΕΝΟΤΗΤΑ 3.1
ρίες και λειτουργούν αντιπροσωπεύοντας τη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο στην οποία αν11κουν. Η έμφαση δεν δίνεται στο αντικείμενο ως κατασκευή από πηλό, αλλά στην πολιτισμικ11 του αξία, που συνδέεται με την εξέλιξη του μοντέρ νου κινήματος.
3.1.1
Ιστορική αναδρομή στην εξέλιξη των εκθέσεων
Απαραίτητη προϋπόθεση για να κατανοηθεί η δημιουργία των σύγχρονων εκ θέσεων αποτελεί η γνώση και η κατανόηση της εξέλιξης της πρακτικής των εκθέ σεων από τον 190 αιώνα μέχρι σήμερα.
§>
Δραστηριότητα 1/Κεφάλαιο 3 Οι εικ. 3 και 4 αφορούν εκθέσεις-σταθμούς στην ιστορία των εκθέσεων. Παρατηρήστε τες προσεκτικά και σημειώστε τις διαφορές τους σε σχέση με τα κυριότερα χαρακτηριστι κά ως προς τον τρόπο έκθεσης, δηλαδή: α) τη διάταξη των εκθεμάτων β) τα υλικά που έχουν χρησιμοποιηθεί γ) τη διάθεση που προκαλούν στους επισκέπτες. Για να απαντήσετε δεν είναι απαραίτητο να έχετε προηγούμενες γνώσεις γύρω από το θέ μα. Η Δραστηριότητα αποσκοπεί στο να σας βοηθήσει στη μελέτη της ιστορικής εξέλιξης ως προς την πρακτική των εκθέσεων, που ακολουθεί αμέσως παρακάτω.
Εικόνα 3. Έκθεση εθνογραφικού υλικού από το Βρετανικό Μουσείο στις αρχές του 20ού αιώνα (© Copyιigh.t The Bιitish Museum)
62
ΕΝΟΤΗΤΑ 3.1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Εικόνα 4. Έκθεση στο Μουσείο Grδningen στην (Ελλαvδία Στη συνέχεια θα παρουσιάσουμε την εξέλιξη της εκθεσιακής φιλοσοφίας και πρακτικής, μέσα από την περιγραφή παραδειγμάτων από σημαντικές εκθέσεις, που αποτέλεσαν σταθμό στην ιστορία των μουσείων. Το τέλος του 18ου αιώνα σηματοδοτεί μια μεγάλη αλλαγή στον τρόπο έκθε σης των συλλογών. Μέχρι τότε οι συλλογές δεν ήταν προσιτές στο κοινό και απευθύνονταν μόνο σε μια μειονότητα από αριστοκράτες, επιστήμονες και φυ σιοδίφες. Έτσι, η αλλαγή του καθεστώτος των συλλογών από ιδιωτικό σε δημό σιο και η έκθεσή τους σε μουσεία ανοιχτά στο κοινό θεωρείται ορόσημο στην ιστορία των εκθέσεων.
Παράδειγμα 1 Ένα από τα πρώτα δημόσια μουσεία στην Ευρώπη, το Βρετανικό Μου σείο, ιδρύθηκε το 1753, αλλά -όπως έχει ήδη αναφερθεί- για αρκετά χρόνια η είσοδος για το κοινό ήταν περιορισμένη και επιλεκτική. Στο παράδειγμα της φωτογραφίας (εικ. 5) παρατηρούμε την προσωρινή έκθεση των Ελγινείων το 1819. Η έκθεση απευθύνεται σε επιλεγμένο κοινό και η ελεύθερη τοποθέτη ση των αντικειμένων στην περιφέρεια της αίθουσας βασίζεται κυρίως στους αισθητικούς κανόνες της εποχής και όχι σε συγκεκριμένα κριτήρια ταξι νόμησης.
63
ΕΝΟΤΗΤΑ 3.1
Εικόνα 5. Προσωρινή αίθουσα Έλγιν, 1819, Βρετανικό Μουσείο (© Copyrίght The Brίtish Museum)
Παράδειγμα 2 Από τα μέσα του 19ου αιώνα τα μουσεία διέπονται από αυστηρή εσωτερική οργάνωση. Οι εκθεσιακοί χώροι είναι διατεταγμένοι έτσι, ώστε το μουσείο να λειτουργεί ως μια μακριά διαδρομή που πλαισιώνεται από εκθέματα. Οι αίθου σες δηλαδή είναι τοποθετημένες διαδοχικά και επικοινωνούν μεταξύ τους, οπότε ο επισκέπτης περνά από τη μία στην άλλη. Τα μουσεία που ακολουθούν αυτό τον τρόπο διάταξης των εκθεμάτων είναι γνωστά και ως μουσεία-διά δρομοι. Τα εκθέματα παρουσιάζονται κυρίως σε προθήκες, τοποθετημένες εκατέ ρωθεν της κεντρικής πορείας, οργανωμένες σε ορθογώνιο κάνναβο'. Μέσα στις προθήκες τα αντικείμενα ταξινομούνται με βάση αισθητικά κριτήρια, χρο νολογικές ή θεματικές κατηγοριοποιήσεις.
Στον σχεδιασμό, κάνναβος ονομάζεται ένα σύστημα οδηγών ή ένα δίκτυο γραμμών το οποίο βοηθά στην οργάνωση ενός σχεδίου σε μικρότερα τμήματα και χαρακτηρ/ζεται από επαναληπτι.κότητα. Για παράδειγμα, ένας ορθογώνιος κάνναβος αποτελείται από τεμνόμενες γραμμές κάθετες μεταξύ τους, οι οποίες ορίζουν ορθογώνια παραλληλόγραμμα. 1
64
1
ΕΝΟΊΗΤΑ 3.1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Εικόνα 6. Μουσείο «διάδρομος» Παράδειγμα 3 Μεγάλη επιρροή στη διαμόρφωση της παραπάνω εκθεσιακής μορφής είχαν οι διεθνείς εκθέσειc;2 και κυρίως η πρώτη, που έγινε στο Λονδίνο το 1851. Οι εκθέσεις αυτές βέβαια δεν είχαν σχέση με τα μουσεία, ωστόσο η τυπολογία, το περιεχόμενο και ο τρόπος λειτουργίας τους επηρέασε την εξέλιξη των μουσεί ων σε μεγάλο βαθμό. Η έκθεση του Λονδίνου έθεσε νέες βάσεις στην αντίληψη του εκθεσιακού χώρου και καθιέρωσε τρόπους σχεδιασμού και διαμόρφωσης της κάτοψης που επικράτησαν πολλά χρόνια. Πρώτη φορά εφαρμόστηκαν τα μεταβλητά προκατασκευασμένα στοιχεία που ακολουθούσαν τη γεωμετρία του ορθογώνιου καννάβου της κάτοψης και καθόριζαν στο εσωτερικό τους τη διά ταξη των εκθεμάτων. Η αυστηρή συμμετρία που χαρακτήριζε τη διάταξη των εκ θεμάτων πολλές φορές γινόταν περίτεχνη, με αποτέλεσμα ακόμα και να επιβάλ λεται στα εκθέματα.
1 Οι εκθέσεις αυτές ήταν εκθέσεις βιομηχανικών κυρίως προϊόντων αλλά και άλλων επιτευγμάτων στη γεωργία, τη βιοτεχνία και την τέχνη. Παρουσίαζαν επίσης επινοήσεις και εφευρέσεις καθώς και ανα καλύψεις, που έτσι γίνονταν ευρύτερα γνωστές στα διάφορα κράτη. Είχαν όψη μεγάλου λαϊκού πανη γυριού με διεθνή χαρακτήρα. Καινοτομία των διεθνών εκθέσεων αποτέλεσε η κατασκευή των κτιρίων που τις στέγαζαν. Ήταν κτίρια τεράστια σε μέγεθος, με μεταλλικό ή ξύλινο σκελετό και γυαλί, που από τότε θεωρήθηκαν πρότυπα εκθεσιακών χώρων.
65
ΕΝΟΤΗΤΑ 3.1
Η λογική της διάταξης των προθηκών σε ορθογώνιο κάνναβο ήταν πολύ διαδε δομένη και επικράτησε πολλά χρόνια. Η διάταξη αυτή, ιδιαίτερα δημοφιλής και στην Ελλάδα, υιοθετήθηκε και κατά τη δημιουργία των πρώτων μουσείων και δείγματά της συναντάμε ακόμα και σήμερα (εικ. 7).
Εικόνα 7. Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο ΙΙηγή: Κόκκου, 1977, σ. 257, εικ. 103
Οι αντιλήψεις για τους εκθεσιακούς χώρους αναμορφώνονται ριζικά με την εμφάνιση και την επικράτηση του Bauhaus 3 • Η νέα αυτή σφαιρική θεώρηση για την αρχιτεκτονική αλλά και η ανάπτυξη των γραφικών τεχνών άνοιξαν νέες προο πτικές στον σχεδιασμό των εκθέσεων. Βασική τεχνική παρουσίασης αποτελεί ο συνδυασμός αντικειμένων και επεξηγηματικών κειμένων που στηρίζονται σε με ταλλικές κατασκευές, τεχνική που αποτελεί πρόδρομο πολλών σύγχρονων πρα κτικών έκθεσης.
Το Bauhaus αποτέλεσε μια ριζοσπαστική εκπαιδευτική μονάδα γι.α την αρχιτεκτονική και τις εφαρ μοσμένες τέχνες, που ιδρύθηκε το 1919 στη Βαϊμάρη από τον Walter Gropius, μεταφέρθηκε το 1925 στο Dessau και έπειτα στο Βερολίνο, όπου και σταμάτησε να λειτουργεί το 1933. Το Baιιhaus θεωρεί ται κεντρικός πυρήνας και δημιουργός του μοντέρνου κινήματος, που έχει ως αφετηρία τη συμφιλίω ση της διαφοράς ανάμεσα στον καλλιτέχνη και τον τεχνίτη. Η αρχιτεκτονική εκφράζεται με τη χριjση απλών μορφών (διαφάνειας, συστήματος κενών και πλήρων, αιώρησης κ.λπ.) και νέων υλικών, όπως είναι το γυαλί, ο χάλυβας, το μπετόν κ.λπ. Οι μέθοδοι και οι αρχές του Bauhaus έχουν συνδεθεί με τα μεγαλύτερα ονόματα της μοντέρνας αρχιτεκτονικής και της τέχνης, όπως είναι οι Mies ναn deι· Rohe, Klee, Itten, Kandinsky, Molioly-Nagy, Breueι·. 3
66
ΕΝΟΤΗΤΑ 3.1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Παράδειγμα 4 Χαρακτηριστική έκθεση, οργανωμένη με την αντίληψη του Bauhaus, είναι η έκθεση Deutscher Werkbund. Σχεδιάστηκε το 1930 στο Παρίσι από αρχιτέ κτονες της σχολής του Bauhaus, που προσπάθησαν να δημιουργήσουν μια ορ• yανική ροή στον τρόπο διάταξης των αντικειμένων. Για να πετύχουν τον στόχο τους, χρησιμοποίησαν καμπύλα χωρίσματα και κεκλιμένα επίπεδα, ώστε να δι ευρυνθεί το οπτικό πεδίο του επισκέπτη. Αυτή η δυνατότητα αλλαγής των οπτι κών επιπέδων αποτέλεσε το στοιχείο που διέκρινε τις θεματικές ενότητες μετα ξύ τους. Το υλικό της έκθεσης οργανώθηκε ως συνδυασμός κειμένου, φωτο γραφιών, μακετών και αντικειμένων σε φυσικό μέγεθος. Η νέα αυτή εκθεσιακή πρακτική εφαρμόστηκε και εξελίχθηκε στις επόμενες δεκαετίες.
Στις δεκαετίες 1950 και 1960, ο σχεδιασμός των εκθέσεων εμπλουτίστηκε με νέ ες ιδέες, που οφείλονταν σε Ιταλούς αρχιτέκτονες και βασίζονταν στη μετατροπή αξιόλογων κτιρίων σε μουσεία. Αφορμή για την υλοποίηση αυτών των ιδεών στά θηκε η διαθεσιμότητα αρκετών τέτοιων κτιρίων που μετά τον Β ' Παγκόσμιο πόλε μο παρέμειναν κατεστραμμένα και έτοιμα να δεχτούν την αλλαγή χρήσης. Έτσι, ύστερα από αναστήλωση και ειδική διαρρύθμιση των χώρων τους, πολλά από τα κτίρια αυτά μπορούσαν να στεγάσουν συλλογές μουσείων. Τα έργα τέχνης τοπο θετούνταν στις αίθουσές τους με μεγάλη προσοχή, ώστε να αναδεικνύονται, πλαι σιωμένα από τον συχνά περίτεχνο διάκοσμο του εσωτερικού των κτιρίων.
Παράδειγμα 5 Χαρακτηριστική οργάνωση χώρου με αυτό τον τρόπο αποτελεί η μετατροπή ενός βομβαρδισμένου στρατώνα σε εκθεσιακό χώρο, έργο που ανέλαβε το 1964, στο Castelvecchio της Βερόνας, ο αρχιτέκτονας Carlo Scarpa. Το εσωτε ρικό του κτιρίου αποτελεί σκηνικό για την προβολή των έργων τέχνης, ενώ οι βάσεις των εκθεμάτων και ο τρόπος συναρμολόγησής τους είναι σχεδιασμένα με λιτό τρόπο, ώστε να ταιριάζουν στο εσωτερικό του κτιρίου.
Η δεκαετία του 1970 σηματοδοτείται από ένα νέο είδος εκθέσεων, τις περιοδι κές, γνωστές διεθνώς και ως blockbusters4, δηλαδή εκθέσεις-υπερπαραγωγές. Οι εκθέσεις αυτές επικεντρώνονται σε ένα συγκεκριμένο θέμα και χρησιμοποιούν κάθε σύγχρονη οπτικοακουστική επινόηση για να το παρουσιάσουν στους επισκέ πτες και να διατηρήσουν αμείωτο το ενδιαφέρον τους. Εφαρμόζοντας αρχές σύγ χρονου μάρκετινγκ, καταφέρνουν να έρθουν πιο κοντά στο κοινό, να προσελκύ-
Ό όρος blockbuster, που έχει καθιερωθεί διεθνώς, είναι συνώνυμος με τις ισχυρές βόμβες που χρησι μοποιούσαν οι Γερμανοί κατά τον Β 'Παγκόσμιο πόλεμο για την ανατίναξη μεγάλου τμήματος μιας πόλης. Στη γλώσσα των μουσείων σημαίνει περιοδική έκθεση που αποτελεί σημαντικό γεγονός στη ζωή μιας πόλης, δημιουργεί θόρυβο γύρω από αυτήν και προσελκύει μεγάλο αριθμό επισκεπτών.
67
ΕΝΟΤΗΤΑ 3.1
σουν μεγάλο αριθμό επισκεπτών διαφορετικής ηλικίας και εκπαίδευσης και να δώσουν μια διάσταση αναψυχής κατά την επίσκεψη στο μουσείο.
Παράδειγμα 6 Χαρακτηριστικά παραδείγματα πρόσφατων εκθέαεων•uπερπαραyωyών στην Ελλάδα αποτελούν η έκθεση «Οι θησαυροί του Αγίου Όρους», που φιλοξε νήθηκε στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού στη Θεσσαλονίκη το 1997, καθώς και οι εκθέσεις «Το παιδί στη νεοελληνική τέχνη» και «Από τον Θεοτοκόπουλο στον Σεζάν», που οργανώθηκαν στην Εθνική Πινακοθήκη της Αθήνας το 1994 και το 1993 αντίστοιχα. Το 1999, μεγάλη επιτυχία είχε η έκθεση για τον Δομήνι κο Θεοτοκόπουλο, που παρουσιάστηκε επίσης στην Εθνική Πινακοθήκη.
3.1.2
Ερμηνεία και επικοινωνία
Όπως έχουμε ήδη αναφέρει, τα αντικείμενα στα μουσεία διατάσσονται σύμ φωνα με μια λογική, βασισμένη στην ερμηνεία που αντιστοιχεί στα μηνύματα τα οποία το μουσείο έχει την πρόθεση να μεταδώσει στο κοινό, δηλαδή στο πώς το μουσείο προσδίδει νόημα στα αντικείμενα. Ένα μουσείο έχει διάφορους τρόπους επικοινωνίας με το κοινό, όπως εκδηλώσεις, διαλέξεις, εκδόσεις, εκπαιδευτικές δραστηριότητες κ.λπ., οι εκθέσεις όμως αποτελούν οπωσδήποτε τον σημαντικότε ρο τρόπο επικοινωνίας μια και είναι ο κατεξοχήν χώρος συνάντησης των επισκε πτών με το ίδιο το αντικείμενο και όχι με την εικονική του αναπαράσταση. Στην υποενότητα αυτή θα εξετάσουμε το είδος των εκθέσεων και τους διάφορους τρό πους έκθεσης. Η απλή αναγνώριση ενός αντικειμένου δεν αποτελεί από μόνη της ερμηνεία. Αυτό που καθορίζει το πλαίσιο της επικοινωνίας με το κοινό, άρα και το είδος της έκθεσης, είναι ο τρόπος προβολής των αντικειμένων. Σε μια έκθεση, τα αντι κείμενα είναι δυνατόν να δεχτούν περισσότερες από μία ερμηνείες, ανάλογα με την οπτική γωνία από την οποία εξετάζονται, την ιδεολογική τοποθέτηση των με λετητών και των δημιουργών της έκθεσης καθώς και το ευρύτερο κοινωνικοπολι τικό πλαίσιο της εποχής κατά την οποία γίνεται η μελέτη τους. Πρέπει να σημειω θεί ότι καμία έκθεση δεν είναι ιδεολογικά ουδέτερη, αφού στην πραγματικότητα απορρέει από την εποχή της και από τις απόψεις των δημιουργών της. Η οργάνωση και η επιτυχία κάθε έκθεσης εξαρτώνται από το θέμα και το δια θέσιμο υλικό καθώς και από μια σειρά ξεχωριστών παραγόντων, όπως την εκθε σιακή πολιτική του μουσείου, τα ενδιαφέροντα και την προσωπικότητα των εντε ταλμένων για την έκθεση προσώπων, τις δυνατότητες του χώρου, τα οικονομικά περιθώρια, τα χρονικά περιθώρια κ.λπ. Κάποιες εκθέσεις στηρίζονται κυρίως στη χρήση αντικειμένων, ενώ άλλες χρησιμοποιούν αποκλειστικά πληροφορίες μέσα από κείμενα και φωτογραφίες. Ένας συνδυασμός από αντικείμενα, οπτικές απεικονίσεις, κείμενα, ανακατα σκευές, οπτικά και ηχητικά εφέ συμβάλλει σε μια ισορροπημένη παρουσίαση του
68
ι
1
1 � 1
ΕΝΟΤΗΤΑ 3.1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
θέματος. Με αυτό τον τρόπο οι επισκέπτες θα αποκτήσουν ολοκληρωμένη εικόνα για τα αντικείμενα, τη χρήση και την προέλευσή τους, και θα τα συνδέσουν με τη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο και τις κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές συνθήκες που τα διαμόρφωσαν. Η ποσοτικ11 σχέση αντικειμένου και πληροφο ρίας για τον καθορισμό του εκθεσιακού υλικού απεικονίζεται στο Σχήμα 1.
Σχήμα! Ποσοτική σχέση ανάμεσα σtο αντικείμενο και tην πληροφορία σε μουσειακές εκθέσεις Αποκλειστική παρουσίαση πληροφορίας
Αποκλειστική παρουσίαση αντικειμένων
Αντικείμενα
Πληροφορία
Διδακτικό έκθεμα Πληροφορία για το αντικείμενο Διάταξη γύρω από ένα θέμα Προσαρμογή από Edson και Dean, 1994, σ. 153
Στο αριστερό άκρο του Σχήματος 1 βρίσκονται οι εκθέσεις που στηρίζονται αποκλειστικά στην παρουσίαση αντικειμένων, η ανάδειξη των οποίων είναι αυτο σκοπός. Η ελκυστική διάταξή τους δίνει το περιθώριο στα αντικείμενα να αυτο παρουσιαστούν, χωρίς να συνοδεύονται από άλλο επεξηγηματικό κείμενο. Παρό μοια διάταξη είναι αυτή της προθήκης ενός καταστήματος ή μιας βιτρίνας με τα γυαλικά ενός σπιτιού. Αντιδιαμετρικά, στο δεξιό άκρο εικονίζονται οι εκθέσεις που έχουν στόχο τη μετάδοση πληροφοριών χωρίς τη μεσολάβηση αντικειμένων. Το κύριο μέρος της παρουσίασης στηρίζεται σε εποπτικό υλικό, κείμενα, φωτογραφίες και οπτικοα κουστικό υλικό. Η λειτουργία των στοιχείων αυτών μπορεί να παρομοιαστεί με
1
69
ΕΝΟΤΗΤΑ 3.1
βιβλίο, όπου οι πληροφορίες για ένα αντικείμενο δίνονται μέσω κειμένου και ει κόνας, χωρίς τη μεσολάβηση της φυσικής του παρουσίας. Τα ενδιάμεσα σημεία, κατά μήκος της διαγώνιας γραμμής που συνδέει τα δύο άκρα, αντιστοιχούν στους πιο συνηθισμένους τύπους εκθέσεων και βασίζονται σε συνδυασμό αντικειμένων, εικόνων και κειμένων. Το ποσοστό επικράτησης του αντικειμένου έναντι της πληροφοριακής πινακίδας και αντίστροφα καθορίζει αν η έκθεση είναι πραγματιστική ή νοηματική, αν δηλαδή η παρουσίαση στηρίζεται στα αντικείμενα ή στη μετάδοση νοημάτων και ιδεών.
Παράδειγμα 7 Η διάταξη των γλυπτών του 1βου και του 19ου αιώνα στο Μουσείο Βικτόρια και Άλμπερτ του Λονδίνου (εικ. 8) αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα πραγ ματιστικής έκθεσης. Τα εκθέματα διατάσσονται σύμφωνα με αισθητικούς κανό νες ή αρχές ταξινόμησης. Μικρές πληροφοριακές πινακίδες μπροστά από κάθε αντικείμενο παρέχουν ελάχιστα αναγνωριστικά στοιχεία. Εδώ δεν εξετάζονται οι σχέσεις των εκθεμάτων μεταξύ τους ούτε η συμβολική και νοηματική τους αξία. Κάθε αντικείμενο εκτίθεται έτσι, ώστε να προσελκύει το ενδιαφέρον αυτό καθαυτό.
Εικόνα 8. Μουσείο Βικτόρια και Άλμπερτ, Λονδίνο. Έκθεση γλυπτών του 18ου και του 19ου αιώνα
70
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 3.1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Παράδειγμα 8 Χαρακτηριστικό παράδειγμα της δεύτερης περίπτωσης, δηλαδή της νοημα τικής έκθεσης, που στηρίζεται μόνο στη μετάδοση πληροφορίας και όχι στην παρουσίαση αντικειμένων, αποτελεί μια έκθεση για τις μεταβολές των μετεω ρολογικών φαινομένων στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του Λονδίνου {εικ. 9). Η παρουσίαση του θέματος βασίζεται σε φωτογραφίες, κείμενα, οθόνες ηλεκτρο νικών υπολογιστών και διάφορες γραφιστικές εφαρμογές. Η λειτουργία της έκ θεσης είναι ανάλογη με αυτή ενός εικονογραφημένου βιβλίου.
Εικόνα 9. Έκθεση για τις μεταβολές των μετεωρολογικών φαινομένων στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας στο Λονδίνο
Παράδειγμα 9 Η έκθεση των προϊστορικών τεχνολογιών στο Museum of London {εικ. 1 Ο) αποτελεί μια περίπτωση ανάμεσα στις δύο προηγούμενες αντιδιαμετρικές αντι λήψεις. Η έκθεση περιλαμβάνει αντικείμενα, τα οποία όμως παρουσιάζονται με διδακτικό τρόπο, συνοδεύονται δηλαδή από κείμενα, φωτογραφίες και μακέτες. Έτσι, ο επισκέπτης έρχεται σε επαφή με τα ίδια τα αντικείμενα αλλά και πληρο φορείται, μέσω του εποπτικού υλικού, για θέματα σχετικά με την ιστορία των αντικείμενων και για τη σχέση της προϊστορικής με τη σύγχρονη τεχνολογία.
1
71
ΕΝΟΤΗΤΑ 3.1
-�..
..................,....,.�,...,,1om_..........
""�"�'-"'"'"· ...
�......
�i�
Εικόνα 10. Έκθεση για προϊστορικές τεχνολογίες στο Museum ofLondon Αφού είδαμε πώς καθορίζονται οι εκθέσεις με βάση τη σχέση αντικειμένου και πληροφορίας, θα εξετάσουμε τις εκθέσεις ανάλογα με τον τρόπο προβολής των αντικειμένων.
72
1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Ενότητα 3.2 ΕΚΘΕΣΗ ΚΑΙ ΧΩΡΟΣ 3.2.1
Τυπολογία των εκθέσεων
Έχει ήδη αναφερθεί ότι η έκθεση είναι ο σημαντικότερος τρόπος επικοινω νίας με το κοινό. Πριν από την υλοποίηση, πριν από το «στήσιμο» μιας έκθεσης, οργανώνεται ο προγραμματισμός, μια συγκεκριμένη διαδικασία, που θα αναλυ θεί εκτενώς σε επόμενη ενότητα. Πρόκειται, πάντως, για διαδικασία πολύπλοκη, στην οποία, ανάλογα με το μέγεθος και τις δυνατότητες του μουσείου, μετέχουν διάφορες ομάδες ειδικών, από αρχαιολόγους και σχεδιαστές μέχρι ειδικευμένους συμβούλους για τον φωτισμό και τις κατασκευές. Ωστόσο, χρειάζεται να υπο γραμμιστεί ότι βασικοί παράγοντες για τη δημιουργία μιας έκθεσης, ανάμεσα σε άλλα, είναι: • η φιλοσοφία και η εκθεσιακή πολιτική του μουσείου • το είδος της πληροφορίας και των μηνυμάτων που πρόκειται να μεταδοθούν στο κοινό • οι δυνατότητες του διαθέσιμου χώρου • οι οικονομικοί περιορισμοί • οι χρονικοί περιορισμοί. Ας περάσουμε τώρα στην εφαρμογή της εκθεσιακής πρακτικής και ας εξετά σουμε τους βασικούς τύπους εκθέσεων. Η σχεδιάστρια εκθέσεων Margaret Hall (Hall, 1987, βασικό εγχειρίδιο πάνω στο θέμα αυτό) διακρίνει δύο τύπους εκθέ σεων, τις ταξινομικές και τις θεματικές. Η διαφορά τους έγκειται στη φιλοσοφία και στον τρόπο προβολής των αντικειμένων, δηλαδή στον τρόπο με τον οποίο δια τάσσονται τα αντικείμενα, ώστε να αποκτήσουν σημασία. Στις ταξινομικές εκθέσεις τα αντικείμενα κατηγοριοποιούνται και εκτίθενται ανά ομάδες. Οι κατηγορίες μπορούν να ακολουθήσουν διάφορους συνδυασμούς, να βασίζονται, για παράδειγμα, στον τύπο, στη χρονική περίοδο που δημιουργή θηκαν, στην περιοχή προέλευσης, στη χρήση τους, στο υλικό κατασκευής τους κ.λπ. Ας πάρουμε, για παράδειγμα, μια έκθεση για την κυκλαδική τέχνη. Οι ομά δες των αντικειμένων μπορούν να αποτελέσουν διάφορες ενότητες, όπως ειδώλια (τύπος), πρώιμη εποχή χαλκού (χρονική περίοδος), Κέρος (περιοχή), κτερίσματα ταφής (χρήση), κεραμική τέχνη (υλικό). Σε αυτό τον τύπο εκθέσεων οι επισκέπτες έχουν τη δυνατότητα να συγκρίνουν τα αντικείμενα μεταξύ τους και να βγάλουν συμπεράσματα. Θα μπορούσε να πα ρομοιάσει κανείς τις ταξινομικές εκθέσεις με ένα γεωγραφικό άτλαντα, όπου οι διάφορες θεματικές κατηγορίες ακολουθούν η μία την άλλη και ο αναγνώστης μπορεί να ανατρέξει σε όποιο κεφάλαιο επιθυμεί. Οι εκθέσεις αυτές είναι κατάλ-
1 1
73
ΕΝΟΤΗΤΑ 3.2
�··s,ψ_A���'%!��"sM>:tmtW
'5�'-"*'��lliWf�1lli�s;'&S:'Jlli���"Wffil��
ληλες για επισκέπτες που έχουν ήδη γνώση του θέματος, θέλουν να τitδίευρύνουν, να αποκτήσουν οπτική αντίληψη ή να μελετήσουν συγκεκριμένα αντικείμενα. Στον δεύτερο τύπο, τις θεματικές εκθέσεις, η έκθεση στρέφεται γύρω από ένα συγκεκριμένο θέμα που παρουσιάζεται με αντικείμενα από διαφορετικές τυπολο γίες. Ο τρόπος παρουσίασης διηγείται μια ιστορία και τα αντικείμενα μετέχουν ως οπτικές απεικονίσεις της αφήγησης. Οι επισκέπτες παρακολουθούν την έκθε ση, όπως θα διάβαζαν ένα μυθιστόρημα, παρακολουθώντας την εξέλιξή του. Βέ βαια, αυτός ο τύπος έκθεσης αντανακλά σε μεγάλο βαθμό τις ιδεολογικές από ψεις των δημιουργών της. Οι θεματικές εκθέσεις διακρίνονται σε γραμμικές και μωσαϊκές. Οι γραμμι κές εκθέσεις πραγματεύονται ένα θέμα και μια διήγηση με αρχή και τέλος. Για παράδειγμα, γραμμική είναι η έκθεση γύρω από τη ζωή ενός ιστορικού προσώπου ή τον τρόπο κατασκευής των μινωικών αγγείων. Η διάταξη της έκθεσης κατευθύ νει τους επισκέπτες έτσι, ώστε να ακολουθήσουν μια συγκεκριμένη πορεία, να δουν το υλικό με καθορισμένη διαδοχή, απαραίτητη προϋπόθεση για να αποκτή σουν ολοκληρωμένη νοηματική εικόνα. Οι γραμμικές εκθέσεις ονομάζονται και εκθέσεις-τούνελ, διότι η ροή των επισκεπτών οδηγείται από την είσοδο στην έξο δο χωρίς ενδιάμεσες εναλλακτικές δυνατότητες. Στις μωσαϊκές εκθέσεις, το κεντρικό θέμα διακλαδώνεται σε αυτόνομα υποθέ ματα τόσο στο περιεχόμενο όσο και στον χώρο έτσι, ώστε οι επισκέπτες να επιλέ γουν τη διαδρομή που θα ακολουθήσουν. Η σειρά θέασης των εκθεμάτων δεν επη ρεάζει την παρακολούθηση της αφήγησης. Για παράδειγμα, σε μια έκθεση με θέμα την καθημερινή ζωή στην αρχαία Ελευσίνα, υποθέματα μπορεί να αποτελούν το εμπόριο, η προετοιμασία της τροφής, η οικοτεχνία, οι θρησκευτικές τελετές κ.λπ. Ανεξάρτητα από την τυπολογία των εκθέσεων που περιγράψαμε πιο πάνω, οι εκθέσεις διακρίνονται σε παθητικές και συμμετοχικές, με κριτήριο τον βαθμό συμμετοχής των επισκεπτών. Στις παθητικές εκθέσεις, οι επισκέπτες έχουν τον ρόλο του απλού θεατή. Αντίθετα, στις συμμετοχικές η ενεργοποίηση του επισκέ πτη είναι απαραίτητη για την αντίληψη της έκθεσης. Η έκθεση ζητά από τον επι σκέπτη να συμμετέχει σε κάποιο βαθμό είτε με οπτικοακουστικά μέσα είτε με τη χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών είτε με ένα απλό μηχανικό έκθεμα. Έχει απο δειχτεί ότι οι επισκέπτες κατανοούν καλύτερα το περιεχόμενο μιας έκθεσης με τη χρήση βοηθημάτων, θέμα που θα μελετηθεί πιο αναλυτικά στο τέλος της ενότητας.
3.2.2
Οργάνωση του εκθεσιακού χώρου
Καθώς οι επισκέπτες κινούνται στον χώρο, συνδιαλέγονται με τα εκθέματα και δέχονται τα μηνύματα που η έκθεση έχει πρόθεση να μεταδώσει. Όπως στο γύρι σμα και στο μοντάρισμα μιας κινηματογραφικής ταινίας ο σκηνοθέτης αποφασίζει τη σειρά προβολής των διαδοχικών πλάνων, έτσι και στον σχεδιασμό μιας έκθεσης τα εκθέματα τοποθετούνται σε συγκεκριμένη σειρά, ώστε να αποκτούν νόημα ως σύνολο. Αντίθετα όμως από την προβολή μιας ταινίας, όπου ο θεατής είναι ακίνη τος και παρακολουθεί τις σκηνές με την ακριβή διαδοχή που έχει προβλέψει ο σκη-
74
1
ENOTHl Α 3.2
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
νοθέτης, στην έκθεση ο θεατής κινείται προς τα αντικείμενα. Η διαδρομή που θα ακολουθήσει καθορίζει τη σειρά με την οποία θα δει τα εκθέματα και επομένως τον τρόπο με τον οποίο θα αντιληφθεί την έκθεση. Έτσι, ένας σημαντικός ρόλοι; του σχεδιαστή σε μια έκθεση είναι να οργανώσει τη διαδρομή των επισκεπτών και να καθορίσει τη σειρά θέασης των εκθεμάτων, ώστε η έκθεση να έχει νόημα. Η σχέση των εκθεμάτων με τη ροή της κυκλοφορίας καθορίζει την κατεύθυνση που θα ακολουθήσει το κοινό και ρυθμίζει την αφήγηση της ιστορίας. Σημαντικό ρόλο παίζει η τοποθέτηση συγκεκριμένων αντικειμένων σε κύρια σημεία της δια δρομής, που λειτουργούν ως πόλοι έλξης και κατευθύνουν τους επισκέπτες. Με άλλα λόγια, κάποια αντικείμενα που αξιολογούνται ως ιδιαίτερα σημαντικά για την παρακολούθηση της έκθεσης τοποθετούνται σε βασικά σημεία της διαδρομής, ώστε να τα δουν οι περισσότεροι επισκέπτες. Στο Σχήμα 2, που ακολουθεί, παρουσιάζονται τυπικές κατόψεις εκθέσεων, όπου φαίνεται η σχέση εκθεμάτων και ροής της κυκλοφορίας. Διακρίνονται τα χείες και βραδείες διαδρομές, που αντιστοιχούν σε δύο διαφορετικές ταχύτητες επίσκεψης μιας έκθεσης. Η ταχεία διαδρομή περνάει μπροστά από τα σημαντικότερα εκθέματα και απευθύνεται σε όλους τους επισκέπτες, ανεξάρτητα από τον χρόνο που διαθέ τουν. Η βραδεία διαδρομή περιλαμβάνει και όλα τα υπόλοιπα σημεία και αφορά τους επισκέπτες που έχουν χρόνο και διάθεση να δουν ολόκληρη την έκθεση.
Σχήμα2 Κατόψεις που απεικονίζουν διαφορετικούς τρόπους οργάνωσης του εκθεσιακού χώρου
ι����ι
ί���L'�Γ
α) Οργάνωση «διάδρομοι;». Τυπική γραμμι κή οργάνωση με ταχείες και βραδείες δια δρομές. Οι προθήκες διατάσσονται κατά πα ράταξη και το βασικό έκθεμα τοποθετείται στο βάθος της αίθουσας, ώστε να λειτουργεί ως πόλος έλξης των επισκεπτών. β) Οργάνωση με μορφή «χτένας». Πρόκειται για παραλλαγή της οργάνωσης «διάδρομος». Οι προθήκες διατάσσονται παράλληλα μετα ξύ τους και με τρόπο ώστε να δημιουργούν εσοχές, ενώ τα σημαντικότερα εκθέματα το ποθετούνται στις κορυφές τους. Ο επισκέ πτης έχει την επιλογή είτε να διασχίσει την έκθεση γραμμικά, βλέποντας μόνο τα σημα ντικότερα εκθέματα, είτε να ακολουθήσει τη βραδεία διαδρομή, περνώντας μπροστά από όλα τα εκθέματα.
75
ΕΝΟΤΗΤΑ 3.2
=::J!W'J::m:�����Th�����'¾-¾s,""W!§.�m_t::i&:%t¾���1>%!1t�w�-e;1���:1:,&�k�mni��Ψ���t@%,.��'Ψ.t�
n��. .�- -� - -= -�- -..� i \._ _ / Π(- -.. .. -.·_ _ _ _ _ _, "-_ · ,-_·.·.··-υ.,Π -.... \ ,_ . ·- ._ _ U
γ) Οργάνωση με μορφή «αλληrοσυνδεόμε νης χτένας» (interlocking comb). Η οργάνω\_ _ i \ ση αυτή δεν δίνει δυνατότητα εναλλακτικών ...._ ι διαδρομών. Καθώς κατευθύνεται ο επισκέ\j πτης προς την έξοδο, περνά υποχρεωτικά μπροστά από όλα τα εκθέματα.
rι=χ--π� ..�-\�_ ���---� -- -=-- - �-----� - ---� --
1/ /
1
\u
�Γ�---__
-----···υ:-.
/
_..ι
(CΙΉ>
(�: �: ϊJ!(5 ..···· ·· ' ···..,_. .
. ............
. . ..
....
------- -· ··· · ····
ι�?�>
δ) Οργάνωση σε μορφή «νησίδας». Τα εκθέ ματα είναι τοποθετημένα στο κέντρο της αί θουσας, με μοναδική διαδρομή ολόγυρά τους. Ούτε σε αυτή την περίπτωση υπάρχει επιλογή διαδρομής. Οι επισκέπτες είναι υπο χρεωμένοι να περιδιαβούν το σύνολο της έκ θεσης και να επιστρέψουν στο άνοιγμα που εξυπηρετεί και την έξοδο. ε) «Αστεροειδής» οργάνωση. Η κάτοψη χω ρίζεται σε ακτινωτά διατεταγμένους χώρους, που δημιουργούν αυτόνομους χώρους έκθε σης. Υπάρχει πλήρης ελευθερία επιλογής της διαδρομής. Η οργάνωση αυτή είναι κα τάλληλη για μωσαϊκές θεματικές εκθέσεις. στ) Ημικυκλική οργάνωση. Σε αντίθεση με την οργάνωση «νησίδα», εδώ παρέχεται πλήρης ελευθερία κίνησης. Οι επισκέπτες κινούνται από το ένα σημείο της έκθεσης στο άλλο χωρίς να ακολουθούν συγκεκριμέ νη διαδρομή. ζ) Ελεύθερη οργάνωση. Χαρακτηρίζεται από διάσπαρτη διάταξη των εκθεμάτων και τελείως ελεύθερη κυκλοφορία. Αφήνει περι θώριο στους επισκέπτες να κινηθούν γύρω από τα εκθέματα και να επιλέξουν τη σειρά με την οποία θα τα δουν.
Οι σχηματισμοί αυτοί μπορούν να εφαρμοστούν είτε μόνοι είτε σε συνδυα σμούς, ανάλογα με τις ανάγκες της συγκεκριμένης έκθεσης. Βασικός στόχος των διατάξεων αυτών είναι να βοηθήσει τους επισκέπτες να αποκτήσουν ολο κληρωμένη αντίληψη του θέματος, μέσα στο πλαίσιο του χρόνου και των ενδιαφερόντων τους.
Ι> 76
Δραστηριότητα 2/Κεφάλαιο 3 Με βάση τις τυπικές κατόψεις εκθέσεων που αναλύθηκαν παραπάνω, αναγνωρίστε τους σχηματισμούς εκθέσεων που ακολουθούν. Σχεδιάστε εν συνεχεία πάνω στις κατόψεις τις
1 11
ΕΝΟΤΗΤΑ 3.2
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ταχείες και τις βραδείες διαδρομές. Αναφέρετε τι παρατηρείτε σε σχέση με τη διάταξη, την κυκλοφορία και την ελευθερία κίνησης των επισκεπτών. Τέλος, σκεφτείτε ποια είναι τα πλεονεκτήματα και ποια τα μειονεκτήματα κάθε σχηματισμού. Η απάντησή σας δεν χρειάζεται να υπερβαίνει τις 30 λέξεις για καθέναν από αυτούς.
(1)
(2)
1
(3)
3.2.3
ο
ο ο ο 1 ι-οι---------ιοι---------ιο....--ι (4)
1
Επιμέρους στοιχεία για τη δημιουργία εκθέσεων
Οι εκθέσεις αποτελούνται από επιμέρους στοιχεία, δηλαδή από το υλικό που έχουν στη διάθεσή τους οι σχεδιαστές για να οργανώσουν και να παρουσιάσουν το θέμα στο κοινό. Τέτοια είναι τα αντικείμενα-εκθέματα μέσα ή έξω από προ θήκες, κείμενα, φωτογραφίες, σχέδια, σχεδιαγράμματα, στατικές ή μηχανικές μακέτες, μηχανικές κατασκευές, οπτικοακουστικά μέσα και ηλεκτρονικοί υπο λογιστές. Παλαιότερο μέσο έκθεσης είναι οι προθήκες, που παραπέμπουν στα cabinets of curiosities του 16ου αιώνα. Η εξέλιξη της μορφής τους έχει ακολουθήσει και έχει επηρεαστεί από την εκάστοτε τεχνοτροπία των επίπλων κατοικίας. Τα σύγχρονα μουσεία έχουν τη δυνατότητα να εξοπλιστούν με προθήκες προηγμένης τεχνολογίας ως προς το σχήμα, το υλικό κατασκευής, την επιλογή του φωτισμού, ακόμα και ως προς τη χρήση «αόρατου» γυαλιού. Παρ' όλο που επι κρατεί ευρέως η αντίληψη ότι οι προθήκες στερούνται πρωτοτυπίας και λειτουρ-
i1
1
11
77
ΕΝΟΤΗlΆ 3.2
�a,��w..¾.�ι1�">:&��,����@mt'%'1;@���t:m&�m1�.,,�����
γούν ως περιορισιικό σιοιχείο ανάμεσα σιον θεατή και το έκθεμα, σιην πραγμα! τικότητα μπορούν να αποτελέσουν ενδιαφέρον μέρος της έκθεσης, αναλαμβάνο ντας σημαντικό ρόλο σιη σύνθεση του χώρου. Όπως ήδη αναφέραμε, άλλωσιε, οι προθήκες μετέχουν σιην οργάνωση του εκθεσιακού χώρου και σιη ρύθμιση της κυκλοφορίας των επισκεπτών. Κύρια λειτουργία τους, βέβαια, παραμένει να παρέχουν στα αντικείμενα ασφάλεια, να συντελούν σι;η διατήρησή τους δημιουργώντας ιδανικό περιβάλλον και διασφαλίζοντας την κατάλληλη θερμοκρασία, υγρασία και φωτισμό, να τα προσιατεύουν από τη σκόνη, τη μόλυνση, τις ακτινοβολίες κ.λπ. Οι βασικοί λόγοι για τους οποίους χρησιμοποιούνται οι προθήκες συνοψίζο νται σιον Πίνακα 1, που ακολουθεί.
Πίνακας 1 Λειτουργίες των προθηκών σε έναν εκθεσιακό χώρο • Προσιασία από κλοπή, κατασιροφή, βανδαλισμό • Δημιουργία του κατάλληλου μικροκλίματος για τη διατήρηση των αντι κειμένων • Δημιουργία του κατάλληλου περιβάλλοντος για την προβολή των αντικειμένων • Λειτουργία ως φυσικού και οπτικού διαχωρισιικού σιοιχείου σιον χώρο • Λειτουργία ως αρχιτεκτονικού σιοιχείου σιον χώρο • Συμβολή σιην οργάνωση της κυκλοφορίας Οι προθήκες κατασκευάζονται σε διάφορα μεγέθη, σχήματα και από διάφορα υλικά, ανάλογα με τα αντικείμενα και το είδος της έκθεσης. Άλλοτε σχεδιάζονται έτσι ώσιε να αποτελούν διακριτικό σιοιχείο σιον χώρο, από διάφανα και ελαφρά υλικά, κι άλλοτε αποτελούν οργανικό σιοιχείο, συμμετέχοντας ενεργά σιην εξέλι ξη της αφήγησης. Σε ιδανικές συνθήκες, σχεδιάζονται σύμφωνα με τις προδια γραφές της συγκεκριμένης έκθεσης. Συνήθως όμως, για προφανείς οικονομικούς λόγους, ακολουθούν κάποιες πιο γενικές προδιαγραφές, που μπορούν να καλύ ψουν τις ανάγκες μεγαλύτερου αριθμού εκθέσεων. Ας δούμε τώρα κάποιους άλλους παράγοντες που συμβάλλουν σιον σχεδιασμό μιας έκθεσης: τον φωτισμό, το χρώμα και τις γραφικές εφαρμογές. Ο φωτισμός αποτελεί πρωταρχικό σιοιχείο σιον σχεδιασμό μιας έκθεσης και έχει σημαντική επίδραση σιον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται οι επισκέπτες τα εκθέματα. Στόχος του σωσιού φωτισμού είναι η δημιουργία αντίθεσης ανάμε σα σι;α αντικείμενα και το υπόβαθρο. Συνήθως, ένας ειδικός σύμβουλος αναλαμ βάνει τη μελέτη του φωτισμού κατά τον σχεδιασμό πολύπλοκων εκθέσεων. Η σω σιή μελέτη του φωτισμού όχι μόνο διευκολύνει τη θέαση αλλά προδιαθέτει ψυχο λογικά τον επισκέπτη και συμβάλλει σιην αισθητική ατμόσφαιρα της έκθεσης. Ο φωτισμός σε μια έκθεση μπορεί να είναι χαμηλός και υπαινικτικός, να δημιουργεί εντύπωση ηλιακού φωτισμού ή να προβάλλει συγκεκριμένα αντικείμενα. Είναι
78
1 1m
;
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 3.2
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
προφανές ότι πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλοι οι απαραίτητοι περιορισμοί που συνδέονται με την προστασία των αντικειμένων. Ιδιαίτερα σημαντικός παράγοντας είναι και το χρώμα, τόσο μέσα στις προθή κες όσο και στον υπόλοιπο χώρο της έκθεσης. Μέχρι στιγμής δεν έχει γίνει συστη ματική έρευνα σχετικά με την επίδραση και τη συμβολή του χρώματος στις εκθέ σεις. Έτσι, οι σχεδιαστές εκθέσεων ακολουθούν τις αρχές που εφαρμόζονται στην αρχιτεκτονική και στις εφαρμοσμένες διακοσμητικές τέχνες, αρχές που βα σίζονται στην ψυχολογία του χρώματος, στην αντίληψη και στις φυσικές επιστή μες. Βέβαια, η χρήση χρωμάτων συνδέεται με τη μόδα που επικρατεί σε διάφορες ιστορικές περιόδους. Στη βικτοριανή Αγγλία, για παράδειγμα, τοποθετούσαν τους πίνακες ζωγραφικής σε σκούρο φόντο, κυρίως κόκκινο, ώστε να αναδει κνύονται οι χρυσοποίκιλτες κορνίζες τους. Αντίθετα, σήμερα οι πίνακες ζωγραφι κής τοποθετούνται συνήθως σε άσπρο φόντο, ώστε να μην επηρεάζονται τα χρώ ματα της εικόνας, να μην αντανακλάται το φως και να απορροφάται η υπέρυθρη ακτινοβολία του εκθεσιακού χώρου. Ένας ασφαλής κανόνας για την επιλογή χρωμάτων σε μια έκθεση είναι ο συ ντονισμός τους με τον χρωματισμό των ίδιων των αντικειμένων που θα εκτεθούν. Ο σχεδιασμός οφείλει να δημιουργεί συντονισμένους χρωματικούς συνδυασμούς, ακολουθώντας τις βασικές αρχές των χρωμάτων ή τη συμβολική τους σημασία. Ενδεικτικά μπορεί να αναφερθεί η χρήση χρωμάτων που συνδέονται με συγκε κριμένες εικόνες, για παράδειγμα, το μπλε χρώμα συνδέεται με ναυτικά θέματα. Στη συνέχεια θα δούμε τη συμβολή της γραφιστικής ως οπτικής επικοινωνίας καθώς και τον ρόλο των άλλων μέσων επικοινωνίας, δηλαδή της τρισδιάστατης μακέτας, των οπτικοακουστικών μέσων, του βίντεο και του ηλεκτρονικού υπολο γιστή, στον σχεδιασμό μιας έκθεσης. Η γραφιστική εφαρμόζεται στον σχεδιασμό λεζαντών, επεξηγηματικών κει μένων, επιγραφών και εικονογραφήσεων, με φωτογραφίες, σχεδιαγράμματα, διαγράμματα και χάρτες. Όλα τα παραπάνω στοιχεία αποτελούν το πλαίσιο μέσα στο οποίο πραγματοποιείται η αφήγηση του θέματος, καθορίζουν με άλλα λόγια τη μετάδοση των μηνυμάτων της έκθεσης. Οι λεζάντες αποτελούν, κατά κάποιον τρόπο, τις ταυτότητες αναγνώρισης των εκθεμάτων. Τοποθετούνται κοντά σε κάθε αντικείμενο ή σε μια ομάδα αντικειμέ νων με κοινά χαρακτηριστικά, και με μεγάλα καθαρά τυπογραφικά στοιχεία δί νουν επιγραμματικά βασικές πληροφορίες αναγνώρισης των αντικειμένων. Περισσότερες πληροφορίες παρέχονται μέσω των επεξηγηματικών κειμένων, που επίσης εντάσσονται στην εξέλιξη της αφήγησης και συνήθως αναρτώνται σε πινακίδες. Αυτές μαζί με το εικονογραφικό υλικό εισάγουν τους επισκέπτες στο θέμα και συνδέουν όλα τα στοιχεία, με τρόπο ώστε η έκθεση να αποκτά συνολικό ειρμό και νόημα. Ιδιαίτερα σημαντική είναι η χρήση φωτογραφιών για την καλύ τερη οπτική αντίληψη των πληροφοριών, για παράδειγμα εικόνων με τα συγκε κριμένα αντικείμενα στον προηγούμενο φυσικό τους χώρο, φωτογραφιών από ανασκαφές με τα εκθέματα στο περιβάλλον από το οποίο προήλθαν, εικόνων από τη συντήρηση των αντικειμένων στα εργαστήρια, φωτογραφιών ατόμων που σχε-
1
79
ΕΝΟΤΗΤΑ 3.2
>���M.��@ ' *-®'M-��¾-�1�@:�'Ψ�m'¾���k����'q�'W;,�-?M'f!:� ' ;����W@.@®\K
τίζονται με τα αντικείμενα κ.λπ. Όλα αυτά λειτουργούν ως βοηθήματα γt(tτην πληρέστερη κατανόηση του θέματος. Τέλος, ο προσανατολισμός, ως υπόδειξη διαδρομής των επισκεπτών στο μου σείο, προτείνεται μέσω της χρήσης πινακίδων, χαρτών και διαγραμμάτων. Ο προ σανατολισμός μπορεί να είναι τοπογραφικός, δηλαδή απλώς να διευκολύνει την κυκλοφορία μέσα στο μουσείο, ή εννοιολογικός, να αφορά δηλαδή την οργάνωση της έκθεσης κατά θέματα ή έννοιες. Οι τρισδιάστατες μακέτες έχουν διδακτικό σκοπό και κατασκευάζονται για να λειτουργήσουν κυρίως ως ομοιώματα σε εκθέσεις φυσικής ιστορίας και επι στημών ή ως αναπαραστάσεις πόλεων και οικισμών σε αρχαιολογικές εκθέσεις. Ιδιαίτερα δημοφιλή είναι τα ομοιώματα σε εκθέσεις όπου γίνεται προσπάθεια αναπαράστασης μιας ιστορικής περιόδου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η μόνιμη έκθεση στο Υorvic Viking Centre στο Υork της Αγγλίας, όπου οι επισκέ πτες διασχίζουν έναν υποτιθέμενο οικισμό των Βίκινγκς σε φυσικό μέγεθος. Για τη συγκεκριμένη σκηνογραφική αναπαράσταση έχουν χρησιμοποιηθεί ένας συν δυασμός από μοντέλα σπιτιών, ομοιώματα ανθρώπων και ζώων, τεχνητές μυρω διές και ήχοι. Πολλά μουσεία, σήμερα, παρουσιάζουν τις εκθέσεις τους με τη βοήθεια πολυ μέσων, δηλαδή με απλά συστήματα οπτικοακουστικών μέσων, κυρίως με προβο λές διαφανειών και βιντεοταινιών, που τις περισσότερες φορές συνοδεύονται από ήχο. Στα πολυμέσα περιλαμβάνονται και τα συμμετοχικά εκθέματα, τα οποία έχουν μεγάλη επιτυχία σε εκθέσεις που προσελκύουν κυρίως παιδιά. Τα συμμετο χικά εκθέματα στηρίζονται στην επικοινωνία μεταξύ επισκέπτη και εκθέματος. Στην απλή τους μορφή αποτελούνται από μηχανικές κατασκευές, όπου ο επισκέ πτης καλείται να συμμετάσχει στη λειτουργία τους με την πίεση ενός πλήκτρου ή το τράβηγμα ενός μοχλού, ενώ στην πιο σύνθετη μορφή τους απαιτούν χρήση ηλε κτρονικών υπολογιστών. Η χρήση των ηλεκτρονικών υπολογιστών στα μουσεία περιοριζόταν, μέχρι πρόσφατα, στην καταγραφή και την ταξινόμηση των συλλογών και στην παραγω γή και την επεξεργασία κειμένων για τις εκθέσεις. Μέσω της εξέλιξης, όμως, της παραγωγής γραφιστικού υλικού με τη βοήθεια των υπολογιστών έχει απλοποιηθεί η διαδικασία συγκρότησης των εκθέσεων. Τα τελευταία χρόνια, οι υπολογιστές έχουν αυξανόμενη παρουσία στον καθαυτό χώρο των εκθέσεων, συμμετέχοντας πια ως στοιχείο στη διάταξη και στην αφηγηματική λειτουργία της έκθεσης, δίνο ντας τη δυνατότητα στον επισκέπτη να παρακολουθήσει διαδοχικές ή πολλαπλές εικόνες. Στην οθόνη του υπολογιστή ο θεατής μπορεί να επιλέξει ένα θέμα και να καθοδηγηθεί στην αναζήτηση πρόσθετων πληροφοριών σχετικών με την έκθεση. Πολλές φορές οι θεατές μπορούν να ελέγξουν τις γνώσεις τους και να βρουν τη σωστή απάντηση σε ερωτήσεις με πολλαπλές επιλογές απαντήσεων ή να συμπλη ρώσουν τμήματα ενός σχεδίου που έχει παραλειφθεί στην εικόνα της οθόνης. Οι υπολογιστές, είτε με τη χρήση πληκτρολογίου είτε με το άγγιγμα της οθό νης, εντάσσονται πια ως εύχρηστο και πολύτιμο διδακτικό εργαλείο στη διάθεση του επισκέπτη του μουσείου, που επιπλέον μπορεί να έχει πρόσβαση στα αρχεία και στις συλλογές του μουσείου, καθώς και να συνδέεται με άλλα ιδρύματα.
80
1 !! &
1
Ενότητα 3.3
ΙΙΡΟΓΡΑΜΜΑ ΙΙΡΑΓΜΑΤΟΙΙΟΙΗΣΗΣ ΜΙΑΣ ΕΚΘΕΣ ΗΣ 3.3.1
Στάδια υλοποίησης
Οι εκθέσεις είναι αποτέλεσμα μιας πολύπλοκης και συστηματικής προεργα σίας που οργανώνεται με βάση ένα λεπτομερές λειτουργικό πρόγραμμα και μπο ρεί να διαρκέσει από μερικούς μήνες μέχρι και κάποια χρόνια. Στα μουσεία του 19ου αιώνα η συλλογή, η διαφύλαξη, η καταγραφή και η έκ θεση των αντικειμένων γινόταν από το ίδιο πρόσωπο. Στα σύγχρονα μουσεία, όμως, η λειτουργία των οποίων στηρίζεται σε πολύπλοκες διαδικασίες, απαιτείται για την υλοποίηση των εκθέσεων η συνεργασία μιας ομάδας ειδικών, κάθε μέλος της οποίας έχει ένα διακριτό ρόλο. Η ομάδα εργασίας αποτελείται από μέλη που ο αριθμός τους εξαρτάται από τις ανάγκες και το μέγεθος της έκθεσης. Απαραίτη τα μέλη, που συμμετέχουν σε όλα τα στάδια, είναι οι επιμελητές τη; συλλογή; και ο συντονιστή; τη; έκθεση;. Οι υπόλοιποι συντελεστές της ομάδας προέρχο νται από μέλη της διοίκησης του μουσείου, της οικονομικής υπηρεσίας, των εκπαι δευτικών προγραμμάτων και κυρίως της υπηρεσίας σχεδιασμού. Η πραγματοποί ηση μιας έκθεσης απασχολεί μεγάλο αριθμό ειδικοτήτων: σχεδιαστές εκθέσεων, συμβούλους φωτισμού και ασφάλειας, γραφίστες, επιμελητές κειμένων, φωτο γράφους, μακετίστες, ξυλουργούς, ηλεκτρολόγους και άλλες ειδικότητες. Στη συνέχεια θα δούμε τα στάδια προγραμματισμού των εκθέσεων, όπως εφαρμόζονται σcα περισσότερα μουσεία σήμερα.
1. Στάδιο προετοιμασίας Κάθε έκθεση αρχίζει με τη σύλληψη της κεντρικής ιδέας γύρω από ένα συγκε κριμένο θέμα. Κατόπιν, υποβάλλονται διάφορες προτάσεις που συζητιούνται με τις υπεύθυνες επιτροπές για τη λειτουργία του μουσείου, ώστε να διερευνηθεί κα τά πόσο η έκθεση συμφωνεί με τους σκοπούς του καθώς και με το είδος του κοι νού σcο οποίο απευθύνεται. Η τελική πρόταση διαμορφώνεται έτσι, ώστε να συνάδει με τους στόχους του μουσείου και να καλύπτει τις ανάγκες των επισκεπτών του. Ακολουθεί εκτίμηση του διαθέσιμου υλικού όσον αφορά το περιεχόμενο των συλλογών, την εξεύρεση εκθεσιακού χώρου, το οικονομικό πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορεί να κινηθεί η έκθεση και τέλος τον αριθμό των ατόμων που θα απα σχοληθεί με την έκθεση ως προσωπικό.
1
81
ΕΝΟΤΗΤΑ 3.3
-����������'%..��*'-�����,�"¾..��t��:&�:mw.�,#ir�mmm���*����
Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω στοιχεία καταρτίζεται τελικά ένα πρό γραμμα δυνατοτήτων για τη συγκεκριμένη έκθεση.
2. Στάδιο ανάπτυξης Το δεύτερο στάδιο ξεκινά με τη μελέτη σκοπιμότητας, τη λεπτομερή δηλαδή διερεύνηση όλων των παραγόντων που συντελούν στην υλοποίηση της έκθεσης. Καταρχήν οριστικοποιείται το θέμα της έκθεσης, καθορίζονται ο σκοπός και οι στόχοι της και, τέλος, σχεδιάζεται το λειτουργικό της πρόγραμμα. Το στάδιο αυτό περιλαμβάνει τη συγγραφή του θέματος, στο πλαίσιο των εκπαιδευτικών στόχων του μουσείου, και αποφασίζεται ο τρόπος με τον οποίο πρόκειται να εκτεθούν τα αντικείμενα και τα επεξηγηματικά κείμενα που τα συνοδεύουν καθώς και η θεμα τική κατηγοριοποίηση των εκθεμάτων. Έχοντας ως δεδομένα τα προηγούμενα στοιχεία, ακολουθεί η σχεδιαστική μελέτη του εκθεσιακού χώρου. Σημαντικός παράγοντας σε αυτό το στάδιο είναι η επιλογή μιας στρατηγικής προώθησης της έκθεσης. Είναι πια γνωστό ότι οι σύγ χρονες και επιτυχημένες εκθέσεις-υπερπαραγωγές στηρίζονται στις αρχές του εμπορικού μάρκετινγκ.
3. Στάδιο εφαρμογής Το στάδιο αυτό αφορά την προετοιμασία του εκθεσιακού χώρου και του υλι κού που θα παρουσιαστεί. Στον εκθεσιακό χώρο εκτελούνται οι οικοδομικές εργασίες που απαιτούνται για τις προβλεπόμενες διαμορφώσεις, κατασκευάζονται οι προθήκες, εκτυπώνο νται τα συνοδευτικά κείμενα, αναρτώνται οι πινακίδες, τοποθετούνται τα φωτι στικά σώματα κ.λπ. Ταυτόχρονα προετοιμάζεται το υλικό της συλλογής, που περιλαμβάνει την επι μέλεια των αντικειμένων και τον έλεγχο της εφαρμογής των οδηγιών για τη δια τήρηση και την ασφάλfιά τους στον εκθεσιακό χώρο. Προετοιμάζεται, επίσης, το εκπαιδευτικό υλικό της έκθεσης, με την επιμέλεια των καταλόγων που θα τη συνοδεύουν, τη διοργάνωση διαλέξεων στο συγκεκρι μένο θέμα από ειδικούς και την πρόβλεψη οργανωμένων επισκέψεων του κοινού αλλά κυρίως μαθητών σχολείων. Από εμπορική άποψη, το κατάστημα του μουσεί ου εφοδιάζεται με έντυπα, κάρτες και αναμνηστικά αντικείμενα της συγκεκριμέ νης έκθεσης.
4. Στάδιο λειτουργίας Σε αυτό το στάδιο, η έκθεση είναι έτοιμη να υποδεχτεί το κοινό. Τίθενται σε εφαρμογή τα διδακτικά προγράμματα και ελέγχεται η ασφάλεια της έκθεσης, των επισκεπτών καθώς και του περιβάλλοντος των αντικειμένων από πιθανούς κινδύνους. Σημαντική εργασία σε αυτή τη φάση είναι η προετοιμασία αξιολόγη-
82
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 3.3
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
σης της ικανοποιητικής λειτουργίας της έκθεσης, που γίνεται κυρίως με ερωτημα τολόγια προς τους επισκέπτες και με μεθόδους προερχόμενες από την έρευνα αγοράς και το μάρκετινγκ.
5. Στάδιο αξιολόγησης Μετά το τέλος μιας έκθεσης, εξαιρετικά σημαντική για τη λειτουργία ενός μουσείου είναι η αξιολόγησή της. Διερευνάται η επιτυχία της έκθεσης και, συγκε κριμένα, αν επιτεύχθηκαν οι στόχοι όπως είχαν προδιαγραφεί, αν προσέλκυσε ικανοποιητικό αριθμό επισκεπτών και αν κάλυψε τις ανάγκες τους. Το αποτέλεσμα της αξιολόγησης αξιοποιείται για τον μελλοντικό προγραμμα τισμό άλλων εκθέσεων και επηρεάζει τη στρατηγική που ακολουθεί το μουσείο.
Πίνακαc; 2
Στάδια προγραμματισμού Στάδια
Δραστηριότητα
Ομάδες εργασίας
Προετοιμασία
Σύλληψη κεντρικής ιδέας Υποβολή προτάσεων Εξέταση σε σχέση με σκοπούς/στόχους Πρόγραμμα προτεινόμενων θεμάτων Εκτίμηση διαθέσιμων πόρων
Συντονιστής έκθεσης Επιμελητές έκθεσης Υπεύθυνος σχεδιασμού Μέλη διοίκησης Οικονομικός διαχειριστής
Ανάπτυξη
Μελέτη σκοπιμότητας Συγγραφή θέματος Εκπαιδευτικοί στόχοι Στρατηγικές προιί>θησης Σχεδιαστική μελέτη χώρου
Συντονιστής έκθεσης Επιμελητές έκθεσης Σχεδιαστές Υπεύθυνοι εκπαιδευτικών προγραμμάτων Υπεύθυνοι μάρκετινγκ
Εφαρμογή
Προετοιμασία εκθεσιακού χώρου Φροντίδα/συντήρηση αντικειμένων Ανάπτυξη εκπαιδευτικού υλικού Εφαρμογή προώθησης
Συντονιστής έκθεσης Επιμελητές έκθεσης Σχεδιαστές Συντηρητές Τεχνίτες κατασκευών Γραφίστες Υπεύθυνοι πωλητηρίου
Λειτουργία
Κανονική λειτουργία για το κοινό Συντονιστής έκθεσης Εφαρμογή εκπαιδευτικών προγραμμάτων Επιμελητές έκθεσης Προετοιμασία αξιολόγησης Συντελεστές εκπαιδευτικόJV προγραμμάτων Ερευνητές αξιολόγησης
Αξιολόγηση
Εκτίμηση ικανοποιητικής λειτουργίας Συγγραφή έκθεσης μελέτης αξιολόγησης
Συντονιστής έκθεσης Επιμελητές έκθεσης Ερευνητές αξιολόγησης Μέλη διοίκησης
83
ΕΝΟΤΗΤΑ 3.3
Μέχρι τώρα εξετάσαμε τους τρόπους εκθεσιακής πρακτικής. Στη συνέχεια θα περιγράψουμε πώς αυτοί εφαρμόζονται στην ελληνική πραγματικότητα. Κατά την πορεία της πραγμάτευσης αυτού του θέματος θα αναγνωρίσετε κάποιες από τις έννοιες που συναντήσαμε στις προηγούμενες ενότητες.
Μελέτη Περίπτωσης 1 Έκθεση στο Αρχαιολογικό Μουσείο τηc; Αμφίποληc; «Η ζωή στην αρχαία Αμφίπολη.. Η Μελέτη Περίπτωσης που θα εξετάσουμε προέρχεται από τη μόνιμη έκθε ση του Αρχαιολογικού Μουσείου της Αμφίπολης του νομού Καβάλας. Επιλέξα με αυτό το μουσείο γιατί, αν και πρόκειται για ένα μικρό κρατικό αρχαιολογικό μουσείο, έχει υιοθετήσει σύγχρονες μεθόδους εκθεσιακής φιλοσοφίας και πρακτικής. Επίσης, έχει αναπτύξει υποδειγματικό τρόπο οργάνωσης της έκθε σης και έχει εντάξει θαυμάσια το θέμα στο ερμηνευτικό πλαίσιο. Η δημιουργία μουσείου στην Αμφίπολη προέκυψε από την ανάγκη να στεγα στούν τα ευρήματα των ανασκαφών της ομώνυμης αρχαίας πόλης. Αρχικά, τα ευρήματα μεταφέρονταν στο Μουσείο της Καβάλας, στο κεντρικό μουσείο της ΙΗ' Εφορείας, όπου ανήκει η Αμφίπολη, και αρκετά από αυτά εκτέθηκαν στις αίθουσές του. Η συνέχιση των ανασκαφών στην Αμφίπολη και η σπουδαιότητα των ευρημάτων υπαγόρευσε την ανάγκη για ένα μόνιμο εκθεσιακό χώρο, ώστε να γίνουν προσιτά στο κοινό. Έτσι, δημιουργήθηκε το Αρχαιολογικό Μουσείο της Αμφίπολης, για την ανάδειξη των ευρημάτων των ανασκαφών της αρχαίας πόλης, που θεωρείται ότι αποτελεί έναν από τους σπουδαιότερους αρχαιολογι κούς χώρους της Ελλάδας. Το θέμα της έκθεσης αφορά τη ζωή στην αρχαία Αμφίπολη και καλύπτει ποι κίλες δραστηριότητες στην αρχαία πόλη, με παρουσίαση εκθεμάτων κυρίως από την κλασική και την ελληνιστική περίοδο, αλλά και από τη ρωμαϊκή, την πα λαιοχριστιανική και τη βυζαντινή περίοδο. Ο χώρος της έκθεσης ήταν δεδομένος και καταλαμβάνει το ισόγειο του μουσείου. Η ελεύθερη κάτοψη έδωσε τη δυνατότητα στους σχεδιαστές και στους επιμελητές της έκθεσης να οργανώσουν τον χώρο σύμφωνα με μια λογι κή παρουσίασης των εκθεμάτων. Τα εκθέματα είναι τοποθετημένα στον χώρο κατά κατηγορίες, ανάλογα με την περίοδο από την οποία προέρχονται. Ο κύριος όγκος των εκθεμάτων καλύ πτει την κλασική και την ελληνιστική περίοδο, οπότε το μεγαλύτερο μέρος του χώρου είναι αφιερωμένο σε αυτές. Οι υπόλοιπες τρεις εποχές (ρωμαϊκή, παλαι οχριστιανική και βυζαντινή) καταλαμβάνουν μικρότερη έκταση. Σύμφωνα με την παραπάνω οργάνωση, μπορούμε να πούμε ότι σε ένα πρώτο επίπεδο η έκ θεση είναι ταξινομική. Κάθε περίοδος, όμως, είναι διατεταγμένη και σε θεματικέc; κατηγορίες, που καλύπτουν πτυχές της ζωής στην αρχαία πόλη κατά τη συγκεκριμένη επο χή. Έτσι, η κλασική και ελληνιστική περίοδος είναι οργανωμένη σε τρία θέματα σχετικά με τη θρησκευτική ζωή, τη δημόσια και ιδιωτική ζωή και τα ταφικά έθι-
84
L \JOTHTA 3.3
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
μα. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι η κατηγοριοποίηση αυτή έχει τα χαρακτηριστικά μιας έκθεσης θεματικής τυπολογίας και, συγκεκριμένα, μωσαϊκής, διότι το κεντρι κό θέμα, η ζωή στην αρχαία πόλη, διασπάται σε αυτόνομα υποθέματα. Στην εικ. 11 βλέπετε την κάτοψη της έκθεσης με τη διάταξη των εκθεμάτων. Παρ' όλο που η οργάνωση του χώρου δεν καθορίζει αυστηρά τη ροή της κυκλο φορίας, η διαδοχική τοποθέτηση των ενοτήτων σε παράταξη και η ύπαρξη ανε ξάρτητης εισόδου και εξόδου δημιουργούν ελεύθερη γραμμική διαδρομή.
ΠΕΡΙΟΔΟΙ
ι
Προϊστορικ11 ΙΙ. Πρώιμη ιστορική πι Κλασική και ελληνιστική 1. Θρησκευτική ζωή 2. Δημόσια και ιδιωτική ζω11 3. Ταφικά έθιμα IV. Ρωμαϊκή V. Παλαιοχριστιανική νι Βυζαντιν11
1v
ο
ο
ο
ο = cfcf' =
ν
D D ο
ο ο
1
&
11
ο ο
1112
= Ε=====-� 1111
D
ο
Εικόνα 11. Κάτοψη της έκθεσης «Η ζωή στην αρχαία Αμφίπολη», Αρχαιολογικό Μουσείο Αμφίπολης
1
85
ΕΝΟΤΗΤΑ 3.3
Η επιμελήτρια της έκθεσης, αρχαιολόγος, δρ Δήμητρα Μαλαμίδου, μας μετέ φερε τις εμπειρίες της από τη διαδικασία δημιουργίας της έκθεσης. Βασικός στόχος της έκθεσης ήταν η μετάδοση πληροφοριών, γενικά, για τη ζωή στην Αρ χαιότητα μέσα από το πρίσμα της ζωής στην αρχαία Αμφίπολη. Τα ευρήματα σε συνδυασμό με πληροφορίες από πηγές και από τα στοιχεία που πρόσφεραν τα ανασκαφικά δεδομένα της Αμφίπολης αποτέλεσαν τη βάση για τη συγγραφή του θέματος.
ι..---: _;_----.
Εικόνα 12. Έκθεση «Η ζωή στην αρχαία Αμφίπολη», Αρχαιολογικό Μουσείο Αμφίπολης Σε σχέση με όσα αναφέραμε για τα στάδια πραγματοποίησης των εκθέσεων παρατηρούμε: 1. Στάδιο προετοιμασίας: Με βάση τους παραπάνω στόχους ( σύλληψη κεντρικής ιδέας) έγινε μια πρώτη επιλογή αντικειμένων από ανασκαφικά σύνολα και επιφανειακά ευρήματα (εκτίμηση διαθέσιμου υλικού). Καταρτίστηκε ένα εκ θεσιακό πρόγραμμα, το οποίο κατατέθηκε και εγκρίθηκε από το Κεντρικό Αρ χαιολογικό Συμβούλιο (υποβολή προτάσεων). 2. Στάδιο ανάπτυξης: Καταρτίστηκαν κατάλογοι με φωτογραφίες και περιγρα φές θεμάτων κατά ενότητες, που χρησίμευσαν στη συγγραφή της αφήγησης (συγγραφή θέματος). Σχεδιάστηκε ο εκθεσιακός χώρος με τη συνεργασία του αρχιτέκτονα και των αρχαιολόγων και καθορίστηκε η διαδρομή της επίσκεψης (σχεδιαστική μελέτη χώρου). Κατασκευάστηκε μακέτα σε φυσικό μέγεθος για τη δοκιμαστική τοποθέτηση των αντικειμένων. Έγινε δεύτερη και τελική επι λογή των εκθεμάτων (μελέτη σκοπιμότητας).
86
ΕΝΟΤΗΤΑ 3.3
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
3. Στάδιο εφαρμογής: Κατασκευάστηκαν οι προθήκες και έγιναν η πρόβλεψη και η ανάρτηση ενημερωτικών πινακίδων, οι τεχνικές εργασίες (προετοιμασία χώρου), το τελικό ρετουσάρισμα των αντικειμένων από τους συντηρητές (μέρι μνα αντικειμένων), η συγγραφή των κειμένων από τους αρχαιολόγους (ανά πτυξη εποπτικού υλικού), η οριστική τοποθέτηση των αντικειμένων με τη συ νεργασία του αρχιτέκτονα, των συντηρητών και των αρχαιολόγων καθώς και η έκδοση του καταλόγου της έκθεσης (ανάπτυξη εκπαιδευτικού υλικού). 4. Στάδιο λειτουργίας: Η έκθεση λειτουργεί ικανοποιητικά και συγκεντρώνει επισκέπτες από όλη την Ελλάδα. Η σύνδεση των θεμάτων με τα μνημεία του αρχαιολογικού χώρου και τις συγκεκριμένες ανασκαφές λειτουργεί ως έναυ σμα και κίνητρο για μια παράλληλη επίσκεψη στον αρχαιολογικό χώρο. Είναι απίστευτος ο αριθμός των ειδικευμένων ατόμων που ασχολήθηκαν με την προετοιμασία και την υλοποίηση μιας τόσο μικρής έκθεσης. Η ομάδα αποτε λείται από αρχαιολόγους, την έφορο της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και τις επιμε λήτριες του μουσείου, αρχιτέκτονες και σχεδιαστές χώρου, συντηρητές, υπεύθυ νους σχεδιασμού και επιμέλειας πινακίδων, φωτογράφους, τεχνικό φωτισμού, τε χνίτες κατασκευών και τον αρχιφύλακα του μουσείου. Δραστηριότητα 3/Κεφάλαιο 3
Εικόνα 13. Έκθεση «Η ζωή στην αρχαία Αμφίπολη»,
Αρχαιολογικό Μουσείο Αμφίπολης
Παρατηρήστε προσεκτικά την παραπάνω εικόνα, όπου φαίνεται μέρος της έκθεσης από το Αρχαιολογικό Μουσείο της Αμφίπολης. Με βάση όσα είπαμε στην υποενότητα 3.2.3
1
87
ΕΝΟΤΗΤΑ 3.3
σχετικά με τα επιμέρους στοιχεία μιας έκθεσης, κάντε έναν κατάλογο με τα εκθεσιακά στοιχεία που αναγνωρίζετε και που χρησιμοποιήθηκαν για την πραγματοποίηση αυτής της έκθεσης. Θα βρείτε την απάντησή μας στο Παράρτημα, στο τέλος του κεφαλαίου.
88
1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Σύνοψη Τα αντικείμενα των συλλογών στα μουσεία παρουσιάζονται σε έναν ειδικά διαμορφωμένο χώρο, με σκοπό τη μετάδοση μηνυμάτων στο κοινό σχετικά με τα αντικείμενα. Μέχρι το τέλος; του 18ου αιώνα, οι συλλογές; ήταν κυρίως; ιδιωτικές; και προσιτές; σε μια επιλεγμένη μειονότητα. Με την ίδρυση των πρώτων δημό σιων μουσείων στην Ευρώπη, οι συλλογές; άνοιξαν για το πλατύ κοινό. Οι εκθέ σεις; του 19ου αιώνα χαρακτηρίζονταν από αυστηρή εσωτερική οργάνωση, με χώρους; διατεταγμένους; έτσι ώστε το μουσείο να λειτουργεί ως; μια συνεχής; πο ρεία ανάμεσα σε εκθέματα, διάταξη γνωστή ως; μουσείο-διάδρομος;. Αυτή η διά ταξη κυριάρχησε για πολλά χρόνια. Τον 20ό αιώνα, τα μουσεία παρακολουθούν τις; διεθνείς; εξελίξεις; στον σχεδιασμό. Οι αντιλήψεις; για τους; εκθεσιακούς; χώ ρους; επηρεάζονται από τη σχολή του Bauhaus και την επικράτηση του μοντέρ νου κινήματος;, με αποκορύφωμα την εμφάνιση, στη δεκαετία του 1970, των εκ θέσεων-υπερπαραγωγών ή blockbusters, όπως; επίσης; ονομάζονται, που στηρί ζονται στις; αρχές; του σύγχρονου μάρκετινγκ. Ανάλογα με τη φιλοσοφία και τα μηνύματα που το μουσείο έχει πρόθεση να μεταδώσει στο κοινό, καθορίζεται και ο τρόπος; προβολής; των εκθεμάτων στον χώρο. Αυτό το θέμα πραγματεύτηκε η ενότητα 3.2, όπου εξετάστηκε η τυπολο γία των σύγχρονων εκθέσεων και η οργάνωση των εκθεσιακών χώρων. Έγινε λό γος;, επίσης;, για τα κυριότερα μέσα, όπως; τη χρήση προθηκών, τις; γραφικές; εφαρμογές; και τα πολυμέσα, που μαζί με τα αντικείμενα μετέχουν στη δημιουρ γία της; τελικής; παρουσίασης;. Η τελική παρουσίαση είναι αποτέλεσμα μιας; πολύπλοκης; διαδικασίας;, που απαιτεί την εκπόνηση ενός; λεπτομερούς; προγράμματος; και τη συνεργασία ομάδων διάφορων ειδικοτήτων. Η διαδικασία αυτή παρουσιάστηκε στην ενότη τα 3.3, που έκλεισε με τη Μελέτη Περίπτωσης μιας; έκθεσης; από τον ελληνικό χώρο. Αφού εξετάστηκε μία ακόμα λειτουργία των σύγχρονων μουσείων, η έκθεση των συλλογών τους;, στο επόμενο κεφάλαιο θα μελετηθούν στοιχεία σε μεγαλύ τερη κλίμακα και θα εξεταστούν τα κελύφη που περιέχουν αυτές; τις; συλλογές;, δηλαδή τα κτίσματα που τις; φιλοξενούν και τις; στεγάζουν.
11
11 Ι!
89
R¼%Mt'J����t�'"'¾J'W��"%.'W¾bWt����&,'>';j����b-���9;,���W:-mMt,'i:Wth\..-.;;§�
ΙΙΑΡΑΡΤΗΜΑ Απάντηση στη Δραστηριότητα Δραστηριότητα 3 Στην εικ. 13, που προέρχεται από την έκθεση στο Μουσείο της Αμφίπολης, ανάμεσα στα άλλα παρατηρούμε τα εξής: Τα αντικείμενα βρίσκονται σε προθήκες από γυαλί και αδιά τρητη βάση, ειδικά κατασκευασμένες για τη συγκεκριμένη έκθεση. Ο χώρος, οι προθή κες και τα αντικείμενα φωτίζονται με ράγες σημειακού φωτισμού. Υπάρχουν ακόμα κά ποια γλυπτά τοποθετημένα ελεύθερα στον χώρο. Βλέπουμε επίσης πινακίδες με επεξη γηματικά κείμενα και φωτογραφίες από τον τόπο όπου είναι πιθανόν να βρέθηκαν τα αντικείμενα. Τέλος, οι πινακίδες και οι προθήκες λειτουργούν ως διαχωριστικά στοιχεία στην έκθεση.
90
1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΩΝ ΜΟΥΣΕΙΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΙΝΟ Σκοπός αυτού του κεφαλαίου είναι να παρουσιάσει την τυπολογική εξέλιξη των κτιρίων που στεγάζουν μουσεία, να περιγράψει την οργάνωση του χώρου που τα διακρίνει και να καταδείξει τη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στην οργάνωση του χώρου ενός μουσείου και στους επισκέπτες.
Σκοπός
Όταν θα έχετε ολοκληρώσει τη μελέτη αυτού του κεφαλαίου, θα είστε σε θέση να: • περιγράφετε την εξέλιξη των μουσείων ως κτιριακών τύπων· • εξηγείτε την αλλαγή των μορφολογικών χαρακτηριστικών των μουσείων· • αναφέρετε τέσσερις τάσεις στον σχεδιασμό μουσείων· • αναφέρετε παραδείγματα από σύγχρονα κτίρια μουσείων· • περιγράφετε τις χωρικές λειτουργίες ενός μουσείου· • περιγράφετε τη διαδικασία του μουσειολογικού προγραμματισμού.
Προσδοκώμενα Αποτελέσματα
• • • • • • •
Έννοιες Κλειδιά
Τυπολογία κτιρίων μουσείων Σχεδιασμός μουσείων Τάσεις αρχιτεκτονικού σχεδιασμού Χωροθέτηση λειτουργιών Κατευθυνόμενη/ελεύθερη κυκλοφορία Προσθήκες/επεκτάσεις σε μουσεία Μουσειολογικός προγραμματισμός
Εισαγωγικές Παρατηρήσεις
Στο προηγούμενο κεφάλαιο εξετάσαμε τις λειτουργίες του μουσείου που σχε τίζονται με τη συλλογή των αντικειμένων και την έκθεσή τους. Στη συνέχεια, θα περιγράψουμε πώς οργανώνονται αυτές οι λειτουργίες μέσα στον χώρο ώστε να αποτελέσουν ένα αλληλεξαρτώμενο σύνολο το οποίο περιβάλλεται από ένα κέλυ φος, δηλαδή από το κτίριο του μουσείου. Αφού παρακολουθήσουμε την τυπολογική εξέλιξη των κτιρίων των μουσείων, θα μελετήσουμε τις τάσεις στην αρχιτεκτονική τους, όπως επικρατούν στη σύγ χρονη εποχή, για να καταλήξουμε στην περιγραφή της χωροθέτησης των λει τουργιών ενός μουσείου. Τέλος, θα εξετάσουμε τους τρόπους σχεδιασμού κτι ρίων που προορίζονται για μουσεία, με βάση τη διαδικασία του μουσειολογικού' προγραμματισμού. Τα κτίρια των μουσείων εξελίσσονται τυπολογικά και αυτή η εξέλιξη παρακο-
1
1
91
λουθεί παράλληλα την εξέλιξη της έννοιας του μουσείου. Η τυπολογία των μου σείων έχει επηρεαστεί από τη μορφή των χώρων που χρησιμοποιήθηκαν ιστορικά για τη διαφύλαξη και την παρουσίαση συλλογών, όπως από τους αρχαίους ελληνι κούς Θησαυρούς και τις πινακοθήκες, τις εκκλησίες του Μεσαίωνα, τα cabinets of curiosities με τις συλλογές αξιοπερίεργων αντικειμένων του 17ου αιώνα, καθώς και από τα πρώτα δημόσια μουσεία του 19ου αιώνα. Αυτές οι μορφές καθόρισαν την τυπολογία των κτιρίων των μουσείων ως τα μέσα του 20ού αιώνα. Στο δεύτερο μισό του αλλάζει ο χαρακτήρας και η φιλοσοφία του μουσείου και η ανάπτυξη των νέων τύπων μουσείων καθορίζει και την οργάνωση του χώρου. Αποκλειστικός στόχος των μουσείων δεν είναι πια να διαφυλάσσουν και να παρουσιάζουν συλ λογές στο κοινό, αλλά να στεγάζουν ένα πλήθος πολύπλοκων λειτουργιών, για τη χωροθέτηση των οποίων απαιτούνται σύνθετες κτιριολογικές μελέτες. Σήμερα, η ανάπτυξη του σύγχρονου μουσείου προσπαθεί να ισορροπήσει ανά μεσα σε δύο αντιδιαμετρικά ρεύματα: Το πρώτο αντιλαμβάνεται το μουσείο ως πολυδύναμο πολιτιστικό κέντρο, που βρίσκεται στην υπηρεσία της κοινότητας, προσφέροντας πλήθος εκδηλώσεων για το πλατύ κοινό. Το δεύτερο αναφέρεται και ασχολείται με την αυξανόμενη εμφάνιση εξειδικευμένων μουσείων, στο πλαί σιο της τάσης για «μουσειοποίηση» κάθε είδους φαινομένου ή δημιουργήματος της ανθρώπινης δραστηριότητας, π.χ. Μουσείο Ηφαιστείων, Μουσείο Βεντάλιας, Μουσείο Ιπποδρομιών, Μουσείο Αντικειμένων από Βακελίτη κ.λπ.
Παράδειγμα 1 Το Κtντρο Pompidou στο Παρίαι Χαρακτηριστικό παράδειγμα μουαείου-πολιτιστικού κtντρου, που απο τέλεσε σταθμό στην κτιριολογική εξέλιξη των μουσείων, είναι το Κέντρο Pompidou στο Παρίσι, γνωστό και ως Beaubourg. Χτίστηκε το 1977 από τους αρχιτέκτονες Renzo Piano και Richard Rogers. Οι όψεις του είναι επηρεασμέ νες από τα πετροχημικά εργοστάσια και οι κατόψεις του, από τις ανοιχτές κατό ψεις των εργοστασιακών χώρων (εικ. 1 ). Το κτίριο είναι κατασκευασμένο από σίδερο και γυαλί και αναδεικνύει τις σωληνώσεις των ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων του κτιρίου ως χαρα κτηριστικό στοιχείο των όψεων αντί να τις κρύβει μέσα στο κτίριο. Εδώ το χρώμα αξιοποιείται για να δηλώσει τις διαφορετικές λειτουργίες των εγκαταστάσεων. Το μπλε χρησιμοποιείται για τους αγωγούς εξαερισμού, το πορτοκαλί για τους σωλήνες ηλεκτρισμού και το κόκκινο για τους αγωγούς κυ κλοφορίας, δηλαδή για τα κλιμακοστάσια και τους ανελκυστήρες. Στο εσωτερι κό τόυ κτιρίου, οι πέντε όροφοι είναι διατεταγμένοι γύρω από ένα αίθριο, το οποίο αποτελεί τον χώρο εισόδου. Κάθε όροφος έχει ελεύθερη κάτοψη χωρίς δομικά στοιχεία. Στο μουσείο υπάρχει βιβλιοθήκη, ταινιοθήκη, βιντεοθήκη και κέντρο μουσι κής, ανοιχτά στο κοινό, κινηματογράφος, χώροι προσωρινών εκθέσεων, εστια τόρια, καφετέρια και κέντρο τεκμηρίωσης, όπου οι επισκέπτες μπορούν να πα-
92
1 111 1\
IJ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ρακολουθήσουν ή να επιδοθούν σε ποικίλες δραστηριότητες. Οι καθαυτό μου σειολογικές δραστηριότητες στεγάζονται στους τρεις τελευταίους ορόφους, που αποτελούν το Εθνικό Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης.
Εικόνα 1. Το Κέντρο Pompίdou στο Παρίσι Αυτή η τυπολογία κτιρίου, που στεγάζει σύνθετες πολιτιστικές δραστηριότη τες, έχει τις απαρχές της στο Μουσείο της Αλεξάνδρειας, του 3ου π.Χ. αιώνα. Όπως αναφέραμε στο κεφάλαιο 1, το Μουσείο της Αλεξάνδρειας, με βιβλιοθήκη, ερευνητικό και διδακτικό κέντρο, θεωρείται το πρώτο οργανωμένο πολιτιστικό ίδρυμα. Παρ' όλο που διέθετε κάποιες συλλογές, κύριος σκοπός του ήταν η έρευ να και η μετάδοση της γνώσης. Ήταν δηλαδή ένα κέντρο όπου οι λειτουργίες των συλλογών αποτελούσαν ένα μόνο μέρος των δραστηριοτήτων του. Δραστηριότητα 1 /Κεφάλαιο 4 Παρατηρήστε την εικ. 1 του Κέντρου Pompidou στο Παρίσι και συγκρίνετέ τη με την εικ. 3 του κεφαλαίου 1, που παρουσιάζει το Βρετανικό Μουσείο στο Λονδίνο. Σχολιάστε τη μορ φή των δύο κτιρίων και την εντύπωση που σας δημιουργούν. Αναπτύξτε τις απόψεις σας σε ένα κείμενο 100 λέξεων. Τη δική μας απάντηση θα βρείτε στο Παράρτημα, στο τέλος του κεφαλαίου.
Στη συνέχεια θα εξετάσουμε την εξέλιξη της τυπολογίας των κτιρίων των μου σείων, ξεκινώντας από τη δημιουργία των πρώτων μεγάλων δημόσιων μουσείων στην Ευρώπη.
93
4
��¾.¾:..��¾..%..�������@'1.��"@:mm..�¾�WJ�0 1κ;;mm:,f,M:$.&,¾,��WW�i&,�i&�s#1<<:Wt���lli�t,,,'{;��
Ενότητα 4.1
ΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΩΣ «ΝΑΟΣ ΤΩΝ ΤΕΧΝΩΝ» Ο σχεδιασμός χώρων που προορίζονταν να στεγάσουν συλλογές, κυρίως γλυ πτών και πινάκων ζωγραφικής, ξεκίνησε στα τέλη του 16ου αιώνα στην Ιταλία και τη Γαλλία. Οι χώροι αυτοί ήταν συνήθως μεγάλες ορθογώνιες αίθουσες, τμήμα του συγκροτήματος της κατοικίας των ευγενών, με τον καιρό όμως έγιναν απαραίτητο στοιχείο του σχεδιασμού των πολυτελών κτιρίων της άρχουσας τάξης της εποχής. Τα κτίρια-μουσεία, με τη μορφή που γνωρίζουμε σήμερα, εμφανίστηκαν στο τέλος του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα σε μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις, με στόχο τη στέγαση μεγάλων εθνικών ή ιδιωτικών συλλογών. Τα περισσότερα από αυτά ιδρύθηκαν ως εθνικά μουσεία, με απώτερο σκοπό τη διαφύλαξη και την ανάδειξη της εθνικής ταυτότητας. Προορισμός τους ήταν να παρουσιάσουν τους θησαυρούς του έθνους τόσο στους ίδιους τους πολίτες του, ως μαρτυρία πολιτισμι κής συνοχής, όσο και στους ξένους, ως επίδειξη εθνικής υπεροχής. Η ιδεολογική και πολιτική αυτή φόρτιση βρίσκει την έκφρασή της στον χώρο, με τη μνημειώδη αρχιτεκτονική και τη μεγάλου μεγέθους κλίμακα που τη διέπει, σύμ φωνα με το πνεύμα του κλασικισμού. Κύρια μορφολογικά χαρακτηριστικά της τυπο λογίας αυτής αποτελούν οι κιονοστοιχίες, οι είσοδοι με πρόπυλο και οι επιμήκεις αί θουσες εκθέσεων, που συνήθως οργανώνονται γύρω από μια ροτόντα ή ένα αίθριο. Πρότυπο γι' αυτά τα κτίρια θεωρείται η σχεδιαστική πρόταση του Γάλλου θεω ρητικού Durand, ο οποίος δημοσίευσε το 1802 μια μελέτη για το ιδανικό μουσείο. Όπως φαίνεται στην εικ. 2, η κάτοψη του κτιρίου είναι σταυροειδής, εγγεγραμμέ νη σε τετράγωνο, με μία ροτόντα τοποθετημένη στο κέντρο του σταυρού. Η ροτό ντα αποτελεί το κεντρικό σημείο του μουσείου, συμβολικό σημείο της συνάντησης όλων των λειτουργιών.
α)
fΓ·1;· · · ·�r. +or--τ t··-tr�··π--r......-.rt·· -t .j,...4,b-+-t-14-.j:....4.Ji....+.�.j,...4
.1t . 1Uι1i�-+-!tt-.. ι:�1,,
i �-·-:t-ιι--+-+---1'
}:·� ι.1L�ι1uι1 1tt1r··1r1f::1: t··-t'f-"+-+-!tr··tt-�t"··-t 1
.j,...4�---Li.:...J..L....�.j,...4
β)
�=rττ-τ�� ι i i i ϊΤ I ι.:ι �--i
..
...._� •···1.-r ...._
.
•---
...
1·-·
.
υ
.
-'Ι
.
·---
;;� .
.
!.: ... .'�:::: ·
•
·-·1
� -i
·
·-•
··Ι
ι
Εικόνα 2. α) Σχέδιο για ένα μουσείο, Durand (1802), β) Το Παλαιό Μουσείο Βερολίνου, Karl Frederick Schinkel (1823) Πηγή: Pevsner, 1976, σ. 122, εικ. 8.26
94
1
ΕΝΟ iΉΤΑ 4. "i
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Το πρώτο μεγάλο κτίριο με τα παραπάνω χαρακτηριστικά είναι η Γλυπτοθήκη του Μονάχου, που σχεδιάστηκε το 1814 από τον γνωστό αρχιτέκτονα Leo νοη Κlenze, για να στεγάσει τη συλλογή αρχαίων γλυπτών του δούκα της Βαυαρίας. Εγκαινιάστηκε το 1830 και η μορφή της επιδεικνύει στοιχεία ρομαντικού κλασικι σμού. Στην εικ. 3 παρατηρούμε στην πρόσοψη του κτιρίου μια κεντρική στοά με κιονοστοιχίες, ενώ η εξωτερική τοιχοποιία είναι διακοσμημένη με αναγεννησια κές κόγχες.
Εικόνα 3. Η Γλυπτοθήκη του Μονάχου Πηγή: Pevsneι; 1976, σ. 125, εικ. 8.36
Την ίδια εποχ1i κατασκευάζονται το Βρετανικό Μουσείο 1 στο Λονδίνο (18231847) και το Παλαιό Μουσείο (Altes) στο Βερολίνο (1823-1830). Χαρακτηριστικό και των δύο κτιρίων αποτελεί η ιωνική κιονοστοιχία που διατρέχει τις προσόψεις τους. Το Βρετανικό Μουσείο σχεδιάστηκε το 1823 από τον Sir Robert Smirke και το Παλαιό Μουσείο του Βερολίνου, την ίδια χρονιά, από τον Karl Frederick Schinkel (βλ. εικ. 3 και 5 του κεφαλαίου 1).
Παράδειγμα 2 Πρότυπο για τα μουσεία του 19ου αιώνα Το κτίριο με τη μεγαλύτερη επιρροή στην αρχιτεκτονική των μουσείων του 19ου αιώνα είναι η Παλαιά Πινακοθήκη (Altes Pinakothek) του Μονάχου, που σχεδιάστηκε από τον Leo von Klenze, το 1824. Ο σχεδιασμός της καθιέρωσε τον Klenze ως έναν από τους επιφανέστερους αρχιτέκτονες μουσείων στην Ευ ρώπη (εικ. 4). Αποτελείται από ένα διώροφο, μακρόστενο κτίριο με ελαφρά διαπλάτυνση στα δύο άκρα. Η κάτοψη είναι κατανεμημένη σε τρία παράλληλα τμήματα, κατά μήκος της μακρόστενης πλευράς. Το μεσαίο τμήμα αποτελείται από μεγάλες αίθουσες, με φεγγίτες στην οροφή και προορίζεται για την ανάρ-
'Το Βρετανικό Μουσείο ιδρύθηκε το 1753 και αρχικά στεγάστηκε στο Montagιιe House. Ο εμπλουτι σμός και η αύξηση των συλλογών του, που δεν μπορούσαν πια να στεγαστούν στο κτίριο, οδήγησε στην κατασκευή νέου κτιρίου.
95
ΕΝΟΤΗΤΑ 4.1
τηση πινάκων μεγάλου μεγέθους. Αρκετά στενότερο το νότιο τμήμα, αξιοποιεί ται ως διάδρομος, συνδέοντας όλες τις αίθουσες μεταξύ τους και, τέλος, το βό ρειο τμήμα αποτελείται από μικρούς, παράλληλους μεταξύ τους χώρους, για την έκθεση έργων τέχνης μικρού μεγέθους. Οι αίθουσες των πινάκων και των γλυπτών της Παλαιάς Πινακοθήκης προαναγγέλλουν τις διατάξεις των εκθεμά των στα μεγάλα ευρωπαϊκά μουσεία κατά τον 190 και το μεγαλύτερο μέρος του 20ού αιώνα.
/J_._._,__
·η�-.,..,.. l :4-···t··..L �ι
•• • • ....ι.... .... ....ι....�..:...:�-·.�,-ι .
.
:=:'"t--"'-'' -�- ,l,υ-�· · .....�---·-.-;,-.. -., ....
.
.
.,j
ι.!:!J
�
__-J:]
r1'l.f J_U t:L'.Lf-1-:-ψ· l.f J..U f-1 l.f i J.......ι _:;... �.....ι _:.,_, i.·....ι _::...i. �-.,.._....r.·,
ι_J trN· .;. ,, ....... ;_.; _ ___._ .._. . ; . . . ηιr ο
Εικόνα 4. Η Παλαιά Πινακοθήκη του Μονάχου Πηγή: Pevsner, 1976, σ. 129, εικ. 8.41
Ο ίδιος αρχιτέκτονας χτίζει, το 1839, το Μουσείο Ερμιτάζ στην Πετρούπολη, σε ελληνορωμαϊκή τεχνοτροπία. Στον Κlenze αποδίδεται και το πρώτο σχέδιο για το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο στην Αθήνα, το 1836. Το κτίριο σχεδιάστηκε για την περιοχ11 του Κεραμεικού και παρ' όλο που θεωρήθηκε ένα από τα καλύτε ρα έργα του, δεν υλοποιήθηκε ποτέ. Το Αρχαιολογικό Μουσείο της οδού Πατη σίων σχεδιάστηκε από τον Ludwig Lange και ολοκληρώθηκε το 1889 από τον Ernst Ziller.
96
1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Ενότητα 4.2 ΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΩΣ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΉ ΕΚΦΡΑΣΗ Μέχρι το τέλος του Β' Παγκόσμιου πολέμου, η αρχιτεκτονική των μουσείων στην Ευρώπη και την Αμερική ήταν σαφώς επηρεασμένη από την τυπολογία του παρελθόντος. Τα μουσεία ακολουθούσαν την αυστηρή γεωμετρική μορφή του 19ου αιώνα, εναρμονισμένη με τη γεωμετρικ11 διάταξη των συλλογών που φιλοξενούσαν. Οι νέες αντιλήψεις για την αρχιτεκτονική και την τέχνη, που είχαν στόχο να γε φυρώσουν το χάσμα ανάμεσα στην τέχνη και το κοινό, άρχισαν να εφαρμόζονται από τα μέσα του 20ού αιώνα και στην αρχιτεκτονική των μουσείων. Η αυστηρή νε οκλασικ11 μνημειώδης μορφή με το ιωνικό πρόστυλο έδωσε τη θέση της σε ελεύθε ρες ευέλικτες μορφές, που ακολουθούν τις τάσεις της μοντέρνας αρχιτεκτονικής και εισάγουν νέες μορφές οργάνωσης των εκθεσιακών χώρων.
Παράδειγμα 3 Μουσείο Guggenheim (Frank Lloyd Wright) Σημείο τομής στον σχεδιασμό μουσείων και στην αρχιτεκτονική γενικότερα αποτέλεσε το Μουσείο Guggenheim στη Νέα Υόρκη, που δημιουργήθηκε για να στεγάσει έργα μοντέρνας τέχνης. Σχεδιάστηκε από τον Frank Lloyd Wright το 1943 και σηματοδοτεί την αρχή μιας περιόδου όπου η τεχνολογία και η χρήση οπλισμένου σκυροδέματος απελευθερώνουν τον σχεδιασμό των κτιρίων. Το κτίριο αποπερατώθηκε το 1959 και χαρακτηρίζεται από τη συνεχή σπειροειδή ράμπα, η οποία αντικαθιστά τις αίθουσες του συμβατικού μουσείου (εικ. 5).
Εικόνα 5.Μουσείο Guggenheίm, Νέα Υόρκη
97
4
ΕΝΟΤΗΤΑ 4.2
Παράδειγμα 4 Εθνική Πινακοθήκη του Βερολίνου (Mies van de Rohe) Στην Ευρώπη, η αρχιτεκτονική του μοντέρνου κινήματος που αφορά τα μου σεία αντιπροσωπεύεται από την Εθνική Πινακοθήκη του Βερολίνου, που σχε διάστηκε το 1963 από τον Mies van de Rohe. Το κτίριο έχει τετράγωνη κάτοψη, επίπεδη οροφή και είναι κατασκευασμένο από ατσάλι και γυαλί. Ιδιαίτερα τονί ζεται η σχέση ανάμεσα στα οριζόντια στοιχεία της οροφής, του δαπέδου και του δρόμου. Το μουσείο είναι οργανωμένο σε δύο επίπεδα. Στο ισόγειο, όπου βρίσκεται και η είσοδος, είναι χωροθετημένες οι περιοδικές εκθέσεις, ενώ το υπόγειο φιλοξενεί τις μόνιμες εκθέσεις, τα γραφεία και τη βιβλιοθήκη. Ο εσωτε ρικός χώρος βασίζεται στην ιδέα του κτιρίου-κελύφους, χωρίς υποστυλώματα και χωρίσματα, ώστε να αποτελεί ευέλικτο ενιαίο χώρο για την οργάνωση δια φορετικών τύπων εκθέσεων (εικ. 6).
Εικόνα 6. Η Εθνική Πινακοθήκη του Βερολίνου Ωστόσο, τα τελευταία 25 χρόνια η αρχιτεκτονική των μουσείων, είτε πρόκειται για εντελώς νέο κτίριο είτε για προσθήκη πτέρυγας σε υπάρχον κτίσμα, χαρακτη ρίζεται από τρεις τάσεις. Η πρώτη τάση αποτελεί προσπάθεια επαναπροσδιορισμού του μοντέρνου κι νήματος της αρχιτεκτονικής, εξαντλώντας τις άπειρες δυνατότητες ερμηνείας του.
Παράδειγμα 5 High Museum of Αή, Ατλάντα, ΗΠΑ (Richard Meier) Χαρακτηριστικό παράδειγμα της πρώτης τάσης αποτελεί το κτίριο για το High Museum of Art στην Ατλάντα των ΗΠΑ, σχεδιασμένο από τον Richard Meier το 1983, κατασκευή που προσφέρει ιδανικές συνθήκες για την έκθεση έργων σύγχρονης τέχνης. Οι λειτουργίες του κτιρίου περιστρέφονται γύρω από ένα κεντρικό αίθριο, το οποίο περιβάλλεται από κυκλική ράμπα που διατρέχει
98
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 4.2
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
τους πέντε ορόφους του μουσείου (βλ. φωτογραφία 13 από το Παράλληλο Κεί μενο του Πεπονή Γ., 1997). Το κτίριο χαρακτηρίζεται από διαπερατότητα και διαφάνεια, που επιτυγχάνεται με την κατάργηση της συμβατικής σχέσης των αι θουσών εκθέσεων. Το κεντρικό αίθριο λειτουργεί και ως μεταβατικός χώρος ανάμεσα στις εκθέσεις και είναι ορατό από τα περισσότερα σημεία του κτιρίου.
Η δεύτερη τάση έχει αφετηρία τις βασικές αρχές του μοντέρνου κινήματος, αλλά στηρίζεται στη χρήση, την τροποποίηση και την προσαρμογή κάποιων μορ φολογικών στοιχείων, δανείων από τη μνημειώδη αρχιτεκτονική. Έτσι, το παλιό και το νέο αλληλοσυμπλέκονται, ενώ ταυτόχρονα αποτελούν ξεχωριστές οντότη τες. Η τάση αυτή στην αρχιτεκτονική των μουσείων συνήθως καταχωρείται στην ιστορία της αρχιτεκτονικής ως ανήκουσα στο μεταμοντέρνο κίνημα, ωστόσο οι αρχιτέκτονες των κτισμάτων δεν αποδέχονται αυτή την κατάταξη.
Παράδειγμα 6 Η επέκταση της Εθνικής Πινακοθήκης του Λονδίνου (Robert Venturi και Denise Scott Brown) Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της τάσης αποτελεί η επέκταση του νεο κλασικού κτιρίου της Εθνικής Πινακοθήκης του Λονδίνου, το 1991, από τους αρχιτέκτονες Robert Venturi και Denise Scott Brown. Το πρόβλημα του σχεδια σμού επιλύθηκε με ευρηματικό τρόπο και ο διάλογος ανάμεσα στο παλιό και το καινούριο αντιμετωπίστηκε με μια σταδιακή μετάβαση των μορφολογικών στοι χείων από το παλιό κτίριο της πινακοθήκης στη νέα επέκταση. Έτσι, όπως βλέ πουμε στην εικ. 7, το μέρος του νέου κτιρίου που βρίσκεται πλησιέστερα στο παλιό αποτελεί πιστή απομίμηση της όψης του, ενώ τα επόμενα μέρη διατη ρούν όλο και λιγότερα νεοκλασικά στοιχεία, τα οποία αναμειγνύονται με μο ντέρνα χαρακτηριστικά. Τέλος, στο αριστερό άκρο του κτιρίου οι νεοκλασικές μορφές καταργούνται εντελώς και αντικαθίστανται από μοντέρνα στοιχεία.
Εικόνα 7. Το κτίριο επέκτασης της Εθνικής Πινακοθήκης του Λονδίνου
99
4
ΕΝΟΤΗΤΑ 4.2
Παράδειγμα 7 Η Nta Πινακοθήκη Staatsgaιerie, στη Στουτγάρδη (James Stirιing) Ο Άγγλος αρχιτέκτονας James Stirling υιοθέτησε διαφορετική μορφολογία για να σχεδιάσει τη Νέα Πινακοθήκη Staatsgalerie της Στουτγάρδης, το 1977. Στο κτίριο αυτό, που κατασκευάστηκε σε επέκταση της υπάρχουσας Παλαιάς Πινακοθήκης, επιχειρήθηκε να εμπλουτιστεί η φυσιογνωμία του μοντερνισμού με την τροποποίηση και την κατάλληλη προσαρμογή σε νέο πλαίσιο κάποιων στοιχείων της Παλαιάς Πινακοθήκης. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η κά τοψη του κτιρίου, που σε πρώτη ανάγνωση παραπέμπει στην οργάνωση προτύ πων της αρχιτεκτονικής των μουσείων του 19ου αιώνα.
Η τρίτη τάση περιλαμβάνει αρχιτέκτονες των οποίων το έργο παρουσιάζει στοιχεία της σύγχρονης έκφρασης στην αρχιτεκτονική και την τέχνη που ονομά στηκε αποδόμηση. Ο πιο γνωστός εκπρόσωπος της τάσης αυτής ως προς τον σχε διασμό των μουσείων είναι ο Frank Gehry. Τα τελευταία χρόνια έχει σχεδιάσει τρία μουσεία, το Aerospace Museum στο Λος Άντζελες, το Vitra Design Museum στο Weil am Rhein της Γερμανίας ( εικ. 8) και το Guggenheim στο Bilbao της Ισπανίας.
Παράδειγμα 8 Το Vitra Design Museum στη Γερμανία (Frank Gehry) Το κτίριο κατασκευάστηκε το 1989 από τον Αμερικανό αρχιτέκτονα Frank Gehry, για να φιλοξενήσει κατ' αρχάς μια συλλογή από 224 καρέκλες του σχε διαστή επίπλων Rolf Fehlbaum. Αποτελεί τμήμα ενός ευρύτερου οικοδομικού συνόλου που στεγάζει την παραγωγική δραστηριότητα της εταιρείας Vitra (εται ρείας κατασκευής σύγχρονου καθίσματος και επίπλων γραφείου) και που περι-
' Εικόνα 8. Το Vitra Design Museum στη Γερμανία
100
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 4.2
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
λ�μβάνει, εκτός από το μουσείο, δύο εργοστασιακtς μονάδες και χώρους διοί κησης και σχεδιασμού. Το κτίριο του μουσείου είναι μια σύνθεση με απρόβλεπτα σχήματα, tνα κο λάζ από πύργους και κεκλιμtνα επίπεδα. Το εσωτερικό του tχει ανοιχτή δομή και αναπτύσσεται σε πολλά επίπεδα, συνδεόμενα μεταξύ τους με ράμπες, που εξασφαλίζουν την οπτική συνtχεια του εσωτερικού χώρου. Φεγγίτες με σκία στρα στην οροφή ρυθμίζουν τον φυσικό φωτισμό. Σήμερα το μουσείο παρου σιάζει τμηματικά σε περιοδικtς εκθtσεις τα 2.000 περίπου αντικείμενα που κα τtχει, όλα κατασκευασμtνα μετά το 1820.
Τέλος, είναι απαραίτητο να επισημάνουμε ότι η δημιουργία μουσείων αξιοποι είται πλέον ως ισχυρό οικονομικό στοιχείο στην οργάνωση του μάρκετινγκ μιας πόλης. Πόλεις όπως η Βαρκελώνη, η Στουτγάρδη, η Στοκχόλμη, το Βερολίνο, το Grδningen και το Bilbao έγιναν πόλοι έλξης επισκεπτών με αφορμή τη λειτουργία πολυσυζητημένων κτιρίων μουσείων, σχεδιασμένων από διάσημους αρχιτέκτο νες. Παραδείγματα αυτής της προσπάθειας είναι η Staatsgalerie στη Στουτγάρδη, το Μουσείο Guggenheim του Frank Gehry στο Bilbao, το Μουσείο Σύγχρονης Τέ χνης του Rafael Moneo στη Στοκχόλμη και το Μουσείο Grδningen του Alessandro Mendini στην Ολλανδία. Ο επαναπροσδιορισμός της πολιτιστικής ταυτότητας μέ σα από τη δημιουργία εντυπωσιακών κτιρίων μουσείων λειτουργεί ως εργαλείο οικονομικού ανταγωνισμού με στόχο την προβολή και την εγγραφή της πόλης στον πολιτιστικό χάρτη της Ευρώπης.
Παράδειγμα 9 Το Μουσείο Grόningen στην Ολλανδία Αποκορύφωμα πρωτοτυπίας στον σχεδιασμό των σύγχρονων μουσείων αποτελεί το Μουσείο Τtχνης της πόλης Grδningen, στην Ολλανδία. Η ιδtα για τη δημιουργία του μουσείου εντάσσεται στο πλαίσιο ανάπλασης του κtντρου της πόλης και στην προσπάθεια σύνδεσής του με τις γύρω περιοχtς. Το μου σείο λειτουργεί ως άξονας και ως πόλος tλξης ανάμεσα στον σιδηροδρομικό σταθμό και στο κtντρο της πόλης. Αποτελείται από tνα σύμπλεγμα ετερόκλητων κτιρίων και ο σχεδιασμός του καταγράφεται ως άσκηση των αρχών του μεταμοντtρνου. Ο βασικός αρχιτtκτο νας του tργου, Alessandro Mendini, ανtθεσε στους διάσημους Philippe Starck, Michele Delucchi και Coop Himmelblau να πάρουν μtρος στον σχεδιασμό, δημιουργώντας από tva κτίριο ο καθtνας. Όπως βλtπετε στην εικ. 9, το μουσείο είναι χτισμtνο μtσα στο νερό, ενώ μια γtφυρα που διtρχεται από τον κεντρικό του άξονα το συνδtει με τις δύο όχθες του καναλιού. Περιλαμβά νει τρία βασικά τμήματα, τα οποία ακολουθούν ιδιόμορφη μορφολογία. Το κε ντρικό κτίριο αποτελείται από tvav πύργο καλυμμtνο με επίχρυσες πλάκες, που συμβολίζει το «θησαυροφυλάκιο» του μουσείου (Mendini). Ένας υπόγειος διάδρομος το συνδέει με το δεύτερο κτίριο, κυκλικού σχήματος, με εσωτερικά
101
ΕΝΟΤΗΤΑ 4.2
χωρίσματα από ημιδιάφανες πλαστικές κουρτίνες, που συμβάλουν σε μια ασυ νήθιστη αισθητική εμπειρία (Starck). Το τρίτο κτίριο έχει ακανόνιστο σχήμα, με οξείες γωνίες και πολύπλοκα επίπεδα (Himmelblau).
Εικόνα 9. Το Μουσείο Grδningen στην Ολλανδία Συμπερασματικά, παρατηρούμε ότι η αρχιτεκτονική των νέων μουσείων συν δέεται με την αντίληψη ότι το αποτέλεσμα του σχεδιασμού έχει ισοδύναμη αξία με τα εκθέματα της συλλογής. Το κοινό αποκτά μια συνολική αισθητικ11 εμπειρία από την εντύπωση που δημιουργεί το κτίριο σε συνδυασμό με τη δυναμική των εκ θεμάτων. Με άλλα λόγια, στο μουσείο, μαζί με τις άλλες τέχνες, οι επισκέπτες θαυμάζουν και την αρχιτεκτονική ως τέχνη, όπως αυτ11 εκδηλώνεται μέσα από τη μορφή του κτιρίου. Χαρακτηριστικ11 είναι η δήλωση του Richard Meier, στα εγκαίνια του High Museum of Art, στην Ατλάντα: Η κυκλοφορία στο εσωτερικό του κτιρίου, ο φωτισμός, οι εγκαταστάσεις και η ποιότητα του χώρου που έχει το αρχιτεκτόνημα έχουν στόχο να ενθαρρύνουν τους επισκέπτες να αντιλαμβάνονται και να εκτιμούν τόσο την τέχνη της αρχιτεκτονι κής όσο και τα έργα που εκτίθενται.
Παράλληλο Κείμενο Αφού μελετήσετε την παραπάνω ενότητα, διαβάστε από το Παράλληλο Κείμενο του Πεπονή Γ. (1997) τις σ. 143-150. Το κείμενο αναφέρεται στο High Museum στην Ατλάντα, έργο του αρχιτέκτονα Richard Meier, που συγκρίνεται με το Αθή ναιο, ένα από τα πρώιμα έργα του ίδιου αρχιτέκτονα.
102
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 4.2
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
<Ι
Άσκηση Αυτοαξιολόyησης 1 /Κεφάλαιο 4 Αντιστοιχίστε τα παρακάτω κτίρια μουσείων με τη σωστή αρχιτεκτονική τυπολογία. Αποδόμηση Γλυπτοθήκη Μονάχου Ρομαντικός κλασικισμός Εθνική Πινακοθήκη Βερολίνου Μεταμοντέρνο Guggenheim Bilbao Μοντερνισμός Staatsgalerie Στουτγάρδης Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθήνας Vitra Design Museum Τη σωστή απάντηση θα βρείτε στο Παράρτημα, στο τέλος του κεφαλαίου.
Πίνακαc; 1
Το γνωστότερο έργο αρχιτεκτονικής μουσείων του 20ού αιώνα ΚτίQιο μουσείου Guggenheim Εθνική Πινακοθήκη Pompidou Centre Staatsgalerie NationalGallery ofArt Gare d'Orsay HighMuseum ofArt AerospaceMuseum Μητροπολιτικό Μουσείο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης TateGallery Μουσείο Λούβρου Εθνικής Πινακοθήκης Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης Vitra DesignMuseum Guggenheim JewishMuseum Μουσείο Σκοτίας TateModem Βρετανικό Μουσείο
Πόλη/Έτος
Α(!χιτέκτονες
Έργο
Νέα Υόρκη, 1959 Βερολίνο, 1963 Παρίσι, 1977 Στουτγάρδη, 1977 Ουάσιγκτον, 1978 Παρίσι, 1980 Ατλάντα, 1983 Λος Άντζελες, 1985 Νέα Υόρκη, 1985 Λος Άντζελες, 1986 Λονδίνο, 1987 Παρίσι, 1988 Λονδίνο, 1991 Φρανκφούρτη, 1991 Weil am Rhein, 1989 Bilbao Ισπανίας, 1999 Βερολίνο, 1999 Εδιμβούργο, 1999 Λονδίνο, 2000 Λονδίνο, 2000
Frank Lloyd Wright Mies van de Rohe R. Rogers/R. Piano James Stirling 1.Μ.Ρeί GaeAulenti RichardMeier FrankGehry Κ. Roche/J. Dinkeloo Arata Isozaki James Stirling Ι.Μ.Ρeί R. Venturi/D. Scott Brown Hans Hollein FrankGehry FrankGehry Daniel Libensind Benson/Forsyth Herzog/DeMeuron Norman Foster
Νέο κτίριο Νέο κτίριο Νέο κτίριο Νέο κτίριο Νέο κτίριο Αλλαγή χρήσης Νέο κτίριο Νέο κτίριο Προσθήκη Νέο κτίριο Επέκταση Προσθήκη Επέκταση Νέο κτίριο Νέο κτίριο Νέο κτίριο Επέκταση Νέο κτίριο Αλλαγή χρήσης Προσθήκη
Αφού παρακολουθήσαμε την εξέλιξη της αρχιτεκτονικής των μουσείων στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, ας περάσουμε συνοπτικά στην τυπολογία των κτιρίων μουσείων στην Ελλάδα.
i i
i
103
Ενότητα 4.3
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΙΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ Τα πρώτα μουσεία στην Ελλάδα δημιουργήθηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα και είχαν μνημειακό χαρακτήρα νεοκλασικού ρυθμού. Αντιπροσωπευτικό κτίριο εί ναι το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας (1889), έργο των L. Lange και Ε. Ziller, κτίριο αποτελούμενο από τρεις κατακόρυφες και δύο οριζόντιες πτέρυ γες, οργανωμένες γύρω από δύο εσωτερικές αυλές.
Παράλληλο Κείμενο Δ ιαβάσcε από το βιβλίο της Κόκκου Α. Η μέριμνα για τις αρχαιότητες στην Ελλάδα και τα πρώτα μουσεία (1977, σ. 242-246) το απόσπασμα για την αποπεράτωση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, το οποίο θα βρείτε σcα Παράλληλα Κείμενα. Μουσεία μικρότερης κλίμακας αλλά ανάλογης λογικής και μορφολογίας κα τασκευάστηκαν σε πολλές ελληνικές επαρχιακές πόλεις. Χαρακτηριστικές τέτοι ες περιπτώσεις είναι το Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας (1886), έργο του W. Dorpfeld, και το Αθανασάκειο Αρχαιολογικό Μουσείο Βόλου (1909), έργο του Ι. Σκούταρη. Σημαντική διαφοροποίηση παρουσιάζεται στον σχεδιασμό των μουσείων κατά τη μεταπολεμική περίοδο, εποχή όπου προκηρύσσεται μεγάλος αριθμός αρχιτε κτονικών διαγωνισμών για την ανέγερση νέων μουσείων. Μερικά από αυτά αφο ρούν πόλεις της επαρχίας, όπως το Μουσείο της Καστοριάς ή το Αρχαιολογικό Μουσείο Χίου, ενώ άλλα, με ειδικές απαιτήσεις, χωροθετήθηκαν σε μεγάλα αστι κά κέντρα.
Παράδειγμα 1 Ο Το Αρχαιολογικό Μουσείο Ιωαννίνων Το Αρχαιολογικό Μουσείο Ιωαννίνων (1965-1966), έργο του αρχιτέκτονα Άρη Κωνσταντινίδη, αποτέλεσε πρότυπο γιο μεταγενέστερες κατασκευές. Είναι μουσείο της δεκαετίας του 1960, κατασκευασμένο σύμφωνο με τις αρχές του μοντέρνου κινήματος, όπου όμως έχουν ενσωματωθεί και αρχιτεκτονικά στοιχείο οπό την ελληνική παράδοση. Η σύνθεση της κάτοψης βασίζεται σε έναν υπερυψωμένο κεντρικό διάδρο μο που διασχίζει το κτίριο κατά μήκος. Από τον διάδρομο γίνεται η κίνηση προς τους ανοιχτούς και κλειστούς χώρους που βρίσκονται στις δύο πλευρές του. Η οργάνωση των εσωτερικών και εξωτερικών χώρων, που συνδέονται σε μια αλ ληλουχία, λειτουργεί έτσι ώστε οι αίθουσες των εκθεμάτων να αποτελούν οργα νική και αισθητική ενότητα με τους κήπους του μουσείου.
104
11
1 1
ΕΝΟΤΗ ,·Α 4.3
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Δημιουργούνται τέσσερις πτέρυγες, εγκάρσιες στον κεντρικό διάδρομο, που διαφέρουν από τους μεταβατικούς χώρους λόγω του διαφορετικού ύψους τους. Ο σχεδιασμός ακολουθεί έναν αυστηρό κάνναβο, μέσα στον οποίο είναι ενταγμένος ένας μεγάλος αριθμός διαμορφώσεων μικρότερης κλίμακας, ανά λογα με τις συγκεκριμένες λειτουργικές απαιτήσεις του μουσείου. Το Μουσείο των Ιωαννίνων περιλαμβάνει τμήμα αρχαιολογικό, βυζαντινής και λαϊκής τέχνης, αίθουσες για την Πινακοθήκη Ιωαννίνων, βιβλιοθήκη, γρα φεία, εργαστήρια, αποθήκες, τις κατοικίες του επιμελητή και του φύλακα και άλλους βοηθητικούς χώρους.
Με την ίδια λογική έχει σχεδιαστεί και κατασκευαστεί από τον ίδιο αρχιτέκτο να το Μουσείο Κομοτηνής (1967), αν και είναι μικρότερης κλίμακας.
Παράδειγμα 11 Το Αρχαιολογικό Μουσείο Χίου Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Χίου (1965), έργο των Δ. και Σ. Αντωνακάκη, έχουν εφαρμοστεί οι βασικές αρχές του μοντέρνου κινήματος σε συνδυασμό με χαρακτηριστικά της ελληνικής παράδοσης. Συναντάμε και εδώ ιεράρχηση ανάμεσα στους κλειστούς, ανοιχτούς και ημιυπαίθριους χώρους, υπάρχει όμως μια ριζικά διαφορετική αντίληψη από αυτή του Μουσείου Ιωαννίνων. Η διαφορά έγκειται στο ότι το συγκρότημα του Μουσείου της Χίου παρουσιάζει εξωτερικά ένα συμπαγή χαρακτήρα, αφού οι αυλές του περιβάλλονται με την ίδια τοιχο ποιία που ορίζει και τους κλειστούς χώρους. Το κτίριο περιλαμβάνει τέσσερις μεγάλους εκθεσιακούς χώρους, που φιλοξενούν αντίστοιχα τα αρχαϊκά, τα κλα σικά, τα βυζαντινά και τα μεταβυζαντινά ευρήματα, μια αίθουσα περιοδικών εκ θέσεων, εργαστήρια, αποθήκες και χώρους προσωπικού. Οι χώροι είναι οργα νωμένοι γύρω από μια εσωτερική αυλή, στη μια πλευρά της οποίας βρίσκεται η κεντρική είσοδος του μουσείου. Αυτό το χαρακτηριστικό της σχεδόν μοναστι κής αντίληψης θα το ξαναβρούμε, σε μεγαλύτερη κλίμακα, στο Μουσείο Βυζα ντινού Πολιτισμού της Θεσσαλονίκης.
Παράδειγμα 12 Το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού στη Θεσσαλονίκη Το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού στη Θεσσαλονίκη (1977-1994) εί ναι έργο του αρχιτέκτονα Κυριάκου Κρόκου. Το κτίριο είναι οργανωμένο γύρω από μια μεγάλη εσωτερική αυλή, που αποτελεί κεντρικό στοιχείο της σύνθεσης και παρουσιάζεται κλειστό προς τον εξωτερικό κόσμο, αποπνέοντας μια αίσθη ση μοναστηριακής αρχιτεκτονικής, σιωπής και περισυλλογής. Η κύρια είσοδος είναι χωροθετημένη στην εσωτερική αυλή. Οι εκθεσιακοί χώροι έχουν οργανω θεί κατά μήκος ενός εσωτερικού δρόμου με ελικοειδή πορεία, που ξεκινά από την κύρια είσοδο και, αφού διασχίσει το συγκρότημα, καταλήγει πάλι εκεί. Με γάλο τμήμα του εσωτερικού αυτού δρόμου αποτελείται από ράμπες που μετα-
105
ΕΝΟΤΗΤΑ 4.3
φέρουν την κίνηση από το ένα επίπεδο στο άλλο και δίνει τη δυνατότητα στο κοινό να επιλέξει τον εκθεσιακό χώρο που θέλει να δει. Έτσι, ο επισκέπτης μπορεί να επισκεφθεί μια συγκεκριμένη περίοδο της βυζαντινής τέχνης, χωρίς να διασχίσει αναγκαστικά όλες τις αίθουσες. Η πορεία αυτή δεν αποτελεί απλώς κανάλι διοχέτευσης της κυκλοφορίας στους εκθεσιακούς χώρους. Στην πραγματικότητα, είναι μια promenade architecturale, μια αρχιτεκτονική διαδρομή όπου εναλλάσσεται η θέα των εσω τερικών με τους εξωτερικούς χώρους κι όπου σε κάθε στροφή αποκαλύπτονται διαφορετικές εικόνες του κτιρίου και της πόλης. Με την έννοια αυτή, το μου σείο έχει εξαιρετικά έντονο τον χαρακτήρα του δημόσιου κτιρίου, με σαφή κοι νωνικό ρόλο, όπου η συνεύρεση των επισκεπτών έχει αποκτήσει ιδιαίτερο βά ρος και αξία. Οι χώροι κίνησης των επισκεπτών διαφοροποιούνται από τους εκθεσιακούς χώρους και ως προς τον φυσικό φωτισμό. Πιο συγκεκριμένα, ο φωτισμός των αιθουσών των εκθέσεων έρχεται από τις οροφές με ρυθμιζόμενα στοιχεία ηλιο προστασίας, ενώ οι χώροι κίνησης φωτίζονται από τις εσωτερικές αυλές.
Παράδειγμα 13 Πινακοθήκη και Μουσείο Ttxvηc; Τελλόyλειοu Ιδρύματος Θεσσαλονίκης Στο πλαίσιο του μουσείου ως πολυδύναμου πολιτιστικού κέντρου κινείται η Πινακοθήκη και το Μουσείο τtχνης του Τελλόyλειοu Ιδρύματος Θεσσα• λονίκης. Η μελέτη είναι αποτέλεσμα πανελλήνιου αρχιτεκτονικού διαγωνι σμού, όπου βραβεύτηκε η σχεδιαστική πρόταση της ομάδας «Αλαλητός» (αρχι τέκτονες Ν. Μάρδα, Κ. Μοραίτη και Κ. Λάμπρου). Το μουσείο ολοκληρώθηκε το 1998 και προορίζεται να αποτελέσει ένα «ζωντανό» χώρο όχι απλώς εκθε σιακό, αλλά και επιμόρφωσης, έρευνας και ανταλλαγής απόψεων γύρω από θέματα τέχνης. Η κεντρική θέση του μουσείου σε σχέση με το πανεπιστήμιο και την πόλη τού δίνει τη δυνατότητα συμμετοχής στην καθημερινή ζωή της. Άλλωστε, η επαφή του κτιρίου με το κοινό και την πόλη ήταν σημαντικός παρά γοντας για τον σχεδιασμό. Το κτίριο έπρεπε να είναι φιλικό και προσπελάσιμο, για να αποτελέσει πόλο έλξης και για να ενταχθεί η επίσκεψη σε αυτό στην κα θημερινή πορεία των κατοίκων, ιδιαίτερα των φοιτητών. Αυτό επιτεύχθηκε κυ ρίως με το χαμηλό ύψος του κτιρίου, την ένταξή του στην υπαίθρια διαμόρφω ση καθώς και με τον σχεδιασμό ενός «εναέριου» διαδρόμου που ξεκινά από το εξωτερικό του κτιρίου και το διασχίζει εσωτερικά, μεταφέροντας την κίνηση της πόλης μέσα του.
106
--
-"'
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Ενότητα4.4
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ 4.4.1
Οργάνωση της κυκλοφορίας
Όπως είδαμε στην προηγούμενη ενότητα, η οργάνωση της δυνατότητας πρό σβασης, δηλαδή της δυνατότητας για εύκολη πορεία από το ένα σημείο στο άλλο του εκθεσιακού χώρου καθορίζει τη διαδρομή που θα ακολουθήσουν οι επισκέ πτες και επομένως και τη σειρά με την οποία θα δουν τα εκθέματα. Ένας εξίσου σημαντικός παράγοντας στην επιλογή της διαδρομής, πέρα από τη δυνατότητα πρόσβασης, είναι η ορατότητα, δηλαδή με ποια σημεία του χώρου έχουν οι επισκέπτες οπτική επαφή από το σημείο όπου βρίσκονται, άρα ποια εκ θέματα μπορούν να τους ελκύσουν. Η ορατότητα εξαρτάται από το κατά πόσο ο χώρος είναι ανοιχτός ή κλειστός, αν έχει ή δεν έχει εσωτερικά χωρίσματα. Σε μεγαλύτερη κλίμακα, στο σύνολο των χώρων του μουσείου, η οργάνωση της κυκλοφορίας καθορίζει τη διαδρομή, δηλαδή τη σειρά με την οποία οι επισκέπτες θα διασχίσουν τις αίθουσες του μουσείου. Ο βαθμός αυτονομίας που δίνει η οργάνωση της κυκλοφορίας στους επισκέ πτες μέσα στο κτίριο χαρακτηρίζει την κυκλοφορία περιορισμένη (κατευθυνόμε νη) ή ελεύθερη. Καθοριστικό παράγοντα στην επιλογή της διαδρομής από τους επισκέπτες και στον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται οπτικά τον χώρο απο τελεί η ύπαρξη και η διάταξη των χωρισμάτων. Σύμφωνα με τα παραπάνω, η δια φορά ανάμεσα στην οργάνωση των χώρων των μουσείων του 19ου αιώνα και στη νέα αντίληψη ως προς τον σχεδιασμό είναι μεγάλη, με πρωτοπόρο το μουσείο Guggenheim.
<Ι
Δραστηριότητα 2/Κεφάλαιο 4 Στην εικ. 10 βλέπετε τις κατόψεις του μουσείου Guggenheim και της Staatsgalerie στη Στουτγάρδη. Ανατρέξτε στην εικ. 2, με τις κατόψεις των μουσείων του Durand και του Πα λαιού Μουσείου του Βερολίνου. Αφού παρατηρήσετε προσεκτικά όλες τις κατόψεις, ση μειώστε τις εμφανείς διαφορές στα τέσσερα μουσεία όσον αφορά τα βασικά γεωμετρικά σχήματα, την οργάνωση της κυκλοφορίας και τη σχέση ανοιχτού/κλειστού χώρου. Απα ντήστε σε ένα κείμενο μέχρι 100 λέξεις. Στη συνέχεια, συγκρίνετε την απάντησή σας με όσα θα διαβάσετε αμέσως παρακάτω.
1
107
�'UM
&J
ΕΝΟΤΗΤΑ 4.4
��'\!s�Ψ¼��&.'¾'?�-t-¾¾,.-q��-·11M**W:-..@1%¾m-«>.w�������----
α)
C
ι ΙΞrJ:;\ · · 3.
Εικόνα 10.Σχέδια κατόψεων: α) Μουσείου Guggenheim Νέας Υόρκης, β) StααtsgαlerίeΣτουτγάρδης Προσαρμογή από τους οδηγούς μουσείων
Σημαντική διαφορά ανάμεσα στις κατόψεις είναι η διάταξη της κυκλοφορίας. Στο Παλαιό Μουσείο του Βερολίνου και στο Μουσείο του Durand η κάτοψη χα ρακτηρίζεται από συμμετρία μνημειακής μορφής. Οι αίθουσες των εκθέσεων εί ναι διατεταγμένες σύμφωνα με έναν αυστηρό κάνναβο και δημιουργούν πτέρυ γες, τοποθετημένες συμμετρικά γύρω από εσωτερικές αυλές. Οι επισκέπτες είναι υποχρεωμένοι να ακολουθήσουν τη γραμμική πορεία, η οποία έχει ήδη καθορι στεί από αυτή τη διάταξη. Αντίθετα, αν παρατηρήσουμε την κάτοψη του Guggenheim, βλέπουμε ότι απο τελείται από έναν ελεύθερο κυκλικό χώρο, ο οποίος διατρέχεται από ράμπα που οδηγεί στους πάνω ορόφους του μουσείου. Η οργάνωση του χώρου ξεφεύγει από τη συμμετρική τοποθέτηση των αιθουσών και παρέχει ελευθερία κίνησης. Η κυ κλοφορία καθορίζεται από την κεντρική ράμπα, που παρέχει στους επισκέπτες τη δυνατότητα να επιλέξουν όροφο και παράλληλα εκθεσιακό χώρο ή χώρο αναψυ χής, χωρίς απαραίτητα να περάσουν από όλους τους υπόλοιπους. Ο κυρίως εκθεσιακός χώρος της Staatsgalerie χαρακτηρίζεται από συνεχόμε νες αίθουσες που επικοινωνούν μεταξύ τους και δημιουργούν γραμμική κυκλοφο ρία, χωρίς εναλλακτική πορεία. Τα ανοίγματα, όπως φαίνονται στην κάτοψη, επι τρέπουν την οπτική επαφή με τον εξωτερικό χώρο, στον οποίο όμως, για λόγους ασφαλείας, απαγορεύεται η πρόσβαση. Κοιτάζοντας τις τέσσερις εικόνες, θα παρατηρήσατε ένα κοινό γεωμετρικό στοιχείο: την ύπαρξη ενός κυκλικού χώρου, μιας ροτόντας, σε κεντρική θέση. Υπάρχει όμως σημαντική διαφορά στον ρόλο της ως προς την κυκλοφορία και τη σχέση της με τους υπόλοιπους χώρους των κτιρίων. Στο Μουσείο του Durand και στο Παλαιό Μουσείο του Βερολίνου, η ροτόντα αποτελεί το κέντρο της κυκλοφο ρίας και του προσανατολισμού, ενώ στα άλλα δύο μουσεία υπάρχει ως ανεξάρτη τος χώρος. Στο μουσείο Guggenheim η ροτόντα περιβάλλεται από την κυκλική ρά μπα και η μόνη της επαφή με τους υπόλοιπους χώρους είναι οπτική. Στη Staatsgalerie
108
1 1
ΕΝΟΤΗΤΑ 4.4
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
η ροτόντα αποτελεί εξωτερικό χώρο και δεν έχει άμεση επαφή με τις αίθουσες των εκθέσεων. Παρατηρήστε την ομοιότητα ανάμεσα στο Παλαιό Μουσείο και στον πρώτο όροφο της Staatsgalerie. Παρ' όλο που φαίνεται ότι η κάτοψη έχει δανειστεί στοιχεία από το Παλαιό Μουσείο, λειτουργικά διαφέρει στο ότι δεν διασχίζεται από τους κυρίως άξονες της κυκλοφορίας, όπως στην περίπτωση της Παλαιάς Πινακοθ11κης. Χαρακτηριστικ11 είναι η διαχρονικότητα του κεντρικού κυκλικού χώρου ως μορφολογικού στοιχείου στα διάφορα μουσεία. Αρχικά, η χρ11 ση της ροτόντας 11ταν συνδεδεμένη με τον χώρο προσανατολισμού του μουσείου και τους άξονες κυκλοφορίας, αργότερα όμως αποτέλεσε βασικό σχήμα στην αρχιτεκτονική σύνθεση.
4.4.2
Η εμπειρία της επίσκεψης σε ένα μουσείο
Η οργάνωση του χώρου σε ένα μουσείο είναι καθοριστική για τον τρόπο με τον οποίο οι επισκέπτες θα αντιληφθούν τόσο τον χώρο όσο και τα εκθέματα. Η εμπειρία που αποκομίζουν οι επισκέπτες του μουσείου είναι αποτέλεσμα του συνδυασμού τριών παραγόντων, του κοινωνικού, του ατομικού και του χωρικού. Η μεταξύ τους σχέση περιγράφεται ως το πρότυπο αλληλεπίδρασης (interactive model) και μπορεί να παρασταθεί γραφικά με το Σχήμα 1 (Falk and Dierking, 1992, σ. 5) ως τρεις αλληλοτεμνόμενες σφαίρες, καθεμιά από τις οποίες αντιπρο σωπεύει έναν από τους τρεις παράγοντες.
Σ χ ήμ α 1 Πρότυπο αλληλεπίδρασης ΑΤΟΜΙΚΟ
ΧΩΡΙΚΟ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ
109
ΕΝΟΤΗΤΑ 4.4
m'd���������fu����Ws��1mwm:m1��1ii:
Η επίσκεψη λαμβάνει χώρα μέσα σε έναν κατασκευασμένο χώρο, στο μου σείο, σε ένα κέλυφος δηλαδή, όπου έχουν χωροθετηθεί διάφορες λειτουργίες και εκθέματα. Μέσα σε αυτό το κτίριο οι επισκέπτες παρατηρούν τι συμβαίνει γύρω τους, διαβάζουν τις πινακίδες πληροφοριών και τους οδηγούς εκθέσεων ή παρα κολουθούν έναν ξεναγό και ερμηνεύουν τα στοιχεία που προσλαμβάνουν σύμ φωνα με τον ατομικό τους τρόπο αντίληψης. Κινούμενοι μέσα στο μουσείο μόνοι ή σε ομάδες, συναντούν άλλους επισκέπτες, συνδιαλέγονται μαζί τους και όλοι από κοινού συμβάλλουν στην κοινωνική εμπειρία. Το μουσείο σήμερα είναι πια ένας φιλόξενος χώρος, ένα κέντρο όπου το ευρύ κοινό στον ελεύθερό του χρόνο ψυχαγωγείται, ενώ παράλληλα αποκτά γνώσεις με κατάλληλα ερεθίσματα, με τη χρήση της σύγχρονης τεχνολογίας και με τη συμ μετοχική ενασχόληση με τα εκθέματα και τις δραστηριότητες που τα συνοδεύ ουν. Η σύγχρονη λογική των μουσείων ακολουθεί τον τρόπο σχεδιασμού των χώ ρων με τέτοιο τρόπο ώστε οι επισκέπτες να έρχονται σε επαφή με τα εκθέματα, να παρακολουθούν εκδηλώσεις, να τους παρέχεται η δυνατότητα για παραπέρα έρευνα και μελέτη, να ξεκουράζονται στα εστιατόρια και στα καφενεία του και να καταλήγουν στα καταστήματά του. Η επίσκεψη αποκτά κοινωνικό χαρακτή ρα, αποτελεί λύση ομαδικής εξόδου για την οικογένεια και το μουσείο γίνεται χώρος κοινωνικής συνάθροισης των επισκεπτών.
4.4.3
Λειτουργίες του χώρου
Τα σύγχρονα μουσεία, στην προσπάθειά τους να συμπεριλάβουν σύνθετες λειτουργίες που να καλύπτουν από την προστασία και την έκθεση των συλλογών μέχρι τις ανάγκες των επισκεπτών, έχουν εξελιχθεί σε πολυσύνθετους οργανι σμούς, ο σχεδιασμός των οποίων είναι αποτέλεσμα ειδικευμένης μελέτης. Οι μελέτες των κτιρίων που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν ως μουσεία αφορούν σήμερα τρεις περιπτώσεις και καλύπτουν τις ανάγκες που απορρέουν από αυτές: • Τα νέα κτίρια, που σχεδιάζονται ειδικά για να στεγάσουν συγκεκριμένες συλ λογές. Ο αρχιτέκτονας έχει πλήρη ελευθερία στον σχεδιασμό, περιορίζεται μόνο από την τήρηση των προδιαγραφών που αφορούν τις λειτουργίες του χώρου και τις συγκεκριμένες απαιτήσεις του μουσειολογικού προγράμματος, όπως θα δούμε παρακάτω. • Την αλλαγή χρήσης κτιρίων που στεγάζουν άλλες λειτουργίες και που ύστε ρα από κατάλληλη μελέτη μετατρέπονται σε μουσεία. Οι προδιαγραφές των λειτουργιών ενός σύγχρονου μουσείου οφείλουν να περιοριστούν και να προ σαρμοστούν στο κέλυφος του παλαιού κτιρίου. Από τα πρώτα παραδείγματα αλλαγής χρήσης μπορεί να θεωρηθεί το Μουσείου του Λούβρου, που λειτουρ γούσε ως παλάτι του Λουδοβίκου του 16ου και σταδιακά μετατράπηκε σε μουσείο. Επίσης, το κτίριο που στέγασε αρχικά το Βρετανικό Μουσείο αποτε λούσε κάποτε πολυτελή κατοικία, γνωστή ως Montague House. Στην Ελλάδα, πολλά από τα σύγχρονα μουσεία προέρχονται από αλλαγή χρήσης, με χαρα-
11 Ο
1
1
f::NOTHTA 4.4
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
κτηριστικό παράδειγμα το Μουσείο Μπενάκη, πρώην κατοικία της οικογένει ας Μπενάκη, και το Ιστορικό Μουσείο στο κτίριο της Παλιάς Βουλής. • Οι ανάγκες εκσυγχρονισμού των παλαιών μουσείων και η πίεση να αντιμετω πίσουν όλο και περισσότερους επισκέπτες τα οδήγησαν σε επεκτάσεις και επαναπρογραμματισμό των λειτουργιών τους. Οι δυσκολίες της επέμβασης είναι αυτονόητες, δεδομένου ότι το αποτέλεσμα της μελέτης στηρίζεται στον διάλογο ανάμεσα στο παλιό και το καινούριο. Οι επεκτάσεις των μεγάλων μουσείων συνδέονται με τη δημιουργία πολυσυζητημένων αρχιτεκτονικών έρ γων, τα οποία την τελευταία δεκαετία έχουν επιλύσει θέματα έλλειψης και ορ γάνωσης χώρου στα περισσότερα μεγάλα μουσεία στην Ευρώπη και στην Αμε ρική. Γνωστά παραδείγματα είναι η «Πυραμίδα» του Μουσείου του Λούβρου στο Παρίσι, οι επεκτάσεις του Μητροπολιτικού Μουσείου, του Guggenheim και του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης στη Νέα Υόρκη και οι επεκτάσεις της Εθνικής Πινακοθήκης, της Tate Gallery, του Βρετανικού Μουσείου στο Λον δίνο και του Εθνικού Ναυτικού Μουσείου στο Γκρίνουιτς. Για τη μελέτη των χώρων ενός μουσείου, είτε πρόκειται για νέο κτίριο είτε για προσθήκη ή επέκταση, χρειάζεται αφενός η κατανόηση όλων των λειτουργικών στοιχείων που απαρτίζουν ένα μουσείο και αφετέρου η συναρμογή αυτών των στοιχείων σε ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα, που θα καλύπτει πλήρως τις ανά γκες των συλλογών, του προσωπικού και των επισκεπτών.
<Ι
Δραστηριότητα 3/Κεφάλαιο 4 Πριν προχωρήσετε στη μελέτη σας, εντοπίστε, σύμφωνα με όσα διαβάσατε μέχρι τώρα σχετικά με τις λειτουργίες του μουσείου (συλλογή, έκθεση, επικοινωνία με το κοινό κ.λπ.), τους απαραίτητους χώρους που στεγάζουν αυτές τις λειτουργίες. Περιλάβετε τους χώ ρους που προορίζονται για την εξυπηρέτηση του κοινού καθώς και εκείνους στους οποί ους το κοινό δεν έχει πρόσβαση. Καταρτίστε έναν κατάλογο που θα συγκρίνετε με το Σχή μα 2, που ακολουθεί.
Όσον αφορά τα μουσεία, όπως διαφέρουν ως προς τον τύπο και το μέγεθος, έτσι διαφέρουν και ως προς τους χώρους που απαιτούνται για να στεγάσουν τις λειτουργίες τους. Βασικός στόχος του σχεδιασμού ενός μουσείου είναι η καλή λειτουργική σχέση ανάμεσα στο κέλυφος του κτιρίου και την οργάνωση του χώ ρου. Η οργάνωση του χώρου αφορά τη βέλτιστη κατάσταση ισορροπίας ανάμε σα σε πολλαπλές απαιτήσεις. Οι απαιτήσεις αυτές αφορούν τη σχέση των εκθε μάτων μεταξύ τους, τη σχέση των επιμελητών των συλλογών με τα εκθέματα, των εκθεμάτων με τους επισκέπτες, των επισκεπτών μεταξύ τους κ.λπ. Ο χώρος ορ γανώνεται με τέτοιο τρόπο, ώστε να καλύπτει αυτές τις σχέσεις, που καθορίζουν και τις αντίστοιχες λειτουργίες. Με βάση αυτή τη λογική διακρίνουμε τις λειτουργίες του χώρου σε: • Βασικές λειτουργίες: Αποτελούν τον πυρήνα του μουσείου και καθορίζονται από τον σκοπό του. Περιγράφουν τη σχέση ανάμεσα στο κοινό και τις συλλο γές αντικειμένων. Περιλαμβάνουν χώρους όπου οι επισκέπτες έρχονται σε
1
1• 11
111
ΕΝΟΤΗΤΑ 4.4 R1:���������"%:\��'t@�t:%§��1&%W¾����
επαφή με τα ίδια τα αντικείμενα, όπως αίθουσες εκθέσεων και μελέτης συλ λογών, αλλά και όλους τους άλλους χώρους που περιστρέφονται γύρω από την παρουσίαση πληροφοριών και την ερμηνεία, όπως βιβλιοθήκη, αίθουσες διαλέξεων, κέντρα τεκμηρίωσης και πληροφοριών, κέντρο αξιολόγησης και υποδοχής αντικειμένων. • Λειτουργίες υποδοχής: Εξυπηρετούν και έχουν άμεση σχέση με τις βασικές λειτουργίες. Για τον σχεδιασμό τους λαμβάνονται υπόψη ψυχολογικοί και πρακτικοί παράγοντες, ενώ σκοπός τους είναι να κάνουν όσο το δυνατόν πιο ευχάριστη και άνετη την παραμονή του κοινού στο μουσείο. Περιλαμβάνουν πληροφορίες, προσανατολισμό, πωλητήρια, εστιατόρια, βεστιάρια, τουαλέ τες κ.λπ. • Λειτουργίες επιμέλειας: Είναι χώροι προορισμένοι για την επιμέλεια των αντικειμένων των συλλογών. Περιλαμβάνουν εργαστήρια συντήρησης, απο θήκες, χώρους προετοιμασίας των εκθέσεων κ.λπ. • Συντονιστικές λειτουργίες: Αφορούν τη διοικητική υποστήριξη όλων των προηγουμένων. Περιλαμβάνουν διοικητικές υπηρεσίες, γραφεία και χώρους εξυπηρέτησης του προσωπικού κ.λπ.
Σχήμα2 Διάγραμμα λειτουργιών του χώρου Κοινό
Έκθεμα
Το παραπάνω Σχήμα βοηθά στην κατανόηση της σχέσης των κυριότερων λει τουργιών ενός μουσείου. Στη συνέχεια θα δούμε τον τρόπο με τον οποίο αυτές οι δραστηριότητες ή οι λειτουργίες θα χωροθετηθούν (θα οργανωθούν στον χώρο), ώστε η αλληλεξάρτησή τους να έχει ως αποτέλεσμα την καλύτερη χωρική οργά νωση του μουσείου. Η χωροθέτηση των λειτουργιών και η μεταξύ τους σχέση εικονίζονται στο εν δεικτικό διάγραμμα (βλ. Σχήμα 3) που ακολουθεί. Η χωροθέτηση αφορά τους βα σικούς χώρους ενός μουσείου και μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως βάση για την κτι ριολογική του μελέτη.
112
1 Ιί
ΕΝΟΤΗΤΑ 4.4
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Σχήμα3 Διάγραμμα χωροθέτησης λειτουργιών σε ένα κτίριο μουσείου Είσοδος Πληροφορίες Προσανατολισμός Βεστιάρια Χώροι ανάπαυσης Τουαλέτες Εστιατόρια Καταστήματα
Γραφεία προσωπικού Διοικητικές υπηρεσίες Δημόσιες σχέσεις Εκδόσεις
ΧΩΡΟΙ ΕΞΥΠΗΡΕΤΗΣΗΣ
ΔΙΟΙΚΗΣΗ
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ/ΜΕΛΕΤΗ
ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ
Αίθουσες μόνιμων εκθέσεων Αίθουσες προσωρινών εκθέσεων Κέντρο τεκμηρίωσης/πληροφοριών Κέντρο μελέτης συλλογών
Αποθήκευση αντικειμένων Προσωρινή αποθήκευση Υλικά εκθέσεων
ΧΩΡΟΙ ΥΠΟΔΟΜΗΣ
Αμφιθέατρο Αίθουσες σεμιναρίων Οπτικοακουστικά μέσα Νέες τεχνολογίες
Εργαστήρια συντήρησης Επιστημονική έρευνα Εργαστήριο προετοιμασίας Ξυλουργεία Τεχνικές κατασκευές
113
��
����8it¾1@@:�����W�ϊ�
Ενότητα 4.5
ΜΟΥΣΕΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΙΙΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ Ο σχεδιασμός νέων κτιρίων ή απλώς οι επεμβάσεις στο ήδη υπάρχον κτίσμα προϋποθέτουν ένα μουσειολογικό προγραμματισμό, ο οποίος οργανώνει την ισορροπία ανάμεσα στις λειτουργίες των συλλογών και του μουσείου, τις απαιτή σεις του αυξανόμενου κοινού και τους διαθέσιμους πόρους, τις επιχορηγήσεις ή τις επενδύσεις. Επικεφαλής της διαδικασίας είναι ένα άτομο με ειδίκευση στον μουσειολογι κό προγραμματισμό, με υψηλού επιπέδου γνώσεις μουσειολογίας για τη διαχείρι ση, την επιμέλεια και την παρουσίαση των συλλογών αλλά και με εμπειρία στη διαδικασία χωροθέτη σης αυτών των λειτουργιών και στην επεξεργασία του συνο λικού κτιριολογικού προγράμματος. Ο μουσειολογικός προγραμματισμός είναι μια νέα ειδικότητα, που έχει απο δειχτεί απαραίτητη για τα μεγάλα μουσεία τα τελευταία χρόνια. Ο σχεδιασμός νέ ων κτιρίων έχει εξελιχθεί σε μια πολυσύνθετη διαδικασία, στην οποία συμμετέχει μεγάλος αριθμός ατόμων και ομάδες διάφορων ειδικοτήτων. Η ύπαρξη προγραμ ματισμού είναι απαραίτητη ως εργαλείο ελέγχου και συντονισμού. Λειτουργεί ως επικοινωνία ανάμεσα στους επιμελητές του μουσείου και τους αρχιτέκτονες, χω ρίς να υποκαθιστά το έργο κανενός από τους δύο. Ο μουσειολογικός προγραμματισμός λειτουργεί σε τρία επίπεδα: • Αναλύει τους σημαντικότερους παράγοντες λειτουργίας του μουσείου, για να ορίσει τα κριτήρια χωροθέτησης των λειτουργιών σε σχέση με τον διαθέσιμο χώρο, το προσωπικό και τους απαραίτητους οικονομικούς πόρους. • Μεταφράζει τις γενικές αυτές κατευθύνσεις σε συγκεκριμένους υλοποιήσι μους στόχους. • Οργανώνει τις υλικές προδιαγραφές για τον σχεδιασμό του κτιρίου και τη χω ροθέτηση των λειτουργιών. Όλα αυτά πρέπει να αποτυπωθούν με ευκρίνεια και ακρίβεια, ώστε να γίνονται κατανοητά από μη ειδικούς. Στο Σχήμα 4, που ακολουθεί, παρουσιάζεται η συνολική διαδικασία του προ γραμματισμού. Όπως βλέπετε, η ανάλυση διακρίνει τους παράγοντες σε τρεις κα τη γορίες: στη δυναμική της αγοράς, στις μουσειολογικές παραμέτρους και στους γενικούς στόχους του μουσείου ως οργανισμού. Η δυναμική της αγοράς αφορά την αξιολόγηση των επισκεπτών και στηρίζε ται στην ανάλυση του υπάρχοντος ή του εν δυνάμει κοινού του μουσείου. Η ανά λυση των επισκεπτών βασίζεται σε αυτούς που ήδη έχουν επισκεφθεί το μουσείο, ενώ η ανάλυση της αγοράς εκτιμά τη δυνατότητα του μουσείου να εξυπηρετήσει περισσότερους επισκέπτες ή άλλες ανάγκες στο μέλλον. Οι μουσειολογικές παράμετροι έχουν καθοριστική σημασία για τη λειτουργία του μουσείου και περιλαμβάνουν ανάλυση των συλλογών του και αξιολόγηση των
114
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 4.5
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
προγραμμάτων του. Η αξιολόγηση αυτή εκτιμά πόσο το μουσείο επιτυγχάνει τον στόχο του να φέρει τις συλλογές κοντά στο κοινό καθώς και το ποσοστό επικοινω νίας του με αυτό, ενώ παράλληλα προτείνει το είδος των μελλοντικών προγραμ μάτων και εκθέσεων. Η ανάλυση των συλλογών κάνει ποσοτικό και ποιοτικό απο λογισμό των συλλογών και προτείνει κάποιο πρόγραμμα για τη μελλοντική ανά πτυξή τους σε σχέση με την προστασία, την παρουσίαση και την αύξησή τους. Τέλος, εξετάζεται η εσωτερική οργάνωση του μουσείου και η σχέση του με άλ λους οργανισμούς. Εδώ γίνεται επανεκτίμηση των αρχικών στόχων του και απο λογισμός της επιτυχίας ως προς την επίτευξή τους.
Σχήμα4 Διαδικασία μουσειολογικού προγραμματισμού ΜΟΥΣΕΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ
ΔΥΝΑΜΗ ΑΓΟΡΑΣ ΜΟΥΣΕΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ
Η κατανόηση και η αξιολόγηση όλων των παραπάνω παραγόντων οδηγεί στον συντονισμό των αναγκών και στην οργάνωση των κτιριολογικών προδιαγραφών του μουσείου.
Μελέτη Περίπτωσης 1 Ένα από τα καλύτερα παραδείγματα μελtτης, επtκτασης και εκσυγχρονι σμού υπάρχοντος μουσείου αφορά το Εθνικό Ναυτικό Μουσείο στο Γκρίνουιτς στην Αγγλία, όπως εκπονήθηκε από τον αρχιτtκτονα Rick Mather. Μtσα από την παρουσίαση του σχεδιασμού του tργου αυτού θα συνοψίσουμε τη διαδικα σία του μουσειολογικού προγραμματισμού. Από το 1934, το Εθνικό Ναυτικό Μουσείο στεγάζεται σε μια πρώην βασιλική κατοικία του 18ου αιώνα, σχεδιασμtνη από τον αρχιτtκτονα lnigo Jones. Απο τελεί τμήμα ενός συμπλtγματος κτιρίων κοντά στις όχθες του ποταμού Τάμεση και συνδέεται με τη ναυτική ιστορία της χώρας. Το μουσείο λειτουργούσε χωρίς σημαντικές επεμβάσεις, αργότερα όμως παρουσίασε σημαντικά λειτουργικά προβλήματα, που επηρtασαν το ενδιαφt ρον του κοινού. Έτσι, στις αρχtς της δεκαετίας του 1990 η διοίκηση του μου σείου αποφάσισε την εκπόνηση μιας μελtτης για την αναδιοργάνωση του μου �είου, που αρχικά περιλάμβανε την αναγνώριση των προβλημάτων και προt-
ΕΝΟΤΗΤΑ 4.5
βαινε στη διαδικασία επίλυσής τους, δηλαδή στην αρχιτεκτονική μελέτη και κα τασκευή. Η ανάλυση της υπάρχουσας κατάστασης και λειτουργίας του μουσείου κα τέληξε στα ακόλουθα συμπεράσματα: • ανεπαρκής χώρος για την επιμέλεια, την αποθήκευση και την παρουσίαση των αυξανόμενων συλλογών· • όχι άνεση κυκλοφορίας και αδύνατη η πρόσβαση από τη μια πτέρυγα στην άλλη· • έλλειψη χώρων εξυπηρέτησης επισκεπτών, γεγονός που τους απωθούσε· • έλλειψη χώρων για την εξυπηρέτηση του προσωπικού· • μείωση του αριθμού των επισκεπτών ως αποτέλεσμα της υποβαθμισμένης εικόνας που είχε το κοινό για το μουσείο. Έτσι, ύστερα από λεπτομερή μουσειολογική μελέτη, το μουσείο αποφάσισε την εκπόνηση μιας κτιριολογικής μελέτης με τους εξής στόχους: • τη μεταφορά της κεντρικής εισόδου του μουσείου από το πλάι του στην κύ ρια όψη του· • τη βελτίωση της κυκλοφορίας και του προσανατολισμού των επισκεπτών• την πλήρη εκμετάλλευση του υπάρχοντος χώρου και τη σωστή χωροθέτηση των λειτουργιών· • την πρόβλεψη χώρων εξυπηρέτησης του κοινού (εστιατορίου, αναψυκτη ρίου)· • την πρόβλεψη εξυπηρετήσεων για άτομα με ειδικές ανάγκες· • τη νέα και βελτιωμένη εικόνα του μουσείου, που δημοσιοποιήθηκε με κάλυ ψη από τα μέσα επικοινωνίας, με την κυκλοφορία εντύπων και με την οργά νωση εκδηλώσεων και ειδικών εκθέσεων, με στόχο την προσέλκυση κοινού. Η κτιριολογική μελέτη αποτέλεσε την κυριότερη μέθοδο υλοποίησης των παραπάνω στόχων. Το μουσείο ανέθεσε τη μελέτη του προγραμματισμού στα γραφεία συμβούλων BDP (British Design Partnership), που σε συνεργασία με τον αρχιτέκτονα Rick Mather, υπεύθυνο και για τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό, προχώρησαν στη διαδικασία, που κράτησε 4 χρόνια. Το κτίριο αποτελείται από δύο ορόφους και είναι οργανωμένο γύρω από μια μεγάλη εσωτερική αυλή, που μέχρι τότε περιείχε πρόχειρες κατασκευές με αποθηκευτικούς χώρους. Η κεντρική ιδέα του σχεδιασμού βασίστηκε στην εν σωμάτωση της κεντρικής αυλής στους κύριους χώρους του μουσείου. Έτσι η αυλή, που καλύφθηκε με γυάλινη οροφή, αποτελεί τον κεντρικό άξονα κυκλο φορfας και βασικό σημείο προσανατολισμού του μουσείου. Στον κεντρικό αυτό χώρο προστέθηκε ένα δεύτερο επίπεδο, στο ύψος του δεύτερου ορόφου του μουσείου, που συνδέθηκε με μεταλλικές γέφυρες με τις υπάρχουσες πτέρυγες του κτιρίου σε αυτό το ύψος. Έτσι και στα δύο επίπεδα η κυκλοφορία διευκο λύνθηκε αποτελεσματικά, με πλήρη εκμετάλλευση της κεντρικής αυλής. Παράλ ληλα, η απελευθέρωση της κυκλοφορίας έδωσε τη δυνατότητα εκμετάλλευσης όλων των χώρων του κτιρίου. Οι εκθεσιακοί χώροι αυξήθηκαν από 9 αίθουσες σε 16. Οι νέοι χώροι εξυπηρέτησης των επισκεπτών περιλαμβάνουν εστιατόριο,
116
ΕΝΟΤΗΤΑ 4.5
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
πωλητήριο, χώρους ανάπαυσης κ.λπ. Επιπλέον, δημιουργήθηκαν πρόσθετοι χώροι για το προσωπικό, εργαστήρια και αποθήκες. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι ο σχεδιασμός δεν αποσκοπούσε στη μορφολογική επέμβαση στην αρχιτεκτονική του κτιρίου, όπως σε άλλα προηγούμενα παρα δείγματα, αλλά είχε στόχο τη βελτίωση του κτιρίου όσον αφορά τις λειτουργίες του, κυρίως με τη σωστή χρήση και την εκμετάλλευση του υπάρχοντος χώρου. Ο σχεδιασμός σεβάστηκε τη μορφή του κτιρίου και οι διακριτικές επεμβάσεις συνέδεσαν το παλιό με το νέο. Επομένως, η οργάνωση του χώρου παρουσιά στηκε ως συνάρτηση των λειτουργικών και των πρακτικών απαιτήσεων.
Εικόνα 11. Εθνικό Ναυτικό Μουσείο Γκρ[νουιτς
117
ΕΝΟΤΗΤΑ 4 . ..,
Ε[:>
Δραστηριότητα 4/Κεφάλαιο 4 Αφού μελετήσετε το παράδειγμα της προσθήκης του Εθνικού Ναυτικού Μουσείου Γκρί νουιτς, σχεδιάστε με βάση τις πληροφορίες που δίνονται στο κείμενο ένα διάγραμμα όπως αυτό του Σχήματος 4 και σημειώστε ποια στοιχεία μουσειολογικού προγραμματι σμού απορρέουν από τη Μελέτη Περίπτωσης 1. Μην απογοητευτείτε αν συναντήσετε δυ σκολίες. Η Δραστηριότητα θα σας βοηθήσει στην κατανόηση της διαδικασίας του μουσει ολογικού προγραμματισμού. Μπορείτε στη συνέχεια να συγκρίνετε την απάντησή σας με τη δική μας, που βρίσκεται στο Παράρτημα, στο τέλος του κεφαλαίου.
Ε[:>
Δραστηριότητα 5/Κεφάλαιο 4 Το παρακάτω σχέδιο ανήκει σε ένα υποθετικό μονώροφο μουσείο του οποίου η κάτοψη αποτελείται από τρεις πτέρυγες, (α), (β) και (γ) και μία ροτόντα που επικοινωνεί με την πτέρυγα (α). Στο πίσω μέρος του οικοπέδου βρίσκεται ανεξάρτητο κτίσμα (δ), όπου στε γάζονται οι διοικητικές υπηρεσίες και τα γραφεία του προσωπικού. Οι δύο κάθετες πτέρυγες (β) και (γ) επικοινωνούν μεταξύ τους μόνο μέσω της κεντρικής πτέρυγας (α). Στην είσοδο οι επισκέπτες πρέπει να επιλέξουν ποια από τις δύο πτέρυγες θα επισκεφθούν πρώτα. Καθώς δεν υπάρχει πρόσβαση από τη μία πτέρυγα στην άλλη, οι επισκέπτες επιστρέφουν στον χώρο της εισόδου, διασχίζοντας τους χώρους από τους οποίους έχουν ήδη περάσει. Αφού παρατηρήσετε την κάτοψη, προτείνετε τουλάχιστον 3 σχεδιαστικές λύσεις με τις οποίες το μουσείο θα αποκτήσει: • βελτίωση της κυκλοφορίας • αύξηση των εκθεσιακών χώρων • βελτίωση της εξυπηρέτησης προσωπικού. Στην απάντησή σας εξετάστε τις δυνατότητες ανέγερσης νέου κτιρίου, επέκτασης ή προ σθήκης και αναφερθείτε επιγραμματικά σε μια υποθετική διαδικασία μουσειολογικού προγραμματισμού. Δεδομένου ότι η Δραστηριότητα είναι υποθετική, δεν υπάρχουν πε ριορισμοί στη σχεδιαστική σας πρόταση. Αν θέλετε όμως, μπορείτε να ανατρέξετε και στη δική μας ενδεικτική απάντηση, που βρίσκεται στο Παράρτημα, στο τέλος του κεφαλαίου.
ο
δ
αυλή
β
α
-
.Α.
ΕΙΣΟΔΟΣ
118
1
γ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Σύνοψη Μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα η τυπολογία των κτιρίων των μουσείων ήταν επηρεασμένη από έργα μνημειώδους αρχιτεκτονικής, με αυστηρή γεωμετρική διάταξη και κλίμακα μεγάλου μεγέθους, που κυριαρχούνταν από το πνεύμα του κλασικισμού. Βασικά μορφολογικά χαρακτηριστικά αυτού του τύπου αποτελούν οι κιονοστοιχίες, οι είσοδοι με πρόπυλο και οι επιμήκεις αίθουσες, που συνήθως αποτελούν πτέρυγες και οργανώνονται γύρω από ένα αίθριο ή μια ροτόντα. Η επικράτηση του μοντέρνου κινήματος στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ επηρέ ασε και την αρχιτεκτονική των μουσείων, με πρωτοπόρο τον αρχιτέκτονα Frank Lloyd Wright, ο οποίος σχεδίασε το μουσείο Guggenheim στη Νέα Υόρκη (19431959). Τα τελευταία 25 χρόνια η αρχιτεκτονική των μουσείων, είτε πρόκειται για ένα εντελώς νέο κτίριο είτε για προσθήκη σε υπάρχον, χαρακτηρίζεται από τρεις τάσεις, που αντανακλούν τις αντιλήψεις της εποχής. Η πρώτη κινείται γύ ρω από τις αρχές του μοντέρνου κινήματος, ενώ η δεύτερη έχει συνδεθεί με το μεταμοντέρνο κίνημα, ξεκινά δηλαδή από τις βασικές αρχές του μοντέρνου αλ λά στηρίζεται στη χρήση, την τροποποίηση και την προσαρμογή κάποιων μορ φολογικών στοιχείων, δανεισμένων από τη μνημειώδη αρχιτεκτονική. Τέλος, η τρίτη τάση περιλαμβάνει κτίρια αρχιτεκτόνων των οποίων το έργο παρουσιάζει στοιχεία της σύγχρονης έκφρασης στην αρχιτεκτονική και την τέχνη που ονο μάζεται αποδόμηση. Σύμφωνα με τις αντιλήψεις για την αρχιτεκτονική των σύγχρονων μουσείων, το αποτέλεσμα του σχεδιασμού έχει ισοδύναμη αξία με τα εκθέματα της συλλο γής. Το κοινό αποκτά την αισθητική εμπειρία από το κτίριο μαζί με τη δυναμική των εκθεμάτων. Σημαντική είναι και η οργάνωση της κυκλοφορίας, η οποία επίσης καθορί ζει τη σειρά με την οποία οι επισκέπτες θα περάσουν από τους χώρους του μου σείου. Η εμπειρία της επίσκεψης σε ένα μουσείο είναι αποτέλεσμα του συνδυασμού τριών παραγόντων, του κοινωνικού, του ατομικού και του χωρικού. Η συσχέτισή τους περιγράφεται ως πρότυπο αλληλεπίδρασης (interactive model) και μπορεί να παρασταθεί γραφικά ως τρεις αλληλοτεμνόμενες σφαίρες, μία για καθέναν από τους τρεις παράγοντες. Οι μελέτες των κτιρίων των μουσείων καλύπτουν σήμερα τρεις ανάγκες: Πρώτον, την κατασκευή νέων κτιρίων που σχεδιάζονται ειδικά για να στεγάσουν συγκεκριμένες συλλογές. Δεύτερον, την αλλαγή χρήσης υπαρχόντων κτιρίων, που στεγάζουν άλλες λειτουργίες, σε μουσεία. Τέλος, οι ανάγκες εκσυγχρονι σμού των παλιών μουσείων τα οδήγησαν σε επεκτάσεις και σε επαναπρογραμ ματισμό, για να ανταποκριθούν σε νέες λειτουργίες. Η μελέτη των κτιρίων των μουσείων, είτε πρόκειται για νέο κτίριο είτε για προσθήκη ή επέμβαση σε υπάρχον, προϋποθέτει ένα μουσειολογικό πρόγραμμα, με σκοπό την οργάνωση και τον συντονισμό της διαδικασίας μελέτης και της εφαρμογής της.
ι
1
1 1 i
119
�M§j§t�mm�sι%,WNl.%-���-�:m.,uimm.@@1w��1�'mkτ�m:r��mJί1�@�WW�t�t@�i���¼.'%"'s)������mϊ@�� :
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Απάντηση στην Άσκηση Αυtοαξιολόγησης Άσκηση Αυτοαξιολόyησηc; 1 Γλυπτοθήκη Μονάχου: Εθνική Πινακοθήκη Βερολίνου: Guggenheim Bilbao: Staatsgalerie Στουτγάρδης: Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθήνας: Vitra Design Museum:
Ρομαντικός κλασικισμός Μοντερνισμός Αποδόμηση Μεταμοντέρνο Ρομαντικός κλασικισμός Αποδόμηση
Απαντήσεις σε Δραστηριότητες Δραστηριότητα 1 Παρατηρούμε ότι το Βρετανικό Μουσείο είναι ένα «κλειστό» κτίριο, με τοίχους που έχουν μικρά ανοίγματα και ύφος σοβαρό και επίσημο ως προς τα χρώματα και τα υλικά που έχουν χρησιμοποιηθεί. Η όψη είναι οργανωμένη συμμετρικά γύρω από την κεντρική είσο δο, όπου διακρίνουμε μια στοά με κιονοστοιχίες. Αντίθετα, το Κέντρο Pompidou είναι ένα «ανοιχτό» κτίριο προς την πόλη, με μεγάλες τζαμαρίες, χαρούμενο ύφος και χαρακτηρίζε ται από πολυχρωμία, όπως ένα τεράστιο παιχνίδι.
Δραστηριότητα 4 ΜΟΥΣΕΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ • Έλλειψη αποθηκευτικών χώρων επιμέλειας • Έλλειψη εκθεσιακών χώρων
ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΑΓΟΡΑΣ
• Υποβαθμισμένη εικόνα • Έλλειψη χώρων εξυπηρέτησης • Δυσκολία κυκλοφορίας
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ
/
• Βελτίωση κυκλοφορίας Κύρια πρόσβαση Άτομα με ειδικές ανάγκες Κυκλοφορία στους εκθεσιακούς χώρους • Αύξηση εκθεσιακών χώρων • Νέοι χώροι εξυπηρέτησης πελατών (εστιατόριο, πωλητήριο κ.λπ.) • Βελτίωση εικόνας, δημοσιότητα, ειδικές εκθέσεις
120
1
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ
• Σεβασμός στη μορφή του κτιρίου • Δυνατότητα διάκρισης παλιού-νέου • Ανάγκη για νέα, βελτιωμένη εικόνα του μουσείου
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Δραστηριότητα 5 Παρακάτω βλέπετε τρεις σχεδιαστικές λύσεις για το υποθετικό μουσείο. Η πρώτη περι λαμβάνει τρεις μικρές προσθήκες στο βόρειο μέρος του κτιρίου, ώστε η κυκλοφορία να γίνεται περιμετρικά. Στη δεύτερη λύση, η ροτόντα συνδέεται και με τις τέσσερις πτέρυγες με φαρδείς διαδρόμους σε σχήμα σταυρού, μέσα από τον οποίο διευκολύνεται η κυκλο φορία. Στην τρίτη, η αυλή, που αποκτά οροφή, περιλαμβάνεται στη σχεδιαστική πρόταση και ενσωματώνεται στους κύριους χώρους του μουσείου. Και στις τρεις περιπτώσεις, το κτίριο (γ) επεκτείνεται προς τα αριστερά. Οι δικές σας λύσεις μπορεί, ωστόσο, να είναι εντελώς διαφορετικές.
ο
Υ
...
ΕΙΣΟΔΟΣ
δ
δ
Υ
β
ο
ο
ΕΙΣΟΔΟΣ
ΕΙΣΟΔΟΣ
...
121
ΜΕΡΟΣΒ' ΣΥΛΛΟΓΕΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΕΙΑ ΣΤΟΝ ΕΛΛΑΔΙΚΟ ΧΩΡΟ
Α.Γκαζή
1 ΚΕΦΑΛΑΙΟ
1
ΣΥΛΛΟΓΕΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΕΙΑ ΣΤΟΝ ΕΛΛΑΔΙΚΟ ΧΩΡΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΩΣ ΤΙΣ ΜΕΡΕΣ ΜΑΣ Ο σκοπός αυτού του κεφαλαίου είναι τριπλός: να εμβαθύνει στις έννοιες συλ λογή και μουσείο, ώστε να σας εξοικειώσει περισσότερο με τη σωστ11 χρήση τους να σας υπενθυμίσει πώς αυτοί οι δύο όροι διαμορφώθηκαν μέσα στους αιώνες και, τέλος, να παρουσιάσει αναλυτικότερα την εξέλιξη των συλλογών και των μουσείων στον ελλαδικό χώρο από την Αρχαιότητα ως τις μέρες μας. Όταν θα έχετε ολοκληρώσει τη μελέτη αυτού του κεφαλαίου, θα είστε σε θέση να: • διακρίνετε και να εξηγείτε τη διαφορά μεταξύ συλλογής και οργανωμένου μουσείου· • περιγράφετε τα βασικά χαρακτηριστικά του σύγχρονου μουσείου· • αναφέρετε τους κυριότερους σταθμούς στην εξέλιξη των ελληνικών μουσείων· • συνοψίζετε τις σύγχρονες τάσεις στον χώρο των ελληνικών μουσείων· • σκιαγραφείτε την προσωπικότητα ενός σύγχρονου ιδιώτη συλλέκτη· • σχολιάζετε τα νομικά προβλήματα που υπάρχουν ως προς τη συγκρότηση ιδιω τικών συλλογών τέχνης • αναφέρετε τουλάχιστον 15 παραδείγματα σύγχρονων συλλογών και μουσείων στη χώρα μας. • • • • • • • • • •
Συλλογή Επιλογή Πολιτισμική αξία Cabinets des curiosites Μουσείο Κατηγορίες και τύποι μουσείων Έκθεση Ιδιωτικές συλλογές και ιδιώτες συλλέκτες Αρχαιοκαπηλία Παράνομο εμπόριο έργων τέχνης
Το κεφάλαιο αυτό περιλαμβάνει 10 ενότητες. Οι ενότητες 5.1 και 5.2 έχουν σκοπό να ορίσουν τις έννοιες συλλογή και μουσείο, βοηθώντας σας να εμβαθύνετε σε αυτές. Η ενότητα 5.3 συνοψίζει τα βασικότερα σημεία της εξέλιξης των μουσεί ων σε παγκόσμιο επίπεδο, όπως τα μελετήσατε στο κεφάλαιο 1. Στην ενότητα 5.4
Σκοπός
Προσδοκώμενα Αποτελέσματα
Έννοιες Κλειδιά
Εισαγωγικές Παρατηρήσεις
125
����%®Mffi'OOW�@M���%%-,,"'WOO't'tN:%:
σκιαγραφείται η ανάπτυξη των συλλογών και των πρώιμων μουσείων κατά την ελ ληνική Αρχαιότητα, ενώ η ενότητα s:s παρουσιάζει παραδείγματα δημόσιων και ιδιωτικών συλλογών κατά τη βυζαντινή περίοδο. Στην ενότητα 5.6 εξετάζονται οι προσπάθειες για τη διαφύλαξη αρχαιοτήτων και τη συγκρότηση των πρώτων συλ λογών κατά την προεπαναστατική περίοδο, αλλά και κατά τη διάρκεια της Επα νάστασης του 1821. Στη συνέχεια (ενότητα 5. 7) σχολιάζεται η ανάπτυξη ιδιωτικών συλλογών κατά τον 190 αιώνα. Στις ενότητες 5.8 και 5.9 παρουσιάζεται διεξοδικά η εξέλιξη των μουσείων στην Ελλάδα του 19ου και του 20ού αιώνα και το κεφά λαιο ολοκληρώνεται με μια συζήτηση για την ανάπτυξη των ιδιωτικών συλλογών κατά τη διάρκεία του 20ού αιώνα στη χώρα μας ( ενότητα 5.10).
126
1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Ενότητα 5.1
ΗΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΣΥΛΛΟΓΗΣ Σκοπός της ενότητας αυτής είναι να σας εξοικειώσει με την έννοια της συλλο γής, όπως αυτή διαμορφώθηκε μέσα στους αιώνες.
Σκοπός
Όταν θα έχετε ολοκληρώσει τη μελέτη αυτής της ενότητας, θα είστε σε θέση να εξηγείτε τι διαφοροποιεί την απλή συγκέντρωση αντικειμένων από μια συλλο γή με τη σύγχρονη έννοια του όρου.
Προσδοκώμενα Αποτελέσματα
Εκ πρώτης όψεως ίσως φαίνεται ότι το περιεχόμενο του όρου συλλογή είναι εύκολο να οριστεί. Πρόκειται, οπωσδήποτε, για συγκέντρωση αντικειμένων. Τι είδους, όμως, είναι αυτή η συγκέντρωση, με ποια κριτήρια γίνεται, τι αντικείμενα περιλαμβάνει και σε τι αποσκοπεί;
Εισαγωγικές Παρατηρήσεις
Δραστηριότητα 1 /Κεφάλαιο 5
Σκεφτείτε για λίγο τις λέξεις συγκέντρωση, συσσώρευση και αποθησαύριση και προσπαθή στε να βρείτε τις ομοιότητες και τις διαφορές τους με τη λέξη συλλογή, έτσι όπως εσείς τις αντιλαμβάνεστε. Αναρωτηθείτε, επιπλέον, το εξής: Θα χαρακτηρίζατε μια απλή συσσώρευ ση αντικειμένων -ας πούμε αναμνηστικών ή διακοσμητικών- συλλογή; Και αν ναι, πώς δικαι ολογείτε τον χαρακτηρισμό αυτό; Σκοπός αυτών των ερωτήσεων είναι να προβληματιστείτε σχετικά με το περιεχόμενο της λέξης συλλογή. Σημειώστε τις σκέψεις σας σε ένα κείμενο 50 λέξεων. Θα χρειαστεί να επανέλθετε στις σημειώσεις αυτές αργότερα, όταν θα έχετε κατα νοήσει καλύτερα το περιεχόμενο που αποδίδεται στη συγκεκριμένη λέξη σήμερα.
5.1.1
Τι σημαίνει συλλογή
Σε παλιότερες εποχές συλλογή μπορούσε να χαρακτηριστεί η απλή συσσώρευ ση ή αποθησαύριση αντικειμένων, που συχνά ήταν ετερόκλητα μεταξύ τους. Με αυτή την έννοια, το φαινόμενο της συλλογής ανάγεται σε παλαιότατες φάσεις της ιστορίας του ανθρώπου και μπορεί να ανιχνευτεί στις συγκεντρώσεις αντικειμέ νων σε τάφους, ναούς και ιερά, σε δημόσια οικοδομήματα, σε ιδιωτικές κατοικίες ηγεμόνων, σε θησαυροφυλάκια εκκλησιών κ.λπ. Αυτή η αρχαιότατη παράδοση συσσώρευσης αντικειμένων εμπνεόταν στην αρ χή από θρησκευτικά και πολιτικά κυρίως και κατά δεύτερο λόγο από αισθητικά κίνητρα. Τα συσσωρευμένα αντικείμενα είχαν χαρακτήρα αφιερωματικό (ανα θήματα σε τάφους, ιερά και ναούς, εκκλησιαστικά κειμήλια), αναμνηστικό (πολε μικά λάφυρα, δώρα) ή αποθησαυριστικό (βασιλικοί θησαυροί). Αυτού του είδους οι πρώιμες συλλογές ανήκουν σε αυτό που η Susan Pearce (1992) ονομάζει αρχαϊ-
1 1
1
127
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.1
�®'ill���'¾�'1;1.1·®m@,@tb.��������$���&..�ι�����i:b��$;%%\ί,'1:ι@
κή περίοδο της συλλεκτικής ιστορίας και θα μας απασχολήσουν στις επόμενες ενότητες αυτού του κεφαλαίου. Με την πάροδο του χρόνου, όμως, οι συλλογές αντικειμένων έχασαν τον χαρα κτήρα των αναμνηστικών ή των ιερών αφιερωμάτων και άρχισαν να αποκτούν αυ τοτέλεια. Σταδιακά δηλαδή η πράξη του συλλέγειν άρχισε να θεωρείται αυτόνο μη δραστηριότητα, η οποία ικανοποιούσε οικονομικά, αισθητικά ή άλλα κριτήρια, αλλά γινόταν πάντα με κάποιο συγκεκριμένο σκοπό. Η εξελικτική αυτή πορεία θα αποτελέσει το θέμα της ενότητας 5.3. Προς το παρόν θα εξετάσουμε τι εννοού με σήμερα μιλώντας για συλλογές. Στις μέρες μας συλλογή ονομάζεται η συστηματική και επιλεκτική συγκέ ντρωση αντικειμένων που διαθέτουν κάποιο κοινό χαρακτηριστικό και η οποία γίνεται με κάποιο σκοπό - λιγότερο ή περισσότερο συγκεκριμένο. Δεν πρόκειται για απλή συσσώρευση ή αποθησαύριση αντικειμένων, αλλά για συνειδητή πράξη επιλογής. Δύο είναι οι έννοιες-κλειδιά που μας ενδιαφέρουν ως προς τη δημιουργία μιας συλλογής: 1. Η επιλογή εκ μέρους του συλλέκτη των αντικειμένων που θα περιλάβει στη συλλογή του. Αυτή η επιλογή γίνεται σύμφωνα με κάποιο προκαθορισμένο κριτήριο, το οποίο -όπως θα διαπιστώσετε παρακάτω- μπορεί να είναι αισθη τικό, συναισθηματικό, οικονομικό κ.λπ. 2. Η πολιτισμική αξία που αποδίδεται -τόσο από τον ίδιο τον συλλέκτη όσο και από την κοινωνία όπου ζει- στα συλλεγόμενα αντικείμενα. Όπως θα δείτε στις επόμενες ενότητες, κάθε περίοδος της ιστορίας των συλλογών χαρακτηρίζεται από την προτίμηση στη συλλογή μιας συγκεκριμένης κατηγορίας αντικειμέ νων, στα οποία η κοινωνία της εποχής αποδίδει -για διαφορετικούς λόγους κάθε φορά- ιδιαίτερη σημασία. Συλλέγοντας επομένως τα συγκεκριμένα αντι κείμενα, ο συλλέκτης αποκτά κοινωνική καταξίωση, στοιχείο που; όπως θα φανεί παρακάτω, συγκαταλέγεται μεταξύ των βασικών κινήτρων για τη δημι ουργία μιας συλλογής.
Ι>
Δραστηριότητα 2/Κεφάλαιο 5 Με βάση όσα μάθατε έως εδώ, απαντήστε στην ερώτηση: Σε τι διαφέρει η απλή συσσώ ρευση αντικειμένων από τη συλλογή; Γράψτε την απάντησή σας σε δύο παραγράφους περίπου 80 λέξεων και έπειτα συγκρίνετέ τη με το κείμενο που συντάξατε στο πλαίσιο της Δραστηριότητας 1.
Ι>
128
Δραστηριότητα 3/Κεφάλαιο 5 Υπό το πρίσμα όσων μάθατε ως τώρα, φέρτε στον νου σας μια βοτανική συλλογή που βρί σκεται στην κατοχή ενός επιστημονικού ιδρύματος και μια συλλογή πωμάτων από μπου κάλια μπίρας που έχει ένας έφηβος. Σκεφτείτε πώς συγκρίνονται αυτές οι δύο συλλογές· ποια είναι τα κοινά τους στοιχεία και ποια τα στοιχεία που τις διαφοροποιούν; Γράψτε τις σκέψεις σας σε δύο παραγράφους 200 λέξεων. Θα βρείτε τη δική μας απάντηση στο Πα ράρτημα, στο τέλος του κεφαλαίου.
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.1
�<®m:�rs.."'�""t>"WΨ.J��@½,�::i�:,m;;mi��W'JΞW:t��Έ"il'1?�1'";�'*�ff�:©tWm��t{�������ι;:,;:;N:t1
5.1.2
Κ Ε φ Α ΛΑ I Q
Κίνητρα για τη δημιουργία συλλογών
Τα κίνητρα που οδηγούν στη δημιουργία μιας συλλογής είναι πολλά και ποικί λα. Εξίσου πολλοί είναι και οι τύποι των συλλογών. Υπάρχουν συλλογές που οφείλουν τη δημιουργία τους στην επιθυμία για έρευνα και μελέτη, άλλες που οφείλονται σε κάποια συναισθηματική ανάγκη του συλλέκτη, συλλογές που δημι ουργούνται ως ένδειξη κοινωνικής ανόδου, άλλες που σχηματίζονται επειδή θεω ρούνται καλή οικονομική επένδυση κ.ο.κ. Αυτό που πρέπει να συγκρατήσετε είναι ότι από τη στιγμή που σχηματίζεται μια συλλογή, ο κάτοχός της διακατέχεται από την επιθυμία να τη δείξει και σε άλ λους ανθρώπους, επιζητώντας τον θαυμασμό, την έγκριση ή την κοινωνική κατα ξίωση. Η κοινωνική καταξίωση, ειδικότερα, είναι το κίνητρο που οδηγεί στη δω ρεά πολλών ιδιωτικών συλλογών σε κάποιο μουσείο (είτε όσο ο συλλέκτης βρί σκεται εν ζωή είτε μετά τον θάνατό του). Σε αυτή την επιθυμία οφείλεται η δικαί ωση του συλλέκτη ως κοινωνικού όντος και η απαρχή πολλών μουσείων. Όπως επισημαίνει ο John Elsner (1994, σ. 155), η συλλογή είναι η δυναμική που δίνει στο μουσείο την οντότητά του, συλλογή είναι η διαδικασία της δημιουργίας του μουσείου. Τα λόγια αυτά θα σας βοηθήσουν να κατανοήσετε καλύτερα τη συζήτη ση για τους Έλληνες συλλέκτες του 20ού αιώνα στην ενότητα 5.10.
<Ι
Δραστηριότητα 4/Κεφάλαιο 5 Στον κοινωνικό σας περίγυρο θα υπάρχουν σίγουρα κάποια άτομα που έχουν στην κατοχή τους μία ή περισσότερες συλλογές (π.χ. κούκλες, γραμματόσημα, κάρτες, προγράμματα θεατρικών παραστάσεων, γεωλογικά δείγματα κ.λπ.). Καταγράψτε αυτές τις συλλογές σε μια λίστα και προσπαθήστε να τις κατατάξετε κατά είδος. Προχωρήστε έπειτα στη μελέτη της υποενότητας 5.1.3.
5.1.3
Τύποι συλλογών
Στο σημείο αυτό είναι χρήσιμο να δούμε μαζί ορισμένους τύπους συλλογών όπως τους ορίζουν δύο ερευνήτριες διεθνούς κύρους. Η Alma Wittlin, στην παλιά αλλά κλασική μελέτη της The Museum. Its Hίstory and ίts Tasks ίn Educatίon (1949), διακρίνει έξι τύπους συλλογών: 1. Συλλογές οικονομικής αποθησαύρισης: Για παράδειγμα, συλλογές που δημι ουργούνται από πολεμικά λάφυρα. 2. Συλλογές κοινωνικού γοήτρου: Για παράδειγμα, συλλογές έργων τέχνης από άτομα που έχουν πλουτίσει πρόσφατα και προσπαθούν με αυτό τον τρόπο να αποκτήσουν το κοινωνικό γόητρο που δεν έχουν. 3. Μαγικές συλλογές: Σε αυτή την κατηγορία υπάγονται οι συλλογές εκκλησιαστι κών λειψάνων σε ναούς και μοναστήρια. 4. Συλλογές ως έκφραση υποταγής σε μια ομάδα: Για παράδειγμα, η συλλογή πο δοσφαιρικών εμβλημάτων στο δωμάτιο ενός εφήβου.
1
1
129
�_tw
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.1
'*'���'¾¾§1©[email protected] l �@illM!Ji��®,.."1:.'§\����
5. Συλλογές ως αποτέλεσμα περιέργειας και έρευνας: Σε αυτή την κατηγορία μπορούν να καταταγούν, για παράδειγμα, συλλογές εθνογραφίας, βοτανολο γίας κ.λπ. 6. Συλλογές έργων τέχνης με σκοπό την αισθητική απόλαυση: Πρόκειται για συλ λογές που δημιουργούνται με βάση το αισθητικό κριτήριο του συλλέκτη. Όπως θα διαπιστώσετε στις επόμενες ενότητες, αυτές οι κατηγορίες βοηθούν κυρίως όσον αφορά την κατάταξη των παλαιότερων χρονικά συλλογών, δεν εί ναι όμως σε καμία περίπτωση απόλυτες. Η Susan Pearce (1992), η σημαντικότερη σύγχρονη ερευνήτρια της ιστορίας και της κοινωνιολογίας των συλλογών, διακρίνει τρεις κύριους τύπους συλλογών: 1. Αναμνηστικές συλλογές (σουβενίρ): Αποτελούνται από αντικείμενα που είναι συνήθως ετερόκλητα μεταξύ τους, αλλά αποκτούν συλλεκτική αξία μέσω του συσχετισμού τους με την προσωπική ιστορία κάποιου συγκεκριμένου προσώ που ή μιας ομάδας ανθρώπων. Τέτοια αναμνηστικά αντικείμενα συνήθως κρίνονται άξια να παρουσιαστούν στο κοινό μόνο στο πλαίσιο μια ιστορικής έκθεσης (δηλαδή όταν μπορούν να συσχετιστούν με κάποιο ιστορικό πρόσω πο ή γεγονός). 2. Φετιχιστικές συλλογές: Πρόκειται για συλλογές που χαρακtηρίζονται από την έλλειψη κάποιας λογικής αιτιολογίας. Τα αντικείμενα συγκεντρώνο νται, επειδή εξασκούν κάποια ακαταμάχητη γοητεία στον συλλέκτη, ο οποί ος διακατέχεται από μια σχεδόν καταναγκαστική επιθυμία να αποκτά όλο και περισσότερα δείγματα της ίδιας κατηγορίας. Μπορούμε να πούμε ότι εδώ το υποκείμενο (δηλαδή ο συλλέκτης) είναι κατά κάποιο τρόπο «υπό δουλο» στα αντικείμενα. Τα αντικείμενα που υπάγονται σε αυτό τον τύπο συλλογής συνήθως δεν εκτίθενται στο κοινό των μουσείων, εκτός κι αν μπο ρούν να ενταχθούν σε κάποια ιστορική έκθεση (όπως άλλωστε και αυτά της κατηγορίας 1). 3. Συστηματικές συλλογές: Είναι οι συλλογές στις οποίες είναι έκδηλη η έννοια της επιλογής, που αναφέραμε παραπάνω. Εδώ τα συγκεκριμένα αντικείμενα που αποτελούν τη συλλογή έχουν επιλεγεί συνειδητά ως τυπικά, αντιπροσω πευτικά δείγματα μιας κατηγορίας αντικειμένων (τέτοια είναι, για παράδειγ μα, τα αντικείμενα που απαρτίζουν μια βοτανική συλλογή). Η συστηματική συλλογή χαρακτηρίζεται από τις έννοιες της οργάνωσης και της ταξινόμη σης, έννοιες βασικές -όπως θα δούμε στην επόμενη ενότητα- για την εύρυθ μη λειτουργία κάθε σύγχρονου μουσείου. Ο σχηματισμός μιας συλλογής είναι δυνατόν να συνδυάζει στοιχεία και από τις τρεις παραπάνω κατηγορίες. Γι' αυτό είναι σκόπιμο να τονίσουμε ξανά ότι αυτού του είδους οι κατατάξεις δεν είναι σε καμία περίπτωση απόλυτες και προφανώς δεν καλύπτουν όλες τις πιθανές περιπτώσεις. Αποτελούν απλώς ένα ερευνητικό εργαλείο, το οποίο διευκολύνει τη μελέτη του κοινωνικού φαινομέ νου που ονομάζεται συλλογή. Παράλληλα σας βοηθούν να κατανοήσετε καλύ τερα τα διάφορα στάδια που πέρασαν οι συλλογές από την απαρχή τους ως τις μέρες μας.
130
1
ί::ΝΟΤΗ, Α 5.1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Άσκηση Αυτοαξιολόyησηc; 1 /Κι:φάλαιο 5 Επιστρέψτε τώρα στη Δραστηριότητα 3 και αντιστοιχίστε τις δύο συλλογές στις οποίες αναφερθήκαμε με τις αντίστοιχες κατηγορίες συλλογών που διακρίνει η Susan Pearce. Βοτανική συλλογή πανεπιστημιακού ιδρύματος Συλλογή πωμάτων μπίρας ενός εφήβου
<Ι
Αναμνηστική συλλογή Συστηματική συλλογή
Θα βρείτε τη δική μας απάντηση στο Παράρτημα, στο τέλος του κεφαλαίου.
Δραστηριότητα 5/Κι:φάλαιο 5 Επιστρέψτε τώρα στη Δραστηριότητα 4 και επιχειρήστε μια νέα κατάταξη των γνωστών σας συλλογών κατά τύπους, με βάση τα όσα μάθατε στην υποενότητα 5.1.3. Συγκρίνετε τις δύο απαντήσεις.
<Ι
Μελετώντας τον παρακάτω Πίνακα, θα μπορέσετε να ανακεφαλαιώσετε όσα αναλύσαμε μέχρι εδώ.
Πίνακας 1
Παρατηρήσεις στην έννοια της συλλογής 1. Σε παλαιότερες εποχές οι συλλογές ήταν συνήθως μια απλή συγκέντρω ση αντικειμένων, η οποία δεν υπαγορευόταν πάντα από κάποιο συγκε κριμένο λόγο. 2. Αντίθετα σήμερα, η συλλογή είναι μια συνειδητή διαδικασία, η οποία προϋποθέτει τη συστηματική εκ μέρους του συλλέκτη επιλογή αντικειμέ νων που ικανοποιούν κάποιες συγκεκριμένες ανάγκες και πληρούν ορι σμένα προκαθορισμένα κριτήρια. 3. Βασικές για τη σύγχρονη συλλογή είναι οι έννοιες της επιλογής, της απο διδόμενης� αντικείμενα πολιτισμικής αξίας και της οργάνωσης. 4. Τα κίνητρα για τη δημιουργία συλλογών μπορεί να είναι αισθητικά, οι κονομικά, συναισθηματικά ή άλλα. Σε πολλές περιπτώσεις ισχυρό κίνη τρο είναι η κοινωνική καταξίωση του συλλέκτη. Δραστηριότητα 6/Κι:φάλαιο 5 Ανατρέξτε τώρα στην αρχή της ενότητας και με βάση όσα μάθατε μέχρι εδώ μελετήστε ξανά τα ερωτήματα της Δραστηριότητας1. Γράψτε την απάντησή σας σε μια παράγραφο 100 λέξεων. Θα βρείτε τη δική μας απάντηση στο Παράρτημα, στο τέλος του κεφαλαίου.
<Ι
Ως επίλογο αυτής της ενότητας είναι χρήσιμο να θυμάστε τα λόγια ενός κατα ξιωμένου Έλληνα μουσειολόγου: Η ιδιωτική συλλογή στηρ{ζεται στις δυνατότητες, οικονομικές και πνευματι κές, ενός προσώπου και αντικαθρεφτ{ζει την παιδε{α και τα ενδιαφέροντά
131
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.1 _________________,.��
του (φιλότεχνα ή κερδοσκοπικά). Αποτελεί προσωπική περιουσία και η τύ χη της εξαρτάται από τη θέληση του δημιουργού της. Οι έννοιες «έκθεση-κοι νό», «επιστημονική έρευνα», «μονιμότητα» ήταν και συνεχίζουν να παραμέ νουν ξένες για τις ιδιωτικές συλλογές. Η συνηθέστερη κατάληξή τους είναι η πώληση και ο διασκορπισμός. Η ευτυχέστερη, η μετατροπή τους σε μουσείο (Παπαδόπουλος, 1978).
132
1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Ενότητα 5.2
Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ Σκοπός αυτής της ενότητας είναι να σας εξοικειώσει με την έννοια του μουσεί ου, έτσι όπως αυτή διαμορφώθηκε μέσα στους αιώνες.
Σκοπός
Όταν θα έχετε ολοκληρώσει τη μελέτη αυτής της ενότητας, θα είστε σε θέση να: • προσδιορίζετε το περιεχόμενο του όρου μουσείο· • αναφέρετε τα κυριότερα χαρακτηριστικά του.
Προσδοκώμενα Αποτελέσματα
5.2.1
Ιστορική αναδρομή στην εξέλιξη ,,,. ,,,. του ορου μουσειο
Πολλά από τα στοιχεία αυτής της ενότητας σας είναι ήδη γνωστά από το κεφά λαιο 1 (βλ. υποενότητα 1.1.2 και ενότητα 1.2). Θεωρούμε, ωστόσο, χρήσιμο να τα επαναλάβουμε ως ένα βαθμό, πριν περάσουμε στο κυρίως θέμα αυτού του κεφα λαίου, που είναι η εξέλιξη των μουσείων στον ελλαδικό χώρο. Ο όρος μουσείο κατάγεται από την αρχαία Ελλάδα. Θα πρέπει όμως ευθύς εξαρχής να σημειώσουμε κάτι βασικό: Το νοηματικό περιεχόμενο της λέξης στην αρχαία Ελλάδα ήταν αρκετά διαφορετικό από το σημερινό. Για τους αρχαίους Έλληνες μουσείον ήταν το τέμενος των Μουσών, δηλαδή ένας τόπος αφιερωμέ νος στη λατρεία τους. Μουσείον, κατ' επέκταση, ήταν ο χώρος όπου καλλιεργού νταν οι τέχνες, η φιλοσοφία, η ποίηση και γενικά κάθε πνευματική ασχολία την οποία προστάτευαν οι Μούσες. Με αυτή την έννοια είναι χαρακτηριστικό ότι τό σο η Ακαδημία του Πλάτωνα όσο και η περιπατητική σχολή του Λυκείου του Αρι στοτέλη, δηλαδή δύο χώροι αφιερωμένοι στη μάθηση, είχαν ως κέντρο ένα ιερό των Μουσών. Τόπος λατρείας των Μουσών με την ευρύτερη έννοια ήταν και το γνωστό Μουσείο της Αλεξάνδρειας, για το οποίο θα γίνει ιδιαίτερος λόγος παρα κάτω. Παρεμφερές ήταν το περιεχόμενο του όρου και στα λατινικά, όπου η λέξη museum υπονοούσε κυρίως χώρους φιλοσοφικών συζητήσεων. Επομένως, στην Αρχαιότητα ο όρος μουσείο δεν συνδεόταν ούτε και προϋ πέθετε την ύπαρξη κάποιας συλλογής υλικών αντικειμένων, κάτι που σήμε ρα αποτελεί την ίδια την ουσία του. Ο συσχετισμός της λέξης μουσείο με τη συλλογή αντικειμένων, συσχετισμός τό σο αυτονόητος στην εποχή μας, αρχίζει μόνο κατά την εποχή της Αναγέννησης. Τότε δημιουργούνται οι πρώτες μεγάλες συλλογές στις πριγκιπικές και τις βασιλι κές αυλές της Ευρώπης. Ωστόσο, εκείνη την εποχή η λέξη μουσείο παρέπεμπε πε ρισσότερο στον πλούτο μιας συλλογής παρά σε ένα συγκεκριμένο κτίριο.
1
133
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.2 ��!%W'%
�����9*-��1αι�'W;:'4Μ�
Κατά την εποχή του Διαφωτισμού (17ος-αρχές 18ου αι.), ο όρος μουσείο απο κτά εγκυκλοπαιδική χροιά και χρησιμοποιείται σε τίτλους βιβλίων για να δηλώ σει την πληρότητα της πραγμάτευσης ενός θέματος. Π.χ. το Museum Metallίcum, που εκδόθηκε γύρω στο 1600, υποτίθεται ότι περιείχε όλες τις ως τότε γνωστές πληροφορίες για τα μέταλλα, το Museum Museorum, που κυκλοφόρησε το 1704, ήταν μια επισκόπηση όλων των υλικών που χρησιμοποιούσαν οι φαρμακοποιοί κ.ο.κ. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο συσχετισμός της λέξης μουσείο με ένα κτίριο που εί χε συγκεκριμένο σκοπό τη στέγαση κάποιας συλλογής, δηλαδή αυτό που πρώτο έρχεται σήμερα στον νου με την αναφορά στη λέξη, εμφανίζεται μόλις στις αρχές του 18ου αιώνα. Η χρήση του όρου με τη σημερινή του έννοια καθιερώνεται κατά τον 190 αιώ να, οπότε μουσείο αρχίζει να θεωρείται κάθε χώρος κατάλληλος για τη φύλαξη τοπικών αρχαιοτήτων και άλλων αντικειμένων με ενδιαφέρον, με απώτερο σκοπό τη διδαχή και την αναψυχή του λαού.
5.2.2
Τι σημαίνει μουσείο σήμεfiα
Σχόλιο Μελέτης Ανατρέξτε στην υποεvότητα 1.1.3 και μελετήστε ξανά με προσοχή τον ορισμό του μουσείου που έχει δοθεί από το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων (ICOM, 1995). Φέρτε ακόμα στον νου σας και άλλους σύγχρονους ορισμούς που εξετάσαμε. Θα παρατηρήσατε ίσως ότι η έννοια του μουσείου, όπως ορίζεται σήμερα, εί ναι πολύ ευρεία και ενδεχομένως κάπως ασαφής. Πράγματι, η σύγχρονη εκδοχή του μουσείου είναι δυνατόν να περιλαμβάνει οργανισμούς αρκετά ανόμοιους με ταξύ τους, όπως: • φυσικά, αρχαιολογικά και εθνογραφικά μνημεία και θέσεις • ιστορικά μνημεία • χώρους που έχουν μουσειακό χαρακτήρα • φυσικά πάρκα, βοτανικούς και ζωολογικούς κήπους και μουσεία φυσικής ιστορίας • πλανητάρια • αρχεία και βιβλιοθήκες που διατηρούν κάποια μόνιμη έκθεση. Απαραίτητη προϋπόθεση για να χαρακτηριστεί ένας από τους παραπάνω ορ γανισμούς μουσείο είναι να επιτελεί ορισμένες βασικές λειτουργίες, που αφο ρούν τη διαχείριση ενός συνόλου αντικειμένων, όπως αναλύθηκαν διεξοδικά στο κεφάλαιο 2. Οι Πίνακες 2 και 3, που ακολουθούν, θα σας βοηθήσουν να ανακεφαλαιώσετε τα βασικά στάδια της εξέλιξης της έννοιας μουσείο.
134
1
----
��--
----
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.2
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Πίνακαc; 2
Η εξέλιξη του νοηματικού περιεχομένου της λέξης μουσείο από την Αρχαιότητα ως τις μέρες μας 1. ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ: Το μουσείον ως χώρος λατρείας και περισυλλογής. 2. ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ/ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΣ: Το μουσείο ως έννοια που παραπέ μπει στην πληρότητα μιας συλλογής υλικών αντικειμένων ή πληροφο ριών. 3. 18ος ΑΙΩΝΑΣ: Το μουσείο ως κτίριο για τη στέγαση μιας συλλογής. 4. 19ος ΑΙΩΝΑΣ: Το μουσείο ως χώρος διατήρησης της πολιτιστικής κλη ρονομιάς. 5. ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ: Το μουσείο ως ίδρυμα που διαφυλάσσει και ερευνά τον υλικό πολιτισμό προς όφελος του κοινωνικού συνόλου.
Πίνακαc; 3
Βασικά χαρακτηριστικά της λειτουργίας ενός σύvχρονου μουσείου 1. Το σύγχρονο μουσείο προϋποθέτει την ύπαρξη και τη διαχείριση κάποιας συλλογής αντικειμένων ( απόκτηση, καταγραφή, τεκμηρίωση, συντήρη ση, αποθήκευση, μελέτη, έκθεση, δημοσίευση κ.λπ.), κάτι που δεν ήταν αυτονόητο σε παλαιότερες φάσεις της ιστορικής εξέλιξης των μουσείων. 2. Βασική στις μέρες μας είναι η έννοια της μονιμότητας του μουσείου ως οργανισμού. 3. Όλες οι λειτουργίες του σύγχρονου μουσείου αποσκοπούν στο όφελος της κοινότητας την οποία υπηρετεί. Με άλλα λόγια, στις μέρες μας το μουσείο έχει έντονο κοινωνικό προσανατολισμό.
1
1
li1
135
���ffiξ\ti§,f�@R;mw_�l'lζi/����
Ενότητα 5.3
ΜΙΑ ΣΥΝΤΟΜΗ ΜΑΤΙΑ ΣΤΗΝ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΩΣ ΘΕΣΜΟΥ ΑΝΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ Σκοπός
Σκοπός αυτής της ενότητας είναι να συνοψίσει όσα εκτέθηκαν στο κεφάλαιο 1 για την ιστορική πορεία του μουσείου ως θεσμού.
Προσδοκώμενο Αποτελέσματα
Όταν θα έχετε ολοκληρώσει τη μελέτη αυτής της ενότητας, θα είστε σε θέση να αναφέρετε τους σημαντικότερους σταθμούς και τα κυριότερα χαρακτηριστικά της εξέλιξης του θεσμού του μουσείου ανά τον κόσμο.
Εισαγωγικές
Στην ενότητα αυτή θα σταθούμε σε ορισμένους απ_Q τους σημαντικότερους σταθμούς της πρώιμης συλλεκτικής ιστορίας στdνδυτικό κόσμο: στην αρχαία Ελλάδα, με τις συγκεντρώσεις αφιερωμάτων στους αρχαίους ελληνικούς ναούς και τους Θησαυρούς, στην Αλεξάνδρεια των Πτολεμαίων όπου ιδρύεται το γνω στό Μουσείον και στη Ρώμη της ελληνιστικής εποχής, όπου δημιουργούνται πολ λές δημόσιες, αλλά κυρίως ιδιωτικές συλλογές. Επειδή οι συλλογές της αρχαίας Ελλάδας και της Ρώμης θα μας απασχολήσουν εκτενώς στην ενότητα 5.4, θεω ρούμε χρήσιμη εδώ μια χρονική παρέκβαση, για να εξετάσουμε συνοπτικά τους άλλους μεγάλους σταθμούς στην ιστορία των μουσείων, ώστε να μπορέσετε αρ γότερα να εντάξετε την εξέλιξη των ελληνικών μουσείων σε ένα γενικότερο ιστο ρικό πλαίσιο. Για τις ανάγκες αυτής της ανάλυσης θα υιοθετήσουμε τη διάκριση των περιό δων που κάνει η Susan Pearce (1992, 1995), διάκριση που δεν θα πρέπει να συγχέ εται με τις ομώνυμες ιστορικές περιόδους.
Παρατηρήσεις
5.3.1
Η αρχαϊκή περίοδος
Μετά την αρχαία Ελλάδα και τη Ρώμη (οι οποίες, όπως προαναφέρθηκε, θα εξεταστούν διεξοδικά στην επόμενη ενότητα), θα σταθούμε στην περίοδο του Με σαίωνα στον ευρωπαϊκό χώρο. Είδαμε ήδη (υποενότητα 1.2.2) ότι κατά τη διάρ κεια του Μεσαίωνα κύριος φορέας συλλογής αντικειμένων ήταν η Εκκλησία, η οποία έπαιζε κατά κάποιο τρόπο τον ρόλο του δημόσιου μουσείου, που ήταν ανοι χτό σε όλους τους πιστούς. Οι μεσαιωνικές εκκλησιαστικές συλλογές αποτελού νταν από τα πιο ετερόκλητα αντικείμενα: εκκλησιαστικά σκεύη, πολύτιμους λί θους, δώρα ηγεμόνων, διάφορα φυσικά αξιοπερίεργα (π.χ. ταριχευμένα ζώα ή απολιθώματα), κυρίως όμως λείψανα αγίων και μαρτύρων, τα οποία γίνονταν αντικείμενο θαυμασμού και προσκυνήματος λόγω των θεραπευτικών δυνάμεων
136
1
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.3
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
που συχνά τους αποδίδονταν. Πρόκειται για τον τύπο των μαγικών συλλογών που διακρίνει η Wittlin (βλ. υποενότητα 5.1.3). Σε άλλες περιοχές του κόσμου, ωστόσο, παρόμοιες συγκεντρώσεις αντικειμέ νων είχαν ήδη αρχίσει πολύ νωρίτερα. Στον ισλαμικό κόσμο, μεταξύ του 6ου και του 8ου αιώνα μ.Χ., δημιουργούνται συλλογές που έχουν κυρίως θρησκευτικό χα ρακτήρα, ενώ αντίστοιχες συλλογές δημιουργούνται και στην Άπω Ανατολή. Στην Κίνα, για παράδειγμα, κάποιοι αυτοκράτορες μεριμνούν για τη στέγαση των συλ λογών τους σε ειδικούς χώρους, ενώ στην Ιαπωνία χτίζεται τον 80 αιώνα το πρώτο ίσως κτίριο στον κόσμο που προοριζόταν για τη στέγαση μιας συλλογής.
5.3.2
Η πρώιμη μοντέρνα περίοδος; (15ος;-17ος; αιώνας;): το ιδιωτικό μουσείο
Ο θεσμός του μουσείου, με τη σύγχρονη, ευρεία έννοια, γεννήθηκε γύρω στα μέσα του 15ου αιώνα στις πόλεις και στις βασιλικές αυλές της αναγεννησιακής Ιταλίας. Είναι η εποχή κατά την οποία η συλλεκτική δραστηριότητα αποκτά την αυτοτέλεια στην οποία αναφερθήκαμε στην προηγούμενη ενότητα. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι ακριβώς εκείνη την εποχή δημιουργούνται δύο νέες λέξεις για να εκφράσουν την έννοια του μουσείου: Η πρώτη είναι η λέξη galleria (gallery), η οποία χαρακτηρίζει μια μεγάλη μακρόστενη αίθουσα, φωτισμένη από το πλάι, που προοριζόταν κυρίως για την έκθεση πινάκων ζωγραφι-κής και γλυπτών. Η δεύτερη είναι η λέξη gabinetto (cabinet), ένα τετράγωνο συνήθως δωμάτιο, γεμά το ταριχευμένα ζώα, βοτανικά δείγματα, έργα μικροτεχνίας και άλλα αξιοπερίερ γα αντικείμενα. Θα πρέπει, βέβαια, να τονίσουμε ότι οι συλλογές αυτών των δύο τύπων αποτελούσαν αποκλειστική ενασχόληση της αριστοκρατίας και συνήθως δεν ήταν προσιτές στο κοινό. Κατά την περίοδο της Αναγέννησης δημιουργούνται οι πρώτες επιστημονικές συλλογές, με έμφαση -ιδιαίτερα κατά τον 160 αιώνα- στις συλλογές φυσικής ιστο ρίας (βλ. και υποενότητα 1.2.2), Την ίδια εποχή, το 1565, δημοσιεύεται το παλιό τερο γνωστό μουσειολογικό κείμενο, έργο του φυσικού Samuel Quiccheberg, με συμβουλές για τη συγκρότηση και την ταξινόμηση της ιδανικής συλλογής. Κατά τον 160 αιώνα συναντάμε επίσης την πρώτη καταγραμμένη χρήση του όρου μου σείο για την περιγραφή μιας συλλογής και συγκεκριμένα αυτής του Λαυρέντιου του Μεγαλοπρεπή των Μεδίκων. Κατά τη διάρκεια των δύο επόμενων αιώνων, του 17ου και του 18ου, εξαπλώ νονται οι ιδιωτικές συλλογές, που αποτελούνται από διάφορα αξιοπερίεργα αντι κείμενα (φυσικά ή τεχνητά) και γίνονται γνωστές ως cabinets des curiosites στα γαλλικά, Kammern ή Κabinets στα γερμανικά. Το κύριο χαρακτηριστικό εκείνης της περιόδου είναι ότι υπό την επίδραση των αρχών του Διαφωτισμού για την εφαρμογή επιστημονικών μεθόδων στη μελέτη των φυσικών φαινομένων οι συλλογές παύουν να αποτελούν ένα αδιαφοροποίητο σύνολο αξιοπερίεργων αντικειμένων και αρκετές αρχίζουν πλέον να ταξινομού νται. Εκδίδονται μάλιστα και τα πρώτα σχετικά εγχειρίδια, όπως εκείνο του
1 �
111 η�
137
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.3
Casper Neikelius με τίτλο Museographίa (Λειψία, 1727), που πραγματευόταν θέ ματα όπως την ταξινόμηση και τη φροντίδα των συλλογών, περιείχε πηγές εμπλουτισμού των συλλογών κ.λπ. Βλέπουμε, δηλαδή, ότι η συλλεκτική δραστη ριότητα αρχίζει να εξελίσσεται σε μια ολοένα πιο συνειδητή διαδικασία.
5.3.3
Η κυρίως μοντέρνα περίοδος (18ος-αρχές 20ού αιώνα): το δημόσιο μουσείο
Ο 18ος αιώνας σηματοδοτεί μια μεγάλη αλλαγή στη φιλοσοφία του θεσμού του μουσείου: Το μουσείο παύει να είναι υπόθεση των λίγων, είτε επρόκειτο για αρι στοκράτες είτε για φυσιοδίφες ή για επιστήμονες, και αρχίζει να απευθύνεται σε ένα ευρύτερο κοινό. Είναι η περίοδος κατά την οποία το μουσείο αρχίζει να θεω ρείται τόπος που ενθαρρύνει την εκπαίδευση και την καλλιέργεια των πολιτών. Θα πρέπει πάντως να σημειώσουμε ότι η υποδοχή του κοινού γινόταν τα πρώτα χρόνια με κάποιους περιορισμούς. Στην υποενότητα 1.2.3 είδαμε ότι τα πρώτα μεγάλα μουσεία που ιδρύθηκαν εξαρχής ως δημόσια ιδρύματα ήταν το Βρετανικό Μουσείο (1753) και το Λούβρο (1793). Εκτός από τη σταδιακή υποδοχή ευρύτερου κοινού στις αίθουσες των μουσεί ων, το άλλο βασικό χαρακτηριστικό των αρχών του 19ου αιώνα ήταν η συνειδητο ποίηση του ρόλου του μουσείου ως θεματοφύλακα των εθνικών παραδόσεων και της εθνικής ταυτότητας. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι πολλά από τα μουσεία που ιδρύθηκαν εκείνη την εποχή είχαν σκοπό τη συλλογή και τη διατήρηση της αρχαιολογικής κληρονομιάς ή την ενίσχυση της πολιτιστικής ταυτότητας των χω ρών τους (π.χ. μουσεία που ιδρύθηκαν στην Ουγγαρία το 1802, στην Τσεχοσλοβα κία το 1818 και στη Δανία το 1819). Η νέα αυτή αντίληψη για τον ρόλο του μουσεί ου μπορεί να συσχετιστεί άμεσα με την άνοδο των εθνικών απελευθερωτικών κι νημάτων, που χαρακτηρίζουν μεγάλο μέρος του 19ου αιώνα σε όλη την Ευρώπη (π.χ. Ιταλία, Ελλάδα). Την ίδια περίπου εποχή εμφανίζονται και τα πρώτα μουσεία στις Ηνωμένες Πολιτείες, με γνωστότερο εκείνο που ίδρυσε ο Charles W. Peale το 1786 στη Φι λαδέλφεια (βλ. υποενότητα 1.2.3). Στις αρχές του 19ου αιώνα ιδρύθηκαν επίσης τα πρώτα μουσεία στην Ασία (π.χ. Καλκούτα, 1814), στην Αφρική (Κέιπ Τάουν, 1825), ενώ αργότερα εμφανί στηκαν και τα πρώτα μουσεία στην Κίνα και την Ιαπωνία. Κατά το δεύτερο μισό του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα αρχίζει να δια γράφεται άλλη μια αλλαγή ως προς τη φιλοσοφία των μουσείων: Ενώ ως τότε το μουσείο είχε καθαρά εγκυκλοπαιδικό χαρακτήρα, με έμφαση κυρίως στα φυσικά αξιοπερίεργα και τις αρχαιότητες, τώρα δίνεται έμφαση στη διατήρηση και την προβολή των καταλοίπων του πιο πρόσφατου παρελθόντος. Έτσι γεννιούνται τα λαογραφικά μουσεία, με πρόδρομο το Skansen Museet, που, όπως είδαμε στην υποενότητα 1.2.4, ιδρύθηκε το 1891 από τον Σουηδό παιδαγωγό Artur Hazelius. Κατά τον Hazelius, το λαογραφικό μουσείο δεν έπρεπε να είναι απλώς μια έκθε-
138
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.3
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ση, αλλά ένα ολοκληρωμένο περιβάλλον στο οποίο θα αντιπροσωπευόταν η πολι τιστική ιστορία της περιοχής. Πρόκειται για μια φιλοσοφία που έμελλε να ασκή σει μεγάλη επίδραση στην αντίληψη για τον προορισμό των μουσείων κατά τις δε καετίες που θα ακολουθούσαν.
Το μουσείο στον 20ό αιώνα (1900-1950) Αυτό που κυρίως χαρακτηρίζει τον 20ό αιώνα είναι η ανάπτυξη νέων τύπων μουσείων, φυσικό επακόλουθο της αλλαγής στη φιλοσοφία του θεσμού του μου σείου, που ξεκίνησε, όπως είδαμε, στα τέλη του 19ου αιώνα. Το παράδειγμα του Skansen βρήκε μιμητές σε ολόκληρη τη βόρεια Ευρώπη και κυρίως στις σκανδιναβικές χώρες και στην Ολλανδία, όπου εκείνη την εποχή ιδρύθηκαν πολλά υπαίθρια μουσεία. Το χαρακτηριστικό αυτών των πρώτων υπαί θριων μουσείων ήταν η προσπάθεια να αναπαραστήσουν σε κάποιον ειδικό ανοι χτό χώρο τη ζωή μιας -αγροτικής συνήθως- κοινωνίας κάποιας παλιότερης επο χής (μέσα από τα σπίτια, τα ρούχα, τη μουσική και τους χορούς, τα έθιμα, τις δου λειές τους κ.λπ.). Βασικό στοιχείο αυτής της προσπάθειας ήταν η μεταφορά ή η κατά το δυνατόν ακριβέστερη ανάπλαση ολόκληρων κτιρίων, χαρακτηριστικών της ζωής μιας άλλης εποχής και η όσο γίνεται π.�στότερη αναπαράσταση του εσω τερικού τους (με τα έπιπλα, τα οικιακά σκεύη κ.λπ.ί,,Εξίσου βασική ήταν η ζωντα νή παρουσία ανθρώπων που, φορώντας τα ρούχα της'εJΙ;οχής, προσπαθούσαν μέ σα από επιδείξεις συγκεκριμένων εργασιών (π.χ. κατασκευής εργαλείων, κεντή ματος, χορού κ.λπ.) να παρουσιάσουν «πώς ήταν η ζωή στο παρελθόν». Το κίνητρο πίσω από τη δημιουργία των πρώτων υπαίθριων μουσείων ήταν η επιθυμία να διατηρηθεί ένας τρόπος ζωής τον οποίο η αυξανόμενη βιομηχανοποί ηση και η αστικοποίηση απειλούσαν με εξαφάνιση. Αργότερα, τα υπαίθρια μουσεία έκαναν έντονη την παρουσία τους στην Αγγλία και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ως χαρακτηριστικό σύγχρονο παράδειγμα μπορούμε να αναφέρουμε το υπαίθριο μουσείο στο Beamish στη βόρεια Αγγλία. Το Beamish είναι μια έκταση στην οποία αναβιώνει η ιστορία της περιοχής σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή, τις αρχές του 19ου αιώνα, μια περίοδο μεγάλης ακμής γι' αυτήν. Παρεμφερή με τα υπαίθρια μουσεία ως προς το περιεχόμενο, αν και πολύ δια φορετικά ως προς τη σύλληψή τους, είναι τα λεγόμενα οικομουσεία. Η έννοια του οικομουσείου, που ήταν μια από τις σημαντικότερες μουσειολογικές εξελίξεις της εποχής μας, πρωτοεμφανίστηκε στη Γαλλία τη δεκαετία του 1960. Τα οικομου σεία επιχειρούν να δώσουν στον επισκέπτη μια ολοκληρωμένη εικόνα του πολιτι σμού μιας ολόκληρης περιοχής στο κοντινό παρελθόν και το παρόν. Βασικό στοι χείο στην ανάπτυξη και τη λειτουργία του οικομουσείου είναι η ενεργός ανάμειξη των κατοίκων της περιοχής: Το οικομουσείο δεν ελέγχεται από κάποιον εξωτερι κό φορέα, αλλά εξαρτάται άμεσα από τη συμμετοχή των ντόπιων. Το άλλο βασικό του στοιχείο είναι ότι όλοι οι πόροι του βρίσκονται στον φυσικό τους χώρο, δεν έχουν δηλαδή αποσπαστεί για έκθεση από κάπου αλλού (όπως συνήθως συμβαί νει με τα υπαίθρια μουσεία).
139
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.3
Στην υποενότητα 1.2.4 είδαμε πώς η φιλοσοφία του οικομουσείου εκφράστηκε χαρακτηριστικά στο Μουσείο του Ανθρώπου και της Βιομηχανίας στο Le Creusot-Montceau-les Mines της Βουργουνδίας. Ένα άλλο χαρακτηριστικό του 20ού αιώνα είναι το ενδιαφέρον για τη διατή ρηση προβιομηχανικών εργαλείων και μηχανών. Πρόσφατο παράδειγμα αυτής της τάσης στη χώρα μας αποτελεί το υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης στη Δημη τσάνα. Πρόκειται για ένα υδροκίνητο βιοτεχνικό συγκρότημα που περιλαμβάνει έναν αλευρόμυλο, μια νεροτριβή, έναν μπαρουτόμυλο και ένα βυρσοδεψείο (βλ. και υποενότητα 5.9.4). Στον 20ό αιώνα αναπτύχθηκε επίσης το ενδιαφέρον για τη διατήρηση ολόκλη ρων προβιομηχανικών κοινοτήτων. Η ζωή μιας τέτοιας κοινότητας αναβιώνει, για παράδειγμα, στο συγκρότημα μουσείων στο Ironbridge στην Αγγλία, περιοχ11 απ' όπου ξεκίνησε η Βιομηχανική Επανάσταση (εικ.1). 1
Εικόνα 1. Ironbιidge, Α γγλία. Μεγάλη αποθήκη του 19ου αιώνα που στεγάζει σήμερα το Μουσείο του Σιδήρου Παράλληλα, αναπτύχθηκε η τάση για διατήρηση ιστορικών οικισμών ή συνό λων, επιτόπου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το Colonial Williamsbuι-g, η αναστηλωμένη πρωτεύουσα της πολιτείας της Βιρτζίνια στις ΗΠΑ κατά τον 180 αιώνα, που μελετήσαμε στην υποενότητα 1.2.4.
' Το μουσείο υλοποιήθηκε από το Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα της ΕΤΒΑ και εγκαινιάστηκε τον Σεπτέμβριο τον 1997.
140
1
ΕΝΟΤΗΤΑ �.3
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Επομένως, ο όρος μουσείο απέκτησε σταδιακά ένα πολύ διευρυμένο περιε χόμενο, με αποτέλεσμα σήμερα όχι μόνο συγκεκριμένα οικοδομήματα, αλ λά ολόκληρες περιοχές να μπορούν να χαρακτηριστούν μουσεία. Τέλος, στον 20ό αιώνα εμφανίζονται τα μουσεία τεχνολογίας και επιστημών ( εικ. 2) και πολλαπλασιάζονται τα μουσεία φυσικής ιστορίας, που είχαν εμφανι στεί τον 190 αιώνα.
Εικόνα 2. NationalAir and Space Museum, Ουάσιγκτον, ΗΠΑ Δραστηριότητα 7 /Κεφάλαιο 5 Πριν προχωρήσετε στη μελέτη της υποενότητας 5.3.4, καταγράψτε με τη μορφή σημείων τις τάσεις που χαρακτηρίζουν την ανάπτυξη των μουσείων κατά τον 20ό αιώνα. Συμβου λευτείτε και τη σχετική πραγμάτευση του θέματος στην υποενότητα 1.2.4. Έπειτα ελέγ ξτε την απάντησή σας, συγκρίνοντάς τη με τη δική μας, που παρατίθεται στο Παράρτημα, στο τέλος του κεφαλαίου.
5.3.4
Η μεταμοντέρνα περίοδος (1950 κ.ε.): το μουσείο ως πολιτιστικό κέντρο
Ο σημαντικότερος σύγχρονος σταθμός στην εξέλιξη του θεσμού είναι η προ σπάθεια οργανικής σύνδεσης του μουσείου με την κοινωνία την οποία υπηρετεί.
Θυμηθείτε πώς ορίζεται το σύγχρονο μουσείο: ως ένα ίδρυμα στην υπηρεσία της
1
141
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.3
κοινωνίας. Το μουσείο δεν είναι πλέον ένας χώρος στατικών εκθέσεων, όπου ο επισκέπτης θα πάει μία 11 το πολύ δύο φορές. Το μουσείο στις μέρες μας έχει εξε λιχθεί σε ένα πολυδύναμο πολιτιστικό κέντρο, που προσφέρει στο κοινό πλήθος εκδηλώσεων. Είναι δηλαδή ένας τόπος όπου ο επισκέπτης θα πάει και θα ξανα πάει, κάθε φορά για να δει, να ακούσει ή να κάνει κάτι διαφορετικό. Έχει γίνει πλέον συνείδηση ότι το μουσείο αποτελεί έναν από τους κατεξοχήν χώρους της διαβίου εκπαίδευσης. Με άλλα λόγια, το σύγχρονο μουσείο φιλοδοξεί να είναι ένα ζωντανό κύτταρο της κοινωνίας στην οποία ανήκει (εικ. 3).
Εικόνα 3. Κυριακ17 σε ένα μεγάλο σύγχρονο μουσείο. Το πλήθος των επισκεπτών είναι χαρακτηριστικό του ζωντανού μουσείου που έχει πάντα κάτι ενδιαφέρον να προσφέρει (NatίonalAίr and Space Mιιseum, Ουάσιγκτον, ΗΠΑ) Στο σημείο αυτό ολοκληρώθηκε η σκιαγράφηση της ιστορικής εξέλιξης των μουσείων. Πριν περάσετε στη μελέτη της επόμενης ενότητας, ανατρέξτε στους βα σικούς σταθμούς αυτής της εξέλιξης, μελετώντας τον Πίνακα 4.
Πίνακας 4
Σταθμοί στην εξέλιξη του μουσείου ως θεσμού Αρχαϊκή περίοδος • Αφιερώματα σε ναούς και ιερά • Πρώτες ιδιωτικές συλλογές έργων τέχνης • Μουσείο της Αλεξάνδρειας • Μεσαιωνικές εκκλησιαστικές συλλογές
142
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.3
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Πρώιμη μοντέρνα περίοδος (15ος-17ος αι.) • Ιδιωτικές συλλογές της Αναγέννησης • Cabinets des curiosites • Πρώτες επιστημονικές συλλογές • Έναρξη της ταξινόμησης και της οργάνωσης των συλλογών Κλασική μοντέρνα περίοδος (18ος-αρχές 20ού αι.) • Τα πρώτα δημόσια μουσεία • Το μουσείο, θεματοφύλακας των εθνικών παραδόσεων • Νέοι τύποι μουσείων • Αλλαγή της φιλοσοφίας του μουσείου Μεταμοντέρνα περίοδος (1950 κ.ε.) • Το μουσείο ως πολιτιστικό κέντρο • Το μουσείο, ζωντανό κύτταρο της κοινωνίας
<Ι
Δραστηριότητα &/Κεφάλαιο 5 Στο σημείο αυτό θα πρέπει να έχετε σχηματίσει μια σαφή εικόνα για την εξέλιξη του μου σείου ως όρου και ως θεσμού. Πριν προχωρήσετε στη μελέτη σας, καταγράψτε τα κυριό τερα χαρακτηριστικά του συγκεκριμένου θεσμού από την Αρχαιότητα ως σήμερα. Η απά ντησή σας δεν θα πρέπει να ξεπερνάει τις 500 λέξεις. Για να βοηθηθείτε, ανατρέξτε στην πραγμάτευση του θέματος στις ενότητες 5.2 και 5.3 καθώς και στους Πίνακες 3 και 4. Επί σης, στο Παράρτημα, στο τέλος του κεφαλαίου, θα βρείτε τα δικά μας σχόλια. Σκοπός αυ τής της Δραστηριότητας είναι να σας βοηθήσει να ανακεφαλαιώσετε όσα μάθατε ως εδώ για την εξέλιξη των μουσείων. Ίσως τη βρείτε λίγο δύσκολη, αλλα μην αποθαρρυνθείτε!
1
143
$¾,��'Sξ���'11¾,�'i-�¼s":,¾;&:��1%W�&,'1:��t.@:.@!%���"&�
Ενότητα 5.4
ΣΥΛΛΟΓΕΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ Σκοπός αυτής της ενότητας είναι να γνωρίσετε τους κυριότερους σταθμούς στην εξέλιξη των συλλογών και των μουσείων στον ελλαδικό χώρο κατά την Αρ χαιότητα.
Σκοπός
Όταν θα έχετε ολοκληρώσει τη μελέτη αυτής της ενότητας, θα είστε σε θέση να: • σκιαγραφείτε την ιστορική εξέλιξη των συλλογών της ελληνικής Αρχαιότητας • παρουσιάζετε τα κύρια χαρακτηριστικά τους.
Προσδοκώμενα Αποτελέσματα
Ύστερα από αυτή τη σύντομη παρέκβαση, περνάμε στο κυρίως θέμα αυτού του κεφαλαίου, που είναι η εξέταση της εξέλιξης των συλλογών και των μουσείων στον ελλαδικό χώρο από την Αρχαιότητα έως τις μέρες μας. Θα ξεκινήσουμε από την αρχαία Ελλάδα και εξετάζοντας συλλογές και μουσεία, έτσι όπως αυτά εμφα νίστηκαν σε διάφορες περιόδους της ελληνικής ιστορίας, θα φτάσουμε μέχρι τη σύγχρονη εποχή. Στο σημείο αυτό είναι απαραίτητη μια παρατήρηση: Όπως θα διαπιστώσετε, οι συλλογές που θα εξετάσουμε στις επόμενες υποενότητες δεν εντάσσονται κατά κανόνα στο πλαίσιο του όρου συλλογή με την αυστηρή έννοια, την οποία ορίσαμε στην ενότητα 5.1. Περιλαμβάνονται όμως στην ανάλυσή μας, για να αποκτήσετε σαφή εικόνα της ιστορικής εξέλιξης των συλλογών και για να κατανοήσετε πώς από τις συγκεντρώσεις αντικειμένων για λόγους θρησκευτικούς, πολιτικού γοή τρου ή αισθητικής απόλαυσης δημιουργήθηκε σιγά σιγά ο θεσμός του οργανωμέ νου μουσείου. Θα πρέπει, τέλος, να σημειωθεί ότι η ανάλυση που ακολουθεί λειτουργεί συ μπληρωματικά προς το περιεχόμενο της υποενότητας 1.2.1.
Εισαγωγικές Παρατηρήσεις
5.4.1
Συλλογές στην αρχαία Ελλάδα
Παρ' ότι η λέξη μουσείο στην Αρχαιότητα, όπως είδαμε παραπάνω, είχε δια φορετικό περιεχόμενο από αυτό που της αποδίδουμε σήμερα, ο αρχαίος κόσμος διέθετε δημόσιες συλλογές αντικειμένων που αποτελούσαν αντικείμενο θαυμα σμού για την αισθητική, την ιστορική ή τη θρησκευτική τους αξία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι αρχαίοι ελληνικοί Θησαυροί (εικ. 4), οι οποίοι εκτός από αναθήματα πόλεων στα μεγάλα πανελλήνια ιερά (Ολυμπία, Δελφούς, Δήλο) χρησίμευαν και ως τόπος συγκέντρωσης και ασφαλούς φύλαξης όλων των άλλων πολύτιμων αναθημάτων των πόλεων αυτών προς το ιερό. Ήταν κατά κάποιο τρόπο θησαυροφυλάκια.
144
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.4
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Ένα δεύτερο παράδειγμα δημόσιας συγκέντρωσης έργων τέχνης στην αρχαία Ελλάδα συναντάμε σε μια αίθουσα των Προπυλαίων της Ακρόπολης των Αθη νών, η οποία, σύμφωνα με μαρτυρία του Παυσανία, χρησιμοποιήθηκε για την έκ θεση πινάκων ζωγραφικής και είναι γνωστή σήμερα με τη συμβατική ονομασία Πινακοθήκη. Ανάλογη συγκέντρωση-συλλογή έργων ζωγραφικ11ς μαρτυρείται από τον Στράβωνα για τον μεγάλο ναό του Ηραίου της Σάμου, ο οποίος χαρακτηρίζει τον ναό πινακοθήκη, όπου είχαν τοποθετηθεί επί των ημερών του πλήθος πινάκων, και προσθέτει ότι υπ11ρχαν εκεί και άλλες πινακοθήκες και ναi'σκοι, γεμάτοι έρ γα τέχνης. Είναι γνωστ11, τέλος, η συλλεκτική δραστηριότητα του Αράτου στη Σικυώνα. Ο Πλούταρχος μας πληροφορεί ότι ο ισχυρός άνδρας της Αχαϊκής Συμπολιτείας δεν στερούνταν καλού γούστου και συνέλεγε διαρκώς έργα τέχνης υψηλής ποιό τητας. Φαίνεται, μάλιστα, ότι εκείνη την εποχή (3ος αι. π.Χ.) είχε δημιουργηθεί στη Σικυώνα μια πραγματικά δημόσια πινακοθ11κη, όπως την αντιλαμβανόμαστε σήμερα.
Εικόνα 4. Ο Θησαυρός των Αθηναίων στους Δελφούς
145
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.4
Θα παρατηρήσατε ίσως ότι οι συλλογές που μας είναι γνωστές από την αρ χαία Ελλάδα είχαν δημόσιο χαρακτήρα, δηλαδή τα συγκεντρωμένα έργα ανήκαν κατά κανόνα στην πόλη ή στο ιερό και ήταν κατά περίπτωση προσι τά μόνο στους επισκέπτες. Είναι χαρακτηριστικό ότι ιδιωτικές συλλογές εμ φανίζονται κυρίως κατά την επόμενη περίοδο που θα μας απασχολήσει, δη λαδή κατά την ελληνιστική εποχή, όταν το άτομο αποκτά ιδιαίτερη συνείδη ση του ρόλου του ως πολίτη.
5.4.2
Η ελληνιστική εποχή
Η ελληνιστική περίοδος παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για δύο λόγους: • λόγω της ίδρυσης του Μουσείου της Αλεξάνδρειας • λόγω της δημιουργίας της πρώτης μεγάλης συλλογής έργων τέχνης στην Αρ χαιότητα.
Το Μουσείο της Αλεξάνδρειας Ορόσημο στην ιστορία του θεσμού είναι η ίδρυση του Μουσείου της Αλεξάν δρειας, γύρω στο 290 π.Χ., από τον Πτολεμαίο Α', τον επονομαζόμενο Σωτήρα. Το αλεξανδρινό μουσείο ήταν ένα κέντρο έρευνας και μελέτης, αφιερωμένο στις Μούσες. Μέσα σε αυτό το ερευνητικό κέντρο θεραπεύονταν όλες οι επιστήμες εκείνης της εποχής: μαθηματικά, ζωολογία και βοτανική, αστρονομία και φυσική, ιατρική, κυρίως όμως η φιλολογία. Ήταν το πρώτο ίδρυμα που ιδρύθηκε ποτέ από ένα κράτος για την προαγωγή της επιστήμης και αποτελούσε μαζί με τη Βιβλιοθήκη2 της Αλεξάνδρειας το μεγα λύτερο πολιτιστικό κέντρο του ελληνιστικού κόσμου. Θα πρέπει εδώ να κάνουμε μια βασική παρατήρηση: Παρ' όλο που κάθε συζή τηση σχετική με την ιστορία του θεσμού των μουσείων έχει ως αφετηρία το Μου σείο της Αλεξάνδρειας, το ίδιο το μουσείο δεν σχετιζόταν άμεσα με τη συγκέντρω ση και τη φύλαξη αντικειμένων. Διέθετε βέβαια κάποιες συλλογές (κυρίως δειγμά των φυσικής ιστορίας) για λόγους διδακτικούς, ωστόσο σκοπός του ήταν άλλος: με το Μουσείο της Αλεξάνδρειας εγκαινιάζεται στην ουσία -ήδη από την Αρχαιότη τα- η έννοια του μουσείου ως κέντρου έρευνας και μετάδοσης γνώσεων, η οποία αποτέλεσε την κεντρική ιδέα του μουσείου σε πολύ μεταγενέστερες εποχές. Θα θυμάστε ίσως αυτό που επισημάναμε στην προηγούμενη ενότητα, ότι δηλα δή ιδιωτικές συλλογές στον αρχαίο ελληνικό κόσμο εμφανίζονται στην ουσία μό-
Η Βιβλιοθήκη του Μουσείου της Αλεξάνδρειας αριθμούσε σύμφωνα με μετριοπαθείς υπολογισμούς γύρω στους 90. 000 τόμους βιβλίων με τη σημερινή έννοια. Σκοπός της ήταν να συγκεντρώσει όλη τη γνωστή τότε γραμματεία και μάλιστα όχι μόνο την ελληνική αλλά όλων των λαών. Εξίσου σημαντικό ήταν το έργο της καταλογογράφησης και της ταξινόμησης των βιβλίων. Η Βιβλιοθήκη καταστράφηκε κατά τη διάρκεια ταραχών τον 3ο αι. μ.Χ 2
146
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.4
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
νο κατά την ελληνιστική εποχή. Οι λόγοι εξηγούνται ιστορικά: Κατά την ελληνι στική εποχή ο θεσμός της πόλης-κράτους συρρικνώνεται προς όφελος ευρύτερων συνασπισμών ή βασιλείων. Κατά συνέπεια, η συνείδηση του ατόμου για τον ρόλο του ως πολίτη υφίσταται πλήγμα. Η εμφάνιση των ιδιωτικών συλλογών κατά την περίοδο αυτή θα πρέπει να σχετιστεί με την πρωτοβουλία που αναπτύσσεται από ηγεμόνες ή από εύπορα άτομα, συνδεδεμένα προσωπικά με αυτούς, η οποία απο βλέπει κυρίως στην απόκτηση προσωπικού γοήτρου. Δύο τέτοιες συλλογές, δια φορετικού όμως χαρακτήρα, θα εξετάσουμε στη συνέχεια.
Παράδειγμα 1 Οι συλλογές των Ατταλιδών στην Πέργαμο Κατά τον 3ο και 2ο αι. η.Χ. οι Απαλίδες βασιλείς 3 ανέδειξαν την Πέργαμο -μια μικρή και άσημη ως τότε πόλη της Μικράς Ασίας- σε μεγάλη δύναμη. Πα ράλληλα, προστάτευσαν τα γράμματα και τις τέχνες και το όνομά τους συνδέθη κε με μια σειρά μεγάλων έργων, όπως της ανέγερσης της Βιβλιοθήκης και του Μεγάλου Βωμού της Περγάμου. Ωστόσο, το όνομα των Απαλιδών -και κυρίως του Απάλου Α' και του Ευμένη Β' - έχει συνδεθεί με τον σχηματισμό της πρώ της μεγάλης συλλογής έργων τέχνης στην Αρχαι6τητα, με την έννοια που αποδίδουμε σήμερα στον όρο συλλογή. Η συλλογή αυτή περιλάμβανε τόσο πρωτότυπα ελληνικά έργα όσο και αντίγραφα γλυπτών αλλά και πινάκων ζω γραφικής. Στεγαζόταν, κατά τον 20 αι. η.Χ. τουλάχιστον, στον περίβολο του ιε ρού της Αθηνάς στην ακρόπολη της Περγάμου. Επρόκειτο για ένα χώρο που βρισκόταν σε άμεση γειτνίαση με τη φημισμένη Βιβλιοθήκη του Ευμένη Β' και συμβόλιζε κατά κάποιο τρόπο την πνευματική κορυφή της πόλης. Είναι γενικά αποδεκτό ότι τη συλλογή ξεκίνησε ο Άπαλος Α ', ο οποίος μετέ φερε καταρχάς στην Πέργαμο πολλά πρωτότυπα έργα τέχνης από την Αίγινα, την οποία αγόρασε από τους Αιτωλούς στα 210 η.Χ. Μεταξύ αυτών των έργων βρισκόταν και το κολοσσιαίο χάλκινο άγαλμα του Απόλλωνα, έργο του γλύπτη Ονάτα. Λίγα χρόνια αργότερα μετέφερε έργα του Αθηναίου γλύπτη Σιλανίωνα από την Εύβοια. Άλλα ελληνικά έργα μεταφέρθηκαν επίσης στην Πέργαμο από τον Φιλοποίμενα, στρατηγό του Απάλου Α', μετά τη λεηλασία της Κορίνθου από τους Ρωμαίους το 146 η.Χ. Φαίνεται όμως ότι οι Απαλίδες ενδιαφέρονταν για τη μελέτη της ιστορίας της τέχνης και έτσι, εκτός από τα πρωτότυπα ελληνικά έργα, φρόντισαν να εμπλουτίσουν τη συλλογή με πιστά αντίγραφα ελληνικών γλυπτών του 5ου, κυ ρίως, αιώνα η.Χ. Από τα γνωστότερα παραδείγματα ήταν ένα αρκετά ελεύθερο αντίγραφο του αγάλματος της Αθηνάς Παρθένου του Φειδία, που κοσμούσε το κύριο αναγνωστήριο της Βιβλιοθήκης της Περγάμου.
Φιλέταιρος, Ευμένης Α; Άτταλος Α 'ο Σωτήρ, Ευμένης Β; Άτταλος Β 'ο Φιλάδελφος, Άτταλος Γ 'ο Φιλομήτωρ-Ευεργέτης (3ος-2ος αι. π.Χ). 3
147
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.4
Παράδειγμα 2 Η συλλεκτική δραστηριότητα του Ηρώδη του Αττικού
Ο Ηρώδης (2ος αι. μ.Χ.) ήταν γόνος μεγάλης αθηναϊκής οικογένειας και υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους σοφιστές και ρήτορες της εποχής του. Έμεινε όμως γνωστός και για τη γενναιοδωρία του προς διάφορες ελληνικές πόλεις, τις οποίες κόσμησε με μεγαλοπρεπή οικοδομήματα και έργα τέχνης. Γνωστά παραδείγματα είναι το Ωδείο στην Αθήνα (γνωστό σήμερα ως Ηρώδειο) και το Νυμφαίο στην Ολυμπία. Ο Ηρώδης περνούσε μεγάλο μέρος του ελεύθε ρου χρόνου του στις επαύλεις που είχε η οικογένειά του στον Μαραθώνα και στη Λουκού της Κυνουρίας (Αρκαδία). Εμπνευσμένος από την παράδοση της εποχής του, ο Ηρώδης ασχολήθηκε με τη συλλογή έργων για τη διακόσμη• ση τηc; έπαυλήc; του στη Λουκού. Εκεί συγκέντρωσε πλήθος γλυπτών, κυ ρίως προτομές αυτοκρατόρων, φίλων και μαθητών του, αλλά και ορισμένα κο λοσσιαία αγάλματα, πολλά εκ των οποίων έχουν έρθει στο φως κατά τις ανα σκαφές των τελευταίων χρόνων. Οι ερευνητές υποθέτουν ότι για την έκθεση όλων αυτών των γλυπτών θα πρέπει να υπήρχε κάποιος ειδικόc; χώροc;, ανά λογος με αυτούς που μας είναι γνωστοί από τις ρωμαϊκές βίλες στην Ιταλία.
ι:>
Δραστηριότητα 9/Κεφάλαιο 5 Κατά την Αρχαιότητα παρατηρείται σαφής συσχετισμός μεταξύ συλλογών και βιβλιοθη κών (π.χ. Αλεξάνδρεια, Πέργαμος). Πώς σχολιάζετε αυτό το γεγονός και ποια είναι κατά τη γνώμη σας η σχέση μουσείων και βιβλιοθηκών στη σύγχρονη εποχή; Ποια είναι, για παράδειγμα, τα σημεία που συνδέουν και εκείνα που διαφοροποιούν μια βιβλιοθήκη και ένα μουσείο στις μέρες μας; Για να διευκολυνθείτε στην απάντησή σας ανατρέξτε στην ενότητα 5.2. Γράψτε ένα κείμενο 350 περίπου λέξεων. Ελέγξτε την απάντησή σας συ γκρίνοντάς τη με τη δική μας απάντηση, που βρίσκεται στο Παράρτημα, στο τέλος του κεφαλαίου.
5.4.3
Η συμβολή της ρωμαϊκής εποχής στην ιστορία των συλλογών
Ο σημαντικότερος ίσως σταθμός στην ιστορία των συλλογών στον αρχαίο κό σμο είναι η Ρώμη της ελληνιστικής εποχής. Για τον λόγο αυτό δικαιολογείται στο σημείο αυτό μια μικρή παρέκκλιση από τα όρια του ελλαδικού χώρου, με τα οποία κυρίως ασχολείται αυτό το κεφάλαιο. Η δημιουργία συλλογών έργων τέχνης στη Ρώμη ήταν άμεσο επακόλουθο μιας μεγάλης σειράς πολεμικών επιτυχιών κυρίως κατά τον 3ο και 2ο αι. π.Χ. Η Ρώμη κατακλύστηκε από έργα τέχνης που είχαν φτάσει εκεί ως πολεμική λεία, έπειτα από την κατάκτηση της Ετρουρίας και της Σικελίας, κυρίως όμως της Ελλάδας. Οι Ρωμαίοι συνήθιζαν να εκθέτουν τα λάφυρα από τις κατακτήσεις τους σε fora, σε
148
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.4
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
δημόσιους κήπους, σε λουτρά και σε ναούς. Τέτοιες δημόσιες συλλογές βρίσκο νταν, για παράδειγμα, στην Οκταβία Στοά, στη Στοά του Πομπήιου και στο Atrium Libertatis (όπου στεγαζόταν επίσης η πρώτη δημόσια βιβλιοθήκη της Ρώ μης). Οι δημόσιες αυτές συγκεντρώσεις απέβλεπαν βέβαια στην ενίσχυση του αι σθήματος ανωτερότητας των πολιτών, είχαν όμως κατά βάση διακοσμητικό χα ρακτήρα. Ιδιαίτερα σημαντική είναι η διατύπωση για πρώτη φορά μιας αρχής που έμελ λε να γίνει κοινός τόπος στις μέρες μας: Πρώτος ο Μάρκος Αγρίππας εισήγαγε την ιδέα ότι τα σημαντικά έργα τέχνης θα πρέπει να είναι προσιτά σε όλους (βλ. και υποενότητα 1.2.1). Τα λουτρά που έχτισε ο Αγρίππας για τον λαό της Ρώμης στέγαζαν μια αξιόλογη συλλογή ελληνικών έργων που μπορούσε να δει ο καθέ νας. Την ίδια άποψη ενστερνιζόταν και ο ιστορικός Σαλλούστιος: Οι κήποι του με τη συλλογή γλυπτών που περιείχαν ήταν ανοιχτοί, αν όχι στο ευρύ κοινό, σε κά ποιους προνομιούχους τουλάχιστον επισκέπτες. Τα περισσότερα πολεμικά λάφυρα, ωστόσο, κοσμούσαν ιδιωτικές συλλογές. Η αρχή της εμφάνισης των ιδιωτικών συλλογών στη Ρώμη συνδέεται συνήθως με τη λεηλασία της Κορίνθου από τον Μόμμιο το 146 π.Χ. Η επαφή των Ρωμαίων με την ελληνική τέχνη υπήρξε καταλυτική και είχε αποτέλεσμα την ανάπτυξη του εν διαφέροντος για τη δημιουργία ιδιωτικών συλλογών. Η συλλεκτική δραστηριότη τα άρχισε να θεωρείται σύμβολο ισχύος και ένδειξη πλούτου. Ταυτόχρονα περι βλήθηκε με αναμφισβήτητο κοινωνικό γόητρο. Ως τυπικά παραδείγματα Ρωμαί ων συλλεκτών στα τέλη του lου αι. π.Χ-αρχές lου αι. μ.Χ. θα αναφέρουμε τον Γάιο Βέρρη και τον Κικέρωνα.
Παράδειγμα 3 Γάιος Βέρρηc; Ο Γάιος Βέρρης αποτελεί τυπικό παράδειγμα παθιασμένου συλλέκτη, που δεν δίσταζε μπροστά σε τίποτα προκειμένου να εμπλουτίσει τη συλλογή του. Εί ναι γνωστή η μήνις που προκάλεσε στην ίδια τη Ρώμη η αρπακτική του πολιτική στη Σικελία κατά τη διάρκεια της εκεί θητείας του. Η συλλεκτική του δραστηριό τητα εντάσσεται στην κατηγορία που η Susan Pearce ονομάζει «φετιχιστική» (βλ. υποενότητα 5.1.3). Δεν εμπνεόταν δηλαδή από καμία εσωτερική λογική, αλ λά κατευθυνόταν αποκλειστικά και μόνο από την ανάγκη του να κατέχει όμορ φα ή αξιόλογα αντικείμενα. Τα έργα ήταν εκτεθειμένα στο σπίτι του, χωρίς κά ποια οργάνωση, αλλά με όποιον τρόπο ήταν προσφορότερος.
Παράδειγμα 4 Κικέρωναc; Ο Κικέρωνας (106-43 π.Χ.) υπήρξε επίσης για ένα διάστημα μανιώδης συλλέκτης έργων ελληνικής τέχνης, τα οποία του έστελνε από την Αθήνα ο φί-
149
ΕΝΟΤΗΤΑ
5.4
λος του Τίτος Πομπώνιος Απικός. Συνέλεγε κυρίως γλυπτά, κατάλληλα για τη διακόσμηση της έπαυλής του στο Tusculum. Κριτήριό του δεν ήταν η τεχνο τροπία, η χρονολογία ή ο καλλιτέχνης του έργου, αλλά το κατά πόσο τα συγκε κριμένα γλυπτά συντελούσαν στη δημιουργία μιας ατμόσφαιρας φιλοσοφικής ηρεμίας, που θεωρούνταν σημαντική για έναν ορισμένο κύκλο καλλιεργημέ νων Ρωμαίων της εποχής. Ο Κικέρωνας αντιπροσωπεύει μια κατηγορία συλ λεκτών που έχουν ονομαστεί «διανοούμενοι ουμανιστές» (Μπούνια, 1999, σ. 43). Γι' αυτούς τα αντικείμενα δεν ήταν σημαντικά από μόνα τους, σε αντίθεση με τον Βέρρη. Οι συλλέκτες αυτοί εκτιμούσαν τη συλλογή ωc; κοινωνική δραστηριότητα, της απέδιδαν όμως επιπλέον και μια ηθική και πνευματική
διάσταση.
Ι>
Δραστηριότητα 1 Ο/Κεφάλαιο 5 Πριν προχωρήσετε στη μελέτη σας, σκεφτείτε ποια ήταν η συμβολή της ρωμαϊκής εποχής στον θεσμό/φαινόμενο του συλλέγειν. Τεκμηριώστε την απάντησή σας, ανατρέχοντας και στην υποενότητα 5.1.1. Γράψτε μια παράγραφο 100 περίπου λέξεων. Έπειτα συγκρίνετε την απάντησή σας με το κείμενο σε πλαίσιο που ακολουθεί.
Ανακεφαλαιώνοντας, μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι: 1. Από τη Ρώμη ξεκίνησαν φαινόμενα που έγιναν κοινός τόπος σε μεταγε νέστερες εποχές, όπως η αρπαγή έργων τέχνης για τη δημιουργία δημό σιων και ιδιωτικών συλλογών, το εμπόριο έργων τέχνης, η ανάπτυξη ιδιωτικών συλλογών όπως τις εννοούμε σήμερα αλλά και η ιδέα ότι η τέ χνη πρέπει να είναι προσιτή σε όλους. 2. Το έναυσμα για τη δημιουργία συλλογών κατά τη ρωμαϊκή εποχή ήταν οι πολεμικές κατακτήσεις των Ρωμαίων, που είχαν αποτέλεσμα να γεμί σει η πόλη με έργα τέχνης άλλων λαών τα οποία έφτασαν εκεί ως πολε μικά λάφυρα. 3. Οι δημόσιες και οι ιδιωτικές συλλογές είχαν κατά βάση διακοσμητικό χαρακτήρα. Ωστόσο, οι πρώτες αποσκοπούσαν παράλληλα στην ενίσχυ ση του αισθήματος ανωτερότητας των Ρωμαίων έναντι των κατακτημέ νων λαών, ενώ οι δεύτερες αποτελούσαν ταυτόχρονα στοιχείο εκλεπτυ σμένου γούστου, πολιτικής δύναμης και κοινωνικού γοήτρου. 4. Την εποχή αυτή εμφανίζονται οι πρώτοι συστηματικοί συλλέκτες κα θώς και η πρωτοποριακή άποψη ότι η τέχνη δεν πρέπει να είναι προνό μιο των λίγων. Στο σημείο αυτό ολοκληρώθηκε η αναφορά μας στην Αρχαιότητα. Πριν προ χωρήσετε στην επόμενη ενότητα, μελετήστε τον Πίνακα 5, στον οποίο συναντώ νται τα βασικά χαρακτηριστικά της περιόδου αυτής.
150
ί\
1ffi
1ii!
1
it
ΕΝΟΤΙ-1 ΓΑ 5.4
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Πίνακας 5
Συλλογές της Αρχαιότητας και τα χαρακτηριστικά τους Αρχαία Ελλάδα Δημόσιες συγκεντρώσεις σε ιερά και ναούς: • θρησκευτικ6ς και πολιτικός χαρακτήρας Ελληνιστική εποχή Το Μουσείο της Αλεξάνδρειας: • κέντρο έρευνας και μετάδοσης γνώσεων Οι πρώτες ιδιωτικές συλλογές: • διακοσμητικός κατά βάση χαρακτήρας (π.χ. συλλογή Ηρώδη του Αττικού) • μέσο αισθητικής απόλαυσης/ενίσχυσης πολιτικού γοήτρου (π.χ. συλλογή των Ατταλιδών) Ρώμη Δημόσιες συλλογές: • πολιτικός χαρακτήρας (πολεμικά λάφυρα) Ιδιωτικές συλλογές: • διακοσμητικός κατά βάση χαρακτήρας • ένδειξη ισχύος/πλούτου/κοινωνικού γοήτρου
1 � �
11
qϋ
151
Ενότητα 5.5
ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΚΑΙ ΙΔΙΩΤΙΚΕΣ ΣΥΛΛΟΓΕΣ ΣΤΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΧΡΟΝΙΑ Σκοπός
Σκοπός αυτής της ενότητας είναι να σας πληροφορήσει για τη συλλεκτική δρα στηριότητα που αναπτύχθηκε στο Βυζάντιο κατά τους πρώτους αιώνες μετά την ίδρυση της Κωνσταντινούπολης (4ος-6ος αι. μ.Χ. ).
Προσδοκώμενα Αποτελέσματα
Όταν θα έχετε ολοκληρώσει τη μελέτη αυτής της ενότητας, θα είστε σε θέση να: • αναφέρετε δύο τουλάχιστον σημαντικές συλλογές έργων τέχνης που υπήρχαν στην Κωνσταντινούπολη κατά τους πρώιμους βυζαντινούς χρόνους • αξιολογείτε τη συμβολή τους στην ιστορική εξέλιξη του θεσμού των συλλογών.
5.5.1
Δημόσιες συλλογές
Ο Κωνσταντίνος ο Μέγας φιλοδοξούσε να εξομοιώσει τη νέα του πρωτεύου σα, την Κωνσταντινούπολη, με τη Ρώμη. Για τον σκοπό αυτό θέλησε να τη διακο σμήσει με έργα τέχνης, μεταφέροντας εκεί πολυάριθμα αγάλματα -ως επί το πλεί στον χάλκινα- από τις σημαντικότερες περιοχές της αυτοκρατορίας (Αθήνα, Ρώ μη, Αιγαίο, Ιωνία, Κύπρο). Έτσι, ολόκληρη η Κωνσταντινούπολη μεταβλήθηκε σιγά σιγά-κατά το πρότυπο της Ρώμης- σε ένα απέραντο μουσείο. Περιδιαβαίνο ντάς τη συναντούσε κανείς ελληνικά γλυπτά στα δημόσια λουτρά, στις στοές που εκτείνονταν κατά μήκος της Αγοράς, μπροστά στην Αγία Σοφία και σε πολλούς άλλους δημόσιους χώρους.
Παράδειγμα 5 Ο Ιππόδρομοc; Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούσε ο Ιππόδρομοc;, που είχε μια με γάλη έκθεση ελληνικών έργων. Τα αγάλματα βρίσκονταν παντού: επάνω από τις κερκίδες και τα θεωρεία, ανάμεσα στις αψίδες. Στο κέντρο του σταδίου βρισκό ταν τμήμα του περίφημου ιερού τρίποδα των Δελφών, τον οποίο είχαν αφιερώ σει στο δελφικό ιερό οι ελληνικές πόλεις έπειτα από τη νίκη τους επί των Περ σών στις Πλαταιές το 479 π.Χ. Ο τρίποδας αυτός στηριζόταν σε έναν κίονα που σχημάτιζαν τα κεφάλια τριών χάλκινων συμπλεκόμενων φιδιών. Αυτόν ακριβώς τον κίονα, που έφερε χαραγμένα επάνω στα σώματα των φιδιών τα ονόματα των πόλεων που είχαν λάβει μέρος στη μάχη, μετέφερε στην Κωνσταντινούπο λη ο Μέγας Κωνσταντίνος. Τμήμα του σώζεται σήμερα στην πλατεία του Ιππο δρόμου.
152
1
!ίi
1 1i
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.5
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Παράδειγμα 6 Το Γυμναστήριο του Ζευξίππου Το Γυμναστήριο του Ζευξίππου βρισκόταν μεταξύ του Ιπποδρόμου και της Αγίας Σοφίας. Επρόκειτο για ένα τεράστιο κτιριακό συγκρότημα, που έχτισε ο Σεπτίμιος Σεβήρος (193-211) κατά την επίσκεψή του στο Βυζάντιο και κατα στράφηκε από φωτιά το 532. Εκεί δημιουργήθηκε μια έκθεση γλυπτών εξαιρετι κής τέχνης από όλες τις γωνιές της αυτοκρατορίας. Η συλλογή αυτή περιγρά φεται από τον λόγιο Χριστόδωρο (τέλη 5ου-αρχές βου αιώνα), ο οποίος αναφέ ρει 80 συνολικά γλυπτά, τα περισσότερα χάλκινα. Αυτό που είναι σημαντικό εί ναι ότι, όπως δείχνουν πρόσφατες μελέτες, η διάταξη των γλυπτών στο γυμνα στήριο δεν ήταν τυχαία, αλλά υποτασσόταν σε κάποιο αυyκεκριμtνο ακεπτι• κό, αλληγορικού ή διδακτικού κατά βάση χαρακτήρα. Συγκρατήστε αυτή την πληροφορία.
5.5.2
Ιδιωτικές συλλογές
Ιδιωτικές συλλογές, όπως αυτές που είδαμε στη Ρώμη, δεν υπήρχαν στην Κων σταντινούπολη, εκτός από ελάχιστες μόνο εξαιρέσεις. Ο λόγος θα πρέπει να ανα ζητηθεί στη χριστιανική θρησκεία, η οποία δεν ευνοούσε, τουλάχιστον εκείνη την εποχή, τέτοιου είδους ενασχολήσεις. Μια μικρή συλλογή ελληνικών έργων υπήρχε στα αυτοκρατορικά ανάκτορα, ενώ μια συλλογή αρχαίων αγαλμάτων κοσμούσε το παλάτι της Μαρίνας, κόρης του αυτοκράτορα Αρκάδιου (5ος αι. μ.Χ. ), που βρισκό ταν δίπλα στα ανάκτορα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον όμως παρουσίαζε η συλλογή στο παλάτι του Λαύσου, στην οποία θα αναφερθούμε διεξοδικά αμέσως παρακάτω.
Μελέτη Περίπτωσης 1 Το παλάτι του Λαύαου Ο Λαύσος ήταν ευνούχος και κατείχε το αξίωμα του praepositus sacri
cubiculi, ήταν δηλαδή προϊστάμενος του ιερού αυτοκρατορικού κοιτώνα, κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Αρκάδιου (395-408) και του Θεοδοσίου Β · (408450). Το παλάτι του βρισκόταν στη βόρεια πλευρά του Ιπποδρόμου. Λόγω της σημαντικής θέσης του, ο Λαύσος ήταν σε θέση να συγκεντρώσει μια εντυπω• αιακή αυλλοyή ελληνικών γλυπτών. Η συλλογή του περιλάμβανε το τερά στιο χρυσελεφάντινο άγαλμα του Δία της Ολυμπίας, έργο του Φειδία, την Αθηνά της Λίνδου, έργο των Δίποινου και Σκύλλι, την Κνιδία Αφροδίτη του Πραξιτέλη, το λατρευτικό άγαλμα της Ήρας από τον ναό της στη Σάμο, έργο του Βούπα λου, τον Καιρό (ή Χρόνο) και τον Έρωτα του Λυσίππου. Σύμφωνα με τις πηγές, στη συλλογή υπήρχαν επίσης αγάλματα του Πάνα καθώς και απεικονίσεις κε νταύρων και ζώων. Όλα αυτά καταστράφηκαν σε πυρκαγιά που αποτέφρωσε το παλάτι του Λούσου το 475 μ.Χ.
153
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.5
Πέρα από την αξία των έργων που είχε στην κατοχή του ο Λαύσος, υπάρχει ένα άλλο στοιχείο που την κάνει μοναδική στη σειρά των πρώιμων συλλογών που εξετάζουμε εδώ. Όπως δείχνουν σχετικές έρευνες, φαίνεται ότι τα αγάλματα δεν διακοσμούσαν απλώc; τον χώρο, αλλά διατάσσονταν με βάση κάποια συγκεκριμένη ιδέα. Στη μέση δέσποζε το άγαλμα του Δία, το οποίο πλαισιωνόταν από τον Έρωτα στα αριστερά και τον Καιρό στα δεξιά του. Στραμμένα προς τον Έρωτα στην αριστερή πλευρά της αίθουσας ήταν τα αγάλματα των τριών γυναικείων θεοτήτων, δηλαδή της Ήρας, της Αφροδίτης και της Αθηνάς, ενώ προς το άγαλμα του Καιρού στη δεξιά πλευρά της αίθου σας οδηγούσαν τα υπόλοιπα έργα. Αν αυτή η υπόθεση ευσταθεί, τότε έχουμε να κάνουμε με μια συνειδητή έκθεση, η οποία υποτασσόταν σε κάποια λογική. Ποια όμως ήταν αυτή η λο γική και σε τι αποσκοπούσε; Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, η διάταξη των έργων αντανακλά τον συγκρητισμό παγανιστικών και χριστιανικών δοξασιών, που κέρδιζε έδαφος εκείνη την εποχή. Κλειδί για την κατανόηση αυτής της ερμηνείας είναι οι μορφές του Δία, του Έρωτα και του Καιρού. Σύγχρονες έρευνες έχουν δείξει ότι, κατά τη διάρκεια των 50-70 χρόνων που βρισκόταν εκτεθειμένη στην Κωνσταντινούπολη, η μορφή του Δία του Φειδία προκάλεσε τόσο βαθιά εντύπωση, ώστε κατέληξε να θεωρείται αντιπροσωπευτικό σύμ βολο της θεϊκής εξουσίας επί της γης. Επιπλέον, υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις ότι η μορφή του Δία ήταν το άμεσο πρότυπο για τη βυζαντινή εικόνα του Χρι στού Παντοκράτορα. Συγκρατώντας αυτό το στοιχείο, ας περάσουμε τώρα στις μορφές του Έρωτα και του Καιρού. Από την ελληνιστική ήδη εποχή η έν νοια του Καιρού αντιπροσώπευε την κατάλληλη ευκαιρία την οποία πρέπει να . εκμεταλλευτεί κανείς, την κατάλληλη στιγμή, την τύχη με την ευρύτερη έν νοια. Η έννοια της τύχης, όμως, ήταν άμεσα συνδεδεμένη, τουλάχιστον κατά τους πρώιμους χριστιανικούς αιώνες, με το πνεύμα του κακού. Με βάση αυτά τα στοιχεία μπορούμε να δούμε την έκθεση στο Λαυσαίο ως μια αλληγορία: Ο Δίας αντιπροσώπευε τη δύναμη του ίδιου του Θεού απέναντι σε όλα τα κα τώτερα όντα, όπως ήταν ο έρωτας (θυμηθείτε ότι οι τρεις θεές αντιπροσώ πευαν τον αγώνα για την ομορφιά) και η τύχη (ο Πάνας, για παράδειγμα, και οι Κένταυροι ήταν παιδιά τυχαίων ερωτικών ενώσεων). Με άλλα λόγια, πίσω από τον τρόπο έκθεσης της συλλογής του Λούσου κρύβεται μια κατά βάση χρι στιανική κοσμοθεωρία σχετικά με τη φύση της Αρετής και της Τύχης, δηλαδή του καλού και του κακού.
Συνοψίζοντας, μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι οι συλλογές που συναντάμε στη βυζαντινή εποχή είναι ελάχιστες και ότι η συμβολή των Βυζαντινών στην ιστορική εξέλιξη του θεσμού ήταν η συνειδητή έκθεση που είχε κυρίως αλληγο ρικό χαρακτήρα.
154
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.5,
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Πίνακαc; 6 Παραδείγματα βυζαντινών συλλογών Δημόσιες: Ιππόδρομος Γυμναστήριο του Ζευξίππου Ιδιωτικές: Αυτοκρατορικά ανάκτορα Παλάτι της Μαρίνας Παλάτι του Λαύσου
1
155
BWWi�
:@1§�
� UU ΜΙ¼
1*
$�"sJ!���i!!!H��0,�����ί,\��1,;s,¾ίi(�*f�'1,��M��&�'\��
Ενότητα 5.6
ΜΕΡΙΜΝΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΜΟΥΣΕΙΑ ΣΤΑ ΙΙΡΟΕΙΙΑΝΑΣΤΑΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΙΙΑΝΑΣΤΑΣΗ Σκοπός
Σκοπός αυτής της ενότητας είναι να σας πληροφορήσει για τις προσπάθειες που καταβάλλονταν στην Ελλάδα για την προστασία των αρχαιοτήτων στα τέλη του 18ου και τις αρχές του 19ου αιώνα και για το πώς αυτές οι προσπάθειες συν δέονταν άμεσα με την έννοια του μουσείου, όπως αυτή γινόταν αντιληπτή εκείνη την εποχή.
Προσδοκώμενα
Όταν θα έχετε ολοκληρώσει τη μελέτη αυτής της ενότητας, θα είστε σε θέση να εξηγείτε πώς διαμορφώθηκε η έννοια του μουσείου στην Ελλάδα στα χρόνια που προηγήθηκαν της ίδρυσης του νεοελληνικού κράτους.
Αποτελέσματα
Οι αιώνες που ακολούθησαν την πτώση του Βυζαντίου και την υποδούλωση της Ελλάδας στην Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν ήταν πρόσφοροι για την εξέλιξη συλλογών και μουσείων. Έτσι, η αφήγησή μας παρουσιάζει ένα μεγάλο κενό από τον 5ο έως περίπου τον 180 αιώνα. Θα ήταν ίσως χρήσιμο να θυμίσουμε εν συντο μία κάποια ιστορικά στοιχεία. Η Ελλάδα παρέμεινε στην ουσία ξεχασμένη καθ' όλη τη διάρκεια της Τουρκο κρατίας. Το ενδιαφέρον για τη χώρα μας και τα μνημεία της αναζωπυρώθηκε από τον 170 αιώνα και έπειτα, με κίνητρο όχι τόσο τη γνωριμία με τον τόπο και τους ανθρώπους του, όσο κυρίως την ελπίδα ανακάλυψης αρχαιοτήτων. Κατά τον 180 και τον 190 αιώνα η Ελλάδα αποτελούσε απαραίτητο σταθμό του ονομαζόμενου Grand tour, που ήταν απαραίτητο στοιχείο της μόρφωσης κάθε ευγενούς Ευρω παίου. Πολλοί περιηγητές μάς άφησαν στα βιβλία τους χρήσιμες πληροφορίες για την κατάσταση των μνημείων εκείνη την εποχή αλλά και πολύτιμα σχέδια. Δυ στυχώς, όμως, οι περισσότεροι ταξιδιώτες ανέπτυξαν έντονη συλλεκτική δραστη ριότητα, παίρνοντας μαζί τους ελληνικές αρχαιότητες, που κατέληξαν αργότερα σε γνωστά ευρωπαϊκά μουσεία. Θυμηθείτε, για παράδειγμα, τον λόρδο Έλγιν. Επιπλέον, πολλές από τις αποστολές που είχαν σκοπό την αρχαιολογική έρευνα κατέληξαν στην αρχαιοκαπηλία.4
Εισαγωγικές Παρατηρήσεις
Γνωστό παράδειγμα, οι ανασκαφές του ναού της Αθηνάς Αφαίας στην Αίγινα το 1811 και του ναού του Επικούρειου Απόλλωνα στις Βάσσες της Φιγάλειας το 1812 από τους Cockerell, Hallersteίn κ.ά. Τα γλυπτά πουλήθηκαν αντίστοιχα στον Λουδοβίκο της Βαυαρίας και στη Μεγάλη Βρετανία, για να καταλήξουν αργότερα στη Γλυπτοθήκη του Μονάχου και στο Βρετανικό Μουσείο.
4
156
1 1
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.6
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας οι ίδιοι οι Έλληνες δεν είχαν πολλά μέ σα για να αντιδράσουν σε αυτή την κατάσταση. Μόνο προς τα τέλη του 18ου αιώ να αρχίζει να διαγράφεται μια αλλαγή. Εκείνα τα χρόνια η ενασχόληση πολλών Ελλήνων με το εμπόριο και τη ναυτιλία τούς έφερε σε άμεση επαφή με τα κέντρα της ευρωπαϊκής πνευματικής κίνησης και τις φιλελεύθερες ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης. Υπό την επίδραση αυτών των ιδεών θα ωριμάσει σιγά σιγά μια πνευματική κίνηση που θα ονομαστεί Νεοελληνικός Διαφωτισμός και που είχε ως πρωταρχικό μέλημα την πνευματική αναγέννηση του έθνους. Ιδιαίτερη βαρύ τητα δίνεται εκείνη την εποχή στην ίδρυση σχολείων και στην εκπαίδευση των νέ ων. Παράλληλα όμως, και αυτό είναι που μας ενδιαφέρει εδώ, αρχίζει να γίνεται κατανοητό ότι η πνευματική αναγέννηση συνδέεται άμεσα με τη διάσωση των προγονικών λειψάνων, δηλαδή των αρχαιοτήτων. Οι Έλληνες αρχίζουν να συνει δητοποιούν το βάρος της προγονικής τους κληρονομιάς και την ανάγκη να την προστατέψουν. Τα πρώτα, λοιπόν, συνειδητά βήματα για την προστασία των αρ χαιοτήτων και τη φύλαξή τους σε μουσεία γίνονται κατά την εποχή του Νεοελ ληνικού Διαφωτισμού (τέλη 18ου-αρχές 19ου αιώνα). Θα πρέπει να θυμίσουμε ότι βρισκόμαστε σε μια εποχή κατά την οποία πολλοί ευρωπαϊκοί λαοί αποκτούν συνείδηση της εθνικής τους ταυτότητας και προχω ρούν στην ίδρυση εθνικών μουσείων για την προστασία της αρχαιολογικής τους κληρονομιάς (βλ. υποενότητα 5.3.3).
5.6.1
Οι προτάσεις του Κοραή για την ίδρυση «ελληνικού μουσείου»
Ο πρώτος που θα διατυπώσει συγκεκριμένες προτάσεις για το θέμα της προ στασίας των αρχαιοτήτων είναι ο Αδαμάντιος Κοραής. Στα 1807, οργισμένος από τη σύληση των χειρογράφων της Πάτμου και άλλων νησιών του Αιγαίου από τον Άγγλο περιηγητή Edward Clarke, δημοσιεύει τις προτάσεις του για τη διαφύλαξη των αρχαιοτήτων και των άλλων κειμηλίων. Μεταξύ των προτάσεών του ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η παράγραφος που αφορά τη σύσταση μουσείου. Συγκεκριμένα ο Κοραής προέβλεπε τα εξής: Να διορισθή τόπος ή βιβλιοθήκη ... με όνομα ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ ΜΟΥΣΕ/ΟΝ, εις την οποίαν να τεθώσιν όλα ταύτα τα αντίγραφα [ εννοεί τα χειρόγραφα1 αφ' ου πρώτον καταγραφώσιν εις κατάλογον. Το ελληνικόν μουσείον να έχει δύο επιστάτας... άνδρας πεπαιδευμένους ή τουλάχιστον φίλους της παιδείας, αμίσθους και τρίτον μισθωτόν.. Η καταγραφή εις τον κατάλογον πρέπει να γίνεται διεξοδική· [και εξηγεί πώς]. Έξω των αντιγράφων, οι επιστάται και προστάται τον μουσείον να συνα θρο(ζωσι... αρχαία Ελληνικά νομίσματα, αγγεία, σκεύη, λίθους πολυτίμονς, κίονας και στήλας... όπου ευρίσκονται Ελληνικαί επιγραφαί και απλώς, ό,τι άλλο λείψανον Ελληνικής τέχνης ή ιστορίας ενρεθή και να τα θέτωσι και αυ τά εις το Μουσείον. Τούτων η καταγραφή εις τον κατάλογον πρέπει να ήναι ακριβεστέρα. Ήγονν πρέπει να σημειούται όχι μόνον η πόλις, ή χώρα, όπου
1
157
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.6
----------------""%ml*%'%"W������/%J���j�W&��s.i�:m¾�·�i:r����'¾:W$�����
ευρέθη το λείψανον, αλλά και ο τόπος όπου έκειτο και τα περί τον τόπον κα ταλεπτώς... Το ελληνικόν μουσείον ... να ήναι οικοδόμημα πετρόχτιστον, μακρυσμένον όσον είναι δυνατόν από άλλας οικοδομάς και περιωρισμένον από γην πολ λήν έρημον... (Κόκκου, 1977, σ. 30-31) Οι προτάσεις του Κοραή είναι μοναδικές όχι μόνο για την πρωιμότητά τους αλλά και για τη σαφήνεια που τις χαρακτηρίζει. Όπως θα διαπιστώσετε στην επό μενη ενότητα, τόσο σαφείς προτάσεις σε σχέση με την οργάνωση των μουσείων θα αργήσουν να εμφανιστούν ξανά.
11:>
Δραστηριότητα 11/Κεφάλαιο 5 Πώς κρίνετε τις προτάσεις του Κοραή για το «ελληνικόν μουσείον» σε σχέση με τη σύγ χρονη αντίληψη περί μουσείου; Γράψτε τις απόψεις σας σε μια παράγραφο 80 περίπου λέξεων. Θα βρείτε την απάντησή μας στο Παράρτημα, στο τέλος του κεφαλαίου.
5.6.2
Διαφύλαξη των αρχαιοτήτων. Οι πρώτοι ορισμοί του μουσείου
Σημαντικός σταθμός στην προσπάθεια για τη διάσωση των αρχαιοτήτων ήταν η ίδρυση της Φιλομούσου Εταιρείας το 1813 στην Αθήνα. Ένας από τους σκοπούς της ήταν η φροντίδα για τις αρχαιότητες και η συλλογή τους. Στο καταστατικό της διαβάζουμε: Τα συλλεχθέντα αρχαιολογικά πράγματα αποταμιεύονται εις τινά τόπον επί τούτω διωρισμένον ονομαζόμενον Μουσείον προς θέαν των περί ταύτα εραστών. Αργότερα, στα 1824, η Φιλόμουσος Εταιρεία θα αναγγείλει την πρόθεσή της να ιδρύσει μουσείο στην Αθήνα, επάνω στην Ακρόπολη: ... θέλει συστήσει και Μουσείον... διά να συνάξη εκεί όλα τα διασκορπισθέ ντα Παλαιά [δηλ. τα αρχαία1 διά να τα βλέπη καθένας ελεύθερα. Το μουσείο αυτό δεν ιδρύθηκε ποτέ, ενδιαφέρει όμως η πρόθεση για τη δημι ουργία του σε μια τόσο αντίξοη εποχή. Στα χρόνια της Επανάστασης προσπάθειες για τη διάσωση των αρχαίων κατέ βαλλαν τόσο οι Έλληνες όσο και οι ξένοι που βοηθούσαν στον αγώνα. Ένα διά ταγμα της Προσωρινής Διοίκησης του 1825 προέτρεπε τους κατά τόπους δημογέ ροντες, επιτρόπους και δασκάλους των σχολείων να συλλέξουν τις αρχαιότητες της περιοχής τους: ... διά να τα αποταμιεύσουν εις τα σχολεία, διά να αποκτήση με τον καιρόν παν σχολείον το Μουσείον του. Πράγμα αναγκαιότατον διά την ιστορίαν ... διά την γνώρισιν της δεξιότητος των προγόνων μας, διά την υπόληψιν την οποίαν δικαίως έχουσιν εις τα τοιαύτα τα σοφά της Ευρώπης έθνη...
158
1 1
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.6
ΚΕΦΑΛΑ/0
Το διάταγμα αυτό εφαρμόστηκε σε πολλά μέρη. Παράλληλα, οι προσωρινοί διοικητές διάφορων περιοχών προσπαθούσαν να ευαισθητοποιήσουν τους κατοίκους στο θέμα της προστασίας των αρχαιοτήτων. Στα 1829, για παράδειγμα, ο έκτακτος επίτροπος της Ήλιδας, απευθυνόμενος προς τους κατοίκους της περιοχής εξηγούσε: Μουσείον ονομάζεται το μέρος, όπου τίθενται αι αρχαιότητες και φυλάττο νται. Αρχαιότητες λέγονται αι παλαιότητες, όσα δηλαδή είναι έργα των προ γόνων Ελλήνων και διεσώθησαν υποκάτω ή επάνω της γης και συνέχιζε αναφερόμενος σε όλες τις κατηγορίες αρχαιοτήτων. Συνοψίζοντας, διαπιστώνουμε ότι πρωταρχικός προορισμός του μουσείου στις αρχές του 19ου αιώνα ήταν η διαφύλαξη των αρχαιοτήτων. Βέβαια, η εποχή δεν ήταν ακόμη πρόσφορη για την ίδρυση μουσείων. Ωστόσο, οι προσπάθειες για τη διάσωση των αρχαίων οδήγησαν στη δημιουργία πολλών τοπικών συλλο γών σε όλη την Ελλάδα, οι περισσότερες από τις οποίες αποτέλεσαν αργότερα τον πυρήνα των πρώτων μουσείων. Προτού, λοιπόν, περάσουμε στην απαρίθμη ση των πρώτων μουσείων στην Ελλάδα, ας κάνουμε μια μικρή παρέκκλιση, για να εξετάσουμε εν συντομία τη συγκρότηση δημόσιων και ιδιωτικών συλλογών κατά τον 190 αιώνα.
159
��
m:x1�wr nE
w, r
rtιs1txαι�&.:m;��rm�wm.,@:�ι,:ww:.m1w,����x11�'t..'m'!ΙWm�����m::.�.wN..��
Ενότητα5.7
ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΚΑΙ ΙΔΙΩΤΙΚΕΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΛΛΟΓΕΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 190 ΑΙΩΝΑ Σκοπός
Σκοπός αυτής της ενότητας είναι να παρουσιάσει τη συλλεκτική δραστηριότη τα που αναπτύχθηκε στην Ελλάδα κατά τον 190 αιώνα.
Προσδοκώμενα Αποτελέσματα
Όταν θα έχετε ολοκληρώσει τη μελέτη αυτής της ενότητας, θα είστε σε θέση να: • παρουσιάζετε τον τρόπο με τον οποίο συγκροτήθηκαν οι πρώτες συλλογές στη χώρα μας • δίνετε τουλάχιστον τέσσερα παραδείγματα συγκεκριμένων συλλογών.
5.7.1
Δημόσιες αρχαιολογικές συλλογές
Ως αποτέλεσμα των εντεινόμενων προσπαθειών για την περισυλλογή και την ασφαλή φύλαξη των αρχαιοτήτων δημιουργήθηκαν στα πρώτα μετεπαναστατι κά χρόνια σε όλη την Ελλάδα μικρές αρχαιολογικές συλλογές, αποτελούμενες από τα ευρήματα των πρώτων περιορισμένων ανασκαφών μαζί με τα πολλά τυ χαία ευρήματα που έρχονταν στο φως παντού. Για τη φύλαξη όλων αυτών των ευρημάτων προβλεπόταν, όπως θα δούμε στην επόμενη ενότητα, η δημιουργία επαρχιακών μουσείων. Κάτω όμως από τις αντίξοες συνθήκες της εποχής αυτή η πρόβλεψη δεν ήταν εύκολο να ευοδωθεί αμέσως. Έτσι, οι πρώτες συλλογές στε γάστηκαν αρχικά σε εκκλησίες, σχολεία και άλλα δημόσια κτίρια. Στην Ελευσί να, για παράδειγμα, χρησιμοποιήθηκε για τη φύλαξη αρχαίων η εκκλησία του Αγίου Ζαχαρία, στη Θήρα κάποιος χώρος στη μητρόπολη, στη Σπάρτη, στη Σύ ρο, στην Τεγέα και αλλού τα αρχαία φυλάσσονταν σε σχολεία, ενώ σε άλλες πε ριπτώσεις (π.χ. Μύκονο, Θήβα) μισθώθηκαν ακόμα και ιδιωτικά κτίρια. Αυτές οι συλλογές αποτέλεσαν αργότερα τους πυρήνες για τη δημιουργία των τοπικών μουσείων. Οι πιο αξιόλογες δημόσιες αρχαιολογικές συλλογές δημιουργήθηκαν στην Αθήνα, όπου συγκεντρώθηκαν τα ευρήματα των πρώτων ανασκαφών από την Αθήνα, τον Πειραιά, την ευρύτερη Αττική αλλά και από πολλές άλλες περιοχές. Για πολλές δεκαετίες και έως ότου ιδρυθούν το μουσείο της Ακρόπολης και το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, τα συγκεντρωμένα αρχαία στεγάστηκαν στην Ακρόπολη (π.χ. στα Προπύλαια και στην Πινακοθήκη), στη Στοά του Αδριανού, στον Πύργο των Ανέμων και αλλού.
160
1
E:.i\JOTHTA 5. 7
T;:ttιπΦ-¾'R>W.�m...��ww:<.@iι�sπx,w;�;;�'1�'*MA-%tttt-1Mmt'iJ:1<1θ"[email protected]¼,,'%1tt�&��mh�� @��·nι-st&'*-�'<�vι:stw-:nn : :
Κ Ε φ ΑΛΑ J Q
Εικόνα 5. Αθήνα. Η δυτική πλευρά της Βιβλιοθήκης του Αδριανού ως προσωρινό μουσείο Πηγή: Κόκκου, 1977, σ. 177, εικ. 720
5.7.2
Ιδιωτικέ; συλλογές
Ο 19ος αιώνας είναι η εποχή κατά την οποία εμφανίζεται και στην Ελλάδα ο θεσμός του ιδιώτη συλλέκτη και συγκροτούνται οι πρώτες ιδιωτικές συλλογές. Οι πληροφορίες που έχουμε γι' αυτές τις συλλογές είναι πολύ περιορισμένες, ωστό σο θα αναφέρουμε εδώ ενδεικτικά ορισμένες από τις πιο σημαντικές, για να ολο κληρώσουμε την αναφορά στον 190 αιώνα. Στις αρχές του αιώνα αρκετές μικρές αλλά και μεγαλύτερες συλλογές αρχαίων βρίσκονταν στα χέρια Ευρωπαίων, εγκατεστημένων στην Αθήνα. Τέτοιες ήταν οι συλλογές του πρέσβη της Αυστρίας στην Αθήνα Α. Prokesch νοη Osten, του προ ξένου της Αυστρίας G. Gropius, του γνωστού ιστορικού G. Finlay, ενώ μια πλού σια συλλογή αρχαιοτήτων είχαν στην κατοχή τους ο Όθωνας και η Αμαλία. Συλ λογές όμως είχαν και πολλοί Αθηναίοι. Οι αξιολογότερες συλλογές δημιουργούνται μετά τα μέσα του αιώνα. Μεταξύ αυτών, μοναδικές για τον πλούτο και την ποιότητά τους ήταν εκείνες του Αθ. Ρου σόπουλου, καθηγητή Αρχαιολογίας στο πανεπιστήμιο, και του προξένου της Ρω σίας στην Αθήνα Sabouroff. Ως ενδιαφέρουσες αναφέρονται επίσης οι συλλογές που κατείχαν ο Σ. Κόμνος, διευθυντής της Εθνικής Βιβλιοθήκης, ο νομικός Ν. Σα ρίπολος, ο ναύαρχος Σωτηριάδης, ο Γερμανός πρόξενος Von Wagner και άλλοι. Αξιόλογη ήταν και η συλλογή του Ερρίκου Σλήμαν (Heinrich Schliemann), που στεγαζόταν στο σπίτι του, στο Ιλίου Μέλαθρον.5
5
Ο Σλήμαν είχε αρχικά μεταφέρει στην Αθήνα όλα τα ευρήματα από τις ανασκαφές του στην Τροία και είχε προτείνει στην ελληνική κυβέρνηση την ίδρυση μουσείου γι' αυτά. Η πρότασή του όμως δεν έγινε δεκτή και τα ευρήματα της Τροίας κατέληξαν αργότερα στο Βερολίνο.
1
161
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.7
Εικόνα 6. Το Ιλίου Μέλαθρον, η κατοικία του Ερρίκου Σλήμαν στην Αθήνα, σήμερα στεγάζει το Νομισματικό Μουσείο Σημαντική, τέλος, φαίνεται πως ψαν και η συλλογ11 των Ανακτόρων όχι μόνο σε αντικείμενα μικροτεχνίας, που φυλάσσονταν μέσα στα Ανάκτορα, αλλά και σε γλυπτά και μωσαϊκά, που ψαν εκτεθειμένα στον Βασιλικό Κήπο. Ιδιωτικές αρχαιολογικές συλλογές είχαν όμως δημιουργηθεί και σε άλλα μέρη της Ελλάδας, όπως στη Σύρο, στην Κέρκυρα, στη Σάμο και αλλού. Οι πιο πολλές από αυτές δωρίστηκαν από τους κατόχους τους στα τοπικά αρχαιολογικά μουσεία. Το συμπέρασμα που εξάγεται από την παραπάνω αναφορά είναι ότι κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα είχε συγκεντρωθεί στην πρωτεύουσα σημαντικός αριθ μός αρχαίων, τα οποία φαίνεται πως μπορούσε να αγοράσει κανείς χωρίς ιδιαίτε ρη δυσκολία. Παράλληλα, είχαν ωριμάσει στην Ελλάδα οι όροι εκείνοι που ήταν απαραίτητοι για τη συγκρότηση ιδιωτικών συλλογών, επικρατούσε δηλαδ11 μια σχετική πολιτικ11 και οικονομικ11 σταθερότητα, η οποία επέτρεπε σε μια μικρή με ρίδα προνομιούχων κατά κανόνα ατόμων να στρέψουν τις δραστηριότητές τους προς τη δημιουργία προσωπικών συλλογών, με κίνητρα ανάλογα με αυτά που εξε τάσαμε στην ενότητα 5.1.
162
ΚΕCίJΑΛΑΙΟ
Ενότητα 5.8
Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΜΟΥΣΕΙΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 190 ΑΙΩΝΑ Σκοπός αυτής της ενότητας είναι να σκιαγραφήσει την εξέλιξη των ελληνικών μουσείων κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα.
Σκοπός
Όταν θα έχετε ολοκληρώσει τη μελέτη αυτής της ενότητας, θα είστε σε θέση να: • αναφέρετε ποια ήταν τα πρώτα μουσεία που λειτούργησαν στη χώρα μας • παρουσιάζετε την εξέλιξη της έννοιας μουσείο· • αξιολογείτε τη συμβολή του 19ου αιώνα στην εξέλιξη του θεσμού του μουσείου στην Ελλάδα.
Προσδοκώμενα Αποτελtσματα
Με την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους οι προσπάθειες για τη συλλογή και τη διαφύλαξη των αρχαιοτήτων εντείνονται. Η μέριμνα για τη φύλαξή τους δεν ήταν απλώς μια από τις προτεραιότητες του νέου κράτους. Οι αρχαιότητες ήταν τα κυριότερα σύμβολα εθνικής; ταυτότητας; και υπερηφάνειας;. Κατά κοινή μάλιστα ομολογία, η ίδρυση του νεοελληνικού κράτους οφειλόταν σε μεγάλο μέρος στην αίγλη που εξασκούσαν στους Ευρωπαίους οι ελληνικές αρχαιότητες. Χαρακτηρι στικά είναι τα λόγια με τα οποία ο 1. Ρίζος-Νερουλός, υπουργός Παιδείας και πρόεδρος της Αρχαιολογικής Εταιρείας, απευθύνθηκε στους συνέδρους κατά τη συνεδρίαση της Αρχαιολογικής Εταιρείας μέσα στον Παρθενώνα το 1838:
Εισαγωγικtς Παρατηρήσεις
Κύριοι, ... εις αυτούς τους λίθους χρεωστούμεν κατά μέγα μέρος την πολιτι κήν ημών αναγέννησιν... (Πρακτικά της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, 1838, σ. 34) Η διαφύλαξη των αρχαιοτήτων, επομένως, αποτελούσε και μια ηθική υποχρέ ωση. Έπρεπε, με άλλα λόγια, να αποδείξουν οι Νεοέλληνες ότι ήταν άξιοι απόγο νοι της αρχαιοελληνικής κληρονομιάς, όπως με γλαφυρό τρόπο εξηγεί το από σπασμα που ακολουθεί: Την ανεξαρτησίαν μας οι Έλληνες χρεωστώμεν κατά μέγα μέρος εις το ένδο ξον όνομα και τα αθάνατα μνημεία της τέχνης, τα οποία εκληρονομήσαμεν από τους αρχαίους προγόνους μας. Καθώς δε έχομεν καθήκον πάσαν προ σπάθειαν να καταβάλλωμεν πάντοτε, όπως φανώμεν άξιοι του ονόματος το οποίο φέρομεν, κατά τον αυτόν τρόπον χρέος ιερόν επιβάλλεται εις ημάς να θεωρώμεν όλοι και να φυλάττωμεν ως ιερά κειμήλια τας αρχαιότητας, αν θέ λωμεν να αποδείξωμεν εις τον πολιτισμένον κόσμον ότι δικαίως εγείναμεν Κράτος ανεξάρτητον και δικαίως λεγόμεθα Έλληνες. (Εγκύκλιος του 1899, Οδηγίαι περί εφαρμογής του περί αρχαιοτήτων ΒΧΜΣνόμου)
1
163
ΕΝ;.)ΤΗΤΑ 5.8
------------------���&s.'Wϊt%h"'t«}f�%:W.�%«ξ¾'s�&.¾'%.¾-'���i&'%wfu.��-¾m�'Jtf�,Κ&��Jf$Ji$!.t¼t-w.t=
Εκεί αποσκοπούσε και η ίδρυση των πρώτων ελληνικών μουσείων, ο ρόλος των οποίων περιοριζόταν τα πρώτα χρόνια στη φύλαξη των αρχαιοτήτων. Ιδιαίτερα σημαντικός καθ' όλη τη διάρκεια του αιώνα ήταν ο ρόλος της Αρχαι ολογική; Εταιρεία;, που ιδρύθηκε το 1837 με σκοπό τη διάσωση και τη διαφύλα ξη των αρχαιοτήτων. Θα πρέπει εδώ να τονίσουμε ότι όταν μιλάμε για ελληνικά μουσεία κατά τον 190 αιώνα, αναφερόμαστε αποκλειστικά σε αρχαιολογικά μουσεία. Μουσεία άλλων τύπων δεν ιδρύθηκαν παρά μόνο τον 20ό αιώνα, όπως θα δούμε στην ενό τητα 5.9. Θα πρέπει επίσης να σημειώσουμε εξαρχής ότι κατά τον 190 αιώνα τέ θηκαν οι βάσεις για τη μετέπειτα εξέλιξη των μουσείων στην Ελλάδα. Για τον λό γο αυτό η παρούσα ενότητα καταλαμβάνει πολύ μεγαλύτερη έκταση από όσες προηγήθηκαν.
5.8.1
Θεωρητικές προϋποθέσεις
Όπως είδαμε στην υποενότητα 5.6.2, πρωταρχικός προορισμός των ελληνι κών μουσείων στις αρχές του 19ου αιώνα ήταν η φύλαξη των αρχαιοτήτων. Αυτό διατυπώθηκε και επισήμως με τον πρώτο αρχαιολογικό νόμο του ελληνικού κρά τους, του 1834, ο οποίος προέβλεπε την ίδρυση μουσείων στις πρωτεύουσες των νομών με:
.. .σκοπόν πρώτιστον την κατά τόπον διατήρησιν όλων των εχόντων τοπικήν αξίαν αντικειμένων. (Νόμος περί των επιστημονικών και τεχνολογικών συλλογών, περί ανακα λύψεως και διατηρήσεως των αρχαιοτήτων και της χρήσεως αυτών, άρθρο 8 [Πετράκος, 1982, σ. 125]) Πενήντα χρόνια αργότερα, το 1885, εποχή κατά την οποία λειτουργούσαν ήδη τα πρώτα αθηναϊκά μουσεία, εκδίδεται αναλυτική εγκύκλιος «Περί Διοργανι σμού των εν Αθήναις Μουσείων», στην οποία διαβάζουμε: Η ίδρυσις των μουσείων σκοπόν έχει την διδασκαλίαν και σπουδήν της αρ χαιολογίας και την γενικήν διάδοσιν αρχαιολογικών γνώσεων και ανάπτυξιν έρωτος προς τας καλάς τέχνας... (Φύλλο Εφημερίδος της Κυβερνήσεως [ΦΕΚ] Α, 113, 7-12-1885) Ενώ σε εγκύκλιο του 1886 τονίζεται και πάλι ότι η διδασκαλία: είναι και ο πρώτιστος σκοπός της ιδρύσεως των Μουσείων (Εγκύκλιος 9630, 19-7-1886, Περί διδασκαλίας εν τοις μουσείοις και τη Ακροπόλει, Προς τους Καθηγητάς και διδασκάλους [Συλλογή 1892, σ. 100]) Βλέπουμε δηλαδή ότι ένα διάστημα 50 χρόνων ήταν αρκετό για να διαφοροποιηθεί ο σκοπός των μουσείων και να αναπτυχθεί η ιδέα ότι αυτά συντελούν στη διάδοση των γνώσεων και συμβάλλουν στην καλλιέργεια του αισθητηρίου για την τέχνη.
164
11
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.8
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Αυτό που είναι επίσης σημαντικό είναι ότι τα μουσεία θεωρούνταν εξαρχής χώροι που απευθύνονταν σε όλα τα μέλη της κοινωνίας. Χαρακτηριστική είναι η φρασεολογία της εποχής: Ανοίγει το Μουσείον διά τους φιλαρχαίους και δι' άπαν το κοινόν..., ανοίγεται εις θέαν του κοινού... , εξετέθησαν χάριν του κοινού, προσι τά εις το κοινόν κ.λπ. Με άλλα λόγια, τα ελληνικά μουσεία ιδρύονται εξαρχής ως δημόσια ιδρύματα και αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, αν θυμηθούμε ότι σε άλλες χώρες τα μουσεία απευθύνονταν αρχικά σε μια περιορισμένη τάξη ανθρώπων (υποενότητα 5.3.2). Δεν είναι, βέβαια, τυχαίο ότι η ίδρυση των πρώτων ελληνικών μουσείων συμπί πτει περίπου με την εποχή κατά την οποία, όπως είδαμε στην υποενότητα 5.3.3, το μουσείο αρχίζει να γίνεται προσιτό σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα σε όλη την Ευρώπη. Δραστηριότητα 12/Κεφάλαιο 5 Πριν προχωρήσετε στη μελέτη σας, ανατρέξτε στις Εισαγωγικές Παρατηρήσεις της ενό τητας 5.8 και στην υποενότητα 5.8.1. Ποιος ήταν ο προορισμός των ελληνικών μουσείων κατά τον 190 αιώνα, έτσι όπως διαγράφεται μέσα από τα αποσπάσματα που παρατίθενται παραπάνω; Διατυπώστε την απάντησή σας σε ένα κείμενο 80 λέξεων και έπειτα ελέγξτε την ορθότητά της με βάση τον Πίνακα 7, που ακολουθεί.
<Ι
Πίνακαc; 7
Ο προορισμός του μουσείου στην Ελλάδα κατά τον 190 αιώνα μέσα από τα επίσημα έγγραφα 1813: Τα συλλεχθέντα αρχαιολογικά πράγματα αποταμιεύονται εις τινά τό πον επί τούτω διωρισμένον ονομαζόμενον Μουσείον... 1824: Μουσείον... διά να συνάξη εκεί όλα τα διασκορπισθέντα Παλαιά... 1829: Μουσείον ονομάζεται το μέρος, όπου τίθενται αι αρχαιότητες και φυ λάττονται 1834: .. .με σκοπόν... την διατήρησιν όλων των εχόντων τοπικήν αξίαν αντι κειμένων 1885: .. .σκοπόν έχει την διδασκαλίαν και σπουδήν της αρχαιολογίας και την γενικήν διάδοσιν αρχαιολογικών γνώσεων και ανάπτυξιν έρωτος προς τας καλάς τέχνας.. . 1886: η διδασκαλία είναι... ο πρώτιστος σκοπός της ιδρύσεως των Μουσείων
Ας δούμε όμως τώρα αναλυτικά ποια ήταν τα πρώτα μουσεία που λειτούργη σαν στην Ελλάδα.
165
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.8
5.8.2
Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Αίγινας
Όλες οι πρώιμες προσπάθειες για τη διάσωση των αρχαιοτήτων κορυφώθη καν με την ίδρυση του πρώτου Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου στην Αίγινα, από τον Καποδίστρια, τον Οκτώβριο του 1829. Το μουσείο στεγάστηκε στο Ορ φανοτροφείο της Αίγινας, ένα μεγάλο κτίριο με εσωτερική αυλή, όπου βρισκόταν και η μικρή εκκλησία του Σωτήρα. Η διεύθυνση του μουσείου ανατέθηκε στον Κερκυραίο λόγιο Ανδρέα Μουστοξύδη, ο οποίος φρόντισε για τον εμπλουτισμό του με όλους τους δυνατούς τρόπους: αγορές, μικρής έκτασης ανασκαφές, δωρε ές. Η συλλογή του μουσείου σύντομα εμπλουτίστηκε και ο πρώτος κατάλογος τυ πώθηκε το 1830 σε μια αναφορά προς την κυβέρνηση. Από αυτό τον κατάλογο παίρνουμε μια ιδέα για τον αριθμό των αντικειμένων που υπήρχαν τότε στο μου σείο (γύρω στα 967 σύνολο). Αργότερα τυπώθηκαν και άλλοι κατάλογοι, που δεί χνουν τον γοργό ρυθμό αύξησης της συλλογής. Το μουσείο είχε δύο χώρους έκθεσης. Ο πρώτος ήταν οι εξωτερικοί νάρθηκες της εκκλησίας του Σωτήρα, που βρισκόταν, όπως αναφέραμε, στον περίβολο του κτιρίου. Εκεί ήταν τοποθετημένα γλυπτά, αρχιτεκτονικά μέλη, επιγραφές και ανάγλυφα χωρίς καμιά ιδιαίτερη μέριμνα ή διαχωρισμό. Από γραπτές μαρτυρίες των συγχρόνων φαίνεται ότι το μέρος ήταν αρκετά εκτεθειμένο στις καιρικές συν θήκες. Ένας δεύτερος χώρος φύλαξης, για αντικείμενα μικρότερου μεγέθους (π.χ. αγγεία, νομίσματα), ήταν η βιβλιοθήκη του κτιρίου. Εκεί τα αρχαία συνωστί ζονταν ανάμεσα στα βιβλία. Με τα σημερινά κριτήρια, το μουσείο της Αίγινας δεν ήταν παρά μια αποθήκη. Η σημασία του έγκειται στο γεγονός ότι ήταν το πρώτο μουσείο της χώρας και φα νερώνει τον αγώνα μιας ολόκληρης εποχής για τη διάσωση των αρχαιοτήτων. Τί ποτα το πιο βολικό και συνάμα το πιο δύσκολο από το να ιδρύσει κανένας ένα Μουσείο στην Ελλάδα, έγραφε χαρακτηριστικά ο Μουστοξύδης, μιλώντας για τις δυσκολίες της περισυλλογής και της μεταφοράς των αρχαίων. Η ιστορία του πρώτου αυτού μουσείου τελείωσε το 1834, όταν το Ορφανοτρο φείο μεταφέρθηκε στο Ναύπλιο. Το μεγαλύτερο μέρος των συλλογών του μουσεί ου μεταφέρθηκε στην Αθήνα το 1837, ενώ κάποια αρχαία παρέμειναν στην Αίγι να για τη δημιουργία πολύ αργότερα (1898) ενός τοπικού μουσείου.
5.8.3 Τα πρώτα αθηναϊκά μουσεία Το Αρχαιολογικό Μουσείο στο Θησείο Το πρώτο μουσείο στην Αθήνα ήταν το Θησείο, που ορίστηκε με βασιλικό διά ταγμα «Κεντρικό Αρχαιολογικό Μουσείο» το 1834, δηλαδή λίγο πριν ανακηρυχτεί η Αθήνα πρωτεύουσα. Το Θησείο ήταν στην Αρχαιότητα ναός αφιερωμένος στον Ήφαιστο και στην Αθηνά Εργάνη και χτίστηκε τον 5ο αιώνα π.Χ. Την εποχή της απελευθέρωσης σωζόταν σχεδόν ανέπαφος και χρησιμοποιούνταν ως χριστιανι κός ναός του Αγίου Γεωργίου του Ακαμάτη. Μετά τις απαραίτητες μετατροπές, δέ χτηκε τα πρώτα αρχαία το 1835 και χρησιμοποιήθηκε ως μουσείο ως το 1935.
166
1 1
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.8
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Εικόνα 7. Το Θησείο γύρω στο 1850 Πηγή: Φωτογραφία]. Ro/Jeι·t.son (Αγγλία 1850-1855), © Φωτογραφικό Αρχείο Μουσείου Μπενάκη,
ΙΙ. 74
Στο εσωτερικό του μουσείου επικρατούσε, κατά την έκφραση ενός επισκέ πτη, μια ωραία αταξία (Breton, 1868, σ. 203). Τα αρχαία (γλυπτά, επιγραφές, επιτύμβιες στήλες κ.λπ.) συνωστίζονταν γύρω στους τοίχους αλλά και στο κέ ντρο, χωρίς κάποιο ιδιαίτερο σύστημα, σύμφωνα με το μέγεθος και το σχήμα τους. Για την τοποθέτηση των αρχαίων είχαν χρησιμοποιηθεί ξύλινα ράφια και ερμάρια, ενώ για λόγους οικονομίας πολλά από τα μικρότερα και αποσπασματι κότερα γλυπτά είχαν εντοιχιστεί σε ξύλινους πίνακες μέσα σε γύψο. Το μουσείο ήταν επισκέψιμο, αλλά δεν ξέρουμε αν είχε κανονικές ώρες επίσκεψης. Δραστηριότητα 13/Κεφάλαιο 5 Με βάση τις γνώσεις που έχετε αποκομίσει μέχρι τώρα, πώς κρίνετε τον τρόπο έκθεσης των αρχαιοτήτων στα δύο πρωιμότερα ελληνικά μουσεία, δηλαδή σε αυτό της Αίγινας και στο Θησείο; Γράψτε την άποψή σας σε ένα κείμενο 80 λέξεων. Τη δική μας απάντηση θα βρείτε στο Παράρτημα, στο τέλος του κεφαλαίου.
Τα μουσεία της Αρχαιολογικής Εταιρείας Όπως 11δη αναφέραμε, η Αρχαιολογική Εταιρεία διαδραμάτισε ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στη διάσωση των αρχαιοτήτων σε όλο τον 190 αιώνα. Ένας από τους βασικούς σκοπούς της, όπως δηλώνεται στο καταστατικό της του 1837, ήταν
1
167
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.8
�1t�������W&.Ssm;iM::&��'.%-�t�ft��:·t��ω2��ind>t.¾�«-.¾.����n:--m.-� :
η φύλαξη των αρχαιοτήτων που περιέρχονταν στην κατοχή της (από ανασκαφές, αγορές και δωρεές) έως ότου ιδρυθεί στην Ελλάδα Εθνικό Μουσείο. Η συλλογή της εταιρείας στεγάστηκε διαδοχικά στο Πανεπιστήμιο, στο Βαρβάκειο Λύκειο και στο Πολυτεχνείο. Παράλληλα, με πρωτοβουλία της εταιρείας, δημιουργήθη κε στην Αθήνα ένα μουσείο εκμαγείων (1846-1874). • Στο Πανεπιστήμιο (1858-1865) χρησιμοποιήθηκε το αμφιθέατρο της ανατο μίας, στο ισόγειο του κτιρίου. Παρά τον προσωρινό του χαρακτήρα και το γε γονός ότι έμοιαζε περισσότερο με αποθήκη παρά με μουσείο, άνοιγε στο κοινό 3 φορές την εβδομάδα, μάλλον τα απογεύματα. • Το Βαρβάκειο Λύκειο χρησιμοποιήθηκε από το 1862 ως το 1882. Είχαν πα ραχωρηθεί στην εταιρεία τέσσερα δωμάτια, όπου τα εκθέματα παρουσιάζο νταν με τυπολογική οργάνωση, δηλαδή κάθε αίθουσα περιείχε διαφορετική κατηγορία αρχαίων. Το μουσείο ήταν ανοιχτό κάθε Δευτέρα και Τετάρτη απόγευμα. • Το Πολυτεχνείο (1878-1893) άρχισε να χρησιμοποιείται ως μουσείο το 1878 για τη στέγαση των ευρημάτων από τις ανασκαφές του Σλήμαν στις Μυκήνες. Τα αρχαία παρουσιάζονταν σε τέσσερις μεγάλες αίθουσες στον πρώτο όρο φο του κεντρικού κτιρίου. Έτσι, ο επισκέπτης μπορούσε να δει τη μυκηναϊκή αίθουσα (εικ. 8), την αιγυπτιακή αίθουσα (όπου στεγαζόταν μια σημαντική συλλογή αιγυπτιακών αρχαιοτήτων, δωρεά του Ι. Δημητρίου), μια αίθουσα με χάλκινα και πήλινα αντικείμενα και τέλος την αίθουσα με τα αγγεία και τα κοσμήματα. Fenetres j!.?3
1:;; :2(/
fϊϊί1
m
ι•
IV
'\,Ί
ιπ
ι[Γ ) -lE �
l 1
A
11
ί fa.re.r
.E:n.tree
[Ξ]
1 J5
1 h
�t •.
�1•
1
'1.J
.Α
Ι z,ρ ' "
v
Εικόνα 8. Κάτοψη της μυκηναϊκής αίθουσας στο Πολυτεχνείο (1888) (προσέξτε τον παρατακτικό τρόπο διάταξης των βιτρινών) Πηγή: Guide Joanne, 1888, εικ. 107
168
1 1
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.8
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Βλέπουμε δηλαδή ότι τα αρχαία ήταν εκτεθειμένα με συστηματικό, τυπολογι κό τρόπο και μπορούμε να πούμε ότι το μουσείο της Αρχαιολογικής Εταιρείας στο Πολυτεχνείο ήταν το πρώτο συστηματικά οργανωμένο μουσείο στην Ελλάδα. Επιπλέον, ήταν το πρώτο για το οποίο συστάθηκαν συγκεκριμένες θέσεις εργα σίας (υπήρχε επιμελητής και βοηθός του). Το μουσείο ήταν ανοιχτό καθημερινά, πρωί και απόγευμα, εκτός Κυριακών και αργιών.
Το Μουσείο της Ακρόπολης Ήταν το πρώτο μουσείο που χτίστηκε στην Ελλάδα. Τα σχέδια έγιναν από τον αρχιτέκτονα Π. Κάλκο και η ανέγερσή του κράτησε 10 χρόνια (1864-1874). Το μουσείο εμπλουτίστηκε ιδιαίτερα μετά τις μεγάλες ανασκαφές στην Ακρόπολη (1885-1890), κατά τη διάρκεια των οποίων ανακαλύφτηκαν οι αρχαϊκές Κόρες και άλλα πρώιμα γλυπτά. Το 1888 χτίστηκε και ένα δεύτερο μικρό κτίριο δίπλα στο αρχικό, για να στεγάσει τις μικρότερες αρχαιότητες. Η έκθεση των έργων ακολουθούσε χρονολογική σειρά, δηλαδή κάθε αίθουσα αντιστοιχούσε σε μια περίοδο της αρχαίας ελληνικής τέχνης (δηλαδή αρχαϊκή, κλασική κ.λπ.). Τα μεγάλα γλυπτά ήταν τοποθετημένα γύρω στους τοίχους, ενώ τα μικρότερα σε προθήκες συνήθως στο κέντρο των αιθουσών. Ενδιαφέρον παρου σιάζει το γεγονός ότι δημοσιεύτηκαν και οδηγοί του μουσείου (1888, 1890, 1891) για πρώτη φορά στην ιστορία του θεσμού στην Ελλάδα. Το μουσείο ήταν ανοιχτό καθημερινά, πρωί και απόγευμα.
•
1
•
t
1
Α Εικόνα 9. Κάτοψη του Μουσείου της Ακρόπολης Πηγή: Κόκκου, 1977, σ. 199, εικ. 81
Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Η ίδρυση εθνικού μουσείου αποτέλεσε για πολλές δεκαετίες αντικείμενο με γάλων συζητήσεων και πέρασε από πάρα πολλά στάδια πριν υλοποιηθεί.6 Τα
6
Για μια διεξοδική αναφορά στην ιστορία του Εθνικού Μουσείου βλ. Κόκκου (1979, σ. 201-258).
169
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.8
---------------�·����-'¾�t!}\Wtit����Jim:�%t�m'tiii::WW'�h�n'��1¾:�)'����"'��'%m :
πρώτα σχέδια έγιναν από τον Γερμανό αρχιτέκτονα Leo von Κlenze, ο οποίος επι σκέφτηκε την Αθήνα το 1834. Έχοντας ήδη σχεδιάσει τη Γλυπτοθήκη και την Πα λαιά Πινακοθήκη στο Μόναχο, ο Κlenze ήταν εκείνη την εποχή ένας από τους πιο καθιερωμένους αρχιτέκτονες μουσείων στην Ευρώπη. Επέλεξε την περιοχή του Αγίου Αθανασίου στον Κεραμεικό και σχεδίασε ένα ασύμμετρο κτίριο που το ονόμασε Παντεχνείον. Παρά τη γενική επιθυμία να αποκτήσει η Αθήνα μουσείο, τα σχέδιά του δεν υλοποιήθηκαν για οικονομικούς, όπως φαίνεται, λόγους. Στα 1858 προκηρύχτηκε δημόσιος διαγωνισμός για την ανέγερση του μουσεί ου, ο οποίος όμως δεν έφερε αποτέλεσμα. Τότε υπέβαλε με δική του πρωτοβουλία σχέδια ένας άλλος Γερμανός αρχιτέκτονας, ο Ludwig Lange, καθηγητής στην Ακαδημία του Μονάχου. Τα σχέδια του Lange εγκρίθηκαν, αλλά οι διάφορες δυ σκολίες που προέκυψαν ως προς την επιλογή της κατάλληλης θέσης καθώς και οι πολιτικές διαμάχες που κατέληξαν στην έξωση του Όθωνα από την Ελλάδα έκα ναν το θέμα να ξεχαστεί. Η τελική λύση δόθηκε το 1866, με τη δωρεά ενός μεγάλου οικοπέδου στην οδό Πατησίων από την Ελένη Τοσίτσα. Τα θεμέλια μπήκαν την ίδια χρονιά, αλλά η ανέγερση του μουσείου πέρασε από διάφορες φάσεις ως την ολοκλήρωσή του από τον Ernst Ziller το 1889. Ακολούθησαν οι εργασίες έκθεσης των αρχαιοτήτων και ως το 1894 όλο το μουσείο ήταν προσιτό στο κοινό. Στις αρχές του 20ού αιώνα προστέθηκε μία ακόμα πτέρυγα και διαμορφώθηκε ο κήπος του μουσείου. Ενδιαφέρον είναι ότι η λειτουργία του μουσείου ρυθμιζόταν με βασιλικό διάταγμα του 1893, που προέβλεπε τα εξής: Η ίδρυσις τον Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείον σκοπόν έχει την μελέτην και την διδασκαλίαν της αρχαιολογικής επιστήμης, την διάδοσιν της αρ χαιολογικής γνώσεως και την ανάπτνξιν της αγάπης προς τας τέχνας. Βλέπουμε δηλαδή ότι στα τέλη του 19ου αιώνα είχε πλέον εδραιωθεί η αντίληψη ότι σκοπός των μουσείων δεν είναι η φύλαξη και η ασφάλεια των αρχαί ων, αλλά η παροχή γνώσεων και γενικότερα η πνευματική καλλιέργεια (θυμη θείτε την πραγμάτευση του θέματος στην ενότητα 5.8.1 και ανατρέξτε στον Πί νακα 7). Οι συλλογές του Εθνικού Μουσείου ήταν οργανωμένες με τυπολογική και χρονολογική σειρά, όπως και στο Μουσείο της Ακρόπολης. Ιδιαίτερο ενδιαφέ ρον παρουσιάζει το γεγονός ότι -για πρώτη φορά στην ιστορία των ελληνικών μουσείων- παρατηρείται μια συστηματική προσπάθεια να συνοδεύονται τα εκ θέματα από κάποιες -στοιχειώδεις έστω- πληροφορίες: Κάθε αίθουσα είχε την ονομασία της, που αναγραφόταν καθαρά στον τοίχο, οι προθήκες είχαν τίτλους και πολλά από τα εκθέματα συνοδεύονταν από λεζάντες. Στις περιπτώσεις ση μαντικών έργων το όνομα του καλλιτέχνη αναγραφόταν στον τοίχο πίσω από το εκτεθειμένο έργο. Επιπλέον, είχαν δημοσιευτεί σύντομοι οδηγοί για το κοινό. Το μουσείο ήταν ανοιχτό καθημερινά, πρωί και απόγευμα, αλλά δεν διαθέτουμε πληροφορίες για το κοινό που το επισκεπτόταν.
170
1
1
ENL ΤΗΤΑ
5.ο
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Εικόνα 10. Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Άποψη αίθουσας στα τέλη του 19ου αιώνα
Άλλα αθηναϊκά μουσεία Στα τέλη του αιώνα λειτούργησαν επίσης στην Αθ11να το Νομισματικό και το Επιγραφικό Μουσείο, η ιστορία των οποίων είχε ξεκινήσει πολύ νωρίτερα. Δραστηριότητα 14/Κεφάλαιο 5 Με βάση όσα προαναφέρθηκαν και ανατρέχοντας στην υποενότητα 5.8.1, απαντήστε στο εξής ερώτημα: Ποια ήταν κατά τη γνώμη σας η πρόνοια για το κοινό των μουσείων στην Ελλάδα κατά τον 190 αιώνα; Γράψτε την άποψή σας σε μια παράγραφο 80 περίπου λέξεων και ελέγξτε την ορθότητα της απάντησής σας με βάση τον Πίνακα 9. Μπορείτε επίσης να ανατρέξετε στη δική μας απάντηση, που βρίσκεται στο Παράρτημα, στο τέλος του κεφαλαίου.
5.8.4
Τα πρώτα επαρχιακά μουσεία
Το πρώτο μουσείο της χώρας που χτίστηκε εκτός Αθηνών ψαν το Αρχαιο λογικό Μουσείο της Σπάρτης, η ανέγερση του οποίου διάρκεσε από το 1874 ως το 1876. Το μουσείο αυτό, ένα απλό νεοκλασικό κτίριο, σε σχέδια του αρχι-
1
171
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.8
τέκτονα Γ. Κατσαρού, χρησιμοποιείται με τις απαραίτητες προεκτάσεις έως σψιερα.
Εικόνα 11.Αρχαιολογικό Μουσείο Σπάρτης. Άποψη του εσωτερικού στα τέλη του 19ου αιώνα 1Ιηγ1i: Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τ. 22, εικ. 208
Ακολούθησε το Αρχαιολογικό Μουσείο της Ολυμπίας, που χτίστηκε μετά τη λ11ξη των γερμανικών ανασκαφών, οι οποίες διάρκεσαν από το 1875 ως το 1881. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι η απόφαση για την ίδρυση μουσείου στην αρχαία Ολυμπία ξεσ11κωσε διαμαρτυρίες, καθώς πολλοί θεωρούσαν ότι η συγκεκριμένη περιοχή ψαν πολύ απομονωμένη για τον σκοπό αυτό. Ορισμένοι μάλιστα αντιπρότειναν την Αθ11να ως καταλληλότερο τόπο ίδρυσης του «ολυμπια κού μουσείου». Παρά τις αντιρρήσεις, το μουσείο χτίστηκε σε λόφο κοντά στον αρχαιολογικό χώρο, σε σχέδια του F. AdleΓ, καθηγητή στο Πολυτεχνείο του Βε ρολίνου, και του γνωστού αρχαιολόγου W. Dόφfeld. Τα έξοδα κατασκευ11ς καλύ φθηκαν από τον Ανδρέα Συyyρό, προς τιμήν του οποίου το μουσείο ονομάστηκε Σύγγρειον. Τα εγκαίνια έγιναν στις 18 Μαϊου 1887. Το Μουσείο της Ολυμπίας ψαν από τα πιο συστηματικά οργανωμένα μουσεία της εποχ11ς, διέθετε μάλιστα και μόνιμο προσωπικό (επιμελητή και βοηθό του).
172
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.8
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Εικόνα 12. Το (παλιό πλέον) Αρχαιολογικό Μουσείο της Ολυμπίας
Εικόνα 13.Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας (παλιό κτίριο). Άποψη της κεντρικ17ς αίθουσας, με το άγαλμα της Νίκης του Παιωνίου στο βάθος (αρχές 20ού αι.) Πηγ1j: © Γερμανι;ι,όΑρχαιολογικό Ινστι.τοι5τοΑθηνών (DA!), ΟΙ. 203
173
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.8
Στα τέλη του 19ου αιώνα ιδρύθηκαν άλλα 6 αρχαιολογικά μουσεία και συγκε κριμένα στο Αμφιάρειο (1884) και στην Ελευσίνα (1890) στην Αττική, στο Σχημα τάρι (1890) στη Βοιωτία, στην Αίγινα (1898), στη Σύρο και στην Επίδαυρο (1899).
\
ι� )5
Εικόνα 14. Αρχαιολογικό Μουσείο Ελευσίνας. Άποψη του εσωτερικού στις αρχές του 20ού αιώνα Πηγή:© Γερμανικό Αρχαιολογι.κό !νστιτούτοΑθη� ιών (DAI), El. 225
5.8.5
Μουσεία σε αλύτρωτες περιοχές
Η ανάλυσή μας μέχρι στιγμ1iς αφορούσε μουσεία που ιδρύθηκαν κατά τη διάρ κεια του 19ου αιώνα μέσα στα τότε όρια του ελληνικού κράτους, τα οποία είχαν διαμορφωθεί με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου του 1830. Ωστόσο, προσπ άθειες για τη διαφύλαξη των αρχαιοτ11των και την ίδρυση μουσείων γίνονταν από πολύ νωρίς και σε άλλες περιοχές, οι οποίες βρίσκονταν ακόμη εκτός των ορίων του ελ ληνικού κράτους (π.χ. Κρ11τη, Σάμος, Κέρκυρα). Αξίζει να τις δούμε με περισσό τερη λεπτομέρεια.
174
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.8
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Μελέτη Περίπτωσης 2 κtρκυρa Μία από τις περιοχές που μπορεί να καυχάται ότι κατέχει τα πρωτεία ως προς τη δημιουργία μουσείου στη χώρα μας είναι η Κέρκυρα. Από το 1815 έως το 1864, οπότε και ενώθηκε με την Ελλάδα, η Κέρκυρα αποτελούσε αγγλικό προτεκτοράτο. Η ίδρυση του μουσείου οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στις πρω τοβουλίες του λόρδου Nugent, ύπατου αρμοστή της Μεγάλης Βρετανίας στο νησί. Ο Nugent οργάνωσε τις πρώτες ανασκαφές και ήταν εκείνος που προέ τρεψε την Ιόνιο Βουλή να προχωρήσει στη δημιουργία μουσείου. Ως τόπο στέ γασης πρότεινε το θερινό ανάκτορο του Μοη Repos. Πράγματι, το Ιονικόν Μουσείον ιδρύθηκε το 1833 με νόμο της Ιονίου Βουλής. Ήταν, δηλαδή, μαζί με το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Αίγινας, τα πρώτα μουσεία που ιδρύ θηκαν στη χώρα. Δυστυχώς, η ιστορία αυτού του μουσείου δεν είναι γνωστή. Δεν ξέρουμε, για παράδειγμα, αν η πρόταση του Nugent να στεγαστεί το μου σείο στο Μοη Repos πραγματοποιήθηκε ούτε αν τελικά το μουσείο αυτό λει τούργησε. Το μόνο που είναι γνωστό είναι ότι η διεύθυνσή του είχε ανατεθεί στον Παύλο Προσαλέντη, ζωγράφο και γλύπτη. Αργότερα, πάντως, τα αρχαία που είχαν συγκεντρωθεί στεγάστηκαν στο γυμνάσιο της πόλης, έως ότου χτι στεί μουσείο στην Κέρκυρα, στις αρχές του 20ού αιώνα. Αξίζει, ωστόσο, να σταθούμε στο νομοθετικό κείμενο που ρύθμιζε τα της ίδρυσης του μουσείου. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η παράγραφος που αφορού σε το ιδιοκτησιακό καθεστώς των αντικειμένων. Συγκεκριμένα, το μουσείο θε ωρούνταν ένας τόπος ο οποίος εξασφάλιζε μεν την ασφάλεια στα αντικείμενα που είχε στη φύλαξή του, είχε όμως την υποχρέωση να τα επιστρέφει στον αρ χικό κάτοχο και δωρητή τους, κάθε φορά που εκείνος το επιθυμούσε. Καθιε ρωνόταν έτσι αυτό που στη σύγχρονη μουσειολογία ονομάζεται διαρκής δα· νεισμός (permanent lending), σύμφωνα με τον οποίο μεμονωμένα αντικείμε να ή ολόκληρες συλλογές είναι δυνατόν να δανείζονται επ' αόριστον σε κά ποιο μουσείο. Πρόκειται για μια πρακτική που διευκολύνει νομικές ή άλλες πε ριπλοκές, οι οποίες συχνά προκύπτουν μεταξύ μουσείων και συλλεκτών/δωρη τών. Το πιθανότερο είναι ότι αυτή η εντελώς πρωτοποριακή και μοναδική στην ιστορία των ελληνικών μουσείων άποψη είχε απώτερο κίνητρο να ευαισθητο ποιήσει τους κατοίκους του νησιού να δωρίσουν αρχαιότητες στο μουσείο. Πράγματι, λοιπόν, φαίνεται ότι πολλοί Κερκυραίοι έκαναν δωρεές σε αυτό το πρώτο ιονικό μουσείο.
Μελέτη Περίπτωσης 3 Η δημιουργία μουσείου ατη Σάμο Από το 1832 έως το 1912, οπότε έγινε η ένωση με την Ελλάδα, η Σάμος ήταν αυτόνομη ηγεμονία, στην ουσία όμως υπό οθωμανική εποπτεία, αφού τον ηγεμόνα τον διόριζε η Υψηλή Πύλη. Ωστόσο, οι περισσότεροι από αυτούς τους ηγεμόνες ήταν άνθρωποι φωτισμένοι, που κατέβαλλαν μεγάλες προσπά-
175
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.8
θειες για την ανάπτυξη της παιδείας και για την προστασία των αρχαιοτήτων στο νησί. Οι πρώτες προσπάθειες για τη δημιουργία μουσείου χρονολογού νται από το 1859, οπότε ψηφίστηκε η Σύστασις Μουσείου των Αρχαιοτή• των και αποφασίστηκε η στέγασή του στο δημαρχείο της Χώρας. Η πρώτη αυ τή αρχαιολογική συλλογή περιλάμβανε τα ευρήματα των πρώτων ανασκαφών στο Ηραίο της Σάμου καθώς και τυχαία ευρήματα. Φαίνεται, όμως, ότι το υπο τυπώδες αυτό μουσείο λειτούργησε στην ουσία μόνο στα χαρτιά. Το θέμα του μουσείου θα επανέλθει στα τέλη του 19ου αιώνα. Το 1895 ιδρύθηκε Κεντρικό Αρχαιολογικό Μουσείο στο Βαθύ, το οποίο στεγάστη κε στο Πυθαγόρειο Γυμνάσιο της πόλης. Τη διεύθυνσή του αναλάμβανε ο εκά στοτε γυμνασιάρχης. Από τις σχετικές αναφορές στον Τύπο της εποχής μα θαίνουμε ότι τα αρχαία φυλάσσονταν σε δυο σαθρά και μη ασφαλή δωμάτια. Ωστόσο, αυτό που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην περίπτωση του μουσείου αυτού είναι οι φιλοδοξίες που κρύβονταν πίσω από την ίδρυσή του αλλά και το περιεχόμενο των συλλογών του. Στόχος των Σαμιωτών δεν ήταν απλώς η προστασία των αρχαιοτήτων αλλά και η υλική ωφέλεια και η δόξα την οποία θα αποκόμιζε με τον καιρό το νησί, διαθέτοντας ένα πλούσιο σε συλλογές μου σείο. Για τον σκοπό αυτό οι αρχές απευθύνθηκαν στους κατοίκους αλλά και στους απόδημους Σαμιώτες, καλώντας τους να δωρίσουν στο μουσείο τις αρ χαιότητες που είχαν στην κατοχή τους. Αξιοσημείωτο είναι ότι κάποια από τα αντικείμενα που δωρίστηκαν δεν είχαν καμία σχέση με τις ελληνικές αρχαιότη τες, αλλά προέρχονταν από άλλους πολιτισμούς. Υπήρχαν, για παράδειγμα, συλλογές όπλων ιθαγενών από την Αυστραλία και τη Ζανζιβάρη, νομίσματα από τις Ινδίες, έργα ιαπωνικής τέχνης και αντικείμενα από τη Νότια Αφρική. Πρόκειται, δηλαδή, για το μοναδικό ίσως παράδειγμα στην Ελλάδα δια μόρφωσης μιας συλλογής παγκόσμιου πολιτισμού σε tva δημόσιο μουσείο' (κάτι συνηθισμένο σε πολλά ευρωπαϊκά μουσεία, οι συλλογές των οποίων διαμορφώθηκαν συχνά ως αποτέλεσμα συγκεκριμένων ιστορικών συνθηκών, κυρίως της αποικιοκρατίας).
Ι:>
Άσκηση Αυτοαξιολόyησηc; 2/Κεφάλαιο 5 Ποια στοιχεία θεωρείτε αξιομνημόνευτα σε σχέση με την ίδρυση των πρώτων μουσείων στην Κέρκυρα και στη Σάμο; Θα βρείτε τη δική μας απάντηση στο Παράρτημα, στο τέλος του κεφαλαίου.
Ως αντίστοιχες περιπτώσεις μπορούμε να αναφέρουμε μόνο τη σημαντική δωρεά αιγυπτιακών αρ χαιοτήτων του ομογενούς από την Αλεξάνδρεια Ιωάννη Δημητρίου τη δεκαετία του 1880 (βλ. υποενό τητα 5.8.3 «Τα μουσεία τηςΑρχαιολογικής Εταιρείας- Το Πολυτεχνείο) και τη συλλογή που δημιούρ γησε ο Αντώνης Μπενάκης στις αρχές τον 20ού αιώνα και αποτέλεσε αργότερα τον πυρήνα για τη δη μιουργία του Μουσείον Μπενάκη. 7
176
li\JOTHTA 5.8
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Κρήτη Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η ίδρυση του πρώτου κρητικού μουσείου, επειδή έγινε σε μια εποχή κατά την οποία η Κρήτη ήταν ακόμη υπό οθωμανική κυριαρχία αλλά και επειδή συνδέεται με μια αξιόλογη πνευματική προσωπικότητα της επο χής, τον λόγιο Ιωσήφ Χατζιδάκι. Αφετηρία για τη δημιουργία του μουσείου ήταν η ίδρυση του Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου στα 1878, όταν έπειτα από επίμονους αγώνες των Κρητικών δόθηκαν κάποια προνόμια στο νησί. Ενώ αρχικός σκοπός του συλλόγου ήταν η ανάπτυξη της παιδείας στην Κρήτη, από το 1883, οπότε εξε λέγη πρόεδρος ο Ιωσήφ Χατζιδάκις, έστρεψε την προσοχή του στη διάσωση των αρχαιοτήτων και στη δημιουργία ενός μουσείου στο Ηράκλειο. Η ιδέα έγινε δεκτή με ενθουσιασμό τόσο από τα μέλη του συλλόγου όσο και από τους Έλληνες κατοίκους της πόλης και το πρώτο μουσείο στεγάστηκε σε δύο δωμάτια στον περίβολο της εκκλησίας του Αγίου Μηνά στο Ηράκλειο. Αναγνωρί στηκε μάλιστα και επισήμως από τον Χαμδή Μπέη, τότε διευθυντή της Αρχαιολο γικής Υπηρεσίας της οθωμανικής αυτοκρατορίας και του αρχαιολογικού μουσεί ου της Κωνσταντινούπολης. Τα δωμάτια ταύτα ήταν μεν μικρά, γράφει ο Χατζι δάκις, αλλά και ολίγιστα ήταν τα αρχαία αντικείμενα. Την εποχή εκείνη η συλλογή περιλάμβανε τα ευρήματα από τις πρώτες ανασκαφικές έρευνες στην Κρήτη. Αμέσως μετά την ανακήρυξη της αυτόνομης Κρητικής Πολιτείας το 1899 και την άφιξη του πρίγκιπα Γεωργίου Α' ως ύπατου αρμοστή στο νησί, ψηφίστηκε ένα διάταγμα που προέβλεπε την ίδρυση δύο μουσείων, στα Χανιά και στο Ηρά κλειο. Προβλεπόταν μάλιστα και ο διορισμός εφόρων. Στο Ηράκλειο το μουσείο στεγάστηκε αρχικά στον στρατώνα της πόλης. Θα μιλήσουμε όμως γι' αυτό στην επόμενη ενότητα. Δραστηριότητα 15/Κεφάλαιο 5 Ποια ήταν κατά τη γνώμη σας η συμβολή του 19ου αιώνα στην εξέλιξη του θεσμού του μουσείου στην Ελλάδα; Συγκρίνετε την απάντησή σας με τα στοιχεία που παρατίθενται στους Πίνακες 7 και 9. Μπορείτε κατόπιν να ανατρέξετε στη δική μας απάντηση, που βρί σκεται στο Παράρτημα, στο τέλος του κεφαλαίου.
<Ι
Συμπεράσματα Τα συμπεράσματα στα οποία μπορούμε να καταλήξουμε από την ανάλυση ως εδώ είναι τα εξής: Ο 19ος αιώνας υπήρξε -παρά τις τεράστιες δυσκολίες και αντι ξοότητες- η εποχή κατά την οποία καθιερώθηκε ο θεσμός του μουσείου στην Ελ λάδα και μάλιστα με αρκετά πρωτοποριακές για την εποχή απόψεις ως προς τον προορισμό του, που συνοψίζονταν στο τρίπτυχο: φύλαξη, εκπαίδευση, δημόσιο όφελος. Ιδρύθηκαν μουσεία στην πρωτεύουσα και στην επαρχία, πολλά από τα οποία ήταν υποδειγματικά οργανωμένα για τα δεδομένα της εποχής τους. Τη φροντίδα για την ανέγερση και τη λειτουργία των πρώτων μουσείων είχαν αναλά-
177
�"'¾���
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.8
"§""fl't:��1:,%t»�t%:W%t(¾�'1:M���i:���m¼l-'$'1��md:S:�,1l;%%:M1:¾��®'%..@�}��t���������'"'Wt�"%Κ�
βει από κοινού το κράτος και η Αρχαιολογική Εταιρεία, ενώ δεν σπάνιζαν και οι περιπτώσεις ιδιωτικής βοήθειας. Για τη στέγασή τους χρησιμοποιήθηκαν αρχικά κυρίως υπάρχοντα κτίρια, σταδιακά όμως καθιερώθηκε η ανέγερση νέων, ειδικά σχεδιασμένων κτιρίων. Ενδιαφέρον είναι ότι πολλά από τα κτίρια αυτά εξακο λουθούν να λειτουργούν ως μουσεία -με τις απαραίτητες επεκτάσεις και βελτιώ σεις- έως σήμερα (π.χ. Μουσείο της Ακρόπολης, Εθνικό Μουσείο, Μουσείο της Επιδαύρου, της Ελευσίνας, του Σχηματαρίου κ.λπ.). Σαφής ήταν και η εξέλιξη στην οργάνωση των εκθέσεων, που, ξεκινώντας από την απλή «αποθηκευτική» προσέγγιση των πρώιμων μουσείων (π.χ. Αίγινα, Θησείο), φτάνει στα τέλη του 19ου αιώνα στην καθιέρωση ενός χρονολογικού και τυπολογικού τρόπου έκθεσης, με αξιοσημείωτα από πλευράς αισθητικής αποτελέσματα (π.χ. Εθνικό Αρχαιολο γικό Μουσείο, Μουσείο Ολυμπίας). Ένα τελευταίο σχόλιο: Θα θυμάστε ενδεχομένως από την ανάπτυξη της υποε νότητας 5.8.1 ότι τα ελληνικά μουσεία ιδρύονται εξαρχής ως δημόσια ιδρύματα που απευθύνονται σε όλες τις κατηγορίες του κοινού και ότι, με το πέρασμα του χρόνου, ως βασικός προορισμός τους προβάλλεται η διδασκαλία και η διάδοση των αρχαιολογικών γνώσεων. Θα πρέπει εδώ να σημειώσουμε ότι οι προθέσεις αυτές μπορούν να θεωρηθούν πρωτοποριακές για την εποχή τους παρά το γεγο νός ότι στην πράξη δεν υλοποιήθηκαν με την έννοια που τους αποδίδεται σήμερα. Η πρόνοια για το κοινό, για παράδειγμα, περιορίστηκε στο να παραμένουν τα μουσεία ανοιχτά αρκετές ώρες και στη δημοσίευση καταλόγων-οδηγών για τους επισκέπτες. Όσο για τη διδασκαλία, θα πρέπει να τη δούμε με την ευρεία της έν νοια και όχι με τη μορφή οργανωμένων εκπαιδευτικών προγραμμάτων, όπως γί νεται σήμερα. Δεν θα πρέπει, εντέλει, να μας διαφεύγει ότι σύμφωνα με τα σημερινά κριτήρια πολλά από τα μουσεία που ιδρύθηκαν κατά τον 190 αιώνα ήταν κατ' ευφημισμόν μόνο μουσεία. Αξίζουν, όμως, την προσοχή μας επειδή σηματοδοτούν μια ιδιαίτε ρα σημαντική περίοδο στην εξέλιξη του θεσμού του μουσείου στη χώρα μας. Στο σημείο αυτό ολοκληρώνεται η μεγάλη αυτή ενότητα. Οι δύο Πίνακες που ακολουθούν θα σας βοηθήσουν να ανακεφαλαιώσετε τα κυριότερα σημεία της ανάλυσής μας.
Πίνακας 8 Τα ελληνικά μουσεία κατά τον 190 αιώνα 1829: 1834: 1846: 1858-1893: 1863: 1865: 1874:
178
1
1 Β
Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο στην Αίγινα Κεντρικό Αρχαιολογικό Μουσείο στο Θησείο, Αθήνα Μουσείο Εκμαγείων, Αθήνα Μουσεία της Αρχαιολογικής Εταιρείας, Αθήνα Μουσείο Ακρόπολης, Αθήνα Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, Αθήνα Αρχαιολογικό Μουσείο Σπάρτης
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.8
1883: 1884: 1890: 1893: 1893: 1898: 1899:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας Αρχαιολογικό Μουσείο Αμφιαρείου, Αττική Αρχαιολογικά Μουσεία Ελευσίνας και Σχηματαρίου, Βοιωτία Νομισματικό Μουσείο, Αθήνα Επιγραφικό Μουσείο, Αθήνα Αρχαιολογικό Μουσείο Αίγινας Αρχαιολογικά Μουσεία Σύρου και Επιδαύρου
Πίνακαc; 9 Χαρακτηριστικά των ελληνικών μουσείων του 19ου αιώνα Φορείς ίδρυσης: Κράτος, Αρχαιολογική Εταιρεία Στέγη: Υπάρχοντα δημόσια κτίρια (π.χ. Θησείο), νέα κτίρια σε νεοκλασική κυρίως αρχιτεκτονική (π.χ. Εθνικό, Ολυμπία) Τρόποι εμπλουτισμού των συλλογών: Ευρήματα ανασκαφών, τυχαία ευρή ματα, δωρεές, αγορές Προσωπικό: Σε ελάχιστες περιπτώσεις (π.χ. Ολυμπία) Τρόπος έκθεσης: Συνήθως πρόχειρος, σύμφωνα με τις συνθήκες του χώρου (π.χ. Αίγινα, Θησείο, Σχηματάρι), στις καλύτερες περιπτώσεις τυπολογικός και χρονολογικός (π.χ. Ακρόπολη, Εθνικό, Ολυμπία) Πρόνοια για το κοινό: Επέκταση ωρών επίσκεψης, εκτύπωση σύντομων κα ταλόγων-οδηγών, υπομνηματισμός εκθεμάτων σε σπάνιες περιπτώσεις (π.χ. Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο)
1
179
Ενότητα 5.9
Η ΑΝΑΙΙΤΥΞΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΜΟΥΣΕΙΩΝ ΤΟΝ 20ό ΑΙΩΝΑ Σκοπός
Σκοπός αυτής της ενότητας είναι να παρουσιάσει την πορεία ανάπτυξης των ελληνικών μουσείων κατά τον 20ό αιώνα.
Προσδοκώμενα Αποτελέσματα
Όταν θα έχετε ολοκληρώσει τη μελέτη αυτής της ενότητας, θα είστε σε θέση να: • εξηγείτε τους λόγους για τους οποίους τα αρχαιολογικά μουσεία αποτελούσαν για πολλές δεκαετίες την κυριότερη κατηγορία μουσείων στην Ελλάδα· • δίνετε παραδείγματα από τουλάχιστον πέντε κατηγορίες μουσείων που λει τουργούν στη χώρα μας • αναφέρετε την ιστορία ορισμένων από τα γνωστότερα ελληνικά μουσεία· • συνοψίζετε τις τάσεις που επικράτησαν κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα στον χώρο των ελληνικών μουσείων· • αξιολογείτε την πορεία του θεσμού του μουσείου στην Ελλάδα τον 20ό αιώνα.
Εισαγωγικές Παρατηρήσεις
Στην ενότητα αυτή σκιαγραφείται η ανάπτυξη των ελληνικών μουσείων κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα. Για λόγους καλύτερης οργάνωσης των στοιχείων που παρουσιάζονται, η πραγμάτευση γίνεται ανά χρονικές περιόδους. Ωστόσο, λόγοι οικονομίας του χώρου επιβάλλουν τη μη αυστηρή τήρηση των χρονικών αυτών ορίων. Έτσι, όπως θα διαπιστώσετε, ορισμένα μουσεία αναφέρονται και εκτός της χρονικής περιόδου στην οποία ιδρύθηκαν.
5.9.1
Η πεQίοδος- 1900-1910
Η πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα ήταν μια περίοδος ιδιαίτερης άνθησης για τα αQχαιολογικά μουσεία, αφού ιδρύθηκαν συνολικά 16 (στην Αρχαία Κόρινθο, τους Δελφούς, τη Θήβα, την Κέρκυρα, το Ηράκλειο, το Αργοστόλι κ.α.). Η αξιο σημείωτη αυτή ανάπτυξη οφειλόταν κυρίως στα βελτιωμένα οικονομικά της; Αρ χαιολογικής; ΕταιQείας; εκείνη την εποχή, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα να αναλάβει η εταιρεία κάποιες αρμοδιότητες που ανήκαν κατά κανόνα στο κράτος. Έτσι, η εταιρεία χρηματοδότησε συνολικά την ανέγερση 14 μουσείων. Ενδιαφέ ρον είναι ότι πολλά από τα κτίρια αυτά χρησιμοποιούνται ακόμη και σήμερα (π.χ. στη Χαλκίδα, τη Μύκονο και τη Δήλο).
180
ΕΝΟιΗΤΑ 5.9
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Εικόνα 15. Το Αρχαιολογικό Μουσείο της Χαλκίδας στις αρχές του 20ού αιώνα Ένα από τα πλουσιότερα από άποψη περιεχομένου και πλέον υποδειγματικά από άποψη οργάνωσης μουσείο των αρχών του 20ού αιώνα ήταν το Αρχαιολογικό Μουσείο του Ηρακλείου. Όπως είδαμε στην προηγούμενη ενότητα, το μουσείο στεγάστηκε αρχικά σε δύο δωμάτια της εκκλησίας του Αγίου Μηνά και αργότερα μεταφέρθηκε στον στρατώνα της πόλης, σε χώρους εντελώς ακατάλληλους για τον σκοπό αυτό. Στις αρχές του 20ού αιώνα η κρητική κυβέρνηση χρηματοδότησε την ανέγερση ενός κτιρίου για το μουσείο. Επρόκειτο για μια μοναδική, πανύψηλη αί θουσα, που γρήγορα αποδείχτηκε απρόσφορη. Ωστόσο, παρ' όλο που η έλλειψη χώρου 1iταν αισθητή, η έκθεση 11ταν οργανωμ ένη με τρόπο που θεωρ 11θηκε υπο δειγματικός και επαινέθηκε στην εποχ11 του. Αυτό οφειλόταν στον προσωπικό ζή λο του Ιωσήφ Χατζιδάκι, για τον οποίο μιλ11σαμε ήδη στην ενότητα 5.8. Χαρακτη ριστικ11 είναι η επιστολ11 την οποία έστειλε το 191 lστον Χατζιδάκι ο τότε συνδιευ θυντής του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου Αθηνών, G. Caro: Χωρίς κολακείαν οφει'λω να σας συγχαρώ δι' έργον, όπερ ουδείς σχεδόν άλ λος Ευρωπαίος διευθυντής Μουσείου κατώρθωσε. Το μουσείο λειτούργησε στα 1907 και 11ταν ανοιχτό στο κοινό κάθε Πέμπτη απόγευμα. Το κτίριο ολοκληρώθηκε το 1912, αλλά γκρεμίστηκε αργότερα και στη θέση του άρχισε να χτίζεται, το 1937, το νέο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου, σε σχέδια του Πάτροκλου Καραντινού.
ι
181
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.9
Εικόνα 16. Το πρώτο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου
Εικόνα 17. Το Αρχαιολογικό Μουσείο του Ηρακλείου στις αρχές του 20ού αιώνα. Άποψή του εσωτερικού Δραστηριότητα 16/Κεφάλαιο 5 Παρατηρήστε την εικ. 17. Έπειτα ανατρέξτε στην εικ. 11, όπου φαίνεται το εσωτερικό του Αρχαιολογικού Μουσείου της Σπάρτης στα τέλη του 19ου αιώνα. Σχολιάστε τον τρό-
182
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.9
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
πο έκθεσης των δύο μουσείων με βάση αυτές τις εικόνες. Γράψτε τις απόψεις σας σε ένα κείμενο 100 λέξεων. Θα βρείτε τη δική μας απάντηση στο Παράρτημα, στο τέλος του κε φαλαίου.
Εξίσου υποδειγματικό για την εποχή του ήταν το Αρχαιολογικό Μουσείο Βό λου. Χτίστηκε από την Αρχαιολογική Εταιρεία με χρηματοδότηση του Α. Αθανα σάκη στα 1907-1909. Αφορμή για την ίδρυσή του στάθηκε η ανακάλυψη των επι τύμβιων γραπτών στηλών των Παγασών (Αρχαία Δημητριάδα) από τον αρχαιολό γο Απόστολο Αρβανιτόπουλο. Νεοκλασικό κτίριο με σαφή οργάνωση του χώρου, το μουσείο εγκαινιάστηκε τον Μάιο του 1909 και ήταν αφιερωμένο κατά κύριο λόγο στην έκθεση των στηλών των Παγασών. Αξίζει να τονιστεί ότι, με αφορμή τη λειτουργία του μουσείου, καταγράφηκαν συστηματικά τόσο η φιλοσοφία και οι τεχνικές που χρησιμοποιήθηκαν για την οργάνωση της έκθεσης όσο και η διαδι κασία συντήρησης των επιτύμβιων στηλών. Εφαρμόστηκε δηλαδή στο Μουσείο του Βόλου ήδη από τις αρχές του 20ού αιώνα μια πρακτική η οποία, αν και εντάσ σεται στη δεοντολογία της σύγχρονης μουσειολογίας, δεν ακολουθείται ούτε καν σήμερα.
5.9.2
Η περίοδος 1910-1950
Στην περίοδο του Μεσοπολέμου παρατηρείται μια μικρή κάμψη στην ίδρυση αρχαιολογικών μουσείων. Η αρχαιολατρία η οποία χαρακτήριζε όλο τον 190 αλλά και τις αρχές του 20ού αιώνα αρχίζει να παραχωρεί τη θέση της σε άλλες εκφάν σεις του ελληνικού πολιτισμού. Ήδη από τις αρχές του αιώνα ο Νικόλαος Πολίτης θα θέσει τις αρχέςιτης λαογραφίας στην Ελλάδα, ενώ λίγο αργότερα η Αγγελική Χατζημιχάλη θα είναι η πρώτη μεγάλη ερευνήτρια των αντικειμένων λαϊκής τέ χνης. Έχουν πλέον ωριμάσει οι συνθήκες για την ίδρυση και άλλων κατηγοριών μουσείων. Έτσι, το 1914 ιδρύεται επίσημα το Βυζαντινό Μουσείο, το 1918 το Μου σείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης και λίγο αργότερα, το 1930, ιδρύεται το Μουσείο Μπενάκη. Παράλληλα, ιδρύονται τα πρώτα ναυτικά μουσεία στην Ελλάδα.
Παράλληλο Κείμενο Διαβάστε το απόσπασμα του άρθρου της Γκαζή Α. «Archaeologίcal museums and dίsplays ίn Greece 1829-1909:Afirst approach» (1994), σ. 52 (μετάφραση στα ελλη νικά), που θα βρείτε στα Παράλληλα Κείμενα. Θα σας βοηθήσει να κατανοήσετε γιατί η ίδρυση άλλων κατηγοριών μουσείων στην Ελλάδα καθυστέρησε τόσο πολύ σε σχέση με τα αρχαιολογικά.
Βυζαντινό Μουσείο Αφορμή για τη δημιουργία του Βυζαντινού Μουσείου στάθηκε η ίδρυση, το 1884, της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, με σκοπό τη διάσωση των χρι-
1 1m
11 ffi&
183
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.9
στιανικών αρχαιοτήτων και τη συγκέντρωσή τους σε μουσείο. Στη δημιουργία τόσο της εταιρείας όσο και της συλλογής πρωτοστάτησε ο Γεώργιος Λαμπάκης, που είχε σπουδάσει θεολογία στην Αθήνα και χριστιανική αρχαιολογία στη Γερμανία. Ο Λαμπάκης κατάφερε να συγκεντρώσει με ιδιαίτερο ζήλο ένα πλουσιότατο υλικό και ένα μοναδικό φωτογραφικο αρχείο. Η συλλογή της εταιρείας στεγάστηκε κατά καιρούς σε διάφορα κτίρια. Επίσημα το μουσείο ιδρύθηκε το 1914, με την επωνυμία «Βυζαντινόν και Χριστιανικόν Μουσείον» και με σκοπό να κατατεθούν σε αυτό: τα της βνζαντιν1jς, μεσαιωνικής και χριστιανικής τέχνης έργα... πλην των εν Μακεδονία. Ο ιδρυτικός νόμος του Βυζαντινού Μουσείου προέβλεπε μάλιστα ότι δύναται να ιδρνθή και έτερον μουσείον εν Θεσσαλονίκη περιλαμβάνον τα εν Μακεδονία . Όπως θα δούμε όμως παρακάτω, η δημιουργία βυζαντινού μουσείου στη Θεσσα λονίκη θα παρέμενε όνειρο έως τις μέρες μας. Το Βυζαντινό Μουσείο ( εικ. 18) στεγάστηκε από το 1922 στον κάτω όροφο της Ακαδημίας Αθηνών, ενώ το 1926 αποφασίστηκε η οριστική εγκατάστασή του στο μέγαρο της Δούκισσας της Πλακεντίας στην οδό Βασιλίσσης Σοφίας, όπου στεγά ζεται έως σ11μερα. Τα επίσημα εγκαίνια έγιναν το 1930. Σήμερα το μουσείο διανύ ει περίοδο πλήρους αναδιάρθρωσης, καθώς έχει ήδη ολοκληρωθεί η επέκτασή του και βρίσκεται σε εξέλιξη η συνολική επανέκθεση των συλλογών του.
Εικόνα 18. Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών (παλιό κτίριο)
Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης (ΜΕΛΤ) Ιδρύθηκε το 1918 ως Μουσείον Ελληνικών Χειροτεχνημάτων, με πρωτοβουλία του ποιηηi Γ. Δροσίνη και του αρχαιολόγου Κ. Κουρουνιώτη. Η ονομασία του άλ λαξε αρκετές φορές, πριν οριστικοποιηθεί στα 1959 ως Μουσείον της Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης. Οι συλλογές του στεγάζονταν ως το 1973 στο τζαμί Τζισταράκη στο Μοναστηράκι. Τότε μεταφέρθηκε στο κτίριο όπου βρίσκεται ως σήμερα, στην οδό Κυδαθηναίων 17, στην Πλάκα. Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα δραστήριο μουσείο και για ένα από τα πρώτα ελλη-
184
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.9
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
νικά μουσεία που κατανόησαν την αξία της επικοινωνίας με το ευρύ κοινό, οργανώ νοντας πληθώρα πολιτιστικών και εκπαιδευτικών εκδηλώσεων, με προγράμματα για όλες τις ηλικίες. Παράλληλα, το μουσείο έχει να επιδείξει πλούσιο ερευνητικό και συλλεκτικό έργο. Μεγάλη ήταν η επιρροή του στα εκκολαπτόμενα λαογραφικά μουσεία της χώρας (ειδικά στις δεκαετίες 1970-1980), πολλά από τα οποία ξεκίνη σαν στην ουσία ως «παραρτήματα» του ΜΕΛΤ. Το συγκεκριμένο μουσείο εξακο λουθεί να αποτελεί σήμερα σημείο αναφοράς για όσους θέλουν να ενημερωθούν σχετικά με θέματα οργάνωσης και λειτουργίας ενός λαογραφικού μουσείου.
Μουσείο Μπενάκη Ιδρύθηκε το 1930 έπειτα από δωρεά του Αντώνη Μπενάκη, για τον οποίο θα έχετε την ευκαιρία να μάθετε περισσότερα στην επόμενη ενότητα. Το μουσείο εγκαινιάστηκε τον Ιούνιο του 1931 στο σπίτι της οικογένειας Μπενάκη, στη συμ βολή των οδών Βασιλίσσης Σοφίας και Κουμπάρη, στην Αθήνα. Σύμφωνα με τον ιδρυτικό του νόμο, το μουσείο είχε σκοπό:
... την ανάπτυξιν και προαγωγήν του καλλιτεχνικού αισθητηρίου και των ιστορικών γνώσεων 1) διά της εν αυτώ συγκεντρώσεως και εκθέσεως αντι κειμένων αρχαιολογικής, καλλιτεχνικής και λαογραφικής αξίας ή εχόντων σχέσιν με την εθνικήν ημών Ιστορίαν... , 2) διά του καταρτισμού ειδικής βι βλιοθήκης προς μελέτην της ιστορίας και της τέχνης των εν τω Μουσείω συ γκεντρωμένων αντικειμένων. Η είσοδος για τους μαθητές και τους φοιτητές ήταν δωρεάν, ενώ προβλεπόταν και μία ημέρα (η Δευτέρα) κατά την οποία η είσοδος ήταν δωρεάν για όλους. Πυ ρήνα του μουσείου αποτελούσαν οι συλλογές του ιδρυτή του. Σύντομα, ωστόσο, τα αποκτήματά του εμπλουτίστηκαν με εντυπωσιακό ρυθμό μέσω αγορών αλλά και πάρα πολλών δωρεών. Το Μουσείο Μπενάκη είναι σήμερα το μοναδικό ίσως ελληνικό μουσείο που έχει τέτοια ποικιλία συλλογών (κατά τα πρότυπα πολλών ευ ρωπαϊκών μουσείων). Διαθέτει επίσης ένα πλουσιότατο και σημαντικό φωτογρα φικό αρχείο. Οι εκθεσιακοί χώροι του μουσείου αναδιαρθρώθηκαν το 1976 και για πολλά χρόνια είχε καθιερωθεί ως ένα από τα πιο φιλικά προς τον επισκέπτη αθηναϊκά μουσεία. Το Μουσείο Μπενάκη είναι επίσης γνωστό για μια σειρά καινοτομιών. Πρόκειται για το πρώτο ελληνικό μουσείο στο οποίο λειτούργησε κυλικείο, το 1976, αλλά και το πρώτο μουσείο που δέχτηκε εθελοντές. Επιπλέον, είναι ένα από τα πρωτοπόρα ελληνικά μουσεία στον τομέα των εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων. Το 1979 λειτούργησαν τα πρώτα προγράμματα για παιδιά, ενώ από το 1985 δημι ουργήθηκε ανεξάρτητο τμήμα εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Το Μουσείο Μπενάκη έχει εισέλθει σήμερα σε μια νέα πορεία: Οι χώροι του αναδιαρθρώθηκαν εκ βάθρων και στις ανακαινισμένες αίθουσές του ο επισκέ πτης παρακολουθεί μέσα από ένα νέο τρόπο έκθεσης την ιστορική πορεία του ελ ληνισμού.
g 1
1 1
185
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.9
Εικόνα 19. Το Μουσείο Μπενάκη Αυτ11 την εποχ11 συγκροτούνται επίσης και τα πρώτα ναυτικά μουσεία, με σκο πό την ανάδειξη της ναυτικής παράδοσης των Ελλήνων από την Αρχαιότητα ως σ11μερα. Το πρώτο ναυτικό μουσείο στην Ελλάδα ήταν το Ναυτικό Μουσείο Γα λαξειδίου, που ιδρύθηκε το 1928. Ακολούθησε, το 1949, το Ναυτικό Μουσείο της Ελλάδος, με σκοπό τη συγκέντρωση και τη διαφύλαξη ιστορικc.6ν κειμηλίων που έχουν σχέση με την επίδοση των Ελλ11νων στη θάλασσα από την Αρχαιότητα ως τις μέρες μας. Το Ναυτικό Μουσείο στεγάζεται από το 1971 σε κτίριο στη μαρίνα Ζέας στον Πειραιά. Ναυτικά μουσεία έχουν από τότε δημιουργηθεί σε περιοχές με μεγάλη ναυτικ11 παράδοση: στις Οινούσσες (1965), στην Άνδρο (1971), στα Χανιά (1973), στη Θήρα (1981), στη Μύκονο (1983) κ.ά. Κατά την περίοδο που εξετάζουμε εδώ, συστάθηκε επίσης και ένα από τα λι γότερο γνωστά ελληνικά μουσεία, το Θεατρικό Μουσείο. Ιδρύθηκε το 1938, έπει τα από πρωτοβουλία του τότε προέδρου της Εταιρείας Ελλ11νων Θεατρικών Συγ γραφέων, Θεόδωρου Συναδινού. Η υλοποίηση της ιδέας ωστόσο αν11κει στον Ιω άννη Σιδέρη, μέλος της εταιρείας και μετέπειτα ιστορικό του νεοελληνικού θεά τρου, ο οποίος κατόρθωσε να συγκεντρώσει μεγάλο αριθμό αντικειμένων που ανήκαν σε σημαντικούς ανθρώπους του θεάτρου. Οι ποικίλες δωρεές που ακο λούθησαν δημιούργησαν πρόβλημα εγκατάστασης. Το μουσείο άλλαξε αρκετές φορές στέγη ως την οριστική του μεταφορά στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων, όπου άρχισε να λειτουργεί από το 1977. Οι συλλογές του περιλαμβά νουν θεατρικά κοστούμια, μακέτες σκηνογραφιών, προσωπικά αντικείμενα γνω στών Ελλήνων ηθοποιών, φωτογραφίες, αφίσες αλλά και σημαντικό αριθμό βι βλίων σχετικών με την ιστορία του θεάτρου.
186
1
ΕΝύΤΗΤΑ 5,9
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Άσκηση Αυτοαξιολόγησης 3/Κεφάλαιο 5 Η καθυστέρηση της ανάπτυξης άλλων -πλην των αρχαιολογικών- μουσείων στην Ελλάδα οφείλεται σε: a) Οικονομικούς λόγους β) Έλλειψη προσωπικού γ) Ιδεολογικές τοποθετήσεις Ποια από τις παραπάνω φράσεις συμπληρώνει σωστά την πρόταση; Θα βρείτε τη δική μας απάντηση στο Παράρτημα, στο τέλος του κεφαλαίου.
5.9.3
Η περίοδος 1950-1980
Μια νέα περίοδος άρχισε μετά τον πόλεμο. Είναι η εποχή κατά την οποία εδραιώνεται ο θεσμός του μουσείου στην Ελλάδα και αναπτύ σσονται τα μου σεία όλων των τύπων. Για λόγους οικονομίας χώρου, θα τα εξετάσουμε κατά κα τηγορίες.
Αρχαιολογικά μουσεία Κατά την περίοδο αυτ11 πολλά αρχαιολογικά μουσεία επεκτάθηκαν, ενώ από ο 1960 κυρίως και έπειτα χτίστηκαν πολλά νέα κτίρια (π.χ. στη Θ11βα, τη Θεσσα τ λονίκη, την Ολυμπία, τον Πειραιά). Παράλληλα, βέβαια, χρησιμοποι11θηκαν για τις ανάγκες των μουσείων διατηρητέα κτίρια, τάση που ισχύει μέχρι σ11μερα.
Εικόνα 20. Το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης
1
187
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.9
Εικόνα 21. Το νέο Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας Κατά την περίοδο αυτ11 άρχισαν επίσης να εμφανίζονται βυζαντινά μουσεία. 8 Ένα από τα πρώτα ήταν το Βυζαντινό Μουσείο Ζακύνθου, που εγκαινιάστηκε το 1960. Περιλαμβάνει έργα των οποίων την περισυλλογή, τη συντ11ρηση και την αποκατάσταση μετά τους καταστροφικούς για το νησί σεισμούς του 1953 φρόντι σε ο βυζαντινολόγος και ακαδημαϊκός Μανώλης Χατζηδάκις, δημιουργώντας έτσι μία από τις σημαντικότερες συλλογές έργων της μεταβυζαντιν11ς περιόδου. Το Βυζαντινό Μουσείο της Καστοριάς εγκαινιάστηκε το 1989 και περιλαμβάνει εικόνες που προέρχονται από τους πολυάριθμους βυζαντινούς και μεταβυζαντι νούς ναούς της πόλης. Αξιόλογο είναι και το Βυζαντινό Μουσείο των Ιωαννίνων, που εγκαινιάστηκε πριν από λίγα χρόνια στο κτίριο του πρώην βασιλικού περι πτέρου μέσα στο κάστρο της πόλης. Το χαρακτηριστικότερο ωστόσο παράδειγμα αυτ11ς της κατηγορίας μουσείων εί ναι το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού στη Θεσσαλονίκη, που εγκαινιάστηκε το 1994. Η πρώτη απόφαση να ιδρυθεί «Κεντρικόν Βυζαντινόν Μουσείον» στη Θεσσα λονίκη περιέχεται σε διάταγμα του τότε γενικού διοικητ�i Μακεδονίας, Στέφανου Δραγούμη, το 1913. Με αυτό μάλιστα προβλεπόταν ότι το μουσείο θα εγκαθίστατο στον ναό της Αχειροποιήτου. Την ίδια χρονιά ο διαπρεπ11ς βυζαντινολόγος Αδ. Αδαμαντίου υπέβαλε στον Στέφανο Δραγούμη «Υπόμνημα περί ιδρύσεως και ορ γανώσεως Κεντρικού Βυζαντινού Μουσείου εν Μακεδονία». Ωστόσο, η ίδρυση του μουσείου δεν προχώρησε και χρειάστηκαν πάνω από 60 χρόνια για να επανέλθει το
Το ΥΠ.ΠΟ. έχει εκδώσει έvα σν�ιοπτιχό αλλά χριjσιμο οδηγό, με τίτλο Βυζαντινά Μουσεία και Συλ λογές στην Ελλάδα, Αθιjνα 1997.
8
188
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.9
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Εικόνα 22. Το Βυζαντινό Μουσείο Ιωαννίνων θέμα στο προσκ11νιο. Το 1977 προκηρύχτηκε πανελλ11νιος αρχιτεκτονικός διαγωνι σμός, όπου βραβεύτηκαν τα σχέδια του Κυριάκου Κρόκου, όμως το κτίριο δεν ολο κληρώθηκε παρά το 1993. Το μουσείο αποτελεί σ11μερα κέντρο διαφύλαξης, έρευ νας, μελέτης και προβολής των στοιχείων του βυζαντινού πολιτισμού που διασώζο νται στον μακεδονικό χώρο και ιδιαίτερα στη Θεσσαλονίκη. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον από μουσειολογικ11 άποψη έχουν οι μόνιμοι εκθεσιακοί χώροι του μουσείου, ενώ παράλληλα οργανώνονται σε τακτά διαστ11ματα σημαντικές περιοδικές εκθέσεις.
Εικόνα 23. Το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού στη Θεσσαλονίκη
1
189
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.9
�"'%.U���tm%��'¾.��g;i:%%@W,,,,��Ά-����@�R�%.�����l@W-Ωtm2����f���
Λαογραφικά μουσεία Η περίοδος που εξετάζουμε εδώ χαρακτηρίζεται κατά κύριο λόγο από την εντυπωσιακή ανάπτυξη των λαογραφικών μουσείων, που ιδρύθηκαν σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, ειδικά μετά το 1970. Έναυσμα για την ανάπτυξη των λαο γραφικών μουσείων μπορεί να θεωρηθεί η ίδρυση στο Υπουργείο Πολιτισμού, το 1977, της Διεύθυνσης Λαϊκού Πολιτισμού, που είναι ο αρμόδιος κρατικός φορέας γι' αυτή την κατηγορία μουσείων. Τα περισσότερα λαογραφικά μουσεία πάντως ιδρύονται από τοπικούς συλλόγους, δήμους, κοινότητες, σωματεία αλλά και ιδιώτες. Δημόσια είναι στην ουσία μόνο το Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέ χνης στην Αθήνα, το Λαογραφικό και Εθνολογικό Μουσείο Μακεδονίας και Θράκης στη Θεσσαλονίκη και το Μουσείο Ελληνικών Λαϊκών Μουσικών Ορ γάνων στην Αθήνα. Πρωτοπόρο στον χώρο των λαογραφικών μουσείων είναι το Πελοποννησια κό Λαογραφικό Ίδρυμα στο Ναύπλιο, που ιδρύθηκε το 1974, με σκοπό την έρευ να, τη μελέτη, τη διάσωση και την προβολή του νεότερου πολιτισμού της Πελο ποννήσου και ευρύτερα της Ελλάδας. Το μουσείο, που έγινε γνωστό για τις επι τυχημένες εκθέσεις του, βραβεύτηκε το 1981 με το βραβείο του Ευρωπαϊκού Μουσείου της Χρονιάς. Πρόκειται για μια διάκριση που απονέμεται κάθε χρό νο σε μουσεία που έχουν να επιδείξουν κάτι αξιόλογο σε κάποιον τομέα της δραστηριότητάς τους. Γνωστό είναι επίσης το Λαογραφικό και Εθνολογικό Μουσείο Μακεδονίας και Θράκης στη Θεσσαλονίκη, που ιδρύθηκε το 1970. Όπως αναφέρει ο ιδρυτι κός του νόμος: Σκοπός του Μουσείου είναι η... διατήρησις της μνήμης των προγόνων και η Εθνική διαπαιδαγώγησις των πολιτών και ειδικώτερον της νέας γενεάς. Από την πληθώρα των λαογραφικών μουσείων που λειτουργούν σήμερα στην Ελλάδα, αναφέρουμε ενδεικτικά τα λαογραφικά μουσεία Στεμνίτσας (εικ. 24), Σαρακατσάνων στις Σέρρες, Λάρισας και της Εταιρείας Ηπειρωτικών Μελετών στα Γιάννενα. Ειδική μνεία αξίζει, τέλος, το Μουσείο Κρητικής Εθνολογίας στους Βώρους Ηρακλείου, η έκθεση του οποίου βραβεύτηκε το 1992 από το Συμβούλιο της Ευρώπης.
190
1 i1
ΕΝΟΤΗϊ Α 5.9
ΚΕΦΑΛΑΙΟ �
Εικόνα 24. Το Λαογραφικό Μουσείο Στεμνίτσας Κλείνοντας την αναφορά μας στα λαογραφικά μουσεία, θα πρέπει να σημειώ σουμε το σημαντικό έργο που πρόσφερε στον χώρο η Ελληνική Εταιρεία Λαο γραφικής Μουσειολογίας, που ιδρύθηκε το 1987.
Ιστορικά Μουσεία Κατά την περίοδο αυτή αναπτύσσονται επίσης τα μουσεία ιστορικού ενδιαφέ ροντος, με χαρακτηριστικότερο εκπρόσωπο το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. Η ιστορία του ξεκινά το 1882, με την ίδρυση της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρεί ας της Ελλάδος, σκοπός της οποίας ήταν η: περισυναγωγ1j ιστορικής και εθνολογικής ύλης και παντοειδών αντικειμέ νων... και η σύστασις μουσείου συμπεριλαμβάνοντος τα τοιαύτα μνημεία του εθνικού βίου. Η συλλογή της εταιρείας σχηματίστηκε αρχικά από δωρεές ιδιωτών και στεγά στηκε προσωρινά στην Παλιά Βουλή. Το 1884 μεταφέρθηκε σε μια αίθουσα του Πολυτεχνείου, όπου και παρέμεινε ως το 1940. Εν τω μεταξύ είχε υπογραφεί, το 1926, ο ιδρυτικός νόμος του μουσείου, που σκοπό είχε: την περισυλλογήν και διαφύλαξιν των από της αλώσεως της Κωνσταντινου πόλεως και εντεύθεν μνημείων, των αναφερομένων εις την ιστορίαν, τον δη μόσιον και ιδιωτικόν βίον του Ελληνικού Έθνους.
1
191
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.9
Κατά τη διάρκεια του πολέμου τα εκθέματα μεταφέρθηκαν για μεγαλύτερη ασφάλεια στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο (όπως έγινε και με τις συλλογές άλ λων αθηναϊκών μουσείων). Στο μεταξύ, καμία από τις διάφορες λύσεις που προ τάθηκαν για τη μόνιμη στέγαση της συλλογ11ς δεν καρποφόρησε, ώσπου, κατά την περίοδο της Κατοχ11ς, η κυβέρνηση παραχώρησε το μέγαρο της Παλιάς Βουλ11ς για τη στέγαση του μουσείου. Τα εγκαίνια πάντως δεν έγιναν παρά το 1962. Σ11μερα οι συλλογές του Ιστορικού Μουσείου περιλαμβάνουν πλουσιότατο υλικό από ιστορικά κειμήλια διάφορων εποχών (όπλα, σημαίες, έγγραφα, χάρτες κ.λπ.) αλλά και λαογραφικά αντικείμενα (έργα αργυροχρυσοχο'ιας, κεραμικά, κε ντήματα κ.ά.). Επιπλέον, το μουσείο διαθέτει ένα σημαντικό αρχείο εγγράφων που αναφέρονται στην ιστορία και στον πολιτισμό του νεότερου ελληνισμού, κα θώς και πλούσια βιβλιοθ11κη και φωτογραφικό αρχείο.
Εικόνα 25. Το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, που στεγάζεται στο μέγαρο της Παλιάς Βουλής Ιστορικά μουσεία υπάρχουν σε αρκετές πόλεις της Ελλάδας. Ως αξιόλογο πα ράδειγμα αναφέρουμε το Ιστορικό Μουσείο Κρήτης στο Ηράκλειο, με εκθέματα που δίνουν στον επισκέπτη μια ζωνταν11 εικόνα της ιστορίας και του πολιτισμού της Κρήτης από τα παλαιοχριστιανικά χρόνια ως σήμερα. Το μουσείο ιδρύθηκε το 1953 από την Εταιρεία Κρητικών Ιστορικών Μελετών. Στην ίδια κατηγορία ανα φέρουμε ενδεικτικά το Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών (1973), το Πολεμικό Μουσείο (1975), το Μουσείο του Μακεδονικού Αγώνα στη Θεσσαλονίκη (1982), το Μουσείο της Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών (1987) και το Ιστορικό Μουσείο Άρτας (1989). Μοναδικό στην κατηγορία αυτή είναι το Εβραϊκό Μουσείο, που ιδρύθηκε το 1977 με σκοπό να περισυλλέξει, να διατηρήσει και να κάνει γνωστή την εναπομεί-
192
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.9
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
νασα πολιτιστική κληρονομιά των Εβραίων της Ελλάδας. Θεωρείται ένα από τα πλουσιότερα σε αριθμό εκθεμάτων εβραϊκά μουσεία στην Ευρώπη. Από το 1998 στεγάζεται σε ένα νεοκλασικό κτίριο στην οδό Νίκης 39, στην Πλάκα.
Μουσεία έργων νεότερης τέχνης Ιδιαίτερη άνθηση τις τελευταίες δεκαετίες γνωρίζουν και τα μουσεία έργων νεότερης τέχνης. Πολλές πόλεις της Ελλάδας διαθέτουν πλέον δημοτικές πινακο θήκες (π.χ. Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Κέρκυρα, Χανιά, Βόλος, Ρόδος), ενώ δεν είναι λίγα τα μουσεία που είναι αφιερωμένα σε συγκεκριμένους καλλιτέχνες, όπως το Μουσείο Θεόφιλου στη Βαρειά της Μυτιλήνης, το Μουσείο Γιαννούλη Χαλεπά στην Τήνο, τα μουσεία Γουναρόπουλου και Σπυρόπουλου στην Αθήνα κ.ά. Παράλληλα, υπάρχουν και πινακοθήκες ή κέντρα σύγχρονης τέχνης που συ γκροτήθηκαν χάρη στην ιδιωτική πρωτοβουλία (π.χ. η Πινακοθήκη Αβέρωφ στο Μέτσοβο, η Πινακοθήκη Λ. Κανακάκι - Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης στο Ρέθυμνο). Για την ιδιωτική πρωτοβουλία στον χώρο των μουσείων θα γίνει περισσότερος λό γος στο πλαίσιο της σχετικής συζήτησης στην υποενότητα 5.9.4. Μιλώντας, πάντως, για μουσεία σύγχρονης τέχνης στην Ελλάδα, δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι πανελλαδική εμβέλεια έχει στην ουσία μόνο η Εθνική Πινακοθήκη και τα σχετικά πρόσφατα ιδρυθέντα Εθνικό Μουσείο Σύγ χρονης Τέχνης στην Αθήνα και Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης στη Θεσ σαλονίκη. Ας εξετάσουμε, όμως, πιο συγκεκριμένα ορισμένα μουσεία νεότερης τέχνης, ξεκινώντας από την Εθνική Πινακοθήκη.
Εθνική Πινακοθήκη - Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου Οι πρώτες προσπάθειες για τη συλλογή έργων ζωγραφικής αποδίδονται στον Καποδίστρια. Ο πρώτος αρχαιολογικός νόμος του 1834 προέβλεπε τη δημιουργία συλλογής εικόνων και χαλκογραφημάτων στην Αθήνα. Αξίζει να σημειώσουμε ότι ο Leo νοη Κlenze, στα σχέδια που έκανε το 1836 για το μουσείο της Αθήνας, που το ονόμαζε Παντεχνείον, προέβλεπε χώρο για έργα της νεότερης τέχνης. Τί ποτα απ' όλα αυτά δεν πραγματοποιήθηκε. Ωστόσο, το Πολυτεχνείο διέθετε ήδη από το 1840 μια μικρή συλλογή πινάκων, που ήταν μάλιστα ανοιχτή στο κοινό δύο φορές την εβδομάδα. Το κληροδότημα του Αλέξανδρου Σούτζου το 1897 θα επι ταχύνει τις εξελίξεις. Η επίσημη ίδρυση της Πινακοθήκης έγινε το 1900. Στον ιδρυτικό της νόμο διαβάζουμε τα εξής:
Σκοπός της εν Αθήναις ιδρύσεως Πινακοθήκης είνε [sic] η παρ' ημίν ανάπτυ ξις και προαγωγή του αισθήματος του καλού διά της προσκτήσεως και εκθέ σεως εις κοινήν θέαν δημιουργημάτων των γραφικών τεχνών, ειδικώτερον δε η εν αυτή διδασκαλία και μελέτη των εις τας καλάς τέχνας ασχολουμένων. Την ίδια χρονιά μεταφέρθηκαν όλα τα έως τότε συγκεντρωμένα έργα στον
193
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.9
πρώτο όροφο του κεντρικού κτιρίου του Πολυτεχνείου. Παρ' όλ' αυτά, το στεγα στικό 11ταν για πολλά χρόνια ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα του ιδρύμα τος και λύθηκε οριστικά μόνο στη δεκαετία του 1950, με την προκήρυξη αρχιτε κτονικού διαγωνισμού για την ανέγερση κτιρίου, αρχικά στη συμβολ1i των οδών Ριζάρη και Βασιλίσσης Σοφίας και αργότερα στη συμβολ11 Βασιλίσσης Σοφίας και Βασιλέως Κωνσταντίνου. Το κτίριο εγκαινιάστηκε το 1968 και ολοκληρώθη κε το 1976. Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τις δραστηριότητες της Πινακοθήκης τα τελευταία χρόνια θα βρείτε στην υποενότητα 5.9.4.
Εικόνα 26. Η Εθνική Πινακοθήκη Το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης δημιουργήθηκε στη Θεσσαλονί κη από μια ομάδα φιλότεχνων το 1979, αρχικά ως Μακεδονικό Κέντρο Σύγχρο νης Τέχνης. Πυρ11να για τη δημιουργία του αποτέλεσε μια σημαντικ11 δωρεά του γνωστού συλλέκτη Αλέξανδρου Ιόλα, με έργα Ελλ11νων και ξένων καλλιτεχνών (βλ. και ενότητα 5.10), καθώς και άλλες δωρεές καλλιτεχνό)ν και ιδιωτών. Με τη διοργάνωση εκθέσεων, διαλέξεων, συζητήσεων και οργανωμένων ξεναγήσεων για ενήλικες και παιδιά, το μουσείο στοχεύει στην αισθητική καλλιέργεια και στην καλλιτεχνικ11 ενημέρωση του κοινού. Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι ότι για την υλοποίηση των προγραμμάτων του, το μουσείο βασίστηκε εξαρχ11ς σε χορηγίες εταιρειών και πολιτιστικών ιδρυμά των (π.χ. Ι. Μπουτάρης και Υιός ΑΕ., Ίδρυμα Ι.Φ. Κωστοπούλου κ.ά.), καθιερώ νοντας έτσι ένα θεσμό που, όπως θα δούμε στην υποενότητα 5.9.4, κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος τις τελευταίες δεκαετίες. Ακόμα και οι χώροι όπου φιλο ξενείται η συλλογ1i του μουσείου έχουν παραχωρηθεί. Για αρκετά χρόνια η συλ λογή στεγαζόταν σε ειδικά διαρρυθμισμένους χώρους του εργοστασίου της Φίλ κεραμ-Jοhηsοη, που είχαν παραχωρηθεί από τον βιομήχανο Γ. Φιλίππου, ενώ από το 1992 στεγάζεται σε κτίριο μέσα στον χώρο της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσα λονίκης που παραχωρήθηκε από τη Helexpo.
194
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.9
Άσκηση Αυτοαξιολόγησηc; 4/Κεφάλαιο 5 Αντιστοιχίστε καθένα από τα παρακάτω μουσεία με την κατηγορία στην οποία εντάσ σεται. Μουσεία νεότερης τέχνης Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών Βυζαντινά μουσεία Μουσείο Θεόφιλου Λαογραφικά μουσεία Εβραϊκό Μουσείο Ιστορικά μουσεία Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού Δημοτική Πινακοθήκη του Δήμου Πατρέων Μουσείο Σαρακατσάνων Θα βρείτε τη σωστή απάντηση στο Παράρτημα, στο τέλος του κεφαλαίου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
<Ι
Άλλες κατηγορίες μουσείων Πριν ολοκληρώσουμε αυτή την ενότητα, είναι χρήσιμο να αναφερθούμε και στα πανεπιστημιακά μουσεία. Πρόκειται για μία από τις λιγότερο γνωστές κατη γορίες μουσείων στη χώρα μας, παρ' όλο που ορισμένα από αυτά έχουν ιδρυθεί ήδη από τον 190 αιώνα. Τα πανεπιστημιακά μουσεία απευθύνονται σε εξειδικευ μένο κοινό -στη φοιτητική κοινότητα- και έχουν κατεξοχήν εκπαιδευτικό χαρα κτήρα, αφού συνήθως οι συλλογές τους χρησιμοποιούνται για διδακτικούς σκο πούς. Αρκετά, πάντως, από αυτά είναι ανοιχτά και σε ευρύτερο κοινό, με περιορι σμένο όμως ωράριο. Τα περισσότερα πανεπιστημιακά μουσεία ανήκουν σε τμή ματα του Πανεπιστημίου Αθηνών (π.χ. Βοτανικό, Ζωολογικό, Παλαιοντολογικό και Γεωλογικό, Μουσείο Εκμαγείων της Φιλοσοφικής Σχολής κ.ά). Λαογραφικά πανεπιστημιακά μουσεία υπάρχουν στα Γιάννενα και στη Θεσσαλονίκη. Ιδιαίτε ρη αναφορά αξίζει, τέλος, το Μουσείο Εκμαγείων του Τμήματος Ιστορίας και Αρ χαιολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, που ιδρύθηκε γύρω στο 1930 και αποτελεί σήμερα τη μεγαλύτερη και καλύτερα οργανωμένη συλλογή εκμαγείων στην Ελλάδα. Δραστηριότητα 17 /Κεφάλαιο 5 Πριν προχωρήσετε στη μελέτη σας, απαντήστε στο ακόλουθο ερώτημα: Ποια είναι τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν την ανάπτυξη των ελληνικών μουσείων κατά την περίοδο 1950-1980; Γράψτε την απάντησή σας σε ένα κείμενο 80 λέξεων. Τη δική μας απάντηση θα βρείτε στο Παράρτημα, στο τέλος του κεφαλαίου.
<Ι
Η Άσκηση Αυτοαξιολόγησης που ακολουθεί θα σας βοηθήσει να εμπεδώσετε ορισμένες από τις γνώσεις που αποκομίσατε σε αυτό το κεφάλαιο. Άσκηση Αυτοαξιολόγησηc; 5/Κεφάλαιο 5 Σημειώστε ποιες από τις παρακάτω προτάσεις είναι σωστές και ποιες λάθος: 1. Η καταγραφή των διαδικασιών που ακολουθούνται κατά την οργάνωση μιας έκθεσης αποτελεί συνηθισμένη πρακτική στις μέρες μας.
<Ι
195
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.9
���'ξ_'&�tt!W@�m-����'%:>;§��:m� �
2. Το Μουσείο Μπενάκη ιδρύθηκε από το κράτος. 3. Το Ναυτικό Μουσείο Γαλαξειδίου υπήρξε το πρώτο ναυτικό μουσείο στην Ελλάδα. 4. Ο Γ. Δροσίνης ήταν από τους πρωτεργάτες της ίδρυσης του Βυζαντινού Μουσείου. 5. Το πρώτο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου υπήρξε υποδειγματικό για την εποχή του. 6. Μουσεία νεότερης τέχνης εμφανίζονται στην Ελλάδα μετά το 1980. 7. Το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο στεγάζεται στο Πολυτεχνείο. Θα βρείτε τις σωστές απαντήσεις στο Παράρτημα, στο τέλος του κεφαλαίου.
Θεσμικό πλαίσιο λειτουργία; των ελληνικών μουσείων Στο σημείο αυτό είναι χρήσιμο να παραθέσουμε ορισμένα στοιχεία για το θε σμικό πλαίσιο λειτουργίας των μουσείων στη χώρα μας. Σε γενικές γραμμές δύο είναι οι μεγάλες κατηγορίες στις οποίες υπάγονται τα ελληνικά μουσεία: τα αρχαιολογικά (συμπεριλαμβανομένων των βυζαντινών) και τα μουσεία του νεότερου ελληνισμού. Τα αρχαιολογικά μουσεία ανήκουν στο ελ ληνικό Δημόσιο και εποπτεύονται από το ΥΠ.ΠΟ. Τα μουσεία του νεότερου ελ ληνισμού -στην πλειονότητά τους λαογραφικά/εθνογραφικά- ανήκουν κατά κύ ριο λόγο σε ιδιωτικούς φορείς και μόνο εφόσον το επιθυμούν εποπτεύονται από την αρμόδια υπηρεσία του ΥΠ.ΠΟ. Διακρίνονται δε στις εξής κατηγορίες: • μουσεία που έχουν ιδρυθεί ως ιδρύματα και κληροδοτήματα • μουσεία προσαρτημένα σε σωματεία, συλλόγους και μη κερδοσκοπικές εται ρείες. Έχουν τη νομική μορφή του ΝΠΙΔ • μικρά -και στην ουσία άτυπα- μουσεία με στοιχειώδη οργάνωση, που περιορί ζονται στην παρουσίαση αντικειμένων και συλλογών (βλ. Μιχαηλίδου, 1992, σ. 113-115). Εξαίρεση αποτελούν το Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης ( ανήκει στο ΥΠ.ΠΟ.) και το Μουσείο Ελληνικών Λαϊκών Μουσικών Οργάνων (ΝΠΔΔ) στην Αθήνα και το Λαογραφικό και Εθνογραφικό Μουσείο Μακεδονίας και Θράκης (ΝΠΔΔ) στη Θεσσαλονίκη. Πριν προχωρήσετε, μελετήστε τον παρακάτω Πίνακα. Θα σας ενημερώσει για τις υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού που είναι υπεύθυνες για τα μουσεία.
Πίνακαc; 10
Υπηρεσίες του ΥΠ.ΠΟ. υπεύθυνες για τα μουσεία 1. Διεύθυνση Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Τμήμα Μουσείων 2. Διεύθυνση Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων Τμήμα Μουσείων 3. Διεύθυνση Λαϊκού Πολιτισμού Τμήμα Μουσείων 4. Διεύθυνση Πολιτιστικών Εκδηλώσεων Τμήμα Μουσείων
196
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.9
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Τέλος, η διοίκηση των μουσείων γίνεται στην ουσία με τον ίδιο τρόπο τόσο στα κρατικά όσο και στα μη κρατικά μουσεία. Η σημαντικότερη διαφορά έγκειται στο ότι ενώ στα κρατικά μουσεία η διεύθυνση και οι επιμελητές διορίζονται από το Υπουργείο Πολιτισμού, στα μουσεία που αποτελούν Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου αυτό γίνεται από εκλεγμένο Διοικητικό Συμβούλιο, το οποίο ασκεί και τον γενικό έλεγχο.
<Ι
Δραστηριότητα 18/Κεφάλαιο 5 Στο σημείο αυτό μελετήστε τον Πίνακα 11, ο οποίος παρουσιάζει με συνοπτικό τρόπο τα στοιχεία που πρόβαλαν ως σημαντικά κατά την ίδρυση ορισμένων από τα μουσεία του 20ού αιώνα. Αντιπαραβάλετέ τον στη συνέχεια με τον Πίνακα 9, που παρουσιάζει τα ίδια στοιχεία για τα μουσεία στον 190 αιώνα. Σκοπός αυτής της Δραστηριότητας είναι να ανα λογιστείτε αν υπάρχει αλλαγή νοοτροπίας σχετικά με τον προορισμό του μουσείου κατά τη μετάβαση από τον 190 στον 20ό αιώνα. Γράψτε τις παρατηρήσεις σας σε ένα κείμενο 100 λέξεων. Τη δική μας απάντηση θα βρείτε στο Παράρτημα, στο τέλος του κεφαλαίου.
Πίνακας 11 Ο προορισμός του μουσείου στην Ελλάδα κατά τον 20ό αιώνα μέσα από επίσημα έγγραφα 1900: η... ανάπτυξις και προαγωγή του αισθήματος του καλού... , ειδικώτε ρον δε η... διδασκαλία και μελέτη... 1914: εν ω κατατίθενται τα της βυζαντινής, μεσαιωνικής και χριστιανικής τέχνης έργα... 1918: εν ω κατατίθενται χειροτεχνήματα... 1926: την περισυλλογήν και διαφύλαξιν.. . 1930: . . . την ανάπτυξιν και προαγωγήν του καλλιτεχνικού αισθητηρ(ου και των ιστορικών γνώσεων... 1970: ... η διατήρησις της μνήμης των προγόνων και Εθνική διαπαιδαγώγη σις των πολιτών και ειδικώτερον της νέας γενεάς 1973: .. .η καλλιέργεια και η ανάπτυξις των ιστορικών γνώσεων και μελετών... 1978: . . . η διάσωση της τεχνικής και βιομηχανικής μας κληρονομιάς, η εξοι κείωση του κοινού με την τεχνολογία και η διάδοση του καινοτομικού πνεύματος 1994: ... η μελέτη, έρευνα, ανάδειξη, συντήρηση και φύλαξη του Απολιθωμέ νου Δάσους ... κέντρο διαφύλαξης, έρευνας, μελέτης και προβολής των στοιχείων του βυζαντινού πολιτισμού... 1997: .. .η διάσωση και ανάδειξη έργων... , η προαγωγή της αισθητικής καλ λιέργειας και της καλλιτεχνικής παιδείας του κοινού, η ανάπτυξη της επιστημονικής έρευνας... , η εξυπηρέτηση της εξειδίκευσης στη μου σειολογία...
i
1
197
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.9
5.9.4
Σύγχρονες τάσεις στην ίδρυση, την οργάνωση και τη λειτουργία των μουσείων στην Ελλάδα (1980-2000)
Η ιδιωτική πρωτοβουλία Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό αυτής της περιόδου είναι η μεγάλη ανάπτυξη της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Τα ιδιωτικά μουσεία αυξήθηκαν εντυπωσιακά τις τε λευταίες δεκαετίες. Ως γνωστά παραδείγματα ιδιωτικών μουσείων της τελευταίας εικοσαετίας του 20ού αιώνα αναφέρουμε την Πινακοθήκη Πιερίδη (1980), το Μουσείο Βορρέ (1980), το Μουσείο Γιάννη Τσαρούχη (1981), την Πινακοθήκη Αβέρωφ στο Μέτσοβο (1988) και το Μουσείο Κοσμήματος Ηλία Λαλαούνη (1994). Παράλληλα, πολλά μικρά μουσεία ιδρύονται από τοπικούς πολιτιστικούς φο ρείς, συλλόγους και εταιρείες. Αναφέρουμε ενδεικτικά το Λαογραφικό Μουσείο του συλλόγου «Σκουφάς» στην Άρτα (1983), το Μουσείο Ελευθερίου Βενιζέλου της Λέσχης Φιλελευθέρων στην Αθήνα (1986) και το Μουσείο Ιστορικό, Λαογρα φικό και Φυσικής Ιστορίας Κοζάνης, δημιούργημα του Συνδέσμου Γραμμάτων και Τεχνών Κοζάνης (1987). Χαρακτηριστική αυτή την περίοδο είναι επίσης η έντονη δραστηριοποίηση τραπεζών, που ιδρύουν μουσεία μέσω των πολιτιστικών τους τμημάτων (π.χ. Εθνι κή Τράπεζα, ΕΤΒΑ, Τράπεζα Μακεδονίας Θράκης, Ιονική Τράπεζα). Αξίζει να αναφερθούμε σε τρία από τα πιο πρόσφατα παραδείγματα.
Παράδειγμα 7 Μουσείο Μετάξηc; ατο Σουφλί
Το μουσείο δημιουργήθηκε το 1990 από το Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα της ΕΤΒΑ σε συνεργασία με τον Δήμο Σουφλίου. Στεγάζεται στο αρχοντικό Κουρτίδη και tχει σκοπό την παρουσίαση των προβιομηχανικών τεχνικών της σηροτροφίας και της μεταξουργίας καθώς και της κοινωνικοοικονομικής τους σημασίας για τους κατοίκους της περιοχής.
Παράδειγμα 8 Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησηc; ατη Δημητσάνα
Το μουσείο υλοποιήθηκε από το Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα της ΕΤΒΑ και εγκαινιάστηκε τον Σεπτέμβριο του 1997. Λειτουργεί στον χώρο ενός παλιού, υδροκίνητου, βιοτεχνικού συγκροτήματος, που περιλαμβάνει tvav αλευρόμυλο, μια νεροτριβή, έναν μπαρουτόμυλο και ένα βυρσοδεψείο. Μέσα από την αποκα τάσταση του συγκροτήματος στην παλιά του μορφή και την επαναλειτουργία των μηχανών, το μουσείο παρουσιάζει την τεχνική παράδοση της περιοχής και τη σημασία του νερού και της υδροκίνησης κατά την προβιομηχανική περίοδο.
198
'
f
1 1!
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.9
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Παράδειγμα 9 Μουσείο Αρχαίων, Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Οργάνων
Ιδρύθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1997 από το Πολιτιστικό Ίδρυμα της Τράπε ζας Μακεδονίας-Θράκης. Στο μουσείο παρουσιάζεται η μουσική ιστορία του τό που μας, μέσα από την πιστή αναπαράσταση 200 μουσικών οργάνων, που εκτί θενται με ευρηματικό τρόπο. Παράλληλα, το μουσείο προγραμματίζει εκπαιδευ τικά προγράμματα, συναυλίες με έργα βυζαντινής μουσικής κ.ά.
Εικόνα 27. Το Μουσείο Αρχαίων, Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Οργάνων στη Θεσσαλονίκη
Η άνθηση των μουσείων Παρά το γεγονός ότι τα αρχαιολογικά και τα λαογραφικά μουσεία εξακολου θούν να αποτελούν την πλειονότητα των μουσείων στην Ελλάδα, εντυπωσιακή εί ναι κατά την τελευταία εικοσαετία η εμφάνιση μουσείων κάθε τύπου. Ως ενδει κτικά παραδείγματα μπορούμε να αναφέρουμε το Μουσείο Αφής στην Αθ11να, το Μουσείο Design και το Μουσείο Κινηματογράφου στη Θεσσαλονίκη, το Μου-
199
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.9
@,;'m,Ί,1,'§�1§:Wt,,4§%,-¾.,�����'ill:m;�fu�"k���m.��i'ffi.m:t@m,,�:u�n:mw-MΨ,"-��-m;ms,�ruji&J->s'�'"'@�&_��N<%�¾�ξ��i*.'i*.{����4,"'fu,f��
σείο Χημείας στα Χανιά αλλά και την εμφάνιση παιδικών μουσείων και μουσείων φυσικής ιστορίας. Ας δούμε τα παραπάνω πιο αναλυτικά. Το Μουσείο Αφής του Φάρου Τυφλών Ελλάδος λειτουργεί από το 1984 στην Αθήνα και είναι το μοναδικό μουσείο στη χώρα μας που απευθύνεται σε άτομα με ειδικές ανάγκες. Περιλαμβάνει αντίγραφα γλυπτών και αγγείων από τη μινωική ως τη ρωμαϊκή εποχή που προσφέρονται για ψηλάφηση και είναι τοποθετημένα με τρόπο που να εξασφαλίζει τη μέγιστη δυνατή πρόσβαση. Το μουσείο βραβεύ τηκε το 1988 με τον έπαινο του Ευρωπαϊκού Μουσείου της Χρονιάς. Πρωτοπόρο στον τομέα των παιδικών μουσείων είναι το Ελληνικό Παιδικό Μουσείο, που ιδρύθηκε το 1987 και από το 1994 στεγάζεται σε κτίριο του Δήμου Αθηναίων στην Πλάκα. Το 1994 προστέθηκε σε αυτή την κατηγορία και το Μουσείο Ελληνικής Παιδι κής Τέχνης, στην Αθήνα, που σκοπό έχει την παρουσίαση, τη διαφύλαξη και την προβολή της παιδικής τέχνης. Μια μεγάλη κατηγορία μουσείων, η ανάπτυξη των οποίων καθυστέρησε πάρα πολύ στην Ελλάδα σε σχέση με άλλες χώρες, είναι τα Μουσεία Φυσικής Ιστορίας. Μόνη φωτεινή εξαίρεση αποτελούσε για πολλά χρόνια το Μουσείο Γουλανδρή Φυ σικής Ιστορίας, το οποίο ιδρύθηκε το 1965 με σκοπό την προώθηση των φυσικών επιστημών, την εκπαίδευση και την προστασία των απειλούμενων ειδών και των βιότοπων της χώρας. Το μουσείο διαθέτει συλλογές μοναδικές στην Ελλάδα (βοτα νικές, εντομολογικές, παλαιοντολογικές, γεωλογικές κ.λπ.) και λειτουργεί από το 1974. Είναι ένα από τα ελάχιστα μουσεία στην Ελλάδα στα εργαστήρια των οποίων διεξάγεται επιστημονική έρευνα και ένα από τα πρωτοπόρα ελληνικά μουσεία στον τομέα των εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων. Το μουσείο επεκτάθηκε πρόσφατα με την προσθήκη μιας νέας πτέρυγας, αφιερωμένης στην περιβαλλοντική έρευνα και εκπαίδευση (ΓΑΙΑ- Κέντρο Περιβαλλοντικής Έρευνας και Εκπαίδευσης). Μικρά τοπικά μουσεία φυσικής ιστορίας υπάρχουν σήμερα σε όλη την Ελλάδα (π.χ. Βοτανολογικό Μουσείο του Εθνικού Κήπου στην Αθήνα, Μουσείο Θαλάσ σης Κέρκυρας, Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κεφαλλονιάς και Ιθάκης, Βοτανικό Μουσείο Σιάτιστας, Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Ελασσόνας, Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Οίτης, Μουσείο Λευκών Ορέων Σαμαριάς). Ιδιαίτερη, όμως, αναφορά αξίζει το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Απολιθωμέ νου Δάσους Λέσβου, που ιδρύθηκε το 1994 στο Σίγρι της Μυτιλήνης. Το μουσείο έχει σκοπό τη μελέτη, την έρευνα, την ανάδειξη, τη συντήρηση και τη φύλαξη του Απολιθωμένου Δάσους και φιλοδοξεί να αποτελέσει πόλο έλξης κοινού και επι στημόνων σε παγκόσμιο επίπεδο. Το Απολιθωμένο Δάσος της Λέσβου, ένα μονα δικό μνημείο της φύσης, καλύπτει μια έκταση 150.000 στρεμμάτων στις περιοχές Σιγρίου, Άντισσας και Ερεσού. Αποτελείται κυρίως από απολιθωμένους κορμούς αλλά και από φυτικά απολιθώματα, δηλαδή ρίζες, φύλλα και καρπούς, που διατη ρούνται μέσα στα ηφαιστειακά πετρώματα. Λόγω της τεράστιας περιβαλλοντικής, γεωλογικής και παλαιοντολογικής του σημασίας, το Απολιθωμένο Δάσος έχει κη ρυχθεί Διατηρητέο Μνημείο της Φύσης από το 1985.
200
1 11!
1
ΕΝΟΤΗΤΑ ..;.9
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Εικόνα 28. Απολιθωμένος κορμός δέντρου στο Απολιθωμένο Δάσος της Λέσβου Με ακόμα μεγαλύτερη καθυστέρηση εμφανίστηκαν στην Ελλάδα τα μουσεία επιστημών και τεχνολογίας. Πρωτοπόρο σε αυτ�i την κατηγορία θα πρέπει να θε ωρείται το Τεχνικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, που ιδρύθηκε το 1978. Είναι ένας πολιτιστικός φορέας που αποσκοπεί στη διάσωση της τεχνικ1iς και βιομηχανικής μας κληρονομιάς, στην εξοικείωση του κοινού με την τεχνολογία και στη διάδοση του καινοτομικού πνεύματος. Στην ίδια κατηγορία εντάσσονται το Τηλεπικοινωνιακό Μουσείο του ΟΤΕ (1990) και το Σιδηροδρομικό Μουσείο του ΟΣΕ στην Αθήνα (1979) καθώς και το Μουσείο Σιδηροδρόμων του Δ1iμου Καλαμάτας (1986). Το τελευταίο μάλιστα μπορεί να θεωρηθεί υπαίθριο μουσείο, αφού τα εκθέματά του αναπτύσσονται μέ σα σε ένα πάρκο. Σε εξέλιξη βρίσκεται η δημιουργία του Μουσείου Ύδρευσης Θεσσαλονίκης, που στεγάζεται από το 1997 στο συγκρότημα του παλιού κεντρι κού αντλιοστασίου της Θεσσαλονίκης. Σημαντικό, τέλος, σε αυτή την κατηγορία μουσείων είναι το Κέντρο Τεχνικού Πολιτισμού - Βιομηχανικό Μουσείο Ερμού πολης στη Σύρο, που εγκαινιάστηκε το 2000 και διαθέτει μία από τις πιο αξιόλο γες συλλογές ιστορικού βιομηχανικού εξοπλισμού στην Ελλάδα. Στο σημείο αυτό μελετ11στε τον Πίνακα 12, στον οποίο συγκεντρώνονται οι χρονολογίες ίδρυσης των περισσότερων από τα μουσεία που σχολιάσαμε στο κε φάλαιο αυτό. Θα αποκτ�iσετε μια συνολικ11 εικόνα για την εξέλιξη των ελληνικών μουσείων στον 20ό αιώνα.
201
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.9
¼�:illi:1!��1Mi1,,"%&ffi..,�'W.%���%ι@f.Qt@R��wm�t�®,,�t;:��"-W�U�t-o:M�:©':J��{iS1'i@M!:J���
Πίνακας 12
Ελληνικά μουσεία τον 20ό αιώνα 1900: 1909: 1914: 1918: 1928: 1930: 1938: 1949: 1953: 1962: 1962: 1964: 1971: 1973: 1977: 1978: 1979: 1982: 1984: 1987: 1991: 1994:
1995: 1997:
1998: 2000:
202
1 1
Εθνική Πινακοθήκη - Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου, Αθήνα Αρχαιολογικό Μουσείο Βόλου Βυζαντινό Μουσείο, Αθήνα Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης, Αθήνα Ναυτικό Μουσείο Γαλαξειδίου Μουσείο Μπενάκη, Αθήνα Θεατρικό Μουσείο, Αθήνα Ναυτικό Μουσείο της Ελλάδος, Αθήνα Ιστορικό Μουσείο Κρήτης, Ηράκλειο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο (εγκατάσταση στο παρόν κτίριο), Αθήνα Νέο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας, Αθήνα Λαογραφικό και Εθνολογικό Μουσείο Μακεδονίας και Θράκης, Θεσσαλονίκη Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών Εβραϊκό Μουσείο, Αθήνα Τεχνικό Μουσείο Θεσσαλονίκης Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, Θεσσαλονίκη Νέο Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας Μουσείο Αφής, Αθήνα Ελληνικό Παιδικό Μουσείο, Αθήνα Μουσείο Ελληνικών Λαϊκών Μουσικών Οργάνων - Κέντρο Εθνικο μουσικολογίας, Αθήνα Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού, Θεσσαλονίκη Μουσείο Ελληνικής Παιδικής Τέχνης, Αθήνα Μουσείο Κοσμήματος Ηλία Λαλαούνη, Αθήνα Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Απολιθωμένου Δάσους Λέσβου Αρχαιολογικό Μουσείο Βεργίνας Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης Δημητσάνας Μουσείο Αρχαίων, Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μουσικών Οργάνων, Θεσσαλονίκη Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, Αθήνα Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, Θεσσαλονίκη Κέντρο Τεχνικού Πολιτισμού - Βιομηχανικό Μουσείο Ερμούπολης, Σύρος ΓΑΙΑ - Κέντρο Περιβαλλοντικής Έρευνας και Εκπαίδευσης (Μου σείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας), Αθήνα
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.9
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Εκθετικές πρακτικές Στις σύγχρονες τάσεις θα πρέπει επίσης να σημειό)σουμε την αλλαγή στις εκ θετικές πρακτικές, που χαρακτηρίζει την τελευταία εικοσαετία του 20ού αιιδνα. Η αλλαγή αυτή είναι εμφαν1iς κυρίως στα αρχαιολογικά μουσεία, τα οποία ήταν κα τά κανόνα πιο παραδοσιακά ως προς τον τρόπο έκθεσης σε σχέση με άλλες κατη γορίες μουσείων. Δραστηριότητα 19/Κεφάλαιο 5 Ακολουθεί μια σειρά από φωτογραφίες εκθέσεων της τελευταίας δεκαετίας του 20ού αι ώνα, οι οποίες πιστοποιούν τις αλλαγές στη φιλοσοφία και στον τρόπο έκθεσης που ακο λουθείται σήμερα σε πολλά από τα αρχαιολογικά μας μουσεία. Μελετήστε τες προσεκτι κά και κατόπιν απαντήστε στα ακόλουθα ερωτήματα: • Τι παρατηρείτε ως προς τον τρόπο έκθεσης; • Ποια είναι η γενική διάθεση που σας δημιουργούν αυτές οι εκθέσεις, έτσι τουλάχιστον όπως προκύπτει από τις φωτογραφίες; • Πώς συγκρίνονται, κατά την άποψή σας, αυτές οι εκθέσεις με εκείνες που απεικονίζονται στις εικόνες 11, 13, 14 και 17; Γράψτε τις απόψεις σας σε ένα κείμενο 200 περίπου λέξεων. Καλό θα ήταν, πάντως, να ελέγξετε τα όσα γράψατε, συγκρίνοντάς τα με τη δική μας απά ντηση, που βρίσκεται στο Παράρτημα, στο τέλος του κεφαλαίου.
Εικόνα 29. Μπενάκειο Αρχαιολογικό Μουσείο Καλαμάτας. Άποψη αίθουσας γλυπτών
1
203
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.
Εικόνα 30. Αρχαιολογικό Μουσείο στις Αρχάνες Κρήτης. Άπσψη του εσωτερικού
Εικόνα 31. Αρχαιολογικό Μουσείο στις Αρχάνες Κρήτης. Μινωικά έθιμ α ταφής
204
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 5,9
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Εικόνα 32.Αρχαιολογικό ΜουσείοΛ1jμvου. Εσωτερικό προθ1jκης όπου εκτίθενται υφαντικά βάρη
Εικόνα 33. Αρχαιολογικό Μουσείο Φλώρινας. Εσωτερικό προθήκης
1
205
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.9
Μουσεία και κοινό: μια συνεχώς βελτιούμενη σχέση Ένα άλλο σημαντικό χαρακτηριστικό των τελευταίων χρόνων είναι το «άνοιγ μα» των ελληνικών μουσείων προς το κοινό. Αυτό έγινε με την ανάπτυξη εκπαι δευτικών προγραμμάτων και τη διοργάνωση περιοδικών εκθέσεων, με την αύξη ση των εκδόσεων και γενικά με την αναβάθμιση των παρεχόμενων προς το κοινό υπηρεσιών. Ας εξετάσουμε αυτούς τους τομείς χωριστά: Εκπαιδευτικά προγράμματα Ακολουθώντας τα διεθνή πρότυπα στον τομέα της μουσειοπαιδαγωγικής, ανα πτύχθηκαν τα τελευταία χρόνια και στην Ελλάδα εκπαιδευτικές δραστηριότητες, που απευθύνονται κατά κύριο λόγο σε παιδιά σχολικής ηλικίας. Πρωτοπόρα στον τομέα αυτό υπήρξαν, όπως ήδη αναφέραμε στην υποενότητα 5.9.2, το Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης και το Μουσείο Μπενάκη. Σήμερα, πάρα πολλά μου. σεία σε όλη την Ελλάδα αναπτύσσουν εκπαιδευτικές δραστηριότητες που δεν απευθύνονται μόνο σε μαθητές και παιδιά, αλλά και σε οικογένειες, σε άτομα με ειδικές ανάγκες και γενικά στο ευρύ κοινό. Σε αυτές τις δραστηριότητες περιλαμ βάνονται ξεναγήσεις, εκπαιδευτικά προγράμματα για παιδιά, δημιουργικά εργα στήρια για παιδιά ή ενήλικες, γιορτές, παραστάσεις, έντυπο υλικό, μουσειοσκευ ές και πολλά άλλα. Έντονη δραστηριότητα στον τομέα της μουσειοπαιδαγωγικής έχει επίσης ανα πτύξει το Υπουργείο Πολιτισμού. Τα εκπαιδευτικά προγράμματα του ΥΠ.ΠΟ. θεσμοθετήθηκαν το 1985 με την ίδρυση του Κέντρου Εκπαιδευτικών Προγραμμά των. Οι δραστηριότητες του ΚΕΠ περιλαμβάνουν τον σχεδιασμό και τη διοργά νωση μόνιμων ή περιοδικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων για παιδιά (π.χ. «Η γέννηση της γραφής», «Από το Άλφα ως το Ωμέγα», εκθέσεις-προγράμματα στον χώρο του κέντρου, «Ο δημόσιος βίος του Αθηναίου πολίτη τον 5ο αι. π.Χ.» στην Αγορά των Αθηνών, «Μια μέρα στο μινωικό ανάκτορο της Ζάκρου» στον αρχαιο λογικό χώρο της Ζάκρου στην Κρήτη) καθώς και τη διοργάνωση σεμιναρίων με θέματα μουσειοπαιδαγωγικής. Ιδιαίτερα αξιόλογα είναι τα εκπαιδευτικά προγράμματα της Διεύθυνσης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων του ΥΠ.ΠΟ., που προσφέρο νται σε σχολικές ομάδες σε όλη τη χώρα (π.χ. «Μια μέρα στη Μονή Καισαρια νής», «Τα μυστικά ενός μνημείου» στη Μονή Δαφνίου, «Στην πόλη των ιππο τών» στη Ρόδο, «Ένα αυτοκρατορικό μοναστήρι» στη Νέα Μονή της Χίου, «Το ημερολόγιο μιας ανασκαφής» στον αρχαιολογικό χώρο των Φιλίππων, «Με τους περιοδεύοντες ζωγράφους στην Ήπειρο>> στο Βυζαντινό Μουσείο Ιωαννί νων κ.ά.).
206
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.9
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Εικόνα 34. Εκπαιδευτικό πρόγραμμα στο Μουσείο Ελληνικ1jς Λαϊκ1jς Τέχνης Θα πρέπει εδώ να σημειώσουμε ότι η ανάπτυξη της μουσειοπαιδαγωγικής στην Ελλάδα οφείλει πολλά στη δραστήρια συμβολ11 του ελληνικού τμ11ματος του ICOM αλλά και μουσείων και άλλων φορέων στη διοργάνωση σεμιναρίων και συ νεδρίων με σκοπό την ευαισθητοποίηση των εκπαιδευτικών. Αναφέρουμε δύο σχετικά παραδείγματα: 1) το περιφερειακό σεμινάριο Μουσείο-Σχολείο, που ορ γανώνεται από το 1990 από το ελληνικό τμ11μα του ICOM και τα Υπουργεία Παι δείας και Πολιτισμού σε διαφορετικ11 κάθε φορά πόλη. Το σεμινάριο απευθύνε ται σε εκπαιδευτικούς της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και αποσκοπεί στην ενδυνάμωση του εκπαιδευτικού ρόλου του μουσείου και στην ανάπτυξη διαλόγου μεταξύ των ενδιαφερόμενων πλευρών,9 2) τις ημερίδες που διοργανώνει στο τέλος κάθε σχολικ11ς χρονιάς η Α' Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικύη1 Αρχαιοτ11των με θέμα «Εκπαιδευτικοί και προγράμματα για την Ακρόπολη», με σκοπό τον δημιουργικό διάλογο μεταξύ εκπαιδευτικών για τη δι δασκαλία που αξιοποιεί παραδείγματα από το πολιτιστικό μας περιβάλλον. Περιοδικές εκθέσεις Τα τελευταία χρόνια είναι εμφανής μια σημαντική αλλαγή ως προς τον τρόπο με τον οποίο τα ελληνικά μουσεία αντιλαμβάνονται τον κοινωνικό τους ρόλο. Η
9 Βλ. σχετικά Υπουργείο Εθνικιfς Παιδείας και Θρησκευμάτων - Υπουργείο Πολιτισμού - JCOM Ελ ληνικό Τμήμα, 5" Περιφερειακό Σεμινάριο Μουσείο-Σχολείο. Για εκπαιδευτικούς πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης νομο1J Μεσσηνίας, Καλαμάτα. 4-6Απριλίου 1997.
207
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.9
�1§�ηm����:&,��WΙ�:;c:"Ώ���ϊ""�1:�m&1ξ¾'-m¾*fW:s'fk��JJW-':illmMm:�¾W.�-._,,ι$_ψWJW�¾'@M!!&��
τάση αυτή συμπορεύεται με τις εξελίξεις στον διεθνή χώρο: Ήδη στην υποενότη τα 5.3.4 είδαμε ότι το σύγχρονο μουσείο αποτελεί πλέον ένα πολιτιστικό κέντρο που προσφέρει στο κοινό πλήθος εκδηλώσεων. Στην Ελλάδα η αλλαγή αυτή ανι χνεύεται κυρίως στην αυξανόμενη διοργάνωση περιοδικών εκθέσεων αλλά και εκθέσεων που περιοδεύουν. Η Εθνική Πινακοθήκη, για παράδειγμα, έχει εξελιχτεί σε σημαντικό πόλο έλ ξης του κοινού με τη διοργάνωση μιας σειράς επιτυχημένων περιοδικών εκθέσε ων. Η αρχή έγινε το 1993, με την πολυσυζητημένη και πολυδιαφημισμένη έκθεση «Από τον Γκρέκο στο Σεζάν», η οποία προσέλκυσε στην Πινακοθήκη πρωτοφα νείς -για τα ελληνικά δεδομένα- αριθμούς επισκεπτών ( 400.000 εισιτήρια μέσα σε 4 μήνες). Ακολούθησαν τα επόμενα χρόνια πολλές άλλες εκθέσεις. Αξίζει εδώ να σημειώσουμε ότι η Πινακοθήκη είναι ίσως το πρώτο ελληνικό μουσείο που δεν δίστασε να εφαρμόσει αρχές του σύγχρονου μάρκετινγκ στην προσπάθειά της να έρθει πιο κοντά στο κοινό. Ως παράδειγμα αναφέρουμε την παράταση του ωραρί ου κάθε Τετάρτη ως τις 8 το βράδυ κατά τη διάρκεια ορισμένων μεγάλων εκθέσε ων, για την εξυπηρέτηση περισσότερων επισκεπτών και κυρίως εκείνων που ερ γάζονται κατά τις ώρες του συνήθους ωραρίου λειτουργίας των μουσείων. Η πρα κτική αυτή εφαρμόζεται ήδη με επιτυχία και σε άλλα αθηναϊκά μουσεία. Ως παραδείγματα επιτυχημένων περιοδικών εκθέσεων των τελευταίων χρό νων μπορούμε να σημειώσουμε: α) την πολυσυζητημένη έκθεση «Οι Θησαυροί του Αγίου Όρους», που φιλοξενήθηκε στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού στη Θεσσαλονίκη το 1997 (βλ. εικ. 23), στο πλαίσιο του θεσμού της Πολιτιστικής Πρω τεύουσας της Ευρώπης, και προσέλκυσε εκατοντάδες χιλιάδες επισκέπτες από όλη την Ελλάδα και β) τη σπονδυλωτή έκθεση «Ώρες Βυζαντίου», που φιλοξενή θηκε στον αρχαιολογικό χώρο του Μυστρά, στο Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών και στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού στη Θεσσαλονίκη το 2001. Εκδόσεις Στο πλαίσιο της αλλαγής νοοτροπίας ως προς τον κοινωνικό ρόλο του μουσεί ου, που περιγράψαμε στην αρχή αυτής της ενότητας, εγγράφεται και μια αυξανό μενη εκδοτική δραστηριότητα. Εκτός από τις συνηθισμένες κάρτες, τις αφίσες και τους οδηγούς που βρίσκονται στα πωλητήρια σχεδόν όλων των μουσείων, αρ κετά είναι σήμερα τα μουσεία που εκδίδουν ένα περιοδικό με νέα από τις δραστη ριότητές τους. Ως παραδείγματα αναφέρουμε το Μίτος από το Τμήμα Τεκμηρίω σης του Μουσείου Μπενάκη, Τα Νέα μας από το Ελληνικό Παιδικό Μουσείο, Τα νέα του Μουσείου από το Μουσείο Κοσμήματος Ηλία Λαλαούνη και τοΛαλουσά κι, ένα περιοδικό για παιδιά από το Εκπαιδευτικό Τμήμα του Μουσείου Ελληνι κής Λαϊκής Τέχνης. Στην εκδοτική δραστηριότητα των μουσείων περιλαμβάνο νται ακόμα ημερολόγια, ορισμένα εκ των οποίων διατίθενται στα αντίστοιχα πω λητήρια, αλλά και πολυτελείς εκδόσεις. Παρεχόμενες υπηρεσίες Εμφανής, αν και σε περιορισμένο βαθμό, είναι η γενική τάση βελτίωσης των παρεχόμενων προς το κοινό υπηρεσιών. Πολλά μουσεία, κυρίως όμως τα ιδιωτι-
208
11
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.9
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
κά, διαθέτουν πλέον όλα αυτά που, αν και εντελώς στοιχειώδη, δεν θεωρούνταν πάντα αυτονόητα για τα ελληνικά μουσεία (π.χ. ιματιοθήκη, πωλητήριο, κυλικείο, τουαλέτες). Γίνονται επίσης τα πρώτα δειλά β11ματα για την εξυπηρέτηση ατόμων με ειδικές ανάγκες. Έτσι βλέπουμε όλο και συχνότερα ράμπες ανόδου, αναβατό ρια για τις σκάλες 11 ειδικά ασανσέρ αλλά και τουαλέτες κατάλληλα διαμορφωμέ νες, κατά τα πρότυπα των περισσότερων μουσείων του εξωτερικού.
Εικόνα 35. Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού. Αναβατόρια για άτομα με ειδικές ανάγκες Σημαντικ1i είναι τέλος η πρωτοβουλία προσέγγισης κοινωνικών ομάδων ή ατό μων που δεν αποτελούν παραδοσιακούς επισκέπτες μουσείων, με την ανάπτυξη των λεγομένων προγραμμάτων προσέγγισης (βλ. σχετικά Μουσούρη, 1999· Κα λεσοπούλου, 1999).
Βήματα προς το μέλλον Σημαντικό βήμα στην προσπάθεια εκσυγχρονισμού των ελληνικών μουσείων αποτελούν η ηλεκτρονική τεκμηρίωση των μουσειακών συλλογών και η χρήση νέων τεχνολογιών. Η χρ11ση της πληροφορικ11ς για την τεκμηρίωση των συλλογών των μουσείων ξεκίνησε στην ΕυρcΔπη και στη Βόρεια Αμερική περί τα τέλη της δεκαετίας του 1960, αλλά στην Ελλάδα τα πράηα βήματα έγιναν μόλις τη δεκαετία του 1980. Σ1i μερα όλο και περισσότερα μουσεία κατανοούν την αναγκαιότητα ηλεκτρονικής διαχείρισης των συλλογών τους και εφαρμόζουν ανάλογα προγράμματα. Μεταξύ
209
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.9
&,'0�it7&��%'r����������-q��������\1.'i���:&����..Nz�;c:*ff¾'%�\3�'%'00.¼i¾..���f**fN..���,;��:,�%1}'\!V-i½'<$W½l'.,¼W
των πρωτοπόρων στον τομέα της ηλεκτρονικής καταγραφής και τεκμηρίωσης των συλλογών ήταν το Πελοποννησιακό Λαογραφικό Ίδρυμα στο Ναύπλιο, το Μου σείο Μπενάκη στην Αθήνα και το Μουσείο Κρητικής Εθνολογίας στους Βώρους Ηρακλείου. Το Μουσείο Μπενάκη, μάλιστα, είναι ίσως το μόνο ελληνικό μουσείο που διαθέτει ειδικά στελεχωμένο Τμήμα Τεκμηρίωσης. Παράλληλα, τα τελευταία χρόνια αρκετά μουσεία κάνουν χρήση ηλεκτρονι κών υπολογιστών στις εκθέσεις τους (π.χ. Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης Γουλαν δρή, Νομισματικό Μουσείο), ενώ πρόσφατα ξεκίνησε και η δραστηριοποίησή τους στον χώρο του Internet. Στον τομέα αυτό, εκτός από την αυξανόμενη παρου σία ελληνικών μουσείων στο Internet, πρέπει να αναφερθεί η πρωτοβουλία του Υπουργείου Πολιτισμού (1999) για την ηλεκτρονική σύνδεση όλων των υπηρε σιών του, μεταξύ των οποίων και των αρχαιολογικών μουσείων. Η θετικότερη ωστόσο εξέλιξη βρίσκεται αλλού και συγκεκριμένα στην προ σπάθεια για την καθιέρωση κρατικής μουσειακής πολιτικής. Τα πρώτα βήματα προς αυτή την κατεύθυνση έγιναν με την ψήφιση του ν. 2557 το 1997 με τίτλο «Θε σμοί, μέτρα και δράσεις πολιτιστικής ανάπτυξης», ο οποίος ρυθμίζει μεταξύ άλ λων και θέματα ανάπτυξης των μουσείων. Εδώ ολοκληρώθηκε η παρουσίαση των ελληνικών μουσείων. Πριν προχωρή σετε παρακάτω, μελετήστε τους Πίνακες 13 και 14. Θα σας δώσουν, σε συνδυα σμό και με τον Πίνακα 12, μια συνολική εικόνα για τα κυριότερα χαρακτηριστικά των μουσείων μας κατά τον 20ό αιώνα.
Πίνακας 13
Χαρακτηριστικά των ελληνικών μουσείων τον 20ό αιώνα Φορείς ίδρυσης: Κράτος, πολιτιστικά ιδρύματα, εταιρείες και σωματεία, τράπεζες, ιδιώτες Στέγη: Διατηρητέα κτίρια, νέα κτίρια Τρόποι εμπλουτισμού των συλλογών: Ευρήματα ανασκαφών, τυχαία ευρή ματα, αγορές, δωρεές Προσωπικό: Μόνιμοι επιμελητές, προσωπικό με συμβάσεις, εποχιακοί υπάλληλοι, εξωτερικοί συνεργάτες, εθελοντές Οικονομικά: Κρατική επιχορήγηση, χορηγίες, δωρεές, ίδια έσοδα (π.χ. από εισιτήρια, διάθεση προϊόντων στα πωλητήρια) Τρόπος έκθεσης: Ανάλογος με τον τύπο του μουσείου. Στα αρχαιολογικά μουσεία εξακολουθεί να είναι ισχυρό το χρονολογικό/τυπολογικό μοντέλο. Στα λαογραφικά συναντάμε περισσότερο ένα θεματικό τρόπο έκθεσης και στα ιστορικά χρονολογικό/θεματικό. Στα υπόλοιπα μουσεία επικρατεί σε γενικές γραμμές ο τυπολογικός/θεματικός τρόπος έκθεσης Πρόνοια για το κοινό: Περιοδικές και περιοδεύουσες εκθέσεις, εκπαιδευ τικά προγράμματα και δραστηριότητες, εκδόσεις, πωλητήρια, αναψυκτή ρια, επέκταση του ωραρίου επίσκεψης, πρόβλεψη για άτομα με ειδικές ανάγκες, προγράμματα προσέγγισης.
210
1
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.9
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Πίνακας 14
ΣύΥ}(ρονες τάσεις στη λειτουργία των ελληνικών μουσείων • • • • • • • • • • •
Ιδιωτική πρωτοβουλία Δραστηριοποίηση των πολιτιστικών ιδρυμάτων τραπεζών Ανάπτυξη μουσείων όλων των τύπων Ανάπτυξη εκπαιδευτικών προγραμμάτων και δραστηριοτήτων Συστηματική οργάνωση περιοδικών εκθέσεων Αυξημένη μέριμνα για τις ανάγκες των επισκεπτών Αύξηση και βελτίωση των εκδόσεων Εμφάνιση προγραμμάτων προσέγγισης Εισαγωγή ηλεκτρονικής τεκμηρίωσης Χρήση νέων τεχνολογιών Αρχές διαμόρφωσης μουσειακής πολιτικής
211
��1§¾��1.®:��W.�����t���ffiιm'ΨflW�
Ενότητα 5.10
Η ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΣΥΛΛΕΚΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΝ 20ό ΑΙΩΝΑ Σκοπός
Σκοπός αυτής της ενότητας είναι να σας πληροφορήσει για την εξέλιξη των ιδιωτικών συλλογών στη χώρα μας κατά τον 20ό αιώνα.
Προσδοκώμενα Αποτελέσματα
Όταν θα έχετε ολοκληρώσει τη μελέτη αυτής της ενότητας, θα είστε σε θέση να: • αναφέρετε τέσσερα παραδείγματα Ελλήνων συλλεκτών του 20ού αιώνα· • δίνετε τρία παραδείγματα ιδιωτικών αρχαιολογικών συλλογών· • αναφέρετε δύο τουλάχιστον από τους λόγους για τους οποίους θα πρέπει να προσέχει ένας συλλέκτης όταν αγοράζει κάποιο έργο για τη συλλογή του· • παραθέτετε τα κυριότερα χαρακτηριστικά των συλλογών στις μέρες μας.
Εισαγωγικές Παρατηρήσεις
Η συγκρότηση ιδιωτικών συλλογών στην Ελλάδα ξεκίνησε, όπως είδαμε στην υποενότητα 5.7.2, κατά τον 190 αιώνα και αυτές ήταν κατά κύριο λόγο αρχαιολο γικές. Κατά τον 20ό αιώνα τα πράγματα αλλάζουν και το συλλεκτικό ενδιαφέρον επεκτείνεται πλέον και σε πολλές άλλες κατηγορίες αντικειμένων του υλικού πο λιτισμού. Οι συλλέκτες συλλέγουν από αντικείμενα αρχαιολογικής αξίας, αντι κείμενα του λαϊκού πολιτισμού και έργα σύγχρονης τέχνης μέχρι κούκλες και παιχνίδια. Παρά το γεγονός ότι οι ιδιωτικές συλλογές που συγκροτήθηκαν στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα είναι πάρα πολλές, δεν έχουν ακόμη αποτελέσει αντικείμενο συγκεκριμένης έρευνας και μελέτης. Αυτό ισχύει ακόμα και για ιδιαίτερα καταξιωμένους συλλέκτες, όπως είναι, για παράδειγμα, ο Αντώνης Μπενάκης. Θα πρέπει εδώ να ανοίξουμε μια παρένθεση για να πούμε ότι η έρευνα στον τομέα των συλλογών αλλά και του συλλέγειν ως κοινωνικής δραστηριότητας ξε κίνησε μόλις την τελευταία δεκαετία του 20ού αιώνα σε ευρωπαϊκό κυρίως επί πεδο. Ωστόσο, παρά τη βραχύβια πορεία της έρευνας στον τομέα αυτό, έχει εν διαφέρον να σημειώσουμε ότι γίνεται ήδη διάκριση μεταξύ της μελέτης των συλ λογών (collection studies) και της μελέτης του συλλέγειν (collecting studies). Οι σύγχρονοι μελετητές, δηλαδή, δεν ενδιαφέρονται πλέον απλώς για την ιστορία και την εξέλιξη των συλλογών και το περιεχόμενό τους (collection studies), αλλά κυρίως για τη μελέτη του συλλέγειν ως ενός σύγχρονου κοινωνικού φαινομένου ( collecting studies) με ενδιαφέρουσες ψυχολογικές προεκτάσεις. Προς την κα τεύθυνση αυτή έχει συμβάλει ιδιαίτερα η Susan Pearce, στην οποία έχουμε ήδη αναφερθεί. Εκτός από την παρουσίαση κάποιων σημαντικών ιδιωτικών συλλογών της επο-
212
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.10
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
χής μας, η ανάλυση που ακολουθεί επιχειρεί να σκιαγραφήσει γνωστές προσωπι κότητες Ελλήνων συλλεκτών του 20ού αιώνα και να αναζητήσει -στον βαθμό που μας επιτρέπουν τα υπάρχοντα στοιχεία- τα κίνητρα που οδήγησαν στη δημιουρ γία των συλλογών τους.
"Έλληνες συλλέκτες του 20ού αιώνα Μελέτη Περίπτωσης 4 Ο συλλtκτης esthete: Αντώνης Μπενάκης Ένας από τους γνωστότερους Έλληνες συλλέκτες, που έχει μάλιστα συνδέ σει το όνομά του με ένα από τα μεγαλύτερα μουσεία της χώρας, ήταν ο Αντώ• νης Μπενάκης. Γόνος μιας παλιάς ιστορικής οικογένειας, γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 1873. Μεγάλωσε σε μεγαλοαστικό περιβάλλον, το οποίο τον προίκισε με ευρεία παιδεία, αγάπη για την ιστορία και την τέχνη και κοινωνικό κύρος. Χάρη στην καλλιτεχνική του ευαισθησία, την υπομονή και το πείσμα, μπορούμε να πούμε ότι διέθετε όλα εκείνα τα εφόδια που ήταν απαραίτητα σ' έναν εραστή της τέχνης να εξελιχθεί με τον καιρό σε πλούσιο συλλέκτη, σημειώ νει η Βαλεντίνη τσελίκα (1991, σ. 31), υπεύθυνη του Ιστορικού Αρχείου του Μουσείου Μπενάκη. Το ενδιαφέρον του για τη συλλογή αντικειμένων ξεκίνησε ενόσω ζούσε ακό μη στην Αλεξάνδρεια και συνδέθηκε στην αρχή με την ιστορία του Ισλάμ της Ανατολής. Σιγά σιγά, όμως, το αυξανόμενο ενδιαφέρον του για την Ελλάδα, το οποίο απέδειξε έμπρακτα μετέχοντας ως εθελοντής στον πόλεμο του 1897 και στους βαλκανικούς πολέμους, τον έκανε να στραφεί στη συλλογή αντικειμένων που είχαν σχέση με την πατρίδα. Τα αρχεία του Μουσείου Μπενάκη σκιαγρα φούν τη συλλεκτική του δραστηριότητα των πρώτων χρόνων: Το 1912 αγοράζει ελληνικά κεντήματα της Μικράς Ασίας, το 1920 κεραμικά και το 1921 κεντήμα τα της Μικράς Ασίας, το 1926 ένα κέντημα της Λευκάδας κ.ο.κ. Ενώ αρχικός του στόχος δεν ήταν να δημιουργήσει μουσείο, φαίνεται ότι εκείνη περίπου την εποχή άρχισε να εξετάζει το ενδεχόμενο να δωρίσει κάποτε τις συλλογές του στην Ελλάδα. Όταν το 1926 εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθή να, η ιδέα της δωρεάς είχε ήδη ωριμάσει μέσα του. Εν τω μεταξύ, η συλλογή του εμπλουτιζόταν με ταχείς ρυθμούς: Το 1927 αγοράζει δύο φορεσιές, το 1928 εν νέα και το 1930 δέκα φορεσιές και πολλά ιστορικά κειμήλια. Παράλληλα, ο Αντώνης Μπενάκης αναδεικνύεται σε σημαντικό συλλέκτη ιστορικών αρχείων, μια πλευρά της συλλεκτικής του δραστηριότητας που δεν έχει προβληθεί ιδιαί τερα ως τώρα. Όπως αναφέραμε στην υποενότητα 5.9.2, τον Ιούνιο του 1931 εγκαινιάζεται το Μουσείο Μπενάκη. Ο ζωηρότερος και παλαιότερος πόθος μου όπως ίδω τας συλλο
yάς μου, προϊόν προσπαθειών μιας τριακονταετίας, πεpιεpχομέ-
213
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.10
νας εις το Έθνος διά να συντείνουν εις την καλλιτεχνικήν μόρφωσιν ευρυτέρου Κοινού, εκπληρούται σήμερον, θα πει ο ίδιος κατά τη διάρκεια των εγκαινίων (βλ. Μπελεσιώτη-Ψαράκη, 1994, σ. 331). Αναζητώντας τα κίνητρα που οδήγησαν τον Αντώνη Μπενάκη να κάνει αυτή τη σημαντική δωρεά, παρατηρεί κανείς μια έντονη διάθεση κοινωνικής προ• αφοράς, η οποία τον χαρακτήριζε γενικά ως προσωπικότητα. Σημαντικό ρόλο στη διάπλαση της προσωπικότητάς του έπαιξε βέβαια το οικογενειακό του πε ριβάλλον - το ίδιο μέσα στο οποίο μεγάλωσε και η αδελφή του, Πηνελόπη Δέλ τα, όπου κυριαρχούσε το ιδανικό της παιδείας και της προσφοράς προς το κοι νωνικό σύνολο. Ο πατέρας του, Εμμανουήλ Μπενάκης, ήταν ιδιαίτερα γνωστός για τα φιλανθρωπικά έργα του. Αλλά την προσωπικότητά του επηρέασαν και τα οράματα εκείνης της εποχής, μιας εποχής που, βγαίνοντας από δύο βαλκανι κούς πολέμους και έχοντας ζήσει την ταπείνωση του 1922, ονειρευόταν μια Ελ λάδα αναγεννημένη και εθνικά υπερήφανη.
Εικόνα 36. Ο Αντώνης Μπενάκης μπροστά από τον χρυσό μυκηναϊκό κύλικα από τα Δ ενδρά της Αργολίδας Πηγή:© ΦωτογραφικόΑρχε(ο Μουσε(ου Μπενάκη
214
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.10
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Αρχαιολογικές συλλογές Οι αρχαιολογικές συλλογές είναι ίσως οι πολυπληθέστερες ιδιωτικές συλλο γές στην εποχή μας. Εδιδ θα μας απασχολήσουν εκτενέστερα η συλλογή Π. Κα νελλοπούλου και η συλλογή Ν.Π. Γουλανδρή.
Μελέτη Περίπτωσης 5 Ο συνειδητοποιημένοι; συλλέκτη«;: Παύλοι; Κανελλόπουλο«;
Ο Παύλος Κανελλόπουλος, γόνος μιας ιδιαίτερα εύπορης και γνωστής οι κογένειας, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1906. Έλαβε καθαρά κλασική παιδεία και σε ηλικία 16 ετών πήγε στη Γερμανία για να σπουδάσει νομικά, φιλολογία και ιστορία της τέχνης. Σύντομα, ωστόσο, αναγκάστηκε να αλλάξει κατεύθυνση και να σπουδάσει χημεία, για να ανταποκριθεί στις ανάγκες των οικογενειακών επιχειρήσεων. Η δυσαρέσκεια που του προκάλεσε αυτό το γεγονός σε συν δυασμό με τη μοναξιά που ένιωθε μακριά από την πατρίδα τον έκαναν ιδιαίτε ρα ευαίσθητο απέναντι σε οτιδήποτε ελληνικό. Την ίδια εποχή επηρεάστηκε βαθιά από τη Μικρασιατική Καταστροφή και τις τραγικές συνέπειές της για τον ελληνισμό. Ακριβώς τότε τοποθετείται και η πρώτη του πράξη ως συλλέκτη: Αγοράζει δύο βυζαντινές εικόνες από κάποιο συμπατριώτη του που, έχοντας πέσει έξω στις δουλειές του, ξεπουλούσε και έφευγε από τη Γερμανία. Όπως θα πει ο ίδιος αργότερα: Δεν ένοιωθα πολλά από εικονογραφία τότε, αλλά με συγκινούσαν οι ελληνικές εικόνες. Παίρνω απόφαση να αγοράσω από το χαρ τζηλίκι μου τις δύο εικόνες. Σ' αυτό με ωθούν δύο κίνητρα. Το πρώτο, να βοηθήσω το φίλο μου, που με καλούσε συχνά τις Κυ ριακές στο σπίτι του. Το δεύτερο, κάποια νοσταλγία του τόπου μου, που με ωθεί ν' αποκτήσω κάτι ολότελα δικό του (Παναρέτου, 1990, σ. 9). Όπως έχει εύστοχα παρατηρηθεί, αυτές οι δύο εικόνες αντιπροσώπευαν για τον κάτοχό τους ένα μέσο καθησυχασμού και ελέγχου της προσωπικής του αβεβαιότητας σε μια δύσκολη για το έθνος περίοδο (Mouliou, 1997, σ. 15). Από τότε η συλλογή τού έγινε ζωτική ανάγκη, πάθος. Πολλοί... με ρώτησαν, πώς μου ήλθε η ιδέα να γίνω συλλέκτης έρ γων ελληνικής τέχνης. Ποτέ δεν σκέφθηκα ότι θα γίνω. Συνέβη χω ρίς να το καταλάβω... Η διαφορά μου προς άλλους συλλέκτες είναι, ότι δεν ήτο κάτι που επεδίωξα, ο έρως όμως προς το ωραίο με έφερε εκεί σχεδόν αυτόματα (Παναρέτου, 1990, σ. 9). Με τα χρόνια συγκέντρωσε πάνω από 6.000 αντικείμενα, που χρονολογού νται από την προϊστορική περίοδο ως τις μέρες μας, με ιδιαίτερη έμφαση στις ' βυζαντινές εικόνες. Δεν θα ήταν λάθος να πούμε ότι απώτερος σκοπός της συλλεκτικής δραστηριότητας του Π. Κανελλόπουλου ήταν να δείξει την αδιά σπαστη συνέχεια της ελληνικής καλλιτεχνικής ιδιοφυίας. Αναζητώντας τις πα ραμέτρους που διαμόρφωσαν την προσωπικότητα του π. Κανελλόπουλου ως
215
Ε Ν-0 ΤΗ ΤΑ 5 .1 Ο
συλλέκτη, η Μούλιου (ό.π.) αναφέρει τα εξής: μια ορισμένη «αισθητική προδιά θεση», την αίσθηση της κοινότητας, την επιθυμία για ταύτιση με μια εποχή και έναν τόπο και την εθνική διαχρονική γενεαλογία. Αργότερα, ο συλλέκτης δώρισε τη συλλογή του στο κράτος, με σκοπό να εξασφαλίσει τη διατήρησή της και να την κάνει προσιτή σε ευρύτερο κοινό. Το Μουσείο Παύλου και Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου εγκαινιάστηκε το 1976.
Παράλληλο Κείμενο Στο σημείο αυτό σας συνιστώ να διαβάσετε τον πρόλογο της Παναρέτου Α. στο βι βλίο του Κανελλόπουλου Π., Σκέψεις, σ. 7-11, τον οποίο θα βρείτε στα Παράλληλα Κείμενα. Σε αυτόν σκιαγραφείται με γλαφυρό τρόπο η προσωπικότητα του Παύ λου Κανελλόπουλου. Διαβάζοντάς τον θα καταλάβετε καλύτερα πώς «γεννιέται» ένας συλλέκτης.
Μελέτη Περίπτωσης 6 Ο παθιααμtνοc; αυλλtκτηc;: Νικόλαοc; η. Γουλανδρήc;
Ο Ν.Π. Γουλανδρής και η γυναίκα του, Αικατερίνη, άρχισαν να συλλέγουν αρχαία αντικείμενα κυρίως της ελληνικής τέχνης, αρχικά χωρίς κανένα συγκεκριμένο σκοπό, αλλά μόνο από αγάπη για τα ελληνικά έργα τέχνης, για αισθητική απόλαυση, για την χαρά των ματιών (Μαραγκού, 1991, σ. 9). Γρήγορα, όμως, το ενδιαφέρον τους στράφηκε σε μια συγκεκριμένη κατηγο ρία αντικειμένων, στα κυκλαδικά ειδώλια. Η αναζήτηση των κυκλαδικών ειδω λίων τούς έγινε πάθος. Όπως έχει πει η ίδια η Αικ. Γουλανδρή: Η συλλογή της Κυκλαδικής Τέχνης είναι το αποτέλεσμα ενός ονεί ρου, που αρχικά μεταμορφώθηκε σε πάθος και ύστερα από επίπο νες προσπάθειες αναζήτησης των ποθητών αντικειμένων, πραγμα τοποιήθηκε. Αυτό το πάθος οδήγησε τον Κυκλαδίτη σύζυγό μου και εμένα στη δημιουργία αυτής της Συλλογής (Ντούμας, 1984, σ. 7). Το ζεύγος απέκτησε άδεια συλλέκτη το 1962 και στη συνέχεια η συλλογή κα ταγράφηκε, φωτογραφήθηκε και μελετήθηκε από τους αρχαιολόγους Β. Φιλιπ πάκη και Χρ. Ντούμα. Ο πρώτος κατάλογος εκδόθηκε το 1968. Τα ειδώλια μελέ τησε συστηματικά η Patricia Getz-Preziosi. Η συλλογή παρουσιάστηκε για πρώ τη φορά στο κοινό το 1978 στο Μουσείο Μπενάκη. Η μεγάλη απήχηση εκείνης της έκθεσης έκανε τους συλλέκτες να δουν τη συλλογή τους με άλλο μάτι. Όπως επισημαίνει η Αικ. Γουλανδρή: Από τότε χρονολογείται υποσυνείδητα η απόφασή μας να δημι ουργήσουμε έναν ειδικό χώρο για τη στέγαση της Συλλογής ώστε να είναι προσιτή σε όλους (Μαραγκού, 1991, σ. 12). Παράλληλα, η συλλογή περιόδευσε για μια σειρά ετών (1979-1984) στο εξω τερικό και εκτέθηκε στα μεγαλύτερα μουσεία του κόσμου (Εθνική Πινακοθήκη
216
ENOTl-iTA 5.10
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
στην Ουάσιγκτον, Μουσείο Δυτικής Τέχνης στο Τόκιο, Βρετανικό Μουσείο στο Λονδίνο κ.ά.) προκαλώντας τον διεθνή θαυμασμό. Εν τω μεταξύ, οι συλλέκτες είχαν ήδη προχωρήσει στην ανέγερση ενός κτιρίου για τη στέγαση της συλλο γής. Το μουσείο χτίστηκε σε σχέδια του αρχιτέκτονα 1. Βικέλα και εγκαινιάστη κε το 1986.
Από τις πολυάριθμες αρχαιολογικές συλλογές που υπάρχουν στη χώρα μας αναφέρουμε επίσης ενδεικτικά τη συλλογή του Καρόλου Πολίτη, που δωρίστηκε, σύμφωνα με την επιθυμία του, στο Μουσείο Γουλανδρή, τη συλλογή Αμίλκα και Ειρήνη; Αλιβιζάτου, με αρχαία και εικόνες του 17ου και του 18ου αιώνα, που πα ραχωρήθηκε επί δανεισμώ για αόριστο χρόνο στο Μουσείο Γουλανδρή και στε γάζεται σε ειδική αίθουσα στο Μέγαρο Σταθάτου, τη συλλογή του Αιμίλιου Βελι μέζη, που αποτελείται από μια ενδιαφέρουσα ενότητα μεταβυζαντινών εικόνων (15ος-19ος αι.) από διάφορες περιοχές της Ελλάδας, και την ιδιαίτερα αξιόλογη συλλογή σφραγιδολίθων του Ν. Μεταξά.
Ιδιωτικές συλλογές αρχαίων: η ηθική και νομική διάσταση Θα παρατηρήσατε, ίσως, ότι η ανάλυση έως εδώ δεν έχει θίξει ένα καίριο ερώ τημα και συγκεκριμένα αυτό της προέλευση; των αντικειμένων που απαρτίζουν τις ιδιωτικές αρχαιολογικές συλλογές. Τα τελευταία χρόνια έχει φουντώσει η συ ζήτηση για το θέμα της νομιμότητα; των αρχαίων που αποκτούν οι ιδιώτες και γε νικά το θέμα της προέλευση; έργων τέχνης που βρίσκονται σε ιδιωτικές συλλο γές. Αναμφισβήτητα, πολλοί Έλληνες συλλέκτες έχουν παίξει ανασχετικό ρόλο στην εξαγωγή αρχαιοτήτων από τη χώρα ή έχουν συμβάλει στον επαναπατρισμό ελληνικών αρχαιοτήτων, τα οποία αγοράζουν σε δημοπρασίες έργων τέχνης στο εξωτερικό. Υπάρχει ωστόσο και ο αντίλογος: Ένας πολύ μεγάλος αριθμός αρχαι οτήτων που κυκλοφορούν στην αγορά της τέχνης προέρχονται από λαθρανασκα φές, οι οποίες γίνονται με αυτόν ακριβώς τον σκοπό, να εξυπηρετήσουν δηλαδή τις ανάγκες της αγοράς. Τα τελευταία χρόνια ακούγεται όλο και συχνότερα η άποψη ότι η σχέση συλλογής και αρχαιοκαπηλίας είναι σχέση αιτίου και αποτελέσματος, σε σημείο ώστε, σε άρθρο του που δημοσιεύτηκε στο περιοδικόΑrchαeοlοgy το 1993, ο Elia R., καθηγητής αρχαιολογίας στη Βοστόνη, να μη διστάσει να πει ότι οι συλλέκτες είναι οι πραγματικοί αρχαιοκάπηλοι (collectors are the real looters), προκαλώντας κύμα αντιδράσεων.
Παράλληλο Κείμενο Στο σημείο αυτό είναι χρήσιμο να διαβάσετε το άρθρο του Έλια Ρ., «Οι καταστρο φείς της κληρονομιάς μας», εφ. Η Καθημερινή της 3/4/1994, σ.23, που θα βρείτε στα Παράλληλα Κείμενα. Το άρθρο αυτό θα σας εισαγάγει στον προβληματισμό για τη νομιμότητα των ιδιωτικών αρχαιολογικών συλλογών και θα σας κάνει να κα ταλάβετε καλύτερα τις καταστροφικές συνέπειες της αρχαιοκαπηλίας.
1
1 1
1
217
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.1 Ο
B�&.&'W:&mootta,�m:������'§t&..��1:�m:MJ@m-ί'§§:Wf�1wmoo}&mm1mmm.1mi�1m@:.1,.�t..����
Έπειτα από όλα αυτά θα αναρωτιέστε, εύλογα, τι προβλέπει η ελληνική νομο θεσία σχετικά με το θέμα της συγκρότησης ιδιωτικών συλλογών αρχαίων. Ας δού με, λοιπόν, τη σχετική νομοθετική ρύθμιση.
Νόμος 5351/1932 «Περί Αρχαιοτήτων», άρθρο 5 Ο γινόμενος καθ' οιονδήποτε τρόπον κάτοχος αρχαίου οφείλει εντός δεκα πενθημέρου, αφ' ότου περιήλθεν το αρχαίον εις την κατοχήν του, να δηλώση τούτο εις την πλησιεστέραν αρχαιολογικήν ή αστυνομικήν αρχήν... καθιστών συνάμα γνωστόν και τον τρόπον της αποκτήσεως του αρχαίου και, εφ' όσον είναι δυνατόν, τον τόπον εν ω ευρέθη τούτο. Μετά την δήλωσιν του αρχαίου ο κάτοχος δύναται να φυλάξη ο ίδιος το αρχαίον ή να το πωλήσει εις άλλον εντός του Κράτους κατά τας διατάξεις του παρόντος νόμου. Όπως θα διαπιστώσατε και οι ίδιοι, ο σχετικός νόμος είναι παλιός. Χρονολο γείται από το 1932 και είναι πλέον σαφές ότι δεν μπορεί να καλύψει τα προβλή ματα που έχουν ανακύψει από τότε ως σήμερα. Τελευταία γίνεται μεγάλη συζή τηση για την τροποποίησή του και την αντικατάστασή του με ένα νέο αρχαιολογι κό νόμο.
Παράλληλο Κείμενο Μελετήστε το άρθρο του Πάντου Π., «Οι ιδιωτικές συλλογές αρχαίων», Οικονομι κός Ταχυδρόμος της 11/11/1993, σ. 33-34, που θα βρείτε στα Παράλληλα Κείμενα, προκειμένου να κατανοήσετε την ελληνική νομοθεσία στο θέμα των ιδιωτικών συλ λογών αρχαίων. Το κείμενο αυτό παρουσιάζει με συνοπτικό τρόπο τα κυριότερα επιχειρήματα υπέρ και κατά της συγκρότησης ιδιωτικών αρχαιολογικών συλλογών σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
��
Η αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού για τον έλεγχο των ιδιωτών συλλεκτών αρχαίων είναι η Εφορεία Αρχαιοπωλών και Ιδιωτικών Συλλογών. Η υπηρεσία αυτή ιδρύθηκε το 1963 με σκοπό τον έλεγχο, την καταγραφή και τη φω τογράφηση των αρχαίων και των εικόνων που έχουν στην κατοχή τους οι ιδιώτες συλλέκτες και οι αρχαιοπώλες αλλά και όσων αρχαίων προέρχονται από το εξω τερικό. Στα αρχεία της υπάρχουν πληροφορίες για όλες τις ιδιωτικές αρχαιολογι κές συλλογές, εφόσον βέβαια ο κάτοχός τους έχει επίσημη άδεια συλλέκτη.
Ιδιωτικές λαογραφικές συλλογές Μια άλλη κατηγορία συλλεκτών αποτελούν εκείνοι που συλλέγουν αντικείμε να του λαϊκού πολιτισμού. Πρωτοπόρος στον χώρο αυτό ήταν, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, η Αγγελική Χατζημιχάλη. Η Χατζημιχάλη έμεινε γνωστή κυρίως ως ερευνήτρια και όχι ως συλλέκτρια, μια και συνέλεγε αντικείμενα λαϊκής τέχνης για ερευνητικούς πρωτίστως σκοπούς. Ως σημαντικούς συλλέκτες στον χώρο της
218
1ι
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.1 Ο
ΚΕΦΑΛΑΙύ
λαογραφίας μπορούμε να αναφέρουμε τον Βασίλη Κυριαζόπουλο, την Μπέτυ Ψαροπούλου και τον Φοίβο Ανωγειανάκη. Η συλλογή του Βασίλη Κυριαζόπουλου από 800 περίπου λαϊκά κεραμικά, που δημιουργήθηκαν κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα σε ελληνικά και κυ πριακά εργαστήρια, δωρίστηκε το 1974 στο κράτος, λειτουργεί σήμερα ως παράρ τημα του Μουσείου Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης και στεγάζεται στο τζαμί Τζιστα ράκη στο Μοναστηράκι. Πολύ αξιόλογη συλλογή παραδοσιακών κεραμικών από όλη την Ελλάδα είναι και αυτή που συγκέντρωσε η Μπέτυ Ψαροπούλου. Η συλ λέκτρια ίδρυσε το Κέντρο Μελέτης Νεώτερης Κεραμεικής, με σκοπό να αποτε λέσει αυτό ένα κέντρο έρευνας της τέχνης της κεραμικής.
Μελέτη Περίπτωσης 7 Ο συλλέκτηc;•μελετητήc;: Φοίβοc; Ανωyειανάκηc; Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα περίπτωση συλλέκτη αποτελεί ο Φοίβοc; Ανωyεια• νάκηc;. Ο Ανωγειανάκης έθεσε ως έργο ζωής τη μελέτη και τη συλλογή των ελ ληνικών μουσικών οργάνων. Καρπός των προσπαθειών του ήταν η δημιουργία μιας μοναδικής -σε πανευρωπαϊκό επίπεδο- συλλογής 1.200 περίπου μουσι κών οργάνων από τον 180 αιώνα ως τις μέρες μας. Διακατεχόμενος από την επιθυμία να θέσει στερεότερες βάσεις για τη μελέτη της ελληνικής μουσικής, ο Ανωγειανάκης δώρισε τη συλλογή στο ελληνικό Δημόσιο για τη δημιουργία του Μουσείου Ελληνικών Λαϊκών Μουσικών Οργάνων (Συλλογή Φοίβου Ανωyειανάκη) - Κέντρο Εθνικομουσικολοyίαc;. Το μουσείο, που στεγάζε ται στο αρχοντικό Λασσάνη στην Πλάκα, εγκαινιάστηκε το 1991 και περιλαμβά νει επίσης πλουσιότατο αρχείο (ηχητικό, φωτογραφικό κ.λπ.) και βιβλιοθήκη. Χαρακτηριστικά για να καταλάβουμε την προσωπικότητα του Ανωγειανάκη είναι τα λόγια του Λάμπρου Λιάβα, εθνομουσικολόγου και διευθυντή του μουσείου: Ο Ανωγειανάκης δεν είναι ο πλούσιος συ λλ έκτης που η συλλογή θα ενισχύσει το κοινωνικό του γόητρο ούτε ο κοντόφθαλμος περι ώνει αντικείμενα και φετιχίζεται με τη συ λλογ έας που συγκεντρ ς. Ό μ χι όνο συν ε ε α συσσώpευσή του π νω απ ό α πού έλ ξ λλ , ά δασε τα όργανα κι έθεσε τις βάσεις για τηνάεπιστημονικ με ' ήλ τους ,σ '0 λέτη.
Άσκηση Αυτοαξιολόyησηc; 6/Κεφάλαιο 5
<Ι
Σε ποια από τις τρεις βασικές κατηγορίες συλλογών που διακρίνει η Susan Pearce (βλ. υποενότητα 5.1.3) εντάσσεται η συλλογή του Φοίβου Ανωγειανάκη; 1. Αναμνηστικές συλλογές 2. Φετιχιστικές συλλογές 3. ' Συστηματικές συλλογές Θα βρείτε τη σωστή απάντηση στο Παράρτημα, στο τέλος του κεφαλαίου. 10
Συνέντευξη στην εφ. Αυγή της 29/111995.
219
LNOTHTA 5.1 Ο
Ιδιωτικές συλλογές έργων τέχνης Από τις μεγαλύτερες κατηγορίες ιδιωτικών συλλογών όχι μόνο στη χώρα μας αλλά και διεθνώς είναι οι συλλογές έργων τέχνης (κυρίως ζωγραφικής). Η συζή τηση για τους Έλληνες συλλέκτες περιλαμβάνει αρκετά ονόματα, μεταξύ των οποίων εκείνο του Ίωνα Βορρέ, του Βασίλη και της Ελίζας Γουλανδρή, του Δημή τρη Πιερίδη, του Δάκη Ιωάννου κ.ά. Ο Ίων Βορρές (1924-) είναι γνωστός για τη συλλογή έργων σύγχρονης τέχνης και αντικειμένων λαϊκής τέχνης. Η συλλογή του στεγάστηκε σε ένα κτίριο της Τουρκοκρατίας στο Πυργί της Παιανίας. Το 1980 ίδρυσε στον ίδιο χώρο το Μου σείο Σύγχρονης Μοντέρνας Τέχνης, το οποίο δώρισε στο κράτος το 1983. Από τό τε το μουσείο μετονομάστηκε σε Μουσείο Ίωνα Βορρέ. Η συλλογή έργων τέχνης του Βασίλη και της Ελίζας Γουλανδρή αποτέλεσε τον πυρήνα για τη δημιουργία του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης στην Άνδρο (1979). Ο Δημήτρης Πιερίδης ξεκίνησε τη συλλογή έργων νεοελληνικής τέχνης στη δεκαετία του 1970 και αναδείχτηκε με τον καιρό σε σημαντική μορφή στον χώρο των εικαστικών εξελίξεων στην Ελλάδα. Έδωσε το έναυσμα να στραφεί το ενδια φέρον πολλών οικονομικών παραγόντων στη συλλογή έργων νεαρών και πολλές φορές άγνωστων δημιουργών. Το 1980 δημιούργησε στη Γλυφάδα την Πινακοθή κη Πιερίδη, που άρχισε να λειτουργεί συστηματικά από το 1987. Ο Λάκης Ιωάννου, επιχειρηματίας κυπριακής καταγωγής, συγκαταλέγεται μεταξύ των πιο καταξιωμένων συλλεκτών σύγχρονης τέχνης διεθνώς. Ξεκίνησε τη συλλεκτική του δραστηριότητα στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Η συλλογή του θεωρείται σήμερα από τις μεγαλύτερες στον κόσμο και περιλαμβάνει τα με γαλύτερα ονόματα καλλιτεχνών. Το 1998 δημιούργησε στην Αθήνα το Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης, προσφέροντας στέγη στη συλλογή του και ένα μοντέρνο μουσείο στο κοινό. Καμία τέτοια απαρίθμηση, ωστόσο, δεν θα ήταν πλήρης χωρίς αναφορά στον Αλέξανδρο Ιόλα.
Μελέτη Περίπτωσης 8 Ο κοαμοπολίτηc; αυλλtκτηc;: Αλtξανδροc; Ιόλαc; Ιδιαίτερη περίπτωση ανθρώπου τη ς τέχνης, κοσμοπολίτη και διορατικού συλλέκτη αποτελεί ο Αλtξανδροc; Ιόλαc;, που γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια (1908-1987). Νεαρός έφυγε yια να σπουδάσει χορό στο Παρίσι και στο Βερολί νο. Η συλλεκτική του δραστηριότητα ξεκίνησε στη Νέα Υόρκη, την εποχή που ήταν κορυφαίος χορευτής της Metropolitan Opera. Στο ενδιαφέρον του yια τη σύγχρονη τέχνη συνέβαλε και η φιλία που είχε αναπτύξει με μεγάλους ζωγρά φους, όπως τον De Chirico, τον Magritte και τον Ernst. Όταν, έπειτα από ένα σοβαρό ατύχημα, εγκατέλειψε τον χορό, στράφηκε αποκλειστικά στη συλλογή έργων τέχνης. Ο Ιόλας σχημάτισε σιγά σιγά μια τεράστια συλλογή από έργα αρχαίας ελλη νικής και ρωμαϊκής γλυπτικής καθώς και σύγχρονης τέχνης. Παράλληλα, ίδρυ-
220
11,, 1
1
ΕΝΟΤΗΤΑ 5.1 Ο
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
σε αίθουσες τέχνης σε πολλές μεγαλουπόλεις του κόσμου (Νέα Υόρκη, Γενεύη, Παρίσι, Μιλάνο, Μαδρίτη). Δεν θα ήταν λάθος να πούμε ότι μέσα από αυτή του τη δραστηριότητα πρόβαλε και καθιέρωσε πολλούς γνωστούς καλλιτέχνες. Εν διαφέρον είναι ότι ο Ιόλας κατά καιρούς δώρισε έργα από τη συλλογή του σε μεγάλα μουσεία (π.χ. στο Μετροπόλιταν της Νέας Υόρκης). Από τις σημαντικό τερες δωρεές του ήταν εκείνη που αποτέλεσε τον πυρήνα της δημιουργίας του Μακεδονικού Κtντρου Σύγχρονης Τέχνης στη Θεσσαλονίκη, το οποίο εγκαινίασε ο ίδιος το 1984 (βλ. ενότητα 5.9). Παρ' όλ' αυτά, το όνειρό του για την ίδρυση του Μουσείου Ιόλα στην Αθήνα, όπου είχε εγκατασταθεί από το 1965, έμεινε ανεκπλήρωτο, καθώς η τεράστια και σπάνιας αξίας συλλογή του διασκορπίστηκε μετά τον θάνατό του. Πρόκειται ίσως για μία από τις ελάχιστες εξαιρέσεις στον κανόνα που θέλει την πλειονότητα των σημαντικών ιδιωτικών συλλογών να καταλήγουν σε μουσεία.
Μιλώντας για τις συλλογές έργων τέχνης, θα πρέπει, τέλος, να αναφερθούμε και στα προβλήματά τους και συγκεκριμένα στην κυκλοφορία πλαστών ή κλεμμέ νων έργων, που εμφανίζονται στην αγορά ως γνήσια ή νόμιμα και αγοράζονται από συλλέκτες. Δραστηριότητα 20/Κεφάλαιο 5 Τώρα που ολοκληρώσατε τη μελέτη για το θέμα των ιδιωτικών συλλογών, ανατρέξτε στα Παράλληλα Κείμενα: α) Γιαννούκος Α., «Τα βαφτίσια ενός πίνακα», περ. Τα Νέα της Τέ χνης, τεύχος 74, Φεβρουάριος 1999, β) «Πλημμύρισε η αγορά με πλαστά», άρθρο που δη μοσιεύτηκε στην εφ. The Times και αναδημοσιεύτηκε στην εφ. Τα Νέα της 15/2/1999. Διαβάζοντας αυτά τα κείμενα, θα καταλάβετε πώς πλαστογραφούνται και πώς διακινού νται τα πλαστά έργα αλλά και τι επιπτώσεις έχει αυτό για την αγορά έργων τέχνης. Έπειτα διαβάστε το άρθρο του Καμπουρίδη Χ., «Ρόλοι του συλλέκτη», εφ. Τα Νέα της 10/2/1999, που θα βρείτε επίσης στα Παράλληλα Κείμενα. Θα σας δώσει τον αντίλογο. Όλα τα παραπάνω σίγουρα σας έχουν προβληματίσει. Ποια είναι η προσωπική σας άπο ψη; Δεν είναι ανάγκη να τη διατυπώσετε γραπτώς. Σκοπός αυτής της Δραστηριότητας εί ναι να οξύνει την κρίση σας σε ένα σύγχρονο θέμα. Ας έχετε υπόψη σας ότι δεν υπάρχει μία μόνο απάντηση. Χρήσιμο θα είναι να συζητήσετε το θέμα με τον σύμβουλο καθηγητή και τους συμφοιτητές σας στην επόμενη ΟΣΣ.
Ανακεφαλαιώνοντας, θα λέγαμε πως το κυριότερο ίσως χαρακτηριστικό εί ναι ότι πολλές από τις μεγάλες ιδιωτικές συλλογές που συγκροτήθηκαν στη χώ ρα μας κατά τον 20ό αιώνα κατέληξαν σε μουσεία. Αρκετοί μάλιστα σύγχρονοι συλλέκτες προσανατολίζονται πλέον από νωρίς στη δημιουργία κάποιου ιδρύμα τος όπου θα δωριστεί η συλλογή τους και μάλιστα όταν οι ίδιοι θα βρίσκονται ακόμη εν ζωή. Γνωστά παραδείγματα αποτελούν το Μουσείο Μπενάκη, το Μουσείο Κυκλα δικής και Αρχαίας Ελληνικής Τέχνης Γουλανδρή, το Μουσείο Κανελλοπούλου, η Πινακοθήκη Πιερίδη και το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης στην Άνδρο.
221
-
----
*"
--
'""
ΕΝΟΤΗΤΑ
5.10
Η κοινωνική καταξίωση είναι το κίνητρο που οδηγεί στη δωρεά των περισσό τερων ιδιωτικών συλλογών στα μουσεία. Σε γενικές γραμμές, οι ιδιωτικές συλλογές που συγκροτούνται στην εποχή μας μπορούν να καταταγούν στην κατηγορία των συστηματικών συλλογών κατά τη διάκριση της Susan Pearce (βλ. υποενότητα 5.1.3).
ι:>
222
Δραστηριότητα 21/Κεφάλαιο 5 Τώρα που ολοκληρώθηκε η αναφορά μας στις συλλογές, είναι χρήσιμο να επιστρέψετε στην υποενότητα 5.1.3 και να μελετήσετε τον Πίνακα 1. Θα σας βοηθήσει να ανακεφαλαι ώσετε τις γνώσεις σας σχετικά με το φαινόμενο του συλλέγειν.
1
ΚΕΦΑΛΑ/0
Σύνοψη Στο κεφάλαιο αυτό αναλύθηκαν καταρχήν οι έννοιες της συλλογής και του μουσείου, έτσι όπως διαμορφώθηκαν διαμέσου των αιώνων, με την παράθεση συγκεκριμένων παραδειγμάτων. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στη σκιαγράφηση των βασικών σημείων-σταθμών στην ιστορική εξέλιξη των μουσείων σε παγκό σμιο επίπεδο καθώς και στην αλλαγή νοοτροπίας που κάθε τέτοιος σταθμός ση ματοδοτεί. Στη συνέχεια αναφερθήκαμε στη διαμόρφωση των δημόσιων και των ιδιωτικών συλλογών στον ελλαδικό χώρο κατά την περίοδο της ελληνικής Αρ χαιότητας και σταθήκαμε ιδιαίτερα στην ίδρυση του Μουσείου της Αλεξάνδρει ας, το οποίο είναι το πρώτο επιστημονικό κέντρο που δημιουργήθηκε με σκοπό την ανάπτυξη και τη διάδοση της γνώσης και με αυτή την έννοια μπορεί να θεω ρηθεί το πρωιμότερο παράδειγμα αντίληψης του μουσείου ως πολιτιστικού κέ ντρου. Είχαμε έπειτα την ευκαιρία να διαπιστώσουμε ότι, παρ' όλο που λόγοι θρησκευτικοί δεν επέτρεψαν τη μεγάλη ανάπτυξη ιδιωτικών -κυρίως- συλλο γών στο Βυζάντιο, τα στοιχεία που διαθέτουμε δείχνουν ότι έχουμε για πρώτη φορά στην εξέλιξη του θεσμού μια προσπάθεια συνειδητής έκθεσης με αλληγο ρικό κυρίως χαρακτήρα. Είδαμε στη συνέχεια πως οι πρώτες συνειδητές προ σπάθειες για την προστασία των αρχαιοτήτων και τη φύλαξή τους σε μουσεία γίνονται κατά την εποχή του Νεοελληνικού Διαφωτισμού και εξετάσαμε τις πρώιμες αντιλήψεις για το τι σημαίνει μουσείο, όπως αυτές εκφράστηκαν κατά τα προεπαναστατικά χρόνια και κατά τη διάρκεια της Επανάστασης. Σταθήκα με ιδιαίτερα στον 190 αιώνα για δύο λόγους: Πρώτον, διότι είναι η εποχή κατά την οποία εμφανίζεται και στην Ελλάδα ο θεσμός του ιδιώτη συλλέκτη και συ γκροτούνται οι πρώτες ιδιωτικές συλλογές στο ελεύθερο κράτος. Δεύτερον, διότι τότε δημιουργούνται τα πρώτα μουσεία και μπαίνουν οι βάσεις για τη μετέπειτα ανάπτυξή τους σε όλη την Ελλάδα. Στις τελευταίες δύο ενότητες αυτού του κε φαλαίου σκιαγραφήθηκε η πορεία ανάπτυξης των μουσείων και των ιδιωτικών συλλογών κατά τον 20ό αιώνα και συζητήθηκαν όχι μόνο οι θετικές τάσεις και οι κατευθύνσεις των τελευταίων χρόνων (π.χ. βελτίωση σχέσεων με το κοινό, εισα γωγή νέων τεχνολογιών, μουσειακή πολιτική κ.λπ.) αλλά και τα ηθικά ή νομικά προβλήματα που συνοδεύουν τις σύγχρονες συλλεκτικές δραστηριότητες (π.χ. αρχαιοκαπηλία, παράνομη διακίνηση έργων κ.λπ.).
1 1
i �
223
�m
RΨ
χ
�ffii�Th1W�J$JW,%'$i$Ji@rn::.,iιili�¾W@W:%,\@w . :�����::�wm11aw:m�\'ξ;mm}"�W:@'§��
nm
ΙΙΑΡΑΡΤΗΜΑ Απαντήσεις σε Ασκήσεις Αυτοαξιολόγησης Άσκηση Αυτοαξιολόyησης 1 Βοτανική συλλογή πανεπιστημιακού ιδρύματος � Αναμνηστική συλλογή Συλλογή πωμάτων μπίρας ενός εφήβου ---- ----.. Συστηματική συλλογή
Άσκηση Αυτοαξιολόyησης 2 Μουσείο Κέρκυρας: Καθιέρωση της έννοιας του διαρκούς δανεισμού αντικειμένων. Μουσείο Σάμου: Διαμόρφωση μιας συλλογής παγκόσμιου πολιτισμού σε ένα δημόσιο μουσείο, παράδειγμα μοναδικό στην Ελλάδα.
Άσκηση Αυτοαξιολόyησης 3 Η σωστή απάντηση είναι η γ.
Άσκηση Αυτοαξιολόyησης 4 Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών Μουσείο Θεόφιλου Εβραϊκό Μουσείο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού Δημοτική Πινακοθήκη του Δήμου Ο,.ο:φέ{ίj Μουσείο Σαρακατσάνων
:�;;:;�;-:::::::::::=--.:::::::::::::;�:;�s�
Μουσεία νεότερης τέχνης Βυζαντινά μουσεία Λαογραφικά μουσεία Ιστορικά μουσεία
Άσκηση Αυτοαξιολόyησης 5 1. Η καταγραφή των διαδικασιών που ακολουθούνται κατά την οργάνωση μιας έκθεσης αποτελεί συνηθισμένη πρακτική στις μέρες μας. ΛΑΘΟΣ 2. Το Μουσείο Μπενάκη ιδρύθηκε από το κράτος. ΛΑΘΟΣ 3. Το Ναυτικό Μουσείο Γαλαξειδίου υπήρξε το πρώτο ναυτικό μουσείο στην Ελλάδα. ΣΩΣΤΟ 4. Ο Γ. Δροσίνης υπήρξε από τους πρωτεργάτες της ίδρυσης του Βυζαντινού Μουσεί ου. ΛΑΘΟΣ 5. Το πρώτο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου υπήρξε υποδειγματικό για την εποχή του.ΣΩΣΤΟ 6. Μουσεία νεότερης τέχνης εμφανίζονται στην Ελλάδα μετά το 1980. ΛΑΘΟΣ 7. Το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο στεγάζεται στο Πολυτεχνείο. ΛΑΘΟΣ
Άσκηση Αυτοαξιολόyησης 6 Η συλλογή του Φοίβου Ανωγειανάκη ανήκει στις συστηματικές συλλογές.
224
1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Απαντήσεις σε Δραστηριότητες Δραστηριότητα 3 Ένας έφηβος που συλλέγει πώματα από μπουκάλια μπίρας μπορεί να τα αντιμετωπίζει: ως απλά αναμνηστικά, ως καταγραφή διάφορων τύπων μπίρας ή μάρκας που έχει κατα ναλώσει, ως σχήμα, ως διακόσμηση (design), ως ποσοτική μαρτυρία και άρα ως ένδειξη «μαγκιάς» κ.λπ. Η συλλογή των πωμάτων μπορεί απλώς να βρίσκεται μέσα σε κάποιο κουτί, αλλά μπορεί να είναι ταξινομημένη σύμφωνα με κάποια κριτήρια: π.χ. μάρκα, τόπο παραγωγής, τύπο μπίρας κ.λπ. Ικανοποιεί κατά κανόνα την προσωπική απόλαυση του κα τόχου της, ο οποίος κάποιες φορές ίσως τη μοιράζεται με τους συνομηλίκους ή τους φί λους του. Η βοτανική συλλογή συγκροτείται για καθαρά επιστημονικούς λόγους. Η επιλογή των βο τανικών δειγμάτων που συλλέγονται ακολουθεί τα κριτήρια ταξινόμησης και οργάνωσης που διέπουν τη μελέτη της συγκεκριμένης επιστήμης, δηλαδή της βοτανολογίας. Οι ίδιοι κανόνες καθορίζουν και τον τρόπο κατάταξης ή/και έκθεσης της συλλογής. Η βοτανική συλλογή απευθύνεται κατά κύριο λόγο στους επιστήμονες και σε σπανιότερες περιπτώ σεις (π.χ. έκθεση) σε ευρύτερο κοινό. Η βασική διαφορά μεταξύ των δύο συλλογών βρί σκεται στα κίνητρα, στην ύπαρξη ή μη αυστηρών κανόνων ταξινόμησης και στο είδος χρή σης της συλλογής.
Δραστηριότητα 6 Στις μέρες μας η συλλογή γίνεται αντιληπτή ως συστηματική συγκέντρωση αντικειμένων που διαθέτουν κάποιο κοινό χαρακτηριστικό και η οποία γίνεται με συγκεκριμένο σκοπό. Το βασικό είναι ότι η συλλογή αποτελεί μια συνειδητή πράξη επιλογής εκ μέρους του συλ λέκτη και όχι μια απλή συγκέντρωση αντικειμένων. Βασική είναι επίσης η πολιτισμική αξία που αποδίδεται στα συλλεγόμενα αντικείμενα τόσο από τον συλλέκτη όσο και από την κοινωνία στην οποία ζει. Η απλή συγκέντρωση ή συσσώρευση αντικειμένων για λόγους αναμνηστικούς, συναισθηματικούς, θρησκευτικούς ή άλλους δεν μπορεί να χαρακτηρι στεί συλλογή με τη σύγχρονη έννοια, διότι στις περισσότερες περιπτώσεις είναι μια πρά ξη που δεν ακολουθεί αυστηρά προκαθορισμένα κριτήρια και δεν γίνεται απολύτως συ νειδητά.
Δραστηριότητα 7 Οι τάσεις που χαρακτηρίζουν την ανάπτυξη των μουσείων κατά τον 20ό αιώνα: 1. Αλλαγή στη φιλοσοφία του μουσείου ως θεσμού 2. Ανάπτυξη νέων τύπων μουσείων 3. Υπαίθρια μουσεία 4. Οικομουσεία 5. Διατήρηση προβιομηχανικών εργαλείων και μηχανών 6. Διατήρηση προβιομηχανικών κοινοτήτων 7. Διατήρηση ιστορικών οικισμών ή συνόλων επιτόπου 8. Μουσεία Τεχνολογίας και Επιστημών
1
225
��*����'¾'h��t�
9. Εξάπλωση των μουσείων φυσικής ιστορίας 10. Το μουσείο ως πολιτιστικό κέντρο
Δραστηριότητα 8 Ο όρος μουσείο κατάγεται από την αρχαία Ελλάδα, όπου όμως εμφανίζεται με νοημα τικό περιεχόμενο διαφορετικό από το σημερινό (το μουσείον ως τέμενος των Μουσ,ών). Ο συσχετισμός του μουσείου με την ύπαρξη κάποιας συλλογής αντικειμένων γίνεται για πρώτη φορά κατά την Αναγέννηση, ωστόσο εκείνη την περίοδο η λέξη παραπέμπει περισσότερο στον πλούτο μιας συλλογής παρά σε ένα συγκεκριμένο κτίριο. Κατά την εποχή του Διαφωτισμού ο όρος μουσείο χρησιμοποιείται με εγκυκλοπαιδική χροιά, για να δηλώσει την πληρότητα της πραγμάτευσης ενός θέματος (π.χ. σε τίτλους βιβλίων). Ο συσχετισμός της λέξης μουσείο με ένα συγκεκριμένο κτίριο που στεγάζει μια συλλο γή γίνεται μόλις τον 180 αιώνα. Η χρήση της λέξης με τη σημερινή της έννοια (αρχικά ως χώρος φύλαξης και αργότερα ως χώρος εκπαίδευσης και καλλιέργειας του κοινού) καθιερώνεται κατά τον 190 αιώνα. Σήμερα η έννοια του μουσείου έχει διευρυνθεί πολύ και μπορεί να περιλαμβάνει οργανισμούς αρκετά ανόμοιους μεταξύ τους (π.χ. αρχαιο λογικά, ιστορικά και εθνογραφικά μνημεία, φυσικά πάρκα, βοτανικούς και ζωολογικούς κήπους, αρχεία και βιβλιοθήκες). Βασική προϋπόθεση για να χαρακτηριστεί ένας από τους παραπάνω οργανισμούς μουσείο είναι η ύπαρξη και η διαχείριση κάποιας συλλο γής αντικειμένων (απόκτηση, καταγραφή, αρχειοθέτηση, μελέτη, τεκμηρίωση, συντή ρηση, αποθήκευση, έκθεση, κοινοποίηση κ.λπ.). Η πιο σύγχρονη αντίληψη ορίζει το μουσείο ως ένα χώρο που -μέσω της έκθεσης, της ερμηνείας και της χρήσης αντικειμέ νων- αποσκοπεί στην απόλαυση και στην έμπνευση του επισκέπτη. Ως βασικοί σταθμοί στην εξέλιξη των μουσείων μπορούν να αναφερθούν οι εξής: το Μουσείο της Αλεξάνδρειας, η δημιουργία των πρώτων ιδιωτικών συλλογών τέχνης με τη σύγχρονη έννοια στη Ρώμη της ελληνιστικής εποχής, η περίοδος της Αναγέννησης κατά την οποία εμφανίζονται και δύο λέξεις -gallerίa και gabinetto- που έχουν καθιερω θεί από τότε στις λατινογενείς γλώσσες, η εξάπλωση των ιδιωτικών συλλογών που απο τελούνταν από διάφορα αξιοπερίεργα αντικείμενα (τα γνωστά cabinets des curiosites) από τον 150 ως τον 180 αιώνα, η εμφάνιση των δημόσιων μουσείων τον 180 αιώνα (π.χ. Λούβρο, Βρετανικό Μουσείο), η συνειδητοποίηση του ρόλου του μουσείου ως θεματο φύλακα των εθνικών παραδόσεων και η συνακόλουθη ανάπτυξη των αρχαιολογικών και εθνογραφικών μουσείων κατά τον 190 αιώνα, η εμφάνιση των λαογραφικών μουσείων στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, που σηματοδοτεί τη συνειδητοποίηση για την ανά γκη διατήρησης των καταλοίπων του πιο πρόσφατου παρελθόντος, η τεράστια ανάπτυ ξη νέων τύπων μουσείων κατά τον 20ό αιώνα και η συνακόλουθη μετατόπιση του ενδια φέροντος από το παραδοσιακό, στατικό μουσείο στο μουσείο-πολιτιστικό κέντρο, που ενθαρρύνει τη διαβίου εκπαίδευση και αποτελεί ζωντανό κύπαρο της κοινότητας την οποία υπηρετεί. Χαρακτηριστική είναι η μετατόπιση του ενδιαφέροντος από τα αντικεί μενα προς τους ανθρώπους, έτσι όπως εκφράζεται στην πιο πρόσφατη προσπάθεια ορισμού του μουσείου: Τα μουσεία δίνουν στους ανθρώπους τη δυνατότητα να ανακαλύ πτουν συλλογές και να αντλούν έμπνευση, γνώση και ευχαρίστηση. Είναι ιδρύματα που συλλέγουν, προστατεύουν και κάνουν προσιτά αντικείμενα και δείγματα του φυσικού κό-
226
1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
σμου, τα οποία φυλάσσουν προς όφελος της κοινωνίας (Ένωση Μουσείων της Βρετα
νίας, 1998).
Δραστηριότητα 9 Μια πρώτη παρατήρηση που μπορούμε να κάνουμε είναι ότι σε εποχές κατά τις οποίες δεν υπήρχαν μουσεία, οι βιβλιοθήκες -ως επιστημονικό και πνευματικό κέντρο μεγάλης εμβέλειας- ήταν ο κατεξοχήν τόπος συγκέντρωσης συλλογών έργων τέχνης ή άλλων αντικειμένων. Επιπλέον, η συνύπαρξη βιβλίων με αντικείμενα στον ίδιο χώρο είναι ένα φαι νόμενο που συναντάμε όχι μόνο σε παλαιότερες εποχές αλλά ακόμη και σήμερα. Ο συ σχετισμός μεταξύ των δύο αυτών κατηγοριών ιδρυμάτων δεν είναι τυχαίος, αφού μουσεία και βιβλιοθήκες έχουν πολλές ομοιότητες. Οι λειτουργίες που είναι απολύτως κοινές τόσο στα μουσεία όσο και στις βιβλιοθήκες εί ναι: η συλλογή (αντικειμένων - βιβλίων), η τεκμηρίωση και η συντήρηση. Στις ομοιότητες θα μπορούσαμε ίσως να εγγράψουμε και την έρευνα (σχετικά με τα αντικείμενα), σημειώ νοντας όμως ότι δεν γίνεται πάντα στις βιβλιοθήκες. Στοιχεία που διαφοροποιούν τις δύο κατηγορίες ιδρυμάτων είναι ότι στις βιβλιοθήκες απουσιάζει η έννοια της ερμηνείας -που είναι βασική στα σύγχρονα μουσεία- και επίσης ότι η έκθεση -επίσης βασική στα μουσεία- δεν γίνεται παρά μόνο περιστασιακά στις βι βλιοθήκες (υπάρχουν βέβαια και εξαιρέσεις). Ως διαφοροποιό στοιχείο θα σημειώναμε τέλος την απουσία από τις βιβλιοθήκες προγραμμάτων απήχησης σε ένα ευρύτερο κοινό (με κάποιες εξαιρέσεις και εδώ).
Δραστηριότητα 11 Αυτό που προκαλεί ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι σε μια εποχή κατά την οποία όχι μόνο δεν υπάρχει καμία συγκροτημένη συλλογή αλλά ούτε καν ελληνικό κράτος, ο Κοραής κά νει συγκεκριμένες προτάσεις για το πώς θα πρέπει να είναι ένα μουσείο. Θέτει το ζήτημα της στέγης και του προσωπικού, το σημαντικότερο όμως είναι ότι τονίζει την ανάγκη κα ταγραφής των αντικειμένων που συλλέγονται σε κατάλογο. Προχωρεί μάλιστα εξηγώντας πώς θα πρέπει να γίνεται η καταγραφή. Αν συγκρίνουμε τις προτάσεις του Κοραή με τους σύγχρονους ορισμούς για το τι είναι μουσείο, θα δούμε ότι ο Κοραής έχει συλλάβει -σε στοιχειώδη έστω μορφή- κάποιες από τις βασικές έννοιες του σύγχρονου μουσείου και συγκεκριμένα την ύπαρξη μιας συλλογής, την τεκμηρίωση (στην πρωταρχική μορφή της καταγραφής), τη μονιμότητα της στέγης και την ύπαρξη προσωπικού.
Δραστηριότητα 13 Με βάση τη σύγχρονη αντίληψη, η παρουσίαση των αρχαιοτήτων τόσο στο μουσείο της Αίγινας όσο και στο Θησείο δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί έκθεση. Επρόκειτο για μια τοποθέτηση των αρχαίων που καθοριζόταν αποκλειστικά από τη διαθεσιμότητα του χώ ρου και σε πολύ περιορισμένο βαθμό ακολουθούσε κάποια κριτήρια ταξινόμησης με βά ση τq υλικό κατασκευής ή το είδος του αρχαίου. Για παράδειγμα, στο μουσείο της Αίγινας οι επιγραφές και τα αρχιτεκτονικά μέλη αποτελούσαν ένα «σύνολο» στον νάρθηκα της εκ κλησίας του Σωτήρα, ενώ τα αγγεία και τα μικροαντικείμενα ένα άλλο, που φυλασσόταν στη βιβλιοθήκη.
227
�'ti:k�¼-.mi�����-=�:m-Jϊ@�%-'%..�"m1Mf';MM\${:����-��w,,'"'_����
Δραστηριότητα 14 Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα η πρόνοια για το κοινό των μουσείων είναι εμφανής στην εκτύπωση των πρώτων σύντομων οδηγών (βλ., για παράδειγμα, Μουσείο Ακρόπολης και Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο}, στην προσπάθεια για την επέκταση του ωραρίου λειτουρ γίας τους (βλ. την αναφορά στα μουσεία της Αρχαιολογικής Εταιρείας) και στην προσπά θεια στοιχειώδους -έστω- υπομνηματισμού στις αίθουσες (βλ., για παράδειγμα, εικ. 10).
Δραστηριότητα 15 Ο 19ος αιώνας σηματοδοτεί τη δημιουργία και την εδραίωση του θεσμού του μουσείου στην Ελλάδα. Ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι, παρά τις τεράστιες δυσκολίες και αντιξοό τητες, οι απόψεις ως προς τον προορισμό των μουσείων -φύλαξη, εκπαίδευση, δημόσιο όφελος- είναι αρκετά πρωτοποριακές για την εποχή. Τα ελληνικά μουσεία ιδρύονται εξαρχής ως δημόσια ιδρύματα που απευθύνονται σε όλες τις κατηγορίες του κοινού και με το πέρασμα του χρόνου ως βασικός προορισμός τους προβάλλεται η διδασκαλία και η διάδοση των αρχαιολογικών γνώσεων. Οι προθέσεις αυτές μπορούν να θεωρηθούν πρω τοποριακές για την εποχή τους παρά το γεγονός ότι στην πράξη δεν υλοποιήθηκαν με τη σημερινή τους έννοια. Σημαντική είναι επίσης η εξέλιξη που παρατηρείται ως προς την οργάνωση των μουσείων: Ξεκινώντας από τα πρώιμα μουσεία του 19ου αιώνα, τα οποία, σύμφωνα με τα σημερινά κριτήρια, θα μπορούσαν μόνο κατ' ευφημισμόν να χαρακτηριστούν ως τέτοια (π.χ. Αρχαι ολογικό Μουσείο Αίγινας, Αρχαιολογικό Μουσείο στο Θησείο), βρίσκουμε αργότερα μου σεία υποδειγματικά οργανωμένα για τα δεδομένα της εποχής τους (π.χ. Μουσείο της Αρ χαιολογικής Εταιρείας στο Πολυτεχνείο, Μουσείο Ακρόπολης, Εθνικό Μουσείο). Αυτή η σταδιακή βελτίωση είναι εμφανής και στην οργάνωση των εκθέσεων, που, ξεκινώντας από την απλή «αποθηκευτική» προσέγγιση των πρώιμων μουσείων (π.χ. Αίγινα, Θησείο), φτά νει στα τέλη του αιώνα στην καθιέρωση ενός χρονολογικού και τυπολογικού τρόπου έκθε σης με αξιοσημείωτα από πλευράς αισθητικής αποτελέσματα (π.χ. Εθνικό Μουσείο, Μου σείο Ολυμπίας). Θα πρέπει τέλος να σημειώσουμε τον σημαντικό ρόλο της Αρχαιολογικής Εταιρείας στην ανέγερση και στη λειτουργία των πρώτων μουσείων καθώς και στην καθιέρωση, για πρώ τη φορά στην ιστορία των ελληνικών μουσείων, ειδικών θέσεων προσωπικού.
Δραστηριότητα 16 Η έκθεση του Αρχαιολογικού Μουσείου Ηρακλείου χαρακτηρίζεται από τη συστηματικό τητα της οργάνωσης, που είναι εμφανής και στη φωτογραφία. Έχει γίνει προσπάθεια να τοποθετηθούν τα αντικείμενα σε ενότητες. Μάλιστα, η προέλευση δηλώνεται με μια μικρή επιγραφή στο επάνω μέρος της προθήκης (π.χ. αν προσέξετε καλά, η προθήκη που φαί νεται εδώ πρώτη λέει «Ανάκτορον Κνωσού»). Η έκθεση αυτή, αν και αρκετά μονότονη λό γω της αυστηρής γραμμικότητας και της παρατακτικότητας που τη διακρίνει, βρίσκεται πολύ μπροστά σε σχέση με εκείνη του Μουσείου της Σπάρτης. Εκεί τα αρχαία τοποθετή θηκαν χωρίς κανένα συγκεκριμένο σύστημα κατάταξης, αλλά όπως ήταν πιο βολικό ως προς τα δεδομένα του χώρου.
228
1 1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Δραστηριότητα 17 Το διάστημα 1950-1980 είναι η περίοδος της ουσιαστικής ανάπτυξης των μουσείων στην Ελλάδα. Το κυριότερο χαρακτηριστικό είναι ότι κατά την περίοδο αυτή εμφανίζονται μου σεία όλων των τύπων. Αξιοσημείωτη είναι η ανάπτυξη των λαογραφικών μουσείων, που ιδρύονται σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, ειδικά από τη δεκαετία του 1970 και έπειτα. Εξίσου σημαντική κατά την περίοδο αυτή είναι η εξάπλωση των ιστορικών και των βυζαντινών μουσείων, η εδραίωση των μουσείων νεότερης τέχνης, ενώ δημιουργούνται επίσης μου σεία τεχνολογίας, φυσικής ιστορίας, παιδικά μουσεία κ.λπ. Σταθερή, τέλος, παραμένει η εξέλιξη των αρχαιολογικών μουσείων.
Δραστηριότητα 18 Κατά το μεγαλύτερο μέρος του 19ου αιώνα, το μουσείο ήταν ένας τόπος με αποκλειστικό προορισμό τη φύλαξη των αρχαιοτήτων. Μόνο περί τα τέλη του αιώνα άρχισε να διαφαί νεται μια αλλαγή νοοτροπίας και το μουσείο θεωρήθηκε τόπος που προάγει τη διδασκα λία και την αισθητική καλλιέργεια. Αυτή η αντίληψη για τον διπό προορισμό του μουσείου -φύλαξη/διατήρηση και διδασκαλία/γενική παιδεία- επιβιώνει και στον 20ό αιώνα και μά λιστα με αρκετή επιμονή. Εμφανής αλλαγή νοοτροπίας, σύμφωνα με την οποία το μου σείο δεν είναι μόνο χώρος διαφύλαξης αλλά και χώρος μελέτης, έρευνας και προβολής κάποιας πλευράς της φυσικής ή της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, δεν σημειώνεται πα ρά μόνο κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα.
Δραστηριότητα 19 Παρά τον γενικότερο συντηρητισμό που παρουσιάζουν τα περισσότερα αρχαιολογικά μουσεία της χώρας μας, τα τελευταία χρόνια αρχίζει να διαφαίνεται μια αλλαγή τόσο ως προς τη φιλοσοφία που διέπει τις εκθέσεις όσο και ως προς τις εκθετικές πρακτικές. Αυτό που με την πρώτη ματιά γίνεται φανερό είναι ότι δεν έχουμε πλέον να κάνουμε με εκθέ σεις όπου το κύριο χαρακτηριστικό είναι μια μονότονη παρατακτικότητα (όπως, π.χ., αυτή της εικ. 17). Στις περισσότερες πρόσφατες εκθέσεις είναι σαφής η προσπάθεια ανάδει ξης των αρχαιολογικών ευρημάτων με διάφορα μέσα. Αυτά ανιχνεύονται στην ευφυέστε ρη οργάνωση του χώρου και στη διάταξη των εκθεμάτων, στη χρήση του χρώματος, που σε κάποιες περιπτώσεις είναι τολμηρό, στην αξιοποίηση των δυνατοτήτων του φωτισμού, ο οποίος πολλές φορές «δραματοποιεί» τα εκθέματα και στους ευρηματικότερους τρό πους έκθεσης. Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στην ένταξη του εκθέματος μέσα σε ένα γενι κότερο ερμηνευτικό πλαίσιο είτε με την παροχή πλουσιότερου εποπτικού υλικού (επεξη γηματικές πινακίδες, σχέδια κ.λπ.) είτε με αναπαραστάσεις. Ανεξάρτητα από την προσωπική κρίση και αισθητική του καθενός, αυτές οι εκθέσεις δεν είναι αδιάφορες. Η γενική αίσθηση που προξενούν είναι θετική. Ως προς αυτό, βρίσκονται στον αντίποδα των εκθέσεων του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, όπως αυτές φαίνο νται qτις εικ. 11, 13 και 17. Ειδικά η σύγκριση με την εικ. 17 (έκθεση του Μουσείου Ηρα κλείου στις αρχές του 20ού αιώνα) δείχνει ακριβώς τη μεγάλη αλλαγή από αυτό που θεω ρούνταν μουσειολογικά αποδεκτό έως πολύ πρόσφατα: δηλαδή μια έκθεση επιστημονικά οργανωμένη και αισθητικά αποδεκτή, αλλά εξαιρετικά μονότονη.
1
1
229
;%/Sifu.'\.%-:¾.�'%,'
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΤΟΜΟΥ ΕΛΛΗΝΟΓΛΩΣΣΗ
Άλκηστις, Μουσεία και σχολεία, δεινόσαυροι και αγιεία, εκδ. Ελληνικά Γράμμα τα, Αθήνα 21996. Ανδρόνικος Μ., Χατζηδάκις Μ., Καραγιώργης Β., Τα ελληνικά μουσεία, εκδ.-Εκ δοτική Αθηνών, Αθήνα 1974. Γκαζή Α., «Από τις Μούσες στο Μουσείο. Η ιστορία ενός θεσμού διαμέσου των αιώνων», περ.Αρχαιολογία και Τέχνες, τεύχος 70, 1999α, σ. 39-46. Γκαζή Α., «Η έκθεση των αρχαιοτήτων στην Ελλάδα (1829-1909). Ιδεολογικές αφετηρίες- Πρακτικές προσεγγίσεις», περ.Αρχαιολογία και Τέχνες, τεύχος 73, Αθήνα 1999β, σ. 45-53. Δερμιτζάκης Μ., Τριανταφύλλου Μ., «Το πανεπιστημιακό μουσείο. Χαρακτήρας και λειτουργία», στο Η Μουσειολογία σι-ον 210 αιώνα. Θεωρία και Πράξη, πρακτι κά Διεθνούς Συμποσίου, Θεσ/νίκη 21-24/11/1997, ΥΠ.ΠΟ. -Ελληνικό Τμήμα ICOM -Τομέας Ιστορίας Αρχιτεκτονικής, Ιστορίας Τέχνης, Αρχιτεκτονικής Μορφολογίας και Αναστήλωσης, Πολυτεχνική Σχολή, ΑΠΘ, εκδ. Εντευκτηρίου, Θεσσαλονίκη 2001. «Εθνική Πινακοθήκη. 100 χρόνια», αφιέρωμα, εφ. Η Καθημερινή, περ. Επτά Ημέ ρες, 26/11/2000. Έλια Ρ., «Οι καταστροφείς της κληρονομιάς μας», εφ. Η Καθημερινή της 3/4/1993. Ελληνική Εταιρεία Λαογραφικής Μουσειολογίας, Ο ρόλος των λαογραφικών μουσείων mα πλαίσια της Ενωμένης Ευρώπης, πρακτικά της Α' Συνάντησης Λα ογραφικών Μουσείων των Χωρών της Ενωμένης Ευρώπης, Αθήνα 1994. Καλεσοπούλου Δ., «Ανοιχτός διάλογος με την κοινότητα: Μία ελληνική πρόταση στα προγράμματα προσέγγισης», περ.Αρχαιολογία και Τέχνες, τεύχος 73, Αθήνα 1999, σ. 69-74. Καμπουρίδης Χ., «Ρόλοι του συλλέκτη», εφ. Τα Νέα της 10/2/1999. Κοκκίνης Σπ., Τα μουσεία της Ελλάδος. Οδηγός- Ιστορία- Θησαυροί- Βιβλιο γραφία, εκδ. Εστία, Αθήνα 1979. Κόκκου Α., Η μέριμνα για τις αρχαιότητες στην Ελλάδα και τα πρώτα μουσεία, εκδ. Ερμής, Αθήνα 1977. Μανακίδου Ε., Κατάλογος εκμαγείων και αντιγράφων, Αριστοτέλειο Πανεπιστή μιο Θεσσαλονίκης, Μουσείο Εκμαγείων Φιλοσοφικής Σχολής, εκδ. University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1998. Μανιάτης Γ., «Σωστή συντήρηση σημαίνει συνδυασμένη έρευνα», περ.Αρχαιολο γία, τεύχος 22, Ιανουάριος-Μάρτιος 1987, σ. 22-28. Μαραγκού Λ., Το Ίδρυμα ΝΠ. Γουλανδρή. Από την Ιδιωτική Συλλογή σι-ο Μου σείο Κυκλαδικής Τέχνης, εκδ. Ίδρυμα Ν.Π. Γουλανδρή, Αθήνα 1991. Μιχαηλίδου Μ., «Θεσμικό πλαίσιο μουσείων», στο Ο ρόλος των λαογραφικών μουσείων στην Ενωμένη Ευρώπη, πρακτικά της Α' Συνάντησης Λαογραφικών Μουσείων των Χωρών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, εκδ. Ελληνική Εταιρεία Λα ογραφικής Μουσειολογίας, Αθήνα 1992.
230
;
1
Μιχαλόπουλος Α., Τα μουσεία της Ελλάδας, τόμος 1, εκδ. Ερευνητές, Αθήνα 2000. Μουσείο Μπενάκη, «Άνοιγμα στον 210 αιώνα» , εφ. Η Καθημερινή, περ. Επτά Ημέρες, 24/9/2000. Μουσούρη Θ., «Μουσεία για όλους; Προγράμματα προσέγγισης στο διεθνή χώ ρο», περ.Αρχαιολογία και Τέχνες, τεύχος 73, 1999, σ. 65-69. Μπαμπινιώτης Γ.,Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας, με σχόλια για τη σωστή χρήση των λέξεων, εκδ. Κέντρο Λεξικολογίας, Αθήνα 1998. Μπελεσιώτη-Ψαράκη Ν., «Εκπαιδευτικά προγράμματα στη λαογραφική συλλο γή του μουσείου Μπενάκη» , στο Ο ρόλος των λαογραφικών μουσείων στην Ενωμέ νη Ευρώπη, πρακτικά της Α' Συνάντησης Λαογραφικών Μουσείων των Χωρών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, εκδ. Ελληνική Εταιρεία Λαογραφικής Μουσειολο γίας,Αθήνα 1994. Μπούνια Α., «Συλλογές και συλλέκτες στην αρχαία Ρώμη: lος αι. π.Χ.-lος αι. μ.Χ.» , περ.Αρχαιολογία και Τέχνες, τεύχος 73, 1999, σ. 41-45. «Ναυτική παράδοση και μουσεία» , αφιέρωμα, εφ. Η Καθημερινή, περ.Επτά Ημέ ρες, 19/12/1993. Ντούμας Χ., Κυκλαδική Τέχνη. Συλλογή Ν.Π. Γουλανδρή, εκδ. Ίδρυμα Ν.Π. Γου λανδρή,Αθήνα 1984. «Οι θησαυροί του Μουσείου Μπενάκη» , αφιέρωμα, εφ.Η Καθημερινή, περ.Επτά Ημέρες, 20/2/1994. Παναρέτου Α., πρόλογος, στο Κανελλόπουλος Π.,Σκέψεις,Αθήνα 1990, σ. 7-23. Πάντος Π., «Οι ιδιωτικές συλλογές αρχαίων» , περ. Οικονομικός Ταχυδρόμος της 11/11/93, σ. 33-34. Παπαδόπουλος Στ.,Από τις τοπικές συλλογές στα σύγχρονα μουσεία, εκδ. Καρα βία,Αθήνα 1978. Πεπονής Γ.,Χωρογραφίες, ο αρχιτεκτονικός σχηματισμός του νοήματος, εκδ. Αλεξάνδρεια,Αθήνα 1997. Πετράκος Β., Δοκίμιο για την αρχαιολογική νομοθεσία, εκδ. Αρχαιολογική Εται ρεία,Αθήνα 1982. Πρωτοψάλτης Ε.Τ., Ιστορικά έγγραφα περί αρχαιοτήτων και λοιπών μνημείων της ιστορίας κατά τους χρόνους της Επαναστάσεως και του Καποδίστρια, εκδ. Βι βλιοθήκη της εν ΑθήναιςΑρχαιολογικής Εταιρείας,Αθήνα 1967. Συλλογή 1892,Συλλογή νόμων, διαταγμάτων και εγκυκλίων, εκδ. Αρχαιολογική Εταιρεία,Αθήνα 1892. «Το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο» , αφιέρωμα, εφ. Η Καθημερινή, περ. Επτά Ημέ ρες, 15/5/1994. Τσελίκα Β., «Ο Αντώνης Μπενάκης ως συλλέκτης αρχείων», Τα Νέα των Φίλων του Μουσείου Μπενάκη,Αθήνα 1991, σ. 30-39. ΥΠ.ΠΟ., Βυζαντινά μουσεία και συλλογές στην Ελλάδα, εκδ. ΥΠΠΟ - Διεύθυνση Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων,Αθήνα 1997. ΥΠ.ΠΟ., Μουσεία και πινακοθήκες της Ελλάδος και της Κύπρου, εκδ. Υπουργείο Πολιτισμού,Αθήνα 1993.
231
�V&,�����"1*WΊ¾'®,�"-s���"&i',.ί,¾%���'�»J}l\... �����.ffi:'@J@���������
Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων - Υπουργείο Πολιτισμού ΙCΟΜ Ελληνικό Τμήμα, 5ο Περιφερειακό Σεμινάριο Μουσείο-Σχολείο, Καλα μάτα, 4-6 Απριλίου 1997. ICOM, πρακτικά Α' Συνάντησης Μουσειολογίας, Αθήνα 29-31 Οκτωβρίου 1984. ICOM, Ίδρυση, οργάνωση και λειτουργία εκπαιδευτικών τμημάτων σε μουσεία, πρακτικά της Ετήσιας Συ νάντησης του CECA (International Committee for Education and Cultural Action), εκδ. ΙCΟΜ-Ελληνικό Τμήμα, Αθήνα 1991.,
ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗ
Alexander Ε., Museums in Motion. An Introduction to the History and Function of Museums, The American Association for State and Local History, Nashville Tennessee 1979. Alsop J., The Rare Art Traditions: The History ofArt Collecting and its Linked Phenomena Wherever These HaveAppeared, Thames and Hudson, London 1982. Ambrose Τ., Paine C., Museum Basics, Routledge, London 1993. Anderson J., Time Machines, The American Association for State and Local History, Nashville Tennessee 1984. Architectural Design, New Museums, Profile Νο 94, 1991. Architectural Design, Contemporary Museums, Profile Νο 130, 1997. Bassett-Guberti S., «Historiae custos: Sculpture and tradition in the Baths of Zeuxippos», περ.AmericanJournal ofArchaeology, τεύχος 100, 1996, σ. 491-506. Bassett-Guberti S., «Excellent offerings: The Lausos collection in Constantinople», περ.Αrt Bulletin, τόμος LXXXII, τεύχος 1, 2000, σ. 6-25. Belcher Μ., Exhibitions in Museums, University Press, Leicester 1991. Belk R., «Collectors and collecting», στο Pearce S., Interpreting Objects and Collections, Routledge, London 1994, σ. 317-326. Bennett Τ., The Birth of the Museum, Routledge, London 1995. Biasini Ε., Lebrat J., Bezombes D., Vincent J-M., The Grand Louvre: Α Museum Transfigured, Electa Moniteur, Paris 1989. Bounia Α., «Appropriating Greece, (re-)inventing Romanitas: Collectors and collecting in Ancient Rome», περ. Museological Review, τεύχος 5, 1998, σ. 58-79. Breton E.,Athenes Decrite et Dessinee, L. Guerin et Cie, Paris 1868. Burcaw Ε., Introduction to Mιίseum Work, Altamira Press, Walnut Creek-London Delhi 31997. Caygill Μ., The Story of the British Museum, ΒΜΡ, London 1981. Caygill Μ., Date C., Building the British Museum, ΒΜΡ, London 1999. De Varine-Bohan Η., «Α fragmented museum·: The museum of man and industry», περ.Museum, τόμος ΧΧΧ, τεύχος 4, 1973, σ. 242-249. Edson G., Dean D., Exhibitίon Desίgn, Routledge, London 1994. Elsner J., «Α collector's model of desire: The house and museum of Sir John Sloane», στο Elsner J. και Cardinal R., The Cultures of Collecting, Reaktion Books, London 1994, σ. 155-176.
232
1
Falk J.H., Dierking L.D., The Museum Experίence, Whalesback, Washington, DC 1992. Findlen Ρ., «The museum: Its classical etymology and renaissance genealogy», περ.Journal of the Hίstoιy of Collectίons, τόμος 1, τεύχος 1, 1989, σ. 59-78. Foucault Μ., «Other spaces: The principles of heterotopia», περ. Lotus Internatίonal, τεύχος 48/49, 1986, σ. 9-17. Gazi Α., «Archaeological museums and displays in Greece 1829-1909. Α first approach», περ. Museologίcal Revίew, τόμος 1, τεύχος 1, 1994, σ. 50-69. Gazi Α., Greek Archaeological Museums 1829-1909. The Dίsplay of Archaeology, δι δακτορική διατριβή, Department of Museum Studies, Leicester 1993. Hall Μ., On Dίsplay: Α Desίgn Grammar for Museum Exhίbίtίons, Lund Humphries, London 1987. Hansen Ε., The Attalids of Pergamon, Cornell University Press, Ithaca 1971. Hooper-Greenhill Ε., Museums and the Shaping of Κnowledge, Routledge, London 1992. Hooper-Greenhill Ε., Museums and their Visίtors, Routledge, London 1994. Hudson Κ., Museums of Influence, Cambridge University Press, Cambridge 1987. ICOM, ICOM General Conference, Stavanger, Norway, ICOM Statutes article 2, para 1, 1995, www.icom.museum/definition.html Impey Ο., McGregor Α., The Orίgίn of Museums, Clarendon Press, Oxford 1986. Karp 1., Lavine S.D. (eds), Exhibίtίng Cultures; the Poetίcs and Polίtίcs of Museum Dίsplay, Smithsonian Institution, Washington 1991. Lewis G., «Museums and their precursors: Α brief world survey», στο Thornpson J .Μ. ( ed. ), Manual of Curatorshίp: Α Guίde to Museum Practίce, Butterworth Heinemann, London 1992, σ. 5-21. Lord G.D., Lord Β. (eds), The Manual of Museum Planning, HMSO, London 1991. Mango C., «Antique statuary and the byzantine beholder», Dumbarton Oaks Papers, τεύχος 17, 1963, σ. 53-75. Mango C., «The palace of Marina, the poet Palladas and the bath of Leo VΙ»,Ευφρό συνον, τιμητικός τόμος στον Μανόλη Χατζηδάκη, ΤΑΠΑ, Αθήνα 1991, σ. 321-330. Mango C., Vickers Μ., Francis Ε., «The palace of Lausus at Constantinople and its collection of ancient statues», περ. Journal of the Hίstoιy of Collectίons, τεύχος 4, τόμος 1, 1992, σ. 89-98. Mouliou Μ., «Greek private collecting of antiquities and the museum; Two collectors, two museums and their tales», στο Representίng Archaeology ίn Museums, Society of Museum Archaeologists, Conference Proceedings, London 1997, σ. 13-28. Pearce S., Museums Objects and Collectίons. Α Cultural Study, Leicester University Press, Leicester 1992. Pearce S., «Collecting reconsidered», στο Pearce S. (ed. ), Interpretίng Objects and Collections, Routledge, London 1994, σ. 193-204. Pearce S., Interpretίng Objects and Collectίons, Routledge, London 1994. Pearce S., On Collecting. An Investίgation ίnto Collectίng ίn the European Traditίon, Routledge, London 1995.
1
1
1
233
mwi.
�ll¼, ·w· wΊ,�'''WtJ{*1%§..��t����
Pearce S., Collectίng ίn Contempora,y Practίce, Sage, London 1998. Pearce S., Bounia Α. (eds), The Collector's Voίce, τόμος 1, Ancient Voices, Ashgate,
London 2000. Pecquet C., Ο' Byrne Ρ., «Programming-A tool at the service of the curator, the commissioning authority and the architect», περ. Museum, τόμος 27, τεύχος 3/4,
1987, σ. 74-91.
Pevsner Ν.,Α Hίsto,y of Buίldίng Types, Thames and Hudson, London 1976. Pomian Κ., «The collection: Between the visible and invisible», στο Pearce S., Inteιpretίng Objects and Collectίons, Routledge, London 1994. Ritchie 1., «Αη architect's view of recent developments in european museums», στο Miles R. and Zavala L. (eds), Towards the Museum of the Future: New European Perspectίνes, Routledge, London 1994. Schulz Ε., «Notes οη the history of collecting and of museums», περ. Journal of the Hίsto,y of Collectίons, τόμος 2, τεύχος 2, 1990, σ. 205-218. Seling Η., «The genesis of the museum», περ. TheArchίtectural Reνίew, τεύχος 141,
1967, σ. 103-114. Tobin J., ΗerodesAttίcus and the Cίty of Athens. Patronage and Conflίct under the Antonίnes, J.C. Gieben, Amsterdam 1997. Tobin J., The Monuments of HerodesAttίcus, University of Pensylvania, Αηη Arbor,
1991. Wiliam Ε., «Re-erected buildings», στο Fleming D., Paine C., Rhodes G. (eds), Social Hίsto,y ίn Museums: Α Handbook for Professίonals, HMSO, London 1993. Wittlin Α., The Museum. Its Hίsto,y and ίts Tasks ίn Educatίon, Routledge & Kegan
Paul, London 1949, 21971.
234
ΟΔΗΓΟΣ ΓΙΑ ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΜΕΛΕΤΗ ΤΟΥ ΤΟΜΟΥ 1. Άλκηστις, Μουσεία και σχολεία, δεινόσαυροι και αγγεία, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 21996. Όσοι ενδιαφέρονται για τη μουσειοπαιδαγωγική, θα βρουν αυτό το βιβλίο ιδιαί τερα χρήσιμο. Παρουσιάζει τα στάδια που πρέπει να ακολουθεί ένα σωστό εκπαι δευτικό πρόγραμμα (προετοιμασία στην τάξη πριν από την επίσκεψη, επίσκεψη στο μουσείο, επεξεργασία στην τάξη μετά την επίσκεψη), μέσα από πολλά συγκε κριμένα παραδείγματα και προτάσεις. Είναι γραμμένο με απλό και φιλικό προς τον αναγνώστη τρόπο και διαθέτει καλή εικονογράφηση. 2. Κόκκου Α., Ημέριμνα για τις αρχαιότητες στην Ελλάδα και τα πρώτα μουσεία, εκδ. Ερμής (εξαντλημένο), Αθήνα 1979. Ιδιαίτερα γνωστό σε όσους ασχολούνται με την αρχαιολογία, το βιβλίο αυτό εξα κολουθεί να παραμένει σήμερα, πάνω από είκοσι χρόνια μετά τη δημοσίευσή του, βασικό βοήθημα για όποιον μελετά την ιστορία των ελληνικών μουσείων. Παρέ χει πλήθος στοιχείων για την ιστορία της προστασίας των αρχαιοτήτων στη χώρα μας, από τα προεπαναστατικά χρόνια ως τη δεκαετία του 1970. Παράλληλα, σκια γραφεί την εξέλιξη των ελληνικών μουσείων από την ίδρυση του ελληνικού κρά τους (1830) ως τη δεκαετία του 1970, με έμφαση στα αρχαιολογικά μουσεία. Απευθύνεται σε όλους όσοι ενδιαφέρονται για τις αρχαιότητες και τα μουσεία.
3. Παπαδόπουλος Στ., Από τις τοπικές συλλογές στα σύγχρονα μουσεία, εκδ. Καραβία, Αθήνα 1978. Παλιό και πολύ συνοπτικό αλλά χρήσιμο βιβλίο, που απευθύνεται στο ευρύτερο κοινό με σκοπό να το ευαισθητοποιήσει σχετικά με θέματα που αφορούν τη διά σωση του νεοελληνικού πολιτισμού. Με επίκεντρο το εθνογραφικό υλικό, εξηγεί ποιος είναι ο ρόλος του μουσείου στη σύγχρονη κοινωνία, πώς πρέπει να συγκρο τείται μια επιστημονική συλλογή, ποιες είναι οι τρέχουσες αντιλήψεις για τις εκ θέσεις κ.λπ. 4. Burcaw Ε., Introduction to Museum Work, Altamira Press, Walnut, CreekLondon-Delhi 31997. Το βιβλίο αυτό αποτελεί ένα πολύ χρήσιμο και συνοπτικό εγχειρίδιο-εισαγωγή στη μουσειολογία. Καλύπτει όλους τους τομείς της εργασίας σε ένα μουσείο και εξηγεί τη βασική ορολογία. Απευθύνεται σε αρχάριους και είναι γραμμένο με τρόπο που πλησιάζει τις αρχές της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης. Στο τέλος κάθε κεφαλαίου υπάρχουν ασκήσεις μέσα από τις οποίες ο φοιτητής μπορεί να αξιολο γήσει τα όσα έμαθε. 5. Hudson Κ., Museums oflnfluence, Cambridge University Press, Cambridge 1987. Ένα κλασικό βιβλίο, που αποτελεί μια ολοκληρωμένη και αξιόπιστη εισαγωγή στον κόσμο των μουσείων. Ο συγγραφέας κάνει μια ανασκόπηση της ιστορίας
1
235
m,��%'W.im ' tι@m"[email protected]ι•,ιww�.'1tiι:-: wwMw@wαι'iΙffilWJ1:m��������
των μουσείων κατά τα τελευταία 200 χρόνια σε παγκόσμιο επίπεδο, διακρίνοντας 37 πρωτοπόρα στον τομέα τους μουσεία σε 13 χώρες (μεταξύ των οποίων και το Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας στην Αθήνα). Η προσφορά αυτών των πρωτοπόρων μουσείων παρουσιάζεται σε σχέση με το γενικότερο κοινωνικοπολι τικό κλίμα της εποχής τους. Η ανάγνωση του βιβλίου δεν προϋποθέτει ειδικές γνώσεις. 6. Pearce S., On Collecting. An Investigation into Collecting in the European Tradition, Routledge, London 1995. Το βιβλίο αυτό αποτελεί μια λεπτομερή και εις βάθος συζήτηση του φαινομένου του συλλέγειν στον ευρωπαϊκό χώρο. Προσφέροντας μια νέα προσέγγιση, η συγ γραφέας επικεντρώνεται στην κοινωνική και ψυχολογική διάσταση της συλλεκτι κής δραστηριότητας: Πώς και γιατί οι άνθρωποι συλλέγουν αντικείμενα, τι φανε ρώνει αυτό για την προσωπικότητά τους, γιατί ορισμένα αντικείμενα αποκτούν μεγαλύτερη αξία από άλλα, ποιο είναι το βαθύτερο νόημα των συλλογών, είναι μερικά από τα ερωτήματα που εξετάζει το βιβλίο. Πρόκειται για ένα δύσκολο, αλ λά εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο, που προσφέρει νέους τρόπους ερμηνείας της σχέσης του ανθρώπου με τον υλικό πολιτισμό.
236
1
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΙΚΟΝΩΝ Ευχαριστούμε θερμά τους συγγραφείς, τα ιδρύματα και τους εκδότες που συ νέβαλαν στην εικονογράφηση του παρόντος τόμου. Παρά κάθε προσπάθεια εντο πισμού και επικοινωνίας με όλους τους κατόχους πνευματικών δικαιωμάτων, εν δέχεται σε κάποιες περιπτώσεις αυτό να μην κατέστη δυνατό. Σε περίπτωση που ειδοποιηθεί, ο εκδότης θα προβεί στις απαραίτητες διορθώσεις σε πρώτη ευκαι ρία. Όσες φωτογραφίες δεν αναφέρονται παρακάτω προέρχονται από το φωτο γραφικό αρχείο των συγγραφέων ή δημιουργήθηκαν για τις ανάγκες του παρό ντος τόμου από τον καλλιτεχνικό επιμελητή.
Κεφάλαιο] Royal Albert Memorial Museum, Exeter: 1. Hitchcock H.R.,Archίtecture. Nίneteenth and Twentίeth Centurίes, edited by Nikolaus Peνsner, Penguin Books, Baltimore, ΜΑ, 1963, pl. 13: 5.
Κεφάλαιο2 Royal Albert Memorial Museum, Exeter: 1. Αρχαιολογικό Μουσείο Αμφίπολης: 2.
Κεφάλαιο3 Geffrye Museum, London: 2. © Copyright The British Museum: 3, 5. Grδningen Museum, Holland: 4. Σχέδιο Massimiliano Bramucci: 6. Εκδόσεις Ερμής: 7. Victoria & Albert Museum, London: 8. Natural History Museum, London: 9. Museum of London, London: 10. Αρχαιολογικό Μουσείο Αμφίπολης: 11, 12, 13.
Κεφάλαιο4 Thames and Hudson Ltd.: 2, 3, 4.
Κεφάλαιο5 National Air and Space Museum, Washington: 2, 3. Εκδόσεις Ερμής: 5, 9. Φωτογραφικό αρχείο ΕΑΠ: 6.
1
237
.W'@Wi1W.W¾m%W���'®-Y.,�'Ψ);@t¾���¾m%����!N¾��� :
© Copyright Φωτογραφικό Αρχείο Μουσείου Μπενάκη: 7, 36. Guide Joanne, Grece Ι: Athenes et ses Envίrons, Hachette, Paris 1888, p. 107: 8. Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο: 10. Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος 22, εικ. 208: 11. © Copyright Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Αθηνών (DAI) (01. 203, El. 225): 13, 14. Καρτ Ποστάλ: 15, 16, 17. 8η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, Βυζαντινό Μουσείο Ιωαννίνων: 22. Καρτ Ποστάλ Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Απολιθωμένου Δάσους Λέσβου, φω τογραφία Κ. Συκάς: 28. Ζ' Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, Μπενάκειο Αρχαιολογι κό Μουσείο Καλαμάτας: 29. ΚΓ' Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, Αρχαιολογικό Μου σείο στις Αρχάνες: 30, 31. Κ' Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Μυτιλήνης, Αρχαιολογι κό Μουσείο Λήμνου: 32. ΙΖ' Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, Αρχαιολογικό Μουσείο Φλώρινας: 33.
238
1
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ ΤΟΥΔΙΔΑΚΤΙΚΟΥΥΛΙΚΟΥ ΤΟΥΤΟΜΟΥ Η Βάσω Βασιλού-Παπαγεωργίου σπούδασε Φιλοσοφία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου της Αθήνας και είναι διδάκτωρ των Επιστημών της Αγωγής. Δ ιατέ λεσε καθηγήτρια Παιδαγωγικών στη ΣΕΛΕΤΕ και ανήκει στο ΣΕΠ (Συνεργαζόμε νο Εκπαιδευτικό Προσωπικό) τον Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Έχει δη μοσιεύσει βιβλία και άρθρα στον χώρο των Επιστημών της Αγωγής.
Η Ανδρομάχη Γκαζή έχει πτυχίο Αρχαιολογίας από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονί κης, μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών από το Πανεπιστήμιο του Cambrίdge (Αγγλία) και διδακτορικό στη Μουσειολογία από το Πανεπιστήμιο του Leicester (Αγγλία). Εργάζεται ως σύμβουλος μουσείων και έχει εκπονήσει πολλές μουσειολογικές με λέτες για την οργάνωση μουσείων και εκθέσεων στην Ελλάδα και την Κύπρο. Επί σης, έχει διδάξει Μουσειολογία σε πολλά εκπαιδευτικά ιδρύματα (Christie's Hellas, Κολλέγιο Αθηνών, Πάντειο Πανεπιστήμιο). Από το 2001 διδάσκει Μουσειολογία και Πολιτιστική Διαχείριση στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Η Τόνια Νούσια σπούδασε Αρχιτεκτονική στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Είναι διδάκτωρ του Πανεπιστημίου του Λονδίνου με ειδίκευση στην Πολιτισμική Γεω γραφία. Επί αρκετά χρόνια έχει εργαστεί στο Βρετανικό Μουσείο τον Λονδίνου, σε θέματα αναπτυξιακού προγραμματισμού. Σήμερα διδάσκει Πολιτισμικές Σπουδές και Πολιτισμική Κληρονομιά στη Σχολή Ανθρωπιστικών Σπουδών και Πολιτισμι κής Ερμηνείας στο Πανεπιστήμιο του Plymouth της Αγγλίας. Ανήκει στο ΣΕΠ (Συ νεργαζόμενο Εκπαιδευτικό Προσωπικό) του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Η Αγγελία Παπαγιαννοπούλου είναι Αρχαιολόγος, διδάκτωρ του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, με ειδίκευση στην Προϊστορία. Ανήκει στην Ομάδα Ανασκαφών του Ακρωτηρίου Θήρας και στο ΣΕΠ (Συνεργαζόμενο Εκπαιδευτικό Προσωπικό) του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Ο Μιχάλης Τιβέριος είναι καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και Διευθυντής των πανεπιστημιακών ανασκαφών στη Σίνδο και στο Καραμπουρνάκι Θεσσαλονίκης. Έχει πλούσιο συγγραφικό έργο και έχει λάβει μέρος με ανακοινώσεις του σε πολλά διεθνή συνέδρια. Είναι επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Βέρνης και μέλος πολλών επιστημονικών ιδρυμάτων.
1
239
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ & ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ
ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ & ΑΡΧΙΚΗΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ
Συγχρηματοδότηση: Ευρωπαϊκή Ένωση, Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο
ISBN" 960538498-1