ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΝΕΟΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
ΚΟΥΣΟΥΛΙΝΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
Η ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΗ, Η ΕΘΝΟΦΥΛΑΚΗ ΚΑΙ Η ΕΘΝΟΦΡΟΥΡΑ ΣΤΗΝ ΜΕΤΑΚΑΤΟΧΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ, 1944-1949
ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΙΟΥΝΙΟΣ 2016
1
«Η έγκριση της Διδακτορικής Διατριβής από το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Α.Π.Θ δεν υποδηλώνει αναγκαστικά ότι αποδέχεται το Τμήμα τις γνώμες του συγγραφέα» 2
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - Πρόλογος…………………………………………………………………………….5 - Κεφάλαιο 1. Η Χωροφυλακή κατά την προπολεμική περίοδο και τα χρόνια της Κατοχής: α) Η Χωροφυλακή από τη Βαυαροκρατία μέχρι τον Μεσοπόλεμο……………….....14 β) Ο Οργανισμός της Χωροφυλακή του 1935…………………………………...…..16 γ) Η περίοδος της Δικτατορίας του Μεταξά……………………………….…...……23 δ) Η δράση της Χωροφυλακής στην κατεχόμενη Ελλάδα …………...………….....27 ε) Η δράση της Χωροφυλακής στη Μέση Ανατολή…………….……….……..........32 στ) Οι σχέσεις της Χωροφυλακής με την εξόριστη κυβέρνηση..……………………33 ζ) Η δράση της Χωροφυλακής μετά την Απελευθέρωση…………………………....34 - Κεφάλαιο 2. Η διαμόρφωση του ελληνικού πολιτικού συστήματος πριν την Απελευθέρωση και μέχρι τα Δεκεμβριανά...............................................................43 - Κεφάλαιο 3. Η ίδρυση της Εθνοφυλακής και το ζήτημα της αναδιοργάνωσης του Στρατού μέχρι και το ξέσπασμα των Δεκεμβριανών……………....................64 - Κεφάλαιο 4. Η δράση της Χωροφυλακής και της Εθνοφυλακής από τα Δεκεμβριανά μέχρι τη Βάρκιζα………………………………………………...…..93 - Κεφάλαιο 5. Η δράση της Χωροφυλακής και της Εθνοφυλακής στην περίοδο από τη Βάρκιζα και μέχρι και το Σεπτέμβριο 1945: α) Η εγκατάσταση της Εθνοφυλακής στην Περιφέρεια και οι σχεδιασμοί αναδιοργάνωσης της Χωροφυλακής………………………………………………..144 β)Η Βρετανική Αστυνομική Αποστολή και η οργάνωση της Χωροφυλακής ……...210 γ) Η Εθνοφυλακή ως στρατιωτικό σώμα …………………………………………..232 δ) Η αποκατάσταση της Χωροφυλακής…………………………………………….249
3
- Κεφάλαιο 6. Η Χωροφυλακή από την αποκατάσταση στα αστυνομικά της καθήκοντα έως και τις εκλογές του 1946………………………………………...258 - Κεφάλαιο 7. Το μετεκλογικό σύστημα ασφάλειας κατά το ξέσπασμα του τελευταίου γύρου του Εμφυλίου (Μάρτιος – Δεκέμβριος 1946) και η θέση της Χωροφυλακής σε αυτό…………….……………………………………………....303 - Κεφάλαιο 8. Οι πολιτικοί και στρατιωτικοί συσχετισμοί του 1947-Οι ανατροπές που επέφερε το Δόγμα Τρούμαν……………...…………………...........................362 - Κεφάλαιο 9. Η συγκρότηση των Ταγμάτων Εθνοφρουράς…..……...……...…399 - Κεφάλαιο 10. Η ανατροπή των συσχετισμών-Η κορύφωση της δράσης του Δ.Σ.Ε. και αρχή της πτώσης του: α) Οι νομοθετικές πρωτοβουλίες της Κυβέρνησης Σοφούλη το 1948 για την καταστολή της δράσης του Δ.Σ.Ε…………………………………………………..414 β) Οι πολιτικό-στρατιωτικές εξελίξεις του 1948, η αρχή της συντριβής του Δ.Σ.Ε.422 γ) Η ολοκλήρωση της οργάνωσης της Εθνοφρουράς………………………………434 - Κεφάλαιο 11. Η Βρετανική Αποστολή και η Συμφωνία παράτασης της παραμονής της στην Ελλάδα……………..……………………….………………449 - Κεφάλαιο 12. Το τελευταίο έτος του Εμφυλίου και η Αρχιστρατηγία Παπάγου: α) Οι πολιτικές και στρατιωτικές εξελίξεις του Εμφυλίου το 1949…………...........473 β) Η Εθνοφρουρά κατά το τελευταίο έτος του Εμφυλίου ………………………….480 γ)Η Χωροφυλακή κατά το τελευταίο έτος του Εμφυλίου και η συνέχιση του αγώνα κατά του Κ.Κ.Ε……………………………………………………………………..489 Συμπεράσματα………………………..……………………………………………497 Βιβλιογραφία………..……………………………………………………………..523
4
ΠΡΟΛΟΓΟΣ Η αποστροφή των Ελλήνων για τον Εμφύλιο, σε συνδυασμό με την οξύτητα των πολιτικών παθών η οποία επήλθε ως αποτέλεσμα αυτού, δημιούργησαν μία στρεβλή εικόνα στην κοινή γνώμη για τα γεγονότα της περιόδου, η οποία, κατά τη γνώμη μου, δεν αντιστοιχεί στην πραγματικότητα. Ο Εμφύλιος, όπως και άλλες αντίστοιχες περίοδοι της ελληνικής ιστορίας, χαρακτηρίζεται από την εξαγωγή απλουστευτικών συμπερασμάτων και από τη διασταλτική ερμηνεία των πολιτικών και των θεσμικών αποφάσεων της εποχής μέσα από το πρίσμα του σήμερα. Αυτή ακριβώς η στρεβλή και απλουστευτική εικόνα η οποία υφίσταται για τον Εμφύλιο υπήρξε και η βασική αιτία για να αποδεχτώ την πρόταση του επιβλέποντος καθηγητού μου, κ. Ιωάννη Κολιόπουλου, να ερευνήσω στο πλαίσιο της διδακτορικής μου διατριβής την ιστορική πορεία της Χωροφυλακής, της Εθνοφυλακής και της Εθνοφρουράς στην μετακατοχική Ελλάδα την περίοδο 1944-1949. Η Χωροφυλακή έχει ταυτιστεί από μεγάλα τμήματα της κοινωνίας με τις έννοιες της καταπίεσης, της καταστολής και του ασφυκτικού αστυνομικού ελέγχου, «πληρώνοντας» το αντίτιμο για την συνέχιση της δράσης κατά την κατοχική περίοδο και την συνεργασία της με τις κατοχικές δυνάμεις αλλά και για την νομιμοφροσύνη της στην πολιτική εξουσία της χώρας κατά την περίοδο από την Απελευθέρωση, τον Οκτώβριο του 1944, έως τη λήξη του Εμφυλίου, το 1949. Αρνητικά στην υστεροφημία της Χωροφυλακής λειτούργησε και η υπερβολική προβολή της ως κατασταλτικού πυλώνα της αντικομμουνιστικής θωράκισης του κοινωνικού και πολιτικού καθεστώτος της χώρας κατά τη διάρκεια του μετεμφυλιακού κράτους και της δικτατορίας των συνταγματαρχών. Η Εθνοφυλακή, παρά τον βραχύ της βίο ως κατασταλτικός μηχανισμός των εμφυλιοπολεμικών κυβερνήσεων από τον Δεκέμβριο 1944 έως και τον Σεπτέμβριο 1945, φορτίστηκε αρνητικά για σημαντικό μέρος της κοινής γνώμης και ιδιαίτερα της Αριστεράς, καθώς ταυτίστηκε με τα Δεκεμβριανά, και τα έκτροπα τα οποία έγιναν από τα στελέχη της στη διάρκειά τους. Κατά τις κρίσιμες μέρες των Δεκεμβριανών η Εθνοφυλακή δέχθηκε στις τάξεις της για να αντιμετωπίσει το Ε.Α.Μ. άτομα που χαρακτηρίσθηκαν ως εθνικοί παρίες, όπως οι πρώην ταγματασφαλίτες, χωροφύλακες 5
ή αξιωματικοί των προπολεμικών ενόπλων δυνάμεων, οι οποίοι είχαν συνεργασθεί με τους Γερμανούς κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Στην αρνητική εικόνα της Εθνοφυλακής συνετέλεσε και η εσφαλμένη ταύτισή της στη συνείδηση της κοινής γνώμης με τα Τ.Ε.Α.1 (Τάγματα Εθνοφυλακής-Άμυνας) της μετεμφυλιακής περιόδου, τα οποία στη μετεμφυλιακή και προδικτατορική περίοδο απετέλεσαν αντικείμενο πολιτικής σύγκρουσης μεταξύ των κυβερνήσεων Αλέξανδρου Παπάγου και Κωνσταντίνου Καραμανλή και το σύνολο της αντιπολίτευσης, για τη συμμετοχή τους, όπως καταγγελλόταν, στη δημιουργία κλίματος πολιτικής τρομοκρατίας κατά των κομμάτων του Κέντρου και της Αριστεράς. Οι αρνητικές εντυπώσεις, οι οποίες υφίστανται για την Εθνοφρουρά, είναι αποτέλεσμα της ταύτισής της στη συνείδηση της κοινής γνώμης, με την Εθνοφυλακή, αν και τα δύο σώματα ποτέ δεν έδρασαν από κοινού, δεν είχαν ταυτόσημους στόχους και δόγματα δράσης και κυρίως δεν δραστηριοποιήθηκαν κατά την ίδια χρονική περίοδο, καθώς η Εθνοφυλακή υπήρξε προγενέστερη της Εθνοφρουράς. Η αρνητική εικόνα για τη Χωροφυλακή, την Εθνοφυλακή και την Εθνοφρουρά διαμορφώθηκε σε ευρύτερα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας κυρίως κατά τη μεταπολιτευτική περίοδο, ως αποτέλεσμα της ιστοριογραφικής στροφής με τη σταδιακή απενοχοποίηση της Αριστεράς και την ηθική ενοχοποίηση της Δεξιάς, στην οποία και αποδόθηκε η αποκλειστική ευθύνη για το ξέσπασμα του Εμφυλίου. Κατά την τελευταία εικοσαετία έχει ξεκινήσει στο εσωτερικό της ιστορικής κοινότητας ένας έντονος διάλογος για τον επιμερισμό των πολιτικών και ιστορικών ευθυνών μεταξύ των πολιτικών παρατάξεων και των πολιτικών προσωπικοτήτων, οι οποίες διεξήγαγαν τον Εμφύλιο. Ο διάλογος αυτός αναπτύσσεται μεταξύ δύο αντιτιθέμενων και διακριτών ομάδων ιστορικών. Η μία ομάδα συνεχίζει να επιχειρηματολογεί για την απόδοση της συνολικής ευθύνης για το ξέσπασμα και τη διεξαγωγή του Εμφυλίου στη Δεξιά παράταξη, απαλλάσσοντας την Αριστερά από κάθε ευθύνη2, ενώ η άλλη ομάδα επιχειρηματολογεί για να αποσείσει τη Δεξιά
1
Πρόκειται για τα Τάγματα Εθνοφυλακής-Άμυνας, τα οποία ξεκίνησαν να οργανώνονται από το 1950, προκειμένου να ενταχθούν σε αυτά έφεδροι, οι οποίοι θα διατηρούσαν τον οπλισμό τους στην οικία τους και θα μπορούσαν να ενεργοποιηθούν ταχύτατα για να αντιμετωπίσουν τόσο εξωτερικές όσο και εσωτερικές απειλές. Εξαιτίας και της αποστολής τους στην αντιμετώπιση και εσωτερικών απειλών, δεν επιτράπηκε η ένταξη πολιτών αριστερών φρονημάτων στα Τ.Ε.Α. 2 Ενδεικτικά μπορούν να αναφερθούν οι Γιώργος Μαργαρίτης, Τάσος Βουρνάς, Σόλων Γρηγοριάδης, Παύλος Πετρίδης οι οποίοι αποδίδουν την ευθύνη για το ξέσπασμα και την συνέχιση του Εμφυλίου
6
παράταξη από τη συνολική ευθύνη του ξεσπάσματος του Εμφυλίου και να αποδώσει μερίδιο ευθύνης στο Κέντρο και την Αριστερά3. Η υφιστάμενη βιβλιογραφία για τη Χωροφυλακή αποτελείται από μερικά κακής ποιότητας έργα σχετικά με τη δράση του Σώματος κατά τη διάρκεια του Εμφύλιου, των οποίων οι συγγραφείς υπήρξαν κυρίως υπηρεσιακοί παράγοντες του Σώματος και των Ενόπλων Δυνάμεων. Τα περισσότερα από αυτά γράφτηκαν κυρίως κατά την πρώτη δεκαπενταετία μετά τη λήξη του Εμφυλίου και χαρακτηρίζονται από τη μη αντικειμενική και μονοδιάστατη παρουσίαση των γεγονότων, καθώς και από τη χοντροκομμένη αντικομμουνιστική προπαγάνδα, η οποία τα διακρίνει 4. Συχνά οι αναφορές που γίνονται σε αυτά αφορούν την ασυμβατότητα της κομμουνιστικής ιδεολογίας με τα «ιδεώδη» του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού. Μοναδικό αξιόλογο έργο, το οποίο αναφέρεται συνολικά στην ιστορία της Χωροφυλακής, από τη μεταξική περίοδο έως και τη λήξη του Εμφυλίου είναι, Η Ιστορία της Ελληνικής Χωροφυλακής, του Απόστολου Δασκαλάκη,5 το οποίο, όμως, δεν διαφοροποιείται ως προς τη μονοδιάστατη και αντικομμουνιστική θεώρηση των γεγονότων, καθώς
αποκλειστικά στην Δεξιά και στην ενεργό δράση αρχικά του βρετανικού και αργότερα του αμερικανικού παράγοντα. 3 Ενδεικτικά μπορούν να αναφερθούν οι Ιωάννης Κολιόπουλος, Νίκος Μαραντζίδης, Στάθης Καλύβας, Βασίλης Κόντης οι οποίοι αποδίδουν μερίδιο ευθύνη για το ξέσπασμα και την συνέχιση του εμφυλίου στην Αριστερά καθώς και στις αστικές πολιτικές δυνάμεις και προσωπικότητες και οι οποίοι μειώνουν την σπουδαιότητα του σοβιετικού, αμερικανικού, βρετανικού παράγοντα στην διαμόρφωση των πολιτικών συνθηκών έναρξης του Εμφυλίου. 4 Μερικά ενδεικτικά έργα της μετεμφυλιακής και προδικτατορικής περιόδου για την δράση της Χωροφυλακής και του Εθνικού Στρατού είναι: Γεώργιος Σαμουήλ Η εποποιία του Μακρυγιάννη : Η θρυλική αντίστασις του ηρωικού Συντάγματος Χωροφυλακής Αθηνών, 1950, Δρόσος Δροσόπουλος, Η Ελληνική Βασιλική Χωροφυλακή: Σύστασις, αξία και δράσις του σώματος, Ιστορία και θρύλοι απομνημονεύματα, 1961, Κώστας Βορρές, Η εξύψωσις της Χωροφυλακής, 1946, Αρχηγείο Βασιλικής Χωροφυλακής, Οι νεκροί μας, 1946, Εθνικό ίδρυμα Αμύνης, 1946-1949 –Δημοκρατία και Ολοκληρωτισμός. Το χρονικό του Συμμοριτοπολέμου, 1978. Αλέξανδρος Τσιγγούνης, Ο Συμμοριτοπόλεμος στην Πελοπόννησο(Ανακρίβειαι, Πλάναι, Ψευδολογίαι Παράνομαι, Υπηρεσιακαί Προστριβαί) 1961. Αλέξανδρος Νάτσινας, Συμπεράσματα και παρατηρήσεις επί του διεξαχθέντος εν Ελλάδι αγώνος κατά των κ/συμμοριτών. Τακτική αντιμετωπίσεως ανταρτικών δυνάμεων, 1951. 5 Ο Απόστολος Δασκαλάκης γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1920. Συγχρόνως με τις νομικές σπουδές, ασχολήθηκε με ιστορικές μελέτες. Το 1926 γράφτηκε στη Σχολή Γραμμάτων της Σορβόννης, από όπου έλαβε το δίπλωμα Ανωτάτων Σπουδών Ιστορίας και Γεωγραφίας. Το 1937 ανακηρύχθηκε διδάκτορας των Γραμμάτων του Πανεπιστήμιου Παρισίων, λαμβάνοντας το ανώτατο κρατικό διδακτορικό δίπλωμα. Το 1939 εκλέχθηκε από τη Φιλολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών τακτικός καθηγητής της Ιστορίας Μέσων και Νεωτέρων χρόνων και στη συνέχεια και της Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας. Εξελέγη δύο φορές (1948-1949 και 1960-61) κοσμήτορας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ χρημάτισε Πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών κατά τα έτη 1953-54. Από το 1939-1956 χρημάτισε καθηγητής της Σχολής Ευελπίδων και κατά διαστήματα δίδαξε και στις Ανώτατες Σχολές Στρατού, Ναυτικού και Σωμάτων Ασφαλείας. Για 20 χρόνια είχε θέση επίτιμου μορφωτικού συμβούλου στο Υπουργείο Εξωτερικών. Από το 1952-1972 χρημάτισε μόνιμος αντιπρόσωπος της Ελλάδας στο Ανώτατο Μορφωτικό Συμβούλιο της Ευρώπης και διετέλεσε και πρόεδρος αυτού.
7
εκδόθηκε στη διάρκεια της δικτατορίας, το 1973, και τυπώθηκε από το Αρχηγείο της Χωροφυλακής. Η Εθνοφυλακή και η Εθνοφρουρά, σε αντίθεση με τη Χωροφυλακή, δεν απασχόλησαν έστω και στο ελάχιστο την ιστορική έρευνα, ακόμη και για προπαγανδιστικούς λόγους. Κάποιες ελάχιστες σκόρπιες αναφορές σχετικά με την Εθνοφρουρά και την Εθνοφυλακή μπορεί κάποιος να βρει στα βιβλία, τα οποία έγραψαν κάποιοι από τους πρωταγωνιστές της κυβερνητικής πλευράς, όπως ο Θρασύβουλος Τσακαλώτος με το 40 Χρόνια Στρατιώτης της Ελλάδος, ο Παυσανίας Κατσώτας με το Η δεκαετία 1940-1950 και ο Δημήτριος Ζαφειρόπουλος με το Ο Αντισυμμοριακός Αγώνας: 1945-1949.6 Στη συντριπτική τους πλειονότητα τα ιστοριογραφικά έργα τα οποία αναφέρονται στην περίοδο του Εμφυλίου και απείχαν χρονικά από την περίοδο κατά την οποία εκτυλίχθηκαν τα γεγονότα του, διακρίνονται από την αποσπασματικότητα των αναφορών τους στην Εθνοφυλακή και την Εθνοφρουρά και από την αδυναμία τους να διακρίνουν μεταξύ τους τα δύο Σώματα,7 ενώ υπάρχει και η περίπτωση όπου η σύγχυση επιτείνεται, καθώς δεν διακρίνονται η Εθνοφυλακή και η Εθνοφρουρά από τα ένοπλα τμήματα της Μ.Α.Υ.8 Επιδίωξη του γράφοντος με την παρούσα διδακτορική διατριβή είναι να καλυφθεί το έλλειμμα ιστορικής έρευνας, το σχετικό με τη Χωροφυλακή, την Εθνοφυλακή και την Εθνοφρουρά και ψύχραιμα να παρουσιαστεί η πραγματική πορεία και δράση τους και να απαντηθούν τα ερωτήματα: α) Η συγκρότηση της Εθνοφυλακής και η προοπτική οργάνωσης και συγκρότησης του Εθνικού Στρατού υπήρξε αιτία για το ξέσπασμα των Δεκεμβριανών; β) Η Χωροφυλακή ήταν ένα αντιδραστικό, αυταρχικό σώμα που δρούσε αυτόνομα από τις κυβερνητικές 6
Δημήτριος Ζαφειρόπουλος, Ο Αντισυμμοριακός Αγώνας: 1945-1949, Αθήνα, 1956, σ. 101. Dominique Eudes, Οι Καπετάνιοι, Ο Ελληνικός Εμφύλιος πόλεμος 1943-1949, Αθήνα, 1975, σ. 322 και Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου (1944-1949), τόμ. 1, Αθήνα, 1998, σσ. 431 και 439 και Λευτέρης Σ. Σταυριανός, Η Ελλάδα σε επαναστατική περίοδο-Σαράντα Χρόνια Αγώνες, Αθήνα, 1977, σσ. 152, 176 και Ευάγγελος Αβέρωφ-Τοσίτσας, «Φωτιά και Τσεκούρι» Ελλάς, 19461949 και τα προηγηθέντα, Αθήνα, 1974, σ. 211. 8 Επρόκειτο για παραστρατιωτικές οργανώσεις που δημιουργήθηκαν από την Κυβέρνηση κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου με τον εξοπλισμό κατοίκων αγροτικών περιοχών, με σκοπό να εξασφαλίσουν τόσο την προστασία των περιοχών αυτών από ενδεχόμενες επιθέσεις του Δ.Σ.Ε. όσο και να αποτρέψουν την «επαναμόλυνση», όπως συνηθιζόταν να λέγεται, της περιοχής από τον Δ.Σ.Ε., μετά τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του Εθνικού Στρατού και της Χωροφυλακής. Το όνομά τους προήλθε από τα αρχικά τους, που ήταν Μονάδες Αυτοάμυνας Υπαίθρου. Ο θεσμός αυτός κρίθηκε ανεπαρκής και γι’ αυτό αντικαταστάθηκε από την Εθνοφρουρά. 7
8
αποφάσεις με μοναδικό γνώμονα τον αντικομουνισμό ; γ) Η Εθνοφυλακή ήταν ένα σώμα αδίστακτών διωκτών της Αριστεράς; δ) Η Εθνοφρουρά συνετέλεσε τόσο σημαντικό ρόλο στην επικράτηση των κυβερνητικών δυνάμεων; ε) Η δράση της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής λειτούργησε ευεργετικά στην οργάνωση, συγκρότηση, εκσυγχρονισμό και δράση της Χωροφυλακής; Στ) Η παρουσία στρατιωτικών αποστολών λειτούργησε ευεργετικά στην οργάνωση, συγκρότηση, εκσυγχρονισμό και δράση του της Εθνοφυλακής, του Εθνικού Στρατού και της Εθνοφρουράς; Η χρονική απόσταση από τα γεγονότα του Εμφυλίου και από τις αντιλήψεις της μετεμφυλιακής και μεταδικτατορικής εποχής μού επέτρεψαν την αντικειμενικότερη εξέταση των γεγονότων, τα οποία οδήγησαν στην ανασυγκρότηση της Χωροφυλακής και στη συγκρότηση της Εθνοφυλακής και της Εθνοφρουράς, καθώς και στην όσο γίνεται αμερόληπτη παρακολούθηση της δράσης τους. Η ύπαρξη περιορισμένης βιβλιογραφίας σχετικά με την ιστορική πορεία της Χωροφυλακής και κυρίως της Εθνοφυλακής και της Εθνοφρουράς κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου καλύφθηκε ερευνητικά με τη χρήση πρωτότυπων αδημοσίευτων πηγών από το Ιστορικό Αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών (Ι.Α.Υ.Ε.). Καθώς η οργάνωση, ο εξοπλισμός αλλά και τα στρατιωτικά δόγματα δράσης τόσο της Χωροφυλακής όσο και της Εθνοφυλακής και της Εθνοφρουράς επηρεάζονταν ή καθορίζονταν από τον βρετανικό και τον αμερικανικό παράγοντα, η έρευνα στο αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών επέτρεψε τη συγκέντρωση υλικού σχετικά με τη συγκρότηση και τη δράση της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής, που δραστηριοποιήθηκε στην Ελλάδα στον τομέα της αναδιοργάνωσης των Σωμάτων Ασφαλείας. Σημαντική πηγή συγκέντρωσης υλικού υπήρξε επίσης το Εθνικό Τυπογραφείο, από το οποίο συγκεντρώθηκαν οι Νόμοι, οι Αναγκαστικοί Νόμοι, τα Νομοθετικά Διατάγματα και τα Βασιλικά Διατάγματα, τα οποία καθόρισαν τη θεσμική λειτουργία της Χωροφυλακής κατά την περίοδο του Εμφυλίου. Επίσης, από το Εθνικό Τυπογραφείο αντλήθηκαν νομοθετήματα, τα οποία αναφέρονται στο οργανόγραμμα της Χωροφυλακής, το θεσμικό πλαίσιο των μεταθέσεων του προσωπικού, το καθεστώς λειτουργίας των Σχολών Εκπαίδευσης, των αδειών γάμου, των κρίσεων και προαγωγών των υπαξιωματικών και των αξιωματικών του Σώματος και το καθεστώς πρόσληψης του προσωπικού.
9
Σημαντική πηγή άντλησης υλικού υπήρξε η Υπηρεσία Ιστορικού Αρχείου του Γ.Ε.Σ. (Υ.Σ.Α./Γ.Ε.Σ.). Από την έρευνα στην Υ.Σ.Α./Γ.Ε.Σ. συγκεντρώθηκε υλικό για την Εθνοφυλακή και την Εθνοφρουρά, σε σχέση με τον οπλισμό, την ιεραρχία, τη συνάφειά τους με τον τακτικό Εθνικό Στρατό, τη σχέση τους με τις τοπικές κοινωνίες, των περιοχών δράσης των μονάδων τους και τέλος το αξιόμαχο των μονάδων και τη δράση τους. Η έρευνα στα αρχεία της Υ.Σ.Α./Γ.Ε.Σ. υπήρξε ιδιαίτερα εύκολη, καθώς οι υπεύθυνοι αξιωματικοί και το πολιτικό προσωπικό ήταν ιδιαίτερα συνεργάσιμοι και εξυπηρετικοί με τους ερευνητές. Το υλικό που ανακαλύφθηκε κατά την έρευνα στην Υ.Σ.Α./Γ.Ε.Σ. δεν κατέστη εφικτό να αξιοποιηθεί στο σύνολό του στην παρούσα διδακτορική διατριβή, λόγω νομικών ιδιαιτεροτήτων των Υπηρεσιών Στρατιωτικών Αρχείων. Το νομικό καθεστώς που διέπει την Υ.Σ.Α./Γ.Ε.Σ. καθώς και τις αντίστοιχες υπηρεσίες Στρατιωτικών Αρχείων των Ενόπλων Δυνάμεων, ενώ επιτρέπει τη σχετικά εύκολη εξέταση του αρχειακού υλικού, καθυστερεί επί μακρό διάστημα τη διαδικασία του αποχαρακτηρισμού των εγγράφων. Το μακροχρόνιο της διαδικασίας του αποχαρακτηρισμού των εγγράφων της Υ.Σ.Α./Γ.Ε.Σ. οφείλεται στη διαδικασία η οποία ακολουθείται και η οποία προβλέπει, α)τον αποχαρακτηρισμό του στρατιωτικού εγγράφου από την στρατιωτική αρχή, που τον είχε εκδώσει ή από τις διάδοχες αυτής υπηρεσίες και β)εφόσον τα έγγραφα που θα σταλούν στο Τμήμα Νομικών Υποθέσεων του Γ.Ε.Σ. τύχουν θετικής εισήγησης το κάθε ένα ξεχωριστά, να παραδοθούν στον ιδιώτη ερευνητή. Εξαιτίας αυτής της ανελαστικής διαδικασίας, αρκετά από τα έγγραφα τα οποία ευρέθησαν κατά την έρευνα στην Υ.Σ.Α./Γ.Ε.Σ. δεν κατέστη δυνατόν να αξιοποιηθούν στη συγγραφή της παρούσας
διατριβής,
καθώς
έτυχαν
αρνητικής
εισήγησης
και
δεν
αποχαρακτηρίστηκαν, διατηρώντας τον χαρακτηρισμό του Απόρρητου και Άκρως Απόρρητου. Κατά τη διάρκεια της συγγραφής της διδακτορικής διατριβής αποκτήθηκε πρόσβαση στο προσωπικό αρχείο του Στρατηγού Πεντζόπουλου, μιας κυρίαρχης και εμβληματικής προσωπικότητας του Εθνικού Στρατού κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου. Η συνεχής παρουσία του στρατηγού Πεντζόπουλου σε όλη τη διάρκεια του Εμφυλίου στη στρατιωτική ιεραρχία του Εθνικού Στρατού σε νευραλγικές επιτελικές θέσεις, όπως η διοίκηση των στρατιωτικών μονάδων οι οποίες εξετέλεσαν 10
τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις κατά των ανταρτών στην Πελοπόννησο, τη Στερεά Ελλάδα και τη Θεσσαλία, κατέστησε την αξιοποίηση του υλικού του αρχείου του σημαντική πηγή για την κατανόηση του τρόπου λειτουργίας και δράσης των μονάδων Χωροφυλακής, Εθνοφυλακής και Εθνοφρουράς. Το αρχείο του στρατηγού Πεντζόπουλου, πέρα από τις χρήσιμες πληροφορίες για τα στρατηγικά δόγματα χρησιμοποίησης της Εθνοφυλακής και της Εθνοφρουράς, υπήρξε μοναδικά χρήσιμο και για την αξιολόγηση της Χωροφυλακής, καθώς στην υπηρεσιακή αλληλογραφία του ο στρατηγός Πεντζόπουλος προέβαινε σε συχνές κρίσεις και αξιολογήσεις για τη δράση της Χωροφυλακής στο πλαίσιο του αντιανταρτικού αγώνα, στις περιοχές της δικής του ζώνης ευθύνης. Σημαντική πηγή άντλησης πληροφοριακού υλικού υπήρξε και ο ημερήσιος τύπος της περιόδου του Εμφυλίου. Για την άντληση πληροφοριών της μεταβαρκιζικής περιόδου αξιοποιήθηκαν κυρίως τα φύλλα του Ριζοσπάστη και της Καθημερινής,
ενώ
για
τα
γεγονότα
της
περιόδου
των
Δεκεμβριανών
χρησιμοποιήθηκαν τα δημοσιευμένα από την Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού αρχεία του Γ.Ε.Σ της περιόδου του Εμφυλίου (1944-1949), που εκδόθηκαν το 1998 και οι εφημερίδες Ελλάς και Δημοκρατική Σημαία, οι οποίες είχαν μια βραχύβια εκδοτική πορεία αλλά μέσα από τα ρεπορτάζ και τα άρθρα τους, εστίαζαν κυρίως στις στρατιωτικές εξελίξεις, προσφέροντας σημαντικό υλικό για την αποτύπωση τόσο των στρατιωτικών γεγονότων της κρίσιμης εκείνης περιόδου όσο και για την πρόοδο της ανασυγκρότησης της Χωροφυλακής και της αναδιοργάνωσης της Εθνοφυλακής. Κατά τη διάρκεια της συγγραφής της διατριβής διαπιστώθηκε η απουσία της κρίσιμης εκείνης μάζας πληροφοριακού υλικού, η οποία θα επέτρεπε την αποτύπωση της δράσης της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής κατά την παραμονή της στην Ελλάδα. Το έλλειμμα αυτό καλύφθηκε με την αξιοποίηση των αρχειακών πηγών των National Archives της Μεγάλης Βρετανίας σχετικών με τη Βρετανική Αστυνομική Αποστολή. Το υλικό που προέκυψε από τα National Archives της Μεγάλης Βρετανίας, σε συνδυασμό με το αρχειακό υλικό από το Ιστορικό Αρχείο του Ελληνικού
Υπουργείου
Εξωτερικών,
επέτρεψε
την
εξαγωγή
ορθότερων
συμπερασμάτων και τον εμπλουτισμό της διατριβής με υλικό σχετιζόμενο με τις απόψεις της ηγεσίας της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής για τα ζητήματα
11
Ασφαλείας της χώρας, τις σχέσεις της ηγεσίας της Αστυνομικής Αποστολής και τις διαδοχικές πολιτικές ηγεσίες του Υπουργείου Δημοσίας Τάξης. Η διατριβή δομήθηκε με κριτήρια θεματικά και αποκρυσταλλώθηκε με την ακόλουθη μορφή: Αρχικά, παρουσιάζεται η ιστορία του Σώματος της Χωροφυλακής κατά την προπολεμική και την κατοχική περίοδο και ακολουθεί η παρουσίαση της διάκρισης της Εθνοφυλακής από την Εθνοφρουρά, ώστε να καταδειχθεί η μεταξύ τους διαφοροποίηση. Ακολουθεί η παρουσίαση της Χωροφυλακής στη μετακατοχική περίοδο και μέχρι την άφιξη της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής με λεπτομερή παρουσίαση του εξοπλισμού, του οργανογράμματος και της αποστολής της. Στη συνέχεια εξετάζεται η Βρετανική Αστυνομική Αποστολή με έμφαση στο θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της, τις σχέσεις της με τους ελληνικούς πολιτικούς παράγοντες καθώς και την εξιστόρηση της συνολικής παρουσίας της στη χώρα. Έπεται η παρουσίαση της δράσης της Εθνοφυλακής με την εξιστόρηση των γεγονότων που ακολούθησαν την εξαγγελία της ίδρυσής της, το ρόλο της στα Δεκεμβριανά και την περίοδο που ακολούθησε, έως και την κατάργησή της ως Σώματος. Γίνεται επίσης λεπτομερής αναφορά στο θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας, στο οργανόγραμμα αλλά και στον εξοπλισμό της Εθνοφυλακής. Αντίστοιχο κεφάλαιο υπάρχει και για την Εθνοφρουρά, όπου παρουσιάζονται τα γεγονότα, τα οποία οδήγησαν στην ίδρυσή της και περιγράφεται ο ρόλος, το δόγμα δράσης, οι δομές και ο οπλισμός της. Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Ομότιμο Καθηγητή κ. Ιωάννη Κολιόπουλο, ο οποίος ως υπεύθυνος καθηγητής της αρχικής επιτροπής της διδακτορικής μου διατριβής μου έδωσε τη δυνατότητα να ασχοληθώ με την ανάπτυξη ενός θέματος που βρίσκεται στο πλαίσιο των ενδιαφερόντων μου. Θα ήθελα να ευχαριστήσω επίσης τους επιβλέποντες καθηγητές της τριμελούς επιτροπής της διδακτορικής διατριβής μου, όπως αυτή προέκυψε με τη νέα της σύνθεση μετά την αποχώρηση του κ. Ιωάννη Κολιόπουλου, τον Καθηγητή κ. Βασίλειο Γούναρη, τον Αναπληρωτή Καθηγητή κ. Αθανάσιο Σφήκα και τον Αναπληρωτή Καθηγητή κ. Ιάκωβο Μιχαηλίδη, για το συνεχές ενδιαφέρον που επέδειξαν σχετικά με την πρόοδο και εξέλιξή της.
12
Αξίζουν επίσης αναφοράς και ευχαριστίας το προσωπικό της Υπηρεσίας Στρατιωτικών Αρχείων και ειδικότερα ο Αναπληρωτής Διευθυντής της, Λοχαγός κ. Καραμπούλης, για την πρόσβαση που μου παρείχαν στα αρχεία της Υπηρεσίας, ο Δημήτριος Σαρμανιώτης για την απόκτηση του αρχειακού υλικού των National Archives και η Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών για την πρόσβαση μου στο Αρχείο του Στρατηγού Πεντζόπουλου. Τελειώνοντας, δεν θα μπορούσα παρά να ευχαριστήσω τους γονείς μου, Ανδρέα και Αδαμαντία, οι οποίοι στήριξαν και συνεχίζουν να στηρίζουν κάθε προσπάθειά μου αλλά και να βιώνουν μαζί μου τις αγωνίες και τους προβληματισμούς μου.
13
Κεφάλαιο Πρώτο: Η ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΗ ΚΑΤΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΠΟΛΕΜΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ ΚΑΙ ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ α) Η Χωροφυλακή από τη Βαυαροκρατία και μέχρι τον Μεσοπόλεμο.
H Χωροφυλακή ιδρύθηκε με Βασιλικό Διάταγμα την 3η Ιουνίου 1833 «περί σχηματισμού της Χωροφυλακής» κατά την περίοδο της Αντιβασιλείας του βασιλιά Όθωνα. Το ιδρυτικό Βασιλικό Διάταγμα προέβλεπε, μεταξύ άλλων, πως η Χωροφυλακή συγκροτήθηκε για να διαφυλάττει την Ασφάλεια, να προλαμβάνει τη διατάραξη της Κοινής Ησυχίας, να εμποδίζει τις εγκληματικές ενέργειες, να προβαίνει στην ανακάλυψη και στη σύλληψη των κακοποιών. Επίσης, ορίστηκε πως η Χωροφυλακή όφειλε να μεριμνά για την τήρηση των νόμων σε όλη την εθνική επικράτεια, όπως και εντός των στρατιωτικών μονάδων και του στρατιωτικού προσωπικού, εκτελώντας και στρατονομικά καθήκοντα. Η Χωροφυλακή από την ίδρυσή της υπήρξε άρρηκτα συνδεδεμένη με τον Στρατό, γεγονός που αποτυπώνεται και στις διατάξεις του ιδρυτικού Βασιλικού Διατάγματος, το οποίο όριζε πως η Χωροφυλακή ήταν συμπληρωματικό Σώμα του Στρατού και υπόκεινταν στους Στρατιωτικούς Κανονισμού και Νόμους αλλά και πως οι αξιωματικοί της ήταν ισότιμοι με τους αξιωματικούς του Στρατού ως προς τις συντάξεις.9 Το 1893 με τον Νόμο 2188/1893«περί μεταβολής του συστήματος Αστυνομικής Διοικήσεως» Χωροφυλακή επιφορτίστηκε και με την άσκηση αστυνόμευσης της υπαίθρου, την οποία προηγουμένως διαχειρίζονταν οι δήμοι με τη Δημοτική Αστυνομία.10 Τα αστυνομικά καθήκοντα της Χωροφυλακής, τα σχετικά με την αστυνόμευση της υπαίθρου, ορίστηκαν με μεγαλύτερη σαφήνεια αργότερα, με τον
9
Φ.Ε.Κ. 21, Βασιλικό Διάταγμα της 3ης Ιουνίου 1833, «Περί σχηματισμού της Χωροφυλακής». Φ.Ε.Κ. 60, Νόμος 2188, 23η Μαρτίου 1893, «Περί μεταβολής του συστήματος της Αστυνομικής Διοικήσεως». 10
14
Νόμο 3165/1906) «περί Αστυνομίας του Κράτους»11 και με τον Νόμο 3577/1910) «περί τροποποιήσεως διατάξεων του νόμου ΓΡΞΕ΄ περί Αστυνομίας του Κράτους».12 Το 1913 με το Βασιλικό Διάταγμα της 13ης Ιουλίου 1913 «Περί αυξήσεως της δυνάμεως της Χωροφυλακής και κατατάξεως εν αυτή των Ανδρών της εν Κρήτη Χωροφυλακής», η Ελληνική Χωροφυλακή ενισχύθηκε σε προσωπικό με τη συγχώνευσή της με την κρητική Χωροφυλακή, η οποία είχε ιδρυθεί από την Αυτόνομη Κρητική Πολιτεία το 1899.13 Η Χωροφυλακή πέρασε σε νέα εποχή με την πρόβλεψη της ίδρυσης νέου Αστυνομικού Σώματος με το άρθρο 12 του Νόμου 1370/1918, όπου προβλέφθηκε «Εν ταις πόλεσιν Αθηνών, Πειραιώς, Θεσσαλονίκης, Πατρών και Κερκύρας θέλει συσταθή ιδία υπηρεσία Αστυνομίας διά τα κυρίως αστυνομικά έργα, κατά τα δι’ ειδικού Νόμου ορισθησόμενα, της Χωροφυλακής περιοριζόμενης εν τοιαύτη, περιπτώσει εις τα καθήκοντα της δημοσίας ασφαλείας».14 Κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 12 του Νόμου 1370/1918 προχώρησε η μετάκληση Οργανωτικής Αποστολής από το εξωτερικό για τη συγκρότηση και την οργάνωση της Αστυνομίας Πόλεων σε Σώμα, με το Νομοθετικό Διάταγμα της 17ης Σεπτεμβρίου 1918 «Περί μετακλήσεως Οργανωτικής της Αστυνομίας Πόλεων»,15 όπως αυτό κυρώθηκε από τη Βουλή με τον Νόμο 1587/1919 «Περί κυρώσεως του υπ’ αριθμό 1521 της 17ης Σεπτεμβρίου 1918 Νομοθετικού Διατάγματος “Περί Μετακλήσεως Οργανωτικής της Αστυνομίας Πόλεως”».16 Μετά τη μετάκληση της Οργανωτικής Αποστολής για τη συγκρότηση της Αστυνομίας, πραγματοποιήθηκε η ίδρυση του Σώματος της Αστυνομίας Πόλεων με τον Νόμο 2461/1920 «Περί της Αστυνομίας Πόλεων»,17 με τον οποίο προβλέφθηκε η απαλλαγή της Χωροφυλακής από τα καθήκοντα Ασφαλείας και τήρησης της τάξης
11
Φ.Ε.Κ. 184, Νόμος 3165, 3ης Αυγούστου 1906, «περί Αστυνομίας του Κράτους». Φ.Ε.Κ. 79, Νόμος 3577, 25ης Φεβρουαρίου 1910, «περί τροποποιήσεως διατάξεων του νόμου ΓΡΞΕ΄ περί Αστυνομίας του Κράτους». 13 Φ.Ε.Κ. 136, Βασιλικό Διάταγμα της 13 ης Ιουλίου 1913, «Περί αυξήσεως της δυνάμεως της Χωροφυλακής και κατατάξεως εν αυτή των Ανδρών της εν Κρήτη Χωροφυλακής». 14 Φ.Ε.Κ. 97, Νόμος 1370 της 3ης Μαΐου 1918, «Περί Οργανισμού του Σώματος της Χωροφυλακής». 15 Φ.Ε.Κ. 203, Νομοθετικό Διάταγμα της 17 ης Σεπτεμβρίου 1918, «Περί Μετακλήσεως Οργανωτικής της Αστυνομίας Πόλεων». 16 Φ.Ε.Κ. 5, Νόμος 1587 της 11ης Ιανουαρίου 1919 «Περί κυρώσεως του υπ’ αριθμό 1521 της 17ης Σεπτεμβρίου 1918 Νομοθετικού Διατάγματος “Περί Μετακλήσεως Οργανωτικής της Αστυνομίας Πόλεως”». 17 Φ.Ε.Κ. 176, Νόμος 2461 της 5ης Αυγούστου 1920 «Περί Αστυνομίας Πόλεων». 12
15
στις πόλεις Αθηνών, Θεσσαλονίκης,18 Πειραιώς, Πατρών και Κερκύρας, έπειτα από την έκδοση αντίστοιχων Βασιλικών Διαταγμάτων, με τα οποία τα καθήκοντα αυτά θα μεταβιβάζονταν στην Αστυνομία Πόλεων. β) Ο Οργανισμός της Χωροφυλακής του 1935 Μετά την ίδρυση της Αστυνομίας Πόλεων, η Χωροφυλακή πέρασε σε νέα εποχή, η οποία αποτυπώθηκε με την καθιέρωση των νέων οργανωτικών διαδικασιών λειτουργίας. Το ποιοτικό άλμα προς την μετατροπή της Χωροφυλακής σε αστυνομική δύναμη και όχι σε συμπληρωματικό Σώμα του Στρατού αποτυπώθηκε με τον Αναγκαστικό Νόμο, «Περί Οργανισμού της Χωροφυλακής», του 1935.19 Ο «Οργανισμός της Χωροφυλακής» του 1935 υπήρξε το βασικό νομοθετικό κείμενο, το οποίο καθόρισε την πορεία του Σώματος για τα επόμενα δέκα χρόνια, και τον πυλώνα πάνω στον οποίο βασίστηκαν οι μετέπειτα «Οργανισμοί της Χωροφυλακής». Με το 1ο άρθρο του «Οργανισμού της Χωροφυλακής» του 1935 ορίστηκε πως η Χωροφυλακή ήταν ένα εκ των Όπλων του Στρατού, με ειδικό προορισμό την τήρηση της Δημοσίας τάξης και ασφάλειας της χώρας, την άσκηση καθηκόντων Αστυνομίας, την εκτέλεση των υπηρεσιών των Στρατονομικών Υπηρεσιών, όπως αυτές προβλέπονταν στις γενικές διατάξεις των Στρατιωτικών Νόμων και Κανονισμών, οι οποίοι αφορούσαν και τα υπόλοιπα Όπλα του Στρατού, εκτός από τις εξαιρέσεις που θα έθετε ο νόμος αυτός και οι ειδικοί κανονισμοί του. Η Χωροφυλακή επίσης επιφορτίστηκε με την εκτέλεση καθηκόντων Ειδικής Ασφαλείας και ειδικότερα με την συλλογή πληροφοριών και την ενημέρωση της Κυβέρνησης για κάθε ξένη προπαγανδιστική ενέργεια, για τις πράξεις ατόμων, ομάδων οργανώσεων, που στρέφονταν κατά του Κράτους, κατά του πολιτεύματος, κατά επισήμων ή υψηλών προσώπων ή κατά της κοινωνικής τάξης και γενικότερα κάθε πράξης που η αντιμετώπισή της έχρηζε λήψης μέτρων εκ μέρους της Κυβέρνησης. Ο Οργανισμός προέβλεπε πως ειδικότερα στις πόλεις των Αθηνών, Πατρών και Κέρκυρας, στις οποίες λειτουργούσε ο θεσμός της Αστυνομίας Πόλεων, η 18
Λόγω των αντιδράσεων που προέκυψαν από το προσωπικό και την ηγεσία της Χωροφυλακής της Θεσσαλονίκης, παρά την πρόβλεψη του Νόμου 2461/1920, ουδέποτε εκδόθηκε το προβλεπόμενο Βασιλικό Διάταγμα για την υπαγωγή της Θεσσαλονίκης στη ζώνη ευθύνης της Αστυνομίας Πόλεων, με αποτέλεσμα να παραμείνει υπό την ευθύνη της Χωροφυλακής. 19 Φ.Ε.Κ. 250, Αναγκαστικός Νόμος της 8ης Ιουνίου 1935, «Περί Οργανισμού της Χωροφυλακής».
16
Χωροφυλακή διατηρούσε ειδικές αρμοδιότητες, α) τις υπηρεσίες Ειδικής Ασφαλείας, που αναφέρονται ανωτέρω, β) την παροχή τιμητικών συνοδειών και φρουρών σχετικά με τη φύλαξη και ασφάλεια προσώπων, χρημάτων, τίτλων, αξιών και πειστηρίων, γ) την παράσταση στις συνεδριάσεις δικαστηρίων και δ) τις μεταγωγές των κατηγορουμένων. Η Χωροφυλακή, με βάση τον «Οργανισμό της Χωροφυλακής» του 1935, συγκροτούνταν
από
τις
εξής
υπηρεσίες
και
καταστήματα:
α)
Αρχηγείο
Χωροφυλακής, β) Διεύθυνση Χωροφυλακής του Υπουργείου Στρατιωτικών, γ) Διεύθυνση Χωροφυλακής του Υπουργείου Εσωτερικών, δ) Διεύθυνση Επιμελητείας και Ελέγχου Χωροφυλακής του Υπουργείου Εσωτερικών, ε) Σχολή Χωροφυλακής, στ) εννέα Ανώτερες Διοικήσεις Χωροφυλακής (Στερεάς Ελλάδας, Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδας, Ηπείρου, Θεσσαλίας, Μακεδονίας, Θράκης, Κρήτης και Νήσων Αιγαίου), ζ) Αστυνομική Διεύθυνση Θεσσαλονίκης, η) Διεύθυνση Ειδική Ασφαλείας Αθηνών, θ) Ελεγκτήριο Χωροφυλακής, ι) Αποθήκη Υλικού Χωροφυλακής, ια) Ταμεία Αρωγής Αξιωματικών και Αλληλοβοηθείας οπλιτών Χωροφυλακής, ιβ) από τον αναγκαίο αριθμό Διοικήσεων Χωροφυλακής, Υποδιοικήσεων Χωροφυλακής Α΄, Β΄, Γ΄ Τάξης, Αστυνομικών Διαμερισμάτων, Τμημάτων και Σταθμών διαφόρων ειδικοτήτων, Φυλακίων Χωροφυλακής, Εργαστηρίων Δικαστικής Αστυνομίας και το Τυπογραφείο Χωροφυλακής. Με το 2ο άρθρο του «Οργανισμού της Χωροφυλακής» προβλέφθηκε η δυνατότητα, έπειτα από πρόταση του Αρχηγού της Χωροφυλακής και με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, ίδρυσης τάγματος Χωροφυλακής στην Αθήνα, με δύναμη έως και τέσσερις λόχους, των οποίων οι άνδρες θα προέρχονταν από απόσπαση από τη συνολική οργανική δύναμη της Χωροφυλακής.20 Με άξονα το 3ο άρθρο, το Στρατιωτικό προσωπικό της Χωροφυλακής κατανεμήθηκε με βάση τον βαθμό ως εξής: αντιστράτηγοι 1,υποστράτηγοι 1, συνταγματάρχες 16, αντισυνταγματάρχες 22, ταγματάρχες 58, μοίραρχοι 170, υπομοίραρχοι 394, ανθυπομοίραρχοι 394, ανθυπασπιστές 400, ενωμοτάρχες 950, υπενωμοτάρχες 1.100, χωροφύλακες 11.920.
20
Το προβλεπόμενο τάγμα της Χωροφυλακής ήταν το τάγμα του Μακρυγιάννη, που έγινε γνωστό κατά τη Μάχη των Αθηνών την περίοδο των Δεκεμβριανών.
17
Η Χωροφυλακή, ως προς την άσκηση των καθηκόντων της και τη λειτουργία της, υπαγόταν κατά περίσταση άλλοτε στο Υπουργείο Στρατιωτικών και άλλοτε στο Υπουργείο Εσωτερικών. Συγκεκριμένα, με το 4ο άρθρο ορίστηκε πως σε ζητήματα οργανωτικά και σχετιζόμενα με την εκπαίδευση, η Χωροφυλακή ανήκε στην αρμοδιότητα και των δύο Υπουργείων. Για τα ζητήματα που αφορούσαν την επιβολή της τάξης και της πειθαρχίας στο Στρατό καθώς και για τα μέτρα τα σχετικά με την εφαρμογή του Νόμου περί καταστάσεως Αξιωματικών και των Ανακριτικών Συμβουλίων των ανθυπασπιστών και οπλιτών, τους προβιβασμούς, τις ηθικές αμοιβές, τη στρατιωτική δικαιοσύνη, τη στρατολογία και γενικά των στρατιωτικών νόμων και κανονισμών, η Χωροφυλακή υπαγόταν στην απόλυτη δικαιοδοσία του Υπουργείου Στρατιωτικών. Για τα ζητήματα που αφορούσαν την κίνηση των δυνάμεών της, την επιμελητεία, τη διαχείριση, την αστυνόμευση, την Ασφάλεια και την οργάνωση της Εγκληματολογικής Υπηρεσίας, υπαγόταν στο Υπουργείο Εσωτερικών. Ο «Οργανισμός της Χωροφυλακής» προσδιόρισε, επίσης, και τις σχέσεις της Χωροφυλακής με τις υπόλοιπες αρχές. Οι Διοικητές και οι Υποδιοικητές της Χωροφυλακής υποχρεώθηκαν να ενημερώνουν εγγράφως τις αρμόδιες διοικητικές αρχές της περιοχής ευθύνης τους για σοβαρά ζητήματα, τα οποία αφορούσαν την ασφάλεια, τη δημόσια τάξη και τη δημόσια υγεία της περιφέρειάς τους. Προβλέφθηκε, επίσης, πως αν υπήρχε σχετικό αίτημα από τις διοικητικές αρχές, οι Διοικητές και οι Υποδιοικητές της Χωροφυλακής όφειλαν να προσέλθουν ενώπιον των διοικητικών αρχών. Ο
«Οργανισμός
της
Χωροφυλακής» όρισε πως
οι
υπηρεσίες
της
Χωροφυλακής όφειλαν να περιορίσουν τις υπηρεσιακές επαφές τους με τις δικαστικές αρχές της περιοχής ευθύνης τους στη διαβίβαση εντολών προκειμένου να επιδοθούν κλήσεις και άλλα ποινικά δικόγραφα, και αυτό μόνο εφόσον δεν μπορούσε να γίνει με τη χρήση δικαστικών κλητήρων. Ύψιστης σημασίας ήταν και το 7ο άρθρο του «Οργανισμού της Χωροφυλακής», το οποίο καθόρισε τις σχέσεις της Χωροφυλακής με τις στρατιωτικές, ναυτικές και λιμενικές αρχές. Με αυτό ορίστηκε πως οι διοικητές Σωμάτων, Στρατιωτικών Καταστημάτων και Υπηρεσιών αλλά και γενικά οι στρατιωτικοί δεν επιτρεπόταν να παρεμβαίνουν στα αντικείμενα των Υπηρεσιών και των Διοικήσεων της 18
Χωροφυλακής, παρά μόνο στην περίπτωση κατά την οποία η χώρα ή τμήματα αυτής είχαν τεθεί στο καθεστώς της κατάστασης πολιορκίας, οπότε και οι υπηρεσίες της Χωροφυλακής ετίθεντο υπό τις διαταγές των στρατιωτικών διοικητών για την εφαρμογή όσων ορίζονταν από τον Νόμο «περί καταστάσεως πολιορκίας». Με το 3ο εδάφιο του 7ου άρθρου ορίστηκε πως οι Διοικητές Στρατού, Ναυτικού αλλά και οι μεμονωμένοι στρατιωτικοί και ναυτικοί υποχρεώνονταν να συνδράμουν με τμήματα ή άνδρες τους τη Χωροφυλακή για να εκτελέσει τα καθήκοντά της, εάν διατυπωνόταν περί αυτού αίτημα από τη Χωροφυλακή. Με τον «Οργανισμό της Χωροφυλακής» στο 7ο άρθρο ορίστηκε επίσης πως, έπειτα από διατάγματα που θα εκδίδονταν από τους Υπουργούς Εσωτερικών και Ναυτικών ύστερα από γνωμοδότηση επιτροπής, θα καθορίζονταν κάθε παραλιακή πόλη, κωμόπολη ή εδαφική περιοχή στις οποίες οι ευρισκόμενες λιμενικές αρχές θα εκτελούσαν αντί της Χωροφυλακής τα προβλεπόμενα από τους Νόμους αστυνομικά καθήκοντα. Το 10ο άρθρο όρισε πως ο Αρχηγός της Χωροφυλακής έπρεπε να προέρχεται από το Όπλο της Χωροφυλακής και να είναι ο ανώτερος κατά βαθμό και ο αρχαιότερος, ως προς την ισοβαθμία των ανώτατων αξιωματικών της Χωροφυλακής. Ο Αρχηγός της Χωροφυλακής λογοδοτούσε απευθείας στην Κυβέρνηση για τα ζητήματα ασφαλείας και τάξης των περιοχών της Επικράτειας στις οποίες δραστηριοποιούνταν
η
Χωροφυλακή.
Ο
«Οργανισμός
της
Χωροφυλακής»
αναγνώρισε στον Αρχηγό της Χωροφυλακής, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ασκούσε καθήκοντα ποινικής αγωγής, δικαιοδοσία αντίστοιχη αυτής Διοικητή Σώματος Στρατού, εξαιρουμένου του δικαιώματος της σύνθεσης Στρατοδικείου και της άρσης διαφωνίας μεταξύ του Επιτρόπου και του Εισηγητού, δικαιώματα που παρέμειναν αποκλειστικά στη διάθεση του οικείου Διοικητού Σώματος Στρατού ή Μεραρχίας, στη διοίκηση του οποίου είχε ασκηθεί το πειθαρχικό ή ποινικό αδίκημα. Ο «Οργανισμός της Χωροφυλακής» προέβλεπε πως οι χωροφύλακες στρατολογούνταν από ιδιώτες, οι οποίοι θα έπρεπε να έχουν εκπληρώσει τις στρατιωτικές υποχρεώσεις τους και να μην έχουν υπερβεί το 26ο έτος της ηλικίας τους. Εάν οι στρατολογηθέντες χωροφύλακες δεν είχαν εκπληρώσει τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις, θα έπρεπε για να καταταγούν να έχουν συμπληρώσει το 20 ό έτος της ηλικίας τους. Βασική προϋπόθεση ήταν, επίσης, οι στρατολογηθέντες 19
χωροφύλακες να είχαν όλα τα προσόντα, τα οποία προέβλεπε ο Γενικός Κανονισμός της Χωροφυλακής. Οι υπαξιωματικοί της Χωροφυλακής προέρχονταν, οι μεν υπενωμοτάρχες από χωροφύλακες οι οποίοι προήχθησαν στον βαθμό επ’ ανδραγαθία, ή από χωροφύλακες οι οποίοι έλαβαν εκπαίδευση στη Σχολή Χωροφυλακής, ή από ιδιώτες, οι οποίοι ήταν τελειόφοιτοι του Γυμνασίου ή άλλης ισότιμης προς το Γυμνάσιο δημόσιας ή αναγνωρισμένης σχολής, εφόσον είχαν συμπληρώσει το 20ό έτος και δεν είχαν υπερβεί το 25ο έτος και διέθεταν τα προβλεπόμενα από τον Γενικό Κανονισμό της Χωροφυλακής προσόντα. Οι δε ενωμοτάρχες προέρχονταν από υπενωμοτάρχες, οι οποίοι είχαν προαχθεί επ’ ανδραγαθία ή λόγω εξετάσεων. Με το 27ο άρθρο του «Οργανισμού της Χωροφυλακής» προσδιορίστηκε η ιεραρχική αντιστοιχία των βαθμών της Χωροφυλακής σε σχέση με αυτούς του Στρατού, έως και τον βαθμό του μοίραρχου, καθώς οι ανώτεροι και ανώτατοι βαθμοί ήταν ταυτόσημοι: ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΗ
ΣΤΡΑΤΟΣ
Δόκιμος Χωροφύλακας
Στρατιώτης
Χωροφύλακας
Δεκανέας
Υπενωμοτάρχης
Λοχίας
Ενωμοτάρχης
Επιλοχίας
Ανθυπασπιστής
Ανθυπασπιστής
Ανθυπομοίραρχος
Ανθυπολοχαγός
Υπομοίραρχος
Υπολοχαγός
Μοίραρχος
Λοχαγός
Η κατάταξη των Χωροφυλάκων προσδιορίστηκε από τα 28ο-30όάρθρα του «Οργανισμού της Χωροφυλακής». Σύμφωνα με αυτά, η κατάταξη στη Χωροφυλακή ήταν εθελούσια και είχε υποχρεωτική ελάχιστη διάρκεια τρία χρόνια, αν και για τους Χωροφύλακες που προέρχονταν από ιδιώτες, οι οποίοι είχαν εκπληρώσει τις στρατιωτικές υποχρεώσεις τους, η υποχρεωτική ελάχιστη διάρκεια μπορούσε να περιοριστεί και σε δύο χρόνια, με βάση την έκδοση αντίστοιχου διατάγματος. Αρχικά 20
οι στρατολογούμενοι κατατάσσονταν ως δόκιμοι χωροφύλακες και έπειτα από επιτυχή εκπαίδευση στη Σχολή Χωροφυλακής, ονομάζονταν χωροφύλακες, ενώ όσοι κατατάσσονταν για τη θέση του υπενωμοτάρχη αρχικά ονομάζονταν χωροφύλακες και μετά την ολοκλήρωση της εκπαίδευσης στη Σχολή ονομάζονταν υπενωμοτάρχες. Οι λόγοι απολύσεως από τις τάξεις της Χωροφυλακής προβλέπονταν από τα 39ο-44ο άρθρα του «Οργανισμού της Χωροφυλακής» και σχετίζονταν, α) με την περίπτωση λήξης της θητείας, β) με τη μη έγκαιρη αίτηση ανακατάταξης, γ) λόγω παθήσεων, τραυματισμών ή νοσημάτων που τους καθιστούσαν ανίκανους για ενεργό υπηρεσία στον Στρατό ή σε βοηθητικές υπηρεσίες αυτού, δ) λόγω σύναψης γάμου χωρίς να έχουν λάβει σχετική άδεια από το Σώμα,21 ε) λόγω συμπλήρωσης δωδεκαετούς θητείας,22 στ) λόγω εκπτώσεως έπειτα από γνωμοδότηση Ανακριτικού Συμβουλίου και ζ) λόγω υπέρβασης του ορίου ηλικίας.23 Όσοι χωροφύλακες επιθυμούσαν την παραμονή τους στο Σώμα, σύμφωνα με το 45ο άρθρο, έπρεπε να ανακαταταγούν, υποβάλλοντας έναν μήνα πριν από τη λήξη της θητείας τους σχετική αίτηση. Η αίτηση θα κρινόταν από Επιτροπή Αξιωματικών του Σώματος, η οποία συγκροτούνταν στις έδρες των Ανώτερων Διοικήσεων της Χωροφυλακής. Ως δύναμη εφεδρείας της Χωροφυλακής, κατά το 47ο άρθρο, θεωρούνταν οι απόστρατοι και οι παραιτηθέντες αξιωματικοί και ανθυπασπιστές του Σώματος, οι έπειτα από δωδεκαετή θητεία στη Χωροφυλακή απολυθέντες οπλίτες, εξαιρουμένων όσων είχαν απολυθεί με απόφαση Ανακριτικού Συμβουλίου λόγω γάμου ή λόγω υπέρβασης του ορίου ηλικίας. Οριζόταν πως η εφεδρεία ανακαλούνταν στα όπλα στην περίπτωση μερικής ή γενικής επιστράτευσης, με βάση τις ανάγκες της Δημοσίας τάξης και ασφάλειας της χώρας. Η πρόσκληση γινόταν κατά σειρά ηλικιών 21
Στην περίπτωση αυτή, πέρα της απόλυσης, διώκονταν και ποινικά, τιμωρούμενοι με τις ποινές που προέβλεπε το άρθρο 256 της Στρατιωτικής Νομοθεσίας. 22 Αυτό ίσχυε για τους Χωροφύλακες και τους Υπενωμοτάρχες, οπότε η απόλυση ήταν υποχρεωτική, οι απολυόμενοι δεν δικαιούνταν σύνταξη, αλλά λάμβαναν εφάπαξ χρηματική αμοιβή ίση προς το δωδεκαπλάσιο του συνόλου των τελευταίων μηνιαίων αποδοχών του βαθμού τους. 23 Οι ενωμοτάρχες, όταν εξέρχονταν του Σώματος αποστρατευόμενοι, είτε λόγω ορίου ηλικίας είτε λόγω συμπληρώσεως συνταξίμου υπηρεσίας, συνταξιοδοτούνταν στην περίπτωση που είχαν συνεχίσει πέρα από τη δωδεκαετή υπηρεσία και μέχρι το 46ο έτος της ηλικίας τους, λαμβάνοντας χρηματική αμοιβή ίση προς το σύνολο των τελευταίων μηνιαίων αποδοχών τους, πολλαπλασιαζόμενων με τα έτη πραγματικής υπηρεσίας τους, εφόσον δεν θα τύγχαναν σύνταξης. Από το 20ό έτος υπηρεσίας και πέρα, τα έτη υπηρεσίας στη Χωροφυλακή θα υπολογίζονταν ως διπλά για τον υπολογισμό της τελικής αμοιβής τους. Μπορούσαν όμως να λάβουν, εάν το επιθυμούσαν, αντί της εφάπαξ αμοιβής κανονική σύνταξη, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στους Νόμους «Περί Στρατιωτικών συντάξεων» .
21
αρχίζοντας από τους νεότερους. Όσες ηλικίες από τους οπλίτες της εφεδρείας κρίνονταν ως μη αναγκαίες για τις υπηρεσίες της Χωροφυλακής, διατίθεντο στον Στρατό, εφόσον σε αυτόν είχαν ανακληθεί οι αντίστοιχες ηλικίες της εφεδρείας και οι αντίστοιχοι βαθμοί. Ο «Οργανισμός της Χωροφυλακής» όρισε πως όσοι από τους εφέδρους της Χωροφυλακής καλούνταν στα όπλα και δεν διατίθεντο στον Στρατό, δικαιούνταν τον μισθό, τον ιματισμό, την αποζημίωση ιματισμού και τα οδοιπορικά εξόδων, τα οποία δικαιούνταν και οι μόνιμοι ομόβαθμοί τους της Χωροφυλακής, χωρίς όμως την προσαύξηση της πολυετούς υπηρεσίας. Με το 56ο άρθρο του «Οργανισμού της Χωροφυλακής» προβλέφθηκε πως οπλίτης Χωροφύλακας που κρινόταν από την Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή του Στρατού ικανός για τις βοηθητικές υπηρεσίες, εξαιτίας νοσήματος ή βλάβης που είχε προκληθεί ως συνέπεια των κακουχιών ή των κινδύνων της υπηρεσίας ή ως αποτέλεσμα τραυματισμού, που προκλήθηκε κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας ή δυστυχήματος, που προκλήθηκε κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας, απολυόταν λαμβάνοντας εφάπαξ αποζημίωση ίση με τις αποδοχές του τελευταίου μήνα υπηρεσίας,
πολλαπλασιαζόμενες
με
τα
έτη
πραγματικής
υπηρεσίας
στη
Χωροφυλακή. Αποζημίωση προβλέφθηκε και για όποιον οπλίτη χωροφύλακα κρινόταν από την Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή του Στρατού, εξαιτίας νοσήματος ή βλάβης που προκλήθηκε ως συνέπεια των κακουχιών ή των κινδύνων της υπηρεσίας ή ως αποτέλεσμα τραυματισμού, που προκλήθηκε κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας ή δυστυχήματος, που προκλήθηκε κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας, ανίκανος πλήρους στρατιωτικής υπηρεσίας, εφόσον η μείωση της επάρκειάς του για εργασία ήταν κατώτερη των δέκα εκατοστών. Εάν η μείωση της επάρκειάς του για εργασία ήταν ανώτερη των δέκα εκατοστών, ο οπλίτης Χωροφύλακας δικαιούνταν σύνταξη με βάση τα προβλεπόμενα του Νόμου «περί στρατιωτικών συντάξεων». Προβλέφθηκε, επίσης, πως εφόσον ο δικαιούμενος την ανωτέρω αποζημίωση οπλίτης είχε χάσει τη ζωή του, η αποζημίωση αποδιδόταν στην οικογένειά του. Στο πλαίσιο της κρατικής πρόνοιας για τους χωροφύλακες, με το 58ο άρθρο προβλέφθηκε πως οι οπλίτες χωροφύλακες που απολύονταν με την καταβολή αμοιβής λόγω συμπληρώσεως της δωδεκαετούς θητείας τους, προσλαμβάνονταν κατά 22
προτίμηση στις θέσεις ιδιωτικών υπαλλήλων των υπηρεσιών της Χωροφυλακής, ως φύλακες ή αρχιφύλακες, εισπράκτορες Ταμείων, υπαλλήλων Σιδηροδρόμων που ανήκαν στο κράτος, υπαλλήλων ή υπηρετών της Αγροτικής Ασφαλείας, της Τελωνειακής
Αστυνομίας,
υπαλλήλων
της
Διευθύνσεως
Εγκληματολογικών
Υπηρεσιών, των Εργαστηρίων και των Συνεργείων της Δικαστικής Αστυνομίας, εφόσον είχαν τα προβλεπόμενα προσόντα για να καταλάβουν τις κενές αυτές θέσεις. Στο 60ό άρθρο ορίστηκαν τα σχετικά με τον οπλισμό των ανδρών της Χωροφυλακής και ειδικότερα ότι οι οπλίτες της Χωροφυλακής οπλίζονταν με ξιφίδιο, με βραχύκαννο επαναληπτικό όπλο καθώς και με πιστόλι, οι δε έφιπποι οπλίτες της Χωροφυλακής
οπλίζονταν
αντί
ξιφιδίου,
με
σπαθί.
Ο
«Οργανισμός
της
Χωροφυλακής» όρισε πως οι άνδρες της Χωροφυλακής, στην περίπτωση της συμμετοχής τους σε Μεταβατικό Απόσπασμα ή της παρουσίας τους σε παραμεθόριο Σταθμό Χωροφυλακής, όπως και σε κάποιες εσωτερικές Υπηρεσίες, μπορούσαν με διαταγή του Αρχηγού της Χωροφυλακής, εκτός από τον ατομικό οπλισμό τους, να οπλιστούν και με οπλοπολυβόλα και χειροβομβίδες. Ειδικά για τους οπλίτες Χωροφύλακες, που υπηρετούσαν σε πόλεις, προβλέφθηκε και η χορήγηση αστυνομικών ράβδων. Προβλέφθηκε, επίσης, πως οι αξιωματικοί, οι ανθυπασπιστές και οι οπλίτες της Χωροφυλακής μπορούσαν να φέρουν και ιδιωτικό πιστόλι, εφόσον ήταν σε υπηρεσία, και ειδικότερα για τους αξιωματικούς και ανθυπασπιστές πως μπορούσαν να φέρουν εν υπηρεσία οποιοδήποτε είδους όπλο χωρίς περιορισμούς, εφόσον έκριναν πως ήταν το κατάλληλο για την επιτυχή έκβαση της αποστολής που διεκπεραίωναν.24 γ) Η περίοδος της Δικτατορίας του Μεταξά Καταλυτική για τη Χωροφυλακή υπήρξε η περίοδος της μεταξικής δικτατορίας της 4ης Αυγούστου. Αμέσως μετά την εγκαθίδρυσή του, το νέο καθεστώς προέβη στην ίδρυση του Υφυπουργείου Δημοσίας Ασφαλείας, στην αρμοδιότητα του οποίου τέθηκαν όλα τα Σώματα Ασφαλείας. Οι δικαιοδοσίες και οι εξουσίες των Σωμάτων Ασφαλείας (Χωροφυλακή, Αστυνομία Πόλεων), κατά τη διάρκεια της μεταξικής δικτατορίας, επαυξήθηκαν ως αποτέλεσμα της αναστολής άρθρων του 24
Ο λόγος που δόθηκε τόσο μεγάλη έκταση στην οργανωτική δομή της Χωροφυλακής, όπως αυτή διαμορφωνόταν με βάση τον Οργανικό της Νόμο του 1935, είναι γιατί αυτό το νομικό κείμενο, παρά τις κάποιες μεταβολές που δέχτηκε με μικρής έκτασης τροποποιήσεις, ρυθμίσεις ή διευκρινήσεις μέσω διαταγμάτων στην μετέπειτα περίοδο, παρέμεινε σε ισχύ έως και το τέλος του Εμφυλίου. Την περίοδο δηλαδή μεταξύ του 1944-1949, που απασχολεί την παρούσα διδακτορική διατριβή.
23
Συντάγματος με το Βασιλικό Διάταγμα της 4ης Αυγούστου 193625 και τη διάλυση της Γ΄ Αναθεωρητικής Βουλής.26 Η Χωροφυλακή επωμίστηκε υπό το νέο καθεστώς ευθύνες και αποστολές, οι οποίες μέχρι τότε ήταν απαγορευμένες και ποινικά κολάσιμες. Η Χωροφυλακή μπορούσε πλέον να προβαίνει σε κατ` οίκον ελέγχους μέρα και νύχτα χωρίς εισαγγελική άδεια, σε κατασχέσεις όπλων και άλλων παρανόμως κατεχόντων εφοδίων, σε απαγόρευση της δημοσίευσης ορισμένων άρθρων, σε κατασχέσεις εντύπων, σε συλλήψεις και εκτοπισμούς ατόμων τα οποία κρίνονταν επικίνδυνα, σε απαγορεύσεις και σε διάλυση συναθροίσεων. Η Χωροφυλακή ανέλαβε επίσης την αντιμετώπιση πράξεων, οι οποίες στρέφονταν εναντίον της άμυνας και της ασφάλειας της χώρας.27 Στο πλαίσιο της προπαρασκευής της χώρας για τον επερχόμενο πόλεμο, η Χωροφυλακή δραστηριοποιήθηκε στην εξάρθρωση κατασκοπευτικών δικτύων, στην αντιμετώπιση της ξένης προπαγάνδας και στη μέσω πρακτόρων της συλλογή πληροφοριών, οι οποίες προέρχονταν από γειτονικές χώρες, όπως η Βουλγαρία και η Αλβανία. Με την παράγραφο 1 του άρθρου 9 του Α.Ν. 1375/193828 η Διεύθυνση Ειδικής Ασφαλείας Αθηνών μετονομάστηκε σε Διεύθυνση Ειδικής Ασφάλειας του Κράτους, η δικαιοδοσία και η αρμοδιότητα της επεκτάθηκε σε όλη την επικράτεια και αναδιοργανώθηκε υπό τη διοίκηση ανώτατου αξιωματικού της Χωροφυλακής. Η Ειδική Ασφάλεια κατά τη διάρκεια της μεταξικής δικτατορίας, πέρα από τη δραστηριότητα
κατασκοπίας
και
αντικατασκοπίας
που
ανέπτυσσε,
δραστηριοποιήθηκε και εναντίον του Κ.Κ.Ε., το οποίο θεωρήθηκε από τους κυριότερους ξενοκίνητους υπονομευτικούς, ανατρεπτικούς και συνωμοτικούς παράγοντες που δρούσαν στη χώρα επηρεάζοντας μερίδα των εργατών, αγροτών και αστών.29 Η συμμετοχή της Χωροφυλακής στην καταδίωξη του Κ.Κ.Ε. κατά τη διάρκεια της μεταξικής δικτατορίας, ξεπέρασε οποιαδήποτε αντίστοιχη κατά το 25
Φ.Ε.Κ. 324, Βασιλικό Διάταγμα της 4 ης Αυγούστου 1936, «Περί των διατάξεων των άρθρων 5, 6, 10, 11, 12, 14, 20, 95 του Συντάγματος καθ’ όλον το Κράτος». 26 Φ.Ε.Κ. 324, Βασιλικό Διάταγμα της 4ης Αυγούστου 1936, « Περί διαλύσεως της Γ΄ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων». 27 Απόστολος Δασκαλάκης, Ιστορία της Ελληνικής Χωροφυλακής, χρονική περίοδος 1936-1950: Ελληνοϊταλικός πόλεμος, Κατοχή, Δεκεμβριανά, Συμμοριτοπόλεμος, Αθήνα, 1973, σ. 75. 28 Φ.Ε.Κ. 356, Αναγκαστικός Νόμος 1375, 4 ης Νοεμβρίου 1938, «Περί παροχής επιδόματος πόλεως εις τους οπλίτας της Β΄ Χωροφυλακής και τροποποιήσεως και συμπληρώσεως άρθρων τινών του Οργανισμού Χωροφυλακής». 29 Φ.Ε.Κ. 402, Αναγκαστικός Νόμος 117, 18ης Σεπτεμβρίου 1936, «Περί μέτρων προς καταπολέμησιν του κομουνισμού και των τούτου συνεπειών» και Δασκαλάκης, ό.π., σ.76.
24
παρελθόν δραστηριότητά της. Ήδη την πρώτη μέρα της επιβολής της δικτατορίας, την 4η Αυγούστου 1936, μεικτά αποσπάσματα της Χωροφυλακής και της Αστυνομίας Πόλεων
εισέβαλαν
στα
γραφεία
του
Ριζοσπάστη
και
στα
γραφεία
της
κοινοβουλευτικής ομάδας του «Παλλαϊκού Μετώπου», προχωρώντας σε συλλήψεις των παρευρισκόμενων σε αυτά.30 Κατά τη διάρκεια της μεταξικής δικτατορίας, η Χωροφυλακή υπό την ηγεσία του αντιστράτηγου Δρόσου Δροσόπουλου31, σε συνεργασία με την Ασφάλεια, υπό την κοινή σκέπη του Υφυπουργείου Δημοσίας Ασφαλείας
και την πολιτική
καθοδήγηση του αρμόδιου υφυπουργού Κωνσταντίνου Μανιαδάκη32, έδωσαν πολλαπλά ισχυρά χτυπήματα στον παράνομο μηχανισμό του Κ.Κ.Ε., εντός ελαχίστων ημερών από την επιβολή της δικτατορίας. Χαρακτηριστικά, τη 19η Σεπτεμβρίου 1936 η Χωροφυλακή συνέλαβε τον Νίκο Ζαχαριάδη, τον Γενικό Γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε.33 και σε ελάχιστο διάστημα πέτυχε την εξάρθρωση και διάλυση της Στρατιωτικής Κομμουνιστικής Οργάνωσης.34 Τα αλλεπάλληλα χτυπήματα των διωκτικών αρχών κατά του παράνομου μηχανισμού του Κ.Κ.Ε. οφείλονταν σε μεγάλο βαθμό στις ευρύτατες εξουσίες, τις οποίες έλαβαν από το μεταξικό καθεστώς, εκμεταλλευόμενες το αυταρχικό νομοθετικό οπλοστάσιο που αυτό δημιούργησε.35 Τα πλήγματα που δέχθηκε το Κ.Κ.Ε. από τις διωκτικές αρχές, προκάλεσαν στις οργανώσεις του αιμορραγία
30
Παύλος Νεφελούδης, Στις πηγές της κακοδαιμονίας, τα βαθύτερα αίτια της διάσπασης του Κ.Κ.Ε., 1918-1968, Αθήνα, 1974, σ. 115. 31 Ο Δρόσος Δροσόπουλος διετέλεσε Αρχηγός της Βασιλικής Χωροφυλακής από το 1935 έως τον Ιανουάριο 1941 και υπήρξε ο μακροβιότερος Αρχηγός του Σώματος. Φανατικός βασιλόφρων, την περίοδο του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου συνεργάστηκε στενά με τον δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά και τον υφυπουργό Ασφαλείας Κωνσταντίνο Μανιαδάκη στη δίωξη κομμουνιστών και άλλων αντιφρονούντων. Από το 1947 ως το 1948, την περίοδο του εμφυλίου πολέμου, θήτευσε ως γενικός γραμματέας του υπουργείου Δημοσίας Τάξεως. 32 Ο Κωνσταντίνος Μανιαδάκης γεννήθηκε στο Σοφικό Κορινθίας στις 25 Ιουλίου 1893. Ο Μανιαδάκης αποφοίτησε την 1η Οκτωβρίου του 1916 από τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων ως ανθυπολοχαγός του Μηχανικού. Συμμετείχε σ' όλες τις μετέπειτα στρατιωτικές επιχειρήσεις και στη Μικρασιατική εκστρατεία. Στη συνέχεια, αντιδρώντας στους επαναστάτες του 1922, συμμετείχε στο αποτυχημένο κίνημα των Λεοναρδόπουλου-Γαργαλίδη, με αποτέλεσμα την αποστρατεία του επανερχόμενος στο στράτευμα κατόπιν αμνηστίας. Τελικά παραιτήθηκε το 1929 με τον βαθμό του αντισυνταγματάρχη, και ασχολήθηκε με τις επιχειρήσεις. Όταν ο Ιωάννης Μεταξάς στις 4 Αυγούστου του 1936 με επίφαση τη νομοθετική εξουσιοδότηση κήρυξε δικτατορία, περιέλαβε τον Κωνσταντίνο Μανιαδάκη στην κυβέρνησή του, διορίζοντάς τον υφυπουργό Δημοσίας Ασφαλείας. 33 Δοκίμιο Ιστορίας του Κ.Κ.Ε., 1918-1949, τόμ.1, Αθήνα, 2005, σ. 308. 34 Θεόδωρος Μιχ. Λυμπερίου, Το Κομμουνιστικό Κόμμα στην Ελλάδα,τόμ.1, Αθήνα, 2005, σ. 199. 35 Σωτήρης Κωστόπουλος, Η αμφιλεγόμενη πενταετία, η πορεία του Κ.Κ.Ε. στα χρόνια 1936- 1941, Αθήνα, 1983, σσ. 56 και 68
25
στελεχιακού δυναμικού και ενέτειναν την αδυναμία στρατολόγησης νέων στελεχών, εντείνοντας την ηττοπάθεια στις τάξεις του.36 Κατά τη διάρκεια της μεταξικής δικτατορίας δόθηκε έμφαση στην κατάρτιση και στην εκπαίδευση των στελεχών του Σώματος. Με τον Α.Ν. 752/193737 το όριο ηλικίας των αξιωματικών της Χωροφυλακής μειώθηκε κατά τέσσερα χρόνια και εξομοιώθηκε με το όριο ηλικίας των αξιωματικών του Στρατού, ενώ αναμορφώθηκε το πρόγραμμα σπουδών του Γ΄ Τμήματος των αξιωματικών της Χωροφυλακής, με την εισαγωγή των νέων τάσεων της εγκληματολογίας, της επιστήμης και της αστυνομίας. Στο πλαίσιο της αναβάθμισης των σπουδών των στελεχών της Χωροφυλακής, η διετής φοίτηση εξυψώθηκε σε επίπεδο Ανώτατης Σχολής με την ένταξη μαθημάτων γενικής και ειδικής μόρφωσης και προσελήφθησαν στις Σχολές της
Χωροφυλακής
καθηγητές
Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων.
του
Πανεπιστημίου
και
άλλων
Ανωτάτων
38
Κατά την περίοδο 1938-39 η Χωροφυλακή, για πρώτη φορά στην ιστορία της, απέκτησε οργανικά στοιχεία μαχητικής δύναμης. Οι μονάδες αυτές ήταν το Μηχανοκίνητο Τμήμα της Χωροφυλακής και το Σύνταγμα Μακρυγιάννη. Το 1938 με απόφαση του υφυπουργού Δημοσίας Ασφαλείας, συγκροτήθηκε στο τάγμα Χωροφυλακής39 μηχανοκίνητο τμήμα μεγέθους λόχου, με αποστολή τη γρήγορη μεταφορά των δυνάμεων της Χωροφυλακής, ώστε εν καιρώ πολέμου να αποκαταστήσει μια πιθανή διασάλευση της τάξης, να εμπεδώσει τη δημόσια ασφάλεια αλλά και να έχει ενεργή και άμεση παρουσία, εφόσον οι πολεμικές ανάγκες το επέβαλαν. Για να είναι ευέλικτο και με δυνατότητες κίνησης επί ανωμάλου εδάφους, το Μηχανοκίνητο Τμήμα της Χωροφυλακής εφοδιάστηκε με 150 τρίκυκλες μοτοσυκλέτες Γερμανίας τύπου BMW και στεγάσθηκε ως ανεξάρτητο τμήμα στους στρατώνες του τάγματος Χωροφυλακής στου Μακρυγιάννη. Το 1939 το Μηχανοκίνητο Τμήμα ενισχύθηκε με ακόμα 150 τρίκυκλες μοτοσικλέτες, επαυξάνοντας τις δυνατότητές του. Στις παραμονές του πολέμου το Μηχανοκίνητο Τμήμα της Χωροφυλακής είχε δύναμη 350 ανδρών, εφοδιασμένων με 300 δίκυκλες και τρίκυκλες μηχανές, οι οποίες έφεραν οπλοπολυβόλα Stayer μικρών διαστάσεων. 36
Νεφελούδης, ό.π., σ. 119. Φ.Ε.Κ. 236, Αναγκαστικός Νόμος 752, 22 ας Ιουνίου 1937, «Περί συμπληρώσεως του άρθρου 1 του από 23/8/23 Ν.Δ “περί ορίου ηλικίας Ανωτέρων και Κατωτέρων αξιωματικών”». 38 Δασκαλάκης, ό.π., σ.76. 39 Μετέπειτα Σύνταγμα Χωροφυλακής Μακρυγιάννη. 37
26
Με την έναρξη του πολέμου με την Ιταλία, οι άνδρες του Μηχανοκίνητου Τμήματος χρησίμευαν ως σύνδεσμοι των Διοικήσεων και Υποδιοικήσεων Χωροφυλακής, που συγκροτήθηκαν στην Βόρειο Ήπειρο αλλά και μεταξύ των Στρατιωτικών Σωμάτων, μεταβιβάζοντάς τους τις συλλεγόμενες πληροφορίες.40 Η δύναμη του Μηχανοκίνητου Τμήματος της Χωροφυλακής τον Ιανουάριο του 1941 έφτασε τους 1.500 άνδρες και εφοδιάστηκε από τη βρετανική βοήθεια με 400 δίκυκλα τύπου Nordon, από τα συνολικά 900 που διατέθηκαν στην Ελλάδα. Πριν από τον σχηματισμό του Μηχανοκίνητου Τμήματος, είχε ξεκινήσει η συγκρότηση του Ειδικού Τάγματος Χωροφυλακής, με γενικότερη αποστολή την αντιμετώπιση φαινομένων διασάλευσης της τάξης και ειδικότερα σε περίπτωση πολέμου α) για την πάταξη κάθε αντιπολεμικής και υπονομευτικής κίνησης, που θα επηρέαζε το μαχητικό φρόνημα του λαού, β) για την αντιμετώπιση ενδεχόμενων αιφνιδιαστικών επιδρομών και γ) για την προστασία του άμαχου πληθυσμού από αναταραχές, οι οποίες θα προέκυπταν από τους εχθρικούς βομβαρδισμούς. Το Ειδικό Τάγμα Χωροφυλακής εκγυμνάσθηκε με αποκλειστικά στρατιωτικά πρότυπα, υπό τη μορφή μονάδας καταδρομέων, και είχε εφοδιασθεί με οπλοπολυβόλα. Αρχικά αποτελείτο από δύναμη 120 ανδρών υπό τη διοίκηση ταγματάρχη και κατανέμονταν σε τέσσερις λόχους με διοικητές μοιράρχους. Η δύναμη του Ειδικού Τάγματος Χωροφυλακής βαθμηδόν αυξήθηκε και εξελίχθηκε σε αξιόμαχη μονάδα, η οποία κατά τον πόλεμο αποτέλεσε το «Σύνταγμα Χωροφυλακής Αθηνών».41 Το Ειδικό Τάγμα Χωροφυλακής στρατωνιζόταν στους παλιούς στρατώνες του Μακρυγιάννη και έχει μείνει γνωστό ως Σύνταγμα Μακρυγιάννη. Υπό τις εντολές του Ειδικού Τάγματος Χωροφυλακής υπήχθη ως ανεξάρτητο τμήμα και το Μηχανοκίνητο Τμήμα Χωροφυλακής.42 δ) Η δράση της Χωροφυλακής στην κατεχόμενη Ελλάδα. Μετά την κατάρρευση του Μετώπου στην Ήπειρο και τη Μακεδονία ως αποτέλεσμα της γερμανικής εισβολής την 20ή Απριλίου 1941, με πρωτοβουλία του 40
Αξίζει να αναφερθεί πως το Μηχανοκίνητο Τμήμα της Χωροφυλακής ήταν το μόνο τμήμα τόσο μεταξύ των Σωμάτων Ασφαλείας όσο και μεταξύ εκείνων του Στρατού, που ήταν οπλισμένο αποκλειστικά με οπλοπολυβόλα και η μόνη αμιγώς μηχανοκίνητη μονάδα που είχε στη διάθεση της η χώρα. 41 Δασκαλάκης, ό.π., σσ. 83-84. 42 Κατά την προπολεμική περίοδο, το τάγμα της Χωροφυλακής είχε αναλάβει και καθήκοντα φρουρήσεως των ξένων πρεσβειών καθώς και των Ταμείων του κράτους.
27
Διοικητή του Α΄ Σώματος Στρατού, αντιστράτηγου Παναγιώτη Δεμέστιχα, του Διοικητή του Β΄ Σώματος Στρατού, αντιστράτηγου Γεώργιου Μπάκου και του Διοικητή του Γ΄ Σώματος Στρατού αντιστράτηγου Γεώργιου Τσολάκογλου και εν αγνοία της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας της χώρας, πραγματοποιήθηκε η πραξικοπηματική κατάργηση του Διοικητή Στρατιάς Ηπείρου Ιωάννη Πιτσίκα, η ανάληψη της διοίκησης της Στρατιάς από τον Γεώργιο Τσολάκογλου και η αυθημερόν
υπογραφή
πρωτοκόλλου
ανακωχής
με
τον
διοικητή
της
1ης
Μηχανοκίνητης Μεραρχίας SS, υποστράτηγο Josef Sepp Dietrich, στο Βοτονόσι του Μετσόβου. Την επόμενη μέρα, 21η Απριλίου, ο Τσολάκογλου, υπό την ιδιότητα του Διοικητή
της
Στρατιάς
Ηπείρου
και
Δυτικής
Μακεδονίας
υπέγραψε
τη
συνθηκολόγηση του Στρατού και την 30ή Απριλίου ο αντιστράτηγος Τσολάκογλου ορκίστηκε δοτός πρωθυπουργός της κατοχικής κυβέρνησης43. Ο κρατικός μηχανισμός και ο λαός για πρώτη φορά από την Ανεξαρτησία της χώρας τέθηκαν ενώπιον του διλήμματος της συνεργασίας ή όχι με τις δυνάμεις κατοχής. Το δίλημμα ήταν ιδιαιτέρως σοβαρό για την ηγεσία και τους άνδρες της Χωροφυλακής καθώς η άρνηση συνεργασίας τους θα εξέθετε το πληθυσμό σε αυθαίρετες ενέργειες των κατοχικών αρχών, θα έθετε σε κίνδυνο την διασφάλιση της δημόσιας τάξης και την επιβολή του νόμου ενώ η συνεργασία με τις δυνάμεις κατοχής θα εξέθετε την Χωροφυλακή και το προσωπικό στην κατηγορία της συνεργασίας με τις κατοχικές δυνάμεις, της εθνικής μειοδοσίας και της υποστήριξης των στόχων των κατοχικών δυνάμεων44. Το δίλημμα αυτό γινόταν ακόμη δυσκολότερο για τη Χωροφυλακή, καθώς τη δέσμευαν οι εντολές που είχε λάβει από την εθνική κυβέρνηση, πριν από την αποχώρησή της για τη Μέση Ανατολή. Ο πολιτικός προϊστάμενος της Χωροφυλακής, υφυπουργός Δημοσίας Ασφαλείας, Κ. Μανιαδάκης, λίγο πριν από την αποχώρηση της κυβέρνησης Τσουδερού και του βασιλιά Γεωργίου Β΄ από την Αθήνα για την Κρήτη, εξέδωσε την 29) 42203 15-4-41 διαταγή απευθυνόμενος συνολικά στα Σώματα Ασφαλείας, με την οποία τα διέτασσε, παρά την αρνητική εξέλιξη της συνθηκολόγησης, να παραμείνουν στις θέσεις τους για να διατηρήσουν τη δημόσια ασφάλεια και τάξη στον βαθμό που ήταν εφικτό από τις παρεμβάσεις των δυνάμεων 43
Ιωάννης Σ. Κολιόπουλος, Η δικτατορία του Μεταξά και ο πόλεμος του ‘40, Θεσσαλονίκη, 1996, σσ. 258-259 44 Ιωάννης Σ. Κολιόπουλος, Νεώτερη Ευρωπαϊκή Ιστορία 1789-1945, Θεσσαλονίκη, 2000, σσ. 395396.
28
κατοχής. Καλούσε, επίσης, τους άνδρες των Σωμάτων Ασφαλείας να μη λησμονούν την ιερή αποστολή τους και
να διαφυλάττουν την τιμή, την περιουσία και την
αξιοπρέπεια των πολιτών.45 Η παραμονή της Χωροφυλακής στη θέση της και η συνέχιση της εκτέλεσης των καθηκόντων της υπό τις εντολές των δυνάμεων κατοχής δεν έγινε αποδεκτή με τον ίδιο τρόπο και από τις τρεις κατοχικές δυνάμεις. Οι Βούλγαροι απομάκρυναν τη δύναμη της Χωροφυλακής από τη βουλγαρική ζώνη στρατιωτικής κατοχής και την αντικατέστησαν από βουλγαρικές αστυνομικές δυνάμεις. Επιφυλακτική έως αρνητική ήταν και η στάση των ιταλικών αρχών απέναντι στη Χωροφυλακή, οι οποίες σε προχώρησαν στον πλήρη αφοπλισμό των ανδρών της Χωροφυλακής σε κάποια από τα διαμερίσματα της ιταλικής ζώνης κατοχής ή επέτρεψαν στους άνδρες της Χωροφυλακής να κρατήσουν τον οπλισμό τους, διαθέτοντας, όμως, σε κάθε οπλίτη από πέντε έως δέκα σφαίρες μόνο.46 Η Χωροφυλακή ήδη από τα μέσα του 1942 και ακόμα πιο έντονα από τις αρχές του 1943 ήρθε αντιμέτωπη με τις δυνάμεις του Ε.Α.Μ.-Ε.Λ.Α.Σ., οι οποίες επιτίθεντο στις δυνάμεις της με βιαιότητα. Συνήθης στόχος των επιθέσεων των δυνάμεων του Ε.Α.Μ.-Ε.Λ.Α.Σ. ήταν οι απομακρυσμένοι σταθμοί της Χωροφυλακής και οι επιθέσεις κατά μεμονωμένων χωροφυλάκων σε απομακρυσμένες περιοχές της περιφέρειας, σε απομακρυσμένες συνοικίες και στα περίχωρα των πόλεων. Αποτέλεσμα της επιθετικής μανίας των δυνάμεων του Ε.Α.Μ.-Ε.Λ.Α.Σ κατά της Χωροφυλακής ήταν η δολοφονία Χωροφυλάκων και η αρπαγή του οπλισμού τους.47 Η συχνότητα των επιθέσεων των ανταρτικών ομάδων του Ε.Α.Μ.-Ε.Λ.Α.Σ. ήταν τέτοια, ώστε οι γερμανικές αρχές κατοχής έφτασαν στο σημείο να εξομοιώσουν σε σπουδαιότητα τις απώλειες των ανδρών της Χωροφυλακής και των υπολοίπων Σωμάτων Ασφαλείας, με τις απώλειες των στρατιωτών της Βέρμαχτ και των υπολοίπων δυνάμεων Κατοχής, όπως προκύπτει και από την ανακοίνωση του
45
Κωνσταντίνος Στ. Αντωνίου, Ιστορία της Ελληνικής Βασιλικής Χωροφυλακής 1933-1965, τόμ. 3, Αθήνα, 1965, σ. 1603 και Δασκαλάκης, ό.π., σ. 351. 46 Αντωνίου, ό.π., σσ. 1631-1633, 1656-1657 και Δασκαλάκης, ό.π., σ. 351. 47 Αντωνίου, ό.π., σσ. 1699, 1704-1707 και Δασκαλάκης, ό.π., σσ. 176-188.
29
ταξίαρχου SS και υποστράτηγου της Αστυνομίας Jürgen Stroop48, που δημοσιεύτηκε τη 18η Οκτωβρίου 1943σε όλες τις αθηναϊκές εφημερίδες. Η ανακοίνωση δήλωνε πως από τη στιγμή που ο Jürgen Stroop ανέλαβε να έχει υπό τις διαταγές του την Ελληνική Αστυνομία, τη Χωροφυλακή και τα Τάγματα Ασφαλείας, κάθε ενέργεια κατά των Σωμάτων αυτών θα τιμωρούνταν και πως εάν φονεύονταν μέλη των προαναφερθέντων σχηματισμών, σε κάθε τέτοια περίπτωση αντίστοιχος αριθμός ομοϊδεατών των πολιτικών εγκληματιών θα εκτελείτο από αυτούς που ήταν γνωστοί στις αρχές49. Η επιθετικότητα των δυνάμεων του Ε.Α.Μ.-Ε.Λ.Α.Σ. κατά της Χωροφυλακής εντάσσονταν στα πλαίσια της γενικότερης δράσης κατά των συνεργατών των κατοχικών δυνάμεων χωρίς να γίνεται διάκριση μεταξύ των ταγματασφαλιτών και των ανδρών της Χωροφυλακής και των ανδρών της Χωροφυλακής που υπηρετούσαν σε φυλάκια και μεταβατικά αποσπάσματα και τους άνδρες της Ειδικής Ασφάλειας και του Μηχανοκίνητου Τάγματος τους αποκαλούμενους και Μπουραντάδες 50, οι οποίοι συνεργάστηκαν απόλυτα με τις κατοχικές αρχές στις κατασταλτικές επιχειρήσεις κατά των αντιστασιακών οργανώσεων. Το Μηχανοκίνητο Τάγμα διακρίθηκε στα
48
Ο Jürgen Stroop γεννήθηκε στο Ντέτμολντ στις 26 Σεπτεμβρίου 1895. Με την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου κατατάχθηκε εθελοντικά στον Γερμανικό Στρατό. Με τη λήξη του πολέμου είχε τον βαθμό του λοχία, αποστρατεύθηκε και επέστρεψε στην εργασία του. Ο Stroop έγινε μέλος του NSDAP το 1932 και εντάχθηκε στην SS. Το 1933ονομάστηκε αρχηγός της Βοηθητικής Αστυνομίας. Μετά την εισβολή και την κατάρρευση της Πολωνίας υπηρέτησε ως διοικητής της SS στο Γκνέζεν. Ο Stroop ηγήθηκε τον Απρίλιο 1943 της εξ ολοκλήρου καταστροφής του Γκέτο της Βαρσοβίας και της εξόντωσης των διαμενόντων σε αυτό ή της μεταφοράς στους σε Στρατόπεδα Συγκεντρώσεως. Ο Stroop μετά την καταστροφή του Γκέτο της Βαρσοβίας στάλθηκε στην Αθήνα (8 Σεπτεμβρίου 1943) για να οργανώσει την εκεί Γκεστάπο. Ο Stroop προσπάθησε να επεκτείνει τις αρμοδιότητές του στον αγώνα εναντίον των ανταρτών και να παρέμβει στις δραστηριότητες του Χέρμαν Νοϊμπάχερ, τον οποίο μέμφθηκε για τον τρόπο που χειριζόταν τους Έλληνες πολιτικούς. Η προκλητική στάση του και έλλειψη πολιτικής αβρότητας οδήγησαν στην ανάκληση του στις 4 Οκτωβρίου και στον διορισμό του αντικαταστάτη του Βάλτερ Σιμάνα. Κατά τη διάρκεια της θητείας του Stroop στην Ελλάδα, εστάλησαν στην Πολωνία πάνω από 10.000 Ελληνοεβραίοι, οι περισσότεροι από τους οποίους θανατώθηκαν στο στρατόπεδο του Άουσβιτς. Ο Stroop παρέμεινε επικεφαλής της Αστυνομίας στην περιοχή του Ρήνου μέχρι το τέλος του Πολέμου. Συνελήφθη από τις δυνάμεις των Συμμάχων και δικάσθηκε από το Στρατοδικείο που συστάθηκε για το Νταχάου και καταδικάσθηκε σε θάνατο για τους φόνους των πληρωμάτων αμερικανικών αεροσκαφών που καταρρίφθηκαν στην περιοχή του. Η ποινή δεν εκτελέσθηκε, επειδή είχε ζητηθεί η έκδοσή του στην Πολωνία για να δικασθεί για τη σφαγή στο γκέτο της Βαρσοβίας. Στη δίκη που πραγματοποιήθηκε εκεί το δικαστήριο τον έκρινε ένοχο και τον καταδίκασε σε θάνατο. Η ποινή εκτελέσθηκε με απαγχονισμό στις 6 Μαρτίου 1952. 49 Τάσος Βουρνάς, Ιστορία της Νεώτερης και Σύγχρονης Ελλάδας, τόμ.3, Αθήνα, 1999, σ. 387. 50 Δοκίμιο Ιστορίας του Κ.Κ.Ε., 1918-1949, τόμ.1, ό.π., σ. 482.
30
«μπλόκα» στις εργατικές συνοικίες και η Ειδική Ασφάλεια στις λεηλασίες, βασανισμούς και φόνους από κοινού με τις κατοχικές αρχές.51 Η Χωροφυλακή κατά την διάρκεια της Κατοχής συνέχισε την εκτέλεση της αποστολής της υπό συνθήκες δυσχερέστατες, δίνοντας καθημερινά μάχες στην Δυτική Μακεδονία, την Θεσπρωτία και την Πίνδο κατά των σλαβόφωνων, ρουμανιζόντων και Τσάμηδων ενόπλων ομάδων που δρούσαν με την υλική ενίσχυση των ιταλικών αρχών με σκοπό την κατάλυση των ελληνικών αρχών, την αμφισβήτηση της ελληνικότητας των περιοχών με την κατάπτωση του εθνικού φρονήματος των κατοίκων και τελικά την απόσπαση των περιφερειών αυτών από την Ελλάδα.52 Κατά την διάρκεια της Κατοχής 3.500 οπλίτες και βαθμοφόροι της Χωροφυλακής διαδραμάτισαν επίσης πρωταρχικό και σημαντικό ρόλο σε αντιστασιακές οργανώσεις όπως ο Ε.Δ.Ε.Σ, η Υ.Β.Ε αναπτύσσοντας ανταρτική δράση ή σε κατασκοπευτικές οργανώσεις, που τελούσαν υπό την καθοδήγηση του Στρατηγείου Μέσης Ανατολής (Σ.Μ.Α), όπως η «ΑΛΙΚΗ», ο «ΜΙΔΑ 614», ο «ΟΜΗΡΟΣ», η «ΕΘΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ» ενώ άλλοι συνάδελφοι τους ανέπτυξαν αντιστασιακή δράση υπηρετώντας στις τάξεις του Σώματος α) με την απόκρυψη, υπόθαλψη και φυγάδευση εναπομεινάντων Βρετανών στρατιωτικών, β) με την καταστροφή αρχείων, γ) με την έκδοση πλαστών ταυτοτήτων για τους διωκόμενους από τις κατοχικές δυνάμεις και δ) με την κάλυψη αντιστασιακών δραστηριοτήτων με την χρήση της αστυνομικής ιδιότητας τους53. Αδιάψευστος μάρτυρας της πολυσχιδούς αντιστασιακής δράσης των ανδρών και στελεχών της Χωροφυλακής είναι οι εκατοντάδες νεκροί και τραυματίες του Σώματος κατά την δράση τους κατά των κατοχικών δυνάμεων54:
51
Χάγκεν Φλάϊσερ, «Κατοχή και Αντίσταση, 1941-1944», Βερέμης Θάνος, Σβολόπουλος Κωνσταντίνος (επιμ), Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ.16, Αθήνα, 1993, σ. 47 52 Ελευθερία Μαντά, Οι μουσουλμάνοι Τσάμηδες της Ηπείρου (1923-2000), Θεσσαλονίκη, 2004, σσ. 146-147, Φλάϊσερ, «Κατοχή και Αντίσταση, 1941-1944», ό.π., σσ. 46-47 και Δασκαλάκης, ό.π., σ. 354. 53 Ναπολέοντα Σταμ. Δοκανάρη, Ελληνική Χωροφυλακή-Εκατόν Πενήντα Ένα Χρόνια Εθνικής και Κοινωνικής Προσφοράς, Ιωάννινα, 2009, σσ. 243, 236-240, 248 και Αντωνίου, ό.π., σσ. 1672-1679, 1703-1704, 1729, 1749-1751. 54 Διονύσης Χαριτόπουλος, Άρης ο Αρχηγός των Ατάκτων, Αθήνα, 2003, σ. 543 και Αντωνίου, ό.π., σ. 1652
31
Απώλειες της Χωροφυλακής κατά την αντιστασιακή δράση των οπλιτών και βαθμοφόρων του Σώματος Έτος 1941 1942 1943 1944
Νεκροί 118 46 145 945
Τραυματίες 70 62 95 348
ε) Η δράση της Χωροφυλακής στη Μέση Ανατολή Οι άνδρες της Χωροφυλακής ανέπτυξαν δράση κατά τη διάρκεια της Κατοχής και εκτός του ελλαδικού χώρου, συνεχίζοντας τον πόλεμο κατά των κατακτητών. Η συνολική δύναμη των ανδρών της Χωροφυλακής σε αξιωματικούς και οπλίτες που έδρασαν στη Μέση Ανατολή υπερέβη τους 700 άνδρες. Μέρος της δύναμης αυτής χρησιμοποιήθηκε για την προσωρινή φρούρηση των αιχμαλώτων των συμμαχικών δυνάμεων, ενώ η υπόλοιπη δύναμη εντάχθηκε στη δύναμη του Έμπεδου της Ισμαηλίας στην Αίγυπτο και τροφοδότησε με άνδρες την Ι και ΙΙ Ελληνική Ταξιαρχία καθώς και τον Ιερό Λόχο.55 Οι άνδρες της Χωροφυλακής πολέμησαν ενταγμένοι στις τάξεις των ελληνικών ενόπλων τμημάτων σε όλες τις πολεμικές επιχειρήσεις του Μετώπου της Τριπολίτιδας και συμμετείχαν ενεργά στη Μάχη του Ελ-Αλαμέιν, όπως και στην καταδίωξη των γερμανοϊταλικών δυνάμεων μετά την επιτυχή έκβαση της μάχης. Οι άνδρες της Χωροφυλακής έπαψαν να συμμετέχουν στις πολεμικές επιχειρήσεις την 18η Φεβρουαρίου 1943, όταν μεταφέρθηκαν στην Τρίπολη της Συρίας. Μετά την άφιξη των ελληνικών τμημάτων από το Μέτωπο της Τριπολίτιδας στην Τρίπολη της Συρίας, ξέσπασε κίνημα την 3η Μαρτίου από κατώτερους αξιωματικούς και οπλίτες. Μετά την πάταξη του κινήματος της 3ης Μαρτίου η Ι και η II Ελληνική Ταξιαρχία διαλύθηκαν ως σχηματισμοί και πολλοί από τους οπλίτες και τα στελέχη τους αποπέμφθηκαν από τις τάξεις τους Στρατού ως ανεπιθύμητοι επαναστάτες. Μεταξύ αυτών που αποπέμφθηκαν ήταν 150 xωροφύλακες, οι οποίοι μαζί με τους υπόλοιπους στασιαστές εξορίστηκαν στο Σαμμίτ του Σουδάν. Τον Απρίλιο του 1944 ξέσπασε νέο κίνημα στον Στρατό της Μέσης Ανατολής, το οποίο οδήγησε στη διάλυση των ελληνικών στρατιωτικών σχηματισμών για δεύτερη φορά. Η εξόριστη κυβέρνηση του 55
Δασκαλάκης, ό.π., σ. 342.
32
Καΐρου, σε συνεννόηση με τις συμμαχικές στρατιωτικές αρχές, προχώρησε τότε στην ανάκληση στην ενεργό υπηρεσία τριακοσίων από τους εξόριστους του κινήματος της 3ης Μαρτίου 1943. Οι ανακληθέντες εξόριστοι πλαισιώθηκαν από διακόσιους Χωροφύλακες και συγκρότησαν την ΙΙΙ Ορεινή Ταξιαρχία, η οποία έλαβε μέρος στις μάχες που πραγματοποιήθηκαν στην Ιταλία. Παράλληλα με την οργάνωση της ΙΙΙ Ορεινής Ταξιαρχίας, οργανώθηκε και το ΙΙ Τάγμα της Χωροφυλακής υπό τον Ταγματάρχη Κωνσταντίνο Κικίνη με δύναμη 591 άνδρες από αξιωματικούς και οπλίτες της Χωροφυλακής.56 Το ΙΙ Τάγμα Χωροφυλακής εξοπλίσθηκε με μυδράλια, οπλοπολυβόλα, ελαφρά άρματα μάχης (Μάρμο, Τίγγερ) οπλισμένα με βαρέα όπλα. Η εκπαίδευση του τάγματος περιελάμβανε την εκκαθάριση κατοικημένων περιοχών, 57 τη συλλογή πληροφοριών και την αντικατασκοπία.58 Το ΙΙ Τάγμα Χωροφυλακής υπήχθη στην Ειδική Διεύθυνση Σωμάτων Ασφαλείας, που είχε ιδρύσει το Υπουργείο Στρατιωτικών και η οποία είχε δικαιοδοσίες αντίστοιχες Αρχηγείου για τη Χωροφυλακή.59 Η Χωροφυλακή με τη δράση των ανδρών της στη Μέση Ανατολή επιτέλεσε την αποστολή της αγωνιζόμενη υπό τις εντολές της εξόριστης Ελληνικής Κυβέρνησης. Πολλοί από τους άνδρες της, οπλίτες και αξιωματικοί, πολέμησαν μετέχοντας στον Ιερό Λόχο, ή σε άλλες μονάδες του ελληνικού Στρατού, ή σε συμμαχικές υπηρεσίες, ή σε υπηρεσίες των ελληνικών μονάδων, ή στα πεδία των μαχών, επιδεικνύοντας υψηλό ζήλο, αυταπάρνηση, πατριωτισμό και αυτοθυσία.60 στ) Οι σχέσεις της Χωροφυλακής με την εξόριστη Κυβέρνηση Η ηγεσία της Χωροφυλακής στον κατεχόμενο ελλαδικό χώρο υπό τον Αργύρη Παπαργύρη ανέπτυξε για πρώτη φορά διαύλους επικοινωνίας με την Κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου. Υπάρχουν σαφείς ενδείξεις που καταδεικνύουν την συνεργασία της με τους εκπροσώπους που είχε ορίσει η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση για την προετοιμασία της αποχώρησης των γερμανικών δυνάμεων και της αποκατάστασης της εξουσίας της ελληνικής Κυβέρνησης. Πρώτη ένδειξη είναι η 56
Εκ των οποίων 3 Ταγματάρχες, 1 Μοίραρχος, 39 Υπομοίραρχοι, 15 Ανθυπομοίραρχοι, 63 Ανθυπασπιστές, 55 Υπαξιωματικοί, 415 Χωροφύλακες. 57 Δασκαλάκης, ό.π., σ. 344. 58 Στο ίδιο, σ. 344. 59 Στο ίδιο, σ. 340. 60 Αντωνίου, ό.π., σσ. 1849-1860.
33
επιστολή την οποία απέστειλε την 11η Αυγούστου 1944 ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου, Κωνσταντίνος Βεντήρης, προς τον Στρατιωτικό Διοικητή Αττικής, Παναγιώτη Σπηλιωτόπουλο, ζητώντας να ενημερωθεί, για τα πυρομαχικά που χρειαζόταν με βάση τον οπλισμό που κατείχε η Χωροφυλακή, διατάσσοντας τον Σπηλιωτόπουλο να ετοιμάσει τους κατάλληλους αξιωματικούς της Αστυνομίας Πόλεων και της Χωροφυλακής, οι οποίοι θα λειτουργούσαν σαν σύνδεσμοι με τις εθνικές δυνάμεις, όταν αυτές θα επέστρεφαν με την επερχόμενη Απελευθέρωση. Δεύτερη ένδειξη είναι η μαρτυρία του Σπύρου Μαρκεζίνη για την εμπιστευτική ενημέρωση που έκανε ο ίδιος παρουσία του Χρήστου Ζαλοκώστα61, στους συνταγματάρχες της Χωροφυλακής, Αναστάσιο Πατέρη, Αργύρη Παπαργύρη και Γεώργιο Πολυκράτη με την ιδιότητά τους ως ανώτατων αξιωματικών της Χωροφυλακής, για τις υποχρεώσεις που αναλάμβαναν στο πλαίσιο της προετοιμασίας της άφιξης της Κυβέρνησης Παπανδρέου, μετά την αποχώρηση των Γερμανών.62 ζ) Η δράση της Χωροφυλακής μετά την Απελευθέρωση Την 18η Οκτωβρίου 1944, ημέρα της άφιξης της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας και του πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου, στην Αθήνα, πραγματοποιήθηκε μεγάλη συγκέντρωση του λαού στην πλατεία Συντάγματος, στην οποία εκφωνήθηκε βαρυσήμαντη ομιλία. Ο Παπανδρέου αναφέρθηκε στο σύνολο των φλεγόντων θεμάτων που εκκρεμούσαν, μεταξύ των οποίων και εκείνο των Σωμάτων Ασφαλείας. Στη σχετική τοποθέτηση ο Γ. Παπανδρέου δήλωσε στα Σώματα Ασφαλείας: «Θα επιδιωχθεί επίσης η ανασύνταξης των Σωμάτων Ασφαλείας. Κατά τας δύο περιόδους της δουλείας του Έθνους, της εσωτερικής και της εξωτερικής, εις τα Σώματα της 61
Ο Χρήστος Ζαλοκώστας γεννήθηκε στην Αθήνα το 1894υπηρέτησε στους Βαλκανικούς πολέμους, στον Βορειοηπειρωτικό Αγώνα και στη συνέχεια στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, με τη λήξη του οποίου σπούδασε χημικός μηχανικός στο Μόναχο της Γερμανίας. Με την επιστροφή του στην Ελλάδα ασχολήθηκε με την βιομηχανία. Υπήρξε έμπιστος φίλος του Βασιλέως Αλεξάνδρου και παρέστη ως παράνυμφος (μάρτυς) στον γάμο του με την Ασπασία Μάνου που τελέστηκε στο παρεκκλήσιο των Ανακτόρων της Αθήνας. Παράλληλα ασχολήθηκε έντονα με τον αθλητισμό και από το 1935 υπήρξε μέλος της Ολυμπιακής Επιτροπής. Με το ξέσπασμα του Ελληνοϊταλικού πολέμου έλαβε μέρος ως έφεδρος αξιωματικός. Μετά την απελευθέρωση αναμίχθηκε με την πολιτική και εξελέγη βουλευτής Αθηνών (1946) με το Λαϊκό Κόμμα. Παράλληλα υπήρξε μέλος της Επιτροπής Συντονισμού Εθνικού Αγώνα για την παλινόρθωση της Βασιλείας και την προετοιμασία του δημοψηφίσματος του 1946. Από το 1947 προσχώρησε στο κόμμα που ίδρυσε ο Σπύρος Μαρκεζίνης με τον τίτλο Νέον Κόμμα (19471950). Στις εκλογές του 1951 απέτυχε να εκλεγεί. Το 1952 πολιτεύτηκε και πάλι ως βουλευτής Αθηνών υπό τη σημαία αυτή τη φορά του Ελληνικού Συναγερμού και από το 1955 εντάχθηκε στο Κόμμα των Προοδευτικών του Σπ. Μαρκεζίνη (1955-1956). Στις εκλογές του 1956 απέτυχε να εκλεγεί. Σημειώνεται ότι την περίοδο μεταξύ των ετών 1953 - 1956 αντιπροσώπευσε την Ελλάδα για πρώτη φορά στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. 62 Σπυρίδων. Β. Μαρκεζίνης, Σύγχρονη Πολιτική Ιστορία της Ελλάδος (1936-1975), τόμ.2, Αθήνα, 1994, σ.7.
34
Δημοσίας Ασφαλείας και ιδίως στην Χωροφυλακή, παρουσιάσθηκαν συμπτώματα ηθικής κρίσεως… … Θα είναι όμως αυστηρότατη η εκκαθάριση και η ανασύνταξη, ώστε να εμπνεύσουν στο μέλλον πλήρη εμπιστοσύνη, ότι δεν θα είναι όργανα τυρράνων για την δίωξη των Ελλήνων, αλλά φρουροί της Τάξης και της ασφαλείας των πολιτών».63 Η αιχμηρή αναφορά του πρωθυπουργού στη Χωροφυλακή έγινε στο πλαίσιο της διατήρησης των ενδοκυβερνητικών ισορροπιών μεταξύ των δύο συνιστωσών της κυβερνήσεώς του, των εαμικών υπουργών και των υπουργών που προέρχονταν από τα προπολεμικά αστικά κόμματα. Η αιχμηρή αυτή αναφορά του πρωθυπουργού δημιούργησε μεγάλες προσδοκίες στους εαμικούς υπουργούς, οδηγώντας όμως στην καταρράκωση του ηθικού των ανδρών της Χωροφυλακής και στην επίταση φαινομένων αποσύνθεσης με την εγκατάλειψη υπηρεσίας και την μαζική φυγή των φρουρών προς τα μεγάλα αστικά κέντρα.64 Παρά τις βαριές πρωθυπουργικές κατηγορίες κατά της Χωροφυλακής, ο Γ. Παπανδρέου δεν μπορεί παρά να γνώριζε πως η άφιξη του ίδιου και της Κυβέρνησής του και η ομαλότητα της μετάβασης εξουσίας είχε βασιστεί μεταξύ άλλων και στις ενέργειες της Χωροφυλακής, καθώς η διαταγή με την οποία ενεργοποιήθηκε η Χωροφυλακή γνωστοποιήθηκε στους υπεύθυνους για την εκτέλεσή της και κοινοποιήθηκε στο σύνολο των μελών της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας και στον Πρόεδρο της Κυβέρνησης. Την 10η Οκτωβρίου 1944, δύο μέρες πριν από την αποχώρηση των Γερμανών από την Αθήνα και οκτώ μέρες πριν από την άφιξη της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας και του πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου στην Αθήνα, ο διορισμένος από την Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας, Στρατιωτικός Διοικητής Αθηνών συνταγματάρχης Σπηλιωτόπουλος, είχε προχωρήσει στην έκδοση της διαταγής υπ’ αριθμό 158/10-10-1944, «περί μέτρων για την εξασφάλιση της Τάξης». Σύμφωνα με τη διαταγή Σπηλιωτόπουλου, η Αθήνα χωρίστηκε σε τρεις ζώνες: Α) στην Κεντρική Ζώνη, όπου την τάξη επέβαλλαν η Αστυνομία Πόλεων, η Χωροφυλακή (εξαιρουμένης της Διεύθυνσης Ειδικής Ασφαλείας, που ορίστηκε η πρόθεση διάλυσής της), η Πυροσβεστική Υπηρεσία και οι εν ενεργεία ένστολοι Αξιωματικοί των Ενόπλων Δυνάμεων. Με τη διαταγή Σπηλιωτόπουλου ορίστηκε πως
63 64
Γεώργιος Παπανδρέου, Η Απελευθέρωσις της Ελλάδος, Αλεξάνδρεια, 1945, σ. 166. Δασκαλάκης, ό.π., σ. 350.
35
η Χωροφυλακή αναλάμβανε αποκλειστικά τη φύλαξη των δημοσίων κτηρίων και αποκλειόταν από τις περιπολίες. Β) Ζώνη Πειραιά, όπου την τάξη επέβαλλαν η Αστυνομία Πόλεων, η Χωροφυλακή, η Πυροσβεστική Υπηρεσία και οι εν ενεργεία ένστολοι Αξιωματικοί των Ενόπλων Δυνάμεων με την Χωροφυλακή να περιορίζεται στη φύλαξη των δημοσίων κτηρίων και καταστημάτων. Δ) Ζώνη Προαστίων, όπου η επιβολή της τάξης ανατέθηκε αποκλειστικά στη Χωροφυλακή με την διαταγή Σπηλιωτόπουλου να ορίζει πως τα τμήματα της Πολιτοφυλακής του Ε.Λ.Α.Σ. δεν θα χρησιμοποιούνταν σε καμία περίπτωση εντός της Κεντρικής Ζώνης της Αθήνας, του Πειραιά και στα προάστια της Αθήνας, στα οποία στάθμευαν δυνάμεις Χωροφυλακής.65 Την 28η Οκτωβρίου 1944 ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου έλαβε υπόμνημα διαμαρτυρίας
από
τους
αξιωματικούς
της
Χωροφυλακής
των
Αθηνών.
Διαμαρτύρονταν για τις άδικες και συκοφαντικές κατηγορίες, τις οποίες προσπάθησαν να ανασκευάσουν τις κατηγορίες που τους είχαν αποδοθεί, προβάλλοντας τη δραστηριότητα της Χωροφυλακής κατά τη διάρκεια του πολέμου. Στο υπόμνημά τους, οι αξιωματικοί της Χωροφυλακής ανέφεραν τη συμμετοχή των δυνάμεων της Χωροφυλακής στο Μέτωπο της Αλβανίας και στη Μάχη της Κρήτης, όπου οι δυνάμεις της πολέμησαν επί δεκαήμερο, ως τακτικός στρατός εναντίον των Γερμανών αλεξιπτωτιστών. Ως απόδειξη του αγώνα τους αναφέρθηκαν και στο επαινετικό ραδιοφωνικό μήνυμα του Ραδιοφωνικού Σταθμού του Λονδίνου της 23ης Μαΐου 1941, αλλά και στις πολυάριθμες απώλειές τους, που έφτασαν τους 500 νεκρούς και τραυματίες καθώς και στους 1.000 αιχμαλώτους τους, οι οποίοι απεστάλησαν σε στρατόπεδα της Ιταλίας και σε στρατόπεδα αιχμαλώτων στο εσωτερικό της χώρας. Επιπλέον προσπαθώντας να ανασκευάσουν τις κατηγορίες για την συνεργασία με τις κατοχικές αρχές δήλωσαν α) πως οι γερμανικές αρχές συνεργάσθηκαν κυρίως με την Ειδική Ασφάλεια, β) η ηγεσία της Ειδικής Ασφάλειας δεν αποτελούντα κυρίως από μόνιμα στελέχη της Χωροφυλακής αλλά από εφέδρους, που ανακλήθηκαν εξαιτίας της άρνησης των μονίμων στελεχών να συνεργαστούν με τους Γερμανούς, γ) τα όργανα της Ειδικής Ασφάλειας
εν αποτελούνταν από
μόνιμους χωροφύλακες.
65
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ. 1, ό.π., σσ. 128-130.
36
Το υπόμνημα κατέληγε με τη διατύπωση των προτάσεών τους. Προτάθηκε α) να μην πραγματοποιηθεί η διάλυση της Χωροφυλακής αλλά αντίθετα να προωθηθεί η αναδιοργάνωσή της, β) μέχρι να πραγματοποιηθεί η αναδιοργάνωσή της, να προχωρήσει η προσωρινή συγκρότηση του Σώματος σε τάγματα στην Αθήνα και την Επαρχία και γ) η σύνθεση, διοίκηση και εκπαίδευση των ταγμάτων της Χωροφυλακής να καθορίζονταν από τη Βρετανική Στρατιωτική Διοίκηση, την οποία και θα πλαισίωναν, ώστε να καταστούν ικανοί τόσο για πολεμικές επιχειρήσεις κατά του αποχωρούντος εχθρού όσο και για την επιβολή της δημόσιας τάξης και ασφάλειας στο εσωτερικό της χώρας.66 Ο Αρχηγός της Χωροφυλακής συνταγματάρχης Αργύρης Παπαργύρης, επιθυμώντας την ενίσχυση του ηθικού των ανδρών του Σώματος, απεύθυνε την 20ή Νοεμβρίου 1944 ημερήσια εμπιστευτική διαταγή προς όλες τις υπηρεσίες και τους άνδρες της Χωροφυλακής, με την οποία δήλωσε την πίστη του προς την εθνική αποστολή του Σώματος και την εμπιστοσύνη του προς τα στελέχη. Ο Παπαργύρης παραδέχθηκε πως υπήρξαν στελέχη της Χωροφυλακής, ιδιαίτερα από εκείνα που κατατάχθηκαν κατά την περίοδο της Κατοχής, τα οποία είχαν εκτραπεί του καθήκοντος συνεργαζόμενα με τις κατοχικές αρχές εκτελώντας επιβοηθητικά έργα και τα οποία ευθύνονταν για την κατακραυγή την οποία αντιμετώπιζε συνολικά το Σώμα. Ανέφερε πως ήταν επιθυμία και του ίδιου να αποπεμφθούν όλοι αυτοί από τις τάξεις της Χωροφυλακής. Πληροφορούσε τους άνδρες πως είχε ήδη ζητήσει από την Κυβέρνηση την αποπομπή τους, ώστε να επιτευχθεί η αποκατάσταση του Σώματος στη συνείδηση του λαού. Τέλος, διατύπωνε την πεποίθησή του, πως η εκκαθάριση του Σώματος θα πραγματοποιούνταν, καθώς είχε λάβει σχετικές κυβερνητικές διαβεβαιώσεις.67 Πράγματι ο Παπαργύρης, είχε αποστείλει με υπόμνημα με τις προτάσεις του προς τον πρωθυπουργό. Με το υπόμνημά του αυτό ο Αρχηγός αναφέρθηκε στη δράση του Σώματος κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου καθώς και στις ενέργειες της Χωροφυλακής για τη διατήρηση της δημόσιας ασφάλειας και τάξης κατά τη διάρκεια της Κατοχής, «όταν οι υπόλοιποι εκφραστές της εθνικής ανεξαρτησίας και αυτοτέλειας στον ελλαδικό χώρο είχαν διαλυθεί ή είχαν καταφύγει στο εξωτερικό για να συνεχίσουν τον αγώνα». Η Χωροφυλακή, σύμφωνα με τον 66 67
Δασκαλάκης, ό.π., σσ. 357-358. Στο ίδιο, σσ. 358-35.
37
Αρχηγό της, υπήρξε ο μόνος παρηγορητής και παραστάτης του δοκιμαζόμενου ελληνικό λαού. Ανέφερε, επίσης, τις πολλές δυσκολίες που αντιμετώπισε το Σώμα κατά την Κατοχή, με τους εκατοντάδες αξιωματικούς και οπλίτες της Χωροφυλακής, που συνελήφθησαν, κακοποιήθηκαν και κλείστηκαν σε φυλακές και στρατόπεδα συγκεντρώσεως από τις κατοχικές δυνάμεις.68 Αναφέρθηκε, επίσης, στις επιθέσεις των ανταρτών του Ε.Λ.Α.Σ εναντίον των ανδρών της Χωροφυλακής-επιθέσεις που εντάσσονταν στην γενικότερη δράση του Ε.Λ.Α.Σ κατά των συνεργατών των κατοχικών δυνάμεων, όπως καταχρηστικά θεωρούνταν και η Χωροφυλακή- εξαιτίας της συνδρομής που παρείχε η Ειδική Ασφάλεια και το Μηχανοκίνητο Τάγμα στις κατασταλτικές επιχειρήσεις των κατοχικών δυνάμεων κατά των αντιστασιακών δυνάμεων-οι οποίες δυσχέραναν την εκτέλεση της αποστολής και οδήγησαν και στη σύμπτυξη των δυνάμεων της Χωροφυλακής στα μεγάλα αστικά κέντρα και στην εμφάνιση φαινομένων εκτεταμένων λιποταξιών στις τάξεις της69. Ανέφερε επίσης ο Παπαργύρης πως ήταν άδικο να κατηγορείται η Χωροφυλακή από τμήματα του πολιτικού κόσμου και της κυβέρνησης για τη λειτουργία της Διεύθυνσης Ειδικής Ασφαλείας, καθώς η Διεύθυνση Ειδικής Ασφαλείας είχε ιδρυθεί κατά την περίοδο της Δημοκρατίας και όχι της Κατοχής, εννοώντας πως η αντικομμουνιστική και αντιεαμική δράση της κατά την διάρκεια της Κατοχής δεν ήταν αυθαίρετη αλλά νόμιμη καθώς είχε εξουσιοδοτηθεί από την αντικομμουνιστική νομοθεσία της προπολεμικής περιόδου.70Ισχυρίστηκε επίσης πως επανειλημμένα οι αξιωματικοί της Χωροφυλακής είχαν αρνηθεί στους εκπροσώπους των κατοχικών κυβερνήσεων και στους εκπροσώπους των δυνάμεων Κατοχής να αναλάβουν τη δίωξη των ανταρτών, ενώ η Διεύθυνση Ειδικής Ασφαλείας κατά το μεγαλύτερο μέρος της Κατοχής δεν προχωρούσε σε συλλήψεις κομμουνιστών, εφόσον υπήρχε ο κίνδυνος αυτοί να καταλήξουν στα χέρια των δυνάμεων Κατοχής. Υποστήριξε πως τα όργανα της Χωροφυλακής, κατά την περίοδο της Κατοχής, παραβρέθηκαν σε πολλές δημόσιες συγκεντρώσεις κατά των κατοχικών δυνάμεων
68
Σύμφωνα με το υπόμνημα Παπαργύρη, είκοσι αξιωματικοί οδηγήθηκαν σε φυλακές της Ιταλίας, πενήντα αποτάχθηκαν ή εξαναγκάστηκαν σε παραίτηση έπειτα από απαίτηση των Αρχών Κατοχής, πέρα των ογδόντα εκτελέσθηκαν από κακοποιούς ή εξαφανίσθηκαν, δέκα εκτελέστηκαν από τους Γερμανούς, επειδή διενεργούσαν κατασκοπεία. Αντίστοιχοι είναι και οι αριθμοί των εκτελεσθέντων, εξαφανισθέντων και δολοφονηθέντων οπλιτών. 69 Αντωνίου, ό.π., Παράρτημα σσ. 152-153. 70 Η Διεύθυνση Ειδικής Ασφαλείας είχε ιδρυθεί με το Διάταγμα της 18 ης Φεβρουαρίου 1929 «Περί συστάσεως Ειδικής Ασφαλείας», ενώ με Αναγκαστικό Νόμο της 7ης Ιουνίου 1935 «Περί Οργανισμού της Χωροφυλακής» η Διεύθυνση περιελήφθη στις υπηρεσίες της Χωροφυλακής.
38
για να επιβάλουν την τάξη και μολονότι δέχθηκαν πολλές ένοπλες επιθέσεις από τους συγκεντρωμένους, με αποτέλεσμα τον τραυματισμό πολλών χωροφυλάκων, ουδέποτε οι δυνάμεις της Χωροφυλακής εκτέλεσαν τις εντολές των κατοχικών κυβερνήσεων ανοίγοντας πυρ κατά του συγκεντρωμένου πλήθους. Ο Αρχηγός της Χωροφυλακής, Αργύρης Παπαργύρης, αναγνώρισε στο υπόμνημά του προς τον Γ. Παπανδρέου πως η στάση της Διεύθυνσης Ειδικής Ασφαλείας μεταμορφώθηκε κατά τη διάρκεια της υπουργίας Ταβουλάρη,71 όταν η διοίκησή της ανατέθηκε σε αποστρατευθέντες και αποταχθέντες αξιωματικούς του Σώματος και η συνεργασία της με τις κατοχικές αρχές εντάθηκε συμμετέχοντας σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις σε συνοικισμούς για τον εντοπισμό αντιστασιακών, σε αθρόες συλλήψεις και προφυλακίσεις, σε διώξεις και μη κομουνιστικών οργανώσεων, σε κράτηση και βασανισμό φυλακισμένων για αντιστασιακή δράση και στην παράδοση συλληφθέντων αντιστασιακών στις γερμανικές αρχές ακόμα και αν επρόκειτο
να βασανισθούν ή να οδηγηθούν για εκτέλεση72. Ο Παπαργύρης
επισήμανε πάντως πως οι άνδρες της Ειδικής Ασφαλείας ακόμα και τότε παρέμειναν πιστοί στην εξόριστη κυβέρνηση, γεγονός που αποδεικνυόταν και από την άμεση διάλυση της Διεύθυνσης Ειδικής Ασφαλείας, όταν η Κυβέρνηση από τη Μέση Ανατολή μέσω ραδιοφώνου διέταξε τη διάλυσή της. Μετά τη μετάδοση της κυβερνητικής διαταγής από το ραδιόφωνο, οι άνδρες της Διεύθυνσης Ειδικής Ασφαλείας υπάκουσαν τις εντολές της Κυβέρνησης και παρά τις γερμανικές αντιδράσεις εγκατέλειψαν τις θέσεις τους οδηγώντας στη διάλυση της Υπηρεσίας. Οι οπλίτες της Διεύθυνσης Ειδικής Ασφαλείας, μετά την αποχώρησή τους από τη Διεύθυνση, συγκρότησαν λόχους και εντάχθηκαν στο Σύνταγμα Χωροφυλακής. Όταν έλαβαν νεότερες κυβερνητικές διαταγές από τη Στρατιωτική Διοίκηση Αθηνών, προχώρησαν στην παράδοση του οπλισμού τους και υπακούοντας τέθηκαν υπό κράτηση στο κτήριο της Σχολής Χωροφυλακής. Ο Παπαργύρης υπενθύμισε στον Παπανδρέου πως η Χωροφυλακή είχε επιτελέσει το εθνικό της καθήκον κατά τη διάρκεια της Κατοχής, πως είχε τεθεί ανεπιφύλακτα υπό τις εντολές του Στρατιωτικού Διοικητή Αθηνών τον οποίο είχε διορίσει η κυβέρνηση Παπανδρέου, παρά τη συνέχιση της γερμανικής κατοχής και 71
Φλάϊσερ, «Κατοχή και Αντίσταση, 1941-1944», ό.π., σσ. 45-47. Ο Αναστάσιος Ταβουλάρης, στρατηγός εν αποστρατεία, ανέλαβε την 7η Απριλίου 1943 Υπουργός Εσωτερικών στην κατοχική Κυβέρνηση του Ιωάννη Ράλλη. 72 Αντωνίου, ό.π., σ. 1941.
39
πως κατά τη μεταβατική περίοδο από την αποχώρηση των Γερμανών και μέχρι την άφιξη της Κυβέρνησης Παπανδρέου η Χωροφυλακή είχε διαθέσει, κατ’ εντολή του Στρατιωτικού Διοικητή Αθηνών, το σύνολο του προσωπικού της στη φύλαξη καταστημάτων, οικημάτων και επίκαιρων θέσεων, συμβάλλοντας στη διαφύλαξη της ασφάλειας και της τάξης. Κατέληγε με την παρατήρηση πως η Χωροφυλακή «δεν επιζητούσε άφεση αμαρτιών», για την συνεργασία ανδρών ή μονάδων της Χωροφυλακής με τις κατοχικές αρχές αναλαμβάνοντας επιβοηθητικά έργα για την πάταξη των αντιστασιακών οργανώσεων, αλλά αντίθετα ζητούσε τη δίκαιη, αυστηρή και αμερόληπτη κρίση της συνολικής δράσης της κατά την Κατοχή και την παραδειγματική τιμωρία των στελεχών του Σώματος, για τα οποία θα αποδεικνυόταν πως είχαν προβεί σε έκνομες και προδοτικές πράξεις, ώστε απαλλαγμένη από τα βαρίδια του παρελθόντος να μπορέσει να προχωρήσει στην ανασυγκρότησή της και να συνεχίσει να επιτελεί την αποστολή της.73 Ενώ το ζήτημα της διάλυσης ή της εκκαθάρισης της Χωροφυλακής παρέμενε ανοιχτό, την 22α Νοεμβρίου 1944 κατέφθασε στο λιμάνι του Πειραιά το ΙΙ Τάγμα Χωροφυλακής από την Αίγυπτο. Το ΙΙ Τάγμα Χωροφυλακής, λόγω έντονων πιέσεων και απειλών από μέρους του Ε.Α.Μ.-Ε.Λ.Α.Σ., μετά από διήμερη παραμονή στα πλοία τελικά δεν αποβιβάστηκε στον Πειραιά και κατευθύνθηκε στην Πρέβεζα, όπου και αποβιβάστηκε. Το ΙΙ Τάγμα Χωροφυλακής δραστηριοποιήθηκε στην Πρέβεζα μέχρι και την 20ή Δεκεμβρίου, συνδράμοντας τις δυνάμεις του Ε.Δ.Ε.Σ., οι οποίες ήταν περικυκλωμένες από τον Ε.Λ.Α.Σ. και κινδύνευαν να εκμηδενιστούν.74 Στις ελεγχόμενες από τον Ε.Α.Μ.-Ε.Λ.Α.Σ. περιοχές, δηλαδή στο συντριπτικά μεγαλύτερο κομμάτι της επαρχίας και στη Θεσσαλονίκη, οι δυνάμεις της Χωροφυλακής είτε είχαν διαλυθεί είτε είχαν τεθεί υπό περιορισμό σε στρατόπεδα, ενώ την επιβολή της δημόσιας τάξης είχε αναλάβει η Εθνική Πολιτοφυλακή του Ε.Α.Μ -Ε.Λ.Α.Σ. Στην περιοχή της Αθήνας, τον Νοέμβριο του 1944 η δύναμη της Χωροφυλακής και της Αστυνομία Πόλεων μαζί δεν ξεπερνούσε τις 6.000 άνδρες και οι περισσότεροι από αυτούς δεν διέθεταν ούτε τον στοιχειωδέστερο οπλισμό.75 Οι συνθήκες υπό τις οποίες δρούσαν οι μονάδες της Χωροφυλακής κατά την περίοδο αυτή ήταν περίπλοκες και διέφεραν μεταξύ των υπηρεσιών και των μονάδων της. 73
Δασκαλάκης, ό.π., σσ. 351-353. Στο ίδιο, σσ. 341 και 344. 75 Σόλωνα Γρηγοριάδης, Δεκέμβρης-Εμφύλιος 1944-49 (Συνοπτική Ιστορία), Αθήνα, 1984, σσ. 67-68. 74
40
Υπήρχαν α) μονάδες που είχαν αφοπλιστεί, β) μονάδες που είχαν διατηρήσει τον οπλισμό τους, ευρισκόμενες όμως υπό περιορισμό, όπως το Σύνταγμα Μακρυγιάννη, στο οποίο είχαν καταφύγει πολλοί αφοπλισμένοι αξιωματικοί και οπλίτες της Χωροφυλακής από την Αττική και από την υπόλοιπη Ελλάδα, γ) μονάδες και υπηρεσίες που δεν είχαν αφοπλιστεί και δεν είχαν τεθεί υπό περιορισμό, όπως η Ανώτατη Διοίκηση Χωροφυλακής Ελλάδας, η οποία έδρευε στην οδό Αχαρνών και όπου είχε συγκροτηθεί ένα τάγμα από αξιωματικούς μονάδων της Χωροφυλακής που είχαν αποσυντεθεί και τέλος δ) οι μονάδες και υπηρεσίες της Χωροφυλακής που συνέχισαν να εκτελούν τα καθήκοντα αστυνόμευσης, φύλαξης και τήρησης της δημόσιας τάξης. Το Ε.Α.Μ.-Ε.Λ.Α.Σ. μέσω του Ριζοσπάστη, την περίοδο πριν από το ξέσπασμα των Δεκεμβριανών, συχνά στρεφόταν κατά της Χωροφυλακής και μεμφόταν την κυβέρνηση για τη στάση της αυτή. Ο Ριζοσπάστης, με άρθρο στο φύλλο της 18ης Νοεμβρίου, κατήγγειλε πως η δύναμη της Χωροφυλακής η οποία είχε αναλάβει τη φρούρηση ατόμων που είχαν συλληφθεί με την κατηγορία της αντεθνικής δράσης στη διάρκεια της Κατοχής λόγω της συμμετοχής τους στα Τάγματα Ασφαλείας, φρουρούσε πλημμελώς τους κρατουμένους, με αποτέλεσμα αυτοί να εξέρχονται του χώρου στον οποίο είχαν περιοριστεί κατά τις νυχτερινές ώρες και να βιαιοπραγούν κατά των περαστικών.76 Το μελλοντικό καθεστώς της Χωροφυλακής πολύ σύντομα εντάχθηκε στις ενδοκυβερνητικές διαπραγματεύσεις και συνδέθηκε με το γενικότερο πλαίσιο της επίλυσης του στρατιωτικού ζητήματος και των συνθηκών υπό τις οποίες θα πραγματοποιούνταν η αποστράτευση των ενόπλων τμημάτων των αντιστασιακών οργανώσεων. Οι ενδοκυβερνητικές διαπραγματεύσεις για το Στρατιωτικό Ζήτημα την 27η Νοεμβρίου κατέληξαν σε κυβερνητική απόφαση, η οποία διασώθηκε σε δύο διαφορετικές ερμηνείες-εκδοχές. Η πρώτη εκδοχή της κυβερνητικής απόφασης της 27ης Νοεμβρίου είναι αυτή που παρουσίασαν οι αστοί πολιτικοί της Κυβέρνησης Παπανδρέου και ο ίδιος ο Παπανδρέου. Με βάση αυτή την εκδοχή προβλέφθηκε πως τα στελέχη και οι άνδρες της Χωροφυλακής θα ετίθεντο σε κρίση από το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο και τα κατώτερα Στρατιωτικά Συμβούλια. Μετά την αξιολόγηση από τα Στρατιωτικά Συμβούλια προβλέφθηκε πως όσοι αξιωματικοί και άνδρες κρίνονταν θετικά ως «υγιή» στοιχεία, θα εντάσσονταν στο Σώμα της
76
Ριζοσπάστης, 18η Νοεμβρίου 1944, «Οι Συμμορίες πανταχού παρούσες, οπλίζονται εντατικά για πραξικόπημα, πότε θα δράση η Κυβέρνηση;» σ.2.
41
Εθνοφυλακής που συγκροτούνταν την περίοδο εκείνη. Η κυβερνητική απόφαση προέβλεπε πως κατά την περίοδο που η Εθνοφυλακή θα αναλάμβανε και αστυνομικά καθήκοντα, η Χωροφυλακή θα ετίθετο εκτός υπηρεσίας και τα στελέχη της θα παρέδιδαν τον οπλισμό τους στην Εθνοφυλακή.77 Η δεύτερη εκδοχή της κυβερνητικής απόφασης της 27ης Νοεμβρίου είναι αυτή που παρουσίασαν οι υπουργοί της Κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου, οι προερχόμενοι από το Ε.Α.Μ. Στην εαμική εκδοχή της κυβερνητικής απόφασης προβλέφθηκε πως το σύνολο του ανθρώπινου δυναμικού της Χωροφυλακής θα αξιολογούνταν από τα Στρατιωτικά Συμβούλια και οι «υγιείς» εξ αυτών θα τοποθετούνταν στην Εθνοφυλακή. Στην εκδοχή της κυβερνητικής απόφασης των εαμογενών υπουργών υπάρχει όμως και η εξής παράμετρος: κατά την περίοδο που η Εθνοφυλακή θα εκτελούσε
τα αστυνομικά καθήκοντα
της
Χωροφυλακής, οι
άνδρες
της
Χωροφυλακής, όχι μόνο θα ετίθεντο εκτός υπηρεσίας αλλά και θα εγκατέλειπαν τις υπηρεσίες τους επιστρέφοντας στις εστίες τους, αφού πιο πριν παρέδιδαν τον οπλισμό τους στην Εθνοφυλακή.78 Κατά τη διάρκεια των ενδοκυβερνητικών διαπραγματεύσεων και πριν από την επίτευξη της κυβερνητικής απόφασης της 27ης Νοεμβρίου προτάθηκε να μετονομαστεί η Χωροφυλακή σε Εθνοφυλακή και μέχρι την ολοκλήρωση της αξιολόγησης των στελεχών της να ενταχθούν σε αυτή όλα τα στελέχη της. Μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης οι άνδρες και τα στελέχη της Χωροφυλακής, που θα αποδεικνυόταν πως με τη στάση τους κατά τη διάρκεια της Κατοχής είχαν σταθεί άξιοι του Έθνους, θα εντάσσονταν στη νέα Χωροφυλακή.79
77
Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σ. 54. Στο ίδιο, σ. 55. 79 Ριζοσπάστης, 7η Νοεμβρίου 1944, «Ο νέος Εθνικός Στρατός», σ.3. 78
42
Κεφάλαιο Δεύτερο: Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΚΑΙ ΜΕΧΡΙ ΤΑ ΔΕΚΕΜΡΙΑΝΑ Στα μέσα του 1944 η Ελλάδα ύστερα από μία τριετή τριμερή κατοχή (ιταλική, γερμανική, βουλγαρική), έβλεπε επιτέλους την προοπτική της Απελευθέρωσής της να πλησιάζει. Η Απελευθέρωση αντιπροσώπευε για τον λαό τη στιγμή-ορόσημο κατά την οποία θα επαληθεύονταν οι προσδοκίες του για την επίλυση των χρόνιων κοινωνικών και πολιτικών προβλημάτων. Όλοι αρχικά συμφωνούσαν πως έπρεπε να επιλυθεί το πρόβλημα της εκπροσώπησης και της διακυβέρνησης της χώρας, καθώς στην παρούσα φάση υπήρχαν τρία κέντρα εξουσίας, τα οποία δήλωναν ότι εκπροσωπούσαν και αντιπροσώπευαν την Ελλάδα και τους Έλληνες. Υπήρχε η εξόριστη Κυβέρνηση του Λονδίνου −ή Κυβέρνηση του Καΐρου−, η που διέθετε τη διεθνή αναγνώριση και την αποδοχή των Δυτικών Συμμάχων αλλά αντλούσε τη νομιμοποιητική βάση συγκρότησής της από τον ανώτατο άρχοντα, τον βασιλιά Γεώργιο Β΄, ο οποίος όρισε και όρκισε τους διαδοχικούς πρωθυπουργούς και υπουργούς των κυβερνητικών αυτών σχημάτων. Υπήρχε επίσης η Π.Ε.Ε.Α. (Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης), γνωστότερη και ως Κυβέρνηση του Βουνού, η οποία είχε συγκροτηθεί από το Ε.Α.Μ. το 1944 και ασκούσε εξουσία κυρίως στις περιοχές της Κεντρικής Ελλάδας που είχαν τεθεί υπό τον έλεγχο του Ε.Λ.Α.Σ. Υπήρχε τέλος και η Κατοχική Κυβέρνηση ή αλλιώς −Κυβέρνηση των Αθηνών−, η οποία ασκούσε τη δοτή εξουσία στο σύνολο της εθνικής επικράτειας, εκτός από τα Επτάνησα, τα οποία είχαν αποδοθεί στην Ιταλία, και την Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη πλην του Έβρου, οι οποίες είχαν αποδοθεί στην απευθείας διοίκηση της Βουλγαρίας. Η Κυβέρνηση των Αθηνών συνεργαζόταν με τις κατοχικές δυνάμεις (Γερμανία, Ιταλία, Βουλγαρία) και τύγχανε της αναγνώρισής τους καθώς και των συμμάχων αυτών. Η νομιμότητά της αντλούνταν από την εντολή των δυνάμεων κατοχής και δεν απολάμβανε καμίας λαϊκής αποδοχής, αν και δηλωνόταν πως κυβερνούσε εν ονόματι των Ελλήνων. 43
Οι σχέσεις μεταξύ των τριών αυτών κέντρων εξουσίας ήταν τουλάχιστον αλληλοϋποβλεπόμενες έως και εχθρικές. Το σημαντικότερο πρόβλημα στις μεταξύ τους σχέσεις ήταν πως και οι τρεις αυτές κυβερνητικές δομές διέθεταν δικούς τους στρατούς αλλά και την πρόθεση, εάν κρινόταν αναγκαίο, να τους χρησιμοποιήσουν. Το απευκταίο αυτό ενδεχόμενο έγινα τελικά πραγματικότητα πριν καν αποχωρήσουν οι γερμανικές δυνάμεις κατοχής από την Ελλάδα. Ήδη από το 1943 η συνεχής ενδυνάμωση του Ε.Α.Μ.-Ε.Λ.Α.Σ. είχε σαν αποτέλεσμα την τροφοδότηση ενός εντεινόμενου και κλιμακούμενου πολέμου μεταξύ των Ελλήνων. Η λεγόμενη Εθνική Αντίσταση μετατράπηκε σταδιακά σε σύγκρουση μεταξύ του Ε.Α.Μ. και των αντιστασιακών οργανώσεων οι οποίες δεν ανήκαν στον ιδεολογικό χώρο της Αριστεράς.80 Τα κυριότερα θύματα των επιθέσεων του Ε.Λ.Α.Σ. ήταν οι μη εαμικές αντιστασιακές οργανώσεις που βρίσκονταν σε όλους τους ιδεολογικούς χώρους: ΕΔΕΣ,81 ΕΚΚΑ,82 ΠΑΟ,83 οι δυνάμεις του Αντών Τσαούς,84 και δευτερευόντως τα νεοδημιουργηθέντα από την κατοχική κυβέρνηση Ράλλη Τάγματα Ασφαλείας και οι δυνάμεις των στρατών κατοχής. Οι συγκρούσεις μεταξύ των αντιστασιακών οργανώσεων, όσο πλησίαζε η προοπτική της Απελευθέρωσης της χώρας, αυξάνονταν προοδευτικά τόσο σε συχνότητα όσο και σε βιαιότητα. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι πιο αιματηρές συγκρούσεις στον ελλαδικό χώρο πραγματοποιήθηκαν κατά το 1944 και έγιναν μεταξύ Ελλήνων. Μόνο στον Μελιγαλά τον Σεπτέμβριο του 1944 και στην Τριάδα της Ανατολικής Μακεδονίας καταγράφηκαν εκατοντάδες νεκροί.85 Ο Ιωάννης Ράλλης ανέλαβε την 7η Απριλίου 1943 την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας και σχημάτισε «κατοχική» κυβέρνηση, όταν οι γερμανικές 80
Ιωάννης Σ. Κολιόπουλος, Λεηλασία Φρονημάτων, τόμ.2, Το Μακεδονικό Ζήτημα στην περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου (1945-1949) στη Δυτική Μακεδονία, Θεσσαλονίκη, 1995, σ. 1 και Αντώνιος Ι. Κοραντής, Πολιτική και Διπλωματική Ιστορία της Ελλάδας (1941-1945), Ο Δεύτερος Γύρος, τόμ.2, Αθήνα, 1987, σ. 199. 81 Chris M. Woodhouse, Το μήλο της έριδος, η ελληνική αντίσταση και πολιτική των Μεγάλων Δυνάμεων, Αθήνα, 1976, σ. 127. 82 Woodhouse, Το μήλο της έριδος, ό.π., σσ. 136-137 και 212-213. 83 Στο ίδιο, σσ. 146-147. 84 Στο ίδιο, σ. 144. Ο Αντών Τσαούς, όπως είναι γνωστότερος ο Αντώνης Φωστερίδης, ήταν Πόντιος αντικομμουνιστής, οπλαρχηγός των Εθνικιστικών Ανταρτικών Ομάδων και πολέμιος του Ε.Λ.Α.Σ. κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Γεννήθηκε στο χωριό Ερουκλί της Μπάφρας του Πόντου και ήταν αγροφύλακας στις Κρηνίδες Καβάλας. Το παρωνύμιο «Τσαούς» το απέκτησε κατά τη διάρκεια της θητείας του στον στρατό, όπου υπηρέτησε ως λοχίας. 85 Στάθης Καλύβας-Νίκος Μαραντζίδης, «Ο Εμφύλιος Πόλεμος», Κατσίγερας Μιχάλης (επιμ.), Εμείς οι Έλληνες-Πολεμική Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας, τόμ.3, Αθήνα, 2008, σσ. 13-14 και ΑβέρωφΤοσίτσας, ό.π., σ. 125.
44
αρχές αποδέχθηκαν τον όρο του να συγκροτηθούν «στρατιωτικές» δυνάμεις, οι οποίες θα τελούσαν υπό τις εντολές της κυβέρνησής του και οι οποίες θα βρίσκονταν υπό την εποπτεία Γερμανών αξιωματικών. Οι στρατιωτικές αυτές δυνάμεις ήταν τα Τάγματα Ασφαλείας, τα οποία συγκροτήθηκαν με τον Νόμο 260/194386 και τα οποία σε συνεργασία με τις γερμανικές δυνάμεις, έδρασαν αποκλειστικά εναντίον του Ε.Λ.Α.Σ. Εμπνευστές της συγκρότησης των Ταγμάτων Ασφαλείας ήταν ο στρατηγός Θεόδωρος Πάγκαλος και ο στρατηγός Στυλιανός Γονατάς. Τα Τάγματα Ασφαλείας οργανώθηκαν από την κυβέρνηση Ράλλη με την αρωγή τμήματος του αστικού πολιτικού κόσμου και την στήριξη ισχυρών οικονομικών κύκλων, για να αποτρέψουν την περαιτέρω ενδυνάμωση του Ε.Λ.Α.Σ., η οποία θεωρούνταν ότι θα έθετε σε κίνδυνο το κοινωνικό σύστημα της χώρας εν αναμονή της αποχώρησης των κατοχικών δυνάμεων, μετά την σοβιετική προέλαση που ακολούθησε τον θρίαμβο του Στάλινγκραντ την 2α Φεβρουαρίου 1943 και την ολική ανατροπή των στρατιωτικών συσχετισμών στο μέτωπο της Αφρικής με την γερμανοϊταλική πανωλεθρία και στην Τυνησία τον Μάϊο 1943, που προκάλεσε την προσδοκία για επικείμενη συμμαχική απόβαση στην Ελλάδα.87 Τα Τάγματα Ασφαλείας επανδρώθηκαν στο μεγαλύτερο μέρος τους από εθελοντές απόστρατους αξιωματικούς και υπαξιωματικούς του Στρατού, οι οποίοι είχαν πολεμήσει στην Αλβανία ή στα Οχυρά, εμφορούνταν από αντικομμουνιστικά αισθήματα και πίστευαν πως πολεμώντας εναντίον του Ε.Α.Μ-Ε.Λ.Α.Σ. υπηρετούσαν την Ελλάδα και τα συμφέροντά της. Στα Τάγματα Ασφαλείας κατατάχθηκαν όμως και εθελοντές, οι οποίοι εμφορούνταν από αντικομμουνιστικά συναισθήματα ή από φόβο για την δράση του Κ.Κ.Ε ή από την επιδίωξή τους για εξουσία ή από αλλότρια καιροσκοπικά αισθήματα πλουτισμού προερχόμενοι από τον υπόκοσμο ή από απελπιστικά φτωχές κοινωνικές ομάδες που δεν είχαν άλλες προοπτικές επιβίωσης.88 Κοινή πεποίθηση τόσο των εμπνευστών των Ταγμάτων Ασφαλείας όσο και των υπηρετούντων σε αυτά ήταν πως με τη δράση των Ταγμάτων θα απέτρεπαν τη
86
Φ.Ε.Κ. 180, Νόμος 260, 18η Ιουνίου 1943, «Περί συγκροτήσεως τεσσάρων ευζωνικών ταγμάτων». Με αυτό προβλεπόταν πως επιτρέπεται διά διαταγής του Υπουργού Εθνικής Άμυνας η συγκρότηση τεσσάρων ευζωνικών ταγμάτων από έφεδρους οπλίτες στρατεύσιμους ή από μη εκπληρώσαντες την υποχρεωτική θητεία τους ή την υποχρεωτική εκγύμναση. Η κατάταξη ήταν εθελοντική και ήταν υποχρεωτική για έναν χρόνο. 87 Φλάϊσερ, «Κατοχή και Αντίσταση, 1941-1944», ό.π., σσ. 45-47 και Woodhouse, Το μήλο της έριδος, ό.π, σ. 52. 88 Χαριτόπουλος, ό.π., σσ. 537-538, 540-541.
45
διολίσθηση της χώρας στον κομμουνισμό και την ανατροπή του κοινωνικού συστήματος, ώστε με την αποχώρηση των Γερμανών να γινόταν ομαλά η άφιξη των Συμμάχων και η αποκατάσταση της εξουσίας των αστικών κομμάτων με την ανάληψη της διακυβέρνησης από την εξόριστη κυβέρνηση του Καΐρου. Η εξόριστη κυβέρνηση του Καΐρου, αδυνατώντας να παρέμβει στη σύγκρουση μεταξύ των Ταγμάτων Ασφαλείας και των δυνάμεων του Ε.Α.Μ./Ε.Λ.Α.Σ., παρέμεινε αμέτοχη και βαθύτατα προβληματισμένη με τη χαοτική κατάσταση που αναπτύσσονταν στην Ελλάδα. Ο προβληματισμός της κυβέρνησης του Καΐρου μετατράπηκε σε αγωνία, όταν ξέσπασαν στον Στρατό της Μέσης Ανατολής τρία διαδοχικά κινήματα, τον Μάρτιο και τον Ιούλιο του 1943 και τον Απρίλιο του 1944. Η αγωνία της εξόριστης κυβέρνησης του Καΐρου έφτασε στο ζενίθ με το τρίτο κατά σειρά κίνημα του Απρίλιου 1944, το οποίο ερμηνεύτηκε από τους κυβερνητικούς παράγοντες της ελληνικής κυβέρνησης του Καΐρου ως συνέπεια της ίδρυσης της Π.Ε.Ε.Α. από το Ε.Α.Μ. την 6η Μαρτίου 1944, με έδρα τη Βίνιανη της Ευρυτανίας. Οι κινηματίες του Απριλίου 1944 που θεωρήθηκαν ως υποκινούμενοι από το Κ.Κ.Ε., έδρασαν με στόχο την αποδυνάμωση της εξόριστης κυβέρνησης, στο πλαίσιο μίας γενικότερης κομμουνιστικής πολιτικής για τον περιορισμό του κύρους της κυβέρνησης του Καΐρου.89 Η ταύτιση του κινήματος του Απριλίου του 1944 με την Π.Ε.Ε.Α. οφείλεται στον τρόπο με τον οποίο ξεκίνησε το κίνημα, όταν την 31η Μαρτίου 1944 μία ομάδα δεκατριών αξιωματικών του Στρατού και της Αεροπορίας, οι οποίοι ανήκαν στην «Εθνική Απελευθερωτική Στρατιωτική Δημοκρατική Οργάνωση» (ΕΑΣΔΟ),90 με επικεφαλής τον ταγματάρχη Μάρκο Κλαδάκη (απόστρατο του Κινήματος του 1933), παρουσιάστηκε στον πρωθυπουργό Εμμανουήλ Τσουδερό και με υπόμνημα που του κατέθεσαν ζητούσαν την ενοποίηση των εθνικών δυνάμεων διά του σχηματισμού κυβέρνησης, η οποία θα αντιπροσώπευε τον αγωνιζόμενο λαό και θα είχε ως πυρήνα της την Π.Ε.Ε.Α.91 Η οξυμένη κατάσταση η οποία δημιουργήθηκε μετά την καταστολή του κινήματος του Απριλίου 1944, σε συνδυασμό με τις αυξημένες βρετανικές πιέσεις για
89
Εμμανουήλ Ι. Τσουδερός, Ιστορικό Αρχείο, Στρατιωτικά, τόμ.5, Αθήνα, 1990, σ.106. Τσουδερός, ό.π., σσ. 116-121. 91 Στο ίδιο, σσ.103 και 105-106. 90
46
την έστω προσωρινή μείωση της έντασης στον ελλαδικό χώρο αλλά και στις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις που δρούσαν στη Μέση Ανατολή, οδήγησε στη συνδιαλλαγή μεταξύ του Ε.Α.Μ. (υπό την μορφή της Π.Ε.Ε.Α.), των μη εαμικών αντιστασιακών οργανώσεων, που είχαν κατορθώσει να παραμείνουν ακέραιες από τις επιθέσεις του Ε.Λ.Α.Σ. (όπως ο Ε.Δ.Ε.Σ.) και της τρίτης συνισταμένης του πολιτικού βίου της χώρας, τους πολιτικούς του προπολεμικού αστικού πολιτικού προσωπικού, οι οποίοι επάνδρωναν την εξόριστη κυβέρνηση του Καΐρου ή παρέμεναν αδρανείς στην Ελλάδα. Οι προσπάθειες συνδιαλλαγής των πολιτικών και των αντιστασιακών οργανώσεων ξεκίνησαν με τη Συμφωνία του Λιβάνου. Την 20ή Μαΐου 1944 ο νεοδιορισθείς πρωθυπουργός, Γ. Παπανδρέου, κατόρθωσε, σε συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στον Λίβανο με συμμετοχή όλων των κομμάτων, των παρατάξεων και των κυριότερων αντιστασιακών οργανώσεων που δρούσαν στην Ελλάδα, να συμφωνηθεί και να υπογραφεί το «Εθνικόν Συμβόλαιον», γνωστή ως Συμφωνία του Λιβάνου.92 Η Συμφωνία του Λιβάνου προέκυψε ως αποτέλεσμα των πιέσεων, οι οποίες ασκήθηκαν στους εκπροσώπους του Ε.Α.Μ. και τις εξαρτώμενες από αυτό οργανώσεις οι οποίες κατηγορήθηκαν, εξαιτίας της τρομοκρατικής δραστηριότητας που αυτό είχε αναπτύξει, ως υπεύθυνες για τη συγκρότηση των Ταγμάτων Ασφαλείας από την κυβέρνηση Ράλλη. Ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου έφτασε στο σημείο μάλιστα να θέσει τους εκπροσώπους του Ε.Α.Μ. ενώπιον του ερωτήματος, εάν είχαν την πρόθεση να προβούν στη διά της βίας κατάληψη της εξουσίας, προειδοποιώντας πως σε αυτή την περίπτωση θα ζητούσε τη συνδρομή των Συμμάχων αλλά και του λαού για να αντιμετωπιστεί τόσο ο εξωτερικός όσο και ο εσωτερικός εχθρός.93 Στη συνάντηση των πολιτικών και αντιστασιακών οργανώσεων η Αριστερά εκπροσωπήθηκε από την Π.Ε.Ε.Α. (Αγγελόπουλος, Σβώλος, Ασκούτσης), από το Ε.Α.Μ. (Πορφυρογένης, Στρατής) και από το Κ.Κ.Ε. (Ρούσσος). Η Συμφωνία του Λιβάνου προέβλεπε την ενοποίηση, υπό τις διαταγές της κυβέρνησης, όλων των αντιστασιακών οργανώσεων της χώρας και διατυπώθηκε η πρόθεση όπως το ταχύτερο δυνατόν οι ανταρτικές ομάδες να αντικατασταθούν από έναν ενιαίο Εθνικό 92
Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ελλάδας, Επίσημα Κείμενα, τόμ.5, 1940-1945, Αθήνα, 1981, σσ. 398-402 και Σταυριανός, ό.π., σσ. 141-143. 93 Παπανδρέου, ό.π., σσ. 53-54, 56-57.
47
Στρατό. Η Συμφωνία, επίσης, προέβλεπε την παύση της τρομοκρατίας στην ελληνική ύπαιθρο, την παγίωση της πολιτικής ελευθερίας του λαού καθώς και την προσωπική ασφάλεια των πολιτών. Το σημαντικότερο από τα συμπεφωνηθέντα στον Λίβανο ήταν πως, όταν θα αποκαθίσταντο η ηρεμία στη χώρα μετά την Απελευθέρωση και την αποχώρηση των κατοχικών δυνάμεων, ο λαός θα καλούνταν να αποφασίσει για τη μορφή του πολιτεύματος, το κοινωνικό καθεστώς και την κυβέρνηση της αρεσκείας του. Σε εκείνη την φάση συμφωνήθηκε επίσης στον Λίβανο η διεύρυνση της εξόριστης Κυβέρνησης του Καΐρου καθώς και η δημιουργία Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας με τη συμμετοχή και εκπροσώπων του Ε.Α.Μ.94 Την 2α Σεπτεμβρίου 1944, την ημέρα κατά την οποία ορκίστηκαν στο Κάϊρο οι προερχόμενοι από το Ε.Α.Μ. υπουργοί της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας, ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου προέβη σε διάγγελμα, το οποίο μεταδόθηκε από τους ραδιοσταθμούς των Βρετανών. Το σημαντικότερο σημείο του διαγγέλματος Παπανδρέου ήταν η αναγγελία της καταδίκης της δράσης των Ταγμάτων Ασφαλείας από το Εθνικό Συμβούλιο του Λιβάνου και από την Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας. Ο Παπανδρέου κατήγγειλε τη συνεργασία των ανδρών των Ταγμάτων Ασφαλείας και την οιαδήποτε άλλη συνεργασία με τους Γερμανούς, ως ενέργεια προδοτική για την πατρίδα και κάλεσε τους άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας να εγκαταλείψουν αμέσως τις θέσεις τους.95 Μετά τη σύναψη της Συμφωνίας του Λιβάνου και τη συγκρότηση της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας, το μόνο φλέγον θέμα που παρέμεινε ανοιχτό ήταν αυτό του ορισμού της αρχηγίας των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας, μετά την Απελευθέρωση. Έπειτα από κάποιες ταλαντεύσεις, επιλέχθηκε από την κυβέρνηση ως Στρατιωτικός Διοικητής Αθηνών ο συνταγματάρχης Παναγιώτης Σπηλιωτόπουλος.96 Ο Σπηλιωτόπουλος είχε διατελέσει επί της κατοχικής κυβέρνησης Τσολάκογλου αρχηγός της Χωροφυλακής.97 Ο Σπηλιωτόπουλος κατά την περίοδο 1942-43 μαζί με άλλους πέντε συνταγματάρχες είχε δημιουργήσει στην κατεχόμενη Αθήνα μια μυστική ομάδα πληροφοριών, η οποία έστελνε πληροφορίες στους Συμμάχους στη Μέση Ανατολή. Ο Σπηλιωτόπουλος επιλέχτηκε από την Κυβέρνηση Εθνικής 94
Παπανδρέου, ό.π., σσ. 51-58 και Στέφανος Σαράφης, Ο Ε.Λ.Α.Σ., τόμ.1, Αθήνα, 1964, σσ. 294, 314, 344-348. 95 Βουρνάς, ό.π., σσ. 394-395. 96 Στο ίδιο, σσ. 393-394 . 97 Woodhouse, Το μήλο της έριδος, ό.π, σ. 53.
48
Ενότητας για Στρατιωτικός Διοικητής Αθηνών χάρη στην εμπιστοσύνη που ενέπνεε. Κρίθηκε πως ήταν το κατάλληλο άτομο, στο οποίο μπορούσαν να εμπιστευθούν τόσο τη δαπάνη των βρετανικών χρημάτων όσο και την παραλαβή του οπλισμού, που προοριζόταν να χρησιμοποιηθεί για την επιβολή της τάξης στην Αθήνα κατά την αποχώρηση των Γερμανών.98 Ο διορισμός του Σπηλιωτόπουλου αμφισβητήθηκε έντονα στην κατεχόμενη Ελλάδα και για να επιβεβαιωθεί η εξουσία του ως Στρατιωτικού Διοικητή Αθηνών, χρειάστηκε να μεταδοθεί ραδιοφωνικό μήνυμα του Γεωργίου Παπανδρέου την 29η Σεπτεμβρίου, με το οποίο επιβεβαιωνόταν ο διορισμός του. Στρατιωτικός Διοικητής Θεσσαλονίκης
επιλέχθηκε
και
τοποθετήθηκε
ο
συνταγματάρχης
Γεώργιος
Παπαγεωργίου, ο οποίος ήταν πρώην ηγετικό στέλεχος της Π.Α.Ο., οργάνωσης που είχε βιαίως διαλυθεί από τον Ε.Λ.Α.Σ. κατά το προηγούμενο διάστημα.99 Τη σκιώδη στρατιωτική διοίκηση της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας σύντομα μετά τον διορισμό της, την αποδέχτηκε και ο κατοχικός πρωθυπουργός Ράλλης, ο οποίος έδωσε τη συναίνεσή του για τη συνεργασία των Σωμάτων Ασφαλείας με αυτή.100 Τη Συμφωνία του Λιβάνου ήρθε να συμπληρώσει μια νέα συμφωνία, η οποία συνομολογήθηκε στην ιταλική πόλη Καζέρτα. Η Καζέρτα από την 7η Σεπτεμβρίου 1944 αποτελούσε τη νέα έδρα της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας. Η Συμφωνία της Καζέρτας, η οποία υπογράφτηκε την 26η Σεπτεμβρίου 1944 προέβλεπε πως α) οι ανταρτικές ομάδες που δρούσαν στον ελλαδικό χώρο, όπως είχε συμφωνηθεί και στον Λίβανο, ετίθεντο υπό τις διαταγές της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας,101 β) η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας έθετε τις ανταρτικές ομάδες υπό τις διαταγές του Βρετανού στρατηγού Scobie, ο οποίος είχε τοποθετηθεί από τον Ανώτατο Αρχιστράτηγο των Συμμάχων Διοικητής των συμμαχικών δυνάμεων που στάθμευαν στην Ελλάδα, γ) με απόφαση της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας, οι αρχηγοί των ανταρτικών ομάδων θα απαγόρευαν κάθε απόπειρα των υπό τον έλεγχό τους μονάδων να καταλάβουν την εξουσία, καθώς αυτό θα θεωρούνταν εγκληματική ενέργεια και ως τέτοια θα τιμωρούνταν και δ) ότι τα Τάγματα Ασφαλείας θεωρούνταν όργανα του
98
Woodhouse, Το μήλο της έριδος, ό.π., σσ. 65-66. Eudes, ό.π., σ. 247. 100 Ντέϊβιντ Κλόουζ, Οι ρίζες του Εμφυλίου Πολέμου στην Ελλάδα, Αθήνα, 2003, σ. 196. 101 Σταυριανός, ό.π., σ. 148. 99
49
εχθρού και θα αντιμετωπίζονταν ως εχθρικοί σχηματισμοί, εκτός και εάν παραδίδονταν σύμφωνα με τις διαταγές του Στρατηγού Scobie.102 Η Συμφωνία της Καζέρτας ειδικά για την Αθήνα προέβλεπε πως δεν θα μπορούσε να αναληφθεί καμία ενέργεια από τις ανταρτικές ομάδες χωρίς προηγούμενη άμεση διαταγή του ίδιου του στρατηγού Scobie.103 Με τη Συμφωνία της Καζέρτας καθορίστηκε επίσης πως δεν υφίστατο καμία δικαιοδοσία του Γενικού Στρατηγείου του Ε.Λ.Α.Σ. στην Αττική. Η απόφαση αυτή επαναβεβαιώθηκε και προσδιορίστηκε αργότερα με μεταγενέστερη απόφαση του Scobie αλλά και με αντίστοιχη απόφαση και του αντιστράτηγου Σπηλιωτόπουλου, ως Στρατιωτικού Διοικητή Αττικής.104 Με τις Συμφωνίες του Λιβάνου και της Καζέρτας να αποτελούν το νέο θεσμικό πλαίσιο κοινής αποδοχής μεταξύ πολιτικών και ανταρτικών οργανώσεων της χώρας, πραγματοποιήθηκε την 18η
Οκτωβρίου 1944 η άφιξη της Κυβέρνησης
Εθνικής Ενότητας και του πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου στην Αθήνα, έπειτα από την αποχώρηση των Γερμανών. Κατά τη φάση της εγκατάστασης των πολιτικών αρχών της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας, οι Συμφωνίες του Λιβάνου και της Καζέρτας λειτούργησαν και εφαρμόστηκαν ορθά, με μοναδική εξαίρεση την περίπτωση της Θεσσαλονίκης, όπου μια ασάφεια της Συμφωνίας της Καζέρτας επέτρεψε στον Ε.Λ.Α.Σ. να εισέλθει στην πόλη με τις στρατιωτικές του δυνάμεις. Η Συμφωνία της Καζέρτας είχε ορίσει πως «Βραδύτερον η Θράκη (συμπεριλαμβανομένης της Θεσσαλονίκης) θα είναι υπό την διοίκηση αξιωματικού που θα υποδειχθεί από την Ελληνική κυβέρνηση». Με βάση αυτή την διάταξη ο Scobie διέταξε, όταν οι Γερμανοί επρόκειτο να εκκενώσουν τη Θεσσαλονίκη, οι δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ. να μην εισέλθουν στη ζώνη μεταξύ των ποταμών Στρυμόνα και Αξιού −περιοχή στην οποία βρίσκεται η Θεσσαλονίκη− και προσωρινά μέχρι την άφιξη των βρετανικών δυνάμεων, την εξουσία να την αναλάβουν οι οικείες δυνάμεις της Χωροφυλακής. Η πολιτική διοίκηση της ζώνης μεταξύ των ποταμών Στρυμόνα και Αξιού είχε ανατεθεί από την Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας στον Γ. Μόδη, ο οποίος θα αναλάμβανε να ασκήσει τα καθήκοντα του Γενικού Διοικητή. 102
Θανάσης Δ. Σφήκας, Με τον Μέτερνιχ ή με τον Πάλμερστον; Οι Βρετανοί και ο Δεκέμβριος 1944, Θεσσαλονίκη, 2015, σ. 21 και Μενέλαος Χαραλαμπίδης, Δεκεμβριανά 1944-Η μάχη της Αθήνας, Αθήνα, 2014, σ. 31 103 Βουρνάς, ό.π., σσ. 406-407. 104 Παπανδρέου, ό.π., σσ. 134-137 και Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σ. 17.
50
Παρά τη διαταγή του Scobie και τη σαφή διαταγή του Γενικού Στρατηγείου του Ε.Λ.Α.Σ. που τους απαγόρευε την είσοδο στην Θεσσαλονίκη, η 10η και 11η Μεραρχία του Ε.Λ.Α.Σ., οι οποίες τελούσαν υπό τις διαταγές των Ευριπίδη Μπακιρτζή και Μάρκου Βαφειάδη, κινήθηκαν προς την πόλη της Θεσσαλονίκης και εισήλθαν σε αυτή την 30ή Οκτωβρίου 1944. Αμέσως μετά την είσοδό τους στη Θεσσαλονίκη, οι δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ. εγκατέστησαν εκεί τις κεντρικές πολιτικές και στρατιωτικές αρχές του Ε.Α.Μ., του Ε.Λ.Α.Σ. και της Πολιτοφυλακής της Μακεδονίας. Η κατάσταση εκτραχύνθηκε ακόμα περισσότερο, όταν παρουσιάστηκε ενώπιον των αρχών του Ε.Λ.Α.Σ. η Ανωτέρα Διοίκηση της Χωροφυλακής Μακεδονίας, ζητώντας να αναλάβει τον έλεγχο και την εξουσία της Θεσσαλονίκης κατ’ εφαρμογή των διαταγών του στρατηγού Scobie. Οι αρχές του Ε.Λ.Α.Σ. αρνήθηκαν να παραδώσουν την εξουσία, κατηγορώντας τη Χωροφυλακή ως σώμα δοσίλογων. Προχώρησαν μάλιστα και στη γνωστοποίηση της κατάργησής της απαιτώντας την παράδοση των δυνάμεων εντός μίας ώρας. Οι δυνάμεις της Χωροφυλακής αρνήθηκαν να συμμορφωθούν με την απαίτηση του Ε.Λ.Α.Σ. και δέχθηκαν επίθεση τμημάτων του στους στρατώνες της, οι οποίοι και καταλήφθηκαν, ενώ οι άνδρες της τέθηκαν σε περιορισμό και κράτηση.105 Ο Scobie με την υπ’ αριθμό 7/11.10.44 διαταγή του προχώρησε στον διορισμό του συνταγματάρχη Πυροβολικού Στ. Πρόκου στη θέση του Στρατιωτικού Διοικητή ολόκληρης της περιοχής ανατολικά του Αξιού, περιλαμβάνοντας και την πόλη της Θεσσαλονίκης.106 Τα προηγηθέντα, όμως, γεγονότα και οι πρωτοβουλίες των τοπικών ηγετών του Ε.Λ.Α.Σ. κατέστησαν τον διορισμό του συνταγματάρχη Πρόκου ως Στρατιωτικού Διοικητή από τον Scobie και τον διορισμό του Μόδη ως Γενικού Διοικητή από την Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας de facto ανεφάρμοστες πράξεις. Η Θεσσαλονίκη είχε περιέλθει στα χέρια του Ε.Λ.Α.Σ. και αυτό θα μπορούσε να ανατραπεί μόνο με την απειλή ή με τη χρήση βίας. Η κατάσταση σε ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο, ακόμα και εκεί που δεν υπήρξαν παραβιάσεις των Συμφωνιών του Λιβάνου και της Καζέρτας, ήταν ιδιαιτέρως ευπαθής και μπορούσε εύκολα να ξεφύγει από κάθε έλεγχο, καθώς οι ισορροπίες ήταν εύθραυστες. Παρά τα συμφωνηθέντα στον Λίβανο και στην 105
Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σσ. 49-50. Ι.Α.Υ.Ε., Αρ. ΑΚΡ.ΑΠΡ.ΠΡ.1356, Γ.Ε.Σ ΙΙΙ Α, προς ΑΕ Κύριον Πρόεδρον Κυβερνήσεως, 15 η Νοεμβρίου 1944, Αθήνα. 106
51
Καζέρτα, οι de facto εξουσίες (το Ε.Α.Μ. από τη μία πλευρά και η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας με τους εταίρους της και τους Βρετανούς από την άλλη) εξακολουθούσαν να είναι δύο οπλισμένες, αλληλοϋποβλεπόμενες δυνάμεις. Την 23η Οκτωβρίου 1944, λίγες μέρες μετά την εγκατάστασή της στην Αθήνα, η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας, ανασχηματίστηκε για να καταστεί αντιπροσωπευτικότερη. Ο κυβερνητικός ανασχηματισμός περιορίστηκε κυρίως σε μετακινήσεις και αλλαγές χαρτοφυλακίων μεταξύ των υφιστάμενων υπουργών του κυβερνητικού σχήματος, με μόνη σημαντική αλλαγή αυτή της μη συμμετοχής του πρώην υπουργού Θεμιστοκλή Τσάτσου.107 Μετά την άφιξη της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας στην Αθήνα, ο πρωθυπουργός, έπειτα από το αίτημα απαλλαγής που υπέβαλε ο Σπηλιωτόπουλος, προχώρησε την 25η Οκτωβρίου 1944 στην απομάκρυνσή του από τη Στρατιωτική Διοίκηση Αθηνών και στην αντικατάστασή του από τον ταξίαρχο Παυσανία Κατσώτα, ο οποίος είχε ηγηθεί της Ι Ταξιαρχίας στην μάχη του Ελ Αλαμέιν. Ο Σπηλιωτόπουλος, παρά την αποδοχή της απαλλαγής του από τα καθήκοντα του Στρατιωτικού Διοικητή Αθηνών, διατήρησε προσωρινά τη θέση του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Στρατιωτικών που του είχε ανατεθεί, θέση από την οποία παραιτήθηκε αργότερα.108 Την 28η Οκτωβρίου ο Γ. Παπανδρέου με την ιδιότητα του ως υπουργός Στρατιωτικών προχώρησε στην έκδοση διαταγής, με την οποία καθορίστηκαν οι αρμοδιότητες της Στρατιωτικής Διοίκησης Αττικής, ως προς τη διαφύλαξη της τάξης στην περιοχή της Αττικής και η υπαγωγή της υπό τις διαταγές του στρατηγού Scobie. Με την ίδια διαταγή τέθηκαν υπό τις διαταγές της Στρατιωτικής Διοίκησης Αττικής η Αστυνομία Πόλεων, η Χωροφυλακή, η Πυροσβεστική Υπηρεσία, ο Λόχος Φρουράς Αγνώστου Στρατιώτη και κάθε ελληνικό στρατιωτικό τμήμα βρισκόμενο εντός Αττικής, εξαιρουμένων εκείνων τα οποία είχαν επιφορτιστεί με την εκτέλεση κάποιας συγκεκριμένης αποστολής. Αν και η διαταγή που εξέδωσε ο Γ. Παπανδρέου την 28η Οκτωβρίου ήταν σύμφωνη ως προς τον τύπο με τα προβλεπόμενα από τη Συμφωνία της Καζέρτας, ήταν αντίθετη ως προς το πνεύμα της. Η αντίθεση συνίστατο στο 107
Ο Θεμιστοκλής Τσάτσος υπήρξε μέλος της Επιτροπής Απελευθέρωσης, η οποία είχε σταλεί στην Αθήνα από το Κάϊρο για να προετοιμάσει την άφιξη της Κυβέρνησης και των κρατικών υπηρεσιών μετά την αποχώρηση των Γερμανών. 108 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π., σ. 199 και Eudes, ό.π., σ. 269.
52
γεγονός πως ο στρατηγός Scobie με τη διαταγή Παπανδρέου καθίστατο υπεύθυνος για την τάξη στην Αττική, αρμοδιότητα που δεν του είχε αποδοθεί με τη Συμφωνία της Καζέρτας. Οι πρόσθετες αρμοδιότητες αποδόθηκαν από τον Γ. Παπανδρέου στον Scobie μέσω της παράτυπης μεταβίβασης των αρμοδιοτήτων, οι οποίες είχαν εκχωρηθεί σε αυτόν ως πρωθυπουργό και υπουργό Στρατιωτικών, με τη Συμφωνία της Καζέρτας.109 Ο στρατιωτικός διοικητής Αττικής, ταξίαρχος Παυσανίας Κατσώτας,110 βασιζόμενος στην εξουσιοδότηση της διαταγής της 28ης Οκτωβρίου, προχώρησε στην έκδοση διαταγής με την οποία διέτασσε τον Ε.Λ.Α.Σ. να διαλύσει την Εθνική Πολιτοφυλακή111 κατ’ εφαρμογή των αποφάσεων του Υπουργικού Συμβουλίου. Ο Γ. Παπανδρέου, αμέσως μετά την εγκατάσταση της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας στην Αθήνα, επιδόθηκε στην προσπάθεια να εξασφαλίσει τον έλεγχο της κατάστασης στη χώρα και να ισχυροποιήσει την εξουσία της Κυβέρνησής του. Για να επιτευχθεί αυτή η επιδίωξη του Γ. Παπανδρέου, προϋποθέσεις ήταν η δημιουργία Εθνικού Στρατού, ο οποίος θα υπάκουε αποκλειστικά στην Κυβέρνηση, καθώς και η διάλυση και ο αφοπλισμός όλων των ενόπλων τμημάτων των αντιστασιακών οργανώσεων και κυρίως του Ε.Λ.Α.Σ. Αρχικά, οι προσπάθειες του Γ. Παπανδρέου φάνηκε να ευοδώνονται, αποσπώντας και τη συναίνεση της ηγεσίας της Αριστεράς. Σύμφωνα με άρθρο της 25ης Οκτωβρίου της φιλελεύθερης εφημερίδας Ελευθερία, ο Γεώργιος Σιάντος, Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε., συμφωνούσε με την ανάγκη του αφοπλισμού και τη διάλυση του Ε.Λ.Α.Σ., εφόσον πραγματοποιούνταν ο αντίστοιχος αφοπλισμός του Ε.Δ.Ε.Σ. και του Στρατού που είχε συγκροτηθεί στη Μέση Ανατολή. Την 26η Οκτωβρίου, ο Γ. Παπανδρέου ενθαρρυμένος από την τοποθέτηση του 109
Σπύρος Γ. Γασπαρινάτος, Απελευθέρωση, Δεκεμβριανά, Βάρκιζα, τόμ.1, Αθήνα, 1998, σσ. 116-117. Ως προς το αξίωμα του Παυσανία Κατσώτα κατά την περίοδο προ των Δεκεμβριανών αλλά και κατά τη διάρκεια αυτών, όσο ήταν Στρατιωτικός Διοικητής Αττικής, υπάρχει διαφωνία μεταξύ των συγγραφέων που ασχολήθηκαν με την περίοδο. Ο Eudes τού αποδίδει τον βαθμό του ταξιάρχου, ο Γασπαρινάτος του συνταγματάρχη, ενώ ο Κολιόπουλος του στρατηγού. Την ίδια στιγμή ο ημερήσιος Τύπος της εποχής τού απέδιδε τον τίτλο του ταξίαρχου. Καθώς δεν μπόρεσα να βρω κάποιο έγγραφο που να ανήκει στην περίοδο της διοικήσεώς του ως Στρατιωτικού Διοικητή Αττικής, το οποίο να υπογράφεται από αυτόν ή να απευθύνεται σε αυτόν και στο οποίο να αναφέρεται ο βαθμός, δεν μπορώ μετά βεβαιότητας να τον προσδιορίσω. Κρίνω, όμως, πως ορθότερος πρέπει να κατείχε το βαθμό του ταξίαρχου, καθώς ο βαθμός αυτός αντιστοιχεί στη σπουδαιότητα της θέσης που κατείχε αλλά και επειδή είναι λογικότερο ο σύγχρονός του ημερήσιος τύπος να αναφερόταν σε αυτόν με τον σωστό βαθμό του και να είναι εσφαλμένες οι τοποθετήσεις τον μεταγενέστερών του συγγραφέων. 111 Γασπαρινάτος, ό.π, σ. 119. 110
53
Σιάντου δήλωσε πως «αφού η Εθνική Αντίσταση έχει λήξει, παύει να υφίσταται και λόγος ύπαρξης εθελοντικών στρατιωτικών μονάδων». Με τη δήλωση του ο Γ. Παπανδρέου δεν διευκρίνιζε τον κρίσιμο όρο των «εθελοντικών στρατιωτικών μονάδων» και αν σε αυτά ενέτασσε επίσης τον Ιερό Λόχο και την ΙΙΙ Ορεινή Ταξιαρχία, όπως θεωρούσε το Κ.Κ.Ε. Οι προθέσεις του Γ. Παπανδρέου περί «των εθελοντικών
στρατιωτικών
μονάδων»
διευκρινίστηκαν
αργότερα,
την
31η
Οκτωβρίου, σε σχετικό δημοσίευμα της εφημερίδας Καθημερινά Νέα. Με βάση το άρθρο, επιδίωξη του Γ. Παπανδρέου ήταν να δημιουργηθεί νέος Εθνικός Στρατός, με τη συναίνεση όλων των πολιτικών δυνάμεων και έπειτα από τη σύμφωνη γνώμη και του Ε.Α.Μ. Στο πλαίσιο αυτής της συμφωνίας για τη συγκρότηση του νέου Εθνικού Στρατού, ο ίδιος προέκρινε πως θα έπρεπε να διαλυθούν όλοι οι ένοπλοι σχηματισμοί εκτός από την ΙΙΙ Ορεινή Ταξιαρχία.112 Ενώ το θέμα της συγκρότησης του νέου Εθνικού Στρατού παρέμενε ανοιχτό, υπήρξαν αλλαγές στην ηγεσία του στρατεύματος. Το Υπουργικό Συμβούλιο την 3η Νοεμβρίου, έπειτα από πρόταση του Γ. Παπανδρέου, προχώρησε στην απομάκρυνση του στρατηγού Κ. Βεντήρη από τη θέση του Αρχηγού του Γενικού Επιτελείου και διόρισε τον στρατηγό Αλέξανδρο Οθωναίο στη θέση του αρχιστρατήγου και του Αρχηγού του Γενικού Επιτελείου, όπως είχε συμφωνηθεί και κατά την διάρκεια των διαπραγματεύσεων για την επίτευξη της Συμφωνίας του Λιβάνου.113 Την 5η Νοεμβρίου ο Γ. Παπανδρέου αποδέχθηκε αυθημερόν το αίτημα απαλλαγής, το οποίο υπέβαλλε ο Π. Σπηλιωτόπουλος από τη θέση του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Στρατιωτικών, καθώς ο Σπηλιωτόπουλος, όπως και ο ίδιος ανέφερε στο κείμενο της παραίτησής του, ήταν κόκκινο πανί για το Ε.Α.Μ., δυσχεραίνοντας την επίτευξη λύσης στο Στρατιωτικό Ζήτημα καθώς επέτεινε την καχυποψία της Αριστεράς προς την Κυβέρνηση114. Το αξίωμα του αρχιστρατήγου, το οποίο αποδόθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο στον στρατηγό Οθωναίο, ήταν χωρίς αντικείμενο και χωρίς καμία
112
George Alexander, «Η κρίση αποστράτευσης του Νοεμβρίου 1944», Ιατρίδης Ο. Ιωάννης (επιμ.), Η Ελλάδα στη δεκαετία 1940-1950, ένα έθνος σε κρίση, επιμέλεια, Αθήνα, 1984, σσ. 264-265. 113 Η επιλογή του Οθωναίου ως Αρχηγού του Γενικού Επιτελείου πρέπει να θεωρηθεί ως μία φιλική κίνηση του Παπανδρέου προς το Ε.Α.Μ., καθώς ο Οθωναίος ήταν γνωστός για τα δημοκρατικά του φρονήματα. Η κίνηση αυτή μάλλον απέβλεπε στη βελτίωση του πολιτικού κλίματος ώστε να λυθεί συναινετικά το ζήτημα του αφοπλισμού και της συγκρότησης Εθνικού Στρατού. Βλ. Σαράφης, Ο ΕΛΑΣ, ό.π., σ. 348. 114 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π, σ. 199
54
ουσιαστική αρμοδιότητα, καθώς κατά την παρούσα φάση δεν υφίσταντο ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις στον ελλαδικό χώρο, ενώ οι ελάχιστες κυβερνητικές δυνάμεις που τελούσαν υπό την άμεση διοίκησή της, είχαν τεθεί υπό τη διοίκηση του Scobie και του Κατσώτα με τη Συμφωνία της Καζέρτας και με τη διαταγή Γ. Παπανδρέου της 28ης Οκτωβρίου.115 Ο Οθωναίος, για τη θέση του υπαρχηγού του Γενικού Επιτελείου, επέλεξε και τοποθέτησε τον στρατηγό Στέφανο Σαράφη, ο οποίος ήταν Στρατιωτικός Διοικητής των δυνάμεων του Ε.Λ.Α.Σ.116 Ο Οθωναίος επιθυμώντας να ενισχύσει τη θέση του και να προσδώσει περιεχόμενο στο αξίωμά του, προχώρησε στην προώθηση ενός δικής του έμπνευσης σχεδίου για την οργάνωση του νέου Εθνικού Στρατού.117 Το σχέδιο του Οθωναίου προέβλεπε τη συγχώνευση όλων των εθελοντικών σωμάτων (ανταρτών, Ιερού Λόχου, Ορεινής Ταξιαρχίας) και τη μετονομασία τους σε μονάδες του Εθνικού Στρατού. Μετά τη συγκρότηση των μονάδων, το σχέδιο Οθωναίου προέβλεπε την εντός διμήνου σταδιακή αντικατάσταση των ήδη υπηρετούντων με κληρωτούς άλλων κλάσεων, οι οποίοι θα καλούνταν σε κατάταξη. Με βάση το σχέδιο Οθωναίου θα καθίστατο περιττός ο συνολικός αφοπλισμός των εθελοντικών σωμάτων (ανταρτών, Ιερού Λόχου, Ορεινής Ταξιαρχίας) καθώς και η ανάγκη για τη συγκρότηση της Εθνοφυλακής.118 Την 5η Νοεμβρίου ο Γ. Παπανδρέου με την ιδιότητά του ως υπουργός Στρατιωτικών και ο στρατηγός Scobie εξέδωσαν διαταγή με την οποία κλήθηκαν όλες οι ανταρτικές μονάδες να παραδώσουν τον οπλισμό τους και να διαλυθούν μέχρι τη 10η Δεκεμβρίου.119 Την ίδια μέρα ο Γ. Παπανδρέου ανακοίνωσε την απόφαση της κυβέρνησης να θέσει την Εθνική Πολιτοφυλακή του Ε.Α.Μ.-Ε.Λ.Α.Σ. υπό τις διαταγές της έως και την 1ηΔεκεμβρίου, καθώς και την απόφαση της συγκρότησης του Σώματος της «Προσωρινής Εθνοφυλακής», 120 ιδέα που αποδίδεται σε εισήγηση του Στρατιωτικού Διοικητή Αθηνών, ταξίαρχου Παυσανία Κατσώτα, προς τον Παπανδρέου.121
115
Woodhouse, Το μήλο της έριδος, ό.π., σ. 323. Ριζοσπάστης, 11η Νοεμβρίου 1944, «Ο δοξασμένος Αρχηγός του ΕΛΑΣ στρατηγός Σαράφης διορίστηκε υπαρχηγός του Γενικού Επιτελείου», σ.1 και Σαράφης, Ο ΕΛΑΣ, ό.π., σ. 514. 117 Στο ίδιο, σ. 515. 118 Χαραλαμπίδης, ό.π., σ. 56 και Γασπαρινάτος, ό.π, σ. 120. 119 Παπανδρέου, ό.π., σσ. 176-177. 120 Φοίβος Ν. Γρηγοριάδης, Εμφύλιος Πόλεμος, τόμ.9, Αθήνα, 1975, σσ. 13-14. 121 Κολιόπουλος, Λεηλασία Φρονημάτων, τόμ.2, ό.π., σ. 90. 116
55
Τη στιγμή της ανακοίνωσης της συγκρότησης της Εθνοφυλακής, οι πολιτικές θέσεις του Κ.Κ.Ε. για τον αφοπλισμό των ανταρτικών ομάδων και τη συγκρότηση της Εθνοφυλακής, είχαν διαφοροποιηθεί σε σχέση με τη θετική τοποθέτηση του Σιάντου της 25ης Οκτωβρίου. Όπως δήλωσε ο Σιάντος την 9η Νοεμβρίου, το Κ.Κ.Ε. δεν θα αποδεχόταν τον αφοπλισμό του Ε.Λ.Α.Σ., εάν δεν παρέχονταν προηγουμένως εγγυήσεις. Το Κ.Κ.Ε. για να αποδεχθεί τον αφοπλισμό του Ε.Λ.Α.Σ. ζητούσε να προωθηθεί παράλληλα και ο αφοπλισμός της Ορεινής Ταξιαρχίας. Επιπλέον, το Κ.Κ.Ε. ζητούσε η Πολιτοφυλακή να παραμείνει εν ενεργεία μέχρι να ολοκληρωθεί ο σχηματισμός της Εθνοφυλακής. Τη 8η Νοεμβρίου κατέφθασε και παρέλασε στην Αθήνα η ΙΙΙ Ορεινή Ταξιαρχία «Ρίμινι».122 Η άφιξή της υπήρξε θετική εξέλιξη για τον πρωθυπουργό Παπανδρέου, καθώς για πρώτη φορά από την εγκατάσταση της κυβέρνησης στην Αθήνα, είχε στη διάθεσή του μια ισχυρή ελληνική στρατιωτική μονάδα, απόλυτα αξιόμαχη και πιστή μόνο στην κυβέρνηση, που θα βοηθούσε «να αντιμετωπιστεί και να αποθαρρυνθεί η κομμουνιστική επιρροή στη χώρα, τόσο ισχυρή εξαιτίας της ανεργίας και της έλλειψης προμηθειών», όπως
παρατηρούσε ο πρέσβης των
Ηνωμένων Πολιτειών στην ελληνική κυβέρνηση Mac Veagh. Η ΙΙΙ Ορεινή Ταξιαρχία κατά την έλευσή στην Αθήνα δεν έφερε τον βαρύ οπλισμό της, λόγω της έλλειψης μεταγωγικών σκαφών.123 Η άφιξη της ΙΙΙ Ορεινής Ταξιαρχίας στην Αθήνα έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από όλους εκτός από το Ε.Α.Μ, το οποίο θεώρησε πως η κίνηση αυτή ήταν προκλητική και εντασσόταν στα σχέδια των αστών πολιτικών να επαναφέρουν πραξικοπηματικά τον βασιλιά Γεώργιο Β΄ στην Ελλάδα. Έτσι η παρουσία της ΙΙΙ Ορεινής Ταξιαρχίας στην Αθήνα επέτεινε την δυσπιστία του Ε.Α.Μ για τις προθέσεις της κυβέρνησης Παπανδρέου σχετικά με το Στρατιωτικό Ζήτημα και οδήγησε στην απώλεια εμπιστοσύνης από μέρους του Ε.Α.Μ.-Ε.Λ.Α.Σ. προς την κυβέρνηση.124 Ο Οθωναίος, βαθύτατα ενοχλημένος από τις συνεχείς αγγλικές επεμβάσεις στο έργο του, την 13η Νοεμβρίου υπέβαλε εγγράφως στον Παπανδρέου τους όρους υπό τους οποίους ήταν διατεθειμένος να παραμείνει στη θέση του αρχιστράτηγου. Οι 122
Eudes, ό.π., σ. 276. Σφήκας, Με τον Μέτερνιχ ή με τον Πάλμερστον; ό.π., σ. 31 και Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π, σ.129. 124 Θανάσης Δ. Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα-Ο Ιμπεριαλισμός της «Μη-επέμβασης», Αθήνα, 1997, σ. 63 και Woodhouse, Το μήλο της έριδος, ό.π., σσ. 321-322. 123
56
σημαντικότεροι όροι ήταν: α) η απόλυτη δικαιοδοσία του αρχιστρατήγου επί των ελληνικών μονάδων και σχηματισμών του εμπόλεμου στρατού και ο περιορισμός του στρατηγού Scobie στην διοίκηση των βρετανικών στρατευμάτων και β) η συγκρότηση του Γενικού Στρατηγείο, η συγκρότηση και οι έδρες των μονάδων και σχηματισμών αυτών να είναι αποκλειστικό δικαίωμα του Έλληνα αρχιστρατήγου.125 Η κυβέρνηση τέθηκε ενώπιον του διλήμματος να αποδεχθεί τους όρους του Οθωναίου ή να τους απορρίψει και να δεχθεί την παραίτησή του. Καθώς οι όροι του Οθωναίου προκάλεσαν την αντίδραση των Βρετανών, οι οποίοι δεν ήταν διατεθειμένοι να τους κάνουν αποδεκτούς, και καθώς ενδεχόμενη παραίτησή του θα προκαλούσε την έντονη αντίδραση του Ε.Α.Μ., αποφασίστηκε από την κυβέρνηση, ύστερα από πρόταση του Γ. Παπανδρέου, να υιοθετηθεί μία τρίτη εναλλακτική πρόταση, η οποία δεν θα προκαλούσε ούτε τους Βρετανούς ούτε το Ε.Α.Μ. Με βάση την πρόταση Παπανδρέου, η κυβέρνηση αποδέχθηκε επί της αρχής τους όρους του Οθωναίου για τη στρατιωτική οργάνωση της χώρας αλλά θέτοντάς τους σε εφαρμογή μετά τη 10η Δεκεμβρίου, όταν θα είχε ολοκληρωθεί ο αφοπλισμός των ανταρτών και η κατάταξη στην υπό συγκρότηση «Προσωρινή Εθνοφυλακή». Η Κυβέρνηση αποφάσισε επιπλέον να θέσει τον Οθωναίο σε καθεστώς αδείας μέχρι τη 10η Δεκεμβρίου, ώστε να μη χρειαστεί να εκτελέσει τις κυβερνητικές αποφάσεις για τον αφοπλισμό των ανταρτών και τη συγκρότηση της Εθνοφυλακής, με τις οποίες δεν ήταν σύμφωνος. Μετά τη λήξη της άδειας, την 10η Δεκεμβρίου, θα αναλάμβανε τα πλήρη καθήκοντά του ως αρχιστράτηγος, για να εκτελέσει τους εγκεκριμένους από την κυβέρνηση όρους που είχε θέσει.126 Τη 16η Νοεμβρίου ο στρατηγός Scobie πυροδότησε την ενδοκυβερνητική ένταση όταν κήρυξε την περιοχή της πρωτεύουσας σε απαγορευμένη ζώνη για τον Ε.Λ.Α.Σ., προειδοποιώντας πως σε περίπτωση παραβίασης της διαταγής του, θα προχωρούσε έως και σε κήρυξη στρατιωτικού νόμου. Η διαταγή εκδόθηκε από τον Scobie στα πλαίσια της εφαρμογής της διαταγής Παπανδρέου της 5ης Νοεμβρίου, με την οποία θα τίθονταν η
Εθνική Πολιτοφυλακή του Ε.Α.Μ.-Ε.Λ.Α.Σ. υπό τις
διαταγές της Κυβέρνησης έως και την 1ηΔεκεμβρίου και προς εφαρμογή της δικής του διαταγής επίσης της 5ης Νοεμβρίου με την οποία κλήθηκαν όλες οι ανταρτικές
125 126
Χαραλαμπίδης, ό.π., σ. 57 και Γασπαρινάτος, ό.π, σ. 120. Σαράφης, Ο ΕΛΑΣ, ό.π., σσ. 515-518 και Γασπαρινάτος, ό.π, σ. 121.
57
μονάδες να παραδώσουν τον οπλισμό τους και να διαλυθούν μέχρι τη 10η Δεκεμβρίου127. Ο Γ. Παπανδρέου σε συνάντηση που είχε την 20ή Νοεμβρίου με τον Βρετανό πρέσβη Leeper, φάνηκε αισιόδοξος πως θα επιτυγχανόταν η εύρεση κοινά αποδεκτής λύσης με το Ε.Α.Μ. Η αισιοδοξία του Παπανδρέου στην παρούσα φάση οφειλόταν στην πρόθεσή του να προχωρήσει σε υποχωρήσεις και να παράσχει εγγυήσεις στην Αριστερά, ώστε να αποσπάσει τη συναίνεση της για τον αφοπλισμό του Ε.Λ.Α.Σ.Ο Παπανδρέου ήταν έτοιμος να παράσχει όχι τη διάλυση της ΙΙΙ Ορεινής Ταξιαρχίας την οποία ζητούσε το Ε.Α.Μ., αλλά την παραχώρηση επ’ αόριστον άδειας στο προσωπικό της. Θεωρούσε, επίσης, πως με την πρότασή του θα ικανοποιούσε το Ε.Α.Μ., καθώς με την παραχωρούμενη άδεια οι άνδρες της Ταξιαρχίας θα εγκατέλειπαν τις θέσεις τους επιστρέφοντας στις οικογένειές τους, γεγονός ισοδύναμο με τη διάλυση της Ταξιαρχίας, όπως δηλαδή επιθυμούσε το Ε.Α.Μ. Η πρόταση Παπανδρέου έγινε δεκτή από το Ε.Α.Μ αλλά προκάλεσε την ενόχληση της βρετανικής κυβέρνησης, η οποία θεώρησε πως η πρόταση Παπανδρέου σήμαινε την διάλυση της ΙΙΙ Ορεινής Ταξιαρχίας και θα διευκόλυνε το Ε.Α.Μ να προβεί ακόμα και σε πραξικόπημα. Ο Παπανδρέου όταν πληροφορήθηκε τις βρετανικές αντιρρήσεις υπαναχώρησε από τις θέσεις του και κάλεσε το Ε.Α.Μ να επανέλθει για νέες διαπραγματεύσεις128 Την 22α Νοεμβρίου, ο Παπανδρέου επιθυμώντας να παράσχει περαιτέρω εγγυήσεις στο Ε.Α.Μ., προχώρησε στη δημιουργία του Ανωτάτου Στρατιωτικού Συμβουλίου. Το Συμβούλιο συγκροτήθηκε από δύο στρατηγούς του Ε.Λ.Α.Σ., από δύο δημοκρατικούς βενιζελικούς στρατηγούς και από δύο βασιλόφρονες στρατηγούς, εκ των οποίων κανείς δεν προερχόταν από τις τάξεις του Ε.Δ.Ε.Σ. ή του «Στρατού της Μέσης
Ανατολής».
Πρόεδρος
του
Ανωτάτου
Στρατιωτικού
Συμβουλίου
τοποθετήθηκε ο στρατηγός Αλέξανδρος Οθωναίος. Το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο επιφορτίστηκε με την ευθύνη της αξιολόγησης των ανώτατων αξιωματικών του Στρατού, οι οποίοι θα τοποθετούνταν στον Εθνικό Στρατό, και με
127 128
Γασπαρινάτος, ό.π, σ. 122. Σφήκας, Με τον Μέτερνιχ ή με τον Πάλμερστον; ό.π., σ. 33 και Χαραλαμπίδης, ό.π., σ. 57
58
την αξιολόγηση των ανώτατων αξιωματικών της Χωροφυλακής, οι οποίοι θα τοποθετούνταν στην Εθνοφυλακή.129 Την επομένη της ανακοίνωσης της σύνθεσης του Ανωτάτου Στρατιωτικού Συμβουλίου, δημοσιεύτηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο ο Νόμος 36/1944, «Περί χρόνου αποστρατείας ανωτάτων αξιωματικών του Στρατού Ξηράς και Χωροφυλακής», ο οποίος έθεσε το νομικό πλαίσιο με βάση οποίο θα κρίνονταν και θα αξιολογούνταν από το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο οι ανώτατοι αξιωματικοί. Ο Νόμος 36/1944 επανέφερε σε ισχύ τον Α.Ν. 79/1936 «Περί χρόνου αποστρατείας Ανωτάτων Αξιωματικών», επεκτεινόμενος πέρα των ανωτάτων αξιωματικών του Στρατού και στους ανώτατους αξιωματικούς της Χωροφυλακής.130 Καθώς το εξαγγελθέν κυβερνητικό χρονοδιάγραμμα για τη συγκρότηση της Εθνοφυλακής είχε τεθεί σε εφαρμογή, πραγματοποιήθηκε την 26η Νοεμβρίου συνάντηση του στρατηγού Scobie με τον Σαράφη και τον Ζέρβα. Ο Scobie ζήτησε και από τους δύο, ως στρατιωτικοί διοικητές του Ε.Λ.Α.Σ. και του Ε.Δ.Ε.Σ., να αποστρατεύσουν τις ένοπλες ομάδες των οποίων ηγούνταν. Ο Ζέρβας αποδέχθηκε να αποστρατεύσει τις δυνάμεις του Ε.Δ.Ε.Σ., ενώ ο Σαράφης δήλωσε πως θα αποστράτευε τις δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ., μόνο εφόσον λάμβανε σχετική διαταγή από την Κυβέρνηση υπογεγραμμένη από όλα τα μέλη της, συμπεριλαμβανομένων και των υπουργών που προέρχονταν από την Π.Ε.Ε.Α. και το Ε.Α.Μ.131 Η άρνηση του Σαράφη την 26η Νοεμβρίου και η υπαναχώρηση τόσο του Ε.Α.Μ όσο και του Παπανδρέου από καίρια σημεία της Συμφωνία της 27ης Νοεμβρίου στην οποία είχαν καταλήξει οδήγησε σε έντονες διεργασίες και διαπραγματεύσεις στο εσωτερικό της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας. Το Υπουργικό Συμβούλιο χωρίστηκε σε δύο παρατάξεις. Η πρώτη παράταξη συγκροτήθηκε από τους υπουργούς οι οποίοι προέρχονταν από τον χώρο της Π.Ε.Ε.Α. και του Ε.Α.Μ, ενώ η δεύτερη παράταξη συγκροτήθηκε από τους μη εαμικούς υπουργούς και τον πρωθυπουργό Γ. Παπανδρέου.
129
Χαραλαμπίδης, ό.π., σ. 58 και Alexander, «Η κρίση αποστράτευσης του Νοεμβρίου 1944», ό.π., σσ. 270-271. 130 Φ.Ε.Κ. 22, Νόμος 36 της 23ηΝοεμβρίου 1944, «Περί χρόνου αποστρατείας ανωτάτων αξιωματικών του Στρατού ξηράς και της Χωροφυλακής». 131 Σαράφης, Ο ΕΛΑΣ, ό.π., σ. 527.
59
Μετά την άρνηση Σαράφη να δώσει εντολή για τον αφοπλισμό των δυνάμεων του Ε.Λ.Α.Σ., ο Scobie απηύθυνε την 29η Νοεμβρίου 1944 νέα προκήρυξη προς τους αντάρτες του Ε.Λ.Α.Σ., με την οποία τους καλούσε να παραδώσουν τον οπλισμό τους και να διασκορπιστούν πριν από τη 10η Δεκεμβρίου.132 Από πλευράς του ο Παπανδρέου, αναμένοντας την έκρηξη βίαιων επεισοδίων λόγω της πιθανής επερχόμενης ρήξης με την Αριστερά, συναίνεσε την 30ή Νοεμβρίου για τον εντός της ημέρας επανεξοπλισμό της Χωροφυλακής. Στο πλαίσιο των προληπτικών προπαρασκευών της μη εαμικής παράταξης, ο Αρχηγός της Αστυνομίας Πόλεων, Άγγελος Έβερτ, έδωσε υπηρεσιακή άδεια στους αστυνομικούς τους θετικά διακείμενους στον Ε.Α.Μ., ώστε να αποφευχθεί η διαβρωτική παρουσία τους από τις κυβερνητικές τάξεις κατά τη διάρκεια της επερχόμενης κρίσης.133 Την 1η Δεκεμβρίου, έπειτα από την άρνηση της Εθνικής Πολιτοφυλακής του Ε.Α.Μ.-Ε.Λ.Α.Σ. να παραδώσει τα καθήκοντά της στην Εθνοφυλακή, συνεδρίασε το Υπουργικό Συμβούλιο. Κατά τη διάρκεια του Υπουργικού Συμβουλίου ο Παπανδρέου ζήτησε από τα μέλη του να επαναβεβαιώσουν την παλαιότερη απόφασή τους για τη διάλυση της Εθνικής Πολιτοφυλακής και την παράδοση των καθηκόντων στην Εθνοφυλακή. Οι μη εαμικοί υπουργοί επαναβεβαίωσαν την παλιότερη απόφαση τους, οι εαμικοί υπουργοί, όμως, αρνήθηκαν να συναινέσουν και υπέβαλαν τις παραιτήσεις τους.134 Το Ε.Α.Μ., μετά την παραίτηση των εαμικών υπουργών από την κυβέρνηση, εξέδωσε ανακοίνωση, γνωστοποιώντας τους λόγους της παραίτησης των μελών του από την Κυβέρνηση. Στην ανακοίνωσή του το Ε.Α.Μ δήλωσε α) πως δεν διαφωνούσε με την αποστράτευση του Ε.Λ.Α.Σ., εφόσον όμως πραγματοποιούνταν ταυτόχρονα με τη διάλυση και των υπόλοιπων εθελοντικών στρατιωτικών δυνάμεων που τελούσαν υπό κυβερνητικό έλεγχο, όπως ο Ε.Δ.Ε.Σ. β) πως επιθυμούσε να εκκαθαριστούν τουλάχιστον τα ανώτερα στελέχη της Αστυνομίας Πόλεων και να τεθεί το σύνολο του δυναμικού της Χωροφυλακή εκτός υπηρεσίας έως τη 10η Δεκεμβρίου, οπότε και θα συνέρχονταν τα υπηρεσιακά συμβούλια και θα οριστικοποιούνταν η κατάσταση στα Σώματα Ασφαλείας.135
132
Eudes, ό.π., σ. 281. Κλόουζ, ό.π., σ.217. 134 Παπανδρέου, ό.π., σ.179. 135 Γρηγοριάδης Φ., τόμ. 9, ό.π., σσ. 69-70. 133
60
Η κυβέρνηση Παπανδρέου από την πλευρά της συνέχισε τις ενέργειες για τη διάλυση των αντιστασιακών οργανώσεων και τη συγκρότηση της Εθνοφυλακής, καλώντας όλους τους αξιωματικούς του Στρατού να προσέλθουν στο Υπουργείο Στρατιωτικών, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που υπηρετούσαν στις τάξεις του Ε.Λ.Α.Σ. Εξέδωσε μάλιστα διαταγή, με την οποία ανακοινώνονταν οι αντιστασιακές οργανώσεις οι οποίες διαλύονταν.136 Με κυβερνητική απόφαση κλήθηκαν όλοι οι πολίτες να παραδώσουν στις αρχές τα όπλα και τα πυρομαχικά που είχαν στην κατοχή τους.137 Το Ε.Α.Μ. αντέδρασε στις κυβερνητικές αποφάσεις, καλώντας τον λαό σε διαδήλωση στο κέντρο της Αθήνας την 3η Δεκεμβρίου και εξαγγέλλοντας γενική απεργία την 4η Δεκεμβρίου. Η κυβέρνηση Παπανδρέου αρχικά έδωσε την άδεια για την πραγματοποίηση της διαδήλωσης της 3ης Δεκεμβρίου 1944, ωστόσο λίγες ώρες μετά προχώρησε σε ανάκληση της άδειας και σε απαγόρευση της διαδήλωσης. Οι προετοιμασίες, όμως, του Ε.Α.Μ. για τη διαδήλωση είχαν προχωρήσει σε τέτοιο βαθμό, ώστε ακόμα και αν το επιθυμούσε, ήταν αδύνατο να ενημερώσει τους οπαδούς του για τη ματαίωση της διαδήλωσης, λόγω ανάκλησης της κυβερνητικής άδειας.138 Το Υπουργικό Συμβούλιο, μετά την ανάκληση, εξέδωσε ομόφωνη απόφαση, με την οποία διατάχθηκε η Αστυνομία Πόλεων να εμποδίσει την πραγματοποίηση της διαδήλωσης με κάθε μέσο, συμπεριλαμβανομένης και της χρήσης βίας.139 Η αλλαγή στάσης του Υπουργικού Συμβουλίου και του Παπανδρέου σχετικά με τη διαδήλωση του Ε.Α.Μ., οφειλόταν στις ενέργειες στις οποίες είχε προβεί το Ε.Α.Μ. πριν και μετά την αποχώρηση των μελών του από την κυβέρνηση και την έγκριση που έλαβε για την πραγματοποίηση του συλλαλητηρίου. Το Ε.Α.Μ. είχε ανακοινώσει α) την επανασυγκρότηση της Κεντρικής Επιτροπής του Ε.Λ.Α.Σ., στην οποία ο Σιάντος κατέλαβε τη θέση του υπευθύνου των ανταρτικών δυνάμεων και ο Στρατηγός Σαράφης τη θέση του αρχηγού του Επιτελείου του Ε.Λ.Α.Σ, β) την υπαγωγή του Γενικού Στρατηγείου του Ε.Λ.Α.Σ και του Αρχηγείου της Εθνικής Πολιτοφυλακής στην Κεντρική Επιτροπή του Ε.Λ.Α.Σ και γ) το Ά Σώμα Στρατού του Ε.Λ.Α.Σ Αθηνών είχε διατάξει την ενεργοποίηση του σχεδίου κατάληψης των 136
Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π, σ. 134. Παπανδρέου, ό.π., σσ. 188-189. 138 Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σ. 67. 139 Alexander, «Η κρίση αποστράτευσης του Νοεμβρίου 1944», ό.π., σ. 277 και Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σ. 67. 137
61
Αθηνών και την εκκένωση των γραφείων της Διοίκησης του από το οίκημα της οδού Σίνα και Βησσαρίωνος και την μεταφορά τους σε σχολείο της Νέας Φιλαδέλφειας. Οι ενέργειες αυτές θεωρήθηκαν από την Κυβέρνηση πως αποτελούσαν μέρος ενός κομμουνιστικού σχεδίου για την εξαπόλυση γενικευμένης επίθεσης κατά της Κυβέρνησης στοχεύοντας στην κατάληψη της εξουσίας, με πρόσχημα το συλλαλητήριο της Πλατείας Συντάγματος.140 Το συλλαλητήριο του Ε.Α.Μ. αποδείχθηκε μοιραίο καθώς εξελίχθηκε σε ένοπλη σύγκρουση αρχικά στο ύψος της οδού Ρηγίλλης, όταν κάποιοι διαδηλωτές επιτέθηκαν ή δέχθηκαν επίθεση από την φρουρά της εισόδου της πολυκατοικίας στην οποία διέμενε ο Παπανδρέου και αργότερα όταν το συλλαλητήριο έφτασε στην Πλατεία Συντάγματος και η δύναμη της Αστυνομίας Πόλεων που είχε παραταχθεί έμπροσθεν του κτηρίου της Βουλής άνοιξε πυρ κατά των διαδηλωτών. Οι κυβερνητικές πηγές της εποχής υποστήριζαν, πως η δύναμη της Αστυνομίας Πόλεων άνοιξε πυρ σε απάντηση επιθετικής ενέργειας από μέρους των διαδηλωτών και για να αποτρέψει την κατάληψη των δημοσίων κτηρίων και την κατάλυση της τάξης, άποψη που ο Ε.Α.Μ απέρριψε κατηγορηματικά ως αναληθή. Ανεξάρτητα πάντως από την αιτία και την σειρά των γεγονότων το αποτέλεσμα ήταν να υπάρξει αδιευκρίνιστος αριθμός νεκρών και τραυματιών από την πλευρά των διαδηλωτών και τέσσερις τραυματίες και ένας νεκρός από την πλευρά της Αστυνομίας.141 Την επομένη του συλλαλητηρίου, την 4η Δεκεμβρίου, πραγματοποιήθηκε μεγάλη συγκέντρωση για την κηδεία των νεκρών της πορείας της προηγούμενης μέρας. Το Ε.Α.Μ., μετά τα γεγονότα της 3ης Δεκεμβρίου και τα θύματα που υπήρξαν, επαναπροσδιόρισε τη στάση του προς την Κυβέρνηση και προσανατολίστηκε στην ένοπλη δράση. Ο προσανατολισμός του Ε.Α.Μ. στην ένοπλη δράση αποτυπώθηκε στην ομιλία του Δημήτρη Παρτσαλίδη, του Γενικού Γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής του Ε.Α.Μ., από το μπαλκόνι του αρχηγείου του Κ.Κ.Ε., στην οποία δήλωσε πως ο Γ. Παπανδρέου ήταν «εκτός νόμου».142Έως το βράδυ της 4ης Δεκεμβρίου, οι περίπολοι του Ε.Λ.Α.Σ. εισήλθαν στις περιφερειακές συνοικίες της 140
George Alexander, «The demobilization crisis of November 1944», Bien Peter, Loomis W. Julia, Mackakis A. Lily (επιμ), Greece in the 1940s, A Nation in Crisis, Λονδίνο, 1981, σ. 166, Κοραντής, ό.π., σ. 160 και Χαραλαμπίδης, ό.π.,σ. 63. 141 Γεώργιος Α. Λεονταρίτης, Ποίοι ήθελαν τα Δεκεμβριανά, Αθήνα, 1986, σ. 25 και Χαραλαμπίδης, ό.π., σσ. 66-70. 142 Άγγελος Σ. Βλάχος, Μία φορά και ένα καιρό, ένας διπλωμάτης…., τόμ.1, Αθήνα, 1984, σσ. 241-244 και Alexander, «Η κρίση αποστράτευσης του Νοεμβρίου 1944», ό.π., σ. 277.
62
Αθήνας και στο κέντρο του Πειραιά και από εκεί κατευθύνθηκαν προς το κέντρο των Αθηνών. Στο πέρασμά τους κατελάμβαναν όλα τα αστυνομικά τμήματα, τα οποία κρίθηκαν κρίσιμα για την επικράτηση σε μια περιοχή.
63
Κεφάλαιο Τρίτο: Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΕΘΝΟΦΥΛΑΚΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΑΝΑΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ ΜΕΧΡΙ ΚΑΙ ΤΟ ΞΕΣΠΑΣΜΑ ΤΩΝ ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΩΝ Η απόφαση για τη συγκρότηση του Σώματος της Εθνοφυλακής ελήφθη την 31η Οκτωβρίου 1944, σε σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε στο Στρατηγείο του 3ου Σώματος Στρατού. Στη σύσκεψη παρέστησαν από βρετανικής πλευράς, ο Στρατηγός Scobie και υψηλόβαθμοι Βρετανοί αξιωματικοί των υπηρεσιών που βρίσκονταν στην Ελλάδα και από ελληνικής πλευράς ο πρωθυπουργός και υπουργός Στρατιωτικών, Γεώργιος Παπανδρέου, ο υφυπουργός Στρατιωτικών, Λάμπρος Λαμπριανίδης και ο συνταγματάρχης Δημήτρης Λάιος. Όπως προκύπτει από τα πρακτικά της σύσκεψης, ο Γ. Παπανδρέου πρότεινε τη συγκρότηση του Σώματος της Εθνοφυλακής143 και τη διατήρησή της μέχρι να ολοκληρωθεί η αναδιοργάνωση των αστυνομικών δυνάμεων της Χωροφυλακής και της Αστυνομίας Πόλεων. Η Εθνοφυλακή προτάθηκε να επανδρωθεί με την κλήση των κληρωτών, οι οποίοι ανήκαν στην κλάση του 1915 και με εναρκτήρια ημέρα κατάταξης την 20ή Νοεμβρίου. Η ελληνική πλευρά ζήτησε από τους Βρετανούς, ενόψει της συγκρότησης της Εθνοφυλακής, να λάβουν όλα τα αναγκαία μέτρα, το οποία θα επέτρεπαν την αποτελεσματικότερη αξιοποίησή της με τον οπλισμό, που διέθετε. Ο Γ. Παπανδρέου, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της σύσκεψης που πραγματοποιήθηκε την 31η Οκτωβρίου 1944, στο Στρατηγείο του βρετανικού 3ου Σώματος Στρατού, ενημέρωσε τους Βρετανούς για την πρόθεσή του να προωθήσει τη διάλυση της Πολιτοφυλακής και την παράδοση των καθηκόντων της στην Εθνοφυλακή έως την 27η Νοεμβρίου, καθώς και για την απόφαση του να προωθήσει τη διάλυση όλων των ανταρτικών οργανώσεων με την αποστρατεία των ανδρών τους μέχρι την 3η Δεκεμβρίου. Πρόθεση της κυβέρνησης, όπως δήλωσε ο Γ. Παπανδρέου, ήταν να εξαιρεθούν της αποστρατείας μόνο οι υπηρετούντες στις ανταρτικές οργανώσεις, οι οποίες ανήκαν στις κλάσεις144 1915-1919 και όσοι επρόκειτο να 143
Το Σώμα στα πρακτικά της συνάντησης ονομάζεται «Εθνοφρουρά», όμως εννοούν την Εθνοφυλακή, που λίγες μέρες μετά εξαγγέλθηκε η συγκρότηση της. 144 Προφανώς με τον όρο «κλάσεις», εννοείται το έτος γεννήσεως και όχι κατάταξης των κληθέντων για στράτευση.
64
κληθούν τη 10η Δεκεμβρίου για να καταταγούν στον Εθνικό Στρατό. Επιθυμία της κυβέρνησης ήταν, κατά την αρχική αυτή φάση της συγκρότησης, οι μονάδες του Στρατού και της Εθνοφυλακής να εποπτεύονται από ένα Επιτελείο Προπαρασκευής, το οποίο θα επανδρωνόταν από Έλληνες και Βρετανούς αξιωματικούς.145 Κατά τη διάρκεια της σύσκεψης ο Scobie δεν προέβαλλε οιαδήποτε αντίδραση στις προτάσεις του Παπανδρέου σχετικά με τη συγκρότηση της Εθνοφυλακής, την ανασυγκρότηση του Εθνικού Στρατού ή τον αφοπλισμό των ανταρτικών οργανώσεων και τη διάλυση της Πολιτοφυλακής.146 Η απόφαση Παπανδρέου, για τη δημιουργία του Σώματος της Εθνοφυλακής, ελήφθη με γνώμονα την ταχεία αντικατάσταση των δυνάμεων του Ε.Α.Μ., του Ε.Λ.Α.Σ. και της Πολιτοφυλακής και την ταυτόχρονη επαρκή επιβολή της κυβερνητικής εξουσίας σε ολόκληρη τη χώρα. Αποφασίστηκε πως η στελέχωση της Εθνοφυλακής θα γινόταν με άνδρες οι οποίοι προέρχονταν από παλαιότερες κλάσεις, καθιστώντας έτσι εφικτή την ανάληψη υπηρεσίας, χωρίς να χρειάζεται να δημιουργηθούν Κέντρα Υποδοχής των καταταγέντων ή Κέντρα Εκπαίδευσης Νεοσυλλέκτων, των οποίων η δημιουργία θα ήταν χρονοβόρα και πολυδάπανη. Με τη δημιουργία της Εθνοφυλακής, η Κυβέρνηση προσδοκούσε να αποκτήσει σε μικρό χρονικό διάστημα και με μικρό οικονομικό κόστος μια πολυάριθμη και αξιόμαχη δύναμη Ασφαλείας, καθώς οι κληθέντες για κατάταξη άνδρες είχαν προγενέστερη πολεμική εμπειρία από το Αλβανικό Μέτωπο.147 Οι κυβερνητικές αποφάσεις γνωστοποιήθηκαν στην κοινή γνώμη την 5η Νοεμβρίου 1944 με δύο ανακοινώσεις του Γ. Παπανδρέου. Με την πρώτη κυβερνητική ανακοίνωση ορίστηκε πως έπρεπε να έχουν αποστρατευτεί οι ένοπλες ομάδες του Ε.Λ.Α.Σ. και του Ε.Δ.Ε.Σ. έως τη 10η Δεκεμβρίου 1944. Ορίστηκε πως οι μόνιμοι αξιωματικοί του Ε.Λ.Α.Σ. και του Ε.Δ.Ε.Σ. θα επανέρχονταν στον τακτικό στρατό που θα συγκροτούνταν σε θέσεις ανάλογες με τις υπηρεσίες που είχαν προσφέρει στην πατρίδα. Ορίστηκε, επίσης, ότι οι έφεδροι αξιωματικοί, εάν ήθελαν μπορούσαν να μονιμοποιηθούν, εφόσον εισέρχονταν σε Σχολή Εκπαίδευσης η οποία θα δημιουργούνταν γι’ αυτούς. Σύμφωνα με την ανακοίνωση, τα τεχνικά ζητήματα 145
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, σσ. 186-187. Πρόκειται για τα πρακτικά του αποφάσεων που λήφθηκαν κατά την σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε στο Στρατηγείο του βρετανικού 3ου Σώματος Στρατού την 31η Οκτωβρίου 1944. 146 Στο ίδιο, σσ. 187-189. 147 Γιώργος Μαργαρίτης, Ιστορία του Ελληνικού Εμφυλίου 1946-1949, τόμ.1, Αθήνα, σ. 219.
65
και οι σχετικές λεπτομέρειες για την αποστράτευση θα καθορίζονταν από την Κυβέρνηση, έπειτα από συνεννόηση με τους στρατιωτικούς διοικητές του Ε.Λ.Α.Σ. και του Ε.Δ.Ε.Σ., τους στρατηγούς Σαράφη και Ζέρβα.148 Η κυβερνητική ανακοίνωση της 5ης Νοεμβρίου διαφοροποιούνταν σε αρκετά σημεία με τα όσα παρουσίασε ο Γ. Παπανδρέου στους Βρετανούς και τον Στρατηγό Scobie κατά τη σύσκεψη της 31ης Οκτωβρίου. Οι διαφοροποιήσεις εντοπίζονται στα χρονοδιαγράμματα και στις διαδικασίες κατάταξης του νέου Εθνικού Στρατού. Ως προς τα χρονοδιαγράμματα η διάλυση των ανταρτικών ομάδων από την 3η Δεκεμβρίου που είχε γνωστοποιηθεί στους Βρετανούς στην σύσκεψη της 31ης Οκτωβρίου μετατέθηκε με την κυβερνητική ανακοίνωση της 5ης Νοεμβρίου για την 10η Δεκεμβρίου.149 Ως προς τις διαδικασίες κατάταξης του νέου Εθνικού Στρατού η κυβερνητική ανακοίνωση της 5ης Νοεμβρίου ανέφερε τις διαδικασίες επανένταξης στον Στρατό των μονίμων αξιωματικών των ανταρτικών οργανώσεων αλλά και τις διαδικασίες τις οποίες μπορούσαν να ακολουθήσουν οι έφεδροι αξιωματικοί, εάν ήθελαν να μονιμοποιηθούν ενώ στη σύσκεψη της 31ης Οκτωβρίου δεν υπήρξε καμιά αναφορά στους μόνιμους και στους έφεδρους αξιωματικούς, παρά μόνο στους άνδρες των ανταρτικών οργανώσεων που ανήκαν στις κλάσεις 1936-1940, οι οποίοι δεν θα αποστρατεύονταν αλλά θα εντάσσονταν απευθείας στις ανασυγκροτηθείσες μονάδες του Στρατού. Οι ευνοϊκές διατάξεις της πρώτης κυβερνητικής ανακοίνωσης της 5ης Νοεμβρίου για τους μόνιμους και έφεδρους αξιωματικούς οι οποίοι υπηρετούσαν στις ανταρτικές οργανώσεις, τροποποιήθηκαν αυθημερόν με τη δεύτερη κυβερνητική ανακοίνωση.150 Η δεύτερη κυβερνητική ανακοίνωση της 5ης Νοεμβρίου ανέφερε πως η Εθνική Πολιτοφυλακή ετίθετο έως την 1η Δεκεμβρίου υπό τις διαταγές της Κυβέρνησης, οπότε και θα καταργούνταν στο σύνολο της Επικράτειας παραδίδοντας τα καθήκοντά της. Με τη δεύτερη κυβερνητική ανακοίνωση γνωστοποιήθηκε επίσης η συγκρότηση του Σώματος της «Προσωρινής Εθνοφυλακής», η οποία θα επανδρωνόταν από τους κληρωτούς της κλάσης του 1936, οι οποίοι και όφειλαν να παρουσιαστούν την 24η 148
Γασπαρινάτος, ό.π, σ. 168. Ο ίδιος ο Παπανδρέου σε βιβλίο που εξέδωσε το 1945, παρουσιάζει τη Συμφωνία στην οποία είχε καταλήξει, όπως δήλωνε, με το Ε.Α.Μ. αλλά και τις υπαναχωρήσεις τις οποίες έκανε, όπως μέχρι τέλους υποστήριζε η Αριστερά. Βλ. Παπανδρέου, ό.π., σσ. 174-176. 150 Παπανδρέου, ό.π., σσ. 180-182. 149
66
Νοεμβρίου στις κατά τόπους αρμόδιες αρχές στις πρωτεύουσες των επαρχιών, ώστε η Εθνοφυλακή να αναλάβει τα καθήκοντά της την 1η Δεκεμβρίου. Η ανακοίνωση ανέφερε πως η Εθνοφυλακή θα διοικούνταν από αξιωματικούς του προπολεμικού Στρατού Ξηράς, μόνιμους και εφέδρους, και πως Αρχηγός της151 θα οριζόταν ανώτατος αξιωματικός του Στρατού Ξηράς, υπό τις διαταγές του υπουργού Στρατιωτικών. Η κυβερνητική ανακοίνωση ανέφερε, τέλος, την απόφαση της Κυβέρνησης η Εθνοφυλακή να αναλάβει τα καθήκοντα διατήρησης της ασφάλειας και της τάξης στην Επαρχία μέχρι την ολοκλήρωση της εκκαθάρισης της Χωροφυλακής.152 Όπως στην πρώτη κυβερνητική ανακοίνωση της 5ης Νοεμβρίου έτσι και στη δεύτερη παρουσιάστηκαν διαφοροποιήσεις στα χρονοδιαγράμματα σε σχέση με τα ανακοινωθέντα της σύσκεψης της 31ης Οκτωβρίου. Οι σημαντικότερες διαφορές ήταν πως κλήθηκε προς κατάταξη μόνο η κλάση του 1936 και όχι τέσσερις κλάσεις, όπως ήταν οι αρχικές κυβερνητικές προθέσεις153 και πως δεν υπήρξε καμία αναφορά στη συγκρότηση Μεικτού Ελληνοβρετανικού Επιτελείου που θα αναλάμβανε τη διοίκηση της Εθνοφυλακής, καθώς αντικαταστάθηκε από τη θεσμοθέτηση της θέσης του Αρχηγού της Εθνοφυλακής. Οι Βρετανοί επόπτευσαν και συνέδραμαν τη διαδικασία της συγκρότηση της Εθνοφυλακής με τον Βρετανό αξιωματικό αντισυνταγματάρχη Godfrey Hobbes, ο οποίος ανέλαβε τα καθήκοντα του συνδέσμου των Βρετανών με τις ελληνικές αρχές.154 Η απόφαση για τη διάλυση της Πολιτοφυλακής και την αντικατάστασή της από την Εθνοφυλακή ελήφθη ομόφωνα από τα μέλη της Κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου, συμπεριλαμβανομένων και των εαμικών υπουργών. Η άρνηση του Ε.Α.Μ. να διαλύσει και να αφοπλίσει την Πολιτοφυλακή προέκυψε αργότερα, όταν δεν επετεύχθη η ενδοκυβερνητική συμφωνία για τους όρους του αφοπλισμού των ανταρτικών δυνάμεων του Ε.Λ.Α.Σ. και τη συγκρότηση του Εθνικού Στρατού.155
151
Αρχηγός της Εθνοφυλακής τοποθετήθηκε ο Συνταγματάρχης του Πεζικού, Σπυρίδων Γεωργούλης. Γασπαρινάτος, ό.π., σ. 169. 153 Δημήτρης Βλαντάς, Εμφύλιος Πόλεμος 1945-1949, τόμ. 3 , Αθήνα, 1979, σ. 103. 154 Μαρκεζίνης, ό.π., σ. 27. 155 Γασπαρινάτος, ό.π., σσ. 169-170. 152
67
Το Ε.Α.Μ. συναινούσε στην προοπτική της συγκρότησης της Εθνοφυλακής, επιθυμώντας όμως στο πλαίσιο της ενδοκυβερνητικής συνδιαλλαγής να διατηρήσει την κυριαρχία του στον τομέα τον Ενόπλων Δυνάμεων. Η αρχική αποδοχή της προοπτικής συγκρότησης της Εθνοφυλακής ως Σώματος που θα αντικαθιστούσε στα αστυνομικά καθήκοντα τη Χωροφυλακή και την Πολιτοφυλακή, αποτυπώθηκε και στην αρθρογραφία του Ριζοσπάστη εκείνης της περιόδου, όπου προβαλλόταν ιδιαίτερα και το γεγονός πως η απόφαση αυτή ήταν προϊόν ομόφωνης απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου.156 Το Κ.Κ.Ε. επεδίωκε το νέο Σώμα της Εθνοφυλακής να «ανταποκρίνεται στη θέληση του λαού», εννοώντας πως ήθελε τη χωρίς περιορισμούς διείσδυση και δράση των κομμουνιστών στις μονάδες της. Στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής επιδίωξης, ο Σιάντος εξέδωσε την 22α Νοεμβρίου διαταγή, η οποία τηλεγραφήθηκε στα γραφεία του Κ.Κ.Ε.157 σε όλη τη χώρα και με την οποία καλούνταν τα μέλη του Κ.Κ.Ε., του Ε.Λ.Α.Σ. και της Εθνικής Πολιτοφυλακής που ανήκαν στην κλάση του 1936, να σπεύσουν να καταταγούν από τους πρώτους στην προσωρινή Εθνοφυλακή, αφού όμως εμφανίζονταν προηγουμένως στα πλησιέστερα κομματικά γραφεία του Κ.Κ.Ε. και λάμβαναν εντολές για τη στάση που θα τηρούσαν υπηρετώντας στην Εθνοφυλακή.158 Οι κομμουνιστές και οι ελασίτες, σύμφωνα με τη διαταγή του Σιάντου, θα έπρεπε να οργανωθούν σταθερά στην Εθνοφυλακή και να είναι απόλυτα ελεύθεροι να συζητούν πολιτικά χωρίς να ενδιαφέρονται για την υποδειγματική εκτέλεση των στρατιωτικών καθηκόντων τους.159 Η διαδικασία της συγκρότηση της Εθνοφυλακής υπήρξε βιαστική και απρογραμμάτιστη, με αποτέλεσμα, όταν ξεκίνησε η φάση της εφαρμογής, να φανερωθεί η προχειρότητα και η πλημμελής προετοιμασία που είχε γίνει. Δεν υπήρχαν όπλα και στολές για τους κληθέντες προς κατάταξη οπλίτες και αξιωματικούς και οι χώροι υποδοχής και στρατοπέδευσης των υπό συγκρότηση μονάδων ήταν ανύπαρκτοι ή ακατάλληλοι. Εκ των υστέρων, καταβλήθηκε προσπάθεια από μέρους της κυβέρνησης και των Βρετανών να αντιμετωπιστούν οι ελλείψεις σε οπλισμό, υλικό και χώρους υποδοχής με ημίμετρα. 156
Ριζοσπάστης, 7η Νοεμβρίου 1944, «Ο νέος Εθνικός Στρατός», σ. 3. Alexander, «Η κρίση αποστράτευσης του Νοεμβρίου 1944», ό.π., σ. 271. 158 Andre Gerolymatos, Κόκκινη Ακρόπολη, Μαύρος Τρόμος, από την Αντίσταση στον Εμφύλιο 19431949, Αθήνα, 2004, σ. 191. 159 Alexander, «Η κρίση αποστράτευσης του Νοεμβρίου 1944», ό.π., σ. 271. 157
68
Χαρακτηριστικά, μέρος των αξιωματικών της Εθνοφυλακής εφοδιάστηκε με τετρακόσιες στολές, οι οποίες παραχωρήθηκαν από τους Βρετανούς160 έπειτα από αίτημα της ελληνικής πλευράς. Οι αξιωματικοί που έλαβαν τις βρετανικές στολές κλήθηκαν να μεταβούν στις βρετανικές αποθήκες σε ομάδες των 50 ανά μία ώρα, ξεκινώντας από τις 8:30 το πρωί, για να βρουν κατάλληλη στολή για τον σωματότυπό τους. Καθώς οι Βρετανοί είχαν ορίσει πως οι διατιθέμενες στολές προορίζονταν αποκλειστικά για τους αξιωματικούς που θα επάνδρωναν την Εθνοφυλακή, ζητήθηκε από το Γ.Ε.Σ., να προχωρήσει στην επιλογή και την ενημέρωση αποκλειστικά 400 αξιωματικών.
Εικόνα 1. Παράταξη καταταγέντων Εθνοφυλάκων σε στιγμή άσκησης στην περίοδο της εκπαίδευσής τους, στους Στύλους του Ολυμπίου Διός, υπό τις διαταγές λοχία εκπαιδευτή, φέρουν τυφέκιο Νο 3 (Ρ 14-ERA) 0,303 in.
Η κατάσταση της επιμελητείας των απλών οπλιτών ήταν ακόμα χειρότερη, με αποτέλεσμα κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών πολλοί από τους Εθνοφύλακες να φορούν πολιτικά ρούχα ή στολές του Ναυτικού161 και προκειμένου να διακρίνονται από τις φίλιες δυνάμεις και να μη συγχέονται με τους άνδρες του Ε.Λ.Α.Σ., να φέρουν μπλε περιβραχιόνιο.162 Ακόμα και όταν χορηγήθηκαν στολές του Ναυτικού, όπως συνέβη στην περίπτωση του τάγματος Εθνοφυλακής, το οποίο υπαγόταν στη Στρατιωτική Διοίκηση Πειραιά, το υλικό ήταν τόσο περιορισμένο, ώστε πολύ γρήγορα να εξαντληθεί. Ελλείψεις υπήρχαν ακόμα και στα κλινοσκεπάσματα των καταταγέντων, γι’ αυτό και οι κληθέντες προς κατάταξη καλούνταν με ανακοινώσεις
160
Υ.Σ.Α. (Υπηρεσία Στρατιωτικών Αρχείων), Γ.Ε.Σ. προς Υπουργείο Στρατιωτικών, αριθμός 119, 12ΧΙ-1944. 161 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π., σ. 390. 162 Heinz Richter, Η επέμβαση των Άγγλων στην Ελλάδα, από την Βάρκιζα στον Εμφύλιο Πόλεμο, Φεβρουάριος 1945- Αύγουστος 1946, Αθήνα, 1997, σσ. 25-26.
69
στον
ημερήσιο
Τύπο
να
παρουσιαστούν
φέροντας
τα
ατομικά
τους
κλινοσκεπάσματα.163 Σημαντικές ήταν οι ελλείψεις και στον ατομικό οπλισμό των Εθνοφυλάκων. Ο Γ. Παπανδρέου από την πρώτη στιγμή της εξαγγελίας της δημιουργία της Εθνοφυλακής, ζήτησε από τους Βρετανούς τη χορήγηση τουλάχιστον πέντε χιλιάδων αυτόματων μέχρι τη 10η Νοεμβρίου, ημέρα κατά την οποία θα ξεκινούσε η κατάταξη των ανδρών στην Εθνοφυλακή και θα δημιουργούνταν τα πρώτα τμήματά της, ή έστω τη χορήγηση τριών χιλιάδων όπλων με τα πυρομαχικά, ώστε να ξεκινήσει τουλάχιστον η οργάνωση της Εθνοφυλακής στην Αττική. Επιπλέον, ο Γ. Παπανδρέου ζήτησε να επιτρέψουν οι Βρετανοί στις ελληνικές αρχές να λάβουν μέρος του οπλισμού που κατείχαν μετά τον αφοπλισμό των Ταγμάτων Ασφαλείας καθώς και όπλα από τις γερμανικές αποθήκες όπλων, οι οποίες είχαν βρεθεί άθικτες και φυλάσσονταν από τους Βρετανούς.164Παρά τις σοβαρότατες ελλείψεις σε ιματισμό, κλινοσκεπάσματα και οπλισμό, οι αρμόδιες στρατιωτικές αρχές, προφανώς σε μια προσπάθεια να δείξουν πως έλεγχαν απολύτως την κατάσταση, ανακοίνωναν στον Τύπο πως στους επιστρατευθέντες εφέδρους Εθνοφύλακες χορηγούνταν καινούργιος ιματισμός και σύγχρονος οπλισμός.165 Το θεσμικό πλαίσιο της Εθνοφυλακής καθορίστηκε τον Νόμο 17/1944 «Περί ενισχύσεως Εθνοφυλακής διά προσκλήσεως εφέδρων κλάσεως 1936», ο οποίος εκδόθηκε την 10η Νοεμβρίου 1944.166Με τον Νόμο αυτό εξουσιοδοτήθηκε ο υπουργός Στρατιωτικών να καλέσει με απόφασή του τους έφεδρους αξιωματικούς και οπλίτες της κλάσης του 1936 να επανδρώσουν την Προσωρινή Εθνοφυλακή για τη διασφάλιση της δημόσιας τάξης. Η απόλυση και η πρόσκληση των εφέδρων αξιωματικών και οπλιτών προβλέφθηκε πως θα μπορούσαν να γίνουν τμηματικά ή στο σύνολο της Επικράτειας, για το σύνολο ή για τμήματα της κλάσης του 1936, με βάση τις ανάγκες που θα παρουσιάζονταν σε ειδικότητες, κατηγορίες και βαθμούς. Εξουσιοδοτήθηκε, επίσης, ο υπουργός Στρατιωτικών να καθορίσει τα σχετικά με τη στολή των κληθέντων εφέδρων και να επεκτείνει, μέσω έκδοσης Βασιλικών 163
Δημοκρατική Σημαία, 18η Νοεμβρίου 1944, «Προσκαλείται η κλάσης του 1936, που θα παρουσιασθούν οι έφεδροι, η ανασυγκρότησης του Εθνικού Στρατού μας», σ. 1. 164 Υ.Σ.Α., HQ 3 to Greek General Staff ,Adv. Echelon, A.A.P. 93, 31 st October 1944. 165 Δημοκρατική Σημαία, 18η Νοεμβρίου 1944, «Ο Δεύτερος κατάλογος των αξιωματικών που θα πλαισιώσουν την συσταθείσαν Εθνοφυλακήν», σ. 3. 166 Ι.Α.Ε.Υ., 1944, Κεντρική Υπηρεσία, Φάκελος 14.9, 1944, Αντίγραφο ΦΕΚ, Φ.14, Τεύχος 1 ο , 10η Νοεμβρίου 1944.
70
Διαταγμάτων, τις διατάξεις του Νόμου, καλώντας προς κατάταξη και εφεδρικές κλάσεις, πέραν της κλάσης του 1936. Ο Νόμος όρισε, επίσης, πως η υπηρεσία των κληθέντων οπλιτών και αξιωματικών στην Εθνοφυλακή είχε ισχύ στρατιωτικής υπηρεσίας και πως γι’ αυτούς τους καταταχθέντες ίσχυε η Στρατιωτική Νομοθεσία και οι Στρατιωτικοί Κανονισμοί με όλες τις υποχρεώσεις και δικαιώματα που απέρρεαν από αυτούς.167 Ο Νόμος 17 υπήρξε συνέχεια του Νόμου 1/1944 «περί προσκλήσεως εφέδρων αξιωματικών και οπλιτών των κλάσεων 1937, 1938, 1939 και 1940», της 27ης Οκτωβρίου 1944, με τον οποίο εξουσιοδοτήθηκε ο υπουργός Στρατιωτικών να καλεί προς κατάταξη τους έφεδρους οπλίτες των κλάσεων 1937, 1938, 1939 και 1940 στο σύνολο ή σε τμήματα της Επικράτειας με την έκδοση απλής Υπουργικής Απόφασης καθώς και να ρυθμίζει τη μονάδα παρουσίασης και το σημείο όπου θα παρουσιάζονταν να καταταγούν.168 Λόγω της βεβιασμένης συγκρότησης της Εθνοφυλακής, ο Νόμος 17/1944 δεν εισήλθε σε διευκρινίσεις σχετικά με τις αναγκαίες υγειονομικές εξετάσεις, τον ιματισμό, τον οπλισμό, τη διατροφή και τον στρατωνισμό. Τα ζητήματα αυτά παραπέμφθηκαν προς επίλυση στις στρατιωτικές, διοικητικές και κοινοτικές αρχές των τόπων διαμονής των εφέδρων, οι οποίες εξουσιοδοτήθηκαν από τον υπουργό Στρατιωτικών να διενεργήσουν την κατά τόπους πρόσκληση των εφέδρων. Ο ακριβής αριθμός των μονάδων της Εθνοφυλακής, που προτίθετο να συγκροτήσει η Κυβέρνηση δεν έχει εξακριβωθεί, καθώς οι πηγές διαφοροποιούνται. Κάποιες πηγές αναφέρουν πως στόχος ήταν να συγκροτηθούν αρχικά τρεις ταξιαρχίες Εθνοφυλακής, με συνολική δύναμη σαράντα ταγμάτων σε τρεις φάσεις. Κατά την πρώτη φάση προβλεπόταν έως την 24η Νοεμβρίου η συγκρότηση δεκατεσσάρων ταγμάτων169 με τις ανάλογες διοικητικές υπηρεσίες στις περιοχές Αττικής, Καλαμάτας και Πάτρας. Στη δεύτερη φάση προβλεπόταν έως την 10η Δεκεμβρίου η συγκρότηση επιπλέον είκοσι τριών ταγμάτων σε πόλεις της Κεντρικής και Βόρειας Ελλάδας, ενώ στην τρίτη φάση προβλεπόταν η συγκρότηση ακόμα τριών ταγμάτων 167
Φ.Ε.Κ. 14, Νόμος 17, 10η Νοεμβρίου 1944, «περί ενισχύσεως Εθνοφυλακής διά προσκλήσεως Εφέδρων της κλάσεως 1936». 168 Φ.Ε.Κ. 6, Νόμος 1, 27η Οκτωβρίου 1944, «περί προσκλήσεως εφέδρων αξιωματικών και οπλιτών των κλάσεων 1937, 1938, 1939 και 1940». 169 Θρασύβουλος. Ι. Τσακαλώτος, 40 Χρόνια Στρατιώτης της Ελλάδος, Πως κερδίσαμε τους Αγώνες μας, 1940-1949, τόμ.1, Αθήνα, 1960, σ . 715.
71
στην Κρήτη, όταν θα ολοκληρωνόταν η απελευθέρωσή της από τους Γερμανούς.170 Άλλες πηγές αναφέρουν πως η Κυβέρνηση προτίθετο να συγκροτήσει συνολικά τριάντα πέντε τάγματα.171 Η κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου αρχικά επιδίωξε η Εθνοφυλακή να συγκροτηθεί ως κυρίως αστυνομική δύναμη και να διασπαρεί στο σύνολο της Επικράτειας σε ολιγομελείς μονάδες, αντίστοιχες των Σταθμών Χωροφυλακής. Βασική προϋπόθεση για την κατανομή της ήταν να έχει ολοκληρωθεί ο αφοπλισμός των ανταρτικών ομάδων. Καθώς όμως οι αντιδράσεις του Ε.Α.Μ. στον αφοπλισμό του Ε.Λ.Α.Σ. συνεχίστηκαν και η προοπτική του αφοπλισμού των ανταρτικών ομάδων απομακρυνόταν, η κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου αναπροσάρμοσε την τακτική οργάνωση του Σώματος, υιοθετώντας περισσότερο στρατιωτική δομή, ώστε να μπορεί η Εθνοφυλακή να αντιμετωπίσει πιθανές επιθέσεις ενόπλων. Επιπλέον, αποφασίστηκε οι δυνάμεις να μη διασπαρούν, αλλά να συγκροτηθούν σε ευρύτερους και πολυπληθέστερους σχηματισμούς.172 Η έδρα του Αρχηγείου της Εθνοφυλακής βρισκόταν στην Αθήνα. Η Εθνοφυλακή υπήχθη υπό τις διαταγές της Γενικής Διοίκησης και υπηρεσιακά τελούσε υπό τις διαταγές των κατά τόπους βρετανικών σχηματισμών. Τα τάγματά της είχαν δύναμη τριάντα αξιωματικών και εξακοσίων οπλιτών. Κάθε τάγμα κατανεμόταν σε τέσσερις λόχους και κάθε λόχος σε πέντε διμοιρίες.173 Οι πρώτοι διοικητές των ανωτέρων μονάδων της Εθνοφυλακής ήταν δεκατέσσερις υψηλόβαθμοι αξιωματικοί, οι οποίοι ορίστηκαν από το Υπουργείο Στρατιωτικών με τη συναίνεση του Ε.Α.Μ. Η ίδια διαδικασία επρόκειτο να ακολουθηθεί και για τους χαμηλόβαθμους αξιωματικούς, οι οποίοι θα τοποθετούνταν στην Εθνοφυλακή.174 Από τη διαδικασία της πρόσκλησης προς κατάταξη στην Εθνοφυλακή εξαιρέθηκαν οι μόνιμοι κάτοικοι εξωτερικού, οι έφεδροι αξιωματικοί και οπλίτες της κλάσης του 1936 που κατοικούσαν στους νομούς Χανίων, Ηρακλείου, Ρεθύμνου, Λασιθίου καθώς και όσοι κατοικούσαν στους δήμους Αθηναίων, Αγίου Ιωάννη Ρέντη, Περιστερίου, Βύρωνα, Ζωγράφου, Καισαριανής, Καλλιθέας, Καλαμακίου, 170
Βασιλική Λάζου, «Η συγκρότηση και η δράση της Εθνοφυλακής. Νοέμβριος 1944-Σεπτέμβριος 1945:Η περίπτωση της Λαμίας», Κλειώ, τεύχος 3ο, Θεσσαλονίκη, 2006, σ. 63. 171 Σαράφης, Ο ΕΛΑΣ, ό.π., σ. 526. 172 Λάζου, «Η συγκρότηση και η δράση της Εθνοφυλακής. Νοέμβριος 1944-Σεπτέμβριος 1945: Η περίπτωση της Λαμίας», ό.π., σ. 64. 173 Σαράφης, Ο ΕΛΑΣ, ό.π., σ. 526. 174 Στο ίδιο, σ. 534.
72
Μοσχάτου, Νέας Κοκκινιάς, Νέας Σμύρνης, Νέου Φαλήρου, Πειραιώς, Παλαιού Φαλήρου, Υμηττού, στους οποίους δραστηριοποιούνταν η Αστυνομία Πόλεων.175 Τα τάγματα Εθνοφυλακής επρόκειτο να επανδρωθούν με βάση την εντοπιότητα και την περιοχή δραστηριοποίησης των προς κατάταξη εφέδρων αξιωματικών και οπλιτών τους. Με βάση τα ανωτέρω δύο κριτήρια ανακοινώθηκε από τις στρατιωτικές αρχές πως στο τάγμα Εθνοφυλακής Κορωπίου όφειλαν να παρουσιαστούν οι κάτοικοι της Βούλας, Κερατέας, Καλυβίων, Κουβαρά, Βάρης, Κορωπίου, Μαρκόπουλου, Λίοπεσι, Χαρβατίου, Ραφήνας, Σπάτων, Λαυρεωτικής, Ελληνικού, Γλυφάδας, Κηφισιάς, Πεντέλης, Νέας Φιλοθέης, Χαλανδρίου και Χολαργού, ενώ οι υπόλοιποι προς κατάταξη έφεδροι αξιωματικοί και οπλίτες της κλάσης του 1936, κάτοικοι της Αττικής και των επαρχιών Μεγαρίτιδος και Τροιζηνίας όφειλαν να παρουσιαστούν στο τάγμα Εθνοφυλακής Μεγάρων. Στο τάγμα Κορινθίας όφειλαν να παρουσιαστούν οι κάτοικοι των επαρχιών Κορινθίας, Άργους, Ναυπλίου, Σπετσών και Ερμιονίδος, εκτός των κατοίκων των Σπετσών, που θα παρουσιάζονταν στην κοινότητά τους. Στο τάγμα Πατρών όφειλαν να παρουσιαστούν οι κληθέντες των νομών Αχαΐας και Ηλείας. Στο τάγμα Τριπόλεως θα παρουσιάζονταν οι κληθέντες του νομού Αρκαδίας. Στο τάγμα Καλαμών θα παρουσιάζονταν οι κληθέντες των νομών Μεσσηνίας και Λακωνίας. Στο τάγμα Θηβών όφειλαν να παρουσιαστούν οι κληθέντες των επαρχιών Θηβών και Λεβαδείας. Στο τάγμα Χαλκίδος θα παρουσιάζονταν οι κληθέντες του νομού Ευβοίας, πλην αυτών που κατοικούσαν στα νησιά του νομού και οι οποίοι θα παρουσιάζονταν
στους
τόπους
διαμονής
τους.
Στο
τάγμα
Άμφισσας
θα
παρουσιάζονταν οι κληθέντες των επαρχιών Δωρίδας και Παρνασσίδος. Στο τάγμα Λαμίας θα παρουσιάζονταν οι κληθέντες των επαρχιών Φθιώτιδος, Λοκρίδος, Δομοκού και οι κάτοικοι των τέως δήμων Καρπενησίου και Ευρυτάνων της επαρχίας Ευρυτανίας. Στο τάγμα Λαρίσης θα παρουσιάζονταν οι κληθέντες του νόμου Λάρισας των επαρχιών Ελασσόνας, Λαρίσης, Τυρνάβου και του Βόλου. Στο τάγμα Τρικάλων όφειλαν να παρουσιαστούν οι κληθέντες του νομού Τρικάλων από τις επαρχίες Καλαμπάκας και Τρικάλων καθώς και όσοι κατοικούσαν στους τέως δήμους Αγράφων, Δολόπων και Κτημενίων από την επαρχία Ευρυτανίας. Στο τάγμα 175
Η εξαίρεση των περιοχών του Λεκανοπεδίου από το σχέδιο κατάταξης για τη συγκρότηση της Εθνοφυλακής θεωρήθηκε από μέρους του Ε.Α.Μ. ως προσπάθεια να επανδρωθεί η Εθνοφυλακή μόνο με βασιλόφρονες και μη Αριστερούς, αποκλείοντας περιοχές, όπου η δύναμη του Ε.Α.Μ. ήταν μεγάλη.
73
Μεσολογγίου όφειλαν να παρουσιαστούν οι κληθέντες του νομού Αιτωλοακαρνανίας και ειδικότερα των επαρχιών Μεσολογγίου, Ναυπακτίας, Τριχωνίδος καθώς και των τέως δήμων Απεραντίων, Παρακαμβυλίων, Αρακυνθίων της επαρχίας Ευρυτανίας και των τέως δήμων Αστακού και Οινιάδος, της επαρχίας Βόνιτσας και Ξηρομέρου. Στο τάγμα Άρτης όφειλαν να παρουσιαστούν οι κληθέντες των επαρχιών Άρτας και Βάλτου. Στο τάγμα Πρεβέζης θα παρουσιάζονταν οι κληθέντες των επαρχιών Λευκάδας, Πρεβέζης, Μαργαριτίου και των τέως δήμων Ανακτορίου, Εχίνου και Σουλίου της επαρχίας Βονίτσης και Ξηρομέρου. Στο τάγμα Ιωαννίνων θα παρουσιάζονταν οι κληθέντες των επαρχιών Δωδώνης, Κονίτσης, Μετσόβου, Πωγωνίου, Θυανίδος και Παραμυθιάς. Στο τάγμα Κερκύρας θα παρουσιάζονταν οι κληθέντες των επαρχιών Κερκύρας και Παξών. Στο τάγμα Κοζάνης θα παρουσιάζονταν οι κληθέντες των επαρχιών Γρεβενών, Καϊλαρίων και Κοζάνης. Στο τάγμα Πολυγύρου θα παρουσιάζονταν οι κληθέντες των επαρχιών Χαλκιδικής και Αρναίας. Στο τάγμα Δράμας οι κληθέντες του νομού Δράμας.176,177 Οι ανωτέρω αρχικοί κυβερνητικοί σχεδιασμοί δεν τέθηκαν σε εφαρμογή, καθώς το Υπουργείο Στρατιωτικών με νεότερη διαταγή του, την 17η Νοεμβρίου, ανακοίνωσε πως θα προχωρούσε στην κατάταξη μόνο των κληθέντων που ήταν να παρουσιαστούν στα τάγματα Εθνοφυλακής των πρωτευουσών των νομών της Πελοποννήσου και των ταγμάτων Μυτιλήνης, Μεγάρων, Κορωπίου, Θηβών, Άμφισσας και Χαλκίδος και πως αναβαλλόταν μέχρι νεοτέρας διαταγής η προσέλευση προς κατάταξη των εφέδρων, οι οποίοι επρόκειτο να επανδρώσουν τα υπόλοιπα τάγματα Εθνοφυλακής, των νομών της Μακεδονίας, της Θράκης και της Θεσσαλίας.178 Την 30ή Νοεμβρίου, με νεότερη διαταγή του, το Υπουργείο Στρατιωτικών, διέταξε την έναρξη της συγκρότησης και των ταγμάτων, των οποίων η δημιουργία είχε τεθεί σε αναστολή με τη διαταγή της 17ης Νοεμβρίου. Η διαταγή της 30ής Νοεμβρίου όμως δεν κατέστη δυνατόν να εκτελεστεί, καθώς ξέσπασαν τα Δεκεμβριανά και η διαδικασία της κατάταξης των εφέδρων και της συγκρότησης των ταγμάτων Εθνοφυλακής σταμάτησε, με εξαίρεση την Αττική. 176
Δημοκρατική Σημαία, 15η Νοεμβρίου 1944, «Προσκαλείται η κλάσης του 1936, που θα παρουσιασθούν οι έφεδροι, η ανασυγκρότησης του Εθνικού Στρατού μας», σ. 1. 177 Δημοκρατική Σημαία, 1η Δεκεμβρίου 1944, «Καταργείται η Πολιτοφυλακή, Η Εθνοφυλακή αναλαμβάνει να τηρήσιν την τάξιν», σ. 3. 178 Δημοκρατική Σημαία, 18η Νοεμβρίου 1944, «Στρατιωτικά», σ. 4.
74
Η συγκρότηση της Εθνοφυλακής επρόκειτο να πραγματοποιηθεί σε δύο φάσεις. Στην πρώτη φάση σε προσδιορισμένες από τις στρατιωτικές αρχές περιοχές, θα καλούνταν οι έφεδροι της κλάσης του 1936 εντός της περιόδου 24ηςΝοεμβρίου-1ης Δεκεμβρίου. Στη δεύτερη φάση θα καλούνταν οι έφεδροι των υπόλοιπων περιοχών εντός της περιόδου 1ης-17ης Δεκεμβρίου. Στις πόλεις όπου θα λειτουργούσαν Κέντρα Κατάταξης της πρώτης φάσης, οι υπεύθυνοι αξιωματικοί τοποθετήθηκαν την 24η Νοεμβρίου, ενώ στις πόλεις, που θα λειτουργούσαν Κέντρα Κατάταξης της δεύτερης φάσης οι υπεύθυνοι αξιωματικοί τοποθετήθηκαν την 28η Νοεμβρίου. Σύμφωνα με τους σχεδιασμούς, οι προς κατάταξη κληθέντες της κλάσης του 1936, οι οποίοι υπηρετούσαν στις αντιστασιακές οργανώσεις, δεν θα αποστρατεύονταν, αλλά θα κατατάσσονταν άμεσα στην Εθνοφυλακή. Δύο φάσεις είχαν προβλεφθεί και για τη διάλυση της Πολιτοφυλακής. Στις περιοχές της πρώτης φάσης, η Πολιτοφυλακή θα διαλυόταν την 1η Δεκεμβρίου, ενώ στις περιοχές της δεύτερης φάσης η διάλυση θα πραγματοποιούνταν τη 17η Δεκεμβρίου. Οι σχετικές με την κάθε περιοχή λεπτομέρειες επρόκειτο να μεταδοθούν μέσω ραδιοφωνικών μηνυμάτων.179 Την 26η Νοεμβρίου πραγματοποιήθηκε συνάντηση του Scobie με τον στρατιωτικό διοικητή του Ε.Λ.Α.Σ., στρατηγό Σαράφη, κατά την οποία ο Σαράφης πληροφορήθηκε πως, με βάση τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς, οι άνδρες του Ε.Λ.Α.Σ. και του Ε.Δ.Ε.Σ. θα απολύονταν μεταξύ 10-20 Δεκεμβρίου σε δύο φάσεις. Στη διάρκεια της Α΄ φάσης, οι άνδρες θα οδηγούνταν στα Κέντρα Αποστράτευσης όπου ο παριστάμενος εκπρόσωπος της κυβέρνησης θα προέβαινε σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες που έπρεπε να εκτελεστούν με βάση το κυβερνητικό σχέδιο για την ολοκλήρωση της διαδικασίας απόλυσης.180 Με βάση τον κυβερνητικό σχεδιασμό, η αποστράτευση θεωρούνταν ολοκληρωμένη, όταν οι παρουσιαζόμενοι στα Κέντρα Αποστράτευσης παρέδιδαν τον οπλισμό τους. Ο κυβερνητικός σχεδιασμός όριζε πως η παράδοση θα γινόταν αποκλειστικά στο πλαίσιο ολόκληρων μονάδων και όχι μεμονωμένα από κάθε ένοπλο. Κάθε ένοπλος παραδίδοντας το όπλο του θα λάμβανε 1.400 δραχμές, δηλαδή μισή λίρα, ενώ μετά την παρέλευση έξι μηνών θα λάμβανε ακόμα 1.400 δραχμές.181
179 180 181
Σαράφης, Ο ΕΛΑΣ, ό.π., σ. 526. Βουρνάς, ό.π., σσ. 437-438. Γασπαρινάτος, ό.π., σ. 180.
75
Μείζον ζήτημα για τη συγκρότηση της Εθνοφυλακής ήταν και αυτό των αξιωματικών, οι οποίοι θα την επάνδρωναν. Η κυβερνητική πλευρά κατηγόρησε την Αριστερά πως έθετε συνεχώς εμπόδια στη διαδικασία της επιλογής με την αρνητική στάση της, επιθυμώντας να προωθήσει τους εκλεκτούς της, καθώς η Εθνοφυλακή θα ήταν ο βασικός πυρήνας του Στρατού, που επρόκειτο να συγκροτηθεί στο μέλλον. Η Κυβέρνηση, χωρίς να δεσμεύεται από τη Συμφωνία του Λιβάνου, είχε επιτρέψει στο Κ.Κ.Ε. να συμμετάσχει αρχικά στην επιλογή των ανωτάτων αξιωματικών οι οποίοι θα διοικούσαν τα τάγματα της Εθνοφυλακής, με δικαίωμα veto. Αργότερα, το Κ.Κ.Ε. ζήτησε και πέτυχε να συμμετάσχει στην επιλογή και των κατώτερων αξιωματικών που θα επάνδρωναν τα τάγματα της Εθνοφυλακής. Το Κ.Κ.Ε. κάνοντας χρήση του δικαιώματος αυτού, προχώρησε στη διαγραφή και απόρριψη των 281 αξιωματικών από έναν πίνακα συνολικά 292 αξιωματικών, οι οποίοι είχαν πολεμήσει στον ελληνοϊταλικό πόλεμο και ήταν διαφόρων πολιτικών φρονημάτων αλλά ανήκαν και στις δύο προπολεμικές αστικές πολιτικές παρατάξεις.182 Η επιλογή των αξιωματικών της Εθνοφυλακής και του νέου Εθνικού Στρατού ήταν ζήτημα μείζονος σημασίας για την Κυβέρνηση. Το Υπουργικό Συμβούλιο, την 17η Νοεμβρίου, αποφάσισε πως οι αξιωματικοί οι οποίοι θα επάνδρωναν την Εθνοφυλακή και τον Εθνικό Στρατό, θα επιλέγονταν από το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο, το οποίο συγκροτήθηκε εκείνη τη μέρα. Πρόεδρος του Ανώτατου Στρατιωτικού Συμβουλίου τοποθετήθηκε ο Αλέξανδρος Οθωναίος. Τα υπόλοιπα μέλη του ήταν οι στρατηγοί Θεόδωρος Μανέτας, Πτολεμαίος Σαρήγιαννης, Εμμανουήλ Μάντακας και οι στρατηγοί Καθενιώτης και Βλάχος. Επίσης, αποφασίστηκε πως οι εισηγητές των εκθέσεων αξιολόγησης θα προέρχονταν από τον χώρο των αντιστασιακών οργανώσεων, τον Στρατό της Μέσης Ανατολής και από τους υπηρετήσαντες στον προπολεμικό στρατό με εμπειρία από το Αλβανικό Έπος183. Οι εισηγητές όφειλαν να αξιολογήσουν και να καταθέσουν τις εισηγήσεις τους για όλους τους αξιωματικούς που επιθυμούσαν να καταταγούν, συμπεριλαμβανομένων των εφέδρων και μονίμων αξιωματικών των αντιστασιακών οργανώσεων αλλά και εκείνων που υπηρέτησαν στα Τάγματα Ασφαλείας.184
182
Ι.Α.Υ.Ε., 1945, Α΄ Πολιτική, Αριθμός 21.7, Επίσημη κυβερνητική έκθεση για τα Δεκεμβριανά προς πάσα διπλωματική αντιπροσωπεία. 183 Ριζοσπάστη, 22α Νοεμβρίου 1944, «Καταρτίστηκε το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο», σ.2. 184 Δημοκρατική Σημαία, 18η Νοεμβρίου 1944, «Οι Εαμικοί υποχωρούν των αξιώσεών των», σ. 3.
76
Η ένταξη των αξιωματικών που είχαν υπηρετήσει στα Τάγματα Ασφαλείας στη διαδικασία αξιολόγησης από το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο ήταν μία σαφής υποχώρηση του Ε.Α.Μ., καθώς αρχικά είχε αποφασιστεί η εξαίρεσή τους από την αξιολόγηση και η πλήρης απομάκρυνσή τους από τον Στρατό. Η ενδοκυβερνητική συμφωνία για τη συγκρότηση των Συμβουλίων Κρίσεων του Ανωτάτου
Στρατιωτικού
Συμβουλίου
προέβλεπε
πως
από
τους
εφέδρους
αξιωματικούς του Ε.Λ.Α.Σ. και του Ε.Δ.Ε.Σ. θα μονιμοποιούνταν όσοι ήταν από τον βαθμό του λοχαγού και κάτω και ιδιαίτερα όσοι είχαν πολεμήσει στον ελληνοϊταλικό πόλεμο.185 Παρά τις κινήσεις καλής θελήσεως προς την Αριστερά με την αναγνώριση περισσότερων δικαιωμάτων από τα προβλεπόμενα στις Συμφωνίες του Λιβάνου και της Καζέρτας και τη δημιουργία αξιοκρατικών μηχανισμών επιλογής των αξιωματικών, φαίνεται πως η Κυβέρνηση έδρασε παρασκηνιακά για να ελέγξει τη διαδικασία συγκρότησης του Εθνικού Στρατού. Έτσι, ο υφυπουργός Στρατιωτικών, Λάμπρος Λαμπριανίδης, ο οποίος ήταν προσωπική επιλογή του πρωθυπουργού, προχώρησε στην τοποθέτηση διακοσίων πενήντα αξιωματικών στην Εθνοφυλακή, για την επάνδρωση του Αρχηγείου της Εθνοφυλακής και των Διοικήσεων της Εθνοφυλακής,186 χωρίς να έχει ενημερώσει και χωρίς να λάβει τη συναίνεση του Ε.Α.Μ., όπως συνέβαινε μέχρι τότε. Η αντίδραση του Ε.Α.Μ. στην ενέργεια του Λαμπριανίδη εντάθηκε, όταν διαπιστώθηκε πως ουδείς εκ των τοποθετηθέντων αξιωματικών δεν ήταν από τους υπηρετήσαντες στον Ε.Λ.Α.Σ.187 Η αποκάλυψη της μονομερούς ενέργειας του Λαμπριανίδη και οι έντονες πιέσεις εκ μέρους της Αριστεράς εξανάγκασαν τον Γ. Παπανδρέου να προχωρήσει στην απόλυση του αξιωματικού που είχε συντάξει τους καταλόγους υπηρεσίας των αξιωματικών, στην απομάκρυνση του Λαμπριανίδη από τη θέση του Υφυπουργού Στρατιωτικών και στον ορισμό του σε υπουργό Άνευ Χαρτοφυλακίου.188, Ο Γ. Παπανδρέου, επιθυμώντας να κοπάσουν οι αντιδράσεις του Ε.Α.Μ., προχώρησε επίσης στην ακύρωση της διαταγής του Λαμπριανίδη, ενώ τοποθέτησε στη θέση του 185
Βάσος. Π. Μαθιόπουλος, Ο Δεκέμβριος του 1944-Σουηδικά, Ελβετικά και Συμμαχικά Διπλωματικά Ντοκουμέντα, Αθήνα, 1994, σ. 45. 186 Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σ. 83. 187 Χαραλαμπίδης, ό.π., σ. 58 και Σαράφης, Ο ΕΛΑΣ, ό.π., σ. 530. 188 Σαράφης, Ο ΕΛΑΣ, ό.π., σ. 534, Alexander, «Η κρίση αποστράτευσης του Νοεμβρίου 1944», ό.π., σ. 273 και Φ.Ε.Κ. 24, Βασιλικό Διάταγμα της 24 ης Νοεμβρίου 1944, «περί διορισμού του κ. Λάμπρου Λαμπριανίδη ως Υπουργού άνευ Χαρτοφυλακίου».
77
υφυπουργού Στρατιωτικών τον στρατηγό Πτολεμαίο Σαρηγιάννη,189 ο οποίος κατά τη διάρκεια της Κατοχής είχε διατελέσει επιτελάρχης στην Κεντρική Επιτροπή του Ε.Λ.Α.Σ.190 Ο κατάλογος των διακοσίων πενήντα αξιωματικών της Εθνοφυλακής που προώθησε ο Λαμπριανίδης δεν περιείχε κανέναν αξιωματικό προερχόμενο από τον Ε.Λ.Α.Σ., ενώ περιελάμβανε αξιωματικούς που είχαν υπηρετήσει στα Τάγματα Ασφαλείας, τους οποίους μόνο θεωρητικά αποδεχόταν η Αριστερά ως υποψήφιους για αξιολόγηση προς ανάληψη της διοίκησης μονάδων της Εθνοφυλακής. Η ενέργεια αυτή προκάλεσε τα άμεσα αντανακλαστικά του Ε.Α.Μ., στο οποίο δημιουργήθηκε η φοβία πως καταβαλλόταν η προσπάθεια να μετατραπεί η Εθνοφυλακή σε Σώμα πραιτοριανών της Κυβέρνησης. Το γεγονός αυτό οδήγησε στην αντικατάσταση του Λαμπριανίδη από τον Σαρήγιαννη, προκειμένου να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη της Αριστεράς προς την Κυβέρνηση.191 Η μονομερής ενέργεια του Γ. Παπανδρέου να προχωρήσει στον διορισμό του Σαρηγιάννη δημιούργησε ενδοκυβερνητική ένταση με τους αστούς πολιτικούς που συμμετείχαν στο κυβερνητικό σχήμα. Οι τελευταίοι κατηγόρησαν τον Γ. Παπανδρέου πως δεν συμβουλεύθηκε τα υπόλοιπα συμπραττόμενα κόμματα για τον διορισμό του Σαρηγιάννη, παραβιάζοντας το πνεύμα της Συμφωνίας του Λιβάνου, στην οποία είχε προβλεφθεί πως η Π.Ε.Ε.Α., το Κ.Κ.Ε. και το Ε.Α.Μ. θα λάμβαναν το ένα τέταρτο του συνόλου των μελών του Υπουργικού Συμβουλίου και πως στα Υπουργεία Στρατιωτικών και Εσωτερικών θα τοποθετούνταν πάντα πρόσωπα κοινής εμπιστοσύνης όλων των πολιτικών κομμάτων και των αντιστασιακών οργανώσεων. Η μονομερώς όμως ενέργεια του Γ. Παπανδρέου με τον διορισμό του Σαρηγιάννη στη θέση του Υφυπουργού Στρατιωτικών είχε ως αποτέλεσμα να μην ενημερωθούν τα πολιτικά κόμματα, να μην επιτραπεί η διαπίστωση της ομόφωνης αποδοχής τους στο επιλεγέν από τον πρωθυπουργό πρόσωπο και επιπλέον να ανατραπεί η αναλογία που μέχρι τότε υφίστατο μεταξύ των κομμάτων στο Υπουργικό Συμβούλιο, προσφέροντας
189
Φ.Ε.Κ. 24, Βασιλικό Διάταγμα της 24 ης Νοεμβρίου 1944, «περί διορισμού του κ. Πτολεμαίου Σαρηγιάννη ως Υφυπουργού επί των Στρατιωτικών». 190 Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σ. 83 και Σαράφης, Ο ΕΛΑΣ, ό.π., σ. 530. 191 Χαραλαμπίδης, ό.π., σ. 58 και Δημοκρατική Σημαία, 25η Νοεμβρίου 1944, «Οι Εαμικοί υπουργοί ηξίωσαν την απομάκρυνσιν Λαμπριανίδη. Ωρκίσθη χθες ο κ. Σαρηγιάννης», σ. 4.
78
μία επιπλέον θέση στην Π.Ε.Ε.Α.-Κ.Κ.Ε. και το Ε.Α.Μ., κατά παράβαση της Συμφωνίας του Λιβάνου.192 Ο διορισμός του Π. Σαρηγιάννη και το πολιτικό ολίσθημα του Λ. Λαμπριανίδη επιτάχυναν τις ενδοκυβερνητικές διαπραγματεύσεις και οδήγησαν στην επίτευξη καταρχήν συμφωνίας μεταξύ του Γ. Παπανδρέου και των Υπουργών της κυβέρνησης που προέρχονταν από το Ε.Α.Μ. σχετικά με τη στελέχωση της Εθνοφυλακής με αξιωματικούς. Η συμφωνία προέβλεπε πως οι αξιωματικοί οι οποίοι θα τοποθετούνταν στην Εθνοφυλακή, από τον βαθμό του ανθυπασπιστή έως και τον διοικητή κάθε τάγματος, θα ήταν άτομα που δεν θα επιλέγονταν μονομερώς, αλλά θα τύγχαναν της εμπιστοσύνης και του Ε.Α.Μ. Στο πλαίσιο της συναφθείσας συμφωνίας, επιλέχθηκε και διορίστηκε κοινή συναινέσει και ο διοικητής του Τάγματος Εθνοφυλακής Αθηνών.193 Η επιτάχυνση των διαδικασιών ήταν τέτοια, ώστε την 27η Νοεμβρίου ανακοινώθηκε η τελική λίστα των αξιωματικών, οι οποίοι εντάσσονταν στην Εθνοφυλακή194 και επί της λίστας αυτής δεν διατυπωθήκαν οποιουδήποτε είδους αντιδράσεις για τα επιλεγέντα άτομα. Στη δύναμη των αξιωματικών που θα στελέχωναν την Εθνοφυλακή προστέθηκαν την 28η Νοεμβρίου ακόμα τριάντα αξιωματικοί από τις τάξεις του Ε.Λ.Α.Σ., οι οποίοι προτάθηκαν από το Ά Σ.Σ. προς τον Προσωπάρχη του Υπουργείου Στρατιωτικών το βράδυ της παραμονής της δημοσιοποίησης της συνολικής λίστας και οι οποίοι για τεχνικούς λόγους δεν πρόλαβαν να δημοσιοποιηθούν με τη λίστα της 27ης Νοεμβρίου, αν και έγιναν αποδεκτοί
από
το
Υπουργείο
Στρατιωτικών
για
να
υπηρετήσουν
στην
Εθνοφυλακή.195 Η αρχική κυβερνητική ανακοίνωση για την ακολουθούμενη διαδικασία διάλυσης των ένοπλων αντάρτικων οργανώσεων περιείχε θετικά στοιχεία για το Ε.Α.Μ.-Ε.Λ.Α.Σ. Στον νέο Εθνικό Στρατό που επρόκειτο να συγκροτηθεί προβλέφθηκε η συμμετοχή χιλίων πεντακοσίων μονίμων αξιωματικών και 192
Δημοκρατική Σημαία, 25η Νοεμβρίου 1944, «Ο κ. Παπανδρέου υπέκυψε σε εκβιασμούς του Κ.Κ.», σ. 5. 193 Δημοκρατική Σημαία, 25η Νοεμβρίου 1944, «Ο κ. Σαρηγιάννης συνειργάσθη μετά των Εαμικών υπουργών διά το ζήτημα της συνθέσεως της Εθνοφυλακής», σ. 4. 194 Δημοκρατική Σημαία, 29η Νοεμβρίου 1944, «Ο Δεύτερος κατάλογος των αξιωματικών που θα πλαισιώσουν την συσταθείσαν Εθνοφυλακήν», σ. 3. 195 Ριζοσπάστης, 28η Νοεμβρίου 1944, «Τοποθετήθηκαν αξιωματικοί της Εθνοφυλακής στην Αθήνα, Αττική, Πελοπόννησο, Θεσσαλονίκη», σ. 4.
79
πεντακοσίων «εφέδρων εκ μονίμων»196 αξιωματικών, οι οποίοι θα προέρχονταν από τις τάξεις του Ε.Α.Μ.-Ε.Λ.Α.Σ. καθώς και η πρόβλεψη πως η επάνδρωση του Εθνικού Στρατού και της Προσωρινής Εθνοφυλακής θα γινόταν με κληρωτούς197. Αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα να μπορεί να υπάρξει και πρόσθετη παρουσία πρώην στρατιωτών που είχαν υπηρετήσει στο Ε.Α.Μ., ενώ φαίνεται πως η πλειονότητα των στρατιωτών θα ήταν τελικά φιλικά προσκείμενοι προς αυτό. Στη διάρκεια σύσκεψης που πραγματοποιήθηκε την 24η Νοεμβρίου198 ο Σαράφης δεν έθεσε ενστάσεις για τη διάλυση της Πολιτοφυλακής, καθώς αυτή δεν τελούσε υπό τις διαταγές του, αλλά υπό την Γραμματεία Εσωτερικών της Π.Ε.Ε.Α. και κατά συνέπεια της ίδιας της Κυβέρνησης. Πρότεινε, επίσης, τη συνεννόηση της Κυβέρνησης με το Αρχηγείο της Πολιτοφυλακής για τη διάλυση της Πολιτοφυλακής. Σχετικά με τον αφοπλισμό του Ε.Λ.Α.Σ., ο Σαράφης δήλωσε πως ο Ε.Λ.Α.Σ. ήταν υπό τις διαταγές της Κυβέρνησης και για να πραγματοποιηθεί ο αφοπλισμός του χρειαζόταν κυβερνητική απόφαση, ληφθείσα ομόφωνα από το Υπουργικό Συμβούλιο και η οποία θα επικυρώνονταν με Διάταγμα. Ο Σαράφης δήλωσε κατά τη διάρκεια της σύσκεψης πως, εφόσον δεν υπήρχε ομόφωνη απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου και δεν εκδιδόταν σχετικό διάταγμα, δεν επρόκειτο να προχωρήσει σε καμία ενέργεια για τον αφοπλισμό του Ε.Λ.Α.Σ., καθώς το ανακοινωθέν του Γ. Παπανδρέου με την ιδιότητά του ως Υπουργού Στρατιωτικών και οι ανακοινώσεις του Scobie ως Γενικού Στρατιωτικού Διοικητή δεν ήταν δεσμευτικές. Κι αυτό γιατί με βάση την ελληνική νομοθεσία, ο υπουργός Στρατιωτικών και ο εκάστοτε Στρατιωτικός Διοικητής εξουσιοδοτούνταν να
196
Έφεδροι εκ μονίμων καλούνται τα μόνιμα στελέχη των Ενόπλων δυνάμεων (αξιωματικοί, ανθυπασπιστές και υπαξιωματικοί) οι οποίοι αποστρατεύονται και οι οποίοι τίθονται στην εφεδρεία ως δυνητικά κληθέντες για υπηρεσία και εφόσον δεν έχουν συμπληρώσει για το βαθμό τους το όριο ηλικίας που προβλέπει ο εκάστοτε ισχύοντας νόμος «περί ιεραρχίας και προαγωγών των Μονίμων εν ενεργεία Αξιωματικών». Κατά την μετακατοχική περίοδο και πριν την έναρξη των Δεκεμβριανών στην κατηγορία των εφέδρων εκ μονίμων εντάσσονταν ειδικότερα οι απότακτοι αξιωματικοί, ανθυπασπιστές και υπαξιωματικοί των κινημάτων του 1933 και 1935 και όσοι αποστρατεύτηκαν κατά την διάρκεια της μεταξικής δικτατορίας, ως μη εμπνέοντες την εμπιστοσύνη του καθεστώτος. Βλ. Λεωνίδας Σπαής, Πενήντα χρόνια στρατιώτης στην υπηρεσία του Έθνους και της Δημοκρατίας, τόμ. 1, Αθήνα, 1970, σ. 233. 197 Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σ. 78. 198 Υπάρχουν διάφορες ημερομηνίες που έχουν προβληθεί για το πότε πραγματοποιήθηκε η κρίσιμη σύσκεψη για το Στρατιωτικό Ζήτημα. Ο Ζέρβας δηλώνει πως αυτή έγινε στις 23 Νοεμβρίου, ο Αβέρωφ-Τοσίτσας στις 22 Νοεμβρίου, ο Σαράφης στις 26 Νοεμβρίου. Ενώ για την παρουσίαση των γεγονότων έχει επιλεγεί να χρησιμοποιηθεί κυρίως η μαρτυρία του Σαράφη για την ημερομηνία πραγματοποίησης της σύσκεψης, θεώρησα ως ορθότερη την ημερομηνία που προέκυψε από τη μελέτη του ημερήσιου Τύπου της εποχής, δηλαδή την 24η Νοεμβρίου.
80
εκδώσουν διαταγές για αμιγώς διοικητικά και επιχειρησιακά ζητήματα και σε καμία περίπτωση δεν νομιμοποιούνταν να προχωρήσουν στην αποστράτευση και τη συγκρότηση ενός καινούργιου Στρατού, χωρίς προηγούμενη απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου.199 Η επιμονή του Σαράφη για την ύπαρξη ομόφωνης απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου υπογεγραμμένης από το σύνολο των μελών του προκλήθηκε από την σκλήρυνση της γενικότερης θέσης του Κ.Κ.Ε στο Στρατιωτικό Ζήτημα και τον αφοπλισμό των ανταρτικών ομάδων, η οποία σηματοδοτήθηκε με το άρθρο που δημοσιεύτηκε στον Ριζοσπάστη την 23η Νοεμβρίου. Στο άρθρο δηλώνονταν πως ο Ε.Λ.Α.Σ. δεν θα διαλυόταν, ώσπου να εκδιωχθούν οι φασίστες από τον στρατό, την αστυνομία και τη χωροφυλακή, ώσπου να «εξουδετερωθεί οριστικά ο κίνδυνος δικτατορικών λύσεων». Το Κ.Κ.Ε. δικαιολόγησε την υπαναχώρηση, παρουσιάζοντάς την ως συνέπεια της αποκάλυψης της υπόθεσης των παράτυπων τοποθετήσεων αξιωματικών στην Εθνοφυλακή από τον υφυπουργό Στρατιωτικών, Λ. Λαμπριανίδη, κατά την 23η Νοεμβρίου.200 Ο Γ. Παπανδρέου, έπειτα από βρετανικές πιέσεις, ανταπάντησε στην υπαναχώρηση του Κ.Κ.Ε., δηλώνοντας την 24η Νοεμβρίου στην κομμουνιστική ηγεσία πως η πρότασή του για την παραχώρηση μακροχρόνιας «άδειας» στους άνδρες της ΙΙΙ Ορεινής Ταξιαρχίας δεν μπορούσε να πραγματοποιηθεί, με αποτέλεσμα να ξεκινήσουν νέες διαπραγματεύσεις από μηδενική αφετηρία.201 Η
στασιμότητα που προκλήθηκε από τις εκατέρωθεν υπαναχωρήσεις
ανάγκασε τον Γ. Παπανδρέου να ζητήσει από τους Υπουργούς που ανήκαν στην Π.Ε.Ε.Α. αλλά όχι στο Κ.Κ.Ε. να βοηθήσουν στην άρση του αδιεξόδου. Οι προερχόμενοι από την Π.Ε.Ε.Α. Υπουργοί ανταποκρίθηκαν στην πρωθυπουργική έκκληση και σε συνεργασία με τον Ζεύγο και τις βρετανικές στρατιωτικές αρχές ξεκίνησαν συζητήσεις για την επίτευξη σχεδίου συμφωνίας για το Στρατιωτικό Ζήτημα202. Το Κ.Κ.Ε. μέσω του Ζεύγου κατά την διάρκεια των διαπραγματεύσεων άλλαξε τους στόχους και επιδίωξε την δημιουργία μιας μεικτής μεραρχίας, η οποία θα 199
Γασπαρινάτος, ό.π., σ. 181. Alexander, «Η κρίση αποστράτευσης του Νοεμβρίου 1944», ό.π., σ. 273. 201 Σταυριανός, ό.π., σ. 153. 202 Χαραλαμπίδης, ό.π., σ.σ 60-61 και Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 131. 200
81
συγκροτούνταν από μία ταξιαρχία του Ε.Λ.Α.Σ., μία ταξιαρχία του Ε.Δ.Ε.Σ. και από την ΙΙΙ Ορεινή Ταξιαρχία, με την προϋπόθεση όμως ότι η ταξιαρχία του Ε.Λ.Α.Σ. θα ήταν ίση σε άνδρες και σε δύναμη με τις μονάδες του Ιερού Λόχου και της Ορεινής Ταξιαρχίας, οι οποίες διέθεταν βαρύ οπλισμό.203 Η ένταση που δημιουργήθηκε με το Κ.Κ.Ε. να επιτίθεται σφοδρά κατά της Κυβέρνησης εκμεταλλευόμενο την υπόθεση Λαμπριανίδη και αργότερα η επίθεση των αστών πολιτικών κατά του Παπανδρέου για τον διορισμό του Σαρηγιάννη ως Υφυπουργού Στρατιωτικών, εξανάγκασαν τον Γ. Παπανδρέου να προβεί στη βολιδοσκόπηση των αστών πολιτικών αναζητώντας την υποστήριξή τους. Αρχικά, βολιδοσκοπήθηκε την 26η Νοεμβρίου ο Θεμιστοκλής Σοφούλης, ο αρχηγός του Κόμματος των Φιλελευθέρων, σχετικά με την νέα πρόταση του Κ.Κ.Ε για την ανασυγκρότηση της ΙΙΙ Ορεινής Ταξιαρχίας αντί της διάλυσής της, την οποία ζητούσε πιο πριν. Η πρόταση του Κ.Κ.Ε όπως προαναφέρθηκε προέβλεπε πως η ανασυγκρότηση της ΙΙΙ Ορεινής Ταξιαρχίας θα πραγματοποιούνταν με την ένταξη χιλίων πεντακοσίων ανδρών του Ε.Λ.Α.Σ. και χιλίων πεντακοσίων ανδρών από του Ε.Δ.Ε.Σ. στη μαχητική της δύναμη. Η πρόταση αυτή απορρίφθηκε όμως τόσο από τον Σοφούλη όσο και από το Λαϊκό Κόμμα, καθώς θεωρήθηκε πως σε αυτή την περίπτωση θα επαναλαμβάνονταν οι ανταρσίες, οι οποίες είχαν ταλανίσει τον ελληνικό στρατό στη Μέση Ανατολή, γεγονός που θα μείωνε κατακόρυφα την μαχητική αξία της ΙΙΙ Ορεινής Ταξιαρχίας.204 Ο Παπανδρέου χωρίς να ενδιαφερθεί για τις ενστάσεις του Σοφούλη και του Λαϊκού Κόμματος αποδέχθηκε το βράδυ της 27ης Νοεμβρίου την πρόταση του Σβώλου και του Ζεύγου. Το σχέδιο της συμφωνίας την επόμενη μέρα, παρουσιάστηκε από τον Παπανδρέου στο Υπουργικό Συμβούλιο, όπου και εγκρίθηκε με μεγάλη δυσκολία όταν τελικά
απέσπασε και την αποδοχή των μέλη της
κυβέρνησης, που ανήκαν στον χώρο της Δεξιάς και του Κέντρου.205 Η τελική μορφή της συμφωνίας έχει διασωθεί σε δύο εκδοχές. Η πρώτη εκδοχή ανήκει στον πρωθυπουργό Γ. Παπανδρέου, και υιοθετήθηκε από τα μέλη της Κυβέρνησης, τα οποία προέρχονταν από τη Δεξιά και το Κέντρο. Η δεύτερη εκδοχή 203
Eudes, ό.π., σ. 280. Alexander, «Η κρίση αποστράτευσης του Νοεμβρίου 1944», ό.π., σ. 274 και Eudes, ό.π., σ. 274. 205 Alexander, «Η κρίση αποστράτευσης του Νοεμβρίου 1944», ό.π., σ. 274 και Χαραλαμπίδης, ό.π., σσ 60-61. 204
82
ανήκει στην Αριστερά. Στη συντριπτική πλειονότητά τους, τα άρθρα της συμφωνίας είναι ταυτόσημα, εκτός από το σημείο που διευθετούσε το ζήτημα της διάλυσης και αποστράτευσης των ανταρτικών οργανώσεων. Τα σημεία στα οποία οι δύο εκδοχές της συμφωνίας ταυτίζονται είναι τα εξής: α) Η Κρήτη εξαιρούνταν της διαδικασίας αποστράτευσης των αντιστασιακών οργανώσεων, για όσο καιρό παρέμενε ζώνη στρατιωτικών επιχειρήσεων. β) Όλοι οι αποστρατευθέντες όφειλαν να παραδώσουν τον οπλισμό τους και να λάβουν από την Πολιτείας όλες τις προβλεπόμενες ηθικές και υλικές αμοιβές.206 γ) Η στρατολόγηση σε εθελοντική ή σε υποχρεωτική βάση ήταν αποκλειστικό δικαίωμα της Κυβέρνησης. δ) Οι αξιωματικοί και οι οπλίτες, οι οποίοι ήταν κρατούμενοι στη Μέση Ανατολή εξαιτίας της συμμετοχής τους στα στασιαστικά κινήματα, τα οποία έλαβαν χώρα στις εκεί ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις, θα αμνηστεύονταν και δηλωνόταν η πρόθεση να πραγματοποιηθεί με κυβερνητική αρωγή η επιστροφή τους στην Ελλάδα. ε) Δηλώθηκε η επιθυμία να πραγματοποιηθεί η εκκαθάριση του Σώματος της Αστυνομίας, τουλάχιστον ως προς τα ανώτερα στελέχη, μέχρι την 10η Δεκεμβρίου 1944. Στ) Η φρούρηση των δημοσίων κτηρίων, φυλακών, αποθηκών και συνολικά όλα τα ζητήματα διατήρησης της δημοσίας τάξης θα ανατίθεντο αποκλειστικά στις προβλεπόμενες από τον νόμο ελληνικές δυνάμεις. Η συμφωνία, όμως, δεν επέλυσε τελικά το πρόβλημα της αποστρατείας και του αφοπλισμού των ανταρτικών οργανώσεων. Αντίθετα μάλιστα το επέτεινε, όπως μαρτυρεί και η ύπαρξη των δύο εκδοχών της. Τα σημεία διαφοροποίησης ήταν τα εξής: Με βάση την εκδοχή Γ. Παπανδρέου, συμφωνήθηκε πως μέχρι την 10η Δεκεμβρίου 1944 θα αποστρατεύονταν οι δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ., Ε.Λ.Α.Ν. και Ε.Δ.Ε.Σ. Οι στρατιωτικοί σχηματισμοί των ελληνικών δυνάμεων που βρίσκονταν στη Μέση Ανατολή θα αποστρατεύονταν πριν καν επιστρέψουν στην Ελλάδα. Διευκρινιζόταν, όμως, πως για να συνεχιστεί η ελληνική συμμετοχή στη συνολική
206
Στο σημείο αυτό, με βάση την εκδοχή της Αριστεράς, δεν οριζόταν πως ο αποστρατευθείς έπρεπε να παραδώσει και τον οπλισμό του.
83
πολεμική προσπάθεια των Συμμάχων και μέχρι να οργανωθεί ο νέος Εθνικός Στρατός, θα εξαιρούνταν της αποστράτευσης και θα διατηρούνταν στην υπηρεσία η ΙΙΙ Ορεινή Ταξιαρχία και ο Ιερός Λόχος, οι οποίοι θα πλαισιώνονταν ταξιαρχία που θα σχηματιζόταν από τις δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ. και ανάλογη μονάδα του Ε.Δ.Ε.Σ. Με βάση την εκδοχή της Αριστεράς, η συμφωνία προέβλεπε πως μέχρι την 10η Δεκεμβρίου θα αποστρατεύονταν οι δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ., Ε.Λ.Α.Ν., Ε.Δ.Ε.Σ., το σύνολο των στρατιωτικών σχηματισμών των ελληνικών δυνάμεων που βρίσκονταν στην Μέση Ανατολή, τα τμήματα της Χωροφυλακής που είχαν σχηματισθεί στη Μέση Ανατολή καθώς και η ΙΙΙ Ορεινή Ταξιαρχία και ο Ιερός Λόχος. Και στις δύο εκδοχές της Συμφωνίας της 27ης Νοεμβρίου παρουσιάζεται ταύτιση σχετικά με τις διαδικασίες που αφορούσαν τη διάλυση της Πολιτοφυλακής και την αξιοποίηση των στελεχών της. Ειδικότερα, η Συμφωνία προέβλεπε πως όσοι αξιωματικοί και άνδρες της Πολιτοφυλακής κρίνονταν έπειτα από την αξιολόγησή τους από Στρατιωτικά Συμβούλια άξιοι, θα επάνδρωναν την Εθνοφυλακή, στην οποία και η Πολιτοφυλακή θα παρέδιδε τα καθήκοντά της την 16η και 17η Δεκεμβρίου 1944.207 Η συμφωνία της 27ης Νοεμβρίου πέραν των συμπεφωνηθέντων –τα οποία έχουν προαναφερθεί− προέβλεπε όμως και κάποιες ρυθμίσεις, οι οποίες εκείνη την περίοδο παρέμειναν κρυφές. Ο Γ. Παπανδρέου είχε συμφωνήσει, όπως ο ίδιος ανέφερε στο βιβλίο του Η Απελευθέρωσις της Ελλάδος, την προσάρτηση στη δύναμη της ΙΙΙ Ορεινής Ταξιαρχίας, μιας μονάδας του Ε.Λ.Α.Σ. και μιας μονάδας του Ε.Δ.Ε.Σ.Η δύναμη όμως της μονάδας του Ε.Λ.Α.Σ. θα ήταν ίση με το άθροισμα της συνολικής δύναμης της ΙΙΙ Ορεινής Ταξιαρχίας και της μονάδας του Ε.Δ.Ε.Σ.208 Στόχος ήταν να προκύψει μια μονάδα ισχύος αντίστοιχης με μεραρχία, η οποία θα αποτελούνταν από δύο ταξιαρχίες ίσης μεταξύ τους ισχύος και όχι τριών. Η μία ταξιαρχία θα αποτελούνταν από την ΙΙΙ Ορεινή Ταξιαρχία, τον Ιερό Λόχο, τμήματα του Ε.Δ.Ε.Σ. και από μερικούς κληρωτούς. Η δεύτερη ταξιαρχία, η οποία θα ήταν ισοδύναμη της πρώτης θα αποτελούνταν αποκλειστικά από τμήματα του Ε.Λ.Α.Σ. Επιδίωξη του Γ. Παπανδρέου ήταν, μετά την ολοκλήρωση της συγκρότησης της
207
Χαραλαμπίδης, ό.π., σσ. 60-61 και Γρηγοριάδης Φ., τόμ.9, ό.π., σ. 55. Παπανδρέου, ό.π., σσ. 181-182 και Alexander, «Η κρίση αποστράτευσης του Νοεμβρίου 1944», ό.π., σ. 274 208
84
πρώτης μεραρχίας, να προχωρήσει η διαδικασία της συγκρότησης ακόμα δύο μεραρχιών, στις οποίες θα μπορούσαν να καταταχθούν επίσης αξιωματικοί και οπλίτες που είχαν υπηρετήσει στον Ε.Λ.Α.Σ.209 Η Συμφωνία της 27ης Νοεμβρίου, όποια και αν ήταν η πραγματική της διατύπωση με βάση αποκλειστικά τα φανερά ή τα παρασκηνιακά δεδομένα της, ήταν πολύ πιο προωθημένη σε σχέση με όσα είχαν απορρίψει ο Σοφούλης και το Λαϊκό Κόμμα και στην πραγματικότητα επρόκειτο για θρίαμβο του Κ.Κ.Ε. Το Κ.Κ.Ε., με βάση τη Συμφωνία της 27ης Νοεμβρίου, πέτυχε να διατηρήσει υπό τα όπλα μία υπολογίσιμη δύναμη, η οποία ήταν ισοδύναμη αυτής των δυνητικών, μέχρι τότε, αντιπάλων του και ταυτόχρονα να διεισδύσει στην ΙΙΙ Ορεινή Ταξιαρχία, η οποία ήταν η μεγαλύτερη απειλή για τη στρατιωτική παντοδυναμία του. Ο Γ. Παπανδρέου γρήγορα αντελήφθη το σφάλμα του και το εύρος των υποχωρήσεών του και θέλησε να το διορθώσει. Στην προσπάθειά του όμως να υπαναχωρήσει από σημεία της Συμφωνίας της 27ης Νοεμβρίου, προέκυψαν οι δύο εκδοχές της. Ο Γ. Παπανδρέου την επόμενη ημέρα από τη σύναψη της Συμφωνίας διαφοροποίησε τη στάση του απέναντι στο Κ.Κ.Ε. Στο πλαίσιο της αλλαγής στάσης, όταν ενημέρωσε τον Βρετανό πρέσβη Leeper και τον στρατηγό Scobie για το περιεχόμενο της Συμφωνίας, δηλαδή για τη διάλυση και τον αφοπλισμό των ανταρτικών οργανώσεων, παρουσίασε διαφοροποιημένο το κείμενο της Συμφωνίας απαλείφοντας τα ενοχλητικά σημεία. Από το κείμενο είχε απαλειφθεί κάθε αναφορά στη συγχώνευση των δυνάμεων του Ε.Λ.Α.Σ., του Ε.Δ.Ε.Σ. και της ΙΙΙ Ορεινής Ταξιαρχίας σε μία μονάδα, όπως και το ότι η μονάδα του Ε.Λ.Α.Σ. θα ήταν ίση με το άθροισμα της συνολικής δύναμης της ΙΙΙ Ορεινής Ταξιαρχίας και της μονάδας του Ε.Δ.Ε.Σ. Αντίθετα, στο κείμενο της Συμφωνίας που γνωστοποιήθηκε στους Βρετανούς, παρουσιαζόταν πως η μονάδα του Ε.Λ.Α.Σ., η μονάδα του Ε.Δ.Ε.Σ. και η ΙΙΙ Ορεινή Ταξιαρχία θα διατηρούνταν χωριστά η μία από την άλλη και θα ήταν μεταξύ τους ισοδύναμες.210 Η τακτική επιδίωξη του Γ. Παπανδρέου ήταν να υπαναχωρήσει από τα συμπεφωνηθέντα με το Κ.Κ.Ε. έχοντας όμως αποσπάσει την υποστήριξη των Βρετανών και των αστικών πολιτικών δυνάμεων που εκπροσωπούνταν στο Υπουργικό Συμβούλιο και αποτελούσαν την πλειοψηφία του, για να μπορεί να προχωρήσει στην έκδοση του Διατάγματος διάλυσης και αφοπλισμού των 209 210
Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 132. Alexander, «Η κρίση αποστράτευσης του Νοεμβρίου 1944», ό.π., σ. 274.
85
ανταρτικών δυνάμεων. Ο Γ. Παπανδρέου θεωρούσε πως, εφόσον εκδιδόταν το Διάταγμα με την εκδοχή της Συμφωνίας της 27ης Νοεμβρίου την οποία αυτός θα παρουσίαζε, θα έθετε το Κ.Κ.Ε. ενώπιον τετελεσμένου. Οι επιλογές του Κ.Κ.Ε. θα ήταν ή να ταπεινωθεί και δώσει τη συναίνεσή του ή να σκληρύνει τη στάση του, οδηγώντας σε ρήξη και ένοπλη αντιπαράθεση. Στην περίπτωση που το Κ.Κ.Ε. υποχωρούσε, ο Γ. Παπανδρέου θα είχε επιτύχει έναν πολιτικό θρίαμβο. Στην περίπτωση της οριστικής ρήξης, ο Γ. Παπανδρέου θεωρούσε θα ξεσπούσε υπό ευνοϊκές συνθήκες, καθώς την ευθύνη θα την επωμιζόταν το Κ.Κ.Ε., γεγονός που θα συσπείρωνε τις αστικές πολιτικές δυνάμεις. Ο δόλιος σχεδιασμός του Γ. Παπανδρέου αρχικά φάνηκε πως πετύχαινε, καθώς η βρετανική πλευρά θεώρησε την εκδοχή του ως εφαρμόσιμο αποτέλεσμα ενός πολιτικού συμβιβασμού και την υποστήριξε. Όμως οι αστικές πολιτικές δυνάμεις δεν ικανοποιήθηκαν από το κείμενο της Συμφωνίας και δεν την αποδέχθηκαν. Ειδικότερα, ο αρχηγός του Κόμματος των Φιλελευθέρων δυσφόρησε τόσο με το κείμενο της παραλλαγμένης Συμφωνίας το οποίο παρουσίασε ο Γ. Παπανδρέου, ώστε να αποσύρει τη στήριξή του, θεωρώντας πως ήταν αποτέλεσμα της προσωπικής αδυναμίας του Γ. Παπανδρέου να διαπραγματευτεί επιτυχώς. Όταν η Συμφωνία για τη διάλυση και τον αφοπλισμό των ανταρτικών οργανώσεων δημοσιοποιήθηκε την 29η Νοεμβρίου ανέκυψε μείζον πολιτικό ζήτημα, καθώς φανερώθηκαν οι διαφοροποιήσεις μεταξύ των δύο σχεδίων. Η βασική διαφορά ήταν στη σύνθεση του Εθνικού Στρατού και των τμημάτων ανταρτικών ομάδων, τα οποία θα εξαιρούνταν από την αποστρατεία και θα εντάσσονταν στον Εθνικό Στρατό. Η σύγχυση που δημιουργήθηκε από την ύπαρξη των δύο κειμένων της Συμφωνίας είχε σαν αποτέλεσμα να αρχίσουν να αναπτύσσονται αντιθετικές πολιτικές πρωτοβουλίες. Ο Βρετανός πρέσβης Leeper το βράδυ της 28ης Νοεμβρίου, παραμονή της δημοσιοποίησης της Συμφωνίας, ασκούσε πιέσεις στον Σοφούλη για να αποδεχθεί το σχέδιο της Συμφωνίας διάλυσης και αφοπλισμού των ανταρτικών μονάδων που τους είχε παρουσιάσει ο Γ. Παπανδρέου, ενώ την ίδια στιγμή οι Υπουργοί της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας ο οποίοι ανήκαν στο Ε.Α.Μ., πληροφορούμενοι τις αλλαγές, επισκέφθηκαν τον Γ. Παπανδρέου και του υπέβαλαν νέες τροποποιημένες προτάσεις, βασιζόμενοι σε διαφορετική εκδοχή της Συμφωνίας. Ο Γ. Παπανδρέου κατά τη διάρκεια της συνάντησής του με τους εαμογενείς υπουργούς, επέμεινε στην ορθότητα του σχεδίου της Συμφωνίας που είχε 86
δημοσιοποιήσει και προχωρώντας ένα βήμα παρά πέρα, κατηγόρησε τους κομμουνιστές πως αθετούσαν τον λόγο τους.211 Το Κ.Κ.Ε. δεν αποδέχθηκε την πρωθυπουργική μομφή και επέμεινε στην αρχική Συμφωνία, θέτοντας νέα θέματα προς συζήτηση και σκληραίνοντας τη στάση του. Ο Σιάντος και η ηγετική ομάδα του Κ.Κ.Ε. αρνούνταν να αποδεχθούν τις προτάσεις Παπανδρέου, καθώς φοβούνταν πως, εάν η μονάδα του Ε.Λ.Α.Σ. δεν συγχωνευόταν με την ΙΙΙ Ορεινή Ταξιαρχία και τη μονάδα του Ε.Δ.Ε.Σ. και παρέμενε ξεχωριστή από τις άλλες δύο, θα κατέληγε να υστερεί σε δύναμη και δυνητικά θα εξουδετερωνόταν εύκολα, αφήνοντας το Κ.Κ.Ε. στο έλεος των αντιπάλων του. Υπό τις νέες αυτές συνθήκες, ο Ζεύγος έθεσε στον Γ. Παπανδρέου το παλαιότερο αίτημα της πλήρους διάλυσης της ΙΙΙ Ορεινής Ταξιαρχίας και δήλωσε πως το Κ.Κ.Ε. δεν θεωρούσε πλέον αναγκαία την κατάθεση των όπλων από τους αντάρτες των ανταρτικών ομάδων, και ειδικότερα του Ε.Λ.Α.Σ., κατά την αποστράτευσή τους.212 Ενώ οι ενδοκυβερνητικές διαπραγματεύσεις συνεχίζονταν και η προοπτική της επίτευξης συναινετικής απόφασης φαινόταν να απομακρύνεται, ο στρατηγός Scobie συνέχισε να εκτελεί τις ειλημμένες κυβερνητικές αποφάσεις και εξέδωσε προκήρυξη απευθυνόμενη στους αντάρτες του Ε.Λ.Α.Σ. Με την προκήρυξη αυτή, ο Scobie διέταζε τους αντάρτες να παραδώσουν τα όπλα τους και να διασκορπιστούν έως τη 10η Δεκεμβρίου, όπως είχε οριστεί από την ανακοίνωση του Γ. Παπανδρέου της 5ης Νοεμβρίου.213 Οι εξελίξεις στο Στρατιωτικό Ζήτημα συζητήθηκαν την 1η Δεκεμβρίου κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης της Κεντρική Επιτροπής του Ε.Α.Μ. Η κυριότερη ένσταση που διατυπώθηκε για την εκδοχή του Γ. Παπανδρέου για το σχέδιο Συμφωνίας για τον αφοπλισμό και τη διάλυση των ανταρτικών οργανώσεων, αφορούσε την κατάργηση της πρόβλεψης για συγχώνευση σε μία μονάδα των διακριτών μέχρι τότε μονάδων της ΙΙΙ Ορεινής Ταξιαρχίας, της μονάδας του Ε.Λ.Α.Σ. και της μονάδας του Ε.Δ.Ε.Σ., που προέβλεπε η πρωτότυπη Συμφωνία της 27ης Νοεμβρίου. Η ένστασή τους βασιζόταν στο σκεπτικό ότι η Κυβέρνηση, εκμεταλλευόμενη την αυτοτέλεια της ταξιαρχίας του Ε.Λ.Α.Σ. στον Εθνικό Στρατό, θα μπορούσε να τη στείλει στην Κρήτη, όπου ήταν ακόμα εμπόλεμη ζώνη λόγω της 211
Alexander, «Η κρίση αποστράτευσης του Νοεμβρίου 1944», ό.π., σ. 275. Στο ίδιο, σ. 276. 213 Χαραλαμπίδης, ό.π., σσ. 62-63 και Eudes, ό.π., σ. 281. 212
87
παρουσίας γερμανικών δυνάμεων στο νησί. Σε αυτή την περίπτωση η μοναδική στρατιωτική μονάδα του Ε.Λ.Α.Σ. θα βρίσκονταν μακριά από την Αθήνα και θα αδυνατούσε τόσο να υπερασπιστεί την κεκτημένη θέση του Ε.Α.Μ από το πιθανό ξέσπασμα αντεκδικήσεων από μέρους της «αντίδρασης» ή από κάποιο δεξιό πραξικόπημα, που ήταν η μόνιμη πηγή ανησυχίας του Κ.ΚΕ όσο και επηρεάσει υπέρ του Κ.Κ.Ε. τις πολιτικές εξελίξεις.214 Το σκεπτικό των πολιτικών πρωτοβουλιών της ηγεσίας του Κ.Κ.Ε. καθώς και οι προτάσεις του Κ.Κ.Ε. για το Στρατιωτικό Ζήτημα κατά την περίοδο που μεσολάβησε μεταξύ της Συμφωνία της 27ης Νοεμβρίου έως και το ξέσπασμα των Δεκεμβριανών, παρουσιάστηκαν στο κύριο άρθρο του Ριζοσπάστη της 30ής Νοεμβρίου, το οποίο είχε την υπογραφή του διευθυντή Ριζοσπάστη, Κωνσταντίνου Καραγιώργη. Το Κ.Κ.Ε. με το κύριο άρθρο του Ριζοσπάστη αποδέχθηκε πως εμμέσως είχε προβεί σε «τυπική αταξία», ζητώντας εξαρχής τον αφοπλισμό όλων των εθελοντικών ομάδων που υπήρχαν στην χώρα. Απέδιδε όμως και στον Γ. Παπανδρέου την ευθύνη, ότι είχε προβεί σε «ουσιώδη αταξία», καθώς στις προγραμματικές κυβερνητικές δηλώσεις είχε δεσμευτεί για τη διάλυση όλων των εθελοντικών οργανώσεων, δέσμευση την οποία δεν τήρησε, όπως απέδειξαν οι μεθοδεύσεις στις οποίες προχώρησε μετά τη σύναψη της Συμφωνίας της 27ης Νοεμβρίου. Επίσης, το κύριο άρθρο του Ριζοσπάστη αναφέρθηκε στην υπαναχώρηση του Γ. Παπανδρέου να θέσει το προσωπικό της ΙΙΙ Ορεινής Ταξιαρχίας σε μακροχρόνια άδεια και να διαλύσει
τη Χωροφυλακή. Το άρθρο κατέληγε στη
δήλωση, πως, αν η Κυβέρνηση ήθελε τη διάλυση του Ε.Λ.Α.Σ. τη 10η Δεκεμβρίου, θα έπρεπε να προηγηθεί η διάλυση όλων των εθελοντικών σωμάτων.215 Την επόμενη μέρα, την 1η Δεκεμβρίου, οι τόνοι της αρθρογραφίας του Ριζοσπάστη κατά της Κυβέρνησης έγιναν ακόμα πιο επιθετικοί. Ο Σιάντος σε συνέντευξη στον ανταποκριτή της Daily Express, που αναδημοσιεύτηκε Ριζοσπάστη αναφέρθηκε στον κίνδυνο πραξικοπήματος από μέρους της Δεξιάς και προειδοποίησε για την σκλήρυνση της στάσης του Ε.Α.Μ216.
214
Alexander, «Η κρίση αποστράτευσης του Νοεμβρίου 1944», ό.π., σσ. 268-269 και Γασπαρινάτος, ό.π., σ. 210. 215 Ριζοσπάστης, 30η Νοεμβρίου 1944, «Ποιος θέλει τον Εμφύλιο Πόλεμο;», σ. 1. 216 Ριζοσπάστης, 1η Δεκεμβρίου 1944, «Θα τσακιστεί από το λαό κάθε απόπειρα για πραξικοπηματική επικράτηση», σ. 1.
88
Το Κ.Κ.Ε., στο πλαίσιο αλλαγής στάσης και προετοιμασίας για δραστικότερες λύσεις, είχε ήδη ενημερώσει τις κομματικές οργανώσεις του για την αλλαγή πορείας του κόμματος. Με μήνυμα υπογεγραμμένο από τον Σιάντο, το οποίο τηλεγραφήθηκε την 28η και 29η Νοεμβρίου σε όλες τις κομματικές οργανώσεις του Κ.Κ.Ε στη Μακεδονία, τη Θεσσαλία, τη Στερεά Ελλάδα, την Ήπειρο και την Πελοπόννησο, τις ενημέρωσε πως δεν θα πραγματοποιούνταν η διάλυση του Ε.Λ.Α.Σ., εάν δεν πραγματοποιούνταν η αποστράτευση των ανδρών της ΙΙΙ Ορεινής Ταξιαρχίας, του Ιερού Λόχου και της Χωροφυλακής. Στο ίδιο μήνυμα ο Σιάντος κατήγγειλε πως ο βρετανικός παράγοντας και η ελληνική αντίδραση σκόπευαν να προχωρήσουν σε δικτατορία, χρησιμοποιώντας τις ένοπλες ομάδες τις οποίες διατηρούσαν στην Αθήνα αμέσως μετά την ολοκλήρωση της διάλυσης του Ε.Λ.Α.Σ. και καλούσε τις οργανώσεις του Κ.Κ.Ε. να λάβουν όλα τα αναγκαία μέτρα για την αντιμετώπιση αυτού του ενδεχομένου. Την 30ή Νοεμβρίου η Κεντρική Επιτροπή του Κ.Κ.Ε. απέστειλε τηλεγράφημα προς το Γενικό Στρατηγείο του Ε.Λ.Α.Σ., με το οποίο πληροφορούσε πως η διαταγή του Scobie για την αποστράτευση του Ε.Λ.Α.Σ. έως τη 10η Δεκεμβρίου δεν ήταν νόμιμη, καθώς δεν υπήρχε αντίστοιχη κυβερνητική απόφαση υπογεγραμμένη από το σύνολο του Υπουργικού Συμβουλίου, και πως μέχρι να υπάρξει η ομόφωνη απόφαση της Κυβέρνησης, δεν θα έπρεπε να εκτελεστεί η αποστράτευση, αλλά αντίθετα θα έπρεπε να υπάρχει διαρκής ετοιμότητα, για να αποκρουστεί κάθε είδους επίθεση. Επιπλέον, διευκρίνισε πως υπό τις δεδομένες συνθήκες, καθίστατο απαγορευτική και η αποστράτευση της Πολιτοφυλακής του Ε.Α.Μ. και η παράδοση καθηκόντων στην Εθνοφυλακή, για την οποία υπήρχε ομόφωνη κυβερνητική απόφαση.217 Ο Γ. Παπανδρέου, πιεζόμενος από το χρονοδιάγραμμα για τη διάλυση των εθελοντικών
οργανώσεων
και
τη
συγκρότηση
της
Εθνοφυλακής
και
πληροφορούμενος τις εντολές του Κ.Κ.Ε. προς τις κομματικές οργανώσεις του, παρέμεινε αμετακίνητος στη θέση. Ζήτησε από το Υπουργικό Συμβούλιο, θέτοντας θέμα
εμπιστοσύνης
για
τη
διατήρηση
του
κυβερνητικού
σχήματος,
να
επαναβεβαιώσει την παλαιότερη ομόφωνη απόφασή του της 24ης Νοεμβρίου, η οποία είχε ληφθεί με τη συμμετοχή των υπουργών των προερχόμενων από το Ε.Α.Μ. και το Κ.Κ.Ε., και με την οποία το Υπουργικό Συμβούλιο διέτασσε την Πολιτοφυλακή του
217
Γασπαρινάτος, ό.π., σ. 231.
89
Ε.Α.Μ. να παραδώσει καθήκοντα στην Εθνοφυλακή. Η πρόταση Παπανδρέου δεν υπεγράφη από το σύνολο του Υπουργικού Συμβουλίου, καθώς οι υπουργοί που προέρχονταν από το Ε.Α.Μ. και το Κ.Κ.Ε. αρνήθηκαν να την υπογράψουν και παρέδωσαν τις παραιτήσεις τους, εκτός από τον υφυπουργό Στρατιωτικών Πτολεμαίο Σαρηγιάννη, ο οποίος παραιτήθηκε λίγες μέρες μετά γιατί δεν ήθελε να του προσαφθεί και η φήμη του κομμουνιστή, καθώς φημολογούνταν για αυτόν πως είχε υπάρξει και συνεργάτης των Γερμανών.218 Η υπ’ αριθμό 37 Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, η οποία υπεγράφη από τα υπόλοιπα μέλη της Κυβέρνησης, όρισε πως κατόπιν της συγκρότησης των Ταγμάτων Εθνοφυλακής, αποφασιζόταν η ανάθεση της τήρησης της τάξης από την 1η Δεκεμβρίου και εντεύθεν στα κατά τόπους τάγματα Εθνοφυλακής
της
Αττικοβοιωτίας,
της
Φωκίδας,
της
Πελοποννήσου,
της
Θεσσαλονίκης και Μυτιλήνης. Στις υπόλοιπες περιοχές η Πολιτοφυλακή και η Χωροφυλακή θα παρέδιδαν τον οπλισμό τους, όταν συγκροτούνταν σε αυτές, έπειτα από απόφαση του Υπουργού Στρατιωτικών, τάγματα Εθνοφυλακής. Η Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου όρισε, επίσης, ότι οι παραβαίνοντες τις ανωτέρω διατάξεις θα διώκονταν ως παραβάτες του Νόμου.219 Την 30ή Νοεμβρίου ο Γ. Παπανδρέου εξέδωσε υπό την ιδιότητά του ως υπουργός Στρατιωτικών διαταγή, ως συνέχεια παλιότερης υπηρεσιακής διαταγής του Υπουργείου Στρατιωτικών με αριθμό Ε.Π. 31409117/17-11-1944, σχετικά με τη συγκρότηση της Εθνοφυλακής. Με τη διαταγή αυτή όρισε πως η Πολιτοφυλακή όφειλε την 1η Δεκεμβρίου να παραδώσει στην Εθνοφυλακή τον οπλισμό, τα πυρομαχικά και άλλα υλικά που είχε στη διάθεσή της. Επίσης, όρισε πως και οι κατά τόπους δυνάμεις της Χωροφυλακής θα έπρεπε να παραδώσουν τον οπλισμό τους στην Εθνοφυλακή.220 Την 30ήΝοεμβρίου εκδόθηκε εξαιρετικά επείγουσα τηλεγραφική εγκύκλιος και από τον Ταξίαρχο Παυσανία Κατσώτα. Η εγκύκλιος απευθύνθηκε προς τις διοικήσεις της Εθνικής Πολιτοφυλακής του Ε.Α.Μ. και προς τα τάγματα Εθνοφυλακής Μεγάρων, Κορωπίου, Χαλκίδος, Άμφισσας και Θηβών, τα οποία 218
Woodhouse, Το μήλο της έριδος, ό.π., σ. 325. Παπανδρέου, ό.π., σ. 184. 220 Δημοκρατική Σημαία, 25η Νοεμβρίου 1944, «Καταργείται η Πολιτοφυλακή, η Εθνοφυλακή αναλαμβάνει την τάξιν», σ. 3. 219
90
υπάγονταν υπό την εποπτεία του Κατσώτα. Η εγκύκλιος υπενθύμιζε πως την επόμενη μέρα, την 1η Δεκεμβρίου, η Εθνική Πολιτοφυλακή, έχοντας προσφέρει στο έθνος υπηρεσίες για τις οποίες της οφειλόταν τιμή, όφειλε να παραδώσει τα καθήκοντα τήρησης της τάξης στην Εθνοφυλακή.221 Τη 2α Δεκεμβρίου 1944, όταν πλέον είχε επέλθει η ενδοκυβερνητική ρήξη, ο βρετανικός παράγοντας υποστήριξε την κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου και τις επιλογές της, μέσω της προκήρυξης που εξέδωσε ο Scobie και η οποία ρίφθηκε με αεροπλάνα στην Αθήνα. Στην προκήρυξή του ο Scobie δήλωνε: «Θα σας προστατεύσω και θα προστατεύσω την Κυβέρνησή σας εναντίον κάθε απόπειρας πραξικοπήματος ή αντισυνταγματικής πράξεως βίας».222 Η προκήρυξη του Scobie ήλθε ως αποτέλεσμα της έγκρισης που έλαβε στις 1 και 2 Δεκεμβρίου από την βρετανική στρατιωτική ηγεσία το σχέδιο του να κηρύξει την Αθήνα στρατιωτική ζώνη, να αστυνομεύσει την Αθήνα με βρετανικές και ελληνικές δυνάμεις, να επιβάλλει απαγόρευση της κυκλοφορίας και περιορισμό των κινήσεων προς και από την Αθήνα και τον Πειραιά, να φιμώσει τον μη κυβερνητικό τύπο και να απαγορεύσει δημόσιες συγκεντρώσεις, διαδηλώσεις, σημαίες και κυρίως να επιφέρει τον αφοπλισμό των ανταρτών ακόμα και με την χρήση βίας.223 Η κατάταξη στις μονάδες της Εθνοφυλακής, παραμονές των Δεκεμβριανών, υπήρξε σε ολόκληρη την Επικράτεια αθρόα από μέρους των εφέδρων, καθώς οι έφεδροι αξιωματικοί και οπλίτες επεδίωκαν να προσφέρουν στις οικογένειές τους την τάξη και ασφάλεια που είχαν στερηθεί τα προηγούμενα χρόνια. Ο ενθουσιασμός των καταταγέντων Εθνοφυλάκων αποτυπώθηκε στον Τύπο της εποχής, αλλά και στις εντυπώσεις των επισήμων κατά τις επισκέψεις στα Κέντρα Κατάταξης.224 Την 1η Δεκεμβρίου, όταν επήλθε η ρήξη του Ε.Α.Μ. με την εναπομείνασα Κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου, είχε ολοκληρωθεί η επιστράτευση των εφέδρων οπλιτών και αξιωματικών στα τάγματα Εθνοφυλακής Ναυπλίου, Πατρών, Καλαμών, Σπάρτης και Πύργου.225
221
Δημοκρατική Σημαία, 25η Νοεμβρίου 1944, «Καταργείται η Πολιτοφυλακή, η Εθνοφυλακή αναλαμβάνει την τάξιν», σ. 3. 222 Παπανδρέου, ό.π., σσ. 185-187 και Eudes, ό.π., σσ. 282-283. 223 Σφήκα, ό.π., σ. 36. 224 Δημοκρατική Σημαία, 25η Νοεμβρίου 1944, «Αθρόα η προσέλευσις των Εθνοφυλάκων», σ. 4. 225 Δημοκρατική Σημαία, 1η Δεκεμβρίου 1944, «Καταργείται η Πολιτοφυλακή, Η Εθνοφυλακή αναλαμβάνει να τηρήσει την τάξιν», σ. 3.
91
Η αποστράτευση και ο αφοπλισμός της Πολιτοφυλακής, η οποία θα αντικαθίστατο από την Εθνοφυλακή, αν και ήταν στοιχείο σύγκλισης των δύο παρατάξεων, μεταβλήθηκε σε αφορμή για το ξέσπασμα των Δεκεμβριανών. Όταν ξέσπασαν τα Δεκεμβριανά, η Εθνοφυλακή είχε αρχίσει να δέχεται τους εφέδρους που όφειλαν να καταταγούν στα Κέντρα Κατάταξης και ο Εθνικός Στρατός, ο οποίος ήταν η πραγματική αιτία για το ξέσπασμα των Δεκεμβριανών, ήταν ένα νεφέλωμα που σε κάποιο μακρινό μέλλον επρόκειτο να συγκροτηθεί και να καταστεί ικανός για να απειλήσει δυνητικά τη θέση του Ε.Α.Μ. και του Κ.Κ.Ε.
92
Κεφάλαιο Τέταρτο: Η ΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΘΝΟΦΥΛΑΚΗΣ ΑΠΟ ΤΑ ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ ΜΕΧΡΙ ΤΗ ΒΑΡΚΙΖΑ Όταν ξέσπασαν τα Δεκεμβριανά, η Χωροφυλακή υφίστατο μόνο κατ’ όνομα, καθώς οι περισσότερες μονάδες της είχαν αφοπλιστεί, ενώ οι υπόλοιπες ανέμεναν να παραδώσουν τον οπλισμό τους για να αντικατασταθούν από την Εθνοφυλακή. Η Χωροφυλακή όμως δεν επρόκειτο να διαλυθεί, καθώς η πορεία των γεγονότων τη μετέτρεψε από δύναμη με ύποπτες αντεθνικές δραστηριότητες, στο μόνο σταθερό στήριγμα της Κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου, κατά την έναρξη των Δεκεμβριανών. Το απόγευμα της 3ης Δεκεμβρίου 1944 και ενώ το κέντρο της Αθήνας δεχόταν επίθεση από τις δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ., η επικράτεια στην οποία ασκούνταν η κυβερνητική εξουσία της Κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου, ήταν αυτή που περικλειόταν από τη νοητή γραμμή που ένωνε τις περιοχές, Λεωφόρο Αλεξάνδρας-Πλατεία Κυριακού-Αχαρνών-Πλατεία Βάθης-Άγιος Κωνσταντίνος-οδός Πειραιώς-Θησείοπεριοχή Μακρυγιάννη-Ζάππειο-Πλατεία Ρηγίλλης-Λεωφόρο Βασιλίσσης ΣοφίαςΜεσογείων-Γουδί-Σχολή
Χωροφυλακής-Ερυθρός
Σταυρός-Λεωφόρο
Κηφισίας-
Λεωφόρο Αλεξάνδρας. Τα περισσότερα από τα σημεία της νοητής γραμμής ήταν μικρές διάσπαρτες νησίδες, κάποιες από τις οποίες μάλιστα ήταν απομονωμένες, όπως η Σχολή Χωροφυλακής στη Μακρυγιάννη, η Σχολή Ευελπίδων και οι στρατώνες της ΙΙΙ Ορεινής Ταξιαρχίας στο Γουδί. Ο Γ. Παπανδρέου, αποκλεισμένος στο κτήριο του ξενοδοχείου της «Μεγάλης Βρετανίας», κάλεσε επειγόντως τον Αρχηγό της Χωροφυλακής, συνταγματάρχη Παπαργύρη, και παρουσία του Υπουργού Εσωτερικών και του Στρατιωτικού Διοικητή Αθηνών ζήτησε από τον Παπαργύρη, οι δυνάμεις της Χωροφυλακής να επιβάλουν την τάξη και να πατάξουν τη στασιαστική ενέργεια του Ε.Α.Μ. Η διαταγή του Γ. Παπανδρέου ήταν μονομερής πρωτοβουλία του και αντίθετη προς τις ειλημμένες αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου. Ήταν, όμως, επιβεβλημένη για να αντιμετωπιστεί το μείζον πρόβλημα της Κυβέρνησης, η ίδια η επιβίωσή της.
93
Ο Παπαργύρης απάντησε θετικά στο πρωθυπουργικό αίτημα, ζητώντας όμως να υπάρξει πρωθυπουργική δήλωση με την οποία θα ανακαλούνταν οι βαρύτατοι χαρακτηρισμοί της 18ης Οκτωβρίου 1944, «περί ηθικής κρίσεως» του Σώματος της Χωροφυλακής. Ο Γ. Παπανδρέου αποδέχθηκε το ορθό του αιτήματος Παπαργύρη και δεσμεύτηκε να προχωρήσει στην έκδοση ημερήσιας διαταγής με την οποία θα αποκαθιστούσε πλήρως τη Χωροφυλακή, αμέσως μόλις έπαυε ο εαμικός κίνδυνος στην Αθήνα και θα αποκαθίστατο η τάξη και η ηρεμία, με τη συμμετοχή και την ενεργό συμβολή και της Χωροφυλακής.226 Η Χωροφυλακή όμως ήταν απροετοίμαστη να επιτελέσει την αποστολή που της ανατέθηκε. Οι δυνάμεις της στην Αθήνα ήταν διάσπαρτες στο σύνολο του πολεοδομικού συγκροτήματος της πρωτεύουσας, ενώ δεν είχε υπάρξει μέριμνα για την εκπόνηση σχεδίου σύμπτυξης των δυνάμεών της προς το κέντρο της Αθήνας. Η μόνη προληπτική ενέργεια που είχε ληφθεί ήταν να τεθούν από την 1 η Δεκεμβρίου οι δυνάμεις της στην Αθήνα σε αυστηρή επιφυλακή.227 Η Χωροφυλακή στρατώνιζε τις δυνάμεις της σε κτήρια των υπηρεσιών της ή σε κτήρια, τα οποία είχαν επιταχθεί για να καλύψουν τις κτηριακές ανάγκες του Σώματος. Επρόκειτο για τα παρακάτω: 1)
Αρχηγείο Χωροφυλακής, οδός Ιουλιανού
2)
Συντάγματος Χωροφυλακής Μακρυγιάννη, οδός Μακρυγιάννη
3)
Σχολής Χωροφυλακής, Γουδί
4)
Ανωτέρα Διοίκηση Χωροφυλακής Στερεάς Ελλάδος (Α.Δ.Χ.Σ.Ε.),
οδός Άνδρου 5)
Διοίκηση Χωροφυλακής Αθηνών, οδός Άνδρου
6)
Τμήμα Μεταγωγών Χωροφυλακής Αθηνών, οδός Νικοδήμου
7)
Ορφανοτροφείο Χατζηκώστα
8)
Κτήρια επιταχθέντα στην οδό Μαυρομιχάλη 8 και Ελπίδος 5
9)
Μέγαρο Παλαιών Ανακτόρων
10)
Κτήριο στην οδό Φιλελλήνων 15
11)
Διεύθυνση Εγκληματολογικών Υπηρεσιών στην πλατεία της οδού
Μητροπόλεως.
226 227
Δασκαλάκης, ό.π., σ. 350. Στο ίδιο, σ. 360.
94
Δυνάμεις της Χωροφυλακής στρατωνίζονταν επίσης στα Βασιλικά Ανάκτορα, στις φυλακές Αβέρωφ (στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας) καθώς και σε τμήματα της Λεωφόρου Συγγρού και της Λεωφόρου Βουλιαγμένης, όπου εκτελούσαν καθήκοντα φρουράς. Μικρές δυνάμεις της Χωροφυλακής είχαν παραμείνει επίσης στα προάστια των Αθηνών στους κατά τόπους σταθμούς Χωροφυλακής, χωρίς να εκτελούν υπηρεσία, αναμένοντας διαταγές από την ηγεσία του Σώματος.228 Οι συνολικές δυνάμεις της Χωροφυλακής που μπορούσαν να παραταχθούν στις πολεμικές επιχειρήσεις ήταν πέντε χιλιάδες εφτακόσιοι χωροφύλακες, οι οποίοι ανήκαν στις Υπηρεσίες του Σώματος στην Αθήνα, συν πεντακόσιοι χωροφύλακες, οι οποίοι προέρχονταν από Υπηρεσίες της Χωροφυλακής που ήταν εγκατεστημένες στα προάστια. Υποστηρικτικά στη Χωροφυλακή κατά την έναρξη των Δεκεμβριανών παρατάχθηκαν χίλιοι άνδρες της Εθνοφυλακής.229 Την 4η Δεκεμβρίου οι απομακρυσμένες δυνάμεις της Χωροφυλακής που βρίσκονταν στα προάστια έλαβαν διαταγή από την ηγεσία του Σώματος να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους και να συμπτυχθούν προς το κέντρο των Αθηνών για να ενωθούν με τις υπόλοιπες κυβερνητικές δυνάμεις. Οι περισσότεροι όμως απέτυχαν να φτάσουν στο κέντρο, καθώς δέχτηκαν αιφνιδιαστικές επιθέσεις από τις δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ. και εξοντώθηκαν ή αιχμαλωτίσθηκαν. Όσοι χωροφύλακες κατόρθωσαν να συμπτυχθούν και να φτάσουν στο κέντρο βρήκαν καταφύγιο στα κτήρια που κατείχε η Χωροφυλακή, όπως έγινε με τους άνδρες του Σταθμού Χαλανδρίου, οι οποίοι απέκρουσαν την εαμική επίθεση και κατόρθωσαν κατά τη διάρκεια της νύχτας της 6ης Δεκεμβρίου να διασπάσουν τον εχθρικό κλοιό και να ενταχθούν στη δύναμη του Συντάγματος Μακρυγιάννη.230 Ο Παπαργύρης την 4η Δεκεμβρίου προχώρησε στην έκδοση διαταγής με την οποία έθετε όλες τις δυνάμεις της Χωροφυλακής σε κατάσταση επιφυλακής και άμυνας, με καθεστώς πολεμικού συναγερμού, επικεντρώνοντας την προσοχή του στον εξοπλισμό του 4ου Τάγματος του Συντάγματος Χωροφυλακής ή Συντάγματος Μετεκπαιδεύσεως υπό την διοίκηση του αντισυνταγματάρχη Ιωάννη Λιναρδάκη. Το Τάγμα αυτό είχε συγκροτηθεί μετά την Απελευθέρωση από τα στελέχη της Χωροφυλακής που είχαν φτάσει στην Αθήνα, έπειτα από την σύμπτυξη του Σώματος 228
Στο ίδιο, σ. 359. Βουρνάς ό.π., σ. 442. 230 Δασκαλάκης, ό.π., σ. 359. 229
95
από την Πελοπόννησο και τη Θεσσαλονίκη και στεγάσθηκε στο κτήριο στην οδό Γ΄ Σεπτεμβρίου, όπου κατά τη διάρκεια της Κατοχής έδρευε η Διεύθυνση Ειδικής Ασφαλείας, στο Σχολείο της οδού Μαυρογένους, το οποίο είχε επιταχθεί, σε οίκημα της οδού Ελπίδος και στην οδό Πειραιώς, στο κτήριο του Ορφανοτροφείου Χατζηκώστα231. Η Χωροφυλακή και συνολικά οι κυβερνητικές δυνάμεις είχαν να αντιμετωπίσουν μια κρίσιμη, τακτικού χαρακτήρα κατάσταση. Η άμυνα της ελεύθερης περιοχής των Αθηνών στηριζόταν σε δύο οχυρές περιοχές, οι οποίες βρίσκονταν στα δύο άκρα της επικράτειάς της: στο συγκρότημα της Σχολής Χωροφυλακής στο Γουδί και στο κτηριακό συγκρότημα του Συντάγματος Μακρυγιάννη. Εάν οι δύο αυτές περιοχές έπεφταν στα χέρια του Ε.Λ.Α.Σ., τότε μέσω της Λεωφόρου Συγγρού και της Λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας θα κατακλυζόταν το Κέντρο των Αθηνών και η μάχη θα τερματιζόταν, καθώς οι κυβερνητικές δυνάμεις δεν διέθεταν εφεδρείες που θα μπορούσαν να κλείσουν το ρήγμα, το οποίο θα δημιουργούνταν στην αμυντική περίμετρο των κυβερνητικών δυνάμεων. Οι Ελασίτες δεν αντελήφθησαν τη σπουδαιότητα των δύο στόχων και διαπράττοντας μείζον τακτικό σφάλμα, δεν κατεύθυναν το σύνολο των στρατιωτικών δυνάμεών τους στις δύο αυτές περιοχές αλλά αναλώθηκαν, ιδιαίτερα τις πρώτες μέρες των Δεκεμβριανών, σε επιθέσεις σε άλλα μέτωπα που τα υπερασπίζονταν μικρές δυνάμεις της Χωροφυλακής.232 Το κτηριακό συγκρότημα της Σχολής Χωροφυλακής βρισκόταν στην οδό Μεσογείων και, εφόσον καταλαμβανόταν από τους Ελασίτες, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως ορμητήριο για την πραγματοποίηση επιθέσεων μέσω του Γουδί και των Αμπελοκήπων κατά της πλατείας Συνάγματος και του κτηρίου του Κοινοβουλίου. Την εξωτερική άμυνα της Σχολής Χωροφυλακής την είχε επωμιστεί ένα συνονθύλευμα μονάδων: η ΙΙΙ Ορεινή Ταξιαρχία, ένας μικρός αριθμός βρετανικών αρμάτων μάχης, εξακόσιοι περίπου άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας, οι οποίοι έως τότε κρατούνταν αφοπλισμένοι εκεί, ένα τάγμα Πεζικού, το οποίο είχε έλθει από την Μέση Ανατολή και ένα τάγμα Χωροφυλακής, το οποίο συγκροτήθηκε από αξιωματικούς και οπλίτες της Διεύθυνσης Ειδικής Ασφαλείας της Χωροφυλακής, 231 232
Χαραλαμπίδης, ό.π., σ. 48 και Δασκαλάκης, ό.π., σ. 377 Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ελλάδας, Επίσημα Κείμενα, τόμ.5, ό.π., σσ. 423-424.
96
η οποία είχε διαλυθεί με κυβερνητική απόφαση κατά απαίτηση των εαμικών υπουργών, λόγω της δράσης της στη διάρκεια της Κατοχής.233 Στο κτηριακό συγκρότημα της Σχολής Χωροφυλακής στρατωνιζόταν το 1ο Τάγμα Χωροφυλακής με δύναμη περίπου τετρακοσίων ανδρών, το οποίο ενισχύθηκε από επιπλέον εκατό είκοσι άνδρες της Χωροφυλακής που προέρχονταν από μονάδες της Χωροφυλακής που βρίσκονταν στην Αθήνα ή περιμετρικά της και είχαν διαλυθεί, όταν οι περιοχές τους τέθηκαν υπό τον έλεγχο του Ε.Λ.Α.Σ. Η δύναμη της Χωροφυλακής ενισχύθηκε αργότερα και με περίπου πενήντα άνδρες του Ε.Δ.Ε.Σ., οι οποίοι προσήλθαν εθελοντικά στις τάξεις της. Η συνολική δύναμη της Χωροφυλακής που έδρευε στον χώρο της Σχολής Χωροφυλακής έφτασε τελικά τους εξήντα πέντε αξιωματικούς και τους πεντακόσιους πενήντα περίπου οπλίτες. Στο πλαίσιο της διαδικασίας εκκαθάρισης του Στρατού και της Χωροφυλακής κατά την έναρξη των Δεκεμβριανών βρίσκονταν υπό περιορισμό, κατόπιν κυβερνητικής διαταγής, στο συγκρότημα της Σχολής της Χωροφυλακής, εκτός από τους προαναφερθέντες ταγματασφαλίτες και τριακόσιοι εβδομήντα αξιωματικοί του Στρατού και της Χωροφυλακής. Ο Διοικητής της Σχολής, όταν ο Ε.Λ.Α.Σ. απείλησε να καταλάβει τη Σχολή, παρακούοντας τις κυβερνητικές εντολές χορήγησε όπλα στους υπό περιορισμό αξιωματικούς για να συμμετάσχουν στην άμυνα της Σχολής. Ο οπλισμός που διέθεταν οι κυβερνητικές δυνάμεις που υπερασπίστηκαν τη Σχολή της Χωροφυλακής ήταν περιορισμένος. Αποτελούνταν από πεντακόσια ογδόντα ένα τυφέκια, δέκα οπλοπολυβόλα, εφτά από τα οποία ήταν πολυβόλα τύπου Sten, καθώς και τρείς όλμους. Ωστόσο, η γειτνίαση της Σχολής της Χωροφυλακής με τις κυβερνητικές στρατιωτικές δυνάμεις που βρίσκονταν στο Γουδί και η διατήρηση της επαφής μαζί τους καθόλη τη διάρκεια των συγκρούσεων, επέτρεψε στους αμυνόμενους να διατηρήσουν τον εφοδιασμό τους με πυρομαχικά και εφόδια. Οι δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ. που επιτέθηκαν στη Σχολή της Χωροφυλακής ήταν ιδιαίτερα ισχυρές και καλά εξοπλισμένες και αποτελούνταν από τη 2η Ελασίτικη Μεραρχία με έδρα την Αγία Παρασκευή, από ένα Σύνταγμα της Μεραρχίας Ρούμελης, που στρατοπέδευε στον Χολαργό, ένα Τάγμα της 2ης Ταξιαρχίας Αθηνών του Ε.Λ.Α.Σ. με έδρα τα Τουρκοβούνια και από ένα Τάγμα του 6ου Συντάγματος
233
Στο ίδιο., σσ. 395 και 397-398.
97
Κορίνθου του Ε.Λ.Α.Σ. Υπήρχαν, επίσης, ως εφεδρεία τα διάφορα τμήματα του Εφεδρικού Ε.Λ.Α.Σ. της περιοχής.234Η επίθεση του Ε.Λ.Α.Σ. κατά της Σχολής της Χωροφυλακής εξαπολύθηκε το πρωί της 4ης Δεκεμβρίου από δυνάμεις του Εφεδρικού Ε.Λ.Α.Σ., οι οποίες έβαλαν επί τρεις ημέρες
εναντίον των κτηρίων και των
στρατώνων του Ιππικού με πολυβόλα και αυτόματα έως και την 6η Δεκεμβρίου, με στόχο την καταπόνηση των κυβερνητικών δυνάμεων.235 Η επιθυμία του Ε.Λ.Α.Σ. να καταλάβει τη Σχολή Χωροφυλακής οδήγησε σε νέα επίθεση το ξημέρωμα της 9ης Δεκεμβρίου, ύστερα από παρατεταμένο προπαρασκευαστικό πυρ με βαρέα όπλα κατά της Σχολής αλλά και του Ερυθρού Σταυρού. Η επίθεση της 9ης Δεκεμβρίου πραγματοποιήθηκε από νεοαφιχθείσες δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ., από το 7ο Σύνταγμα του Ε.Λ.Α.Σ., από τα Συντάγματα του Διαμαντή και του Μπεγνή και από διάφορα εφεδρικά τμήματα και ομάδες ατάκτων υπό τους Θεοχάρη, Λαοκράτη και Αποστόλη.236 Μείζονος σημασίας ήταν και το κτήριο της Βουλής, λόγω του επιβλητικού του όγκου και της στρατηγικής του θέσης, στο κέντρο ακριβώς της Αθήνας. Εξαιτίας της στρατηγικής αυτής θέσης, η Ελληνική κυβέρνηση και το Βρετανικό Στρατηγείο είχαν προνοήσει για την αμυντική προπαρασκευή του, συγκεντρώνοντας εκεί τις εφεδρικές δυνάμεις της Χωροφυλακής αλλά και τους άνδρες της Χωροφυλακής, των οποίων οι μονάδες είχαν διαλυθεί πριν από τα Δεκεμβριανά ή κατά τη διάρκειά τους, έπειτα από τις επιθέσεις του Ε.Λ.Α.Σ. Οι άνδρες της Χωροφυλακής, καθώς είχαν απολέσει την οργανική τους συνοχή με το υπόλοιπο Σώμα της Χωροφυλακής, αξιοποιήθηκαν από την Κυβέρνηση για τη συγκρότηση ενός τάγματος Εθνοφυλακής, του 141ου Τάγματος Εθνοφυλακής. Το 141ο Τάγμα συγκροτήθηκε την 8η Δεκεμβρίου, κατόπιν διαταγής του Αρχηγού της Χωροφυλακής και αποτελούνταν από τρεις λόχους, οι οποίοι επανδρώθηκαν από τους άνδρες της Χωροφυλακής που υπήρχαν στο κτήριο της Βουλής, από εκατό άνδρες της Εθνοφυλακής, στους οποίους αργότερα προστέθηκαν ακόμα διακόσιοι ογδόντα οπλίτες, και δεκαπέντε ανθυπασπιστές και αξιωματικούς της Χωροφυλακής. Κάθε λόχος διαιρέθηκε σε διμοιρίες και σε κάθε διμοιρία είχε
234
Δασκαλάκης, ό.π., σσ. 397-398. Στο ίδιο, σσ. 398-400. 236 Λεονταρίτης, ό.π., σ. 59 και Χαραλαμπίδης, ό.π., σ.σ 124-129. 235
98
τοποθετηθεί ένας αξιωματικός ή ανθυπασπιστής της Χωροφυλακής και ένας του Πεζικού. Όταν το Σύνταγμα Μακρυγιάννη απέκρουσε τις δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ., αποφασίσθηκε η μεταφορά εκατό ανδρών του στον χώρο της Βουλής, η αποδέσμευση του 141ου Τάγματος Εθνοφυλακής από τη φρούρησή της και η χρησιμοποίησή του σε άλλες επιχειρήσεις στην Αθήνα, όπως η ανακατάληψη του φθισιατρείου της «Σωτηρίας».237 Αργότερα, το 141ο Τάγμα Εθνοφυλακής υπήχθη υπό την 13η Βρετανική Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία και με τη συνοδεία βρετανικών τεθωρακισμένων δυνάμεων συμμετείχε σε οδομαχίες, οι οποίες διεξάγονταν από σπίτι σε σπίτι στην περιοχή Στέγη Πατρίδος, σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στο δασύλλιο του Λυκαβηττού και στους συνοικισμούς που βρίσκονταν περιμετρικά αυτού, ενώ δύο διμοιρίες του αναπτύχθηκαν με τη βοήθεια βρετανικών τεθωρακισμένων στις φυλακές Αβέρωφ, ενισχύοντας τους αμυνόμενους. Το 141ο Τάγμα Εθνοφυλακής έλαβε,
επίσης,
μέρος
στις
εκκαθαριστικές
επιχειρήσεις
στις
συνοικίες
Κουντουριώτου, Γηροκομείου και Τουρκοβουνίων και αργότερα, όταν εξέλειπε ο κίνδυνος στο κέντρο της Αθήνας, μεταφέρθηκε στα Μεσόγεια.238 Η σημαντικότερη από τις συγκρούσεις των Δεκεμβριανών ήταν αυτή στο κτηριακό συγκρότημα του Συντάγματος Χωροφυλακής του Μακρυγιάννη. Το Σύνταγμα της Χωροφυλακής στεγαζόταν για πολλά χρόνια στον χώρο του παλιού Στρατιωτικού Νοσοκομείου του Μακρυγιάννη. Η δύναμή του κατά την περίοδο πριν από τα Δεκεμβριανά είχε ενισχυθεί από μεγάλο αριθμό χωροφυλάκων, οι οποίοι εγκατέλειπαν τις τοπικές φρουρές στις οποίες ανήκαν, όταν η περιοχή ευθύνης τους περνούσε στον έλεγχο των δυνάμεων του Ε.Λ.Α.Σ. Διοικητής του Συντάγματος Μακρυγιάννη είχε αναλάβει ο συνταγματάρχης Γεώργιος Σαμουήλ239 και Υποδιοικητής, ο αντισυνταγματάρχης Ευάγγελος Σόφρας.240 Τις πρώτες ημέρες των Δεκεμβριανών η δύναμη του Συντάγματος ήταν περίπου χίλιοι εκατό άνδρες, σημαντικό όμως μέρος της δύναμης αυτής, περίπου 237
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π, σ. 215 και Χαραλαμπίδης, ό.π., σ. 154. 238 Δασκαλάκης, ό.π., σ .428-429 και 528 239 Ο Συνταγματάρχης Γεώργιος Σαμουήλ ανέλαβε καθήκοντα Διοικητή την 24η Νοεμβρίου 1944. 240 Δασκαλάκης, ό.π., σ. 439.
99
εφτακόσιοι άνδρες, δεν βρισκόταν στο κτήριο Μακρυγιάννη αλλά σε φρουρές Υπουργείων, Δημοσίων Ταμείων, Νοσοκομείων, Φυλακών, Σταθμών Αυτοκινήτων, Ξενοδοχείων στα οποία στρατωνίζονταν οι βρετανικές δυνάμεις καθώς και σε Αποθήκες πολεμικού και άλλου υλικού.241 Η αποδυνάμωση του Συντάγματος Μακρυγιάννη, σε συνδυασμό με την ιδιαίτερα στρατηγική σημασία της θέσης του κτηριακού συγκροτήματος του Συντάγματος, κατέστησαν την επίθεση του Ε.Λ.Α.Σ. αναπόφευκτη. Η δύναμη που παρέταξε ο Ε.Λ.Α.Σ. εναντίον του Συντάγματος Μακρυγιάννη ήταν δύο συντάγματα της Ι Ταξιαρχίας του, το 1ο Σύνταγμα της Καλλιθέας και το 2ο Σύνταγμα της Καισαριανής, τα οποία ανήκαν στο Α΄ Σώμα Στρατού του Ε.Λ.Α.Σ., και τμήματα του εφεδρικού Ε.Λ.Α.Σ. που είχαν οργανωθεί στις συνοικίες του Παγκρατίου, Βύρωνα, Καισαριανής, Καλλιθέας, Πετραλώνων. Σε αυτές τις δυνάμεις προστέθηκε αργότερα και ένα Σύνταγμα από τον Ε.Λ.Α.Σ. Πελοποννήσου (της Ταξιαρχίας Τσικλητήρα).242 Ο συνολικός αριθμός που παρέταξαν οι δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ. ανήλθε έτσι σε πέντε χιλιάδες άνδρες. Οι μονάδες του Ε.Λ.Α.Σ. ήταν επιμελώς εξοπλισμένες διαθέτοντας μεγάλη αναλογία αυτομάτων μεταξύ των ανδρών τους και πλήθος μυδραλιοβόλων, βαρέων όλμων, αντιαρματικών πυροβόλων, χειροβομβίδων, δεσμίδων δυναμίτιδας και άφθονα πυρομαχικά. Απέναντι στις ισχυρότατες δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ., το Σύνταγμα του Μακρυγιάννη παρέταξε εκατό τρεις αξιωματικούς και ανθυπασπιστές της Χωροφυλακής και δώδεκα αξιωματικούς από διάφορα Όπλα του Στρατού Ξηράς καθώς και τετρακόσιους είκοσι εννιά οπλίτες της Χωροφυλακής.243 Στην άμυνα της Σχολής Μακρυγιάννη συμμετείχαν επίσης επτά αξιωματικοί και δύο οπλίτες του Πεζικού, επτά αξιωματικοί και τρεις οπλίτες του Πυροβολικού, ένας αξιωματικός του Υγειονομικού και δύο αξιωματικοί και ένας οπλίτης του Στρατού Ξηράς, οι οποίοι ανέλαβαν και την επάνδρωση του τεθωρακισμένου οχήματος που υπήρχε στη Σχολή. Η συνολική αμυντική δύναμη του κτηριακού συγκροτήματος της Σχολής Μακρυγιάννη αποτελούνταν από εκατό δεκαεπτά αξιωματικούς και τετρακόσιους τριάντα πέντε οπλίτες.244
241
Στο ίδιο, σ. 435 και Γασπαρινάτος, ό.π., σ. 343. Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σ. 139. 243 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π, σ. 258. 244 Δασκαλάκης, ό.π., σ. 489. 242
100
Ο οπλισμός του Συντάγματος Μακρυγιάννη ήταν πενιχρός και αποτελούνταν από διακόσια ογδόντα εννιά τυφέκια διαφόρων τύπων, εκ των οποίων τα διακόσια εξήντα πέντε τυφέκια ήταν ιταλικής κατασκευής τύπου αραβίδας και τα είκοσι τέσσερα τυφέκια ήταν τύπου Mannlicher-Schönauer,245 για τα οποία το συνολικό απόθεμα ήταν 11.200 φυσίγγια διαφόρων τύπων και διαμετρημάτων. Τα 10.500 φυσίγγια ήταν για τα ιταλικά τυφέκια και τα 700 φυσίγγια ήταν για τα MannlicherSchönauer. Υπήρχαν επίσης τρεις ατομικοί όλμοι με απόθεμα τριάντα βλημάτων των 20΄΄ και πέντε προωθητικά βλήματα των 15΄΄, τρία οπλοπολυβόλα Breda με απόθεμα εξακόσια φυσίγγια και έντεκα οπλοπολυβόλα Sten246 με απόθεμα 1.650 φυσίγγια.247 Η ιδιαίτερα άσχημη κατάσταση του Συντάγματος Μακρυγιάννη σε οπλισμό και πυρομαχικά ανάγκασε τον διοικητή του Συντάγματος, συνταγματάρχη Σαμουήλ248 να προβεί σε έντονες εκκλήσεις προς το Αρχηγείο της Χωροφυλακής ζητώντας οπλισμό. Η Στρατιωτική Διοίκηση Αθηνών ικανοποίησε τις εκκλήσεις του Συντάγματος Μακρυγιάννη αποστέλλοντας δύο πυροβόλα των 37΄΄ (37 χιλιοστών) ευθυτενούς τροχιάς με τετρακόσια βλήματα, εκ των οποίων τα σαράντα πέντε ήταν διατρητικά και τα διακόσια εβδομήντα εκρηκτικά και ένα άρμα μάχης παλαιού τύπου με το προσωπικό του, τα οποία ανήκαν στη Σχολή Ευελπίδων. 249 Το άρμα μάχης έφερε τρία βαρέα πυροβόλα τύπου Breda και εφόδια πενήντα πέντε γεμιστήρων των πενήντα φυσιγγίων, συνολικά δηλαδή 2.750 φυσίγγια.250 Η Στρατιωτική Διοίκηση την 5η Δεκεμβρίου, δηλαδή μία μέρα προτού ξεκινήσει η επίθεση των δυνάμεων του Ε.Λ.Α.Σ. εναντίον του Συντάγματος Μακρυγιάννη, απέστειλε δύο ανθυπολοχαγούς του Πεζικού, τρεις ανθυπολοχαγούς και δύο ανθυπασπιστές του Πυροβολικού, έναν ανθυπολοχαγό και έναν ανθυπασπιστή του Πεζικού, τέσσερις λοχίες του Πυροβολικού και έναν εθελοντή 245
Αυστριακής σχεδίασης επαναληπτικά τυφέκια, με περιστρεφόμενο γεμιστήρα. Παράγονταν από την εταιρία Steyr-Mannlicher. Αποτέλεσαν το βασικό τυφέκιο του Ελληνικού Στρατού από το 1907 έως και τη μαζική παραλαβή αμερικάνικου οπλισμού στη διάρκεια του Εμφυλίου. Το τεχνικό του όνομα ήταν Mannlicher-Schönauer, Μ-1903. Είχε διαμέτρημα 6,5mm και ταχυβολία που έφτανε τις 10-15 βολές το λεπτό. 246 Βρετανικής σχεδίασης αυτόματο πολυβόλο των 9 mm. Αναπτύχθηκε το 1941, προκειμένου να καλύψει τις τεράστιες βρετανικές ανάγκες λόγω του πολέμου. Χρησιμοποιήθηκε από τον Ελληνικό Στρατό χωρίς όμως να βρει μεγάλη διάδοση, καθώς δεν ήταν ιδιαίτερα φιλικό στη χρήση του και δεν πρόσφερε μεγάλη ακρίβεια στον στόχο. 247 Δασκαλάκης, ό.π., σ. 442. 248 Ο Διοικητής του Συντάγματος Μακρυγιάννη, Συνταγματάρχης Σαμουήλ, επί υπουργίας στο Υπουργείο Δημοσίας Τάξης του Πέτρου Γαρουφαλιά, τοποθετήθηκε Αρχηγός της Χωροφυλακής, Δημήτρης Ευ. Γαρουφαλιάς, Κείμενα και Αναμνήσεις από τον τραγικό Δεκέμβριο του 1944, Αθήνα, 1981, σ. 62. 249 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π., σ. 258. 250 Δασκαλάκης, ό.π., σ. 438.
101
στρατιώτη ειδικότητας ολμιστή, για να βοηθήσουν στην εκπαίδευση και τη σωστή αξιοποίηση των πυροβόλων και του άρματος μάχης από το προσωπικό του Συντάγματος.251 Στην προσπάθεια προπαρασκευής του Συντάγματος σημαντική ήταν η προσφορά του αντισυνταγματάρχη του Πεζικού, Κωνσταντίνου Κωστόπουλου,252 ο οποίος ανέλαβε τα καθήκοντα αρχηγού της πολεμικής άμυνας και οργάνωσε την άμυνα του κτηριακού συγκροτήματος, ώστε να αντιμετωπιστεί η τακτική των δυνάμεων του Ε.Λ.Α.Σ. να χρησιμοποιούν χειροβομβίδες και δεσμίδες δυναμίτη για την κατεδάφιση των τοίχων που παρείχαν προστασία στους αμυνόμενους και έπειτα να προχωρούν σε εκσφενδονισμό φλεγόμενων δοχείων με βενζίνη με σκοπό την πυρπόληση των κτηρίων και την εξόντωση των αμυνομένων.253
Εικόνα 2. Ένα από τα δύο πυροβόλα των 37΄΄ ευθυτενούς βολής που χρησιμοποίησε η φρουρά του Συντάγματος Μακρυγιάννη στην άμυνά της στη διάρκεια των Δεκεμβριανών.
251
Στο ίδιο, σ. 441. Η περίπτωση του Αντισυνταγματάρχη Κωστόπουλου είναι πραγματικά μοναδική. Είχε υπάρξει διοικητής του Τάγματος Ασφαλείας Λακωνίας από τον Νοέμβριο του 1943 έως και τον Μάιο του 1944, οπότε και μεταφέρθηκε στην Αθήνα, όπου και ανέλαβε διοικητής του Τάγματος Ευζώνων Αθηνών κατά την περίοδο Ιούλιος-Οκτώβριος 1944. Μετά την Απελευθέρωση, για να μην πέσει θύμα αντεκδικήσεων από μέρους του Ε.Λ.Α.Σ., είχε κλειστεί στη Στρατιωτική Λέσχη Αθηνών έως και την 5η Νοεμβρίου, οπότε και οικειοθελώς κατέφυγε στο Σύνταγμα Μακρυγιάννη, όπου για τις επόμενες τρεις μέρες έκανε κατόπτευση του χώρου και ετοίμασε τα σχέδια αμύνης του κτηριακού συγκροτήματος. Τα καθήκοντά του στον σχεδιασμό της άμυνας κυριολεκτικά τα έλαβε μόνος του και ουδείς εναντιώθηκε σε αυτό. Αμέσως μετά την παρουσίαση των προτάσεών του για την άμυνα, επέστρεψε στη Στρατιωτική Λέσχη έως την 5η Δεκεμβρίου, όποτε και κατέφυγε στο Σύνταγμα Μακρυγιάννη. Τότε είναι που ανέλαβε και επίσημα, έπειτα από διαταγή της Στρατιωτικής Διοικήσεως, τα καθήκοντα διοικητή πολεμικών επιχειρήσεων. 253 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π., σ. 254. 252
102
Η επίθεση των δυνάμεων του Ε.Λ.Α.Σ. κατά του Συντάγματος Μακρυγιάννη εξαπολύθηκε νωρίς το πρωί της 6ης Δεκεμβρίου με έναν καταιγισμό πυρών από όπλα κάθε
διαμετρήματος,
εναντίον
των
εξωτερικών
φυλακίων
του
κτηριακού
συγκροτήματος και σημείωσε μερική επιτυχία, καθώς κατελήφθησαν τα εξωτερικά φυλάκια της νότιας πλευράς του συγκροτήματος του Μακρυγιάννη. Οι απώλειες του Συντάγματος Μακρυγιάννη την πρώτη μέρα της επίθεσης έφτασαν τους πέντε αξιωματικούς και σαράντα εννέα οπλίτες νεκρούς και τους οκτώ αξιωματικούς και είκοσι πέντε οπλίτες τραυματίες.254 Η 6η Δεκεμβρίου υπήρξε η χειρότερη μέρα για τις κυβερνητικές δυνάμεις κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών, καθώς οι δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ. κατέλαβαν το κτήριο της Ειδικής Ασφάλειας, το κτήριο της Υποδιοίκησης Χωροφυλακής, το κτήριο της Διοίκησης Χωροφυλακής Στερεάς Ελλάδας, το κτήριο της Ανωτέρας Διοίκησης Χωροφυλακής, ενώ έθεσαν υπό σφιχτή πολιορκία το κτήριο του Αρχηγείου της Χωροφυλακής, εγκλωβίζοντας σε αυτό και τον Αρχηγό της Χωροφυλακής, συνταγματάρχη Παπαργύρη255 και μέχρι το βράδυ είχαν καταλάβει τα δεκαεννέα από τα είκοσι τέσσερα αστυνομικά τμήματα της Αθήνας.256 Το πρωί της 8ης Δεκεμβρίου πραγματοποιήθηκε τροφοδοσία της φρουράς σε τρόφιμα και πολεμοφόδια αλλά και μείωση της δύναμής της κατά εκατό άνδρες, έπειτα από εντολή του Βρετανού συνταγματάρχη προκειμένου να ενισχυθεί η φρουρά που υπερασπιζόταν το κτήριο του Κοινοβουλίου.257 Την 9η Δεκεμβρίου το απόγευμα το Σύνταγμα Μακρυγιάννη ενισχύθηκε από δεκαπέντε Βρετανούς αλεξιπτωτιστές, οι οποίοι ήταν ειδικοί στις ναρκοθετήσεις. Υπό την κάλυψη του Συντάγματος ναρκοθέτησαν τον χώρο του περιβόλου του συγκροτήματος Μακρυγιάννη. Οι Βρετανοί αλεξιπτωτιστές, μετά την ολοκλήρωση της αποστολής τους, αποχώρησαν. Την 10η Δεκεμβρίου οι Ελασίτες εξαπέλυσαν ευρεία επίθεση, η οποία απέτυχε μετά την επέμβαση βρετανικών ενισχύσεων. Οι βρετανικές ενισχύσεις αποτελούνταν από τρία άρματα μάχης258 και δεκαπέντε στρατιώτες. Οι βρετανικές δυνάμεις όταν
254
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π., σ. 255. Υ.Σ.Α., ΙΙΙ Επιτελικό Γραφείο, Α΄ Σώματος Στρατού Ε.Λ.Α.Σ., Α.Π. 108, 6 ηΔεκεμβρίου 1944. 256 Χαραλαμπίδης, ό.π., σ. 90, Τσακαλώτος, τόμ.1, ό.π., σσ. 662-663 και Κλόουζ, ό.π., σ. 220. 257 Στο ίδιο, σ. 255. 258 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π., σ. 256. 255
103
αποχώρησαν άφησαν στους αμυνόμενους τρία οπλοπολυβόλα, τρία αντιαρματικά «ΡΙΑΤ» και αρκετά πυρομαχικά.259 Οι συνεχείς επιθέσεις του Ε.Λ.Α.Σ. κατά του συγκροτήματος της Σχολής Μακρυγιάννη είχαν προκαλέσει την κατάρρευση της εξωτερικής περιμέτρου και των εξωτερικών φυλακίων του συγκροτήματος αλλά και την αιχμαλωσία μεγάλου αριθμού αμυνόμενων από τον Ε.Λ.Α.Σ. Μία από τις συνέπειες της αιχμαλωσίας των χωροφυλάκων ήταν αυτή της αρπαγής των στολών τους, τις οποίες οι Ελασίτες φορούσαν
δυσχεραίνοντας την άμυνα των χωροφυλάκων, καθώς καθιστούσαν
δυσκολότερη τη διάκριση των αντιμαχόμενων. Ο Διοικητής του Συντάγματος, συνταγματάρχης Σαμουήλ, για να είναι εφικτή η διάκριση, διέταξε τους χωροφύλακες να φέρουν λευκό περιβραχιόνιο. Το Στρατηγείο του Ε.Λ.Α.Σ. την 11η Δεκεμβρίου, μετά την αποτυχία των έως τότε επιθέσεών του, αποφάσισε να σταματήσει τις επιθέσεις κατά του Μακρυγιάννη και να υιοθετήσει τη στρατηγική της στενής πολιορκίας. Έτσι στις 12 Δεκεμβρίου, οι Ελασίτες ανατίναξαν όλες τις πολυκατοικίες που βρίσκονταν περιμετρικά του συγκροτήματος Μακρυγιάννη, ώστε να μη χρησιμεύουν για τη συγκάλυψη των δρομολογίων ενίσχυσης του Συντάγματος, ενώ την 13η Δεκεμβρίου προχώρησαν στη διακοπή τροφοδοσίας νερού.260 Παρά τις προσπάθειες των ελασιτών όμως, την 18η Δεκεμβρίου η πολιορκία του συγκροτήματος του Συντάγματος Μακρυγιάννη έληξε. Σημαντικό μέρος της δύναμης του Συντάγματος, σε συνεργασία με βρετανικές δυνάμεις, συμμετείχε στην απώθηση των δυνάμεων του Ε.Λ.Α.Σ. πέρα από τον Αρδηττό261 και τη Λεωφόρο Συγγρού, έως και την περιοχή του Φαλήρου. Σε αντίστοιχες επιχειρήσεις συμμετείχε και την 19η Δεκεμβρίου, ανακαταλαμβάνοντας τις συνοικίες του Κουκακίου και του Γαμβέττα και απειλώντας τις δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ. που δρούσαν στην ανατολική πλευρά της Λεωφόρου Συγγρού.262 Το Σύνταγμα του Μακρυγιάννη έλαβε μέρος αδιάκοπα σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις έως τις αρχές Ιανουαρίου, οπότε και επετεύχθη η πλήρης εκκαθάριση της Αττικής από τον Ε.Λ.Α.Σ.
259
Στο ίδιο, σ. 257. Χαραλαμπίδης, ό.π., σ.σ 111-116 και Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π., σσ. 257-258. 261 Eudes, ό.π., σ. 311. 262 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π., σ. 258. 260
104
Οι απώλειες του Συντάγματος Μακρυγιάννη κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών υπήρξαν σημαντικές. Συνολικά σκοτώθηκαν ένας αξιωματικός και είκοσι οπλίτες, ενώ τραυματίσθηκαν δεκαεπτά αξιωματικοί και ανθυπασπιστές και σαράντα δύο οπλίτες, ενώ πέντε αξιωματικοί και ανθυπασπιστές και τριάντα έξι οπλίτες δηλώθηκαν αγνοούμενοι.263 Κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών, στην υπόλοιπη Ελλάδα δεν σημειώθηκαν συγκρούσεις, καθώς οι κυβερνητικές δυνάμεις στις περισσότερες περιοχές της Ελλάδας σαρώθηκαν από τις υπέρτερες δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ., συνήθως χωρίς να προβάλλουν άμυνα. Εξαίρεση αποτέλεσε το ΙΙ Τάγμα Χωροφυλακής, το οποίο αμέσως μετά την άφιξή του από την Αίγυπτο, εστάλη στην Ήπειρο, αναλαμβάνοντας την υποστήριξη του Ε.Δ.Ε.Σ. σε περίπτωση επίθεσης από τις τρεις μεραρχίες του Ε.Λ.Α.Σ. που δρούσαν στην περιοχή υπό τις διαταγές του Σαράφη και του Βελουχιώτη.264 Το ΙΙ Τάγμα Χωροφυλακής κατευθύνθηκε στην περιοχή της Πρέβεζας, όπου πράγματι βρίσκονταν περικυκλωμένες και αντιμετώπιζαν τον κίνδυνο της εξόντωσης οι δυνάμεις του Ε.Δ.Ε.Σ., και αμέσως ανέλαβε ενεργό ρόλο για την υπεράσπιση της περιμέτρου της Πρέβεζας, μέχρι να επιτευχθεί η απαγκίστρωση των δυνάμεων του Ε.Δ.Ε.Σ., οι οποίες μεταφέρθηκαν στην Κέρκυρα για να ανασυνταχθούν. Έναν μήνα μετά την απαγκίστρωση του Ε.Δ.Ε.Σ., στην Κέρκυρα κατέφθασε και το ΙΙ Τάγμα Χωροφυλακής αποχωρώντας από την Πρέβεζα. Το ΙΙ Τάγμα Χωροφυλακής από τις αρχές Ιανουαρίου έως και την 26η Ιουνίου 1945 χρησιμοποιήθηκε σε πλήθος εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των κυβερνητικών δυνάμεων στην Κόρινθο και στο Ναύπλιο, ενώ τμήματά του, όπως η τεθωρακισμένη ίλη με έδρα τον Ασπρόπυργο, έδρασαν στην περιοχή της Αθήνας σε συνεργασία με τις δυνάμεις της ΙΙΙ Ορεινής Ταξιαρχίας, εναντίον των υπολειμμάτων των δυνάμεων του Ε.Λ.Α.Σ. Το ΙΙ Τάγμα Χωροφυλακής παρέμεινε στην υπηρεσία έως την 26η Ιουνίου 1945, οπότε και διαλύθηκε.265 Την 24η Δεκεμβρίου 1944, όταν η κατάσταση των κυβερνητικών δυνάμεων στην Αθήνα βελτιώθηκε και οι δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ υποχώρησαν, ο πρωθυπουργός, Γ. Παπανδρέου, πραγματοποίησε τη δέσμευσή του προς τον Αρχηγό της 263
Στο ίδιο, σ. 258. Eudes, ό.π., σ. 310. 265 Δασκαλάκης, ό.π., σ. 341. 264
105
Χωροφυλακής, εκδίδοντας ημερήσια διαταγή με την οποία υπενθύμιζε τη διακήρυξη της 18ης Οκτωβρίου για την ανάγκη εκκαθάρισης της Χωροφυλακής από τα ανάξια στελέχη της, ενώ ισχυριζόταν πως, έπειτα από κυβερνητικές αποφάσεις, η Χωροφυλακή είχε απαλλαγεί από αυτά τα στοιχεία επιτρέποντας στους άξιους που είχαν πολεμήσει με αυτοθυσία αντιμετωπίζοντας την «αντεθνική και αντιλαϊκή στάση των εγκληματικών στοιχείων της Άκρας Αριστεράς» να αναδειχθούν και επιβραβευτούν. Η ημερήσια διαταγή κατέληγε με την έκφραση της πλήρους ευαρέσκεια της Κυβέρνησης προς το Σώμα της Χωροφυλακής.266 Το πρώτο εικοσαήμερο των Δεκεμβριανών, παράλληλα προς τις πολεμικές επιχειρήσεις, υπήρξαν σημαντικές πολιτικές διεργασίες με κύριους πρωταγωνιστές τους, Παπανδρέου, Scobie και Churchill. Την πρώτη μέρα των συγκρούσεων οι βρετανικές δυνάμεις έμειναν αμέτοχες στις συγκρούσεις μεταξύ του Ε.Λ.Α.Σ. και των κυβερνητικών δυνάμεων. Το βράδυ όμως της 4ης Δεκεμβρίου ο Scobie απεύθυνε διαταγή προς τον Ε.Λ.Α.Σ., με την οποία διέτασσε την απόσυρση των δυνάμεών του από την Αθήνα, από τη ζώνη αποκλεισμού που οριζόταν από Ελευσίνα, Ασπρόπυργο, Λιόσια, Κηφισιά, Φράγμα Μαραθώνα, Παλλήνη, Κορωπί, Πρασονήσι έως τα μεσάνυχτα της 6ης Δεκεμβρίου. Σε αντίθετη περίπτωση, τόνισε, οι Ελασίτες θα θεωρούνταν εχθρικές δυνάμεις. Με την ίδια διαταγή ο Scobie προειδοποιούσε πως οποιαδήποτε προσπάθεια του Ε.Λ.Α.Σ. να αφοπλίσει τη Χωροφυλακή στην περιοχή Αθηνών-Πειραιώς θα θεωρούνταν από την τετάρτη μετά μεσημβρίας της 6ης Δεκεμβρίου εχθρική ενέργεια και θα αντιμετωπιζόταν ως τέτοια.267 Παράλληλα με την έκδοση της προαναφερθείσας διαταγής, ο Scobie προχώρησε στην κήρυξη Στρατιωτικού Νόμου στην πόλη των Αθηνών. Η κήρυξη του Στρατιωτικού Νόμου από τον Scobie υπήρξε δική του μονομερής απόφαση καθώς δεν ακολουθήθηκε η προβλεπόμενη από το Σύνταγμα διαδικασία της έκδοσης σχετικού Διατάγματος έπειτα από απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, το οποίο ήταν και το μόνο αρμόδιο για να κηρύξει τον Στρατιωτικό Νόμο. Το βράδυ της 5 ης Δεκεμβρίου ο Scobie παραχώρησε συνέντευξη τύπου, στην οποία δήλωσε πως θεωρούσε τα τμήματα του Ε.Λ.Α.Σ., ως στασιασθέντα και πως ήταν καθήκον και
266 267
Στο ίδιο, σ. 351. Γασπαρινάτος, ό.π., σσ. 272-273 και Κοραντής, ό.π., σ. 167.
106
δικαίωμά του, ως Στρατιωτικός Διοικητής, να αποκαταστήσει την διασαλευθείσα τάξη.268 Η τοποθέτηση του Scobie κατά του Ε.Λ.Α.Σ. οφειλόταν στις εντολές που είχε λάβει νωρίς το πρωί της 5ης Δεκεμβρίου από τον Βρετανό πρωθυπουργό, Winston Churchill, και με τις οποίες αναγνωρίστηκε ως ο μόνος υπεύθυνος για τη διατήρηση της δημοσίας τάξης στην Αθήνα. Εξουσιοδοτήθηκε μάλιστα να κάνει χρήση κάθε αναγκαίου μέσου για να εξουδετερώσει τις δυνάμεις του Ε.Α.Μ.-Ε.Λ.Α.Σ. που θα εισέρχονταν στην Αθήνα. Ο Scobie διατάχθηκε, επίσης, να ελιχθεί κατάλληλα στην περίπτωση χρήσης αμάχων ως ασπίδες προστασίας από τους αντάρτες και να μη διστάσει να πυροβολήσει εναντίον όσων προκαλούσαν τις βρετανικές δυνάμεις και τις ελληνικές αρχές, συμπεριφερόμενος σαν να βρίσκεται σε κατακτημένη πόλη, στην οποία είχε ξεσπάσει εξέγερση.269 Η σταδιακή σκλήρυνση της στάσης του Scobie αποτυπώθηκε σε νεότερη διαταγή της 6ης Δεκεμβρίου, με την οποία η Χωροφυλακή, η Αστυνομία Πόλεων, η Εθνοφυλακή και η Ορεινή Ταξιαρχία αναγνωρίστηκαν ως μάχιμες μονάδες της Κυβέρνησης, ενώ κλήθηκαν να αφοπλιστούν όσοι πολίτες εθελοντικά είχαν οπλιστεί για να πολεμήσουν υπέρ της Κυβέρνησης, καθώς η Κυβέρνηση δεν ήταν διατεθειμένη να δεχτεί τη δημιουργία αυτόκλητων εθελοντικών ένοπλων ομάδων που θα αυτοορίζονταν ως κυβερνητικές. Ταυτόχρονα, είχε δοθεί εντολή οι ένοπλοι με πολιτική περιβολή, είτε συμμετείχαν στις μάχες είτε όχι, να συλλαμβάνονται.270 Τις πρώτες μέρες μετά το ξέσπασμα των Δεκεμβριανών ο έλεγχος της Κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου περιοριζόταν σε μία έκταση μόλις τεσσάρων τετραγωνικών χιλιομέτρων, όπου την πραγματική εξουσία την ασκούσε ο Scobie, ο οποίος κλήθηκε να διευθύνει μία άνιση μάχη, έχοντας υπό τις διαταγές του τη Χωροφυλακή και την Εθνοφυλακή, των οποίων η δύναμη δεν ξεπερνούσε τις δυόμισι χιλιάδες άνδρες, την ΙΙΙ Ορεινή Ταξιαρχία, κάποιες χιλιάδες πρώην ταγματασφαλίτες
268
Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 134 και Eudes, ό.π., σ. 287. Η κήρυξη του Στρατιωτικού Νόμου στην πόλη των Αθηνών από τον Scobie, αν και εντασσόταν στο πλαίσιο των στρατιωτικών αναγκών που είχαν προκύψει εξαιτίας των διαφαινόμενων εξελίξεων και έως τέτοια ήταν δικαιολογημένη, δεν έπαυε να είναι και αντισυνταγματική. Την αρμοδιότητα κήρυξης του Στρατιωτικού Νόμου σε μέρος ή στο σύνολο της εθνικής επικράτειας με βάση το Σύνταγμα του 1911, το οποίο τυπικά ήταν σε ισχύ στην χώρα, την είχε το Υπουργικό Συμβούλιο και όχι ο έχων το πρόσταγμα των στρατιωτικών δυνάμεων. 269 Σφήκας, Με τον Μέτερνιχ ή με τον Πάλμερστον;, ό.π., σ. 39, Χαραλαμπίδης, ό.π., σ. 96 και Eudes, ό.π., σ. 289. 270 Γαρουφαλιάς, ό.π., σ. 77.
107
που επανεξοπλίστηκαν, τους τεσσερισήμισι χιλιάδες άνδρες της Αστυνομίας Πόλεων, μία βρετανική μηχανοκίνητη ταξιαρχία δυόμισι χιλιάδων ανδρών, το στρατιωτικό προσωπικό της M.L. (Military Liaison) περίπου δυόμισι χιλιάδων ανδρών,271 περί τα είκοσι τέσσερα άρματα μάχης, δύο μοίρες τεθωρακισμένων και μία μοίρα αεροσκαφών «Spitfire».272 Καθώς οι επιχειρήσεις συνεχίζονταν, οι βρετανικές δυνάμεις από τις 12 μέχρι και τις 16Δεκεμβρίου ενισχύθηκαν με μονάδες που κατέφθασαν από το μέτωπο της Ιταλίας και της Μέση Ανατολή όσο και από βρετανικές δυνάμεις που βρίσκονταν σε άλλα σημεία της Ελλάδας και ειδικότερα από μονάδες του Γ΄ Βρετανικού Σώματος Στρατού, την ΙΙ Ινδική Μεραρχία, την 23η Τεθωρακισμένη Μεραρχία, την 5η Ταξιαρχία Πεζικού, την ΙV Μεραρχία, τη 2η Ταξιαρχία, το 22ο Ειδικό Τάγμα και το 40ο Βασιλικό Σύνταγμα Αρμάτων Μάχης και τις βοηθητικές τους υπηρεσίες και με πολλά μηχανοκίνητα καθώς και πάνω από διακόσια άρματα μάχης.273 Αντίστοιχα, οι δυνάμεις που παρέταξε ο Ε.Λ.Α.Σ. στην Αθήνα ήταν το Α΄ Σώμα Στρατού του Ε.Λ.Α.Σ., το οποίο αποτελούνταν από μηχανοκίνητο τμήμα που υπαγόταν απευθείας στο Στρατηγείο του Ε.Λ.Α.Σ., από το 1ο και το 2ο Σύνταγμα της 1ης Ταξιαρχίας, το 3ο και το 4ο Σύνταγμα της 2ης Ταξιαρχίας καθώς και από το 5ο και 6οΑνεξάρτητο Σύνταγμα Περιχώρων,274 με συνολική δύναμή είκοσι τριών χιλιάδων ανδρών, εκ των οποίων οι έξι χιλιάδες πεντακόσιοι ήταν μάχιμοι, που ενισχύθηκαν από τη ΙΙ Μεραρχία και τη ΧΙΙΙ Μεραρχία του Ε.Λ.Α.Σ., η οποία αποτελούνταν από εφτά χιλιάδες άνδρες.275 Στις δυνάμεις αυτές προστέθηκαν κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών πολλές χιλιάδες άνδρες που ανήκαν στην 8η Ταξιαρχία της 3ης Μεραρχίας του Ε.Λ.Α.Σ., σε δύο Ανεξάρτητα Συντάγματα, στον Εφεδρικό Ε.Λ.Α.Σ. και σε οργανώσεις του Ε.Α.Μ. της Αθήνας.276 Εκτός του πολεοδομικού συγκροτήματος της Αθήνας και στην υπόλοιπη Επικράτεια η κατάσταση για τις κυβερνητικές και τις βρετανικές δυνάμεις δεν ήταν
271
Η M.L. ήταν ένας αγγλοαμερικανικός οργανισμός, που στα ελληνικά ονομαζόταν «Στρατιωτικός Σύνδεσμος» και είχε αναλάβει μεταξύ των άλλων την οργάνωση της περίθαλψης και της τροφοδοσίας στην Ελλάδα κατά την πρώτη περίοδο, μέχρι ότου αναλάβουν οι ελληνικές αρχές. 272 Σταυριανός, ό.π., σ. 163. 273 Άγγελος Ελεφάντης, Μας πήραν την Αθήνα… Ξαναδιαβάζοντας μερικά σημεία της Ιστορίας (19411950), Αθήνα, 2003, σ. 61 και Χαραλαμπίδης, ό.π., σ. 187. 274 Γασπαρινάτος, ό.π., σ. 327. 275 Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σσ. 122-123 276 Βουρνάς, ό.π., σ. 442
108
καλύτερη μετά το ξέσπασμα των Δεκεμβριανών, καθώς η παρουσία τους περιοριζόταν στο Φάληρο, στην Πάτρα, στο αεροδρόμιο του Ελληνικού και με έναν ιδιόμορφο τρόπο στη Θεσσαλονίκη, στην οποία δεν πραγματοποιήθηκε σύγκρουση μεταξύ των βρετανικών δυνάμεων και των δυνάμεων του Ε.Λ.Α.Σ. που βρίσκονταν στην πόλη.277 Η αποφυγή των εχθροπραξιών στη Θεσσαλονίκη οφείλεται στη διπλωματικότητα του Βρετανού Γενικού Πρόξενου στην πόλη και στη σύνεση που επέδειξε ο Στρατιωτικός Διοικητής του Ε.Λ.Α.Σ. της ευρύτερης περιοχής, Στρατηγός Ευριπίδης Μπακιρτζής.278 Όταν ξέσπασαν τα Δεκεμβριανά στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη στάθμευε στα προάστια της πόλης, κοντά στους μύλους του Αλλατίνη, η 4η Ινδική Μεραρχία των Βρετανών, η οποία ήταν περικυκλωμένη από τις δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ. Στην κατάσταση αυτή παρέμειναν οι βρετανικές δυνάμεις χωρίς να υπάρξουν επεισόδια και συγκρούσεις με τις δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ., καθώς η ηγεσία του Κ.Κ.Ε. στη Θεσσαλονίκη εκτέλεσε κατά γράμμα τη διαταγή που είχε λάβει από την Κεντρική Επιτροπή του Κ.Κ.Ε., στην οποία τονιζόταν πως τα επεισόδια στην Αθήνα είχαν τοπικό μόνο χαρακτήρα και ως τέτοια θα διευθετούνταν. Οι βρετανικές δυνάμεις της Θεσσαλονίκης εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία που τους έδωσε η απραξία του Ε.Λ.Α.Σ. και υποχώρησαν προς την Κασσάνδρα Χαλκιδικής, όπου εκεί επιβιβάστηκαν σε πλοία και έφτασαν στην Αθήνα.279 Στην υπόλοιπη χώρα ο έλεγχος του Ε.Λ.Α.Σ. ήταν απόλυτος και διατηρήθηκε με την παρουσία των παραστρατιωτικών οργανώσεών του, όπως της Ο.Π.Λ.Α. και της Εθνικής Πολιτοφυλακής, καθώς οι μάχιμες δυνάμεις είχαν μεταφερθεί στην Ήπειρο εναντίον του Ε.Δ.Ε.Σ. και στην Αθήνα εναντίον των κυβερνητικών δυνάμεων.280 Η κατάσταση για τις κυβερνητικές και τις βρετανικές δυνάμεις συνέχισε να είναι επικίνδυνη έως και τη 12η Δεκεμβρίου, καθώς η συνεχιζόμενη γενική απεργία που είχε κηρύξει το Ε.Α.Μ είχε παραλύσει την κυβερνητική λειτουργία, στα λιμάνια δεν πραγματοποιούνταν εκφορτώσεις και οι βρετανικές θέσεις στον Πειραιά ήταν επισφαλείς καθώς ο δρόμος προς τον Πειραιά και το αεροδρόμιο Χασανίου (Ελληνικό) πραγματοποιούνταν μόνο με τεθωρακισμένα οχήματα με αποτέλεσμα τα αποθέματα τροφίμων των βρετανικών δυνάμεων στην Αθήνα να επαρκούν μόνο για 277
Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 136 Woodhouse, Το μήλο της έριδος, ό.π, σ. 327 279 Eudes, ό.π., σσ. 295-296 280 Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 136. 278
109
έξι ημέρες και πολεμοφόδια για τρεις ημέρες. Τα βρετανικά πλοία μπορούσαν με δυσκολία να αποβιβάσουν ενισχύσεις και η μεταφορά τους στην Αθήνα ήταν πολύ επικίνδυνη, καθώς οι δρόμοι που οδηγούσαν σε αυτήν ήταν υπό από τον έλεγχο του Ε.Λ.Α.Σ.281 Την 12η Δεκεμβρίου, στην κορύφωση της προέλασης των δυνάμεων του Ε.Λ.Α.Σ., οι εμπροσθοφυλακές του είχαν φτάσει στις οδούς Σόλωνος, Σωκράτους, στην περιοχή της Αγοράς και στην πλατεία Κάνιγγος και απείχαν μόλις χίλια μέτρα από το ξενοδοχείο της «Μεγάλης Βρετανίας» και το κτήριο του Μετοχικού Ταμείου Στρατού, όπου βρισκόταν η έδρα της Κυβέρνησης και των Βρετανών 282 και ελάχιστες διάσπαρτες
κυβερνητικές
δυνάμεις
συνέχιζαν
να
αμύνονται
εντός
της
ελασοκρατούμενης περιοχής, σε διάφορες οχυρές θέσεις, όπως στη Σχολή Ευελπίδων,283 στη Χαρτογραφική Υπηρεσία και στις Φυλακές Χατζηκώστα.284 Οι μόνες αχτίδες ελπίδας που διατηρούσαν οι βρετανοελληνικές δυνάμεις ήταν πως ο Πειραιάς, το αεροδρόμιο Χασανίου (Ελληνικού) και η Λεωφόρος Συγγρού, έστω και υπό αυτές τις δύσκολες συνθήκες, παρέμεναν υπό τον έλεγχό τους και μέσω αυτών μπορούσαν να καταφθάσουν στο Κέντρο της Αθήνας στοιχειώδεις ενισχύσεις. Η διατήρηση των τριών αυτών στρατηγικών θέσεων λίγες μέρες μετά, όταν εντάθηκε ο ρυθμός άφιξης των ενισχύσεων υπέρ των βρετανοελληνικών δυνάμεων και η παρουσία της R.A.F., οδήγησε στην ανατροπή του σκηνικού στην επιτυχή καταστολή του Ε.Λ.Α.Σ.285 Οι απώλειες των κυβερνητικών δυνάμεων έως εκείνη τη φάση των Δεκεμβριανών ήταν μεγάλες, αναλογικά με το μέγεθος των δυνάμεων που μπορούσαν να παρατάξουν. Σύμφωνα με τον τύπο της εποχής, οι απώλειες της Χωροφυλακής μέχρι την 18η Δεκεμβρίου έφτασαν τους σαράντα δύο νεκρούς αξιωματικούς και
281
Χαραλαμπίδης, ό.π., σσ. 152, 154, 190-191,194-195, Σφήκας, Με τον Μέτερνιχ ή με τον Πάλμερστον;, ό.π., σσ. 48, 54, Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 137 και Eudes, ό.π., σ. 300. 282 Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σ. 142. 283 Η οποία εκκενώθηκε την 11η Δεκεμβρίου υπό την κάλυψη βρετανικών τμημάτων, από τους τριακόσιους Ευέλπιδες, οι οποίοι την υπερασπίζονταν από την 4 η Δεκεμβρίου. Η φρουρά της Σχολής Ευελπίδων συμπτύχθηκε τότε στο κτήριο της Βουλής, από όπου δύο μέρες μετά επάνδρωσαν τα νεοσυγκροτηθέντα Τάγματα Εθνοφυλακής. 284 Γασπαρινάτος, ό.π., σ. 342. 285 Γασπαρινάτος, ό.π., σ. 346 και Χαραλαμπίδης, ό.π., σ. 152
110
οπλίτες, ενώ οι τραυματίες έφτασαν τους εκατό πενήντα και ο αριθμός των αγνοούμενων ήταν αδιευκρίνιστος.286 Το Ε.Α.Μ. εκμεταλλευόμενο τη μέχρι τότε πλεονεκτική του θέση, μέσω του Πορφυρογένη μεταβίβασε την 12η Δεκεμβρίου στον Scobie πρόταση για την υπογραφή συμφωνίας ανακωχής. Ο Scobie ακολουθώντας τις εντολές του Churchill, οι οποίες συμπυκνώνονταν στη φράση, «Καμία ειρήνη πριν την νίκη», αρνήθηκε την οποιαδήποτε διαπραγμάτευση με το Ε.Α.Μ. και επανέλαβε τους πάγιους όρους, πως οι δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ. που βρίσκονταν με βάση τη Συμφωνία της Καζέρτας υπό τις διαταγές του όφειλαν να εκκενώσουν την Αθήνα και όλες οι ανταρτικές δυνάμεις να σταματήσουν τις μάχες και να παραδώσουν τα όπλα τους287. Ο Ε.Α.Μ απάντησε με ανακοίνωση ότι ο Στρατηγός Scobie ζητούσε τον αφοπλισμό και την αποχώρηση του Ε.Λ.Α.Σ από την Αθήνα και τον Πειραιά χωρίς να κάνει αναφορά «στους συμμορίτες των ταγμάτων, της Ειδικής και του Μπουραντά, ούτε για την Ορεινή Ταξιαρχία». Η Κεντρική Επιτροπή του Ε.Λ.Α.Σ επανήλθε με νέα ανακοίνωση της την 14η Δεκεμβρίου δηλώνοντας ότι, μέχρι το σχηματισμό του νέου εθνικού στρατού από την επόμενη κυβέρνηση εθνικής ενότητας, θα δεχόταν την προσωρινή απόσυρση του Ε.Λ.Α.Σ από την Αθήνα και τον Πειραιά στην γραμμή που είχαν ορίσει οι Βρετανοί ζητώντας όμως την απόσυρση της Ορεινής Ταξιαρχίας και του Ιερού Λόχου από την Αθήνα και τον Πειραιά, τον αφοπλισμό, την φυλάκιση και παραπομπή σε δίκη των ανδρών των Ταγμάτων Ασφαλείας, τον αφοπλισμό της Χωροφυλακής και τον περιορισμό ων βρετανικών δυνάμεων στα καθήκοντα που είχαν καθοριστεί με την Συμφωνία της Καζέρτας Ο διάλογος και η ανταλλαγή απόψεων μεταξύ του Scobie και της Κεντρική Επιτροπή του Ε.Λ.Α.Σ συνεχίστηκε με την ανταλλαγή εγγράφων προτάσεων και παρατηρήσεων για την προοπτική και τους όρους της λήξης των εχθροπραξιών μέχρι και την 18η Δεκεμβρίου χωρίς πρόοδο καθώς οι δύο πλευρές ερμήνευαν διαφορετικά το ζήτημα των αρμοδιοτήτων των βρετανικών δυνάμεων στην Ελλάδα, όπως αυτές προέκυπταν από το περιεχόμενο της Συμφωνίας της Καζέρτας288 Η Κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου, όντας υπό αφόρητη πίεση στο στρατιωτικό πεδίο, αποφάσισε να αξιοποιήσει εναντίον του Ε.Λ.Α.Σ. το σύνολο των δυνάμεων 286
Ελλάς, 18η Δεκεμβρίου 1944, φύλλο 13, «Η Λύσσα κατά της Χωροφυλακής», σ. 4. Σφήκας, Με τον Μέτερνιχ ή με τον Πάλμερστον;, ό.π., σ. 69. 288 Χαραλαμπίδης, ό.π., σσ. 219-222 και Eudes, ό.π., σ. 302. 287
111
που επιθυμούσαν να πολεμήσουν υπέρ της. Στο πλαίσιο αυτό, έπειτα από βρετανική εισήγηση,
ο
υφυπουργός
Στρατιωτικών
Λεωνίδας
Σπαής289αποφάσισε
να
αξιοποιηθούν συνολικά οι υπηρετήσαντες στα Τάγματα Ασφαλείας. Ο Σπαής μετεμφυλιακά, δικαιολογώντας τη θέση του, δήλωσε πως προχώρησε στην απόφαση αυτή λόγω της πολεμικής αναγκαιότητας, καθώς οι κυβερνητικές στρατιωτικές δυνάμεις δεν ήταν επαρκείς για να αντιμετωπίσουν τον Ε.Λ.Α.Σ. 290 Ο αριθμός των πρώην ταγματασφαλιτών οι οποίοι επιστρατεύτηκαν από την Κυβέρνηση, σύμφωνα με τον Σπαή, έφτασε τις δώδεκα χιλιάδες άνδρες, οι οποίοι επιλέχθηκαν από ένα σύνολο είκοσι εφτά χιλιάδων ταγματασφαλιτών υπό περιορισμό, καθώς κατεβλήθη προσπάθεια να μη χρησιμοποιηθούν άτομα που ήταν ιδιαίτερα εκτεθειμένα λόγω της συνεργασίας τους με τις κατοχικές δυνάμεις και τα σημαίνοντα πρόσωπα της ιεραρχίας των Ταγμάτων Ασφαλείας. Οι πρώην ταγματασφαλίτες που επιστρατεύτηκαν από την Κυβέρνηση μεταφέρθηκαν από τους στρατώνες στο Γουδί, όπου κρατούνταν, στο κτήριο της Βουλής, στα υπόγεια της οποίας υπήρχαν αποθήκες ιματισμού και οπλισμού και εκεί εξοπλίσθηκαν και συγκροτήθηκαν σε μονάδες επιπέδου τάγματος, οι οποίες εντάχθηκαν στην Εθνοφυλακή. Με τη στράτευση των πρώην ταγματασφαλιτών και με την άφιξη των βρετανικών ενισχύσεων, οι οποίες έφτασαν τις δύο πλήρεις μεραρχίες και την τελευταία ταξιαρχία της 4ης Ινδικής Μεραρχίας, που κατέφθασε από τη Θεσσαλονίκη,291
επανήλθε
αρχικά
η
στρατιωτική
ισορροπία
μεταξύ
των
αντιμαχόμενων και αργότερα επήλθε η ανατροπή της υπέρ της κυβερνητικής και βρετανικής πλευράς.292 Μετά την 12η Δεκεμβρίου, οπότε και υπήρξε η μέγιστη προώθηση των δυνάμεων του Ε.Λ.Α.Σ., παρουσιάστηκε σταδιακά μείωση της δραστηριότητάς του Ε.Λ.Α.Σ στο Κέντρο των Αθηνών και έλειψαν οι επιθετικές ενέργειες με μοναδικές εξαιρέσεις, την επίθεση που εξαπολύθηκε εναντίον του Αρχηγείου και των Υπηρεσιών των Δυνάμεων της R.A.F., που στεγάζονταν σε τρία ξενοδοχεία της 289
Φ.Ε.Κ. 33, Βασιλικό Διάταγμα της 7 ης Δεκεμβρίου 1944, «Περί διορισμού του Λεωνίδα Σπαή ως Υφυπουργού επί των Στρατιωτικών». Ο Στρατηγός Λεωνίδας Σπαής ορκίστηκε υφυπουργός Στρατιωτικών την 7η Δεκεμβρίου, καλύπτοντας το κενό που είχε δημιουργηθεί στο κυβερνητικό σχήμα από την παραίτηση του Πτολεμαίου Σαρηγιάννη, την 2η Δεκεμβρίου. Ως εκείνη τη στιγμή ο Σπαής ήταν Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Στρατιωτικών. 290 Λεωνίδας Σπαής, «Λάθη-Πάθη-Τάφοι: Δεκέμβρη ’ 44», Πολιτικά Θέματα, τεύχος 125ο, Αθήνα, 1976, σσ. 25-27. 291 Eudes, ό.π., σ. 306. 292 Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σ. 124.
112
Κηφισιάς και όπου και αιχμαλωτίστηκαν εξακόσιοι πενήντα Βρετανοί της R.A.F., εκ των οποίων απελευθερώθηκαν μόλις εκατό από τις βρετανικές ενισχύσεις που κατέφθασαν293, και την επίθεση κατά των Φυλακών Αβέρωφ, στις οποίες κρατούνταν εξακόσιοι σαράντα συνεργάτες των κατοχικών δυνάμεων. Οι Φυλακές Αβέρωφ φρουρούνταν από δύναμη εκατό πενήντα Βρετανών και εκατό πενήντα ανδρών της Χωροφυλακής, οι οποίοι δεν άντεξαν την πίεση της επίθεσης και προχώρησαν στην εκκένωση των φυλακών και στην απελευθέρωση των κρατουμένων, έχοντας προηγουμένως λάβει τη δέσμευσή τους πως θα κατευθύνονταν σε σημείο που ορίστηκε μακριά από τη ζώνη των επιχειρήσεων.294 Όταν πλέον οι επιχειρήσεις είχαν τελματώσει, ο Πορφυρογένης επισκέφθηκε εκ μέρους της Κεντρικής Επιτροπής του Ε.Α.Μ. για δεύτερη φορά τον Scobie, υποβάλλοντας νέες προτάσεις για την έναρξη διαπραγματεύσεων. Οι προτάσεις του Ε.Α.Μ. προέβλεπαν πως θα απέσυρε τις δυνάμεις του από την Αθήνα και τον Πειραιά, εφόσον και η κυβερνητική πλευρά απέσυρε την ΙΙΙ Ορεινή Ταξιαρχία και την έστελνε στα νησιά, διέλυε τη Χωροφυλακή, ενώ οι βρετανικές δυνάμεις περιορίζονταν αποκλειστικά στα ορισθέντα από τη Συμφωνία της Καζέρτας καθήκοντά τους. Ως εγγύηση για την υλοποίηση των ανωτέρω δεσμεύσεων, οι προτάσεις του Ε.Α.Μ., έθεταν τον σχηματισμό Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας. Όπως και την πρώτη φορά, ο Scobie απέρριψε ως απαράδεκτες τις προτάσεις του Ε.Α.Μ.295 Το τέλμα των επιχειρήσεων, όπου και οι δύο αντιμαχόμενες δυνάμεις παρέμεναν ακίνητες χωρίς να προχωρούν σε νέες επιθετικές ενέργειες, διατηρήθηκε έως και την 20ή Δεκεμβρίου, για να ακολουθήσει αμέσως μετά και έως την 5η Ιανουαρίου η ταχύτατη κατάρρευση του Ε.Λ.Α.Σ. και η εκκένωση της Αττικής από τις δυνάμεις του με κάθε τρόπο και μέσο.296 Στη διάρκεια της περιόδου μεταξύ της 20ήςΔεκεμβρίου και 5η Ιανουαρίου, ο Scobie ενέτεινε τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις κατά του Ε.Λ.Α.Σ., καθώς οι βρετανοελληνικές δυνάμεις είχαν περάσει στην αντεπίθεση.
293
Χαραλαμπίδης, ό.π., σσ. 205-207 και Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ.139. Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 137 και Eudes, ό.π., σσ. 310-311. 295 Χαραλαμπίδης, ό.π., σσ. 221-222. 296 Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σ. 137. 294
113
Ο Ε.Λ.Α.Σ. αδυνατώντας να απαντήσει σε στρατιωτικό επίπεδο εξαπέλυσε ένα πογκρόμ βίας, δραστηριοποιώντας τη μυστική αστυνομία του, την Ο.Π.Λ.Α.297 Την 18η Δεκεμβρίου 1944 το Πολιτικό Γραφείο της Κ.Ε. του Κ.Κ.Ε. εξέδωσε απόφαση με την οποία επέτρεπε στις δυνάμεις του να συλλαμβάνουν αμάχους, ως απάντηση στις αντίστοιχες πρακτικές της Κυβέρνησης και των Βρετανών.298 Η Ο.Π.Λ.Α. μετά την έκδοση της απόφασης του Πολιτικού Γραφείου, προχώρησε σε εκτεταμένες συλλήψεις ομήρων και στην εξόντωση ιδεολογικών αντιπάλων του Κ.Κ.Ε., καταδιώκοντας με φανατισμό τόσο συνεργάτες των κατοχικών δυνάμεων, όσο και μενσεβίκους, τροτσκιστές, σοσιαλιστές, αρχειομαρξιστές και άλλους «διασπαστές» του λαϊκού κινήματος και της κομματικής ορθοδοξίας.299 Οι όμηροι της Ο.Π.Λ.Α. προέρχονταν από τα προάστια που τελούσαν υπό τον έλεγχο του Ε.Λ.Α.Σ. και κρατούνταν υπό άθλιες συνθήκες σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, τα οποία είχαν δημιουργηθεί πρόχειρα σε διάφορες περιοχές της βόρειας Αττικής. Πολλοί από τους ομήρους της Ο.Π.Λ.Α. εκτελέστηκαν και σε κάποιες περιπτώσεις, ιδίως όσων ήταν γνωστοί βασιλόφρονες, πριν από την εκτέλεσή τους, δικάζονταν και καταδικάζονταν από Λαϊκά Δικαστήρια διάφορων συνοικιών της Αθήνας και ειδικά του Περιστερίου.300 Η σύλληψη, η κράτηση και η εκτέλεση ομήρων ήταν μία αναμενόμενη εξέλιξη, καθώς η σύγκρουση των Δεκεμβριανών ήταν μία έντονα ιδεολογικοποιημένη σύγκρουση βασισμένη στον άξονα Αριστεράς και Δεξιάς και θα προκαλούσε κατάπληξη αν δεν παρουσιάζονταν τέτοια φαινόμενα,301 ειδικότερα όταν αυτές οι πρακτικές ήταν ενδεικτικές της νοοτροπίας που διαπερνούσε πολλά φανατισμένα στελέχη του παραστρατιωτικού μηχανισμού της Ο.Π.Λ.Α. και πολλών στελεχών του Κ.Κ.Ε αλλά και της ταξικής διάστασης της μάχης των Δεκεμβριανών, που ανέτρεψε την κοινωνική ιεραρχία. Στο πλαίσιο αυτό της κοινωνικής ανατροπής ανώτατοι και ανώτεροι στρατιωτικοί, διευθυντές υπουργείων, στελέχη τραπεζών, βιομήχανοι, πρυτάνεις, καθηγητές πανεπιστημίου, αξιωματικοί των Σωμάτων Ασφαλείας, 297
Θεόδωρος Μιχ. Λυμπερίου, Το Κομμουνιστικό Κόμμα στην Ελλάδα,τόμ.2, Αθήνα, 2007, σ. 148. Η Ο.Π.Λ.Α. ήταν η μυστική αστυνομία του Κ.Κ.Ε. Το όνομά της προέρχονταν από τα αρχικά των λέξεων Οργάνωση Περιφρούρησης Λαϊκών Αγώνων. 298 Richter, ό.π.,σ. 27. 299 Μάριος Εμμανουηλίδης, Αιρετικές Διαδρομές. Ο ελληνικός τροτσκισμός και ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, Αθήνα, 2002, σσ. 65-66, 163-166, Χαραλαμπίδης, ό.π., σσ. 302, 312 και Eudes, ό.π., σ. 311. 300 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π., σσ. 303-304, Χαραλαμπίδης, ό.π., σσ. 285-287, Eudes, ό.π., σ. 329 και Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 140. 301 Richter, ό.π., σ. 25.
114
πολιτικοί ανακρίθηκαν, οδηγήθηκαν στην ομηρία ή εκτελέστηκαν από τους άνδρες της Ο.Π.Λ.Α.302 Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις των Βρετανών και των κυβερνητικών δυνάμεων μετά την 20ή Δεκεμβρίου σημείωσαν απόλυτη επιτυχία, με την ανακατάληψη του Αρδηττού και του Παναθηναϊκού Σταδίου, ολόκληρου του νότιου μετώπου της Αθήνας.303 Την 5η Ιανουαρίου η επικοινωνία της Αθήνας με το Φάληρο και τον Πειραιά ήταν πλέον ακώλυτη καθώς οι ελληνοβρετανικές προφυλακές είχαν προωθηθεί έως και σαράντα χιλιόμετρα βόρεια της Αθήνας.304 Οι δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ., αδυνατώντας να αντισταθούν, εκκένωσαν γρήγορα τις θέσεις τους στην Καισαριανή και αποσύρθηκαν στον Υμηττό, σέρνοντας μαζί τους και την πομπή των ομήρων που είχαν συλλάβει στη διάρκεια των μαχών, οι οποίοι ανήκαν κυρίως στα εύπορα κοινωνικά στρώματα και κατείχαν υψηλές θέσεις στην πολιτική και οικονομική ζωή και οι συλλήψεις τους σημειώθηκαν κυρίως στην Κυψέλη, Ψυχικό, Φιλοθέη, Κηφισιά και Μαρούσι. Οι όμηροι ήταν περίπου δεκαπέντε χιλιάδες άτομα και οδηγήθηκαν διά μέσω των βουνών από την Αττική στην περιοχή των Τρικάλων, η οποία παρέμενε υπό τον έλεγχο του Ε.Λ.Α.Σ.305 Η Χωροφυλακή και η Εθνοφυλακή στις περιοχές που περνούσαν στον έλεγχο της Κυβέρνησης προχωρούσαν σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις, στο πλαίσιο των οποίων συνέλαβαν αθρόα χιλιάδες Αθηναίους, οι οποίοι καταγγέλθηκαν ως αντάρτες ή ως συμπαθούντες τον Ε.Λ.Α.Σ. και τους οποίους στη συνέχεια τους έθεσαν υπό περιορισμό σε στρατόπεδα αιχμαλώτων στη Λιβύη και την Αττική. Οι υπό κράτηση στα στρατόπεδα της Λιβύης (Ελ Ντάμπα και Τομπρούκ), σύμφωνα με την Αριστερά, έφτασαν τις οκτώ χιλιάδες και οι υπό κράτηση στα στρατόπεδα της Αττικής (Γουδί, Χασάνι-Ελληνικό) έφτασαν τις πέντε χιλιάδες.306 Η δράση των Εθνοφυλάκων κατά τη διάρκεια των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων προκάλεσε έντονες αντιδράσεις και εξανάγκασε τον Αρχηγό της Εθνοφυλακής, τον Ανώτατο Στρατιωτικό Διοικητή Αττικής και τον Διοικητή της ΙΙ Ταξιαρχίας Εθνοφυλακής να εκδώσουν γενική διαταγή με αυστηρές συστάσεις και προειδοποιήσεις προς όλους τους υπηρετούντες στην Εθνοφυλακή. 302
Χαραλαμπίδης, ό.π., σ. 293 και Καλύβας-Μαραντζίδης, «Ο Εμφύλιος Πόλεμος», ό.π, σ. 41. Eudes, ό.π., σ. 312. 304 Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ.145. 305 Χαραλαμπίδης, ό.π., σ. 312 και Eudes, ό.π., σ. 329. 306 Χαραλαμπίδης, ό.π., σσ. 311-312, 317, Eudes, ό.π., σ. 312 και Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σ. 182. 303
115
Ο Αρχηγός της Εθνοφυλακής στη διαταγή του παρατηρούσε πως υπήρχαν καταγγελίες για δύο ειδών παραβιάσεις: την παράνομη σύλληψη και κατακράτηση προσώπων που δεν είχαν καμία ανάμειξη στα γεγονότα των Δεκεμβριανών και την πραγματοποίηση κλοπών, διαρρήξεων και λεηλασιών κατά πολιτών. Παρατηρούσε πως τα φαινόμενα παραβατικότητας οφείλονταν σε μια μικρή μειονότητα Εθνοφυλάκων, αλλά αντανακλούσαν στο σύνολο του Σώματος, κλονίζοντας την εμπιστοσύνη της κοινωνίας προς αυτό. Γι’ αυτό και διέτασσε τον εντοπισμό, την απομάκρυνση και
την παραπομπή στα Στρατοδικεία όσων
Εθνοφυλάκων
συλλαμβάνονταν να παρανομούν. Διέτασσε, επίσης, τις Διοικήσεις των μονάδων να προβαίνουν στην άμεση αφαίρεση του οπλισμού και της στρατιωτικής στολής από τους συλληφθέντες και στη φυλάκιση τους. Ο Αρχηγός της Εθνοφυλακής πληροφορούσε, τέλος, πως οι προβλεπόμενες ποινές για τους παραβάτες ήταν ο θάνατος, η φυλάκιση και ο εκτοπισμός εκτός των ορίων της χώρας.307 Ο
Ανώτατος
Στρατιωτικός
Διοικητής
Αττικής,
υποστράτηγος
Α.
Σπανόπουλος,308 επηρεασμένος από τη δράση των στελεχών της Εθνοφυλακής, με τη διαταγή του υπ’ αριθμό 5604/2-1-1945 προειδοποίησε πως απαγορευόταν αυστηρότατα κάθε κακομεταχείριση των συλληφθέντων από τις κυβερνητικές αρχές και πως οι μεν παραβάτες της διαταγής θα παραπέμπονταν στα Στρατοδικεία με την κατηγορία της παραβίασης στρατιωτικής διαταγής, οι δε προϊστάμενοι των υπηρεσιών και μονάδων όπου παρουσιάζονταν τέτοια φαινόμενα θα ελέγχονταν αυστηρότατα, ως μη ικανοί να παρακολουθήσουν την εκτέλεση των διαταγών που προέρχονταν από τους ανωτέρους τους.309 Αντίστοιχη διαταγή εκδόθηκε και από τον Διοικητή της ΙΙ Ταξιαρχίας Εθνοφυλακής, ταξίαρχο Μπαλή, τη 2α Φεβρουαρίου 1945, με την οποία τονιζόταν πως η συμπεριφορά των Εθνοφυλάκων προς τους αιχμαλώτους Ελασίτες όφειλε να είναι αυστηρή, όχι όμως σκληρή. Να είναι άψογη και σύμφωνη με την εφαρμογή των
307
Υ.Σ.Α., Γενική διαταγή Μεραρχίας Εθνοφυλακής της 13 ης Ιανουαρίου 1945. Ο Υποστράτηγος Σπανόπουλος, προτού γίνει Στρατιωτικός Διοικητής Αττικής, είχε διατελέσει Στρατιωτικής Διοικητής Θεσσαλονίκης κατά τη διάρκεια της κατοχικής Κυβέρνησης Ράλλη. Είχε δε κατηγορηθεί πως πρωτοστάτησε στη δημιουργία Ταγμάτων Ασφαλείας στη Μακεδονία. Μετά την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας, τοποθετήθηκε στη θέση του Διοικητή της Ανωτέρας Στρατιωτικής Διοικήσεως Στερεάς Ελλάδας. Βλ. Λάζου, «Η συγκρότηση και η δράση της Εθνοφυλακής. Νοέμβριος 1944-Σεπτέμβριος 1945: Η περίπτωση της Λαμίας», ό.π., σ.79. 309 Υ.Σ.Α., Ημερήσια διαταγή της 18ης Ιανουαρίου 1945. 308
116
Νόμων, καθότι οι Εθνοφύλακες εκπροσωπούσαν το Κράτος, την Πατρίδα και τον Νόμο.310 Σύμφωνα με τις Αναφορές και τις Υπηρεσιακές Εγκυκλίους της εποχής, συχνά ήταν τα περιστατικά όπου Εθνοφύλακες κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης υπηρεσίας ή καθηκόντων φρουράς βρίσκονταν σε κατάσταση μέθης, ή ασκόπως πυροβολούσαν στον αέρα, ή μετέφεραν ιερόδουλες εντός των εγκαταστάσεων των λόχων τους. Οι συχνότητα τέτοιων περιστατικών, όπως παραδέχονταν οι ίδιες οι κυβερνητικές πηγές, δημιουργούσαν την εικόνα ενός Στρατού απείθαρχου και αυταρχικού, που προκαλούσε δικαιολογημένη δυσφορία και αγανάκτηση στους πολίτες, καθώς δημιουργούσε κλίμα ανασφάλειας και έθετε σε κίνδυνο την ασφάλεια των πολιτών, εξαναγκάζοντας τις κατά τόπους Διοικήσεις να απασχολούν προσωπικό για την αναζήτηση των αδικαιολογήτως πυροβολούντων και τη διερεύνηση περιστατικών αντίθετων προς τους Στρατιωτικούς Κανονισμούς.311 Συχνές ήταν και οι καταγγελίες για τα πειθαρχικά παραπτώματα των Εθνοφυλάκων, όπως της απαράδεκτης περιβολής με την οποία κυκλοφορούσαν, της μη απόδοσης χαιρετισμού προς τους ανωτέρους τους ή της απόδοσης αυτού με τρόπο νωχελικό, που δημιουργούσαν την εικόνα ενός Στρατού που δεν σεβόταν την εικόνα που έδειχνε στην κοινωνία και δεν συναισθανόταν την αξία της στρατιωτικής ιεραρχίας και της σπουδαιότητάς της για την διατήρηση της πειθαρχίας εντός του Στρατεύματος.312 Τα φαινόμενα βιαιότητας και εγκληματικής δραστηριότητας στις τάξεις της Εθνοφυλακής οφείλονταν στην κατάταξη όλων όσοι παρουσιάζονταν, χωρίς περιορισμούς. Η ανυπαρξία του οιουδήποτε μηχανισμού αξιολόγησης των εφέδρων είχε σαν αποτέλεσμα, εις γνώση των Αρχών, να γίνουν δεκτοί πέραν των ταγματασφαλιτών και πολλοί οπαδοί μυστικών ομάδων, οι οποίοι ιδεολογικά βρίσκονταν στις παρυφές της Δεξιάς αλλά και πολλά εγκληματικά στοιχεία, προερχόμενα από τον υπόκοσμο της Αθήνας.313
310
Υ.Σ.Α., Ειδική Διαταγή Διοικητή ΙΙ Ταξιαρχίας, 2ας Ιανουαρίου 1945, ΑΠ 21. Υ.Σ.Α., Διαταγή Γ.Ε.Σ.-Ε.Π. 5081/7-1-1945 και Ε.Π. Διαταγής 5ης Ταξιαρχίας Εθνοφυλακής, Ε.Π. 162/27-1-1945. 312 Υ.Σ.Α, Διαταγή Γενικού Επιτελείου Στρατού, ΕΠ 4/6-2-1945. 313 Richter, ό.π.,σ. 25. 311
117
Το αποτέλεσμα ήταν οι Εθνοφύλακες που προέρχονταν από τον υπόκοσμο να συνεχίσουν την εγκληματική τους δραστηριότητα φορώντας τη στολή του Εθνοφύλακα και οι Εθνοφύλακες που προέρχονταν από τα Τάγματα Ασφαλείας να προβούν σε εκτεταμένη κατάχρηση εξουσίας και πράξεις αντεκδίκησης κατά των αριστερών, εναντίον των οποίων είχαν πολεμήσει και στη διάρκεια της Κατοχής.314 Η ένταξη των στελεχών των Ταγμάτων Ασφαλείας και των στελεχών των αντιεαμικών ένοπλων ομάδων της Μακεδονίας και της Θεσσαλίας στις κυβερνητικές μονάδες επιβολής της τάξης μετατόπισε τη δράση των κρατικών κατασταλτικών μηχανισμών σε αυταρχικότερες και εμφορούμενες από μαχητικό αντικομμουνιστικό πνεύμα πρακτικές.315 Η ποινική και η πειθαρχική εκτροπή μερικών στελεχών της Εθνοφυλακής παρουσίασαν σημάδια ύφεσης από τα τέλη Δεκεμβρίου και μετά, όταν ο Ε.Λ.Α.Σ. εκκένωνε την Αθήνα. Η μείωση της στρατιωτικής πίεσης από τον Ε.Λ.Α.Σ. επέτρεψε στις κυβερνητικές δυνάμεις να δώσουν μεγαλύτερη έμφαση στην ποιότητα των υπό κατάταξη Εθνοφυλάκων. Το αποτέλεσμα ήταν, τα Τάγματα Εθνοφυλακής που σχηματίσθηκαν τότε να είναι πιο πειθαρχημένα και να παρουσιάσουν λιγότερο ακραίες δραστηριότητες, λόγω των πολιτικών φρονημάτων των στρατευσίμων τους.316 Στην έναρξη των Δεκεμβριανών οι δυνάμεις της Εθνοφυλακής εξαρθρώθηκαν σε ολόκληρη την Ελλάδα. Το μόνο τάγμα που απέφυγε τη διάλυση ήταν το Τάγμα Εθνοφυλακής που βρισκόταν στο κέντρο της Αθήνας.317 Πολλοί από τους άνδρες των
υπό
συγκρότηση
Ταγμάτων
Εθνοφυλακής,
όταν
δέχθηκαν
επίθεση,
προσχώρησαν στις τάξεις του Ε.Λ.Α.Σ., ενώ σε άλλες περιπτώσεις τα τάγματα απλώς αποσυντέθηκαν.318 Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του 108ου Τάγματος Εθνοφυλακής, με έδρα την Πάτρα. Το 108οΤάγμα, αν και διέθετε δύναμη πεντακοσίων εξήντα ανδρών, εκ των οποίων οι τετρακόσιοι πενήντα οπλισμένοι, δεν
314
Lars Baerentzen and David Close, «The British Defeat of EAM, 1944-45», Close H. David (επιμ.), The Greek Civil War, 1943-1950, Studies of Polarization, Λονδίνο, 1993, σ. 91. 315 Καλύβας-Μαραντζίδης, «Ο Εμφύλιος Πόλεμος», ό.π., σ. 44. 316 «Η συγκρότηση και η δράση της Εθνοφυλακής. Νοέμβριος 1944-Σεπτέμβριος 1945: Η περίπτωση της Λαμίας», ό.π., σ. 69. 317 Γρηγοριάδης Φ., τόμ.9, ό.π., σ. 131. 318 Γασπαρινάτος, ό.π., σ. 326.
118
κατόρθωσε να αντιμετωπίσει την περικύκλωση από διακόσιους περίπου άνδρες του Ε.Λ.Α.Σ. και διαλύθηκε χωρίς να προβάλει καμία άμυνα.319 Ένας από τους πρωταρχικούς στρατηγικούς στόχους της ηγεσίας του Ε.Λ.Α.Σ. ήταν η διάλυση της Εθνοφυλακής, ώστε να μη συμμετάσχει στις πολεμικές επιχειρήσεις. Το Γενικό Στρατηγείο του Ε.Λ.Α.Σ. είχε εκδώσει σχετική διαταγή υπογεγραμμένη από τον Σαράφη και τον Βελουχιώτη, με την οποία καλούνταν οι κομματικές οργανώσεις του Κ.Κ.Ε. να καταβάλουν προσπάθεια να αναληφθεί η Διοίκηση των Ταγμάτων Εθνοφυλακής που είχαν δημιουργηθεί από άτομα που ανήκαν στον Ε.Λ.Α.Σ. Εφόσον αυτό δεν ήταν εφικτό, διατάσσονταν να προχωρήσουν σε αποστράτευση των ανδρών της Εθνοφυλακής με ειρηνικό τρόπο και αν και αυτό δεν ήταν εφικτό, τότε διατάσσονταν να προχωρήσουν σε βίαιο αφοπλισμό και αποστράτευσή τους. Διατάσσονταν επίσης οι κομματικές οργανώσεις του Κ.Κ.Ε να προχωρήσουν σε κατάληψη των αποθηκών οπλισμού και εφοδίων της Εθνοφυλακής, ώστε το υλικό τους να χρησιμοποιηθεί από τον Ε.Λ.Α.Σ.320 Ο αφοπλισμός της Εθνοφυλακής από τον Ε.Λ.Α.Σ. ήταν τόσο επιτυχής, ώστε περιήλθαν στην κατοχή του τέσσερις χιλιάδες τουφέκια, από τις αφοπλισμένες δυνάμεις της Εθνοφυλακής.321 Η Κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου, για να αντιμετωπίσει την έλλειψη ανδρών, αμέσως με την έναρξη των Δεκεμβριανών, προχώρησε σε κλήση υπό τα όπλα των εφέδρων των κλάσεων 1934-1940, για να επανδρώσει τα νέα Τάγματα Εθνοφυλακής.322 Η ροή των εθελοντών προς κατάταξη, ήδη από τις πρώτες μέρες των συγκρούσεων υπήρξε σημαντική. Μάλιστα, πολλές φορές υπερέβη τις δυνατότητες της βρετανικής επιμελητείας στο να εξοπλίσει, να ντύσει και να εφοδιάσει τους παρουσιαζόμενους.323 Η κλήση των εφέδρων έγινε σταδιακά και μόνο στις περιοχές που τελούσαν υπό τον κυβερνητικό έλεγχο. Σύμφωνα με το βρετανικό σχέδιο, προτάθηκε η Χωροφυλακή να απορροφηθεί την περίοδο εκείνη από την Εθνοφυλακή και οι δυνάμεις της να αποτελέσουν τους πυρήνες, γύρω από τους οποίους θα σχηματίζονταν τα Τάγματα Εθνοφυλακής. Η Χωροφυλακή, σύμφωνα με το βρετανικό σχέδιο, θα παρείχε ένα ποσοστό των αξιωματικών της και το σύνολο 319
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π., σσ. 359-362. Γρηγόρης Φαράκος, Άρης Βελουχιώτης, Το Χαμένο Αρχείο- Άγνωστα Κείμενα, Αθήνα, 1998, σ. 313. 321 Κλόουζ, ό.π., σ. 226. 322 Γασπαρινάτος, ό.π., σσ. 325-326. 323 Μαργαρίτης, ό.π., σ.72. 320
119
σχεδόν των υπαξιωματικών της στην Εθνοφυλακή, για να καταλάβουν αντίστοιχες θέσεις αξιωματικών και υπαξιωματικών, ενώ τα εναπομείναντα στελέχη της θα απορροφούνταν, ως απλοί οπλίτες.324 Το βρετανικό σχέδιο πρακτικά εφαρμόστηκε μόνο στο 141ο Τάγμα Εθνοφυλακής, το οποίο συγκροτήθηκε στο κτήριο της Βουλής, όπως έχει ήδη αναφερθεί, και δεν επεκτάθηκε περαιτέρω καθώς οι πραγματικές ανάγκες που παρουσιάστηκαν κατέστησαν το βρετανικό σχέδιο ανεδαφικό. Στις δυνάμεις της Εθνοφυλακής κατατάχθηκαν και υπηρέτησαν κατά την περίοδο των Δεκεμβριανών πολλοί χωροφύλακες, που είτε είχαν αποταχθεί είτε ανήκαν σε Υπηρεσίες που είχαν διαλυθεί από τον Ε.Λ.Α.Σ. και οι οποίοι υπολογίζονται σε τριακόσιους ογδόντα επτά αξιωματικούς και ανθυπασπιστές και σε χίλιους διακόσιους οπλίτες.325 Η συμμετοχή τους κρίθηκε τόσο σημαντική, ώστε ο Αρχηγός της Εθνοφυλακής, Σπυρίδων Γεωργούλης, με Διαταγή που εξέδωσε την 23η Δεκεμβρίου, επαίνεσε τη συνεισφορά των ανδρών της Χωροφυλακής και κάλεσε τις Διοικήσεις των ταγμάτων Εθνοφυλακής να εκμεταλλευτούν τη θετική συνεισφορά των Χωροφυλάκων για την επιτέλεση της αποστολής τους.326 Η πρώτη κλήση των εφέδρων αξιωματικών και οπλιτών έγινε την 11η Δεκεμβρίου, με βάση τις διατάξεις του Νόμου 17 «περί συγκροτήσεως Εθνοφυλακής». Με την κλήση της 11ης Δεκεμβρίου εκλήθησαν οι ανήκοντες στις κλάσεις των ετών 1935, 1936, 1937, 1938 από όλα τα Όπλα και Σώματα των Ενόπλων Δυνάμεων, που κατοικούσαν στις περιοχές δράσεις των Αστυνομικών Τμημάτων Α΄, Β΄, Γ΄, Δ΄, ΙΔ΄ της Αθήνας και ήταν εγγεγραμμένοι στα μητρώα αρρένων του Δήμου Αθηναίων. Ως χώρος παρουσιάσεως ορίσθηκε το ανατολικό προαύλιο του κτηρίου της Βουλής. Οι καταταχθέντες κλήθηκαν από τις Στρατιωτικές Αρχές να φέρουν οι ίδιοι από ένα κλινοσκέπασμα, ένα αγγείο φαγητού, όπως επίσης κοχλιάριο, πιρούνι και προσόψιο.327 Όταν τέθηκε υπό κυβερνητικό έλεγχο ευρύτερο τμήμα των Αθηνών, το μέτρο της επιστράτευσης των εφέδρων επεκτάθηκε στις νεοελεγχθείσες περιοχές. Με Διαταγή που εκδόθηκε τη 15η Δεκεμβρίου κλήθηκαν να παρουσιαστούν οι έφεδροι αξιωματικοί και οπλίτες των κλάσεων των ετών 1934-1940 που ήταν εγγεγραμμένοι 324
Λάζου, «Η συγκρότηση και η δράση της Εθνοφυλακής. Νοέμβριος 1944-Σεπτέμβριος 1945: Η περίπτωση της Λαμίας», ό.π., σ. 71. 325 Δασκαλάκης, ό.π., σ. 528. 326 Στο ίδιο, σ. 528. 327 Ελλάς, 11η Δεκεμβρίου 1944, φύλλο 6, «Πρόσκλησις Εφέδρων Αξιωματικών και Οπλιτών», σ. 2.
120
στα μητρώα αρρένων των Δήμων και Κοινοτήτων της Περιφέρειας Διοικήσεως Πρωτευούσης αλλά και όσοι απλά κατοικούσαν στην επικράτεια της Πρωτεύουσας αλλά ήταν εγγεγραμμένοι σε μητρώα άλλων περιοχών της χώρας.328 Η επιστράτευση επεκτάθηκε στα νότια προάστια της Αθήνας την 18η Δεκεμβρίου, οπότε και κλήθηκαν οι ανήκοντες στις κλάσεις των ετών 1934-1940 που κατοικούσαν στους Δήμους και στις Κοινότητες του Πειραιά, του Αγίου Γεωργίου Κερατσινίου, του Περάματος, του Μοσχάτου, του Παλαιού και του Νέου Φαλήρου, του Καλαμακίου, του Ελληνικού, των Καμηνίων και της Γλυφάδας.329 Η επιστράτευση επεκτάθηκε για πρώτη φορά εκτός Λεκανοπεδίου την 21η Δεκεμβρίου, όταν κλήθηκαν υπό τα όπλα οι έφεδροι των Δήμων και των Κοινοτήτων του νομού Χίου και του νομού Σάμου που ανήκαν στις κλάσεις των ετών 19351936.330 Την 24η Δεκεμβρίου πραγματοποιήθηκε η κλήση των Εφέδρων των κλάσεων των ετών 1935-1936 του νομού Κερκύρας, η οποία όμως συνοδεύτηκε από την ανακοίνωση της εξουσιοδότησης που παρεχόταν στον Στρατιωτικό Διοικητή, να δύναται να καλέσει και την κλάση του 1937, εφόσον δεν καλύπτονταν από τις κλάσεις 1935-1936 οι ανάγκες για τη συγκρότηση του τάγματος Εθνοφυλακής και την ενίσχυση με κληρωτούς της Χωροφυλακής.331 Ένα από τα παράξενα γεγονότα της περιόδου ανασυγκρότησης της Εθνοφυλακής, ενώ συνεχίζονταν τα Δεκεμβριανά στην Αθήνα, συνέβη στην Πάτρα. Όπως μας πληροφορεί η έκθεση του Διοικητή της ΙΙΙ Ταξιαρχίας Εθνοφυλακής προς το Υπουργείο Στρατιωτικών, όταν πραγματοποιήθηκε η διάλυση των Ταγμάτων Εθνοφυλακής Πύργου και Πατρών και μόνο με την απειλή επίθεσης από τον Ε.Λ.Α.Σ., η διοίκηση της Ταξιαρχίας προχώρησε στη δημοσίευση προκήρυξης, με την οποία καλούσε σε επαναπροσέλευση τους Εθνοφύλακες. Διακόσιοι περίπου Εθνοφύλακες ανταποκρίθηκαν και επαναπροσήλθαν. Το παράδοξο ήταν πως η δημοσίευση της προκήρυξης και η κατάταξη των Εθνοφυλάκων πραγματοποιήθηκαν ενώ η πόλη της Πάτρας τελούσε υπό τον έλεγχο του κατέβαλε
καμία
προσπάθεια
να
αντιμετωπίσει
328
με
Ε.Λ.Α.Σ., ο οποίος δεν δραστικά
μέτρα
την
Ελλάς, 16η Δεκεμβρίου 1944, φύλλο 11, «Πρόσκλησις Εφέδρων Αξιωματικών και Οπλιτών Διοικήσεως Πρωτευούσης», σ. 3. 329 Ελλάς, 18η Δεκεμβρίου 1944, φύλλο 13, «Καλούνται υπό τα όπλα οι Έφεδροι όλων απελευθερωθεισών περιοχών», σ. 3. 330 Ελλάς, 21η Δεκεμβρίου 1944, φύλλο 16, «Καλούνται οι Έφεδροι των Νήσων Χίου και Σάμου», σ. 4. 331 Ελλάς, 24η Δεκεμβρίου 1944, φύλλο 19, «Πρόσκληση Εφέδρων Νομού Κερκύρας», σ. 4.
121
ανασυγκρότηση της Εθνοφυλακής, αλλά περιορίστηκε στην πραγματοποίηση συλλαλητηρίων και την επίδοση διαβημάτων διαμαρτυρίας προς τον κυβερνητικό αντιπρόσωπο που είχε παραμείνει στην Πάτρα και προς τον Άγγλο Ταξίαρχο, του οποίου οι δυνάμεις παρέμεναν περιορισμένες στην πόλη, χωρίς να παρενοχλούνται από τις δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ. Το δε περιεχόμενο των διαβημάτων ήταν ιδιαίτερα μετριοπαθές, καθώς ζητούσαν να μην προχωρήσει η ανασυγκρότηση Εθνοφυλακής, η οποία θεωρούσαν πως θα διατάρασσε την ηρεμία της πόλης, τη στιγμή μάλιστα κατά την οποία, όπως δηλωνόταν, η Εθνοφυλακή είχε παύσει σε ολόκληρη τη χώρα.332 Στη Σάμο η εξέλιξη των γεγονότων υπήρξε αντίστροφη από την υπόλοιπη Επικράτεια, καθώς την 11η Δεκεμβρίου οπλισμένοι κάτοικοι του νησιού από τις κοινότητες Μυτηλινών, Χώρας και Κοκαρίου επιτέθηκαν εναντίον των δυνάμεων του Ε.Λ.Α.Σ. και τις αφόπλισαν, εξαναγκάζοντας τον Ε.Λ.Α.Σ. Σάμου να διαλυθεί. Το νησί τέθηκε υπό τον πλήρη έλεγχο της Κυβέρνησης για την τήρηση της τάξης την ανέλαβε η οικεία δύναμη της Χωροφυλακής, η οποία ενισχύθηκε με χωροφύλακες άνευ θητείας, οι οποίοι κατατάχθηκαν έπειτα από πρόσκληση που απεύθυνε ο Νομάρχης και ο Στρατιωτικός Διοικητής στους εφέδρους της κλάσης του 1935.333 Αντίστοιχες επιχειρήσεις αφοπλισμού των δυνάμεων του Ε.Λ.Α.Σ. ανελήφθησαν και από τον τοπικό πληθυσμό στη Σύρο, στην Πάρο, στην Αίγινα, στη Σαλαμίνα, στον Πόρο και στην Ύδρα.334 Όταν η έκβαση των επιχειρήσεων έγινε ευνοϊκή για τις κυβερνητικές δυνάμεις, η αύξηση της δύναμης των ταγμάτων Εθνοφυλακής υπήρξε αλματώδης. Στο επταήμερο από 29 Δεκεμβρίου μέχρι 4 Ιανουαρίου, μόνο στην περιοχή Αθηνών και Πειραιώς, κατατάχθηκαν στις τάξεις της Εθνοφυλακής εκατό ενενήντα επτά αξιωματικοί και τρεις χιλιάδες εκατό ογδόντα πέντε οπλίτες. Την 30ή Δεκεμβρίου η συνολική δύναμη που παρέτασσε σε ολόκληρη την Επικράτεια η Εθνοφυλακή ήταν είκοσι επτά τάγματα335 και την επόμενη μέρα ο αριθμός τους είχε αυξηθεί στα τριάντα τάγματα.336 Μέχρι τον τερματισμό των επιχειρήσεων είχαν συγκροτηθεί τριάντα έξι τάγματα Εθνοφυλακής με συνολική δύναμη δέκα εννέα χιλιάδες άνδρες337 332
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π., σσ. 369-371. Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π., σσ. 250. 334 Ελλάς, 17η Δεκεμβρίου 1944, φύλλο 12, «Η κατάστασις εις Πειραιά-Αι Νήσοι των Κυκλάδων», σ. 3. 335 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π., σσ. 312-333. 336 Υ.Σ.Α., Ημερήσια διαταγή Μεραρχίας Εθνοφυλακής της 31 ης Δεκεμβρίου 1944. 337 Γασπαρινάτος, ό.π., σ. 326. 333
122
και σύμφωνα με άλλες πηγές μέχρι τα τέλη Ιανουαρίου ο αριθμός των καταταχθέντων Εθνοφυλάκων έφτασε τις είκοσι τρεις χιλιάδες άνδρες.338 Η θεαματική αύξηση του αριθμού των καταταχθέντων στην Εθνοφυλακή οφειλόταν τόσο στην επιθυμία τους να ταχθούν στο πλευρό των ισχυρών της στιγμής όσο και στην ευκαιρία που παρουσιάστηκε για πολλούς απόστρατους αξιωματικούς για μια νέα καριέρα, έπειτα από την πολύχρονη απραξία της Κατοχής και μάλιστα σε μία περίοδο κατά την οποία μπορούσαν να διακριθούν. Πολλοί όμως από τους έφεδρους οπλίτες συνέρρευσαν στα Κέντρα Παρουσιάσεως, γιατί λόγω της κοινωνικής τους θέσης αισθάνθηκαν πως απειλούνται από την ενδεχόμενη επικράτηση του Ε.Α.Μ.339 Η αύξηση των ανδρών των ταγμάτων της Εθνοφυλακής προέκυψε ως αποτέλεσμα της αθρόας επιστράτευσης ατόμων που είχαν πολεμήσει στα Τάγματα Ασφαλείας και οι οποίοι ήταν εγνωσμένων αντικομμουνιστικών αισθημάτων και της κλήσης προς επιστράτευση των έφεδρων κληρωτών. Οι Στρατολογικές Αρχές, στην περίπτωση των επιστρατευθέντων κληρωτών, προσπάθησαν να εντοπίσουν εκείνους που ήταν αριστερών φρονημάτων, προκειμένου με διάφορες τυπικές ή υγειονομικής φύσεως δικαιολογίες να τους απορρίψουν.340 Πολλοί αριστεροί και μέλη του Ε.Λ.Α.Σ. που κατόρθωσαν τελικά να καταταγούν στην Εθνοφυλακή εντοπίστηκαν εκ των υστέρων από τις υπηρεσίες της Αστυνομίας Πόλεων και της Χωροφυλακής, οι οποίες έχοντας πρόσβαση σε υλικό από την προπολεμική περίοδο για την πολιτική δράση διαφόρων ατόμων και έχοντας δημιουργήσει ένα ευρύ δίκτυο πληροφοριών, τους εντόπισαν και ενημέρωσαν τις Στρατιωτικές Αρχές, οι οποίες με τη σειρά τους προέβαιναν ή στον αποκλεισμό τους από την Εθνοφυλακή ή τους έθεταν υπό παρακολούθηση.341 Στην Αθήνα αναπτύχθηκε και δραστηριοποιήθηκε η νεοσχηματισθείσα 5ηΤαξιαρχία Εθνοφυλακής με Διοικητή τον συνταγματάρχη Πυροβολικού, Θεόδωρο Γρηγορόπουλο. Η Ταξιαρχία αποτελούνταν από πέντε τάγματα, το 146ο, το 147ο, το
338
Κλόουζ, ό.π., σ. 224. Μαργαρίτης, ό.π., σ. 72 και Κοραντής, ό.π., σ. 287. 340 Πολυμέρης Βόγλης, Η εμπειρία της φυλακής και της εξορίας, οι κρατούμενοι στον Εμφύλιο Πόλεμο, Αθήνα, 2004, σ.84 και Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π, σ. 360. 341 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π., σσ. 327-328. 339
123
152ο, το 156ο και το 158ο342 και συμμετείχε σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στη βόρεια Αττική, στην περιοχή του Μαραθώνα και της ευρύτερης περιοχής της Πεντέλης. Οι δυνάμεις της 5ης Ταξιαρχίας παρουσίαζαν σαφώς βελτιωμένη κατάσταση από άποψη υλικού και εφοδίων σε σχέση με την κατάσταση που παρουσίαζαν οι μονάδες της Εθνοφυλακής την παραμονή των Δεκεμβριανών, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν παρουσιάζονταν ελλείψεις οι οποίες περιόριζαν την αποδοτικότητα των μονάδων. Ειδικότερα η 5η Ταξιαρχία της Εθνοφυλακής δεν διέθετε επαρκείς μονάδες διοικητικής μέριμνας και διαβιβάσεων.343 Ενδεικτικά, η 5η Ταξιαρχία Εθνοφυλακής διέθετε φορτηγά οχήματα για τις μεταφορές, τηλεφωνικά συνεργεία, επαρκή αριθμό βαρέων όπλων και επαρκή πολεμοφόδια, καθώς αντιστοιχούσαν εβδομήντα φυσίγγια σε κάθε άνδρα και χίλια φυσίγγια σε κάθε αυτόματο, ενώ κάθε λόχος διέθετε από εκατό χειροβομβίδες.344 Στην Αττική μέχρι και την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας σχηματίστηκαν επίσης τα εξής τάγματα Εθνοφυλακής: το 101ο, 141ο, 142ο, 147ο, 148ο, 150ο, 154ο, 155ο, 157ο, 159ο, 161ο.345 Όλα τα τάγματα Εθνοφυλακής υπάγονταν σε Ταξιαρχίες οι οποίες υπάγονταν στη Μεραρχία της Εθνοφυλακής υπό τη Διοίκηση του αντισυνταγματάρχη Πεζικού, Π. Βλάσση, και του Αρχηγού της Εθνοφυλακής.346 Οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των κυβερνητικών δυνάμεων στόχευαν στη σύλληψη ατόμων, τα οποία είχαν αναμειχθεί στην «στασιαστική» κίνηση του Δεκέμβρη και παραδίδονταν στους επανασυσταθέντες κατά τόπους Σταθμούς Χωροφυλακής, για να ακολουθηθούν οι περαιτέρω δικονομικές διαδικασίες ποινικής δίωξης. Οι συλληφθέντες είτε αφήνονταν ελεύθεροι λόγω έλλειψης επιβαρυντικών στοιχείων, είτε παρέμεναν κρατούμενοι από την Εθνοφυλακή, ή αποστέλλονταν στην Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση Αττικής για να τους αποσπάσουν πληροφορίες.347 Η Εθνοφυλακή δρούσε επικουρικά στις βρετανικές δυνάμεις, καθώς σε κάθε βρετανικό τάγμα είχε προσαρτηθεί και ένας λόχος Εθνοφυλάκων. Οι λόχοι Εθνοφυλακής χρησιμοποιήθηκαν κυρίως για τη φρούρηση κτηρίων και για την
342
Υ.Σ.Α., Ημερήσια διαταγή Μεραρχίας Εθνοφυλακής της 7 ης Ιανουαρίου 1945. Λάζου, «Η συγκρότηση και η δράση της Εθνοφυλακής. Νοέμβριος 1944-Σεπτέμβριος 1945: Η περίπτωση της Λαμίας», ό.π., σ. 67. 344 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π., σσ. 400-410. 345 Στο ίδιο, σσ. 312-333. 346 Υ.Σ.Α., Ημερήσια διαταγή Μεραρχίας Εθνοφυλακής της 7 ης Ιανουαρίου 1945. 347 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π., σ. 408. 343
124
πραγματοποίηση ερευνών,348 με σκοπό την ανακάλυψη και κατάσχεση του πολεμικού και άλλου υλικού του Ε.Λ.Α.Σ,349 όπου και αποδείχθηκαν πολύ πιο αποτελεσματικοί από τους Βρετανούς, καθώς χρησιμοποιούσαν σκληρότερες τακτικές ανακρίσεων από τους τελευταίους.350 Τα τάγματα Εθνοφυλακής ανέπτυσσαν στα πλαίσια των επιχειρήσεων αυτόνομη δράση μόνο όταν είχαν αποσπαστεί σε αυτά Βρετανοί σύνδεσμοί από την British Liaison Unit, καθώς θεωρήθηκε πως θα χρειαζόταν καιρός μέχρι οι ελληνικοί σχηματισμοί να μπορέσουν να λειτουργήσουν χωρίς ξένη καθοδήγηση και παροχή συμβουλών.351 Η φύλαξη των περιοχών που είχαν ανακαταληφθεί και εκκαθαριστεί γινόταν κατά υποτομείς, οι οποίοι ανατίθεντο σε μονάδες μέχρι το μέγεθος τάγματος. Στόχος της φρούρησης των υποτομέων ήταν να αποφευχθεί συνολικά η μη εγκεκριμένη είσοδος και έξοδος, ώστε να αντιμετωπιστεί κάθε ενδεχόμενη επίθεση από τον Ε.Λ.Α.Σ. που θα προερχόταν από το εσωτερικό ή το εξωτερικό κάθε υποτομέα. Οι φρουρές των υποτομέων, επιθυμώντας να επιτύχουν την ευχερέστερη φύλαξη της περιοχής τους, περιέφραξαν τα εξωτερικά όρια των υποτομέων τους με διπλή σειρά συρματοπλέγματος ακολουθώντας το παράδειγμα των βρετανικών μονάδων.352 Η αλματώδης αύξηση των υπηρετούντων στην Εθνοφυλακή και το γεγονός ότι ήταν ένα νεοδημιουργηθέν Σώμα είχαν δημιουργήσει πολλά διοικητικά ζητήματα που έχρηζαν αντιμετώπισης. Το σημαντικότερο διοικητικό ζήτημα ήταν εκείνο των οικονομικών απολαβών των μονίμων στελεχών και των εθελοντών οπλιτών της Εθνοφυλακής. Την 18η Ιανουαρίου με την έκδοση της υπ’ αριθμό 101282 Διαταγής του Υπουργείου Στρατιωτικών, το μισθολογικό ζήτημα ρυθμίστηκε καθώς ορίστηκε το ύψος του μηνιαίου βασικού μισθού στις τέσσερις χιλιάδες δραχμές και τα βαθμολογικά κλιμάκια των επιδομάτων με τις ποσοστιαίες προσαύξησης, οι οποίες επέφεραν στον βασικό μισθό: 2 Επιλοχίας μόνιμος ή εθελοντής
5%
Λοχίας μόνιμος ή εθελοντής
2
348
Γρηγοριάδης Φ., τόμ.9, ό.π., σ. 131. Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π., σ. 366. 350 Baerentzen Lars and Close David, «The British Defeat of EAM, 1944-45», ό.π., σ. 88. 351 Λάζου, «Η συγκρότηση και η δράση της Εθνοφυλακής. Νοέμβριος 1944-Σεπτέμβριος 1945: Η περίπτωση της Λαμίας», ό.π., σ. 68. 352 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π., σσ. 345 και 366-367. 349
125
0% 1 Δεκανέας μόνιμος ή εθελοντής
5%
Στρατιώτης
0%
1
Επίσης, προβλέφθηκε η απόδοση επιδόματος οικογενειακών βαρών ως ποσοστού αύξησης επί τοις εκατό επί του βασικού μισθού, με βάση το πλήθος των προστατευόμενων μελών: Πρώτο προστατευόμενο μέλος
30%
Δεύτερο προστατευόμενο μέλος
15%
Τρίτο προστατευόμενο μέλος
15%
Τέταρτο προστατευόμενο μέλος
15%
Με βάση τη διαταγή του Υπουργείου, ως προστατευόμενα μέλη των υπηρετούντων στην Εθνοφυλακή θεωρούνταν η νόμιμη σύζυγος, τα εκ του γάμου νόμιμα τέκνα, τα φυσικά ή έπειτα από νομιμοποίηση τέκνα, εφόσον τα μεν άρρενα ήταν ανήλικα ή άγαμα, τα δε θήλεα άγαμα, τα τέκνα που ήταν ενήλικα και άπορα, εφόσον κατά τη διάρκεια της ανηλικιότητάς τους είχαν καταστεί σωματικά ή πνευματικά ανίκανα για να βιοποριστούν εξασκώντας κάποιο επάγγελμα, τα άπορα θήλεα τέκνα, οι αδελφές του οπλίτη, που ήταν χήρες ή διαζευγμένες εξαιτίας του συζύγου ή εξαιτίας κοινής υπαιτιότητας, η χήρα μητέρα ή και οι δύο γονείς εφόσον ο πατέρας δεν ήταν ικανός για εργασία, οι άγαμες αδελφές ανεξαρτήτως ηλικίας και οι αδελφές που ήταν μικρότερες των δεκαοκτώ χρονών εφόσον δεν είχαν εισόδημα μεγαλύτερο από δύο χιλιάδες δραχμές τον μήνα προερχόμενο από δική τους περιουσία, δεν κατείχαν κάποια έμμισθη θέση, δεν λάμβαναν σύνταξη ανώτερη των δύο χιλιάδων δραχμών και δεν ασκούσαν κάποιο επάγγελμα από το οποίο να βιοπορίζονται μόνες τους (εργάτες, τεχνίτες, ελεύθεροι επαγγελματίες κ.ά.).353 Όταν πλέον είχαν διαμορφωθεί ευνοϊκές συνθήκες για τις βρετανικές και τις κυβερνητικές δυνάμεις στο στρατιωτικό μέτωπο, πραγματοποιήθηκε η επίσκεψη του 353
Υ.Σ.Α., Ημερήσια Διαταγή Ανωτάτου Στρατιωτικού Διοικητή Αττικής, της 18 ης Ιανουαρίου 1945.
126
Winston Churchill στην Αθήνα, την 25η Δεκεμβρίου 1944. Σκοπός του ταξιδιού ήταν η έναρξη διαλόγου μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών για την εξεύρεση πολιτικής λύσης, η οποία θα τερμάτιζε τις πολεμικές επιχειρήσεις. Την 26η Δεκεμβρίου πραγματοποιήθηκε σύσκεψη στο υπουργείο Εξωτερικών υπό την προεδρία του Αρχιεπισκόπου Αθηνών, Δαμασκηνού, στην οποία παραβρέθηκαν η βρετανική αντιπροσωπεία με τους Winston Churchill, Anthony Eden, Harold Macmillan, ο στρατάρχης Alexander, o στρατηγός Scobie, ο Γεώργιος Παπανδρέου, ο Θεμιστοκλής Σοφούλης, ο Γεώργιος Καφαντάρης, ο Δημήτριος Μάξιμος, ο Νικόλαος Πλαστήρας, ο Φίλιππος Δραγούμης ως εκπρόσωπος του ελληνικού υπουργείο Εξωτερικών, ο Γεώργιος Σιάντος, ο Εμμανουήλ Μάντακας, ο Δημήτρης Παρτσαλίδης ως εκπρόσωποι του Ε.Α.Μ.-Ε.Λ.Α.Σ., οι πρέσβεις της Μεγάλης Βρετανίας, των Ηνωμένων Πολιτειών, της Γαλλίας, ο αρχηγός της Σοβιετικής Στρατιωτικής Αποστολής στην Ελλάδα, αντισυνταγματάρχης Γκριγκόρι Ποπώφ.354 Η σύσκεψη έληξε χωρίς κάποιο αποτέλεσμα καθώς στην διάρκεια της αντηλλάγησαν βαρύτατοι χαρακτηρισμοί. Η σύσκεψη επαναλήφθηκε την επόμενη μέρα με διευρυμένη σύνθεση και την συμμετοχή των Κωνσταντίνου Τσαλδάρη, Περικλή Ράλλη, Αλέξανδρου Μυλωνά, Ιωάννη Σοφιανόπουλου, Παναγιώτη Κανελλόπουλου και Απόστολου Αλεξανδρή και κατά την διάρκεια της προέκυψε συμφωνία όλων των πολιτικών κομμάτων, με κάποιες επιφυλάξεις του Λαϊκού Κόμματος, για την ανάγκη άμεσης θέσπισης αντιβασιλείας.355 Στη διάρκεια της πολυήμερης σύσκεψης το Ε.Α.Μ. ζήτησε τον σχηματισμό Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας με την συμμετοχή του Ε.Α.Μ, την επιβολή κυρώσεων κατά των δοσίλογων, εκκαθάριση του κρατικού μηχανισμού από τους συνεργάτες των κατακτητών, διάλυση της Χωροφυλακή και οι άνδρες της να αποστέλλονταν στις εστίες, χωρίς αυτό να αποκλείει την μεταγενέστερη ένταξη τους στο νέο σώμα μετά από την κρίση ειδικού συμβουλίου, εκκαθάριση της αστυνομίας και του στρατού από ειδικό συμβούλιο, την διάλυση του Ε.Λ.Α.Σ, Ε.Λ.Α.Ν, Ε.Δ.Ε.Σ, της Ορεινής Ταξιαρχίας, του Ιερού Λόχου και της Εθνοφυλακής μετά την ολοκλήρωση της εκκαθάρισης του κρατικού μηχανισμού και την αντικατάστασή τους από τον Εθνικό Στρατό, ο οποίος θα συγκροτούνταν από την κλήση δύο ή τριών κλάσεων, την συγκρότηση νέων 354
Σφήκας, Με τον Μέτερνιχ ή με τον Πάλμερστον;, ό.π., σ. 89 και Λεονταρίτης, ό.π., σσ. 93-107.
127
Ταγμάτων Εθνοφυλακής και την διενέργεια δημοψηφίσματος την πρώτη Κυριακή του Φεβρουαρίου και εκλογές για Συντακτική Συνέλευση τον Απρίλιο του 1945. Ως προς την σύνθεση της κυβέρνησης το Ε.Α.Μ διεκδικούσε τα μισά χαρτοφυλάκια μεταξύ των οποίων θα συμπεριλαμβάνονταν το Υπουργείο Δικαιοσύνης, το Υπουργείο Εσωτερικών, στο οποίο τότε περιλαμβάνονταν και οι αρμοδιότητες της Δημοσίας Τάξης και των Σωμάτων Ασφαλείας, καθώς και τα Υφυπουργεία Στρατιωτικών και Εξωτερικών. Οι υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις απέρριψαν τους όρους του Ε.Α.Μ ως απαράδεκτους καθώς θα παρέδιδαν την Ελλάδα στο Ε.Α.ΜΕ.Λ.Α.Σ. 356 Ο Γεώργιος Β΄, έπειτα από έντονες πιέσεις που του ασκήθηκαν από τον Churchill, αποδέχθηκε την απόφαση της Σύσκεψης των Πολιτικών Δυνάμεων της 27ης Δεκεμβρίου για τον διορισμό αντιβασιλείας μέχρι την οριστική επίλυση του πολιτειακού έπειτα από διεξαγωγή δημοψηφίσματος και δήλωσε στις 30 Δεκεμβρίου, πως δεν θα επέστρεφε στη χώρα, παρά μόνο αν ο λαός αποφάσιζε υπέρ της Συνταγματικής Μοναρχίας357. Επίσης, ήρε τις αντιρρήσεις του και για την πρωθυπουργοποίηση του Νικόλαου Πλαστήρα, ο οποίος θα αντικαθιστούσε τον Γ. Παπανδρέου.358 Ο Νικόλαος Πλαστήρας βρισκόταν στην Αθήνα από τη 13η Δεκεμβρίου, όταν μεταφέρθηκε αεροπορικώς κατ’ εντολή του Churchill από την Μασσαλία της Γαλλίας, στην οποία ζούσε έπειτα από την ατυχή εξέλιξη των αντιμοναρχικών κινημάτων των οποίων είχε ηγηθεί κατά τον Μεσοπόλεμο.359 Η αντιεαμική παράταξη συνέχισε τον αγώνα επικράτησης κατά του Ε.Α.Μ. με ανανεωμένη την εικόνα της, έχοντας βγάλει από το κάδρο τον αντιδημοφιλή Γεώργιο, με την ανάληψη της Αντιβασιλείας από τον Δαμασκηνό την 31η Δεκεμβρίου, και απομακρύνοντας τον στιγματισμένο από τα Δεκεμβριανά, Γ. Παπανδρέου, με την πρωθυπουργοποίηση του Πλαστήρα
την
2η
Ιανουαρίου
καθώς
και
τον
σχηματισμό 360
«δημοκρατικότερης» σύνθεσης, Υπουργικού Συμβουλίου.
356
του
νέου,
Η Κυβέρνηση Πλαστήρα
Σφήκας, Με τον Μέτερνιχ ή με τον Πάλμερστον;, ό.π., σ. 92, Χαραλαμπίδης ό.π., σ. 227, Γαρουφαλιάς, ό.π., σσ. 270-285, Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σ. 238, Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σσ. 141-144 και Woodhouse, Το μήλο της έριδος, ό.π., σ. 334. 357 Χαραλαμπίδης, ό.π., σσ. 242-243 και Woodhouse, Το μήλο της έριδος, ό.π., σ. 334. 358 Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 144. 359 Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 138. 360 Χαραλαμπίδης, ό.π., σ. 244, Woodhouse, Το μήλο της έριδος, ό.π., σ. 334 και Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 145.
128
αποτελούνταν από Συντηρητικούς Φιλελεύθερους με εξαίρεση τον Ιωάννη Σοφιανόπουλο, ο οποίος έλαβε το Υπουργείο των Εξωτερικών και τοποθετούνταν ως κεντροαριστερός.361 Το πολιτικό στίγμα της Κυβέρνησης Πλαστήρα τη 10η Ιανουαρίου, όταν ο ίδιος προέβη σε δηλώσεις σχετικά με το πρόγραμμα της Κυβέρνησης και ειδικότερα για την πρόθεση να συγκροτήσει Στρατό, ο οποίος θα ήταν οργανωμένος στη βάση της υποχρεωτικής θητείας των αρρένων και να αναδιοργανώσει τη Χωροφυλακή και την Αστυνομία Πόλεων με τη βοήθεια Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής. Επίσης, γνωστοποίησε την απόφαση της Κυβέρνησης να οδηγήσει τους συνεργάτες των κατοχικών δυνάμεων στη δικαιοσύνη και να επαναφέρει τις συνδικαλιστικές ελευθερίες των εργατών. Δήλωσε, ακόμη, την επιθυμία του για την ταχύτερη δυνατή διεξαγωγή των γενικών εκλογών όσο και του δημοψηφίσματος για το Πολιτειακό ζήτημα με την παρουσία παρατηρητών από τις συμμαχικές χώρες κατά τη διεξαγωγή των εκλογικών διαδικασιών.362 Οι προθέσεις του Πλαστήρα απέναντι στην Αριστερά και στον Ε.Λ.Α.Σ. είχαν παρουσιαστεί την 4η Ιανουαρίου στη συνέντευξή του στον ειδικό απεσταλμένο των Times, στην οποία δήλωσε πως δεν προτίθετο να βάλει κανέναν Αριστερό στην Κυβέρνησή του και ότι επιθυμούσε να εκκαθαριστεί όχι μόνο η Αττική αλλά το σύνολο της χώρας από τον Ε.Λ.Α.Σ., δηλώνοντας πως την εκκαθάριση θα την ολοκλήρωνε χωρίς πολλές δυσκολίες η νέα Εθνοφυλακή. Το σκεπτικό στο οποίο στήριξε ο Πλαστήρας την εξαγγελία της εκκαθάριση της χώρας από τις δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ., ήταν πως το Ε.Α.Μ. ασκούσε έλεγχο στα μέλη του μέσω της τρομοκρατίας και πως το σύστημα αυτό θα ανατρεπόταν με την επίθεση που θα εξαπέλυε η Εθνοφυλακή, οπότε και η πλειονότητα των μελών του Ε.Λ.Α.Σ. θα προσχωρούσε σε αυτή.363 Το Ε.Α.Μ., εξαιτίας της δυσχερούς θέσης στην οποία είχε βρεθεί σε στρατιωτικό
επίπεδο
στη
Μάχη
των
Αθηνών,
λίγες
μέρες
μετά
την
πρωθυπουργοποίηση του Πλαστήρα, επεδίωξε την εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης υποβάλλοντας νέες προτάσεις στον Scobie για την κατάπαυση του πυρός και την επίλυση με πολιτικά μέσα των διιστάμενων απόψεών τους. Ο Scobie παρέμεινε, 361
Richter, ό.π., σ. 18. Στο ίδιο, σ. 23. 363 Στο ίδιο, σσ. 19-20. 362
129
όμως, ανυποχώρητος στους παλαιότερους όρους του,364 επικαλούμενος την πρακτική του Ε.Λ.Α.Σ. να συλλαμβάνει αμάχους και να τους κρατάει σε καθεστώς ομηρίας.365 Το φαινόμενο της ομηρίας αμάχων από τον Ε.Λ.Α.Σ. είχε λάβει τόσο μεγάλη έκταση, ώστε σύμφωνα με έκθεση του Γεώργιου Μόδη που κοινοποιήθηκε στον Πλαστήρα, στις πόλεις Νάουσα, Κιλκίς, Κατερίνη, Βέροια, Πάτρα, Μοναστήρι, Προμαχώνα, Αρδαία και Θεσσαλονίκη οι πολιτικοί κρατούμενοι του Ε.Λ.Α.Σ. ήταν έξι χιλιάδες εκατό πολίτες, συν εξακόσιους οκτώ άνδρες της Χωροφυλακής και διακόσιους ογδόντα επτά αξιωματικούς των Ενόπλων Δυνάμεων, οι οποίοι μάλλον ήταν απόστρατοι.366 Στο σύνολο δε της χώρας οι κρατούμενοι από τον Ε.Λ.Α.Σ. αναβιβάζονταν σε είκοσι χιλιάδες περίπου.367 Λίγες μέρες μετά την αρχική του άρνηση για διάλογο και ενώ η ελληνοβρετανική επίθεση είχε φτάσει στο μάξιμουμ των δυνατοτήτων της, εκκαθαρίζοντας την Αττική από τον Ε.Λ.Α.Σ και με τα βρετανικά τεθωρακισμένα να περιπολούν μεταξύ της Λειβαδιάς, Θήβας, Χαλκίδας και Λαυρίου ο Scobie με τη συναίνεση του Αντιβασιλέα Δαμασκηνού, κάλεσε στις 10η Ιανουαρίου τους αντιπροσώπους του Ε.Λ.Α.Σ. για διαπραγματεύσεις. Η αλλαγή της στάσης του Scobie προέκυψε ως αποτέλεσμα της τακτικής ανάλυσης των στρατηγικών δεδομένων. Ο Ε.Λ.Α.Σ. αν και είχε υποχωρήσει από την Αθήνα και τον Πειραιά δεν είχε συντριβεί και οι βρετανοελληνικές δυνάμεις που διέθετε ο Scobie δεν επαρκούσαν για να προχωρήσουν σε μια μεγάλου εύρους εκκαθαριστική επιχείρηση που θα κατέστρεφε συνολικά τη δύναμη του Ε.Λ.Α.Σ.368 Οι διαπραγματεύσεις κατέληξαν τελικά στην υπογραφή ανακωχής την 11η Ιανουαρίου από τον Scobie, εκ μέρους των βρετανικών δυνάμεων, και τους Ζεύγο, Παρτσαλίδη, Μακρίδη και Αθηνέλη εκ μέρους της Κεντρικής Επιτροπής του Ε.Λ.Α.Σ. Η συμφωνία ανακωχής όριζε πως η κατάπαυση των εχθροπραξιών θα ξεκινούσε ένα λεπτό μετά τα μεσάνυχτα της 15ης Ιανουαρίου. Η συμφωνία ανακωχής αποτελούνταν από πέντε κείμενα, που όλα μαζί αποτελούσαν μια αυτόνομη συμφωνία. Το πρώτο όρισε τις θέσεις στις οποίες θα μετακινούνταν ο Ε.Λ.Α.Σ., το δεύτερο και το τέταρτο περιέγραψαν τις θέσεις του
364
Λυμπερίου, τόμ.2, ό.π., σ. 162. Woodhouse, Το μήλο της έριδος, ό.π, σ. 335 και Λυμπερίου, τόμ.2 , ό.π., σσ. 164-165. 366 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π., σσ. 338-339. 367 Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 145 και Κοραντής, ό.π., σσ. 291-294. 368 Σταυριανός, ό.π., σ. 166. 365
130
Ε.Λ.Α.Σ. στη Θεσσαλονίκη και την Πελοπόννησο, ενώ το τρίτο και το πέμπτο κείμενο ήταν οι χάρτες και τα διαγράμματα που συνόδευαν την ανακωχή.369 Η συμφωνία της ανακωχής προέβλεπε πως την στιγμή εφαρμογής της οι δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ. θα βρίσκονται εκατό πενήντα χιλιόμετρα μακριά από την Αθήνα και θα έχουν εκκενώσει πλήρως τη Θεσσαλονίκη σε βάθος τριάντα χιλιομέτρων, την Πελοπόννησο, την Εύβοια, τις επαρχίες Βόλου, Δομοκού, Φαρσάλων και τα νησιά.370 Στη συμφωνία της ανακωχής δεν αναφέρθηκε το ζήτημα των ομήρων που κρατούσε ο Ε.Λ.Α.Σ., καθώς αποφασίστηκε να διευθετηθεί σε νεότερη σύσκεψη που θα πραγματοποιούνταν την 25η Ιανουαρίου371 και στην οποία θα συζητούνταν και το ζήτημα του αφοπλισμού του Ε.Λ.Α.Σ.372 Η απουσία προόδου στο ζήτημα των ομήρων οφειλόταν στην άρνηση του Ε.Α.Μ. να απολύσει τους ομήρους που είχαν συλληφθεί στην Αθήνα, με το αιτιολογικό ότι όσοι πολίτες είχαν συλληφθεί από τις κυβερνητικές και βρετανικές δυνάμεις κατά τη διάρκεια των μαχών, επειδή πολεμούσαν με τον Ε.Λ.Α.Σ. είχαν, επίσης, χαρακτηρισθεί όμηροι και είχαν μεταφερθεί στην Αίγυπτο.373 Η συμφωνία ανταλλαγής αιχμαλώτων έπειτα από κοπιώδεις διαπραγματεύσεις μεταξύ του Ε.Λ.Α.Σ. και των Βρετανών επετεύχθη την 20η Ιανουαρίου και όρισε τους αιχμαλώτους, τους οποίους διαφοροποίησε ως κατηγορία από τους ομήρους ότι: «Το σύνολο
του
στρατιωτικού
προσωπικού
οποιασδήποτε
εθνικότητας,
συμπεριλαμβανομένης της ελληνικής αστυνομίας και χωροφυλακής, που συνελήφθη από τον Ε.Λ.Α.Σ., θα αποδοθεί. Αυτό θα συμπεριλαμβάνει το σύνολο του ελληνικού προσωπικού που συνελήφθη από τον Ε.Λ.Α.Σ. φέροντας όπλα…. Ως αντάλλαγμα, θα αφεθεί ελεύθερος από τις βρετανικές αρχές ισοδύναμος αριθμός αιχμαλώτων του Ε.Λ.Α.Σ.». Πέντε μέρες αργότερα 57 αξιωματικοί και 956 στρατιώτες του Ε.Λ.Α.Σ ανταλλάχθηκαν στον Βόλο με 60 αξιωματικούς και 950 υπαξιωματικούς και στρατιώτες των βρετανικών δυνάμεων.374 Αμέσως μετά την επίτευξη της συμφωνίας 369
Χαραλαμπίδης, ό.π., σ. 273 και Φαράκος, ό.π., σσ. 325-327. Χαραλαμπίδης, ό.π., σσ. 273-274, Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 146, Σπαής, ό.π., σσ. 249-250 και Κοραντής, ό.π., σσ. 295-300. 371 Σύμφωνα με άλλους ιστορικούς, η τελική συμφωνία, που θα αφορούσε και τους ομήρους που κρατούσε ο Ε.Λ.Α.Σ. επρόκειτο να πραγματοποιηθεί την 21 η Ιανουαρίου. 372 Λυμπερίου, τόμ.2, ό.π., σ. 165. 373 Woodhouse, Το μήλο της έριδος, ό.π, σ. 335. 374 Χαραλαμπίδης, ό.π., σ. 275 και Richter, ό.π., σ. 31. 370
131
ανακωχής ξεκίνησε η σταδιακή εγκατάσταση των βρετανικών δυνάμεων στην υπόλοιπη Ελλάδα, από την οποία είχαν αποχωρήσει με την έναρξη των εχθροπραξιών.375 Οι μονάδες της Εθνοφυλακής, μετά την υπογραφή της ανακωχής και την έναρξη των διαπραγματεύσεων μεταξύ της Κυβέρνησης και του Ε.Α.Μ. για την οριστική συμφωνία ειρήνευσης, κλήθηκαν κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεών τους να προχωρούν στη συλλογή πληροφοριών σχετικά με τους ομήρους ή την ύπαρξη χώρων ταφής των εκτελεσθέντων από τις δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ. Οι μονάδες της Εθνοφυλακής επιφορτίστηκαν με το μακάβριο έργο του προσδιορισμού επί χάρτου των τοποθεσιών όπου εύρισκαν πτώματα των εκτελεσθέντων και της επιμελούς φύλαξης τους, για την αποφυγή της μεταβολής της κατάστασης στην οποία ανακαλύπτονταν τα πτώματα.376 Το επόμενο βήμα της έρευνας ήταν η διενέργεια της εκταφής των σορών με την παρουσία αξιωματικών του Υγειονομικού και η σύνταξη από αυτούς των πρωτοκόλλων αυτοψίας.377 Κατά τη φάση της ανακωχής εντάθηκε η φρούρηση των στρατηγικών σημείων του Λεκανοπεδίου, καθώς λόγω της ανακωχής και της σταδιακής απελευθέρωσης των αιχμαλώτων του Ε.Λ.Α.Σ., οι μετακινήσεις εντός των κυβερνητικών περιοχών ήταν αυξημένες. Η αύξηση των μετακινήσεων αύξησε και τον φόρτο εργασίας της Εθνοφυλακής, η οποία είχε επιφορτιστεί με το καθήκον της διατήρησης φυλακίων επί των κεντρικών συγκοινωνιακών κόμβων της Αττικής, για να αποτρέψει την επανεισδοχή έστω και μεμονωμένων ανταρτών του Ε.Λ.Α.Σ., οι οποίοι θα εκμεταλλεύονταν την επιστροφή των αιχμαλώτων. Όπως μαρτυρούν οι συνεχόμενες διαταγές του Στρατιωτικού Διοικητή Αττικής, η Εθνοφυλακή δεν υπήρξε πάντα ικανή να ανταπεξέλθει στα καθήκοντα φρούρησης, σε αντίθεση με τους άνδρες της ΙΙΙ Ορεινής Ταξιαρχίας και της Χωροφυλακής, οι οποίοι επιτέλεσαν επιτυχώς τα καθήκοντά τους.378 Η κύρια αδυναμία της Εθνοφυλακής, η οποία δεν της επέτρεπε να επιτελέσει την αποστολή της, ήταν η απουσία πειθαρχίας στις τάξεις της, όπως μαρτυρούν και τα συχνά παράπονα, πως οι άνδρες της ασκούσαν πλημμελώς τα καθήκοντά τους και 375
Woodhouse, Το μήλο της έριδος, ό.π., σ. 335. Υ.Σ.Α., Διαταγή Διοικητή 161ου Τάγματος Πειραιά, 12ης Ιανουαρίου 1945, ΑΠ 168. 377 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π., σσ. 406. 378 Υ.Σ.Α., Απόρρητος Διαταγή, Α.Π. 2313, Ανωτέρα Στρατιωτική Διεύθυνσις Αττικής, ΙΙ Γραφείο, 25η Ιανουαρίου 1945. 376
132
ασχολούνταν με την περισυλλογή τροφίμων, τσιγάρων και άλλων ειδών για προσωπική τους χρήση. Η χαλαρότητα των Εθνοφυλάκων αποδόθηκε από τη στρατιωτική ηγεσία στην κατάταξη και αριστερών, γι’ αυτό και προτάθηκε η τοποθέτηση στα φυλάκια αστυνομικών και Εθνοφυλάκων με δεδομένα εθνικά φρονήματα, ακέραιο χαρακτήρα και ήθος, ώστε να πραγματοποιούνται αξιόπιστοι έλεγχοι.379 Η απουσία πειθαρχίας στις τάξεις της Εθνοφυλακής εκδηλώθηκε επίσης με την ανάμειξη των ανδρών της σε πολιτικές συζητήσεις και διεργασίες, γεγονός που διασπούσε τη συνοχή των μονάδων της. Η έκταση του φαινομένου ήταν τέτοια, ώστε ανάγκασε τον Στρατιωτικό Διοικητή της Αθήνας να παρέμβει, εκδίδοντας διαταγή με την οποία απαγόρευε κατά τρόπο απόλυτο και ανεξαρτήτως βαθμού σε όλους τους στρατιωτικούς την πολιτικολογία, τη συμμετοχή σε δράσεις πολιτικών οργανώσεων, την εγγραφή σε πολιτικές οργανώσεις και την κάθε είδους συνεργασία με αυτές είτε φανερά είτε κρυφά καθώς, όπως ανέφερε η Διαταγή, τέτοιες ενέργειες μείωναν το γόητρο του Σώματος και του Κράτους και αποτελούσαν σαφή παραβίαση των Νόμων. Ο Στρατός, συνέχιζε η Διαταγή, αποτελούσε όργανο του Κράτους και ως τέτοιο όφειλε να βρίσκεται πέρα και υπεράνω πολιτικών ενεργειών και να παραμένει αφοσιωμένος αποκλειστικά στη στρατιωτική αποστολή που του είχε αναθέσει η Πολιτεία.380 Ο Ε.Λ.Α.Σ., αποχωρώντας από τις περιοχές που θα παρέδιδε στις κυβερνητικές δυνάμεις, σύμφωνα με διαταγή της ηγεσίας του, απέκρυψε μέρος του οπλισμού του. Ειδικότερα στις περιοχές που ο Ε.Λ.Α.Σ. ήταν ισχυρός, ήδη από την 10η Ιανουαρίου 1945 είχε ξεκινήσει εντατικά η απόκρυψη του οπλισμού και των πολεμοφοδίων σε κρύπτες στα βουνά, οι οποίες είχαν επιλεγεί ειδικά γι’ αυτό τον σκοπό. Στην επιχείρηση της απόκρυψης χρησιμοποιήθηκαν πολύ έμπιστα κομματικά στελέχη.381 Την 15η Φεβρουάριου ο Γιάννης Ιωαννίδης, οργανωτικός γραμματέας του Κ.Κ.Ε., επαναβεβαίωσε και επίσημα την πολιτική της απόκρυψης του οπλισμού με διαταγή που εξέδωσε, συμβουλεύοντας τις οργανώσεις του κόμματος να
379
Υ.Σ.Α., Απόρρητος Διαταγή, Α.Π. 2337, Ανωτέρα Στρατιωτική Διεύθυνσις Αττικής, ΙΙ/Β Γραφείο, 7η Φεβρουαρίου 1945. 380 Υ.Σ.Α., Διαταγή Ανωτάτου Στρατιωτικού Διοικητή Αττικής, 7 ης Φεβρουαρίου 1945. 381 Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σσ. 146-147.
133
συνεργαστούν με τους καπετάνιους του Ε.Λ.Α.Σ. κάθε περιοχής για την απόκρυψη σημαντικής ποσότητας όπλων.382 Την 2α Φεβρουαρίου 1945 ξεκίνησε στη Βάρκιζα, στην εξοχική κατοικία της οικογένειας Κανελλόπουλου, η διάσκεψη για την οριστικοποίηση των όρων ειρήνευσης. Το Ε.Α.Μ. εκπροσωπήθηκε από τον Γιώργο Σιάντο, Γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε και επικεφαλή της αντιπροσωπείας, τον Δημήτρη Παρτσαλίδη, Γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής του Ε.Α.Μ, τον Ηλία Τσιριμώκο Γενικό Γραμματέα της Ε.Λ.Δ (Ένωσις Λαϊκής
Δημοκρατίας) και τον Στέφανο
Σαράφη, ως τεχνικό σύμβουλο. Η κυβέρνηση εκπροσωπήθηκε από τον υπουργό Εξωτερικών Ιωάννη Σοφιανόπουλο, τον υπουργό Εσωτερικών Περικλή Ράλλη, τον υπουργό Γεωργίας Ιωάννη Μακρόπουλο και τον συνταγματάρχη Παυσανία Κατσώτα και τον Οδυσσέα Παπαθανασιάδη ως τεχνικούς συμβούλους.383 Η Συμφωνία της Βάρκιζας, με την οποία επισφραγίστηκε η λήξη των Δεκεμβριανών, δεν επετεύχθη εύκολα, καθώς χρειάστηκαν πολλές μέρες μέχρι τη σύγκληση της Διάσκεψης και δέκα μέρες έντονων συζητήσεων μέχρι την συνομολόγηση του τελικού κειμένου της. Στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, οι αντιπρόσωποι του Ε.Α.Μ.-Ε.Λ.Α.Σ., αν και γνώριζαν την άσχημη στρατιωτική και πολιτική κατάσταση στην οποία είχαν περιέλθει, υιοθέτησαν σκληρή στάση και έθεσαν μαξιμαλιστικές διεκδικήσεις, όπως τη συμμετοχή του Κ.Κ.Ε. στην Κυβέρνηση και τη χορήγηση γενικής αμνηστίας.384 Τα δυσκολότερα σημεία της διαπραγμάτευσης υπήρξαν δύο, α) ο αφοπλισμός του Ε.Λ.Α.Σ. σε συνδυασμό με την ανασυγκρότηση των Σωμάτων Ασφαλείας και των Ενόπλων Δυνάμεων στο μεταδεκεμβριανό πολιτικό σκηνικό της χώρας και β) το ζήτημα της χορήγησης αμνηστίας. Για τα Σώματα Ασφαλείας η διάσταση απόψεων οφειλόταν στη διαφορετική οπτική του θέματος. Η κυβερνητική πλευρά θεωρούσε πως έπρεπε να προχωρήσει στον ανασχηματισμό και την αποκάθαρση και το Ε.Α.Μ. επεδίωκε αυστηρότερη κάθαρση. Το θέμα των Σωμάτων Ασφαλείας το έθεσε στη Διάσκεψη ο επικεφαλής της κυβερνητικής διαπραγματευτικής ομάδας, Σοφιανόπουλος. Ο Σοφιανόπουλος στην
382
Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σσ. 79-80. Σαράφης, Ο ΕΛΑΣ, ό.π., σ. 561 και Σπαής, ό.π., σ. 250. 384 Σφήκας, Με τον Μέτερνιχ ή με τον Πάλμερστον; ό.π., σ. 109 383
134
τοποθέτηση της 3ης Φεβρουαρίου δήλωσε πως για να μην αποδιοργανωθούν πλήρως τα Σώματα Ασφαλείας, έπρεπε να παραμείνουν ως είχαν. Θα αρκούσε για την αναδιοργάνωσή τους να προωθηθεί η απομάκρυνση των στελεχών κάθε βαθμίδας που βαρύνονταν με κακουργηματικές πράξεις κατά των πολιτών, κατά την περίοδο από την έναρξη της Δικτατορίας του Μεταξά έως και εκείνη τη στιγμή, συμπεριλαμβανομένων και των Δεκεμβριανών, καθώς και των στελεχών των Σωμάτων Ασφαλείας που δυστροπούσαν με την ειρηνευτική διαδικασία της Κυβέρνησης και όσων κρίνονταν από τα Υπηρεσιακά Συμβούλια, που επρόκειτο να συγκροτηθούν, επαγγελματικά ανίκανοι. Ο Σοφιανόπουλος στην τοποθέτησή του τόνισε ιδιαίτερα πως τα Υπηρεσιακά Συμβούλια θα έπρεπε να συγκροτηθούν με τρόπο τέτοιο, που δεν θα αμφισβητούνταν η αξιοκρατική αξιολόγησή τους. Υπενθύμισε, επίσης, πως η Κυβέρνηση είχε ήδη κινήσει τις αναγκαίες διαδικασίες για τη μετάκληση Βρετανικών Αποστολών, οι οποίες θα συνέδραμαν στην προσπάθεια της αναδιοργάνωσης και της εκκαθάρισης των Σωμάτων Ασφαλείας.385 Ο Σιάντος, ως αρχηγός της διαπραγματευτικής ομάδας του Ε.Α.Μ., τοποθετούμενος στο ζήτημα των Σωμάτων Ασφαλείας, επικαλέστηκε την ομιλία του Παπανδρέου της 18ης Οκτωβρίου 1944 και τις αναφορές που είχε στα Σώματα Ασφαλείας και κάλεσε την Κυβέρνηση Πλαστήρα να μην υποχωρήσει από τη διατυπωμένη απόφαση περί «αυστηρότατης εκκαθάρισης», η οποία έβρισκε μεγάλη απήχηση στη λαϊκή συνείδηση των Ελλήνων. Δήλωσε, επίσης, κατηγορηματικά πως το σχέδιο αναδιοργάνωσης που παρουσίασε ο Σοφιανόπουλος για τα Σώματα Ασφαλείας δεν ήταν αυτό που χρειαζόταν η χώρα και πως επρόκειτο στην πραγματικότητα για μία διαδικασία εντελώς διαφορετική από την εκκαθάριση. Το Ε.Α.Μ. κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων έστρεψε το ενδιαφέρον του πρωτίστως στο ζήτημα της συγκρότησης του Εθνικού Στρατού, ο οποίος θα διαδεχόταν τις ένοπλες αντιστασιακές οργανώσεις μετά τον αφοπλισμό τους. Επιπλέον, διά της αντιπροσωπείας του έθεσε μια σειρά από όρους και προϋποθέσεις σχετικούς με τα χαρακτηριστικά που θα έπρεπε να έχει ο Εθνικός Στρατός. Ειδικότερα ο Σιάντος τοποθετούμενος για το θέμα δήλωσε πως: «Ο Στρατός δεν θα έπρεπε να είναι πλαισιωμένος από στελέχη δοσιλογικά ή φασιστικά συντεθειμένος από
385
Βραδυνή, 3ης Φεβρουαρίου 1945, «Εις την Βάρκιζαν», σ. 2.
135
στρατιώτας, «εθελοντάς» έξω από τις ηλικίες που καλούνται υπό τα όπλα 386είναι δίκαια ύποπτος στη μεγάλη μάζα του λαού για το σκοπό που πρόκειται να εξυπηρετήση. Γι’ αυτό… ο ενιαίος Εθνικός Στρατός πρέπει να αποτελεσθή μόνο από τους στρατιώτες που προέρχονται απ’ την τακτική στρατολογία όσων ηλικιών κρίνει σκόπιμο η Κυβέρνηση σ’ ολόκληρο την Ελλάδα, χωρίς εξαίρεση».387 Και οι δύο πλευρές συμφωνούσαν στην αναγκαιότητα του εκδημοκρατισμού των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, διαφωνούσαν όμως ως προς τον τρόπο με τον οποίο θα επιτυγχανόταν ο έλεγχός τους και θα εξασφαλιζόταν η λειτουργία τους στο πλαίσιο του Νόμου. Η κυβερνητική πλευρά θεωρούσε πως θα επιτύγχανε τον έλεγχο και την προσήλωση στη νομιμότητα των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας χάρη στις Βρετανικές Αποστολές, οι οποίες θα εγκαθίσταντο στον Στρατό και στα Σώματα Ασφαλείας. Η εαμική πλευρά πάλι θεωρούσε πως θα εξασφάλιζε τη νομιμότητα των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, εάν πραγματοποιούνταν ένας διακομματικός διακανονισμός με την απόδοση συγκεκριμένων εγγυήσεων, οι οποίες θα έπαιρναν τον χαρακτήρα «εθνικού» συμβολαίου.388 Παρά τις ενστάσεις και τις έκδηλες ανησυχίες που διατύπωσε το Ε.Α.Μ. για τα Σώματα Ασφαλείας και τον Στρατό, παραμέρισε αυτά τα θέματα και αφιερώθηκε αποκλειστικά στο ζήτημα της Αμνηστίας, ώστε στην τελική Συμφωνία η Κυβέρνηση να αναλάβει μόνο γενικόλογες δεσμεύσεις, οι οποίες κινούνταν στο πλαίσιο της θεωρητικολογίας. Το αίτημα για την παραχώρηση γενικής αμνηστίας το έθεσε ο Σιάντος, δηλώνοντας πως αν αυτή δεν παραχωρούνταν «η διάσκεψη πρέπει να τερματιστεί χωρίς περαιτέρω φασαρίες», και ήταν αυτό που προκάλεσε τις περισσότερες συζητήσεις κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων καθώς η κυβερνητική θέση ήθελε την παραχώρηση μερικής αμνηστίας, η οποία θα κάλυπτε μόνο τα πολιτικά αδικήματα και όχι αυτά του κοινού ποινικού δικαίου. Η βρετανική πλευρά κατανοούσε την αδυναμία της ελληνικής κυβέρνησης αλλά και του αντιβασιλέα Δαμασκηνού να υποχωρήσουν στην απαίτηση του Σιάντου και να χορηγήσουν γενική 386
Μετά την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας, η Κυβέρνηση, αν και δεν δεσμευόταν από κάποιο σημείο της Συμφωνίας, προχώρησε στην αποστράτευση όσων είχαν στρατευθεί την προηγούμενη περίοδο χωρίς να ανήκουν στις κληθείσες κλάσεις επιστρατεύσεως. 387 Ελευθερία, 4η Φεβρουαρίου 1945, «Αισιοδοξία διά την εξεύρεσιν λύσεως», σ. 5. 388 Richter, ό.π., σ. 84.
136
αμνηστία εξαιτίας του κλίματος που είχε δημιουργηθεί στην κοινή γνώμη από την καθημερινή αποκάλυψη των ακροτήτων στις οποίες είχε προβεί ο Ε.Λ.Α.Σ κατά την διάρκεια των Δεκεμβριανών. Οι Βρετανοί ενώπιον του κινδύνου οι διαπραγματεύσεις να καταρρεύσουν και να μην υπάρξει πολιτική λύση στο Ελληνικό Ζήτημα επεξεργάστηκαν όλα τα πιθανά ενδεχόμενα της στρατιωτικής επίλυσης με την επανάληψη των εχθροπραξιών κατά ου Ε.Λ.Α.Σ.
Ο κίνδυνος κατάρρευσης των
διαπραγματεύσεων και επανάληψης των εχθροπραξιών αποσοβήθηκε το βράδυ της 5ης Φεβρουαρίου, όταν ο Σιάντος υποχώρησε στο ζήτημα της γενικής αμνηστίας και αποδέχθηκε την παραχώρηση αμνηστίας που θα κάλυπτε μόνο τα πολιτικά αδικήματα και όχι αυτά του κοινού ποινικού δικαίου.389 Η Συμφωνία της Βάρκιζας υπεγράφη τελικά τη 12η Φεβρουαρίου 1945 και αποτελούνταν από εννέα κεφάλαια, που αφορούσαν: την αποκατάσταση των πολιτικών ελευθεριών, την κατάργηση του Στρατιωτικού Νόμου, την αποστράτευση του Ε.Λ.Α.Σ., την εκκαθάριση των Δημοσίων Υπηρεσιών, την εκκαθάριση των Σωμάτων Ασφαλείας, τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για το Πολιτειακό και τη διενέργεια εθνικών εκλογών. Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων η αντιπροσωπεία του Ε.Α.Μ.Ε.Λ.Α.Σ. αποδέχθηκε τελικά να αποστρατευτεί πλήρως ο Ε.Λ.Α.Σ. και να παραδώσει τον οπλισμό του. Οι τεχνικές λεπτομέρειες με τις οποίες θα εκτελούνταν η αποστράτευση των ανδρών του Ε.Λ.Α.Σ. και ο αφοπλισμός κατ’ εφαρμογή του 6ου Άρθρου της Συμφωνίας εξειδικεύτηκαν με ξεχωριστό πρωτόκολλο, το οποίο συντάχθηκε από στρατιωτικούς ειδικούς που όρισαν οι δύο πλευρές.390 Ειδικότερα η Συμφωνία της Βάρκιζας προέβλεπε τα κάτωθι: Με το 1ο Άρθρο εξασφαλίστηκε η ελεύθερη εκδήλωση των πολιτικών φρονημάτων των πολιτών και προβλέφθηκε η κατάργηση όσων Νομοθετημάτων ήταν αντίθετα προς αυτό. Προβλέφθηκε η εξασφάλιση του δικαιώματος του συνέρχεσθαι, του συνεταιρίζεσθαι, όπως και της ελευθερίας του Τύπου και η πλήρης αποκατάσταση των συνδικαλιστικών ελευθεριών.
389
Χαραλαμπίδης, ό.π., σ. 321 και Σφήκας, Με τον Μέτερνιχ ή με τον Πάλμερστον; ό.π., σσ. 109-111, 116. 390 Richter, ό.π., σσ. 656-658.
137
Με το 2ο Άρθρο προβλέφθηκε η άμεση άρση του Στρατιωτικού Νόμου μετά την ολοκλήρωση της εφαρμογής της Συμφωνίας αλλά και η άμεση αναστολή σε ολόκληρη την Επικράτεια των άρθρων 5, 10, 12, 20 και 85 του Συντάγματος με την έκδοση Διατάγματος.391 Η αναστολή των ανωτέρω άρθρων προβλέφθηκε πως θα διαρκούσε μέχρι την ολοκλήρωση του αφοπλισμού και την εγκατάσταση των Διοικητικών, Δικαστικών και Στρατιωτικών σε όλη την Επικράτεια. Ειδικότερα για την περιοχή της Αθήνας-Πειραιά, τους συνοικισμούς και τα προάστιά τους προβλέφθηκε εξαίρεση και η αναστολή του άρθρου 5 θα παρέμενε και μετά την ολοκλήρωση του αφοπλισμού εν ισχύ. Με το 2ο άρθρο διευκρινίστηκε πως για όσους είχαν συλληφθεί μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν ίσχυε το άρθρο 5 και θα αφήνονταν ελεύθεροι το συντομότερο δυνατό. Αντίστοιχα προβλέφθηκε πως θα αφήνονταν ελεύθεροι και όσοι οπαδοί του Ε.Α.Μ. είχαν συλληφθεί και κρατούνταν από άλλες οργανώσεις. Με το 3ο Άρθρο προβλέφθηκε η αμνήστευση όλων των πολιτικών αδικημάτων που τελέσθηκαν από την 3η Δεκεμβρίου και μέχρι την υπογραφή της Συμφωνίας. Εξαιρέθηκαν από την αμνηστία τα αδικήματα του κοινού ποινικού κώδικα κατά της ζωής και της περιουσίας, τα οποία τελέσθηκαν χωρίς να είναι αναγκαία για την επίτευξη του πολιτικού αδικήματος. Ο Νόμος που θα όριζε τις σχετικές λεπτομέρειες προβλέφθηκε να δημοσιευθεί μετά την υπογραφή της Συμφωνίας. Από την αμνηστία θα εξαιρούνταν όσοι, ενώ ήταν υποχρεωμένοι καθώς ανήκαν στον Ε.Λ.Α.Σ., την Εθνική Πολιτοφυλακή και τον Ε.Λ.Α.Ν., δεν παρέδιδαν τον οπλισμό τους μέχρι τη 15η Μαρτίου 1945. Με το 4ο Άρθρο προβλέφθηκε πως οι κρατούμενοι και οι συλληφθέντες από τις δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ., της Εθνικής Πολιτοφυλακής και τον Ε.Λ.Α.Ν., ανεξάρτητα της ημέρας σύλληψης, θα αφήνονταν αμέσως ελεύθεροι. Όσοι κρατούνταν με την κατηγορία του δοσιλογισμού ή ως ένοχοι αδικημάτων θα παραδίδονταν στις επίσημες Δικαστικές Αρχές για να δικαστούν από τη Δικαιοσύνη σύμφωνα με τον Νόμο. Με το 5ο Άρθρο ορίστηκε πως ο Εθνικός Στρατός, με εξαίρεση τους κατ’ επάγγελμα αξιωματικούς και υπαξιωματικούς, θα αποτελούνταν από οπλίτες που θα 391
Πρόκειται για τα άρθρα περί της διαδικασίας σύλληψης, του δικαιώματος του συνέρχεσθαι ελευθέρως, περί του οικογενειακού ασύλου, του απορρήτου των επιστολών και της εκδίκασης των υποθέσεων από πολιτικά δικαστήρια, όταν πρόκειται για υποθέσεις πολιτών.
138
προέκυπταν από τις κληθείσες κλάσεις προς στρατολόγηση. Οι έφεδροι αξιωματικοί και οπλίτες που είχαν εκπαιδευθεί σε νέα όπλα θα παρέμεναν όμως σε υπηρεσία. Επίσης, ο Ιερός Λόχος θα παρέμενε χωρίς μεταβολές, καθώς βρισκόταν υπό τις εντολές του Συμμαχικού Στρατηγείου και αργότερα θα συγχωνευόταν και αυτός στον Εθνικό Στρατό. Ορίστηκε, επίσης, πως θα επιβαλλόταν τακτική στρατολογία σε ολόκληρη την Επικράτεια, ενώ στις υπάρχουσες μονάδες θα προσέρχονταν προς κατάταξη και όσοι από τους αποστρατευθέντες του Ε.Λ.Α.Σ. ανήκαν στις κληθείσες προς κατάταξη κλάσεις. Επιπλέον, αποφασίστηκε η απόλυση των εφέδρων που είχαν εθελοντικά στρατευθεί αλλά οι κλάσεις τους δεν είχαν κληθεί. Ορίστηκε, επίσης, πως όλα τα μόνιμα στελέχη του Εθνικού Στρατού θα κρίνονταν από Στρατιωτικά Συμβούλια με βάση την ήδη υπάρχουσα 7η Συντακτική Πράξη και δηλώθηκε ο απόλυτος σεβασμός των πολιτικών και κοινωνικών φρονημάτων των στρατευμένων. Με το 6ο άρθρο αποφασίστηκε πως μετά τη δημοσίευση της Συμφωνίας θα ξεκινούσε η αποστράτευση όλων των ενόπλων δυνάμεων της Αντίστασης και ειδικότερα του τακτικού και εφεδρικού Ε.Λ.Α.Σ., του Ε.Λ.Α.Ν. και της Εθνικής Πολιτοφυλακής. Η διαδικασία της αποστράτευσης και οι τεχνικοί όροι της εκτέλεσής της ορίστηκε πως θα εκτελούνταν με βάση ειδικό πρωτόκολλο, το οποίο θα συνέτασσε η Τεχνική Επιτροπή της Διάσκεψης και το οποίο θα προσαρτούνταν στη Συμφωνία. Ορίστηκε πως το υλικό που θα παρέδιδε ο Ε.Λ.Α.Σ. θα επιτασσόταν υπέρ του Κράτους και με την ολοκλήρωση της παράδοσής του θα αποδιδόταν από τις αρμόδιες αρχές πρωτόκολλο παραλαβής. Με το 7ο Άρθρο συμφωνήθηκε η δημιουργία Συμβουλίων από την Κυβέρνηση, τα οποία θα συγκροτούνταν έπειτα από ειδικό Νόμο, για να πραγματοποιήσουν την εκκαθάριση των Δημοσίων Υπαλλήλων, των Υπαλλήλων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, των Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων όπως και άλλων επιχειρήσεων και υπηρεσιών εξαρτώμενων από το Κράτος ή επιχορηγούμενων από αυτό. Ως κριτήρια της εκκαθάρισης ορίστηκαν η επαγγελματική επάρκεια, ο χαρακτήρας, το ήθος, η συνεργασία με τον εχθρό και η υπαλληλική σχέση κατά τη διάρκεια της Μεταξικής Δικτατορίας. Όσοι υπάλληλοι, κατά τη διάρκεια της Κατοχής είχαν προσχωρήσει σε αντιστασιακές οργανώσεις αποφασίστηκε πως θα επανέρχονταν στις θέσεις τους και θα κρίνονταν όπως και οι υπόλοιποι υπάλληλοι. Ορίστηκε, επίσης, πως κανείς δημόσιος υπάλληλος δεν θα διωκόταν μόνο για τα πολιτικά του φρονήματα. 139
Με το 8ο Άρθρο συμφωνήθηκε η εκκαθάριση των Σωμάτων Ασφαλείας, Χωροφυλακής και Αστυνομίας Πόλεων από ειδικά Εκκαθαριστικά Συμβούλια. Τα κριτήρια εκκαθάρισης αποφασίστηκε πως θα ήταν αντίστοιχα με αυτά που είχαν οριστεί για τους Δημοσίους Υπαλλήλους. Προβλέφθηκε πως όσοι αξιωματικοί και οπλίτες των Σωμάτων Ασφαλείας ενέπιπταν στις διατάξεις περί αμνηστίας της Συμφωνίας και κατά τη διάρκεια της Κατοχής είχαν προσχωρήσει στον Ε.Λ.Α.Σ., τον Ε.Λ.Α.Ν. και την Εθνική Πολιτοφυλακή θα επανέρχονταν αμέσως στις θέσεις τους και θα κρίνονταν με τον ίδιο τρόπο, όπως οι συνάδελφοί τους. Επιπλέον, ορίστηκε πως όσοι αξιωματικοί και οπλίτες των Σωμάτων Ασφαλείας είχαν εγκαταλείψει της θέσεις τους από την 3η Δεκεμβρίου μέχρι και την υπογραφή της Συμφωνίας, ετίθεντο σε καθεστώς διαθεσιμότητας, μέχρι να αποφασίσει για αυτούς η Κυβέρνηση που θα προέκυπτε από τις εθνικές εκλογές. Το 9ο Άρθρο της Συμφωνία προέβλεπε πως εντός του 1945 θα διεξαγόταν δημοψήφισμα σε καθεστώς πλήρους ελευθερίας, το οποίο θα ρύθμιζε το Πολιτειακό Ζήτημα. Μετά τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος ορίστηκε πως θα διενεργούνταν εκλογές για τη συγκρότηση Συντακτικής Εθνοσυνελεύσεως, η οποία θα συνέτασσε το νέο Σύνταγμα της χώρας. Επίσης δηλώθηκε η επιθυμία, παρατηρητές από τις Μεγάλες Σύμμαχες Χώρες να παρακολουθήσουν και να εγγυηθούν τη γνησιότητα των εκλογικών διαδικασιών.392 Μετά την υπογραφή της Συμφωνίας εκδόθηκε από το Γενικό Στρατηγείο του Ε.Λ.Α.Σ. γενική διαταγή, υπογεγραμμένη από τον Σαράφη και τον Βελουχιώτη με τις κατευθυντήριες διαταγές για την εκτέλεση του αφοπλισμού και την παράδοση των περιοχών στις κυβερνητικές αρχές. Η γενική διαταγή όρισε πως έπρεπε να ανοιχτούν όλα τα οδοφράγματα και να εκκαθαριστούν από τις νάρκες και τις παγίδες θανάτου οι περιοχές που βρίσκονταν υπό τις εντολές του Ε.Λ.Α.Σ., ώστε έως την 26 η Φεβρουαρίου να έχουν καταστεί ασφαλείς οι συγκοινωνίες. Επίσης, οι Μεραρχίες του Ε.Λ.Α.Σ. διατάχθηκαν να διορίσουν τον αξιωματικό που θα αναλάμβανε να υποδεχθεί τις αγγλικές μονάδες στην περιοχή του και να τις ενημερώσει για την εκκαθάριση του συγκοινωνιακού δικτύου. Με την ίδια γενική διαταγή, οι μονάδες του Ε.Λ.Α.Σ. διατάχθηκαν να παραδώσουν όλο τον οπλισμό τους και να 392
Η Συμφωνία της Βάρκιζας, όλα τα σχετικά κείμενα, Διεύθυνσις Τύπου και Πληροφοριών, Αθήνα, 1945, σσ. 16-19, Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π, σσ. 410-412 και Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σσ. 78-79.
140
ενημερώσουν για τις ποσότητες οπλισμού που παρέδιδαν στις κυβερνητικές και βρετανικές αρχές, ώστε να παρακολουθείται η εκτέλεση της Συμφωνίας αφοπλισμού. Γνωστοποιήθηκε, επίσης, στις δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ. πως η Κυβέρνηση θα αναλάμβανε τον έλεγχο σε ολόκληρη τη χώρα και τα καθήκοντα ασφαλείας θα τα αναλάμβαναν οι βρετανικές δυνάμεις και η Εθνοφυλακή. Η εγκατάσταση των κυβερνητικών αρχών στις περιοχές που τελούσαν υπό τον έλεγχο του Ε.Λ.Α.Σ. ορίστηκε να πραγματοποιηθεί είτε τη 2α Μαρτίου 1945 είτε κάποια άλλη ημερομηνία, η οποία θα αποφασιζόταν από την Ελληνική κυβέρνηση και τις βρετανικές αρχές. Από τη συμφωνία του αφοπλισμού εξαιρέθηκαν μόνο οι δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ. που βρίσκονταν στην Κρήτη, εξαιτίας της συνεχιζόμενης παρουσίας γερμανικών στρατευμάτων στο νησί. Επίσης, προβλέφθηκε πως η Εθνοφυλακή στην Κρήτη θα σχηματιζόταν με την παράλληλη παρουσία του Ε.Λ.Α.Σ., επιστρατεύοντας τους άνδρες των ανταρτικών ομάδων που ανήκαν στις κληθείσες για κατάταξη κλάσεις εφέδρων και η αποστράτευση των ανταρτικών ομάδων θα πραγματοποιούνταν, όταν θα είχε ολοκληρωθεί η συγκρότηση της Εθνοφυλακής στην Κρήτη. Η ημερομηνία κατά την οποία θα θεωρούνταν ολοκληρωμένη η συγκρότηση της Εθνοφυλακής στην Κρήτη, συμφωνήθηκε πως θα αποφασιζόταν από την Ελληνική κυβέρνηση και τις βρετανικές αρχές.393 Όταν ολοκληρώθηκε ο αφοπλισμός του Ε.Λ.Α.Σ., του Ε.Λ.Α.Ν. και της Εθνικής Πολιτοφυλακής, την 28η Φεβρουαρίου 1945, σύμφωνα με το πρωτόκολλο παραλαβής που υπεγράφη από τον Νεοζηλανδό Ταξίαρχο Άικενχεντ, είχαν παραδοθεί: εκατό πυροβόλα διαφόρων τύπων, ογδόντα ένας ομαδικοί όλμοι, εκατό τριάντα οκτώ ατομικοί όλμοι, τετρακόσια δεκαεννέα πολυβόλα, χίλια τετρακόσια δώδεκα οπλοπολυβόλα, εφτακόσια δεκατρία αυτόματα τυφέκια, σαράντα οκτώ χιλιάδες εννιακόσια εβδομήντα τρία τυφέκια και πιστόλια, πενήντα επτά αντιαρματικά τυφέκια και δεκαεπτά συσκευές ασυρμάτου.394 Το Στρατιωτικό Πρωτόκολλο της Συμφωνίας της Βάρκιζας προέβλεπε πως η παράδοση του οπλισμού θα γινόταν στον Πειραιά, στην Κέρκυρα, στην Πάτρα, στην Καλαμάτα, στη Θεσσαλονίκη, στον Βόλο και στην Καβάλα και θα ολοκληρωνόταν 393
Φαράκος, ό.π., σσ. 328-331. Ι.Α.Υ.Ε., Υπουργείο Εσωτερικών, Διεύθυνση Ασφαλείας, «Κατάστασις παραδοθέντος οπλισμού του Ε.Λ.Α.Σ.», 24η Μαΐου 1947 και Η Συμφωνία της Βάρκιζας, όλα τα σχετικά κείμενα, ό.π., σσ. 2226. 394
141
εντός είκοσι ημερών από την ημέρα υπογραφής της Συμφωνίας.395 Στο πλαίσιο της αποστράτευσης και του αφοπλισμού του Ε.Λ.Α.Σ. προβλέφθηκε η δημιουργία Λόχων Φρουράς του Ε.Λ.Α.Σ., οι οποίοι θα εγκαθίσταντο στην Τρίπολη, στη Σπάρτη, στη Μεγαλόπολη, στην Καλαμάτα, στην Κυπαρισσία, στο Πλατύστομο, στη Λάρισα, στην Καρδίτσα, στα Τρίκαλα, στην Καλαμπάκα, στη Βέροια, στην Έδεσσα, στην Αρδέα, στην Αξιούπολη, στο Κιλκίς, στις Σέρρες, στο Σιδηρόκαστρο, στη Δράμα, στο Κάτω Νευροκόπι, στην Ξάνθη, στην Κομοτηνή, στο Διδυμότειχο, στην Καβάλα, στα Γρεβενά, στην Κοζάνη, στη Φλώρινα, στην Καστοριά, στο Αγρίνιο, στο Καρπενήσι, στην Αμφιλοχία, στη Ναύπακτο, στην Άρτα, στην Πρέβεζα, στα Ιωάννινα, στην Κόνιτσα και στη Γουμένισσα. Η δύναμη κάθε Λόχου Φρουράς του Ε.Λ.Α.Σ. δεν θα ξεπερνούσε τους εκατό άνδρες και θα είχε ως αποστολή τη διατήρηση της τάξης και του νόμου καθώς και την υποστήριξη των Πολιτικών Αρχών μέχρι να πραγματοποιηθεί η εγκατάσταση των δυνάμεων της Εθνοφυλακής ή των Βρετανών. Όταν θα πραγματοποιούνταν η εγκατάσταση των κυβερνητικών στρατιωτικών δυνάμεων σε κάποια περιοχή, θα προχωρούσε και η διαδικασία του αφοπλισμού του αντίστοιχου Λόχου Φρουράς του Ε.Λ.Α.Σ.396 Οι ανθρώπινες απώλειες κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών υπήρξαν μεγάλες. Ο Ε.Λ.Α.Σ. μόνο στις συγκρούσεις της Αθήνας έχασε δύο έως τρεις χιλιάδες μαχητές, ενώ επτά χιλιάδες πεντακόσιοι σαράντα μαχητές και οπαδοί του αιχμαλωτίστηκαν. Οι κυβερνητικές δυνάμεις αντίστοιχα έχασαν τρεις χιλιάδες τετρακόσιους ογδόντα άνδρες, εκ των οποίων οι οκτακόσιοι ογδόντα εννέα ήταν αστυνομικοί και οι δύο χιλιάδες πεντακόσιοι ενενήντα ένας ήταν Εθνοφύλακες και Στρατιώτες. Πολλοί ήταν και οι αιχμαλωτισθέντες άνδρες των κυβερνητικών δυνάμεων. Μόνο στα Τρίκαλα, σύμφωνα με καπετάνιο του Ε.Λ.Α.Σ., κρατούνταν χίλιοι αστυνομικοί και στρατιωτικοί. Οι Βρετανικές απώλειες ήταν και αυτές σημαντικές και έφτασαν τους διακόσιους δέκα νεκρούς, τους πενήντα πέντε αγνοούμενους και τους χίλιους εκατό αιχμαλώτους.397 Η ολοκλήρωση της παράδοσης του οπλισμού του Ε.Λ.Α.Σ. θεωρήθηκε από τις βρετανικές και κυβερνητικές αρχές πλήρης, καθώς αποστρατεύτηκε το σύνολο των 395
Καθημερινή, 13ης Φεβρουαρίου 1945, «Αι λεπτομέρειαι της Συμφωνίας με τους Στασιαστάς», σ. 2. Η Συμφωνία της Βάρκιζας, όλα τα σχετικά κείμενα, ό.π., σσ. 20-22 και Καθημερινή, 14η Φεβρουαρίου 1945, «Ολόκληρον το σχέδιον αποστρατεύσεως του Ε.Λ.Α.Σ., Ε.Λ.Α.Ν., Πολιτοφυλακής», σ. 3. 397 Κλόουζ, ό.π., σ. 225. 396
142
μονάδων του και παραδόθηκαν περισσότερα όπλα από όσα προέβλεπε το Στρατιωτικό Πρωτόκολλο της Συμφωνίας.398 Η σταδιακή εγκατάσταση των Στρατιωτικών, Πολιτικών και Δικαστικών Αρχών στις περιοχές, που τελούσαν υπό τον έλεγχο του Ε.Α.Μ., εγκαινίασε μία νέα περίοδο στην πολιτική ιστορία της χώρας. Η εμφύλια σύρραξη των Δεκεμβριανών είχε λήξει και φάνηκε στην αρχή πως οι Έλληνες θα μπορούσαν πλέον να ασχοληθούν με το ειρηνικό έργο της αποκατάστασης, στα πλαίσια του συμβιβασμού των αντίθετων απόψεων και της ύφεσης των πολιτικών παθών που πρέσβευε το πνεύμα της Συμφωνία της Βάρκιζας.
398
Σαράφης, Ο ΕΛΑΣ, ό.π., σσ. 563-564, Καθημερινή, 28η Φεβρουαρίου 1945, «Σαράφης και Σιάντος βεβαιούν ότι αφωπλίσθη και διελύθη ο Στρατός του Ε.Α.Μ.», σ. 4 και Ευάγγελος Γιαννόπουλος, «Η Εθνική Αντίσταση των Ελλήνων κατά των Γερμανών-Ιταλών και Βουλγάρων κατακτητών 1941-1944 και η αναγνώριση της από το Κράτος», Αθήνα, 1999, σσ. 457-460.
143
Κεφάλαιο Πέμπτο: Η ΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΘΝΟΦΥΛΑΚΗΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΑΠΟ ΤΗ ΒΑΡΚΙΖΑΣ ΜΕΧΡΙ ΚΑΙ ΤΟ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟ 1945 α) Η εγκατάσταση της Εθνοφυλακής στην Περιφέρεια και οι σχεδιασμοί αναδιοργάνωσης της Χωροφυλακής. Μετά την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας ξεκίνησε η διαδικασία αποκατάστασης της κρατικής εξουσίας στο σύνολο της χώρας κατ’ εφαρμογή των προβλεπόμενων στο Πρωτόκολλο Αποστράτευσης του Ε.Λ.Α.Σ. με την κάτωθι σειρά: 1) στη Νότια Πελοπόννησο και στον Νομό Αιτωλίας και Ακαρνανίας, 2) στα τμήματα των επαρχιών της Φθιώτιδας, της Φωκίδας, της Λάρισας και των Τρικάλων που βρίσκονταν πέρα των ορίων της συμφωνίας ανακωχής, 3) στους νομούς Χαλκιδικής, Θεσσαλονίκης, Κιλκίς και Πέλλας, 4) στους νομούς Ροδόπης, Σερρών, Καβάλας, Δράμας, Έβρου, 5) στους νομούς Φλώρινας και Κοζάνης 6) στη Γενική Διοίκηση Ηπείρου 7) στα Ιόνια Νησιά και τέλος 8) στα νησιά του Αιγαίου.399 Για την ενίσχυση των κυβερνητικών δυνάμεων κατά τη διάρκεια της περιόδου αποκατάστασης της κυβερνητικής εξουσίας στη χώρα, σε σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε την 15η Φεβρουαρίου στη βρετανική πρεσβεία, αποφασίστηκε πως, εξαιτίας του κινδύνου για νέα κομμουνιστική απόπειρα κατάληψης της εξουσίας, ήταν αναγκαία η προσωρινή παραμονή των βρετανικών στρατευμάτων στην Ελλάδα. Η περίοδος αποκατάστασης της κυβερνητικής εξουσίας χωρίστηκε σε τρεις διακριτές φάσεις. Η πρώτη φάση θεωρήθηκε πως θα διαρκούσε δύο έως τρεις μήνες και στη διάρκειά της η παρουσία των βρετανικών στρατευμάτων κρίθηκε απολύτως αναγκαία, καθώς τότε θα ολοκληρωνόταν ο αφοπλισμός του Ε.Λ.Α.Σ., η ανασυγκρότηση της Εθνοφυλακής και η αντικατάσταση του συνόλου των διοικητικών δομών του Ε.Λ.Α.Σ. Η δεύτερη φάση θεωρήθηκε πως θα διαρκούσε περισσότερο και στη διάρκειά της θα μεταβιβαζόταν η ευθύνη της διατήρησης της τάξης στις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, ενώ θα πραγματοποιούνταν η αναδιοργάνωση της Αστυνομίας Πόλεων, της Χωροφυλακής, του Ελληνικού Στρατού και της Δημόσιας Διοίκησης με τη βοήθεια Βρετανικών Αποστολών. Κατά τη δεύτερη φάση, για προληπτικούς λόγους, αποφασίστηκε πως θα παρέμενε μια βρετανική μεραρχία στην Ελλάδα. Στη διάρκεια 399
Φαράκος, ό.π., σσ. 328-331.
144
της τρίτης φάσης, όταν θα είχε πλέον αποκατασταθεί η κυβερνητική εξουσία στο σύνολο της χώρας και θα είχαν αναδιοργανωθεί πλήρως όλοι οι κρατικοί μηχανισμοί, κρίθηκε πως θα ήταν περιττή η παρουσία των βρετανικών στρατευμάτων και γι’ αυτό θα πραγματοποιούνταν η απόσυρση και της τελευταίας βρετανικής μεραρχίας.400
Εικόνα 3. Άνδρες της Χωροφυλακής, στο χωριό Πυρσόγιαννη της Ηπείρου, τον Ιούνιο του 1945, όπου κατέφθασαν για να επανεγκαταστήσουν τον εκεί Σταθμό Χωροφυλακής.
Στη διάρκεια της σύσκεψης αποφασίστηκε επίσης πως η κυβερνητική εξουσία θα εδραιωνόταν σε δύο φάσεις. Κατά την πρώτη φάση προβλέφθηκε πως στη Νότια Πελοπόννησο, στη Φθιώτιδα, στη Φωκίδα, στη Λάρισα, στα Τρίκαλα, στη Χαλκίδα, στη Θεσσαλονίκη, στο Κιλκίς, στην Πέλλα και στην Αιτωλοακαρνανία
θα
εγκαθίσταντο έως τη 2α Μαρτίου οι κυβερνητικοί εκπρόσωποι, έως την 9η Μαρτίου θα εγκαθίσταντο οι δυνάμεις της Εθνοφυλακής, έως τη 16η Μαρτίου θα ολοκληρωνόταν ο αφοπλισμός του Ε.Λ.Α.Σ και θα ξεκινούσε η πρόσκληση των Εθνοφυλάκων από τους εφέδρους των ανωτέρω περιοχών και από την 23η Μαρτίου και έως την 31η Μαρτίου θα ολοκληρωνόταν ο εξοπλισμός της Εθνοφυλακής. Αμέσως μετά την ολοκλήρωση της πρώτης φάσης, θα ξεκινούσε η δεύτερη φάση κατά την οποία πραγματοποιούνταν η εγκατάσταση των κυβερνητικών εκπροσώπων και των δυνάμεων της Εθνοφυλακής στο υπόλοιπο της χώρας.401 Ειδικότερα στην περίπτωση της Θεσσαλονίκης, οι κυβερνητικές εξουσίες αποκαταστάθηκαν σε σημαντικό βαθμό την 5η Φεβρουαρίου, έπειτα από αστραπιαία 400 401
Richter, ό.π., σσ. 103-104. Το ίδιο, σ.105.
145
επίσκεψη του υφυπουργού Στρατιωτικών Λ. Σπαή στην πόλη, όταν ανέλαβε την επιβολή του νόμου και της τάξης με δύναμη χιλίων πεντακοσίων ανδρών της Χωροφυλακής και τμήματα της Εθνοφυλακής.402 Στη σύσκεψη της 15ης Φεβρουαρίου αποφασίστηκε επίσης πως, όταν θα αποσύρονταν οι βρετανικές στρατιωτικές δυνάμεις, η ανώτατη εκπροσώπηση της Μεγάλης Βρετανίας στην Ελλάδα θα πραγματοποιούνταν από τον Βρετανό πρέσβη. Αυτός θα καθίστατο πλέον υπεύθυνος για τη Βρετανική Αστυνομική Αποστολή και τη Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή. Καθώς ο συντονιστικός ρόλος που ανατίθετο στον Βρετανό πρέσβη θα ήταν μεγάλος, αποφασίστηκε η δημιουργία τριών επικουρικών Επιτροπών, παρά τω πρέσβη. Η σημαντικότερη από τις Επιτροπές ήταν αυτή η οποία επιφορτίστηκε με τα στρατιωτικά ζητήματα και η οποία θα αποτελούνταν από τους Αρχηγούς των Βρετανικών Αποστολών και από ειδικούς οικονομικούς συμβούλους. Στη σύσκεψη διατυπώθηκε επίσης η πρόταση για τη δημιουργία θέσης επιτετραμμένου της Πρεσβείας, ο οποίος θα αναλάμβανε καθήκοντα βοηθού του Βρετανού πρέσβη.403 Η διαδικασία που ακολουθήθηκε για την αποκατάσταση της κυβερνητικής εξουσίας στις επαρχίες της χώρας ήταν συγκεκριμένη. Αρχικά, εγκαθίσταντο στις περιοχές της πρώτης φάσης οι βρετανικές δυνάμεις, οι οποίες αναλάμβαναν τον τοπικό έλεγχο που μέχρι τότε ανήκε στον Ε.Λ.Α.Σ. Έπειτα, ακολουθούσε το χρονοβόρο στάδιο της συγκρότησης των ταγμάτων Εθνοφυλακής από τους κληθέντες εφέδρους της περιοχής. Μετά τη συγκρότηση των τοπικών ταγμάτων Εθνοφυλακής, ακολουθούσε η απόσυρση των βρετανικών δυνάμεων και η μετάβασή τους στις περιοχές της δεύτερης φάσης. Κατά την περίοδο που μεσολαβούσε μεταξύ της μετάβασης των βρετανικών δυνάμεων από τις περιοχές του πρώτου σταδίου σε αυτές του δεύτερου σταδίου, η έννομη τάξη επιβαλλόταν από τις δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ. Η αιτία της αργής εγκατάστασης και συγκρότησης της Εθνοφυλακής οφειλόταν στη λειψανδρία της. Η Εθνοφυλακή κατά την περίοδο εκείνη διέθετε μόνο σαράντα χιλιάδες άνδρες και αδυνατούσε να καλύψει το σύνολο της Επικράτειας και, όπως παραδέχονταν οι κυβερνητικές πηγές, μπορούσαν να υλοποιήσουν μόνο το πρώτο
στάδιο
προώθησης
των
κυβερνητικών
δυνάμεων.
Με
βάση
τους
κυβερνητικούς σχεδιασμούς, προβλεπόταν πως η Εθνοφυλακή, μετά την ολοκλήρωση 402
Καθημερινή, 5η Φεβρουαρίου 1945, «10 Χιλιάδες όμηροι απήχθησαν εκ Θεσσαλονίκης-Τάξις επικρατεί ήδη εις την πόλιν. Την ασφάλειαν ανέλαβεν η Χωρ/κή», σ.3. 403 Richter, ό.π., σ.104.
146
της κατάταξης των εφέδρων από τις κληθείσες κλάσεις και την ολοκλήρωση της διαδικασίας απόλυσης των εθελοντών που δεν ανήκαν σε αυτές, θα έφτανε τις εκατό χιλιάδες άνδρες.404 Μετά την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας, τα υφιστάμενα τάγματα Εθνοφυλακής διατάχθηκαν να προωθηθούν σταδιακά πέρα από τη διαχωριστική ζώνη που είχε δημιουργηθεί με την ανακωχή της 11ης Ιανουαρίου και να εγκατασταθούν στις περιοχές που ήλεγχε ο Ε.Λ.Α.Σ., ακολουθώντας τους Βρετανούς και παραλαμβάνοντας τον οπλισμό που αυτός παρέδιδε. Ενώ η προώθηση των Βρετανών σε ολόκληρη τη χώρα ολοκληρώθηκε την 1η Απριλίου, η Εθνοφυλακή μπόρεσε να εγκατασταθεί σε ολόκληρη την Επικράτεια μόλις τη 15η Μαΐου.405 Κύρια αιτία για την καθυστερημένη προώθηση της Εθνοφυλακής ήταν η άσχημη κατάσταση στην οποία βρισκόταν το συγκοινωνιακό δίκτυο της χώρας. Αυτός ήταν και ο λόγος που οι ελληνοβρετανικές δυνάμεις κατέτασσαν μία περιοχή στην κατηγορία των «απελευθερωθεισών» περιοχών μόνο όταν μπορούσαν να φτάσουν σε αυτήν στρατιωτικά οχήματα.406 Η εγκατάσταση της Εθνοφυλακής στις περιοχές που γειτνίαζαν με την Αθήνα και τη Ζώνη Εκεχειρίας του Ιανουαρίου ολοκληρώθηκε πολύ γρήγορα. Τη 14η Φεβρουαρίου τμήματα της Εθνοφυλακής αφίχθηκαν στην Τρίπολη και από εκεί προωθήθηκαν στην υπόλοιπη Πελοπόννησο. Την 16η Φεβρουαρίου αναχώρησαν και οι πρώτες μονάδες Εθνοφυλακής με κατεύθυνση τα Τρίκαλα.407 Η εγκατάσταση των δυνάμεων Εθνοφυλακής όμως, ακόμα και σε γειτονικούς με τους προαναφερθέντες νομούς, χρειάστηκε μεγάλο χρονικό διάστημα για να υλοποιηθεί. Για παράδειγμα, το 167ο Τάγμα Εθνοφυλακής έφτασε και εγκαταστάθηκε στην Καλαμάτα την 13η Μαρτίου, ένα μήνα μετά την άφιξη της Εθνοφυλακής στην Τρίπολη.408 Την 18η Μαρτίου αποβιβάστηκαν δυνάμεις της Εθνοφυλακής στην Αλεξανδρούπολη, στην Καβάλα, στο Πόρτο Λάγος και στα νότια λιμάνια της Ηπείρου, ενώ δυνάμεις της Εθνοφυλακής με αφετηρία την Κέρκυρα κατευθύνθηκαν στην Ηγουμενίτσα, στο Βουθρωτό και στη Σαγιάδα. Την 22η Μαρτίου ένας λόχος της 404
Καθημερινή, 28η Φεβρουαρίου 1945, «Τα στάδια της προωθήσεως», σ. 2. Λάζου, «Η συγκρότηση και η δράση της Εθνοφυλακής. Νοέμβριος 1944-Σεπτέμβριος 1945: Η περίπτωση της Λαμίας», ό.π., σ.73. 406 Καθημερινή, 28η Φεβρουαρίου 1945, «Σαράφης και Σιάντος βεβαιούν ότι αφωπλίσθη και διελύθη ο Στρατός του ΕΑΜ», σ. 4. 407 Καθημερινή, 17η Φεβρουαρίου 1945, «Εγκατάσταση δυνάμεων Εθνοφυλακής εις άπασα την Επικράτειαν», σ. 4. 408 Καθημερινή, 13η Μαρτίου 1945, «Δεν παρέδωσαν όλα τα όπλα και ομιλούν περί Τρίτου Γύρου», σ. 4. 405
147
7ηςΤαξιαρχίας Εθνοφυλακής αφίχθηκε στην Κοζάνη και την Καστοριά, ενώ ξεκίνησε η προώθηση των Βρετανών στη Θράκη, με αρχικό στόχο τις πόλεις της Ξάνθης, της Κομοτηνής και της Αλεξανδρούπολης.409 Την 23η Μαρτίου πραγματοποιήθηκε η προώθηση των πρώτων τμημάτων της Εθνοφυλακής στα ελληνογιουκοσλαβικά και ελληνοβουλγαρικά σύνορα και η εγκατάσταση των πρώτων συνοριακών φυλακίων.410 Η Εθνοφυλακή την 26η Μαρτίου έφτασε στη Δράμα και στις Σέρρες411 και ένα μήνα αργότερα, την 26η Απριλίου, έφτασε στη Φλώρινα.412 Οι κυβερνητικές αρχές αναγνώρισαν από την αρχή του εγχειρήματος τη βραδύτητα της προώθησης της Εθνοφυλακής και δεν ανέμεναν να επιτευχθεί η προώθηση της Εθνοφυλακής σε ολόκληρη την Επικράτεια πριν από την 20ή Απριλίου.413 Η εγκατάσταση των δυνάμεων της Εθνοφυλακής στις επαρχίες της χώρας έγινε στο πλαίσιο ταξιαρχιών οι οποίες εγκαθίσταντο σε διευρυμένες γεωγραφικές περιοχές. Τα τάγματα των ταξιαρχιών της Εθνοφυλακής κατέλυαν στα αστικά κέντρα των επαρχιών, στα οποία εγκαθιστούσαν την έδρα τους και στη συνέχεια διασπείρονταν σε μικρότερα οικιστικά σύνολα −κωμοπόλεων και χωριών− εντός της περιοχής δράσης τους. Η διασπορά των δυνάμεων της Εθνοφυλακής οφειλόταν στην κυβερνητική αντίληψη πως η παρουσία των κρατικών δυνάμεων σε κάποια περιοχή ήταν αναγκαία για την αποκατάσταση του αισθήματος ασφάλειας των κατοίκων. Αντίστοιχη ήταν και η πεποίθηση του πληθυσμού της υπαίθρου, όπως αποδεικνύει και το συχνό φαινόμενο των επιτροπών κατοίκων που ζητούσαν την άφιξη τμημάτων Εθνοφυλακής και στη δική τους περιοχή.414 Παράλληλα με την εγκατάσταση των κρατικών αρχών στην υπόλοιπη επικράτεια,
προχώρησε
η
διαδικασία
της
σύνταξης
και
υπογραφής
των
προβλεπόμενων από τη Συμφωνία της Βάρκιζας νομοθετημάτων, που ήταν επιβεβλημένα για την επαναφορά του κλίματος ομαλότητας στο πολιτικό πεδίο. Την 13η/14η Φεβρουαρίου εκδόθηκε η Συντακτική Πράξη υπ’ αριθμό 14 για την άρση του Στρατιωτικού Νόμου και την μεταφορά στα αρμόδια πολιτικά δικαστήρια των υποθέσεων που είχαν υπαχθεί στα Στρατοδικεία λόγω του Στρατιωτικού Νόμου.415 409
Καθημερινή, 23η Μαρτίου 1945, «Η προώθησις της Εθνοφυλακής», σ. 3. Καθημερινή, 24η Μαρτίου 1945, «Τμήματα Εθνοφυλακής έφτασαν εις τα Σύνορα», σ. 4. 411 Καθημερινή, 26η Μαρτίου 1945, «Αποθήκαι με χιλιάδας όπλων ανερεύθησαν εις τας Σέρρας», σ. 5. 412 Καθημερινή, 26η Απριλίου 1945, «Η Εθνοφυλακή έφθασεν στην Φλώρινα», σ. 3. 413 Καθημερινή, 18η Μαρτίου 1945, «Τελευταίαι Εσωτερικαί Ειδήσεις», σ. 5. 414 Αρχείο Θ. Πεντζόπουλου, 8η Ταξιαρχία, Επιτελείον-Γραφείο Επιχειρήσεων «Περιληπτική Έκθεσις περί Ασφαλείας εν τη περιοχή της Ταξιαρχίας» ΑΠ 1326, Τρίπολη, 17 η Μαρτίου 1945. 415 Φ.Ε.Κ. 32, Συντακτική Πράξη υπ’ αριθμό 14, της 13ης/14ης Φεβρουαρίου 1945, «Περί άρσεως του Στρατιωτικού Νόμου και λοιπών διατάξεων». 410
148
Την 13η/14η Φεβρουαρίου εκδόθηκε επίσης η Συντακτική Πράξη υπ’ αριθμό 15, με την οποία επιτράπηκε η αναστολή των άρθρων 5, 6, 10, 11, 12, 14, 20 και 95 του Συντάγματος σε ολόκληρη την Επικράτεια, εφόσον απειλούνταν η δημόσια τάξη.416 Την ίδια μέρα, με Βασιλικό Διάταγμα που δημοσιεύθηκε, τέθηκε η Συντακτική Πράξη υπ’ αριθμό 15 σε ισχύ σε ολόκληρη την Επικράτεια, με εξαίρεση τις πόλεις Αθηνών, Πειραιώς και των προαστίων και των συνοικισμών τους, όπου το άρθρο 5 δεν ανεστάλη.417 Η αποκατάσταση των κυβερνητικών αρχών και της Εθνοφυλακής σε πολλές περιπτώσεις απείχε πολύ από το πνεύμα συναίνεσης που προέβλεπε το πνεύμα της Συμφωνίας της Βάρκιζας, όπως στην περίπτωση της Σπάρτης και της Τρίπολης. Ειδικότερα στην περίπτωση της Τρίπολης, ο διοικητής της 8ης Ταξιαρχίας Εθνοφυλακής, Θωμάς Πεντζόπουλος, φτάνοντας στην πόλη την 2α Μαρτίου, κατευθύνθηκε στις φυλακές όπου κρατούνταν οι αξιωματικοί και οι οπλίτες των Ταγμάτων Ασφαλείας που είχαν συλληφθεί ύστερα από διαταγή του Παν. Κανελλόπουλου την περίοδο πριν από τα Δεκεμβριανά, και παρά τις αντιρρήσεις του Εισαγγελέα Εφετών Ναυπλίου, τους απελευθέρωσε, υπερβαίνοντας τις οριζόμενες από τους Νόμους και την Κυβέρνηση αρμοδιότητές του.418 Η αποκατάσταση των κρατικών αρχών στην επαρχία σηματοδότησε την ανατροπή των δομών που είχε δημιουργήσει το Ε.Α.Μ. κατά τη διάρκεια της Κατοχής και την περίοδο που μεσολάβησε από την Απελευθέρωση έως και τη Συμφωνία της Βάρκιζας. Όλα τα άτομα που είχαν αναδειχθεί κατά την προηγούμενη περίοδο αυτομάτως απομακρύνθηκαν από τις θέσεις που κατείχαν και στη θέση τους τοποθετήθηκαν όσοι ήταν πολιτικά και ιδεολογικά αντίθετοι προς το Ε.Α.Μ. Με συνοπτικές διαδικασίες αποκαθηλώθηκαν επίσης όλα τα διορισμένα από το Ε.Α.Μ. Δημοτικά Συμβούλια και στη θέση τους επανατοποθετήθηκαν κυρίως όσοι είχαν αναδειχθεί κατά τη Δικτατορία του Μεταξά ή είχαν διορισθεί από τις κατοχικές κυβερνήσεις.419 Οι αυταρχικές πρακτικές των διοικήσεων της Εθνοφυλακής ανάγκασαν τον Πλαστήρα, υπό την ιδιότητά του ως υπουργού των Στρατιωτικών, να προβεί στην έκδοση της Εγκυκλίου υπ’ αριθμό 164184, προς τις Υπηρεσίες του Στρατού και της 416
Φ.Ε.Κ. 32, Συντακτική Πράξη υπ’ αριθμό 15, της 13 ης/14ης Φεβρουαρίου 1945, «Περί αναστολής της ισχύος των διατάξεων των άρθρων 5, 6, 10, 11, 12, 14, 20 και 95, καθ’ όλον το Κράτος». 417 Φ.Ε.Κ. 33, Βασιλικό Διάταγμα 13 ης/14ης Φεβρουαρίου 1945, «Περί θέσεως εν ισχύϊ διατάξεων τινών της υπ’ αριθμό 15 Συντακτικής Πράξεως». 418 Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σ. 193. 419 Μαργαρίτης, ό.π., σ. 92.
149
Χωροφυλακής, με την οποία επέπληττε τους άνδρες της Εθνοφυλακής για την εν γένει συμπεριφορά τους, καθώς υπήρχαν πολλές καταγγελίες από τους αξιωματικούς των βρετανικών σχηματισμών αλλά και τους αντιπροσώπους του Ε.Α.Μ. για παρεκτροπές των ανδρών της Εθνοφυλακής. Η συμπεριφορά και η στάση των ανδρών της Εθνοφυλακής είχε αναγκάσει την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Στρατιωτικών να εκδώσει και νωρίτερα την Εγκύκλιο υπ’ αριθμό 164092/23-2-1945 με την οποία προσδιορίστηκε λεπτομερώς η συμπεριφορά των Εθνοφυλάκων. Με την Εγκύκλιο εκείνη προσδιορίστηκε πως οι ανώτεροι και ανώτατοι αξιωματικοί θα θεωρούνταν υπεύθυνοι για τις παρεκτροπές των υφισταμένων τους, είτε γιατί δεν είχαν λάβει τα προβλεπόμενα προληπτικά μέτρα για την αποφυγή των παρεκτροπών είτε γιατί δεν τιμώρησαν τους Εθνοφύλακες που παρεκτράπηκαν. Με την ίδια Εγκύκλιο κλήθηκαν, επίσης, οι αξιωματικοί να ενημερώσουν λεπτομερώς τους υφισταμένους τους για το περιεχόμενό της. 420 Η μεγαλύτερη έκταση των παρεκτροπών της Εθνοφυλακής σημειώθηκε στις περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας, όπου διαβιούσαν οι σλαβόφωνοι πληθυσμοί, χωρίς μάλιστα να προκληθεί εξαιτίας της συμπεριφοράς τους οποιαδήποτε αντίδραση από μέρους της στρατιωτικής ή της πολιτικής ηγεσίας. Οι διοικήσεις των μονάδων της Εθνοφυλακής στη Δυτική Μακεδονία έλαβαν τόσο καταπιεστικά μέτρα εναντίον των Σλαβόφωνων και επέβαλαν τόσο αυστηρές απαγορεύσεις εναντίον τους, ώστε χιλιάδες σλαβόφωνοι πρώην αντάρτες και οι οικογένειες τους κατέφυγαν στην Γιουγκοσλαβία. Η αυταρχική στάση της Εθνοφυλακής στη Δυτική Μακεδονία οφειλόταν στη συνεργασία τμήματος των Σλαβόφωνων της περιοχής με τις κατοχικές δυνάμεις και με τον βουλγαρικό παράγοντα, προκαλώντας έτσι τα εθνικά αντανακλαστικά και την αντίδραση των Ελλήνων. Η αρνητική εικόνα των Σλαβόφωνων
επιδεινώθηκε
ακόμα
περισσότερο
από
το
γεγονός,
ότι
οι
συνεργαζόμενοι με τις κατοχικές δυνάμεις, όταν εγκατέλειψαν τους Γερμανούς και τους Βούλγαρους, εντάχθηκαν στο Ε.Α.Μ. ή στους Παρτιζάνους του Τίτο, με αποτέλεσμα να κηλιδωθούν τόσο ως εθνικοί όσο και ως ταξικοί εχθροί για το ελληνικό κράτος421. Αυταρχική ήταν και η στάση της Εθνοφυλακής στη Θεσπρωτία. Τα στελέχη και οι οπλίτες του Ε.Δ.Ε.Σ. επέστρεψαν από την Κέρκυρα στη περιοχή, έχοντας 420
Υ.Σ.Α., Εγκύκλιος Υπουργού των Στρατιωτικών, προς άπασας τας Στρατιωτικάς Αρχάς και Αρχάς Βασ. Χωροφυλακής, «Περί συμπεριφοράς εν γένει των Εθνοφυλάκων», 7η Μαρτίου 1945. 421 Κολιόπουλος, Λεηλασία Φρονημάτων, τόμ.2, ό.π., σσ. 55-58, 127 και Richter, ό.π., σσ. 186, 290291.
150
ενταχθεί στις τάξεις της Εθνοφυλακής, και με τη νέα τους ιδιότητα ολοκλήρωσαν την εκδίωξη των εναπομεινάντων Τσάμηδων της Θεσπρωτίας που είχε ξεκινήσει ο Ε.Δ.Ε.Σ. μετά την αποχώρηση των Γερμανών από την Ελλάδα. 422 Αρκετοί Τσάμηδες, όπως και οι Σλαβόφωνοι της Δυτικής Μακεδονίας, συνεργάστηκαν με τις κατοχικές δυνάμεις και στράφηκαν κατά της Ελλάδας, υπηρετώντας τα σχέδια του αλβανικού προπολεμικού μεγαλοϊδεατισμού, ο οποίος συντηρήθηκε κατά τη διάρκεια του πολέμου από τη φασιστική Ιταλία.423 Τον Ιούλιο του 1945, η Γιουγκοσλαβία, η Βουλγαρία και η Αλβανία άρχισαν με βίαιες ανακοινώσεις τους να καταγγέλλουν την ελληνική κυβέρνηση πως προέβαινε σε διώξεις κατά των Τσάμηδων της Θεσπρωτίας και των Σλαβόφωνων της Δυτικής Μακεδονίας. Το Κ.Κ.Ε. υιοθέτησε και αναπαρήγαγε τις καταγγελίες των βορείων γειτόνων εναντίον της Ελλάδας, αν και αυτές αποτελούσαν ωμή παρέμβαση στα εσωτερικά της Ελλάδας. Η υιοθέτηση των καταγγελιών από το Κ.Κ.Ε. οδήγησε στην περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης των συγκεκριμένων πληθυσμιακών ομάδων αλλά και της εικόνας του Κ.Κ.Ε., το οποίο παρουσιάστηκε να μη δρα ως εθνικό κόμμα αλλά ως κόμμα που συνεργαζόταν με κυβερνήσεις χωρών που απειλούσαν την Ελλάδα και αμφισβητούσαν τα κυριαρχικά δικαιώματα της.424 Το Κ.Κ.Ε.425 εκμεταλλεύτηκε τις υπερβάσεις και τους αποκλεισμούς στις οποίες προέβαιναν τα στελέχη της Δημόσιας Διοίκησης και των Ενόπλων Δυνάμεων εναντίον των στελεχών και των οργανώσεών του, προβάλλοντας τις μέσω των κομματικών
εντύπων
του
και
υποβάλλοντας
εκθέσεις
με
παράπονα
και
συγκεκριμένες καταγγελίες. Κύριοι αποδέκτες των εκθέσεων ήταν ο Βρετανός υπουργός για τα θέματα της Μεσογείου, Harold Macmillan426καθώς και οι Συμμαχικές κυβερνήσεις.427 Συχνά οι εκπρόσωποι του Ε.Α.Μ. απέστελλαν αντίστοιχα υπομνήματα και προς την ίδια την ελληνική κυβέρνηση, με τα οποία κατήγγελλαν τη στάση των 422
Κλόουζ, ό.π., σ. 245. Μαντά, ό.π, σσ. 146-147, 196-198, 207 και Μαργαρίτης, ό.π., σ. 168. 424 Βασίλης Κόντης, «Η διολίσθηση προς την εμφύλια σύγκρουση», Βερέμης Θάνος, Σβολόπουλος Κωνσταντίνος (επιμ), Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ.16, Αθήνα, 1993, σ. 116, Κολιόπουλος, Λεηλασία Φρονημάτων, τόμ.2, ό.π., σσ. 67, 143-159 και Woodhouse, Το μήλο της έριδος, ό.π., σ. 366. 425 Από τον Απρίλιο του 1945, ουσιαστικά το Ε.Α.Μ. έπαυσε να υπάρχει, καθώς αποχώρησαν όλα εκείνα τα στελέχη του που δεν ανήκαν στο Κ.Κ.Ε. και έδιναν πιο πλουραλιστικό και υπερκομματικό χαρακτήρα. Υπό την ηγεσία δε του Σβώλου και του Τσιριμώκου προχώρησαν στη δημιουργία ενός νέου κομματικού σχηματισμού που ονομάστηκε «Ένωση Λαϊκής Δημοκρατίας-Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδος», (Ε.Λ.Δ.-Σ.Κ.Ε.). 426 Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 171 και Woodhouse, Το μήλο της έριδος, ό.π., σ. 348. 427 Λάζου, «Η συγκρότηση και η δράση της Εθνοφυλακής. Νοέμβριος 1944-Σεπτέμβριος 1945: Η περίπτωση της Λαμίας», ό.π., σ.7 5. 423
151
στελεχών της Εθνοφυλακής εναντίον των μελών και των οργανώσεών του. Οι συνήθεις καταγγελίες κατά των ανδρών της Εθνοφυλακής αφορούσαν τον ξυλοδαρμό πολιτών, την εξύβριση και τη διαπόμπευση πολιτών προσκείμενων στην Αριστερά, τη σύλληψη άνευ αιτίας στελεχών του Ε.Α.Μ., τη συνεργασία με πρώην συνεργάτες των κατοχικών δυνάμεων, την επιβολή απαγορεύσεων στην κυκλοφορία του εαμικού Τύπου, την κατάληψη των κτηρίων και την κατάσχεση των εγγράφων και του υλικού των οργανώσεων του Ε.Α.Μ., της Ε.Π.Ο.Ν., του Κ.Κ.Ε., και τέλος την ευνοϊκή συμπεριφορά των Εθνοφυλάκων προς τους πρώην ταγματασφαλίτες, οι οποίοι δεν διώκονταν και δεν συλλαμβάνονταν όταν διέπρατταν αδικήματα εναντίον αριστερών πολιτών.428 Η δίωξη του αριστερού τύπου προκάλεσε, περισσότερο από όλες τις παρεκτροπές των κρατικών οργάνων, το εντονότερο ενδιαφέρον του βρετανικού παράγοντα. Τα κρατικά όργανα καταγγέλθηκαν πως χρησιμοποίησαν διάφορες μεθόδους για να επιτύχουν τη φίμωση του αριστερού τύπου. Άλλοτε αστυνομικοί, χωροφύλακες και εθνοφύλακες προέβαιναν στην κατάσχεση εφημερίδων ή στην καταστροφή των εφημερίδων στα Πρακτορεία Τύπου και στον ξυλοδαρμό των εφημεριδοπωλών και άλλοτε ο τοπικός Διοικητής Χωροφυλακής προέβαινε στην απαγόρευση κυκλοφορίας των αριστερών εφημερίδων σε ορισμένες συνοικίες της περιοχής ευθύνης του.429 Παρά τη μειονεκτική θέση στην οποία βρέθηκε ο τύπος της Αριστεράς μετά την εγκατάσταση των μονάδων της Εθνοφυλακής στην περιφέρεια, συνέχισε να εκδίδεται, συχνά εις πείσμα της έλλειψης αυτοσυγκράτησης που επέδειξαν οι Εθνοφύλακες, οι οποίοι περνούσαν τον χρόνο τους καταστρέφοντας αριστερά τυπογραφεία, όπως ανέφερε και ο Στρατιωτικός Ακόλουθος της αμερικανικής πρεσβείας στην Αθήνα, William Hardy Mc Neil.430 Η δίωξη του αριστερού τύπου πήρε τόσο μεγάλη έκταση, ώστε ο γενικός γραμματέας Τύπου, Διονύσιος Ζακυνθηνός, προέβη σε δηλώσεις προς τους δημοσιογράφους,
ανακοινώνοντας
πως
είχε
λάβει
τις
διαβεβαιώσεις
του
Πρωθυπουργού και Υπουργού Στρατιωτικών, Βούλγαρη καθώς και του Αρχηγού του Γ.Ε.Σ, Στρατηγού Βεντήρη, πως ο Στρατός θα αναλάμβανε την περιφρούρηση της ελευθερίας του Τύπου. Στην πραγματικότητα όμως, η περιφρούρηση που 428
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π, σσ. 434-438. Richter, ό.π.,σ. 156. 430 Στο ίδιο, σ. 157. 429
152
εξαγγέλθηκε έμεινε κενό γράμμα, καθώς οι επιθέσεις των Εθνοφυλάκων και των παρακρατικών
εθνικοφρόνων
συνεχίστηκαν
και
οι
Στρατιωτικοί
Διοικητές
προέβαιναν σε λογοκρισία και σε απαγορεύσεις κυκλοφορίας του αριστερού τύπου αξιοποιώντας τον Α.Ν 1092/1938 «περί Τύπου» της μεταξικής δικτατορίας που παρέμενε σε ισχύ.431 Οι αυθαίρετες και αυταρχικές πρακτικές των Εθνοφυλάκων καταγγέλθηκαν και στην, έμπνευσης Άρη Βελουχιώτη, διακήρυξη του Μ.Ε.Α. (Μέτωπο Εθνικής Ανεξαρτησίας).432 Στη διακήρυξη του Μ.Ε.Α. δηλωνόταν πως για να επιτευχθεί η ελεύθερη έκφραση του λαού και να αποκατασταθεί η πολιτική ηρεμία στη χώρα, έπρεπε να εκδιωχθούν τουλάχιστον οι μισοί αξιωματικοί της Εθνοφυλακής, ιδίως δε εκείνοι των «φασιστικών» και βασιλικών αντιλήψεων, να αποπεμφθούν από την Εθνοφυλακή οι Εθνοφύλακες οι οποίοι είχαν υπηρετήσει στη Γενική ή την Ειδική Ασφάλεια της Χωροφυλακής ή στην Π.Α.Ο. ή στα ένοπλα τμήματα του Αντών Τσαούς και του Μιχάλ Αγά και πως θα έπρεπε να καταταγούν υποχρεωτικά στην Εθνοφυλακή όλοι οι Ελασίτες που προέρχονταν από τις κλάσεις που είχαν κληθεί και να σταματήσει η κλήση πρόσθετων κλάσεων ή η αποδοχή της κατάταξης εθελοντών στην Εθνοφυλακή.433 Τη στιγμή όμως που το Κ.Κ.Ε. κατήγγειλε την Κυβέρνηση για υπερβάσεις, σημαίνοντα στελέχη του προέβαιναν σε παραβιάσεις τόσο του πνεύματος όσο και του γράμματος της Συμφωνίας της Βάρκιζας. Ο ίδιος ο Βελουχιώτης μάλιστα, ο εμπνευστής της πρωτοβουλίας της Μ.Ε.Α. και Καπετάνιος του Γενικού Στρατηγείου του Ε.Λ.Α.Σ., αμφισβητούσε τη Συμφωνία της Βάρκιζας στην ολότητά της και συνέχιζε να δρα επιθετικά προς τις κυβερνητικές δυνάμεις αρνούμενος να παραδώσει τα όπλα και να επιστρέψει στην νομιμότητα, παρά τις επανειλημμένες παρακλήσεις της ηγεσίας του κόμματος να υποταχθεί στην γραμμή του Κ.Κ.Ε για τερματισμό της ένοπλης αναμέτρησης και ενσωμάτωσης του κόμματος στο υπάρχον σύστημα.434 Την άρνηση του Βελουχιώτη να παραδώσει τα όπλα το ακολούθησαν πολλοί αντάρτες του Ε.Λ.Α.Σ., μεμονωμένα ή στο πλαίσιο ομάδων, τόσο εξαιτίας της επιθυμίας τους για συνέχιση του ένοπλου αγώνα όσο και εξαιτίας του φόβου τους, 431
Richter, ό.π., σσ. 157-158. Με βάση την πρόταση του Βελουχιώτη προς την ηγεσία του Κόμματος, το ΕΑΜ θα έπρεπε να διαλυθεί καθώς είχαν διαπραχθεί σφάλματα από την καθοδήγησή, ενώ και ως μηχανισμός δεν επέτυχε τον λόγο σχηματισμού του. Ως οργάνωση που θα αντικαθιστούσε το ΕΑΜ, ο Βελουχιώτης πρότεινε την Μ.Ε.Α. 433 Φαράκος, ό.π., σ. 349. 434 Στο ίδιο, σσ. 333-335, 359-361 και 380-383 και Richter, ό.π., σσ. 289 και 296. 432
153
που φαινόταν να ήταν δικαιολογημένος μετά τις παρεκτροπές των οργάνων της τάξης και της
Εθνοφυλακής, για πράξεις αντεκδίκησης σε βάρος τους. Οι πολιτικές
επιτροπές του Κ.Κ.Ε. την ίδια περίοδο συνέχισαν να προκαλούν με κάθε ευκαιρία κοινωνικές αναταραχές οργανώνοντας απεργίες, διαδηλώσεις και προωθώντας πλήθος κοινωνικών διεκδικήσεων, που προκαλούσαν ασφυξία στον οικονομικό και κοινωνικό βίο της χώρας, που ήταν ήδη αρκετά αναιμικός για να μπορεί να αντέξει τους κλυδωνισμούς.435 Η δράση των πρώην ανταρτών του Ε.Λ.Α.Σ. δεν πέρασε απαρατήρητη από τις στρατιωτικές αρχές της χώρας, οι οποίες στις εκθέσεις τους σημείωσαν την συνεχιζόμενη κινητικότητα ενόπλων στη Δυτική Μακεδονία, την Ήπειρο, την Κεντρική Μακεδονία και τη Θεσσαλία436, οι οποίοι αν και δεν χαρακτηρίζονταν από τις στρατιωτικές εκθέσεις ως στελέχη του Ε.Λ.Α.Σ., δηλωνόταν πως ήταν υπεύθυνοι για το κλίμα τρομοκρατίας στους τοπικούς πληθυσμούς, όταν δεν υπήρχε δύναμη Εθνοφυλακής για να παρέμβει.437 Οι Στρατιωτικές Διοικήσεις στις εκθέσεις τους παραδέχονταν επίσης πως οι κυβερνητικές δυνάμεις δεν ήλεγχαν το σύνολο της Επικράτειας, ενώ υπήρχαν γεωγραφικές νησίδες στις οποίες η δράση των ενόπλων ήταν ανεξέλεγκτη, όπως στην Εύβοια, στα ορεινά της Λαμίας, της Ευρυτανίας και των νομών Καρδίτσας και Τρικάλων καθώς και στην περιοχή του Παγγαίου. Αναγνώριζαν, επίσης, πως αντιμετώπιζαν δυσκολίες στην ανεύρεση του κρυμμένου οπλισμού στην Κρήτη, στις ορεινές περιοχές της χώρας και στις παραμεθόριες περιοχές μεταξύ Ελλάδας και Αλβανίας, Γιουγκοσλαβίας και Βουλγαρίας.438 Η κυβερνητική πλευρά θεωρούσε πως η απόκρυψη μεγάλων ποσοτήτων κρυμμένου οπλισμού από τον Ε.Λ.Α.Σ. ήταν περισσότερο επικίνδυνη για τη σταδιακή ειρήνευση της χώρας από ότι ήταν η ύπαρξη των μεμονωμένων οπλισμένων ομάδων που δεν εφάρμοζαν τη Συμφωνία Αφοπλισμού. Μόνο τον Μάρτιο του 1945, οι δυνάμεις της Εθνοφυλακής και της Χωροφυλακής, κατά τη διάρκεια των ερευνών τους σε ολόκληρη τη χώρα, ανακάλυψαν έξι πυροβόλα, διακόσια πολυβόλα και
435
Richter, ό.π., σ. 321 και Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σσ. 170-171. Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π, σσ. 557-558. 437 Αρχείο Θ. Πεντζόπουλου, Διοίκησις 8ης Ταξιαρχίας, «Διαπιστώσεις-Ενδεικνυόμενα Επείγοντα Μέτρα», Τρίπολη, 15η Μαρτίου 1945. 438 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π, σσ. 537-543. 436
154
οπλοπολυβόλα, χίλια τυφέκια και περίστροφα, δέκα χιλιάδες βλήματα πυροβολικού και όλμων, τετρακόσιες ογδόντα έξι χιλιάδες φυσίγγια και τρεις ασυρμάτους.439 Η ανεύρεση των κρυπτών του οπλισμού του Ε.Λ.Α.Σ. οδήγησε αργότερα, κατά την περίοδο που οι μονάδες της Εθνοφυλακής μετεξελίσσονταν σε μονάδες του τακτικού Στρατού, σε μία απροσδόκητη παρενέργεια. Όλα τα όπλα και τα πολεμοφόδια που ανεύρισκαν οι μονάδες της Εθνοφυλακής ακολουθώντας την προβλεπόμενη διαδικασία, κατέληγαν στις αρμόδιες υπηρεσίες που είχαν ορισθεί στους προβλεπόμενους αριθμούς, εκτός από τα περίστροφα και τα πιστόλια. Στην περίπτωση των περιστρόφων και των πιστολιών, διαπιστώθηκε πως στις αρμόδιες αρχές κατέληγαν σαφώς μικρότεροι αριθμοί από τα αρχικώς κατασχεθέντα, καθώς οι οπλίτες της Εθνοφυλακής παρακρατούσαν για τους εαυτούς τους σημαντικούς αριθμούς περιστρόφων και πιστολιών. Η παραβατική αυτή πρακτική των Εθνοφυλάκων προβλημάτισε ιδιαίτερα τη στρατιωτική ηγεσία, καθώς δεν μπορούσε να επιτραπεί στους στρατεύσιμους Εθνοφύλακες, όταν θα απολύονταν να βρεθούν οπλισμένοι με περίστροφα που είχαν προμηθευτεί κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής τους θητείας. Έτσι η στρατιωτική ηγεσία διέταξε τις Διοικήσεις των ταγμάτων Εθνοφυλακής να επιδείξουν ιδιαίτερη προσοχή και να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για να αναβρεθεί το σύνολο των παρακρατηθέντων περιστρόφων και πιστολιών και να παραδοθεί μαζί με το υπόλοιπο ευρεθέν πολεμικό υλικό στις αρμόδιες αρχές, όταν θα ξεκινούσε η διαδικασία της μετεξέλιξής τους σε τάγματα Στρατού.440 Η Εθνοφυλακή λόγω της λειψανδρίας της και της απαιτητικής αποστολής της να εκκαθαρίσει την ύπαιθρο από τις εγκληματικές ομάδες, να προβεί στον αφοπλισμό των κάθε είδους ενόπλων, να ανακαλύψει και να κατασχέσει τον κρυμμένο οπλισμό, προχώρησε στην ανάπτυξη ενός τακτικού δόγματος δράσης, που χαρακτηριζόταν από την ταχύτητα και την ευκινησία. Το τακτικό δόγμα δράσης προέβλεπε την παραμονή τμημάτων της Εθνοφυλακής σε μεγάλα και σε μικρότερα οικιστικά σύνολα και τη συγκρότηση αποσπασμάτων. Τα αποσπάσματα είχαν μέγεθος ομάδας μάχης και αποτελούνταν από κατάλληλους αξιωματικούς καθώς και −συνήθως έπειτα από εντολή− από αποσπασμένους βαθμοφόρους της Χωροφυλακής. Με τα αποσπάσματα επιδιωκόταν να ενισχυθεί το αίσθημα ασφάλειας των κατοίκων, ώστε αυτοί άφοβα να 439
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π, σσ. 512-513. Αρχείο Θ. Πεντζόπουλου, Διοίκηση 8ης Ταξιαρχίας, Γραφείο Επιχειρήσεων, Αριθμό Πρωτοκόλλου Α.Π. 671, Ιωάννινα, 19η Ιουνίου 1945. 440
155
δώσουν τις αναγκαίες πληροφορίες στις Αρχές για τα κρυμμένα όπλα ή για τις δραστηριότητες των ενόπλων ομάδων, ώστε τα αποσπάσματα, εκμεταλλευόμενα τις συγκεντρωθείσες πληροφορίες, να καταδιώξουν και να συλλάβουν τις ομάδες των ενόπλων.441 Τα αποσπάσματα, καθώς επιδιωκόταν να είναι ευέλικτα και να μπορούν να δρουν και σε περιοχές κυρίως ορεινές, ήταν έφιππα.442 Η
Αριστερά
κατήγγειλε
πως
τα
αποσπάσματα
της
Εθνοφυλακής
ακολουθούσαν την τακτική των Ιταλών του πρώτου χρόνου της Κατοχής προβαίνοντας σε νυχτερινές επιδρομές ή σε πρωινά μπλόκα και, αν τα μπλόκα δεν επιτύγχαναν τη σύλληψη των καταδιωκόμενων ανταρτών, κατηγορούνταν πως συγκέντρωναν τον πληθυσμό στο κέντρο του χωριού και προχωρούσαν ενώπιον των κατοίκων στον ξυλοδαρμό πρώην Ελασιτών. Τα αποσπάσματα της Εθνοφυλακής κατηγορήθηκαν, επίσης, πως προέβαιναν σε βανδαλισμούς, εμπρησμούς, βιασμούς, διαπομπεύσεις γυναικών ακόμα και σε στυγερές δολοφονίες.443 Οι καταγγελίες της Αριστεράς αν και διογκωμένες, απηχούσαν σε σημαντικό βαθμό την αλήθεια. Η αγριότητα και η αρπακτικότητα κάποιων τμημάτων της Εθνοφυλακής εναντίον του πληθυσμού θα μπορούσε να αντιστοιχεί σε εγκληματική ομάδα. Η αγριότητα των μονάδων της Εθνοφυλακής επιτεινόταν από την παρουσία Ιερολοχιτών αξιωματικών και η αρπακτικότητά τους από το ανεπαρκές εισόδημα που προέβλεπε γι’ αυτούς η Κυβέρνηση.444 Η ύπαρξη μεμονωμένων ένοπλων ανταρτών αρχικά θεωρήθηκε ως ένδειξη των τελευταίων σπασμωδικών κινήσεων κάποιων ελάχιστων απελπισμένων ή φανατισμένων κομμουνιστών. Ωστόσο, η ανακάλυψη αργότερα σημαντικών ποσοτήτων κρυμμένων όπλων σε όλη τη χώρα ερμηνεύτηκε από την κυβερνητική πλευρά ως απτή απόδειξη πως το Κ.Κ.Ε. είχε εκπονήσει σχέδιο για να οδηγήσει τη χώρα σε νέα σύγκρουση. Η αλλαγή της στάσης της κυβερνητικής πλευράς σχετικά με τον κρυμμένο οπλισμό οφειλόταν αρχικά στην έκταση που έλαβε η ανεύρεση τόσο μεγάλων ποσοτήτων όπλων και δευτερευόντως στη διαρκή αύξηση του αριθμού των ατόμων που ανέβαιναν στο βουνό και έβγαιναν στην παρανομία εντασσόμενα σε ομάδες ενόπλων.
441
Αρχείο Θ. Πεντζόπουλου, Διοίκηση 8ης Ταξιαρχίας, Γραφείο Επιχειρήσεων, Αριθμός Πρωτοκόλλου Α.Π. 1402, Ιωάννινα 12η Μαΐου 1945. 442 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.2, ό.π, σσ. 50-51. 443 Νικόλαος Γ. Ζιάγκας, Νέες σελίδες από τον Εμφύλιο Πόλεμο 1945-1949-Δημοκρατικός Στρατός, Κυβερνητικός Στρατός, τόμ.1, Αθήνα, 1986, σ. 17. 444 Κολιόπουλος, Λεηλασία Φρονημάτων, τόμ.2, ό.π., σσ. 90-91.
156
Η αδυναμία της Κυβέρνησης να ελέγξει τη Δημόσια Διοίκηση, τα Σώματα Ασφαλείας και τον Στρατό οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στην αδυναμία του Ν. Πλαστήρα να τοποθετήσει τα κατάλληλα άτομα στις κατάλληλες θέσεις, που θα του επέτρεπαν να ανακτήσει από τη Δεξιά τον έλεγχο της κρατικής μηχανής. Ο Πλαστήρας τοποθέτησε σε σημαντικές θέσεις της Διοίκησης και των Σωμάτων Ασφαλείας κυρίως προσωπικούς του φίλους και πρώην συναδέλφους του αξιωματικούς, από την εποχή που ήταν συνδεδεμένος με το Κόμμα των Φιλελευθέρων. Ωστόσο, φαίνεται ότι, εξαιτίας της μακροχρόνιας απουσίας του στο εξωτερικό, είχε χάσει την επαφή με την ελληνική πραγματικότητα και με τους πρώην συναδέλφους του. Πολλοί από αυτούς είχαν πάψει να ανήκουν στη «Δημοκρατική Παράταξη» και είχαν μετατραπεί σε μοναρχικούς, εξαιτίας του φόβου τους προς τον κομμουνισμό.445 Άλλοι πάλι από τους παλιούς πλαστηρικούς αξιωματικούς του Μεσοπολέμου είχαν εκτεθεί με το Κ.Κ.Ε., είτε είχαν συνεργαστεί με τους Γερμανούς κατά την Κατοχή,446 όπως για παράδειγμα ο στρατηγός Στυλιανός Γονατάς, ο οποίος διορίστηκε Γενικός Διοικητής Μακεδονίας και ο οποίος βαρύνονταν με κατηγορίες περί συνεργασίας με τον εχθρό.447 Αναπόφευκτα οι λανθασμένες επιλογές ατόμων σε νευραλγικές θέσεις από την Κυβέρνηση Πλαστήρα την κατέστησαν στόχο τόσο για την Αριστερά όσο και για τη Δεξιά.448 Στην περίοδο της πρωθυπουργίας Πλαστήρα έντονες υπήρξαν οι διαμαρτυρίες, όταν η Αστυνομία Πόλεως και η Χωροφυλακή τέθηκαν υπό τις διαταγές του Στρατιωτικού Διοικητή Αττικής, ανατρέποντας την έως τότε σαφή διάκριση που υπήρχε μεταξύ των Σωμάτων Ασφαλείας και της Εθνοφυλακής, και αργότερα, όταν ο στρατηγός Σίμος Βλάχος διορίσθηκε ως υφυπουργός Δημοσίας Ασφαλείας με αρμοδιότητά του τα Σώματα Ασφαλείας και με την εξουσιοδότηση να μην λογοδοτεί επί του χαρτοφυλακίου του στον υπουργό Εσωτερικών, στον οποίο υπαγόταν το υφυπουργείο. Ο υπουργός Εσωτερικών Περικλής Ράλλης ενοχλημένος κατέθεσε την παραίτησή του από την Κυβέρνηση, καθώς θεώρησε πως ο διορισμός του Βλάχου, ως υφυπουργού Δημοσίας Ασφαλείας, σε συνδυασμό με την πρωθυπουργική
445
Woodhouse, Το μήλο της έριδος, ό.π, σ. 346. Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 173. 447 Woodhouse, Το μήλο της έριδος, ό.π, σ. 347. 448 Σταυριανός, ό.π., σ. 174. 446
157
εξουσιοδότηση ήταν μειωτικά για τον ίδιο, αφού μείωναν το εύρος των αρμοδιοτήτων του χαρτοφυλακίου του.449 Η απόφαση του Πλαστήρα να τοποθετήσει τον στρατηγό Βλάχο ως Υφυπουργό Δημοσίας Ασφαλείας υπηρετούσε την επιθυμία του να ελέγξει πλήρως την Εθνοφυλακή. Οι μονάδες Εθνοφυλακής που ήδη υπήρχαν αλλά και όσες επρόκειτο να συγκροτηθούν υπό τη στρατιωτική ιδιότητά τους τελούσαν υπό τον έλεγχο του Πλαστήρα, ο οποίος ήταν και υπουργός Στρατιωτικών. Κατά τη μεταβατική όμως αυτή περίοδο, η Εθνοφυλακή εκτελούσε και αστυνομικά καθήκοντα και υπό την ιδιότητά της αυτή τελούσε υπό τον έλεγχο του υπουργού Εσωτερικών, Περικλή Ράλλη, ο οποίος ήταν προβεβλημένο στέλεχος του Λαϊκού Κόμματος και δεν βρισκόταν υπό τον έλεγχο του πρωθυπουργού. Ο Πλαστήρας θεωρούσε πως δημιουργώντας το Υφυπουργείο Εσωτερικών και διορίζοντας τον στρατηγό Βλάχο, θα κατόρθωνε να ελέγξει τα Σώματα Ασφαλείας και συνολικά πλέον την Εθνοφυλακή.450 Οι διορισμοί και οι τοποθετήσεις στις οποίες προχώρησε ο Πλαστήρας δεν του έδωσαν τελικά τον έλεγχο της κρατικής μηχανής και δεν ανέτρεψαν την κυριαρχία της Δεξιάς που είχε διαμορφωθεί. Οι κύριες αιτίες της αποτυχίας του εγχειρήματος ήταν δύο. Πρώτη αιτία ήταν πως τα άτομα που επιλέχθηκαν ήταν στην πλειονότητά τους βενιζελικοί αξιωματικοί, απόστρατοι των κινημάτων του 1933 και 1935, οι οποίοι όμως είχαν χάσει την επαφή τους με τους κατώτερους αξιωματικούς λόγω της μακροχρόνιας απουσίας τους από το στράτευμα, με αποτέλεσμα να μην ασκούν σε αυτό κανέναν έλεγχο, όταν τοποθετήθηκαν Στρατιωτικοί Διοικητές ή στα Επιτελεία. Δεύτερη αιτία ήταν πως οι πρώην βενιζελικοί αξιωματικοί, όπως και ο ίδιος ο Πλαστήρας, είχαν τρομάξει με τη δράση του Ε.Α.Μ. στη διάρκεια των Δεκεμβριανών τόσο, ώστε κάμφθηκε η οποιαδήποτε διάθεσή τους να αντιδράσουν στα φαινόμενα κατάχρησης εξουσίας στα οποία προέβαιναν οι βασιλόφρονες.451 Η προσπάθεια του Πλαστήρα να ελέγξει τον Στρατό βρήκε αντίθετους τόσο τους φιλομοναρχικούς αξιωματικούς, που κινδύνευαν από την προοπτική της αποστρατείας, όσο και τη Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή, που προσπάθησε να τη ματαιώσει.452 Οι Βρετανοί θεωρούσαν πως οι επιλογές του Πλαστήρα ήταν 449
Woodhouse, Το μήλο της έριδος, ό.π, σ. 347. Richter, ό.π., σ. 110. 451 Κλόουζ, ό.π., σ. 237. 452 Ιωάννης Ο. Ιατρίδης, Εξέγερση στην Αθήνα-Ο κομμουνιστικός «Δεύτερος Γύρος», Αθήνα, 1973, σ. 240. 450
158
τουλάχιστον ατυχείς και πως με τις συνεχείς ανακατατάξεις στο Σώμα των αξιωματικών το μόνο που επιτυγχανόταν ήταν η αναστάτωση στις τάξεις του Στρατού και μάλιστα κατά την κρίσιμη φάση της ανασυγκρότησής του. Η πρωθυπουργία του Πλαστήρα τερματίστηκε απροσδόκητα μετά την δημοσίευση στην φιλομοναρχική εφημερίδα Ελληνικό Αίμα της επιστολής που είχε αποστείλει στον Έλληνα απεσταλμένο στην Κυβέρνηση της Γαλλίας του Βισύ, Πέτρο Μεταξά, την 16η Ιούλιου του 1941.453 Ο Πλαστήρας στην επιστολή του χαρακτήρισε λανθασμένη την είσοδο της Ελλάδας στον πόλεμο και τη σύγκρουση με την Ιταλία και την απέδιδε στην Κυβέρνηση Μεταξά. Στην επιστολή διατύπωσε επίσης την άποψη πως η Ελλάδα θα έπρεπε να είχε ζητήσει τη μεσολάβηση της γερμανικής κυβέρνησης για να σταματήσει ο ελληνοϊταλικός πόλεμος και να είχε αποφευχθεί ο διμέτωπος αγώνας εναντίον της Γερμανίας και της Ιταλίας. Η αποκάλυψη και δημοσιοποίηση της επιστολής πραγματοποιήθηκε μάλλον με την συνδρομή των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών που διοχέτευσαν την επιστολή, εν αγνοία μάλλον της βρετανικής πρεσβεία, για να υπονομεύσουν το κύρος του Πλαστήρα, ο οποίος ξέφευγε από τον βρετανικό έλεγχο. Η δημοσίευση της επιστολής προκάλεσε μεγάλη πολιτική αναταραχή και αρνητικό κλίμα για τον Πλαστήρα.454 Ο αντιβασιλέας Δαμασκηνός, ο οποίος ήταν επίσης δυσαρεστημένος με τις μονομερείς ενέργειες στις οποίες είχε προβεί ο Πλαστήρας σε ζητήματα επάνδρωσης του κρατικού μηχανισμού και τις τοποθετήσεις ανώτερων και ανώτατων στρατιωτικών, εκμεταλλεύτηκε τη δημοσιοποίηση της επιστολής του Πλαστήρα455 και έχοντας την υποστήριξη του Σοφούλη, του Κανελλόπουλου, του Παπανδρέου και της ηγεσίας του Λαϊκού Κόμματος ζήτησε την παραίτησή του, την οποία και έλαβε την 7η Απριλίου 1945. Νέος πρωθυπουργός τοποθετήθηκε ο Ναύαρχος Βούλγαρης.456 Η Κυβέρνηση του Ναυάρχου Βούλγαρη υπήρξε πιο συμπαγής από την Κυβέρνηση Πλαστήρα και είχε τον χαρακτήρα «υπηρεσιακής» Κυβέρνησης, που θα διενεργούσε το δημοψήφισμα και τις εθνικές εκλογές. Στην Κυβέρνηση Βούλγαρη συμμετείχαν υπουργοί που προέρχονταν από το κυβερνητικό σχήμα του Πλαστήρα457 και πολλοί που προέρχονταν από τις Ένοπλες Δυνάμεις, τα Σώματα Ασφαλείας και από διάφορους επαγγελματικούς χώρους. Ο υπηρεσιακός, μη-πολιτικός χαρακτήρας 453
Richter, ό.π., σσ. 125-127. Κόντης, «Η διολίσθηση προς την εμφύλια σύγκρουση», ό.π., σ. 110. 455 Woodhouse, Το μήλο της έριδος, ό.π, σ. 348. 456 Richter, ό.π., σ. 129. 457 Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 173. 454
159
της κυβέρνησης ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο τον Ιούλιο του 1945, όταν παραιτήθηκε ο υπουργός Εξωτερικών Σοφιανόπουλος. Οι περισσότερες από τις μη πολιτικές προσωπικότητες της κυβέρνησης Βούλγαρη προέρχονταν από τη δεξιά πτέρυγα του χώρου των Φιλελευθέρων.458 Λίγες μέρες μετά την αλλαγή του κυβερνητικού σχήματος, την 11η Απριλίου, ρίγη ενθουσιασμού προκάλεσε σε ευρύτατα τμήματα του λαού η είδηση πως ο Νίκος Ζαχαριάδης,459 ο Γενικός Γραμματέας του Κ.Κ.Ε. πριν από τον πόλεμο είχε βρεθεί ζωντανός ανάμεσα στους κρατούμενους του Νταχάου.460 Ο Ζαχαριάδης έφτασε στην Αθήνα με βρετανικό αεροσκάφος την 30ή Μαΐου. Η άφιξη του Ζαχαριάδη θεωρήθηκε πως θα εγκαινίαζε μία νέα αρχή για το κόμμα μετά τις ταπεινώσεις της τελευταίας περιόδου.461 Το αυξημένο αίσθημα ανασφάλειας που υπήρχε σε τμήματα της χώρας και η απουσία έστω και της στοιχειώδους κυβερνητικής παρουσίας σε πολλές περιοχές κατέστησαν προφανή την ανεπάρκεια της Εθνοφυλακής να επιτελέσει τα αστυνομικά της καθήκοντα, με αποτέλεσμα από τις αρχές του 1945 να δοθεί έμφαση, πέρα από την οργάνωση των Στρατιωτικών Μονάδων και των ταγμάτων Εθνοφυλακής, και στη μελέτη και την οργάνωση του σχεδίου με το οποίο θα εκτελούνταν η αναδιάρθρωση, η στελέχωση και η επαναλειτουργία του Σώματος της Χωροφυλακής. Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας κινήθηκαν από την Ελληνική κυβέρνηση οι διαδικασίες για τη μετάκληση Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής, η οποία θα επιφορτιζόταν με την αναδιοργάνωση των Σωμάτων Ασφαλείας.462 Όλοι οι κυβερνητικοί σχεδιασμοί για την αναδιοργάνωση της Χωροφυλακής αντιμετώπισαν δυσκολίες εξαιτίας της έλλειψης επαρκούς δυναμικού που θα επάνδρωνε τις υπηρεσίες του Σώματος, καθώς σημαντικό μέρος του προπολεμικού προσωπικού της ετεροαποσχολούνταν σε άλλες Υπηρεσίες και Σώματα ή αγνοούνταν. Μεγάλος αριθμός αξιωματικών και οπλιτών της Χωροφυλακής 458
Woodhouse, Το μήλο της έριδος, ό.π, σ. 353. Ο Νίκος Ζαχαριάδης καταγόταν από τη Μικρά Ασία. Γεννήθηκε το 1902 στη Νικομήδεια. Σε ηλικία είκοσι χρονών ακολούθησε το προσφυγικό ρεύμα των Ελλήνων της Μικράς Ασίας. Τότε είναι που κατέφυγε στην Ε.Σ.Σ.Δ., όπου και φοίτησε μέχρι το 1925 στην κομματική ακαδημία του Κ.Κ.Σ.Ε., την K.U.T.V. Έρχεται στη Θεσσαλονίκη, ηγείται ομάδας πιστής στην κομματική ορθοδοξία, όμως το 1926 συλλαμβάνεται. Όταν απελευθερώθηκε κατέφυγε στη Σοβιετική Ένωση και επέστρεψε στην Ελλάδα το 1928. Το 1934 διορίστηκε από την Κομιντέρν Γενικός Γραμματέας του Κ.Κ.Ε. Το 1936 εκλέχθηκε βουλευτής. Στη διάρκεια της μεταξικής δικτατορίας φυλακίστηκε. Η Κατοχή τον βρήκε κρατούμενο στις φυλακές Αθηνών. Το 1942 οι Γερμανοί τον έστειλαν για κράτηση στο στρατόπεδο του Νταχάου. 460 Eudes, ό.π., σ. 349. 461 Στο ίδιο, σσ. 360-361. 462 Δασκαλάκης, ό.π., σ. 531. 459
160
ετεροαποσχολούνταν υπηρετώντας στο ΙΙ Μηχανοκίνητο Τάγμα, στα τάγματα Εθνοφυλακής, σε άλλες στρατιωτικές μονάδες, όπως ο Ιερός Λόχος και η ΙΙΙ Ορεινή Ταξιαρχία, σε συμμαχικές ή ελληνικές διοικητικές θέσεις, στα Επιτελεία, σε καθήκοντα φρούρησης τραπεζών, ταμείων και άλλων κρατικών κτηρίων. Επίσης, μεγάλος αριθμός αξιωματικών και οπλιτών της Χωροφυλακής αγνοούνταν είτε γιατί είχαν αποκλειστεί σε απομακρυσμένες περιοχές της Βορείου Ελλάδας, της Ηπείρου και της Στερεάς Ελλάδας είτε γιατί είχαν αιχμαλωτιστεί από τον Ε.Λ.Α.Σ. και η μοίρα τους ήταν άγνωστη για τις κυβερνητικές Αρχές.463 Το Αρχηγείο της Χωροφυλακής για να μπορέσει να αποτυπώσει την κατάσταση που υφίσταντο το ανθρώπινο δυναμικό του Σώματος, όρισε τη Σχολή Χωροφυλακής της Αθήνας ως κέντρο προσέλευσης, περίθαλψης και διαμονής των χωροφυλάκων που έφταναν από απομακρυσμένες περιοχές ή περιοχές που απελευθερώνονταν από τον Ε.Λ.Α.Σ. στο πλαίσιο της απελευθέρωσης των ομήρων.464 Το Βρετανικό Στρατηγείο υποστήριξε την απόφαση της ηγεσίας της Χωροφυλακής να ανασυγκροτήσει το Σώμα, καθώς επιθυμούσε τα ζητήματα έννομης τάξης να ανατίθεντο σε ένα επαγγελματικό αστυνομικό σώμα. Στο πλαίσιο αυτής της υποστήριξης, το Βρετανικό Στρατηγείο ζήτησε από το Αρχηγείο της Χωροφυλακής να ετοιμάσει μέχρι την 1η Απριλίου τεσσερισήμισι χιλιάδες άνδρες, οι οποίοι θα αποτελούσαν τον πυρήνα για την ανασύσταση των αστυνομικών υπηρεσιών στις επαρχίες. Ο νέος Αρχηγός της Χωροφυλακής, αντιστράτηγος Βασίλης Κολοκοτρώνης, για να συγκροτήσει τον αρχικό πυρήνα της Χωροφυλακής, ζήτησε από τη Στρατιωτική Διοίκηση Αθηνών την ανάκληση στις υπηρεσίες της Χωροφυλακής όλων των οπλιτών και των αξιωματικών της Χωροφυλακής που υπηρετούσαν στον Στρατό. Συγκεκριμένα, των διακοσίων δεκατεσσάρων οπλιτών της Χωροφυλακής, οι οποίοι υπηρετούσαν στη ΙΙ και την ΙΙΙ Ταξιαρχία, εκείνων που υπηρετούσαν στην Εθνοφυλακή, οι οποίοι ανέρχονταν στους τριακόσιους ογδόντα επτά αξιωματικούς και χίλιους διακόσιους οπλίτες και τέλος, την ανάκληση των εξήντα δύο αξιωματικών και οκτακοσίων ογδόντα οπλιτών, οι οποίοι υπηρετούσαν σε διάφορες φρουρές.465
463
Οι δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ. έδειχναν μια πρωτόγνωρη αγριότητα ενάντια στους Χωροφύλακες, τους οποίους, όταν τους αιχμαλώτιζαν, συνήθως τους εκτελούσαν, σε αντίθεση με τους στρατιώτες, τους οποίους, όταν αιχμαλωτίζονταν, αφού τους άρπαζαν τον οπλισμό τους, τους άφηναν ελεύθερους. 464 Δασκαλάκης, ό.π., σ. 531. 465 Στο ίδιο, σ. 531.
161
Υποστηρικτικά στην προσπάθεια της ηγεσίας της Χωροφυλακής εκδόθηκε την 2α Μαρτίου Κοινή Υπουργική Απόφαση (Κ.Υ.Α.) από τους Υπουργούς Στρατιωτικών και Εσωτερικών, με την οποία διατάχθηκε η απόσυρση των ανδρών του Συντάγματος Χωροφυλακής από τα δημόσια καταστήματα και τις φυλακές και διατάχθηκε το Γενικό Επιτελείο να μεριμνήσει για την επιστροφή στην Αθήνα των αξιωματικών, ανθυπασπιστών και οπλιτών της Χωροφυλακής που ήταν ενταγμένοι στην Εθνοφυλακή, ώστε να τεθούν υπό τις διαταγές του Αρχηγείου της Χωροφυλακής. Με την ίδια Κ.Υ.Α. διατάχθηκε επίσης η επαναφορά του ΙΙ Μηχανοκίνητου Τάγματος της Χωροφυλακής στη διάθεση του Αρχηγείου της Χωροφυλακής.466 Η επαναφορά του προσωπικού της Χωροφυλακής στο Σώμα, μετά την αποχώρησή του από την Εθνοφυλακή, στις υπηρεσίες της Αθήνας και στις επαρχίες ξεκίνησε μετά τη 18η Απριλίου, ενώ στις υπηρεσίες της Θεσσαλονίκης ξεκίνησε μετά την 1η Μαΐου. Η επαναφορά των μεγάλων διοικήσεων της Χωροφυλακής υπό τις διαταγές του Αρχηγείου της Χωροφυλακής ξεκίνησε την 1η Μαΐου.467 Στο πλαίσιο της αναδιοργάνωσης της Χωροφυλακής προωθήθηκε η επανίδρυση της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και η επαναλειτουργία των Αστυνομικών Ελέγχων Διαβατηρίων στη Μακεδονία και τη Θράκη. Η επιλογή της ενεργοποίησης των συγκεκριμένων υπηρεσιών πρωταρχικά στη Βόρεια Ελλάδα οφειλόταν στην επιθυμία της Κυβέρνησης να ασφαλίσει τη μεθόριο στο μέγιστο δυνατό βαθμό και να εξασφαλίσει κάποιο στοιχειώδη έλεγχο στην περιοχή, εξαιτίας της επί μακρόν απουσίας κάθε ελέγχου εισόδου στα άτομα που προέρχονταν από τις γειτονικές βαλκανικές χώρες, οι οποίες είχαν διατυπώσει επίσημα ή ανεπίσημα διεκδικήσεις έναντι της Ελλάδας και ήταν ιδεολογικά επικίνδυνες για το κοινωνικό σύστημα της χώρας, υποστηρίζοντας τους ιδεολογικούς αντιπάλους του ελληνικού αστικού πολιτικού συστήματος. Έδρα της Υπηρεσίας Αλλοδαπών ορίστηκε η Θεσσαλονίκη με τίτλο «Γενικό Κέντρο Αλλοδαπών Μακεδονίας-Θράκης», στην οποία ορίστηκε πως διευθυντής θα ήταν συνταγματάρχης της Χωροφυλακής. Κέντρα Αλλοδαπών δημιουργήθηκαν επίσης στη Φλώρινα, στις Σέρρες, στη Δράμα, στην Κομοτηνή και στο Διδυμότειχο, τα οποία υπάχθηκαν στη δικαιοδοσία του «Γενικού Κέντρου Αλλοδαπών Μακεδονίας-Θράκης». Οι Διοικητές των Κέντρων Αλλοδαπών ορίστηκε πως θα ήταν ταγματάρχες της Χωροφυλακής. Συγκροτήθηκαν επίσης Υπηρεσίες Ελέγχου 466 467
Στο ίδιο, σσ. 531-532. Στο ίδιο, σ. 536.
162
Διαβατηρίων με Διοικητές κατώτερους αξιωματικούς και Σταθμοί Ελέγχου με Διοικητές ανθυπασπιστές. Οι Υπηρεσίες Αλλοδαπών επανδρώθηκαν με οπλιτικό προσωπικό, το οποίο είχε υπηρετήσει στο παρελθόν στα Κέντρα Αλλοδαπών της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Οι Υπηρεσίες Αστυνομικών Ελέγχων Διαβατηρίων Μακεδονίας και Θράκης διοικητικά και υπηρεσιακά υπάγονταν στα πλησιέστερα Κέντρα Αλλοδαπών, τα οποία υπάγονταν στο Γενικό Κέντρο στη Θεσσαλονίκη, το οποίο με τη σειρά του υπαγόταν απευθείας στη Διεύθυνση Υπηρεσίας Αλλοδαπών του Υπουργείου Εσωτερικών.468 Στο πλαίσιο της αναδιοργάνωσης της Χωροφυλακής δόθηκε επίσης έμφαση στη βελτίωση του ιματισμού των ανδρών της Χωροφυλακής, ώστε να επιτευχθεί ομοιομορφία, η οποία θεωρήθηκε πως ήταν σημαντικός παράγοντας για τη γενικότερη πειθαρχία και εμφάνιση του Σώματος. Αρχικά η μέριμνα εστιάστηκε στη χειμερινή στολή, η οποία ήταν ίδια με τη στολή του Στρατού Ξηράς, με εξαίρεση τα διακριτικά του Σώματος που αυτή έφερε. Η χειμερινή στολή αποτελούνταν από χιτώνιο και μακριά περισκελίδα, άρβυλα, χακί πηλήκιο ή μπερέ ή δίκοχο, χακί πλεκτά γάντια, χακί περιλαίμια τύπου κασκόλ, χακί εσωτερικά περιλαίμια, πλεκτές ζώνες, τελαμώνες και χλαίνη. Ο ιματισμός που χορηγήθηκε στους οπλίτες της Χωροφυλακής προήλθε από τα αποθέματα που υπήρχαν στις Υπηρεσίες της Μέσης Ανατολής και από τον ιματισμό που χορήγησαν οι Βρετανοί. Προκειμένου να διαφοροποιείται η στολή των οπλιτών της Χωροφυλακής από την αντίστοιχη του Στρατού Ξηράς ορίστηκε πως αυτή θα έφερε, ως διακριτικά της, αμφιμασχάλιο χρώματος χακί στο αριστερό χέρι και πένθος προσαρμοσμένο επί της στολής, για να μην κρέμεται το αμφιμασχάλιο.469 Η διαδικασία της χορήγησης ιματισμού και εφαρμογής των κανόνων στολής στους υπηρετούντες στην Εθνοφυλακή και τη Χωροφυλακή βρισκόταν εκτός του εύρους των δυνατοτήτων της ελληνικής πλευράς, καθώς βασιζόταν αποκλειστικά στις δυνατότητες της Βρετανικής Επιμελητείας να προμηθεύσει το Σώμα με ιματισμό. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι χειμερινές στολές, τα υποδήματα και τα διάφορα άλλα εξαρτήματα της επένδυσης της στολής να διανεμηθούν μαζικά μόλις τη 19η Απριλίου, ενώ οι θερινές στολές διανεμήθηκαν στο προσωπικό μετά τη 15η Μαΐου.470 468
Ι.Α.Ε.Υ Ιστορικό Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών 1945, Κεντρική Υπηρεσία, Φάκελος 2.1, 1944, Απόφαση Υπουργείου Εσωτερικών, Διεύθυνσις Αλλοδαπών, 5ης Απριλίου 1945. 469 Υ.Σ.Α, Διαταγή Γενικού Επιτελείου Στρατού, Ε.Π 52087/25-1-1945,«Περί καθορισμού Χειμερινής Στολής Οπλιτών». 470 Δασκαλάκης, ό.π., σ. 536.
163
Την επιθυμία της Κυβέρνησης και της φυσικής ηγεσίας της Χωροφυλακής να καταστήσουν το σώμα το ταχύτερο δυνατό έτοιμο για να αποδεσμεύσει την Εθνοφυλακή από τα αστυνομικά της καθήκοντα, μοιράζονταν και η φυσική ηγεσία της Εθνοφυλακής αλλά και οι κάτοικοι της περιφέρειας. Στον Τύπο της εποχής δημοσιεύονταν συχνά αιτήματα αγροτικών περιοχών προς την ηγεσία του Υπουργείου Εσωτερικών για την όσο το δυνατόν ταχύτερη αποστολή δυνάμεων Χωροφυλακής στις περιοχές τους.471 Η προσμονή των κατοίκων για την άφιξη των δυνάμεων της Χωροφυλακής προς ενίσχυση της Εθνοφυλακής αποτυπώθηκε και στις αναφορές των μονάδων της Εθνοφυλακής προς τις Ανώτερες Στρατιωτικές Διοικήσεις.472 Το Υπουργείο Εσωτερικών, διά του Υπουργού Εσωτερικών, απαντώντας στα αιτήματα των κατοίκων των αγροτικών περιοχών για την αποστολή δυνάμεων της Χωροφυλακής, δήλωνε την πρόθεσή του να ικανοποιήσει το αίτημά τους όταν θα ήταν εφικτό, δίνοντας προτεραιότητα στη Θεσσαλία και τη Στερεά Ελλάδα.473 Η απόφαση για την αντικατάσταση της Εθνοφυλακής από τη Χωροφυλακή συνδυάστηκε με το επίπεδο ασφάλειας που υπήρχε σε κάθε περιοχή. Οι περισσότεροι Στρατιωτικοί Διοικητές, μερικούς μήνες μετά την εγκατάσταση των μονάδων της Εθνοφυλακής στις περιοχές ευθύνης τους, δήλωναν στις υπηρεσιακές αναφορές τους πως η δημόσια τάξη και ασφάλεια είχαν αποκατασταθεί σε ικανοποιητικό σημείο, προσεγγίζοντας τα προπολεμικά επίπεδα και πως ήταν πλέον εφικτή η αντικατάσταση των δυνάμεών τους από τη Χωροφυλακή. Η πραγματικότητα όμως ήταν πως η δημόσια τάξη και ασφάλεια είχα αποκατασταθεί μόνο στα αστικά κέντρα και στις πεδινές περιοχές. Στις ορεινές περιοχές (Όρθυς, Δωρίδα, ορεινή Φθιώτιδα, Άγραφα και αλλού), όπου η παρουσία της Εθνοφυλακής ήταν περιστασιακή, η κατάσταση ήταν τελείως διαφορετική. Στις περιοχές αυτές η εαμική επιρροή ήταν ακόμα πολύ ισχυρή, ώστε λειτουργούσαν ακόμα τα λαϊκά δικαστήρια και ασκούσαν εξουσία τα κοινοτικά συμβούλια που είχε δημιουργήσει το Ε.Α.Μ.474
471
Καθημερινή, 22 Μαρτίου 1945, «Οι Καπετάνιοι του Ε.Λ.Α.Σ. τρομοκρατούν την ΕυρυτανίαΕζητήθη όπως αποσταλή Χωροφυλακή», σ. 4. 472 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π, σσ. 582. 473 Καθημερινή, 22 Μαρτίου 1945, «Οι Καπετάνιοι του Ε.Λ.Α.Σ. τρομοκρατούν την ΕυρυτανίαΕζητήθη όπως αποσταλή Χωροφυλακή», σ. 4. 474 Λάζου, «Η συγκρότηση και η δράση της Εθνοφυλακής. Νοέμβριος 1944-Σεπτέμβριος 1945: Η περίπτωση της Λαμίας», ό.π., σ. 87 και Καθημερινή, 9η Αυγούστου 1945, «Αποκατεστάθη η τάξις εις την Ήπειρον-Ολίγοι οι δρώντες Ελασίται- Η Δράσις της Εθνοφυλακής-Χωρ/κης», σ. 3.
164
Την ίδια περίοδο συνεχίστηκε η οργάνωση της Εθνοφυλακής για την εκτέλεση τόσο της αστυνομικής όσο και της στρατιωτικής αποστολής της. Τα καθήκοντα με τα οποία είχε επιφορτιστεί η Εθνοφυλακή ήταν: α) Η εμπέδωση της Δημοσίας Τάξης με βάση το Δ.Υ.Σ.475 31213/ 18-11-1944. β) Η εκτέλεση προληπτικών ενεργειών για τη διασφάλιση της Δημοσίας Τάξης μέσω της εγκατάστασης φρουρών, σκοπών και περιπολιών για την αποφυγή της τέλεσης αδικημάτων, καθώς και μέσω της συγκρότησης δικτύου ασφαλείας στις πόλεις και στην ύπαιθρο, αποτελούμενου από αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και οπλίτες, που θα πραγματοποιούσαν περιπολίες σε χωριά και περιοχές, για τα οποία υπήρχαν υποψίες πως δρούσαν κακοποιοί. γ) Η καταδίωξη και ο αφοπλισμός όσων οπλοφορούσαν παράνομα και η σύλληψη όσων καταδιώκονταν από τις Αρχές εξαιτίας εντάλματος που εκκρεμούσε ή λόγω καταδικαστικής απόφασης δικαστηρίου ή λόγω εκδοθείσας διαταγής από τις κατά τόπους εισαγγελικές και ανακριτικές Αρχές. Η σύλληψη χωρίς την ύπαρξη εντάλματος λόγω της διάπραξης επ’ αυτοφώρω διακεκριμένων εγκλημάτων, της έντονης λαϊκής κατακραυγής εναντίον κάποιου ενόχου, έπειτα από τη διάπραξη του εγκλήματος ή όταν υπήρχε έντονη υπόνοια ότι το προς σύλληψη άτομο είχε διαπράξει κάποιο στυγερό έγκλημα. δ) Η εκτέλεση καθηκόντων Δικαστικής Αστυνομίας με βάση το Δ.Υ.Σ. 31213/18-11-1944,
διενεργώντας
προανακρίσεις,
λαμβάνοντας
μαρτυρικές
καταθέσεις, πραγματοποιώντας κατ’ οίκον έρευνες για την κατάσχεση πειστηρίων, αποστέλλοντας πειστήρια με τους δράστες ή και χωρίς αυτούς στις Εισαγγελίες των περιοχών, επιδίδοντας έγγραφα στις Δικαστικές και Ποινικές Αρχές, συνδράμοντας τις Δημόσιες, Δημοτικές, Κοινοτικές και Εκκλησιαστικές Αρχές στα καθήκοντά τους, όποτε αυτές το ζητούσαν και συνδράμοντας τους Επιμελητές και τους Εισπράκτορες των Δημοσίων Ταμείων για την είσπραξη των Δημοσίων Εσόδων. ε) Η εκτέλεση αυστηρώς αστυνομικών καθηκόντων, όπως αυτά ορίζονταν από Ειδικούς Νόμους και το Δ.Υ.Σ. 31231/18-11-1944. Δηλαδή τον έλεγχο και την αδειοδότηση των επιχειρήσεων Δημοσίων Θεαμάτων, τον έλεγχο και την αδειοδότηση της κυκλοφορίας των αυτοκινήτων, τον έλεγχο και την αδειοδότηση των βιομηχανιών και των βιοτεχνιών, την παρακολούθηση της εφαρμογής της Εργατικής Νομοθεσίας, τον έλεγχο και την αδειοδότηση των χαρτοπαικτικών λεσχών και των
475
Δ.Υ.Σ., αντιστοιχεί στο Διάταγμα Υπουργικού Συμβουλίου.
165
καζίνο, τον έλεγχο για την προσβολή των δημοσίων ηθών και την παρακολούθηση της τήρησης των Υγειονομικών και Αγορανομικών Διατάξεων και Νόμων. στ) Η άσκηση Ποινικής Αγωγής κατ’ εφαρμογή της Διαταγής Α.Σ.Δ.Α. 50350/24-2-1945 στην περιοχή ευθύνης της Ανώτατης Στρατιωτικής Διοίκησης Αθηνών (Α.Σ.Δ.Α.), λόγω της άρσης του Στρατιωτικού Νόμου και η de facto τήρηση της δημόσιας τάξης, της ασφάλειας, της κυκλοφορίας, της αδειοδότησης της πραγματοποίησης συγκεντρώσεων σε ανοιχτούς και κλειστούς χώρους, έπειτα από αίτημα που θα υποβαλλόταν στις οικείες Αστυνομικές Αρχές της περιοχής ευθύνης της Α.Σ.Δ.Α. ζ) Η προστασία της ελευθεροτυπίας και η εξασφάλιση της ανεμπόδιστης και ελεύθερης πώλησης των εφημερίδων. η) Η σύλληψη όσων κυκλοφορούσαν εντός των Στρατώνων και των Αστυνομικών Καταστημάτων κάθε είδους προπαγανδιστικό έντυπο, με βάση την ισχύουσα Νομοθεσία και τους Κείμενους Κανονισμούς καθώς και η σύλληψη όσων προσπαθούσαν να διενεργήσουν προπαγάνδα εντός των Στρατώνων. Η πρωταρχική αποστολή με την οποία είχε επιφορτιστεί η Εθνοφυλακή ήταν αυτή της εκπροσώπησης της νόμιμης εξουσίας της Κυβέρνησης σε ολόκληρη τη χώρα και η συνεργασία της με τις κατά τόπους βρετανικές δυνάμεις.476 Έως τα τέλη του Μαρτίου του 1945 παρέμεναν στην Ελλάδα περίπου ογδόντα χιλιάδες άνδρες του Βρετανικού Στρατού, οι οποίοι επάνδρωναν τέσσερις πλήρους συνθέσεως μεραρχίες. Η παραμονή ενός τόσο μεγάλου αριθμού βρετανικών δυνάμεων στην Ελλάδα οφειλόταν στην ανάγκη που υπήρχε για τη σταθεροποίηση των ελληνικών διοικητικών και στρατιωτικών αρχών και για την ισχυροποίηση της εξουσίας των ελληνικών κυβερνήσεων.477 Οι ελληνικές κυβερνήσεις που σχηματίστηκαν μετά την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας κλήθηκαν να απαντήσουν σε ένα μεγάλο δίλημμα· θα κατηύθυναν τις κυβερνητικές προσπάθειες στην ανασυγκρότηση της χώρας ή στη σταθεροποίηση της; Χωρίς ενδοιασμούς, όλα τα κυβερνητικά σχήματα επέλεξαν πως η σταθεροποίηση προείχε της ανασυγκρότησης. Με τον όρο σταθεροποίηση, οι ελληνικές κυβερνήσεις εννοούσαν την αποκατάσταση των δομών της προπολεμικής κυβερνητικής εξουσίας σε αντίθεση με την ανασυγκρότηση που θα προϋπέθετε την 476
Αρχείο Θ. Πεντζόπουλου, ΙΙ Γραφείο, Δελτίον των μέχρι σήμερον εκδοθεισών Βασικών Διαταγών. Κόρινθος, 1-3-1945, 8η Ταξιαρχία Εθνοφυλακής. 477 Richard Clogg, Greece 1940-1949: Occupation, Resistance, Civil War-A Documentary History, Νέα Υόρκη, 2002, σ. 191.
166
κατεύθυνση των προσπαθειών για την οργάνωση των κοινωνικών και κυβερνητικών δομών σε νέες βάσεις. Οι κρατικοί μηχανισμοί (Σώματα Ασφαλείας, Ένοπλες Δυνάμεις, Δημόσια Διοίκηση) επέδειξαν απόλυτη προσήλωση και δυναμισμό στην αποστολή τους για την αποκατάσταση της κυβερνητικής εξουσίας, προβαίνοντας συχνά σε πράξεις βίαιης καταστολής. Οι ακραίες αυτές πρακτικές τμημάτων του κρατικού μηχανισμού όξυναν την υφιστάμενη ένταση και πυροδότησαν τις πρακτικές αντεκδίκησης των στελεχών της Αριστεράς.478 Οι διωκτικές αρχές, όταν εμφανίστηκαν τα φαινόμενα αντεκδίκησης από μέρους της Αριστεράς, αδυνατούσαν να τα αντιμετωπίσουν καθώς το επίπεδο οργάνωσής τους δεν ήταν το επιθυμητό. Η λύση που επιλέχθηκε 479 παρασκηνιακά για την επιτυχή καταστολή της Αριστεράς ήταν αυτή της ανοχής στη δράση των «Εθνικών Οργανώσεων». Οι «Εθνικές Οργανώσεις» έδρασαν ως παρακρατικές οργανώσεις προβαίνοντας σε απίστευτης βιαιότητας διώξεις κατά των αριστερών πολιτών, τυγχάνοντας της ανοχής των οργάνων της Πολιτείας (Σώματα Ασφαλείας και Στρατός) και απολαμβάνοντας ασυλία για την άσκηση κάθε μορφής δίωξης.480 Οι
«Εθνικές Οργανώσεις» σε δύο τύπους. Ορισμένες ήταν «ημι-
επαγγελματικές» με ευρεία ακτίνα δράσης, όπως του Παυλάκου στη Λακωνία, του Μαγγανά στη Μεσσηνία ή του Σούρλα στη Θεσσαλία, που λειτουργούσαν ως καθαρά εγκληματικές οργανώσεις αναλαμβάνοντας δολοφονίες για λογαριασμό τρίτων και προέβαιναν σε εκβιασμούς. Οι περισσότερες όμως εθνικιστικές οργανώσεις ήταν ερασιτεχνικές και είχαν στενά τοπικό χαρακτήρα. Οι πρακτικές της βίας των ομάδων αυτών είχαν τελείως διαφορετική μορφή καθώς τα θύματα και οι θύτες συχνά γνωρίζονταν μεταξύ τους, ο φόνος
γινόταν μέσα ή κοντά στο χωριό και ο
συνηθισμένος τρόπος δολοφονίας ήταν ο ξυλοδαρμός. Οι «Εθνικές Οργανώσεις» έδρασαν κυρίως στην περιφέρεια και συγκροτούνταν από τοπικούς βασιλόφρονες, από οπαδούς του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου, από συνεργάτες των κατοχικών δυνάμεων, από μέλη των Ταγμάτων Ασφαλείας, από οπαδούς μυστικών οργανώσεων της Δεξιάς που σχηματίστηκαν κατά τη διάρκεια της Κατοχής, αλλά και από
478
Βόγλης, ό.π., σ. 83. Η απόφαση της χρησιμοποίησης «Εθνικών Οργανώσεων» εναντίον της Αριστεράς με αντάλλαγμα την ανοχή των Αρχών σε κάθε άλλη δραστηριότητά τους, δεν μπορούμε να ξέρουμε αν ήταν αποτέλεσμα κυβερνητικής απόφασης ή αποτέλεσμα της αδυναμίας της Κυβέρνησης να ελέγξει την κρατική μηχανή, επιτρέποντας έτσι στους τοπικούς παράγοντες να κλείνουν τέτοιες παρασκηνιακές συμφωνίες και να δημιουργούν τέτοιες τοπικές ισορροπίες μεταξύ των Αρχών και των διαφόρων παρανομούντων. 480 Βόγλης, ό.π., σ. 87. 479
167
εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου. Μεταξύ των «Εθνικών Οργανώσεων» και των κυβερνητικών αρχών, είτε επρόκειτο για την Εθνοφυλακή είτε για τη Χωροφυλακή και αργότερα για τον Τακτικό Στρατό αναπτύχθηκαν στενοί δεσμοί, που έφτασαν έως και την προσωπική διασύνδεση μεταξύ των εγκληματιών και των «διωκτών» τους.481 Η βιαιότητα της δράση των «Εθνικών Οργανώσεων» ανάλογα με τις πολιτικές συνθήκες καθίστατο βιαιότερη και τα φαινόμενα κακοποίησης, αρπαγών και δολοφονιών πολλαπλασιάζονταν. Χαρακτηριστικά, μετά την ήττα των Συντηρητικών και τη νίκη των Εργατικών στις βρετανικές εκλογές του Ιουλίου του 1945, η δράση των «Εθνικών Οργανώσεων» κορυφώθηκε. Η ελληνική Δεξιά θεώρησε πως ήταν αρνητική εξέλιξη η ήττα των Συντηρητικών και ως αντίβαρο για την ήττα αλλά και ως μέσω αποκατάστασης του ηθικού της υιοθετήθηκε η αύξηση της τρομοκρατικής δράσης των «Εθνικών Οργανώσεων» αλλά και της Εθνοφυλακής.482 Η τρομοκρατική δράση των «Εθνικών Οργανώσεων», με την ανοχή ή και με τη συνεργασία της Εθνοφυλακής και της Χωροφυλακής υπήρξε η βασική πηγή του φαινομένου, που αργότερα ονομάστηκε «Λευκή Τρομοκρατία». Κατά τη διάρκεια της «Λευκής Τρομοκρατίας» οι πράξεις βίας κατά των αριστερών έλαβαν τη μορφή μαζικών συλλήψεων, φυλακίσεων και μακροχρόνιας κράτησης στελεχών και οπαδών του Κ.Κ.Ε. και του Ε.Α.Μ. Λίγους μήνες μετά την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας ο αριθμός των ατόμων εναντίον των οποίων εκκρεμούσαν εντάλματα σύλληψης έφτασε τις ογδόντα χιλιάδες. Η άσκηση ποινικών διώξεων εναντίον των αριστερών γινόταν με δύο τρόπους· είτε με την άσκηση αθρόων μηνύσεων από «απλούς» πολίτες εναντίον κάθε γνωστού στελέχους του Ε.Λ.Α.Σ. και του Ε.Α.Μ., με βάση όσα ήταν δυνατόν να γνωρίζουν γι’ αυτόν, είτε γινόταν πρώτα η σύλληψη και εκ των υστέρων απαγγελλόταν το κατηγορητήριο, με βάση όσα στοιχεία είχαν συγκεντρωθεί. Ο αυθαίρετος τρόπος με τον οποίο ασκούνταν οι ποινικές διώξεις προκάλεσε την έκδοση εισαγγελικής εγκυκλίου από τον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών, Κωνσταντίνο Κόλλια, τον Μάρτιο του 1945.483 Στην 481
Στάθης Ν. Καλύβας, «Μορφές, διαστάσεις και πρακτικές της βίας στον Εμφύλιο (1943-1949): Μία πρώτη προσέγγιση», Νικολακόπουλος Ηλίας, Ρήγος Άλκης, Ψαλλίδας Γρηγόρης (επιμ.), Ο Εμφύλιος Πόλεμος από τη Βάρκιζα στο Γράμμο Φεβρουάριος 1945-Αύγουστος 1949, Αθήνα, 2002, σσ. 205-206 και Richter, ό.π., σσ. 180-181. 482 Στέφανος Σαράφης, Μετά τη Βάρκιζα, Αθήνα, 1979, σ. 55. 483 Υπήρξε ο προϊστάμενος του ανακριτή Χρήστου Σαρτζετάκη, κατά τη διάρκεια της ανάκρισης που διενεργήθηκε για τη δολοφονία του Βουλευτή της Ε.Δ.Α. Γρηγόρη Λαμπράκη το 1963 στη
168
εισαγγελική εγκύκλιο αναφερόταν πως «Εκ των υποβαλλομένων υμίν δικογραφιών παρετηρήσαμεν ότι εσχάτως ηγνοήθησαν υπό τινών αστυνομικών οργάνων παντελώς αι περί προσωπικής των πολιτών ελευθερίας ή συλλήψεως των προστατευτικαί του Συντάγματος και των νόμων διατάξεις … οι ύποπτοι τελέσεως αδικημάτων άλλοτε συλλαμβάνονται δι’ αδικήματα μη φέροντα τον χαρακτήρα του αυτοφόρου και άνευ τινός εντάλματος, άλλοτε προσάγονται ημίν μετά πάροδον πολλών ημερών από της συλλήψεως, άλλοτε υποβάλλονται εις βασάνους και κακοποιούνται εντός των αστυνομικών κρατητηρίων ενώ εξ αντιθέτου οι επ’ αυτοφόρω καταλαμβανόμενοι ανομούντες δεν συλλαμβάνονται καν ή συλλαμβανόμενοι απολύονται μετά την εξέτασιν των χωρίς, επιβάλλεται, να προσαχθώσιν υμίν. Ταύτα πάντα είναι δύο σημεία αναρχισμού και δεσποτισμού».484 Η Συμφωνία της Βάρκιζας παραβιάστηκε περισσότερο στις συνοριακές επαρχίες της Βόρειας Ελλάδας. Το πιθανότερο είναι πως αυτές οι παραβιάσεις δεν ήταν εις γνώσιν των αρμοδίων υπουργών της Κυβέρνησης. Οι διώξεις κατά των αριστερών ανάγκασαν πολλά άτομα που είχαν συνδεθεί με οιονδήποτε τρόπο με το Ε.Α.Μ. ή που μπορούσαν να κινήσουν την υποψία στις κυβερνητικές αρχές για συνεργασία με το Ε.Α.Μ., να εγκαταλείψουν τις περιοχές τους και να ενταχθούν στις ένοπλες αριστερές ομάδες, προκειμένου να αποφύγουν τη δίωξη από τις Κρατικές Αρχές.485 Συνήθεις κατηγορίες για την άσκηση ποινικών διώξεων εναντίον των αριστερών κατά τη διάρκεια της «Λευκής Τρομοκρατίας» ήταν για εγκλήματα που διαπράχθηκαν στη διάρκεια της Κατοχής, εναντίον ακόμα και των στρατευμάτων Κατοχής ή των συνεργατών των δυνάμεων Κατοχής. Τέτοια κατηγορία ήταν αυτή της ηθικής αυτουργίας στην τέλεση ποινικού αδικήματος και η κατηγορία περί αντιποίησης αρχής λόγω της συμμετοχής στα «ανταρτοδικεία» του Ε.Λ.Α.Σ. Η άσκηση ποινικών διώξεων με την κατηγορία της ηθικής αυτουργίας και της αντιποίησης αρχής επέτρεπε στις κρατικές αρχές την απαγγελία κατηγοριών για το ίδιο αδίκημα σε παραπάνω από ένα άτομα και την ταυτόχρονη νομική καταδίκη και Θεσσαλονίκη και αργότερα την 22α Απριλίου 1967, ορκίστηκε πρωθυπουργός στην πρώτη κυβέρνηση της δικτατορίας των συνταγματαρχών, για να εγκαταλείψει τελικά τη χώρα τον Δεκέμβριο του 1967, ακολουθώντας το βασιλιά Κωνσταντίνο μετά το αποτυχημένο κίνημά του κατά της δικτατορίας. Εξάλλου, ο ίδιος ο Κόλλιας είχε προχωρήσει στην απαγγελία κατηγοριών κατά του Ζαχαριάδη και του εκδότη του «Ριζοσπάστη», για διασπορά ψευδών ειδήσεων, βασισμένος σε ένα μεταξικό νόμο του 1938. 484 Γιώργης Δ. Κατσούλης, «Ιστορία του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος», 1946-1949, τόμ.6, Αθήνα, 1978, σ. 48. 485 Clogg, ό.π., σ. 192.
169
απαξίωση της de facto εξουσίας που είχε συγκροτήσει το Ε.Α.Μ. στις περιοχές που ήλεγχε κατά την Κατοχή.486 Την ίδια περίοδο απομακρύνθηκαν από την Αστυνομία Πόλεων και τη Χωροφυλακή με την κατηγορία της «λιποταξίας» τα στελέχη που στη διάρκεια της Κατοχής είχαν ενταχθεί στον Ε.Λ.Α.Σ., ενώ διώχθηκαν Δημόσιοι Υπάλληλοι με την κατηγορία της διάπραξης αξιόποινης πράξης για τη συμμετοχή τους σε απεργίες ενάντια στους κατακτητές και τις κατοχικές κυβερνήσεις.487 Η κύρια αιτία για την αύξηση των ποινικών διώξεων ήταν η αναστολή της συνταγματικής πρόνοιας για τη σύλληψη με την ύπαρξη εντάλματος σε όλη την επικράτεια −εξαιρουμένης της Αθήνας και του Πειραιά− που είχε αποφασιστεί με τη Συμφωνία της Βάρκιζας.488 Ποινικές διώξεις δεν ασκήθηκαν κυρίως στα επιφανέστερα τοπικά στελέχη του Ε.Λ.Α.Σ. Μοναδικές εξαιρέσεις ήταν ο Βελουχιώτης και ο Σαράφης, εναντίον των οποίων ασκήθηκαν ποινικές διώξεις με την κατηγορία της «ηθικής αυτουργίας», χωρίς όμως να εκτελεστούν τα εις βάρος τους εντάλματα σύλληψης.489 Η ηγεσία του Κ.Κ.Ε. αρχικά αντέδρασε αμήχανα στις εκτεταμένες διώξεις των στελεχών του Ε.Α.Μ. εμμένοντας στη στρατηγική της νομιμότητας. Στο πλαίσιο της πολιτικής της νομιμότητας το Κ.Κ.Ε. απέστελλε πλήθος υπομνημάτων προς τους διπλωματικούς αντιπροσώπους των Τριών Συμμάχων και προς τους κυβερνητικούς εκπροσώπους, καταγγέλλοντας τις διώξεις. Την 28η Απριλίου 1945 το Κ.Κ.Ε. απέστειλε υπόμνημα προς τον πρωθυπουργό Βούλγαρη, καταγγέλλοντας τις βίαιες πρακτικές των Σωμάτων Ασφαλείας και του Στρατού κατά της Αριστεράς. Ζητούσε την εκκαθάριση των Σωμάτων Ασφαλείας και των Ενόπλων Δυνάμεων από τους συνεργάτες των Κατοχικών Αρχών και από τα ακροδεξιά στελέχη της μεταξικής περιόδου, καθώς η παραμονή τους δυναμίτιζε την προοπτική της ειρήνευσης και εφαρμογής των κυβερνητικών οδηγιών, που αποσκοπούσαν στην επιβολή της τάξης και των όρων της Συμφωνίας της Βάρκιζας.490
486
Γρηγοριάδης Φ., τόμ. 9, ό.π., σσ. 304-307. Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σ. 84. 488 Woodhouse, Το μήλο της έριδος, ό.π, σ. 359. 489 Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σ. 84. 490 Αυτή ήταν και μία από τις βασικότερες διαφορές της πολιτικής γραμμής της κομμουνιστικής ηγεσίας από τη γραμμή που πρέσβευε ο Βελουχιώτης. Δηλαδή η κομμουνιστική ηγεσία αποδεχόταν τη Συμφωνία της Βάρκιζας ως τον βασικό πυλώνα πάνω στον οποίο θα έπρεπε να διαμορφώνεται η πολιτική τόσο της Κυβέρνησης όσο και του Κ.Κ.Ε. Για αυτό και επικαλούνταν στα υπομνήματά της την εφαρμογή της. Αντίθετα, ο Βελουχιώτης την αμφισβητούσε πλήρως και ήθελε την αποδόμησή της. 487
170
Το Κ.Κ.Ε. στο υπόμνημα της 28ης Απριλίου προς τον πρωθυπουργό κατήγγειλε επίσης την πολιτική αποκλεισμού των στελεχών του Ε.Α.Μ. από την Εθνοφυλακή και τη Χωροφυλακή και την ποινική δίωξη των στελεχών του Ε.Α.Μ. που υπηρετούσαν στη Χωροφυλακή με αιτιολογίες, όπως την «εγκατάλειψη θέσης» για τους άνδρες των Σωμάτων Ασφαλείας που εντάχθηκαν στον Ε.Λ.Α.Σ. στην περίοδο της Κατοχής ή την «αντιποίηση αρχής» για τα κοινοτικά συμβούλια που είχε διορίσει το Ε.Α.Μ. Το Κ.Κ.Ε. με το υπόμνημά του ζητούσε από τον πρωθυπουργό να προχωρήσει στη δημοσίευση Συντακτικής Πράξης, η οποία θα βασιζόταν στο σχέδιο Συντακτικής Πράξης που είχε αποστείλει το Κ.Κ.Ε. στον Υπουργό Δικαιοσύνης, με την οποία θα διευκρινιζόταν πως τα αδικήματα της «εγκατάλειψης θέσης» για τους άνδρες των Σωμάτων Ασφαλείας όταν εντάχθηκαν στον Ε.Λ.Α.Σ. στην περίοδο της Κατοχής ή της «αντιποίησης αρχής» για τα κοινοτικά συμβούλια που είχαν διοριστεί από το Ε.Α.Μ. δεν θα διώκονταν από τη Δικαιοσύνη. Το υπόμνημα του Κ.Κ.Ε. κατέληγε με τη διατύπωση της πίστης του πως η Κυβέρνηση Βούλγαρη δεν θα δίσταζε να λάβει όλες τις αναγκαίες πρωτοβουλίες για τον σεβασμό των λαϊκών ελευθεριών.491 Κατά την περίοδο της «Λευκής Τρομοκρατίας» οι αριστεροί στους οποίους είχαν ασκηθεί ποινικές διώξεις και ήταν κρατούμενοι αντιμετώπισαν άθλιες συνθήκες κράτησης και συχνούς ξυλοδαρμούς. Οι συνθήκες κράτησης γίνονταν ακόμα χειρότερες και οι βιαιοπραγίες συχνότερες, όταν επρόκειτο για άτομα που είχαν υπηρετήσει στον Ε.Λ.Α.Σ. ή στην Πολιτοφυλακή του. Διαφορετική ήταν η αντιμετώπιση για τα ηγετικά στελέχη του Κ.Κ.Ε., τα οποία παρέμεναν ανενόχλητα από τις διωκτικές αρχές και δεν αντιμετώπιζαν διώξεις, βιαιοπραγίες ή φυλακίσεις και ακόμα και αν τους ασκούνταν ποινική δίωξη τα εντάλματα σύλληψης δεν εκτελούνταν.492 Κατά την περίοδο της «Λευκής Τρομοκρατίας» συχνή ήταν η εισβολή των Εθνοφυλάκων στα τοπικά γραφεία και τα τυπογραφεία του Ε.Α.Μ. και του Κ.Κ.Ε. και η καταστροφή των γραφείων και των πρεσών εκτύπωσης, η λογοκρισία, η απαγόρευση της έκδοσης, της κυκλοφορίας και της πώλησης των εαμικών εντύπων στα κατά τόπους πρακτορεία διανομής ημερήσιου τύπου και οι επιθέσεις Εθνοφυλάκων κατά εφημεριδοπωλών και αναγνωστών εφημερίδων του Ε.Α.Μ. Οι απαγορεύσεις και οι περιορισμοί κατά του εαμικού Τύπου και οι διώξεις κατά των 491 492
Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ελλάδας, Επίσημα Κείμενα, τόμ.6, ό.π., σσ. 11-14. Richter, ό.π., σσ. 197, 290
171
αριστερών οδήγησαν στη δραστική μείωση των αριστερών επαρχιακών εφημερίδων το 1945.493 Μετά την Απελευθέρωση εκδιδόταν σε κάθε σημαντική επαρχιακή πόλη εαμική εφημερίδα. Το 1946, ένα χρόνο μετά την έναρξη των διώξεων της «Λευκής Τρομοκρατίας», οι εφημερίδες που πρόσκεινταν στην Αριστερά είχαν περιοριστεί σε δύο· στον Ριζοσπάστη και στην Ελεύθερη Ελλάδα. Κατά την ίδια περίοδο, προβλήματα αντιμετώπισαν και οι εφημερίδες που κινούνταν στον χώρο του Κέντρου, καθώς τα μέλη των εθνικιστικών ομάδων, τα όργανα της Εθνοφυλακής και της Χωροφυλακής, τυφλωμένα από τον φιλομοναρχικό φανατισμό, τρομοκρατούσαν ακόμα και τους απλούς αναγνώστες εφημερίδων, όπως η κεντρώα Ελευθερία.494 Οι αυταρχικές και αντιδημοκρατικές πρακτικές των κυβερνητικών οργάνων και της Εθνοφυλακής αποσκοπούσαν στην εξάλειψη του φόβου που υπήρχε για το Ε.Α.Μ./Ε.Λ.Α.Σ. σε πλατιά τμήματα της κοινωνίας και στην εκμηδένιση και ταπείνωση των στελεχών της Αριστεράς. Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης πολιτικής, η Εθνοφυλακή αντικατέστησε τις τοπικές διοικήσεις, τις οποίες είχε συγκροτήσει το Ε.Α.Μ., με άτομα που διακρίθηκαν κατά τη μεταξική δικτατορία. Το Κ.Κ.Ε., όταν διαπίστωσε πως η ήπια πολιτική γραμμή που είχε υιοθετήσει δεν επιτύγχανε την εξάλειψη των ανελεύθερων και αντιδημοκρατικών πρακτικών των κρατικών αρχών εναντίον του, σταδιακά διαφοροποίησε την πολιτική γραμμή του. Πολλά στελέχη του, αρχικά με δική τους πρωτοβουλία και αργότερα με κομματική παρότρυνση, ακολούθησαν τον δρόμο της παρανομίας και ανέβηκαν στο βουνό, συγκρουόμενοι με τις κυβερνητικές δυνάμεις. Η σκλήρυνση της τάσης του Κ.Κ.Ε., ως απόρροια των πρακτικών που είχαν υιοθετηθεί εις βάρος του από τις ακραίες συνιστώσες του κρατικού μηχανισμού και της Εθνοφυλακής και της αδυναμίας ή αβουλίας της Κυβέρνησης να τις ελέγξει, έθεσε τα θεμέλια για τη σταδιακή γενίκευση της βίας και για το ξέσπασμα του επόμενου γύρου του Εμφυλίου.495 Οι αρχηγοί των «Εθνικών Οργανώσεων» στις περισσότερες περιπτώσεις ήταν άτομα γνωστά στις διωκτικές αρχές και η φήμη τους είχε εξαπλωθεί σε ολόκληρη τη χώρα. Όλοι οι Έλληνες εκείνης της εποχής γνώριζαν την ομάδα ενόπλων του Μαγγανά που δρούσε στη Μεσσηνία, του Κατσαρέα που δρούσε στη Λακωνία, του 493
Λάζου, «Η συγκρότηση και η δράση της Εθνοφυλακής. Νοέμβριος 1944-Σεπτέμβριος 1945: Η περίπτωση της Λαμίας», ό.π., σσ. 83-84. 494 Heinz Richter, «The Varkiza Agreement and the Origins of the Civil War», Bien Peter, Loomis W. Julia, Mackakis A. Lily (επιμ), Greece in the 1940s, A Nation in Crisis, Λονδίνο, 1981, σ. 170. 495 Κλόουζ, ό.π., σσ. 239-240.
172
Σούρλα που δρούσε στη Δυτική Θεσσαλία και του Αντών Τσαούς (γνωστού και ως Φωστεριάδη) που δρούσε στη Δράμα. Οι εθνικιστικές οργανώσεις αν και εμφορούνταν ξεκάθαρα από την αντικομμουνιστική τους ιδεολογία και η δράση τους δεν στερούνταν ιδεολογικών βάσεων επανδρώνονταν σε σημαντικό βαθμό πέρα από ιδεολόγους αντικομμουνιστές και από εγκληματίες με βεβαρημένο ποινικό μητρώο, που συνέχισαν την εγκληματική δράση τους κάτω από το κάλυμμα του αντικομμουνισμού.496 Οι διωκτικές αρχές κατά τη διάρκεια της «Λευκής Τρομοκρατίας», όπως προκύπτει από την έκθεση του Woodhouse αλλά και από την παραδοχή διατελεσάντων υπουργών Δημοσίας Τάξεως της μεταβαρκιζικής περιόδου δεν επέδειξαν καν τη στοιχειώδη προσχηματική πρόθεση να τερματίσουν τη δράση των εθνικιστικών οργανώσεων και να συλλάβουν τα μέλη τους. Έτσι οι εγκληματικές οργανώσεις που αυτοτοποθετούνταν στον χώρο της Δεξιάς, συνέχισαν ανενόχλητες τη δράση τους, σε αντίθεση με τις οργανώσεις που τοποθετούνταν στο χώρο της Αριστεράς, οι οποίες πατάσσονταν άμεσα και διώκονταν απηνώς από τις διωκτικές αρχές.497 Αρκετοί στρατιωτικοί διοικητές στις υπηρεσιακές στρατιωτικές αναφορές δικαιολογούσαν τη δράση των εθνικιστικών οργανώσεων και την παρουσίαζαν ως αντίδραση των τοπικών κοινωνιών στην τρομοκρατία της Άκρας Αριστεράς, φτάνοντας μέχρι του σημείου να τις παρουσιάσουν τόσο δημοφιλείς, ώστε οι τοπικοί πληθυσμοί συνέδραμαν τη δράση τους, χωρίς όμως να εξωραΐζουν την δράση τους ή να μειώνουν την έκταση των διαπραττόμενων έκτροπών από τις εθνικιστικές οργανώσεις, χαρακτηριστική είναι η υπηρεσιακή έκθεση της Στρατιωτικής Διοίκησης Λαρίσης, «Η τρομοκρατία της Άκρας Αριστεράς εδημιούργησε ανταρτικάς ομάδας της Άκρας Δεξιάς με επικεφαλής τον Σούρλαν, Μεϊμάνην, Τσάντουλαν, Ταμπούρην κλπ αποτελούμενας κατά το πλείστον από άνδρας δεινοπαθούντας υπό του Ε.Λ.Α.Σ. Ούτοι βοηθούμενοι υπό των κατοίκων τρομοκρατούσι τους ΕΑΜοκομμουνιστάς και εξαναγκάζωσι αυτούς δια βιαιοπραγιών να παραδίδωσι τα παρ’ αυτών κρυπτόμενα όπλα, πλην όμως και παρά τούτων τα διαπραττόμενα έκτροπα είναι πολλά»498. Ένας από τους κυριότερους στόχους των κυβερνητικών δυνάμεων της μεταβαρκιζικής περιόδου ήταν η σύλληψη ή η εξόντωση του Άρη Βελουχιώτη, καθώς 496
Richter, ό.π., σσ. 185-186. Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σσ. 87-88, 150-151 και Γρηγοριάδης Φ., τόμ.9, ό.π., σ. 303. 498 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.2, ό.π, σσ. 96. 497
173
ήταν εμβληματική προσωπικότητα και για τις δύο παρατάξεις. Για τον κόσμο της Αριστεράς, όχι όμως και για την ηγεσία του Κ.Κ.Ε που θεωρούσε τυχοδιωκτική την δράση του μετά την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας, ήταν το σύμβολο του αγωνιστή της Κατοχής, του ιδιοφυούς στρατιωτικού ηγέτη, του ασυμβίβαστου με τη Δεξιά. Για την αντιεαμική παράταξη ήταν το σύμβολο της σκληρότητας και της υποκρισίας της Αριστεράς. Ο Βελουχιώτης είχε αρνηθεί να παραδώσει αυτός και η ομάδα του τα όπλα και κατέβαλλε συνεχείς προσπάθειες να κατευθύνει την ηγεσία του Κ.Κ.Ε. προς τον δρόμο της ένοπλης αμφισβήτησης του μεταβαρκιζικού καθεστώτος.499 Η ηγεσία του Κ.Κ.Ε. αντιτάχθηκε στην πολιτική του Βελουχιώτη και κατά τη διάρκεια της 11ης Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε., τον Απρίλιο του 1945, καταδίκασε την στάση του και τον διέγραψε
από μέλος του Κ.Κ.Ε για
απειθαρχία στη Συμφωνία της Βάρκιζας.500 Με άρθρο στον «Ριζοσπάστη» την 16η Ιουνίου 1945, το Κ.Κ.Ε. κατήγγειλε τον Βελουχιώτη ως αποστάτη και τη δράση του ως ύποπτη και τυχοδιωκτική, που έπαιζε το ρόλο της «αντίδρασης»501. Η αρνητική στάση του Κ.Κ.Ε. προς τον Βελουχιώτη δεν οφειλόταν στην επιστροφή του Ζαχαριάδη. Η άφιξη του Ζαχαριάδη απλά επισημοποίησε τη μέχρι τότε υιοθετηθείσα κομματική γραμμή αποκλεισμού του Βελουχιώτη μετατρέποντάς τη σε κομματική καταδίκη. Κατά την προγενέστερη περίοδο οι κομματικές οργανώσεις του Κ.Κ.Ε. είχαν διαταχθεί από την ηγεσία να μη συνεργάζονται μαζί του.502 Ο Βελουχιώτης, μετά την κομματική αποκήρυξή του, έμεινε απόλυτα εκτεθειμένος στις κυβερνητικές δυνάμεις καθώς δεν μπορούσε να προσδοκά οποιαδήποτε βοήθεια από τις κομματικές οργανώσεις του Κ.Κ.Ε. στις περιοχές στις οποίες δραστηριοποιούνταν. Μετά την επίσημη κομματική αποκήρυξή του, δύο τάγματα Εθνοφυλακής, το 118ο και το 266ο, μαζί με δυνάμεις παρακρατικών περικύκλωσαν την περιοχή της Μεσούντας κοντά στη γέφυρα του Κοράκου στις όχθες του Αχελώου, στην οποία δρούσε ο Βελουχιώτης επιδιώκοντας την σύλληψη ή την εξόντωση του.503Τελικά, τη 18η Ιουνίου 1945, οι κυβερνητικές αρχές ανήγγειλαν πως ισχυρά τμήματα Εθνοφυλακής καταδιώκοντας το τμήμα του Βελουχιώτη, τον 499
Φαράκος, ό.π., σσ. 400-404. Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ελλάδας, Επίσημα Κείμενα, τόμ.5, ό.π., σσ. 250-251. 501 Ριζοσπάστης, 16η Ιουνίου 1945, «Οι αποφάσεις του Πολιτικού Γραφείου της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε για την πολιτική κατάσταση», σ. 1. 502 Σόλων Νεοκ. Γρηγοριάδης, Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας 1941-1974, τόμ. 2, Αθήνα, 2010, σ. 71, Richter, ό.π., σσ. 307-308 και Eudes, ό.π., σσ. 350-351. 503 Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σ. 202. 500
174
περικύκλωσαν και σε μάχη που ακολούθησε τον σκότωσαν μαζί με τον υπαρχηγό του Τζαβέλα.504 Οι κυβερνήσεις της μεταβαρκιζικής περιόδου, λειτουργώντας υπό συνθήκες εκτάκτου ανάγκης, νομοθετούσαν κατά περίσταση με κύριο στόχο την Αριστερά, η οποία θεωρούνταν ο σημαντικότερος από τους εσωτερικούς εχθρούς.505 Στο πλαίσιο αυτά συντάχθηκε και νομοθετήθηκε από την Κυβέρνηση Βούλγαρη ο Α.Ν. 453/1945. Η Κυβέρνηση Βούλγαρη θέλοντας να περιορίσει ή και να εξαλείψει την ένταση που προκαλούσαν οι ένοπλες οργανώσεις στην ύπαιθρο, εξέδωσε τον Α.Ν. 453 την 9η/10η Ιουλίου 1945, «περί λήψεως μέτρων προς εμπέδωσιν της Δημοσίας Διοικήσεως και Τάξης». Με τον Α.Ν. 453/1945 καθορίστηκαν ιδιαίτερα αυστηρές ποινές, όπως του θανάτου και των ισόβιων δεσμών, για όσους συμμετείχαν σε ιδιωτικές οργανώσεις που κατείχαν όπλα ή εκρηκτικά. Ο Α.Ν. 453/1945 τροποποίησε και επικαιροποίησε το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο περί της λειτουργίας των «Επιτροπών Δημοσίας Ασφαλείας» του Νομοθετικού Διατάγματος της 21/4/1924506 και έθεσε σε ισχύ σε όλη την Επικράτεια τον Νόμο ΤΟΔ΄ του 1871 «περί καταδιώξεως ληστείας»,507ο οποίος αποτέλεσε ένα από τα βασικά νομοθετικά εργαλεία για την αντιμετώπιση των ένοπλων αριστερών ομάδων, ώστε να αποδοθεί στην υπάρχουσα τεταμένη κατάσταση χαρακτήρας ποινικός και όχι πολιτικός. Με τον Α.Ν. 453/1945 δόθηκε προθεσμία έως την 31η Ιουλίου 1945 στους πολίτες για να παραδώσουν στις Αρχές τα όπλα που βρίσκονταν υπό την κατοχή τους και να απαλλαγούν από τις ποινικές κυρώσεις που έθετε ο Νόμος.508 Πολλοί αρχηγοί εθνικιστικών οργανώσεων παρέδωσαν τον οπλισμό τους κάνοντας χρήση των ευεργετικών διατάξεων του Α.Ν. 453/1945. Οι αρχηγοί των εθνικιστικών οργανώσεων, μετά την παράδοση του οπλισμού τους, με επιστολές τους δήλωσαν πως η δράση που είχαν αναπτύξει έγινε για να προστατέψουν τον νόμο και την τάξη, που είχαν απειληθεί από τους κομμουνιστές. Ο αφοπλισμός πολλών εθνικιστικών 504
Μετά τον θάνατο του Βελουχιώτη κυκλοφόρησαν διάφορες φήμες, πως είχε αυτοκτονήσει μαζί με τον υπαρχηγό του όταν περικυκλώθηκε από την Εθνοφυλακή ή ακόμα και πως μέλη του Κ.Κ.Ε. ήταν εκείνα που έστησαν ενέδρα και σκότωσαν τον Βελουχιώτη και μετά παρέδωσαν τη σορό του στις κυβερνητικές αρχές, στο πλαίσιο κάποιας παρασκηνιακής συμφωνίας μεταξύ της ηγεσία του Κ.Κ.Ε. και της Κυβέρνησης. Βλ. Χαριτόπουλος, ό.π., σσ. 724-726, Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σσ. 152-153, Eudes, ό.π., σ. 351 και Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σ. 202. 505 Ελεφάντης, ό.π., σ. 140. 506 Φ.Ε.Κ. 91, Νομοθετικό Διάταγμα της 21 ης Απριλίου 1924, «Περί συστάσεως εν εκάστω νομώ Επιτροπών επί της Δημοσίας Ασφαλείας». 507 Φ.Ε.Κ. 5, Νόμος ΤΟΔ΄ της 1ης Μαρτίου 1871, «Περί καταδιώξεως της ληστείας». 508 Φ.Ε.Κ. 180, Αναγκαστικός Νόμος 453, 9 η/10η Ιουλίου 1945, «Περί λήψεως μέτρων προς εμπέδωσιν της Δημοσίας Ασφαλείας και Τάξης».
175
οργανώσεων όμως δεν μείωσε κατά τους επόμενους μήνες τα φαινόμενα βίας και τρομοκρατίας από τα μέλη τους, με αποτέλεσμα οι Επιτροπές Δημοσίας Ασφαλείας διαφόρων νομών να προβούν σε ονομαστικές επικηρύξεις των αρχηγών κάποιων εθνικιστικών οργανώσεων.509 Αυτοί που κυρίως επλήγησαν από τον Α.Ν. 453/1945 ήταν οι πρώην Ελασίτες, που συνέχισαν να κρύβονται οπλισμένοι. Αντίθετα, τα ακροδεξιά μέλη των εθνικιστικών οργανώσεων που παρέμειναν οπλισμένα δεν διέτρεχαν άμεσο κίνδυνο να αντιμετωπίσουν ποινικές κυρώσεις, καθώς οι περισσότεροι διέθεταν άδειες οπλοφορίας ή δρούσαν ως μέλη επικουρικών ενόπλων ομάδων της Εθνοφυλακής ή της Χωροφυλακής.510 Μετά την κύρωση και δημοσίευση του Α.Ν. 453/1945, ο υπουργός Εσωτερικών, Κωνσταντίνος Τσάτσος, απέστειλε εγκύκλιο στις Υπηρεσίες της Χωροφυλακής, με την οποία διευκρίνισε το σκεπτικό του νομοθετήματος και του επιθυμητού τρόπου εφαρμογής του από τις κρατικές αρχές. Η εγκύκλιος διευκρίνισε πως το νομοθέτημα στόχευε στην πάταξη των οργανώσεων που έκαναν χρήση όπλων ή που είχαν την πρόθεση να κάνουν χρήση όπλων για να πετύχουν τους στόχους τους, και εξουσιοδοτούσε τους άνδρες της Χωροφυλακής για την υπό όρους χρήση βίας εναντίον των ενόπλων, που ενώ τους ζητούνταν, δεν παραδίδονταν. Η υπουργική εγκύκλιος πληροφορούσε πως, όταν κατά τη χρήση βίας ο αρνηθείς να παραδώσει τον οπλισμό του έπεφτε νεκρός, ουδεμία ποινική ή άλλη ευθύνη προέκυπτε με βάση τον Νόμο για τους άνδρες της Χωροφυλακής. Καλούνταν όμως οι άνδρες της Χωροφυλακής
να
κάνουν
λελογισμένη
χρήση
των
όπλων
τους
και
να
εκμεταλλεύονται τις ανωτέρω προνομίες του Νόμου με μεγάλη περίσκεψη και εκτιμώντας τη σοβαρότητα της κατάστασης. Η Υπουργική Εγκύκλιος αναφέρθηκε επίσης στη δυνατότητα που παρείχε ο Α.Ν. 453/1945 για την επικήρυξη, όχι μόνο των ατόμων που είχαν κατηγορηθεί για ληστείες αλλά και εκείνων που είχαν κριθεί ως ιδιαίτερα επικίνδυνα για την ασφάλεια και την τάξη κάποιας περιοχής, ύστερα από απόφαση της κατά τόπους Επιτροπής Δημοσίας Ασφαλείας ή του Υπουργού Εσωτερικών. Η Εγκύκλιος τελειώνοντας
509
Λάζου, «Η συγκρότηση και η δράση της Εθνοφυλακής. Νοέμβριος 1944-Σεπτέμβριος 1945: Η περίπτωση της Λαμίας», ό.π., σσ. 90-91. 510 Κολιόπουλος, Λεηλασία Φρονημάτων, τόμ.2, ό.π., σ. 11.
176
τόνισε πως ο Νόμος ήταν αυστηρός και με την αντίστοιχη αυστηρότητα όφειλαν να τον εφαρμόσουν και οι διωκτικές αρχές εναντίον των παραβατών.511 Οι ανώτατοι στρατιωτικοί διοικητές, εξαιτίας των έντονων κυβερνητικών πιέσεων και των έντονων βρετανικών επιπλήξεων αλλά και εξαιτίας της επικείμενης ανάληψης των αστυνομικών καθηκόντων από τη Χωροφυλακή, εξέδωσαν το καλοκαίρι του 1945 εγκυκλίους και διαταγές προς τις υφιστάμενες σε αυτούς μονάδες, με τις οποίες διέταξαν τη λήψη συντονισμένων μέτρων εναντίον ένοπλων εθνικιστικών οργανώσεων ώστε να τερματιστεί η δράση τους. Η στρατιωτική ηγεσία, όπως προκύπτει από τις εγκυκλίους και τις εκδοθείσες διαταγές, θεωρούσε πως η συνέχιση της δράσης των εθνικιστικών ομάδων προέβαλλε την εικόνα ενός αδύναμου και ανίκανου Στρατού και Κράτους που αδυνατούσαν να εγγυηθούν την Ασφάλεια και την τάξη δημιουργώντας το αναγκαίο αίσθημα ασφαλείας στους πολίτες. Οι διαταγές των ανώτατων στρατιωτικών διοικήσεων διέτασσαν τις δυνάμεις της Εθνοφυλακής να πατάξουν με τη βία κάθε ένοπλο που θα αρνούνταν να αφοπλιστεί, ανεξάρτητα από την πολιτική παράταξη στην οποία ανήκε και πρωτίστως εκείνους, που ανεύθυνα υποκαθιστούσαν την Εθνοφυλακή στην αποστολή της.512 Το Γ.Ε.Σ. στο πλαίσιο της εφαρμογής του Α.Ν. 453/1945 προχώρησε στον σχεδιασμό εκκαθαριστικών επιχειρήσεων, που ξεκίνησαν την 31η Ιουλίου, την καταληκτική ημερομηνία που έθετε ο Νόμος για την παράδοση του οπλισμού, χωρίς την ύπαρξη ποινικών ή άλλων κυρώσεων. Οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις πραγματοποιήθηκαν ανά Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση και χρησιμοποιήθηκε το μέγιστο των δυνάμεων κάθε Διοίκησης. Στη διάρκεια των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων η Χωροφυλακή ανέλαβε τη στατική φύλαξη των πόλεων και των χωριών που είχαν εκκαθαριστεί, την ενίσχυση των δυνάμεων της Εθνοφυλακής για την ολοκλήρωση των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων, όπου αυτό ήταν δυνατό, και τη συγκρότηση στο πλαίσιο των Στρατιωτικών Διοικήσεων μικτών αποσπασμάτων μαζί με την Εθνοφυλακή για να διατηρήσουν σε επιθυμητό επίπεδο την Ασφάλεια στις εκκαθαρισθείσες περιοχές. Το Γ.Ε.Σ., στη διαταγή που απέστειλε προς τις Ανώτατες
511
Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 134.4, 1947, Γ΄ Γενική Διεύθυνση, Διεύθυνση Ασφαλείας, Αριθμός Πρωτοκόλλου 85/66/1α, Εγκύκλιος 13(188), 12-7-1945, «Προς άπασας τας Υπηρεσίας ΧωροφυλακήςΠερί κοινοποιήσεως του Α.Ν. 453/1945 «περί λήψεως μέτρων προς εμπέδωσιν της Δημοσίας Ασφαλείας» και Καθημερινή, 21η Ιουλίου 1945, «Η εμπέδωσις της Ασφάλειας και Τάξης εις όλη τη Χώρα-Οδηγίαι του Υπουργείου Εσωτερικών», σ. 4. 512 Αρχείο Θ. Πεντζόπουλου, Διοίκηση 8ης Ταξιαρχίας, Διεύθυνση Επιχειρήσεων, Α.Π. 030, Ιωάννινα, 11ηΑυγούστου 1945 και Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.2, ό.π, σσ. 58-59, 61, 100-101 και 123.
177
Στρατιωτικές Διοικήσεις, τόνισε ότι κατά τη διάρκεια των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων δεν έπρεπε να υπάρξουν διαχωρισμοί και διακρίσεις και θα έπρεπε να αναφέρεται κάθε ένοπλος πολίτης ανεξάρτητα από τις πολιτικές του απόψεις και την ιδεολογική του τοποθέτηση.513 Η Κυβέρνηση Βούλγαρη και η στρατιωτική ηγεσία απέδιδαν μέγιστη σημασία στον Α.Ν. 453/1945 θεωρώντας πως με την εφαρμογή του θα επανέρχονταν η ηρεμία και η ευταξία στην ύπαιθρο. Η σπουδαιότητα που αποδιδόταν στον Α.Ν. 453/1945 καταδεικνύεται στην ερμηνευτική εγκύκλιο που εξέδωσε ο νέος υπουργός Εσωτερικών, Πέτρος Γουναράκης, την 18η Σεπτεμβρίου 1945, τρεις μήνες μετά τη δημοσίευση και επικύρωση του νόμου. Η υπουργική εγκύκλιος έδωσε έμφαση στη διάταξη του Α.Ν 453/1945, που επανέφερε σε ισχύ τον Νόμο ΤΟΔ΄ του 1871 «περί καταδιώξεως της ληστείας» και στην επέκταση των διατάξεων του Νόμου ΤΟΔ΄ και στα αδικήματα του φόνου, της αρπαγής, της στάσεως και της εκβιάσεως. Η υπουργική εγκύκλιος έδωσε έμφαση και στην ποινή της εκτόπισης όχι μόνο για τον επικηρυγμένο εγκληματία αλλά και για τα συγγενικά αυτού πρόσωπα, εάν κρινόταν αναγκαίο για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια. Η υπουργική εγκύκλιος αποδεχόταν την αυστηρότητα της εφαρμογής του μέτρου της εκτόπισης και τον προβληματισμό της Κυβέρνησης για τη θεσμοθέτηση της εκτόπισης και των συγγενών των επικηρυγμένων εγκληματιών. Προσδιόριζε πως η επιβολή της ποινής του εκτοπισμού θα έπρεπε να ταυτίζεται με τις ιδιαίτερες συνθήκες ασφαλείας κάθε διοικητικού διαμερίσματος και με την παρουσία ένοπλης κρατικής δύναμης ή όχι και καθώς η Χωροφυλακή θα εγκαθίστατο σε ολόκληρη την Επικράτεια και οι συνθήκες ασφαλείας θα βελτιώνονταν, θα έπρεπε η ποινή της εκτόπισης να επιβάλλεται με μεγαλύτερη προσοχή και επιείκεια σε σχέση με την προγενέστερη περίοδο, που οι ένοπλες κρατικές δυνάμεις ήταν ελλιπείς. Στην υπουργική εγκύκλιο τονίστηκε πως η εκτόπιση των συγγενών έπρεπε να πραγματοποιείται μόνο εφόσον το κακοποιό συγγενικό τους πρόσωπο ήταν επικηρυγμένο κατόπιν πρότασης των μελών του Συμβουλίου Δημοσίας Ασφαλείας για την παραβίαση των διατάξεων αποκλειστικά του Α.Ν. 453/1945 και εφόσον η πρόταση επικήρυξης εγκρινόταν από τον υπουργό Εσωτερικών. Γνωστοποιούνταν επίσης η πολιτική απόφαση της κυβέρνησης, πως οι συγγενείς διωκόμενων εγκληματιών, οι οποίοι είχαν εκτοπιστεί με βάση τις διατάξεις του Α.Ν. 453/1945
513
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.2, ό.π, σσ. 137-138.
178
χωρίς να έχουν προηγουμένως επικηρυχτεί οι διωκόμενοι εγκληματίες, θα επέστρεφαν από τους τόπους εκτοπίσεως στις εστίες τους.514 Ο Α.Ν. 453/1945 απέδωσε εκτεταμένες εξουσίες στους φορείς του Κράτους, τις οποίες οι αστυνομικές αρχές τις έκριναν ως ανεπαρκείς και συνέχισαν να πιέζουν την Κυβέρνηση να λάβει νέες νομοθετικές πρωτοβουλίες για την πάταξη των παράνομων συναθροίσεων, των ανακοινώσεων με τη χρήση τηλεβόων και την αναγραφή συνθημάτων στους τοίχους. Η Κυβέρνηση απάντησε σε αυτές τις πιέσεις για την πρόσθετη κατασταλτική νομοθεσία, με την έκδοση Υπουργικής Εγκυκλίου την 17η Αυγούστου 1945 από τον υπουργό Εσωτερικών, Σπυρίδωνα Γεωργούλη. Ο Υπουργός με την εγκύκλιό του υπερασπίστηκε την κυβερνητική απόφαση να μη λάβει νέες νομοθετικές πρωτοβουλίες, προβάλλοντας το επιχείρημα πως το υπάρχον νομοθετικό οπλοστάσιο ήταν επαρκές για να αντιμετωπίσουν επιτυχώς τα αδικήματα των παράνομων συναθροίσεων, των ανακοινώσεων με τη χρήση τηλεβόων και της αναγραφής συνθημάτων σε τοίχους ή σε άλλα μέρη. Ο Υπουργός με την εγκύκλιο τεκμηρίωσε την κυβερνητική θέση αναφέροντας τα νομοθετήματα που επέτρεπαν στις διωκτικές αρχές να πατάξουν τα προαναφερθέντα αδικήματα. Τα νομοθετήματα αυτά ήταν ο Νόμος 755/1917 «περί αδικημάτων τινών κατά της ασφάλειας της Χώρας»515και το 2ο άρθρο του, στο βαθμό που δεν είχε τροποποιηθεί από το 13ο άρθρο του Νόμου 5060/1931 «περί Τύπου, προσβολών της τιμής εν γένει και άλλων σχετικών διατάξεων»,516με τα οποία επιτρεπόταν στις διωκτικές αρχές η δίωξη της αναγραφής συνθημάτων σε τοίχους ή σε άλλα μέρη και η διά τηλεβόων ή διά του Τύπου ή διά προκηρύξεων ή με τη χρήση οποιουδήποτε μέσου ή τρόπου ανακοίνωση ειδήσεων, που προκαλούσαν ή μπορούσαν να προκαλέσουν διατάραξη της Δημοσίας Ασφαλείας ή να προκαλέσουν ανησυχίες ή φόβους στους πολίτες. Στην υπουργική εγκύκλιο γνωστοποιούνταν επιπλέον νομοθετήματα και διατάξεις Νόμων, που μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν επικουρικά στους Νόμους
514
Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 134.4, 1947, Γενική Διεύθυνση Χωροφυλακής, Διεύθυνση Ασφαλείας, Τμήμα Δημοσίας Ασφαλείας, Αριθμό Πρωτοκόλλου 87/66/1στ, Εγκύκλιος 304, 18-91945, «Προς άπασας τας Υπηρεσίας Χωροφυλακής-Περί συμπληρώσεως των οδηγιών της εφαρμογής του Α.Ν. 453/1945 «περί λήψεως μέτρων προς εμπέδωσιν της Δημοσίας Ασφαλείας και Τάξης». 515 Φ.Ε.Κ. 172, Νόμος 755, 23ης Αυγούστου 1917, «Περί αδικημάτων τίνων κατά της ασφαλείας και της κοινής ησυχίας». 516 Φ.Ε.Κ. 172, Νόμος 5060, 30ης Ιουνίου 1931, «Περί τύπου, προσβολής της τιμής εν γένει και άλλων σχετικών διατάξεων ».
179
755/1917 και 5060/1931. Ειδικότερα, τα νομοθετήματα αυτά ήταν ο Α.Ν. της 28ης Νοεμβρίου 1935 «περί τροποποιήσεως και καταργήσεως διατάξεων του Νόμου 5060»,517 ο Α.Ν. 876 της 23ης/28ης Σεπτεμβρίου 1937 «περί τιμωρίας εγκλημάτων τινών εν καιρώ πολέμου ή επιστρατεύσεως κατά της ασφαλείας της Χώρας στρεφομένων»518 και το 3ο άρθρο του Νόμου 755/1917. Καλούνταν επίσης οι διωκτικές αρχές να κάνουν χρήση του 101ου άρθρου του Οργανισμού της Χωροφυλακής, που επέτρεπε στις αρμόδιες αστυνομικές αρχές να προχωρήσουν στην έκδοση αστυνομικής διάταξης, για την απαγόρευση της χρήσης τηλεβόων και την απαγόρευση της αναγραφής συνθημάτων, με το αιτιολογικό της εντατικής χρήσης τους κατά τα Δεκεμβριανά, ώστε η επανεμφάνισή τους να δημιουργεί τον κίνδυνο συμπλοκών και διατάραξης της δημοσίας τάξης. Η υπουργική εγκύκλιος συνιστούσε για την αντιμετώπιση των παράνομων συγκεντρώσεων την αξιοποίηση του δ΄ εδαφίου του 2ου άρθρου του Α.Ν. 26 της 14ης/19ης Αυγούστου 1936, «περί εκδικάσεως των αδικημάτων του Τύπου κ.λπ. διαρκούσης της αναστολής του άρθρου 95 του Συντάγματος και άλλων τινών διατάξεων»519 συνδυάζοντάς τη με τις διατάξεις του Β.Δ. της 13ης Φεβρουαρίου 1945, με το οποίο ανεστάλη το 10ο άρθρο του Συντάγματος, που έδινε στις Αστυνομικές Αρχές τη δυνατότητα να απαγορεύουν ή ακόμα και να διαλύουν οποιαδήποτε συγκέντρωση. Το έσχατο νομοθετικό εργαλείο για τη δίωξη των παράνομων συγκεντρώσεων που συνιστούσε η υπουργική εγκύκλιος ήταν το 9ο άρθρο του Α.Ν. 29/1936520 με το οποίο η απείθεια προς τις διαταγές των Αστυνομικών Αρχών αναγνωριζόταν ως αδίκημα, που κολαζόταν με φυλάκιση. Η υπουργική εγκύκλιος έκλεισε με την παραίνεση, οι διωκτικές αρχές να προβούν σε λελογισμένη και αμερόληπτη εφαρμογή με καλή θέληση των ανωτέρω Νόμων και διατάξεων έναντι όλων των παραβατών χωρίς να γίνονται διακρίσεις.521
517
Φ.Ε.Κ. 570, Αναγκαστικός Νόμος της 20 ής Νοεμβρίου 1935, «Περί τροποποιήσεως και καταργήσεως διατάξεων του νόμου 5060». 518 Φ.Ε.Κ. 379, Αναγκαστικός Νόμος 876, 28 ης Σεπτεμβρίου 1937, «Περί τιμωρίας εγκλημάτων τινών εν καιρώ πολέμου ή επιστρατεύσεως κατά της Ασφάλειας της Χώρας στρεφομένων». 519 Φ.Ε.Κ. 358, Αναγκαστικός Νόμος 26, 18 ης Αυγούστου 1936, «Περί εκδικάσεως των αδικημάτων του Τύπου κ.λπ. διαρκούσης της αναστολής του άρθρου 95 του Συντάγματος και άλλων τινών διατάξεων». 520 Στο σημείο αυτό της εγκυκλίου η αναφορά του Α.Ν. 29/1936 είναι εσφαλμένη καθώς το νομοθέτημα αυτό δεν αναφέρεται στις αστυνομικές αρχές αλλά φέρει τίτλο «περί αντικαταστάσεως του ισχύοντος εν τη Ηπειρωτική Ελλάδι Συστήματος Φορολογίας του Ελαίου εν τοις Ελαιοτριβείοις και άλλων τινών διατάξεων». 521 Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 134.4, 1947, Γ΄ Γενική Διεύθυνση, Διεύθυνση Ασφαλείας, Τμήμα Δημοσίας Ασφαλείας, Αριθμός Πρωτοκόλλου 87/65/1β, Εγκύκλιος 247, 17-8-1945, «Προς άπασας τας
180
Η έκδοση διαταγών και εγκυκλίων από την πολιτική και τη στρατιωτική ηγεσία για την αμερόληπτη δράση των ανδρών της Χωροφυλακής και της Εθνοφυλακής στο πλαίσιο του Νόμου, δεν οδήγησε σε αλλαγή της συμπεριφοράς και της στάσης των ανδρών της Χωροφυλακής και της Εθνοφυλακής απέναντι στους πολίτες, καθώς οι ακραίες πρακτικές και ο πολιτικός φανατισμός ήταν διαδεδομένα στις τάξεις των διωκτικών αρχών. Ενδεικτική του κλίματος φανατισμού ήταν η αναφορά του Geoffrey Chandler, ο οποίος ως μέλος της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής έδρασε μετά την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας στη Δυτική Μακεδονία. Ο Chandler στην αναφορά του δήλωσε πως: «Για την Άκρα Δεξιά η αποκατάσταση της ασφάλειας ήταν συνώνυμη με την εξόντωση της Αριστεράς …». Σύμφωνα με έναν αξιωματικό του: «Υπάρχει ακόμα πολλή αναταραχή στις πόλεις και στα χωριά. Οι κομμουνιστές πρέπει να φάνε πολύ ξύλο. Τότε μόνο η χώρα θα γίνει ειρηνική και ευτυχισμένη … Το Τάγμα ήταν υπεύθυνο για πολλά περιστατικά, όπως αυθαίρετες συλλήψεις και παρότρυνση πολιτών να επιτεθούν στους πολιτικούς τους αντιπάλους, αφού πρώτα τους τα έδιναν όλα για να το κάνουν».522 Η συμμετοχή ανδρών της Εθνοφυλακής σε πογκρόμ εναντίον της Αριστεράς και η ανοχή τους στην παραβίαση των πολιτικών ελευθεριών των αριστερών πολιτών οφείλονταν στην αντικομμουνιστική ιδεολογία των ανδρών και των Ιερολοχιτών αξιωματικών που υπηρετούσαν στα τάγματά της αλλά και στο ανεπαρκές αντιμίσθιο, που λάμβαναν από την Κυβέρνηση, που τους οδηγούσε στην αναζήτηση άλλων τρόπων κάλυψης των βασικών βιοποριστικών αναγκών τους. Αυτά τα φαινόμενα εμφανίστηκαν με μεγαλύτερη συχνότητα στα αρχικά τάγματα της Εθνοφυλακής, που συγκροτήθηκαν στην Αττική κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών ή στην αμέσως μετά περίοδο.523 Οι παραβιάσεις από μέρους των Εθνοφυλάκων και η ανοχή τους σε παρεκτροπές τερματίζονταν άμεσα, όταν υπήρχε Βρετανός Αξιωματικός Σύνδεσμος (BLO/ΒΑΣ) στην περιοχή που έδρευε η εκάστοτε μονάδα Εθνοφυλακής.524 Στην έκθεση του Βρετανού υπεύθυνου αστικών υποθέσεων, Pool, της 21ης Ιουνίου 1945 για την κατάσταση στη Δυτική Ελλάδα αναφερόταν πως: «Όταν η Εθνοφυλακή
Υπηρεσίας Χωροφυλακής-Περί λήψεως μέτρων προς τελέσφορον αντιμετώπισιν ζητημάτων τινών Δημοσίας Τάξης». 522 Geoffrey Chandler, Διχασμένη Χώρα, Μία άγγλο-ελληνική τραγωδία, Θεσσαλονίκη, 2000, σ. 133. 523 Κολιόπουλος, Λεηλασία Φρονημάτων, τόμ.2, ό.π., σσ. 90-91 και Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σ. 83. 524 BLO, που είναι τα αρχικά των λέξεων «British Liaison Office»
181
διαθέτει έναν ισχυρό ΒΑΣ525 και βρίσκεται κοντά σε Βρετανό διοικητή, συμπεριφέρεται καλά, σωστά και δίκαια. Όταν είναι μόνη της δρα ως υποστηρικτής πολιτικού κόμματος, διενεργεί παράνομες συλλήψεις και εγκρίνει αν δεν συμμετέχει στην τρομοκρατία».526 Το Γ.Ε.Σ. για να επαναφέρει τις μονάδες της Εθνοφυλακής στην ομαλότητα προχώρησε σε εκτεταμένες μετασταθμεύσεις των μονάδων της Εθνοφυλακής, από τον τόπο καταγωγής των ανδρών σε άλλη περιοχή, ώστε οι Εθνοφύλακες να εκτελούν ανεπηρέαστα τα υπηρεσιακά τα καθήκοντα τους, χωρίς να επηρεάζονται από οικογενειακούς, φιλικούς ή άλλους δεσμούς και να υπακούν αποκλειστικά στους στρατιωτικούς κανόνες και στις διαταγές της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας τους.527 Το φαινόμενο των αυθαιρεσιών από μέρους ανδρών της Εθνοφυλακής δεν ήταν καθετοποιημένο σε όλη την επικράτεια και δεν είχε παντού την ίδια ένταση. Οι αυθαιρεσίες των ανδρών της Εθνοφυλακής ήταν συνήθως ασήμαντες έως ανύπαρκτες στα αστικά και ημιαστικά κέντρα, όταν βρισκόταν σε αυτά η έδρα της ταξιαρχίας ή κάποιας ανώτερης ή ανώτατης στρατιωτικής διοίκησης, καθώς εκεί ασκούνταν μεγαλύτερος έλεγχος και εποπτεία στην τυπική εφαρμογή των αποφάσεων και των διαταγών της στρατιωτικής και της πολιτικής ηγεσίας.528 Παρά την πάροδο μηνών από την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας και τις αλλεπάλληλες κυβερνητικές και υπηρεσιακές διαταγές προς όλα τα κλιμάκια της Εθνοφυλακής για τον σεβασμό των πολιτικών δικαιωμάτων των πολιτών και των συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων που επικυρώθηκαν από τη Συμφωνία της Βάρκιζας, συνέχισαν να υπάρχουν καταγγελίες για υπερβάσεις από μέρους των ανδρών της Εθνοφυλακής. Η συνέχιση της κατάστασης αυτής ανάγκασε τον πρωθυπουργό, με την ιδιότητά του ως Υπουργού Στρατιωτικών, να εκδώσει εναγώνια διαταγή προς το σύνολο των Στρατιωτικών Αρχών και προς τη Χωροφυλακή. Με τη διαταγή του κάλεσε τους Διοικητές, αξιωματικούς και οπλίτες να εξασφαλίσουν την τάξη και να αρθούν στο ύψος του καθήκοντος και της αποστολής τους καθώς για πρώτη φορά το Έθνος αντιμετώπιζε τόσο οξύ πρόβλημα ασφαλείας συνδυασμένο με έξαψη των 525
Β.Α.Σ., αποτελεί συντομογραφία του «Βρετανός Αξιωματικός Σύνδεσμος». Richter, ό.π., σ. 191. 527 Λάζου, «Η συγκρότηση και η δράση της Εθνοφυλακής. Νοέμβριος 1944-Σεπτέμβριος 1945: Η περίπτωση της Λαμίας», ό.π., σ. 81. 528 Στο ίδιο, σ. 85. 526
182
παθών. Επιπλέον καλούνταν οι Εθνοφύλακες να συμπεριφερθούν απέναντι σε όλους τους Έλληνες, ως δύναμη παρηγοριάς, χωρίς να παρασύρονται από τοπικές έριδες και χωρίς να ανέχονται τις υπερβάσεις από όπου και αν προέρχονταν. Ο Βούλγαρης συνέχισε τη διαταγή του, δηλώνοντας πως καθήκον των Εθνοφυλάκων δεν ήταν να αποδίδουν τον κολασμό στους ενόχους, καθώς αυτό ήταν υποχρέωση της Δικαιοσύνης. Κάθε πολίτης, ακόμα και ο χειρότερος εγκληματίας, θα έπρεπε
να
θεωρεί
την
Εθνοφυλακή
δύναμη
ανωτερότητας,
αμεροληψίας,
ανθρωπισμού και στοργής, καθώς αυτός ήταν ο μόνος τρόπος για να αναπτυχθεί το αναγκαίο κλίμα εμπιστοσύνης και ψυχικής ανάτασης που χρειαζόταν ο Λαός και η χώρα για να αποκατασταθεί η ομαλότητα στον εθνικό βίο.529 Πολλοί ανώτατοι αξιωματικοί της Εθνοφυλακής εισηγήθηκαν πως το καταλληλότερο μέτρο για την αντιμετώπιση των ενόπλων αριστερών ομάδων που δρούσαν στις ορεινές περιοχές της χώρας ήταν η συγκρότηση της νέας Αγροφυλακής, η οποία θα επανδρωνόταν με άμισθους πολίτες, που θα ήταν εγνωσμένων αντικομμουνιστικών
τοποθετήσεων
και
συναισθημάτων.
Η
πρόταση
της
συγκρότησης ένοπλης Αγροφυλακής στηριζόταν στο γεγονός, ότι με την υφιστάμενη νομοθεσία, η Αγροφυλακή ήταν ένοπλο Σώμα και η Κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να κατηγορηθεί για την πρωτοβουλία της αυτή. Μετά τη συγκρότηση της νέας Αγροφυλακής προτεινόταν αυτή να διενεργούσε από κοινού με την Εθνοφυλακή εκκαθαριστικές επιχειρήσεις εναντίον των κρυπτόμενων αριστερών.530 Οι ανώτατοι αξιωματικοί θεωρούσαν πως με την πρότασή τους, οι αντικομμουνιστές πολίτες θα στρέφονταν κατά των αριστερών, όπως ήδη έκαναν, ως μέλη εθνικιστικών οργανώσεων, αλλά όχι πλέον υπό την ανοχή των κυβερνητικών Αρχών αλλά πλέον υπό την εποπτεία τους. Η πρόταση προέβλεπε πως σε κάθε Κοινότητα θα συγκροτούνταν τμήμα ένοπλης Αγροφυλακής, με δύναμη που δεν θα υπερέβαινε τα πέντε έως δέκα άτομα. Τα τμήματα Αγροφυλακής προβλέπονταν πως θα συνενώνονταν ανά τρεις ή τέσσερις Κοινότητες και θα δρούσαν σαν κοινή δύναμη, για την καταδίωξη και την εξόντωση των «ληστών», εκμεταλλευόμενα τη γνώση της μορφολογίας του εδάφους και των δυνητικών κρησφύγετων που χρησιμοποιούσαν οι παράνομοι. Προτεινόταν τα τμήματα της Αγροφυλακής να εξοπλίζονται με τα όπλα που είχαν περιέλθει στο 529
Καθημερινή, 3η Μαΐου 1945, «Η Εθνοφυλακή πρέπει να είναι στοργική και αμερόληπτος προς όλους-Διαταγή του κ. Βούλγαρη», σ. 2. 530 Αρχείο Θ. Πεντζόπουλου, Διοίκησις 8ηςΤαξιαρχίας, «Διαπιστώσεις-Ενδεικνυόμενα Επείγοντα Μέτρα», Τρίπολη, 15η Μαρτίου 1945.
183
Κράτος κατά τον αφοπλισμό του Ε.Λ.Α.Σ. και τα οποία δεν μπορούσαν να αξιοποιηθούν για τον οπλισμό του υπό αναδιοργάνωση Στρατού, λόγω της πανσπερμίας υλικού και της ποικιλίας διαμετρημάτων.531 Η πρόταση για την αξιοποίηση πολιτών που είχαν αυτοοριστεί προστάτες του νόμου και τάξης δεν έβρισκε σύμφωνο το σύνολο της ανώτατης στρατιωτικής ηγεσίας και της πολιτικής ηγεσίας. Σε ιδιαίτερα αυστηρούς τόνους ο αντιστράτηγος Σπανόπουλος, Ανώτατος Στρατιωτικός Διοικητής Στερεάς Ελλάδος, διέταξε πως οι μόνοι ρυθμιστές της ασφάλειας και της τάξης στην περιοχή ευθύνης του ήταν οι Αρχές της Εθνοφυλακής και όχι ανεύθυνοι πολίτες, που δρούσαν υπό το μανδύα του Εθνικιστή. Ο αντιστράτηγος Σπανόπουλος διέταξε την πάταξη και τον άμεσο αφοπλισμό των ένοπλων ομάδων ή των μεμονωμένων ενόπλων πολιτών, που θα εμφανίζονταν στη ζώνη ευθύνης του, κατ’ εφαρμογή των απαγορεύσεων του Νόμου «περί κατοχής όπλων» και των προγενέστερων σχετικών υπηρεσιακών διαταγών. Η διαταγή του Σπανόπουλου κατέληγε στην προειδοποίηση πως οποιαδήποτε ολιγωρία στην εκτέλεση της εντολής του θα οδηγούσε στην άμεση αφαίρεση της διοίκησης και στην ενεργοποίηση των προβλεπόμενων από τους στρατιωτικούς κανονισμούς ποινών.532 Η στρατιωτική ηγεσία ανησυχούσε ιδιαίτερα για το πλήγμα που προκαλούνταν στο αίσθημα ασφαλείας των πολιτών και στην συνοχή της Εθνοφυλακής από τη δράση ατόμων που φορούσαν στρατιωτικά ρούχα και διέπρατταν εγκληματικές ενέργειες εμφανιζόμενη ενώπιον των πολιτών ως Εθνοφύλακες. Αυτά τα περιστατικά οδηγούσαν την ηγεσία της Εθνοφυλακής στην αναζήτηση πιθανών εγκληματιών στο εσωτερικό του ίδιου του Σώματος και στην λήψη μέτρων. Προκειμένου να αποφευχθούν τέτοια φαινόμενα, εκδόθηκαν στρατιωτικές διαταγές από τις κατά τόπους διοικήσεις της Εθνοφυλακής, με τις οποίες κλήθηκαν οι περίπολοι της Εθνοφυλακής και των Φρουραρχείων να συλλαμβάνουν οποιονδήποτε πολίτη φορούσε στρατιωτικά ρούχα, χωρίς να τα έχει προηγουμένως αποχρωματίσει. Κλήθηκαν επίσης οι περίπολοι της Εθνοφυλακής και των Φρουραρχείων να αφαιρούν από τους συλληφθέντες τον στρατιωτικό ιματισμό και αμέσως μετά να τους παραδίδουν στις Αστυνομικές Αρχές, για περαιτέρω δικονομικές ενέργειες, για την
531
Αρχείο Θ. Πεντζόπουλου, 8η Ταξιαρχία, Επιτελείον-Γραφείο Επιχειρήσεων «Περιληπτική Έκθεσις περί Ασφαλείας εν τη περιοχή της Ταξιαρχίας» Α.Π. 1326, Τρίπολη, 17η Μαρτίου 1945. 532 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π, σσ. 597-598.
184
άσκηση της εναντίον τους ποινικής δίωξης με την κατηγορία της αντιποίησης στολής.533 Οι μονάδες της Εθνοφυλακής μετά την εγκατάστασή τους στην περιφέρεια δημιούργησαν δίκτυο πληροφοριών στην περιοχή δράσης τους. Το δίκτυο πληροφοριών της Εθνοφυλακής στηριζόταν στην αξιοποίηση αντικομμουνιστών πολιτών, που είχαν αναπτύξει σχέσεις με τις τοπικές στρατιωτικές διοικήσεις και οι οποίοι παρείχαν πληροφορίες σχετικά με τις κινήσεις των ένοπλων αριστερών ομάδων, υποδείκνυαν τους χώρους στους οποίους είχαν κρυφτεί όπλα από τον Ε.Λ.Α.Σ. και έδιναν γενικότερες πληροφορίες στην Εθνοφυλακή και στις κυβερνητικές αρχές για την ευκολότερη επιτέλεση των καθηκόντων τους. Τα τοπικά δίκτυα πληροφοριών ήταν τόσο σημαντικά, ώστε αποτελούσαν το σημαντικότερο επιχείρημα των τοπικών διοικήσεων της Εθνοφυλακής, όταν ανέκυπτε ζήτημα μετακίνησης της μονάδας σε άλλη περιοχή δράσης. Οι τοπικές διοικήσεις της Εθνοφυλακής, για να αποτρέψουν τη μετακίνησή τους σε άλλη περιοχή, προέβαλαν συχνά το επιχείρημα πως θα αποδιοργανώνονταν ή θα εξαρθρώνονταν τα δίκτυα πληροφοριών που είχαν δημιουργήσει, καθώς αυτά είχαν δομηθεί με βάση την προσωπική εμπιστοσύνη προς τους συνδέσμους και τη μέγιστη δυνατή ανωνυμία και όχι σε επίπεδο υπηρεσιακό. Οι τοπικές διοικήσεις της Εθνοφυλακής γι’ αυτούς τους ανωτέρω λόγους διατύπωναν την αμφιβολία τους, αν οι πληροφοριοδότες θα μπορούσαν να μπουν στη διαδικασία να εμπιστεύονται και να συνεργάζονται συνεχώς με νέα άτομα, ως συνέπεια των συνεχών μετακινήσεων και αλλαγών περιοχής ευθύνης των ταγμάτων Εθνοφυλακής.534 Η Εθνοφυλακή είχε αναλάβει την αποστολή να διενεργήσει τη στρατολόγηση των νέων ταγμάτων Εθνοφυλακής.535 Με την πρόοδο της στρατολόγησης των ταγμάτων της Εθνοφυλακής τον Μάρτιο του 1945, η συνολική δύναμη της Εθνοφυλακής είχε αγγίξει τις δεκατρείς ταξιαρχίες με συνολικά εξήντα πέντε τάγματα, που κατανέμονταν σε τρεις Ανώτερες Στρατιωτικές Διοικήσεις, τρεις Διοικήσεις Μεραρχιών και δεκατέσσερις Στρατιωτικές Διοικήσεις,536 Αθηνών,
533
Καθημερινή, 22α Μαρτίου 1945, «Οι φέροντες Στρατιωτική Στολή», σ. 4 και Αρχείο Θ. Πεντζόπουλου, Διοίκηση 8ηςΤαξιαρχίας, «Διαπιστώσεις-Επείγοντα μέτρα», Τρίπολη, 15η Μαρτίου 1945. 534 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π, σσ. 554-556. 535 Richter, ό.π., σσ. 239-240. 536 Ο χωρισμός της εθνικής επικράτειας σε δεκατέσσερις Στρατιωτικές Διοικήσεις είχε προβλεφθεί ήδη από τους επιτελικούς σχεδιασμούς του Γ.Ε.Σ. από το 1943, από Ι.Α.Υ.Ε., Κυβέρνηση Καΐρου, Φάκελος 35.2, 1944, Υπουργείου Στρατιωτικών, Γ.Ε.Σ., Γραφείον Μελετών, Α.Π. 7516, Κάιρο 31 ης
185
Λαμίας, Πατρών, Τριπόλεως, Βόλου, Βέροιας, Σερρών, Ιωαννίνων, Πρεβέζης, Δράμας, Ξάνθης, Αλεξανδρουπόλεως, Αιγαίου και Κρήτης. Παράλληλα, ξεκίνησε η συγκρότηση της ΙΙ Μεραρχίας,537 η οποία αποτέλεσε τον πυρήνα για την οργάνωση του τακτικού Στρατού που επρόκειτο να αντικαταστήσει σε τελική φάση την Εθνοφυλακή.538 Ένα χρόνο αργότερα, το 1946, η δύναμη της Εθνοφυλακής έφτασε τις εξήντα χιλιάδες άνδρες που κατανέμονταν σε επτά Στρατιωτικές Διοικήσεις. Η στελέχωση της Εθνοφυλακής έγινε με άνδρες παλαιότερων κλάσεων, του 1938 και 1939, των οποίων η κατάταξη ήταν λιγότερο δαπανηρή και χρονοβόρα, καθώς δεν απαιτούνταν να δημιουργηθούν γι’ αυτούς μηχανισμοί εκπαίδευσης νεοσυλλέκτων. Κατά τη διάρκεια της συγκρότησης της Εθνοφυλακής υπήρξαν βρετανοί σύνδεσμοι, οι οποίοι παρακολουθούσαν ως επόπτες την πορεία δράσης και εκπαίδευσης των μονάδων της Εθνοφυλακής.539 Ο υφυπουργός Στρατιωτικών, Λ. Σπαής, την 27ηΦεβρουαρίου εξέδωσε διαταγή με την οποία προσδιορίστηκε ο αρχικός σχεδιασμός της συγκρότησης των ταγμάτων Εθνοφυλακής. Η διαταγή όρισε πως καλούνταν προς κατάταξη στην Εθνοφυλακή οι έφεδροι αξιωματικοί και οπλίτες όλων των διαμερισμάτων της Ηπειρωτικής Ελλάδας, εξαιρουμένων της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Με βάση τη διαταγή της 27ηςΦεβρουαρίου συγκροτήθηκαν τα κατωτέρω τάγματα Εθνοφυλακής. Το Τάγμα Τρίπολης από τους εφέδρους της κλάσεως του 1939 των επαρχιών Γορτυνίας, Μεγαλουπόλεως και Λακεδαιμονίας. Το Τάγμα Καλαμών από τους εφέδρους της κλάσεως του 1939 των επαρχιών Καλαμών, Μεσσήνης, Πύλου και Οιτύλου. Το Τάγμα Πατρών από τους εφέδρους της κλάσεως του 1939 των επαρχιών Πατρών και Καλαβρύτων. Το Τάγμα Λιβαδειάς από τους εφέδρους της κλάσεως του 1939 των επαρχιών Λεβαδείας, Λοκρίδος και Αττικής πλην της περιοχής της τέως Διοικήσεως Πρωτευούσης. Το Τάγμα Λαμίας από τους εφέδρους της κλάσεως του Αυγούστου 1943 και Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία 42.5, 1944, Υπουργείου Στρατιωτικών, Γ.Ε.Σ., Α.Π. 7739, Κάιρο 21ης Σεπτεμβρίου 1945, Υπουργός Στρατιωτικών προς Πρόεδρο Κυβερνήσεως. 537 Η ΙΙ Μεραρχία συγκροτήθηκε τον Μάρτιο του 1945 και ξεκίνησε την εκπαίδευση της την 2α Μαΐου, έχοντας ως εκπαιδευτικό πυρήνα της την ΙΙΙ Ταξιαρχία Ρίμινι και τον Ιερό Λόχο. Η παρατακτή δύναμή της αποτελούνταν από τρεις Ταξιαρχίες Πεζικού των τριών ταγμάτων έκαστη, ένα Σύνταγμα Πυροβολικού, ένα Σύνταγμα Τεθωρακισμένων, καθώς και από Λόχους Διαβιβάσεων, Μηχανικού, Συνεργείων, Υγειονομικού, και από άλλους βοηθητικούς σχηματισμούς. Μέχρι τον Ιούνιο του 1945 είχαν συγκροτηθεί ακόμα δύο Μεραρχίες, η ΙΧ και η ΧΙ που ήταν πεδινές. Βαθμιαία με βάση τους σχεδιασμούς οι τρεις αυτές μεραρχίες οι ΙΙ, ΙΧ και ΧΙ θα μετατρέπονταν σε μηχανοκίνητες, από Τσακαλώτος, τόμ.1, ό.π., σσ. 715-716 και από Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σσ. 82-83. 538 Τσακαλώτος, τόμ.1, ό.π., σσ. 715-716. 539 Λάζου, «Η συγκρότηση και η δράση της Εθνοφυλακής. Νοέμβριος 1944-Σεπτέμβριος 1945: Η περίπτωση της Λαμίας», ό.π., σ.73.
186
1939 των επαρχιών Φθιώτιδος και Δομοκού. Το Τάγμα Λαρίσης από τους εφέδρους της κλάσεως του 1939 των επαρχιών Λαρίσης, Τυρνάβου, Αγυιάς και Ελασσόνας. Το Τάγμα Βόλου από τους εφέδρους των κλάσεων 1939-1940 των επαρχιών Βόλου, Αλμυρού και της κλάσεως του 1939 των επαρχιών Ιστιαίας, Σκοπέλου και Φαρσάλων. Το Τάγμα Καρδίτσας από τους εφέδρους της κλάσεως του 1939 της επαρχίας Καρδίτσας. Το Τάγμα Θεσσαλονίκης από τους εφέδρους των κλάσεων 1939-1940 των επαρχιών Θεσσαλονίκης, Αριδαίας και Χαλκιδικής. Το Τάγμα Βεροίας από τους εφέδρους των κλάσεων 1939-1940 των επαρχιών Ημαθίας και Πιερίας. Το Τάγμα Εδέσσης από τους εφέδρους των κλάσεων 1939-1940 των επαρχιών Εδέσσης και Γιαννιτσών. Το Τάγμα Αρδαίας από τους εφέδρους των κλάσεων 1939-1940 της επαρχίας Αλμωπίας. Το Τάγμα Κιλκίς από τους εφέδρους των κλάσεων 1939-1940 των επαρχιών Κιλκίς και Παιωνίας.540 Στο
Τάγμα
Μεσολογγίου
κατατάχθηκαν
οι
έφεδροι
των
επαρχιών
Μεσολογγίου, των τέως δήμων Απεραντίων, Παραναμυλίων και Αραπυνθίων, οι έφεδροι της επαρχίας Ευρυτανίας και των τέως δήμων Αστακού και Οινιάδος της επαρχίας Βονίτσης Ξηρομέρου. Στο Τάγμα Αγρινίου κατατάχθηκαν οι έφεδροι των επαρχιών Τριχωνίδας, Βάλτου και των τέως δήμων Ανακτορίου, Εχίνου και Σουλίου της επαρχίας Βονίτσης Ξηρομέρου. Στο Τάγμα Αργοστολίου κατατάχθηκαν οι έφεδροι του Νομού Ζακύνθου.541 Η κατάταξη στην Εθνοφυλακή συνεχίστηκε με την κατάταξη στο Κέντρο Εκπαίδευσης στο Χαϊδάρι των εφέδρων των επαρχιών Μεγαρίδος, Τροιζηνίας και Κυθήρων των κλάσεων του 1939 -1940, των εφέδρων των επαρχιών Λειβαδιάς και Θηβών της κλάσεως του 1940 και των εφέδρων της κλάσεως του 1939 του Νομού Κυκλάδων. Στις εγκαταστάσεις του 110ου Τάγματος Εθνοφυλακής στην Καλαμάτα παρουσιάστηκαν οι έφεδροι των επαρχιών Μεσσηνίας και Καλαμών της κλάσεως του 1940. Στο Κέντρο Εκπαίδευσης Χαλκίδος παρουσιάστηκαν οι έφεδροι των επαρχιών Χαλκίδος και Καρυστίων των κλάσεων 1939-1940. Στις εγκαταστάσεις του 120ου Τάγματος Εθνοφυλακής Λαμίας παρουσιάστηκαν οι έφεδροι των επαρχιών Δομοκού, Φθιώτιδας και Λοκρίδος της κλάσεως του 1940. Στις εγκαταστάσεις του 106 ου Τάγματος Εθνοφυλακής παρουσιάστηκαν οι έφεδροι των επαρχιών Δωρίδος και Παρνασσίδος της κλάσεως του 1940. Στο Κέντρο Εκπαιδεύσεως Κορίνθου παρουσιάστηκαν οι έφεδροι των επαρχιών Ναυπλίας, Άργους, Κορινθίας, Σπετσών 540 541
Καθημερινή, 28η Φεβρουαρίου 1945, «Κλήσις Εφέδρων εις άπασα την Επικράτεια», σ. 4. Καθημερινή, 18η Μαρτίου 1945, « Πρόσκλησις Εφέδρων κλάσεων 1938-1940», σ.3.
187
και Ερμιονίδος των κλάσεων 1939-1940 και οι έφεδροι των επαρχιών Αιγιαλείας και Καλαβρύτων της κλάσεως 1940. Στις εγκαταστάσεις του 120ου Τάγματος Εθνοφυλακής παρουσιάστηκαν οι έφεδροι των επαρχιών Κυνουρίας και Μαντινείας των κλάσεων του 1939 και 1940.542 Η κλήση για την κατάταξη των εφέδρων στα τάγματα της Εθνοφυλακής της Κρήτης έγινε τελευταία, λόγω των ειδικών συνθηκών που επικρατούσαν στο νησί από την παρουσία κατοχικών γερμανικών δυνάμεων σε στρατηγικά σημεία. Οι έφεδροι στην Κρήτη κλήθηκαν προς κατάταξη την 3η Μαΐου με ορισθείσα ημερομηνία ολοκλήρωσης της κατάταξης την 22α-24η Μαΐου. Οι έφεδροι της Κρήτης κλήθηκαν να προσέλθουν προς κατάταξη στο 33ο Τάγμα Σκαπανέων Ηρακλείου και στις πλησιέστερες έδρες κάποιου τάγματος Εθνοφυλακής. Στην Κρήτη κλήθηκαν προς κατάταξη οι έφεδροι αξιωματικοί και οπλίτες της κλάσης του 1940 των ειδικοτήτων (σκαπανέα, γεφυροποιού, σιδηροδρομικού) των νομών Ηρακλείου, Χανίων, Ρεθύμνης και Λασιθίου.543 Η διαταγή του Σπαή συμπληρώθηκε με την ερμηνευτική δήλωση πως όταν επαναφερόταν η κρατική κυριαρχία στο σύνολο της Επικράτειας, θα καλούνταν προς κατάταξη οι έφεδροι παλαιότερων κλάσεων ολόκληρης της χώρα με έμφαση κυρίως στους ανήκοντες στις κλάσεις 1940β, 1941 και αργότερα στους ανήκοντες στις κλάσεις 1942-1944, οι οποίοι λόγω της Κατοχής δεν είχαν υπηρετήσει τη στρατιωτική τους θητεία.544 Στις αρχές Μαΐου 1945 ξεκίνησε από ειδικά συμβούλια η διαδικασία της αξιολόγησης των ανηκόντων στις κλάσεις των ετών 1941-1945, οι οποίοι δεν είχαν στρατευθεί, δεν είχαν λάβει καμία στρατιωτική εκπαίδευση λόγω του πολέμου και της Κατοχής και οι περισσότεροι από τους οποίους δεν είχαν περάσει ούτε τη διαδικασία του περιοδεύοντος ή τη διαδικασία της ιατρικής αξιολόγησης για τη διαπίστωση της σωματικής ικανότητας για υπηρεσία στις Ένοπλες Δυνάμεις. Η αξιολογική διαδικασία ξεκίνησε από τους ανήκοντες στις κλάσεις των ετών 19411945 της Αττικοβοιωτίας και αργότερα επεκτάθηκε στην υπόλοιπη χώρα και στους ανήκοντες των παλαιότερων κλάσεων, για τους οποίους είχε λήξει η αναβολή προσέλευσης για στράτευση, λόγω σπουδών ή προβλημάτων υγείας. Τα ειδικά συμβούλια στο πλαίσιο της αποστολής τους διενήργησαν ιατρικές εξετάσεις στους 542
Καθημερινή, 29η Μαρτίου 1945, «Πρόσκλησις Εφέδρων των κλάσεων 1939-1940», σ. 4. Καθημερινή, 4η Μαΐου 1945, «Πρόσκλησις Εφέδρων της Κρήτης», σ. 2. 544 Καθημερινή, 28η Φεβρουαρίου 1945, «Κλήσις Εφέδρων εις άπασα την Επικράτεια», σ. 4. 543
188
υποψήφιους
προς
κατάταξη
και
προχώρησαν
στην
εγγραφή
τους
στους
στρατιωτικούς καταλόγους.545 Παράλληλα με τη γενική κλήση προς κατάταξη των ανηκόντων στις κλάσεις των ετών 1941-1945, πραγματοποιήθηκε και μερική κλήση εφέδρων που ανήκαν σε κρίσιμες ειδικότητες για τη λειτουργία σημαντικών υπηρεσιών της Εθνοφυλακής, όπως ήταν οι μηχανικοί αυτοκινήτων, οι εφαρμοστές αυτοκινήτων, οι εφαρμοστές εν γένει, οι οπλοδιορθωτές, οι ραδιοτεχνίτες και οι ηλεκτροτεχνίτες τηλεφώνων. Οι στρατολογικές υπηρεσίες ενέταξαν στις ανωτέρω ειδικότητες τους εφέδρους που είχαν λάβει αντίστοιχες ειδικότητες στη διάρκεια της θητείας τους αλλά και όσους ασκούσαν ως πολίτες αντίστοιχα με τις ειδικότητες επαγγέλματα.546 Παρά τις κλήσεις των εφέδρων, η Εθνοφυλακή συνέχισε να έχει σημαντικές ελλείψεις σε αξιωματικούς και σε οπλίτες, καθώς λόγω του πολέμου και της Κατοχής η απόδοση σε άνδρες των κληθεισών κλάσεων ήταν μικρότερη της αναμενόμενης και οι ανάγκες που είχε η Εθνοφυλακή σε αξιωματικούς και οπλίτες ήταν ιδιαίτερα μεγάλες, καθώς έπρεπε να επανδρωθούν τάγματα σε ολόκληρη την Επικράτεια. Αρνητικά στην κάλυψη των αναγκών της Εθνοφυλακής επέδρασε η παράλληλη σταδιακή κλήση προπαιδευομένων για τον υπό συγκρότηση τακτικό Στρατό και η επάνδρωση της Χωροφυλακής με άνδρες που αφαιρούνταν από την Εθνοφυλακή. Ενδεικτικά, στην 8η Ταξιαρχία Εθνοφυλακής, η οποία αποτελούνταν από το ΙΙ Μηχανοκίνητο Τάγμα Χωροφυλακής και το 164ο και 169ο Τάγμα Εθνοφυλακής, έλειπαν τετρακόσιοι πενήντα τρεις οπλίτες και τέσσερις αξιωματικοί με αποτέλεσμα κανένα από τα τρία τάγματα της 8ης Ταξιαρχίας Εθνοφυλακής να μην έχει την προβλεπόμενη τακτική σύνθεση των πεντακοσίων ανδρών. Οι ελλείψεις των ταγμάτων Εθνοφυλακής σε προσωπικό μείωναν τη δυνατότητά τους να επιβάλουν τη δημόσια
τάξη
και
να
πραγματοποιήσουν
τις
αναγκαίες
εκκαθαριστικές
επιχειρήσεις.547 Η δράση της Εθνοφυλακής ως αστυνομικού σώματος επιβαλλόταν να είναι αξιόπιστη για την πολιτική εξουσία, ώστε να μπορεί να ασκηθεί επιτυχώς ο διοικητικός έλεγχος της Χώρας και ιδιαίτερα της υπαίθρου, στην οποία η ισχύς του Ε.Α.Μ. ήταν ακόμα σημαντική. Η κυβέρνηση απέδωσε μεγάλη σημασία στην 545
Καθημερινή, 2α Μαΐου 1945, «Καλούνται οι κλάσεις 1941-1945», σ. 4. Καθημερινή, 28η Φεβρουαρίου 1945, «Κλήσις Εφέδρων Ειδικοτήτων προς κατάταξη», σ. 2 και 18 η Μαρτίου 1945, «Πρόσκλησις Εφέδρων Κλάσεων 1938-1940», σ. 3 και 29η Μαρτίου 1945, «Πρόσκλησις Εφέδρων των κλάσεων 1939-1940», σ. 4. 547 Αρχείο Θ. Πεντζόπουλου, Διοίκηση 8ης Ταξιαρχίας, Τμήμα Προσωπικού προς Γ.Ε.Σ. Διεύθυνση προσωπικού, Τρίπολη, 3η Μαρτίου 1945. 546
189
επιλογή του προσωπικού που θα επάνδρωνε την Εθνοφυλακή, ώστε να μην επαναληφθεί το φαινόμενο της ταχείας διάλυσης των ταγμάτων της Εθνοφυλακής, όπως έγινε κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών. Οι στρατιωτικές αρχές κατέβαλλαν τις μέγιστες προσπάθειες ώστε να αποφευχθεί, με την προβολή κάθε δυνατής δικαιολογίας και πρόφασης, η στρατολόγηση εφέδρων για τους οποίους υπήρξε έστω και η υποψία αριστερών φρονημάτων.548 Στην περίπτωση των ταγμάτων Εθνοφυλακής που επανδρώθηκαν με εφέδρους από την Αθήνα, η στρατολογία πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με τη Χωροφυλακή, που γνώριζε την τοπική κοινωνία και έτσι εξαιρέθηκαν όσοι είχαν μετάσχει σε κάθε είδους αριστερή οργάνωση. Όσοι έφεδροι αριστερών φρονημάτων κατόρθωσαν να καταταγούν στην Εθνοφυλακή, ανακαλύφθηκαν εκ των υστέρων και απολύθηκαν από τις τάξεις της Εθνοφυλακής με την προβολή διάφορων δικαιολογιών, όπως ότι ήταν υπεράριθμοι ή ότι είχαν προσβεβλημένη υγεία, που τους καθιστούσε ακατάλληλους για στράτευση. Ο αποκλεισμός των αριστερών φρονημάτων εφέδρων δεν υπήρξε απόλυτα επιτυχής, με αποτέλεσμα αρκετοί αριστεροί τελικά να στρατολογηθούν ιδίως στα τάγματα των Ανώτατων Στρατιωτικών Διοικήσεων της Θεσσαλίας, της Δυτικής Μακεδονίας, της Κεντρικής Μακεδονίας και της Ηπείρου. Οι έφεδροι αριστερών φρονημάτων λίγο μετά την κατάταξή τους συγκρότησαν στις μονάδες τους, ιδίως στις ανωτέρω Στρατιωτικές Διοικήσεις, παράνομες κομμουνιστικές οργανώσεις. Οι κυβερνητικές
αρχές
γνωρίζοντας
την
ύπαρξη
παράνομων
κομμουνιστικών
οργανώσεων εντός των στρατιωτικών μονάδων, θεωρούσαν πως αυτές ανέμεναν εντολές για να καταλάβουν την εξουσία. Οι κομμουνιστές μετεμφυλιακά ισχυρίστηκαν πως εξαιτίας της απήχησης του Ε.Α.Μ., το 80% των καταταχθέντων στα τάγματα Εθνοφυλακής ήταν κομμουνιστές ή εαμίτες και πως οι δυνάμεις της Εθνοφυλακής ήταν ασήμαντος αντίπαλος στην περίπτωση μίας νέας πολεμικής σύγκρουσης, λόγω της αυξημένης διείσδυσης κομμουνιστών εφέδρων στις τάξεις της.549 Στα τάγματα Εθνοφυλακής της Αθήνας τα φαινόμενα δημιουργίας παράνομων κομμουνιστικών
οργανώσεων
ήταν
πολύ
σπάνια,
καθώς
οι
περισσότεροι
στρατολογηθέντες έφεδροι είχαν επιλεγεί ή καταταγεί εθελοντικά κατά τη διάρκεια
548 549
Clogg, ό.π., σσ. 192 και 195. Βλαντάς, ό.π., σ. 103.
190
των Δεκεμβριανών και ήταν από τους πλέον αντικομμουνιστές και πιστούς στην κυβερνητική εξουσία.550 Τα φαινόμενα αποκλεισμού των αριστερών από την Εθνοφυλακή για μεγάλο διάστημα μετά τα Δεκεμβριανά ήταν αποτέλεσμα μονομερών πρωτοβουλιών χαμηλόβαθμων στελεχών του Στρατού και όχι αποτέλεσμα κάποιας κεντρικής σχεδιασμένης πολιτικής. Αντιθέτως μάλιστα το Γ.Ε.Σ. σε όλους τους τόνους είχε ορίσει πως δεν ήταν αρμοδιότητα του Στρατού και των υφισταμένων στο Γ.Ε.Σ. μονάδων και υπηρεσιών να προβαίνουν στον αποκλεισμό και τη μη ένταξη και απορρόφηση των «αναρχικών στοιχείων», όπως συνηθιζόταν να αποκαλούνται οι αριστεροί, στην Εθνοφυλακή.551 Οι μεταβαρκιζικές κυβερνήσεις, σύμφωνα με τον βρετανό πρέσβη στην Αθήνα, διαχειρίστηκαν τη στράτευση των αριστερών κατά τρόπο ανεπιτυχή. Η κυβερνητική πολιτική για την ένταξη των αριστερών στον Στρατό προέβλεπε πως η κατάταξη των αριστερών θα πραγματοποιούνταν μετά τη διαμόρφωση ενός σταθερού πυρήνα εθνικοφρόνων στο στράτευμα. Θεωρούσαν πως με αυτόν τον τρόπο θα επιτυγχάνονταν η αφομοίωση και η απορρόφηση των αριστερών φρονημάτων εφέδρων από τους μη κομμουνιστές συναδέλφους τους και θα επιτυγχανόταν η μετατροπή τους σε μετριοπαθείς πολίτες μέχρι τη λήξη της θητείας τους.552 Η προσπάθεια της Κυβέρνησης να ελέγξει τη διαδικασία συγκρότησης και επάνδρωσης του Στρατού απέτυχε παταγωδώς καθώς παρερμηνεύτηκαν οι προθέσεις της. Το Κ.Κ.Ε. ερμήνευσε την κυβερνητική πολιτική στη συγκρότηση του Στρατού ως προάγγελο αποκλεισμού και διώξεων κατά της Αριστεράς και το αξιοποίησε προπαγανδιστικά για να εκθέσει και να δυσφημίσει την Κυβέρνηση. Στις αρχές του 1945, αν και δεν είχαν θεσμοθετηθεί κεντρικά μέτρα πλήρους αποκλεισμού των αριστερών από το στράτευμα, βρισκόταν σε εξέλιξη αυξημένη παρακολούθηση των δραστηριοτήτων τους, καθώς υπήρχε έντονη ανησυχία για τη διείσδυση των κομμουνιστών στο στράτευμα. Οι κυβερνητικές αρχές λάμβαναν συχνές αναφορές για την ύπαρξη οργανωμένου σχεδίου διάβρωσης και διείσδυσης του Στρατού και της Εθνοφυλακής από τις τοπικές αχτίδες553 του Κ.Κ.Ε. Στις 550
Λάζου, «Η συγκρότηση και η δράση της Εθνοφυλακής. Νοέμβριος 1944-Σεπτέμβριος 1945: Η περίπτωση της Λαμίας», ό.π., σσ. 74-76. 551 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ., Διεύθυνσις Οργανώσεως, Τμήμα Α΄, Γραφείο Ι΄, Αριθμό Α.Α.Π. 3320, Αθήνα, 26 η Νοεμβρίου 1945. 552 Richter, ό.π., σ. 189. 553 Ορισμός, που προέρχεται από το κομματικό λεξιλόγιο του Κ.Κ.Ε. και αναφέρεται στην τοπική επιτροπή ή οργάνωση του κόμματος σε επίπεδο χωριού ή συνοικίας.
191
κυβερνητικές αναφορές γινόταν λόγος για την ύπαρξη δελτίων αναγνώρισης, που οι κομμουνιστές στρατεύσιμοι χρησιμοποιούσαν μεταξύ τους και τα οποία τα είχαν αποκτήσει από τις τοπικές οργανώσεις του Κ.Κ.Ε. για να επιτυγχάνουν τη μεταξύ τους σύνδεση και τη σύνδεσή τους με την Κεντρική Επιτροπή του Κ.Κ.Ε. ώστε να μην υπάρχει πρόβλημα μεταξύ τους ταυτοποίησης αλλά και να μην τίθεται σε κίνδυνο η αναγκαία μυστικότητα του οιουδήποτε διαβρωτικού και ανατρεπτικού σχεδίου. Οι κυβερνητικές αναφορές παρουσίαζαν τους κομμουνιστές Εθνοφύλακες, μέσα από τις συζητήσεις με τους συναδέλφους τους, να δημιουργούν την εικόνα ενός ισχυρού Ε.Α.Μ. και να καταρρακώνουν το ηθικό και τη μαχητικότητα των εθνικοφρόνων Εθνοφυλάκων με αποτέλεσμα τη διάρρηξη της συνοχής και της πειθαρχίας του Σώματος.554 Οι υπηρεσιακές αναφορές του Γ.Ε.Σ. παρουσίαζαν τον μηχανισμό του Κ.Κ.Ε. στο στράτευμα να λειτουργεί με βάση το «τριαδικό» σύστημα με έναν υπεύθυνο σε κάθε λόχο. Το Γ.Ε.Σ. είχε καταλήξει στο συμπέρασμα πως το Κ.Κ.Ε. απέδιδε μεγάλη σημασία στη δράση των παράνομων οργανώσεών του στο στράτευμα λόγω μέγιστης μυστικότητας των δραστηριοτήτων τους και στην ύπαρξη ενός πολύ μικρού πυρήνα ατόμων που πληροφορούνταν τις δραστηριότητες τους. Στις υπηρεσιακές αναφορές του Γ.Ε.Σ. η Κομμουνιστική Οργάνωση Στρατού και Σωμάτων Ασφαλείας, διάδοχη κομματική οργάνωση της Σ.Κ.Ο. (Στρατιωτική Κομμουνιστική Οργάνωση), παρουσιαζόταν να καθοδηγείται από την Αθήνα απευθείας από την Κεντρική Επιτροπή του Κ.Κ.Ε. με υπεύθυνο καθοδηγητή τον Χρ. Λαγανά. Με βάση τις αναφορές του Γ.Ε.Σ., η Κ.Ο.Α (Κομμουνιστική Οργάνωση Αθήνας) και το Ε.ΑΜ απαγορευόταν να αναμειχθούν στην καθοδήγηση της Κομμουνιστικής Οργάνωσης Στρατού και Σωμάτων Ασφαλείας.555 Η στρατιωτική ηγεσία ήταν ιδιαίτερα προβληματισμένη από τη συνέχιση της δράσης των ενόπλων κομμουνιστικών ομάδων και από την πτώση του ηθικού που παρουσιαζόταν περιοδικά στις μονάδες της Εθνοφυλακής λόγω των δυσχερειών της αποστολής της και των ελλείψεων σε βασικό υλικό, όπως τα κλινοσκεπάσματα, τα είδη υπόδησης και οι λινοστολές.556 Επιβαρυντικά γεγονότα για το ηθικό και τη μαχητικότητα των μονάδων της Εθνοφυλακής, όπως μαρτυρεί το «Δελτίον επί του ηθικού του Στρατού μηνός Ιουλίου 554
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π, σσ. 585. Στο ίδιο, σ. 511. 556 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.2, ό.π., σσ. 144-145. 555
192
1945» της Διεύθυνσις Πληροφοριών του Γ.Ε.Σ, ήταν η μη απόλυση των εφέδρων των παλαιότερων κλάσεων του 1934-1937, η απουσία ειδικής προστασίας των στρατιωτικών από το ενοικιοστάσιο, η μη χορήγηση δελτίων απορίας στις οικογένειες των
αποδεδειγμένα
άπορων
οπλιτών,
η
μη
προσαρμογή
των
εφεδρικών
αποζημιώσεων στις αυξήσεις του τιμάριθμου, η μη χορήγηση αδειών σε ικανοποιητική κλίμακα λόγω της ανεπαρκούς δύναμης της Εθνοφυλακής μετά τη μείωση της δύναμής της εξαιτίας της μετάταξης στη Χωροφυλακή των οπλιτών της κλάσης του 1938 και τέλος, ο σημαντικός αριθμός κομμουνιστών που υπηρετούσαν στις μονάδες Εθνοφυλακής.557 Η στρατιωτική ηγεσία, ανήσυχη για την πορεία του ηθικού των εφέδρων των παλαιών κλάσεων, επένδυσε πάρα πολλά στην ανακούφιση που θα επιτυγχανόταν από την ανάληψη των καθηκόντων ασφαλείας αποκλειστικά από τη Χωροφυλακή. Η στρατιωτική ηγεσία, στο πλαίσιο της γενικότερης προσπάθειας βελτίωσης των συνθηκών διαβίωσης των στρατευσίμων, εισηγήθηκε την ταχεία απόλυση των εφέδρων των παλαιών κλάσεων και την ανάπτυξη πολιτικών μέριμνας για τα εξωυπηρεσιακά ζητήματα της ζωής των Εθνοφυλάκων. Πίεζε, επίσης, την Κυβέρνηση να νομοθετήσει την αναστολή έως τρεις μήνες μετά την απόλυση των στρατευσίμων των εξώσεων που είχαν αποφασιστεί από τα δικαστήρια και να λάβει μέτρα προστασίας των στρατευσίμων μετά την απόλυσή τους με βάση τα πρότυπα των υπόλοιπων συμμαχικών κρατών. Η στρατιωτική ηγεσία ακόμη πρότεινε τη συνέχιση της μισθοδοσίας των οπλιτών όταν βρίσκονταν σε άδεια και οι κρατήσεις που γίνονταν στον μισθό τους να διατίθενται για τη βελτίωση του παρεχόμενου σε αυτούς συσσιτίου. Ειδικότερα δε για τους οπλίτες των παλαιότερων κλάσεων, όπως εκείνους της κλάσης του 1937, οι οποίοι δεν είχαν απολυθεί λόγω της ειδικότητάς τους, προτάθηκε η χορήγηση ικανοποιητικού επιδόματος με βάση την εκδοθείσα διαταγή υπ’ αριθμό 715/1945 Ε.Δ.Υ.Σ. Η στρατιωτική ηγεσία στράφηκε, επίσης, προς το Υπουργείο Εσωτερικών θέτοντας υπόψη του μία δέσμη μέτρων που θα δρούσαν ευεργετικά στο ηθικό των ανδρών της Εθνοφυλακής και στη μαχητικότητά της, όπως η εγκατάσταση ισχυρών τμημάτων της Χωροφυλακής στις ορεινές περιοχές, η συστηματική διάλυση όλων των πολιτικοστρατιωτικών οργανώσεων και η χρήση του δικαιώματος της
557
Στο ίδιο, σ. 196.
193
επικήρυξης που διέθετε η Χωροφυλακή βάσει του Α.Ν. 453/1945 και η οποία είχε παραμείνει εν αχρησία μέχρι εκείνη τη στιγμή.558 Η στρατιωτική ηγεσία επαγρυπνούσε και για την αντιμετώπιση των επιμελητειακών ελλείψεων ώστε να μη γίνει εκμετάλλευσή τους από την κομμουνιστική
προπαγάνδα.
Έτσι,
στο
πλαίσιο
της
αντιμετώπισης
της
κομμουνιστικής προπαγάνδας στην Εθνοφυλακή και στον Στρατό πρότεινε στα αρμόδια πολεμικά Υπουργεία μία ευρεία δέσμη μέτρων. Καταρχήν προτάθηκε η επιτάχυνση των ρυθμών επιστράτευσης και προώθησης του Στρατού σε ολόκληρη την Επικράτεια και η μεταφορά των μονάδων της Εθνοφυλακής από τον τόπο καταγωγής των ανδρών τους, ώστε οι κομμουνιστές εθνοφύλακες να χάσουν την επαφή με τους ομοϊδεάτες τους που βρίσκονταν εκτός Εθνοφυλακής και να πάψουν να επηρεάζονται από τους τοπικούς κομμουνιστικούς παράγοντες. Προτάθηκε, επίσης, να βελτιωθεί η διατροφή των στρατευσίμων, να συμπληρωθεί ο ιματισμός και η υπόδηση των ταγμάτων, να ρυθμιστεί το ζήτημα του εφεδρικού επιδόματος ώστε να καθίστατο ευκολότερη η είσπραξή του και να υπάρξει διαρκής μέριμνα για την ψυχαγωγία των στρατευσίμων.559 Οι ανησυχίες της στρατιωτικής ηγεσίας για το επίπεδο του ηθικού στις μονάδες
των
Ενόπλων
Δυνάμεων
δεν
ήταν
αποτέλεσμα
θεωρητικών
προβληματισμών, αλλά αποτέλεσμα των φαινομένων διασάλευσης της πειθαρχίας και της συνοχής που είχαν εμφανιστεί σε μεμονωμένες μονάδες της Εθνοφυλακής, όπως στην περίπτωση της διλοχίας της Εθνοφυλακής στη Σάμο, στην οποία παρατηρήθηκαν φαινόμενα κατάρρευσης της πειθαρχίας και της συνοχής της μονάδας λόγω ζητημάτων οικονομικής φύσεως. Η εμφάνιση διαλυτικών φαινομένων στη διλοχία της Εθνοφυλακής της Σάμου που δρούσε στην περιοχή προέλευσης των ανδρών, της στην οποία τα φαινόμενα ένοπλης βίας ήταν ανύπαρκτα, έκανε τη στρατιωτική ηγεσία να ανησυχεί, τι θα συνέβαινε σε μονάδες οι οποίες δρούσαν υπό λιγότερο ευνοϊκές συνθήκες560. Η σημαντική αύξηση των ανδρών της Εθνοφυλακής, σε συνάρτηση με τις έντονες πληθωριστικές τάσεις, εξαιτίας και της αδυναμίας του εθνικού νομίσματος, υποχρέωσαν την Κυβέρνηση να αναπροσαρμόσει, με αναδρομική ισχύ και με βάση τη νέα δραχμή που τέθηκε σε κυκλοφορία, τις μισθολογικές απολαβές των έφεδρων 558
Ι.Α.Υ.Ε., Ά Πολιτική, 35.10, 1945, Χ.Μ. Γ.Ε.Σ., Διεύθυνσις Πληροφοριών, Τμήμα Δ2,Αριθμός Πρωτοκόλλου Α.Π 85671, Αθήνα, 16η Σεπτεμβρίου 1945. 559 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.1, ό.π, σ. 519. 560 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.2, ό.π, σ. 99.
194
οπλιτών. Ο ημερήσιος μισθός των έφεδρων οπλιτών ανά βαθμό
ορίστηκε
αναδρομικά από 1ης Φεβρουαρίου 1945, άνευ των κρατήσεων υπέρ των Ασφαλιστικών Ταμείων του Στρατού, ως ακολούθως: -
επιλοχίας 60 δραχμές
-
λοχίας 50 δραχμές
-
δεκανέας 40 δραχμές
-
υποδεκανέας 35 δραχμές
-
οπλίτης 30 δραχμές561 Το μισθολογικό ζήτημα επανήλθε στο προσκήνιο τον Ιούλιο του 1945,
αυτή το φορά για τη Χωροφυλακή, εξαιτίας της νέας ραγδαίας απώλειας της αξίας της δραχμής. Οι μηνιαίες μισθολογικές απολαβές ανά βαθμό που ορίστηκαν από την Κυβέρνηση για τη Χωροφυλακή ήταν οι ακόλουθες: -
χωροφύλακας: εννέα χιλιάδες (9.000) δραχμές
-
υπενωμοτάρχης: δέκα χιλιάδες (10.000) δραχμές
-
ενωμοτάρχης: έντεκα χιλιάδες (11.000) δραχμές
Τα μηνιαία επιδόματα στολής ανά βαθμό που ορίστηκαν από την Κυβέρνηση ήταν τα ακόλουθα: -
χωροφύλακας: χίλιες (1.000) δραχμές
-
υπενωμοτάρχης: χίλιες (1.000) δραχμές
-
ενωμοτάρχης: χίλιες πεντακόσιες (1.500) δραχμές
Την ίδια περίοδο η κυβέρνηση αναπροσάρμοσε το ποσοστιαίο επί του μισθού μηνιαίο επίδομα που χορηγούνταν στους αξιωματικούς και υπαξιωματικούς της Χωροφυλακής, του Στρατού και της Εθνοφυλακής ως εξής: -
Στο 5% επί του μισθού για τα δέκα χρόνια υπηρεσίας
-
Στο 10% επί του μισθού για τα δεκαπέντε χρόνια υπηρεσίας
-
Στο 15% επί του μισθού για τα είκοσι χρόνια υπηρεσίας
-
Στο 20% επί του μισθού για τα είκοσι πέντε χρόνια υπηρεσίας
Χορηγήθηκε επίσης επίδομα οικογενειακών βαρών, που αντιστοιχούσε στο 10% του βασικού μισθού για το πρώτο παιδί και από 5% επιπλέον για κάθε παιδί που γεννιόταν. Ειδικά στους χωροφύλακες που υπηρετούσαν στην Μακεδονία, τη Θράκη και την Ήπειρο χορηγήθηκε πρόσθετο επίδομα 15% επί του βασικού μισθού και σε
561
Υ.Σ.Α., Ημερήσια Διαταγή Διοικήσεως, 25η Φεβρουαρίου 1945.
195
αυτούς που υπηρετούσαν μακριά από τις οικογένειές τους το επίδομα έφτασε στο 20% του βασικού μισθού.562 Στο πλαίσιο της κοινωνικής μέριμνας για τους Εθνοφύλακες και τις οικογένειές τους η Κυβέρνηση προχώρησε στη χορήγηση δωρεάν τροφίμων στις οικογένειές τους, αποφάσισε τη δωρεάν μετακίνηση των Εθνοφυλάκων με τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς και τη δωρεάν είσοδό τους σε όλα τα δημόσια θεάματα (κινηματογράφο, θέατρα). Επιπλέον, η Κυβέρνηση προχώρησε στη μείωση της φορολογίας των επιστρατευθέντων Εθνοφυλάκων, αναγνωρίζοντάς τους πρόσθετες φοροαπαλλαγές.563 Οι κυβερνητικές οικονομικές παροχές προς τα Σώματα Ασφαλείας και τις Ένοπλες Δυνάμεις προκάλεσαν την αντίδραση των Βρετανών, οι οποίοι διαφωνούσαν. Το δυσβάσταχτο οικονομικό βάρος της μισθοδοσίας και της συντήρησης των Σωμάτων Ασφαλείας και των Ενόπλων Δυνάμεων οδήγησε τον Υπουργό Οικονομικών και Ανεφοδιασμού της Κυβέρνησης, Πλαστήρα να ζητήσει από τους Συμμάχους να καλύψουν τα έξοδα των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Η οικονομική βοήθεια που ζητήθηκε ορίστηκε πως δεν θα ξεπερνούσε τα 2/3 της χρηματικής βοήθειας που λάμβαναν οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις από τους Βρετανούς στη Μέση Ανατολή. Η βρετανική πλευρά όμως δεν ήταν διατεθειμένη να προσθέσει και το κόστος μισθοδοσίας στις ήδη υφιστάμενες δεσμεύσεις της για την κάλυψη του κόστους εξοπλισμού και εφοδιασμού των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων και Σωμάτων Ασφαλείας.564 Ο Eden σε σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε την 15η Φεβρουαρίου, απαίτησε από την ελληνική κυβέρνηση να προβεί στη λήψη αποτελεσματικών μέτρων εξυγίανσης της ελληνικής οικονομίας. Ενδεικτικά πρότεινε τη μείωση κατά 75% του κόστους μισθοδοσίας του Στρατού και την αντίστοιχη μείωση του κόστους του ελληνικού προϋπολογισμού για τις συνταξιοδοτήσεις των υπεράριθμων ηλικιωμένων στρατιωτικών.565 Παρά τις παροχές που χορηγήθηκαν στους άνδρες της Εθνοφυλακής για την επίλυση των οικονομικών, κοινωνικών και υπηρεσιακών ζητημάτων τους, συνέχισαν να υποβάλλονται διαρκώς νέα αιτήματα και να διατυπώνονται ελλείψεις, με κύριο αποδέκτη την ηγεσία του Υπουργείου Στρατιωτικών. Η πολιτική ηγεσία του 562
Καθημερινή, 31η Ιουλίου 1945, «Οι μισθοί Αξιωματικών και Υπαξιωματικών», σ. 3. Καθημερινή, 22α Φεβρουαρίου 1945, «Μέτρα για τις οικογένειες των Εφέδρων», σ. 3. 564 Ι.Α.Υ.Ε, Κεντρική Υπηρεσία, 14.9, 1944, Γραφείο Συνδέσμου, Α.ΒΕΣΜΑ., «Σύμφωνον μεταξύ της Βασιλικής Ελληνικής Κυβερνήσεως και της Κυβερνήσεως του Ηνωμένου Βασιλείου σχετικώς με την οργάνωσιν και την χρησιμοποίησιν των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων», Κάϊρο, 1η Ιανουαρίου 1944. 565 Richter, ό.π., σσ. 108-109. 563
196
Υπουργείου Στρατιωτικών, επιθυμώντας να καθησυχάσει τους οπλίτες, τους υπαξιωματικούς και τους αξιωματικούς των Ενόπλων Δυνάμεων, εξέδωσε διαταγή την 15η Μαΐου, την οποία υπέγραφε ο υφυπουργός Στρατιωτικών. Η διαταγή ξεκινούσε με την παραδοχή πως οι μονάδες παρουσίαζαν ελλείψεις σε στελέχη και σε οπλίτες, οι οποίες, όπως εξηγούσε, οφείλονταν σε εξωγενείς λόγους. Ειδικότερα, πως οι ελλείψεις σε στελέχη οφείλονταν στις αναπόφευκτες απώλειες που προκλήθηκαν κατά τη διάρκεια του πολέμου, της Κατοχής και του Εμφυλίου Πολέμου566 αλλά και στη μακροχρόνια μη λειτουργία των παραγωγικών σχολών του Στρατού. Διευκρινίστηκε επίσης πως, παρά την κρισιμότητα των συνθηκών, δεν ήταν δυνατή η άμεση αξιοποίηση των στελεχών του Στρατού που παρέμεναν σε εφεδρεία, καθώς ήταν
επιβεβλημένη
η
ατομική
αξιολόγηση
όλων
των
αξιωματικών
και
υπαξιωματικών από τα αρμόδια θεσμοθετημένα Συμβούλια Κρίσεων, αξιολόγηση η οποία δεν θα ολοκληρωνόταν προτού παρέλθει ένας περίπου χρόνος. Ο υφυπουργός Στρατιωτικών στη διαταγή του παρουσίασε ακόμα μία αιτία για τη λειψανδρία στις μονάδες της Εθνοφυλακής. Επρόκειτο για τις αυξημένες ανάγκες σε αξιωματικούς, τους οποίους είχαν οι μονάδες που συγκροτούνταν για να επιφορτιστούν με την εσωτερική ασφάλεια της Χώρας, οι υπό ανασυγκρότηση Στρατιωτικές Σχολές και οι υπό συγκρότηση μονάδες του Στρατού Εκστρατείας. Ο υφυπουργός Στρατιωτικών τελειώνοντας παρείχε τη διαβεβαίωση πως σταδιακά οι ελλείψεις σε αξιωματικούς θα καλύπτονταν καθώς α) σημαντικός αριθμός στελεχών της Εθνοφυλακής θα απαλλασσόταν από αλλότριες προς τα στρατιωτικά καθήκοντα δραστηριότητες μετά την επάνοδο της Χωροφυλακής στα αστυνομικά της καθήκοντα και β) την επάνοδο της Χωροφυλακής στα αστυνομικά της καθήκοντα θα ακολουθούσε η διάλυση ή η συγχώνευση μονάδων της Εθνοφυλακής στη Βόρεια Ελλάδα, με αποτέλεσμα την αξιοποίηση σημαντικού αριθμού αξιωματικών για τη συμπλήρωση των ταγμάτων Προκαλύψεως στα σύνορα.567 Η στρατιωτική ηγεσία, επιδιώκοντας τη μέγιστη δυνατή επάρκεια των δυνάμεων της Εθνοφυλακής στα στρατιωτικά της καθήκοντα, κατέβαλε εκτεταμένες προσπάθειες για την επίτευξη του καλύτερου και πληρέστερου εφοδιασμού των μονάδων της σε πολεμοφόδια και αναλώσιμα. Ορίστηκαν τα κατώτατα επίπεδα πολεμοφοδίων που όφειλαν να διαθέτουν οι μονάδες της ανά λόχο. Ειδικότερα, 566
Πρόκειται για μία από τις ελάχιστες αναφορές υπηρεσιακού εγγράφου του Γ.Ε.Σ., που αναφερόμενο στα Δεκεμβριανά κάνει λόγω περί Εμφυλίου Πολέμου και όχι περί Στάσεως. 567 Υ.Σ.Α., Υπουργείο Στρατιωτικών, Γενικό Επιτελείο Στρατού, Διεύθυνση Προσωπικού, Διαταγή Υφυπουργού Στρατιωτικών Μ. Δράκου, Αριθμού Ε.Π. 933232, 15η Μαΐου 1945.
197
προβλέφθηκε πως θα χορηγούνταν ανά τυφέκιο εκατό φυσίγγια, ανά υποπολυβόλο τριακόσια πενήντα φυσίγγια, ανά οπλοπολυβόλο χίλια φυσίγγια και ανά τροχιοδεικτικό οπλοπολυβόλο διακόσια πενήντα φυσίγγια.568 Ένα από τα μεγαλύτερα ζητήματα που απασχόλησαν την Κυβέρνηση ήταν το ζήτημα των αξιωματικών που θα διοικούσαν τον Νέο Εθνικό Στρατό και τη συνεχώς αυξανόμενη σε μέγεθος Εθνοφυλακή. Η Κυβέρνηση Πλαστήρα στην αρχή της θητείας της είχε προβεί στη συγκρότηση Ειδικών Επιτροπών, των Στρατιωτικών Συμβουλίων, παρέχοντάς τους την αρμοδιότητα να επιλέξουν από τους απόστρατους τους αξιωματικούς που θα επάνδρωναν αρχικά την Εθνοφυλακή και αργότερα το Στρατό. Οι Ειδικές Επιτροπές στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, συνέταξαν, αξιολογώντας τα προσόντα των υποψηφίων, κατάλογο με τους αξιωματικούς που θα επανέρχονταν στην ενεργό δράση. Στον κατάλογο συμπεριελήφθησαν μεταξύ άλλων, διακόσιοι είκοσι οκτώ αξιωματικοί, που είχαν υπηρετήσει στη διάρκεια της Κατοχής στα Τάγματα Ασφαλείας και διακόσιοι είκοσι ένας αξιωματικοί που προήλθαν από τις τάξεις του Ε.Λ.Α.Σ. Η αριθμητική ισορροπία μεταξύ των δύο πλευρών, πρώην ταγματασφαλιτών και πρώην ελασιτών αξιωματικών, ήταν όμως επίπλαστη. Οι αξιωματικοί που προέρχονταν από τον Ε.Λ.Α.Σ. τοποθετήθηκαν σε υποδεέστερες θέσεις και έμειναν πρακτικά ανενεργοί, ενώ οι αξιωματικοί που προέρχονταν από τα Τάγματα Ασφαλείας τοποθετήθηκαν σε διοικήσεις μάχιμων μονάδων.569 Οι αξιωματικοί που κρίθηκαν θετικά για επανένταξη στο Στρατό κατανεμήθηκαν σε δύο κατηγορίες: στους «μόνιμα εν ενεργεία στελέχη» του Πίνακα Α΄ και σε όσους «θα έμεναν εκτός υπηρεσίας και οργανικών θέσεων» του Πίνακα Β΄.570 Οι αξιωματικοί που προέρχονταν από τον Ε.Λ.Α.Σ. τοποθετήθηκαν από τα Στρατιωτικά Συμβούλια κυρίως στον αξιολογικό Πίνακα Β΄. Η τοποθέτηση στον Πίνακα Β΄ σήμαινε πως ο αξιολογούμενος παρέμενε εν ενεργεία αξιωματικός με πλήρεις αποδοχές, χωρίς να τοποθετηθεί όμως σε κάποια οργανική υπηρεσία ή μονάδα και μέχρις ότου να προκύψουν οι από τον Νόμο προϋποθέσεις αποστρατείας του. Οι ελάχιστοι από τους αξιωματικούς που προέρχονταν από τον Ε.Λ.Α.Σ. που εντάχθηκαν στον Πίνακα Α΄, το όφειλαν στο ενδιαφέρον που επέδειξαν οι Βρετανοί για αυτούς.571
568
Υ.Σ.Α., Διαταγή Στρατιωτικής Διοίκησης, 1η Μαρτίου 1945. Gerolymatos, ό.π., σ. 266. 570 Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σ. 85. 571 Σαράφης, Μετά τη Βάρκιζα, ό.π., σ. 23. 569
198
Η αξιολόγηση και προαγωγή των αξιωματικών του Στρατού καθώς και η χάραξη της εθνικής αμυντικής πολιτικής υλοποιούνταν από τα τρία ανώτατα υπηρεσιακά συμβούλια. Το πρώτο τη τάξει υπηρεσιακό συμβούλιο ήταν το Ανώτατο Συμβούλιο Εθνικής Άμυνας (Α.Σ.Ε.Α.), στο οποίο συμμετείχαν ο Πρόεδρος της Κυβέρνησης, ο υπουργός Στρατιωτικών, ο υπουργός Ναυτικών, ο υπουργός Αεροπορίας ή ως αναπληρωτές τους οι αντίστοιχοι υφυπουργοί. Συμμετείχαν επίσης ο υπουργός Εξωτερικών, οι Αρχηγοί των Γενικών Επιτελείων Στρατού, Ναυτικού και Αεροπορίας. Αποστολή του Α.Σ.Ε.Α. ήταν η λήψη αποφάσεων, που αφορούσαν τη χάραξη της άμυνας της χώρας καθώς και η διάρθρωση της ανώτατης στρατιωτικής ηγεσίας της Χώρας. Στις συνεδριάσεις του Α.Σ.Ε.Α. είχαν δικαίωμα συμμετοχής χωρίς δικαίωμα ψήφου και οι αρχηγοί των ξένων στρατιωτικών αποστολών, που είχαν μετακληθεί στην Ελλάδα. Το δεύτερο τη τάξει συμβούλιο ήταν το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο (Α.Σ.Σ.), στο οποίο προήδρευε ο Υπουργός Στρατιωτικών και συμμετείχαν ο Γενικός Επιθεωρητής Στρατού, ο Αρχηγός του Γ.Ε.Σ., ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Στρατιωτικών και ο Ανώτερος Στρατιωτικός Διοικητής Αθηνών. Στις συνεδριάσεις του Α.Σ.Σ. είχαν δικαίωμα συμμετοχής, χωρίς δικαίωμα ψήφου, και οι αρχηγοί των ξένων στρατιωτικών αποστολών, που είχαν μετακληθεί στην Ελλάδα.572 Αποστολή του Α.Σ.Σ. ήταν να αποφασίζει για τη δύναμη, την οργάνωση και τη διάταξη του Στρατού, για την κατανομή των στρατιωτικών πιστώσεων και του στρατιωτικού υλικού, τη στρατιωτική εκπαίδευση, τα σχέδια επιστρατεύσεως και εφοδιασμού και γενικά για όλα τα απαραίτητα μέτρα που έπρεπε να ληφθούν για την άμυνα και την εσωτερική ασφάλεια της χώρας. Τελευταίο τη τάξει μεταξύ των ανώτατων υπηρεσιακών συμβουλίων ήταν το Συμβούλιο Αρχηγών Γενικών Επιτελείων (Σ.Α.Γ.Ε.), το οποίο συγκροτούνταν από τους Αρχηγούς των τριών Γενικών Επιτελείων με προεδρεύοντα τον Αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Στρατού. Στις συνεδριάσεις του Σ.Α.Γ.Ε. είχαν δικαίωμα συμμετοχής, χωρίς δικαίωμα ψήφου, και οι αρχηγοί των ξένων στρατιωτικών αποστολών που είχαν μετακληθεί στην Ελλάδα. Αποστολή του Συμβουλίου ήταν ο
572
Το 1948 η σύνθεση του Συμβουλίου άλλαξε. Σε αυτό προστέθηκαν ως μέλη οι Α΄ και Β΄ Υπαρχηγοί του Γ.Ε.Σ. καθώς και οι Διοικητές των Σωμάτων Στρατού, εφόσον έφεραν τον βαθμό του αντιστράτηγου. Επίσης, έπαψε να συμμετέχει ο Ανώτερος Στρατιωτικός Διοικητής Αθηνών.
199
συντονισμός των ενεργειών και των δράσεων των τριών Γενικών Επιτελείων για την αμυντική θωράκιση της Χώρας.573 Η
αξιολόγηση
των
μονίμων
αξιωματικών
πραγματοποιούνταν
από
Υπηρεσιακά Συμβούλια, που συγκροτούνταν με βάση το βαθμό των κρινόμενων αξιωματικών οι οποίοι έφεραν πάντα βαθμό κατώτερο από τους αξιολογητές τους. Η κρίση και η αξιολόγηση των ανώτατων αξιωματικών, δηλαδή όσων ήταν σε βαθμό ανώτερο του συνταγματάρχη, πραγματοποιούνταν από το Υπουργικό Συμβούλιο. Η κρίση και η αξιολόγηση των αξιωματικών που ήταν στο βαθμό του συνταγματάρχη και του αντισυνταγματάρχη πραγματοποιούνταν από το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο. Το Α΄ Ειδικό Συμβούλιο έκρινε και αξιολογούσε τους αξιωματικούς από το βαθμό του λοχαγού μέχρι και το βαθμό του ταγματάρχη και το Β΄ Ειδικό Συμβούλιο έκρινε και αξιολογούσε τους αξιωματικούς από το βαθμό του ανθυπασπιστή μέχρι και το βαθμό του υπολοχαγού.574 Κατά τη διάρκεια της πρωθυπουργίας του Πλαστήρα, η ηγεσία του Στρατού ήταν μονόπλευρη και βρισκόταν υπό τον έλεγχο της Δεξιάς, με αποτέλεσμα τον σαφή επηρεασμό της σύνθεσης και της λειτουργίας των Συμβουλίων Αξιολόγησης των αξιωματικών όλων των βαθμών. Κατά τη διάρκεια της πρωθυπουργίας Πλαστήρα τα πέντε από τα οκτώ μέλη του Γενικού Επιτελείου και οι δέκα από τους δεκατρείς Στρατιωτικούς Διοικητές προέρχονταν από την ηγεσία του Στρατού της μεταξικής περιόδου. Η μονόπλευρη ιδεολογική σύνθεση του Στρατού στους ανώτατους και ανώτερους βαθμούς συνεχίστηκε και την περίοδο της πρωθυπουργίας Βούλγαρη, όταν από τους πενήντα έξι συνταγματάρχες που ήταν σε ενεργό υπηρεσία μόνο οι επτά ανήκαν στον χώρο των Φιλελευθέρων ή ήταν Αριστεροί Δημοκράτες.575 Ο Πλαστήρας, επιθυμώντας να θέσει τον Στρατό υπό τον έλεγχό του, παραβίασε τη θεσμοθετημένη
διαδικασία
της
επιλογής
και
αξιολόγησης
των
ανωτάτων
αξιωματικών και προχώρησε στην αυθαίρετη ανακοίνωση της τοποθέτησης δεκατεσσάρων κομματικών φίλων του στις υπό συγκρότηση Διοικήσεις των μεγάλων μονάδων του Στρατού.576
573
Ιστορία του Ελληνικού Στρατού 1821-1997, Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, Αθήνα, 1997, σ. 266 και Φώτιος Μεταλληνός, «Η Ελλάδα στο μεταίχμιο ενός Νέου Κόσμου, Ψυχρός Πόλεμος-Δόγμα Truman, Σχέδιο Marshall», Κωνσταντοπούλου Φωτεινή-Τομαή (επιμ), Η αμερικανική συμβολή στην αναδιοργάνωση και επιχειρησιακή προαγωγή των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων στο πλαίσιο του Δόγματος Truman και του Σχεδίου Marshall, τόμ.1, Αθήνα, 2002, σσ. 75-76. 574 Ιστορία του Ελληνικού Στρατού 1821-1997, ό.π., σ. 266. 575 Κλόουζ, ό.π., σ. 237. 576 Richter, ό.π., σ. 115.
200
Η έκταση του ελέγχου που ασκούσε η Δεξιά στην Αστυνομία Πόλεων, τη Χωροφυλακή και την Εθνοφυλακή ήταν τέτοια, ώστε από τον Ιούλιο του 1945 έως και τον Μάρτιο του 1946 που διενεργήθηκαν οι εθνικές εκλογές, υπήρχε διαρκής φημολογία για το ξέσπασμα δεξιού πραξικοπήματος. Η φημολογία της εποχής συνέδεε τις πραξικοπηματικές απόπειρες με μέλη του Γενικού Επιτελείου και με τη δράση της ακροδεξιάς οργάνωσης «Χ».577 Οι παρεκτροπές της Εθνοφυλακής κατά της Αριστεράς, η ανεξέλεγκτη δράση των εθνικιστικών οργανώσεων στην περιφέρεια και η αδιαφορία ή αδυναμία των κρατικών αρχών να ελέγξουν την κατάσταση δημιούργησαν την εντύπωση στην Αριστερά πως κυβερνητική επιδίωξη δεν ήταν η αναδημιουργία των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας αλλά η αξιοποίηση της διαδικασίας συγκρότησης του Στρατού για τον έλεγχο της επικείμενης εκλογικής διαδικασίας και την εξασφάλιση της εκλογικής επικράτησης της Δεξιάς.578 Η Κυβέρνηση κλήθηκε να ρυθμίσει το εκκρεμές ζήτημα των διευρυμένων εξουσιών και αρμοδιοτήτων της Εθνοφυλακής με την ιδιότητά της ως Σώμα Ασφαλείας. Η Εθνοφυλακή αμέσως μετά την ίδρυσή της, τον Νοέμβριο του 1944, είχε λάβει de facto ιδιαίτερα διευρυμένες εξουσίες και αρμοδιότητες, οι οποίες όμως de jure αποδόθηκαν τον Μάρτιο του 1945 με τον Α.Ν. 215 της 24ης/27ης Μαρτίου 1945.Μέχρι τότε η Εθνοφυλακή εκτελούσε τα αστυνομικά καθήκοντα πλημμελώς εξουσιοδοτούμενη από Υπουργικές Αποφάσεις, Υπουργικές και Υπηρεσιακές Εγκυκλίους και από αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου, χωρίς όμως να υφίσταται οποιοδήποτε σχετικό νομοθέτημα, με το οποίο να είχαν μεταβιβαστεί στην Εθνοφυλακή αρμοδιότητες περί τη Δημόσια Ασφάλεια. Ο Α.Ν. 215/1945 όρισε πως σε όποια περιφέρεια της Χώρας δεν είχε εγκατασταθεί δύναμη Χωροφυλακής ή η υπάρχουσα δύναμη Χωροφυλακής δεν θεωρούνταν επαρκής, την τήρηση της τάξης και της ασφαλείας την αναλάμβανε η Εθνοφυλακή, ασκώντας όλα τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες της Χωροφυλακής. Ο Α.Ν. 215/1945 προέβλεπε πως η Εθνοφυλακή απαλλασσόταν των καθηκόντων εσωτερικής ασφαλείας κάποιας περιοχής, όταν η δύναμη της Χωροφυλακής της οικείας περιοχής καθίστατο επαρκής για να επιτελέσει τα καθήκοντά της.579
577
Clogg, ό.π., σ. 194. Στο ίδιο, σ. 196. 579 Φ.Ε.Κ 73, Αναγκαστικός Νόμος 215, 24/27 η Μαρτίου 1945, «Περί προσωρινής αναθέσεως εις Εθνοφυλακήν καθηκόντων και αρμοδιοτήτων Χωροφυλακής». 578
201
Όταν ολοκληρώθηκε η διαδικασία της κατάταξης των κλάσεων των ετών 1938-1940, ξεκίνησε η διαδικασία της σταδιακής αποδόμησης της Εθνοφυλακής και της ένταξης των Διοικήσεων και των ανδρών των μονάδων της στις τάξεις του υπό αναδιοργάνωση Τακτικού Στρατού, ο οποίος ονομάστηκε
Στρατός Εκστρατείας,
ώστε να διαφοροποιείται από τη στατική Εθνοφυλακή.580 Η σταδιακή ένταξη της Χωροφυλακής στο ισοζύγιο των κυβερνητικών δυνάμεων συνοδεύτηκε από την απόσυρση των δυνάμεών της από τη φύλαξη των Δημοσίων Υπηρεσιών, των Δημοσίων Καταστημάτων και των φυλακών και από την επάνοδο στην Αθήνα, ύστερα από διαταγή του Γ.Ε.Σ., όλων των χωροφυλάκων που υπηρετούσαν σε μονάδες της Εθνοφυλακής, εκτός του Λεκανοπεδίου, και την άμεση υπαγωγή τους υπό τις διαταγές του Αρχηγείου της Χωροφυλακής. Η διαταγή του Γ.Ε.Σ. αφορούσε κυρίως το ΙΙ Μηχανοκίνητο Τάγμα Χωροφυλακής, που ήταν η μόνη μεγάλου μεγέθους τακτική δύναμη της Χωροφυλακής. Ειδικά για το ΙΙ Μηχανοκίνητο Τάγμα Χωροφυλακής με διαταγή του Γ.Ε.Σ. της 19ης Ιουνίου ανακοινώθηκε η ένταξή του υπό τις διαταγές του Αρχηγείου της Χωροφυλακής και η με διαταγή του Αρχηγείου της Χωροφυλακής υπαγωγή του στην Ανωτέρα Διοίκηση Χωροφυλακής Πελοποννήσου. Η διαταγή του Γ.Ε.Σ. για την αποδέσμευση των χωροφυλάκων δεν εκτελέστηκε σε όλες τις περιπτώσεις με την ίδια ταχύτητα, όπως στην περίπτωση των χωροφυλάκων που υπηρετούσαν στη μεραρχία και στις ταξιαρχίες της Εθνοφυλακής, καθώς οι συγκεκριμένες μονάδες ήταν σε πολεμική δράση και δεν μπορούσαν να αποδεσμεύσουν προσωπικό άμεσα.581 Παράλληλα με την προπαρασκευή της Χωροφυλακής για να επανακάμψει στα αστυνομικά της καθήκοντα, ξεκίνησαν και προεργασίες της Εθνοφυλακής για την αποστράτευση της κλάσης του 1937 και των καταταχθέντων των ακόμα παλαιότερων κλάσεων, όταν θα το επέτρεπαν οι συνθήκες ασφαλείας. Ο σχεδιασμός προέβλεπε πως η αποστράτευση θα ήταν σταδιακή και θα ξεκινούσε παράλληλα με την ενεργοποίηση της Χωροφυλακής, το Σεπτέμβριο του 1945. Οι αποστρατευθέντες προβλεπόταν πως θα μεταφέρονταν στους χώρους αποστράτευσης και στους τόπους μόνιμης διαμονής τους με κρατική μέριμνα. Η αποστράτευση των παλιότερων κλάσεων από την Εθνοφυλακή, σε συνδυασμό με την αποδέσμευση των χωροφυλάκων που υπηρετούσαν στην Εθνοφυλακή, παρά τις πολλές δυσκολίες που
580 581
Καθημερινή, 24η Απριλίου 1945, «Μέχρι πότε θα μείνει η Εθνοφυλακή;», σ. 3. Δασκαλάκης, ό.π., σ. 532.
202
υπήρξαν, εκτελέστηκε επιτυχώς χωρίς στη διάρκειά της να χειροτερεύσουν οι συνθήκες ασφαλείας, με μοναδική εξαίρεση τη Λακωνία.582 Στη Λακωνία, λόγω εσφαλμένης εκτέλεσης των σχεδιασμών, οι δυνάμεις της Εθνοφυλακής που ήταν εγκατεστημένες στον Νομό αποχώρησαν πριν από την ολοκλήρωση της εγκατάστασης των δυνάμεων της Χωροφυλακής. Η πλήρης απουσία των φορέων επιβολής κρατικής εξουσίας οδήγησε στην εκτεταμένη διασάλευση της δημοσίας τάξης, ώστε οι ελάχιστες δυνάμεις της Χωροφυλακής αδυνατούσαν να ανταποκριθούν στα αστυνομικά τους καθήκοντα και για να επανέλθει η δημόσια τάξη στη Λακωνία χρειάστηκε η επάνοδος και η συνδρομή της Εθνοφυλακής. Η βασικότερη αιτία για την αδυναμία της Χωροφυλακής να ανταποκριθεί σε τέτοιας έκτασης φαινόμενα διατάραξης της τάξης ήταν ο τρόπος με τον οποίο κατανέμονταν οι δυνάμεις της. Η Χωροφυλακή, με βάση το τακτικό δόγμα της, κατένειμε τις δυνάμεις της σε Υποδιοικήσεις και Σταθμούς. Η κατανομή όμως αυτή δεν ήταν αποτελεσματική καθώς, αφενός οι Υποδιοικήσεις ήταν εκτεταμένες και αφετέρου αδυνατούσε να επανδρώσει επαρκώς το σύνολο των Σταθμών, όπως ήταν αναγκαίο εξαιτίας της παρουσίας των ένοπλων ομάδων παντού. Η αξιολόγηση της δράσης της Χωροφυλακής, μετά την «κρίση ασφαλείας» που παρουσιάστηκε στη Λακωνία, επέτρεψε στην ηγεσία της Χωροφυλακής να εντοπίσει τις αδυναμίες της και να επαναπροσδιορίσει το τακτικό δόγμα της. Το νέο τακτικό δόγμα συνδύασε τη στατικότητα των Σταθμών, οι οποίοι επανδρώθηκαν πλήρως με τη δημιουργία μεταβατικών αποσπασμάτων, αντίστοιχων των έφιππων αποσπασμάτων που διέθετε η Εθνοφυλακή.583 Η έντονη κυβερνητική και βρετανική επιθυμία για την ταχύτερη δυνατή ανασυγκρότηση της Χωροφυλακής οδήγησε στη σταδιακή επανεγκατάσταση δυνάμεων Χωροφυλακής στις επαρχίες, στις οποίες οι συνθήκες ασφαλείας και δημόσιας τάξης είχαν επανέλθει σε ικανοποιητικό επίπεδο. Η επανεγκατάσταση της Χωροφυλακής στις επαρχίες ύστερα από μακρά περίοδο απουσίας οδήγησε την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Εσωτερικών στην έκδοση διαταγών σχετικά με την αποστολή της Χωροφυλακής και το καθήκον των ανδρών της.
582
Αρχείο Θ. Πεντζόπουλου, Διοίκηση 8ης Ταξιαρχίας, Διεύθυνση Προσωπικού, Ιωάννινα, Α.Π. 744, 2α Ιουλίου 1945. 583 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.2, ό.π., σσ. 188-190.
203
Ο υπουργός Εσωτερικών Κωνσταντίνος Τσάτσος την 17η Απριλίου 1945 σε εγκύκλιό του προς τους άνδρες της Χωροφυλακής παρουσίασε το νομικό καθεστώς εντός του οποίου δρούσε η Χωροφυλακή. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην προστασία του δικαιώματος της εκδήλωσης και έκφρασης των πολιτικών και κοινωνικών φρονημάτων των πολιτών που απέρρεαν από τη Συμφωνία της Βάρκιζας και τη Συντακτική Πράξη της 17ης Μαρτίου 1945, και στην παροχή της αμνηστίας για τα πολιτικά αδικήματα που είχαν διενεργηθεί από την 3η Δεκεμβρίου 1944 έως και την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας. Στην υπουργική εγκύκλιο αναφέρθηκαν οι νομικοί περιορισμοί και οι υποχρεώσεις της Χωροφυλακής αλλά και τα νομικά εργαλεία που διέθετε για την καταδίωξη των εγκλημάτων που ήταν σημαντικά για την αποκατάσταση της ασφάλειας και της τάξης στη χώρα. Τα μείζονα αδικήματα με βάση την υπουργική εγκύκλιο ήταν η παράνομη οπλοφορία, η κατοχή και η απόκρυψη όπλων, χειροβομβίδων, πυρομαχικών, εκρηκτικών υλών και κάθε είδους πολεμικού υλικού, η ληστεία, η διαλάληση συνθημάτων με τη χρήση τηλεβόων και η διενέργεια παράνομων εράνων. Κλήθηκαν επίσης οι άνδρες της Χωροφυλακής να επιδείξουν ιδιαίτερη προσοχή πέρα των ανωτέρω και στην καταδίωξη των εγκληματιών πολέμου, των συνεργατών των κατοχικών δυνάμεων, στη δίωξη των ασκούντων αυτονομιστική δράση στη Βόρεια Ελλάδα, στην κίνηση των αλλοδαπών εντός της Ελλάδας, στην καταδίωξη των ζωοκλεφτών, στην προστασία των ηθών και στην προστασία των οργάνων της Δημόσιας Διοίκησης. Ο Κ. Τσάτσος με την εγκύκλιό του κάλεσε τα στελέχη της Χωροφυλακής να είναι συνεπή στην εκτέλεση των καθηκόντων τους, να δείχνουν ευγένεια προς τους πολίτες και να τους προστατεύουν, να μην παρασύρονται σε βίαιες πράξεις, πολιτικές συζητήσεις και εκδηλώσεις των πολιτικών τους φρονημάτων και να αξιοποιήσουν την πλούσια σε νομοθετήματα ελληνική ποινική νομοθεσία για να επιβάλουν όλες τις αναγκαίες κυρώσεις στους παρανομούντες και να μη χρειάζεται να υπερβαίνουν τα όρια των καθηκόντων τους. Ο Κ. Τσάτσος με την εγκύκλιό του προειδοποιούσε πως απαγορευόταν στα όργανα της Χωροφυλακής η χειροδικία και η βαναυσότητα, καθώς τέτοια φαινόμενα μείωναν το κύρος του Σώματος και ανέφερε πως ήταν
204
προτιμότερη η διαφυγή ενός ενόχου ταραξία, παρά η σύλληψή του με τη χρήση έκνομων μεθόδων.584 Τη 17η Απριλίου 1945 ο ανώτερος αστυνομικός σύμβουλος του Βρετανικού Στρατηγείου, αντισυνταγματάρχης Ζ. Ι. Ντιζ, απηύθυνε εγκύκλιο προς τους Βρετανούς Αξιωματικούς του Ανωτάτου Αστυνομικού Συμβουλίου585 που δρούσε στην Ελλάδα, σχετικά με την αναδιοργάνωση, την επάνδρωση, την εκπαίδευση και τη λειτουργία της Χωροφυλακής. Σύμφωνα με την εγκύκλιο Ντιζ, ο σχεδιασμός της αναδιοργάνωσης της Χωροφυλακής είχε βασιστεί σε εννέα πυλώνες:
Πρώτος πυλώνας ήταν η εκκαθάριση των αξιωματικών και των οπλιτών (η διαδικασία είχε ολοκληρωθεί).
Δεύτερος πυλώνας ήταν η επιλογή και η τοποθέτηση των αξιωματικών στα Επιτελεία, στις Ανώτερες Διοικήσεις και στις Διοικήσεις Χωροφυλακής (η διαδικασία είχε ολοκληρωθεί
αλλά
υπήρχαν πιθανότητες να επέλθουν
μεταβολές).
Τρίτος πυλώνας ήταν η επάνοδος των δύο χιλιάδων αξιωματικών και οπλιτών της Χωροφυλακής που υπηρετούσαν στην Εθνοφυλακή, πίσω στις θέσεις τους.
Τέταρτος πυλώνας ήταν ο εφοδιασμός της Χωροφυλακής.
Πέμπτος πυλώνας ήταν η εκπαίδευση των χωροφυλάκων στη Σχολή της Χωροφυλακής και στις εγκαταστάσεις της Χωροφυλακής στο στρατόπεδο Μακρυγιάννη.
Έκτος πυλώνας ήταν η επάνδρωση των Υπηρεσιών της Χωροφυλακής μετά τον ακριβή καθορισμό της δύναμής της και την τελική θέση των μονάδων της Εθνοφυλακής.
Έβδομος πυλώνας ήταν η μεταφορά των ανδρών της Χωροφυλακής στις έδρες των Υπηρεσιών τους, όταν θα υπήρχε ο επαρκής αριθμός μεταφορικών μέσων.
Όγδοος πυλώνας ήταν η ίδρυση Σχολείων για την εκπαίδευση των νεοσυλλέκτων.
Ένατος πυλώνας ήταν η εξασφάλιση της καλύτερης δυνατής συμπεριφοράς των ανδρών της Χωροφυλακής προς τους πολίτες.
584
Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 134.4, 1947, 3η Εγκύκλιος Υπουργού Εσωτερικών της 17ης Απριλίου 1945 προς τας Ανωτέρας Διοικήσεις Χωροφυλακής, «Περί ληπτέων μέτρων προς αποκατάστασιν της Δημοσίας Ασφαλείας», Αριθμός Πρωτοκόλλου 29/518/79. 585 Το Ανώτατο Αστυνομικό Συμβούλιο, όπως προκύπτει από την εγκύκλιο, πρέπει να ήταν τμήμα του Βρετανικού Στρατηγείου, που είχε εγκατασταθεί στην Ελλάδα με την Απελευθέρωση, τον Οκτώβριο του 1944. Ο ρόλος του ήταν μάλλον εποπτικός και δεν πρέπει να διέθετε το ίδιο εκτελεστικές εξουσίες. Σκοπός του, όπως προκύπτει από την εγκύκλιο, πρέπει μάλλον να ήταν να λειτουργήσει σε ρόλο συνδέσμου μεταξύ του Βρετανικού Στρατηγείου και των Σωμάτων Ασφαλείας. Λειτούργησε, ως ένα βαθμό, ως προπομπός της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής.
205
Η εγκύκλιος Ντιζ συνέχισε με την ενημέρωση για τα ορισθέντα καθήκοντα των Βρετανών Αξιωματικών στις Διευθύνσεις της Αστυνομίας Πόλεων και στις Ανώτερες Διοικήσεις της Χωροφυλακής. Η εγκύκλιος όρισε πως ο Βρετανός αξιωματικός που τοποθετούνταν σε Διεύθυνση της Αστυνομίας Πόλεων ή στις Ανώτερες Διοικήσεις της Χωροφυλακής, θα λειτουργούσε ως αστυνομικός σύμβουλος και αντιπρόσωπος του Ανωτάτου Αστυνομικού Συμβουλίου. Τα καθήκοντα και οι υποχρεώσεις του Βρετανού αξιωματικού ήταν: α) Η κοινοποίηση στο Ανώτατο Αστυνομικό Συμβούλιο όλων των διαταγών που εξέδιδαν τα Αρχηγεία Αστυνομίας Πόλεων και Χωροφυλακής, β) η διενέργεια επισκέψεων και επιθεωρήσεων σε όλες τις Υπηρεσίες, που υπάγονταν στην Ανωτέρα Διοίκηση στην οποία ήταν εγκατεστημένος και η σύνταξη εισηγήσεων για τη βελτίωση του τρόπου εκτέλεσης της υπηρεσίας, των όρων της ζωής, της τροφοδοσίας και επί όλων των άλλων θεμάτων, γ) η αποφυγή της επαφής με κατώτερους αξιωματικούς, η επικοινωνία με τη χρήση της ιεραρχίας και η απόρριψη κάθε αιτήματος ή παράπονου που υποβαλλόταν, δ) η τήρηση ημερολογίου των συμβάντων και των ενεργειών που πραγματοποιούνταν στην Υπηρεσία, ε) η αποστολή των αναφορών στο Ανώτατο Αστυνομικό Σύμβουλο, στ) η μεταβίβαση κάθε πληροφορίας, που σχετιζόταν με την Ασφάλεια της οικείας περιοχής στις Στρατιωτικές Αρχές και γενικά η διατήρηση τακτικής επαφής με τις Στρατιωτικές Αρχές. Ο Ντιζ κάλεσε τους Βρετανούς συμβούλους λόγω των δυσκολιών της αποστολής τους να δημιουργήσουν κλίμα αμοιβαίας εμπιστοσύνης και συνεργασίας με τους συναδέλφους τους της Χωροφυλακής της περιοχής στην οποία είχαν διαπιστευτεί. Στόχος τους ορίστηκε πως ήταν «η μετατροπή των Σωμάτων Ασφαλείας σε οργανισμούς ανωτέρας ηθικής δυνάμεως και ωφελείας, διά την επιβολήν του νόμου και της Τάξης».586 Στο
πλαίσιο
της
αναδιοργάνωσης
της
Χωροφυλακής
συγκροτήθηκε
Συμβούλιο, που συγκροτούνταν από τον Αρχηγό της Χωροφυλακής, υποστράτηγο Κολοκοτρώνη, και ανώτατους Αξιωματικούς του Στρατού, για την πραγματοποίηση των κρίσεων των συνταγματαρχών και αντισυνταγματαρχών της Χωροφυλακής., ενώ για τους κατώτερους αξιωματικούς προβλέφθηκε η συγκρότηση διαφορετικής σύνθεσης συμβουλίου. Στο πλαίσιο της εξυγίανσης του Σώματος αποφασίστηκε
586
Δασκαλάκης, ό.π., σ. 537.
206
επίσης η ανάκληση των προαγωγών που είχαν αποδοθεί στους άνδρες της Χωροφυλακής κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Η
διατυπωμένη
πρόθεση
της
πολιτικής
και
φυσικής
ηγεσίας
της
Χωροφυλακής ήταν η Χωροφυλακή να επανδρωθεί με δώδεκα χιλιάδες άνδρες, οι οποίοι θα προέκυπταν από τους εφέδρους των κλάσεων 1941-1945, στους οποίους θα δινόταν η δυνατότητα να επιλέξουν να υπηρετήσουν τη θητεία τους στην Εθνοφυλακή ή να καταταγούν στη Χωροφυλακή.587 Εξαιτίας του μεγάλου πλήθους των χωροφυλάκων που κλήθηκαν προς εκπαίδευση, αποφασίστηκε να λειτουργήσουν επιπλέον σχολεία του Σώματος στο Λαύριο, στο Δαφνί Αττικής, στην Κρήτη, στην Τρίπολη, στην Πάτρα, στον Βόλο, στη Θεσσαλονίκη και στην Καβάλα. Καθώς όμως οι ανάγκες της Χωροφυλακής για προσωπικό ήταν ιδιαίτερα πιεστικές και η επάνδρωσή της με προσωπικό εξαιτίας της εκπαιδευτικής διαδικασίας ήταν χρονοβόρα, αποφασίστηκε η προσωρινή κάλυψη των κενών σε προσωπικό με τη μετάταξη δέκα χιλιάδων Εθνοφυλάκων στη Χωροφυλακή μέχρι την πλήρη συμπλήρωση της δύναμής της.588 Η πραγματικά επιδιωκόμενη τελική οροφή της Χωροφυλακής για την πολιτική και φυσική ηγεσία της όμως δεν ήταν οι δώδεκα χιλιάδες αλλά οι τριάντα χιλιάδες άνδρες. Οι άνδρες της Εθνοφυλακής που μετατάχθηκαν στη Χωροφυλακή για να συμπληρώσουν και να επανδρώσουν τις κενές οργανικές θέσεις της Χωροφυλακής εντάχθηκαν πλήρως στο Σώμα και μισθοδοτήθηκαν πλήρως από τις Υπηρεσίες της, λαμβάνοντας το σύνολο των επιδομάτων που λάμβαναν και οι άνδρες της Χωροφυλακής χωρίς να υπάρχει οποιαδήποτε διάκριση.589 Οι Εθνοφύλακες που μετατάχθηκαν στη Χωροφυλακή προήλθαν από την κλάση του 1938. Η μετάταξη των Εθνοφυλάκων ήταν αμετάκλητα προσωρινή και θα διαρκούσε μόνο μέχρι την ολοκλήρωση της εκγύμνασης των ανδρών της Χωροφυλακής. Αμέσως μετά την ολοκλήρωση της εκγύμνασης και την ένταξή τους στις μονάδες της, οι μεταταχθέντες Εθνοφύλακες θα επέστρεφαν αυτομάτως στην Εθνοφυλακή και θα απαλλάσσονταν από την κάθε είδους υπηρεσία τους στη Χωροφυλακή.
587
Ο εκτεταμένος έλεγχος της φιλομοναρχικής Δεξιάς είχε ως αποτέλεσμα όσοι κατατάσσονταν στη Χωροφυλακή να είναι μη Αριστεροί και φιλομοναρχικοί. Έτσι η Χωροφυλακή μετατράπηκε πολύ γρήγορα σε υπάκουο υποχείριο της κυρίαρχης πολιτικής ομάδας, της φιλομοναρχικής Δεξιάς, Clogg, ό.π., σ. 192. 588 Καθημερινή, 6η Απριλίου 1945, «Η Αναδιοργάνωση της Χωροφυλακής», σ. 3. 589 Καθημερινή, 7 Μαΐου 1945, « Θ’ αυξηθή εις 30.000 η δύναμις της Χωροφυλακής», σ. 3.
207
Η στρατιωτική ηγεσία, επιθυμώντας να αποφύγει τη δημιουργία κλίματος αναταραχής στο στράτευμα και πιθανή διατάραξη της πειθαρχίας του, για την ημερομηνία απόλυσης της κλάσης του 1938 εξαιτίας της μετάταξης στη Χωροφυλακή μέρους των εθνοφυλάκων της κλάσης του 1938, διαβεβαίωσε πως οι έφεδροι εθνοφύλακες της κλάσης του 1938 οι οποίοι δεν μετατάχθηκαν στη Χωροφυλακή θα απολύονταν ταυτόχρονα με τους μεταταχθέντες συνάδελφους και όχι νωρίτερα.590 Όταν η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία έθεσε σαν στόχο της την αύξηση της δύναμης της Χωροφυλακής από τις δώδεκα χιλιάδες άνδρες στις τριάντα χιλιάδες άνδρες, η Χωροφυλακή είχε στη διάθεσή της λιγότερο από το ένα τέταρτο της νέας τεθείσας οροφής. Πέρα από την αντικειμενική αυτή δυσκολία υπήρξαν και έντονες βρετανικές αντιρρήσεις σχετικά με τη νέα τεθείσα οροφή της Χωροφυλακής. Οι Βρετανοί μετά τη μετάκληση της Βρετανικής Αποστολής για τα Σώματα Ασφαλείας διατύπωσαν έντονα τις αντιρρήσεις τους και προέβαλαν ως ιδανικότερη οροφή τις είκοσι χιλιάδες άνδρες.591 Οι βρετανικές αντιρρήσεις οφείλονταν στη διαφορετική αξιολόγηση των συνθηκών ασφαλείας της χώρας αλλά και στην αδυναμία του βρετανικού παράγοντα να εξασφαλίσει μεγαλύτερο αριθμό όπλων ή να καλύψει τις νέες ανάγκες της Χωροφυλακής σε ιματισμό και κόστος διατροφής.592 Η ελληνική πλευρά, αν και επιθυμούσε την αύξηση της οροφής της Χωροφυλακής, δεν είχε καταλήξει σε κάποιο συγκεκριμένο δόγμα δράσης της, με αποτέλεσμα να υφίστανται δύο διαφορετικές και συγκρουόμενες προτάσεις. Η πρώτη πρόταση προέτασσε την ανάπτυξη της δύναμης της Χωροφυλακής στην επαρχία, όπως συνέβαινε και κατά την προπολεμική περίοδο, θεωρώντας πως έτσι θα αποστέλλονταν ένα σαφές μήνυμα επαναφοράς της ομαλότητας και ύπαρξης του κατάλληλου κλίματος για τη διενέργεια των εθνικών εκλογών και του δημοψηφίσματος για το Πολιτειακό.593 Η δεύτερη πρόταση προέτασσε την ενεργότερη συμμετοχή της Χωροφυλακής στην αντιμετώπιση των ένοπλων αριστερών ομάδων, τόσο με την εγκατάσταση στατικών μονάδων της Χωροφυλακής στις κατοικημένες περιοχές όσο και με κινητά 590
Αρχείο Θ. Πεντζόπουλου, Διοίκηση 8ης Ταξιαρχίας, Διεύθυνση Προσωπικού, Ιωάννινα, Α.Π. 744, 2α Ιουλίου 1945. 591 F.O 371/48366, R 9253/1918/19, War Cabinet Offices (Communicated), Greek Police and Gendarmerie, 29th May 1945και F.O 371/48366, R 9253, A.F.H.Q to Combined, Chiefs of staff and British Chiefs of Staff, 29th May 1945. 592 Δασκαλάκης, ό.π., σ. 536. 593 Σαράφης, Μετά τη Βάρκιζα, ό.π., σ. 96.
208
έφιππα ή πεζά αποσπάσματα, που διατρέχοντας την ύπαιθρο θα συνέδραμαν τις φρουρές των Σταθμών Χωροφυλακής. Ειδικότερα για τις ακατοίκητες και τις αραιοκατοικημένες περιοχές προτάθηκε, πέρα από τις στατικές και κινητές μονάδες της Χωροφυλακής και η συγκρότηση κινητών τμημάτων, που θα δρούσαν ως Λόχοι Κυνηγών οι οποίοι θα ακολουθούσαν το δόγμα δράσης των ομάδων . Δηλαδή θα κινούνταν και θα ενέδρευαν σε περιοχές της υπαίθρου κατά τρόπο άτακτο, ώστε να αποτρέπουν την επιστροφή των συμμοριτών στις περιοχές αυτές.594 Τελικά, καμία από τις δύο εισηγήσεις δεν υιοθετήθηκε, καθώς αποφασίστηκε η υιοθέτηση του τακτικού δόγματος δράσης να πραγματοποιούνταν αργότερα, σε συνεργασία με τη Βρετανική Αποστολή για τα Σώματα Ασφαλείας και τις Φυλακές. Η Ελληνική κυβέρνηση ήδη επί πρωθυπουργίας Γεωργίου Παπανδρέου είχε κινήσει διαδικασίες και αργότερα επί κυβερνήσεως Πλαστήρα είχε υποβάλει επίσημο αίτημα προς τη Βρετανική Κυβέρνηση για τη μετάκληση Αστυνομικής Αποστολής στην Ελλάδα. Η Βρετανική Κυβέρνηση καταρχήν είχε αποδεχθεί το αίτημα της Ελληνικής Κυβέρνησης για τη μετάκληση της Αποστολής για τα Σώματα Ασφαλείας και απέστειλε στην Ελλάδα, τον Μάρτιο του 1945, τον Sir Charles Wickham, που ήταν Γενικός Επιθεωρητής της Βασιλικής Αστυνομίας του Ulster,595 για να μελετήσει τα αστυνομικά θέματα και τις συνθήκες ασφαλείας της χώρας και να υποβάλλει έκθεση προς την Κυβέρνησή του για τις αρμοδιότητες και την έκταση των δικαιοδοσιών που θα έπρεπε να έχει η Βρετανική Αστυνομική Αποστολή. Η Ελληνική κυβέρνηση απεδέχθη το σύνολο των συμπερασμάτων και των προτάσεων της Έκθεσης Wickham και δεσμεύτηκε να αναλάβει να καλύψει οικονομικά το κόστος της Αποστολής στην Ελλάδα. Οι διαπραγματεύσεις για τη μετάκληση της Βρετανικής Αποστολής ολοκληρώθηκαν με την υπογραφή διακρατικής συμφωνίας μεταξύ της Ελλάδας και της Μεγάλης Βρετανίας. Μετά την υπογραφή της συμφωνίας, ο Sir Charles Wickham επανήλθε στην Ελλάδα με τη νέα ιδιότητα του Αρχηγού της Βρετανικής Αποστολής για τα Σώματα Ασφαλείας και τις Φυλακές.596
594
Ευθύμιος Κ. Βασιλάς, Αναμνήσεις περιόδου 1940-1947, Γεγονότα-Πρόσωπα-Κρίσεις, Αθήνα, 1979, σ. 149. 595 F.O 371/48365, R 2986/1918/19, 890,212/1, A Maxwell to Sir Orme Sargent, 14 th February 1945. Ο Sir Charles Wickham, ήταν την στιγμή της επίσκεψής του στην Ελλάδα και όταν αργότερα ανέλαβε Αρχηγός της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής εξήντα πέντε ετών και υπηρετούσε στη θέση του Επιθεωρητή της Αστυνομίας στο Ulster της Βόρειας Ιρλανδίας από το 1922. Παρά το περασμένο της ηλικίας του διακρινόταν για τη σωματική και νοητική του ακμαιότητα. 596 Δασκαλάκης, ό.π., σ. 533.
209
β) Η Βρετανική Αστυνομική Αποστολή και η οργάνωση της Χωροφυλακής. Η Κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου τον Νοέμβριο του 1944 επεξεργάστηκε για πρώτη φορά την προοπτική της μετάκλησης κάποιας Βρετανικής Αποστολής για την οργάνωση των Σωμάτων Ασφαλείας. Αίτημα με αντίστοιχο περιεχόμενο υπέβαλε και η Αστυνομία Πόλεων στο Υπουργείο Εξωτερικών την 13η Νοεμβρίου 1944. Στο αίτημά της η Αστυνομία Πόλεως παρατηρούσε πως ήταν αναγκαία η μετάκληση μίας Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής στη Χώρα, προκειμένου να επαυξηθεί η ικανότητα του Σώματος για τις πολλαπλές υποχρεώσεις του. Διατυπώθηκε επίσης η άποψη πως η μετακληθείσα Αποστολή θα ήταν επαρκής, εφόσον αποτελούνταν από τουλάχιστον πέντε μέλη και ο Αρχηγός της αναλάμβανε και Διοικητής της Αστυνομίας Πόλεως. Στο αίτημα τονιζόταν πως τουλάχιστον ένα μέλος της Αποστολής θα έπρεπε να είναι ειδικευμένος στην οργάνωση των Υπηρεσιών Ασφαλείας και τα υπόλοιπα μέλη της να ήταν ειδικευμένα στην οργάνωση της αστυνομικής τάξης. Το αίτημα τελείωνε με την παρατήρηση πως, καθώς υπήρχαν ήδη στην Ελλάδα Βρετανοί αξιωματικοί της Αστυνομίας που ασκούσαν τα καθήκοντα των Συμβούλων της Αστυνομίας,597 δεν θα ήταν δύσκολο να επιτευχθεί η μετάκληση μίας Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής.598 Η Κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου αποδέχθηκε την πρόταση της Αστυνομίας Πόλεως και προτίθετο να αποστείλει το ανάλογο έγγραφο αίτημα στη Βρετανική Πρεσβεία στην Αθήνα. Η επιστολή όμως δεν απεστάλη λόγω των Δεκεμβριανών. Η επιστολή αυτή βρίσκεται σήμερα στο αρχείο του Υπουργείου των Εξωτερικών και φέρει ημερομηνία 2α Δεκεμβρίου 1944. Με αυτή ο υπουργός Εξωτερικών ενημέρωνε τον Leeper για την επιθυμία του ελληνικού Υπουργείου των Εσωτερικών για την μετάκληση πενταμελούς Βρετανικής Αποστολής, συνυπολογιζόμενου και του Αρχηγού της, η οποία θα αναλάμβανε την αναδιοργάνωση της Αστυνομίας. Διατυπωνόταν επίσης η πρόθεση της Ελληνικής Κυβέρνησης, η Αποστολή να αναλάβει τη διοίκηση της Αστυνομίας καθώς και η επιθυμία της Ελληνικής κυβέρνησης, τουλάχιστον ένα μέλος της Αποστολής να ειδικεύεται στα θέματα Ασφαλείας και τα υπόλοιπα μέλη της στα ζητήματα επιβολής της τάξης. Ο υπουργός Εξωτερικών διατύπωνε μάλιστα την πρόταση, η Βρετανική Αστυνομική Αποστολή 597
Εννοούνται οι αξιωματικοί του Ανωτάτου Αστυνομικού Συμβουλίου, οι οποίοι υπάγονταν στο Βρετανικό Στρατηγείο. 598 Ι.Α.Υ.Ε., 1945, Α΄ Πολιτική, Αριθμός 20.7, Κεντρική Υπηρεσία, «Περί Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής», Διεύθυνσις Αστυνομίας Πόλεων, Ι 706 Φ11/6 προς Υπουργείο Εξωτερικών Β΄ Γενική Διεύθυνση, 13η Νοεμβρίου 1945.
210
να επανδρωθεί από τους Βρετανούς αξιωματικούς της Βρετανικής Αστυνομίας που υπήρχαν στην Ελλάδα και οι οποίοι συνεργάζονταν ήδη με τις ελληνικές υπηρεσίες ως σύμβουλοι. Η επιστολή τελείωνε με τη δήλωση πως η ελληνική πλευρά, παρά τις προτάσεις, έθετε τα ζητήματα της σύνθεσης και της επάνδρωσης της Αποστολής αποκλειστικά στην κρίση της Βρετανικής πλευράς.599 Η μετάκληση Βρετανικής Αποστολής υπήρξε πρόθεση και της Κυβέρνησης Πλαστήρα, η οποία επιβεβαιώθηκε στις δηλώσεις του της 10ης Ιανουαρίου, όπου μεταξύ άλλων δηλώθηκε η σαφής πρόθεση για την αναδιοργάνωση της Χωροφυλακής και της Αστυνομίας Πόλεως με τη βοήθεια Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής.600 Η κυβερνητική πρόθεση υλοποιήθηκε με υποβολή την 30ή Ιανουαρίου 1945 από τον υπουργό Εξωτερικών Σοφιανόπουλο επίσημου αιτήματος μετάκλησης Βρετανικής Αποστολής για την Αστυνομία και τη Χωροφυλακή. Ο Σοφιανόπουλος στην επιστολή που απηύθυνε προς τη Βρετανική Πρεσβεία διατύπωσε την επιθυμία της Ελληνικής Κυβέρνησης να αποδεχθεί η Κυβέρνηση της Μεγάλης Βρετανίας το ελληνικό αίτημα για τη μετάκληση δύο Βρετανικών Αποστολών, μίας Αποστολής για την αναδιοργάνωση της Αστυνομίας και μίας Αποστολής για τη Χωροφυλακή. Με την ίδια επιστολή υποβλήθηκε και το ερώτημα, αν η Βρετανική Κυβέρνηση προτίθετο να επιτρέψει στις μετακληθείσες Αποστολές να αναλάβουν την πλήρη διοίκηση των δύο Αστυνομικών Σωμάτων ή επιθυμούσε αυτές να περιοριστούν μόνο στα καθήκοντα της αναδιοργάνωσης.601 Η στάση της Βρετανική Κυβέρνησης απέναντι στο ελληνικό αίτημα υπήρξε αρχικά θετική, αν και διατυπώθηκε η επιφύλαξη της διατύπωσης απάντησης από μέρους της, μετά την ενδελεχή μελέτη του ελληνικού αιτήματος από τις αρμόδιες βρετανικές αρχές.602 Από τη στιγμή της υποβολής του αιτήματος πρόσκλησης της Αποστολής και την εγκατάστασή της ξεκίνησε ένας διπλωματικός μαραθώνιος μεταξύ των δύο Κυβερνήσεων.603 Η Βρετανική Κυβέρνηση μετά τη λήψη του ελληνικού αιτήματος μετάκλησης της Αποστολής και προτού ακόμα απαντήσει στην Ελληνική κυβέρνηση
599
Ι.Α.Υ.Ε., 1945, Α΄ Πολιτική, Αριθμός 20.9, Διεύθυνση Πολιτικών Υποθέσεων, Υπουργείο Εξωτερικών προς British Embassy-Athens, No 21631, 2α Δεκεμβρίου 1944. 600 Richter, ό.π., σ. 23. 601 Ι.Α.Υ.Ε, 1945, Α΄ Πολιτική, Αριθμός 20.9, Διεύθυνση Πολιτικών Υποθέσεων, Υπουργείο Εξωτερικών προς British Embassy-Athens , No 967, 30ήΙανουαρίου 1945. 602 Ι.Α.Υ.Ε., 1945, Α΄ Πολιτική, Αριθμός 20.9, Διεύθυνση Πολιτικών Υποθέσεων, British EmbassyAthens,221/4/45 προς Υπουργείο Εξωτερικών, Αριθμός Πρωτοκόλλου 1187/967, 2 α Φεβρουαρίου 1945. 603 Stephen G. Xydis, Greece and the Great Powers 1944-1947 Prelude to the “Truman Doctrine”, Θεσσαλονίκη, 1963, σ. 90.
211
ξεκίνησε τις προετοιμασίες για την εύρεση του προσωπικού που δυνητικά θα επάνδρωνε την Αποστολή. Οι αρχικές βρετανικές σκέψεις ήταν να επανδρωθεί η Αποστολή με συνταξιούχους αξιωματικούς της Ινδικής Αστυνομίας, οι οποίοι θα ήταν διαθέσιμοι και θα ήθελαν να συμμετάσχουν στο εγχείρημα ή και με εν ενεργεία αξιωματικούς της βρετανικής κυβέρνησης των Ινδιών, εφόσον η βρετανική κυβέρνηση των Ινδιών τους διέθετε. Η Βρετανική Κυβέρνηση ερεύνησε και αξιολόγησε τους δυνητικούς Αρχηγούς της Αποστολής. Ως τέτοιοι εξετάστηκαν ο Sir C. Chitam και ο Sir C. Fairweather, οι οποίοι είχαν υπηρετήσει στην Ινδική Αστυνομία, και ο λοχαγός Prosser με τον Sir Charles Wickham. Ο Sir C. Chitam και ο Sir C. Fairweather απορρίφθηκαν καθώς οι Βρετανοί θεώρησαν πως το ελληνικό πρόβλημα ασφαλείας ήταν περισσότερο κοινό με τις συνθήκες ασφαλείας της Βρετανίας παρά με αυτές που αντιμετώπιζε η Ινδική Αστυνομία. Μετά την απόρριψη των Sir C. Chitam και Sir C. Fairweather, πριμοδοτήθηκαν οι υποψηφιότητες του λοχαγού Prosser και του Sir Charles Wickham, αν και οι Βρετανοί συνέχισαν να εξετάζουν και για άλλους δυνητικούς υποψηφίους τόσο για τη θέση του Αρχηγού όσο και για τις υπόλοιπες θέσεις της Αποστολής, αφού δεν είχαν αποκλείσει την προοπτική της αξιοποίησης ατόμων που είχαν υπηρεσιακή εμπειρία στην Ινδία, τη Βρετανική Νότια Αφρική, τη Νότια Ροδεσία ή σε άλλες Αποικίες. Καθώς οι οικονομικές απολαβές που λάμβαναν οι υπηρετούντες στις αποικιακές αστυνομικές δυνάμεις ήταν χαμηλότερες από τις αντίστοιχες απολαβές που λάμβαναν οι ομόβαθμοι συνάδελφοι τους στην Μεγάλη Βρετανία και οι προταθείσες απολαβές για την επάνδρωση της Αστυνομικής Αποστολής στην Ελλάδα θα μπορούσαν να τους φανούν ελκυστικές.604 Οι Βρετανοί, όταν ολοκλήρωσαν την επιλογή και την αξιολόγηση των υποψηφίων
για
τη
Βρετανική
Αστυνομική
Αποστολή,
επέλεξαν
σαράντα
αξιωματικούς οι οποίοι είχαν υπηρετήσει σε διάφορες βρετανικές και αποικιακές αστυνομικές δυνάμεις όπως στη Βασιλική Αστυνομία του Ulster, τη Μητροπολιτική Αστυνομία του Λονδίνου, την Αστυνομία του Lancashire, την Αστυνομία του Wiltshire, την Αστυνομία του Middleborough, τη Δημοτική Αστυνομία του Swansea, τη Δημοτική Αστυνομία του Newport, την Αστυνομία του East Riding της Υόρκης, 604
F.O. 371/48365, R 2986/1918/19, Sir D. Monteath, India Office to Sir O. Sargent, 12 thFebruary 1945, F.O. 371/48365, R 2986/1918/19, Sir O. Sargent to Sir George Gater Colonial Office, 17 th February 1945, F.O 371/48365, R 2986/1918/19, Sir O. Sargent to Sir D. Monteath, India Office, 12thFebruary 1945, F.O 371/48365, R 3007/1918/19, Sir O. Sargent to Sir Eric Machting, Dominions Office.
212
την Αστυνομία του Norwich και τις Αστυνομίες της Παλαιστίνης και της Κύπρου καθώς και σε άλλες αστυνομικές υπηρεσίες.605 Η υποψηφιότητα του Sir Charles Wickham ως Αρχηγού της Αποστολής προωθήθηκε ιδιαίτερα λόγω της προϋπηρεσίας του στην Αστυνομία της Βόρειας Ιρλανδίας, η οποία δρούσε υπό συνθήκες εντελώς διαφορετικές από τις υπόλοιπες βρετανικές αστυνομικές υπηρεσίες του Μητροπολιτικού εδάφους. Λόγω των ιδιαίτερων διοικητικών, πολιτικών και διοικητικών χαρακτηριστικών της περιοχής, η Αστυνομία της Βορείου Ιρλανδίας δεν ήταν χωρισμένη σε ξεχωριστές τοπικές δυνάμεις, αλλά δραστηριοποιούνταν στο σύνολο του γεωγραφικού χώρου της Βόρειας Ιρλανδίας και τελούσε υπό τις απευθείας εντολές του Υπουργού Εσωτερικών. Επιπλέον, οι Βρετανοί θεώρησαν πως οι συνθήκες ασφαλείας της Ιρλανδίας, εξαιτίας της διαδεδομένης οπλοκατοχής, προσομοίαζαν περισσότερο με τις αντίστοιχες συνθήκες που επικρατούσαν στην Ελλάδα. Ο Sir Charles Wickham διοικούσε αστυνομικές μονάδες στη Βόρεια Ιρλανδία από το 1922 και κρίθηκε πως είχε αποκτήσει την αναγκαία εμπειρία σχετικά με τις αστυνομικές μεθόδους και πως θα μπορούσε να ανταπεξέλθει σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες.606 Η υποψηφιότητά του λοχαγού Prosser προωθήθηκε λόγω της εξαιρετικής υπηρεσιακής εμπειρίας του, παρά το νεαρό της ηλικίας του, καθώς είχε διατελέσει Διευθυντής της Αστυνομίας στον συνοριακό έλεγχο στην Παλαιστίνη. Πρόσθετο πλεονέκτημα της υποψηφιότητας του λοχαγού Prosser ήταν πως την περίοδο της αξιολόγησης της υποψηφιότητάς του ήταν αποσπασμένος στο Επιτελείο του Στρατηγού Scobie, ως σύμβουλος επί αστυνομικών θεμάτων. Όταν γνωστοποιήθηκε στον Βρετανό πρέσβη Leeper και στον στρατηγό Scobie η υποψηφιότητα του λοχαγού Prosser, αν και δεν απέσπασε αρνητικά σχόλια και παρατηρήσεις, δεν έγινε ενθουσιωδώς δεκτή, γεγονός που έστρεψε το ενδιαφέρον σε άλλους υποψηφίους με περισσότερα προσόντα και μεγαλύτερη αποδοχή.607 Η Βρετανική πλευρά, στο πλαίσιο προεργασίας της απάντησης στο ελληνικό αίτημα για τη μετάκληση της Αστυνομικής Αποστολής, επεξεργάστηκε ιδιαίτερα τις οικονομικές παραμέτρους της μετάκλησης της Αποστολής. Ο Βρετανός πρέσβης 605
F.O. 371/48368, R 11598, British Police and Prison Mission to Greece, 9th July 1945. F.O. 371/48365, R 2986/1918/19, 890, 212/1, A Maxwell to Sir Orme Sargent, 14 th February 1945, F.O. 371/48365, Sir Orme Sargent to J. Hayward, 21st February 1945, F.O 371/48365, R 3818/1918/19 Sir Orme Sargent to Mr. Leeper, Athens, 2nd March 1945. 607 F.O. 371/48365, R 9007, Sir Orme Sargent to Colonial Office, 12th February 1945, F.O 371/48365, R 3007/1918/19, Sir Orme Sargent to Sir George Gater, Colonial Office, 13th February 1945, F.O 371/48365, British Police Mission for Greece, D.S Laskey, 21st February 1945. 606
213
ενημέρωσε την κυβέρνησή του πως με τα υφιστάμενα ελληνικά οικονομικά δεδομένα η Αστυνομική Αποστολή θα θεωρούνταν μία πολύ ακριβή πολυτέλεια για την ελληνική κυβέρνηση και εισηγήθηκε να μην επωμιζόταν η Ελλάδα το κόστος της Αποστολής αλλά να το αναλάμβανε η βρετανική κυβέρνηση, ώστε να αποφευχθεί η οποιαδήποτε εσωτερική πολιτική κριτική κατά της Ελληνικής Κυβέρνησης, η οποία θα δυσχέραινε το έργο της Αποστολής. Ο Βρετανός πρέσβης θεωρούσε ότι έπρεπε να αλλάξει η μέχρι τότε αντίληψη πως το κόστος της μετάκλησης της Αποστολής όφειλε να το καλύψει η Ελληνική κυβέρνηση, όπως είχε γίνει με την πρώτη Βρετανική Αστυνομική Αποστολή τη δεκαετία του 1920. Παραδέχθηκε, επίσης, πως η ελληνική κυβέρνηση δεν ανέμενε ότι η μετάκληση της Αποστολής θα πραγματοποιούνταν χωρίς οικονομικό κόστος, υποστηρίζοντας ωστόσο ότι αυτό που σίγουρα η ελληνική κυβέρνηση δεν ανέμενε ήταν ένα τόσο υψηλό κόστος, όπως αυτό προδιαγραφόταν.608 Η βρετανική κυβέρνηση θεωρούσε πως οι οικονομικοί παράμετροι της Αποστολής εξαρτιόνταν σε μεγάλο βαθμό από το καθεστώς υπό το οποίο θα βρίσκονταν τα μέλη της Αποστολής στην Ελλάδα. Αν τα μέλη της Αποστολής υπέγραφαν συμβόλαια με την ελληνική κυβέρνηση, θα αποκτούσαν την ιδιότητα των υπαλλήλων της και κατά συνέπεια το οικονομικό κόστος της Αποστολής θα το επωμιζόταν αποκλειστικά η ελληνική πλευρά. Αν τα μέλη της Αποστολής πληρώνονταν από τη βρετανική κυβέρνηση, τότε θα ανέκυπτε το ζήτημα, ποιο θα ήταν το νομικό καθεστώς και η σχέση εξάρτησης των μελών της Αποστολής με την ελληνική κυβέρνηση.609 Η βρετανική πλευρά προέκρινε την ύπαρξη ενός ενδιάμεσου συστήματος, το οποίο θα επέτρεπε την κάλυψη μέρους των δαπανών της Αποστολής τόσο από τη βρετανική κυβέρνηση όσο και από την ελληνική κυβέρνηση και την εξασφάλιση των ασφαλιστικών δικαιωμάτων των μελών της Αποστολής με τη συνέχιση της καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών τους από τις αστυνομικές δυνάμεις από τις οποίες είχαν προέλθει. Η θεσμοθέτηση του νομικού καθεστώτος, που θα επέτρεπε την συμμετοχή της βρετανικής κυβέρνησης στην κάλυψη των δαπανών της Βρετανικής Αποστολής εκ παραλλήλου με την ελληνική κυβέρνηση, επετεύχθη με την κατάθεση νομοσχεδίου από τη βρετανική κυβέρνηση στη Βουλή των Κοινοτήτων και τη Βουλή 608
F.O. 371/48365, R 4843/1918/19, D.S Laskey Police Mission to Greece: financial responsibility, 13th March 1945. 609 F.O. 371/48365, R 4843/1918/19, D.S Laskey to Sir D. Waley, 17th March 1945.
214
των Λόρδων. Με το νομοσχέδιο προσφερόταν πλήρης κάλυψης και προστασία των δικαιωμάτων και των προνομίων των μελών της Βρετανικής Αστυνομίας που υπηρετούσαν ή θα υπηρετούσαν στο μέλλον σε Αποστολές στο εξωτερικό.610 Μετά την υπερψήφιση του αναγκαίου νομοθετικού πλαισίου, ηβρετανική κυβέρνηση επιχείρησε να συνθέσει τα δύο ενδεχόμενα, της πλήρους ελληνικής ή της πλήρους βρετανικής επιβάρυνσης, του οικονομικού κόστους της Αποστολής καταμερίζοντας το κόστος και στις δύο κυβερνήσεις. Η βρετανική κυβέρνηση ειδικότερα επεξεργάστηκε το ενδεχόμενο η ελληνική κυβέρνηση να επωμιζόταν το κόστος μισθοδοσίας και της στέγασης των μελών της Αποστολής, ενώ η ίδια να επωμιζόταν την καταβολή ενός γενναιόδωρου επιδόματος υπηρεσίας στο εξωτερικό, το οποίο θα σχετιζόταν με το κόστος ζωής της Ελλάδας.611 Η βρετανική κυβέρνηση διατύπωσε επίσης ένα πλέγμα από ουσιώδεις προϋποθέσεις οι οποίες όφειλαν να ρυθμιστούν και να διευκρινιστούν, προτού απαντηθεί το ελληνικό αίτημα της μετάκλησης της Αστυνομικής Αποστολής, όπως ήταν ο καθορισμός του καταστατικού λειτουργίας της, ο λεπτομερής καθορισμός των αρμοδιοτήτων της, η διευκρίνιση των βασικών αρχών επί των οποίων θα ανασυγκροτούνταν τα Σώματα Ασφαλείας και οι Φυλακές και τέλος αν η ελληνική κυβέρνηση ήταν σε θέση να επιτύχει τη διαρκή κάλυψη του οικονομικού κόστους της Αποστολής, το οποίο αναλογικά θα επωμιζόταν καθώς μόνο υπό αυτή την προϋπόθεση η βρετανική κυβέρνηση αναλάμβανε να καλύψει μέρος του κόστους της Αποστολής. Η βρετανική κυβέρνηση τόσο για τις ανωτέρω προϋποθέσεις όσο και για ένα ευρύ πλήγμα ζητημάτων προσήλθε στις διαπραγματεύσεις με πολύ συγκεκριμένες και εν πολλοίς αμετάβλητες θέσεις. Ως προς το ζήτημα των αρμοδιοτήτων των μελών της Αποστολής, η βρετανική πλευρά εκμεταλλευόμενη τα ιστορικά προηγούμενα των δύο προγενέστερων βρετανικών αποστολών για τα Σώματα Ασφαλείας, του Sir Frederick Halliday και του Συνταγματάρχη Cook, καθώς και τις παρατηρήσεις του Sir Charles Wickham ζητούσε την παραχώρηση εκτεταμένων εξουσιών. Οι εξουσίες του Αρχηγού και των αξιωματικών της Αποστολής θα έπρεπε να εκτείνονται μέχρι την απόδοση πλήρους αρμοδιότητας οργάνωσης, διοίκησης και εξάσκησης της Αστυνομίας, Χωροφυλακής και των Φυλακών και την αναγνώριση αρμοδιότητας επί 610
F.O. 371/48369, R 15880, Draft of a Bill to provide for the maintenance of British civil police forces in certain foreign countries: to regulate the rights and obligations of members of home police forces who engage for Foreign Service and for purposes connected therewith, 18 th September 1945. 611 F.O. 371/48365, R 4843/1918/19, No 812, Athens to Foreign Office, Mr. Leeper, 22 nd March 1945.
215
των διορισμών, των προβιβασμών και των μεταθέσεων του προσωπικού. Η βρετανική πλευρά θεωρούσε πως η Αποστολή θα έπρεπε να έχει αποκλειστικά συμβουλευτικό ρόλο επί των επιχειρησιακών ζητημάτων και των ζητημάτων που βρίσκονταν εκτός της καθημερινής δραστηριότητας. Η βρετανική πλευρά, βασιζόμενη στις εισηγήσεις του Sir Charles Wickham, ζήτησε την αποδέσμευση της Χωροφυλακής από την ειδική σχέση της με τον Στρατό και τον τερματισμό κάθε μορφής ελέγχου του Στρατού επί αυτής καθώς η Χωροφυλακή όφειλε να περιοριστεί αποκλειστικά στα αστυνομικά της καθήκοντα. Οι Βρετανοί ζήτησαν επίσης από την ελληνική κυβέρνηση να συγκεντρώσει τις οργανωτικές και διοικητικές αρμοδιότητες της Χωροφυλακής στις υπηρεσίες του Υπουργείου Εσωτερικών που ήταν επιφορτισμένες με τη διατήρηση της τάξης και οι οποίες ήλεγχαν την Αστυνομία Πόλεων σε συνδυασμό με την επικύρωση, έκδοση και δημοσίευση των αναγκαίων Νόμων και Διαταγμάτων που θα υπήγαγαν τη Χωροφυλακή στην πλήρη αρμοδιότητα του Υπουργείου Εσωτερικών. Η βρετανική πλευρά ζήτησε να παγώσουν οι διορισμοί των αξιωματικών από τους Πίνακες Συνταξιούχων και από τον Πίνακα των εκτός υπηρεσίας, ώστε να μπορέσει η Αποστολή να διαπιστώσει την υπεραριθμία των αξιωματικών και, εφόσον διαπιστώνονταν ελλείψεις, η βρετανική πλευρά ζήτησε να αναγνωριστεί στην Αποστολή η αρμοδιότητα να κρίνει το πλήθος των αναγκαίων αξιωματικών, τους βαθμούς και τις θέσεις στις οποίες θα έπρεπε να τοποθετηθούν.612 Η τελική βρετανική πρόταση για το οικονομικό ζήτημα της Αποστολής ήταν πως, σε αντίθεση με τις δύο παλαιότερες βρετανικές Αποστολές για τα Σώματα Ασφαλείας που το κόστος τους το είχε επωμιστεί αποκλειστικά η ελληνική κυβέρνηση, στην παρούσα φάση το κόστος της μετακληθείσας Αποστολής θα καλυπτόταν εν μέρει και με τη συνδρομή της Μεγάλης Βρετανίας. Η αιτία ήταν πως η Αποστολή με βάση το οργανόγραμμά της θα ήταν πολυπληθής και το κόστος της δυσβάσταχτο για την ελληνική πλευρά. Το οργανόγραμμα προέβλεπε πως η Βρετανική Αποστολή θα επανδρωνόταν με σαράντα αξιωματικούς και με οκτώ μέλη διαφόρων άλλων βαθμών και θα δραστηριοποιούνταν για την αναδιοργάνωση της Χωροφυλακής, της Αστυνομίας Πόλεων και των Φυλακών. Η βρετανική πρόταση προέβλεπε ότι η Μεγάλη Βρετανία θα κατέβαλλε:
612
W.O. 204/8933, British Embassy Athens, Appendix E, R.A. Leeper, Letter dated May 8 1945 H.M Ambassador to the Greek Prime Minister about the Police, Gendarme and Prison Service Mission.
216
1) Το σύνολο των βασικών μισθών, με ετήσια δαπάνη περίπου 47.000 λίρες. Ο βασικός μισθός για όλους τους άνδρες αξιωματικούς υπολογίστηκε από τους Βρετανούς πως όφειλε να είναι τουλάχιστον 1.500 λίρες. Προτεινόταν επίσης η χορήγηση επιπλέον βοηθήματος 60 λιρών σε κάθε αξιωματικό. Η βρετανική πρόταση προέβλεπε πως στα μέλη της Αποστολής των οποίων ο βασικός μισθός θα ήταν κατώτερος των 1.500 λιρών, θα χορηγούνταν επίδομα αντίστοιχο της διαφοράς μεταξύ των απολαβών τους και των 1.560 λιρών, που λάμβαναν οι αξιωματικοί.613 2) Πολεμικό επίδομα, με ετήσια δαπάνη περίπου 3.000 λίρες. 3) Όλες τις συντάξεις, τα επιδόματα και οποιεσδήποτε άλλες δαπάνες προέκυπταν από την καταβολή αποζημιώσεων λόγω ατυχήματος ή θανάτου. 4) Μη φορολογήσιμο επίδομα για την κάλυψη των αναγκών συντήρησης. Η βρετανική πρόταση προέβλεπε ότι η Ελλάδα θα κατέβαλλε: 1) Το επίδομα αποδημίας που θα ήταν το 25% του βασικού μισθού για τους έγγαμους και το 12,5% για τους άγαμους με ετήσια δαπάνη περίπου 12.000 λίρες. 2) Το επίδομα υπηρεσίας στο εξωτερικό, ύψους 90 λιρών για τους έγγαμους και 25 λιρών για τους άγαμους, τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες της Αποστολής με ετήσια δαπάνη περίπου 4.000 λίρες. 3) Το επίδομα Εξόδων Παραστάσεως, που προτεινόταν να είναι 310 λίρες για τον Αρχηγό της Αποστολής, 225 λίρες για τον Αναπληρωτή Αρχηγό, 190 λίρες για τους υπόλοιπους αξιωματικούς, 135 λίρες για τους επικουρικούς αξιωματικούς, 110 λίρες για τους επιτελικούς αξιωματικούς Α΄ Τάξης και 85 λίρες για τους επιτελικούς αξιωματικούς Β΄ Τάξης. 4) Το επίδομα εξοπλισμού με ετήσια δαπάνη 2.000 λίρες για την πρώτη χρονιά και 1.200 λίρες για τη δεύτερη χρονιά. 5) Το κόστος σε χρήμα ή διά της χορήγησης γραφείων και οικημάτων για την κάλυψη των αναγκών της Αποστολής και για τις συζύγους των αξιωματικών και των ανδρών των άλλων βαθμών, που θα επιθυμούσαν να φέρουν τις συζύγους τους στην Ελλάδα καθώς και καταλλήλου οικήματος ή διαμερίσματος για τον Αρχηγό της Αποστολής. 6) Το επίδομα διατροφής με ετήσια δαπάνη 2.000 λίρες. 613
F.O. 366/1447, R 6219/1918/19, Foreign Office to Home Office and German Control Commission, S.W 1, 18thApril 1945.
217
7) Τα έξοδα αυτοκινήτων στα οποία συνυπολογίζονταν και τα έξοδα πρόσληψης και μισθοδοσίας των οδηγών. Προτεινόταν μάλιστα, εξαιτίας της δυσχέρειας ευρέσεως κατάλληλων οχημάτων για τις ανάγκες της Αποστολής, η Βρετανική Κυβέρνηση να προμηθεύει την Αποστολή επί πληρωμή με κατάλληλα οχήματα, που θα προέρχονταν από τον Στρατό. 8) Οι δαπάνες των θαλασσίων μεταφορών από και προς το Ηνωμένο Βασίλειο ή άλλη χώρα, όταν κάποιο μέλος της Αποστολής αναλάμβανε ή παρέδιδε την Υπηρεσία του. Αντίστοιχη δαπάνη προτεινόταν να καταβάλλεται από την ελληνική πλευρά μία φορά το χρόνο για κάθε μέλος της Αποστολής κατά τη διάρκεια της χορηγούμενης άδειας. 9) Οι δαπάνες των θαλασσίων μεταφορών των οικογενειών των Αξιωματικών της Αποστολής που θα επιθυμούσαν να έλθουν στην Ελλάδα και οι αντίστοιχες δαπάνες για τα έξοδα επιστροφής στη χώρα τους, όταν οι αξιωματικοί θα εγκατέλειπαν την Αποστολή. 10) Οι δαπάνες νοσηλείας και Νοσοκομείου και η αναγνώριση του δικαιώματος της ελεύθερης επιλογής Νοσοκομείου και γιατρού. 11) Τα έξοδα συντήρησης για την κάλυψη των δαπανών των αξιωματικών, όταν πραγματοποιούσαν ταξίδια σχετιζόμενα με την εκτέλεση της υπηρεσίας και τα οποία δε θα ξεπερνούσαν σε ύψος τις δαπάνες συντήρησης για την εκτέλεση υπηρεσίας στο εξωτερικό, δηλαδή περίπου τις 4.000 λίρες ετησίως. 12) Το κόστος για τη διάθεση ικανού αριθμού διερμηνέων στην Αποστολή.614 Οι Βρετανοί παραδέχονταν πως το ύψος των δαπανών που καλούνταν να καταβάλλει η ελληνική κυβέρνηση για τη συντήρηση της Βρετανική Αποστολής, σε πολλά σημεία ήταν αφηρημένο και δεν μπορούσε να υπολογιστεί. Οι Βρετανοί θεωρούσαν πάντως πως τελικά και οι δύο πλευρές θα κατέβαλλαν σημαντικά αλλά ίσα μεταξύ τους ποσά για τη συντήρηση της Αποστολής. Οι Βρετανοί για λόγους διοικητικούς πρότειναν η βρετανική Κυβέρνηση να καταβάλει το σύνολο των δαπανών της Αποστολής και ύστερα να ενημερωνόταν η ελληνική κυβέρνηση για τα ποσά που της αντιστοιχούσαν και τα οποία η ελληνική κυβέρνηση θα τα κατέβαλλε απευθείας στη Βρετανική Κυβέρνηση.615 614
F.O. 366/1447, R 6284/1918/19,Foreign Office to Sir Charles Wickham, Inspector General Office, Royal Ulster Constabulary, 25thApril 1945. 615 Αργότερα, το Σεπτέμβριο του 1945, η Βρετανική πλευρά επεξεργάστηκε την πιθανότητα επαύξησης των οικονομικών αιτημάτων της, με το να ζητήσει να καλύψει η Ελληνική πλευρά και το κόστος τροφής των μελών της Αποστολής καθώς και επαναδιαπραγμάτευσης των ποσών που θα
218
Ειδικότερα, η βρετανική πρόταση προέβλεπε πως μέσω του Βρετανικού Υπουργείου των Εξωτερικών, θα μεταφέρονταν τηλεγραφικά, σε λογαριασμό σε στερλίνες στην Τράπεζα της Ελλάδος, στο όνομα της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής, τα ποσά της μισθοδοσίας των μελών της Βρετανικής Αποστολής. Μετά τη μεταφορά τους στην Τράπεζα της Ελλάδος, τα ποσά θα μετατρέπονταν σε λογαριασμό σε δραχμές και θα μεταφέρονταν στην Ιόνια Τράπεζα, από όπου τα μέλη της Αποστολής θα λάμβαναν τη μισθοδοσία τους. Οι Βρετανοί πρότειναν αυτή τη μέθοδο για αποφευχθούν οι αρνητικές συνέπειες της διολίσθησης και της υποτίμησης της δραχμής στις μισθοδοσίες των μελών της Αποστολής. Οι Βρετανοί πρότειναν ακόμη −και τελικά έγινε δεκτό από την ελληνική κυβέρνηση−τη διαχείριση των λογαριασμών να την αναλάβουν ο Αρχηγός της Αποστολής, Sir Charles Wickham, και ο υπεύθυνος Διοικητικών Υποθέσεων της Αποστολής.616 Τέλος, προτάθηκε η διακρατική σύμβαση παραμονής της Αποστολής στην Ελλάδα να έχει αρχικά διετή ισχύ.617 Το έντονο βρετανικό ενδιαφέρον για τις οικονομικές παραμέτρους της συμφωνίας μετάκλησης της Αποστολής οφειλόταν στην επιθυμία τους να δοθούν δελεαστικές οικονομικές απολαβές, ώστε να πειστούν ευκολότερα οι ενδιαφερόμενοι αξιωματικοί να επανδρώσουν την Αποστολή, εγκαταλείποντας τις θέσεις που κατείχαν σε διάφορες αστυνομικές δυνάμεις της Αυτοκρατορίας, καθώς είχαν διαπιστώσει πως τα κατάλληλα άτομα δυσπιστούσαν να έρθουν στην Ελλάδα αν δεν προσφερόταν ικανοποιητικό επίπεδο μισθών και επιδομάτων.618 Η ελληνική κυβέρνηση απάντησε θετικά σε όλες τις βρετανικές προτάσεις, τόσο τις οικονομικές619 όσο και στις σχετικές με το καταστατικό λειτουργίας και τις
καταβάλλονταν για τη στέγασή τους. Η μέχρι τότε διαμονή των μελών της Αποστολής στο ξενοδοχείο της «Μεγάλης Βρετανίας», όπου είχαν κλείσει είκοσι δωμάτια, τους απέδειξε πως είχαν υποκοστολογήσει το κόστος διαμονής και τη διαφορά που προέκυπτε από την υποκοστολόγηση ήθελαν να την αναλάβει η ελληνική πλευρά από W.O 204/8933, Financial Adviser’s Office, H.Q. L.F (Greece), 15th September 1945 και F.O. 366/1447, Greek Police and Prison Mission, Accounting Arrangements, 30th May 1945 και F.O 366/1447, R 6219, Foreign Office to Athens, 12th May 1945. 616 F.O. 371/58745, R 2606, Report on the Accounting and Financial Arrangements of the British Police Mission to Greece, 19th February 1946. 617 F.O. 371/4366, R 9193/1918/19, Sir R. Leeper to Mr. Eden (enclosure 1. Letter of dated 8 th May from H.M Ambassador to the Greek Prime Minister about the Police, Gendarmerie and Prison Service Mission), 28th May 1945. 618 F.O. 371/48365, R 3007/1918/19, Sir Orme Sargent to Sir George Gater, Colonial Office, 13 th February 1945. 619 F.O. 366/1447, No.1168, Athens to Foreign Office, 12 th May 1945. Για τις οικονομικές απαιτήσεις των Βρετανών, η ελληνική πλευρά αν και αισθάνθηκε δυσάρεστα λόγω του μεγάλου κόστους που θα επωμιζόταν, τις αποδέχθηκε δηλώνοντας πως, αν ξεκινούσε από την αρχή η διαπραγμάτευση για τα οικονομικά, υπήρχε η πιθανότητα να κατέληγαν οι διαπραγματεύσεις σε μη ευνοϊκή κατάληξη.
219
αρμοδιότητες της Βρετανικής Αποστολής. Το μόνο σημείο στο οποίο η Ελληνική κυβέρνηση εμμέσως προέβαλλε ένσταση ήταν το σχετικό με τις αρμοδιότητες της Αποστολής, για τις οποίες ζητήθηκε να υπάρξει σαφέστερη διευκρίνιση και προσδιορισμός του εύρους τους. Η ελληνική κυβέρνηση συμφωνούσε με τη βρετανική πρόταση για την εκχώρηση πλήρους εξουσίας στον Αρχηγό της Αποστολής στα ζητήματα οργάνωσης, διοίκησης και εκγύμνασης των ανδρών των Σωμάτων Ασφαλείας και των Φυλακών και την εκχώρηση αρμοδιοτήτων για τις μεταθέσεις, τους διορισμούς και τις προαγωγές του προσωπικού. Η ελληνική κυβέρνηση ζήτησε όμως να τεθεί ο περιορισμός, πως οι δραστηριότητες του Αρχηγού της Αποστολής σε ζητήματα καθημερινής διαχείρισης των Σωμάτων Ασφαλείας και των Φυλακών και σε επιχειρησιακά ζητήματα θα έπρεπε να ήταν σύμφωνη με την πολιτική της εκάστοτε ελληνικής κυβέρνησης, καθώς η τελική ευθύνη δεν έπαυε να ανήκει ολοκληρωτικά σε αυτή.620 Η ελληνική θέση για τον έμμεσο περιορισμό του εύρους των αρμοδιοτήτων του Αρχηγού της Αποστολής οφειλόταν σε δύο λόγους. Πρώτον, στην ύπαρξη κάποιων ορίων που θα απέτρεπαν τον κίνδυνο η Βρετανική Αποστολή να καθίστατο ανεξέλεγκτη μελλοντικά και να παρουσιάζονταν φαινόμενα δυσαρμονίας μεταξύ της και των πολιτικών στοχεύσεων των ελληνικών κυβερνήσεων και δεύτερον γιατί θα ήταν μειωτική για την εθνική ανεξαρτησία και για το κύρος των ελληνικών κυβερνήσεων η αναγνώριση πλήρους ανεξέλεγκτης εξουσίας σε μία ξένη Αποστολή, έστω και σύμμαχης χώρας, στον ευαίσθητο τομέα της δημόσιας τάξης και ασφάλειας. Στο πλαίσιο της λήψης αποφάσεων σχετικών με την τάξη, τη δημόσια ασφάλεια και την αναδιοργάνωση της Χωροφυλακής συνήλθε την 8η Ιουνίου 1945 η Κυβερνητική Επιτροπή. Στη συνεδρίαση της Κυβερνητικής Επιτροπής μεταξύ άλλων αποφασίστηκε α) πως η Χωροφυλακή θα αναλάμβανε την υπηρεσία και τα αστυνομικά καθήκοντα από την Εθνοφυλακή εντός των επόμενων εβδομάδων,621 β) η δημιουργία θέσης Γενικού Αρχηγού Σωμάτων Ασφαλείας και η κάλυψη της θέσης με την τοποθέτηση Ανώτατου Δικαστικού,622 γ) η δημιουργία δύο θέσεων Ανώτατων
620
F.O. 371/4366, R 9193/1918/19, Sir R. Leeper to Mr. Eden (enclosure 2. Mr. Voulgaris to R. Leeper 12th May 1945), 28th May 1945. 621 Αυτή η απόφαση άργησε να εκτελεστεί τελικά λόγω τεχνικών δυσκολιών που παρουσιάστηκαν στην κάλυψη των κενών επάνδρωσης της Χωροφυλακής καθώς και τις ελλείψεις που παρουσιάστηκαν στον εφοδιασμό της σε υλικό. Έτσι η απόφαση υλοποιήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1945. 622 Τη θέση του Αρχηγού Σωμάτων Ασφαλείας την κατέλαβε τελικά ο Κων. Ανανιάδης.
220
Επιθεωρητών Χωροφυλακής, ενός για τη Νότια Ελλάδα και ενός για τη Βόρεια Ελλάδα.623 Η ελληνική κυβέρνηση για να υλοποιήσει τις αποφάσεις της Κυβερνητικής Επιτροπής της 8ης Ιουνίου και για να προωθήσει τις προτάσεις-απαιτήσεις των Βρετανών προώθησε με τον Α.Ν. 471 της 11ης/13ης Ιουλίου 1945 «Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως άρθρων τινών του από 7ης Ιουνίου 1935 Α.Ν. "Περί Οργανισμού της Χωροφυλακής"» σημαντικές θεσμικές αλλαγές στη Χωροφυλακή. Με τον Α.Ν. 471/1945 αναθεωρήθηκε το εδάφιο 1 της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του Οργανικού Νόμου της Χωροφυλακής του 1935 και η Χωροφυλακή από Όπλο του Στρατού μετατράπηκε σε αυτοτελές Σώμα και απαλλάχθηκε από την εκτέλεση καθηκόντων στρατονομικής υπηρεσίας. Με το άρθρο 2 του Α.Ν. 471/1945 καταργήθηκε η Διεύθυνση Χωροφυλακής του Υπουργείου Στρατιωτικών και συντάχθηκε
νέο
οργανόγραμμα
των
Υπηρεσιών
και
Καταστημάτων
της
Χωροφυλακής. Με τον Α.Ν. 471/1945 το νέο οργανόγραμμα της Χωροφυλακής διαμορφώθηκε ως εξής: 1) Αρχηγείο Χωροφυλακής 2) Υπηρεσιών παρά το γραφείο του Υπουργού των Εσωτερικών
Γενική Διεύθυνση Χωροφυλακής
Διεύθυνση Προσωπικού Αξιωματικών και Ανθυπασπιστών
Διεύθυνση Προσωπικού Οπλιτών και Πολιτικών Υπαλλήλων
Διεύθυνση Ασφαλείας
Διεύθυνση Επιμελητείας Χωροφυλακής
Διεύθυνση Εκκαθαρίσεως Δαπανών Χωροφυλακής
Γενική Οικονομική Επιθεώρηση Χωροφυλακής
Διεύθυνση Υγειονομικής Υπηρεσίας
3) Σχολή Αξιωματικών Χωροφυλακής 4) Σχολή Οπλιτών Χωροφυλακής 5) Σύνταγμα Χωροφυλακής 6) Ένδεκα Ανώτερες Διοικήσεις Χωροφυλακής624 623
Στερεάς Ελλάδας625
Καθημερινή, 8η Ιουνίου 1945, «Ενεκρίθησαν τα μέτρα διά την τάξιν και την Δημοσία Ασφάλεια», σ.
3. 624
Στον Οργανικό Νόμο του 1935, οι Ανώτερες Διοικήσεις Χωροφυλακής ήταν εννέα αντί των έντεκα, που διαμορφώθηκαν με τον Α.Ν.471. Η ενιαία Ανώτερη Διοίκηση του Οργανικού Νόμου του 1935 για ολόκληρη τη Μακεδονία, με τον Α.Ν.471 κατατμήθηκε σε τρεις Διοικήσεις.
221
Πελοποννήσου
Δυτικής Ελλάδας
Ηπείρου
Θεσσαλίας
Δυτικής Μακεδονίας
Κεντρικής Μακεδονίας
Ανατολικής Μακεδονίας
Θράκης
Νήσων Αιγαίου
Κρήτης
7) Αστυνομική Διεύθυνση Θεσσαλονίκης 8) Υπηρεσία Ασφαλείας Υψηλών Προσώπων626 9) Φρουραρχείο Χωροφυλακής Αθηνών627 10) Αποθήκη Υλικού Χωροφυλακής 11) Ταμείο Αρωγής Αξιωματικών Χωροφυλακής 12) Ταμείο Αλληλοβοηθείας Οπλιτών Χωροφυλακής 13) Φρουραρχείο Χωροφυλακής Θεσσαλονίκης Με το άρθρο 4 του Α.Ν. 471 τροποποιήθηκε το άρθρο 4 του Οργανικού Νόμου της Χωροφυλακής του 1935 και επήλθε η υπαγωγή της Χωροφυλακής στη δικαιοδοσία του Υπουργείου Εσωτερικών, η μεταβίβαση στον υπουργό Εσωτερικών των μέχρι τότε υφιστάμενων αρμοδιοτήτων του υπουργού Στρατιωτικών επί των Υπηρεσιών και των ανδρών της Χωροφυλακής, που προβλέπονταν σε παρελθόντες Νόμους και Διατάγματα, και η μεταβίβαση στους Διευθυντές Προσωπικού, Αξιωματικών και Οπλιτών του Υπουργείου Εσωτερικών των αρμοδιοτήτων του
625
Τον Μάρτιο 1947 η Ανωτέρα Διοίκηση Χωροφυλακής Στερεάς Ελλάδας διχοτομήθηκε. Ένα τμήμα της με έδρα τη Λαμία, περιελάμβανε τους νομούς Φθιώτιδας, Ευρυτανίας, Φωκίδας και Βοιωτίας διατηρώντας τον τίτλο της Ανωτέρας Διοίκησης Χωροφυλακής Στερεάς Ελλάδας. Το άλλο τμήμα περιελάμβανε την Αττική, την Εύβοια, την Κηφισιά, τον Πειραιά και τα νησιά των Κυκλάδων· αυτή ονομάστηκε Ανωτέρα Διοίκηση Χωροφυλακής Πρωτευούσης, F.O 371/67131, R 6057, British Police Mission, Headquarters, M.S.24/2, Monthly Report, March 1947, 26th April 1947. 626 Επρόκειτο για μία νέα υπηρεσία, καθώς με τον Οργανικό Νόμο του 1935 η συνοδεία ασφαλείας προσώπων με βάση το άρθρο 1, παράγραφος 2, εδάφιο 2, αν και ήταν αρμοδιότητα της Χωροφυλακής, δεν προβλεπόταν η ύπαρξη ειδικού τμήματος, που να έχε επιφορτιστεί με την εκτέλεση αυτής της αρμοδιότητας. 627 Απετέλεσε το διάδοχο σχήμα της Διευθύνσεως Ειδικής Ασφαλείας Αθηνών, η οποία ανέπτυξε αρνητική δραστηριότητα κατά τη διάρκεια της Κατοχής, λειτουργώντας ως υποχείριο των κατοχικών δυνάμεων και μηχανισμός καταστολής και καταπίεσης του λαού, αμαυρώνοντας συνολικά τη δραστηριότητα του Σώματος.
222
Διευθυντού της καταργηθείσας Διεύθυνσης Χωροφυλακής του Υπουργείου των Στρατιωτικών.628 Η αποστρατιωτικοποίηση της Χωροφυλακής την οποία επέφερε ο Α.Ν. 471/1945 δεν έγινε ευμενώς αποδεκτή, εξαιτίας της διαφορετικής αντίληψης που είχε η ελληνική πλευρά για την τακτική αξιοποίηση της Χωροφυλακής αλλά και εξαιτίας και της ταχύτατης επιδείνωσης των συνθηκών Ασφαλείας. Η νομοθετική αποστρατιωτικοποίηση της Χωροφυλακής εν πολλοίς παρέμεινε κενό γράμμα, καθώς γρήγορα υπερκεράστηκε από τις επιχειρησιακές ανάγκες. Έτσι, η Χωροφυλακή συνέχισε να θεωρείται de facto Σώμα Ασφαλείας με έντονο στρατιωτικό χαρακτήρα και ως τέτοιο συμμετείχε σε επιχειρήσεις κατά των ανταρτών, τα αποσπάσματά της συνέχισαν να τελούν υπό τις εντολές των Στρατιωτικών Διοικήσεων κατά τη διάρκεια των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων και αργότερα, όταν κηρύχτηκε ο Στρατιωτικός Νόμος στο σύνολο ή σε τμήματα της Επικράτειας, η Χωροφυλακή υπήχθη άμεσα στις αρμόδιες Στρατιωτικές Αρχές και υπό τις εντολές των Στρατιωτικών Διοικήσεων. Ο στρατιωτικός χαρακτήρας της Χωροφυλακής, παρά τον Α.Ν. 471, διατηρήθηκε ακόμα και σε ζητήματα καθημερινότητας όπως στον όρκο που έδιναν οι καταταγέντες χωροφύλακες, ο οποίος ήταν ο ίδιος όρκος που έδιναν και οι στρατιωτικοί κατά τη δική τους ορκωμοσία ή όπως η υπηρεσία των μονίμων οπλιτών της Χωροφυλακής που συνέχισε να προσμετράται ως στρατιωτική θητεία.629 Με τον Α.Ν. 471/1945 θεσμοθετήθηκαν οι «Επιθεωρήσεις Χωροφυλακής», με επικεφαλής τους υποστρατήγους του Σώματος, οι οποίοι εξουσιοδοτήθηκαν να μελετούν τα προβλήματα του Σώματος, να υποβάλλουν εισηγήσεις και πορίσματα και να συντάσσουν και να αναθεωρούν τις ετήσιες διαδοχικές σημειώσεις αξιολόγησης του προσωπικού του Σώματος. Οι Επιθεωρητές της Χωροφυλακής ορίστηκαν επίσης ως μόνιμα μέλη των Συμβουλίων Κρίσεων και Προαγωγών του Σώματος. Κατ’ εφαρμογή της απόφασης της Κυβερνητικής Επιτροπής της 3ης Μαΐου του 1945, ο Α.Ν.
471/1945
θεσμοθέτησε
τη
θέση
του
«Γενικού
Αρχηγού
Σωμάτων
Ασφαλείας»,630 η οποία αντιστοιχούσε με τη θέση υπηρεσιακού μόνιμου
628
Φ.Ε.Κ. 183, Αναγκαστικός Νόμος 471, 11 ης/13ης Ιουλίου 1945, «Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως άρθρων τινών του από 7 Ιουνίου 1935 Α.Ν. «Περί Οργανισμού της Χωροφυλακής». 629 Υ.Σ.Α., Α3/ Γ.Ε.Σ., 13575, «Υπηρεσία εν Χωροφυλακή», 28η Αυγούστου 1950. 630 Ο θεσμός αυτός υπήρξε βραχύβιος καθώς ερμηνεύτηκε ως το πρώτο βήμα για τη συνένωση της Χωροφυλακής με την Αστυνομία Πόλεων, γεγονός που δημιούργησε έντονες αντιδράσεις.
223
υφυπουργού, για να επιτευχθεί καλύτερος συντονισμός μεταξύ της Χωροφυλακής και της Αστυνομίας Πόλεων.631 Η Μεγάλη Βρετανία, μεταξύ των άλλων υποχρεώσεων και δεσμεύσεων που είχε αναλάβει στην Ελλάδα, είχε επωμιστεί και την υποχρέωση της χορήγησης όπλων, εφοδίων και τροφίμων για τις υπό ανασυγκρότηση ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις και για τα Σώματα Ασφαλείας. Οι Βρετανοί όμως αδυνατούσαν να ανταπεξέλθουν ικανοποιητικά στις υποχρεώσεις τους, ιδίως κατά την πρώτη περίοδο μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, όταν έπρεπε να εφοδιάζουν ταυτόχρονα την Εθνοφυλακή, τον υπό ανασυγκρότηση Στρατό και τα Σώματα Ασφαλείας. Η δυσκολία εξεύρεσης και παράδοσης οπλισμού από τους Βρετανούς είχε ως αποτέλεσμα στην περίπτωση της Χωροφυλακής την παράδοση μικρών μόνο ποσοτήτων οπλισμού και ιματισμού. Η επιμελητειακή αδυναμία των Βρετανών είχε σαν αποτέλεσμα την εμφάνιση διάφορων φαινομένων δυσλειτουργίας, όπως την καθυστέρηση αναχώρησης για τις επαρχίες πλήρως συγκροτημένων μονάδων της Χωροφυλακής εξαιτίας της έλλειψης στοιχειωδών και βασικών υλικών σε επαρκείς ποσότητες, την ακαταλληλότητα του οπλισμού που προερχόταν από τα αποθέματα των βρετανικών αποθηκών ή ακόμα και την παράδοση όπλων ή πυρομαχικών διαφορετικού διαμετρήματος από τα όπλα ή τα πυρομαχικά με τα οποία είχε αρχικά εφοδιαστεί κάποια μονάδα ή υπηρεσία της Χωροφυλακής.632 Η δύναμη της Χωροφυλακής, εξαιτίας της σταδιακής ανάληψης των αστυνομικών καθηκόντων και των εκτεταμένων μετατάξεων προσωπικού από την Εθνοφυλακή προς τη Χωροφυλακή, αύξησε πολύ γρήγορα τη δύναμή της, ώστε σε λιγότερο από ένα χρόνο μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, από τις δεκαέξι χιλιάδες διακόσιους άνδρες έφτασε τις είκοσι τρεις χιλιάδες,633 εκ των οποίων περίπου δεκατέσσερις χιλιάδες είχαν τοποθετηθεί στη Βόρεια Ελλάδα.634 Παρά τη σημαντική αύξηση του προσωπικού της Χωροφυλακής, η ηγεσία του Σώματος επεδίωκε να φτάσει την οροφή του Σώματος στις τριάντα χιλιάδες άνδρες. Οι Βρετανοί ήταν αντίθετοι με την προοπτική της μεγέθυνσης της Χωροφυλακής και επιθυμούσαν το Σώμα να έχει ως οροφή του τις είκοσι χιλιάδες άνδρες. Η ελληνική κυβέρνηση τον Μάιο του 1945, πριν από την επίσημη άφιξη της 631
Βρετανικής
Δασκαλάκης, ό.π., σ. 533. Στο ίδιο, σ. 538. 633 Βόγλης, ό.π., σ. 84, Σύμφωνα με άλλες πηγές η δύναμη της Χωροφυλακής το καλοκαίρι του 1945 είχε φτάσει τις είκοσι επτά χιλιάδες, από Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σ. 82. 634 Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σ. 82. 632
224
Αποστολής στην Ελλάδα, ασκούσε έντονες πιέσεις στον λοχαγό Prosser, τον Αστυνομικό Σύμβουλο του στρατηγού Scobie, για την αύξηση της δύναμη της Χωροφυλακής στις είκοσι πέντε χιλιάδες άνδρες και μάλιστα επεδίωκε αυτή να έχει ολοκληρωθεί πριν από την ανακοίνωση της ημερομηνίας του Δημοψηφίσματος. Η βρετανική στάση απέναντι στο ελληνικό αίτημα ήταν κάθετα αρνητική σε οποιαδήποτε αύξηση της δύναμης της Χωροφυλακής πέρα των δεκαοκτώ χιλιάδων ανδρών που ήταν η προπολεμική δύναμή της. Η έντονα αρνητική στάση των Βρετανών οφειλόταν κυρίως σε δύο λόγους. Πρώτον, στην αδυναμία τους να χορηγήσουν επαρκή αριθμό όπλων, πυρομαχικών και ιματισμού και δεύτερον στην επιθυμία τους να μη διαταραχθεί η πειθαρχία και η ταυτότητα της Χωροφυλακής ως ένοπλης αστυνομικής δύναμης από την αθρόα προσέλευση μετατασσόμενων εθνοφυλάκων. Η Βρετανική πλευρά αποδέχθηκε τελικά την ενίσχυση της Χωροφυλακής με τη μετάταξη μόλις τεσσάρων χιλιάδων εθνοφυλάκων, ώστε να αυξηθεί η οροφή του Σώματος στις δεκαοκτώ χιλιάδες άνδρες, το οποίο ήταν το ανώτατο όριο που μπορούσαν να υποστηρίξουν.635 Η ενεργοποίηση των διαδικασιών της μετάταξης των τεσσάρων χιλιάδων Εθνοφυλάκων στη Χωροφυλακή636 έγινε τη 13η Ιουνίου 1945 με την έκδοση σχετικής Απόφασης του Προέδρου της Κυβερνήσεως, με την οποία διατάχθηκε το Υπουργείο Στρατιωτικών και το Γ.Ε.Σ. να εκδώσουν όλες τις δέουσες διαταγές για την άμεση μετάταξη εθνοφυλάκων στη Χωροφυλακή, μαζί με τον αναγκαίο ιματισμό και εξοπλισμό που χρειάζονταν για την εκτέλεση των νέων καθηκόντων. Το Υπουργείο Στρατιωτικών διατάχθηκε, επίσης, να προβεί σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες μαζί με το Γ.Ε.Σ., ώστε, όταν οι συνθήκες το επέβαλλαν στο απώτερο μέλλον, να είχε τη δυνατότητα να προβεί στη μετάταξη ακόμα δύο χιλιάδων εθνοφυλάκων στη Χωροφυλακή.637 Η δύναμη της Χωροφυλακής λίγο καιρό πριν από την πλήρη ανάληψη των καθηκόντων της ήταν απόλυτα ανεπαρκής, όπως και οι υποδομές της στον τομέα των μεταφορών, και το μόνο πρόβλημα το οποίο είχε επιλυθεί ικανοποιητικά ήταν αυτό της επιμελητείας σε ένδυση και εξοπλισμό, ώστε να δημιουργηθεί ακόμα και απόθεμα ειδών προσωπικού εξοπλισμού σε κάθε Ανώτατη Διοίκηση της Χωροφυλακής. Η λειψανδρία της Χωροφυλακής επιτεινόταν από το γεγονός ότι η 635
Δασκαλάκης, ό.π.,σ. 540. F.O. 371/48368, R 11744, Mr. Caccia, Athens to Foreign Office, 10 th July 1945. 637 Δασκαλάκης, ό.π., σ. 539. 636
225
δύναμή της, λόγω του τακτικού δόγματός της, είχε κατανεμηθεί σε πολλά μικρά τμήματα ανά την Επικράτεια. Το Αρχηγείο της Χωροφυλακής, γνωρίζοντας τις μεγάλες ελλείψεις, που υπήρχαν, προσπαθούσε να αυξήσει τη δύναμη του Σώματος μέσω
της
στρατολογίας
και
εκπαίδευσης
νέων
χωροφυλάκων.
Συνολικά
δημιουργήθηκαν πέντε παραρτήματα της Σχολής Χωροφυλακής σε διάφορες περιοχές της Χώρας, στα οποία πραγματοποιούνταν η εκπαίδευση των καταταχθέντων Χωροφυλάκων. Έως τον Ιούλιο του 1945, στα παραρτήματα της Σχολής Χωροφυλακής είχαν γίνει δεκτοί δύο χιλιάδες τριακόσιοι ενενήντα επτά (2.397) άνδρες,
επί
Χωροφυλακή.
συνόλου
τεσσάρων
χιλιάδων
ανδρών
που
κατετάγησαν
στη
638
Η εκπαιδευτική διαδικασία που καθιέρωσε η Βρετανική Αποστολή στις Σχολές της Χωροφυλακής προκάλεσε την αντίδραση της ηγεσίας του Στρατού και της ηγεσίας της Χωροφυλακής, με αποτέλεσμα έντονες συγκρούσεις και διαφωνίες μεταξύ του Αρχηγείου της Χωροφυλακής και της Βρετανικής Αποστολής. Η βασική αιτία της έντονης διαφωνίας ήταν ο διαφορετικός ρόλος που η κάθε πλευρά επιθυμούσε να αποδώσει στη Χωροφυλακή. Το Αρχηγείο της Χωροφυλακής επιθυμούσε το πρόγραμμα εκπαίδευσης της Χωροφυλακής να περιλαμβάνει στοιχειώδη πολεμική εκπαίδευση, με την εκπαίδευση στη χρήση των νέων όπλων και την επιβολή κανόνων στρατιωτικής πειθαρχίας. Η Βρετανική Αποστολή διαφωνούσε με την παροχή πολεμικής εκπαίδευσης στους χωροφύλακες, καθώς αντιλαμβανόταν τη Χωροφυλακή αποκλειστικά ως αστυνομικό σώμα και θεωρούσε πως, εφόσον προέκυπταν καταστάσεις που απαιτούσαν τη χρησιμοποίηση σημαντικής ένοπλης δύναμης, τότε αυτές έπρεπε να αντιμετωπίζονται αποκλειστικά από τον Στρατό. Επιπλέον, η Βρετανική Αποστολή θεωρούσε, πως όσο λιγότερο η Χωροφυλακή χρησιμοποιούσε τα όπλα, τόσο μεγαλύτερο ήταν το κύρος και η επιρροή των ανδρών της. Ο αρχιεκπαιδευτής της Αποστολής στη Χωροφυλακή επηρεασμένος από τα βρετανικά δεδομένα, αρνήθηκε να επιτρέψει τον εξοπλισμό της Χωροφυλακής με στρατιωτικό οπλισμό και την εκπαίδευση των μαθητών των Σχολών της Χωροφυλακής σε βολές με στρατιωτικό οπλισμό. Η μόνη υποχώρηση στην οποία προέβη η Βρετανική Αποστολή σχετικά με την εκπαιδευτική διαδικασία ήταν να επιτρέψει
να
υπάρξει
μετά
το
αρχικό-βασικό
στάδιο
εκπαίδευσης
και
συμπληρωματικό στάδιο εκπαίδευσης για την εξάσκηση των δοκίμων χωροφυλάκων 638
W.O. 204/8933, Ref. 0017, British Police Mission to Greece Report Period 7Jul to 21 Jul 1945, 25 th July 1945, F.O 371/48368, R 11744, Mr. Caccia, Athens to Foreign Office, 10 th July 1945.
226
σε στοιχειώδεις πολεμικές ασκήσεις, σε ρίψεις χειροβομβίδων και στη χρήση αυτόματων όπλων. Η ελλιπής εκπαίδευση και προπαρασκευή των χωροφυλάκων, σε συνδυασμό με την ενδυνάμωση των ανταρτών, οδήγησε στη δραματική αύξηση των απωλειών της Χωροφυλακής.639 Η μερική υποχώρηση της Βρετανικής Αποστολής στο ζήτημα της εκπαίδευσης των καταταχθέντων ανδρών της Χωροφυλακής οφειλόταν στο γεγονός πως βρετανικοί κύκλοι εκτός Αποστολής, αν και ασπάζονταν την άποψη της αποστρατιωτικοποίησης της Χωροφυλακής και της αυτονόμησής της από τον Στρατό, αντιλαμβάνονταν πως ήταν μη ρεαλιστικό υπό τις παρούσες συνθήκες ασφαλείας η Χωροφυλακή να είναι άοπλη και ανέτοιμη να ανταπεξέλθει σε επιχειρήσεις εναντίον των ανταρτών.640 Η Βρετανική Αποστολή εκτελούσε τα καθήκοντά της και ο Αρχηγός της, Sir Charles Wickham, συμμετείχε σε συσκέψεις με τους αρμόδιους Έλληνες Υπουργούς και υπηρεσιακούς παράγοντες από τον Ιούλιο του 1945, αν και τυπικά η Αποστολή δεν βρισκόταν στην Ελλάδα, καθώς οι διαπραγματεύσεις μεταξύ της Ελληνικής και της Βρετανικής Κυβέρνησης δεν είχαν ολοκληρωθεί. Η αιτία της καθυστέρησης των διαπραγματεύσεων οφειλόταν στη μη επίτευξη κοινής πλεύσης για το περιεχόμενο της συμφωνίας μετάκλησης και το καθεστώς της παρουσίας της Αποστολής στην Ελλάδα. Η Βρετανική Αποστολή συνέχισε να λειτουργεί σε νομικό κενό, χωρίς ξεκάθαρες δικαιοδοσίες, αρμοδιότητες και χωρίς νομική υπόσταση μέχρι και την 29η Απριλίου 1946, όταν με το Νομοθετικό Διάταγμα της αυτής ημερομηνίας επικυρώθηκε η διακρατική συμφωνία μετάκλησής της στην Ελλάδα. Η βρετανική κυβέρνηση, επιθυμώντας να τερματιστεί αυτή η παράδοξη κατάσταση, επανήλθε τον Αύγουστο του 1945 με επιστολή του Harold Cassia προς την
ελληνική
κυβέρνηση.641
Η
βρετανική
πλευρά
με
την
επιστολή
Cassiaεπικαλέστηκε τα συμπεφωνηθέντα μεταξύ των δύο πλευρών κατά τον πρώτο γύρο επιστολών του Μαΐου του 1945 και ζήτησε την ταχύτερη δυνατή ρύθμισή τους με την ύπαρξη νομοθετικής πρωτοβουλίας από την ελληνική κυβέρνηση που θα επικύρωνε τη μετάκληση της Αποστολής, υπό το πνεύμα των επιστολών του Μαΐου.
639
Δασκαλάκης, ό.π., σσ. 540-541 και Βασιλάς, ό.π, σ. 182. F.O. 371/48366, R9045/1918/19, Secretary of State to Mr. Vyvyan Adams M.P, 1 st June 1945. 641 Ο Harold Cassia προαλειφόταν επιτετραμμένος της Βρετανικής Πρεσβείας στην Αθήνα, όπου θα εκτελούσε καθήκοντα βοηθού του πρέσβη. Τελικά όμως ανέλαβε καθήκοντα αναπληρωτή πρέσβη και άτυπου συντονιστή των Βρετανικών Αποστολών μεταξύ τους αλλά και των σχέσεων των Αποστολών με την ελληνική κυβέρνηση και άλλους Έλληνες κρατικούς αξιωματούχους. 640
227
Κατά τους Βρετανούς, με τις επιστολές του Μαΐου είχε συμφωνηθεί πως ο Αρχηγός της Αποστολής και οι αντ’ αυτού αξιωματικοί είχαν πλήρη δικαιοδοσία επί των οργανωτικών, διοικητικών και εκπαιδευτικών ζητημάτων, περιλαμβανομένων και των ζητημάτων των διορισμών, προαγωγών και μεταθέσεων. Επίσης, είχε συμφωνηθεί πως ο Αρχηγός της Αποστολής όσο και το Επιτελείο του στα επιχειρησιακά ζητήματα όπως και στα ζητήματα των διορισμών, προαγωγών και μεταθέσεων θα συμμορφώνονταν με τις γενικές εντολές που θα έθεταν οι ελληνικές κυβερνήσεις, οι οποίες έφεραν και την τελική ευθύνη.642 Η βρετανική κυβέρνηση με την επιστολή Cassia ζήτησε επίσης από την ελληνική κυβέρνηση να προβεί σε νομοθετική ρύθμιση του θέματος των διορισμών, δηλαδή της απαγόρευση πραγματοποίησης νέων διορισμών, μεταβολών στους πίνακες Ενεργούς Υπηρεσίας, μεταθέσεων και προαγωγών, μέχρι η Αποστολή να εξέταζε και να αναθεωρούσε τον αριθμό των αξιωματικών που θα κρίνονταν αναγκαίοι ανά βαθμό και θέση. Η βρετανική πλευρά ζήτησε επίσης τη νομοθέτηση συγκεκριμένης διαδικασίας διαιτησίας μεταξύ του Υπουργού των Εσωτερικών ή άλλου μέλους του Υπουργικού Συμβουλίου και του Αρχηγού της Αποστολής, όταν ανέκυπτε διαφωνία μεταξύ τους. Η βρετανική πλευρά πρότεινε, όταν ανέκυπταν τέτοιες διαφωνίες, η διαφορά να
επιλυόταν με απόφαση του
Υπουργικού
Συμβουλίου, αφού
προηγουμένως το Υπουργικό Συμβούλιο είχε ακούσει και εκτιμήσει και τις δύο προτάσεις, τόσο του διαφωνούντος Υπουργού όσο και του Αρχηγού της Αποστολής.643 Η βρετανική πλευρά ζήτησε να λάβει συγκεκριμένες δεσμεύσεις από την ελληνική κυβέρνηση για να θωρακιστεί η Βρετανική Αποστολή από ενδεχόμενες ελληνικές παλινδρομήσεις. Ειδικότερα ζήτησε: Πρώτον, αν στο νομοθέτημα με το οποίο θα επικυρωνόταν η μετάκληση της Βρετανικής Αποστολής δεν περιέχονταν οι λειτουργικές λεπτομέρειες που είχαν συμφωνηθεί στις ανταλλαγείσες επιστολές μεταξύ του Leeper και του Βούλγαρη, αυτές να παραμείνουν σε ισχύ de facto.
642
Η αποδοχή από τη βρετανική πλευρά του όρου που έθεσε ο Βούλγαρης κατά την ανταλλαγή επιστολών τον Μάιο του 1945, να ακολουθεί δηλαδή η Βρετανική Αποστολή σε ζητήματα μεταθέσεων, προαγωγών και διορισμών τις κατευθυντήριες γραμμές της ελληνικής κυβερνήσεως. Αυτή η αλλαγή της βρετανικής στάσης αποτελούσε μια σημαντική επιτυχία σε σχέση με την αρχικά υποβληθείσα βρετανική πρόταση, που έδινε εξουσίες στην Αποστολή χωρίς να υπάρχουν ούτε στοιχειώδεις περιορισμοί στη δραστηριότητά της. 643 Αυτό ήταν επίσης μία πολύ σημαντική διαφοροποίηση σε σχέση με την αρχική βρετανική πρόταση, καθώς υπεράνω της Αποστολής ετίθετο το ελληνικό Υπουργικό Συμβούλιο. Το αξιοσημείωτο είναι πως η μεταστροφή αυτή της βρετανικής πλευράς έγινε χωρίς να υπάρξει αντίστοιχο ελληνικό αίτημα κατά τις διαπραγματεύσεις.
228
Δεύτερον, την αυτόματη κατάργηση κάθε Νόμου ή διάταξης νόμου που ήταν αντίθετη με τις διατάξεις του Νόμου περί μετάκλησης της Αποστολής. Τρίτον, την αναδρομική ισχύ του Νόμου περί μετάκλησης της Αποστολής, ώστε να επικυρώνονταν συνολικά οι αποφάσεις που επρόκειτο να ληφθούν ή είχαν ήδη ληφθεί από τον Αρχηγό της Αποστολής και από τους αξιωματικούς της. Τέταρτον, τη λεπτομερή ενημέρωση της βρετανικής πλευράς για το ακριβές περιεχόμενο του νομοσχεδίου για τη μετάκληση της Βρετανικής Αποστολής πριν το υποβάλει η ελληνική κυβέρνηση προς έγκριση στο Υπουργικό Συμβούλιο.644 Η βρετανική πλευρά με την επιστολή Cassia πρότεινε στην ελληνική κυβέρνηση δύο τρόπους για τη νομιμοποίηση της Αποστολής. Ο πρώτος τρόπος ήταν η δημοσιοποίηση ενός νομοθετήματος, του οποίου οι διατάξεις θα ήταν το πλήρες περιεχόμενο των επιστολών της 8ης και 12ης Μαΐου 1945. Οι Βρετανοί θεωρούσαν πως, αν η ελληνική κυβέρνηση επέλεγε τον πρώτο τρόπο, θα επιτυγχανόταν η νομοθετική ρύθμιση όλων των συμπεφωνηθέντων όρων και θα αποτρέπονταν πιθανές πολιτικές αντιδράσεις και ενστάσεις επί τμημάτων της Συμφωνίας. Ο δεύτερος τρόπος ήταν η δημοσίευση ενός νομοθετήματος, με το οποίο η Αποστολή θα εξουσιοδοτούνταν, εντός των συμφωνηθέντων στις επιστολές, με ισχύ νομοθετική στην άσκηση των εργασιών της και χωρίς να υφίσταται στο νομοθέτημα καμία αναφορά για τα οικονομικά ζητήματα ή για άλλες τεχνικές διαδικαστικές λεπτομέρειες των επιστολών της 8ης και 12ης Μαΐου 1945. Οι Βρετανοί θεωρούσαν πως, αν η ελληνική κυβέρνηση επέλεγε τον δεύτερο τρόπο, θα καλύπτονταν νομοθετικά μόνο οι εξουσίες και οι αρμοδιότητες της Αποστολής όχι όμως και οι οικονομικοί όροι και έτσι θα αποφεύγονταν οι ενστάσεις επί των οικονομικών όρων της Συμφωνίας καθώς αυτοί δεν θα γνωστοποιούνταν ευρύτερα.645 Ελάχιστες μέρες μετά την επιστολή του Harold Cassia προς την Ελληνική κυβέρνηση προβλήθηκε από τη βρετανική πλευρά διά του αξιωματικού Νομικού Συμβούλου H. Clay ακόμα μία εναλλακτική λύση της νομιμοποίησης της μετάκλησης της Αποστολής. Η πρόταση Clay προέβλεπε, αντί της σύνταξης και επικύρωσης ενός νομοθετήματος με τους συμφωνηθέντες όρους μεταξύ των δύο κυβερνήσεων, την απλή δημοσιοποίηση των επιστολών. Η βρετανική πλευρά θεωρούσε πως, αν η 644
Ι.Α.Υ.Ε., 1949, Κεντρική Υπηρεσία, Αριθμός 119.2, Αριθμός Πρωτοκόλλου 221/83/45, Χάρολντ Κατσια προς Α.Ε. Ναύαρχον Π. Βούλγαρη 14η Αυγούστου 1945, W.O 204/8933, G/11670/LE, Chief Legal Adviser H.W.F Clay to H.M Minister, Suggested draft letter to Minister of Interior, 13th August 1945. 645 W.O. 204/8933, G/11670/LE, Chief Legal Adviser H.W.F Clay to Sir Charles Wickham , 3th August 1945.
229
ελληνική κυβέρνηση επέλεγε την εναλλακτική πρόταση Clay, θα επιτυγχανόταν η αποφυγή πιθανών μελλοντικών διαφορετικών ερμηνειών των συμφωνηθέντων όρων και θα εξασφαλιζόταν μεγαλύτερη ευελιξία σχετικά με το οικονομικό σκέλος της Αποστολής καθώς δεν θα υπήρχε δεσμευτικό κείμενο για τις δύο κυβερνήσεις.646 Οι πρώτες διαπιστώσεις των μελών της Βρετανικής Αποστολής όταν ανέλαβαν τα καθήκοντά τους ήταν δύο. Η πρώτη διαπίστωση ήταν πως η αποτελεσματικότητα και η οργάνωση της Χωροφυλακής ήταν ιδιαιτέρως άσχημη και η κύρια αιτία ήταν ο μεγάλος αριθμός αξιωματικών και υπαξιωματικών. Η υπεραριθμία των αξιωματικών και των υπαξιωματικών οφειλόταν εν μέρει στις αθρόες προαγωγές που δόθηκαν κατά τη διάρκεια της Κατοχής από τις κατοχικές δωσίλογες κυβερνήσεις, χωρίς να προηγηθεί αξιολόγηση των προσόντων και της καταλληλόλητας των προαχθέντων, και εν μέρει στην πρακτική των μετακατοχικών κυβερνήσεων να επαναφέρουν στη Χωροφυλακή αποταχθέντες και αποστρατευθέντες αξιωματικούς, που ήταν πολιτικοί υποστηρικτές τους και οι οποίοι είχαν συνταξιοδοτηθεί ή είχαν αποταχθεί εξαιτίας της συμμετοχής τους σε στασιαστικές ενέργειες ή σε απόπειρες στασιαστικών ενεργειών κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου. Με βάση τις πρώτες εκτιμήσεις της Αποστολής, οι πλεονάζοντες αξιωματικοί ήταν διακόσιοι πενήντα, οι πλεονάζοντες υπαξιωματικοί ήταν τετρακόσιοι και οι πλεονάζοντες κατώτατοι υπαξιωματικοί ήταν επίσης τετρακόσιοι.647 Η δεύτερη διαπίστωση των μελών της Βρετανικής Αποστολής ήταν πως το σύνολο του προσωπικού του Υπουργείου Εσωτερικών δεν πειθαρχούσε στην Κυβέρνηση ή στην Αποστολή αλλά στις συντονιστικές ενέργειες του στρατηγού Ανανιάδη,648 ο οποίος ήταν ο Αρχηγός των Σωμάτων Ασφαλείας κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του Α.Ν. 471 της 11ης/13ης Ιουλίου 1945 «Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως άρθρων τινών του από 7 Ιουνίου 1935 Α.Ν. "Περί Οργανισμού της Χωροφυλακής"».649
646
W.O. 204/8933, G/11670/LE, Chief Legal Adviser H.W.F Clay to H.M Minister, suggested draft letter to Minister of Interior, 13th August 1945. 647 F.O. 371/58758, Monthly Report-May 1946, British Police and Prison Mission (Greece), M.S.24/2, 13thJune 1946. 648 Ο Ανανιάδης, προτού αναλάβει τη θέση του Αρχηγού των Σωμάτων Ασφαλείας, είχε διατελέσει Πρόεδρος του Αναθεωρητικού Στρατιωτικού Δικαστηρίου. Είχε φτάσει μέχρι το βαθμό του αντιστράτηγου της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης. Είχε ξεκινήσει την καριέρα του ως τακτικός δικαστής της Πολιτικής Δικαιοσύνης, με τον βαθμό του πρωτοδίκη και εκ των υστέρων μεταφέρθηκε στη Στρατιωτική Δικαιοσύνη. 649 Woodhouse, Το μήλο της έριδος, ό.π., σ. 367.
230
Η πρώτη δραστηριότητα με την οποία καταπιάστηκαν τα μέλη της Βρετανικής Αστυνομικής
Αποστολής
ήταν
εκείνη
της
αλλαγής
της
νοοτροπίας
των
χαμηλόβαθμων κυρίως στελεχών της Χωροφυλακής. Ειδικότερα, επιδιώχθηκε η εκρίζωση της τάσης των κατώτερων αξιωματικών των Σωμάτων Ασφαλείας να παραβιάζουν τις κυβερνητικές εντολές και ο τερματισμός των πολιτικών παρεμβάσεων στο Σώμα των Αξιωματικών.650 Οι προσπάθειες όμως της Βρετανικής Αστυνομικής
Αποστολής
απέτυχαν
καθώς
οι
αυθαιρετούντες
αξιωματικοί,
εκμεταλλευόμενοι τα κενά στο εθνικό νομοθετικό πλαίσιο, ξέφευγαν εύκολα από κάθε έλεγχο και μετατίθεντο χωρίς να λογοδοτήσουν ακόμα και αν υπήρχαν εκκρεμείς κατηγορίες εναντίον τους. Παρά την επίδραση που ασκούσε η Βρετανική Αστυνομική Αποστολή στη διαμόρφωση του νομοθετικού πλαισίου λειτουργίας των Σωμάτων Ασφαλείας, μείζονα ζητήματα της δικής της λειτουργίας, όπως το ζήτημα της σύνθεσης και του ακριβή αριθμού του προσωπικού της, ήταν μετέωρα. Όταν σχηματίστηκε η Κυβέρνηση Θεμιστοκλή Σοφούλη τον Νοέμβριο του 1945, η υπόθεση της νομιμοποίησης της παρουσίας της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής στην Ελλάδα παρέμενε σε εκκρεμότητα καθώς κατά την παρελθούσα περίοδο της Κυβέρνησης Βούλγαρη δεν είχε επιτευχθεί ακόμα η τελική διμερής διακρατική συμφωνία. Ο Βρετανός Leeper απέστειλε την 8η Ιανουαρίου 1946 επιστολή στον πρωθυπουργό Σοφούλη στην οποία διατύπωσε τις νέες βρετανικές θέσεις σχετικά με την επάνδρωση της Αποστολής. Στην επιστολή ο Leeper δήλωσε πως η βρετανική πρόταση για την επάνδρωση της Αποστολής με σαράντα αξιωματικούς και οκτώ άλλους βαθμοφόρους, που είχε διατυπωθεί με την επιστολή της 8ης Μαΐου 1945 προς τον τότε Έλληνα πρωθυπουργό, Ναύαρχο Βούλγαρη, δεν ίσχυε πλέον, καθώς είχε διαπιστωθεί κατά τη διάρκεια των έξι μηνών της de facto παρουσίας της Αποστολής πως χρειαζόταν τουλάχιστον σαράντα πέντε αξιωματικούς και έξι γυναίκες ως βοηθητικό προσωπικό. Επίσης, ο Leeper ενημέρωσε τον Σοφούλη πως ο Sir Charles Wickham είχε ζητήσει, για την πραγματοποίηση της εγκατάστασης της Αποστολής, την επάνδρωσή της με επιπλέον δέκα αξιωματικούς από τις τάξεις της Αστυνομίας, με επιπλέον
650
Οι στόχοι αυτοί είχαν τεθεί από τον Sir Charles Wickham, από την περίοδο εκείνη που είχε επισκεφθεί την Ελλάδα, ώστε να σχηματίσει εικόνα για την κατάσταση των Σωμάτων Ασφαλείας και προτού ακόμα τοποθετηθεί Αρχηγός της υπό διαπραγμάτευση Βρετανικής Αποστολής, W.O 204/8933, C. Wickham to Smith Dorrien, Athens, 31th March 1945.
231
τέσσερις αξιωματικούς της ειδικότητας του Διοικητικού και με επιπλέον δύο αξιωματικούς της ειδικότητας των Μεταφορών. Όπως διευκρίνισε ο Leeper στην επιστολή προς τον Σοφούλη, οι δέκα επιπλέον αξιωματικοί της Αστυνομίας ήταν με βάση τις εκτιμήσεις του Sir Charles Wickham αναγκαίοι για τον κλάδο της Χωροφυλακής της Αποστολής και επρόκειτο να τοποθετηθούν σε θέσεις στις διάφορες περιφέρειες. Η Αποστολή με την μέχρι τότε σύνθεσή της διέθετε μόνο έναν αξιωματικό σε κάθε Διοίκηση Χωροφυλακής, το εύρος όμως των Διοικήσεων δεν επέτρεπε να καλυφθεί η έκτασή τους και να σχηματιστεί προσωπική εκτίμηση των συνθηκών και των δεδομένων της κάθε περιοχής, ώστε τα μέλη της Αποστολής να μπορούν επιτυχώς να παρέχουν τις αναγκαίες συμβουλές στους κατά τόπους Διοικητές Χωροφυλακής κάθε Διοίκησης. Ο Sir Charles Wickham βασιζόμενος σε αυτή την αδήριτη ανάγκη ζητούσε, όπως πληροφορούσε ο Leeper τον Σοφούλη, την τοποθέτηση και δεύτερου αξιωματικού του κλάδου Χωροφυλακής της Αποστολής σε κάθε Διοίκηση της Χωροφυλακής. Σχετικά με τους επιπλέον τέσσερις αξιωματικούς Διοικητικού που ζητούσε η Αποστολή, διευκρινίστηκε από τον Leeper πως θα ενίσχυαν τον διοικητικό κλάδο του Αρχηγείου της Αποστολής, ενώ οι επιπλέον δύο αξιωματικοί των Μεταφορών διευκρινίστηκε πως θα αξιοποιούνταν από την Αποστολή για την παροχή εξειδικευμένων τεχνικών συμβουλών στα Σώματα Ασφαλείας, στον τομέα των Μεταφορών.651 γ) Η Εθνοφυλακή ως στρατιωτικό σώμα. Η σύσταση της Εθνοφυλακής ήταν προσωρινή. Η αποστολή της ήταν διττή. Από τη μια να λειτουργήσει ως υποκατάστατο της Χωροφυλακής εκτελώντας αστυνομικά
καθήκοντα.
Η
αστυνομική
αποστολή
της
Εθνοφυλακής
είχε
προαποφασιστεί πως θα κρατούσε μέχρι να καθίστατο η Χωροφυλακή ικανή και επαρκής να αναλάβει αυτοδύναμα την αποκατάσταση και διαφύλαξη της τάξης και της ασφάλειας της υπαίθρου. Η άλλη αποστολή ήταν να λειτουργήσει ως υποκατάστατο του Εθνικού Στρατού εκτελώντας στρατιωτικά καθήκοντα. Η αστυνομική αποστολή της Εθνοφυλακής είχε προαποφασιστεί πως θα κρατούσε μέχρι τη συγκρότηση εκπαίδευση και εφοδιασμό του Νέου Εθνικού Στρατού. Εξαιτίας της 651
Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 119.3, 1949, British Embassy, Athens to Prime Minister J. Sophouli, 4th January 1946.
232
προσωρινότητάς της, η Εθνοφυλακή υπέστη σε μικρό χρονικό διάστημα πολλές απανωτές θεσμικές και οργανωτικές αλλαγές. Στα τέλη του καλοκαιριού του 1945 οι ειδικές μονάδες της Εθνοφυλακής μετασχηματίστηκαν σε μονάδες του Τακτικού Στρατού. Κατ’ εντολή του Υπουργείου Στρατιωτικών και του Γ.Ε.Σ. προχώρησαν επίσης οι διαδικασίες μετατροπής των λόχων Μηχανικού της Εθνοφυλακής σε λόχους Μηχανικού. Οι λόχοι Μηχανικού, μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας μετατροπής τους υπό τις εντολές των Ανώτατων Στρατιωτικών Διοικήσεων της περιοχής δράσης τους, εντάχθηκαν στη δύναμη του τακτικού Στρατού. Η μετατροπή κάποιας μονάδας της Εθνοφυλακής σε μονάδα του τακτικού Στρατού δεν ήταν μία απλώς αλλαγή τίτλου και ένταξη της μονάδας σε μία άλλη διοίκηση. Η μετατροπή652 σήμαινε αλλαγή στη σύνθεση της μονάδας σε επίπεδο προσωπικού αλλά και σε επίπεδο μηχανολογικού εξοπλισμού. Ειδικότερα, στην περίπτωση της μετατροπής των λόχων Μηχανικού της Εθνοφυλακής σε λόχους Μηχανικού του τακτικού Στρατού, η Α΄ Διεύθυνση Μηχανικού προχώρησε στη συμπλήρωση της σύνθεσης της προβλεπόμενης μονάδας και η Διεύθυνση Επιμελητείας του Υπουργείου Στρατιωτικών προέβη στην έκδοση των αναγκαίων διαταγών προς αντιμετώπιση των ανοιχτών οικονομικών ζητημάτων, που προκλήθηκαν από τη μετατροπή του τύπου και του είδους της μονάδας.653 Στο πλαίσιο της διαδικασίας μετατροπής των ειδικών μονάδων της Εθνοφυλακής σε ειδικές μονάδες του τακτικού Στρατού ή της διάλυσης των ειδικών μονάδων της Εθνοφυλακής για να επανασυγκροτηθούν σε ειδικές μονάδες του τακτικού Στρατού, το προσωπικό, το υλικό και όλα τα μέσα παραδίδονταν ή εντάσσονταν αυτομάτως στον υπό συγκρότηση νέο σχηματισμό.654 Παράλληλα προς τη μετατροπή κάποιων ειδικών τεχνικών μονάδων της Εθνοφυλακής σε τεχνικές μονάδες του τακτικού Στρατού, προχωρούσε και η διαδικασία της αναδιοργάνωσης των εναπομενουσών τεχνικών μονάδων της Εθνοφυλακής με βάση τα νεότερα δεδομένα και τις ανάγκες του Σώματος. Οι
652
Υπήρχαν και περιπτώσεις κατά τις οποίες εκδόθηκαν όχι διαταγές μετατροπής αλλά διάλυσης μίας μονάδας και επανασυγκρότησής της. 653 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ., Διεύθυνσις Οργανώσεως, Τμήμα Α΄, Γραφείο Ι΄, Αριθμός Ε.Π. 911352, Αθήνα, 3 η Σεπτεμβρίου 1945, «Μετατροπή 24ου Λόχου Μηχανικού Εθνοφυλακής εις Λόχο Μηχανικού Α.Σ.Δ.Ν. Δυτικής Ελλάδος» και Γ.Ε.Σ., Διεύθυνσις Οργανώσεως, Τμήμα Α΄ Γραφείο Ι΄, Αριθμός Ε.Π. 911316, Αθήνα, 24η Αυγούστου 1945,«Μετατροπή 22ου Λόχου Μηχανικού Εθνοφυλακής εις Λόχο Μηχανικού Α.Σ.Δ.Κ. Μακεδονίας». 654 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ., Διεύθυνσις Οργανώσεως, Τμήμα Α΄, Γραφείο Ι΄, Αριθμός Ε.Π. 911315, Αθήνα, 24 η Αυγούστου 1945, «Διάλυσις 21ου και 23ου Λόχου Μηχανικού Εθνοφυλακής συγκροτηθέντος Λόχου Μηχανικού Α.Σ.Δ. Στέρεας Ελλάδος».
233
υφιστάμενοι Μικτοί Λόχοι Μεταφορών της Εθνοφυλακής, μετά την αναδιοργάνωση και μετονομασία τους, τέθηκαν υπό τις εντολές των κατά τόπους Στρατιωτικών Διοικήσεων.655 Στο πλαίσιο της γενικότερης αναδιάρθρωσης των Τεχνικών Υπηρεσιών της Εθνοφυλακής προωθήθηκε και η αναδιοργάνωση της Τεχνικής Υπηρεσίας
του
Συνεργείου
Επισκευών της
Στρατιωτικής
Διεύθυνσης
της
Εθνοφυλακής.656 Οι διαδικασίες αναδιοργάνωσης των εναπομενουσών τεχνικών μονάδων της Εθνοφυλακής οδηγούσαν στη μείωση του προσωπικού και την επέκταση του εύρους της περιοχής ανάπτυξης και δράσης κάθε Τεχνικής Μονάδας. Στα πλαίσια της αναδιοργάνωσής της Εθνοφυλακής ολόκληρα τάγματα της διαλύθηκαν. Η διαδικασία που ακολουθούνταν στην περίπτωση της διάλυσης ενός τάγματος Εθνοφυλακής προέβλεπε τα εξής: Καταρχήν οι αρμόδιες διευθύνσεις του Γ.Ε.Σ. διέθεταν το προσωπικό και του υλικό του διαλυθέντος τάγματος σε μονάδες και υπηρεσίες που κρινόταν πως ήταν απαραίτητο. Το επόμενο βήμα ήταν η ρύθμιση των οικονομικών ζητημάτων του προσωπικού ή συνολικά της μονάδας και ακολουθούσε η παράδοση του διοικητικού αρχείου του διαλυθέντος τάγματος στην Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση Εθνοφυλακής657 στην οποία εντασσόταν το διαλυθέν τάγμα.
Η
διαδικασία
διάλυσης
ενός
τάγματος
Εθνοφυλακής
διοικητικά
συμπληρωνόταν με την έκδοση διαταγής, που όριζε την προβλεπόμενη καταληκτήρια ημερομηνία διάλυσης και τις τυχόν λεπτομέρειες της διαδικασίας διάλυσης. Η ημερομηνία διάλυσης κάθε μονάδας Εθνοφυλακής σχετιζόταν με τα ευρύτερα ζητήματα Ασφαλείας και Δημοσίας Τάξης της περιοχής δραστηριοποίησης της μονάδας.658 Η διαδικασία της αναδιάταξης των μονάδων της Εθνοφυλακής επηρέασε και σχηματισμούς μεγέθους ταξιαρχίας ιδίως στις περιοχές που οι συνθήκες ασφαλείας ήταν καλύτερες, συγκρινόμενες με άλλων περιοχών της Χώρας. Στις περιπτώσεις 655
Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ., Διεύθυνσις Οργανώσεως προς Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών Γ.Ε.Σ., Τμήμα Α΄, Γραφείο Ι΄, Αριθμός Α.Π. 13088, Αθήνα, 26 η Ιουλίου 1945. 656 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ., Διεύθυνσις Οργανώσεως, Τμήμα Α΄, Γραφείο Ι΄, Αριθμός Α.Π. 13172, Αθήνα, 26 η Αυγούστου 1945, «Συνεργείο Επισκευών Στρατιωτικής Διοίκησης Εθνοφυλακής. Επιφέρητε την διαταγή της κάτωθι τροποποιήσεις». 657 Οι Στρατιωτικές Διοικήσεις της Εθνοφυλακής, παρά τη σταδιακή συρρίκνωση του Σώματος, παρέμεναν αμετάβλητες, προκειμένου να υλοποιήσουν τη διαδικασία της διάλυσης και της μετατροπής των μέχρι πρότινος μονάδων τους, σε συνεργασία με τις Ανώτατες Στρατιωτικές Διοικήσεις του Τακτικού Στρατού. 658 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ., Διεύθυνσις Οργανώσεως, Τμήμα Α΄, Γραφείο Ι΄, Αριθμός Ε.Π. 911389, Αθήνα, 10 η Σεπτεμβρίου 1945, «Διάλυσις 149ου Τάγματος Εθνοφυλακής» και Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ., Διεύθυνσις Οργανώσεως, Τμήμα Α΄, Γραφείο Ι΄, Αριθμός Ε.Π. 911447, Αθήνα, 3 η Οκτωβρίου 1945, «Διάλυσις 104ου Τάγματος Εθνοφυλακής» και Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ., Διεύθυνσις Οργανώσεως, Τμήμα Α΄, Γραφείο Ι΄, Αριθμός Ε.Π. 911569, Αθήνα, 15η Νοεμβρίου 1945, «Διάλυσις Ταγμάτων Εθνοφυλακής».
234
διάλυσης σχηματισμών μεγέθους ταξιαρχίας, η διάλυση δεν αφορούσε συνολικά τη μονάδα, αλλά μόνο το Αρχηγείο της ταξιαρχίας, το οποίο ήταν και η συνεκτική δομή, που συνένωνε τα μεμονωμένα τάγματα σε μεγαλύτερο σχηματισμό. Τα τάγματα Εθνοφυλακής, μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας αποσύνθεσης της ταξιαρχίας, εντάσσονταν αυτομάτως υπό τη διοίκηση της Ανώτατης Στρατιωτικής Διοίκησης ή της Στρατιωτικής Διοίκησης της περιοχής τους. Οι αξιωματικοί που υπηρετούσαν στο Αρχηγείο διαλυθείσας ταξιαρχίας διατίθεντο έως την οριστική διευθέτηση της διαδικασίας διάλυσης της ταξιαρχίας στη Στρατιωτική Διοίκηση στην οποία εντασσόταν η διαλυθείσα ταξιαρχία. Οι οπλίτες που υπηρετούσαν στο Αρχηγείο διαλυθείσας ταξιαρχίας αποστέλλονταν άμεσα, ανάλογα με τις ανάγκες, σε μονάδες που τελούσαν υπό τις διαταγές της οικείας Στρατιωτικής Διοίκησης. Στο πλαίσιο της διάλυσης των ταξιαρχιών η Διεύθυνση Εφορείας Υλικού του Γ.Ε.Σ. αποφάσιζε τη διάθεση του πολεμικού ή άλλου υλικού της διαλυθείσας ταξιαρχίας σε άλλες μονάδες και η Διεύθυνση Επιμελητείας του Υπουργείου Στρατιωτικών προχωρούσε στη ρύθμιση όλων των τυχόν εκκρεμών οικονομικών ζητημάτων της διαλυθείσας ταξιαρχίας. Τα διοικητικά αρχεία των διαλυόμενων ταξιαρχιών, μετά την κατάλληλη συσκευασία τους, παραδίδονταν στην οικεία Στρατιωτική Διοίκηση της ταξιαρχίας.659 Παρουσιάστηκε επίσης το φαινόμενο της διατήρησης των Στρατηγείων των μεγάλων μονάδων της Εθνοφυλακής σε πλήρη σύνθεση μετά τη διάλυση των ταγμάτων επί των οποίων ασκούσαν διοίκηση. Σε αυτές τις περιπτώσεις τα Στρατηγεία διατηρήθηκαν για να μετατραπούν σε Στρατηγεία νεοδημιουργηθέντων μεγάλων σχηματισμών του τακτικού Στρατού ή σε Στρατηγεία Στρατιωτικής Διοίκησης και λειτούργησαν σαν συνδετικοί κρίκοι μεταξύ της Εθνοφυλακής, η οποία σταδιακά αποχωρούσε, και του τακτικού Στρατού, ο οποίος σταδιακά αναλάμβανε.660Παράλληλα με τη διάλυση των ταξιαρχιών της Εθνοφυλακής συγκροτήθηκαν νεότερες ταξιαρχίες της Εθνοφυλακής ως Ανώτατες Διοικήσεις των εναπομεινάντων ταγμάτων της Εθνοφυλακής και των ταγμάτων Προκαλύψεως στις παραμεθόριες Στρατιωτικές Διοικήσεις.661
659
Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ., Διεύθυνσις Οργανώσεως, Τμήμα Α΄, Γραφείο Ι΄, Αριθμός Ε.Π. 911388, Αθήνα, 8η Σεπτεμβρίου 1945, «Διάλυσις 17ης Ταξιαρχίας Εθνοφυλακής» και Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ., Διεύθυνσις Οργανώσεως, Τμήμα Α΄, Γραφείο Ι΄, Αριθμός Ε.Π. 911427, Αθήνα, 16 η Σεπτεμβρίου 1945, «Διάλυσις 15ης Ταξιαρχίας Εθνοφυλακής». 660 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ., Διεύθυνσις Οργανώσεως, Τμήμα Α΄, Γραφείο Ι΄, Αριθμός Ε.Π. 911571, Αθήνα, 15 η Νοεμβρίου 1945, «Προς την Γενικήν Αποθήκην Υλικού Στρατού». 661 Υ.Σ.Α, Γ.Ε.Σ, Διεύθυνσις Οργανώσεως, Τμήμα Α΄, Γραφείο Ι΄, Αριθμός Ε.Π. 911541, Αθήνα, 13 η Οκτωβρίου 1945, «Συγκρότηση Ταξιαρχίας Φλωρίνης – Μετονομασία Σ.Δ Καστοριάς».
235
Η διαδικασία της δημιουργίας και ανασύνθεσης νέων σχηματισμών της Εθνοφυλακής μετά τις ταξιαρχίες επεκτάθηκε το 1946 και στα τάγματα. Η δημιουργία ή ανασύνθεση των ταγμάτων πραγματοποιήθηκε με τη διαδικασία της σταδιακής συγκρότησης. Αρχικά σχηματίζονταν οι πυρήνες των ταγμάτων, οι οποίοι αργότερα με διαταγή του Γ.Ε.Σ. ετίθεντο σε διαδικασία πλήρους συγκρότησης. Οι αρχικοί πυρήνες των ταγμάτων αποτελούνταν από δύο έως τρεις αξιωματικούς εκ των οποίων ο ένας είχε την ειδικότητα του Διαχειριστή (ΔΙΑΧ) και από έξι έως οκτώ οπλίτες. Οι πυρήνες των ταγμάτων προέβαιναν στην εκτέλεση όλων των αναγκαίων προπαρασκευαστικών εργασιών που απαιτούνταν για την περαιτέρω συγκρότηση των ταγμάτων, όταν λάβαιναν σχετική διαταγή από το Γ.Ε.Σ. Οι πυρήνες των ταγμάτων τελούσαν πάντα υπό τον έλεγχο των Στρατιωτικών Διοικήσεων της περιοχής συγκρότησής τους και μέχρι την πλήρη ανάπτυξή τους σε τάγμα δεν θεωρούνταν νέες μονάδες και για αυτό δεν είχαν οικονομική υπόσταση αλλά εξαρτιόνταν από τις οικείες Στρατιωτικές Διοικήσεις.662 Στις αρχές του 1946 άρχισε επίσης η διαδικασία της μετατροπής των ταγμάτων Υπηρεσίας Φρουρών σε τάγματα Εθνοφυλακής. Η μετατροπή αυτή πέρα από τη νέα ονοματοδοσία των μονάδων οδήγησε στην αλλαγή του τακτικού δόγματος των μονάδων και στην αλλαγή των συνθέσεων και της επάνδρωσής τους.663 Η διάλυση μέρους των μονάδων της Εθνοφυλακής δεν ήταν αποτέλεσμα της βούλησης της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας να προβούν στην ταχύτατη διάλυση της Εθνοφυλακής. Βέβαια ακόμα και αν τέτοια ήταν η βούληση της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας, αυτή δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί, καθώς οι ρυθμοί συγκρότησης και εξοπλισμού των μονάδων του τακτικού Στρατού ήταν πολύ αργοί. Αιτία των καθυστερήσεων ήταν η αδυναμία των Βρετανών να εξοπλίσουν με τις αναγκαίες ποσότητες όπλων και με τη δέουσα ταχύτητα τον υπό συγκρότηση τακτικό Στρατό και να διασφαλίσουν την επιμελητειακή υποστήριξή του. Οι αδυναμίες της βρετανικής επιμελητείας οδήγησαν στην παράταση της ζωής της Εθνοφυλακής, πέρα των αρχικών σχεδιασμών. Η εκτός σχεδιασμού παράταση της ζωής της Εθνοφυλακής είχε ως αποτέλεσμα κάποιες μονάδες της να γίνουν αποδέκτες πλεοναζόντων εφέδρων οπλιτών του Πυροβολικού και του Πεζικού των κλάσεων των Υ.Σ.Α, Γ.Ε.Σ, Γραφείο Α3, Γραφείο Ί, Αριθμό ΑΠ 409930, Αθήνα, 1 η Φεβρουαρίου 1946, «Πυρήνες Ταγμάτων Εθνοφυλακής». 663 Υ.Σ.Α, Γ.Ε.Σ, Γραφείο Α3, Γραφείο Ί, Αριθμό ΕΠ 107535, Αθήνα, 4 η Ιανουαρίου 1946, «Αναδιοργάνωση Ταγμάτων Φρουρών σε Τάγματα Εθνοφυλακής». 662
236
ετών 1940-1941, οι οποίοι είχαν αρχικά κληθεί για να επανδρώσουν την υπό συγκρότηση ΧΙ Μεραρχία και αργότερα την ΙΧ Μεραρχία του τακτικού Στρατού. Οι πλεονάζοντες άνδρες των κλάσεων των ετών 1940-1941 προέκυψαν εξαιτίας της απόφασης να υπάρξει έμπρακτα ίση και δίκαιη μεταχείριση των στρατευσίμων. Στο πλαίσιο αυτής της απόφασης διατάχθηκε η κλήση των δύο κλάσεων να εκτελούνταν με την συμπερίληψη στη διαδικασία των οπλιτών όλων των Όπλων και των όλων Σωμάτων χωρίς τους περιορισμούς ειδικότητας που ετίθεντο μέχρι τότε. Οι πλεονάζοντες έφεδροι οπλίτες των κλάσεων των ετών 1940-1941 ήταν συνολικά δύο χιλιάδες πεντακόσιοι εκ των οποίων ογδόντα οκτώ άνδρες του Πυροβολικού και εξακόσιοι εβδομήντα του Πεζικού, οι οποίοι προέρχονταν από τις κάτωθι Στρατολογικές Περιφέρειες: -
Θεσσαλία και Δυτική Μακεδονία, 908 άνδρες από το Πυροβολικό
-
Κεντρική και Ανατολική Μακεδονία, 1.080 άνδρες από το Πυροβολικό
-
Ήπειρος, 415 άνδρες από το Πυροβολικό
-
Αιτωλοακαρνανία (μόνο από την κλάση του 1940), 670 άνδρες από το Πεζικό και 185 άνδρες από το Πυροβολικό. Ειδικότερα για τους εφέδρους του Πυροβολικού, η ένταξή τους στην
Εθνοφυλακή οφειλόταν στις ανεπαρκείς υποδομές των Κέντρων Εκπαίδευσης κάποιων ειδικοτήτων και στην αδυναμία τους να εκπαιδεύσουν το σύνολο των έφεδρων οπλιτών στην αρχική ειδικότητα και την χρήση του οπλισμού του Πυροβολικού. Οι πλεονάζοντες λόγω υποδομών έφεδροι πυροβολητές μετατάχθηκαν και εκπαιδεύτηκαν στην ειδικότητα του Πεζικού. Μετά την ολοκλήρωση της εκπαίδευσής τους τοποθετήθηκαν στα Τάγματα Εθνοφυλακής664 και στα Τάγματα Προκαλύψεως.665 Η κύρια προσοχή της στρατιωτικής και πολιτικής ηγεσίας ήταν στραμμένη στην επάνδρωση και συγκρότηση των Μεραρχιών και των υποστηρικτικών μονάδων
664
Την περίοδο εκείνη και εν αναμονή της μεταβολής του ρόλου που θα καλούνταν να επιτελέσουν οι δυνάμεις της Εθνοφυλακής, δηλαδή μόνο στρατιωτικά καθήκοντα και πιο συγκεκριμένα αυτά της φρούρησης περιοχών και εγκαταστάσεων, τα Τάγματα Εθνοφυλακής είχαν αρχίσει να ονομάζονται, στην υπηρεσιακή αλληλογραφία, και ως Τάγματα Φρουρών. 665 Τα Τάγματα Προκαλύψεως ήταν αυτά τα οποία είχαν επιφορτιστεί με την αποστολή της φρούρησης και υπεράσπισης των συνόρων της Χώρας και θα χρησίμευαν ως πρώτη γραμμή άμυνας σε περίπτωση ένοπλης συγκρούσεως εξαιτίας παραβιάσεως της συνοριακής γραμμής. Τα Τάγματα Προκαλύψεως υπάγονταν στον Τακτικό Στρατό και όχι στην Εθνοφυλακή, αν και πολλά Τάγματα Εθνοφυλακής, στα πλαίσια της αναδιοργάνωσής τους και της ένταξής τους στον Τακτικό Στρατό μετατράπηκαν σε Τάγμα Προκαλύψεως.
237
του Τακτικού Στρατού.666 Ο Αρχηγός του Γ.Ε.Σ., στρατηγός Γεώργιος Δρομάζος, τον Ιούλιο του 1945 γνωστοποίησε στη Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή τις προτάσεις της ελληνικής πλευράς για τη μορφή που έπρεπε να λάβουν οι μονάδες του υπό συγκρότηση Στρατού. Στην έκθεση Δρομάζου δεν υπήρξε καμία αναφορά στην Εθνοφυλακή και μόνο μία αναφορά στα Τάγματα Προκαλύψεως, για τα οποία δηλωνόταν πως η ελληνική πλευρά έκρινε πως ήταν αναγκαίο η παρατακτική δύναμή τους να είναι τουλάχιστον πέντε χιλιάδες άνδρες.667 Η μετατροπή της Εθνοφυλακής σε αμιγώς στρατιωτικό Σώμα οδήγησε στην αλλαγή του δόγματος δράσης της. Το νέο δόγμα βασίστηκε περισσότερο στη δυνατότητα της ταχείας κίνησης και ευελιξίας κάθε τάγματος εντός της περιοχής δράσης που του είχε ορισθεί. Εξαιτίας του ορεινού ανάγλυφου των περισσότερων Νομών
της
Ελλάδας
και
του
στοιχειωδώς
επαρκούς
ή
ολοκληρωτικά
κατεστραμμένου οδικού δικτύου της χώρας, η στρατιωτική ηγεσία αποφάσισε πως τα Τάγματα Εθνοφυλακής θα κάλυπταν τις μεταφορικές ανάγκες τους με κτήνη, αλόγα και ημιόνους που θα τους χορηγούνταν. Με βάση τους Κανονισμούς του Γ.Ε.Σ., η προβλεπόμενη σύνθεση κτηνών για κάθε τάγμα Εθνοφυλακής ήταν τα τριάντα. Ο προβλεπόμενος από το Γ.Ε.Σ. αριθμός κτηνών δεν χορηγήθηκε στο σύνολο των εναπομεινάντων ταγμάτων Εθνοφυλακής αλλά μόνο σε είκοσι πέντε από αυτά, τα οποία επιλέχθηκαν με κριτήριο τις μεγαλύτερες μεταφορικές ανάγκες λόγω της ιδιόμορφης γεωγραφικής διαμόρφωσης της περιοχής ευθύνης τους.668 Η συνεχής αναδιάρθρωση της δομής της Εθνοφυλακής με τη διάλυση, μετατροπή και μετονομασία των μονάδων όλων των βαθμίδων σταθεροποιήθηκε σχετικά τον Μάρτιο του 1946. Η Εθνοφυλακή αποτελούνταν τον Μάρτιο του 1946 από έξι Ανώτατες Στρατιωτικές Διοικήσεις και δύο αυτόνομες Στρατιωτικές Διοικήσεις με σαράντα τέσσερα τάγματα. Οι έξι Ανώτατες Στρατιωτικές Διοικήσεις και οι υπόλογες μονάδες ήταν: 1) Η Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση Στερεάς Ελλάδας με έδρα την Αθήνα, η οποία αποτελούνταν από τη Στρατιωτική Διοίκηση Αττικής με τα Τάγματα Εθνοφυλακής 666
Υ.Σ.Α., Υπουργείο Στρατιωτικών, Διεύθυνσις Οργανώσεως, Τμήμα Α΄, Γραφείο Ι΄, Αριθμός Ε.Π. 911223, Αρχηγός Γ.Ε.Σ., Αθήνα, 20 η Ιουλίου 1945, «Περί συγκροτήσεως Κέντρου Εκπαιδεύσεως Νεοσυλλέκτων». 667 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ., Διεύθυνσις Οργανώσεως και Επιμερισμού Καθηκόντων, Αριθμός Α.Π. 13248, Αθήνα, 28η Σεπτεμβρίου 1945. 668 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ., Διεύθυνσις Οργανώσεως, Τμήμα Α΄, Γραφείο Ι΄, Αριθμός Ε.Π. 911413, Αθήνα, 15 η Σεπτεμβρίου 1945, «Κατανομή κτηνών».
238
105, 160, 173, 300, 602 και τη Στρατιωτική Διοίκηση Λαμίας με τα Τάγματα Εθνοφυλακής 106, 147. 2) Η Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση Επτανήσων και Νοτιοδυτικής Ελλάδος με έδρα την Κόρινθο αποτελούνταν από τη Στρατιωτική Διοίκηση Πατρών με τα Τάγματα Εθνοφυλακής 108, 109, 117, 325 και τη Στρατιωτική Διοίκηση Τριπόλεως με τα Τάγματα Εθνοφυλακής 110, 316. 3) Η Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση Θεσσαλίας και Δυτικής Μακεδονίας με έδρα τη Λάρισα αποτελούνταν από τη Στρατιωτική Διοίκηση Βόλου με τα Τάγματα Εθνοφυλακής 118, 119. 4) Η Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση Κεντρικής Μακεδονίας με έδρα τη Θεσσαλονίκη αποτελούνταν από τη Στρατιωτική Διοίκηση Μακεδονίας με τα Τάγματα Εθνοφυλακής 115, 150, 163, 165, 183, 605, τη Στρατιωτική Διοίκηση Βέροιας με τα Τάγματα Εθνοφυλακής 111, 303, 305και τη Στρατιωτική Διοίκηση Σερρών με τα Τάγματα Εθνοφυλακής 145, 158. 5) Η Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση Ηπείρου με έδρα τα Ιωάννινα με τα Τάγματα Εθνοφυλακής 164, 203, 205, υπό την απευθείας διοίκησή της και αποτελούνταν από τη Στρατιωτική Διοίκηση Πρεβέζης με τα Τάγματα Εθνοφυλακής 204, 206. 6) Η Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση Θράκης και Ανατολικής Μακεδονίας με έδρα την Καβάλα αποτελούνταν από τη Στρατιωτική Διοίκηση Δράμας με τα Τάγματα Εθνοφυλακής 101, 147, 159, 167, τη Στρατιωτική Διοίκηση Ξάνθης με τα Τάγματα Εθνοφυλακής 135, 306 και τη Στρατιωτική Διοίκηση Αλεξανδρουπόλεως με τα Τάγματα Εθνοφυλακής 133, 134. Οι δύο Στρατιωτικές Διοικήσεις και οι υπόλογες μονάδες ήταν: α) Η Στρατιωτική Διοίκηση Αιγαίου με έδρα τη Μυτιλήνη με τα Τάγματα Εθνοφυλακής 120, 152. β) Η Στρατιωτική Διοίκηση Κρήτης με έδρα τα Χανιά με τα Τάγματα Εθνοφυλακής 603, 604, 607.669 Ο Εθνικός Στρατός έχοντας εξασφαλίσει για πρώτη φορά μεταπολεμικά μια στοιχειώδη επάρκεια, άρχισε τον Μάρτιο του 1946 να δρα συμπληρωματικά προς την Εθνοφυλακή. Αν και η Χωροφυλακή τον Μάρτιο του 1946 είχε αναλάβει πλήρως τα αστυνομικά της καθήκοντα, τόσο η οργάνωση των μονάδων της Εθνοφυλακής όσο και η οργάνωση των μονάδων του τακτικού Στρατού ήταν δομημένες κατά τέτοιο
669
Μαργαρίτης, ό.π., σ. 221.
239
τρόπο, ώστε στρεφόταν πρωταρχικά προς το εσωτερικό της χώρας λειτουργώντας κυρίως σαν δύναμη Ασφαλείας και δευτερευόντως σαν δύναμη αποτροπής των εξωτερικών απειλών. Η δομή του Εθνικού Στρατού τον Μάρτιο του 1946 ήταν η εξής: Το Α΄ Σώμα Στρατού επανδρωνόταν από είκοσι εφτά χιλιάδες άνδρες και είχε την έδρα του στην Αθήνα. Οι περιοχές ευθύνης του ήταν η Αττικοβοιωτία, ο νομός Ευβοίας −πλην της Ιστιαίας−, η Φωκίδα, η Αιτωλοακαρνανία −πλην των επαρχιών Βάλτου, Ξηρόμερου, Βονίτσης−, η Πελοπόννησος, η επαρχία Λοκρίδος του Νομού Φθιώτιδος, η Κεφαλονιά, η Ιθάκη, η Ζάκυνθος, ο νομός Κυκλάδων, τα Νησιά του Αιγαίου και η Κρήτη. Υπό τις εντολές του Α΄ Σώματος Στρατού ήταν:
Μονάδα 81η Περιοχή 82η Περιοχή 51η Ταξιαρχία 61η Ταξιαρχία
II Μεραρχία
Έδρα
Υπαγόμενες μονάδες Όλες οι μονάδες, τα καταστήματα και οι υπηρεσίες της Ανώτατης Στρατιωτικής Κόρινθο Διοίκησης Νοτιοδυτικής Ελλάδας (εκτός της 22ας Ταξιαρχίας). Από την Στρατιωτική Διοίκηση Λιμένα Πειραιάς Πειραιά. Όλες οι μονάδες, τα καταστήματα και οι Χανιά υπηρεσίες της περιοχής των Χανιών. Όλες οι μονάδες, τα καταστήματα και οι Μυτιλήνη υπηρεσίες της Στρατιωτικής Διοίκησης Νήσων Αιγαίου. Η 3η Ταξιαρχία με έδρα την Αθήνα, η 21η Αθήνα Ταξιαρχία με έδρα την Χαλκίδα(προσωρινώς (Προσωρινά Κοζάνη και συνέχισε να υπάγεται οικονομικά Ελευσίνα) και τακτικά υπό τις διαταγές της ΧΥ Μεραρχίας).
Παρατηρήσεις Η ΙΙ Μεραρχία για τα οικονομικά ζητήματα και για τα ζητήματα Ασφάλειας και Τάξης υπαγόταν στο 'Α Σώμα Στρατού και τα υπόλοιπα υπάγονταν απευθείας στο Υπουργείο Στρατιωτικών.
Το Β΄ Σώμα Στρατού επανδρωνόταν από δεκαεφτά χιλιάδες άνδρες και είχε την έδρα του στη Λάρισα. Οι περιοχές ευθύνης του ήταν η Δυτική Μακεδονία, η Θεσσαλία, η Ήπειρος, η Κέρκυρα, η Λευκάδα, ο νομός Φθιώτιδας −πλην της επαρχίας Λοκρίδας−, ο νομός Ευρυτανίας, η Επαρχία Ιστιαίας του Νομού Ευβοίας, η Επαρχία Βάλτου, Ξηρομέρου και Βονίτσης του Νομού Αιτωλοακαρνανίας. Υπό τις εντολές του Β΄ Σώματος Στρατού ήταν:
240
Μονάδα ΙΧ Μεραρχία
Έδρα
Υπαγόμενες μονάδες 41η Ταξιαρχία με έδρα τα Τρίκαλα, η 42η Λάρισα Ταξιαρχία με έδρα τη Λαμία(προσωρινά (προσωρινά στα Ιωάννινα και υπαγόταν τακτικά στη ΥΙΙΙ Τύρναβος) Μεραρχία
ΧΥ Μεραρχία
Κοζάνη
45η Ταξιαρχία με έδρα την Φλώρινα και δύο Ανεξάρτητα Τάγματα
ΥΙΙΙ Μεραρχία
Ιωάννινα
Οι μονάδες της Ανώτατης Στρατιωτικής Διοίκησης Ηπείρου και η 84η Περιοχή
Παρατηρήσεις
Η ΧΥ Μεραρχία προσωρινά υπαγόταν στις διαταγές του ΄Γ Σώματος Στρατού Υπό τις εντολές της 84ης Περιοχής υπάγονταν η Στρατιωτική Διοίκηση του Λιμένα Πρέβεζας.
Οι μονάδες της Ανώτατης Στρατιωτικής Διοίκησης Θεσσαλίας και της Δυτικής Μακεδονίας, οι οποίες στάθμευαν εντός της περιοχής ευθύνης του Β΄ Σώματος Στρατού.
Το Γ΄ Σώμα Στρατού επανδρωνόταν από είκοσι τρεις χιλιάδες άνδρες και είχε την έδρα του στη Θεσσαλονίκη. Οι περιοχές ευθύνης του ήταν η Κεντρική Μακεδονία, η Ανατολική Μακεδονία και η Δυτική Θράκη (προσωρινά εντάχθηκε στην περιοχή ευθύνης του και η περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας, δηλαδή η περιοχή ευθύνης της ΧΥ Μεραρχίας). Υπό τις εντολές του Γ΄ Σώματος Στρατού ήταν:670 Μονάδα
Έδρα
ΧΙ Μεραρχία
Αλεξανδρούπολη
Χ Μεραρχία
Θεσσαλονίκη
Υπαγόμενες μονάδες 32η Ταξιαρχία με έδρα την Βέροια ( προσωρινώς τις Σέρρες) και η 33η Ταξιαρχία με έδρα τη Θεσσαλονίκη. 35η Ταξιαρχία με έδρα τις Σέρρες, η 36η Ταξιαρχία με έδρα τα Γιαννιτσά (προσωρινώς Βέροια)και η 37η Ταξιαρχία με έδρα το Κιλκίς
670
Παρατηρήσεις Τακτικώς υπαγόταν στην ΥΙΙ Μεραρχία
Υ.Σ.Α., Διαταγή Αρχηγού Γ.Ε.Σ., «Περίληψη του καθορισμού της περιοχής των Μεγάλων Μονάδων Σωμάτων Στρατού και υπαγωγή σε αυτά Μονάδων», 8η Μαρτίου 1946.
241
ΥΙΙ Μεραρχία
Καβάλα
25η Ταξιαρχία με έδρα την Αλεξανδρούπολη, 26η Ταξιαρχία με έδρα την Ξάνθη και η 27η Ταξιαρχία με έδρα τη Δράμα.
Στην ΥΙΙ Μεραρχία υπάγονταν επίσης οι μονάδες της Ανώτατης Στρατιωτικής Διοίκησης Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης και της Ανώτατης Στρατιωτικής Διοίκησης Κεντρικής Μακεδονίας.
Η σύνθεση σε τάγματα των μονάδων επιπέδου Ταξιαρχίας και Μεραρχίας τον Μάρτιο του 1946 ήταν η εξής: -
Η 25η Ταξιαρχία με το 551ο Τάγμα (πρώην 113ο), το 552ο Τάγμα (πρώην 134ο) και 553ο Τάγμα (πρώην 118ο).
-
Η 26η Ταξιαρχία με το 554ο Τάγμα (πρώην 306ο), το 555ο Τάγμα (πρώην 135ο) και το 556ο Τάγμα (πρώην 163ο).
-
Η 27η Ταξιαρχία με το 557ο Τάγμα (πρώην 141ο), το 558ο Τάγμα (πρώην 101ο) και το 559ο Τάγμα (πρώην 159ο).
-
Η 35η Ταξιαρχία με το 561ο Τάγμα (πρώην 145ο), το 562ο Τάγμα (πρώην 158ο) και το 563ο Τάγμα (πρώην 601ο).
-
Η 36η Ταξιαρχία με το 564ο Τάγμα (πρώην 167ο), το 565ο Τάγμα (πρώην 305ο) και το 566ο Τάγμα (πρώην 111ο).
-
Η 37η Ταξιαρχία με το 567ο Τάγμα (πρώην 113ο), το 568ο Τάγμα (πρώην 128ο) και το 569ο Τάγμα (πρώην 303ο).
-
Η 45η Ταξιαρχία με το 571ο Τάγμα (πρώην 115ο), το 572ο Τάγμα (πρώην 165ο) και το 573ο Τάγμα (πρώην 183ο).
-
Η 51η Ταξιαρχία με το 591ο Τάγμα (πρώην 606ο), το 592ο Τάγμα (πρώην 607ο) και το 593ο Τάγμα (πρώην 603ο).
-
Η 61η Ταξιαρχία με το 601ο Τάγμα (πρώην 120ο), το 602ο Τάγμα (πρώην 602ο) και το 603ο Τάγμα (πρώην 152ο).
Απευθείας εντασσόμενα σε μεγάλους σχηματισμούς υφίσταντο τα εξής τάγματα τον Μάρτιο του 1946: 242
Υπό την ΥΙ Μεραρχία δρούσε ανεξάρτητα το 575ο Τάγμα (πρώην 605ο Τάγμα).
Υπό την ΥΙΙ Μεραρχία δρούσαν ανεξάρτητα το 581ο Τάγμα (πρώην 206ο Τάγμα) και το 582ο Τάγμα (πρώην 204ο Τάγμα).
Υπό το Β΄ Σώμα Στρατού δρούσαν ανεξάρτητα το 119ο Τάγμα Εθνοφυλακής και το 106ο Τάγμα Εθνοφυλακής.
Υπό το Α΄ Σώμα Στρατού δρούσαν ανεξάρτητα το 105ο Τάγμα Εθνοφυλακής, το 147ο Τάγμα Εθνοφυλακής, το 160ο Τάγμα Εθνοφυλακής, το 173ο Τάγμα Εθνοφυλακής και το 300ο Τάγμα Εθνοφυλακής.
Υπό την 81η Περιοχή δρούσαν ανεξάρτητα το 108ο Τάγμα Εθνοφυλακής, το 109ο Τάγμα Εθνοφυλακής, το 117ο Τάγμα Εθνοφυλακής και το 315ο Τάγμα Εθνοφυλακής.671 Στα τέλη του 1945 ξεκίνησε η εκτέλεση του σχεδίου αναδιάταξης και
αναδιοργάνωσης του Ελληνικού Στρατού, που είχε συμφωνηθεί μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής. Το σχέδιο έφερε τον τίτλο «Διάταξις Μάχης 1946». Ο Στρατός κατ’ εκτέλεση του σχεδιασμού τον Μάρτιο 1946 είχε οργανωθεί σε τρεις πεδινές μεραρχίες Πεζικού (ΙΙα, ΙΧ, ΧΙ), έξι Ανώτερες Στρατιωτικές Διοικήσεις (οι οποίες θεωρούνταν ισότιμες των μεραρχιών), δεκαπέντε Στρατιωτικές Διοικήσεις (οι οποίες θεωρούνταν ισότιμες των ταξιαρχιών) και είχε συγκροτήσει την Ανώτερη Στρατιωτική Διοίκηση Αττικής με τις υπόλογες Στρατιωτικές Διοικήσεις Αθηνών και Πειραιώς. Η Εθνοφυλακή κατ’ εκτέλεση του σχεδιασμού τον Μάρτιο 1946 ήταν οργανωμένη σε τρεις Μεραρχίες Εθνοφυλακής, την Ι Μεραρχία Κοζάνης, τη ΙΙα Μεραρχία Θεσσαλονίκης και τη Μεραρχία Κερκύρας καθώς και σε δεκατρείς ταξιαρχίες με εξήντα πέντε τάγματα. Όταν ολοκληρώθηκε η μετάπτωση των ταγμάτων Εθνοφυλακής σε τάγματα Πεζικού απέμεινε μόνο μία Ανεξάρτητη ταξιαρχία Εθνοφυλακής με συνολική δύναμη τριάντα τεσσάρων ταγμάτων Εθνοφυλακής και δεκατριών ταγμάτων Προκαλύψεως.672 Η οργάνωση του Ελληνικού Στρατού κατά τα βρετανικά πρότυπα προκάλεσε παρενέργειες στο Σώμα των αξιωματικών. Η βρετανική δομή ήταν ιδιαιτέρως
671
Υ.Σ.Α., Αρχηγός Γ.Ε.Σ., Διεύθυνσις Οργανωτικού, Τμήμα Α΄, Γραφείο Ι΄, Α.Π. 407877, 8 η Μαρτίου 1946. 672 Ιστορία του Ελληνικού Στρατού 1821-1997, ό.π., σ. 264 και Μεταλληνός, «Η Ελλάδα στο μεταίχμιο ενός Νέου Κόσμου, Ψυχρός Πόλεμος-Δόγμα Truman, Σχέδιο Marshall», ό.π, σ. 75.
243
δαπανηρή και χρειαζόταν μεγάλο αριθμό αξιωματικών για να λειτουργήσει. Χαρακτηριστικό ήταν πως οι αξιωματικοί που υπηρετούσαν στο Γ.Ε.Σ. και στο Υπουργείο Στρατιωτικών στη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού Πολέμου ήταν διακόσιοι δέκα. Το 1947 οι αξιωματικοί που υπηρετούσαν στο Γ.Ε.Σ. ήταν εξακόσιοι, όταν το σύνολο των κυβερνητικών δυνάμεων τα πρώτα δύο χρόνια του Εμφυλίου ήταν τέσσερις φορές μικρότερο από τον Στρατό του Ελληνοϊταλικού Πολέμου. Η ανάλωση πλήθους αξιωματικών σε επιτελικές θέσεις προκάλεσε την έλλειψη κατάλληλων αξιωματικών για τις μάχιμες μονάδες του Στρατού με αποτέλεσμα συχνά πολλά τάγματα να διοικούνται από έφεδρους ή μόνιμους ταγματάρχες αντί από αντισυνταγματάρχες και πολλοί λόχοι από έφεδρους λοχαγούς ή από μόνιμους άπειρους υπολοχαγούς και ανθυπολοχαγούς αντί από μόνιμους λοχαγούς. Η πιο ακραία παρενέργεια της υιοθέτησης των βρετανικών προτύπων εμφανίστηκε στις ταξιαρχίες. Οι ταξιαρχίες συγκροτήθηκαν από άνδρες του Πεζικού. όμως λόγω της έλλειψης αξιωματικών του Πεζικού η διοίκησή τους ανατίθετο συχνά σε ταξίαρχους που προέρχονταν από άλλα Όπλα του Στρατού (Μηχανικό, Πυροβολικό).673 Ο οπλισμός της Εθνοφυλακής και του τακτικού Στρατού έως και τον Μάιο του 1947 ήταν κυρίως βρετανικός και προερχόταν από τα βρετανικά αποθέματα, ως αποτέλεσμα διακρατικής συμφωνίας με την οποία η Μεγάλη Βρετανία είχε αναλάβει τον εξοπλισμό των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Ο οπλισμός συνοδευόταν από τα ανάλογα παρελκόμενα εξαρτήματα, ανταλλακτικά, ξιφολόγχες και πυρομαχικά και ήταν των εξής τύπων: -Περίστροφα Enfield674και Smith and Wesson των 0, 38΄΄675 -Τυφέκια Lee Enfield,676 τυφέκια Era 0,303΄΄(7,7 mm) και μικρός αριθμός αραβίδων Νο5 διαμετρήματος 7,7 mm 673
Γεώργιος Κοσμάς, Ελληνικοί Πόλεμοι, Βαλκανικοί-Ελληνοϊταλικός-Συμμοριτοπόλεμος, Αθήνα, 1967, σσ. 317-318. 674 Περίστροφο βρετανικής προέλευσης. Υπήρξε σε υπηρεσία από το 1932–1963. Χρησιμοποιήθηκε στον Β΄ Παγκόσμιο καθώς και στον πόλεμο της Κορέας, όπως και σε πολυάριθμες συγκρούσεις που εκτυλίχθηκαν σε βρετανικές αποικίες μεταπολεμικά. Ο σχεδιασμός ανήκε στη RSAF Enfield, Webley&Scott. Σχεδιάστηκε το 1928. Κατασκευάστρια εταιρεία ήταν η RSAF Enfield. Η παραγωγή του πραγματοποιήθηκε μεταξύ των ετών 1932–1957 και έφτασε περίπου τα 270.000 τεμάχια. Παραλλαγές του ήταν τα Enfield αριθ. 2 MK I και τα Enfield αριθ. 2 MK Ι. 675 Το Smith&Wesson 0, 38΄΄, το γνωστό αλλιώς και ως τριανταοκτάρι σχεδιάστηκε από την Smith&Wesson. Ήταν αμερικανικής σχεδίασης, του 1902 και αποτελούσε βελτίωση του προτύπου του 1899 Υπήρξε μέχρι τότε το πιο πολυχρησιμοποιημένο περίστροφο. Το περίστροφο αυτό υπηρέτησε στις περισσότερες από τις αστυνομικές μονάδες των Ηνωμένων Πολιτειών, από τη δεκαετία του 1920 έως και το 1990. Στην Ευρώπη και στον υπόλοιπο κόσμο ευδοκίμησε, ως περίστροφο, με την ονομασία, που αντιστοιχούσε στο μετρικό σύστημα των χωρών αυτών ως 9×29mm.
244
-Αυτόματα Sten 9 mm και Thompson 0,45΄΄677 ( αμερικανικής κατασκευής) -Οπλοπολυβόλα Bren και πολυβόλα Vickers 0,303΄΄678 -Αντιαρματικούς εκτοξευτήρες Piat -Όλμους (των 2΄΄, 3΄΄ και των 4,2΄΄)679 Ένα από τα λίγα πολεμικά υλικά που δεν διατέθηκε στην Εθνοφυλακή και διατέθηκε μόνο στις μονάδες του τακτικού Στρατού ήταν τα βομβίδια.680 Τα βομβίδια βρίσκονταν στην αιχμή της τεχνολογίας της εποχής και θεωρήθηκε πως θα λειτουργούσαν ως πολλαπλασιαστής ισχύος, καθώς εξαιτίας της διασποράς τους κάλυπταν μεγαλύτερο εύρος στον χώρο. Το παραχωρηθέν πολεμικό υλικό από τη Μεγάλη Βρετανία αξιοποιήθηκε για τον εφοδιασμό και της Χωροφυλακής. Η συνολική εγκριθείσα βρετανική πίστωση για τον επανεξοπλισμό των Σωμάτων Ασφαλείας, της Εθνοφυλακής και του τακτικού Στρατού ήταν έντεκα εκατομμύρια στερλίνες. Ο οπλισμός παραχωρήθηκε από τους Βρετανούς με βάση το νόμο «περί αμοιβαίας βοήθειας» ο οποίος θεσμοθετήθηκε κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Νόμος «περί αμοιβαίας βοήθειας» βασίστηκε στην αρχή της εκμίσθωσης και του ενοικιοδανεισμού. Η ισχύς του Νόμου «περί αμοιβαίας βοήθειας» ειδικά για την Ελλάδα παρατάθηκε πέρα της αρχικής προβλεπόμενης περιόδου ισχύος, εξαιτίας των ειδικών συνθηκών ασφαλείας που υπήρχαν στην Ελλάδα.681 Έπειτα από διακρατική συμφωνία μεταξύ της ελληνικής και της βρετανικής κυβέρνησης, η ελληνική κυβέρνηση ανέλαβε από την 1η Ιανουαρίου
676
Το Lee-Enfield ήταν, βρετανικής σχεδίασης και κατασκευής. επαναληπτικό τυφέκιο. Υπήρξε το κύριο όπλο των Ενόπλων Δυνάμεων της Μεγάλης Βρετανίας και των κρατών-μελών της Κοινοπολιτείας κατά τη διάρκεια του δεύτερου μισού του 20 ου αιώνα. Υιοθετήθηκε το 1895 και παρέμεινε σε υπηρεσία έως το 1957. Υπήρξε επανασχεδίαση του τυφεκίου Lee-Metford, που είχε υιοθετηθεί από τις Βρετανικές δυνάμεις το 1888. Στον Ελληνικό Στρατό παρέμεινε σε υπηρεσία σε κάποιες μονάδες του μέχρι και την περίοδο της δικτατορίας. 677 Το Thompson είναι ένα αμερικανικής κατασκευής και σχεδίασης υποπολυβόλο, που δημιουργήθηκε το 1919 από τον John T. Thompson. Έγινε ιδιαίτερα γνωστό στην περίοδο της ποτοαπαγόρευσης στις Η.Π.Α, χρησιμοποιούμενο τόσο από τις διωκτικές αρχές όσο και από τους εγκληματίες. Υπήρξε ιδιαίτερα δημοφιλές σε όλους τους χρήστες του λόγω της εργονομίας του, της στιβαρότητάς του και της υψηλής ταχύτητας αυτόματου πυρός που διέθετε. Ο Αμερικανικός Στρατός το υιοθέτησε το 1938 και το χρησιμοποίησε σε όλα τα πεδία των μαχών του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όπως και στον πόλεμο της Κορέας. 678 Πολυβόλο Vickers είναι το όνομα που χρησιμοποιείται πρώτιστα για να αναφερθεί στο υδρόψυκτο πολυβόλο των 0,303΄΄. Η χρήση του απαιτούσε μία ομάδα έξι έως οκτώ ατόμων. Το Vickers φημιζόταν για τη μεγάλη στερεότητα και την αξιοπιστία του. Ο βρετανικός Στρατός το υιοθέτησε επίσημα τον Νοεμβρίου 1912. Χρησιμοποιήθηκε τόσο στον Πρώτο όσο και στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο από τους Βρετανούς. Το Vickers παρέμεινε στην υπηρεσία με το βρετανικό στρατό μέχρι την 30ή Μαρτίου 1968. 679 Ιστορία του Ελληνικού Στρατού 1821-1997, ό.π., σσ. 280-281. 680 Υ.Σ.Α,, Γ.Ε.Σ., Διεύθυνσις Οργανωτικού, Τμήμα Α΄, Γραφείο Ι΄, Α.Π. 407893, 20 η Μαρτίου 1946. 681 Καθημερινή, 17η Νοεμβρίου 1945, « Παραχώρηση πολεμικού υλικού από τη Μ. Βρετανία» σ. 4.
245
1946 να καταβάλλει από εθνικούς πόρους το κόστος μισθοδοσίας και τροφοδοσίας του Στρατού.682 Ο εξοπλισμός, η εκπαίδευση και η συγκρότηση του Ελληνικού Στρατού πραγματοποιήθηκε υπό την παρακολούθηση και τις κατευθυντήριες γραμμές της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής (Β.Σ.Α.). Η Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή είχε έλθει στην Ελλάδα έπειτα από διακρατική συμφωνία, η οποία συνήφθη μεταξύ των δύο κυβερνήσεων, και ανέλαβε τα καθήκοντά της ταυτόχρονα με τη Βρετανική Αποστολή των Σωμάτων Ασφαλείας. Αρχηγός της Β.Σ.Α. τέθηκε ο στρατηγός Stuart Blundell Rawlings.683 Η Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή αποτελούνταν από διακόσιους εξήντα αξιωματικούς και επιπλέον εφτακόσιους εξήντα Βρετανούς στρατιωτικούς. Ο νέος ελληνικός Στρατός κατανεμήθηκε σε δύο κύριες δυνάμεις. Η πρώτη δύναμη ανέλαβε τη μόνιμη περιφρούρηση των πεντακοσίων δεκαπέντε μιλίων των βορείων συνόρων της Χώρας. Οι στρατιωτικοί σχηματισμοί που περιφρουρούσαν τα σύνορα επρόκειτο να εφοδιαστούν με πολεμικό υλικό για επιχειρήσεις επί υψωμάτων. ώστε να μπορούν να παρεμποδίσουν το λαθρεμπόριο, την αρπαγή ζώων και να αποτρέψουν τη διείσδυση ατόμων ή ομάδων στο ελληνικό έδαφος. Η δεύτερη δύναμη του Στρατού εκπαιδεύτηκε και εξοπλίστηκε για την αντιμετώπιση επιθέσεων και για τη δυνητική ενίσχυση της πρώτης δύναμης. Η Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή και η ελληνική στρατιωτική ηγεσία επεδίωξαν να καταστήσουν τον νέο ελληνικό Στρατό ικανό να επιτελέσει την αποστολή του, ώστε να αντικαταστήσει πλήρως την Εθνοφυλακή.684 Η Εθνοφυλακή και οι Ένοπλες Δυνάμεις της Χώρας είχαν αποδεσμευτεί από τα καθήκοντα επιβολής της τάξης ήδη από τον Σεπτέμβριο του 1945. Εν αναμονή της διενέργειας των εθνικών εκλογών της 31ης Μαρτίου 1946 η Εθνοφυλακή και ο Στρατός τέθηκαν σε κατάσταση επιφυλακής και κατεβλήθησαν προσπάθειες για την αποφυγή της ανάμειξής τους στην εκλογική διαδικασία πέραν της φρούρησης των εκλογικών τμημάτων και των υποχρεώσεων που προέκυπταν από την εφαρμογή του Εκλογικού Νόμου και της παραγράφου 134 του Κανονισμού Πόλεων. Οι Στρατιωτικές Διοικήσεις τις παραμονές των εθνικών εκλογών της 31ης Μαρτίου 682
Καθημερινή, 22α Φεβρουαρίου 1946, «Εφοδιασμένος με αγγλικόν πολεμικόν υλικόν και εκπαίδευσις εις τα νέα όπλα», σ. 4. 683 Ο Στρατηγός Rawlings ήταν ένας πολύπειρος αξιωματικός του Βρετανικού Στρατού, ο οποίος είχε πολεμήσει στη Δουνκέρκη, τη Δυτική Αφρική, τη Νορμανδία και την Ολλανδία κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. 684 Καθημερινή, 22α Φεβρουαρίου 1946, «Εφοδιασμένος με αγγλικόν πολεμικόν υλικόν και εκπαίδευσις εις τα νέα όπλα», σ. 4.
246
εξέδωσαν διαταγές προς τις υφιστάμενες μονάδες τους και ζήτησαν τη γνωστοποίησή τους στο σύνολο των αξιωματικών και των οπλιτών κατά τη διάρκεια των προσκλητηρίων. Η Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση Στερεάς Ελλάδας (Α.Σ.Δ.Σ.Ε.) στη διαταγή που εξέδωσε για τις εθνικές εκλογές κάλεσε τις διοικήσεις των Ταγμάτων να αναγνώσουν τη σχετική διαταγή σε πέντε συνεχή προσκλητήρια, ώστε να την πληροφορηθούν όλοι οι αξιωματικοί και οι οπλίτες. Στη διαταγή της Α.Σ.Δ.Σ.Ε., πέραν των γενικών σκέψεων περί της σπουδαιότητας της εκλογικής διαδικασίας, δόθηκαν ξεκάθαρες διαταγές για την εκτέλεση του καθήκοντος. Οι σχετικές διαταγές της Α.Σ.Δ.Σ.Ε. απευθύνθηκαν στους αξιωματικούς και οπλίτες του Στρατού και της Εθνοφυλακής και στους αξιωματικούς και τους οπλίτες της Αστυνομίας Πόλεων και της Χωροφυλακής. Στη διαταγή αναφερόταν πως δεν ήταν ανεκτές α) η εκτροπή των αξιωματικών και των οπλιτών, β) η επίδειξη ολιγωρίας ή απουσίας ενδιαφέροντος στα αιτήματα των πολιτών για την παροχή προστασίας, για την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος ή για την ασφάλειά τους σε περίπτωση κινδύνου και γ) η διευκόλυνση σε τρομοκρατικά στοιχεία, που τρομοκρατούσαν τους πολίτες για να μην ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα. Η Α.Σ.Δ.Σ.Ε. διέτασσε τους άνδρες των υφιστάμενων μονάδων να διευκολύνουν τους πολίτες που θα τρομοκρατούνταν από όργανο της Τάξης ή από τρομοκρατική οργάνωση και ζητούσε από τους άνδρες να καλούν τους πολίτες να καταγγείλουν κάθε συμβάν στη Στρατιωτική Διοίκηση ή στους κατά τόπους Ανώτερους Στρατιωτικούς που θα εκτελούσαν καθήκοντα Εποπτών των εκλογών. Οι Ανώτεροι Στρατιωτικοί που τοποθετήθηκαν Επόπτες των εκλογών είχαν εξουσιοδοτηθεί από τη Στρατιωτική Διοίκηση να δρουν αστραπιαία κατ’ εφαρμογή της παρούσας διαταγής της Α.Σ.Δ.Σ.Ε., προβαίνοντας ακόμα και στην αφαίρεση της Διοίκησης κάποιας στρατιωτικής μονάδας εάν ήταν αναγκαίο για την επιβολή της τάξης ή για την πάταξη κάθε εκτροπής και παρανομίας κατά τη διενέργεια των εκλογών.685 Στο πλαίσιο της επιφυλακής των Ενόπλων Δυνάμεων για τις εθνικές εκλογές της 13ης Μαρτίου, με απόφαση του Υπουργού Στρατιωτικών διορίστηκαν στις διάφορες περιφέρειες της Χώρας μέχρι τη διεξαγωγή των εθνικών εκλογών υπηρεσιακοί Στρατιωτικοί Διοικητές, υπό τις διαταγές των οποίων τέθηκαν πέραν των στρατιωτικών δυνάμεων και τα Σώματα Ασφαλείας. Επίσης, με διαταγή του 685
Υ.Σ.Α., 127ο Τάγμα Εθνοφυλακής, Αριθμός 3463, Διαταγή Διοικητού Τάγματος, της 28 ης Μαρτίου 1946 για την κοινοποίηση της Διαταγής της Ανώτατης Στρατιωτικής Διοικήσεως Στερεάς Ελλάδος, Διεύθυνσις Α1/1, Αριθμός Πρωτοκόλλου 150708, «Διαταγή αντ’ αυτού Στρατιωτικού Διοικητού για τις Εκλογές στην περιοχή της Α.Σ.Δ.Σ.Ε», 22ας Μαρτίου 1946.
247
Υπουργού Στρατιωτικών ανακλήθηκαν όλες οι χορηγηθείσες άδειες των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων και απαγορεύτηκε η χορήγηση οποιασδήποτε νέας άδειας μέχρι και την ημέρα των εκλογών.686 Με διαταγή που εξέδωσε ο υπουργός Στρατιωτικών την 26η Μαρτίου 1946 τοποθετήθηκαν οι Ανώτεροι Στρατιωτικοί Επόπτες των εκλογών σε ολόκληρη την Επικράτεια. Οι Στρατιωτικοί Επόπτες των εκλογών ανέλαβαν καθήκοντα από την 26η Μαρτίου και μέχρι την ολοκλήρωση της εκλογικής διαδικασίας και επιφορτίστηκαν με την ευθύνη της συγκρότησης στρατιωτικών αποσπασμάτων για την τήρηση της τάξης. Με διαταγή του Υπουργού Στρατιωτικών, εκδοθείσα την 26η Μαρτίου 1946, τέθηκαν επίσης σε κατάσταση επιφυλακής από το βράδυ της ίδιας ημερομηνίας όλες οι Φρουρές των Επαρχιών και η Φρουρά της Πρωτεύουσας. Οι Ανώτεροι Στρατιωτικοί Επόπτες υποχρεώθηκαν να αποστέλλουν από την 27η Μαρτίου έως και την ημέρα των εθνικών εκλογών τηλεγραφική αναφορά στη Γενική Διεύθυνση του Υπουργείου Στρατιωτικών για τη γενική κατάσταση των συνθηκών τάξης που επικρατούσε στην περιφέρειά τους και να αποστέλλουν κάθε απόγευμα Δελτίο Στρατιωτικής Κατάστασης προς την οικεία τους Ανωτέρα Στρατιωτική Διοίκηση. Οι Ανώτεροι Στρατιωτικοί Επόπτες και οι βοηθοί τους όφειλαν σε συνεννόηση με τις κατά τόπους δημοτικές και κοινοτικές αρχές και την κατά τόπους Χωροφυλακή να ρυθμίσουν και να κατανείμουν τις διαθέσιμες δυνάμεις τους στις φρουρές των εκλογικών τμημάτων της περιφέρειάς τους, λαμβάνοντας υπόψη τους την ανάγκη για την ύπαρξη δυνάμεων σε καθεστώς εφεδρείας. Η Α.Σ.Δ.Σ.Ε. στο πλαίσιο των προεκλογικών ετοιμασιών εξέδωσε την 26η Μαρτίου 1946 διαταγή, με την οποία έθεσε περιορισμούς στην κοινωνική και οικονομική δραστηριότητα της περιοχής ευθύνης της μέχρι και την ολοκλήρωση των εκλογών, με σκοπό τη διαφύλαξη και τήρηση της τάξης. Οι περιορισμοί που τέθηκαν ήταν: η απαγόρευση των διαδηλώσεων και παρελάσεων, η πραγματοποίηση συγκεντρώσεων σε κλειστούς χώρους ύστερα από συνεννόηση με τις τοπικές αρχές και εφόσον δεν θα μετατρέπονταν σε διαδηλώσεις, παρελάσεις ή άλλες εκδηλώσεις που θα διατάρασσαν την τάξη, η απαγόρευση της εμπορίας και διανομής οινοπνευματωδών ποτών και κρασιού την παραμονή και την ημέρα διεξαγωγής των εκλογών, η απαγόρευση της λειτουργίας όλων των δημοσίων κέντρων κατά την ημέρα των εκλογών, εξαιρουμένων των εστιατορίων και των μαγειρείων, που θα
686
Καθημερινή, 14η Μαρτίου 1946, «Το καθήκον των Σωμάτων Ασφαλείας», σ. 2.
248
παρέμεναν ανοιχτά ακολουθώντας το ωράριο που θα έθεταν οι κατά τόπους Αστυνομικές Αρχές. Η διαταγή της Α.Σ.Δ.Σ.Ε. της 26ης Μαρτίου 1946 ανέφερε κατηγορηματικά πως με βάση την εκλογική νομοθεσία όποιος υπαξιωματικός του Στρατού και της Χωροφυλακής, αρχιφύλακας, χωροφύλακας, αστυφύλακας και δημοτικός ή κοινοτικός υπάλληλος επενέβαινε με οποιονδήποτε τρόπο στην εκλογική διαδικασία θα διωκόταν ποινικά με κατηγορίες οι οποίες τιμωρούνταν με ποινές φυλάκισης από έξι μήνες έως έναν χρόνο.687 Μετεκλογικά η Έκθεση των Παρατηρητών που επόπτευσαν την εκλογική διαδικασία αναγνώρισε πως η Χωροφυλακή σε κάποιες περιπτώσεις επέδειξε μεροληπτική συμπεριφορά προς την Δεξιά, χωρίς όμως αυτό το να είχε σημαντική επίδραση στο γενικό εκλογικό αποτέλεσμα. Η ίδια Έκθεση αναγνώρισε επίσης πως η Αστυνομία Πόλεων στο σύνολό της υπήρξε πιστή στα καθήκοντά της και πολιτικά αμερόληπτη καθόλη την εκλογική διαδικασία.688 δ) Η αποκατάσταση της Χωροφυλακής. Η ελληνική κυβέρνηση και η Βρετανική Αστυνομική Αποστολή επεδίωξαν την ταχύτερη δυνατή απαλλαγή της Εθνοφυλακής από τα αστυνομικά της καθήκοντα, τα οποία είχε επιτελέσει με απόλυτη ανεπάρκεια. Οι παρεκτροπές των οργάνων της Εθνοφυλακής είχαν επιτρέψει στην Αριστερά να αμφισβητεί την επιθυμία της Κυβέρνησης να εφαρμόσει τη Συμφωνία της Βάρκιζας. Επίσης, η Εθνοφυλακή υπήρξε ανεπαρκής στην πάταξη της εγκληματικότητας καθώς οι δυνάμεις της παρέμεναν επί εβδομάδες σε στατικές θέσεις περιμετρικά των αστικών κέντρων της περιφέρειας και δεν προχωρούσαν σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στις ορεινές περιοχές, όπου κρύβονταν οι ομάδες ενόπλων, λόγω της αδυναμίας της να ανταποκριθεί επιτυχώς στην αποστολή της. Η ανεπάρκεια και ακαταλληλότητα της Εθνοφυλακής έθεσαν με σφοδρότητα το αίτημα της επαναφοράς της Χωροφυλακής στα αστυνομικά της καθήκοντα.689 Η ελληνική κυβέρνηση φιλοδοξούσε πως, αποκαθιστώντας τη Χωροφυλακή στα αστυνομικά καθήκοντα, θα αποκτούσε στον ευαίσθητο τομέα της Ασφάλειας και 687
Καθημερινή, 27η Μαρτίου 1946, «Ανέλαβον από χθες τα καθήκοντα των, οι Στρατιωτικοί Επόπται των Εκλογών», σ. 4. 688 Καθημερινή, 12η Απριλίου 1946, «Η επίσημος έκθεσις των Συμμάχων Παρατηρητών διά τας ελληνικάς εκλογάς εδόθη χθες εις την δημοσιότητα», σ. 1. 689 F.O. 371/48368, R 13813, British Police Mission, Headquarters Athens, Sir Charles Wickham to Howard , 5th August 1945.
249
της τάξης μια έμπιστη και επαγγελματική δύναμη, η οποία θα συνδύαζε την αντικομμουνιστική πολιτική των αστικών κυβερνήσεων χωρίς όμως τις βίαιες παρεκτροπές, που εξέθεταν την ελληνική κυβέρνηση στο εσωτερικό και το εξωτερικό. Η ελληνική κυβέρνηση φιλοδοξούσε επίσης πως απαλλάσσοντας την Εθνοφυλακή από τα αστυνομικά καθήκοντα θα επιτάχυνε την αναδιοργάνωση του Στρατού. Ο πρωθυπουργός Πέτρος Βούλγαρης την 1η Σεπτεμβρίου 1945 με διαταγή του όρισε πως από τη 15η Σεπτεμβρίου 1945 τα καθήκοντα διατήρησης της τάξης και διαφύλαξης της Ασφάλειας ανατίθεντο αποκλειστικά στη Χωροφυλακή και η Εθνοφυλακή περιοριζόταν αποκλειστικά στα στρατιωτικά της καθήκοντα. Η διαταγή προέβλεπε πως οι δώδεκα Ανώτατες Διοικήσεις της Χωροφυλακής υποχρεούνταν να αναφέρουν στον Υπουργό Εσωτερικών πότε θα ήταν σε θέση να αναλάβουν τα αστυνομικά καθήκοντά τους και πως ο Πρόεδρος της Κυβέρνησης θα ήταν που θα ενέκρινε την προταθείσα ημερομηνία και θα εξέδιδε τη διαταγή της μεταφοράς των αρμοδιοτήτων ασφαλείας σε κάθε Ανώτατη Διοίκηση Χωροφυλακής ξεχωριστά. Η πρωθυπουργική διαταγή όρισε πως οι δυνάμεις της Χωροφυλακής και της Αστυνομίας Πόλεων μετά την ανάληψη των αστυνομικών καθηκόντων τους θα ήταν υπόλογες και υπεύθυνες μόνο έναντι του Υπουργού Εσωτερικών με βάση τον Κανονισμό υπ’ αριθμό 86 του 1928 και το Βασιλικό Διάταγμα της 30ης Ιανουαρίου 1938 «Περί κυρώσεως Κανονισμού της εν τοις πόλεσιν και φρουρίοις Υπηρεσίας των Στρατευμάτων».690 Η επιλογή του Κανονισμού υπ’ αριθμό 86 του 1928 ως νομικού πλαισίου λειτουργίας και διοίκησης των Σωμάτων Ασφαλείας έγινε έπειτα από εισήγηση του Αρχηγού της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής, Sir Charles Wickham, προς τον Έλληνα πρωθυπουργό.691 Ο υπουργός Στρατιωτικών, εξουσιοδοτούμενος από την πρωθυπουργική διαταγή της 1ης Σεπτεμβρίου 1945, εξέδωσε λεπτομερή διαταγή προς τις μονάδες της Εθνοφυλακής, με την οποία τις ενημέρωσε για τα νέα καθήκοντά τους και πως με βάση τους Νόμους και τους Στρατιωτικούς Κανονισμούς δεν δικαιολογούνταν οιαδήποτε χαλάρωση της πειθαρχίας τους κατά τη μεταβατική περίοδο.692 690
Φ.Ε.Κ. 39, Βασιλικό Διάταγμα της 7ης Φεβρουαρίου 1938, «Περί κυρώσεως Κανονισμού της εν τοις πόλεσιν και φρουρίοις Υπηρεσίας των Στρατευμάτων». 691 F.O. 371/48369, R 15045, No 1,824, Mr. Caccia, Athens to Foreign Office, 5 th September 1945, F.O 371/48369, R 15045, No 1,824, Mr. Caccia, Athens to Foreign Office, Decisions regarding transfer of security responsibility from the National Guard to the Security Bodies, President of the Government, No 13850, Athens, 31st August 1945. 692 Σαράφης, Μετά τη Βάρκιζα, ό.π., σ. 58.
250
Η επάνοδος της Χωροφυλακής στα αστυνομικά της καθήκοντα δεν υπήρξε εύκολη καθώς ανέκυψε το ζήτημα των σχέσεων της Χωροφυλακής με τον Στρατό. Ο Α.Ν. 471/1945 είχε ρυθμίσει το ζήτημα των σχέσεων της Χωροφυλακής με τον Στρατό προβλέποντας την αυτοτέλεια της Χωροφυλακής σε όλα τα επίπεδα και την αποκοπή των δεσμών της από τον Στρατό. Η στρατιωτική ηγεσία δεν δεχόταν την αυτοτέλεια της Χωροφυλακής, υποστηρίζοντας πως οι διατάξεις του Α.Ν. 471/1945 είχαν εφαρμογή μόνο σε συνθήκες ηρεμίας και ομαλότητας και οι υφιστάμενες συνθήκες δεν ήταν τέτοιες, εξαιτίας των παραβιάσεων της Συμφωνίας της Βάρκιζας από τους κομμουνιστές και της δράσης των ενόπλων ομάδων σε ολόκληρη σχεδόν τη χώρα που απειλούσαν την εθνική ασφάλεια. Η στρατιωτική ηγεσία θεωρούσε πως υπό τις υφιστάμενες συνθήκες ο Α.Ν. 471/1945 δεν ίσχυε και εφαρμόζονταν τα προγενέστερα νομοθετήματα, τα οποία ήταν περισσότερο συμβατά με τις δεδομένες εμπόλεμες συνθήκες.693 Στην πραγματικότητα, ο Α.Ν. 471/1945 δεν επέτρεπε την οποιαδήποτε είδους σύγχυση αρμοδιοτήτων καθώς η Εθνοφυλακή παρέδιδε τα αστυνομικά καθήκοντα στη Χωροφυλακή και ο Στρατός ήταν απόλυτα υπεύθυνος μόνο για την ασφάλεια των συνόρων. Ο μη κανονικός ρυθμός οργάνωσης της Χωροφυλακής σε συνδυασμό με την επίταση των φαινομένων βίας εξαιτίας της δραστηριοποίησης των αριστερών ενόπλων ομάδων προκάλεσε το αυξανόμενο ενδιαφέρον του Στρατού για τα ζητήματα Ασφαλείας. Η διαφωνία του Στρατού και της Χωροφυλακής για τους μεταξύ τους δεσμούς ενέτεινε την απαξίωση και την περιφρόνηση και των δύο Σωμάτων για τις ικανότητες προσφοράς της Εθνοφυλακής στη διαφύλαξη της Ασφάλεια της Χώρας.694 Οι διαφωνίες που ανέκυψαν στην εφαρμογή του Α.Ν. 471/1945 έγιναν γνωστές
στην Κυβέρνηση από τις αντιφατικές αναφορές των στρατιωτικών και
αστυνομικών Αρχών. Η Κυβέρνηση προσπάθησε τη 12η Σεπτεμβρίου 1945 με την έκδοση Κοινής Υπουργικής Απόφασης (Κ.Υ.Α.) του Υπουργού Στρατιωτικών και του Υπουργού Εσωτερικών να επεξηγήσει τον Α.Ν. 471/1945 και τον τρόπο εφαρμογής του, ώστε να επιτευχθεί το ταχύτερο και χωρίς προβλήματα η παράδοση υπηρεσίας από την Εθνοφυλακή στη Χωροφυλακή.
693
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.2, ό.π, σσ. 200-202 και Δασκαλάκης, ό.π., σ. 541. 694 Woodhouse, Το μήλο της έριδος, ό.π., σ. 364.
251
Η Κ.Υ.Α. της 12ης Σεπτεμβρίου 1945 όρισε πως η υπ’ αριθμό 166627/5.9.1945 διαταγή του Υπουργείου των Στρατιωτικών ίσχυε απόλυτα. Η ΙΙ παράγραφος της Κ.Υ.Α. όρισε πως κάθε Ανωτέρα Διοίκηση Χωροφυλακής που έκρινε πως ήταν έτοιμη να εκπληρώσει τα αστυνομικά καθήκοντα στην περιοχή της όφειλε να το αναφέρει στο Υπουργείο Εσωτερικών και απλώς να το κοινοποιήσει στην οικεία Ανωτέρα Στρατιωτική Διοίκηση, και στην περίπτωση της Κρήτης και των νησιών του Αιγαίου στις αντίστοιχες Στρατιωτικές Διοικήσεις Κρήτης και Νήσων Αιγαίου και στις κατά τόπους Πολιτικές Αρχές της οικείας περιφέρειας. Με την Κ.Υ.Α. ορίστηκε πως ο υπουργός Εσωτερικών ήταν επιφορτισμένος με την ευθύνη να λαμβάνει την αναφορά κάθε Ανώτερης Διοίκησης Χωροφυλακής και να προβεί σε έγγραφη αναφορά προς τον πρωθυπουργό την οποία θα κοινοποιούσε στους υπουργούς Στρατιωτικών και Δικαιοσύνης. Η Κ.Υ.Α. προέβλεπε πως ο πρωθυπουργός, εφόσον δεν διατυπώνονταν αντιρρήσεις, θα εξέδιδε διαταγή με την οποία θα προσδιοριζόταν η ημερομηνία κατά την οποία θα μεταβιβάζονταν τα αστυνομικά καθήκοντα από την Εθνοφυλακή στη Χωροφυλακή. Η ανωτέρω πρωθυπουργική διαταγή προβλεπόταν πως θα κοινοποιούνταν στις Στρατιωτικές Διοικήσεις ώστε αυτές να λάβουν γνώση των ειλημμένων αποφάσεων της πολιτικής ηγεσίας και να προχωρήσουν στις δικές τους δέουσες ενέργειες. Η Κ.Υ.Α. προέβλεπε πως, αν δεν καθίστατο εφικτή η ανάληψη των αστυνομικών καθηκόντων από τη Χωροφυλακή για οποιουσδήποτε λόγους695 σε οποιοδήποτε σημείο της Χώρας κατά την ορισθείσα ημερομηνία, τότε η Εθνοφυλακή θα συνέχιζε να εκτελεί τα καθήκοντά της μέχρι να καταστεί εφικτή η πλήρης ανάληψη των αστυνομικών καθηκόντων από τη Χωροφυλακή. Η νέα ημερομηνία μεταβίβασης των αστυνομικών καθηκόντων στη Χωροφυλακή, σύμφωνα με την Κ.Υ.Α., θα καθοριζόταν έπειτα από κοινή συμφωνία μεταξύ των Διοικήσεων της Χωροφυλακής και των Στρατιωτικών Διοικήσεων χωρίς την παρέμβαση της πολιτικής ηγεσίας. Η Κ.Υ.Α. της 12ης Σεπτεμβρίου 1945 όρισε πως ο Στρατός και η Χωροφυλακή όφειλαν με συναινετικό τρόπο να δείξουν αμοιβαία κατανόηση στην εκτέλεση των κοινών καθηκόντων τους, να προχωρήσουν σε απλοποίηση των διαδικασιών κλήσης του Στρατού προς αρωγή της Χωροφυλακής σε περιπτώσεις ανάγκης εντός των 695
Τέτοιοι λόγοι θα μπορούσαν να είναι η μη έγκαιρη εμφάνιση στην περιοχή, η μη ολοκλήρωση της συγκρότησης των καταδιωκτικών αποσπασμάτων της ή η μη επαρκής επάνδρωση όλων των Υπηρεσιών της περιοχής δράσης της. Από Καθημερινή, 15η Σεπτεμβρίου 1945, «Καθήκοντα και αρμοδιότητες Χωρ/κης και Εθνοφυλακής-Κοινή Εγκύκλιος προς τα 2 Σώματα», σ.3.
252
πλαισίων των υφιστάμενων Νόμων και Κανονισμών, να αναπτύξουν πνεύμα πρωτοβουλίας και ταχύτητας ενεργειών σε περίπτωση σοβαρής διασάλευσης της εννόμου τάξης και τέλος να αποφύγουν τις υπερβολές στη χρήση των δικαιωμάτων τους σε περιπτώσεις εκτέλεσης κοινών ενεργειών. Η Κ.Υ.Α. της 12ης Σεπτεμβρίου 1945 προσδιόρισε πως ο Στρατός και η Χωροφυλακή όφειλαν να υπολογίζουν σωστά την αναγκαιότητα της παρουσίας στρατιωτικών δυνάμεων σε επιχειρήσεις, οι οποίες άπτονταν των αρμοδιοτήτων της Χωροφυλακής, και να υπολογίζουν με προσοχή τη στρατιωτική δύναμη που χρειαζόταν να κινητοποιηθεί σε κάθε κοινή επιχείρηση. Η Κ.Υ.Α. όρισε πως τα οιαδήποτε αστυνομικά καθήκοντα προέκυπταν κατά τη διάρκεια κοινών επιχειρήσεων του Στρατού και της Χωροφυλακής, ανήκαν αποκλειστικά στους άνδρες της Χωροφυλακής.696 Η Κυβέρνηση έδωσε μεγάλη δημοσιότητα στην παράδοση των αστυνομικών καθηκόντων από την Εθνοφυλακή στη Χωροφυλακή την 15η Σεπτεμβρίου 1945. Ο υφυπουργός Τύπου της Κυβέρνησης σε σχετικές δηλώσεις επί του θέματος τόνισε πως η Κυβέρνηση χαιρέτιζε την ανάληψη των αστυνομικών καθηκόντων από τη Χωροφυλακή ως σημαντικό βήμα για την επαναφορά της Χώρας στην ομαλότητα και την ηρεμία.697 Ο αρμόδιος υπουργός Εσωτερικών, Πέτρος Γουναράκης, τη 15η Σεπτεμβρίου εξέδωσε διαταγή με την οποία εξήγγειλε την ανάληψη από τη Χωροφυλακή και την Αστυνομία Πόλεων των καθηκόντων της τήρησης της τάξης σε ολόκληρη τη Χώρα και τον περιορισμό της Εθνοφυλακής σε αμιγώς στρατιωτικά καθήκοντα, τονίζοντας το ακομμάτιστο των Σωμάτων Ασφαλείας και τη δράση τους εντός των ορίων των Δημοκρατικών Θεσμών.698 Ο υπουργός Στρατιωτικών, στρατηγός Αλέξανδρος Μερεντίτης, σε δικό του μήνυμα της 15ης Σεπτεμβρίου δήλωσε πως η Εθνοφυλακή είχε εκπληρώσει υπό συνθήκες εξαιρετικά δύσκολες ένα πολύ δύσκολο έργο κατά τους μήνες που είχαν μεσολαβήσει από τη συγκρότησή της μέχρι τότε, ενεργώντας όμως συχνά με τρόπο αντίθετο προς την πολιτική της Κυβέρνησης και προς τις αρχές της ατομικής ελευθερίας των πολιτών, καθώς η δραστηριότητά της χαρακτηριζόταν από πολιτικές προκαταλήψεις και από την απουσία οποιασδήποτε εκπαίδευσης επί των αστυνομικών καθηκόντων, τα οποία είχε κληθεί να επιτελέσει. Ο υπουργός Στρατιωτικών στο μήνυμά του τόνισε πως η Εθνοφυλακή από τη 15η Σεπτεμβρίου και 696
Δασκαλάκης, ό.π., σ. 542. Καθημερινή, 16η Σεπτεμβρίου 1945, «Τα Σώματα ασφαλείας αναλαμβάνουν από σήμερον την τήρησιν της Τάξης», σ.1. 698 Σαράφης, Μετά τη Βάρκιζα, ό.π., σ. 95. 697
253
μετά διατασσόταν να μην αναμειγνύεται πλέον σε ζητήματα εσωτερικής πολιτικής και κατέληξε ζητώντας τη βοήθεια όλων, ώστε ο Στρατός να σταθεί μακριά από την πολιτική και να ανοιχτεί στην κοινωνία, ώστε να περιλάβει στις τάξεις του ολόκληρο τον Λαό προς χάρη της Άμυνας, της Ασφάλειας και της Εθνικής Ανεξαρτησίας της Πατρίδας.699 Η εικόνα που υπήρχε για την Εθνοφυλακή στο σύνολο της κυβερνητικής μηχανής ήταν αρνητική, εξαιτίας των παρεκτροπών των ανδρών της και της συγκάλυψης ή της αμέλειας που επέδειξαν τα στελέχη της στις δραστηριότητες και τις βιαιότητες των Εθνικιστικών Οργανώσεων. Η αρνητική εικόνα της Εθνοφυλακής επιτάθηκε επίσης από και την πολιτική προκατάληψη των ανδρών της απέναντι στην Αριστερά. Ο ανορθόδοξος τρόπος επάνδρωσης των αρχικών μονάδων της Εθνοφυλακής με εθελοντές και η κατάταξη σε αυτή πολλών στελεχών των πρώην Ταγμάτων Ασφαλείας δημιούργησαν ένα Σώμα το οποίο προκαλούσε τη διαρκή δυσφορία της πολιτικής εξουσίας. Ο μόνος λόγος που οι μεταβαρκιζικές κυβερνήσεις ανέχθηκαν την Εθνοφυλακή μετά τα Δεκεμβριανά και τη διατήρησαν υπό τις εντολές τους ήταν η επί μακρόν αδυναμία τους να την αντικαταστήσουν με κάποιο άλλο Σώμα που να ήταν αξιόμαχο, αξιόπιστο και διατεθειμένο να υπηρετήσει την Κυβέρνηση. Η Εθνοφυλακή στην πραγματικότητα υπήρξε για τις μεταβαρκιζικές κυβερνήσεις ένα αναγκαίο κακό. Η δυσφορία και η απέχθεια της Κυβέρνησης Βούλγαρη και των αστικών πολιτικών κομμάτων για ό,τι εκπροσωπούσε η Εθνοφυλακή υπήρξε ο κυριότερος λόγος που η Κυβέρνηση Βούλγαρη προτίμησε την πρόωρη ανάληψη των αστυνομικών καθηκόντων από τη Χωροφυλακή παρά τις σημαντικές ελλείψεις σε προσωπικό και τον πλημμελή οπλισμό της. Η Κυβέρνηση Βούλγαρη επεδίωξε επίσης τον ταχύτερο δυνατό περιορισμό της Εθνοφυλακής στα αμιγώς στρατιωτικά καθήκοντα και αμέσως μετά τον τερματισμό της ύπαρξής της μέσα από τη σταδιακή απορρόφησή της από τον υπό αναδιοργάνωση Εθνικό Στρατό. Οι αιχμές του υπουργού Στρατιωτικών στο μήνυμα της 15ης Σεπτεμβρίου και οι πολυάριθμες διαταγές της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας, με τις οποίες ασκούνταν αρνητική κριτική στη δράση της Εθνοφυλακής και επιπλήττονταν οι Διοικητές των μονάδων της, καταδεικνύουν τις δυσκολίες τις αντιμετώπισαν οι μεταβαρκιζικές κυβερνήσεις στην άσκησης της πολιτικής ασφάλειας και επιβολής της τάξης. Η αντιδραστική στάση της Εθνοφυλακής απέναντι στην κυβερνητική πολιτική
699
Στο ίδιο., σ. 96.
254
των αστικών κυβερνήσεων υπήρξε και η βασικότερη αιτία, εξαιτίας της οποίας κανένα προβεβλημένο στέλεχος της αντιεαμικής παράταξης δεν την υπερασπίστηκε από τις επιθέσεις της αριστερής ιστοριογραφίας κατά τη μετεμφυλιακή και μεταπολιτευτική περίοδο. Ο στρατηγός Θρασύβουλος Τσακαλώτος ήταν το μόνο στέλεχος της αντιεαμικής παράταξης που μετεμφυλιακά αποτίμησε θετικά το έργο της Εθνοφυλακής. Ο Τσακαλώτος με ιδιαίτερο στόμφο και υπερβολή έγραψε για την Εθνοφυλακή: «Σπανίως Έλληνες προσέφεραν εαυτούς εις την πατρίδα των με τόσην ανιδιοτέλειαν, θέρμην και ορμήν. Δεν εζήτησαν ποτέ καμμίαν αμοιβήν. Και πάντως δεν έλαβαν καμμίαν… Συχνά υπουργοί, ενώπιον του εκβιασμού της κόκκινης τυραννίας, τους απηύθυναν αναίτιους "αυστηρότητας" και στρυφνάς διδαχάς... Δεν γνωρίζομεν αν, εις τα γενναία των στήθη, δοκιμάζουν οι εθνοφύλακες πικρίαν. Αν ναι, ας ενθυμούνται πόσον συχνά οι πληθυσμοί των επαρχιών τους έσχισαν τα αμπέχονα, εις παραλήρημα ευγνωμοσύνης και χαρά... Οι νέοι της ουράς των Παλαιών Ανακτόρων, υπό τους όλμους, θα ημπορούν τότε να λέγουν: Υπηρέτησα εθνοφύλαξ. Και θα γνωρίζουν, ότι θα είνε τούτο τίτλος αφθάρτου τιμής».700 Απορία προκαλεί πώς ενώ οι Πρωθυπουργοί, οι Υπουργοί Στρατιωτικών, οι Υπουργοί Εσωτερικών, οι Διοικητές Στρατιωτικών Διοικήσεων, οι Διοικητές Ταξιαρχιών και οι Διοικητές Ταγμάτων εξέδιδαν διαταγές και απέστελλαν εγκυκλίους προς τους άνδρες της Εθνοφυλακής, με τις οποίες τους καλούσαν να είναι αμερόληπτοι, δίκαιοι και τυπικοί στα καθήκοντά τους, τελικά δεν υπήρξε οιαδήποτε βελτίωση και αλλαγή στη στάση των ανδρών της Εθνοφυλακής. Η απάντηση στην απορία αυτή ίσως να βρίσκεται στην έκθεση που συνέταξε ο Chris Woodhouse την 11η Αυγούστου 1945, όταν βρέθηκε στην Πελοπόννησο στα πλαίσια μίας περιοδείας συγκέντρωσης πληροφοριών και καταγραφής των εντυπώσεών του. Η πιο ενδιαφέρουσα από τις παρατηρήσεις του Woodhouse, ήταν πως οι τοπικές δυνάμεις ασφαλείας ελέγχονταν πλημμελώς από την Κυβέρνηση. Ο Woodhouse ανέφερε πως ποτέ κανείς στρατιωτικός ή πολιτικός δεν μπορούσε να είναι απόλυτα βέβαιος αν εκτελέστηκε από τους κατωτέρους η διαταγή που τους διαβιβάστηκε. Ο επιτελάρχης της Ανωτέρας Διοικήσεως Πελοποννήσου, η οποία έδρευε στην Κόρινθο, εμπιστεύθηκε στον Woodhouse πως ο ίδιος ποτέ δεν ήταν σίγουρος αν εκτελέστηκαν οι εντολές του, αν δεν επέβλεπε προσωπικά την εκτέλεσή
700
Τσακαλώτος, τόμ.1, ό.π., σσ. 593-594.
255
τους. Ο Woodhouse ανέφερε επίσης πως πολλοί από τους τοπικούς αξιωματούχους για την επιβολή του νόμου και της τάξης απείχαν και δεν εκτελούσαν τα καθήκοντά τους. Ο Woodhouse μαρτυρεί πως κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του οι εισαγγελείς Τρίπολης και Πύργου, οι νομάρχες Αρκαδίας και Λακωνίας, οι διοικητές Χωροφυλακής Πατρών και Καλαμάτας απουσίαζαν στην Αθήνα, ενώ ο δήμαρχος Καλαμάτας και ο Στρατιωτικός Διοικητής Τρίπολης επρόκειτο και αυτοί σύντομα να μεταβούν στην πρωτεύουσα.701 Παρόμοια ήταν και η κατάσταση που παρουσίασε ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Α. Κιουσόπουλος, στην επιστολή που απέστειλε στον υπουργό Εσωτερικών τη 15η Ιουλίου 1945 μετά την περιοδεία του στην Πελοπόννησο και την εκεί συνεργασία του με τις τοπικές δικαστικές αρχές. Ο Κιουσόπουλος ανέφερε την απουσία στοιχειώδους ασφάλειας στις περιοχές περιμετρικά των πρωτευουσών των νομών, την πλημμελή επάνδρωση της Χωροφυλακής και τις ελλείψεις τις οποίες παρουσίαζε ο οπλισμός της, καθιστώντας αδύνατη την όποια προσπάθειά της να επιβάλει τη δημόσια τάξη και τη δικαιοσύνη. Επίσης, ο Κιουσόπουλος ανέφερε την αυξημένη απογοήτευση του πληθυσμού από το καθεστώς πλήρους ατιμωρησίας το οποίο υπήρχε εξαιτίας της απροθυμίας των δικαστικών λειτουργών να εφαρμόσουν τον Νόμο και της ύπαρξης ένοπλων ομάδων πρώην ελασιτών και ένοπλων ομάδων αντικομμουνιστών.702 Το φαινόμενο της Λευκής Τρομοκρατίας παρουσιάστηκε στην ύπαιθρο ως αποτέλεσμα της πρωτοβουλίας των κατώτερων εκπροσώπων της εξουσίας να προχωρήσουν ένα βήμα πιο πέρα τους αντικομμουνιστικούς στόχους των ανωτέρων τους. Η επιδίωξη των ανώτερων κύκλων της πολιτικής και στρατιωτικής εξουσίας ήταν να εξαλείψουν τα ερείσματα που η Αριστερά είχε δημιουργήσει στη διάρκεια της Κατοχής στη διοίκηση και στο στράτευμα. Οι κατώτεροι εκπρόσωποι της εξουσίας, λόγω του κυρίαρχου ιδεολογικού φανατισμού και της διάθεσής τους για αντεκδίκηση, προχώρησαν σε ασυντόνιστη προσπάθεια βίαιης εξάλειψης της Αριστεράς και των οπαδών της. Η αντικομμουνιστική κυβερνητική πολιτική μετατράπηκε από τους κατώτερους εκπροσώπους της εξουσίας σε πολιτική διώξεων όχι αριστερών πολιτών αλλά ακόμα και εναντίον απλά μη βασιλοφρόνων πολιτών. Κοινή συνισταμένη της δράσης των δεξιών εξτρεμιστών στη Δικαιοσύνη, στο 701
Richter, ό.π., σσ. 184-185. W.O 204/8933, G/11670/LE, Chief Legal Adviser H.W.F Clay to H.M Minister, Translation of a report dated 14 July by Mr. Kiousopoulos, Deputy Prosecutor of Supreme Court of Appeal to the Minister of the Interior, 6th August 1945. 702
256
Στράτευμα, στα Σώματα Ασφαλείας και στις δεξιές ένοπλες ομάδες ήταν η επιθυμία τους για την επιστροφή του βασιλιά Γεωργίου Β΄ στον θρόνο με κάθε τρόπο. Οι δεξιές εξτρεμιστικές οργανώσεις τύγχαναν της υποστήριξης και της πολιτικής καθοδήγησης σημαντικών πολιτικών προσωπικοτήτων από τον χώρο του Λαϊκού Κόμματος, όπως ο Πέτρος Μαυρομιχάλης. Ο Πέτρος Μαυρομιχάλης, σύμφωνα με αναφορά της αμερικανικής πρεσβείας του Οκτώβριου του 1945, ήταν ο κύριος χρηματοδότης διάφορων βασιλικών ομάδων και ταμίας της οργάνωσης «Χ».703
703
Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σ. 90.
257
Κεφάλαιο Έκτο: Η ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΑ ΤΗΣ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΕΩΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΟΥ 1946 Μετά την ανάληψη από τη Χωροφυλακή των αστυνομικών καθηκόντων της, έγινε επιτακτική η ανάγκη της προώθησης νομοθετικής ρύθμισης η οποία θα κάλυπτε συνολικά την ήδη πραγματοποιηθείσα διοικητική πράξη, καθώς αυτή μέχρι τότε στηριζόταν στην έκδοση Διαταγής από τον Πρόεδρο της Κυβέρνησης και στις αντίστοιχες εκτελεστικές Υπουργικές Αποφάσεις των Υπουργών Στρατιωτικών και Εσωτερικών. Η Κυβέρνηση προχώρησε στην έκδοση του Α.Ν. 465, της 26ης Σεπτεμβρίου 1945, «περί αναλήψεως υπό των Σωμάτων Ασφαλείας της Δημοσίας Τάξης καθ’ άπασαν την Επικράτεια». Ο Α.Ν. 465/1945 προσδιόρισε τις αρμοδιότητες τις οποίες επανακτούσαν τα Σώματα Ασφαλείας από την Εθνοφυλακή 704 και λειτούργησε ως εκ των υστέρων νομοθετική ρύθμιση της μεγάλης τομής που έγινε στα ζητήματα Ασφαλείας της Χώρας, αποδεσμεύοντας τον Στρατό από τα αστυνομικά καθήκοντα. Η εξέλιξη των γεγονότων όμως ανέτρεψε τη σημαντική αυτή εξέλιξη όταν η Χώρα βυθίστηκε στον επόμενο γύρο του Εμφυλίου. Η βεβιασμένη ανάπτυξη της Χωροφυλακής σε ολόκληρη τη Χώρα και η αντικατάσταση της Εθνοφυλακής στα αστυνομικά της καθήκοντα άφησαν πολλές διαδικαστικές εκκρεμότητες οι οποίες χρειάζονταν επεξήγηση και διοικητική ερμηνεία. Η κυριότερη εκκρεμότητα ήταν το πλαίσιο εντός του οποίου θα συνεργαζόταν η Χωροφυλακή με τον Στρατό. Μία αρχική προσπάθεια για την αποφυγή των φαινομένων δυσλειτουργίας των μηχανισμών ασφαλείας ήταν η Κ.Υ.Α. των Υπουργών Στρατιωτικών και Εσωτερικών της 12ηςΣεπτεμβρίου 1945. Ωστόσο, η συγκεκριμένη Κ.Υ.Α. ήταν γενικόλογη και περιέπλεξε τα πράγματα. Η αδυναμία εφαρμογής της, μάλιστα, οδήγησε την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Στρατιωτικών να εκδώσει τη 16η Νοεμβρίου 1945 επεξηγηματική διαταγή προς όλες τις Στρατιωτικές Αρχές. Η διαταγή του Υπουργού Στρατιωτικών δήλωσε με απόλυτο τρόπο τις αρμοδιότητες που δεν ανήκαν πλέον στις δικαιοδοσίες των Στρατιωτικών Αρχών και είχαν περιέλθει στη δικαιοδοσία της Αστυνομίας Πόλεων και της Χωροφυλακής. Οι δραστηριότητες αυτές ήταν: α) τα ζητήματα του κοινού ποινικού Νόμου, 704
Φ.Ε.Κ. 565, Α.Ν. 565, 26η Σεπτεμβρίου 1945, «Περί αναλήψεως υπό των Σωμάτων Ασφαλείας της Δημοσίας Τάξης καθ’ άπασαν την Επικράτεια».
258
β) οι κινήσεις και οι δραστηριότητες των αναρχικών στοιχείων που βρίσκονταν εκτός των Στρατιωτικών Μονάδων, γ) η κίνηση και η δράση των συμμοριών, δ) η ανεύρεση και η περισυλλογή του κρυμμένου οπλισμού του Ε.Λ.Α.Σ., ε) η εφαρμογή των όρων της Συμφωνίας της Βάρκιζας, στ) τα ζητήματα που σχετίζονταν με τους αλλοδαπούς, ζ) τα ζητήματα των μειονοτήτων, η) τα ζητήματα της κατασκοπικής δραστηριότητας εκτός του Στρατεύματος. Η επεξηγηματική διαταγή της 16ης Νοεμβρίου 1945 ήταν προϊόν της διαπραγμάτευσης
μεταξύ
του
Υπουργείου
Εσωτερικών,
του
Υπουργείου
Στρατιωτικών και της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής και αποδείχθηκε γρήγορα κατώτερη των πραγματικών αναγκών ασφαλείας της χώρας. Οι αρμοδιότητες οι οποίες εκχωρήθηκαν από το Στρατό στη Χωροφυλακή δόθηκαν με το σκεπτικό της εφαρμογής των όρων της Συμφωνίας της Βάρκιζας, δηλαδή της καταστολής των ενόπλων αριστερών ομάδων, της κατάσχεσης των μη παραδοθέντων όπλων, της σύλληψης των εγκληματικών στοιχείων και της γενικότερης αποκατάστασης της δημόσιας τάξης. Πολύ σύντομα όμως η Χωροφυλακή αποδείχθηκε πως, παρά τον επαγγελματισμό και τη μαχητικότητα των ανδρών της, ήταν ανεπαρκής και αδυνατούσε να αντιμετωπίσει μόνη της τη διαρκή επιδείνωση των συνθηκών Ασφαλείας της Χώρας. Η Χωροφυλακή κατά την περίοδο που μεσολάβησε από τη 15η Σεπτεμβρίου 1945, όταν ανέλαβε τα αστυνομικά της καθήκοντα, έως και τον Μάρτιο 1946, όταν διενεργήθηκαν οι εθνικές εκλογές, ενισχύθηκε αποκτώντας νέες υποδομές και επαυξάνοντας τη μαχητική συγκρότησή της. Η προσπάθεια αυτή πραγματοποιήθηκε παρά τις έντονες αντιδράσεις, τις οποίες προέβαλλε η Βρετανική Αποστολή, ως προς την εκπαίδευση και την οποιουδήποτε είδους προετοιμασία του Σώματος που μπορούσε να εκληφθεί ως προσπάθεια στρατιωτικοποίησης της Χωροφυλακής. Από τα τέλη του 1945 έως και τις αρχές του 1946 συντελέστηκε στη Χωροφυλακή μια ιδιαίτερα σοβαρή προσπάθεια για τη συγκρότηση και ανασύσταση των Τεχνικών Υπηρεσιών της. Κατά την ανωτέρω περίοδο επαναλειτούργησαν ο Λόχος Οδηγών, η Σχολή Οδηγών Αυτοκινήτων, Δικύκλων και Τρικύκλων, το Συνεργείο Αυτοκινήτων, ο Όρχος Αυτοκινήτων και πλήθος άλλων τεχνικών μονάδων. Οι τεχνικές μονάδες της Χωροφυλακής υπήχθησαν με γεωγραφικά κριτήρια σε δύο μονάδες. Οι τεχνικές μονάδες οι οποίες βρίσκονταν στη Νότια 259
Ελλάδα υπήχθησαν στο Μηχανοκίνητο Τάγμα, το οποίο έδρευε στην Αθήνα, ενώ οι τεχνικές μονάδες που βρίσκονταν στη Βόρεια Ελλάδα υπήχθησαν στο Κεντρικό Συνεργείο Βορείου Ελλάδος, το οποίο έδρευε στη Θεσσαλονίκη. Η εκπαίδευση των οδηγών και συνολικά των ανδρών των Τεχνικών Υπηρεσιών, σε μεγάλο βαθμό έγινε από τα στελέχη του ΙΙ Μηχανοκίνητου Τάγματος της Χωροφυλακής.705 Η Χωροφυλακή μετά την ανάληψη των αστυνομικών καθηκόντων της αντιμετώπισε πολλαπλά μείζονα προβλήματα, όπως το χαμηλό επίπεδο της επαγγελματικής κατάρτισης των ανδρών της, τη διατάραξη της συνοχής της ως αποτέλεσμα της Κατοχής και των Δεκεμβριανών και την αδυναμία της να αποκτήσει νέο στελεχιακό δυναμικό σε επίπεδο αξιωματικών, καθώς η Σχολή Εκπαίδευσης των Αξιωματικών της Χωροφυλακής είχε να λειτουργήσει από το 1940. Η επί πενταετία μη λειτουργία των παραγωγικών Σχολών της Χωροφυλακής επέφερε, επίσης και τη συνεχή συρρίκνωση του Σώματος των Αξιωματικών χωρίς να υφίσταται άλλη εναλλακτική δυνατότητα αξιοκρατικής ανανέωσης πέρα των προαγωγών επί τιμή και των προαγωγών επί ανδραγαθία.706 Η συρρίκνωση του Σώματος των αξιωματικών είχε γίνει αντιληπτή από την πρώτη στιγμή μετά την Απελευθέρωση, όμως δεν κατέστη εφικτό να αντιμετωπιστεί καθώς ακολούθησαν τα Δεκεμβριανά. Τα Δεκεμβριανά επέτειναν μάλιστα το πρόβλημα καθώς έστρεψαν το βρετανικό και το κυβερνητικό ενδιαφέρον προς την προετοιμασία της Εθνοφυλακής. Στην υποβάθμιση του ζητήματος της συρρίκνωσης του Σώματος των αξιωματικών συνετέλεσε η αδυναμία των Βρετανών να ανταποκριθούν στην παράλληλη προετοιμασία της Χωροφυλακής και της Εθνοφυλακής, η κυβερνητική επιθυμία για την ταχεία επιβολή της εξουσίας της στην επαρχία καθώς και εκείνη των Βρετανών για ταχεία απομάκρυνση των στρατευμάτων τους από την Ελλάδα, όταν οι συνθήκες ασφαλείας θα το επέτρεπαν. Η ασφυκτική πίεση χρόνου και τα σφικτά χρονοδιαγράμματα που τέθηκαν από την Κυβέρνηση και τους Βρετανούς οδήγησαν στην επιτάχυνση των διαδικασιών προετοιμασίας της Χωροφυλακής αφήνοντας ζητήματα ανεπίλυτα και ανοιχτά για το μέλλον. Μεταξύ των ζητημάτων που υποβαθμίστηκαν για χάρη της επιτάχυνσης της προετοιμασίας της Χωροφυλακής ήταν και τα εκπαιδευτικά προγράμματα οπλιτών και αξιωματικών της. Μάλιστα τα εκπαιδευτικά προγράμματα των οπλιτών της Χωροφυλακής επισπεύστηκαν στην εκτέλεσή τους τόσο πολύ, ώστε ήταν σαν να μην 705 706
Δασκαλάκης, ό.π., σ. 543. Κλόουζ, ό.π., σ. 242.
260
γίνονταν, ενώ δεν υπήρξαν καθόλου εκπαιδευτικά προγράμματα και προγράμματα επανακατάρτισης για τους αξιωματικούς.707 Έτσι, η Χωροφυλακή κλήθηκε να δράσει στη χειρότερη από άποψη συνθηκών ασφαλείας περίοδο της Χώρας, έχοντας τη χειρότερη σύνθεση από άποψη ποιοτική και ποσοτική στη σύγχρονη ιστορία της. Η ηγεσία της Χωροφυλακής και η ηγεσία του Υπουργείου Εσωτερικών, όταν η Χωροφυλακή ανέλαβε πάλι πλήρη αστυνομικά καθήκοντα, πήραν την απόφαση να υλοποιήσουν την κυβερνητική δέσμευση που είχε αναληφθεί με το 8 ο άρθρο της Συμφωνίας της Βάρκιζας για την εκκαθάριση των Σωμάτων Ασφαλείας. Η ηγεσία της Χωροφυλακής και η ηγεσία του Υπουργείου Εσωτερικών φιλοδοξούσαν πως με την εκκαθάριση θα επιτύγχαναν τη βελτίωση της ποιότητας του προσωπικού των Σωμάτων Ασφαλείας, απομακρύνοντας τους επαγγελματικά ακατάλληλους και ανεπαρκείς οπλίτες και τους αξιωματικούς, οι οποίοι με τις πράξεις τους είχαν βλάψει την εικόνα του Σώματος καθιστώντας ανυπόληπτη τη Χωροφυλακή σε ευρύτατα τμήματα του Λαού. Η εκκαθάριση των ακατάλληλων επαγγελματικά οπλιτών του Σώματος της Χωροφυλακής
ξεκίνησε
29ης/31ηςΔεκεμβρίου
τον
Δεκέμβριο
1945
με
τον
Α.Ν.
783
της
1945, «περί εκκαθαρίσεως των οπλιτών του Σώματος της
Χωροφυλακής». Ο Α.Ν. 783/1945 προέβλεπε την απομάκρυνση των οπλιτών της Χωροφυλακής που κατά τη διάρκεια της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου είχαν αναπτύξει δραστηριότητες προσβλητικές για το Σώμα ή είχαν συνεργαστεί με τον εχθρό στη διάρκεια της Κατοχής ή που ο χαρακτήρας, το ήθος και η επαγγελματική τους επάρκεια δεν αντιστοιχούσαν με τα δεδομένα που ήθελε ή χρειαζόταν η Χωροφυλακή. Ο Α.Ν. 783/1945 προέβλεπε επίσης πως όλοι οι μόνιμοι οπλίτες της Χωροφυλακής, εξαιρουμένων των αποφοίτων της Σχολής της Χωροφυλακής από την 1η Αυγούστου 1945 και μετά, θα κρίνονταν από Ειδικά Εκκαθαριστικά Συμβούλια. Τα Ειδικά Εκκαθαριστικά Συμβούλια ήταν δύο. Το πρώτο έδρευε στην Αθήνα υπό τον Α΄ Επιθεωρητή Χωροφυλακής και το δεύτερο έδρευε στη Θεσσαλονίκη υπό τον Β΄ Επιθεωρητή Χωροφυλακής. Καθένα Ειδικό Εκκαθαριστικό Συμβούλιο ήταν αρμόδιο να κρίνει τους οπλίτες που υπηρετούσαν στις Υπηρεσίες της Χωροφυλακής οι οποίες υπάγονταν στη δικαιοδοσία του. Στο Ειδικό Εκκαθαριστικό Συμβούλιο της Αθήνας υπήχθησαν επίσης οι οπλίτες Χωροφυλακής που υπηρετούσαν σε Υπηρεσίες
707
Στο ίδιο, σ. 243.
261
οι οποίες υπάγονταν απευθείας στο Υπουργείο Δημοσίας Τάξης, όπως στο Αρχηγείο της Χωροφυλακής, στις Διευθύνσεις Χωροφυλακής, στην Υπηρεσία Αλλοδαπών και στις Εγκληματολογικές Υπηρεσίες. Η σύνθεση των Ειδικών Εκκαθαριστικών Συμβουλίων ορίστηκε από το Νόμο ως εξής: Α) Το Συμβούλιο Αθηνών αποτελούνταν από τον Α΄ Επιθεωρητή, ο οποίος εκτελούσε χρέη Προέδρου, από τον Ανώτερο Διοικητή Χωροφυλακής Στερεάς Ελλάδας, από τον Διοικητή Χωροφυλακής Αθηνών, από έναν Πρωτοδίκη ο οποίος οριζόταν από τον Πρόεδρο του Πρωτοδικείου Αθηνών και από έναν Σύμβουλο Στρατιωτικής Δικαιοσύνης, ο οποίος οριζόταν από τον Πρόεδρο του Στρατοδικείου Αθηνών. Β) Το Συμβούλιο Θεσσαλονίκης αποτελούνταν από τον Β΄ Επιθεωρητή, ο οποίος εκτελούσε χρέη Προέδρου, από τον Ανώτερο Διοικητή Χωροφυλακής Κεντρικής Μακεδονίας, από τον Διοικητή Χωροφυλακής Θεσσαλονίκης, από έναν Πρωτοδίκη ο οποίος οριζόταν από τον Πρόεδρο του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης και από έναν Σύμβουλο Στρατιωτικής Δικαιοσύνης, ο οποίος οριζόταν από τον Πρόεδρο του Στρατοδικείου Θεσσαλονίκης. Η αξιολογική διαδικασία χωρίστηκε σε δύο στάδια. Στη διάρκεια του πρώτου σταδίου ο Διοικητής Αξιωματικός θα συνέτασσε αξιολογική έκθεση για κάθε οπλίτη που υπαγόταν σε αυτόν. Η αξιολογική έκθεση προβλεπόταν πως όφειλε να λάβει υπόψη της την επαγγελματική επάρκεια, το ήθος, τον χαρακτήρα του αξιολογούμενου καθώς και αν ο αξιολογούμενος οπλίτης λειτούργησε ως όργανο της Δικτατορίας ή εάν συνεργάστηκε με τις κατοχικές δυνάμεις. Η αξιολογική έκθεση του Διοικητή Αξιωματικού όφειλε να καταλήγει σε εισήγηση, με την οποία θα προτεινόταν είτε η παραμονή του οπλίτη Χωροφύλακα στις τάξεις της Χωροφυλακής είτε η απόλυσή του. Ο Α.Ν. 783/1945 προέβλεπε πως οι αξιολογικές εκθέσεις των Διοικητών αξιωματικών μαζί με τα αντίγραφα των φύλλων μητρώου και κάθε άλλο έγγραφο σχετικό με την αξιολόγηση των οπλιτών θα παραδίδονταν από κάθε Διοικητή στην οικεία Επιθεώρηση μαζί με ονομαστική λίστα των οπλιτών, οι οποίοι επρόκειτο να κριθούν από τα Εκκαθαριστικά Συμβούλια. Στο δεύτερο στάδιο της αξιολόγησης, οι Επιθεωρήσεις της Χωροφυλακής παρέδιδαν τα ανωτέρω έγγραφα στο οικείο Εκκαθαριστικό Συμβούλιο. Το Εκκαθαριστικό Συμβούλιο, με βάση την αξιολογική έκθεση κάθε Διοικητή και τα 262
κριτήρια που τίθεντο από τον Νόμο, προέβαινε στη λήψη της απόφασης σχετικά με την παραμονή ή απόλυση κάθε οπλίτη ξεχωριστά. Οι αποφάσεις των Εκκαθαριστικών Συμβουλίων λαμβάνονταν κατά πλειοψηφία και καταχωρούνταν στα Πρακτικά του Συμβουλίου, όπου τα μέλη του Συμβουλίου αιτιολογούσαν την απόφασή τους. Όταν η απόφαση του Συμβουλίου οδηγούσε στην απόλυση κάποιου οπλίτη, το Συμβούλιο όφειλε να αναφέρει στην αιτιολόγηση της απόφασής του τα συγκεκριμένα περιστατικά που οδήγησαν στη λήψη της απόφασης απόλυσης. Το 5ο άρθρο του Α.Ν. 783/ 1945 κατ’ εφαρμογή του 8ου άρθρου της Συμφωνίας της Βάρκιζας708 προέβλεπε πως οι οπλίτες της Χωροφυλακής που είχαν εγκαταλείψει τις θέσεις τους από την 3η Δεκεμβρίου 1944 έως και τη 12η Φεβρουαρίου 1945 δεν θα απολύονταν, αλλά θα τίθονταν σε καθεστώς διαθεσιμότητας και η οριστική θέση τους θα αποφασιζόταν από την πρώτη μετεκλογική Κυβέρνηση της Χώρας. Το 5ο άρθρο του Α.Ν. 783/ 1945 προέβλεπε επίσης πως οι οπλίτες της Χωροφυλακής που είχαν τεθεί σε καθεστώς διαθεσιμότητας, απαγορευόταν να φέρουν τη στολή του Σώματος αλλά επιτρεπόταν να ασκούν οποιοδήποτε έντιμο επάγγελμα για να καλύψουν τις βιοποριστικές ανάγκες τους. Ο Α.Ν. 783/1945 όρισε πως παράλληλα με τις διατάξεις του, δεν αποκλειόταν και η ταυτόχρονη εφαρμογή των διατάξεων του Βασιλικού Διατάγματος της 18ης Απριλίου 1918 «περί Ανακριτικών Συμβουλίων εν τη Χωροφυλακή», όπως αυτό είχε τροποποιηθεί. Στις διατάξεις του Βασιλικού Διατάγματος της 18ης Απριλίου 1918 ενέπιπταν οι οπλίτες της Χωροφυλακής που βαρύνονταν με πειθαρχικές παραβάσεις, τις οποίες είχαν πραγματοποιήσει από την 28η Οκτωβρίου 1940 και μετά, εξαιρουμένων των οπλιτών που υπάγονταν στο 5ο άρθρο του Α.Ν. 783/ 1945 και τελούσαν σε καθεστώς διαθεσιμότητας.709 Η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Εσωτερικών, στην προσπάθειά της να καταστήσει τη Χωροφυλακή ικανό και αξιόπιστο μηχανισμό εφαρμογής της κυβερνητικής πολιτικής στους τομείς της ασφάλειας και της τάξης, προσπάθησε να κοινωνήσει στα στελέχη της την αντίληψη πως όφειλαν να αξιοποιούν το σύνολο του νομικού πλαισίου και νομοθετικού οπλοστασίου που υφίστατο και το οποίο θεωρούνταν πλήρες. Η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Εσωτερικών ήταν κάθετα 708
Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π, σσ. 78-79. Φ.Ε.Κ. 320, Αναγκαστικός Νόμος 783, 29/31 Δεκεμβρίου 1945, «περί εκκαθαρίσεως των οπλιτών του Σώματος της Χωροφυλακής». 709
263
αντίθετη με την υιοθέτηση νέων έκτακτων νομοθεσιών, τις οποίες ζητούσε η ηγεσία και η ανώτερη διοίκηση της Χωροφυλακής. Απόλυτα αντίθετη ήταν επίσης η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Εσωτερικών και με τις κάθε είδους μαζικές ή μεμονωμένες παρεκτροπές στις οποίες προέβαιναν τα όργανα της Χωροφυλακής κατά παράβαση της νομιμότητας την οποία όφειλαν να υπηρετούν και να προστατεύουν. Ο υπουργός Εσωτερικών της κυβέρνησης Βούλγαρη, Πέτρος Γουναράκης,710 στο πλαίσιο της κυβερνητικής προσπάθειας να καταστήσει τα στελέχη της Χωροφυλακής κοινωνούς των κυβερνητικών θέσεων, απέστειλε την 28η Σεπτεμβρίου 1945 εγκύκλιο προς τις μονάδες της Χωροφυλακής εφιστώντας την προσοχή της Χωροφυλακής στο ζήτημα της κατοχής πυροβόλων όπλων. Όπως εξηγούσε ο Π. Γουναράκης, εξαιτίας του πολέμου, μεγάλος αριθμός πυροβόλων όπλων βρέθηκε στα χέρια ιδιωτών και καθίστατο επιβεβλημένη ανάγκη όλα αυτά τα όπλα να βρεθούν, να αποσυρθούν και να περιέλθουν στην κατοχή του Κράτους, με την εφαρμογή αποκλειστικά των διατάξεων της υπάρχουσας Νομοθεσίας, η οποία ήταν πλήρης. Η εγκύκλιος Γουναράκη συνέχιζε δηλώνοντας πως η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου γνωρίζοντας την έλλειψη νομικών βοηθημάτων ως αποτέλεσμα της καταστροφής των περισσότερων εκ των Αρχείων των Υπηρεσιών της Χωροφυλακής, απέστειλε την παρούσα εγκύκλιο παραθέτοντας το σύνολο των Νόμων και των Διαταγμάτων, τα οποία άπτονταν της οπλοφορίας ώστε οι άνδρες της Χωροφυλακής να αξιοποιήσουν με επιμέλεια και προσοχή τη νομοθεσία. Τα νομοθετήματα περί οπλοφορίας τα οποία αναφέρθηκαν στην εγκύκλιο ήταν τέσσερα: Α) Ο Νόμος 286 της 21ης Ιουλίου 1914 «περί οπλοφορίας»711 με το εκτελεστικό διάταγμα της 18ης Ιουλίου 1914. Ο Νόμος 286/1914 προέβλεπε την απαγόρευση της οπλοφορίας και την κατόπιν άδειας, ύστερα από σχετικό αίτημα στην οικεία Αστυνομική Αρχή, κατασκευή και εισαγωγή προς εμπορία πυροβόλων όπλων, κάθε είδους ξιφών, ξιφολογχών, λογχών ή και αιχμηρών μαχαιριών. Η υποβληθείσα αίτηση μεταβιβαζόταν στην οικεία Διεύθυνση Χωροφυλακής με όλες τις σχετικές πληροφορίες και με έγγραφη γνωμοδότηση της Αστυνομικής Αρχής περί της αίτησης αυτής. Το Υπουργείο Εσωτερικών ήταν ο τελικός κριτής των αιτήσεων 710
Ο Πέτρος Γουναράκης ανέλαβε Υπουργός Εσωτερικών της κυβέρνησης Βούλγαρη, όταν ο Σπυρίδων Γεωργούλης παραιτήθηκε από υφυπουργός Εσωτερικών και ο πρωθυπουργός Πέτρος Βούλγαρης παραιτήθηκε από την θέση από υπουργός Εσωτερικών την 30η Αυγούστου 1945. 711 Φ.Ε.Κ. 202, Νόμος 286, 21η Ιουλίου 1914, «περί οπλοφορίας».
264
και στην περίπτωση αρνητικής απόφασης, όφειλε να τεκμηριώσει την απόφασή του. Στην περίπτωση θετικής κρίσης περί της αίτησης, ο Νόμος όριζε πως η οικεία Αστυνομική Αρχή καθίστατο αρμόδια να χορηγήσει τη σχετική άδεια. Οι άδειες ανανεώνονταν κάθε χρόνο, μετά την καταβολή του προβλεπόμενου τέλους χαρτοσήμου στην οικεία του Αστυνομική Αρχή. Ο Νόμος 286/1914 όρισε πως η άδεια οπλοφορίας χορηγούνταν από την Αστυνομική Αρχή της περιοχής κατοικίας ή μόνιμης διαμονής του αιτούντος, ύστερα από θετική γνωμοδότηση επί της αιτήσεως από τον οικείο Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών και εφόσον, παρά την ύπαρξη θετικής γνωμοδότησης από τον οικείο Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών, η Αστυνομική Αρχή δεν χορηγούσε την άδεια οπλοφορίας, ο ενδιαφερόμενος μπορούσε να προσφύγει στην οικεία Επιτροπή Δημοσίας Ασφαλείας.712 Ο Νόμος 286/1914 απαγόρευε τη χορήγηση άδειας οπλοφορίας στους καταδικασθέντες για εγκληματική ενέργεια, σε όσους είχαν κάνει κακή χρήση χορηγηθείσας αδείας, σε όσους είχαν καταδικασθεί για πρόκληση τραυματισμού με όπλο ή για αδικαιολόγητη επίθεση με χρήση όπλου και σε όσους δεν είχαν συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας τους. Ο ηλικιακός περιορισμός δεν ετίθετο παρά μόνο όταν η χρήση όπλου ήταν απαραίτητη εκ του επαγγέλματος για τον αιτούντα, οπότε και επιτρεπόταν να δοθεί άδεια οπλοφορίας και σε άτομα που είχαν συμπληρώσει το 16ο έτος της ηλικίας τους. Οι ποινές για τους παραβάτες του Νόμου 286/1914 με τη 19η Συντακτική Πράξη του 1945713 είχαν αυξηθεί και ως αρμόδια για να εκδικάσουν τις παραβάσεις του Νόμου 286/1914 με βάση τη 19η Συντακτική Πράξη ορίστηκαν τα Δικαστήρια Εφετών. Η εγκύκλιος επεξηγούσε πως οι αυστηρότερες ποινές της 19ης Συντακτικής Πράξης θα ήταν σε ισχύ μόνο μέχρι την υπογραφή της Συνθήκης Ειρήνης και μετά θα επανέρχονταν σε ισχύ οι διατάξεις του Νόμου 286/1914. Β) Ο Α.Ν. της Απριλίου 1935 «περί απαγορεύσεως κατοχής όπλων, χειροβομβίδων και εκρηκτικών υλών».714 Ο Α.Ν. της 9ης/13ης Απριλίου 1935 απαγόρευε την κατοχή πυροβόλων όπλων, χειροβομβίδων και εκρηκτικών υλών, εξαιρουμένων των κυνηγετικών όπλων. Ο Α.Ν. της 9ης/13ης Απριλίου 1935 δεν είχε 712
Η δυνατότητα προσφυγής στην Επιτροπή Δημοσίας Ασφαλείας δόθηκε έπειτα από τροποποίηση του Α.Ν. της 9ης/13ης Απριλίου 1935 «περί απαγορεύσεως κατοχής πυροβόλων όπλων», καθώς στον αρχικό Νόμο 286/1914 «περί οπλοφορίας» δεν υπήρχε τέτοια πρόβλεψη. 713 Φ.Ε.Κ. 37, Συντακτική Πράξη 19, 20η Φεβρουαρίου 1945, «περί τροποποιήσεως ποινικών τινών διατάξεων». 714 Φ.Ε.Κ. 140, Αναγκαστικός Νόμος 13ης Απριλίου 1935, «περί απαγορεύσεως κατοχής πυροβόλων όπλων, χειροβομβίδων και εκρηκτικών υλών».
265
διαρκή ισχύ αλλά ετίθετο σε ισχύ στο σύνολο ή σε τμήμα της Επικράτειας με την έκδοση Βασιλικού Διατάγματος.715 Προέβλεπε πως για να παραβιαστούν οι διατάξεις του, οι Αστυνομικές Αρχές όφειλαν προηγουμένως να γνωστοποιήσουν την καταληκτήρια ημερομηνία μέχρι την οποία όφειλαν οι κατέχοντες όπλα να τα παραδώσουν. Προέβλεπε, επίσης, πως οι Αστυνομικές Αρχές όφειλαν να συντάξουν αποδεικτικό κοινοποίησης της πρόσκλησης παράδοσης του οπλισμού, που είχαν κοινοποιήσει στους κατοίκους της περιοχής ευθύνης τους, ώστε να μπορούν να θέτουν αντίγραφο του αποδεικτικού στις δικογραφίες των διωκομένων για παράβαση του Α.Ν. της 9ης/13ης Απριλίου 1935. Ο Α.Ν. της 9ης/13ης Απριλίου 1935 έδινε τη δυνατότητα σε εξαιρετικές περιπτώσεις στις Αστυνομικές Αρχές να επιτρέψουν σε άτομα ή σε γενικότερες κατηγορίες ατόμων τη διατήρηση όπλων στα σπίτια ή τα καταστήματα. Ο Νόμος όρισε πως η αξιολόγηση των εξαιρετικών αυτών περιπτώσεων αφηνόταν στην κρίση των τοπικών Αστυνομικών Αρχών με βάση τις ιδιαίτερες συνθήκες στις οποίες βρισκόταν η ευρύτερη περιοχή ευθύνης τους ή τα ειδικά αυτά άτομα. Ο Α.Ν. της 9ης/13ης Απριλίου 1935 έδινε τη δυνατότητα σε Αρχές ανώτερες των Διοικήσεων Χωροφυλακής και των Αστυνομικών Διευθύνσεων να ακυρώσουν τη χορηγηθείσα άδεια οπλοκατοχής και, στην περίπτωση ακύρωσης της χορηγηθείσας άδειας, έδινε το δικαίωμα στον θιγόμενο πολίτη να καταφύγει στην Επιτροπή Δημοσίας Ασφαλείας και να ζητήσει από αυτή να λάβει τη σχετική άδεια. Γ) Ο Α.Ν. της 7ης/19ης Νοεμβρίου 1945 «περί τροποποιήσεως του Α.Ν. της 9ης/13ης Απριλίου 1935 "περί απαγορεύσεως κατοχής όπλων, χειροβομβίδων και εκρηκτικών υλών"». Ο Α.Ν. της 7ης/19ης Νοεμβρίου 1945 τροποποίησε τις διατάξεις του Α.Ν. της 9ης/13ηςΑπριλίου 1935 για το καθεστώς λειτουργίας των οπλοπωλείων τους και τις δεσμεύσεις και υποχρεώσεις που αναλάμβαναν οι οπλοπώλες όταν ενεργοποιούνταν ο Α.Ν. της 9ης/13ης Απριλίου 1935. Ο Α.Ν. της 7ης/19ης Νοεμβρίου 1945 όρισε πως οι οπλοπώλες υποχρεώνονταν να μην πωλούν όπλα σε όποιον δεν έφερε σημείωμα της οικείας Αστυνομικής Αρχής, με το οποίο του επιτρεπόταν η οπλοκατοχή και κατά συνέπεια η αγορά όπλου.
715
Όταν στάλθηκε η Εγκύκλιος Γουναράκη, ο Α.Ν. της 9 ης/13ης Απριλίου 1935 ήταν σε ισχύ στο σύνολο της Επικράτειας με βάση το Βασιλικό Διάταγμα της 22 ης Ιουνίου 1944 και μέχρι και την 2α Νοεμβρίου 1945.
266
Δ) Ο Α.Ν. 453 της 9ης Ιουλίου 1945 «περί λήψεως μέτρων προς εμπέδωσιν Δημοσίας Ασφαλείας και Τάξης»716 υπήρξε ο συνδετικός κρίκος των παλιότερων νομοθετικών μέτρων περί οπλοφορίας. Ο Α.Ν. 453/ 1945 όρισε πως η αρχική ισχύς των διατάξεών του ήταν μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1945 και προέβλεπε πως η ισχύς του μπορούσε να παραταθεί χρονικά με την έκδοση σχετικού βασιλικού διατάγματος.717 Ο Α.Ν. 453/ 1945 προέβλεπε πως οι παραβάτες των διατάξεων τιμωρούνταν με ποινές που έφταναν μέχρι τα ισόβια και τη θανατική ποινή, όταν η οπλοφορία συνδυαζόταν με την ύπαρξη οιουδήποτε είδους οργάνωσης και με την πρόθεση της οπλοχρησίας για την επίτευξη των σκοπών της οργάνωσης αυτής. Η εγκύκλιος Γουναράκη τελείωνε με την παραγγελία προς τους άνδρες και τα στελέχη της Χωροφυλακής να σεβαστούν τους Νόμους και τα δικαιώματα όλων των πολιτών χωρίς εξαιρέσεις και διακρίσεις.718 Το καλοκαίρι του 1945 λειτούργησαν σε ολόκληρη την Ελλάδα τα πρώτα παραρτήματα της Σχολής Οπλιτών Χωροφυλακής. Στην Αθήνα λειτούργησαν τρία παραρτήματα της Σχολής Χωροφυλακής με συνολική δυναμικότητα φιλοξενίας και εκπαίδευσης έως και χιλίων εφτακοσίων ανδρών. Παράρτημα της Σχολής της Χωροφυλακής λειτούργησε στο Αγρίνιο για την εκπαίδευση των νεοσύλλεκτων χωροφυλάκων από την Ήπειρο, ενώ στην Πάτρα η Σχολή Χωροφυλακής λειτούργησε με δυναμικότητα φιλοξενίας και εκπαίδευσης έως και πεντακοσίων ανδρών.719 Καθώς στην Κρήτη η δράση των αντάρτικων ομάδων ήταν σχεδόν ανύπαρκτη και οι συνθήκες ασφαλείας ήταν ευνοϊκές, αναπτύχθηκαν τρία παραρτήματα της Σχολής Οπλιτών Χωροφυλακής. Τα παραρτήματα ξεκίνησαν τη λειτουργία τους στην Κρήτη τον Αύγουστο του 1945. Το πρώτο παράρτημα λειτούργησε στο Ηράκλειο και λίγο μετά τη λειτουργία του, μεταφέρθηκε στο Λαύριο, όπου δημιουργήθηκε καινούργιο παράρτημα. Τα άλλα δύο παραρτήματα ήταν στα Χανιά και στο Ρέθυμνο με το τελευταίο να λειτουργεί μόνο για έναν μήνα.
716
Φ.Ε.Κ 180, Αναγκαστικός Νόμος 453, 9 ης Ιουλίου 1945, «περί λήψεως μέτρων προς εμπέδωσιν Δημοσίας Ασφαλείας και Τάξης». 717 Πράγματι, λόγω της σπουδαιότητας και του πολυδιάστατου ρόλου που καλούνταν να επιτελέσουν οι Επιτροπές Δημοσίας Ασφαλείας αλλά και του νομοθετικού υποβάθρου, που δημιουργούσε και κρατούσε σε λειτουργία ο Νόμος αυτός, κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου παρατάθηκαν πολλές φορές οι περίοδοι ισχύος του. 718 Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 134.4, 1947, Γενική Διεύθυνση Χωροφυλακής, Διεύθυνση Ασφαλείας, Τμήμα Δημοσίας Ασφαλείας, Αριθμός Πρωτοκόλλου 85/6/92, Εγκύκλιος 326, 28-9-1945, «Προς άπασας τας Υπηρεσίας Χωροφυλακής-Περί κατοχής των πυροβόλων όπλων». 719 F.O. 371/48368, R 11744, Mr. Caccia, Athens to Foreign Office, 10 th July 1945.
267
Τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο του 1945 το προσωπικό των παραρτημάτων Χανίων και Ρεθύμνου μεταφέρθηκε στη Σούδα, όπου λειτούργησε νέο παράρτημα της Σχολής Οπλιτών Χωροφυλακής υπό τη διοίκηση του αντισυνταγματάρχη Τσιριλάκη Γεώργιου. Διοικητές των δύο λόχων των δοκίμων χωροφυλάκων ήταν οι μοίραρχοι Στέλιος Μηλιαράκης και Κωνσταντίνος Δούκας, ενώ η δύναμη των δύο Λόχων έφτασε περίπου τους τριακόσιους εξήντα δόκιμους χωροφύλακες. Τα δύο παραρτήματα εγκαταστάθηκαν στις κτηριακές εγκαταστάσεις της 5ης Μοίρας Πυροβολικού (σήμερα ανήκουν στις εγκαταστάσεις του Ναυστάθμου Κρήτης στη Σούδα), τις οποίες τους παραχώρησε η Στρατιωτική Διοίκηση Κρήτης, η οποία είχε κρίνει πως τα διατιθέμενα κτήρια στα Χανιά και στο Ρέθυμνο ήταν ακατάλληλα και ανεπαρκή. Η μεταφορά των παραρτημάτων της Σχολής Οπλιτών Χωροφυλακής Χανίων και Ρεθύμνου στη Σούδα οδήγησε στην ίδρυση του παραρτήματος της Σχολής Οπλιτών Χωροφυλακής Χανίων το οποίο διοικητικά και οικονομικά υπήχθη υπό την Ανωτέρα Διοίκηση Χωροφυλακής Κρήτης.720 Εκ των υστέρων το παράρτημα Σχολής Οπλιτών Χωροφυλακής στο Ρέθυμνο ανασυστάθηκε και οργανώθηκε επί της βάσης της ύπαρξης δύο λόχων όπως και το αντίστοιχο παράρτημα των Χανίων. Το σύστημα εκπαίδευσης που ακολουθήθηκε στο παράρτημα των Χανίων ήταν αυτό που είχε υποδειχθεί από τη Βρετανική Αστυνομική Αποστολή και ξεκίνησε να εφαρμόζεται από τη 15η Νοεμβρίου 1945. Στο πλαίσιο των νέων εκπαιδευτικών μεθόδων, στο παράρτημα των Χανίων λειτούργησε μουσείο που χρησίμευσε για την εποπτική διδασκαλία των δοκίμων.721 Κατά την περίοδο που μεσολάβησε μεταξύ Σεπτέμβριου 1945 και Μαρτίου 1946, η Χωροφυλακή, αν και ήταν η μόνη κρατική δύναμη που ήταν επιφορτισμένη με τη διαφύλαξη της ασφάλειας και της δημοσίας τάξης στην ύπαιθρο της Χώρας, ήταν απροπαρασκεύαστη για τις προκλήσεις τις οποίες καλούνταν να αντιμετωπίσει, καθώς η ποιότητα του προσωπικού της ήταν χειρότερη από την αντίστοιχη προπολεμική και οι συνθήκες ασφαλείας ήταν κατά πολύ δυσχερέστερες από τις προπολεμικές, εξαιτίας των εκτεταμένων φαινομένων βίας από τις ένοπλες ομάδες των πρώην ελασιτών και των αντικομμουνιστών ενόπλων. Η ηγεσία της Χωροφυλακής για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα ασφαλείας της χώρας στην ύπαιθρο καθώς και την πολυδιάσπαση των δυνάμεών της οι οποίες 720
Εμμανουήλ Γ. Χαλκιαδάκης, Αστυνομική Σχολή Ρεθύμνου, Ιστορία, Εκπαίδευση, Λειτουργία, Ρέθυμνο, 2006, σσ. 39-40. 721 Χαλκιαδάκης, ό.π., σ. 75.
268
βρίσκονταν κατανεμημένες και πολυδιάσπαρτες στο σύνολο της χώρας, συγκρότησε κινητά αποσπάσματα τα οποία ενισχύθηκαν από οπλισμένους πολίτες που ήταν πιστοί στην κρατική εξουσία και γνωστοί για τα αντικομμουνιστικά φρονήματά τους722 και οι οποίοι, στη συντριπτική τους πλειονότητα, ανήκαν πολιτικά στον χώρο της Δεξιάς.723 Η συμμετοχή των πολιτών δεξιών πολιτικών φρονημάτων σε ένοπλες περιπόλους ήταν μία από τις κληρονομίες της Εθνοφυλακής στη Χωροφυλακή. Ενδεικτικά, στην πόλη της Φλώρινας η οικεία Διοίκηση της Χωροφυλακής είχε εκδώσει άδειες οπλοφορίας σε σαράντα εθνικόφρονες πολίτες, ενώ στη Βέροια ο τοπικός Διοικητής Χωροφυλακής είχε εκδώσει άδειες οπλοφορίας σε όλα τα μέλη της φιλοβασιλικής οργάνωσης «Μυστική Ασφάλεια του Βασιλιά Γεωργίου Β΄», με τους οποίους διατηρούσε επαφές.724 Η συμμετοχή πολιτών σε ένοπλα αποσπάσματα των Σωμάτων Ασφαλείας είχε ξεκινήσει από τους πρώτους μήνες μετά την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας, όταν ακόμα ο έλεγχος που ασκούσε η Κεντρική Διοίκηση στα τάγματα Εθνοφυλακής, τα οποία ήταν διάσπαρτα σε ολόκληρη τη Χώρα, ήταν χαλαρός. Κατά την περίοδο εκείνη τα κυρίως δεξιών φρονημάτων στελέχη της Εθνοφυλακής που προέρχονταν από τα τάγματα Εθνοφυλακής της Αθήνας, δόμησαν ένα ιδιόρρυθμο σύστημα «ασφαλείας», επιβάλλοντας δικό τους νόμο και τάξη στην ύπαιθρο. Το ιδιόρρυθμο σύστημα «ασφαλείας» της Εθνοφυλακής είχε τόσο βαθιές ρίζες, ώστε οι παρακρατικοί αυτοί μηχανισμοί ήταν σχεδόν ταυτισμένοι με τον κρατικό μηχανισμό. Όταν η Χωροφυλακή αποκαταστάθηκε στα αστυνομικά καθήκοντά της, η ηγεσία της διαπίστωσε πως η οποιαδήποτε προσπάθειά της να ανατρέψει την υφιστάμενη κατάσταση ήταν πρακτικά αδύνατη χωρίς να δημιουργήσει τεράστιο κενό στο Σώμα της Χωροφυλακής.725 Η εγκατάσταση της Χωροφυλακής στην ύπαιθρο σημείωσε μικρή επιτυχία στην εξάλειψη των φαινομένων εκτροπής, στις οποίες προέβαιναν οι δυνάμεις της Εθνοφυλακής. Η αιτία της αποτυχίας βρισκόταν στο γεγονός, πως σε πολλές περιοχές η αντικατάσταση της Εθνοφυλακής από τη Χωροφυλακή υπήρξε ονομαστική και όχι ουσιαστική, καθώς πολλοί εθνοφύλακες είχαν μεταταγεί ή καταταγεί στη 722
David Close and Thanos Veremis, «The military struggle, 1945-49», Close H. David (επιμ.), The Greek Civil War, 1943-1950, Studies of Polarization, Λονδίνο, 1993, σ. 99. 723 Κολιόπουλος, Λεηλασία Φρονημάτων, τόμ.2, ό.π., σ. 14. 724 F.O. 371/48372, R 20153, Extracts from Security Intelligence Report, No. 17, (1 st Oct -12th Oct 1945), 21thAugust 1945. 725 Richter, ό.π., σ. 181.
269
Χωροφυλακή ύστερα από κυβερνητική απόφαση κατά τη διάρκεια της άνοιξης και του καλοκαιριού του 1945, στο πλαίσιο της αριθμητικής ενίσχυσης της Χωροφυλακής. Οι εκτεταμένες μετατάξεις και κατατάξεις Εθνοφυλάκων στη Χωροφυλακή είχαν ως αποτέλεσμα οι Εθνοφύλακες που παρεκτρέπονταν και παρανομούσαν να συνεχίσουν να παρανομούν και να αυθαιρετούν πλέον με τη στολή και την ιδιότητα του Χωροφύλακα.726 Η Χωροφυλακή, παρά τις σημαντικές αδυναμίες της, παρέμεινε αξιόπιστο όργανο άσκησης της κυβερνητικής πολιτικής και η παρουσία της λειτούργησε περισσότερο ευνοϊκά απ’ ότι η παρουσία της Εθνοφυλακής στην ενίσχυση του ηθικού των λεγόμενων «εθνικοφρόνων πολιτών» και στη μεγαλύτερη ενεργοποίησή τους στην αντιμετώπιση της παρουσίας των αριστερών ένοπλων ομάδων.727 Η παρουσία και η δράση της Χωροφυλακής στην ύπαιθρο δεν απέτρεψε όμως την επιδείνωση των συνθηκών ασφαλείας και την επίταση της δράσης των αριστερών ενόπλων ομάδων. Οι Σταθμοί της Χωροφυλακής, και ιδίως αυτοί που βρίσκονταν σε ορεινές περιοχές και σε απομακρυσμένα χωριά, μετατράπηκαν στον νούμερο ένα στόχο των επιθέσεων των αριστερών ενόπλων ομάδων. Η στοχοποίηση των Σταθμών της Χωροφυλακής από τους ένοπλους Αριστερούς δεν υπήρξε τυχαία, καθώς αυτοί ήταν ευάλωτοι και ιδανικοί στόχοι για επιθέσεις. Είχαν ολιγάριθμες φρουρές, ήταν διάσπαρτοι σε όλη τη Χώρα και τις περισσότερες φορές δεν μπορούσαν να δεχθούν γρήγορα ενισχύσεις, καθώς βρίσκονταν μακριά από τις πόλεις όπου βρισκόταν ο κύριος όγκος των κυβερνητικών δυνάμεων. Η δριμύτητα των επιθέσεων των αριστερών ενόπλων ομάδων κατά της Χωροφυλακής τροφοδοτούνταν από τις αυθαιρεσίες των ανδρών της Χωροφυλακής και των παρακρατικών Δεξιών. Η Χωροφυλακή αποδείχθηκε πως αδυνατούσε να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στη σύγκρουση με τους Αριστερούς ενόπλους, καθώς ήταν απροετοίμαστη και ανεκπαίδευτη και κυρίως γιατί αντιμετώπιζε έναν αποφασισμένο αντίπαλο, ο οποίος δρούσε με καταδρομικές και συντονισμένες ενέργειες διατηρώντας πάντα το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού. Έτσι η Χωροφυλακή αδυνατώντας να ανταποκριθεί, προχώρησε στη σταδιακή εκκένωση των Σταθμών στους οποίους ήταν ευάλωτη και περιόρισε την παρουσία της σε
726 727
Κολιόπουλος, Λεηλασία Φρονημάτων, τόμ.2, ό.π., σσ. 90-91. Μαργαρίτης, ό.π., σ. 222.
270
μερικούς μόνο Σταθμούς στην ύπαιθρο, στους οποίους οι δυνάμεις της παρέμειναν, όντας περισσότερο πολιορκημένες, παρά ως δρώντα όργανα της τάξης.728 Η αλήθεια είναι πως κανείς δεν θα μπορούσε να περιμένει καλύτερα αποτελέσματα από τη Χωροφυλακή της εποχής εκείνης, καθώς οι άνδρες της ήταν πολιτικά στιγματισμένοι, ανεπαρκώς οπλισμένοι και με χαμηλό ηθικό, λόγω της άσχημης οικονομικής τους κατάστασης και των δυσκολιών που αντιμετώπιζαν στην εξασφάλιση των στοιχειωδών για την επιβίωση τη δική τους και των οικογενειών τους. Οι κυβερνήσεις της εποχής γνώριζαν την άσχημη κατάσταση του Σώματος, όμως μη έχοντας κάποια αξιόπιστη εναλλακτική λύση, επέλεξαν την ταχεία ενεργοποίηση και αξιοποίηση της Χωροφυλακής.729 Η αυξανόμενη δραστηριότητα των ενόπλων αριστερών ομάδων δεν οφειλόταν μόνο στην ανεπάρκεια της Χωροφυλακής να επιβάλει την τάξη ή μόνο στην αντίδραση προς τη δραστηριότητα των εθνικιστικών ομάδων εναντίον της Αριστεράς. Οφειλόταν κυρίως στην αλλαγή της στάσης της ηγεσίας του Κ.Κ.Ε.730 Το Κ.Κ.Ε. στα τέλη Ιουλίου του 1945 στη 12η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του, αποφάσισε να υιοθετήσει τη λεγόμενη πολιτική της «Αυτοάμυνας», με την οποία έδωσε πολιτική κάλυψη στις ένοπλες ενέργειες των πρώην μελών του Ε.Λ.Α.Σ. που παρέμεναν κρυμμένα στα βουνά.731 Η πολιτική «Αυτοάμυνας» συμπληρώθηκε τον Οκτώβριο του 1945 με την απόφαση του 7ου Συνεδρίου του Κ.Κ.Ε. να αναθεωρήσει την πολιτική του. Η απόφαση του Συνεδρίου όρισε πως στόχος του Κ.Κ.Ε. ήταν πλέον η επιβολή του καθεστώτος της Λαϊκής Δημοκρατίας, δηλαδή η επιβολή ενός καθεστώτος υπό τη σοβιετική επιρροή, αντίστοιχο με τα καθεστώτα που συγκροτούνταν σταδιακά την ίδια περίοδο στην Ανατολική Ευρώπη. Στο 7ο Συνεδρίου του Κ.Κ.Ε. αποφασίστηκε επίσης η συγκρότηση πανελλήνιας στρατιωτικής επιτροπής, η οποία επιφορτίστηκε με τη μελέτη και την αξιολόγηση των δυνατοτήτων πιθανής ένοπλης δράσης.732 Η ηγεσία του Κ.Κ.Ε τον Νοέμβριο του 1945 φάνηκε να επεξεργάστηκε το ενδεχόμενο να θέσει σε αναστολή την πολιτική της «Αυτοάμυνας» με τον
728
Κολιόπουλος, Λεηλασία Φρονημάτων, τόμ.2, ό.π., σ. 115. Ιωάννης Ο. Ιατρίδης, «Εμφύλιος Πόλεμος, 1945-1949, Εθνικοί και Διεθνείς παράγοντες», Ιατρίδης Ο. Ιωάννης (επιμ), Η Ελλάδα στη δεκαετία 1940-1950, Ένα έθνος σε κρίση, Αθήνα, 1984, σ. 345. 730 F.O. 371/48372, R 20153, No 273/G, 5 th November 1945, 4th Division Progress Report for the period 21-28 Oct 1945, 5th November 1945. 731 Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σ. 137. 732 Richter, «The Varkiza Agreement and the Origins of the Civil War», ό.π., σ. 179. 729
271
σχηματισμό της κυβέρνησης Σοφούλη, καθώς το Πολιτικό Γραφείο της Κεντρικής Επιτροπής έδωσε την κατ’ αρχήν ανοχή του Κ.Κ.Ε στην κυβέρνηση θεωρώντας ως θετικό το γεγονός του σχηματισμού κυβέρνησης από το Κέντρο που θα συνέβαλλε στην αποκατάσταση της ομαλής δημοκρατικής εξέλιξης της χώρας. Αντίστοιχα και η Κεντρική Επιτροπή του Ε.Α.Μ με απόφαση της δήλωσε πως και αυτή υποστήριζε υπό όρους την κυβέρνηση Σοφούλη στις προσπάθειες της να αποκαταστήσει την τάξη, την ομαλότητα, την ισότητα και τις δημοκρατικές ελευθερίες.733 Οι προσδοκίες της ηγεσίες του Κ.Κ.Ε και του Ε.Α.Μ από την κυβέρνηση Σοφούλη σύντομα διαψεύστηκαν με αποτέλεσμα την σκλήρυνση της πολιτικής της «Αυτοάμυνας», όπως αυτή αποτυπώθηκε την 12η Φεβρουαρίου 1946, στην απόφαση της 2ης Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής με την οποία επιτράπηκε ρητά η ένοπλη αντίδραση στις διώξεις που εξαπέλυε η Δεξιά στην ύπαιθρο.734 Σύμφωνα με τις αναμνήσεις του Γιώργη Μπλάνα, πρώην μέλους της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε., στη 2η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής δεν αποφασίστηκε απλά η ένοπλη αντίδραση αλλά ελήφθη και η προφορική απόφαση, που δεν υπογράφτηκε σαν απόφαση του κόμματος από το Προεδρείο της Ολομέλειας, για την προετοιμασία του ένοπλου αγώνα. Αντίστοιχη είναι και η μαρτυρία Βασίλη Μπαρτζιώτα, ο οποίος ήταν μέλος του Πολιτικού Γραφείου της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε. Ο Μπαρτζιώτας μαρτυρεί πως κατά τη διάρκεια της 2ης Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε., ελήφθη ομόφωνη απόφαση για την προετοιμασία ένοπλου αγώνα προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι επιθέσεις της Δεξιάς, οι οποίες θεωρούνταν «μονόπλευρος εμφύλιος πόλεμος».735 Με βάση τις μαρτυρίες, προκύπτει πως κατά τη διάρκεια της 2ης Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε. χρησιμοποιήθηκε η διατύπωση πως η Τρομοκρατία «θα αντιμετωπιζόταν με τα ίδια μέσα, που χρησιμοποιούσαν οι δολοφόνοι».736 Η αλλαγή της στάσης του Κ.Κ.Ε. με τις πολιτικές αποφάσεις της 2 ης Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής ήταν βέβαιη μετά την ομιλία του Ζαχαριάδη κατά τη διάρκεια των εργασιών της. Ο ηγέτης του Κ.Κ.Ε. στην ομιλία του δήλωσε πως: «αφού ζυγίσει τους εσωτερικούς παράγοντες και τη βαλκανική και διεθνή 733
Δοκίμιο Ιστορίας του Κ.Κ.Ε., 1918-1949, τόμ.1, ό.π., σ. 538. Νίκος Ζαχαριάδης, Υπέρ βωμών και εστιών: άπαντα τα δημοσιεύματα, 1946-1947, Αθήνα, 2013, σσ. 104-105 και Richter, «The Varkiza Agreement and the Origins of the Civil War», ό.π., σ. 179. 735 Βασίλης Γ. Μπαρτζιώτας, Εξήντα χρόνια κομμουνιστής: κριτική αυτοβιογραφία, αναμνήσεις, Αθήνα, 1986, σ. 237 και Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σσ. 175176. 736 Δοκίμιο Ιστορίας του Κ.Κ.Ε., 1918-1949, τόμ.1, ό.π., σ. 547. 734
272
κατάσταση, η Ολομέλεια πρέπει να προχωρήσει στην οργάνωση ενός νέου ενόπλου αγώνα ενάντια στο μοναρχοφασιστικό όργιο».737 Κατά τη διάρκεια της 2ης Ολομέλειας συνεδρίασε και η πολιτικοστρατιωτική επιτροπή η οποία είχε συγκροτηθεί με την απόφαση του 7ου Συνεδρίου και σύμφωνα με τον Μάρκο Βαφειάδη ο οποίος συμμετείχε στη σύσκεψη, συζητήθηκε ο σχεδιασμός της ένοπλης εξέγερσης και της κατάληψης της εξουσίας στις τρεις μεγάλες πόλεις, Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Πειραιά.738 Η Αριστερά έως τον Δεκέμβριο του 1945 σε μεμονωμένες μόνο περιπτώσεις αντιμετώπισε με δυναμικές αντιδράσεις τις επιθέσεις που δέχθηκε, επιλέγοντας κυρίως τις προφορικές διαμαρτυρίες. Μετά τον Δεκέμβριο του 1945 η ατομική αντίσταση κατά των επιθέσεων των παρακρατικών οργανώσεων και των δυνάμεων της Χωροφυλακής αντικαταστάθηκε στο πλαίσιο της πολιτικής «Αυτοάμυνας» από την οργανωμένη μαζική αντίδραση και αντίσταση. Η πολιτική της «Αυτοάμυνας» έλαβε μεγαλύτερη έκταση στη Βόρεια Ελλάδα, όπου το Κ.Κ.Ε. διέθετε και τα ισχυρότερα κομματικά ερείσματα. Οι απεργίες που οργάνωσε το Κ.Κ.Ε. στο πλαίσιο της «Αυτοάμυνας» συνοδεύτηκαν από διαδηλώσεις, οι οποίες εξελίχθηκαν μετά την επέμβαση της Χωροφυλακής σε συγκρούσεις με νεκρούς και τραυματίες,739όπως έγινε στον Βόλο, στη Λαμία και στην Κόρινθο. Στην περίπτωση της διαδήλωσης του Βόλου, η σύγκρουση μεταξύ των διαδηλωτών και των Χωροφυλάκων έγινε ενώπιον του ίδιου του Ζαχαριάδη,740 ενώ στα επεισόδια της Κορίνθου μάρτυρας και θύμα ήταν ο Ζεύγος, ένα από τα ηγετικά στελέχη του Κ.Κ.Ε.741 Σύντομα η αμυντική πολιτική της «Αυτοάμυνας» μετεξελίχθηκε σε επιθετική και οι ολιγομελείς ένοπλες ομάδες πρώην Ελασιτών, που έως τότε απλά αμύνονταν κατά των ενόπλων ομάδων της Δεξιάς και της Χωροφυλακής, μεταμορφώθηκαν σε πολυαριθμότερες ομάδες, οι οποίες ήταν πλέον έτοιμες να λάβουν την πρωτοβουλία της σύγκρουσης με τους ένοπλους Δεξιούς. Ο Δεκέμβριος του 1945 υπήρξε μήναςορόσημο, καθώς ξεκίνησε η σταδιακή και σαφής επιδείνωση της εσωτερικής
737
Νίκος Ζαχαριάδης, Συλλογή Έργων, Αθήνα, 1953, σ. 464 και Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 183 Μάρκος Βαφειάδης, Απομνημονεύματα, Εμφύλιος τόμ.5, Αθήνα, 1992, σ. 82, Δημήτρης Γουσίδης, Μάρκος Βαφειάδης Μαρτυρίες, Θεσσαλονίκη, 1983, σ. 54 και Δοκίμιο Ιστορίας του Κ.Κ.Ε., 19181949, τόμ.1, ό.π., σ. 548. 739 Richter, ό.π., σ. 448. 740 Στο ίδιο, σ. 449. 741 Στο ίδιο, σ. 450. 738
273
ασφάλειας και τάξης, η οποία συνεχίστηκε μέχρι και το ξέσπασμα του νέου γύρου του Εμφυλίου. Η δράση της Χωροφυλακής και η ανοχή της προς τις εθνικιστικές οργανώσεις οφειλόταν σε σημαντικό βαθμό στο γεγονός πως η ηγεσία και το κατώτερο προσωπικό της πρόσκεινταν και ελέγχονταν από τον πολιτικό χώρο της Δεξιάς. Σε έκθεση του Οκτωβρίου του 1945 αναφέρθηκε πως μόνο στη Θεσσαλονίκη πεντακόσιοι περίπου χωροφύλακες, μεταξύ των οποίων το σύνολο των Διοικητών των τμημάτων εκτός από δύο, είχαν προσχωρήσει και ενταχθεί σε μυστικές οργανώσεις της Δεξιάς.742 Το περιεχόμενο της έκθεσης εκείνης, ωστόσο, τόσο υπηρεσιακά όσο και ιεραρχικά αμφισβητήθηκε από τη βρετανική πλευρά καθώς θεωρήθηκε πως διόγκωνε την κατάσταση που επικρατούσε στη Χωροφυλακή και το επίπεδο της ιδεολογικής ταύτισης των ανδρών της με το χώρο της Δεξιάς.743 Τη στιγμή ακριβώς που σκλήρυνε η στάση του Κ.Κ.Ε., οι αρμόδιοι υπουργοί της Κυβέρνησης είχαν αναλάβει έναν προσωπικό αγώνα κατά των παρακρατικών της Δεξιάς και επιβολής της κυβερνητικής πολιτικής στον κρατικό μηχανισμό. Μάλιστα ο Υπουργός Δημοσίας Ασφαλείας, Σταμάτης Μερκούρης, μετέβη ο ίδιος στη Λάρισα την 17η Ιανουαρίου 1946 και αργότερα και το Βόλο για να παρακολουθήσει και να επιβλέψει τις ενέργειες της Χωροφυλακής κατά των μελών της παρακρατικής ένοπλης ομάδας του Γρηγόρη Σούρλα, που λυμαινόταν την περιοχή και αποτελούσε τον κυριότερο παράγοντα της τρομοκρατίας και διασάλευσης της δημοσίας τάξης. Η παρουσία του όμως δεν οδήγησε στην πάταξη των φιλομοναρχικών ακροδεξιών ένοπλων ομάδων της Θεσσαλίας καθώς όπως ο ίδιος ο Μερκούρης ανέφερε αργότερα ο Διοικητής της Χωροφυλακής του Βόλου του δήλωσε πως θα έπρεπε να εγκαταλειφθεί το εγχείρημα, καθώς οι χωροφύλακες αρνούνταν να κινηθούν κατά των φιλομοναρχικών ένοπλων ομάδων744. Οι αρχικές πάντως προσδοκίες που υπήρχαν από την ανάληψη των αστυνομικών καθηκόντων από τη Χωροφυλακή ήταν αυξημένες. Ενδεικτικό των αυξημένων προσδοκιών ήταν πως, όταν στις αρχές Ιουνίου 1945 ο Βρετανός πρέσβης προειδοποίησε τον αντιβασιλέα Δαμασκηνό και τον πρωθυπουργό Βούλγαρη για την έκταση των ακροτήτων που συντελούνταν με την ανοχή των κρατικών μηχανισμών 742
Στο ίδιο, ό.π., σ. 196 και Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σ. 114. 743 F.O. 371/48372, R 20651, British Police Mission, Headquarters to H.E Sir Reginald Leeper, Athens, 23th November 1945. 744 Βήμα, 20η Μαρτίου 1946, «Η Δημόσια Τάξις και τα Σώματα Ασφαλείας», σ.2 και Richter, ό.π., σ. 449.
274
και για την αντίδραση των Φιλελευθέρων αν δεν πραγματοποιούνταν άμεσα αλλαγές στα Σώματα Ασφαλείας και την Εθνοφυλακή, και οι δύο συμφώνησαν στην ανάγκη αλλαγών δηλώνοντας πως εναπόθεταν τις ελπίδες τους στην ανάληψη των αστυνομικών καθηκόντων από τη Χωροφυλακή.745 Αντίστοιχη ήταν και η άποψη της ηγεσίας του βρετανικού Υπουργείου Εξωτερικών, η οποία πίστευε πως η επίλυση των προβλημάτων τάξης και ασφαλείας που αφορούσαν τη διεξαγωγή των εκλογών και του δημοψηφίσματος δεν εξαρτιόταν από τη συγκρότηση νέου κυβερνητικού σχήματος ή από άλλες τομές αλλά από την ταχύτερη δυνατή εγκατάσταση της Χωροφυλακής και την αντικατάσταση της Εθνοφυλακής.746 Τα κυβερνητικά σχήματα που διαδέχτηκαν την κυβέρνηση Βούλγαρη κατέβαλλαν
διαρκείς
προσπάθειες,
χρησιμοποιώντας
τη
Χωροφυλακή,
να
αποκαταστήσουν την ασφάλεια και την τάξη και να καλύψουν τις αδυναμίες που υπήρχαν στο σύστημα ασφαλείας. Η μεγαλύτερη προσοχή εστιάστηκε στην ανακάλυψη των όπλων και των πυρομαχικών του Ε.Λ.Α.Σ., τα οποία παρά την παρέλευση μηνών από την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας και την ανακάλυψη μεγάλου αριθμού από αυτά, υπήρχε η πεποίθηση πως εξακολουθούσαν να υπάρχουν κρυμμένα και μάλιστα σε μεγάλες ποσότητες . Ο υπουργός Δημοσίας Τάξης747 της Κυβέρνησης Π. Κανελλόπουλου, Παυσανίας Κατσώτας, επέδειξε, όπως και όλοι οι προκάτοχοι του, ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ανακάλυψη των όπλων και πυρομαχικών του Ε.Λ.Α.Σ. και στη διάρκεια της βραχύβιας υπουργίας του, απέστειλε διαταγή με την οποία ζητούσε από τους άνδρες της Χωροφυλακής να εντείνουν τις προσπάθειές τους, καθώς ήταν επιτακτική ανάγκη να αφαιρεθεί από τους παρανομούντες η δυνατότητα να επιτελέσουν τους σκοπούς τους αποκρύπτοντας όπλα.748 Μετά τον σχηματισμό της Κυβέρνησης Σοφούλη την 20η Νοεμβρίου 1945, καταβλήθηκε η τελευταία προσπάθεια ομαλοποίησης της εσωτερικής κατάστασης της Χώρας στους τομείς της ασφάλειας και της τάξης πριν από τη διενέργεια των εθνικών εκλογών, οι οποίες προβλεπόταν να διενεργηθούν τον Ιανουάριο του 1946. Οι
745
Στο ίδιο, σ. 199. Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σ. 109. 747 Ο Κατσώτας υπήρξε ο πρώτος Υπουργός του Υπουργείου Δημοσίας Τάξης, καθώς μέχρι τότε αυτός ο τομέας ήταν τμήμα του Υπουργείου Εσωτερικών και περιοριζόταν σε απλό Υφυπουργείο. 748 Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 134.2, Υποφάκελος 2, 1947, Υπουργείο Δημοσίας Τάξης, Γενική Διεύθυνση Χωροφυλακής, Διεύθυνση Ασφαλείας, Τμήμα Δημοσίας Ασφαλείας, Αριθμός Πρωτοκόλλου 25]518]80ΦΒ, 13η Νοεμβρίου 1945, «Περί εντάσεως των προσπαθειών προς ανεύρεσιν και κατάσχεσιν των κεκρυμμένων όπλων και πυρομαχικών». 746
275
προσπάθειες της Κυβέρνησης Σοφούλη επικεντρώθηκαν στον τερματισμό της Λευκής Τρομοκρατίας με την πάταξη της δράσης των παρακρατικών οργανώσεων της Δεξιάς και την ανάκτηση του πλήρη κυβερνητικού ελέγχου στον Στρατό και στη Χωροφυλακή.749 Ο Σοφούλης και άλλες πολιτικές προσωπικότητες του Κέντρου, ήδη από τον Ιούνιο του 1945, είχαν προβεί σε δημόσια δήλωση με την οποία καταδίκασαν την τρομοκρατική δράση των ενόπλων ομάδων της Άκρας Δεξιάς εναντίον των μη βασιλοφρόνων πολιτών, καθιστώντας ακατάλληλες τις συνθήκες για τη διεξαγωγή ελεύθερων εθνικών εκλογών και του δημοψηφίσματος και αναφέρθηκαν στην ανοχή ή τη συνεργασία των οργάνων της τάξης με τις ακροδεξιές ένοπλες ομάδες.750 Οι προσπάθειες της Κυβέρνησης Σοφούλη για την πάταξη της δράσης των παρακρατικών οργανώσεων της Δεξιάς και την ανάκτηση του πλήρους κυβερνητικού ελέγχου στον Στρατό και τη Χωροφυλακή συνάντησαν όμως την αντίδραση της Βρετανικής Πρεσβείας και των Βρετανικών Αποστολών, του Στρατού και των Σωμάτων Ασφαλείας. Στο Υπουργείο Εξωτερικών την 30ή Νοεμβρίου 1945 πραγματοποιήθηκε σύσκεψη με τη συμμετοχή του Σοφούλη, του Βρετανού πρέσβη Leeper και των αρχηγών των Βρετανικών Αποστολών, του Στρατού και των Σωμάτων Ασφαλείας, Wickham και Rawlings. Στη διάρκεια της σύσκεψης εκείνης ο Σοφούλης γνωστοποίησε για πρώτη φορά την επιθυμία του να επέλθουν μεταβολές στον Στρατό και στα Σώματα Ασφαλείας για τη δημοκρατικοποίησή τους. Οι Αρχηγοί των δύο Οργανωτικών Αποστολών όμως προέβαλαν την κάθετη αντίθεσή τους στην πρόταση Σοφούλη δηλώνοντας πως η σύνθεση του Στρατού και των Σωμάτων Ασφαλείας ήταν ήδη δημοκρατική, καθώς είχε διαμορφωθεί επί κυβερνήσεως Πλαστήρα και από τότε δεν είχε μεταβληθεί. Οι Αρχηγοί των δύο Οργανωτικών Αποστολών μάλιστα, για να αποδείξουν πως ήταν εσφαλμένη η κυβερνητική άποψη περί επικράτησης των βασιλοφρόνων, δήλωσαν πως οι περισσότεροι από τους χαρακτηρισθέντες ως βασιλόφρονες είχαν τοποθετηθεί από τις κυβερνήσεις Πλαστήρα και Βούλγαρη στον Πίνακα Β΄ του Στρατού και στην περίπτωση της Χωροφυλακής, είχαν τοποθετηθεί σε δευτερεύουσες θέσεις του Σώματος. Οι Αρχηγοί των Αποστολών τόνισαν, επίσης, πως εάν υιοθετούνταν η κυβερνητική πολιτική για την πραγματοποίηση μεταβολών με κριτήριο τα φιλομοναρχικά αισθήματα κάποιων στελεχών του Στρατού και των Σωμάτων 749 750
Richter, ό.π., σσ. 384-385. Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σ. 88.
276
Ασφαλείας, θα επερχόταν αναστάτωση που θα παρεμπόδιζε την εντατική εκπαίδευση και οργανωτική δουλειά που είχε μέχρι τότε πραγματοποιηθεί.751 Η αντικατάσταση του στρατηγού Βεντήρη από τη θέση του υπαρχηγού του Γ.Ε.Σ. ήταν η μόνη επιτυχία της κυβέρνησης Σοφούλη στην προσπάθειά της να ελέγξει τον Στρατό και επετεύχθη ύστερα από μεγάλη προσπάθεια του Υπουργού Στρατιωτικών, στρατηγού Κωνσταντίνου Μανέτα, να αποσπάσει τη συναίνεση της Βρετανικής Αποστολής.752 Η απομάκρυνση του Βεντήρη από τη θέση του υπαρχηγού του Γ.Ε.Σ. δεν συνοδεύτηκε όμως και από την ταυτόχρονη αποστρατεία του αλλά από την τοποθέτησή του ως Ανώτατου Στρατιωτικού Διοικητή Μακεδονίας και Θράκης.753 Οι βρετανικές αντιδράσεις στις κυβερνητικές παρεμβάσεις στο προσωπικό του Στρατού και της Χωροφυλακής οδήγησαν τον Σοφούλη και τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, Γεώργιο Καφαντάρη, να απευθυνθούν στο προκαταρκτικό τμήμα του αμερικανικού κλιμακίου που είχε αφιχθεί στην Ελλάδα υπό τον πρέσβη Henry F. Grady για να εποπτεύσει τις εθνικές εκλογές. Ο Grady σε σχετική έκθεσή του προς την Κυβέρνηση ανέφερε πως η κυβέρνηση Σοφούλη είχε ζητήσει από τις Βρετανικές Αποστολές την πραγματοποίηση μόλις πέντε-έξι αλλαγών προσώπων στην ανώτατη ηγεσία του Στρατού και της Χωροφυλακής, ωστόσο όλες είχαν απορριφθεί. Η Κυβέρνηση Σοφούλη μετά τη βρετανική άρνηση βρέθηκε με δεμένα χέρια καθώς δεσμευόταν από τις συμφωνίες που είχε συνάψει η Κυβέρνηση Βούλγαρη για τη μετάκληση των Βρετανικών Αποστολών, οι οποίες όριζαν πως οι αλλαγές προσώπων σε υψηλόβαθμες θέσεις των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας χρειάζονταν
τη
συγκατάθεση
των
Οργανωτικών
Αποστολών
για
να
πραγματοποιηθούν.754 Η αποτυχία της κυβέρνησης Σοφούλη να αποκτήσει τον έλεγχο των Σωμάτων Ασφαλείας και των Ενόπλων Δυνάμεων υπήρξε καταλυτική και για τις προσπάθειές της για τη διενέργεια ελεύθερων, ανόθευτων και ανεπηρέαστων εθνικών εκλογών, καθώς συντηρήθηκε ο φαύλος κύκλος της θεσμικής και νομικής εκτροπής και παρεκτροπής. Δεν θα διενεργούνταν ελεύθερες εκλογές όσο δεν τερματιζόταν η Λευκή Τρομοκρατία και όσο η Χωροφυλακή και ο Στρατός, που ελέγχονταν από τη 751
Καθημερινή, 1η Δεκεμβρίου 1945, «Η κυβέρνησις θέλει μεταβολάς εις τον Στρατόν και τα Αστυνομικά Σώματα. Οι Άγγλοι οργανωταί διαφωνούν.», σ. 3. 752 Καθημερινή, 3η Δεκεμβρίου 1945, «Η κυβέρνησις αντικατέστησε τον Υπαρχηγό του Επιτελείου», σ.4 και Woodhouse, Το μήλο της έριδος, ό.π., σ. 382. 753 Καθημερινή, 15η Δεκεμβρίου 1945, «Ο Βεντήρης Διοικητής Καβάλας», σ. 3. 754 Richter, ό.π., σ. 387.
277
φιλομοναρχική Δεξιά, ανέχονταν και συνεργάζονταν με δεξιές παρακρατικές οργανώσεις και τέλος, όσο δεν πατάσσονταν οι οργανώσεις αυτές και δεν ασκούνταν κυβερνητικός έλεγχος στον Στρατό και στα Σώματα Ασφαλείας. Ο Σοφούλης απέναντι στη βρετανική άρνηση υιοθέτησε την τακτική της φαινομενικής υποχώρησης κατά την οποία ο ίδιος παρουσιαζόταν πως αποδεχόταν τις βρετανικές υποδείξεις, ενώ την ίδια στιγμή έδινε εντολή τους αρμόδιους Υπουργούς τους να επιχειρήσουν αλλαγές προσωπικού στα Σώματα Ασφαλείας και στις Ένοπλες Δυνάμεις και να προβούν σε νέες νομοθετικές πρωτοβουλίες για να τεθούν κανόνες στη δράση των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, χωρίς προηγούμενη ενημέρωση των Βρετανών, ώστε να περιοριστεί η δυνατότητα παρέμβασης των Βρετανικών Οργανωτικών Αποστολών.755 Στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής, η κυβέρνηση Σοφούλη νομοθέτησε την καθολική απαγόρευση της συμμετοχής των ανδρών των Σωμάτων Ασφαλείας σε κάθε είδους πολιτικές οργανώσεις μεταξύ των οποίων και οι φιλοβασιλικές οργανώσεις «Χ» και «Ε.Β.Ε.Ν.», επιβάλλοντας στους παραβάτες την ποινή της απόταξης από τα Σώματα Ασφαλείας. Επίσης, με πρωτοβουλία του Υπουργού Δημοσίας Τάξης, Μερκούρη, απαγορεύτηκαν οι κάθε είδους συγκεντρώσεις σε δημόσιους χώρους και πλατείες χωρίς να εξαιρούνται της απαγόρευσης και οι οργανώσεις της Δεξιάς, ενώ ελήφθη δέσμη μέτρων για τη σύλληψη του Μόρφη και του Σκαμπαρδώνη των αρχηγών ένοπλων ομάδων της Άκρας Δεξιάς.756 Παράλληλα προς τον Μερκούρη κινήθηκε και ο υπουργός Στρατιωτικών, Στρατηγός Μανέτας, ο οποίος προέβη σε διάφορες διοικητικές και νομοθετικές πρωτοβουλίες
χωρίς να τις
γνωστοποιήσει
προηγουμένως
στη Βρετανική
Στρατιωτική Αποστολή με αποτέλεσμα να συγκρουστεί με τον επικεφαλής της Αποστολής, Στρατηγό Rawlings. Η σύγκρουση επήλθε στη διάρκεια της δεύτερης συνεδρίασης του Ανωτάτου Στρατιωτικού Συμβουλίου, τη 14η Ιανουαρίου 1946, όταν ο Μανέτας πρότεινε την επαναφορά στο στράτευμα του Συνταγματάρχη Καλλέργη και την αναθεώρηση του Πίνακα Β΄. Η υιοθέτηση της πρότασης Μανέτα για την αναθεώρηση του Πίνακα Β΄ θα άλλαζε την ταυτότητα του στρατεύματος καθώς θα επανέφερε στο στράτευμα πολλούς δημοκρατικούς αξιωματικούς που είχαν αποταχθεί μετά το αποτυχημένο βενιζελικό κίνημα του 1935. Ο Rawlings εκμεταλλευόμενος τα προνόμια που του έδινε η διακρατική συμφωνία μετάκλησης 755 756
Στο ίδιο, σ. 387. Σαράφης, Μετά τη Βάρκιζα, ό.π., σ. 191.
278
της Αποστολής, απέρριψε τις εισηγήσεις Μανέτα επικαλούμενος λόγους αρχής και αδυνατώντας να επιβάλει την άποψή του στα υπόλοιπα μέλη του Ανωτάτου Συμβουλίου, παρέπεμψε, όπως όριζε η συμφωνία, το θέμα στον πρωθυπουργό για την τελική απόφαση. Ο Σοφούλης προσπαθώντας να ελιχθεί, ανέβαλε τη λήψη της τελικής απόφασης και προσπάθησε μέσω του Ρέντη, Υπουργού Εξωτερικών,757 να επιτύχει την αλλαγή της βρετανικής πολιτικής ώστε να απεμπλακεί από την κρίση που δημιουργήθηκε από τη διαφωνία του Υπουργού των Στρατιωτικών με τον Αρχηγό της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής. Έτσι σε συνάντησή του με τον Βρετανό ομόλογό του στο Λονδίνο εξήγησε πως οι Βρετανικές Αποστολές με τη στάση τους εμπόδιζαν την απόλυση από τον Στρατό και τη Χωροφυλακή των Ακροδεξιών, οι οποίοι είχαν εκδηλώσει δημόσια τη συμπάθειά τους για τις τρομοκρατικές οργανώσεις της Δεξιάς, συνεργάζονταν μαζί τους και δημιουργούσαν σημαντικά προσκόμματα στην προσπάθεια η οποία καταβαλλόταν για την αποκατάσταση της τάξης και του νόμου στην Ελλάδα. Ο Βρετανός Υπουργός Εξωτερικών εξέφρασε τη γενική βρετανική επιθυμία για την ύπαρξη πολιτικά ουδέτερου Στρατού και Χωροφυλακής και δεσμεύτηκε πως θα ασχολούνταν προσωπικά με το θέμα.758 Κύριος στόχος των αλλαγών τις οποίες επιθυμούσε να προωθήσει η Κυβέρνηση
Σοφούλη
ήταν
οι
πρώην
συνεργάτες
των
κατακτητών,
οι
ταγματασφαλίτες και οι επίορκοι χωροφύλακες. Ο ίδιος ο Σοφούλης σε συνέντευξή του στον Geoffrey Hoare της εφημερίδας News Chronicle την 12η Ιανουαρίου 1946, δήλωσε πως τη μεγαλύτερη αναταραχή την προκαλούσε η Δεξιά και πως ο ίδιος θα έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του για να διαλύσει τους Χίτες, τους οποίους χαρακτήρισε ιδιωτικό στρατό του βασιλιά. Ο Σοφούλης για τη Χωροφυλακή δήλωσε πως, όταν οι άνδρες της θα αντιλαμβάνονταν την κυβερνητική πολιτική, τότε θα άλλαζαν την τακτική της.759 Ο Μερκούρης πάλι, ως Υπουργός Δημοσίας Τάξης, προκειμένου να ξεκαθαρίσει την κατάσταση και να καθησυχάσει τα στελέχη της Χωροφυλακής, διευκρινίζοντας τις κυβερνητικές προθέσεις απέναντί της, δήλωσε: «Θα ενεργήσω 757
Ο Ρέντης είχε τοποθετηθεί στη θέση του Υπουργού Εξωτερικών την 29 η Ιανουαρίου 1946, έπειτα από την αποπομπή του Σοφιανόπουλου. Αιτία της αποπομπής ήταν η κυβερνητική κρίση, η οποία δημιουργήθηκε λόγω της διχογνωμίας που παρουσιάστηκε μεταξύ Σοφούλη και Σοφιανόπουλου για την ελληνική στάση απέναντι στη σοβιετική καταγγελία στο Συμβούλιο Ασφαλείας του Ο.Η.Ε. για την παρουσία των βρετανικών στρατευμάτων στην Ελλάδα. 758 Richter, ό.π., σσ. 388-389. 759 Στο ίδιο, σ. 446.
279
προς κάθε μέλος των Σωμάτων Ασφαλείας σύμφωνα με τις πράξεις του. Εν πάσει περιπτώσει, όσοι συνεργάσθησαν με τον κατακτητή δεν μπορούν να παραμένουν στα Σώματα. Κατάλληλα μέτρα θα ληφθούν και κατά των μοναρχικών συμμοριών και περίπολοι θα ψάχνουν καθένα, που φέρει όπλα, χωρίς εξαιρέσεις».760 Η βρετανική αντίδραση στις προθέσεις της κυβέρνησης Σοφούλη παρέμεινε αμετάβλητη και μετά τη συνάντηση του Ρέντη με τον Βρετανό ομόλογό του όπως και μετά τις δηλώσεις Σοφούλη και Μερκούρη, καθώς οι πρωτοβουλίες της κυβέρνησης Σοφούλη ερμηνεύτηκαν ως ακόμα μια από τις συνηθισμένες εκκαθαρίσεις κομματικών αντιπάλων από τον κρατικό μηχανισμό που συνέβαιναν στην Ελλάδα μετά από κάποια κυβερνητική αλλαγή. Οι αρμόδιες Βρετανικές Αποστολές είχαν λάβει τον Ιούνιο του 1945 από τον Woodhouse έναν μακροσκελή κατάλογο πρώην αξιωματικών των Ταγμάτων Ασφαλείας που υπηρετούσαν στον Στρατό και στη Χωροφυλακή. Όμως οι κατηγορίες δεν επιβεβαιώθηκαν για κανένα από αυτά τα άτομα, καθώς τα ελληνικά δικαστήρια είχαν ήδη κηρύξει νομικά άκυρες τις ίδιες κατηγορίες όταν αυτές είχαν απαγγελθεί εναντίον των υπουργών των κατοχικών κυβερνήσεων και οι ίδιοι οι Βρετανοί αδυνατούσαν να διενεργήσουν ανακρίσεις για την επιβεβαίωση των καταγγελιών, καθώς οι μαρτυρικές καταθέσεις θα λαμβάνονταν από τις ένοπλες υπηρεσίες στις οποίες ήδη υπηρετούσαν οι κατηγορούμενοι αποτρέποντας την πραγματοποίησή τους.761 Όπως προκύπτει από την επιστολή της 12ης Δεκεμβρίου 1945 του Βρετανού υφυπουργού Εξωτερικών, Philip John Noel-Baker, προς τον ταγματάρχη Wilkes, μέλος της Βρετανικής Αποστολής, η βρετανική πλευρά θεωρούσε πως η απόλυση των δοσίλογων δεν ήταν αρμοδιότητα της Βρετανικής Στρατιωτικής και Αστυνομικής Αποστολής καθώς υπήρχαν θεσμοθετημένοι δικαστικοί μηχανισμοί οι οποίοι είχαν επιφορτιστεί με τη διερεύνηση τέτοιων καταγγελιών. Το μόνο πρόβλημα που αναγνώρισε η βρετανική πλευρά πως υπήρχε ήταν η επιθυμία της κυβέρνησης Σοφούλη να παρέμβει στους διορισμούς και στις μεταθέσεις του προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων και πως αυτό αποτελούσε υπαρκτό σημείο σύγκρουσης με την Κυβέρνηση.762
760
Σαράφης, Μετά τη Βάρκιζα, ό.π., σ. 191. Woodhouse, Το μήλο της έριδος, ό.π., σ. 381. 762 Richter, ό.π., σ. 454. 761
280
Η απραξία στην οποία εξαναγκάστηκαν οι υπουργοί Δημοσίας Τάξης και Στρατιωτικών εξαιτίας της βρετανικής στάσης, θεωρήθηκε από την κυβέρνηση Σοφούλη πως ήταν μεροληπτική υπέρ των πρώην ταγματασφαλιτών και των μοναρχικών και εις βάρος των Φιλελευθέρων και των αντιμοναρχικών.763 Η πραγματικότητα ήταν πως ούτε οι Βρετανικές Αποστολές ήλεγχαν την κατάσταση στα Σώματα Ασφαλείας, καθώς η μέχρι τότε επίβλεψη της αναδιοργάνωσής τους δεν είχε αλλάξει τον πολιτικό προσδιορισμό του στελεχιακού δυναμικού τους και δεν είχε πετύχει να τα μετατρέψει σε αποτελεσματικά και αμερόληπτα όργανα του Κράτους. Η αποτυχία της Βρετανικής Αποστολής αποτυπώθηκε και στην έκθεση της Βρετανικής Νομικής Αποστολής, η οποία επισκέφθηκε τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο του 1945 την Ελλάδα και στην οποία δηλωνόταν πως: «Επί του παρόντος, η Χωροφυλακή επιστρατεύει αποκλειστικά άτομα, που εμφορούνταν από αντικομμουνιστικές πολιτικές
τοποθετήσεις».764Αντίστοιχες
ήταν οι παρατηρήσεις στις οποίες προέβαινε η Διοίκηση της 4ης Ινδικής Μεραρχίας, η οποία έδρευε στη Βόρεια Ελλάδα, αναφέροντας την χωρίς όρια διείσδυση στο Σώμα της Χωροφυλακής ατόμων που προέρχονταν από δεξιές οργανώσεις.765Την έως τότε αποτυχία της Βρετανικής Αποστολής την παραδέχτηκε εμμέσως και ο επικεφαλής της Αποστολής, Sir Charles Wickham, δηλώνοντας πως σε «πάρα πολλές περιπτώσεις, η Χωροφυλακή είχε συντρέξει ενεργώς ή παθητικώς τις συμμορίες και τους δολοφόνους της Δεξιάς».766 Ο βρετανός υπουργός Εξωτερικών Bevin μετά τη συνάντησή του με τον Ρέντη στο Λονδίνο θέλησε να διαπιστώσει την αλήθεια των γεγονότων που του είχαν παρουσιαστεί και απέστειλε τηλεγράφημα στον Leeper, στο οποίο δήλωσε πως αν και αντίθετος με τη σκέψη της απόλυσης οποιουδήποτε από τον Στρατό ή τη Χωροφυλακή λόγω των πολιτικών του φρονημάτων, δεν μπορούσε να ανεχτεί την περιφρόνηση των εντολών της ελληνικής κυβέρνησης από τα δεξιών φρονημάτων στελέχη της κρατικής μηχανής και κάλεσε τον Leeper μαζί με τους Rawlings και Wickham να διερευνήσουν τις καταγγελίες της ελληνικής κυβέρνησης. Ο Bevin επίσης πρότεινε πως η καλύτερη δυνατή λύση ήταν η απόταξη μερικών συγκεκριμένων ατόμων από τα Σώματα Ασφαλείας και τον Στρατό, για παραδειγματισμό των υπολοίπων. 763
Woodhouse, Το μήλο της έριδος, ό.π., σ. 382. Βόγλης, ό.π., σ. 84. 765 F.O. 371/48372, R 20156, 439/55/45, D.P Reilly, British Embassy, Athens, 19th November 1945. 766 Βόγλης, ό.π., σ. 87. 764
281
Μόλις λίγες μέρες πριν από τη διενέργεια των εθνικών εκλογών και ενώ οι συνθήκες ασφαλείας ήταν ακόμα ακατάλληλες για τη διενέργεια ελεύθερων εκλογών, ο βρετανικός παράγοντας συμφώνησε για την περιορισμένη απομάκρυνση στελεχών των Σωμάτων Ασφαλείας με στόχο όχι την εξάλειψη των φαινομένων συνεργασίας των στελεχών των Σωμάτων Ασφαλείας με τις παρακρατικές ακροδεξιές οργανώσεις αλλά τον απλό παραδειγματισμό. Στο πλαίσιο της μερικής αλλαγής της βρετανικής στάσης, υπήρξε η μεμονωμένη αποπομπή του Διοικητή Χωροφυλακής της Βέροιας, ο οποίος με βάση τις καταγγελίες του Γενικού Διοικητή Βόρειας Ελλάδας προς την Κυβέρνηση, είχε διακοσμήσει το Διοικητήριο της Χωροφυλακής της πόλης με τα εμβλήματα της «Χ».767 Η ανελαστική στάση της βρετανικής πρεσβείας και των Αρχηγών των Αποστολών για το ζήτημα της αποπομπής των στελεχών των Σωμάτων Ασφαλείας και του Στρατού αποτυπώθηκε και στην απάντηση που έλαβε ο Bevin από τον Leeper την 11η Φεβρουαρίου 1946 στα ερωτήματα που είχε θέσει επί του θέματος. Ο Leeper δήλωσε πως μετά τις επαφές και συζητήσεις που είχε με τους Rawlings και Wickham, κατέληξαν στο συμπέρασμα πως οι ισχυρισμοί του Ρέντη και της ελληνικής κυβέρνησης ήταν αβάσιμοι, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως οι συμπάθειες των ανδρών της Χωροφυλακής δεν έκλιναν προς τη Δεξιά. Η δεξιά πολιτική τοποθέτηση του προσωπικού της Χωροφυλακής θεωρήθηκε από τον Leeper πως ήταν αναμενόμενη, εξαιτίας των εγκλημάτων των κομμουνιστών στα Δεκεμβριανά, της συνέχισης της δράσης των κομμουνιστικών ένοπλων ομάδων εναντίον της Χωροφυλακής και της βεβαιότητας που υπήρχε για την εκλογική επικράτηση της Δεξιάς. Ειδικότερα η προοπτική τα νίκης της Δεξιάς είχε σαν αποτέλεσμα τα στελέχη της Χωροφυλακής να σκέφτονται τις προοπτικές τους υπό τη νέα Κυβέρνηση, καθώς η Βρετανική Αποστολή είχε φανεί ανίκανη να αντιμετωπίσει τη μεροληπτική στάση της υπηρεσιακής Κυβέρνησης Σοφούλη στις μεταθέσεις, δημιουργώντας στα στελέχη της Χωροφυλακής την αίσθηση πως μετά τις εθνικές εκλογές και την ύπαρξη αιρετής Κυβέρνησης, η Αποστολή θα ήταν περισσότερο αδύναμη να τους προστατέψει. Ο Leeper στην απάντησή του στον Bevin προχώρησε και στη διατύπωση της άποψης πως η δράση των κομμουνιστικών ένοπλων ομάδων ήταν πιο επικίνδυνη από ό,τι ήταν η δράση των ένοπλων ακροδεξιών ομάδων και δικαιολογώντας την ανεκτικότητα των Χωροφυλάκων προς τις ένοπλες ακροδεξιές οργανώσεις ανέφερε
767
Richter, ό.π., σ. 514.
282
πως: «Οι Χωροφύλακες ξέρουν ότι, παρ’ όλο που οι ακροδεξιοί θα τους πολεμήσουν, αν τους στριμώξουν στη γωνία, κατά βάθος δεν είναι εχθροί τους, ενώ οι κομμουνιστές είναι μόνιμοι εχθροί τους και τους κυνηγούν συνέχεια με το τουφέκι».768 Ο Leeper στην απαντητική επιστολή του κατηγόρησε τον Υπουργό Δημοσίας Τάξης, Μερκούρη πως αγνοούσε συνεχώς τη Βρετανική Αποστολή και επιχειρούσε να προχωρήσει σε μεταβολές του προσωπικού, χωρίς να πληροφορήσει ή να συμβουλευτεί τον Wickham και, παραποιώντας το αίτημα της κυβέρνησης Σοφούλη, ανέφερε πως η ελληνική κυβέρνηση ζητούσε την εκδίωξη του συνόλου των στελεχών της Χωροφυλακής που ήταν δεξιών φρονημάτων και πως αν πραγματοποιούνταν το ελληνικό αίτημα, θα επρόκειτο για εκκαθάριση με κριτήριο τα πολιτικά φρονήματα, κάτι που θα οδηγούσε στην αποστράτευση της πλειονότητας των ανδρών της Χωροφυλακής και σε μία μακρά περίοδο χάους μέχρι την αποκατάσταση της Χωροφυλακής στα αναγκαία επίπεδα επάνδρωσης και ετοιμότητας.769 Η αμετάβλητη βρετανική πολιτική εξανάγκασε τον Υπουργό Δημοσίας Τάξεως να υποβάλει την παραίτησή του την 20ή Φεβρουαρίου 1946. Το γεγονός που οδήγησε στην παραίτηση του Μερκούρη ήταν η προσπάθειά του −κατά παράβαση της Συμφωνίας Μετάκλησης της Βρετανικής Αποστολής− να επιφέρει αλλαγές στη Χωροφυλακή παρακάμπτοντας τον Αρχηγό της Βρετανικής Αποστολής και χωρίς την έγκρισή του.770 Ο Βρετανός πρέσβης απέδωσε στην προσωπικότητα του Μερκούρη και στην απουσία εμπιστοσύνης που υπήρχε μεταξύ του Μερκούρη και του Wickham τόση σημασία, ώστε την ανήγαγε ως έναν από τους λόγους που τα ζητήματα της ασφάλειας και της τάξης ήταν σε τόσο κρίσιμο σημείο. Επιπλέον, ο Leeper απέδωσε στον Μερκούρη την απόλυτη ευθύνη για το γεγονός πως στους τρεις μήνες της υπουργίας του δεν επεξεργάστηκε με τον Wickham έστω ένα σχέδιο αναδιάρθρωσης του Σώματος αλλά αντιθέτως προχωρούσε διαρκώς σε κρυφές μεταθέσεις πίσω από την πλάτη του Wickham. Η γενικότερη αρνητική αντίληψη του Leeper για τον Μερκούρη συμπυκνώθηκε και στη θέση του πως: «Δεν υπήρχε πιθανότητα να εξαναγκασθεί η Χωροφυλακή να παίξει τίμια, εφόσον ήταν πεπεισμένη ότι ο Υπουργός παραβίαζε τους κανόνες».771 Μετά την παραίτηση του Μερκούρη, λόγω της σπουδαιότητας και της κρισιμότητας των συνθηκών, το Υπουργείο Δημοσίας Τάξεως το κράτησε ο ίδιος ο 768
Richter, ό.π., σσ. 389-390. Στο ίδιο, σ. 390. 770 Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σ. 150. 771 Στο ίδιο, σσ. 489 και 495 769
283
Σοφούλης.772 Ο Σοφούλης υπό τη διττή ιδιότητά του ως πρωθυπουργός και υπουργός Δημοσίας Τάξεως εξέδωσε διαταγή προς τους άνδρες των Σωμάτων Ασφαλείας με την οποία αναγνώρισε πως η κατάσταση της τάξης και της ασφαλείας δεν ήταν σε επιθυμητό σημείο, γεγονός επικίνδυνο και θλιβερό, καθώς η Χώρα όδευε προς εθνικές εκλογές. Στη διαταγή του ο Σοφούλης αποδοκίμασε τη συμμετοχή των οργάνων της τάξης στον πολιτικό αγώνα των κομμάτων καθώς και την ατιμωρησία στα εγκλήματα που διαπράττονταν από ένα συγκεκριμένο πολιτικό χώρο εξαιτίας της ανεκτικότητας των οργάνων της τάξης.773 Το περιεχόμενο της διαταγής Σοφούλη υπήρξε φυσική απόρροια της παραίτησης του Μερκούρη μετά τις επιθέσεις που είχε δεχτεί από τη Δεξιά και τον Τύπο της για τη δραστηριοποίησή του στην πάταξη των μοναρχικών ενόπλων ομάδων που αυθαιρετούσαν στην περιφέρεια.774 Οι Βρετανικές Αποστολές, αν και επεδίωκαν τη συγκρότηση πολιτικά ουδέτερων μεταξύ του Κέντρου και της Δεξιάς αλλά σαφέστατα αντικομμουνιστικών και ικανών για δράση Ένοπλων Δυνάμεων και Σωμάτων Ασφαλείας, υπέκυψαν στην πόλωση που δημιουργήθηκε μετά τα Δεκεμβριανά και βάσισαν τις αναδιοργανωτικές προσπάθειές τους στα διαθέσιμα στελέχη των Σωμάτων Ασφαλείας και του Στρατού που πολιτικά ανήκαν στη βασιλόφρονα Δεξιά.775 Η αντίδραση των Βρετανικών Αποστολών στην πολιτική του Μανέτα και του Μερκούρη για ανατροπές και αλλαγές στην ανθρωπογεωγραφία των Ενόπλων Δυνάμεων και Σωμάτων Ασφαλείας πήγαζε από την ανησυχία τους, πως ο πραγματικός στόχος της κυβέρνησης Σοφούλη ήταν η μετατροπή των Ενόπλων Δυνάμεων και Σωμάτων Ασφαλείας σε μηχανισμούς αποκατάστασης των ημετέρων αξιωματικών και σε βάρος των οπαδών των άλλων πολιτικών παρατάξεων αλλά και από την πεποίθησή τους πως οι βασιλόφρονες αξιωματικοί του Στρατού και των Σωμάτων Ασφαλείας ήταν σώφρονες και σωστοί επαγγελματίες. Οι Βρετανικές Αποστολές, βάζοντας φραγμό στις πρωτοβουλίες Μερκούρη και Μανέτα, μπορεί να εξασφάλισαν βραχυπρόθεσμα την αποφυγή νέων συγκρούσεων μεταξύ των δύο κυριότερων αστικών πολιτικών παρατάξεων αλλά δημιούργησαν το υπέδαφος στο
772
Στο ίδιο, σ. 391. Ι.Α.Ε.Υ. Ιστορικό Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών 1945, Α΄ Πολιτική, Φάκελος 5.5, 1946, Κρυπτογραφικό Τηλεγράφημα, Πρεσβεία Μόσχας προς Υπουργείο Εξωτερικών, 3 ης Μαρτίου 1946. 774 Ι.Α.Ε.Υ. Ιστορικό Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών 1945, Α΄ Πολιτική, Φάκελος 5.5, 1946, Υπουργείο Εξωτερικών, Διεύθυνσις Πολιτικών Υποθέσεων Βαλκανικής, Τηλεγράφημα Πρεσβείας Μόσχας προς Υπουργό Τύπου και Πληροφοριών, 25 ης Φεβρουαρίου 1946. 775 Ιατρίδης, ό.π., σ. 243. 773
284
οποίο αναπτύχθηκε η μετέπειτα αυτονόμηση των Ενόπλων Δυνάμεων από τον έλεγχο της πολιτικής ηγεσίας.776,777 Οι Βρετανοί θεώρησαν πως η ανάληψη του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως από τον Σοφούλη θα επέλυε το πλήθος των εκκρεμών ζητημάτων και της επικύρωσης του Νόμου για τις αρμοδιότητες της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής, καθώς απέδιδαν στον πρώην Υπουργό Δημοσίας Τάξης την ευθύνη για τη μέχρι τότε μη επικύρωση της διακρατικής συμφωνίας Μερκούρη. θεωρούσαν πως δεν επικύρωνε τη συμφωνία, αφού δεν ήθελε να περιοριστούν οι εξουσίες και οι αρμοδιότητές του από τη θεσμική λειτουργία της Αποστολής.778 Οι κυβερνητικές ανησυχίες για τη δράση των παρακρατικών οργανώσεων της Δεξιάς δικαιώθηκαν με ακραίο τρόπο, με το επεισόδιο της Καλαμάτας τον Ιανουάριο του 1946 και τη δράση του αρχισυμμορίτη Μαγγανά. Το επεισόδιο της Καλαμάτας ξεκίνησε την 16η Ιανουαρίου, όταν ένοπλοι της Αριστεράς σταμάτησαν έξω από την πόλη της Σπάρτης ένα λεωφορείο και σκότωσαν ένα από τα εξέχοντα ηγετικά στελέχη της «Χ», τον Γρηγόριο Κοντοβουνήσιο,779 τον σωματοφύλακά του και τον επτάχρονο γιο του. Την 18η Ιανουαρίου
οπαδοί της «Χ» στην Καλαμάτα
εκδικήθηκαν τον φόνο του Κοντοβουνήσιου, ρίχνοντας χειροβομβίδα σε ένα καφενείο στο οποίο σύχναζαν αμνηστευθέντες οπαδοί της Αριστεράς με αποτέλεσμα τον θάνατο δύο ατόμων (σύμφωνα με άλλες πηγές οι νεκροί έφτασαν τους τέσσερις)και τον τραυματισμό αρκετών άλλων. Η Χωροφυλακή της Καλαμάτας έπειτα από έρευνες, συνέλαβε τριάντα δύο Χίτες με την κατηγορία της συμμετοχής στη δολοφονική επίθεση κατά των αριστερών.780 Η διαδήλωση διαμαρτυρίας που οργάνωσε το Ε.Α.Μ. μετά την κηδεία των θυμάτων, τη 19η Ιανουαρίου, θεωρήθηκε από τους Χίτες ως πρόκληση και τη νύχτα της 19ης προς 20ή Ιανουαρίου, χίλιοι περίπου οπαδοί (δύο με τρεις χιλιάδες σύμφωνα με άλλες πηγές) απέκλεισαν με οδοφράγματα την πόλη της Καλαμάτας και προέβησαν στην αναζήτηση και σύλληψη κομμουνιστών. Το μεσημέρι της 20ής Ιανουαρίου 1946 ο Μαγγανάς, αρχηγός των Χιτών, διέταξε την εισβολή τους στην Καλαμάτα. Οι Χίτες εισήλθαν στην πόλη οπλισμένοι με αυτόματα και κατευθύνθηκαν προς τον σταθμό της Χωροφυλακής 776
Richter, ό.π., σ. 411. Κλόουζ, ό.π., σσ. 258-259. 778 F.O. 371/58755, R 4008, Headquarters Athens, M.S.24/2, Monthly Report-February 1946, 6th March 1946. 779 Ακρόπολις, 17ηςΙανουαρίου 1946, « Εξ ενέδρας Εαμικοί εδολοφόνησαν τον ηγέτην των Εθνικιστών της Σπάρτης, δύο συνοδούς και το εξαετές τέκνον του», σ. 1. 780 Σαράφης, Μετά τη Βάρκιζα, ό.π., σ. 259. 777
285
όπου ακινητοποίησαν τη φρουρά και απελευθέρωσαν τους τριάντα δύο Χίτες, οι οποίοι είχαν συλληφθεί για τη δολοφονική επίθεση της 18ης Ιανουαρίου. Οι δυνάμεις του Μαγγανά αποπειράθηκαν επίσης να συλλάβουν τον Νομάρχη Μεσσηνίας και τον Εισαγγελέα στο ξενοδοχείο «Ρεξ», όμως αυτοί γλίτωσαν τη σύλληψη καθώς είχαν καταφύγει έγκαιρα στο τηλεγραφείο της πόλης, όπου και εγκαταστάθηκαν καθόλη τη διάρκεια της στάσης.781 Οι δυνάμεις του Μαγγανά, αφού πήραν τον έλεγχο της πόλης, προχώρησαν σε εκτεταμένους ελέγχους και έρευνες κατοικιών συλλαμβάνοντας ογδόντα Αριστερούς πολίτες (εκατόν πενήντα σύμφωνα με άλλες πηγές) τους οποίους και κράτησαν ομήρους. Η υπόλοιπη δύναμη της Χωροφυλακής της πόλης που μέχρι τότε είχε περιοριστεί στη φρούρηση των φυλακών και του διοικητηρίου, ζήτησε να λάβει από την Κυβέρνηση εναγωνίως ενισχύσεις. Οι δυνάμεις του Μαγγανά παρέμειναν στην Καλαμάτα έως το μεσημέρι της 21ης Ιανουαρίου και παρά τις εκκλήσεις του Δημάρχου και του Μητροπολίτη Καλαμάτας να απελευθερωθούν οι όμηροι, αυτοί μεταφέρθηκαν σε χωριό κοντά στην Καλαμάτα, την Πόλιανη όπου απελευθερώθηκαν μετά την άφιξη του Διοικητή της Βρετανικής Αποστολής της Τρίπολης, Noble, και του Διοικητή Χωροφυλακής Τρίπολης την 21η Ιανουαρίου. Εν τω μεταξύ όμως οι Χίτες είχαν προχωρήσει στην εκτέλεση δεκατεσσάρων, σύμφωνα δε με άλλες πηγές οκτώ ομήρων.782 Η αντίδραση της Κυβέρνησης απέναντι στη Στάση της «Χ» υπήρξε άμεση, προβαίνοντας στην κήρυξη του Στρατιωτικού Νόμου στους νομούς Λακωνίας και Μεσσηνίας, στην επικήρυξη του Μαγγανά για το ποσό των δεκαπέντε εκατομμυρίων δραχμών και στην έκδοση διαταγής προς τη Χωροφυλακή να συλλάβει τα άτομα που είχαν αναμειχθεί στη Στάση, ώστε να οδηγηθούν στα Στρατοδικεία, οι αποφάσεις των οποίων διατάχθηκε να εκτελεστούν άμεσα χωρίς καμία καθυστέρηση. Η Κυβέρνηση επίσης διέταξε την ταχεία αποστολή δύο ταγμάτων Εθνοφυλακής, διακοσίων χωροφυλάκων από τις τοπικές φρουρές της Πελοποννήσου στην πόλη της Καλαμάτας καθώς και του αντιτορπιλικού «Κρήτη» για την άμεση αποκατάσταση της τάξης.783 Στην πόλη της Καλαμάτας μετέβη και ο Στρατιωτικός Διοικητής Πελοποννήσου,
συνταγματάρχης
Ν.
Παπαδόπουλος,
781
επιδεικνύοντας
αρχικά
Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σ. 111. Σαράφης, Μετά τη Βάρκιζα, ό.π., σ. 263, Καθημερινή, 9η Ιανουαρίου 1946,«Απόλυτος τάξις εις Μεσσηνίαν και Λακωνίαν», σ.2 και F.O. 371/58754, R 2648, British Police Mission, Headquarters, Athens, M.S. 24/2, Progress Report January 1946, 6th February 1946. 783 Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σ. 111 και Κλόουζ, ό.π., σ. 249. 782
286
αδιαφορία για τη λήψη πρόσθετων μέτρων κατά των εθνικιστών του Μαγγανά, όπως όταν αντιπροσωπεία του Ε.Α.Μ. τού παρέδωσε τα ονόματα χιλίων εφτακοσίων ενόπλων Δεξιών από τα χωριά της ευρύτερης περιοχής και του ζήτησε τον αφοπλισμό τους. Ο Στρατιωτικός Διοικητής Πελοποννήσου έδρασε κατά των ένοπλων δεξιών μεταθέτοντας τους εβδομήντα από τους ενενήντα οκτώ χωροφύλακες της Καλαμάτας έναντι των οποίων κινήθηκε πειθαρχικά για τις σχέσεις τους με τη «Χ», μόνο αφού υπέκυψε στις αφόρητες πιέσεις που ασκήθηκαν από την Κυβέρνηση καθώς και από τη Βρετανική Αστυνομική Αποστολή.784 Τα γεγονότα της Καλαμάτας και η στάση που τήρησε η Χωροφυλακή της Καλαμάτας απέναντι στους παρακρατικούς του Μαγγανά δικαίωσαν τον Σοφούλη, όταν υποστήριζε ενώπιον της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής ότι η Κυβέρνηση δεν μπορούσε να στηρίζεται στα Σώματα Ασφαλείας όσο οι αξιωματικοί οι οποίοι υπηρετούσαν στους κόλπους τους, αντιτίθεντο στην ουσία της κυβερνητικής πολιτικής.785 Η Κυβέρνηση Σοφούλη θέλοντας να επιδείξει την αποφασιστικότητά της κατά της Ακροδεξιάς, εκμεταλλεύτηκε τη Στάση του Μαγγανά και θεσμοθέτησε για τη διενέργεια των σχετικών ερευνών Έκτακτο Στρατοδικείο στην Καλαμάτα. Το Έκτακτο Στρατοδικείο επέβαλε άμεσα αυστηρότατες ποινές: δύο κατηγορούμενοι καταδικάστηκαν σε ισόβια, τρεις καταδικάστηκαν σε είκοσι χρόνια κάθειρξη, δύο καταδικάστηκαν σε δεκαεννέα χρόνια κάθειρξης, ένας
καταδικάστηκε σε
δεκατέσσερα χρόνια κάθειρξης, τρεις καταδικάστηκαν σε ενδεκαετή κάθειρξη, ένας καταδικάστηκε σε τρεισήμισι χρόνια κάθειρξης, δύο καταδικάστηκαν σε τριετή κάθειρξη, ένας καταδικάστηκε σε δυόμισι χρόνια κάθειρξη, δύο καταδικάστηκαν σε δύο χρόνια κάθειρξης, ένας καταδικάστηκε σε έναν χρόνο κάθειρξης και
ένας
καταδικάσθηκε σε έξι μήνες. Εννέα από τους κατηγορούμενους κρίθηκαν αθώοι. Το Έκτακτο Στρατοδικείο Καλαμάτας επέβαλε στον Μαγγανά ερήμην του την ποινή του θανάτου.786 Ενώ η Στάση της Καλαμάτας ήταν σε εξέλιξη, ο Σοφούλης έλαβε επιστολή από τον αρχηγό της «Χ», Γεώργιο Γρίβα. Ο Γρίβας έστειλε την επιστολή επ’ αφορμή του ψηφίσματος-αιτήματος της Αριστεράς να συμμετάσχει στην Κυβέρνηση Σοφούλη. Ο Γρίβας στην επιστολή του δήλωσε πως, αν η Κυβέρνηση δεν ήταν σε 784
Στο ίδιο, σ. 250. Woodhouse, Το μήλο της έριδος, ό.π., σ. 383. 786 F.O. 371/58755, R 4008, Headquarters Athens, M.S.24/2, Monthly Report-February 1946, 6th March 1946. 785
287
θέση να υπερασπίσει τη ζωή των εθνικοφρόνων πολιτών, η «Χ» ήταν έτοιμη να το κάνει. Ο Σοφούλης συνδυάζοντας την επίθεση και κατάληψη της Καλαμάτας με την επιστολή Γρίβα αντέδρασε διατάσσοντας τις δυνάμεις της Χωροφυλακής και της Αστυνομίας Πόλεων να κλείσουν τα γραφεία της «Χ» σε όλη την Επικράτεια, ενώ προχώρησε στην άσκηση ποινικής δίωξης κατά του Γρίβα με την κατηγορία της διατύπωσης απειλών κατά της Κυβέρνησης. Ο Γρίβας μετά την άσκηση της εις βάρος του ποινικής δίωξης, κλήθηκε την 8η Ιανουαρίου να απολογηθεί στον Εισαγγελέα Αθηνών για τις καταγγελθείσες κατηγορίες της εξύβρισης της Αρχής και της απόδοσης σε αυτή της οφειλόμενης τιμής με βάση το Άρθρο 21 του Νόμου «περί εξυβρίσεως εν γένει και περί Τύπου» της 23ης Νοεμβρίου 1937.787 Ο Σοφούλης εκμεταλλευόμενος την ευκαιρία που του δόθηκε για να ξεκαθαρίσει την κατάσταση με την Ακροδεξιά, υπέβαλε ερώτημα στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, αν ήταν δυνατόν η Κυβέρνηση να προχωρήσει σε νομοθετική πρωτοβουλία διά της οποίας θα κρινόταν εκτός νόμου η «Χ».788 Ο ίδιος μάλιστα, χωρίς να αναμένει την εισήγηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, δήλωσε πως η Κυβέρνηση δεν χρειαζόταν να νομοθετήσει για να θέσει εκτός νόμου τη «Χ», καθώς ίσχυε νόμος της Κυβέρνησης Βούλγαρη, ο οποίος προέβλεπε τη διάλυση όλων των ενόπλων οργανώσεων χωρίς να εξαιρείται από αυτές και η «Χ». 789 Ενδεικτική της κατάστασης που είχε διαμορφωθεί από τη συνεργασία των ανδρών της Χωροφυλακής με τις ένοπλες φιλοβασιλικές οργανώσεις ήταν η μαρτυρία του Μερκούρη ένα μήνα μετά την παραίτησή του από την Κυβέρνηση Σοφούλη με άρθρο του στην εφημερίδα το Βήμα, στο οποίο παρουσίασε την κατάσταση που βρήκε στο Υπουργείο Δημοσίας Τάξης. Στο άρθρο του ο Μερκούρης παρουσίασε την εικόνα της εκτροπής των Σωμάτων Ασφαλείας από τον προορισμό τους και τις «άνευ προηγουμένου αντιδράσεις» τις οποίες συνάντησε κάθε προσπάθειά του να αλλάξει την υφιστάμενη κατάσταση. Ανέφερε χαρακτηριστικά σαν παράδειγμα, πως όταν μετέβη στον Βόλο για να παρακολουθήσει και να επιβλέψει την πάταξη των φιλομοναρχικών ακροδεξιών ένοπλων ομάδων της Θεσσαλίας, ο Διοικητής της Χωροφυλακής του Βόλου του δήλωσε πως θα έπρεπε να εγκαταλειφθεί το εγχείρημα,
787
Καθημερινή, 9η Ιανουαρίου 1946, «Πλήρης τάξις εις την Πελ/σον. Ο κ. Μερκούρης ανακαλεί όσα εδήλωσεν», σ.4. 788 Richter, ό.π., σσ. 450-451. 789 Σαράφης, Μετά τη Βάρκιζα, ό.π., σ. 266.
288
καθώς οι χωροφύλακες αρνούνταν να κινηθούν κατά των φιλομοναρχικών ένοπλων ομάδων.790 Η αποφασιστικότητα την οποία επέδειξε η Κυβέρνηση Σοφούλη με τη δέσμη κυβερνητικών αποφάσεων κατά του Μαγγανά και της «Χ» δεν υπήρξε επαρκής για να προκαλέσει την κάμψη της δραστηριότητας των ακροδεξιών οργανώσεων. Σε αυτό συνετέλεσε και η σοβιετική προσφυγή στο Συμβούλιο Ασφαλείας του Ο.Η.Ε. κατά της παρουσίας των βρετανικών στρατευμάτων στην Ελλάδα, η οποία απορρόφησε όλη την ενεργητικότητα της Κυβέρνησης. Όταν η Κυβέρνηση Σοφούλη έστρεψε εξαιτίας της σοβιετικής προσφυγής αλλού την προσοχή της και έπαψε να ασκεί την πίεση της στη Χωροφυλακή, η ενεργητικότητα της Χωροφυλακής για τη σύλληψη του Μαγγανά βρέθηκε στο ναδίρ με αποτέλεσμα τη μη σύλληψή του. Η σοβιετική προσφυγή στο Συμβούλιο Ασφαλείας του Ο.Η.Ε. σε συνάρτηση με την αυξανόμενη δραστηριότητα των ενόπλων ομάδων της Αριστεράς, έστρεψαν το βλέμμα της Κυβέρνησης στη δραστηριότητα της Αριστεράς ιδίως στην περιοχή της Μακεδονίας. Ο Υπουργός Εσωτερικών, την 28η Ιανουαρίου 1946, ανακοίνωσε πως η κατάσταση στους τομείς της ασφάλειας και της δημοσίας τάξης στη Βόρεια Ελλάδα, εξαιτίας της δράσης πέντε μεγάλων ένοπλων ομάδων, ήταν ανησυχητική. Η μία ήταν κομμουνιστική,
ενώ
οι
άλλες
τέσσερις
ήταν
αυτονομιστικές.
Τα
κύρια
χαρακτηριστικά της δράσης των ενόπλων κομμουνιστικών και αυτονομιστικών ομάδων ήταν η δολοφονία εθνικοφρόνων πολιτών και η απαγωγή των προέδρων των κοινοτήτων ή άλλων σημαινόντων προσωπικοτήτων της τοπικής κοινωνίας, των οποίων η τύχη μετά την απαγωγή αγνοούνταν.791 Η έκταση του φαινομένου των απαγωγών ήταν μάλιστα τέτοια, ώστε τριάντα πρόεδροι απομακρυσμένων κοινοτήτων τον Ιανουάριο του 1946 εγκατέλειψαν τα χωριά τους και κατέφυγαν σε αστικά κέντρα όπου τέθηκαν υπό την προστασία των βρετανικών δυνάμεων. Συνήθης στόχος των αριστερών ενόπλων ομάδων ήταν και οι άνδρες της Χωροφυλακής. Στην περίοδο μεταξύ Ιανουαρίου-Μαΐου 1946 δολοφονήθηκαν συνολικά είκοσι οκτώ άνδρες και τραυματίστηκαν ακόμα είκοσι οκτώ της Χωροφυλακής κυρίως στη Βόρεια Θεσσαλία και τη Μακεδονία.792 Η δράση των ανταρτικών αριστερών οργανώσεων είχε αρχίσει να λαμβάνει ανησυχητικές διαστάσεις ήδη από το καλοκαίρι του 1945. Αμερικανός αξιωματικός 790
Βήμα, 20η Μαρτίου 1946, «Η Δημόσια Τάξις και τα Σώματα Ασφαλείας», σ.2. Καθημερινή, 29η Ιανουαρίου 1946, « Ανησυχητική η κατάσταση εις την Βορ. Ελλάδα», σ. 2. 792 Κλόουζ, ό.π., σ. 280. 791
289
ανέφερε τον Ιούνιο του 1945 πως μόνο στην περιοχή της Χαλκιδικής υπήρχαν περίπου πεντακόσιοι καλά οπλισμένοι αντάρτες. Λίγους μήνες μετά, Βρετανός αξιωματικός βασιζόμενος στις εκθέσεις της Χωροφυλακής και του Στρατού, ανέφερε πως στην Πελοπόννησο περίπου χίλιοι κομμουνιστές ήταν οπλισμένοι ή μπορούσαν άμεσα να εξοπλιστούν. Στις περισσότερες περιοχές η δράση των ανταρτών έως και τον Φεβρουάριο του 1946 περιορίζονταν στην εξασφάλιση της επιβίωσης τους, στην προστασία τους από τις διωκτικές αρχές και ήταν ελάχιστα επιθετική, με εξαίρεση τις περιοχές όπου δραστηριοποιούνταν οι αυτονομιστές Σλαβόφωνοι. Οι τελευταίοι επέδραμαν κατά των εθνικιστικών χωριών της Δυτικής Μακεδονίας με αφετηρία τους τη Γιουγκοσλαβία, επιδιώκοντας τη στρατολογία ανδρών και τη ληστεία.793 Η αύξηση της δραστηριότητας των κομμουνιστικών ενόπλων ομάδων ξεκίνησε από την περιοχή της Βέροιας και της Νάουσας τον Δεκέμβριο του 1945 και, σύμφωνα με τις βρετανικές πηγές, ενισχύθηκε από το Κ.Κ.Ε., ενώ στηρίχθηκε και από τη Γιουγκοσλαβία. Η επιλογή της περιοχής οφειλόταν στην γεωγραφική γειτνίαση με την Γιουγκοσλαβία στην οποία υπήρχε το Μπούλκες, το μεγαλύτερο κέντρο στρατιωτικής εκπαίδευσης και πολιτικής καθοδήγησης του Κ.Κ.Ε στα Βαλκάνια794 και στην απόφαση του Κ.Κ.Ε. να εκμεταλλευτεί πολιτικοστρατιωτικά την αυτονομιστική δραστηριότητα των σλαβόφωνων πληθυσμών για να εξυπηρετήσει τους δικούς του βραχυπρόθεσμους πολιτικούς σκοπούς. Ο Ανδρέας Τζήμας, ηγετικό στέλεχός του Κ.Κ.Ε., στο πλαίσιο της πολιτικής εκμετάλλευσης της αυτονομιστικής δράσης των σλαβόφωνων πληθυσμών, προσπάθησε να πραγματοποιήσει εκστρατεία υπέρ των Σλαβόφωνων στην πόλη της Καστοριάς. Η ετοιμότητα όμως των τοπικών πολιτικών και διωκτικών αρχών της περιοχής ανέτρεψαν τα σχέδιά του και οδήγησαν στη σύλληψή του.795 Η Κυβέρνηση Σοφούλη αντέδρασε με αποφασιστικότητα στη δράση των κομμουνιστικών ενόπλων ομάδων και στην αυτονομιστική δράση των Σλαβόφωνων, προβαίνοντας στη Νάουσα, τη 15η Ιανουαρίου 1946, σε εκτεταμένη επιχείρηση με δυνάμεις της Χωροφυλακής και της Εθνοφυλακής και στη σύλληψη περίπου τετρακοσίων αριστερών πολιτών με διάφορες κατηγορίες.796 793
Στο ίδιο, σ. 279. Νίκος Μαραντζίδης-Κώστας Τσίβος, Ο ελληνικός εμφύλιος και το διεθνές κομμουνιστικό σύστημα: Το Κ.Κ.Ε μέσα από τα τσεχικά αρχεία 1946-1968, Αθήνα, 2012, σσ. 86-87 και Κολιόπουλος, Λεηλασία Φρονημάτων, τόμ.2, ό.π., σσ. 30, 36, 57, 59, 69 795 Βασίλης Κόντης, Η αγγλοαμερικανική πολιτική και το ελληνικό πρόβλημα:1945-1949, Θεσσαλονίκη, 1984, σ. 130. 796 Δοκίμιο Ιστορίας του Κ.Κ.Ε., 1918-1949, τόμ.1, ό.π., σ. 542. 794
290
Η δράση των αυτονομιστικών ομάδων των Σλαβόφωνων, σε συνάρτηση με τη συνεργασία τμήματος του σλαβόφωνου πληθυσμού με τις κατοχικές δυνάμεις στη διάρκεια της Κατοχής, οδήγησαν τις τοπικές δυνάμεις της Εθνοφυλακής να προχωρήσουν σε μέτρα κατά των Σλαβόφωνων, με αποτέλεσμα περίπου είκοσι πέντε χιλιάδες εξ αυτών να εγκαταλείψουν την Ελλάδα και να καταφύγουν στη Γιουγκοσλαβία και τη Βουλγαρία. Οι τακτικές που ακολούθησε η Εθνοφυλακή κατά ενός μέρους του σλαβόφωνου πληθυσμού ήταν μάλιστα τόσο ακραίες, ώστε καταγγέλθηκαν με δριμύτητα από τη Χωροφυλακή και από τον Γενικό Διοικητή Μακεδονίας.797 Οι άνδρες των αριστερών ενόπλων ομάδων κατά το 1945 δρούσαν διάσπαρτοι, κυρίως κατά μήκος των βόρειων ελληνικών συνόρων, διατηρώντας διαρκή επαφή με τις γιουγκοσλαβικές αρχές. Ο αριθμός των αριστερών ενόπλων που είχαν βγει στην παρανομία τον Μάρτιο του 1945, σύμφωνα με συντηρητικούς υπολογισμούς, ήταν πέντε χιλιάδες κομμουνιστές και ακόμα περίπου έξι χιλιάδες οπλισμένοι Σλαβόφωνοι, παλαίμαχοι των ανταρτικών ομάδων του Ε.Λ.Α.Σ. Σε αυτούς μέχρι το φθινόπωρο 1945, προστέθηκαν επιπλέον οκτώ με δέκα χιλιάδες πρώην στελέχη του Ε.Λ.Α.Σ., ανεβάζοντας το σύνολο των ανδρών των αριστερών ένοπλων ομάδων περίπου στις είκοσι μία με είκοσι τρεις χιλιάδες άνδρες.798 Τα προβλήματα ασφαλείας στην ελληνική περιφέρεια, οι καταγγελίες της ελληνικής κυβέρνησης για τη συνεργασία των ανδρών των Σωμάτων Ασφαλείας με φιλοβασιλικές ένοπλες ομάδες και τη «Χ», προκάλεσαν το ενδιαφέρον κάποιων βουλευτών του βρετανικού Κοινοβουλίου καθώς και την αμήχανη κοινοβουλευτική απάντηση της βρετανικής κυβέρνησης. Ο βουλευτής του κυβερνώντος Εργατικού Κόμματος, Zilliacus, κατέθεσε Επίκαιρη Ερώτηση προς το Υπουργείo Εξωτερικών: «Με βάση τα παράπονα του Έλληνα πρωθυπουργού, ότι οι αστυνομικές δυνάμεις είναι αναξιόπιστες, εξαιτίας του αριθμού των μελών της οργάνωσης «Χ» και άλλων δεξιών τρομοκρατών. Ερωτάτε το Υπουργείο, αν θα ζητήσει από τον Σερ Τσαρλς Ουίκαμ να καταβάλλει επιπλέον προσπάθειες, για να απαλλαγή νεοσυλλέκτους, που υπήρξαν πρώην μέλη τέτοιων οργανώσεων;» Το βρετανικό Υπουργείο Εξωτερικών γενικόλογα απάντησε πως από την πρώτη στιγμή ο Αρχηγός της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής, Sir Wickham, και συνολικά η Βρετανική Αστυνομική Αποστολή συμβούλευαν την άμεση απόλυση από την Ελληνική Αστυνομία και Χωροφυλακή 797 798
Κλόουζ, ό.π., σσ. 253-254. Ιατρίδης, «Εμφύλιος Πόλεμος, 1945-1949, Εθνικοί και Διεθνείς παράγοντες», ό.π., σ. 347.
291
κάθε αξιωματικού ή οπλίτη που είχε αποδειχθεί ένοχος μεροληψίας κατά την άσκηση των καθηκόντων του ή που είχε αποδειχθεί ότι ήταν μέλος παράνομων οργανώσεων.799 Σε ένα άλλο επίπεδο η Κυβέρνηση Σοφούλη προχώρησε τον Ιανουάριο του 1946 στην ανακοίνωση νέων μισθολογικών κλιμάκων για το προσωπικό των Σωμάτων Ασφαλείας. Η αναπροσαρμογή των αμοιβών οφειλόταν στη γενικότερη οικονομική κατάσταση της Χώρας και στις έντονες πληθωριστικές τάσεις οι οποίες είχαν εξανεμίσει τα εισοδήματα των ανδρών των Σωμάτων Ασφαλείας. Οι νέες μισθολογικές κλίμακες εγκρίθηκαν από κυβερνητική επιτροπή που συγκλήθηκε την 29η Ιανουαρίου 1946 και προέβλεπαν πως οι μόνιμοι αξιωματικοί και ανθυπασπιστές του Στρατού Ξηράς, του Ναυτικού, της Αεροπορίας, της Χωροφυλακής και του Λιμενικού θα λάμβαναν
μηνιαίο επίδομα φθοράς του ιματισμού· οι ανώτατοι
αξιωματικοί είκοσι χιλιάδες δραχμές, οι ανώτεροι αξιωματικοί δεκαπέντε χιλιάδες δραχμές, οι κατώτεροι αξιωματικοί και οι ανθυπασπιστές δώδεκα χιλιάδες δραχμές και από τους υπαξιωματικούς, οι ενωμοτάρχες εφτά χιλιάδες πεντακόσιες δραχμές και οι υπενωμοτάρχες πέντε χιλιάδες δραχμές. Επίσης, αποφασίστηκε η αναπροσαρμογή των βασικών μηνιαίων αποδοχών κατά βαθμό ως εξής:
Αρχηγού Χωροφυλακής στις διακόσιες ογδόντα δραχμές
Α΄ Διευθυντή στις διακόσιες εξήντα δραχμές
Β΄ Διευθυντή στις διακόσιες σαράντα δραχμές
Ενωμοτάρχη στις εκατόν τριάντα δραχμές
Υπενωμοτάρχη στις εκατόν είκοσι δραχμές
Μόνιμου Χωροφύλακα στις εκατόν δέκα δραχμές
Έφεδρου Άνευ Θητείας στις εκατό δραχμές
Δόκιμου Χωροφύλακα στις είκοσι δραχμές
Αποφασίστηκε επίσης από το κυβερνητικό συμβούλιο πως οι ανωτέρω μηνιαίες αποδοχές θα αναπροσαρμόζονταν αυξανόμενες επιπλέον κατά 10% για κάθε πενταετία υπηρεσίας εκάστου στελέχους, με μόνο περιορισμό πως η αύξηση αυτή θα χορηγούνταν με ανώτατο όριο τις τέσσερις πενταετίες.800
799
F.O. 371/48370, R 18257, Mr. Levy, Parliamentary Question, 24th October 1945, Ι.Α.Ε.Υ Ιστορικό Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών, Α΄ Πολιτική, Φάκελος 5.2, 1946, Parliamentary Debates (Hansard), House of Commons, Official Reports, Volume 420, No 104, Monday 18 th March 1946. 800 Καθημερινή, 29η Ιανουαρίου 1946, «Στρατός, Σώματα Ασφαλείας και Πυροσβεστική», σ.3.
292
Οι τελευταίοι δύο μήνες της Κυβέρνησης Σοφούλη πριν από τη διενέργεια των εθνικών εκλογών που είχαν οριστεί για την Κυριακή, 30 Μαρτίου του 1946, με Νόμο που υπέβαλε ο πρωθυπουργός κ. Σοφούλης και υπέγραψε την 19η Ιανουαρίου 1946 ο αντιβασιλέας Δαμασκηνός,801 υπήρξαν ιδιαίτερα παραγωγικοί στη σύνταξη και έγκριση νομοθετημάτων τα οποία αφορούσαν την οργάνωση και λειτουργία της Χωροφυλακής. Σε μία μόνο συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου επικυρώθηκαν τέσσερα νομοθετήματα σχετικά με τη Χωροφυλακή: α) ο Α.Ν. 924/8ης-12ης Φεβρουαρίου 1946 «Περί καταστάσεως αξιωματικών της Χωροφυλακής», β)ο Α.Ν. 925/8ης-12ης Φεβρουαρίου 1946 «Περί Στρατιωτικών ποινικών διατάξεων αφορώσων την Χωροφυλακήν», γ) ο Α.Ν. 926/8ης-12ης Φεβρουαρίου 1946 «Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των διατάξεων περί αποκαταστάσεως στρατιωτικών της Χωροφυλακής εξελθόντων διά πολιτικούς λόγους» και δ) ο Α.Ν. 931/8ης-12ης Φεβρουαρίου 1946 «Περί τρόπου συμπληρώσεως των διά της υπ’ αριθμό 347 από 15-7-1945 Πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου, διατηρουμένων οργανικών θέσεων πολιτικών υπαλλήλων Χωροφυλακής». Μία εβδομάδα πριν από τις εθνικές εκλογές επικυρώθηκε ο Α.Ν. 1152/23ης-29ης Μαρτίου 1946 «Περί τοποθετήσεων και μεταθέσεων των αξιωματικών της Χωροφυλακής». Ο Α.Ν. 924 και ο Α.Ν. 925/8ης-12ης Φεβρουαρίου 1946 ρύθμισαν εκκρεμή ζητήματα της συγκρότηση των Ανακριτικών Συμβουλίων της Χωροφυλακής και ευρύτερα ζητήματα Ποινικής Νομοθεσίας, τα οποία αφορούσαν τη Χωροφυλακή και τους υπηρετούντες σε αυτή. Κύριο χαρακτηριστικό και των δύο νομοθετημάτων ήταν η αντίθεσή τους προς το πνεύμα του Α.Ν. 471/11ης-13ης Ιουλίου 1945, ο οποίος είχε συνταχθεί για να αποκόψει τα εν καιρώ ειρήνης δεσμά μεταξύ του Στρατού και της Χωροφυλακής. Ο Α.Ν. 924 και ο Α.Ν. 925/8ης-12ης Φεβρουαρίου 1946 επανέφεραν παλαιότερους δεσμούς που υπήρχαν στον νευραλγικό τομέα της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης καθιστώντας τη Χωροφυλακή εξαρτώμενη του Στρατού. Ο Α.Ν. 924 προέβλεψε τη δυνατότητα συμμετοχής ανώτερων αξιωματικών του Στρατού στα Ανακριτικά Συμβούλια, που συγκροτούνταν για τους ανώτερους αξιωματικούς της Χωροφυλακής802 και ο Α.Ν. 925 επέτρεψε τη συμμετοχή υπό προϋποθέσεις
801
Richter, ό.π., σ. 485. Φ.Ε.Κ. 46, Αναγκαστικός Νόμος 924, 8 η-12η Φεβρουαρίου 1946, «Περί καταστάσεως αξιωματικών της Χωροφυλακής». 802
293
ανώτερων αξιωματικών του Στρατού στις συνθέσεις των Στρατιωτικών Δικαστηρίων, που εκδίκαζαν υποθέσεις ανώτερων αξιωματικών της Χωροφυλακής.803 Ο Α.Ν. 926/8ης-12ης Φεβρουαρίου 1946 προέβλεπε τις διαδικασίες για την αποκατάσταση των χωροφυλάκων που είχαν εξέλθει του Σώματος εξαιτίας πολιτικών λόγων. Ο Α.Ν. 926/1946 όρισε πως η υποβολή των αιτήσεων αποκατάστασης των αξιωματικών και ανθυπασπιστών της Χωροφυλακής, οι οποίοι είχαν εξέλθει του Σώματος και δικαιούνταν αποκατάστασης με τα κριτήρια του 9ου Άρθρου της υπ’ αριθμό 29/1945 Συντακτικής Πράξης, παρατείνονταν για ένα μήνα μετά τη δημοσίευση
του
Νόμου.
Επίσης,
ο
Α.Ν.
926/1946
προέβλεπε
πως
οι
αποκατασταθέντες αξιωματικοί και ανθυπασπιστές κατ’ εφαρμογή της υπ’ αριθμό 29/1945 Συντακτικής Πράξεως και οι αποκατασταθέντες οπλίτες της Χωροφυλακής κατ’ εφαρμογή του Α.Ν. 228/1945 όφειλαν να παρουσιαστούν σε οποιαδήποτε Διοίκηση Χωροφυλακής εντός ενός μήνα από την ημερομηνία δημοσίευσης του Βασιλικού Διατάγματος με το οποίο ανακοινωνόταν η αποκατάσταση εκάστου αξιωματικού, ανθυπασπιστή ή οπλίτη της Χωροφυλακής. Ο Α.Ν. 926/1946 προέβλεπε πως όσοι αξιωματικοί, ανθυπασπιστές και οπλίτες της Χωροφυλακής δεν υπέβαλαν εμπρόθεσμα το αίτημα αποκατάστασής τους ή δεν προσέρχονταν εμπροθέσμως στις Διοικήσεις της Χωροφυλακής μετά την αποκατάστασή τους θα θεωρούνταν πως είχαν παραιτηθεί των ευνοϊκών διατάξεων των Συντακτικών Πράξεων, των Νόμων περί αποκαταστάσεως και των οικείων Βασιλικών Διαταγμάτων, που πιστοποιούσαν την αποκατάστασή τους.804 Ο Α.Ν. 931/8ης-12ης Φεβρουαρίου 1946 ρύθμισε τα ζητήματα του πολιτικού προσωπικού της Χωροφυλακής και προέβλεπε πως οι πολιτικοί υπάλληλοι της Χωροφυλακής που είχαν απολυθεί με βάση την υπ’ αριθμό 59/1945 Συντακτική Πράξη μπορούσαν να υποβάλουν αίτημα προς το Υπουργείο Δημοσίας Τάξης στη Γενική Διεύθυνση Χωροφυλακής, για να τοποθετηθούν στις κενές οργανικές θέσεις των δεκατεσσάρων δακτυλογράφων. Οι αιτήσεις θα αξιολογούνταν από Αρμόδιο Συμβούλιο με βάση τα υπηρεσιακά στοιχεία των υποψηφίων και θα επιλέγονταν οι καταλληλότεροι, ικανότεροι και εργατικότεροι. Οι επιλεγέντες με βάση την
803
Φ.Ε.Κ. 46, Αναγκαστικός Νόμος 925, 8 η-12η Φεβρουαρίου 1946, «Περί Στρατιωτικών ποινικών διατάξεων αφορώσων την Χωροφυλακήν». 804 Φ.Ε.Κ. 46, Αναγκαστικός Νόμος 926, 8 η-12η Φεβρουαρίου 1946 «Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των διατάξεων περί αποκαταστάσεως στρατιωτικών της Χωροφυλακής εξελθόντων διά πολιτικούς λόγους».
294
αξιολόγηση του Συμβουλίου προβλεπόταν πως θα διορίζονταν με τον βαθμό του γραφέα β΄ Τάξης.805 Ο σημαντικότερος όμως από τους νόμους περί τη Χωροφυλακή, ο οποίος εγκρίθηκε από την κυβέρνηση Σοφούλη ήταν ο Α.Ν. 1152/1946 που ρύθμισε όλα τα σχετικά με τις τοποθετήσεις και τις μεταθέσεις των αξιωματικών της Χωροφυλακής. Ο Νόμος όρισε πως οι τοποθετήσεις και οι μεταθέσεις των αξιωματικών της Χωροφυλακής ενεργούνταν από τον Υπουργό Δημοσίας Τάξης ύστερα από γνωμοδότηση του Συμβουλίου Τοποθετήσεων και Μεταθέσεων των Αξιωματικών της Χωροφυλακής. Το Συμβούλιο ορίστηκε πως αποτελούνταν από τον Αρχηγό της Χωροφυλακής, τον Γενικό Διευθυντή της Χωροφυλακής του Υπουργείου Δημοσίας Τάξης, τον Α΄ Επιθεωρητή της Επιθεώρησης της Χωροφυλακής, από ένα μέλος του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου,806 που οριζόταν από τον Πρόεδρο του Αναθεωρητικού και από έναν συνταγματάρχη της Χωροφυλακής, που οριζόταν από τον Γενικό Αρχηγό των Σωμάτων Ασφαλείας. Στη σύνθεση του Συμβουλίου μετείχε χωρίς δικαίωμα ψήφου και ένα μέλος της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής, το οποίο οριζόταν από τον Αρχηγό της Αποστολής. Ο Α.Ν. 1152/1946 όρισε πως μέχρι να συμπληρωθούν διά της προαγωγής εκ των συνταγματαρχών οι οργανικές θέσεις των ανωτάτων αξιωματικών του Σώματος, τις γνωματεύσεις για τις τοποθετήσεις και τις μεταθέσεις θα τις πραγματοποιούσε έτερο Συμβούλιο, που θα συνερχόταν κατόπιν διαταγής του Υπουργού Δημοσίας Τάξης και θα αποτελούνταν από τον Γενικό Αρχηγό των Σωμάτων Ασφαλείας, τον Αρχηγό της Χωροφυλακής, από Επίτροπο του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου και σε περίπτωση κωλύματος ή απουσίας αυτού από το αρχαιότερο εκ των μελών του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου. Οι αποφάσεις του Συμβουλίου θα λαμβάνονταν κατά πλειοψηφία, θα ήταν υποχρεωτικές για τον Υπουργό Δημοσίας Τάξης και σε περίπτωση ισοψηφίας θα υπερίσχυε η ψήφος του
805
Φ.Ε.Κ. 46, Αναγκαστικός Νόμος 931, 8 η-12η Φεβρουαρίου 1946, «Περί τρόπου συμπληρώσεως των διά της υπ’ αριθμό 347 από 15-7-1945 Πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου, διατηρουμένων οργανικών θέσεων πολιτικών υπαλλήλων Χωροφυλακής». 806 Το Αναθεωρητικό Δικαστήριο ήταν το ανώτατο στρατιωτικό δικαστήριο. Εκτελούσε τα καθήκοντα του Εφετείου για τις δικαστικές υποθέσεις των Ενόπλων Δυνάμεων. Ως δευτεροβάθμιο δικαστικό όργανο ήταν κοινό και τα τρία Όπλα των Ενόπλων Δυνάμεων αλλά και του Λιμενικού και για την περίοδο που μελετούμε και για το Σώμα της Χωροφυλακής. Προϊστάμενος του Αναθεωρητικού ήταν πάντα Στρατιωτικός Δικαστής, που έφερε το βαθμό του Ταξιάρχου. Το Αναθεωρητικό Δικαστήριο σε επίπεδο υπαγωγής υπαγόταν και συνεχίζει να υπάγεται απευθείας στον Υπουργό και σε κάποιες περιόδους η αρμοδιότητα αυτή περιερχόταν, κατά παραχώρηση, είτε στον Αρχιστράτηγο είτε μετέπειτα στον Αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Αμύνης.
295
Προέδρου, δηλαδή του μέλους που ήταν ανώτερο ως προς την τάξη ή την αρχαιότητα εκ των μελών.807 Οι Βρετανοί διατύπωσαν την ένστασή τους για τον Α.Ν. 1152/1946. Η ένσταση δεν αφορούσε το περιεχόμενό του, με το οποίο συμφωνούσαν, αλλά τη χρονική στιγμή κατά την οποία ελήφθη η συγκεκριμένη νομοθετική πρωτοβουλία, καθώς θεωρούσαν πως γινόταν πολιτική εκμετάλλευση του μέτρου και θα χρησιμοποιούνταν για την εξυπηρέτηση πολιτικών φίλων και οπαδών της Κυβέρνησης, προκαλώντας αναστάτωση στο Σώμα των αξιωματικών της Χωροφυλακής.808 Καθώς η χώρα όδευε προς τις πρώτες εθνικές εκλογές, ο πρωθυπουργός Σοφούλης ανησυχώντας για τις συνθήκες ασφάλειας και τάξης υπό τις οποίες αυτές θα διενεργούνταν, ζήτησε την 15η Φεβρουαρίου 1946 με υπόμνημα του υπουργού Εξωτερικών του, Κ. Ρέντη προς τον Βρετανό υπουργό Εξωτερικών Bevin, την αναβολή των εκλογών για δύο έως τρεις μήνες. Ο Σοφούλης στην επιστολή του προς τον Bevin δήλωσε πως αν αναβάλλονταν οι εκλογές,
θα επέβαλλε απόλυτα τη
δημόσια τάξη και την ισότητα των δικαιωμάτων όλων των πολιτών που είχαν τρομοκρατηθεί από τη δράση της Άκρας Αριστεράς στη Μακεδονία και της Άκρας Δεξιάς στη Νότια Ελλάδα και δεσμεύτηκε πως θα έλεγχε τη δράση τόσο των Δεξιών όσο και των αριστερών ένοπλων ομάδων, δημιουργώντας μία νέα μονάδα της Χωροφυλακής, η οποία θα ήταν απόλυτα νομοταγής και αξιόπιστη προς την Κυβέρνηση. Η νέα μονάδα της Χωροφυλακής με βάση τους σχεδιασμούς του Σοφούλη θα είχε δύναμη τριών χιλιάδων ανδρών, οι οπλίτες της θα προέρχονταν από τη Μακεδονία και την Κρήτη και οι αξιωματικοί της από τους ενταχθέντες στον Β΄ Πίνακα, καθώς η Κυβέρνηση την 5η Φεβρουαρίου 1946 με Αναγκαστικό Νόμο που είχε κυρώσει μπορούσε σε περίπτωση επιτακτικής ανάγκης να αξιοποιήσει προσωρινά στη Χωροφυλακή άτομα από τον Β΄ Πίνακα που ήταν κατάλληλα για την τήρηση της τάξης.809 Η επιθυμία του Σοφούλη και της Κυβέρνησής του να αξιοποιήσει άτομα από τον Β΄ Πίνακα πήγαζε από το γεγονός ότι, λόγω των συνεχών αναθεωρήσεων του Πίνακα της εφεδρείας από τις προηγούμενες κυβερνήσεις, όλα τα δημοκρατικά 807
Φ.Ε.Κ. 119, Αναγκαστικός Νόμος 1152, 23 η/29η Μαρτίου 1946, «Περί τοποθετήσεων και μεταθέσεων των αξιωματικών της Χωροφυλακής». 808 F.O. 371/58755, R 4508, British Police Mission, Headquarters, Athens, Sir Wickham to Lanscelles, M.A.1/4, 19th February 1946. 809 Φ.Ε.Κ. 36, Αναγκαστικός Νόμος 904, 6η Φεβρουαρίου 1946, «Περί αναθέσεως υπηρεσίας εις αξιωματικούς Χωροφυλακής τελούντας εκτός οργανικών θέσεων» και Richter, ό.π., σσ. 492-493.
296
στοιχεία του στρατεύματος είχαν ενταχθεί στην εφεδρεία. Η προταθείσα νέα μονάδα της Χωροφυλακής με βάση την πρόταση Σοφούλη, θα τοποθετούνταν στη Δυτική Μακεδονία και τη Νότια Ελλάδα, όπου υπήρχε αυξανόμενη ένταση της βίας και μεγάλες πιθανότητες απώλειας του ελέγχου από την Κυβέρνηση.810 Το αίτημα του Σοφούλη για την αναβολή των εκλογών και τη δημιουργία της νέας μονάδας της Χωροφυλακής όμως δεν βρήκαν καμία θετική ανταπόκριση από τη βρετανική πλευρά και έπεσαν στο κενό, παρά την ενημέρωσή της πως η Αριστερά, αν δεν αναβάλλονταν οι εθνικές εκλογές, επρόκειτο να απέχει από αυτές, ώστε να βελτιωθεί η κατάσταση των εκλογικών καταλόγων και η υφιστάμενη κατάσταση στον τομέα της ασφάλειας. Ο Σοφούλης προειδοποίησε τη βρετανική πλευρά πως το πολιτικό σκηνικό της Χώρας θα κυριαρχούνταν από τη Δεξιά, αν η Αριστερά απείχε από τις εθνικές εκλογές. Ο Σοφούλης προειδοποίησε επίσης πως τυχόν κυριαρχία της Δεξιάς, υποστηριζόμενης από τη «Χ» και από το σύνολο των Σωμάτων Ασφαλείας, θα οδηγούσε σε νόθο εκλογικό αποτέλεσμα με την υφαρπαγή της ψήφου στην περιφέρεια και τον σχηματισμό μιας αποκλειστικά δεξιάς Κυβέρνησης, η οποία θα διενεργούσε ταχύτατα το δημοψήφισμα για το πολιτειακό, προκειμένου να φέρει τον βασιλιά. Ο Σοφούλης προειδοποίησε τέλος ότι συνδυασμός των ανωτέρω γεγονότων θα αποτελούσε ευθεία πρόκληση για την Άκρα Αριστερά και θα της έδινε την αφορμή να επαναδιεκδικήσει την εξουσία.811 Η βρετανική άρνηση για τη δίμηνη αναβολή των εκλογών οφειλόταν στην αδυναμία της Μεγάλης Βρετανίας να ανταποκριθεί στις πολλές και διαφορετικές απαιτήσεις τις οποίες καλούνταν να υπηρετήσει, καθώς η ισχύς της εξασθενούσε συνεχώς αλλά και στην άσκηση πολιτικής αποφασιστικότητας για να ενισχυθεί το βρετανικό κύρος ώστε να πεισθούν οι Σοβιετικοί και οι Αμερικανοί να αντιμετωπίσουν τη Μεγάλη Βρετανία ισότιμα. Η αδυναμία της Μεγάλης Βρετανίας να ανταποκριθεί στις πολλαπλές προκλήσεις που προκαλούσε η δραστηριοποίηση της στην Ελλάδα αποτυπώνεται στην τελευταία έκθεση του Leeper, με ημερομηνία 27η Φεβρουαρίου 1946, λίγες μέρες πριν από τη μετακίνησή του στην πρεσβεία του Μπουένος Άιρες στην Αργεντινή. Στην έκθεσή του ανέφερε ενδεικτικά: «Κάναμε μία οικονομική συμφωνία και στείλαμε μία αποστολή για να επιβλέψει την τήρηση, εκ μέρους των Ελλήνων, των υποχρεώσεων που είχαν αναλάβει, ισοσκελίζοντας τον 810
F.O. 371/58753, R 2318, Athens to Foreign Office, Sir R. Leeper, No 293,11 th February 1946 και Richter, ό.π., σσ. 492-493. 811 Στο ίδιο, σ. 500.
297
προϋπολογισμό τους. Όμως, αυτό μπορούν να το πετύχουν μόνο με την μείωση των Ενόπλων τους Δυνάμεων και της Χωροφυλακής, πολύ κάτω από το σημείο ασφαλείας. Εάν δεν κάνουν την μείωση αυτή, θα καταρρεύσουν λόγω χρεοκοπίας». 812 Αντίστοιχα η επιδίωξη της προβολής αποφασιστικότητας στο ζήτημα της ημερομηνίας διεξαγωγής των ελληνικών εθνικών εκλογών για να ενισχυθεί το βρετανικό κύρος αποτυπώθηκε στην παραδοχή του Bevin τον Φεβρουάριο 1946, πως αναβολή της ημερομηνίας διενέργειας ελεύθερων εκλογών θα αποτελούσε πλήγμα για το βρετανικό κύρος καθώς θα εκλαμβάνονταν ως ένδειξη πως οι Βρετανοί «δεν ήταν ικανοί να διατηρήσουν τον νόμο και την τάξη».813 Ο Σοφούλης, παρά την έντονη επιθυμία του για την ολιγόμηνη αναβολή των εθνικών εκλογών, αποδέχθηκε τη θέση των Βρετανών για τη διεξαγωγή των εκλογών την 30ή Μαρτίου 1946 και συνέχισε να προσπαθεί να πετύχει την πειθάρχηση των Σωμάτων Ασφαλείας στις διαταγές της Κυβέρνησης και τη βελτίωση των συνθηκών Ασφαλείας και επιβολής του Νόμου. Επίσης, στο πλαίσιο της ύστατης αυτής προσπάθειας, εξέδωσε με την ιδιότητα του Υπουργού Δημοσίας Τάξης εγκύκλιο την 13η Μαρτίου 1946 προς όλες τις υπηρεσίες της Χωροφυλακής και της Αστυνομίας Πόλεων. Με αυτήν καλούσε τους άνδρες των Σωμάτων Ασφαλείας να συνεχίσουν και να εντείνουν τις προσπάθειές τους για την αποκατάσταση της τάξης και της ασφάλειας σε όλη τη Χώρα λόγω των επικείμενων εκλογών κατά τις οποίες οι υπηρεσίες της Χωροφυλακής και της Αστυνομίας Πόλεων όφειλαν να προσφέρουν πέραν όλων των άλλων και τη δυνατότητα της ελεύθερης άσκησης του δικαιώματος του εκλέγειν και εκλέγεσθαι σε όλους του Έλληνες. Ο Σοφούλης στην εγκύκλιό του προσδιόρισε λεπτομερώς τις υποχρεώσεις της Χωροφυλακής και της Αστυνομίας Πόλεων κατά την προεκλογική περίοδο αλλά και κατά την ημέρα των εκλογών ως εξής: α) να διευκολύνουν την ελεύθερη άσκηση του εκλογικού δικαιώματος των πολιτών, β) να παράσχουν όλες τις νόμιμες διευκολύνσεις και την αναγκαία προστασία στους πολιτευτές, που θα περιόδευαν ανά την Επικράτεια και θα μιλούσαν στις προεκλογικές ομιλίες, ώστε να επικοινωνήσουν με τους ψηφοφόρους τους, γ) να τηρήσουν προσεκτική στάση κατά την ημέρα των πολιτικών συγκεντρώσεων και την ημέρα των εκλογών, δ) να εξασφαλίσουν την ελεύθερη κίνηση και επικοινωνία των υποψηφίων βουλευτών 812
Στο ίδιο, σ. 505. Θανάσης Σφήκας, «Προφανώς με τη Δεξιά..»: Η Βρετανία και οι Εκλογές του 1946», Ψαλλίδας Γρηγόριος (επιμ), Οι εκλογές του 1946, Σταθμός στην πολιτική ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας, Αθήνα, 2008, σσ. 323-324. 813
298
όλων των κομμάτων, ε) να εξασφαλίσουν πάση θυσία την τήρηση της δημοσίας τάξης μέχρι τις εκλογές. Ο Σοφούλης τόνισε στην εγκύκλιό του πως η επίτευξη του κατάλληλου κλίματος για τη διενέργεια ελεύθερων εκλογών, θα επιτυγχανόταν μόνο με την αμερόληπτη, άψογη και ψύχραιμη στάση των ανδρών των Σωμάτων Ασφαλείας κατά την άσκηση του καθήκοντός τους και με την πάταξη εν τη γενέσει τους των οποιωνδήποτε προσπαθειών διασάλευσης της δημοσίας τάξης από ταραχοποιά στοιχεία.814 Στα πλαίσιο της προετοιμασίας των εθνικών εκλογών πραγματοποιήθηκε την 18η Φεβρουαρίου 1946 σύσκεψη με τη συμμετοχή του Υπουργού Δημοσίας Τάξης, Μερκούρη, του Αρχηγού και του Διευθυντή της Χωροφυλακής και του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Δημοσίας Τάξης. Στη σύσκεψη αποφασίστηκε η άρση από την 5η Μαρτίου 1946 του Στρατιωτικού Νόμου, ο οποίος είχε κηρυχθεί στη Λακωνία και τη Μεσσηνία, έπειτα από το επεισόδιο Μαγγανά, ώστε να είναι εφικτή η πραγματοποίηση των προεκλογικών εκδηλώσεων και της εκλογικής διαδικασίας στη Λακωνία και τη Μεσσηνία, υπό τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις που θα ίσχυαν και στην υπόλοιπη Χώρα. Επίσης, αποφασίστηκε πως το Έκτακτό Στρατοδικείο Καλαμάτας που είχε συγκροτηθεί με την κήρυξη του Στρατιωτικού Νόμου για να εκδικάσει τις υποθέσεις που σχετίζονταν με τη Στάση του Μαγγανά, όφειλε να είχε περατώσει τις εργασίες του μέχρι την 30ή Μαρτίου 1946.815 Εν όψει των εκλογών εκδόθηκε Κοινή Υπουργική Απόφαση των Υπουργών Στρατιωτικών και Δημοσίας Τάξης, με την οποία ανατέθηκε στα Σώματα Ασφαλείας η τήρηση της τάξης στην περιφέρεια της τέως Διοικήσεως Πρωτευούσης και ορίστηκε πως στην περίπτωση της πρόκλησης ταραχών, χωρίς να είναι αναγκαία η έκδοση κάποιας νέας διαταγής, τη διοίκηση όλων των δυνάμεων του κράτους, μεταξύ των οποίων και των Σωμάτων Ασφαλείας, καθώς και την ευθύνη της επιβολής της τάξης, την αναλάμβανε ο Ανώτερος Στρατιωτικός Διοικητής Στερεάς Ελλάδας. Ο Διοικητής της Α.Σ.Δ.Σ.Ε. με βάση την Κοινή Υπουργική Απόφαση, αναφερόταν
814
Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, Φάκελος 134.4, 1947, Αριθμός Πρωτοκόλλου 16/5781/6, Εγκύκλιος 116, Γενική Διεύθυνση Χωροφυλακής, Διεύθυνση Ασφαλείας, Τμήμα Εθνικής Ασφαλείας, Εγκύκλιος Υπουργού προς «Άπασας τας Υπηρεσίας Χωροφυλακής και Αστυνομίας Πόλεων», 13η Μαρτίου 1946. 815 Καθημερινή, 19η Φεβρουαρίου 1946, «Ο κ. Μερκούρης θα εμπεδώση την Τάξιν- Την 5ην Μαρτίου αίρεται ο Στρατιωτικός Νόμος», σ. 4.
299
απευθείας στον Πρωθυπουργό και στους αρμόδιους Υπουργούς Στρατιωτικών και Δημοσίας Τάξης.816 Η προεκλογική περίοδος δεν ανέστειλε τη διαδικασία αναδιοργάνωσης του Στρατού, έτσι την 8η Μαρτίου εκδόθηκαν δύο σημαντικές διαταγές από τον Αρχηγό του Γ.Ε.Σ., οι οποίες καθόρισαν την οργάνωση του Στρατού. Με την πρώτη διαταγή ονοματοδοτήθηκαν τα τριάντα τρία από τα σαράντα έξι τάγματα Εθνοφυλακής, ενώ τα εξής δεκατρία διατήρησαν την αρίθμηση και τον τίτλο τους: 105ο, 106ο, 108ο, 109ο, 110ο, 117ο, 119ο, 147ο, 160ό, 173ο, 300ό, 315ο και 316ο. Η διαταγή του Αρχηγού Γ.Ε.Σ. όρισε πως για την αποφυγή φαινομένων σύγχυσης από τη μετονομασία των ταγμάτων η εφαρμογή του μέτρου θα άρχιζε από τη 15η Μαΐου 1946 και πως οι μονάδες από τη 15η Μαΐου 1946 έως και την 30ή Σεπτεμβρίου όφειλαν να αναγράφουν σε όλα τα υπηρεσιακά έγγραφα τους το νέο αριθμό της μονάδας και τον παλιό αριθμό συνοδευόμενο από τη λέξη «τέως». 817 Η δεύτερη διαταγή αφορούσε τη μετονομασία των Ανωτάτων Στρατιωτικών Διοικήσεων και των Στρατιωτικών Διοικήσεων, όπως αυτές καθορίστηκαν με το Σχέδιο Οργάνωσης του Στρατού. Με βάση τη διαταγή, οι Ανώτατες Στρατιωτικές Διοικήσεις μετονομάστηκαν σε Σώματα Στρατού και οι Στρατιωτικές Διοικήσεις μετονομάστηκαν σε Μεραρχίες, Ταξιαρχίες και σε Περιοχές Ευθύνης για τα λιμάνια Πειραιά, Κορίνθου, Βόλου και Πρέβεζας. Η διαταγή όρισε πως η 64η Στρατιωτική Διοίκηση Τρίπολης και η 65η Στρατιωτική Διοίκηση Πατρών εξαιρούνταν της μετονομασίας μέχρι την έκδοση νεώτερης διαταγής. Η διαταγή του Αρχηγού του Γ.Ε.Σ. όρισε επίσης πως η μετάπτωση των μονάδων της Εθνοφυλακής σε μονάδες του τακτικού Στρατού θα πραγματοποιούνταν τη 15η Μαΐου και θα εορταζόταν με επίσημες παρελάσεις και εορτασμούς.818 Οι εκλογές της 31ης Μαρτίου 1946 στιγματίστηκαν από την επίθεση βαριά οπλισμένης αριστερής ομάδας κατά του Σταθμού Χωροφυλακής στο Λιτόχωρο Πιερίας την 30ή Μαρτίου. Η επίθεση κατά του Σταθμού Χωροφυλακής στο Λιτόχωρο, σύμφωνα με μερίδα ιστορικών, διατάχθηκε από τον ίδιο τον Ζαχαριάδη, ο οποίος διέταξε την κομματική οργάνωση της Μακεδονίας να επιλέξει έναν στόχο της
816
Καθημερινή, 17η Μαρτίου 1946, «Την τήρησιν της Τάξης εις την περιφέρεια της τέως Διοικήσεως Πρωτευούσης θα την αναλάβουν τα Σώματα Ασφαλείας - Μόνο αν προκληθούν ταραχαί θα την αναλάβουν οι Στρατιωτικαί Αρχαί», σ.3 817 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ., Διεύθυνσις Οργανώσεως, «Περίληψις Μετονομασίας Ταγμάτων Πεζικού», 8 η Μαρτίου 1946. 818 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ., Διεύθυνσις Οργανώσεως, «Περίληψις Οργάνωσις Στρατού», 8η Μαρτίου 1946.
300
εκλογής της, εναντίον του οποίου θα επιτίθεντο την παραμονή των εκλογών.819 Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, οι οποίες δημοσιεύτηκαν και στον Τύπο της εποχής, την 29η Μαρτίου 1946 εισήλθε στο Λιτόχωρο κατά τις 11:30μ.μ. ένοπλη αριστερή ομάδα τριάντα τριών ανδρών (σύμφωνα με τις κυβερνητικές πηγές οι ένοπλοι ήταν περισσότεροι από εκατό) με Αρχηγό του αποσπάσματος τον Υψηλάντη (Αλέξιο Ρόσιο) (σύμφωνα με τις κυβερνητικές πηγές Αρχηγοί του αποσπάσματος ήταν ο καπετάν Φωτεινός και ο καπετάν Τζαβέλλας), εκ των οποίων τουλάχιστον είκοσι εννέα κατάγονταν από την ευρύτερη περιοχή του Λιτόχωρου και επιτέθηκαν κατά της φρουράς. Οι κυβερνητικές δυνάμεις αποτελούνταν από φρουρά είκοσι τριών χωροφυλάκων υπό τη διοίκηση ανθυπασπιστή, που επάνδρωνε μόνιμα τον Σταθμό Χωροφυλακής, και από έναν ουλαμό της Εθνοφυλακής, επίσης υπό τη διοίκηση ανθυπασπιστή που είχε καταφθάσει για να εποπτεύσει την εκλογική διαδικασία.820 Οι άνδρες της Εθνοφυλακής κατά τη διάρκεια της επίθεση κατά του Σταθμού της Χωροφυλακής, προέβαλαν ανύπαρκτη άμυνα, ενώ πολλοί από αυτούς παρέδωσαν τα όπλα τους και ενώθηκαν με τους αντάρτες, σε αντίθεση με τους χωροφύλακες οι οποίοι αρνήθηκαν να παραδοθούν και προέβαλαν σθεναρή αντίσταση. Οι αντάρτες τερμάτισαν την επίθεσή τους και αποσύρθηκαν στις δασώδεις περιοχές του Ολύμπου, όταν εμφανίστηκαν βρετανικά τεθωρακισμένα. Οι κυβερνητικές απώλειες από την επίθεση στο Λιτόχωρο ήταν εννέα χωροφύλακες,821 δύο λοχίες, ένας εθνοφύλακας822 και είκοσι αγνοούμενοι εθνοφύλακες, κάποιοι εκ των οποίων αφέθηκαν ελεύθεροι από τους αντάρτες τη 2α Απριλίου και επέστρεψαν πίσω σώοι, ενώ κάποιοι άλλοι βρέθηκαν απανθρακωμένοι λίγες μέρες μετά στα πυρπολημένα ερείπια του Σταθμού.823 Στις ανωτέρω απώλειες προστίθεται ο θάνατος δύο πολιτών, ενός άνδρα και μίας γυναίκας, καθώς και δύο τραυματίες, ενός χωροφύλακα και ενός εθνοφύλακα.824
819
Κόντης, «Η διολίσθηση προς την εμφύλια σύγκρουση», ό.π., σ. 119. Δασκαλάκης, ό.π., σ. 586 και Καθημερινή, 1η Απριλίου 1946, «Υπερεκατόν κομμουνισταί επετέθησαν αιφνιδιαστικώς κατά του Σταθμού Λιτοχώρου με όλμους, χειροβομβίδας και εφόνευσαν έξι στρατιώτας και χωροφύλακας, ένα πολίτην και μία γυναίκα-Αγνοείται η τύχη 20 περίπου στρατιωτών και ενός ανθυπολοχαγού», σ.3 821 Σύμφωνα με δημοσιογραφικές αναφορές της εποχής εκείνης, και οι εννέα νεκροί Χωροφύλακες ήταν αποφοιτήσαντες από τη Σχολή Χωροφυλακής μόλις ένα μήνα πριν από τη μοιραία επίθεση που δέχθηκαν στο Λιτόχωρο, από Ακρόπολις, της 3ης Απριλίου 1946. 822 Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σ. 128. 823 Καθημερινή, 3η Απριλίου 1946, «12 Χωροφύλακες και Στρατιώται υπήρξαν τα θύματα εις Λιτόχωρον », σ.2. 824 Καθημερινή, 2η Απριλίου 1946, «Ένας χωροφύλακας και οι απαχθέντες από την συμμορίαν των κομμουνιστών στρατιώται επέστρεψαν εις το Λιτόχωρον», σ.2. 820
301
Η Κυβέρνηση στην Αθήνα πληροφορήθηκε τα γεγονότα με τηλεγράφημα, λίγη ώρα μετά την έναρξη της επίθεσης από το Διοικητή Χωροφυλακής Κατερίνης.825Λόγω της σπουδαιότητας που αποδόθηκε στο συμβάν, λίγες ώρες μετά την έναρξη της επίθεσης κατέφθασε στο Λιτόχωρο ο Διοικητής της Χωροφυλακής Κατερίνης, ο Ανώτατος Στρατιωτικός Διοικητής Κεντρικής Μακεδονίας και σημαντική δύναμη στρατιωτών από τη Θεσσαλονίκη, η οποία ανέλαβε ανεπιτυχώς την καταδίωξη των ανταρτών.826
825
Eudes, ό.π., σσ. 382-383. Καθημερινή, 1η Απριλίου 1946, «Υπερεκατόν κομμουνισταί επετέθησαν αιφνιδιαστικώς κατά του Σταθμού Λιτοχώρου με όλμους, χειροβομβίδας και εφόνευσαν έξι στρατιώτας και χωροφύλακας, ένα πολίτην και μία γυναίκα-Αγνοείται η τύχη 20 περίπου στρατιωτών και ενός ανθυπολοχαγού», σ.3. 826
302
Κεφάλαιο Έβδομο: ΤΟ ΜΕΤΕΚΛΟΓΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟ ΞΕΣΠΑΣΜΑ ΤΟΥ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΥ ΓΥΡΟΥ ΤΟΥ ΕΜΦΥΛΙΟΥ(ΜΑΡΤΙΟΣ – ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 1946) ΚΑΙ Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΗΣ ΣΕ ΑΥΤΟ Στις εθνικές εκλογές της 31ης Μαρτίου 1946 προσήλθαν και ψήφισαν 1.121.696, ενώ απείχαν 743.000 ψηφοφόροι. Πρώτη δύναμη αναδείχθηκε ο δεξιός συνασπισμός κομμάτων, με την επωνυμία Ηνωμένη Παράταξις Εθνικοφρόνων, ο οποίος είχε ως κύριο κορμό του το Λαϊκό Κόμμα και βρισκόταν υπό την ηγεσία επιτροπής, υπό τους Κωνσταντίνο Τσαλδάρη, Στυλιανό Γονατά και Απόστολο Αλεξανδρή και ο οποίος έλαβε 610.995 ψήφους, ήτοι το 55% , με 206 έδρες στο σύνολο 354 εδρών. Από τις 206 έδρες του δεξιού συνασπισμού, οι 156 ανήκαν στο Λαϊκό Κόμμα. Δεύτερη δύναμη αναδείχθηκε η Εθνική Πολιτική Ένωσις (Ε.Π.Ε.), η οποία ήταν συνασπισμός μικρών κεντροδεξιών κομμάτων, υπό τους Σοφοκλή Βενιζέλο, Γεώργιο Παπανδρέου και Παναγιώτη Κανελλόπουλο και ο οποίος έλαβε 213.721 ψήφους, ήτοι 19,28% και 68 έδρες. Τρίτη δύναμη αναδείχθηκαν οι Φιλελεύθεροι του Θεμιστοκλή Σοφούλη, οι οποίοι έλαβαν 159.525 ψήφους ήτοι 14,39% και 48 έδρες.827 Το Εθνικό Κόμμα Ελλάδος του Ναπολέοντα Ζέρβα, του οποίου η εκλογική απήχηση βρισκόταν κυρίως στην περιοχή της Ηπείρου, έλαβε 6% και 20 έδρες, ενώ τα υπόλοιπα μικρότερα κόμματα έλαβαν 12 έδρες.828 Παρά τη σαφή επικράτηση της Δεξιάς Παράταξης στις Εκλογές, ο σχηματισμός πολιτικής Κυβέρνησης δεν ήταν άμεσα εφικτός, καθώς δεν υπήρχε επίσημα αποδεκτός ηγέτης του πλειοψηφούντος Λαϊκού Κόμματος, στον οποίο θα δινόταν από τον αντιβασιλέα η εντολή σχηματισμού κυβερνήσεως. Λόγω της αδυναμίας εφαρμογής της συνταγματικής πρακτικής του Συντάγματος 1864/1911, σχηματίστηκε υπό την προεδρεία του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, Παναγιώτη Πουλίτσα, την 4η Απριλίου προσωρινή Κυβέρνηση «ευρέως εθνικού συνασπισμού». Η κυβέρνηση Πουλίτσα υπήρξε βραχύβια, καθώς την 18η Απριλίου,829έπειτα από την επίσημη εκλογή του Κων. Τσαλδάρη830 στην ηγεσία του
827
Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σ. 180-181. Ηλίας Νικολακόπουλος, Η καχεκτική δημοκρατία κόμματα και εκλογές, 1946-1967, Αθήνα, 2001, σ.74. 829 Η κυβέρνηση Κ. Τσαλδάρη σχηματίστηκε τη 17η Απριλίου και όχι τη 18η Μαΐου, όπως εσφαλμένα σημειώνεται στην «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους». 828
303
Λαϊκού Κόμματος, του δόθηκε η εντολή σχηματισμού κυβέρνησης. Η κυβέρνηση Τσαλδάρη αποτελούνταν αποκλειστικά από στελέχη της Ηνωμένης Παράταξης Εθνικοφρόνων.831 Η εκλογική επικράτηση της Δεξιάς στις εθνικές εκλογές αποχαλίνωσε τις ένοπλες εθνικιστικές οργανώσεις, οι οποίες προέβησαν σε διώξεις κατά των αριστερών πολιτών, που ξεπερνούσαν κάθε προηγούμενο. Η κυβερνητική αντίδραση στις διαμαρτυρίες και καταγγελίες κατά των εθνικιστικών οργανώσεων υπήρξε απολύτως αδιάφορη, όπως προκύπτει και από την απάντηση του αρμόδιου υπουργού Δημοσίας Τάξης Σπύρου Θεοτόκη, «Πρόκειται για μία έκρηξη θριάμβου, για μία μέθη των νικητών, που θα περάσει γρήγορα».832 Η στάση του Σπύρου Θεοτόκη ήταν φυσική συνέπεια του ιδεολογικού προσανατολισμού της κυβερνώσας παράταξης, καθώς τα περισσότερα από τα μέλη της Κοινοβουλευτικής της Ομάδας ήταν υπέρμαχοι της λήψης σκληρών μέτρων κατά της Αριστεράς, ώστε να δοθεί τέλος στην αναρχία, που κατά την αντίληψή τους αυτή προκαλούσε και επίσης ανάμεσα στους βουλευτές της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Ηνωμένης Παράταξης Εθνικοφρόνων υπήρξαν και άτομα, τα οποία είχαν συνεργαστεί με τους Γερμανούς κατά τη διάρκεια της Κατοχής833. Η αδιαφορία της Κυβέρνησης για το νέο κύμα βίας των ακροδεξιών οργανώσεων ενισχύθηκε από τη διεθνή αναγνώριση που έλαβε από τις ξένες κυβερνήσεις και από τη νομιμοποίηση της εκλογής της με βάση και την Έκθεση των Εκλογικών Παρατηρητών της Μεγάλης Βρετανίας, των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής και της Γαλλίας, η οποία δόθηκε στη δημοσιότητα την 11η Απριλίου 1946. Η Έκθεση των Παρατηρητών ανέφερε μεταξύ άλλων πως ύστερα από έρευνα που έγινε για τις καταγγελίες περί προκατάληψης υπέρ της Δεξιάς από την Αστυνομία και τη Χωροφυλακή, κατέληξαν στο συμπέρασμα πως η Αστυνομία στο σύνολό της υπήρξε πιστή στα καθήκοντά της ενώ στη Χωροφυλακή, αν και διαπιστώθηκαν κάποια φαινόμενα μεροληψίας, αυτά είχαν πολύ μικρή επίδραση στο γενικό εκλογικό αποτέλεσμα. Η Έκθεση των Παρατηρητών κατέληξε επίσης στην
830
Ο Κωνσταντίνος Τσαλδάρης υπήρξε ανιψιός του προπολεμικού ηγέτη του Λαϊκού Κόμματος και πρώην πρωθυπουργού, Παναγή Τσαλδάρη. Χαρακτηριζόταν για τη σταθερότητα των απόψεών του και τα φιλομοναρχικά του αισθήματα, τα οποία δεν εγκατέλειψε ούτε τα δύσκολα χρόνια της Κατοχής. 831 Κόντης, «Η διολίσθηση προς την εμφύλια σύγκρουση», ό.π., σ. 120. 832 Eudes, ό.π., σ. 387 και F.O 371/58758, Headquarters Athens, M.S.24/2, Monthly Report-May 1946, 13thJune 1946. 833 Κλόουζ, ό.π., σ. 291.
304
άποψη πως, παρά την ύπαρξη αδυναμιών στην εκλογική διαδικασία, είχε εκφραστεί η πραγματική επιθυμία του ελληνικού λαού.834 Από την άλλη η ηγεσία του Κ.Κ.Ε. και ο ίδιος ο Ζαχαριάδης, παρά το νέο ξέσπασμα βίας από μέρους της Ακροδεξιάς, δεν κατεύθυναν το κόμμα σε συνέχιση της ένοπλης αντίδρασης κατά το παράδειγμα της επίθεσης στο Λιτόχωρο, αλλά παρέμειναν αδρανείς. O Ζαχαριάδης συνέχισε για μήνες μετά τις εκλογές να κατευθύνει το κόμμα προς την πολιτική της περιορισμένης ένοπλής αυτοάμυνας με περιορισμένες ενέργειες αποκλειστικά κατά των ένοπλων εθνικιστικών οργανώσεων, καθώς ιδεολογικά ήταν αντίθετος με την ανασύσταση του Ε.Λ.Α.Σ με τον αγροτικό του χαρακτήρα και τις εσωτερικές δημοκρατικές δομές του, που έθεταν σε κίνδυνο την προσπάθειά του να αποκτήσει τον πλήρη έλεγχο του κόμματος. Για να εξασφαλίσει μάλιστα την προσήλωση των κομματικών οργανώσεων στην στρατηγική αυτή τοποθέτησε στα περιφερειακά
Γραφεία Μακεδονίας-Θράκης και Ηπείρου
άτομα αφοσιωμένα στον ίδιο και διέταξε επαγγελματίες αξιωματικούς, που προέρχονταν από τον Ε.Λ.Α.Σ να μην καταφύγουν στο βουνό για να συνδράμουν την «Αυτοάμυνα» αλλά να πειθαρχήσουν στις όποιες διαταγές του Υπουργείου Στρατιωτικών. Η τακτική αυτή είχε σαν αποτέλεσμα την μη κινητοποίηση της κομματικής βάσης του Κ.Κ.Ε. στα αστικά κέντρα. Η απόφαση του Ζαχαριάδη να απαγορευτεί η μαζική ένταξη των κομματικών στελεχών στις ομάδες αυτοάμυνας του Κ.Κ.Ε. αποδείχθηκε αργότερα ένα από τα μεγαλύτερα σφάλματα της ηγεσίας του Κ.Κ.Ε., καθώς άφησε χιλιάδες κομματικά στελέχη έρμαια στα χέρια των διωκτικών και κατασταλτικών αρχών της Κυβέρνησης και τα οδήγησε στα χέρια της Ασφάλειας καθώς και στα Κέντρα Εκτοπίσεως, τα οποία δημιούργησαν οι εμφυλιοπολεμικές κυβερνήσεις.835 Κατ’ εντολή του Ζαχαριάδη την ίδια περίοδο εντάθηκαν από την κομματική καθοδήγηση οι προσπάθειες συγκρότησης οργανωτικών κομματικών ομάδων του Κ.Κ.Ε. στον Στρατό, ενώ απαγορεύτηκε η λιποταξία από τις τάξεις του κυβερνητικού Στρατού και η ένταξη σε ομάδες Αυτοάμυνας στα κομματικά στελέχη που υπηρετούσαν τη στρατιωτική θητεία τους. Κατά την περίοδο αυτή η κομματική οργάνωση του Κ.Κ.Ε. στις Ένοπλες Δυνάμεις, η λεγόμενη Κομματική Οργάνωση Στρατού και Ασφάλειας, κατείχε σημαντικό ρόλο στην κομματική ιεραρχία και 834
Καθημερινή, 12η Απριλίου 1946, «Η επίσημος έκθεσις των Συμμάχων Παρατηρητών διά τας ελληνικάς εκλογάς εδόθη χθες εις την δημοσιότητα», σ. 1. 835 Richer, ό.π., σσ. 608, 626-627 και Eudes, ό.π., σ. 389.
305
σύμφωνα με εκτιμήσεις αμερικανών πρακτόρων, ήλεγχε περίπου το 15% του στρατιωτικού προσωπικού.836 Η κυβέρνηση Τσαλδάρη στο πρώτο δεκαπενθήμερο μετά το σχηματισμό της προχώρησε στη νομοθετική κάλυψη της νομικής υπόστασης και λειτουργίας της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής στην Ελλάδα, την οποία είχε κληρονομήσει ως εκκρεμότητα από την κυβέρνηση Σοφούλη. Η κυβέρνηση Σοφούλη την παραμονή των εθνικών εκλογών επικύρωσε την συμφωνία, αλλά δεν πρόλαβε να την δημοσιεύσει στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως για να αποκτήσει την ισχύ Νόμου. Η βεβιασμένη
επικύρωση
της
συμφωνίας
από
την
κυβέρνηση
Σοφούλη
πραγματοποιήθηκε για να αποφευχθεί η μετεκλογική επικύρωσή της από το Κοινοβούλιο, όπου θα μπορούσε να αντιμετωπίσει την κριτική της αντιπολίτευσης. Η καθυστέρηση της δημοσίευσης της συμφωνίας στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, που οδήγησε και στη μη ολοκλήρωση της επικυρωτικής διαδικασίας, οφειλόταν σε σημαντικό βαθμό στις ενστάσεις που προέβαλε ο αντιβασιλέας Δαμασκηνός. Ο Αντιβασιλέας αρνήθηκε να προχωρήσει στην επικυρωτική υπογραφή του νομοθετήματος, με το επιχείρημα πως η υποβολή του στην κρίση του ήταν καθυστερημένη, καθώς η κυβέρνηση Σοφούλη τη στιγμή της υποβολής τερμάτιζε τη θητεία. Επιπλέον, υποστήριξε πως ο τρόπος υποβολής του νομοθετήματος καταδείκνυε πως ήταν αποτέλεσμα βεβιασμένης και πρόχειρης νομοθετικής διαδικασίας. Ο Δαμασκηνός ήρε τις αντιρρήσεις του μόνο όταν η βρετανική πλευρά διά της Αποστολής και της Πρεσβείας, του εξήγησαν πως το νομοθέτημα ήταν προϊόν πολύμηνων διαπραγματεύσεων και συζητήσεων μεταξύ των δύο κυβερνήσεων.837 Η κυβέρνηση Πουλίτσα αρνήθηκε να ολοκληρώσει την επικύρωση του νομοθετήματος και την 6η Απριλίου ανακάλεσε την απόφαση δημοσίευσης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως προβάλλοντας τυπικά νομικά ζητήματα., όπως την απουσία του Υπουργού Οικονομικών κατά τη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου της Κυβέρνησης Σοφούλη, όπου επικυρώθηκε η συμφωνία, και κατά συνέπεια τη μη ύπαρξη της αναγκαίας έγκρισης του Υπουργείου Οικονομικών για την επικύρωσή της. Η βρετανική πλευρά διά της πρεσβείας διατύπωσε τις επιφυλάξεις της για τα πραγματικά αίτια της μη επικύρωσης και της ανάκλησης απόφασης δημοσίευσης, καθώς γνώριζε πως η προβληθείσα αιτία ήταν αστήρικτη, με βάση τη συνταγματική και νομοθετική πρακτική της Ελλάδας. Όμως, παρά τις 836 837
Κλόουζ, ό.π., σ. 282 και Eudes, ό.π., σ. 389. F.O 371/ 58756, R5531/75/19, No 101, Sir C. Norton to Mr. Bevin, 9 th April 1946.
306
επιφυλάξεις της, δεν αμφισβήτησε την πρόθεση της κυβέρνησης Πουλίτσα ή της κυβέρνησης Τσαλδάρη να επικυρώσει τη Συμφωνία, αλλά απέδωσε την ανάκληση του νομοθετήματος στην επιθυμία της νέας ελληνικής ηγεσίας να αμφισβητήσει το νομοθετικό έργο των προκατόχων της κατά τις τελευταίες μέρες τους στην εξουσία. Η βρετανική πλευρά δικαιώθηκε έτσι στην πρόβλεψή της, καθώς η κυβέρνηση Τσαλδάρη επέλυσε άμεσα το εκκρεμές ζήτημα με δική της νομοθετική πρωτοβουλία.838 Το Υπουργικό Συμβούλιο της κυβέρνησης Κων. Τσαλδάρη την 29η Απριλίου εξέδωσε Νομοθετικό Διάταγμα, με το οποίο κάλυψε τη μετάκληση της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής. Το Νομοθετικό Διάταγμα της 29ης Απριλίου, «Περί μετακλήσεως της Βρετανικής Οργανωτικής Αποστολής διά τα Σώματα Ασφαλείας και τας φυλακάς» αργότερα εστάλη από την κυβέρνηση Τσαλδάρη στο Κοινοβούλιο για να εγκριθεί κοινοβουλευτικά και να επαυξηθεί η τυπική νομιμοποιητική του βάση. Η κοινοβουλευτική επικύρωση της παρουσίας της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής πραγματοποιήθηκε με τον Νόμο 42/1946, «περί επικυρώσεως και τροποποιήσεως του από 29 Απριλίου Νομοθετικού Διατάγματος "Περί μετακλήσεως της Βρετανικής Οργανωτικής Αποστολής διά τα Σώματα Ασφαλείας και τας φυλακάς"», της 31ης Ιουλίου 1946. Ο Νόμος 42/1946 όρισε ότι διά αυτού κυρωνόταν η διακρατική συμφωνία μεταξύ της Ελλάδας και της Μεγάλης Βρετανίας, όπως αυτή είχε προκύψει από τις ανταλλαγείσες επιστολές της 8ης και 12ης Μαΐου 1945 και της 21ης Μαρτίου 1946, μεταξύ των Ελλήνων πρωθυπουργών και του Βρετανού πρέσβη στην Αθήνα. Επίσης, ο Νόμος 42/1946 προσδιόρισε τις αρμοδιότητες της Αποστολής στην παροχή συμβουλών για την οργάνωση και εκπαίδευση της Αστυνομίας Πόλεων και της Χωροφυλακής, στην παροχή συμβουλών για κάθε άλλο ζήτημα που αφορούσε τα Σώματα Ασφαλείας, συμπεριλαμβανομένων των διορισμών, των μεταθέσεων και των προαγωγών του προσωπικού, στην παροχή συμβουλών για την οργάνωση και την επίβλεψη των Φυλακών, την εκπαίδευση του σωφρονιστικού προσωπικού καθώς και την παροχή συμβουλών για κάθε άλλο ζήτημα που αφορούσε τις Φυλακές, συμπεριλαμβανομένων των διορισμών, των μεταθέσεων και των προαγωγών του προσωπικού των Σωφρονιστικών Καταστημάτων.
838
F.O. 371/58757, R 8234, British Embassy, Athens, No 144,221/30/46, 23 rd May 1946.
307
Ο Νόμος 42/1946 όρισε πως οι υποδείξεις της Αποστολής προς τις Ελληνικές Αρχές και Υπηρεσίες είχαν χαρακτήρα συμβουλευτικό και πως, όταν παρουσιαζόταν διαφωνία μεταξύ της Αποστολής και του αρμόδιου Έλληνα υπουργού σε υποθέσεις υψίστης σημασίας, θα ενημερωνόταν ο Έλληνας πρωθυπουργός, ο οποίος, αφού λάμβανε γνώση της διαφωνίας, θα έδινε λύση επιλέγοντας την άποψη που θα έκρινε ως ορθότερη. Επίσης, ορίστηκε πως ο Αρχηγός της Αποστολής δρούσε αυτοπροσώπως είτε διά των αξιωματικών του Επιτελείου του, που θα όριζε ως συνδέσμους μεταξύ της Αποστολής και των διαφόρων τομέων της Διοίκησης. Ο Νόμος 42/1946 όρισε πως η διάρκεια της υπηρεσίας της Αποστολής θα ήταν διετής με αναδρομική ισχύ από τη 12η Ιουλίου 1945 και με δυνατότητα περαιτέρω διετούς παράτασης ύστερα από νεότερη σχετική συμφωνία της ελληνικής και της βρετανικής Κυβέρνησης. Ο Νόμος 42/1946 για τις οικονομικές παραμέτρους της μετάκλησης της Αποστολής όρισε πως ίσχυαν στο ακέραιο τα συμπεφωνηθέντα στις επιστολές, οι οποίες αντηλλάγησαν μεταξύ των Ελλήνων πρωθυπουργών και του Βρετανού πρέσβη, σχετικά με το προσωπικό, τα έξοδα και τις αποζημιώσεις των υπηρετούντων στην Αποστολή και πως εξουσιοδοτούνταν το Υπουργείο Εσωτερικών και το Υπουργείο Δικαιοσύνης να μπορούν να προβούν στην πρόσληψη εκτάκτων, ημερομίσθιων ή συμβασιούχων υπαλλήλων ή κατώτερου προσωπικού για την κάλυψη πιθανών αναγκών των υπηρεσιών της Αποστολής. Ο Νόμος 42/1946 ενέταξε αναδρομικά τις τελεσθείσες δαπάνες της Αποστολής για γραφεία και προσλήψεις προσωπικού από τη 12η Ιουλίου του 1945 έως και την κύρωση του Νομοθετικού Διατάγματος της 29ης Απριλίου στον κρατικό προϋπολογισμό και ειδικότερα για τις προσλήψεις προσωπικού, τις οποίες είχε πραγματοποιήσει η Αποστολή από τη 12η Ιουλίου του 1945 έως και την κύρωση του Νομοθετικού Διατάγματος της 29ης Απριλίου, αναγνώρισε αναδρομική ισχύ της υπηρεσίας και τις νομιμοποιούσε. Ο Νόμος 42/1946 επικύρωσε επίσης και κάθε μελλοντική πράξη στην οποία θα προέβαινε κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της η Αποστολή και μέχρι τη λήξη της ισχύος του παρόντος Νόμου.839 Ο Νόμος 42/1946 επικύρωσε επίσης το ακριβές οργανόγραμμα της Αποστολής, το οποίο είχε εγκριθεί από τις δύο κυβερνήσεις στο πλαίσιο των 839
Φ.Ε.Κ 235, Νόμος 42, 7η Αυγούστου 1946, «Περί επικυρώσεως και τροποποιήσεως του από 29 Απριλίου Νομοθετικού Διατάγματος «Περί μετακλήσεως της Βρετανικής Οργανωτικής Αποστολής διά τα Σώματα Ασφαλείας και τας φυλακάς».
308
διακρατικών διαπραγματεύσεων και προέβλεπε πως η Αποστολή διακρινόταν από το Αρχηγείο, το οποίο ήταν η ανώτατη διοικητική και εποπτική αρχή, και από τους Κλάδους και τις Διευθύνσεις της Αποστολής. Οι Διευθύνσεις της Αποστολής ήταν πέντε και ήταν οι εξής: α) η Διεύθυνση Διοικήσεως, β) η Διεύθυνση Εφοδιασμού, γ) η Διεύθυνση Μεταφορών, δ) η Διεύθυνση Ασύρματων Τηλεπικοινωνιών και ε) η Διεύθυνση Ασφαλείας. Οι Κλάδοι της Αποστολής ήταν τέσσερις και ήταν οι εξής: α) Ο Κλάδος της Χωροφυλακής, ο οποίος χωριζόταν σε δύο τομείς. Ο πρώτος τομέας ήταν του Αρχηγείου του Κλάδου και ο δεύτερος τομέας ήταν της Ανωτάτης Διοίκησης. β) Ο Κλάδος της Αστυνομίας Πόλεων. γ) Ο Κλάδος των Αστυνομικών Σχολών. δ) Ο Κλάδος των Φυλακών.840 Ο Αρχηγός της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής, στρατηγός Rawlings, λίγες μέρες πριν από την έκδοση του Νομοθετικού Διατάγματος της 29ης Απριλίου που ρύθμισε τα ζητήματα της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής, απέστειλε επιστολή στον υπουργό Στρατιωτικών, Μπέη Μαυρομιχάλη, με την οποία οριοθετούσε στο νεοδιόριστο υπουργό τα όρια της δράσης του, όπως τα έθετε ο κυρίαρχος βρετανικός παράγοντας. Ο Rawlings στην επιστολή του ανέφερε χαρακτηριστικά: «Διά να αποκτηθή το πλέον δυνατό όφελος από τας υπηρεσίας της αποστολής είναι σπουδαίον να υπάρξη η πλέον στενή συνεργασία μεταξύ της Ελληνικής Κυβερνήσεως και του αρχηγού της Βρετανικής Στρατ. Αποστολής, εφ’ όλων των ζητημάτων άτινα ασκούν επίδρασιν εις τον Στρατόν. Διά να εξασφαλισθή τούτο ο Αρχηγός της Βρετανικής Στρατ. Αποστολής θα κρατήται πλήρως ενήμερος υπό του Υπουργού Στρατιωτικών … Εφ’ όλων των Στρατιωτικών μεταρρυθμίσεων ή μέτρων άτινα δυνατόν μελετώνται υπό της Κυβερνήσεως … Ουδείς Νόμος ή Διάταγμα θα υπογράφεται προ της λήψεως των επ’ αυτών σχολίων του Αρχηγού της Βρετανικής Στρατ. Αποστολής … Εάν η συμβουλή του αυτή δεν γίνεται αποδεκτή, το ζήτημα θα παραπέμπεται εις τον Πρόεδρον του Συμβουλίου,841 όστις δεν θα λαμβάνη απόφασιν 840
Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, Φάκελος 119.3, 1949, Υπουργείο Δημοσίας Τάξης προς Υπουργείο Εξωτερικών, «Οργανόγραμμα Βρετανικής Οργανωτικής Αποστολής Σωμάτων Ασφαλείας και Φυλακών». 841 Αναφέρεται στο Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο, στο οποίο προήδρευε ο ίδιος ο Υπουργός των Στρατιωτικών.
309
τινά αντίθετον προς την συμβουλήν του Αρχηγού της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής, άνευ προηγούμενης συννενοήσεως μετά της Αυτού Εξοχότητος του Βρετανού Πρεσβευτού».842 Ο Μαυρομιχάλης υποτάχθηκε στην επιθυμία του Rawlings να έχει τον πρώτο λόγο στις εξελίξεις εντός του στρατεύματος και πραγματοποίησε απανωτές συνεργασίες μαζί του για να αποσπάσει τη συναίνεση της Βρετανικής Αποστολής για τις αλλαγές στη δομή, την ιεραρχία και τη νομοθεσία του στρατεύματος. Έτσι, την 3η Μαΐου, έπειτα από τη συνάντηση του Μαυρομιχάλη με τον Rawlings, αποφασίστηκε πως στην επόμενη συνεδρίαση του Ανωτάτου Στρατιωτικού Συμβουλίου θα υπογραφόταν η κατάργηση των Ανωτάτων Στρατιωτικών Διοικήσεων και η μεταβίβαση των αρμοδιοτήτων τους στα υπό συγκρότηση τρία Σώματα Στρατού τα οποία θα είχαν τις έδρες τους στην Αθήνα, τη Λάρισα και τη Θεσσαλονίκη.843 Την 11η Μαΐου, έπειτα από νέα συνάντηση του Μαυρομιχάλη με τον Rawlings, αποφασίστηκε η συνολική ρύθμιση του στρατιωτικού ζητήματος με μια δέσμη νομοσχεδίων, που θα καταργούσαν τις ισχύουσες Συντακτικές Πράξεις, οι οποίες ρύθμιζαν τα ζητήματα των μονίμων στελεχών του στρατεύματος με τους δύο Πίνακες αξιολόγησης. Το πρώτο νομοσχέδιο θα προέβλεπε τη δυνατότητα της συνολικής επαναξιολόγησης του Σώματος των αξιωματικών. Το νομοσχέδιο θα προέβλεπε πως οι αντιστράτηγοι θα κρίνονταν από το Υπουργικό Συμβούλιο, οι υποστράτηγοι και οι ανώτεροι αξιωματικοί θα κρίνονταν από το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο, ενώ οι κατώτεροι αξιωματικοί θα αξιολογούνταν και θα κρίνονταν από Ειδικό Συμβούλιο, το οποίο θα συγκροτούνταν από τον Υπουργό και θα εγκρινόταν από το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο. Το δεύτερο νομοσχέδιο θα προέβλεπε πως επανερχόταν σε ισχύ Αναγκαστικός Νόμος της μεταξικής δικτατορίας, με τον οποίο οι υποστράτηγοι και οι αντιστράτηγοι αποστρατεύονταν αυτεπαγγέλτως, όταν συμπλήρωναν δέκα χρόνια844, ως ανώτατοι αξιωματικοί.845
842
Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π., σ.84. Καθημερινή, 3η Μαΐου 1946, «Συμπληρούνται αι Διοικήσεις των Σωμάτων Στρατού και Μεραρχιών», σ. 3. 844 Η Κυβέρνηση επιθυμούσε να τεθεί πάλι το όριο της δεκαετίας, προκειμένου να απαλλαγεί με τον τρόπο αυτό από ανώτατους αξιωματικούς, που είχαν τοποθετηθεί στις θέσεις τους από τις προηγούμενες Κεντρώες Κυβερνήσεις. Επίσης, έτσι θα έδινε τη δυνατότητα, λόγω των ανακατατάξεων που θα δημιουργούνταν συνολικά στο στράτευμα, να αλλάξει η ψυχολογία στο Σώμα των Αξιωματικών, με την προσδοκία της προαγωγής καθώς αποσυμφορούνταν η ιεραρχία. 845 Υλοποιήθηκε αρχικά με το Νομοθετικό Διάταγμα της 11 ης Μαΐου 1946 «περί επαναφοράς εν ισχύι τινών περί χρόνου αποστρατείας Ανωτάτων αξιωματικών, όσον αφορά τον Στρατόν Ξηράς», στο 843
310
Το τρίτο νομοσχέδιο θα προέβλεπε την επικύρωση από το Κοινοβούλιο του εκδοθέντος Νομοθετικού Διατάγματος, που ανέστελλε τη Συντακτική Πράξη, «περί εθελουσίας εξόδου των ανωτέρων και ανωτάτων αξιωματικών».846 Τα δύο τελευταία επέτρεψαν στην κυβέρνηση Τσαλδάρη να απομακρύνει το σύνολο των βενιζελικών αξιωματικών που υπήρχαν στο Στρατό και να προχωρήσει σε εκτεταμένες αλλαγές στην ανώτατη στρατιωτική ηγεσία. Η Κυβέρνηση επέλεξε στις τοποθετήσεις των διοικήσεων των μάχιμων μονάδων και των Υπηρεσιών να μην κάνει χρήση του κανόνα της παλαιότητας, αλλά να αξιοποιήσει τον κανόνα της κατ’ επιλογήν τοποθετήσεως με βάση την επαγγελματική επάρκεια και την πολεμική δράση. Η έκταση των αλλαγών ήταν τόσο μεγάλη, ώστε τις διοικήσεις των μάχιμων μονάδων τις ανέλαβαν δεκαέξι νέα πρόσωπα, που προήχθησαν από συνταγματάρχες στον νεοθεσπισθέντα για τον Ελληνικό Στρατό, βαθμό του ταξίαρχου, ενώ ακόμα τριάντα τρεις συνταγματάρχες τοποθετήθηκαν σε διάφορες καίριες θέσεις του Στρατού.847 Στο πλαίσιο των γενικότερων αλλαγών στη στρατιωτική ηγεσία, πραγματοποιήθηκε η αντικατάσταση του Αρχηγού του Γ.Ε.Σ., στρατηγού Γεώργιου Δρομάζου, από τον στρατηγό Παναγιώτη Σπηλιωτόπουλο.848 Τα υπόλοιπα μέλη της νέας ανώτατης στρατιωτικής ηγεσίας ήταν ο Σωτήριος Στεριόπουλος, Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Στρατιωτικών, ο στρατηγός Ευστάθιος Λιώσης, Γενικός Επιθεωρητής Στρατού, και οι στρατηγοί Δημήτριος Γιαντζής, Σπυρίδων Γεωργούλης και Κωνσταντίνος Βεντήρης, Διοικητές του Α΄, Β΄ και Γ΄ Σώματος Στρατού αντίστοιχα.849 Η αντικατάσταση της στρατιωτικής ηγεσίας πραγματοποιήθηκε με άκρα μυστικότητα, καθώς τα διατάγματα αποστρατείας και τα αντίστοιχα διατάγματα των προαγωγών συντάχθηκαν χωρίς να ενημερωθούν οι αρμόδιοι στρατιωτικοί και
Κοινοβούλιο η κύρωση του έγινε με τον Νόμο 339/1947 «περί κυρώσεως του από 11-05-1946 Νομοθετικού Διατάγματος «περί επαναφοράς εν ισχύϊ τινών περί χρόνου αποστρατείας Ανωτάτων αξιωματικών, όσον αφορά τον Στρατόν Ξηράς». 846 Καθημερινή, 12η Μαΐου 1946, «Όλοι οι αξιωματικοί θα κριθούν εκ νέου», σ. 2. Υλοποιήθηκε με τον Νόμο 99/1946 «περί κυρώσεως του από 24/04/1946 Νομοθετικού Διατάγματος περί αναστολής του υπ’ αριθμό 110/1946 Συντακτικής Πράξης «περί εθελουσίας εξόδου των ανωτέρων και ανωτάτων αξιωματικών». 847 Καθημερινή, 25η Μαΐου 1946, «Πολλοί υποστράτηγοι και συνταγματάρχαι των Πινάκων Α΄ και Β΄ πρόκειται να αποστρατευθούν», σ. 3. 848 Πρόκειται για τον στρατηγό Σπηλιωτόπουλο, που η Κυβέρνηση Παπανδρέου είχε ορίσει ως Στρατιωτικό Διοικητή Αθηνών, την περίοδο λίγο πριν από την Απελευθέρωση, προκειμένου να προλειάνει το έδαφος πριν από την άφιξη της Κυβέρνησης. Βλ. Κλόουζ, ό.π., σσ. 291-292. 849 Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σ. 144.
311
στάλθηκαν άμεσα για υπογραφή στον Αντιβασιλέα και δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ώστε να λάβουν άμεσα νομική ισχύ.850 Οι εκτεταμένες αλλαγές στην ηγεσία του Στρατού έτυχαν δημοσιότητας ακόμα και στον σοβιετικό Τύπο. Μάλιστα η Πράβδα δημοσίευσε άρθρο υπό τον επιθετικό τίτλο «Ο Ελληνικός Στρατός όργανο της Αντίδρασης», στο οποίο κατήγγειλε την απόφαση της κυβέρνησης Τσαλδάρη να προχωρήσει σε κρίσεις των αξιωματικών του Στρατού τις παραμονές της σύγκλησης του Κοινοβουλίου σε Σύνοδο, όπως και την απόφαση της κυβέρνησης Τσαλδάρη να αποδώσει στο Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο το δικαίωμα της διενέργειας μεταβολών στον Στρατό, χωρίς αυτές να ελέγχονται από τη νομοθετική ή την εκτελεστική εξουσία.851 Η θεσμοθέτηση του βαθμού του ταξίαρχου ως διοικητού των μονάδων μεγέθους Ταξιαρχίας, οδήγησε στην έκδοση διαταγής του Γ.Ε.Σ. για την νέα σύνθεση των Επιτελείων των ταξιαρχιών της Εθνοφυλακής. Με τη διαταγή του Γ.Ε.Σ. ορίστηκε πως τα επιτελεία των ταξιαρχιών της Εθνοφυλακής θα διοικούνταν από ταξίαρχο, ο υπασπιστής του Διοικητή θα ήταν υπολοχαγός ή ανθυπολοχαγός, ο Επιτελάρχης της Ταξιαρχίας θα ήταν αντισυνταγματάρχης, ο υπεύθυνος του Γραφείου Επιχειρήσεων και Πληροφοριών θα ήταν ταγματάρχης, ο υπεύθυνος του Γραφείου Προσωπικού και Υπηρεσιών θα ήταν λοχαγός και ο Βοηθός επί θεμάτων Εφοδιασμού θα ήταν ανθυπασπιστής. Τα υπόλοιπα άτομα του Επιτελείου της Ταξιαρχίας θα ήταν απλοί στρατεύσιμοι των ειδικοτήτων μαγείρων, νοσοκόμων, οδηγών, μοτοσικλετιστών, υπηρετών και διαβιβαστών ασυρματιστών-κρυπτογράφων. Η διαταγή του Γ.Ε.Σ. όρισε πως η συνολική δύναμη του Επιτελείου των Ταξιαρχιών της Εθνοφυλακής θα ήταν τριάντα αξιωματικοί, υπαξιωματικοί και οπλίτες, ο οπλισμός τους θα αποτελούνταν από πέντε περίστροφα, έξι Τόμιγκαν, ένα οπλοπολυβόλο και δεκαεφτά τυφέκια και για τις μεταφορές τους θα διέθεταν ένα διθέσιο αυτοκίνητο, ένα φορτηγό τριών τόνων και δύο μοτοσυκλέτες.852 Όταν πραγματοποιήθηκαν οι αλλαγές στον Στρατό, η τακτική δύναμή του περιοριζόταν σε τρεις μεραρχίες πεδινής σύνθεσης με δύναμη επάνδρωσης αντίστοιχη
850
Θρασύβουλος. Ι. Τσακαλώτος, 40 Χρόνια Στρατιώτης της Ελλάδος, Πώς κερδίσαμε τους Αγώνες μας, 1940-1949, τόμ.2, Αθήνα, 1960, σ. 46. 851 Ι.Α.Υ.Ε., Α΄ Πολιτική, 34.2, 1946, Πρεσβεία Μόσχας προς Υπουργείο Εξωτερικών, Μόσχα, 30 ή Μαΐου 1946. 852 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ., Διεύθυνσις Οργανωτικού, Τμήμα Α΄, Γραφείον Ι΄, «Σύνθεσις Επιτελείου Ταξιαρχίας Εθνοφυλακής», 20ή Ιουνίου, 1946.
312
της ειρηνικής περιόδου και στα εναπομείναντα τάγματα Εθνοφυλακής, που αριθμητικά αποτελούσαν επιπλέον τέσσερις Μεραρχίες ορεινής σύνθεσης.853 Ο Μαυρομιχάλης αν και υπήρξε απόλυτα πειθήνιος στις εντολές του Rawlings στα οργανωτικά ζητήματα τω Ενόπλων Δυνάμεων παρασκηνιακά ανέπτυξε την δική στρατηγική, που στόχευε στον έλεγχο των ένοπλων εθνικιστικών οργανώσεων ώστε η δράση τους να καταστήσει συμβατή με την κυβερνητική πολιτική. Στα πλαίσια αυτής της στρατηγική μόνιμοι αξιωματικοί και υπαξιωματικοί του Στρατού, έλαβαν εντολή από το γραφείο του Υπουργού Στρατιωτικών να προβούν στην οργάνωση εθνικιστικών ένοπλων ομάδων σε συγκεκριμένες περιοχές. Η στρατηγική αυτή σε σύντομο χρονικό διάστημα στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία καθώς, οι αξιωματικοί που έστειλε η ηγεσία του Υπουργείου Στρατιωτικών κατέστησαν «οπλαρχηγοί», των εθνικιστικών ομάδων στο σύνολο της επικράτειας και κυρίως στη Στερεά Ελλάδα, τη Μακεδονία και την Πελοπόννησο και κατέστησε τις εθνικιστικές οργανώσεις υποχείρια της κυβερνητικής πολιτικής.854 Η κυβέρνηση Τσαλδάρη, εκμεταλλευόμενη τη νωπή εκλογική της νίκη και την εντεινόμενη επιθετικότητα των ένοπλων αριστερών ομάδων, προχώρησε σε αλλαγές στα Σώματα Ασφαλείας και έλαβε νέα, αυστηρότερα νομοθετικά μέτρα για την αποκατάστασης της Δημοσίας Τάξης. Ο Υπουργός Δημοσίας Τάξης, την 28η Απριλίου 1946, την επομένη δηλαδή της πολύνεκρης επίθεσης αριστερών ενόπλων στο χωριό Ανατολή, της Αγυιάς του Νομού Λαρίσης, δήλωσε μεν πως οι επιθέσεις που γίνονταν στο πλαίσιο της εξαγγελθείσας «Λαϊκής Αυτοάμυνας» ενέπιπταν κυρίως στην αρμοδιότητα του Υπουργείου Δικαιοσύνης, ωστόσο έδωσε εντολή να ληφθούν όλα τα αναγκαία μέτρα για να παταχθούν.855 Το Υπουργικό Συμβούλιο, την 30ή Απριλίου, μετά την πρόκληση αιματηρών ταραχών στο Δήμο Περιστερίου στην Αττική, εξαιτίας της δολοφονικής επίθεσης αριστερής ένοπλης ομάδας εναντίον ομάδας «εθνικοφρόνων» πολιτών, παρέτεινε την ισχύ του Νόμου «περί διώξεως της ληστείας»,856 η οποία είχε λήξει από τον Φεβρουάριο του 1946. Επ’ αφορμή του ίδιου γεγονότος, ο υπουργός Δημοσίας Τάξης ανακοίνωσε την απόφαση της Κυβέρνησης να ανασυστήσει το Μηχανοκίνητο Τάγμα της Χωροφυλακής με Διοικητή τον πρώην διοικητή του Μηχανοκίνητου Τάγματος 853
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.3, ό.π., σ. 65. Γιώργος Καραγιάννης, 1940-1952 Το δράμα της Ελλάδος : Έπη και αθλιότητες Ε.Ν.Α., Ι.Δ.Ε.Α, Αθήνα, 1960, σ. 249. 855 Καθημερινή, 28η Απριλίου 1946, «Τα φονικά γεγονότα εις την Αγυιάν-7 Νεκροί και 5 Τραυματίαι εκατέρωθεν», σ. 2. 856 Φ.Ε.Κ. 144, Βασιλικό Διάταγμα της 3ης Μαΐου 1946, «περί διώξεως της ληστείας». 854
313
της
Μέσης
Ανατολής,
Κ.
Κικίνη,
και
να
το
χρησιμοποιήσει
για
την
αποτελεσματικότερη καταδίωξη της ληστείας.857 Οι προκατασκευαστικές ενέργειες για τη συγκρότηση του Μηχανοκίνητου Τάγματος ξεκίνησαν τον Μάιο και ολοκληρώθηκαν τον Ιούνιο. Η δύναμη του τάγματος κυμάνθηκε από τετρακόσιους έως πεντακόσιους άνδρες. Οι άνδρες του επιλέχθηκαν από τους αποφοίτους της Σχολής Χωροφυλακής, οι οποίοι είχαν δεχτεί ειδική εκπαίδευση στα μηχανικά μέσα κίνησης και στη μάχιμη υπηρεσία. Η έναρξη της δράσης του Μηχανοκίνητου Τάγματος έγινε τον Ιούλιο υπό τις διαταγές του Αντισυνταγματάρχη Χωροφυλακής Σοφρά, ο οποίος είχε διατελέσει και υποδιοικητής του Συντάγματος Μακρυγιάννη κατά τα Δεκεμβριανά, καθώς η αρχική κυβερνητική πρόθεση για την τοποθέτηση του Κικίνη δεν εξελίχθηκε θετικά.858 Την περίοδο εκείνη σημειώθηκαν σημαντικές εξελίξεις και στον τομέα του εξοπλισμού της Χωροφυλακής, καθώς ήρθησαν οι παλαιότερες αντιρρήσεις της Βρετανικής Αποστολής και χορηγήθηκε σε κάθε απόσπασμα της Χωροφυλακής που είχε οριστεί να αποτελείται από είκοσι οπλίτες και έναν αξιωματικό, ένα οπλοπολυβόλο με τετρακόσια φυσίγγια, ένα αυτόματο με διακόσιες σφαίρες, ενώ σε κάθε άνδρα χορηγήθηκε ατομικό τυφέκιο και μία χειροβομβίδα.859 Στο πλαίσιο της σκλήρυνσης της κυβερνητικής στάσης απέναντι στις αριστερές ένοπλες ομάδες, το Υπουργικό Συμβούλιο την 3η Μαΐου επικύρωσε, ύστερα από εισήγηση των Υπουργών Δημοσίας Τάξης και Δικαιοσύνης,860 Νομοθετικό Διάταγμα861 με το οποίο επανιδρύθηκαν οι μεταξικές Επιτροπές Δημοσίας Ασφαλείας και επανήλθε η ποινή του θανάτου για την παράνομη κατοχή όπλων και τη ληστεία.862 Η επαναφορά σε ισχύ της νομοθεσίας περί των Επιτροπών Δημοσίας Ασφαλείας όμως προκάλεσε την αντίδραση της Βρετανικής Πρεσβείας, η οποία προειδοποίησε τον Υπουργό Δημοσίας Τάξης πως η νομοθεσία αυτή εκλαμβανόταν 857
Καθημερινή, 30ή Απριλίου 1946, «Εις το Περιστέρι οι κομμουνιστές προεκάλεσαν την νύχτα αιματηράς ταραχάς συνεχισθείσης μέχρι πρωίας», σ. 3. 858 Δασκαλάκης, ό.π., σ. 595. 859 Δασκαλάκης, ό.π., σ. 594. 860 Καθημερινή, 2α Μαΐου 1946, «Και άλλοι νεκροί και τραυματίαι εκατέρωθεν-Συζητούνται μέτρα προς πλήρην αποκατάστασιν της Τάξης», σ. 2. 861 Φ.Ε.Κ. 145, Νομοθετικό Διάταγμα της 4ης Μαΐου 1946, «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των ισχυόντων νόμων "περί συστάσεως εν εκάστω νομώ Επιτροπών επί της Δημοσίας Ασφαλείας"». 862 Εσφαλμένα ο Richter αναφέρεται σε Βασιλικό Διάταγμα με το οποίο επανήλθε παλαιότερη μεταξική νομοθεσία, ενώ στην πραγματικότητα επρόκειτο για Νομοθετικό Διάταγμα με το οποίο ενεργοποιήθηκε νομοθεσία, η οποία είχε συνταχθεί προγενέστερα από βενιζελικές κυβερνήσεις και τις οποίας έκανε ευρεία χρήση το μεταξικό καθεστώς. Βλ. Richter, ό.π, σ. 617
314
στο εξωτερικό ως αντιδημοκρατική. Ο Υπουργός Δημοσίας Τάξης καθησύχασε τους Βρετανούς, διαβεβαιώνοντάς τους πως οι Επιτροπές Δημοσίας Ασφαλείας και η ποινή του θανάτου για την παράνομη κατοχή όπλων και τη ληστεία θα χρησιμοποιούνταν με ιδιαίτερη φειδώ. Οι υπουργικές διαβεβαιώσεις δεν έπεισαν ούτε τον νέο Βρετανό πρέσβη, sir Norton, ούτε τον Αρχηγό της Αστυνομικής Αποστολής, sir Charles Wickham, ο οποίος δήλωσε πως δεν είχε καμία αμφιβολία πως το μέτρο θα χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά κατά των κομμουνιστών.863 Οι Επιτροπές Δημοσίας Ασφαλείας λειτουργούσαν στις πρωτεύουσες όλων των νομών της Χώρας και αποτελούνταν από τον τοπικό Διοικητή της Χωροφυλακής, τον Νομάρχη, τον Εισαγγελέα και από ακόμα έναν δικαστικό. Οι Επιτροπές είχαν την εξουσία να εξετάζουν κατά περίπτωση, εάν ένα άτομο ήταν επικίνδυνο για τη Δημοσία Τάξη της περιοχής και, εφόσον κρινόταν επικίνδυνο, είχαν την εξουσία να τον εκτοπίσουν. Η Κυβέρνηση Τσαλδάρη, θέλοντας να «φιλελευθεροποιήσει» τις μεταξικές Επιτροπές Δημοσίας Ασφαλείας, είχε προσθέσει στη σύνθεσή τους ακόμα έναν δικαστικό, είχε περιορίσει τον Διοικητή της Χωροφυλακής σε γνωμοδοτικό ρόλο χωρίς δικαίωμα ψήφου, ενώ αναγνώρισε στον καταδικασθέντα τη δυνατότητα της υποβολής εφέσεως, η οποία θα αξιολογούνταν από τον Γενικό Διοικητή της Χωροφυλακής.864 Η ευρεία εξουσία των Επιτροπών Ασφαλείας σε συνδυασμό με τα υπάρχοντα πολιτικά πάθη και τον αντικομμουνισμό της συντριπτικής πλειονότητας των κρατικών αξιωματούχων, οδήγησαν στην υπέρμετρη επιβολή της ποινής του εκτοπισμού. Οι Επιτροπές Ασφαλείας μέχρι τα τέλη του 1946 είχαν εκτοπίσει 4.876 άτομα, ενώ ακόμα 1.227 ανέμεναν τα αποτελέσματα των εφέσεων τις οποίες είχαν υποβάλει.865 Η ποινή του εκτοπισμού επιβλήθηκε τόσο μαζικά, ώστε εξορίστηκαν απλοί υποστηρικτές, φίλοι ή και συγγενείς στελεχών της Αριστεράς που είχαν βγει στην παρανομία866 και ανάμεσα στους εξόριστους υπήρξαν και μέλη των δημοσιογραφικών επιτελείων των αριστερών εφημερίδων με τις γυναίκες και τα παιδιά τους.867 Το κυβερνητικό ενδιαφέρον για την ενίσχυση της Χωροφυλακής παρέμεινε αυξημένο καθόλη τη διάρκεια του 1946, καθώς θεωρήθηκε πως η επιτυχής και 863
Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σ. 205. Richter, ό.π, σ. 618. 865 Στο ίδιο, σ. 621. 866 Κλόουζ, ό.π., σ. 294. 867 Richter, ό.π, σ. 631. 864
315
επαρκής ενίσχυση της Χωροφυλακής θα τιθάσευε το νέο κύμα βίας και θα απέτρεπε την περαιτέρω κλιμάκωση, η οποία θα καθιστούσε αναπόφευκτη την ενεργή συμμετοχή του Στρατού στην καταστολή των αριστερών ένοπλων ομάδων. Το κυβερνητικό ενδιαφέρον για την ενίσχυση της Χωροφυλακής, όπως προκύπτει και από τις σχετικές εκθέσεις, το μοιραζόταν και η στρατιωτική ηγεσία. Στις εκθέσεις των Ανώτατων Στρατιωτικών προς τον Υπουργό Στρατιωτικών, κοινό ήταν το αίτημα για την ενίσχυση της Χωροφυλακής της περιοχής ευθύνης τους με επαρκές προσωπικό, ακόμα και με την κλήση προς κατάταξη εφέδρων, με την ιδιότητα του χωροφύλακα άνευ θητείας και τη χορήγηση επαρκή αριθμού βαρέων όπλων, όπως οπλοπολυβόλων Μπρέντα και Τόμιγκαν, αμυντικών και επιθετικών χειροβομβίδων και τον εφοδιασμό των Διοικήσεων της Χωροφυλακής με αυτοκίνητα για τα μεταβατικά αποσπάσματα και τις μονάδες της Χωροφυλακής.868 Τα αιτήματα των Ανώτατων Στρατιωτικών εύρισκαν απόλυτα σύμφωνη την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Στρατιωτικών, η οποία επιθυμούσε να αποφευχθεί η συμμετοχή του Στρατού στην καταστολή των αριστερών ένοπλων ομάδων καθώς θα τον απομάκρυνε από τα καθήκοντά του. Η ανησυχία της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Στρατιωτικών επιτεινόταν από το γεγονός πως σε πιθανή ανάμειξη του Στρατού στην καταδίωξη των αριστερών ένοπλων ομάδων δεν θα ήταν εγγυημένη η επιτυχία της αποστολής,869 καθώς ο Στρατός λόγω της καθολικής στρατολογίας δεν αποτελούνταν εξ ολοκλήρου από στελέχη κατάλληλα γι’ αυτή τη μορφή πολέμου.870 Οι προτάσεις και τα αιτήματα της στρατιωτικής ηγεσίας υιοθετήθηκαν από τον Υπουργό Στρατιωτικών και προωθήθηκαν προς τον Πρωθυπουργό στο ακέραιο, μάλιστα σε κάποια σημεία επαυξημένες, όπως ως προς το πλήθος των εφέδρων οι οποίοι χρειάζονταν να κληθούν προς κατάταξη.871 Αμφιβολίες για την ανάγκη χρησιμοποίησης του τακτικού Στρατού στην καταστολή των ανταρτικών ομάδων είχε και η Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή, αφού κάτι τέτοιο θα εμπόδιζε την εκπαιδευτική και αναδιοργανωτική διαδικασία οι οποίες βρίσκονταν σε εξέλιξη, αλλά και γιατί ο Στρατός στη φάση αυτή μπορούσε να προσφέρει σε πιθανές εκκαθαριστικές επιχειρήσεις μόλις δεκαπέντε χιλιάδες άνδρες, καθώς οι υπόλοιποι ήταν επιφορτισμένοι με τα καθήκοντα φύλαξης και προστασίας 868
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.2, ό.π., σσ. 254-256. Το ίδιο, σσ. 262-264. 870 Έντονη ήταν ακόμα εκείνη την περίοδο η ανησυχία για την πιθανότητα αποστασίας τμημάτων ή μεμονωμένων ανδρών στρατιωτικών τμημάτων προς τους αντάρτες, λόγω των κομμουνιστικών φρονημάτων τους ή της μειωμένης μαχητικής διάθεσης που υπήρχε σε μερίδα των κληρωτών. 871 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.2, ό.π., σσ. 252-254. 869
316
των συνόρων, των πόλεων και των συγκοινωνιακών κόμβων, ενώ περίπου το 20% της συνολικής δύναμης του Στρατού ήταν «ύποπτο» για συμπάθεια προς τους αντάρτες και κατά συνέπεια ακατάλληλο για εκκαθαριστικές επιχειρήσεις.872 Οι δραματικές εξελίξεις στον τομέα της Ασφάλειας και της Τάξης ανάγκασαν την Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή να άρει τον Ιούλιο τις αντιρρήσεις της ως προς την αξιοποίηση του Στρατού για συνεργασία με τη Χωροφυλακή στις επιχειρήσεις κατά των ανταρτών, παρά τις αρνητικές συνέπειες που θα επέφερε στην εκπαίδευση και την αναδιοργάνωσή του.873 Στην άρση των βρετανικών αντιρρήσεων συνετέλεσε το γεγονός πως ήδη με την περιορισμένη συμμετοχή του Στρατού στις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις, δημιουργούνταν προβλήματα στην επιτέλεση του έργου του από τη συνεχώς αυξανόμενη απόσπαση ανδρών για την καταπολέμηση των ανταρτών. Η συμμετοχή των αξιωματικών στις επιχειρήσεις δημιουργούσε διττό πρόβλημα καθώς α) στις επιχειρήσεις αποστέλλονταν και οι αξιωματικοί-εκπαιδευτές, με αποτέλεσμα οι νεοσύλλεκτοι να στερούνται συλλογικής εκπαίδευσης και β) δημιουργούνταν σημαντικές ελλείψεις ειδικότερα σε λοχαγούς και σε λοχίες,874 εξαιτίας της επί πενταετίας μη λειτουργίας των παραγωγικών Σχολείων του Στρατού καθώς και λόγω των μεγάλων φθορών που είχαν υποστεί τα κατώτερα στελέχη κατά τους πολέμους, την Κατοχή και τις έως τότε διεξαγόμενες πολεμικές επιχειρήσεις στις οποίες είχαν λάβει μέρος.875 Η αυξανόμενη ένταση και η διαρκής επιδείνωση των συνθηκών Ασφάλειας και Τάξης οδήγησαν για προληπτικούς λόγους τις Διοικήσεις των Σωμάτων Στρατού να προχωρήσουν σε λεπτομερή σχεδιασμό της αντιμετώπισης πιθανών έκρυθμων καταστάσεων στο εσωτερικό της Χώρας. Πρώτο σενάριο ήταν η κατάσταση ανωμαλίας μετά την κήρυξη γενικής απεργίας. Σε αυτή την περίπτωση προβλέφθηκε πως ο Στρατός θα χρησιμοποιούνταν με φειδώ, φρουρώντας εγκαταστάσεις ή άλλα νευραλγικά σημεία και ως εφεδρεία των Σωμάτων Ασφαλείας, όπου και θα διατίθετο κυρίως σε δευτερεύουσας σημασίας θέσεις, χωρίς να έχει άμεση σχέση με την αντιμετώπιση της απεργίας. Απώτερος στόχος της συμμετοχής του Στρατού θα ήταν η απαλλαγή της Χωροφυλακής από υποχρεώσεις και αρμοδιότητες που της 872
Κόντης, «Η διολίσθηση προς την εμφύλια σύγκρουση», ό.π., σσ. 121 και 125. Καθημερινή, 19η Ιουλίου 1946, «Η Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή συνεφώνησεν, όπως ο Στρατός μετάσχη του έργου αποκαταστάσεως της Τάξης», σ.3. 874 Κλόουζ, ό.π., σ. 310. 875 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.2, ό.π., σσ. 514-515. 873
317
στερούσαν προσωπικό, ώστε να αξιοποιήσει το σύνολο της δύναμής της για την αντιμετώπιση της απεργίας. Το σενάριο προέβλεπε πως οι στρατιωτικές δυνάμεις που θα διατίθεντο στα Σώματα Ασφαλείας λόγω απεργίας θα τίθεντο υπό τις διαταγές της Ανωτέρας Διοίκησης Σώματος Ασφαλείας της περιοχής ευθύνης και δράσης τους. Δεύτερο σενάριο ήταν η κατάσταση ανωμαλίας μετά τις ταραχές στο εσωτερικό της Χώρας. Σε αυτή την περίπτωση προβλέφθηκε πως ο Στρατός θα διατηρούσε στενή επαφή με τις πολιτικές αρχές και θα ήταν σε ετοιμότητα, ώστε να αποκαταστήσει την Τάξη και να διαλύσει τους στασιαστές, εάν η Κυβέρνηση προχωρούσε στην κήρυξη Στρατιωτικού Νόμου.876 Η Κυβέρνηση θέλοντας να αποφύγει την κήρυξη Στρατιωτικού Νόμου ο οποίος θα καθιστούσε αυτομάτως ανέφικτη και άκαιρη τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος, αλλά και προκειμένου να καθησυχάσει τις πολιτικές, αστυνομικές και στρατιωτικές Αρχές, που πιεστικά ζητούσαν την κήρυξη Στρατιωτικού Νόμου,877 κατέθεσε στις αρχές Ιουνίου του 1946, διά του Υπουργού Δικαιοσύνης με τη σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Δημοσίας Τάξης, στη Βουλή το νομοσχέδιο «περί εκτάκτων μέτρων κατά των επιβουλευομένων την Δημοσίαν Τάξιν και την Ακεραιότητα της Χώρας»,878 που προέβλεπε: Α) Την ίδρυση δικαστηρίων ταχείας εκδίκασης, με βάση τα προβλεπόμενα στο Ψήφισμα της 16ης/ 29ης Δεκεμβρίου 1924 «περί Ειδικών Πενταμελών Εφετείων». Τα δικαστήρια ταχείας εκδίκασης συγκροτούνταν από πέντε εφέτες και μπορούσαν να επιβάλουν ακόμα και την ποινή του θανάτου για αδικήματα κατά της Ασφάλειας του Κράτους, της Δημοσίας Τάξης και της Ειρήνης, τα οποία είχαν διαπραχθεί σε οποιοδήποτε μέρος της Επικράτειας, εξαιρουμένων των περιφερειών Μακεδονίας, Θράκης, Ηπείρου και Θεσσαλίας. Η πρόταση Νόμου προέβλεπε πως η προφυλάκιση των κατηγορουμένων για τα αδικήματα που εκδικάζονταν από τα Πενταμελή Εφετεία ήταν χωρίς χρονικό περιορισμό, πως δεν επιτρεπόταν η απόλυση των προφυλακισθέντων με την καταβολή χρηματικής εγγύησης, πως απαγορευόταν η αναστολή των ποινών που επιβάλλονταν κατ’ εφαρμογή των Νόμων 811/1917879 και ΄ΓΩΙΗ880 και τέλος πως δεν επιτρεπόταν η μετατροπή της ποινής σε χρηματική. 876
Στο ίδιο, σσ. 258-262. Κόντης, «Η διολίσθηση προς την εμφύλια σύγκρουση», ό.π., σ. 121. 878 Καθημερινή, 7η Ιουνίου 1946, «Αυστηρά μέτρα διά την Δημοσίαν Ασφάλειαν», σ. 2. 879 Φ.Ε.Κ. 351, Νόμος 811 της 2 ας Σεπτεμβρίου 1917, «περί προσωρινής απολύσεως των καταδίκων εκ των φυλακών». 877
318
Β) Την επιβολή έως και της ποινής του θανάτου για τα μέλη συμμοριών που υποστήριζαν την αυτονομία τμημάτων της Ελλάδας ή για όσους επιτίθεντο κατά «των οργάνων του κράτους ή τους πολίτες». Γ) Την επιβολή της ποινής φυλάκισης από τρεις έως έξι μήνες για τη συμμετοχή σε συγκεντρώσεις και ποινή φυλάκισης έως και έναν χρόνο για τη συμμετοχή σε συγκεντρώσεις που θα εξελίσσονταν σε οιουδήποτε είδους βιαιοπραγίες. Το Σχέδιο Νόμου προέβλεπε, επίσης, ποινή φυλάκισης τουλάχιστον έξι μηνών για τους απειλούντες να διαπράξουν πλημμελήματα ή κακουργήματα και με τις απειλές τους προκαλούσαν ανησυχία και τρόμο στους πολίτες. Το Σχέδιο Νόμου προέβλεπε πως οι συμμετέχοντες σε απεργία καθώς και οι καθοδηγητές απεργίας, η οποία είχε κηρυχθεί παράνομη από την Κυβέρνηση ή απεργίας που είχε προκαλέσει δολιοφθορές, καταστροφές ή αφαίρεση μηχανημάτων σε βιομηχανίες ή άλλες κρατικές ή ιδιωτικές υποδομές «εξαιρετικής σημασίας για τη δημόσια ευημερία, την ανασυγκρότηση και την αποκατάσταση»,881διώκονταν ποινικά και τιμωρούνταν με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών, όταν το αδίκημα δεν είχε προκαλέσει την κήρυξη κατάστασης κοινής ανάγκης και με φυλάκιση σαφώς μεγαλύτερη των έξι μηνών όταν το αδίκημα είχε προκαλέσει την κήρυξη κατάστασης κοινής ανάγκης.882 Δ) Την αναστολή των συνταγματικών εγγυήσεων της προσωπικής ελευθερίας. Ε) Την εξουσιοδότηση των δημόσιων Αρχών να εισέρχονται και να ερευνούν κάθε κτήριο χωρίς ένταλμα. Στ) Τη δυνατότητα της επιβολής ακόμα και της ποινής του θανάτου έναντι οιουδήποτε συγκροτούσε ομάδα με σκοπό τη χρήση βίας κατά των Αρχών. Το Σχέδιο Νόμου όρισε πως με τον όρο «Αρχές» εννοούνταν οι Δημόσιοι και Εκκλησιαστικοί υπάλληλοι, τα όργανα της Δημοσίας, της Αγροτικής, της Δασικής Ασφαλείας, τα όργανα της Δημόσιας Δύναμης, της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και τα μέλη δυνάμεων, που ανήκαν σε συμμαχικούς Στρατούς.
880
Φ.Ε.Κ. 169, Νόμος 3818 της 7ης Ιουλίου 1911, «περί αναστολής της εκτελέσεως ποινής». Ως τέτοιες υποδομές, ο Νόμος όριζε τα λιμάνια, της μονάδες προμήθειας ψωμιού, νερού, φωτισμού, θερμότητας, τους σιδηροδρόμους, τροχιοδρόμους, πλοία, αεροπλάνα, λεωφορεία, ταχυδρομεία, τηλέγραφους και τα τηλέφωνα κοινής χρήσεως. 882 Η κατάσταση κοινής ανάγκης υφίσταται, όταν υπάλληλος είτε τρίτο πρόσωπο με πρόθεση παρεμποδίζει τη λειτουργία καταστήματος ή εγκατάστασης, που εξυπηρετούν την προμήθεια νερού, φωτισμού, θερμότητας ή κινητήριας δύναμης στο κοινό. Στο υφιστάμενο Εθνικό Δίκαιο ονομάζεται Παρακώλυση λειτουργίας κοινωφελών εγκαταστάσεων, παύσης εργασίας και πρόκλησης κοινής ανάγκης και τιμωρείται με φυλάκιση από 3 μήνες έως 5 χρόνια. Αν η πράξη τελέστηκε από αμέλεια, επιβάλλεται φυλάκιση μέχρι 6 μηνών. 881
319
Το Σχέδιο Νόμου εγκρίθηκε από τη Βουλή την 18η Ιουνίου 1946 και έμεινε γνωστό, ως Γ΄ Ψήφισμα της Δ΄ Αναθεωρητικής Βουλής «περί εκτάκτων μέτρων αφορώντων την Δημόσια Τάξη και Ασφάλεια». Το Γ΄ Ψήφισμα απετέλεσε μέχρι τη λήξη του Εμφυλίου το σημαντικότερο νομικό εργαλείο της Κυβέρνησης και των Αρχών της για την καταστολή του Κ.Κ.Ε. και παρέμεινε σε ισχύ και μετά τη λήξη των εχθροπραξιών του Εμφυλίου, αποτελώντας τον βασικό πυλώνα του μετεμφυλιακού «Παρασυντάγματος». Η κυβέρνηση Τσαλδάρη με το Γ΄ Ψήφισμα υπήρξε η πρώτη μεταπολεμική Κυβέρνηση που υιοθέτησε τη διαδικασία της νομοθέτησης από τη Βουλή, Νόμων και Κανόνων που κατέλυαν τις βασικές συνταγματικές ελευθερίες των πολιτών. Η κυβερνητική αντίληψη περί δικαίου αποδόθηκε απόλυτα από τον συντάκτη του Γ΄ Ψηφίσματος στο Άρθρο 19, όπου αναφερόταν πως: «Κατά την διάρκεια της ισχύος του παρόντος αναστέλλεται η ισχύς πάσης εις στο αυτό αντικείμενο διάταξης».883 Ο Σπύρος Θεοτόκης, συντάκτης του Γ΄ Ψηφίσματος, δικαιολογώντας την αναγκαιότητα του νομοθετήματος, δήλωσε στη Βουλή την 8η Ιουνίου, πως η Κυβέρνηση είχε αναγκαστεί να προβεί σε αυτή τη νομοθετική πρωτοβουλία λόγω της έντασης της κομμουνιστικής δράσης, καθώς από την 1η Απριλίου 1946 μέχρι και τον Ιούνιο του ίδιου έτους είχαν σκοτωθεί περίπου διακόσια άτομα από τις κομμουνιστικές ομάδες ενόπλων και είχε δημιουργηθεί απελπιστική κατάσταση στη Μακεδονία από τη δράση του Κ.Κ.Ε., το οποίο σε συνεργασία με τη γιουγκοσλαβική πλευρά απεργαζόταν την αυτονομία της.884 Η κυβέρνηση Τσαλδάρη την 20ή Ιουνίου, μετά την ψήφιση και δημοσίευση του Γ΄ Ψηφίσματος, προχώρησε στην έκδοση Βασιλικού Διατάγματος «περί συστάσεως Εκτάκτων τοπικών Στρατοδικείων». Το Βασιλικό Διάταγμα προέβλεπε τη συγκρότηση και την έναρξη λειτουργίας Εκτάκτων Στρατοδικείων από την 1η Ιουλίου. Τα Έκτακτα Στρατοδικεία συγκροτήθηκαν για να αποτελέσουν το ισοδύναμο των Ειδικών Πενταμελών Εφετείων του Γ΄ Ψηφίσματος σε Μακεδονία, Θράκη, Ήπειρο και Θεσσαλία, οι οποίες δεν υπάγονταν στην αρμοδιότητά τους. Τα έκτακτα στρατοδικεία εξουσιοδοτήθηκαν να επιβάλλουν ακόμα και τη θανατική καταδίκη για αδικήματα, τα οποία στρέφονταν κατά της Ασφάλειας του Κράτους, της Δημοσίας Τάξης και της Ειρήνης, εφόσον είχαν διαπραχθεί αποκλειστικά στις 883
Φ.Ε.Κ. 197, 18ης Ιουνίου 1946, Γ΄ Ψήφισμα της Δ΄ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων «Περί εκτάκτων μέτρων αφορώντων την Δημόσια Τάξη και Ασφάλεια». 884 Richter, ό.π, σ. 620.
320
περιφέρειες της Μακεδονίας, Θράκης, Ηπείρου και Θεσσαλίας. Τα συγκροτηθέντα Έκτακτα Στρατοδικεία ήταν έντεκα και είχαν τις έδρες στη Θεσσαλονίκη, στα Γιαννιτσά, στο Κιλκίς, στις Σέρρες, στη Δράμα, στην Ξάνθη, στην Αλεξανδρούπολη, στη Λάρισα, στην Κοζάνη, στη Φλώρινας και στα Ιωάννινα.885,886 Το Γ΄ Ψήφισμα εξουσιοδότησε επίσης την Κυβέρνηση κατ’ εφαρμογή του Άρθρο 215 του Α.Ν. 2803/1941887 να συγκροτεί Έκτακτα Στρατοδικεία και σε άλλες περιοχές της Επικράτειας με την έκδοση Βασιλικών Διαταγμάτων από τους Υπουργούς Στρατιωτικών, Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξης. Οι πρώτες εκτελέσεις καταδικασθέντων σε θάνατο από τα Έκτακτα Στρατοδικεία έγιναν τη 15η Ιουλίου στη Θεσσαλονίκη και την 27η Ιουλίου πραγματοποιήθηκε στα Γιαννιτσά η εκτέλεση της εικοσιτετράχρονης δασκάλας, Ειρήνης Γκίνη, σε εφαρμογή καταδικαστικής απόφασης του τοπικού Εκτάκτου Στρατοδικείου. Η Γκίνη υπήρξε η πρώτη γυναίκα η οποία εκτελέσθηκε στην Ελλάδα, με απόφαση ελληνικής δικαστικής αρχής.888 Μετά την ψήφιση του Γ΄ Ψηφίσματος, ο Υπουργός Δημοσίας Τάξης απέστειλε εγκύκλιο προς όλες τις Αστυνομικές Αρχές της Χώρας, με την οποία εξέθεσε τους λόγους οι οποίοι επέβαλαν τη λήψη τόσο αυστηρών νομοθετικών μέτρων. Ο Υπουργός προέβη στην παραδοχή πως όλα τα έως τότε χρησιμοποιούμενα κατασταλτικά μέσα και εργαλεία των Διωκτικών Αρχών ήταν άχρηστα και ανεπαρκή, καθώς οι Αρχές αντιμετώπιζαν πλέον μία οργανωμένη συνωμοτική και εγκληματική αντίδραση, η οποία καθοδηγούνταν από ενιαία καθοδηγητική αρχή και όχι τοπικές ομάδες εγκληματιών, που δρούσαν σε μικρούς αριθμούς και σε περιορισμένο χώρο όπως άλλοτε. Η υπουργική εγκύκλιος ανέφερε πως πρωταρχικός σκοπός του Γ΄ Ψηφίσματος ήταν η ανεύρεση των καθοδηγητών της
συνωμοτικής και εγκληματικής
δραστηριότητας κατά του Κράτους και δευτερευόντως των εκτελεστικών οργάνων των εγκληματικών και ανατρεπτικών πράξεων και γι’ αυτό οι Αστυνομικές Αρχές έπρεπε να μη στραφούν χωρίς διάκριση κατά των απλών οπαδών των αποκληθέντων αναρχικών οργανώσεων, αλλά να στραφούν κατά των ηγετών των ανατρεπτικών και εγκληματικών πράξεων κατά του Κράτους, καθώς σε αντίθετη περίπτωση θα 885
Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σ. 156. Φ.Ε.Κ. 198, Βασιλικό Διάταγμα, της 20 ής Ιουνίου 1946, «Περί συστάσεως Εκτάκτων τοπικών Στρατοδικείων». 887 Φ.Ε.Κ. 49, Αναγκαστικός Νόμος 2803 της 21 ης Φεβρουαρίου 1941, «Επί του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικος». 888 Richter, ό.π, σσ. 621 και 631. 886
321
προέκυπτε ένα μεγάλο πλήθος καταδιωκόμενων, γεγονός που θα ήταν αντικοινωνικό και επιζήμιο. Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες ήταν και οι ερμηνευτικές παρατηρήσεις του 4ου,5ου και 7ου άρθρου του Γ΄ Ψηφίσματος, οι οποίες αναφέρονταν στις δημόσιες συγκεντρώσεις και τις απεργίες. Ο Θεοτόκης καλούσε τις Αστυνομικές Αρχές να κάνουν λελογισμένη χρήση των περιορισμών που τίθεντο με το 4ο και το 5ο άρθρο στις δημόσιες συγκεντρώσεις και να αποφεύγουν τις ακρότητες και τις άκαιρες αψυχολόγητες επεμβάσεις στις δημόσιες συγκεντρώσεις, επαναλαμβάνοντας πως το ενδιαφέρον έπρεπε να επικεντρωθεί κατά των διοργανωτών και καθοδηγητών των παράνομων συγκεντρώσεων και όχι κατά των απλών συγκεντρωμένων. Ο Θεοτόκης ερμηνεύοντας το 7ο άρθρο περί απεργιών παρατήρησε πως αυτό δεν στόχευε να θίξει το δικαίωμα στην απεργία, αλλά να προστατεύσει το δικαίωμα στην ελευθερία στην εργασία και γι’ αυτό δεν θα έπρεπε να διώκονται οι απεργούντες, αλλά οι παρανόμως παρακωλύοντες τη λειτουργία νευραλγικών τομέων της οικονομίας με την απροειδοποίητη διακοπή της εργασίας τους. Ο Θεοτόκης ερμηνεύοντας το 9ο άρθρο, το οποίο παραχωρούσε διευρυμένες και έκτακτες εξουσίες στις Αστυνομικές Αρχές, τις καλούσε να κάνουν λελογισμένη και περιορισμένη χρήση της δυνατότητας των κατ’ οίκον ερευνών και μόνο όταν θα υπήρχε η βεβαιότητα πως με την κατ’ οίκον έρευνα θα βεβαιωνόταν ή θα διευκολυνόταν η βεβαίωση αξιόποινης πράξης ή η αποκάλυψη των ενόχων αξιόποινης πράξης ή όταν υπήρχε βάσιμη υπόνοια πως κρύβονταν εντός της οικίας όπλα, φυγάδες ή άλλα ύποπτα πρόσωπα. Σχετικά με τους περιορισμούς στην κυκλοφορία των πολιτών, καλούσε τις Αστυνομικές Αρχές να κάνουν χρήση μόνο σε περιπτώσεις σοβαρού κινδύνου διατάραξης της Δημόσιας Τάξης ή της εμφάνισης ένοπλων αναρχικών ομάδων, διευκρινίζοντας πως το δικαίωμα της επιβολής των περιορισμών της κυκλοφορίας των πολιτών ανήκε κατά κανόνα στον αξιωματικό του Στρατού, ο οποίος είχε τη διοίκηση στην ευρύτερη περιοχή και σε έκτακτες μόνο περιπτώσεις ανήκε στους Διοικητές των Σταθμών Χωροφυλακής, υπό την προϋπόθεση πως θα ενημέρωναν την Ανώτερη Διοίκηση, η οποία μπορούσε να καταργήσει ή να μετατρέψει τους περιορισμούς στην κυκλοφορία των πολιτών.889 889
Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, Φάκελος 134.4, 1947, Γενική Διεύθυνσις Χωροφυλακής, Διεύθυνσις ασφαλείας, Τμήμα Δημοσίας Ασφαλείας Υπουργείο, «Κοινοποίησις του Ψηφίσματος Γ΄ «Περί εκτάκτων μέτρων αφορώντων την Δημόσιαν Τάξιν και Ασφάλειαν».
322
Οι νομοθετικές πρωτοβουλίες της Κυβέρνησης Τσαλδάρη στους τομείς της Ασφάλειας και της τάξης βρίσκονταν στα όρια της δημοκρατικής και συνταγματικής νομιμότητας, ενώ κάποιες από τις διατάξεις τους υπερέβαιναν αυτά τα όρια προκαλώντας την αντίδραση της διεθνούς κοινότητας και της αριστερής πτέρυγας του κυβερνώντος βρετανικού Εργατικού Κόμματος. Η αντίδραση της αριστερής πτέρυγας του βρετανικού Εργατικού Κόμματος εκδηλώθηκε με την υποβολή επερωτήσεων προς τη βρετανική κυβέρνηση για την Ελλάδα και τη δράση των Βρετανικών Αποστολών στην εμπέδωση των κανόνων ευνομίας και δικαιοσύνης. Ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών, Mac Neil, την 1η Ιουλίου 1946 παρουσιάστηκε στη Βουλή των Κοινοτήτων και απάντησε στην επιθετική επερώτηση του κυβερνητικού βουλευτή Wilkes, πώς ήταν δυνατόν να συνεχίζουν να υπηρετούν στις τάξεις του ελληνικού Στρατού, τον οποίο αναδιοργάνωσε η Βρετανική Αποστολή, πρώην μέλη των Ταγμάτων Ασφαλείας, ενώ αντίθετα πρώην μέλη του Ε.Λ.Α.Σ. και του αντιστασιακού κινήματος δεν αξιοποιούνταν σε ενεργές υπηρεσίες του Στρατού. Ο Mac Neil απαντώντας δήλωσε πως η παρουσία της Βρετανικής Αποστολής ήταν απολύτως συμβουλευτική και πως η βρετανική κυβέρνηση, σε γενικές γραμμές, συμφωνούσε στο ότι θα έπρεπε να υπάρξει ενδιαφέρον για τη διασφάλιση της καλύτερης επάνδρωσης του ελληνικού Στρατού.890 Η ενίσχυση των νομοθετικών κατασταλτικών μέσων της Κυβέρνησης δεν απέτρεψε την έξαρση των φαινομένων βίας τόσο από την πλευρά της Αριστεράς όσο και από την πλευρά της Άκρας Δεξιάς, ιδίως στη Μακεδονία. Η Κυβέρνηση επιθυμώντας την πάταξη των φαινόμενων βίας, χρησιμοποιούσε όλο και συχνότερα, πέρα από τη Χωροφυλακή και την Εθνοφυλακή, και τις μονάδες του Στρατού.891 Έτσι ο τακτικός στρατός ξεκίνησε τον Ιούλιο για πρώτη φορά να λαμβάνει μέρος σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις κατά των ανταρτών στη Μακεδονία και τη Θράκη, όταν πλέον τα φαινόμενα βίας είχαν λάβει ανεξέλεγκτη τροπή και είχε διαφανεί η απόλυτη ανεπάρκεια της Χωροφυλακής να αντιμετωπίσει την ένταση των φαινομένων βίας, να διεξαγάγει αντιανταρτικό αγώνα και να διατηρήσει τη στοιχειώδη τάξη, ιδίως στην ύπαιθρο.892 Η βασική αιτία της αδυναμία της Χωροφυλακής, να ανταποκριθεί στο νέο ξέσπασμα βίας ήταν το πρόγραμμα εκπαίδευσης το οποίο είχαν λάβει οι άνδρες από 890
Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 25.1, 1946, Parliamentary debates (Hansard), Monday 1 st July 1946, House of Commons, Official Report, Volume 424, No. 166. 891 Κόντης, «Η διολίσθηση προς την εμφύλια σύγκρουση», ό.π., σ. 121. 892 Richter, ό.π, σσ. 622, 628 και Κόντης, ό.π., σ. 166.
323
τη Βρετανική Αποστολή, η οποία έως και λίγους μήνες πριν από το νέο ξέσπασμα βίας, εκπαίδευε και προετοίμαζε τη Χωροφυλακή ως αστυνομική δύναμη ειρηνικής περιόδου και όχι ως ένοπλο σώμα για πολεμικές επιχειρήσεις. Ενδεικτικό της ατελούς και τακτικά εσφαλμένης προπαρασκευής της Χωροφυλακής ήταν πως η Αποστολή πίεζε τη βρετανική κυβέρνηση και τις βρετανικές στρατιωτικές αρχές να χορηγήσουν στη Χωροφυλακή είκοσι μία χιλιάδες πεντακόσια (21.500) περίστροφα για να αντικατασταθούν πλήρως τα τυφέκια που έφεραν οι χωροφύλακες έως τότε. Η πρόταση της Βρετανικής Αποστολής ευτυχώς αντιμετώπισε την άρνηση της βρετανικής κυβέρνησης, εξαιτίας της άρνησης του Bevin, ο οποίος θεωρούσε πως οι συνθήκες ασφαλείας της Ελλάδας δεν επέτρεπαν την απόσυρση των τυφεκίων από τον οπλισμό της Χωροφυλακής. Η λύση που τελικά προκρίθηκε ήταν η εφαρμογή του διπλού οπλισμού με τυφέκιο και περίστροφο, όπου τα περίστροφα θα φέρονταν συνεχώς από τους χωροφύλακες, ενώ τα τυφέκια θα διατηρούνταν στους Σταθμούς και η χρήση τους θα γινόταν όταν οι συνθήκες το επέτασσαν, όπως συνέβαινε και στις περισσότερες Αποικιακές Αστυνομικές Δυνάμεις και στην Αστυνομία του Ulster, στην οποία είχε υπηρετήσει ο Sir Charles Wickham.893 Η δύναμη της Χωροφυλακής κατά το 1946 ενισχύθηκε αριθμητικά με πρώην Εθνοφύλακες και με τους πρώτους μεταπολεμικούς αποφοίτους των Σχολών του Σώματος. Ωστόσο, η Χωροφυλακή, παρά την ενίσχυση του προσωπικού της, παρέμεινε ανεπαρκής για να εκπληρώσει το καθήκον της, ανεπάρκεια που επιτεινόταν από τον εκτεταμένο κατακερματισμό των δυνάμεών, της καθώς η μισή δύναμή της επάνδρωνε τους παλιούς και τους νεοϊδρυθέντες Σταθμούς στο σύνολο της Επικράτειας. Οι Σταθμοί της Χωροφυλακής επανδρώνονταν ανεπαρκώς με τέσσερις έως δέκα χωροφύλακες υπό τις διαταγές ανθυπασπιστή ή υπαξιωματικού και είχαν ως αποστολή την καταδίωξη των κακοποιών στοιχείων και τη διατήρηση της τάξης της περιοχής ευθύνης τους η οποία μπορεί να εκτεινόταν σε χωριά, τα οποία απείχαν μεγάλες αποστάσεις μεταξύ τους ή μπορεί και να επικοινωνούσαν μόνο μέσω ορεινών διαβάσεων. Οι Σταθμοί της Χωροφυλακής, δεχόμενοι συνεχώς επιθέσεις και έχοντας διαρκώς απώλειες, αντί να είναι ενισχυτικοί παράγοντες στη συνολική
893
F.O. 371/58756, R7073/75/19, Foreign Office to Under-secretary of State, War Office, 12th June 1946.
324
προσπάθεια του Σώματος κατά των αριστερών ενόπλων ομάδων, κατέληξαν να είναι επιβαρυντικός παράγοντας.894 Η παθητική στάση της Χωροφυλακής στις απανωτές επιθέσεις των ένοπλων αριστερών ομάδων και οι αυξανόμενες απώλειες επέδρασαν αρνητικά στο ηθικό του προσωπικού και οδήγησαν στην απώλεια της πίστης της επιτυχούς κατάληξης της αποστολής του. Η ηγεσία της Χωροφυλακής αντέδρασε, ζητώντας από την Κυβέρνηση και από τους Βρετανούς περισσότερους άνδρες και βαρύτερο οπλισμό για να μπορέσει να ανταποκριθεί στοιχειωδώς τόσο στην καταστολή των ενόπλων αριστερών ομάδων όσο και στην προστασία του προσωπικού της.895 Οι
επιθέσεις
των
ανταρτών
κατά
των
Σταθμών
Χωροφυλακής
πραγματοποιούνταν πάντα με συγχρονισμένες επιθέσεις μικρών ομάδων από πολλές κατευθύνσεις. Οι αντάρτες συνήθιζαν να εκτελούν τις φρουρές των καταληφθέντων Σταθμών και ειδικότερα για τον επικεφαλής επεφύλασσαν τη δολοφονία με αιχμηρό αντικείμενο ή τον ακρωτηριασμό του.896 Η ηγεσία του Κ.Κ.Ε., παρά την ποιοτική και ποσοτική έξαρση των φαινομένων βίας των αριστερών ένοπλων ομάδων, συνέχισε καθόλη την διάρκεια του 1946 να κάνει λόγο για πολιτική «Αυτοάμυνας», η οποία στρεφόταν πρωταρχικά κατά των δεξιών ενόπλων ομάδων και δευτερευόντως κατά των ανδρών της Χωροφυλακής για την προστασία που παρείχαν στους Δεξιούς παρακρατικούς. Η κυβερνητική πλευρά πάλι θεωρούσε πως η αμυντική στρατηγική «Αυτοάμυνας» του Κ.Κ.Ε. ήταν παραπλανητική και στην πραγματικότητα στόχευε στην αμφισβήτηση και την υπονόμευση της νόμιμης εξουσίας με στόχο την κατάληψη της εξουσίας. Ο λόγος ήταν ότι το δεύτερο μισό του 1946 κλιμακώθηκαν ποιοτικά και ποσοτικά οι επιθέσεις των ένοπλων αριστερών ομάδων κατά των χωροφυλάκων και των κρατικών εκπροσώπων,
προβαίνοντας
στην
εκτέλεση
χωροφυλάκων,
στην
απαγωγή
Κοινοταρχών και Αγροφυλάκων, στον αφοπλισμό στρατιωτών, στην αντικατάσταση κοινοτικών αρχών και στη στράτευση ανδρών, όταν πλέον οι δεξιοί παρακρατικοί είχαν τερματίσει τη δράση τους και είχαν καταφύγει στην ασφάλεια των αστικών κέντρων αμέσως μετά την έναρξη της στρατηγική της «Αυτοάμυνας». 897,
894
Δασκαλάκης, ό.π.,σ. 588. F.O. 371/58758, R 9780, Monthly Report for May, 1946, British Police and Prison Mission (Greece), M.S.24/2, 13th June 1946. 896 Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 195. 897 Κολιόπουλος, Λεηλασία Φρονημάτων, τόμ.2, ό.π., σσ. 115, 119 και 177 895
325
Η επιδείνωση των συνθηκών ασφαλείας κατά το δεύτερο μισό του 1946 ξεκίνησε από τη Θεσσαλία, στην οποία εντός του Ιουλίου δέκα Σταθμοί της Χωροφυλακής και δεκατέσσερα αποσπάσματα της Χωροφυλακής δέχθηκαν επίθεση από τις αριστερές ένοπλες ομάδες, ενώ έως τον Ιούλιο έκλεισαν συνολικά είκοσι Σταθμοί της Χωροφυλακής και σημειώθηκαν πενταπλάσια, σε σχέση με άλλες περιφέρειες, ποσοστά νεκρών και τραυματιών χωροφυλάκων, με είκοσι τρεις τραυματίες χωροφύλακες επί συνόλου τριάντα έξι σε ολόκληρη τη Χώρα και εννέα νεκροί επί συνόλου δεκαπέντε.898 Η περαιτέρω επιδείνωση των συνθηκών ασφαλείας το φθινόπωρο του 1946 κατέστησε τη Δυτική Μακεδονία την πλέον ασταθή περιφέρεια της Χώρας και ειδικότερα το νότιο τμήμα που γειτνίαζε με τον Όλυμπο, την περιοχή της Πίνδου και με την ελληνοαλβανική μεθόριο. Τον Σεπτέμβριο οι εκκενωθέντες Σταθμοί Χωροφυλακής στη Δυτική Μακεδονία ήταν δέκα εφτά, ενώ τον Οκτώβριο ανήλθαν σε είκοσι τέσσερις. Αντίστοιχη ήταν και η αύξηση των απωλειών του προσωπικού της Χωροφυλακής, οι οποίες τον Σεπτέμβριο έφτασαν τους δεκατρείς νεκρούς και οι τραυματίες τους δώδεκα. Το φθινόπωρο παρουσιάστηκε δραματική αύξηση των απωλειών, με αποτέλεσμα στην Κεντρική Μακεδονία, τη Θράκη και την Πελοπόννησο, επί συνόλου εβδομήντα ενός νεκρών για το σύνολο της Χώρας, οι νεκροί χωροφύλακες να είναι είκοσι, δώδεκα και δεκατρείς αντίστοιχα, μόνο για τον Σεπτέμβριο.899 Όταν στα τέλη του 1946 φάνηκε πως η Χωροφυλακή αδυνατούσε να αντιμετωπίσει επιτυχώς τις αριστερές ομάδες ενόπλων, οι διοικητές των μονάδων του Στρατού κατέθεσαν πιεστικές εισηγήσεις στην πολιτική ηγεσία. Με αυτές ζητούσαν τη συγκρότηση ανά Υποδιοίκηση Χωροφυλακής ειδικών στρατιωτικών συνεργείων για τη συγκέντρωση πληροφοριών σχετικά με τον κρυμμένο οπλισμό του Ε.Λ.Α.Σ. και την ενεργότερη συμμετοχή της Χωροφυλακής με αποσπάσματα στην καταδίωξη των ενόπλων για την καλύτερη εμπέδωση του κλονισμένου αισθήματος ασφαλείας των πολιτών της υπαίθρου.900 898
F.O. 371/58759, R 12685, Monthly Report for July, 1946, British Police and Prison Mission (Greece), M.S.24/2, 8th August 1946. 899 F.O. 371/58759, R 16117, Monthly Report for September, 1946, British Police and Prison Mission (Greece), M.S.24/2, 22nd October 1946 και R 17057, Monthly Report for October, 1946, British Police and Prison Mission (Greece), M.S.24/2,28th November 1946, F.O. 371/58759, R 16117, Monthly Report for September, 1946, British Police and Prison Mission (Greece), M.S.24/2 APPENDIX A, 22 nd October 1946 και F.O. 371/58759, R 16117, Monthly Report for September, 1946, British Police and Prison Mission (Greece), M.S.24/2,APPENDIX C, 22 nd October 1946. 900 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.2, ό.π., σσ. 274-276.
326
Ο Υπουργός Δημοσίας Τάξης, θέλοντας να ενισχύσει το ηθικό των ανδρών της Χωροφυλακής και να καταδείξει την αρωγή της Κυβέρνησης σε αυτούς και τις οικογένειές τους, κατέθεσε στο Κοινοβούλιο την 23η Ιουνίου νομοσχέδιο για την αναγνώριση
ηθικών
και
υλικών
αμοιβών
στους
άνδρες
των
Σωμάτων
Ασφαλείας.901Το νομοσχέδιο προέβλεπε πως οι αξιωματικοί των Σωμάτων Ασφαλείας και των άλλων Όπλων, οι οποίοι εκτελούσαν αστυνομικά καθήκοντα και σκοτώνονταν ή εξαφανίζονταν κατά την εκτέλεση του καθήκοντος, λάμβαναν προαγωγή δύο βαθμών, ενώ οι στρατιώτες ή οι χωροφύλακες που σκοτώνονταν ή εξαφανίζονταν κατά την εκτέλεση του καθήκοντος λάμβαναν προαγωγή τρεις βαθμούς. Το νομοσχέδιο προέβλεπε πως οι οικογένειες των φονευθέντων αξιωματικών ή οπλιτών της Χωροφυλακής θα συνέχιζαν να λαμβάνουν τις εν ενεργεία αποδοχές των εξαφανισθέντων μέχρι το τέλος του 1946 και από τις αρχές του 1947 θα λάμβαναν πολεμική σύνταξη, μέρισμα από το Μετοχικό Ταμείο Στρατού ή από το Ταμείο Πολιτικών Υπαλλήλων καθώς και βοήθημα από το Ταμείο Αλληλοβοηθείας. Το νομοσχέδιο προέβλεπε πως οι άνδρες των Σωμάτων Ασφαλείας, οι οποίοι είχαν καταστεί ανίκανοι για υπηρεσία ύστερα από τραυματισμό τους κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας, θα λάμβαναν προαγωγή ενός βαθμού και πολεμική σύνταξη.902 Το ηθικό και η μαχητικότητα του προσωπικού της Χωροφυλακής απασχολούσε συνεχώς την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Δημοσίας Τάξης, τη φυσική ηγεσία της Χωροφυλακής και τη Βρετανική Αποστολή. Το ενδιαφέρον για το ηθικό και τη μαχητικότητα της Χωροφυλακής αυξήθηκε κατακόρυφα μετά την απελευθέρωση από τους αντάρτες αιχμαλωτισθέντων χωροφυλάκων και την προειδοποίηση πως θα τους εκτελούσαν, αν συλλαμβάνονταν ξανά να οπλοφορούν, και το κύμα τρομοκράτησης, το οποίο εξαπέλυσε η κομμουνιστική προπαγάνδα, απειλώντας με αντίποινα τις συζύγους και τις οικογένειες των οπλιτών της Χωροφυλακής. Η Βρετανική Αποστολή, εξαιτίας αυτών των συνθηκών, εισηγήθηκε τη μεταφορά των απελευθερωθέντων χωροφυλάκων σε άλλες περιοχές από εκείνη της 901
Επρόκειτο για τον Νόμο 36/1946 «περί τροποποιήσεως του Α.Ν. 2307/1940 «περί στρατιωτικής ιεραρχίας και προαγωγών εν τη Χωροφυλακή» «περί προαγωγών επ’ ανδραγαθία εν τη Αστυνομία Πόλεων» και «περί ηθικών και υλικών αμοιβών εις τους φονευομένους, τραυματιζομένους και εξαφανιζομένους εν τη εκτελέσει της υπηρεσίας των στρατιωτών της Χωροφυλακής και Υπαλλήλους της Αστυνομίας Πόλεων». 902 Καθημερινή, 23η Ιουνίου 1946, «Κατατέθη το νομοσχέδιο περί ηθικών και υλικών αμοιβών εις τα όργανα ασφαλείας», σ. 2.
327
σύλληψης ή της απελευθέρωσής τους αλλά με διακριτικές και προσεκτικές διαδικασίες, ώστε το προληπτικό μέτρο προστασίας των ανδρών της Χωροφυλακής να μην οδηγήσει στην ενθάρρυνση της παράδοσης για να μεταφερθούν μετά την απελευθέρωσή τους μακριά από τις επικίνδυνες ζώνες. Η Βρετανική Αποστολή και η ηγεσία του Υπουργείου Δημοσίας Τάξης, σχετικά με τις απειλές των κομμουνιστών κατά των συζύγων και των οικογενειών των οπλιτών της Χωροφυλακής, κατέληξαν στο συμπέρασμα πως ήταν ένας κίνδυνος υπαρκτός, τον οποίο η Κυβέρνηση και οι οπλίτες της Χωροφυλακής έπρεπε πάντα να τον συνεκτιμούν καθώς δεν υπήρχε τρόπος να αποτραπεί.903 Η αδυναμία της Χωροφυλακής να αντιμετωπίσει τις αριστερές ένοπλες δυνάμεις ανέδειξε επίσης το έλλειμμα ηγεσίας σε επίπεδο αξιωματικών και την ανεπάρκεια σε επίπεδο υπαξιωματικών. Οι περισσότεροι από τους ανώτατους αξιωματικούς της Χωροφυλακής ήταν πολύ ηλικιωμένοι, επιδείκνυαν εντονότατες ηττοπαθείς τάσεις, προτιμούσαν να είναι αποκομμένοι από τους άνδρες τους και κάλυπταν την ανεπάρκεια και την αναποτελεσματικότητά τους με αργομισθίες και με ανούσιες διοικητικές εργασίες στην Αθήνα και άλλες μεγάλες πόλεις. Η Κυβέρνηση και η Αποστολή, με τη διαρκή στήριξη του Αρχηγού του Σώματος, αντιμετώπισαν την προβληματική αυτή κατάσταση προχωρώντας, όπου κρίθηκε αναγκαίο, σε δραστικές αλλαγές προσώπων. Οι αλλαγές στην ανώτατη ηγεσία και στο σώμα των αξιωματικών είχαν άμεσα ευεργετικά αποτελέσματα και βοήθησαν στην επαύξηση της μαχητικότητας και της αποδοτικότητας του Σώματος, χωρίς όμως να οδηγήσουν στην ανατροπή των συνθηκών Ασφαλείας που είχαν διαμορφωθεί.904 Η δραστηριότητα των ένοπλων αριστερών ομάδων κατά τη διάρκεια του 1946 δεν παρουσίασε σημάδια ύφεσης, παρά τη λειτουργία των Επιτροπών Δημοσίας Ασφαλείας και την εφαρμογή των διατάξεων του Γ΄ Ψηφίσματος, οι οποίες έδιναν εκτεταμένες αρμοδιότητες στα αστυνομικά όργανα και στους υπόλοιπους μηχανισμούς της Πολιτείας. Η δράση των ένοπλων αριστερών ομάδων ανάγκασε τους τοπικούς φορείς και τις αστυνομικές και στρατιωτικές αρχές να επαναλάβουν τα παλαιότερα αιτήματά τους για την κήρυξη Στρατιωτικού Νόμου στις περιοχές όπου η βία βρισκόταν σε έξαρση ή να προβαίνουν σε διάφορες εισηγήσεις.
903
F.O. 371/58759, R 16117, Monthly Report for September, 1946, British Police and Prison Mission (Greece), M.S.24/2, 22ndOctober 1946. 904 F.O. 371/58758, R 9780, Monthly Report for May, 1946, British Police and Prison Mission (Greece), M.S.24/2, 13th June 1946.
328
Χαρακτηριστικό ήταν το αίτημα του Νομάρχη Φθιώτιδας και του Ανώτατου Διοικητή Χωροφυλακής Στερεάς Ελλάδος για την κήρυξη Στρατιωτικού Νόμου στην περιοχή ευθύνης τους. Η Κυβέρνηση έκρινε αρνητικά την εισήγηση του Διοικητή της Μεραρχίας για την κήρυξη Στρατιωτικού Νόμου στη Φθιώτιδα, καθώς θεώρησε πως μία τέτοια απόφαση θα ήταν υπερβολική και αντιπρότεινε τη συγκρότηση τοπικής Εθνοφρουράς,905 η οποία θα συγκροτούνταν με επίσημη επιστράτευση, ύστερα από ατομική πρόσκληση εφέδρων ανεξάρτητα από στρατολογικές κλάσεις, ώστε κάθε χωριό να προσφέρει στην τοπική Εθνοφρουρά δέκα με δεκαπέντε άνδρες. Η πρόταση προέβλεπε πως οι μονάδες των τοπικών Εθνοφρουρών θα παρέμεναν στα χωριά τους, τα οποία θα ήταν ο πρωταρχικός τομέας ευθύνης τους και πως θα τίθεντο υπό τις διαταγές ντόπιων εφέδρων υπαξιωματικών στο πλαίσιο των Σταθμών Χωροφυλακής της περιφέρειάς τους.906 Όπως στην περίπτωση της Φθιώτιδας, έτσι και οι διοικητικοί και αστυνομικοί φορείς της Σάμου συγκρότησαν Επιτροπή, στην οποία συμμετείχε ο Νομάρχης, ο Εισαγγελέας των Πλημμελειοδικών, ο Διοικητής της Χωροφυλακής και ο Διοικητής της Διλοχίας Σάμου, ενώ ζήτησαν από την Κυβέρνηση να εξουσιοδοτηθεί, λόγω της αδυναμίας της ταχείας επικοινωνίας του νησιού με το Κέντρο, ο Διοικητής της Διλοχίας να κηρύττει τον Στρατιωτικό Νόμο στην επικράτεια του νησιού σε περίπτωση ταραχών.907 Η συμμετοχή των Διοικητών Χωροφυλακής στις τοπικές επιτροπές και στις ομάδες πίεσης για τη λήψη αυστηρότερων διοικητικών και νομοθετικών μέτρων, προκάλεσε την ενόχληση του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως, Θεοτόκη. Η ενόχληση του Θεοτόκη διαφάνηκε στη διαταγή την οποία απηύθυνε προς τον Διοικητή Χωροφυλακής Λαμίας, τον οποίο κάλεσε να γίνει περισσότερο δραστήριος στην ολοκληρωτική εκκαθάριση των ενόπλων ομάδων κάθε πολιτικής απόχρωσης και σκοπού, ενώ επιπλέον τον προειδοποίησε πως οποιαδήποτε μελλοντική μονόπλευρη
905
Πρόκειται για την πρώτη επίσημα διατυπωμένη πρόταση συγκρότησης μονάδων Εθνοφρουράς. Το σκεπτικό της τακτικής δράσης των μονάδων αυτών είχε κάποια κοινά στοιχεία με το μετέπειτα δόγμα δράσης, όταν τελικά συγκροτήθηκαν τα Τάγματα Εθνοφρουράς. Σημαντικές όμως είναι και οι διαφορές, καθώς το προταθέν δόγμα ομοιάζει σε πολλά σημεία και με τα μεταγενέστερα Μ.Α.Υ. και Μ.Α.Δ. 906 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.2, ό.π., σσ. 274-276. 907 Το ίδιο, σσ. 310-312.
329
ενέργεια θα ήταν απαράδεκτη και θα βρισκόταν σε σύγκρουση με την επιδίωξη της Κυβέρνησης, η οποία ήθελε την πλήρη εμπέδωση της Ασφάλειας στη Χώρα.908 Η προειδοποίηση του Θεοτόκη για την αποφυγή μονομερών ενεργειών αναφερόταν τόσο σε ζητήματα αποφάσεων και πρωτοβουλιών σε επίπεδο Διοικήσεων όσο και σε ζητήματα εφαρμογής των Νόμων, καθώς πολλοί στρατιωτικοί διοικητές από αντικομμουνιστικό φανατισμό ή από πανικό εξέδιδαν διαταγές, τις οποίες δεν παρέπεμπαν σε εκπροσώπους της νόμιμης Κυβέρνησης αλλά σε εκπροσώπους αυταρχικής εξουσίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η διαταγή του Επιτελάρχη του Β΄ Σώματος Στρατού προς την Ανώτερη Διοίκηση Χωροφυλακής της Θεσσαλίας, με την οποία κάλεσε τη Χωροφυλακή να συλλάβει τις οικογένειες των μελών των ένοπλων ομάδων και να πυρπολήσει τις κατοικίες τους.909 Οι τάσεις αυτονόμησης στελεχών του κρατικού μηχανισμού και οι μονομερείς δράσεις οδήγησαν την Κυβέρνηση να κηρύξει την 26η Ιουλίου 1946, σε κατάσταση έκρυθμης κατάστασης τις περιοχές ευθύνης του Β΄ και Γ΄ Σώματος Στρατού. Η κήρυξη των περιοχών ευθύνης του Β΄ και Γ΄ Σώματος Στρατού σε κατάσταση έκρυθμης κατάστασης συνδυάστηκε με την ανάθεση της διοίκησης των δυνάμεων των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, που βρίσκονταν στις περιοχές ευθύνης του Β΄ και Γ΄ Σώματος Στρατού, στους αντίστοιχους Διοικητές των Σωμάτων Στρατού και οι Υπουργοί των Πολεμικών Υπουργείων σε συνεργασία με τον υπουργό Δημοσίας Τάξεως ανέλαβαν τον συντονισμό των ενεργειών των Σωματαρχών. Κάθε Σωματάρχης κατέστη υπεύθυνος για τη διατήρηση της Τάξης της περιοχής ευθύνης του, έχοντας το δικαίωμα να καλεί εφέδρους προς κατάταξη, υπό τη νομική κάλυψη του Νόμου περί Εκτάκτων Συνθηκών και να αξιοποιεί με κάθε τρόπο το σύνολο των δυνάμεων που τελούσαν υπό τις εντολές του, με μόνο περιορισμό την απαγόρευση της μετάθεσης των αξιωματικών της Χωροφυλακής ή της κατάργηση οποιασδήποτε Υπηρεσίας της Χωροφυλακής, εφόσον δεν υπήρχε σχετική απόφαση του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως. Η Κυβέρνηση, καθώς οι συνθήκες ασφαλείας επιδεινώνονταν καθόλη τη διάρκεια του 1946, αναγκάστηκε και
908
Ι.Α.Υ.Ε., Α΄ Πολιτική, 134.4, 1947, Υπουργείο Δημοσίας Τάξης, Γενική Διεύθυνση Χωροφυλακής, Διεύθυνση ασφαλείας, Τμήμα Δημοσίας Ασφαλείας προς Αρχηγείο Βασιλικής Χωροφυλακής, Τμήμα Δημοσίας Ασφαλείας, Αθήνα, 27η Ιουνίου 1946. 909 Κατσούλης, ό.π., σ. 110.
330
κήρυξε την έκρυθμη κατάσταση και στην περιοχή ευθύνης του Α΄ Σώματος Στρατού, δηλαδή στη Στερεά Ελλάδα και την Πελοπόννησο.910 Ο υπουργός Δημοσίας Τάξεως, Θεοτόκης, απέστειλε την 30ή Ιουλίου εγκύκλιο προς όλες τις Υπηρεσίες της Χωροφυλακής, σχετικά με το μείζον ζήτημα της συμπεριφοράς των ανδρών της Χωροφυλακής προς τους πολίτες και ιδίως προς τους συλληφθέντες παραβάτες των Νόμων. Ο Θεοτόκης τόνισε στην εγκύκλιο πως η συμπεριφορά των ανδρών της Χωροφυλακής όφειλε να είναι λεπτή, ευγενής, αμερόληπτη και απαλλαγμένη από κάθε είδους βιαιοπραγία, ύβρεις και προσβολές, ειδικότερα δε έναντι των κρατουμένων, οι οποίοι μετά τη σύλληψή τους υπάγονταν στην προστασία των διατάξεων του Κανονισμού της Χωροφυλακής και των σχετικών Νόμων, που απαιτούσαν από τα όργανα της Τάξης να απέχουν από κάθε είδους χρήση βίας, εκτός από την περίπτωση της αποτροπής ή πρόληψης απόδρασης ή με βάση τον Ποινικό Κώδικα κατά τη στιγμή της σύλληψης έπειτα από ένοπλη συμπλοκή, λόγω της αναμενόμενης ψυχολογικής έξαψης που προκλήθηκε κατά τη συμπλοκή. Αντίθετα, τα φαινόμενα κακομεταχείρισης των κρατουμένων από τα όργανα της Τάξης, που είχαν παρατηρηθεί εντός των κρατητηρίων και των αστυνομικών καταστημάτων, ήταν απαράδεκτα και τιμωρούνταν, καθώς είχε πλέον επανέλθει η ψυχολογική ηρεμία των οργάνων της Τάξης και είχε παρέλθει η έξαψη της συμπλοκής. Ο Θεοτόκης ολοκλήρωσε την εγκύκλιό του δηλώνοντας πως οι άνδρες της Χωροφυλακής όφειλαν να αποφεύγουν την οιαδήποτε μεροληπτική ενέργεια, τον απότομο τρόπο συμπεριφοράς, την εξύβριση και τη χειροδικία κατά των κρατουμένων ακόμα και όταν προκαλούνταν, γιατί πέρα των βαρύτατων πειθαρχικών και ποινικών κυρώσεων που θα αντιμετώπιζαν οι παραβάτες ως συνέπεια των πράξεών τους, οι πράξεις αυτές οδηγούσαν σε απώλεια της εμπιστοσύνης και εκτίμησης των πολιτών προς τα Σώματα Ασφαλείας.911 Η ένταξη των δυνάμεων της Χωροφυλακής υπό τη διοίκηση των Σωμάτων Στρατού μετά την κήρυξη της έκρυθμης κατάστασης οδήγησε στη διαδικασία αλλαγής του τρόπου τακτικής αξιοποίησης των μονάδων της Χωροφυλακής. Το Β΄ 910
F.O. 371/58759, R 12685, Monthly Report for July, 1946, British Police and Prison Mission (Greece), M.S.24/2, 8th August 1946 και Δασκαλάκης, ό.π.,σ. 589. 911 Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, Φάκελος 134.4, 1947, Υπουργείο Δημοσίας Τάξης, Γενική Διεύθυνση Χωροφυλακής, Τμήμα Δημοσίας Ασφαλείας, Αριθμός πρωτοκόλλου 59/43/24, Εγκύκλιος 304 προς άπασας τας Υπηρεσίας Χωροφυλακής «Περί συμπεριφοράς των Στρατιωτικών της Χωροφυλακής προς τους πολίτας και δη προς τους συλλαμβανομένους διά παραβάσεις των κειμένων Νόμων», Αθήνα, 30ή Ιουλίου 1946.
331
Σώμα Στρατού, μετά την ολοκλήρωση κάποιων περιορισμένων εκκαθαριστικών επιχειρήσεων, προχώρησε στην έκδοση διαταγής στην οποία συμπεριέλαβε και τη Χωροφυλακή. Ειδικότερα, το Β΄ Σώμα Στρατού διέταξε τη συγκρότηση, εντός των ορίων ευθύνης του, άρτια εφοδιασμένων και οχυρωμένων Σταθμών Χωροφυλακής με δύναμη από ογδόντα έως εκατό άνδρες ο καθένας, ώστε κάθε Σταθμός να μπορεί να αμυνθεί σε περίπτωση επίθεσης για τουλάχιστον δύο μέρες. Η διαταγή του Β΄ Σώματος Στρατού προέβλεψε ακόμα τη συγκρότηση ισχυρών μεταβατικών αποσπασμάτων της Χωροφυλακής, τα οποία θα έρχονταν σε επαφή με τους Σταθμούς το ανώτερο κάθε δύο μέρες, λειτουργώντας ως σύνδεσμοι. Οι Σταθμοί της Χωροφυλακής στη ζώνη ευθύνης του Β΄ Σώματος Στρατού διατάχθηκαν να εφαρμόσουν το σύστημα άμυνας των Φυλακίων της μεθορίου, δηλαδή τα οικήματα να τοποθετούνται σε δεσπόζουσα θέση των χωριών και να προστατεύονται
από
κυκλικό,
εξωτερικό
περίβολο
με
συρματοπλέγματα,
χαρακώματα και προπαρασκευασμένες θέσεις βολής όλων των όπλων των Σταθμών. Το Β΄ Σώμα Στρατού διέταξε επίσης τις δυνάμεις της Χωροφυλακής να δημιουργήσουν σε κάθε Σταθμό σύστημα επιτήρησης με συνεχείς περιπολίες, που θα λειτουργούσε μέρα και νύχτα. Το Β΄ Σώμα Στρατού κάλεσε, με την ανωτέρω διαταγή του, τις Διοικήσεις Χωροφυλακής, που τελούσαν υπό τις διαταγές του, να συντάξουν τα δικά τους σχέδια ενεργειών ακολουθώντας δύο βασικές αρχές· πρώτον ότι κάθε Σταθμός θα αμυνόταν μέχρι εσχάτων και θα ειδοποιούσε με κάθε δυνατό μέσο τους πλησιέστερους Σταθμούς και τη Διοίκηση στην οποία υπαγόταν και δεύτερον ότι οι ενδιαφερόμενες Υποδιοικήσεις και Διοικήσεις, όταν πληροφορούνταν την προσβολή ενός Σταθμού θα έσπευδαν με όλες τις διαθέσιμες δυνάμεις τους για να αντεπιτεθούν και να απεμπλέξουν τον προσβαλλόμενο Σταθμό.912 Η ένταξη των δυνάμεων της Χωροφυλακής υπό τις εντολές των Σωμάτων Στρατού και η συνέχιση άσκησης των αστυνομικών καθηκόντων τους προκάλεσαν σύγχυση ως προς τις αρμοδιότητες, την τακτική αξιοποίηση, τη διοικητική και μισθολογική
κατάταξη
των
δυνάμεων
της
Χωροφυλακής.913
Η
σύγχυση
προκαλούνταν από το γεγονός πως ήταν αδύνατο να διακριθούν τα αστυνομικά καθήκοντα των Διοικήσεων της Χωροφυλακής, που υπάγονταν στο Αρχηγείο της
912 913
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.2, ό.π., σσ. 316-318. Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ., Διεύθυνσις Οργανωτικού, Τμήμα Α΄, Γραφείον Ι΄, 13 η Ιουνίου, 1946.
332
Χωροφυλακής και στον Υπουργό Δημοσίας Τάξης, από τα κατασταλτικά «στρατιωτικά» καθήκοντα, που υπάγονταν στις Διοικήσεις των Σωμάτων Στρατού.914 Ο υπουργός των Πολεμικών Υπουργείων, Μ. Μαυρομιχάλης, προσπαθώντας να αντιμετωπίσει τη σύγχυση περί των αρμοδιοτήτων, απηύθυνε τη 10η Σεπτεμβρίου 1946 εγκύκλιο με τον τίτλο, «Περί γενικής διαρθρώσεως των δυνάμεων του Στρατού», προς τους Διοικητές των Σωμάτων Στρατού. Στην εγκύκλιο περιλαμβάνονταν οδηγίες οι οποίες αφορούσαν τη Χωροφυλακή και τη σχέση της με τον Στρατό. Ειδικότερα, η εγκύκλιος όρισε πως: 1) Η Χωροφυλακή ήταν αστυνομική δύναμη και ήταν επιθυμητό να δρα σε μικρά τμήματα και εφόσον οι συνθήκες ασφαλείας δεν το επέτρεπαν, έπρεπε τα αστυνομικά ολιγάριθμα τμήματα της Χωροφυλακής να καταστούν ικανά να επιτελέσουν τα αστυνομικά τους καθήκοντα πριν από την αποχώρηση των στρατιωτικών μονάδων. 2) Η Χωροφυλακή ήταν πρωταρχικά στατική δύναμη και οι άνδρες της θα έπρεπε να οπλίζονται πρωταρχικά για λόγους αυτοάμυνας, καθώς ο οπλισμός και η εκπαίδευση των μονάδων της Χωροφυλακής δεν της επέτρεπαν να σταθεί αυτόνομα στο πεδίο της μάχης και να διεξαγάγει επιχειρήσεις εναντίον οργανωμένου αντιπάλου. 3) Οι δυνάμεις της Χωροφυλακής ήταν επιθυμητό να παραμένουν στην περιοχή ευθύνης τους και να συνεχίζουν την εκτέλεση των καθηκόντων τους, ακόμα και μετά την αποχώρηση των δυνάμεων του Στρατού. 4) Οι δυνάμεις της Χωροφυλακής έπρεπε να χρησιμοποιούνται όσο το δυνατόν λιγότερο στις επιχειρήσεις, καθώς η ανάμειξή της θα λειτουργούσε αρνητικά στις σχέσεις της με τους κατοίκους. 5) Οι Διοικήσεις των Σωμάτων Στρατού καλούνταν να δημιουργήσουν τμήματα Λόχων-Διμοιριών από χωροφύλακες άνευ θητείας,915 που ήταν παλαιοί πεπειραμένοι οπλίτες του Στρατού και μετά την αποκατάσταση της Τάξης να τους
914
Με βάση τη διαταγή της 26ης Ιουλίου, οι Ανώτερες Διοικήσεις της Χωροφυλακής υπαγόμενες στα Σώματα Στρατού θεωρούνταν έκαστη, ως μονάδα επιπέδου Μεραρχίας. 915 Οι χωροφύλακες άνευ θητείας ήταν στρατεύσιμοι που προέρχονταν από τις προπολεμικές κλάσεις και οι οποίοι στρατολογούνταν αρχικά από τον Στρατό και αργότερα, με βάση τα ιδιαίτερα προσόντα τους, αποδίδονταν στη Χωροφυλακή. Οι χωροφύλακες άνευ θητείας, όπως και όλοι οι στρατεύσιμοι, περνούσαν από πολιτική αξιολόγηση και έλεγχο των πολιτικών τους φρονημάτων. Ο έλεγχος πραγματοποιούνταν από τις τοπικές αρχές του τόπου καταγωγής και κατάταξής τους. Το σύστημα επιλογής και ένταξης των χωροφυλάκων άνευ θητείας στις τάξεις της Χωροφυλακής επέτρεψε να προσέλθουν και να ενταχθούν στις κυβερνητικές δυνάμεις και αρκετοί εθελοντές, πολλοί από τους οποίους ήταν πρώην στελέχη παρακρατικών οργανώσεων της Δεξιάς. Βλ. Μαργαρίτης, ό.π., σ. 224.
333
χρησιμοποιήσουν ως μεταβατικά αποσπάσματα για την εξόντωση κάθε μικρής ένοπλης ομάδας. 6) Οι Διοικήσεις των Σωμάτων Στρατού διατάχθηκαν να χρησιμοποιούν τους παλαιούς οπλίτες του Στρατού υποστηρικτικά προς τη Χωροφυλακή, για τη φρούρηση πόλεων, κωμοπόλεων, φυλακών και τεχνικών έργων, ώστε να αποδεσμευτεί η κύρια δύναμη του Στρατού για την εξόντωση των συμμοριών. 7) Το δίκτυο πληροφοριών του Στρατού και το αντίστοιχο δίκτυο της Χωροφυλακής έπρεπε να συντονιστούν αποτελεσματικά, ώστε να υπάρξει ακριβής και έγκαιρη συλλογή πληροφοριών για τη δράση και τις προθέσεις των συμμοριών. Η εγκύκλιος της 10ης Σεπτεμβρίου έκλεισε με την επισήμανση πως οι δυνάμεις του Στρατού όφειλαν να χρησιμοποιούνται για στρατιωτικές επιχειρήσεις και όχι για να ενισχύουν τη Χωροφυλακή.916 Η Κυβέρνηση κλήθηκε το 1946 να αντιμετωπίσει το ζήτημα της μαχητικής αξιοπιστίας των στρατιωτικών μονάδων, καθώς οι έως τότε ανησυχίες της για τη διάβρωση του Στρατού από τους κομμουνιστές φάνηκε να επαληθεύονται. Στα τέλη Ιουνίου του 1946 αποκαλύφθηκε η ύπαρξη σχεδίου για την αυτομόληση τριών ταξιαρχιών στους αντάρτες. Το σχέδιο προέβλεπε πως τρεις ταξιαρχίες θα μετακινούνταν από την Κοζάνη στα Ιωάννινα και εκεί σε προκαθορισμένη περιοχή οι διαφωνούντες στρατιώτες θα αυτομολούσαν με τον οπλισμό τους στους αντάρτες. Η Κυβέρνηση, όταν πληροφορήθηκε το σχέδιο αυτομόλησης δύο μέρες πριν από την εκτέλεσή του, προχώρησε στη σύλληψη των αρχηγών της συνωμοσίας και εκατοντάδων άλλων συνωμοτών.917 Στις 8 Ιουλίου επήλθε και δεύτερο χτύπημα στην αξιοπιστία του Στρατού, όταν κατά τη διάρκεια κομμουνιστικής επίθεσης κατά στρατιωτικών μονάδων στην Ποντοκερασιά του Κιλκίς, περίπου σαράντα στρατιώτες αυτομόλησαν στους αντάρτες.918 Το επεισόδιο της Ποντοκερασιάς οδήγησε τη Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή να άρει τις αντιρρήσεις της για την άσκηση προληπτικού πολιτικού ελέγχου των εφέδρων των κλάσεων 1937, 1938, 1939, 1940 και των νεοσύλλεκτων της κλάσεως του 1945 πριν από τη στρατολόγησή τους, με σκοπό τον αποκλεισμό των κομμουνιστών, καθώς και για άσκηση γενικού πολιτικού ελέγχου των οπλιτών
916
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.2, ό.π., σσ. 385-388. Κόντης, ό.π., σ. 169 και Κλόουζ, ό.π., σ. 311. 918 Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σ. 147 και Δοκίμιο Ιστορίας του Κ.Κ.Ε., 1918-1949, τόμ.1, ό.π., σ. 554. 917
334
και των νεοσυλλέκτων, πριν από την τοποθέτησή τους σε μάχιμες και ευάλωτες μονάδες.919 Ο στρατηγός Rawlings αναγνώρισε πως η επιβολή του προληπτικού πολιτικού ελέγχου των στρατευσίμων θα οδηγούσε όχι σε ένα αντικομμουνιστικό στράτευμα αλλά σε ένα απολύτως δεξιών φρονημάτων στράτευμα. Ο Rawlings θεωρούσε πως ένα απολύτως δεξιών φρονημάτων στράτευμα ήταν προτιμότερο από ένα στράτευμα διαβρωμένο από τους κομμουνιστές, που δεν θα επέτρεπε στο ελληνικό κράτος να παραμείνει ανεξάρτητο.920 Η ανησυχία για τη μαχητική αξιοπιστία των στρατιωτικών μονάδων εξαιτίας της διάβρωσης του Στρατού από τους κομμουνιστές, αρχικά οδήγησε την Κυβέρνηση να λάβει μέτρα για τον περιορισμό και την επίβλεψη των στελεχών του Ε.Λ.Α.Σ. που είχαν καταχωρηθεί στον Πίνακα Β΄ των αξιωματικών. Επιπλέον η Κυβέρνηση, τον Αύγουστο του 1946, όταν η αστυνομική επίβλεψη κρίθηκε πως ήταν ανεπαρκής, προχώρησε στη σύλληψη εκατό περίπου από τους κορυφαίους αξιωματικούς αυτής της κατηγορίας. Οι συλληφθέντες, πρώην αξιωματικοί του Ε.Λ.Α.Σ., στάλθηκαν στη Φολέγανδρο, στη Νάξο, στους Φούρνους και στην Ικαρία και τέθηκαν υπό την αυστηρή επίβλεψη της Χωροφυλακής, προς αποφυγή της δραπέτευσης και διαφυγής τους στο βουνό, κοντά στους ομοϊδεάτες τους.921 Τα προληπτικά και κατασταλτικά κυβερνητικά μέτρα επέτρεψαν στην Κυβέρνηση να θέσει τον Στρατό, σε μικρό χρονικό διάστημα, υπό τον πλήρη έλεγχό της και να καταστρέψει τους κομμουνιστικούς στρατιωτικούς πυρήνες.922 Η αυστηροποίηση του πολιτικού ελέγχου των υπό κατάταξη στρατευσίμων επεκτάθηκε αργότερα και στους ήδη καταταγέντες, με αποτέλεσμα πολλοί στρατεύσιμοι να οδηγηθούν στα Στρατοδικεία με την κατηγορία της συμμετοχής σε παράνομες οργανώσεις ή της προοπτικής λιποταξίας και καταδικάσθηκαν ακόμα και με την ποινή της θανατικής καταδίκης. Τα Στρατοδικεία με βάση τις εξουσιοδοτήσεις του Γ΄ Ψηφίσματος, μόνο κατά την περίοδο από την 30ή Σεπτεμβρίου έως και την 25η Νοεμβρίου, επέβαλαν τη θανατική καταδίκη σε σαράντα εφτά στρατιώτες, υπαξιωματικούς και κατώτατους αξιωματικούς, για τη συμμετοχή τους σε 919
Τσακαλώτος, τόμ.2, ό.π., σ. 47. Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σσ. 216-217 921 Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σ. 193. 922 Κόντης, «Η διολίσθηση προς την εμφύλια σύγκρουση», ό.π., σσ. 121-122. 920
335
κομμουνιστικές οργανώσεις εντός του στρατεύματος.923 Το εύρος των κυβερνητικών εκκαθαρίσεων στο στράτευμα ήταν τόσο μεγάλο, ώστε τον Ιούλιο του 1946 οι μισοί άνδρες μίας Ταξιαρχίας του Β΄ Σώματος Στρατού προφυλακίστηκαν με την κατηγορία της συμμετοχής σε κομμουνιστική οργάνωση εντός του στρατεύματος.924 Όταν ολοκληρώθηκε η εκκαθάριση των μονάδων του Στρατού από τους κομμουνιστές και τους φιλικά διακείμενους προς το Κ.Κ.Ε. στρατιώτες και αξιωματικούς, το ποσοστό των επικίνδυνων για αυτομόληση μειώθηκε από 15%, που υπολογιζόταν πριν από την εκκαθάριση, σε μόλις 2%.925 Οι στρατεύσιμοι, που κρίθηκαν από τον πολιτικό έλεγχο πως ήταν επικίνδυνοι λόγω των αριστερών τους φρονημάτων, δεν αποστρατεύθηκαν, καθώς θεωρήθηκε πως, αν αποστρατεύονταν, θα έπαυαν να βρίσκονται υπό τον ασφυκτικό στρατιωτικό έλεγχο και θα τους δινόταν η δυνατότητα να προσχωρήσουν στους αντάρτες. Οι στρατεύσιμοι αριστερών φρονημάτων μετά τον πολιτικό έλεγχο τοποθετήθηκαν σε μη μάχιμες μονάδες του Στρατού, όπως στα Σώματα Εργασίας και στις Μεταφορές, όπου και εκ της θέσεως ήταν άοπλοι, ενώ οι νεοσύλλεκτοι αριστερών φρονημάτων αποκλείστηκαν πλήρως από την κατάταξη, με την έκδοση αρνητικών ιατρικών γνωματεύσεων.926 Στο πλαίσιο της εκκαθάρισης του Στρατού από τους κομμουνιστές, τρεις χιλιάδες στρατεύσιμοι αφοπλίσθηκαν και τοποθετήθηκαν στα υπό συγκρότηση Τάγματα Σκαπανέων και εστάλησαν στην Κρήτη.927 Οι μόνιμοι αξιωματικοί του Στρατού, που κρίθηκαν επικίνδυνοι κατά τον πολιτικό έλεγχο, μετακινήθηκαν από τις μονάδες τους και σταδιακά τοποθετήθηκαν υπό περιορισμό σε «μονάδες» στα νησιά.928 Ο υπουργός των Στρατιωτικών, Μαυρομιχάλης, την ημέρα της επίθεσης στην Ποντοκερασιά του Κιλκίς και με αφορμή την αυτομόληση στρατιωτών στους αντάρτες, γνωστοποίησε την πρόθεσή του να καταθέσει νομοσχέδιο στη Βουλή για να εκτοπίζονται οι εξ αίματος και εξ αγχιστείας συγγενείς μέχρι δεύτερου βαθμού των στρατευσίμων που εγκατέλειπαν τις τάξεις του Στρατού για να ενταχθούν σε οργανώσεις ή που τελούσαν αδικήματα, που ενέπιπταν στις διατάξεις του Γ΄ 923
Κολιόπουλος, Λεηλασία Φρονημάτων, τόμ.2, ό.π., σ. 14-15 και Φοίβος Ν. Γρηγοριάδης, Εμφύλιος Πόλεμος, τόμ.10, Αθήνα, 1975, σ. 69. 924 Τσακαλώτος, τόμ.2, ό.π., σ. 49. 925 Κόντης, ό.π., σ. 169. 926 Κόντης, ό.π., σσ. 169-170. 927 Τσακαλώτος, τόμ.2, ό.π., σ. 47 και Βλαντάς, ό.π., σσ. 137-138. 928 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.3, ό.π., σ. 65.
336
Ψηφίσματος.929Το σχετικό νομοσχέδιο υπερψηφίστηκε από τη Βουλή και τέθηκε σε ισχύ την 1η Σεπτεμβρίου 1946.930 Η Χωροφυλακή αν και βρισκόταν στα όρια της κατάρρευσης, επωμίστηκε από την Κυβέρνηση, ως πολιτικά αξιόπιστη και νομιμόφρων, νέες υποχρεώσεις κατά τη διάρκεια του προληπτικού πολιτικού έλεγχου του συνόλου των κληρωτών και μονίμων στελεχών του Στρατού. Η Χωροφυλακή, αδυνατώντας να σηκώσει μόνη το βάρος των νέων υποχρεώσεών της, με κυβερνητική συναίνεση προέβη στη διανομή περισσότερων όπλων σε έμπιστους δεξιούς πολίτες για να συνδράμουν τη Χωροφυλακή στις επιχειρήσεις της και για να μπορούν να αμύνονται μόνοι τους απέναντι ανταρτικές επιθέσεις. Η κυβέρνηση Τσαλδάρη αρνούνταν τη χορήγηση όπλων σε δεξιούς πολίτες και κατέβαλλε διαρκώς προσπάθειες για να την αποκρύψει από τους Βρετανούς. Η Χωροφυλακή και το Γ΄ Σώμα Στρατού υπολογίζεται πως μοίρασαν στην Κεντρική Μακεδονία πέντε χιλιάδες τυφέκια, στη Δυτική Μακεδονία τρεις χιλιάδες πεντακόσια τυφέκια και στη Θράκη τριακόσια τυφέκια.931 Η Κυβέρνηση προχώρησε στη χορήγηση οπλισμού σε έμπιστους δεξιούς πολίτες μετά την αποτυχία της να πείσει τους Βρετανούς για την ανάγκη συγκρότησης Ειδικής Χωροφυλακής ή Πολιτοφυλακής ή κάποιας μορφής νέας Εθνοφυλακής στις ταραγμένες περιοχές. Η ελληνική κυβέρνηση υπέβαλε την 26η Σεπτεμβρίου το σχετικό αίτημα κατά τη διάρκεια της συνάντησης του βασιλιά Γεώργιου Β΄ με τον Bevin. Οι Βρετανοί απέρριψαν το ελληνικό αίτημα, με το σκεπτικό πως η χορήγηση όπλων στους χωρικούς θα δημιουργούσε ένα νέο κύμα συγκρότησης δεξιών ένοπλων οργανώσεων, οι οποίες αν και θα προκαλούσαν αυξανόμενο και δικαιολογημένο κύμα αντικυβερνητικής κριτικής, δεν θα προσέφεραν οποιοδήποτε θετικό αποτέλεσμα στον τομέα της Ασφάλειας, λόγω του στατικού χαρακτήρα τους.932 Η πρόθεση της ελληνικής κυβέρνησης να χορηγήσει όπλα στους χωρικούς προκάλεσε την εκδήλωση της αντίθεσης και της έντονης ανησυχίας της αμερικανικής 929
Καθημερινή, 6η Ιουλίου 1946, «Θα εκτοπίζονται», σ. 2 Φ.Ε.Κ. 284, Νόμος 98 της 17ης Σεπτεμβρίου 1946, «περί εκτοπίσεως των οικογενειών των στρατευσίμων των εγκαταλειπόντων τας τάξεις του Στρατού προς διάπραξιν αδικημάτων στρεφομένων κατά της ασφάλειας του Κράτους». 931 F.O. 371/58759, R 15665, British Embassy, Athens to Southern Department, Foreign Office, London, 241/71/46, 21st October 1946 και Chandler, ό.π., σσ. 235-236. 932 F.O. 371/58759, R 16309, British Embassy, Athens, 29/310/46, C.J. Norton to Constantine Tsaldaris, 2nd November 1946. 930
337
κυβέρνησης σε μία τέτοια προοπτική. Η ελληνική κυβέρνηση προχώρησε στον μονομερή εξοπλισμό των χωρικών, παρά τις αμερικανικές και βρετανικές ενστάσεις και την προειδοποίηση από την πλευρά της βρετανικής κυβέρνησης ότι δεν θα συνέδραμε τη μονομερή ελληνική ενέργεια, η οποία εκτελούνταν παρά τις επισήμως διατυπωθείσες βρετανικές αντιρρήσεις.933 Η βρετανική πλευρά αμφισβήτησε, επίσης, την απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να προβεί στην κλήση προς κατάταξη χωροφυλάκων άνευ θητείας, καθώς υπήρχαν έντονα παράπονα για την αποτελεσματικότητα και την έως τότε δράση τους. Η βρετανική δυσπιστία για την κατάταξη χωροφυλάκων άνευ θητείας συντηρούνταν από τις αναφορές περί πλήρους έλλειψης εκπαίδευσης των χωροφυλάκων άνευ θητείας. Οι Βρετανοί δήλωσαν στην ελληνική κυβέρνηση πως προτιμούσαν τη συνέχιση της ύπαρξης του θεσμού των χωροφυλάκων άνευ θητείας και των καταγεγραμμένων πολιτών που περιστασιακά παρείχαν υπηρεσίες στη Χωροφυλακή διά του Στρατού, παρά τον αθρόο εξοπλισμό των χωρικών.934 Η ελληνική κυβέρνηση απάντησε απολογητικά για τον εξοπλισμό των χωρικών στις βρετανικές ενστάσεις, με επιστολή που ο Τσαλδάρης απέστειλε την 9η Νοεμβρίου στον Βρετανό πρέσβη. Ο Τσαλδάρης δήλωσε στην επιστολή του πως και ο ίδιος προτιμούσε την αξιοποίηση των χωροφυλάκων άνευ θητείας και των πολιτών που περιστασιακά παρείχαν υπηρεσίες στη Χωροφυλακή διά του Στρατού. Ο Τσαλδάρης τόνισε όμως πως οι σημαντικές και ακραίες ανάγκες στον τομέα Ασφαλείας επέβαλαν την αύξηση των κυβερνητικών δυνάμεων στη μέγιστη δυνατή οροφή και η μόνη εφικτή λύση που υπήρχε στην παρούσα φάση δεν ήταν άλλη από τον εξοπλισμό των πολιτών και τη συγκρότηση τοπικών οπλισμένων ομάδων στην ύπαιθρο.935 Η κυβέρνηση Τσαλδάρη, μετά την ολοκλήρωση των νομοθετικών και άλλων πρωτοβουλιών κατά των αριστερών ενόπλων ομάδων, στοχοποίησε τις ακροδεξιές ένοπλες ομάδες. Ο Υπουργός Δημοσίας Τάξεως διέταξε τις Αστυνομικές Αρχές να 933
F.O. 371/58759, R 15264, Cabinet Distribution from Washington to Foreign Office, No 6090, 15 th October 1946 και R 15380, Parliamentary Question, 16 th October 1946 και R 15744, Cabinet Distribution from Athens to Foreign Office, No 2526, 27 th October 1946. 934 F.O. 371/58759, R 16117, Monthly Report for September, 1946, British Police and Prison Mission (Greece), M.S.24/2, 22nd October 1946 και R 16309, British Embassy, Athens, 29/310/46, C.J. Norton to Constantine Tsaldaris, 2nd November 1946. 935 F.O. 371/58759, R 16765, British Embassy, Athens, Monsieur Constantine Tsaldaris to Sir Clifford Norton No 31214 of 9th November 1946.
338
προβούν στο κλείσιμο όλων των γραφείων της οργάνωσης «Χ» και στην επίταση των ερευνών για τον εντοπισμό και τη σύλληψη του Μαγγανά. Οι έρευνες των διωκτικών αρχών απέδωσαν γρήγορα καρπούς και οδήγησαν στη σύλληψη του Μαγγανά την 25η Μαΐου 1946.936 Η σύλληψη του Μαγγανά έγινε λίγα χιλιόμετρα έξω από την Πύλο, από τον Επιθεωρητή Ασφαλείας, Συνταγματάρχη Αγγελίδη, ο οποίος με διαταγή του Υπουργού Δημοσίας Τάξης βρισκόταν στην περιοχή με ειδική και αποκλειστική αποστολή τη σύλληψη του Μαγγανά και με την παρουσία του Βρετανού αξιωματικού συνδέσμου, Συνταγματάρχη Herald Hawkyard. Η σύλληψη του Μαγγανά πραγματοποιήθηκε κατ’ εφαρμογή της απόφασης υπ’ αριθμό 6 της 24ης Ιανουαρίου 1946 της Επιτροπής Δημοσίας Ασφαλείας του Νομού Μεσσηνίας, η οποία είχε επικυρωθεί με την απόφαση υπ’ αριθμό 36/611/1 της 2ας Φεβρουαρίου 1946 του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως.937 Η σύλληψη του Μαγγανά σε συνδυασμό με τη διακήρυξη του πρωθυπουργού Τσαλδάρη πως έπρεπε να καταβληθούν οι μέγιστες προσπάθειες για την επιβολή του Νόμου και της Τάξης, και την αντίστοιχη ομιλία του Υπουργού Δημοσίας Τάξης, Μ. Θεοτόκη, την 22α Μαΐου πως «η Κυβέρνηση είχε διακηρύξει ότι θα κάνει χρήση όλων των μέσων για την εγκαθίδρυση της Τάξης και του πρέποντος σεβασμού απέναντι στον νόμο χτυπώντας σκληρά κάθε αμφισβητία, αδιαφορώντας, ποιος μπορεί να ήταν και σε ποια πλευρά ανήκε», προκάλεσαν την ικανοποίηση της Βρετανικής Αποστολής.938 Την ικανοποίηση της Βρετανικής Αποστολής γρήγορα τη διαδέχθηκε η ανησυχία πως ίσως ο Υπουργός Δημοσίας Τάξης να αισθανόταν πως μετά τη σύλληψη του Μαγγανά είχε ολοκληρώσει την καταστολή των δεξιών οργανώσεων και θα έστρεφε πλέον το ενδιαφέρον και την ενεργητικότητά του αποκλειστικά κατά των αριστερών οργανώσεων. Η ηγεσία της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής και της βρετανικής πρεσβείας, παρά τις επιφυλάξεις τους, θεωρούσαν τον Θεοτόκη τον
936
Chris M. Woodhouse, The struggle for Greece 1941-1949, Λονδίνο, 2002, σ. 395 και Βλαντάς, ό.π., σ. 120 937 Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, Φάκελος 134.2, 1947, Βασίλειο της Ελλάδος, Υπουργείο Δημοσίας Τάξης, Γενική Διεύθυνσις Χωροφυλακής, Διεύθυνσις Ασφαλείας, Τμήμα Δημοσίας Ασφαλείας, Αριθμό Πρωτοκόλλου 27/2275/5 προς Υπουργείο Εξωτερικών, 28 η Μαΐου 1947. 938 F.O. 371/ 58757, R 8293/75/19, Balkan States, Section 2, Sir C Norton to Mr. Bevin, 4 th June 1946.
339
πιο συνεργάσιμο από τους Υπουργούς που είχαν μέχρι εκείνη τη στιγμή συνεργαστεί.939 Ο Wickham με επιστολή του γνωστοποίησε ένα μήνα πριν από τη σύλληψη του Μαγγανά, στον Έλληνα Υπουργό Δημοσίας Τάξης, Μ. Θεοτόκη, τις βρετανικές ανησυχίες για την κυβερνητική αποφασιστικότητα στην πάταξη των Δεξιών Οργανώσεων. Ο Wickham στην επιστολή του δήλωσε πως οι Βρετανοί ανέμεναν από την ελληνική κυβέρνηση να επιδείξει αποφασιστικότητα και τόλμη κατά όλων όσοι παραβίαζαν τη νομιμότητα και από τη Χωροφυλακή να επιδείξει την ίδια ενεργητικότητα, που επιδείκνυε κατά των ένοπλων ομάδων και των δολοφόνων της Αριστεράς και κατά των ένοπλων ομάδων και των δολοφόνων της Δεξιάς. Ο Wickham στην επιστολή του κατηγόρησε χωρίς υπεκφυγές τη Χωροφυλακή πως μέχρι τότε συνέδραμε παθητικά ή ενεργητικά τις ομάδες ενόπλων της Δεξιάς και η έως τότε αναποτελεσματικότητά της οφειλόταν σε πολιτικά αίτια, άρα και η λύση θα έπρεπε να είναι πολιτική. Ο Wickham κατέληξε στην παρατήρηση πως η πολιτική ηγεσία όφειλε να καταστήσει σαφές στους άνδρες και τα στελέχη της Χωροφυλακής α) πως ήταν ασφαλείς στη δουλειά τους όσο θα την έκαναν σωστά και β) πως δεν επιτρέπονταν οι πολιτικές επιδράσεις στην άσκηση του καθήκοντός τους, καθώς ήταν υπηρέτες της Πολιτείας και όχι κάποιου κόμματος, και καθήκον τους ήταν η επιβολή και κατοχύρωση του Νόμου ανεξάρτητα από το κόμμα το οποίο βρισκόταν στην εξουσία.940 Η Κυβέρνηση, προσδοκώντας την επιστροφή του Βασιλιά Γεωργίου Β΄ με το δημοψήφισμα της 1ης Σεπτεμβρίου, επεδίωξε να δημιουργήσει την επίπλαστη εικόνα σταθερότητας υπό συνθήκες που να μην προδίδουν α) την απώλεια του κυβερνητικού ελέγχου στον κρίσιμο τομέα της Ασφάλειας και β) την ύπαρξη πολιτικών περιορισμών στην έκφραση των πολιτικών απόψεων υπέρ ή κατά της Μοναρχίας. Η Κυβέρνηση, στο πλαίσιο της δημιουργίας επίπλαστου κλίματος θεσμικής ομαλότητας πριν από τη διενέργεια του Δημοψηφίσματος, προχώρησε στην έκδοση Βασιλικού Διατάγματος, το οποίο προέβλεπε από την 26η Αυγούστου τη διακοπή της
939
F.O. 371/ 58757, R 8293/75/19, Section 2, Sir C Norton to Mr. Bevin, 4 th June 1946. F.O. 371/58757, R 8293, 241/37/46, Sir Charles Wickham to S. Theotokis, Minister of Public Order, 24th April 1946. 940
340
λειτουργίας των Στρατοδικείων και την ολιγοήμερη αναστολή της εφαρμογή των Έκτακτων Μέτρων Ασφαλείας του Γ΄ Ψηφίσματος.941 Η αναστολή των Έκτακτων Μέτρων Ασφαλείας υπονομεύτηκε από τις διπλάσιες σε σχέση με προηγουμένως «προληπτικές συλλήψεις» αριστερών, τις οποίες πραγματοποίησε η Χωροφυλακή μια εβδομάδα πριν από την έκδοση του Βασιλικού Διατάγματος «περί αναστολής της ισχύος των διατάξεων του υπό του στοιχείον Γ΄ Ψηφίσματος "περί μέτρων αφορώντων την Δημόσια Τάξιν κλπ"».942 Στο πλαίσιο των
διαδικασιών προετοιμασίας του Δημοψηφίσματος, οι Ανώτεροι Στρατιωτικοί Επόπτες ανέλαβαν την 26η Αυγούστου, σε συνεργασία με τους δικαστικούς αντιπροσώπους και τις υπόλοιπες Αρχές, τη διατήρηση της Τάξης κατά την εκλογική διαδικασία. Η Κυβέρνηση έθεσε προς χάριν της διατήρησης της Τάξης, την 30ή Αυγούστου, σε επιφυλακή το σύνολο των δυνάμεων των τριών πολεμικών Υπουργείων.943 Το περιβάλλον εντός του οποίου κλήθηκαν οι Έλληνες να προσέλθουν στις κάλπες για το Πολιτειακό περιγράφηκε απόλυτα σε άρθρο, το οποίο δημοσίευσε δύο μέρες πριν από το δημοψήφισμα η κεντρώα Ελευθερία: «Μόλις 143 μέρες έχουν περάσει από την άνοδο της διορισμένης από τους Βρετανούς Κυβέρνησης 944 και τα αποτελέσματα της δράσης του Στρατού, της Χωροφυλακής και των "εθνικοφρόνων" συμμοριών είναι ζηλευτά: 579 δολοφονίες, 40 εκτελέσεις, 415 σοβαροί τραυματισμοί, 1644 βάρβαροι βασανισμοί...».945 Η κυβερνητική προσπάθεια για τη δημιουργία ήπιου πολιτικού κλίματος για τη διεξαγωγή του Δημοψηφίσματος απέτυχε πλήρως, καθώς η διαδικασία σημαδεύτηκε από τα φαινόμενα τρομοκράτησης και εκφοβισμού αριστερών και κεντροδεξιών πολιτών (οπαδών κυρίως της Ε.Π.Ε., του κόμματος των Σοφοκλή Βενιζέλου, Γεώργιου Παπανδρέου και Παναγιώτη Κανελλόπουλου), οι οποίοι είχαν διακηρύξει την πρόθεσή τους να στηρίξουν τη Δημοκρατία και όχι τη Μοναρχία στο δημοψήφισμα. Με βάση τις αναφορές της Βρετανικής Πρεσβείας, οι διώξεις κατά
941
Φ.Ε.Κ. 245, Βασιλικό Διάταγμα 24 ης Αυγούστου 1946, «περί αναστολής της ισχύος των διατάξεων του υπό του στοιχείον Γ΄ Ψηφίσματος «περί μέτρων αφορώντων την Δημόσια Τάξιν κλπ». 942 Chandler, ό.π., σ. 207. 943 Καθημερινή, 27η Αυγούστου 1946, «Λόγω του Δημοψηφίσματος ήρθησαν εις όλην την Χώραν τα Μέτρα Τάξης», σ. 2. 944 Εννοείται από τον αρθρογράφο η Κυβέρνηση Τσαλδάρη, ο σχηματισμός της οποίας αποδίδεται στη Βρετανική Κυβέρνηση. 945 Chandler, ό.π., σ. 208.
341
των μετριοπαθών δημοκρατών ήταν εις γνώση των Αρχών και ιδιαίτερα των Νομαρχών και των δεξιών βουλευτών. Ο Κανελλόπουλος διαμαρτυρήθηκε στη βρετανική πρεσβεία, δηλώνοντας πως αδυνατούσε να διεξαγάγει την αντιβασιλική προεκλογική του εκστρατεία ακόμα και στην ίδια του την εκλογική περιφέρεια και πως οι οπαδοί του φοβούνταν να παρακολουθήσουν τις ομιλίες του από την απειλή του ξυλοδαρμού από οργανωμένες ομάδες βασιλοφρόνων. Οι ακραίες φιλοβασιλικές οργανώσεις, σύμφωνα με βρετανικές πληροφορίες, χρηματοδοτήθηκαν από τον υπουργό Στρατιωτικών, Μπέη Μαυρομιχάλη και από τον πρίγκιπα Παύλο, αδελφό και διάδοχο του βασιλιά Γεωργίου Β΄.946 Η επίπλαστη θεσμική ηπιότητα τερματίστηκε δύο μέρες947 μετά την ανακοίνωση των τελικών αποτελεσμάτων του Δημοψηφίσματος, με τα οποία ο Γεώργιος Β΄ επανορθώθηκε, καθώς το «ΝΑΙ» απέσπασε το 70% των ψήφων. Το Υπουργικό Συμβούλιο την 7η Σεπτεμβρίου επανέφερε με Βασιλικό Διάταγμα948 σε ισχύ τις διατάξεις του Γ΄ Ψηφίσματος, οι οποίες είχαν ανασταλεί λόγω του Δημοψηφίσματος και επέκτεινε την ισχύ τους στη Στερεά Ελλάδα και την Πελοπόννησο, που έως τότε εξαιρούνταν.949, Η Κυβέρνηση μετά το δημοψήφισμα εγκατέλειψε τα προσχήματα και σκλήρυνε τη στάση της λαμβάνοντας διοικητικά και θεσμικά μέτρα, που για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας αρνούνταν κατά την προγενέστερη περίοδο, όπως την κήρυξη του Στρατιωτικού Νόμου στη Βόρεια Ελλάδα για την καταστολή των ανταρτών ή την απαγόρευση κυκλοφορίας κατά τη διάρκεια της νύχτας από τη δεκάτη βραδινή μέχρι την έκτη πρωινή, η οποία επιβλήθηκε με κυβερνητική απόφαση στη Βέροια και τη Νάουσα.950
946
Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σσ. 222-223. Τα τελικά επίσημα αποτελέσματα του Δημοψηφίσματος της 1 ης Σεπτεμβρίου 1946 για το Πολιτειακό ανακοινώθηκαν την 5η Σεπτεμβρίου 1946. 948 Φ.Ε.Κ. 269, Βασιλικό Διάταγμα της 9ης Σεπτεμβρίου 1946, «περί επαναφοράς εν ισχύι του υπό στοιχείον Γ΄ Ψηφίσματος «περί μέτρων αφορώντων την Δημόσιαν τάξιν κλπ» και 949 Καθημερινή, 8η Σεπτεμβρίου 1946, «Τα Μέτρα Τάξης επαναφέρονται από σήμερον εν ισχύ επεκτεινόμενα εις Στερεάν και Πελοπόννησον», σ.2. Τα Στρατοδικεία μετά την επαναφορά σε ισχύ των έκτακτων μέτρων τάξης του Γ΄ Ψηφίσματος επανήλθαν στην εκδίκαση υποθέσεων για παράνομη οπλοκατοχή, για συμμετοχή σε αυτονομιστικές οργανώσεις και για εσχάτη προδοσία, επιβάλλοντας τη θανατική ποινή. Βλ. Chandler, ό.π., σ. 221. 950 Όπως μαρτυρεί αναφορά του Rawlings, του Αρχηγού της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής, που συντάχθηκε ύστερα από περιοδεία του στη Βόρειο Ελλάδα στις αρχές Ιουλίου 1946, ο Υπουργός Στρατιωτικών Μπέης Μαυρομιχάλης είχε παραδεχθεί ενώπιον των διοικητών του Β΄ και Γ΄ Σώματος Στρατού πως οι εξουσίες που είχαν δοθεί στις διωκτικές αρχές ήταν ισοδύναμες των εξουσιών που θα τους αποδίδονταν με την κήρυξη Στρατιωτικού Νόμου και πως ο μόνος λόγος μη επίσημης κήρυξης Στρατιωτικού Νόμου ήταν για να μην καταστεί άκαιρη η διεξαγωγή του Δημοψηφίσματος. Βλ. Κόντης, ό.π., σ. 168, Woodhouse, The struggle for Greece 1941-1949, ό.π., σ. 398, Chandler, ό.π., σ. 221 947
342
Η διαδικασία της συρρίκνωσης της Εθνοφυλακής προς χάριν της μεγέθυνσης του τακτικού Στρατού συνεχίστηκε και μετά τις εθνικές εκλογές του 1946. Η απόλυση των οπλιτών της κλάσης του 1938 τον Απρίλιο του 1946 οδήγησε στη διάλυση του 147ου, 160ού και 173ου Τάγματος Εθνοφυλακής της Ανωτάτης Στρατιωτικής Διοίκησης Στερεάς Ελλάδος και του 108ου, 109ου, 110ου, 315ου, και 316ου Τάγματος Εθνοφυλακής της Ανωτάτης Στρατιωτικής Διοικήσεως Νοτίου Ελλάδος, που έμειναν με περιορισμένη δύναμη στρατευσίμων μετά την απόλυση και στη διατήρηση πέντε Ταγμάτων Εθνοφυλακής, του 105ου και 300ού με στρατεύσιμους από την Αθήνα, του 106ου με στρατεύσιμους από τη Λαμία, του 117ου με στρατεύσιμους από την Πάτρα και του 119ου με στρατεύσιμους από τον Βόλο. Τα εναπομείναντα πέντε τάγματα Εθνοφυλακής με διαταγή του Γ.Ε.Σ. διατέθηκαν για την κάλυψη των αναγκών της Φρουράς Θεσσαλονίκης.951 Η κυβέρνηση Τσαλδάρη στόχευε στην αύξηση της οροφής των Ενόπλων Δυνάμεων στις εκατόν τριάντα χιλιάδες άνδρες, για να ενισχύσει τις μονάδες του τακτικού Στρατού, να διατηρήσει υπό τα όπλα έντεκα τάγματα Εθνοφυλακής και να προβεί στη συγκρότηση ακόμα εννέα ταγμάτων Εθνοφυλακής αποκλειστικά για τη διατήρηση της τάξης και την προστασία των εσωτερικών επικοινωνιών.952 Η βρετανική κυβέρνηση, καθώς δυσκολευόταν να καλύψει το κόστος συντήρησης του ήδη υφιστάμενου ελληνικού Στρατού, απέφευγε να δεσμευτεί για περαιτέρω αύξηση της οροφής του Στρατού και δήλωσε στον Έλληνα πρέσβη στο Λονδίνο πως το ελληνικό αίτημα είχε δοθεί προς μελέτη στις αρμόδιες υπηρεσίες. Παράλληλα, οι Βρετανοί για να καλύψουν την αδυναμία τους να επωμιστούν την αύξηση των δαπανών για τη συντήρηση του ελληνικού Στρατού, προέβαλλαν έντονα το επιχείρημα των πληθωριστικών τάσεων, που αυτή θα προκαλούσε.953 Η βρετανική αντίθεση στη δημιουργία νέων ταγμάτων Εθνοφυλακής, πέρα από οικονομικούς, βασιζόταν και σε στρατιωτικούς λόγους. Οι Βρετανοί θεωρούσαν
951
Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ., Διεύθυνσις Οργανωτικού, Τμήμα Α΄, Γραφείο Ι΄ , Αριθμός ΕΠ 299332, 2α Απριλίου 1946, Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ., Διεύθυνσις Οργανωτικού, Τμήμα Α΄, Γραφείο Ι΄, Αριθμός ΕΠ 299348, 15η Απριλίου 1946 και Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ., Διεύθυνσις Οργανωτικού, Τμήμα Α΄, Γραφείο Ι΄, Αριθμός ΕΠ 299609, 12η Ιουνίου 1946. 952 Κόντης, ό.π., σ. 204. 953 Ι.Α.Υ.Ε., Ά Πολιτική, Φάκελος 35.2, 1946, Βασίλειο της Ελλάδος, Υπουργείο Οικονομικών, Γενική Διεύθυνσις Δημοσίου Λογιστικού, Διεύθυνσις Ι΄, Τμήμα Ά, Αριθμός Πρωτοκόλλου ΄δμω. 562 προς Πρόεδρο της Κυβερνήσεως, 8η Οκτωβρίου 1946 και Ι Ι.Α.Υ.Ε., Foreign Office, S.W 1, No. R 14368/911/19 to Greek Embassy, Monsieur Basile Mostra, 21 st October, 1946.
343
πως τα τάγματα Εθνοφυλακής, εξαιτίας των ελλείψεών τους σε αξιωματικούς και υπαξιωματικούς, αδυνατούσαν να οργανωθούν κατάλληλα και θα μετατρέπονταν σε de facto δεξιές ένοπλες ομάδες, χωρίς την επιβεβλημένη πειθαρχία για στρατιωτική μονάδα.954 Η βρετανική κυβέρνηση τελικά ανακοίνωσε τον Ιούνιο 1946 πως θα αναλάμβανε να καλύψει το κόστος συντήρησης του Ελληνικού Στρατού έως εκατό χιλιάδες άνδρες, αλλά μόνο μέχρι το υπόλοιπο του 1946.955Ωστόσο, τον Αύγουστο 1946 υπαναχώρησε μερικώς από τις δεσμεύσεις της και μέσω του βρετανικού Υπουργείου των Οικονομικών ενημέρωσε την ελληνική κυβέρνηση πως η χορηγηθείσα οικονομική βοήθεια για τις Ένοπλες Δυνάμεις θα ήταν μόνο πέντε εκατομμύρια λίρες και πως το υπόλοιπο του κόστους συντήρησης θα έπρεπε να καλυφθεί με ελληνικούς εθνικούς πόρους. Η βρετανική υπαναχώρηση έθεσε την ελληνική κυβέρνηση σε δυσχερή θέση, καθώς έπρεπε να πιέζει για την αύξηση της οροφής του Στρατού και για τη συνέχιση της ροής της βρετανικής στρατιωτικής βοήθειας για το υπόλοιπο οικονομικό έτος 1946. Η ελληνική κυβέρνηση θεωρούσε πως, αν συνεχιζόταν αμείωτη η βρετανική στρατιωτική βοήθεια για το υπόλοιπο 1946, θα έπειθε τελικά τους Βρετανούς και για την αναγκαιότητα της αύξηση της οροφής
του
Στρατού.956
Η
βρετανική
κυβέρνηση
έπειτα
από
διμερείς
διαπραγματεύσεις δεσμεύτηκε διά του Υπουργού Εξωτερικών πως θα συνέχιζε αμείωτα την καταβολή των στρατιωτικών δαπανών στην Ελλάδα μέχρι και τη λήξη του βρετανικού οικονομικού έτους, τον Απρίλιο του 1947.957 Σύμφωνα με βρετανικούς υπολογισμούς που πραγματοποιήθηκαν τον Μάρτιο του 1946, το κόστος συντήρησης των εβδομήντα χιλιάδων ανδρών του ελληνικού Στρατού για την περίοδο 1945-1946 ανερχόταν σε διακόσια οκτώ δισεκατομμύρια δραχμές, εκ των οποίων, κατ’ εφαρμογή της ελληνοβρετανικής Συμφωνίας του Μαρτίου του 1942, τα εκατό δισεκατομμύρια τα κατέβαλε ο ελληνικός
954
Κόντης, ό.π., σ. 208. Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σ. 244. 956 Ι.Α.Υ.Ε., Α΄ Πολιτική, Φάκελος 35.2, 1946, Υπουργείο Οικονομικών, Γενική Διεύθυνσις Δημοσίου Λογιστικού, Διεύθυνσις Προϋπολογισμού, 8η Αυγούστου 1946. 957 Ι.Α.Υ.Ε., Α΄ Πολιτική, Φάκελος 35.2, 1946, Υπουργείο Εξωτερικών, Πολιτικών Υποθέσεων Ευρώπης, Τμήμα 24358 προς Υπουργείο Οικονομικών, Υπουργείο Συντονισμού, Υπουργείο Στρατιωτικών, Γ.Ε.Σ., Ναυαρχείο, 17η Αυγούστου 1946. 955
344
προϋπολογισμός, ενώ τα υπόλοιπα εκατόν οκτώ δισεκατομμύρια που αφορούσαν τις υποδομές και τον οπλισμό τα κατέβαλε η βρετανική κυβέρνηση.958 Το κόστος για τις υποδομές, τον εξοπλισμό, τη μισθοδοσία, τις λειτουργικές δαπάνες, τη σίτιση, τον ιματισμό και τη συντήρηση των εκατό χιλιάδων ανδρών του Στρατού, μετά την αύξηση της οροφής, υπολογίστηκε από τους Βρετανούς πως κατ’ αναλογία θα αυξάνονταν στα τριακόσια δισεκατομμύρια δραχμές.959 Σύμφωνα με βρετανικούς υπολογισμούς, το συνολικό κόστος συντήρησης των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, υπολογίζοντας σε αυτές τις λειτουργικές και εξοπλιστικές δαπάνες του Στρατού και το κόστος συντήρησης της Αεροπορίας και του Ναυτικού, αναβιβάζονταν σε οκτακόσια δισεκατομμύρια δραχμές και κατά κοινή παραδοχή θα οδηγούσε την Ελλάδα σε χρεοκοπία, αν η ελληνική κυβέρνηση καλούνταν να το καλύψει μόνη της. Η ελληνική κυβέρνηση διεμήνυσε στη βρετανική πλευρά πως η συρρίκνωση των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων μέχρι το επίπεδο αφοπλισμού και η συνακόλουθη αναπροσαρμογή της συνολικής εθνικής πολιτικής θα ήταν η μόνη εναλλακτική λύση που υπήρχε για την αποφυγή της χρεωκοπίας, αν οι Βρετανοί δεν αναλάμβαναν τη χρηματοδότηση της αναδιοργάνωσης και του εξοπλισμού των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων.960 Η ελληνική κυβέρνηση ερμήνευσε την περικοπή της βρετανικής οικονομικής βοήθειας για την αναδιοργάνωση των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, ως απόπειρα της βρετανικής κυβέρνησης να απαλλαγεί από τις υποχρεώσεις, τις οποίες είχε αναλάβει απέναντι στην Ελλάδα. Το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών αντέδρασε στην προοπτική περικοπής της βρετανικής οικονομικής βοήθειας, αποστέλλοντας δύο διαβήματα στη βρετανική κυβέρνηση, με τα οποία την πληροφορούσε πως η ελληνική κυβέρνηση θα προέβαινε σε αναγκαστικές μεταβολές του συστήματος οργάνωσης των Ενόπλων Δυνάμεων, αν η βρετανική κυβέρνηση δεν δεσμευόταν να καλύψει τις ελληνικές στρατιωτικές ανάγκες και μονομερώς θα προχωρούσε στην
958
Ι.Α.Υ.Ε., Α΄ Πολιτική, Φάκελος 35, 1946, Greek General Staff, Staff Office CD, Athens, 12th March 1946 και Ι.Α.Υ.Ε, Α΄ Πολιτική, Φάκελος 35, 1946, DCGGS, Staff Branch “C”, Athens, 12th March 1946. 959 Ι.Α.Υ.Ε., Α΄ Πολιτική, Φάκελος 35, 1946, DCGGS, Staff Branch “C”, Athens, 12 th March 1946. 960 Ι.Α.Υ.Ε., A΄ Πολιτική, Φάκελος 35, 1946, MOST SECRET NOTE to Sir Orme G. Sargent, London, V.P.O 342, Athens, 15th March 1946.
345
κλήση εφέδρων και στην αξιοποίηση του εφεδρικού οπλοστασίου για τον οπλισμό επιπλέον επίστρατων.961 H βρετανική κυβέρνηση αδυνατώντας να χρηματοδοτήσει τη συγκρότηση νέων μονάδων του ελληνικού τακτικού Στρατού αντιπρότεινε την αύξηση της δύναμης της Χωροφυλακής και πιθανόν και της δύναμης της «Home Guard»,962 των οποίων το κόστος συντήρησης και εξοπλισμού βρισκόταν εντός των βρετανικών οικονομικών δυνατοτήτων.963 Οι Αρχηγοί των βρετανικών Γενικών Επιτελείων στάθηκαν αρωγοί του ελληνικού αιτήματος για τη συνέχιση της χρηματοδότησης της αναδιοργάνωσης του ελληνικού Στρατού, δηλώνοντας πως ενδεχόμενη απώλεια του ελέγχου της Ελλάδας θα επηρέαζε δραματικά τη στρατηγική θέση της Μεγάλης Βρετανίας στη Μεσόγειο προς όφελος της Σοβιετικής Ένωσης και παρότρυναν τον Βρετανό πρωθυπουργό να διατηρήσει τα βρετανικά στρατεύματα στην Ελλάδα έως το τέλος του 1947 και να συνεχίσει τη χρηματοδότηση της εκπαίδευσης και του εξοπλισμού του Ελληνικού Στρατού, μέχρι να τερματιστεί η κρίση Ασφαλείας στη Χώρα.964 Οι Αρχηγοί των Επιτελείων υπήρξαν όμως απόλυτα αντίθετοι στο ελληνικό αίτημα για την αύξηση της οροφής του ελληνικού Στρατού στις εκατόν τριάντα χιλιάδες άνδρες.965 Η πρώτη υπέρβαση της ελληνοβρετανικής διαφωνίας επήλθε την 27η Ιουνίου, κατά τη διάρκεια της συνάντησης του Sir Charles Wickham με τον πρωθυπουργό Τσαλδάρη, τον υπουργό Δημοσίας Τάξης και τον Αρχηγό του Γενικού Επιτελείου. Ο Sir Charles Wickham κατά τη διάρκεια της συνάντησης συμφώνησε με την αύξηση της δύναμης της Χωροφυλακής κατά τρεις χιλιάδες, χωρίς όμως να μπορεί να εγγυηθεί πως αυτή θα συνοδευόταν από την παροχή εξοπλισμού και εφοδίων από τα βρετανικά αποθέματα για την πρόσθετη δύναμη και συμφώνησε με τον ορισμό νέας οροφής για τη Χωροφυλακή και τις Ένοπλες Δυνάμεις. Ο Sir Charles Wickham πρότεινε, έχοντας αποσπάσει τη συναίνεση του Στρατηγού Rawlings και του 961
Ι.Α.Υ.Ε., Α΄ Πολιτική, Φάκελος 35.2, 1946, Υπουργείο Εξωτερικών, Πολιτικών Υποθέσεων Ευρώπης, Τμήμα 24695 προς Υπουργείο Οικονομικών (Γραφείο Υπουργού) και Γ.Ε.Σ. (2 ο Γραφείο), 20ή Αυγούστου 1946 και Κόντης, ό.π., σ. 205. 962 Οι μονάδες αυτές, που η βρετανική πλευρά ονόμασε «Home Guard», εξελίχθηκαν από την Ελληνική κυβέρνηση στα ένοπλα τμήματα εθνικοφρόνων χωρικών, που λειτουργώντας ως στατικές φρουρές των χωριών, απέτρεπαν τη διείσδυση σε αυτά των ανταρτών, τα λεγόμενα Μ.Α.Υ. και Μ.Α.Δ. 963 Ι.Α.Υ.Ε., Α΄ Πολιτική, Φάκελος 35.2, 1946, Κρυπτογραφικό Τηλεγράφημα από Πρεσβεία Λονδίνου προς Υπουργείο Εξωτερικών, 4η Οκτωβρίου 1946. 964 Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σ. 245. 965 Κόντης, ό.π., σ. 207.
346
Στρατηγού Crawford, την προσωρινή αύξηση της οροφής της Χωροφυλακής στις τριάντα χιλιάδες με την αξιοποίηση της μη καλυφθείσας οροφής του Στρατού, ώστε η συνολική δύναμη των Ενόπλων Δυνάμεων και της Χωροφυλακής να μην υπερβαίνει τις εκατόν είκοσι δύο χιλιάδες άνδρες.966 Η ελληνική κυβέρνηση εξέλαβε τις προτάσεις του Sir Charles Wickham σαν αφετηρία διαλόγου και διατύπωσε αρχικά την αντίθεσή της στην αύξηση της δύναμης της Χωροφυλακής και την επιμονή της στην αύξηση της δύναμης του Στρατού αλλά και την πρόθεσή της να κάνει υποχωρήσεις, αν γινόταν δεκτό μέρος των προτάσεών της. Η ελληνική κυβέρνηση δήλωσε πως θα αποδεχόταν την οροφή των εκατόν είκοσι δύο χιλιάδων ανδρών, αν οι πέντε χιλιάδες από αυτούς αξιοποιούνταν ή για τη συγκρότηση εννέα νέων Ταγμάτων Εθνοφυλακής967 ή, σύμφωνα με άλλες πηγές, εννέα Ταγμάτων Ασφαλείας Εσωτερικού και Συγκοινωνιών ή αν αξιοποιούνταν για τη συμπλήρωση της σύνθεσης των υφιστάμενων μονάδων, ώστε να φτάσουν τη σύνθεση εμπόλεμης περιόδου. Επίσης, η ελληνική κυβέρνηση επέμεινε στο αίτημά της οι Βρετανοί να αναλάβουν για όσο διαρκούσε η έκρυθμη κατάσταση στον τομέα της Ασφάλειας το κόστος της συντήρησης των πρόσθετων κληθέντων ανδρών και το κόστος για την προμήθεια επιπλέον οπλισμού, ιματισμού και στρατιωτικού υλικού, καθώς τα υπάρχοντα αποθέματα πυρομαχικών ήταν ανεπαρκή.968 Ο Υπουργός Δημοσίας Τάξεως στις αρχές Ιουλίου, καθώς δεν είχε υπάρξει βρετανική απάντηση επί των προτάσεων της ελληνικής κυβέρνησης, υπέβαλε στον Πρωθυπουργό αίτημα για την αύξηση της οργανικής δύναμης της Χωροφυλακής με την κατάταξη Χωροφυλάκων άνευ θητείας, καθώς προέβλεπε μεγάλο ξέσπασμα βίας από τους «αναρχικούς» στη Θεσσαλία και την Κεντρική Μακεδονία εντός του Αυγούστου. Ο Θεοτόκης παρουσίασε την πρότασή του ως προϊόν της Σύσκεψης της 27ης Ιουνίου 1946, στην οποία είχαν συμμετάσχει ο Αρχηγός της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής, ο Αρχηγός του Γ.Ε.Σ. και ο Αρχηγός της Χωροφυλακής.969
966
F.O. 371/58758, R 19398, Cabinet Distribution from Athens to Foreign Office, No 1442, 29th June 1946. 967 Ι.Α.Υ.Ε., Α΄ Πολιτική, Φάκελος 35.2, 1946, Υπουργείο Εξωτερικών, Διεύθυνσις Πολιτικών Υποθέσεων Τμήμα Ευρώπης προς Γ.Ε.Σ./392999/Α2/ΙΙΙ, Β.Σ.Τ. 902/11-10-46, «Περί μη αυξήσεως Δυνάμεως Χωροφυλακής». 968 Ι.Α.Υ.Ε., Α΄ Πολιτική, Φάκελος 35.2, 1946, Υπουργείο Εξωτερικών, Πρόεδρος της Κυβερνήσεως προς Βασιλική Πρεσβεία Λονδίνου, Αριθμός Πρωτοκόλλου 27718, «Οργανισμός Ελληνικού Στρατού», 23η Σεπτεμβρίου 1946. 969 Ι.Α.Υ.Ε., Α΄ Πολιτική, Φάκελος 35.2, 1946, Υπουργείο Εξωτερικών, Υπουργός Δημοσίας Τάξης προς Πρόεδρο της Κυβερνήσεως, Αριθμός Πρωτοκόλλου 21422, 8η Ιουλίου 1946.
347
Η ελληνική κυβέρνηση στις αρχές Αυγούστου, χωρίς να αναμένει πλέον την απάντηση της βρετανικής Κυβέρνησης, προχώρησε μονομερώς στη συγκρότηση πρόσθετων ταγμάτων Εθνοφυλακής, τα οποία όμως απείχαν πολύ από το επιδιωκόμενο επίπεδο μαχητικής δύναμης. Η πρωτοβουλία της ελληνικής κυβέρνησης, αν και δεν είχε τη συναίνεση της βρετανικής κυβέρνησης, είχε την απόλυτη συναίνεση και έγκριση της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής και ειδικότερα του Ταξίαρχου Wood, καθώς η Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή θεωρούσε πως η ελληνική κυβέρνηση έπρεπε να ενισχυθεί με κάθε δυνατό τρόπο, για να μπορεί να ανταποκριθεί στις αυξανόμενες ανάγκες της καταστολής των ανταρτών.970 Ο Αρχηγός του Γ.Ε.Σ. τον Αύγουστο του 1946 με εντολή του Υπουργού Στρατιωτικών εξέδωσε τη διαταγή Α.Π. 409501 για τη συγκρότηση τριών νέων Ταγμάτων Εθνοφυλακής, του 611ου, του 612ου και του 613ου, τα οποία συγκροτήθηκαν στην Αθήνα και υπήχθησαν διοικητικά και εκπαιδευτικά στην 82η Περιοχή Πειραιώς και οικονομικά στο Α΄ Σώμα Στρατού.971 Τα τάγματα συγκροτήθηκαν έχοντας ως πυρήνες τα ήδη υφιστάμενα τάγματα Εθνοφυλακής. Κάθε πυρήνας τάγματος είχε δώδεκα αξιωματικούς, εκ των οποίων ένας ήταν ανώτερος αξιωματικός και οι υπόλοιποι υπαξιωματικοί και οπλίτες. Πιο συγκεκριμένα, ο πυρήνας του 611ου Τάγματος Εθνοφυλακής συγκροτήθηκε στο 105ο τάγμα Εθνοφυλακής, ο πυρήνας του 612ου Τάγματος Εθνοφυλακής συγκροτήθηκε στο 300ό Τάγμα Εθνοφυλακής και ο πυρήνας του 613ου Τάγματος Εθνοφυλακής συγκροτήθηκε στο 602ο Τάγμα Εθνοφυλακής. Η διαταγή του Αρχηγού Γ.Ε.Σ. όρισε ως καταληκτήρια ημερομηνία συγκρότησης των πυρήνων των νέων ταγμάτων την 14η Αυγούστου και ως καταληκτήρια ημερομηνία πλήρους συγκρότησης την 21ηΑυγούστου.972 Τελικά, η συγκρότηση των ταγμάτων ολοκληρώθηκε την 23η Αυγούστου 1946. Η δύναμη που παρέταξε κάθε τάγμα μετά τη συγκρότησή του ήταν
970
Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./Α3/Ι/1, Αριθμός Πρωτοκόλλου 409502, 6 η Αυγούστου 1946, «Περί χορηγήσεως πολεμικού υλικού για νεοσυγκροτούμενα Τάγματα Εθνοφυλακής». 971 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./Α3/Ι/1, Αριθμός Πρωτοκόλλου 409535, 10η Αυγούστου 1946, «Θέμα Υπαγωγή Ταγμάτων Εθνοφυλακής» και Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./Α3/Ι/1, Αριθμός Πρωτοκόλλου 409502, 6 η Αυγούστου 1946, «Περί χορηγήσεως πολεμικού υλικού για νεοσυγκροτούμενα Τάγματα Εθνοφυλακής». 972 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./Α3/Ι/1, Αριθμός Πρωτοκόλλου 409501, 6η Αυγούστου 1946, «Συγκρότησις τριών Ταγμάτων Εθνοφυλακής».
348
τριακόσιοι δέκα άνδρες στο 611ο Τάγμα, τριακόσιοι πενήντα άνδρες στο 612ο τάγμα και τετρακόσιοι πενήντα άνδρες στο 613ο Τάγμα.973 Η συνολική δύναμη του Στρατού στα τέλη Οκτωβρίου 1946, μετά τη συγκρότηση των τριών νέων ταγμάτων Εθνοφυλακής και τη συμπλήρωση της οροφής του Στρατού, που συμφωνήθηκε με τους Βρετανούς, κατανεμόταν ως εξής: 1. Τριάντα χιλιάδες άνδρες σε εξήντα τάγματα τακτικού Στρατού, με πεντακόσιους άνδρες έκαστο. 2. Δέκα χιλιάδες άνδρες σε είκοσι τάγματα Εθνοφυλακής, με πεντακόσιους άνδρες έκαστο. 3. Δεκαπέντε χιλιάδες νεοσύλλεκτοι, που εκπαιδεύονταν στα Κέντρα Βασικής Εκπαιδεύσεως. 4. Τέσσερις χιλιάδες πεντακόσιοι άνδρες, που επάνδρωναν τους υπό συγκρότηση Πυρήνες και τα εννέα Κέντρα Βασικής Εκπαιδεύσεως. 5. Χίλιοι πεντακόσιοι άνδρες, που υπηρετούσαν στα Ειδικά Κέντρα Εκπαιδεύσεως. 6. Χίλιοι άνδρες, που υπηρετούσαν στα Κέντρα Εκπαιδεύσεως Όπλων και Σωμάτων και στα Επιτελεία. 7. Χίλιοι πεντακόσιοι άνδρες, που εκπαιδεύονταν στις Στρατιωτικές Σχολές και στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών. 8. Είκοσι πέντε χιλιάδες άνδρες, που υπηρετούσαν στα υπόλοιπα Όπλα του Στρατού πλην του Πεζικού (Υλικού Πολέμου, Εφοδιασμού και Μεταφορών, Υγειονομικό, Μηχανικό και άλλα). 9. Τρεις χιλιάδες άνδρες, που βρίσκονταν σε άδεια ή σε νοσηλεία. 10. Οκτώ χιλιάδες εφτακόσιοι άνδρες, που αποτελούσαν το Σώμα των αξιωματικών και έφεδρων αξιωματικών.974 Η τελική συμφωνία της ελληνικής και της βρετανικής κυβέρνησης για την οροφή του Στρατού υπήρξε αποτέλεσμα συμβιβασμού. Η συμφωνία προέβλεπε πως η
973
Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./Α3/Ι/1, Αριθμός Πρωτοκόλλου 410000, 23 ηΟκτωβρίου 1946, «Συγκρότησις Ταξιαρχίας Εθνοφυλακής» και Το 613ο τάγμα Εθνοφυλακής, μετά τη συγκρότησή του, απομακρύνθηκε από τη ζώνη ευθύνης της 82ης Περιοχής και εντάχθηκε μαζί με το 106 ο τάγμα Εθνοφυλακής και το Β΄ Τάγμα Σκαπανέων στην προσωρινώς δημιουργηθείσα Ταξιαρχία Εθνοφυλακής, η οποία είχε ως έδρα της τη Λαμία και η οποία συγκροτήθηκε για να έχει τον συντονισμό των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων στην ευρύτερη περιοχή της Λαμίας, Υ.Σ.Α., Α΄ Σ.Σ/Ι 7896/ΒΙ/Ι, «Συγκρότησις 611,612, 613 Ταγμάτων Εθνοφυλακής και Α΄Τάγμα», Αθήνα, 27 η Αυγούστου 1946. 974 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./Α3/Ι/1, Αριθμός Πρωτοκόλλου 410031, 26η Οκτωβρίου 1946, «Παράρτημα Ά, Συνολική Δύναμη Εθνικού Στρατού- Ανάγκες εφοδίων».
349
βρετανική Κυβέρνηση θα αναλάμβανε την τριετή κάλυψη των δαπανών συγκρότησης μίας συνολικής δύναμης εκατόν είκοσι χιλιάδων ανδρών, εκ των οποίων οι είκοσι οκτώ χιλιάδες άνδρες θα ανήκαν στη Χωροφυλακή και οι ενενήντα δύο χιλιάδες άνδρες θα ανήκαν στον Στρατό. Η συμφωνία προέβλεπε πως η βρετανική κυβέρνηση δεν θα κάλυπτε τις δαπάνες για οποιαδήποτε πρόσθετη δύναμη, αν η οροφή του Στρατού και της Χωροφυλακής κατά τη διάρκεια της τριετίας υπερέβαινε το όριο των εκατόν είκοσι χιλιάδων ανδρών. Η συμφωνία δεν έγινε ευμενώς δεκτή από την ελληνική στρατιωτική ηγεσία, η οποία με πιεστικό τρόπο ζήτησε την αναθεώρησή της, εξαιτίας της διαφωνίας της με τη μεγάλη οροφή ανδρών που συμφωνήθηκε για τη Χωροφυλακή. Η ελληνική στρατιωτική ηγεσία ζήτησε τη μείωση της οροφής της Χωροφυλακής κατά οκτώ χιλιάδες άνδρες και την αντίστοιχη αύξηση της οροφής του Στρατού κατά οκτώ χιλιάδες άνδρες. Η στρατιωτική ηγεσία θεωρούσε πως η Χωροφυλακή δεν θα αξιοποιούσε κατάλληλα την πρόσθετη δύναμη, σε αντίθεση με τον Στρατό, ο οποίος θα τους αξιοποιούσε καλύτερα συμπληρώνοντας τις Μονάδες Προκαλύψεως, ώστε αυτές να φτάσουν την προβλεπόμενη πολεμική σύνθεση.975 Η επιθυμία της στρατιωτικής ηγεσίας για αναπροσαρμογή των οροφών του στρατού και της Χωροφυλακής απέκτησε υπόσταση με το αίτημα που υπέβαλε ο Αρχηγός Γ.Ε.Σ., Στρατηγός Σπηλιωτόπουλος, την 1η Νοεμβρίου προς τη Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή. Ο Αρχηγός Γ.Ε.Σ. στο αίτημά του ζήτησε την εξουσιοδότηση της Στρατιωτικής Αποστολής, να προβεί το Γ.Ε.Σ. και όχι η Χωροφυλακή στην κλήση προς αντικατάσταση των δύο χιλιάδων τριακοσίων εβδομήντα εφτά οπλιτών της Εθνοφυλακής της κλάσης του 1938, οι οποίοι είχαν διατεθεί στη Χωροφυλακή και οι οποίοι με απόφαση του Αρχηγού της Χωροφυλακής θα απολύονταν την 30ή Νοεμβρίου 1946. Ο Αρχηγός Γ.Ε.Σ. στήριξε το αίτημά του στο επιχείρημα, πως η αποδοχή του αιτήματος δεν θα επηρέαζε τη συνολική συμφωνηθείσα οροφή και ταυτόχρονα θα επέτρεπε τη συγκρότηση τεσσάρων έως πέντε ταγμάτων Εθνοφυλακής, από τα συνολικά εννέα που χρειαζόταν το Γ.Ε.Σ.976 Η κατάσταση στον τομέα της Ασφάλειας, παρά τις αλλαγές που υιοθετήθηκαν από την ελληνική και τη βρετανική Κυβέρνηση, γινόταν συνεχώς δυσμενέστερη για τις κυβερνητικές δυνάμεις, οι οποίες αδυνατούσαν να ανταποκριθούν στην αποστολή 975
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.2, ό.π., σσ. 395 και 399. Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ., ΑΠ 410244, «Συγκρότηση 4 νέων Ταγμάτων Εθνοφυλακής», Αθήνα, 1η Νοεμβρίου 1946. 976
350
τους. Οι αντάρτες είχαν αλλάξει τις τακτικές δράσεις τους και δεν στοχοποιούσαν πλέον μόνο απομονωμένα μικρά φυλάκια της Χωροφυλακής αλλά και πιο απαιτητικούς και εντυπωσιακούς στόχους. Οι αντάρτες το καλοκαίρι του 1946 πήραν υπό τον έλεγχό τους τον Γράμμο, ύστερα από συνδυασμένη επίθεση στους σταθμούς της Χωροφυλακής και το φθινόπωρο του 1946 έβαλαν στο στόχαστρό τους και τα αστικά και ημιαστικά κέντρα.977 Οι αντάρτες την 24η Σεπτεμβρίου επιτέθηκαν εναντίον της κωμόπολης της Δεσκάτης, αφήνοντας πίσω τους σαράντα εφτά νεκρούς και πολλούς τραυματίες από τη φρουρά της Χωροφυλακής και τον λόχο του Στρατού που φρουρούσαν την πόλη, ενώ την 1η Οκτωβρίου επιτέθηκαν εναντίον της Νάουσας, η οποία φρουρούνταν από στρατιωτικό απόσπασμα εξήντα ανδρών και από δύναμη είκοσι χωροφυλάκων.978 Η επίθεση στη Νάουσα αν και δεν είχε ευνοϊκή στρατιωτική κατάληξη για τους αντάρτες, υπήρξε μεγάλη προπαγανδιστική επιτυχία, καθώς προκάλεσε μεγάλο ψυχολογικό χτύπημα για τις αστικές πολιτικές δυνάμεις, όντας η πρώτη επίθεση κατά αστικού κέντρου. Μετά την επίθεση κατά της Νάουσας όλες οι μικρές πόλεις υπέβαλαν επίμονα αιτήματα για την αποστολή φρουρών. Οι πιέσεις των τοπικών αρχών, σε συνδυασμό με τα προβλήματα που δημιούργησαν οι αντάρτες στο εθνικό συγκοινωνιακό δίκτυο, εξανάγκασαν την Κυβέρνηση να επιφορτίσει, το φθινόπωρο του 1946, το μεγαλύτερο μέρος των μάχιμων ανδρών του Στρατού με τα καθήκοντα φύλαξης των κατοικημένων περιοχών της Χώρας, χωρίς όμως και πάλι να ικανοποιηθούν όλα τα αιτήματα των τοπικών βουλευτών από όλη τη Χώρα και ιδιαίτερα εκείνων που εκλέγονταν στη Βόρεια Ελλάδα.979 Η επιδείνωση στον τομέα της Ασφάλειας αποκάλυψε τις πρώτες εντάσεις στις σχέσεις της ηγεσίας του Στρατού και της ηγεσίας της Χωροφυλακής. Η ηγεσία του Στρατού αρνούμενη να αντικρίσει την πραγματικότητα, επέρριπτε τη συνολική ευθύνη για την κατάσταση της εσωτερικής ασφάλειας της Χώρας στην ηγεσία της Χωροφυλακής. Επίσης, αναφερόμενη στην ηγεσία της Χωροφυλακής έκανε λόγο για «κύριους υπεύθυνους και δημιουργούς της καταστάσεως», για «εσμό των ανίκανων ανωτέρων» και ζητούσε την αποπομπή της. Κατηγόρησε ακόμη τον Αρχηγό της Χωροφυλακής πως αδυνατούσε να εμπνεύσει το Σώμα και πως η παραμονή του στη 977
Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σ. 277. Eudes, ό.π., σ. 399 και Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σ. 157. 979 Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 197 και Κλόουζ, ό.π., σ. 313. 978
351
θέση του Αρχηγού έθετε σε κίνδυνο την ύπαρξη της ίδιας της Χωροφυλακής. Κάποιοι μάλιστα από τους ανώτατους αξιωματικούς του Στρατού προχώρησαν στην πρόταση της επαναφοράς του πρώην Αρχηγού της Χωροφυλακής, συνταγματάρχη Παπαργύρη.980 Η ηγεσία του Στρατού στοχοποίησε πέρα από τον Αρχηγό της Χωροφυλακής και συγκεκριμένα ανώτατα στελέχη της Χωροφυλακής ζητώντας την αποπομπή τους, όπως του Διοικητή της Ανώτατης Διοικήσεως Χωροφυλακής Πελοποννήσου και του Διοικητή της Χωροφυλακής Βόλου, καταλογίζοντάς τους πως είχαν επιδείξει ανικανότητα, έλλειψη πρωτοβουλιών, απουσία δράσης και είχαν απαξιωθεί στη συνείδηση των εθνικοφρόνων πολιτών των περιοχών ευθύνης τους, αφήνοντας τους αντάρτες να λυμαίνονται τις περιοχές ευθύνης τους.981 Ο Πεντζόπουλος, Α΄ Υπαρχηγός του Γ.Ε.Σ., υπήρξε από τους μεγαλύτερους κατήγορους της Χωροφυλακής καταλογίζοντάς της πως παρέμενε αδρανής και δεν ασχολούνταν με την εκκαθάριση των περιοχών ευθύνης της, πως δεν επιδιδόταν με ενθουσιασμό και προθυμία στην επιτέλεση των καθηκόντων της και πως οι Υπηρεσίες της κατέθεταν υπερβολικές και εξογκωμένες αναφορές σχετικά με τη δράση των ανταρτών και την αδυναμία δράσης της στη δίωξή τους, με αποτέλεσμα η αντιμετώπιση των ανταρτών να ανατίθεται συνεχώς στον Στρατό και η Χωροφυλακή να απαλλάσσεται των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων επιδεικνύοντας απόλυτη αδράνεια ακόμα και στην ενίσχυση των επιχειρήσεων του Στρατού. Ο Πεντζόπουλος, στο πλαίσιο της πολεμικής του κατά της Χωροφυλακής, απέδωσε τις σημαντικές απώλειες της Χωροφυλακής στην παράλειψη ακόμα και των στοιχειωδέστερων μέτρων ασφαλείας τόσο κατά την κίνηση των ανδρών της σε αποσπάσματα, καθώς κινούνταν χωρίς τη διατήρηση της συνοχής τους, όσο και κατά την παραμονή των μονάδων της σε κατοικημένες περιοχές, καθώς εγκατέλειπαν τα όπλα τους και κυκλοφορούσαν άοπλοι.982
980
Αρχείο Θ. Πεντζόπουλου, Υ.Σ./Γ.Ε.Σ./ Α΄ Υπαρχηγός προς Αρχηγό Γ.Ε.Σ., Α.Π 376388 «Περί της παρουσιαζόμενης καταστάσεως εν Θεσσαλία», 7η Σεπτεμβρίου 1946 και Γ.Ε.Σ./ Α.Π 376413 /Α.Κ.Α. προς Αρχηγό Γ.Ε.Σ., «Διαπιστώσεις- ενδεικνυόμενα μέτρα», 16η Σεπτεμβρίου 1946. 981 Αρχείο Θ. Πεντζόπουλου, Υ.Σ./Γ.Ε.Σ./ Γραφείο Α.Κ.Α. προς Υπουργείο Δημοσίας Τάξης, «Ασφάλεια Πελοποννήσου», 29η Σεπτεμβρίου 1946 και Γ.Ε.Σ. /376.723/ Α΄ Κλάδος προς τον Υφυπουργόν Στρατιωτικών, «Αντικατάστασις Αρχηγού της Χωροφυλακής», 25 η Νοεμβρίου 1946. 982 Αρχείο Θ. Πεντζόπουλου, Υ.Σ./Γ.Ε.Σ./Α΄ Υπαρχηγός προς Αρχηγό του Γ.Ε.Σ., Α.Π 376388, «Περί της παρουσιαζόμενης καταστάσεως εν Θεσσαλία», 7 η Σεπτεμβρίου 1946.
352
Η πολεμική της στρατιωτικής ηγεσίας κατά της ηγεσίας της Χωροφυλακής ήταν όμως αδικαιολόγητη, καθώς η Χωροφυλακή είχε δοκιμάσει κάθε μέθοδο αντιμετώπισης των ανταρτών και όλες είχαν αποτύχει, λόγω της υποστελέχωσης και της πολυδιάσπασης των δυνάμεών της. Αρχικά, η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της Χωροφυλακής επανίδρυσαν τους Σταθμούς και τις Υποδιοικήσεις της Χωροφυλακής και συγκρότησαν κινητά αποσπάσματα σε κάθε Υποδιοίκηση. Οι Σταθμοί ανέλαβαν τον ρόλο της στατικής δύναμης και τα κινητά αποσπάσματα τον ρόλο της καταδιωκτικής δύναμης κάθε Υποδιοίκησης Χωροφυλακής. Η Χωροφυλακή αναθεώρησε τις τακτικές της, όταν η αποτελεσματικότητα των κινητών αποσπασμάτων αποδείχθηκε ασήμαντη983 και οργάνωσε τις μονάδες της σε τάγματα και συντάγματα, τα οποία στη διάρκεια των επιχειρήσεων κατά των ανταρτών κινούνταν σε διμοιρίες και λόχους στήνοντας ενέδρες στα υψώματα και στις διαβάσεις της περιοχής ευθύνης τους και διεξάγοντας έρευνες σε περίκλειστες περιοχές. Όμως και αυτή η τακτική απέτυχε, καθώς η έλλειψη ισχυρών δυνάμεων δεν επέτρεψε την πλήρη περικύκλωση των ανταρτών και ταυτόχρονα τη διατήρηση ισχυρών δυνάμεων στα μετόπισθεν, τα οποία έμεναν ευάλωτα σε επιθέσεις ανταρτών κατά την απουσία της κύριας δύναμης.984 Η Χωροφυλακή, προτού συγκροτήσει τις δυνάμεις της σε τάγματα, δοκίμασε την τακτική της οργάνωσης ειδικών μονάδων, των Λόχων Κυνηγών. Οι Λόχοι Κυνηγών οργανώθηκαν σε τέσσερις ταξιαρχίες με συνολικά πενήντα Λόχους που απορρόφησαν περίπου έξι έως εφτά χιλιάδες άνδρες.985 Η αξιοποίηση όμως τόσο μεγάλου αριθμού ανδρών από τους Λόχους Κυνηγών οδήγησε στην εμφάνιση σημαντικών ελλείψεων σε αξιωματικούς και χωροφύλακες στις Ανώτερες Διοικήσεις Χωροφυλακής της Θεσσαλίας, Ηπείρου, Δυτικής Μακεδονίας και στο Μηχανοκίνητο Τάγμα Χωροφυλακής και τελικά στην πλημμελή επάνδρωση των στατικών μονάδων της Χωροφυλακής.986 Το Γ.Ε.Σ., παρά τις κατηγορίες που εξαπέλυσε κατά της ηγεσίας της Χωροφυλακής, αναγνώριζε τη σπουδαιότητά της στον αντιανταρτικό αγώνα καθώς 983
Αρχικά είχαν αποσπάσει θετικές κρίσεις από μέρους της Βρετανικής Αποστολής καθώς θεωρήθηκαν ιδιαίτερα αποτελεσματικά στην καταδίωξη των συμμοριών που δρούσαν στην ύπαιθρο. 984 F.O.371/58753, R 1981, British Police Mission, Headquarters, M.S.24/2, Progress Report December 1945, 3rd January 1946 και Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σ. 142. 985 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.2, ό.π., σ. 518. 986 Στο ίδιο, σσ. 591-592.
353
και τη χρησιμότητα των κινητών αποσπασμάτων της και πρότεινε την αξιοποίησή τους από τις Στρατιωτικές Διοικήσεις σε περιπόλους μεγάλης ακτίνας δράσης. Το Γ.Ε.Σ. κάλεσε τις Στρατιωτικές Διοικήσεις, προτού αναθέσουν αποστολές στις Διοικήσεις Χωροφυλακής που τελούσαν υπό τη διοίκησή τους, να ζητούν και να δέχονται τις συμβουλές και τις προτάσεις των κατά τόπους Διοικητών Χωροφυλακής και να απαλλάσσουν τις στρατιωτικές δυνάμεις από τα καθήκοντα φρούρησης, αναθέτοντας τα τελευταία στη Χωροφυλακή. Το Γ.Ε.Σ. υπολόγιζε πως, αν η Χωροφυλακή αναλάμβανε τα καθήκοντα φρούρησης, θα αποδεσμευόταν δύναμη ισοδύναμη με τέσσερα τάγματα, η οποία θα μπορούσε να διατεθεί στις μάχιμες μονάδες του Στρατού.987 Ο Στρατός κατά την περίοδο από τον Ιούλιο έως τον Νοέμβριο του 1946 πραγματοποίησε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στον άξονα, από τα Άγραφα της Νοτιοδυτικής Θεσσαλίας έως την οροσειρά της Πίνδου στα Βόρεια και έως τη Θράκη στα Ανατολικά. Η εκτέλεση των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων και οι περιορισμένες, συγκριτικά με την αποστολή, δυνάμεις του Στρατού και της Χωροφυλακής οδήγησαν στην ανεπαρκή φύλαξη των συνόρων και στην αδυναμία υπεράσπισης των αστικών κέντρων από ανταρτικές επιθέσεις. Η έκταση της ανεπάρκειας των κυβερνητικών δυνάμεων ήταν τέτοια, ώστε η δύναμη υπεράσπισης της Αθήνας τον Δεκέμβριο του 1946 περιοριζόταν στην ανεπαρκή δύναμη των τριών χιλιάδων ανδρών της Αστυνομίας Πόλεων, η οποία ήταν κατά πολύ μικρότερη της δύναμης που υπήρχε στην Αθήνα κατά την πολύ ομαλότερη προπολεμική περίοδο.988 Η πολιτική κατάσταση οξύνθηκε όταν ο Μάρκος Βαφειάδης ανακήρυξε την 28η Οκτωβρίου 1946 την ίδρυση του Γενικού Αρχηγείου Ανταρτών
989
, υπό τη
διοίκηση του οποίου εντάχθηκαν τα τοπικά Αρχηγεία της Πελοποννήσου, της Ρούμελης, της Ηπείρου, της Θεσσαλίας, της Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας και της Θράκης. Η είδηση της ίδρυσης του Γενικού Στρατηγείου του Δημοκρατικού
987
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.3, ό.π., σσ. 51-55. Κλόουζ, ό.π., σ. 313 και Αρχείο Θ. Πεντζόπουλου, Υ.Σ./Γ.Ε.Σ./ Α΄ Κλάδος προς Αρχηγό Γ.Ε.Σ., «Προτάσεις διά την αντιμετώπισιν της εν υπαίθρω καταστάσεως», 29 η Σεπτεμβρίου 1946. 989 Υπό τον τίτλο Δ.Σ.Ε., θα ετίθετο πλέον το σύνολο των έως τότε υπαρχουσών αριστερών ανταρτικών οργανώσεων. 988
354
Στρατού Ελλάδος δημοσιεύτηκε όμως με καθυστέρηση στον Ριζοσπάστη, την 21η Νοεμβρίου.990 Ο πρόεδρος της κυβέρνησης, Τσαλδάρης, για να αλλάξει το βαρύ πολιτικό κλίμα και να δημιουργήσει την εικόνα μίας νέας κυβερνητικής αρχής προχώρησε την 4η Νοεμβρίου 1946 στον ανασχηματισμό της Κυβέρνησης. Ο ανασχηματισμός όμως υπήρξε άτολμος και οι μόνες σημαντικές αλλαγές που επήλθαν ήταν η αποπομπή του Σπύρου Θεοτόκη από το Υπουργείο Δημοσίας Τάξεως και του Μπέη Μαυρομιχάλη από το Υπουργείο Στρατιωτικών.991
Εικόνα
4.
Κωνσταντίνος
Τσαλδάρης.
Ηγετική
προσωπικότητα
της
εμφυλιοπολεμικής Δεξιάς Παράταξης. Μετά τις εκλογές του 1946 διετέλεσε πρωθυπουργός Κυβέρνησης πλειοψηφίας αλλά προς χάρη της αντιμετώπισης των κομμουνιστών, αποδέχτηκε το σχηματισμό κυβερνήσεων συνεργασίας, υπό τους Σοφούλη και Διομήδη, στις οποίες κατείχε τη θέση του Αντιπροέδρου και του Υπουργού των Εξωτερικών.
Ο Τσαλδάρης και συνολικά ο αστικός πολιτικός κόσμος, γρήγορα μετά τον ανασχηματισμό, αντελήφθησαν πως η περίοδος των πολιτικών χειρισμών είχε παρέλθει, καθώς η Χώρα δεν αντιμετώπιζε πλέον απλά ένα οξυμένο πρόβλημα επιβολής της Τάξης και της Ασφάλειας αλλά είχε εισέλθει σε κατάσταση εμφύλιας σύρραξης. Ο σχηματισμός του Γενικού Αρχηγείου Ανταρτών συνέπεσε χρονικά με την αύξηση της ανταρτικής δραστηριότητας και με νέα, μεγαλύτερη επιδείνωση των συνθηκών Ασφαλείας. Οι αντάρτες προχώρησαν τον Νοέμβριο σε νέα θεαματικά χτυπήματα κατά των κυβερνητικών δυνάμεων, όπως η επίθεση εφτακοσίων περίπου ανταρτών, οι οποίοι είχαν εισέλθει από το γιουγκοσλαβικό έδαφος, κατά αποσπάσματος του ελληνικού Στρατού στο Σκρα την 13η Νοεμβρίου και η επίθεση 990
Ριζοσπάστη, 21η Νοεμβρίου 1946, «Πάνω στην πολιτική κατάσταση απόφαση του Πολιτικού Γραφείου της Κ.Ε του Κ.Κ.Ε», σ.1, Woodhouse, The struggle for Greece 1941-1949, ό.π., σ. 193 και Λυμπερίου, τόμ.2, ό.π., σ. 273. 991 Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π., σ. 171.
355
στη Θράκη κατά διερχόμενου τρένου για να κατεβάσουν από αυτό τον Διοικητή Χωροφυλακής Έβρου και να τον αποκεφαλίσουν ενώπιον των υπόλοιπων επιβατών.992 Η νέα επιδείνωση των συνθηκών Ασφαλείας ανάγκασε την Κυβέρνηση να προβεί στη συγκρότηση εφτά νέων ταγμάτων Εθνοφυλακής και Ασφάλειας Γραμμών και Συγκοινωνιών. Η συγκρότηση των νέων Ταγμάτων αποφασίστηκε την 8η Νοεμβρίου με την απόλυτη συναίνεση του παρόντος στη σύσκεψη, Αρχηγού της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής. Υπό το Α΄ Σώμα Στρατού συγκροτήθηκαν πέντε νέα τάγματα, το 614ο και 615ο στο Κέντρο Βασικής Εκπαίδευσης στο Μεσολόγγι και το 616ο, 617ο και 618ο στο Κέντρο Βασικής Εκπαίδευσης στην Τρίπολη. Υπό το Β΄ Σώμα Στρατού συγκροτήθηκε το 619ο τάγμα Εθνοφυλακής στην Κοζάνη και υπό το Γ΄ Σώμα Στρατού συγκροτήθηκε το 620ό Τάγμα Εθνοφυλακής στην Κομοτηνή.993 Τα νέα τάγματα Εθνοφυλακής και Ασφάλειας Γραμμών και Συγκοινωνιών επανδρώθηκαν με πέντε χιλιάδες άνδρες έφεδρους οπλίτες των κλάσεων του 1937 και 1938, οι οποίοι δεν είχαν καταταγεί μετά την Απελευθέρωση και προήλθαν από την αντίστοιχη μείωση του αριθμού των νεοσύλλεκτων στρατευσίμων. Η μείωση του αριθμού των νεοσύλλεκτων πραγματοποιήθηκε για να διατηρηθεί σταθερή η οροφή των στρατευσίμων, η οποία είχε συμφωνηθεί μεταξύ της ελληνικής και της βρετανικής Κυβέρνησης.994 Τα τάγματα Εθνοφυλακής και Ασφάλειας Γραμμών και Συγκοινωνιών, μετά τη συγκρότησή τους, εκπαιδεύτηκαν για περίπου έξι έως οκτώ εβδομάδες στους τόπους συγκρότησής τους και μετά μεταφέρθηκαν στις περιοχές που επέτασσαν οι επιχειρησιακές απαιτήσεις.995, Η αλλαγή της δομής του Στρατού οδήγησε στη δημιουργία δύο πρόσθετων ταξιαρχιών Εθνοφυλακής, εκτός της ταξιαρχίας Εθνοφυλακής Λαμίας· της Ταξιαρχίας Τρίπολης, στην οποία υπήχθησαν τα τρία τάγματα Εθνοφυλακής της
992
Chandler, ό.π., σσ. 239-240 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ., ΕΠ 300553, «Συγκρότηση Ταγμάτων Εθνοφυλακής και Ασφάλειας Γραμμών Συγκοινωνιών», Αθήνα, 19η Νοεμβρίου 1946. 994 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ., ΑΠ 410287, «Συγκρότηση Ταγμάτων Εθνοφυλακής», Αθήνα, 9 η Νοεμβρίου 1946. 995 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ., ΑΠ 410295, «Συγκρότηση Ταγμάτων Εθνοφυλακής και Ασφάλειας Γραμμών Συγκοινωνιών», Αθήνα, 11η Νοεμβρίου 1946 και ΑΠ 410321, «Συγκρότηση Ταγμάτων Εθνοφυλακής», Αθήνα, 14η Νοεμβρίου 1946. 993
356
Πελοποννήσου, και της ταξιαρχίας της περιοχής ευθύνης του Β΄ Σώματος Στρατού, στην οποία υπήχθησαν τα τάγματα Εθνοφυλακής του Β΄ Σώματος Στρατού.996 Τα Σώματα Στρατού εξουσιοδοτήθηκαν τον Νοέμβριου 1946 να προβαίνουν σε ονομαστική πρόσκληση εφέδρων οπλιτών για τις οικείες τους Διοικήσεις Χωροφυλακής, όταν οι εθελοντές προς κατάταξη ήταν αριθμητικά ανεπαρκείς και μαζί με την VIII Μεραρχία και σε συνεννόηση με τις Ανώτερες Στρατιωτικές Διοικήσεις, να παρέχουν στους καταταχθέντες χωροφύλακες την αναγκαία εκπαίδευση, η οποία θα τους καθιστούσε κατάλληλους από στρατιωτικής άποψης να αναλάβουν κύριες αποστολές.997 Η ανάληψη καθηκόντων φρούρησης από τους εκπαιδευθέντες οπλίτες άνευ θητείας της Χωροφυλακής πραγματοποιήθηκε τον Δεκέμβριο του 1946, παράλληλα με τη σταδιακή αποχώρηση των ταγμάτων Φρουράς, ύστερα από συνεννόηση των Σωμάτων Στρατού και της VIII Μεραρχίας με τις Ανώτερες Διοικήσεις της Χωροφυλακής. Τα τάγματα Φρουράς, μετά την αντικατάστασή
τους,
επέστρεψαν
στις
έδρες
τους,
μετεκπαιδεύτηκαν
και
μετασχηματίστηκαν σε τάγματα Εθνοφυλακής.998 Οι προσπάθειες της Κυβέρνησης και της στρατιωτικής ηγεσίας το 1946 για την αναδιοργάνωση και την καλύτερη κατανομή των δυνάμεων των Σωμάτων Ασφαλείας και του Στρατού έπεσαν όλες στο κενό, καθώς το πρόβλημα ασφαλείας της Χώρας όχι μόνο συνέχισε να υφίσταται, αλλά και επιδεινωνόταν. Η βασική αιτία του προβλήματος βρισκόταν στην αριθμητική ανεπάρκεια των κυβερνητικών δυνάμεων, οι οποίες αδυνατούσαν να φρουρούν ικανοποιητικά τους δυνητικούς στόχους των ανταρτών (πόλεων, κωμοπόλεων, συγκοινωνιακού δικτύου) και ταυτόχρονα να πραγματοποιούν εκκαθαριστικές αντιανταρτικές επιχειρήσεις. Η αριθμητική ανεπάρκεια των κυβερνητικών δυνάμεων οδήγησε τη στρατιωτική ηγεσία και τους Βρετανούς συμβούλους να υιοθετήσουν την εσφαλμένη τακτική της αξιοποίησης του Στρατού σε αυστηρώς στατικές αμυντικές θέσεις και σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις περιορισμένης μόνο χρονικής διάρκειας. Η αμυντική στατική διάταξη του Στρατού ήταν τόσο ανελαστική, ώστε οι φρουρές γειτονικών περιοχών ενός χωριού ή μίας κωμόπολης, που δέχονταν επίθεση από υπέρτερες 996
Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ., «Περί εξουσιοδοτήσεως συγκροτήσεως Στρατηγείων Ταξιαρχιών», Αθήνα, 31 η Δεκεμβρίου 1946. 997 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ., ΑΠ 410577, «Κατάταξις Χωροφυλάκων άνευ θητείας», 11 η Νοεμβρίου 1946. 998 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ., ΑΠ 410580, «Ανασυγκρότησις Ταγμάτων Φυλακών», 12 η Δεκεμβρίου 1946.
357
δυνάμεις ανταρτών, δεν έτρεχαν προς υποστήριξή του, για να αποφευχθούν οι ενέδρες και οι πιθανές επιθέσεις κατά της δικής τους περιοχής, η οποία θα έμενε αφρούρητη και ανυπεράσπιστη.999 Οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις περιορισμένης μόνο χρονικής διάρκειας υπήρξαν εξίσου αναποτελεσματικές, εξαιτίας της ύπαρξης προκαθορισμένης διάρκειας για κάθε σκέλος των επιχειρήσεων. Τα χρονοδιαγράμματα ήταν τόσο άκαμπτα, ώστε δεν επέτρεπαν την εκμετάλλευση των στρατηγικών πλεονεκτημάτων, τα οποία προέκυπταν κατά τη διάρκειά της και το μόνο που επιτυγχανόταν ήταν η εξάντληση των στρατιωτικών δυνάμεων, η δημιουργία σύγχυσης και αρνητικού κλίματος για τη στρατιωτική ηγεσία και η μείωση της μαχητικότητας και του ηθικού των στρατευσίμων.1000 Η ελληνική κυβέρνηση, εξαιτίας της αδυναμίας των κυβερνητικών δυνάμεων να αναλάβουν την πρωτοβουλία των επιχειρήσεων και να αποκαταστήσουν την Ασφάλεια και την Τάξη, έλαβε την ανεφάρμοστη απόφαση να προχωρήσει μονομερώς στην αύξηση της οροφής του Στρατού στις διακόσιες χιλιάδες άνδρες. Η ελληνική κυβέρνηση, αδυνατώντας να προβεί στη μονομερή αύξηση του Στρατού, συνέχισε τις διαπραγματεύσεις με τη Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή και τελικά απέσπασε τη συναίνεση του Στρατηγού Rawlings για την αναγκαιότητα αύξησης της οροφής του Στρατού στις εκατόν τριάντα χιλιάδες άνδρες. Η σύμφωνη γνώμη του Στρατηγού Rawlings και της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής δεν εξασφάλισαν όμως και την αλλαγή στάσης της Βρετανικής Κυβέρνησης. Οι προσπάθειες της Ελληνικής Κυβέρνησης για την αύξηση της οροφής του Στρατού από τις ενενήντα δύο χιλιάδες άνδρες στις εκατόν τριάντα πέντε χιλιάδες άνδρες με τη βρετανική συναίνεση και συνδρομή, συνεχίστηκαν τον Νοέμβριο 1946, κατά την επίσημη επίσκεψη του Αρχηγού Γ.Ε.Σ., στρατηγού Σπηλιωτόπουλου, με τη συνοδεία του Στρατηγού Rawlings στο Λονδίνο,1001 όπου συναντήθηκαν με τον στρατάρχη Montgomery. Η συνάντηση απέβη άκαρπη, καθώς ο Montgomery ενέκρινε μόνο τον
999
Δημήτρης Γ. Κούσουλας, Κ.Κ.Ε.-Τα πρώτα τριάντα χρόνια 1918-1949, Αθήνα, 1987, σ. 273. Κούσουλας, ό.π., σ. 274. 1001 Woodhouse, The struggle for Greece 1941-1949, ό.π., σσ. 198-199. 1000
358
εξοπλισμό επιπλέον τριών χιλιάδων ανδρών και παρέπεμψε στη βρετανική κυβέρνηση για οποιαδήποτε περαιτέρω αύξηση του Στρατού.1002 Η ελληνική κυβέρνηση, έπειτα από παραίνεση του Montgomery, συγκάλεσε το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο Εθνικής Άμυνας την 15η Δεκεμβρίου υπό την προεδρία του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Στυλιανού Γονατά, και τη συμμετοχή των Υπουργών των τριών πολεμικών Υπουργείων, των Αρχηγών των τριών Γενικών Επιτελείων, των δύο Αρχηγών των Βρετανικών Αποστολών και του διοικητή των βρετανικών στρατευμάτων στην Ελλάδα, στρατηγού Crawford. Το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο Εθνικής Άμυνας κατά τη συνεδρίαση κατέληξε ομόφωνα στις ανάγκες του Στρατού και αποφάσισε την υποβολή αιτήματος συνδρομής στη βρετανική κυβέρνηση. Τα αιτήματα της ελληνικής κυβέρνησης ήταν η οικονομική κάλυψη από τη βρετανική κυβέρνηση της αύξηση της οροφής του Ελληνικού Στρατού στις εκατόν είκοσι χιλιάδες άνδρες και η συντήρηση της αυξημένης δύναμης του Στρατού με τη χορήγηση από τις βρετανικές πηγές των πρόσθετων όπλων, πυρομαχικών, οχημάτων, κτηνών, συλλογών ιματισμού και τα υπόλοιπα αναγκαία υλικά και μέσα. Η ελληνική κυβέρνηση με το υπόμνημά της γνωστοποίησε στη βρετανική κυβέρνηση την απόφαση του Ανώτατου Στρατιωτικού Συμβουλίου Εθνικής Άμυνας, πως η ελληνική πλευρά ήταν έτοιμη, αν γίνονταν δεκτά τα αιτήματά της, να καλύψει με εθνικούς πόρους τις δαπάνες μισθοδοσίας, τα εφεδρικά και τα άλλα επιδόματα, καθώς και την προμήθεια των υλικών, την οποία δεν χορηγούσαν οι βρετανικές αρχές. Το κόστος της δαπάνης υπολογίστηκε στα δύο δισεκατομμύρια δραχμές τον μήνα για την περίοδο Ιανουαρίου και Φεβρουαρίου 1947 και στα πέντε δισεκατομμύρια τον μήνα από τον Μάρτιο και μέχρι το τέλος του 1947. Η ελληνική κυβέρνηση γνωστοποίησε, επίσης, την απόφασή της να καλύψει τις αναγκαίες δαπάνες για την πραγματοποίηση επιτάξεων ή αναγκαστικών μισθώσεων σε κτήνη, πέραν εκείνων που θα μπορούσαν να αποκτηθούν από τις βρετανικές πηγές. Το
1002
Οι τρεις χιλιάδες άνδρες, για τους οποίους έδωσε έγκριση ο Montgomery, αξιοποιήθηκαν τελικά από την Ελληνική κυβέρνηση, με τη δημιουργία μίας επίλεκτης μονάδας κρούσεως, των Λόχων Ορεινών Καταδρομών (Λ.Ο.Κ.), Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σσ. 212-213.
359
κόστος των δυνητικών επιτάξεων υπολογίστηκε σε δύο δισεκατομμύρια δραχμές, με βάση υπολογισμού την 1η Ιανουαρίου 1947.1003 Η κατάσταση στην Ελλάδα στα τέλη του 1946 ήταν χειρότερη από την αντίστοιχη το 1945. Η κυβέρνηση Τσαλδάρη δεν είχε κατορθώσει να επιβληθεί στο σύνολο της Επικράτειας, παρά την ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία και την ευνοϊκή −για την ίδια− επίλυση του Πολιτειακού με δημοψήφισμα. Η Κυβέρνηση προσπάθησε μάταια να αποκτήσει τον έλεγχο της κατάστασης και να τερματίσει κάθε μορφή αμφισβήτησης της εξουσίας της με την ενεργοποίηση και τη χρήση όλων των κατασταλτικών μηχανισμών, καταφεύγοντας στην αξιοποίηση του Στρατού σε συνεργασία με τα Σώματα Ασφαλείας για την επιβολή της Δημόσιας Τάξης. Η χρήση του Στρατού κατά των ανταρτών επεφύλαξε για την Κυβέρνηση δυσάρεστες εκπλήξεις. Ο Στρατός αποδείχθηκε ανίκανος να αποκαταστήσει τη δημόσια τάξη και πολιτικά αναξιόπιστος, καθώς στο εσωτερικό του υπήρχαν ισχυροί πυρήνες οργανωμένων κομμουνιστών, που λειτουργώντας ως «πέμπτη φάλαγγα», ήταν έτοιμοι να εγκαταλείψουν τις τάξεις του και να αυτομολήσουν στους αντάρτες. Η αμφισβήτηση της κυβερνητικής εξουσίας από τις διαρκώς ισχυρότερες και προκλητικότερες ανταρτικές ομάδες, η αδυναμία του κρατικού μηχανισμού να ανταποκριθεί στις συνθήκες Ασφαλείας της Χώρας και η αμφισβήτηση της πολιτικής αξιοπιστίας του Στρατού οδήγησαν την κυβέρνηση Τσαλδάρη να προχωρήσει στη λήψη αυταρχικών νομοθετικών πρωτοβουλιών, απόλυτα αντίθετων προς τον συνταγματικό χάρτη της Χώρας, το Σύνταγμα 1864/1911, αλλά απόλυτα συμβατές με την προπολεμική νομοθετική παράδοση της Χώρας. Η κυβερνητική εξουσία στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου, ανεξάρτητα και πέρα από κόμματα, είχε de facto κατοχυρώσει το δικαίωμα να θέτει στο περιθώριο το Σύνταγμα και τα πολιτικά δικαιώματα των πολιτών, σε περιόδους που η κυβερνητική εξουσία ή το πολιτικό σύστημα αμφισβητούνταν με εξωθεσμικές διαδικασίες. Η κυβέρνηση Τσαλδάρη αντιμετώπισε το 1946 ένα πρωτοφανές, για τα ελληνικά δεδομένα, αυξανόμενο κύμα βίας με τις επιθέσεις των ανταρτών κατά των
1003
Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, Φάκελος 7.1, 1947, Υπουργείο Εξωτερικών, Τμήμα Βαλκανικής, Αριθμός Πρωτοκόλλου 33726, προς Πρεσβεία Λονδίνου, Αθήνα, 15 η Δεκεμβρίου 1946.
360
κυβερνητικών στρατευμάτων να αυξάνουν συνεχώς όπως και οι νεκροί και οι τραυματίες του Στρατού και της Χωροφυλακής1004. Το 1947 ξεκίνησε για την Ελλάδα με τις χειρότερες προοπτικές, χωρίς να διαφαίνεται καμία προοπτική εξόδου από την κρίση, καθώς ούτε οι κυβερνητικές δυνάμεις ήταν αρκετά ισχυρές για να επιβληθούν στρατιωτικά, ενώ και οι αντάρτες δεν ήταν αρκετά ισχυροί για να επιτύχουν τους πολιτικούς τους στόχους.
1004
Κοσμά, ό.π, σ.309 και Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σσ. 286-287.
361
Κεφάλαιο Όγδοο: ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΙ ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΟΙ ΤΟΥ 1947ΟΙ ΑΝΑΤΡΟΠΕΣ ΠΟΥ ΕΠΕΦΕΡΕ ΤΟ ΔΟΓΜΑ ΤΡΟΥΜΑΝ Το έτος 1947 σημαδεύτηκε από τρία σημαντικά γεγονότα, α) από την προσάρτηση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα, β) από την οικονομική αδυναμία της Μεγάλης Βρετανίας να συνεχίσει να ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις που είχε αναλάβει απέναντι στην Ελλάδα και γ) από την ανάδειξη του αμερικανικού παράγοντα στην Ελλάδα με την εξαγγελία του Δόγματος Truman. Tα Δωδεκάνησα αποδόθηκαν στην Ελλάδα στις αρχές του 1947 με την υπογραφή της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων, την 10η Φεβρουαρίου. Η επίσημη τελετή παράδοσης των Δωδεκανήσων από τις βρετανικές αρχές στις ελληνικές πραγματοποιήθηκε στη Ρόδο, την 31η Μαρτίου, κατά τρόπο πανηγυρικό, ενώ η επίσημη προσάρτηση πραγματοποιήθηκε με την επικύρωση της Συνθήκης Ειρήνης από τη Βουλή και τη δημοσιοποίηση του σχετικού Νόμου την 9η Ιανουαρίου 1948.1005 Η προσάρτηση των Δωδεκανήσων οδήγησε στην επέκταση της νομοθεσίας και της ζώνης ευθύνης της Χωροφυλακής με τον Νόμο 739 της 10ης/20ής Ιουλίου 1948 «Περί επεκτάσεως εις Δωδεκάνησον της ισχυούσης εν τη λοιπή Ελλάδι Νομοθεσίας και αφορώσης την Χωροφυλακήν».1006 Η νεοσυγκροτηθείσα Ανωτέρα Διοίκηση Χωροφυλακής Δωδεκανήσων συγκροτήθηκε σταδιακά από δύο κλιμάκια· το Α΄ Κλιμάκιο, το οποίο είχε δύναμη δεκαπέντε αξιωματικών και ανθυπασπιστών και δύο υπαξιωματικών και το Β΄ Κλιμάκιο, το οποίο είχε δύναμη δεκατεσσάρων αξιωματικών, έντεκα ανθυπασπιστών, εβδομήντα τριών υπαξιωματικών και τριακοσίων πενήντα χωροφυλάκων. Η δύναμη της Χωροφυλακής αφίχθηκε στη Ρόδο την 29η Μαρτίου και έγινε ενθουσιωδώς δεκτή από τον τοπικό πληθυσμό και τον Στρατιωτικό Διοικητή Δωδεκανήσου, αντιναύαρχο Ιωαννίδη.1007 Η βρετανική Κυβέρνηση, επίσης, στις αρχές του 1947 εισήλθε στη διαδικασία της επαναξιολόγησης της απόφασής της να ενισχύει οικονομικά την Ελλάδα και να επωμισθεί το κόστος του εξοπλισμού των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων και μετά τον Μάρτιο του 1947.1008 1005
Κόντης, «Η διολίσθηση προς την εμφύλια σύγκρουση», ό.π., σσ. 137- 138. Φ.Ε.Κ. 187, Νόμος 739/10ης-20ης Ιουλίου 1948, «περί επεκτάσεως εις Δωδεκάνησον της ισχυούσης εν τη λοιπή Ελλάδι Νομοθεσίας και αφορώσης την Χωροφυλακήν». 1007 Δασκαλάκης, ό.π., σσ. 820-822. 1008 Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σ. 254. 1006
362
Οι αρνητικές εξελίξεις στον τομέα της Ασφάλειας, οι βρετανικές πιέσεις για την πολιτική διεύρυνση της κυβέρνησης Τσαλδάρη ώστε να αντιπροσωπεύει ευρύτερα τμήματα της ελληνικής κοινωνίας και οι πρώτες ενδείξεις της επιθυμίας αποχώρησης του βρετανικού παράγοντα από την Ελλάδα, οδήγησαν τον Στυλιανό Γονατά και τον Απόστολο Αλεξανδρή να αποχωρήσουν από τον κυβερνητικό σχηματισμό την 17η Ιανουαρίου 1947. Η αποχώρηση του Αλεξανδρή και του Γονατά επιτάχυνε την αποσύνθεση της κυβέρνησης Τσαλδάρη και τον σχηματισμό κυβέρνησης υπό την προεδρία του Δημητρίου Μάξιμου, πρώην προέδρου της Εθνικής Τραπέζης και ευρείας αποδοχής μετριοπαθούς στελέχους του Λαϊκού Κόμματος.1009 Η κυβέρνηση Μάξιμου έμεινε γνωστή και ως «Επτακέφαλος», εξαιτίας
της
συμμετοχής
σε
αυτή
εφτά
πολιτικών
αρχηγών
(Τσαλδάρη,
Κανελλόπουλου, Βενιζέλου, Ζέρβα, Αλεξανδρή, Παπανδρέου και Γονατά). 1010 Η κυβέρνηση Μάξιμου, αν και τοποθετημένη πολιτικά στον χώρο της Δεξιάς και Κεντροδεξιάς, ήταν ένα κυβερνητικό σχήμα, το οποίο προωθούσε την εικόνα της διαλλακτικότητας και της ηπιότητας σε σχέση με την κυβέρνηση Τσαλδάρη, καθώς απείχαν ακραίες προσωπικότητες, όπως ο Σπύρος Θεοτόκης και ο Μπέης Μαυρομιχάλης.1011 Οι πολιτικές εξελίξεις στην Αθήνα γρήγορα υποσκελίστηκαν από την απόφαση της βρετανικής κυβέρνησης να τερματίσει τη χορήγηση οικονομικής και στρατιωτικής βοήθειας προς την Ελλάδα μετά την 31η Μαρτίου 1947. Οι Βρετανοί γνωστοποίησαν αιφνιδιαστικά την απόφασή τους στην αμερικανική κυβέρνηση, την 24η Φεβρουαρίου 1947, διατυπώνοντας την ελπίδα τους να αναλάβουν οι Ηνωμένες Πολιτείες τη χορήγηση οικονομικής και στρατιωτικής βοήθειας στην Ελλάδα μετά την 31η Μαρτίου 1947.1012 Η ανακοίνωση τoυ τερματισμού χορήγησης οικονομικής και στρατιωτικής βοήθειας από την Μεγάλη Βρετανία στην Ελλάδα επιτάχυνε τις πολιτικές πρωτοβουλίες της αμερικανικής κυβέρνησης για την αποστολή οικονομικής και στρατιωτικής βοήθειας προς την Ελλάδα και την Τουρκία. Η αμερικανική και βρετανική κυβέρνηση, ύστερα από μεταξύ τους διαπραγματεύσεις, συμφώνησαν πως οι Η.Π.Α. θα αναλάμβαναν τη χορήγηση οικονομικής και στρατιωτικής βοήθειας στην Ελλάδα μετά την 31η Μαρτίου 1947. Η Μεγάλη Βρετανία δεσμεύτηκε ότι θα 1009
Σταυριανός, ό.π., σ. 200. Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σ. 176. 1011 Woodhouse, Το μήλο της έριδος, ό.π., σ. 408. 1012 Κλόουζ, ό.π., σ. 315. 1010
363
χορηγούσε στην Ελλάδα δάνειο δύο εκατομμυρίων στερλινών, επαρκές για τη συντήρηση του ελληνικού στρατού μέχρι και τον Ιούνιο του 1947, όταν θα ξεκινούσε η χορήγηση της αμερικανικής βοήθειας, ότι θα συνέχιζε να ενισχύει την πολιτική ανεξαρτησίας και εδαφικής ακεραιότητας της Ελλάδας και μετά την 31 η Μαρτίου 1947 και ότι θα διατηρούσε τις Βρετανικές Αποστολές στην Ελλάδα και μετά την έλευση των αντίστοιχων Αμερικανικών Αποστολών.1013 Οι δύο κυβερνήσεις συμφώνησαν ειδικά για τη Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή πως από τους συνολικά χίλιους τετρακόσιους άνδρες (διακόσιους εφτά αξιωματικούς και χίλιους διακόσιους ογδόντα οκτώ υπαξιωματικούς) θα παρέμεναν μόνο τριακόσιοι πενήντα άνδρες τον Σεπτέμβριο του 1947.1014 Οι Βρετανοί δεσμεύτηκαν επίσης πως θα συνέχιζαν την τροφοδοσία και τον εφοδιασμό του ελληνικού Στρατού, παρέχοντας τροφή και το μίνιμουμ των αναγκαίων καυσίμων, πυρομαχικών και προμηθειών για εκατόν εβδομήντα χιλιάδες άνδρες, μέχρι την άφιξη της αμερικανικής βοήθειας τον Οκτώβριο του 1947.1015 Η ελληνική κυβέρνηση πληροφορήθηκε την 17η Φεβρουαρίου την απόφαση της βρετανικής κυβέρνησης να τερματίσει τη χορήγηση οικονομικής και στρατιωτικής βοήθειας προς την Ελλάδα, όταν ο Έλληνας στρατιωτικός ακόλουθος είχε επαφές με το βρετανικό Επιτελείο για την αύξηση της οροφής των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων.1016 Η αμερικανική κυβέρνηση μετά την ολοκλήρωση των αμερικανοβρετανικών διαπραγματεύσεων ταχύτατα ζήτησε την αναγκαία έγκριση του Κογκρέσου για τη χορήγηση οικονομικής βοήθειας στην Ελλάδα. Ο πρόεδρος Harry Truman την 12η Μαρτίου ζήτησε, απευθυνόμενος στα δύο νομοθετικά σώματα (Βουλή των Αντιπροσώπων και Γερουσία), τη χορήγηση οικονομικής βοήθειας τριακοσίων εκατομμυρίων δολαρίων στην Ελλάδα και εκατό εκατομμυρίων δολαρίων στην Τουρκία, για να σωθεί η Ελλάδα από τον κίνδυνο των κομμουνιστών ανταρτών, οι οποίοι προέβαιναν σε τρομοκρατικές δραστηριότητες. Ο πρόεδρος Truman δήλωσε, επίσης, πως σε αντίθετη περίπτωση η Ελλάδα κινδύνευε να υποκύψει στους αντάρτες και τότε η σύγχυση και η αναρχία θα εξαπλώνονταν σε όλη τη Μέση Ανατολή. Η 1013
Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σ. 284. Καθημερινή, 13η Μαΐου 1947, «Η οργάνωσις του ελληνικού Στρατού θα συνεχισθή από την Αγγλική Στρατιωτική αποστολή», σ.3. 1015 Κόντης, ό.π., σ. 275. 1016 Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, Φάκελος 7.1, 1947, Υπουργείο Εξωτερικών, Τμήμα Πολιτικών Υποθέσεων, Αριθμός Πρωτοκόλλου 19014, προς Υπουργείο Στρατιωτικών, Γ.Ε.Σ., «Τηλεγράφημα Στρατιωτικού Ακολούθου-Πρεσβείας Λονδίνου», Αθήνα 22α Φεβρουαρίου 1947. 1014
364
χορήγηση της οικονομικής και στρατιωτικής βοήθειας προς την Ελλάδα και την Τουρκία έμεινε γνωστή ως «Δόγμα Truman».1017 Η ενίσχυση του αμερικανικού παράγοντα και η αντίστοιχη υποχώρηση του βρετανικού, δεν προκάλεσαν κατάπληξη στην Ελλάδα. Ο Τσαλδάρης, ήδη από τον Νοέμβριο του 1946, είχε ζητήσει από την αμερικανική κυβέρνηση την παραχώρηση αμερικανικής βοήθειας, με τη χορήγηση όπλων και πολεμικού υλικού για να αυξηθεί η οροφή των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων κατά επιπλέον ογδόντα χιλιάδες άνδρες.1018 Η ανακοίνωση του Δόγματος Truman προκάλεσε ένα κύμα αισιοδοξίας στο ελληνικό αστικό πολιτικό προσωπικό. Ο πρωθυπουργός Μάξιμος καθώς και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Θεμιστοκλής Σοφούλης, με μηνύματά τους, την 15η Μαρτίου, εξέφρασαν τη μεγάλη τους ικανοποίηση δηλώνοντας πως η χορηγηθείσα βοήθεια θα αξιοποιούνταν για την ανασυγκρότηση της Χώρας και τη θεμελίωση της Ειρήνης και της Ελευθερίας της. Αντίθετα η Κ.Ε. του Κ.Κ.Ε. χαρακτήρισε το Δόγμα Truman ως ιμπεριαλιστική ανάμειξη της Αμερικής με στόχο τη διάσωση της μοναρχοφασιστικής Ελλάδας.1019 Το Δόγμα Truman υπερψηφίστηκε από τη Γερουσία την 23η Απριλίου, από τη Βουλή των Αντιπροσώπων την 9η Μαΐου, από κοινή συνεδρίαση και των δύο νομοθετικών σωμάτων την 15η Μαΐου και κατέστη νόμος των Η.Π.Α. μετά την προεδρική προσυπογραφή, την 22α Μαΐου. Η νομοθετική εξουσιοδότηση του αμερικανικού Κογκρέσου προέβλεπε την συγκρότηση της American Mission for Aid to Greece (A.M.A.G), στην οποία τοποθετήθηκε αρχηγός, από τον Πρόεδρο Truman, ο Dwight Griswold, πρώην κυβερνήτης της πολιτείας της Νεμπράσκα. Οι εντολές που δόθηκαν στον Griswold από την αμερικανική κυβέρνηση μετά την ανάληψη των καθηκόντων του ήταν α) η διατήρηση της ανεξαρτησίας και της ακεραιότητας της Ελλάδας, β) να εξασφαλιστεί πως η Ελλάδα δεν έπεφτε στον σοβιετικό έλεγχο, γ) να επιτύχει την ανάπτυξη και την βιωσιμότητα της ελληνικής οικονομίας το ταχύτερο δυνατό.1020 Η A.M.A.G μετά την εγκατάσταση της στην Ελλάδα παρείχε υποστήριξη σε σχεδόν σε κάθε τομέα της ελληνικής διοίκησης καθώς θεωρήθηκε πως η οικονομική 1017
Κλόουζ, ό.π., σσ. 317-318. Κόντης, ό.π., σ. 215. 1019 Του ιδίου, σ.259. 1020 Harris D. William, Instilling Aggressiveness, US advisors and greek combat leadership in the greek civil war 1947-1949, Kansas, 2013, σ. 34 και Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σσ. 306-307. 1018
365
αναδιοργάνωση ήταν κρίσιμος παράγοντας για την αποτροπή του κομουνιστικού κινδύνου. Στα πλαίσια της αναδιοργάνωσης της ελληνικής οικονομίας δόθηκε έμφαση στην αποκατάσταση των τεχνικών υποδομών( δρόμοι, γέφυρες, τούνελ, γραμμές σιδηροδρόμου, λιμάνια, ο Ισθμός της Κορίνθου, αρδευτικά και αντιπλημμυρικά έργα) αλλά και στην βελτίωση της διοίκησης με την αναθεώρηση του φορολογικού κώδικα, την μεταρρύθμιση των ελληνικών λογιστικών προτύπων, την μεταρρύθμιση της νομοθεσίας τoυ τραπεζοπιστωτικού συστήματος και των εξωτερικών συναλλαγών. Τα στελέχη και η ηγεσία της A.M.A.G επίσης συνέδραμαν την ελληνική διοίκηση στην σύνταξη νέων νόμων και διαδικασιών για την υγεία, τις δημόσιες υπηρεσίες, τις εργασιακές σχέσεις, τα δημόσια έργα και την υγιεινή.1021 Η χορήγηση της αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας ανατέθηκε όμως αποκλειστικά στην United States Army Group-Greece ή USAGG (Αμερικανική Στρατιωτική Αποστολή), με Αρχηγό τον Στρατηγό William Livesay. Η Αμερικανική Στρατιωτική Αποστολή ήταν παρακλάδι της A.M.A.G. και επιφορτίστηκε με τον προσδιορισμό, την παροχή, την παραλαβή και τη διανομή των αναγκαίων προμηθειών και όπλων στον ελληνικό Στρατό αλλά και με την εκπαίδευση του ελληνικού στρατιωτικού προσωπικού στον χειρισμό και τη συντήρηση του αμερικανικού στρατιωτικού υλικού. Η αρχική δύναμη της USAGG ήταν δεκαεφτά αξιωματικοί, δύο στρατιώτες και είκοσι πέντε άτομα πολιτικό προσωπικό.1022 Η ταυτόχρονη παρουσία στην Ελλάδα δύο Στρατιωτικών Αποστολών, της βρετανικής και της αμερικανικής, γέννησε στην αρχή ανησυχίες για τη δυνατότητα συνύπαρξής τους, τελικά όμως η συνύπαρξη υπήρξε ομαλή και δεν παρουσιάστηκαν προστριβές. Η USAGG ανέλαβε την παροχή συμβουλών για ζητήματα εφοδιασμού, επιχειρήσεων και επιμελητείας, ενώ η Βρετανική Αποστολή ανέλαβε την οργάνωση και την εκπαίδευση.1023 Η βρετανική κυβέρνηση το 1947 δέχθηκε πλήθος κοινοβουλευτικών ερωτήσεων σχετικά με την αναγκαιότητα της συνέχισης παραμονής της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής και της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής στην Ελλάδα μετά την εγκατάσταση της USAGG
1024
και την αποτελεσματικότητα του ήδη
1021
William, ό.π., σ. 40 William, ό.π., σ. 41 και Κόντης, ό.π., σ. 275. 1023 Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 102,7, 1948, Parliamentary debates (Hansard), Monday 23 th February 1947, House of Commons, Official Report και Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σ. 380. 1024 Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 102,7, 1948, Parliamentary debates (Hansard), Monday 24 th November 1947, House of Commons, Official Report, Volume 444, No 25. 1022
366
τελεσθέντος έργου τους σε σχέση με το οικονομικό κόστος διατήρησής τους. Η βρετανική Κυβέρνηση στις απαντήσεις της ανέφερε πως η Αστυνομική Αποστολή είχε καταστήσει την Αστυνομία Πόλεων αξιόπιστη δύναμη με ικανοποιητικά επίπεδα αποτελεσματικότητας και αμεροληψίας και πως οι εσωτερικές συνθήκες ασφαλείας δεν είχαν καταστήσει ακόμα επιτρεπτή την επίτευξη της ίδιας αποτελεσματικότητας και στη Χωροφυλακή, καθιστώντας αναγκαία τη συνέχιση της παραμονής της Αποστολής στην Ελλάδα.1025 Επερωτήσεις για τη Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή κατατέθηκαν την ίδια περίοδο και στην ελληνική Βουλή. Ο βουλευτής Τρικάλων, Αλέξανδρος Βαμβέτσος, σε επερώτηση που κατέθεσε και η οποία συζητήθηκε την 28η Νοεμβρίου 1947 έθεσε τρία ερωτήματα: 1) Πότε έληγε η σύμβαση με τη Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή. 2) Αν προτίθετο η Κυβέρνηση να παρατείνει τη συμφωνία παραμονής της Αποστολής ενόψει των «καταστρεπτικών αποτελεσμάτων της Οργάνωσης». 3) Αν η Κυβέρνηση ενόψει της φθοροποιού δράσης της Αποστολής σκεπτόταν να τερματίσει την ισχύ της σύμβασης πριν από τη λήξη της. Ο αντιπρόεδρος και υπουργός Εξωτερικών της Κυβέρνησης, Κ. Τσαλδάρης, απαντώντας στο πρώτο ερώτημα της επερώτησης, διευκρίνισε πως δεν υπήρχε διακρατική συμφωνία για τη Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή και πως οι κοινοί αγώνες των δύο σύμμαχων λαών κάλυπταν την απουσία της γραπτής συμφωνίας μεταξύ των δύο κυβερνήσεων και κατά συνέπεια δεν ετίθετο ζήτημα ανανεώσεως ή καταγγελίας της συμβάσεως. Ο υπουργός Στρατιωτικών, Γεώργιος Στράτος, απαντώντας στο ίδιο ερώτημα, δήλωσε και αυτός πως δεν υπήρχε γραπτή σύμβαση μεταξύ των δύο κρατών και πως η παρουσία της Αποστολής βασιζόταν στην αλληλογραφία Έλληνα Υπουργού των Στρατιωτικών, τον οποίο δεν κατονόμασε, με τις βρετανικές αρχές,1026 την περίοδο πριν από τις εθνικές εκλογές του 1946. Η ένταξη των δυνάμεων Χωροφυλακής υπό τις διαταγές των Σωμάτων Στρατού επέτεινε τα ήδη υφιστάμενα προβλήματα συνεργασίας των δυνάμεων της Χωροφυλακής με τις αντίστοιχες του Στρατού. Ο Υπουργός Δημοσίας Τάξεως, στην προσπάθειά του να διευθετηθούν τα εκκρεμή προβλήματα συνεργασίας, εξέδωσε τη 16η Ιανουαρίου 1947 διαταγή με την οποία τίθεντο κανόνες και όρια εντός των οποίων όφειλαν να κινούνται και να δρουν οι δυνάμεις της Χωροφυλακής. Ο βασικός 1025
Ι.Α.Υ.Ε, Κεντρική Υπηρεσία, 102.7, 1948, Parliamentary debates (Hansard), Monday 17 th November 1947, House of Commons, Official Report, Volume 444, No 20. 1026 Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής, Παρασκευή 28η Νοεμβρίου 1948, Συνεδρίασις ΙΗ΄, σσ. 147-157.
367
πυλώνας της διαταγής ήταν η Κοινή Υπουργική Απόφαση της 26ης Ιουλίου 1946. Η διαταγή όριζε πως οι δυνάμεις της Χωροφυλακής υπάγονταν στα Σώματα Στρατού μόνο για τα ζητήματα τάξης και αποκατάστασης τάξης και πως οι διαταγές και οι οδηγίες των στρατιωτικών μονάδων, εκτός εξαιρετικών περιπτώσεων, δεν θα απευθύνονταν άμεσα στις οικείες δυνάμεις της Χωροφυλακής, αλλά θα αποστέλλονταν στις αρμόδιες Ανώτερες Διοικήσεις της Χωροφυλακής, ώστε αυτές να εκδίδουν τις αναγκαίες διαταγές και οδηγίες προς τις Υπηρεσίες της Χωροφυλακής. Η διαταγή του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως διευκρίνισε, επίσης, πως οι Υπηρεσίες της Χωροφυλακής είχαν χαρακτήρα μόνο στατικό και επιτρεπόταν να χρησιμοποιούνται μόνο για την αστυνόμευση της περιοχής ευθύνης τους. Η διαταγή έκανε ιδιαίτερη αναφορά στους χωροφύλακες άνευ θητείας, οι οποίοι ήταν οργανωμένοι σε λόχους και διμοιρίες ως βοηθητικές δυνάμεις του Στρατού, πως μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν τόσο κατά την εκτέλεση των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων όσο και για την επάνδρωση των επαναγκαθιστάμενων Υπηρεσιών της Χωροφυλακής σε εκκαθαρισθείσες περιοχές και για τη συγκρότηση φρουρών ή ομάδων συνοδείας.1027 Η διαταγή της 16ης Ιανουαρίου 1947 του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως επέδρασε ευεργετικά στη συνεργασία των δυνάμεων της Χωροφυλακής με τις αντίστοιχες του Στρατού και ειδικότερα στη σχεδίαση των επιχειρησιακών σχεδίων συναγερμού των αστικών κέντρων, σε περίπτωση ανταρτικής επίθεσης στην άμυνα των στρατιωτικών εγκαταστάσεων, των αποθηκών και των χώρων στρατωνισμού, στη διατήρηση της συνοχής, της πειθαρχίας και της τάξης των στρατιωτικών μονάδων με τον εντοπισμό των κομμουνιστών ή φιλοκομμουνιστών αξιωματικών και των οπλιτών, στην πραγματοποίηση κοινών περιπολιών για την επιτήρηση και την πραγματοποίηση ενεδρών περιμετρικά των στρατώνων και στην απαγόρευση των κάθε είδους συγκεντρώσεων.1028 Η κυβέρνηση Μάξιμου θέλοντας να αποδείξει τον δυναμισμό της και να αποφορτίσει την πίεση, η οποία είχε συσσωρευτεί από την προώθηση των ανταρτών, αποφάσισε ύστερα από συνεδρίαση του διευρυμένου Πολεμικού Συμβουλίου την 7η 1027
Δασκαλάκης, ό.π., σσ. 591-592. Οι δυνάμεις της Χωροφυλακή, στην περίπτωση ενεργοποίησης των επιχειρησιακών σχεδίων συναγερμού, εγκαθιστούσαν φυλάκια για την απαγόρευση εισόδου και εξόδου κάθε ατόμου, προέβαιναν στη σύλληψη των ηγετικών στελεχών των κομμουνιστών και απομάκρυναν όλους τους «επικίνδυνους» υπαλλήλους που ήταν κομμουνιστές, από το Εργοστάσιο Ηλεκτρισμού, το Τηλεγραφείο, το Τηλεφωνικό Κέντρο, τους Σιδηροδρόμους, διατηρώντας τη διαρκή επαφή με τις δυνάμεις του Στρατού., Δασκαλάκης, ό.π., σσ. 591-592. 1028
368
Φεβρουαρίου 1947, την εκτέλεση μεγάλης έκτασης στρατιωτικής εκκαθαριστικής επιχείρησης. Οι στρατιωτικές δυνάμεις θα εφορμούσαν από τη Στερεά Ελλάδα με κατεύθυνση προς Βορρά με τελικό στόχο τη Βόρεια Πίνδο, στοχεύοντας στην αναζήτηση και την εξόντωση των κύριων δυνάμεων των ανταρτών. Το σχέδιο της εκκαθαριστικής επιχείρησης έλαβε την κωδική ονομασία «Τέρμινους». Η επιχείρηση «Τέρμινους» αποτελούνταν από πέντε διαδοχικές επιχειρήσεις στις οποίες θα συμμετείχαν τριάντα πέντε χιλιάδες στρατιώτες καθώς και σημαντική δύναμη χωροφυλάκων. Πρώτη ήταν η επιχείρηση «Δημόπουλος» για την εκκαθάριση της Στερεάς Ελλάδας. Δεύτερη ήταν η επιχείρηση «Αετός» για την εκκαθάριση της περιοχής Αγράφων-Κόζιακα μέχρι τον άνω Αχελώο. Τρίτη ήταν η επιχείρηση «Ιέραξ» για την εκκαθάριση των Χασίων-Αντιχασίων-Καμβουνίων. Τέταρτη ήταν η επιχείρηση «Κύκνος» για την εκκαθάριση του Ολύμπου-Πιερίων και πέμπτη ήταν η επιχείρηση «Πελαργός» για την εκκαθάριση Πηλίου-ΜαυροβουνίουΌσας.1029,1030 Η Κυβέρνηση Μάξιμου, προτού θέσει σε εφαρμογή την επιχείρηση «Τέρμινους», πραγματοποίησε την 20ή Φεβρουαρίου εκτεταμένες αλλαγές στην ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων, τοποθετώντας στη θέση του Αρχηγού του Γ.Ε.Σ. τον στρατηγό Βεντήρη, στη θέση Υπαρχηγού του Γ.Ε.Σ. τον στρατηγό Τσακαλώτο, ενώ Διοικητές των Σωμάτων Στρατού τοποθετήθηκαν οι στρατηγοί Μιλτιάδης Βιμπλής, Παναγιώτης Καλογερόπουλος και Γεώργιου Παπαγεωργίου. Η Κυβέρνηση αποφάσισε επίσης την ένταξη των τριών Σωμάτων Στρατού υπό τις διαταγές της 1ης Στρατιάς, με Διοικητή τον στρατηγό Δημήτριο Γιαντζή.1031 Ο Βεντήρης, αναλαμβάνοντας τα καθήκοντα του Αρχηγού του Γ.Ε.Σ., ζήτησε από τον υπουργό Στρατιωτικών, Γ. Στράτο, τη σκλήρυνση του ελέγχου και του περιορισμού των κομμουνιστών, ενώ πρότεινε τη δημιουργία τριών μεγάλων στρατοπέδων, στη Μακρόνησο για τους αριστερίζοντες και τους γενικότερα ύποπτους στρατεύσιμους, στο Τρίκερι για τους ύποπτους από τις εκκαθαριζόμενες περιοχές και στη Γιούρα για τους φυλακισμένους.1032 Η συμμετοχή της Χωροφυλακής στο πλαίσιο της επιχείρησης «Τέρμινους», υπήρξε αριθμητικά ιδιαίτερα σημαντική, καθώς συμμετείχε και στις πέντε 1029
Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σ. 199 και Βλαντάς, ό.π., σσ. 153-154. Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σσ. 312-313. 1031 Στο ίδιο, ό.π., σσ. 312-313. 1032 Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σ. 191 και Δοκίμιο Ιστορίας του Κ.Κ.Ε., 1918-1949, τόμ.1, ό.π., σ. 567. 1030
369
υποεπιχειρήσεις της με είκοσι τάγματα, συνολικής δύναμης οκτώ χιλιάδων ανδρών.1033 Ενδεικτικό της σημαντικής συνεισφοράς της Χωροφυλακής είναι πως στην επιχείρηση «Αετός» έλαβαν μέρος: α) το 5ο και το 7ο Τάγμα Χωροφυλακής υπό την 72η Ταξιαρχία, β) το Τάγμα Καρδίτσας και το Τάγμα Ηπείρου υπό το Β΄ Σώμα Στρατού, γ) μία διλοχία του Τάγματος Δομοκού στη ζώνη ευθύνης της 36ης Ταξιαρχίας δ) και το Μηχανοκίνητο Τάγμα της Χωροφυλακής στη Θεσσαλία υπό τις απευθείας εντολές του Υπουργείου Δημοσίας Τάξης.1034 Οι άνδρες της Χωροφυλακής κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων συνόδευαν και διατηρούσαν επαφή με τις στρατιωτικές μονάδες για την παροχή κάθε είδους πληροφοριών, την εξεύρεση εναπομεινάντων ανταρτών, κρησφύγετων και εφοδίων, την αποκατάσταση και εδραίωση των νομίμων Αρχών του Κράτους, των Σταθμών, των Υποδιοικήσεων και των κινητών Αποσπασμάτων της Χωροφυλακής, όταν οι Διοικήσεις των Σωμάτων Στρατού έκριναν πως οι συνθήκες ήταν κατάλληλες από άποψη Ασφαλείας και Τάξης.1035 Η επιχείρηση «Τέρμινους» απέτυχε στην επίτευξη των στρατηγικών στόχων της καθώς οι ευρείς κυκλωτικοί ελιγμοί που πραγματοποιήθηκαν από τη δύναμη κρούσης, δεν πέτυχαν τον εγκλωβισμό των ανταρτών. Γενικά η Χωροφυλακή και ο Στρατός, κατά τη διάρκεια της επιχείρησης «Τέρμινους», αποδείχθηκαν κατώτεροι των σχεδιασμών της επιχείρησης. Η στρατιωτική ηγεσία μετά την ολοκλήρωση της επιχείρησης απέδωσε τη μειωμένη αποδοτικότητα της Χωροφυλακής στην έλλειψη επαρκούς αστυνομικής και στρατιωτικής εκπαίδευσης καθώς και στην έλλειψη ικανών στελεχών, καταλήγοντας στο συμπέρασμα πως οι κυβερνητικές δυνάμεις θα εδραιώνονταν αν η Χωροφυλακή απάλλασσε τον Στρατό από τα καθήκοντα φρούρησης. Η στρατιωτική ηγεσία υπέβαλε στην Κυβέρνηση τις προτάσεις της και εισηγήθηκε α) την παραχώρηση της ευθύνης φρούρησης αποκλειστικά στο Υπουργείο Δημοσίας Τάξεως, β) την εξάλειψη της μισθολογικής υπεροχής της Χωροφυλακής έναντι του Στρατού, γ) την άμεση επιτάχυνση της εκπαίδευσης της Χωροφυλακής με την τοποθέτηση τουλάχιστον δύο ανώτερων αξιωματικών του Στρατού σε κάθε Τάγμα της Χωροφυλακής ως τεχνικών συμβούλων και δ) την
1033
Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σ. 200. Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.4, ό.π., σσ. 52-53. 1035 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.4, ό.π., σσ. 38-42, 46-50, 56-63 και Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.3, ό.π., σσ. 404-405. 1034
370
απόδοση στη Χωροφυλακή των άνευ θητείας χωροφυλάκων μετά την ολοκλήρωση της στρατιωτικής εκπαίδευσής τους.1036 Το Υπουργείο Οικονομικών, παρά την πολεμική της στρατιωτικής ηγεσίας για την αποτελεσματικότητα της Χωροφυλακής, ενέκρινε την 7η Μαΐου του 1947 την κυβερνητική πρόταση για την αύξηση της δύναμης της Χωροφυλακής κατά έξι χιλιάδες άνδρες.1037 Ο εκτοπισμός των δυνάμεων της Χωροφυλακής από τις ορεινές και δυσπρόσιτες περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδας κατά την πρώτη φάση των συγκρούσεων με τους αντάρτες, οδήγησε στην αποδέσμευση από τα καθήκοντα φρούρησης και ελέγχου σημαντικού αριθμού ανδρών της. Η αποδέσμευση χιλιάδων χωροφυλάκων επέτρεψε στη Χωροφυλακή να προωθήσει τη στρατιωτικοποίησή της και τη δημιουργία μεταβατικών αποσπασμάτων και Λόχων Κυνηγών. Τα μεταβατικά αποσπάσματα και οι Λόχοι Κυνηγών της Χωροφυλακής έδρασαν ως μονάδες ελαφρού πεζικού, επιτρέποντας στη στρατιωτική ηγεσία την καλύτερη κατανομή του Στρατού και τη διαρκή παρουσία των κυβερνητικών δυνάμεων σε διάφορα σημεία της Επικράτειας. Λειτούργησαν, επίσης, σαν σύνδεσμοι μεταξύ του Στρατού και της Χωροφυλακής.1038 Η Κυβέρνηση Μάξιμου, την 14η Φεβρουαρίου 1947, δέχτηκε ένα μεγάλο και αναπάντεχο πλήγμα, όταν οι αντάρτες χτύπησαν τη Σπάρτη, κάτι πρωτοφανές καθώς μέχρι τότε τα αστικά κέντρα, που είχαν δεχθεί επίθεση βρίσκονταν πάντα στη Βόρεια Ελλάδα. Η επίθεση στη Σπάρτη ήταν το πρώτο μεγάλο χτύπημα των ανταρτών στην Πελοπόννησο, η οποία μέχρι εκείνη τη στιγμή θεωρούνταν σε γενικές γραμμές ασφαλής. Η επίθεση των ανταρτών στόχευε στην κατάληψη των φυλακών της πόλης, τις οποίες και κατέλαβαν, απελευθερώνοντας τους διακόσιους τριάντα τρεις υπόδικους
και
κατάδικους.
Οι
περισσότεροι
από
τους
απελευθερωθέντες
ακολούθησαν τους αντάρτες όταν αυτοί αποχώρησαν.1039 Οι επιθέσεις των ανταρτών, όπως κατέδειξε και η επίθεση στη Σπάρτη, είχαν γίνει πολύ απρόβλεπτες και βιαιότερες. Οι αντάρτες έπειτα από κάθε επίθεσή τους προχωρούσαν στην εκτέλεση κυβερνητικών αξιωματούχων (προέδρων κοινοτήτων, 1036
Η μισθολογική υπεροχή της Χωροφυλακής έναντι του Στρατού ήταν τόσο μεγάλη ώστε οι μόνιμοι αξιωματικοί του Στρατού αμείβονταν λιγότερο από τους απλούς χωροφύλακες και τρεις φορές λιγότερο σε σχέση με τους αξιωματικούς της Χωροφυλακής, Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./Α3, Σημείωμα 31ης Νοεμβρίου 1947 και Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.4, ό.π., σσ. 147-155. 1037 Κόντης, ό.π., σ. 274. 1038 Μαργαρίτης, ό.π., σ. 224. 1039 Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σ. 177.
371
ιερέων, δημοσίων υπαλλήλων), στην αρπαγή τροφίμων, εφοδίων, όπλων και πυρομαχικών και στον εξαναγκασμό του πληθυσμού να μην συνεργαστεί με την κυβέρνηση. Επίσης, οι αντάρτες συχνά κατά την αποχώρησή τους προέβαιναν και στην πυρπόληση σπιτιών, δημοσίων καταστημάτων.1040 Η αντίδραση της Κυβέρνησης στην επίθεση των ανταρτών προήλθε από τον υπουργό Στρατιωτικών, Γεώργιο Στράτο. Ο Υπουργός Στρατιωτικών ανακοίνωσε την 15η Φεβρουαρίου την κυβερνητική απόφαση να εγκαταλειφθεί η ατομική κλήση των εφέδρων οπλιτών και αξιωματικών κατά κατηγορία και ειδικότητα και να αντικατασταθούν οι παλαιότερες κλάσεις εφέδρων οπλιτών και αξιωματικών αποκλειστικά από στρατεύσιμους νέων κλάσεων.1041 Η Σπάρτη απέσπασε την προσοχή της Χώρας και πάλι την 20ή Μαρτίου 1947, όταν ο Κατσαρέας, αρχηγός των ντόπιων ένοπλων δεξιών ομάδων, δολοφονήθηκε από κομμουνιστές αντάρτες. Η δολοφονία του Κατσαρέα προκάλεσε την αγανάκτηση του τοπικού πληθυσμού και την έξαψη των πολιτικών παθών. Οργισμένο πλήθος κατοίκων από ολόκληρη τη Λακωνία, με όπλα και αγροτικά εργαλεία, εξήλθε στους δρόμους της Σπάρτης αναζητώντας κομμουνιστές και προβαίνοντας σε αντίποινα κατά αριστερών πολιτών. Τμήματα του οπλισμένου όχλου κατευθύνθηκαν στα βουνά της περιοχής αναζητώντας τους δολοφόνους, ενώ πολυπληθής ομάδα των οπλισμένων πολιτών κατευθύνθηκε από τους Μολάους προς το Γύθειο. Οι κυβερνητικές δυνάμεις στην προσπάθειά τους να διαλύσουν τον όχλο, αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν έπειτα από την ανταλλαγή πυροβολισμών. Οι οπλοφόροι κατέλαβαν τις φυλακές του Γυθείου και εκτέλεσαν είκοσι εφτά φυλακισμένους κομμουνιστές και ακόμα πέντε κομμουνιστές, που κρατούνταν στα κρατητήρια της πόλης.1042 Η Κυβέρνηση αντέδρασε στα επεισόδια της Σπάρτης αρχικά κηρύσσοντας τον Στρατιωτικό Νόμο στον Νομό Λακωνίας την 23η Μαρτίου, ενισχύοντας τις στρατιωτικές δυνάμεις στην Πελοπόννησο και προβαίνοντας σε εκτεταμένες συλλήψεις ακροδεξιών εξτρεμιστών, ενώ η αντίδρασή της κορυφώθηκε την 29η
1040
William, ό.π., σ. 36, Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.3, ό.π., σ. 490, Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.5, ό.π., σσ. 346-347, 481-482, Καλύβας, «Μορφές, διαστάσεις και πρακτικές της βίας στον Εμφύλιο (1943-1949): Μία πρώτη προσέγγιση», ό.π., σ. 202 και Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 240. 1041 Καθημερινή, 15η Φεβρουαρίου 1947, «Αποφασίσθησαν ριζικά μέτρα προς ταχείαν και αποτελεσματικήν καταστολήν της συμμοριακής δράσης», σ. 3. 1042 Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σ. 190 και Δοκίμιο Ιστορίας του Κ.Κ.Ε., 1918-1949, τόμ.1, ό.π., σσ. 568-569.
372
Απριλίου, όταν κήρυξε παράνομες όλες τις παρακρατικές οργανώσεις της Ακροδεξιάς και αποφάσισε τη βίαιη διάλυσή τους.1043 Ο υπουργός Εσωτερικών, Γεώργιος Παπανδρέου και ο υπουργός Δημοσίας Τάξης, Ναπολέων Ζέρβας, ήταν οι εμπνευστές των αποφασιστικών μέτρων της Κυβέρνησης κατά των ακροδεξιών παρακρατικών οργανώσεων. Οι δύο υπουργοί επιδεικνύοντας αποφασιστικότητα και αντιμετωπίζοντας κάθε ενδοκυβερνητική αντίθεση, κατάφεραν να συντρίψουν τις ακροδεξιές οργανώσεις, που είχαν εξελιχθεί σε απειλή, αμφισβητώντας την κυβερνητική εξουσία και δρώντας αυτόνομα και ανεξέλεγκτα.1044 Η επιδείνωση των συνθηκών ασφαλείας, η έντονη επιθυμία της στρατιωτικής ηγεσίας για τον περιορισμό των κομμουνιστών και η επιθυμία της Κυβέρνησης να βελτιώσει την εικόνα της Ελλάδας στο εξωτερικό, οδήγησαν την Κυβέρνηση Μάξιμου στην έκδοση Νομοθετικού Διατάγματος, με το οποίο τροποποίησε το Νομοθετικό Διάταγμα της 19ης Απριλίου 1924 «περί συστάσεως Επιτροπών Δημοσίας Ασφαλείας». Η Κυβέρνηση επεδίωκε με το νέο Νομοθετικό Διάταγμα να εξορθολογήσει τη λειτουργία των Επιτροπών Δημοσίας Ασφαλείας καθιστώντας τη λειτουργία τους πιο ευέλικτη, ώστε οι αποφάσεις τους και η ένταση της δράσης τους να εξαρτώνται από τους εκάστοτε επιδιωκόμενους πολιτικούς σκοπούς της Κυβέρνησης. Η έκδοση του Νομοθετικού Διατάγματος έγινε με βάση τις εξουσιοδοτικές διατάξεις του Κ΄ Ψηφίσματος της Δ΄ Αναθεωρητικής Βουλής «περί παροχής εξουσιοδοτήσεως εις την εκτελεστική εξουσία προς έκδοσιν Ν. Διαταγμάτων κ.λ.π.» και έπειτα από σύμφωνη γνώμη της επί της Δικαιοσύνης Κοινοβουλευτικής Επιτροπής, επί προτάσεων του Υπουργικού Συμβουλίου. Το Νομοθετικό Διάταγμα 392/19ης Αυγούστου 19471045 έδωσε στους καταδικασθέντες σε εκτοπισμό το δικαίωμα της έφεσης επί των αποφάσεων της Επιτροπής Δημοσίας Ασφαλείας και της επανάκρισης από δευτεροβάθμια Επιτροπή. Το Νομοθετικό Διάταγμα προέβλεπε πως η ποινή της εκτοπίσεως, κατά τη διάρκεια της εξέτασης της έφεσης, αναστελλόταν και πως ο
1043
Ο ορισμός που δόθηκε στις παρακρατικές οργανώσεις της Ακροδεξιάς από τον ίδιο τον Παπανδρέου στη Βουλή ήταν: «οι ένοπλες ομάδες που αντιποιούμενες κρατική εξουσία, επιβάλλουν ποινές, επιτάξεις και εκδίδουν διαβατήρια». Βλ. Καθημερινή, 29η Απριλίου 1947, «Ανακοίνωσις του κ. Παπανδρέου εις την Βουλήν περί των παρακρατικών οργανώσεων της Δεξιάς», σ. 2. 1044 Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σσ. 243-244 και Βλαντάς, ό.π., σ. 125. 1045 Φ.Ε.Κ 177, Νομοθετικό Διάταγμα 392/19ης Αυγούστου 1947 «Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων τινών του από 25/2/1947 Ν.Δ «περί τροποποιήσεως διατάξεων τινών του Ν.Δ της 19/4/1924 « περί συστάσεως Επιτροπών Δημοσίας Ασφαλείας».
373
εφεσιβάλλων ανέμενε κρατούμενος στην οικεία Αστυνομική Αρχή την απόφαση της έφεσης, με τον χρόνο της προσωρινής κράτησης να προσµετράται στον χρόνο της εκτοπίσεως. Το Νομοθετικό Διάταγμα εξουσιοδότησε τις Επιτροπές Δημοσίας Ασφαλείας και τις δευτεροβάθμιες Επιτροπές να ανακαλούν ή να άρουν προγενέστερες αποφάσεις ή και να μειώσουν τη διάρκεια της εκτόπισης, εάν έκριναν πως αυτό επέτασσε το συμφέρον της Δημόσιας Ασφάλειας. Οι Επιτροπές Δημοσίας Ασφαλείας απέκτησαν, επίσης, το δικαίωμα της παρατάσεως της εκτόπισης, εφόσον το ασκούσαν τουλάχιστον ένα χρόνο πριν από τη λήξη της. Με το Νομοθετικό Διάταγμα απέκτησε και ο Υπουργός Δημοσίας Τάξεως το δικαίωμα να ανακαλεί ή να τερματίζει την ισχύ των αποφάσεων των Επιτροπών Δημοσίας Ασφαλείας, εφόσον έκρινε πως συνέτρεχαν ειδικοί λόγοι.1046 Η έκδοση του Νομοθετικού Διατάγματος 392/19ης Αυγούστου 1947 συνοδεύτηκε από την έκδοση εγκυκλίου του υπουργού Δημοσίας Τάξης, Ναπολέοντα Ζέρβα, προς τις Υπηρεσίες της Αστυνομίας και της Χωροφυλακής, με την οποία τους εφιστούσε την προσοχή στην αξιοποίηση του Νομοθετικού Διατάγματος ως νομικού εργαλείου, ώστε να μη γίνει κατάχρηση του μέτρου της εκτοπίσεως. Η εγκύκλιος καλούσε το μέτρο της εκτοπίσεως να χρησιμοποιηθεί κυρίως εναντίον αυτών, οι οποίοι έδιναν τις εντολές και καθοδηγούσαν τις εγκληματικές κατά του Κράτους ενέργειες και όχι κατά των οργάνων. Η εγκύκλιος τόνιζε τέλος πως η ποινική δίωξη των καθοδηγητών των εγκληματικών ενεργειών ήταν προτιμότερη από την εκτόπιση, εφόσον μπορούσαν να συγκεντρωθούν στοιχεία για τις έκνομες ενέργειές τους. Ο Υπουργός γνωστοποίησε με την εγκύκλιο την επιθυμία της Κυβέρνησης να αποφεύγεται η εκτόπιση α) ατόμων που έπασχαν από διανοητικά ή ψυχικά νοσήματα, σε σημείο που να μην μπορούν να κρίνουν ορθά τη βαρύτητα και το αξιόποινο των πράξεών τους, β) ατόμων που υποκινήθηκαν σε έκνομες ενέργειες κατά της Δημόσιας Ασφάλειας εξαιτίας της άσκησης επί αυτών σωματικής ή ψυχολογικής βίας ή επειδή εξαπατήθηκαν ή επειδή εκμεταλλεύθηκαν τα πάθη και την ψυχική ορμή τους, γ) συγγενών των συμμοριτών, που ήταν δεδηλωμένοι και αναμφισβήτητοι εθνικόφρονες και φιλήσυχοι πολίτες και δεν παρείχαν προστασία στους συμμορίτες συγγενείς εκούσια και χωρίς κίνδυνο της ζωής τους, δ) συγγενών των συμμοριτών που έπασχαν από αποδεδειγμένη ασθένεια, που δεν τους επέτρεπε την ανάπτυξη έκνομης 1046
Φ.Ε.Κ. 91, Νομοθετικό Διάταγμα της 19ης Απριλίου 1924 «Περί συστάσεως εν εκάστω Νομώ Επιτροπών επί της Δημοσίας Ασφαλείας».
374
δραστηριότητας, ε) απλών χωρικών που εκδήλωναν τα οποιαδήποτε πολιτικά και κοινωνικά τους φρονήματα χωρίς να επιδιώκουν τη διά της βίας επιβολή των φρονημάτων τους,1047 στ) παιδιών κάτω των δεκαέξι ετών και γερόντων άνω των εξήντα δύο ετών καθώς και των γυναικών. Η εγκύκλιος ειδικότερα για τις γυναίκες διευκρίνισε πως θα έπρεπε να απαλλάσσονται της εκτόπισης, εκτός και αν είχαν παρουσιάσει έντονη έκνομη δραστηριότητα και τότε υπό την προϋπόθεση πως δεν ήταν έγκυες ή δεν θήλαζαν τα τέκνα τους.1048 Η Ελληνική κυβέρνηση αμέσως μετά την άφιξη και την ενεργοποίηση των Αμερικανικών Αποστολών και ιδίως της Στρατιωτικής Αποστολής, προχώρησε στην υποβολή του φλέγοντος αιτήματος της αύξησης της οροφής της Χωροφυλακής και του Στρατού. Οι Αμερικανοί, όπως και οι Βρετανοί προηγουμένως, δήλωσαν πως το θέμα της διεύρυνσης του Στρατού θα εξεταζόταν από τον Αρχηγό της A.M.A.G., Griswold, και από τους στρατιωτικούς συμβούλους, οι οποίοι είχαν τοποθετηθεί στην Ελλάδα.1049 Στα τέλη της άνοιξης του 1947, όταν οι Αμερικανικές Αποστολές άρχισαν να εγκαθίστανται, οι κυβερνητικές δυνάμεις αν και είχαν αυξηθεί σε σχέση με το 1946, παρέμεναν ανεπαρκείς. Ο Στρατός επανδρωνόταν πλέον από εκατόν είκοσι χιλιάδες άνδρες, η Χωροφυλακή από τριάντα χιλιάδες άνδρες, η Αεροπορία από πέντε χιλιάδες πεντακόσιους άνδρες, το Ναυτικό από δεκατρείς χιλιάδες άνδρες και η Αστυνομία Πόλεων από οκτώ χιλιάδες άνδρες. Υπήρχαν επίσης ακόμα εφτά χιλιάδες άνδρες της Γ΄ Κατηγορίας (που ήταν εκτοπισμένοι λόγω του χαρακτηρισμού τους ως κομμουνιστές), οι οποίοι συντηρούνταν από την Κυβέρνηση.1050 Η διατήρηση της οροφής των εκατό είκοσι χιλιάδων ανδρών του Στρατού και των τριάντα χιλιάδων ανδρών της Χωροφυλακής προέκυψε ύστερα από δύσκολες διαπραγματεύσεις. Οι Αμερικανοί ταύτισαν την οποιαδήποτε αύξηση της οροφής του Στρατού με αντίστοιχη μείωση της οροφής της Χωροφυλακής. Οι Βρετανοί πάλι δήλωσαν την αντίθεσή τους στη συρρίκνωση της Χωροφυλακής υποστηρίζοντας α) 1047
Ο Ζέρβας στην εγκύκλιο δήλωσε πως ουδέποτε ήταν πρόθεση της Κυβέρνησης να περιορίσει την ατομική ελευθερία των πολιτών ή να ελέγξει τα πολιτικά τους φρονήματα, καθώς καθένας ήταν ελεύθερος να εκφράσει τα φρονήματά του ελεύθερα και ειρηνικά αρκεί να μην υποκινούσε τρίτους ή προέβαινε σε έκνομες πράξεις 1048 Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, Φάκελος 134.4 , 1947, Γενική Διεύθυνσις Χωροφυλακής, Διεύθυνσις Ασφαλείας, Τμήμα Δημοσίας Ασφαλείας Υπουργείο, Εγκύκλιος 118, Αριθμό Πρωτοκόλλου 85/66/21οα, «Κοινοποίησις του Ν.Δ της 25-2-1947 «περί τροποποιήσεως διατάξεων των του Ν. Διατάγματος της 19-4-1924 «περί συστάσεως Επιτροπών Δημοσίας Ασφαλείας», 9 η Απριλίου 1947. 1049 Κόντης, ό.π., σ. 276. 1050 Κόντης, «Η διολίσθηση προς την εμφύλια σύγκρουση», ό.π., σ. 143.
375
πως η μείωση της δύναμης της Χωροφυλακής στις εκκαθαρισθείσες περιοχές θα αποδυνάμωνε την κρατική παρουσία και θα επέτρεπε την επαναδραστηριοποίηση των ανταρτών, φέρνοντας το παράδειγμα της Θράκης, η οποία μετά την αφαίμαξη της δύναμης της Χωροφυλακής εκεί, μετατράπηκε σε ζώνη πολεμικών επιχειρήσεων και β) πως τα σχέδια της A.M.A.G. δεν προέβλεπαν και μείωση των δραστηριοτήτων με τις οποίες ήταν επιφορτισμένη η Χωροφυλακή, όπως η φύλαξη των Δωδεκανήσων, η φύλαξη και προστασία της Βασιλικής Οικογένειας, η φύλαξη των φυλακών και των χώρων εκτοπισμού, αλλά αντίθετα την ενίσχυση των δραστηριοτήτων της Χωροφυλακής, με την ανασύσταση των Σταθμών της Χωροφυλακής στις εκκαθαρισθείσες περιοχές και τη δημιουργία ταγμάτων Χωροφυλακής.1051 Ο υπουργός Δημοσίας Τάξεως, Ναπολέων Ζέρβας, έπειτα από κυβερνητική απόφαση και κατά απαίτηση του Γ.Ε.Σ., ξεκίνησε την επαναδιοργάνωση της Χωροφυλακής, προτού οριστικοποιηθούν οι αμερικανικοί σχεδιασμοί για τη Χωροφυλακή. Η Χωροφυλακή στο πλαίσιο της αναδιοργάνωσής της συγκρότησε είκοσι πέντε τάγματα, αξιοποιώντας το σύνολο του ενεργού προσωπικού της Χωροφυλακής, και έξι χιλιάδες επιπλέον άνδρες, οι οποίοι εντάχθηκαν τον Μάϊο στο Σώμα, έπειτα από απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου. Η οργάνωση και η εκπαίδευση των Ταγμάτων Χωροφυλακής εκτελέστηκαν από το Επιτελείο της Χωροφυλακής, το οποίο ήταν ειδική υπηρεσία του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως, που συγκροτούνταν από ανώτερους αξιωματικούς του Σώματος1052. Η συγκρότηση των ταγμάτων της Χωροφυλακής επετεύχθη με την εκτεταμένη αφαίμαξη του προσωπικού των περιφερειακών Διοικήσεων και Υπηρεσιών της Χωροφυλακής, οι οποίες δεν αντιμετώπιζαν έως τότε έντονη ανταρτική δραστηριότητα, και με τη μαζική κατάταξη χωροφυλάκων άνευ θητείας.1053 Το 6ο, 7ο και 8ο Τάγμα συγκρότησαν το Σύνταγμα Χωροφυλακής Στερεάς Ελλάδος. Το 23ο, 24ο και 25ο Τάγμα συγκρότησαν το Σύνταγμα Χωροφυλακής Ηπείρου. Το 15ο και 16ο Τάγμα μαζί με τις υπόλοιπες δυνάμεις της Χωροφυλακής
1051
F.O. 371/ 67131, R 11762, British Police Mission, Headquarters, Athens, MS.24/2, Monthly Report, July, 1947, 18th August 1947. 1052 F.O. 371/ 67052, R 12706, No 339, 105/60/47, British Embassy, Athens, 8th September 1947. 1053 Μόνο από την Κρήτη αποσύρθηκαν διακόσιοι ογδόντα έξι οπλίτες και αξιωματικοί για να συγκροτήσουν τους πυρήνες των νέων ταγμάτων της Χωροφυλακής. Η απομάκρυνση τόσων πολλών ανδρών από τη δύναμη της Χωροφυλακής στην Κρήτη είχε σαν συνέπεια η μέχρι τότε ήρεμη Κρήτη να βιώσει ένα μεγάλο κύμα βίας, με αποτέλεσμα την αύξηση της ανταρτικής δραστηριότητας. F.O. 371/ 67131, R 11762, British Police Mission, Headquarters, Athens, MS.24/2, Monthly Report, July 1947, 18th August 1947 και F.O. 371/ 67131, R 10735, British Police Mission, Headquarters, Athens, MS.24/2, Monthly Report, June 1947, 24th July 1947.
376
στη Σπάρτη συγκρότησαν την Ταξιαρχία Χωροφυλακής Σπάρτης. Η δύναμη της Χωροφυλακής στη Σπάρτη αργότερα, λόγω της έντασης της δράσης των ανταρτών, ενισχύθηκε και με τα νεοσυγκροτηθέντα Τάγματα 5, 17, 18 και 19, τα οποία κάλυψαν την περιοχή του Πάρνωνα, ώστε να εξασφαλιστεί η μη επέκταση των ανταρτικών δραστηριοτήτων στην περιοχή της Κυνουρίας και να επιτευχθεί ο περιορισμός των ανταρτών στην Αρκαδία.1054 Η συγκέντρωση τόσο μεγάλου αριθμού μονάδων της Χωροφυλακής στην Πελοπόννησο οδήγησε στη λειτουργία του Στρατηγείου Δυνάμεων Χωροφυλακής Πελοποννήσου με έδρα την Τρίπολη και διοικητή τον υποστράτηγο του Ιππικού, Στάτωνα. Το Στρατηγείο Δυνάμεων Χωροφυλακής Πελοποννήσου λειτούργησε από την 10η Μαΐου έως τη 10η Δεκεμβρίου 1947.1055 Τα τάγματα Χωροφυλακής, ως επιθετικοί σχηματισμοί πρώτης γραμμής, αποδείχθηκαν όμως ανεπαρκή, καθώς δεν διέθεταν την αναγκαία δυνατότητα ταχείας αντίδρασης και τη δέουσα διοικητική και εκπαιδευτική επάρκεια. Η αιτία της ανεπάρκειας των ταγμάτων της Χωροφυλακής πήγαζε από τη βεβιασμένη επιλογή προσωπικού και από την απουσία της αναγκαίας μέριμνας σε ζητήματα οργάνωσης, διοίκησης και ανεφοδιασμού τη στιγμή της συγκρότησής τους.1056 Ο Αρχηγός της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής δυσανασχέτησε με τον τρόπο με τον οποίο υλοποιήθηκε η στρατιωτικοποίηση της Χωροφυλακής και διατύπωσε την άποψη πως ήταν εσφαλμένη η αύξηση της οροφής της Χωροφυλακής με την κλήση χωροφυλάκων άνευ θητείας και πως ήταν πλέον αναγκαία η ύπαρξη μίας κοινής Αρχής για το σύνολο των δυνάμεων του Στρατού και της Χωροφυλακής, χωρίς αυτό να οδηγήσει και σε κοινό δόγμα δράσης, καθώς τα δύο Σώματα θα έπρεπε να διατηρήσουν τη διαφορετική και διακριτή επιχειρησιακή δράση τους. Ο Sir Charles Wickham διατύπωσε επίσης την άποψη πως η καταστολή των ανταρτών ήταν κατεξοχήν στρατιωτική αποστολή και θα έπρεπε να αναληφθεί αποκλειστικά από τον Στρατό. Η Χωροφυλακή θα έπρεπε να περιοριστεί στην ανακατάληψη των εγκαταλελειμμένων Σταθμών στις εκκαθαρισθείσες περιοχές και στη συνέχιση των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων με τις εναπομείνασες στρατιωτικές δυνάμεις. Ο Sir Charles Wickham θεωρούσε ακόμη πως η απόσυρση του Στρατού από τις εκκαθαρισθείσες περιοχές θα έπρεπε να πραγματοποιείται μόνο ύστερα από 1054
F.O. 371/ 67131, R 8890, British Police Mission, Headquarters, Athens, Monthly Report, May 1947, 26th June 1947, APPENDIX F, Peloponnese Gendarmerie High Command, Public Security Bureau to Ministry Of Public Order, Staff Office, No. 7/1/15, Tripolis, 18 th May 1947. 1055 Δασκαλάκης, ό.π., σσ. 595-596. 1056 F.O. 371/67131, R 6057, British Police Mission, Headquarters, Athens, M.S.24/2, Monthly Report, March 1947, 26th April 1947.
377
συνεννόηση των οικείων Ανώτερων Διοικήσεων Χωροφυλακής με τις αντίστοιχες Στρατιωτικές Διοικήσεις. Ο ίδιος μάλιστα, αλλάζοντας συνολικά την έως τότε στάση του, κατέληξε στο συμπέρασμα πως έπρεπε να αυξηθεί η δύναμη του Στρατού και όχι η δύναμη της Χωροφυλακής.1057 Ο Sir Charles Wickham μεμφόταν επίσης τον Ζέρβα, ότι η τακτική αξιοποίηση της Χωροφυλακής σε διλοχίες και τάγματα δεν θα επιτύγχανε την περικύκλωση των ενόπλων αριστερών ομάδων και την κατάρρευση των ανταρτών, καθώς οι μονάδες αυτές είχαν συγκροτηθεί βιαστικά, δεν είχαν εκπαιδευτεί κατάλληλα και είχαν σημαντικές ελλείψεις στον εξοπλισμό και στα μεταφορικά μέσα.1058 Οι μονομερείς πρωτοβουλίες του Ζέρβα στη Χωροφυλακή προκάλεσαν ένταση στις σχέσεις του με τον Wickham. Ο τελευταίος κατηγορούσε τον Ζέρβα πως οι σημαντικότερες αποφάσεις λαμβάνονταν απευθείας από την πολιτική ηγεσία, χωρίς την αναγκαία προετοιμασία και ήταν ανεφάρμοστες με αρνητική επίδραση στο ηθικό των ανδρών των Σωμάτων Ασφαλείας, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την απόφαση της διχοτόμησης της Ανώτατης Διοίκησης Στερεάς Ελλάδας χωρίς να έχει πραγματοποιηθεί καμία προγενέστερη προετοιμασία και τη στιγμή της έκδοσης της διαταγής να μην υφίσταται ούτε καν το κτήριο, το οποίο θα στέγαζε τη νέα Διοίκηση.1059 Η ένταση στις σχέσεις του Sir Charles Wickham με τον Ν. Ζέρβα έφτασε στην κορύφωση τον Μάιο του 1947, όταν ο τελευταίος προχώρησε στη μονομερή και αυθαίρετη μετακίνηση εκτός Αθήνας των τεθωρακισμένων οχημάτων, τα οποία οι Βρετανοί είχαν διαθέσει στην Ασφάλεια Αθηνών, χωρίς προηγουμένως να ενημερώσει ή να συμβουλευτεί τη Βρετανική Αποστολή και ενώ η συγκρότηση τεθωρακισμένης δύναμης που θα χρησιμοποιούνταν στην Πελοπόννησο ήταν ακόμα υπό συζήτηση. Η διαφωνία της Βρετανικής Αποστολής με τη δημιουργία τεθωρακισμένης μονάδας στη Χωροφυλακή οφειλόταν α) στον αυθαίρετο χαρακτήρα της ενέργειας του Ζέρβα, β) στην ανάγκη για τη δημιουργία νέων υποδομών
1057
Ο Sir Charles Wickham θεωρούσε πως η Χωροφυλακή είχε οργανωθεί και εκπαιδευτεί ώστε να είναι στατική δύναμη, καθώς οι αξιωματικοί και οι άνδρες της δεν είχαν την εμπειρία ή την εκπαίδευση, για να λάβουν μέρος ή για να εκτελέσουν αυτοδύναμες στρατιωτικές επιχειρήσεις. F.O. 371/67052, R 6580, British Police Mission to Greece, Athens, M.S. 55, Sir Charles Wickham to Monsieur N. Zervas, 6th May 1947. 1058 F.O. 371/ 67052, R.2860/140/19, British Police Mission to Greece to Foreign office, 23 rd April 1947 και R 6580, British Police Mission to Greece, Athens, M.S. 55, Sir Charles Wickham to Monsieur N. Zervas, 6th May 1947. 1059 F.O. 371/ 67131, R 7499, British Police Mission, Headquarters, Athens, M.S.24/2, Monthly report, April 1947, 26th May 1947.
378
εκπαίδευσης καθώς οι Σχολές οδηγών και τεχνικών οχημάτων της Χωροφυλακής ήταν ανεπαρκείς και ο Στρατός αρνούνταν να εκπαιδεύσει τους μηχανικούς της Χωροφυλακής, γ) στην ανάγκη για τη συγκρότηση Ανεξάρτητου Κλάδου Τεθωρακισμένων στη Χωροφυλακή για τη διοίκηση και την εποπτεία της τεθωρακισμένης δύναμης και δ) στην ανάγκη δημιουργίας αντίστοιχου Κλάδου και στα πλαίσια της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής.1060 Ο Wickham μετά την τελευταία πρωτοβουλία του Ζέρβα ζήτησε οι διαφωνίες που είχε με τον Υπουργό Δημοσίας Τάξεως, για την τακτική αξιοποίηση της Χωροφυλακής να γνωστοποιηθούν στον πρωθυπουργό Μάξιμο ώστε να συζητηθούν στο Ανώτατο Συμβούλιο Εθνικής Άμυνας, το οποίο και θα αποφάσιζε τελικά περί της αύξησης της δύναμης του Στρατού ή της Χωροφυλακής.1061 Ο Wickham τον Αύγουστο του 1947 γνωστοποίησε τις απόψεις του για την αξιοποίηση της Χωροφυλακής και την ανάγκη διάκρισης της Χωροφυλακής σε σχέση με τον Στρατό, με επιστολή του προς τον D.P. Reilly. Στην επιστολή του εκείνη δήλωσε
πως
ένα
μεγάλο
μέρος
της
δύναμης
της
Χωροφυλακής
είχε
στρατιωτικοποιηθεί με αποτέλεσμα να υφίστανται μεγάλες απώλειες, καθώς οι άνδρες και οι αξιωματικοί της Χωροφυλακής δεν διέθεταν τη δεδομένη στιγμή την αναγκαία στρατιωτική εκπαίδευση και τον αναγκαίο στρατιωτικό εξοπλισμό, ενώ δεν υπήρχε πρόβλεψη να λάβουν τέτοια εκπαίδευση ή εξοπλισμό ώστε να ανταποκρίνονται σε τέτοιες αποστολές. Ο Wickham επίσης γνωστοποίησε στον D.P. Reilly πως η υπηρέτηση στη Χωροφυλακή είχε γίνει τόσο αντιδημοφιλής εξαιτίας των μεγάλων απωλειών, ώστε η εθελοντική κατάταξη δεν είχε συμπληρώσει τον αναγκαίο αριθμό καταταχθέντων και το Υπουργείο Δημοσίας Τάξεως κατέφυγε στους χωροφύλακες άνευ θητείας, οι οποίοι ήταν δέκα χιλιάδες εφτακόσιοι πενήντα εφτά, επί συνόλου τριάντα χιλιάδων ανδρών, για να καλύψει τα κενά. Ο Wickham έκλεισε την επιστολή του εκφράζοντας την ανησυχία του, αν οι άνδρες της Χωροφυλακής έχοντας υποστεί τόσο βαριές απώλειες θα μπορούσαν να επιστρέψουν στα αμιγώς αστυνομικά τους καθήκοντα και να είναι αξιόπιστοι και αμερόληπτοι υπηρέτες του Νόμου.1062
1060
F.O. 371/ 67131, R 8890, British Police Mission, Headquarters, Athens, MS.24/2, Monthly Report, May 1947, 26th June 1947. 1061 F.O. 371/ 67052, R 6580, British Police Mission to Greece, Athens, M.S. 55, Sir Charles Wickham to Monsieur N. Zervas, 6th May 1947. 1062 F.O. 371/67052, R 12395, British Police Mission, Athens, Headquarters, Sir Charles Wickham to British Embassy, Athens, D.P, Reilly, 28th August 1947.
379
Οι παρατηρήσεις του Wickham δεν προκάλεσαν οποιαδήποτε αλλαγή στη στρατηγική οργάνωσης της Χωροφυλακής. Οι μάχιμες δυνάμεις της Χωροφυλακής στην περιοχή ευθύνης του Γ΄ Σώματος Στρατού ήταν πολλαπλάσιες των δυνάμεων της Χωροφυλακής της υπόλοιπης Ελλάδας. Ειδικότερα, υπό τις εντολές της Ανωτέρας Διοίκησης Χωροφυλακής της Κεντρικής Μακεδονίας τελούσαν συνολικά δεκαοκτώ λόχοι (δεκατρείς λόχοι στη Χαλκιδική, τρεις λόχοι στη Νιγρίτα και ένας λόχος στην περιοχή Κιλκίς και Λαγκαδά Θεσσαλονίκης). Υπό τις εντολές της Ανωτέρας Διοίκησης Χωροφυλακής της Ανατολικής Μακεδονίας τελούσαν δύο λόχοι στο Παγγαίο, ένας λόχος Κυνηγών στην περιοχή της Δάφνης Νιγρίτας και στην Ευκαρπία-Κάτω Στρυμόνα, δύο διμοιρίες Κυνηγών στις Σέρρες και ένα μεταβατικό απόσπασμα στο Παρανέστι Δράμας και την Παλαιοκώμη Δράμας. Υπό τις εντολές της Ανωτέρας Διοίκησης Χωροφυλακής Θράκης δραστηριοποιούνταν στην Κομοτηνή το Απόσπασμα Φωστεριάδη και άλλα δύο μεταβατικά αποσπάσματα, στην Ξάνθη τέσσερα μεταβατικά αποσπάσματα, στην Αλεξανδρούπολη
ένας Λόχος
Κυνηγών, το Απόσπασμα του Λοχαγού Ψηλογιάνη και ένα πρόσθετο μεταβατικό απόσπασμα. Στις Φέρρες Έβρου δύο μεταβατικά αποσπάσματα, στο Σουφλί ένα μεταβατικό απόσπασμα και στο Διδυμότειχο ένας Λόχο Κυνηγών μαζί με ένα μεταβατικό απόσπασμα.1063 Η εκτεταμένη στρατιωτικοποίηση της Χωροφυλακής και η προγενέστερη υπαγωγή της στα Σώματα Στρατού δημιούργησαν πλειάδα προβλημάτων, τα οποία είχε επισημάνει και ο Wickham στην επιστολή του προς τον D.P. Reilly τον Αύγουστο 1947. Οι στρατιωτικές διοικήσεις αδυνατώντας να αντιληφθούν τη διάκριση των μονάδων της Χωροφυλακής από τις μονάδες του Στρατού, χρησιμοποιούσαν τις μονάδες της Χωροφυλακής σαν μονάδες κρούσης, αν και δεν είχαν λάβει ειδική στρατιωτική εκπαίδευση και δεν είχαν τον κατάλληλο οπλισμό για τη διεξαγωγή αντιανταρτικού αγώνα, ιδίως σε ορεινό έδαφος. Οι στρατιωτικές μονάδες, μετά την ολοκλήρωση των επιχειρήσεων ανακατάληψης, αποχωρούσαν και άφηναν τα τάγματα της Χωροφυλακής να συνεχίσουν τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις. Η συγκεκριμένη τακτική αξιοποίηση των μονάδων της Χωροφυλακής προκαλούσε σημαντικές απώλειες και φθορά από τη διαρκή καταπόνηση των ανδρών και των μέσων τους επιδρώντας αρνητικά στο ηθικό των ανδρών του Σώματος.
1063
Ο Ελληνικός Στρατός κατά τον Αντισυμμοριακόν Αγώνα (1946-1949), Επιχειρήσεις του Γ΄ Σώματος Στρατού (1947-1949), Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, Αθήνα, 1976, σσ. 566-567.
380
Η ανορθολογική χρήση των μονάδων της Χωροφυλακής οδήγησε τον Υπουργό Δημοσίας Τάξεως να αποστείλει απόρρητο έγγραφο στο Γ.Ε.Σ. την 20ή Μαΐου 1947, ζητώντας να παύσει να εκδίδει απευθείας διαταγές προς τα τάγματα Χωροφυλακής, αλλά να τις κοινοποιεί στο Υπουργείο Δημοσίας Τάξης, καθώς μόνο αυτό ήταν σε θέση να κρίνει τις ανάγκες και τις δυνατότητες των μονάδων της Χωροφυλακής και το μόνο που μπορούσε να προβεί στην αντιμετώπιση των σφαλμάτων, τα οποία είχαν παρουσιαστεί στην έως τότε αξιοποίηση των μονάδων της Χωροφυλακής.1064 Προκειμένου οι μονάδες του Στρατού να απαλλαγούν από αλλότριες δραστηριότητες και να επικεντρωθούν στην καταδίωξη και την εξόντωση των ανταρτών, η Χωροφυλακή επιφορτίστηκε με απόφαση του Ανωτάτου Στρατιωτικού Συμβουλίου της 3ης Απριλίου 1947 με την αποκλειστική φρούρηση των ποινικών φυλακών, ενώ με απόφαση του Συμβουλίου Εθνικής Αμύνης της 5ης Απριλίου 1947 διαφοροποιήθηκε το καθεστώς διαφύλαξης της Τάξης και της Ασφαλείας της Πελοποννήσου, καθώς επιφορτίστηκε με αυτή, σε αντίθεση με την υπόλοιπη ηπειρωτική χώρα, αποκλειστικά το Υπουργείο Δημοσίας Τάξεως, καθιστώντας την Ανωτέρα Διοίκηση Χωροφυλακής Πελοποννήσου υπόλογη αποκλειστικά προς το Υπουργείο. Η Διοίκηση της 81ης Περιοχής του Στρατού με έδρα την Κόρινθο, με την απόφαση του Συμβουλίου Εθνικής Αμύνης της 5ης Απριλίου 1947, περιορίστηκε αποκλειστικά στον έλεγχο της εκπαίδευσης των Βασικών Κέντρων Εκπαίδευσης της Πελοποννήσου, στα ζητήματα διοικητικής μέριμνάς τους και στα ζητήματα τήρησης της τάξης και της ασφάλειας μόνο στις πόλεις της Καλαμάτας, Τρίπολης, Ναυπλίου και Κορίνθου, μόνο όταν δέχονταν επίθεση.1065 Η διαφοροποίηση του καθεστώτος διαφύλαξης της Τάξης και της Ασφαλείας της Πελοποννήσου με την Ανωτέρα Διοίκηση Χωροφυλακής Πελοποννήσου ήλθε να προστεθεί στο προηγούμενο της Κρήτης με την Ανωτέρα Διοίκηση Χωροφυλακής Κρήτης. Στα 1947 η Ανωτέρα Διοίκηση Χωροφυλακής Κρήτης, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες Διοικήσεις Χωροφυλακής, δεν είχε υπαχθεί υπό τις διαταγές της 51 ης Ταξιαρχίας, καθώς αυτή δεν υπαγόταν στις περιοχές ευθύνης των τριών Σωμάτων 1064
Δασκαλάκης, ό.π., σ. 597. Η Χωροφυλακή τον Ιούλιο του 1947 επωμίστηκε, μετά τη συγκρότηση των χώρων εκτοπισμού Μακρονήσου, Γιούρας και Τρίκερι, με τη συνοδεία και τη φρούρηση των κρατουμένων στις περιοχές εκτοπισμού, διαθέτοντας εκατό χωροφύλακες. Με τη διάθεση της δύναμης των χωροφυλάκων συγκροτήθηκαν οι τρεις κύριοι χώροι, Υ.Σ.Α., ΑΠ 25397, Υπαρχηγός Γ.Ε.Σ. προς Γ΄ Σ.Σ, «Μονάδες Χωροφυλακής», 14η Ιουλίου 1947 και Υ.Σ.Α., Υπουργείο Δημοσίας Τάξης «Περί αναλήψεως της φρούρησης Ποινικών Φυλακών υπό του Υπουργείου Δημοσίας Τάξης», 3 η Απριλίου 1947. 1065
381
Στρατού. Η μη υπαγωγή της 51ης Ταξιαρχίας στα Σώματα Στρατού είχε ως συνέπεια οι στρατιωτικές μονάδες της Κρήτης να μην έχουν καμία αρμοδιότητα επί θεμάτων εσωτερικής ασφαλείας και τάξεως και καμία ανάμειξη με τη Χωροφυλακή. Η στρατιωτική ηγεσία δυσφορούσε με το καθεστώς διαρχίας στα ζητήματα ασφαλείας στην Κρήτη και επ’ ευκαιρία κάθε ανταρτικής δραστηριότητας ζητούσε την έκδοση Κοινής Υπουργικής Απόφασης του Υπουργού Στρατιωτικών και του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως για την υπαγωγή των δυνάμεων της Χωροφυλακής υπό τις εντολές των Στρατιωτικών Αρχών της Κρήτης.1066 Οι νέες αρμοδιότητες της Χωροφυλακής ήρθαν και προστέθηκαν στο ήδη διευρυμένο πλαίσιο αρμοδιοτήτων της, μερικές μόνο εκ τις οποίες ήταν η ρύθμιση της κυκλοφορίας των αυτοκινήτων, η σύλληψη κλεφτών, δολοφόνων, απατεώνων, η καταπολέμηση της παράνομης αλιείας, της ζωοκλοπής, η εκτέλεση των διατάξεων περί προστασίας του εθνικού νομίσματος, ο έλεγχος της καθαριότητας των καταστημάτων και της ποιότητας των προς πώληση τροφίμων, η εφαρμογή των αγορανομικών διατάξεων, η εποπτεία της εφαρμογής της νομοθεσίας περί δημοσίων θεαμάτων, κοινής ησυχίας, εργατικής νομοθεσίας, τυχερών παιγνίων και πλήθος άλλων αρμοδιοτήτων γραφειοκρατικής υφής.1067 Οι αντάρτες το 1947 με διαρκώς αυξανόμενη συχνότητα τρομοκρατούσαν τους πληθυσμούς της υπαίθρου και προέβαιναν σε αντίποινα εναντίον οποιουδήποτε έφερε όπλα και ήταν αντίπαλός τους ή και εναντίον των συγγενών των αντιπάλων τους. Οι επιθέσεις αυτές είχαν έντονο αντίκτυπο στην καθημερινότητα και το ηθικό των ανδρών της Χωροφυλακής, καθώς οι μέχρι τότε απειλές των ανταρτών κατά των οικογενειών των χωροφυλάκων και κατά των ίδιων, έπαψαν να είναι απειλές. Χαρακτηριστικά, οι αντάρτες στη Θράκη προειδοποιούσαν τους άνδρες των Σωμάτων Ασφαλείας πως αν πολεμούσαν, θα αντιμετωπίζονταν ως προδότες και θα τιμωρούνταν σκληρότατα. Οι απειλές αυτές δεν ήταν κενές περιεχομένου, όπως απέδειξε η δολοφονία, την 9η Ιανουαρίου 1947 στο χωριό Σεβαστιανά της Κεντρικής Μακεδονίας, τριών κοριτσιών, δεκατεσσάρων, δεκαέξι και δεκαεφτά χρονών, που ήταν κόρες άνδρα της Χωροφυλακής και η δολοφονία της μητέρας, του αδελφού και
1066 1067
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.4, ό.π., σσ. 507-509. Δασκαλάκης, ό.π.,σσ. 824-825.
382
των δύο αδελφών ενός χωροφύλακα στη Βέροια, έπειτα από την επίθεση ένοπλων αριστερών στην πόλη την 9η Μαΐου.1068 Οι επιθέσεις των ανταρτών κατά των χωροφυλάκων και των οικογενειών τους αποσιωπήθηκαν από τις κυβερνητικές πηγές και συγκαλύφθηκαν από τις κυβερνητικές ανακοινώσεις, οι οποίες τις παρουσίασαν γενικά ως επιθέσεις κατά σχηματισμών ή γενικά κατά Εθνικιστών. Η συγκάλυψη των επιθέσεων αυτών από τις κυβερνητικές πηγές κατέστη ευκολότερη από το γεγονός πως οι περισσότερες από τις επιθέσεις πραγματοποιήθηκαν σε ελεγχόμενες από τους αντάρτες περιοχές, όπου ο υπολογισμός των απωλειών και ο χαρακτήρας αυτών ήταν δυσχερείς.1069 Η κυβέρνηση Μάξιμου, στο πλαίσιο της κυβερνητικής προσπάθειας για βελτίωση των συνθηκών ασφαλείας, δεν αρκέστηκε μόνο στην ενίσχυση της Χωροφυλακής αλλά προχώρησε σε αλλαγές και στην Εθνοφυλακή. Με εντολή του αρχηγού του Γ.Ε.Σ. την 10η Ιανουαρίου ξεκίνησε από τα Σώματα Στρατού και την VIII Μεραρχία η διαδικασία μετατροπής και μετονομασίας του 1ου, 2ου, 3ου και 4ου τάγματος Υπηρεσίας Φρουρών σε 623ο, 624ο, 625ο και 626ο Τάγμα Εθνοφυλακής. Οι αξιωματικοί των τεσσάρων νέων ταγμάτων Εθνοφυλακής προέκυψαν από τους ήδη υπηρετούντες αξιωματικούς των ταγμάτων και συμπληρώθηκε από αξιωματικούς, που υπηρετούσαν στα οικεία τους Σώματα Στρατού και από δύο αξιωματικούς της Χωροφυλακής, τους οποίος όρισε ο Υπουργός Δημοσίας Τάξεως, υπό τη μέριμνα του Γ.Ε.Σ.1070 Με απόφαση επίσης του Γ.Ε.Σ. ορίστηκε πως τα τάγματα της Εθνοφυλακής, όφειλαν να αποκτήσουν τη σύνθεση και τον εξοπλισμό των ταγμάτων ορεινής σύνθεσης του τακτικού Στρατού. Τα τάγματα ορεινής σύνθεσης διέθεταν, με την διαταγή του Γ.Ε.Σ. υπ’ αριθμό ΑΠ 415071 της 4ης Δεκεμβρίου 1946, δύναμη εξακοσίων ενενήντα έξι ανδρών, εκ των οποίων, είκοσι εφτά αξιωματικούς, έξι ανθυπασπιστές και εξακόσιους εξήντα τρεις οπλίτες, δηλαδή μία αύξηση εκατόν εβδομήντα ενός ανδρών, εκ των οποίων οι εκατόν τριάντα έξι ήταν οπλίτες και οι υπόλοιποι τριάντα πέντε ήταν ημιονηγοί.1071Η υιοθέτηση της ορεινής σύνθεσης για τα 1068
F.O. 371/ 67052, R 9516/140/19, British Police and Prison Mission, Headquarters, Athens, MS 50/1, 31st May 1947. 1069 F.O. 371/ 67052, R 7516, British Embassy to Foreign Office, No 1154, 4 th June 1947. 1070 Υ.Σ.Α., Ε.Π 107535, Διαταγή Αρχηγού Γ.Ε.Σ. προς Α΄, Β΄, Γ΄ Σ.Σ. και VIII Μεραρχία, «Αναδιοργάνωσης Ταγμάτων Φρουρών εις Τάγματα Εθνοφυλακής», 10 η Ιανουαρίου 1947 και Υ.Σ.Α., ΑΠ 24005, Γ.Ε.Σ./Α3/I/1 προς Γ΄ Σ.Σ., Διευθύνσεις Γ.Ε.Σ.: Β1, Α3, Α9, «Ανασυγκρότησις 623ουΤάγματος ( τέως 1ου Τάγματος Φρουρών)», 14η Φεβρουαρίου 1947. 1071 Υ.Σ.Α., ΑΠ 23595, Γ.Ε.Σ./Α3 προς Α΄ Σ.Σ., Β΄ Σ.Σ., Γ΄ Σ.Σ. και VIII Μεραρχία, «Η δύναμις του Τάγματος Πεζικού», 14η Ιανουαρίου 1947, Υ.Σ.Α., ΑΠ 23595, Γ.Ε.Σ./Α3 προς Α΄, Β΄, Γ΄, Σ.Σ. και
383
τάγματα Εθνοφυλακής επέφερε αλλαγές και στον αναγκαίων εξοπλισμό των ταγμάτων και διαμορφώθηκε ως εξής:1072
ΟΠΛΙΣΜΟΣ Περίστροφα Τυφέκια Τόμιγκαν ΡΙΑΤ Όλμοι 2΄΄ Όλμοι 3΄΄ Πιστόλια Σηματοδοσίας
ΟΧΗΜΑΤΑ 31 Ποδήλατα 510 Μοτοσυκλέτες 82 Αυτοκίνητα διθέσια 18 Αυτοκίνητα 1,5 τόνου 12 Αυτοκίνητα 3 τόνων 4 Ρυμουλκούμενες Υδροφόρες 18
28 5 3 5 3
ΚΤΗΝΗ Έλκτες Φόρτου
10 80
1
Οι νέες συνθέσεις των ταγμάτων Εθνοφυλακής επέτειναν την πίεση προς τη Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή για την παράδοση επιπλέον όπλων και εφοδίων, ώστε να συμπληρωθούν τα κενά που παρουσιάζονταν σε όλμους των 2΄΄ (δύο ιντσών) και σε οπλοπολυβόλα. Το μεγαλύτερο μέρος των αναγκών τελικά όμως δεν καλύφθηκε από νέες παραδόσεις των Βρετανών, αλλά από την αξιοποίηση όπλων και όλμων, τα οποία βρίσκονταν στα Κέντρα Βασικής Εκπαίδευσης του Στρατού και χρησιμοποιούνταν στην εκπαιδευτική διαδικασία.1073 Οι αναδιοργανωτικές προσπάθειες στον Στρατό συνδυάζονταν με την κυβερνητική επιδίωξη της αύξησης της ανώτατης οροφής του Στρατού. Η επιδίωξη αυτή αποτυπώθηκε και στην απόφαση του Ανώτατου Στρατιωτικού Συμβουλίου για την προοπτική αύξησης της οροφής του Στρατού στις εκατόν σαράντα χιλιάδες άνδρες και κατά δέκα χιλιάδες άνδρες στην περίπτωση απρόβλεπτων εξελίξεων στον τομέα της Ασφάλειας. Η απόφαση του Ανώτατου Στρατιωτικού Συμβουλίου προέβλεπε πως θα καλούνταν τουλάχιστον είκοσι χιλιάδες άνδρες κατά τις επόμενες δύο κλάσεις της 5ης Ιουνίου και της 6ης Σεπτεμβρίου του 1947 και θα απολύονταν VIII Μεραρχία, «Η αυξανόμενη δύναμις Τάγματος Πεζικού», 3 η Ιανουαρίου 1947 και Υ.Σ.Α, ΑΠ 23645, Γ.Ε.Σ./Α3 προς Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή, «Χορήγηση Οπλισμού», 17η Ιανουαρίου 1947. 1072 Υ.Σ.Α., ΑΠ 23996, Γ.Ε.Σ./Α3, «Πίνακας εμφαίνων τα διά ορεινά Τάγμα προβλεπομένου, οπλισμού, οχήματα, κτήνη». 1073 Υ.Σ.Α., Αρχηγός Κ.Α. προς Γ΄ Σ.Σ «Εξοπλισμός Ταγμάτων», 7 η Ιανουαρίου 1947 και Αρχηγός Κ.Α. προς Α΄ Σ.Σ και Γ΄ Σ.Σ, «Εξοπλισμός Ταγμάτων», 7 η Ιανουαρίου 1947, Υ.Σ.Α., ΑΠ 23589, Γ.Ε.Σ./Α3 προς Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή, «Εφοδιασμός διά υλικών Ταγμάτων Εθνοφυλακής», 13η Ιανουαρίου 1947 και ΑΠ 23645, Γ.Ε.Σ./Α3 προς Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή, «Χορήγηση Οπλισμού», 17η Ιανουαρίου 1947
384
ίσος αριθμός εφέδρων τον Σεπτέμβριο και τον Νοέμβριο. Οι προτάσεις του Ανωτάτου Στρατιωτικού Συμβούλιου στόχευαν, εφόσον γίνονταν δεκτές από τη Βρετανική και την Αμερικανική Αποστολή, στην αύξηση της οροφής Στρατού και στην αλλαγή του τρόπου προσκλήσεως, καθώς θα επιτυγχανόταν όλοι οι οπλίτες εξαιρουμένων των εθελοντών και των μονίμων να είναι κληρωτοί της εικοσιτετράμηνης θητείας και όχι κληθέντες έφεδροι από την 1η Νοεμβρίου 1947 και μετά.1074 Ο ελληνικός Στρατός την άνοιξη του 1947 είχε αυξήσει δύο φορές την οροφή του, αρχικά στις εκατό χιλιάδες άνδρες και έπειτα από σκληρές διαπραγματεύσεις, τον Μάρτιο του 1947, στις εκατόν δεκαπέντε χιλιάδες άνδρες. Οι αρνητικές όμως εξελίξεις στις πολεμικές επιχειρήσεις και οι έντονες πιέσεις της στρατιωτικής ηγεσίας ανάγκασαν την κυβέρνηση Μάξιμου, χωρίς την έγκριση των δύο συμμαχικών Στρατιωτικών Αποστολών, να προσκαλέσει επιπλέον δεκαπέντε χιλιάδες άνδρες. Η οροφή του Στρατού με την τρίτη κατά σειρά αύξηση της οροφής διαμορφώθηκε στις εκατόν τριάντα χιλιάδες άνδρες, που ήταν ήδη από τον Σεπτέμβριο του 1946 η επιθυμητή οροφή για τη στρατιωτική ηγεσία. Όταν τελικά η οροφή των εκατόν τριάντα χιλιάδων ανδρών επιτεύχθηκε, οι συνθήκες ασφαλείας είχαν αλλάξει προς το χειρότερο και η στρατιωτική ηγεσία πίεσε για νέα αύξηση της οροφής, πέρα από τις εκατόν τριάντα χιλιάδες άνδρες. Οι Αμερικανοί έπειτα από τα πιεστικά ελληνικά αιτήματα, συναίνεσαν με την περαιτέρω αύξηση της οροφής του Στρατού, ο οποίος το δεύτερο εξάμηνο του 1947 με την προσθήκη δέκα χιλιάδων ανδρών, οι οποίοι διατέθηκαν για τη συγκρότηση και επάνδρωση των Λόχων Καταδρομέων (Λ.Ο.Κ.), έφτασε τις εκατόν σαράντα χιλιάδες άνδρες.1075 Η Αμερικανική Αποστολή παρά την ικανοποίηση των ελληνικών αιτημάτων για αύξηση της οροφής του Στρατού, ενδιαφερόταν πρωταρχικά για τη σωστή κατανομή των χρημάτων του αμερικανικού δημοσίου και δεν ήταν διατεθειμένη να δεχθεί υπερβάσεις στα προϋπολογισμένα και συμπεφωνημένα ποσά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο πολιτευόταν η Αμερικανική Αποστολή ήταν η επιστολή με την οποία ο Griswold προειδοποιούσε τον Τσαλδάρη την 2α Σεπτεμβρίου 1947, πως η προμήθεια και η χορήγηση των μερίδων τροφής των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων έπρεπε να βασίζεται στις πραγματικά υφιστάμενες προς σίτιση δυνάμεις 1074
Υ.Σ.Α., ΑΑΠ 24791, Γ.Ε.Σ./Α3, «Μνημόνιον περί του Ελληνικού Στρατού διά το 1947», 16 η Μαΐου 1947. 1075 Τσακαλώτος, τόμ.2, ό.π., σσ. 27-28.
385
και πάντα εντός των επιτρεπόμενων ανωτάτων ορίων της οροφής του Στρατού. O Griswold προειδοποιούσε πως η A.M.A.G. επρόκειτο να καλύψει τη δαπάνη σίτισης των δυνάμεων του Στρατού, της Χωροφυλακής, της Αστυνομίας Πόλεων, του Βασιλικού Ναυτικού, της Βασιλικής Αεροπορίας και του προσωπικού κατηγορίας Γ΄ με βάση το ύψος αλλά και το είδος των προσυμφωνημένων οροφών των συγκεκριμένων δυνάμεων. Συγκεκριμένα, ο Griswold προειδοποίησε πως οι εφτά χιλιάδες άνδρες του προσωπικού κατηγορίας Γ΄ ήταν ο μέγιστος αριθμός που κάλυπτε η A.M.A.G. και πως η ελληνική κυβέρνηση θα κάλυπτε την οιαδήποτε υπερβαίνουσα δαπάνη σε περίπτωση υπέρβασής του, ως μοναδική υπεύθυνη αυτής της υπέρβασης. Η επιστολή του Griswold κατέληξε με την παρατήρηση πως η A.M.A.G. δεσμευόταν με την υποχρέωση της κάλυψης της δαπάνης διατροφής διακοσίων σαράντα χιλιάδων ανδρών του Στρατού, της Χωροφυλακής, της Αστυνομίας Πόλεων, του Βασιλικού Ναυτικού, της Βασιλικής Αεροπορίας και του προσωπικού κατηγορίας Γ΄, που ήταν το άθροισμα των συμπεφωνημένων οροφών και όχι με βάση τις καταστάσεις διατροφής των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, καθώς κατά την περίοδο μεταξύ 15ης-21ης Αυγούστου είχε παρουσιαστεί υπέρβαση της δύναμης της Χωροφυλακής κατά χίλιους τριακόσιους έξι άνδρες και στην Αεροπορία υπέρβαση της δύναμης κατά οκτακόσια εξήντα άτομα.1076 Ο Στρατός,
παράλληλα με την αναδιοργάνωσή του, συνέχισε
τις
υποεπιχειρήσεις του Σχεδίου «Τέρμινους» έως και το καλοκαίρι 1947 επιτυγχάνοντας μεν τους γεωγραφικούς αντικειμενικούς σκοπούς, αποτυγχάνοντας όμως στον στρατηγικό αντικειμενικό σκοπό, τη συντριβή των ανταρτών. Οι δυνάμεις του Δ.Σ.Ε. κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων διατήρησαν τη συνοχή τους και την 9η Ιουλίου εξαπέλυσαν με εφτά πλήρως εξοπλισμένα τάγματα την αντεπίθεσή τους εναντίον των Ιωαννίνων. Ύστερα από επιτυχείς ελιγμούς μεταξύ των κυβερνητικών δυνάμεων προσέγγισαν την 13η Ιουλίου τα Ιωάννινα προκαλώντας την ανησυχία πως επρόκειτο να δεχθούν επίθεση και να καταληφθούν καθώς προς υπεράσπιση τους κατά τις πρώτες ώρες υπήρχε μόνο η τοπική δύναμη της Χωροφυλακής και το Στρατηγείο της 8ης Μεραρχίας. Τα Ιωάννινα τελικά δεν δέχθηκαν επίθεση, καθώς οι αντάρτες
1076
Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 134.2, 1947, Αμερικάνικη Αποστολή Βοήθειας εις την Ελλάδα προς Πρόεδρο της Κυβερνήσεως, 2 α Σεπτεμβρίου 1947.
386
υπερτιμώντας τις κυβερνητικές δυνάμεις απέφυγαν την απευθείας προσβολή της πόλης και στράφηκαν προς τα Ζαγοροχώρια.1077 Η ισχύς του Δ.Σ.Ε. φάνηκε πάλι την 25η Ιουλίου, όταν δύναμη τριών χιλιάδων ανδρών επιτέθηκε κατά των Γρεβενών και κατόρθωσε να φτάσει μέχρι το κέντρο της πόλης, όπου και τελικά απωθήθηκε από τη φρουρά της πόλης. 1078 Η επιχείρηση του Δ.Σ.Ε. κατά των Γρεβενών αν και αποτυχημένη, οδήγησε στον πρόωρο τερματισμό της επιχείρησης «Τέρμινους» με την επ’ αόριστο αναβολή των υποεπιχειρήσεών του στον περιορισμό των επιχειρησιακών δραστηριοτήτων των κυβερνητικών δυνάμεων με την επανατοποθέτηση των κυβερνητικών δυνάμεων σε καθήκοντα φύλαξης1079 και στην επίταση των κυβερνητικών ανησυχιών, καθώς αποδείχθηκε πως τα αστικά κέντρα της Δυτικής Μακεδονίας ήταν δυνητικά ευάλωτοι στόχοι των ανταρτών παρά το μεγάλο πλήθος των κυβερνητικών δυνάμεων στην περιοχή.1080 Το Κ.Κ.Ε. το δεύτερο μισό του 1947 ακολουθώντας τον Δ.Σ.Ε. υπερέβη τα πολιτικά όρια, όταν ο Μιλτιάδης Πορφυρογένης την 27η Ιουνίου από το βήμα του Συνεδρίου του Κομμουνιστικού Κόμματος Γαλλίας στο Στρασβούργο δήλωσε πως «η αποφασιστική πολεμική επίδοση και ανάπτυξη του Δημοκρατικού Στρατού της Ελλάδας μπροστά στο γεγονός της αμερικανοαγγλικής και μοναρχοφασιστικής αδιαλλαξίας αναγκαστικά τείνει ν’ αποκρυσταλλωθή και αποκρυσταλλώνεται κιόλας προς την δημιουργία μίας λεύτερης Ελλάδας με δική της Κυβέρνηση και δική της κρατική υπόσταση».1081 Η κυβερνητική απάντηση στην πρόκληση-απειλή του Κ.Κ.Ε. ήρθε έπειτα από απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, τις πρώτες πρωινές ώρες της 9ης Ιουλίου, όταν οι διωκτικές αρχές αξιοποίησαν συγκεκριμένες λίστες που είχαν δημιουργήσει κατά την παρελθούσα διετία και προχώρησαν στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και σε τρεις ακόμα πόλεις στη σύλληψη και την άμεση εκτόπιση στον Άγιο Ευστράτιο και στην Ικαρία δύο χιλιάδων εξακοσίων δεκατριών κομμουνιστών την περίοδο 1945-
1077
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.5, ό.π., σσ. 463-468 και Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σσ. 204-205. 1078 Καθημερινή, 26η Ιουλίου, «Δωδεκάωρος μάχη συνήφθη εις τα Γρεβενά», σ. 4 και Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.5, ό.π., σσ. 455-463. 1079 Φίλιππος Ηλιού, Ο ελληνικός εμφύλιος, η εμπλοκή του Κ.Κ.Ε., Αθήνα, 2005, σ. 118 και Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σσ. 206-207. 1080 F.O. 371/67131, R 13547, British Police Mission, Headquarters, MS 24/2, Athens, Monthly Report, August, 1947, 30th September 1947. 1081 Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σσ. 209-210.
387
1947. Οι διωκτικές αρχές συνέχισαν τις συλλήψεις των κομμουνιστικών έως και τη 14η Ιουλίου συλλαμβάνοντας μέχρι τότε συνολικά δεκατρείς χιλιάδες εφτακόσιες πενήντα έναν κομμουνιστές.1082 Η Κυβέρνηση για να δικαιολογήσει τις εκτεταμένες συλλήψεις, οι οποίες παρέπεμπαν σε πογκρόμ κατά του Κ.Κ.Ε., δήλωσε διά του Υπουργού Δημοσίας Τάξης πως οι συλλήψεις έγιναν προληπτικά στα πλαίσια της αποτροπής επικείμενης κομμουνιστικής εξέγερσης, η οποία θα ξεσπούσε στην Αθήνα τη 10η Ιουλίου.1083 Η αποτυχία της επιχείρησης «Τέρμινους» και η αυξανόμενη και απρόβλεπτη επιθετικότητα του Δ.Σ.Ε., σε συνδυασμό με τις εξαγγελίες του Κ.Κ.Ε. για τη συγκρότηση παράλληλης κυβερνητικής εξουσίας, κατέστησαν αδύνατη την παραμονή της Κυβέρνησης Μάξιμου στην εξουσία. Ο Μάξιμος, αδυνατώντας να διατηρήσει τη συνοχή του κυβερνητικού σχηματισμού, παραιτήθηκε την 23 η Αυγούστου από την προεδρία της Κυβέρνησης. Με στελέχη του Λαϊκού Κόμματος σχηματίστηκε νέα Κυβέρνηση υπό τον Τσαλδάρη, η οποία αμέσως μετά τον σχηματισμό της, δήλωσε την προσωρινότητά της. Η πολιτική αστάθεια στην Ελλάδα δυσαρέστησε τους Αμερικανούς και προκάλεσε την παρέμβασή τους για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας μεταξύ των Λαϊκών και των Φιλελευθέρων. Οι πιέσεις των Αμερικανών, σε συνδυασμό με την κρισιμότητα των στιγμών, βοήθησαν στην άμβλυνση των αντιθέσεων μεταξύ των δύο κομμάτων και οδήγησαν την 7 η Σεπτεμβρίου στον σχηματισμό νέας Κυβέρνησης, που προέκυψε από τη συνεργασία των Λαϊκών και των Φιλελευθέρων υπό την προεδρία του Θεμιστοκλή Σοφούλη. Ο Τσαλδάρης στο νέο κυβερνητικό σχήμα έλαβε τη θέση του Αντιπροέδρου και του Υπουργού των Εξωτερικών, ο Στράτος παρέμεινε Υπουργός Στρατιωτικών, ο Κων. Ρέντης ανέλαβε το Υπουργείο Δημοσίας Τάξεως και ο Χρ. Λαδάς ανέλαβε το Υπουργείο Δικαιοσύνης.
1082
Υπάρχουν διαφορετικές εκτιμήσεις σχετικά με τον αριθμό των ατόμων που συνελήφθησαν κατά την περίοδο 9-14 Ιουλίου. Ο Σφήκας κάνει λόγο για 13.751 άτομα, ο Ζαφειρόπουλος για 7.000 άτομα μόνο στην Αθήνα και άλλα 10.000 στην υπόλοιπη Ελλάδα. Οι αναφορές και οι ανακοινώσεις της εποχής μιλούσαν πάλι για δυόμισι χιλιάδες άτομα. Οι συλληφθέντες κομμουνιστές από τη Βόρεια Ελλάδα εξορίστηκαν στον Άγιο Ευστράτιο και οι συλληφθέντες από την Νότια Ελλάδα εξορίστηκαν στην Ικαρία. F.O. 371/67131, R 11762, British Police Mission, Headquarters, MS.24/2, Monthly Report, July, 1947, 18thAugust 1947, Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σ. 327, Βλαντάς, ό.π., σ. 126 και Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 255. 1083 Καθημερινή, 10η Ιουλίου 1946, «Διά ραγδαίας ενεργείας η Κυβέρνησις εματαίωσε κομμουνιστικό πραξικόπημα το οποίον θα εξεδηλούτο σήμερον το πρωί εις Αθήνας», σ. 4 και Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σ. 211.
388
Η απομάκρυνση του Ζέρβα από το Υπουργείο Δημοσίας Τάξεως και η τοποθέτηση του Κωνσταντίνου Ρέντη προκάλεσαν την ικανοποίηση και την ανακούφιση της ηγεσίας της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής στην Ελλάδα, του αμερικανού πρέσβη στην Αθήνα, Mac Veagh, και του Griswold της A.M.A.G. Ο Griswold είχε καταστεί ζωηρός πολέμιος του Ζέρβα, πρώτον γιατί του καταλόγιζε αναποτελεσματικότητα, δεύτερον γιατί με τις πολιτικές πρωτοβουλίες του «δημιουργούσε περισσότερους κομμουνιστές από αυτούς που εξόντωνε» και τρίτον γιατί, όπως είχε υποστηρίξει και ο Μάξιμος κατά την πρωθυπουργία του, η αποπομπή του Ζέρβα από την Κυβέρνηση ήταν επιβεβλημένη για τη βελτίωση της εικόνα της χώρας στο εξωτερικό και για την προώθηση της ευρύτερης συνεργασίας των αστικών πολιτικών δυνάμεων στην αντιμετώπιση των κομμουνιστών.1084 Η τοποθέτηση του Ρέντη στο Υπουργείο Δημοσίας Τάξεως προκάλεσε αρνητικά συναισθήματα σε μεγάλη μερίδα των αξιωματικών της Χωροφυλακής, οι οποίοι ενοχλήθηκαν από την τοποθέτηση Υπουργού, προερχόμενου από τον δημοκρατικό χώρο. Ο Ρέντης αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του προέβη στην αντικατάσταση των αξιωματικών που υπηρετούσαν στην Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου και στην ταχεία μετάθεση εκατόν πενήντα αξιωματικών. Η Βρετανική Αστυνομική Αποστολή δεν ενημερώθηκε για καμία από αυτές τις πρωτοβουλίες του. Η Αποστολή απέδωσε τις μεταθέσεις και τις μετακινήσεις που πραγματοποίησε ο Ρέντης σε αποκλειστικά πολιτικούς λόγους και τις θεώρησε ρουσφετολογικές, προς όφελος των οπαδών του κόμματος των Φιλελευθέρων.1085 Η Κυβέρνηση Σοφούλη την 11η Σεπτεμβρίου κατέθεσε στη Βουλή το ΚΘ΄ Ψήφισμα, με το οποίο εξαγγέλθηκε η χορήγηση αμνηστίας για όσους παρέδιδαν τα όπλα τους στις Αρχές εντός ενός μήνα,1086 ενώ ταυτόχρονα προχώρησε στην απόλυση του μεγαλύτερου μέρους των εκτοπισμένων στην Ικαρία. Ο όγκος των απολυθέντων ήταν τόσο μεγάλος, ώστε ο διοικητής του στρατοπέδου της Ικαρίας, ταγματάρχης της Χωροφυλακής Κανταράκης, έχασε τον έλεγχο και από τους εφτά χιλιάδες διακόσιους εκτοπισμένους παρέμειναν στο στρατόπεδο μόνο μερικές εκατοντάδες. Ο Κανταράκης, όταν επανήλθε ο έλεγχος και σκλήρυναν οι συνθήκες ασφαλείας, 1084
Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σσ. 359-360. F.O. 371/67131, R 14974, British Police Mission, Headquarters, MS 24/2, Athens, Monthly Report, September, 1947, 27th October 1947. 1086 Φ.Ε.Κ. 197, Ψήφισμα ΚΘ΄ της 14ης Σεπτεμβρίου 1947 «περί αμνηστίας παραδιδόμενων στασιαστών κ.λ.π». 1085
389
παραπέμφθηκε σε Έκτακτο Στρατοδικείο με την κατηγορία της αμέλειας κατά την εκτέλεση υπηρεσίας.1087 Η αμνηστία του ΚΘ΄ Ψηφίσματος δεν πέτυχε τον αντικειμενικό σκοπό της, την παράδοση οπλισμού από τους άνδρες του Δ.Σ.Ε. Χρήση των ευεργετικών διατάξεων της αμνηστίας έκαναν συνολικά δέκα χιλιάδες διακόσιοι εξήντα ένας, εκ των οποίων οι έξι χιλιάδες τριακόσιοι εβδομήντα δύο ήταν δεξιοί ένοπλοι που παρέδωσαν τα όπλα τους για να επανέλθουν στην πλήρη νομιμότητα.1088 Η εξαγγελία της αμνηστίας του ΚΘ΄ Ψηφίσματος προκάλεσε την έντονη ανησυχία του Υπουργού Δημοσίας Τάξης, ο οποίος ζήτησε και είχε συνάντηση με τον Αρχηγό της Βρετανικής Αποστολής, Sir Charles Wickham, τη 12η Σεπτεμβρίου 1947. Στη συνάντηση εκείνη ο Ρέντης εξέφρασε την ανησυχία του πως η Χωροφυλακή και οι στρατιωτικές και παραστρατιωτικές οργανώσεις δεν μπορούσαν να εγγυηθούν την αμερόληπτη εφαρμογή της αμνηστίας και να προστατέψουν τους παραδιδόμενους αντάρτες από τυχόν φαινόμενα αντεκδίκησης και έθεσε προς συζήτηση τρεις προτάσεις, για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα. Πρότεινε, επίσης, την επαναφορά αξιωματικών από τη Λίστα «Β» στην ενεργό υπηρεσία και την τοποθέτησή τους σε σημαντικούς Σταθμούς σε ολόκληρη την Επικράτεια ως Επιθεωρητών της Χωροφυλακής. Ο Ρέντης προσδοκούσε πως οι Επιθεωρητές, καθώς θα προέρχονταν από τη δημοκρατική παράταξη, θα επιδείκνυαν αμεροληψία και μετριοπάθεια και έτσι θα ανάγκαζαν τις ένοπλες κυβερνητικές δυνάμεις να μην ενεργήσουν ανάρμοστα. Ο Ρέντης πρότεινε εναλλακτικά την επιτήρηση της αμνηστίας από ξένους παρατηρητές. Οι ξένοι παρατηρητές, κατά τον ίδιο, θα έπρεπε να προέρχονται από όλες τις χώρες και να γίνονται αποδέκτες παραπόνων σχετικών με την εφαρμογή της αμνηστίας, να ελέγχουν τη Χωροφυλακή και τον Στρατό για υπερβάσεις και γενικά να εποπτεύουν την ειρηνική επαναφορά των ανταρτών στην πολιτική τους ζωή. Ο Ρέντης πρότεινε επίσης την ενεργότερη εποπτεία της Βρετανικής Αποστολής επί της Χωροφυλακής και την ενεργότερη δραστηριοποίηση της Βρετανικής Αποστολής στην επανεκπαίδευση της Χωροφυλακής και της Αστυνομίας Πόλεων, ώστε η αμερόληπτη αστυνομική νοοτροπία να ενσταλαχτεί στους άνδρες 1087 1088
Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σσ. 213-215. Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σ. 367.
390
των Σωμάτων Ασφαλείας. Ο Ρέντης μεταξύ των τριών προτάσεων προέκρινε την τρίτη πρόταση μέχρι του σημείου να ρωτήσει τον Sir Charles Wickham πόσους επιπλέον αξιωματικούς θα χρειαζόταν η Αποστολή για να αυξήσει τη συμμετοχή της στην επανεκπαίδευση των Σωμάτων Ασφαλείας.1089 Η συνεργασία του Ρέντη με τον Sir Charles Wickham στα πρώτα στάδια της θητείας του υπήρξε τόσο αρμονική, ώστε ο πρώτος απέρριψε το δόγμα της στρατιωτικοποίησης του Ζέρβα και υιοθέτησε τις απόψεις του Sir Charles Wickham, τροποποιώντας το τακτικό δόγμα και τη δομή των σχηματισμών της Χωροφυλακής. Η ενέργεια αυτή οδήγησε στη διάλυση των ταγμάτων της Χωροφυλακής και στη μείωση του προσωπικού της, με τη σταδιακή απόλυση προσωπικού. Ο προγραμματισμός του Υπουργείου προέβλεπε πως μέχρι τη 15η Φεβρουαρίου 1948 θα απολύονταν από τη Χωροφυλακή εφτά χιλιάδες ενενήντα άνδρες. Η απόλυση θα πραγματοποιούνταν σταδιακά με τη διάλυση των μονάδων Χωροφυλακής. Συγκεκριμένα: 1. την 30ή Νοεμβρίου θα διαλύονταν εννέα τάγματα, 2. την 30ή Δεκεμβρίου θα διαλυόταν ένα τάγμα και απροσδιόριστος αριθμός μεταβατικών αποσπασμάτων, 3. τη 15η Ιανουαρίου 1948 θα διαλυόταν ένα ακόμα τάγμα και απροσδιόριστος αριθμός μεταβατικών αποσπασμάτων, 4. την 30ή Ιανουαρίου θα διαλυόταν απροσδιόριστος αριθμός μεταβατικών αποσπασμάτων και 5. τη 15η Φεβρουαρίου θα διαλύονταν δύο τάγματα και απροσδιόριστος αριθμός μεταβατικών αποσπασμάτων. Το 6ο, το 21ο και το Μηχανοκίνητο Τάγμα Χωροφυλακής και τα μεταβατικά αποσπάσματα της Ανατολικής και της Δυτικής Μακεδονίας ήταν οι μόνες μονάδες στρατιωτικής οργάνωσης της Χωροφυλακής, οι οποίες εξαιρέθηκαν από τη διαδικασία διάλυσης. Οι χωροφύλακες κανονικής θητείας που υπηρετούσαν σε διαλυθείσες μονάδες της Χωροφυλακής τοποθετήθηκαν σε Σταθμούς Χωροφυλακής,
1089
F.O. 371, 67052, R 12844, British Police Mission, Headquarters, Athens, M.S.33/2, 12 th September 1947.
391
ενώ οι χωροφύλακες άνευ θητείας που υπηρετούσαν σε διαλυθείσες μονάδες της Χωροφυλακής απολύθηκαν και παρέδωσαν τον εξοπλισμό τους στις κατά τόπους στρατιωτικές αρχές.1090 Το Κ.Κ.Ε., παρά τον σχηματισμό της κυβέρνησης Σοφούλη, σκλήρυνε τη στάση του αναγνωρίζοντας δημόσια τη σχέση του με τον Δ.Σ.Ε., αναλαμβάνοντας πλέον την ανεπιφύλακτη υποστήριξη του ένοπλου αγώνα και παρασκηνιακά υιοθετώντας το σχέδιο «Λίμνες». Το σχέδιο «Λίμνες» στόχευε στη α) μετατροπή του Δ.Σ.Ε σε τακτικό στρατό 50.000-60.000 ανδρών και β) στην αξιοποίηση του αναμορφωμένου και αριθμητικά ενισχυμένου Δ.Σ.Ε για την κατάληψη και διατήρηση υπό κατοχή ολόκληρης της Μακεδονίας με κέντρο τη Θεσσαλονίκη. Οι ανωτέρω αποφάσεις ελήφθησαν κατά τη διάρκεια της 3ης Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπή του Κ.Κ.Ε., η οποία πραγματοποιήθηκε τη 12η-15η Σεπτεμβρίου 1947 στο Βελιγράδι και παραβρέθηκαν έξι μόνο μέλη της Κεντρικής Επιτροπής: οι Νίκος Ζαχαριάδης, Γιάννης Ιωαννίδης, Μάρκος Βαφειάδης, Λεωνίδας Στρίγκος, Πέτρος Ρούσσος και Γιώργος Ερυθριάδης. Οι αποφάσεις που ελήφθησαν στην διάρκεια της Κεντρικής Επιτροπής εγκρίθηκαν εκ των υστέρων από τα υπόλοιπα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής που βρίσκονταν στον βουνό και από τα ελεύθερα μέλη της που βρίσκονταν ελεύθερα στην Αθήνα. Στην διάρκεια της 3ης Ολομέλειας Μετά την συνολική έγκριση των αποφάσεων της Κεντρικής Επιτροπής αυτές δημοσιεύτηκαν στον Ριζοσπάστη την 8η Οκτωβρίου 1947.1091 Η νομιμότητα του Κ.Κ.Ε. υπό τις νέες συνθήκες δεν μπορούσε πλέον να συνεχιστεί και η κυβέρνηση Σοφούλη προχώρησε στη σταδιακή λήψη νομοθετικών μέτρων εναντίον του. Η κυβερνητική πολιτική απαγόρευσης του Κ.Κ.Ε. ξεκίνησε τη 17η Οκτωβρίου με το ΛΑ΄ Ψήφισμα, το οποίο απαγόρευσε όλα τα έντυπα και τις εφημερίδες που στήριζαν ή υποκινούσαν την «ανταρσία». 1092 Το Εφετείο Αθηνών τη 18ηΟκτωβρίου κατ’ εφαρμογή του ΛΑ΄ Ψηφίσματος εξέδωσε βούλευμα, με το οποίο
1090
F.O. 371/67131, R 16183, British Police Mission, Headquarters, MS 24/2, Athens, Monthly Report, October, 1947, 28th November 1947. 1091 Νίκος Μαραντζίδης, Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας (ΔΣΕ)1946-1949, Αθήνα, 2010, σσ. 67-68, Ριζοσπάστης, 8η Οκτωβρίου 1947, «Ανακοίνωση της 3ης Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε», σ. 1 και Ηλιού, ό.π., σσ. 183-184. 1092 Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σ. 371, Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σ. 218 και Φ.Ε.Κ. 221, Ψήφισμα ΛΑ΄ της 17 ης Οκτωβρίου 1947 «περί συμπληρώσεως του "περί εκτάκτων μέτρων αφορώντων την Δημόσιαν Τάξιν και Ασφάλεια" Ψηφίσματος Γ΄ του 1946, ως προς διά του τύπου πραττόμενα αδικήματα».
392
απαγορεύτηκε η κυκλοφορία του Ριζοσπάστη και της Ελεύθερης Ελλάδας.1093Η απόφαση του Εφετείου Αθηνών εκτελέστηκε από τη Γενική Ασφάλεια μόλις δύο ώρες μετά την έκδοσή της.1094 Πολλοί υπήρξαν εκείνοι οι οποίοι ζήτησαν από την Κυβέρνηση Σοφούλη να κινηθεί άμεσα, να εκμεταλλευτεί την κατάσταση και να θέσει το Κ.Κ.Ε. σε καθεστώς παρανομίας. Ο Sir Charles Wickham διατύπωσε τη διαφωνία του με την προοπτική της απαγόρευσης του Κ.Κ.Ε και εισηγήθηκε στην Κυβέρνηση να περιμένει μέχρι οι ηγέτες του Κ.Κ.Ε. να προβούν σε ενέργειες, οι οποίες ενέπιπταν στην κατηγορία της προδοσίας και τότε να τους συνελάμβαναν και να τους επέβαλαν ποινές φυλάκισης περί τα δεκαπέντε χρόνια.1095 Το Κ.Κ.Ε. όξυνε ακόμα περισσότερο την πολιτική ατμόσφαιρα με τις ενέργειες και πρωτοβουλίες του Γενικού Αρχηγείου του Δ.Σ.Ε. Το Γενικό Αρχηγείο τη 10η Αυγούστου εξέδωσε τέσσερις «Πράξεις» μία εκ των οποίων για το πολίτευμα. Η πράξη για το πολίτευμα προέβλεπε την κατάλυση της μοναρχίας, τη θέσπιση της αβασίλευτης δημοκρατίας και κατέληγε πως «όλες οι πράξεις του γενικού αρχηγείου θα υποβληθούν στην έγκριση της λαϊκής εθνοσυνέλευσης μόλις αυτή συγκληθεί». Το Γενικό Αρχηγείο την 5η Σεπτεμβρίου απέστειλε υπόμνημα στον Ο.Η.Ε., στο οποίο αυτοπροσδιορίστηκε ως ο επίσημος κυβερνητικός εκπρόσωπος της περιοχής της Ελεύθερης Ελλάδας.1096Οι «Πράξεις» Γενικού Αρχηγείου του Δ.Σ.Ε προσέδιδαν αυτόνομη κρατική υπόσταση στις περιοχές που βρίσκονταν κάτω από τον έλεγχο του και δημόσια διακήρυξη ότι στην Ελλάδα υπήρχε και λειτουργούσε παράλληλα με την κυβέρνηση της Αθήνας, μία δεύτερη νομοθετική, διοικητική και εκτελεστική εξουσία.1097 Αυτές οι δύο ενέργειες οδήγησαν την Κυβέρνηση Σοφούλη στο συμπέρασμα πως δεν υπήρχε καμία προοπτική συνδιαλλαγής με τους αντάρτες και πως μόνη διέξοδος ήταν πλέον η επίταση της πολεμικής προσπάθειας κατά του Δ.Σ.Ε. Η κυβερνητική πολιτική αποφασίστηκε στην πολιτικοστρατιωτική σύσκεψη, η οποία
1093
Eudes, ό.π., σ. 444 και Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σ. 328. Ο Διευθυντής της Ελεύθερης Ελλάδας, Μιχαήλ Κύρκος, ένα μήνα μετά το κλείσιμο της εφημερίδας, συνελήφθη έπειτα από ένταλμα συλλήψεως, που εξέδωσε ο εισηγητής του Εκτάκτου Στρατοδικείου Θεσσαλονίκης εναντίον του. Ο Κύρκος έπειτα από απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών τελικά καταδικάστηκε σε εξάμηνη φυλάκιση, την οποία και εξέτισε στις φυλακές Βουρλών-Πειραιώς. 1094 Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 259. 1095 F.O. 371/67053, R15323, Conversation between Sir Wickham and C.F.A Warner (A.M.A.G) , 19 th November 1947. 1096 Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σσ. 330-331. 1097 Ηλιού, ό.π., σ. 175.
393
πραγματοποιήθηκε στον Βόλο τη 16η-18ηΟκτωβρίου 1947, παρουσία του Βασιλιά Παύλου
Α΄
και
του
Διοικητή
της
USAGG,
Στρατηγού
Livesay.
Η
πολιτικοστρατιωτική σύσκεψη αποφάσισε ομόφωνα α) πως ήταν επιβεβλημένη η αύξηση του κυβερνητικού Στρατού, με αρχικό στόχο τα σαράντα τάγματα Εθνοφρουράς και με τελικό στόχο τα εξήντα τάγματα Εθνοφρουράς και β) την τοποθέτηση του στρατηγού Γιαντζή ως Αρχηγού Γ.Ε.Σ. και του στρατηγού Βεντήρη ως Διοικητή Στρατιάς. Οι ανωτέρω αποφάσεις της πολιτικοστρατιωτικής σύσκεψης του Βόλου τέθηκαν σε εφαρμογή κατά την 33η Συνεδρίαση του Α.Σ.Ε.Α, η οποία πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα την 31ηΟκτωβρίου1098 Η Κυβέρνηση Σοφούλη μετά την ανεπιτυχή κατάληξη της αμνηστίας του ΚΘ΄ Ψηφίσματος σκλήρυνε τη στάση της και προχώρησε στην επέκταση της ισχύος του Γ΄ Ψηφίσματος με Βασιλικό Διάταγμα στην Αθήνα και στην ίδρυση Εκτάκτου Στρατοδικείου στην Αθήνα1099 και στην καθολική απαγόρευση των απεργιών με το ΛΘ΄ Ψήφισμα της Βουλής.1100 Η αμφισβήτηση της κυβερνητική εξουσίας από το Γενικό Αρχηγείο του Δ.Σ.Ε. στα τέλη του 1947 ξεπέρασε τα όρια, όταν ανακοινώσε την 24η Δεκεμβρίου 1947 τη συγκρότηση της «Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης της Ελλάδας». Η σύνθεση της «Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης της Ελλάδας» ήταν: Πρωθυπουργός και Υπουργός Στρατιωτικών ο Μάρκος Βαφειάδης, Αντιπρόεδρος και Υπουργός Εσωτερικών ο Γιάννης Ιωαννίδης, Υπουργός Εθνικής Οικονομίας ο Λεωνίδας Στρίγκος, Υπουργός Δικαιοσύνης ο Μιλτιάδης Πορφυρογένης, Υπουργός Πρόνοιας ο Πέτρος Κόκκαλης, Υπουργός Οικονομικών ο Βασίλης Μπαρτζιώτας, Υπουργός Γεωργίας ο Δημήτρης Βλαντάς και Υπουργός Εξωτερικών ο Πέτρος Ρούσος.1101 Ο Δ.Σ.Ε. την ημέρα της ανακήρυξης της «Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης της Ελλάδας» εξαπέλυσε μεγάλη επίθεση κατά της Κόνιτσας, η οποία είχε αποφασιστεί σε συνεδρίαση του Πολιτικού Γραφείου της Κεντρικής Επιτροπής, 1098
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.6, ό.π., σσ. 276-277, 314 και Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σσ. 220, 224 και 226. 1099 Φ.Ε.Κ. 215, Βασιλικό Διάταγμα της 14ης Οκτωβρίου 1947, «περί συστάσεως εκτάκτου τοπικού Στρατοδικείου εν Αθήναις». 1100 Φ.Ε.Κ. 268, Ψήφισμα ΛΘ΄ της 8ης Δεκεμβρίου 1947 «περί προσωρινής απαγορεύσεως της διακοπής της παραγωγής και αναστολής του δικαιώματος της απεργίας». Οι παραβάτες του ΛΘ΄ Ψηφίσματος υπάγονταν στα Έκτακτα Στρατοδικεία και τιμωρούνταν με ποινές από έξι μήνες έως και ισόβια, αν ήταν απλοί συμμετέχοντες, και με ισόβια δεσμά έως και θάνατο, αν ήταν οι αρχηγοί και καθοδηγητές των απεργιών τιμωρούνταν. 1101 Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σσ. 333-334 και Δοκίμιο της Ιστορίας του Κ.Κ.Ε., τόμ.1, ό.π., σ. 580.
394
που πραγματοποιήθηκε στο Γενικό Αρχηγείο του Δ.Σ.Ε, στα μέσα Δεκεμβρίου.1102 Η μάχη της Κόνιτσας κράτησε οκτώ μέρες όταν και οι αντάρτες αποκρούστηκαν. Η ταύτιση της ημέρας ανακήρυξης της «Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης της Ελλάδας» με την επίθεση του Δ.Σ.Ε. στην Κόνιτσα δημιούργησε εκείνη την εποχή την όχι εσφαλμένη εντύπωση, πως η Κόνιτσα είχε επιλεγεί για να γίνει η έδρα της «Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης της Ελλάδας». 1103 Η αντίδραση της Κυβέρνησης Σοφούλη στην ανακήρυξη της συγκρότησης της «Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης της Ελλάδας» με την συμμετοχή στελεχών του Κ.Κ.Ε. υπήρξε άμεση. Οι διωκτικές αρχές κατ’ εντολή της Κυβέρνησης προχώρησαν
την
25η-28η
Δεκεμβρίου
στη
σύλληψη
εξακοσίων
πενήντα
κομμουνιστών στην Αθήνα1104 και το Υπουργικό Συμβούλιο την 27η Δεκεμβρίου 1947 προχώρησε στην έκδοση και δημοσίευση του Α.Ν. 509 «Περί μέτρων ασφαλείας του κράτους, του πολιτεύματος, του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών». Ο Α.Ν. 509 απαγόρευσε τη λειτουργία του Κ.Κ.Ε., του Ε.Α.Μ. και των οργανώσεών τους, κατέστησε ποινικά κολάσιμη την κουμμουνιστική ιδεολογία, την προώθηση με έγγραφο ή προφορικό τρόπο της κομμουνιστικής ιδεολογίας, την ανατροπή του κοινωνικού και πολιτικού συστήματος και την απόσπαση τμήματος της Εθνικής Επικράτειας με ποινές που ξεκινούσαν από απλή φυλάκιση και έφταναν έως τον θάνατο.1105 Ο Ρέντης σε εμπιστευτική εγκύκλιό του κάλεσε τις διωκτικές αρχές να αγωνιστούν α) για την κατάρρευση του ηθικού των κομμουνιστών β) για την πρόκληση δυστυχίας στους οπαδούς του Κ.Κ.Ε. και γ) για την απόσπαση από πρώην μέλη του Ε.Α.Μ./Ε.Λ.Α.Σ. καταδικαστικών δηλώσεων κατά της «Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης» και του συμμοριτοπόλεμου.1106 Οι
σημαντικότερες
αποφάσεις
της
Κυβέρνησης
Σοφούλη
για
την
αντιμετώπιση του κομμουνισμού και τη μείωση της μαχητικότητας του Δ.Σ.Ε. δεν ήταν νομοθετικές αλλά διοικητικές. Η πρώτη ήταν η υιοθέτηση της στρατηγικής 1102
Μπαρτζιώτας, ό.π., σσ. 278-279 Γουσίδης, ό.π., σσ. 19, 59 και Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σ. 335. 1104 Eudes, ό.π., σ. 451 και Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σ. 386. 1105 Φ.Ε.Κ. 293, Αναγκαστικός Νόμος 509, 27 η Δεκεμβρίου 1947, «Περί μέτρων ασφαλείας του Κράτους, του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών». Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σ. 229 και Δοκίμιο της Ιστορίας του Κ.Κ.Ε, τόμ.1, ό.π., σ. 582. 1106 Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σ. 386. 1103
395
ερήμωσης της υπαίθρου. Η στρατηγική αυτή επεδίωκε να αποστερήσει από τους αντάρτες τα μέσα εφοδιασμού και συντήρησής τους καθώς και τις εν δυνάμει εφεδρείες αναπλήρωσης των απωλειών τους. Η εφαρμογή της ερήμωσης της υπαίθρου ξεκίνησε το καλοκαίρι του 1947, όταν ο κυβερνητικός Στρατός πραγματοποίησε ευρείες επιχειρήσεις εκκένωσης των χωριών, τα οποία βρίσκονταν στις περιοχές δράσεις των Ανταρτών, από τους κατοίκους τους. Οι κάτοικοι των χωριών μετά την απομάκρυνσή τους μεταφέρθηκαν σε αστικά και ημιαστικά κέντρα, τα οποία διέθεταν επαρκή στρατιωτική και αστυνομική δύναμη, για να μπορούν να αντιμετωπίσουν ενδεχόμενες ανταρτικές επιθέσεις. Ο συνολικός αριθμός των χωρικών που η Κυβέρνηση απομάκρυνε από τα χωριά στα τέλη του 1947 έφτασε τις 300.000 έως 430.000.1107 Η δεύτερη σημαντική απόφαση της Κυβέρνησης κατά του Δ.Σ.Ε. ήταν η δημιουργία των ταγμάτων Εθνοφρουράς. Τα τάγματα Εθνοφρουράς επιφορτίστηκαν με τη φρούρηση ολόκληρων επαρχιών ώστε να αποτρέψουν την «επαναμόλυνση» περιοχών, τις οποίες οι τακτικές δυνάμεις του Εθνικού Στρατού είχαν εκκαθαρίσει από τους αντάρτες. Απάλλαξαν, επίσης, τον Εθνικό Στρατό από τα καθήκοντα στατικής φρούρησης, στα οποία αναλωνόταν η μισή μαχητική του δύναμη και του επέτρεψαν να οργανώσει ισχυρές ομάδες κρούσης κατά των ανταρτών. Τα τάγματα της Εθνοφρουράς χρησιμοποιούνταν σε αποστολές μόνο εντός της επαρχίας συγκρότησής τους, η οποία ήταν και η περιοχή ευθύνης τους και σε επιχειρήσεις, οι οποίες κρίνονταν κατάλληλες για την Εθνοφρουρά με βάση τον βαθμό εκπαίδευσης, τον οπλισμό και τα μέσα μεταφοράς των μονάδων της.1108 Η Κυβέρνηση Σοφούλη στα τέλη του 1947 αποφάσισε να απαλλάξει την Πελοπόννησο από κάθε είδους ανταρτική δραστηριότητα, ώστε να εκκαθαρίσει τα μετόπισθέν της και να μπορεί να προχωρήσει σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στην υπόλοιπη Επικράτεια. Η Κυβέρνηση για να επιτύχει την εκκαθάριση της Πελοποννήσου από τον Δ.Σ.Ε. μετέφερε την ευθύνη πάταξής του, από την Ανωτέρα Διοίκηση Χωροφυλακής Πελοποννήσου στη Στρατιωτική Διοίκηση. Η κυβερνητική απόφαση έφερε στην επιφάνεια τις σημαντικές διαφωνίες που είχε ο Στρατός με τη Χωροφυλακή. Οι διαφωνίες αυτές επιλύθηκαν στη διάρκεια σύσκεψης, η οποία πραγματοποιήθηκε στο Γ.Ε.Σ. τη 16η-17η Νοεμβρίου με τη συμμετοχή εκπροσώπων 1107 1108
William, ό.π., σ. 40 και Κόντης, ό.π., σ. 291. Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.6, ό.π., σ. 419.
396
της Χωροφυλακής. Οι αποφάσεις της σύσκεψης, αν και αφορούσαν τις σχέσεις του Στρατού και της Χωροφυλακής αποκλειστικά στην Πελοπόννησο, καθόρισαν τελικά τις σχέσεις των δύο Σωμάτων σε όλη την Επικράτεια. Ειδικότερα, στη σύσκεψη αποφασίστηκε πως: 1. Η επανίδρυση των Σταθμών της Χωροφυλακής θα γινόταν βάσει σχεδίου του Ανώτερου Διοικητή Χωροφυλακής, το οποίο όμως θα εγκρινόταν από τον Στρατιωτικό Διοικητή. 2. Η σύμπτυξη των Σταθμών της Χωροφυλακής σε περίπτωση κινδύνου θα πραγματοποιούνταν με τη σύμφωνη γνώμη του Στρατιωτικού Διοικητή και του Διοικητή Χωροφυλακής. Ο Διοικητής Χωροφυλακής θα μπορούσε αναλαμβάνοντας την ευθύνη να προχωρήσει μονομερώς, αν οι συνθήκες το επέβαλλαν, σε σύμπτυξη κάποιου Σταθμού Χωροφυλακής, ενημερώνοντας για την απόφασή του τον Στρατιωτικό Διοικητή. 3. Οι στατικές Υπηρεσίες της Χωροφυλακής θα τίθεντο και θα μάχονταν βάσει του σχεδίου συναγερμού υπό τις διαταγές του Στρατού μόνο όταν προσβαλλόταν η στατική θέση τους από τους αντάρτες.1109 Η διατήρηση της ανεξαρτησίας των στατικών υπηρεσιών της Χωροφυλακής με την μη υπαγωγή τους στις εντολές των Στρατιωτικών Διοικήσεων και η συνέχιση της αστυνομικής δραστηριότητάς τους ενίσχυσαν την κρατική εξουσία και επέτρεψαν την επιτυχή αντιμετώπιση των κατασκοπευτικών και τρομοκρατικών δραστηριοτήτων των διάφορων οργανώσεων του Κ.Κ.Ε., όπως η «Ο.Π.Λ.Α.» και η «Αλληλεγγύη» στα αστικά και ημιαστικά κέντρα το 1947. Η περίπτωση της Θεσσαλονίκης ήταν χαρακτηριστικό παράδειγμα της επιτυχημένης αστυνομικής δραστηριότητας της Χωροφυλακής. Η Χωροφυλακή στη Θεσσαλονίκη εξάρθρωσε το 1947 δύο σημαντικά δίκτυα του Κ.Κ.Ε. Το πρώτο δίκτυο συγκέντρωνε μέσω εράνων υπό την κάλυψη της οργάνωσης «Λαϊκή Φωνή» χρήματα, με τα οποία χρηματοδοτούσε τους αντάρτες της περιοχής και τρομοκρατικές δράσεις εντός της πόλης της Θεσσαλονίκης, όπως ανατινάξεις Σταθμών Χωροφυλακής, καταστημάτων και σπιτιών εθνικοφρόνων πολιτών, δολοφονίες χωροφυλάκων και ιδιωτών. Το δεύτερο δίκτυο ήταν το δίκτυο της τρομοκρατικής οργάνωσης της Ο.Π.Λ.Α. Η Ο.Π.Λ.Α. εξαρθρώθηκε στη Θεσσαλονίκη τον Ιούλιο του 1947, με τη
1109
Δασκαλάκης, ό.π., σσ. 592-593.
397
σύλληψη εξήντα εφτά ατόμων, εκ των οποίων οι πενήντα δύο καταδικάσθηκαν αργότερα σε θάνατο από το Έκτακτο Στρατοδικείο Θεσσαλονίκης.1110 Η ανάληψη των καθηκόντων ασφαλείας από τον Στρατό στην Πελοπόννησο πραγματοποιήθηκε την 5η Δεκεμβρίου, όταν ανέλαβε η 81η Περιοχή, η οποία υπαγόταν στο Α΄ Σώμα Στρατού. Η 81η Περιοχή επιχειρησιακά χωρίστηκε σε δύο Τακτικές Διοικήσεις, η μία με έδρα τη Σπάρτη και η άλλη με έδρα τον Πύργο, και πριμοδοτήθηκε με το σύνολο του προσωπικού και του υλικού της καταργηθείσας Ανωτέρας Διοικήσεως Χωροφυλακής Πελοποννήσου. Οι κυβερνητικές δυνάμεις, οι οποίες διατέθηκαν για την ασφάλεια της Πελοποννήσου ήταν τα 13ο, 14ο, 19ο και 20ό Τάγματα Εθνοφρουράς και τρία συρρικνωμένα μετά την απόλυση των χωροφυλάκων άνευ θητείας τάγματα Χωροφυλακής μεταξύ των οποίων το Ι Μηχανοκίνητο Τάγμα και η Ι Τεθωρακισμένη Ίλη Χωροφυλακής.1111 Η συρρίκνωση της Χωροφυλακής υλοποιήθηκε με την απόλυση των μονίμων και άνευ θητείας χωροφυλάκων, οι οποίοι επάνδρωναν τάγματα και αποσπάσματα Χωροφυλακής που διαλύθηκαν. Η διάλυση των μονάδων της Χωροφυλακής κατέστησε πλεονάζοντες χίλιους εφτακόσιους μόνιμους χωροφύλακες και εννέα χιλιάδες χωροφύλακες άνευ θητείας. Το Υπουργείο Στρατιωτικών επιφορτίστηκε με την ευθύνη της έγκρισης των πιστώσεων μισθοδοσίας των πλεοναζόντων χωροφυλάκων μέχρι την απόλυσή τους και με την ευθύνη του καθορισμού του ρυθμού απολύσεως με βάση τις επικρατούσες συνθήκες ασφαλείας.1112
1110
Η Ο.Π.Λ.Α. έκανε την εμφάνισή της στη Θεσσαλονίκη την 30 ή Απριλίου 1947, όταν μέλη της επιτέθηκαν με χειροβομβίδες κατά σταθμευμένου λεωφορείου της Αεροπορικής Βάσης του Σέδες, σκοτώνοντας τρεις αξιωματικούς και έναν υπαξιωματικό και τραυματίζοντας δέκα αξιωματικούς και έναν σμηνίτη. Δασκαλάκης, ό.π. ,σσ. 922-923. 1111 Υ.Σ.Α., «Κοινή Απόφασις Υπουργών Στρατιωτικών και Δημοσίας Τάξης», Αθήνα, 12η Νοεμβρίου 1947 και Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.6, σσ. 398-401. 1112 Το Γ΄ Σώμα Στρατού μέχρι τα τέλη του 1947 κατήργησε το σύνολο των αποσπασμάτων της Χωροφυλακής στη Θράκη, δύναμης οκτακοσίων ανδρών καθώς και το σύνολο των Λόχων Χωροφυλακής της Χαλκιδικής δύναμης τετρακοσίων πενήντα ανδρών. Το Γ΄ Σώμα Στρατού στις αρχές του 1948 κατήργησε τους Λόχους Χωροφυλακής της περιοχής της Νιγρίτας και το ΙΙΙ Τάγμα Χωροφυλακής Πιερίας. Ο Ελληνικός Στρατός κατά τον Αντισυμμοριακόν Αγώνα (1946-1949), ό.π., σ. 137 και Καθημερινή, 9η Νοεμβρίου 1947, «Θα απολυθούν οι πλεονάζοντες μόνιμοι και άνευ θητείας άνδρες της Χωροφυλακής», σ. 4.
398
Κεφάλαιο Ένατο: Η ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΩΝ ΤΑΓΜΑΤΩΝ ΕΘΝΟΦΡΟΥΡΑΣ Η αρχική πρόταση για τη συγκρότηση ταγμάτων Εθνοφρουράς είχε γίνει από τον Σοφούλη, κατά τη διάρκεια της 30ης συνεδρίασης του Ανωτάτου Συμβουλίου Εθνικής Άμυνας (Α.Σ.Ε.Α.) την 17η Σεπτεμβρίου 1947. Ο Σοφούλης είχε ζητήσει τότε την αμερικανική έγκριση για την αύξηση της οροφής του Στρατού στις εκατόν πενήντα χιλιάδες άνδρες και για τη συγκρότηση εκατό ταγμάτων Εθνοφρουράς, με πεντακόσιους άνδρες το καθένα. Η πρόταση του Σοφούλη μελετήθηκε και εγκρίθηκε από τους Υπουργούς των τριών πολεμικών Υπουργείων και από τον Υπουργό Δημοσίας Τάξεως, οι οποίοι συμφώνησαν με την προοπτική συγκρότησης των ταγμάτων Εθνοφρουράς και την ταυτόχρονη κατάργηση των υφιστάμενων Μ.Α.Υ. και Μ.Α.Δ.1113 Οι Υπουργοί των τριών πολεμικών Υπουργείων και ο Υπουργός Δημοσίας Τάξεως προχώρησαν μάλιστα ένα βήμα πέρα από την πρόταση Σοφούλη. Διατύπωσαν την άποψη πως τα τάγματα Εθνοφρουράς θα έπρεπε να συγκροτηθούν χρηματοδοτούμενα εν ανάγκη ακόμα και από τον ελληνικό κρατικό προϋπολογισμό, αν δεν εγκρινόταν η συγκρότησή τους από τους Αμερικανούς.1114 Η ελληνική πρόταση για τη συγκρότηση των ταγμάτων Εθνοφρουράς αρχικά αντιμετώπισε την άρνηση της USAGG να τα χρηματοδοτήσει. Η κατάσταση άλλαξε όταν ο Αμερικανός υποστράτηγος Chamberlin διαπίστωσε στην έκθεση του, πως ο ελληνικός Στρατός έπασχε από πτώση της μαχητικής ποιότητας των στρατιωτών, φτωχή μαχητική ικανότητα των αξιωματικών, έλλειψη επιθετικού πνεύματος, φτωχή εκπαίδευση των μονάδων και έλλειψη πνεύματος συνεργασίας. Ο Chamberlin πρότεινε στην έκθεση του, πως για να αντιμετωπιστούν οι ανωτέρω παθογένειες θα έπρεπε να σχηματιστούν τουλάχιστον πενήντα τάγματα Εθνοφρουράς και ανώτεροι Αμερικανοί αξιωματικοί να παρίστανται ως παρατηρητές και να παρέχουν επιχειρησιακές συμβουλές στις ελληνικές στρατιωτικές και επιχειρησιακές τακτικές μονάδες. Ο υποστράτηγος Chamberlin ήταν Διευθυντής Πληροφοριών του Στρατού των Η.Π.Α και είχε σταλεί τον Οκτώβριο του 1947 στην Αθήνα ως ειδικός 1113
Τα Μ.Α.Υ. και τα Μ.Α.Δ. ήταν ένοπλες ομάδες, οι οποίες είχαν εξοπλιστεί προκειμένου να υπερασπίζονται τις περιοχές από επιθέσεις των ανταρτών αλλά και να παρέχουν υποστήριξη στις μονάδες της Χωροφυλακής και του Στρατού κατά τη διάρκεια των αμυντικής φύσεως επιχειρήσεων. Τα τμήματα αυτά ήταν οπλισμένα με ελαφρύ οπλισμό, ο οποίος προερχόταν από τον οπλισμό του Ε.Λ.Α.Σ. που είχε παραδοθεί με τη Συμφωνία της Βάρκιζας ή από τον οπλισμό των δυνάμεων Κατοχής που είχε εγκαταλειφθεί στη Χώρα κατά την υποχώρηση. Χαρακτηρίζονταν από την απουσία στρατιωτικής πειθαρχίας και την έλλειψη μαχητικότητας, που οδήγησε στην κατάληξη σημαντικού αριθμού όπλων στα χέρια των Ανταρτών. 1114 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.6, ό.π., σ. 285.
399
απεσταλμένος του Αρχηγού του Γενικού Επιτελείου των Η.Π.Α για να εξετάσει τη στρατιωτική κατάσταση στην Ελλάδα και να υποβάλλει της προτάσεις του στην αμερικανική ηγεσία, μετά τις εισηγήσεις του Griswold και του Livesay για την αποδοχή του αιτήματος της ελληνικής κυβέρνησης να αυξηθεί η οροφή του ελληνικού Στρατού1115. Εικόνα 5. Θεμιστοκλής Σοφούλης, ηγέτης του Κόμματος των Φιλελευθέρων. Χαρακτηριζόταν για τα δημοκρατικά του πιστεύω και για την ενεργητικότητά του. Ενεργητικότητα που επέδειξε, παρά την ηλικία του, τόσο κατά τη διάρκεια της τελευταίας πρωθυπουργικής του θητείας, όσο και κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου.
Η ελληνική κυβέρνηση, έχοντας τη θετική εισήγηση του Α.Σ.Ε.Α. και του Αρχηγού του Γ.Ε.Σ. για τη συγκρότηση των ταγμάτων Εθνοφρουράς, αποδέχθηκε αμέσως την πρόταση Chamberlin και στη διάρκεια της πολιτικό-στρατιωτικής σύσκεψης, η οποία πραγματοποιήθηκε τη 16η-18ηΟκτωβρίου 1947 στον Βόλο, αποφάσισε τη συγκρότηση σαράντα ταγμάτων Εθνοφρουράς ενώ διατύπωσε την πρόθεσή της, ο τελικός αριθμός των ταγμάτων Εθνοφρουράς να φτάσει τα εξήντα.1116 Οι ελληνικοί σχεδιασμοί, όπως είχαν εγκριθεί από το Α.Σ.Ε.Α., προέβλεπαν πως είκοσι τάγματα Εθνοφρουράς θα χρηματοδοτούνταν αποκλειστικά από τον ελληνικό κρατικό προϋπολογισμό και θα αξιοποιούνταν για την ασφάλεια είκοσι επαρχιών, ενώ τα επιπλέον είκοσι τάγματα Εθνοφρουράς θα χρηματοδοτούνταν από τους Αμερικανούς και θα αξιοποιούνταν για την ασφάλεια τριάντα επαρχιών.1117 Ο Σοφούλης με την ενεργό συμπαράσταση του κυβερνητικού του εταίρου και αντιπροέδρου της κυβέρνησης, Κωνσταντίνου Τσαλδάρη, είχε αναγάγει τη 1115
William, ό.π., σ. 48 και Κόντης, ό.π., σσ. 294-297. Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σ. 220. 1117 Ο Αρχηγός Γ.Ε.Σ. κατά τη συνεδρίαση του Α.Σ.Ε.Α. διατύπωσε την άποψη πως οι αντάρτες δεν θα άντεχαν την πίεση των κυβερνητικών δυνάμεων και τελικά θα κατέρρεαν, αν οι δυνάμεις της Εθνοφρουράς εγκαθίσταντο στις επαρχίες για πέντε έως έξι μήνες. Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.6, ό.π, σ. 285. 1116
400
συγκρότηση των ταγμάτων της Εθνοφρουράς σε μείζονα στόχο και αναζητούσε κάθε είδους πόρους, οι οποίοι θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν τη συγκρότηση και τη συντήρηση της Εθνοφρουράς.1118 Η Κυβέρνηση αρχικά εξέτασε την προοπτική της χρηματοδότησης της συγκρότησης ταγμάτων Εθνοφρουράς με την αξιοποίηση των χρημάτων, τα οποία είχαν συγκεντρωθεί από εράνους υπέρ των «ανταρτόπληκτων». Οι έρανοι υπέρ των ανταρτόπληκτων είχαν πραγματοποιηθεί από τον Γεώργιο Παπανδρέου όταν ήταν υπουργός Εσωτερικών της κυβέρνησης Μάξιμου, είχαν αποδώσει συνολικά τριάντα δισεκατομμύρια δραχμές και θα επέτρεπαν τη συντήρηση των ταγμάτων Εθνοφρουράς για δέκα μήνες, καθώς οι μηνιαίες δαπάνες συντήρησης των ταγμάτων Εθνοφρουράς είχαν υπολογιστεί στα τρία δισεκατομμύρια δραχμές. Η Κυβέρνηση διαπίστωσε όμως πως το μηνιαίο κόστος συντήρησης των ταγμάτων Εθνοφρουράς στην αρχική αυτή φάση συγκρότησής τους θα ανερχόταν στα εφτά δισεκατομμύρια πεντακόσια εκατομμύρια, καθώς θα έπρεπε να καλυφθεί το κόστος του ιματισμού. Η διαπίστωση αυτή κατέστησε επαρκές το ποσό των εράνων μόλις για τέσσερις μήνες. Ο Αρχηγός της A.M.A.G, Griswold, ήταν αντίθετος με την προοπτική αξιοποίησης των χρημάτων των εράνων υπέρ των ανταρτόπληκτων, καθώς μία τέτοια απόφαση θα εγκυμονούσε πολιτικούς κινδύνους και αντιπρότεινε την εξεύρεση αξιόπιστων πηγών χρηματοδότησης μιας μικρότερης Εθνοφρουράς. Η επιμονή του Σοφούλη στις θέσεις του προκάλεσε την αντιπρόταση τριών εναλλακτικών σεναρίων από την αμερικανική πλευρά: α) την αύξηση του Στρατού κατά δέκα χιλιάδες άνδρες β) ή
την ίδρυση Εθνοφρουράς δέκα χιλιάδων ανδρών γ) ή την ίδρυση μιας
μεγαλύτερης Εθνοφρουράς με ταυτόχρονη μείωση της δύναμης της Χωροφυλακής1119 κατά εννέα χιλιάδες άνδρες, ώστε να απελευθερωθούν οι αναγκαίοι πόροι.1120 Η κυβέρνηση Σοφούλη εξέτασε, επίσης, την προοπτική της συγκρότησης είκοσι ταγμάτων Εθνοφρουράς, αξιοποιώντας μέρος των εθνικών πόρων που είχαν προϋπολογιστεί για τις ανάγκες περίθαλψης και τον σχηματισμό ακόμα είκοσι
1118
Γιώργος Σταθάκης, Το Δόγμα Τρούμαν και το Σχέδιο Μάρσαλ-Η ιστορίας της αμερικάνικης βοήθειας στην Ελλάδα, Αθήνα, 2004, σ. 173. 1119 Προτάσεις για τη μείωση της οροφής της Χωροφυλακής είχαν κατατεθεί ήδη από το 1947 από Ανώτατους Στρατιωτικούς. Χαρακτηριστικός εισηγητής της μείωσης της οροφής της Χωροφυλακής υπήρξε ο Υποστράτηγος Πεντζόπουλος, ο οποίος ήδη από τις αρχές Ιουλίου του 1947 είχε εισηγηθεί η οροφή της Χωροφυλακής να μειωνόταν στις είκοσι χιλιάδες άνδρες, οροφή ακόμα χαμηλότερη από αυτή που τελικά ζήτησε η Αμερικανική Αποστολή το 1948. Αρχείο Θ. Πεντζόπουλου, ΥΙΙΙ Μεραρχία, ΑΑΠ 5499/ Γραφ. Στρατηγού, Σ.Τ.Γ. 918, «Αναρχία-Διαπιστώσεις- Μέτρα», 3η Ιουλίου 1947. 1120 Καθημερινή, 28η Σεπτεμβρίου 1947, «Τα 30 Δισεκατομμύρια του Εράνου των Ανταρτοπλήκτων επαρκούν επί 4 μήνας διά την Εθνοφυλακήν», σ.3 και Σταθάκης, ό.π., σ. 173.
401
ταγμάτων Εθνοφρουράς, εφόσον λαμβανόταν η αμερικανική έγκριση με την αξιοποίηση των πόρων και των εφοδίων που οι Αμερικάνοι είχαν συμφωνήσει να διαθέσουν για την αύξηση του τακτικού Στρατού κατά δέκα χιλιάδες άνδρες.1121 Ο Τσαλδάρης, ως αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Εξωτερικών, τον Οκτώβριο 1947 εισηγήθηκε στην Κυβέρνηση και στον συνάδελφό του υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας την αξιοποίηση των εμπορικών σκαφών Liberty, τα οποία θα λάμβανε η Ελλάδα με παραχώρηση από την αμερικανική κυβέρνηση για τη χρηματοδότηση της συγκρότησης της Εθνοφρουράς. Ο Τσαλδάρης ειδικότερα πρότεινε, όταν η ελληνική κυβέρνηση θα αποκτούσε επί πιστώσει την κυριότητα των τάνκερ, να πραγματοποιήσει πρόχειρη πλειοδοτική δημοπρασία εκχώρησης εφτά τάνκερ και με τη διαφορά που θα προέκυπτε, να χρηματοδοτήσει την Εθνοφρουρά.1122 Ο Τσαλδάρης υπολόγιζε πως το όφελος που θα προέκυπτε για την Κυβέρνηση από τη διαφορά μεταξύ της επί πιστώσει απόκτησης και της μετρητοίς πώλησης θα ήταν δύο εκατομμύρια δολάρια. Η πρόταση του Τσαλδάρη δεν έτυχε όμως απάντησης και δεν υπήρξε κάποια εξέλιξη.1123 Η πρόταση Τσαλδάρη επανήλθε έπειτα από δύο μήνες, όταν ο Σοφοκλής Βενιζέλος απέστειλε τηλεγράφημα στον Σοφούλη τον Δεκέμβριο του 1947 και ζήτησε να επανεξεταστεί από το Υπουργικό Συμβούλιο η παλαιότερη πρόταση Τσαλδάρη για την πώληση των τάνκερ με τη διαδικασία της δημοπρασίας, καθώς το Κράτος θα αποκόμιζε σημαντικά κέρδη, ύψους περίπου δύο εκατομμυρίων δολαρίων.1124 Η A.M.A.G βρέθηκε στην ανάγκη να πρέπει να συνδυάσει τη μη υπέρβαση του αρχικού προϋπολογισμού του Προγράμματος Οικονομικής Βοήθειας με την ταυτόχρονη αυξημένη οικονομική και υλικοτεχνική συνδρομή για τη συγκρότηση των ταγμάτων Εθνοφρουράς και την αύξηση της οροφής του Στρατού. Για το λόγο αυτό και προκειμένου να πετύχει τον συνδυασμό των δύο συγκρουόμενων στόχων, προχώρησε στη μεταφορά πόρων και πιστώσεων από τα οικονομικά προγράμματα ανασυγκρότησης στα στρατιωτικά προγράμματα. Οι δαπάνες της A.M.A.G για τα 1121
Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 134.2, 1947, 42983, Υπουργός Στρατιωτικών προς Αντιπρόεδρο Κυβερνήσεως, Νέα Υόρκη, 9η Οκτωβρίου 1947 και Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.6, σσ. 221-222. 1122 Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 134.2, 1947, Αντιπρόεδρος της Κυβερνήσεως προς Υφυπουργό Εξωτερικών, 17η Οκτωβρίου 1947. 1123 Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 134.2, 1947, Αντιπρόεδρος της Κυβερνήσεως προς Υφυπουργό Εξωτερικών, 24η Οκτωβρίου 1947. 1124 Ο Σοφοκλής Βενιζέλος βρισκόταν μαζί με ομάδα βουλευτών στις Η.Π.Α για συνεργασία με τις Αμερικάνικες Αρχές αναφορικά με την Οικονομική Βοήθεια, όταν έστειλε το τηλεγράφημα στον Σοφούλη. Ι.Α.Υ.Ε, Κεντρική Υπηρεσία, 134.2, 1947, Καλλέργης προς Α. Χωραφά, «Τηλεγράφημα κ. Βενιζέλου προς Σοφούλη»,24η Δεκεμβρίου 1947.
402
στρατιωτικά προγράμματα στα τέλη του 1947 άγγιξαν τα εκατόν σαράντα εννέα εκατομμύρια πεντακόσιες χιλιάδες δολάρια.1125 Η A.M.A.G τελικά ενέκρινε τη συγκρότηση των ταγμάτων Εθνοφρουράς ώστε να ενισχυθεί η πραγματική δύναμη του Στρατού, να ενισχυθεί το ηθικό του πληθυσμού και του Στρατού αλλά και για να επιτραπεί και η αντικατάσταση των ανδρών των παλαιότερων κλάσεων, οι οποίοι υπηρετούσαν στις τάξεις του Στρατού. Η μονομερής απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να αξιοποιήσει για τη συγκρότηση των ταγμάτων Εθνοφρουράς τους πόρους και τα εφόδια που η A.M.A.G είχε εγκρίνει για την αύξηση του τακτικού Στρατού, δεν προκάλεσε την αμερικανική αντίδραση, καθώς αυτή πραγματοποιήθηκε όταν η A.M.A.G ζήτησε από την ελληνική κυβέρνηση να προσδιορίσει τον οπλισμό, τα εφόδια και τους πόρους που χρειάζονταν για τη συγκρότηση των ταγμάτων Εθνοφρουράς.1126 Η τελική συμφωνία της ελληνικής κυβέρνησης και της A.M.A.G για το ζήτημα της συγκρότησης των ταγμάτων Εθνοφρουράς προέβλεψε πως α) η αύξηση του Στρατού κατά δέκα χιλιάδες άνδρες, που είχε συμφωνηθεί, θα αναβαλλόταν, β) οι σχετικοί δεσμευμένοι πόροι ύψους εννέα εκατομμυρίων δολαρίων θα μεταφέρονταν στην Εθνοφρουρά, γ) η ελληνική κυβέρνηση θα διέθετε εθνικούς πόρους αντίστοιχους με τους αμερικανικούς, ώστε αθροιστικά ελληνικοί και αμερικανικοί πόροι να επαρκούν για τον εξοπλισμό και τον εφοδιασμό είκοσι χιλιάδων ανδρών, δηλαδή σαράντα ταγμάτων Εθνοφρουράς, δ) είκοσι οκτώ τάγματα Εθνοφρουράς θα συγκροτούνταν το 1947 και δώδεκα θα συγκροτούνταν το 1948, ε) θα μειωνόταν η δύναμη της Χωροφυλακής κατά δέκα χιλιάδες άνδρες και θα μεταφέρονταν πόροι από τη Χωροφυλακή στην Εθνοφρουρά, ώστε η δύναμη της Εθνοφρουράς να φτάσει τελικά στις είκοσι δύο χιλιάδες άνδρες και στ) ο ελληνικός προϋπολογισμός θα επιβαρυνόταν με την αγορά των υλικών των υπό συγκρότηση ταγμάτων Εθνοφρουράς, ενώ η αμερικανική πλευρά θα επιβαρυνόταν με τις δαπάνες συντήρησης και διατροφής των ανδρών των ταγμάτων Εθνοφρουράς.1127
1125
Κόντης, ό.π., σ. 300. Ι.Α.Υ.Ε, Κεντρική Υπηρεσία, 134.2, 1947, Αρχηγός Αμερικάνικης Αποστολής προς Πρόεδρο της Κυβερνήσεως, 19η Σεπτεμβρίου 1947. 1127 Σύμφωνα με τα έγγραφα του Γ.Ε.Σ., η Αμερικανική Αποστολή τον Οκτώβριο του 1947 είχε ανακοινώσει πως ενέκρινε την πρόσκληση είκοσι χιλιάδων κληρωτών για τους μήνες ΟκτώβριοΔεκέμβριο και την αύξηση των κυβερνητικών δυνάμεων κατά επιπλέον δέκα χιλιάδες άνδρες είτε για την ενίσχυση του Τακτικού Στρατού είτε για τον σχηματισμό είκοσι ταγμάτων Εθνοφρουράς. Σταθάκης, ό.π., σ. 174 και Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.6, ό.π., σσ. 276277. 1126
403
Η στρατιωτική ηγεσία προσδοκούσε πως η πλήρης στρατιωτική κινητοποίηση των κυβερνητικών εφεδρειών μετά τη συγκρότηση των ταγμάτων Εθνοφρουράς, σε συνάρτηση με τη συνέχιση της αμερικανικής βοήθειας και την παροχή πυροβολικού, θα επέτρεπε την απόκρουση των ανταρτών ή ακόμα και το κλείσιμο των συνόρων προς την τιτοϊκή Γιουγκοσλαβία και τότε οι εγκλωβισμένοι στις κορυφές των βουνών αντάρτες θα συντρίβονταν εξαντλημένοι από τις κακουχίες, την πείνα, τις στερήσεις και τις αεροπορικές επιδρομές.1128 Η αποστολή που ανέθεσε το Γ.Ε.Σ. στα τάγματα Εθνοφρουράς στο πλαίσιο της φρούρησης των περιοχών ευθύνης τους (η περιοχή ευθύνης κάθε τάγματος Εθνοφρουράς ταυτιζόταν με την περιοχή συγκρότησής τους και το προσωπικό επάνδρωσης ήταν έφεδροι οπλίτες παλαιότερων κλάσεων, που ήταν κάτοικοι της περιοχής ευθύνης) ήταν η διασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας στις γραμμές συγκοινωνιών τους, η εξασφάλιση των τεχνικών υποδομών και των κρατικών εγκαταστάσεων μεγάλης σημασίας, η καταδίωξη και η εξόντωση των συμμοριών που τυχόν υπήρχαν ή αυτών που θα εισέρχονταν στη ζώνη ευθύνης τους, η διατήρηση σε υψηλό επίπεδο του εθνικού φρονήματος των κατοίκων της επαρχίας τους, η εξαφάνιση κάθε είδους παρακρατικής οργάνωσης που δρούσε σε βάρος των ελευθεριών των κατοίκων της περιοχής τους και τέλος η δημιουργία δικτύου πληροφοριών, προς όφελος των τμημάτων της Εθνοφρουράς αλλά και των υπόλοιπων κυβερνητικών δυνάμεων.1129 Το Κ.Κ.Ε. αρχικά αντιμετώπισε αρνητικά τη συγκρότηση των ταγμάτων Εθνοφρουράς. Το Πολιτικό Γραφείο του μάλιστα με ντιρεκτίβα που συνέταξε μεταξύ 20ής-23ης Σεπτεμβρίου κατηγόρησε την Κυβέρνηση πως συγκροτούσε την Εθνοφρουρά για να εξοπλίσει τους Χίτες, τα πρώην στελέχη των Ταγμάτων Ασφαλείας και τους υπηρετούντες στα Μ.Α.Υ. και πως η κλήση προς κατάταξη στην Εθνοφρουρά των δύο κλάσεων ήταν παραπλανητική, ώστε να έχει κάποια δημοκρατική χροιά. Η ντιρεκτίβα κατέληγε, καλώντας τους δημοκρατικούς πολίτες να διαμαρτυρηθούν για τη συγκρότηση της Εθνοφρουράς, και αν καλούνταν, να μην κατατάσσονταν.1130
1128
Ηλιού, ό.π., σ. 222. William, ό.π., σ. 44 και Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.6, ό.π, σσ. 423424. 1130 Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 134.2, 1947, 25 η Σεπτεμβρίου 1947, «Ντιρεκτίβες του Πολιτικού Γραφείου Κ.Κ.Ε. εκδοθείσαι μεταξύ 20 και 23 Σεπτεμβρίου 1947». 1129
404
Η στάση του Κ.Κ.Ε. απέναντι στην Εθνοφρουρά, σύμφωνα με τα δελτία πληροφοριών του Γραφείου Πληροφοριών του Στρατού, άλλαξε τον Νοέμβριο 1947. Το Γραφείο Πληροφοριών του Στρατού πληροφορούσε πως το Στρατιωτικό Τμήμα του Πολιτικού Γραφείου της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε. είχε αποστείλει στην Κομμουνιστική Οργάνωση της Αθήνας (Κ.Ο.Α.) νέες οδηγίες, με τις οποίες γνωστοποιούσε πως οι αποφάσεις του Σεπτεμβρίου για την αποφυγή κατάταξης των σεσημασμένων κομμουνιστών δεν ίσχυαν στην περίπτωση της Εθνοφρουράς και πως όλοι οι κομμουνιστές διατάσσονταν να παρουσιαστούν στα Κέντρα Κατάταξης και να καταταχθούν στις μονάδες της Εθνοφρουράς. Το Γραφείο Πληροφοριών του Στρατού είχε πληροφορίες πως στόχος του Κ.Κ.Ε. ήταν να ενταχθούν στην Εθνοφρουρά όσο το δυνατό περισσότεροι κομμουνιστές, οι οποίοι προσποιούμενοι τους φανατικούς εθνικόφρονες −και εν ανάγκη τους φανατικούς αντικομμουνιστές− θα
καταλάμβαναν εμπιστευτικές θέσεις στις μονάδες τους και πως το Κ.Κ.Ε.
εκπονούσε σχέδια διάρθρωσης μυστικών κομμουνιστικών μονάδων στα τάγματα της Εθνοφρουράς, οι οποίες σε απευθείας σύνδεσμο με τα προκεχωρημένα κλιμάκια της Υπηρεσίας Πληροφοριών του Δ.Σ.Ε. θα συντόνιζαν τη δράση των τοπικών επιχειρήσεων της Εθνοφρουράς με την αντίστοιχη κινητοποίηση των ανταρτών.1131 Η συγκρότηση των ταγμάτων της Εθνοφρουράς μετά την υποβολή της πρότασης του αμερικανού υποστράτηγου Chamberlin τον Οκτώβριο 1947 και την αποδοχή της από την Ελληνική κυβέρνηση υπήρξε ταχύτατη. Το Α.Σ.Ε.Α. την 31η Οκτωβρίου ανακοίνωσε πως ο Στρατός απαλλασσόταν από τα στατικά καθήκοντα φρούρησης και οι δυνάμεις που απαλλάσσονταν θα χρησιμοποιούνταν για την καταπολέμηση των ανταρτών με την πραγματοποίηση επιθετικών επιχειρήσεων, ενώ ανέθεσε στα τάγματα Εθνοφρουράς τη διατήρηση της Ασφάλειας των Επαρχιών, από τις οποίες και προέρχονταν οι οπλίτες τους. Το Α.Σ.Ε.Α. ειδικότερα ανέθεσε στα τάγματα Εθνοφρουράς την εκκαθάριση της περιοχής ευθύνης τους από ομάδες ανταρτών, οι οποίες είχαν διαφύγει του Τακτικού Στρατού εισχωρώντας στα μετόπισθεν ή κρύβονταν στην περιοχή δράσης κάποιου τάγματος Εθνοφρουράς κατά την περίοδο δράσης στην περιοχή του Τακτικού Στρατού.1132 Η Κυβέρνηση Σοφούλη εκμεταλλεύτηκε τον περιορισμό της Χωροφυλακής μόνο σε καθήκοντα αστυνόμευσης και διοχέτευσε τους πόρους που προέκυψαν από τη διάλυση μονάδων της Χωροφυλακής και από την απόλυση χωροφυλάκων άνευ 1131 1132
Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 134.2, 1947, 949/Υ.Π.Σ, «Δελτίο Πληροφοριών 14/11/1947». Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.6, ό.π., σσ. 276-277.
405
θητείας στη συγκρότηση επιπλέον ταγμάτων Εθνοφρουράς. Το Υπουργείο Στρατιωτικών προσδοκούσε πως με αυτούς τους πόρους θα προσέθετε στα σαράντα δύο τάγματα Εθνοφρουράς που υπήρχαν τον Νοέμβριο του 1947 ακόμα δώδεκα μέχρι τα τέλη Ιανουαρίου του 1948.1133 Ο ρυθμός διάλυσης των ταγμάτων Χωροφυλακής που είχε αποφασιστεί προέβλεπε την ακόλουθη σειρά:1134 Καταληκτική ημερομηνία διάλυσης
Περιοχής Δράσης
Πελοπόννησος
30ή Νοεμβρίου 1947 Στερεά Ελλάδα
Ήπειρος Καρδίτσα Ήπειρος 30ή Δεκεμβρίου 1947
Θράκη Χαλκιδική Δομοκός Κρήτη
15η Ιανουαρίου 1948
Κατερίνη Κερδύλια
15η Φεβρουαρίου 1948
Πελοπόννησος
Μονάδα 16ο Τάγμα Χωροφυλακής 17ο Τάγμα Χωροφυλακής 18ο Τάγμα Χωροφυλακής 19ο Τάγμα Χωροφυλακής 7ο Τάγμα Χωροφυλακής 8ο Τάγμα Χωροφυλακής 23ο Τάγμα Χωροφυλακής 25ο Τάγμα Χωροφυλακής 22ο Τάγμα Χωροφυλακής 24ο Τάγμα Χωροφυλακής Απόσπασμα Χωροφυλακής Τάγμα Χωροφυλακής Χαλκιδικής 9ο Τάγμα Χωροφυλακής Απόσπασμα Χωροφυλακής Τάγμα Χωροφυλακής Κατερίνης Τάγμα Χωροφυλακής Κερδυλίων 5ο Τάγμα Χωροφυλακής 15ο Τάγμα Χωροφυλακής
1133
Πλήθος ανδρών
1000
650
650
320 300 800 450 320 300 300 600 1000
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.6, ό.π., σσ. 398-399 και 285-286. Υ.Σ.Α., Άκρως Απόρρητον «Πρακτικό συσκέψεως 8ης Νοεμβρίου 1947 με θέμα: Απόλυσις Χωροφυλάκων άνευ θητείας εκτελούντων πολεμικάς αποστολάς και αντικατάστασις των δι’ ανδρών Εθνοφρουράς και Τακτικού Στρατού- Πίναξ εμφαίνων κατά σειράν προτεραιότητας την διάλυσιν των Ταγμάτων Χωροφυλακής των εκτελούντων πολεμικήν αποστολήν»», 8η Νοεμβρίου 1947. 1134
406
Σάμος
Τάγμα Χωροφυλακής Σάμου
400
Οι κυβερνητικοί σχεδιασμοί για τη διάλυση των ταγμάτων της Χωροφυλακής ανατράπηκαν μερικώς, όταν η αύξηση της επιθετικότητας και της παρουσίας των ανταρτών στην Πελοπόννησο οδήγησαν στην αναβολή της διάλυσης του 5ου και του 15ου Τάγματος Χωροφυλακής, ενώ η ένταση της δράσης των ανταρτών στην περιοχή ευθύνης του Α΄ Σώματος Στρατού οδήγησε στην αναβολή διάλυσης του 8ου Τάγματος Χωροφυλακής, το οποίο μαζί με το 6ο και το 20ό Τάγμα συνέχισε να υφίσταται μέχρι και τον Ιούνιο του 1948.1135 Η ελληνική κυβέρνηση συνέχισε να επιδιώκει και μετά τη συγκρότηση των σαράντα ταγμάτων Εθνοφρουράς την αύξησή τους σε εκατό και την αύξηση της οροφής του Στρατού σε εκατόν πενήντα χιλιάδες άνδρες.1136 Μάλιστα με τη στήριξη του αμερικανού στρατηγού Livesay απέσπασε στα τέλη του 1947 την έγκριση της αμερικανικής κυβέρνησης για την αύξηση της οροφής του ελληνικού Στρατού από εκατόν είκοσι χιλιάδες άνδρες σε εκατόν τριάντα δύο χιλιάδες άνδρες, τη δέσμευση πως σε συνεργασία με τους Βρετανούς θα κάλυπτε τις δαπάνες για τον εξοπλισμό, τον ανεφοδιασμό, τα πολεμοφόδια και οτιδήποτε συμπληρωματικό χρειαζόταν η πρόσθετη δύναμη των δώδεκα χιλιάδων ανδρών του Στρατού και την επί της αρχής συναίνεση για την αύξηση του αριθμού των ταγμάτων Εθνοφρουράς από σαράντα δύο σε εκατό.1137 Οι
βουλευτές
του
βρετανικού
Κοινοβουλίου
στο
πλαίσιο
του
κοινοβουλευτικού ελέγχου έθεσαν ερωτήσεις προς τη βρετανική κυβέρνηση για τη συγκρότηση της Εθνοφρουράς στην Ελλάδα και την τοποθέτηση της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής επ’ αυτής. Η βρετανική κυβέρνηση στις κοινοβουλευτικές απαντήσεις της εξέφρασε τόσο τη δική της στήριξη όσο και εκείνη της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής στην πρωτοβουλία συγκρότησης των ταγμάτων της Εθνοφρουράς, διευκρινίζοντας παράλληλα πως η παροχή επιχειρησιακών συμβουλών 1135
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.9, ό.π., σ. 47. William, ό.π., σ. 44 και Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.6, σσ. 359-360. 1137 Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 7.1, 1947, Υπουργείο Εξωτερικών, Πολιτικών Υποθέσεων, Τμήμα Βαλκανικής, Διεύθυνσις 34292, 24η Δεκεμβρίου 1947, «Κοινοποίησις τηλεγραφήματος προς τον Πρόεδρο της Κυβερνήσεως εξ Ουάσινγκτον», Κεντρική Υπηρεσία, 7.1, 1947, Υπουργείο Εξωτερικών, Διεύθυνσις Γ΄ Πολιτική, Τμήμα Ι΄, 51238/Η.Π 4/Βδ, 29η Δεκεμβρίου 1947, «Αναφορά Πρεσβείας Ουάσινγκτον» και Κόντης, ό.π., σ. 300 και Υ.Σ.Α, Άκρος Απόρρητον «Πρακτικό συσκέψεως 8 ης Νοεμβρίου 1947 με θέμα: Απόλυσις Χωροφυλάκων άνευ θητείας εκτελούντων πολεμικάς αποστολάς και αντικατάστασις των δι’ ανδρών Εθνοφρουράς και Τακτικού Στρατού», 8 η Νοεμβρίου 1947. 1136
407
δεν άπτονταν των καθηκόντων της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής στην Ελλάδα.1138 Οι κυβερνητικοί σχεδιασμοί προέβλεπαν πως θα δινόταν προτεραιότητα στην εμπέδωση της Τάξης και της Ασφάλειας των αστικών κέντρων και της υπαίθρου, σε πρώτη φάση της Θεσσαλίας, της Στερεάς Ελλάδας, της Πελοποννήσου και της Κρήτης και σε δεύτερη φάση της Θράκης, της Ηπείρου και της Κεντρικής Μακεδονίας. Η προτεραιότητα που δόθηκε στην Πελοπόννησο και στη Στερεά Ελλάδα είχε σαν αποτέλεσμα από την πρώτη εικοσάδα ταγμάτων Εθνοφρουράς να συγκροτηθούν στις δύο αυτές περιφέρειες τα δεκαέξι και τα άλλα τέσσερα να σχηματιστούν στην Ήπειρο.1139 Όμως οι κυβερνητικές προτεραιότητες ασφαλείας το 1948 διαφοροποιήθηκαν, με αποτέλεσμα να μετατοπιστεί το ενδιαφέρον της συγκρότησης ταγμάτων Εθνοφρουράς στη Θράκη με έμφαση στον Έβρο.1140 Η συγκρότηση των ταγμάτων της Εθνοφρουράς δεν προκάλεσε αλλαγές στη διοικητική πυραμίδα του Στρατού, καθώς δεν δημιουργήθηκαν ανεξάρτητοι διοικητικοί μηχανισμοί για τη λειτουργία της, πέρα της δημιουργίας της θέσης του Επιθεωρητή της Εθνοφρουράς, όπου τοποθετήθηκε ο Στρατηγός Γεώργιος Παπαγεωργίου.1141 Τα τάγματα Εθνοφρουράς διοικητικά εντάχθηκαν σε διακριτές Διοικήσεις Εθνοφρουράς, οι οποίες τακτικά και επιχειρησιακά υπήχθησαν στην πλησιέστερη προς την περιοχή ευθύνης τους Μεραρχία ή Σώμα Στρατού. Εξοπλίστηκαν μάλιστα με τον βρετανικό οπλισμό, τον οποίο απέσυραν οι μονάδες του Στρατού, αν και υπήρξαν σκέψεις να εξοπλιστούν με τον αμερικανικό οπλισμό, που είχε παραγγελθεί για τα Μ.Α.Δ. τα οποία εντωμεταξύ καταργήθηκαν.1142 Κάθε τάγμα Εθνοφρουράς αποτελούνταν από έναν Λόχο Διοικήσεως με διμοιρία όλμων, διμοιρία πολυβόλων,1143 διμοιρία διαβιβάσεων και διμοιρία διαχείρισης και από τρεις 1138
Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 102.7, 1948, Parliamentary debates (Hansard), Monday 8 th December 1947, House of Commons, Official Report, Volume 444, No 24. 1139 Οι αρχικοί σχεδιασμοί, οι οποίοι δεν πρόλαβαν να εκτελεστούν, προέβλεπαν πως στην Πελοπόννησο θα συγκροτούνταν τέσσερα τάγματα Εθνοφρουράς, ενώ τα υπόλοιπα δεκαέξι θα συγκροτούνταν στην περιοχή από Λιβαδειά μέχρι και το Μέτσοβο. Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 134.2, 1947, 42983, Υπουργός Στρατιωτικών προς Αντιπρόεδρο Κυβερνήσεως, Νέα Υόρκη, 9 η Οκτωβρίου 1947 και Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.6, σσ. 468-469 και Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ., 12058/Α2(Ι-1), «Υπαγωγή Ταγμάτων Εθνοφρουράς Ηπείρου» 11 η Οκτωβρίου 1947. 1140 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./Α3/Ι, 12058, «Τάγματα Εθνοφρουράς», 31η Μαΐου 1948. 1141 Καθημερινή, 29η Νοεμβρίου 1947, «Ο κ. Παπαγεωργίου Επιθεωρητής της Εθνοφρουράς», σ. 4. 1142 Βλαντάς, ό.π., σσ. 287-288, Μαργαρίτης, ό.π., σ. 455 και Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 134.2, 1947, 42983, Υπουργός Στρατιωτικών προς Αντιπρόεδρο Κυβερνήσεως, Νέα Υόρκη, 9 η Οκτωβρίου 1947. 1143 Η Διμοιρία πολυβόλων στα Τάγματα της Εθνοφρουράς εντάχθηκε στη σύνθεσή τους στις αρχές του 1948, έπειτα από έντονες πιέσεις της στρατιωτικής ηγεσίας του Πεζικού προς τις Στρατιωτικές Αποστολές, καθώς θεωρούνταν ως η έσχατη λύση για την ενίσχυση της δύναμης πυρός των
408
Λόχους Μάχης με τέσσερις διμοιρίες έκαστος.1144 Με βάση τις συνθέσεις του Γ.Ε.Σ., κάθε τάγμα Εθνοφρουράς εξοπλίστηκε με είκοσι πέντε Bren, ενενήντα δύο Sten, έξι πιστόλια σηματοδοσίας και τριακόσια εβδομήντα πέντε τυφέκια.1145 Τα τάγματα της Εθνοφρουράς κατανεμήθηκαν ενταγμένα σε μεγαλύτερους σχηματισμούς στο σύνολο της Επικράτειας ως εξής: 1) Στην 81η Περιοχή με έδρα την Τρίπολη σχηματίσθηκαν δύο Τακτικά Στρατηγεία Εθνοφρουράς με τρία τάγματα Εθνοφρουράς έκαστο, α) το Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Σπάρτης με έδρα τη Σπάρτη, στο οποίο υπήχθησαν τα 13ο, 19ο, 20ό Τάγματα Εθνοφρουράς και β) το Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Πύργου με έδρα τον Πύργο στο οποίο υπήχθησαν τα 14ο, 21ο, 22ο Τάγματα Εθνοφρουράς. 2) Στη Διοίκηση Εθνοφρουράς Στερεάς με έδρα την Άμφισσα σχηματίσθηκαν δύο Τακτικά Στρατηγεία Εθνοφρουράς, α) το Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Λιβαδειάς με δύο τάγματα Εθνοφρουράς, το 1ο και το 4ο και β) το
Τακτικό
Στρατηγείο
Εθνοφρουράς
Άμφισσας
με
δύο
τάγματα
Εθνοφρουράς, το 2ο και το 3ο. Στο Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Άμφισσας υπήχθη επίσης και η 86η περιοχή η οποία είχε την έδρα της στο Αγρίνιο και στην οποία υπάγονταν τα 6ο, 9ο, 10ο Τάγματα Εθνοφρουράς. 3) Στη Διοίκηση Εθνοφρουράς Ορεινής Θεσσαλίας με έδρα την Καρδίτσα υπήχθησαν τα 11ο, 12ο, 15ο Τάγματα Εθνοφρουράς. 4) Στην 83η Περιοχή με έδρα το Βόλο υπήχθησαν τρία τάγματα Εθνοφρουράς. 5) Στο Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Τυρνάβου με έδρα τον Τύρναβο, υπήχθησαν τρία τάγματα, τα 26ο, 27ο, 28ο Τάγματα Εθνοφρουράς. 6) Στη Διοίκηση Εθνοφρουράς Θράκης με έδρα την Αλεξανδρούπολη υπήχθησαν έξι τάγματα, τα 35ο, 36ο, 37ο, 38ο, 39ο και 40ό Τάγματα Εθνοφρουράς. 7) Τα Τάγματα Εθνοφρουράς, που σχηματίσθηκαν στην Ήπειρο, την Κεντρική Μακεδονία και την Κρήτη διοικητικά υπήχθησαν στις Μεγάλες Μονάδες και τις ήδη υπάρχουσες Στρατιωτικές Διοικήσεις των περιοχών ευθύνης τους. Υπό κυβερνητικών δυνάμεων, έπειτα από την απόρριψη όλων των προηγούμενων υποβληθεισών προτάσεων. 1144 Ο Ελληνικός Στρατός κατά τον Αντισυμμοριακόν Αγώνα (1946-1949), ό.π., σ. 137. 1145 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./Φ.14619/Α3/ΙΙΙ, «Οπλισμός της Εθνοφρουράς», 3η Δεκεμβρίου 1947, Γ.Ε.Σ./Φ.14637/Α3/ΙΙΙ, «Πρακτικά συσκέψεως υπ’ αριθμό 4/48 της Ε.Δ.Ε.Υ.», 28 η Ιανουαρίου 1948, Γ.Ε.Σ./Φ.14638/Α3/ΙΙΙ, «Πρακτικά συσκέψεως υπ’ αριθμό 5/48 της Ε.Δ.Ε.Υ.», 4 η Φεβρουαρίου 1948, Γ.Ε.Σ./Φ.14637/Α3/ΙΙΙ, «Πρακτικά συσκέψεως υπ’ αριθμό 7/48 της Ε.Δ.Ε.Υ.», 25η Φεβρουαρίου 1948.
409
τις εντολές του Γ΄ Σώματος Στρατού ειδικότερα υπήχθησαν τα 30ό, 33ο, 34ο, 41ο, 42ο Τάγματα Εθνοφρουράς.1146 Τα πρώτα τάγματα Εθνοφρουράς επανδρώθηκαν με την πρόσκληση α) των εφέδρων οπλιτών της Βοιωτίας, Φθιώτιδας, Φωκίδας, Καρδίτσας, Τρικάλων και Ευρυτανίας των κλάσεων 1934-1936, β) των βοηθητικών εφέδρων αξιωματικών της Θεσσαλονίκης και της Ημαθίας των κλάσεων 1930 και 1932-1935, γ) των εφέδρων οπλιτών της Χαλκιδικής και της επαρχίας Νέστου των κλάσεων 1935-1937, δ) των εφέδρων οπλιτών της επαρχίας Λαγκαδά των κλάσεων 1934-1937, ε) των εφέδρων οπλιτών της Ξάνθης και της Ροδόπης των κλάσεων 1932-1937, στ) των εφέδρων οπλιτών του Νομού Έβρου των κλάσεων 1933-1937 και ζ) των εφέδρων οπλιτών της κλάσης του 1938 των ανωτέρω Επαρχιών και νομών.1147 Οι μονάδες της Εθνοφρουράς, δρώντας στον περιορισμένο χώρο των επαρχιών τους, ανέπτυξαν ιδιαίτερη σχέση και συνεργασία με τις μονάδες της Χωροφυλακής της περιοχής ευθύνης τους. Οι δυνάμεις της Χωροφυλακής με διαταγή του Γ.Ε.Σ. και του Α.Σ.Ε.Α. υπήχθησαν σε τακτικό επίπεδο υπό τις διαταγές των οικείων τους Διοικήσεων Εθνοφρουράς και επωμίστηκαν την ευθύνη του αποκλεισμού της κυκλοφορίας των ανταρτών καθώς και την κατοχή συγκεκριμένων σημείων στο πλαίσιο των πολεμικών επιχειρήσεων της Εθνοφρουράς, συνεχίζοντας όμως να είναι υπεύθυνες για την αστυνόμευση και για τη δίωξη των εγκληματιών και των ολιγομελών συμμοριών. Το Γ.Ε.Σ. και το Α.Σ.Ε.Α. είχαν ορίσει πως οι δυνάμεις της Χωροφυλακής στην επαρχία, οι οποίες ήταν υπό την ευθύνη της Εθνοφρουράς, σε περίπτωση επίθεσης, θα τίθεντο υπό τις διαταγές της Εθνοφρουράς, εφόσον βέβαια οι δυνάμεις της Εθνοφρουράς κρίνονταν ανεπαρκείς για να αντιμετωπίσουν τους αντάρτες. Οι μονάδες της Χωροφυλακής υποχρεώνονταν, όταν μάχονταν με την Εθνοφρουρά να ακολουθούν πιστά τις διαταγές της κατά τόπους Διοικήσεως Εθνοφρουράς και τους Στρατιωτικούς Κανονισμούς για την προβολή άμυνας.1148
1146
Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./12328/Α3/Ι, «Συγκρότησις Τακτικών Στρατηγείων Εθνοφρουράς», 28 η Νοεμβρίου 1947, Γ.Ε.Σ., 12058/Α2/Ι-1, «Συγκρότησις Ταγμάτων Εθνοφρουράς», Γ.Ε.Σ., 12328/Α3/Ι, «Συγκρότηση των κάτωθι Τακτικών Στρατηγείων Εθνοφρουράς υπό σύνθεσιν ΓΚΧ/ΝΔ/4/ι», Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.6, ό.π., σσ. 398-401, 422-425 και 439 και Ο Ελληνικός Στρατός κατά τον Αντισυμμοριακόν Αγώνα (1946-1949), ό.π., σ. 137. 1147 Καθημερινή, 26ης Σεπτεμβρίου 1947, «Προσκαλούνται έφεδροι των κλάσεων 1934-1936 διά τα πρώτα Τάγματα Εθνοφρουράς», σ. 5 και 28ης Οκτωβρίου 1947, «Πρόσκλησις Εφέδρων αξιωματικών και οπλιτών διά τα Τάγματα Εθνοφρουράς», σ. 6. 1148 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.6, ό.π., σσ. 416-418 και Βλαντάς, ό.π., σ. 288.
410
Η στρατιωτική ηγεσία σύντομα μετά τη συγκρότηση των ταγμάτων της Εθνοφρουράς επεδίωξε να αλλάξει το τακτικό δόγμα της Εθνοφρουράς για να αποστέλλει τα τάγματα της Εθνοφρουράς σε αποστολές και εκτός των ορίων των περιοχών ευθύνης τους. Όμως οι οπλίτες των ταγμάτων της Εθνοφρουράς αντέδρασαν έντονα στην προοπτική αλλαγής του δόγματός της. Μάλιστα οι αντιδράσεις των οπλιτών έφτασαν μέχρι του σημείου της άρνησης εκτέλεσης διαταγών, αν προβλεπόταν η κίνηση ή η δράση τους εκτός της περιοχής ευθύνης τους. Ως αποτέλεσμα η στρατιωτική ηγεσία, επιθυμώντας να τερματίσει τις αντιδράσεις των εθνοφρουρών, διευκρίνισε στις Διοικήσεις της Εθνοφρουράς πως οι μονάδες της Εθνοφρουράς, στην περίπτωση που χρειαζόταν να συμμετάσχουν σε συνδυασμένες επιχειρήσεις εκτός των επαρχιών τους, θα συμμετείχαν υπό την προϋπόθεση πως μετά τη λήξη της επιχείρησης, θα επανέρχονταν άμεσα στην επαρχία ευθύνης τους. Η στρατιωτική ηγεσία απέδωσε τις αντιδράσεις των οπλιτών των ταγμάτων της Εθνοφρουράς στις εξής αιτίες: α) στον τοπικισμό των εθνοφρουρών, β) στην επιθυμία τους να προστατεύσουν, λόγω του κλίματος ανασφάλειας, τις περιοχές τους από δυνητικές ανταρτικές απειλές, γ) στις πολιτικές παρεμβάσεις και δ) στις ίδιες τις διοικήσεις των ταγμάτων της Εθνοφρουράς, οι οποίες δεν είχαν τις μονάδες τους σε κατάσταση δράσης αλλά σε κατάσταση «στατικής σαπίλας», με αποτέλεσμα την επαύξηση των αντιπειθαρχικών κρουσμάτων, των λιποταξιών, την πτώση του ηθικού και της μαχητικότητας των μονάδων. Η στρατιωτική ηγεσία συνέστησε στις Διοικήσεις της Εθνοφρουράς να κάνουν κατανοητό στους στρατεύσιμους πως η ασφάλεια μιας επαρχίας ήταν απολύτως εξαρτημένη από την ασφάλεια και των γειτονικών της επαρχιών, ιδίως όταν αυτές ήταν ορμητήρια των ανταρτών, αλλά και να αντιμετωπίσουν με αποφασιστικότητα την απειθαρχία και τα φαινόμενα λιποταξίας, παραπέμποντας τους αντιδρώντες στα Στρατοδικεία και επιβάλλοντας αυστηρές ποινές.1149 Η επιθυμία της στρατιωτικής ηγεσίας να αξιοποιήσει τα τάγματα της Εθνοφρουράς και σε επιχειρήσεις εκτός των επαρχιών ευθύνης τους πήγαζε από το γεγονός πως στην Εθνοφρουρά είχαν επενδυθεί πολλοί πόροι και δεν κρινόταν αποδοτικό να παραμένουν τα τάγματα της Εθνοφρουράς σε περιοχές που δεν αντιμετώπιζαν πλέον προβλήματα Ασφαλείας και Τάξης, καθώς τα τάγματα
1149
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.6, ό.π., σσ. 466-467.
411
Εθνοφρουράς είχαν συγκροτηθεί για να πολεμούν όπου βρίσκονταν οι εχθροί και όχι για να τρέφονται σε ήσυχες και απαλλαγμένες από αντάρτες περιοχές. Η στρατιωτική ηγεσία προσδοκούσε πως με τη σταδιακή απόλυση των εφέδρων από τις τάξεις της Εθνοφρουράς θα διευκολυνόταν να τροποποιήσει σταδιακά το τακτικό δόγμα της Εθνοφρουράς, καθώς οι νέοι Εθνοφρουροί θα προέκυπταν από νεώτερες κλάσεις, ενώ είχαν ήδη παλιότερη πολεμική εμπειρία και κατά συνέπεια ήταν απαλλαγμένοι από τοπικιστικά σύνδρομα και αντιλήψεις που περιόριζαν τη μαχητικότητα και την πειθαρχία τους.1150 Όμως τα τάγματα Εθνοφρουράς στην αρχική φάση της συγκρότησής τους, αντίθετα από ό,τι πίστευε η στρατιωτική ηγεσία, δεν ήταν απολύτως αξιόμαχα και αδυνατούσαν να λάβουν μέρος σε επιχειρήσεις εκτός των περιφερειών τους. Η έκθεση που απέστειλε στο Α1 Γραφείο του Γ.Ε.Σ. ο Διοικητής του 6ου Τάγματος Εθνοφρουράς, το οποίο ανήκε στην 86η Περιοχή της Διοίκησης Εθνοφρουράς Στερεάς Ελλάδος, ήταν δηλωτική της πραγματικής μαχητικής κατάστασης των ταγμάτων Εθνοφρουράς. Ο Διοικητής του τάγματος ανέφερε πως το τάγμα είχε διαταχθεί να κινηθεί από την Πάτρα, όπου συγκροτήθηκε, στην Αιτωλοακαρνανία, χωρίς να συμπληρωθεί σε άνδρες και υλικό, πως οι αξιωματικοί και οι οπλίτες αγνοούσαν τη χρήση των νέων όπλων καθώς είχαν κάνει μόλις μία βολή με τυφέκιο και δεν πραγματοποίησαν καμία βολή με οπλοπολυβόλο, όλμο ή άλλο τύπο όπλου, πως οι δυνάμεις του τάγματος ήταν ασθενείς καθώς ογδόντα τέσσερις οπλίτες ήταν κομμουνιστές, εννέα ήταν βοηθητικοί και ακόμα τριάντα έπασχαν από διάφορα νοσήματα και επρόκειτο να απαλλαγούν της στράτευσης, πως δεν διέθετε οποιαδήποτε εφεδρεία και τέλος πως οι ασθενείς δυνάμεις του ήταν απλωμένες σε μία εκτεταμένη, δύσβατη και σε πολλά σημεία αδιάβατη περιοχή ευθύνης, η οποία εκτεινόταν από τη Δωρίδα μέχρι την Τριχωνίδα και από τη Ναυπακτία μέχρι το Διπλάτανο.1151 Η αρχική αδυναμία της Εθνοφρουράς να ανταποκριθεί στην αποστολή της ανάγκασε τη στρατιωτική ηγεσία, αν και διέθετε είκοσι οκτώ τάγματα Εθνοφρουράς στα τέλη του 1947, να μην αποδεσμεύσει τις στρατιωτικές μονάδες από τα καθήκοντα φρούρησης στις περιοχές ευθύνης των ταγμάτων Εθνοφρουράς. Η αδυναμία της Εθνοφρουράς έγινε αντιληπτή και στους Αμερικανούς, με αποτέλεσμα την αναβολή
1150 1151
Το ίδιο, σσ. 498. Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.7, ό.π., σ. 205.
412
όλων των επιθετικών ενεργειών του Στρατού κατά των ανταρτών μέχρι την ολοκλήρωση της συγκρότησης περισσοτέρων ταγμάτων Εθνοφρουράς.1152
1152
William, ό.π., σ. 44 και Σταθάκης, ό.π., σσ. 174-175.
413
Κεφάλαιο Δέκατο: Η ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΩΝ-Η ΚΟΡΥΦΩΣΗ ΤΗΣ ΔΡΑΣΗΣ ΤΟΥ Δ.Σ.Ε. ΚΑΙ Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΤΩΣΗΣ ΤΟΥ α) Οι νομοθετικές πρωτοβουλίες της Κυβέρνησης Σοφούλη το 1948 για την καταστολή της δράσης του Δ.Σ.Ε Η κυβερνητική παράταξη και το Κ.Κ.Ε. θεωρούσαν πως το 1948 θα ήταν καθοριστικό για την επίτευξη των στρατιωτικών και πολιτικών τους στόχων. Η Κυβέρνηση επιθυμούσε να συντρίψει τη βασική οργανωμένη δύναμη των ανταρτών στην περιοχή του Γράμμου και να εκκαθαρίσει την ηπειρωτική Χώρα, από τα γιουγκοσλαβικά και τα αλβανικά σύνορα έως και τον Κορινθιακό. Το Κ.Κ.Ε. από την πλευρά του επιθυμούσε να επιτύχει την εξάρθρωση και τη φθορά του κυβερνητικού στρατιωτικού μηχανισμού προκειμένου να εξαπολύσει την τελική αντεπίθεσή του για να συντρίψει τις κυβερνητικές δυνάμεις ή να εξαναγκάσει την Κυβέρνηση σε συνθηκολόγηση. Η κυβερνητική παράταξη και το Κ.Κ.Ε., εν αναμονή των πολεμικών επιχειρήσεων της άνοιξης του 1948, όταν θα καθίστατο εφικτή η επανέναρξή τους, προχώρησαν στη μέγιστη στρατιωτική προπαρασκευή για να αξιοποιήσουν το σύνολο των δυνάμεών τους και να εκμεταλλευτούν τα τρωτά σημεία του αντιπάλου. Οι κυβερνητικές δυνάμεις στις αρχές του 1948 αναθεώρησαν το δόγμα εκτέλεσης των στρατιωτικών επιχειρήσεων, το οποίο προέβλεπε την ύπαρξη προειλημμένων χρονικών περιόδων τριών έως έξι ημερών για την υλοποίηση κάθε φάσης και μετά την υπέρβαση αυτού του χρονικού ορίου, την απαγκίστρωση και την επιστροφή των δυνάμεων πίσω στις αφετηρίες τους, ώστε να μη μένουν τα αστικά κέντρα επί μακρό, απροστάτευτα έναντι πιθανών ανταρτικών επιθέσεων. Το ανωτέρω δόγμα οδηγούσε συχνά σε διακοπή των επιχειρήσεων κατά τη φάση της εξέλιξής τους, επιτρέποντας στους αντάρτες να αποφεύγουν την περικύκλωση και την εξόντωση. Οι κυβερνητικές δυνάμεις το 1948 διέθεταν όμως πλέον τα τάγματα Εθνοφρουράς, επιτρέποντας στον Στρατό να συνεχίσει χωρίς χρονικούς περιορισμούς την καταδίωξη, την εξολόθρευση και την κατάληψη των καταφυγίων των ανταρτών.1153 Το Κ.Κ.Ε. το 1947 και το 1948 έστρεψε τις αστικές οργανώσεις του σε θεαματικά τρομοκρατικά χτυπήματα. Το εντυπωσιακότερο χτύπημα των αστικών
1153
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.6, ό.π., σσ. 192, 276-277, 288 και Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 281.
414
οργανώσεων του Κ.Κ.Ε. το 1947 ήταν η επίθεση κατά του λεωφορείου της Αεροπορίας στη Θεσσαλονίκη και το 1948 η δολοφονική επίθεση της 1ης Μαΐου, ημέρα Μεγάλου Σάββατου, όταν η οργάνωση «Στενή Αυτοάμυνα» σκότωσε τον Υπουργό Δικαιοσύνης, Χρ. Λαδά. Η επίθεση πραγματοποιήθηκε με τη ρίψη χειροβομβίδας τύπου «Μίλλς» κατά του αυτοκινήτου του Υπουργού Δικαιοσύνης Χρ. Λαδά, τη στιγμή της αποχώρησης από την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου Καρύτση. Δράστης της επίθεσης ήταν ο είκοσι δύο χρονών Ευστράτιος Μουτσογιάννης, ο οποίος συνελήφθη, ανακρίθηκε και αποκάλυψε τους συντρόφους του, οι οποίοι συνελήφθησαν από τη Γενική Ασφάλεια.1154 Η δολοφονία του Λαδά προκάλεσε την κυβερνητική αντεκδίκηση με μία χωρίς προηγούμενο αύξηση των εκτελέσεων των ποινών των καταδικασθέντων σε θάνατο κομμουνιστών. Η αύξηση εκείνη αποδόθηκε από την Κυβέρνηση, διά του πρωθυπουργού Σοφούλη, σε συνέντευξη που έδωσε στο Ρόιτερ την 7η Μαΐου, σε ειλημμένη απόφαση του Υπουργείου Δικαιοσύνης να προχωρήσει στην «εκκαθάριση» των δικογραφιών των καταδικασθέντων σε θάνατο που δεν εκτελεσθεί.
είχαν ακόμα
1155
Η δολοφονία του Λαδά και η γενικότερη κορύφωση της σύγκρουσης μεταξύ της Κυβέρνησης και του Κ.Κ.Ε. το 1948 ανάγκασε την κυβέρνηση Σοφούλη να κηρύξει την περιοχή της πρώην Διοικήσεως Πρωτευούσης σε κατάσταση πολιορκίας. Η κήρυξη της κατάστασης πολιορκίας πραγματοποιήθηκε την 1η Μαΐου 1948 με την έκδοση Βασιλικού Διατάγματος, το οποίο επικυρώθηκε την 8η Μαΐου 1948 με το Ψήφισμα ΝΣΤ΄ της Δ΄ Αναθεωρητικής Βουλής. Το Ψήφισμα ΝΣΤ΄ έθεσε σε ισχύ στην πρώην Διοίκηση Πρωτευούσης τον Νόμο ΔΞΘ΄ του 1912 «περί καταστάσεως πολιορκίας» και οδήγησε στην άμεση αναστολή των άρθρων 5, 6, 10, 11, 12, 14, 20 και 95 του Συντάγματος του 1911.1156 Η κατάσταση πολιορκίας επεκτάθηκε αργότερα από την κυβέρνηση Σοφούλη και στην Πελοπόννησο με το Βασιλικό Διάταγμα της 25ης Οκτωβρίου 1948, «περί κηρύξεως εις κατάστασιν πολιορκίας της περιοχής της Πελοποννήσου» και σε
1154
Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π., σ. 240. Κολιόπουλος, Λεηλασία Φρονημάτων, τόμ.2, ό.π., σ. 240 και Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 291. 1156 Φ.Ε.Κ. 111, Βασιλικό Διάταγμα, 1 ης Μαΐου 1948, «περί κηρύξεως εις κατάστασιν πολιορκίας της περιοχής της τέως Διοικήσεως Πρωτευούσης» και Φ.Ε.Κ. 133, Ψήφισμα ΝΣΤ΄ της 8 ης Μαΐου 1948, «περί κηρύξεως εις κατάστασιν πολιορκίας της περιοχής της πρώην Διοικήσεως Πρωτευούσης». 1155
415
ολόκληρη την Επικράτεια με το Βασιλικό Διάταγμα της 30ής Οκτωβρίου 1948 «περί κηρύξεως εις κατάστασιν πολιορκίας ολοκλήρου της Επικράτειας».1157 Η Χωροφυλακή πάλι, καθώς προωθούνταν η ολοκλήρωση της απόλυσης των υπηρετούντων
χωροφυλάκων
άνευ
θητείας
των
Ανωτέρων
Διοικήσεων
Χωροφυλακής Στερεάς Ελλάδας, Κεντρικής Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις αρχές του Ιανουαρίου 1948 και η ολοκλήρωση της απόλυσης των υπηρετούντων χωροφυλάκων άνευ θητείας των Ανωτέρων Διοικήσεων Χωροφυλακής της Δυτικής Μακεδονίας, Δυτικής Ελλάδας και Πελοποννήσου μέχρι τον Φεβρουάριο, εισήλθε σε φάση καλύτερης οργάνωσης και κατανομής των δυναμικού της.1158 Η πεισματική άρνηση της A.M.A.G να διαθέσει πιστώσεις για τη δημιουργία νέων μαχητικών μονάδων της Χωροφυλακής ανάγκασε την κυβέρνηση να αλλάξει τον τρόπο συγκρότησης και συντήρησης των ταγμάτων Χωροφυλακής. Η νέα φιλοσοφία προκύπτει χαρακτηριστικά από το Βασιλικό Διάταγμα της 25ης Φεβρουαρίου 1948 «περί οργανώσεως Τάγματος Χωροφυλακής εν Πάτραις».1159 Το παραπάνω εκδόθηκε κατ’ εφαρμογή της εξουσιοδότησης του άρθρου 4 του Νόμου 505/1947 «περί επιβολής οικονομικών βαρών διά την καταστολή της εν Ευβοία ανταρσίας»,1160 ο οποίος όριζε πως οι τοπικές κοινωνίες κάλυπταν τις δαπάνες ίδρυσης και συντήρησης ταγμάτων Εθνοφρουράς. Το Νομοθετικό Διάταγμα 686 της 8ης Μαΐου 1948 «περί τροποποιήσεως του Νόμου 505/1947 περί επιβολής οικονομικών βαρών διά την καταστολή της εν Ευβοία ανταρσίας» τροποποίησε τον Νόμο 505/1947 εξουσιοδοτώντας τον Υπουργό Στρατιωτικών να συγκροτεί πλέον τοπικά τάγματα Χωροφυλακής των οποίων οι δαπάνες ίδρυσης και συντήρησης θα βάρυναν τις τοπικές κοινωνίες. Η δημοσίευση του Βασιλικού Διατάγματος της 25ης Φεβρουαρίου ήταν όμως παράδοξη και αντικοινοβουλευτική, αφού δημοσιεύτηκε πριν από την ψήφιση του
1157
Φ.Ε.Κ 278, Βασιλικό Διάταγμα, 25 ης Οκτωβρίου 1948, «περί κηρύξεως εις κατάστασιν πολιορκίας της περιοχής Πελοποννήσου» και Φ.Ε.Κ. 281, Βασιλικό Διάταγμα, 30 ής Οκτωβρίου 1948, «περί κηρύξεως εις κατάστασιν πολιορκίας της περιοχής ολοκλήρου της Επικράτειας». 1158 Δασκαλάκης, ό.π., σ. 600. 1159 Φ.Ε.Κ. 51, Βασιλικό Διάταγμα της 25ης Φεβρουαρίου 1948, «περί οργανώσεως Τάγματος Χωροφυλακής εν Πάτραις». 1160 Η πορεία του Νόμου 505/1947 είναι παράδοξη. Το νομοσχέδιο αν και εγκρίθηκε κανονικά από Κοινοβουλευτική Επιτροπή επί της Δημοσίας Τάξης, την 28 η Νοεμβρίου 1947, και ήταν έτοιμο προς συζήτηση και ψήφιση στην Ολομέλεια, ύστερα από αίτημα της Κυβέρνησης διά του Αντιπροέδρου της αποσύρθηκε, καθώς ζητήθηκε η αναβολή της συζήτηση και της ψήφιση για να ενημερωθεί η Κυβέρνηση περί του περιεχομένου του. Το νομοσχέδιο εγκρίθηκε τελικά από την Ολομέλεια της Βουλής στα μέσα του Δεκέμβρη, μετά περίπου ένα μήνα.
416
Νόμου 505/1947 και την έγκριση του Νομοθετικού Διατάγματος 686/1948 που εξουσιοδοτούσαν την έκδοση του.1161 Το Βασιλικό Διάταγμα της 25ης Φεβρουαρίου 1948 προέβλεπε τη συγκρότηση τάγματος Χωροφυλακής στην Αχαΐα με έδρα την Πάτρα, παρατακτική δύναμη τετρακοσίων ανδρών και περιοχή ευθύνης αποκλειστικά το σύνολο της Διοίκησης Χωροφυλακής Αχαΐας εκτός της περιοχής του Αιγίου, καθώς απαγορευόταν να δράσει εκτός του Νομού Αχαΐας. Οι οπλίτες του τάγματος προβλεπόταν πως θα ήταν χωροφύλακες άνευ θητείας, οι οποίοι θα κατατάσσονταν και θα απολύονταν με μέριμνα της οικείας Διοίκησης Χωροφυλακής. Οι αξιωματικοί του τάγματος προβλεπόταν πως θα διατίθεντο από το Υπουργείο Δημοσίας Τάξεως. Το διάταγμα προέβλεπε επίσης πως οι δαπάνες εφοδιασμού, συντήρησης, στέγασης, κίνησης, τροφοδοσίας και μισθοδοσίας του τάγματος θα καλύπτονταν από τη Νομαρχιακή Επιτροπή της Αχαΐας και πως ο αναγκαίος οπλισμός θα διατίθετο από το Υπουργείο Δημοσίας Τάξεως. Το διάταγμα προέβλεπε πως με απόφαση του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως θα μπορούσε να ενισχυθεί και με τεθωρακισμένα και μηχανοκίνητα μέσα, των οποίων τη δαπάνη συντήρησης και επισκευής θα κάλυπτε η Νομαρχιακή Επιτροπή του Νομού. Το διάταγμα όρισε ακόμη πως η Νομαρχιακή Επιτροπή για να καλύψει τις ανωτέρω δαπάνες, θα μπορούσε να αξιοποιήσει τους εξής πόρους: α) τα ενεργητικά υπόλοιπα των προϋπολογισμών των Δήμων και Κοινοτήτων της περιφέρειας του τάγματος, μετά την αφαίρεση των δαπανών συντήρησης των Δήμων και την εκπλήρωση των ανειλημμένων υποχρεώσεών τους, β) τα έσοδα από την επιβολή εισφοράς πεντακοσίων δραχμών σε κάθε εισιτήριο Κινηματογράφου και Θεάτρου, που λειτουργούσαν στην περιφέρεια του τάγματος, γ) τα έσοδα από την επιβολή εισφοράς 1% επί του τρέχοντος τιμήματος των παραγομένων στην περιφέρεια του τάγματος βιομηχανικών προϊόντων, δ) τα έσοδα από την επιβολή εισφοράς πεντακοσίων δραχμών σε κάθε κιλό μπίρας, που πωλούνταν στα καταστήματα πώλησης μπίρας της περιφέρειας του τάγματος, με το ποσό αυτό να τίθεται ως επιβάρυνση στον καταναλωτή και ε) τα έσοδα από την επιβολή εισφοράς εκατό δραχμών σε κάθε εισιτήριο λεωφορείου αστικών γραμμών και πεντακοσίων δραχμών σε κάθε εισιτήριο υπεραστικού λεωφορείου, που ξεκινούσε από την πρωτεύουσα της 1161
Φ.Ε.Κ. 289, Νόμος 505 της 20ηΔεκεμβρίου 1947, «περί επιβολής οικονομικών βαρών διά την καταστολή της εν Ευβοία ανταρσίας» και Φ.Ε.Κ. 133, Νομοθετικό Διάταγμα 686 της 8 ης Μαΐου 1948, «περί τροποποιήσεως του Νόμου 505/1947 περί επιβολής οικονομικών βαρών δια την καταστολή της εν Ευβοία ανταρσίας».
417
περιφέρειας του τάγματος. Το διάταγμα όρισε πως η βεβαίωση και είσπραξη των ανωτέρω πόρων ανατίθεντο στις φοροεισπρακτικές υπηρεσίες του Δήμου Πατρών. Η Νομαρχιακή Επιτροπή εξουσιοδοτήθηκε να εισπράττει, να διαχειρίζεται και να επιβάλλει, υπό μορφή εράνου, μηνιαία εισφορά στα φυσικά και νομικά πρόσωπα, τα οποία ασκούσαν στο πλαίσιο της περιφέρειας αξιόλογες εμπορικές, τραπεζικές και βιομηχανικές δραστηριότητες, και σε όλους τους Δήμους και τις Κοινότητες της Περιφέρειας. Οι Δήμοι και οι Κοινότητες όφειλαν εντός πέντε ημερών από την επιβολή της μηνιαίας εισφοράς να το μετακυλήσουν και να το κατανείμουν στους εύπορους δημότες και ετεροδημότες που κατοικούσαν μόνιμα στα όριά τους. Το διάταγμα όρισε τέλος πως οι αποφάσεις της Νομαρχιακής Επιτροπής, των Δημοτικών και Κοινοτικών Συμβουλίων ήταν άμεσα εκτελεστές, ενώ οι εισφορές εισπράττονταν από τα κατά τόπους Δημόσια Ταμεία και τα έσοδα κατατίθεντο στο κατά τόπους κεντρικό Υποκατάστημα της Εθνικής Τράπεζας, εν ονόματι της Επιτροπής. Οι Νομαρχιακές Επιτροπές αποτελούνταν από τον Νομάρχη, ο οποίος εκτελούσε και καθήκοντα Προέδρου της Επιτροπής, τον Πρόεδρο και τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών, τον Διοικητή Χωροφυλακής, τους Διευθυντές των Υποκαταστημάτων της Τράπεζας της Ελλάδος, της Εθνικής και της Αγροτικής, τον Πρόεδρο του Εμποροβιομηχανικού Επιμελητηρίου, τον Πρόεδρο του Εργατικού Κέντρου, τον Πρόεδρο της Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών, τον Δήμαρχο της Πρωτεύουσας της περιφέρειας του τάγματος και από δύο Κοινοτάρχες της περιοχής ευθύνης του Τάγματος, οι οποίοι ορίζονταν από τον Νομάρχη. Η Νομαρχιακή Επιτροπή ήταν υπεύθυνη, με τους πόρους που εισέπραττε, να καταβάλλει τη μισθοδοσία του τάγματος, με βάση τις μισθολογικές καταστάσεις του τάγματος, όπως αυτές θεωρούνταν από τον Διοικητή της κατά τόπους Χωροφυλακής. Οι μηνιαίες απολαβές των ανδρών του τάγματος προσδιορίζονταν σε τετρακόσιες ογδόντα χιλιάδες δραχμές για τους ενωμοτάρχες, σε τετρακόσιες πενήντα χιλιάδες για τους υπενωμοτάρχες και σε τετρακόσιες χιλιάδες δραχμές για τους χωροφύλακες. Στις μηνιαίες αυτές απολαβές προστίθετο επίσης ημερήσια δαπάνη συσσιτίου έξι χιλιάδων δραχμών για κάθε υπηρετούντα. Το διάταγμα όρισε πως τόσο οι μηνιαίες απολαβές των ανδρών του τάγματος όσο και οι ημερήσιες δαπάνες σίτισης δεν ήταν δεσμευτικές για το Κράτος και μπορούσαν να αυξομειωθούν με την έκδοση Κοινής Υπουργικής Απόφασης του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Δημοσίας Τάξης. 418
Οι απολυόμενοι άνδρες του τάγματος λόγω λήξης θητείας ή ακαταλληλότητας ή διάλυσης του τάγματος δεν δικαιούνταν κανενός είδους αποζημίωση, πέραν του πλήρους μισθού και του επιδόματος σίτισης του μήνα απολύσεώς τους. Οι καταταγέντες οπλίτες υπάγονταν στις ποινικές, πειθαρχικές και συνταξιοδοτικές διατάξεις, στις οποίες υπάγονταν και οι χωροφύλακες άνευ θητείας. Το Βασιλικό Διάταγμα όρισε πως, σε περίπτωση διάλυσης του τάγματος, τα αδιάθετα ποσά που θα είχαν εισπραχθεί από τη Νομαρχιακή Επιτροπή θα διατίθεντο με απόφαση του οικείου Νομάρχη για κοινωφελή έργα στην περιοχή ευθύνης του διαλυθέντος Τάγματος.1162 Η ισχύς του Νόμου 505/1947 επεκτάθηκε σε ευρύτατα τμήματα της Επικράτειας με τα Βασιλικά Διατάγματα της 8ης Σεπτεμβρίου 1948, «περί επεκτάσεως των Διατάξεων του Νόμου 505/1947 "περί επιβολής οικονομικών βαρών διά την καταστολή της εν Ευβοία ανταρσίας", ως ετροποποιήθη μεταγενεστέρως και εις τον Νομόν Ιωαννίνων, Πρεβέζης, Θεσπρωτίας, Κεφαλληνίας, Άρτης, Αιτωλοακαρνανίας, Πέλλης, Αττικής, Μεσσήνης, Ηλείας, Φθιώτιδας, Βοιωτίας, Λακωνίας, Ροδόπης, Αρκαδίας και στην Επαρχία Άργους»,1163και με τα Βασιλικά Διατάγματα της 10ης Ιανουαρίου 1949, «περί επεκτάσεως των Διατάξεων του Νόμου 505/1947 "περί επιβολής οικονομικών βαρών διά την καταστολή της εν Ευβοία ανταρσίας", ως ετροποποιήθη μεταγενεστέρως και εις τον Νομόν Σερρών, Ημαθίας, Καβάλας, Τρικάλων, Κιλκίς, Θεσσαλονίκης, Λάρισας, Χαλκιδικής, Κοζάνης, Καρδίτσας και Φλώρινας» και με το Βασιλικό Διάταγμα της 24ης Δεκεμβρίου 1948, «περί επεκτάσεως των Διατάξεων του Νόμου 505/1947 "περί επιβολής οικονομικών βαρών διά την καταστολή της εν τη Ευβοία ανταρσία", ως ετροποποιήθη μεταγενεστέρως και εις τον Νομό Φωκίδος»1164ως αποτέλεσμα της αυξανόμενης έντασης της εμφύλιας σύγκρουσης. Ο Νόμος 505/1947 επεκτάθηκε με Βασιλικά Διατάγματα και στη 1162
Φ.Ε.Κ. 51, Βασιλικό Διάταγμα, 25η Φεβρουαρίου 1948, «περί οργανώσεως Τάγματος Χωροφυλακής εν Πάτραις». 1163 Φ.Ε.Κ. 224 και 225, Βασιλικό Διάταγμα, 8 ης Σεπτεμβρίου 1948, «περί επεκτάσεως των Διατάξεων του Νόμου 505/1947 “περί επιβολής οικονομικών βαρών διά την καταστολή της εν Ευβοία ανταρσίας”, ως ετροποποιήθη μεταγενεστέρως και εις τον Νομόν Ιωαννίνων, Πρεβέζης, Θεσπρωτίας, Κεφαλληνίας, Άρτης, Αιτωλοακαρνανίας, Πέλλης, Αττικής, Μεσσήνης, Ηλείας, Φθιώτιδας, Βοιωτίας, Λακωνίας, Ροδόπης, Αρκαδίας και στην Επαρχία Άργους». 1164 Φ.Ε.Κ. 5 και 6, Βασιλικό Διάταγμα, 25 η Φεβρουαρίου 1948, «περί επεκτάσεως των Διατάξεων του Νόμου 505/1947 "περί επιβολής οικονομικών βαρών διά την καταστολή της εν Ευβοία ανταρσίας", ως ετροποποιήθη μεταγενεστέρως και εις τον Νομόν Σερρών, Ημαθίας, Τρικάλων, Κιλκίς, Θεσσαλονίκης, Λάρισας, Χαλκιδικής, Κοζάνης, Κοζάνης, Φλώρινας» και Φ.Ε.Κ 323, Βασιλικό Διάταγμα, 24 η Δεκεμβρίου 1948, «περί επεκτάσεως των Διατάξεων του Νόμου 505/1947 "περί επιβολής οικονομικών βαρών διά την καταστολή της εν τη Ευβοία ανταρσία", ως ετροποποιήθη μεταγενεστέρως και εις τον Νομό Φωκίδος».
419
συγκρότηση σχηματισμών μικρότερων του τάγματος, όπως οι διλοχίες και οι λόχοι για τις περιοχές της Ξάνθης, Δράμας, Βόλου, Αιγίου, Χίου, Φωκίδας και αλλού.1165 Η κυβέρνηση Σοφούλη κατά τη διάρκεια του 1948 προσπάθησε να ρυθμίσει νομοθετικά καθημερινά φλέγοντα ζητήματα του προσωπικού της Χωροφυλακής. Η καταστροφή ή η απώλεια των αρχείων της Χωροφυλακής και των Στρατολογικών Γραφείων ήταν ένα από αυτά, καθώς δυσχέραινε τον υπολογισμό της στρατιωτικής υπηρεσίας των ανδρών και δημιουργούσε προβλήματα στη συνταξιοδότηση, τη μισθολογική εξέλιξη και στις προαγωγές τους. Η Κυβέρνηση με τον Νόμο 727/1948, «περί συμπληρώσεως ελλειπουσών μεταβολών στρατιωτικής υπηρεσίας Στρατιωτικών της Χωροφυλακής» προσπάθησε να το επιλύσει με τις ένορκες βεβαιώσεις των αξιωματικών και υπαξιωματικών της Χωροφυλακής, οι οποίοι διετέλεσαν άμεσοι ή έμμεσοι προϊστάμενοι στελέχους της Χωροφυλακής, για το οποίο δεν υπήρχαν στοιχεία για εκείνη την περίοδο της στρατιωτικής του υπηρεσίας.1166 Η ύπαρξη μεγάλου αριθμού έφεδρων υπαξιωματικών και ανθυπασπιστών στις τάξεις της Χωροφυλακής προκαλούσε την ανησυχία της ηγεσίας του Υπουργείου Δημοσίας Τάξης για την κάλυψη του κενού που θα άφηναν όταν η στρατιωτική και πολιτική κατάσταση στη Χώρα θα σταθεροποιούνταν, αλλά και την ανησυχία των ίδιων των έφεδρων για τις επαγγελματικές τους προοπτικές στη μετεμφυλιακή περίοδο. Η Κυβέρνηση με τον Νόμο 728/1948, «περί μονιμοποιήσεως εφέδρων ανθυπασπιστών Χωροφυλακής» προσπάθησε να το επιλύσει, ορίζοντας πως οι έφεδροι υπαξιωματικοί του Στρατού, οι οποίοι είχαν καταταγεί ως άνευ θητείας ενωμοτάρχες και είχαν προαχθεί επ’ ανδραγαθία σε έφεδρους ανθυπασπιστές ή ανθυπομοίραρχους,
μπορούσαν
να
μονιμοποιηθούν
σε
ανθυπασπιστές
ή
ανθυπομοίραρχους αν διέθεταν απολυτήριο τουλάχιστον της Β΄ Τάξης εξατάξιου Γυμνασίου.1167 Η σημαντικότερη νομοθετική ρύθμιση της Κυβέρνησης Σοφούλη για τους υπηρετήσαντες στις Ένοπλες Δυνάμεις και τη Χωροφυλακή ήταν ο Νόμος 751 της 10ης Αυγούστου 1948 «περί προστασίας των απολυομένων εκ των υπηρετούντων ή υπηρετησάντων εις τας τάξεις του Στρατού κατά την διάρκειαν της παρούσης κατά του 1165
Φ.Ε.Κ. 27, Βασιλικό Διάταγμα, 3 ης Φεβρουαρίου 1948, «περί οργανώσεως Διλοχίας Χωροφυλακής Αιγίου» και «περί οργανώσεως Τάγματος Χωροφυλακής Ξάνθης», Φ.Ε.Κ. 91, Βασιλικό Διάταγμα, 16 η Απριλίου 1948, «περί οργανώσεως Τάγματος Χωροφυλακής εν Βόλω» και Δασκαλάκης, ό.π., σ. 601. 1166 Φ.Ε.Κ. 179, Νόμος 727 της 10ης Ιουλίου 1948, «περί συμπληρώσεως ελλειπουσών μεταβολών στρατιωτικής υπηρεσίας Στρατιωτικών της Χωροφυλακής». 1167 Φ.Ε.Κ. 179, Νόμος 727 της 10ης Ιουλίου 1948, «περί μονιμοποιήσεως εφέδρων ανθυπασπιστών Χωροφυλακής».
420
έθνους συμμοριακής δράσεως», το οποίο προέβλεπε ένα ευρύ πλέγμα κοινωνικής προστασίας για τους στρατευθέντες και τις οικογένειές τους με την προσφορά εργασίας αντί της αντιπαραγωγικής αποσπασματικής επιδοματικής πολιτικής, που είχε ακολουθηθεί έως τότε. Ο Νόμος 751/1948 όριζε πως οι υπηρετούντες ή υπηρετήσαντες στις Ένοπλες Δυνάμεις ή στη Χωροφυλακή, οι χήρες μητέρες, οι χήρες σύζυγοι, οι ορφανές από πατέρα αδελφές στρατευθέντων, που έχασαν την ζωή τους κατά τη διάρκεια του αγώνα κατά των «συμμοριτών» ή πέθαναν εξαιτίας τραυματισμού κατά τη θητεία τους ή εξαιτίας των κακουχιών της εκστρατείας προσλαμβάνονταν υποχρεωτικά σε Δημόσιες, Δημοτικές και Κοινοτικές Υπηρεσίες, σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου ή Ιδιωτικού Δικαίου, σε κάθε επιχείρηση οιοσδήποτε μορφής και τύπου καθώς και στα πάσης φύσεως τραπεζικά και κοινωφελή ιδρύματα, εφόσον ήταν αποδεδειγμένα άποροι, δεν λάμβαναν σύνταξη ανώτερη των δύο χιλιάδων πεντακοσίων δραχμών από το Δημόσιο ή από Οργανισμό ή από Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου ή Ιδιωτικού Δικαίου και ήταν άνεργοι. Οι Δημόσιες Υπηρεσίες υποχρεώνονταν να προσλάβουν άτομα από τις ανωτέρω κατηγορίες, όταν θα είχαν κενές οργανικές θέσεις και όταν θα ήρετο η προσωρινή αναστολή του διορισμού κάθε είδους προσωπικού που η Κυβέρνηση είχε θέσει με τον Νόμο «περί περιορισμού του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων». Η πρόσληψη-διορισμός θα εκτελούνταν από τα Γραφεία Ευρέσεως Εργασίας, τα οποία θα λάμβαναν σχετικές οδηγίες από το νεοσχηματισθέν Ειδικό Γραφείο Προστασίας των απολυομένων των τάξεων του Στρατού της Διευθύνσεως Ανεργίας του Υπουργείου Εργασίας. Ο Νόμος 751/1948 όρισε πως οι επιθυμούντες να κάνουν χρήση των διατάξεων του Νόμου όφειλαν να καταθέσουν στα Γραφεία Ευρέσεως Εργασίας και στα Τοπικά Συμβούλια Προστασίας των απολυομένων των τάξεων του Στρατού τα δικαιολογητικά τους μεταξύ των οποίων και το Πιστοποιητικό Νομιμοφροσύνης, το οποίο θα λάμβαναν από τις κατά τόπους Αστυνομικές Αρχές. Η πρόβλεψη του Νόμου για την προσκόμιση του Πιστοποιητικού Νομιμοφροσύνης οφειλόταν στην επιθυμία της Κυβέρνησης να αποτρέψει τους κομμουνιστές ή τις οικογένειές τους να κάνουν χρήση των ευεργετικών διατάξεων του Νόμου.1168
1168
Φ.Ε.Κ. 201, Νόμος 751 της 10ης Αυγούστου 1948, «περί προστασίας των απολυομένων εκ των υπηρετούντων ή υπηρετησάντων εις τας τάξεις του Στρατού κατά την διάρκειαν της παρούσης κατά του έθνους συμμοριακής δράσεως».
421
Η Κυβέρνηση Σοφούλη κλήθηκε το 1948 να αντιμετωπίσει το μείζον ζήτημα του ρυθμού συρρίκνωσης της Χωροφυλακής στις είκοσι δύο χιλιάδες άνδρες, που είχε συμφωνηθεί με την A.M.A.G. Ο Υπουργός Δημοσίας Τάξεως, Κ. Ρέντης, έπειτα από διαπραγματεύσεις με την A.M.A.G κατέληξε την 15η Μαΐου 1948 σε συμφωνία, η οποία προέβλεπε πως με τη διαδοχική διάλυση και απόλυση ανδρών των μονάδων της Χωροφυλακής, στα τέλη Μαΐου θα υπηρετούσαν είκοσι πέντε χιλιάδες, την 1η Ιουλίου θα υπηρετούσαν είκοσι τρεις χιλιάδες εξακόσιοι άνδρες και την 1η Σεπτεμβρίου θα επιτυγχάνονταν η επιθυμητή οροφή των είκοσι δύο χιλιάδων ανδρών και θα επερχόταν η σταθεροποίηση της οροφής του Σώματος. Η συμφωνία της 15ης Μαΐου του Κ. Ρέντη με την A.M.A.G προκάλεσε την αντίδραση του αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Κ. Τσαλδάρη και βουλευτών της Πελοποννήσου, της Στερεάς Ελλάδας και της Σάμου των οποίων οι περιφέρειες χειμάζονταν από τη δράση των ανταρτών. Οι αντιδράσεις εκείνες όμως δεν άλλαξαν την ουσία της απόφασης και το μόνο που επετεύχθη ήταν να διατηρηθούν με αποκλειστικά ελληνικούς οικονομικούς πόρους για μερικούς μήνες κάποια επιπλέον μεταβατικά αποσπάσματα της Χωροφυλακής στις επαρχίες των βουλευτών οι οποίοι αντέδρασαν.1169 β) Οι πολιτικό-στρατιωτικές εξελίξεις του 1948, η αρχή της συντριβής του Δ.Σ.Ε Το Συμβούλιο Αρχηγών των Γενικών Επιτελείων των Η.Π.Α την 31η Δεκεμβρίου 1947 αποφάσισε την συγκρότηση της Αμερικανικής Στρατιωτικής Συμβουλευτικής και Προγραμματικής Ομάδας (JUSMAPG). Η απόφαση συγκρότησης
της JUSMAPG στα πλαίσια της υλοποίησης των προτάσεων της έκθεσης του υποστράτηγου Chamberlin, για την παροχή συμβουλευτικής συνδρομής στην ελληνική στρατιωτική ηγεσία σε επιχειρησιακά θέματα, οδήγησε στην δημιουργία του μηχανισμού αμερικανικής παρέμβασης στον ελληνικό Στρατό. Η απόφαση του Συμβούλιου Αρχηγών των Γενικών Επιτελείων των Η.Π.Α προέβλεπε, πως η AMAG και η JUSMAPG διοικητικά προΐστατο της USAGG, η οποία θα συνέχιζε να εκτελεί την αποστολή της. Η διοίκηση της JUSMAPG αρχικά δόθηκε στον Livesay, ο οποίος παράλληλα διατήρησε και την διοίκηση της USAGG. Αποστολή της JUSMAPG ήταν να βοηθήσει τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις να επιβάλουν την τάξη, παρέχοντάς
1169
Δασκαλάκης, ό.π., σ. 600.
422
τους συμβουλές σχετικά με τις επιχειρήσεις και τον εφοδιασμό. Οι συμβουλευτικές ομάδες της JUSMAPG ήταν προσαρτημένες στην 1η Στρατιά, στα τρία Σώματα Στρατού και στις εφτά μεραρχίες. Τα καθήκοντα των συμβουλευτικών ομάδων της JUSMAPG ήταν η παρακολούθηση της στρατιωτικής κατάστασης της περιοχής τους, η παροχή σε συνεργασία με τα μέλη της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής συμβουλών για τις επιχειρήσεις και τον εφοδιασμό, η ενημέρωση του Αρχηγού της JUSMAPG για τα διοικητικά και επιχειρησιακά θέματα των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων και η επεξεργασία προτάσεων σχετικά με αλλαγές στην οργάνωση και την εκπαίδευση των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων.1170 Οι αυξημένες δυνατότητες παρέμβασης της JUSMAPG στην λήψη αποφάσεων της ελληνικής στρατιωτικής ηγεσίας παρουσιάστηκαν αμέσως μετά την άφιξη του Van Fleet1171. Ο Van Fleet αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του άσκησε
στην
ελληνική
στρατιωτική
ηγεσία
ισχυρότατες
πιέσεις
για
να
πραγματοποιηθούν μεγάλης κλίμακας συντονισμένες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις κατά του Δ.Σ.Ε., ώστε να γίνει εκμετάλλευση της συγκρότησης των ταγμάτων Εθνοφρουράς και της αύξησης της οροφής του Στρατού στις εκατόν τριάντα δύο χιλιάδες άνδρες, που είχαν πραγματοποιηθεί λίγο καιρό πριν. Το Γ.Ε.Σ. συμφωνούσε με την προοπτική της πραγματοποίησης μεγάλης κλίμακας συντονισμένων εκκαθαριστικών επιχειρήσεων, αλλά θεωρούσε πως από άποψη τακτικής θα έπρεπε να αρχίσουν από τη Στερεά Ελλάδα και αμέσως μετά να μεταφερθούν στην Πελοπόννησο. Αντίθετα, ο Van Fleet υποστήριξε πως μετά τις επιχειρήσεις στη Στερεά Ελλάδα θα έπρεπε να χτυπηθούν οι αντάρτες στην Πίνδο και στον Γράμμο. Η άποψη του Στρατηγού Van Fleet για την τακτική πραγματοποίηση των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων τελικά επιβλήθηκε στην ελληνική στρατιωτική ηγεσία και στον Αρχηγό Γ.Ε.Σ., ο οποίος είχε και τον τελικό λόγο κατά τις συνεδριάσεις της Μικτής Επιτελικής Ομάδας Επιχειρήσεων, στην οποία συμμετείχε ο Van Fleet και ο Down, ο οποίος ήταν ο αντικαταστάτης του Rawlings στην αρχηγία της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής.1172 Οι κύριες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των κυβερνητικών δυνάμεων στη Στερεά Ελλάδα ξεκίνησαν τη 15η Απριλίου υπό το κωδικό όνομα, «Χαραυγή», με τη 1170
William, ό.π., σ. 49 Ο στρατηγός Van Fleet αφίχθη στην Αθήνα την 24η Φεβρουαρίου για να αναλάβει Αρχηγός της JUSMAPG, της οποίας την διοίκηση ασκούσε ο στρατηγός Livesay παράλληλα με την διοίκηση της USAGG, Κόντης, ό.π., σσ. 349-350 και William, ό.π., σ. 52. 1172 Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σ. 249. 1171
423
συμμετοχή τριών μεραρχιών του Στρατού, δεκαεπτά ταγμάτων Εθνοφρουράς και τριών μοιρών των Λ.Ο.Κ. Η επιχείρηση ξεκίνησε με δεκαήμερη αναβολή, η οποία είχε αποφασιστεί για την ικανοποιητικότερη αξιοποίηση των ταγμάτων Εθνοφρουράς που θα χρησιμοποιούνταν στις κύριες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις αλλά και για να καταστεί εφικτή η συμμετοχή ακόμα εφτά νεοσυγκροτηθέντων ταγμάτων Εθνοφρουράς, που συγκροτήθηκαν την 28η και 31η Μαρτίου.1173Ο κυβερνητικός σχεδιασμός προέβλεπε πως μετά την επίτευξη του στρατηγικού στόχου της επιχείρησης «Χαραυγή», την εκκαθάριση της Στερεάς Ελλάδας από τους αντάρτες, θα ακολουθούσε η συγκέντρωση των κυβερνητικών δυνάμεων για την κατάληψη του Γράμμου με την επιχείρηση «Κορωνίς».1174 Οι δυνάμεις της Εθνοφρουράς της 86ης Περιοχής στο πλαίσιο της επιχείρησης «Χαραυγή» συγκρότησαν απόσπασμα, το οποίο με αφετηρία το Αγρίνιο έδρασε στη νοτιοδυτική πτέρυγα ανάπτυξης των κυβερνητικών δυνάμεων για την προστασία και την ασφάλεια των ζωτικών κέντρων της περιοχής. Στο πλαίσιο της επιχείρησης «Χαραυγή» οι δυνάμεις της Χωροφυλακής, που υπάγονταν στη Διοίκηση Εθνοφρουράς Στερεάς, ανέλαβαν να απαγορεύσουν τη διαρροή των ανταρτών από την περιοχή της Λιβαδειάς-Αράχωβας-Άμφισσας προς τον Κορινθιακό ή προς τον Ελικώνα.1175 Το Στρατηγείο του Α΄ Σώματος Στρατού κατά τη διάρκεια της επιχείρησης «Χαραυγή» μεταφέρθηκε στη Λαμία, ώστε να είναι πλησίον του χώρου επιχειρήσεων. Ο Van Fleet μαζί με τον στρατηγό Παπάγο, ο οποίος ήταν Μέγας Αυλάρχης του Βασιλικού Οίκου, παρακολούθησαν την επιχείρηση «Χαραυγή» από το Στρατηγείο του Α΄ Σώματος Στρατού μαζί με την ηγεσία του Σώματος Στρατού. Οι κυβερνητικές δυνάμεις κατά την επιχείρηση «Χαραυγή» ακολούθησαν την τακτική της συνεχούς επίθεσης και καταδίωξης των ανταρτών, ώστε να αφαιρεθεί από τους αντάρτες η πρωτοβουλία των κινήσεων, να καταπονηθεί το προσωπικό τους, να μειωθεί το ηθικό τους και τελικά να οδηγηθούν στη συντριβή ή την παράδοση.1176 Ο Διοικητής του Α΄ Σώματος Στρατού, Θρασύβουλος Τσακαλώτος, μετά την επιτυχή ολοκλήρωση της επιχείρησης «Χαραυγή», διέταξε την εδραίωση των κυβερνητικών δυνάμεων, ενώ ανέθεσε τη φρούρηση της εκκαθαρισθείσας περιοχής 1173
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.7, ό.π., σ. 311. Κόντης, ό.π., σσ. 150-151 και Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σσ. 356-357. 1175 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.7, ό.π, σσ. 339-340. 1176 Θρασύβουλος Τσακαλώτος, 1946-1949, Δημοκρατία και Ολοκληρωτισμός, το χρονικό του Συμμοριτοπόλεμου, Αθήνα, 1979, σσ. 78-79. 1174
424
σε είκοσι τάγματα Εθνοφρουράς και στο 6ο Τάγμα Εθνοφρουράς-Χωροφυλακής, το οποίο ήταν ένα από τα δημοσυντήρητα τάγματα, που είχαν δημιουργηθεί στην περιοχή του Αγρινίου κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του Νόμου 505/1947.1177 Οι κυβερνητικές δυνάμεις την 15η Ιουνίου, ενάμιση μήνα μετά τη λήξη της επιχείρησης «Χαραυγή», εξαπέλυσαν την επίθεσή τους κατά του Γράμμου στο πλαίσιο της επιχείρησης «Κορωνίς» με έξι μεραρχίες και σημαντικό αριθμό ταγμάτων Εθνοφρουράς. Οι κυβερνητικές δυνάμεις έπειτα από σαράντα ημέρες μαχών, την 1η Αυγούστου, κατέλαβαν το όρος Κλέφτης, που αποτελούσε το κύριο φυσικό οχυρό στον δρόμο προς τον Γράμμο, ενώ την 17η Αυγούστου κατελήφθη το όρος Κάμενικ. Οι κυβερνητικές δυνάμεις ύστερα από ολιγοήμερη ανασυγκρότηση επιτέθηκαν κατά του Γράμμου την 19η Αυγούστου. Οι αντάρτες όμως έπειτα από αντεπίθεση που εξαπέλυσαν διέσπασαν τις κυβερνητικές δυνάμεις, απεγκλωβίστηκαν και διέφυγαν στο Βίτσι, όπου είχε μεταφερθεί και το Γενικό Στρατηγείο του Δ.Σ.Ε.1178 Οι κυβερνητικές δυνάμεις μετά την εκδίωξη των ανταρτών από τον Γράμμο, εξαπέλυσαν την 29η Αυγούστου την επίθεσή τους και κατά του Βιτσίου. Η επίθεση κατά του Βιτσίου όμως βάλτωσε, καθώς οι κυβερνητικές δυνάμεις επί δέκα μέρες εξαπέλυαν συνεχείς επιθέσεις, οι οποίες αδυνατούσαν να καταστείλουν την αντίσταση των ανταρτών. Οι αντάρτες εξαπέλυσαν την 9η Σεπτεμβρίου την αντεπίθεσή τους στην περιοχή Μάλι-Μάδι, όταν η μαχητική ικανότητα των κυβερνητικών δυνάμεων βρισκόταν στο ναδίρ. Οι ανεπαρκείς και εξαντλημένες κυβερνητικές δυνάμεις δεν κατόρθωσαν να αντισταθούν και μετά την αποτυχημένη απόπειρά τους να συμπτυχθούν, τράπηκαν σε φυγή. Οι κυβερνητικές δυνάμεις μετά την απώλεια του Μάλι-Μάδι άρχισαν τη 14η Σεπτεμβρίου να αναδιπλώνονται στο σύνολο του μετώπου και τελικά εγκατέλειψαν την επιχείρηση κατά του Βιτσίου, καθώς η αμυντική γραμμή των κυβερνητικών δυνάμεων είχε υποστεί πολλαπλά ρήγματα.1179 Ο Στρατός παρά την αποτυχία του να καταλάβει και να διατηρήσει
τον
Γράμμο και να εξοντώσει τον Δ.Σ.Ε. είχε πετύχει κατά τη διάρκεια της επιχείρησης «Κορωνίς» την κατάληψη και διατήρηση σημαντικών προπυργίων των ανταρτών και
1177
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.7, ό.π., σσ. 452-453. Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σσ. 307-320, Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σσ. 435-436 και Thanos Veremis, The Military in Greek Politics from Independence to Democracy, Λονδίνο, 1997, σ. 147. 1179 Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σσ. 287-288 . 1178
425
είχε αποφύγει την κατάρρευση της αμυντικής του γραμμής, διατηρώντας τη συνοχή του και εκτελώντας άρτια τη σύμπτυξη των δυνάμεών του.1180 Οι επιχειρήσεις των κυβερνητικών δυνάμεων κατά το 1948, αν και δεν υπήρξαν απόλυτα επιτυχείς και είχαν μεγάλες απώλειες σε τραυματίες και νεκρούς, κατέδειξαν πως η στρατιωτική εκπαίδευση, η αποδοτικότητα και η μαχητικότητα των κυβερνητικών δυνάμεων στο πεδίο της μάχης είχαν βελτιωθεί και κυρίως πως το ηθικό του Στρατού, παρά τα περιστασιακά σκαμπανεβάσματα, παρέμενε υψηλό ως αποτέλεσμα της συνολικής βελτίωσης της απόδοσης των μονάδων.1181 Αντίστοιχα, οι αντάρτες του Δ.Σ.Ε., αν και είχαν δεχθεί ισχυρά πλήγματα από τις κυβερνητικές δυνάμεις, συνέχιζαν να είναι ικανοί για την πραγματοποίηση επιθετικών ενεργειών, όπως η επίθεση και η κατάληψη επί διήμερο της Καρδίτσας την 12η Δεκεμβρίου, και η ανάπτυξη σημαντικής ανταρτικής δράσης ακόμα και στην Πελοπόννησο που ήταν απομονωμένη από τις υπόλοιπες ένοπλες ομάδες των ανταρτών.1182 Η ένταση της επιθετικής δραστηριότητας των ανταρτών μετά τις κυβερνητικές επιχειρήσεις του 1948 επηρέασε το ηθικό και τη μαχητική διάθεση του Λαού και έπληξε τη μαχητική διάθεση των κυβερνητικών μονάδων. Η πιθανότητα επανάληψης των γεγονότων της Καρδίτσας, δηλαδή της επίθεσης από μεγάλη ανταρτική δύναμη κατά πεδινής πόλης και η επί διήμερο κατάληψή της με τις στρατιωτικές δυνάμεις και τις δυνάμεις της Χωροφυλακής να αδυνατούν να την προστατέψουν, προκάλεσε την έντονη ανησυχία του Λαού και επέτεινε το αίσθημα ανασφάλειάς του.1183 Η επίθεση των ανταρτών κατά της Καρδίτσας και η κατάληψή της προκάλεσαν το ενδιαφέρον και της Βρετανικής Αποστολής, η οποία θέλησε να αξιολογήσει τη δράση της Χωροφυλακής κατά την επίθεση και τη λεηλασία της πόλης. Ο Βρετανός λοχαγός της B.L.U., Smith-Windham, επισκεπτόμενος την Καρδίτσα διαπίστωσε και ενημέρωσε τη Βρετανική Αποστολή α) πως το κτήριο της Ανώτατης Διοίκησης ήταν σε άψογη κατάσταση καθώς δεν είχε δεχθεί κανενός είδους επίθεση, β) πως ο οικείος Διοικητής της Χωροφυλακής και η πλειονότητα των χωροφυλάκων δεν εγκατέλειψαν το κτήριο της Διοίκησης και δεν πραγματοποίησαν καμία περιπολία για να διαπιστώσουν την κατάσταση που επικρατούσε στην πόλη 1180
Eudes, ό.π., σσ. 473 και 481-488 και Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σσ. 366-380. Iatrides O. John, «Civil War, 1945-1949, National and International Aspects», επιμέλειαPeter Bien, Julia W. Loomis, A. Lily Mackakis, Greece in the 1940s, A Nation in Crisis, Λονδίνο, 1981, σ. 218. 1182 Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σσ. 294-298. 1183 F.O. 371/78357, R 14461/11/19, British Embassy, Athens, No. 376, 82/50/48, 28th December 1948. 1181
426
καθόλη τη διάρκεια της κατάληψης της από τους αντάρτες και γ) πως η φρουρά της Χωροφυλακής δεν ήρθε σε καμία επικοινωνία με τον Στρατό και δεν κράτησε καμία επαφή με τον εχθρό κατά τη διάρκεια της κατάληψης της πόλης, καθώς μοναδικός στόχος ήταν οι αντάρτες να παραμείνουν σε απόσταση ασφαλείας από το Διοικητήριο της Χωροφυλακής.1184 Η υπερδραστηριότητα των ανταρτών και η αδυναμία των κυβερνητικών δυνάμεων να ανταποκριθούν, με αποκορύφωμα το περιστατικό της Καρδίτσας, οδήγησαν τον πρωθυπουργό Σοφούλη τη 12η Οκτωβρίου να υποβάλει την παραίτηση της Κυβέρνησής του στον βασιλιά Παύλο. Το κυβερνητικό σχήμα όμως επανασχηματίστηκε υπό την προεδρία του Σοφούλη, με τη συμμετοχή του Λαϊκού Κόμματος και του Κόμματος των Φιλελευθέρων. Στα τέλη του 1948 η κύρια επιδίωξη της πολιτικής ηγεσίας ήταν πλέον η αναζήτηση της κατάλληλης στρατιωτικής προσωπικότητας που θα τοποθετούνταν αρχιστράτηγος με ευρείες αρμοδιότητες. Οι υποψήφιοι υπήρξαν πολλοί αλλά η πλάστιγγα έγερνε προς τον στρατηγό Παπάγο, ο οποίος είχε τη στήριξη του Σοφούλη. Οι συζητήσεις για την επιλογή αρχιστρατήγου αναβλήθηκαν εξαιτίας της ασθένειας του Σοφούλη και της καρδιακής κρίσης που υπέστη στο γραφείο του την 24η Νοεμβρίου αλλά και εξαιτίας των όρων που είχε θέσει ο Παπάγος για να αποδεχθεί την αρχιστρατηγία. Ο Παπάγος με επιστολή που απηύθυνε την 11η Νοεμβρίου στον Σοφούλη και στην Κυβέρνηση έθεσε συγκεκριμένους όρους για να αναλάβει τη θέση του αρχιστρατήγου. Ο Παπάγος ζητούσε να μπορεί ο αρχιστράτηγος α) να αποφασίζει και να καταρτίζει τα σχέδια των επιχειρήσεων, τις οποίες και θα διηύθυνε ο ίδιος, β) να αποφασίζει για τη σύνθεση και τη συγκρότηση των μονάδων, γ) να διατάζει τις τοποθετήσεις και τις μεταθέσεις των αξιωματικών κατά την κρίση του, δ) να ανακαλεί από την αποστρατεία οποιονδήποτε αξιωματικό έκρινε και κανείς αξιωματικός να μην ανακαλείται από την αποστρατεία χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του και ε) να έχει υπό τις εντολές του τον Στρατό, το Ναυτικό, την Αεροπορία και τη Χωροφυλακή. Σε επίπεδο θεσμικό επίσης ο Παπάγος ζήτησε τη διάλυση του Ανώτατου Συμβουλίου Εθνικής Άμυνας, την κήρυξη του Στρατιωτικού Νόμου σε όλη τη Χώρα, την ύπαρξη αυστηρής λογοκρισίας στον Τύπο και στην αλληλογραφία και την ύπαρξη αυστηρού
1184
F.O. 371/ 78357, R 33/10110/19, British Police & Prisons Mission, Thessaly Gendarmerie, High Command, Larissa, 18th December 1948.
427
ελέγχου των τηλεπικοινωνιών. Τέλος, απεφάνθη πως για να νικήσει τους αντάρτες χρειαζόταν να συγκροτηθεί Στρατός διακόσιων πενήντα χιλιάδων ανδρών.1185 Ο Παπάγος έθεσε τους όρους του εγγράφως και στους Βρετανούς και τους Αμερικανούς που τον είχαν βολιδοσκοπήσει για την ανάληψη της αρχιστρατηγίας. Ο Παπάγος ειδικότερα ζήτησε από τους Βρετανούς και τους Αμερικανούς την αύξηση της οροφής του Στρατού, ώστε να φτάσει τις διακόσιες πενήντα χιλιάδες άνδρες και τη δέσμευση πως η Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή και η JUSMAPG δεν θα αναμειγνύονταν στην οργάνωση του Στρατού και στη διεξαγωγή των επιχειρήσεων. Οι όροι του Παπάγου προκάλεσαν τη διχογνωμία μεταξύ των πρεσβειών και των Στρατιωτικών Αποστολών των δύο χωρών, καθώς οι πρεσβείες συνέχισαν και μετά τη διατύπωση των όρων να ευνοούν τον ορισμό του Παπάγου ως αρχιστρατήγου, ενώ οι Στρατιωτικές Αποστολές θεώρησαν τους όρους απαράδεκτους.1186 Η αναζήτηση του προσώπου, το οποίο θα τοποθετούνταν στη θέση του αρχιστρατήγου προέκυψε ως συνέπεια των αλλαγών που πραγματοποιήθηκαν στο σύστημα διοίκησης του Στρατού. Το Ανώτατο Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας (Α.Σ.Ε.Α.), σε συνεδρίαση υπό την προεδρία του Σοφούλη την 31η Αυγούστου 1948, αποφάσισε ότι οι στρατιωτικοί διοικητές θα ενεργούσαν πλέον κάτω από τον άμεσο έλεγχο του Γ.Ε.Σ. και πως ένας εκ των Υπαρχηγών του Γ.Ε.Σ. θα αναλάμβανε τον ρόλο του συνδέσμου μεταξύ του Επιτελείου και των Στρατιωτικών Διοικήσεων και των μάχιμων αξιωματικών. Οι αλλαγές αυτές επήλθαν από το Α.Σ.Ε.Α. για να αρθούν οι αδυναμίες που παρουσίασε ο Στρατός κατά τη διάρκεια της επιχείρησης «Κορωνίς», δηλαδή η έλλειψη επιθετικού πνεύματος, η κυρίως αμυντική στατική διάταξη των δυνάμεων και η ανάμειξη των πολιτικών στα ζητήματα προαγωγών, με την προαγωγή στα ανώτατα κλιμάκια της ιεραρχίας ατόμων, τα οποία επιλέγονταν λόγω των κομματικών διασυνδέσεων και όχι λόγω στρατιωτικών ικανοτήτων.1187 Ο Van Fleet μετά τις πολεμικές επιχειρήσεις του 1948 κατέληξε στην άποψη πως οι κυβερνητικές δυνάμεις χρειαζόταν να αυξηθούν σε δέκα μεραρχίες και η Εθνοφρουρά κατά τριάντα χιλιάδες άνδρες, αναβιβάζοντας τη συνολική οροφή του Στρατού και της Εθνοφρουράς σε διακόσιες σαράντα χιλιάδες άνδρες. Ο Van Fleet υπολόγισε πως το συνολικό κόστος της αύξησης της οροφής του Στρατού και της Εθνοφρουράς θα άγγιζε τα τριακόσια εκατομμύρια δολάρια και εισηγήθηκε την 1185
Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σσ. 396-397 και Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σσ. 315-317 και Κόντης, ό.π., σσ. 368-369. 1186 Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σ. 443. 1187 Κόντης, ό.π., σ. 153.
428
αύξηση των πόρων της αμερικανικής βοήθειας, οι οποίοι δεν υπερέβαιναν τα εκατόν πενήντα εκατομμύρια δολάρια. Ο Van Fleet υπέβαλε δύο εναλλακτικούς αμυντικούς προϋπολογισμούς για να στοιχειοθετήσει τις προτάσεις του. Το πρώτο σχέδιο αμυντικού προϋπολογισμού προέβλεπε την αύξηση των πόρων στα τετρακόσια πενήντα εκατομμύρια δολάρια, ενώ και το δεύτερο σχέδιο προϋπολογισμού προέβλεπε την αύξηση των πόρων στα πεντακόσια σαράντα ένα εκατομμύρια δολάρια. Η ελληνική κυβέρνηση και η Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή, αξιολογώντας τα αποτελέσματα των στρατιωτικών επιχειρήσεων του 1948, είχαν καταλήξει σε αντίστοιχες διαπιστώσεις με τον Van Fleet, πως επιβάλλονταν δηλαδή η αύξηση της οροφή της στρατιωτικής δύναμης και η αύξηση των αμυντικών πόρων.1188 Η Αμερικανική Οικονομική Αποστολή και ο Αμερικανός πρέσβης αντιμετώπισαν αρνητικά τα αιτήματα της ελληνικής κυβέρνησης και τις προτάσεις του Van Fleet, θεωρώντας τις υφιστάμενες στρατιωτικές δαπάνες ιδιαίτερα υπέρογκες και τα κεφάλαια οικονομικής ανασυγκρότησης ανεπαρκή. Η λύση δόθηκε τελικά από τον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών, Μάρσαλ, όταν στα μέσα Οκτώβριου του 1948 επισκέφθηκε την Αθήνα. Η πρόταση του Μάρσαλ προέβλεπε την αύξηση της οροφής του Στρατού κατά δεκαπέντε χιλιάδες άνδρες, χωρίς όμως τη δημιουργία νέων στρατιωτικών σχηματισμών, καθώς οι πρόσθετες δεκαπέντε χιλιάδες άνδρες θα λάμβαναν υποχρεωτική τρίμηνη εκπαίδευση και μετά θα αντικαθιστούσαν ισάριθμους άνδρες παλαιότερων κλάσεων, οι οποίοι ή θα απολύονταν ή θα λάμβαναν άδεια για ανάπαυση. Ο Μάρσαλ κατέθεσε αντίστοιχη πρόταση και για τους αξιωματικούς, ώστε να αποστρατεύονται οι ανίκανοι και να παραμένουν οι ικανοί και άξιοι.1189 Η ελληνική στρατιωτική ηγεσία αρχικά παρερμήνευσε τις προτάσεις του Van Fleet, θεωρώντας πως θα επερχόταν μείωση της οροφής του Στρατού και της Εθνοφρουράς κατά δεκαπέντε χιλιάδες άνδρες μετά την 20ή Οκτωβρίου, οπότε και έληγε η προσωρινή εξαμηνιαία αύξηση του Στρατού, η οποία είχε συμφωνηθεί με την A.M.A.G ενώ η πρόταση του Van Fleet ήταν να χορηγηθεί ακόμα μία εξάμηνη παράταση. Ο Van Fleet μάλιστα συνέστησε στην ελληνική στρατιωτική ηγεσία να ετοιμάσει εναλλακτικούς σχεδιασμούς για την αντιμετώπιση της δυνητικής μείωσης της Εθνοφρουράς σε είκοσι χιλιάδες άνδρες, οποιαδήποτε στιγμή μετά την 1η 1188 1189
Veremis, ό.π., σ. 148. Κόντης, ό.π., σσ. 366-367.
429
Δεκεμβρίου. Η άρση της παρανόησης των προτάσεων του Van Fleet επήλθε με την ανταλλαγή επιστολών μεταξύ του Van Fleet και του Αρχηγού Γ.Ε.Σ., Στρατηγού Γιατζή, και την υποβολή της πρότασης Γιατζή για την αποτροπή της μείωσης της Εθνοφρουράς λόγω των περιορισμένων πιστώσεων της αμερικανικής οικονομικής βοήθειας.1190 Οι διοικήσεις των Σωμάτων Στρατού έκριναν πως ο περιορισμός της δύναμης της Εθνοφρουράς θα μείωνε τη μαχητική τους δύναμη, θα τους στερούσε την τακτική πρωτοβουλία έναντι των ανταρτών και δεν θα αντισταθμιζόταν από την ποιοτική βελτίωση των ταγμάτων του Στρατού. Οι διοικήσεις των Σωμάτων Στρατού πρότειναν στην πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Στρατιωτικών ή την ενίσχυση των Σωμάτων Στρατού με δυνάμεις τακτικού Στρατού ίσες προς τις αποστρατευθείσες δυνάμεις της Εθνοφρουράς των ζωνών ευθύνης τους ή τη διάλυση μικρότερου αριθμού ταγμάτων Εθνοφρουράς, ώστε να αντισταθμιστεί η μείωση της μαχητικής δύναμης με την ποιοτική βελτίωση, την οποία θα επέφερε η κατάταξη των πρόσθετων δεκαπέντε χιλιάδων ανδρών της πρότασης Μάρσαλ.1191 Η Κυβέρνηση στα τέλη του 1948, στο πλαίσιο των νέων αμυντικών δομών που υιοθετήθηκαν για το σύνολο των κυβερνητικών δυνάμεων έλαβε δύο σημαντικές νομοθετικές πρωτοβουλίες σχετικές με τη Χωροφυλακή. Με το Βασιλικό Διάταγμα της 29ης Οκτωβρίου 1948 «περί καθορισμού της οργανικής δύναμης της Χωροφυλακής» αναδιαρθρώθηκε διοικητικά το Σώμα και καθορίστηκε η οροφή του. Η οροφή του Σώματος ορίστηκε στις είκοσι μία χιλιάδες εννιακόσιους ενενήντα εννέα άνδρες, οι οποίοι κατανεμήθηκαν στους βαθμούς του Σώματος ως εξής: Αντιστράτηγοι Υποστράτηγοι Ταξίαρχοι Συνταγματάρχες Αντισυνταγματάρχες Ταγματάρχες Μοίραρχοι Υπομοίραρχοι Ανθυπομοίραρχοι Ανθυπασπιστές Ενωμοτάρχες Υπενωμοτάρχες Χωροφύλακες 1190 1191
1 5 7 26 59 124 298 432 445 761 1892 1924 16025
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.10, ό.π, σσ. 42-43 και 50-51 Το ίδιο, σσ. 149-150.
430
Η Χωροφυλακή με το Βασιλικό Διάταγμα της 29ης Οκτωβρίου 1948 απέκτησε τρεις Επιθεωρήσεις Χωροφυλακής έναντι των δύο που προέβλεπε ο Α.Ν. 471/11 ης13ης
Ιουλίου
1945
«περί
Οργανισμού
της
Χωροφυλακής»
και
διοικητικά
κατανεμήθηκε στις εξής δεκατρείς Ανώτερες Διοικήσεις: α) Πρωτευούσης, β) Πελοποννήσου, γ) Δυτικής Ελλάδος, δ) Στερεάς Ελλάδας, ε) Θεσσαλίας, στ) Ηπείρου, ζ) Δυτικής Μακεδονίας, η) Κεντρικής Μακεδονίας, θ) Ανατολικής Μακεδονίας, ι) Θράκης, ια) Νήσων Αιγαίου, ιβ) Δωδεκανήσου και ιγ) Κρήτης.1192 Με το Βασιλικό Διάταγμα της 13ης Δεκεμβρίου καταργήθηκε το Βασιλικό Διάταγμα της 9ης Αυγούστου 1945 «περί καθορισμού έδρας και δικαιοδοσίας των Επιθεωρήσεων της Χωροφυλακής» και ρυθμίστηκαν τα ζητήματα, τα οποία αφορούσαν τους Επιθεωρητές της Χωροφυλακής και είχαν μείνει αδιευκρίνιστα με το Βασιλικό Διάταγμα της 29ης Οκτωβρίου 1948. Το Διάταγμα όρισε πως η έδρα του Α΄ Επιθεωρητή ήταν στην Αθήνα, του Β΄ Επιθεωρητή ήταν στον Πειραιά και του Γ΄ Επιθεωρητή στη Θεσσαλονίκη. Η δικαιοδοσία του Α΄ Επιθεωρητή εκτεινόταν στις Ανώτερες Διοικήσεις Χωροφυλακής Πρωτευούσης, Στερεάς Ελλάδος, Θεσσαλίας, Νήσων Αιγαίου και Δωδεκανήσων. Η δικαιοδοσία του Β΄ Επιθεωρητή εκτεινόταν στις Ανώτερες Διοικήσεις Χωροφυλακής Ηπείρου, Δυτικής Ελλάδας, Πελοποννήσου και Κρήτης. Η δικαιοδοσία του Γ΄ Επιθεωρητή εκτεινόταν στις Ανώτερες Διοικήσεις Χωροφυλακής
Κεντρικής
Μακεδονίας,
Δυτικής
Μακεδονίας,
Ανατολικής
Μακεδονίας, Θράκης και στην Αστυνομική Διεύθυνση Θεσσαλονίκης. Στη
δικαιοδοσία
κάθε
Επιθεωρητή
υπαγόταν
κάθε
υπηρεσία
της
Χωροφυλακής που λειτουργούσε στην περιοχή ευθύνης του, εξαιρουμένων εκείνων οι οποίες υπάγονταν απευθείας στις Διευθύνσεις της Χωροφυλακής του Υπουργείου Δημοσίας Τάξης, όπως οι Διευθύνσεις Εγκληματολογικών Υπηρεσιών, η Υπηρεσία Αλλοδαπών, η Τουριστική Αστυνομία και τα Τμήματα και τα Γραφεία του Αρχηγείου της Βασιλικής Χωροφυλακής.1193 Ο Αρχηγός του Γ.Ε.Σ., στρατηγός Κοσμάς, αξιολογώντας τη μαχητικότητα της Χωροφυλακής κατά τις πολεμικές επιχειρήσεις του 1948, προχώρησε στη διάθεση αξιωματικών του Στρατού στη Σχολή Ανθυπομοίραρχων της Χωροφυλακής καθώς και στη φοίτηση αξιωματικών της Χωροφυλακής στη Σχολή Πεζικού της Χαλκίδας, 1192
Φ.Ε.Κ. 280, Βασιλικό Διάταγμα της 29 ης Οκτωβρίου 1948, «περί καθορισμού της οργανικής δύναμης της Χωροφυλακής». 1193 Φ.Ε.Κ. 313, Βασιλικό Διάταγμα της 13ης Δεκεμβρίου 1948, «περί καθορισμού έδρας και δικαιοδοσίας των Επιθεωρήσεων της Χωροφυλακής».
431
ώστε να λάβουν την αναγκαία εκπαίδευση στον τακτικό αγώνα των μικρών μονάδων του Πεζικού. Οι πρωτοβουλίες του Αρχηγού του Γ.Ε.Σ. βασίζονταν στη γενική στρατηγική της μέγιστης δυνατής βελτίωσης της αποτελεσματικότητας της Χωροφυλακής, αλλά και της προσπάθειας της ενίσχυσης της διακλαδικής συνεργασίας μεταξύ του Στρατού και της Χωροφυλακής.1194 Το Γ.Ε.Σ. στα τέλη του 1948 αποφάσισε να δώσει πριν από το τέλος του έτους ακόμα ένα χτύπημα κατά των ανταρτών, ώστε αυτό να αποτελέσει το εφαλτήριο για τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του 1949, οι οποίες θα ξεκινούσαν από την Πελοπόννησο και θα κατευθύνονταν προς το Βίτσι και το Καϊμακτσαλάν. Το πρώτο σκέλος των επιχειρήσεων θα ξεκινούσε τον Δεκέμβριο του 1948 και θα εκτελούνταν από το Α΄ Σώμα Στρατού, υπό τη διοίκηση του στρατηγού Τσακαλώτου και την κωδική ονομασία «Περιστερά». Η επιχείρηση «Περιστερά» ξεκίνησε τη 19η Δεκεμβρίου με την απαγόρευση εισόδου ή εξόδου από την Πελοπόννησο χωρίς άδεια της Χωροφυλακής και με τη διενέργεια αυστηρών ελέγχων σε ταξιδιώτες και φορτία στα λιμάνια της Πελοποννήσου και στον Ισθμό της Κορίνθου, ενώ συνεχίστηκε τη νύχτα της 26ης Δεκεμβρίου με την πραγματοποίηση εκτεταμένων συλλήψεων συνεργατών των ανταρτών.1195 Οι συλλήψεις πραγματοποιήθηκαν υπό την καθοδήγηση του στρατηγού Πεντζόπουλου και στόχευαν στην εξάρθρωση του παράνομου μηχανισμού του Κ.Κ.Ε. με την ταυτόχρονη σύλληψη όλων των ιδιωτών κομμουνιστών, οι οποίοι διέμεναν στα αστικά κέντρα της Πελοποννήσου, ανεξαρτήτως επαγγέλματος και της ύποπτης ή μη δραστηριότητάς τους, με έμφαση όμως στη σύλληψη των κομμουνιστών, οι οποίοι ήταν δημόσιοι υπάλληλοι ή επιστήμονες καθώς στο παρελθόν είχε δοθεί έμφαση στη σύλληψη εργατών ή μικροεπαγγελματιών. Ο Πεντζόπουλος με εκτελεστική διαταγή του τόνισε πως κανένας από τους συλληφθέντες δεν θα απολυόταν χωρίς την έγκριση του ίδιου και πρότεινε οι συλληφθέντες κομμουνιστές να κρατούνταν προσωρινά χωριστά από τους ποινικούς ή άλλους κρατούμενους.1196 Ο Τσακαλώτος, επιθυμώντας να αποφευχθεί η οποιαδήποτε διαρροή και πολιτική παρέμβαση για τη ματαίωση των συλλήψεων των κομμουνιστών, επέλεξε να μη γνωστοποιήσει στην πολιτική ηγεσία και στον Αρχηγό του Γ.Ε.Σ. τις 1194
Κοσμάς, ό.π., σ. 400. Δοκίμιο Ιστορίας του Κ.Κ.Ε., 1918-1949, τόμ.1, ό.π., σσ. 601-602. 1196 Αρχείο Θ. Πεντζόπουλου, Α.Δ.Χ.Π/Α.Π 24902/365/Α2, 18η Δεκεμβρίου 1948 και William, ό.π., σ. 85. 1195
432
προκαταρκτικές συλλήψεις των κομμουνιστών στην Πελοπόννησο, αν και αυτές ήταν από τα σημαντικότερα τμήματα της επιχείρησης «Περιστερά». Το Γ.Ε.Σ. πληροφορήθηκε το εύρος των συλλήψεων την 28η Δεκεμβρίου. Όταν ενημερώθηκε του ζητήθηκε να αναλάβει τα αναγκαία μέτρα εγκατάστασης και συντήρησης των συλληφθέντων κομμουνιστών, οι οποίοι μεταφέρονταν με αρματαγωγά στο Τρίκερι και στη Μακρόνησο.1197 Ο Πεντζόπουλος, εξαιτίας της απόλυτης μυστικότητας του εγχειρήματος και της απουσίας εγκρίσεως από την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία, εξέδωσε την 25η Δεκεμβρίου διαταγή προς όλες τις Διοικήσεις Χωροφυλακής της Πελοποννήσου, με την οποία ανέλαβε στο ακέραιο την ευθύνη για τις μαζικές συλλήψεις. Η πρωτοβουλία του οφειλόταν στην επιθυμία του να καθησυχάσει τα στελέχη της Χωροφυλακής για ενδεχόμενες πειθαρχικές κυρώσεις ώστε απερίσπαστα να προβούν σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες, χωρίς να επιδεικνύουν ίχνος επιείκειας κατά την εκτέλεσή τους.1198 Οι δυνάμεις του Α΄ Σώματος Στρατού, προτού ακόμα ολοκληρωθούν οι μαζικές συλλήψεις από τη Χωροφυλακή, εξόρμησαν κατά των ανταρτών και τους αιφνιδίασαν με την ισχύ και την αποφασιστικότητα της επίθεσης αλλά και με την αλλαγή του τακτικού τρόπου διενέργειάς της. Ο Στρατός είχε εγκαταλείψει τους αναποτελεσματικούς κλοιούς και εξαπέλυε πλέον πολυάριθμα και αλλεπάλληλα κύματα ανδρών σε κλιμακούμενο βάθος, που αργά αλλά μεθοδικά «χτένιζαν» κάθε περιοχή, μη επιτρέποντας στις ανταρτικές ομάδες που διολίσθαιναν στα νώτα των κυβερνητικών δυνάμεων να αποφύγουν τη σύγκρουση, εγκαθιστάμενες σε εκκαθαρισθείσες περιοχές. Η νέα τακτική επέτρεψε στον Στρατό να ολοκληρώσει με απόλυτη επιτυχία τη συντριβή των ανταρτών της Πελοποννήσου την 29η Ιανουαρίου 1949. Ο Τσακαλώτος μετά την ολοκλήρωση των επιχειρήσεων αποχώρησε από την Πελοπόννησο για τη Στερεά Ελλάδα και ανέθεσε τη διοίκηση των κυβερνητικών δυνάμεων της Πελοποννήσου στον Στρατιωτικό Διοικητή Πελοποννήσου, Στρατηγό Πεντζόπουλο.1199
1197
Πληροφόρηση για τις προκαταρκτικές συλλήψεις κατά το δεύτερο σκέλος της επιχείρησης «Περιστερά» είχε από την ανώτατη στρατιωτική ηγεσία ο Αρχηγός του Α΄ Κλάδου του Γ.Ε.Σ., Γρηγόρης Κετσέας και ο Διευθυντής Επιχειρήσεων του Γ.Ε.Σ., αντιστράτηγος Καραδήμας. Βλ. Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π., σσ. 319-323. 1198 Αρχείο Θ. Πεντζόπουλου, Α.Σ.Δ.Π/Α.Π 25323/365/Α2, 25η Δεκεμβρίου 1948. 1199 Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σσ. 323-324.
433
γ) Η ολοκλήρωση της οργάνωσης της Εθνοφρουράς Η Εθνοφρουρά το 1948 έφτασε στον επιθυμητό αριθμό ταγμάτων και ολοκλήρωσε τη διοικητική της δομή και οργάνωση. Τα τάγματα της Εθνοφρουράς οργανώθηκαν κυρίως σε Διοικήσεις και σε Τακτικά Στρατηγεία, ενώ κάποια εντάχθηκαν σε μεγαλύτερες Διοικήσεις Μεραρχιών και Ταξιαρχιών. Τα τάγματα της Εθνοφρουράς στα τέλη του 1948 εντάχθηκαν στις έξι Διοικήσεις Εθνοφρουράς και στα δεκατρία Τακτικά Στρατηγεία ως εξής:1200
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Λειβαδιάς Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Άμφισσας Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Άμφισσας Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Λειβαδιάς
Τάγμα
Έδρα
1
Λιβαδειά
2
Άμφισσα
3
Άμφισσα
4
Λιβαδειά
6
Αγρίνιο
86η Περιοχή
8
Ιωάννινα
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Ιωαννίνων
9
Αγρίνιο
86η Περιοχή
10
Αγρίνιο
86η Περιοχή
11
Καρδίτσα
12
Καρδίτσα
13
Σπάρτη
14
Πύργος
15
Καρδίτσα
Διοίκηση-Μονάδα Υπαγωγής Διοίκηση Εθνοφρουράς Στερεάς Διοίκηση Εθνοφρουράς Στερεάς Διοίκηση Εθνοφρουράς Στερεάς Διοίκηση Εθνοφρουράς Στερεάς Διοίκηση Εθνοφρουράς Στερεάς VIII Μεραρχίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Στερεάς Διοίκηση Εθνοφρουράς Στερεάς Διοίκηση Εθνοφρουράς Θεσσαλίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Θεσσαλίας
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Καρδίτσας Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Καρδίτσας Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Σπάρτης Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Πύργου Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Καρδίτσας
1200
Έδρα Άμφισσα Άμφισσα Άμφισσα Άμφισσα Άμφισσα Ιωάννινα Άμφισσα Άμφισσα Λάρισα Λάρισα
81η Περιοχή
Τρίπολη
81η Περιοχή
Τρίπολη
Διοίκηση Εθνοφρουράς Θεσσαλίας
Λάρισα
Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./12328/Α3/Ι, «Συγκρότησις Τακτικών Στρατηγείων Εθνοφρουράς», 28η Νοεμβρίου 1947, Γ.Ε.Σ., 12058/Α2/Ι-1, «Συγκρότησις Ταγμάτων Εθνοφρουράς», Γ.Ε.Σ., 12328/Α3/Ι, «Συγκρότηση των κάτωθι Τακτικών Στρατηγείων Εθνοφρουράς υπό σύνθεσιν ΓΚΧ/ΝΔ/4/ι» και Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.6, ό.π, σσ. 398-401, 422-425 και 439 και Ο Ελληνικός Στρατός κατά τον Αντισυμμοριακόν Αγώνα (1946-1949), ό.π., σσ. 137, 572-578 και Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.9, ό.π, σ. 83, 87 και Υ.Σ.Α, Γ.Ε.Σ/12328/Α3/Ι , 19η Μαρτίου 1948 και Γ.Ε.Σ./Α3/14-1-1948, «Πρακτικά συσκέψεως υπ’ αριθμό 2/48 Ε.Π. Δ.Ε. Υλικών», 14η Ιανουαρίου 1948, Γ.Ε.Σ./12193/Α3/Ι-1, «Συγκρότησις Διοικήσεως Εθνοφρουράς Δυτικής Μακεδονίας», 19η Μαρτίου 1948, Γ.Ε.Σ./Α1/Α3, 12193, «Διοίκηση Εθνοφρουράς Θεσσαλίας», 1η Φεβρουαρίου 1948, Γ.Ε.Σ./12058 /Α3/Ι-1, «Προπαρασκευή διά την συγκρότησιν 12 Ταγμάτων Εθνοφρουράς» και Γ.Ε.Σ./12058/Α3/Ι-1, «Συγκρότησης Ταγμάτων Εθνοφρουράς».
434
16
Ιωάννινα
17
Ιωάννινα
18
Ιωάννινα
19
Σπάρτη
20
Σπάρτη
21
Πύργος
22
Πύργος
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Ιωαννίνων Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Ιωαννίνων Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Ιωαννίνων Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Σπάρτης Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Σπάρτης Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Πύργου Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Πύργου
23 24
Τύρναβος
25
Καρδίτσα
26
Τύρναβος
27
Τύρναβος
28
Ελασσόνα
28
Τύρναβος
29
Τύρναβος
30
Βέροια
31
Κοζάνη
32
Κοζάνη
33
Πολύγυρος
34
Λαγκαδάς
35
Ξάνθης
36
Κομοτηνή
37
Κομοτηνή
38
Διδυμότειχο
39
Διδυμότειχο
40
Διδυμότειχο
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Τυρνάβου Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Καρδίτσας Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Τυρνάβου Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Τυρνάβου Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Ελασσόνας Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Τυρνάβου Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Τυρνάβου Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Βέροιας
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Πολύγυρου Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Λαγκαδά Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Ξάνθης Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Κομοτηνής Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Κομοτηνής Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Διδυμοτείχου Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Διδυμοτείχου Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Διδυμότειχου
435
VIII Μεραρχίας
Ιωάννινα
VIII Μεραρχίας
Ιωάννινα
VIII Μεραρχίας
Ιωάννινα
81η Περιοχή
Τρίπολη
81η Περιοχή
Τρίπολη
81η Περιοχή
Τρίπολη
81η Περιοχή
Τρίπολη
Στρατιωτική Διοίκηση Κρήτης Διοίκηση Εθνοφρουράς Θεσσαλίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Θεσσαλίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Θεσσαλίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Θεσσαλίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Θεσσαλίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Θεσσαλίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Θεσσαλίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Κεντρικής Μακεδονίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Δυτικής Μακεδονίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Δυτικής Μακεδονίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Κεντρικής Μακεδονίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Κεντρικής Μακεδονίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Θράκης Διοίκηση Εθνοφρουράς Θράκης Διοίκηση Εθνοφρουράς Θράκης Διοίκηση Εθνοφρουράς Θράκης Διοίκηση Εθνοφρουράς Θράκης Διοίκηση Εθνοφρουράς Θράκης
Λάρισα Λάρισα Λάρισα Λάρισα Λάρισα Λάρισα Λάρισα Θεσ/νίκη Κοζάνη Κοζάνη Θεσ/νίκη Θεσ/νίκη Αλεξ/πολη Αλεξ/πολη Αλεξ/πολη Αλεξ/πολη Αλεξ/πολη Αλεξ/πολη
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Πολύγυρου Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Πολύγυρου Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Βέροιας Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Βέροιας Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Βέροιας Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Κατερίνης
41
Πολύγυρος
42
Πολύγυρος
43
Βέροια
44
Βέροια
45
Βέροια
46
Κατερίνη
47
Κοζάνη
48
Κοζάνη
49
Κοζάνη
50
Καρδίτσα
51
Καρδίτσα
52
Λιβαδειά
53
Άμφισσα
54
Άργος
55
Αθήνα
56
Λιβαδειά
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Λιβαδειάς
57
Βόλος
83η Περιοχή
58
Σέρρες
59
Σέρρες
60
Σέρρες
61
Σέρρες
62
Χερσώνα
63
Γιαννιτσά
64
Σκύδρα
65
Ιωάννινα
66
Ιωάννινα
67
Βέροια
Διοίκηση Εθνοφρουράς Κεντρικής Μακεδονίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Κεντρικής Μακεδονίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Κεντρικής Μακεδονίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Κεντρικής Μακεδονίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Κεντρικής Μακεδονίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Κεντρικής Μακεδονίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Δυτικής Μακεδονίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Δυτικής Μακεδονίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Δυτικής Μακεδονίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Θεσσαλίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Θεσσαλίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Στερεάς Διοίκηση Εθνοφρουράς Στερεάς
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Καρδίτσας Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Καρδίτσας Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Λιβαδειάς Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Άμφισσας Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Άργους
Θεσ/νίκη Θεσ/νίκη Θεσ/νίκη Θεσ/νίκη Θεσ/νίκη Θεσ/νίκη Κοζάνη Κοζάνη Κοζάνη Λάρισα Λάρισα Άμφισσα Άμφισσα
81η Περιοχή
Τρίπολη
Διοίκηση Αθηνών-Πειραιώς
Αθήνα
Διοίκηση Εθνοφρουράς Στερεάς Διοίκηση Εθνοφρουράς Θεσσαλίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Κεντρικής Μακεδονίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Κεντρικής Μακεδονίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Κεντρικής Μακεδονίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Κεντρικής Μακεδονίας
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Σερρών Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Σερρών Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Σερρών Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Σερρών Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Βέροιας Τακτική Διοίκηση Γιαννιτσών Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Βέροιας Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Ιωαννίνων Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Ιωαννίνων Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Βέροιας
Άμφισσα Λάρισα Θεσ/νίκη Θεσ/νίκη Θεσ/νίκη Θεσ/νίκη Βέροιας
Διοίκηση Εθνοφρουράς Κεντρικής Μακεδονίας
Θεσ/νίκη Βέροια
436
VIII Μεραρχίας
Ιωάννινα
VIII Μεραρχίας
Ιωάννινα
Διοίκηση Εθνοφρουράς Κεντρικής Μακεδονίας
Θεσ/νίκη
68
Αγρίνιο
Διοίκηση Εθνοφρουράς Στερεάς
86η Περιοχή
Άμφισσα
Α΄ Σώμα στρατού
69 70
Κατερίνη
71
Κατερίνη
72
Άργος
73
Άργος
74
Σπάρτη
75
Σπάρτη
76
Σπάρτη
77
Άργος
78
Αθήνα
79
Διδυμότειχο
80
Ιωάννινα
82
Διδυμότειχο
83
Κοζάνη
84
Κοζάνη
85
Ιωάννινα
86
Σέρρες
86
Δράμα
87
Ιωάννινα
88
Τύρναβος
89
Ελασσόνα
90
Ελασσόνα
91
Καρδίτσα
92
Άμφισσα
93
Κομοτηνή
94
Διδυμότειχο
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Κατερίνης Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Κατερίνης Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Άργους Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Άργους Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Σπάρτης Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Σπάρτης Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Σπάρτης Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Άργους
Διοίκηση Εθνοφρουράς Κεντρικής Μακεδονίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Κεντρικής Μακεδονίας
Θεσ/νίκη Θεσ/νίκη
81η Περιοχή
Τρίπολη
81η Περιοχή
Τρίπολη
81η Περιοχή
Τρίπολη
81η Περιοχή
Τρίπολη
81η Περιοχή
Τρίπολη
81η Περιοχή
Τρίπολη
Διοίκηση Αθηνών-Πειραιώς
Αθήνα
Διοίκηση Εθνοφρουράς Θράκης
Αλεξ/πολη
VIII Μεραρχίας
Ιωάννινα
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Διδυμοτείχου Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Ιωαννίνων Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Διδυμοτείχου
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Ιωαννίνων Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Σερρών Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Σερρών Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Ιωαννίνων Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Τυρνάβου Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Ελασσόνας Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Ελασσόνας Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Καρδίτσας
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Κομοτηνής Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Διδυμοτείχου
437
Διοίκηση Εθνοφρουράς Θράκης Διοίκηση Εθνοφρουράς Δυτικής Μακεδονίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Δυτικής Μακεδονίας
Αλεξ/πολη Κοζάνη Κοζάνη
VIII Μεραρχίας
Ιωάννινα
Διοίκηση Εθνοφρουράς Κεντρικής Μακεδονίας
Θεσ/νίκη
25η Ταξιαρχία
Σέρρες
84η Περιοχή
Άρτα
Διοίκηση Εθνοφρουράς Θεσσαλίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Θεσσαλίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Θεσσαλίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Θεσσαλίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Στερεάς Διοίκηση Εθνοφρουράς Θράκης Διοίκηση Εθνοφρουράς Θράκης
Λάρισα Λάρισα Λάρισα Λάρισα Άμφισσα Αλεξ/πολη Αλεξ/πολη
95
Κατερίνη
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Κατερίνης
Βόλος
83η Περιοχή
Βόλος
83η Περιοχή
Βόλος
83η Περιοχή
Διοίκηση Εθνοφρουράς Κεντρικής Μακεδονίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Θεσσαλίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Θεσσαλίας Διοίκηση Εθνοφρουράς Θεσσαλίας
Θεσ/νίκη Λάρισα Λάρισα Λάρισα
Η Εθνοφρουρά το 1948 δέχτηκε στις τάξεις της μετά από πρόταση της JUSMAPG, εκτός από εφέδρους, και κληρωτούς από απαίδευτες κλάσεις, όπως συνέβαινε και στον Στρατό από τα τέλη του 1947. Η ένταξη κληρωτών στην Εθνοφρουρά οφειλόταν στη μη ικανοποιητική απόδοση των ήδη σχηματισθέντων ταγμάτων της Εθνοφρουράς και θεωρήθηκε από τα στελέχη της JUSMAPG πως θα οδηγούσε σε αναζωογόνηση του Σώματος. Η ένταξη ανδρών από απαίδευτες κλάσεις στην Εθνοφρουρά ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 1948, όταν δώδεκα χιλιάδες κληρωτοί από τις κλάσεις του 1943 και 1945 τοποθετήθηκαν στην Εθνοφρουρά για την συγκρότηση πρόσθετων ταγμάτων Εθνοφρουράς.1201 Η ένταξη κληρωτών στην Εθνοφρουρά αν και κατέστησε τις μονάδες καταλληλότερες μαχητικά προκάλεσε συνεχείς και εκτεταμένες υπερβάσεις των ανώτατων καθορισμένων και συμπεφωνημένων οροφών του Στρατού και της Εθνοφρουράς και δυσχέρειες στη διατήρηση της σταθερής ροής χρηματοδότησης των στρατιωτικών και οικονομικών προγραμμάτων από την αμερικανική βοήθεια. Η συνολική οροφή του Στρατού και της Εθνοφρουράς τον Μάιο του 1948 ήταν διακόσιες τρεις χιλιάδες τριάντα ένας άνδρες αντί των προβλεπόμενων εκατόν ενενήντα εφτά χιλιάδων ανδρών, δηλαδή ήταν αυξημένη κατά έξι χιλιάδες τριάντα έναν άνδρες. Ο Στρατός τον Μάιο του 1948 είχε 152.248 άνδρες αντί των προβλεπόμενων 132.000 ανδρών και η Εθνοφρουρά είχε 52.783 αντί των προβλεπόμενων 50.000. Η ελληνική πλευρά κατά βάση δεν αποδεχόταν την ύπαρξη υπερβάσεων, επικαλούμενη τη μη ικανοποιητική διάρθρωση και οργάνωση της αρμόδιας Διεύθυνσης Προσωπικού και στις περιπτώσεις που αναγνώριζε τις υπερβάσεις, πρότεινε στην αμερικανική πλευρά να αντιμετωπιστούν διά της απολύσεως ανδρών από τους στρατεύσιμους α) που ολοκλήρωναν τη θητεία τους, β) που ανήκαν σε παλαιότερες κλάσεις εφέδρων, γ) που ήταν βοηθητικοί, δ) που ήταν 1201
Υ.Σ.Α., ΑΠ 12058/Ι, Αρχηγός Γ.Ε.Σ. προς Γραμματεία Ανωτάτου Στρατιωτικού Συμβουλίου, «Σχηματισμός Ταγμάτων Εθνοφρουράς διά Στρατευσίμων» και William, ό.π., σ.70.
438
εθελοντές και δ) που ήταν απαλλαγέντες πλήρους θητείας και θα υπηρετούσαν οκτάμηνο. Όταν η υπέρβαση της οροφής ήταν τόσο εκτεταμένη, όπως τον Μάιο του 1948, προβλέφθηκαν και πρόσθετες κατηγορίες απολύσεων όπως α) ορισμένες κατηγορίες έφεδρων αξιωματικών, β) οι εθνοφρουροί που βρίσκονταν σε άδεια απολύσεως και γ) οι εθνοφρουροί που είχαν καταταγεί ανεπίσημα στην Εθνοφρουρά. Οι ελληνικές αρχές, όταν συνέχιζε να υφίσταται υπέρβαση της οροφής ακόμα και μετά την αξιοποίηση όλων των δυνητικών πηγών απολύσεων, ζήτησαν από την JUSMAPG τη χρονική παράταση της απόλυσης των υπεράριθμων και τον χαρακτηρισμό τους ως έκτακτη ενίσχυση της στρατιωτικής οροφής.1202 Η ένταξη κληρωτών και η απόλυση των εφέδρων δεν έγινε ταυτόχρονα σε όλα τα τάγματα Εθνοφρουράς, καθώς αρχικά επιλέχθηκαν τα τάγματα εκείνα τα οποία χρειάζονταν τη μεγαλύτερη ανανέωση του δυναμικού τους. Η ανανέωση στα επιλεχθέντα τάγματα Εθνοφρουράς πραγματοποιούνταν στο 80% του οπλιτικού δυναμικού τους. Το υπόλοιπο 20%, το οποίο δεν αντικαθίστατο ανήκε στους βαθμοφόρους και σε σημαντικές τεχνικές ειδικότητες, που δεν μπορούσαν να αντικατασταθούν άμεσα και που η αντικατάσταση τους πραγματοποιούνταν αργότερα με την κατάταξη ακόμα νεώτερων κλάσεων.1203 Τα τάγματα Εθνοφρουράς, παρά τις προσδοκίες της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας, δεν κατόρθωσαν από μόνα τους να επαναφέρουν την Ασφάλεια και την Τάξη στην ύπαιθρο. Η ανασφάλεια ήταν τέτοια, ώστε ακόμα και οι υπηρετούντες σε αυτά να είναι ανήσυχοι για την ασφάλεια των οικογενειών τους. Το κλίμα ανασφάλειας προκάλεσε στις αρχές του 1948 την αθρόα υποβολή αιτημάτων από τους οπλίτες της Εθνοφρουράς για τη μετάθεσή τους σε περιοχές πλησίον του τόπου διαμονής των οικογενειών τους. Οι περισσότερες όμως οικογένειες των αιτούντων είχαν εγκατασταθεί λόγω της έκρυθμης κατάστασης σε μεγάλες πόλεις και η αποδοχή των αιτημάτων μετάθεσης θα οδηγούσε στη μετάθεση εθνοφρουρών σε μεγάλα αστικά κέντρα, όπου ήταν περιττοί.
1202
Υ.Σ.Α., Αρχηγός Γ.Ε.Σ. προς Στρατηγό Βαν Φλητ, 7 η Ιουνίου 1948. Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./Α3/Ι, ΑΠ 12338/12058, «Ανανέωσις δυνάμεων Εθνοφρουράς εκ της 7 ης ΕΣΣΟ», 15ηΜαΐου 1948 και Γ.Ε.Σ./Α3/Ι, ΑΠ 12058, «Δύναμις Ταγμάτων Εθνοφρουράς», 18η Οκτωβρίου 1948. 1203
439
Τα αθρόα αιτήματα μεταθέσεων προκάλεσαν την παρέμβαση του Αρχηγού Γ.Ε.Σ. Ο Αρχηγός στη διαταγή του υπενθύμισε πως οι εθνοφρουροί, ύστερα από μέριμνα της Υπηρεσίας, παρουσιάζονταν σε μονάδες κοντά στους τόπους καταγωγής τους και κατά συνέπεια δεν υπήρχε οιαδήποτε αιτία για τη μετακίνηση των οικογενειών των ανδρών της Εθνοφρουράς στα μεγάλα αστικά κέντρα και την αντίστοιχη μετακίνηση και των εθνοφρουρών. Ο Αρχηγός κατέληξε δηλώνοντας πως αν ικανοποιούνταν τα υποβληθέντα αιτήματα μεταθέσεων, θα επερχόταν η αυτόματη διάλυση των ταγμάτων Εθνοφρουράς.1204 Οι μονάδες της Εθνοφρουράς, όπως και οι υπόλοιπες μονάδες του Στρατού, συνέχισαν κατά το 1948 να αντιμετωπίζουν ελλείψεις σε μεταφορικά μέσα ή τα μεταφορικά μέσα που διέθεταν ήταν ανεπαρκή και ακατάλληλα. Οι ελλείψεις αυτές καθιστούσαν τις μετακινήσεις της Εθνοφρουράς και του Στρατού ιδιαίτερα δύσκολες και δυσχέραιναν την ταχεία παρουσία τους στις περιοχές της ζώνης ευθύνης τους, όταν χρειαζόταν να επέμβουν. Το Γ.Ε.Σ., έχοντας επίγνωση του προβλήματος, μίσθωσε ιδιωτικά οχήματα για την κάλυψη προσωρινών αναγκών, ενώ όταν υπήρχαν έκτακτες ανάγκες, προχωρούσε στην επίταξη ιδιωτικών οχημάτων.1205 Το Γ.Ε.Σ. στο πλαίσιο της προσπάθειας βελτίωσης των μεταφορικών δυνατοτήτων των ταγμάτων Εθνοφρουράς, χορήγησε κτήνη για έλξη και φόρτο. Η εμπόλεμη σύνθεση του Γ.Ε.Σ. για τα τάγματα Εθνοφρουράς αρχικά προέβλεπε δέκα κτήνη έλξης και ογδόντα κτήνη φόρτου ανά τάγμα.1206 Το Γ.Ε.Σ. έπειτα από έντονο προβληματισμό προέβλεψε για την κάλυψη των αναγκών μεταφοράς των όλμων, πολυβόλων και των ασυρμάτων τη χορήγηση τριάντα ημιόνων με αντίστοιχους ημιονηγούς σε κάθε τάγμα.1207 Οι μονάδες της Εθνοφρουράς για μήνες μετά τη συγκρότησή τους αντιμετώπισαν σημαντικές ελλείψεις στις τηλεπικοινωνίες. Οι ελλείψεις άρχισαν να αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά μετά τη συγκρότηση των Διμοιριών Διαβιβάσεων, τον Μάρτιο του 1948. Οι Διμοιρίες Διαβιβάσεων συγκροτήθηκαν και εντάχθηκαν στις Διοικήσεις Εθνοφρουρών και στα Τακτικά Στρατηγεία της Εθνοφρουράς. 1204
Υ.Σ.Α., Διαταγή Αρχηγού Γ.Ε.Σ., «Κοινοποίηση Απόφασις 32057». Υ.Σ.Α., Α3/Γ.Ε.Σ., 14630, «Τζιπ Ταγμάτων Εθνοφρουράς», 3 η Ιανουαρίου 1948, Α3/Γ.Ε.Σ., 14624/7, «Οχήματα Εθνοφρουράς», 24η Φεβρουαρίου 1948, Α3/Γ.Ε.Σ., 14624/3/Α2/ΙΙΙ, «Οχήματα Ταγμάτων Εθνοφρουράς», 28η Μαΐου 194 και Α3-Ι/Γ.Ε.Σ., 12058, «Σύνθεσις Ταγμάτων Εθνοφρουράς», 12η Φεβρουαρίου 1948. 1206 Υ.Σ.Α., «Πίναξ 1, Προβλεπόμενης δύναμις κτηνών εις μονάδας του Στρατού». 1207 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./Α3/Ι, ΑΠ 12058, «Ημίονοι Ταγμάτων Εθνοφρουράς», 12η Οκτωβρίου 1948. 1205
440
Διμοιρίες Διαβιβάσεων συγκροτήθηκαν στις Διοικήσεις Εθνοφρουράς Στερεάς, Θεσσαλίας, Δυτικής Μακεδονίας, Κεντρικής Μακεδονίας και Θράκης αλλά και στα Τακτικά Στρατηγεία Σπάρτης, Πύργου, Άργους, Λιβαδειάς, Άμφισσας, Καρδίτσας, Τυρνάβου, Ιωαννίνων, Πολύγυρου, Κατερίνης, Βέροιας, Σερρών και Κομοτηνής. Το προσωπικό τους προήλθε από εκπαιδευθέντες έφεδρους αξιωματικούς, οι οποίοι εκπαιδεύτηκαν αποκλειστικά για την Εθνοφρουρά, και από οπλίτες Εθνοφρουρούς, οι οποίοι εκπαιδεύτηκαν στο Κ.Ε.Δ.Π. (Κέντρο Εκπαιδεύσεως Διαβιβάσεων Πεζικού). Η οργάνωση των Διμοιριών Διαβιβάσεων ξεκίνησε τη 15η Απριλίου και ολοκληρώθηκε τη 10η Ιουνίου 1948.1208 Οι Διμοιρίες Διαβιβάσεων της Εθνοφρουράς, μόλις δύο εβδομάδες μετά την ολοκλήρωση της συγκρότησής τους, αντιμετώπισαν πρόβλημα με την ανανέωση του προσωπικού τους κατά τα πρότυπα των υπόλοιπων μονάδων της Εθνοφρουράς. Το πρόβλημα οφειλόταν στην αδυναμία απόλυσης των έφεδρων διαβιβαστών της Εθνοφρουράς και στην αντικατάστασή τους από κληρωτούς της 7ης ΕΣΣΟ, όπως συνέβαινε με τις υπόλοιπες ειδικότητες της Εθνοφρουράς. Το πρόβλημα αντιμετωπίστηκε με α) την περικοπή του αριθμού των διαβιβαστών στα τάγματα Εθνοφρουράς που δεν επέκειτο ανανέωση του προσωπικού και β) την ένταξη κληρωτών της 7ης ΕΣΣΟ. Η περικοπή των διαβιβαστών στα τάγματα Εθνοφρουράς επέτρεψε στο Γ.Ε.Σ. να εξοικονομήσει δύο διαβιβαστές από κάθε τάγμα που δεν ανανέωνε το προσωπικό του και την τοποθέτησή τους στα είκοσι δύο ανανεωθέντα τάγματα Εθνοφρουράς. Η ολοκλήρωση της διαδικασίας από το Γ.Ε.Σ. επέτρεψε επίσης την ύπαρξη κατά μέσο όρο του ίδιου αριθμού διαβιβαστών σε κάθε τάγμα Εθνοφρουράς και την επιτυχή επίλυση του προβλήματος της ανανέωσης των Διμοιριών Διαβιβάσεων.1209 Η Διεύθυνση Οργανώσεως
του Γ.Ε.Σ., συμπληρωματικά προς
την
ανακατανομή του προσωπικού των Διμοιριών Διαβιβάσεων, αποδέσμευσε εκατόν πενήντα διαβιβαστές της 7ης ΕΣΣΟ από τις Διμοιρίες Διαβιβάσεων των ταγμάτων Πεζικού και τους διέθεσε, υπό μορφή απόσπασης δεκατριών εβδομάδων, για την
1208
Υ.Σ.Α., Γ.Ε..Σ/12350/Α3/Ι-1, «Συγκρότησις Διμοιριών Διαβιβάσεων Διοικήσεων και Τακτικών Στρατηγείων Εθνοφρουράς», 23η Μαρτίου 1948. 1209 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./12338/Α3/Ι, « Διαβιβασταί Ταγμάτων Εθνοφρουράς», 25 η Ιουνίου 1948.
441
κάλυψη των σημαντικών αναγκών των ταγμάτων Εθνοφρουράς και των Τακτικών Στρατηγείων Εθνοφρουράς.1210 Το 1948 έπειτα από συμφωνία μεταξύ της Διεύθυνσης Μηχανικού του Γ.Ε.Σ. και του αντίστοιχου Κλάδου της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής, κάθε Διοίκηση Εθνοφρουράς απέκτησε μία Διμοιρία Μηχανικού και κάθε τάγμα Εθνοφρουράς μία ομάδα Σκαπανέων. Οι Διμοιρίες Μηχανικού αποτελούνταν από δύο κατώτερους αξιωματικούς, τρεις λοχίες, τρεις δεκανείς και είκοσι τέσσερις στρατιώτες, ενώ οι ομάδες Σκαπανέων αποτελούνταν από έναν λοχία, δύο δεκανείς και έξι στρατιώτες. Το Γ.Ε.Σ., λόγω του περιορισμένου δυναμικού των ταγμάτων της Εθνοφρουράς, αποφάσισε τη δημιουργία σε κάθε τάγμα ομάδας εντοπισμού και καταστροφής ναρκών. Οι ομάδες αυτές συγκροτήθηκαν με την εκπαίδευση οκτώ οπλιτών από τους τέσσερις λόχους τυφεκιοφόρων και ενός οπλίτη από τον λόχο Διοικήσεως κάθε τάγματος. Συμπληρωματικά στη δύναμη προστίθεντο επίσης ένας λοχίας και δύο δεκανείς. Οι άντρες της ομάδας εντοπισμού και καταστροφής ναρκών παρέμεναν στους λόχους τους και συγκροτούνταν σε μονάδα μόνο όταν ήταν αδύνατη η συνδρομή του τάγματος από κάποια ειδική μονάδα ναρκαλιείας του τακτικού Στρατού.1211 Η κατανομή των ανδρών της Εθνοφρουράς ανά κλάδο μετά την ολοκλήρωση της συγκρότησης της Επιθεώρησης της Εθνοφρουράς, των Διοικήσεων Εθνοφρουράς, των Τακτικών Στρατηγείων και των ενενήντα έξι Ταγμάτων Εθνοφρουράς με τις αντίστοιχες Διμοιρίες Διαβιβάσεων και Σκαπανέων διαμορφώθηκε ως εξής: Είδος Σχηματισμού Επιθεώρηση Εθνοφρουράς Διοίκηση Εθνοφρουράς Στρατηγεία Εθνοφρουράς Διμοιρίες Διαβιβάσεων Διοικήσεων Εθνοφρουράς Διμοιρίες Σκαπανέων Διοικήσεων Εθνοφρουράς Τάγματα Εθνοφρουράς
1210 1211
Υπηρετούντες 10 325 196
Πλήθος Μονάδων 1 5 14
280
5
160 48000
5 96
Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./Α3/Ι, ΑΠ 12338, «Διαβιβασταί Εθνοφρουράς», 30 ή Ιουνίου 1948. Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./12058/Α3/Ι, «Σύνθεσις Ταγμάτων Εθνοφρουράς», 11 η Απριλίου 1948.
442
Η συνολική δύναμη της Εθνοφρουράς μετά την ολοκλήρωση της συγκρότησης, έφτασε τις σαράντα εννέα χιλιάδες εξακόσιους είκοσι άνδρες. Οι σαράντα εννέα χιλιάδες εκατόν είκοσι άνδρες υπηρετούσαν απευθείας στην Εθνοφρουρά, ενώ πεντακόσιοι υπηρετούσαν στις υγειονομικές μονάδες του Στρατού.1212 Η στρατιωτική ηγεσία, στα μέσα του 1948, στοχεύοντας στην καλύτερη προσαρμογή της Εθνοφρουράς στην αποστολή της, τροποποίησε τη σύνθεση των ταγμάτων Εθνοφρουράς, καταργώντας τον τέταρτο λόχο τυφεκιοφόρων κάθε τάγματος και μεταφέροντας το προσωπικό του στους άλλους τρεις λόχους. Το προσωπικό της ομάδας Διοικήσεως του καταργηθέντα τέταρτου λόχου εντάχθηκε στον λόχο Διοικήσεως του τάγματος. Η σύνθεση των ταγμάτων Εθνοφρουράς, όταν ολοκληρώθηκε την 30ή Μαΐου 1948, προέβλεπε σε κάθε τάγμα την ύπαρξη λόχου Διοικήσεως, διμοιρίας όλμων, διμοιρίας πολυβόλων, διμοιρίας διαβιβάσεων, διμοιρίας διαχειρίσεως και τρείς λόχους τυφεκιοφόρων με τέσσερις διμοιρίες σε κάθε λόχο.1213 Τα τάγματα Εθνοφρουράς αντιμετώπισαν από την πρώτη στιγμή της συγκρότησής τους προβλήματα, εξαιτίας της απουσίας βαρέων όπλων, τα οποία θα διευκόλυναν τις αμυντικές και επιθετικές τους ενέργειες. Η έλλειψη βαρέων όπλων στα τάγματα Εθνοφρουράς ήταν ευρύτερα γνωστή και είχε αποτελέσει αντικείμενο και της κοινοβουλευτικής διαδικασίας. Οι βουλευτές της Περιφέρειας συχνά στις κοινοβουλευτικές ερωτήσεις ή αναφορές που κατέθεταν επ’ αφορμή των επιθετικών ενεργειών των ανταρτών κατά αστικών ή ημιαστικών κέντρων των περιφερειών τους, αναφέρονταν στον ηρωισμό αλλά και στις αδυναμίες και ελλείψεις της Εθνοφρουράς. Η αναφορά των βουλευτών Αιτωλοακαρνανίας, Καλαντζόπουλου και Μητσόπουλου, η οποία κατατέθηκε την 30ή Ιανουαρίου 1948, μετά την επίθεση των ανταρτών κατά της Αράχωβας και του Θέρμου, ήταν χαρακτηριστική. Οι βουλευτές στην αναφορά τους παρατηρούσαν πως τα προκύψαντα συμπεράσματα από τις συγκρούσεις που διεξήχθησαν στην περιοχή τους ήταν πως η Εθνοφρουρά παρουσίαζε ελλείψεις σε
1212
Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./Α3/Ι, 12058, «Οπλίτες της Εθνοφρουράς στα Σ.Ε.Μ.», 2 α Απριλίου 1948. Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./Α3/Ι, ΑΠ 12058, «Σύνθεσις Τάγματος Εθνοφρουράς», 2 αΜαΐου 1948 και Ο Ελληνικός Στρατός κατά τον Αντισυμμοριακόν Αγώνα, ό.π., σ. 136. 1213
443
βαρέα όπλα και σημαντικές ανάγκες σε μόνιμο προσωπικό στις Διοικήσεις των Λόχων.1214 Το Γ.Ε.Σ., προσπαθώντας να διορθώσει τις αδυναμίες των ταγμάτων της Εθνοφρουράς και να βελτιστοποιήσει την επίδοσή τους, όρισε πως ο Διοικητής και ο Υποδιοικητής κάθε τάγματος θα ήταν υποχρεωτικά μόνιμοι αξιωματικοί, ώστε να πάψουν να επανδρώνονται αποκλειστικά από έφεδρους αξιωματικούς και πως κάθε τάγμα Εθνοφρουράς, θα έπρεπε να διαθέτει τριάντα έξι ελαφριά πολυβόλα Bren, δώδεκα όλμους των 60mm, τέσσερις όλμους των 3΄΄ (τριών ιντσών) και τέσσερα μέσα πολυβόλα Vickers.1215 Η ελληνική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία, επιθυμώντας να επιτύχει την οργάνωση και τον εξοπλισμό των ταγμάτων Εθνοφρουράς υπό δύσκολες οικονομικές συνθήκες και με σημαντικούς περιορισμούς από τις Ξένες Στρατιωτικές Αποστολές, εξέτασε την προοπτική της αξιοποίησης του οπλισμού των ανταρτών, ο οποίος περιερχόταν στις κυβερνητικές δυνάμεις μετά τις στρατιωτικές επιχειρήσεις. Ο Υπουργός Στρατιωτικών ενημέρωσε τον Υπουργό Δημοσίας Τάξεως πως οι δυνάμεις της Χωροφυλακής αμελούσαν να παραδώσουν στην πλησιέστερη Αποθήκη Υλικού Πολέμου τον οπλισμό των ανταρτών, ο οποίος περιερχόταν στην κατοχή της, με αποτέλεσμα να παρουσιάζονται σημαντικές καθυστερήσεις στη συγκέντρωσή του, ενώ το Γ.Ε.Σ. προσδοκούσε με αυτόν να καλυφθούν οι ανάγκες της Εθνοφρουράς. Ο Υπουργός Στρατιωτικών κατέληξε ζητώντας την έκδοση διαταγής από τον Υπουργό Δημοσίας Τάξεως προς τις Δυνάμεις Χωροφυλακής, με την οποία θα τους εφιστούσε την προσοχή επί του θέματος για να διευκολυνθεί η ολοκλήρωση του εξοπλισμού και της αξιοποίησης της Εθνοφρουράς.1216 Η αύξηση της δράσης των ανταρτών στην Πελοπόννησο το καλοκαίρι του 1948 έστρεψε το ενδιαφέρον του Γ.Ε.Σ. στα εκεί τάγματα της Εθνοφρουράς. Το Α3 Γραφείο του Γ.Ε.Σ. πρότεινε στο Γ.Ε.Σ. την πλήρη ανανέωση του προσωπικού των ταγμάτων Εθνοφρουράς, των Τακτικών Στρατηγείων της Εθνοφρουράς και της Ανώτατης Στρατιωτικής Διοίκησης Πελοποννήσου με νεοσύλλεκτους της 7ης και 8ης ΕΣΣΟ και μετά την ολοκλήρωση της ανανέωσης του προσωπικού την μετατροπή των 1214
Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής, Παρασκευή 30ή Ιανουαρίου 1948, Συνεδρίασις ΜΗ΄, σσ. 524-524 1215 Υ.Σ.Α., Γ.Ε..Σ/12058/Α3, «Αξιοποίησις Ταγμάτων Εθνοφρουράς», 24 η Φεβρουαρίου 1948. 1216 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./Α3/ΙΙΙ, ΕΠ 14621/2, Υπουργός Στρατιωτικών προς Υπουργό Δημοσίας Τάξης, «Οπλισμός εκ περισυλλογής», 25η Μαρτίου 1948.
444
δεκατριών ταγμάτων Εθνοφρουράς σε εννέα τάγματα Στρατού Εκστρατείας και την μετατροπή των τεσσάρων Τακτικών Στρατηγείων σε τρία Στρατηγεία Τακτικού Στρατού.1217 Ο Αρχηγός του Γ.Ε.Σ. τον Οκτώβριο του 1948, εξαιτίας της αυξανόμενης δραστηριότητας των ανταρτών στην Πελοπόννησο, εξέτασε το ενδεχόμενο του σχηματισμού τριάντα πρόσθετων ταγμάτων Εθνοφρουράς με πεντακόσιους άνδρες έκαστο ή είκοσι ταγμάτων Στρατού ορεινής σύνθεσης με εφτακόσιους σαράντα δύο άνδρες έκαστο, αποκλειστικά για την Πελοπόννησο. Ο Αρχηγός του Γ.Ε.Σ. κατέληξε όμως πως στρατολογικοί λόγοι καθιστούσαν αδύνατη τη συγκρότηση μονάδων συνολικής δύναμης δεκαπέντε χιλιάδων ανδρών και πως ήταν περισσότερο εφικτή η συγκρότηση Δημοσυντήρητων Ταγμάτων συνολικής δύναμης έως έξι χιλιάδων ανδρών, ζητώντας την αύξηση της παρουσίας του Στρατού Εκστρατείας στην Πελοπόννησο έως την ολοκλήρωση της συγκρότησης των Δημοσυντήρητων Ταγμάτων.1218 Η Εθνοφρουρά στα τέλη Οκτωβρίου 1948 αποτελούνταν από ενενήντα έξι τάγματα, εκ των οποίων τα τριάντα τρία υπάγονταν στο Γ΄ Σώμα Στρατού, πέντε υπάγονταν στο Β΄ Σώμα Στρατού, είκοσι τέσσερα υπάγονταν στο Α΄ Σώμα Στρατού, είκοσι ένα υπάγονταν στην Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση Στερεάς Ελλάδας και δεκατρία υπάγονταν στην Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση Πελοποννήσου. Η δύναμη της Εθνοφρουράς στα τέλη του 1948 αποφασίστηκε πως θα συρρικνωνόταν σε εξήντα τάγματα Εθνοφρουράς μετά τη διάλυση τριάντα έξι ταγμάτων. Το προσωπικό της Εθνοφρουράς στα τέλη του 1948 είχε ανανεωθεί με κληρωτούς στα πενήντα από τα εξήντα τάγματα Εθνοφρουράς που επρόκειτο να συνεχίσουν τη δράση τους και απέμεναν πλέον μόνο δέκα τάγματα που ανέμεναν την ανανέωση του προσωπικού τους.1219 Ο Αρχηγός του Γ.Ε.Σ. με απόφασή του μετονόμασε την 1η Νοεμβρίου συνολικά πενήντα ένα από τα τάγματα Εθνοφρουράς, τα 1ο-29ο, το 33ο, το 41ο, τα 50ο-57ο, τα 65ο-69ο, τα 72ο-77ο, το 80ό, το 83ο, το 87ο, το 91ο και το 92ο σε Ελαφρά 1217
Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./Α3/ 12339, «Μετατροπή Εθνοφρουράς Πελοποννήσου σε Στρατό Εκστρατείας», 25η Ιουλίου 1948. 1218 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./Α3, «Μελέτη Αρχηγού Γ.Ε.Σ.: Επί της δυνατότητος Οργανώσεως Στρατού 15.000 περιφέρειας Πελοποννήσου», 29η Οκτωβρίου 1948. 1219 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./Α3, «Μελέτη Αρχηγού Γ.Ε.Σ.: Επί της δυνατότητος Οργανώσεως Στρατού 15.000 περιφέρειας Πελοποννήσου- Πίνακας νέας κατανομής Εθνοφρουράς», 29η Οκτωβρίου 1948.
445
Τάγματα Πεζικού. Αντίστοιχα προς τα τάγματα της Εθνοφρουράς μετονομάστηκαν και οκτώ από τα Τακτικά Στρατηγεία Εθνοφρουράς σε Τακτικά Στρατηγεία Ελαφρών Ταγμάτων Πεζικού. Ειδικότερα μετονομάστηκαν: 1. Το Τακτικό Στρατηγείο Σπάρτης σε Τακτικό Στρατηγείο Ελαφρών Ταγμάτων Πεζικού Σπάρτης. 2. Το Τακτικό Στρατηγείο Πύργου σε Τακτικό Στρατηγείο Ελαφρών Ταγμάτων Πεζικού Πύργου. 3. Το Τακτικό Στρατηγείο Άργους σε Τακτικό Στρατηγείο Ελαφρών Ταγμάτων Πεζικού Άργους. 4. Το Τακτικό Στρατηγείο Λειβαδιάς σε Τακτικό Στρατηγείο Ελαφρών Ταγμάτων Πεζικού Λιβαδειάς. 5. Το Τακτικό Στρατηγείο Άμφισσας σε Τακτικό Στρατηγείο Ελαφρών Ταγμάτων Πεζικού Άμφισσας. 6. Το Τακτικό Στρατηγείο Αγρινίου σε Τακτικό Στρατηγείο Ελαφρών Ταγμάτων Πεζικού Αγρινίου. 7. Το Τακτικό Στρατηγείο Ιωαννίνων σε Τακτικό Στρατηγείο Ελαφρών Ταγμάτων Πεζικού Ιωαννίνων. 8. Το Τακτικό Στρατηγείο Χαλκιδικής σε Τακτικό Στρατηγείο Ελαφρών Ταγμάτων Πεζικού Χαλκιδικής.1220 Η απόφαση μετονομασίας των ταγμάτων Εθνοφρουράς ελήφθη στο πλαίσιο της ολοκλήρωσης της κατάργησης των μονάδων των Μ.Α.Υ. και Μ.Α.Δ. την 1η Νοεμβρίου και της ολοκλήρωσης σε σημαντικό βαθμό της αντικατάστασης των εφέδρων οπλιτών των παλαιότερων κλάσεων των ταγμάτων Εθνοφρουράς με κληρωτούς.1221 Το Γ.Ε.Σ. απέδωσε μεγάλη σημασία στον τρόπο διάταξης των μονάδων του Στρατού και της Εθνοφρουράς στη ζώνη ευθύνης τους και στην ενίσχυση του επιθετικού πνεύματος των ταγμάτων της Εθνοφρουράς κατά των κομμουνιστών. Υπέδειξε μάλιστα στους διοικητές των ταγμάτων πως ήταν εσφαλμένη η διασπορά των μονάδων τους σε τμήματα μεγέθους λόχου και διμοιρίας για στατικές αποστολές, δηλαδή η παραμονή τους στις ίδιες θέσεις για μεγάλο διάστημα χωρίς να έχουν ληφθεί προηγουμένως μέτρα οργάνωσης του εδάφους και απόκρυψης των θέσεων 1220 1221
Υ.Σ.Α, Γ.Ε.Σ,/12052/Α3/Ι, «Μετονομασία Ταγμάτων Εθνοφρουράς», 1 η Νοεμβρίου 1948. Ο Ελληνικός Στρατός κατά τον Αντισυμμοριακόν Αγώνα, ό.π., σ. 389.
446
τους. Το Γ.Ε.Σ. πρότεινε στους διοικητές των ταγμάτων να μη διασπούν τη δύναμή τους σε μονάδες μικρότερες της διλοχίας και αυτό να γινόταν μόνο όταν είχε πραγματοποιηθεί προηγουμένως μελέτη της περιοχής δράσης του τάγματος και είχαν εξασφαλιστεί τα αναγκαία εδαφικά πλεονεκτήματα και η δυνατότητα της αμοιβαίας υποστήριξης των τμημάτων διά πυρός ή διά της αποστολής ενισχύσεων.1222 Η στρατιωτική ηγεσία διά του στρατηγού Τσακαλώτου προσπάθησε να ενισχύσει το επιθετικό πνεύμα της Εθνοφρουράς. Ο Τσακαλώτος εξέδωσε σειρά από Ειδικές Διαταγές, κύριο χαρακτηριστικό των οποίων ήταν η προσπάθεια σύνδεσης της Εθνοφρουράς με την ιστορία της Εθνοφυλακής και με τον νικηφόρο Στρατό του ελληνοϊταλικού πολέμου 1940-1941 και η προσπάθεια ενίσχυσης του μαχητικού πνεύματος των μονάδων της Εθνοφρουράς. Ο Τσακαλώτος καλούσε τους Διοικητές των ταγμάτων Εθνοφρουράς α) να βρίσκονται σε εγρήγορση και να αναζητούν τρόπους εξουδετέρωσης των στελεχών του Δ.Σ.Ε., που στο πλαίσιο της «Αυτοάμυνας» ενίσχυαν τους αντάρτες, β) να στρέφουν τις επιτάξεις των οικιών και των κτηνών πρωταρχικά κατά των κομμουνιστών και των οικογενειών τους, γ) να προωθούν με την ευθύνη των Κοινοταρχών τους κομμουνιστές κατοίκους στα σημεία όπου υπήρχε υπόνοια ύπαρξης ναρκών, δ) να μη θέτουν γεωγραφικούς περιορισμούς στην καταδίωξη των ανταρτών και ε) να ακολουθούν τους κανόνες ανάπτυξης που ακολουθούσαν και οι μονάδες του Στρατού. Ο Τσακαλώτος στις ειδικές διαταγές του απευθύνθηκε και στους άνδρες της Εθνοφρουράς, καλώντας τους να αναπτύξουν επιθετική δράση κατά των ανταρτών, να εγκαταλείψουν την τακτική της στατικής άμυνας, η οποία ήταν φθοροποιός και καταστρεπτική, να επιδείξουν τις ικανότητές τους στον αντιανταρτικό αγώνα εστιάζοντας στις ενέδρες, στις κινήσεις κατά τη διάρκεια της νύχτας, στη χρησιμοποίηση του εδάφους και στη λελογισμένη χρήση των όπλων, επιδεικνύοντας πίστη, φανατισμό, ηρωισμό και αυτοθυσία ώστε να φθείρουν τους αντάρτες και να πατάξουν τη δραστηριότητα της «Αυτοάμυνας» που ανέπτυσσε δράση στα μετόπισθεν των κυβερνητικών δυνάμεων. Το επιθετικό πνεύμα, το οποίο οι διαταγές του Τσακαλώτου προσπαθούσαν να ενσταλάξουν στην Εθνοφρουρά, μπορούσε να συμπυκνωθεί σε δύο αναφορές του: «Μη σκέπτεσαι μήπως μας κάνουν επίθεσιν αλλά πότε θα τους κάμω επίθεσιν εκεί και όταν δεν με περιμένωσιν» και πως «Η πιθανή αντίληψις ότι είμεθα φύλακες των τόπων ή χωρίων
1222
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.9, ό.π., σσ. 148-149.
447
να ξεριζωθή και να γίνη κοινή συνείδησις ότι δεν επιδιώκομεν την κατοχήν εδαφών αλλά την καταστροφήν συμμοριτών».1223 Η ταχεία και παράλληλη αύξηση της Εθνοφρουράς και του Στρατού το 1948 κατέστησε την έλλειψη των μονίμων αξιωματικών οξύτερη και την αξιοποίηση των έφεδρων αξιωματικών στα τάγματα της Εθνοφρουράς δυσανάλογα μεγάλη. Η ύπαρξη τόσο μεγάλου αριθμού έφεδρων αξιωματικών στα τάγματα Εθνοφρουράς, σε συνάρτηση με την ύπαρξη σημαντικών απωλειών λόγω των πολεμικών επιχειρήσεων, οδήγησε τους ανώτατους στρατιωτικούς να εισηγηθούν την αναθεώρηση των πινάκων σύνθεσης των μονάδων της Εθνοφρουράς. Ο Στρατηγός Πεντζόπουλος υπήρξε ένας από τους κύριους υποστηρικτές της αναθεώρησης των πινάκων σύνθεσης της Εθνοφρουράς. Ο Πεντζόπουλος εισηγήθηκε στην πολιτική ηγεσία την αύξηση της δύναμης κάθε τάγματος Εθνοφρουράς από τετρακόσιους εβδομήντα τέσσερις άνδρες με είκοσι έξι αξιωματικούς και ανθυπασπιστές σε εφτακόσιους άνδρες με τον ίδιο αριθμό αξιωματικών και ανθυπασπιστών. Η υιοθέτηση της πρόταση του Πεντζόπουλου θα επέφερε τον περιορισμό των ταγμάτων Εθνοφρουράς και θα απελευθέρωνε αξιωματικούς, οι οποίοι θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν σε άλλες θέσεις. Ο Πεντζόπουλος επίσης πρότεινε τον περιορισμό του αριθμού των αξιωματικών, οι οποίοι υπηρετούσαν στα Στρατηγεία, στον ελάχιστο απαραίτητο αριθμό κατά το υπόδειγμα των προπολεμικών Συνταγμάτων που έχοντας διπλάσια δύναμη από τις υπάρχουσες Ταξιαρχίες είχαν Επιτελείο έντεκα αξιωματικών, ενώ τα Επιτελεία των Ταξιαρχιών του 1948 είχαν επιτελείο δεκαεννέα αξιωματικών.1224
1223
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.9, ό.π., σσ. 80-81 και Τσακαλώτος, 1946-1949, Δημοκρατία και Ολοκληρωτισμός, ό.π, σσ. 74-76 και 219-224. 1224 Αρχείο Θ. Πεντζόπουλου, Γ.Ε.Σ./Α.Π. 31501/Φ.22006, «Στελέχη Πεζικού», 7 η Ιανουαρίου 1948.
448
Κεφάλαιο Ενδέκατο: Η ΒΡΕΤΑΝΙΚΗ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΚΑΙ Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΑΡΑΤΑΣΗΣ ΠΑΡΑΜΟΝΗΣ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Η Βρετανική Αστυνομική Αποστολή το 1948 είχε ολοκληρώσει δύο περίπου χρόνια συμβουλευτικής παρουσίας στην Ελλάδα. Τα λειτουργικά κόστη της Αποστολής, κατ’ εφαρμογή της συμφωνίας που είχε συναφθεί επί κυβερνήσεως Βούλγαρη και είχε επικυρωθεί επί πρωθυπουργίας Τσαλδάρη με το Νομοθετικό Διάταγμα της 29ης Απριλίου 1946, καταβάλλονταν αρχικά από τη Βρετανική Κυβέρνηση και ανά τρίμηνο αποστέλλονταν στην ελληνική κυβέρνηση, προκειμένου αυτή να επιστρέψει τα ποσά στη βρετανική κυβέρνηση εν είδη. Η επιστροφή των ποσών των λειτουργικών δαπανών στη βρετανική κυβέρνηση γινόταν με την πληρωμή των λογαριασμών από την ελληνική κυβέρνηση σε δραχμές, οι οποίες ανταλλάσσονταν μετά από την Τράπεζα της Ελλάδος με λίρες Αγγλίας.1225 Οι λειτουργικές δαπάνες της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής κατά το εξάμηνο Οκτώβριου 1945 έως Μάρτιου 1946 ήταν είκοσι χιλιάδες εφτακόσιες σαράντα εννέα λίρες και δεκαεννέα πένες.1226Κινήθηκαν πάντως σε γενικές γραμμές εντός των συμπεφωνημένων στη διακρατική συμφωνία μετάκλησης της Αποστολής και ξεπεράστηκαν ελάχιστες φορές, όπως κατά το πρώτο τρίμηνο μετά τη νομοθετική κάλυψη της παρουσίας της Αποστολής στην Ελλάδα, για να επανέλθουν σε λογικά πλαίσια εντός των προβλεπόμενων ορίων κατά τα επόμενα τρίμηνα. Οι λειτουργικές δαπάνες της Αποστολής διαμορφώθηκαν κατά τα πρώτα δύο χρόνια της επίσημης μετάκλησης ως εξής: I.
Από 1η Ιουλίου έως 30ή Σεπτεμβρίου 1946 οι λειτουργικές δαπάνες ήταν εξήντα μία χιλιάδες είκοσι μία στερλίνες και εφτά σελίνια.
II.
Από 1η Οκτωβρίου έως 31η Δεκεμβρίου 1946 οι λειτουργικές δαπάνες ήταν δεκαπέντε χιλιάδες εξακόσιες εξήντα εφτά στερλίνες, δώδεκα σελίνια και έξι πένες.
III.
Από 1η Ιανουαρίου έως 31η Μαρτίου 1947 οι λειτουργικές δαπάνες ήταν δεκαοκτώ χιλιάδες εξακόσιες δεκαεννέα στερλίνες, δεκαεννέα σελίνια και έντεκα πένες.
1225
Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 119.3, 1949, Αριθμός Διεκπεραίωσης 7934, 7935, 7910, Β΄ Πολιτική- Ι΄ Τμήμα προς Υπουργείο Οικονομικών 46604, 13η Νοεμβρίου 1947. 1226 F.O. 371/58758, R 12429, British Embassy, Athens, 12/129/46, D.W Lasselles to Mr. Gonatas, acting Prime Minister, 6th August 1946.
449
IV.
Από 1η Απριλίου έως 30ή Ιουνίου 1947 οι λειτουργικές δαπάνες ήταν δώδεκα χιλιάδες εφτακόσιες μία στερλίνες, δεκαεννέα σελίνια και τρεις πένες.
V.
Από 1η Ιουλίου έως 30ή Σεπτεμβρίου 1947 οι λειτουργικές δαπάνες ήταν δεκατέσσερις χιλιάδες εκατόν τρεις στερλίνες, πέντε σελίνια και πέντε πένες.
VI.
Από 1η Οκτωβρίου έως 31η Δεκεμβρίου 1947 οι λειτουργικές δαπάνες ήταν δεκαοκτώ χιλιάδες τριακόσιες πέντε στερλίνες, δεκαπέντε σελίνια και έξι πένες.
VII.
Από 1η Ιανουαρίου έως 31η Μαρτίου 1948 οι λειτουργικές δαπάνες ήταν δεκατέσσερις χιλιάδες οκτακόσιες ογδόντα οκτώ στερλίνες και δεκατρία σελίνια.
VIII.
Από 1η Απριλίου έως 30ή Ιουνίου 1948 οι λειτουργικές δαπάνες ήταν δεκατρείς χιλιάδες πεντακόσιες εξήντα εννέα στερλίνες, πενήντα πέντε σελίνια και οκτώ πένες.1227
Η διακρατική συμφωνία μετάκλησης της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής στην Ελλάδα είχε διετή διάρκεια και επικυρώθηκε από την ελληνική κυβέρνηση τον Απρίλιο του 1946 με πρόβλεψη αναδρομικής ισχύος, η οποία άρχιζε από την 12η Ιουλίου 1945. Η πρόβλεψη αναδρομικής ισχύος της συμφωνίας, αν και κάλυψε τις ενέργειες και πράξεις της Αποστολής που είχαν προηγηθεί της επικύρωσης, προκάλεσε το 1947 την πρόωρη συζήτηση περί της ανανέωσης και παράτασης ισχύος της συμφωνίας μετάκλησης. Η βρετανική πρεσβεία ήδη από τον Δεκέμβριο του 1946 είχε ζητήσει από τη βρετανική κυβέρνηση να εξεταστούν οι προοπτικές της ανανέωσης και παράτασης της συμφωνίας παραμονής της Βρετανικής Αποστολής στην Ελλάδα και να εξομαλυνθούν οι ελληνοβρετανικές σχέσεις, ώστε να μην
1227
Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 119.3, 1949, Βρετανική Πρεσβεία προς Υπουργείο Εξωτερικών, «Δαπάνες BPM για 1η Ιουλίου-30η Σεπτεμβρίου 1947», 21η Ιανουαρίου 1947. ΥΠΕΞ, Αριθμός Διεκπεραίωσης 2831, 2814, 2832, Πολιτικών Υποθέσεων, Τμήμα Ευρώπης προς Υπουργείο Δημοσίας Τάξης, 24η Απριλίου 1947. ΥΠΕΞ, Αριθμός Διεκπεραίωσης 4020, 4021, 4022, Πολιτικών Υποθέσεων, Τμήμα Ευρώπης προς Υπουργείο Δημοσίας Τάξης, 14 η Ιουνίου 1947. ΥΠΕΞ, Αριθμός Διεκπεραίωσης 6788, 6789, 6790, Β΄ Πολιτική-Ι΄ Τμήμα προς Υπουργείο Οικονομικών, Υπουργείο Δικαιοσύνης και Υπουργείο Δημοσίας Τάξης 40979, 27η Σεπτεμβρίου 1947. ΥΠΕΞ, Αριθμός Διεκπεραίωσης 7934, 7935, 7910, Β΄ Πολιτική- Ι΄ Τμήμα προς Υπουργείο Οικονομικών 46604, 13η Νοεμβρίου 1947. ΥΠΕΞ Αριθμός Διεκπεραίωσης 1992,1993,1994, Β΄ Πολιτική-Ι΄ Τμήμα προς Υπουργείο Δικαιοσύνης και Υπουργείο Δημοσίας Τάξης, 23234, 8η Μαρτίου 1948. British Embassy, Athens, No 201, C 52/69/481, 21 May 1948 και British Embassy, Athens, No335, 52/135/48, 20 th September 1948.
450
παραστούν δυσκολίες στην επίτευξη της επιθυμητής, κατά τη βρετανική πρεσβεία, ανανέωσης της συμφωνίας παραμονής της Βρετανικής Αποστολής στην Ελλάδα.1228 Η δραστηριοποίηση της βρετανικής πρεσβείας στο θέμα της παράτασης παραμονής της Βρετανικής Αποστολής οφειλόταν σε σημαντικό βαθμό στις πιέσεις, τις οποίες άσκησε ο Αρχηγός της Αποστολής για το μέλλον και τις προοπτικές της Αποστολής στην Ελλάδα. Ο Sir Wickham επιθυμούσε την ανανέωση της συμφωνίας μετάκλησης της Αποστολής για ακόμα τρία χρόνια και μάλιστα το ταχύτερο δυνατό, καθώς τα συμβόλαια των περισσοτέρων μελών της Αποστολής έληγαν στα μέσα του 1947 και πολλοί αξιωματικοί, οι οποίοι προέρχονταν από αστυνομικές δυνάμεις της Αγγλίας, επεδείκνυαν απροθυμία να ανανεώσουν τα συμβόλαιά τους, με αποτέλεσμα στην περίπτωση ανανέωσης της συμφωνίας να χρειαζόταν πρόσθετος χρόνος για την αντικατάστασή τους.1229 Η βρετανική πλευρά επιθυμώντας την ανανέωση της παραμονής της Βρετανικής Αποστολής στην Ελλάδα, βολιδοσκόπησε την ελληνική κυβέρνηση για να διαπιστώσει τις σχετικές προθέσεις της. Η βολιδοσκόπηση πραγματοποιήθηκε με επιστολή που απέστειλε ο Βρετανός πρέσβης την 19η Μαρτίου 1947 στον Έλληνα πρωθυπουργό, Κωνσταντίνο Τσαλδάρη, και στον Έλληνα υπουργό Εξωτερικών.1230 Οι αντιδράσεις της ελληνικής κυβέρνησης στην επιστολή του Βρετανού πρέσβη κατέδειξαν την καταρχήν θετική ελληνική στάση και την ύπαρξη πεδίου διαπραγματεύσεων. Η βρετανική πλευρά επιθυμούσε η συμφωνία ανανέωσης να αποτελεί επανάληψη των όρων και προϋποθέσεων της υφιστάμενης διακρατικής συμφωνίας, να ισχύει για διάστημα μόνο έξι μηνών και να τυγχάνει της συναίνεσης της αμερικανικής κυβέρνησης. Η επιθυμία της βρετανικής πλευράς για την αμερικανική σύμφωνη γνώμη οφειλόταν στην αλλαγή που είχε επέλθει στον πολιτικό και οικονομικό συσχετισμό παροχής εξωτερικής βοήθειας προς την Ελλάδα κατά το διάστημα που είχε μεσολαβήσει από τη σύναψη της αρχικής συμφωνίας μετάκλησης της Βρετανικής Αποστολής τον Ιούλιο 1945. Η βρετανική πλευρά θεωρούσε πως οι οικονομικές παράμετροι της ελληνοβρετανικής συμφωνίας του 1945 για τη 1228
F.O. 371/58756, R 5531/75/19, No 844, Sir C. Norton to Mr. Attlee, 17 th December 1946. F.O. 371/ 58759, R16509, Mc Berthy to Foreign Office, 14 thNovember 1946. 1230 F.O. 371/ 67052, R 4086, British Embassy, Athens, C.J Norton to Constantine Tsaldaris, 19 th March 1947. 1229
451
Βρετανική Αποστολή, θα έπρεπε να γνωστοποιηθούν στην αμερικανική κυβέρνηση πριν από τη σύναψη οποιασδήποτε νέας συμφωνίας με την ελληνική κυβέρνηση, ώστε να μην υπάρξουν άγνωστες δαπάνες του ελληνικού προϋπολογισμού, οι οποίες θα δυσχέραιναν την αμερικανική προσπάθεια ισοσκελισμού του ελληνικού προϋπολογισμού και βελτίωσης των δημοσιονομικών δεικτών της Χώρας.1231 Ο κύριος στόχος των Βρετανών, όπως παραδέχονταν στη μεταξύ τους αλληλογραφία, δεν ήταν να αποσπάσουν τόσο τη συναίνεση της αμερικανικής κυβέρνησης και με βάση αυτή να προχωρήσουν στην παράταση ή μη της παραμονής της Αποστολής στην Ελλάδα, αλλά να αποσπάσουν την παροχή αμερικανικής υλικής βοήθειας
για
την
Αποστολή,
παρουσιάζοντας
τη
συνολική
εικόνα
της
ελληνοβρετανικής συμφωνίας από άποψη κόστους και αποτελέσματος. Οι Βρετανοί θεωρούσαν πως οι Αμερικανοί, έχοντας πλήρη εικόνα της κατάστασης, θα αναγνώριζαν τα πλεονεκτήματα της αξιοποίησης της εμπειρίας των Βρετανικών Αποστολών στην αναδιοργάνωση της Ελλάδας και θα συναινούσαν, όπως και έγινε, για τη συνέχιση της παραμονής της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής στην Ελλάδα, αποφεύγοντας να αποστείλουν δική τους Αστυνομική Αποστολή.1232 Η Ελληνική Κυβέρνηση υπέβαλε τελικά το αίτημα ανανέωσης της συμφωνίας μετάκλησης της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής την 7η Μαΐου 1947. Η βρετανική πρεσβεία αυθημερόν πληροφόρησε την ελληνική κυβέρνηση πως συμφωνούσε σε παράταση της συμφωνίας παραμονής της Βρετανικής Αποστολής για επιπλέον έξι μήνες, ξεκινώντας από την 11η Ιουλίου 1947 υπό την αίρεση, πως οι όροι και οι κανόνες που είχαν συμφωνηθεί μεταξύ των δύο κυβερνήσεων κατά την 8 η και 12η Μαΐου 1945 επί κυβερνήσεως Βούλγαρη και κατά την 21η Μαρτίου 1946 επί κυβερνήσεως Σοφούλη θα παρέμεναν σε ισχύ και κατά τη διάρκεια της εξάμηνης παράτασης παραμονής της Βρετανικής Αποστολής.1233 Το ελληνικό Υπουργείο των Εξωτερικών είχε πληροφορηθεί από τον Βρετανό πρέσβη το ακριβές περιεχόμενο της βρετανικής απάντησης ήδη από τη 17η Απριλίου, όταν ο Βρετανός πρέσβης ενημέρωσε εγγράφως το ελληνικό Υπουργείο Δημοσίας
1231
F.O. 371/ 67052, R.2860/140/19, British Police Mission to Greece to Foreign Office, 23rd April 1947 και F.O 371/67052, R 4086, British Embassy in Athens to Embassy of United States of America, 19th March 1947. 1232 F.O. 371/67052, R 4086, British Embassy, Athens, Sir Norton to Clement Attlee, 19 th March 1947. 1233 ΙΑ.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 119.3, 1949, British Embassy, Athens, 7 th May 1947.
452
Τάξης πως η συμφωνία παράτασης θα ήταν εξάμηνη, καθώς η βρετανική πλευρά αδυνατούσε να δεσμευτεί για έναν ολόκληρο χρόνο.1234 Ελάχιστες μέρες πριν από τη λήξη της συμφωνίας μετάκλησης της Βρετανικής Αποστολής στην Ελλάδα και έναρξης ισχύος της συμφωνίας παράτασης παραμονής της, προέκυψε μείζον ζήτημα ασφαλείας, όταν διέρρευσε και δημοσιεύτηκε στον Ριζοσπάστη, η μηνιαία αναφορά της Βρετανικής Αποστολής περί των συνθηκών ασφαλείας για τον μήνα Οκτώβριο του 1946, με ημερομηνία 18η Νοεμβρίου 1946. Ο Ριζοσπάστης δημοσίευσε από την αναφορά τα σημεία τα οποία ήταν πολιτικά επωφελή για το Κ.Κ.Ε. και όχι το σύνολό της, καθώς υπήρχαν και σημεία της, τα οποία ήταν πολιτικά επιβλαβή όπως ότι: «συμπερασματικά οι συμμορίες διέσχιζαν ελεύθερα τα σύνορα μεταξύ της Ελλάδας και της Βουλγαρίας». Το Foreign Office, αντιλαμβανόμενο τις προπαγανδιστικές συνέπειες και τη σπουδαιότητα της παραβίασης των κανόνων ασφαλείας και απορρήτου της Αποστολής, πρότεινε στην ελληνική κυβέρνηση τη λήψη συγκεκριμένων μέτρων. Τα προταθέντα μέτρα ήταν, σε επίπεδο προπαγάνδας, η δημοσίευση της μηνιαίας αναφοράς του Οκτωβρίου 1946 στο σύνολό της, ώστε η βρετανική πλευρά από άποψη εντυπώσεων να τεθεί και πάλι σε πλεονεκτική θέση, και στον τομέα της ασφάλειας και του απορρήτου ήταν η απομάκρυνση του συνόλου του διοικητικού προσωπικού της Αποστολής που ήταν Έλληνες και η αντικατάστασή τους με Βρετανούς. Η εφαρμογή όμως μιας τέτοιας απόφασης δεν ήταν εύκολη, καθώς η συμφωνία της παράτασης παραμονής της Αποστολής είχε ήδη συναφθεί και σε λίγες μέρες θα ετίθετο σε ισχύ η ανανέωσή της και επιπλέον γιατί η συγκεκριμένη τροποποίηση θα εκτίνασσε το μισθολογικό κόστος της Αποστολής και κατά συνέπεια τη βρετανική οικονομική επιβάρυνση. Η ηγεσία της Αποστολής και το Foreign Office, αδυνατώντας να επιλύσουν το ζήτημα με τους υφιστάμενους όρους και πόρους, στράφηκαν στο Υπουργείο Οικονομικών ζητώντας την έγκρισή του για την πρόσληψη ενός μικρού αριθμού Βρετανών διοικητικών υπαλλήλων, οι οποίοι θα επιφορτίζονταν αποκλειστικά με τα εμπιστευτικά και απόρρητα ζητήματα της Αποστολής. Η ηγεσία της Αποστολής και το Foreign Office γνώριζαν πως οι προτάσεις τους για το διοικητικό προσωπικό της Αποστολής θα προκαλούσαν την εύλογη αντίδραση της ελληνικής κυβέρνησης, 1234
Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 119.3, Υπουργείο Εξωτερικών προς Υπουργείο Δημοσίας Τάξης, Αριθμός Διεκπ. 2656, 2658, 2651, Πολιτικών Υποθέσεων, Τμήμα Ευρώπης, 23946, 18 η Απριλίου 1947 και F.O. 371/67052, R 5358, British Embassy, Athens, No 147, 105/24/47, C.J Norton to C. Tsaldaris, 17th April 1947.
453
καθώς η υιοθέτησή τους θα σήμαινε και την αποδοχή της ευθύνης για τη μη κατάλληλη επιλογή του διοικητικού προσωπικού της Αποστολής.1235 Οι προτάσεις της ηγεσίας της Αποστολής και του Foreign Office, παρά τη σοβαρότητά τους, δεν οδήγησαν σε οποιαδήποτε αναθεώρηση της συμφωνίας ανανέωσης, καθώς συνέπεσαν χρονικά με τις διαπραγματεύσεις για την ανανέωση της συμφωνίας παραμονής της Αποστολής μετά τη λήξη της εξάμηνης παράτασης τον Ιανουάριο του 1948. Ο Sir Charles Wickham, όπως και την προηγούμενη φορά, πίεσε το Foreign Office να πληροφορηθεί τις προθέσεις της βρετανικής κυβέρνησης περί της ανανέωσης της συμφωνίας παραμονής της Αποστολής μετά τον Ιανουάριο του 1948, προβάλλοντας την ανάγκη του έγκαιρου προγραμματισμού για την κάλυψη των κενών, τα οποία θα προέκυπταν από πιθανές διαρροές προσωπικού που δεν θα ανανέωνε τα συμβόλαια του για την περίοδο μετά τον Ιανουάριο του 1948. Οι βολιδοσκοπήσεις του Sir Charles Wickham προς το Foreign Office για την ανανέωση της συμφωνίας παραμονής της Αποστολής ξεκίνησαν πριν από τη λήξη της πρώτης συμφωνίας μετάκλησης της Αποστολής και προτού τεθεί σε ισχύ η συμφωνία της παράτασης παραμονής της Αποστολής, τον Ιούνιο του 1947.1236 Οι Βρετανοί όπως και στην περίπτωση της πρώτης συμφωνίας παράτασης της Αποστολής έτσι και στη δεύτερη ενημέρωσαν τους Αμερικανούς για το κόστος και το έργο της Αποστολής, προέβαλαν τους διοικητικούς λόγους που καθιστούσαν αναγκαία την περαιτέρω παραμονή της Αποστολής στην Ελλάδα και επεδίωξαν να αποσπάσουν την αμερικανική συγκατάθεση και δέσμευση πως η οποιαδήποτε νέα παράταση της συμφωνίας παραμονής της Αποστολής πέραν της 11ης Ιανουαρίου θα χρηματοδοτούνταν από τα δάνεια της αμερικανικής βοήθειας προς την Ελλάδα.1237 Οι Βρετανοί στηριζόμενοι στο αυξημένο επίπεδο της αγγλοαμερικανικής συνεργασίας που αναπτυσσόταν στην Ελλάδα και στην πίστη τους πως οι επιχειρήσεις κατά των ανταρτών θα είχαν ολοκληρωθεί και θα είχε διασωθεί η Ελλάδα στα τέλη του 1947, προσήλθαν στις διαπραγματεύσεις επιδιώκοντας ή τη διετή παράταση παραμονής της Βρετανικής Αποστολής ή τη μη σύναψη νέας 1235
F.O. 371/ 67052, R7839/140/19, Foreign Office, S.W.1, 20 th June 1947. F.O. 371/ 67052, R 8621, British Embassy, Athens, 105/40/47, 25 th June 1947. 1237 F.O. 371/ 67052, R 8621, British Embassy, Athens, 105/39/17, Sir Norton to Lincoln Mac Veagh, Embassy of the United States of America, 20th June 1947. 1236
454
συμφωνίας και την οριστική αποχώρηση της Αποστολής από την Ελλάδα. Το Foreign Office και η βρετανική πρεσβεία θεωρούσαν πάντως δεδομένο, πως σε καμία περίπτωση δεν θα ήταν δυνατόν να γνωρίζουν τις προοπτικές παραμονής της Αποστολής στην Ελλάδα ήδη από τον Ιούνιο 1947, όπως επιθυμούσε ο Sir Charles Wickham και όπως προκύπτει από τη μεταξύ τους αλληλογραφία, παρά τη βεβαιότητα την οποία έδειχναν στις συναντήσεις τους με την ελληνική κυβέρνηση και με την αμερικανική πλευρά, και δεν ήταν ιδιαίτερα αισιόδοξοι για τις προοπτικές ανανέωσης της συμφωνίας παράτασης παραμονής της Αποστολής.1238 Το Foreign Office και η βρετανική πρεσβεία, εξαιτίας της αβεβαιότητας των προοπτικών ανανέωσης της συμφωνίας παραμονής της Αποστολής, επεξεργάστηκαν τη διαδικασία απομάκρυνσης των μελών της Αποστολής και των οικογενειών τους από την Ελλάδα ακόμα και πριν από την 11η Ιανουαρίου 1948 που ήταν η καταληκτική ημερομηνία λήξης της συμφωνίας, καθώς κατά την περίοδο εκείνη με βάση τη διακρατική συμφωνία μετάκλησης της Αποστολής του 1945, τα έξοδα μεταφοράς θα τα κάλυπτε η ελληνική πλευρά. Το Foreign Office και η βρετανική πρεσβεία επεξεργάστηκαν, επίσης, και το σχέδιο απάντησης προς την Ελληνική Κυβέρνηση για τη μη ανανέωση της συμφωνίας, καθώς δεν ήταν δυνατόν να παρουσιαστεί ως αιτία απομάκρυνσης της Αποστολής η στάση του αμερικανικού παράγοντα απέναντί της. Οι Βρετανοί στο πλαίσιο αυτά επεδίωξαν να αποσπάσουν από την αμερικανική πλευρά κάποιας μορφής αναγνώριση του τελεσθέντος έργου της Αποστολής, ώστε να την κοινοποιήσουν στην ελληνική κυβέρνηση μαζί με την απάντηση περί μη ανανέωσης της παραμονής της Αποστολής στην Ελλάδα.1239 Ο Sir Charles Wickham θεωρώντας επιβεβλημένη την παράταση παραμονής της Αποστολής στην Ελλάδα, ξεκίνησε έναν μαραθώνιο αγώνα για να πείσει τη βρετανική κυβέρνηση και τους Αμερικάνους. Ο Sir Charles Wickham απηύθυνε την 28η Αυγούστου 1947 επιστολή προς τον Reilly στη βρετανική πρεσβεία, με την οποία τον πληροφορούσε πως η κατάσταση των Σωμάτων Ασφαλείας στην Ελλάδα θα χειροτέρευε και θα εξέλειπε κάθε πιθανότητα για μία αξιοπρεπή Χωροφυλακή και Αστυνομία Πόλεων, αν η Αποστολή αποσυρόταν και δεν αντικαθίστατο από κάποιον 1238
F.O. 371/67052, R 8621/140/19,Christopher Warner to J Balfour, Washington, 7 th July 1947 και R 9117, Charles Wickham to Mr. William, Future of the Police Mission, 21 st June 1947 1239 F.O. 371/67052, R11554/140/19, “Future of the Police Mission arrangements for withdrawing” D.J Mc Carthy, 26th August 1947 και R 11554/140/19, No 1788, Foreign Office to Athens, 27 th August 1947.
455
παρόμοιο θεσμό. Ο Sir Charles Wickham κάλεσε μάλιστα τον Reilly να απευθυνθεί σε οιονδήποτε υπεύθυνο Έλληνα αξιωματικό των Σωμάτων Ασφαλείας για να επιβεβαιώσει την ορθότητα των ισχυρισμών του. Η επιστολή του Sir Charles Wickham κατέληξε με το συμπέρασμα, πως έπειτα από δύο χρόνια στην Ελλάδα γνώριζε πως η Χωροφυλακή δεν θα μετατρεπόταν σε δύναμη ικανή να επιτύχει την επανεγκατάσταση των Πολιτικών Αρχών και να επαναφέρει το αίσθημα ασφάλειας και σιγουριάς στον πληθυσμό στο πλαίσιο των λογικών δραστηριοτήτων της και εντός των κανόνων των προβλεπόμενων από τους Νόμους, αν δεν υπήρχε βοήθεια από μία ειδικευμένη ξένη αποστολή.1240 Στο πλαίσιο της προσπάθειας ενημέρωσης των Αμερικανών για τη Βρετανική Αστυνομική Αποστολή πραγματοποιήθηκε με βρετανική πρωτοβουλία, την 3η Σεπτεμβρίου 1947, ευρεία σύσκεψη με τη συμμετοχή του Επιτελείου της A.M.A.G., των μελών της Βρετανικής Αποστολής και της Βρετανικής Πρεσβείας. Το Επιτελείο της A.M.A.G. ζήτησε κατά τη σύσκεψη να πληροφορηθεί από τον Sir Charles Wickham την οργάνωση των ελληνικών Σωμάτων Ασφαλείας, την εποπτική δουλειά της Αποστολής στους τρεις τομείς δράσεις της, την Αστυνομία Πόλεων, τη Χωροφυλακή και τις Φυλακές, την αριθμητική δύναμη των Σωμάτων Ασφαλείας, την αναγκαιότητα της διατήρησης των υφιστάμενων οροφών τους και τη συνολική οικονομική επιβάρυνση, την οποία η Βρετανική Αποστολή επέφερε στον ελληνικό προϋπολογισμό, κατ’ εφαρμογή των όρων της διακρατικής συμφωνίας του 1945. Οι βρετανικές θέσεις στη διάρκεια της σύσκεψης εξετέθησαν από τον Sir Charles Wickham εκ μέρους της Αποστολής και από τον Reilly εκ μέρους της Βρετανικής Πρεσβείας. Ο Sir Charles Wickham δήλωσε τη βαθιά πεποίθησή του πως τα Σώματα Ασφαλείας υπό τις παρούσες συνθήκες χρειάζονταν την παρουσία μίας αποτελεσματικής και αμερόληπτης ξένης εποπτείας και πως η παρούσα δύναμη των τριάντα χιλιάδων ανδρών των Σωμάτων Ασφαλείας θα έπρεπε να διατηρηθεί για κάμποσα χρόνια μετά τον τερματισμό της δράση των ανταρτικών οργανώσεων. Ο Reilly επαναδιατύπωσε την επιθυμία της βρετανικής κυβέρνησης να αποσύρει την Αποστολή από την Ελλάδα, με τη μη ανανέωση της συμφωνίας παραμονής μετά την 11η Ιανουαρίου 1948, όπως είχε προταθεί και από την
1240
F.O. 371/67052, R 12395, British Police Mission, Athens, Headquarters, Sir Charles Wickham to British Embassy, Athens, D.P. Reilly, 28th August 1947.
456
αμερικανική κυβέρνηση, ώστε να απαλλαχθεί ο ελληνικός προϋπολογισμός από τις αναλογούσες δαπάνες συντηρήσεώς της, και ζήτησε να πληροφορηθεί τις θέσεις της A.M.A.G. επί των διοικητικών ζητημάτων, τα οποία δημιουργούσε η απόσυρση της Αποστολής από την Ελλάδα. Ειδικότερα τα ερωτήματα ήταν: 1. Πώς θα γνωστοποιούνταν στην ελληνική κυβέρνηση η απόφαση της μη ανανέωσης της παραμονής της Αποστολής και θα αποδέχονταν οι Αμερικανοί τη βρετανική πρόταση για την έκδοση κοινής δήλωσης; 2. Η Αποστολή θα έπρεπε να μείνει μέχρι την 11η Ιανουαρίου 1948 σε πλήρη σύνθεση ή θα έπρεπε να αρχίσει τη σταδιακή απόσυρσή της από τον Νοέμβριο του 1947, ώστε να εξοικονομηθούν οκτώ χιλιάδες διακόσιες εβδομήντα έξι στερλίνες και δεκαέξι σελίνια για τον ελληνικό προϋπολογισμό; 3. Επιθυμούσαν οι Αμερικανοί η πολιτική της Αποστολής για τον εναπομείναντα επιχειρησιακό βίο της να κατευθυνθεί σε κάποια συγκεκριμένη κατεύθυνση, ώστε να ταυτιστεί με την πολιτική που θα υιοθετούσαν οι Αμερικάνοι για τα Σώματα Ασφαλείας μετά την αποχώρηση της Αποστολής; Η σύσκεψη 3ης Σεπτεμβρίου 1947 ολοκληρώθηκε τελικά για τους Βρετανούς με έναν απροσδόκητα θετικά τρόπο, καθώς ο Αρχηγός της A.M.A.G. δήλωσε πως θα επανεκτιμούσε την απόφαση της απόσυρσης της Αποστολής από την Ελλάδα και θα ενημέρωνε τη βρετανική πλευρά το ταχύτερο δυνατό για τις τελικές αποφάσεις και εισηγήσεις του, εφόσον κατέληγε στην απόφαση της μη απόσυρση της Αποστολής τον Ιανουάριο 1948.1241 Η αλλαγή της στάσης της A.M.A.G. για τη Βρετανική Αποστολή οδήγησε στην έναρξη τριμερούς διαλόγου μεταξύ Αμερικανών, Βρετανών και Ελλήνων για τους όρους και τις προϋποθέσεις της συμφωνίας παράτασης παραμονής της Αποστολής. Οι διαπραγματεύσεις έπειτα από αμερικανική πρόταση κατέληξαν στη μείωση του αριθμού των μελών της Αποστολής, προς ικανοποίηση της ελληνικής πλευράς και με την αρχική σύμφωνη γνώμη του Sir Charles Wickham, ο οποίος πρότεινε τη μείωση του αριθμού των αξιωματικών το ανώτερο μέχρι εννέα άτομα. Η συμφωνία όμως κατέρρευσε όταν ο Sir Charles Wickham υπαναχώρησε, δηλώνοντας πως η απόφαση της μείωσης των αξιωματικών ήταν εσφαλμένη.1242 Ο Sir Charles 1241
F.O. 371/ 67052, R 12706, No 339, 105/60/47, British Embassy, Athens, 8th September 1947. F.O. 371/67053, R13061, British Embassy, Athens to Foreign Office, No. 1690, 24 th September 1947. 1242
457
Wickham στήριξε την επιχειρηματολογία της υπαναχώρησης, βασιζόμενος στα διαρκή αιτήματα του Έλληνα υπουργού Δημοσίας Τάξης, Κ. Ρέντη, για αύξηση της επιτήρησης των Διοικήσεων και των Σταθμών της Χωροφυλακής και στο γεγονός πως οποιαδήποτε ενδεχόμενη μείωση του προσωπικού της Αποστολής θα οδηγούσε και σε αντίστοιχη μείωση της επιτήρησης της Χωροφυλακής και σε μη ικανοποίηση βασικών επιθυμιών της ελληνικής ηγεσίας στον τομέα της Ασφάλειας. Ο Sir Charles Wickham για να ενισχύσει την επιχειρηματολογία του πως η επιτήρηση της Χωροφυλακής θα καθίστατο ακόμα δυσκολότερη στην περίπτωση μείωσης του αριθμού των αξιωματικών της Αποστολής, επικαλέστηκε την περιοδική απουσία επιτήρησης των Σταθμών και των Διοικήσεων της Χωροφυλακής για τέσσερις εβδομάδες κάθε χρόνο, εξαιτίας της άδειας ενός μήνα, που η υπάρχουσα διακρατική συμφωνία χορηγούσε σε κάθε αξιωματικό της Αποστολής.1243 Ο υπουργός Δημοσίας Τάξεως αγωνιώντας για το ενδεχόμενο μείωσης των ανδρών της Βρετανικής Αποστολής, κατά τη σύνταξη της σύμβασης ανανέωσης της παραμονής
της,
απευθύνθηκε στη βρετανική πρεσβεία στο πλαίσιο των
συνηθισμένων επαφών μαζί της, για να επαναβεβαιώσει την επιθυμία της ελληνικής πλευράς για την ανανέωση της συμφωνίας παραμονής της Αποστολής για ακόμα έξι μήνες. Επιπλέον, ήθελε να εκδηλώσει την αγωνία του για τις αμερικανικές εισηγήσεις σχετικά με τη μείωση της δύναμης της Αποστολής κατά εννέα αξιωματικούς. Ζήτησε μάλιστα από τους Βρετανούς να μεταφερθεί στους Αμερικανούς η ελληνική ανησυχία επί του θέματος. Η βρετανική πρεσβεία απαντώντας στον Έλληνα υπουργό Δημοσίας Τάξεως έκλεισε κατά τρόπο οριστικό κάθε συζήτηση επί του θέματος δηλώνοντας πως δεν προτίθετο να μεταφέρει τις ελληνικές ανησυχίες στους Αμερικάνους, καθώς η βρετανική πλευρά δεν αντιτίθετο στην προταθείσα από τους Αμερικάνους μείωση του προσωπικού της Αποστολής.1244 Οι βρετανοαμερικανικές διαπραγματεύσεις μετά τη διευθέτηση του ζητήματος της μείωσης του προσωπικού της Αποστολής στράφηκαν στο πλαίσιο, εντός του οποίου θα ανανεωνόταν η συμφωνία παραμονής της Αποστολής για επιπλέον έξι μήνες, έως τον Ιούλιο του 1948. Παράλληλα προς τις βρετανοαμερικανικές διαπραγματεύσεις πραγματοποιούνταν ζυμώσεις και μεταξύ της Βρετανικής 1243
F.O. 371/ 67053, R 13382, British Police & Prison Mission, Headquarters, Athens, M.S.50/1, , Ch. Wickham to J.G. Tahourdin, British Embassy, 26th September 1947. 1244 F.O. 371/ 67053, R 14111, British Embassy, Athens to Foreign Office, No 1780, 21 st October 1947.
458
Αποστολής, του Foreign Office και του Υπουργείου Οικονομικών, καθώς η ηγεσία της Αποστολής προσπαθούσε να αποσπάσει τη συγκατάθεση του Foreign Office για να προβλεφθούν ευνοϊκοί όροι παραμονής και πολιτικής κάλυψης των ανδρών της Αποστολής έναντι πιθανών αμερικανικών παρεμβάσεων στη νέα συμφωνία παράτασης παραμονής της Αποστολής. Το Foreign Office πάλι προσπαθούσε να αποσπάσει από το Υπουργείο Οικονομικών τη δέσμευση πόρων για τη συνέχιση της καταβολής των δαπανών της Αποστολής και στο μέλλον. Σημείο σύγκλισης της Βρετανικής Αποστολής, του Foreign Office και του Υπουργείου Οικονομικών ήταν πως η ελληνική κυβέρνηση, με βάση και τη νέα συμφωνία παραμονής της Αποστολής, θα συνέχιζε να καταβάλλει μέρος των δαπανών και δεν θα επερχόταν καμία αλλαγή στον τρόπο πληρωμών των ανδρών της με βάση και τη συμφωνία ανανέωσης.1245 Ο Κωνσταντίνος Ρέντης, μετά τη βρετανική απόρριψη για το ζήτημα της μείωσης του προσωπικού της Αποστολής, επανατοποθετήθηκε επί του θέματος ταυτιζόμενος με την άποψη των Αμερικανών. Ζήτησε μάλιστα, υπό την προοπτική της μείωσης του προσωπικού της Αποστολής, να επέλθουν αλλαγές στη διοικητική ισχύ της Αποστολής και του Αρχηγού της στις υποθέσεις των Σωμάτων Ασφαλείας. Ο Ρέντης ειδικότερα ζήτησε στη συμφωνία ανανέωσης να προσδιοριστεί πως το δικαίωμα veto του Αρχηγού της Αποστολής επί των αποφάσεων του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως δεν εξαρτιόταν στο εξής από τις μεταθέσεις και το διαθέσιμο προσωπικό. Ο Wickham όμως αντιτάχθηκε έντονα προβάλλοντας την άποψη πως ο περιορισμός του ελέγχου της Αποστολής στα Σώματα Ασφαλείας θα οδηγούσε σε αυτόματη μείωση του κύρους της. Ο Sir Charles Wickham, μετά την επανατοποθέτηση και του Ρέντη επί της μείωσης του προσωπικού της Αποστολής, αναθεώρησε την άποψή του καθώς, όπως ισχυρίστηκε, η Αποστολή δεν μπορούσε να δράσει σε μεγάλο τμήμα της Επικράτειας που τελούσε υπό τον έλεγχο των Ανταρτών. Ο Sir Charles Wickham παρουσίασε την υποχώρηση στο ζήτημα της μείωσης του προσωπικού της Αποστολή ως δώρο προς τους Αμερικάνους και τους Έλληνες και την συνέδεσε με τη μη ύπαρξη αλλαγών στο περιεχόμενο της συμφωνίας σχετικά με τις εξουσίες της Αποστολής και του Αρχηγού της.1246
1245 1246
F.O. 371/ 67053, R 13061/140/19, Foreign Office to Treasury, 6 th October 1947. F.O. 371/ 67053, R 14587, British Embassy, Athens to Foreign Office, 18 th October 1947.
459
Η βρετανική πρεσβεία μετά την αλλαγή στάσης του Sir Charles Wickham στο ζήτημα της μείωσης του προσωπικού της Αποστολής θέλησε να επιταχύνει τις διαπραγματεύσεις και ζήτησε από την A.M.A.G. να διευκρινιστεί, στο πλαίσιο της συμφωνίας παραμονής της Αποστολής, πώς θα συνεχιζόταν ο διμερής τρόπος αποπληρωμής των εξόδων και της μισθοδοσίας της Αποστολής σε στερλίνες και σε δραχμές και αν οι δαπάνες της Αποστολής για τον προϋπολογισμό του 1947/1948 θα υπολογίζονταν με βάση τη νέα σύνθεση της Αποστολής ή με βάση την παλιά σύνθεση. Η απάντηση της A.M.A.G. στα βρετανικά ερωτήματα ήταν σαφής, πως θα συνεχιζόταν το διμερές σύστημα χρηματοδότησης της Αποστολής και από τις δύο κυβερνήσεις και στα δύο εθνικά νομίσματα, όπως αυτό είχε καθιερωθεί, και πως οι δαπάνες της Αποστολής για τον προϋπολογισμό του 1947/1948 θα υπολογίζονταν και θα εκτελούνταν με βάση τη νέα σύνθεσή της.1247 Η θετική πλέον στάση της A.M.A.G. και το υπαρκτό ενδιαφέρον της ελληνικής κυβέρνησης για την παράταση της παραμονής της Αποστολής, επέτρεψαν τον Δεκέμβριο του 1947 τη σύναψη νέας συμφωνίας εξάμηνης παράτασης παραμονής της Αποστολής, ύστερα από την αποδοχή από μέρους της βρετανικής κυβέρνησης του νέου αιτήματος της ελληνικής κυβέρνησης. Η τυπική αποδοχή του αιτήματος της ελληνικής κυβέρνησης πραγματοποιήθηκε με την επιστολή που απέστειλε ο Βρετανός πρέσβης, Sir Norton, στον Έλληνα υπουργό των Εξωτερικών, Κ. Τσαλδάρη, τη 12η Σεπτεμβρίου 1947. Ο
Sir Clifford Norton στην επιστολή
γνωστοποιούσε τη σύμφωνη γνώμη της βρετανικής κυβέρνησης για την ανανέωση της παραμονής της Βρετανικής Αποστολής για έξι μήνες με αρχή ισχύος της συμφωνίας την 11η Ιανουαρίου 1948 υπό την προϋπόθεση πως θα ίσχυαν στο ακέραιο και χωρίς καμία τροποποίηση οι όροι της συμφωνίας της 7ης Μαΐου 1947, οι οποίοι ήταν βασισμένοι στην αρχική σύμβαση μετάκλησης της Βρετανικής Αποστολής και πως οι όροι περί της εξ ημισείας χρηματοδότησης της Αποστολής και από τις δύο κυβερνήσεις και της πληρωμής του ελληνικού ποσοστού στη βρετανική κυβέρνηση σε στερλίνες θα τηρούνταν πιστά.1248
1247
F.O 371/67053, R 16460, British Embassy, Athens, 105/89/47, Costs of British Police and Prison Mission, 24th November 1947 και R 16460, The American Mission for Aid to Greece to British Embassy Athens, 105/89/47, 29th November 1947. 1248 F.O 371/ 67052, R 6456/140/19, Balkan States, 14 th May 1947, Section 1, Sir C. Norton to M. Tsaldaris, 105/26/27, 7th May 1947 and M Tsaldaris to Sir C. Norton 7th May 1947 και F.O 371/67053, R 16846/140/19, British Embassy, Athens, C.J. Norton to Constantine Tsaldaris, 12 th December 1947,
460
Η διακριτή αναφορά της βρετανικής απαντητικής επιστολής στην πιστή τήρηση του τρόπου χρηματοδότησης της Αποστολής από την ελληνική πλευρά οφειλόταν στην καθυστέρηση, η οποία είχε παρουσιαστεί στην αποπληρωμή των υποχρεώσεων της ελληνικής πλευράς, συνολικού ποσού εκατόν οκτώ χιλιάδων δέκα στερλινών, δεκαοκτώ σελινιών και οκτώ πενών, για τα τέσσερα λήξαντα τρίμηνα της 30ης Σεπτεμβρίου 1946, 31ης Δεκεμβρίου 1946, 31ης Μαρτίου 1947 και 30ής Ιουνίου 1947.1249 Η ελληνική κυβέρνηση απάντησε διά του υπουργού Εξωτερικών, Κ. Τσαλδάρη, αυθημερόν στους Βρετανούς αποδεχόμενη πως η συμφωνία της 7ης Μαΐου 1947 θα ήταν η βάση για την εξάμηνη συμφωνία παραμονής της Αποστολής και πως ο τρόπος πληρωμής και κάλυψης των δαπανών της Αποστολής από την ελληνική πλευρά θα ήταν σταθερός.1250 Κι ενώ η ελληνική κυβέρνηση τον Ιούλιο του 1948, ήταν έτοιμη να υποβάλει και νέο αίτημα παράτασης της συμφωνίας, καθώς η τρίτη περίοδος παράτασης της παραμονής της Βρετανικής Αποστολής τελείωνε, ενέσκηψε διαφωνία στο εσωτερικό της επί του θέματος. Ο Υπουργός Δημοσίας Τάξεως, Κ. Ρέντης, διατύπωσε την 5η Ιουλίου 1948 με επιστολή του προς τον πρωθυπουργό Σοφούλη τη διαφωνία του με την προοπτική νεώτερης ανανέωσης της σύμβασης και με το ενδεχόμενο η ανανέωση να είναι διετούς διάρκειας, όπως επεδίωκε η Κυβέρνηση. Ο Κ. Ρέντης στήριξε τη διαφωνία του σε τρία επιχειρήματα. Το πρώτο επιχείρημα ήταν πως η Βρετανική Αστυνομική Αποστολή αν και πολυπληθής, με μέλη επιλεγμένα από τον Αρχηγό της Αποστολής, είχε επιδείξει ελάχιστο οργανωτικό έργο και τα ελληνικά Σώματα Ασφαλείας παρά τη σημαντική πρόοδο της αστυνομικής μεθόδου και τεχνικής, κατά την περασμένη δεκαετία, και την παρουσία της αποστολής συνέχιζαν να έχουν πλήρη άγνοια αυτών των εξελίξεων. Ο Ρέντης έφερνε ως χαρακτηριστικό παράδειγμα της αδιαφορίας της Αποστολής για την επιμόρφωση των στελεχών των Σωμάτων Ασφαλείας το γεγονός, πως σε όλη την παρελθούσα περίοδο δεν είχε πραγματοποιηθεί καμία μορφωτική διάλεξη και δεν είχε Ι.Α.Υ.Ε, Κεντρική Υπηρεσία, 119.3, 1949, British Embassy, Νο 49564, Athens, 12thDecember 1948 και Βρετανική Πρεσβεία, Αθήνας προς Υπουργείο Εξωτερικών, Αρ. 49893, 13η Δεκεμβρίου 1947. 1249 Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 119.3, 1949, Αριθμός Διεκπεραίωσης 7934, 7935, 7910, Β΄ Πολιτική- Ι΄ Τμήμα προς Υπουργείο Οικονομικών 46604, 13 η Νοεμβρίου 1947. 1250 F.O. 371/67053 R 15836, De Royal des Affaires Etranceres, Athens, No. 49564, C. Tsaldaris to Sir Clifford Norton, 12th December 1947.
461
εκδοθεί καμία εγκύκλιος οργανωτικού περιεχομένου από τα μέλη της Αποστολής για το προσωπικό των Σωμάτων Ασφαλείας. Το δεύτερο επιχείρημα ήταν το αυξημένο κόστος της συντήρησης της Αποστολής. Ο Ρέντης ανέφερε πως ήταν αδικαιολόγητο ο κρατικός προϋπολογισμός να έχει δεσμευμένα τριάμισι δισεκατομμύρια δραχμές για την κάλυψη της εθνικής συμμετοχής στη διατήρηση της Αποστολής, όταν η Κυβέρνηση βρισκόταν σε αδυναμία ικανοποίησης των δίκαιων οικονομικών αιτημάτων των ανδρών των Σωμάτων Ασφαλείας για έστω και μικρή βελτίωση των αποδοχών τους. Ο Ρέντης υποστήριξε πως θα μπορούσαν να επιτευχθούν πολύ καλύτερα αποτελέσματα στην επιμόρφωση και οργάνωση όλων των κλάδων των Σωμάτων Ασφαλείας από αυτά που προσέφερε η Αποστολή, αν στέλνονταν με πολύ λιγότερα χρήματα αξιωματικοί στο εξωτερικό για εκπαίδευση. Το τρίτο επιχείρημα ήταν πως οι λόγοι πολιτικής σκοπιμότητας για τους οποίους είχε πραγματοποιηθεί η τελευταία ανανέωση της συμφωνίας δεν υφίσταντο πλέον. Η τελευταία συμφωνία ανανέωσης κατά τον Ρέντη είχε συναφθεί γιατί η Κυβέρνηση δεν ήθελε να δημιουργήσει την εντύπωση πως η άφιξη της A.M.A.G, με την οποία συνέπεσε χρονικά, καθιστούσε περιττές τις Βρετανικές Αποστολές προς τις οποίες ήταν βαθιά η ευγνωμοσύνη του Έθνους για όσα είχαν προσφέρει κατά το πρόσφατο παρελθόν.1251 Ο Ρέντης επανήλθε την 11η Ιουλίου 1948 με νέα επιστολή προς τον Σοφούλη, δηλώνοντας την αντίθεσή του με την αναγνώριση της αποτελεσματικότητας του έργου της Αποστολής από μέρους της Κυβέρνησης, καθώς αυτή ήταν μειωτική για την αποτελεσματικότητα και την προσφορά πολλών διακεκριμένων αξιωματικών της Χωροφυλακής και της Αστυνομίας Πόλεων και δηλώνοντας επίσης τη βαθιά του πεποίθηση πως η ανανέωση της σύμβασης θα μπορούσε να επιτευχθεί, εφόσον ήταν η επιθυμία του πρωθυπουργού αλλά αυτή θα έπρεπε να γίνει υπό εντελώς νέους όρους,
1251
Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 119.3, 1949, Υπουργείο Δημοσίας Τάξης, Γενική Διεύθυνση Αστυνομίας Πόλεων, Διεύθυνσις Α.Π., Αριθμ. Πρωτοκολ. Ε.3236/70/Ι, Υπουργός Δημοσίας Τάξης προς Πρόεδρο Κυβερνήσεως, 5η Ιουλίου 1948 κοινοποίηση προς Υπουργείο Εξωτερικών 8 η Ιουλίου 1948, Αριθμό 40955.
462
με τον περιορισμό της Αποστολής στα αμιγώς μορφωτικά και εκπαιδευτικά ζητήματα και με τον περιορισμό των μελών σε μόλις τρία με τέσσερα μέλη.1252 Οι ενστάσεις του Υπουργού Δημοσίας Τάξης για τη συμφωνία ανανέωσης της παραμονής της Αποστολής προκάλεσαν το ενδιαφέρον και την ανησυχία του αντιπροέδρου της Κυβέρνησης και υπουργού Εξωτερικών, Κ. Τσαλδάρη, ο οποίος ζήτησε τη 15η Ιουλίου τη σύγκλιση του Υπουργικού Συμβουλίου. Ο Τσαλδάρης παρουσιάστηκε στο Υπουργικό Συμβούλιο, υποστηρίζοντας την αναγκαιότητα της ανανέωσης της συμφωνίας αλλά και την ανάγκη να παρασχεθούν διευκρινίσεις από τη βρετανική πλευρά σχετικά με τη διάρκεια της συμφωνίας και τον αριθμό των ανδρών της.1253 Το Υπουργικό Συμβούλιο σε νεότερη συνεδρίαση την 17η Ιουλίου 1948, μετά την ενημέρωση που έλαβε από τον Κων. Τσαλδάρη, εξέδωσε την Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου (Π.Υ.Σ.) 719, με την οποία εξουσιοδοτήθηκε ο αντιπρόεδρος και υπουργός Εξωτερικών, Κων. Τσαλδάρης να διαπραγματευτεί εντός ορίων και σε συνεργασία με τους συναρμόδιους Υπουργούς την ανανέωση της συμφωνίας παράτασης της παραμονής της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής. Τα όρια εντός το οποίων έπρεπε να κινηθεί ο Τσαλδάρης ήταν αφενός η χρονική διάρκεια της ανανέωσης της σύμβασης, η οποία δεν θα υπερέβαινε τον έναν χρόνο και σίγουρα δεν θα ήταν μεγαλύτερη του ενάμιση χρόνου, αναγνωρίζοντας όμως και στα δύο μέρη τη δυνατότητα του πρόωρου τερματισμού της συμφωνίας μετά τη λήξη του πρώτου χρόνου. Αφετέρου, στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων θα καταβάλλονταν οι μέγιστες προσπάθειες για τον μέγιστο δυνατό περιορισμό του αριθμού των μελών της Αποστολής.1254 Ενστάσεις για την προοπτική ανανέωσης της παραμονής της Βρετανικής Αποστολής παρουσιάστηκαν και στον ημερήσιο εθνικό Τύπο. Η φιλελεύθερη εφημερίδα Ελευθερία στο φύλλο της 17ης Ιουλίου δημοσίευσε άρθρο, στο οποίο αναφερόταν πως η Κυβέρνηση επρόκειτο να ανανεώσει τη συμφωνία παράτασης παραμονής της Αποστολής αν και αυτή είχε αποτύχει στο έργο της, μη στρεφόμενη 1252
Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 119.3, 1949, Υπουργείο Δημοσίας Τάξης, Γενική Διεύθυνση Αστυνομίας Πόλεων, Διεύθυνσις Α.Π, Αριθμ. Πρωτοκλ. Ε. 3395.Φ70/Ι, «Εις απάντησιν Υπ. 40955 της 10ης Ιουλίου 1948», 11η Ιουλίου 1948. 1253 F.O. 371/72258, R 81641/36/19, British Embassy to Foreign Office, Sir C. Norton, No. 624, 15 th July 1948. 1254 Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 119.3, 1949, Υπουργικό Συμβούλιο, Πράξη 719, Αθήνα, 17 η Ιουλίου 1948.
463
κατά της Δεξιάς και των παραστρατιωτικών οργανώσεων, και πως ο Sir Charles Wickham ήταν φιλικά διακείμενος προς το Λαϊκό Κόμμα, καθώς είχε επέλθει συμφωνία μεταξύ αυτού και του Κ. Τσαλδάρη για να βοηθήσουν οι Λαϊκοί να επέλθει ανανέωση της συμφωνίας για δύο χρόνια. Ο C. J. Norton ενοχλήθηκε έντονα από το άρθρο της Ελευθερίας και υπέβαλε τη διαμαρτυρία του στον Κ. Τσαλδάρη, υπό την ιδιότητα του Υπουργού Εξωτερικών, κατηγορώντας ευθέως τον Κ. Ρέντη ή κάποιο άτομο προσκείμενο σε αυτόν, πως ήταν οι εμπνευστές του άρθρου της Ελευθερίας. Ο Τσαλδάρης απαντώντας στη διαμαρτυρία του Norton, δήλωσε πως και ο ίδιος λόγω της γενικότερης στάσης του Ρέντη αντιμετώπιζε μια διαρκώς αυξανόμενη δυσκολία να συνεργαστεί μαζί του και ήλπιζε πως ο Norton θα γνωστοποιούσε στον ίδιο τον πρωθυπουργό την αντίθεσή του προς τον Ρέντη. Ο Norton γνωστοποίησε στον Τσαλδάρη πως προτίθετο να αποστείλει επιστολή στον Μαυροκορδάτο, τον προϊστάμενο του πρωθυπουργικού γραφείου, προκειμένου να διαμαρτυρηθεί για την επίθεση της Ελευθερίας κατά της Αποστολής και Βρετανών δημόσιων λειτουργών, αλλά πως δεν θα προέβαινε σε άλλες ενέργειες, ώστε να μην πυροδοτήσει οποιουδήποτε είδους ένταση εντός του κυβερνητικού συνασπισμού, καθώς τα κόμματα που τον συγκροτούσαν είχαν αντίθετες θέσεις επί του ζητήματος ανανέωσης της παραμονής της Αποστολής. Η επιστολή διαμαρτυρίας του Norton προς το πρωθυπουργικό γραφείο εστάλη αυθημερόν με τη διαμαρτυρία προς τον Υπουργό Εξωτερικών.1255 Η βρετανική πλευρά αντέδρασε στην προοπτική της μείωσης του αριθμού των μελών της Αποστολής, προβάλλοντας δυσχέρειες και εμπόδια στη δυνατότητα της εφαρμογής της μείωσης. Η Αποστολή υποστήριξε πως το μόνο τμήμα της με μεγάλο πλήθος αξιωματικών ήταν ο Κλάδος της Χωροφυλακής με δεκαοκτώ αξιωματικούς, οι οποίοι ήταν τοποθετημένοι απευθείας στη Χωροφυλακή και ήταν αδύνατο να μειωθούν καθώς οι θέσεις που κατείχαν έπρεπε υποχρεωτικά να είναι επανδρωμένες. Οι δεκαοκτώ αξιωματικοί της Αποστολής ήταν τοποθετημένοι ως εξής: ένας στο Αρχηγείο της Χωροφυλακής, δεκατέσσερις στις αντίστοιχες δεκατέσσερις Ανώτερες Διοικήσεις του Σώματος, ένας στη Θεσσαλονίκη ως σύνδεσμος με τον Στρατιωτικό Διοικητή Βορείου Ελλάδος, τον Διοικητή του Γ΄ Σώματος Στρατού και τον
1255
F.O. 371/72258, R 8315/36/19, British Embassy to Foreign Office, Sir C. Norton, No. 641, 17 th July 1948 και R 8453/36/19, British Embassy to Foreign Office, Sir C. Norton, No. 642, 18th July 1948.
464
Επιθεωρητή της Χωροφυλακής Βορείου Ελλάδος και ένας ως σύνδεσμος στα Αρχηγεία του Α΄ και Β΄ Σώματος Στρατού. Η Αποστολή προέβαλε επίσης το επιχείρημα πως το μισθολογικό κόστος της Αποστολής με δική της πρωτοβουλία από το 1946 έως το 1948 είχε συρρικνωθεί μετά τη μείωση του προσωπικού της κατά εφτά αξιωματικούς και την αντικατάσταση οκτώ αξιωματικών από γυναίκες διοικητικούς υπαλλήλους, που είχαν μικρότερο μισθολογικό κόστος. Η Αποστολή βασιζόμενη στις παλαιότερες μειώσεις του προσωπικού εισηγήθηκε, αντί για την περαιτέρω μείωση του προσωπικού, τη χορήγηση με τη νέα σύμβαση στον Αρχηγό της Αποστολής του δικαιώματος να κρίνει ο ίδιος την κατάλληλη στιγμή για τη μείωση του προσωπικού της Αποστολής ώστε να αποφευχθεί η μείωση της αποτελεσματικότητας κάποιου νευραλγικού Τομέα ή Κλάδου της Αποστολής.1256 Η βρετανική πλευρά ήταν αντίθετη επίσης και με την προοπτική μονοετούς ανανέωσης της συμφωνίας και επεδίωξε να πείσει την ελληνική κυβέρνηση πως ήταν επιβεβλημένη η διετής ανανέωση της συμφωνίας με τη ρητή όμως αναγνώριση του δικαιώματος μείωσης της διάρκειας παραμονής της Αποστολής κατά τους τελευταίους έξι μήνες, αν αυτό κρινόταν αναγκαίο. Η βρετανική πλευρά, στο ζήτημα της διάρκειας της παράτασης της παραμονής της Αποστολής, συνάντησε στην αρχή τη σθεναρή στάση της ελληνικής κυβέρνησης, η οποία επέμενε σε μονοετή ανανέωση της συμφωνίας.1257 Ωστόσο, η άτεγκτη στάση της ελληνικής κυβέρνησης για τη διάρκεια της συμφωνίας παράτασης παραμονής της Αποστολής κάμφθηκε την 22α Ιουλίου, όταν ο Τσαλδάρης δήλωσε πως η ανανέωση της συμφωνίας θα ήταν για δεκαοκτώ μήνες ή για έναν χρόνο, με πιθανότητα επέκτασης αργότερα στους δεκαοκτώ μήνες. Η βρετανική πρεσβεία, μετά τη μερική κάμψη της στάσης της ελληνικής κυβέρνησης, εισηγήθηκε στον Sir Charles Wickham να συμφωνήσει με τη δεκαοκτάμηνη ανανέωση της συμφωνίας και να αναβάλλει για τον Ιούλιο του 1949 τις
1256
Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 119.3, 1949, British Embassy to Greek Foreign Office Affair Ministry, Athens, 21th July 1948 1257 F.O. 371/72258, R 8521/36/19, British Embassy to Foreign Office, Sir C. Norton, No. 656, 21 st July 1948.
465
διαπραγματεύσεις για την ανανέωση της συμφωνίας έως τον Ιούλιο του 1950, που ήταν και ο βρετανικός στόχος.1258 Η βρετανική πλευρά, θέλοντας να συγκεκριμενοποιήσει τις απόψεις της για τη μη δυνατότητα μείωσης του προσωπικού της Αποστολής, προσπάθησε στο πλαίσιο των διμερών διαπραγματεύσεων να βολιδοσκοπήσει τις ελληνικές προθέσεις και τότε διαπίστωσε πως δεν υπήρχε συγκεκριμένη πολιτική γραμμή στην Κυβέρνηση για τη μείωση του προσωπικού της Αποστολής αλλά μόνο ατομικές απόψεις. Η άποψη του Τσαλδάρη λόγω της πολιτικής του ισχύος εντός της Κυβέρνησης ήταν μία εκ των σημαντικότερων ατομικών απόψεων επί του θέματος και η βρετανική Πρεσβεία την πληροφορήθηκε από τον μόνιμο υφυπουργό του Υπουργείου Εξωτερικών, Παν. Πιπινέλη. Ο Πιπινέλης πληροφόρησε τους Βρετανούς πως ο Τσαλδάρης θεωρούσε πως θα επερχόταν σημαντική μείωση του προσωπικού της Αποστολής αν μειωνόταν τουλάχιστον κατά είκοσι άτομα. Ο Πιπινέλης συμβούλεψε όμως τους Βρετανούς να μην υποκύψουν στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για την πραγματοποίηση μίας μεγάλου εύρους περικοπής του αριθμού των αξιωματικών αλλά να δεχθούν οποιαδήποτε συμφωνία τους προτείνει ο Υπουργός Εξωτερικών, καθώς επρόκειτο για μία επωφελή και ασφαλή για αυτούς συμφωνία. Οι πληροφορίες του Πιπινέλη αποδυνάμωσαν την ελληνική διαπραγματευτική δύναμη και ενίσχυσαν τη διαπραγματευτική θέση των Βρετανών. Η βρετανική πρεσβεία, έχοντας πλέον ξεκάθαρη εικόνα για τις απόψεις του Τσαλδάρη και εκμεταλλευόμενη τις παραινέσεις του Πιπινέλη, εισηγήθηκε στη βρετανική κυβέρνηση την αποδοχή των περικοπών, τις οποίες πρότεινε το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών και οι οποίες δεν ξεπερνούσαν τους έντεκα αξιωματικούς, δηλαδή το 20% της συνολικής δύναμης της Αποστολής, καθώς ήταν ευνοϊκότερες από τις προσωπικές θέσεις του Τσαλδάρη και οι οποίες στόχευαν στο 27%.1259 Η
βρετανική
πρεσβεία,
επιθυμώντας
την
ευνοϊκή
κατάληξη
των
διαπραγματεύσεων για την ανανέωσης της συμφωνίας, με επιστολή που απέστειλε στο ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών την 30ή Ιουλίου γνωστοποίησε πως η βρετανική κυβέρνηση αποδεχόταν τη μείωση της Αποστολής κατά τέσσερις αξιωματικούς, ώστε η συνολική μείωση του προσωπικού της Αποστολής μαζί με τη μείωση που είχε 1258
F.O. 371/72258, R8626/36/19, British Embassy to Foreign Office, Sir C. Norton, No. 657, 22 nd July 1948. 1259 F.O. 371/72258, R 8651/36/19, British Embassy to Foreign Office, Sir C. Norton, No. 675, 25 th July 1948.
466
πραγματοποιηθεί στις αρχές του 1948 να φτάνει τους έντεκα αξιωματικούς, αλλά και πως ο Αρχηγός της Αποστολής θα έπρεπε να διατηρήσει τη δύναμη της Αποστολής υπό την απόλυτη εποπτεία του.1260 Ο Wickham την 31η Ιουλίου 1948 κατέθεσε στη βρετανική πρεσβεία υπόμνημα, το οποίο προκάλεσε νέα προβλήματα στη σύναψη της τελικής συμφωνίας μεταξύ των δύο κυβερνήσεων. Το υπόμνημα του Sir Charles Wickham κατατέθηκε την περίοδο κατά την οποία η προηγούμενη συμφωνία παράτασης παραμονής της Βρετανικής Αποστολής είχε λήξη, ενώ η νέα συμφωνία παράτασης δεν είχε ακόμα συναφθεί και αποτελούσε έμμεση μομφή κατά του Υπουργού Δημοσίας Τάξης, Κ. Ρέντη. Ο Wickham στο υπόμνημά του κατήγγειλε πως το Υπουργείο Δημοσίας Τάξεως προετοίμαζε την προαγωγή πολλών αξιωματικών της Χωροφυλακής, οι οποίοι δεν διέθεταν τα αναγκαία προσόντα για να προαχθούν στις ανώτερες βαθμίδες του Σώματος, καθώς κανένας από προωθηθέντες για προαγωγή δεν είχε κριθεί άξιος προαγωγής από το Συμβούλιο Προαγωγών κατά τη διάρκεια του χρόνου και σημαντικός αριθμός από αυτούς, αν προσέρχονταν ξανά στο Συμβούλιο Προαγωγών, θα κρίνονταν και πάλι ακατάλληλοι για προαγωγή και πως το Υπουργείο Δημοσίας Τάξεως είχε προχωρήσει σε αντίστοιχες παράτυπες προαγωγές στην Αστυνομία Πόλεων. Ο Wickham ταύτισε το κύμα των παράτυπων προαγωγών με το κατατεθέν νομοσχέδιο του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως1261 για την πραγματοποίηση αλλαγών στο σύστημα των προαγωγών και με την επιθυμία του Ρέντη να τις υλοποιήσει προτού ισχύσει το νέο νομοθετικό πλαίσιο. Ο Wickham με το υπόμνημά του ζήτησε να παγώσουν οι προαγωγές των αξιωματικών της Χωροφυλακής μέχρι το νομοσχέδιο να καταστεί Νόμος και να ακολουθηθεί η νέα διαδικασία εξέλιξης και προαγωγών.1262 Η νέα εστία έντασης στις σχέσεις του Κ. Ρέντη με την ηγεσία της Αποστολής προκάλεσε την αντίδραση μελών του κυβερνητικού συνασπισμού που προέρχονταν από το Λαϊκό Κόμμα, όπως ο Σπύρος Θεοτόκης. Ο Θεοτόκης κατηγόρησε τον Ρέντη
1260
Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 119.3, 1949, British Embassy to Greek Foreign Office Affair Ministry, «Draft Note to conclude the agreement about the Police Mission», Athens, 30 th July 1948. 1261 Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο δεν κατέληξε ποτέ στην Ολομέλεια του Κοινοβουλίου προς ψήφιση αλλά επικυρώθηκε με τη μορφή του Αναγκαστικού Νόμου από το Υπουργικό Συμβούλιο. Πρόκειται για το Φ.Ε.Κ 229, Αναγκαστικός Νόμος 772 της 14 ης Σεπτεμβρίου 1948, «περί προαγωγών Αξ/κων Χωροφυλακής». 1262 Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 119.3, 1949, Aριθμ. Πρωτοκόλ. 43860, «Υπόμνημα Ουίκαμ μέσω της Πρεσβείας της Μεγάλης Βρετανίας», 31η Ιουλίου 1948.
467
για νομικίστικες μεθοδεύσεις, με τις οποίες προσπαθούσε να αποκαταστήσει αξιωματικούς της Χωροφυλακής που πρόσκεινταν στο κόμμα των Φιλελευθέρων, κάνοντας χρήση δύο νομοθετημάτων της κατοχικής περιόδου και παραβλέποντας τον σχετικό νόμο του 1934,1263 ο οποίος κρινόταν επωφελέστερος για τους αξιωματικούς που πρόσκεινταν στο Λαϊκό Κόμμα.1264 Η ένταση στις σχέσεις του Κ. Ρέντη με την ηγεσία της Αποστολής προκάλεσε την αντίδραση και του Παναγιώτη Κανελλόπουλου. Ο Κανελλόπουλος κατηγόρησε τον Ρέντη ως υπεύθυνο για την ασυμφωνία εντός του κυβερνητικού συνασπισμού σχετικά με τα νομοσχέδια που αφορούσαν τη Χωροφυλακή αλλά και για την πρωτοβουλία του να καταθέσει νομοσχέδια, για τα οποία δεν είχε επέλθει κυβερνητική συμφωνία. Ο Κανελλόπουλος έφτασε μάλιστα μέχρι του σημείου να δηλώσει πως θα είχε αποσύρει την εμπιστοσύνη του από την Κυβέρνηση, αν η υπερψήφιση του συγκεκριμένου νομοσχεδίου δεν ήταν τόσο σημαντική για την ενότητα της Κυβέρνησης.1265 Ο Ρέντης δεν απάντησε στην ουσία των καταγγελιών του Wickham αλλά στάθηκε στο ζήτημα της τυπικής κανονικότητας της αποστολής του υπομνήματος. Ο Ρέντης με επιστολή του κάλεσε το Υπουργείο των Εξωτερικών να απορρίψει και να μην αποδεχθεί το διάβημα της βρετανικής πρεσβείας, το οποίο είχε βασιστεί στο υπόμνημα Wickham, καθώς ο τρόπος κατάθεσης του διαβήματος ήταν αντικανονικός και η αποδοχή του θα αναγνώριζε στη βρετανική πρεσβεία το δικαίωμα να παρεμβαίνει στις εσωτερικές υποθέσεις του Κράτους. Ο Ρέντης επίσης τόνισε πως η εκπνέουσα συμφωνία όριζε πως δινόταν η δυνατότητα προσφυγής του Αρχηγού της Αποστολής στον Πρόεδρο της Κυβερνήσεως σε περίπτωση διαφωνίας του Αρχηγού της Αποστολής και του Υπουργού Δημοσίας Τάξης και ο Πρόεδρος της Κυβερνήσεως λάμβανε την τελική απόφαση περί της διαφωνίας. Ο Ρέντης κάλεσε επίσης το Υπουργείο Εξωτερικών να συστήσει στον Επιτετραμμένο της βρετανικής πρεσβείας να προτείνει στον Wickham να απευθυνθεί απευθείας στον Πρόεδρο της Κυβέρνησης για τις όποιες ενστάσεις του περί των πρακτικών του Υπουργού
1263
Πρόκειται για τον Νόμο 6200/1934 , «περί αποκαταστάσεως Αξιωματικών Χωροφυλακής εν τη σειρά αρχαιότητός των». 1264 F.O. 371/ 72258, R 8315/36/19, British Embassy to Foreign Office, Sir C. Norton, No. 641, 17 th July 1948. 1265 F.O. 371/72258, R 8453/36/19, British Embassy to Foreign Office, Sir C. Norton, No. 669, 24 th July 1948.
468
Δημοσίας Τάξεως, καθώς έτσι δεν θα αναγνωριζόταν δικαίωμα παρέμβασης της Βρετανικής Πρεσβείας επί των εσωτερικών υποθέσεων του Κράτους.1266 Ο Υπουργός Εξωτερικών, Κ. Τσαλδάρης, τη 2α Αυγούστου 1948, εφτά μέρες αργότερα, απάντησε στον Ρέντη πως το Υπουργείο Εξωτερικών δεν θεωρούσε την διαβίβαση του Υπομνήματος Wickham από τη βρετανική πρεσβεία στις ελληνικές αρχές ως προσπάθεια επέμβασης στα εσωτερικά της Χώρας και πως η βρετανική πρεσβεία δεν μπορούσε να κατηγορηθεί για τη διαβίβαση του Υπομνήματος Wickham την 31η Ιουλίου, καθώς η συμφωνία περί της Αποστολής είχε λήξει από την 11η Ιουλίου και δεν είχε ανανεωθεί τη στιγμή αποστολής του διαβήματος.1267 Ο Τσαλδάρης κατέληξε με την παρατήρηση πως η βρετανική πρεσβεία θεώρησε ότι δικαιολογημένα δεν μπορούσε να συστήσει στον Wickham την απευθείας προσφυγή στον Πρόεδρο της Κυβερνήσεως.1268 Η αντίθεση του Ρέντη στη συνέχιση της διατήρησης της Αποστολής με τους μέχρι τότε ισχύοντες όρους συνεχίστηκε τη 2α Αυγούστου με την υποβολή των προτάσεών του στο Υπουργικό Συμβούλιο. Οι προτάσεις του Ρέντη κινήθηκαν στο ίδιο πνεύμα με τις απόψεις τις οποίες είχε διατυπώσει και στην επιστολή της 11 ης Ιουλίου προς τον Σοφούλη. Ο Ρέντης πρότεινε να παύσει να υπηρετεί στην Αποστολή οποιοσδήποτε Έλληνας αξιωματικός της Χωροφυλακής με οποιαδήποτε ιδιότητα, το κατώτερο προσωπικό της Αποστολής να επανδρωθεί αποκλειστικά από Έλληνες υπαλλήλους, οι οποίοι θα τίθεντο στη διάθεση της Αποστολής από τον αρμόδιο Υπουργό, έπειτα από πρόταση του Γενικού Αρχηγού της Αποστολής και τέλος πως οι αξιωματικοί της Αποστολής να προέρχονται αποκλειστικά από τους αξιωματικούς της Βρετανικής Αστυνομίας και Χωροφυλακής. Κατά τον Ρέντη, η Αποστολή έπρεπε να αποτελείται από εφτά αξιωματικούς: τον Γενικό Αρχηγό που θα ήταν κοινός για τη Χωροφυλακή και την Αστυνομία Πόλεων, τον Α΄ Υπαρχηγό, από έναν αξιωματικό για τις Παραγωγικές Σχολές, από έναν αξιωματικό Επιμελητείας, από έναν αξιωματικό μηχανολόγο και από δύο αξιωματικούς, οι οποίοι θα εκτελούσαν τα καθήκοντα των Επιτελών του Αρχηγού της Αποστολής. Ο Ρέντης πρότεινε επίσης να 1266
Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 119.3, 1949, αρ. πρωτ.. 44069, Υπουργείο Δημοσίας Τάξης προς Υπουργείο Εξωτερικών, Β΄ Πολιτική, Πρωτόκολλο 3/8/48 , 2α Αυγούστου 1948. 1267 Η συμφωνία παράτασης της παραμονής της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής επικυρώθηκε την επόμενη μέρα από την αποστολή της απαντητικής επιστολής Τσαλδάρη, δηλαδή την 3 η Αυγούστου 1948. 1268 Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 119.3, 1949, αρ. πρωτ 44069, Κων. Τσαλδάρης προς Κων. Ρέντη, 9η Αυγούστου 1948.
469
προβλεφθεί στη νέα συμφωνία πως η Αποστολή θα έχει αυστηρά δικαίωμα διατύπωσης συμβουλευτικής γνώμης για την οργάνωση των Υπηρεσιών και την εκπαίδευση των ανδρών των Σωμάτων Ασφαλείας και πως η διάρκεια της συμφωνίας παράτασης παραμονής της Αποστολής θα ήταν ετήσια ή στην ανάγκη δεκαοκτάμηνη, με την αναγνώριση όμως στην ελληνική πλευρά του δικαιώματος της καταγγελίας της σύμβασης μετά την παρέλευση του πρώτου έτους.1269 Η συμφωνία παράτασης παραμονής της Αποστολής υπεγράφη τελικά την 3η Αυγούστου 1948, χωρίς οι απόψεις του Υπουργού Δημοσίας Τάξης να ληφθούν υπόψη. Η ισχύς της συμφωνίας ήταν διετής και έληγε την 11η Ιανουαρίου 1950. Η συμφωνία προέβλεπε τη μείωση των μελών της Αποστολής κατά τέσσερις αξιωματικούς και πως το κόστος των λειτουργικών και μισθολογικών δαπανών της Αποστολής ήταν πληρωτέο σε στερλίνες και θα καλύπτεται εξ ημισείας από τις δύο κυβερνήσεις.1270 Η συμφωνία ανανέωσης της παράτασης παραμονής της Βρετανικής Αποστολής της 3ης Αυγούστου 1948 δεν ήταν η τελευταία συμφωνία ανανέωση της παραμονής της Αποστολής, καθώς τη 10η Δεκεμβρίου 1949 ακολούθησε και άλλη, η οποία παρέτεινε την παραμονή της Αποστολής στην Ελλάδα έως την 11η Ιανουαρίου 1951.1271 Η σύναψη της συμφωνίας της 3ης Αυγούστου 1948 δεν οδήγησε στη βελτίωση ή έστω αποκατάσταση των τεταμένων σχέσεων του Ρέντη με τον Sir Charles Wickham, καθώς παρέμενε ανοιχτό το ζήτημα του νομοσχεδίου, το οποίο θα ρύθμιζε τις προαγωγές στη Χωροφυλακή, και ο ημερήσιος Τύπος προέβλεπε πως ο Ρέντης θα μετέφερε τη διαφωνία του με τον Sir Charles Wickham στον ίδιο τον πρωθυπουργό. Ο Ρέντης την 7η Αυγούστου απέστειλε επιστολή στον Sir Charles Wickham, γνωστοποιώντας την πρόθεσή του να ενημερώσει τον πρωθυπουργό για τη μεταξύ τους διαφωνία για το νομοσχέδιο περί των προαγωγών της Χωροφυλακής και την 1269
Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 119.3, 1949 Υπουργείο Δημοσίας Τάξης, Γενική Διεύθυνσις Αστυνομίας Πόλεων, Διεύθυνσις Αστυνομίας προς Υπουργείο Εξωτερικών, Β΄ Πολιτική Διεύθυνσις, Τμήμα Ι΄, 2α Αυγούστου 1948. 1270 Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 119.3, 1949, Υπουργείο Εξωτερικών προς Βρετανική Πρεσβεία Αθηνών, Διεύθυνσις 44141, 3α Αυγούστου 1948 και Υπουργείο Εξωτερικών, Β΄ Πολιτική, Ι΄ Τμήμα, Διεύθυνσις 44141 προς Υπουργείο Δικαιοσύνης, Δημοσίας Τάξης και Οικονομικών, «Περί της Βρετανικής Οργανωτικής Αποστολής διά τα Σώματα Ασφαλείας και τας Φυλακάς», 4η Αυγούστου 1948 και British Embassy, Athens, DRAFT to C.Tsaldaris. 1271 Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 119.3, 1949, British Embassy, Athens, 326/26/49, Νο 305 προς Υπουργείο Εξωτερικών, Αριθμ.57000, 10η Δεκεμβρίου 1949.
470
πρόθεσή του να ζητήσει από τον πρωθυπουργό να αποφασίσει για τη μεταξύ τους διαφωνία. Ο Ρέντης ενημέρωσε τον Sir Charles Wickham πως η ρύθμιση των προαγωγών ήταν πρωταρχικής σημασίας ζήτημα και για αυτό είχε αιτηθεί ήδη από τον Μάιο 1948 την κύρωση του νομοσχεδίου με Αναγκαστικό Νόμο, αίτημα όμως που είχε απορριφθεί. Ο Ρέντης διαβεβαίωσε τον Sir Charles Wickham πως οι προαγωγές της Χωροφυλακής θα επικυρώνονταν ανεξάρτητα από τη διαδικασία, με την οποία θα επιλέγονταν να νομοθετούνταν.1272 Ο Wickham την 8η Αυγούστου, απαντώντας στον Υπουργό Δημοσίας Τάξεως, εξέθεσε τη διαφωνία του με τον τρόπο νομοθέτησης του ζητήματος των προαγωγών της Χωροφυλακής, υποστηρίζοντας πως ο Υπουργός θα μπορούσε να είχε ζητήσει αρχικά την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου και έπειτα την κύρωση του νομοσχεδίου των προαγωγών της Χωροφυλακής από το Κοινοβούλιο, αν ήθελε να αποφύγει τη μέχρι τότε ένταση και την κριτική για βιαστική νομοθέτηση και την προσωπική κριτική για την χάραξη προσωπικών στρατηγικών. Ο Sir Charles Wickham διαβεβαίωσε τον Ρέντη πως στόχος του ήταν να υπάρξει ένας αυστηρός νόμος προαγωγών, ο οποίος να μην μπορεί να αμφισβητηθεί και να μην μπορεί να δεχτεί ουδεμία κριτική, και επέμεινε πως η αλλαγή του τρόπου προαγωγής των αξιωματικών της Χωροφυλακής δεν ήταν τόσο επείγουσα, για να μην ακολουθείται η προταθείσα νομοθετική διαδικασία, τη στιγμή μάλιστα κατά την οποία υπήρχε σε ισχύ νόμος περί των προαγωγών.1273 Ο Ρέντης αδιαφορώντας για τις απόψεις του Αρχηγού της Αποστολής προώθησε τις υπουργικές αποφάσεις των προαγωγών στον Βασιλιά Παύλο, παρά την απουσία της αναγκαίας υπογραφής του Υπουργού των Οικονομικών. Η βρετανική πρεσβεία μετά την εξέλιξη αυτή ενημέρωσε την αμερικανική πρεσβεία για τα γεγονότα, τα οποία είχαν οδηγήσει σε κρίση τις σχέσεις του Wickham με τον Ρέντη, για την πρόθεσή της να στρέψει στον βασιλιά Παύλο τις έσχατες προσπάθειές της, εφόσον οι υπουργικές αποφάσεις δεν είχαν ήδη επικυρωθεί και ζήτησαν τις συμβουλές των Αμερικανών για τους μελλοντικούς χειρισμούς τους, αν ο βασιλιάς
1272
F.O. 371/ 72258, R 9582, Ministry of Public Order, No. 17/44/13a, Athens, G. Rentis to Sir Charles Wickham, 7th August 1948. 1273 F.O. 371/ 72258, R 9880, British Police Mission, MA 15/237/10 (A), Sir Charles Wickham to G. Rentis, 8th August 1948.
471
Παύλος είχε ήδη επικυρώσει τις υπουργικές αποφάσεις, καθώς η εκ των υστέρων ανακίνηση οιασδήποτε διαφωνίας ήταν μείζονος σημασίας πολιτική ενέργεια.1274 Η αμερικανική πρεσβεία επέλεξε τελικά να μην αρκεστεί απλά στην παροχή συμβουλών προς τους Βρετανούς και αναμείχθηκε ενεργά, ασκώντας πιέσεις για την απόσυρση του νομοθετήματος περί των προαγωγών των αξιωματικών της Χωροφυλακής. Οι αμερικάνικες πιέσεις σε συνδυασμό με την άρνηση του Βασιλιά Παύλου να προσυπογράψει και να επικυρώσει τις υπουργικές αποφάσεις των προαγωγών ανέτρεψαν τους σχεδιασμούς του Ρέντη και τον ανάγκασαν να δεσμευτεί πως θα γνωστοποιήσει στον Sir Charles Wickham τις οποιεσδήποτε πρωτοβουλίες του επί των προαγωγών και πως δεν θα προέβαινε στη δημοσίευση του Νόμου για τις προαγωγές των αξιωματικών της Χωροφυλακής, προτού διαπραγματευθεί με την ηγεσία της Αποστολής το περιεχόμενό του.1275
1274
F.O. 371/72258, R 9880, British Embassy, Athens, 131/113/48, D.P.Reilly to Harold Minor Embassy of the United States of America, Athens, 12th August 1948. 1275 F.O. 371/72258, R 9991, British Police & Prison Mission, Headquarters, Athens, MA 15/237/10(a), Sir Charles Wickham to D.P.Reilly, 19th August 1948.
472
Κεφάλαιο Δωδέκατο: ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΕΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΦΥΛΙΟΥ ΚΑΙ Η ΑΡΧΙΣΤΡΑΤΗΓΙΑ ΠΑΠΑΓΟΥ α) Οι πολιτικές και στρατιωτικές εξελίξεις του Εμφυλίου το 1949 Ο πρωθυπουργός Θεμιστοκλής Σοφούλης την 11η Ιανουαρίου 1949 ενημέρωσε τον Αλέξανδρο Παπάγο ότι όλες οι αξιώσεις που είχε προβάλει με την επιστολή της 11η Νοεμβρίου 1948 για την αποδοχή της θέσης του αρχιστράτηγου γίνονταν αποδεκτές, και την 15η Ιανουαρίου υπέβαλε την παραίτηση της Κυβέρνησής του, για να λάβει από τον βασιλιά Παύλο την εντολή σχηματισμού νέας Κυβέρνησης τη 19η Ιανουαρίου. Η τρίτη κυβέρνηση Σοφούλη είχε ευρύτερη κοινοβουλευτική στήριξη από την προηγούμενη, καθώς συμμετείχαν όλοι οι πολιτικοί αρχηγοί πλην του Γ. Παπανδρέου, ο οποίος διαφωνούσε με την απόδοση τόσο ευρύτατων εξουσιών στον Παπάγο. Η κυβέρνηση Σοφούλη παρουσιάστηκε ενώπιον του Κοινοβουλίου και απέσπασε κατά την ψήφο εμπιστοσύνης διακόσιες είκοσι τρείς ψήφους.1276 Η πρώτη ενέργεια της Κυβέρνησης ήταν ο διορισμός του Παπάγου στη θέση του αρχιστράτηγου, η οποία θεσμοθετήθηκε την 20η Ιανουαρίου 1949 με τον Α.Ν. 882 «περί διορισμού Αρχιστρατήγου κατά την διάρκειαν της ισχύος του Γ΄ Ψηφίσματος και άλλων τινών διατάξεων»,1277. Ο Α.Ν 882/1949 προέβλεπε πως κατά το διάστημα ισχύος του Γ΄ Ψηφίσματος τίθεντο σε ισχύ οι διατάξεις του Α.Ν. 2005/1939 για τον διορισμό αρχιστράτηγου. Το Υπουργικό Συμβούλιο, μετά τη δημιουργία του θεσμικού πλαισίου ολοκλήρωσε τον διορισμό του Παπάγου εκδίδοντας δύο Πράξεις, την Π.Υ.Σ. 62 για την ανάκληση του Παπάγου στην ενεργό υπηρεσία και την Π.Υ.Σ. 63 για τον διορισμό του Παπάγου στη θέση του αρχιστράτηγου κατ’ εφαρμογή του Α.Ν. 882/1949.1278 Ο Παπάγος ανέλαβε τα νέα καθήκοντα του αυθημερόν κάνοντας από την αρχή αισθητή την παρουσία του, ως επικεφαλής των Ενόπλων Δυνάμεων.1279
1276
Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σ. 325 και Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 344. Φ.Ε.Κ. 179, Νόμος 727 της 10ης Ιουλίου 1948, «περί συμπληρώσεως ελλειπουσών μεταβολών στρατιωτικής υπηρεσίας Στρατιωτικών της Χωροφυλακής». 1277 Φ.Ε.Κ. 20, Αναγκαστικός Νόμος 882 της 20 ής Ιανουαρίου 1949, «περί διορισμού Αρχιστρατήγου κατά την διάρκειαν της ισχύος του Γ΄ Ψηφίσματος και άλλων τινών διατάξεων». 1278 Φ.Ε.Κ. 20, Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου 62 της 20 ης Ιανουαρίου 1949, «περί ανακλήσεως εις την ενεργό υπηρεσίαν του Στρατηγού ε.α Παπάγου Αλέξανδρου» και Φ.Ε.Κ. 20, Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου 63 της 20ης Ιανουαρίου 1949, «περί διορισμού ως Αρχιστρατήγου του Στρατηγού Παπάγου Αλέξανδρου». 1279 Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σσ. 325-326 και Veremis, ό.π., σ. 149. 1277
473
Η ανασύσταση της Ι Στρατιάς, υπό τη διοίκηση της οποίας ενέταξε το Α΄ και το Β΄ Σώμα Στρατού με διοικητή τον Βεντήρη, ήταν από τις πρώτες ενέργειες του Παπάγου. Ο Παπάγος εμφύσησε έναν αέρα επιθετικής στρατηγικής στην στρατιωτική ιεραρχία
και
αυστηρότατης
πειθαρχίας,
αμέσως
μετά
την
ανάληψη
της
αρχιστρατηγίας και καταπιάστηκε με τον σχεδιασμό των εκτεταμένων επιχειρήσεων, βασιζόμενος στα σχέδια που είχε προετοιμάσει η προκάτοχή του στρατιωτική ηγεσία και αποφάσισε α) την ολοκλήρωση της σχεδιασθείσας επιχείρησης «Περιστερά» για την εκκαθάριση της Πελοποννήσου, β) αμέσως μετά την πραγματοποίηση της επιχείρησης «Πύραυλος» για την εκκαθάριση της Στερεάς Ελλάδας-Αγράφων-Νότιας Θεσσαλίας και γ) την πραγματοποίηση της επιχείρηση «Πυρσός», με την οποία θα δινόταν το τελειωτικό χτύπημα κατά των ανταρτών στο Βίτσι.1280 Ο βασιλιάς Παύλος προεδρεύοντας την 5η Φεβρουαρίου του Συμβουλίου Πολέμου ενημερώθηκε μαζί με τους υπόλοιπους συμμετέχοντες από τον Παπάγο για την κατάσταση του Στρατού και για τις αιτίες των έως τότε αποτυχιών του Στρατού στην καταστολή των ανταρτών. Ο Παπάγος απέδωσε τις αποτυχίες αποκλειστικά στην έλλειψη επαρκών δυνάμεων και επικαλέστηκε την περικοπή της επιστολής του προς τον Σοφούλη το φθινόπωρο του 1948, η οποία αναφερόταν στην ανάγκη αύξησης του Στρατού στις διακόσιες πενήντα χιλιάδες άνδρες εντός τεσσάρων μηνών. Οι παρατηρήσεις του Παπάγου προκάλεσαν την αντίδραση του Αμερικανού πρέσβη Grady, ο οποίος τις ερμήνευσε σαν απειλή παραίτησης, εάν ο Στρατός δεν αυξανόταν στις διακόσιες πενήντα χιλιάδες άνδρες εντός τεσσάρων μηνών. Η αντίδραση της αμερικανικής κυβέρνησης διά του πρεσβευτή της Grady στην απειλή παραίτησης του Παπάγου ήταν άμεση και δυναμική. Ο Grady ενημέρωσε την ελληνική κυβέρνηση πως η αμερικανική κυβέρνηση δεν είχε καμία διαφωνία με την τοποθέτηση του Παπάγου στη θέση του αρχιστρατήγου, εφόσον ήταν η επιθυμία της Αθήνας, αλλά πως αυτό δεν υποχρέωνε τους Συμμάχους να ικανοποιήσουν και να αποδεχθούν τους όρους του Παπάγου για τον περιορισμό του ρόλου των Στρατιωτικών Αποστολών και για την αύξηση του Στρατού στις διακόσιες πενήντα χιλιάδες άνδρες.1281
1280 1281
Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σσ. 328-329. Κόντης, ό.π., σσ. 371-372.
474
Εικόνα 6. Ο Αλέξανδρος Παπάγος σε φωτογραφία με την επίσημη στολή, μετά τη λήξη του Εμφυλίου και με τον τίτλο του Στρατάρχη.
Ο Δ.Σ.Ε. από την άλλη δεν παρέμεινε άπραγος, αλλά στις αρχές του 1949 έκανε δυναμικά αισθητή την παρουσία του επιτιθέμενος κατά αστικών κέντρων. Οι αντάρτες την 11η Ιανουαρίου κατέλαβαν τη Νάουσα για τρεις μέρες, προβαίνοντας σε στρατολογία ανδρών και συστηματική λαφυραγώγηση. Τη 18η Ιανουαρίου επιτέθηκαν στο Καρπενήσι, το οποίο και κατέλαβαν την 21η Ιανουαρίου και κράτησαν υπό τον έλεγχο έως και την 9η Φεβρουαρίου. Η ανακατάληψη του Καρπενησίου και η απώθηση των ανταρτών του Δ.Σ.Ε επετεύχθη με την επέμβαση τριών ταξιαρχιών του Α΄ Σώματος Στρατού υπό τον Τσακαλώτο και αφού είχε καταστραφεί σχεδόν ολόκληρη η πόλη και είχαν απαχθεί περίπου 1.300 πολίτες.1282 Ο Τσακαλώτος εξουσιοδοτήθηκε από τον Παπάγο, αμέσως μετά την ολοκλήρωση της ανακατάληψης του Καρπενησίου, να θέσει σε εφαρμογή το σχέδιο «Πύραυλος» για την εκκαθάριση της Στερεάς Ελλάδας, των Αγράφων και της Νότιας Ηπείρου μέχρι και τον Γράμμο.1283 Οι μεγάλες απώλειες του Δ.Σ.Ε. το 1948 και στις αρχές του 1949 συνοδεύτηκαν και από την αδυναμία κάλυψης των απωλειών, καθώς οι δεξαμενές εθελοντικής στρατολογίας του είχαν εξαντληθεί εξαιτίας των εκτοπίσεων και των φυλακίσεων των στελεχών του και λόγω της εκκένωσης της υπαίθρου από τις κυβερνητικές δυνάμεις. Ως αποτέλεσμα και προκειμένου να καλύψει τις απώλειές του, αναγκάστηκε με τις ανεπαρκείς δυνάμεις του να πραγματοποιεί επιθέσεις κατά αστικών κέντρων, με σκοπό να προβεί στην υποχρεωτική στρατολογία ανδρών. Οι επιθέσεις όμως αυτές λόγω της καλύτερης οργάνωσης των
1282
William, ό.π., σ. 86 Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σ. 338, Λυμπερίου, τόμ.2, ό.π., σ. 389 και Κούσουλας, ό.π., σσ. 293 και 311. 1283
475
κυβερνητικών δυνάμεων, οδηγούσαν σε νέες απώλειες τον Δ.Σ.Ε. και σε μεγαλύτερη αποδυνάμωσή του.1284 Η μαχητική ικανότητα των κυβερνητικών δυνάμεων την ίδια περίοδο βελτιωνόταν συνεχώς. Οι αξιωματικοί του Στρατού είχαν αποκτήσει πλέον την αναγκαία εμπειρία στη διεξαγωγή του αντιανταρτικού πολέμου και η ποιότητα της ανώτατης ηγεσίας είχε επίσης βελτιωθεί, καθώς οι ικανότεροι είχαν τοποθετηθεί στις νευραλγικές θέσεις, ενώ οι ανίκανοι είχαν απομακρυνθεί και αντικατασταθεί. Προσθετικά στην απόδοση των κυβερνητικών δυνάμεων επέδρασε και ο σημαντικός όγκος στρατιωτικών πληροφοριών, τις οποίες παρείχε ο άμαχος πληθυσμός μετά την ενίσχυση της κυβερνητικής εξουσίας στις επαρχίες, καθώς και η υιοθέτηση από τον Στρατό της τακτικής της επίθεσης και της συνεχούς καταδίωξης των ανταρτών σε πολλαπλά κύματα μέχρι την παράδοση ή την τελική συντριβή τους.1285 Η αλλαγή της τακτικής του Στρατού αν και υπήρξε πρωτοβουλία αποκλειστικά της ελληνικής στρατιωτικής ηγεσίας, υπό τον Παπάγο, στηρίχθηκε από τον Van Fleet καθώς ήταν σύμφωνη με τον επιθετικό πνεύμα, που προωθούσε η USAGG και η JASMAPG ήδη από το 1947.1286 Οι κυβερνητικές δυνάμεις το πρώτο δεκαπενθήμερο του Απριλίου, έχοντας εκκαθαρίσει την Πελοπόννησο, μετακίνησαν από εκεί στην Κεντρική Ελλάδα μία μεραρχία Στρατού και το σύνολο των Λ.Ο.Κ., για να χρησιμοποιηθούν στην επιχείρηση «Πύραυλος».1287 Η επιχείρηση αυτή εξαπολύθηκε την 5η Μαΐου υπό τη διεύθυνση του στρατηγού Τσακαλώτου. Οι κυβερνητικές δυνάμεις ανέρχονταν σε δύο έως τρεις μεραρχίες, δύο ανεξάρτητες ταξιαρχίες, σαράντα Τάγματα Εθνοφρουράς, δύο μοίρες Λ.Ο.Κ. και τμήματα τεθωρακισμένων και αρμάτων μάχης.1288 Η επιχείρηση «Πύραυλος» δεν είχε τη μορφή των τυπικών μαχών μεταξύ συγκροτημένων μονάδων αλλά τη μορφή αψιμαχιών μεταξύ μικρών ομάδων, με αποτέλεσμα να διαρκέσει τρεις μήνες. Η εκκαθάριση της Κεντρικής Ελλάδας στα τέλη Ιουλίου είχε επιτύχει την εξόντωση των ανταρτών στη Στερεά Ελλάδα και την ορεινή Θεσσαλία. Νότια της οροσειράς της Πίνδου είχαν απομείνει πλέον μόνο μερικές πολύ μικρές ομάδες ανταρτών, οι οποίες στερούνταν ηθικού, ήταν 1284
Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σσ. 333-336, Eudes, ό.π, σσ. 502-503 και Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σ. 464. 1285 Κλόουζ, ό.π., σ. 334. 1286 William, ό.π., σ. 85. 1287 Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 360. 1288 Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σ. 410 και Λυμπερίου, τόμ.2, ό.π, σ. 390.
476
μεταξύ τους ασύνδετες και αντιμετώπιζαν την εχθρότητα του τοπικού πληθυσμού, ο οποίος κατήγγειλε κάθε εμφάνισή τους στη Χωροφυλακή και στα Δημοσυντήρητα
Τάγματα.
Οι
δυνάμεις
της
Χωροφυλακής
και
των
Δημοσυντήρητων Ταγμάτων στην Κεντρική Ελλάδα που τελούσαν υπό τις διαταγές του Στρατηγείου Κεντρικής Ελλάδας1289 και τον στρατηγό Θ. Πεντζόπουλο, και η δράση τους χαρακτηρίστηκε από την απουσία πειθαρχίας, από τις εκτεταμένες πράξεις αντεκδίκησης αλλά και από την ανάπτυξη συνεργασίας με τους κομμουνιστές, η οποία οδήγησε στην παραπομπή στα Στρατοδικεία αρκετών μελών των δημοσυντήρητων ταγμάτων.1290 Το μεγαλύτερο μέρος των κυβερνητικών δυνάμεων που έλαβαν μέρος στην επιχείρηση «Πύραυλος», μαζί με τις αντίστοιχες δυνάμεις του Γ΄ Σώματος Στρατού οι οποίες είχαν συμμετάσχει στις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στην Ανατολική Μακεδονία υπό τις εντολές του στρατηγού Γρηγορόπουλου, μετακινήθηκαν ταχύτατα στα τέλη Ιουλίου 1949 στις περιοχές του Γράμμου και του Βιτσίου μετά την επιτυχή εκκαθάριση των Κερδυλίων, της Χαλκιδικής, της περιοχής Κομοτηνής-Έβρου, του Καϊμακτσαλάν και του Βερμίου.1291 Οι κυβερνητικές δυνάμεις οι οποίες παρέμειναν στην Κεντρική Ελλάδα, την Πελοπόννησο, την Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη μετά τη μετακίνηση των κύριων μονάδων, ανέλαβαν τον επαναπατρισμό των προσφύγων πριν από την έλευση του φθινοπώρου του 1949, την αποκατάσταση του ειρηνικού ρυθμού, την επιτήρηση των ακτών και τον έλεγχο των ατόμων που κινούνταν εντός των περιοχών οι οποίες είχαν εκκαθαρισθεί, ώστε να αποφευχθεί η «επαναμόλυνσή» τους με την επανείσοδο ανταρτικών ομάδων.1292 Η επανεγκατάσταση των προσφύγων συνοδεύτηκε από την πολιτική της «πολεμικής οργάνωσης της υπαίθρου» για την αποφυγή του κινδύνου της επαναμόλυνσης. Εμπνευστής της «πολεμικής οργάνωσης της υπαίθρου» ήταν ο 1289
Στο Στρατηγείο Κεντρικής Ελλάδος υπάγονταν η Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση Στερεάς Ελλάδος, η Στρατιωτική Διοίκηση Θεσσαλίας, η 83η Περιοχή και οι Διοικήσεις Χωροφυλακής Στερεάς Ελλάδος, Θεσσαλίας και Δυτικής Ελλάδος. 1290 Αρχείο Θ. Πεντζόπουλου, Στρατηγείο Κεντρικής Ελλάδος, «Ημερήσια Διαταγή 23ης Ιουλίου 1949» και Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 5.1, 1949, Υπουργείο Δημοσίας Τάξης, Γενική Διεύθυνσις Αλλοδαπών, Τμήμα Β΄, Αριθμ. Πρωτοκλ. 108, Αριθμ. Φακέλου 612/513, «Ημερήσιο Δελτίο Πληροφοριών-Πληροφορίες από την πρόσφατη έκθεση του Στρατιωτικού Ακολούθου της Τουρκίας» 4η Αυγούστου 1949 και Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σσ. 365-366. 1291 Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σ. 41, Ο Ελληνικός Στρατός κατά τον Αντισυμμοριακό Αγώνα, ό.π., σ. 426427 και Λυμπερίου, τόμ.2, ό.π., σ. 391. 1292 Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 368, Eudes, ό.π., σ. 336 και Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.13, ό.π., σσ. 398-400.
477
υπουργός Πρόνοιας, Κων. Καραμανλής, ο οποίος πέτυχε παρά τις αντιρρήσεις των αμερικανικών Αποστολών τη διάθεση όπλων στους χωρικούς, οι οποίοι επανεγκαθίσταντο στην ύπαιθρο.1293 Ο πρωθυπουργός Θεμιστοκλής Σοφούλης απεβίωσε την 28η Ιουνίου 1949 σε ηλικία ογδόντα εννέα ετών από πνευμονικό οίδημα με τις προετοιμασίες των κυβερνητικών δυνάμεων για το τελικό χτύπημα κατά του Δ.Σ.Ε. σε Γράμμο- Βίτσι σε εξέλιξη. Ο βασιλιάς Παύλος μετά το θάνατο του Σοφούλη όρισε πρωθυπουργό τον τραπεζίτη Αλέξανδρο Διομήδη, ο οποίος ήταν αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Σοφούλη. Ο Διομήδης απέσπασε τη στήριξη της Βουλής και σχημάτισε Κυβέρνηση με δύο αντιπροέδρους, τον Κωνσταντίνο Τσαλδάρη και τον Σοφοκλή Βενιζέλο. Ο θάνατος του Σοφούλη και ο σχηματισμός της κυβέρνησης Διομήδη δεν προκάλεσαν αναταράξεις στον κυβερνητικό σχηματισμό και απρόβλεπτες πολιτικές εξελίξεις.1294 Οι κυβερνητικές δυνάμεις που είχαν συγκεντρωθεί στον Γράμμο και το Βίτσι τον Ιούλιο 1949 έφταναν τις εκατόν πενήντα χιλιάδες άνδρες και αποτελούνταν από οκτώ μεραρχίες, δύο ανεξάρτητες ταξιαρχίες και δεκατέσσερα ελαφριά συντάγματα με εκατόν πενήντα ορεινά και πεδινά πυροβόλα, διακόσια άρματα μάχης, εκατό αεροπλάνα γραμμής και μία μοίρα βομβαρδιστικών Helldiver. Οι κυβερνητικές δυνάμεις που είχαν απομείνει στην υπόλοιπη Επικράτεια αποτελούνταν από μία μεραρχία, μία ταξιαρχία, εβδομήντα εννέα ελαφριά τάγματα και ένοπλες παραστρατιωτικές ομάδες, όπως τα Τ.Ε.Α.1295 Η επιχείρηση κατά του Γράμμου-Βιτσίου με το κωδικό όνομα «Πυρσός» εξελίχθηκε σε τρεις φάσεις. Η πρώτη φάση, «Πυρσός Α΄», εξαπολύθηκε από το Α΄ Σώμα Στρατού υπό τον Τσακαλώτο και ήταν παραπλανητική επίθεση κατά του Γράμμου, με σκοπό την καθήλωση των δυνάμεων του Δ.Σ.Ε. Η δεύτερη φάση, «Πυρσός Β΄», εξαπολύθηκε από το Β΄ Σώμα Στρατού και κατά τη διάρκειά της πραγματοποιήθηκε η κύρια επίθεση κατά του Βιτσίου, με σκοπό την κατάληψή του και την καταστροφή των δυνάμεων του Δ.Σ.Ε. Η τρίτη φάση εξαπολύθηκε επίσης από το Α΄ Σώμα Στρατού και ήταν η αποφασιστική επίθεση κατά του
1293
Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σ. 417. Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π., σ. 340. 1295 Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σ. 418. 1294
478
Γράμμου με στόχο την κατάληψή του, τη φραγή των αλβανικών συνόρων και την οριστική καταστροφή των ανταρτών.1296 Ο Παπάγος κατά τη διεξαγωγή της επιχείρησης «Πυρσός» εισήγαγε στο τακτικό δόγμα του Στρατού τις νυχτερινές επιχειρήσεις και την αδιάκοπη καταδίωξη των δυνάμεων των ανταρτών. Η τακτική του Παπάγου επέτρεψε τον αιφνιδιασμό των ανταρτών, την ασφαλή δράση των δυνάμεων του Στρατού, την ανεμπόδιστη αξιοποίηση των κυβερνητικών εφεδρειών και απέτρεψε τη διασπορά και τις παραπλανητικές ενέργειες των ανταρτών στα μετόπισθεν του Στρατού, που φυλάσσονταν από τα τάγματα της Εθνοφρουράς.1297 Ο Στρατός εξαπέλυσε την πρώτη φάση της επιχείρησης «Πυρσός» τη νύχτα της 2αςΑυγούστου. Η δεύτερη φάση της επιχείρησης εξαπολύθηκε τη 10η Αυγούστου κατά του Βιτσίου με την αξιοποίηση του κύριου μέρους των κυβερνητικών δυνάμεων. Οι αντάρτες, μετά την προώθηση των κυβερνητικών δυνάμεων και τη δημιουργία ρηγμάτων στη γραμμή άμυνάς τους, διατάχθηκαν τη νύχτα της 14ης Αυγούστου να εκκενώσουν το Βίτσι και να κατευθυνθούν στον Γράμμο ή στην Αλβανία.1298 Ο Τσακαλώτος την 25η Αυγούστου, δέκα μέρες μετά την έναρξη εκκένωσης του Βιτσίου από τους αντάρτες, διέταξε την έναρξη της τρίτης και τελευταίας φάση της επιχείρησης «Πυρσός». Οι κυβερνητικές δυνάμεις την 27η Αυγούστου κατέλαβαν τη διάβαση «Πόρτα Οσμάν» αποκόβοντας την κύρια δίοδο επικοινωνίας των ανταρτών με την Αλβανία. Το Πολιτικό Γραφείο του Κ.Κ.Ε. έπειτα από αυτή την εξέλιξη, αντιλαμβανόμενο το μάταιο της συνέχισης των επιχειρήσεων, διέταξε την άμεση αποχώρηση του Δ.Σ.Ε. προς την Αλβανία, η οποία και ολοκληρώθηκε την 29η Αυγούστου. Ο Στρατός τερμάτισε την επιχείρηση «Πυρσός» την 30η Αυγούστου, μετά την κατάληψη της κορυφή του Κάμενικ και την εξαφάνιση κάθε εστίας αντίσταση των ανταρτών.1299 Ο ραδιοσταθμός της «Ελεύθερης Ελλάδας» του Κ.Κ.Ε., τη 15η Οκτωβρίου μετέδωσε την ανακοίνωση της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης για την
1296
Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σσ. 419-420 και Κούσουλας, ό.π., σ. 312. Έκθεσις της Πολεμικής Ιστορίας των Ελλήνων, τόμ.2, Αθήνα, 1970, σσ. 695-696. 1298 Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σσ. 370-374 και Μεταλληνός «Η Ελλάδα στο μεταίχμιο ενός Νέου Κόσμου, Ψυχρός Πόλεμος-Δόγμα Truman, Σχέδιο Marshall", ό.π., σσ. 90-91. 1299 Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τόμ.16, ό.π., σσ. 114-122, ΑβέρωφΤοσίτσας, ό.π., σσ. 375-379, Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σσ. 343-349, Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, ό.π., σσ. 503-504, Λυμπερίου, τόμ.2 , ό.π., σσ. 392-393 και Κούσουλας, ό.π., σσ. 312-313. 1297
479
κατάπαυση των επιχειρήσεων του Δ.Σ.Ε. αλλά όχι και για την κατάθεση των όπλων, τα οποία «έθετε παρά πόδα».1300 Ο Αλέξανδρος Παπάγος, περιβεβλημένος με την αίγλη του θριαμβευτή προήχθη την 27η Οκτωβρίου 1949 σε Στρατάρχης και έλαβε από τον Βασιλιά Παύλο τη στραταρχική ράβδο και τα διάσημα του Μεγαλόσταυρου του Βασιλικού Τάγματος των Αγίων Γεωργίου και Κωνσταντίνου μετά ξιφών.1301 β) Η Εθνοφρουρά κατά το τελευταίο έτος του Εμφυλίου. Η απόφαση της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας για τη σταδιακή μετατροπή των ταγμάτων Εθνοφρουράς σε τάγματα Ελαφρού Πεζικού και τη διάλυση κάποιων εκ των ταγμάτων Εθνοφρουράς για την αξιοποίηση του προσωπικού και του υλικού τους για την ενίσχυση των μονάδων του Τακτικού Στρατού συνεχίστηκε το 1949 με ταχείς ρυθμούς. Η δύναμη της Εθνοφρουράς στις αρχές του 1949 είχε μειωθεί από τα ενενήντα εφτά τάγματα σε σαράντα τρία, με τα υπόλοιπα πενήντα τέσσερα τάγματα να έχουν μετατραπεί σε τάγματα Ελαφρού Πεζικού. Στις αρχές του 1949 ολοκληρώθηκε και η μετατροπή των Τακτικών Στρατηγείων Εθνοφρουράς της Πελοποννήσου, Στερεάς Ελλάδας, Ιωαννίνων και Χαλκιδικής σε Τακτικά Στρατηγεία Ελαφρών Ταγμάτων.1302 Η δύναμη της Εθνοφρουράς μέχρι το καλοκαίρι του 1949 διαμορφώθηκε ως εξής:1303
Τάγμα
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς / Τακτική Μονάδα Στρατού
ΔιοίκησηΜονάδα Υπαγωγής
Έδρα
Παρατηρήσεις
30
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Βέροιας
Γ΄ Σώμα Στρατού
Βέροια
Άμεση υπαγωγή στο Σώμα Στρατού
1300
Γρηγοριάδης Σ., ό.π., σσ. 420-425 και Eudes, ό.π., σ. 517. Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 380 και Γρηγοριάδης Σ., τόμ.2, ό.π, σ. 375. 1302 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./12052/Α3/Ι, «Μετονομασία Ταγμάτων Εθνοφρουράς», 1 η Νοεμβρίου 1948. 1303 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./12052/Α3/Ι, «Μετονομασία Ταγμάτων Εθνοφρουράς, 1η Νοεμβρίου 1948, Γ.Ε.Σ/Α3/Ι 12058, «Τάγματα Εθνοφρουράς διά διάλυσιν», 24 η Φεβρουαρίου 1949 και Ο Ελληνικός Στρατός κατά τον Αντισυμμοριακό αγώνα, ό.π., σσ. 583-586. 1301
480
31
Διοίκηση Εθνοφρουράς Δυτικής Εθνοφρουράς
Κοζάνη
32
Διοίκηση Εθνοφρουράς Δυτικής Εθνοφρουράς
Κοζάνη
33
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Πολύγυρου
Γ΄ Σώμα Στρατού
Πολύγυρος
Άμεση υπαγωγή στο Σώμα Στρατού. Το Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς τον Φεβρουάριο του 1949 μετονομάστηκε σε 50ό Ελαφρό Σύνταγμα Πεζικού
Γ΄ Σώμα Στρατού
Άμεση υπαγωγή στο Σώμα Στρατού
35
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Ξάνθης
Διοίκηση Εθνοφρουράς Θράκης
Ξάνθη
Η Διοίκηση Εθνοφρουράς υπαγόταν στο Γ΄ Σώμα Στρατού
36
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Κομοτηνής
Διοίκηση Εθνοφρουράς Θράκης
Κομοτηνή
Η Διοίκηση Εθνοφρουράς υπαγόταν στο Γ΄ Σώμα Στρατού
34
481
37
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Κομοτηνής
Διοίκηση Εθνοφρουράς Θράκης
38
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Διδυμότειχου
Διοίκηση Εθνοφρουράς Θράκης
39
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Διδυμότειχου
Διοίκηση Εθνοφρουράς Θράκης
40
41
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Πολύγυρου
Κομοτηνή
Η Διοίκηση Εθνοφρουράς υπαγόταν στο Γ΄ Σώμα Στρατού
Διδυμότειχο
Η Διοίκηση Εθνοφρουράς υπαγόταν στο Γ΄ Σώμα Στρατού
Διδυμότειχο
Η Διοίκηση Εθνοφρουράς υπαγόταν στο Γ΄ Σώμα Στρατού
Διοίκηση Εθνοφρουράς Θράκης
Η Διοίκηση Εθνοφρουράς υπαγόταν στο Γ΄ Σώμα Στρατού
Γ΄ Σώμα Στρατού
Άμεση υπαγωγή στο Σώμα Στρατού. Το Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς τον Φεβρουάριο του 1949 μετονομάστηκε σε 50ό Ελαφρό Σύνταγμα Πεζικού
Πολύγυρος
482
Άμεση υπαγωγή στο Σώμα Στρατού. Το Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς τον Φεβρουάριο του 1949 μετονομάστηκε σε 50ό Ελαφρό Σύνταγμα Πεζικού.
42
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Πολύγυρου
Γ΄ Σώμα Στρατού
43
32η Ταξιαρχία Πεζικού
Γ΄ Σώμα Στρατού
45
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Βεροίας
Γ΄ Σώμα Στρατού
Βέροια
Άμεση υπαγωγή στο Σώμα Στρατού
46
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Κατερίνης
Γ΄ Σώμα Στρατού
Κατερίνη
Άμεση υπαγωγή στο Σώμα Στρατού
54
32η Ταξιαρχία Πεζικού
Γ΄ Σώμα Στρατού
58
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Λαγκαδά
Γ΄ Σώμα Στρατού
Λαγκαδάς
Άμεση υπαγωγή στο Σώμα Στρατού
59
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Σερρών
Γ΄ Σώμα Στρατού
Σέρρες
Άμεση υπαγωγή στο Σώμα Στρατού
Πολύγυρος
Υπό την διοίκηση της Ταξιαρχίας
Υπό την διοίκηση της Ταξιαρχίας
483
60
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Σερρών
Γ΄ Σώμα Στρατού
Σέρρες
Άμεση υπαγωγή στο Σώμα Στρατού
61
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Σερρών
Γ΄ Σώμα Στρατού
Σέρρες
Άμεση υπαγωγή στο Σώμα Στρατού
62
31η Ταξιαρχία Πεζικού
Γ΄ Σώμα Στρατού
63
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Βέροιας
Γ΄ Σώμα Στρατού
Βέροια
Άμεση υπαγωγή στο Σώμα Στρατού
67
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Λαγκαδά
Γ΄ Σώμα Στρατού
Λαγκαδάς
Άμεση υπαγωγή στο Σώμα Στρατού
70
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Κατερίνης
Γ΄ Σώμα Στρατού
Κατερίνη
Άμεση υπαγωγή στο Σώμα Στρατού
71
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Κατερίνης
Γ΄ Σώμα Στρατού
Κατερίνη
Άμεση υπαγωγή στο Σώμα Στρατού
79
Υπό τη διοίκηση της Ταξιαρχίας
Η Διοίκηση Εθνοφρουράς υπαγόταν στο Γ΄ Σώμα Στρατού
Διοίκηση Εθνοφρουράς Θράκης
484
Γ΄ Σώμα Στρατού
Υπό τη διοίκηση της Ταξιαρχίας
82
Διοίκηση Εθνοφρουράς Θράκης
Η Διοίκηση Εθνοφρουράς υπαγόταν στο Γ΄ Σώμα Στρατού
84
Διοίκηση Εθνοφρουράς Δυτικής Εθνοφρουράς
81
25η Ταξιαρχία Πεζικού
Κοζάνη
85
Τακτικό Στρατηγείο Ελαφρών Ταγμάτων Πεζικού Ιωαννίνων
VIII Μεραρχία
86
26η Ταξιαρχία Πεζικού
Γ΄ Σώμα Στρατού
88
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Τυρνάβου
Διοίκηση Εθνοφρουράς Θεσσαλίας
Τύρναβος
89
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Ελασσόνας
Διοίκηση Εθνοφρουράς Θεσσαλίας
Ελασσόνα
90
Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Ελασσόνας
Διοίκηση Εθνοφρουράς Θεσσαλίας
Ελασσόνα
Ιωάννινα
Το Στρατηγείο υπαγόταν υπό τις εντολές τις Μεραρχίας
Υπό τη διοίκηση της Ταξιαρχίας
485
94
95
97
31η Ταξιαρχία Πεζικού
Διοίκηση Εθνοφρουράς Θράκης
Η Διοίκηση Εθνοφρουράς υπαγόταν στο Γ΄ Σώμα Στρατού
Γ΄ Σώμα Στρατού
Υπό τη διοίκηση της Ταξιαρχίας
Γ΄ Σώμα Στρατού
Άμεση υπαγωγή στο Σώμα Στρατού
Η δύναμη της Εθνοφρουράς παρά τη συρρίκνωσή της, συνέχισε να κινείται μέχρι και τον Αύγουστο του 1949 μεταξύ των σαράντα μία χιλιάδων και των σαράντα εφτά χιλιάδων ανδρών. Η διατήρηση των δυνάμεών της σε αυτά τα ύψη ήταν τεχνητή, καθώς στην πραγματικότητα η δύναμή της είχε συρρικνωθεί τουλάχιστον κατά το ένα τρίτο. Η τεχνητή διατήρηση οφειλόταν στην εντολή, την οποία το Γ.Ε.Σ. είχε εκδώσει τη 16η Ιανουαρίου 1949. Η διαταγή προέβλεπε πως στη δύναμη της Εθνοφρουράς συνυπολογίζονταν οι δυνάμεις της 83ης , 84ης , 87ης Περιοχής, οι Διμοιρίες Διαβιβάσεων της 83ης, 84ης και 87ης Περιοχής, οι δυνάμεις της Στρατιωτικής Διοίκησης Κρήτης καθώς και οι δυνάμεις του Κέντρου Εκπαιδεύσεως Πεζικού της Πάτρας, οι οποίες είχαν μεταφερθεί υπό την τυπική εποπτεία της Εθνοφρουράς και πως τα 5ο, 31ο, 42ο, 55ο,79ο, 82ο, 84ο, 94ο και 96ο τάγματα Εθνοφρουράς διατηρούνταν μεν εν ενεργεία αλλά το δυναμικό τους υπολογιζόταν στους στρατευθέντες της Γ΄ Κατηγορίας και όχι της Εθνοφρουράς. Η ένταξη των ανωτέρω ταγμάτων της Εθνοφρουράς στη Γ΄ Κατηγορία τα μετέτρεψε σε άτυπη εφεδρεία, από την οποία μπορούσε να αντλείται προσωπικό για την ανασύσταση ταγμάτων Εθνοφρουράς και σε μηχανισμούς κάλυψης τυχόν υπερβάσεων των οροφών, οι οποίες είχαν τεθεί από τον συμμαχικό παράγοντα.1304 Η συρρίκνωση της Εθνοφρουράς σε πραγματικούς αριθμούς και η προτεραιότητα που δόθηκε στα τάγματα του Τακτικού Στρατού για την ανανέωσή 1304
Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ., Α3, ΑΠ 20057, 10 η Ιανουαρίου 1949, Γ.Ε.Σ./Α3/Ι, 12029, «Διάταξις Μάχης Εθνοφρουράς», 26η Μαρτίου 1949 και Γ.Ε.Σ/Α3, 12147, Σχ. 12058, «Θέμα Γ΄ Κατηγορίας», 9 η Μαρτίου 1949 και Γ.Ε.Σ./Α3/Ι, 12058, «Συμπλήρωση 3 ου Λόχου Τ.Ε.», 11η Απριλίου 1949 και William, ό.π., σ. 69.
486
τους με άνδρες των νέων ΕΣΣΟ οδήγησαν στη μείωση της επάνδρωση των Λόχων των ταγμάτων της Εθνοφρουράς. Η μόνη πηγή ανανέωσης του δυναμικού της Εθνοφρουράς ήταν πλέον οι άνδρες της Γ΄ Κατηγορίας, μεταξύ των οποίων και αυτοί που προέρχονταν από τα 5ο, 31ο, 42ο, 55ο,79ο, 82ο, 84ο, 94ο και 96ο τάγματα της Εθνοφρουράς, τα οποία είχαν ενταχθεί στη Γ΄ Κατηγορία με τη διαταγή της 16ης Ιανουαρίου 1949 του Γ.Ε.Σ.1305 Η αδυναμία ανανέωσης των ταγμάτων Εθνοφρουράς αντιμετωπίστηκε με τη συμπλήρωση των λόχων κάθε τάγματος Εθνοφρουράς με την κλήση «εθνικοφρόνων» πολιτών, τους οποίους επέλεγαν οι διοικητές των ταγμάτων από τους εφέδρους της απολύτου εμπιστοσύνης τους από την περιοχή ευθύνης τους. Το Γ.Ε.Σ., αδυνατώντας να καλύψει το κόστος διατροφής των «εθνικοφρόνων» πολιτών, τους θεωρούσε ως μη επιστρατευθέντες επικαλούμενο πως η υπηρεσία τους δεν ήταν συνεχής αλλά περιοδική και μόνο σε έκτακτες περιπτώσεις ανάγκης και τους προσκαλούσε για υπηρεσία με βάση τις διαδικασίες που προέβλεπε ο νόμος για τα Μ.Ε.Α. (Μονάδες Εθνοφυλακής Άμυνας).1306 Η στρατιωτική ηγεσία με διάφορους τρόπους προσπάθησε να διατηρήσει έστω και πλασματικά τα όρια των οροφών των Ενόπλων Δυνάμεων, καθώς ποτέ δεν αποδέχθηκε πως η οροφή που είχε θέσει η A.M.A.G ήταν οριστική. Η στρατιωτική ηγεσία ακόμα και στις παραμονές του τερματισμού των πολεμικών επιχειρήσεων ζητούσε την αύξηση της οροφής των Ενόπλων δυνάμεων κατά είκοσι χιλιάδες άνδρες, για να συγκροτηθούν ειδικές μονάδες καταδρομέων για την αποτελεσματικότερη πάταξη των ανταρτών.1307 Τα Στρατηγεία της Εθνοφρουράς την 1η Αυγούστου 1949 μετονομάστηκαν και μετέπεσαν σε άλλες μονάδες.
Το Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Κομοτηνής μετονομάστηκε και μετέπεσε σε 29ο Ελαφρό Σύνταγμα Πεζικού με έδρα την Κομοτηνή.
Το Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Ξάνθης μετονομάστηκε και μετέπεσε σε 41ο Ελαφρό Σύνταγμα Πεζικού με έδρα την Ξάνθη.
1305
Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./Α3/Ι, 12058, «Πίναξ Β΄ Δύναμις Ταγμάτων Εθνοφρουράς», 23η Μαρτίου 1949 και William, ό.π., σσ. 69-70 1306 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./Α3/Ι/2, 12058/256, «Κοινοποίησις Συνθέσεως Τάγματος Εθνοφρουράς», 5 η Απριλίου 1949 και Γ.Ε.Σ./Α3/Ι, 12058, «Τάγματα Εθνοφρουράς μειωμένης δύναμης», 3 η Μαρτίου 1949. 1307 Ι.Α.Υ.Ε., Κυβερνητική Υπηρεσία, 134.5, 1949, Αριθμός πρωτοκόλλου 4397, Ambassa de Royale de Grece εν Λονδίνω προς Π.Ν. Πιπινέλη, 25η Ιουλίου 1949 και William, ό.π., σ. 69
487
Η Διοίκηση Εθνοφρουράς Καβάλας μετονομάστηκε και μετέπεσε σε 26ο Ελαφρό Σύνταγμα Πεζικού με έδρα τη Δράμα, ενώ στην Καβάλα συγκροτήθηκε διακριτή Στρατιωτική Διοίκηση.
Το Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Σερρών μετονομάστηκε και μετέπεσε σε 19ο Ελαφρό Σύνταγμα Πεζικού με έδρα τις Σέρρες.
Το Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Λαγκαδά μετονομάστηκε και μετέπεσε σε 31ο Ελαφρό Σύνταγμα Πεζικού με έδρα τον Λαγκαδά.
Το Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Βεροίας μετονομάστηκε και μετέπεσε σε 16ο Ελαφρό Σύνταγμα Πεζικού με έδρα τη Βέροια.
Το Τακτικό Στρατηγείο Εθνοφρουράς Κατερίνης μετονομάστηκε και μετέπεσε σε 59ο Ελαφρό Σύνταγμα Πεζικού με έδρα την Κατερίνη.1308 Η διαδικασία της διάλυσης των ταγμάτων Εθνοφρουράς μετά τον τερματισμό
των πολεμικών επιχειρήσεων και τη συντριβή του Δ.Σ.Ε. επιταχύνθηκε, αν και κάποια τάγματα Εθνοφρουράς επανασυγκροτήθηκαν. Ο Παπάγος την 9η Σεπτεμβρίου γνωστοποίησε με επιστολή στον Van Fleet την εντατικοποίηση των ρυθμών αποστράτευσης του Στρατού και της Εθνοφρουράς, η οποία βρισκόταν σε εξέλιξη μετά την έκδοση διαταγής για την απόλυση των Εθνοφρουρών των εφτά ταγμάτων Εθνοφρουράς του Γ΄ Σώματος Στρατού μέχρι τα τέλη Σεπτεμβρίου και την απόλυση όλων των δικαιουμένων απόλυσης, σύμφωνα με τα καταρτισθέντα προγράμματα απόλυσης οπλιτών και εφέδρων αξιωματικών του Στρατού και της Εθνοφρουράς.1309 Η διαταγή διάλυσης για τα 47ο, 89ο και 90ο Τάγματα Εθνοφρουράς εκδόθηκε την 31η Αυγούστου. Το 23ο Τάγμα Εθνοφρουράς Χανίων διαλύθηκε την 30ή Σεπτεμβρίου, τα 78ο, 36ο, 40ό, 44ο, 58ο, 70ο, 81ο και 97ο Τάγματα Εθνοφρουράς διαλύθηκαν τη 2α Νοεμβρίου, τα 32ο, 35ο, 37ο, 38ο, 39ο, 43ο, 45ο, 60ο, 83ο, 88ο, 93ο και 95ο Τάγματα Εθνοφρουράς διαλύθηκαν την 1η Δεκεμβρίου και η Γενική Επιθεώρηση της Εθνοφρουράς διαλύθηκε την 21η Δεκεμβρίου.1310 Παράλληλα προς τη διάλυση υπήρξε και επανασυγκρότηση μονάδων της Εθνοφρουράς την περίοδο από την 31η Αυγούστου μέχρι την 1η Δεκεμβρίου 1949. Τα 16ο, 19ο, 26ο, 20ο, 30ό, 31ο, 41ο και 59ο Τάγματα Εθνοφρουράς επανασυγκροτήθηκαν την 31η Αυγούστου και τα 36ο, 40ο, 44ο, 58ο, 70ό, 81ο, 97ο Τάγματα Εθνοφρουράς 1308
Ο Ελληνικός Στρατός κατά τον Αντισυμμοριακό αγώνα, ό.π., σσ. 512. Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./Α3/Ι, 12326, Αλέξανδρος Παπάγος προς Βαν Φλητ, 9 η Σεπτεμβρίου 1949. 1310 Υ.Σ.Α., 12001/Α, Γ.Ε.Σ. προς Γραφείο Διευθύνσεως Γ.Ε.Σ., «Συγκρότησις Νέων Μονάδων και Διάλυσις», 31η Αυγούστου 1949 και Υ.Σ.Α., 12001/Α , Γ.Ε.Σ. προς Γραφείο Διευθύνσεως Γ.Ε.Σ., «Συγκρότησις Νέων Μονάδων και Διάλυσις», 21η Δεκεμβρίου 1949. 1309
488
καθώς και η Διμοιρία Διαβιβάσεων της Στρατιωτικής Διοίκησης Στερεάς επανασυγκροτήθηκαν την 1η Δεκεμβρίου.1311 Τα τάγματα Εθνοφρουράς, τα οποία υφίσταντο στα τέλη του 1949 είτε λόγω επανασυγκρότησης είτε μη διάλυσης, ήταν είκοσι εννέα και ήταν τα 16ο, 19ο, 26ο, 30ό, 31ο, 33ο, 36ο, 39ο, 40ο, 41ο, 42ο, 44ο, 46ο, 58ο, 59ο, 61ο, 63ο, 64ο, 70ο, 71ο, 79ο, 81ο, 82ο, 84ο,85ο, 86ο, 92ο, 94ο και 97ο. Η Εθνοφρουρά κατά τη διετή παρουσία και συμμετοχή της στις πολεμικές επιχειρήσεις αποδείχθηκε χρήσιμη, παρά τις αδυναμίες της. Οι άνδρες της προστάτεψαν τις ζώνες ευθύνης τους αποτρέποντας την «επαναμόλυνσή» τους από τους αντάρτες και πολέμησαν με αποφασιστικότητα και μαχητικότητα αντίστοιχη των ανδρών του τακτικού Στρατού, όπως δείχνουν και οι απώλειές της. Η Εθνοφρουρά το 1948 είχε εβδομήντα αξιωματικούς και εφτακόσιους εβδομήντα πέντε οπλίτες νεκρούς και εκατό ένα αξιωματικούς και χίλιους διακόσιους ενενήντα τρεις οπλίτες τραυματίες. Το 1949 μέχρι και τα τέλη Αυγούστου η Εθνοφρουρά είχε τριάντα εννέα αξιωματικούς και τριακόσιους ενενήντα δύο οπλίτες νεκρούς και εβδομήντα έναν αξιωματικούς και εννιακόσιους τριάντα έναν οπλίτες τραυματίες.1312 γ) Η Χωροφυλακή κατά το τελευταίο έτος του Εμφυλίου και η συνέχιση του αγώνα κατά του Κ.Κ.Ε. Η αρχιστρατηγία του Παπάγου υπήρξε ευεργετική για τη Χωροφυλακή καθώς μετέθεσε χρονικά τη διάλυση του Μηχανοκίνητου Τάγματος και της Τεθωρακισμένης Ίλης της Χωροφυλακής για τον Μάρτιο 1949 και του 20ού Τάγματος της Χωροφυλακής, το οποίο δραστηριοποιούνταν στη Σάμο, τη γενέτειρα και εκλογική περιφέρεια του πρωθυπουργού, για τα τέλη Ιουλίου 1949. Ο Παπάγος με προσωπική του παρέμβαση στην αμερικανική επιμελητεία πέτυχε την αύξηση της μαχητικής δύναμης της Χωροφυλακής από είκοσι δύο χιλιάδες άνδρες σε είκοσι τρεις χιλιάδες τριακόσιους σαράντα τέσσερις άνδρες και θέλοντας να αντιμετωπίσει τις αρνητικές συνέπειες της συρρίκνωσης της Χωροφυλακής κατά το 1948, εκμεταλλευόμενος την
1311
Υ.Σ.Α., 12001/Α , Γ.Ε.Σ. προς Γραφείο Διευθύνσεως Γ.Ε.Σ., «Συγκρότησις Νέων Μονάδων και Διάλυσις», 31η Αυγούστου 1949 και 12001/Α , Γ.Ε.Σ. προς Γραφείο Διευθύνσεως Γ.Ε.Σ., «Συγκρότησις Νέων Μονάδων και Διάλυσις»,1η Δεκεμβρίου 1949. 1312 Τσακαλώτος, 1946-1949, Δημοκρατία και Ολοκληρωτισμός, ό.π., σ. 230.
489
ανοχή της Αμερικανικής Αποστολής, συγκρότησε μεταβατικά αποσπάσματα Χωροφυλακής κατά των ανταρτών στην Κεφαλονιά και την Ήπειρο.1313 Ο Παπάγος τη 16η Απριλίου εξέδωσε διαταγή θέλοντας να διευκρινίσει την αποστολή της Χωροφυλακής στο πλαίσιο των γενικών σχεδιασμών και των επιχειρησιακών
απαιτήσεων.
Η
διαταγή
προσδιόριζε
πως
αποστολή
της
Χωροφυλακής ήταν η εκτέλεση των αστυνομικών καθηκόντων, η εκκαθάριση των αστικών κέντρων και των χωριών από τον παράνομο μηχανισμό του Κ.Κ.Ε., η συγκέντρωση και παροχή πληροφοριών σχετιζόμενων με τους κομμουνιστές, η παροχή πληροφοριών στον Στρατό για όσους παρανομούσαν, η παροχή βοήθειας στον Στρατό κατά την εκκαθάριση περιοχών, στις οποίες δρούσαν ολιγάριθμες ομάδες ανταρτών ή μεμονωμένα επικηρυγμένα άτομα, και η συμπλήρωση των στρατιωτικών δυνάμεων με μεταβατικά αποσπάσματα ή με την επανεγκατάσταση των Σταθμών Χωροφυλακής στην Περιφέρεια.1314 Ο Αρχηγός της Χωροφυλακής, υποστράτηγος Σ. Κατσαμπής, την 23η Απριλίου εξέδωσε ερμηνευτική εγκύκλιο της διαταγής του Παπάγου της 16ης Απριλίου για τα μεταβατικά αποσπάσματα. Η εγκύκλιος όρισε πως κάθε μεταβατικό απόσπασμα θα επανδρωνόταν από τριάντα τρεις άνδρες, τον Διοικητή που ήταν ανθυπομοίραρχος ή ανθυπασπιστής ή ενωμοτάρχης και από έναν ενωμοτάρχη, τρεις υπενωμοτάρχες και είκοσι οκτώ χωροφύλακες και πως ο οπλισμός τους αποτελούνταν από έξι Thomson, τρία έως τέσσερα Bren, έναν όλμο των 60mm, είκοσι τέσσερα τυφέκια 0,303΄΄, αντίστοιχο αριθμό χειροβομβίδων, τρία πιστόλια φωτοβολίδων και έναν αμερικανικό ή βρετανικό ασύρματο No 18. Η εγκύκλιος όρισε επίσης πως ένας μοίραρχος θα αναλάμβανε καθήκοντα εποπτείας ανά τρία ή τέσσερα αποσπάσματα και πως σε περίπτωση που δεν υπήρχε διαθέσιμος μοίραρχος, τα καθήκοντα του επόπτη θα τα εκτελούσε ο διοικητής της Υποδιοίκησης Χωροφυλακής της περιοχής δράσης κάθε αποσπάσματος.1315 Αποστολή των μεταβατικών αποσπασμάτων ορίστηκε πως ήταν η εξόντωση μικροομάδων ανταρτών, οι οποίες ενδεχομένως είχαν απομείνει στη ζώνη ευθύνης τους, η εξόντωση των μελών της Αυτοάμυνας και των συνεργατών των ανταρτών, η εξεύρεση των αποθηκών όπλων, πυρομαχικών και των συνεργατών των ανταρτών, η 1313
Δασκαλάκης, ό.π., σ. 600. Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./Αρχιστράτηγος, Αριθμ. Πρωτ. 223810 Αριθμ. Φ. 4031/2 Β.Σ.Τ 902, «Χρησιμοποίησις Χωροφυλακής», 16ηςΑπριλίου 1949. 1315 Υ.Σ.Α., Αρχηγείο Βασιλικής Χωροφυλακής, Τμήμα Ασφαλείας, Γραφείο 1 ο, Αριθμ. Πρωτ 4/5/90ιβ, 23η Απριλίου 1949. 1314
490
σύλληψη υπόπτων ατόμων, τα οποία περιφέρονταν στην περιοχή δράσης καθώς μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως πληροφοριοδότες των ανταρτών και τέλος η εξύψωση του ηθικού των κατοίκων, ώστε να βοηθούν τις Αρχές, υποδεικνύοντας και καταδίδοντας τους συνεργάτες των ανταρτών και τους κομμουνιστές.1316 Η δράση των μεταβατικών αποσπασμάτων της Χωροφυλακής δεν υπήρξε ανέφελη. Ο στρατηγός Πεντζόπουλος έκρινε την κατάσταση των μεταβατικών αποσπασμάτων της Πελοποννήσου ως εγκληματική, καθώς οι άνδρες τους ήταν απείθαρχοι και εγκατέλειπαν συχνά τις υπηρεσίες τους μεταβαίνοντας σε κατοικημένες περιοχές με άδεια των Διοικητών τους, ακόμα και όταν δεν υφίσταντο υπηρεσιακός λόγος. Ο Πεντζόπουλος για να αλλάξει την κατάσταση απαγόρευσε στους Διοικητές των Αποσπασμάτων τη χορήγηση αδειών, απέδωσε το δικαίωμα της χορήγησης αδειών στους Διοικητές των οικείων ταγμάτων Πεζικού, διέταξε την παραπομπή σε Έκτακτο Στρατοδικείο με την κατηγορία της εγκατάλειψης θέσης ενώπιον του εχθρού των χωροφυλάκων, οι οποίοι απουσίαζαν από το Απόσπασμά τους και αν η απουσία ήταν έπειτα από άδεια ή εις γνώση του Διοικητή διέταξε την παραπομπή σε Έκτακτο Στρατοδικείο και του Διοικητή του Αποσπάσματος με την κατηγορία της ανυπακοής.1317 Ο Πεντζόπουλος στις αναφορές του το 1949 συνέχισε να παρουσιάζει τη Χωροφυλακή ως Σώμα με μειωμένη στρατιωτική διαπαιδαγώγηση και τους άνδρες της να αγνοούν τον ρόλο τους στην κοινωνία, περιφερόμενοι εντός των πόλεων μεθυσμένοι σε ταβέρνες ή αστειευόμενοι με πολίτες σε ιδιωτικά καταστήματα ή σαν αργόσχολοι και άνεργοι με τη συντροφιά υπόπτων γυναικών σε πλατείες και πάρκα προκαλώντας την ειρωνεία των κατοίκων.1318 Η μείωση της δύναμης της Χωροφυλακής με την κατάργηση των ταγμάτων της και την απόλυση των χωροφυλάκων άνευ θητείας αντιμετωπίστηκε με τη δημιουργία των Μ.Ε.Α., που ανέλαβαν την ασφάλεια των περιοχών που έως τότε φυλάσσονταν από τα τάγματα της Χωροφυλακής και εξοπλίστηκαν με τον οπλισμό, τον οποίο παρέδωσαν κατά την απόλυσή τους οι χωροφύλακες άνευ θητείας.1319,1320 1316
Αρχείο Θ. Πεντζόπουλου, Α.Σ.Δ.Π./Α1, Α.Π 2285/226, Σ.Τ.Γ.924, «Ηγήτορες Αποσπασμάτων Χωροφυλακής», 26η Φεβρουαρίου 1949. 1317 Αρχείο Θ. Πεντζόπουλου, Α.Σ.Δ.Π., Αρ. Φ226/26185/Α1, Σ.Τ.Γ.924, «Άδεια ανδρών Χωροφυλακής», 6η Ιουνίου 1949. 1318 Αρχείο Θ. Πεντζόπουλου, Α.Σ.Δ.Π., Αρ. Φ226/26186/Α1, Σ.Τ.Γ.924, «Συμπεριφορά ανδρών Χωροφυλακής», 6η Ιουνίου 1949. 1319 Τα Μ.Ε.Α. είχαν το πλεονέκτημα έναντι της Χωροφυλακής, πως μη όντας αμιγώς στρατιωτικές μονάδες δεν προσμετρούνταν στη στρατιωτική οροφή, που έθεταν οι Συμμαχικές Αποστολές. Έτσι η δημιουργία τους δε στερούσε πόρους από τον Τακτικό Στρατό, ο οποίος είχε και την κύρια ευθύνη της
491
Η Χωροφυλακή κατά το 1949 βελτίωσε την υποδομή και οπλισμό της, καθώς εφοδιάστηκε με σημαντικές ποσότητες οπλισμού ακόμα και βαρέως τύπου. Η Χωροφυλακή έλαβε από την αμερικάνικη βοήθεια σημαντικούς αριθμούς αμερικάνικων όλμων των 60 mm και 81 mm που αντικατέστησαν τους παλαιότερους βρετανικούς των 2΄΄ και 3΄΄ (ιντσών), τους οποίους το Γ.Ε.Σ. είχε διαθέσει στη Χωροφυλακή με το καθεστώς της παραχώρησης,1321 πολεμικό υλικό που προέκυψε από τη διάλυση των ταγμάτων Εθνοφρουράς και κρίθηκε ακατάλληλο για μονάδες του Στρατού και ύστερα από έντονες πιέσεις στο Γ.Ε.Σ. στο Γραφείο Αρχιστράτηγου τής επιστράφηκαν πολυβόλα και όλμοι, τα οποία τις ανήκαν και είχαν διατεθεί τα πρώτα χρόνια του Εμφυλίου στον Στρατό, για να καλυφτούν οι σημαντικές ελλείψεις βαρύ οπλισμού των στρατιωτικών μονάδων. Η Χωροφυλακή το 1949 επέλυσε και το πρόβλημα του οπλισμού που η Χωροφυλακή είχε παραχωρήσει στα Δημοσυντήρητα Τάγματα, όταν αυτά υπάγονταν στο Υπουργείο Δημοσίας Τάξης, αλλά δεν τις είχε επιστραφεί όταν αυτά υπήχθησαν στο Γ.Ε.Σ. Το ζήτημα λύθηκε με την έκδοση Κ.Υ.Α των Υπουργών Στρατιωτικών και Δημοσίας Τάξης, η οποία προέβλεπε πως οι όλμοι και τα κάθε είδους και τύπου αυτόματα που ανήκαν στη Χωροφυλακή και εξόπλιζαν μονάδες του Στρατού θα επιστρέφονταν στη Χωροφυλακή, εξαιρουμένων των τυφεκίων που θα παρέμεναν στον Στρατό.1322 Το Γ.Ε.Σ. από την πλευρά του ζήτησε από τη Χωροφυλακή την επιστροφή εφτά χιλιάδων ενενήντα τυφεκίων, που της είχε παραχωρήσει για τον εξοπλισμό των ανδρών της, καθώς κρίθηκε πως δεν χρειάζονταν πλέον μετά τη μείωση της μάχιμης δύναμής της.1323 Οι κυβερνητικές δυνάμεις, εξαιρουμένης της Χωροφυλακής, μετά την ολοκλήρωση των πολεμικών επιχειρήσεων στον Γράμμο και στο Βίτσι, επανήλθαν σταδιακά στη φάση της ειρηνικής διάταξής τους. Η Χωροφυλακή όμως συνέχισε να εκτελεί τα καθήκοντά της και τον αγώνα κατά των υπολειμμάτων των ανταρτικών ομάδων σαν να μην είχαν τερματιστεί οι πολεμικές επιχειρήσεις και παρά τις δύο καταστολής των Ανταρτών. Αντίθετα, η Χωροφυλακή προσμετρούνταν στις οροφές και στερούσε πόρους. Εξαιτίας αυτού και θυσιάστηκε, συρρικνούμενη και υποτασσόμενη στις ανάγκες του Στρατού. 1320 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./ΙΙΙ-Α1/ΙΙΙ, 14618/7,«Οπλισμός απολυομένων άνευ θητείας χωροφυλάκων», 4η Φεβρουαρίου 1949. 1321 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./Α3/ΙΙΙ, 14618, «Όλμοι 81χιλ παραδοθέντες εις την Χωροφυλακήν», 11 η Απριλίου 1949, Γ.Ε.Σ./Α3/ΙΙΙ, 14618/6, «Όλμοι 81χιλ επιστραφέντες από Χωροφυλακή, 15 η Απριλίου 1949, Γ.Ε.Σ./Α3/ΙΙΙ, 14618/6, «Όλμοι 60χιλ», 11 η Φεβρουαρίου 1949 και Γ.Ε.Σ/Α3/ΙΙΙ, 14618/6, «Όλμοι Μονάδων Χωροφυλακής», 20ή Ιούνιου 1949. 1322 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./Α3/ΙΙΙ, 14618/6, «Υλικά Χωροφυλακής», 14 η Ιούνιου 1949 και Γ.Ε.Σ./Α3/ΙΙΙ, 14618/6, «Οπλισμός Χωροφυλακής», 19η Ιούνιου 1949. 1323 Υ.Σ.Α., Γ.Ε.Σ./Α3/ΙΙΙ, 14618/6, «Όπλα Χωροφυλακής», 20 ή Φεβρουαρίου 1949.
492
χιλιάδες τετρακόσιους πενήντα νεκρούς και τις δύο χιλιάδες εξακόσιους τραυματίες που είχε από τα Δεκεμβριανά 1944 και μέχρι το 1949.1324 Η Χωροφυλακή και μετά την ολοκλήρωση των πολεμικών επιχειρήσεων συνέχισε να διοικεί και να φρουρεί τα Στρατόπεδα κράτησης των κομμουνιστών, όπως το Τρίκερι. Ο Στρατός, αν και σταδιακά αποσυρόταν από τα καθήκοντα της εσωτερικής
ασφαλείας,
συνέχισε
να ελέγχει
ασφυκτικά τις
μονάδες
της
Χωροφυλακής, ιδιαίτερα όταν ο Στρατιωτικός Διοικητής διακρινόταν για τον αντικομμουνισμό του, όπως ο στρατηγός Πεντζόπουλος. Ο Πεντζόπουλος συνέχισε και μετά τη λήξη των επιχειρήσεων να κατηγορεί τη Χωροφυλακή για έλλειψη ενεργητικότητας και να της επιρρίπτει την ευθύνη για το μέγεθος της κομμουνιστικής απειλής, καθώς είχε μετατρέψει τα Στρατόπεδα Εξορίστων σε χώρους ευχάριστης διαβίωσης, παραθερισμού και κομμουνιστικές εστίες που τροφοδοτούσαν τους παράνομους μηχανισμούς του Κ.Κ.Ε. και ζήτησε την αντικατάσταση των αξιωματικών της Χωροφυλακής, την ανάθεση μέρους των καθηκόντων της Χωροφυλακής στον Στρατό και στην περίπτωση του Στρατοπέδου Εξορίστων στο Τρίκερι την ανάθεση της διοικητικής μέριμνας απευθείας στο Στρατηγείο Κεντρικής Ελλάδας, ώστε να χρησιμοποιηθεί η εμπειρία του αντισυμμοριακού και αντικομμουνιστικού αγώνα.1325 Η Χωροφυλακή μετά τη λήξη των πολεμικών επιχειρήσεων συνέχισε να ερευνά για την ανακάλυψη αποθηκών όπλων των ανταρτών ή εγγράφων από τα αρχεία των μονάδων του Δ.Σ.Ε., τα οποία θα μπορούσαν να αποδειχθούν ενοχοποιητικά για τη δράση του. Οι έρευνες της Χωροφυλακής στην περιοχή της Βορείου Ελλάδος και ειδικότερα στις Πρέσπες και στο Βίτσι, που ήταν τα απώτατα σημεία της κομμουνιστικής αντίστασης, απέδωσαν πλήθος προπαγανδιστικών εγγράφων και επιστολών των παιδιών που είχαν σταλεί κατά το λεγόμενο «παιδομάζωμα» στο εξωτερικό. Η εύρεση των επιστολών προκάλεσε το ενδιαφέρον της Κυβέρνησης και με παρέμβαση του υπουργού Γενικού Διοικητή Βορείου Ελλάδος, Κωνσταντίνου Κορόζη, συστήθηκε στις Στρατιωτικές Αρχές να προχωρήσουν σε επιμελή περισυλλογή του υλικού, το οποίο σχετιζόταν με το
1324
Αρχείο Θ Πεντζόπουλου, Σ.Κ.Ε./Α1, Αριθμ. Φ.135/7198, Β.Σ.Τ 904, «Ρόλος Χωροφυλακής», 20 ή Οκτωβρίου 1949. 1325 Αρχείο Θ. Πεντζόπουλου, Σ.Κ.Ε./ Γραφ. Στρατηγού προς Αρχηγό Γ.Ε.Σ., Α.Α.Π. Φ, Β.Σ.Τ. 904, 25η Σεπτεμβρίου 1949.
493
«παιδομάζωμα», ώστε να είναι αξιοποιήσιμο από τις αρμόδιες κυβερνητικές Αρχές.1326 Η Χωροφυλακή με την ολοκλήρωση των πολεμικών επιχειρήσεων επιφορτίστηκε με τη χορήγηση των αδειών διαμονής στις Επιτηρούμενες Ζώνες και με την τήρηση καταστάσεων με τα πλήρη στοιχεία των διανεμηθέντων δελτίων ταυτότητας, για τη διενέργεια κάθε είδους ελέγχου προς εξακρίβωση ενδεχόμενης απώλειας ή παραποίησης αυτών από τους κατόχους τους. Οι Επιτηρούμενες Ζώνες είχαν θεσμοθετηθεί κατά τη διάρκεια της μεταξικής δικτατορίας με τον Α.Ν. 376/19361327 και τον Α.Ν. 1237/19381328 και περιέβαλλαν τα εξωτερικά όρια των Αμυντικών Περιοχών και των Ναυτικών Οχυρών και η παραμονή ή η δραστηριοποίηση οιουδήποτε ιδιώτη εντός των Επιτηρούμενων Ζωνών επιτρεπόταν μόνο στους κατόχους ατομικού δελτίου. Οι μόνιμοι κάτοικοι των Επιτηρούμενων Ζωνών ήταν υποχρεωμένοι να φέρουν ατομικό δελτίο μετά το δωδέκατο έτος της ηλικίας τους.1329 Η λήξη των πολεμικών επιχειρήσεων επέτρεψε στην Κυβέρνηση να αντιμετωπίσει νομοθετικά δύο σημαντικές εκκρεμότητες, των οποίων η αντιμετώπιση είχε αναβληθεί μέχρι τότε: α) του εκσυγχρονισμού της διαδικασίας προαγωγών των αξιωματικών της Χωροφυλακής και β) του διακανονισμού της αρχαιότητας των αξιωματικών της Χωροφυλακής καθώς η κατάσταση είχε περιπλεχθεί από την ύπαρξη αξιωματικών, οι οποίοι είχαν προαχθεί ή τοποθετηθεί στις θέσεις τους κατ’ εφαρμογή πολλαπλών διαφορετικών νομοθετημάτων της προπολεμικής περιόδου, των κατοχικών κυβερνήσεων και αργότερα της εμφυλιοπολεμικής περιόδου. Η Κυβέρνηση Διομήδη τη 12η Οκτωβρίου 1949 με το Νομοθετικό Διάταγμα 1173 επικύρωσε τον Αναγκαστικό Νόμο 772 «περί προαγωγών αξιωματικών Χωροφυλακής» που προέβλεπε τη δημιουργία δύο συμβουλίων προαγωγών. Το Συμβούλιο Προαγωγών Χωροφυλακής αποτελούνταν από τον αρχηγό της Χωροφυλακής, τον Υπαρχηγό της Χωροφυλακής, τον Α΄ και Β΄ Επιθεωρητή, τον Γενικό Διευθυντή Χωροφυλακής του Υπουργείου Δημοσίας Τάξης και ένα μέλος της
1326
Ι.Α.Υ.Ε., Κυβερνητική Υπηρεσία, 36.3, 1949, Γενική Διοίκηση Βορείου Ελλάδος, Υπουργός προς Γ.Ε.Σ., 29η Οκτωβρίου 1949. 1327 Φ.Ε.Κ. 546, Αναγκαστικός Νόμος 376 της 18 ης Δεκεμβρίου 1936, «περί μέτρων ασφαλείας Οχυρών Θέσεων». 1328 Φ.Ε.Κ. 194, Αναγκαστικός Νόμος 1237 της 24 ης Μαΐου 1938, «περί συμπληρώσεως διατάξεων άρθρου 5 Αναγκαστικού Νόμου 376/1936 «περί μέτρων ασφαλείας Οχυρών Θέσεων». 1329 Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, 111.5, 1948, Υπουργείο Στρατιωτικών, Γραφείο ΙΙΙ και ΙΙ, Τμήμα Β΄, «Κωδικοποίησης Διαταγών περί Ασφαλείας Οχυρών Θέσεων»
494
Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής χωρίς δικαίωμα ψήφου και ήταν επιφορτισμένο με την αξιολόγηση των βαθμοφόρων από τον βαθμό του Ανθυπομοίραρχου έως και του Συνταγματάρχη. Το δεύτερο συμβούλιο ήταν το Ανώτατο Συμβούλιο Προαγωγών Χωροφυλακής. Αποτελούνταν από τον Αρχηγό της Χωροφυλακής, εφόσον ήταν αντιστράτηγος, από τον αντιστράτηγο αρχηγό του Γ.Ε.Σ., από τον Αντιστράτηγο Γενικό Επιθεωρητή του Στρατού, τον αντιστράτηγο Διοικητή του Α΄ Σώματος Στρατού, τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και ένα μέλος της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής χωρίς δικαίωμα ψήφου και ήταν επιφορτισμένο με τη σύνταξη των πινάκων των Υποστράτηγων της Χωροφυλακής. Ο Α.Ν. 772 όρισε πως αν διαπιστωνόταν υπέρβαση των προβλεπομένων από το Βασιλικό Διάταγμα «περί συνθέσεως του Σώματος» οροφών μετά την αξιολόγηση και την πραγματοποίηση των προαγωγών των κατωτέρων αξιωματικών, θα ξεκινούσε ανά βαθμό η διαδικασία της αυτεπάγγελτης αποστρατείας των κριθέντων ώστε να επέλθει αποσυμφόρηση στις οροφές και να περιοριστούν τα εν ενεργεία στελέχη της Χωροφυλακής. Ο Α.Ν. 772 όρισε επίσης την αυτόματη προαγωγή των στρατιωτικών της Χωροφυλακής που φονεύθηκαν από την 28η Οκτωβρίου 1940 έως τη 15η Αυγούστου 1945 χωρίς να έχουν λάβει προαγωγή και των στρατιωτικών της Χωροφυλακής που φονεύθηκαν λόγω της ιδιότητας τους ή κατά τη διάρκεια συμπλοκής με συμμορία ληστών, ένοπλών στασιαστών, ενόπλων επικίνδυνων για τη Δημόσια Τάξη, οργάνων ξένης προπαγάνδας, που δρούσαν ατομικά ή μεμονωμένα κατά την περίοδο από 15η Αυγούστου 1945 έως και την 31η Μαρτίου 1946.1330 Η Κυβέρνηση Διομήδη μετά τη ρύθμιση της διαδικασίας των προαγωγών, προώθησε με τον Αναγκαστικό Νόμο 1368 την 29η Νοεμβρίου 1949 τη ρύθμιση της αρχαιότητας των αξιωματικών της Χωροφυλακής που είχε περιπλακεί από τα τρία προπολεμικά, έξι κατοχικά και έξι μετακατοχικά νομοθετήματα, τα οποία είχαν προσπαθήσει να ρυθμίσουν το ζήτημα τμηματικά κατά το παρελθόν. Ο Α.Ν. 1368 όρισε τη συγκρότηση Συμβουλίου από τους υπηρετούντες υποστράτηγους της Χωροφυλακής, υπό την προεδρία του Αρχηγού του Σώματος και με τη συμμετοχή μέλους της Βρετανικής Αστυνομικής Σχολής Αποστολής χωρίς δικαίωμα ψήφου για να εισηγηθεί τον τρόπο ρύθμισης της αρχαιότητας των αξιωματικών της Χωροφυλακής εντός ενός μήνα από την έναρξη των συνεδριάσεών του. Ο Α.Ν. 1368 1330
Φ.Ε.Κ. 255, Νομοθετικό Διάταγμα 1173 της 12 ης Οκτωβρίου 1949, «περί προαγωγών αξιωματικών Χωροφυλακής».
495
προέβλεπε πως οι αποφάσεις του Συμβουλίου ήταν δεσμευτικές για τον Υπουργό Δημοσίας Τάξεως και πως ο Υπουργός με βάση τις αποφάσεις του Συμβουλίου όφειλε να συντάξει τους οριστικούς πίνακες αρχαιότητας των Αξιωματικών της Χωροφυλακής, οι οποίοι πίνακες θα επικυρώνονταν με την έκδοση Βασιλικού Διατάγματος.1331
1331
Φ.Ε.Κ. 337, Αναγκαστικός Νόμος, 1363 της 29 ης Νοεμβρίου 1949, «περί διακανονισμού της σειράς αρχαιότητας των αξιωματικών της Χωροφυλακής».
496
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Το θεσμικό και νομικό σύστημα του Ελληνικού Κράτους διεπόταν, ήδη από τον πρώτο Καταστατικό Χάρτη της χώρας, το Σύνταγμα της Επιδαύρου, από δημοκρατικές και φιλελεύθερες αρχές, ενώ η ελληνική έννομη και συνταγματική τάξη κατατασσόταν στις πλέον φιλελεύθερες και δημοκρατικές του κόσμου. Η Ελλάδα έως και τον Εθνικό Διχασμό ήταν πρότυπο μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών για την πολιτική σταθερότητά της και τη λειτουργία των κοινοβουλευτικών θεσμών της και υπερείχε ακόμα και έναντι χωρών με μεγαλύτερη κοινοβουλευτική παράδοση. Ο Εθνικός Διχασμός όμως ανέτρεψε την κοινοβουλευτική παράδοση της Χώρας, καθώς οι ασκούντες την εξουσία υιοθέτησαν αντισυνταγματικά και αντικοινοβουλευτικά μέτρα, τόσο για να αντιμετωπίσουν τα ζητήματα της καθημερινής πολιτικής όσο –και κυρίως− για να αντιμετωπίσουν, να καθυποτάξουν και να καταστείλουν τους πολιτικούς αντιπάλους τους. Η πρακτική αυτή, περισσότερο ή λιγότερο, συνεχίστηκε καθόλη τη διάρκεια του Μεσοπολέμου τόσο από «επαναστατικά», δικτατορικά καθεστώτα όσο και από κοινοβουλευτικές κυβερνήσεις. Οι αντισυνταγματικές και αντικοινοβουλευτικές πρακτικές της πολιτικής τάξης μετέτρεψαν σταδιακά τα Σώματα Ασφαλείας από δυνάμεις επιβολής του Νόμου και της Τάξης σε μηχανισμούς ελέγχου και καταστολής των πολιτικών αντιπάλων της εκάστοτε εκτελεστικής εξουσίας και καταστολής με τη βία των αιτημάτων για εκσυγχρονισμό της Κοινωνίας και τη δημιουργία μηχανισμών προαγωγής της κοινωνικής δικαιοσύνης. Η περίοδος του Μεσοπολέμου υπήρξε καταλυτική και για το Σώμα των αξιωματικών και υπαξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων, καθώς οι Ένοπλες Δυνάμεις δραστηριοποιήθηκαν και αναμείχθηκαν ενεργά στις πολιτικές εξελίξεις, αποτελώντας το μέσο της πραγματοποίησης των πολιτικών σκοπιμοτήτων και στόχων των κυρίαρχων πολιτικών δυνάμεων του αστικού πολιτικού συστήματος. Η ανάμειξη των
Ενόπλων
Δυνάμεων
στην
πολιτική
ζωή
της
χώρας
οδήγησε
στη
ριζοσπαστικοποίηση και την αυτονόμησή τους από τους πολιτικούς τους πάτρωνες, δημιουργώντας το υπόβαθρο για ακόμα μεγαλύτερη αναστάτωση στον πολιτικό βίο της Χώρας.
497
Όμως οι συνεχείς αντισυνταγματικές και αντικοινοβουλευτικές παραβιάσειςυπερβάσεις δημιούργησαν ένα νομικό οπλοστάσιο καταστολής και ελέγχου, αντίθετο προς τον φιλελεύθερο και δημοκρατικό χαρακτήρα της συνταγματικής τάξης της Χώρας και την πεποίθηση στους ασκούντες την εκτελεστική εξουσία πως με αυτόν τον τρόπο μπορούσαν να επιλυθούν τα κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα του τόπου και να εξασφαλίσουν τη μακρόχρονη παραμονή τους στην εξουσία. Οι έννοιες του διαλόγου, της συνδιαλλαγής, της ηπιότητας, της ανεκτικότητας στη διαφορετική άποψη και της μετριοπάθειας, που αποτελούν βασικά συστατικά της Δημοκρατίας και που πρέπει να διακρίνουν τις σχέσεις μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων και των κοινωνικών ομάδων, τέθηκαν στο περιθώριο. Η αστάθεια του πολιτικού συστήματος του Μεσοπολέμου εξαιτίας της σύγκρουσης των βενιζελικών και των βασιλοφρόνων επιτάθηκε με την εμφάνιση του εκλογικά ανίσχυρου αλλά ιδιαίτερα δυναμικού Κ.Κ.Ε., το οποίο ήταν θιασώτης μίας ανατρεπτικής και αντισυστημικής ιδεολογίας. Οι θέσεις και ο προγραμματικός λόγος του Κ.Κ.Ε. για τα κοινωνικά, θεσμικά και εθνικά ζητήματα και οι πολιτικές πρακτικές των απεργιών, των διαδηλώσεων και των ποικίλων κινητοποιήσεων προκάλεσαν την αντίδραση του αστικού πολιτικού συστήματος. Οι βενιζελικοί και οι βασιλόφρονες, χωρίς να βάλουν στην άκρη τις δικές τους διαφορές και αντιθέσεις, προσπάθησαν με διάφορες νομοθετικές και διοικητικές πρωτοβουλίες και αποφάσεις να καταστείλουν τη δράση του Κ.Κ.Ε. και να το εξαλείψουν. Η πολεμική των αστικών πολιτικών δυνάμεων κατά του Κ.Κ.Ε. απέφερε γρήγορα αποτελέσματα. Οι διωκτικές αρχές και η κρατική μηχανή ανέπτυξαν ισχυρά αντικομμουνιστικά αντανακλαστικά και το ίδιο το πολιτικό σύστημα αυθυποβλήθηκε στον εν δυνάμει κίνδυνο του κομμουνισμού. Ιδιαίτερα ο Ιωάννης Μεταξάς εκμεταλλεύθηκε την κομμουνιστοφοβία και την αδυναμία του πολιτικού συστήματος να δώσει λύσεις στα κοινωνικά προβλήματα μέσω του κοινοβουλευτισμού και με τη συναίνεση του Βασιλιά Γεωργίου Β΄ ανέστειλε την 4η Αυγούστου 1936 άρθρα του Συντάγματος 1864/1911 τερματίζοντας τον κοινοβουλευτισμό. Το μεταξικό καθεστώς διακρίθηκε για τον αντικοινοβουλευτισμό, την αντιδημοκρατικότητα και την απέχθειά του προς τον φιλελευθερισμό και εμπότισε στα Σώματα Ασφαλείας μία έντονα αντικομμουνιστική και αντιδημοκρατική νοοτροπία, η οποία τα συνόδευσε και στις μετέπειτα δεκαετίες. Το μεταξικό καθεστώς ενίσχυσε επίσης το νομικό οπλοστάσιο κατά των πολιτικών αντιπάλων της εξουσίας, αυστηροποιώντας τις κατασταλτικές νομοθεσίες των κοινοβουλευτικών 498
κυβερνήσεων του Μεσοπολέμου, ενώ με μεθοδικότητα στράφηκε κατά των μελών, των οπαδών και της ηγετικής του ομάδας του Κ.Κ.Ε. Η αποτελεσματικότητα της αντικομμουνιστικής εκστρατείας του μεταξικού καθεστώτος είχε οδηγήσει το Κ.Κ.Ε. το 1940, όταν η Ελλάδα εισήλθε στον πόλεμο, σε πλήρη αποσύνθεση. Η είσοδος της Ελλάδας στον πόλεμο και τελικά η κατάληψη της χώρας από τις γερμανο-ιταλικές και βουλγαρικές δυνάμεις ανέτρεψαν τα δεδομένα στο πολιτικό σκηνικό της Ελλάδας. Οι αστοί πολιτικοί είτε παρέμειναν αμέτοχοι στον αντιστασιακό αγώνα κατά την κατοχική περίοδο είτε κατέφυγαν στη Μέση Ανατολή επανδρώνοντας τις εξόριστες ελληνικές κυβερνήσεις, οι οποίες διέθεταν ισχνές στρατιωτικές δυνάμεις και ανύπαρκτη πολιτική επιρροή στον κατεχόμενο ελλαδικό χώρο, αλλά πλήρη διεθνή αναγνώριση από τις συμμαχικές κυβερνήσεις. Το Κ.Κ.Ε. αντίθετα, αμέσως μετά τη γερμανική εισβολή στην Ε.Σ.Σ.Δ., ξεκίνησε την προσπάθεια οργάνωσης ισχυρών και πολυπληθών ανταρτικών ομάδων υπό τον Ε.Λ.Α.Σ. και την πολιτική ομπρέλα του Ε.Α.Μ, το οποίο ιδρύθηκε την 27η Σεπτεμβρίου 1941. Ο Ε.Λ.Α.Σ. επεδίωξε να καταστεί η κυρίαρχη αντιστασιακή οργάνωση και δεν δίστασε να στρέψει τα όπλα
του κατά των αντιστασιακών
οργανώσεων που ανήκαν σε άλλους ιδεολογικούς χώρους, θέτοντάς τους το δίλημμα της ενσωμάτωσης και προσχώρησης στον Ε.Λ.Α.Σ. ή της ένοπλης καταστολής και εξόντωσης. Ο Ε.Λ.Α.Σ. υπήρξε ιδιαίτερα επιθετικός και κατά των Σωμάτων Ασφαλείας και κυρίως κατά της Χωροφυλακής. Η επιθετικότητα του μάλιστα κατά των υπόλοιπων αντιστασιακών οργανώσεων και των Σωμάτων Ασφαλείας επιτάθηκε το 1943-1944,όταν η προοπτική της Απελευθέρωσης της Χώρας, ως συνέπεια της επικράτησης των Συμμαχικών Δυνάμεων στα μέτωπα των επιχειρήσεων, διαφαινόταν να πλησιάζει. Η Χωροφυλακή κατά τη διάρκεια της Κατοχής παρέμεινε στις θέσεις της εκτελώντας τα αστυνομικά της καθήκοντα υπό τις διαταγές των κατοχικών δοσιλογικών κυβερνήσεων, τις οποίες διόρισαν οι Γερμανοί. Η απόφαση της ηγεσίας και των ανδρών της Χωροφυλακής να παραμείνουν στις θέσεις και να εκτελέσουν τα αστυνομικά τους καθήκοντα κατά την κατοχική περίοδο μπορεί να αποδοθεί α) στην αίσθηση καθήκοντος για να προστατευτούν οι πολίτες και να διασφαλιστεί η έννομη τάξη και ασφάλεια, που σε αντίθετη περίπτωση θα ανατρέπονταν, β) στην αντίληψη με την οποία ήταν διαποτισμένα τα Σώματα Ασφαλείας πως όφειλαν να εκτελούν το καθήκον τους ανεξάρτητα από τον φορέα και την πολιτική εξουσία που κυβερνούσε (δημοκρατική, επαναστατική, δικτατορική, δοτή κατοχική) και γ) στον προσωπικό 499
παράγοντα της διατήρησης των θέσεών τους για την εξασφάλιση των μέσων βιοπορισμού τους στη δύσκολη περίοδο της Κατοχής. Πολλοί άνδρες της Χωροφυλακής όμως επέλεξαν να μη συνεχίσουν να εκτελούν τα καθήκοντά τους υπό τις εντολές των κατοχικών κυβερνήσεων και κατέφυγαν ή στη Μέση Ανατολή όπου και εντάχθηκαν στον Εθνικό Στρατό ή στο βουνό όπου εντάχθηκαν σε αντιστασιακές οργανώσεις. Η διττή στάση των ανδρών της Χωροφυλακής προκάλεσε τόσο τις επιθέσεις του Ε.Λ.Α.Σ., που της στοίχισαν εκατοντάδες απώλειες σε νεκρούς και τραυματίες, όσο και την καχυποψία των κατοχικών δυνάμεων που αμφισβητώντας την πίστη και τη φερεγγυότητά της προχώρησαν στον πρακτικό αφοπλισμό και αποσάθρωσή της. Οι εξόριστες Κυβερνήσεις, και ιδίως η Κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου, στο πλαίσιο της συνδιαλλαγής με το Ε.Α.Μ. για τον σχηματισμό Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας, υιοθέτησαν την καχυποψία και τον αρνητισμό του Ε.Α.Μ. προς τη Χωροφυλακή, μέχρι και του σημείου να υιοθετηθεί η άποψη της πλήρους διάλυσης και επανασύστασής της από τον Γεώργιο Παπανδρέου στην ομιλία της 18ης Οκτωβρίου 1944. Έτσι μοιραία η Χωροφυλακή στις αρχές της μεταπελευθερωτικής περιόδου και μέχρι την έναρξη των Δεκεμβριανών βρέθηκε στο περιθώριο. Το σύνολο των ανδρών της αφοπλίστηκε, απαλλάχθηκε από τα καθήκοντά του και τέθηκε υπό περιορισμό στις έδρες των μονάδων τους, ενώ τα καθήκοντα αστυνόμευσης τα ανέλαβαν οι πενιχρές βρετανικές στρατιωτικές δυνάμεις, που είχαν αφιχθεί με την Κυβέρνηση Παπανδρέου, ο Ε.Λ.Α.Σ., η Λαϊκή Πολιτοφυλακή του Ε.Α.Μ. και ο Ε.Δ.Ε.Σ. στην περιοχή της Ηπείρου. Οι πολιτικές σκοπιμότητες της διατήρησης της ενότητας του κυβερνητικού συνασπισμού στον οποίο συμμετείχε το Ε.Α.Μ. και η αρνητική εικόνα που υπήρχε σε ευρύτατα τμήμα της κοινής γνώμης για την κατοχική δράση της Χωροφυλακής, δεν επέτρεψαν την επαναδραστηριοποίηση και αξιοποίησή της, αν και η αναγκαιότητά της στην αστυνόμευση της χώρας έγινε γρήγορα αντιληπτή. Έτσι το ζήτημα της ύπαρξης της Χωροφυλακής αμέσως μετά την Απελευθέρωση εντάχθηκε στην συνολική ενδοκυβερνητική διαπραγμάτευση επίλυσης του γενικότερου Στρατιωτικού Ζητήματος, της αποστράτευσης των ανταρτικών οργανώσεων. Οι ενδοκυβερνητικές διαπραγματεύσεις, μέρος των οποίων αφορούσε και τη Χωροφυλακή, έπειτα από παλινωδίες και εντάσεις, κατέληξαν σε συμφωνία την 27η Νοεμβρίου 1944. Η συμφωνία εκείνη, κατά την εκδοχή Γεωργίου Παπανδρέου, 500
προέβλεπε πως οι αξιωματικοί και οι οπλίτες της Χωροφυλακής θα τίθεντο σε κρίση από το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο και τα υπόλοιπα Στρατιωτικά Συμβούλια και όσοι κρίνονταν μετά την αξιολόγηση ως «υγιή» στοιχεία, θα εντάσσονταν στο Σώμα της Εθνοφυλακής, το οποίο συγκροτούνταν για να αναλάβει μεταβατικά τα αστυνομικά καθήκοντα της Χωροφυλακής, καθώς η τελευταία θα ετίθετο εκτός υπηρεσίας και τα στελέχη της θα παρέδιδαν τον οπλισμό τους στην Εθνοφυλακή. Η συμφωνία της 27ης Νοεμβρίου κατά την εκδοχή των μελών της Κυβέρνησης τα οποία προέρχονταν από το Ε.Α.Μ. όμως, προέβλεπε πως οι αξιωματικοί και οι οπλίτες της Χωροφυλακής θα αξιολογούνταν από τα Στρατιωτικά Συμβούλια και όσοι κρίνονταν ως «υγιή» στοιχεία θα εντάσσονταν στην Εθνοφυλακή, η οποία συγκροτούνταν για να αναλάβει μεταβατικά τα αστυνομικά καθήκοντα της Χωροφυλακής, καθώς κατά την εαμική εκδοχή της συμφωνίας οι αξιωματικοί και οι οπλίτες της Χωροφυλακής κατά τη μεταβατική περίοδο της αξιολόγησης θα τίθεντο εκτός υπηρεσίας και αφού παρέδιδαν τον οπλισμό τους στην Εθνοφυλακή, θα επέστρεφαν στις εστίες τους. Η συγκρότηση της Εθνοφυλακής αποφασίστηκε μονομερώς από τον Γεώργιο Παπανδρέου και τον στρατηγό Scobie και κοινοποιήθηκε την 5η Νοεμβρίου 1944 με την έκδοση κοινής διαταγής, η οποία γνωστοποιούσε την απόφαση της συγκρότησης της Εθνοφυλακής, της διάλυσης όλων των ανταρτικών οργανώσεων μέχρι τη 10η Δεκεμβρίου και τον τερματισμό της δράσης της Εθνικής Πολιτοφυλακής του Ε.Α.Μ. σε ολόκληρη την Επικράτεια έως την 1η Δεκεμβρίου, ημέρα κατά την οποία η Εθνοφυλακή θα αναλάμβανε τα καθήκοντά της. Η αξιολόγηση των στελεχών της Χωροφυλακής σύμφωνα με την ενδοκυβερνητική συμφωνία της 27ης Νοεμβρίου 1944 δεν πραγματοποιήθηκε όμως ποτέ, καθώς τα Δεκεμβριανά ανέτρεψαν τα δεδομένα. Και όχι μόνο αυτό. Η κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου αναζητώντας εναγωνίως άνδρες να πολεμήσουν τις δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ. που προέλαυναν προς το Κέντρο των Αθηνών, κατέφυγε στην άμεση ενεργοποίηση της Χωροφυλακής. Η ενεργοποίηση της Χωροφυλακής από την κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου δικαιώθηκε πλήρως από τα γεγονότα. Οι άνδρες της, παρά τις επιθέσεις που δέχθηκαν από τις υπέρτερες και βαρύτερα οπλισμένες δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ, αμύνθηκαν επιτυχώς χωρίς να υποκύψουν. Μάλιστα η άμυνα των ανδρών της στου Μακρυγιάννη από το ομώνυμο Τάγμα της Χωροφυλακής και στη Σχολή Χωροφυλακής στο Γουδί υπήρξαν για δεκαετίες μετά τα Δεκεμβριανά σημεία ορόσημα της «εθνικόφρονος» παράταξης στον αγώνα της κατά του Κομμουνισμού. 501
Η μαχητικότητα των ανδρών της Χωροφυλακής κατά τα Δεκεμβριανά πήγασε τόσο από τον έντονο αντικομμουνισμό των ανδρών και της ηγεσίας του Σώματος, μέσα στον οποίο είχε γαλουχηθεί το Σώμα κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου και της μεταξικής δικτατορίας, αλλά και από τα τραυματικά βιώματα των ανδρών της κατά την κατοχική περίοδο εξαιτίας των επιθέσεων του Ε.Λ.Α.Σ. εναντίον της. Η μάχη των Αθηνών κατά τα Δεκεμβριανά ήταν για τους άνδρες της Χωροφυλακής μία μάχη επιβίωσης καθώς γνώριζαν πως η μοίρα τους θα ήταν προδιαγεγραμμένη αν επικρατούσε ο Ε.Λ.Α.Σ. Η κυριαρχία των κομμουνιστών δεν θα οδηγούσε μόνο στην αποστράτευσή τους, αλλά πιθανώς και στη φυσική τους εξόντωση, όπως είχε αποδείξει η βαναυσότητα του Ε.Λ.Α.Σ. κατά την κατοχική περίοδο αλλά και κατά την έναρξη των Δεκεμβριανών, απέναντι στους αξιωματικούς και τους οπλίτες της Χωροφυλακής. Η ευνοϊκή εξέλιξη των επιχειρήσεων για τις κυβερνητικές δυνάμεις και τους Βρετανούς κατά τα Δεκεμβριανά οδήγησαν στην «αναβάπτιση» της Χωροφυλακής, στην «παραγραφή» των ατοπημάτων που διέπραξαν κάποιοι από τους άνδρες και τα στελέχη της κατά την Κατοχή και στην αναβάθμιση του σταθερού πυλώνα στήριξης του
μεταβαρκιζικού
πολιτικού
συστήματος
εξουσίας.
Οι
δεσμεύσεις
που
ανελήφθησαν με το 8ο Άρθρο της Συμφωνίας της Βάρκιζας για την εκκαθάριση των Σωμάτων Ασφαλείας από ειδικά Εκκαθαριστικά Συμβούλια και την επαναφορά στη Χωροφυλακή των στελεχών της, τα οποία στη διάρκεια της Κατοχής είχαν προσχωρήσει στον Ε.Λ.Α.Σ., τον Ε.Λ.Α.Ν. και την Εθνική Πολιτοφυλακή του Ε.Α.Μ., δεν εφαρμόστηκαν ποτέ. Η περίοδος μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζα υπήρξε διάστημα εκτεταμένης αναδιοργάνωσης της Χωροφυλακής, η οποία στόχευε στην αποκατάσταση της κρατικής εξουσίας σε ολόκληρη τη Χώρα, στην ανάληψη των αστυνομικών καθηκόντων από την ίδια και στον περιορισμό της Εθνοφυλακής σε αμιγώς στρατιωτικά καθήκοντα, καθώς η ανεπάρκειά της στην αντιμετώπιση της εγκληματικότητας καθώς και οι αντικανονικές πρακτικές και οι αυταρχικές παρεκτροπές των εθνοφυλάκων κατά των αριστερών πολιτών εφοδίαζαν το Ε.Α.Μ με επιχειρήματα για τη μη εφαρμογή της Συμφωνίας της Βάρκιζας και εξέθεταν το Κράτος. Η συνεισφορά των Βρετανών στην αναδιοργανωτική προσπάθεια της Χωροφυλακής υπήρξε καθοριστική. Οι Βρετανοί και οι διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις θεωρούσαν πως αποκαθιστώντας τη Χωροφυλακή στα αστυνομικά της 502
καθήκοντα, θα αποκτούσαν μια έμπιστη, επαγγελματική και ικανή δύναμη για να εφαρμόσει την αντικομμουνιστική πολιτική των αστικών κυβερνήσεων, χωρίς να τις εκθέτει στο εσωτερικό και στο εξωτερικό της χώρας με βίαιες και αυταρχικές παρεκτροπές. Η αποκατάσταση της Χωροφυλακής στα αστυνομικά της καθήκοντα, έπειτα από μήνες προπαρασκευής, τέθηκε σε εφαρμογή ύστερα από διαταγή που εξέδωσε την 1η Σεπτεμβρίου 1945 ο Πρωθυπουργός. Η πρωθυπουργική διαταγή όρισε πως κάθε Ανώτατη Διοίκηση Χωροφυλακής θα ανέφερε στον Υπουργό Εσωτερικών, πόσο σύντομα θα μπορούσε να αναλάβει τα καθήκοντά της, καθώς από τη 15η Σεπτεμβρίου 1945 αποκλειστικά η Χωροφυλακή θα αναλάμβανε τα καθήκοντα διατήρησης της Τάξης και διαφύλαξης της Ασφάλειας της χώρας, ενώ η Εθνοφυλακή θα περιοριζόταν στα στρατιωτικά της καθήκοντα. Η πολιτική και φυσική ηγεσία της Χωροφυλακής αρχικά στόχευε η οροφή της Χωροφυλακής να είναι δώδεκα χιλιάδες άνδρες. Οι δυσμενείς συνθήκες ασφαλείας όμως κατέστησαν γρήγορα ανεπαρκή την αρχική τεθείσα οροφή. Η πολιτική και φυσική ηγεσία της Χωροφυλακής αναθεώρησαν τότε τα αρχικά σχέδια ανεβάζοντας τον αριθμό της στις τριάντα χιλιάδες άνδρες. Όμως οι έντονες βρετανικές αντιρρήσεις και η ελληνική εξάρτηση από τους Βρετανούς οδήγησαν τελικά στο ψαλίδισμα της οροφής της Χωροφυλακής και στον περιορισμό της στις είκοσι χιλιάδες άνδρες. Οι βρετανικές ενστάσεις για το μέγεθος της Χωροφυλακής οφείλονταν στη διαφορετική αξιολόγηση των συνθηκών ασφαλείας της χώρας αλλά και στην αδυναμία του βρετανικού παράγοντα να εξασφαλίσει μεγαλύτερο αριθμό όπλων και να καλύψει μεγαλύτερες ανάγκες σε ιματισμό και κόστος διατροφής. Οι αντικειμενικές δυσκολίες που παρουσιάστηκαν στην ταυτόχρονη εκπαίδευση ενός τόσο μεγάλου αριθμού ανδρών καθώς και η αδυναμία των Βρετανών να συνδράμουν στην υπέρβαση αυτών των δυσκολιών οδήγησαν στην προσωρινή αναπλήρωση των κενών της οργανικής δύναμης της Χωροφυλακής με τη μετάταξη Εθνοφυλακών. Οι Βρετανοί αρχικά επόπτευσαν τη διαδικασία ανασυγκρότησης της Χωροφυλακής μέσω του Ανώτερου Αστυνομικού Σύμβουλου του Βρετανικού Στρατηγείου, Αντισυνταγματάρχη Ζ. Ι. Ντιζ και των Βρετανών αξιωματικών του Ανωτάτου Αστυνομικού Συμβουλίου και αργότερα μέσω της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής και του Αρχηγού της, Sir Charles Wickham. Η Βρετανική Αστυνομική Αποστολή κλήθηκε στην Ελλάδα έπειτα από αίτημα της Κυβέρνησης Πλαστήρα, τον Ιανουαρίου 1945. Οι διμερείς διαπραγματεύσεις συνεχίστηκαν και με 503
τις κυβερνήσεις του Βούλγαρη και του Σοφούλη, με τις οποίες διαμορφώθηκε το τελικό νομικό και θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της Αποστολής. Η Βρετανική Αστυνομική Αποστολή ανέλαβε τη 12η Ιουλίου 1945 τα καθήκοντά της, ενώ η νομοθετική ρύθμιση της μετάκλησης έγινε την 29ηΑπριλίου 1946 με Νομοθετικό Διάταγμα που εξέδωσε η κυβέρνηση Τσαλδάρη. Η διαδικασία της αποκατάστασης της Χωροφυλακής στα καθήκοντά της υπήρξε ανεπιτυχής. Τα αίτια της αποτυχίας βρίσκονταν α) στη μικρή και ανεπαρκή δύναμη της, β) στη διασπορά των δυνάμεών της στο σύνολο της Επικράτειας στους προπολεμικούς Σταθμούς, χωρίς όμως να ληφθούν υπόψη οι νέες συνθήκες ασφαλείας, γ) στην ανεπαρκή εκπαίδευση και στον ανεπαρκή εφοδιασμό της για την αντιμετώπιση βαριά οπλισμένων ανταρτών, δ) στην απουσία συγκεκριμένου τακτικού δόγματος δράσης και αξιοποίησης των δυνάμεων της, ε) στις διαφωνίες μεταξύ της ηγεσίας της Χωροφυλακής και των μελών της Βρετανικής Αποστολής που οδηγούσαν σε καθυστερήσεις και συνεχείς αλλαγές των σχεδιασμών, στ) στην αδυναμία τους να αποκτήσουν την πρωτοβουλία των κινήσεων από τους αντάρτες και ζ) και στο γεγονός πως το δυναμικό της στα αρχικά στάδια της αποκατάστασης της Χωροφυλακής στα αστυνομικά της καθήκοντα δεν επέδειξε την αναγκαία αξιοπιστία και αμεροληψία έναντι των πολιτών, αλλά συμπεριφέρθηκε ως εκπρόσωπος της αντικομμουνιστικής παράταξης. Οι
δυνάμεις
της
Χωροφυλακής
κατά
τη
διάρκεια
του
Εμφυλίου
χρησιμοποιήθηκαν άλλοτε ως δυνάμεις στατικής φύλαξης των περιοχών ευθύνης τους και των Σταθμών της και άλλοτε ως κινητές δυνάμεις καταδίωξης και καταστολής των ανταρτικών δυνάμεων με τη μορφή των κινητών αποσπασμάτων, των Λόχων Κυνηγών ή και με τη μορφή μεγαλύτερων στρατιωτικών συνόλων, επιπέδου τάγματος, κατά τη διάρκεια της θητείας του Ναπολέοντα Ζέρβα στο Υπουργείο Δημοσίας Τάξης. Οι διαρκείς αλλαγές τακτικών δογμάτων της Χωροφυλακής ήταν αποτέλεσμα της διαφορετικής αντίληψης που είχε κάθε Υπουργός Δημοσίας Τάξης περί της τακτικής κατάστασης και των συνθήκες ασφαλείας της χώρας. Παρόλα αυτά οι συνεχείς αλλαγές των τακτικών δογμάτων αν και αναποτελεσματικές, συνετέλεσαν, σε συνδυασμό με την παρουσία της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής, στον σταδιακό εκσυγχρονισμό του Σώματος. Ο εκσυγχρονισμός της Χωροφυλακής προωθήθηκε σε όλα τα επίπεδα, συμπεριλαμβανομένης και της τεχνικής και υλικής υποδομής. Η Χωροφυλακή κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου βίωσε μια 504
εκσυγχρονιστική κοσμογονία, καθώς απέκτησε πλήθος οχημάτων και μηχανών, νέες τεχνικές και επισκευαστικές βάσεις, ενώ ως αποτέλεσμα της μηχανοποίησης του Σώματος, εισήχθησαν στα προγράμματα σπουδών των Σχολών της Χωροφυλακής τεχνικά μαθήματα. Η εκπαίδευση των ανδρών της Χωροφυλακής κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου αναβαθμίστηκε σε πρωτόγνωρα επίπεδα, καθώς περιέλαβε την εκπαίδευση στα βαρέα όπλα πεζικού και στα πολυβόλα, αφού σημαντικός αριθμός όλμων και πολυβόλων παραχωρήθηκε και αξιοποιήθηκε από τις επίλεκτες μονάδες της. Η Χωροφυλακή κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου κλήθηκε επίσης να εφαρμόσει την εκτεταμένη εθνική νομοθεσία περί της Δημόσιας Ασφάλειας και Τάξης της χώρας ελέγχοντας την αλόγιστη οπλοφορία, οπλοκατοχή και οπλοχρησία, αντιμετωπίζοντας το φαινόμενο της υπαρκτής ληστείας ή της «ληστείας» των ανταρτών, εκτελώντας τις αποφάσεις των Επιτροπών Δημοσίας Ασφαλείας για τον εκτοπισμό αριστερών πολιτών, φυλάσσοντας τους χώρους εκτοπισμού, καθώς και εκτελώντας τις διατάξεις του Γ΄ Ψηφίσματος και του Α.Ν. 509, που καθιστούσαν τη δράση του Κ.Κ.Ε. και των συναφών οργανώσεών του παράνομη και ποινικά κολάσιμη. Όμως οι άνδρες και τα στελέχη της Χωροφυλακής, εξαιτίας του εύρους των καθηκόντων τους, του πολιτικού κλίματος και της ιδεολογικής τοποθέτησής τους δεν επιδείκνυαν αμερόληπτη συμπεριφορά έναντι όλων των πολιτών και με τη στάση τους προκαλούσαν. Τα μέλη της Βρετανικής Αποστολής απέδιδαν την επιχειρησιακή ανεπάρκεια της Χωροφυλακής στη μεροληπτική στάση των ανδρών της και στην ανάμειξη των πολιτικών στα ζητήματα της Χωροφυλακής προς εξυπηρέτηση των πολιτικών φίλων και οπαδών τους. Η Χωροφυλακή κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου ταλανίστηκε από την πρακτική όλων των Υπουργών Δημοσίας Τάξεως να προσπαθούν νομοθετικά να επηρεάσουν τη σύνθεση του Σώματος, ανατρέποντας τους τρόπους αξιολόγησης του προσωπικού ή προσπαθώντας να επαναφέρουν πολιτικούς φίλους και οπαδούς της παράταξής τους στην ενεργό υπηρεσία και διοικητικά να μεταθέσουν σε ευνοϊκές θέσεις οπλίτες και αξιωματικούς που προσέκειντο πολιτικά στην παράταξή τους, ενώ αντίθετα να μεταθέσουν σε δυσμενείς θέσεις οπλίτες και αξιωματικούς που προσέκειντο σε αντίπαλες πολιτικές παρατάξεις. Τα φαινόμενα κατάχρησης εξουσίας από τους άνδρες της Χωροφυλακής κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και την εφαρμογή της ολοένα και αυστηρότερης 505
ποινικής νομοθεσίας οδήγησαν στην έκδοση πλήθους υπουργικών εγκυκλίων. Οι Υπουργοί Δημοσίας Τάξεως αναγκάστηκαν αρκετές φορές να εκδώσουν και να κοινοποιήσουν στους άνδρες της Χωροφυλακής εγκυκλίους, με τις οποίες στηλίτευσαν σε ιδιαίτερα έντονο ύφος τα φαινόμενα υπέρβασης και κατάχρησης εξουσίας, ενώ καλούσαν τους άνδρες της Χωροφυλακής να παραμένουν αυστηρά εντός των ορίων της νομοθεσίας και να μην εκτρέπονται της νομιμότητας. Οι Υπουργοί Δημοσίας Τάξεως αναγκάστηκαν πολλές φορές με τις εγκυκλίους τους να εκθέσουν λεπτομερώς το εύρος των αρμοδιοτήτων των οργάνων της Χωροφυλακής και να οριοθετήσουν τις δράσεις που όφειλαν να αναπτύξουν κατά την εκτέλεση του καθήκοντός τους. Τα φαινόμενα υπέρβασης και κατάχρησης εξουσίας των ανδρών της Χωροφυλακής, σε συνδυασμό με την παρουσία της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής, απασχόλησαν συχνά τη Βρετανική Κυβέρνηση των Εργατικών, καθώς ήταν συχνές οι σχετικές αναφορές του φιλοκυβερνητικού τύπου και οι ερωτήσεις βουλευτών της συμπολιτεύσεως, οι οποίοι ζητούσαν να πληροφορηθούν τις πρωτοβουλίες της Βρετανικής Κυβέρνησης διά της Βρετανικής Αστυνομικής Αποστολής στην Ελλάδα για την αποκατάσταση των κακώς κειμένων στη Χωροφυλακή. Η Χωροφυλακή παρά τις αδυναμίες που επέδειξε στην καταστολή των ανταρτών και στην αποτροπή της «επαναμόλυνσης» των εκκαθαριζόμενων περιοχών, κάτι που προκαλούσε τα αρνητικά σχόλια των ανωτάτων στρατιωτικών διοικητών, είχε γενικά θετική συνεισφορά στην καταστολή της κομμουνιστικής απειλής, καθώς. παρά τις ελλείψεις και τις αδυναμίες της, δεν παρουσίασε φαινόμενα κατάπτωσης του ηθικού των ανδρών της και δεν διακυβεύτηκε ποτέ η συνοχή των μονάδων της. Η σταθερότητα, η αξιοπιστία και η μαχητικότητα της Χωροφυλακής με τις τεράστιες απώλειες κατά τις συμπλοκές με τους αντάρτες υπήρξαν τα σημαντικότερα στοιχεία στα οποία στηρίχτηκε η εμπιστοσύνη των διαδοχικών κυβερνήσεων επί του Σώματος. Η Χωροφυλακή και οι εμφυλιοπολεμικές και μετεμφυλιακές κυβερνήσεις προέβαλλαν ιδιαίτερα τον ηρωισμό και την αυταπάρνηση των χωροφυλάκων στου Μακρυγιάννη, στη Σχολή Χωροφυλακής στο Γουδί, στο Σταθμό του Λιτόχωρου και σε πολλές άλλες περιφερειακού χαρακτήρα συμπλοκές. Η Χωροφυλακή καθόλη τη διάρκεια του Εμφυλίου κατόρθωσε, παρά το βάρος που επωμίστηκε, να αντεπεξέλθει στα αμιγώς αστυνομικά της καθήκοντα και να αντιμετωπίσει τόσο την κοινή εγκληματικότητα όσο και τις δραστηριότητες του 506
Κ.Κ.Ε. στα αστικά και ημιαστικά κέντρα, αποσαθρώνοντας τους μηχανισμούς του και οδηγώντας σε εκτοπισμό με μεγάλης ή μικρής κλίμακας επιχειρήσεις χιλιάδες κομμουνιστές. Η συμβολή της Χωροφυλακής υπήρξε σημαντική και στη σύλληψη και εξάρθρωση των οργανώσεων του Κ.Κ.Ε. στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη που με βομβιστικές ενέργειες κατά μεμονωμένων στρατιωτικών στόχων, με δολοφονικές ενέργειες κατά πολιτικών προσώπων και άλλες τρομοκρατικές δραστηριότητες προσπάθησαν να μεταφέρουν τον πόλεμο και στα αστικά κέντρα. Η Χωροφυλακή παρά τη συνεχή αλλαγή του καθεστώτος δράσης και του νομικού πλαισίου λειτουργίας της υπό τον έλεγχο ή μη των Ενόπλων Δυνάμεων, κατόρθωσε επίσης να διατηρήσει την ταυτότητά της ως πρωταρχικά αστυνομικού σώματος και να αποφύγει την αφομοίωσή της από τον Στρατό. Εν τέλει η εμπιστοσύνη που ενέπνεε η Χωροφυλακή στον λαό και στις κυβερνήσεις λόγω της υπερπροσπάθειας των στελεχών της να αντεπεξέλθουν στις πρωτόγνωρες για την ελληνική κοινωνία και τον κρατικό μηχανισμό συνθήκες ασφαλείας, σε συνδυασμό με τη μακροχρόνια παρουσία της, είχε σαν συνέπεια να είναι ένας από τους βασικούς πυλώνες πάνω στους οποίους επέλεξε να στηριχθεί το εμφυλιοπολεμικό κράτος για να αντιμετωπίσει επιτυχώς την πρόκληση του Εμφυλίου, και το μετεμφυλιακό για να ειρηνεύσει τη Χώρα και να διατηρήσει τον έλεγχο. Η Εθνοφυλακή πάλι εμπεριείχε από τη στιγμή της συγκρότησής της το στοιχείο της προσωρινότητας. Συγκροτήθηκε για να καλύψει δύο μεγάλες και επιτακτικές ανάγκες: α) εκείνη της αντικατάστασης της Χωροφυλακής στα αστυνομικά καθήκοντα μέχρι να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση και η εκκαθάριση του προσωπικού της από τα στελέχη της που βαρύνονταν με αντεθνικές δραστηριότητες κατά τη διάρκεια της Κατοχής και β) εκείνη της κάλυψης που υπήρχε στον στρατιωτικό τομέα, εξαιτίας της μη ύπαρξης επαρκών στρατιωτικών δυνάμεων υπό τις εντολές της Κυβέρνησης, ενώ ο πόλεμος συνεχιζόταν στην Ευρώπη και τμήματα της εθνικής Επικράτειας συνέχιζαν να κατέχονται από τους Γερμανούς, όπως η Μήλος και τα Χανιά. Η Εθνοφυλακή συγκροτήθηκε με τον Νόμο 17/1944 «Περί ενισχύσεως
Εθνοφυλακής
διά
προσκλήσεως
εφέδρων
κλάσεως
1936».
Ο
Νόμος17/1944 εξουσιοδοτούσε τον Υπουργό Στρατιωτικών να καλεί στην υπηρεσία και παρά τα όπλα έφεδρους αξιωματικούς και οπλίτες, οι οποίοι ανήκαν στην κλάση του 1936 για να επανδρώσουν την Προσωρινή Εθνοφυλακή, με σκοπό τη διασφάλιση της δημόσιας τάξης και του εκχωρούσε την εξουσία με σχετικά Βασιλικά Διατάγματα 507
να καλεί σε στράτευση και άλλες κλάσεις εφέδρων. Ο Νόμος 17/1944 «Περί ενισχύσεως Εθνοφυλακής διά προσκλήσεως εφέδρων κλάσεως 1936» αποτελούσε συνέχεια του Νόμου 1 της 27ης Οκτωβρίου 1944 «περί προσκλήσεως εφέδρων αξιωματικών και οπλιτών των κλάσεων 1937, 1938, 1939 και 1940», που εξουσιοδοτούσε τον Υπουργό Στρατιωτικών να καλεί εφέδρους των κλάσεων 1937, 1938, 1939 και 1940 σε στρατιωτική υπηρεσία στο σύνολο ή σε τμήματα της Επικράτειας με την έκδοση απλής Υπουργικής Απόφασης. Η κυβέρνηση Παπανδρέου είχε θέσει ως στόχο τη συγκρότηση τριών Ταξιαρχιών Εθνοφυλακής με συνολική δύναμη σαράντα τάγματα, ώστε να επιτευχθεί η ταχεία αντικατάσταση των δυνάμεων του Ε.Λ.Α.Σ. και της Πολιτοφυλακής του Ε.Α.Μ και ταυτόχρονα να εξασφαλιστεί με επαρκή τρόπο η επιβολή της κυβερνητικής εξουσίας σε ολόκληρη τη Χώρα. Οι κυβερνητικοί σχεδιασμοί είχαν δομηθεί επί της αρχής πως, καθώς η Εθνοφυλακή θα στελεχωνόταν με εφέδρους παλαιότερων κλάσεων, θα ήταν εφικτή η ενεργός ανάληψη υπηρεσίας, χωρίς τη δημιουργία Κέντρων Υποδοχής ή Κέντρων Εκπαίδευσης Νεοσυλλέκτων, των οποίων η δημιουργία θα ήταν χρονοβόρα και πολυέξοδη, και η Κυβέρνηση θα αποκτούσε σε μικρό χρονικό διάστημα, με μικρό οικονομικό κόστος, μια πολυάριθμη και αξιόμαχη δύναμη ασφαλείας, καθώς οι κληθέντες προς κατάταξη έφεδροι είχαν προγενέστερη πολεμική εμπειρία από το Αλβανικό Μέτωπο. Η κατάταξη των εφέδρων στην Εθνοφυλακή υπήρξε αθρόα σε ολόκληρη την Επικράτεια και την ημέρα έναρξης των Δεκεμβριανών είχε ήδη ολοκληρωθεί στα τάγματα Ναυπλίου, Πατρών, Καλαμών, Σπάρτης και Πύργου, ενώ προχωρούσε με κανονικούς ρυθμούς και στις υπόλοιπες περιοχές. Οι κυβερνητικοί σχεδιασμοί κατέρρευσαν όμως κάτω από την ορμητική ροή των γεγονότων, όταν η διαδικασία κατάταξης στα τάγματα της Εθνοφυλακής σταμάτησε την ημέρα έναρξης των Δεκεμβριανών, ενώ τα ήδη συγκροτηθέντα τάγματα διαλύθηκαν υπό την απειλή της σύγκρουσης με τις δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ., οδηγώντας στη σχεδόν ολοκληρωτική διάλυσή της. Η ανάγκη των κυβερνητικών δυνάμεων για άνδρες κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών οδήγησε στην επανάληψη της προσπάθειας συγκρότησης της Εθνοφυλακής και η Κυβέρνηση κάλεσε υπό τα όπλα τους εφέδρους των κλάσεων 1934-1940. Η κλήση των εφέδρων υπήρξε σταδιακή και πραγματοποιήθηκε μόνο στις περιοχές που τελούσαν υπό τον έλεγχο της Κυβέρνησης. Η Εθνοφυλακή, πέραν των εφέδρων οπλιτών, δέχθηκε στις τάξεις της χωροφύλακες από εκείνους οι οποίοι είχαν 508
αποταχθεί από το Σώμα κατά το παρελθόν και από εκείνους οι οποίοι ανήκαν σε Υπηρεσίες της Χωροφυλακής, που είχαν διαλυθεί από το Ε.Α.Μ., αλλά και εφέδρους οπλίτες πέραν των κληθέντων κλάσεων 1934-1940, καθώς οι ανάγκες των κυβερνητικών δυνάμεων σε άνδρες υπερέβαιναν τις εξουσιοδοτικές διατάξεις του Νόμου 1 «περί προσκλήσεως εφέδρων αξιωματικών και οπλιτών των κλάσεων 1937, 1938, 1939 και 1940», της 27ης Οκτωβρίου 1944. Οι ανάγκες της κυβερνητικής παράταξης σε άνδρες ήταν μάλιστα τόσο μεγάλες ώστε οι κυβερνητικές δυνάμεις υπήρξαν ελαστικές ως προς το παρελθόν των καταταχθέντων στις τάξεις τους, με αποτέλεσμα να γίνουν δεκτά ακόμα και στελέχη των Ταγμάτων Ασφαλείας, τα οποία έως τότε τελούσαν υπό κράτηση ή περιορισμό. Μάλιστα οι πρώην ταγματασφαλίτες ήταν έτοιμοι να εκτελέσουν κάθε αποστολή για να αποτρέψουν την επικράτηση των κομμουνιστών, καθώς η επικράτησή τους θα σήμαινε μοιραία και τη φυσική τους εξόντωση. Η σταδιακή υποχώρηση των δυνάμεων του Ε.Λ.Α.Σ. από την Αθήνα και η τελική αποχώρησή τους μετά την υπογραφή της εκεχειρίας επέτρεψε την επιστράτευση και πρόσθετων ανδρών για την Εθνοφυλακή για τη συνεχή ενίσχυση με προσωπικό των υφιστάμενων μονάδων αλλά και για τη δημιουργία νέων. Η ανάγκη της ενίσχυσης της δύναμης της Εθνοφυλακής έγινε περισσότερο επιτακτική μετά την υπογραφή του Στρατιωτικού Πρωτοκόλλου της Συμφωνίας της Βάρκιζας. Το Πρωτόκολλο εκείνο προέβλεπε πως οι δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ. θα διατηρούσαν τον έλεγχο μιας περιοχής μέχρι και την άφιξη των βρετανικών δυνάμεων, οι οποίες με τη σειρά τους θα προωθούνταν, όταν θα αντικαθίσταντο από τις δυνάμεις της Εθνοφυλακής, που θα συγκροτούνταν από τον πληθυσμό των εκεί περιοχών. Η εκτέλεση του τρίτου σημείου του Στρατιωτικού Πρωτοκόλλου της Συμφωνίας της Βάρκιζας ήταν και το πιο αργό σημείο της διαδικασίας αποχώρησης των κυβερνητικών δυνάμεων, καθώς η διαδικασία συγκρότησης των ταγμάτων Εθνοφυλακής ήταν χρονοβόρα. Η αιτία βρισκόταν στο ολιγάριθμο της Εθνοφυλακής τη στιγμή σύναψης του Πρωτοκόλλου και στην αδυναμία της να καλύψει το σύνολο της Επικράτειας με την υφιστάμενη τότε δύναμη των σαράντα χιλιάδων ανδρών. Η Εθνοφυλακή, με βάση τους σχεδιασμούς της εποχής, χρειαζόταν εκατό χιλιάδες άνδρες για να καλύψει το σύνολο της Επικράτειας. Η εγκατάσταση των δυνάμεων της Εθνοφυλακής έγινε σε επίπεδο Ταξιαρχίας σε διευρυμένες γεωγραφικές περιοχές και σε επίπεδο ταγμάτων στα αστικά κέντρα και σε ακόμα μικρότερα μεγέθη, όταν οι επιχειρησιακές ανάγκες επέτασσαν τη 509
διασπορά της σε μικρότερα οικιστικά σύνολα, κωμοπόλεων και χωριών. Η διασπορά της Εθνοφυλακής σε μικρά οικιστικά σύνολα πραγματοποιήθηκε κυρίως για να αποκατασταθεί το αίσθημα ασφαλείας των κατοίκων, το οποίο είχε πληγεί από τη μακρόχρονη απουσία κρατικών δυνάμεων, καθώς ήταν συχνό το φαινόμενο της αποστολής επιτροπών κατοίκων διαφόρων περιοχών στις έδρες των ταγμάτων ή των ταξιαρχιών προκειμένου να ζητήσουν την αποστολή τμημάτων Εθνοφυλακής και στις περιοχές τους. Η αποστολή της Εθνοφυλακής, παρά τις περιορισμένες δυνάμεις και τις τεράστιες ελλείψεις της σε υλικό, ήταν ιδιαίτερα απαιτητική, καθώς περιελάμβανε την εκκαθάριση της υπαίθρου από τις εγκληματικές ομάδες, την ολοκλήρωση του αφοπλισμού του Ε.Λ.Α.Σ. και την ανακάλυψη και κατάσχεση του κρυμμένου οπλισμού του. Η Εθνοφυλακή για να επιτύχει την αποστολή της ανέπτυξε ένα τακτικό δόγμα δράσης, το οποίο χαρακτηριζόταν από ταχύτητα και ευκινησία. Η Εθνοφυλακή στο πλαίσιο εφαρμογής του δόγματός της απέφευγε την παραμονή των τμημάτων της σε χωριά για μεγάλα διαστήματα, ενώ προώθησε τη συγκρότηση αποσπασμάτων, τα οποία εκμεταλλευόμενα τις πληροφορίες που συγκέντρωναν, επενέβαιναν κατά των ένοπλων ομάδων. Τα αποσπάσματα της Εθνοφυλακής ήταν έφιππα και αποσκοπούσαν στην ενίσχυση του αισθήματος ασφαλείας των κατοίκων της υπαίθρου, ώστε οι κάτοικοι να συνεργαστούν και να δώσουν τις αναγκαίες πληροφορίες στις Αρχές για τα κρυμμένα όπλα ή για τις δραστηριότητες των ένοπλων συμμοριών. Η γενικότερη στάση της Εθνοφυλακής στις περιοχές ευθύνης της προσομοίασε κάποιες φορές με τη στάση Στρατού Κατοχής. Η Αριστερά κατήγγειλε πως οι μονάδες της Εθνοφυλακής προχωρούσαν σε νυχτερινές επιδρομές ή σε πολύ πρωινά μπλόκα, προκειμένου να πετύχουν τη σύλληψη των ανταρτών, και αν αποτύγχαναν στη σύλληψη αυτών που κατεδίωκαν, συγκέντρωναν τον πληθυσμό στο κέντρο του χωριού και προχωρούσαν ενώπιον όλων των κατοίκων στον ξυλοδαρμό πρώην Ελασιτών. Η Αριστερά κατήγγειλε επίσης πως συχνά οι άνδρες των αποσπασμάτων της
Εθνοφυλακής
προέβαιναν
σε
βανδαλισμούς,
εμπρησμούς,
βιασμούς,
διαπομπεύσεις γυναικών ακόμα και σε στυγερές δολοφονίες. Οι
καταγγελίες
της
Αριστεράς
κατά
της
Εθνοφυλακής
αν
και
υπερδιογκωμένες, απηχούσαν σε κάποιο βαθμό την πραγματικότητα. Η αγριότητα και η αρπακτικότητα, τις οποίες εκδήλωσαν κάποια τμήματα της Εθνοφυλακής εναντίον του πληθυσμού των περιοχών ευθύνης τους θα μπορούσαν να αντιστοιχούν σε 510
εγκληματική ομάδα και όχι στους εκπροσώπους του Νόμου. Η αρπακτικότητα των τμημάτων της Εθνοφυλακής οφειλόταν κυρίως στο ανεπαρκές εισόδημά τους και επιτεινόταν όταν στις τάξεις τους υπηρετούσαν Ιερολοχίτες αξιωματικοί. Οι άνδρες της Εθνοφυλακής επέδειξαν φαινόμενα υπέρβασης και κατάχρησης εξουσίας και κατά των οργανώσεων του Κ.Κ.Ε. με βανδαλισμούς τοπικών και περιφερειακών γραφείων του και με το κλείσιμο ή τη διάλυση όσων τυπογραφείων εξέδιδαν τις Αριστερές εφημερίδες. Τα φαινόμενα κατάχρησης εξουσίας τμημάτων της Εθνοφυλακής, η μεροληπτική στάση τους υπέρ των παρακρατικών Δεξιών οργανώσεων που τρομοκρατούσαν την ύπαιθρο επιτιθέμενες εναντίον πολιτών, οι οποίοι προσέκειντο στην Αριστερά καθώς και η αδυναμία της Εθνοφυλακής να βελτιώσει τις συνθήκες ασφαλείας και τάξης στην ύπαιθρο οδήγησαν στην επιτάχυνση των κυβερνητικών σχεδιασμών για την επαναφορά της Χωροφυλακής στα αστυνομικά της καθήκοντα και στον περιορισμό της Εθνοφυλακής σε αμιγώς στρατιωτικά καθήκοντα. Η δύναμη της Εθνοφυλακής ένα μήνα μετά τη σύναψη της Συμφωνίας της Βάρκιζας και του εκτελεστικού Στρατιωτικού Πρωτοκόλλου είχε αυξηθεί σε δεκατρείς ταξιαρχίες με συνολικά εξήντα πέντε τάγματα και κατανεμόταν διοικητικά σε τρεις Ανώτερες Στρατιωτικές Διοικήσεις και σε τρεις Διοικήσεις Μεραρχιών. Ένα χρόνο μετά είχε αυξηθεί σε επτά Στρατιωτικές Διοικήσεις και εξήντα χιλιάδες άνδρες. Η Εθνοφυλακή παρά τις γενικευμένες κλήσεις εφέδρων και την αύξηση της παρατακτής της δύναμης, συνέχισε να έχει σημαντικές ελλείψεις σε αξιωματικούς και οπλίτες, εξαιτίας των απωλειών που προκλήθηκαν λόγω του πολέμου και της Κατοχής, μειώνοντας την απόδοση των κληθεισών κλάσεων σε εφέδρους αλλά και της παράλληλης σταδιακής κλήσης εφέδρων και προπαιδευομένων για την επάνδρωση του Τακτικού Στρατού και της Χωροφυλακής, με δυναμικό που αφαιρούνταν από την Εθνοφυλακή. Οι στρατιωτικές αρχές με μονομερείς αποφάσεις τους προσπάθησαν κατά τη συγκρότηση των ταγμάτων της Εθνοφυλακής να αποκλείσουν τους έφεδρους με αριστερά φρονήματα, επικαλούμενες υγειονομικούς κυρίως λόγους. Οι προσπάθειες αυτές όμως τις περισσότερες φορές δεν πέτυχαν τον πλήρη αποκλεισμό των αριστερών πολιτών. Εξαίρεση απετέλεσαν τα τάγματα Εθνοφυλακής τα οποία επανδρώθηκαν με εφέδρους από την Αθήνα και στα οποία η στρατολογία πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με τη Χωροφυλακή, η οποία βοήθησε αποτελεσματικά τις στρατιωτικές Αρχές στην προσπάθειά τους να εξαιρέσουν από 511
την κατάταξη όσους εφέδρους είχαν μετάσχει σε αριστερές οργανώσεις. Οι αριστερών φρονημάτων έφεδροι που κατόρθωσαν να στρατολογηθούν στην Εθνοφυλακή ανακαλύφθηκαν εκ των υστέρων και απολύθηκαν είτε ως υπεράριθμοι είτε με την προβολή του επιχειρήματος της προσβεβλημένης υγείας που τους καθιστούσε ακατάλληλους για στράτευση. Όμως ο αποκλεισμός των αριστερών φρονημάτων εφέδρων δεν υπήρξε επιτυχής, με αποτέλεσμα αρκετοί Αριστεροί να στρατολογηθούν ιδίως στα τάγματα της Ανώτατης Στρατιωτικής Διοίκησης Θεσσαλίας, Δυτικής και Κεντρικής Μακεδονίας και Ηπείρου. Οι αριστερών φρονημάτων έφεδροι σύντομα συγκρότησαν εντός των μονάδων τους παράνομες κομμουνιστικές οργανώσεις. Οι κομμουνιστές με μια δόση υπερβολής ισχυρίζονταν πως το επίπεδο της διείσδυσής τους στην Εθνοφυλακή έφτανε το 80% επί των καταταχθέντων και πως τα τάγματα Εθνοφυλακής εξαιτίας της εκτεταμένης διείσδυσής τους, ήταν μηδενικοί αντίπαλοι από στρατιωτικής άποψης στην περίπτωση μίας νέας πολεμικής σύγκρουσης. Η Εθνοφυλακή μετά την απόδοση των αστυνομικών καθηκόντων στη Χωροφυλακή περιορίστηκε στα αμιγώς στρατιωτικά της καθήκοντα και υπέστη μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα πολλαπλές θεσμικές και οργανωτικές αλλαγές στη δομή της, καθώς προβλεπόταν η οριστική διάλυσή της με την ολοκλήρωση της συγκρότησης του Νέου Στρατού. Οι ειδικές τεχνικές μονάδες της Εθνοφυλακής στα τέλη του καλοκαιριού του 1945 μετατράπηκαν σε μονάδες του Τακτικού Στρατού και οι εναπομείνουσες μάχιμες μονάδες της αναδιοργανώθηκαν αρχικά με βάση τις συνθέσεις και τους κανόνες του Τακτικού Στρατού, ενώ αργότερα τέθηκαν σε καθεστώς διάλυσης με ταχείς ρυθμούς. Η διαδικασία της αναδιάταξης των μονάδων της Εθνοφυλακής επηρέασε και τους μεγαλύτερους σε μέγεθος σχηματισμούς, όπως τις Ταξιαρχίες, ιδίως στις περιοχές που οι συνθήκες Ασφαλείας ήταν σχετικά καλύτερες συγκρινόμενες με αυτές άλλων περιοχών της Χώρας. Τα τάγματα Εθνοφυλακής, ιδίως στις παραμεθόριες Στρατιωτικές Διοικήσεις, δεν ακολούθησαν την πορεία της διάλυσης, αλλά μετατράπηκαν σε Τάγματα Προκαλύψεως και ανέλαβαν τη φύλαξη των συνόρων. Η διάλυση αρκετών μονάδων της Εθνοφυλακής δεν οδήγησε και στην πλήρη διάλυση του σώματος, εξαιτίας της αδυναμίας των Βρετανών να επιταχύνουν τους ρυθμούς συγκρότησης και εξοπλισμού των μονάδων του Τακτικού Στρατού καλύπτοντας τις ανάγκες τους σε οπλισμό και επιμελητεία. Η διάλυση της
512
Εθνοφυλακής επήλθε τελικά σιωπηλά το 1947, όταν ολοκληρώθηκε η συγκρότηση του Τακτικού Στρατού. Ο τρόπος συγκρότησης της Εθνοφυλακής με την καθολική κατάταξη εφέδρων είχε δημιουργήσει την προσδοκία της αντικειμενικής δράσης της, χωρίς την εκδήλωση πολιτικής μονομέρειας και προκαταλήψεων. Η πραγματικότητα όμως διέψευσε αυτές τις προσδοκίες, καθώς το ξέσπασμα των Δεκεμβριανών οδήγησε στην αλλαγή του προσανατολισμού του Σώματος. Οι κανόνες κατάταξης των εφέδρων άλλαξαν και το Σώμα μετατράπηκε στο μέσο της επανένταξης των ταγματασφαλιτών στο κοινωνικό και πολιτικό μεταβαρκιζικό σύστημα και μάλιστα από ευνοϊκή θέση, καθώς είχαν αναβαπτιστεί με το χρίσμα του εθνικόφρονα αντικομμουνιστή και προστάτη του κοινωνικού συστήματος. Η αλλοίωση της φυσιογνωμίας της Εθνοφυλακής τη σημάδευσε μέχρι και το τέλος της δράσης της και υπήρξε η βασικότερη αιτία της αδυναμίας της να επιτελέσει επιτυχώς τη διαφύλαξη και επιβολή της ηρεμίας και της τάξης στη Χώρα μετά την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας. Άλλοι λόγοι που συνετέλεσαν στην αποτυχία της Εθνοφυλακής ήταν: α) η ολιγάριθμη επάνδρωσή της, ο πλημμελής εξοπλισμός και η πλημμελής εκπαίδευσή της για να επιτελέσει τα καθήκοντα της εκκαθάρισης των κάθε είδους ενόπλων και της επιβολής των κανόνων δικαίου του Κράτους συνδράμοντας τους υπόλοιπους φορείς της κρατικής εξουσίας, β) η αντικομμουνιστική και έντονα αντιδημοκρατική κουλτούρα του Σώματος των αξιωματικών της, η οποία κατηύθυνε τις ενέργειες του Σώματος σε πράξεις τρομοκρατίας κατά της Αριστεράς και των οπαδών της, γ) η προσωρινότητα της ύπαρξης του Σώματος και η απουσία ψυχικής ενότητας μεταξύ των στελεχών της, οι οποίες μείωσαν τον επαγγελματισμό των αξιωματικών και αδυνάτισαν την οποιαδήποτε προσπάθεια λήψης πρωτοβουλιών για την επιτυχή κατάληξη των αποστολών του Σώματος. Η Εθνοφρουρά υπήρξε το τελευταίο Σώμα που δημιούργησαν οι κυβερνητικές δυνάμεις στο πλαίσιο του Εμφυλίου. Υπήρξε αποκλειστικά στρατιωτικό σώμα χωρίς καμία αστυνομική αποστολή και συγκροτήθηκε στο πλαίσιο της ανασυγκρότησης και αναδιανομής των κληρωτών του Στρατού, ενώ καθώς ήταν τμήμα του Τακτικού Στρατού, η συγκρότησή της δεν πραγματοποιήθηκε με νομοθετική ρύθμιση. Η απόφαση της συγκρότησης της Εθνοφρουράς ελήφθη επί των ημερών της Κυβέρνησης Σοφούλη, τη 16η-18ηΟκτωβρίου 1947 στον Βόλο, κατά τη διάρκεια 513
ευρείας πολιτικοστρατιωτικής σύσκεψης. Η πρώτη πρόταση για τη συγκρότηση ταγμάτων Εθνοφρουράς είχε γίνει κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης του Ανωτάτου Συμβουλίου Εθνικής Άμυνας (Α.Σ.Ε.Α.) από τον Σοφούλη, όταν ζήτησε να εξετασθεί η αύξηση της οροφής του Στρατού στις εκατόν πενήντα χιλιάδες άνδρες και η προοπτική συγκρότησης εκατό ταγμάτων Εθνοφρουράς με πεντακόσιους άνδρες έκαστο για τη συγκρότηση δύναμης πενήντα χιλιάδων ανδρών. Τα τάγματα της Εθνοφρουράς επιφορτίστηκαν με καθήκοντα φρούρησης ολόκληρων επαρχιών, οι οποίες ορίστηκαν ως περιοχές ευθύνης τους. Ανέλαβαν επίσης τη φρούρηση των επαρχιών, με στόχο να αποτρέψουν την «επαναμόλυνσή» τους, τις οποίες είχαν εκκαθαρίσει οι τακτικές δυνάμεις του Στρατού εκδιώκοντας τους αντάρτες. Η Εθνοφρουρά δημιουργήθηκε για να απαλλάξει τον Εθνικό Στρατό από τα καθήκοντα στατικής φρούρησης, στα οποία ανάλωνε έως τότε τη μισή μαχητική του δύναμη, μη επιτρέποντας την οργάνωση ισχυρών ομάδων κρούσης για να πραγματοποιηθούν συστηματικές επιθέσεις κατά των Ανταρτών. Τα τάγματα της Εθνοφρουράς είχε προβλεφθεί από την αρχή της συγκρότησης τους πως δεν θα χρησιμοποιούνταν για αποστολές εκτός της επαρχίας συγκρότησής τους και για επιχειρήσεις οι οποίες λόγω του βαθμού εκπαίδευσης τους, του οπλισμού και των μέσων μεταφοράς τους θα κρίνονταν ακατάλληλες για αυτά. Τα τάγματα της Εθνοφρουράς στο πλαίσιο της φρούρησης των Επαρχιών ήταν επιφορτισμένα με την ευθύνη: α) της διασφάλισης της ελεύθερης κυκλοφορίας στις γραμμές συγκοινωνιών της περιοχής ευθύνης τους, β)
της
εξασφάλισης
των
τεχνικών
υποδομών
και
των
κρατικών
εγκαταστάσεων μεγάλης σημασίας, γ) της καταδίωξης και εξόντωσης των συμμοριών που τυχόν υπήρχαν στη ζώνη ευθύνης τους ή των συμμοριών που εισέρχονταν στη ζώνη ευθύνης, δ) της διατήρησης του εθνικού φρονήματος των κατοίκων της επαρχίας τους σε υψηλό επίπεδο και της εξαφάνισης της κάθε είδους παρακρατικής οργάνωσης, της οποίας η δράση απέβαινε σε βάρος των ελευθεριών των κατοίκων της περιοχής τους, ε) της δημιουργίας δικτύου πληροφοριών, προς όφελος των τμημάτων της αλλά και των υπολοίπων κυβερνητικών δυνάμεων. Η συγκρότηση των ταγμάτων της Εθνοφρουράς έγινε σταδιακά και το κόστος της συγκρότησής τους, παρότι δυσβάσταχτο, το επωμίστηκαν ο ελληνικός εθνικός προϋπολογισμός και τα κεφαλαία της αμερικανικής βοήθειας του Σχεδίου Τρούμαν. 514
Η ελληνική πλευρά για να μπορέσει να αντεπεξέλθει στο κόστος της συγκρότησης και συντήρησης των ταγμάτων της Εθνοφρουράς επεξεργάστηκε διάφορες προτάσεις, οι οποίες υποβλήθηκαν από μέλη της Κυβέρνησης, όπως ήταν α) η αξιοποίηση των χρημάτων που είχαν προέλθει από τον έρανο υπέρ των ανταρτόπληκτων, β) οι πόροι του προϋπολογισμού, που είχαν προβλεφθεί για την περίθαλψη των ανταρτόπληκτων, γ) οι πόροι
που θα προέκυπταν από την πώληση των παραχωρηθέντων στην
Ελληνική Κυβέρνηση εμπορικών φορτηγών πλοίων Liberty και δ) η περικοπή των πόρων που είχαν προβλεφθεί για τη Χωροφυλακή και για την αύξηση της οροφής του Στρατού. Τα τάγματα της Εθνοφρουράς επανδρώθηκαν με εφέδρους των κλάσεων 19341941 και προβλέφθηκε πως θα παρέμεναν και θα δρούσαν αποκλειστικά στη ζώνη ευθύνης της Επαρχίας τους, η οποία ταυτιζόταν και με την επαρχία στρατολόγησής τους. Η στρατιωτική ηγεσία προκάλεσε τις έντονες αντιδράσεις των οπλιτών των ταγμάτων της Εθνοφρουράς, όταν σύντομα μετά τη συγκρότηση των πρώτων μονάδων της Εθνοφρουράς, θέλησε να αλλάξει το τακτικό δόγμα της ώστε να μπορεί να αποστέλλει τις μονάδες της Εθνοφρουράς και σε αποστολές εκτός των ορίων των περιοχών ευθύνης τους. Μάλιστα οι αντιδράσεις των Εθνοφρουρών έφτασαν μέχρι και του σημείου να αρνηθούν να εκτελέσουν διαταγές για τη μετακίνηση και δράση τους και εκτός των Επαρχιών τους. Η Εθνοφρουρά το 1948 έφτασε στον επιθυμητό αριθμό ταγμάτων και ολοκλήρωσε τη διοικητική της δομή και οργάνωση. Το 1948 δέχτηκε στις τάξεις της, εκτός από τους εφέδρους παλαιότερων κλάσεων και νεοσύλλεκτους από τις αγύμναστες κλάσεις. Η απόφαση της κατάταξης και νεοσυλλέκτων στις τάξεις της Εθνοφρουράς ελήφθη από τη στρατιωτική ηγεσία για να ενισχυθεί η αποδοτικότητα των ήδη σχηματισθέντων ταγμάτων της Εθνοφρουράς, που είχε κριθεί μέχρι τότε ως μη ικανοποιητική. Η διαδικασία αφομοίωσης της Εθνοφρουράς στον Στρατό και σταδιακής διάλυσής της ξεκίνησε στα τέλη του Οκτωβρίου 1948, με την απόφαση του Γ.Ε.Σ. για τον περιορισμό της σε εξήντα τάγματα, με τη διάλυση ή κατάργηση τριάντα έξι ταγμάτων και συμπληρώθηκε την 1η Νοεμβρίου με την απόφαση του Αρχηγού Γ.Ε.Σ. για τη μετονομασία πενήντα ενός ταγμάτων Εθνοφρουράς σε Ελαφρά Τάγματα Πεζικού φέροντας το όνομα του προγενέστερού τους τάγματος Εθνοφρουράς. Η Εθνοφρουρά αν και αποδείχθηκε ικανή στην εκτέλεση της αποστολής που της ανατέθηκε, δεν ικανοποίησε τις υπέρμετρες προσδοκίες της ελληνικής πολιτικής 515
και στρατιωτικής ηγεσίας, ιδιαίτερα όταν η στρατιωτική ηγεσία θέλησε να αξιοποιήσει τις μονάδες σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις εκτός των περιοχών ευθύνης τους. Η μονομερής αυτή ενέργεια προκάλεσε την αντίδραση των κληρωτών και την υπαναχώρηση της στρατιωτικής ηγεσίας για να αποφευχθεί ο κίνδυνος πιθανής στάσης. Η υπαναχώρηση της στρατιωτικής ηγεσίας αποσόβησε τον κίνδυνο της ρήξης, αλλά οδήγησε στη δυσβάσταχτη και ταυτόχρονα περιττή συντήρηση δεκάδων ταγμάτων Εθνοφρουράς σε επαρχίες που ήταν ήρεμες και στις οποίες δεν υπήρχε καμία ανταρτική δραστηριότητα. Η Εθνοφρουρά, αν και δεν ικανοποίησε τις υπέρμετρες προσδοκίες της στρατιωτικής ηγεσίας, δεν προκάλεσε αρνητικά σχόλια με τη δράση της, ενώ δεν υπήρξαν καταγγελίες για καταχρήσεις εξουσίας και υπερβάσεις καθήκοντος ή για βίαιες συμπεριφορές κατά των πολιτών. Οι μονάδες της Εθνοφρουράς σε στρατιωτικό επίπεδο πέτυχαν, αν και με δυσανάλογο οικονομικό και υλικοτεχνικό κόστος, να διατηρήσουν τις περιοχές ευθύνης τους ήρεμες και χωρίς ανταρτική δραστηριότητα, επιτρέποντας στη στρατιωτική ηγεσία να πραγματοποιήσει ανεπηρέαστη εκτεταμένες στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά των κυρίως χώρων συγκέντρωσης των ανδρών του Δ.Σ.Ε. Οι οπλίτες και οι αξιωματικοί της Χωροφυλακής, της Εθνοφυλακής και της Εθνοφρουράς παρά τις αδυναμίες και τις ανεπάρκειές τους, επέδειξαν εξαιρετικό δυναμισμό, αποφασιστικότητα και επιμονή στην αποστολή και την εκτέλεση του καθήκοντός τους και παρά την αβεβαιότητα των καιρών και τις δυσχερείς επικρατούσες συνθήκες ασφαλείας, επέδειξαν απροσδόκητη καρτερικότητα απέναντι στις απώλειες και τις κακουχίες και προσαρμοστικότητα στις συνεχείς αλλαγές τακτικών δογμάτων, χωρίς να προκαλέσουν με τη στάση τους οποιαδήποτε ανησυχία για τη νομιμοφροσύνη και την υπακοή τους προς τις εκάστοτε ανώτερες στρατιωτικές ηγεσίες ή προς τους πολιτικούς προϊσταμένους τους. Η επικράτηση των κυβερνητικών δυνάμεων στον Εμφύλιο δεν μπορεί να αποδοθεί μόνο στην αριθμητική και την ποιοτική υπεροχή τους έναντι των ανταρτών, καθώς και άλλοι στρατοί υπό παρόμοιες συνθήκες και αναλογίες πριν και μετά τον ελληνικό Εμφύλιο δεν εξήλθαν νικητές. Σημαντικός παράγοντας για την ήττα του Δ.Σ.Ε. ήταν πως οι κυβερνητικές δυνάμεις διατήρησαν τη συνοχή τους, παρέμειναν προσηλωμένες στον στόχο τους και δεν απώλεσαν το ηθικό και την πίστη τους για την τελική επικράτηση. Οι άνδρες και τα στελέχη της Χωροφυλακής και της Εθνοφυλακής, αν και προέβησαν σε αρκετές περιπτώσεις σε πράξεις αντεκδίκησης 516
και στη χρήση αυταρχικών πρακτικών, δεν μπορούν να κατηγορηθούν πως οι πρακτικές αυτές ήταν το κύριο χαρακτηριστικό της δράσης τους και κυρίως δεν μπορούν να κατηγορηθούν πως μόνο αυτοί υπερέβησαν τους ηθικούς κανόνες του πολέμου προβαίνοντας σε βιαιότητες και υιοθετώντας ακραίες συμπεριφορές. Ο Εμφύλιος πόλεμος υπήρξε η δραματικότερη στιγμή της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας καθώς οδήγησε σε αδελφοκτόνα πενταετή σύρραξη και καθόρισε το οικονομικό, πολιτικό, θεσμικό και αξιακό σύστημα της ελληνικής κοινωνίας για δεκαετίες μετά τη λήξη του. Οι Έλληνες χωρίστηκαν σε εθνικόφρονες και σε κομμουνιστές, σε πατριώτες και σε ξενοκίνητους πράκτορες. Η ελληνική οικονομία αποσαθρώθηκε πλήρως και δεν μπόρεσε να ακολουθήσει τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης στη μεταπολεμική αναπτυξιακή κούρσα, παρά μόνο με καθυστέρηση δέκα ετών. Οι κυριότερες όμως συνέπειες του Εμφυλίου εμφανίστηκαν στο νομικό και θεσμικό σύστημα της χώρας. Η αστική πολιτική τάξη για να καταστείλει την ένοπλη κομμουνιστική απειλή κατέφυγε στην ενεργοποίηση, τη σύνταξη και θεσμοθέτηση ανελεύθερων, αυταρχικών και αντιδημοκρατικών νομοθετημάτων, τα οποία παραβίαζαν κατάφωρα τις συνταγματικές προβλέψεις για την προστασία των πολιτικών και ανθρώπινων δικαιωμάτων. Η αστική πολιτική τάξη διατήρησε όμως σε ισχύ αυτό το ανελεύθερο, καταπιεστικό και αντιδημοκρατικό νομοθετικό πλέγμα για δεκαετίες μετά τη λήξη του Εμφυλίου και την έκλειψη της απειλής κατά του αστικού πολιτικού συστήματος. Το αυταρχικό και αντιδημοκρατικό νομοθετικό οπλοστάσιο του Εμφυλίου επηρέασε το σύνολο της κρατικής μηχανής. Τα Σώματα Ασφαλείας και ιδίως η Χωροφυλακή,
επηρεασμένα
από
την
αντικομμουνιστική
εμφυλιοπολεμική
νομοθεσία, ανέπτυξαν υπερτροφικά την ήδη υφιστάμενη αντικομμουνιστική ιδεολογία, η οποία μετεμφυλιακά μετατράπηκε σε ιδεοληπτική εμμονή με την παρακολούθηση
και
καταδίωξη
οποιουδήποτε
ατόμου
και
οποιασδήποτε
δραστηριότητας αμφισβητούσε το κοινωνικό και πολιτικό σύστημα και ζητούσε αλλαγές και μεταρρυθμίσεις. Κάθε ανανεωτική πρωτοβουλία και ιδέα προκαλούσαν την καχυποψία και οδηγούσαν στην κατασταλτική παρέμβαση «παντοδύναμου» και ανεξέλεγκτου χωροφύλακα. Το φοιτητικό και το συνδικαλιστικό κίνημα μετεμφυλιακά δεν θεωρήθηκαν κοινωνικοί εταίροι της κρατικής εξουσίας με τους οποίους θα συνδιαλεγόταν για την επίτευξη της αναβάθμισης του επιπέδου της εκπαίδευσης και του βιοτικού επιπέδου 517
των εργαζομένων, αλλά δυνητικοί ανατρεπτικοί μηχανισμοί που η εκάστοτε κρατική εξουσία όφειλε να ελέγξει και, αν κρινόταν αναγκαίο, να τους ποδηγετήσει με πραξικοπηματικές δικαστικές αποφάσεις και παρεμβάσεις. Ο Εμφύλιος δημιούργησε στα Σώματα Ασφαλείας το αίσθημα της μειονεξίας και της κατωτερότητας έναντι του Στρατού και γενικότερα των Ενόπλων Δυνάμεων, εξαιτίας της de facto ή de jure υπαγωγής των μονάδων της Χωροφυλακής υπό τις διαταγές, την εποπτεία ή και τον έλεγχο του Στρατού καθόλη τη διάρκεια του Εμφυλίου και στον Στρατό το σύνδρομο της ανωτερότητας. Ο Στρατός εξήλθε του Εμφυλίου με αναβαθμισμένο το κύρος του σε επίπεδα τέτοια, που κάποιος ξένος παρατηρητής θα θεωρούσε πως επρόκειτο για Στρατό που είχε αντιμετωπίσει νικηφόρα κάποια εξωτερική απειλή που απειλούσε την εδαφική ακεραιότητα και ανεξαρτησία της Χώρας. Το αυξημένο κύρος των Ενόπλων Δυνάμεων και των στελεχών τους ήταν προϊόν της αυξημένης αυτοπεποίθησης τους μετά την νίκη κατά του Δ.Σ.Ε και της κυβερνητικής προπαγάνδας, η οποία για να πετύχει την επί μακρό διάστημα κινητοποίηση του λαού και την επί μακρό διάστημα προσήλωση στον στόχο της επικράτησης εναντίον του Κ.Κ.Ε., προέβαλλε τους κομμουνιστές ως απαλλαγμένους οποιασδήποτε εθνικής συνείδησης και υπηρέτες εχθρικών προς την Ελλάδα χωρών. Η κυβερνητική προπαγάνδα συνδύασε την κομμουνιστική απειλή κατά του αστικού πολιτικού συστήματος με το δόγμα του σλαβικού κινδύνου που απειλούσε την εδαφική ακεραιότητα της Χώρας, αποδίδοντας στους κομμουνιστές τον ρόλο της πέμπτης φάλαγγας, που δρούσε προδοτικά και υπονομευτικά στο εσωτερικό της Χώρας. Η ελληνική κοινωνία, το στράτευμα και ο κρατικός μηχανισμός εμποτίστηκαν όμως με δύο ακόμα εφευρήματα της κυβερνητικής προπαγάνδας, τα οποία είχαν και τη μεγαλύτερη διεισδυτικότητα και μακροχρόνια επίδραση. Πρώτο εφεύρημα ήταν, μετά από παραποίηση των προγραμματικών και ιδεολογικών αρχών του Κ.Κ.Ε, πως η κολεκτιβοποίηση και η κομματική νομιμοφροσύνη προς ένα κομμουνιστικό καθεστώς θα αναιρούσε την ύπαρξη της οικογένειας και των οικογενειακών δεσμών μεταξύ του παιδιού και του γονέα, με κύριο παράδειγμα το λεγόμενο «παιδομάζωμα». Δεύτερο εφεύρημα ήταν όχι μόνο η αθεΐα των κομμουνιστών αλλά και η βαναυσότητα των κομμουνιστών προς την Ορθόδοξη Εκκλησία και τους κληρικούς της.
518
Τα προπαγανδιστικά αυτά στερεότυπα και η ενίσχυση της δημιούργησαν την εικόνα του Στρατού-Σωτήρα, που έσωσε το Έθνος από την υπέρτατη απειλή. Η παρουσία του Παπάγου ως αρχιστράτηγου στο τέλος του Εμφυλίου βοήθησε στην ανάπτυξη και την προώθηση αυτής της εικόνας. Ο Παπάγος με το αυξημένο κύρος του στις Ένοπλες Δυνάμεις, ως αρχιστράτηγος της νίκης του ελληνοϊταλικού πολέμου, συσπείρωσε και ομογενοποίησε το Σώμα των αξιωματικών οδηγώντας στην αυτονόμησή τους από τον πολιτικό κόσμο και από τον Θρόνο. Οι αξιωματικοί του Στρατού μετεμφυλιοπολεμικά ριζοσπαστικοποιήθηκαν προς συντηρητική κατεύθυνση, αυτοαναγορεύτηκαν προστάτες του κοινωνικού και πολιτικού συστήματος από οποιαδήποτε αντισυστημική απειλή και ανέπτυξαν τη νοοτροπία της αυτονόμησης από το «διεφθαρμένο» και «ανεπαρκές» πολιτικό σύστημα. Οι ανωτέρω έξεις, όταν συνδυάστηκαν με τη συντηρητική ιδεολογική στεγανοποίηση των Ενόπλων Δυνάμεων και τον κινδυνολογικό αντικομμουνισμό, δημιούργησαν το εύφλεκτο μείγμα που πυροδότησε τη Δικτατορία της 21ης Απριλίου. Η σταδιακή αυτονόμηση του στρατεύματος και η εμπλοκή του σε ενέργειες ανατροπής του κοινοβουλευτισμού ούτε αυτονόητη υπήρξε ούτε και θα μπορούσε να είχε προβλεφθεί από το πολιτικό σύστημα κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου. Το ελληνικό αστικό πολιτικό σύστημα είχε κατορθώσει να διεξάγει έναν πολυδάπανο, αιματηρό και καταστρεπτικό εμφύλιο πόλεμο και να επικρατήσει των κομμουνιστών διατηρώντας τους κοινοβουλευτικούς τύπους και την ουσία του κοινοβουλευτικού συστήματος και το είχε κατορθώσει γιατί το μεγαλύτερο μέρος του αστικού πολιτικού κόσμου είχε αποφασίσει να συνεργαστεί, να νομοθετήσει και να εφαρμόσει τις αναγκαίες πολιτικές, βάζοντας στο περιθώριο παλαιότερους διχασμούς και εντάσεις. Το αστικό πολιτικό σύστημα πέτυχε την αξιοποίηση του συνόλου των θεσμικών, νομοθετικών και νομικών μηχανισμών, τους οποίους είχαν δημιουργήσει οι προπολεμικές κυβερνήσεις, χωρίς να επηρεαστεί η συνεχής, διαρκής και ακώλυτη λειτουργία του κοινοβουλίου, χωρίς να παρεμποδιστεί η ελεγκτική κοινοβουλευτική δραστηριότητα της κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης και χωρίς να αμφισβητηθεί η επιβολή των αποφάσεων της πολιτικής εξουσίας επί της στρατιωτικής ηγεσίας και η πιστή εκτέλεσή τους. Σε όλη τη διάρκεια του Εμφυλίου, ουδείς από τα Σώματα Ασφαλείας, τις Ένοπλες Δυνάμεις, τη Δικαστική Εξουσία, τη Διοίκηση, την Αυτοδιοίκηση, το Διπλωματικό Σώμα ή οποιοδήποτε τμήμα του κρατικού μηχανισμού δεν διανοήθηκε να αμφισβητήσει τη νόμιμη εξουσία των κυβερνητικών
519
συνασπισμών ή των μονοκομματικών κυβερνήσεων και ουδείς διαφοροποιήθηκε ή αυτονομήθηκε. Ο κοινοβουλευτισμός και η δημοκρατική λειτουργία του πολιτεύματος στη μετεμφυλιακή Ελλάδα υπονομεύτηκαν από τις θεσμικές υπερβάσεις και από τις αντικοινοβουλευτικές πρακτικές του πολιτικού συστήματος. Οι μετεμφυλιακές κυβερνήσεις συνέχισαν να νομοθετούν, όπως και οι κυβερνήσεις του Εμφυλίου, με την αντικοινοβουλευτική πρακτική των Αναγκαστικών Νόμων και των Νομοθετικών Διαταγμάτων, διατηρώντας σε ισχύ την έκτακτη νομοθεσία του Εμφυλίου, η οποία περιόριζε τις δημοκρατικές ελευθερίες και τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα που αναγνώριζε το ούτως η άλλως συντηρητικό και αναχρονιστικό Σύνταγμα του 1952. Το μεγαλύτερο όμως εμπόδιο για την ομαλή λειτουργία του κοινοβουλευτισμού, τον εκσυγχρονισμό και την ανανέωση των θεσμών και την απρόσκοπτη εκδήλωση της λαϊκής βούλησης ήταν η ύπαρξη ενός αντιδημοκρατικού ιστού εξουσίας, ο οποίος συντίθετο από τα Σώματα Ασφαλείας, τις Ένοπλες Δυνάμεις, τον ξένο παράγοντα και τις δεξιές παρακρατικές οργανώσεις, υπό την ανοχή του Θρόνου που θεωρούσε πως διατηρούσε προνομιακές σχέσεις με τις Ένοπλες Δυνάμεις υπεράνω κάθε μονομερή κυβερνητικού έλεγχου και παρέμβασης. Οι μηχανισμοί και οι θεσμοί που δημιουργήθηκαν για την προστασία της Δημοκρατίας από τον κομμουνιστικό κίνδυνο ήταν οι ίδιοι που με τις υπερβάσεις, τις ιδεολογικές τους αγκυλώσεις, τη μονομέρεια και τα φοβικά αντικομμουνιστικά σύνδρομα τους οδήγησαν στην επταετή κατάλυση της Δημοκρατίας και στην περιστολή των ελευθεριών των Ελλήνων. Οι θεσμοί και οι μηχανισμοί, οι οποίοι προκάλεσαν την αναστολή του κοινοβουλευτισμού και την κατάλυση της Δημοκρατίας με τη Δικτατορία των Συνταγματαρχών, υπέστησαν σε βάθος χρόνου τις σημαντικότερες συνέπειες της δράσης τους. Ο Στρατός και συνολικά οι Ένοπλες Δυνάμεις με την αποκατάσταση της Δημοκρατίας την 24η Ιουλίου 1974 απώλεσαν την οποιαδήποτε θεσμική βαρύτητά τους, η έως τότε αυτονόμηση του Σώματος των αξιωματικών τερματίστηκε οριστικά και οι Ένοπλες Δυνάμεις περιορίστηκαν αυστηρά στα στρατιωτικά καθήκοντά τους. Αντίστοιχα, τα Σώματα Ασφαλείας στη μεταδικτατορική περίοδο απώλεσαν το κύρος τους στην κοινωνία, καθώς ταυτίστηκαν με την έννοια της κρατικής καταστολής, τις υπερβάσεις και τις καταπιεστικές πρακτικές της εμφυλιακής, μετεμφυλιακής και δικτατορικής τους δράσης. Η διατήρηση μέρους των εκτάκτων μέτρων της εμφυλιακής περιόδου σε ισχύ και μετά τη λήξη του Εμφυλίου για περίπου δύο δεκαετίες οδήγησε στην πολιτική 520
κυριαρχία της Δεξιάς, ακόμα και όταν δεν βρισκόταν στην εξουσία και δεν διέθετε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, στην αδυναμία της Ελλάδας να ακολουθήσει τις πολιτικές και θεσμικές εξελίξεις των υπόλοιπων φιλελεύθερων δημοκρατιών της Δυτικής Ευρώπης και στην άνιση μεταχείριση των πολιτών. Το μετεμφυλιακό πολιτικό σύστημα χώρισε με τεχνητές διαχωριστικές γραμμές τους πολίτες που ήταν «εθνικόφρονες» και οι οποίοι ήταν πολίτες πρώτης ταχύτητας, με πλήρη δικαιώματα και υπήρχαν και σε Αριστερούς οι οποίοι θεωρούνταν πολίτες δεύτερης ταχύτητας με μειωμένη πρόσβαση και συμμετοχή στον οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό βίο της Χώρας. Ο θεσμικός αυτός παραλογισμός ήρθη το 1974 με την πτώση της Δικτατορίας και την αποκατάσταση της Δημοκρατίας. Ο Στρατός έχασε την οποιαδήποτε δυνατότητα παρέμβασης στα πολιτικά πράγματα της χώρας, ο αναχρονιστικός και αντιδημοκρατικός, στην ελληνική εκδοχή του, θεσμός της Μοναρχίας καταργήθηκε, τα Σώματα Ασφαλείας τέθηκαν υπό τον απόλυτο έλεγχο των κυβερνήσεων και απέκοψαν τους δεσμούς τους με εξωθεσμικά και παρακρατικά κέντρα και οργανώσεις, η άσκηση της εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής της χώρας τέθηκε πλέον στα χέρια αποκλειστικά των δημοκρατικά εκλεγμένων κυβερνήσεων της χώρας, όλες οι πολιτικές δυνάμεις μπορούσαν να εκθέσουν ελεύθερα τις πολιτικές τους θέσεις ανεξάρτητα από την ιδεολογική τοποθέτησή τους στο πολιτικό στερέωμα και τον προγραμματικό τους λόγο, οι πολιτικές των εκτοπίσεων και τα πολιτικά αδικήματα έπαυσαν να υπάρχουν. Η Χώρα έπαψε να βιώνει φοβικά σύνδρομα και με αισιοδοξία και αποφασιστικότητα κατόρθωσε να ενταχθεί στην πρωτοπορία των Δημοκρατιών της Δυτικής Ευρώπης τόσο με το φιλελεύθερο, δημοκρατικό και λειτουργικό Σύνταγμα του 1974 όσο και με την είσοδο της χώρας στους ευρωπαϊκούς οργανισμούς και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η αποκατάσταση της Δημοκρατίας τέσσερις δεκαετίες μετά μπορεί να θεωρείται δεδομένη και νομοτελειακή. Η πραγματικότητα είναι, πως τίποτα από αυτά δεν υπήρξε αυτονόητο, τίποτα δεν υπήρξε εύκολο και τίποτα δεν ακολούθησε κάποια φυσική νομοτέλεια. Η διαδικασία υπήρξε δύσκολη και επώδυνη, και επετεύχθη μεταπολιτευτικά χάρη στον ορθολογισμό και στην αποφασιστικότητα του πολιτικού κόσμου, τη συμπαράσταση του λαού στις τομές της πολιτικής ηγεσίας και κυρίως χάρη στην επαγρύπνηση των θεσμικών οργάνων του πολιτεύματος. Ο σημαντικότερος όμως παράγοντας ήταν πως η πολιτική ηγεσία και ο λαός δεν επανέλαβαν ξανά τα σφάλματα που οδήγησαν στον Εμφύλιο αλλά και τα 521
σφάλματα που έγιναν κατά τη διάρκειά του και μετά τη λήξη του Εμφυλίου οδηγώντας σε διχασμό τους Έλληνες.
522
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΕΣ ΠΗΓΕΣ - Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου (1944-1949), τόμ.1, 2, 3, 4, 6, 7, 8, 9, 10, 13, 16, Αθήνα, 1998. - Δοκίμιο Ιστορίας του Κ.Κ.Ε., 1918-1949, τόμ.1, Αθήνα, 2005. - Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής, Συνεδρίασις ΙΗ΄, Παρασκευή 28η Νοεμβρίου 1947. - Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής, Συνεδρίασις ΜΗ΄, Παρασκευή 30η Ιανουαρίου 1948. - Η Συμφωνία της Βάρκιζας, όλα τα σχετικά κείμενα, Διεύθυνσις Τύπου και Πληροφοριών, Αθήνα, 1945. - Ζαχαριάδης Νίκος, Συλλογή Έργων, Αθήνα, 1953. - Ζαχαριάδης Νίκος, Υπέρ βωμών και εστιών: άπαντα τα δημοσιεύματα, 1946-1947, Αθήνα, 2013. - Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ελλάδας, Επίσημα Κείμενα, τόμ.5-6, 1940-1945, Αθήνα, 1981. - Τσουδερός Ι. Εμμανουήλ, Ιστορικό Αρχείο, Στρατιωτικά, τόμ.5, Αθήνα, 1990. ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΕΣ ΠΗΓΕΣ Ιστορικό Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών (Ι.Α.Υ.Ε.) 1944 -Ι.Α.Ε.Υ., Κεντρική Υπηρεσία, Φάκελος 2.1, 1944. -Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, Φάκελος 14.9, 1944. -Ι.Α.Υ.Ε., Κυβέρνηση Καϊρου, Φάκελος 35.2, 1944. -Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, Φάκελος 42.5, 1944. 1945 - Ι.Α.Υ.Ε., Α΄ Πολιτική, Φάκελος 20.7, 1945. - Ι.Α.Υ.Ε., Α΄ Πολιτική, Φάκελος 20.9, 1945. - Ι.Α.Υ.Ε., Α΄ Πολιτική, Φάκελος 21.7, 1945. - Ι.Α.Υ.Ε., Α΄ Πολιτική, Φάκελος 35.10, 1945. 1946 - Ι.Α.Ε.Υ., Α΄ Πολιτική, Φάκελος 5.2, 1946. - Ι.Α.Ε.Υ., Α΄ Πολιτική, Φάκελος 5.5, 1946. - Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, Φάκελος 25.1, 1946. - Ι.Α.Υ.Ε., Α΄ Πολιτική, Φάκελος 34.2, 1946. - Ι.Α.Υ.Ε., Α΄ Πολιτική, Φάκελος 35, 1946. 523
- Ι.Α.Υ.Ε., Α΄ Πολιτική, Φάκελος 35.2, 1946. 1947 - Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, Φάκελος 7.1, 1947. - Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, Φάκελος 134.2, 1947. - Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, Φάκελος 134.4, 1947.
1948 - Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, Φάκελος 102.7, 1948. - Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, Φάκελος 111.5, 1948. 1949 -Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, Φάκελος 5.1, 1949. -Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, Φάκελος 36.3, 1949. -Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, Φάκελος 119.2, 1949. -Ι.Α.Υ.Ε,. Κεντρική Υπηρεσία, Φάκελος 119.3, 1949 -Ι.Α.Υ.Ε., Κεντρική Υπηρεσία, Φάκελος 134.5, 1949. BRITISH NATIONAL ARCHIVES (ΒΡΕΤΑΝΙΚΑ ΕΘΝΙΚΑ ΑΡΧΕΙΑ) WAROFFICE (ΒΡΕΤΑΝΙΚΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ) W.O.204/8933. FOREIGNOFFICE (ΒΡΕΤΑΝΙΚΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ) F.O.366/1447. F.O.371/48365. F.O.371/48366. F.O.371/48368. F.O.371/48369. F.O.371/48370. F.O.371/48372. F.O.371/58745. F.O.371/58753. F.O.371/58754. F.O.371/58755. F.O.371/58756. F.O.371/58756. F.O.371/58757. F.O.371/58758. F.O.371/58759. F.O.371/67052. F.O.371/67053. F.O.371/67131. F.O.371/72258. F.O.371/78357.
524
Αρχείο Στρατηγού Θωμά Πεντζόπουλου 1944-1949 (Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών). Υπηρεσία Στρατιωτικών Αρχείων (Υ.Σ.Α.) 1944-1950.
ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ -
Αβέρωφ-Τοσίτσας Ευάγγελος, «Φωτιά και Τσεκούρι» Ελλάς, 1946-1949 και τα προηγηθέντα, Αθήνα, 1974.
-
Alexander George, «The demobilization crisis of November 1944», Bien Peter, Loomis W. Julia, Mackakis A. Lily (επιμ), Greece in the 1940s, A Nation in Crisis, σσ. 156-166, Λονδίνο, 1981.
-
Alexander George, «Η κρίση αποστράτευσης του Νοεμβρίου 1944», Ιατρίδης Ο. Ιωάννης (επίμ.), Η Ελλάδα στη δεκαετία 1940-1950, ένα έθνος σε κρίση, σσ. 264-277, Αθήνα, 1984.
-
Αντωνίου Στ. Κωνσταντίνος, Ιστορία ης Ελληνικής Βασιλικής Χωροφυλακής 19331965, τόμ. 3, Αθήνα, 1965.
-
Baerentzen Lars and Close David, «The British Defeat of EAM, 1944-45», Close H. David (επίμ.), The Greek Civil War, 1943-1950, Studies of Polarization, σσ. 88-97, Λονδίνο, 1993.
-
Βασιλάς Κ. Ευθύμιος, Αναμνήσεις περιόδου 1940-1947, Γεγονότα-Πρόσωπα-Κρίσεις, Αθήνα, 1979.
-
Βαφειάδης Μάρκος, Απομνημονεύματα, Εμφύλιος, τόμ.5, Αθήνα, 1992.
-
Βλαντάς Δημήτρης, Εμφύλιος Πόλεμος 1945-1949, τόμ.3, Αθήνα, 1979.
-
Βλάχος Σ. Άγγελος, Μία φορά και ένα καιρό, ένας διπλωμάτης…., τόμ.1, Αθήνα, 1984.
-
Βόγλης Πολυμέρης, Η εμπειρία της φυλακής και της εξορίας, οι κρατούμενοι στον Εμφύλιο Πόλεμο, Αθήνα, 2004.
-
Βουρνάς Τάσος, Ιστορία της Νεώτερης και Σύγχρονης Ελλάδας, τόμ.3, Αθήνα, 1999.
-
Γαρουφαλιάς Ευ. Δημήτρης, Κείμενα και Αναμνήσεις από τον τραγικό Δεκέμβριο του 1944, Αθήνα, 1981.
-
Γασπαρινάτος Γ. Σπύρος, Απελευθέρωση, Δεκεμβριανά, Βάρκιζα, τόμ.1, Αθήνα, 1998.
-
Γιαννόπουλος Ευάγγελος, «Η Εθνική Αντίσταση των Ελλήνων κατά των ΓερμανώνΙταλών και Βουλγάρων κατακτητών 1941-1944 και η αναγνώριση της από το Κράτος», Αθήνα, 1999.
525
-
Clogg
Richard,
Greece
1940-1949:
Occupation,
Resistance,
Civil
War-A
Documentary History, Νέα Υόρκη, 2002. -
Close David and Veremis Thanos, «The military struggle, 1945-49», Close H. David (επίμ.), The Greek Civil War, 1943-1950, Studies of Polarization, σσ. 97-129, Λονδίνο, 1993.
-
Γρηγοριάδης Νεοκ. Σόλων, Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας 1941-1974, τόμ.2, Αθήνα, 2010.
-
Του ιδίου, Δεκέμβρης-Εμφύλιος 1944-49 (Συνοπτική Ιστορία), Αθήνα, 1984.
-
Γρηγοριάδης Ν. Φοίβος, Εμφύλιος Πόλεμος, τόμ.9, Αθήνα, 1975.
-
Του ιδίου, Εμφύλιος Πόλεμος, τόμ.10, Αθήνα, 1975.
-
Γουσίδης Δημήτρης, Μάρκος Βαφειάδης Μαρτυρίες, Θεσσαλονίκη, 1983.
-
Δασκαλάκης Απόστολος, Ιστορία της Ελληνικής Χωροφυλακής, χρονική περίοδος 1936-1950: Ελληνοϊταλικός πόλεμος, Κατοχή, Δεκεμβριανά, Συμμοριτοπόλεμος, Αθήνα, 1973.
-
Δοκανάρη Σταμ. Ναπολέοντα, Ελληνική Χωροφυλακή-Εκατόν Πενήντα Ένα Χρόνια Εθνικής και Κοινωνικής Προσφοράς, Ιωάννινα, 2009.
-
Έκθεσις της Πολεμικής Ιστορίας των Ελλήνων, τόμ.2, Αθήνα, 1970.
-
Ελεφάντης Άγγελος, Μας πήραν την Αθήνα… Ξαναδιαβάζοντας μερικά σημεία της Ιστορίας (1941-1950), Αθήνα, 2003.
-
Εμμανουηλίδης Μάριος, Αιρετικές Διαδρομές. Ο ελληνικός τροτσκισμός και ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, Αθήνα, 2002.
-
Eudes Dominique, Οι Καπετάνιοι, Ο Ελληνικός Εμφύλιος πόλεμος 1943-1949, Αθήνα, 1975.
-
Gerolymatos Andre, Κόκκινη Ακρόπολη, Μαύρος Τρόμος, από την Αντίσταση στον Εμφύλιο 1943-1949, Αθήνα, 2004.
-
Ζαφειρόπουλος Δημήτριος, Ο Αντισυμμοριακός Αγώνας: 1945-1949, Αθήνα, 1956.
-
Ζιάγκας Γ. Νικόλαος, Νέες σελίδες από τον Εμφύλιο Πόλεμο 1945-1949Δημοκρατικός Στρατός, Κυβερνητικός Στρατός, τόμ.1, Αθήνα, 1986.
-
Ηλιού Φίλιππος, Ο Ελληνικός Εμφύλιος, η εμπλοκή του Κ.Κ.Ε., Αθήνα, 2005.
-
Ιατρίδης Ο. Ιωάννης, Εξέγερση στην Αθήνα-Ο κομμουνιστικός «Δεύτερος Γύρος», Αθήνα, 1973.
-
Ιατρίδης Ο. Ιωάννης, «Εμφύλιος πόλεμος 1945-1949 Εθνικοί και Διεθνείς παράγοντες», Ιατρίδης Ο. Ιωάννης (επιμ), Η Ελλάδα στη δεκαετία 1940-1950, Ένα έθνος σε κρίση, σσ. 341-382, Αθήνα, 1984. 526
-
Iatrides O. John, «Civil War, 1945-1949, National and International Aspects», Bien Peter, Loomis W. Julia, Mackakis A. Lily (επιμ), Greece in the 1940s, A Nation in Crisis, σσ. 195-219, Λονδίνο, 1981.
-
Ιστορία του Ελληνικού Στρατού 1821-1997, Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, Αθήνα, 1997.
-
Καλύβας Στάθης-Μαραντζίδης Νίκος, «Ο Εμφύλιος Πόλεμος», Κατσίγερας Μιχάλης (επιμ.), Εμείς οι Έλληνες-Πολεμική Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας, τόμ.3, σσ. 11-58, Αθήνα, 2008.
-
Καλύβας Ν. Στάθης, «Μορφές, διαστάσεις και πρακτικές της βίας στον Εμφύλιο (1943-1949): Μία πρώτη προσέγγιση», Νικολακόπουλος Ηλίας, Ρήγος Άλκης, Ψαλλίδας Γρηγόρης (επιμ.), Ο Εμφύλιος Πόλεμος από τη Βάρκιζα στο Γράμμο Φεβρουάριος 1945-Αύγουστος 1949, σσ. 188-207, Αθήνα, 2002.
-
Καραγιάννης Γιώργος, 1940-1952 Το δράμα της Ελλάδος: Έπη και αθλιότητες Ε.Ν.Α., Ι.Δ.Ε.Α, Αθήνα, 1960.
-
Κατσούλης Δ. Γιώργης, «Ιστορία του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος»,19461949, τόμ.6, Αθήνα, 1978.
-
Κλόουζ Ντέϊβιντ, Οι ρίζες του Εμφυλίου Πολέμου στην Ελλάδα, Αθήνα, 2003.
-
Κολιόπουλος Σ. Ιωάννης, Λεηλασία Φρονημάτων Β΄, Το Μακεδονικό Ζήτημα στην περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου (1945-1949) στη Δυτική Μακεδονία, Θεσσαλονίκη, 1995.
-
Του ιδίου, Η δικτατορία του Μεταξά και ο πόλεμος του ’40, Θεσσαλονίκη, 1996.
-
Του ιδίου, Νεώτερη Ευρωπαϊκή Ιστορία 1789-1945, Θεσσαλονίκη, 2000.
-
Κόντης Βασίλης, Η αγγλοαμερικανική πολιτική και το ελληνικό πρόβλημα: 1945-1949, Θεσσαλονίκη, 1984.
-
Κόντης Βασίλης, «Η διολίσθηση προς την εμφύλια σύγκρουση», Βερέμης Θάνος, Σβολόπουλος Κωνσταντίνος (επιμ), Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ.16, σσ. 95157, Αθήνα, 1993.
-
Κοραντής Ι. Αντώνιος, Πολιτική και Διπλωματική Ιστορία της Ελλάδας (1941-1945), Ο Δεύτερος Γύρος, τόμ.2, Αθήνα, 1987.
-
Κοσμάς
Γεώργιος,
Ελληνικοί
Πόλεμοι,
Βαλκανικοί,
Ελληνοϊταλικός,
Συμμοριτοπόλεμος, Αθήνα, 1967. -
Κούσουλας Γ. Δημήτρης, Κ.Κ.Ε.-Τα πρώτα τριάντα χρόνια 1918-1949, Αθήνα, 1987.
-
Κωστόπουλος Σωτήρης, Η αμφιλεγόμενη πενταετία, η πορεία του Κ.Κ.Ε. στα χρόνια 1936-1941, Αθήνα, 1983. 527
-
Λάζου Βασιλική, «Η συγκρότηση και η δράση της Εθνοφυλακής. Νοέμβριος 1944Σεπτέμβριος 1945: Η περίπτωση της Λαμίας», Κλειώ, τεύχος 3ο, σσ. 63-95, Θεσσαλονίκη, 2006.
-
Λεονταρίτης Α. Γεώργιος, Ποίοι ήθελαν τα Δεκεμβριανά, Αθήνα, 1986.
-
Λυμπερίου Μιχ. Θεόδωρος, Το Κομμουνιστικό Κόμμα στην Ελλάδα, τόμ.1, Αθήνα, 2005, τόμ.2, Αθήνα, 2007.
-
Του ιδίου, Το Κομμουνιστικό Κόμμα στην Ελλάδα, τόμ.2, Αθήνα, 2007.
-
Μαθιόπουλος Π. Βάσος, Ο Δεκέμβριος του 1944-Σουηδικά, Ελβετικά και Συμμαχικά Διπλωματικά Ντοκουμέντα, Αθήνα, 1994.
-
Μαντά
Ελευθερία,
Οι
μουσουλμάνοι
Τσάμηδες
της
Ηπείρου
(1923-2000),
Θεσσαλονίκη, 2004. -
Μαργαρίτης Γιώργος, Ιστορία του Ελληνικού Εμφυλίου 1946-1949, τόμ.1, Αθήνα, 2000.
-
Μαραντζίδης Νίκος, Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας (ΔΣΕ) 1946-1949, Αθήνα, 2010.
-
Μαραντζίδης Νίκος-Τσίβος Κώστας, Ο ελληνικός εμφύλιος κι το διεθνές κομμουνιστικό σύστημα: Το Κ.Κ.Ε μέσα από τα τσεχικά αρχεία 1946-1968, Αθήνα, 2012.
-
Μαρκεζίνης Β. Σπυρίδων, Σύγχρονη Πολιτική Ιστορία της Ελλάδος (1936-1975), τόμ.2, Αθήνα, 1994.
-
Μεταλληνός Φώτιος, «Η Ελλάδα στο μεταίχμιο ενός Νέου Κόσμου, Ψυχρός Πόλεμος-Δόγμα Truman, Σχέδιο Marshall", Κωνσταντοπούλου Φωτεινή-Τομαή (επίμ), Η αμερικανική συμβολή στην αναδιοργάνωση και επιχειρησιακή προαγωγή των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων στο πλαίσιο του Δόγματος Truman και του Σχεδίου Marshall, τόμ.1, σσ. 73-96, Αθήνα, 2002.
-
Μπαρτζιώτας Γ. Βασίλης, Εξήντα χρόνια κομμουνιστής: κριτική αυτοβιογραφία, αναμνήσεις, Αθήνα, 1986.
-
Νεφελούδης Παύλος, Στις πηγές της κακοδαιμονίας, τα βαθύτερα αίτια της διάσπασης του Κ.Κ.Ε., 1918-1968, επίσημα κείμενα και προσωπικές εμπειρίες, Αθήνα, 1974.
-
Νικολακόπουλος Ηλίας, Η καχεκτική δημοκρατία κόμματα και εκλογές, 1946-1967, Αθήνα, 2001.
-
Ο Ελληνικός Στρατός κατά τον Αντισυμμοριακόν Αγώνα (1946-1949), Επιχειρήσεις του Γ΄ Σώματος Στρατού (1947-1949), Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, Αθήνα, 1976.
-
Παπανδρέου Γεώργιος, Η Απελευθέρωσις της Ελλάδος, Αλεξάνδρεια, 1945.
528
-
Richter Heinz, «The Varkiza Agreement and the Origins of the Civil War», Bien Peter, Loomis W. Julia, Mackakis A. Lily (επιμ), Greece in the 1940s, A Nation in Crisis, σσ. 167-180, Λονδίνο, 1981.
-
Richter Heinz, Η επέμβαση των Άγγλων στην Ελλάδα, από την Βάρκιζα στον Εμφύλιο Πόλεμο, Φεβρουάριος 1945-Αύγουστος 1946, Αθήνα, 1997.
-
Σαράφης Στέφανος, Ο ΕΛΑΣ, τόμ.1, Αθήνα, 1964.
-
Του ιδίου, Μετά τη Βάρκιζα, Αθήνα, 1979.
-
Σπαής Λεωνίδας, Πενήντα χρόνια στρατιώτης στην υπηρεσία του Έθνους και της Δημοκρατίας, τόμ. 1, Αθήνα, 1970.
-
Του ιδίου, «Λάθη-Πάθη-Τάφοι: Δεκέμβρη ’44», Πολιτικά Θέματα, τεύχος 125ο, σσ. 25-27, Αθήνα, 1976.
-
Σταθάκης Γιώργος, Το Δόγμα Τρούμαν και το Σχέδιο Μάρσαλ-Η ιστορία της αμερικάνικης βοήθειας στην Ελλάδα, Αθήνα, 2004.
-
Σταυριανός Σ. Λευτέρης, Η Ελλάδα σε επαναστατική περίοδο-Σαράντα Χρόνια Αγώνες, Αθήνα, 1977.
-
Σφήκας Δ. Θανάσης, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα-Ο Ιμπεριαλισμός της «Μη-επέμβασης», Αθήνα, 1997.
-
Του ιδίου, Με τον Μέτερνιχ ή με τον Πάλμερστον; Οι Βρετανοί και ο Δεκέμβριος του 1944, Αθήνα, 2015.
-
Του ιδίου, «Προφανώς με τη Δεξιά..»: Η Βρετανία και οι Εκλογές του 1946», Ψαλλίδας Γρηγόριος (επιμ), Οι εκλογές του 1946, Σταθμός στην πολιτική ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας, σσ. 314-331, Αθήνα, 2008.
-
Τσακαλώτος Θρασύβουλος, 40 Χρόνια Στρατιώτης της Ελλάδος, Πώς κερδίσαμε τους Αγώνες μας, 1940-1949, τόμ.1, Αθήνα, 1960.
-
Του ιδίου, 40 Χρόνια Στρατιώτης της Ελλάδος, Πώς κερδίσαμε τους Αγώνες μας, 1940-1949, τόμ.2, Αθήνα, 1960.
-
Του ιδίου, 1946-1949, Δημοκρατία και Ολοκληρωτισμός, το χρονικό του Συμμοριτοπόλεμου, Αθήνα, 1979.
-
William D. Harris, Instilling Aggressiveness, US advisors and greek combat leadership in the greek civil war 1947-1949, Kansas, 2013.
-
Woodhouse M. Chris, Το μήλο της έριδος, η Ελληνική αντίσταση και πολιτική των Μεγάλων Δυνάμεων, Αθήνα, 1976.
-
Του ιδίου, The Struggle for Greece 1941-1949, Λονδίνο, 2002.
529
-
Veremis Thanos, The Military in Greek Politics from Independence to Democracy, Λονδίνο, 1997.
-
Φαράκος Γρηγόρης, Άρης Βελουχιώτης, Το Χαμένο Αρχείο-Άγνωστα Κείμενα, Αθήνα, 1998.
-
Φλάϊσερ Χάγκεν,
«Κατοχή και Αντίσταση, 1941-1944», Βερέμης Θάνος,
Σβολόπουλος Κωνσταντίνος (επιμ), Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ.16, σσ.7-56, Αθήνα, 1993. -
Χαλκιαδάκης Γ. Εμμανουήλ, Αστυνομική Σχολή Ρεθύμνου, Ιστορία, Εκπαίδευση, Λειτουργία, Ρέθυμνο, 2006.
-
Χαραλαμπίδης Μενέλαος, Δεκεμβριανά 1944-Η μάχη της Αθήνας, Αθήνα, 2014.
-
Χαριτόπουλος Διονύσης, Άρης ο Αρχηγός των ατάκτων, Αθήνα, 2003.
-
Xydis G. Stephen, Greece and the Great Powers 1944-1947-Prelude to the “Truman Doctrine”, Θεσσαλονίκη, 1963. ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ-ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ
-
Chandler Geoffrey, Διχασμένη Χώρα, Μία αγγλο-ελληνική τραγωδία, Θεσσαλονίκη, 2000. ΕΦΗΜΕΡΙΔΕΣ Δημοκρατική Σημαία, (1944) Ελλάς, (1944) Καθημερινή, (1945-1948) Ριζοσπάστης, (1944) Ακρόπολη, (1946) Βραδυνή, (1945) Ελευθερία, (1945) ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ 1833 - Φ.Ε.Κ. 21, Βασιλικό Διάταγμα της 3ης Ιουνίου 1833, «Περί σχηματισμού της Χωροφυλακής». 1893 -Φ.Ε.Κ. 60, Νόμος 2188, 23η Μαρτίου 1893, «Περί μεταβολής του συστήματος της Αστυνομικής Διοικήσεως». 1871 - Φ.Ε.Κ. 5, Νόμος ΤΟΔ΄ της 1ης Μαρτίου 1871, «Περί καταδιώξεως της ληστείας».
530
1906 - Φ.Ε.Κ. 184, Νόμος 3165, 3ης Αυγούστου 1906, «Περί Αστυνομίας του Κράτους». 1910 - Φ.Ε.Κ. 79, Νόμος 3577, 25ης Φεβρουαρίου 1910, «Περί τροποποιήσεως διατάξεων του νόμου ΓΡΞΕ΄ περί Αστυνομίας του Κράτους». 1911 - Φ.Ε.Κ. 169, Νόμος 3818 της 7ης Ιουλίου 1911, «Περί αναστολής της εκτελέσεως ποινής» 1913 -Φ.Ε.Κ. 136, Βασιλικό Διάταγμα της 13ης Ιουλίου 1913, «Περί αυξήσεως της δυνάμεως της Χωροφυλακής και κατατάξεως εν αυτή των Ανδρών της εν Κρήτη Χωροφυλακής». 1914 -Φ.Ε.Κ. 202, Νόμος 286, 21η Ιουλίου 1914, «Περί οπλοφορίας». 1917 - Φ.Ε.Κ. 172, Νόμος 755, 23ης Αυγούστου 1917, «Περί αδικημάτων τίνων κατά της ασφάλειας και της κοινής ησυχίας». - Φ.Ε.Κ. 351, Νόμος 811 της 2ας Σεπτεμβρίου 1917, «Περί προσωρινής απολύσεως των καταδίκων εκ των Φυλακών». 1918 - Φ.Ε.Κ. 97, Νόμος 1370 της 3ης Μαΐου 1918, «Περί Οργανισμού του Σώματος της Χωροφυλακής». - Φ.Ε.Κ. 203, Νομοθετικό Διάταγμα της 17ης Σεπτεμβρίου 1918, «Περί Μετακλήσεως Οργανωτικής της Αστυνομίας Πόλεων». 1919 - Φ.Ε.Κ. 5, Νόμος 1587 της 11ης Ιανουαρίου 1919 «Περί κυρώσεως του υπ’ αριθμό 1521 της 17ης Σεπτεμβρίου 1918 Νομοθετικού Διατάγματος “Περί Μετακλήσεως Οργανωτικής της Αστυνομίας Πόλεως”». 1920 - Φ.Ε.Κ. 176, Νόμος 2461 της 5ης Αυγούστου 1920, «Περί Αστυνομίας Πόλεων». 1924 - Φ.Ε.Κ. 91, Νομοθετικό Διάταγμα της 19ης Απριλίου 1924 «Περί συστάσεως εν εκάστω Νομώ Επιτροπών επί της Δημοσίας Ασφαλείας». 1931 - Φ.Ε.Κ. 172, Νόμος 5060 της 30ης Ιουνίου 1931 «Περί τύπου, προσβολής της τιμής εν γένει και άλλων σχετικών διατάξεων».
531
1935 -Φ.Ε.Κ. 140, Αναγκαστικός Νόμος 13ης Απριλίου 1935, «Περί απαγορεύσεως κατοχής πυροβόλων όπλων, χειροβομβίδων και εκρηκτικών υλών». - Φ.Ε.Κ. 250, Αναγκαστικός Νόμος της 8ης Ιουνίου 1935, «Περί Οργανισμού της Χωροφυλακής». - Φ.Ε.Κ. 570, Αναγκαστικός Νόμος της 20ης Νοεμβρίου 1935 «Περί τροποποιήσεως και καταργήσεως διατάξεων του νόμου 5060». 1936 - Φ.Ε.Κ. 324, Βασιλικό Διάταγμα της 4ηςΑυγούστου 1936, «Περί διαλύσεως της Γ΄ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων». -Φ.Ε.Κ. 324, Βασιλικό Διάταγμα της 4ης Αυγούστου 1936, «Περί των διατάξεων των άρθρων 5,6,10,11, 12, 14, 20, 95 του Συντάγματος καθ’ όλον το Κράτος». - Φ.Ε.Κ. 358, Αναγκαστικός Νόμος 26, της 18ης Αυγούστου 1936 «Περί εκδικάσεως των αδικημάτων του Τύπου κ.λπ. διαρκούσης της αναστολής του άρθρου 95 του Συντάγματος και άλλων τινών διατάξεων». - Φ.Ε.Κ. 402, Αναγκαστικός Νόμος 117, 18ης Σεπτεμβρίου 1936, «Περί μέτρων προς καταπολέμησιν του κομουνισμού και των τούτου συνεπειών» - Φ.Ε.Κ. 546, Αναγκαστικός Νόμος 376, της 18ης Δεκεμβρίου 1936 «Περί μέτρων ασφαλείας οχυρών». 1937 - Φ.Ε.Κ. 236, Αναγκαστικός Νόμος 752, 22ας Ιουνίου 1937, «Περί συμπληρώσεως του άρθρου 1 του από 23/8/23 Ν.Δ «περί ορίου ηλικίας Ανωτέρων και Κατωτέρων αξιωματικών». - Φ.Ε.Κ. 379, Αναγκαστικός Νόμος 876, της 28ης Σεπτεμβρίου 1937 «Περί τιμωρίας εγκλημάτων τινών εν καιρώ πολέμου ή επιστρατεύσεως κατά της Ασφαλείας της Χώρας στρεφομένων». 1938 - Φ.Ε.Κ. 39, Βασιλικό Διάταγμα της 7ης Φεβρουαρίου 1938, «Περί κυρώσεως Κανονισμού της εν τοις πόλεσιν και φρουρίοις Υπηρεσίας των Στρατευμάτων». - Φ.Ε.Κ. 194, Αναγκαστικός Νόμος 1237, 24ης Μαΐου 1938, «Περί συμπληρώσεως διατάξεων άρθρου 5 Αναγκαστικού Νόμου 376/1936 «περί μέτρων ασφαλείας Οχυρών θέσεων». - Φ.Ε.Κ. 356, Αναγκαστικός Νόμος 1375, 4ης Νοεμβρίου 1938, «Περί παροχής επιδόματος πόλεως εις τους οπλίτας της Β. Χωροφυλακής και συμπληρώσεως άρθρων τινών του Οργανισμού Χωροφυλακής».
532
1941 - Φ.Ε.Κ. 49, Αναγκαστικός Νόμος 2803 της 21ης Φεβρουαρίου 1941, «Επί του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικος». 1943 -Φ.Ε.Κ. 180, Νόμος 260, 18η Ιουνίου 1943, «Περί συγκροτήσεως τεσσάρων ευζωνικών ταγμάτων». 1944 - Φ.Ε.Κ. 6, Νόμος 1, 27η Οκτωβρίου 1944, «Περί προσκλήσεως εφέδρων αξιωματικών και οπλιτών των κλάσεων 1937, 1938, 1939 και 1940». - Φ.Ε.Κ. 14, Νόμος 17, 10η Νοεμβρίου 1944, «Περί ενισχύσεως Εθνοφυλακής διά προσκλήσεως Εφέδρων της κλάσεως 1936». - Φ.Ε.Κ. 22, Νόμος 36 της Νοεμβρίου 1944, «Περί χρόνου αποστρατείας ανωτάτων αξιωματικών του Στρατού ξηράς και της Χωροφυλακής». - Φ.Ε.Κ. 24, Βασιλικό Διάταγμα της 24ης Νοεμβρίου 1944, «Περί διορισμού του κ. Λάμπρου Λαμπριανίδη ως Υπουργού άνευ Χαρτοφυλακίου». - Φ.Ε.Κ. 24, Βασιλικό Διάταγμα της 24ης Νοεμβρίου 1944, «Περί διορισμού του κ. Πτολεμαίου Σαρήγιαννη ως Υφυπουργού επί των Στρατιωτικών». - Φ.Ε.Κ. 33, Βασιλικό Διάταγμα της 7ης Δεκεμβρίου 1944, «Περί διορισμού του Λεωνίδα Σπάη ως Υφυπουργού επί των Στρατιωτικών». 1945 -Φ.Ε.Κ. 32, Συντακτική Πράξη υπ’ αριθμό 14, της 13/14 Φεβρουαρίου 1945, «Περί άρσεως του Στρατιωτικού Νόμου και λοιπών διατάξεων». -Φ.Ε.Κ. 32, Συντακτική Πράξη υπ’ αριθμό 15, της 13/14 Φεβρουαρίου 1945, «Περί αναστολής της ισχύος των διατάξεων των άρθρων 5,6,10,11,12,14,20 και 95, καθ’ όλον το Κράτος». -Φ.Ε.Κ. 33, Βασιλικό Διάταγμα 13/14 Φεβρουαρίου 1945, «Περί θέσεως εν ισχύϊ διατάξεων τινών της υπ’ αριθμό 15 Συντακτικής Πράξεως». - Φ.Ε.Κ. 37, Συντακτική Πράξη 19, 20η Φεβρουαρίου 1945, «Περί τροποποιήσεως ποινικών τινών διατάξεων». - Φ.Ε.Κ. 73, Αναγκαστικός Νόμος 215, 24/27η Μαρτίου 1945, «Περί προσωρινής αναθέσεως εις Εθνοφυλακήν καθηκόντων και αρμοδιοτήτων Χωροφυλακής». -Φ.Ε.Κ. 180, Αναγκαστικός Νόμος 453, 9/10η Ιουλίου 1945, «Περί λήψεως μέτρων προς εμπέδωσιν της Δημοσίας Ασφαλείας και Τάξης». - Φ.Ε.Κ. 183, Αναγκαστικός Νόμος 471, 11/13 Ιουλίου 1945, «Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως άρθρων τινών του από 7 Ιουνίου 1935 Α.Ν. «Περί Οργανισμού της Χωροφυλακής».
533
-Φ.Ε.Κ. 565, Αναγκαστικός Νόμος 565, 26η Σεπτεμβρίου 1945, «Περί αναλήψεως υπό των Σωμάτων Ασφαλείας της Δημοσίας Τάξης καθ’ άπασαν την Επικράτεια». -Φ.Ε.Κ. 320, Αναγκαστικός Νόμος 783, 29/31 Δεκεμβρίου 1945, Περί εκκαθαρίσεως των οπλιτών του Σώματος της Χωροφυλακής». 1946 -Φ.Ε.Κ. 36, Αναγκαστικός Νόμος 904, 6η Φεβρουαρίου 1946, «Περί αναθέσεως υπηρεσίας εις αξιωματικούς Χωροφυλακής τελούντας εκτός οργανικών θέσεων». -Φ.Ε.Κ. 46, Αναγκαστικός Νόμος 924, 8/12η Φεβρουαρίου 1946, «Περί καταστάσεως αξιωματικών της Χωροφυλακής». -Φ.Ε.Κ. 46, Αναγκαστικός Νόμος 925, 8/12η Φεβρουαρίου 1946, «Περί Στρατιωτικών ποινικών διατάξεων αφορώσων την Χωροφυλακήν». -
Φ.Ε.Κ. 46, Αναγκαστικός Νόμος 926, 8/12η Φεβρουαρίου 1946 «Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των διατάξεων περί αποκαταστάσεως στρατιωτικών της Χωροφυλακής εξελθόντων διά πολιτικούς λόγους». -Φ.Ε.Κ. 46, Αναγκαστικός Νόμος 931, 8/12η Φεβρουαρίου 1946, «Περί τρόπου συμπληρώσεως των διά της υπ’ αριθμό 347 από 15-7-1945 Πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου, διατηρουμένων οργανικών θέσεων πολιτικών υπαλλήλων Χωροφυλακής». -Φ.Ε.Κ. 119, Αναγκαστικός Νόμος 1152, 23/29η Μαρτίου 1946, «Περί τοποθετήσεων και μεταθέσεων των αξιωματικών της Χωροφυλακής». - Φ.Ε.Κ. 144, Βασιλικό Διάταγμα, 3ης Μαΐου 1946, «Περί διώξεως της ληστείας». -Φ.Ε.Κ. 145, Νομοθετικό Διάταγμα, 4ης Μαΐου 1946, «Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των ισχυόντων νόμων «περί συστάσεως εν εκάστω νόμω Επιτρόπων επί της Δημοσίας Ασφαλείας». - Φ.Ε.Κ. 197, 18ης Ιουνίου 1946, Γ΄ Ψήφισμα της Δ΄ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων «Περί εκτάκτων μέτρων αφορώντων την Δημόσια Τάξη και Ασφάλεια». - Φ.Ε.Κ. 198, Βασιλικό Διάταγμα, 20ης Ιουνίου 1946, «Περί συστάσεως Εκτάκτων τοπικών Στρατοδικείων». - Φ.Ε.Κ. 235, Νόμος 42, 7η Αυγούστου 1946, «Περί επικυρώσεως και τροποποιήσεως του από 29 Απριλίου Νομοθετικού Διατάγματος «Περί μετακλήσεως της Βρετανικής Οργανωτικής Αποστολής διά τα Σώματα Ασφαλείας και τας φυλακάς». - Φ.Ε.Κ. 245, Βασιλικό Διάταγμα 24ης Αυγούστου 1946, «περί αναστολής της ισχύος των διατάξεων του υπό του στοιχείον Γ΄ Ψηφίσματος «περί μέτρων αφορώντων την Δημόσια Τάξιν κλπ».
534
- Φ.Ε.Κ. 284, Νόμος 98, 17ης Σεπτεμβρίου 1946, «Περί εκτοπίσεως των οικογενειών των στρατευσίμων των εγκαταλειπόντων τας τάξεις του Στρατού προς διάπραξιν αδικημάτων στρεφομένων κατά της ασφάλειας του Κράτους». - Φ.Ε.Κ. 269, Βασιλικό Διάταγμα της 9ης Σεπτεμβρίου 1946, «Περί επαναφοράς εν ισχύι του υπό στοιχείον Γ΄ Ψηφίσματος «περί μέτρων αφορώντων την Δημόσιαν τάξιν κλπ». 1947 - Φ.Ε.Κ. 177, Νομοθετικό Διάταγμα 392, 17ης Αυγούστου 1947, «Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων τινών του από 25/2/1947 Ν.Δ “περί τροποποιήσεως διατάξεων τινών του Ν.Δ της 19/4/1924 «περί συστάσεως Επιτροπών Δημοσίας Ασφαλείας”». -Φ.Ε.Κ. 197, Ψήφισμα ΚΘ΄ της 14ης Σεπτεμβρίου 1947, «Περί συστάσεως εν εκάστω νόμω Επιτρόπων επί της Δημοσίας Ασφαλείας». - Φ.Ε.Κ. 215, Βασιλικό Διάταγμα της 14ης Οκτωβρίου 1947, «Περί συστάσεως εκτάκτου τοπικού Στρατοδικείου εν Αθήναις». -Φ.Ε.Κ. 221, Ψήφισμα ΛΑ΄ της 17ης Οκτωβρίου 1947, «Περί συμπληρώσεως του «περί εκτάκτων μέτρων αφορώντων την Δημόσιαν Τάξιν και Ασφάλεια» Ψηφίσματος Γ΄ του 1946, ως προς δια του τύπου πραττόμενα αδικήματα». -Φ.Ε.Κ. 268, Ψήφισμα ΛΘ΄ της 8ης Δεκεμβρίου 1947, «Περί προσωρινής απαγορεύσεως της διακοπής της παραγωγής και αναστολής του δικαιώματος της απεργίας». - Φ.Ε.Κ. 289, Νόμος 505 της 20ηΔεκεμβρίου 1947, «περί επιβολής οικονομικών βαρών διά την καταστολή της εν Ευβοία ανταρσίας». -Φ.Ε.Κ. 293, Αναγκαστικός Νόμος 509, 27η Δεκεμβρίου 1947, «Περί μέτρων ασφαλείας του Κράτους, του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών». 1948 -Φ.Ε.Κ. 5 και 6, Βασιλικό Διάταγμα, 25η Φεβρουαρίου 1948, «Περί επεκτάσεως των Διατάξεων του Νόμου 505/1947 “περί επιβολής οικονομικών βαρών διά την καταστολή της εν Ευβοία ανταρσίας», ως ετροποποιήθη μεταγενεστέρως και εις τον Νομόν Σερρών, Ημαθίας, Τρικάλων, Κιλκίς, Θεσσαλονίκης, Λάρισας, Χαλκιδικής, Κοζάνης, Κοζάνης, Φλώρινας”». -Φ.Ε.Κ. 27, Βασιλικό Διάταγμα, 3ης Φεβρουαρίου 1948, «Περί οργανώσεως Διλοχίας Χωροφυλακής Αιγίου» και «Περί οργανώσεως Τάγματος Χωροφυλακής Ξάνθης». - Φ.Ε.Κ. 51, Βασιλικό Διάταγμα, 25η Φεβρουαρίου 1948, «Περί οργανώσεως Τάγματος Χωροφυλακής εν Πάτραις». -Φ.Ε.Κ. 91, Βασιλικό Διάταγμα, 16η Απριλίου 1948, «Περί οργανώσεως Τάγματος Χωροφυλακής εν Βόλω». 535
-Φ.Ε.Κ. 111, Βασιλικό Διάταγμα, 1ης Μαΐου 1948, «Περί κηρύξεως εις κατάστασιν πολιορκίας της περιοχής της τέως Διοικήσεως Πρωτευούσης». -Φ.Ε.Κ. 133, Ψήφισμα ΝΣΤ΄ της 8ης Μαΐου 1948, «Περί κηρύξεως εις κατάστασιν πολιορκίας της περιοχής της πρώην Διοικήσεως Πρωτευούσης». -Φ.Ε.Κ. 133, Νομοθετικό Διάταγμα 686 της 8ης Μαΐου 1948, «Περί τροποποιήσεως του Νόμου 505/1947 περί επιβολής οικονομικών βαρών δια την καταστολή της εν Ευβοία ανταρσίας». -Φ.Ε.Κ. 179, Νόμος 727 της 10ης Ιουλίου 1948, «περί συμπληρώσεως ελλειπουσών μεταβολών στρατιωτικής υπηρεσίας Στρατιωτικών της Χωροφυλακής». -Φ.Ε.Κ. 179, Νόμο 727 της 10ης Ιουλίου 1948, «Περί μονιμοποιήσεως εφέδρων ανθυπασπιστών Χωροφυλακής». - Φ.Ε.Κ. 187, Νόμος 739/10-20ης Ιουλίου 1948, «Περί επεκτάσεως εις Δωδεκάνησον της ισχυούσης εν τη λοιπή Ελλάδι Νομοθεσίας και αφορώσης την Χωροφυλακήν». -Φ.Ε.Κ. 201, Νόμο 751 της 10ης Αυγούστου 1948, «Περί προστασίας των απολυομένων εκ των υπηρετούντων ή υπηρετησάντων εις τας τάξεις του Στρατού κατά την διάρκειαν της παρούσης κατά του έθνους συμμοριακής δράσεως». -Φ.Ε.Κ. 224 και 225, Βασιλικό Διάταγμα, 8ης Σεπτεμβρίου 1948, «Περί επεκτάσεως των Διατάξεων του Νόμου 505/1947 «περί επιβολής οικονομικών βαρών διά την καταστολή της εν Ευβοία ανταρσίας», ως ετροποποιήθη μεταγενεστέρως και εις τον Νομόν Ιωαννίνων, Πρεβέζης, Θεσπρωτίας, Κεφαλληνίας, Άρτης, Αιτωλοακαρνανίας, Πέλλης, Αττικής, Μεσσήνης, Ηλείας, Φθιώτιδας, Βοιωτίας, Λακωνίας, Ροδόπης, Αρκαδίας και στην Επαρχία Άργους». -Φ.Ε.Κ. 229, Αναγκαστικός Νόμος 772, 14ης Σεπτεμβρίου 1948, «Περί προαγωγών Αξ/κων Χωροφυλακής». -Φ.Ε.Κ. 278, Βασιλικό Διάταγμα, 25ης Οκτωβρίου 1948, «Περί κηρύξεως εις κατάστασιν πολιορκίας της περιοχής Πελοποννήσου». -Φ.Ε.Κ. 280, Βασιλικό Διάταγμα της 29ης Οκτωβρίου 1948, «Περί καθορισμού της οργανικής δύναμης της Χωροφυλακής». -Φ.Ε.Κ. 281, Βασιλικό Διάταγμα, 30ης Οκτωβρίου 1948, «Περί κηρύξεως εις κατάστασιν πολιορκίας της περιοχής ολοκλήρου της Επικράτειας» -Φ.Ε.Κ. 313, Βασιλικό Διάταγμα της 13ης Δεκεμβρίου 1948, «Περί καθορισμού έδρας και δικαιοδοσίας των Επιθεωρήσεων της Χωροφυλακής». - Φ.Ε.Κ. 323, Βασιλικό Διάταγμα, 24η Δεκεμβρίου 1948, «Περί επεκτάσεως των Διατάξεων του Νόμου 505/1947 «περί επιβολής οικονομικών βαρών διά την 536
καταστολή της εν τη Ευβοία ανταρσία», ως ετροποποιήθη μεταγενεστέρως και εις τον Νομό Φωκίδος». 1949 -Φ.Ε.Κ. 20, Α.Ν. 882 της 20ης Ιανουαρίου 1949, «Περί διορισμού Αρχιστρατήγου κατά την διάρκειαν της ισχύος του Γ΄ Ψηφίσματος και άλλων τινών διατάξεων». -Φ.Ε.Κ. 20, Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου 62 της 20ης Ιανουαρίου 1949, «Περί ανακλήσεως εις την ενεργό υπηρεσίαν του Στρατηγού ε.α. Παπάγου Αλέξανδρου». -Φ.Ε.Κ. 20, Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου 63 της 20ης Ιανουαρίου 1949, «Περί διορισμού ως Αρχιστρατήγου του Στρατηγού Παπάγου Αλέξανδρου». -Φ.Ε.Κ. 255, Νομοθετικό Διάταγμα 1173 της 12ης Οκτωβρίου 1949, «Περί προαγωγών αξιωματικών Χωροφυλακής». -Φ.Ε.Κ. 337, Α.Ν. 1363 της 29ης Νοεμβρίου 1949, «Περί διακανονισμού της σειράς αρχαιότητας των αξιωματικών της Χωροφυλακής».
537